
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«…Ο Άγγλος δεν άντεξε και ρώτησε έναν Κύπριο δημοσιογράφο για τους αντάρτες της Ε.Ο.Κ.Α.:
«What kind of people are they?» (Τι άνθρωποι είναι αυτοί ;).
Για να λάβει πληρωμένη απάντηση:
«Greeks» (Έλληνες)!»
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε σ’ ένα πολύ μικρό χωριό της Πάφου, την Τσάδα, στις 27 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο από τα πέντε παιδιά του Μιλτιάδη Παλληκαρίδη και της Αφροδίτης Παπαδανιήλ. Η ψυχή του ξεχείλιζε από το πάθος για δικαιοσύνη και ελευθερία. Το ταλέντο του και η αγνότητα της ψυχής του μας έδωσαν ανεκτίμητους στίχους, που αντηχούν στις ψυχές των απανταχού της γης Ελλήνων.
Μαθητής Γυμνασίου θα γράψει σε έκθεση ιδεών για τη σημασία των εθνικών επετείων:
Την 1η Ιουνίου 1953, παραμονή της στέψης της βασίλισσας Ελισάβετ Β’, οι Άγγλοι υψώνουν την αγγλική σημαία στα Προπύλαια του Ιακώβειου Σταδίου της Πάφου. Σε μία ώρα ο Ευαγόρας (ήταν μόλις 15 ετών), συγκεντρώνει 3.000 μαθητές και πολίτες και όλοι μαζί αξιώνουν την απομάκρυνση των Άγγλων από το γήπεδο. Οι Άγγλοι αρνούνται να απομακρυνθούν. Ο Ευαγόρας σκαρφαλώνει στα προπύλαια, κατεβάζει την αγγλική σημαία και την πετά στα πλήθη. «Από την σημαία αυτή δεν ευρέθη ίχνος», σημειώνει ο πατέρας του. Οι εκδηλώσεις ματαιώνονται, αφού σημαίες, αγγλικά λιοντάρια-σύμβολα της αποικιοκρατίας, βρετανικοί θυρεοί, αγγλικά οικόσημα και εικόνες της βασίλισσας μετατράπηκαν σε θρύψαλα. Ο Ευαγόρας επιστρέφει στο σπίτι του αργά το βράδυ. Στην προτροπή του πατέρα του να είναι προσεκτικός απαντά: «Να πιάσει τα βρεγμένα της η Αγγλία και να φύγει. Τι θέλει στην Κύπρο;»
Τον Αύγουστο του 1955, ο Ευαγόρας συμμετέχει σε μαθητική εκδρομή στην Ελλάδα. Δακρυσμένος ανεβαίνει στον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως και γονυπετής καταθέτει δάφνινο στεφάνι στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Μαζί με τον Ευαγόρα είναι και ο Πετράκης Γιάλλουρος, ο Σημαιοφόρος μαθητής του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου, που στις 7 Φεβρουάριου 1956, θα δολοφονηθεί, εν ψυχρώ, αγκαλιά με την γαλανόλευκη από Άγγλο δεκανέα κατά τη διάρκεια μαθητικής διαδήλωσης στην οδό Ερμού της κατεχόμενης σήμερα πόλης της Αμμοχώστου. Να τι γράφει στις σημειώσεις του για αυτήν την εκδρομή:
Στις 17 Νοεμβρίου 1955, οργανώνεται άλλη μια μαζική και ενθουσιώδης μαθητική διαδήλωση με επικεφαλής και πάλιν τον Ευαγόρα. Οι μαθητές υποστέλλουν και πυρπολούν την αγγλική σημαία του κυβερνητικού νοσοκομείου. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται την ώρα που προσπαθεί να προστατεύσει συμμαθητή του που τον είχαν δεμένο και τον κτυπούσαν δύο Άγγλοι στρατιώτες και οδηγείται στο δικαστήριο. Παραδέχεται την κατηγορία για οχλαγωγία και ορίζεται η δίκη για τις 6 Δεκεμβρίου 1955. Την παραμονή της δίκης αφήνει το αποχαιρετιστήριο ποίημα-σάλπισμα του, στην έδρα της τάξης του:
Η ανταρτική δράση του είναι γεμάτη με παράτολμες ενέργειες. Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα στο βουνό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι δυο σύντροφοι του Ευαγόρα καταφέρνουν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος συλλαμβάνεται. «Δεν ήθελε να τρέξει να φύγει και να δεχθεί μια σφαίρα στην πλάτη. Δεν ήθελε να τον πουν δειλό …», λέει η αδελφή του Μαρούλλα. Στην κατοχή του είχε ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν γρασαρισμένο που δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και 3 γεμιστήρες. Οδηγείται στις φυλακές Λευκωσίας όπου βασανίζεται φρικτά. Γράφει μεταξύ άλλων στον γαμπρό του: «Την νύκτα με δένουν χειροπόδαρα σ’ ένα σιδερένιο κρεβάτι και χορεύουν επάνω μου, μέχρις ότου λιποθυμήσω. Και τότε μου βουτάνε το κεφάλι σ’ ένα κουβά γεμάτο κρύο νερό το κρατάνε εκεί βουτηγμένο, χωρίς να παίρνω αναπνοή, ώσπου να χάσω πάλιν τις αισθήσεις μου ….».
Μάταιες απέβησαν όλες οι προσπάθειες να αποτραπεί η εκτέλεση. Πρωτεργάτης και σημαιοφόρος της παγκόσμιας κατακραυγής για την καταδίκη του Παλληκαρίδη σε θάνατο, αλλά και της οικουμενικής εκστρατείας για να δοθεί χάρη στον έφηβο αντάρτη της Ε.Ο.Κ.Α. ήταν ο Αμερικανός Βουλευτής της πολιτείας Πενσυλβάνια των Η.Π.Α. Foulton. Η βασίλισσα Ελισάβετ προσπέρασε ασυγκίνητη όλες τις εκκλήσεις για απονομή χάρης… της Βουλής των Ελλήνων, προσωπικοτήτων διεθνούς κύρους, ακόμη και την έκκληση σαράντα βουλευτών του Εργατικού Κόμματος της Αγγλίας.
Η ψυχή του Ευαγόρα ήταν γεμάτη με την Ελλάδα. Ανέπνεε για την Ελλάδα, έφτιαχνε στίχους υπέροχους για την Ελλάδα, πέθανε για την Ελλάδα! Γράφει μεταξύ άλλων στο τελευταίο γράμμα του: « …Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να είναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλιν δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα ….».
Λίγο μετά τα μεσάνυκτα της 13ης Μαρτίου 1957, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης αντικρίζει ευθυτενής την αγχόνη. Πιστός στις αρχές του πατριωτικού του καθήκοντος βάδισε με το χαμόγελο στα χείλη προς την αιωνιότητα. Στάθηκε απτόητος και ατάραχος κάτω από την αγχόνη και κοίταξε κατάματα το θάνατο. Κι ο θάνατος χαμογέλασε στο παλληκάρι όταν εκείνο χαμήλωνε το βλέμμα του, την ώρα της τελευταίας προσευχής. Πέρασε στο πάνθεον των αθανάτων του Έθνους των Ελλήνων ψάλλοντας τον Ύμνο προς την Ελευθερία του Διονυσίου Σολωμού. Έκτοτε παραμένει και θα παραμείνει στους αιώνες τω αιώνων παγκόσμιο σύμβολο Λευτεριάς. Σύμβολο αγώνα κάθε καταπιεζόμενου λαού.
Η βασίλισσα Ελισάβετ αρνήθηκε να ικανοποιήσει το αίτημα του πατέρα του Μιλτιάδη, να του παραδοθεί η σορός του παιδιού του, για να ταφεί σύμφωνα με τις παραδόσεις και την πίστη της φυλής μας. Τάφηκε νύχτα, στα κρυφά, στις κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας…
Πηγή: Hellas Journal
INTERNATIONAL HELLENIC ASSOCIATION
Claymont, Delaware 19703, U.S.A
Μάρτιος 14, 2018
Όλος ο κόσμος παρακολουθεί έκπληκτος αφ' ενός τις "γκαγκστερικές" ενέργειες της Τουρκίας σε ξένα χωρικά ύδατα, αφ' ετέρου, την υποτονική αντίδραση των κυβερνήσεων διαφόρων κρατών καθώς και Διεθνών Οργανισμών των οποίων η αποστολή είναι η διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης.
Οι Τουρκικές δυνάμεις παραβιάζουν τα Ελληνικά χωρικά ύδατα και τον Ελληνικό εναέριο χώρο σχεδόν σε καθημερινή βάση εδώ και πολλά χρόνια. Αυτή η κατάσταση, που σπάνια προβάλλεται στα διεθνή δελτία ειδήσεων, έχει οδηγήσει τους εκτός Ελλάδος δημοσιογράφους να αναφέρονται συχνά σε ορισμένα Ελληνικά νησιά του Αιγαίου σαν «νησιά αμφισβητούμενα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας».
Τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχουν καθοριστεί από την διεθνή Συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλίου 1923), την οποία έχει υπογράψει και η Τουρκία (https://wwi.lib.byu.edu/index.php/Treaty_of_Lausanne), απο τις Ιταλο-Τουρκικές συμφωνίες του 1932 και από την Συνθήκη των Παρισίων του 1947, η οποία αναγνώρισε τα νησιά του Αιγαίου ως Ελληνική επικράτεια. Συνεπώς, δεν υπάρχουν «αμφισβητούμενα νησιά». Τα Ελληνικά νησιά είναι αμφισβητούμενα μόνο στα μάτια της Τουρκικής κυβέρνησης. Η Ελλάδα πάντοτε απαντά στις Τουρκικές προκλήσεις προσπαθώντας να αποκλιμακώσει τις εκάστοτε εντάσεις.
Πρόσφατα, οι Τουρκικές απειλές εναντίον της Ελλάδας έφθασαν σε πολύ επικίνδυνο επίπεδο. Ο Πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε ότι η Τουρκία «έδωσε» τα νησιά το οποία «ήταν δικά μας» και τα οποία «βρίσκονται τόσο κοντά μας που ακούμε τις φωνές» (https://www.gatestoneinstitute.org/11954/turkey-threats-greek-islands). Ελπίδα για δημοκρατική αλλαγή στην Τουρκική κυβέρνηση και μείωση της επιθετικότητας, δεν υπάρχει, καθώς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (το Δημοκρατικό Κόμμα του Λαού) υπόσχεται στους Τούρκους περισσότερη επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδος και γρήγορη επέκταση των Τουρκικών συνόρων.
Στις 12 Φεβρουαρίου του 2018, εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων, ανατολικά της Ελληνικής νήσου των Ιμίων, ακταιωρός της Τουρκικής ακτοφυλακής επιχείρησε τον εμβολισμό στάσιμου Ελληνικού σκάφους της ακτοφυλακής στο πλευρό, προφανώς με σκοπό να το διαμελίσει, παραβιάζοντας τους διεθνείς κανόνες αποφυγής συγκρούσεων. Το σκάφος της Ελληνικής ακτοφυλακής απέφυγε την σύγκρουση την τελευταία στιγμή μετά από κατάλληλο ελιγμό, αλλά κτυπήθηκε στην πρύμνη και έπαθε εκτεταμένες ζημίες. Επρόκειτο αναμφίβολα για εγκληματική ενέργεια και προφανώς ο Τούρκος καπετάνιος δεν έδρασε αυτόβουλα, αλλά ακολουθούσε μάλλον εντολές. Η «απάντηση» από τους οργανισμούς που εκπροσωπούν τη διεθνή κοινότητα ήταν όπως πάντα: «και οι δύο πλευρές πρέπει να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποκλιμακώσουν την ένταση». Είναι αυτή η δέουσα απάντηση, όταν η ένταση προκαλείται μόνο από τη μία πλευρά; Είναι δυνατόν να αναμένεται συμμόρφωση της τουρκικής πλευράς προς το Διεθνές Δίκαιο, όταν οι οργανισμοί που υπερασπίζονται την παγκόσμια ειρήνη δεν τολμούν να πουν στην Τουρκία «πρέπει να σταματήσεις, ειδάλλως...»; Η κατάσταση γίνεται ακόμη και ειρωνική, αν ληφθεί υπ' όψιν ότι και οι δύο χώρες, Ελλάδα και Τουρκία, είναι μέλη του ΝΑΤΟ, μιας συμμαχίας που αποσκοπεί στην υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας των μελών της.
Ακόμη πιο παράδοξο είναι αυτό που συμβαίνει στην Κύπρο. Στις 9 Φεβρουαρίου 2018, Τουρκικά στρατιωτικά πλοία εισέβαλαν στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κυπριακής Δημοκρατίας και παρεμπόδισαν το Ιταλικό πλωτό γεωτρύπανο Saipem 12000 της Ιταλικής πετρελαϊκής εταιρίας ΕΝΙ (Italian Energy Company – Ente Nazionale Idrocarburi), το οποίο βρισκόταν καθ΄οδόν προς το οικόπεδο 3 της Κυπριακής ΑΟΖ για εξερεύνηση υδρογονανθράκων. Ως αποτέλεσμα, το Saipem 12000 εγκατέλειψε τα χωρικά ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα Ηνωμένα Έθνη και το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν κατεδίκασαν αυτή τη νέα Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, πράγμα που θα έπρεπε να είχαν κάνει καθώς είναι το προπύργιο της προστασίας των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών μελών τους. Οι Τουρκικές ενέργειες καταδικάστηκαν από την Ιταλική κυβέρνηση, την Ευρωπαϊκή Ένωση (αν και όχι όσο έπρεπε, απλά καλώντας την Τουρκία να αποφεύγει την δημιουργία κρίσιμων καταστάσεων), και βέβαια από την κυβέρνηση της Κύπρου. Η υποτονική αντίδραση της Διεθνούς Κοινότητας φαίνεται πως ακολούθησε το παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο είναι από τις λεγόμενες εγγυήτριες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας και όφειλε να καταδικάσει την Τουρκία με τους πλέον υψηλούς τόνους. Η Ελληνική Κοινότητα του Ηνωμένου Βασιλείου έχει ξεκινήσει ηλεκτρονική εκστρατεία καλώντας την Βρετανική κυβέρνηση να αντιδράσει όπως αρμόζει, και, ήδη, πάνω από 3000 διαμαρτυρίες έχουν φθάσει ηλεκτρονικά στο Βρετανικό Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας, από τις 23 Φεβρουαρίου (2018) που ξεκίνησε η εκστρατεία. Η αποτυχίας της Διεθνούς Κοινότητας να αντιδράσει αποτελεσματικά, επέτρεψε στην Τουρκία να μπλοκάρει την έρευνα υδρογονανθράκων. Νέες έρευνες αναμένονται να ξεκινήσουν εντός των προσεχών ημερών από την Αμερικανική εταιρεία ExonMobil στο οικόπεδο 10 της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η Τουρκία είναι η μόνη χώρα-μέλος των Ηνωμένων Εθνών η οποία δεν αναγνωρίζει την Κύπρο ως ανεξάρτητη χώρα και μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης· επί πλέον, η Τουρκία δεν έχει υπογράψει την Σύμβαση της Θάλασσας των Ηνωμένων Εθνών, την οποία η Κύπρος έχει υπογράψει και επικυρώσει. Εν μέρει, το bullying που ασκεί η Τουρκία στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει να κάνει με το γεγονός ότι Τουρκικά στρατεύματα ακόμα κρατούν υπό κατοχή το βόρειο μέρος του νησιού, μετά από τις δύο παράνομες εισβολές της Τουρκίας στις 20 Ιουλίου και 14 Αυγούστου 1974, μια κατοχή που υποτίθεται προκάλεσε η δικτατορία που κυβερνούσε την Ελλάδα τότε, υπό παράξενες συνθήκες τις οποίες κάποιοι χαρακτηρίζουν απλοποιημένα με τη φράση «Έλληνες εθνικιστές έκαναν πραξικόπημα, με στόχο να ενώσουν την Κύπρο με την Ελλάδα». Η ιστορική αλήθεια, όμως, έχει αποδεσμευθεί από το Βρετανικό Εθνικό Αρχείο, επιβεβαιώνοντας την συμπαιγνία μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένου Βασιλείου· η Βρετανία άφησε την Τουρκία να εισβάλει με στόχο την διχοτόμηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε «δύο συνιστώντα κράτη», ένα σχέδιο των Βρετανών που ξεκίνησε από το 1956/57, επανα-σχεδιάστηκε από τις 3 Ιανουαρίου 1964 μεταξύ Βρετανών και Τούρκων και εκτελέστηκε τελικά το 1974.
Στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις του περασμένου Ιουλίου (2017) για επανένωση της νήσου με το βόρειο κατεχόμενο μέρος, ο πρόεδρος της Κύπρου κ. Αναστασιάδης προέβη σε μεγάλες παραχωρήσεις για διαμοιρασμό της εξουσίας μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων της Κύπρου (υπό τη μορφή δύο «συνιστώντων κρατών»). Παρόλα ταύτα η τουρκική κυβέρνηση απέρριψε τα πάντα και επέμενε στο αίτημα της να διατηρήσει τουρκικά στρατεύματα στο «Τουρκικό συνιστών κράτος» και μετά τη «λύση», καθώς επίσης να διατηρήσει τα εγγυητικά της δικαιώματα σύμφωνα με την Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960 την οποία τόσο η Κυπριακή Κυβέρνηση όσο και η Κυβέρνηση της Ελλάδας ζητούν να ακυρωθεί (οι τρείς εγγυήτριες δυνάμεις βάση της Συνθήκης Εγγυήσεως του 1960 ήσαν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ελλάδα και η Τουρκία). Αλήθεια, ποίος έχων σώας τας φρένας, και γνωρίζοντας την επιθετικότητα της Τουρκίας σε όλα τα μέτωπα, θα έδιδε σ΄αυτήν την χώρα το δικαίωμα να επεμβαίνει νόμιμα και στρατιωτικώς στην Κύπρο όποτε εκείνη θεωρεί αναγκαίο; Υπογραφή σε μια τέτοια συμφωνία δεν διαφέρει από υπογραφή για το τέλος της ανεξαρτησίας της Κύπρου.
Σ' αυτό το κλίμα εκφοβισμού και επιθετικότητας εκ μέρους της Τουρκίας, την 1η Μαρτίου (2018) δύο Έλληνες στρατιωτικοί (ανθυπολοχαγός και ΕΠΟΠ λοχίας) συνελήφθησαν από Τουρκική περίπολο κατά τη διάρκεια περιπολίας στις Καστανιές του Έβρου και τώρα κρατούνται φυλακισμένοι στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αδριανούπολης. Υποτίθεται ότι η Ελληνική περίπολος έχασε τον δρόμο της λόγω κακών καιρικών συνθηκών και βρέθηκε 253 μέτρα μέσα στην Τουρκική επικράτεια· ωστόσο, το ενδεχόμενο της ενέδρας και της προαποφασισμένης σύλληψης ενισχύεται από πολλές ενδείξεις. Ακόμη όμως και αν πέρασαν τα σύνορα, παρόμοια περιστατικά έχουν σημειωθεί πολλές φορές στο παρελθόν και από τις δύο πλευρές και επιλύθηκαν ειρηνικά. Τί έχει αλλάξει τώρα; Για ποιόν σκοπό έγινε η σύλληψη; Σύμφωνα με τις ειδήσεις, η Τουρκική κοινή γνώμη ικανοποιήθηκε με την σύλληψη και φυλάκιση των Ελλήνων στρατιωτικών, γιατί η Ελλάδα δεν έχει εκδώσει στην Τουρκία οκτώ Τούρκους αξιωματικούς που ζήτησαν άσυλο στην Ελλάδα μετά το πραξικόπημα του 2015 που είχε στόχο την ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης της Τουρκίας. Ας ελπίσουμε η Τουρκική κοινή γνώμη να αντιληφθεί ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να κερδίσει, αν δεν εκδώσει τους Τούρκους αξιωματικούς στην Τουρκία. Ωστόσο, οι Ελληνικές αρχές τούς κρατούν στην Ελλάδα ακολουθώντας τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Πολλοί Έλληνες προτιμούν οι Τούρκοι αξιωματικοί να μην εκδοθούν στις Τουρκικές αρχές για λόγους ανθρώπινης αλληλεγγύης και συμπόνιας, καθώς η επιστροφή στην Τουρκία θα σήμαινε εκτέλεση ή ισόβια κάθειρξη. Αντίθετα, όταν οι Τουρκικές αρχές επιτρέψουν στους Έλληνες στρατιωτικούς να επιστρέψουν στην Ελλάδα, οι στρατιωτικοί δεν θα ριχτούν στη φυλακή αλλά στην αγκαλιά των δικών τους. Είναι κατανοητή αυτή η σημαντική διαφορά από την Τουρκική κοινή γνώμη;
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα επί πλέον σοβαρό πρόβλημα αυτή την περίοδο, το θέμα της ονομασίας του νοτίου τμήματος της πρώην Γιουγκοσλαβίας που αποχωρίστηκε όταν η χώρα αυτή διαιρέθηκε σε μικρότερες χώρες το 1990. Όποιος γνωρίζει την ιστορία του «Μακεδονικού ζητήματος» κατανοεί την ανησυχία της Ελλάδας ότι αν ονομασθεί η FYROM « Μακεδονία» ή με οποιοδήποτε όνομα που περιλαμβάνει τη λέξη «Μακεδονία» —όπως Βόρεια ή Νέα Μακεδονία, που όλοι γνωρίζουμε ότι θα καταλήξει σε σκέτο «Μακεδονία»— αυτό θα είναι απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας και θα προκαλεί σύγχυση σχετικά με την ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας. Η τουρκική κυβέρνηση είναι αναμεμειγμένη και σε αυτό το θέμα, με τον πρόεδρο Ερντογάν να δηλώνει ότι δεν θα συμφωνήσει να γίνει δεκτή η FYROM στο ΝΑΤΟ με άλλο όνομα εκτός από το Μακεδονία. Δεν προκαλεί και δεν προβληματίζει αυτό όσους παίρνουν μέρος στις διαπραγματεύσεις για την ονομασία της FYROM και πιέζουν την Ελλάδα να συμφωνήσει στην αποδοχή του ονόματος Μακεδονία; Οι στενές και φιλικές σχέσεις της Τουρκίας με τη FYROM είναι γνωστές (μπορείτε να διαβάσετε εδώ για «τους αδελφούς του Ερντογάν»: http://greece.greekreporter.com/2016/11/10/turkish-president-defines-turkeys-borders-of-the-heart-as-larger-than-actual-borders/), καθώς περίπου 4% του πληθυσμού της FYROM είναι Τούρκοι και ένα σημαντικό ποσοστό από τους Αλβανούς (που αποτελούν το 35% του πληθυσμού) είναι επίσης μουσουλμάνοι. Οι Τούρκοι της FYROM, μαζί με τους Σλάβους που είναι η πλειοψηφία της χώρας, και μαζί ακόμη με Τούρκους που ζουν στην Τουρκία και δημιουργούν συνδέσμους για υποστήριξη των συμφερόντων της FYROM, αυτοαποκαλούνται «Μακεδόνες» και ισχυρίζονται οτι ομιλούν την «Μακεδονική γλώσσα». Οι αντιπρόσωποι της Διεθνούς Κοινότητας οφείλουν να αναγνωρίσουν το φιάσκο και να υποστηρίξουν την Ελλάδα στο αγώνα της να προστατέψει τη γη και την ιστορία της.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν μακραίωνη ιστορία. Η πανωλεθρία των "βυζαντινών" στρατευμάτων στο Μαντζικέρτ από τους Σελτζούκους Τούρκους (1071) και, κυρίως, η εσωτερική πολιτική παράλυση που ακολούθησε στην Κωνσταντινούπολη, επέτρεψε τη μόνιμη εγκατάσταση των Σελτζούκων στη Μικρά Ασία. Αυτό έφερε ως αποτέλεσμα την σταδιακή υποταγή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας («Βυζαντινής Αυτοκρατορίας») στους Τούρκους και τη δημιουργία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πολλά έθνη βίωσαν ιστορικές συγκρούσεις και παρ' όλ' αυτά έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν το παρελθόν και να οικοδομήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης με στόχο την κοινή ευημερία. Η ιστορική συμβίωση δημιουργεί όχι μόνο τριβές αλλά και δεσμούς. Αυτό αντανακλάται στις πολύ καλές εντυπώσεις Ελλήνων τουριστών που επισκέπτονται την Τουρκία και Τούρκων τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα, καθώς και σε ατομικές φιλίες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Πολλοί Τούρκοι αγοράζουν ακίνητα στην Ελλάδα για να τα έχουν στη διάθεσή τους όχι μόνο για διακοπές, αλλά και για να βρουν καταφύγιο σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά στην Τουρκία. Επιπλέον, Τούρκοι επιχειρηματίες έχουν επενδύσει πολλά χρήματα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Η τουρκική κυβέρνηση πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτές τις φιλικές δοσοληψίες προς όφελος και των δύο χωρών αντί να καλλιεργεί εχθρότητα και μίσος. Εντούτοις, μέχρις ότου συμβεί αυτό, οι διεθνείς οργανισμοί που εκπροσωπούν τα δημοκρατικά έθνη που επιδιώκουν την παγκόσμια ειρήνη και ευημερία (ΕΕ, ΟΗΕ, ΝΑΤΟ), πρέπει να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την επιθετική συμπεριφορά της τουρκικής κυβέρνησης, αντί να εγκαταλείψουν την Ελλάδα να αντιμετωπίσει μόνη της την πάνοπλη Τουρκία. Ποιο το όφελος συμμετοχής της Ελλάδας –ή οποιασδήποτε χώρας– σ' αυτούς τους οργανισμούς, αν δεν παρέχεται υποστήριξη όταν χρειάζεται; Ποιος ο λόγος ύπαρξης αυτών των οργανισμών εάν δεν ανταποκρίνονται στους στόχους που έχουν θέσει;
Καλούμε την Διεθνή Κοινότητα να βοηθήσει την Ελλάδα στις προσπάθειές της να απελευθερώσει τους δύο στρατιωτικούς που κρατούνται άδικα στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αδριανούπολης. Επίσης, καλούμε την Διεθνή Κοινότητα να σταματήσει την Τουρκία από την παραβίαση διεθνών συνθηκών και νόμων.
Καλούμε την Ελληνική κυβέρνηση και την στρατιωτική ηγεσία να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την γρήγορη απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών.
Η ανοικτή επιστολή – Έκκληση προς την Διεθνή Κοινότητα συνετάχθη και διανέμεται από τον Διεθνή Ελληνικό Σύλλογο, έναν υπερκομματικό, μη κερδοσκοπικό οργανισμό με μέλη 3000 Έλληνες και φιλέλληνες ακαδημαϊκούς, και έδρα στις ΗΠΑ.
International Hellenic Association-IHA (USA)
Εστάλη στους:
ΠΡΟΣ:
Donald J. Trump, Πρόεδρο των ΗΠΑ
Mike Pompeo, Υπουργόν Εξωτερικών των ΗΠΑ
Matthew Nimetz, Ειδικό Μεσολαβητή του ΟΗΕ μεταξύ Ελλάδος και Σκοπίων
António Guterres, Γενικόν Γραμματέα του ΟΗΕ
Κράτη- μέλη του ΟΗΕ
Κράτη- Μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσης
Antonio Tajani, Πρόεδρον της Ευρωβουλής
Jens Stoltenberg, Γενικόν Γραμματέα του NATO
Ευρωβουλευτές
κ. Προκόπη Παυλόπουλο, Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας
κ. Αλέξη Τσίπρα, Πρωθυπουργό της Ελλάδος
κ. Νίκο Κοτζιά, Υπουργόν Εξωτερικών της Ελλάδος
κ. Πάνο Καμμένο, Υπουργόν Εθνικής Άμυνας
Ναύαρχον Ευάγγελο Αποστολάκη, Αρχηγόν ΓΕΕΘΑ
κ. Νίκο Αναστασιάδη, Πρόεδρον της Κύπρου
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:
κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης
Αρχηγούς όλων των κομμάτων της Ελληνικής Βουλής
Βουλευτές του Ελληνικού και του Κυπριακού Κοινοβουλίου
Πηγή: International Hellenic Association, Ινφογνώμων Πολιτικά
Στο «Μεσαιωνικός Γνωστικισμός στη Δύση: Αιρετικές σέκτες κατά τους ΙΑ’ - ΙΒ’ αι (η γνωστική θεολογία ως ερμηνευτικό κλειδί της Λουθηρανικής)», διαπιστώθηκε η ιδεολογική συγγένεια θεμελιωδών θεολογικών θέσεων του Λούθηρου και τον γνωστικών διδασκάλων της προηγούμενης μεσαιωνική περιόδου. Πριν προχωρήσουμε στην εξιχνίαση της ιστορικής μετάβασης της αιρετικής γενεαλογίας, θα διαπιστώσουμε την ίδια ιδεολογική συγγένεια εξετάζοντας τα εκκλησιολογικά κριτήρια των δύο κινημάτων για την αναγνώριση της πραγματικής, κατ’ αυτούς εκκλησίας.
8.1.1. Οι Καθαροί και η αληθινή εκκλησία
Έχει τονιστεί πολλές φορές στα προηγούμενα κείμενα η πεποίθηση των Καθαρών (εδώ, εδώ, και εδώ), ότι αυτοί αποτελούν την αληθινή εκκλησία, ότι αυτοί είναι οι πραγματικοί Χριστιανοί. Το κύριο χαρακτηριστικό της εκκλησιολογίας τους ήταν η αντίθεσή τους προς την παπική εκκλησία, αντίθεση τόσο έντονη, ώστε καθόρισε ίσως με μοναδικό τρόπο την αυτοσυνειδησία της δικής τους αίρεσης. Γι’ αυτούς η Ρωμαϊκή Εκκλησία ήταν η εκκλησία του διαβόλου και ο πάπας, ο Αντίχριστος.
Όλη η αντι-παπική επιχειρηματολογία τους συγκεντρώθηκε και αναιρέθηκε από τον Μονέτα της Κρεμόνα, γι’ αυτό και παραθέτουμε από το έργο του «Adversus Cathares et Valdenses libri quinque», V.1:
«Ο αιρετικός ενίσταται λέγοντας: Όπως βρίσκουμε στο Ματθ. 7.17-18, το δέντρο γνωρίζεται από τους καρπούς του· Ο καρπός της Ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι κακός· άρα η Ρωμαϊκή Εκκλησία είναι κακή. … [ακολουθεί ο αντίλογος του Μονέτα της Κρεμόνα, τον οποίο και παραλείπουμε]
Επίσης, ο αιρετικός ενίσταται λέγοντας: εφόσον ο καρπός της Ρωμαϊκής πίστης είναι κακός, η πίστη είναι κακή. …
Ο αιρετικός αντίθετα λέει: δέκα μέρη και παραπάνω της Ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι φαύλα· άρα πρέπει να καλείται εκκλησία του διαβόλου, και όχι του Θεού. …
Επίσης [ο αιρετικός λέει]: Η πίστη της Ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι νεκρή· συνεπώς, το ίδιο και η Ρωμαϊκή Εκκλησία. Διότι από νεκρή πίστη δεν προκύπτει ζωή. Αλλά αν η Ρωμαϊκή Εκκλησία είναι νεκρή, ενώ η Εκκλησία του Θεού είναι ζωή, τότε δεν είναι η Εκκλησία του Θεού. …
Επίσης ο αιρετικός στηρίζει την ένστασή του σε κάποιον κακό ιεράρχη ή μερικούς κακούς Χριστιανούς, παραθέτοντας το χωρίο Ιακ. 2.18, “ἀλλ ἐρεῖ τις΄ σύ πίστιν ἔχεις, κἀγώ ἔργα ἔχω΄ δεῖξόν μοι τήν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου, κἀγώ δείξω σοι ἐκ τῶν ἔργων τήν πίστιν μου”. …
Επίσης, ο αιρετικός προσπαθεί ξανά ν’ αποδείξει ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είναι η Εκκλησία του Θεού εξαιτίας των πολλών παραδόσεών της, οι οποίες δεν είναι καταγεγραμμένες στο Ευαγγέλιο ή σε κάποιο άλλο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, ούτε υπάρχει απόδειξη ότι ήταν πρακτικές της αρχαίας Εκκλησίας. …
Πάλι, για να δυσφημήσει την Εκκλησία, ο αιρετικός παραθέτει από το Ματθ. 23.4 σχετικά με τους γραμματείς και τους Φαρισαίους μεταξύ των Ιουδαίων, “δεσμεύουσι γάρ φορτία βαρέα και δυσβάστακτα και επιτιθέασιν επί τους ώμους των ανθρώπων, τω δε δακτύλω αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά”. Τέτοιοι λένε είναι οι ιερείς της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. …
Επίσης αποδίδουν στην Ρωμαϊκή Εκκλησία τους λόγους, τους οποίους είπε ο Κύριος στους γραμματείς και τους Φαρισαίους, Ματθ. 23.13, “Οὐαί, ὑμῖν γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων΄ ὑμεῖς γάρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδέ τούς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν”. Τώρα λένε ότι είμαστε σαν κι αυτούς επειδή δεν εισερχόμαστε στην βασιλεία των ουρανών, δηλαδή, δεν εισερχόμαστε στην Εκκλησία του Θεού μέσω της πίστης, ούτε επιτρέπουμε σ’ αυτούς που επιθυμούν να εισέλθουν να το κάνουν. … Κι’ αυτό επειδή δεν μπαίνουμε στην συνάθροισή τους, την οποία αποκαλούν βασιλεία των ουρανών. …
Επίσης βασίζουν μια αντίρρηση στα λόγια του Κυρίου στους γραμματείς και τους Φαρισαίους στο Ματθ. 23.29-33, “Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;” . …
Οι αιρετικοί λένε ότι οι ιερείς της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, τους οποίους αποκαλούν Φαρισαίους, παρακινούμενοι από την ίδια οργή, σχεδιάζουν τους ίδιους φόνους. Λένε ότι οι Φαρισαίοι ανάμεσα στους Ιουδαίους, τους οποίους αποκαλούν πατέρες των ιερέων μας, σκότωσαν τους αποστόλους και καταδίωξαν την αρχαία εκκλησία των αγίων· οι ιερείς μας χτίζουν και κοσμούν τους τάφους των εσφαγμένων και κατασκευάζουν θυσιαστήρια επάνω τους. Αλλά επίσης, παρακινούμενοι από την ίδια οργή, πληρούν το μέτρο των Φαρισαίων με φόνους και διώξεις της εκκλησίας των αιρετικών. …
Επίσης, ο αιρετικός λέει ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία μιλά για το καλό, αλλά δεν το πράττει. Αν κάνει κάτι καλό, ο σκοπός είναι για να το δει ο κόσμος. Συνεπώς, στολίζει το έμπροσθεν και τα πλαϊνά του θυσιαστηρίου, αλλά όχι το πίσω μέρος, το οποίο δεν εκτίθεται στα μάτια των ανθρώπων. Μακράν προσεύχεται για να βάλει χέρι στα αγαθά των χηρών και να συλλέξει δεκάτες και πρωτογεννήματα και λάδι και σφαχτάρια από τον πρίγκιπα. Για όλα αυτά ο Κύριος επιτίμησε σκληρά τους γραμματείς και τους Φαρισαίους, στο κατά Ματθαίον κεφ. 23.
Επίσης, ο αιρετικός λέει, αν η κεφαλή είναι καλή, είναι εκπληκτικό το ότι έχει τόσο φαύλα μέλη. …
Επίσης, ο αιρετικός λέει: η εκκλησία πρέπει να υποφέρει διωγμούς σ’ αυτό τον κόσμο και όχι να διώκει άλλους. Αλλά η Ρωμαϊκή Εκκλησία διώκει άλλους, ενώ η ίδια παραμένει απαλλαγμένη από διώξεις. …
Επίσης, ο αιρετικός ενίσταται: η Εκκλησία του Χριστού, υπό την απειλή διωγμού, ήταν συχνά πεινασμένη και διψασμένη, γυμνή και κολαφιζομένη, και είχε γίνει αδύναμη· δούλευε με τα χέρια της και δεν ζητούσε τον πλούτο των άλλων, δίνοντας με χαρά από τα δικά στης στον φτωχό του Χριστού, ώστε δεν υπήρχε κανένας με ανάγκη μέσα σ’ αυτήν. Καταρώμενη ευλογούσε, όπως Α’ Κορ. 4.11, “ἄχρι τῆς ἄρτι ὤρας καί πεινῶμεν και διψῶμεν και γυμνητεύομεν καί κολαφιζόμεθα” κτλ. Η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση. Διότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία είναι πλούσια και με μεγάλη περιουσία, με πολυτέλειες· είναι ενδεδυμένη πορφύρα και λινό κι έχει λαμπρές γιορτές καθημερινά. Είναι αμέριμνη και οργανωμένη σ’ αυτόν τον κόσμο· δεν εργάζεται με τα ίδια της τα χέρια, αλλά όντας η ίδια ακόλαστη και τρυφηλή, καταβροχθίζει την εργασία των άλλων. Ευλογούμενη από άλλους καταριέται…
Επίσης, λένε: η Εκκλησία του Χριστού ήταν καταφρονημένη και βλασφημούνταν από τον κόσμο· από την άλλη ο κόσμος τιμά την Ρωμαϊκή Εκκλησία. …
Επίσης, λένε ότι η Εκκλησία του Χριστού πρώτα κατηχούσε πριν βαπτίσει κάποιον, όπως βρίσκεται στο Ματθ. 28.19, “πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς” κτλ. Η Ρωμαϊκή Εκκλησία βαπτίζει πριν κατηχήσει, όπως φαίνεται στην περίπτωση των νηπίων. Ακόμη, ο Χριστός και οι απόστολοι δεν έγινε ποτέ γνωστό να βάπτισαν κάποιον που τού έλειπε η πίστη και η ικανότητα λογικής. Αλλά η Ρωμαϊκή Εκκλησία το κάνει. …
Επίσης, προσπαθούν ν’ αποδείξουν ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είναι η Εκκλησία του Θεού με το παράδειγμα της χήρας, η οποία αναφέρεται στο Α’ Τιμ. 5.9, “Χήρα καταλεγέσθω μή ἔλαττον ἐτῶν ἑξήκοντα γεγονυῖα”, κτλ. Η Εκκλησία του Θεού θα έπρεπε να εκλέγει τέτοιου είδους γυναίκα, αλλά η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν το κάνει. … (Η διαμαρτυρία αυτή των Καθαρών έχει να κάνει με τον αποκλεισμό των γυναικών από το μυστήριο της Ιερωσύνης, την στιγμή που οι ίδιοι δέχονταν γυναίκες Τέλειες με πλήρη δικαιώματα - θρησκευτικός φεμινισμός).
Επίσης, ο αιρετικός λέει: η Εκκλησία του Θεού δεν σκοτώνει και δεν ορκίζεται. Η Ρωμαϊκή Εκκλησία κάνει και τα δύο. …
Επίσης, ο αιρετικός λέει: Τα τέκνα της Ρωμαϊκής Εκκλησίας ληστεύουν και κλέβουν, αντίθετα με την εντολή του Θεού. …
Επίσης, ενίσταται ότι υπάρχουν πολλοί στην Ρωμαϊκή Εκκλησία που βρίσκονται σε ανάγκη, μισοπεθαμένοι από την πείνα, την δίψα, το κρύο, για τους οποίους τα πλούσια μέλη της Ρωμαϊκής Εκκλησίας δεν αισθάνονται οίκτο, αλλά τους αφήνουν να υποφέρουν, να στεναχωρούνται από τα βάσανα. Με ποιο τρόπο συμφωνούν αυτά τα πρόσωπα με την αγάπη του Θεού; Με κανέναν, όπως λέγεται στο Α’ Ιωαν. 3.17, “ὅς δέ ἄν ἔχῃ τόν βίον τοῦ κόσμου…” , κτλ. Εφόσον η αγάπη του Θεού δεν συμφωνεί μ’ αυτούς, πως μπορεί να είναι η Εκκλησία του Θεού;
Επίσης, ο αιρετικός ενίσταται ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία έχει πολλαπλασιασθεί και διαδοθεί σε όλο τον κόσμο, αλλά η Εκκλησία του Θεού αριθμεί λίγους. Ματθ. 7.14 “τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!”…
Επίσης, ο αιρετικός ενίσταται, λέγοντας: Η Εκκλησία του Χριστού ονομάζεται αίρεση από τους ιερείς και τους αρχηγούς τους, όπως φαίνεται στο Πραξ. 24.14, όπου ο Παύλος λέγει στον Φήλικα, τον διοικητή, “ὁμολογῶ δέ τοῦτο σοι, ὅτι κατά τήν ὁδόν ἥν λέγουσιν αἵρεσιν οὕτω λατρεύω τῷ πατρώῳ Θεῷ” κτλ.
Επίσης, ο Παύλος παντού κυνηγήθηκε, όπως περιγράφεται στις Πράξεις. Αντίθετα, η Ρωμαϊκή Εκκλησία ονομάζεται αγία και Καθολική από ανθρώπους αυτού του κόσμου, και αντιμετωπίζεται με ευμένεια παντού στον κόσμο.
Επίσης, ο αιρετικός ενίσταται λέγοντας: τάγματα όπως του Αυγουστίνου και του Βενεδίκτου δεν υπήρχαν στην Εκκλησία του Χριστού. Υπάρχουν στην Ρωμαϊκή Εκκλησία…
Επίσης, στην Εκκλησία του Χριστού υπήρχαν επίσκοποι, υιοί (εδώ προφανώς προβάλει τις δύο εκκλησιαστικές βαθμίδες των Καθαρών, πρεσβύτερος και νεώτερος υιός, που είναι, όμως, δική τους καινοτομία), ιερείς ή πρεσβύτεροι και διάκονοι. Δεν υπήρχαν αρχιεπίσκοποι, πρωτοπρεσβύτεροι, καρδινάλιοι· ούτε αρχιδιάκονοι, δόκιμοι, εξορκιστές, αναγνώστες, θυροφύλακες· ούτε πρωτοψάλτες και νεωκόροι.
Επίσης ο αιρετικός ενίσταται: Υπάρχει μόνο ένας τρόπος σωτηρίας, εφόσον υπάρχει μόνο ένας δρόμος σωτηρίας, σύμφωνα με τον Χριστό, ο οποίος είπε στο Ιωάν. 14.6, “Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή΄ οὐδείς ἔρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μή δι’ ἑμοῦ”. Ωστόσο ο τρόπος της Ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι πολλαπλός, διότι υπάρχει άλλος τρόπος για τους μοναχούς, άλλος για τους ηγούμενους, άλλος για τους ιερείς. Υπάρχει ένας για τους Κήρυκες Αδελφούς (Δομινικανοί) και άλλος για τους Καπουτσίνους (πρώτο τάγμα Φραγκισκανών). Συνεπώς, η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είναι η οδός της σωτηρίας. …
Επίσης λένε, ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί παρά μόνο με την διδασκαλία του Χριστού, την οποία διέδωσε ο Απόστολος. …
Επίσης, προσπαθούν και με άλλο τρόπο ν’ αποδείξουν ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είναι η Εκκλησία του Θεού, επειδή ευλογεί το carroccio[1] το ετοιμασμένο γι’ άδικο πόλεμο, δηλαδή για μάχες μεταξύ αδελφών και γειτόνων, κι έτσι παρακινεί τους ανθρώπους να πολεμάνε άδικα.
Αν απαντήσουμε σ’ αυτούς, ότι μερικές μάχες κατά γειτόνων και αδελφών είναι δίκαιες, αντιλέγουν: Όταν μερικές πόλεις μάχονται μεταξύ τους, σίγουρα ο σκοπός μιας απ’ αυτές είναι άδικος. Γιατί, τότε ο ιεράρχης ευλογεί το carroccio αυτής της παράταξης;
Ο αιρετικός, επίσης, ενίσταται ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είναι η Εκκλησία του Θεού επειδή είναι πρώτη μεταξύ άλλων και τους επιβάλλεται (εννοεί τις κοσμικές βλέψεις της Ρωμαϊκής Εκκλησίας και την προσπάθεια επιβολής της στους κοσμικούς άρχοντες. Δεν εννοεί παπικό πρωτείο, όπως φαίνεται και από την παραπομπή στην επιστολή του αποστόλου Πέτρου), αν και η Εκκλησία του Θεού οφείλει, με την μαρτυρία του Πέτρου [Α’ Πετρ. 2.13] να είναι υποταγμένη σε κάθε “ἀνθρωπίνῃ κτίσει”. …
1. Τι συνιστά την Εκκλησία; Πως οι αιρετικοί αποδεικνύουν ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είναι η Εκκλησία του Θεού.
Προς αναθεματισμό της Ρωμαϊκής Εκκλησίας επίσης, ο αιρετικός παραθέτει το κείμενο της Αποκάλυψης 17.3, εκεί όπου ο Ιωάννης λέει ότι είδε “γυναῖκα καθημένην ἐπί τό θηρίον τό κόκκινον, γέμον ὀνόματα βλασφημίας”· και για να συνοψίσουμε, οι Καθαροί και οι Λυονιστές (Βάλδιοι - οι φτωχούληδες της Λυών) παρόμοια, πιστεύουν ότι όλα ή σχεδόν όλα, όσα βρίσκονται στην Αποκάλυψη, κεφ. 17-18, και στο πρώτο μέρος του κεφαλαίου 19 μέχρι τις λέξεις του στίχου 3, “καί ὁ καπνός αὐτῆς ἀναβαίνει εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων”, είναι γραμμένα κατά της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Διότι ερμηνεύουν το θηρίο και την γυναίκα, ως αναφορές στην Ρωμαϊκή Εκκλησία.
Το θηρίο, διαβάζουμε, ήταν κόκκινο· παρόμοια διαβάζουμε στον στίχο 4 ότι η γυναίκα ήταν ενδεδυμένη με κόκκινα και πορφυρά και κεχρυσωμένη με χρυσό και πολύτιμο λίθο και μαργαριτάρια έχοντα στο χέρι της χρυσό κύπελλο. Αυτά τα λόγια εφαρμόζονται στον πάπα, την κεφαλή της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Η γυναίκα, μεθυσμένη με το αίμα των αγίων (στιχ. 6), αναφέρεται σ’ αυτόν με την ίδια σύνδεση. Αυτό το σύμβολο το ερμηνεύουν με την Ρωμαϊκή Εκκλησία, επειδή αυτή διατάζει τον θάνατό τους, αφού πιστεύουν ότι είναι άγιοι. Στο τέλος του κεφαλαίου διαβάζει κανείς (στιχ. 18), “καί ἡ γυνή ἥν εἶδες ἔστιν ἡ πόλις ἡ μεγάλη ἡ ἔχουσα βασιλείαν ἐπί τῶν βασιλέων τῆς γῆς”. Προσπαθούν ν’ αποδείξουν την θέση τους από το γεγονός ότι αυτή η γυναίκα αποκαλείται Βαβυλώνα στο τέλος του κεφαλαίου 16[.19], και στην Αποκάλυψη 18.2, “ἔπεσεν, ἔπεσε Βαβυλών ἡ μεγάλη”, κι επειδή ο Πέτρος, στο τέλος της [πρώτης] επιστολής του, 5.13, λέει, “Ἀσπάζεται ὑμᾶς ἡ ἐν Βαβυλώνι συνεκλεκτή”, δηλαδή η εν Ρώμη. … [2].»
Διαβάζοντας κάποιος την παραπάνω επιχειρηματολογία, θα νόμιζε ότι μιλά Προτεστάντης. Κι όμως, αυτή ήταν επιχειρηματολογία Καθαρών, στην οποία οι Προτεστάντες δεν πρόσθεσαν και δεν αφαίρεσαν κάτι.
8.1.2 Λούθηρος και Ρώμη
Λέγεται ότι η αντι-παπική στάση του Λούθηρου ξεκίνησε μετά την απειλή για αφορισμό του πάπα Λέοντα Χ (Exsurge Domine) το 1520. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Ήδη από το 1517 είχε εκφράσει ο Λούθηρος την αντίθεσή του στις πρακτικές του παπισμού και στην 86η Θέση των περίφημων Ενενήντα πέντε Θέσεων ρωτούσε:
«Γιατί ο πάπας, του οποίου ο πλούτος είναι μεγαλύτερος από του πλουσιότατου Κράσσου, χτίζει την Βασιλική του Αποστόλου Πέτρου με τα χρήματα των φτωχών πιστών και όχι με δικά του[3];»
Η ανηλεής επίθεση του Μαρτίνου Λούθηρου στην πώληση των συγχωροχάρτων, ήταν ένα δυνατό χτύπημα στο πλούσιο, αλλά μαλακό υπογάστριο του παπισμού και βέβαια, ο πάπας δεν μπορούσε να το αφήσει να περάσει. Την τοιχοκόλληση των θέσεων του Λούθηρου ακολούθησε μια φρενίτιδα μετάφρασης και διάδοσής τους, όχι μόνο στην Γερμανία, αλλά και στην Αγγλία, την Γαλλία, σε όλη σχεδόν την Δυτική Ευρώπη. Μέχρι να φτάσει το 1520 και η απειλή του αφορισμού, ο Λούθηρος και οι οπαδοί του είχαν κάνει ευρεία γνωστές τις θέσεις τους, υποβοηθούμενοι από την πρόσφατη ευρεσιτεχνία της τυπογραφίας. Ο Λούθηρος είχε γράψει ήδη το Η Βαβυλώνεια αιχμαλωσία της Εκκλησίας. Ως τέτοια χαρακτήριζε την περίοδο, κατά την οποία η «αληθινή» εκκλησία (όπως αυτός θα καθόριζε την «αληθινή»), καταδυναστευόταν από την «θεολογική αυθεντία» του πάπα. Ωστόσο, ακόμη δεν είχε καθορίσει τα όρια της περιόδου, δεν είχε καταλήξει στο πότε ξεκίνησε αυτή η καταδυνάστευση.
Ο αφορισμός του ήρθε στις 3 Ιανουαρίου του 1521, με την βούλα του Λέοντα Χ, Decet Pomanum Pontificem. Ο Λούθηρος απόρριψε την κρίση του πάπα, επί τη βάσει ότι το κριτήριο ορθότητας και αίρεσης ήταν η διδασκαλία της παπικής εκκλησίας, ενώ ο ίδιος δεχόταν sola scriptura. Γι’ αυτόν μοναδική πηγή χριστιανικής διδασκαλίας ήταν η Αγία Γραφή΄ σε καμιά περίπτωση η Ιερά Παράδοση, πολύ δε περισσότερο η παπική παράδοση. Εφόσον, ο πάπας και η παπική εκκλησία είχαν τοποθετήσει την αυθεντία τους πάνω από την Αγία Γραφή, ορίζοντας το ορθό και το αιρετικό, είχαν πλανηθεί, άρα αιρετική ήταν η παπική εκκλησία.
Με βάση αυτό το σκεπτικό ο Λούθηρος έφτασε στο συμπέρασμα ότι η διδασκαλία του παπισμού ήταν σε αντίθεση με την Αγία Γραφή και ήδη από το 1518, αρκετά πριν τον αφορισμό του ονειρευόταν μια μελλοντική σύνοδο, προς διόρθωση του πλανεμένου πάπα. Ωστόσο, το 1518 δεν χρησιμοποιούσε το κατηγορούμενο «πλανεμένος» αλλά «παραπληροφορημένος[4]». Με αυτό το κριτήριο διακήρυξε στο Grund und Ursach:
«Είναι αλήθεια ότι όλες οι αιρέσεις ξεκίνησαν ή ενισχύθηκαν από επισκόπους ή σχολαστικούς [της Εκκλησίας][5].»
Την ίδια χρονιά, το 1520, έδωσε αποκαλυπτικό περιεχόμενο στην αίρεση του παπισμού. Τον Φεβρουάριο διάβασε την έκδοση του Ulrich von Hutten, του έργου του Λορέντζο Βάλλα για την Δωρεά του Μεγάλου Κωνστανίνου, στο οποίο αποδεικνυόταν η χάλκευση στην οποία είχαν στηρίξει οι πάπες τις αξιώσεις τους έναντι των κοσμικών αρχόντων. Με αυτό το καινούργιο επιχείρημα άρχισε να κηρύττει ότι ο πάπας είναι ο Αντίχριστος, το βδέλυγμα της ερημώσεως που καθόταν στην εκκλησία. Η παπική εκκλησία έλαβε αποκαλυπτικές διαστάσεις΄ έγινε η «πόρνη της Βαβυλώνας»:
«Εφόσον ο πάπας όχι μόνο εγκατέλειψε την εντολή του Χριστού, αλλά εξαναγκάζει τους ανθρώπους να την αγνοούν και να πράττουν αντίθετα, είναι σίγουρο ότι [η παπική εκκλησία] δεν είναι η εκκλησία του Χριστού αλλά συναγωγή του Σατανά, η οποία προκρίνει την αμαρτία και απαγορεύει το δίκαιο. Συνεπάγεται ξεκάθαρα και αναμφίβολα ότι πρέπει να είναι το βδέλυγμα του Αντιχρίστου και η λυσσαλέα πόρνη του διαβόλου.»
Και πάλι σχολιάζοντας την αναίρεση των Θέσεων από τον Silvestro Mazzolini da Priero[6], λέει:
«Λέω και διακηρύττω δημόσια ότι ο πραγματικός Αντίχριστος κάθεται στον Ναό του Θεού και βασιλεύει στη Ρώμη, την αληθινή Βαβυλώνα, ‘περιβεβλημένη πορφυρούν’, και ότι η ρωμαϊκή αυλή είναι η ‘συναγωγή του Σατανά’. …Αν αυτή είναι η πίστη της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, τότε ευτυχισμένη Ελλάδα, ευτυχισμένη Βοημία, ευτυχισμένοι όλοι αυτοί που απομακρύνθηκαν από αυτήν και ξέφυγαν από την Βαβυλώνα΄ καταραμένοι όσοι είναι σε κοινωνία μαζί της[7].»
Ως «πόρνη της Βαβυλώνος», η Ρωμαϊκή Εκκλησία ήταν «μεθύουσαν εκ του αίματος των αγίων και του αίματος των μαρτύρων Ιησού» (Αποκ. 17.6). Σε αυτό συμφωνούσαν όλοι οι Διαμαρτυρόμενοι, παραδοσιακοί και ριζοσπάστες. Η διαφωνία τους επί του θέματος είχε να κάνει με τον καθορισμό της «αληθινής» εκκλησίας και την εύρεση του ιστορικού σημείου, από το οποίο και μετά η Ρωμαϊκή Εκκλησία έχασε τον δρόμο της και κύλισε στην αίρεση.
8.1.3 Οι Διαμαρτυρόμενοι και η «αληθινή» εκκλησία
Ο Λούθηρος ανέπτυξε την άποψή του για την ιστορική διάσταση της μεσαιωνικής εκκλησίας, μέσα στα πρώτα πέντε χρόνια της Μεταρρύθμισης. Ζώντας μέσα στον κλύδωνα των αλλαγών που επέφερε η κίνησή του, - αλλαγές που ξέφευγαν εν πoλλοίς από αυτά που ο ίδιος μπορούσε να καθορίσει – πίστεψε ότι είχαν φτάσει πια οι έσχατες ημέρες. Καθώς περνούσε ο καιρός και τα γεγονότα συνέχιζαν να εξελίσσονται, αντιλήφθηκε ότι είχε πέσει έξω στις εκτιμήσεις του. Πάνω απ’ όλα είχε πέσει έξω στην εκτίμησή του, ότι μπορούσε να μεταρρυθμίσει την παπική εκκλησία. Το όνομα «Μεταρρύθμιση», για όποιον λόγο και αν δόθηκε, δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες. Η παπική εκκλησία έμεινε η ίδια, όπως ήταν και πριν. Αυτό που κατάφερε ο Λούθηρος, οι συνεργάτες και οι υποστηρικτές του, ήταν η δημιουργία μια νέας εκκλησίας, αντίπαλης της Ρώμης. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή. Διότι σύντομα οι ριζοσπάστες Προτεστάντες διαχώρισαν την θέση τους από τους παραδοσιακούς και από τον Προτεσταντισμό ξεπήδησαν πολλές «εθνικές» εκκλησίες με την συνδρομή των τοπικών κοσμικών παραγόντων, χωρίς να κάνουμε αναφορά στις νέες ομολογίες.
Ο Λούθηρος απέτυχε να ρίξει τον Αντίχριστο-πάπα. Του απέμεινε η νέα εκκλησία, την οποία έπρεπε να στηρίξει ιστορικά. Η προσπάθειά του έφερε ως καρπό το Wider Hans Worst [8] to 1541. Η πεμπτουσία της άποψής του ήταν ότι το κριτήριο με βάση το οποίο θα έπρεπε κάποιος να διακρίνει, να αναγνωρίσει την ιστορικότητα και την απτή πραγματικότητα της εκκλησίας, βρισκόταν σε συνάρτηση με την καθαρότητα και την διαύγεια της κήρυξης και της διδασκαλίας του λόγου (και για τους Προτεστάντες Λόγου) του Θεού. Άρα, με βάση αυτό το κριτήριο της «ευαγγελικότητας», το σημείο καμπής της Ρώμης προς την αίρεση, ήταν το σημείο της ανάμιξης της θείας διδασκαλίας με ανθρώπινες. Ο ίδιος ο Λούθηρος τοποθέτησε αυτό το σημείο στην απαρχή της ανάπτυξης του σχολαστικισμού. Επομένως, κατ’ αυτόν η Βίβλος παρέμενε «θαμμένη» στην διδασκαλία της Ρώμης, διότι οι ανθρώπινες διδαχές είχαν καλύψει αυτή του Χριστού και ως εκ τούτου η «αληθινή» εκκλησία είχε τεθεί υπό το μόδιο για ένα διάστημα τεσσάρων αιώνων.
Στην συνέχεια, κρίνοντας με βάση τα δύο μυστήρια, τα οποία αποδεχόταν ως εκ Χριστού καθιδρυμένα, δηλ. το Βάπτισμα και την Θεία Ευχαριστία, κήρυττε ότι, αν και είχαν υπεισέλθει ανθρώπινες συνήθειες και καινοτομίες κατά την διάρκεια των έξι τελευταίων αιώνων, αντίθετες με τις πρακτικές της πρώτης εκκλησίας, ωστόσο αυτά είχαν παραμείνει εν ισχεί στον παπισμό, ώστε να μπορεί να συντηρηθεί ένα υπόλειμμα πιστών, με μια προϋπόθεση. Ποια είναι αυτή, απαντάται στο ίδιο έργο:
«Εσείς [οι Καθολικοί] βαπτιστήκατε όντως στο πραγματικό βάπτισμα της αρχαίας εκκλησίας, όπως κι εμείς, ειδικά σαν παιδιά. Αν ένα βαπτισμένο παιδί ζήσει και πεθάνει μέχρι το έβδομο ή όγδοο έτος της ηλικίας του, πριν καταλάβει [τι διδάσκει] η όμοια με πόρνη εκκλησία του πάπα, έχει σωθεί και θα σωθεί - γι’ αυτό δεν έχουμε καμιά αμφιβολία. Αλλά αν μεγαλώσει, ακούσει, πιστέψει και υπακούσει στις διδασκαλίες σας, με τα ψέματα και τις διαβολικές καινοτομίες, τότε γίνεται πόρνη του διαβόλου, όμοια με σας και εκπίπτει του βαπτίσματος και του νυμφώνος – όπως συνέβη με μένα και άλλους – οικοδομώντας και στηριζόμενος στα δικά του έργα΄ και αυτό είναι που κάνετε εσείς οι πορνοβοσκοί[9].»
Άρα η προϋπόθεση για να συγκαταλεχθεί κάποιος στην μερίδα των πραγματικών πιστών, όσων διατηρήθηκαν και αποτέλεσαν την «αληθινή» εκκλησία των προηγούμενων αιώνων, συνδέοντας την αρχαία εκκλησία με την προτεσταντική, ήταν η διαφωνία με την Ρώμη. Αν ο Λούθηρος κοιτούσε ανατολικά, όχι με φευγαλέα ματιά, όπως έκανε, αλλά με σταθερό και διερευνητικό βλέμμα, θα έβλεπε ότι, όπως το έθεσε, η αληθινή εκκλησία ήταν η Ανατολική Ορθόδοξη. Προτίμησε να ψάξει στην Δύση, είτε λόγω προκατάληψης, είτε λόγω σκοπιμότητας. Ανακάλυψε ότι οι αιρετικοί, τους οποίους καταδίκασε ο παπισμός τους προηγούμενους αιώνες, ικανοποιούσαν το αίτημά του. Προτίμησε να ταυτιστεί μαζί τους.
8.1.4 Γιατί ο Λούθηρος προτίμησε να ταυτιστεί με τους αιρετικούς του Μεσαίωνα και όχι να στραφεί στην Ορθοδοξία;
Η διαφωνία με την Ρώμη ήταν ένα εσωτερικό χαρακτηριστικό, δύσκολα ανιχνεύσιμο και στερούσε την μαζικότητα της συμμετοχής στην υποτιθέμενη «αληθινή» εκκλησία, χωρίς ιστορικότητα, η επίκληση της οποίας θα βοηθούσε στην διεκδίκηση της κληρονομιάς της αρχαίας εκκλησίας από τους Προτεστάντες. Ήταν μεν αυστηρά καθορισμένη προϋπόθεση, παρέμενε όμως αφηρημένη έννοια. Γι’ αυτό ο Λούθηρος πρόσθεσε μια ακόμη προϋπόθεση, για να προσδώσει ιστορική διάσταση και υπόσταση στην «αληθινή» εκκλησία, το μαρτύριο. Η «αληθινή» εκκλησία ήταν αυτή που διωκόταν. Έγραψε στο ίδιο έργο:
«Ένατον, κανένας δεν μπορεί ν’ αρνηθεί ότι βιώνουμε τα ίδια μαρτύρια, όπως και τα αδέλφια μας στον κόσμο[10]. Διωκόμαστε σε κάθε τόπο βασανιζόμενοι με κάθε τρόπο για χάρη του λόγου. Η μερίδα μας είναι αυτή της αρχαίας εκκλησίας, και αυτή είναι πέρα από κάθε όμοια μέτρηση, ώστε μπορούμε να πούμε ότι εμείς είμαστε η αρχαία εκκλησία[11].»
Για τους Προτεστάντες, λοιπόν, όπως και για τους Καθαρούς, η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν μπορούσε να είναι η «αληθινή» εκκλησία διότι διώκε άλλους και δεν διωκόταν. Σύμφωνα μ’ αυτό το σκεπτικό, πραγματικοί Χριστιανοί, ήταν για τον Λούθηρο, όσοι υπέστησαν διωγμό από την παπική εκκλησία, δηλαδή, οι αιρετικοί των προηγούμενων αιώνων που καταδικάστηκαν στην πυρά. Μέσω αυτών, επιβεβαιωνόταν η θεωρία του περί της «αληθινής» εκκλησίας και μπορούσε να χαράξει μια συνέχεια από την αρχαία εκκλησία στον Προτεσταντισμό.
Όπως η έρευνα για την ιστορικότητα της εκκλησίας έδωσε το έναυσμα για την προτεσταντική καταγραφή της εκκλησιαστικής ιστορίας, έτσι και ο παραπάνω κανόνας έδωσε το έναυσμα για την δημιουργία των προτεσταντικών μαρτυρολογίων. Οι Προτεστάντες συγγραφείς μαρτυρολογίων του ΙΣΤ’ αι. ένιωσαν την ανάγκη να δώσουν σάρκα και οστά στην ιδέα του Λούθηρου, αναγνωρίζοντας τα πρόσωπα που θα δικαίωναν την άποψη, ότι αυτοί ήταν η «αληθινή» εκκλησία, όχι οι παπικοί. Ο Sebastian Franck[12] έκανε αυτή την υπόθεση το 1531, στο έργο του Chronica [13]. Την σκυτάλη παρέλαβε ο John Foxe[14] στη συνέχεια, με το έργο του Actes and Monuments (περισσότερο γνωστό ως Foxe’s Book of Martyrs):
«Ερχόμαστε τώρα σε μια περίοδο, όπου ο διωγμός με το ένδυμα του Χριστιανισμού διέπραξε μεγαλύτερες ακρότητες από αυτές που ντροπιάζουν τα χρονικά του παγανισμού. Αγνοώντας τα αξιώματα και το πνεύμα του Ευαγγελίου, η παπική εκκλησία, οπλισμένη με την εξουσία του ξίφους, έβαλε σε πειρασμό την εκκλησία του Θεού και την κατέστρεψε γι’ αρκετούς αιώνες, μια περίοδος που της ταιριάζει καλύτερα ο όρος, Σκοτεινοί Αιώνες[15].»
Πραγματικά, ο όρος αυτός του Foxe επικράτησε ως το όνομα μιας ολόκληρης περιόδου και σχετίζεται με την αντίληψη των Προτεσταντών για την εκκλησιαστική ιστορία. Το αν ανταποκρίνεται ή όχι στην πραγματικότητα είναι μεγάλο θέμα. Αυτό που προκύπτει από το συγκεκριμένο έργο είναι, ότι για τον Foxe αρκούσε η διαφωνία με την Ρώμη, για να θεωρείται κάποιος αληθινός Χριστιανός. Γι’ αυτόν η αυθαιρεσία της παρερμηνείας του Ευαγγελίου από τους αιρετικούς των προηγούμενων αιώνων ήταν μια ευγενής πράξη καθαρισμού της διδασκαλίας από τις ανθρώπινες παραδόσεις των παπικών. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο το ότι το μαρτυρολόγιο ξεκινά με τον Wycliffe, ούτε το ότι ήταν το προσφιλές ανάγνωσμα των Άγγλων Πουριτανών (Καθαρών).
Ο Λούθηρος, όταν αναφερόταν στους δεδιωγμένους αιρετικούς ως πραγματικούς Χριστιανούς, δεν έδινε ονόματα. Το έκανε ο Foxe. Γι’ αυτόν αιρετικοί, όπως ο Ερρίκος της Λωζάννης, ο Πέτρος Βάλδος, οι Καθαροί, ο Wycliffe και οι Λολλάρδοι, ήταν άνθρωποι φωτισμένοι και αποφασισμένοι να μεταδώσουν το φως του Ευαγγελίου΄ ήταν πρόδρομοι του Προτεσταντισμού και φορείς της «αληθινής» εκκλησίας κατά τη διάρκεια των Σκοτεινών Αιώνων.
Ο John Foxe δεν ήταν ριζοσπάστης. Πίστευε στην εγκυρότητα του νηπιοβαπτισμού και στην συνεργασία Πολιτείας και Εκκλησίας. Αφιέρωσε την έκδοση του 1563 στην βασίλισσα Ελισάβετ Α’ (1558-1603), κόρη του Ερρίκου VIII και της Anne Boleyn, παροτρύνοντάς την να σταματήσει τους διωγμούς των «αληθινών» Χριστιανών, δηλ. των Προτεσταντών, ακολουθώντας το παράδειγμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Το παράδειγμα του John Foxe ακολούθησε στη Γαλλία ο Jean Crespin[16]. Ο Crespin ξεκίνησε επίσης από τον Wycliffe και συνέχισε με τους William Thorpe, Jan Hus και Ιερώνυμο της Πράγας. Στους προηγούμενους αιρετικούς αναφέρθηκε μόνο περιληπτικά:
«Κάπου-κάπου μπορούν να βρεθούν μερικά ευσεβή πρόσωπα πριν από τον Wycliffe, οι οποίοι καταράστηκαν την κοσμική και πνευματική τυραννία των παπών μέσα στην καρδιά τους. Μερικοί εξέφρασαν την αντίθεσή τους προφορικά, ακόμη και γραπτά, όπως αυτοί οι άνθρωποι που ονομάζονται υποτιμητικά Βάλδιοι και Καθαροί[17].»
Στην Γερμανία παρόμοια προσπάθεια ολοκληρώθηκε από τον Ludwig Rabus (1523-1592), Λουθηρανό θεολόγο. Ο Rabus είχε ένα πρόβλημα ν’ αντιμετωπίσει. Ο Προτεσταντισμός στη Γερμανία υποστηρίχθηκε από τους ηγεμόνες και δεν είχε να παρουσιάσει κάποιο μάρτυρα, όπως στην Αγγλία και τη Γαλλία. Έτσι, ο Rabus ξεκίνησε το δικό του μαρτυρολόγιο με τους μάρτυρες της αρχαίας εκκλησίας, έχοντας ως πηγή του τον Ευσέβιο Καισαρείας. Η λατινική έκδοση του έργου του εκδόθηκε το 1552 ενώ η γερμανική με τίτλο «Historien der Heyligen» εκδόθηκε στο Στρασβούργο το 1557 σε έξι τόμους.
Όλα τα παραπάνω μαρτυρολόγια έφεραν εις πέρας αυτό που ξεκίνησε ο Λούθηρος΄ την συνδιαλλαγή με τους αιρετικούς του Μεσαίωνα. Η εκλογίκευση αυτής της συνδιαλλαγής ήταν απλή για τους Προτεστάντες, όπως δήλωσε και ο Sebastian Franck: «αν ένα απλό λάθος κάνει κάποιον αιρετικό, τότε ο Θεός να μας φυλάει όλους[18]». Το κριτήριο ένα΄ η αντίθεση με την παπική εκκλησία.
8.1.5 Η αξιολόγηση του κριτηρίου
Από τα πρώτα χρόνια της αντίδρασης η Μεταρρύθμιση φάνηκε ανίκανη να παρουσιάσει ένα ενιαίο δόγμα. Διαφορετικές τάσεις εμφανίστηκαν στους κόλπους της με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν παρακλάδια, όπως αυτά των Αναμορφωτών (Καλβίνος, Ζβίγγλιος) και των Ριζοσπαστών (Thomas Müntzer, Hans Denck), τα οποία με την σειρά τους γέννησαν νέα θρησκευτικά κινήματα, όπως των Αναβαπτιστών. Οι τελευταίοι ήταν οι περισσότερο δεδιωγμένοι και τα πογκρόμ εναντίον τους είχαν ως αποτέλεσμα την σφαγή πολλών. Κυνηγήθηκαν ακόμη και από τους ίδιους τους Προτεστάντες. Αλλά οι συγγραφείς μαρτυρολογίων τούς αρνήθηκαν μια θέση στα έργα τους, ισχυριζόμενοι ότι δεν πληρούσαν το κριτήριο. Έτσι ο Jean Crespin έγραψε:
«Αυτά τα τρία χαρακτηριστικά (δηλ. το να υποφέρει κανείς για χάρη της ορθότητας, για χάρη του Χριστού, και για το καλό που έκανε) πρέπει να αναθεωρηθούν. Διότι ο άθλιος Σατανάς πάντα προσπαθεί να μιμηθεί τον Κύριό μας με σκοπό να σκληρύνει τους ανθρώπους, όπως έκανε με τον Φαραώ στην Αίγυπτο, με το να αντιγράψει τα θαύματα του Μωυσή μέσω των μάγων του. Συνεπώς, επειδή βλέπει ότι ο Κύριός μας έχει πλήθος μαρτύρων της αλήθειας του σήμερα, κοπιάζει να επιβεβαιώσει και να ωραιοποιήσει τις δικές του αιρέσεις και ψεύδεται μέσα από τους δικούς του ψευτοθεοφοβούμενους και κίβδηλους μάρτυρες΄ στις μέρες μας αυτοί είναι οι Αναβαπτιστές.»
Με την παραπάνω δήλωση ο Jean Crespin αναίρεσε, χωρίς και ο ίδιος να το καταλάβει, το κριτήριο αξιολόγησης των αληθινών πιστών, που οι ίδιοι οι Προτεστάντες είχαν θέσει. Ερμήνευσε τον ρόλο τους στην εκκλησιαστική ιστορία. Ταυτόχρονα, νομιμοποίησε την μεταστροφή τους από διωκομένους σε διώκτες. Στις χώρες όπου επικράτησε ο Προτεσταντισμός διώχθηκε ο Παπισμός. Ποια ήταν, λοιπόν, η «αληθινή» εκκλησία με βάση το κριτήριο του μαρτυρίου; Και πάλι, παρακολουθώντας τις μισαλλοδοξίες και τις αιματηρές αντιπαραθέσεις των διαφόρων προτεσταντικών κινημάτων, ποιο απ’ όλα ήταν η συνέχεια της αρχαίας εκκλησίας; Μέσω ποιών μεσαιωνικών αιρετικών προπατόρων; Το κριτήριο ήταν διάτρητο.
Οι ιδέες των Ριζοσπαστών έδωσαν την χαριστική βολή στην θεωρία περί της συνέχειας και της επιβίωσης της «αληθινής» εκκλησίας μέσω του Μεσαίωνα. Η κύρια αιτία γι’ αυτό ήταν η άρνηση της εγκυρότητας του νηπιοβαπτισμού. Γι’ αυτούς, εφόσον η Εκκλησία είχε υιοθετήσει από νωρίς τον νηπιοβαπτισμό δεν μπορούσε να είναι η «αληθινή» εκκλησία. Η Εκκλησία είχε εκπέσει. Έπρεπε, όμως, να τοποθετήσουν ιστορικά αυτή την υποτιθέμενη αποστασία. Οι Αναβαπτιστές την τοποθέτησαν στην ενότητα Εκκλησίας-Κράτους όπως αυτή θεσμοθετήθηκε από τον Μεγάλο Κωνστανίνο[19]. Άλλοι, όπως ο Thomas Müntzer την τοποθέτησαν ακόμη νωρίτερα, αμέσως μετά τον θάνατο των Αποστόλων. Όλοι αυτοί αρνήθηκαν, ουσιαστικά, την ενότητα της Εκκλησίας μέσω των Μυστηρίων, μόνο και μόνο για να δικαιολογήσουν την άρνηση του νηπιοβαπτισμού. Επίσης, μετατόπισαν χρονικά την πρακτική του διωγμού των αιρετικών από τον Παπισμό και την συνέδεσαν με την νομιμοποίηση της Εκκλησίας από τον Μέγα Κωνσταντίνο, μέγα ιστορικό σφάλμα. Δηλαδή γι’ αυτούς, η Εκκλησία έγινε διώκτης την ίδια στιγμή που έγινε ο Χριστιανισμός νόμιμη θρησκεία και στην συνέχεια επίσημη θρησκεία του Κράτους.
Εδώ βρίσκεται το σημείο συνάντησής τους με τους σύγχρονους παγανιστές και γι’ αυτό παρατηρείται το φαινόμενο, Προτεστάντες και νέο-παγανιστές να συμπλέουν επιχειρηματολογώντας περί διώξεων εκ μέρους της Εκκλησίας. Αλλά πρόκειται για σκόπιμη σύγχυση. Η Εκκλησία δεν υιοθέτησε ποτέ την πολιτική των διώξεων, όπως έκανε ο Παπισμός, την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου διατάσσεται ανεξιθρησκία στο Κράτος με το διάταγμα των Μεδιολάνων και ο Χριστιανισμός γίνεται επίσημη θρησκεία από τον Μέγα Θεοδόσιο. Αυτές οι τρεις απλές ιστορικές πληροφορίες ακυρώνουν την επίσημη θέση των Αναβαπτιστών, ξεκαθαρίζοντας ότι πρόκειται για σκόπιμη παρανόηση, η οποία αποβλέπει μόνο στον να δικαιολογήσει την αίρεση της άρνησης του νηπιοβαπτισμού.
Θα επανέλθουμε στους Αναβαπτιστές. Πρώτα, ας δούμε τα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι παραδοσιακοί μεταρρυθμιστές με την αυτοαναίρεση του κριτηρίου του διωγμού. Ο Λούθηρος είχε νομιμοποιήσει τους μεσαιωνικούς αιρετικούς και μέσω αυτών είχε κατασκευάσει την αλυσίδα που θα συνέδεε τον Προτεσταντισμό με την αρχαία εκκλησία. Κρίκος της αλυσίδας ήταν και οι Βάλδιοι από τους οποίους ήλκαν την καταγωγή τους οι Αναβαπτιστές, όπως τουλάχιστον ισχυρίζονταν οι ίδιοι ( η θεωρία περί της καταγωγής των Αναβαπτιστών από τους Βάλδιους σήκωσε θύελλα αντιδράσεων στους Προτεστάντες ακαδημαϊκούς, όπως θα δούμε παρακάτω). Αλλά οι Αναβαπτιστές θεωρούνταν αιρετικοί ακόμη και από τους ίδιους τους Προτεστάντες, οι οποίοι τους κατηγορούσαν ως Muensterites (δηλαδή οπαδούς του Thomas Müntzer), μια κατηγορία εφιάλτης. Ποιους ν’ αμφισβητήσουν τελικά, τους Βάλδιους ή τον Λούθηρο; Αν αμφισβητούσαν τους Βάλδιους κατέστρεφαν την εξελικτική αλυσίδα. Αν αμφισβητούσαν τον Λούθηρο, αμφισβητούσαν τον εαυτό τους. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Η λύση ήταν σοφιστική. Όταν ο Λούθηρος, είπαν, νομιμοποίησε τους μεσαιωνικούς αιρετικούς δεν γνώριζε την διδασκαλία τους. Μάλιστα, σήμερα υποστηρίζουν ότι το ενδιαφέρον για την μελέτη της διδασκαλίας των μεσαιωνικών αιρετικών οφείλεται σ’ αυτό το πρόβλημα. Κι εμείς θα προσθέσουμε ότι όλη η προσπάθεια ν’ αποδειχθούν οι αιρετικοί αυτοί ως διαφωνούντες και μόνο με την Ρώμη, οφείλεται στην προκαταβολική νομιμοποίησή τους από τον Λούθηρο. Αλλά τα πράγματα δεν είναι όπως τα βλέπουν οι Προτεστάντες και θα εξηγήσουμε αμέσως γιατί.
Από νεαρός μοναχός ο Λούθηρος είχε μελετήσει τα έργα του Jan Hus Και τα είχε απορρίψει. Αργότερα, όταν παραβρέθηκε στην θεολογική διαμάχη της Λειψίας το 1519[20], ερωτήθηκε από τον Johann Eck να λάβει θέση στο αν έσφαλε ο Jan Hus ή η σύνοδος της Κωνσταντίας (1414) που τον καταδίκασε. Ο Λούθηρος ανέτρεξε στα γραπτά του Hus και τα βρήκε ορθότατα. Οι Χουσσίτες που παραβρέθηκαν στην Λειψία τού έδωσαν ένα αντίγραφο του De ecclesia, έργο του αιρεσιάρχη τους. Όταν το διάβασε ο Λούθηρος έγραψε στον φίλο του George Spalatin:
«Έχω πιστέψει και έχω διδάξει όλες τις διδασκαλίες του Jan Hus, αλλά μέχρι τώρα δεν το ήξερα. Ο Johann Staupitz έχει επίσης διδάξει κατά τον ίδιο τρόπο, χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή του. Κατά κάποιο τρόπο είμαστε όλοι Χουσσίτες και δεν το ξέρουμε[21].»
Μετά από αυτήν την εν επιγνώσει δήλωση του Λούθηρου, δεν μπορεί να σταθεί επιχείρημα, ότι αγνοούσε ποιους αναγνώριζε ως προδρόμους του. Για το αν ο Staupitz αγνοούσε τι δίδασκε θα μιλήσουμε παρακάτω.
Έπειτα ο ισχυρισμός των Προτεσταντών ότι ο Λούθηρος και οι ομόφρονες συγγραφείς των μαρτυρολογίων, προσπάθησαν να νομιμοποιήσουν τους εαυτούς τους απέναντι στις κατηγορίες των παπικών, είναι αδύναμος. Ο Λούθηρος δεν στήριξε την εκκλησιολογία του μόνο στην ιστορική συνέχεια του Προτεσταντισμού μέσω τον μεσαιωνικών αιρετικών. Δεχόταν και ενότητα μέσω των μυστηρίων (Βαπτίσματος και Θείας Ευχαριστίας) και το κυριότερο προέβαλλε το sola scriptura αναγνωρίζοντας ευαγγελικό χαρακτήρα στις μεσαιωνικές αιρέσεις, τον οποίο και είχαν. Γνώριζε πολύ καλά ότι οι αιρετικοί χρησιμοποιούσαν μόνο την Αγία Γραφή, απέρριπταν την παράδοση του παπισμού, όπως και ο ίδιος, και παρέβλεπε το γεγονός της παρερμηνείας, διότι και ο ίδιος παρερμήνευε. Δηλαδή ο Λούθηρος χρησιμοποιούσε τις ίδιες μεθόδους με τους αιρετικούς, ακόμη και αν διέφερε σε κάποια επιμέρους σημεία.
Εξάλλου καμιά μεσαιωνική αίρεση δεν συμφωνούσε απόλυτα με κάποια άλλη, ακόμη και σχολές μέσα στην ίδια αίρεση. Δηλαδή, αν κάποιος ψάχνει την απόλυτη ταύτιση απόψεων, τότε ματαιοπονεί. Εξάλλου η άρνηση της ταυτότητας δεν μπορεί να στηριχθεί στις επιμέρους διαφορές, διότι αυτές ήταν κοινό χαρακτηριστικό, για να μην πω κανόνας. Αναφορικά με την ενότητα των μυστηρίων, οι Ριζοσπάστες, αν και την απέρριψαν, δέχθηκαν κάποια στιγμή, ότι προέρχονται από τους Βάλδιους. Σήμερα το αμφισβητούν, με εξαίρεση του Βαπτιστές, αλλά τώρα πια δεν τους ενδιαφέρει τόσο το θέμα, εφόσον έχουν το ιστορικό βάθος κάποιων αιώνων. Έπειτα, δέχονται ότι η Εκκλησία εξέπεσε νωρίς και δεν χρειάζονται κάποια ιστορική συνέχεια με μια εκκλησία, την οποία θεωρούν ότι αποστάτησε με την εφαρμογή του νηπιοβαπτισμού.
8.1.6. Αναβαπτιστές και Βάλδιοι
Η θεωρία ότι οι Αναβαπτιστές είναι η συνέχεια της αίρεσης του Πέτρου Βάλδου, ξεκίνησε από τους Ολλανδούς. Είναι αλήθεια ότι ο αρχηγός τους Menno Simons (1496-1561) δεν υποστήριξε ποτέ κάτι τέτοιο. Την χρονιά που ο Menno Simons αποκήρυξε τον παπισμό (1536), ο Sebastian Franck έγραψε στο Chronica:
«Αλλά αυτοί [οι Βάλδιοι] είναι χωρισμένοι σε δύο ή όπως το έχουν μερικοί, σε τρεις ομάδες, την μεγάλη, την μικρή και την πολύ μικρή. [Οι τελευταίοι] έχουν πολλά κοινά με τους Αναβαπτιστές. Έχουν τα πάντα κοινά, δεν βαπτίζουν παιδιά, δεν πιστεύουν στην φυσική παρουσία στην Ευχαριστία[22].»
Πάντως ο Franck δεν μίλησε για απευθείας συνέχιση της μεσαιωνικής αίρεσης από τους Αναβαπτιστές, αν και αναγνώριζε την ιδεολογική συγγένεια. Αυτό το έκανε πρώτος ο Thieleman J. van Braght (1625-1664), Αναβαπτιστής συγγραφέας μαρτυρολογίου. Στο έργο του με τον συντομευμένο τίτλο Κάτοπτρο Μαρτύρων[23] ξεκαθάρισε ότι οι Αναβαπτιστές δεν ήταν Muensterites, η συνηθισμένη κατηγορία εκ μέρους των Προτεσταντών, αλλά προέρχονταν από τους Βάλδιους. Μάλιστα, παραθέτοντας χωρία από το έργο του Jacob Mehrning, Taufgeschichte (1647), συμπλήρωσε τα κενά στη διαδρομή των αιώνων με συγκεκριμένα πρόσωπα, δίνοντας ονόματα, καταγράφοντας διώξεις αιρετικών. Η θέση του Thieleman, όπως και των άλλων Αναβαπτιστών ήταν ότι η αίρεσή τους ήταν αποστολική παράδοση. Οι Βάλδιοι ήταν ένα μεταβατικό στάδιο της εκκλησίας δια μέσω του Μεσαίωνα.
Την θεωρία περί καταγωγής των Αναβαπτιστών από τους Βάλδιους συνέχισαν οι Gerhard Roosen (Unschuld und Gegen-Bericht der Evangelischen Tauffgesinnten Christen, so Mennoniten genannt werden, ueber die unwerschuldete Beschuldigung, als ob sie von der aufruerischen Muensterschen Rotte entsprossen, und derselben Grund und Lehre fuehreten[24], 1753), Johannes Deknatel (Auszug der merkwuerdigsten Abhandlungen aus den Werken Menno Simons[25], 1765) και τον J. H. Halbertsma (De Doopsgezinde en hunne Herkomst[26], 1843). Μετά τον Halbertsma ξεκίνησε η αναίρεση της θεωρίας, με πρώτο τον Α. Μ. Cramer και στην συνέχεια από τον Blaupot ten Cate. Και οι δύο υποστήριξαν ότι οι ομοιότητες στην διδασκαλία Αναβαπτιστών και Βάλδιων οφείλονταν σε παρόμοια ανάγνωση της Βίβλου και όχι σε απευθείας διαδοχή. Ο δεύτερος υποστήριζε ότι οι Βάλδιοι ήταν συνέχεια της αρχαίας εκκλησίας, φορείς της αποστολικής πίστης, ωστόσο δεν έβρισκε σύνδεση με τους Ολλανδούς ή Ελβετούς Αναβαπτιστές.
8.1.7 Ludwig Keller: Ελευθεροτεκτονισμός και Προτεσταντισμός
Ο Ludwig Keller (1849-1915), Γερμανός ακαδημαϊκός και αρχειοφύλακας στο Μünster, παρέβλεψε τις ενστάσεις των Α. Μ. Cramer και Blaupot ten Cate, και όχι μόνο επανέλαβε την θεωρία περί της απευθείας καταγωγής των Αναβαπτιστών από τους Βάλδιους, αλλά εισήγαγε δύο ακόμη παράγοντες στην εξίσωση. Τις θέσεις του ανέπτυξε πρώτα στο Die Reformation und die älteren Reformparteien, το 1885. Σ’ αυτό αναγνώρισε την Μεταρρύθμιση, ως εξέλιξη της θεολογίας των Βάλδιων, των μεσαιωνικών μυστικιστών και των ελευθεροτεκτόνων. Αποκάλεσε τον Meister Ekhart Βάλδιο[27] κι έδειξε τον σημαντικό ρόλο, τον οποίο διαδραμάτισε η Deutsche Theologie, μυστικιστικό κείμενο του ΙΕ’ αι., αγνώστου συγγραφέα, στην διαμόρφωση του Προτεσταντισμού. Πράγματι, η Deutsche Theologie θεωρήθηκε ως ο ερμηνευτής του Χριστιανισμού από τους πρώτους Μεταρρυθμιστές, ανεξαρτήτου κατηγορίας. Μάλιστα, ο ίδιος ο Λούθηρος, προλογίζοντας την έκδοση του 1518 την κατέταξε στην ίδια θέση με την Βίβλο και τον Αγ. Αυγουστίνο. Η επίδρασή της φαίνεται σε δύο προτεσταντικές θεωρίες, πρώτον στην άποψη ότι το «βάπτισμα του Αγ. Πνεύματος» που καταυγάζει την «άβυσσο της ψυχής του ανθρώπου[28]» αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση του λόγου (ή Λόγου, για τους Προτεστάντες) του Θεού, και δεύτερον στην άποψη για την ύπαρξη μιας πνευματικού χαρακτήρος «αόρατης εκκλησίας». Προς επίρρωση αυτών ο Sebastian Franck είχε δηλώσει ότι μόνο όποιος γινόταν μυστικιστής, όπως και ο ίδιος, και είχε μέσα του παρόν το Άγιο Πνεύμα θα μπορούσε να κατανοήσει την ερμηνεία των Γραφών και να επιτευχθεί έτσι η ενότητα μεταξύ των μυστών[29].
Την επίδραση των μυστικιστών στην σκέψη και το έργο του Hans Denck την είχε δείξει ήδη από το 1882, στο έργο του Ein Apostel der Wiederträufer. Στο έργο του 1885 έδειξε εκτός από τους μυστικιστές, είχε σχέσεις και με τον γερμανικό τεκτονισμό:
«Η οικογένεια του Denck, είτε ο Wolfgang Denck ήταν πατέρας, είτε θείος του, ήταν στενότατα συνδεδεμένη με την αδελφότητα των Γερμανών τεκτόνων. Εδώ (εννοείτε στην αδελφότητα) η ιδέα των παλαιότερων συναθροίσεων είχε διατηρηθεί και τώρα η Πρόνοια αποφάσισε ότι η πίστη που είχε αποθηκευτεί σε αυτό το μέρος θα έπρεπε να βγει έξω από τις αδελφότητες και να μεταφυτευτεί στην ζωή της εκκλησίας. Ο μεσάζων αυτής της διαδικασίας ήταν ο Hans Denck, ο οποίος γι’ αυτό αξίζει της ιδιαίτερης προσοχής μας[30].»
Η έμφαση δική μας, και δίνουμε έμφαση διότι σε αυτή την ιδέα περί των «παλαιότερων συναθροίσεων» στηρίζεται ο ιδεολογικός ρόλος του τεκτονισμού εκτός από τον ιστορικό που καταγράφεται. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι τουλάχιστον για τους πρωτεργάτες της Μεταρρύθμισης, η Μασονία των Στοών ήταν η Εκκλησία των Κατακομβών. Εξ’ ου και όλο το σκεπτικό περί της σύνδεσης με την αρχαία εκκλησία, μέσω συγκεκριμένων αιρετικών ομάδων, αποτελούντων την «αληθινή» εκκλησία. Γι αυτούς η «αληθινή» εκκλησία διατηρήθηκε στις στοές, μέχρι η Πρόνοια (ακαθόριστο ποιανού) να μεριμνήσει για να εξέλθει από αυτές και να μεταφυτευτεί στην ζωή της εκκλησίας, μέσω της Μεταρρύθμισης. Αυτό μας αποκαλύπτει εδώ ο Keller.
Ο Keller δεν έμεινε μόνο στον Hans Denck. Έδειξε ότι ο Λούθηρος ήρθε σ’ επαφή με την μυστικιστική και μασονική παράδοση μέσω του Johann von Staupitz[31] (1460-1524), του ηγουμένου του τάγματος του Αυγουστίνου, στο οποίο έγινε μοναχός. Ο Johann von Staupitz ήταν ο μέντορας του Λούθηρου. Τον παρέλαβε μισότρελο, τον διαμόρφωσε σε εκκλησιαστική και θεολογική προσωπικότητα σύμφωνα με τα παραπάνω και τον εξαπέλυσε να πολεμήσει τον παπισμό. Ο ίδιος παρέμεινε στο παρασκήνιο με τα παπικά άμφια, χωρίς ποτέ να δείξει τα πραγματικά του χρώματα. Κίνησε μεν υποψίες κάποια στιγμή στην Ρώμη, αλλά ήξερε πώς να καθησυχάσει τις ανησυχίες.
Ο Keller δέχθηκε δριμεία επίθεση για τις θέσεις του. Πρωταγωνιστής του αντίλογου ήταν ο Theodore Kolde[32]. Στο έργο του Johann von Staupitz, ein Waldenser und Wiedertraeufer. Eine kirchenhisorische Entdeckung[33], κατηγόρησε τον Keller ως ενθουσιώδη απόστολο των Αναβαπτιστών και ότι είχε έμμονες ιδέες. Το σημαντικότερο επιχείρημά του ήταν ότι στην Νυρεμβέργη δεν υπήρχε κοινότητα Βαλδίων που θα μπορούσε να επηρεάσει τους Denck και Staupitz. Ωστόσο, δεν είπε τίποτα για τις μασονικές καταβολές τους, αφήνοντας σ’ αυτό το θέμα αναπάντητο τον Keller. Ο τελευταίος εντάχθηκε στην Μασονία το 1897 (στοά “Zur Eintracht und Standhaftigkeit”, στο Kassel και το 1899 στην στοά “Urania” στο Βερολίνο) και τα επόμενα βιβλία του Die geistigen Grundlagen der Freimaurerei und das öffentliche Leben (Τα πνευματικά θεμέλια του Ελευθεροτεκτονισμού και η δημόσια ζωή, Jena 1911) και Die Freimaurerei (Ο Ελευθεροτεκτονισμός, στη σειρά Teubner, Aus Natur und Geisteswelt – Από την Φύση και τον Πνευματικό Κόσμο-, 1914), γνώρισαν τεράστια επιτυχία.
Σε αυτά η κεντρική ιδέα ήταν ότι ο Ελευθεροτεκτονισμός γεννήθηκε μεν τον Μεσαίωνα, ήταν, όμως, η συνέχεια των αρχαίων μυστικών αδελφοτήτων του Χριστιανισμού, οι οποίες παρουσιάστηκαν ως οι υπό μελέτη αιρετικές σέκτες, πέρασαν μέσα από τις ιταλικές ουμανιστικές ακαδημίες της Αναγέννησης και κατέληξαν ως Μασονία στην Ευρώπη. Από τον γερμανικό κλάδο προέκυψε ο Προτεσταντισμός. Οι μεσαιωνικές αιρετικές σέκτες, αν και εμφανίστηκαν με διάφορες οργανώσεις και μορφές και βέβαια, ποικιλία στις απόψεις τους, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ιστορικές εμφανίσεις της «αδελφότητας» (die Bruderschaften), την οποία αργότερα οι Προτεστάντες ονόμασαν «αληθινή» εκκλησία, ενώ ο Keller την ονομάζει απλά «Χριστιανοί». Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Keller οι σέκτες δεν ήθελαν τίποτα περισσότερο από τον να ζουν σύμφωνα με το όνομά τους (Χριστιανοί), αλλά ο παπισμός τούς το απαγόρευσε. Έτσι, οι Γερμανοί Μασόνοι παρέλαβαν αυτές τις σέκτες υπό την προστασία τους, όταν, κατά την έκφρασή του, «η ορθόδοξη μερίδα (die rechtgläubingen Perteien) τους έκανε πόλεμο με σίδερο και φωτιά στο όνομα του Χριστού και τα κύματα του θρησκευτικού μίσους απειλούσαν να καταποντίσουν τους δεδιωγμένους( die Wogen des Religionshasses über die Verlogten zusammenzuschlagen drohten)». Παραπάνω είδαμε ότι μέσω των Denck και Staupitz, όχι μόνο προστάτευσαν τους αιρετικούς, αλλά επέβαλλαν τις απόψεις τους στην εκκλησιαστική ζωή, κατά την Μεταρρύθμιση.
Τελικά η άποψη του Keller για την καταγωγή της Μασονίας υποχώρησε, για να επικρατήσει η άποψη ενός άλλου βαρυσήμαντου μασόνου ιστορικού του Wilhelm Begemann (1843-1914). Ο Begemann είχε πρόσβαση στο πλούσιο αρχειακό υλικό της βρετανικής Quatuor Coronati Lodge και μέσα από την μελέτη του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Μασονία γεννήθηκε στις στοές του Λονδίνου (Vorgeschichte der Freimaurerei in England, 2 Bände 1909-1910). Πέραν της προέλευσης της Μασονίας δεν διαφώνησε στα υπόλοιπα σημεία της θεωρίας του Keller.
8.1.8 Οι αιρετικές μεταφράσεις της Βίβλου και η μετάφραση του Λούθηρου
Είναι ενδιαφέρον να δούμε μία ακόμη θέση του Keller σε ότι αφορά τις παλαιότερες της Μεταρρύθμισης μεταφράσεις της Βίβλου στην Γερμανική. Είναι γνωστό ότι η πιο διαδεδομένη μετάφραση της Βίβλου στην Γερμανική (Hochdeutsch) είναι αυτή του Λούθηρου, η οποία παραμένει σε χρήση από το 1568, οπότε και τυπώθηκε πρώτη φορά στην Χαϊδελβέργη. Πριν από την μετάφραση του Λούθηρου κυκλοφορούσαν και άλλες μεταφράσεις, με παλαιότερη αυτήν που σώζεται σε χειρόγραφο, το οποίο φυλάσσεται σε μοναστήρι Δομινικανών στο Tepl (codex Teplensis[34]) της Βοημίας. Την ίδια εποχή (1380) είχε γίνει μετάφραση της Βίβλου από την Βουλγάτα στα Αγγλικά από τον John Wycliffe. Το ενδιαφέρον σημείο αυτών των χειρογράφων είναι ότι εκτός από την Καινή Διαθήκη περιέχουν και την απόκρυφη επιστολή του Παύλειου κύκλου, την Προς Λαοδικείς[35]. Εξ αυτού ο Keller επιχειρηματολόγησε υπέρ της μετάφρασης της Βίβλου στα Γερμανικά από Βάλδιους, παραθέτοντας, βέβαια και αποσπάσματα από τα χειρόγραφα.
Ο L. Keller ανέπτυξε την θέση αυτή περισσότερο στο Die Waldenser und die deutschen Bibelübersetzungen, Leipzig 1886, και την υποστήριξε ο Hermann Haupt (1854-1935) Γερμανός ιστορικός στο Würzburg, στα έργα του Die deutsche Bibelübersetzung der mittelalterlichen Waldenser in dem Codex Teplensis und der ersten gedruckten Bibel nachgewiesen, Würzburg, 1885 & Der waldensische Ursprung des Codex Teplensis und der vor-lutherischen deutschen Bibeldrucke, Würzburg, 1886. Αντίθετη άποψη εξέφρασε ο Franz Ludwig Jostes, Γερμανός παπικός και καθηγητής της Γερμ. γλώσσας στο Münster, στα έργα του Die Waldenser und die vorlutherische Bibelübersetzung, Münster 1885 & Die Tepler Bibelübersetzung. Eine zweite Kritik, Münster, 1886.
Το επιχείρημα του Jostes ενάντια στην θέση των Keller & Haupt ήταν ότι εφόσον οι Eck και Dietenberger είχαν στην διάθεσή τις γερμανικές μεταφράσεις της Βίβλου με την Προς Λαοδικείς, δεν μπορεί αυτή η μετάφραση να είχε γίνει από Βάλδιους. Έτσι, ο Jostes πρότεινε την άποψη, ότι η μετάφραση είχε γίνει από παπικούς. Η επιχειρηματολογία του Jostes δεν ακολουθεί το σκεπτικό του Keller. O Keller δεν είπε ποτέ ότι ο παπισμός απαγόρευε την κατοχή της μεταφρασμένης Βίβλου΄ είπε ότι ο παπισμός απαγόρευε την μετάφραση της Βίβλου από τα Λατινικά (Βουλγάτα) στις εθνικές γλώσσες. Εφόσον, λοιπόν, ο παπισμός ήταν αντίθετος σ’ αυτό, η μετάφραση του ΙΔ’ αι. δεν μπορεί παρά να είχε αιρετική προέλευση και, βέβαια, είχε γίνει από αίρεση ευαγγελικού χαρακτήρα. Από την άλλη, οι Καθαροί είχαν κάνει την δική τους μετάφραση στις ρομανικές γλώσσες με την προσθήκη της Προς Λαοδικείς, ήδη από τον ΙΓ’ αι., οπότε οι μεταφραστές του ΙΔ’ ήταν κατά πάσα πιθανότητα Βάλδιοι. Το σκεπτικό του Keller ήταν στις γενικές του κατευθύνσεις απλό. Στην δεύτερη έκδοση του Die Waldenser und die deutschen Bibelübersetzungen προσέθεσε την κατηγορία του Hieronymus Emser από το έργο του Annotationes Hieronymi Emser über Luthers Neu Testament (1523), ότι ο Λούθηρος χρησιμοποιούσε «Wickleffisch oder hussisch exemplar[36]». Το 1523 προηγούνταν κατά πολύ χρονικά από την εποχή που ο Λούθηρος έκανε την δική του μετάφραση. Αυτό που εννοούσε ο Emser ήταν ότι χρησιμοποιούσε την παλαιότερη γερμανική μετάφραση στην ανάπτυξη της θεολογίας του και τις συζητήσεις, όπως στη Leipzigen Disputation.
Το ότι ο Λούθηρος χρησιμοποίησε τις παλαιότερες γερμανικές μεταφράσεις, αρχικά ήταν taboo. Αποδείχθηκε από τον Willhem Ludwig Krafft στο έργο του Die deutsche Bibel vor Luther: sein Verhältnis zu derselben und seine Verdienste um die deutsche Bibelübersetzung, Bonn 1883.
* * *
Από τα παραπάνω πήραμε μια ιδέα για την εξαναγκασμένη μετάβαση από τον Γνωστικισμό στον Προτεσταντισμό, κυρίως μέσα από τις εκκλησιολογικές απόψεις των ίδιων των Προτεσταντών και τις απόψεις των Μασόνων ιστορικών. Μένει να παρακολουθήσουμε ιστορικά την μετάβαση και αυτό θα κάνουμε στα επόμενα κεφάλαια.
________________________________
[1] Το caroccio ήταν ένα κάρο, που το έσερναν βόδια στους πολέμους των ιταλικών πόλεων. Πάνω σ’ αυτό μεταφέρονταν ένα αλτάριο και τα εμβλήματα των ιταλικών πόλεων που πολεμούσαν. Χρησίμευε σαν σημείο γύρω από το οποίο παρατάσσονταν οι στρατιώτες.
[2] Moneta Cremonensis adversus Catharos et Valdenses libri quinque, Rome 1743. Αγγλική μετάφραση αποσπασμάτων W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 323-329.
[3] Hillerbrand, Hans J. "Martin Luther: Indulgences and salvation," Encyclopaedia Britannica, 2007.
[4] Το θέμα αναλύεται στο Theodor Kolde, Luther ‘s Stellung zu Concil und Kirche bis zum Wormser Reichstag, Guetersloch 1876.
[5] Martin Luther’s Werke, Weimar (στο εξής WA) 1966, VII 313.
[6] Γνωστός και ως Sylvester Prierias (1456-1523), Δομινικανός θεολόγος ο πρώτος που απάντησε στον Λούθηρο υπέρ της Ρώμης στα έργα του Epitoma responsionis ad Lutherum (1519), Errata et argument M. Lutheri (1520), De juridical et irrefragabili veritate Romanae Ecclesiae Romanique Pontificis (1520).
[7] WA VI 328: “…, libere pronuntio his scriptis, Antichristum illum verum sedere in templo dei et regnare in Babylone illa purpurata Roma et curiam Romanam esse synagogam Satanae. … Si sic Roma credit, Beata Graecia, beata Boemia, beati omnes, qui sese ab ea separaverunt et de medio istius Babylonis exierunt, Damnati vero omnes qui ei communicaverint”. Βρίσκεται σε επιστολή του Λούθηρου Ad Lectori Pio.
[8] Hans Worst (ή Wurst) είναι μια καρικατούρα της γερμανικής κωμωδίας του ΙΣΤ’ αι. Ο δούκας Ερρίκος του Brunswick σατίρισε τον υποστηρικτή του Λούθηρου, Ιωάννη Φρειδερίκο της Σαξονίας, και ο Λούθηρος του επέστρεψε την κοροϊδία. Σε αγγλική μετάφραση Against Hanswurst, Luther ‘s Works 41 (Philadelphia: Fortress Press 1966).
[9] Ο. π. σελ. 207.
[10] Εδώ αναφέρεται στο Α’ Πετρ. 5.9: «ᾧ ἀντίστητε στερεοί τῇ πίστει, εἰδότες τά αὐτά τῶν παθημάτων τῇ ἐν κόσμῳ ὑμῶν ἀδελφότητι ἐπιτελεῖσθαι».
[11] Ο. π. σελ. 197.
[12] Sebastian Franck (1499-1543). Γερμανός ουμανιστής και ριζοσπάστης προτεστάντης. Έγραψε πολλά έργα, στα οποία επέδειξε αντιδραστική σκέψη και αυτό του δημιούργησε προβλήματα με τις αρχές, ακόμη και με τον ίδιο τον Λούθηρο. Στο συγκεκριμένο έργο έδειξε αρκετή συμπάθεια προς τους αιρετικούς των προηγούμενων αιώνων.
[13] Chronica Zeitbuch und Geschichtbibel, Darmstandt 1969, cxxxvii.
[14] John Foxe (1517-1587), Άγγλος ιστορικός. Το μαρτυρολόγιό του επικεντρώνεται στα μαρτύρια των Άγγλων πρόδρομων του Προτεσταντισμού, από τον ΙΔ’ αι μέχρι την βασιλεία της Μαίρης Α’ (1553-1558), κόρης του Ερρίκου VIII και της Αικατερίνης της Αραγονίας.
[15] William Byron Forbush (ed.), Foxe’s Book of Martyrs, Philadelphia 1926, 43.
[16] Jean Crespin (1520-1572), Γάλλος δικηγόρος και Προτεστάντης, φίλος του Καλβίνου. Το μαρτυρολόγιό του εκδόθηκε πρώτη φορά στη Γενεύη το 1554.
[17] Από την γερμανική έκδοση του Herborn 1590 με τίτλο Martyrbuch: Reden un Thaten vieler heiligen Märtyren, σελ. 94.
[18] S. Franck, Chronica iv.
[19] Walter Klaasen, The Anabaptist critique of Constantinian Christendom, The Mennonite Quarterly Review 55 (1981), 3.218-230.
[20] Leipziger Disputation, θεολογική διαμάχη μεταξύ των Andreas Karlstadt και Johann Eck, αρχικά. Στην συνέχεια συμμετείχαν και άλλοι, όπως ο Λούθηρος. Ο Johann Eck υπερασπίζονταν τον Παπισμό. Η διαμάχη διεξήχθη το διάστημα Ιουνίου-Ιουλίου του 1519.
[21] Luther ‘s Works 48 (Philadelphia: Fortress Press 1963), 153.
[22] Sebastian Franck, Chronica ccxxxj.
[23] Thieleman J. van Braght, The Bloody Theater of Martyrs Mirror of the Defenceless Christians, ed. & trans. I. Daniel Bupp, Lancanster 1837. Το «defenceless» έχει να κάνει με την πεποίθηση των Αναβαπτιστών για την μη προβολή αντίστασης.
[24] “Αντεπίθεση και Διακήρυξη των αθώων και ευαγγελικών Χριστιανών Αναβαπτιστών, των ονομαζομένων Μεννονιτών, ενάντια στην άδικη κατηγορία ότι προέρχονται από τους επαναστάτες Muensterites και κατάγονται από τις αρχές και διδασκαλίες τους”.
[25] “Απόσπασμα των αξιοσημείωτων συζητήσεων από τα γραπτά του Menno Simons”.
[26] “Οι Αναβαπτιστές και η καταγωγή τους”.
[27] L. Keller, Die Reformation und die älteren Reformparteien, Leipzig 1885, s.158: “…, aber es ist ricthg, dass Meister Eckhart eben zu diesen sogenannten ‘Waldensern’ und deren Aposteln in einem nahen Berhältniss gestanden hat’’.
[28] Για την μυστικιστική έννοια της φράσης «άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου» βλ. Abraham Friesen, Thomas Müntzer, a Destroyer of the Godless: The Making of a Sixteenth-Century Religious Revolutionary. Berkeley: University of California Press 1990, pp. 10-32.
[29] Sebastian Franck, Chronica ccj.
[30] L. Keller, Die Reformation und die älteren Reformparteien, 333-334: “Die Familie Dencks war, mag Wolfgang Denck Hans Dencks Vater oder Onkel gewesen sein, mit den Bruderschaft der deutschen Steinmessen auf das innigste verbunden. Hier waren die Ideen der älteren Gemeinden am treuesten bewahrt worden und nun wollte es die Borsehung, dass der dort aufbewahrte Glaubensschass aus den Gilden wieder heraustrat und in das Kirchliche Leben zurückverplangt wurde. Die Mittelsperson dieses Borgangs war Hans Denck, der desshalb unser besonderes Interesse in Anspruch zu nehmen geeignet ist”.
[31] L. Keller, Die Reformation und die älteren Reformparteien, 340-1 και το ανέπτυξε περισσότερο στο Johann von Staupitz und die Anfänge der Reformation (1888).
[32] Για τον Kolde βλ. D. Hermann Jordan, Theodore Kolde, Ein deutscher Kirchenhistoriker, Leipzig 1914.
[33] Εν Zeitschrieft für Kirchengeschichte VII (1885), 426-447.
[34] P. Philipp Klimesch (librarian of the convent), Der Codex Teplensis, enthaltend "Die Schrift des newen Gezeuges." Aelteste deutsche Handschrift, welche den im 15 Jahrh. gedruckten deutschen Bibeln zu Grunde gelegen. Augsburg and München, 1881-1884, 3 vols. Ένα δεύτερο χειρόγραφο της ίδιας μετάφρασης φυλάσσεται στο Freiberg της Σαξονίας. Dr. M. Rachel's Gymnasial program: Ueber die Freiberger Bibelhandschrift, nebst Beiträgen zur Gesch. der vorlutherischen Bibelübersetzung, Freiberg, 1886.
[35] Πρόκειται για κατασκεύασμα, μαρκιωνίτικης πιθανόν προέλευσης, που στηρίχθηκε στο χωρίο Κολοσ. 4.16. Κατά τον Π. Χρήστου δεν μπορεί να εξακριβωθεί αν πρόκειται για αντίγραφο της Προς Εφεσίους με διαφορετική επιγραφή ή αν πρόκειται για διαφορετικό νέο κείμενο. Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Θεσσαλονίκη 1978, τ. Β’ σ. 321.
[36] L. Keller, Die Waldenser und die deutschen Bibelübersetzungen, s. 26.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Αθήνα, ΙΝΚΑ/ΓΟΚΕ ΔΤ 589/12.03.2018
Το ΙΝΚΑ απαντώντας στα ψευδή δημοσιεύματα περί των λόγων πίεσης των ΗΠΑ να εκδοθούν ηλεκτρονικές ταυτότητας, καθώς και στα πρόσφατα έγγραφα επικοινωνίας επτά Βουλευτών της ΝΔ με τον αναπληρωτή Υπουργό εσωτερικών Νίκο Τόσκα:
1o) Η έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου (διαβατηρίου) διαχειρίζεται και ελέγχεται ολοκληρωτικά από την Ελληνική Αστυνομία με υπερυψηλά κριτήρια ασφαλείας.
Είναι ψέμα ότι μπορεί κάποιος να προσέλθει σε Αστυνομικό Τμήμα Ασφαλείας με πλαστή ταυτότητα και να εκδοθεί πλαστό διαβατήριο, επειδή το αρμόδιο αστυνομικό όργανο ελέγχει άμεσα την ταυτότητα του κατόχου της, μέσω του online ασφαλέστατου και αλάνθαστου συστήματος της Ελληνικής Αστυνομίας.
Το συγκεκριμένο δημοσίευμα στοχοποιεί έμμεσα την Ελληνική Αστυνομία και σε οποιαδήποτε αναδημοσίευση από τα ΜΜΕ στο εξής πέσει στην αντίληψη μας, θα προσφύγουμε στον εισαγγελέα ενημερώνοντας τον για ψευδή είδηση ενάντια της Ελληνικής Αστυνομίας και διασπορά ανησυχίας, δίνοντας του εκτεταμένη ανάλυση του ασφαλέστατου τρόπου έκδοσης διαβατηρίων.
2ο) Το Ελληνικό διαβατήριο συγκαταλέγεται το 2017 στην έκτη θέση αξιοπιστίας σε παγκόσμια επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι ανοίγουν διάπλατα οι πόρτες για ταξίδια σ όλο σχεδόν τον κόσμο χωρίς έκδοση βίζας.
Οι ΗΠΑ αναφερόμενοι ότι θα επαναφέρουν την βίζα για την είσοδο στην χώρα τους, από πολίτες της Ελλάδας, είναι μια εκβιαστική εικονική απειλή για την οικονομική μας αφαίμαξη να εκδοθεί νέα ταυτότητα που να περιέχει βιομετρικά χαρακτηριστικά, τουλάχιστον εφάμιλλα των διαβατηρίων ώστε να παρακολουθείται ο κάθε πολίτης και σίγουρα δεν συσχετίζεται με την βίζα σύμφωνα με τα προαναφερόμενα.
3ο) Πριν ενάμιση χρόνο στελέχη του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης σε συνάντηση στο Υπουργείο μας είχαν ενημερώσει προφορικά ότι το κόστος των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων ανέρχεται σε 80 εκατομμύρια Ευρώ γεγονός που δεν τα διαθέτουν, έχοντας σημαντικότερες ανάγκες το Ελληνικό κράτος, ενώ μέσα στο 2018 δημοσιεύματα αναφέρουν ότι το κόστος αυτό εκτοξεύεται στα πάνω από 350 εκατομμύρια Ευρώ, δίνοντας την έκδοση της ταυτότητας σε ιδιωτικές εταιρείες. Το πακέτο είναι μεγάλο και ενδιαφέρον, οι εν λόγω πιέσεις των ΗΠΑ και Γερμανίας έχουν να κάνουν ??? με την κερδοσκοπία των ιδιωτικών εταιρειών που επιδιώκουν κάποιοι να βάλουν στο παιχνίδι;
Εμείς λέμε ότι, η διαχείριση και έκδοση των ταυτοτήτων και διαβατηρίων απαιτείται να συνεχίσει να γίνεται μονάχα μέσω της Ελληνικής Αστυνομίας και επίσης ότι είναι απαγορευτικό να συμμετέχει και να έχει πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα πολιτών οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία, καθώς και ότι εάν στα μέσα του 2016 η κυβέρνηση σκεφτόταν τα 80 εκατομμύρια Ευρώ, τώρα της περισσεύουν 450 % περισσότερα;
4ο) Το αρμόδιο Υπουργείο μας είχε ενημερώσει επίσης προφορικά ότι δεν χρειάζεται καμία νέα ταυτότητα για να γίνει η ένωση των Υπουργείων και Δημόσιων οργανισμών. Αυτό ερχόταν σε αντίθεση με όσα έλεγε σε δηλώσεις του στην τηλεόραση ο τότε Υπουργός κ. Κουρουπλής, για δήθεν πάταξη της γραφειοκρατίας μέσω της νέας ταυτότητας, και στην ερώτησή μας γιατί διαδίδει τέτοια ψεύδη, η απάντηση ήταν ότι δεν τον είχαν ενημερώσει κατάλληλα, ενώ τώρα έχει πλήρη ενημέρωση.
5ο) Στο γράμμα της 5ης Φεβρουαρίου 2018 του Βουλευτή της Ν.Δ. Μάξιμου Χαρακόπουλου και των έξι που συνυπογράφουν: κ.κ. Γεώργιος Γεωργαντάς, Κωνσταντίνος Γκιουλέκας, Γεώργιος Καρασμάνης, Δημήτριος Κυριαζίδης, Νίκος Παναγιωτόπουλος και Κωνσταντίνος Τζαβάρας (δείτε: https://tinyurl.com/y93o8gj8) αναφέρουν - ρωτούν «για ποιο λόγο καθυστερεί η έκδοση των αστυνομικών ταυτοτήτων ασφαλείας;», πιέζοντας ουσιαστικά την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για τα 350 εκατομμύρια Ευρώ ???
Θα σας υπενθυμίσουμε ότι στις 14 Ιουνίου 2012 το Υπουργείο Δημοσίας Τάξης είχε ανακοινώσει ότι από Σεπτέμβρη 2012 θα εκδοθούν νέα δελτία αστυνομικής ταυτότητας των Ελλήνων πολιτών και από το 2012 μέχρι το 2015 που η ΝΔ ήταν κυβέρνηση γιατί δεν έκδωσε αυτές τις νέες ταυτότητες που αναφέρουν οι βουλευτές;
Μήπως πιέζουν την σημερινή κυβέρνηση για να βρουν έτοιμη την ταυτότητα και για να μην έχουν αυτοί το οικονομικό και πολιτικό κόστος, γνωρίζοντας ότι εκατομμύρια λαού θα στραφούν ενάντια τους, για θρησκευτικούς, ιδεολογικούς και της αυτοπροστασίας μας λόγους. Που ήταν τότε αυτοί οι επτά βουλευτές και γιατί δεν πίεσαν τον τότε Πρωθυπουργό κ. Σαμαρά να εκδώσει τις ταυτότητες;
6ο) Είναι γεγονός ότι από τον Νοέμβριο 2017 μέχρι και τον Φεβρουάριο 2018 έχουν πραγματοποιηθεί εξονυχιστικοί έλεγχοι σε 280.000 επιβάτες από την Ελλάδα, σε όλους αυτούς βρέθηκαν μονάχα 35 περιπτώσεις ατόμων που ταξίδευαν με πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα (διαβατήρια ή ταυτότητες). Αριθμός που αντιστοιχεί στο ένα δεκάκις τοις χιλίοις. Μεταξύ αυτών των πλαστών εγγράφων, δεν βρέθηκε ούτε ένα Ελληνικό.
Η στάση της Γερμανίας ως προς την Ελλάδα και τους ταξιδιώτες προς αυτή, παραβιάζει την συνθήκη Σένγκεν και είναι ο μοχλός πίεσης της Γερμανίας για να εκδοθούν νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες στην Ελλάδα, τα 350 εκατομμύρια Ευρώ.
Η κακοποίηση που υπέστησαν οι Έλληνες ταξιδιώτες φθάνοντας στην Γερμανία θα έπρεπε να λυθεί με ένα μεγάλο συγνώμη ή και με αποζημίωση από την Γερμανική κυβέρνηση, αλλά που ευθιξία απούσας της απαίτησης.
Πιθανότατα στις 5 Φεβρουαρίου 2018 που έστειλαν οι 7 το γράμμα στον κο Τόσκα, δεν γνώριζαν τα ανωτέρω, τώρα που τα ξέρουν θα ήταν πρέπον και ζητούμε να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους.
7ο) Στην απάντηση της ανωτέρω ερώτησης ο κος Τόσκας αναφέρει ότι η προθεσμία εναρμόνισης των Κρατών – Μελών της Ε.Ε. για την έκδοση νέων δελτίων ταυτοτήτων έληγε την 01/01/2006, δεν προσδιορίζει όμως, και κρύβει, το ότι δεν ήταν υποχρεωτική, για αυτό και το Ελληνικό κράτος δεν έχει πρόστιμο για την δήθεν παράλειψη του, αλλά και για αυτό υπάρχουν σήμερα μέλη της Ε.Ε. που δεν έχουν καθόλου !!! αστυνομικές ταυτότητες.
Ότι αφορά τα ταξιδιωτικά έγγραφα (διαβατήρια) η Ε.Ε. αλλά και οι διεθνείς κανόνες (πρότυπα) έχουν εκδώσει οδηγίες για τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά τους και στα οποία η Ελλάδα είναι πλήρως εναρμονισμένη.
Τα υπόλοιπα που διαδίδονται προφανώς είναι ψέματα με κύριο σκοπό να μας πείσουν για την αναγκαιότητα νέας ηλεκτρονικής ταυτότητας, για τα 350 εκατομμύρια Ευρώ.
Το ΙΝΚΑ έχει κυκλοφορήσει Δελτίο Τύπου για την κατά περίπτωση παρεχόμενη φωτοτυπία της σημερινής ταυτότητας με την κατάλληλη αναγραφή σκοπού σε αυτή, ώστε να αποφύγουμε την πιθανή χρήση της φωτοτυπίας σε απάτη οποιουδήποτε κακόβουλου.
Είναι γνωστό από προηγούμενες έρευνες δημοσιογράφων, πλαστά διαβατήρια μπορεί να παραγγείλει οποιοσδήποτε μέσω του διαδικτύου με κόστος από 500 Ευρώ μέχρι 2000 Ευρώ και να τα παραλάβει στο σπίτι του από τρίτες χώρες, και αυτό το γνωρίζουν καλά οι αρμόδιες αρχές, αλλά και η Γερμανία και οι ΗΠΑ.
Το ΙΝΚΑ σε συνεργασία με φορείς και συλλόγους δεν θα σταματήσει τον αγώνα κατά της νέας χωρίς κανένα χρηστικό στοιχείο για τον πολίτη ηλεκτρονικής ταυτότητας που βεβιασμένα θέλουν να μας περάσουν για τα 350 εκατομμύρια Ευρώ.
Ζητούμε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να σεβαστεί τις δύο διαβουλεύσεις που πραγματοποιήθηκαν για αυτές τις νέες ταυτότητες, τις συγκεντρώσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις, από το 2010 που ανακοινώθηκε η λεγόμενη «Kάρτα Πολίτη» μέχρι σήμερα.
Να μην δεχθεί κανένας οποιαδήποτε ηλεκτρονική ταυτότητα, επειδή δεν έχει σκοπό την ταυτοποίηση του πολίτη, αλλά τον έλεγχο και την παράνομη παρακολούθηση του, και που θα είναι έρμαιο του κάθε εκάστοτε Υπουργού αφού θα μπορεί να προσθέτει και να αφαιρεί εξ αποστάσεως όποτε θέλει στοιχεία κατά το δοκούν. Tέτοια ηλεκτρονική ταυτότητα δεν θα διευκολύνει τον πολίτη σε τίποτα αλλά μονάχα όσους θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτή, γνωρίζοντας ηλεκτρονικοποιημένα στοιχεία που ο ίδιος ο κάτοχος της μπορεί να μην ξέρει.
Υπενθυμίζουμε ότι με την εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, τα τσιπάκια και τα προγράμματα τους γίνονται έξυπνα, τόσο που είναι ακραία επικίνδυνα και ανεξέλεγκτα δίνοντας πληροφορίες αλλά και εντολές !!! που ούτε καν μπορούμε να φανταστούμε.
Η εποχή της επέλευσης του ολοκληρωτισμού επιχειρείται να πραγματοποιηθεί με νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες και που ο Οργουελ μοιάζει απλά μια παροδία μπροστά σε αυτά που θα επιχειρήσουν να μπορούν να επιβάλουν σε όλους τους πολίτες.
Πηγή: Ινστιτούτο Καταναλωτών, Ελεύθεροι Έλληνες, ID-on't renounce my freedom
Τα νέα Προγράμματα Σπουδών για τα Θρησκευτικά στο Δημοτικό, το Γυμνάσιο και το Λύκειο δέχτηκαν εμπεριστατωμένη κριτική ήδη από την περίοδο της πιλοτικής τους εφαρμογής λόγω του λανθασμένου παιδαγωγικού τους προσανατολισμού που ταυτοχρόνως υπήρξε αντισυνταγματικός και παράνομος αφού είναι σαφώς πολυθρησκευτικός αλλά και θεολογικά απαράδεκτος. Παρά την κριτική, με κύρια ευθύνη του ΙΕΠ, το Υπουργείο Παιδείας επιμένει μέχρι σήμερα στην γενικευμένη εφαρμογή τους.
Απέστειλε προς το σκοπό αυτό στα σχολεία φέτος τους Φακέλους Μαθήματος, πλήρεις προχειρότητας, λαθών και περιεχομένου αμφιβόλου ποιότητας. Και για μεν τη νομική πλευρά του θέματος αναμένεται η απόφαση του ΣτΕ – που επιτέλους θα πρέπει να δημοσιοποιηθεί. Οι διδάσκοντες όμως το μάθημα έχουν ήδη λάβει δραστικές αποφάσεις βρισκόμενοι καθημερινά αντιμέτωποι με τα απαράδεκτα Προγράμματα Σπουδών και τους ακόμη χειρότερους Φακέλους που τα συνοδεύουν. Οι περισσότεροι θεολόγοι συζητούν αγανακτισμένοι μεταξύ τους για το περιεχόμενο και την αλλοπρόσαλλη δομή των Φακέλων και ο ένας ρωτά τον άλλο τι εφαρμόζει στην τάξη. Κοινή τακτική των περισσοτέρων η επιλεκτική μόνο χρήση ελάχιστων κειμένων των Φακέλων που προέρχονται από την Αγία Γραφή και την Παράδοση των αγίων Πατέρων. Το μεγαλύτερο μέρος της διδασκαλίας στηρίζεται στις σημειώσεις που βασίζονται στα προηγούμενα βιβλία. Αυτές δίνονται στους μαθητές είτε σε φωτοτυπίες είτε αντιγράφοντας σε τετράδια από τον πίνακα. Το μάθημα ακολουθεί στο κύριο μέρος του τη δομή και τις ενότητες των παλαιών βιβλίων ενώ η μεθοδολογία των θεματικών ενοτήτων του νέου Προγράμματος Σπουδών απορρίπτεται ως παιδαγωγικά λανθασμένη και θεολογικά αστήρικτη. Φωτοτυπίες αποσπασμάτων των παλαιών βιβλίων ή χωρίων της Αγίας Γραφής μοιράζονται στους μαθητές και η επεξεργασία τους γίνεται στην τάξη ή σε εργασίες των μαθητών στο σπίτι. Οι Φάκελοι Μαθήματος, εάν υπάρχουν και δεν έχουν επιστραφεί στο Υπουργείο, σε πολλές περιπτώσεις μένουν στο σπίτι με προτροπή των ίδιων των διδασκόντων ως αχρείαστοι για την υποστήριξη του διδασκόμενου μαθήματος.
Η πλειονότητα των Θεολόγων αντιστέκεται και αγωνίζεται για τη διάσωση του χριστιανικού θεολογικού μαθήματος των Θρησκευτικών. Έχουν όμως κυριολεκτικά κουραστεί με την ανούσια και ιδεοληπτική στάση του ΙΕΠ και του Υπουργείου Παιδείας που υποκρίνονται πως τα νέα Προγράμματα Σπουδών και οι Φάκελοι που τα συνοδεύουν εφαρμόζονται δήθεν επιτυχώς στα σχολεία. Γιατί απλά αυτό δεν συμβαίνει. Ακόμη και πολλοί από τους καταρχήν θιασώτες των νέων Προγραμμάτων και των Φακέλων, τώρα κρίνουν αυτά ως ακατάλληλα.
Η επανατύπωση των παλαιών βιβλίων και η αποστολή τους στα σχολεία για την επόμενη σχολική χρονιά είναι αυτό που ζητούν οι διδάσκοντες αλλά και οι διδασκόμενοι μαθητές και οι γονείς τους. Τα νέα Προγράμματα Σπουδών έχουν αποτύχει στην πράξη. Δεν εφαρμόζονται ούτε και πρόκειται να εφαρμοστούν όσο κι αν επιμείνει το Υπουργείο Παιδείας στην τακτική του. Εάν το Υπουργείο αποστείλει στα σχολεία τους Φακέλους και για την επόμενη χρονιά –ήδη επανατυπώνει τους Φακέλους του Δημοτικού Σχολείου- απλώς θα δυσκολέψει τη ζωή των διδασκόντων και θα επιτείνει την αντίδραση Θεολόγων, Δασκάλων και των γονέων των μαθητών. Δεν πρόκειται όμως να επιτύχει την εφαρμογή τους. Γιατί η εφαρμογή ενός Προγράμματος Σπουδών δεν είναι αποτέλεσμα υπουργικών αποφάσεων και υπηρεσιακών εντολών τύπου «εντέλλεσθε», χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η επιστημονική και παιδαγωγική άποψη των διδασκόντων. Πολύ δε περισσότερο στην περίπτωση του μαθήματος των Θρησκευτικών όταν το Σύνταγμα σαφώς επιφορτίζει τους διδάσκοντες με την ευθύνη της καλλιέργειας της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών τους.
Πηγή: Θρησκευτικά
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη12η Μαρτίου 2018.
ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΝΑ ΒΛΑΣΦΗΜΕΙΤΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΝΟΜΙΜΑ!
Η βλασφημία, η προσβολή κατά του Θεού, είναι προφανώς μια από τις έσχατες μορφές κατάπτωσης του ανθρώπου. Μια ακραία μορφή εναντιώσεως και ανταρσίας κατά του Δημιουργού του. Μια παράλογη διάθεση και ενέργεια, μέσω της οποίας ο υβριστής νομίζει ότι μπορεί να πλήξει, ή να απαξιώσει τον απόλυτα απαθή Θεό.
Ο μεταπτωτικός άνθρωπος αφότου έπαυσε να βρίσκεται σε κοινωνία με το Θεό, έφθασε σε κατάσταση πνευματικού σκοτισμού. Στην κατάσταση αυτή ευρισκόμενος, άρχισε να πιστεύει ότι υπεύθυνος για τις ποικίλες θλίψεις, τη φθορά και τον θάνατο, τα οποία υπομένει στην παρούσα ζωή, είναι ο Θεός. Την δική του αποκλειστική ευθύνη για την τραγωδία του την απέδωσε στο Δημιουργό του. Αδυνατεί πλέον να διακρίνει ότι ο μόνος υπεύθυνος για τα θλιβερά επακόλουθα της πτώσεώς του είναι αυτός ο ίδιος και κανένας άλλος. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσει σιγά - σιγά έχθρα προς Αυτόν, ώστε να φθάσει τελικά στο σημείο να βλασφημεί το Θεό. Στην εποχή μας εποχή εσχάτης αποστασίας, η βλασφημία έχει φθάσει στο αποκορύφωμά της. Ο σύγχρονος άνθρωπος σήμερα ζητάει, όχι απλά να βλασφημεί το Θεό και κάθε ιερό πρόσωπο και πράγμα, αλλά να το κάνει και νόμιμα, με τη σφραγίδα και την προστασία του κράτους!
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από δημοσίευμα στην εφημερίδα των Αθηνών «Εφημερίδα των Συντακτών» (22-2-2018), με τίτλο: «Τα σύγχρονα κράτη, το ένα μετά το άλλο, κατάργησαν νομοθετικά το αδίκημα της βλασφημίας». Πρόκειται για συνέντευξη του κ. Δημήτρη Δημούλη, καθηγητή του Συνταγματικού και Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Bandeirante του Sao Paulo, με αφορμή κάποιο δημοσίευμά του με τίτλο: «Αγγλία, Γαλλία, Δανία. Γ…ώ την Παναγία…» ! Στην ερώτησή του από το δημοσιογράφο: «Τι ακριβώς θέλετε να μας πείτε, κ. καθηγητά;», απάντησε: «Τι σημαίνει “τιμωρούμε όποιον προσβάλλει τα θεία”; Μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι σε μια κοινωνία σχεδόν όλοι πιστεύουν στα “θεία” και όποιος τα προσβάλλει πρέπει να κατασταλεί. Δεύτερον, ότι το κράτος ελέγχεται από μια θρησκευτική ομάδα που επιβάλλει τις αντιλήψεις της στους υπόλοιπους. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που προστατεύεται δεν είναι ο Θεός (που, όπως λέει ο Δημήτρης Χριστόπουλος, δεν έχει ανάγκη εισαγγελέα), αλλά οι κυρίαρχες ιδεολογίες που επιβάλλουν φίμωτρο στις άλλες απόψεις»! Παιδαριώδης συλλογισμός! Ποιος ισχυρίστηκε ποτέ, ότι με τη βλασφημία προσβάλλεται ο απόλυτα απαθής και άτρεπτος Θεός; Ποιος του είπε ότι με την απαγόρευση της βλασφημίας προστατεύεται ο Θεός; Ποιος ισχυρίστηκε ότι σε μια κοινωνία όλοι πιστεύουν στα θεία και ως εκ τούτου υπάρχει η απαγόρευση της βλασφημίας; Η υπόθεσή του ότι «το κράτος ελέγχεται από μια θρησκευτική ομάδα που επιβάλλει τις αντιλήψεις της στους υπόλοιπους», δηλαδή την Εκκλησία, είναι «η λουκουμόσκονη» των λογίς εκκλησιομάχων, η οποία απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα. Η Εκκλησία, όχι μόνο δεν μπορεί να επιβάλλει τη θέλησή της στο κράτος, αλλά αντίθετα, εκείνο «ροκανίζει» αναίσχυντα και προκλητικά Εκείνη! Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, οι κυβερνήσεις συναγωνίζονται, ποια θα πλήξει περισσότερο την Εκκλησία και το ορθόδοξο αίσθημα του λαού μας, με άθλια και αντίχριστα νομοθετήματα, τα οποία, παρ’ όλες τις αντιδράσεις Της, δεν μπορεί να τα αποτρέψει.
Δεν προστατεύεται λοιπόν ούτε ο Θεός, ούτε επιβάλλεται από την Εκκλησία η απαγόρευση της βλασφημίας, αλλά πρόκειται για θεμελιώδη αρχή της κοινωνίας και της δημοκρατίας, ο σεβασμός της πίστης του άλλου. Η διακράτηση της θρησκευτικής ειρήνης και δι’ αυτής της κοινωνικής συνοχής. Όταν λέμε σεβασμό στην πίστη του άλλου, δεν εννοούμε την αποφυγή της ομολογίας της πίστεώς μας, ή της κριτικής, αλλά την αποφυγή της κακόβουλης δόλιας υβριστικής προσβολής. Κάποιοι θέλουν να βλέπουν την κριτική της Εκκλησίας στις αιρέσεις και τις θρησκείες του κόσμου, ως υβριστική προσβολή των άλλων. Αυτή είναι μια φθηνή δικαιολογία και μια προσπάθεια σπίλωσης της Εκκλησίας, διότι κριτική δεν κάνει μόνον Αυτή, αλλά και οι αιρετικές και παραθρησκευτικές ομάδες. Και μάλιστα, ενώ αυτές με πολύ πιο σκληρό και απαξιωτικό τρόπο κριτικάρουν την Εκκλησία, οι χριστιανομάχοι ουδέποτε διανοήθηκαν να τις στηλιτεύσουν. Μόνο στην Εκκλησία αρνούνται το δικαίωμα να έχει λόγο! Τόσο «δημοκρατικά»!
Οι αρχές της δημοκρατίας επιτάσσουν τον σεβασμό των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων. Η πίστη στο Θεό, οι φιλοσοφικές ιδέες και κοινωνικές αντιλήψεις είναι αγαθά συνταγματικά κατοχυρωμένα και ως εκ τούτου πρέπει να γίνονται σεβαστά και γι’ αυτό ο νομοθέτης οφείλει να τα περιφρουρήσει. Δεν έχει κανένας το δικαίωμα να προσβάλλει, βλασφημώντας και ασχημονώντας, τα πιστεύω κανενός! Γιατί η πίστη κάθε ανθρώπου αποτελεί το οντολογικό του θεμέλιο, γι’ αυτό και η «προσβολή θρησκευτικής ειρήνης», τίθεται ως διακινδυνευόμενο έννομο αγαθό στις διατάξεις 198 και 199 του Ποινικού Κώδικα. Αυτό δεν το επιβάλλουν μόνον οι νομοθεσίες, αλλά και η κοινή λογική και ο πολιτισμός. Εν προκειμένω εμείς πιστεύουμε στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και ευλαβούμαστε τα ιερά πρόσωπα της χριστιανικής μας πίστης, ως αναφαίρετο δικαίωμά μας. Το ίδιο δικαίωμα βέβαια προβάλλουν και εκείνοι που θέλουν να βλασφημούν τα θεία, χωρίς όμως να μπορούν να δικαιολογήσουν, ποια αναγκαιότητα, ή πιο ατομικό δικαίωμα ικανοποιείται με το να βλασφημούν τη δική μας πίστη! Και εν πάσει περιπτώσει, μέχρι που φθάνουν τα δικαιώματα των βλασφήμων και που σταματούν τα δικαιώματα των πιστών; Γιατί να έχουν το δικαίωμα κάποιοι να βλασφημούν την πίστη κάποιων άλλων και να μην έχουν και εκείνοι το δικαίωμα να μην βλασφημείται η πίστη τους; Αλλά και, εφόσον εκείνοι δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, τότε γιατί βλασφημούν ένα ανύπαρκτο, (για κείνους), ον; Δεν είναι αυτό παραλογισμός;
Λέει στη συνέχεια ο κ. καθηγητής: «Φυλακίζουν, λογοκρίνουν, διώκουν, καίνε, ακόμη και σκοτώνουν τους άπιστους. Τα συνταγματικά κράτη κατέστησαν τη θρησκεία ιδιωτικό ζήτημα. Πιστεύει όποιος θέλει και σε ό, τι θέλει. Η δυσμενής διάκριση και η καταστολή όσων δεν ακολουθούν τις κυρίαρχες θρησκείες είναι απόλυτα αντισυνταγματικές. Θίγουν την ελευθερία γνώμης και τη θρησκευτική ελευθερία. Εάν ο μητροπολίτης έχει δικαίωμα να πιστεύει στον Χριστό, εγώ έχω το ίδιο δικαίωμα να τον θεωρώ αγύρτη». Διερωτώμεθα: Σε ποια χώρα ζει ο άνθρωπος; Έχει σχέση με την πραγματικότητα, ή ζει σε μια δική του εικονική πραγματικότητα, την οποία υπαγορεύουν οι ατομικές του ιδεοληψίες; Πότε διαπίστωσε να εξαπολύει διωγμούς η Ορθόδοξη Εκκλησία μας και μάλιστα μέχρι θανάτου; Πόσους απίστους είδε να χώνει στη φυλακή, να διώκει, να καίει και να σκοτώνει; Αντίθετα λογοκρισίες, διώξεις, φυλακίσεις και φόνους «απίστων» συναντούμε στις θρησκείες του κόσμου, (Ισλάμ, Ινδουισμός, Σιχ, κλπ) και σε ομάδες εκτός της Εκκλησίας. Θυμίζουμε ακόμη στον κ. καθηγητή ότι λογοκρισίες, διώξεις, φυλακίσεις και εκατομμύρια θανάτους σε αθώους ανθρώπους, των οποίων το μόνο αμάρτημα ήταν ότι πιστεύουν στο Θεό, έκαμαν οι άθεοι, αιμοσταγείς μαρξιστές τον περασμένο αιώνα, γράφοντας τις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας της ανθρωπότητας. Σελίδες φρίκης και θηριωδιών, αφήνοντας πίσω τους τα πλέον απάνθρωπα φρικιαστικά μνημεία, για να θυμίζουν στις κατοπινές γενιές την βαρβαρότητα της αθεΐας! Γιατί δεν είχε την ευθυκρισία ο κ. καθηγητής να κάνει μια έστω στοιχειώδη διάκριση; Επίσης πού είδε την «δυσμενή διάκριση και καταστολή όσων δεν ακολουθούν» την Ορθόδοξη πίστη στην Ελλάδα; Μπορεί να μας αποδείξει ότι, με ευθύνη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, θίγεται η «ελευθερία γνώμης και η θρησκευτική ελευθερία» στην πατρίδα μας; Αν θέλει να ψάξει, που εφαρμόστηκε η παντελής απαγόρευση της «ελευθερίας γνώμης και της θρησκευτικής ελευθερίας», ας ανατρέξει στην ιστορία του αθεϊσμού και όχι πολύ μακριά μας (χρονικά και τοπικά), στην γειτονική μας Αλβανία, όπου δια νόμου απαγορεύτηκε το δικαίωμα να θρησκεύουν οι πολίτες της από το αιμοσταγές αθεϊστικό μαρξιστικό καθεστώς!
Στη συνέχεια «μπαίνει στο ψητό»: «Τα σύγχρονα κράτη, το ένα μετά το άλλο, κατάργησαν νομοθετικά το αδίκημα της βλασφημίας. Σε ορισμένα κράτη, ο νομοθέτης δίστασε και τα δικαστήρια κήρυξαν την αντισυνταγματικότητα (Ιταλία). Στην Ελλάδα οι κυβερνώντες έχουν πάγια συμμαχία με θρησκευτικούς μηχανισμούς. Γι’ αυτό και η βλασφημία και τα άλλα μέσα θρησκευτικής λογοκρισίας βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Ο Έλληνας νομοθέτης φοβάται πολιτικά να καταργήσει τη βλασφημία, παρότι η σημερινή κυβέρνηση το υποσχέθηκε επανειλημμένα». Ζητά να εφαρμοστεί και στη χώρα μας το αίσχος και η ασυδοσία της αποστατημένης Δύσεως, όπου ο ευρωπαίος άνθρωπος κήρυξε «πόλεμο» εναντίον του Θεού, φυσικά όχι του αληθινού, αλλά του ανύπαρκτου «Θεού» του Παποπροτεσταντισμού. Αυτός ο Θεός δεν υπάρχει, είναι δημιούργημα αρρωστημένων μυαλών των φεουδαρχών, για την ποδηγέτηση των υπηκόων τους. Ένας τυραννικός και απάνθρωπος «Θεός», ο οποίος ζητάει αίμα και εκδίκηση για να καταλαγιάσει ο θυμός του και να ικανοποιηθεί η δικαιοσύνη του, είναι εχθρός του ανθρώπου. Προφανώς ο κ. καθηγητής, δεν είναι σε θέση να διακρίνει τον αληθινό Θεό της Ορθοδοξίας, τον απαθή και γεμάτο αγάπη και συμπόνια για τον άνθρωπο, από τον ψεύτικο της Δύσεως, και ως εκ τούτου, νομίζει ότι μπορεί να βλασφημείται! Δεν λαμβάνει υπ’ όψιν του το γεγονός ότι ένα πλήθος ανθρώπων σήμερα έχουν μοναδικό στήριγμα και παρηγοριά τους τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Προκαλεί, λοιπόν με το να απαιτεί να βλασφημείται νόμιμα η πίστη αυτών των ανθρώπων!
Κλείνοντας, θα επαναλάβουμε αυτό που πολλές φορές έχουμε τονίσει. Τα σημεία των καιρών, ένα από τα οποία είναι και το φοβερό αμάρτημα της βλασφημίας, δείχνουν ξεκάθαρα ότι η ανθρωπότητα έχει εισέλθει πλέον στην τελική ευθεία της εσχατολογικής εποχής. Οι άνθρωποι των εσχάτων, σύμφωνα με την πρόρρηση του αποστόλου Παύλου «έσονται … βλάσφημοι», (Β΄Τιμ.3,1), θα υπερβούν κάθε όριο ασέβειας και όπως μεγαλειωδέστατα προείδε ο ιερός συγγραφέας της Αποκαλύψεως, «εκαυματίσθησαν οι άνθρωποι (σ.σ. των εσχάτων) καύμα μέγα, και εβλασφήμησαν οι άνθρωποι το όνομα του Θεού του έχοντος εξουσίαν επὶ τας πληγὰς ταύτας, και ου μετενόησαν δούναι αυτώ δόξαν … και εμασώντο τας γλώσσας αυτών εκ του πόνου, και εβλασφήμησαν τον Θεὸν του ουρανού εκ των πόνων αυτών και εκ των ελκών αυτών, και ου μετενόησαν εκ των έργων αυτών» (Αποκ.16,9-11)! Το να ζητούν λοιπόν σήμερα άνθρωποι να βλασφημούν νόμιμα το Θεό, είναι δυστυχώς προάγγελος τραγικών αποκαλυπτικών εξελίξεων για την ανθρωπότητα! Το ποτήρι της ανομίας ξεχείλισε…
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
Πηγή: Ακτίνες
Σπάνιος χάρτης που εκδόθηκε στη Βιέννη το 1545, από τον Νικόλαο Σοφιανό, Έλληνα Κερκυραίο, ιερέα, γλωσσολόγο, μεταφραστή, και εκδότη. Στο επάνω μέρος η πόλη των Σκοπίων (Scupi) βρίσκεται στη Δαρδανία. Είναι χαρακτηριστικό πόσο νοτιότερα βρίσκεται η Μακεδονία-Ελλάδα.[1]
Η μη ύπαρξη «Σλαβομακεδονικής» γλώσσας, και κατά συνέπεια «Σλαβομακεδόνων», είναι θέμα κοινότοπο και εξαντλημένο για όλους τους ανά τον κόσμο έγκυρους γλωσσολόγους, φιλολόγους, αρχαιολόγους, ιστορικούς και μελετητές. Έτσι, το να μιλάμε σήμερα ακόμη γι’ αυτό, θα ήταν ένα αστείο ηλιθίων, αν δεν προϋπήρχαν διαχρονικά: η πολύπλευρη προπαγάνδα, εκτός Ελλάδος, και η εγκληματική διαχείριση του θέματος από πλειάδα Ελλήνων πολιτικών και κομμάτων, τόσο της κομμουνιστικής αριστεράς όσο και της αστικής τάξης.
Σήμερα η ίδια εγκληματική πολιτική ασκείται φανατικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, ύπουλα από πολλούς στην αντιπολίτευση, αλλά και από ανθέλληνες του εξωτερικού. Κι όμως τοτελειωμένοεπιστημονικά θέμα έχει μόνο τρία όλα κι όλα χαρακτηριστικά σημεία: 1. Η αρχαία Μακεδονία είναι Ελλάδα και τίποτε άλλο. 2.Δεν υπάρχουν, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, διεθνή έγγραφα ή Συνθήκες οι οποίες να δέχονται τις δήθεν «3 Μακεδονίες», όπως διαδίδουν κάποιοι εντός και εκτός Ελλάδος [2]. 3. Η σημερινή FYROM, η πρώην Γιουγκοσλαβική Βαρντάρτσκα, έκλεψε ωμά επί Τίτο το όνομα της Μακεδονίας των Ελλήνων. Η Βαρντάρτσκα γεωγραφικά βρισκόταν δ ι α ι ώ ν ι α και βρίσκεται ακόμη… στην περιοχή της αρχαίας Δαρδανίας· πολύ πιο βόρεια από τη Μακεδονία-Ελλάδα, βορειότερα ακόμη και από την αρχαία Πελαγονία –περί το σημερινό Μοναστήρι.
Στις 5/2/2018, στον Real FM, ο βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, και μέχρι πρόσφατα Υπουργός Παιδείας, κ. Ν. Φίλης, εκφράζοντας το κόμμα του, είπε στον δημοσιογράφο κ. Ν. Χατζηνικολάου, πως: «Υπάρχει σλαβομακεδονική γλώσσα, δεν υπάρχει; Τι ανακαλύπτουμε τώρα προβλήματα; Σλαβική-Μακεδονική γλώσσα υπάρχει. Το ελληνικό κράτος το λέει και ο ΟΗΕ και ο ίδιος ο Ευάγγελος Αβέρωφ το 1959 που ήταν υπουργός Εξωτερικών. Το θέμα του ονόματος της γλώσσας ή υπάρχει ή δεν υπάρχει».
Εντυπωσιάζει ο κ. Φίλης, γιατί μη έχοντας επιχειρήματα επικαλείται ως άλλοθι της σημερινής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ τον Ευάγγελο Αβέρωφ! Τον δεξιότερο πολιτικό της Μεταπολίτευσης, συγγραφέα του γνωστού «Φωτιά και Τσεκούρι», όπου καταγγέλλει «τον συμμοριτοπόλεμο» (αυτολεξεί), και όλα όσα έκαναν στη διάρκειά του οι ιδεολογικοί σύντροφοι του κ. Φίλη, εναντίον της Ελλάδος. Αλλά, εάν πράγματι (;) ο Ευάγγελος Αβέρωφ αναγνώρισε κακώς τα δήθεν «Σλαβομακεδονικά», γιατί αυτό επιτρέπει σήμερα στον «αριστερό» ΣΥΡΙΖΑ να αγωνίζεται στην πρώτη γραμμή του υπερ-καπιταλισμού, προκειμένου τα Σκόπια να γίνουν μέλος του ΝΑΤΟ, με ταυτόχρονη προδοσία-παράδοση του ονόματος της μοναδικής Μακεδονίας των Ελλήνων;
Η ελληνική γλώσσα της Μακεδονίας των Φιλίππου και Μεγάλου Αλεξάνδρου
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι που αποτελεί ιδεοληψία ανθρώπων δόλιων ή απληροφόρητων: γλώσσα μακεδονική δεν υπήρξε ποτέ. Αυτό που υπήρξε ήταν η ελληνική Αττική διάλεκτοςστην οποία έγραφαν και μιλούσαν στη Μακεδονία ο λαός της, ο Φίλιππος, ο Μέγας Αλέξανδρος, όπως και οι υπόλοιποι Έλληνες. Στη βορειοδυτική Ελλάδα και σε άλλα σημεία της, εντοπίζονται δωρικά γλωσσικά στοιχεία, όπως και ιωνικά, πράγμα που συμβαίνει και στην υπόλοιπη Ελλάδα, τόσο τη νησιωτική όσο και στις αποικίες της. Ωστόσο, να το επαναλάβω, η προφορική και γραπτή γλώσσα ήταν η Αττική διάλεκτος που ήταν η γλώσσα των Ελλήνων.
Στην Αττική διάλεκτο σώζεται πλήθος επιγραφών από τη Μακεδονία σε γλωσσικά ευρήματα παγκόσμιας σημασίας, πέραν των άλλων ευρημάτων σε Βεργίνα, Δίο, Αμφίπολη, κ. α. Είναι γνωστό, ότι ο Ευριπίδης, ο Αγάθων και άλλοι Αθηναίοι συγγραφείς και ποιητές έζησαν στη Μακεδονία, συνέθεσαν και παρουσίασαν εκεί τα έργα τους. Αυτό θα ήταν αδύνατον να συμβεί, εάν στη Μακεδονία ο βασιλιάς, η αυλή του, και ο λαός δεν μιλούσαν ελληνικά.
Κατά τη μακραίωνη ύπαρξη της ελληνικής γλώσσας, τουλάχιστον… από την Πρωτοελληνική (3.000 π.Χ.) και μετά, αναπτύχθηκαν διάλεκτοι, όπως η Αιολική, η Αρκαδοκυπριακή, η Αττική–Ιωνική, η Δωρική. Όλες αυτές οιδιάλεκτοι αποτελούν κλαριά του ίδιου δέντρου, της ίδιας γλώσσας, της ελληνικής.
Το ίδιο συνέβη και με τη Νέα ελληνική γλώσσα. Από το 12ο-13ο αι. μ. Χ. και εφεξής αναπτύσσονται οι 6 μεγάλες γεωγραφικές διάλεκτοι του ελληνισμού: Καππαδοκική, Κρητική, Κυπριακή, Ποντιακή, η δέσμη των βόρειων διαλέκτων, και η δέσμη των νότιων διαλέκτων. Σε αυτές αναπτύσσονται ιδιώματα και ντοπιολαλιές.
Η διαφορά μεταξύ διαλέκτου και γλώσσας είναι παγκόσμια γνωστή. Είναι σαν να λέμε σήμερα, πως επειδή οι Αθηναίοι λένε «και» ή «τι κάνεις;» και οι Κρητικοί «τσε» ή «ίντα κάνεις;», ότι οι Κρητικοί μιλάνε άλλη γλώσσα. Συμπερασματικά, όλοι οι Έλληνες διαχρονικά μιλούν και γράφουν μία γλώσσα, την ελληνική, ενώ χρησιμοποιούν διαλέκτους, ιδιώματα, ντοπιολαλιές, όλες κοινά κατανοητές.
Για το ότι η προφορική και γραπτή γλώσσα στην αρχαία Μακεδονία ήταν η Αττική ελληνικήυπάρχουν αδιαμφισβήτητα στοιχεία και τεράστια βιβλιογραφία διεθνής και ελληνική στην οποία θα αναφερθώ λεπτομερώς στη συνέχεια.
Είναι γνωστό, ότι από την αρχή του 19ου αι., ξέσπασαν εθνικές αντιπαραθέσεις στη Βαλκανική. Ιδιαίτερα μετά τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (3 Μαρτίου1878, ν.ημ.) η βουλγαρική προπαγάνδα γίνεται επιθετική και έχει δύο στόχους. Ο πρώτος είναι το να διαχωρίσει τους αρχαίους ιδιωματισμούς στη Μακεδονία από την ελληνική γλώσσα, και μετά να τους ορίσει ως δήθεν γλώσσα «άγνωστης» προέλευσης: έτσι μόνον θα μπορούσε να χαρακτηρίσει σαν «μη ελληνικό» και το αρχαίο «φύλο» που τους χρησιμοποιούσε. Ο δεύτερος στόχος ήταν να αποκτήσουν υπόσταση–σε δήθεν αρχαία «μακεδονικά» εδάφη (τα εκτός! αρχαίας Μακεδονίας)– οι ξενόφερτοι, τον 6-7ο μ.Χ.αι., Σλάβοι ο οποίοι όμως μιλούσαν τη δική τους σλαβική γλώσσα.
Τη βουλγαρική στρατηγική αποδέχτηκαν με φανατισμό αργότερα (1921-1949) οι Έλληνες κομμουνιστές, και οι Σλάβοι του Τίτο, (1941-1944). Αλλά, με την πάροδο του χρόνου, παγκόσμιας σημασίας αρχαιολογικές ανακαλύψεις σε όλη την Μακεδονία και χαράγματα τα οποία ήταν ΟΛΑ στην ελληνική γλώσσα ανέτρεψαν απολύτως την προπαγάνδα και πολεμική Βουλγάρων, Σλάβων και Ελλήνων κομμουνιστών.
Πρόσφατα μάλιστα –από το 2003 μέχρι και σήμερα!–, είχαμε νέα παγκόσμιας αξίας αρχαιολογικά ευρήματα, από την αρχαία Μεθώνη, ισχυρή πόλη-λιμάνι της Πιερίας, δηλαδή από την καρδιά της αρχαίας Μακεδονίας. Εκεί, ο έφορος αρχαιοτήτων κ. Μάνθος Μπέσιος και οι συνεργάτες του έφεραν στο φως 191 ενεπίγραφα αγγεία της ύστερης γεωμετρικής και αρχαϊκής εποχής τα οποία φέρουν επιγραφές, εμπορικά σύμβολα και χαράγματα, και συγκροτούν μια ιδιαίτερη κατηγορία της οποίας η σημασία για την έρευνα στις κλασικές σπουδές είναι ανυπολόγιστη. Σε όλα τα θραύσματα, και σε εκείνα από σκύφους ποτού (πήλινα ποτήρια με δύο λαβές), είναι χαραγμένα ονόματα και λέξεις ελληνικές σε αλφάβητο ελληνικό, στη Δωρική διάλεκτο της ΒΔ Ελλάδος. Κορυφαίο εύρημα-χάραγμα είναι το γνωστό ως ποτήρι του Ακέσανδρου, το οποίο γράφει: «…Ακεσάνδρου εμί ποτέριον […] όμμ- ή χρεμ]άτονστερήσ[ετ]αι». Δηλαδή: «είμαι το ποτήρι του Ακεσάνδρου κι (όποιος με πάρει) θα χάσει τα μάτια του (ή τα χρήματά του). Η φράση είναι γραμμένη σε ιαμβικό ρυθμό. Παρόμοιες επιγραφές υπάρχουν και σε άλλα ποτήρια: «…Αντεκύδου εμί…» Είμαι του Αντεκύδη, Είμαι του Ξενι-, Είμαι του Επιγε-, Είμαι του Φιλίωνα, κ.λπ.
Μέχρι αυτή την ανακάλυψη, η Μακεδονία, αρχαιολογικά ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του ενιαίου, ελληνικού, αιγαιακού χώρου ήδη από την περίοδο της Εποχής του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.) και την Αρχαϊκή περίοδο (700-580 π.Χ.). Όμως χάρη σε αυτά τα νέα ευρήματα γραφής, τα οποία χρονολογούνται από το 730 π.Χ., δηλαδή, 2.748!!! χρόνια από σήμερα, η γλωσσική ιστορία των Μακεδόνων μετατέθηκε 80 ολόκληρα χρόνια νωρίτερα. Άρα πολύ πριν από τον αθηναϊκό αποικισμό της Μακεδονίας. Κι αυτό σημαίνει ότι στη Μακεδονία του 730 π. Χ. μιλούσαν και έγραφαν ελληνικά πριν καν έρθουν οι Αθηναίοι!
Την ίδια Δωρική διάλεκτο της ΒΔ Ελλάδος αναδεικνύουν και οι πρόσφατες διεθνείς μελέτες, του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, (ΚΕΓ) το οποίο αξιοποίησε κάθε σχετική μαρτυρία των ερευνητών: όπως τον περίφημο «κατάδεσμο» της Πέλλας (4ος αι.π.Χ.), αλλά και άλλες μακεδονικές επιγραφές γραμμένες στην Αττική ή Αττικοϊωνική κοινή. Δηλαδή, όλες στην ελληνική γλώσσα που μιλούσε το Κοινόν των Ελλήνων.
Για όλα αυτά έχουν πραγματοποιηθεί από το ΚΕΓ τέσσερα διεθνή επιστημονικά συνέδρια και εκδοθεί ισάριθμοι τόμοι: (α) Τζιφόπουλος. Γ. επιμ., 2012. Μεθώνη Πιερίας Ι: Επιγραφές, χαράγματα και εμπορικά σύμβολα στη γεωμετρική και αρχαϊκή κεραμική από το ‘Υπόγειο’ της Μεθώνης Πιερίας στη Μακεδονία.(β) Γιαννάκης Γ. Κ., επιμ. 2012. Αρχαία Μακεδονία: Γλώσσα, ιστορία, πολιτισμός. Θεσσαλονίκη (τετράγλωσσος συλλογικός τόμος (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ελληνικά). (γ) Γιαννάκης Γ. Κ., επιμ. 2015. Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδος κατά την αρχαιότητα. Επιστημονική επιμέλεια Γεώργιος K. Γιαννάκης. Και (δ)Giannakis, Georgios, Emilio Crespo & Panagiotis Filos, eds. 2017. Studies in Ancient Greek Dialects: From Central Greece to the Black Sea. [Trends in Classics – Supplementary Volumes 49] Berlin: de Gruyter.
Εκτός αυτών των τεσσάρων τόμων παραθέτω, εντελώς δειγματοληπτικά στις υποσημειώσεις του παρόντος, αδιαμφισβήτητα στοιχεία και πηγές στο Διαδίκτυο, προσβάσιμες στον καθένα.[3]
Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στο ξεχωριστό έργο: Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδος κατά την αρχαιότητα. Επιστημονική επιμέλεια Γεώργιος K. Γιαννάκης, Καθηγητής Γλωσσολογίας στο Α.Π.Θ. Φιλολογική επιμέλεια Μαρία Αραποπούλου, Θεσσαλονίκη, 2015. Το έργο αυτό χρηματοδoτήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας το 2011, επί υπουργίας της κ. Άννας Διαμαντοπούλου και εκπονήθηκε από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. Μία από τις διεθνείς αυθεντίες που γράφουν στο αναφερόμενο έργο, είναι και ο επιφανής καθηγητής Julián Méndez Dosuna, του Πανεπιστημίου της Salamanca[4]. Τον επιλέγω γιατί η εισήγησή του εκφράζει το σύνολο των ειδικών και ξεκαθαρίζει απολύτως το ζήτημα: «…αρχική κοιτίδα-πατρίδα των Μακεδόνων[…] η καρδιά του βασιλείου τους αποτελούσε η λεγόμενη Κάτω Μακεδονία, η παράκτια πεδιάδα γύρω από τον Θερμαϊκό κόλπο που υδροδοτούνταν από τον Αξιό και τον Αλιάκμονα και περιέκλειε την Πιερία και τη Βοττιαία μεταξύ Θεσσαλίας στον νότο και Παιονίας στον βορρά. […] Κατά τη βασιλεία του Φιλίππου Β΄ (359–336 π.Χ.) η Μακεδονία έγινε η ηγέτιδα δύναμη της Ελλάδας. Ο Φίλιππος κατέκτησε ευρύτατες περιοχές της Παιονίας και της Θράκης…» κ.λπ.
Έτσι, γίνεται σαφές ότι οι εκτός! Μακεδονίας περιοχές, βόρεια από αυτήν: Πελαγονία, (Μοναστήρι), Παιονία, Δαρδανία (όπου και τα σημερινά Σκόπια) κ. ά. κατακτήθηκαν και προσαρτήθηκαν στο βασίλειο της Μακεδονίας. Φυσικά, εκείνη την εποχή κατοικούνταν από Πελαγόνιους, Παίονες, Δάρδανους κ.ά. οι οποίοι, φυσικά… δεν έχουν ΚΑΜΙΑ σχέση με τους Σλάβους οι οποίοι μετανάστευσαν σε αυτές τις περιοχές τον 6ο-7ο αι. μ.Χ.
Ο Julián Méndez Dosuna βεβαιώνει ακόμη, ότι: «Η συντριπτική πλειοψηφία των Μακεδόνων έφερε ελληνικά ονόματα: Φίλιππος, Αλέξανδρος, Περδίκκας, Αμύντας, Αρχέλαος, Κλεοπάτρα, Πτολεμαίος, Άδυμος. Ελληνικά ήταν και τα ονόματα των μηνών του μακεδονικού ημερολογίου (Δίος, Απελλαίος, Ξανδικός, Πάναμος κλπ.). Ακόμη: Οι Μακεδόνες λάτρευαν τους θεούς του Ολύμπου. Ολόκληρος ο πολιτισμός είναι ελληνικός: από την πολεοδομία και την κατοικία, τα ιερά και τους τάφους μέχρι την υλική παραγωγή γενικότερα, στα ήθη, τον τρόπο ζωής και τις πεποιθήσεις που μπορούν να συσχετιστούν με αυτά τα μνημεία. Στις θρησκευτικές πρακτικές και τα ταφικά έθιμα, ξαναβρίσκουμε θεμελιώδη στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού, που η αρχαιολογία έχει φέρει στο φως από πολύ παλιά σε ό,τι αφορά στον κόσμο των πόλεων-κρατών.» (Σημ. Φυσικά οι Μακεδόνες αγωνίζονταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες όπου συμμετείχαν ΜΟΝΟ Έλληνες.)
Τι είναι σήμερα, 2.748 ολόκληρα χρόνια μετά την προφορική και γραπτή ελληνική γλώσσα στην αρχαία Μακεδονία, η δήθεν «Σλαβομακεδονική»;
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης,[5] αναφέρει, ότι: «ο μεγάλος Ιταλός ινδοευρωπαϊστής γλωσσολόγος Vittore Pisani (Il Macedonico, περιοδικό Paideia 12, 1957, σ. 250) γράφει: «πράγματι ο όρος ‘‘μακεδονική γλώσσα’’ [εννοεί τη γλώσσα των Σκοπίων] είναι προϊόν πολιτικής ουσιαστικά προέλευσης». Ο δε ειδικός σλαβιστής γλωσσολόγος, ο Γάλλος Αndré Vaillant (Le probleme du Slave Macédonien, περιοδικό Bulletin de la Societé de Linguistique de Paris 39, 1938, σ. 205), τονίζει ότι «το όνομα Bulgari είναι στην πραγματικότητα η εθνική ονομασία των Σλάβων τής ‘‘Μακεδονίας’’, πράγμα που δείχνει πως (οι Σλάβοι τής περιοχής αυτής) υιοθέτησαν το όνομα Βούλγαροι που τους έδωσαν οι Σέρβοι».
Τεράστιας αποδεικτικής σημασίας γεγονός αποτελούν και οι συνεχείς διωγμοί των Ελλήνων Βλάχων, Σαρακατσάνων κ.ά., οι οποίοι κατοικούσαν στη νότιο Σερβία, Βουλγαρία και τις εγγύς περιοχές πριν, κατά, και μετά τον Α΄ Π. Πόλεμο. Κι αυτό γιατί οι Σέρβοι εφάρμοσαν βίαιο εκσερβισμό και οι Βούλγαροι βίαιο εκβουλγαρισμό.
Λόγω της παγκόσμιας αξίας-σημασίας της Μακεδονίας, του Φιλίππου, και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι συνεργοί σε αυτή την μοναδική απάτη στα παγκόσμια χρονικά, σε επίπεδο ιστορίας, γλώσσας, και εθνωνύμου τολμούν να μιλούν και για δήθεν σύγχρονη«Σλαβομακεδονική» γλώσσα και άρα για «Σλαβομακεδόνες». Όμως αυτή η ανύπαρκτη γλώσσα, ήταν αρχικά ένα καταναγκαστικό προφορικό! τοπικό ιδίωμα από σκόρπιες παραφθαρμένες λέξεις Βουλγαρικές και Σερβικές, το οποίο χρησιμοποιούσαν κάτοικοι των παραμεθόριων περιοχών Ελλάδος, Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας. Και το χρησιμοποιούσαν είτε γιατί ήταν βουλγαρόφιλοι είτε γιατί προσπαθούσαν να σώσουν τις ζωές και τις περιουσίες τους και να επιζήσουν των σφαγών (1903-1912-1913-1914-1940-1944-1949) από τους διαρκώς επιτιθέμενους σφαγείς τους. Τους Βούλγαρους Κομιτατζήδες και τους Γιουγκο(Σλάβους), ειδικά της ΣΝΟΦ: «Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο (1943), και ΝΟΦ (1945) με έδρα τα Σκόπια. Οι δύο αυτές αιμοσταγείς σλαβικές οργανώσεις επανδρώνονταν από σλαβικά στελέχη του Κ.Κ. Ελλάδος, και πραγματοποιούσαν κοινές επιχειρήσεις εναντίον της Ελλάδος μαζί με Έλληνες κομμουνιστές, κατά τον Ανταρτοπόλεμο 1944-1949. Ειδικότερα, το ΚΚΕ ζητούσε λυσσαλέα με συνεχή ψηφίσματα από το 1921 μέχρι το 1949, όταν ήδη είχε στρέψει τα όπλα του εναντίον της χώρας του, την απόσχιση της Μακεδονίας από την Ελλάδα, και τη δημιουργία «ανεξάρτητου κομμουνιστικού ‘‘Μακεδονικού’’ κράτους», με ξεχωριστό ομώνυμο έθνος, γλώσσα, λαό. Συμφωνώντας σε αυτό με τους Βουλγάρους και τους Σλάβους κομμουνιστές.
Ο κ. Γ. Μπαμπινιώτης λέει, ότι ανάλογα παραμεθόρια ιδιώματα και όχι γλώσσεςχρησιμοποιούνται «ανέκαθεν και παγκοσμίως από μερικές συνοριακές ομάδες τού πληθυσμού πλείστων χωρών.» Όμως, «αυτή η (αποκλειστικά προφορική) διάλεκτος δεν εκσερβίστηκε (αντίθετα από τη Βουλγαρική των Σκοπίων), και επομένως τα ‘‘Σλαβομακεδόνικα’’ δεν ταυτίζονται με τη Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων.»[6]
Έτσι, τα δήθεν «Σλαβομακεδονικά» δεν είναι καν η Σερβοβουλγαρική μεικτή γλώσσα των Σκοπίων που κατασκεύασε ο Λαζάρ Κολισέφσκι[7] και οι συνεργάτες του, το 1944, αναμειγνύοντας σερβικά στοιχεία στη βουλγαρική γλώσσα. Η Γιουγκοσλαβική πολιτική εναντίον της Ελλάδος ήταν ένα αντίγραφο των ιδεών των Βούλγαρων Κομιτατζήδων του ΕΜΑΟ, 1870-1885, οι οποίοι στη συνέχεια θα κατέσφαζαν ελληνικούς πληθυσμούς. Η πλαστή βουλγαρική «Μακεδονία του Πιρίν», και η ψευτοεπανάσταση του Ίλιντεντ, του 1903, όπως έχω αναφέρει[8], ξεκίνησαν το 1847 με τους εθνολογικούς (και ΟΧΙ γεωγραφικούς) χάρτες του Βουλγαρόφιλου Γάλλου, Αμί Μπουέ, το όνομα του οποίου τιμάται σε δρόμους της Σόφιας και της Βάρνας.
Ο Κολισέφσκι έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα από την προπαγάνδα του Κροάτη δικτάτορα Τίτο, ως: «πρωθυπουργός της σοσιαλιστικής δημοκρατίας της ‘‘Μακεδονίας’’», η οποία ήταν «μέλος της Δημοκρατικής Ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας.» Και παρουσιάζεται ιστορικά, ως «ο πιο ισχυρός άνθρωπος στη σοσιαλιστική ‘‘Μακεδονία’’ και ένας από τους ισχυρότερους στη Γιουγκοσλαβία.» Για τη «δράση…» του στον Β΄ Π. Πόλεμο του απονεμήθηκε το παράσημο του «ήρωα της Γιουγκοσλαβίας» και πολλά άλλα μετάλλια. Όταν ο Τίτο αρρώστησε το 1980, άφησε στη θέση του τον Κολισέφσκι, και όταν ο Τίτο πέθανε, 4 /5/1980, ο Κολισέφσκι έγινε πρόεδρος –μόνο για 10 μέρες! Αμέσως μετά ανέλαβε πρόεδρος ο Σβιγετίν Μιγιάτοβιτς. Πολλοί τότε απόρησαν: «γιατί ο υπ’ αριθμόν ένα ήρωας τους αντιναζιστικού και αντιφασιστικού αγώνα, ο Κολισέφσκι, δεν παρέμεινε πρόεδρος.» «Το Ψέμα έχει κοντά πόδια και το προλαβαίνει η Αλήθεια», λέει ο λαός. Έτσι, με την πάροδο του χρόνου μαθεύτηκε ποιος ήταν ο Κολισέφσκι. Το μαρτυρούσαν οι πράξεις του, τα γεγονότα:
Το 1941 οι Βούλγαροι είχαν κατακτήσει τη Σερβία μαζί με του Γερμανούς Ναζί. Τότε, ο Κολισέφσκι, σε ηλικία 27 ετών, ήταν γραμματέας της τοπικής επιτροπής του Κ.Κ.Γιουγκοσλαβίας, στη Βαρντάρ Μπανόβινα, τη γνωστή Βαρντάρτσκα, δηλαδή στο σημερινό κρατίδιο των Σκοπίων. Στο τέλος του ίδιου χρόνου ο Κολισέφσκι στρατεύτηκε με τους γιουγκοσλάβους αντάρτες για να πολεμήσει εναντίον των Βουλγάρων. Όμως συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο από βουλγαρικό στρατοδικείο. Αμέσως ο Κολισέφσκι έγραψε γράμμα προς τους στρατοδίκες του, όπου υποστήριξε ότι είναι: «…γιος Βουλγάρων γονέων οι οποίοι πάντα ένιωθαν και νιώθουν Βούλγαροι και, παρά την τρομερή σκλαβιά (!!!), έχει διατηρήσει τον βουλγάρικο τρόπο ζωής, τη γλώσσα και τα ήθη». Έτσι, η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια φυλάκιση. Στα τέλη του 1944, ο Κολισέφσκι ελευθερώθηκε από τη νέα βουλγαρική κυβέρνηση, και γρήγορα έγινε πρόεδρος του Κ.Κ. της «σοσιαλιστικής δημοκρατίας της ‘‘Μακεδονίας’’», και του τοπικού παραρτήματος του Κ. Κ. Γιουγκοσλαβίας.
Αυτός είναι ο Βούλγαρος, καθ’ ομολογία του, ο οποίος αργότερα εκτός από τους Βουλγάρους συνεργάστηκε στενά με τον Τίτο, και με εντολές του κατασκεύασε την πλαστή «Σλαβομακεδονική» γλώσσα. Στόχος τους η επέκταση της Γιουγκοσλαβίας με την κατάκτηση της «Μακεδονίας του Αιγαίου», την οποία είχε διακηρύξει ο Τίτο σε ομιλία του στα Σκόπια, στις 11/10/1945.
Ο κ. Γ. Μπαμπινιώτης γράφει, ότι[9]: «Οι Σκοπιανοί έδωσαν σε αυτή τη γλώσσα, τη Σερβοβουλγαρική, την παραπλανητική και ψευδώνυμη ονομασία ‘‘Μακεδονική’’ (!), για να αποφύγουν τις βουλγαρικές διεκδικήσεις και να αποκρύψουν μαζί τη βουλγαρική προέλευση τής γλώσσας τους. Περαιτέρω, για να ιδιοποιηθούν με τον τρόπο αυτόν μιαν ονομασία (Μακεδονική) που τους προσέδιδε κύρος και ιστορικό βάθος (μέσω τής πλαστής ταύτισής τους με το ένδοξο και παγκοσμίως γνωστό όνομα τής Μακεδονίας τού Μ. Αλεξάνδρου.)»
Η προσβάσιμη σε όλους ηλεκτρονική βιβλιογραφία, για το ποιοι είναι οι Σέρβοι αναφέρει, ότι η Σερβία ΔΕΝ είχε πάντοτε το ίδιο εθνώνυμο, μιας και ιστορικά καταγράφεται και ως «Ράσκα»: Σερβικά Κυριλλικά: Рашка, Λατινικά: Rascia: «Οι Σέρβοι», βάσει διεθνών πηγών: «είναι σλαβικό φύλο με θολή εθνωνυμική καταγωγή-προέλευση, που τον 6ο αι.μ.Χ. βρισκόταν κατά πλειονότητα στα εδάφη της σημερινής Πολωνίας. Μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ. έφτασαν στα Βαλκάνια, υπό τη γενικόλογη επωνυμία ‘‘Σλάβοι’’, όπου αναμίχθηκαν και αφομοιώθηκαν από Ελληνικούς πληθυσμούς της Ιλλυρίας, της Θράκης, και βορειότερα, με τους Δάκες της Ρουμανίας. Αυτούς που οι Έλληνες τους αποκαλούσαν Γέτες, και ήταν μια ομάδα θρακικών φυλών των περιοχών του Κάτω Δούναβη, στη σημερινή βόρεια Βουλγαρία, και τη νότια Ρουμανία. Εκτός αυτών, οι κατόπιν ονομαζόμενοι Σέρβοι, αναμίχθηκαν με Ρωμαίους και με Κέλτες.»
Με αυτή την πολύ σύντομη εθνολογική περιγραφή γίνεται κατανοητή και η πανσπερμία των γλωσσικών επιρροών σε ρίζες, θέματα και καταλήξεις στη γλώσσα των Σέρβων, και μετέπειτα Γιουγκοσλάβων. Χρειάζεται να πούμε ότι αυτή η γλώσσα καταφανώς… δεν είναι η …Αττική ελληνική γλώσσα του Φιλίππου, του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των υπόλοιπων Ελλήνων;
Έτσι, η ψευδώνυμη «Σλαβική-Μακεδονική γλώσσα» των Σκοπίων αποδεικνύεται απολύτως πλαστή. Γιατί οι αμόρφωτοι γλωσσολογικά Βούλγαροι, και οι Σλάβοι κομμουνιστές που την δημιούργησαν ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΑΝ και δεν υπολόγισαν, ότι «γλώσσα μακεδονική» δεν υπήρξε ποτέ, ούτε στην αρχαιότητα ούτε στη σύγχρονη Ελλάδα. Όμως, χωρίς γλώσσα, ΔΕΝ υπάρχουν ούτε οι δήθεν «Σλαβομακεδόνες», και έτσι ούτε η πλαστή χώρα τους.
Πέραν των ευκαιριακών γεωπολιτικών παιχνιδιών τίθενται τα εξής θεμελιώδη ζητήματα: Οι ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα και οι άλλες 130 περίπου χώρες που έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια, ως δήθεν «Μακεδονία», συνεργούν σε μία πρωτοφανή πλαστογράφηση Ιστορίας, γλώσσας και εθνότητας, και σε ένα παγκόσμιας σημασίας γλωσσικό και εθνοτικό έγκλημα. Γιατί του λοιπού θα μπορούν να δημιουργούνται σε όλη τη γη πλαστά έθνη, γλώσσες, χώρες. Ειδικότερα, εάν αυτή η πλαστογραφία αναγνωριστεί με 151 σκουριασμένα καρφιά-ψήφους Ελλήνων βουλευτών στο φέρετρο της ακόμη ζωντανής Μακεδονίας, αυτό ποτέ δεν θα το αποδεχτεί ο ελληνισμός απανταχού της γης. Και θα το ανατρέψει στο μέλλον πάση θυσία. Το απέδειξαν τα γιγαντιαία συλλαλητήρια. Η παγκόσμια ιστορία της Μακεδονίας και του μεγάλου Αλεξάνδρου δεν πλαστογραφείται, τα αδιάψευστα αρχαία ευρήματα δεν παραχαράζονται, και η μοναδική ελληνική γλώσσα δεν μπορεί να κλαπεί ούτε κατ’ όνομα.
Είναι καιρός άμεσα να αποκατασταθεί το καταρρακωμένο παγκοσμίως Διεθνές Δίκαιο. Έτσι όσοι μιλούν σήμερα το Σερβοβουλγαρικό ιδίωμά τους να δεχτούν το αυταπόδεικτο. Ότι καιγλωσσικά είναι Σερβοβούλγαροι. Και αφού το κράτος των Σκοπίων, κατοικείται κατά πλειονότητα από Σλάβους και Αλβανούς, μία καθαρά εθνοτική ονομασία θα ήταν «Σλαβοαλβανική δημοκρατία». Ή, οποιοδήποτε άλλη επιλέξουν οι ίδιοι. Αρκεί να σταματήσουν να πλαστογραφούν γλώσσα, εθνότητα και να κλέβουν το όνομα και την ιστορία της Μακεδονίας η οποία είναι Ελλάδα και μόνο Ελλάδα.
[1] Πηγή: http://history-of-macedonia.com
[2] Γιώργος Ρωμανός «Κυνικό ψέμα οι ‘‘3 Μακεδονίες’’», Ανιχνεύσεις, http://www.anixneuseis.gr/?p=183724 , κ.ά. sites, από 31/1/18 και μετά.
[3] http://old.greek-language.gr/node/1007, και http://ancdialects.greek-language.gr/sites/default/files/studies/glossikos_xartis.pdf, αλλά και Θετίμα: Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι:http://ancdialects.greeklanguage.gr/studies/o-glossikos-hartis-tis-kentrikis-kai-voreias-elladas-kata-tin-arhaiotita
[4] Méndez Dosuna, J. 2012. Η αρχαία μακεδονική ως ελληνική διάλεκτος: Κριτική επισκόπηση της πρόσφατης έρευνας. Στο Γιαννάκης 2012, 65-78 (ελλ.), 133-145 (αγγλ.), 201-214 (γαλλ.), 271-285 (γερμ.).
[5] Ο κ. Γ. Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τ. πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
α. Γ. Μπαμπινιώτης: Γλωσσικές παραχαράξεις. Η «Μακεδονική» των Σκοπίων και τα περί σλαβομακεδονικής μειονότητας: 03/08/2008, http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=190288
β. Γ. Μπαμπινιώτη (επιστημ. εκδ.): Η γλώσσα τής Μακεδoνίας. Η αρχαία Μακεδoνική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκoπίων. (Αθήνα, 1992: Ολκός), 276 σελ. [Περιλαμβάνει μελέτες των: Γ. Μπαμπινιώτη, Γ. Χατζιδάκι, Ν. Π. Ανδριώτη, Μ. Σακελλαρίου, Ι. Καλλέρη, Α. Ι. Θαβώρη, Γ. Ντελόπουλου, Α. Παναγιώτου.]
γ. Γ. Μπαμπινιώτη: Η θέση τής Μακεδoνικής στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτoυς. Περιοδικό Γλωσσoλoγία 7-8 (1989), σ. 53-69.
δ. Γ. Μπαμπινιώτης, 1992α. Η θέση της μακεδονικής στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους. Στο Μπαμπινιώτης 1992, 161–180.
[6] Ό.π.π. 5, α.
[7] Λαζάρ Κολισέφσκι, (Лазар Колишевски, 12/2/1914-6/7/2000. Κομμουνιστής ηγέτης στη «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της ‘‘Μακεδονίας’’» και τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.
[8] Ό.π.π. 1.
[9] Ό.π.π. 5,α, Γ. Μπαμπινιώτης.
Πηγή: Ανιχνεύσεις, Ινφογνώμων Πολιτικά
Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες - κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (=βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν (π.χ. ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας και κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους = όσιος Συμεών ο Μυροβλύτης). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βορειο - ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.
Βασικό χαρακτηριστικό που διακρίνει τον αγώνα μας κατά τη Μ. Τεσσαρακοστή είναι η νηστεία, που είναι ένας περιορισμός και μερική στέρηση των τροφών. Ανήκει και αυτή σ’ έναν ευρύτερο κύκλο ειδικών αγωνισμάτων της συγκεκριμένης περιόδου, που συνήθως τον ορίζουμε ως άσκηση.
Πάντοτε η άσκηση χαρακτηρίζει τη ζωή του Ορθόδοξου πιστού· περισσότερο τις περιόδους της νηστείας. Η Ορθοδοξία είναι στη φύση της ταπεινή και ασκητική.
Οι κύριες μορφές ασκήσεως που γνωρίζουμε στην Εκκλησία μας είναι η εγκράτεια, η νηστεία, η αγρυπνία, η ορθοστασία, οι γονυκλισίες, η χαμευνία, ο κόπος, η λιτότητα, η στέρηση και η πτωχεία, η αποφυγή της πολυλογίας και η κατά το δυνατόν σιωπή.
Άσκηση και πνευματικότητα
Η άσκηση αναφέρεται στο υλικό μέρος της υπάρξεώς μας. Τι σχέση μπορεί να έχει με την πνευματικότητά μας, την οποία ζητάει να αυξήσει η Μ. Τεσσαρακοστή;
Ο απόστολος Παύλος διδάσκει ότι «η σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος, το δε πνεύμα κατά της σαρκός· ταύτα δε αντίκειται αλλήλοις» (Γαλ. ε 17). Το κατώτερο μέρος της φύσεώς μας, που υπηρετεί τις επιθυμίες της σαρκός, επιθυμεί εναντίον του ανωτέρου μέρους της υπάρξεώς μας, εναντίον της πνευματικής μας φύσεως, που εμπνέεται από το Άγιο Πνεύμα. Και το αντίθετο· το ανώτερο και πνευματικό μέρος της υπάρξεώς μας επιθυμεί κατά του κατωτέρου. Σάρκα και πνεύμα είναι αντίθετα μεταξύ τους, βρίσκονται σε διαρκή αντιπαράθεση, σε πόλεμο αδυσώπητο και σκληρό. Ποιό θα υπερισχύσει; Που πρέπει να δώσουμε το βάρος; Ποιό από τα δύο πρέπει να ενισχύσουμε; Διότι είναι φανερό ότι όσο ενισχύεται το ένα, τόσο ατονεί και αποδυναμώνεται το άλλο.
Όσο αφαιρείς από τη σάρκα, τόσο κάνεις την ψυχή να λάμπει από την πνευματική της ευεξία, λέει ο Μ. Βασίλειος: «Όσον υφαιρείς της σαρκός, τοσούτον ποιήσεις της πνευματικής ευεξίας την ψυχήν αποστίλβειν»[1]. Γι’ αυτό και συμβουλεύει: Πρόσεξε μήπως ενισχύσεις πολύ τη σάρκα και δώσεις έτσι μεγάλη δύναμη και εξουσία στο κατώτερο. Όπως στη ζυγαριά, αν δώσεις μεγαλύτερο βάρος στον ένα ζυγό, κάνεις ελαφρότερο τον άλλον, έτσι συμβαίνει και στη σχέση του σώματος με την ψυχή. Όταν υπερτερεί το ένα, αναγκαστικά ελαττώνεται το άλλο. Όταν ενισχύεται πολύ το σώμα και βαρύνεται με την παχυσαρκία, αναγκαστικά ο νους γίνεται αδρανής και άτονος στο να επιτελεί τη δική του αποστολή. Όταν αντίθετα η ψυχή ευεκτεί και με τη μελέτη των αγαθών ανεβαίνει στο ύψος που της ταιριάζει, φυσικό είναι να μαραίνονται οι σωματικές συνήθειες και απαιτήσεις[2].
Σκοπός της ασκήσεως είναι η επικράτηση του πνεύματος, η ανάδειξη της ψυχής, η ανακάλυψη της εικόνας του Θεού στα βάθη του ανθρώπου, η καταξίωσή του. Με την άσκηση γινόμαστε περισσότερο άνθρωποι. Διότι με την άσκηση ζει περισσότερο η ψυχή μας, και η ψυχή είναι βασικά που μας καθιστά ανθρώπους. Έλεγε κάποιος που, όταν γνώρισε την πίστη, άρχισε να ζει και με νηστεία: «Όσο νηστεύω, τόσο νιώθω να ζωντανεύει η ψυχή μέσα μου, υποχωρεί η σάρκα και έρχεται η ψυχή στην επιφάνεια. Όπως όταν υποχωρούν τα νερά, βγαίνει στην επιφάνεια ο πυθμένας με όλο τον πλούτο του».
Με την άσκηση κάνουμε πνευματική τη σάρκα μας. Και αν δεν γίνει αυτό, αν δεν γίνει πνευματική η σάρκα μας, τότε αναγκαστικά γίνεται σαρκικό το πνεύμα μας. Ο άνθρωπος, που πλάσθηκε «καθ’ ομοίωσιν Θεού», γίνεται όλος σάρκα!…
Η άσκηση μας βοηθάει να παίρνουμε την προσοχή μας από τον έξω άνθρωπο και να στρεφόμαστε εντός μας. Ανακαλύπτουμε τον «έσω» άνθρωπο», ζει «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος», πεθαίνει ο παλαιός και ανασταίνεται μέσα μας «ο καινός άνθρωπος ο κατά Θεόν κτισθείς» (Εφ. γ 16, Α Πέτρ. γ 4, Εφ. δ 24). Με την άσκηση επομένως φέρνουμε στην επιφάνεια τον αληθινό άνθρωπο και ανακαλύπτουμε τον Θεό, διότι ο Θεός κρύβεται στα βάθη μας.
Καταλαβαίνουμε έτσι τι σημασία έχει το να φάμε κάτι η να μην το φάμε. Ότι δεν είναι παράδοξο να πούμε: «Αυτό δεν θα το φάω για την αγάπη του Χριστού». Καταλαβαίνουμε με την άσκηση τι σχέση μπορεί να έχει το φαγητό με την αγάπη του Θεού. Και ότι ο Θεός με την άσκηση, π.χ. με τη νηστεία, δεν θέλει να μας στερήσει το φαγητό, αλλά να μας βοηθήσει να το φάμε σωστά, έτσι που να μην τρέφει μόνο το σώμα, αλλά να χορταίνει και την ψυχή. Από την Κυριακή των Απόκρεω και για περισσότερες από 50 μέρες δεν τρώμε κρέας. Αυτό μας βοηθάει, εφόσον με το σωστό πνεύμα νηστεύουμε, όταν θα φάμε το κρέας την Κυριακή του Πάσχα, να το φάμε με τέτοιον τρόπο, που να αυξάνει και το φαγητό τη χαρά της γιορτής και να δοξάζεται έτσι ο Θεός και με το φαγητό μας: «Είτε εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε», διδάσκει ο απόστολος Παύλος (Α Κορ. ι 31).
Ο Χριστιανός δεν μπορεί πάντα να καλοπερνά, δεν είναι δυνατόν ο πνευματικός αγωνιστής να ζει διαρκώς με ανέσεις. Μέσα στην Αγία Γραφή ο αυθεντικός αγωνιστής της πίστεως παρουσιάζεται συχνά με τις εκφραστικές εικόνες του στρατιώτη, του μαχητή, του αθλητή, του δρομέα, του παλαιστή, του πυγμάχου. Δηλαδή του ασκητή.
Οι αθλητές ζουν με άσκηση που θα μπορούσαμε να την ζηλέψουμε οι σύγχρονοι Χριστιανοί. Εμείς ζούμε συνήθως με καλοπέραση και δεν θέλουμε να στερηθούμε όχι βέβαια τα απαραίτητα, αλλά ούτε και τα περιττά, εκείνα που συντελούν στο να ζούμε μια άνετη ζωή. Αλλά «ουδείς εν τω ουρανώ ανήλθε μετά ανέσεως»[3].
Οι αθλητές ζουν με πολλούς περιορισμούς, με πρόγραμμα, με ειδική αυστηρή δίαιτα, με συχνές εξαντλητικές ασκήσεις. Και αυτό για να πετύχουν μια καλύτερη επίδοση, να βελτιώσουν έστω ελάχιστα το άλμα τους, να φθάσουν στο τέρμα του δρόμου έστω κατά ένα ελάχιστο διάστημα χρόνου πιο μπροστά από τους άλλους, να ρίξουν τη σφαίρα έστω ένα εκατοστό πιο μακριά. Πόσοι κόποι και πόση αφοσίωση για κάτι τόσο μικρό και λίγο! Εμείς δεν θα καταβάλουμε τη μικρή προσπάθεια που απαιτείται, όχι για να φθάσουμε λίγο πιο πέρα, αλλά για να υπερβούμε τα όρια αυτού του κόσμου και να εισέλθουμε στην αιωνιότητα; Εμείς δεν θα κάνουμε λίγη άσκηση, όχι για να πετύχουμε για μια μόνο στιγμή ένα άλμα ελάχιστα πιο ψηλά από τη γη, αλλά για ν’ ανεβούμε και να ζήσουμε αιώνια στον ουρανό, στον Παράδεισο του Θεού;
[1] Μ. Βασιλείου, Περί νηστείας Λόγος Β΄, ΕΠΕ 6, 56.
[2] Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία εἰς τό «Πρόσεχε σεαυτῷ», ΕΠΕ 6, 224.
[3] Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Εὑρεθέντα Ἀσκητικά, ἐκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977, Λόγος Δ΄, σελ. 17.
Πηγή: (αρχιμ. Αστερίου Σ. Χατζηνικολάου, από το βιβλίο «Ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα», εκδ. Ο Σωτήρ), Χριστιανική Φοιτητική Δράση
Σὰν αὔριο τῆς Σταυροπροσκύνησης γεννήθηκα. Ἦταν ἡ μέρα ποὺ ἦρθα στὴν ζωή. Προσπάθησαν νὰ μὲ ρίξουν πολλὲς φορές. Κανεὶς δὲν χάρηκε. Δεν ἤθελαν ἄλλο παιδί. Ἀπὸ τύχη γεννήθηκα.
Περπατοῦσε μέρα καὶ νύχτα στοὺς δρόμους τῆς πόλης σὰν ἀερικό. Στὸ ἕνα χέρι ἕνα ποτήρι μπίρα καὶ στὸ ἄλλο ἕνα ἀτελείωτο τσιγάρο. Γελοῦσε καὶ κουβεντίαζε μὲ σκιές.
Ἔβριζε τὴν μοίρα του καὶ κοιμόταν ὅπου ἔβρισκε.
Τὸ καλοκαίρι σὲ παγκάκια κάτω ἀπὸ δέντρα καὶ τὸ χειμώνα σὲ εἰσόδους πολυκατοικιῶν. Εἶχε σπίτι.
Τὸ πατρικό του, ἀλλὰ σπάνια πήγαινε.
Ἄντε γιὰ κανένα μπάνιο.
Ἴσως σὲ κάποια μεγάλη ἐπέτειο, ὅπως ἔλεγε. Δίπλα του σὲ κάθε βῆμα ὑπῆρχαν σκυλιά. Ἄλλοτε γάτες.
Μερικὲς φορὲς κρατοῦσε ποντίκια.
Τὰ μεγάλωνε μέσα στὶς μεγάλες καὶ βαθιὲς τσέπες τοῦ σκισμένου καὶ λιγδιασμένου σακακιοῦ του.
Σόκαρε.
Τοῦ ἄρεσε νὰ προκαλεῖ τὸν φόβο στοὺς νοικοκυραίους.
Στοὺς «καθὼς πρέπει» πολίτες, ποὺ σέβονταν τοὺς νόμους καὶ κυρίως ἦταν «ἐχέφρονες». Ἐνῶ ἐκεῖνος γιὰ ὅλους ἦταν ὁ «τρελός» τῆς γειτονιᾶς. Ἐγὼ τὸν γνώρισα στὸ καφενεῖο. Καθόταν ὅπως πάντα μόνος. Βυθισμένος στὶς σκέψεις.
Στὸ δεξί του χέρι ἕνα ποτήρι ἀλκοόλ.
Στὸ ἀριστερὸ ἕνα τσιγάρο τὸ ὁποῖο δὲν ἔσβηνε ποτέ.
Λὲς καὶ εἶχε τάμα τὴν καταστροφή του. Ἔπαιρνε τὴ μπίρα στὸ χέρι καὶ πηγαινοερχόταν μὲ βιαστικὰ βήματα μὲς στὸ μαγαζί.
Καμιὰ φορᾶ, ἅμα αἰσθανόταν πιὸ καλὰ ἔπαιζε κανένα τάβλι.
Γελοῦσε μὲ τὴν ψυχή του.
Ἐὰν κέρδιζε τὴν παρτίδα, ἐνίωθε σπουδαῖος καὶ καυχιόταν γιὰ τὶς ἐπιδόσεις του.
Λένε ὅτι ὅλα ξεκίνησαν ὅταν ἦταν ἔφηβος.
Τότε χάθηκε στοὺς λαβυρίνθους τοῦ μυαλοῦ του.
Ἄρχισε νὰ μιλάει μὲ σκιές.
Νὰ ἀκούει φωνές.
Φανταζόταν σκηνὲς ποὺ προβάλλονται κάθε ἀργὰ στὸ βουβὸ σινεμὰ τοῦ πόνου του.
Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἦταν εἰρηνικὸς καὶ ἄκακος. Ἥσυχος καὶ ἀθόρυβος.
Μιλοῦσε καὶ χαμογελοῦσε σὲ ὅλους.
Ὅταν τὸν χαιρετοῦσες ἄνθιζε τὸ πρόσωπό του. Μονάχα μὲ ὁρισμένους ἦταν κάπως ἐπιφυλακτικὸς καὶ ἀπόμακρος.
Ἐνίωθε μὲ ἕνα δικό του τρόπο τὴν σκληρότητα ποὺ ἔκρυβαν.
– Αυτούς νὰ τοὺς προσέχετε, συμβούλευε τοὺς θαμῶνες τοῦ καφενείου.
Εἶναι κακοὶ ἄνθρωποι.
Κάτω ἀπὸ τὴν γραβάτα ὑπάρχει βρωμιά. Μυρίζει ἡ καρδιὰ τοὺς πονηριά.
Παρ’ ὅλα τὰ προβλήματά του, δὲν ἔπαψε οὔτε μία στιγμὴ νὰ πλάθει ὄνειρα.
Νὰ κοιμᾶται στὴν ἀγκαλιὰ τῆς προσωπικῆς του ἐλπίδας.
Νὰ πίνει πρωινὸ μὲ πρόσωπα τῆς φαντασίας του καὶ νὰ κοιμᾶται στὶς γλυκιὲς ἀγκαλιὲς τῶν ὀνείρων του.
Αὐτοὶ τουλάχιστον νοιάζονται γιὰ κεῖνον.
Τὸν γλυκοχαιρετοῦσαν καὶ τὸν προσεχαν.
Καὶ ἂς μὴν ὑπῆρχαν.
Οἱ ἄλλοι, οἱ «κανονικοί», τὸν κυνηγοῦσαν. Κρυφὰ τὸν λοιδοροῦσαν.
Κι αὐτὰ τὰ βλέμματά τους, πόσο πολὺ τὸν τυραννοῦσαν.
Γεμάτα οἶκτο καὶ λύπηση.
Ἀπόρριψη καὶ περιφρόνηση ποὺ κόβει σὰν τζάμι.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τοὺς κοιτοῦσε στὰ μάτια. Σχεδὸν καθόλου.
Εἶχε σκυμμένο τὸ κεφάλι καὶ μετροῦσε τὰ βήματά του στὰ σοκάκια τῶν μονολόγων του. Λὲς καὶ περίμενε ν’ ἀλλάξει ὁ δρόμος τῆς ζωῆς του.
Ἕνα βράδυ τὸν κέρασα μία μπίρα.
Τὴν δέχτηκε μὲ χαμόγελο.
Ἔστρεψε τὸ πρόσωπό του καὶ μὲ κοίταξε κατευθείαν στὰ μάτια, σπάνιο φαινόμενο γιὰ ἐκεῖνον.
Λὲς καὶ ἤθελε νὰ μοῦ κάνει κάποια μεγάλη δήλωση.
Μία σπουδαία ἀνακοίνωση.
– Φίλε, αὔριο ἔχω ἐπέτειο.
– Τί ἐπέτειο, βρὲ ; τοῦ ἀπάντησα μὲ ἀπορία. Μήπως ἐννοεῖς γενέθλια;
– Ὄχι. Ἐπέτειο. Ξέρω τί σου λέω.
Σὰν αὔριο τῆς Σταυροπροσκύνησης γεννήθηκα. Ἦταν ἡ μέρα ποὺ ἦρθα στὴν ζωή.
Κανεὶς δὲν χάρηκε.
Κανεὶς δὲν γέλασε.
Ἦταν ὅλοι τους βουβοὶ καὶ τρομαγμένοι.
– Ποῦ τὸ ξέρεις, ρέ; Γιατί τὸ λές;
– Ναί, ξέρω τί σου λέω.
Κανεὶς δὲν χάρηκε.
Μοῦ τὸ εἶπε ὁ μεγάλος μου ἀδελφός.
Δὲν ἤθελαν ἄλλο παιδὶ καὶ ἐγὼ τοὺς ἔτυχα.
Ἀπὸ τύχη γεννήθηκα.
Θύμωσαν μαζί μου.
Ντρεπόντουσαν γιὰ μένα.
Δὲν μὲ ἤθελαν.
Ἡ μάνα ντρεπόταν νὰ μὲ θηλάσει.
Πῆρε φάρμακα γιὰ νὰ σταματήσει τὸν θηλασμό.
«Σὲ τέτοια ἡλικία νὰ δείχνω τὰ στήθη μου; Ντροπῆς εἶναι».
Σὲ αὐτὸ συμφωνοῦσε καὶ ἡ γιαγιά μου.
Ἡ μάνα τοῦ πατέρα μου.
Δύστροπη καὶ σκληρὴ γυναίκα.
Ἔζησε σὲ ἐποχὲς ὅπου τὸ κορίτσι θεωρούταν κατάρα γιὰ μία οἰκογένεια.
Ἡ δὲ ζωὴ τῆς γυναίκας σκέτη κόλαση.
Ὑποταγή, ὑποτέλεια, βία καὶ περιθώριο.
Λίγο καλύτερα ἀπὸ τὰ ζῶα τῆς φαμίλιας.
Ἔτσι ἡ γιαγιὰ μισοῦσε τὴν ζωή.
Ὁτιδήποτε εἶχε σχέση μὲ τὴν χαρὰ τῆς ζωῆς. Δὲν ἔζησε αὐτή, δὲν χάρηκε, κανεὶς νὰ μὴν χαρεῖ.
Αὐτὸ ἦταν τὸ κρυφό της δόγμα.
Ἔλεγε καὶ ξανάλεγε στὴ μάνα μου,
«Τί τὸ θέλατε τὸ παιδὶ σὲ τέτοια ἡλικία; Νὰ σᾶς κοροϊδεύει ὁ κόσμος ὅτι δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε καλὰ τὶς ὁρμές σας; Ρεζίλι γίναμε σὲ ὅλο τὸ χωριό».
Προσπάθησαν νὰ μὲ ρίξουν πολλὲς φορές.
Τί μπουνιὲς ἔδινε ὁ πατέρας στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας, τί βίαιες καὶ κουραστικὲς δουλειὲς τίποτα.
Δὲν ἔλεγα νὰ τὸ κουνήσω.
Μέσα ἐκεῖ, γραπωμένος ἀπὸ τὴν ζωή.
Λένε οἱ παλιοὶ ὅτι ἅμα εἶναι νὰ παιδευτεῖς, θὰ παιδευτεῖς.
Δὲν τὴν γλυτώνεις.
Καὶ ἐγώ, φίλε μου, παιδεύομαι ἀπὸ τὴν πρώτη ἀνάσα ζωῆς.
Κατάλαβες τώρα, γιατί σου λέω ὅτι δὲν μὲ ἤθελες κανείς;
Αὐτὸ τὸ βασανιστικὸ ἐρώτημα στοιχείωσε μέσα στὴν ὕπαρξή μου.
Ξημερώνει, βραδιάζει καὶ ἐγὼ διερωτῶμαι,
«Μὲ θέλεις κανείς;».
Μόλις τελείωσε τὴν φράση αὐτὴ πετάχτηκε πάνω λὲς καὶ τὸν χτύπησε ἠλεκτρικὸ ρεῦμα.
– Ἄντε, καληνύχτα.
Εὐχαριστῶ γιὰ τὴν μπίρα.
Μέχρι νὰ σηκωθῶ εἶχε χαθεῖ τρέχοντας στὰ παρακάτω στενὰ γύρω ἀπὸ τὸ καφενεῖο.
Εἶχε τοὺς δικούς του ρυθμούς, τὰ δικά του ὅρια καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα τὸν δικό του κόσμο ποὺ δὲν χωροῦσαν καθωσπρεπισμοί.
Ὅλα ἦταν ἐλεύθερα, αὐθεντικά.
Ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τὰ παιδιά, τοὺς παπποῦδες καὶ τὰ ἀδέσποτα ζῶα.
Ὅλους τους ἀδύναμους.
Ἐνίωθε ὅτι συγγένευαν μαζί του.
Μία σχέση πέρα ἀπὸ τὸ μυαλὸ καὶ τὴν λογικὴ ἔρεε μέσα του μὲ αὐτὲς τὶς ὑπάρξεις.
Τὸ πατρικό του σπίτι τὸ εἶχε γεμίσει σκύλους καὶ γάτες.
Χελῶνες, μικρὲς κουκουβάγιες καὶ νυχτερίδες. Περνοῦσε, τὰ τάιζε καὶ ἔπειτα χανόταν καὶ πάλι στοὺς δρόμους.
Εἶχε συμφιλιωθεῖ ἀπόλυτα μαζί τους.
Ὁ κόσμος τῆς λογικῆς τὸν εἶχε ἀπορρίψει.
Ὁ κόσμος ὅμως τῆς «ἀλόγου» φύσεως τὸν εἶχε ἀγαπήσει καὶ ἐντάξει ἀπόλυτα στὴν κοινωνία του.
Τὰ βράδια, ἔπαιρνε κάποιο ἀπὸ τὰ σκυλιὰ τοῦ σπιτιοῦ καὶ κατέβαινε σὲ φτωχογειτονιὲς τῆς πόλης.
Ὅπου ἔβρισκε μία γριὰ ἢ ἕνα γέρο μόνο του βουτηγμένο στὴν μοναξιά, τὸν ἀγκαλίαζε, τοῦ ἔκανε ἀστεία καὶ καθόταν γιὰ παρέα.
Ἔπαιρνε μπίρες ἀπὸ τὸ περίπτερο καὶ κουβεντίαζε μὲ τὶς ὧρες μαζί τους.
Ἔλεγε ὅτι, ἐπειδὴ ἐνίωθαν τελειωμένοι, ἦταν ὡραῖοι.
Ἡ σωματικὴ ἀδυναμία ἄνθιζε μία δύναμη στὴν ψυχή τους.
Τοῦ ἄρεσε ἡ παρέα τους.
– Νὰ σοὺ κάνω, παιδί μου, ἕνα καφεδάκι;
– Ὄχι, ρὲ θεία, τί νὰ τὸν κάνω τὸν καφέ; Ὁ καφὲς εἶναι γιὰ κείνους ποὺ θέλουν νὰ θυμοῦνται.
Ἐγὼ προτιμῶ νὰ ξεχνῶ.
Νὰ μὴν σκέφτομαι.
Νὰ ἡσυχάζει ὁ νοῦς μου.
Ἔτσι ἡ μπιρίτσα κάνει καλύτερη δουλειά.
Μὲ ζαλίζει.
Θολώνει τὸ μυαλὸ καὶ δὲν καταλαβαίνω τίποτα. Μὲ νιώθεις;
Οἱ γερόντοι ἔγνεφαν συγκαταβατικὰ κι ἂς μὴν καταλάβαιναν τίποτα ἀπολύτως.
Ἡ οὐσία γι’ αὐτοὺς ἦταν ὅτι εἶχαν μία παρέα. Ἕναν ἄνθρωπο νὰ ποῦν μία κουβέντα.
Γιὰ τὰ περασμένα μεγαλεία τους, τοὺς ἄνδρες ποὺ τὶς τυραννοῦσαν, γιὰ τὰ παιδιά τους ποὺ ἔλειπαν στὰ ξένα.
Οἱ περισσότεροι γιὰ τὴν ἐγκατάλειψη ποὺ ἐνίωθαν.
Ἐκεῖνος τοὺς ἄκουγε. Δὲν μαρτυροῦσε τὰ μυστικά τους καὶ τὸ κυριότερο δὲν ἀπέρριπτε κανένα.
Ἀντιθέτως τοὺς ἔδινε μὲ τὸν δικό του τρόπο δύναμη.
– Ἔλα, μωρὲ θεία.
Ὅλοι λίγο πολὺ σταυρωμένοι εἴμαστε σὲ αὐτὸ τὸν ντουνιά.
Κάθε σπίτι καὶ καημός.
Κάθε ἄνθρωπος καὶ βάσανα.
Εἶδες ἐσὺ κανένα νὰ μὴν κουβαλάει σταυρό;
Δὲς καὶ ἐμένα ποὺ εἶμαι ἕνα ρεμάλι.
Κανεὶς δὲ μὲ ὑπολογίζει.
Ὅλοι μὲ λυποῦνται καὶ μὲ φωνάζουν, «τρελό», «κακομοίρη», «ἄχρηστο».
Ἐντάξει ὅμως.
Ζῶ καὶ ἐγώ.
Ἀντέχω.
Ἐφτίαξα τὸν δικό μου κόσμο καὶ εἶμαι πρίγκιπας.
Αὔριο ξημέρωνε τῆς Σταυροπροσκύνησης. Γιόρταζε.
Σκέφτηκε νὰ πάει σπίτι.
Νὰ κάνει κανένα μπάνιο.
Νὰ ἀλλάξει τὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσε σχεδὸν ἔξι μῆνες.
Οἱ γείτονες τοῦ ἄφηναν στὴν πόρτα κανένα ρουχαλάκι.
Καλὰ ἦταν.
Φορεμένα, ἀλλὰ καθαρὰ καὶ σιδερωμένα. Σκέφτηκε ὅτι εἶχε νὰ πάει πολὺ καιρὸ στὴν ἐκκλησία.
Τοῦ εἶχε λείψει.
Δὲν μποροῦσε νὰ παραμείνει πολλὴ ὥρα μέσα στὸ ναό, μία καὶ δὲν ἡσύχαζε τὸ βῆμα του, ἀλλὰ ὡστόσο θὰ ἄναβε τὸ κερί του καὶ θὰ ἔκανε τὸν Σταυρό του.
Πῆγε σπίτι.
Πλύθηκε.
Ἔβαλε τὰ καθαρὰ ροῦχα καὶ κατέβηκε στὴν ἐκκλησία.
Εἶχε ἀρκετὸ κόσμο.
Ἄναψε κερὶ καὶ σταμάτησε δίπλα σὲ ἕνα παιδί. Ἐκεῖ ἀναπαυόταν.
Ἐνίωθε πιὸ οἰκεία.
Τοὺς ἐνήλικες δὲν τοὺς ἐμπιστευόταν.
Κάθισε κατάχαμα.
Δὲν ἤθελε τὶς καρέκλες.
Ἄλλωστε ἤξερε ὅτι δὲν θὰ μπορέσει νὰ μείνει πολύ.
Θὰ τὸν ἐπίανε πάλι αὐτὴ ἡ νευρικότητα.
Ἡ τρεχάλα.
Ἡ λειτουργία ἦταν ὑπέροχη.
Ἐνίωθε πολὺ ὄμορφα.
Τὸν εἶχε συνεπάρει τόσο πολὺ ποὺ ξέχασε τὰ τρελὰ βήματά του.
Εἶχε εἰρηνεύσει ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα του.
Μία γλυκιὰ ὑπερκόσμια ἡδονὴ ἔρεε μέσα στὸ εἶναι του.
Ποτὲ δὲν εἶχε νιώσει τέτοια θαλπωρή.
Τέτοιο δυνατό, ζεστὸ καὶ ὄμορφο συναίσθημα. Λὲς καὶ κάποιος τὸν ἀγαποῦσε.
Λὲς καὶ κάποια τὸν κρατοῦσε ἀγκαλιά.
Αἰσθάνθηκε ἕναν γλυκὸ ὕπνο νὰ ξελογιάζει τὰ μάτια του.
Ἔγειρε τὸ κορμί του στὸ πάτωμα.
Ξάπλωσε.
Σταύρωσε τὰ χέρια του στὸ στῆθος καὶ μάζεψε τὰ πόδια του στὴν κοιλιά του.
Ἔγινε ἕνα κουβαράκι.
Σὰν μικρὸ παιδί.
Μερικοὶ γέλασαν.
Ἄλλοι πάλι ἐκνευρίστηκαν μὲ τὴν ἀσέβειά του. Τί στάση ἦταν αὐτὴ μέσα στὸ ναὸ καὶ μάλιστα ἐν ὥρα Λειτουργίας;
Ἄσχημα πράγματα.
Μερικοὶ εἶπαν νὰ τὸν ξυπνήσουν.
Νὰ τὸν σκουντήξουν. Ὁρισμένοι ὅμως ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν τοὺς ἐμπόδισαν.
– Ἀφῆστε τὸν. Δὲν ἐνοχλεῖ κανένα.
Ἐκεῖνος ἔδειχνε τόσο εὐτυχισμένος.
Τόσο χαρούμενος καὶ γαλήνιος.
Λουσμένος στὸ φῶς.
Ἔφεγγε μακαριότητα, ποὺ ἔλειπε ἀπὸ ὅλους τους ἐπικριτές του καὶ ἂς μιλοῦσαν μὲ τόσο «σεβασμὸ» καὶ θρησκευτικὸ στόμφο γιὰ τὰ τελούμενα μυστήρια.
Ἐκεῖνος εἶχε τὴν Χάρη καὶ αὐτοὶ τὸν νόμο.
Ἡ λειτουργία τελείωσε.
Ὁ Σταυρὸς ἦταν πλέον στὴν μέση του ναοῦ. Στολισμένος μὲ ἄνθη ποὺ μοσχοβολοῦσαν ἐλπίδα.
Οἱ πιστοὶ εἶχαν σηκωθεῖ ἀπὸ τὶς θέσεις τους, σχηματίζοντας οὐρὲς γιὰ τὸ ἀντίδωρο.
Αὐτὸς δὲν ἔλεγε νὰ ξυπνήσει.
Στὴν ἴδια θέση γαλήνιος.
Στὴν ἴδια στάση ἀκίνητος καὶ φωτεινός.
Ὁ πάπα Χρῆστος εἶπε νὰ φωνάξουν τοὺς ἐπιτρόπους.
– Καλὰ δὲ βλέπετε τὸ παλικάρι: Ξυπνῆστε τὸν νὰ πάρει κι αὐτὸς ἀντίδωρο. Νὰ πάει σπίτι του.
– Σήκω, νεαρέ. Ξύπνα. Τελειώσαμε, εἶναι ὥρα νὰ πηγαίνεις.
Ἐκεῖνος ὅμως εἶχε μόλις ἀρχίσει.
Στὸ ναὸ εἶχε μείνει μονάχα τὸ σῶμα του.
Ἡ ψυχὴ τοῦ ταξίδευε.
Στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία ὁ ναὸς γέμισε ἀπὸ παιδιὰ καὶ γέρους.
Στὴν αὐλή, μπροστὰ στὴν πόρτα, εἶχαν παραταχθεῖ σκύλοι καὶ γάτες.
Λὲς καὶ κάποιος μυστικὰ τοὺς εἶχε εἰδοποιήσει. Οἱ ἀγαπημένες τοῦ γιαγιάδες ξαγρύπνησαν δίπλα στὸ λείψανο τοῦ γλυκοῦ «τρελοῦ» τους. Ὅλοι οἱ «ἀνώνυμοι» ἦταν ἐκεῖ.
Τὸν ἔθαψαν ὅπως τὸν βρῆκαν.
Σὲ στάση ἐμβρύου...
Φωτογραφία από την καθέλκυση του θωρηκτού «ΑΒΕΡΩΦ» στα ναυπηγεία FRATELLI ORLANDO του Λιβόρνο στις 12 Μαρτίου του 1910. Το θωρηκτό παρελήφθη από την Ελληνική κυβέρνηση το Μάιο του 1911 και στοίχισε με τα πυρομαχικά του περίπου ένα εκατομμύριο λίρες Αγγλίας. Το ένα τέταρτο του ποσού αυτού καλύφθηκε από το Κληροδότημα του Μεγάλου Ευεργέτη, Γεώργιου Αβέρωφ
Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» υπήρξε το ιστορικότερο πλοίο της νεότερης Ελλάδας. Πήρε το όνομα θωρηκτό, ενώ στην πραγματικότητα ήταν θωρακισμένο καταδρομικό κλάσης «ΠΙΖΑ».
Ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία Ορλάντο στο Λιβόρνο της Ιταλίας κατά τη χρονική περίοδο 1908 έως 1911. Τότε η Ελληνική κυβέρνηση δαπάνησε 22.300.000 δρχ. για την αγορά του. Τα 8 εκατομμύρια δρχ. προέρχονταν από το 20% της κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ. Ο Γεώργιος Αβέρωφ παραχώρησε με διαθήκη στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899 (χρονολογία δημοσίευσης της διαθήκης) το παραπάνω ποσό για τη ναυπήγηση πολεμικού πλοίου που θα έφερε το όνομά του και θα χρησιμοποιείτο ως εκπαιδευτικό πλοίο από τη «Σχολή Ναυτικών Δοκίμων». Το υπόλοιπο ποσό καλύφθηκε από το Δημόσιο Ταμείο. Για τον εφοδιασμό του πλοίου με πυρομαχικά διατέθηκαν από το Δημόσιο Ταμείο επιπλέον 3.5 εκατομμύρια δρχ.
Η αγορά του πλοίου προέκυψε από την επιτακτική ανάγκη για τη δημιουργία αξιόμαχου στόλου από την Ελλάδα. Το 1897 το Ελληνικό πολεμικό ναυτικό διέθετε μια ελάχιστη δύναμη απαρχαιωμένων τορπιλοβόλων και τριών γαλλικών θωρηκτών που είχαν κατασκευαστεί το 1888.
Η ανάγκη αυτή είχε ως αποτέλεσμα στα τέλη του 1908 να ενισχυθεί ο στόλος με 4 καινούρια αγγλικά και 4 γερμανικά αντιτορπιλικά. Σε αυτά επρόκειτο να προστεθεί και το θωρηκτό, καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ».
Όταν ενδιαφέρθηκε για την αγορά του η Ελλάδα, το πλοίο κατασκευαζόταν, ενώ είχε ακυρωθεί η παραγγελία του. Για την αγορά του είχε ενδιαφερθεί και η Τουρκία. Ευτυχώς, όμως, κάτι τέτοιο δεν επετεύχθη.
Φωτογραφία από την τελετή του Αγιασμού όπου χοροστάτησε ο Αρχιμανδρίτης Σ. Καιροφίλας στο χώρο των ναυπηγείων υπέρ του θριάμβου του θωρηκτού « ΑΒΕΡΩΦ» λίγο πριν τη γιορτή της καθέλκυσης.
Η Ελλάδα τότε με κυβερνήτη τον Μαυρομιχάλη κατάφερε την αγορά του και μάλιστα σε τιμή χαμηλότερη κατά 2 εκατομμύρια δρχ. σε σχέση με την τιμή πώλησης των δύο ομοίου τύπου πλοίων που κατασκευάστηκαν. Αυτό το πέτυχε, προκαταβάλλοντας το 1/3 της συνολικής αξίας του πλοίου. Έτσι, καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου 1910 και μετά από δοκιμές διάρκειας 1 έτους παραλήφθηκε στις 16 Μαΐου 1911 από την Ελλάδα.
Τότε το πλοίο με κυβερνήτη τον Ι. Δαμιανό απέπλευσε για την Αγγλία, προκειμένου να λάβει μέρος στις εορτές στέψης του Βασιλιά Γεωργίου Ε΄ στο Πόρτσμουθ, αλλά ταυτόχρονα και για να εφοδιασθεί με πυρομαχικά. Κατά τη μετάβασή του εκεί στις 19 Ιουνίου 1911 προσάραξε σε ύφαλο και χρειάστηκε να δεξαμενιστεί. Τότε εμφανίστηκαν κάποια επεισόδια απειθαρχίας, οπότε λίγες μέρες μετά, στις 8 Ιουλίου, ο Κυβερνήτης αντικαταστάθηκε από τον πλοίαρχο Παύλο Κουντουριώτη που πέτυχε την αποκατάσταση της τάξης.
Στις 20 Αυγούστου απέπλευσε από την Αγγλία και την 1η Σεπτεμβρίου κατέπλευσε στο Φάληρο όπου πλωτά μέσα και κόσμος του επεφύλασσαν φρενήρη υποδοχή. Πρέπει να σημειωθεί ότι εκείνη την εποχή το «Γ. Αβέρωφ» ήταν το πιο σύγχρονο και ισχυρό πλοίο στην Ανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα στο Αιγαίο.
Το θωρηκτό έχει μήκος 140,5 μέτρα και πλάτος 21 μέτρα. Το βύθισμά του ήταν 7,5 μέτρα και το εκτόπισμά του 10.113 τόνοι. Η μηχανή προώθησης αποτελείτο από 2 τετρακύλινδρες παλινδρομικές ατμομηχανές τριπλής εκτόνωσης, 2 προωστήρες, 22 γαλλικούς λέβητες υδραυλικού συστήματος Bellevill, ενδεικτικής ιπποδύναμης 19.000 ίππων. Οι μηχανές ήταν ιταλικές και οι γεννήτριες γερμανικές. Η καύσιμη ύλη ήταν 1.500 τόνοι άνθρακα. Η μέγιστη ταχύτητά του ήταν 23 κόμβοι (την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου είχε μειωθεί στους 16 κόμβους).
Για οπλισμό έφερε 4 πυροβόλα των 9,2 ιντσών (234 χιλιοστών) συστήματος Armstrong (αγγλικά πυροβόλα) σε δύο δίδυμους πύργους κατά μήκος, ανά ένα σε πλώρη και πρύμνη, 8 πυροβόλα των 7,5 ιντσών (190 χιλιοστών) ομοίου συστήματος (αγγλικά επίσης) σε 4 δίδυμους πύργους ανά δύο εκατέρωθεν των πλευρών στο ύψος της μέσης, 14 ταχυβόλα των 75 χιλιοστών, 2 ταχυβόλα αντιαεροπορικά των 75 χιλιοστών, 4 ταχυβόλα των 47 χιλιοστών, 3τορπιλοσωλήνες (2 υποβρύχιοι πλευρικοί και 1 υποβρύχιος πρυμναίος) 17 ιντσών (430 χιλιοστών).
Επιστολικό δελτάριο με στιγμιότυπο από την τελετή καθέλκυσης του θωρηκτού «Αβέρωφ» στα ναυπηγεία FRATELLI ORLANDO.
Ο οπλισμός την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου μετετράπη σε 2 πυροβόλα των 23,4 εκατοστών σε 2 δίδυμους πύργους κατά το διάμηκες, 8 πυροβόλα των 19,5 εκατοστών σε 4 δίδυμους πλευρικούς πύργους, 8 πυροβόλα των 7,6 εκατοστών, 4 αντιαεροπορικά πυροβόλα των 7,6 εκατοστών και 6 πυροβόλα των 37 χιλιοστών. Οι τορπιλοσωλήνες είχαν αφαιρεθεί κατά τη μετασκευή του κατά το 1925/1926.
Η θωράκισή του ήταν στη ζώνη της ατράκτου 200 χιλιοστά μεσαία και 80 χιλιοστά ακραία, του καταστρώματος 50 χιλιοστά, πλευρικά 175 χιλιοστά, στα άκρα 100 χιλιοστά, του πυροβολείου 175 χιλιοστά και οι πύργοι των πυροβόλων 190 χιλιοστά.
Η ακτίνα ενέργειάς του ήταν 7.125 μίλια με ταχύτητα 10 κόμβων και 2.489 μίλια με ταχύτητα 18 κόμβων.
Το «Γ. Αβέρωφ» έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους, στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, στη Μικρασιατική εκστρατεία και στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο.
Στους Βαλκανικούς πολέμους πήρε μέρος ως ναυαρχίδα του Στόλου υπό τον Υποναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και Κυβερνήτη τον πλοίαρχο Σοφοκλή Δούσμανη. Το «Γ. Αβέρωφ» συμμετείχε στην απελευθέρωση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου που είχαν ως συνέπεια την κυριαρχία του Ελληνικού στόλου στο Αιγαίο.
Φωτογραφία του πληρώματος του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ» και του Επιτελείου του Ελληνικού Στόλου Αιγαίου μετά από δοξολογία στο κατάστρωμα του πλοίου.
Η υπεροχή του πλοίου φάνηκε με την αξιοποίηση της μέγιστης ταχύτητάς του, το μεγάλο βεληνεκές των πυροβόλων του αλλά και με την τακτική του Κουντουριώτη. Πλοίο και Κυβερνήτης είχαν γίνει μύθος. Οι Έλληνες το αποκαλούσαν ο «Τυχερός μπαρμπα Γιώργος» και οι Τούρκοι «Το διαβολοβάπορο» (Σεϊτάν παπόρ).
Στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ο Τουρκικός στόλος παρέμεινε στα Δαρδανέλια, λόγω της ναυτικής υπεροχής των Συμμάχων, οπότε οι υπηρεσίες του ήταν μικρές.
Στη Μικρασιατική εκστρατεία μετείχε στις επιχειρήσεις μεταφοράς στρατιωτών και στην κάλυψη των αποβατικών επιχειρήσεων στην Ανατολική Θράκη.
Το 1926 το θωρηκτό αναβαθμίστηκε με την προσθήκη αντιαεροπορικών πυροβόλων και τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων του.
Στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο τον Απρίλιο του 1941, λόγω της παλαιότητας του πλοίου και της ραγδαίας προέλασης των Γερμανών, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού σχεδίαζε τη βύθισή του αλλά το πλήρωμά του πήρε την πρωτοβουλία και διέφυγε στην Αλεξάνδρεια, όπου έφτασε χωρίς να έχει υποστεί ζημιές από Γερμανικούς βομβαρδισμούς. Κατά τη διάρκεια του πολέμου έκανε περιπολίες στον Ινδικό Ωκεανό.
Φωτογραφία. Το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» μετά την επιθεώρηση του στόλου στο Φάληρο, στις 5 Οκτωβρίου 1912, έτοιμο προς απόπλου.
Με την απελευθέρωση της Ελλάδας στις 17 Οκτωβρίου 1944, το «Γ. Αβέρωφ», επικεφαλής του Στόλου, μετέφερε την Ελληνική κυβέρνηση από την εξορία στην Αθήνα. Πλοίαρχος ήταν ο Σπυρίδων Μάτεσης ο οποίος υπήρξε και ο τελευταίος πλοίαρχος του «Γ. Αβέρωφ».
Το πλοίο αποσύρθηκε το 1952 και παρέμεινε αγκυροβολημένο στον Πόρο μέχρι 1983.
Το Πολεμικό Ναυτικό το 1984 αποφάσισε να το μεταφέρει στο Φάληρο και να το μετατρέψει σε πλωτό μουσείο, όπως και έγινε.
Το 2003 βραβεύτηκε για τις υπηρεσίες που προσέφερε με το Χρυσό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών.
Επίσκεψη ισχυρού συμβολισμού πραγματοποίησε ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Αντιστράτηγος Αλκιβιάδης Στεφανής.
O Αρχηγός ΓΕΣ, επισκέφθηκε την Περιοχή Ευθύνης της 3ης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας (3 Μ/Κ ΤΑΞ - «ΡΙΜΙΝΙ») και συγκεκριμένα το ΕΦ 1 χθες Σάββατο 10 και σήμερα Κυριακή 11 Μαρτίου.
Ο Αρχηγός παρακολούθησε δραστηριότητες του προσωπικού των τμημάτων της Προκάλυψης και διαπίστωσε το υψηλό ηθικό, τη γνώση της αποστολής και την ετοιμότητά του.
Πηγή: Οn Αlert
Ἀφιερώνεται στοὺς 4 πρώτους μαθητὲς τοῦ Ἑλληνικοῦ Μειονοτικοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου τῆς Ἴμβρου ποὺ ἐπαναλειτούργησε φέτος μετὰ ἀπὸ 49 χρόνια.
1. Εἰσαγωγὴ 1.1. Σκοποθεσία
Ὡς γνωστὸν ἡ Ἴμβρος καὶ ἡ Τένεδος εἶναι δύο γειτονικὰ νησιὰ τοῦ Βορειοανατολικοῦ Αἰγαίου οἱ γλωσσικὲς ντοπιολαλιὲς τῶν ὁποίων ἀνήκουν στὴ γενικότερη ὁμάδα τῶν νεοελληνικῶν καὶ εἰδικότερα τῶν λεγόμενων «βόρειων» ἰδιωμάτων (northern greek dialects) (1), σύμφωνα μὲ τὴν ἀνάλυση τοῦ Γ. Χατζιδάκι (2), τὰ ὁποῖα ἐμφανίζουν ὡς βασικό τους χαρακτηριστικὸ τὸ φωνολογικὸ φαινόμενο τῆς ἀποβολῆς τῶν ἀτόνων φωνηέντων /i, u/ καὶ τῆς τροπῆς τῶν ἐπίσης ἀτόνων /e, o/ σὲ /i, u/ ἀντίστοιχα (Hige Vowel Loss). Ὁ σκοπὸς καί, ὡς ἐκ τούτου, τὸ περιεχόμενο τῆς παρούσας σύντομης μελέτης προέκυψε ἀπὸ δύο βασικές μας διαπιστώσεις στὶς ὁποῖες ὁδηγηθήκαμε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς μακροχρόνιας ἐνασχόλησής μας μὲ τὸ γλωσσικὸ ἰδίωμα τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας μας, τῆς Ἴμβρου καὶ οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν τὰ ἐν λόγῳ ἰδιώματα.
Πρόκειται δηλ. ἀφενὸς γιὰ τὸν ἰδιαίτερα συντηρητικὸ χαρακτῆρα αὐτῶν ὡς ἀποτέλεσμα προφανῶς τῶν ἰδιαίτερων γεωγραφικῶν, ἱστορικῶν, κοινωνικῶν καὶ πολιτικῶν χαρακτηριστικῶν τῶν δύο νησιῶν ποὺ ἀναδεικνύεται μέσα ἀπὸ τὴ διατήρηση σημαντικοῦ ἀριθμοῦ ἀρχαιοελληνικῶν στοιχείων τὰ περισσότερα ἐκ τῶν ὁποίων δὲν ἀπαντοῦν στὴν ἐπίσημη Νεοελληνικὴ Κοινὴ καὶ ἀφετέρου γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ὁμοιοτήτων – κοινῶν στοιχείων ποὺ φαίνεται νὰ ἐμφανίζουν στὸ σύνολο τῶν γλωσσικῶν τους ἐπιπέδων (φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό, σημασιολογικό, λεξιλογικό). Βασικός μας στόχος λοιπὸν εἶναι ἡ ἀνάδειξη τῶν ἀρχαιοελληνικῶν λέξεων ποὺ ἀπαντοῦν αὐτούσιες (μὲ τὶς ὅποιες γλωσσολογικὰ δικαιολογημένες καὶ ἀναμενόμενες μεταβολὲς) συγχρόνως τόσο στὸ ἰμβριακὸ ὅσο καὶ στὸ τενεδιακὸ ἰδίωμα.
1.2. Μεθοδολογικὲς Ἀρχές
Τὸ γλωσσικὸ ὑλικὸ στὸ ὁποῖο στηρίζεται ἡ μελέτη εἶναι μᾶλλον ἀνισομερὲς ἀναφορικὰ μὲ τὰ δύο παραπάνω ἰδιώματα. Συγκεκριμένα, γιὰ τὸ ἰμβριακὸ ἰδίωμα εἴχαμε στὴ διάθεσή μας τὸ Λεξικὸ τοῦ Ἰμβριακοῦ Ἰδιώματος τοῦ γράφοντος ποὺ περιέχει 10.000 καὶ πλέον ἰδιωματικὰ λήμματα ἀπὸ τὴν Ἴμβρο τὰ ὁποῖα μὲ τὴ σειρά τους προέρχονται ἀπὸ συστηματικὴ δεκαπενταετῆ ἐνασχόληση, ἐπιτόπια ἔρευνα καὶ ἀποδελτίωση καθὼς καὶ δύο μελέτες τοῦ ἀείμνηστου Ν. Ἀνδριώτη (3) καὶ τοῦ γράφοντος (4) σχετικὰ μὲ τὴ διατήρηση ἀρχαιοελληνικῶν στοιχείων στὸ Ἰμβριακὸ ἰδίωμα.
Ἀντιθέτως, γιὰ τὸ τενεδιακὸ ἰδίωμα στηριχθήκαμε ἀποκλειστικὰ στὸ γλωσσάρι ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἀπ. Κερκινέογλου (5) ποὺ περιέχει 1.600 περίπου λήμματα τοῦ ἀντίστοιχου ἰδιώματος. Τὸ λεξιλογικὸ ὑλικὸ τῆς μελέτης μας κατατάσσεται στὸν παρακάτω τρίστηλο πίνακα ὡς ἑξῆς: Στὴν α΄ στήλη καταγράφονται σὲ ἀλφαβητικὴ σειρὰ οἱ λέξεις τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς ποὺ διατηροῦνται αὐτούσιες στὰ δύο ἰδιώματα ἐνῷ ἡ σημασία τους δίνεται μόνο σὲ περίπτωση διαφοροποίησης ἀπὸ αὐτὰ, ἐνῷ στὶς δύο ἑπόμενες στῆλες καταγράφονται οἱ ἀντίστοιχες λέξεις ὅπως αὐτὲς ἔχουν διατηρηθεῖ στὸ ἰμβριακὸ καὶ στὸ τενεδιακὸ ἰδίωμα ἀντίστοιχα μὲ συνοπτικὴ ἀναφορὰ τῆς σημασίας καθεμιᾶς.
3. Συμπεράσματα
Τὸ βασικὸ συμπέρασμα ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴ συγκριτικὴ / διαχρονικὴ μελέτη τῶν ἰδιωμάτων τῆς Ἴμβρου καὶ τῆς Τενέδου εἶναι μᾶλλον διττό: κατὰ πρῶτον, φαίνεται ὅτι τὰ 2 ἰδιώματα ἔχουν ἰδιαίτερα μεγάλο ἀριθμὸ κοινῶν στοιχείων, πρᾶγμα ποὺ εὐελπιστοῦμε νὰ μᾶς δοθεῖ ἡ εὐκαιρία νὰ διαπιστώσουμε καὶ μὲ ἄλλες ἀντίστοιχες συγκριτικὲς μελέτες. Κατὰ δεύτερον, τόσο τὸ ἰμβριακὸ ὅσο καὶ τὸ τενεδιακὸ γλωσσικὸ ἰδίωμα ἀποδεικνύονται ἰδιαίτερα συντηρητικὰ (τουλάχιστον ὡς πρὸς τὸν λεξιλογικὸ τομέα) καθὼς φαίνονται νὰ διατηροῦν μεγάλο ἀριθμὸ λέξεων τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς, ἰδιαίτερα μάλιστα ἂν ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν οἱ πολυάριθμες λεξιλογικὲς κατηγορίες ποὺ ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὴ μελέτη καὶ θὰ μποροῦσαν νὰ πολλαπλασιάσουν τὸν ἀριθμὸ τῶν λέξεων (6).
1. Σχετικὰ μὲ τὰ νεοελληνικὰ ἰδιώματα γενικὰ πβλ. τὸ εἰσαγωγικὸ ἔργο τοῦ Κοντοσόπουλος, Ν. 2001: Διάλεκτοι καὶ Ἰδιώματα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, Ἀθῆνα (Γρηγόρης). ἐνῷ σχετικὰ μὲ τὰ βόρεια νεοελληνικὰ ἰδιώματα πβλ. κυρίως Παπαδόπουλος, Α. 1926: Γραμματικὴ τῶν Βορείων Ἰδιωμάτων τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, Ἀθῆνα καὶ Φάβης, Β. 1951: «Ὁ δυναμικὸς τονισμὸς τῆς Βορείας Ἑλληνικῆς καὶ τὰ ἀποτελέσματα αὐτοῦ», Ἀθηνᾶ 55: 3-18.
2. Πβλ. Chatzidakis, D. 1892: Einleitung in die Neugriechische Grammatik, Leipzig: 343-353,
Χατζιδάκις, Γ. 1905: Μεσαιωνικὰ καὶ Νέα Ἑλληνικά, Ἀθῆνα (Πελεκάνος): 251-265. Ἐξάλλου, σχετικὰ μὲ διαφορετικὲς προτάσεις ταξινόμησης τῶν νεοελληνικῶν ἰδιωμάτων πβλ. Τζιτζιλής, Ν. 2000: «Νεοελληνικὲς Διάλεκτοι καὶ Νεοελληνικὴ Διαλεκτολογία», Ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα καὶ οἱ Διάλεκτοί της: 16-17, Trudgill, P. 2003: “Modern Greek dialects”, Journal of Greek Linguistics 4: 49-50 προηγούμενες) καὶ 50-61 (ἡ δική του).
3. Πβλ. Ανδριώτης, Ν. 1949: «Οἱ ἀρχαϊσμοί τοῡ γλωσσικοῡ ἰδιώματος τῆς Ἲμβρου», Ίμβρος 30:
117-119.
4. Πβλ. Τζαβάρας, Ξ. 2003: «Ἀχαϊκὰ στοιχεῖα στὸ γλωσσικὸ ἰδίωμα τῆς Ἴμβρου», Πρακτικὰ τοῦ Δ΄
Συνεδρίου Νεοελληνικῆς Διαλεκτολογίας, Αθήνα: 493-512.
5. Πβλ. Κερκινέογλου, Απ. 2009: Ἡ Τένεδος χωρὶς Τενεδιούς, Ἀθῆνα (Σύλλογος Τενεδίων «Ὁ Τέννης»).
6. Συγκεκριμένα, ἀπουσιάζουν λέξεις κοινὲς τῶν 2 ἰδιωμάτων μὲ μὴ ἀρχαιοελληνικὴ προέλευση, λέξεις ἀρχαιοελληνικὲς ἀλλὰ μὴ κοινές, λέξεις κοινὲς μὲ ἀρχαιοελληνικὰ στοιχεῖα ποὺ δὲν ἀπαντοῦν αὐτούσιες στὴν Ἀρχαία Ἑλληνικὴ, κ.λπ
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
7.5 Η διδασκαλία των Καθαρών
Εισαγωγή
Όταν ο Bompietro ρωτήθηκε από τους Δομινικανούς ανακριτές, ποια πίστη των Καθαρών και ποια σέκτα ακολουθούσε, απάντησε ότι δεν γνώριζε τις διαφορές στις πεποιθήσεις και τις σέκτες τους, αλλά πίστευε ότι οι αιρετικοί ήταν οι καλύτεροι των ανθρώπων[1]. Σήμερα, η πληροφόρηση για τις πεποιθήσεις, την διδασκαλία των Καθαρών, όπως και για τις διαφορές των σεκτών βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση. Το μυστικό τους δόγμα έχει αποκαλυφθεί, εξαιτίας δύο κυρίως παραγόντων· πρώτον της μεταστροφής κάποιων από αυτούς, οι οποίοι εγκατέλειψαν τον Καθαρισμό, επανήλθαν στον παπισμό και αποκάλυψαν όσα γνώριζαν· δεύτερον εξαιτίας της συστηματικής καταγραφής των ομολογιών των καταδικασμένων αιρετικών από τους ιεροεξεταστές. Τα πιο αξιόπιστα έργα σχετικά με τις αιρετικές δοξασίες έχουν γραφεί από ιεροεξεταστές και είναι αποτέλεσμα της πολύχρονης επαφής τους με την αίρεση. Όλα έχουν πολεμικό χαρακτήρα, κάποια άλλα είναι εγχειρίδια προς τους συναδέλφους τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πληροφορίες του ενός επιβεβαιώνουν αυτές κάποιου άλλου, οπότε τα όσα αναφέρονται, όσο εξωφρενικά και αν ακούγονται είναι διασταυρωμένα και επιβεβαιωμένα.
Στο πέμπτο μέρος δεν εξετάζεται το σύνολο της διδασκαλίας των Καθαρών, αλλά μόνο τα επίμαχα σημεία αυτής, τα δόγματα που απετέλεσαν τον θεμέλιο λίθο της ανάπτυξης αντίστοιχης διδασκαλίας μασόνων και νέο-εποχιτών. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για μια εξιχνίαση της σχέσης του Καθαρισμού με το ιδεολογικό περιβάλλον της σύγχρονης εποχής και τα παράξενά του. Έτσι επικεντρωνόμαστε στην εξέταση της δυαρχίας τους και τα παράγωγά της, τη μετενσάρκωση, το δόγμα του απόλυτου προορισμού, τον Λουσιφεριανισμό και, όσο και αν φαίνεται παράξενο, την σχέση Καθαρισμού και Μαγείας. Όταν κατανοηθούν τα παραπάνω, ο αναγνώστης θα είναι σε θέση να καταλάβει το ιδεολογικό μανιφέστο της παγκόσμιας κυριαρχίας των εξουσιαστών.
Καθαροί, μασόνοι, νέο-εποχίτες· που συμφωνούν; Μετενσάρκωση, απόλυτος προορισμός, εωσφορισμός· από πού προέρχονται; Παγκόσμια κυριαρχία, παγκόσμιοι πόλεμοι, μυστικές εταιρείες· ποια οι κοινή συνισταμένη τους; Γιατί οι αιρετικοί καταδικάζονταν για maleficium, όπως και οι μάγοι; Αυτά τα ερωτήματα απαντώνται παρακάτω.
7.5.1 Η δυαρχία
Οι Καθαροί, ως προέκταση του Βογομιλισμού στην Δύση, παρουσιάζει ακριβώς τις ίδιες εκδοχές της δυαρχίας, τις οποίες είδαμε στο 5.3.5α. Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι, όπως στον Βογομιλισμό αρχικά προβλήθηκε η μετριοπαθής δυαρχία[2] και στην συνέχεια με την ordo Drugunthia εμφανίστηκε η απόλυτη, το ίδιο συνέβη και με τους Καθαρούς, με ορόσημο για την εισαγωγή της απόλυτης δυαρχίας, την αποστολή του Νικήτα (κεφ. 5.3.3γ-δ & 7.3.4).
Οι δυαρχία εμφανίζεται και στους Καθαρούς σε τρεις εκδοχές:
«[1]* Περί των διαφόρων σεκτών των Καθαρών. Θα πρέπει να σημειωθεί εξαρχής ότι η κύρια αίρεση, δηλαδή οι Καθαροί, είναι διηρημένη σε τρία μέρη ή βασικές ομάδες, η πρώτη εκ των οποίων ονομάζεται οι Albanenses, η δεύτερη οι Concorezzenses και η τρίτη οι Bagnolenses· όλες αυτές είναι στην Λομβαρδία. Οι άλλοι Καθαροί, είτε της Τοσκάνης, είτε του March, είτε της Προβηγκίας, δεν διαφέρουν στις πεποιθήσεις από τους Καθαρούς που αναφέρθηκαν μόλις ή από κάποια σημεία τους. Διότι όλοι οι Καθαροί έχουν γενικές δοξασίες, στις οποίες συμφωνούν και κάποιες ιδιαίτερες στις οποίες διαφωνούν[3].»
(* η αρίθμηση μέσα στις αγκύλες στα παρακάτω κείμενα έγινε από τους εκδότες τους και δεν υπάρχει στα πρωτότυπα. Ακολουθείται για λόγους χωρισμού του κειμένου και από εμάς για λόγους εύκολης παραπομπής)
Σύμφωνα πάντα με τον ίδιο συγγραφέα, η σέκτα του Concorezzo δίδασκε τη μετριοπαθή δυαρχία:
«[24] Τα παρακάτω αφορούν τις επιμέρους πλάνες της εκκλησίας των Καθαρών του Concorezzo. Αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν σωστά σε μία Αρχή, αλλά σφάλλουν σε ό,τι αφορά την Αγία Τριάδα και την ενότητα. Επίσης, ομολογούν ότι ο Θεός δημιούργησε τους αγγέλους και τα τέσσερα στοιχεία από το μηδέν· αλλά σφάλλουν πιστεύοντας ότι ο διάβολος, με την άδεια του Θεού, δημιούργησε όλα τα ορατά ή αυτόν τον κόσμο[4].»
Ο Άνσελμος Αλεξανδρείας μαζί με τον ανώνυμο συγγραφέα του «De heresi catharorum» αναφέρουν ένα σχίσμα στους κόλπους της σέκτας του Concorezzo. Το σχίσμα αυτό είχε πρωτίστως διοικητικά αίτια και δευτερευόντως δογματικά, αλλά τα τελευταία χρησιμοποιήθηκαν για να το νομιμοποιήσουν:
«Πως αυτοί του Concorezzo χωρίστηκαν. Επίσης, να σημειωθεί ότι αυτοί του Concorezzo χωρίστηκαν σε “αρχαίους” και “μοντέρνους”. Διότι μερικοί κρατούν τις παλαιές πεποιθήσεις του Nazarius, του παλιού τους επισκόπου· μερικοί, από την άλλη, δέχονται νέες πεποιθήσεις με τον Desiderius, τον πρώην filius major της σέκτας[5].»
Οι διαφορές αφορούσαν κυρίως την χριστολογία της αίρεσης. Δεν παρατηρήθηκαν αντίστοιχες στην δυαρχία, οπότε δεν υπάρχει κάτι περισσότερο να ειπωθεί για το σχίσμα εδώ.
Η σέκτα των Albanenses υιοθέτησε την απόλυτη δυαρχία, η οποία είχε και την μεγαλύτερη αποδοχή στη Δύση. Την εποχή που έδρασε ο Ranierius Sacconi υπήρχαν δύο σχολές στην σέκτα. Η μία ακολουθούσε τον επίσκοπο Belesmanza[6] της Βερόνα, κυρίως οι παλαιότεροι Καθαροί. Οι νεότεροι ακολουθούσαν τον Lugio της Bergamo, τον «πρεσβύτερο υιό» του επισκόπου και συγγραφέα του «Liber de duobus principiis». Και οι δύο ομάδες ακολουθούσαν την απόλυτη δυαρχία, ότι δηλαδή υπάρχουν δύο ισοδύναμες αρχές-θεοί, του καλού και του κακού. Η ομάδα, όμως, του Lugio εμφάνιζε κάποιες διαφορές, οι οποίες θα εκτεθούν στο κεφάλαιο για το σύγγραμμά του[7].
Η απόλυτη δυαρχία διαδόθηκε ευρύτερα μετά το ταξίδι-αποστολή του παπα-Νικήτα στην Δύση και την σύνοδο του Saint-Félix. Οι ομάδες που παραβρέθηκαν σ’ αυτή την σύνοδο και οφείλουν την οργανωτική δομή τους στα πρακτικά της, παρέμειναν στο μεγαλύτερο ποσοστό πιστές σ’ αυτού του είδους την δυαρχία:
«[27] Περί των Καθαρών της Τουλούζης, της Albi και αυτών της Carcassone. Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι οι Καθαροί της εκκλησίας της Τουλούζης και αυτοί της Albi και της Carcassone, ακολουθούν τις πλάνες του Belesmanza και των παλαιών Albanenses, όπως και όλες οι εκκλησίες των Καθαρών πέρα από την θάλασσα, τις οποίες έχω ονομάσει[8].»
Ως η περισσότερο διαδεδομένη δυαρχία τράβηξε την πολεμική των παπικών συγγραφέων, γι’ αυτό και σχολιάζεται εκτενέστερα στα έργα τους. Το «De Heresi catharorum» για παράδειγμα, δίνει μια εκτενή έκθεση των πεποιθήσεων τους, την οποία, όμως είμαστε αναγκασμένοι να διαιρέσουμε στα ανάλογα θέματα για λόγους οργάνωσης της ύλης:
«[2α] Αυτές είναι οι πεποιθήσεις της μίας ομάδας αιρετικών. Ο Marchisius του Sojano, επίσκοπος αυτών του Desenzano[9], και o Amizo, ο πρεσβύτερος υιός του, ιεράρχες μιας ομάδας των Καθαρών, έχοντας την διαδοχή τους από την ordo Drugunthia, πιστεύουν και διδάσκουν ότι υπάρχουν δύο θεοί ή κύριοι χωρίς αρχή και χωρίς τέλος, ο ένας καλός και ο άλλος ολότελα κακός. Λένε επίσης ότι ο κάθε ένας δημιούργησε αγγέλους: ο καλός θεός καλούς αγγέλους και ο κακός, κακούς· και ότι ο καλός θεός είναι παντοδύναμος στην ουράνια πατρίδα, ενώ ο κακός κυβερνά την κοσμική κατασκευή[10].»
Η τρίτη εκδοχή της δυαρχίας είναι αυτή της εκκλησίας του Bagnolo. Γι’ αυτήν ο Rainierus Sacconi γράφει:
«[26]. Περί των Καθαρών του Bagnolo. Το επόμενο θέμα για συζήτηση είναι οι πεποιθήσεις της εκκλησίας του Bagnolo. Αυτοί οι άνθρωποι συμφωνούν με τους προαναφερθέντες Καθαρούς του Concorezzo σχεδόν σε όλα όσα περιγράφηκαν παραπάνω, εκτός από αυτό: Λένε ότι οι ψυχές δημιουργήθηκαν από τον Θεό πριν την εγκαθίδρυση του κόσμου και ότι αμάρτησαν ακόμη και τότε[11].»
Ίσως να δημιουργείται η εντύπωση ότι πρόκειται για ασήμαντη διαφορά, αλλά δεν είναι έτσι. Η κοσμοθεωρία των Καθαρών επηρεάζονταν περισσότερο από τους μύθους περί δημιουργίας της κάθε ομάδας παρά από το είδος της δυαρχίας, την οποία ακολουθούσαν, όπως θα φανεί στο ανάλογο κεφάλαιο. Η αποδοχή της ύπαρξης ψυχών και μάλιστα προκατασκευασμένων, σηματοδοτεί στροφή στον πλατωνισμό και μάλιστα εμμονή σ’ αυτόν, σε μια περίοδο που ο παπισμός κατατρύχεται από τον αριστοτελισμό. Η διαφορά ήταν αρκετή για να ξεχωρίσει μια ολόκληρη εκκλησία, η οποία προέκυψε από την μετριοπαθή δυαρχία.
Ο ανώνυμος, ενδεχομένως Φραγκισκανός, συγγραφέας του «Brevis summula contra herrores notatos hereticorum»[12] φαίνεται να καταθέτει ακριβώς τα αντίθετα:
«Οι αιρετικοί που ονομάζονται η σέκτα του Bagnolo πιστεύουν και διδάσκουν όλα τα παραπάνω με αυτή την εξαίρεση: Λένε ότι ο καλός θεός δημιουργεί νέα πνεύματα και ψυχές και τα εισάγει στα νέα σώματα, και πιστεύουν ότι μερικά από τα νέα πνεύματα θα σωθούν. Από αυτά που έπεσαν, πιστεύουν ότι μερικά θα καταδικαστούν. Και έτσι λένε ότι όλα θα είναι παρόντα κατά την κρίση, όταν ο κόσμος θα κριθεί. Τότε τα νεόδμητα νέα καλά πνεύματα θα πάρουν την θέση των κακών που εξέπεσαν· κι έτσι λένε ότι μερικά από τα νέα πνεύματα και μερικά από τα παλαιά πρόκειται να σωθούν[13].»
Γιατί διαφωνούν οι δύο αυτές μαρτυρίες για τις πεποιθήσεις της σέκτας του Bagnolo; Την εξήγηση δίνει το «De heresι catharorum»:
«[4] Περί της πίστης των Bagnolenses. Η πίστη των Bagnolenses είναι τριπλή, διότι μερικοί από αυτούς συμφωνούν με αυτούς του Concorezzo, άλλοι διατηρούν τις πεποιθήσεις των Albanenses, και μερικοί ακολουθούν την μεσαία οδό. Οι τελευταίοι πιστεύουν σε μία Αρχή. Μιλούν για “δημιουργία” και “μορφοποίηση”, όπως αυτοί του Concorezzo, αλλά για τους αγγέλους που αμάρτησαν στον ουρανό λένε ότι μερικοί αμάρτησαν εθελοντικά, υπακούοντας τον όφη. Αυτοί δεν θα επιστρέψουν ποτέ, ούτε θα σωθούν και δεν υπάρχουν άλλοι δαίμονες παρά αυτοί. Μερικοί άγγελοι, υποστηρίζουν, ότι έχουν απαχθεί βίαια από τον όφη και μόνο αυτοί από όσους αμάρτησαν, θα σωθούν. Τα πνεύματα του Αδάμ και της Εύας ήταν ανάμεσα σε αυτά που απήχθηκαν με την βία. Λένε ότι από τα πνεύματα του Αδάμ και της Εύας παράγονται άλλα πνεύματα προς επιδιόρθωση και αποκατάσταση της απώλειας αυτών των κακών πνευμάτων που αμάρτησαν εθελοντικά και ότι αυτά, δηλαδή τα πνεύματα του Αδάμ και της Εύας, υπήρχαν σε σώματα φτιαγμένα από τον διάβολο.»
Γίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι οι διαφορές αυτής της σέκτας, αφορούν στον μύθο της δημιουργίας και τις συναφείς πεποιθήσεις, με προεκτάσεις σωτηριολογικές, γι’ αυτό και αρκούντως σημαντικές, ώστε να οδηγήσουν στην δημιουργία μιας τρίτης εκκλησίας. Επειδή σχετίζονται με θέματα διαφορετικά της δυαρχίας θα γίνει βαθύτερη εξέταση στο οικείο κεφάλαιο.
7.5.2 Τριαδολογία
Σε όλες τις εκδοχές της δυαρχίας η αγαθή αρχή ταυτίζεται με την Αγία Τριάδα και η Αρχή του κακού με τον διάβολο. Η τριαδολογία των Καθαρών απέχει από την αντίστοιχη χριστιανική με αποτέλεσμα ο θεός του καλού να είναι διαφορετικός από τον εν Τριάδι ένα Θεό. Ισχυρίζονταν οι Καθαροί ότι:
«... η Αγία Τριάδα, δηλαδή ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, δεν είναι ένας Θεός, αλλά ότι ο Πατέρας είναι μεγαλύτερος από τον Υιό και από το Άγιο Πνεύμα[14].»
Στο σημείο αυτό συμφωνούσαν απόλυτα με τους Βογομίλους, σύμφωνα με τα όσα γράφει ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός στην «Πνευματική Πανοπλία»:
«Λέγουσι τόν Υἱόν καί τό Πνεῦμα τό ἅγιον εἰς τόν Πατέρα πάλιν, ἀφ’ οὗ προῆλθον ἀναλυθῆναι, καί τριπρόσωπον αὐτόν ἀπό τοῦ πεντάκισχιλιοστοῦ ἔτους ἄχρι τριάκοντα καί τριῶν ἐτῶν χρηματίσαντα πάλιν γενέσθαι μονοπρόσωπον, ἀσώματον μέν, ἀνθρωπόμορφον δέ[15].»
Οι Καθαροί παρέλαβαν και υιοθέτησαν την βογομιλική κακοδοξία περί μελλοντικής ενοποίησης των τριών θεών σε έναν, όπως αναφέρεται στον διάλογο Καθολικού και Παταρηνού, γραμμένο περίπου το 1250 από έναν κοσμικό, τον Γεώργιο[16]:
«Υποστηρίζουν διεστραμμένες ιδέες για την Τριάδα των Προσώπων, κηρύσσοντας ότι μετά την Τελική Κρίση τα τρία θα γίνουν ένα πρόσωπο, χωρίς να δίνουν σημασία στο κείμενο του Ιακώβου “παρ’ ᾧ οὐκ ἔνι παραλλαγή ἤ τροπῆς ἀποσκίασμα (Ιακ 1.17)”[17].»
Οι Καθαροί συμφωνούσαν με την τριαδολογία των Βογομίλων και σε ένα άλλο σημείο. Γράφει ο Ευθύμιος Ζιγαβηνίος στην «Πνευματική Πανοπλία»:
«Λένε [οι αιρετικοί Βογομίλοι] πως πολλές φορές όχι μόνο στον ύπνο, αλλά και σε εγρήγορση βλέπουν τον μεν Πατέρα ως γέροντα με μακριά γενειάδα, τον δε Υιόν ως άνδρα που μόλις έχει βγάλει γένεια, και το Πνεύμα το Άγιο ως νεαρό με λείο πρόσωπο, επειδή οι δαίμονες μετασχηματίζονται εύκολα στις μορφές αυτές και τους εξαπατούν και τους διδάσκουν έτσι ότι είναι άνιση η Αγία Τριάδα και ανομοιόμορφη, σύμφωνα με την διαφορά των σχημάτων αυτών, και έτσι εγκατασπείρουν την αρειανική κατάτμηση της μιας φύσεως[18].»
Αυτή την ανισότητα των προσώπων της Αγίας Τριάδος επαναλάμβαναν και οι Καθαροί:
«Πιστεύουν επίσης (σ.τ.μ. οι απόλυτοι δυαρχικοί) ότι ο Πατέρας είναι μεγαλύτερος από τον Υιό και διαφορετικός από αυτόν και από το Άγια Πνεύμα στην ουσία, και ότι ο Υιός είναι μεγαλύτερος από το Άγιο Πνεύμα και διαφορετικός στην ουσία[19].»
«Πιστεύουν ακράδαντα (σ.τ.μ. οι μετριοπαθείς δυαρχικοί) ότι ο Θεός Πατέρας είναι μεγαλύτερος από τον Υιό, και ο Υιός μεγαλύτερος από το Άγιο Πνεύμα· σε αυτό δεν διαφέρουν από τους άλλους (σ.τ.μ. εννοεί τους απόλυτους), αν και διαφωνούν [μαζί τους] στο αν ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι φύσει Θεός, κάτι που η πρώτη ομάδα αρνείται[20].»
Την αιρετική δογματικά διαφορά στην θεία φύση και το συνάναρχο των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας, την απεικόνιζαν «κατ’ ὅναρ» και «καθ’ ὕπαρ» ως διαφορά στις ηλικίες. Πρόκειται για αιρετική απεικόνιση, δαιμονική πλάνη, όπως εξηγεί ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός. Ωστόσο, η βογομιλική απεικόνιση δείχνει έναν ανθρωπομορφισμό, ο οποίος δεν φαίνεται να υπάρχει στην έκφραση των Καθαρών.
Για το Άγιο Πνεύμα πίστευαν τα εξής:
«Κάνουν επίσης διάκριση μεταξύ του Αγίου Πνεύματος (spiritum sanctum στο κείμενο), το Πνεύμα Παράκλητος (spiritum paraclitum) και το Πνεύμα Ευθές[21] (spiritum principalem). Αποκαλούν κάθε πνεύμα, το οποίο, κατά την άποψή τους, έδωσε ο Θεός Πατέρας σε αυτές [τις ουράνιες] ψυχές ως συνοδό, άγιο πνεύμα· τα αποκαλούν πνεύματα άγια, εννοώντας σταθερά, διότι παρέμειναν σταθερά και δεν απατήθηκαν ούτε παραπλανήθηκαν από τον διάβολο. Παράκλητο λένε το πνεύμα που λαμβάνουν κατά το consolamentum εν Χριστώ· και ισχυρίζονται ότι υπάρχουν πολλοί Παράκλητοι, δημιουργημένοι από τον Θεό. Το Πνεύμα Ευθές λένε ότι είναι το Άγιο Πνεύμα.
… Λένε ότι είναι μεγαλύτερο από όλα τα άλλα άγια πνεύματα γι’ αυτό και το ορίζουνε ως Τέλειο. Κηρύσσουν ότι είναι τέτοιου εκπάγλου κάλλους ώστε, σύμφωνα με τα λόγια του Πέτρου, οι άγγελοι επιθυμούν να το ατενίζουν[22].»
7.5.3 Δημιουργία
Και στις δύο μορφές της δυαρχίας, ο δημιουργός του υλικού κόσμου ήταν ο διάβολος. Σε αυτό δεν είχαν καμιά διαφωνία, εφόσον όλοι οι Καθαροί θεωρούσαν την ύλη ως κακή. Σε εκείνο που διέφεραν ήταν το αν ο διάβολος ήταν δημιουργός εκ του μηδενός ή εκ προϋπαρχούσης ύλης. Αυτή η προϋπάρχουσα ύλη ήταν για τον μεσαιωνικό άνθρωπο της Δύσης τα τέσσερα στοιχεία, δηλαδή ο αέρας, η γη, το ύδωρ και η φωτιά:
«Διότι μερικοί από αυτούς λένε ότι ο θεός δημιούργησε όλα τα στοιχεία, άλλοι λένε ότι ο διάβολος δημιούργησε αυτά τα στοιχεία· αλλά η κοινή τους άποψη είναι ότι ο διάβολος διαχώρισε τα στοιχεία[23].»
Επίσης στην μετριοπαθή δυαρχία ο διάβολος κατασκεύασε τον κόσμο με την άδεια του θεού:
«Επίσης, ομολογούν ότι ο θεός δημιούργησε τους αγγέλους και τα τέσσερα στοιχεία από το μηδέν· αλλά σφάλουν πιστεύοντας ότι ο διάβολος, με την άδεια του θεού, έφτιαξε όλα τα ορατά, ή αυτόν τον κόσμο[24].»
Όλοι οι Καθαροί δέχονταν ότι ο διάβολος ήταν ο δημιουργός της υλικής υπόστασης του ανθρώπου. Το δε σώμα το θεωρούσαν ως φυλακή ενός ουράνιου στοιχείου, αρχικά ενός αγγέλου αλλά στην συνέχεια συγκατένευσαν στην ύπαρξη θεϊκής ψυχής:
«Επίσης πιστεύουν (η σέκτα του Concorezzo- μετριοπαθής δυαρχία) ότι ο διάβολος μορφοποίησε το σώμα του πρώτου ανθρώπου και σ’ αυτό φυλάκισε έναν άγγελο, ο οποίος είχε ελαφρώς αμαρτήσει[25].»
«Επίσης (μιλά για τις πεποιθήσεις τις σέκτας των Albanenses του Belesmanza- απόλυτη δυαρχία), ότι κάθε αρχή ή θεός δημιούργησε τους δικούς του αγγέλους και τον δικό του κόσμο, και ότι αυτός ο κόσμος και όσα είναι μέσα σ’ αυτόν δημιουργήθηκαν, κατασκευάστηκαν και μορφοποιήθηκαν από την κακή θεότητα.
Επίσης, ότι ο διάβολος με τους αγγέλους του ανέβηκε στον ουρανό, κι εκεί, αφού έκανε πόλεμο με τον αρχάγγελο Μιχαήλ και τους αγγέλους του καλού θεού, απέσπασε το ένα τρίτο από τα πλάσματα, που δημιουργήθηκαν από τον θεό. Αυτά τα εμφυτεύει καθημερινά στα ανθρώπινα σώματα και σε αυτά των κατώτερων ζώων, και επίσης τα μεταφέρει από το ένα σώμα στο άλλο μέχρι την στιγμή που θα επιστρέψουν στον ουρανό. Σύμφωνα με αυτούς τους αιρετικούς, τα πλάσματα, που δημιουργήθηκαν από τον θεό, ονομάζονται άνθρωποι του θεού, ψυχές, πρόβατα του Ισραήλ και με άλλα ονόματα[26].»
Αυτός ο υποτιθέμενος «Πόλεμος στον Ουρανό» είναι προσφιλές θέμα των μέσων ψυχαγωγίας της Νέας Εποχής, και βέβαια, ως δαιμονική διδασκαλία είναι πολύ ευχάριστο για τον διάβολο να πείθει τον κόσμο ότι κάποτε νίκησε τον αρχάγγελο Μιχαήλ, φαιδρό ψέμα.
Οι μετριοπαθείς δυαρχικοί σύντομα συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούν να μιλούν για δημιουργό, εφόσον ο διάβολος, ο θεός του κακού κατ’ αυτούς, δεν δημιούργησε εκ του μηδενός τα στοιχεία, αλλά κατασκεύασε τον υλικό κόσμο και τα σώματα εκ προϋπαρχούσης ύλης. Έτσι αντικατέστησαν την έννοια του δημιουργού με την έννοια του «αρχιτέκτονα», πρώτα οι Καθαροί της Agen, όπως μας πληροφορεί ο Radolphus Ardenensis σε μια ομιλία του, και άρχισαν να τον λατρεύουν, ως «αρχιτέκτονα του κόσμου» και κατασκευαστή των σωμάτων τους[27]. Στον νέο-μανιχαϊσμό του ελευθεροτεκτονισμού αυτή η φιγούρα έγινε ο Μέγας Αρχιτέκτονας του Σύμπαντος (Μ.Α.Τ.Σ.). Οφείλουμε, όμως να διευκρινίσουμε ότι ως τέτοιον δεν δέχονται τον διάβολο, αλλά τον Εωσφόρο, τον οποίο θεωρούν διαφορετικό πρόσωπο. Στον χριστιανισμό ο διάβολος είναι ο Εωσφόρος, ο πεπτωκώς άγγελος.
Οι οπαδοί της απόλυτης δυαρχίας προέβαλλαν την ένστασή τους σ’ αυτό μέσα από το έργο του Iohannes Lugio της Bergamo, «Liber de duobus principiis». Γράφει γι’ αυτό ο Rainierus Sacconi:
«Σύμφωνα μ’ αυτόν, το δημιουργείν είναι το να κατασκευάζει κάποιος κάτι από προϋπάρχουσα ύλη, και πάντα έτσι εκλαμβάνονταν, ποτέ το να κατασκευάζει από το μηδέν. Και διαχωρίζει μια τριπλή δημιουργία: Πρώτον, από το καλό στο καλύτερο·
… Δεύτερον, ν’ αλλάζει κάτι από το κακό στο καλό, αποκαλείται “δημιουργείν”,
… Τρίτον, το δημιουργείν αναφέρεται επίσης στην αλλαγή από το κακό στο χειρότερο.
… Έτσι, λέει, όλα τα πλάσματα υπήρχαν από πάντα, τα καλά πλάσματα με τον καλό θεό και τα φαύλα με τον κακό· ότι οι δημιουργοί δεν προηγούνται των πλασμάτων στον χρόνο αλλά στην αιτία· και ότι τα πλάσματα προέρχονται από τον θεό προαιωνίως, όπως το φως ή οι ακτίνες του ήλιου, ο οποίος [ήλιος] δεν προηγείται των ακτινών του χρονικά, αλλά μόνο ως αιτία ή εκ φύσεως[28].»
Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας προσπαθεί με σοφιστείες να πείσει ότι το δημιουργείν δεν έχει να κάνει με την εκ του μηδενός δημιουργία, εφόσον δέχεται ότι η ύλη και τα δημιουργήματα υπάρχουν αιωνίως, αλλά με την μετατροπή ή την μορφοποίησή τους, ώστε να μπορέσει να κρατήσει την έννοια του «δημιουργού» σε ένα σύστημα πεποιθήσεων, το οποίο δέχεται «Αρχές» και μάλιστα δύο. Πάντως οι μετριοπαθείς κατάλαβαν ότι σε ένα τέτοιο σύστημα και πολύ περισσότερο στην δική τους έκδοση, με την μία «Αρχή», η προΰπαρξη της ύλης ή των πλασμάτων, δεν μπορεί να στηρίξει την έννοια του «δημιουργού», γι’ αυτό και αντικαταστάθηκε ο «Δημιουργός» από τον «Αρχιτέκτονα».
Η αποδοχή της προΰπαρξης της ύλης οφείλεται σε επίδραση του πλατωνισμού και αυτό δείχνει ότι οι διδάσκαλοι των Καθαρών είχαν κλασσική παιδεία, την οποία δεν μπορεί παρά να είχαν αποκτήσει στα πανεπιστήμια της εποχής, γι’ αυτό διατήρησαν και διέδωσαν την αίρεσή τους σ’ αυτά, όπως δείχνουν οι περιπτώσεις των ακαδημαϊκών αιρεσιαρχών John Wyclif και Jan Hus. Αυτό που λείπει είναι μία έρευνα που να εξετάζει την σχέση των αιρετικών στο πανεπιστήμιο του Παρισιού με τα γεγονότα που οδήγησαν στην καθιέρωση του πανεπιστημιακού ασύλου, το οποίο εκείνη την εποχή ταυτίζονταν με την απαλλαγή από την πνευματική κηδεμονία του παπισμού.
7.5.4 Εωσφορισμός/Λουσιφεριανισμός
α. Ιστορικός Εωσφορισμός
Και στις δύο σχολές, δηλαδή της απόλυτης και της μετριοπαθούς δυαρχίας, αναδείχθηκε ήδη από τις αρχές του ΙΓ’ αι το πρόσωπο του Εωσφόρου και κατέλαβε πολύ σημαντική θέση στον μύθο της δημιουργίας των Καθαρών, σε σημείο μάλιστα κάποιες εκκλησίες τους να λατρεύουν αυτόν, ως Αρχιτέκτονα. Αυτό συνέβη εξαιτίας της αλληλεπίδρασης Καθαρισμού-μαγείας, μιας σχέσης πολύ έντονης την παρούσα εποχή, την οποία θα εξετάσουμε παρακάτω.
Ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του ΙΓ’ αι., περίοδο δράσης του Κορράδου του Marburg, εντοπίζονται εωσφοριστές στην Γερμανία:
«Ούτε η επισκοπή της Τρίερ δεν ήταν απαλλαγμένη από αυτή την μόλυνση. Διότι στην ίδια την πόλη ξεσκεπάστηκαν τρεις ομάδες αιρετικών. Εκεί κάηκε κάποια Leuchard, η οποία είχε την φήμη ότι διήγε αγία ζωή, αλλά θρηνούσε την άδικη έκπτωση του Εωσφόρου από τον ουρανό, τον οποίο επιθυμούσε να δει αποκατεστημένο. Δεν προκαλεί εντύπωση το ότι τέτοια γεγονότα συνέβαιναν και σε άλλες πόλεις, αφού και στην ίδια τη Ρώμη, σύμφωνα με μια επιστολή του πάπα[29], είχαν μολυνθεί ουκ ολίγοι[30].»
To «Brevis summula contra herrores notatos hereticorum» μας φέρνει σε μια πρώτη επαφή με τις ιδέες του Εωσφορισμού:
«Επίσης είναι η αίρεση των Albigenses που λέει ότι ο Εωσφόρος ήταν γιος του κακού θεού και ότι ανέβηκε στον ουρανό και βρήκε την σύζυγο του ουράνιου βασιλέως χωρίς τον άνδρα της, δηλαδή τον Θεό. Εκεί τόλμησε να ξαπλώσει μαζί της. Καθώς αυτή αρχικά υπεραμύνθηκε του εαυτού της, ο Εωσφόρος της είπε ότι αν γεννήσει γιο θα τον κάνει θεό στο βασίλειό του, και θα τον έχει να λατρεύεται ως θεός. Κι έτσι αυτή ενέδωσε. … Και λένε ότι έτσι γεννήθηκε ο Χριστός και μ’ αυτόν τον τρόπο έφερε την σάρκα του κάτω από τον ουρανό και αυτό είναι το μεγάλο τους μυστικό[31].»
Σ’ αυτό το απόσπασμα βλέπουμε ξανά το παραμύθι των Καθαρών της Languedoc ότι ο θεός είχε σύζυγο, μύθος που συνδέθηκε, όπως είπαμε (κεφ. 7.3.3), με την άποψή τους για την Αγία Μαρία την Μαγδαληνή. Τα δύο αποσπάσματα δίνουν μια πρώτη πληροφορία για τον ρόλο του Εωσφόρου στις δύο εκδοχές τις δυαρχίας. Στο πρώτο βλέπουμε ότι είναι ένας άδικα εξόριστος άγγελος από τον ουρανό, άποψη με ευρεία αποδοχή από τους σατανιστές και μη της εποχής μας. Στο δεύτερο, βλέπουμε την εκδοχή των απόλυτων δυαρχικών, ότι ο Εωσφόρος ήταν γιος του διαβόλου και ανέβηκε στον ουρανό για να κάνει τα δικά του σαν μαριονέτα των φαντασιόπληκτων.
Και οι δύο μύθοι δίνονται εκτενέστερα στο «De heresi catharorum». Ο εωσφορισμός της απόλυτης δυαρχίας έχει ως εξής:
«Λένε ότι ο Εωσφόρος είναι ο γιος του θεού του σκότους, ερμηνεύοντας με αυτό τον τρόπο αυτό που λέγεται στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου “ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ”, και ακολούθως, “ὅτι ψεύστης ἐστί καί ὁ πατήρ αὐτοῦ [ο διάβολος][32]”, δηλαδή κατά την ερμηνεία τους ο ψεύτης είναι ο Εωσφόρος. Λένε, ότι αυτός ο Εωσφόρος ανέβηκε από το βασίλειό του εδώ στον ουρανό επάνω, σύμφωνα με το γραμμένο από τον προφήτη Ησαΐα, “εἰς τόν οὐρανό ἀναβήσομαι[33]”, κ.τ.λ.
Εκεί μεταμορφώθηκε σε άγγελο φωτός. Αφού οι άγγελοι τον αποδέχθηκαν με θαυμασμό για την εμφάνισή του και μεσίτευσαν στον Κύριο εκ μέρους του, έγινε δεκτός στον ουρανό και κατέστη οικονόμος των αγγέλων· όπως λέγεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά, “ἄνθρωπός τις ἧν πλούσιος, ὅς εἶχεν οἰκονόμον[34]”. Με το αξίωμα του οικονόμου παραπλάνησε τους αγγέλους. Μετά, λένε, ξεσήκωσε μεγάλο πόλεμο στον ουρανό, “καί ἐβλήθη ὁ δράκων, ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος[35]”, μαζί με τους πλανεμένους αγγέλους, σύμφωνα με το κείμενο της Αποκάλυψης: “καί ἡ οὐρά αὐτοῦ σύρει τό τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ[36]”. Αυτοί οι άγγελοι είχαν τριπλή σύνθεση: σώμα, ψυχή και πνεύμα. Και λένε ότι τα σφαγμένα σώματα, που λέγονται “ξηρά οστά” στον Ιεζεκιήλ[37], παρέμειναν στον ουρανό· επίσης και τα πνεύματα παρέμειναν εκεί. Οι ψυχές, ωστόσο, αιχμαλωτίστηκαν από τον Εωσφόρο και τέθηκαν στα σώματα αυτού του κόσμου[38].»
Στην μετριοπαθή δυαρχία ο μύθος περί του Εωσφόρου ήταν ο εξής:
«Ισχυρίζονται ότι ο Εωσφόρος και οι ακόλουθοί του αμάρτησαν στον ουρανό, αλλά μερικοί ανάμεσά τους δεν είναι βέβαιοι για τον πως συνέβη η αμαρτία. Μερικοί πράγματι πιστεύουν – αν και είναι μυστικό – ότι υπήρχε κάποιο κακό πνεύμα έχοντας τέσσερα πρόσωπα: το ένα, ανθρώπου, το δεύτερο πουλιού, το τρίτο ψαριού και το τέταρτο θηρίου. Δεν είχε αρχή και παρέμενε στο χάος, χωρίς να έχει την δύναμη της δημιουργίας. Λένε ότι ο Εωσφόρος, ενώ ήταν ακόμη καλός, ήρθε κάτω και παρατηρώντας το φάσμα του κακού πνεύματος, γέμισε θαυμασμό και πλανήθηκε από την συζήτηση και τις προτροπές του κακού πνεύματος. Επέστρεψε στον ουρανό και πλάνεψε και άλλους. Εξορίστηκαν από τον ουρανό αλλά δεν έχασαν τα φυσικά χαρίσματα που κατείχαν. Αυτοί οι αιρετικοί ισχυρίζονται ότι ο Εωσφόρος και το κακό πνεύμα επιθυμούσαν να διαχωρίσουν τα στοιχεία, αλλά δεν μπορούσαν. Στην συνέχεια παρακάλεσαν τον θεό να τους στείλει έναν καλό άγγελο ως βοηθό κι έτσι με την άδεια του θεού, την βοήθεια του καλού αγγέλου, την δύναμη και την σοφία του, χώρισαν τα στοιχεία. Και λένε ότι ο Εωσφόρος είναι ο θεός, ο οποίος στην Γένεση λέγεται ότι έχει δημιουργήσει τον ουρανό και την γη και έχει επιτελέσει το έργο σε έξι ημέρες. Εξηγούν ότι ο Εωσφόρος έδωσε μορφή στο σώμα του Αδάμ από τον πηλό της γης και μέσα σε αυτό το σώμα εξανάγκασε να μπει ο καλός άγγελος, σύμφωνα με το κείμενο του Ευαγγελίου: “καί κρατήσας αὐτόν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις[39]”. Και γι’ αυτόν ο Εωσφόρος έφτιαξε την Εύα, με σκοπό να τον κάνει ν’ αμαρτήσει μαζί της. Και λένε ότι ο απαγορευμένος καρπός ήταν η συνουσία[40].»
Ο Μονέτα της Κρεμόνα δίνει ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες για τους Εωσφοριστές της μετριοπαθούς δυαρχίας και για το πώς εκλαμβάνουν τον διάβολο όχι ως δημιουργό, εφόσον δέχονται ότι την ύλη την δημιούργησε ο καλός θεός, αλλά ως αρχιτέκτονα που κατασκεύασε και μορφοποίησε με έτοιμο υλικό:
«Αν και αντιτιθέμεθα σε όλους τους Καθαρούς, κατευθύνουμε αυτό το κεφάλαιο ενάντια σ’ αυτούς, που ισχυρίζονται ότι υπάρχει μόνο ένας θεός και ότι δημιούργησε όλα τα ουράνια, όλους τους αγγέλους, και όλα τα επίγεια. Αλλά με αυτή την αλήθεια η αιρετικοί αναμιγνύουν το σπόρο της αιρετικής διαστροφής λέγοντας ότι ο θεός έφερε τα τέσσερα στοιχεία του κόσμου, δηλαδή την ύλη, στην ύπαρξη από το μηδέν. Αυτό οι άλλοι Καθαροί (σ.τ.μ. εννοεί τους οπαδούς της απόλυτης δυαρχίας) δεν το δέχονται. Τα πρόσωπα που συζητιούνται εδώ (σ.τ.μ. εννοεί τους οπαδούς της μεριοπαθούς), ωστόσο λένε ότι ο διάβολος διαχώρισε την αδιαχώριστη ύλη στα τέσσερα στοιχεία, κι έδωσε μορφή στα πράγματα από αυτά τα τέσσερα στοιχεία και τα διαφοροποίησε με βάση τα επιμέρους, ειδικά και διαφορετικά χαρακτηριστικά τους. Ως εκ τούτου ο θεός έδωσε την υλική υπόσταση σε αυτές τις μορφές· γι’ αυτό το λόγο είναι ο δημιουργός όλων των ορατών.
Ωστόσο, δεν τον αποκαλούν δημιουργό παρά με έναν ακαθόριστο τρόπο. Από την άλλη, ο διάβολος, σύμφωνα με την άποψή τους, έδωσε στα πράγματα τις συγκεκριμένες μορφές. Έτσι, τον ορίζουν αποκλειστικά ως τον αρχιτέκτονα των ορατών επειδή δούλεψε με κάποια [προϋπάρχουσα] ύλη· Δεν τον θεωρούν δημιουργό, επειδή ισχυρίζονται ότι το δημιουργείν σημαίνει να φτιάχνεται κάτι από το μηδέν.
Λένε επίσης ότι ο διάβολος είναι ο Εωσφόρος, που δημιουργήθηκε από τον θεό:
"…ήταν καλός αλλά εξαιτίας της αλαζονείας του απέναντι στον δημιουργό του εξορίστηκε από τον ουρανό, μαζί με τους αγγέλους που πήραν το μέρος του".
Αυτό δεν το αρνούμαστε.»
Στο σημείο αυτό γίνεται ξεκάθαρο ότι ο Εωσφορισμός των μετριοπαθών δυαρχικών τείνει στον σατανισμό, το οποίο επιβεβαιώνεται και από την αρχική αναφορά περί αποδοχής της υποτιθέμενης αδικίας που του έγινε, όταν εξορίστηκε, και της λατρείας του ως κατασκευαστή των σωμάτων[41].
Εδώ βρίσκεται η ιδεολογική θεμελίωση της προτίμησης των Καθαρών για την άσκηση συγκεκριμένων τεχνικών επαγγελμάτων, ειδικά αυτών που έχουν σχέση με την παραγωγή ενδυμάτων το Μεσαίωνα, όπως υφαντουργοί, βυρσοδέψες, γουναράδες κτλ. Όπως ο Εωσφόρος κατασκεύασε το ανθρώπινο σώμα, στο οποίο έκλεισε τον άγγελο κατά την παράδοσή τους, έτσι και αυτοί επιδίδονταν στην κατασκευή ρούχων για την ένδυση του ανθρώπου. Από την άλλη, όπως ο Εωσφόρος κατασκεύασε τον κόσμο από την άμορφη προϋπάρχουσα ύλη, έτσι και οι τέκτονες κατεργάζονταν τα υλικά για την δημιουργία δομημένων κατασκευών. Η προτίμηση κάποιων άλλων εξ αυτών για την άσκηση εμπορικών και χρηματοπιστωτικών επαγγελμάτων (τοκογλύφοι, τραπεζίτες κλπ) δεν εντάσσεται σε αυτή την κατηγορία.
β. Εωσφορισμός και Μασονία
Εδώ βρίσκεται η ιδεολογική θεμελίωση του νεώτερου ελευθερο-τεκτονισμού, ο οποίος ως «φιλοσοφικό» (στην πραγματικότητα θρησκευτικό) σύστημα επιδιώκει την κατασκευή ενός «καλύτερου ανθρώπου». Εδώ βρίσκεται και η ιδεολογική θεμελίωση όλων των κινημάτων της Νέας Εποχής, η οποία επαγγέλλεται την «εξέλιξη» το παλαιού ανθρώπου, στον άνθρωπο της Νέας Εποχής, τον «Υπεράνθρωπο» του Νίτσε. Όλοι αυτοί πιστεύουν και προσπαθούν να μιμηθούν τον Εωσφόρο, όχι όπως μας τον αποκαλύπτει ο Χριστιανισμός, αλλά όπως ο ίδιος ο πατέρας του ψεύδους αυτοδιαφημίζεται. Προσπαθώντας να πείσουν, μέσω της θεωρίας της εξελίξεως, ότι κάτι τέτοιο (δηλ. η εξέλιξη του ανθρώπου σε υπεράνθρωπο) είναι δυνατό, ελπίζουν αφενός ότι τα επιτεύγματα της γενετικής μηχανικής θα τους δικαιώσουν και προβάλλουν τις θρησκοληπτικές προλήψεις τους, ως μέσο πνευματικής βελτίωσης.
Ο Εωσφορισμός του ελευθερο-τεκτονισμού είναι καλά διαπιστωμένος στα έργα του Leo Taxil και του Albert Pike. Ο πρώτος είναι ένας αμφισβητήσιμος συγγραφέας και τα κείμενά του είναι απορριπτέα από τους ίδιους του τέκτονες. Ο δεύτερος, ο Albert Pike, ήταν υψηλόβαθμος μασόνος και δεν είναι εύκολο, ούτε επιτρεπτό σ’ αυτούς να τον αμφισβητήσουν. Γράφει, λοιπόν, ο Pike:
«Η Αποκάλυψη είναι γι’ αυτούς που λαμβάνουν τον 19ο Βαθμό, η Αποθέωση της Τέλειας Πίστης, η οποία φιλοδοξεί προς τον Θεό μόνο, και περιφρονεί την λαμπρότητα και τα έργα του Εωσφόρου. ΕΩΣΦΟΡΟΣ, αυτός που φέρνει το φως! Παράξενο και μυστήριο όνομα για να δοθεί στο Πνεύμα του Σκότους! Εωσφόρος, ο Υιός του Πρωινού! Είναι αυτός που φέρει το Φως, και με την λαμπρότητά του τυφλώνει ανυπόφορα ασθενείς, φιλήδονες ή εγωιστικές ψυχές. Μην αμφιβάλεις γι’ αυτό! διότι οι παραδόσεις είναι γεμάτες Θείες Αποκαλύψεις και Εμπνεύσεις· και η Έμπνευση δεν είναι μόνο μιας Εποχής ούτε μιας Πίστης. Ο Πλάτωνας και ο Φίλωνας ήταν, επίσης, θεόπνευστοι[42].»
Η γλώσσα του Αρχιμασόνου είναι διφορούμενη και χρειάζεται αποκρυπτογράφηση. Στην πρώτη πρόταση εξηγεί με τον τρόπο του, ότι η πραγματική αποκάλυψη για την πίστη στην λαμπρότητα και τα έργα του Εωσφόρου, δίνεται στον μασόνο που εισέρχεται στην 19η βαθμίδα μύησης, όχι νωρίτερα. Οι προηγούμενοι βαθμοί δεν γνωρίζουν ποιον πραγματικά λατρεύουν ως θεό στη μασονία, είτε γιατί δεν τους αποκαλύπτεται, είτε διότι όταν ρωτούν τους λένε ψέματα. Στις επόμενες προτάσεις θαυμάζει. Πως είναι δυνατόν το όνομα αυτού που φέρνει το φως (Εωσφόρος ή Lucifer στα λατινικά) να έχει δοθεί στο Πνεύμα του Σκότους; Αμέσως ο μυημένος, στο άκουσμα, σκέφτεται: «δεν είναι δυνατόν». Για τον μυημένο ο Εωσφόρος δεν είναι το Πνεύμα του Σκότους, αλλά το Πνεύμα του Φωτός. Αυτό λέει ο Pike με έμμεσο τρόπο. Για τους μασόνους το Πνεύμα του Σκότους είναι ο Αδωνάι και τον ταυτίζουν με τον εν Τριάδι Ένα Θεό των Χριστιανών. Το ίδιο ακριβώς έλεγαν και οι Καθαροί, ότι οι Χριστιανοί λατρεύουν το Πνεύμα του Κακού, τον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης, τον εκδικητικό θεό που τυραννά την ανθρωπότητα, όπως έλεγαν ότι η παπική εκκλησία είναι η εκκλησία του Σατανά.
Οι Χριστιανοί, όπως γράφει παρακάτω, είναι αυτοί που τυφλωμένοι από την «λαμπρότητα» του Εωσφρόρου, επειδή έχουν ασθενείς, φιλήδονες και εγωιστικές ψυχές, τον ταυτίζουν με τον Σατανά. Αλλά οι μασόνοι, όπως ισχυρίζονται, επειδή είναι «καλύτεροι άνθρωποι», και δεν έχουν τέτοιου είδους ψυχές, δεν έχουν τυφλωμένες αλλά φωτισμένες από την «λαμπρότητα» του Εωσφόρου, δεν τον ταυτίζουν με το Πνεύμα του Σκότους. Κι επειδή οι Χριστιανοί έχουμε λάβει δι’ αποκαλύψεως την αλήθεια, μεταξύ άλλων και για την πραγματική φύση του Εωσφόρου, ο Pike αμφιβάλει γι’ αυτήν την αποκάλυψη, επικαλούμενες άλλες δήθεν αποκαλύψεις, αποκαλύψεις, οι οποίες για μας δεν είναι παρά ενέργειες του πνεύματος της πλάνης, αλλά για τους μασόνους θεόπνευστες. Και φέρνει, ως παράδειγμα τον Πλάτωνα και τον Φίλωνα τον Ιουδαίο, τους οποίους θεωρεί θεόπνευστους, διότι στην μασονία συναντώνται ο πλατωνισμός και η Καμπάλα.
Κατόπιν της αποκρυπτογράφησης της θέσης των μασόνων, ποιος μπορεί ν’ αμφιβάλει για τον εωσφορισμό τους; Βέβαια, οι ίδιοι επιμένουν ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι, όπως τα νομίζουμε και ότι ο Albert Pike εκφράζει μόνο μια μικρή μερίδα. Το θέμα, είναι ότι η βιβλιοθήκη των μασόνων είναι επτασφράγιστη και ως εκ τούτου, τα έργα του Albert Pike είναι για μας μια χαραμάδα, από την οποία μπορούμε να ρίξουμε μια φευγαλέα ματιά. Το ίδιο και τα έργα του Manley P. Hall[43], στα οποία παροτρύνει τους αδελφούς του μασόνους, ν’ ακολουθούν τις εωσφορικές ενέργειες, να μιμούνται τον Εωσφόρο. Αλλά η άρνηση, δεν είναι εφεύρεση μόνο των μασόνων. Και οι Καθαροί το ίδιο έκαναν, όπως και πριν από αυτούς οι Μανιχαίοι:
«Αν οποιοσδήποτε Καθαρός, οποιουδήποτε φύλου, αρνείται να παραδεχθεί τις συγκεκριμένες πλάνες που περιγράφηκαν, ή τουλάχιστον αυτές που είναι κοινές για όλους, τότε μπορεί κάποιος να πει χωρίς ενδοιασμό γι’ αυτόν, ότι ψεύδεται με υποκρισία, το οποίο είναι χαρακτηριστικό των Καθαρών – μάρτυρας σ’ αυτό ο Απόστολος που προφήτευσε ξεκάθαρα γι’ αυτούς – εκτός, ίσως, και αν το πρόσωπο είναι κάποιος ηλίθιος ή κάποιος νεοφώτιστος, διότι σε πολλούς από αυτούς δεν αποκαλύπτουν τα μυστικά τους[44].»
Ή τους λένε ψέματα θα προσθέσουμε. Και αυτός που έγραψε τα παραπάνω, δεν ήταν κάποιος τυχαίος ιεροεξεταστής, αλλά ένας πρώην και μετανοημένος Τέλειος, με μακρόχρονη προσωπική συμμετοχή στην αίρεση. Γνώριζε πολύ καλά, εκ των έσω τα όσα γίνονταν. Σε μας, η ανάγλυφη εκτύπωση του συνθήματος "DEUS MEUMQUE JUS" (Θεός το δικό μου δικαίωμα) στο εμπροσθόφυλο του συγκεκριμένου βιβλίου του Pike, μια απευθείας παραπομπή στο αρχαίο ψεύδος «καί ἔσεσθε ὡς θεοί», δεν αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις σχετικά με τις πραγματικές διαθέσεις και τα θρησκευτικά πιστεύω της μασονίας.
7.5.5 Μετενσάρκωση
α. Μετενσάρκωση δυτικού τύπου
Αναφέρθηκε παραπάνω ότι σύμφωνα με τον εωσφορικό μύθο, ο Εωσφόρος εξανάγκασε τον άγγελο που του δόθηκε ως βοηθός στον διαχωρισμό των στοιχείων, να εισέλθει στο νεότευκτο πήλινο σώμα του Αδάμ. Στηρίζουν, μάλιστα, την πεποίθηση αυτή σε παρερμηνεία της παραβολής που αναφέρεται στο Ματθ. 18.23-28 και σ’ αυτήν που αναφέρεται στο Λουκ. 10.30-35 (παραβολή του Καλού Σαμαρείτη), όπου θεωρούν ότι ο άνθρωπος που πήγαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ κι έπεσε σε ληστές ήταν ο εν λόγω άγγελος. Η συνέχεια του μύθου είναι η εξής:
«Τώρα πρέπει να συζητήσουμε την φύση της αμαρτίας του Αδάμ, όπως την βλέπουνε αυτοί. Για καλύτερη κατανόηση αυτού, πρέπει να γνωρίζει κανείς, ότι σύμφωνα μ’ αυτούς ο Σατανάς έκλεισε έναν άλλο άγγελο στο σώμα μιας γυναίκας, φτιαγμένης από την πλευρά του Αδάμ, ενώ κοιμόταν αυτός. Με αυτήν αμάρτησε ο Αδάμ. Διδάσκουν ότι η αμαρτία του Αδάμ ήταν η συνουσία, διότι λένε ότι ο όφης ήρθε στην Εύα και την διέφθειρε με την ουρά του· και από αυτήν την ένωση γεννήθηκε ο Κάιν, όπως λένε, προσπαθώντας να το αποδείξουν με το Α’ Ιωαν. 3.12, ότι ο Κάιν “ἐκ τοῦ πονηροῦ ἧν”.
Λένε επίσης, ότι η γυναίκα έχοντας συνηθίσει στην αμαρτία της σάρκας, πήγε στον Αδάμ και έπραξε αυτό, και στην πραγματικότητα ο Αδάμ έκανε την πράξη με την προτροπή της Εύας· και αυτό, λένε, είναι το ότι έφαγε τον καρπό από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού, το οποίο, λένε, περιγράφηκε με συγκεκαλυμμένα λόγια από τον Μωυσή ως απαγορευμένος καρπός.
… Λένε επίσης ότι από την ένωση του Αδάμ με την Εύα γεννήθηκε ο Άβελ. Και με αυτό τον τρόπο, σάρκα από σάρκα και ψυχή από ψυχή, πολλαπλασιάζονται ως έργο του Σατανά[45].»
Αυτή η άποψη περί προπατορικής αμαρτίας ήταν αποδεκτή, όχι μόνο από τους εωσφοριστές, αλλά και από τους απόλυτους δυαρχικούς, με την διαφορά ότι αυτοί δέχονταν ότι ο Εωσφόρος απεκόμισε από την μάχη στον ουρανό το ένα τρίτο των αγγέλων, τους οποίους ενέβαλε στα ανθρώπινα σώματα[46]. Από τους απόλυτους δυαρχικούς, η παράταξη του Iohannes Lugio, του συγγραφέα της «Βίβλου περί δύο αρχών», πίστευε ότι στα ανθρώπινα σώματα δεν εμφυτεύθηκαν άγγελοι, αλλά ψυχές δημιουργημένες από τον καλό θεό. Αυτή παράταξη όπως είπαμε, ήταν μεταγενέστερη και η άποψη το ίδιο, και όπως όλο το έργο είναι εμποτισμένη με πλατωνισμό. Άλλοι πάλι δέχονταν την πλατωνική τριχοτόμηση (σώμα, ψυχή, πνεύμα) ακόμη και για τους άγγελους. Ο Εωσφόρος, σύμφωνα με αυτούς, έκλεψε τις ψυχές των αγγέλων από τον ουρανό, άφησε δε εκεί τα σώματα και τα πνεύματά τους.
Τι έγιναν οι κλεμμένοι άγγελοι ή οι κλεμμένες ψυχές (ανάλογα την ομάδα); Την απάντηση δίνει ο Rainierus Sacconi:
«Αυτούς [τους κλεμμένους αγγέλους] τους εμφυτεύει καθημερινά στα ανθρώπινα σώματα και σ’ αυτά [τα σώματα] των κατώτερων ζώων, και επίσης τους μεταφέρει από το ένα σώμα στο άλλο, μέχρι την στιγμή που όλοι θα γυρίσουν πίσω στον ουρανό. Σύμφωνα με αυτούς τους αιρετικούς, αυτά τα όντα που δημιουργήθηκαν από το Θεό ονομάζονται “οι άνθρωποι του Θεού”, “ψυχές”, “πρόβατα του Ισραήλ” και πολλά άλλα ονόματα[47].»
Το ίδιο ακριβώς υποστήριζε και η ομάδα του Iohannes Lugio, με την διαφορά ότι μιλούσαν για ψυχές:
«Επίσης πιστεύει [ο Lugio] ότι οι ψυχές που είναι από τον Θεό μεταφέρονται από σώμα σε σώμα και στο τέλος, όλες θα ελευθερωθούν από την τιμωρία και την ενοχή[48].»
Την μετενσάρκωση κήρυτταν και οι μετριοπαθείς δυαρχικοί. Η διαφορά τους με τους απόλυτους δυαρχικούς βρίσκονταν στο αν μετενσαρκώνονταν οι άγγελοι ή οι ψυχές που έπεσαν. Ανάλογα με την πίστη της κάθε ομάδας δημιουργήθηκαν αρκετές απόψεις επ’ αυτού. Διαβάζουμε στο «De heresi catharorum»:
«Σύμφωνα με μερικούς απ’ αυτούς, όπως η σάρκα προέρχεται από την σάρκα, έτσι και το πνεύμα γεννάται από το πνεύμα, ακολουθώντας το ευαγγελικό χωρίο: “τό γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκός σάρξ ἐστι, καί τό γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος πνεῦμά έστι[49]”. Υπάρχει κάποια αντιπαράθεση μεταξύ τους σ’ αυτό το σημείο. Κάποιοι απ’ αυτούς, απορρίπτοντας αυτήν την άποψη, λένε ότι όλα τα πνεύματα που είναι προορισμένα να σωθούν δημιουργήθηκαν σε μια χρονική στιγμή και εμφυσήθηκαν λίγο-λίγο στα ανθρώπινα σώματα με την θέληση του Θεού. Ωστόσο, αυτοί που λένε ότι το πνεύμα γεννάται από το πνεύμα βεβαιώνουν ότι όλος αυτός ο κόσμος κατοικείται από αυτά τα φαύλα πνεύματα, συμπεριλαμβανομένου και αυτών που είναι προορισμένο να καταδικαστούν και αυτών που είναι προορισμένο να σωθούν. Αυτοί, πράγματι, που λένε ότι όλα τα προορισμένα για σωτηρία πνεύματα δημιουργήθηκαν την ίδια στιγμή, ισχυρίζονται ότι αυτά τα πνεύματα που έπεσαν δεν ήταν προορισμένο να σωθούν της ενσάρκωσής τους κι έτσι περνάν από σώμα σε σώμα[50].»
Περί των ψυχών η τρίτη εκδοχή της δυαρχίας έπαιξε τον διακριτό της ρόλο:
«Αυτοί οι άνθρωποι (σ.τ.μ. αναφέρεται στην σέκτα του Bagnolo) συμφωνούν με τους προαναφερθέντες Καθαρούς του Concorezzo σε όλες σχεδόν τις παραπάνω πεποιθήσεις, εκτός απ’ αυτό: Λένε ότι οι ψυχές δημιουργήθηκαν από τον Θεό πριν από την δημιουργία του κόσμου και ότι αμάρτησαν ακόμη και τότε[51].»
Δέχονταν, δηλαδή, την προΰπαρξη των ψυχών. Παρουσιάστηκαν κάποιες συμβιβαστικές απόψεις, όπως η παρακάτω:
«Εξηγούν ότι τα ανθρώπινα σώματα ζωοποιούνται εν μέρει από τα φαύλα πνεύματα, τα οποία δημιούργησε ο διάβολος και εν μέρει από αυτές τις ψυχές που εξέπεσαν. Αυτές οι ψυχές κάνουν την μετάνοιά τους σε αυτά τα σώματα, και αν μια ψυχή δεν σωθεί σε ένα σώμα, πηγαίνει σε άλλο σώμα και κάνει μετάνοια[52].»
Η συμβιβαστική άποψη, είναι κατανοητό ότι εμφανίστηκε στις ομάδες της απόλυτης δυαρχίας, οι οποίες αρχικά δεν δέχονταν ότι η αρχή του καλού κατασκεύασε ο,τιδήποτε αυτού του κόσμου, συνεπώς ούτε ψυχές, στην συνέχεια δέχθηκαν την ύπαρξη ψυχών κατασκευασμένων από τον διάβολο και σε μια ακόμη πιο ενδοτική συμβιβαστική λύση, δέχθηκαν συγκυβέρνηση του σώματος από τους αγγέλους και τις ψυχές.
Αυτή είναι η δυτικού τύπου μετενσάρκωση και βλέπουμε ότι παρουσιάζεται σε διαφορετικές εκδοχές ανάλογα με την διδασκαλία της κάθε σχολής δυαρχίας και της κάθε ομάδας. Δεν υπήρχε μοναδική εκδοχή τον Μεσαίωνα, όπως δεν υπάρχει και κοινή παραδοχή απόψεων από τους σύγχρονους οπαδούς του δυτικού τύπου μετενσάρκωσης, τους οπαδούς των διαφόρων νέο-εποχίτικων ομάδων. Όλοι οι νέο-εποχίτες δέχονται την μετενσάρκωση (ανατολικού ή δυτικού τύπου), αλλά η κάθε ομάδα την αναπτύσσει με βάση την δική της διδασκαλία. Οι ομάδες αυτές μπορεί να διαφέρουν στα επιμέρους θέματα, αλλά να έχουμε υπόψη ότι έχουν έναν κοινό πυρήνα στην διδασκαλία τους και, βέβαια, αναγνωρίζουν η μία την άλλη. Διαφέρουν, δεν διαφωνούν. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Υπήρχε ως χαρακτηριστικό στις ομάδες των Καθαρών, υπάρχει ως χαρακτηριστικό στις νέο-εποχίτικες ομάδες:
«Όλες οι εκκλησίες των Καθαρών αναγνωρίζουν η μία την άλλη, αν και έχουν διαφορετικές ή αντίθετες απόψεις, εκτός από τους Albanenses και τους Concorezzenses, οι οποίοι επικρίνουν οι μεν τους δε, όπως αναφέρθηκε[53].»
Και κάτι ακόμη. Το ότι ένα ψέμα εμφανίζεται σε διαφορετικές εκδοχές δεν σημαίνει ότι κάποια εκδοχή του πιθανόν να είναι αλήθεια. Το ψέμα παραμένει ψέμα αναλλοίωτο με ό,τι και αν αναμιγνύεται. Αντίθετα, η αλήθεια έχει ως χαρακτηριστικό της ιδίωμα την μοναδικότητα. Δεν μπορεί κάποιος ν’ ανακατέψει την αλήθεια με ψέμα και να πάρει άλλη εκδοχή της αλήθειας. Δεν γίνεται. Θα προκύψει αίρεση, θα προκύψει ψέμα. Δεύτερον, η αλήθεια έχει υπόσταση, είναι ο ίδιος ο Θεός. Το ψέμα έχει πατέρα, τον ίδιο τον διάβολο. Συνεπώς, το ψέμα δεν γίνεται αλήθεια, επειδή μπορεί να το πιστεύουν πολλοί. Ούτε η αλήθεια γίνεται ψέμα, αν δεν την πιστεύει κανένας.
Για ν’ απαντήσουμε, λοιπόν, σε κάποιες σοφιστείες, η μετενσάρκωση είναι μια ψεύτικη διδασκαλία, σε οποιαδήποτε μορφή και αν διδάσκεται, όσοι και αν την πιστεύουν. Είναι ασυμβίβαστη με την χριστιανική πίστη, όπως, εξήγησε ο μακαριστός π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος και αν υπήρξαν Χριστιανοί, όπως ο Edgar Cayce, που την υποστήριζαν, αυτό δεν αποδεικνύει το αντίθετο. Αποδεικνύει ότι αυτοί δεν ήταν Χριστιανοί. Τώρα, αν κάποιος αμφιβάλει με το κείμενο του πατρός Αλεβιζόπουλου, επί τη βάσει ότι αναφέρεται σε ανατολικού τύπου μετενσάρκωση, ας έχει υπόψη του ότι η δυτικού τύπου μετενσάρκωση, διαδόθηκε στην Δύση μέσω του Μανιχαϊσμού (και μην βιαστεί κάποιος να επικαλεστεί τον Πλάτωνα, διότι η θρησκευτικότητα των αρχαίων Ελλήνων δεν διαμορφώθηκε βάσει του πλατωνισμού και αυτό φαίνεται από το γεγονός της απουσίας θεωριών περί αποχής βρώσης κρέατος ή περί χορτοφαγίας), και είναι γνωστό ότι ο Μάνης γνώρισε τον Βουδισμό στην Ινδία και διαμόρφωσε την διδασκαλία του εν μέρει βάσει αυτού (βλ. σχετ. 4.6.Β.2). Η μετενσάρκωση δυτικού και ανατολικού τύπου είναι νεολογισμός.
Δεν είναι αόριστος νεολογισμός. Αφορά συγκεκριμένη διαφορά, την οποία θα εξηγήσουμε αφού πρώτα γίνει κατανοητό τι εννοούσαν οι Καθαροί ως σωτηρία. Σωτηρία για τους Καθαρούς ήταν η επιστροφή στον ουρανό, αυτού που είχε εκπέσει, αγγέλου ή ψυχής, πλανημένης από τον διάβολο ή αμαρτωλής, με βία ή δικαιοκρισία, ανάλογα την διδασκαλία της κάθε ομάδας. Η σωτηρία για τους Καθαρούς δεν είχε να κάνει με την αντίστοιχη χριστιανική άποψη περί μετά θάνατον ζωής σε κόλαση ή παράδεισο:
«Άλλοι μεταξύ αυτών λένε, μάλιστα, ότι δεν υπάρχει κόλαση ή παράδεισος, παρά μόνο το κατώτερο βασίλειο, συμπεριλαμβανομένου του παράδεισου και της κόλασης, όπως περιγράφεται στην Γένεση, και το ανώτερο βασίλειο, το οποίο είναι αυτό του καλού θεού. Συνεπώς, διακηρύσσοντας ότι καμιά ψυχή δεν θα σωθεί εκτός από τα πνεύματα που εξέπεσαν, για τα οποία πιστεύουν ότι θα σωθούν όλα, ισχυρίζονται ότι οι άλλες ψυχές, οι δημιουργημένες από τον διάβολο, τον κακό θεό, θα καταδικαστούν όχι για πάντα αλλά προσωρινά, για μια περίοδο όσο διαρκεί ο κόσμος. Αυτή η καταδίκη, νομίζουν, είναι εδώ στο σκοτάδι αυτού του κόσμου, δηλαδή η πείνα, το κρύο, η κόπωση και τα όμοια. Αυτό δεν πιστεύουν ότι αναιρεί τις δηλώσεις που έκαναν παραπάνω, ότι οι ψυχές δεν θα καταδικαστούν και ότι υπήρχαν πάντα, εδώ στο βασίλειο του κυρίου τους που δεν μπορεί να εξακολουθεί να υφίσταται, διότι κατά την εξήγησή τους το ότι οι ψυχές δεν θα καταδικαστούν σημαίνει ότι δεν θα υποστούν δεύτερη καταδίκη, διότι είναι ήδη καταδικασμένες. Με αυτόν τον τρόπο αρνούνται την μέλλουσα κρίση όταν, όπως λέγεται, οι ψυχές θα καταδικαστούν, επειδή έχει ήδη περάσει[54].»
Συνεπώς, οι Καθαροί δεν περίμεναν μέλλουσα κρίση, σωτηρία ή τιμωρία σύμφωνα με τα χριστιανικά πρότυπα. Γι’ αυτούς οι ψυχές (ή οι άγγελοι) βρίσκονται ήδη σε αυτόν τον κόσμο τιμωρημένες και περιμένουν την στιγμή της επιστροφής πίσω στον ουρανό. Μέχρι τότε κάνουν την μετάνοιά τους μετενσαρκούμενες από σώμα σε σώμα.
β. Το δόγμα του απόλυτου προορισμού και το κάρμα
Κάθε θεωρία μετενσάρκωσης, η οποία σέβεται τον εαυτό της, χρειάζεται ένα φίλτρο, ένα κανόνα, ένα νόμο τέλος πάντων, που να καθορίζει το πώς και που γίνεται η επόμενη μετενσάρκωση. Απλοποιημένα, μπορούμε να πούμε ότι στην ανατολικού τύπου μετενσάρκωση (Βουδισμό) ο νόμος αυτός είναι το κάρμα. Το κάρμα είναι ένας τυφλός νόμος, όπως εξηγεί ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος. Τυφλός νόμος σημαίνει ότι δεν υπάρχει ένας κριτής, κάποιος που να κρίνει και ν’ αποφασίζει την εφαρμογή του. Το κάρμα εφαρμόζεται (στην σκέψη των οπαδών αυτού του είδους της μετενσάρκωσης) αυτόματα και μηχανιστικά. Στην δυτικού τύπου μετενσάρκωση, σε αντικατάσταση του κάρμα, ο νόμος αυτός είναι το δόγμα του απόλυτου προορισμού. Στην σκέψη των Καθαρών:
«Αυτοί που λένε ότι όλα τα πνεύματα που είναι προορισμένα για σωτηρία δημιουργήθηκαν σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ισχυρίζονται ότι αυτά τα πνεύματα που έπεσαν δεν ήταν προορισμένα για σωτηρία την στιγμή της ενσάρκωσής τους, κι έτσι περνάν από σώμα σε σώμα. Αυτό θα συνεχίσει μέχρι το τέλος του κόσμου· και κατά την κρίση του κόσμου οι καλοί και οι κακοί θα μετρηθούν.»
ΠΡΟΣΟΧΗ: Σύμφωνα με το δόγμα του απόλυτου προορισμού, λοιπόν, κατά την κρίση του κόσμου δεν θα γίνει πραγματικά κρίση, αλλά απαρίθμηση των ήδη προορισμένων καλών και κακών.
«Οι καλοί θα ανακτήσουν τις θέσεις τους· οι κακοί θα έχουν παντοτινή τιμωρία.»
Δηλαδή θα παραμείνουν σε αυτόν τον κόσμο, για τον οποίο σε άλλο σημείο είπαν ότι δεν θα καταστραφεί.
«Σε αυτό το σημείο είναι λίγο μπερδεμένοι, διότι μερικοί από αυτούς συμφωνούν ότι κάποια μερίδα από αυτούς που έπεσαν είναι προορισμένο να σωθούν: αυτοί που δεν αμάρτησαν με δική τους συναίνεση, αλλά όπως ήταν εξαναγκασμένοι. Αυτοί που αμάρτησαν ελεύθερα είναι προορισμένοι να καταδικαστούν. Ισχυρίζονται ότι άλλα πνεύματα δημιουργήθηκαν από τον παντοδύναμο θεό για ν’ αναπληρώσουν τις θέσεις αυτών που δεν είναι προορισμένοι για την σωτηρία[55].»
Ανακαλύπτουμε, λοιπόν, ότι το δόγμα του απόλυτου προορισμού έχει ιστορικά τις ρίζες του στην θεωρία της δυτικού τύπου μετενσάρκωσης και θεμελιώνεται θεολογικά στην αιρετική κατανόηση της πρόγνωσης του Θεού, από τους Καθαρούς. Σχετίζεται δε άμεσα με την άρνηση της ελεύθερης θέλησης του ανθρώπου, την οποία υιοθέτησαν όχι μόνο οι Καθαροί, αλλά και οι Λουθηρανοί. Το εξηγεί ο Iohannes Lugio στην Βίβλο περί των δύο αρχών:
«Κεφ. 8. Περί απιθανότητας. – Διότι λέω ότι όπως ακριβώς είναι αδύνατον αυτό που υπήρξε στο παρελθόν να μην υπάρχει στο παρελθόν, έτσι είναι και απίθανο γι’ αυτό που είναι στο μέλλον, να μην είναι στο μέλλον. Αυτό ειδικά είναι αληθές για τον Θεό, ο οποίος εξαρχής κατάλαβε και γνώριζε αυτό που θα γίνει, οπότε η ύπαρξη, ως κάτι που έμελλε να συμβεί, ήταν πιθανή ως γεγονός πριν συμβεί. Ήταν αναμφίβολα αναγκαίο ότι το μέλλον το ίδιο θα έπρεπε να υπάρχει ολόκληρο σ’ Αυτόν, διότι Αυτός μπορούσε να καταλάβει και να γνωρίζει προαιωνίως όλες τις αιτίες που απαιτούνται για να συμβεί το μέλλον. Και αυτό είναι εντελώς αληθές εφόσον, αν υπάρχει μόνο μια Αρχή, ο Θεός ο ίδιος είναι η μόνη αιτία όλων των αιτιών· και ακόμη περισσότερο [είναι αληθές], αν ισχύει, αυτό που οι εχθροί της αλήθειας ισχυρίζονται, ότι ο Θεός πράττει ό,τι τον ευχαριστεί και η δύναμή του δεν επηρεάζεται από κανέναν[56].»
Το ερμηνεύσαμε αναλυτικότερα στο υποκεφάλαιο με τίτλο «Από τον Γνωστικισμό στον Προτεσταντισμό» και παραπέμπουμε εκεί τον αναγνώστη. Μένει ακόμη να προστεθεί, ότι το δόγμα του απόλυτου προορισμού, αναγνωρίζοντας κριτή δεν είναι τυφλός νόμος. Ωστόσο, εφαρμόζεται αυτόματα και μηχανιστικά, εφόσον γι’ αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτό, ό,τι ο Θεός προγνωρίζει θα γίνει οπωσδήποτε και δεν μπορεί ν’ αλλάξει. Ο Θεός έθεσε τους φυσικούς νόμους και παρακολουθεί παθητικά την εξέλιξη των γεγονότων, χωρίς να μπορεί ή να θέλει να επέμβει. Συνεπώς αυτοί που το πιστεύουν, θεωρούν τον Θεό ως μια απόμακρη οντότητα, έξω από την ανθρώπινη ιστορία, βασική πεποίθηση γνωστικών και νέο-εποχίτικων σεκτών. Αρνούνται, κατ’ ουσίαν, την Θεία Πρόνοια, περιορίζοντάς την μόνο στην θέσπιση των φυσικών νόμων. Αυτό εξάγεται από την παρακάτω επιχειρηματολογία στην Βίβλο περί των δύο αρχών:
«Εφόσον ο Θεός ο ίδιος ήταν – κατά την άποψη των αντιπάλων μας - από την αρχή η αιτία όλων των αγγέλων Αυτού, αναμφίβολα αυτοί προήλθαν αποκλειστικά και ουσιαστικά από Αυτόν, με τρόπο που ευχαριστούσε Αυτόν, ο χαρακτήρας, η μορφή ή η δημιουργία που ο Θεός τους έδωσε. Και οι άγγελοι ήταν ολοκληρωτικά μέσω αυτού, ό,τι ήταν, σε όλες τους τις αιτίες (σ.τ.μ. οι αιτίες των όντων κατά την αρχαία και μεσαιωνική σκέψη) που έκαναν αναπόφευκτο το γεγονός ότι έγιναν δαίμονες στα χαρακτηριστικά, και δεν έλαβαν κάτι από κάποιον άλλο, εκτός από Αυτόν μόνο, ούτε ευχαριστούσε τον Θεό τους να δημιουργήσει ή να κατασκευάσει τους αγγέλους διαφορετικά από την αρχή.
… Όπως ένας Αιθίοπας δεν μπορεί ν’ αλλάξει το δέρμα του ή μια λεοπάρδαλη της βούλες της, εξαιτίας των χαρακτηριστικών που έχουν από τον δημιουργό τους, έτσι και οι άγγελοι, αν δεχτούμε την άποψη των αντιπάλων μας, δεν μπορούσαν με κανένα τρόπο ν’ αποφύγουν το κακό εξαιτίας των χαρακτηριστικών που ο Θεός τους έδωσε από την αρχή. Αυτή είναι η χείριστη άποψη[57].»
Αυτή ήταν η άποψη των μετριοπαθών δυαρχικών, όσων δέχονταν μία αρχή. Η άποψη του Iohannes Lugio, ενός απόλυτου δυαρχικού, είναι αντίθετη, επί τη βάσει ότι υπάρχουν δύο αρχές, όχι επί τη βάσει της άρνησης της αναγκαιότητας ή της αποδοχής της ελεύθερης θέλησης. Δηλαδή έγινε μεν το αναπόφευκτο, αλλά η αιτία του ήταν η αρχή του κακού και όχι η αρχή του καλού. Η διαφωνία του δηλαδή είναι επί όνου σκιάς και όχι η επί της ουσίας.
Το ακαδημαϊκό πρόβλημα της φαινομενικής ασυνέπιας μεταξύ της επιφανειακής ασκητικότητας των Καθαρών και της αγάπης τους για την τοκογλυφία (ή της άλλες επίγειες απολαύσεις) λύνεται μέσα από την κατανόηση του σκεπτικού τους. Όσο ο μελετητής της διδασκαλίας και των πρακτικών των Καθαρών επιμένει να μετρά την θρησκευτικότητά τους με χριστιανικούς όρους, το πρόβλημα δείχνει αξεπέραστο και η αντίφαση ασυμβίβαστη. Όταν, όμως, η θρησκευτικότητά τους μετρηθεί ως αιρετική και όχι ως αντιδραστική και μεταρρυθμιστική ενός παραστρατημένου χριστιανισμού (δηλ. του παπισμού), τότε η ασυνέπεια εξηγείται και το πρόβλημα βρίσκει την απλή λύση του.
γ. Απόλυτος προορισμός και καπιταλισμός-παγκόσμια κυριαρχία
Το σκεπτικό των Καθαρών διαμορφώθηκε μέσα από την αποδοχή της μετενσάρκωσης και του απόλυτου προορισμού ως αποτέλεσμα της προγνώσεως και της παντοδυνάμου ενεργείας της θείας βουλήσεως. Η θεωρία της μετενσάρκωσης αναιρεί την χριστιανική οπτική περί της ματαιότητας του κόσμου. Ο κόσμος παύει είναι παροδικός, γίνεται αιώνιος. Αυτή η ζωή δεν είναι σύντομη και παροδική, αλλά εντάσσεται σε ένα συνεχή και αέναο κύκλο μετενσαρκώσεων. Από την άλλη, αν ο Καθαρός πλουτίσει, με οποιοδήποτε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, πράττει το θέλημα του Θεού. Ο Θεός τον προόρισε γι’ αυτό και προγνώριζε ότι θα γίνει (έτσι δεν αιτιολογούν και τον καπιταλισμό οι Προτεστάντες;). Ο Καθαρός (τοκογλύφος, τραπεζίτης ή έμπορος) πλουτίζει γιατί έτσι θέλει ο Θεός. Για τον Καθαρό η τοκογλυφία και ο πλουτισμός με οποιοδήποτε αθέμιτο τρόπο δεν είναι αμαρτία:
«Το ότι δεν νιώθουν συντριβή για τις αμαρτίες που διέπραξαν πριν την εξάσκηση της πίστης τους αποδεικνύεται καθαρά από το γεγονός ότι δεν κάνουν αποκατάσταση σε κανέναν για τοκογλυφία, κλοπή ή διαρπαγή· αντίθετα κρατούν το κέρδος για τον εαυτό τους, ή καλύτερα το αφήνουν στα παιδιά τους ή τους συγγενείς τους που είναι ακόμη σε αυτό τον κόσμο. Λένε ότι η τοκογλυφία δεν είναι αμαρτία[58].»
Γι’ αυτό και δεν κάνει ελεημοσύνη σε κανέναν:
«Επίσης κάνουν λίγη ή καθόλου ελεημοσύνη, δεν δίνουν τίποτα στους εκτός σέκτας, εκτός ίσως για ν’ αποφύγουν το σκάνδαλο μεταξύ των γειτόνων τους και να τους έχουν σε εκτίμηση, και λίγο για δική τους ανάγκη. Ο λόγος γι’ αυτό είναι τριπλός. Πρώτον, διότι δεν περιμένουν περισσότερη δόξα στο επέκεινα ή συγχώρηση των αμαρτιών. Δεύτερον, σχεδόν όλοι τους είναι φιλάργυροι και άρπαγες. Γι’ αυτό και οι φτωχοί ανάμεσά τους, που σε καιρό διωγμού δεν έχουν τα απαραίτητα για να ζήσουν ή κάποιον να τους παρέχει τα αναγκαία, όταν οι οικίες τους κατεδαφίζονται δεν μπορούν να βρουν κάποιον πρόθυμο να τους φιλοξενήσει· αλλά οι πλούσιοι Καθαροί βρίσκουν πολλούς. Εξ αυτού ο καθένας τους συσσωρεύει πλούτο αν μπορεί και τον φυλάσσει.»
Ο Καθαρός, λοιπόν, που θησαυρίζει σ’ αυτή την ζωή, γίνεται πλούσιος σύμφωνα με το θέλημα του θεού του και στις επόμενες μετενσαρκώσεις του θα συνεχίσει ν’ απολαμβάνει τ’ αγαθά που συγκέντρωσε. Ακόμη και μετά το τέλος του κύκλου των μετενσαρκώσεων, μετά την ημέρα της κρίσεως θα συνεχίσει αυτή η κατάσταση της επίγειας απόλαυσης:
«Περιμένουν την γενική ανάσταση, την οποία θα ζήσουν, όπως λένε, στην γη των ζώντων, με όλη την κληρονομιά που θ’ ανακτήσουν με την δύναμη των όπλων (παγκόσμιοι πόλεμοι). Διότι λένε ότι μέχρι τότε θα έχουν αποκτήσει αυτή την γη (παγκόσμια κυριαρχία) του πνεύματος της κακίας και θα κάνουν χρήση του ενδύματος του προβάτου (μυστικές εταιρείες), και θα τρώνε τα αγαθά της γης και δεν θα αναχωρήσουν μέχρι να σωθεί όλος ο Ισραήλ[59].»
Αυτή είναι η ιδεολογική θεμελίωση της προτίμησης των Καθαρών για τις χρηματοπιστωτικές και εμπορικές επιχειρήσεις, η ιδεολογική θεμελίωση του καπιταλισμού τους. Και με βάση αυτό το σκεπτικό πέτυχαν την αλλαγή της μεσαιωνικής αντίληψης περί ιδιοκτησίας (κατά σύμπτωση, σήμερα 10 Δεκεμβρίου είναι η παγκόσμια ημέρα ιδιοκτησίας, μια από τις «παράξενες» γιορτές της νέας εποχής) ανοίγοντας τον δρόμο για την συγκέντρωση κεφαλαίου και γης. Το «την κληρονομιά που θ’ ανακτήσουν με την δύναμη των όπλων» προανήγγειλε τους παγκόσμιους πολέμους που ακολούθησαν, ενώ το «χρήση του ενδύματος του προβάτου» έδωσε το έναυσμα για την σύσταση των μυστικών εταιρειών, όπως η μασονία. Ακόμη και οι οπαδοί της Χ.Ο.Ε (Χριστιανική Οργάνωση Ειρήνης) που πιστεύουν ανάλογα ότι δεν θα πεθάνουν ποτέ, εμφανίζονται ως καλοί Χριστιανοί.
Ας είμαστε βέβαιοι, ότι η παραπάνω αντίληψη των πλούσιων Καθαρών συνοδεύεται από τον ανάλογο ιδεολογικό ελιτισμό, όπως συνέβη αντιστοίχως με την αριστοκρατία της Languedoc και την πεποίθησή της περί ευγενούς καταγωγής από τον Χριστό και την Μαρία Μαγδαληνή (κεφ. 7.3.3). Σ’ αυτή την περίπτωση δεν μιλάμε για τον ελιτισμό της αριστοκρατίας αλλά της μεγαλοαστικής τάξης, ο οποίος προσπαθεί να θεμελιωθεί θρησκευτικά:
«Μετά από καιρό, ο κακός θεός εξοργισμένος από την δήλωσή του, έστειλε τον γιο του, τον οποίο καλούν Μελχισεδέκ, Σηρ ή Εωσφόρο, με μεγάλο πλήθος ανδρών και γυναικών στην αυλή του καλού θεού, για ν’ ανακαλύψει αν θα μπορούσε να εκδικηθεί για τον πατέρα του με πονηριά. Και κρατώντας τον ο καλός θεός, καθώς ήταν ξεχωριστός (εννοεί ο Εωσφόρος) σε ομορφιά και ευφυία, τον διόρισε πρίγκιπα, ιερέα και οικονόμο στους δικούς του ανθρώπους και μέσω αυτού έδωσε την διαθήκη στον Ισραήλ. Κατά την απουσία του κυρίου, πλάνεψε τους ανθρώπους να μην πιστεύουν στην αλήθεια και τους υποσχέθηκε ότι θα τους έδινε περισσότερα, καλύτερα και ελκυστικότερα αγαθά στην χώρα του από αυτά που είχαν στη δική τους. Υπέκυψαν στο δέλεάρ του εγκαταλείποντας τον θεό και την διαθήκη που τους έδωσε. Πήρε μαζί του μερικούς από αυτούς και τους σκόρπισε στα βασίλειά του. Τους πιο ευγενείς, όπως αυτοπροσδιορίζονται οι ίδιοι, τους έστειλε σε αυτό τον κόσμο, τον οποίο ονομάζουν τελευταία λίμνη, την πιο μακρινή γη, βαθύτατη κόλαση[60].»
Αυτή η ελίτ της μεγαλοαστικής τάξης των τραπεζιτών, τοκογλύφων και μεγαλοεμπόρων, πίστευε ότι ήταν η αριστοκρατία των ανθρώπων του θεού και μάλιστα γιοι του θεού:
«Διότι έλεγαν ότι ο θεός ο ίδιος είχε δύο γυναίκες, την Colla και την Coliba, και από αυτές γέννησε γιους και κόρες, όπως οι άνθρωποι[61].»
Σ’ αυτούς τους ευγενικής και θείας καταγωγής εκλεκτούς ο Εωσφόρος υποσχέθηκε ως κληρονομιά όλη την γη, αρκεί να την αποκτήσουν με οποιονδήποτε τρόπο και να την χαίρονται αιώνια, μέσω των συνεχών μετενσαρκώσεων, αφού δεν θα καταστραφεί ποτέ και θα παραμείνουν ακόμη και μετά την γενική ανάσταση. Έτσι πιστεύουν.
7.5.6 Καθαρισμός και μαγεία
Η αιρετική διδασκαλία είχε σημαντικό αντίκτυπο στην νοοτροπία των πιστών της. Στην σκέψη των αιρετικών ο Σατανάς δεν ήταν απλώς ένας έκπτωτος άγγελος με παραστρατημένη θέληση, υποδεέστερη πνευματική οντότητα, όπως δίδασκε ο Χριστιανισμός. Αντίθετα, ήταν μια ισοδύναμη με τον Θεό αιώνια κοσμική αρχή, λίγο κατώτερη από αυτόν σε δόξα. Για τους Καθαρούς ήταν ο άρχων του κόσμου τούτου και δημιουργός του ανθρώπου. Ως προσωποποίηση του κακού ήταν μια δύναμη άξια φόβου και δια του φόβου μπορούσε να κάνει τους ανθρώπους δούλους του, μπορούσε να τους κάνει να τον λατρεύουν. Ακόμη και αν δεν τον αγαπούσαν (δεν ήταν αυτό το ζητούμενο) με τα κατάλληλα ανταλλάγματα μπορούσαν να γίνουν πειθήνια όργανά του. Οι μεσαιωνικές ιστορίες ήταν γεμάτες με διηγήσεις για συμφωνίες με τον διάβολο. Ο Φάουστ δεν ήταν μοναδικός. Ο Φρόυντ, με την ψυχαναλυτική ερμηνευτική περί της προβολής των σκοτεινών δυνάμεων του Αυτού, του υπολείμματος της εξελιγμένης (κατά τους οπαδούς του Δαρβίνου) ζωώδους ψυχής, στο πρόσωπο του διαβόλου, και της εξ αυτής εκλογικευμένης τάχα άρνησης της υπάρξεώς του, απείχε αιώνες. Ο μεσαιωνικός άνθρωπος πίστευε ακόμη ότι ο διάβολος υπήρχε.
Μια μερίδα των Καθαρών οπαδών της μετριοπαθούς δυαρχίας, αυτοί που έφεραν βαθειά τυπωμένη την επίδραση του πλατωνισμού στην διδασκαλία τους, ζυμωμένη παράδοξα με την ευρωπαϊκή παγανιστική κληρονομιά – λέμε παράδοξα διότι ο στόχος των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων ήταν να εκλογικεύσουν με την φιλοσοφία την παγανιστική θεολογία-μυθολογία και όχι να την προωθήσουν – πίστευαν ότι ο διάβολος και οι δαίμονες, οι αρχαίοι θεοί, ήταν υπηρέτες της θείας βουλήσεως:
«Αυτοί ομολογούν ότι ο παντοδύναμος Θεός τα έφτιαξε όλα αυτά όχι ο ίδιος, αλλά μέσω του διαβόλου ως υπηρέτη του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, λένε, αναφερόμενοι σε ό,τι ο διάβολος εκτέλεσε με την σοφία και την δύναμη που του ανατέθηκαν κατά την δημιουργία του από τον Θεό, είναι η αιτία όλων αυτών, με σκοπό να έχει πάνω τους απεριόριστη εξουσία, με την άδεια του Θεού. Ο Θεός το επέτρεψε για άλλο λόγο, ώστε να μπορέσει να συλλέξει από αυτό τον κόσμο τον καρπό της μετάνοιας αυτών που είναι προορισμένοι να σωθούν[62].»
Ιδού, λοιπόν, και η πηγή της διδασκαλίας του Παναγιώτη Τουλάτου.
Δεν έβλεπαν όλοι οι Καθαροί, πολύ δε περισσότερο οι Χριστιανοί, τον διάβολο ως υπηρέτη του Θεού. Ο φόβος και η ανασφάλεια, η οποία προέκυπτε από την πολιτική, κοινωνική και οικονομική αβεβαιότητα, ενισχυμένη από την αδυναμία του ανθρώπου μπροστά στο εχθρικό περιβάλλον, με τους συνεχείς πολέμους να εναλλάσσονται από θανατηφόρες επιδημίες, με ελάχιστα διαλλείματα ειρήνης συνοδευμένης από κακουχίες, φαίνονται αποτυπωμένα στις grotesque φιγούρες της γοτθικής τέχνης. Σκοπός τους ο εξορκισμός της κακοδαιμονίας, ως μία λύση στην ανθρώπινη ανικανότητα να επηρεάσει το εχθρικό περιβάλλον. Μία λύση, όχι μοναδική. Μια δεύτερη απατηλή λύση πρόσφερε η μαγεία. Και οι Καθαροί ήταν περισσότερο από τον καθένα προετοιμασμένοι από την θεολογία τους και πρόθυμοι να καταφύγουν στη μαγεία. Δεν είναι, λοιπόν, ανεξήγητο το φαινόμενο της αύξησης της μαγείας στις χώρες που υπήρχαν εκτεταμένες κοινότητες Καθαρών.
Η σχέση Καθαρών και μαγείας ήταν μια σχέση πάθους. Είναι γνωστό ότι η καταδίκη για maleficium, με ποινή την εκτέλεση στην πυρά, αφορούσε την μαγεία κι εφαρμόζονταν στην αίρεση, διότι στο μυαλό του μεσαιωνικού δυτικού δικαστή δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ τους. Η παρακάτω ιστορία του Καισάριου του Heisterbach φανερώνει αυτή την οπτική:
«Δύο άνθρωποι απλά ντυμένοι, αλλά όχι χωρίς πονηριά, όχι πρόβατα αλλά λύκοι άρπαγες, ήρθαν στην Besançon, υποκρινόμενοι μεγάλη ευσέβεια. Επίσης ήταν χλωμοί και λιανοί, κυκλοφορούσαν γυμνόποδες και νήστευαν καθημερινά· δεν έχασαν ούτε μια νύχτα τις ακολουθίες στον καθεδρικό, και δεν δέχονταν τίποτα από κανέναν εκτός από λίγη τροφή. Όταν με τέτοια υπόκριση τράβηξαν την προσοχή όλων, άρχισαν να ξερνάνε το κρυμμένο τους δηλητήριο και να διδάσκουν σε όσους αγνοούσαν, νέες και ανήκουστες αιρέσεις. Με σκοπό, επίσης, να πιστέψει ο κόσμος την διδασκαλία τους, ζήτησαν ν’ απλωθεί αλεύρι στην άκρη του δρόμου και περπάτησαν επάνω του χωρίς ν’ αφήσουν αποτυπώματα των ποδιών τους. Κατά παρόμοιο τρόπο, περπατώντας πάνω στο νερό δεν βυθίστηκαν· επίσης, μπήκαν σε μικρές φλεγόμενες καλύβες και, αφού έγιναν στάχτη, αυτοί βγήκαν χωρίς τραύματα. Μετά απ’ αυτά είπαν στον κόσμο:
› Αν δεν πιστεύετε στα λόγια μας, πιστέψτε στα θαύματά μας.
Ο επίσκοπος και ο κλήρος ταράχθηκαν, μόλις το άκουσαν. Και όταν όρθωσαν αντίλογο, λέγοντας ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν αιρετικοί και απατεώνες και υπηρέτες του διαβόλου, με δυσκολία κατάφεραν να ξεφύγουν από το πλήθος που ζητούσε να τους λιθοβολήσει. Αυτός ο επίσκοπος ήταν καλός και μορφωμένος άνθρωπος, γεννημένος στην επαρχία μας. Ο Κορράδος, ο ηλικιωμένος μας μοναχός, που μου διηγήθηκε τα γεγονότα και βρίσκονταν εκείνη την περίοδο στην πόλη, τον ήξερε καλά.
Ο επίσκοπος, βλέποντας ότι τα λόγια του ήταν μάταια και το ποίμνιο που του ήταν εμπιστευμένο μεταστρέφονταν στην πίστη των πρακτόρων του διαβόλου, κάλεσε κάποιον κληρικό γνωστό του, ο οποίος ήταν εντριβής στη νεκρομαντεία και είπε:
› Κάποιοι άνθρωποι στην πόλη μου κάνουν το και το. Σου ζητώ να μάθεις από τον διάβολο με την τέχνη σου, ποιοι είναι, από πού έρχονται και με ποιο τρόπο γίνονται τόσα πολλά και αξιοθαύμαστα. Διότι είναι απίθανο να μπορούν να κάνουν θαύματα με θεία έμπνευση όταν η διδασκαλία τους είναι τόσο αντίθετη από αυτή του Θεού.
Ο κληρικός είπε:
› Κύριέ μου, Έχω αποκηρύξει από καιρό αυτή την τέχνη.
O επίσκοπος απάντησε:
› Βλέπεις σε τι στενοχώρια βρίσκομαι. Ή θα πρέπει να συναινέσω στη διδασκαλία τους ή θα λιθοβοληθώ από τον κόσμο. Συνεπώς, θ’ απολογηθώ μαζί σου για την άφεση των αμαρτιών σου, ότι μου έκανες υπακοή στο θέμα.
Ο κληρικός, υπακούοντας στον επίσκοπο, κάλεσε τον διάβολο και όταν ρωτήθηκε για τον λόγο της επίκλησης, αποκρίθηκε:
› Σου ζητώ συγγνώμη που σε εγκατέλειψα. Επειδή επιθυμώ να είμαι περισσότερο υπάκουος σε σένα στο μέλλον απ’ ότι στο παρελθόν, σου ζητώ να μου πεις ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, τι διδάσκουν, και με τι μέσα εργάζονται τόσα μεγάλα θαύματα.
Ο διάβολος απάντησε:
› Είναι δικοί μου και στάλθηκαν από μένα και διδάσκουν ό,τι έχω βάλει στο στόμα τους.
Ο κληρικός αποκρίθηκε:
› Πως γίνεται και είναι αδύνατο να τραυματιστούν, ή να βουλιάξουν στο νερό ή να καούν από την φωτιά;
Ο δαίμονας απάντησε πάλι:
› Έχουν ραμμένες στις μασχάλες τους, ανάμεσα στο δέρμα και το κρέας, τις γραπτές συμφωνίες με τις οποίες μου δήλωσαν υποταγή· και με την βοήθεια αυτών εργάζονται τέτοια θαύματα και δεν μπορεί κανείς να τους βλάψει.
Και τότε ο κληρικός:
› Τι θα γίνονταν αν κάποιος τις αφαιρούσε απ’ αυτούς;
Ο διάβολος απάντησε:
› Θα γίνονταν αδύναμοι, όπως όλοι οι άνθρωποι.
Ο κληρικός αφού άκουσε αυτά ευχαρίστησε τον δαίμονα λέγοντας:
› Πήγαινε τώρα και όταν σε ξανακαλέσω, επέστρεψε.
Πήγε στον επίσκοπο και του τα διηγήθηκε όλα με την σειρά. Ο τελευταίος, γεμάτος χαρά, κάλεσε τους ανθρώπους της πόλης σε ένα βολικό μέρος και είπε:
› Είμαι ο ποιμένας σας και είστε το ποίμνιό μου. Αν αυτοί οι άνθρωποι, όπως λέτε, επιβεβαιώνουν την διδασκαλία τους με σημεία, θα τους ακολουθήσω μαζί σας. Αν όχι, είναι πρέπον να τιμωρηθούν και σεις να επιστρέψετε μετανοημένοι στην πίστη των πατέρων μαζί μου.
O κόσμος απάντησε:
› Είδαμε πολλά θαύματα απ’ αυτούς.
Ο επίσκοπος είπε:
› Αλλά εγώ δεν τα είδα. Και γιατί να παρατείνω την διήγησή μου;
Το σχέδιο ευχαρίστησε τον κόσμο. Οι αιρετικοί κλήθηκαν. Η φωτιά άναψε στο μέσο της πόλης. Πριν οι αιρετικοί μπουν σ’ αυτήν, είχαν κληθεί μυστικά από τον επίσκοπο. Αυτός τους είπε:
› Θέλω να δω αν έχετε τίποτα δαιμονικό πάνω σας.
Ακούγοντάς το γδύθηκαν και είπαν γεμάτοι αυτοπεποίθηση:
› Ψάξε τα σώματα και τα υπάρχοντά μας, προσεκτικά.
Οι στρατιώτες, εκτελώντας στην πραγματικότητα τις οδηγίες του επισκόπου, σήκωσαν τα μπράτσα τους και βρήκαν κάτω από τις μασχάλες κάποιες ουλές που είχαν γιάνει. Τις άνοιξαν με τα μαχαίρια τους κι έβγαλαν από μέσα τα μικρά ειλητάρια, τα οποία είχαν συρράψει εκεί. Αφού τα πήρε ο επίσκοπος προχώρησε με τους αιρετικούς στο πλήθος του κόσμου, και διατάσσοντας σιωπή, φώναξε με στεντόρεια φωνή:
› Τώρα οι προφήτες σας θα εισέλθουν στην πυρά, και αν δεν τραυματιστούν θα πιστέψω στα λόγια τους.
Οι άθλιοι είπαν τρεμάμενοι:
› Δεν μπορούμε να εισέλθουμε τώρα.
Τότε ο επίσκοπος είπε στον κόσμο για τα δαιμονικά ευρήματα που είχε ανακαλύψει και τους έδειξε τις συμφωνίες [με τον διάβολο]. Τότε όλοι εξοργισμένοι καταράστηκαν τους υπηρέτες του διαβόλου, να βασανίζονται με τον διάβολο στο άσβεστο πυρ, και πέταξαν τους αιρετικούς στην πυρά την ετοιμασμένη. Κι έτσι με την χάρη του Θεού και τον ζήλο του επισκόπου, η αυξανόμενη αίρεση εξαλείφθηκε και οι άνθρωποι που είχαν παραπλανηθεί και διαφθαρεί, καθαρίσθηκαν με την μετάνοια[63].»
Σε χώρες, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Λομβαρδία και οι Κάτω Χώρες, όπου ο Καθαρισμός ήταν ισχυρός, η μαγεία έκανε θραύση. Αντίθετα, σε χώρες, όπως η Ισπανία, η Νότια Ιταλία και η Σκανδιναβία, όπου ο Καθαρισμός ήταν αδύναμος, το ίδιο ήταν και η μαγεία[64]. Αυτό είναι ένα εξωτερικό χαρακτηριστικό και από μόνο του δεν θα ήταν αρκετό. Υπάρχουν όμως, και εσωτερικά χαρακτηριστικά που ενισχύουν την θέση περί σύνδεσης Καθαρισμού-μαγείας. Τα χαρακτηριστικά αυτά ξεκινούν από την ισχυρή βάση ότι ο θεός αυτού του κόσμου ήταν ο διάβολος, τόσο για τους Καθαρούς, όσο και για τους μάγους. Έτι δε περισσότερο, ο διάβολος γι’ αυτούς ήταν παρών και ενεργητικός σ’ αυτό τον κόσμο, έχοντας πειστεί ότι ο αληθινός Θεός είναι απόμακρος, αδιάφορος, εκτός ιστορίας, όπως δείξαμε παραπάνω. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την μεταφορά της λατρείας από τις χθόνιες παγανιστικές θεότητες στους δαίμονες του Εωσφορισμού[65].
Οι αναφορές για την σχέση πάθους αίρεσης-μαγείας είναι πολλές και αναντίρρητες. Πάλι στον Καισάριο του Heisterbach διαβάζουμε:
«Τον καιρό του αυτοκράτορα Φρειδερίκου, όταν ο πάπας Λούκιος έμενε στην Βερόνα (σ.τ.μ. 1175), πόλη της Λομβαρδίας, και πολλοί ιεράρχες της εκκλησίας και πρίγκιπες της αυτοκρατορίας μαζεύτηκαν εκεί, ένας αδελφός μοναχός, ο Gotteschalk, ο οποίος ήταν ιερέας στον καθεδρικό της Κολονίας, έμενε εκεί με τον αδελφό του Everard, ιερέα του St. Gereon. Αυτός ο τελευταίος παρατήρησε ότι ο οικοδεσπότης του άφηνε την οικεία του κάθε βράδυ, παίρνοντας μαζί την σύζυγο και την κόρη του. Όταν ο Everard ρώτησε έναν από αυτούς που πάνε και τι κάνουν, η απάντηση ήταν “έλα και δες”. Έτσι, πήγε μαζί τους σε μια μεγάλη υπόγεια αίθουσα, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί και των δύο φύλων. Μέσα στην γενική σιωπή ένας αιρετικός αρχηγός απήγγειλε μια επωδή γεμάτη βλασφημίες, με την οποία τους έδινε οδηγίες για την ζωή και τα ήθη. Τότε τα φώτα έσβησαν και έλαβαν χώρα τέτοιες σκηνές, από αυτές που οι ειδωλολάτρες κατηγορούσαν τους Χριστιανούς τις πρώτες μέρες της Εκκλησίας. Αφού παρακολούθησε αυτές τις συγκεντρώσεις για έξι μήνες, μια νύχτα ο αρχηγός του πρότεινε παρουσία όλων, εφόσον ήταν τόσο συνεπής οπαδός, όπως είχε παρουσιαστεί ο Everard, έπρεπε τώρα να γίνει διδάσκαλος. Αυτό τον φόβισε και δεν συνέχισε και αργότερα είπε στον αδελφό του ότι σύχναζε στις συνάξεις τους όχι για χάρη της διδασκαλίας, αλλά εξαιτίας της ευκαιρίας για αμαρτία. Δες, λοιπόν, υπό ποίους νόμους ζουν και τι βίους διάγουν. Και δεν είναι αυτό άξιο θαυμασμού, εφόσον δεν πιστεύουν στην ανάσταση, ούτε σε κόλαση, ούτε σε καμιά τιμωρία των αμαρτωλών· και γι’ αυτό νομίζουν ότι μπορούν να κάνουν αυτό που τους ευχαριστεί ατιμώρητα[66].»
Η τελευταία πρόταση δίνει το έναυσμα για την συζήτηση περί της αξιοπιστίας των κατηγοριών. Παλαιότερα οι κατηγορίες αυτές θεωρούνταν αναξιόπιστες, για την ακρίβεια κακόπιστες, οφειλόμενες στον πολεμικό χαρακτήρα των έργων των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Σήμερα η άποψη αυτή έχει αλλάξει με το σκεπτικό ότι δεν μπορεί, αξιόπιστες κατά τα άλλα πηγές να σφάλλουν σε ένα και μόνο σημείο. Οι παρόμοιες κατηγορίες των ειδωλολατρών κατά τον Χριστιανών δεν αρκούν για ν’ ακυρώσουν τις παρόμοιες κατηγορίες για λιμπερτινισμό των Καθαρών, διότι, με βάσει τις απολογίες του αγίου Ιουστίνου και του Τερτυλλιανού έχει αποδειχθεί ότι οι κατηγορίες των ειδωλολατρών οφείλονταν στην ελευθεριότητα των Γνωστικών. Και αυτό το έχουν αποδεχθεί ακόμη και Μαρξιστές ιστορικοί, όπως ο Gottfried Koch και ο Ernst Werner[67]. Στην αποδοχή της αξιοπιστίας των πηγών επί του θέματος βοήθησε και η σύγχρονη άποψη ότι ο μύθος αποτελεί ένδυμα κάποιου πυρήνα αλήθειας[68]. Συν τοις άλλοις ο αντινομισμός των αιρετικών δείχνει ότι συνεχίζει την παράδοση των αρχαίων αντινομικών γνωστικών ομάδων (κεφ. 4.3).
Από τις πηγές η μόνη διαφωνία για τον λιμπερτινισμό των Καθαρών προέρχεται από την γραφίδα του Ιάκωβου Capelli:
«Στην πραγματικότητα η φήμη περί πορνείας, η οποία λέγεται ότι έχει επικρατήσει ανάμεσά τους, είναι λανθασμένη. Διότι είναι αλήθεια ότι μια φορά τον μήνα συγκεντρώνονται άνδρες και γυναίκες, μέρα ή νύχτα, με σκοπό ν’ αποφύγουν τα κουτσομπολιά των ανθρώπων, όχι για λόγους πορνείας, όπως λένε ψευδώς, αλλά για ν’ ακούσουν το κήρυγμα και να εξομολογηθούν στον προκαθήμενο αξιωματούχο τους, λες και από τις προσευχές του μπορεί να προκύψει άφεση αμαρτιών. Λανθασμένα θίγονται από τις φήμες του κόσμου, με πολλές κακόβουλες κατηγορίες, από αυτούς που λένε ότι διαπράττουν πολλές επαίσχυντες και φοβερές πράξεις, για τις οποίες είναι αθώοι[69].»
Εάν επρόκειτο μόνο για φήμες του κόσμου, τότε ο Ιάκωβος Καπέλλι ίσως να είχε δίκιο. Αλλά η εγκυρότητα της φήμης άλλων εκκλησιαστικών συγγραφέων και το πλήθος των μαρτυριών των πηγών, αποδεικνύουν ότι η επιθυμία του για αμεροληψία κατανίκησε την ακρίβεια του ιστορικού. O Rainierus Sacconi, μετανοημένος διδάσκαλος της αίρεσης, με γνώση των πραγμάτων εκ των έσω και πολύχρονη εμπειρία στον αιρετικό βίο, εξηγεί την ψυχολογία του αντινομισμού:
«Και προσθέτω αυτή την επιπλέον δήλωση, ότι πολλοί από αυτούς που έχουν μολυνθεί από τις πλάνες που αναφέρθηκαν πρωτύτερα, θρηνούν όταν θυμούνται ότι δεν ικανοποιούσαν τα πάθη τους συχνότερα πριν λάβουν το consolamentum των Καθαρών. Ακόμη περισσότερο, αυτός είναι ο λόγος που πολλοί πιστοί, άνδρες και γυναίκες, δεν φοβούνται να δώσουν να δώσουν τον εαυτό τους στους αδελφούς και τις αδελφές, τους γιους και τις κόρες, τους ανιψιούς και τις ανιψιές, σε συγγενείς εξ αίματος ή αγχιστείας, αντί στους συζύγους. Αλλά από πράξεις τέτοιους είδους μερικοί απέχουν ίσως από αηδία ή από το φυσικό ανθρώπινο αίσθημα της ντροπής[70].»
O Geoffrey της Auxerre έγραφε το 1150 ότι οι Καθαροί δίδασκαν την σεξουαλική απελευθέρωση[71]. Η σύνοδος της Rheims του 1157 καταδίκασε τα όργια που γίνονταν από τους αιρετικούς[72]. Το 1180 ο Ιωακείμ της Flora[73] έγραψε για τα όργια των «Πατερηνών» κι επιβεβαιώθηκε από τον Walter Mapp[74] το 1182. Ο Alan de Lille[75] εξήγησε ότι η ελευθεριότητα των ηθών έχει τις ρίζες της στην δυαρχική διδασκαλία. Οι δυαρχικοί υποστηρίζουν ότι το άτομο πρέπει με κάθε τρόπο ν’ απαλλαγεί από κάθε γήινη μέριμνα. Έτσι, για ν’ απαλλαγούν από τις σαρκικές μέριμνες ενδίδουν στην ηδυπάθεια. Άλλες παρόμοιες αναφορές υπάρχουν σε επιστολή του Ερρίκου του Albano γραμμένη το 1181, όπου αναφέρονται ομολογίες μετανοημένων αιρετικών[76], στο Χρονικό του Geoffrey de Breuil του αββαείου Vigeois[77] κ.α.
Η σχέση Καθαρισμού και μαγείας δεν προκύπτει μόνο από την εξέταση του έκλυτου ήθους τους. Υπάρχουν πληροφορίες για τελετές, όπως αυτές που γίνονταν στην Γερμανία κατά το 1150-1160 και αναφέρονται από τον Gerhoh του Reichersberg. Στις συναθροίσεις αυτές οι αιρετικοί πρόσφεραν θυσίες στον Βεελφεγώρ και στην συνέχεια ακολουθούσε όργιο. Τα Χριστούγεννα έκαναν τελετές-παρωδίες της Γεννήσεως του Χριστού. Καταγράφηκαν αποτρόπαιες βεβηλώσεις ναών και θυσιαστηρίων και απομιμήσεις του μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας, κατά το οποίο οι αιρετικοί μεταλάμβαναν ανθρώπινο σπέρμα[78].
Το 1176 βρίσκουμε μια πρώτη αναφορά αυτού που αργότερα θα γίνει γνωστό ως πέταγμα των μαγισσών. Η πληροφορία έρχεται από το Chronicon Anglicanum του Rodolphus του Coggeschall:
«Τον καιρό του Λουδοβίκου, βασιλιά της Φραγκίας, πατέρα του βασιλιά Φιλίππου, ενώ η πλάνη κάποιων αιρετικών, οι οποίοι λέγονται Πουμπλικάνοι στην καθομιλουμένη, εξαπλώνονταν σε πολλές επαρχίες της Φραγκίας, κάτι θαυμαστό συνέβη στην πόλη Ρεμ με μια ηλικιωμένη γυναίκα μολυσμένη από αυτή την πανούκλα. Διότι μια μέρα, όταν ο αφέντης Γουίλλιαμ, αρχιεπίσκοπος της πόλης και ο θείος του βασιλιά Φιλίππου, έκαναν τον περίπατό τους με τα άλογα μαζί με τον κλήρο έξω από την πόλη, ένας γραμματέας, ο αφέντης Γερβάσιος του Tilbury με τ’ όνομα, παρατήρησε ένα κορίτσι να περπατά μόνο του σε έναν αμπελώνα. Παρακινούμενος από την περιέργεια της θερμόαιμης νεότητος, την πλεύρισε, όπως μάθαμε αργότερα από τα χείλη του όταν έγινε εκκλησιαστικός. Την χαιρέτισε και προσπάθησε να μάθει προσεκτικά ποιανού κόρη ήταν και τι έκανε εκεί μόνη της. Στην συνέχεια, θαυμάζοντας την ομορφιά της για λίγο, την κορτάρισε και της έκανε ερωτική πρόταση. Αυτή ήταν σαν χαμένη, με το βλέμμα χαμηλά· του απάντησε με απλή χειρονομία και βαρύτητα λόγου: “Καλέ μου νέε, ο Κύριος δεν θέλει από μένα να γίνω φίλη δική σου ή οποιουδήποτε άλλου, διότι αν χάσω ποτέ την αγνότητά μου και το σώμα μου μολυνθεί έστω και μια φορά, θα δεχθώ σίγουρα την αιώνια καταδίκη χωρίς ελπίδα επιστροφής”.
Όπως το άκουσε αυτό ο αφέντης Γερβάσιος, συνειδητοποίησε αμέσως ότι αυτή ανήκε στην ασεβή σέκτα των Πουμπλικανών, που τον καιρό εκείνο τους αναζητούσαν και τους καταδίωκαν παντού, ειδικά ο Φίλιππος ο κόμης της Φλάνδρας, που τους κυνηγούσε χωρίς έλεος και με δίκαιη σκληρότητα. … Καθώς ο προαναφερθείς γραμματέας συνομιλούσε με την κοπέλα για να της αποδείξει το λάθος τέτοιας απάντησης, πλησίασε ο αρχιεπίσκοπος με την συνοδεία του και ακούγοντας την αιτία της λογομαχίας, διέταξε να συλληφθεί κοπέλα και να προσαχθεί ενώπιόν του στην πόλη. Όταν την κάλεσε παρουσία του κλήρου και παρουσίασε πολλά αγιογραφικά χωρία και λογικά επιχειρήματα για να διορθώσει την πλάνη της, απάντησε αυτή ότι δεν είχε διδαχθεί ακόμη καλά για να μπορέσει ν’ αποδείξει το λάθος τέτοιων δηλώσεων, αλλά παραδέχθηκε ότι είχε μία ματρόνα στην πόλη, η οποία μπορούσε πολύ εύκολα να αναιρέσει τις ενστάσεις του καθενός με τα επιχειρήματά της. Έτσι, όταν η κοπέλα έδωσε το όνομα και την διεύθυνση κατοικίας της γυναίκας, την ψάξανε αμέσως, την βρήκανε και την έφεραν μπροστά στον αρχιεπίσκοπο και τους αξιωματούχους.
Όταν την κατέκλυσαν από παντού με πλήθος ερωτήσεων ο αρχιεπίσκοπος και ο κλήρος και με χωρία από την Αγία Γραφή, τα οποία αναιρούσαν αυτήν την πλάνη, τόσο άλλαξε αυτή την έννοια των προσφερομένων χωρίων με παρερμηνείες, που έγινε φανερό στον καθένα, ότι το πνεύμα της πλάνης μιλούσε μέσα απ’ το στόμα της. Πράγματι, στα χωρία και τις αφηγήσεις που της πρόσφεραν, τόσο από την Παλαιά όσο και από την Καινή Διαθήκη, απαντούσε εύκολα και μάλιστα από μνήμης, σαν να κατείχε αυθεντικά την γνώση όλων των Γραφών και να είχε εκπαιδευθεί σε αυτού του είδους την απόκριση, ανακατεύοντας το ψέμα με την αλήθεια και κοροϊδεύοντας την αληθινή ερμηνεία της πίστης μας με ένα είδος διεστραμμένης ενόρασης. Γι’ αυτό, επειδή είναι αδύνατο να συνέλθει το πεισματάρικο μυαλό αυτών των προσώπων από την πλάνη του τρόπου τους, είτε μέσω πειθούς είτε μέσω απειλής ή με κάποιο επιχείρημα των αγιογραφικών κειμένων, τους έβαλαν στη φυλακή μέχρι την επομένη.
Το πρωί της επομένης κλήθηκαν στο αρχιεπισκοπικό δικαστήριο, ενώπιον του επισκόπου και του κλήρου, παρουσία της αριστοκρατίας κι έγινε ξανά προσπάθεια να ανανήψουν με την λογική και ν’ αποκηρύξουν την αίρεση δημόσια. Αλλά αφού δεν πείσθηκαν στις προτεινόμενες νουθεσίες, αντίθετα επέμειναν πεισματικά στην πλάνη που είχαν εξαρχής, αποφασίσθηκε ομόφρονα να παραδοθούν στις φλόγες. Όταν η φωτιά είχε ανάψει στην πόλη και οι αξιωματούχοι ετοιμάζονταν να τους σύρουν στην διατεταγμένη ποινή, η ματρόνα της φαύλης πλάνης φώναξε: «Ω άδικοι και ανόητοι δικαστές, νομίζετε τώρα ότι θα με κάψετε με τις φλόγες σας; Δεν φοβάμαι την κρίση σας, ούτε και τρέμει την φωτιά που περιμένει!» Με αυτά τα λόγια έβγαλε μια μπάλα νήματος από τον τρεμάμενο κόρφο της και την πέταξε έξω από το μεγάλο παράθυρο, αλλά κρατώντας την άκρη του νήματος στα χέρια της· τότε με δυνατή φωνή που ακούστηκε απ’ όλους φώναξε: «ΠΙΑΣΕ!» Στη στιγμή ανυψώθηκε από την γη μπροστά στα μάτια του καθενός και ακολούθησε την μπάλα έξω από το παράθυρο σε μια ταχεία πτήση, κρατημένη, πιστεύουμε, από τον λειτουργό των δαιμονικών πνευμάτων, ο οποίος κάποτε έπιασε τον Σίμωνα τον Μάγο[79] και τον σήκωσε στον αέρα. Τι απέγινε αυτή η κακιά γυναίκα ή που μεταφέρθηκε, αυτοί που έψαξαν δεν μπόρεσαν ν’ ανακαλύψουν[80].»
Η επόμενη πληροφορία προέρχεται από τον Walter Mapp έναν Ουαλό συγγραφέα, ο οποίος υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος στην Οξφόρδη. Το έργο του «De nugis curialium» είναι μια συλλογή ανέκδοτων ιστοριών, που όπως φαίνεται και από τον τίτλο, κυκλοφορούσαν στην αυλή. Σ’ αυτό αναφέρεται η σύναξη των αιρετικών ως «συναγωγή», όρος που χρησιμοποιούνταν μέχρι το ΙΕ’ αι. για τις συναθροίσεις των μαγισσών. Έκτοτε αντικαταστάθηκε από τον όρο «sabbat» ή «hexensabbat»:
«Ωστόσο, πολλοί [αιρετικοί] έχουν συνέλθει και επιστρέψει στην πίστη. Αυτοί έχουν διηγηθεί, ότι κατά την πρώτη φυλακή της νυκτός, όταν θύρες, πόρτες και παράθυρα έχουν κλείσει, οι ομάδες κάθονται περιμένοντας σιωπηρά στις συναγωγές τους και μια μαύρη γάτα εντυπωσιακού μεγέθους κατεβαίνει σκαρφαλώνοντας από ένα σκοινί που κρέμεται στο μέσο. Βλέποντάς την σβήνουν τα φώτα. Δεν ψάλλουν επωδές ούτε τους επαναλαμβάνουν ευδιάκριτα, αλλά μουρμουρίζουν μέσα από τα σφιγμένα δόντια τους, αλλά ψαχουλεύοντας βρίσκουν τον δρόμο τους προς το σημείο που είδαν τον κύριό τους. Όταν τον βρουν τον φιλάνε, ο καθένας όσο πιο ταπεινά μπορεί καθώς είναι σε αναβρασμό και φρενίτιδα – κάποιοι τα πόδια, πολλοί κάτω από την ουρά, οι περισσότεροι στα απόκρυφα. Και σαν να παίρνουν άδεια για ασέλγεια από το μέρος την βρωμιάς, ο καθείς αρπάζει τον άνδρα ή την γυναίκα που βρίσκεται δίπλα του και μιγνύονται όσο μπορούν να παρατείνουν την ακολασία. Οι δάσκαλοι λένε επίσης και διδάσκουν στους νεοφώτιστους, ότι είναι η τέλεια ελεημοσύνη να υπομένει ή να κάνει αυτό που επιθυμεί ή ζητά ο αδελφός ή η αδελφή κι έτσι να κατευνάζει ο ένας τον άλλο όταν φλέγεται από το πάθος· και από την παράδοση σ’ αυτό ονομάζονται Παταρινοί[81].»
Ο όρος «συναγωγή» δεν είναι στοιχείο αρκετό για να συνδέσει την αίρεση με τον ιουδαϊσμό. Παραπέμπει άμεσα σε συγκέντρωση για επίκληση του διαβόλου και χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα για να χαρακτηρίσει τις αιρετικές συναθροίσεις, π.χ. Sathanas synagogam ονομάστηκε συνάθροιση αιρετικών στην Lavaur[82]. Ου συναθροίσεις των μαγισσών ονομάζονται στις πηγές synagoga diabolica. Το λογοπαίγνιο στο τέλος του χωρίου, σημαίνει ότι από την παράδοση στο πάθος ονομάστηκαν «Παταρινοί», σαν να λέμε «παθιασμένοι» (pati quod desideravit… et a paciendo Paterini dicuntur). Δεν είναι διαπιστωμένο από πού ακριβώς προέρχεται η λέξη. Ίσως να προέρχεται από το κίνημα για εκκλησιαστική μεταρρύθμιση του Μιλάνου τον ΙΑ’ αι. Ίσως από την συχνή χρήση του ‘Πάτερ ημών’.
Η περιγραφόμενη τελετή ονομάστηκε «το φίλημα της γάτας». Ο Alan de Lille το είχε υπόψη του και πίστευε ότι από την λέξη «γάτα» (cattus) ονομάστηκαν Καθαροί[83]. Αυτό, βέβαια, δεν είναι ορθό· φανερώνει, ωστόσο, πόσο διαδεδομένη και γνωστή ήταν η τελετή.
Αναφέρονται περιπτώσεις γητείας με σκοπό τον προσηλυτισμό νέων μελών στη σέκτα. Πρόκειται για ύπουλες μεθόδους, που χρησιμοποιήθηκαν εν αγνοία των θυμάτων τους. Πάλι ο Walter Mapp έγραψε τα εξής:
«Οι συμπατριώτες τους λένε επίσης ότι μαγεύουν αυτούς που καλούν σε δείπνο χρησιμοποιώντας ένα από τα πιάτα τους κι έτσι κάνουν σαν και τους εαυτούς τους όσους δεν μπορούν να πλησιάσουν με τις μυστικές διδασκαλίες τους. Για παράδειγμα, συνέβη ένα περιστατικό, για το οποίο με ενημέρωσε ο αφέντης Γουίλλιαμ, αρχιεπίσκοπος της Ρεμ, αδελφός της βασίλισσας της Φραγκίας, και το επιβεβαίωσαν πολλοί μάρτυρες. Φαίνεται ότι κάποιος ευγενής πρίγκιπας της περιοχής της Βιέννης, από φόβο γι’ αυτή την απεχθή άγρα, πάντα κουβαλούσε μαζί του διαβασμένο από την εκκλησία αλάτι μέσα σε ένα πουγκί, επειδή δεν ήξερε σε ποιανού το σπίτι έμπαινε και φοβόταν τις κακίες του εχθρού παντού, απ’ αυτό το αλάτι έβαζε σε όλα τα φαγητά ακόμη και στο σπίτι του.
Κατά τύχη έμαθε ότι δύο ιππότες είχαν προσηλυτίσει τον ανιψιό του, ο οποίος ήταν κύριος πολλών ανθρώπων και πόλεων, γι’ αυτό και πήγε στο σπίτι του ανιψιού του. Καθώς έτρωγαν μαζί κατά τον συνήθη τρόπο, ο ανιψιός, αγνοώντας αυτό που επρόκειτο να γίνει, πρόσφερε στον θείο του ένα πιάτο με ένα ολόκληρο μπαρμπούνι, το οποίο φαινόταν “καλόν εἰς βρῶσιν καί ἀρεστόν τοῖς ὀφθαλμοῖς[84]”. Αλλά ο ευγενής έριξε αλάτι πάνω του και το ψάρι ξαφνικά εξαφανίστηκε, αφήνοντας στο πιάτο κάτι που έμοιαζε με σβώλους κοπριάς λαγού. Ο ιππότης και όσοι ήταν μαζί του τρομοκρατήθηκαν. Έδειξε το θαύμα στον ανιψιό του και τον προέτρεψε με την μεγαλύτερη αφοσίωση, να μετανοήσει, με καταρράκτες δακρύων· του εξήγησε το πλήθος του ελέους του Θεού, και πως όλα τα είδη των δαιμόνων κατανικώνται από την πίστη και μόνο, όπως είδε μόλις με τα μάτια του.
Ο ανιψιός δέχθηκε την συμβουλή με βαριά καρδιά και αποσύρθηκε στο ιδιαίτερο δωμάτιό του. Εκεί ο πρίγκιπας, θρηνώντας επειδή είχε εξαπατηθεί, συνέλαβε και πήρε μαζί του τους ιππότες, οι οποίοι είχαν παραπλανήσει τον ανιψιό του, παρουσία μεγάλου πλήθους τους φυλάκισε σε μια καλύβα, δεμένους σφιχτά σε έναν πάσαλο κι έβαλε φωτιά κι έκαψε όλο το κτίριο. Αλλά η φωτιά δεν άγγιξε καθόλου τους άνδρες, δεν υπήρχε ούτε το παραμικρό καψάλισμα στα ρούχα τους. Εξαιτίας αυτού προκλήθηκε αναταραχή στο πλήθος ενάντια στον πρίγκιπα, διότι έλεγαν:
› Αμαρτήσαμε ενάντια σε δίκαιους ανθρώπους, ενάντια σε πίστη που επιβεβαιώνεται από θαύματα.
Ο πρίγκιπας, που δεν αμφέβαλε ούτε αμφισβητούσε την χριστιανική πίστη του εξαιτίας αυτού του παράξενου συμβάντος, καλμάρισε την οργή και τις κραυγές του όχλου με καλοπιάσματα και επιβεβαίωσε την πίστη με ευγενικά λόγια. Συσκέφθηκε με τον αρχιεπίσκοπο της Βιέννης[85], που κράτησε τους ιππότες δέσμιους όπως και πριν, σε ένα μεγαλύτερο σπίτι, και κυκλώνοντας την περιφέρειά του, ράντισε με αγιασμό για ν’ αναιρέσει την μαγεία. Μετά διέταξε να βάλουν φωτιά, αλλά δεν στάθηκε δυνατό ν’ ανάψει ούτε με φύσημα ούτε με τροφοδοσία και να κάψει το σπίτι ή ο,τιδήποτε άλλο.
Μετ’ απ’ αυτό, το πλήθος ένιωσε να κλονίζεται η πίστη τους, και τόσο ξέσπασαν εναντίον του επισκόπου, ώστε πολλοί του επιτέθηκαν ανοικτά με ανόητες φωνές, και αν ο φόβος του πρίγκιπα δεν τους απέτρεπε, θα έριχναν τον ίδιο τον αρχιεπίσκοπο στις φλόγες και θα ελευθέρωναν [αυτούς, τους οποίους νόμιζαν] αθώους. Ωστόσο, έσπασαν τις πόρτες και όρμησαν μέσα στο σπίτι. Αλλά όταν ήρθαν στον πάσαλο, βρήκαν ότι τα οστά και η σάρκα των ανθρώπων είχαν γίνει κάρβουνο και λαμπυρίζουσα στάχτη, είδαν ότι τα δεσμά ήταν απαρασάλευτα, ο πάσσαλος ανέγγιχτος, και ότι η δικαιότατη φωτιά είχε τιμωρήσει μόνο αυτούς που είχαν αμαρτήσει. Έτσι, ο καλός Θεός είχε επιστρέψει τις καρδιές από την παραπλάνηση στη μετάνοια και μετατρέψει τις βλασφημίες σε προσευχές[86].»
Η γητεία με την παροχή δαιμονικής τροφής, θυμίζει έντονα το viaticum, που έφτιαχναν οι Μανιχαίοι από τις στάχτες ενός θυσιασμένου βρέφους, με το οποίο ζύμωναν πίτες και πρόσφεραν στα υποψήφια θύματά τους. Επίσης παρόμοια περίπτωση «αιθέριας» τροφής με σκοπό την μεταστροφή της διάθεσης των οπαδών του και τον προσηλυτισμό, αναφέρθηκε στην ιστορία του Εύδου της Βρετάνης (κεφ. 6.2.14γ, κείμενο Β). Εκεί ο Εύδος πρόσφερε στο συγκεντρωμένο πλήθος αιθέρια, φανταστική τροφή, η οποία, όμως δεν χόρταινε όποιον την έτρωγε, αλλά του προκαλούσε κάποιο είδος εξάρτησης. Προσηλυτισμό μέσω γητείας είχαμε συναντήσει και στην διήγηση για τον Λυκοπέτρο.
Μια παρόμοια περίπτωση δαιμονικής τροφής αναφέρεται από τον Alberic de Trois-Fontaines το 1160. Εκεί, δαίμονες με την μορφή αξιοσέβαστων προσώπων, δελέασαν έναν νεαρό αριστοκράτη στο Maastricht και τον προσκάλεσαν σε τραπέζι. Είχε προειδοποιηθεί από τον επίσκοπο της πόλης, οπότε όταν παρακάθησε στην τράπεζα έκανε το σημείο του σταυρού στα εδέσματα και αμέσως διαλύθηκαν οι φαντασίες και είδε τι πραγματικά του παρέθεσαν προς βρώση: περιττώματα ανθρώπου, γουρουνιού, γαιδάρου και το μοσχομυριστό κρασί αποδείχθηκε ότι ήταν ούρα (stercora diversa hominum, porcorum, asinorum et aliarum, et pertiosa vina versa sunt in fetentes urina)[87]. Κατόπιν των παραπάνω, η ομολογία του Pierre Magis παίρνει μια ενδιαφέρουσα τροπή. Ο Pierre Magis ήταν τέκτονας στο Montauban, και άρχισε να συμπαθεί τους Καθαρούς ύστερα από μια συνεστίαση που είχε στο σπίτι μια Τέλειας. Κατά την διάρκεια του φαγητού η Τέλεια είχε την ευκαιρία να τον «κατηχήσει» μαζί με άλλους τέκτονες[88].
Συμφωνίες με τον διάβολο, μαγικές πτήσεις, γητείες, μαγγανείες, επικλήσεις δαιμόνων, όργια. Η λατρεία του Σατανά συνδέθηκε πολύ γρήγορα με την αίρεση, καθώς η τελευταία προσπαθούσε να κρατήσει τα προσχήματα, αλλά το περιβάλλον έδωσε τις ευκαιρίες για να μην το κάνει. Μόλις στις αρχές του ΙΔ’ αι. η Ιερά Εξέταση έλαβε την άδεια να καταδιώξει την μαγεία, αλλά στο μεταξύ η μόλυνση είχε διαδοθεί χρησιμοποιώντας τους ίδιους διαύλους με την αίρεση. Ας μην γίνει παρανόηση. Η μαγεία είναι ένα παγκόσμιο αρχαιότατο φαινόμενο και δεν γεννήθηκε τότε, όσο και αν τα φαινόμενα δείχνουν κάτι τέτοιο. Ήταν η ίδια αποπνευματικοποίηση της Δύσης, που επέτρεψε σε αίρεση και μαγεία να κάνουν την επανεμφάνισή τους.
* * * * * *
[1] Acta Sancti Officii Bononiae ab anno 1291 usque ad annum 1310, ed. L. Paolini- R. Orioli, Fonti per la storia d’Italia 106, Rome 1982, no 12 p. 32.
[2] Ακέφαλο κείμενο αγνώστου συγγραφέα, ίσως του Ermengaud της Béziers, το οποίο έχει εκδοθεί από τον A. Dondaine, Durand de Huesca et la polémique anti-cathare, Archivium fratrum praedicatorum 29 (1959) 268-271, περιγράφει την μετριοπαθή δυαρχία απλά: «Υπάρχει, επίσης, μια συγκεκριμένη αίρεση, η οποία ανεφύη πρόσφατα ανάμεσά τους, διότι μερικοί από αυτούς πιστεύουν ότι υπάρχει μόνο ένας θεός, ο οποίος λένε είχε δυο γιος, τον Χριστό και τον πρίγκιπα αυτού του κόσμου, για τους οποίους λέει το Ευαγγέλιο “Ένας πατέρας είχε δυο γιους”». W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 234. Η έκφραση «ανεφύη πρόσφατα» δεν σημαίνει ότι η μετριοπαθής δυαρχία ήταν καινοτομία, αλλά ότι επανήλθε στο προσκήνιο ύστερα από την επικράτηση της απόλυτης με την σύνοδο του Saint-Félix. Αυτό επιβεβαιώνεται από την εξομολόγηση ενός αιρετικού το 1181, ο οποίος κατέθεσε ότι πίστευε, ότι ο Εωσφόρος ήταν ο γιος που στην αλαζονεία του επαναστάτησε κατά του Θεού. Ο αιρετικός αυτός ήταν ένας από τους δύο που εμφανίστηκαν στην Τουλούζη το 1179 και συνελήφθη το 1181. Βλ. σχετ. Leclercq, Le Témoignage de Geoffroy d’ Auxerre, Studia Anselmiana XXXI, Analecta monastic 2 (1953), 196.
[3] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis et Pauperibus de Lugduno, ed. A. Dondaine, Un Traité néo-manichéen du XIIIe siècle: Le ‘Liber du dubus principiis’, suivi d’un fragment de rituel cathare, Rome 1939, 64-78. Αγγλική μετάφραση, W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, Columbia University Press 1969, p. 330.
[4] Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 343.
[5] Anselmus, Tractatus de hereticis III, ed. A. Dondaine, La Hiérarchie cathare en Italie, II: Le ‘Tractatus de hereticis’ d’Anselme d’Alexandrie, in Archivium Fratrum praedicatorum 20 (1950), 310. Αγγλική μετάφραση, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 362.
[6] Αναγνωρίζεται ως ο αιρεσιάρχης Belizmen’č, ο οποίος καταδικάστηκε από σύνοδο των Σέρβων το 1221, Βλ. σχ. C. Thouzellier, Un Traité cathare inédit du début du XIIIe siècle d’ après le ‘Liber contra manicheos’ de Durand de Huesca, Bibliothèque de la Revue d’histoire ecclésiastique XXXVII (Louvain 1961), pp. 35-36· Puech, Catharisme médiéval et Bogomilisme, in Convegno ‘Volta’ di scienze morale, storiche e filologiche maggio-1 giugno 1956, Academia nazionale dei Lincei, Atti 8th ser. XII (1957), pp. 70-71.
[7] Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 337-39.
[8] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 345.
[9] Η σέκτα των Albanenses ήταν η εκκλησία του Desenzano, βλ. σχ. Rainierus Sacconi, Summa… [XVI], Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 337. O Marchisius ήταν ο δεύτερος επίσκοπος μετά το σχίσμα, βλ. σχ. A. Dondaine, La Hiérarchie cathare en Italie, II, AFP 20 (1950), p. 285.
[10] A. Dondaine, La Hiérarchie cathare en Italie, I: Le ‘De heresy catharorum in Lombardia’, in Archivium fratrum praedicatorum 19 (1949), 306-312, αγγλική μετάφραση Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 164.
[11] Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 344.
[12] Υπάρχουν δύο εκδόσεις του κειμένου Célestin Douais, La Somme des autorités à l’ usage des prédicateurs méridionaux au XIIIe siècle, Paris 1896, pp. 114-5 & 125-133· Charles Molinier, Un Texte de Muratori concernant les sects cathares: Sa provenance réelle et sa valeur, in Annales du Midi 22 (1910), pp. 212-216. Αγγλική μετάφραση Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.352-361.
[13] Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.357.
[14] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 338.
[15] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 3 (PG 130.1293A).
[16] Δεν είναι τίποτα περισσότερο γνωστό γι’ αυτόν. Το κείμενο Disputatio inter catholicum et paterinum hereticum, ed. E. Martène- U. Durand, Thesaurus novum anecdotum (5 vols Paris 1717), V cols. 1705-1711. Ανάλυση στο Ilarino da Milano, Fr. Gregorio, O. P., vescovo di Fano, e la ‘Disputatio inter catholicum et paterinum hereticum, Aevum 14 (1940), 85-140. Αγγλική μετάφραση του Προλόγου στο Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.289-296.
[17] Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.290.
[18] Πνευματική Πανοπλία 27.23, PG 130.1320B: “Λέγουσιν οὐκ ὅναρ πολλάκις, ἀλλά καί ὕπαρ βλέπειν τον Πατέρα μέν, ως γέροντα βαθυγένειον, τον δέ Υἱόν, ὡς ὑπηνήτην ἄνδρα, τό δέ Πνεῦμα τό ἅγιον, ὡς λειοπρόσωπον νεανίαν, τῶν δαιμόνων εἰς τά εἴδη ταῦτα ῥᾳδίως μετασχηματιζομένων, καί ἐξαπατώντων αὐτούς, καί διδασκόντων ἄνισον εἶναι τήν Ἁγίαν Τριάδα, καί διάφορον κατά τήν τῶν σχημάτων τούτων διαφοράν, καί τήν ἀρειανικήν κατατομήν τῆς μιᾶς φύσεως τούτοις ἐγκατασπειρόντων». Ευχαριστώ τον π. Σεραφείμ (Ζήση) Αγιοσαββίτη για την υπόδειξη του χωρίου και την παρότρυνση στην εξεύρεση της αντιστοίχου θέσης των Καθαρών. Την μετάφραση πήρα από την εργασία του, Η Απεικόνιση της Αγίας Τριάδος, εν Θεοδρομία 3 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1999), σσ. 10-28. Η μετάφραση στην σελίδα 20.
[19] Moneta ( ή Simoneta) Cremonensis, Adversus Catharos et Valdenses (Βλέπε παρακάτω σημ. 37), W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 310.
[20] Moneta ( ή Simoneta) Cremonensis, Adversus Catharos et Valdenses (Βλέπε παρακάτω σημ. 37), W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 313.
[21] Αναφορά στο Ψαλμ. 50.12.
[22] Αναφορά στο Α’ Πετρ. 1.12: «οἷς ἀπεκαλύφθη ὅτι οὐχ ἑαυτοῖς, ὑμῖν δε διηκόνουν αὐτά, ἅ νῦν ἀνηγγέλη ὑμῖν διά τῶν εὐαγγελισαμένων ὑμᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἀποσταλέντι ἀπ’ οὐρανοῦ, εἰς ἅ ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακύψαι». Όλη η διδασκαλία των Καθαρών είναι μια παρερμηνεία του Ευαγγελίου, αλλά εδώ πια βγάζει μάτια. Δεν λέει ο απόστολος Πέτρος ότι οι άγγελοι «ἐπιθυμοῦσιν παρακύψαι» στο Άγιο Πνεύμα. Αντικείμενο του παρακύψαι είναι το «ἅ», δηλ. τα παθήματα του Χριστού, όπως αναφέρει στο 1.11, δηλ το μυστήριο της Θείας Οικονομίας. Ο αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει σχετικά:
«Το δέ “εἰς ἅ ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακύψαι” φανερώνει πως τα μυστήρια της ενσάρκου οικονομίας του της δικαιοσύνης ηλίου Χριστού είναι ποθητά μεν και αγαπητά με υπερβολήν, απλησίαστα δε και παντελώς ακατάληπτα και εις αυτούς τους ίδιους τους αγγέλους. Διατί εκείνον τον Θεόν, όπου οι άυλοι και αθάνατοι άγγελοι αγαπούν μεν και ποθούν να ιδούν με κάθε ερωτικήν διάθεσιν, και εκείνον τον υπερούσιον λόγον, όπου αυτοί ζητούν μεν να εντρανίσουν με το όμμα, δεν δύνανται δε, τούτον ημείς οι υλικοί και θνητοί άνθρωποι εθεωρήσαμεν και αι χείρες μας εψηλάφισαν αυτόν, όταν εφάνη επί γης μετά σώματος.»
Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τας επτά καθολικάς επιστολάς, Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 195.
[23] Manifestatio haeresis catharorum quam fecit Boonacursus, PL 204.775-777. Αγγλική μετάφραση Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.171.
[24] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 343.
[25] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 344.
[26] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 338.
[27] J. B. Russell, Witchcraft in the Middle Ages, Cornell University Press, p. 130. Δεν μπόρεσα να διασταυρώσω την παραπομπή του J. B. Russell στο έργο του Radolphus, οπότε παραπέμπω στο δικό του έργο.
[28] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 340. Το αντίστοιχο κείμενο στο Liber de duobus principiis βρίσκεται στο Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.536-544. Το κείμενο είναι εκτεταμένο γι’ αυτό επιλέχθηκε η περίληψη του Sacconi.
[29] Επιστολή του πάπα Γρηγορίου ΙΧ προς τον αρχιεπίσκοπο Τριέρ, με ημερομηνία 25 Ιουνίου 1231, με συνημμένη καταδικαστική απόφαση των αιρετικών από την σύγκλητο της Ρώμης, ed. Johann Friedrich Böhmer, Acta imperii selecta: Urkunden deutscher Könige und Keiser, mit einem Anhange von Reichssachen, Innsbruck 1870, pp. 665-667.
[30] Gesta Trevorum: Continuatio quarta, ed. Georg Waitz, MGH SS XXIV 400-2. Αγγλική μετάφραση, W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, pp. 267-269. To απόσπασμα p. 268.
[31] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 353.
[32] Ιωαν. 8.44. Στις αγκύλες λέξεις που υπάρχουν στο κείμενο του De heresi αλλά όχι στο Ευαγγέλιο.
[33] Ησ. 14.13.
[34] Λουκ. 16.1.
[35] Αποκ. 12.9.
[36] Αποκ. 12.4.
[37] Ιεζ. 37.4.
[38] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 164.
[39] Ματθ. 18.28.
[40] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 165-6.
[41] Ο Μονέτα ήταν καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μπολόνια και εντάχθηκε στο τάγμα των Δομινικανών το 1218 ή 1219. Για την ζωή και το έργο του, πηγή πληροφόρησης στους J. Quetif-J. Echard, Scriptores ordinis praedicatorum, (2 vols. Paris 1719- 1721),. Το έργο του εκδόθηκε από τον Thomas A. Ricchini, Moneta Cremonensis adversus Catharos et Valdenses libri quinque, Rome 1743. Αγγλική μετάφραση αποσπασμάτων W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 308-329. Το συγκεκριμένο κείμενο σελ. 317-318.
[42] Albert Pike, Morals and Dogma of the ancient and accepted Scottish rite of Freemasonry,Charleston, p.321.
[43] Manly P. Hall, 33rd Degree, K.T., The Lost Keys of Freemasonry or The Secret of Hiram Abiff , Forward by Reynold E. Blight, 33rd Degree, K.T., Illustrations by J. Augustus Knapp, 32nd Degree, Macoy Publishing and Masonic Supply Company, Inc., Richmond, Virginia, p. 48:
«Έχει έρθει η ημέρα που οι Αδελφοί Τέκτονες πρέπει να γνωρίζουν και να εφαρμόζουν την γνώση τους. Το κρυμμένο κλειδί για τον βαθμό τους είναι η κυριαρχία του συναισθήματος, η οποία τοποθετεί την ενέργεια του σύμπαντος στην διάθεσή τους. Ο άνθρωπος μπορεί να περιμένει την διαπίστευση περισσότερης ενέργειας, μόνο εφόσον έχει αποδείξει την ικανότητά του να την χρησιμοποιεί με τέχνη και αλτρουισμό. Όταν ο Μασόνος μαθαίνει ότι το κλειδί για τον μαχητή στην αρένα είναι η σωστή εφαρμογή του δυναμό της ζώσης ενέργειας, έχει μάθει το μυστήριο της Τέχνης του. Οι κοχλάζουσες ενέργειες του Εωσφόρου είναι στην διάθεσή του, και πριν προχωρήσει εμπρός και προς τα πάνω, θα πρέπει ν’ αποδείξει την ικανότητά του να χρησιμοποιεί σωστά την ενέργεια. Πρέπει ν’ ακολουθεί τα βήματα των προπατόρων του.»
[44] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 345.
[45] Moneta ( ή Simoneta) Cremonensis, Adversus Catharos et Valdenses (Βλέπε παρακάτω σημ. 37), W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 321-22.
Παραθέτουμε επίσης το σχετικό χωρίο από το Manifestatio του Bonacursus:
«Λένε επίσης, ότι ο διάβολος έφτιαξε την Εύα, με την οποία πλάγιασε, και από αυτή την ένωση γεννήθηκε ο Κάιν. Όταν το ανακάλυψε αυτό, ο Αδάμ γνώρισε επίσης την Εύα και αυτή έτεκε τον Άβελ, τον οποίο σκότωσε ο Κάιν· και από το αίμα του τελευταίου ισχυρίζονται ότι γεννιούνται τα σκυλιά, και γι’ αυτό είναι τόσο πιστά στους ανθρώπους. Η ένωση του Αδάμ και της Εύας ήταν κατά τα λεγόμενά τους, ο απαγορευμένος καρπός… Από τις κόρες της Εύας και τους δαίμονες γεννήθηκαν οι γίγαντες, που έμαθαν από τους πατέρες τους δαίμονες, ότι ο διάβολος δημιούργησε το σύμπαν», W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.171-172.
Επίσης το De heresi catharorum γράφει:
«Εξηγούν ότι ο Εωσφόρος έδωσε σχήμα στο σώμα του Αδάμ από τον πηλό της γης και σ’ αυτό το σώμα ανάγκασε να μπει ο καλός άγγελος… Γι’ αυτόν έφτιαξε ο Εωσφόρος της Εύα, με σκοπό να τον κάνει ν’ αμαρτήσει μαζί της. Και λένε ότι η βρώση του απαγορευμένου καρπού ήταν η συνουσία.», W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.166.
[46] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 338.
[47] Ο.π.
[48] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 342.
[49] Ιωαν. 3.6.
[50] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 166.
[51] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 344.
[52] De heresi catharorum, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 165.
[53] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 345.
[54] Brevis Summula contra herrores notatos hereticorum, W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 356. Πρβλ. και Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 338:
«Επίσης, ότι η μέλλουσα κρίση έχει ήδη γίνει και δεν θα ξαναγίνει. Επίσης ότι η κόλαση και η αιώνια φωτιά ή τιμωρία είναι σ’ αυτόν τον κόσμο και πουθενά αλλού.»
[55] De heresi catharorum, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 166.
[56] Liber de duobus principiis, W. Wakefield-A. Evans, Heresies…, 517-518.
[57] Liber de duobus principiis, W. Wakefield-A. Evans, Heresies…, p. 519-520.
[58] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 332.
[59] Υπάρχει στο ακέφαλο κείμενο της σημείωσης 2. W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.233-4.
[60] Υπάρχει στο ακέφαλο κείμενο της σημείωσης 2. W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.232.
[61] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.233. Στο κείμενο του Petri Valium Sarnaii monachi, Hystoria Albigensis I.11 (ed. Pascal Guébin- Ernest Lyon, 3 vols Paris 1926-1939, I 15, αγγλική μετάφραση W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p.238), το οποίο είδαμε στο κεφ. 7.3.3, τα ονόματα γράφονται Oolla και Ooliba, ίσως από κακή ανάγνωση του C ως Ο.
[62] De Heresi catharorum, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 166.
[63] University of Pennsylvania. Dept. of History: Translations and Reprints from the Original Sources of European history, published for the Dept. of History of the University of Pennsylvania., Philadelphia, University of Pennsylvania Press [1897?-1907?]. Vol II, No 4, pp. 7-11.
[64] J. B. Russell, Witchcraft in the Middle Ages, p. 124.
[65] Αναλυτικότερα στο J. B. Russell, Witchcraft in the Middle Ages, p. 124-125.
[66] Swinton Bland- H. von E. Scott (trans), Dialogus Miraculorum, 2 vols London 1929, vol. 1 p. 352.
[67] Συζήτηση και θέσεις επί του θέματος στα:
- Anders Nygren, Agape and Eros, trans. Philip S. Watson, Philadelphia 1953, δέχεται ότι οι κατηγορίες των ειδωλολατρών αφορούσαν τους γνωστικούς.
- Antoine Dondaine, Nouvelles sources de l’ histoire doctrinal du néomanichéisme au moyen âge, Revue de sciences philosophiques et theologiques 28 (1939), 465-488. Συζητά το θέμα της αξιοπιστίας των πηγών και της εξ αυτής αναγκαστικής αποδοχής των πληροφοριών.
- Theodora Büttner- Ernst Werner, Circumcellionen und Adamiten: Zwei Formen mittelalterlichen Haeresie, Berlin 1959, 73-134.
[68] Dietrich Kurze, Zur Ketzergeschichte der Mark Bradenburg und Pommerns vornehmlich im 14.Jahrhundert: Luziferianer, Putzkeller, und Waldenser, Jahrbuch für Geschichte Mittel- und Ostdeutsch-lands XVI-XVII (1968), s.53.
[69] Ο Ιάκωβος Καπέλλι ήταν λέκτορας σε ένα φραγκισκανικό μοναστήρι στο Μιλάνο, στα μέσα του ΙΓ’ αι. Τα έργα του, ειδικά το Simulus amoris, υπήρξαν πηγή έμπνευσης για τον Μποναβεντούρα. Το έργο του Summa contra hereticos γράφτηκε μεταξύ 1240-1260 και εκδόθηκε ολοκληρωμένο από τον Dino Bazzocchi, La Eresia catara: Saggio storico filosofico con in appendice ‘Disputationes nonnullae adversus hereticos’, codice inedito de secolo XIII della bibliotecs Malatestiana di Cesena, Bologna 1919 (κείμενο)- 1920 (παράρτημα), Appendix, pp. CXXXVI-CXXXIX, CXLIX-CL, CLVII-CLVIII, CLXXXVI-CLXXXVII (η αποσπασματικότητα οφείλεται στην διασπορά του κειμένου στον κώδικα και μόλις το 1940 απέδειξε ο Ilarino da Milano, La ‘Summa contra hereticos’ di Giacomo Capelli, Collectanea franciscana 10 [1940], 66-82, ότι είναι τμήματα του ίδιου έργου). Αγγλική μετάφραση, W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 301-306, το χωρίο σελίδα 305-6.
[70] Rainerius Sacconi, Summa de Catharis, Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 332.
[71] Ο Geoffrey της Auxerre ή Geoffrey του Clairvaux ήταν ακόλουθος και βιογράφος του Βερνάρδου του Κλαιρβώ. Geoffrey of Auxerre, Super Apocalypsim, ed. Jean Leclercq, Analecta monastic 2nd ser. ,Studia Anselmiana 31 (1953), 196-7.
[72] Mansi XXI.843.
[73] Gioacchino da Fiore, Espositio in Apocalypsim, Venice 1527, DIcitonaire de théologie catholique IX.1046-7.
[74] Walter Mapp, De nugis curialium I.30, ed. Montague R. James, Anecdota oxoniensia medieval and modern series XIV (Oxford 1914), 57-59.
[75] Alanus ab Insulis, De fide catholica contra hereticos sui temporis LXII-LXIII, PL CCX.365.
[76] PL CCIV.235.
[77]Martin Bouquet, Recueil des historiens des Gaules et de la France XII.448.
[78] Karl Heisig, Eine gnostische Sekte im abendländischen Mittelalter, Zeitschrift für Religions- und Geistesgeschichte 16 (1964), 271-4.
[79] Βλ. σχ. κεφ. 4.1.1γ.
[80] Radulphi de Coggeshall, Chronicon anglicanum, ed. Joseph Stevenson, Rolls Series LXVI (London 1875). Αγγλική μετάφραση W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 251-254, το χωρίο σελίδες 251-253.
[81] Walter Mapp, De nugis curialium, σημ. 74. Αγγλική μετάφραση W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 254-5.
[82] William Puylaurens, Cronica, ed. Bessyier, Troisièmes mélanges d’ histoire du moyen âge, p. 121.
[83] Βλ. σημ. 75.
[84] Γεν. 3.6.
[85] Ίσως ο Robert de La Tour du Pin (1173-1195).
[86] Walter Mapp, De nugis curialium. Αγγλική μετάφραση W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, p. 255-6.
[87] Albrici monachi Triumfontium, Chronicon, ed. P. Scheffer-Boichorst, MGH SS XXIII.845.
[88] A. Brenon, Les Femmes Cathares, Paris 1992, p. 214. Η ομολογία του Pierre Magis στα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης MS Paris B.N. Doat 21, f.275a.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Χριστιανός καί Σταυρός,
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
Χριστιανός σημαίνει μικρός Χριστός κι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος, ἄρα χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ σταυροῦ. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀνάρμοστο καί ξένο στόν χριστιανό νά ἀναζητᾶ τίς εὐκολίες καί τήν ἀνάπαυση. Ὁ Κύριός σου καρφώθηκε στό σταυρό κι ἐσύ ἐπιζητᾶς τήν ἄνεση καί ζῆς μέ πολυτέλεια;
Ἄν ἀγαπᾶς τόν Κύριό σου, πέθανε ὅπως Ἐκεῖνος. Σταύρωνε τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν δέν σέ σταυρώνει κανείς. Καί σταυρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακίας καί τῆς ζήλειας σου. Σταυρώνεις τό «ἐγώ» σου, ὅταν ἀρνεῖσαι νά ἱκανοποιήσεις τίς κακές ἐπιθυμίες σου. Κρεμᾶς τόν ἑαυτό σου στό σταυρό, ὅταν ἀφήνεις τόν Θεό νά κατευθύνει τή ζωή σου χωρίς τίς δικές σου λογικές παρεμβάσεις. Πεθαίνεις σάν τόν Κύριό σου, ὅταν ὑποτάσσεσαι στό θέλημά του χωρίς τά ἀτέλειωτα «γιατί».
Ὁ Κύριος ζήτησε καί ζητᾶ νά τόν ἀκολουθήσουν ὅσοι εἶναι ἀποφασισμένοι νά σηκώσουν τό σταυρό τους, ὅσοι εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν, νά ἀρνηθοῦν τίς ἀπολαύσεις καί τήν τρυφή. Διότι ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἀσφάλεια καί τίς ἡδονές τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἐχθρός τοῦ σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ σταυροῦ πού ὁ χριστιανός ἀγαπᾶ καί σηκώνει μέ ὑπομονή γιά χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου του Κυρίου!…
Εἰς Φιλιππησίους 13, ΕΠΕ 22, 8-10.
(Πηγή: «Χριστιανός καί Σταυρός», Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα)
Σταυρωθέντα καί ταφέντα…,
Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων
A. Εἶναι καύχημα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας βέβαια τό καθετί πού ἔπραξε ὁ Ἰησοῦς, ἀλλά τό καύχημα τῶν καυχημάτων εἶναι ὁ Σταυρός Του. Τοῦτο ἀσφαλῶς γνωρίζοντας ὁ Παῦλος, λέει: «ὅσο γιά μένα, ἄς μή γίνει νά καυχηθῶ γιά τίποτε ἄλλο, παρά μόνο γιά τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας, Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6, 14).
Ἦταν πραγματικά θαυμαστό πού ἀνέβλεψε ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ (πρβλ. Ἰωάν. 9, 7), ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπροστά στήν ἀνάβλεψη τῶν πνευματικά τυφλῶν ὅλης τῆς οἰκουμένης; Θεωρεῖται μέγα θαῦμα καί ὑπερφυσικό πού ἀναστήθηκε ὁ Λάζαρος, ἐνῶ ἦταν τετραήμερος νεκρός, ἀλλά τότε ἡ χάρη τῆς Ἀναστάσεως σταμάτησε σ᾽ αὐτόν. Τί εἶναι ὅμως αὐτό μπροστά στήν ἀνάσταση τῶν νεκρωμένων ἀπό τήν ἁμαρτία, σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη; Εἶναι θαυμαστό πού ἀπό τούς πέντε ἄρτους πήγασε τροφή γιά πέντε χιλιάδες (πρβλ. Ματθ. 14, 21), ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπρός στό ὅτι χόρτασε αὐτούς «πού πέθαιναν ἀπό πνευματική πείνα, ἐξαιτίας τῆς ἄγνοιάς τους, σέ ὅλα τά μέρη τῆς γῆς»; (Πρβλ. Ἀμ. 8, 11). Εἶναι θαυμαστό πού ἐλευθέρωσε τή γυναίκα ἐκείνη, τή δεμένη ἀπό τό Σατανά δεκαοχτώ χρόνια, ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπροστά στήν ἐλευθερία πού ἔδωσε σέ ὅλους ἐμᾶς, τούς σφιχτοδεμένους μέ βαριές ἁλυσίδες ἁμαρτημάτων; (πρβλ. Παρμ. 5, 22). Αὐτό λοιπόν, τό ὁλόφωτο στεφάνι τῆς δόξας τοῦ Σταυροῦ, ἀφενός φώτισε τούς τυφλωμένους ἀπό τήν ἀγνωσία καί ἀφετέρου ἐλευθέρωσε τούς δέσμιους τῆς ἁμαρτίας καί δυναμικά λύτρωσε ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν αἰώνων.
Β’. Καί μή σοῦ φαίνεται παράξενο σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά δυσπιστεῖς, ἄν πραγματικά ἔδωσε τή λύτρωση δυναμικά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων. Διότι δέν ἦταν ἄνθρωπος ἁπλός αὐτός πού πέθανε γιά μᾶς, ἀλλά ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ» ὁ Μονογενής. Καί μπόρεσε βέβαια ἡ ἁμαρτία ἑνός ἄνδρα, τοῦ Ἀδάμ, νά κάνει θνητούς ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀλλά, ἄν μέ τό παράπτωμα τοῦ ἑνός βασίλευσε ὁ θάνατος στόν κόσμο, πῶς, πολύ περισσότερο, δέν θά βασιλεύσει ἡ ζωή μέ τή δικαιοσύνη τοῦ Ἑνός; (Πρβλ. Ρωμ. 5, 17). Καί ἄν τότε, ἐπειδή ἔφαγαν ἀπό τό «ξύλο τῆς ζωῆς» οἱ Πρωτόπλαστοι διώχτηκαν ἀπό τόν Παράδεισο (πρβλ. Γέν. 3, 24), ἄραγε τώρα, χάρη στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ἰησοῦ, δέν θά μποῦν εὐκολότερα μέσα στόν Παράδεισο ὅσοι πιστέψουν; Ἄν ἐκεῖνος πού πρῶτος πλάστηκε ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς ἐπέφερε οἰκουμενικό θάνατο, ἄραγε δέν θά φέρει ζωή αἰώνια «Ἐκεῖνος πού τόν ἔπλασε ἀπό τή γῆ» (Γέν. 2, 7), ἀφοῦ Αὐτός εἶναι ἡ Ζωή; (πρβλ. Ἰωάν. 14, 6). Ἄν ὁ Φινεές, δείχνοντας ζῆλο καί φονεύοντας τόν αἰσχροποιό ἐκεῖνον, κατέπαυσε τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς ‒ ὄχι μέ τό φόνο κάποιου ἄλλου, ἀλλά μέ τό νά θυσιάσει τόν ἑαυτό Του ὡς ἀντίλυτρο ‒ δέν μπορεῖ νά ἐξαλείψει τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους;
Γ’. Νά μή ντρεπόμαστε λοιπόν γιά τό Σταυρό τοῦ Σωτήρα μας, ἀλλά μᾶλλον νά καυχώμαστε. Εἶναι βέβαια ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ γιά τούς Ἰουδαίους σκάνδαλο, γιά τούς εἰδωλολάτρες ἀνοησία (πρβλ. Α’ Κορ. 1, 18. 23), ἀλλά γιά μᾶς εἶναι σωτηρία. Πραγματικά, «γιά ὅσους βαδίζουν τό δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι δύναμη Θεοῦ» (Α’ Κορ. 1, 18). Διότι δέ ἦταν ἁπλός ἄνθρωπος αὐτός πού πέθανε γιά μᾶς, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά Υἱός Θεοῦ, Θεός πού ἐνανθρώπησε. Ἔπειτα, ἄν τό πρόβατο, τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, ἔδιωχνε μακριά τόν ἐξολοθρευτή ἄγγελο (πρβλ. Ἔξ. 12, 23), «ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, πού σηκώνει πάνω Του τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου» (πρβλ. Ἰωάν. 1, 29), πολύ περισσότερο, δέν θά ἐλευθέρωνε τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς ἁμαρτίες; Καί ἄν τό αἷμα ἑνός ἄλογου ζώου, ὅπως τόν πρόβατο, παρεῖχε τή σωτηρία, τό Αἷμα τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ δέν σώζει πολύ περισσότερο; Ἄν κάποιος δέν πιστεύει στή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἄς πιστεύει στά ὁλοφάνερα γεγονότα. Γιατί πολλοί σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη σταυρώθηκαν, ἀλλά κανένα δέν τρέμουν οἱ δαίμονες. Τοῦ Χριστοῦ ὅμως, πού σταυρώθηκε γιά μᾶς, καί μόνο τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ νά δοῦν, τρέμουν οἱ δαίμονες, ἐπειδή οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι πέθαναν στό σταυρό ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους, ὁ Χριστός ὅμως πέθανε γιά τίς ξένες ἁμαρτίες. «Διότι δέν ἁμάρτησε, οὔτε βρέθηκε δόλος στό στόμα Του» (Α’ Πέτρ. 2, 22. πρβλ. Ἡσ. 53, 9).
Καί δέν εἶναι μόνο ὁ Πέτρος πού τό λέει αὐτό ‒ γιατί θά μποροῦσε κανείς νά ὑποπτευθεῖ ὅτι χαρίζεται στό δάσκαλό του καί τό λέει ‒ ἀλλά τό εἶπε καί ὁ Ἡσαΐας, πού μπορεῖ νά μήν ἔζησε τήν ἐποχή τοῦ Ἰησοῦ μέ τό σῶμα, ἀλλά μέ τό πνεῦμα προεῖδε τήν ἔνσαρκη παρουσία Του. Καί γιατί φέρνω τώρα μάρτυρα μόνο τόν Προφήτη; Πάρε μάρτυρα τόν Πιλάτο, αὐτόν πού Τόν καταδίκασε καί εἶπε: «Δέν βρίσκω τίποτα τό κακό στόν ἄνθρωπο Αὐτόν» (Λουκ. 23, 14). Παραδίνοντας δέ Αὐτόν προδομένο καί νίπτοντας τά χέρια του εἶπε: «Εἶμαι ἀθῶος ἀπό τό αἷμα τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27, 24). Ἀλλά ὑπάρχει κι ἄλλος μάρτυρας τῆς ἀναμαρτησίας τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ πρωτοστάτης τοῦ Παραδείσου, ὁ ληστής, πού κατηγορεῖ τόν ἄλλο ληστή καί τοῦ λέει: «Ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ἄξια ὅσων πράξαμε, αὐτός ὅμως δέν ἔκανε κανένα κακό» (Λουκ. 23, 41). Καί αὐτό τό γνωρίζουμε γιατί καί σύ καί ἐγώ ἤμασταν παρόντες στή δίκη Του.
Δ’. Ἔπαθε λοιπόν, στ᾽ ἀλήθεια, ὁ Ἰησοῦς γιά χάρη τῶν ἀνθρώπων. Διότι δέν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, διαφορετικά θά ἦταν φαντασία καί ἡ λύτρωση. Δέν εἶναι φαντασία ὁ θάνατος, ἀλλοιῶς θά ἦταν μύθος καί ἡ σωτηρία. Ἄν ἦταν φαντασία ὁ θάνατος, θά εἶχαν δίκιο αὐτοί πού εἶπαν: «Θυμηθήκαμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος ἔλεγε, ἐνῶ ζοῦσε ἀκόμη, μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες θά ἀναστηθῶ» (Ματθ. 27, 63). Εἶναι λοιπόν τό Πάθος τοῦ Κυρίου ἀληθές, διότι ἀληθινά σταυρώθηκε καί δέν ντρεπόμαστε γι᾽ αὐτό. Σταυρώθηκε καί δέν τό ἀρνούμαστε, ἀλλά μᾶλλον ἐγώ καυχῶμαι καί σᾶς λέω: Ἀκόμη καί νά ἤθελα νά τό ἀρνηθῶ, μέ ἐλέγχει αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς, πλησίον τοῦ ὁποίου παρευρισκόμαστε ὅλοι τώρα. Μέ ἐλέγχει τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, τό ὁποῖο λίγο-λίγο ἀπό ἐδῶ διαμοιράστηκε σ᾽ ὅλη τήν οἰκουμένη. Ὁμολογῶ τό Σταυρό ἐπειδή γνωρίζω τήν Ἀνάσταση. Διότι, ἄν ἀπέμενε μόνο Ἐσταυρωμένος ὁ Κύριος, χωρίς νά ἀναστηθεῖ, μπορεῖ νά μήν ὁμολογοῦσα. Θά τό ἔκρυβα ἴσως μαζί μέ τό δάσκαλό μου. Τώρα ὅμως πού διαδέχτηκε τό Σταυρό ἡ Ἀνάσταση, δέν ντρέπομαι νά τά διηγοῦμαι ὅλα αὐτά.
Ε’. Ἔχοντας λοιπόν ὅμοια μέ ὅλους μας ἀνθρώπινη φύση καί ὑπόσταση, σταυρώθηκε, ἀλλά ὄχι βέβαια γιατί εἶχε ὅπως ἐμεῖς ἁμαρτίες. Διότι δέν ὁδηγήθηκε στό θάνατο ἀπό φιλοχρηματία, ἀφοῦ ἦταν δάσκαλος τῆς ἀκτημοσύνης. Οὔτε καταδικάστηκε ἐξαιτίας τῆς φιληδονίας, ἀφοῦ εἶναι Ἐκεῖνος πού λέει σαφῶς ὅτι «ὅποιος κοιτάξει γυναίκα μέ ἐπιθυμία φιλήδονη, ἤδη ἔχει πέσει στό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας μέ αὐτήν» (Ματθ. 5, 28). Οὔτε πάλι ἀπό ἀπερίσκεπτη ὁρμή χτύπησε κάποιον ἤ τόν πλήγωσε, διότι ἔστρεφε καί τό ἄλλο μάγουλο σ᾽ ὅποιον τόν χτυποῦσε (πρβλ. Ματθ. 5, 39. 26, 67). Οὔτε καταφρόνησε τό Νόμο, διότι Αὐτός ἦταν πού ὁλοκλήρωσε τό Νόμο. Οὔτε τούς Προφῆτες ὀνείδισε, γιατί Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος, γιά τόν Ὁποῖο κατά καιρούς προφήτευαν οἱ Προφῆτες. Οὔτε ἀρνήθηκε νά δώσει τό μισθό κανενός, διότι ἀμισθεί καί δωρεάν θεράπευε τούς πάντες. Δέν ἁμάρτησε οὔτε μέ λόγια, οὔτε μέ λογισμούς. «Αὐτός πού δέν ἔπεσε σέ καμιά ἁμαρτία, οὔτε βρέθηκε δόλος στό στόμα Του, πού, ἐνῶ χλευαζόταν καί ὀνειδιζόταν, δέν χλεύαζε οὔτε ὀνείδιζε κανέναν καί ἐνῶ ἔπασχε ἄδικα, δέν ἀπειλοῦσε κανέναν» (Α’ Πέτρ. 2, 22-23), Αὐτός πού ἦρθε πρός τό Πάθος, ὄχι ἀκούσια, ἀλλά ἑκούσια. Αὐτός ἀκόμα καί τώρα, ἄν κάποιος προσπαθοῦσε νά Τόν πείσει νά ἀλλάξει τρόπο ζωῆς καί τοῦ ἔλεγε, «ὁ Θεός νά σέ φυλάξει, Κύριε, ἀπ᾽ ὅλα τοῦτα τά φοβερά» (Ματθ. 16, 22), πάλι θά ἀπαντοῦσε σ᾽ αὐτόν, «πήγαινε πίσω μου, Σατανά» (Ματθ. 16, 23).
ΣΤ’. Θέλεις ὅμως νά πεισθεῖς ὅτι ἦρθε πρός τό πάθος ἑκούσια; Νά, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι πού δέν γνωρίζουν τό θάνατό τους, πεθαίνουν χωρίς τή θέλησή τους. Αὐτός ὅμως προέλεγε γιά τό Πάθος Του: «Δές παραδίνεται ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου γιά νά σταυρωθεῖ» (Ματθ. 26, 2). Καί ξέρεις πολύ καλά γιατί δέν ἀπέφυγε τό θάνατο ὁ Φιλάνθρωπος. Γιά νά μή χαθεῖ ὅλος ὁ κόσμος μέσα στίς ἁμαρτίες. «Δές, ἀνεβαίνουμε στά Ἱεροσόλυμα καί θά παραδοθεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 20, 18), «καί θά σταυρωθεῖ» (πρβλ. Ματθ. 20, 19). Καί πάλι: «Ἔστρεψε τό πρόσωπό Του καί προσήλωσε τό βλέμμα Του, μέ ἀπόφαση νά πορευθεῖ στά Ἱεροσόλυμα» (Λουκ. 9, 51). Θέλεις ἀκόμα νά μάθεις σαφῶς ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι δόξα γιά τόν Ἰησοῦ; Ἄκουσε Αὐτόν τόν Ἴδιο πού μιλάει καί ὄχι ἐμένα. Τόν πρόδωσε ὁ Ἰούδας, δείχνοντας ἔτσι τήν ἀγνωμοσύνη του πρός τόν οἰκοδεσπότη. Αὐτός λοιπόν ὁ προδότης, ἀφοῦ βγῆκε ἔξω ἀπό τό Δεῖπνο, εὐθύς ἀμέσως ‒ ἐνῶ εἶχε πιεῖ τό ποτήρι τῆς εὐλογίας ἀντί γιά τό πόμα τῆς σωτηρίας πού τοῦ ἔδωσε ‒ ἐπιθυμοῦσε νά χύσει τό δίκαιο Αἷμα τοῦ Κυρίου. «Αὐτός πού τόν εἶχε ὁμοτράπεζό Του καί ἔτρωγε τόν ἄρτο Του ὕψωσε πολύ ψηλά τή φτέρνα του καί τόν κλώτσησε, σάν ἀτίθασο καί ἀχάριστο ζῶο» (πρβλ. Ψαλμ. 40, 10). Μόλις πού εἶχαν δεχτεῖ τά χέρια του τίς εὐλογίες καί πάραυτα, χάρη τῶν χρημάτων, προμελετοῦσε προδοτικό θάνατο. Καί ἐνῶ ἐλέγχθηκε καί ἄκουσε τό «σύ τό εἶπες μόνος σου» (Ματθ. 26, 25), πάλι βγῆκε ἔξω γιά νά Τόν προδώσει. Ἔπειτα ἔλεγε ὁ Ἰησοῦς: «Ἔχει φτάσει ἡ ὥρα, γιά νά δοξαστεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 12, 23). Βλέπεις ὅτι θεωρεῖ δόξα δική Του τό Σταυρό; Ἀλλά καί τό ἄλλο: Ὁ Ἡσαΐας, ἐνῶ τόν πριόνισαν, δέν ντρέπεται, καί ὁ Χριστός πού πεθαίνει γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος, θά τό θεωρήσει ντροπή; «Τώρα πιά δοξάστηκε ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 13, 31). Ὄχι, ὅτι προηγουμένως δέν εἶχε δόξα, διότι ἦταν δοξασμένος μέ τή δόξα πού εἶχε πρό κατά βολῆς κόσμου (πρβλ. Ἰωάν. 17, 5. 24). Ἦταν δοξασμένος πάντοτε ὡς Θεός, τώρα ὅμως δοξαζόταν ἐπειδή φόρεσε τό στεφάνι τῆς ὑπομονῆς. Δέν ἄφησε τή ζωή αὐτή ἀναγκαστικά, δέν θυσιάστηκε χωρίς νά τό θέλει, ἀλλά ἑκούσια. Ἄκου τί λέει: «Ἔχω ἐξουσία νά θυσιάσω τήν ψυχή μου καί ἔχω ἐξουσία νά τήν πάρω πάλι» (Ἰωάν. 10, 18). Ἐπειδή θέλω, συγχωρῶ τούς ἐχθρούς μου. Ἐάν δέν ἤθελα, δέν θά γινόταν ἡ θυσία. Ἦλθε ἑπομένως μέ τήν προαίρεσή Του πρός τό Πάθος, ὄντας χαρούμενος γιά τήν πράξη Του αὐτή, μειδιώντας γιά τό στεφάνι τῆς δόξας, πλήρης χαρᾶς γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, χωρίς νά ντρέπεται γιά τό Σταυρό, διότι ἔσωζε τήν οἰκουμένη. Δέν ἦταν ὁ πάσχων τιποτένιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός πού ἐνανθρώπησε καί ἀγωνίστηκε στό ἄθλημα τῆς ὑπομονῆς. (…)
Κ’. Τή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ προφητικά προτύπωσε ὁ Μωυσῆς, τότε πού κρέμασε στό ξύλο τό χάλκινο φίδι, ὥστε ὅποιος δαγκωνόταν ἀπό τό ζωντανό φίδι (πού καί αὐτό προτύπωνε τήν ἁμαρτία καί τό θάνατο ἀπό τήν ἁμαρτία) προσβλέποντας στό χάλκινο φίδι, νά σωθεῖ, δίνοντας ἔτσι τή σχετική πίστη του στόν Θεό καί στόν Προφήτη Του (πρβλ. Ἀριθ. 21, 9). Ἔπειτα τό χάλκινο φίδι σταυρωμένο σώζει καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός πού ἔγινε καί ἄνθρωπος, Σταυρωμένος δέν μπορεῖ νά σώζει; Ἀπό παλιά μέχρι σήμερα, ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου λειτουργήθηκε καί προστατεύθηκε σέ σχέση μέ τό ξύλο. Στήν ἐποχή τοῦ Νῶε, ὡς γνωστό, μέ τήν ξύλινη κιβωτό σώθηκε ἡ ζωή τῶν δίκαιων ἀνθρώπων. Ἡ θάλασσα πάλι τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, μόλις εἶδε τήν ξύλινη ράβδο, πού καί αὐτή προτύπωνε τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, φοβήθηκε αὐτόν πού τήν ἄγγιξε. Λοιπόν, τό ραβδί τοῦ Μωυσῆ ἔχει δύναμη, καί ὁ Σταυρός τοῦ Σωτήρα ἀδυνατεῖ; Ἀλλά ἀφήνω ὅσα πολλά ἄλλα θά μποροῦσα νά ἀναφέρω γιά τήν προτύπωση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου στήν Παλαιά Διαθήκη, γιά νά μή μακρύνω τό λόγο, καί περιορίζομαι νά σᾶς θυμίσω ὅτι τό ξύλο τότε ἐπί Μωυσῆ γλύκανε τό νερό (πρβλ. Ἔξ. 15, 25) καί «ὅτι ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ τό νερό ἔρευσε πάνω στό ξύλο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 34).
ΚΑ’. Τά πρῶτα καταπληκτικά καί ἀξιοθαύμαστα γεγονότα πού ὁ Θεός ἔκανε μέ τή μεσολάβηση τοῦ Μωυσῆ, σχετίζονται μέ τό αἷμα καί τό νερό. Καί τό τελευταῖο ἀπό τά θαύματα πού ὁ Ἰησοῦς ἔκανε, σχετίζεται καί αὐτό μέ τό αἷμα καί τό νερό. Στό πρῶτο του θαῦμα ὁ Μωυσῆς «μετέβαλε τόν ποταμό σέ αἷμα» (πρβλ. Ἔξ. 7, 20) καί ὁ Ἰησοῦς στό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του ἔκανε νά ξεχυθεῖ ἀπό τήν πλευρά Του νερό καί αἷμα μαζί. Ἴσως ἔγινε αὐτό γιά ἐκεῖνες τίς δύο φωνές, τοῦ κριτῆ πού Τόν δίκαζε καί τοῦ λαοῦ πού κραύγαζε ἐναντίον Του. Ἤ καλύτερα γιά τούς πιστούς καί τούς ἄπιστους. Διότι, στ᾽ ἀλήθεια, ὁ Πιλάτος ἔλεγε: «Εἶμαι ἀθῶος καί μέ νερό ἔνιψε τά χέρια του» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Καί ὁ λαός, πού ἀπαιτοῦσε τήν καταδίκη Του, κραύγαζε καί ἔλεγε: «Τό αἷμα Του ἄς πέσει πάνω μας» (Ματθ. 27, 25). Καί τά δύο λοιπόν ἀνέβλυσαν ἀπό τήν πλευρά Του. Τό νερό ἴσως γιά τόν κριτή Του καί τό αἷμα γιά τό λαό πού κραύγαζε. Ἀλλά καί διαφορετικά μποροῦμε νά τό ἐννοήσουμε. Στούς Ἰουδαίους ἀναφέρεται τό αἷμα, στούς χριστιανούς τό νερό. Καί σ᾽ ἐκείνους βέβαια ὡς ἐχθρούς καί πονηρούς καί φονευτές τοῦ Χριστοῦ, θά ἐπέλθει ἡ σωτηρία μέ τό νερό τοῦ Βαπτίσματος. Δέν ἔχει γίνει τίποτα τυχαῖο. Οἱ ἑρμηνευτές ὅμως Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔδωσαν καί ἄλλη ἐξήγηση γιά τό θέμα αὐτό. Γιατί, σύμφωνα μέ ὅσα σχετικά μᾶς ἀποκαλύπτονται στά ἱερά Εὐαγγέλια, μέ δύο μόνο τρόπους μποροῦμε σίγουρα νά πάρουμε τή Χάρη τοῦ σωτηριώδους Βαπτίσματος. Ὁ πρῶτος εἶναι αὐτός μέ τόν ὁποῖο παρέχεται καί σέ σᾶς τούς Φωτιζόμενους, δηλαδή μέ τό βαπτισματικό νερό. Καί ὁ δεύτερος εἶναι ὁ τρόπος πού στόν καιρό τῶν διωγμῶν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες βαπτίζονται μέσα στό ἴδιο τό αἷμα τους. Βγῆκε λοιπόν ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ αἷμα καί νερό (πρβλ. Ἰωάν. 19, 34). Διότι Αὐτόν τόν Ἴδιο Χριστό ὁμολογοῦμε ὡς Σωτήρα μας καί μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πού κάναμε πρίν ἀπό τό Βάπτισμα καί μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πού κάνουμε πρίν ἀπό τό μαρτύριο. Ὑπάρχει καί ἄλλος λόγος γιά τόν ὁποῖο λογχεύθηκε ἡ πλευρά τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ γυναίκα πού πλάστηκε ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ ἁμάρτησε πρώτη καί προκάλεσε καί τόν ἄνδρα νά ἁμαρτήσει. Καί ὁ Ἰησοῦς ἦλθε μέν γιά νά χαρίσει τή συγχώρεση καί στούς ἄνδρες καί στίς γυναῖκες, ἀλλά λογχεύθηκε στήν πλευρά Του, εἰδικότερα χάρη τῶν γυναικῶν, γιά νά ἐξαλείψει αὐτή τήν ἰδιαίτερη ἐνοχή τους.
ΚΒ’. Ἀλλά ἄν ἤθελε κάποιος νά ἑρευνήσει περισσότερο, θά ἔβρισκε καί ἄλλους λόγους, γιά τούς ὁποίους λογχεύθηκε ὁ Ἰησοῦς στήν πλευρά. Ἄς ἀρκεστοῦμε ὅμως σέ ὅσα εἴπαμε, ἐπειδή εἶναι περιορισμένος ὁ χρόνος καί γιά νά μή σᾶς γίνει ὀχληρή καί δυσάρεστη ἡ ἀκρόαση. Ἄν καί δέν εἶναι δυνατόν ποτέ κανείς νά ἀποκάμει ἀκούοντας νά λέγονται τά σχετικά μέ τή δόξα τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ καί μάλιστα ἐδῶ, στόν Πανάγιο τοῦτο Γολγοθά. Διότι ἄλλοι ἀκοῦνε μόνο, ἐμεῖς ὅμως τά βλέπουμε καί τά ψηλαφοῦμε ὅλα αὐτά. Ἄς μήν κουραστεῖ κανείς λοιπόν. Πάρε τά ὅπλα καί ἔλα ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, γιά νά ὑπερασπιστεῖς αὐτόν ἐδῶ τό Σταυρό. Στῆσε ὡς τρόπαιο τήν πίστη στό Σταυρό ἐναντίον αὐτῶν πού ἀντιλένε. Ὅταν, στ᾽ ἀλήθεια, πρόκειται νά συζητήσεις μέ τούς ἀπίστους γιά τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, σχημάτισε μέ τό χέρι σου, πρίν ἀρχίσεις, πρός τό μέρος πού εἶναι αὐτοί τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί θά ἀποστομωθεῖ ὅποιος ἀντιλέγει. Μή ντραπεῖς νά ὁμολογεῖς τό Σταυρό. Διότι Ἄγγελοι καυχῶνται γιά τό Σταυρό τοῦ Κυρίου, λέγοντας: «Ξέρουμε τί ζητᾶτε, Ἰησοῦ τόν Ἐσταυρωμένο» (Ματθ. 28, 5). Ἄραγε, Ἄγγελε, δέν μπορεῖς νά πεῖς, ξέρω ποιόν ζητᾶτε, ζητᾶτε τόν δικό μου Δεσπότη; Ἀλλά ἐγώ, λέει μέ παρρησία, ξέρω, ζητᾶτε τόν Ἐσταυρωμένο. Τό εἶπε, διότι εἶναι δόξα ὁ Σταυρός, δέν εἶναι ἀτιμία.
ΚΓ’. Ἐμεῖς ὅμως ἄς ἐπανέλθουμε στό θέμα τῶν προφητικῶν ἀποδείξεων πού μοῦ ζητήσατε. Σταυρώθηκε ὁ Κύριος, ἔχεις ἀκούσει ὅλες τίς μαρτυρίες. Βλέπεις τόν τόπο τοῦ Γολγοθᾶ. Συμφωνεῖς καί τό ἐπικροτεῖς ἐπαινετικά καί δοξολογικά. Πρόσεξε μήπως καμιά φορά, σέ περίοδο διωγμοῦ, Τόν ἀπαρνηθεῖς . Νά μήν εὐφραίνεσαι μόνο σέ περίοδο εἰρήνης γιά τό Σταυρό, ἀλλά καί σέ καιρό διωγμοῦ νά ἔχεις τήν ἴδια πίστη. Νά μήν εἶσαι φίλος τοῦ Ἰησοῦ τόν καιρό τῆς εἰρήνης καί τόν καιρό τοῦ πολέμου νά γίνεσαι ἐχθρός. Παίρνεις τώρα ἄφεση τῶν ἁμαρτημάτων σου καί πνευματική δωρεά τά χαρίσματα τοῦ Βασιλιᾶ. Ὅταν ἔλθει ὁ πόλεμος, πολέμησε γενναῖα γιά τό Βασιλιά σου. Ὁ Ἰησοῦς σταυρώθηκε γιά σένα, ὁ ἀναμάρτητος. Καί σύ ὁ ἁμαρτωλός δέν θά σταυρωθεῖς γιά Ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε γιά σένα καί τίς ἁμαρτίες σου; Δέν πρόκειται νά Τοῦ κάνεις χάρη. Τοῦ τό χρωστᾶς. Θά δώσεις αὐτό πού ἔχεις πάρει πιό μπροστά. Ὅταν θά σταυρωθεῖς γιά χάρη Ἐκείνου, εἶναι σάν νά ὁμολογεῖς ὅτι Ἐκεῖνος γιά χάρη σου σταυρώθηκε στό Γολγοθά . (…)
ΛΖ’. Καί ἄν ποτέ τύχεις σέ συζήτηση καί δέν ἔχεις ἐπιχειρήματα, ἄς μένει ἡ πίστη μέσα σου ἀκλόνητη καί ἀμετακίνητη. Καλύτερα ὅμως εἶναι νά προσπαθήσεις νά γίνεις πολυμαθής, ὥστε νά ἀποστομώνεις τούς Ἰουδαίους μέ τίς ρήσεις τῶν Προφητῶν καί τούς Ἕλληνες μέ τίς μυθολογίες τους. Αὐτοί οἱ Ἕλληνες προσκυνοῦν ἀκόμη καί τούς κεραυνόπληκτους, πού εἶναι φυσικό νά ἔχουν μείνει ἐκστασιασμένοι. Ὁ κεραυνός ὅμως, ὅταν πέφτει ἀπό τόν οὐρανό, δέν πέφτει τυχαῖα καί ἀδιάκριτα. Ἄν αὐτοί δέν ντρέπονται νά προσκυνοῦν τούς θεομίσητους κεραυνόπληκτους ἀνθρώπους, ἐσύ ντρέπεσαι νά προσκυνᾶς τόν προσφιλή στόν Θεό Υἱό Του, πού σταυρώθηκε γιά σένα; Ντρέπομαι νά φέρω στή συζήτηση τά ἀναφερόμενα στούς λεγόμενους θεούς τῶν Ἑλλήνων καί τά παραλείπω γιά τήν ὥρα. Αὐτοί ὅμως πού κατέχουν αὐτά τά πράγματα, ἄς τά λένε. Καί ἄς κλείσουν τό στόμα τους ὅλοι οἱ αἱρετικοί. Ἄν κάποιος σοῦ πεῖ ὅτι εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, περιφρόνησέ τον. Καταφρόνησε αὐτούς πού λένε ὅτι κατά φαντασία σταυρώθηκε, διότι ἄν κατά φαντασία σταυρώθηκε ‒ καί ὅπως ξέρουμε ἡ σωτηρία προῆλθε ἀπό τό Σταυρό ‒ ἄρα καί ἡ σωτηρία μας εἶναι φαντασία. Ἄν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, εἶναι φαντασία καί ἡ Ἀνάσταση. Ἄν ὁ Χριστός ὅμως δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, ἀκόμη βρισκόμαστε μέσα στίς ἁμαρτίες μας (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 17). Ἄν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, φαντασία εἶναι καί ἡ Ἀνάληψη. Καί ἄν εἶναι φαντασία ἡ Ἀνάληψη, εἶναι φαντασία καί ἡ Δευτέρα Παρουσία Του καί ὅλα, σέ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι ἐξωπραγματικά καί παραμυθένια.
ΛΗ’. Νά παίρνεις λοιπόν πρῶτο καί ἀδιάσειστο θεμέλιο τό Σταυρό καί ἐκεῖ ἐπάνω νά οἰκοδομεῖς τά ὑπόλοιπα τῆς πίστεως. Μήν ἀρνηθεῖς τόν Ἐσταυρωμένο. Ἄν Τόν ἀρνηθεῖς, ἔχεις πολλούς πού θά σέ ἐλέγξουν γι᾽ αὐτό. Πρῶτος θά σέ ἐλέγξει ὁ Ἰούδας ὁ προδότης. Διότι αὐτός πού Τόν πρόδωσε ἤξερε ὅτι ἀπό τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους καταδικάστηκε σέ θάνατο (πρβλ. Ματθ. 27, 3). Τό μαρτυροῦν τά τριάντα ἀργύρια (πρβλ. Ματθ. 26, 15). Τό μαρτυρεῖ ἡ Γεθσημανή, ὅπου ἔγινε ἡ προδοσία. Γιά νά μήν ἀναφέρω τό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου ὅλοι παρόντες προσεύχονταν τή νύχτα. Τό μαρτυρεῖ ἡ σελήνη τῆς νύχτας. Τό μαρτυρεῖ ἡ ἡμέρα καί ὁ ἥλιος πού χάθηκε (πρβλ. Λουκ. 23, 44), διότι δέν μποροῦσε νά βλέπει τήν παρανομία τῶν ἐχθρῶν τοῦ Κυρίου. Σέ ἐλέγχει ἡ φωτιά, ὅπου παρευρέθηκε καί θερμαινόταν ὁ Πέτρος. Ἄν ἀρνηθεῖς τό Σταυρό, σέ περιμένει ἡ αἰώνια φωτιά. Μιλάω σκληρά, γιά νά μήν ἐπιχειρήσεις ἐσύ νά σκληρυνθεῖς. Θυμήσου τά μαχαίρια πού ἔφεραν ἐναντίον Του στή Γεθσημανή (πρβλ. Ἰωάν. 18, 3), γιά νά μή δοκιμασθεῖς ἀπό τήν αἰώνια ρομφαία. Θά σέ ἐλέγξει τό σπίτι τοῦ Καϊάφα, πού μέ τήν ἐρημιά πού τό δέρνει δείχνει τή δύναμη πού εἶχε ὁ τότε δικαζόμενος ἐκεῖ. Ὁ ἴδιος ὁ Καϊάφας, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, θά σοῦ φέρει σθεναρές ἀντιρρήσεις. Θά σοῦ ἐναντιωθεῖ καί ὁ δοῦλος πού ἔδωσε τό ράπισμα στόν Ἰησοῦ (πρβλ. Ἰωάν. 18, 22) καί αὐτοί πού τόν ἔδεσαν καί τόν ἔφεραν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν καί ὁ Ἡρώδης καί ὁ Πιλάτος καί κάπως ἔτσι θά σοῦ μιλήσουν: Τί ἀρνεῖσαι Αὐτόν πού συκοφαντήθηκε ἀπό τούς Ἰουδαίους μπροστά σας, γιά τόν Ὁποῖο ξέρουμε ὅτι δέν ἁμάρτησε σέ τίποτα; (πρβλ. Λουκ. 23, 14-15). Διότι καί ἐγώ ὁ Πιλάτος «ἔνιψα τότε τά χέρια μου» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν οἱ ψευδομάρτυρες καί οἱ στρατιῶτες πού Τοῦ φόρεσαν «τό κόκκινο ἔνδυμα καί τό ἀκάνθινο στεφάνι, Τόν σταύρωσαν στό Γολγοθά» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 2. 17) καί γιά «τόν χιτώνα Του ἔβαλαν κλῆρο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 24). Θά σέ ἐλέγξει ὁ Σίμων ὁ Κυρηναῖος πού σήκωνε τό Σταυρό πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ (πρβλ. Λουκ. 23, 26).
ΛΘ’. Θά σέ ἐλέγξει ἀπό τά ἀστέρια ὁ ἥλιος πού χάθηκε. Καί ἀπό τῆς γῆς τά πράγματα, τό κρασί τό ἀρωματισμένο μέ σμύρνα. Ἀπό τά καλαμοειδή τό καλάμι, ἀπό τά βότανα ὁ ὕσσωπος, ἀπό τά θαλάσσια τό σφουγγάρι, ἀπό τά δέντρα τό ξύλο ἀπ᾽ ὅπου ἔγινε ὁ Σταυρός. Οἱ στρατιῶτες, ὅπως εἴπαμε, πού Τόν σταύρωσαν καί ἔβαλαν κλῆρο γιά τά ἱμάτιά Του, ὁ στρατιώτης πού μέ τή λόγχη ἄνοιξε τήν πλευρά Του, οἱ γυναῖκες πού ἦταν τότε παροῦσες (πρβλ. Ματθ. 27, 55), τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ πού σχίστηκε τότε σέ δυό κομμάτια (πρβλ. Ματθ. 27, 51). Τό πραιτώριο τοῦ Πιλάτου, πού τώρα, ἔχει ἐρημωθεῖ μέ τή δύναμη Ἐκείνου ὁ Ὁποῖος εἶχε τότε σταυρωθεῖ. Αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς ὁ ἅγιος, ὁ ὑπερυψωμένος, πού μέχρι σήμερα ἐκπέμπει φῶς καί δείχνει μέχρι τώρα πῶς ράισαν οἱ πέτρες του γιά τόν Χριστό. Τό πλησίον μνῆμα ὅπου ἐνταφιάστηκε καί ἡ πέτρα πού ἔβαλαν στή θύρα (πρβλ. Ματθ. 27, 60) καί πού μέχρι σήμερα βρίσκεται δίπλα στόν τάφο. Οἱ Ἄγγελοι πού ἦταν τότε παρόντες. Οἱ γυναῖκες πού προσκύνησαν μετά τήν Ἀνάσταση. Ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰωάννης πού ἔτρεξαν στό μνῆμα καί ὁ Θωμᾶς, πού ἔβαλε τό χέρι του στήν πλευρά Του καί τά δάκτυλά του στά σημάδια ἀπό τά καρφιά (πρβλ. Ἰωάν, 20, 25-27). Διότι καί ἐκεῖνος γιά χάρη μας ψηλάφησε τήν πλευρά μέ προσοχή, ὥστε ἐκεῖνο πού ἐσύ, ὁ ὁποῖος δέν ἤσουν τότε παρών, ἔμελλες νά ζητήσεις γιά νά ἐρευνήσεις, αὐτό τό ἐρεύνησε ἐκεῖνος, ὄντας παρών, «κατ᾽ οἰκονομίαν».
Μ’. Ἔχεις δώδεκα Ἀποστόλους μάρτυρες τοῦ Σταυροῦ, καί τήν οἰκουμένη καί ὅλο τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν Ἐσταυρωμένο. Νά σέ πείσει ἀκόμα γιά τή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου αὐτό τό ἴδιο γεγονός τῆς τωρινῆς παρουσίας σου σ᾽ αὐτό τό χῶρο. Διότι ποιός σέ ἀνάγκασε νά ἔρθεις τώρα σ᾽ αὐτή τή συγκέντρωση; Ποιοί εἶναι οἱ στρατιῶτες πού τό ἔκαναν αὐτό; Μέ ποιά δεσμά σέ δέσανε γιά νά σέ φέρουν ἐδῶ, χωρίς νά τό θέλεις; Ποιοῦ δικαστηρίου ἡ καταδικαστική ἀπόφαση σέ ὑποχρέωσε καί σέ βίασε νά βρίσκεσαι ἐδῶ; Ἑπομένως τό τρόπαιο τοῦ Ἰησοῦ τό σωτήριο, ὁ Σταυρός, ὅλους τούς συνάθροισε. Αὐτό εἶναι πού ταπείνωσε τούς Πέρσες καί τούς ἔκανε νά προσκυνοῦν δουλικά τόν Κύριο καί ἡμέρωσε τούς Σκύθες. Αὐτό χάρισε στούς Αἰγύπτιους τή θεογνωσία, ἀντί γιά τήν πίστη πού εἶχαν στίς γάτες, στά σκυλιά καί σέ ὅλη ἐκείνη τήν πολύμορφη πλάνη. Αὐτό μέχρι σήμερα θεραπεύει ἀρρώστιες. Αὐτό διώχνει τούς δαίμονες καί ἀνατρέπει τῶν γοήτων καί τῶν μάγων τίς μαγγανεῖες.
ΜΑ’. Τοῦτο, τό τρόπαιο τοῦ Σταυροῦ, πρόκειται μαζί μέ τόν Ἰησοῦ πάλι νά φανερωθεῖ ἀπό τόν οὐρανό (πρβλ. Ματθ. 24, 30). Διότι θά προηγηθεῖ τό τρόπαιο καί μετά θά ἔλθει ὁ Βασιλιάς, γιά νά δοῦν οἱ Ἰουδαῖοι Ποιόν κατατρύπησαν στήν πλευρά (πρβλ. Ἰωάν. 19, 37) καί ἀπό τό Σταυρό νά γνωρίσουν Αὐτόν πού ἀτίμασαν. Καί ὅσοι ἀπό τούς Ἰουδαίους ἔχουν μετανοήσει θά θρηνοῦν καί θά κόπτονται. Ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἰουδαῖοι ὅμως θά θρηνοῦν ἄκαρπα, χωριστά κάθε φυλή (πρβλ. Ζαχ. 12, 12), γιατί θά μετανοήσουν τότε πού δέν θά ὑπάρχει καιρός γιά μετάνοια. Ἐμεῖς ὅμως θά καυχηθοῦμε γιατί στηρίξαμε τή ζωή καί τίς ἐλπίδες μας πάνω στό Σταυρό καί θά προσκυνήσουμε τόν Κύριο πού ἀποστάλθηκε καί σταυρώθηκε γιά μᾶς. Θά προσκυνήσουμε καί τόν Πατέρα πού Τόν ἀπέστειλε μαζί καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, στό Ὁποῖο ἀνήκει δόξα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
(Πηγή: ἀπό το βιβλίο «Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου», Ρωμαίος Αντώνιος - επιμελητής, Ἐκδόσεις Ἑτοιμασία, Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα, 1999, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Στην προσκύνηση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού,
Ομιλία Αγίου Γερμανού Α΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
«Φωτίζου, φωτίζου Ιερουσαλήμ. Ήκει γαρ σου το φως και η δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλεν». Σήμερα το μεγαλήγορον στόμα του προφήτου Ησαϊου προσκομίζει στην εξ εθνών Εκκλησία τα χαρμόσυνα ευαγγέλια.
Και ακριβώς επειδή προέρχονται από γλώσσα πυρωμένην από την βρώση του θεοϋποστάτου άνθρακος, είναι λαμπρά και μεγαλειώδη, αλλά ταυτοχρόνως διαβόητα και βροντοηχή, επειδή κατέρχονται από το ουράνιον ύψος του Αγίου Πνεύματος. Διότι πράγματι τοιαύτη είναι η φωνή του Προφήτου, ώστε να διατρέχη τον ουρανόν και να περικυκλώνη την γήν.
«Άκου γαρ, λέγει, ουρανέ, και ενωτίζου η γη». Και όταν αρχίζει ο Προφήτης το θεόπνευστον κήρυγμά του, εκδηλώνεται αμέσως το βροντώδες του λόγου του. Όμως εδώ δεν κηρύττει μόνον, αλλά απαστράπτει φως υπέρλαμπρον και διαυγές, και προσκαλεί στον λιμένα της παρακλήσεως όσους πλέουν μέσα στο πέλαγος της νηστείας.
Προευαγγελίζομαι, βροντοφωνάζει ο Προφήτης, ότι ήδη έφθασε το φως της Αναστάσεως, προς την οποία σπεύδετε να καταπαύσετε, και για την οποία τρέχετε εναγωνίως. Και από πού καθίσταται φανερόν αυτό; Η δόξα Κυρίου ήδη ανέτειλε στην νέαν Ιερουσαλήμ. Και δόξα Κυρίου, αναντιρρήτως, είναι ο Θείος Σταυρός, ο οποίος ως φαεινός όρθρος εμφανίζεται σήμερα, και εξακοντίζει τις πρώτες ακτίνες του Ηλίου της δικαιοσύνης. Πράγματι, στην παρούσα εορτήν έχουμε μνήμην φωτός, και μάλιστα φωτός ανεσπέρου, που φωτίζει όσους ευρίσκονται στο σκότος της ακηδίας. Εκεί όμως, κατά την εορτήν της Αναστάσεως, πρόκειται για την μεγίστη πανήγυρη, για την εορτή των εορτών.
Ας μη σκυθρωπάζη κανείς από τους τροφίμους της νηστείας, ούτε να ανταλλάσση την ημερότητα του προσώπου του με την σκοτεινήν έκφρασιν της κατηφείας. Ας προσέλθωμε στην ανατολήν του τιμίου Σταυρού, και ας φωτισθούμε, και τα πρόσωπά μας δεν θα καταισχυνθούν. «Σημειωθήτω εφ' ημάς το φως του προσώπου Κυρίου», θα λάμψουν τα πρόσωπά μας όπως ο Ήλιος, και τότε οι σκοτεινόμορφοι δαίμονες θα φύγουν μακρυά μας, μή δυνάμενοι να μας ατενίσουν κατά πρόσωπον. Και εγώ με την σειρά μου, ο πρώτος της εκκλησιαστικής αυτής συναθροίσεως και χοράρχης της χάριτος, παρακαλώ να με καταυγάση πλουσίως αυτό το θείον φως του Σταυρού και εύχομαι να αναφλέξη την θρυαλλίδα της γλώσσης μου και να ανάψη εντός μου άσβεστον θείον πυρ. Αλλά με πληροφορεί και με πείθει συγχρόνως η θέρμη της πίστεως που κινείται μέσα μου, πως ήδη φέρω αυτό το άγιον πυρ. Και ιδού! Το πυρ και τα ξύλα του Σταυρού ευρίσκονται εμπρός στην γλώσσα μου για να χρησιμεύσουν ως υλικόν των επαίνων της σημερινής εορτής. Πού είναι λοιπόν το πρόβατον που θα θυσιάσωμε σήμερα προς δόξαν Θεού, για να παρατεθή στην συνέχεια προς βρώση σε όλους εσάς τους πνευματικούς συνδαιτυμόνες;
Ο Θεός θα χορηγήση αυτό το άθυτον θύμα και ζων σφάγιον, όπως εχορήγησε προς χάριν της ψυχικής ωφελείας μας γονιμότητα στην άκαρπο διάνοιά μου. Αυτός που δύναται να αναστήση από τους λίθους γνήσια τέκνα του πατριάρχου Αβραάμ, καθώς κάποτε ανέστησε τον Ισαάκ από την λιθώδη μήτρα της Σάρρας.
Πράγματι «εσημειώθη εφ' ημάς το φως του προσώπου Κυρίου» με την εμφάνιση και προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Αγιάζονται τα χείλη και οι οφθαλμοί μας, καθώς ατενίζουμε και ασπαζόμεθα το θεότευκτον όργανον της σωτηρίας μας. Εν τω μεταξύ, ας τολμήσωμε να μεταφερθούμε νοερώς στον πολυθρύλλητον Παράδεισον της Εδέμ. Είμαι βέβαιος ότι η φλογίνη ρομφαία θα υποχωρήση, αφού έχει σημειωθή επάνω μας η σφραγίς του Χριστού, επειδή ευλαβείται απολύτως το φως του Δεσποτικού προσώπου. Μάλιστα θα μεταστρέψη για λίγο το φλογερόν και απειλητικόν της φύσεώς της σε φωτεινόν και ήμερον.
Διότι πράγματι ο Δεσπότης Χριστός δεν ανέβη στoν Σταυρόν για να κρίνη τoν κόσμον, αλλά για να προσηλώση στο ξύλον το χειρόγραφον των αμαρτιών μας, και να σβήση τα παλαιά οφειλήματά μας με το πανυπέρτιμον Αίμα του. Και η φλογίνη ρομφαία θα στρέψη τα νώτα ενώπιόν μας, εφ’ όσον προς χάριν μας ο Δεσπότης Χριστός εδέχθη στα νώτα του μαστιγώσεις. Ούτε πάλι θα μας αποπέμψη ως βδελυκτούς και αχρήστους δούλους. Επειδή γνωρίζει πως όλοι ιατρευθήκαμε από τις πληγές του Χριστού, και ότι όσα στίγματα μας προξένησε ο εχθρός τα ανέλαβε όλα επάνω Του, ο μόνος αναμάρτητος. Αλλά ούτε καν θα μας εμποδίση στο ελάχιστο. Και αυτό για πολλούς λόγους. Κυρίως όμως, διότι τα στόματα των πιστών είναι πεπληρωμένα από την χάρη της υμνολογίας του Σταυρού και την δόξα του Εσταυρωμένου. Αντιθέτως μάλιστα θα μας ασπασθή με άγιον φίλημα, εξ αιτίας της πίστεως και αφοσιώσεώς μας στoν κοινόν Δεσπότη μας Ιησούν Χριστόν.
Εξ άλλου είναι φιλάνθρωπες οι τάξεις των αγγέλων, και έχουν ως αφορμήν εορτής την μετάνοια των αμαρτωλών. Και αν ακόμη αναδίδουν δυσοσμία τα στόματα από την ασιτίαν, εν τούτοις προσφέρονται ως θυμίαμα εύοσμον, ευάρεστον ενώπιον του Θεού. Άλλωστε τούτο γίνεται φανερόν και από τα αντίθετα. Διότι, όταν οι προπάτορές μας εμασούσαν ακόμη τον καρπόν της παρακοής, και ενώ ο καρπός ήταν ευώδης, εν τούτοις το στόμα τους ήταν δύσοσμο και βρωμερόν, αφού περιείχε μέσα τους αρραβώνες της διαφθοράς μας. Όταν λοιπόν ετρυγήθη και κατεβροχθίσθη ο καρπός του ξύλου του Παραδείσου, τότε απεδείχθη πικρότερος και από την χολήν, και προεκάλεσε σ' εμέ τον άνθρωπον τέτοια σκοτοδίνη, ώστε να θεωρώ πως όλα περιστρέφονται. Και ενώ ευρισκόμουν στο μέσον του Παραδείσου, να νομίζω ότι ημπορώ να κρυφθώ, επειδή αντιλαμβανόμουν το θρόισμα των φύλλων ως βήματα ποδών.
Από τότε όμως που ο Χριστός εταπείνωσε τον εαυτόν του και έγινε υπήκοος στoν Θεόν Πατέρα«μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού», τότε μετετράπη ο Σταυρός σε ξύλον υπακοής και φωτίζει την διάνοιά μας, αρωματίζει το στόμα, στηρίζει την καρδία μας, και μεταδίδει τον καρπόν της αιωνίου ζωής. Αναιρείται έτσι ο καρπός της παρακοής από τον καρπόν της υπακοής. Εκεί συμβαίνει απομάκρυνσις από τον Θεόν, και εξορία από το ξύλον της ζωής και το «επιστρέψεις εις γην, εξ ης ελήφθης». Εδώ πραγματοποιείται οικείωσις με τον Θεόν και η υπόσχεσις: «όταν υψωθώ, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». Η πολυπόθητος όντως αυτή υπόσχεσις! Εκεί προηγήθη η ηδονή και ηκολούθησε η οδύνη. Αντιθέτως, εδώ την οδύνην, το εκούσιον Πάθος και την πικράν γεύση της χολής ακολουθεί η κατοικία των ευφραινομένων πρωτοτόκων στους ουρανούς, κατάπαυσις και άχραντος ηδονή. Εκεί επραγματοποιήθη κατάβασις από το ύψος στην κοιλάδα του κλαυθμώνος. Η φύσις εξέπεσε τόσο που δεν εσταμάτησε παρά μόνον αφού εστάθη και ανεκόπη η ορμή της επάνω στην αρραγή πέτρα του Χριστού και στο ξύλον του Σταυρού, σε αυτά τα δύο τόσο στερεά και ακράδαντα στηρίγματα. Και τα μεν παλαιά έτσι έχουν.
Όσον όμως για τα νέα και ιδικά μας, ή καλύτερα για την κατά Χριστόν οδό, την οποίαν ο ίδιος ως άνθρωπος εχάραξε, πρόκειται για πολύ απότομον και ανηφορικόν δρόμο. Διότι οδεύει τον τραχύν ανήφορο του Σταυρού, ταλαιπωρεί τα πόδια με την συνεχή ορθοστασία στην προσευχή, τα χέρια εντέλλεται να υψώνωνται ικετευτικώς όλην την ημέρα προς τον Θεόν, και το στόμα πάλι το καταξηραίνει με την νηστεία. Όλες αυτές οι φαινομενικές οδύνες έχουν γράψει το βιβλίο του Σταυρού. Όποιος δεν αναλαμβάνει στα χέρια του το βιβλίον αυτό και δεν ακολουθεί οπίσω από τον διδάσκαλο, και διδάσκαλος βεβαίως είναι ο Χριστός, τότε ως ράθυμος και οκνηρός μαθητής, θα διαγραφή από τον χορόν των υπολοίπων μαθητών. Όταν λοιπόν έτσι συμμορφωθούμε με το φρόνημα του Σταυρού, τότε κανένα εμπόδιο δεν θα μας παρουσιάση η φλογίνη ρομφαία, αλλά θα ημπορέσωμε να εισέλθωμε στο αρχαίον ενδιαίτημα των προπατόρων μας, τον Παράδεισον. Εκεί θα συλλέξωμε τα καταλληλότερα για την περίσταση, και αφού πλέξωμε στέφανον εγκωμίων, θα καταστέψωμε με αυτόν τον Τίμιον Σταυρόν. Ούτως ευρισκόμεθα κάποτε σε χώραν μακάρων και κατοικούσαμε τον θεοφύτευτον Παράδεισο, τόπον ατελευτήτου τρυφής. Εδώ ήσαν οι δοξολογικές φωνές και ο ήχος των εορταζόντων, και υμνολογίες ουρανίων αγγέλων οι οποίοι επευφημούσαν τον Θεόν. Ο άνθρωπος, ευρισκόμενος στον Παράδεισον, έψαλλε κατά αντιφωνία με τα αγγελικά τάγματα, και ολόκληρος η κτίσις εβοούσε δοξολογικώς: «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Πράγματι, η αγαθότης του Θεού είχε πλουσίως υπερεκχυθή σε εμάς. Διότι χωρίς να έχη προσφέρει τίποτε ο άνθρωπος, εχειροτονήθη από τον Θεόν βασιλεύς όλων των επιγείων κτισμάτων Του. Γι' αυτό λέγει ο ψαλμωδός «Συ γαρ έπλασάς με, και έθηκας επ' εμέ την χείρα Σου». Γιατί όμως να παρασιωπώ τα θαυμαστότερα; Προτού να σχηματισθώ στην κοιλία της μητρός μου, και εννοώ την μεγάλη μητέρα όλων μας, την γην, συσκέπτεται ο Άγιος Θεός πώς να με πλάση. Και μόνον εμένα από όλα τα κτίσματά του με έπλασε «κατ' εικόνα» του, μου έδωσε την μοναδικήν αυτήν δυνατότητα γνώσεως της εν μιά Θεότητι μοναρχικής Τριάδος των προσώπων.
Αυτός που συνέστησε τα πάντα με μόνον το θέλημά του, για εμένα τον τρίπηχυ, τον βραχυδιάστατον, τον πεζόν, τον γυμνόν από οποιαδήποτε φυσικήν περιβολή, συσκέπτεται και προμελετά σε ποίον θα είναι όμοιος αυτός που πρόκειται να πλασθή, ποία κτίσματα θα εξουσιάζη και μέχρι πού θα φθάνη η εξουσία του. Τον καθιστά κεφαλήν όσων ίπτανται επάνω από την κεφαλή του. Υποτάσσει στον δίποδα τα τετράποδα. Όσα πλέουν στον βυθό της θαλάσσης υποδουλώνει στον πεζόν άνθρωπο. Και δεν είναι μεγάλα αυτά, μολονότι είναι τοιούτου είδους. Ας έλθω στο μεγαλύτερο. Τοποθετούμαι πλησίον του Θεού του Υψίστου, εγώ που είμαι πλήρης ακανθών και συνεχώς ρέπω προς τα κάτω, εγώ ο πήλινος γίνομαι συμμέτοχος στον δήμο των πυρίνων λειτουργών. Ιδικό μου ενδιαίτημα γίνεται ο Παράδεισος. Στα αμέτρητα αγαθά του Παραδείσου καθίσταμαι εγώ κύριος και δεσπότης.
Μου δίδεται λύχνος λαμπρός, για να βλέπω και να προστατεύω όλα αυτά τα καλά πράγματα, και παραλλήλως λαμβάνω την εντολή να επαγρυπνώ για την φύλαξη όλων αυτών των αγαθών. Εγώ όμως δεν γνωρίζω τι έπαθα και ενύσταξα στη φύλαξη των αγαθών. Τότε ο σκοτεινόμορφος Σατάν βλέπει με βλέμμα φθονερό τα αγαθά μου και με πλησιάζει πλήρης υποκρισίας, με το προσωπείον κάποιου από τους πολύ οικείους μου. Με πλησιάζει με ημερότητα, ενώ αποδεικνύεται δολιότατος, και καταφέρνει ο κακομήχανος με ευλογοφανείς λόγους να με ξεγελάση και να σβήση τον λύχνον μου. Διότι λύχνος είναι ο θείος νόμος, όπως ο Προφήτης Δαυίδ τον ονομάζει. Και αφού μου κατέστρεψε κάθε θεόσδοτον δωρεά, με συνέλαβε και απεμακρύνθη γελώντας με αναίδεια για την αφέλειά μου.
Κι έτσι εγώ ο οικοδεσπότης καθίσταμαι γυμνός και έρημος των φωτομόρφων ενδυμάτων μου, οι οφθαλμοί μου δεν ατενίζουν πλέον προς την δόξαν της ουρανίου Βασιλείας και την αγιότητα αυτής, αλλά μάλλον στρέφονται προς την ιδικήν μου αισχύνην, την οποίαν προσπαθώ δηθεν να καλύψω. Αυτό είναι η απαρχή των συμφορών μου. Αρχίζουν τα πάθη μου να θεριεύουν το ένα μετά το άλλο. Προηγείται η ήττα της γαστρός μου από την ηδονήν του καρπού, και ακολουθεί η εμπάθεια των υπογαστρίων. Διότι, όπως λέγουν, τα φύλλα της συκής κατά φυσικήν τους ιδιότητα είναι πρόξενα γαργαλισμού. Σ’ αυτό το πάθος όταν περιέπεσε ο Προφήτης και βασιλεύς Δαβίδ, εθρηνούσε με πόνον και έλεγε: «Αι ψόαι μου ενεπλήσθησαν εμπαιγμάτων» , εννοώντας κατ' αρχήν τον εαυτόν του, αλλά περισσότερον ερχόμενος στην θέση του προπάτορος Αδάμ. Πράγματι, εάν ο άνθρωπος δεν είχε εμπαιχθή από τον Σατάν, όταν αυτός τον απεπλάνησε με τις ελπίδες της ισοθεϊας, θα κατέληγε ο τόσο μεγάλος όγκος των ελπίδων του στην περιβολήν των φύλλων της συκής;
Και ο γενναίος Σαμψών έλαβε πείρα των εμπαιγμάτων της σαρκός, όταν ετυφλώθη στους οφθαλμούς του από την μαινάδα Δαλιδά, και περιπαιζόμενος αλυσοδέθη από τους αλλοφύλους. Διότι έτσι γνωρίζει να αμείβη τους εραστάς της η εμπαθής ηδονή. Κατ' αυτόν τον τρόπο και εγώ που έχω περιβληθή με αγγελικήν τιμή «παρασυνεβλήθην τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις». Εφόσον υπεβίβασα την ροπήν της προαιρέσεώς μου στην γαστέρα, και ακολούθως υπέκυψα στις εμπάθειες των υπογαστρίων. Και εμαρτυρούσαν την μωρία μου τα δέρματα των προβάτων που εφόρεσα. Δεν μου επιτρέπεται στο εξής να απολαμβάνω την χλόην του Παραδείσου, σύμφωνα με την κρίση του Θεού για μένα. Διότι, ως λογικόν πρόβατο, δεν ήκουσα την φωνήν του ποιμένος μου που με έβοσκε «εν τόπω χλόης» και ουδέποτε μου εστέρησε κάτι. Από όλα τα ξύλα του Παραδείσου μου επέτρεψε να τρώγω, όμως υπερέβην στην ανοησία και τα άλογα κτήνη, αφού δεν διέκρινα καμμίαν διαφορά μεταξύ αυτών που με βλάπτουν και αυτών που με ωφελούν. Αυτού του είδους λοιπόν είναι τα δυστυχήματά μου, όσα μου προεξένησε η βρώσις του χλωρού ξύλου. Και τώρα είμαι απόκληρος της φυσικής μου πατρίδος και εξόριστος της ανεκφράστου μακαριότητος.
Παρατήρησε όμως με πόσες δωρεές με γεμίζει το ξηρόν ξύλο του Σταυρού. Μου χαρίζει την ζωήν αντί για τον θάνατον. Με ενδύει με φωτεινήν στολή για να καλύψη την γυμνότητά μου. Αντί για την παλαιάν κατάρα, πηγάζει κάθε ευλογία στην ζωή μου. Με καθιστά σύντροφον των ουρανίων αγγέλων, αντί της καταδίκης της επιστροφής μου στην γη, και τέλος σβήνει την πυρκαγιά των ηδυπαθειών που άναψε εντός μου η βρώσις του χλωρού ξύλου. Εύστοχα θα ημπορούσε να ειπή κανείς ότι, όπως το δηλητήριον του ζωντανού όφεως εξουδετερώνεται από την νεκράν σάρκα άλλου όφεως, η οποία θεραπεύει οποιον επλήγη από εκείνον τoν ζωντανόν, έτσι και εγώ ανέζησα από τoν υψωθέντα στον Σταυρό νενεκρωμένον Χριστόν. Διότι και εγώ προηγουμένως δεν εθανατώθην από τoν νοητόν όφι στην Εδέμ; Προτύπωσις Του Εσταυρωμένου Χριστού ήταν και ο άψυχος εκείνος όφις των Ισραηλιτών, που ήταν χάλκινος και δεν είχε θανατηφόρο δηλητήριο. Πράγματι” ο Δεσπότης μου Χριστός, ο οποίος έγινε άνθρωπος κατά αλήθειαν και ανέλαβε την ανθρωπίνην φύση που είχε προσβάλει ο πονηρός όφις, ήταν αμέτοχος από το δηλητήριον της αμαρτίας και τελείως ελεύθερος. Και σε όλους εμάς που είχαμε κακοποιηθεί από τoν αρχέκακον όφι, και έχουμε αναθέσει όλες μας τις ελπίδες σ' Αυτόν που εκρεμάσθη στο Σταυρόν, χαρίζει την ζωήν και την αθανασίαν.
Αναμφιβόλως η ύψωσις του χαλκίνου όφεως στην έρημο ήταν προτύπωσις του μυστηρίου του Σταυρού. Και το λόγιον του Προφήτου Μωυσέως ότι «όψεσθε την ζωήν ημών κρεμαμένην απέναντι των οφθαλμών υμών» , προστάζει τους Ισραηλίτες να στρέφουν τους οφθαλμούς των προς τoν χάλκινον όφι, όχι διότι είχε κάποιαν δύναμη το άψυχον ίνδαλμα, αλλά μόνον επειδή ήταν τύπος του Χριστού, όπως ακριβώς και η βάτος έμενε απρόσβλητος από την καυστικήν δύναμη του πυρός, όχι από κάποιαν ιδικήν της ιδιότητα, αλλά επειδή προετύπωνε την Θεοτόκον Μαρίαν, η οποία εβάστασε μέσα στην θνητήν και ανθρωπίνη φύση της το πυρ της Θεότητος. Από αυτό ημπορεί να μάθη ο εικονομάχος ότι οι τύποι των μεγάλων πραγμάτων είναι άξιοι σεβασμού, ανεξαρτήτως του υλικού από το οποίον αποτελούνται.
Εάν λοιπόν το αποκρουστικόν αυτό ομοίωμα του όφεως, με την ανάρτησή του στο ξύλο προετύπωνε την σταυρικήν θυσία του Θεανθρώπου και έδιδε ζωήν σε όσους είχαν καταδικασθή σε πικρόν θάνατο, τότε ποία ωφέλεια, ποία ζωή και αφθαρσία δεν θα χαρίζη η αληθινή Θεανδρική μορφή του Εσταυρωμένου; Πράγματι, εάν δεν ήταν προτύπωσις του Χριστού αυτό το χάλκινον κατασκεύασμα και δεν έσωζε όσους έβλεπαν προς αυτό, δεν υπήρχε κανένας λόγος να κατασκευασθή.
Δικαίως θα απορήση κανείς, πώς όταν κατεσκευάσθη ο χρυσός μόσχος και εστήθη έντεχνα επάνω σε βάθρο, κατεδικάσθησαν στον διά ξίφους θάνατον οι χρυσοχόοι, ενώ εδώ κατασκευάζεται χάλκινος όφις και ο Θεός απαλλάττει από πικρόν θάνατον όσους στρέφουν την προσοχή τους σ' αυτό το άψυχο ξόανο . Ας σκεφθούμε λοιπόν ως εξής για να λύσωμε την εύλογον απορία. Κάθε θάνατος ο οποίος δεν επέρχεται από φυσικήν ασθένεια και δεν διαλύει ήρεμα το διφυές του ανθρώπου, αλλά προέρχεται από βία και επέρχεται πρόωρα, είναι επονείδιστος και υβριστικός. Επειδή όμως είχε ορισθή κατά την προαιώνιον βουλήν του Θεού να πραγματοποιηθή το κοσμωφελές μυστήριον του Σταυρού και ο νέος Αδάμ, ο Χριστός, με το ξύλο να αναζωώση τον παλαιόν Αδάμ, αυτόν που ενεκρώθη από την βρώση του ξύλου, έπρεπε να αποκατασταθή η κοινή αντίληψις των ανθρώπων για όσους έχουν κακόν θάνατο, διότι αυτό γινόταν σοβαρόν εμπόδιο να αποδεχθούν οι άνθρωποι το υπέρλογον μυστήριο της σταυρικής θυσίας του Χριστού. Ακόμη και ο Μωσαϊκός νόμος λέγει: «πας επί ξύλου κρεμάμενος επικατάρατος». Γι' αυτό λοιπόν ο Θεός κατά τα θαυμαστά κρίματά του έδωσε δύναμη ζωοποιό σε ένα ξύλον, επάνω στο οποίον εκρεμάσθη ένα απεχθές χάλκινον ομοίωμα όφεως . Εστήθη μάλιστα υψηλά, ώστε να στρέφουν οι Ιουδαίοι προς το άψυχον αυτό και νεκρόν κατασκεύασμα τις ελπίδες τους για ζωή, διότι κατά Θείαν οικονομίαν είχε εξουσία ζωής επάνω τους.
Επιτρέψτε μου οι παρόντες να μεταχειρισθώ και με άλλον τρόπο το νόημα της σταυρικής θυσίας. Διότι η δύναμις του τιμίου Σταυρού πλουτίζει τον νου μου. Ως ράβδος δυνάμεως ο σωτήριος Σταυρός πλήττει την λιθώδη διάνοιά μου και αναβλύζει προς χάριν σας πόσιμον ύδωρ σοφίας. Συναντώ λοιπόν σε πολλά σημεία της Γραφής να αποκαλούνται οι Ιουδαίοι «όφεις και γεννήματα εχιδνών», ακριβώς για να υποδηλωθή η εκδικητική τους μανία κατά των ευεργετών τους. Επειδή είχε προορισθή κατά θείαν βούληση να ανατείλη ο Κύριος από την οφιώδη φυλή των Ιουδαίων, τελείως αμέτοχος από το δηλητήριον της αμαρτίας και να γίνη πηγή αιωνίου ζωής διά του θανάτου Αυτού, μάλιστα δε θανάτου σταυρικού, σε όσους πιστεύουν σε Αυτόν, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο είχε προορισθή η ανάρτησις του χαλκίνου όφεως επάνω στο ξύλον εκείνο. Σύρονται λοιπόν πάλι μέσα στην έρημο πλήθος δηλητηριωδών όφεων, που με τα δήγματά τους πλήττουν τους οδοιπόρους και τους θανατώνουν. Αυτοί είναι όσοι ταλαιπωρούν αυτούς που πορεύονται στον δρόμον του Χριστού, και τους εμποδίζουνν να προσέλθουν στον Δεσπότην Χριστό για να εύρουν σωτηρίαν αιώνιον. Αυτά όσον αφορά τους Ιουδαίους. Ακολούθως αναφέρεται σ' εκείνους που θέτουν εμπόδια στην πνευματικήν πρόοδο των αγωνιζομένων. «Φύλαξόν με, Κύριε, εκ χειρός αμαρτωλού, από ανθρώπων αδίκων εξελού με, οίτινες διελογίζοντο του υποσκελίσαι τα διαβήματά μου». Σε αυτούς τους ανθρωπομόρφους όφεις απευθυνόμενος ο Χριστός έλεγε: «Όταν υψώσητε τον Υιόν του ανθρώπου, τότε γνώσεσθε ότι εγώ ειμί». Διότι κρεμάμενος νεκρός επάνω στον Σταυρόν, εζωοποίησε αυτούς που είχαν πληγεί από το κεντρί του θανάτου.
Αυτά που ελέχθησαν αφορούν την δογματικήν πλευρά του θέματος. Ας αναφερθούμε όμως και στην ηθικήν πλευρά. Όταν ο αρχηγός της ζωής μας Χριστός, ο πλούσιος σε έλεος, κατεδέχθη την εκούσιον πτωχεία και ετελείωσε όλο το μυστήριον της οικονομίας, πολλές μυριάδες των κακοτρόπων Ιουδαίων, αφού έμεσαν το δηλητήριον της κακίας και εγκατέλειψαν τις πονηρίες και τις δολιότητες, επέλεξαν δε την ευθείαν οδό, ανήλθαν σε υψηλήν και ενάρετον πολιτεία, και ανύψωσαν σε όμοιον ζήλο ένα πολύ μεγάλο μέρος των ομογενών τους. Έχω τον Παύλο που συνηγορεί στον λόγον μου. Διότι και αυτός κάποτε ήταν όφις και γέννημα εχιδνών κατά των μαθητών του Χριστού, και τους εβασάνιζε και τους εθανάτωνε, και είχε νύκτα και ημέρα τα μάτια του ανοικτά, επιβουλευόμενος ανύστακτα τους Χριστολάτρες. Κάποτε όμως ετυφλώθησαν οι οφθαλμοί του, επειδή δεν έβλεπαν σωστά αλλά διεστραμμένα, και με τον τρόπον αυτόν εκένωσε το δηλητήριον της βλασφημίας, εξεδύθη την στολήν των Φαρισαίων και ενεδύθη διά του βαπτίσματος τον Χριστόν. Και καθώς έπεφταν οι λεπίδες των οφθαλμών του, ομοίαζαν με τα λέπια του όφεως. Δέχεται έτσι μέσα του όλον τον Χριστό και ανυψώνεται στην κατά Χριστόν πολιτείαν. Έτσι ανυψώνεται στον σταυρό, νεκρώνει τα μέλη, παύει πλέον να ζη, μεταδίδει τον ζήλο σ' εκείνους που θεωρεί σάρκα ιδικήν του, δηλαδή στους ομογενείς του και, ενώ είναι νεκρωμένοι από την αμαρτίαν, τους εμπνέει την ζωήν την αθάνατον.
Ενώ δηλαδή ο θανατηφόρος όφις έπληττε τα μέλη του Αποστόλου, έπαθε ο ίδιος αυτό το οποίο μανιωδώς απειλούσε να του προξενήση, επειδή η σάρκα του την οποίαν εγεύθη είχε συσταυρωθή με τον Χριστόν.
Έτσι ο Σταυρός θανατώνει συγχρόνως και ζωογονεί, όχι μόνον στην ξηρά, όπως παρέστησε το παράδειγμα, αλλά ακόμη και στην θάλασσα. Θυμήσου όσα συνέβησαν στην Ερυθρά. Εκεί εσχηματίσθη απλώς επάνω στα ύδατα ο τύπος του Σταυρού και έσωσε τον λαόν του Θεού, κατεπόντισε δε τους εχθρούς του Θεού.
Όλα αυτά είχαν προτυπωθή παλαιά από τους Προφήτες, εγράφησαν στον πίνακα του νοός των με τον δάκτυλο του αγίου Πνεύματος. Και οι προτυπώσεις παρεδόθησαν συμβολικώς σαν σε στηλογραφίαν, είχαν δε χαραχθή και σε ιερά βιβλία ως μάθημα για τις επερχόμενες γενεές επωφελέστατον. Ώστε όταν έλθουν τα πράγματα, να μη αμφισβητηθούν τα γράμματα, αλλά οι αναγνώστες παραβάλλοντας να αναγνωρίσουν τα σύμβολα, και από αυτά να δοξασθή ο υπερένδοξος, ο οποίος τόσο πολύ συγκατέβη και κατεδέχθη την φαινομενικήν ατιμίαν, για μας που έχουμε ατιμασθή εκ προαιρέσεως.
Πριν γίνη όμως αυτό, όλοι οι Προφήτες και οι δίκαιοι έχυναν δάκρυα συμπαθείας για τους προπάτορές μας. Και πώς να μην έχυναν, αφού εγνώριζαν οτι ο Χαμ, ο οποίος περιεγέλασε την γυμνότητα του πατρός του ευρίσκετο υπό κατάραν; Ο δε Δαβίδ έψαλλε περιπαθώς προς τους κειμένους μέσα στην γη γενάρχες την νεκρώσιμον ωδή: «Ως πρόβατα εν Άδη έθετο, θάνατος ποιμανεί αυτούς» και «ως πάχος γης ερράγησαν και διεσκορπίσθη τα οστά αυτών παρά τον Άδην». Τότε και ο Ησαϊας, ακολουθώντας μεγαλοφωνότερα την θρηνωδίαν του Δαβίδ, κτυπούσε το στήθος του οικειοποιούμενος ως υιός τα παθήματα των πατέρων και έλεγε: «Πάντες ως πρόβατα επλανήθημεν. Άνθρωπος τη οδώ αυτού επλανήθη», ελεεινολογώντας ολόκληρον την Αδαμιαίαν φύση. Και άλλος εθρηνολογουσε άλλα. Και όλοι μαζί συνέβαλλαν με τον Δαβίδ, προκρίνοντας αυτόν ως χοράρχη, σεβασμιώτερον για το βασιλικόν του αξίωμα, αλλά και εξ αιτίας της θεοπατορίας που του είχε προαναγγελθή: «Ο ποιμαίνων τον Ισραήλ πρόσχες, ο οδηγών ωσεί πρόβατον τον Ιωσήφ. Ο καθήμενος επί των Χερουβίμ εμφάνηθι». Είναι προφανής και εδώ η ομοίωσις με τον Ιωσήφ. Εκεί Αίγυπτος σκοτεινή, εδώ Άδης ο ζοφερώτατος. Φαραώ εκεί, ο τύραννος του Ισραήλ. Εδώ Σατάν, ο ακοίμητος εχθρός ολοκλήρου του ανθρωπίνου πληρώματος. Εταλαιπωρούντο εκεί οι Ισραηλίτες συλλέγοντας άχυρα για την κατασκευήν των πηλίνων πλίνθων, εδώ χάριν του ερυθρού πηλού της σαρκός, πικρός ιδρώτας των φιλοσάρκων, γι' αυτήν όλος ο κόπος των φιλοκόσμων. Εδώ ο βαρύς και αμείλικτος επιστάτης της ζωής μας, ο ακοίμητος και τερατώδης μυρμηκολέων, ο οποίος μας εκβιάζει προς τα έργα του σκότους, άλλοτε αρπάζοντας και «ωρυόμενος και ζητών τίνα καταπίη», και άλλοτε κλέπτοντας τον σίτο των αρετών. Προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας πείση ότι το μόνο που αξίζει είναι να συνάγωμε άχυρα. Άχυρο είναι η αμαρτία, επειδή χρησιμεύει σαν προσάναμμα του ασβέστου πυρός.
Γι' αυτούς τους λόγους ο Κύριος, επειδή παρακολουθούσε την κακοποίηση της φύσεώς μας, επείγετο από την έμφυτο φιλανθρωπίαν του να πραγματοποιήση την προαιώνιον βουλήν, όπως προεγνώρισεν ο Ησαϊας, ο οποίος συγχαίροντας με όλον τον κατάλογον των Προφητών, ανέκραζε με την γλυκυτάτην του φωνήν εκ μέρους του Σωτήρος αυτό που είχε αφώνως ακούσει: «Νυν αναστήσομαι, νυν δοξασθήσομαι, νυν σωθήσομαι». Αυτά τα λόγια προμηνύουν την ανύψωση στον Σταυρόν, και την δόξαν με την οποίαν εδοξάσθη ο Μονογενής από τον Πατέρα επάνω στoν Σταυρόν αυτόν. Εγείρεται από τoν θρόνον του, κατέρχεται στην γην αμεταβάτως. Ενδύεται ως στολήν την φύσιν του πεπλανημένου προβάτου, από τα πάναγνα αίματα της Παρθένου, ώστε ο λύκος να επιτεθή και σ' αυτόν ως συνήθως, ξεγελασμένος από την ομοιότητα, και έτσι να συντριβούν τα δόντια του όντως αμαρτωλού, από την ορμήν με την οποίαν επέπεσε κατά του αναμαρτήτου.
Ήταν επείγουσα γι' αυτόν η αναζήτησις του απολωλότος προβάτου. Διότι μολονότι έγινε πρόβατο χάριν του προβάτου, ως Θεός όμως είναι και ποιμήν, που ανέλαβε την αποστολή να το επαναφέρη στην χλόη του Παραδείσου, όπου ήταν ο φυσικός και αρχικός του χώρος. Έρχεται να λάβη διά του ξύλου εκδίκηση για την ήττα που προήλθεν από το ξύλον, και να αποκρούση τον πάσσαλο με πάσσαλο, να εξαφανίση με όργανον κατάρας την κατάραν που εβλάστησεν από το ξύλο. Πλην όμως η νέα, η ιδική μας Ιαήλ, έτσι ονομάζω την Εκκλησίαν, προσκυνεί τoν νέον αυτόν πάσσαλον, ο οποίος κατετρόπωσε τoν πικρόν πολέμιον της φύσεώς μας. Έγινε με τoν τρόπον αυτόν όργανον της σωτηρίας, και συνέτριψε μεν την κακήν αυτού κεφαλήν, του δε Αδάμ την ανεζώωσεν, αφού μάλιστα εφυτεύθη ακριβώς επάνω από αυτήν. Έτσι εθεράπευσε την κεφαλαλγία που προήλθε από την επιβλαβή βρώση του ξύλου, επιφορτιζόμενος την κατάραν εκείνου, και καταργώντας την. Διότι δεν είναι πλέον όργανον κατάρας ο Σταυρός, αλλά ευλογίας. Επειδή έχει λεχθή ότι «ευλογείται ξύλον, δι' ου γίνεται σωτηρία». Τόσων αγαθών αίτιος μας έγινεν ο Σταυρός, και σωτήριον διαβατήριον προς την αρχικήν μακαριότητα.
Πόσον αγαπητόν είναι το θυσιαστήριόν σου, Κύριε των δυνάμεων, στο οποίον εθυσιάσθης μεν ως αμνός, επεφορτίσθης δε την αμαρτίαν του κόσμου. Εκείνο ως άνθρωπος, αυτό δε ως Θεός. Διότι αν και εσταυρώθης από αδυναμίαν, εξ αιτίας της φθαρτής και εμπαθούς σαρκός σου, αλλά κατά την φύσιν σου είσαι Κύριος των αύλων δυνάμεων. Και η τελειότης της θεϊκής σου δυνάμεως εφανερώθη, όταν ηνώθη με την ανθρωπίνην αδυναμία, και αχρήστευσε τα νεύρα του κοινού τυράννου του γένους μας.
«Ουκ αναβιβασθήσεται επί το θυσιαστηριον Κυρίου πάσα ζύμη και παν μέλι», λέγει κάπου σκιωδώς η Γραφή, και εδώ υποκρύπτεται λόγος φωτοειδής. Διότι αν και αυτό φαίνεται ότι έχει λεχθεί για την πολύσαρκο Λευϊτικήν λατρείαν, εγώ το αναβιβάζω στο ύψος του Σταυρού, αποδίδοντας το νόημα του ρητού ως ακολούθως. Τι θέλει δηλαδή να ειπή ο λόγος αυτός; Το ιερόν αυτό χωρίον διατάσσει να συσταυρωνόμεθα με τον Χριστόν, και να συναποθαίνωμε με αυτόν ως προς τον κόσμον . Πείθεσθε, λέγει, σ' αυτόν που σας καθοδηγεί στην τραχείαν οδό και υπακούετε, και τιμήσατε το θυσιαστήριόν του μη προσφέροντας τίποτε από αυτά που γλυκαίνουν την αίσθηση και παραλύουν προς ηδυπάθειαν. Διότι χαρακτηριστικόν του Σταυρού είναι η οδύνη, όχι η ηδονή. Η γεύσις της χολής, όχι του μέλιτος. Δεν δέχεται την Αιγυπτιακήν ζύμην το θυσιαστήριον του Χριστού. Είναι μεστή από ασέβειαν και αλαζονείαν. Ενώ ο Σταυρός είναι το σύμβολον της ταπεινώσεως και τρόπαιον της προς Θεόν ευσεβείας. Μετά δε την Ανάστασιν, έπαθλον της εμπίκρου διαγωγής και τραχείας διαβιώσεως είναι η βρώσις του μέλιτος, και η απόλαυσις της αφθόρου ηδονής. Έτσι λοιπόν ο Σταυρός είναι υπόθεσις ανδρείας και καυχήσεως, όχι εντροπής. Διότι το να θυσιάσει κάποιος τον εαυτόν του χάριν των δούλων του και να καταφρονήση τον θάνατον για την σωτηρίαν των πολλών είναι το μεγαλύτερο καύχημα. Αυτήν την έννοιαν έχει και το αναφερόμενον στην Γραφήν «άρσεν» σφάγιον το οποίον θυσιάζεται προς χάριν μας. Διότι ήλθε να τονώση την παράλυσιν αυτήν, η οποία αρχίζοντας από μίαν φιλήδονο γυναίκα μετεδόθη στον άνδρα, και εξεθήλυνε τον αρρενωπό χαρακτήρα του και το μικρό προζύμι, η μία πλευρά δηλαδή, εζύμωσε και εξωμοίωσε με τον εαυτόν της όλην την ανδρικήν ζύμη και της μετέδωσε την ιδικήν της μαλθακότητα. Από το οίδημα λοιπόν της αλαζονείας, που θα προέλθη από αυτού του είδους την ζύμωση, δεν θα αναβιβασθή τίποτε στο θυσιαστήριον του Χριστού, τον Σταυρόν. Διότι είναι παθοκτόνος ο ζωοποιός Σταυρός. Τι δε κοινόν υπάρχει μεταξύ νεκρότητος και τρυφής; Τι κοινόν μεταξύ χολής και ηδονής; Τι κοινόν μεταξύ του οίνου που ευφραίνει την σαρκίνην καρδία και της περιπαικτικής προσφοράς του όξους που τόσον ενοχλεί την αίσθησιν; Εκείνα ανήκουν στον παλαιόν Αδάμ και είναι εις βάρος μας, ενώ αυτά στο νέον και είναι προς όφελός μας. Εκείνα είναι του Αδάμ που έπεσε, αυτά του Χριστού που μας έσωσε.
Διδάσκομαι δε και να φιλοσοφώ σε παρόμοιες περιπτώσεις και να υπομένω εμπαιζόμενος. Διότι κακό δεν είναι το να υβρίζεσαι απλώς, αλλά το να υβρίζεσαι δικαίως . Ούτε είναι φοβερόν το να αποθάνης, αλλά το να αποθάνης εξ αιτίας κάποιας αμαρτίας. Και αντιθέτως, το να ριψοκινδυνεύσης χάριν της αληθείας είναι άξιον του υπερτάτου μακαρισμού.
Αυτό λοιπόν το ξύλον έχοντας ως πηδάλιο να το προσκυνής, από το οποίο κυβερνώμενος, ω άνθρωπε, δεν θα φοβηθής τα κύματα της πολυταράχου θαλάσσης του βίου τούτου. Επειδή δεν σου επιτρέπει να είσαι βαρυφορτωμένος, αλλά σε διδάσκει να ταξιδεύης ελαφρός και ετοιμοπόλεμος, τρέφοντας το σώμα όσο το δυνατόν λιτότερα. Έτσι, και αν πνεύσουν σαν ενάντιοι άνεμοι τα πνεύματα της πονηρίας, και εγείρουν σφοδράν την τρικυμίαν των πειρασμών κατά του σκάφους της ψυχής, συ θα μείνης αμετακίνητα στερεωμένος στoν Σταυρόν, αφού θα έχης σταθεροποιηθή από τον αναλλοίωτον φόβον του Θεού του Εσταυρωμένου. Με τον τρόπον αυτόν θα ξεπεράσης την εναέριον απειλήν, θα αποφύγης τoν καταποντισμόν από τους επιτιθεμένους θηριώδεις και ανημέρους πειρατάς, τους δαίμονες, και θα προσορμισθής στoν ακύμαντο λιμένα της Βασιλείας, όπου θα λάβης αμύθητα κέρδη από την διάθεση των εμπορευμάτων σου.
Αλλά, ω Σταυρέ, βασιλική κλίνη του ιδικού μας Σολομώντος, του πράου και ειρηνικού, η ειρήνη του οποίου δεν έχει όριον, διότι και η παλαιά Ιερουσαλήμ, στην οποία εβασίλευσεν ο φιλόκοσμος Σολομών, ήταν περιωρισμένη σε έκταση και περιφραγμένη από τείχη σαν βασιλική κλίνη. Ω κλίνη, στην οποίαν ανεπαύθη ο Βασιλεύς της δόξης και έκλινε αυτοπροαιρέτως την κεφαλή για να κοιμηθή εκουσίως ύπνον ζωηφόρον, και κοιμώμενος εξεπόρθησε τον ακοίμητον πολέμιον, και ελαφυραγώγησε τα βασίλεια του Άδου. Διότι αν και κατά τoν νόμον της νεκρώσεως είχε κοιμηθή, η καρδία του όμως αγρυπνούσε, αφού επέβλεπε και προνοούσε για τα πάντα, επειδή Αυτός μαζί με τoν Πατέρα και το Πνεύμα επιβλέπει και επισκοπεί το παν. Καρδίαν εννοώ την ζωοποιόν δύναμη της θεότητός του, με την οποίαν «ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» όλοι όσοι αποτελούμε το σώμα της Εκκλησίας. Εσέ, την βασιλικήν κλίνην, «κυκλούσιν εξήκοντα δυνατοί» από τους ισχυρούς του Ισραήλ. Τoν αριθμόν εξήκοντα τoν ανάγω στο υπεροχικώτατον σύστημα των εξαπτερύγων, διότι δια μέσου κάθε εξαπτερύγου υπερλάμπει το φως της τελειότητος, το οποίον εμμέσως υποδηλώνεται με την δεκάδα επειδή αυτός ο αριθμός είναι τέλειος, και επειδή έχουν αποστολή να παρίστανται στην δόξα που έχεις ως σκήπτρον βασιλικόν, συσχηματίζονται με σένα λαμβάνοντας νέαν δόξα από την μίμησί σου. Συστέλλουν δηλαδή τις επάνω και τις κάτω πτέρυγες, τις δε μεσαίες τις απλώνουν εκατέρωθεν, και ιπτάμενα σταυροτύπως αλαλάζουν ασιγήτως τα νικητήρια. Από εδώ ο θεόπτης Ησαϊας, οραματιζόμενος την δόξαν σου εδίδαξε και άλλο μυστήριον: «Και απεστάλη προς με», λέγει, «εν των Σεραφίμ, και εν τη χειρί αυτού είχεν άνθρακα, ον τη λαβίδι έλαβεν εκ του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματός μου και είπεν. Ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου, και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί».
Και τα δύο συγχρόνως, και τα της κλίνης και τα του θυσιαστηρίου, σε σένα συνέπεσαν. Το ένα για τoν εκούσιον ύπνον τoν οποίον εκοιμήθη και ύπνωσεν ο αθάνατος, και το άλλο για την σφαγήν που υπέστη προς χάριν μας, μα και για την υπερένδοξον Ιερουργίαν την οποίαν ο ίδιος ιερούργησε θυσιάζοντας τoν εαυτόν του υπέρ του κόσμου. Συ πιστεύουμε ότι είσαι το πλήρες διαπύρων ανθράκων θυσιαστήριον του αμνού του Θεού, διότι ξύλον το οποίον έχει καεί είναι και ο άνθρακας.
Όπως λοιπόν το πυρ της απαθούς Θεότητος του Αμνού, ο οποίος εθυσιάσθη επάνω σου, σε ανέφλεξε χωρίς να σε κατακαύση, έτσι και εμείς που σήμερα σε εγγίζουμε με τα χείλη, λαμβάνουμε από αυτό το πυρ κάθαρση των αμαρτημάτων, συμπτύσσοντας την λαβίδα των χειλέων φιληματικώς, και μεταδίδουμε το φως και τον αγιασμό στον έσω άνθρωπο που κατοικεί στο πήλινον αυτό σώμα.
Αλλά, ω Σταυρέ, και πάλι σε χαιρετίζω, αρνούμενος να αποσπάσω τα χείλη από τον ασπασμόν σου, ω Σταυρέ, θυσιαστήριον πάντιμον, δέξου αυτό το δώρον των ύμνων μου, και όλον ευλόγησέ το. Διότι το κατώτερον ευλογείται από το ανώτερον. Και το θυσιαστήριον είναι ανώτερον από το δώρον, όπως και αυτό που παρέχει τον αγιασμόν είναι ανώτερον από το αγιαζόμενον. Τώρα λοιπόν ως μεν θυσιαστήριον δώσε μου ως αντίδωρο την εξιλέωση, ως κλίνη δε βασιλική αναπαυσέ μου τον λόγο, που απέκαμε ήδη και θέλει να αποκοιμηθή, και στο εξής ανάλαβε την υπεράσπιση της ψυχής μου κατά των αοράτων και φιλοπολέμων δαιμόνων, προς δόξαν του Παντουργού και Παντοκράτορος Χριστού ο οποίος και με την εξάδα των διαστάσεών σου εφανέρωσε μυστικώς και παραδόξως την παντοκρατορίαν αυτού. Ότι δηλαδή κυριεύεις των άνω και ουρανίων, των κάτω και επιγείων, αλλά και αυτών των καταχθονίων, γι' αυτό και πιστεύω ότι οικονόμησε να κείται το κρανίον του Αδάμ κάτω από την βάση του Σταυρού, των δεξιών και των αριστερών, των δικαίων δηλαδή και των αμαρτωλών. Αυτός θα είναι ο Κριτής πάντων, αυτών που προηγήθησαν και αυτών που έπονται της Σταυρώσεώς Του.
Αυτό είναι γνώρισμα της αϊδίου Θεότητος. Διότι ο ίδιος και προϋπήρχε, και εισήλθε στον χρόνον, και εμπρός από αυτόν δεν υπήρξεν άλλος Θεός ούτε οπίσω θα υπάρξη άλλος. Αυτώ η δόξα και η τιμή και η προσκύνησις, συν τω ανάρχω Πατρί και τω Παναγίω και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Πηγή: από το βιβλίο «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς, Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, σελίς 531 και εξής, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Λόγος στην Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως,
Αγίου Λουκά Συμφερουπόλεως
«Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. Άρατε τον ζυγόν Μου εφ' υμάς και μάθετε απ' Εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών. Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν» (Ματθ. ΙΑ.28 – 30).
Μεγάλη είναι η αγκαλιά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τόσο μεγάλη που δεν μπορούμε να φανταστούμε. Ο Κύριος έχει στην αγκαλιά του όλους όσους υποφέρουν στη ζωή τους από τις θλίψεις και τις στενοχώριες. Τί βάθος έχει η καρδιά Του και πόσο δυνατή είναι η αγάπη Του, αφού μπορεί όλους αυτούς που κοπιάζουν και είναι φορτωμένοι να τους αναπαύσει, να τους παρηγορήσει και να τους δώσει δύναμη να υπομένουν τις θλίψεις και να μην απελπίζονται όταν αδικούνται στη ζωή τους!
Είναι όμως παράξενος ο τρόπος με τον οποίο επιχειρεί να το κάνει! Μας προτείνει να αφήσουμε τον ανυπόφορο για πολλούς ζυγό της ζωής και να σηκώσουμε επάνω μας έναν άλλο ζυγό: άγνωστο στον κόσμο, απαλό, αγαθό και ελαφρό, δικό του ζυγό. Όταν λέμε ζυγό, εννοούμε κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένας δούλος. Την κατάσταση βέβαια αυτή δεν την θεωρούμε καθόλου ευχάριστη. Τον δικό του όμως ζυγό ο Κύριος τον ονομάζει απαλό και ελαφρό.
Πώς να το καταλάβουμε; Γιατί είναι απαλός και ελαφρός ο ζυγός του Χριστού; Μήπως επειδή ζυγό ονομάζει τον θείο νόμο της αγάπης του τον οποίο δίνει στον κόσμο, στον κόσμο ο οποίος σχεδόν καθόλου δεν σκέφτεται την αγάπη; Ή επειδή ο δικός του λόγος της αγάπης άνοιξε για την ανθρωπότητα, που ζούσε χωρίς αγάπη, έναν καινούριο κόσμο, έναν κόσμο στον οποίο λάμπει το θείο φως της αγάπης, που διαλύει το οποιοδήποτε σκοτάδι; Δεν είναι μεγάλη χαρά να βγούμε από το σκοτάδι στο φως; Δεν θα σκιρτήσει η καρδιά του ανθρώπου όταν θα βγει από το σκοτάδι και θα καταλάβει ότι ο ίδιος ο Κύριος τον κρατά στην αγκαλιά Του;
Αλλά τί επιτέλους σημαίνει ζυγός του Χριστού; Σημαίνει να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του. Να είμαστε ταπεινοί και πράοι, να διψάμε και να πεινάμε την υψίστη αλήθεια. Να είμαστε ελεήμονες και καθαροί τη καρδία. Να μας κακολογούν και να μας διώκουν για την πίστη στον Υιό του Θεού και για την αγάπη του. Ναι, αυτό και μόνο αυτό σημαίνει ο απαλός ζυγός του Χριστού και το ελαφρό φορτίο του. Τη δύναμη για να τα σηκώσουμε μας τη δίνει ο Σταυρός του Χριστού, που υψώνεται πάνω από τον κόσμο και τον φωτίζει, ο Σταυρός πάνω στον οποίο ο Υιός του Θεού υπέφερε τα πάθη και έδωσε την ζωή Του για να ζει ο άνθρωπος.
Ας προσκυνήσουμε το υποπόδιο του Σταυρού του Χριστού με όλη την ψυχή μας. Αυτός είναι ο απαλός ζυγός του Χριστού, να ακολουθήσουμε τον δρόμο του μαρτυρίου και των διωγμών ο οποίος οδηγεί εκεί όπου αιώνια λάμπει ο Σταυρός του Χριστού μας . Ας ακολουθήσουμε τον Σωτήρα μας και ας θυμόμαστε πάντοτε ότι Αυτός που είναι αληθινός Θεός λέει για τον εαυτό Του ότι είναι πράος και ταπεινός τη καρδία. Να είμαστε και εμείς πράοι και ταπεινοί για να τον ακολουθήσουμε στον δρόμο προς την Βασιλεία της αιώνιας Δικαιοσύνης και του ανεσπέρου Φωτός. Αμήν.
(Πηγή: από την συλλογή «Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και ομιλίες που εκφωνήθηκαν στην Συμφερούπολη κατά την περίοδο 1955-1957» τόμος Α, Μετάφραση από τα ρωσικά: Εκδόσεις Ορθόδοξη Κυψέλη, Θεσσαλονίκη, 2014, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Οἱ ΚΔ’ (24) Οἶκοι
Ἄγγελοι οὐρανόθεν ἀοράτως κυκλοῦσι, Σταυρόν τόν ζωηφόρον ἐν φόβῳ (τρίς) καί φωτοπάροχον χάριν λαμπρῶς παρεχόμενον, νῦν τοῖς πιστοῖς βλέποντες, ἐξίστανται καί ἵστανται βοῶντες πρός αὐτόν τοιαῦτα·
Χαῖρε Σταυρέ, οἰκουμένης φύλαξ·
χαῖρε, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας.
Χαῖρε, ὁ πηγάζων ἀφθόνως ἰάματα·
χαῖρε, ὁ φωτίζων τοῦ κόσμου τά πέρατα.
Χαῖρε, ξύλον ζωομύριστον, καί θαυμάτων θησαυρέ·
χαῖρε, συνθετοτρισόλβιε, καί χαρίτων παροχεῦ.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ὑποπόδιον θεῖον·
χαῖρε, ὅτι ἐτέθης εἰς προσκύνησιν πάντων.
Χαῖρε κρατήρ τοῦ νέκταρος ἔμπλεως·
χαῖρε, λαμπτήρ τῆς ἄνω λαμπρότητος.
Χαῖρε, δι’ οὗ εὐλογεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δι’ οὗ προσκυνεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Βλέπουσα ἡ Ἑλένη ἑαυτήν ἐν ἐφέσει, φησί τῷ Βασιλεῖ θαρσαλέως· Τό παμπόθητόν σου τῆς ψυχῆς εὐχερέστατόν μου τῇ σπουδῇ φαίνεται· ζητοῦσα γοῦν τό κράτιστόν σοι τρόπαιον, ὡς λέγεις, κράζω·Ἀλληλούϊα.
Γνῶσιν ἄγνωστον πρώην ἡ Βασίλισσα γνοῦσα, ἐβόησε πρός τούς ὑπουργοῦντας· Ἐκ λαγόνων τῆς γῆς εὑρεῖν ἐν τάχει, καί δοῦναι τόν Σταυρόν σπεύσατε, πρός ὅν ἰδοῦσα ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλήν κράζουσα οὕτω·
Χαῖρε, χαρᾶς τῆς ὄντως σημεῖον·
χαῖρε, ἀρᾶς τῆς ἀρχαίας λύτρον.
Χαῖρε, θησαυρός ἐν τῇ γῇ φθόνῳ κρυπτόμενος·
χαῖρε, ὁ φανείς ἐν τοῖς ἄστροις τυπούμενος.
Χαῖρε, τετρακτινοπύρσευτε καί πυρίμορφε Σταυρέ·
χαῖρε, κλῖμαξ ὑψοστήρικτε, προοραθεῖσά ποτε.
Χαῖρε, τό τῶν Ἀγγέλων γαληνόμορφον θαῦμα·
χαῖρε, τό τῶν δαιμόνων πολυστένακτον τραῦμα.
Χαῖρε, τερπνόν τοῦ Λόγου κειμήλιον·
χαῖρε, πυρός τῆς πλάνης σβεστήριον.
Χαῖρε, Σταυρέ, ἀπορούντων προστάτα·
χαῖρε, στερρέ εὐδρομούντων ἀλεῖπτα.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Δύναμις ἡ τοῦ Ξύλου, ἐπιδέδεικται τότε, πρός πίστωσιν ἀληθῆ τοῖς πᾶσι· καί τήν ἄφωνόν τε καί νεκράν πρός ζωήν ἀνέστησε, φρικτόν θέαμα τοῖς μέλλουσι καρποῦσθαι σωτηρίαν, ἐν τῷ μέλπειν οὕτως·Ἀλληλούϊα.
Ἔχουσα ἡ Ἑλένη, τὸ ἀήττητον ὅπλον, ἀνέδραμε πρός τόν ταύτης γόνον· ὁ δέ, μέγα σκιρτήσας εὐθύς, ἐπιγνούς τόν μέγιστον Σταυρόν ἔχαιρε, καί ἅλμασιν ὡς ᾄσμασιν, ἐβόα πρός αὐτόν τοιαῦτα·
Χαῖρε Σταυρέ, τοῦ φωτός δοχεῖον·
χαῖρε, Σταυρέ, τῆς ζωῆς ταμεῖον.
Χαῖρε, ὁ δοτήρ χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος·
χαῖρε, ὁ λιμήν ποντοπόρων ἀχείμαστος.
Χαῖρε, τράπεζα, βαστάζουσα ὥσπερ θῦμα τόν Χριστόν·
χαῖρε, κλῆμα, βότρυν πέπειρον φέρον οἶνον μυστικόν.
Χαῖρε, ὅτι τά σκῆπτρα τῶν ἀνάκτων φυλάττεις·
χαῖρε, ὅτι τάς κάρας τῶν δρακόντων συνθλάττεις.
Χαῖρε, λαμπρόν τῆς πίστεως γνώρισμα·
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου διάσωσμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρός θνητούς εὐλογία·
χαῖρε, θνητῶν πρός Θεόν μεσιτεία.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ζῆλον ἔνδοθεν θεῖον, ἡ Ἑλένη λαβοῦσα, ἐζήτησε καί εὗρε σπουδαίως, τόν ἐν γῇ κρυπτόμενον Σταυρόν, καί δεικνύμενον ἐν οὐρανῷ Ἄνακτι· ὅν ὕψωσε· καί βλέπων τό πολίτευμα, ἐν πίστει ἔφη·Ἀλληλούϊα.
Ἡλιόμορφος ὤφθη, ὁ Σταυρός ἐν τῷ κόσμῳ, καί πάντες φωτισμοῦ ἐμπλησθέντες, καί δραμόντες ὡς πρός ἀστέρα, θεωροῦσι τοῦτον ὡς καλῶν αἴτιον, ἐν ταῖς χερσί ταῖς θείαις ὑψωθέντα· ὅν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, αὐγή νοητοῦ Ἡλίου·
χαῖρε, πηγή ἀκενώτου μύρου.
Χαῖρε, τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν ἀρχόντων τοῦ ᾅδου ἡ νέκρωσις.
Χαῖρε, ὅτι ἀνυψούμενος, συνανυψοῖς νῦν ἡμᾶς·
χαῖρε, ὅτι προσκυνούμενος, καθαγιάζεις τάς ψυχάς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων κοσμοκήρυκτον κλέος·
χαῖρε, τῶν ἀθλοφόρων εὐμενέστατον σθένος.
Χαῖρε Σταυρέ, Ἑβραίων ὁ ἔλεγχος·
χαῖρε, πιστῶν ἀνθρώπων ὁ ἔπαινος.
Χαῖρε, δι’ οὗ κατεβλήθη ὁ ᾅδης·
χαῖρε, δι’ οὗ ἀνατέταλκε χάρις.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Θεοβράβευτον Ξύλον, θεωρήσαντες πάντες, τῇ τούτου νῦν προσέλθωμεν σκέπῃ· καί ὡς ὅπλον κρατοῦντες αὐτό, δι’ αὐτοῦ τροποῦμεν τῶν ἐχθρῶν φάλαγγας, καί ψαύοντες τόν ἄψαυστον, τοῖς χείλεσιν αὐτῷ βοῶμεν·Ἀλληλούϊα.
Ἴδε φῶς οὐρανόθεν, Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας, δεικνύμενον Σταυροῦ τό σημεῖον, δι’ ἀστέρων, ἐν ᾧ καί νικᾶν πολεμίων πληθύν, ἔσπευσε τό Ξύλον φανερῶσαι, καί βοῆσαι πρός αὐτό τοιαῦτα·
Χαῖρε, βουλῆς τῆς ἀρρήτου πέρας·
χαῖρε, λαοῦ εὐσεβοῦντος κέρας.
Χαῖρε, πολεμίων ὁ τρέπων τάς φάλαγγας·
χαῖρε, φλόξ καθάπερ φλέγων τούς δαίμονας.
Χαῖρε, σκῆπτρον ἐπουράνιον τοῦ Βασιλέως τοῦ στρατοῦ·
χαῖρε, τρόπαιον ἀήττητον τοῦ φιλοχρίστου στρατοῦ.
Χαῖρε, ὁ τῶν βαρβάρων τήν ὀφρύν καταβάλλων·
χαῖρε, ὁ τῶν ἀνθρώπων τάς ψυχάς περιέπων.
Χαῖρε, κακῶν πολλῶν ἀμυντήριον·
χαῖρε, καλῶν πολλῶν βραβευτήριον.
Χαῖρε, δι’ οὗ Χριστοφόροι σκιρτῶσι·
χαῖρε, δι’ οὗ Ἰουδαῖοι θρηνοῦσι.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Κλῖμαξ οὐρανομήκης, ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἐγένετο, τούς πάντας ἀνάγων, ἀπό γῆς πρός ὕψος οὐρανοῦ, τοῦ χοροῖς Ἀγγέλων συνοικεῖν πάντοτε, ἀφέντας τά νῦν ὄντα ὡς μή ὄντα, καί εἰδότας ψάλλειν·Ἀλληλούϊα.
Λάμψας φῶς ἐπί πᾶσιν, ὁ Σωτήρ τοῖς ἐν ᾅδη, ἐφώτισας τούς κάτω κειμένους· πυλωροί δέ ᾅδου τήν αὐγήν μή ἐνέγκαντές σου, ὡς νεκροί πεπτώκασιν· οἱ τούτων δέ ρυσθέντες, νῦν ὁρῶντες τόν Σταυρόν βοῶσι·
Χαῖρε, ἀνάστασις τεθνεώτων·
χαῖρε, παράκλησις τῶν πενθούντων.
Χαῖρε, τῶν ταμείων τοῦ ᾅδου ἡ κένωσις·
χαῖρε, Παραδείσου τρυφῆς ἡ ἀπόλαυσις.
Χαῖρε, ράβδος ἡ ποντίσασα τόν Αἱγύπτιον στρατόν·
χαῖρε, αὖθις, ἡ ποτίσασα Ἰσραηλίτην λαόν.
Χαῖρε, ἔμψυχον Ξύλον, τοῦ Λῃστοῦ σωτηρία·
χαῖρε, εὔοσμον ρόδον, εὐσεβῶν εὐωδία.
Χαῖρε, τροφή πεινώντων ἐν πνεύματι·
χαῖρε, σφραγίς, ἥν ἔλαβον ἄνθρωποι.
Χαῖρε Σταυρέ, μυστηρίων ἡ θύρα·
χαῖρε, ἐξ οὗ ρεῖθρα χέονται θεῖα.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Μέλλοντος Μωϋσέως, τό πολύμοχθον γένος λυτρώσασθαι ἐκ τοῦ λυμεῶνος, ἐπεδόθης ὡς ράβδος αὐτῷ, ἀλλ’ ἐγνώσθης τούτῳ καί Θεοῦ σύμβολον· διόπερ κατεπλάγη σου Σταυρέ, τήν δυναστείαν κράζων·Ἀλληλούϊα.
Νόμον ὁ ἐν Σιναίῳ, τῷ Θεόπτῃ δούς πάλαι, Σταυρῷ ἐθελοντί προσηλοῦται, ὑπέρ ἀνόμων ἀνόμως ἀνδρῶν, καί κατάραν νόμου παλαιάν ἔλυσεν, ἵνα Σταυροῦ τήν δύναμιν ὁρῶντες, ἅπαντες νῦν βοῶμεν·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις πεπτωκότων·
χαῖρε, κατάπτωσις κοσμολάτρων.
Χαῖρε, Ἀναστάσεως Χριστοῦ τό ἐγκαίνισμα·
χαῖρε, μοναζόντων τό θεῖον ἐντρύφημα.
Χαῖρε, δένδρον εὐσκιόφυλλον, ὑφ’ οὗ σκέπονται πιστοί·
χαῖρε, Ξύλον προφητόφθεγκτον, πεφυτευμένον ἐν γῇ.
Χαῖρε, τῆς Βασιλείας κατ’ ἐχθρῶν συμμαχία·
χαῖρε, τῆς πολιτείας κραταιά προστασία.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου φανέρωσις·
χαῖρε, βροτῶν πταιόντων κατάκρισις.
Χαῖρε Σταυρέ, ὀρφανῶν ἀντιλῆπτορ·
χαῖρε Σταυρέ, πλουτιστά τῶν πενήτων.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ξένον θαῦμα ἰδόντες, ξένον βίον βιῶμεν, τόν νοῦν εἰς οὐρανόν ἀνυψοῦντες· διά τούτο γάρ ἐν τῷ Σταυρῷ ὁ Χριστός ἐπάγη, καί σαρκί πέπονθε, βουλόμενος ἑλκῦσαι πρός τό ὕψος, τούς αὐτῷ βοῶντας·Ἀλληλούϊα.
Ὅλος ἦλθεν ἐξ ὕψους, τήν Θεότητα ἔχων, ὁ μόνος προαιώνιος Λόγος· καί τεχθείς ἐκ Παρθένου Μητρός, καί φανείς τῷ κόσμῳ ταπεινός ἄνθρωπος, Σταυρόν καταδεξάμενος, ἐζώωσε τούς αὐτῷ βοῶντας.
Χαῖρε Σταυρέ, τῆς εἰρήνης ὅπλον·
χαῖρε, βαλβίς τῶν ὁδοιπορούντων.
Χαῖρε, σωζομένων σοφία καί στήριγμα·
χαῖρε, ἀπολλυμένων μωρία καί σύντριμμα.
Χαῖρε, εὔκαρπον, ἀθάνατον καί ζωηφόρον φυτόν·
χαῖρε ἄνθος, ὅπερ ἤνθησε τήν σωτηρίαν ἡμῶν.
Χαῖρε, ὅτι συνάπτεις τά ἐν γῇ σύν τοῖς ἄνω·
χαῖρε, ὅτι φωτίζεις τάς καρδίας τῶν κάτω.
Χαῖρε δι’ οὗ φθορά ἐξωστράκισται·
χαῖρε, δι’ οὗ ἡ λύπη ἠφάνισται.
Χαῖρε, καλῶν μυριάριθμος ὄλβος·
χαῖρε, πιστῶν μυριώνυμος εὖχος.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Πέπτωκε τῶν δαιμόνων ἡ παμβέβηλος φάλαγξ, καί γένος τῶν Ἑβραίων ᾐσχύνθη, προσκυνούμενον τόν Σταυρόν παρά πάντων, μετά πόθου βλέποντες, ἀεί δέ ἀναβλύζοντα ἰάματα τοῖς ἐκβοῶσιν·Ἀλληλούϊα.
Ρεύματα συνεστάλη, λογισμῶν κακοδόξων παγέντος σου Χριστέ ἐπί ξύλου· ἀποροῦσι γάρ ὄντως τό, Πῶς καί Σταυρόν ὑπέστης, καί φθοράν πέφευγας· ἡμεῖς δέ τήν Ἀνάστασιν δοξάζοντες ἀναβοῶμεν.
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ τό ὕψος·
χαῖρε, προνοίας Αὐτοῦ τό βάθος.
Χαῖρε, μωρολόγων ἀλόγων ἡ ἄγνοια·
χαῖρε, μαντιπόλων ἀφρόνων ἀπώλεια.
Χαῖρε, ὅτι τήν Ἀνάστασιν ἐμφανίζεις τοῦ Χριστοῦ·
χαῖρε, ὅτι τά παθήματα ἀνακαινίζεις Αὐτοῦ.
Χαῖρε, τῶν πρωτοπλάστων τήν παράβασιν λύσας·
χαῖρε, τοῦ Παραδείσου τάς εἰσόδους ἀνοίξας.
Χαῖρε Σταυρέ, τοῖς πᾶσι σεβάσμιε·
χαῖρε, ἐθνῶν ἀπίστων ἀντίπαλε.
Χαῖρε Σταυρέ, ἰατρέ τῶν νοσούντων·
χαῖρε, ἀεί βοηθέ τῶν βοώντων·
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Σῶσαι θέλων τόν κόσμον, ὁ τοῦ κόσμου κοσμήτωρ, κατῆλθε πρός αὐτόν ἀπορρήτως· καί Σταυρόν ὑπέστη, Θεός ὤν, δι’ ἡμᾶς, τά πάντα καθ’ ἡμᾶς δέχεται· διό καί λυτρωσάμενος ἡμᾶς, ἀκούει παρά πάντων·Ἀλληλούϊα.
Τεῖχος τῆς οἰκουμένης, ὦ Σταυρέ ζωηφόρε, ἀπόρθητον καί θεῖον νοοῦμεν· ὁ γάρ τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, κατασκευάσας σέ Ποιητής τάννυσι τάς χεῖρας, ξένον ἄκουσμα· καί ἅπαντας ἐκφωνεῖν διδάσκει.
Χαῖρε, ἡ βάσις τῆς εὐσεβείας·
χαῖρε, τό νῖκος τῆς κληρουχίας.
Χαῖρε, Ἀμαλήκ νοητόν ὁ τροπούμενος·
χαῖρε, Ἰακώβ ταῖς χερσί προτυπούμενος.
Χαῖρε, σύ γάρ ἀνεμόρφωσας τάς παλαιτάτας σκιάς·
χαῖρε, σύ γάρ ἀνεπλήρωσας προφητοφθέγκτους φωνάς.
Χαῖρε, ὁ τόν Σωτῆρα τῶν ἀπάντων βαστάσας·
χαῖρε, ὁ τόν φθορέα τῶν ψυχῶν καταργήσας.
Χαῖρε, δι’ οὗ Ἀγγέλοις ἡνώθημεν·
χαῖρε, δι’ οὗ φωτί κατηυγάσθημεν.
Χαῖρε, σέ γάρ προσκυνοῦμεν τιμῶντες·
χαῖρε, σοί γάρ προσφωνοῦμεν, βοῶντες·
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ὕμνος ἅπας μειοῦται, συνακολουθεῖν θέλων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν σου θαυμάτων· ἐγκωμίων πληθύν καί γάρ ἄν προσάξωμέν σοι, ὦ Σταυρέ τίμιε, οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν· ἀλλ’ οὖν βοῶμεν·Ἀλληλούϊα.
Φωτοπάροχον αἴγλην, τοῖς ἐν σκότει δωρεῖται, Σταυρός ὁ ζωοδώρητος οὗτος· τό γάρ ἄϋλον δέδεικται φῶς, καί πρός γνῶσιν θείαν δᾳδουχεῖ ἅπαντας· ὑψοῖ δέ νῦν ὑψούμενος τόν νοῦν ἡμῶν, ἀναμέλπειν ταύτα·
Χαῖρε, φωστήρ, τοῖς ἐν σκότει φαίνων·
χαῖρε, ἀστήρ, τόν κόσμον αὐγάζων.
Χαῖρε, ἀστραπή, χριστοκτόνους ἀμβλύνουσα·
χαῖρε, ἡ βροντή τούς ἀπίστους ἐκπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι κατελάμπρυνας Ὀρθοδόξων τούς χορούς·
χαῖρε, ὅτι κατηδάφισας τῶν εἰδώλων τούς βωμούς.
Χαῖρε, οὗπερ ὁ τύπος οὐρανόθεν ἐφάνη·
χαῖρε, οὗπερ ἡ χάρις πονηρίας ἐλαύνει.
Χαῖρε, σαρκός σημαίνων τήν νέκρωσιν·
χαῖρε, παθῶν ὁ κτείνων ἐπέγερσιν.
Χαῖρε, ἐν ᾧ ὁ Χριστός ἐσταυρώθη·
χαῖρε, δι’ οὗ πᾶς ὁ κόσμος ἐσώθη.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Χάριν δοῦναι θελήσας, ὁ Χριστός τοῖς ἀνθρώποις, τάς χεῖρας ἐπί Ξύλου ἐκτείνει, καί τά ἔθνη πάντα συγκαλεῖ, καί βασιλείαν πᾶσιν οὐρανῶν δίδωσι, τοῖς μέλπουσι τόν ὕμνον ἐπαξίως, καί πιστῶς βοῶσιν·Ἀλληλούϊα.
Ψάλλοντές σου τόν ὕμνον, εὐφημοῦμεν ἐκ πόθου, ὡς ἔμψυχον Κυρίου σε Ξύλον· ἐπί σοί γάρ παγείς ἐν σαρκί, ὁ δεσπόζων τῶν δυνάμεων, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι ταῦτα·
Χαῖρε Σταυρέ, νοητή ρομφαία·
χαῖρε, Ἁγίων ἅγιον βλέμμα.
Χαῖρε, Προφητῶν καί Δικαίων προκήρυγμα·
χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ λαμπροφόρον στρατήγημα.
Χαῖρε, κάλλος καί διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν·
χαῖρε, κράτος καί ὀχύρωμα ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς ἀληθείας εὐκλεέστατος κόσμος·
χαῖρε, τῆς σωτηρίας εὐτυχέστατος ὅρμος.
Χαῖρε, φαιδρόν ἁπάντων ἀγλάϊσμα·
χαῖρε, υἱῶν τῆς Ἄγαρ φυγάδευμα.
Χαῖρε, φωτός ἀκηράτου λυχνία·
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς θυμηδία.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ὦ πανύμνητον Ξύλον, τό βαστάσαν τόν πάντων ἁγίων, Ἁγιώτατον Λόγον (τρίς)· δεδεγμένον ἡμῶν τάς λιτάς, ἀπό πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καί αἰωνίου λύτρωσαι κολάσεως τούς σοί βοῶντας·Ἀλληλούϊα.
Πηγή: Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα , Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ορθόδοξος Συναξαριστής
Τον σημαντικό και ανεξερεύνητο πετρελαϊκό πλούτο που πιθανότατα διαθέτει η χώρα μας, ικανό για να καλύψει τις εσωτερικές ενεργειακές ανάγκες της για περίπου 139 χρόνια αποκαλύπτει έκθεση της Ακαδημίας Αθηνών για το 2018 με τίτλο «Ενεργειακές προοπτικές της Ελλάδας».
Η έκθεση περιγράφει τις ενέργειες που πρέπει άμεσα να γίνουν για την εκμετάλλευση των ελληνικών υδρογονανθράκων και προχωρά σε οικονομική εκτίμηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου, από τη μελλοντική αξιοποίηση των οποίων το συνολικό όφελος για το ελληνικό Δημόσιο μπορεί να φθάσει το 1 τρισ.δολάρια.
Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με ρεπορτάζ της Real News, στην έκθεση της ομάδας εργασίας της Επιτροπής Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών, που υπογράφεται από τον δρα Ηλία Κονοφάγο, διαπιστώνεται ότι «με μια μέση πιθανότητα 50% στον ελλαδικό χώρο (σ.σ.: εταιρείες-κολοσσοί, όπως η Total και η Exxon Mobil, προχωρούν σε έρευνες στόχων με πιθανότητες 20%-25%) είναι δυνατόν να ανακαλυφθούν και να παραχθούν συνολικά 19,5 δισ. ισοδύναμα βαρέλια πετρελαίου ακαθάριστης αξίας-με τιμές πετρελαίου περίπου 55 δολ. το βαρέλι της τάξης του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων».
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη ότι η ετήσια κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου στη χώρα μας είναι σήμερα της τάξης των 140 εκατ. ισοδύναμων βαρελιών πετρελαίου (boe). Οι ειδικοί επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη να ερευνηθεί ο ελλαδικός χώρος συστηματικότερα το συντομότερο δυνατόν, καθώς καταγράφεται σημαντική καθυστέρηση.
Στο πλαίσιο αυτό, θα χρειαστεί, όπως τονίζουν να βελτιωθεί ο νόμος των υδρογονανθράκων, καθώς και το καθεστώς της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων, ώστε να μειωθούν δραστικά οι περιττές γραφειοκρατικές διατυπώσεις που εδώ και αρκετά χρόνια αποτρέπουν τις πετρελαϊκές εταιρείες να επενδύσουν στη χώρα μας.
Παρά τα γραφειοκρατικά εμπόδια, όπως σημειώνεται, εδώ και μερικούς μήνες οι προσπάθειες προσέλκυσης επενδύσεων, έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στην Ελλάδα έχουν ενταθεί σημαντικά. Πιστεύεται, μάλιστα, ότι μέχρι τις αρχές του 2018 θα έχουν υπογραφεί τουλάχιστον 10 νέες συμβάσεις έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στη χώρα μας.
«Αυτό δεν θα αποτελέσει μια πολύ καλή αρχή, δεδομένου ότι οι ερευνητικές επενδύσεις που θα χρειαστούν για τον εντοπισμό των 19,5 δισεκατομμυρίων βαρελιών θα απαιτήσουν ένταση κεφαλαίων της τάξης τουλάχιστον των 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων (περίπου 2 δολ. Το βαρέλι, ως δαπάνη έρευνας) στα επόμενα 35 με 40 χρόνια», τονίζεται στην έκθεση.
Οι περιοχές
Σύμφωνα πάντα με την έκθεση της Ακαδημίας Αθηνών, που επικεντρώνεται στο μέγεθος και στην αξία του φυσικού αερίου και του πετρελαίου που κρύβεται στον ελληνικό θαλάσσιο και χερσαίο χώρο, η πιο σημαντική πετρελαιοπιθανή χερσαία περιοχή της Ελλάδας είναι η Ήπειρος και η δυτική Ελλάδα γενικότερα, όπου έχουν εντοπιστεί ήδη συγκεκριμένα μητρικά πετρώματα και πετρώματα-ταμιευτήρες.
«Στην περιοχή αυτή υπάρχουν στόχοι κοιτασμάτων που είναι ανάλογοι με τα κοιτάσματα που ανακαλύφθηκαν στην Αλβανία και στην Ιταλία, τα οποία απέδωσαν επιτυχώς παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων υδρογονανθράκων (>500 εκατ. βαρέλια). Με βάση τις μέχρι σήμερα εκτιμήσεις, διαπιστώθηκε ότι είναι δυνατόν να εντοπιστούν και να ανακτηθούν 500 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου», αναφέρεται.
Σε ό,τι αφορά το Αιγαίο Πέλαγος, σημειώνεται ότι, παρά το γεγονός πως παραμένει και αυτό ανεξερεύνητο, στο βόρειο μέρος του περιέχει τις μοναδικές εκμεταλλεύσιμες ελληνικές ανακαλύψεις κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, το κοίτασμα πετρελαίου του Πρίνου, τα απολήψιμα αποθέματα του οποίου ανέρχονται σε περίπου 122 εκατομμύρια βαρέλια, και το κοίτασμα φυσικού αερίου της νότιας Καβάλας με 7 εκατομμύρια ισοδύναμα βαρέλια πετρελαίου.
Στην περιοχή, όμως, υπάρχουν πιθανοί αναμενόμενοι πόροι υδρογονανθράκων δυτικά και ανατολικά της Θάσου που έτυχαν πρόσφατα αναλογικών αξιολογήσεων από διάφορα ερευνητικά κέντρα. Η έκθεση επισημαίνει ότι «οι δυνατοί ανακτήσιμοι πόροι υδρογονανθράκων θα μπορούσαν να είναι της τάξης του 1 δισεκατομμυρίου ισοδύναμων βαρελιών πετρελαίου».
Πηγή: Real News, Huffington Post, Defence-Point.gr
Με ένα βίντεο της συνεχούς επιχειρησιακής εκπαιδευτικής δραστηριότητας, με βάση πάντα το ρητό «εκπαιδεύσου όπως θα κληθείς να πολεμήσεις», το Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ) απαντά στο κλίμα που επιχειρείται να κατασκευάσει η τουρκική πλευρά της απόλυτης ισχύος και της απόλυτης υπεροχής στην περιοχή του Έβρου.
Είμαστε εκεί και σκοπεύουμε να παραμείνουμε… ανεξαρτήτως συνθηκών, είναι το μήνυμα που απευθύνεται σε αυτούς τους γείτονες που δραστηριοποιούνται με μεθόδους που δεν τιμούν και πολύ τις αρχές και τις παραδόσεις των ενόπλων δυνάμεων παγκοσμίως, αλλά θυμίζουν λογικές και πρακτικές… μογγολικής στέπας περασμένων αιώνων…
Όποιος νομίζει ότι ασχέτως δυσκολιών και «ειδικών περιστάσεων» θα βρει τη χώρα να υφίσταται μοιρολατρικά την τύχη της, καλό θα κάνει να το ξανασκεφθεί. Και για να αφήσουμε τα υπονοούμενα, η Τουρκία θα πρέπει να γνωρίζει, ότι «στρατιωτικό περίπατο» περίπατο σε ελληνικό έδαφος δεν θα χαρεί.
Το τίμημα που θα καταβληθεί για οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια θα είναι βαρύ και θα έχουν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να διαπιστώσουν ποια είναι τα πλεονεκτήματα και οι πολλαπλασιαστές ισχύος του αμυνόμενου, ιδίως όταν ξέρει ότι έχει το δίκιο «και τον Θεό» με το μέρος του.
Τα κορόιδα που θα πιστέψουν ότι θα βρουν μέλι, πιλάφι και… [sic: απείραχτες γκόμενες] στον παράδεισο που τους τάζουν, θα ληφθεί μέριμνα ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να διαπιστώσουν, πόσο κάποιοι τους εκμεταλλεύθηκαν και τους στέρησαν μια όμορφη και ειρηνική ζωή στην πανέμορφη γωνιά του πλανήτη στην οποία έχουν την τύχη να ζουν με τον πιο ειρηνικό, φιλικό και φιλόξενο λαό… επιστροφή όμως δεν θα υπάρχει μετά από τέτοιο λάθος.
Πηγή: Defence-Point.gr
7.4 Δ’ Μέρος – Αίρεση και πολιτική, οι Καθαροί στην Ιταλία
Στις 16 Απριλίου του 1268, στην Πλατεία του Αγίου Φραγκίσκου στο Ορβιέτο, ο Fra Benvenuto, Φραγκισκανός μοναχός με καθήκοντα ιεροεξεταστή, ανακοίνωσε καταδικαστική απόφαση εναντίον ενός σημαντικού προσώπου που είχε κριθεί ένοχος, ως αμετανόητος αιρετικός. Όπως συνηθίζονταν σε παρόμοιες περιπτώσεις, στην πλατεία ήταν παρόντες οι προύχοντες της πόλης, ο podestà[1], ο capitano del popolo, ο επίσκοπος, μαζί με τρεις γραμματικούς, αδελφούς μοναχούς των ταγμάτων, αξιωματούχους και το popolo. Ο ένοχος ήταν ο Stradigotto ο γουναράς, ένας γηραιός άνδρας. Την ποινή διάβασε ένας από τους γραμματικούς. Ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε διότι είχε δεχθεί στην οικεία του έξι Καθαρούς Τέλειους, είχε αρνηθεί την αξία των μυστηρίων της Εκκλησίας, η γυναίκα του Benvenuta είχε δεχθεί το consolamentum. Η ποινή ήταν κατάσχεση της περιουσίας του, την οποία θα μοιράζονταν η Ιερά Εξέταση και η κομμούνα της πόλης. Σε τέσσερις μήνες ο Stradigotto πέθανε από γηρατειά.
Ένα μήνα μετά, στις 14 Μαΐου της ίδιας χρονιάς, η σκηνή επαναλήφθηκε με τους ίδιους πρωταγωνιστές, αλλά διαφορετικούς κατηγορούμενους. Αυτή τη φορά οι ένοχοι ήταν ο Cristoforo de Toste και ο συγγενής του Raynerio de Stradigotto Ricci, επιφανείς πολίτες. Και οι δύο ήταν απόντες. Ο Cristoforo βρέθηκε ένοχος για την επίθεση εναντίον του Δομηνικανού Fra Ruggiero, η οποία είχε συμβεί αρκετά χρόνια νωρίτερα, και αφορίστηκε μαζί με τον Raynerio. Οι οικείες και ο πύργος τους στην Santa Pace έπρεπε να κατεδαφιστούν. Δυο μέρες αργότερα καταδικάστηκε ο Stradigotto Ricci, πατέρας του Raynerio. Η περιουσία του κατασχέθηκε. Μαζί του καταδικάστηκαν και δύο αδέλφια από την Λομβαρδία. Δυο βδομάδες αργότερα, στις 30 Μαΐου καταδικάστηκαν άλλα έντεκα άτομα. Οι έξι από αυτούς ήταν μέλη της οικογένειας των Toste. Στους ενόχους συγκαταλέγονταν η Domina Belverde και ο νεκρός σύζυγός της, ο Bartho Francisci. Παρών ήταν και ο Filippo Buse, ο άνθρωπος που αποκάλυψε στην Ιερά Εξέταση όσα γνώριζε και με βάσει την μαρτυρία του στάθηκε δυνατό να καταδικαστούν όλοι οι προηγούμενοι. Πως φτάσαμε ως εδώ;
Στο παρόν κεφάλαιο θα εξεταστεί η ανάπτυξη του Καθαρισμού στις ιταλικές πόλεις μέσα από ένα υπόδειγμα, την πόλη του Ορβιέτο. Το Ορβιέτο είναι το ιδανικό μοντέλο για την παρατήρηση του φαινομένου. Μικρή πόλη με δυσανάλογα μεγάλη στρατηγική σημασία, αντικείμενο της αντιπαράθεσης πάπα και αυτοκράτορα, πεδίο δράσης των δύο κυρίαρχων κομμάτων της εποχής, των Guelph και των Ghibellines, με αναπτυσσόμενη αστική οικονομία, στην σκιά μιας μεγάλης πόλης, της Φλωρεντίας. Σ’ αυτό δρούσαν μόνο οι απαραίτητοι εξωτερικοί παράγοντες, οπότε θα μπορέσουμε ευκολότερα ν’ αντιληφθούμε ότι εν τέλει ο Καθαρισμός ήταν μια αίρεση με πολιτικές επιδιώξεις. Στην συνέχεια θα επιβεβαιώσουμε τα συμπεράσματα μέσα από την ιστορία άλλων ιταλικών πόλεων. Για το Ορβιέτο η εικόνα είναι ολοκληρωμένη. Το πλήθος των στοιχείων έχει επεξεργαστεί και έχει παρουσιάσει η Carol Lansing στο έργο της Power and Purity: Cathar Heresy in Medieval Italy.
7.4.1 Η επέκταση του Καθαρισμού στο Ορβιέτο και οι προσπάθειες αντιμετώπισής του
Το Ορβιέτο είναι μια μικρή και όμορφη οχυρή πόλη, τοποθετημένη πάνω στον κεντρικό δρόμο που συνδέει την Ρώμη με την Φλωρεντία. Μέσα από την αντιπαράθεση του πάπα με τον Γερμανό αυτοκράτορα είχε περάσει στην κυριαρχία του δεύτερου, αλλά το 1189 ο Ερρίκος IV είχε υποσχεθεί να το αποδώσει στον πάπα μαζί με το Viterbo. Μήλο της έριδος μεταξύ της πόλης και του πάπα ήταν το οχυρό του Aquapendente, το οποίο διεκδικούσαν και οι δύο. Τελικά επικράτησε η αξίωση του πάπα. Η σημασία της πόλης φαίνεται και από το εξής γεγονός, μετά τα μέσα του ΙΓ’ αι. ο πάπας μετέφερε συχνά την αυλή του στο Ορβιέτο. Την πόλη επισκέπτονταν σημαίνουσες παπικές προσωπικότητες όπως οι Ούγος του St. Cher, Αλβέρτος Μάγνος και Θωμάς Ακινάτης. Ο τελευταίος έγραψε πολλά από τα έργα του κατά την διαμονή του εκεί. Όταν αργότερα ο πάπας μετέφερε την curia στην Avignon, η πόλη έχασε την αίγλη της.
Όταν το 1198 έγινε αυτοκράτορας στη Γερμανία ο Όθωνας IV του Brunswick,η αντιπαράθεση των Welf της Βαυαρίας, μέλος των οποίων ήταν ο Όθωνας, και των Hohenstaufen πέρασε στην Ιταλία. Στην αρχή του ΙΓ’ αι. σχηματίστηκαν δύο κόμματα στις ιταλικές πόλεις, οι οποίες ήταν αδύνατο να παραμείνουν έξω από αυτή την διαμάχη΄ οι Guelph, ως υποστηρικτές των Welf, και οι Ghibellines[2], ως υποστηρικτές των Hohenstaufen. Με την επικράτηση του Φρειδερίκου ΙΙ Μπαρμπαρόσσα, οι Guelph συντάχθηκαν με την πολιτική του πάπα, εναντίον του. Αντίστοιχα, οι Ghibellines, ως υποστηρικτές του Γερμανού αυτοκράτορα ήταν αντίθετοι με την πολιτική του πάπα.
Όπως αναφέρθηκε στην περίπτωση του Μιλάνου (κεφ. 7.2.2), έτσι και στο Ορβιέτο η αντιπαράθεση πάπα-αυτοκράτορα δημιούργησε το κατάλληλο κλίμα για την επιβίωση και την ανάπτυξη της αίρεσης. Εδώ οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι σε καμιά περίπτωση η παραπάνω πρόταση δεν σημαίνει την αποδοχή κοινωνικο-πολιτικών ως αιτίων για την γένεση του Καθαρισμού. Η αίρεση είναι θρησκευτικό φαινόμενο και ως τέτοιο εξετάζεται, αλλά οι συνθήκες του περιβάλλοντος, οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξη αυτής, καθορίζονται σε κάποιες περιπτώσεις από τα πολιτικά και κοινωνικά τεκταινόμενα και αυτό είναι αναμφισβήτητο. Η αποδοχή ή η απόρριψη μιας αιρετικής πεποίθησης καθορίζεται σε ατομικό επίπεδο από την θρησκευτική συνείδηση του ανθρώπου. Ωστόσο ο ρυθμός μετάδοσης της αιρετικής πεποίθησης καθορίζεται από τις πολιτικο-κοινωνικές συνθήκες. Όπως έδειξε η Caterina Brushi[3], εξετάζοντας κυρίως την δράση των Καθαρών της Languedoc, η μετάδοση και η λειτουργία του Καθαρισμού, στηρίζονταν σε ένα εκτεταμένο δίκτυο αιρετικών εστιών με στόχο την διευκόλυνση της μετακίνησης των Τελείων για προσηλυτιστικούς και λειτουργικούς λόγους. Ως εκ τούτου η αλματώδης επέκταση του Καθαρισμού και στις άλλες ιταλικές πόλεις κατανοείται καλύτερα μέσα από την εξέταση της πολιτικής της περιόδου. Εκείνο, που μας ενδιαφέρει ακόμη περισσότερο είναι το αν η πολιτική αυτή επηρεάσθηκε και σε ποιο βαθμό, από την διάδοση του Καθαρισμού. Δηλαδή, με δεδομένη την θετική επίδραση ενός ευνοϊκού κλίματος, το ερώτημα που θα επιχειρηθεί ν’ απαντηθεί είναι αν η επιβολή ενός τέτοιου κλίματος ήταν στόχος των Καθαρών και αν ναι με ποια μέσα προσπάθησαν να το επιτύχουν;
Ποια ήταν η γαιοστρατηγική της περιοχής και ποια η θέση του Ορβιέτο σ’ αυτήν; Ήδη από την εποχή της γρηγοριανής μεταρρύθμισης, επιδίωξη της παπικής εκκλησίας ήταν η αποτίναξη του ελέγχου της κοσμικής εξουσίας επ’ αυτής. Γρήγορα έγινε κατανοητό ότι για να επιτύχει μια τέτοια προσπάθεια δύο πράγματα ήταν απαραίτητα. Πρώτον η εξασφάλιση εκείνων των πόρων που θα επέτρεπαν στις τοπικές εκκλησίες, ενορίες και επισκοπές, να διατηρήσουν την οικονομική αυτονομία της. Δεύτερον η μετατροπή της Ρώμης σε ένα πολιτικό-εκκλησιαστικό κέντρο, εφόσον ο ρόλος της ως πατριαρχείο είχε παραμερισθεί από τους Φράγκους, όσο οι πάπες ήταν Ρωμαίοι. Οι Ρώμη δεν αρκούσε να ξαναγίνει ο πνευματικός πυρήνας της δυτικής Χριστιανοσύνης. Επιδίωξη ήταν η αποκατάστασή της ως διοικητικό κέντρο και για να γίνει αυτό οι πάπες επεδίωξαν την δημιουργία ενός παπικού κράτους. Η σύγκρουση με τις πολιτικές δυνάμεις της εποχής και της περιοχής ήταν αναπόφευκτη, όπως κι έγινε. Σύγκρουση που δεν περιορίσθηκε στην αντιπαράθεση με την κεντρική εξουσία, που σ’ αυτήν την περίπτωση ήταν ο Γερμανός αυτοκράτορας, αλλά και με τις αρχές της τοπικής διοίκησης των πόλεων που έμελε ν’ αποτελέσουν το παπικό κράτος. Το Ορβιέτο ήταν μια από αυτές τις πόλεις. Η περιστασιακή αδυναμία του Γερμανού αυτοκράτορα στα τέλη του ΙΒ’ αι. έδωσε τις κατάλληλες ευκαιρίες για την επανέναρξη των προσπαθειών, οι οποίες είχαν αντιμετωπισθεί με αποτελεσματικότητα από τον Φρειδερίκο Ι και τις ιταλικές του εκστρατείες. Η εποχή συνέπεσε με την άνοδο στον παπικό θρόνο του Ιννοκέντιου ΙΙΙ.
Την ίδια εποχή οι ιταλικές πόλεις-κράτη προσπαθούσαν να οικοδομήσουν την βάση της τοπικής τους αυτοδιοίκησης. Οι κομμούνες ξεφύτρωναν σε κάθε πόλη μέσα από την ραγδαία αύξηση του πληθυσμού και την ανάπτυξη της αστικής οικονομίας. Ισορροπώντας μεταξύ εκκλησιαστικής και κοσμικής αριστοκρατίας, αναλάμβαναν σημαντικά καθήκοντα στις πόλεις και προσπαθούσαν, αφ’ ενός μεν να διατηρήσουν την αυτονομία τους, αφετέρου δε να επεκτείνουν τον έλεγχό τους και στην γύρω περιοχή. Την ίδια στιγμή, φιλόδοξοι και δυναμικοί επίσκοποι επιχειρούσαν ν’ αποκαταστήσουν την εκκλησιαστική περιουσία σε μεγέθη προηγούμενων αιώνων, εις βάρος των αρμοδιοτήτων της κομμούνας και της κυριότητας της κοσμικής αριστοκρατίας, η οποία ήδη πιέζονταν με τον μετασχηματισμό της αγροτικής οικονομίας σε αστική.
Το Ορβιέτο βρίσκονταν στο κέντρο αυτών των προσπαθειών όταν έφθασαν οι πρώτοι Καθαροί απεσταλμένοι. Το 1157 ο πάπας Ανδριανός IV για να μπορέσει ν’ αποσπάσει την πόλη από την επιρροή του Φρειδερίκου Α’ αναγνώρισε την κομμούνα της πόλης και πρόσφερε σ’ αυτήν 300 λίβρες χρυσού. Σε αντάλλαγμα οι κάτοικοι ορκίστηκαν πίστη στον πάπα και αναγνώρισαν την επικυριαρχία του. Ως καθήκον αναλάμβαναν την φύλαξη της Via Cassia, του δρόμου που συνέδεε την Ρώμη με την Σιένα. Το 1197, με τον θάνατο του Ερρίκου IV ο πάπας ξεκίνησε ένα φιλόδοξο στρατηγικό έργο για την εξασφάλιση του Πατριμονίου του Αγίου Πέτρου. Το έργο αυτό προέβλεπε την κατασκευή οχυρώσεων στα Radicofani και Montefiascone και την ενίσχυση των ήδη υπαρχουσών οχυρώσεων. Το Ορβιέτο εκείνη την εποχή διεκδικούσε τον σιτοβολώνα της περιοχής Val di Lago και τον έλεγχο της κωμόπολης Aquependente. Σ’ αυτήν βρίσκονταν η γέφυρα που έλεγχε την Via Francigena, του σημαντικότερου εμπορικού δρόμου της περιοχής. Το Aquapendente διεκδικούσαν ο πάπας, ο Γερμανός αυτοκράτορας και το Ορβιέτο. Το 1198 ο Ιννοκέντιος ΙΙΙ έθεσε την κωμόπολη υπό τον έλεγχό του με αποτέλεσμα την δημιουργία έντασης στις σχέσεις του με το Ορβιέτο. Ως αποτέλεσμα ο επίσκοπος της πόλης ανακλήθηκε στην Ρώμη για εννιά μήνες. Την εποχή της απουσίας του επισκόπου οι Καθαροί βρήκαν την ευκαιρία για να διαδώσουν την αίρεσή τους στο Ορβιέτο[4].
Για την μετάδοση του Καθαρισμού στο Ορβιέτο μοναδική πηγή είναι το έργο La Leggenda[5] του Maestro Giovanni (Μαστρογιάννι), το οποίο αναφέρεται σαν μαρτυρολόγιο στην ζωή του παπικού απεσταλμένου Pietro Parenzo και την δολοφονία του από τους Καθαρούς του Ορβιέτο το 1199. Ο Maestro Giovanni ήταν κληρικός του καθεδρικού της πόλης και υπηρέτησε ως επίσκοπος τα έτη 1211-1212.
Σύμφωνα με αυτή την πηγή οι Καθαροί εμφανίστηκαν στην πόλη την εποχή της ποίμανσής της από τον επίσκοπο Rustico (1168-1176). Οι πρώτοι απεσταλμένοι ήρθαν από την Φλωρεντία με αρχηγό κάποιον Diotesalvo. Ακόλουθοί του ήταν ο Hermannino της Πάρμα και ο Gerardo του Marzano. Ο επίσκοπος τότε είχε δυσκολίες λόγω της παρουσίας του Φρειδερίκου Ι, ο οποίος είχε ανεβάσει στην έδρα άνθρωπο της επιλογής του, τον Pietro degli Omodei. Ο διάδοχος επίσκοπος Ricardo έδιωξε τους Καθαρούς από την πόλη. Ωστόσο δύο από τις ακολούθους τους, η Milita από το Monte Amiata και η Julitta από την Φλωρεντία, προσποιήθηκαν ότι ήταν καθολικές και παρέμειναν. Ως προβατόσχημες έδρασαν συγκεκαλυμμένα και κατάφεραν με προσποιητή ευσέβεια να τραβήξουν αρκετούς προσήλυτους. Κάποια στιγμή ο επίσκοπος Ricardo αντιλήφθηκε την πραγματική κατάσταση και εκτέλεσε πολλούς αιρετικούς, αλλά όταν ο Ιννοκέντιος τον ανακάλεσε στην Ρώμη, οι Καθαροί βρήκαν την ευκαιρία και εξαπλώθηκαν.
Η αντιπαράθεση με τον πάπα λειτούργησε υπέρ τους. Ο Maestro Giovanni αναφέρει ότι ήταν περισσότεροι από τους καθολικούς, σε σημείο που οι δεύτεροι φοβόταν έναν ενδεχόμενο πόλεμο της πόλης με τις δυνάμεις της Αγίας Έδρας. Γι’ αυτόέστειλαν έναν απεσταλμένο στον Ιννοκέντιο ΙΙΙ για να ζητήσουν την βοήθειά του. Ο Ιννοκέντιος είχε αντιληφθεί ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει την καταπολέμηση της αίρεσης, ως πρόφαση για την επιβολή των πολιτικών σχεδίων του. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, εξέδωσε την διαταγή Vergentis in senium στις 25 Μαρτίου του 1199. Η διαταγή αυτή προέβλεπε ποινές για τους αιρετικούς, τους υποστηρικτές και τους προστάτες τους. Από τους λαϊκούς, όσοι κρίνονταν ένοχοι έχαναν τα πολιτικά τους δικαιώματα και αυτό ήταν ένα μέτρο που απέβλεπε στον έλεγχο της κομμούνας των πόλεων. Η διαταγή, όμως, δεν μπορούσε να εφαρμοστεί σε περιοχές που βρίσκονταν έξω από την δικαιοδοσία του, όπως ήταν πολλές ιταλικές πόλεις. Για την εφαρμογή της πολιτικής του ο Ιννοκέντιος έπρεπε να καταφύγει σε άλλα μέσα. Μπορούσε για παράδειγμα να χρησιμοποιήσει τις αντιπαραθέσεις των πόλεων για να στρέψει την μια εναντίον της άλλης. Έτσι δημιουργήθηκε ένα δίκτυο συμμαχιών και αντιπαλοτήτων, για παράδειγμα, η Παβία και η Κρεμόνα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον του Μιλάνου. Εκτός των πολιτικών, μπορούσαν ν’ ασκηθούν και εκκλησιαστικές πιέσεις και μέτρα προς την αντιμετώπιση της αίρεσης. Μπορούσαν να συνενωθούν επισκοπές ή να δημιουργηθούν νέες. Μπορούσαν ναοί να αναβαθμισθούν σε καθεδρικούς, λείψανα να μεταφερθούν σε πόλεις με έντονη παρουσία Καθαρών, όπως έγινε στην Φλωρεντία με την μεταφορά των λειψάνων του Αγ. Αποστόλου Φιλίππου. Με την λεηλασία της Κωνσταντινούπολης πολλά εκκλησιαστικά κειμήλια μεταφέρθηκαν στην Ρώμη και μπορούσαν να τοποθετηθούν κατά την αρέσκεια του πάπα. Στην Κρεμόνα, πόλη όπου το κόμμα των Ghibellines υπερτερούσε, ο Ιννοκέντιος αγιοποίησε τον έμπορο Homonobus, μέλος του κόμματος των Guelf[6]. Με αυτούς τους τρόπους ο πάπας αντιστάθμιζε την έλλειψη αρμοδιότητας.
Η παρέμβαση του πάπα στα εκκλησιαστικά ζητήματα του Ορβιέτο έφερε τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και ωφέλησε τους Καθαρούς.Κατά την διάρκεια της απουσίας του επισκόπου Ricardo, έφτασε στην πόλη κάποιος Καθαρός από το Viterbo, ονόματι Πέτρος Λομβαρδός. Αυτός συγκάλεσε συμβούλιο Καθαρών και σύντομα το Ορβιέτο γέμισε αιρετικούς. Τα κηρύγματα τους γινόταν πια δημόσια και στους ακροατές συγκαταλέγονταν πολλοί αριστοκράτες και άλλοι επιφανείς και μη πολίτες. Η έκκληση των καθολικών προς τον πάπα για βοήθεια απαντήθηκε άμεσα. Ο πάπας έστειλε έναν νεαρό, τον Pietro Parenzo, να υπηρετήσει ως πρύτανης[7]. O Pietro καταγόταν από οικογένεια με μακρά παράδοση στην υπηρεσία του Ρωμαϊκού δήμου και βέβαια, λειτουργούσε υπέρ των συμφερόντων του πάπα. Αναφέρεται για παράδειγμα, κάποιος Iohannes Parentii, ως συγκλητικός της Ρώμης το 1188[8]. Το νεαρό της ηλικίας του Pietro δείχνει ότι είχε από μικρός εκπαιδευθεί για ν’ ακολουθήσει πολιτική καριέρα και η αποστολή του στο Ορβιέτο θα ήταν ένα σκαλοπάτι για την άνοδό του στα δημόσια αξιώματα. Η αποστολή του επίσης δείχνει την συμμετοχή της Ρωμαϊκής Συγκλήτου στην εκτέλεση των αποφάσεων της Αγίας Έδρας. Εκείνο, όμως που γίνεται ξεκάθαρο με την αποστολή του Parenzo είναι η άμεση εμπλοκή του πάπα στην διοίκηση του Ορβιέτο. Η έκκληση μερίδας πολιτών προς τον πάπα για την καταπολέμηση της αίρεσης είναι οπωσδήποτε μια πολλή βολική αφορμή. Δεν είναι σίγουρο αν οι πολίτες του Ορβιέτο επιθυμούσαν την αποστολή πρύτανη. Η έκκλησή τους μπορεί ν’ απέβλεπε στην επιστροφή του επισκόπου τους. Αν είναι έτσι, τότε η κίνηση του πάπα να απαγορέψει την συμμετοχή του επισκόπου στις θρησκευτικές εκδηλώσεις και η ανάκλησή του στη Ρώμη, ίσως να μην ήταν τόσο αφελής, όπως τείνουν να πιστεύουν οι ιστορικοί σήμερα. Η επιτυχής αντιμετώπιση των αιρετικών από τον επίσκοπο Ricardo δεν καθιστούσε την παρέμβαση του πάπα αναγκαία. Η απουσία του επισκόπου με την συνεπακόλουθη αύξηση των αιρετικών λειτούργησε υπέρ των σχεδίων του Ιννοκέντιου και θα μπορούσαμε εκ του αποτελέσματος να πούμε ότι τελικά ήξερε πολύ καλά τι έκανε. Η κίνηση ήταν σκόπιμη και επιτυχημένη. Το Ορβιέτο είχε πια ως πρύτανη, άνθρωπο του πάπα, ο οποίος θα μπορούσε να τακτοποιήσει την εκκρεμότητα στο θέμα της διεκδίκησης του Aquandepente κατά τα συμφέροντα της Ρώμης. Ο Ιννοκέντιος δεν ήταν απλώς οπορτουνιστής. Δεν περίμενε απλώς τις κατάλληλες ευκαιρίες για να δράσει. Τις δημιουργούσε ο ίδιος.
Τι σήμαινε, όμως πρύτανης μιας πόλης; Η αρμοδιότητά του αφορούσε κυρίως περιπτώσεις επιβολής της τάξης και αντιμετώπισης της απειθαρχίας[9]. Άρα η αποστολή του Parenzo ήταν ουσιαστικά η υποταγή του Ορβιέτο, όχι απλώς η αντιμετώπιση των Καθαρών. Ο Parenzo ήταν πολιτικό πρόσωπο, όχι εκκλησιαστικό. Με βάση αυτά τα καθήκοντα ακολουθούνταν από ένα δικαστή, τον Henrico, ο οποίος ήταν επίσης Ρωμαίος. Μάλιστα, σύμφωνα με την διήγηση του Maestro Giovanni, δειπνούσε μαζί του την νύκτα της δολοφονίας του.
Όταν ο Parenzo έφθασε στην πόλη, η παρουσία του δημιούργησε ανάμικτα συναισθήματα στους πολίτες. Όσοι είχαν αποταθεί στον πάπα για βοήθεια, ένιωσαν αγαλλίαση. Όσοι, όμως, κατάλαβαν ότι η παρουσία του αποτελούσε απειλή για την ανεξαρτησία της πόλης, εξοργίσθηκαν και αντέδρασαν. Μια από τις πρώτες διαταγές του νέου πρύτανη ήταν η απαγόρευση των εορταστικών εκδηλώσεων του καρναβαλιού, με το σκεπτικό ότι λειτουργούσαν ως προκάλυμμα για τις δολοφονίες που συνέβαιναν κατά την διάρκειά του[10]. Η απόφαση αυτή φαίνεται να έχει διττό χαρακτήρα, θρησκευτικό και πολιτικό.Οι αιρετικοί αντέδρασαν βίαια και μόλις μπήκε η Σαρακοστή σημειώθηκε εξέγερση στην κεντρική πλατεία της πόλης και τους περικείμενους πύργους. O Parenzo επενέβη άμεσα και συνέλαβε τους υπευθύνους. Ως τιμωρία επέβαλε την κατεδάφιση των πύργων τους. Από την ποινή φαίνεται ότι οι υποκινητές των ταραχών δεν ήταν τυχαία άτομα, αλλά σημαντικά πρόσωπα της πόλης, με την οικονομική επιφάνεια και την απαραίτητη δικαιοδοσία ή αυτονομία που τους επέτρεπε να κατέχουν πύργους. Συμπεραίνεται, λοιπόν, ότι το 1199 ο Καθαρισμός είχε εισβάλει στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και δημοτικά κλιμάκια. Όπως, η απόφαση είχε διπλό χαρακτήρα, έτσι και η αντίδραση είχε πολιτικά και θρησκευτικά αίτια. Εκείνο που παρατηρείται είναι η δυνατότητα των Καθαρών να συμμετέχουν στην πολιτική ζωή της πόλης και να προκαλούν αντιδράσεις. Αυτό είναι ένα εισαγωγικό στάδιο. Αργότερα θα φανεί ότι μπορούσαν να καθορίζουν την λήψη πολιτικών αποφάσεων και από κάποια στιγμή και μετά να τις επιβάλλουν.
Στην συνέχεια ο Parenzo προχώρησε στην λήψη μέτρων με καθαρά θρησκευτικά κριτήρια. Σε συνεργασία με τον επίσκοπο της πόλης, παρείχε αρχικά μια περίοδο χάριτος, κατά την οποία οι αιρετικοί θα μπορούσαν να επιστρέψουν στον παπισμό, χωρίς συνέπειες για την προηγούμενη αιρετική απόκλισή τους. Μετά από αυτήν την περίοδο επιβάλλονταν ποινές που προέβλεπαν δημόσια μαστιγώματα, εξορία από την πόλη και κατεδάφιση των οικιών, κατά τα μεσαιωνικά πρότυπα των ποινολογίων. Στις περιπτώσεις των εύπορων Καθαρών, εμπόρων, τοκογλύφων κλπ. επιβλήθηκαν χρηματικά πρόστιμα.
Το Πάσχα ο Parenzo επέστρεψε στην Ρώμη για να γιορτάσει με την φαμίλια. Παρουσιάσθηκε στον Ιννοκέντιο κατά την διάρκεια της παραδοσιακήςπορείας του πάπα από τον Άγιο Πέτρο στο Λατερανό. Του ανέφερε τις ανησυχίες για την ασφάλειά του, καθώς οι αιρετικοί επιβουλεύονταν την ζωή του. Ο Ιννοκέντιος τον παρηγόρησε, του έδωσε άφεση αμαρτιών και τον έστειλε πίσω στο Ορβιέτο. Οι υποψίες είχαν βάσει. Την πρώτη νύκτα της επιστροφής του στο Ορβιέτο δείπνησε με τον δικαστή Henrico. Ήδη κατά την απουσία του είχε οργανωθεί ένα σχέδιο απαγωγής του από τους Καθαρούς της πόλης. Για να εφαρμοστεί το σχέδιο ήταν απαραίτητη η συμμετοχή ενός ανθρώπου από το περιβάλλον του Pietro. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο υπηρέτης του Radulph, ο οποίος εξαγοράστηκε για ν’ ανοίξει την πόρτα στους συνομώτες. Το σχέδιο προέβλεπε την απαγωγή και τον εκβιασμό του Pietro.
Μετά το δείπνο ο Pietro πήγε για ύπνο. Ο Radulph άνοιξε την πόρτα στους απαγωγείς, οι οποίοι όρμησαν στον πάνω όροφο, στο δωμάτιο του θύματος, τον άρπαξαν και του πέρασαν μια κουκούλα στο κεφάλι για να μην βλέπει. Στην συνέχεια τον πήγαν σε έναν αχυρώνα έξω από την πόλη. Εκεί άρχισε ο εκβιασμός. Απαίτησαν να τους επιστρέψει τα πρόστιμα, τα οποία είχαν πληρώσει και να παραδώσει την διοίκηση της πόλης. Για να του χαρίσουν την ζωή ζήτησαν κάτι ακόμη, κάτι πολύ σημαντικό διότι ρίχνει φως στο πως οι Καθαροί πετύχαιναν την συνεργασία αυτών που δεν είχαν συναινέσει, ούτε είχαν αποδεχθεί την αίρεση. Ζήτησαν, λοιπόν, να ορκιστεί ότι, όχι μόνο δεν θα συνέχιζε τις διώξεις εναντίον τους, αλλά αντίθετα θα συνεργάζονταν μαζί τους και θα τους βοηθούσε. Ο όρος “iuratorium cautionem” , τον οποίο χρησιμοποιεί ο Maestro Giovanni, είναι πολύ συγκεκριμένη έννοια του Ρωμαϊκού δικαίου και αναφέρεται σε όρκο, ο οποίος επισφραγίζει μια υποχρέωση. Δηλαδή, με τον όρκο αυτό ο Pietro «δένονταν» νομικά απέναντι στους Καθαρούς με μια υποχρέωση. Δεν θα του επιτρέπονταν πλέον να λειτουργεί επιλεκτικά και διακριτικά, αλλά θα ήταν υποχρεωμένος να κάνει ο,τιδήποτε του ζητούσαν, χωρίς ανταλλάγματα και χωρίς δικαίωμα επιλογής. Από την υπό εξέταση περίπτωση, και στον βαθμό που μας επιτρέπεται η γενίκευση, συνυπολογιζομένης της σπανιότητας των πηγών και της μοναδικότητας της άρνησης του Pietro, με αποτέλεσμα την δολοφονία του και την εξ αυτής ευκαιρία για εξέταση του ζητήματος και την αποκάλυψη πληροφοριών που σε άλλες περιπτώσεις μένουν μυστικές, συμπεραίνεται ότι, οι Καθαροί μπορούσαν να πετύχουν την συνεργασία πολιτικών δυνάμεων εχθρικά διακείμενων προς την περίπτωσή τους, με τον εκβιασμό, την νομική υποχρέωση, ακόμη και με απειλές κατά της ζωής, απειλές τις οποίες δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να πραγματοποιήσουν.
Ο Pietro Parenzo δεν υπέκυψε στον εκβιασμό και αρνήθηκε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις τους. Οι Καθαροί τον μαχαίρωσαν και άφησαν τον άψυχο σώμα του κάτω από ένα δένδρο στην άκρη του δρόμου. Η δολοφονία του Pietro από τους Καθαρούς, ήταν μία πολιτική δολοφονία. Όταν οι Καθαροί δεν πετύχαιναν την συμφωνία ή την συνεργασία που ήθελαν, προχωρούσαν σε φυσική εξόντωση των αντιπάλων τους. Ο επίσκοπος επιχείρησε να δημιουργήσει μια λατρεία γύρω από το θάνατο του Parenzo. Προσπάθησε να τον προβάλει ως μάρτυρα. Τον κήδεψε στον καθεδρικό του Αγίου Ανδρέα της πόλης και διέδωσε την φήμη περιπτώσεων θαυματουργικής θεραπείας. Ο πάπας όμως αρνήθηκε να τον αγιοποιήσει γεγονός που εκλαμβάνεται ως ενδεικτικό της κακής τροπής των σχέσεών του με την φαμίλια των Parenzo. Εκτός αυτού ο Ιννοκέντιος δεν ήθελε να επιτρέψει την ενδυνάμωση της επισκοπής στο Ορβιέτο.
Ποιοι δολοφόνησαν τον Pietro Parenzo; Δεν υπάρχει κάποια σύγχρονη πηγή που να κατονομάζει τους δολοφόνους. Από τον διάλογο του Pietro με τους απαγωγείς του, και συγκεκριμένα από την απαίτησή τους για επιστροφή των προστίμων, φαίνεται ότι ήταν εύποροι. Μόνο σε εύπορους επιβάλλονταν χρηματικά πρόστιμα, εφόσον αυτοί μπορούσαν να πληρώσουν. Ένα χρονικό του ΙΕ’ αι. κατονομάζει τους Prefetti di Vico[11], οικογένεια μέλος της παλαιάς φεουδαρχικής αριστοκρατίας. Είναι γνωστό ότι μετά το έγκλημα οι δράστες κατέφυγαν σε αγρόκτημα των Prefetti, οι οποίοι λίγο αργότερα έχασαν το κάστρο τους, ίσως ως τιμωρία για το έγκλημα.
7.4.2 Οι Καθαροί του Ορβιέτο
Το La Leggenda αναφέρει τους Καθαρούς της πόλης με βάσει την κοινωνική τους θέση. Ματρόνες, νεόπλουτοι μεγαλοαστοί ιδιοκτήτες πύργων στην κεντρικοί πλατεία, έμποροι, τοκογλύφοι. Με βάσει αυτό τον διαχωρισμό, το ερώτημα που γεννιέται είναι αν η μετάδοση του Καθαρισμού ακολουθούσε κάθετη κατεύθυνση ή οριζόντια στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Τα υπάρχοντα στοιχεία για την μικρή πόλη του Ορβιέτο, με τις μεσαίου μεγέθους αριστοκρατικές οικογένειες, σε μια εποχή ανάπτυξης της τοπικής κομμούνας σε πολιτικό επίπεδο, και των συντεχνιών σε επαγγελματικό, δείχνουν ότι οι κάθετες πελατειακές σχέσεις ήταν πολύ ασθενείς για να στηρίξουν μια θεωρία για μετάδοση του Καθαρισμού μέσω αυτών. Σε μεγαλύτερες πόλεις, όπως η Φλωρεντία, η θεωρία αυτή τεκμηριώνεται καλά από τα στοιχεία. Στο Ορβιέτο, όχι[12]. Ο Καθαρισμός χρησιμοποίησε τα νεότευκτα οριζόντια κοινωνικά δίκτυα, όπως τις συντεχνίες, τα αδελφάτα, τους στρατιωτικούς συνδέσμους, για να διαδοθεί.
Ένας άλλος παράγοντας, ο οποίος επέδρασε θετικά στην ανάπτυξη των Καθαρών στο Ορβιέτο, ήταν η άνοδος του Popolo και η ανάληψη σημαντικών δημόσιων αξιωμάτων από τους πολίτες. Ήδη από το 1240 το Popolo έχει εδραιώσει την θέση του σε θεσμούς δημόσιας διοίκησης. Ωστόσο, δεν έχουν καταγραφεί βίαιες συγκρούσεις στην μετάβαση της εξουσίας από τους παλαιούς στους νέους φορείς[13]. Θα μπορούσε η επίδραση των Καθαρών, με τις γνωστές μεθόδους τους, να ευθύνεται γι’ αυτό;
Το 1244 η πρυτανεία ήταν στα χέρια του Popolo και από τους τρεις πρυτάνεις ο ένας, ο Raniero de Arari, ήταν αδιαμφισβήτητα Καθαρός. Σύμφωνα με τα αρχεία τις Ιεράς Εξέτασης[14], η μητέρα του “domina Camera” καταδικάστηκε επειδή συμμετείχε σε συναντήσεις αιρετικών στο σπίτι του γιου της. Την ίδια εποχή καταρτίσθηκε η Carta del Popolo[15]. Είναι γνωστό ότι το Popolo της πόλης έδειξε ανοχή απέναντι στην αίρεση. Το 1239 ο θησαυροφύλακας της πόλης ήταν ένας ονομαστός Καθαρός, ο Provenzano Lupicini.
Την ίδια χρονιά (1239) έγινε απόπειρα εγκατάστασης Δομινικανού Ιεροεξεταστή, του Fra Ruggiero Calgani, ο οποίος ήρθε ύστερα από επιτυχημένη σταδιοδρομία στην Φλωρεντία. Οι Δομινικανοί δεν είχαν πολύ καιρό, που εγκαταστάθηκαν στο Ορβιέτο, μόλις το 1230-32, λίγο μετά τους Φραγκισκανούς. Η αντίδραση των Καθαρών ήταν βίαιη και άμεση. Μια ομάδα εισέβαλε στο νεόκτιστο κατάλυμα τους κι επιτέθηκε στην αδελφότητα.Η αιματηρή επίθεση δεν αποκάρδιωσε τον Fra Ruggiero. Αμέσως μετά ξεκίνησαν ανακρίσεις, οι οποίες κατέληξαν στην αναγνώριση των δραστών. Μεταξύ αυτών ήταν οι Bartolomeo και Rainerio de Tosti, οι πρώτοι που κλήθηκαν για κατάθεση. Αρχικά αρνήθηκαν την συμμετοχή, αλλά αργότερα ομολόγησαν. Ο Rainerio ήταν αυτός που έδειρε μέχρι αίματος τον Ιεροεξεταστή. Ανάμεσα στους δράστες συγκαταλέγονταν ο συγγενής των δύο αδελφών Cristoforo de Tosti, ο θησαυροφύλακας Provenzano Lupicini, οι Bivieno και Giuliano di Biagio. Οι Δομινικανοί πέτυχαν με την συνδρομή του podestà ικανοποιητική ποινή. Στόχος ήταν ο δημόσιος εξευτελισμός των δραστών. Οδηγήθηκαν γυμνόποδες και φορώντας μόνο τα υποκάμισα, έχοντας σχοινί τυλιγμένο στο λαιμό τους, στην κεντρική πλατεία ενώπιον του πλήθους. Αποκήρυξαν την αίρεση αναγκαστικά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τελείωσε η συμμετοχή τους στην αιρετική δράση ή την πολιτική του Ορβιέτο. Εκτός από τον δημόσιο εξευτελισμό δεν αναφέρεται κάποια άλλη από τις συνήθεις ποινές, πρόστιμα, κατεδαφίσεις οικιών ή εξορίες. Ουσιαστικά, η αίρεση δεν δέχθηκε κανένα πλήγμα και αυτό δείχνει την αδυναμία της Ιεράς Εξέτασης ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα, αδυναμία που οφείλονταν στο γενικότερο κλίμα που επικρατούσε στην πόλη υπέρ των Καθαρών. Άρα, το Ορβιέτο έδωσε το μήνυμα που ήθελε στους Δομινικανούς και τον εργοδότη τους.
Για πολύ καιρό δεν παρατηρείται κινητικότητα προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης των Καθαρών. Το 1240 ο Fra Ruggiero άκουσε την εξομολόγηση του Ildebrandino Ricci de Tosti[16]. Ωστόσο, μόλις το 1249, μια δεκαετία μετά την άφιξή του, μπόρεσε να επιβάλλει μια αξιοπρόσεκτη ποινή. Τότε καταδικάστηκαν επτά άτομα, πέντε εκ των οποίων ήταν Tosti. Οι άλλοι ήταν οι Giuliano και Bivieno di Biagio. Παρατηρείται ότι πρόκειται για τα ίδια άτομα που είχαν κατηγορηθεί για την επίθεση στον Fra Ruggiero. Οι di Biagio δεν ήταν αυτόχθονες, αλλά είχαν έρθει από το γειτονικό Todi. Η νέα καταδίκη αφορούσε την επιορκία των Giuliano di Biagio και Ildebrandino Tosti, οι οποίοι υποτίθεται ότι είχαν μετανοήσει και απαρνηθεί την αίρεση, αλλά τελικά ξαναγύρισαν, οπότε παραβίασαν την εκκλησιαστική ασυλία που τους είχε δοθεί. Τους επιβλήθηκε πρόστιμο να πληρώσουν χίλιες λίβρες ο καθένας. Η επιβολή αυτού του προστίμου δείχνει ότι την εποχή αυτή η Ιερά Εξέταση, είτε ήταν αρκετά ισχυρή για να προχωρήσει σε τέτοιες ποινές, είτε προσπαθούσε να γίνει. Οι καταδικασθέντες επιχείρησαν ν’ αποφύγουν την πληρωμή. Μαζί με τους αδερφούς τους Cristoforo Tosti και Bivieno di Biagio επισκέφτηκαν τον γραμματικό Boniohanis, ο οποίος είχε γράψει το πρόστιμο και απείλησαν να τον σκοτώσουν αν δεν τους έδινε απόδειξη ότι πλήρωσαν[17].
O podestà υποστήριξε για άλλη μια φορά την απόφαση της Ιεράς Εξέτασης. Οι οικογένειες των καταδικασθέντων απάντησαν με επιστράτευση. Εξόπλισαν τους πύργους τους, συγκέντρωσαν όπλα στα σπίτια τους και ξεσήκωσαν τον λαό της πόλης. Ο Bivieno di Biagio, σύμφωνα με την καταδικαστική απόφαση ήταν Καθαρός ήδη από τριακονταετίας. Είχε επίσης καταδικαστεί σε εξορία, εννέα χρόνια πριν, αλλά όπως φαίνεται δεν υπήρχαν οι δυνάμεις για την εκτέλεση τη καταδίκης. Αυτός μίλησε στην κεντρική πλατεία της πόλης, ενώπιον του πλήθους και καταφέρθηκε ενάντια στον podestà και την πολιτική δίωξης των Καθαρών. Τελικά η καταδίκη έμεινε κενό γράμμα. Αποδείχθηκε πως ούτε το 1249 η Ιερά Εξέταση είχε την δυνατότητα να διώξει την αίρεση σε μια πόλη, της οποίας την κυριότητα είχε ο πάπας, μιας πόλης πολύ κοντάστην Ρώμη. Ο λόγος αυτής της αδυναμίας, όπως μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης, είναι καθαρά πολιτικός. Την ίδια εποχή, που σε πιο απομακρυσμένες περιοχές της Ευρώπης, η αίρεση διώκονταν απηνώς, στην γειτονιά του παπικού κράτους δεν υπήρχε προθυμία των κοσμικών αρχών προς αυτήν την κατεύθυνση και ο λόγος είναι ότι ο νούμερο ένα πολιτικός αντίπαλός τους δεν ήταν οι Καθαροί, αλλά ο πάπας. Έτσι, δεν ξανακούμε πράξεις της Ιεράς Εξέτασης στο Ορβιέτο μέχρι το 1963, οπότε και ανέλαβαν οι Φραγκισκανοί.
Από τα ανακριτικά αρχεία της δεκαετίας του ’60 αντλούνται χρήσιμες πληροφορίες για τους Καθαρούς των προηγούμενων δεκαετιών, εφόσον μια εξέταση πήγαινε τόσο πίσω, όσο βοηθούσε η μνήμη του εξεταζόμενου[18]. Σ’ αυτά αναφέρεται ο τοκογλύφος Cittadino Viviani Avultronis[19], ως απόγονος ενός από τους εμπλεκομένους στην δολοφονία του Pietro Parenzo. Από την μελέτη των εγγράφων αυτών γίνεται κατανοητό ότι ο Καθαρισμός είχε ευρύτερη διάδοση στις ανερχόμενες φαμίλιες, των οποίων τα συμφέροντα ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με την διοίκηση της πόλης και λιγότερο στην παλαιά αριστοκρατία, όπως οι Prefetti.
Ο πιο ονομαστός οίκος Καθαρών ήταν των Toste. Αυτοί είχαν τα παλάτια και τους πύργους τους στην γειτονιά (rione) της Santa Pace[20]. Ο οίκος αναφέρεται στις πηγές ήδη από την αρχή του ΙΒ’ αι. Δύο μέλη του υπέγραψαν συνθήκη με την Σιένα το 1202[21]. Κάποιος άλλος ενήργησε ως μεσολαβητής σε διακανονισμό μεταξύ του επισκόπου (πρώην Maestro) Giovanni και των Bulgarelli, κόμηδων του Parrano, το 1212. Το 1221 εμφανίζονται οι υπογραφές των Ranuccio και Ranerio Toste σε συμφωνία πάλι με την Σιένα[22]. Το 1229 έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της κομμούνας του Ορβιέτο και του κάστρου Montepulciano, που οδήγησε σε συμμαχία με την Φλωρεντία. Η συμφωνία υπογράφηκε στην οικία τους[23].
Στα αρχεία της ίδιας περιόδου αναφέρονται ως Καθαροί τα μέλη της οικογένειας Lupicini. Πρόκειται για παλιά οικογένεια της πόλης και κάποιοι από αυτούς είχαν υπηρετήσει ήδη ως δημοτικοί σύμβουλοι στα τέλη του ΙΒ’ αι[24]. Κάποιος Johannes Lupicini συμμετείχε στην υπογραφή της συμφωνίας με την Σιένα το 1202[25]. Ο Provenzano, ο θησαυροφύλακας (camerarius) του 1239, ο οποίος αναφέρθηκε παραπάνω, εμφανίζεται στα δημόσια έγγραφα από το 1220[26]. O Amideo Lupicini εμφανίζεται ως σύμβουλος, την εποχή που ο Provenzano ήταν θησαυροφύλακας, το 1239. Υπηρέτησε ως πρύτανης από κάποια στιγμή μέχρι το 1266[27]. Τα φορολογικά αρχεία δείχνουν ότι η οικογένεια είχε υψηλά εισοδήματα στα μέσα του ΙΓ’ αι. Οι δύο αυτές οικογένειες, οι Toste και οι Lupicini δεν κατείχαν τίτλους.
Μια τρίτη οικογένεια που εμφανίζεται στα έγγραφα της Ιεράς Εξέτασης είναι οι Toncelle. O πατερφαμίλιας ήταν ο Toncella, όπως δείχνει και το επίθετο της οικογένεια, γιος του Αρώνη (Arone), ο οποίος το 1202 εμφανίζεται ως απλός πολίτης σε μια λίστα Ορβιετάνων[28]. Το 1215 υπηρέτησε ως θησαυροφύλακας[29]. Η φαμίλια κατείχε μέγαρο και πύργο στο San Andreas. O Toncella και ο γιος του Artone πέθαναν ως Καθαροί, έχοντας λάβει το consolamentum. Ο άλλος γιος του, ο Messer Domenico,ήταν θησαυροφύλακας το 1234 και συμμετείχε σε έναν διακανονισμό της κομμούνας της πόλης με τον επίσκοπο. Ο τελευταίος είχε αφορίσει ολόκληρη την πόλη και η κομμούνα του κατέβαλε ένα σημαντικό ποσό (δωροδωκία;) για να άρει τον αφορισμό[30]. Η καταδίκη των Καθαρών της οικογένειας το 1268, στηρίχθηκε στην ομολογία της συζύγου του Domenico, Syginetta[31]. Ένα άλλο μέλος της οικογένειας, ο Messer Matteo, υπηρέτησε σε σημαντικές δημόσιες θέσεις. Δεν κατηγορήθηκε για αίρεση. Ο γιος του Pietro de Matteo αναδείχθηκε σε σπουδαίο νομικό.
Οι πληροφορίες που συλλέγονται από τα αρχεία για την δεκαετία του ’40 δείχνουν ότι η παρουσία των Καθαρών στα δημόσια αξιώματα είχε δημιουργήσει όχι απλώς κλίμα ανοχής, αλλά ευνοϊκό κλίμα γι’ αυτούς. Δηλαδή, όχι μόνο η αίρεση εξαπλώνονταν στην πόλη, αλλά όλο και περισσότεροι Καθαροί ανέρχονταν σε διοικητικές θέσεις, με τους περισσότερους να προέρχονται από οικογένειες εμπόρων και τοκογλύφων[32].
Με την έναρξη της δεκαετίας, τρεις Καθαροί κατείχαν υψηλά δημόσια αξιώματα΄ ο Ranerio Raneri di Arari, o Ranieri Adilascie και ο Martino Guidutie. Ο πρώτος έφτασε μέχρι το αξίωμα του πρύτανη το 1244. Η μητέρα του Camera, χήρα του Rainucci de Arari καταδικάστηκε το 1268 για αίρεση[33]. Σύμφωνα με την ομολογία της ο γιος της είχε ενεργό ρόλο στην αίρεση. Η ίδια δέχονταν τους Τελείους στην οικία της και τους παρείχε τροφή και στέγη καθ’ υπόδειξη του Ranerio. Αυτός, μαζί με τον αδελφό του Bonifatio ασχολούνταν με εμπορικές επιχειρήσεις, ενώ δυο άλλα μέλη, οι Bonifatio Dominici Ranucti de Arari και Bartolomeo Boncompagni Ranucti de Arari, συνδέονταν με την τοπική αριστοκρατία, μέσω του Pietro Munaldi, του οίκου των Monaldeshi. Λόγω της οικονομικής τους επιφάνειας μπορούσαν να μπουν εγγυητές για τους συγκεκριμένους αριστοκράτες, όπως και μπήκαν το 1248. Μια τέτοια κίνηση δημιουργούσε τις ανάλογες υποχρεώσεις, όπως μπορούμε να καταλάβουμε. Ο Pietro Munaldi, ως μικρός φεουδάρχης ήθελε να επεκτείνει την κυριαρχία του. Του δόθηκε η ευκαιρία να δεχθεί την υποτέλεια του οχυρού της Sberna, αλλά έπρεπε να δώσει τα ανάλογα ανταλλάγματα. Επειδή δεν είχε την οικονομική ευχέρεια ν’ ανταπεξέλθει, στράφηκε στους τοκογλύφους. Αυτοί ζητούσαν εγγυητές και ο Pietro Munaldi απευθύνθηκε στους προστατευόμενους του de Arari. Αυτοί φάνηκαν πρόθυμοι να συζητήσουν και στο τέλος δέχθηκαν, αφού έλαβαν τα ανάλογα προνόμια΄ προστατευόμενο εμπορικό μονοπώλιο στο νέο φέουδο, ανοχή ή και προστασία της αίρεσης. Τοκογλύφοι και έμποροι είχαν κάθε λόγο να γιορτάσουν την νέα επικερδή συμφωνία, καθώς ανοίχτηκαν νέες προοπτικές για μπίζνες και προσηλυτισμό, και ο καλύτερος τρόπος ήταν η νυχτερινή συγκέντρωση στα υπόγεια του μεγάρου των de Arari με το καθιερωμένο «φίλημα της γάτας[34]».
Ο Ranieri Adilescie ήταν επίσης πρύτανης τον Φεβρουάριο του 1947 με τον Martino Martini Guidutii σύμβουλο και εκπρόσωπο της συντεχνείας των εμπόρων στο δημοτικό συμβούλιο. Από τους γιους του Ranieri ο Pietro Coroza ήταν σύμβουλος του Capitano το 1262 και καταδικάστηκε για αίρεση[35]. Ο άλλος γιος του, ο Jacobo, έγινε κληρικός στον Άγιο Ανδρέα και ήταν παρών στην καταδίκη της Syginetta, της χήρας του Domenico Toncelle. Η συνεργασία του με τους Καθαρούς της κομμούνας ήταν επικερδής, καθότι ήταν ο άνθρωπος που εκμεταλλεύτηκε την δημοτική περιουσία, ως αντάλλαγμα για δάνειο που παρείχε μαζί με τον Martino στον podestà για την αποπληρωμή κάποιου οφειλόμενου ποσού στους Φλωρεντίνους[36].
Οι Guiduttie ήταν οικογένεια εμπόρων και όπως είπαμε, το 1247 είχαν αρκετή επιρροή ώστε να διορίσουν ως εκπρόσωπο της συντεχνίας στο δημοτικό συμβούλιο, μέλος δικό τους. Διέμεναν στην γειτονιά της Santa Pace, όπως και οι Toste. Ήταν αφοσιωμένοι Καθαροί. Στις καταδίκες του 1268 αναφέρονται οι αδελφές του Martino. Η Matthea είχε παντρευτεί τον τοκογλύφο Miscinello Ricci Miscinelli και είχε λάβει το consolamentum όταν είχε αρρωστήσει βαριά με την προοπτική του θανάτου να πλανάται[37].Μια άλλη αδελφή του Martino, η Albasia, σύζυγος του Pietro Frascambocca, καταδικάστηκε την ίδια περίοδο. Η Amata, σύζυγος του αδελφού του Martino, Enrico Martini, καταδικάστηκε επίσης το 1268 κι έχασε την προίκα της μαζί με την περιουσία του άνδρα της[38]. Μαζί καταδικάστηκαν και οι γιοι της Mathutio και Barthutio[39]. Στην καταδίκη αναφέρεται ότι μυήθηκαν στην αίρεση από τους γονείς τους. Η καταδίκη του Martino αναφέρει ότι ο ίδιος ήταν απών[40]. Το πιο πιθανό είναι ότι ήταν ήδη νεκρός την χρονιά εκείνη.
Την δεκαετία του ’50 οι Καθαροί κατείχαν τα περισσότερα δημόσια αξιώματα της πόλης. Τα ονόματά τους εμφανίζονται στα ανακριτικά αρχεία του 1268. Εκτός από τους προαναφερθέντες καταγράφονται οι εξής:
- Raynerius Stradigotto Ricci de Tostis, κατείχε το αξίωμα του anziano, του συμβούλου δηλ. του capitano, το 1262[41],
- Bevenutus Pepi, anziano το 1256, καταδικάστηκε ύστερα από ομολογία της χήρας του Domina Benamata[42],
- Amideo Lupicini, αρχηγός συντεχνίας (Priore delle arti e delle Compagnie) το 1255 και πρύτανης το 1266, όπως είπαμε παραπάνω[43],
- Petrus Raineri Adilascie, επίτροπος (sindaco del Comuna d’ Orvieto[44]) της κομμούνας το 1256 και anziano το 1262[45],
- Domenico Toncelle, αρχηγός των συνδικάτων της πόλης το 1255, 1256 και 1259 και Capitano del Popolo το 1257[46],
- Messer Munaldo Ranieri Stefani, θησαυροφύλακας το 1245[47].
Από όλους αυτούς ο πιο ισχυρός, όπως φαίνεται, ήταν ο Domenico Toncelle, διότι κατείχε κατά καιρούς τα ίδια αξιώματα με τους υπόλοιπους, αλλά στις θητείες του παρακολουθούσε σημαντικές εξελίξεις. Για παράδειγμα ανέλαβε Priore delle Arti e delle Soscietà το 1255 και αντικατέστησε τον Amideo Lupicini εν μέσω εξεγέρσεως της Aquandepente, την οποία αντιμετώπισε επιτυχώς και επανέφερε την πόλη υπό την κηδεμονία του Orvieto. Το αξίωμα του priore αποδείχθηκε ισχυρότατο για τα θέματα της πόλης και ενδεχομένως ήταν το αντίπαλο δέος σε αυτό του podestà, στην θέση του οποίου τοποθετούσε άνθρωπο της επιλογής του ο εκάστοτε επικυρίαρχος. Το 1256 το Aquadepente εξέλεξε τον Friar Lorenzo για να εμφανιστεί ενώπιον του Toncelle και να τελειώσει τις συνομιλίες και να συμφωνήσει τους όρους υποταγής στο Ορβιέτο. Από την επιλογή του ατόμου συμπεραίνεται ότι το Aquandepente παρέμενε πιστό στην πολιτική του πάπα, δηλ. το 1256 ήταν ο Καθαρός priore αυτός που επέβαλε τους όρους της συμφωνίας στον εκπρόσωπο της παπικής πολιτικής. Το 1259, όταν ο Toncelle ήταν και πάλι priore οι άρχοντες του Bisenzio[48] παρέδωσαν το νησάκι Martana[49] στην λίμνη Bolsena στην κυριαρχία του Ορβιέτο[50]. Τελικά η υπερβολική συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια του προκάλεσε αντιδράσεις και την ίδια χρονιά (1259) ο Domenico Toncelle δολοφονήθηκε από τον Filipeschi Bartolomeo di Pietro Gani στην πλατεία του Αγίου Ανδρέα[51].
Ο προσηλυτισμός του Benvenuto Pepi, όπως ομολόγησε η χήρα του Domina Benamata το 1268, όταν αυτός κατείχε το δημόσιο αξίωμα. Κατά την ομολογία, ο άνδρα της είχε δεχθεί στο σπίτι του τους αιρετικούς 16 ή 18 χρόνια πριν και ακολουθούσαν τον Καθαρισμό για μια περίοδο έξι χρόνων, δηλ. 1250-8. Φαίνεται ότι την περίοδο που οι Καθαροί κυριαρχούσαν στα πολιτικά δρώμενα της πόλης, η αποδοχή της πίστης τους ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την συμπλήρωση των κενών διοικητικών θέσεων της πόλης. Από πλευράς υποψηφίου η είσοδος στον Καθαρισμό ήταν μέσο ανάδειξης. Πρόκειται για παράνομη συναλλαγή με πολιτικές προεκτάσεις και αποκαλύπτεται ο τρόπος με τον οποίο οι αιρετικοί κατέλαβαν την εξουσία της πόλης, προωθώντας δικούς τους ανθρώπους στα δημόσια αξιώματα, αναγκάζοντας όσους ήθελαν να αναδειχθούν στην τοπική κοινωνία, ν’ αποδεχθούν την πίστη τους.
Η πολιτική κλίκα του Ορβιέτο δεν ήταν ο μοναδικός κύκλος των Καθαρών. Ήδη αναφέραμε μερικά ονόματα από τον κύκλο των εμπόρων με βαρύτερο αυτό των Toste. Η σύνδεση των δύο αυτών κύκλων αποκαλύπτεται από τον γάμο της Matthea, αδελφής του Martino Guidutie με τον τοκογλύφο Miscinelli. Το Καθαρό κύκλωμα των εμπόρων και των τοκογλύφων δεν εμπλέκονταν με εμφανή τρόπο στα πολιτικά δρώμενα της πόλης. Το έπρατταν παρασκηνιακά και μέσω επιγαμιών. Είχαν, βέβαια, τον δικό τους τομέα δραστηριοτήτων. Η οικογένεια των Miscinelli είναι παρούσα στην αρχειακή ιστορία της πόλης από το 1202[52]. Την χρονιά εκείνη ο Ranieri Miscinelli ήταν παρών στην υπογραφή συνθήκης με την Σιένα. Ο γιος του ονομάστηκε Nanzilotto (Λάνσελοτ)[53]. Κάποιος Benedetto Miscinelli παραβρέθηκε το 1212 ως μάρτυρας για την λύση ενός γάμου στο επισκοπικό δικαστήριο της πόλης. Ο σύζυγος ήταν επίσης Miscinelli, Oderisio ή Ricco[54]. Κλάδος της οικογένειας του Miscinello ήταν οι Ricci Miscinelli, περιβόητοι τοκογλύφοι του Ορβιέτο. Είχαν σημαντικές οικονομικές συναλλαγές με τους Σιενέζους, στους οποίους είχαν δανείσει σημαντικά κεφάλαια.
Οι Ricci Miscinelli ήταν γείτονες των Toste. Στην κατοχή τους είχαν ένα ακίνητο στην Santa Pace, στη διασταύρωση με την Piazza del Popolo, αυτή που είχε δημιουργηθεί μετά από κατάσχεση τμήματος οικοπέδου από τους Toste. Το 1268 καταδικάστηκαν τέσσερα μέλη της οικογένειας, ο Miscinello Ricci μαζί με την σύζυγό του και οι Cambio & Petrutio Ricci. Ο πρώτος ήταν ήδη καταδικασμένος αιρετικός το 1268, αλλά δεν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες μέχρι τότε για την εκτέλεση της ποινής του[55]. O Cambio Ricci ομολόγησε ότι είχε έρθει σ’ επαφή με τους Τέλειους στο μαγαζί του γουναρά Stratigotto, του οποίου ο ανιψιός ήταν επίσης τοκογλύφος μικρής εμβέλειας[56]. Ο Petrutio Ricci καταδικάστηκε επίσης[57], όπως και ένας νεαρός τρομπετίστας ο Petrutio Guidi Becci[58]. Ο τρομπετίστας τότε ήταν ένα δημόσιο αξίωμα΄ έπαιζε την τρομπέτα για να ειδοποιήσει τον κόσμο στις πλατείες όταν συνέβαιναν σημαντικά γεγονότα ή ανακοινώσεις. Βλέπουμε, ότι και το κατώτερο δημόσιο αξίωμα έπρεπε να είναι καλυμμένο από άτομο της αίρεσης. Μάλιστα στην καταδικαστική απόφαση αναφέρεται επίσης ως τοκογλύφος.
Το 1268 καταδικάστηκαν δεκατέσσερα μέλη της οικογένειας των Toste. Δύο από αυτούς, εκτός της αίρεσης ασκούσαν και την τοκογλυφία. Πρόκειται για τους Bartholomeo & Ranerio di Ranuccio[59]. Ένας από αυτούς, ο Cristoforo, ήταντοπικός αρχηγός της αίρεσης. Μαζί του καταδικάστηκαν ο γιος του Ranucetto και η κόρη του Tafura[60]. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός των άλλων στις ποινές των τοκογλύφων προβλέπονταν απαλοιφή των χρεών των οφειλετών τους, σοβαρότατο πλήγμα, όπως και οι κατασχέσεις.
Στις ίδιες καταδίκες του 1268 μπορεί να παρατηρηθεί ο σεκταριστικός χαρακτήρας των κοινωνικών σχέσεων των επιφανών οικογενειών των Καθαρών. Η Berardina, χήρα του Johane Marini, καταδικάστηκε μετά θάνατον για αίρεση. Λίγο πριν το θάνατό της είχε λάβει το consolamentum από τον γιο της Rainuccetto[61]. Η διαθήκη της διαβάστηκε στην οικεία του Bartho di Pietro Saraceni. Στην κόρη της Tecta άφηνε τις οφειλές από το δάνειο κάποιου εμπόρου μαζί με τους τόκους και τα έσοδα από το μισό μερίδιο ενός κοπαδιού. Η Tecta ήταν σύζυγος του Bartolomeo Rainuti Toste, που σημαίνει ότι η Berardina ήταν πεθερά του. Έχουμε δηλ. μια συμμαχία Καθαρών οικογενειών μέσω γάμου. Ο Bartolomeo και ο αδερφός του καταδικάστηκαν επίσης για αίρεση. Δεν υπάρχει καταδίκη της Tecta[62]. Ο έμπορος στον οποίο είχε δανείσει η Berardina ήταν ο Giovanni Claruvisi. Μαζί με την γυναίκα του Vianese καταδικάστηκαν για αίρεση[63]. Προστιμήθηκαν 400 λίβρες. Ο Bartho di Pietro Saraceni, στο σπίτι του οποίου διαβάστηκε η διαθήκη της Berardina, καταδικάστηκε ως αιρετικός μαζί με την γυναίκα του Adalascia[64].
Οι υπόλοιποι καταδικασθέντες δεν έχουν τόσο εμφανή και στενή σχέση με τους επιφανείς αυτούς οίκους. Δεν ήταν, όμως, άγνωστοι μεταξύ τους. Ο Bartho Fancisci, ο οποίος καταδικάστηκε με την γυναίκα του Belverde και τον ανιψιό του Neri, ήταν γείτονας με τους Toste στη Santa Pace[65]. Ομοίως ο Ranerio Zamfongini ήταν γείτονας των Lupicini και των Toncelle στο Monte Rubiaglio, μια περιοχή λίγα χιλιόμετρα ΒΔ του Ορβιέτο. Άλλοι ήταν έμποροι, μέλη της ίδιας συντεχνίας, όπως ο Ingilberto Tignosi, ο οποίος καταδικάστηκε μετά θάνατον. Ίσως να συνδέονταν με τον J. Tiniosi, τον αρχηγό των Καθαρών του κοντινού Viterbo, που αντιμάχονταν στις αρχές του αιώνα την πολιτική του Ιννοκέντιου στην πόλη του.
Μέχρι στιγμής αποκαλύφθηκαν τα διαπλεκόμενα κυκλώματα των Καθαρών που επηρέαζαν την πολιτική και το εμπόριο της πόλης. Ένα ακόμη κύκλωμα Καθαρών είχε απλωθεί στην παραγωγική οικονομία του Ορβιέτο. Πρόκειται για καλοστεκούμενους τεχνίτες, ιδιοκτήτες καταστημάτων στο κέντρο της πόλης και άλλων επαγγελματικών και ιδιωτικών ακινήτων. Το κύκλωμα αυτό συσπειρώνονταν γύρω από τις δραστηριότητες ενός Σιενέζου μέτοικου του Stradigotto. Αυτός ήταν γουναράς και είχε δικό του κατάστημα. Δεν είναι γνωστό αν μυήθηκε στον Καθαρισμό στην Σιένα ή στο Ορβιέτο. Η ανάκρισή του από τον Ιεροεξεταστή Fra Ruggiero δείχνει ότι κατοικούσε στην πόλη επί εικοσαετία. Η καταδίκη του περιελάμβανε και μια ομολογία πίστεως[66].
O Stradigotto μερίμνησε για την διάδοση της αίρεσης στην συντεχνία των γουναράδων, όπως και σε άλλες επαγγελματικές συντεχνίες. Έχουμε δηλαδή οριζόντια μετάδοση. Ο Amato ένας ακόμη Σιενέζος που κατοικούσε στο Ορβιέτο κατέθεσε ότι δέχθηκε δύο Καθαρούς Τέλειους στην οικία του, καθ’ υπόδειξη του Stradigotto. Άκουσε το κήρυγμά τους και τους απέτισε τιμή κατά τον τρόπο που του είχε δείξει αυτός[67].Άλλος ένας γουναράς, ο Blanco, ομολόγησε ότι παραβρέθηκε στο κήρυγμα ενός Φλωρεντίνου Καθαρού, του Nicola di Casalveri, ύστερα από πίεση του Stradigotto, και στην συνέχεια συνόδευσε την ομάδα των φιλοξενούμενων Καθαρών σε διάφορα μέρη[68]. Ο Nicola de Casalveri συναντήθηκε και με τους Benefactus & Rainerio Stephani, οι οποίοι καταδικάστηκαν για αίρεση[69]. Ο πρώτος ήταν υποδηματοποιός, ο δεύτερος σιδηρουργός.
Ένας άλλος γουναράς που καταδικάστηκε ως αιρετικός ήταν ο Vuscardo. Την χρονιά της καταδίκης του, το 1265, ήταν ήδη νεκρός. Το σπίτι του κατεδαφίστηκε και το οικόπεδο δόθηκε στην χήρα του Bellapratu, ως αποζημίωση για την προίκα της. Αυτή διέμενε με τον γιό της Frederico στη Serancia, ο οποίος ήταν επίσης γουναράς. Δώρισε το οικόπεδο στον γιό της, μια κίνηση που γεννά ερωτηματικά εφόσον θα την κληρονομούσε έτσι κι αλλιώς. Παρόντες και μάρτυρες της δωρεάς ήταν οι Blanco & Filippo Brusse, και οι δυο Καθαροί. Συμπεραίνεται ότι η δωρεά απέβλεπε στην αποφυγή της κατάσχεσης του οικοπέδου, σε περίπτωση καταδίκης της Bellapratu[70]. Πράγματι, τρία χρόνια μετά η Bellapratu, η νύφη της Grana και οι δύο μάρτυρες Blanco & Filippo Busse καταδικάστηκαν ως αιρετικοί. Οι δύο γυναίκες υποχρεώθηκαν να φορούν τον κίτρινο σταυρό στο στήθος, ενώ η περιουσία τους κατασχέθηκε. Ο Frederico δεν καταδικάστηκε και το πιθανότερο είναι ότι το οικόπεδο έμεινε στην κατοχή του.
Ο πληροφοριοδότης ήταν ο Filippo Busse. Δεν είναι γνωστό τι επαγγέλονταν. Είχε ένα σπίτι στο San Giovenale. Πριν την ομολογία πούλησε την οικία του, με τον Frederico εγγυητή. Όταν, αργότερα συνελήφθη και καταδικάστηκε για αίρεση, αποφασίστηκε η κατεδάφιση του σπιτιού επειδή σ’ αυτό είχαν γίνει consolamenta. Ο νέος αγοραστής έμεινε ν’ αναρωτιέται πως έπεσε θύμα απάτης, ενώ ο Filippo έμεινε με την ικανοποίηση ότι μπόρεσε να ρευστοποιήσει το ακίνητο. Με την ομολογία του ενέπλεξε τους γνωστούς του[71].
Οι γουναράδες ήταν μια ανερχόμενη επαγγελματική τάξη την εποχή. Αξιοποιώντας νέες τεχνικές στην επεξεργασία δερμάτων, κατάφεραν να ξεπεράσουν τις παλαιές προκαταλήψεις που υποτιμούσαν τα προϊόντα τους και να προσφέρουν συνδυασμούς γούνας με άλλα υφάσματα. Ουσιαστικά λάνσαραν νέα μόδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η τέχνη τους να γίνει περιζήτητη και οι γουναράδες να ταξιδεύουν ή ακόμη και να μετοικούν σε άλλες πόλεις, όπως ο Stratigotto.Ταυτόχρονα, απέφευγαν την πιο βρώμικη βυρσοδεψία. Η εμπλοκή τους με το εμπόριο άνοιξε την πόρτα της συντεχνίας τους στον Καθαρισμό, όπως συνέβη και με τα άλλα είδη της υφαντουργίας. Το επικερδές εμπόριο ανέβασε την οικονομική τους κατάσταση και στο Ορβιέτο η συντεχνία απόκτησε φωνή στην πολιτική. Εξέλεγαν δικό τους σύμβουλο σε όλους τους πολιτικούς θεσμούς της διοίκησης[72].
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι οι Καθαροί κατάφεραν να διεισδύσουν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της κοινωνίας και να ελέγξουν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της πόλης. Θα επιχειρηθεί παρακάτω η επιβεβαίωση του συμπεράσματος αυτού μέσω των στοιχείων που μπορούμε να αντλήσουμε για άλλες σημαντικές πόλεις της Λομβαρδίας.
7.4.3 Η κατάσταση στην Φλωρεντία
Εφόσον ο Καθαρισμός επεκτάθηκε στο Ορβιέτο από την Φλωρεντία, είναι λογικό να προσπαθήσουμε να διακρίνουμε, αν η μικρή κοινωνία του πρώτου αντέγραψε την μεγαλύτερη της δεύτερης. Η Φλωρεντία ως σημαντικότερη πόλησυνδέεται με τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα της εποχής με μια αμφίδρομη σχέση, η ζωή της δεν ακολουθεί μόνο την ιστορική εξέλιξη αλλά οι πολιτικές της αποφάσεις την καθορίζουν ως ένα βαθμό. Συνεπώς, σ’ αυτήν εμφανίζονται δύο χαρακτηριστικά, τα οποία δεν διέθετε το Ορβιέτο. Πρώτον, στην Φλωρεντία υπήρχε έδρα Καθαρού επισκόπου. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερο αριθμό πιστών και τα παραδείγματα έχουν μεγαλύτερη αντιστοιχία και βαρύτητα στην αναλογική κλίμακα. Δεύτερον, τα δύο κόμματα, οι Guelph και οι Ghibellines δίνουν πιο ενεργό ρόλο στον πάπα και τον αυτοκράτορα και τους επιτρέπουν να καθορίζουν μέσα από την δυναμική της αντιπαράθεσης ένα περιβάλλον εχθρικότερο στην ανάμειξη τρίτων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Άρα οι Καθαροί, αν μπορούσαν να λάβουν μέρος στην διαδικασία λήψης των αποφάσεων, αφενός μεν θα το είχαν κατορθώσει δυσκολότερα, αφετέρου θα μπορούσαν να επηρεάζουν επαγωγικά σημαντικότερα γεγονότα. Η δυσκολία των Καθαρών στην διείσδυση των κέντρων λήψης αποφάσεων, η οποία προέκυπτε από το άμεσο ενδιαφέρον των ανταγωνιστών τους αντισταθμίστηκε, όπως θα φανεί από δύο παράγοντες. Την εμβέλεια των προσώπων που έφεραν εις πέρας το έργο και την εκμετάλλευση του «πατριωτικού συναισθήματος», της επιθυμίας των τοπικών παραγόντων να καθορίζουν οι ίδιοι τις τύχες τους, την αυτοδιάθεσή τους, όπως θα λέγαμε σήμερα, στο βαθμό βέβαια κάτι τέτοιο ήταν εφικτό σε μια μεσαιωνική πόλη.
Πηγή πληροφόρησης για τους Καθαρούς της Φλωρεντίας είναι τα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης, των ετών 1244-5[73]. Προϊστάμενος των ανακρίσεων ήταν τότε ο Fra Ruggiero Calgani, ο Δομινικανός τον οποίο είχε ξυλοκοπήσει στο Ορβιέτο ο Provenzano Lupicini. Στα αρχεία αυτά η αντιμετώπιση της αίρεσης είναι σκληρότερη από την αντίστοιχη στο Ορβιετό, έντεκα εκτελέσεις στην πυρά και πολλές άλλες καταδίκες.
Τα βαριά ονόματα των καταδικασθέντων δείχνουν μεγαλοαστούς, εμπόρους και τραπεζίτες. Η φαμίλια των Macci περιελάμβανε τραπεζίτες από το 1203. Κατείχαν ακίνητα στην κεντρική πλατεία Orsanmichele, μερικά από τα οποία νοίκιαζαν σε δημόσιες υπηρεσίες από το 1232[74]. Η γυναίκα του Cavalcante de Maccis είχε λάβει το consolamentum και η κόρη τους με τον άντρα της είχαν δεχθεί Τελείους[75]. Όπως υποδεικνύει το όνομα οι Macci είχαν συγγένεια με τους Cavalcanti, οικογένεια εμπόρων και τραπεζιτών[76].Ήταν κάτοχοι ενός πύργου στην νέα αγορά. Δύο μέλη της οικογένειας καταδικάστηκαν ως Καθαροί: ο Ugoccione είχε υπηρετήσει ως δημοτικός σύμβουλος, εκπρόσωπος της εμπορικής συντεχνίας της Porta Santa Maria, το 1218΄ μαζί καταδικάστηκε και ο γιος του Herrigo.
Οι de Pulci ήταν άλλη μια επιφανής οικογένεια μπλεγμένη με την αίρεση. Ο Rinaldo de Pulci ήταν ιδιοκτήτης πύργου στην γειτονιά πίσω από την πλατεία που είναι σήμερα γνωστή ως Piazza Signoria και ιδρυτής της τράπεζας Pulci-Rimbertini. Κάποια Τέλεια, η Μαρία, μετά το consolamentum έμεινε στην οικία του για τέσσερις μήνες. Στο σπίτι πηγαινοέρχονταν συχνά Καθαροί[77]. Επίσης κάποιος Albano έλαβε το consolamentum στο σπίτι τους από τον Καθαρό επίσκοπο Torsello μαζί με μια γυναίκα, ονόματι Gemma de Caccialupis. Ο ίδιος ο Rinaldo ομολόγησε ότι είχε σχέσεις με τους Καθαρούς, επί δωδεκαετία, μέσω της γυναίκας του αδελφού του Tedora. Τους είχε σε εκτίμηση, τους θεωρούσε «καλούς ανθρώπους» και τους φιλοξενούσε τακτικά[78]. Οι Καθαροί κατέθεταν τα χρήματά τους σ’ αυτόν. Στην ομολογία του οι ανακριτές πρόσθεσαν ότι είχε λάβει το consolamentum από τον Torsello. Η Margherita, σύζυγος ενός των Pulci, είχε γνωρίσει πολλούς Τελείους στο σπίτι του Rinaldo και παραβρέθηκε σε δύο περιπτώσεις σε τελετή consolamentum.
Οι Pulci συνδέονταν με τους Nerli. Η Margherita προέρχονταν από αυτή την φαμίλια και ήταν αδελφή των Gherardo, Ghisola, Diana Avegnente και Sophia Nerli. Ο πατέρας τους λεγόταν Nerlo di Ottavante και είχε διατελέσει δικαστής στην Santa Cecilia το 1221[79].
Από τους Καθαρούς που καταδικάστηκαν το 1244-45 κάποιοι αποδείχθηκαν πιστωτές της αριστοκρατίας. Για παράδειγμα, ο Albizzo Tribaldi ήταν πιστωτής του κόμη Guido Guerra το 1240[80]. O Claro Mainetti υπηρέτησε ως φοροεισπράκτορας το 1242, επιφορτισμένος με την είσπραξη του καπνικού φόρου από την αριστοκρατία[81].
Η σπουδαιότερη ίσως φαμίλια τραπεζιτών ήταν οι de Baroni. Λόγω της επιφάνειάς τους έγιναν στόχος των ανακριτών το 1245 και τα δυο αδέλφια, Pace & Barone de Baroni κλήθηκαν να καταθέσουν. Ήταν ιδιοκτήτες διαφόρων ακινήτων στην Φλωρεντία, τα οποία φιλοξένησαν κατά καιρούς Καθαρούς και στέγασαν τις δραστηριότητές τους. Ο επίσκοπος Torsello τέλεσε το consolamentum πολλές φορές εντός αυτών. Οι καταθέσεις μαρτύρων, βεβαίωναν συνεστιάσεις και προσευχές αιρετικών[82]. Τρεις γυναίκες Τέλειες φιλοξενήθηκαν για τέσσερις μήνες και στο διάστημα αυτό δίδασκαν την αίρεση[83]. Δύο άνδρες Τέλειοι, δραπέτες από την φυλακή (πύργος Μαρινεττα), βρήκαν καταφύγιο σε οικία των de Baroni. O Fra Ruggiero συγκέντρωσε συνολικά καταθέσεις είκοσι δύο μαρτύρων εναντίον τους.
Από τα παραπάνω είναι εμφανές ότι ο Καθαρισμός στην Φλωρεντία, όπως και στο Ορβιέτο, βρήκε ανοικτό πεδίο στην μεγαλοαστική τάξη. Μένει τώρα να εξεταστεί αν και πως επηρέασε την πολιτική κατάσταση της πόλης. Στο Ορβιέτο, η εμπλοκή της μεγαλοαστικής τάξης συνδέθηκε με την άνοδο της κομμούνας της πόλης. Το Ορβιέτο, όμως, είχε στενή πολιτική οπτική λόγω του μικρού μεγέθους του και έπαιρνε κάποια αξία στα δρώμενα εξαιτίας των σχεδίων του πάπα γι’ αυτό. Αντίθετα η Φλωρεντία είχε μεγαλύτερη συμμετοχή στην πολιτική ζωή της Λομβαρδίας, όπως εξηγήσαμε και παραπάνω. Η εμπλοκή της μεγαλοαστικής τάξης συνδέθηκε με τις πολιτικές βλέψεις των Ghibellines και μέσω του κόμματός τους εκφράστηκαν τα συμφέροντά της. Έτσι, οι Nerli, οι Macci, οι Pulci, οι de Baroni, ήταν όλοι τους Ghibellines. Οκτώ από αυτούς εξοριστήκαν όταν επικράτησαν οι Guelph. Πέντε μέλη των Macci συμμετείχαν στο δημοτικό συμβούλιο, όταν ανέλαβαν την πόλη οι Ghibellines. Τρεις Pulci και τρεις Nerli υπηρέτησαν στα διοικητικά όργανα του κόμματος[84] και μαζί τους ο Chiaro Maineti, καταδικασμένος Καθαρός με διασυνδέσεις με την αριστοκρατική οικογένεια των Uberti[85].
Παρά την προτίμησή τους για τους Ghibellines, οι Καθαροί μεγαλοαστοί διατηρούσαν σχέσεις και με τους Guelph. Για παράδειγμα, ο μεγαλέμπορος Uguccione Cavalcanti θεωρούνταν Guelph. Επίσης ο Messer Albizo Tribaldi, καταδικασμένος αιρετικός, ήταν πιστωτής του αρχηγού των Guelph Guido Guerra[86]. Φρόντισαν δηλαδή να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, διατηρώντας σχέσεις και με τους Guelph, άσχετα αν την εποχή του ανταγωνισμού συντάχθηκαν με τους Ghibellines. Όταν φάνηκε ότι τελικά θα επικρατήσουν οι πρώτοι, οι σχέσεις αυτές διευρύνθηκαν. Έτσι, οι συνέταιροι των Pulci στην τράπεζα, ορκίστηκαν πίστη στον πάπα το 1263 και σχετίστηκαν με τους νέους προστάτες, τους Ανδεγαυούς[87]. Οι Nerli με την σειρά τους έγιναν μέλη των Guelph και το 1278 ανήλθαν στο συμβούλιο του κόμματος[88].
Ο Fra Ruggiero καταδίκασε τους de Baroni στις 25 Μαρτίου 1245 ως αιρετικούς[89]. Οι de Baroni έχαιραν της αυτοκρατορικής προστασίας και ο podestà, Pace Pesamigola, γόνος οικογένειας Γκιμπελλίνων της Bergamo ήταν εγκάθετός του. O Barone de Baroni ήταν μέλος του δημοτικού συμβουλίου εκείνη την περίοδο. O Ruggiero αποφάσισε την κατάσχεση της περιουσίας των καταδικασμένων de Baroni στις 11 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς. Ο podestà έστειλε την επομένη δύο αγγελιοφόρους μαζί με εκπρόσωπο της κομμούνας στο μοναστήρι των Δομινικανών, για να πιέσει τον ιεροεξεταστή ν’ ακυρώσει την απόφαση. Αλλά ο Ruggiero ήταν όργανο της πολιτικής του πάπα Ιννοκέντιου IV (1243-1254), ο οποίος είχε κηρύξει έκπτωτο και αιρετικό τον Φρειδερίκο ΙΙ Βαρβαρόσα στις 17 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, στην Α’ Σύνοδο της Λυών. Δεν αναγνώριζε την αρμοδιότητα του αυτοκράτορα στην Φλωρεντία. Κατηγόρησε τον podestà ως προστάτη των αιρετικών. Στις 24 Αυγούστου, την ημέρα της εορτής του Αγίου Βαρθολομαίου, ο επίσκοπος της Φλωρεντίας Ardingo και ο Fra Ruggiero αφόρισαν τον podestà, ενώπιον του εκκλησιάσματος. Σε αντίδραση ο podestà σήμανε την καμπάνα της κομμούνας και σήκωσε το λάβαρο της πολιτοφυλακής. Επιτέθηκαν στην εκκλησία και ξέσπασε εμφύλια διαμάχη, η οποία μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο της πόλης. Ο επίσκοπος και ο ιεροεξεταστής αποτραβήχτηκαν στην πλατεία μπροστά από το δομινικανό μοναστήρι, φρουρούμενοι από ένοπλους υποστηρικτές τους και αφόρισαν ξανά τον Pace και τον Barone[90]. Τελικά επικράτησε η παράταξη των de Barone.
Το γεγονός δεν μπορεί να θεωρηθεί μεμονωμένο. Εντάσσεται στην ευρύτερη ένταση που δημιουργήθηκε στις σχέσεις πάπα-αυτοκράτορα την περίοδο αυτή. Η πολιτική προτίμηση των Καθαρών ήταν αναμενόμενη. Συντεταγμένοι με τους Ghibellines έλπιζαν ότι η απομάκρυνση από την επιρροή της Ρώμης θα ήταν ευνοϊκή για την υπόθεσή τους. Η διαμάχη ήταν εν μέρει πολιτική εν μέρει εκκλησιαστική. Δεν υποστηρίζουμε ότι οφείλεται αποκλειστικά στην δράση της αίρεσης. Κάτι τέτοιο θα ήταν αστείο. Εκείνο , όμως, που μπορεί να ειπωθεί με σιγουριά, είναι ότι οι Καθαροί δεν περίμεναν τις εξελίξεις, αλλά προσπάθησαν να τις κατευθύνουν προς την πλευρά τους. Η διαμάχη πάπα-αυτοκράτορα, επίσης είναι εν μέρει πολιτική, εν μέρει εκκλησιαστική και σ’ αυτήν ενεπλάκησαν πολλοί παράγοντες. Ένας από αυτούς ήταν και οι αιρετικοί. Εκείνο που επέτρεψε την εμπλοκή των Καθαρών στην διαμάχη, ήταν η υψηλή κοινωνική θέση και οικονομική επιφάνεια των μελών του. Όσο και αν θέλουμε να βλέπουμε διαμάχη κομμούνας-πάπα στις ιταλικές πόλεις και ν’ αποδίδουμε κοινωνικά και άλλα αίτια, η αλήθεια είναι ότι η κομμούνα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα πιόνι που χρησιμοποιήθηκε για την άσκηση κοινωνικής πίεσης. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τους αιρετικούς, αν δεν είχαν τόσο ισχυρά μέλη, τόσο ισχυρούς προστάτες. Οι μεγαλέμποροι και οι τραπεζίτες, η μεγαλοαστική τάξη των πόλεων αυτών, δεν θα μπορούσε σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί πιόνι. Προσπάθησε να γίνει ο τρίτος παίκτης και χρησιμοποίησε τις πολιτικές αναζητήσεις των κατοίκων για να το καταφέρει. Με τον τρόπο αυτό η αντιπαράθεση πάπα-αυτοκράτορα έγινε πολυεπίπεδη. Σε επίπεδο πόλεων οι Καθαροί καθόριζαν το περιβάλλον, αλλά τελικά η αναμέτρηση κρίθηκε σε ανώτερα επίπεδα κι έπρεπε να προσαρμοσθούν.
Οι Uberti (αναφέρθηκαν παραπάνω) ήταν αριστοκρατική οικογένεια της Φλωρεντίας, αφοσιωμένοι Ghibellines και καταδικάστηκαν για αίρεση το 1283 από τους Φραγκισκανούς της ΙεράςΕξέτασης που δρούσε την χρονιά εκείνη στην πόλη. Το 1258 ήταν η σειρά των Guelph ν’ αναλάβουν την διοίκηση της Φλωρεντίας, ύστερα από μια αιματηρή εξέγερση που είχε σαν αποτέλεσμα τον θάνατο μελών της οικογένειας. Την χρονιά εκείνη οι Ghibellines εξορίστηκαν και βρήκαν καταφύγιο στον μεγάλο αντίπαλο της Φλωρεντίας, τη Σιένα.
Ο Farinata degli Uberti (πραγματικό όνομα Manente degli Uberti), γεννήθηκε στην Empoli το 1212 και από το 1239 ήταν ο αρχηγός των Φλωρεντίνων Ghibellines. Εξορίστηκε μαζί με τους υπόλοιπους και βρήκε καταφύγιο επίσης στην Σιένα. Την ίδια εποχή βρισκόταν στην Νάπολι ο Μανφρέδος της Σικελίας, γιος του Φρειδερίκου ΙΙ Βαρβαρόσα. Καθώς οι Φλωρεντίνοι Guelphs ετοίμαζαν επίθεση κατά των Σιενέζων Ghibellines, οι τελευταίοι στράφηκαν στο Μανφρέδο για βοήθεια. Τους χορηγήθηκε μισθοφορικό βαρύ ιππικό. Η Φλωρεντία μαζί με τους συμμάχους της κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα στρατό που αριθμούσε 35.000 στρατιώτες. Οι δυνάμεις της Σιένα υστερούσαν κατά πολύ, καθώς μετά βίας έφθαναν τους 20.000 άνδρες.
Η Φλωρεντία επιτέθηκε στην Σιένα και η καθοριστική μάχη δόθηκε σε έναν λόφο, το Montapetri, στις 4 Σεπτεμβρίου. Παρά την αριθμητική υπεροχή, τα αμυντικά έργα της Σιένα κατάφεραν να κρατήσουν τους αντιπάλους όλη την ημέρα. Όταν η μέρα έκλινε προς το εσπέρας, οι δυνάμεις της Σιένα, με αρχηγό τον Farinata degli Uberti, επιχείρησαν αντεπίθεση. Για την κίνησή τους αυτή δεν στηρίχθηκαν στην πολεμική τους αρετή, αλλά στο σχέδιο που είχε καταστρώσει ο Farinata. Στον στρατό των Φλορεντίνων υπήρχε ένας Εφιάλτης, ο Bocca degli Abati. Αυτός εμφανίζονταν ως Guelph, αλλά ήταν κρυφο-Ghibelline και κρυφο-Καθαρός. Είχε συνεννοηθεί με τον Farinata να προδώσει την παράταξή του, μόλις δίνονταν το σύνθημα, όπως και έπραξε. Το σύνθημα ήταν αυτό της αντεπίθεσης. Έτσι μόλις ο στρατός του Farinata εξήλθε από τις αμυντικές του θέσεις κι επιτέθηκε στους Φλωρεντίνους, ο Bocca επιτέθηκε στον σημαιοφόρο τους και του έκοψε το χέρι με αποτέλεσμα να πέσει το λάβαρο. Όταν οι μαχητές της Φλωρεντίας είδαν το λάβαρο να πέφτει, πίστεψαν ότι ο αρχηγός τους σκοτώθηκε, κατελήφθησαν από πανικό και υποχώρησαν άτακτα. Μέσα στην σύγχυση οι Ghibellines κατέκοψαν τους Guelph και όχι μόνο κέρδισαν την μάχη, αλλά ξαναπήραν τον έλεγχο της Φλωρεντίας.
Η νέα εποχή της διοίκησης των Καθαρών και των Ghibellines θα είχε καταλήξει σε τραγωδία για την Φλωρεντία, διότι προτάθηκε η κατεδάφιση της πόλης. Την έσωσε ο Farinata, ο οποίος αντιτάχθηκε σθεναρά στην πρόταση και αντιπρότεινε την κατεδάφιση των αμυντικών οχυρώσεων της πόλης. Οι νέες ρυθμίσεις στον τρόπο διοίκησης είχαν ως στόχο να επιτρέψουν στους Ghibellines να διατηρήσουν τον έλεγχο, αλλά τελικά οι Guelph επανήλθαν το 1266[91].
Από τα παραπάνω βγαίνειως συμπέρασμα ότι χάρη στις μυστικές συνεννοήσεις των Καθαρών των δύο παρατάξεων οι Ghibellines κέρδισαν την μάχη και ανακατέλαβαν την Φλωρεντία. Η μορφή του Καθαρού αρχηγού τους Farinata degli Uberti θυμίζει την μορφή του μασόνου επαναστάτη Γαριβάλδη, ο οποίος κατέλαβε το 1860 το μεγαλύτερο μέρος του Παπικού Κράτους, περιορίζοντας την εξουσία του πάπα μόνο στην Ρώμη. Η αγώνας που ξεκίνησε τον ΙΓ’ αι. για την δημιουργία του Παπικού Κράτους, τελείωσε οριστικά τον ΙΘ’ με την κατάλυσή του. Σημαντικός παράγοντας και στις δύο περιπτώσεις η αίρεση, η οποία τελικά πήρε την ρεβάνς αρκετούς αιώνες μετά.
7.4.4 Η περίπτωση του Ezzelino III da Romano
Το αντάλλαγμα για την υποστήριξη των Καθαρών στο κόμμα του Γερμανού αυτοκράτορα ήταν προστασία από την Ιερά Εξέταση και ελευθερία κινήσεων, στις περιοχές που υπάγονταν μέσω των ενεργειών των αιρετικών στην αρμοδιότητα του. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από την περίπτωση του Ezzelino III da Romano[92]. O Ezzelino δεν ήταν απλώς ένα μέλος του κόμματος των Ghibelines. Ήταν ένας ψυχρός υπολογιστής και φιλόδοξος τοπικός άρχοντας. Ξεκίνησε την καριέρα του ως podestà στην Βερόνα. Το 1232 εγκαινίασε την συνεργασία του με τον Φρειδερίκο ΙΙ, μια συνεργασία που διήρκησε μέχρι τον θάνατο του αυτοκράτορα. Ο Φρειδερίκος του έδωσε μια νόθα κόρη του, ως σύζυγο. Σε αντάλλαγμα ο Ezzelino πολέμησε γι’ αυτόν και του πρόσφερε την Βερόνα, μια πόλη κλειδί στον δρόμο από τη Γερμανία στην Ιταλία. Ο Φρειδερίκος χρειάζονταν την Βερόνα και βοήθησε τον γαμπρό του να την κρατήσει. Ο Ezzelino εξελίχθηκε σε άνθρωπο του αυτοκράτορα στην Λομβαρδία. Όταν ο δεύτερος κατέλαβε την Vicenza την έδωσε στον Ezzelino. Αυτός με την σειρά του κατέλαβε την Πάδοβα το 1241 και στην συνέχεια την Trevizo. Έτσι, έφθασε να διοικεί μια μεγάλη και σημαντική περιοχή με τα όπλα, προσφέροντας με την σειρά του ένα σταθερό περιβάλλον που επέτρεψε στους μεγαλοαστούς να κτίσουν ισχυρές επιχειρήσεις και στους Καθαρούς να διαδώσουν την αίρεσή τους ανενόχλητοι.
Στην επικράτειά του διοικούσε ως δικτάτορας. Όλες οι εξουσίες ήταν συγκεντρωμένες στο πρόσωπό του. Συνεπώς δεν ανέχονταν τους ιεροεξεταστές, διότι θεωρούσε ότι η δράση τους μείωνε την αρμοδιότητά του. Δεν τον ενδιέφερε ο αφορισμός. Η μόνη περίπτωση, κατά την οποία χρειάστηκε τον πάπα ήταν για ν’ ακυρώσει τον γάμο του με την Isotta Lancia και να μπορέσει να παντρευτεί την κόρη του Φρειδερίκου. Στην περιοχή του οι καθολικοί επίσκοποι μπορούσαν να συνεχίσουν το έργο τους, με την προϋπόθεση να μην διώκουν τους αιρετικούς. Σε αντάλλαγμα τους απάλλασσε από την κηδεμονία του πάπα, αφήνοντάς τους ελεύθερους και ανενόχλητους από τις παπικές δολοπλοκίες. Η διοίκηση του χαρακτηρίστηκε από τους συγχρόνους του ως τυραννική. Ο Albertino Mussato τον παρουσιάζει ως τον Αντίχριστο. Το έργο του Eccerinus, το οποίο θεωρείται ως η πρώτη αναγεννησιακή ιταλική τραγωδία γραμμένη το 1315, βασίζεται εξολοκλήρου στην καριέρα του Ezzelino.Ο Δάντης στην Θεία Κωμωδία του, τον τοποθετεί στον Έβδομο Κύκλο της Κολάσεως (Inferno XII.109). Για τους νεώτερους ιστορικούς, όπως ο Jacob Burkhardt[93], αποτελεί το υπόδειγμα του μακιαβελικού τύπου ηγεμόνα.
Στο θέμα της ανοχής της αίρεσης, ο Ezzelino ακολουθούσε την πολιτική του πατέρα του. Ο Ezzelino II πέθανε αφορισμένος επειδή στην περιοχή του προστάτευε τους αιρετικούς. Η διαφορά πατέρα και γιού ήταν ότι ο δεύτερος διοικούσε μεγαλύτερη και σημαντικότερη περιοχή. Η άνεση στην ελευθερία των κινήσεων των Καθαρών αντανακλούσε και στην συμπεριφορά των μεγαλοαστών, όσων είχαν ενδώσει στην αίρεση. Για παράδειγμα ο Pietro Gallo ήταν γόνος μιας από τις επιφανέστερες οικογένειες της Vicenza. Αρχικά έγινε filius major του Καθαρού επισκόπου της πόλης Nicola, και στην συνέχεια Καθαρός επίσκοπος. Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί στις υπόλοιπες ιταλικές πόλεις, ακόμη και αν η Ιερά Εξέταση ήταν ανεπιθύμητη, διότι εκεί φρόντιζαν να τηρούν τουλάχιστον τα προσχήματα, εμπλεκόμενοι αφανώς με την πολιτική. Αντίθετα, στην επικράτεια του Ezzelino κάτι τέτοιο δεν ήταν απαραίτητο, κυρίως διότι η τυραννική διοίκησή του είχε καταργήσει το popolo και όλες τις δημοτικές εξουσίες. Οι διαπλεκόμενες συναλλαγές καθορίζονταν από τον ίδιο, δεν χρειαζόταν να παραμυθιαστεί η κοινή γνώμη. Με αυτές τις προϋποθέσεις, η περιοχή είχε καταστεί καταφύγιο για τους Καθαρούς της Ευρώπης, ειδικά αυτούς της Languedoc, οι οποίοι διώκονταν σκληρά την ίδια περίοδο. Ο Ιννοκέντιος ΙV πίστεψε ότι το μοναστήρι του S. Pietro είχε πέσει στα χέρια των Καθαρών, για να μπορούν οι Τέλειοι να ζουν την ασκητική ζωή τους. Η υποψία παρέμεινε ακόμη και μετά τον θάνατο του Ezzelino το 1259.
Η συμμαχία του Ezzelino με τον Oberto Pallavicino της Κρεμόνα το 1254, και η εξ αυτής ενδυνάμωση της θέσης του, οδήγησε τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις της Λομβαρδίας σε μια συμμαχία εναντίον του.Ο Oberto ήταν υποστηρικτής του Φρειδερίκου ΙΙ από το 1234. Το 1250 ξεκίνησε την δική του εκστρατεία για την υποταγή των γύρω πόλεων και κατάφερε να φέρει υπό την εξουσία του τις Πάρμα, Παβία, Brescia και Piacenza, την περιοχή του μέσου Πάδου. Αντέγραψε την πολιτική του Ezzelino στο θέμα των αιρέσεων. Επί της εποχής του οι Καθαροί της Κρεμόνα απέκτησαν προστασία και ελευθερία κινήσεων. Ακόμη και όταν αργότερα στράφηκε εναντίον του Ezzelino και συνεργάστηκε με τον πάπα, οι Καθαροί εξακολούθησαν ν’ απολαμβάνουν την ασυλία που τους πρόσφερε.
Τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του προστάτη του Φρειδερίκου ΙΙ, ο Ezzelino αφορίστηκε από τον πάπα Αλέξανδρο ΙV. Ο τελευταίος έστειλε νέο επίσκοπο στην Vicenza, τον δομινικανό Βαρθολομαίο της Breganza. Την επόμενη χρονιά κήρυξε σταυροφορία εναντίον του, με αρχηγό τον αρχιεπίσκοπο Ραβέννας, Φίλιππο της Pistoia. Η σταυροφορία απέτυχε και ο αρχιεπίσκοπος αιχμαλωτίστηκε. Η Brescia αποδείχθηκε το μήλο της έριδος στις σχέσεις του Ezzelino με τον Oberto. Όταν αρνήθηκε να την παραδώσει στον Oberto, αυτός στράφηκε σε συμμαχία με τον πάπα και υποστήριξε ανοικτά τους Guelph εναντίον του. Το 1259 ο Ezzelino επιτέθηκε στο Μιλάνο, αλλά τραυματίστηκε από σαϊτιά στο Cassano d’ Adda και αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Αιχμαλωτίστηκε κοντά στο Bergamo και παρότι του παρασχέθηκε ιατρική φροντίδα πέθανε σύντομα.
Ο Βαρθολομαίος αποδείχθηκε ο κατάλληλος επίσκοπος για ν’ αντιμετωπίσει τους Καθαρούς στην Vicenza, μετά τον θάνατο του Ezzelino. Ο Καθαρός επίσκοπος Pietro Gallo είχε καθαιρεθεί για λόγους πορνείας[94]. Στην θέση του είχε ανέβει ο Viviano Boglo, ο οποίος συνελήφθη, δραπέτευσε και τελικά εκτελέστηκε δια πυρός στην Πάδοβα[95]. Δύο διάκονοι και οκτώ ακόμη αιρετικοί κάηκαν στην Vicenza, την περίοδο της δράσης του Βαρθολομαίου[96].
7.4.5 Η αναστροφή του κλίματος
Όταν οι Ghibellines κατέλαβαν την εξουσία στην Φλωρεντία έκαναν ένα μοιραίο λάθος. Εξόρισαν τους Guelph τραπεζίτες. Οι τελευταίοι βρήκαν καταφύγιο στο Arras και στο Παρίσι. Αντίστοιχα οι εξόριστοι Guelph Σιενέζοι τραπεζίτες βρήκαν καταφύγιο στην Αγγλία. Το 1262 οι Ghibellines κατέλαβαν την εξουσία στη Ρώμη κι έδιωξαν τον πάπα Ουρβάνο IV, ο οποίος κατέφυγε στο Viterbo και ύστερα στο Ορβιέτο. O Μανφρέδος, θείος του νόμιμου αλλά ανήλικου διαδόχου και εγγονού του Φρειδερίκου ΙΙ, Κορραδίνου, ένιωθε αρκετά ισχυρός και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς των Δύο Σικελιών. Επόμενο ήταν να σταματήσουν οι διαπραγματεύσεις με τον πάπα και ο Ουρβάνος ξεκίνησε την αναζήτηση ενός νέου συμμάχου.
Τον βρήκε στο πρόσωπο του Καρόλου Ανδεγαυού, κόμη της Προβηγκίας από τα κληρονομικά δικαιώματα της συζύγου του. Ο Κάρολος ήταν νεότερος αδελφός του Φράγκου μονάρχη Λουδοβίκου ΙΧ, χωρίς κληρονομικά δικαιώματα και σε αναζήτηση βασιλείου. Έχει αποδειχθεί ότι τον Κάρολο έφεραν σε επαφή με τον επίσης Φράγκο πάπα Ουρβάνο (το κοσμικό του όνομα ήταν Jacques Pantaléon και καταγόταν από την Troyes) οι εξόριστοι τραπεζίτες της Φλωρεντίας[97]. Η συμμαχία των δύο αποδείχθηκε επιτυχημένη και καρποφόρα. Μετά από διαπραγματεύσεις συμφωνήθηκε σε γενικές γραμμές, ο Κάρολος να κερδίσει με κατάκτηση το στέμμα της Νάπολης και της Σικελίας και ν’ αναγνωρίσει τον πάπα ως επικυρίαρχό του, να μην επεκτείνει την εξουσία του στην κεντρική και βόρεια Ιταλία, αλλά να βοηθήσει τον πάπαεπικρατήσει στις περιοχές αυτές.
Τα γεγονότα είναι πολυσυζητημένα[98]. Ο Κάρολος αποβιβάστηκε στην Ιταλία το 1265, παρά τον αποκλεισμό του Μανφρέδου και νίκησε τον Γερμανό σφετεριστή στην μάχη του Benevento στις 26 Φεβρουαρίου του 1266. Στην συνέχεια νίκησε τον Κορραδίνο, στην μάχη του Tagliacozzo στις 23 Αυγούστου του 1268. Ο τελευταίος των Hohenstaufen κατέφυγε στην Ρώμη, αιχμαλωτίστηκε και αποκεφαλίστηκε. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη αξία είναι το πώς κατάφερε να μεταφέρει τα στρατεύματά του ο Κάρολος διαμέσου της εχθρικής Λομβαρδίας, δημιουργώντας ένα δίκτυο συμμαχιών και ανατρέποντας της καθεστηκυία τάξη. Για να το πετύχει ήταν απαραίτητο να βρεθούν οι οικονομικοί πόροι. Βέβαια, ο Ουρβάνος και ο διάδοχός του Κλήμης IV είχαν κηρύξει σταυροφορία, είχαν θέσει την δεκάτη στην διάθεση των στρατιωτικών επιχειρήσεων,αλλά χρειαζόταν χρόνος για να συγκεντρωθούν οι φόροι, τη στιγμή που τα γεγονότα πίεζαν για άμεση δράση.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο ο Κάρολος εξασφάλισε αρχικά την ουδετερότητα του κόμη της Σαβοΐας και συμμάχησε με τον Μαρκήσιο Μομφερατικό. Τον Ιανουάριο του 1265 ενίσχυσε τους δεσμούς του με την φαμίλια των Torriani που ήλεγχαν το Μιλάνο, την Bergamo, το Como, στέλνοντας τον Barral de Les Baux με μια ίλη ιππικού για να τους βοηθήσει. Με την απελευθέρωση της Emilia κέρδισε ως αντάλλαγμα την ελεύθερη δίοδο από την Φερράρα, την οποία έλεγχαν οι Este ( να σημειωθεί ότι ο αρχηγός των παπικών δυνάμεων ήταν ο Azzo d’ Este) και από το 1264 είχαν ονομαστεί λόρδοι. Η Γένοβα ήταν σε ρήξη εκείνη την εποχή με τον Μανφρέδο, διότι είχαν ξεγελαστεί να συμμετάσχουν σε σχέδιό του για την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης ενάντια στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο. Το σχέδιο ανακαλύφθηκε και ο Αυτοκράτορας ανακάλεσε τα προνόμια των Γενοβέζων στην Πόλη, αυτά που είχαν συμφωνηθεί με την Συνθήκη του Νυμφαίου. Για να ξαναπάρουν πίσω τα προνόμια έπρεπε να διαρρήξουν τις σχέσεις τους με τον Μανφρέδο, οπότε επέτρεψαν στον Κάρολο να περάσει ανενόχλητος από την περιοχή τους. Έτσι ο δρόμος από το Πεδεμόντιο και τη Λομβαρδία ήταν ανοικτός. Έπρεπε, όμως να βρεθούν και τα κατάλληλα κεφάλαια.
Όπως προέβλεπε η συμφωνία, το οικονομικό βάρος της εκστρατείας έπεφτε στην εκκλησία της Φραγκίας, δηλ στις επισκοπές των κομητειών Venaissin, Hainault και τη Αόστα. Αλλά την στιγμή που ο Κάρολος έπρεπε να δράσει δεν είχαν μαζευτεί οι φόροι. Η μόνη λύση ήταν οι τραπεζίτες της Τοσκάνης. Ο πάπας δανείζονταν από αυτούς εδώ και χρόνια και εξαιτίας των χρεών του δεν ήταν πρόθυμοι να τον πιστώσουν με μεγαλύτερα ποσά, φοβούμενοι ότι η αποπληρωμή θα εξαρτιόταν από την επιτυχή έκβαση της εκστρατείας. Ο πάπας έλπιζε ότι το θησαυροφυλάκιο της Φραγκίας θα ήταν ανοικτό για τον αδελφό του βασιλιά, αλλά οι ελπίδες του διαψεύστηκαν. Ο Λουδοβίκος πρόσφερε 4000 ασημένια μάρκα, τα οποία δεν ήταν αρκετά ούτε στο ελάχιστο. Όταν έφθασε ο Κάρολος στη Ρώμη, ο πάπας του είχε προσφέρει 20.000 tournois αλλά και πάλι δεν ήταν αρκετά. Τελικά ο Κάρολος και ο πάπας συμφώνησαν να υποθηκεύσουν κάποιους ναούς στην Ρώμη για να μπορέσουν να πάρουν δάνειο 62.000 tournois. Επίσης ο Κάρολος επέμενε στην οικονομική συμμετοχή των Φλωρεντίνων και Σιενέζων ταπεζιτών, και είχε δίκιο διότι ευθυγράμμισε τα συμφέροντά του μαζί τους, κι ας ήταν Ghibellines. Στους τραπεζίτες της Τοσκάνης υποθηκεύθηκαν οι φόροι από την είσπραξη της δεκάτης των εκκλησιών της Φραγκίας. Ταυτόχρονα, παραχωρήθηκαν ειδικά προνόμια σ’ αυτούς από την στιγμή που το βασίλειο θα καταλαμβάνονταν από τον Κάρολο. Στην πραγματικότητα, όλο το οικονομικό και εμπορικό μέλλον του βασιλείου των Δύο Σικελιών υποθηκεύτηκε στους τραπεζίτες πριν καν αυτό γεννηθεί[99]. Μόλις στα μέσα του ΙΔ’ αι. κατάφερε ο Ροβέρτος Ανδεγαυός να ξεπληρώσει το δάνειο που είχε συνάψει ο πρόγονός του. Στο ενδιάμεσο οι συνέταιροι των Nerli, για τους οποίους κάναμε νύξη παραπάνω έκτισαν ισχυρές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και σπουδαία ονόματα, όπως οι Bardi, oι Peruzzi και οι γνωστοί από την Φραγκοκρατία στην ελληνική επικράτεια, Ατσαγιόλι(Acciaiuoli, δούκες Αθηνών).
Όλη η οικονομική ζωή του Mezzogiorno πέρασε στα χέρια των τραπεζιτών, το εμπόριο του χρήματος, τα δημόσια οικονομικά, τα δάνεια προς την αυλή και τους βαρόνους, τις πόλεις και τους εμπόρους, η καταθέσεις της εκκλησίας, η είσπραξη φόρων και διοδίων, ακόμη και η πληρωμή των στρατιωτών. Η εκμετάλλευση φυσικών πόρων και το εμπόριο των «ευαίσθητων» ή «στρατηγικών» αγαθών γινόταν μόνο από τους πελάτες (clientele) τους εμπόρους. Επίσης όριζαν δικούς τους ανθρώπους σε ευαίσθητες θέσεις της αυλής, όπως συμβούλους, οικονόμους και θαλαμηπόλους[100]. Αποδείχθηκε, λοιπόν, ότι η προσπάθεια επιβολής του παπισμού και ο πόλεμος, στον οποίο κατέληξε, απέβη κερδοφόρος για την μεγαλοαστική τάξη κάποιων ιταλικών πόλεων (στην μοιρασιά συμμετείχαν Γενοβέζοι, Βενετοί και Πιζάνοι, ανταγωνιζόμενοι του Φλωρεντίνους του Σιενέζους) που μέχρι τότε βοήθησαν την σταθεροποίηση της κατάστασης εναντίον του Ρωμαίου Ποντίφικα, με την προώθηση των σχεδίων των Καθαρών, κι έτσι έδεσαν με τοκοχρεολύσια την Αγία Έδρα και την Αυλή της Νάπολης. Συνηθίζεται να λέγεται ότι η πολιτική του πάπα χρησιμοποίησε την αίρεση ως αφορμή για την επιβολή της. Πρέπει να συμπληρωθεί και το ότι η μεγαλοαστική τάξη έκανε το ίδιο για να παρασύρει εκκλησιαστικούς και κοσμικούς άρχοντες σε ένα κερδοφόρο για την ίδια παιχνίδι ανταγωνισμού και να επιβάλλει τα δικά της συμφέροντα. Παροτρύνουμε τον αναγνώστη να εξετάσει, ποιοι τελικά αποτελούσαν αυτή την μεγαλοαστική τάξη, πηγαίνοντας λίγο πίσω την εξέταση του θέματος, και να θυμηθεί γιατί η τοκογλυφία, που ασκούνταν από συγκεκριμένες ομάδες την προηγούμενη εποχή, ήταν καταδικαστέα από την Εκκλησία και γιατί το εμπόριο το οποίο ασκούνταν επίσης από συγκεκριμένες ομάδες, θεωρούνταν ως απαξιωμένη υπόθεση, για να καταλάβει τελικά, ποιοι προώθησαν και χρησιμοποίησαν την αίρεση για την επίτευξη των στόχων τους[101].
Η επιτυχία του Καρόλου Ανδεγαυού συνοδεύτηκε από άνοδο της δύναμης των Γουέλφων στις ιταλικές πόλεις. Άνοιξε τις πύλες στους ιεροεξεταστές, οι οποίοι επανήλθαν σε όσες πόλεις τους είχαν διώξει[102]. Η αλλαγή της κατάστασης δεν έγινε ευχάριστα δεκτή στο Ορβιέτο, όπου οι Γιβελλίνοι με αρχηγό του οίκου των Filippeschi, αρνήθηκαν να δεχθούν τον Κάρολο κατά την προγραμματισμένη επίσκεψή του στην πόλη το 1268. Μάλιστα οι κάτοικοι απείλησαν ότι θ’ αντισταθούν ένοπλα. Η απειλή δεν πραγματοποιήθηκε, έμεινε μόνο στα λόγια. Εντέλει δέχθηκαν τον Κάρολο και μαζί τους ιεροεξεταστές, όπως δέχθηκαν και τον περιορισμό της εξουσίας της κομμούνας και της σταδιακής αντικατάστασης του popolo στα δημόσια αξιώματα από ανθρώπους της αριστοκρατίας[103].
Ήδη από το 1265, μετά την άφιξη του Καρόλου στην Ιταλία, είχε επιχειρηθεί μια πρώτη προσπάθεια καταδίκης Καθαρών στο Ορβιέτο από τον Φραγκισκανό Fra Jordano. Κάποιες καταδίκες του 1268 αφορούσαν υποθέσεις προγενέστερες. Από τους καταδικασθέντες το 1265 οι περισσότεροι είχαν υποτροπιάσει μετά την αναχώρηση του ιεροεξεταστή και συνέχισαν την αιρετική ζωή τους. Το 1268, αυτοί που ανέλαβαν υπηρεσία στο Ορβιέτο ήταν ντόπιοι, ο Fra Bartolomeo της Amelia και ο Fra Benvenuto του Ορβιέτο. Γνώριζαν πρόσωπα και καταστάσεις πολύ καλά, οπότε οι ανακρίσεις τους ήταν συγκεκριμένες. Ήξεραν ποιον να καλέσουν και τι να ρωτήσουν. Καταδίκασαν τους ενόχους με βάσει συγκεκριμένες πράξεις για τις οποίες βρήκαν στοιχεία, όχι βάσει πεποιθήσεων. Έγινε λεπτή δουλειά για να μην προκληθούν αναταράξεις με πολιτικό αντίκτυπο. Έχει διατυπωθεί η άποψη, ότι αυτές οι καταδίκες ήταν πολιτικής και όχι θρησκευτικής φύσεως και μέσω αυτών οι Γουέλφοι πήραν εκδίκηση. Αυτό δεν ισχύει για το Ορβιέτο. Οι περισσότεροι καταδικασθέντες ήταν νεκροί. Όσοι καταδικάστηκαν είχαν συγκεκριμένες πράξεις στο κατηγορητήριο, στοιχειοθετημένες βάσει ομολογιών. Και βέβαια, ο αρχηγός του popolo, Καθαρός Domenico Toncelle, δεν καταδικάστηκε, όχι γιατί δεν υπήρχαν στοιχεία, αλλά για ν’ αποφευχθεί η αναταραχή.
Οι καταδίκες ήταν πολύ προσεγμένες. Από τις 25 καταδίκες οι δώδεκα αφορούσαν νεκρούς. Από τα υπόλοιπα δεκατρία άτομα, μόνο εννέα ήταν παρόντες στην ανακοίνωση της απόφασης στην πλατεία του Αγίου Φραγκίσκου. Από το σύνολο των καταδικασθέντων οι δέκα δεν είχαν περιουσία για κατάσχεση ή κατεδάφιση. Οι καταδίκες στις περισσότερες των περιπτώσεων ήταν ο κίτρινος σταυρός στο στήθος, προσκυνηματικά ταξίδια και πρόστιμα σε όσους είχαν δυνατότητα πληρωμής. Στις περιπτώσεις που ο ένοχος ήταν πολίτης και όχι απλώς κάτοικος, η καταδίκη σήμαινε απώλεια των πολιτικών δικαιωμάτων. Αυτομάτως όλες οι συμβολαιογραφικές πράξεις που τον αφορούσαν ακυρώνονταν, όπως και οι διαθήκες και φυσικά έχανε οποιαδήποτε δημόσια θέση τύχαινε να κατέχει. Αν κάποιος χρωστούσε χρήματα σε καταδικασμένο, το χρέος μηδενίζονταν, εφόσον το σχετικό χρεόγραφο ήταν άκυρο και ο δανειστής δεν μπορούσε να το διεκδικήσει. Στις κατασχέσεις του 1268 μερίδιο είχαν η Εκκλησία και η κομμούνα της πόλης. Από την αριστοκρατία μόνο ένας τιτλούχος καταδικάστηκε ο Messer Jacobo Arnuldi. Αφορίστηκε γιατί είχε δεχθεί Τέλειους στο παλάτι του[104].
O Messer Munaldo Ranieri Stefani, θησαυροφύλακας το 1245 (αναφέρθηκε παραπάνω), είχε ένα γιο τον Messer Rainerio Munaldi Rainerii Stephani[105]. To 1268 ήταν Capitano del popolo (ο πατέρας). Το 1265 ο γιος είχε ομολογήσει στον Fra Jordano ότι είχε μιλήσει με Καθαρούς Τελείους στο Monte Marano και στο Castellonchio σχετικά με μια αναπηρία του, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν υπήρξε πιστός. Ο Fra Jordano τον απάλλαξε για λόγους δικούς του. Το 1268 αποδείχθηκε ότι ο γιος ήταν πολύ περισσότερο μπλεγμένος με την αίρεση απ’ όσο ο ίδιος παραδέχονταν. Ήταν πιστός, είχε ακούσει κηρύγματα Τελείων και τους είχε αποδώσει τιμές. Μάλιστα, χρωστούσε χρήματα σε κάποιους από αυτούς, όπως στον Stradigotto. Καταδικάστηκε να φορέσει το σταυρό, αλλά οι ιεροεξεταστές κινούμενοι με περίσκεψη εξαιτίας των ισχυρών συγγενών του, δεν προχώρησαν σε κατάσχεση ή πρόστιμο.
Ο Rainerio αγνόησε την ποινή και δεν φόρεσε τον σταυρό. Δεκαοκτώ μέρες μετά και εφόσον εξακολουθούσε να μην εκπληρώνει την ποινή, οι ιεροεξεταστές του έβαλαν πρόστιμο 1000 λίβρες. Τελικά πλήρωσε το πρόστιμο. Σε αυτό παρακινήθηκε από την οικογένειά του που φοβόταν μήπως οι ιεροεξεταστές προχωρήσουν σε κατάσχεση. Ο Messer Rainerio παρέμεινε ένας από τους πλουσιότερους ιδιοκτήτες γης του Ορβιέτο. Κράτησε τον τίτλο του και σε απογραφή του 1292 διέθετε πάνω από 320 εκτάρια γης[106]. Παραμένει ερώτημα αν απαρνήθηκε την πίστη του. Αν όχι τότε το έκρυψε πολύ καλά διότι δεν απασχόλησε ξανά την Ιερά Εξέταση.
Δεν ήταν ούτε οι καταδίκες ούτε η σύντομη στρατιωτική παρουσία του Καρόλου Ανδεγαυού στο Ορβιέτο, ο παράγοντας που μετέστρεψε το κλίμα στην πόλη υπέρ του παπισμού. Ήταν η συχνή και έντονη παρουσία της παπικής κούρια, της παπικής αυλής. Ήδη από την εποχή του πάπα Ουρβάνου ΙV, στις αρχές της δεκαετίας του ’60 η κούρια μεταφέρονταν εξ ανάγκης στο Ορβιέτο. Μετά την επικράτηση του Καρόλου η εκκλησιαστική και δημοτική εξουσία σχεδόν ταυτίστηκαν. Τα δημόσια αξιώματα πέρασαν από τα χέρια των Καθαρών στα χέρια των παπικών. Η συχνή παρουσία των ποντίφικων, όπως του Γρηγορίου X, του Φράγκου Μαρτίνου IV, του πρώτου Φραγκισκανού πάπα Νικόλαου IV και του Βονιφάτιου VIII, είχε καταλυτική επίδραση στην αλλαγή του χαρακτήρα της πόλης. Η ίδια η κούρια αποτελούνταν από ένα σύνολο 200 μισθωτών υπαλλήλων και οι παρατρεχάμενοι υπολογίζονται σε 500-600 άτομα[107]. Μια τέτοια επιβλητική παρουσία είναι αναμενόμενο να έχει και το ανάλογο αντίκτυπο, πραγματικό και αισθητικό.
Για την διαμονή των σημαντικών προσωπικοτήτων της αυλής κτίστηκαν δύο νέα παλάτια και μαζί με τον καθεδρικό ναό δημιούργησαν ένα τεράστιο κτηριακό συγκρότημα. Στα καταλύματα αυτά έμεναν και σημαντικοί επισκέπτες, όπως ο Κάρολος και η δική του αυλή, ο οποίος επισκέφτηκε την πόλη τρεις φορές΄ αρχικά το 1268, μετά κατά την διάρκεια της διαμονής του πάπα Γρηγορίου Χ, μεταξύ 1272-1272, και τέλος κατά την μακρά παραμονή του Μαρτίνου ΙV το 1281-1282[108]. Η πόλη απέκτησε κοσμοπολίτικη όψη με ανάλογα οφέλη για τους κατοίκους. Για παράδειγμα η αξία των ενοικιοστασίων διπλασιάζονταν κατά την διάρκεια της παραμονής του πάπα, την στιγμή που η ζήτηση προϊόντων πολυτελείας εκτοξεύονταν στα ύψη. Παρά τις συνεχιζόμενες εναγώνιες αναζητήσεις για συγκεκριμένη εξουσία, το popolo του Ορβιέτο πρόσφερε θέση στο συμβούλιο τον Επτά στους πάπες Μαρτίνο IV, Νικόλαο IV και Βονιφάτιο VIII΄ αυτοί πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους δι’ αντιπροσώπου. Το 1301 το συμβούλιο εξέλεξε τον Βονιφάτιο VIII capitano del popolo. Το Ορβιέτο έγινε υπόδειγμα σύμπνοιας μεταξύ της δημοτικής και της παπικής εξουσίας. Η μόνη σοβαρή αντίδραση ήταν του 1277, όταν μια ομάδα 29 μελών των σωματείων αποφάσισαν σε μυστική συνεδρίαση ν’ αρνηθούν την παροχή στέγης σε ξένους επισκέπτες. Δέχθηκαν πρόστιμο από την ίδια την κομμούνα για προσβολή της πόλης[109].
7.4.6 Η αντιμετώπιση των Καθαρών στις άλλες ιταλικές πόλεις
Δεν είχαν όλες οι ιταλικές πόλεις την δυνατότητα να λύσουν ειρηνικά τις διαφορές τους με τον πάπα, ούτε και το επιθυμούσαν. Επίσης δεν γειτόνευαν όλες με την Ρώμη, όπως το Viterbo και το Ορβιέτο. Στο Βορρά η δράση της Ιεράς Εξέτασης ήταν αναγκαία για την αντιμετώπιση των Καθαρών και σε κάποιες περιπτώσεις εξακολουθούσε να προκαλεί λαϊκές κυρίως αντιδράσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να οφείλονται σε αίσθημα αδικίας για τις ποινές ή σε κρυφο-καθαρισμό.
Στην Vicenza, όπως είδαμε, τον αντιαιρετικό αγώνα ανέλαβε ο επίσκοπος Βαρθολομαίος. Μεταξύ των ανθρώπων που κλήθηκαν για ανάκριση ήταν και ο Marco Gallo, συγγενής του πρώην Καθαρού επισκόπου Pietro Gallo και υποστηρικτής του Ezzelino. Παρά το βαθύ αιρετικό υπόβαθρο της ζωής του, κατάφερε να πείσει τον επίσκοπο ότι δεν ήταν αιρετικός με μια απλή υπερασπιστική γραμμή. Επικαλέστηκε τον γάμο του, όταν ήταν γνωστό ότι οι Καθαροί δεν παντρεύονταν. O Marco έπεισε το 1269, αλλά το 1287 ανακινήθηκε πάλι η υπόθεση, ίσως, εξαιτίας καινούργιων στοιχείων που ήρθαν στα χέρια του τότε ιεροεξεταστή Φιλίππου της Μάντοβα. Ο Marco ήταν νεκρός και αυτή την φορά οι κληρονόμοι του για να γλιτώσουν την κατάσχεση των περιουσιακών τους στοιχείων επικαλέστηκαν ξανά τον έγγαμο βίο του και το ότι είχε λάβει τα παπικά μυστήρια την ώρα του θανάτου του. Ο Marco είχε φροντίσει να τους αφήσει άλλο ένα χαλκευμένο πειστήριο αθωότητας. Ωστόσο η εξεταστική επιτροπή δεν εξαπατήθηκε για δεύτερη φορά[110]. Κάποιες άλλες καταδίκες, όπως του Bartolomeo di Sandrigo, απηχούν την σύνδεση της καταδίκης της αίρεσης με την καταδίκη των πολιτικών υποστηρικτών του Ezzelino. Αυτό ήταν αναμενόμενο, διότι οι ίδιοι οι Καθαροί επεδίωξαν να στηρίξουν την πολιτική του Ezzelino, επωφελήθηκαν από την ανοχή του, και μετά την πτώση του μοιράστηκαν την κατάληξη των οπαδών του. Μόλις το 1304 ο πάπας Βενέδικτος ΧΙ διέταξε τους ιεροεξεταστές να μη διώκουν τους πρώην υποστηρικτές του Ezzelino και τους κληρονόμους τους[111].
Όπως ειπώθηκε οι καταδίκες στην Μπολόνια προκάλεσαν λαϊκή δυσαρέσκεια και αναταραχή. Η Ιερά Εξέταση ξεκίνησε τις ανακρίσεις τη δεκαετία το 1290, με αρχηγό τον Δομινικανό Fra Guido της Vicenza. Η συλλογή με τα αρχεία των ανακρίσεων έχει εκδοθεί σε δύο μέρη και αναλυθεί από τους Lorenzo Paolini και Raniero Orioli[112]. Όπως προκύπτει από την εξέταση των αρχείων αυτών, η δυσαρέσκεια ήταν αποτέλεσμα των βαριών ποινών, οι οποίες επιβλήθηκαν και δεν περιορίσθηκε μόνο στην λαϊκή κοινή γνώμη. Συγκεκριμένα άτομα του κλήρου εξέφρασαν επίσης την αντίθεσή τους στον τρόπο και την μέθοδο των ιεροεξεταστών.
Ο Messer Manfredo Mascara ήταν κληρικός στον ναό του Αγίου Ανδρέα στην Πάδοβα και ανέλαβε την υπεράσπιση ως συνήγορος του Καθαρού Giuliano, ο οποίος ασχολούνταν με την παραγωγή δερματίνων ειδών. Στην συντεχνία τους, συγγενική των γουναράδων και των υφαντών ο Καθαρισμός είχε ευρεία διάδοση. Ο Manfredo συμβούλεψε τον Giuliano να δραπετεύσει σε περίπτωση που τον καλούσε η Ιερά Εξέταση, όπως κι έγινε. Εμφανίστηκε ενώπιον των ανακριτών ως νόμιμος εκπρόσωπός του κινδυνεύοντας να κατηγορηθεί ότι υποστήριζε τους αιρετικούς. Θεωρούσε ότι οι ενέργειες του Fra Guido ήταν άδικες κι ένιωσε την παρόρμηση να του αντιπαρατεθεί. Πέραν τούτου δεν κατάφερε να προσφέρει κάτι θετικότερο και ίσως να γνώριζε από πριν την ματαιότητα της πράξης του. Ο Guiliano συνελήφθηκε, βασανίστηκε και στο τέλος εκτελέστηκε στην πυρά. Ο Μανφρέδος αφορίστηκε και συγχωρέθηκε. Του επιβλήθηκε πρόστιμο 100 λιβρών[113].
Άλλος ένας ιερέας, ο ιερατικός προϊστάμενος του San Tommaso del Mercato, Don Giacomo Benintendi, τιμωρήθηκε για την συμπάθεια που έδειξε στην χήρα του Καθαρού Bonigrino Delay της Βερόνα. Αυτός είχε έλθει στην Μπολόνια από την περιοχή της λίμνης Garda, όπου υπήρχε οργανωμένη εκκλησία Καθαρών. Είχε υπηρετήσει πολλές φορές σε δημόσια αξιώματα της πόλης και εκπροσωπούσε την συντεχνία του. Γνώριζε πολύ καλά τι πίστευε και το ομολόγησε με θάρρος μπροστά στους ανακριτές αφήνοντας ένα μανιφέστο του Καθαρισμού της πόλης του[114]. Εξετάστηκε για πρώτη φορά το 1273 και καταδικάστηκε αρκετές φορές, μέχρι την εκτέλεσή του το 1297, ως αμετανόητου αιρετικού. Η σύζυγός του, Rosafiore di Nicola, καταδικάστηκε επίσης και της επιβλήθηκε να φορά τον κίτρινο σταυρό στο στήθος. Όταν ο Fra Guido επισκέφτηκε την οικία της για να εξετάσει μήπως είχε υποτροπιάσει στην αίρεση μαζί με την εγγονή της Bonafiglia, αυτή τον έδιωξε με σκαιό τρόπο, εκτοξεύοντας κατάρες κι απειλές[115]. Όταν βρισκόταν στα τελευταία της ο ενοριακός ιερέας Don Giacomo Benintendi της έδωσε το τελευταίο παπικό μυστήριο κι όταν πέθανε, επέτρεψε να ταφεί στο κοιμητήριο. Για την παρατυπία του τέθηκε σε διαθεσιμότητα, προστιμήθηκε και του επιβλήθηκε να ξεθάψει την νεκρή με τα ίδια του τα χέρια. Τελικά, η ποινή του μετριάστηκε λόγω απλότητας μυαλού και αυτό δείχνει ότι η πρόθεσή του δεν ήταν να προκαλέσει τον Ιεροεξεταστή[116].
To 1299 o Fra Guido καταδίκασε τον Bompietro, επαγγελματία επεξεργαστή δέρματος, της ίδιας συντεχνίας με τον Guliano. Όταν τον έκλεισαν στην φυλακή, ένας φίλος του ο έμπορος υφασμάτων Jacobo πήγε στο παλάτι του επισκόπου και ζήτησε να τον δει. Όταν του είπαν ότι είναι σε συνάντηση με τον ιεροεξεταστή δήλωσε ότι, αν δεν φοβόνταν την κομμούνα της Μπολόνια, ευχαρίστως θα μαχαίρωνε τον Fra Guido. Στις διαμαρτυρίες των παρισταμένων απάντησε ότι ο ιεροεξεταστής καταδίκασε τον φίλο του για να βάλει χέρι στην περιουσία του. Όταν αργότερα τον κάλεσε ο Fra Guido για να τον ανακρίνει παραδέχθηκε τα λόγια του, ότι ευχαρίστως θα τον μαχαίρωνε, αν τον πετύχαινε στο κατάλληλο σημείο. Του επιβλήθηκε πρόστιμο 100 λιβρών[117].
Οι ποινές των Giuliano, Bompietro και η εκταφή των οστών της Rosafliore ανακοινώθηκαν επίσημα στις 12 Μαΐου 1299 στην εκκλησία των Δομινικανών. Μια γειτόνισσα της Rosafiore, η Suor Agnese διαμαρτυρήθηκε έντονα και δυνατά. Είπε, με τον απλοϊκό της τρόπο, ότι η Rosafiore ήταν η καλύτερη γυναίκα που γνώρισε, η καλύτερη της γειτονιάς και ότι ο ενοριακός τους ιερέας, ο Don Giacomo, τιμωρήθηκε άδικα. Πέταξε και μια κατάρα στον ιεροεξεταστή να πάθει ότι του έκαμε[118]. Μετά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας στην εκκλησία, οι ένοχοι μεταφέρθηκαν στην πλατεία και παραδόθηκαν στον podestà για την ανακοίνωση της ποινής. Μόλις ακούστηκε ότι καταδικάζονται σε θάνατο δια πυρός, το πλήθος βούιξε. Κάποιος γραμματέας φώναξε ότι αντί για τους Guliano και Bompietro, έπρεπε να καούν ο ιεροεξεταστής, οι Δομινικανοί και το μοναστήρι τους, όπως είχε γίνει στην Πάρμα[119]. Πράγματι το 1279 μια γυναίκα καταδικάστηκε και κάηκε στην Πάρμα. Το εξαγριωμένο πλήθος όρμησε στο μοναστήρι των Δομινικανών έδειρε πολλούς της αδελφότητας και σκότωσε έναν[120].
Η ποινή εκτελέστηκε την επομένη προκαλώντας γενική αναταραχή. Πέτρες και απειλές εκτοξεύτηκαν εναντίον του ιεροεξεταστή και στιλέτα τραβήχτηκαν. Υπάρχουν εκτενή αρχεία για τις αντιδράσεις του πλήθους. Αυτό οφείλεται στην απειλή αφορισμού του Fra Guido για όσους δεν εξομολογούνταν τι έκαναν εκείνη την ημέρα. Ένα σύνολο 337 ατόμων προσήλθε και ομολόγησαν τις πράξεις τους. Οπωσδήποτε πολλά ειπώθηκαν και πολλά έμειναν κρυφά. Οι περισσότερες καταθέσεις αφορούν πράξεις άλλων και όχι ίδιες. Η γενική εντύπωση του κόσμου ήταν ότι ο ιεροεξεταστής ήταν διεφθαρμένος. Καταδίκαζε με σκοπό να ωφεληθεί από τα πρόστιμα και τις κατασχέσεις. Οι κατηγορίες μπορεί να είχαν κάποια βάσει διότι το 1308 ο πάπας Κλήμης V διέταξε εξέταση των λογαριασμών του Fra Guido.
Λίγες μέρες μετά τις εκτελέσεις, ο Fra Guido διέταξε τον γραμματέα της Ιεράς Εξέτασης να διαβάσει τιςποινές στην εκκλησία San Martino dell’ Aposa, κατά την διάρκεια της παπικής λειτουργίας, μετά το Ευαγγέλιο. Η προβοκατόρικη αυτή πράξη προκάλεσε οργή. Ο Messer Paolo Trintinelli εξανέστη από την προβοκατόρικη αυτή πράξη και αποκήρυξε τις ποινές και τον ιεροεξεταστή. Ο Paolo δεν ήταν τυχαίο πρόσωπο. Ήταν πλούσιος έμπορος με μακρά θητεία στα δημόσια αξιώματα[121]. Κάποιος άλλος αριστοκράτης, ο Messer Pace del Saliceto προσπάθησε να τον ηρεμήσει και τον προειδοποίησε ότι θα τον αφορίσουν. Πάνω στην έξαψη της στιγμής ο Paolo δεν άκουσε τις συμβουλές και συνέχισε να επιτίθεται λεκτικά και να κατηγορεί τον ιεροεξεταστή. Τελικά καταδικάστηκε να πληρώσει ένα βαρύ χρηματικό πρόστιμο και το χειρότερο, υποχρεώθηκε να ζητήσει συγγνώμη από τον Fra, γονατιστός, στο παλάτι του επισκόπου, ενώπιον δημοτικών αξιωματούχων[122].
Αν τα μόνα διαθέσιμα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης ήταν τα παραπάνω ή για να διατυπωθεί καλύτερα, αν οι μόνες διώξεις αφορούσαν τις προηγούμενες υποθέσεις, θα έμενε η εντύπωση ότι οι δυσαρέσκεια των πολιτών της Μπολόνια ήταν μόνο θρησκευτικής φύσεως, χωρίς πολιτική χροιά. Δεν είναι, όμως, έτσι. Οι παραπάνω καταδίκες έδωσαν την αφορμή να διατυπωθεί μια δυσαρέσκεια, η οποία είχε βαθύτερα αίτια και ήταν πολιτικοποιημένη. Αυτό φαίνεται από τις διώξεις που άσκησε ο Fra Guido, εκ των οποίων μία αφορούσε έναν μυστήριο μοναχό, τον Fra Giacomo Flamenghi και κάποιες άλλες τους υποστηρικτές του οίκου των Colonna στην πόλη. Ο οίκος των Colonna ήταν παρακλάδι των κόμηδων της Τοσκάνης, ένθερμων υποστηρικτών των Γερμανών και δηλωμένων Ghibellines. Ήταν ο δυνατότερος αντίπαλος του οίκου των Orsini, Γουέλφων, και η αιματηρή βεντέτα τους για την επικράτηση στην Ρώμη έληξε το 1511, με παπική βούλα. Την περίοδο αυτή ήταν ορκισμένοι εχθροί του πάπα Βονιφάτιου VIII, τον θεωρούσαν αντικανονικά εκλεγμένο και υποστήριζαν τον παραιτημένο Κελεστίνο V.
Ο Fra Giacomo είχε γίνει μοναχός στο μοναστήρι του Vallambrosan του Montarmanto γύρω στο 1250. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, αρνούνταν να εξομολογηθεί, να μετανοήσει ή να κοινωνήσει και, αν και ιερέας, δεν τελούσε την παπική λειτουργία. Ισχυρίζονταν ότι του ήταν προτιμότερο να δειπνήσει με λαϊκούς παρά να λειτουργήσει με παπικούς[123]. Στην ερώτηση, γιατί δεν τον διόρθωνε ο ηγούμενος, η απάντηση ήταν ότι τον φοβόταν. Πριν ο τωρινός γίνει ηγούμενος, οGiacomo τον είχε δέσει και τον είχε ρίξει σε έναν ανοικτό τάφο. Ούτε ο επίσκοπος μπορούσε να κάνει κάτι, διότι το μοναστήρι ήταν έξω από την αρμοδιότητά του.
Ο Fra Giacomo ήταν γερο-παράξενος. Του άρεσε να σκανδαλίζει τους νέους μοναχούς. Τους έλεγε ότι αν είχε την ευκαιρία θα σκότωνε με ευχαρίστηση τον πάπα και τους καρδινάλιους. Εδώ φαίνεται και η πολιτική διάσταση της διαφωνίας. Ο Fra Giacomo διαλαλούσε ότι ο Βονιφάτιος είχε δολοφονήσει τον προηγούμενο πάπα, Κελεστίνο, και δεν είχε την νομιμοποίηση να κατέχει την θέση του, κι ας ήταν πάπας. Ήταν πάπας de facto και όχι de iure[124]. Ποια γεγονότα αφορούσαν αυτές οι δηλώσεις; Ο παπας Κελεστίνος V ήταν ο τελευταίος πάπας που ανέβηκε στην Αγία Έδρα με εκλογές και όχι με επιλογή από το κονκλάβιο των καρδιναλίων το 1292 και ένας από τους λίγους που παραιτήθηκαν[125], το 1294. Ο Βονιφάτιος δεν τον άφησε σε ησυχία. Τον συνέλαβε και τον φυλάκισε στο κάστρο Fumone στο Φερεντίνο της Καμπανίας. Μετά από δεκάμηνη φυλάκιση ο Κελεστίνος πέθανε στις 19 Μαΐου του 1296. Υπάρχει η άποψη ότι δολοφονήθηκε, ισχυρισμός που στηρίζεται στο σπασμένο κρανίο του. Η επιλογή του Βονιφάτιου από το κονκλάβιο των καρδιναλίων θεωρούνταν άκυρη από την φαμίλια των Colonna, οι οποίοι είχαν κάθε λόγο να αμφισβητούν την εξουσία του. Το 1297 ο καρδινάλιος Giacomo Colonna αποκλήρωσε τους αδελφούς του Matteo, Ottone και Landolfo, οι οποίοι στράφηκαν στον πάπα για δικαίωση. Ο Βονιφάτιος άδραξε την ευκαιρία για ν’ ανακατευτεί στα εσωτερικά της αντίπαλης φαμίλιας και καθαίρεσε τον Giacomo Colonna από καρδινάλιο και τον αφόρισε μαζί με τους οπαδούς του για τέσσερις γενεές. Η διένεξη οδήγησε σε ανοικτή σύρραξη και ο Βονιφάτιος ανέθεσε την διοίκηση του στρατού του στον Landolfo. Αυτός εισέβαλε στα εδάφη της οικογένειας, κατέστρεψε τις πόλεις Colonna και Palestrina και ανάγκασε τους συγγενείς του να φύγουν από την Ιταλία. Οι απόψεις, λοιπόν, του Fra Giacomo δεν ήταν καθόλου προσωπικές. Εξέφραζαν μια ολόκληρη πολιτική παράταξη και είχαν το αντίστοιχό τους σε συγκεκριμένα ιστορικά πολιτικά γεγονότα.
Ο Fra Giacomo δεν περιορίστηκε μόνο σε πολιτικές δηλώσεις. Όταν ο ιεροεξεταστής καταδίκασε τους δύο Καθαρούς, διαμαρτυρήθηκε λέγοντας ότι ο τελευταίος είχε πράξει μια μεγάλη αμαρτία και ότι οι καταδικασθέντες Καθαροί ήταν «καλοί άνθρωποι», καλύτεροι από τους Δομινικανούς[126]. Τι μπορεί να σήμαιναν αυτές οι δηλώσεις; Υπάρχει περίπτωση ο Giacomo να ήταν ένας καμουφλαρισμένος Καθαρός; Όταν κάποια στιγμή ρωτήθηκε “Δεν φοβάσαι την αμαρτία, δεν έχεις ψυχή;”, απάντησε ότι τα ψάρια έχουν ψυχή[127]. Αρνούμενος την ύπαρξη της ανθρώπινης ψυχής θα μπορούσε κάλλιστα να πιστεύει, όπως οι Καθαροί, ότι μέσα στον άνθρωπο κατοικεί ένας πεπτωκός άγγελος. Η απάντησή του, δοσμένη με τον διφορούμενο τρόπο των Καθαρών, αφήνει περισσότερα ερωτηματικά από όσα απαντά. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν υπάρχει παράδεισος και κόλαση, εκτός από αυτόν τον κόσμο[128], κάτι που επίσης είναι σύμφωνο με την θεολογία των Καθαρών, οι οποίοι πίστευαν στην ουράνια πατρίδα του αγγέλου που κατοικεί μέσα στον άνθρωπο. Δεν πίστευαν σε παράδεισο και κόλαση, αλλά σε επιστροφή στον ουρανό ή μετενσάρκωση στη γη. (Ας το έχουμε αυτό υπόψη μας όταν ακούμε την χιλιοειπωμένη φράση, ότι πρόκειται για μανιχαϊκή-καθαρή φρασεολογία, δαιμονική πλάνη). Το ότι η απάντησή του δεν ήταν ανθρώπου σκεπτικιστή ή υλιστή, το ότι ο Giacomo πίστευε σε μετά θάνατο ζωή, φαίνεται από την επόμενη άποψή του΄ πίστευε πως αυτός που κάνει καλό σε αυτό τον κόσμο κάνει καλό και στον επόμενο[129]. Πίστευε δηλαδή σε πνευματικό κόσμο, με μη-χριστιανικό τρόπο. Αυτό λοιπόν, που καθόρισε την αντίδραση του Fra Giacomo ήταν η διαφωνία του με την εκκλησία σε δύο επίπεδα΄ το ένα πολιτικό και το άλλο θεολογικό.
Κατ’ επέκταση, αυτό που παρουσιάζεται ως αυθόρμητη λαϊκή δυσαρέσκεια ήταν στην πραγματικότητα μια καλά πατροναρισμένη αναταραχή με συμμετοχή των Καθαρών. Οι καταδίκες δεν ήταν άδικες. Οι ποινές ναι, οι καταδίκες όχι. Οι καταδικασθέντες ήταν αιρετικοί και ζούσαν διπλή ζωή. Παντρεύονταν, συμμετείχαν σε εκκλησιαστικές εκδηλώσεις, παρουσιάζονταν ως «καλοί άνθρωποι», ενώ στην πραγματικότητα ήταν Καθαροί. Ο Bonigrino ήταν διδάσκαλος. Η ομολογία του εξετάζεται σήμερα ως μανιφέστο του Καθαρισμού για την κατανόηση της διδασκαλίας των Ιταλών Καθαρών. Η διπλή ζωή ήταν η λύση για την επιβίωσή τους σε μια εποχή, κατά την οποία ο παπισμός, κυριαρχώντας στα πράγματα της Ιταλίας, αποφάσισε να τους εξοντώσει, ως θρησκευτικούς και πολιτικούς αντιπάλους.
7.4.7 Τι απέγιναν οι Καθαροί της Ιταλίας;
Οι δύο μεγάλες συλλογές των αρχείων της Ιεράς Εξέτασης στο Ορβιέτο και την Μπολόνια είναι μοναδικές. Για καμιά άλλη πόλη δεν διαθέτουμε παρόμοια αρχεία, παρά μόνο σποραδικές καταδίκες. Έτσι, τα συμπεράσματα που βγαίνουν από την μελέτη τους δίνουν τον κανόνα, περιορίζοντας όμως την μεγάλη εικόνα. Η διασπορά των στοιχείων για τον επόμενο αιώνα δείχνει την επιβίωση των Καθαρών, αλλά η αίρεση προφανώς έχασε τον μαζικό χαρακτήρα των προηγούμενων αιώνων. Μαζί με την μαζικότητα έχασε και την προκλητικότητα. Όπως φαίνεται οι αιρετικοί έθεσαν ως προτεραιότητα την επιβίωσή τους και όχι την ανοικτή αντιπαράθεση με την καθεστηκυία εκκλησιαστική τάξη. Για την επίτευξη του στόχου αυτού ακολουθήθηκαν δύο διαφορετικές μέθοδοι, όπως θα φανεί από τις παρακάτω περιπτώσεις.
Ο Armanno Pungilupo της Φερράρα ζούσε διπλή ζωή για μια εικοσαετία[130]. Ήταν Τέλειος Καθαρός και ταυτόχρονα εμφανίζονταν ως αφοσιωμένος παπικός. Εξομολογούνταν τακτικά από το 1244, έκανε προσκυνηματικά ταξίδια, ακόμα και τον τελευταίο χρόνο της ζωής του εξομολογήθηκε δώδεκα φορές στο επισκοπικό παρεκκλήσι την Μεγάλη Σαρακοστή. Εξομολόγος του ήταν ο Don Rainaldo του San Nicolò. Ένας άλλος ιερέας ο Don Alberto κατέθεσε ότι τον είχε εξομολογήσει επίσης όταν αρρώστησε βαριά και ένας ακόμη ο Don Zambono τον εξομολογούσε τακτικά από το 1266. Παρότι προέρχονταν από οικογένεια Καθαρών κατάφερε να πείσει ότι είχε αποκηρύξει την αίρεση. Το 1254 συνελήφθηκε και βασανίστηκε, επειδή είχε αρνηθεί την μετουσίωση των Τιμίων Δώρων, από τον ιεροεξεταστή της Φερράρα Fra Aldobrandino. Δικαιολογήθηκε ότι επρόκειτο για αστείο. Ορκίστηκε ότι δεν θα το ξανακάνει, ότι θ’ ακολουθεί την πίστη της παπικής εκκλησίας και πλήρωσε πρόστιμο 100 λίβρες[131].
Μετά τον θάνατό του επιχειρήθηκε η αγιοποίησή του. Πολλοί προσκυνητές πήγαιναν στον τάφο του και μάλιστα παρουσιάστηκαν και κάποια λείψανα που υποτίθεται ότι ήταν δικά του στην Πάρμα και ο Don Anselmo του Αγίου Βιτάλιου τα εξέθεσε για προσκύνηση, μέχρι που αποδείχθηκαν απάτη. Συνέβαινε, όμως και κάτι άλλο παράξενο. Στον τάφο του προσέρχονταν και Καθαροί για προσκύνημα, αυτοί που όσο ζούσε τον έλεγαν αποστάτη και χειρότερο από κτήνος[132]. Αυτό προκάλεσε υποψία στους ιεροεξεταστές. Ο Fra Aldebrandino άνοιξε φάκελοκαι οι ανακρίσεις διήρκεσαν από την άνοιξη το 1270 ως το καλοκαίρι του 1274, αλλά δεν μπόρεσε να καταλήξει σε απόφαση. Ο επόμενος ιεροεξεταστής, ο Fra Florio της Vicenza ξανάνοιξε τον φάκελο το 1284 κι έστειλε αναφορά στην Ρώμη το 1288. Η έρευνα παρέμεινε ανολοκλήρωτη μέχρι το 1299, οπότε ανέλαβε την υπόθεση ο Fra Guido.
Τα στοιχεία που συλλέγησαν ήταν συνοπτικά τα εξής:
- κάποια Donna Duragia ενημέρωσε ότι ο Armanno παρείχε τροφή και κρασί σε Καθαρούς πιστούς. Σε μια περίπτωση καθώς ήταν συγκεντρωμένοι σε πασχαλινό τραπέζι, τον άκουσε να λέει ότι οι ιερείς έκαναν λάθος που νόμιζαν ότι το Corpus Domini δεν καταναλώνεται και ότι το είχαν καταναλώσει όλο[133].
- είχε κατηγορήσει την Ιερά Εξέταση, ότι καταδίκαζε «καλούς ανθρώπους[134]».
- πολλοί Καθαροί ομολόγησαν ότι ήταν ένας από αυτούς[135]. Άλλοι, όπως ο παπουτσής Castellano, τον θεωρούσαν προδότη[136].
- Ο Odoberto, ένας άλλος Καθαρός, δήλωσε ότι ο Armanno και η γυναίκα του είχαν δεχθεί το consolamentum σε διαφορετικές τελετές[137]. Ο Armanno το έλαβε στην Βερόνα το 1266, παρουσία πολλών μαρτύρων.
- Ταξίδευε για συναντήσει Καθαρούς. Κάποιος νεαρός (τότε) θυμόταν ότι ταξίδεψε μαζί του (κατά την συνήθεια να ταξιδεύουν δύο μαζί) και ότι τον είδε να δίνει το melioramentum (τιμητικός χαιρετισμός) σε έναν Τέλειο και στην συνέχεια του υπέδειξε πώς να κάνει το ίδιο. Ο νεαρός δικαιολογήθηκε ότι δεν ήξερε τι έκανε[138].
- Δύο Τέλειες του ζήτησαν να δώσει το consolamentum στην υπηρέτριά τους Μαρία, όπως κι έπραξε. Η Μαρία έμενε έκπληκτη γιατί νόμιζε ότι ήταν απλός πιστός. Ανακάλυψε έτσι ότι ήταν Τέλειος[139].
- Κάποιος παπικός μοναχός έμαθε για τον Armanno ότι γνώριζε ασφαλή σπίτια «Παταρηνών», καθώς και τα μυστικά σημάδια που είχαν για ν’ αναγνωρίζονται μεταξύ τους. Του ζήτησε να τ’ αποκαλύψει, αλλά ο Armanno αρνήθηκε[140].
Ο Fra Guido καταδίκασε εντέλει τον Armanno το 1301 (13 Ιανουαρίου), παρά την διαμαρτυρία τοπικών παραγόντων, οι οποίοι είχαν οικονομικά συμφέροντα από την αγιοποίησή του και παρουσίαζαν ψεύτικα θαύματα για να προσελκύουν προσκυνητές. Τα οστά του ξεθάφτηκαν, κάηκαν και πετάχτηκαν στο ποτάμι. Ο Fra Guido ήρθε για δεύτερη φορά στην θητεία του αντιμέτωπος με ψεύτικα θαύματα. Τα ίδια έκανε και ο Fra Giacomo ο κρυφο-καθαρός μοναχός της Μπολόνια. Οι δύο περιπτώσεις, του Fra Giacomo και του Armanno Pungilupo, φανερώνουν την μία κατεύθυνση του ιταλικού καθαρισμού, τον διπλό τρόπο ζωής. Παρά τις διαφωνίες σύγχρονων ερευνητών, όπως ο Gabriele Zanella και ο Augustine Thompson[141], που ισχυρίζονται ο μεν πρώτος ότι ο Armanno απλά είχε ευρείες συμπάθειες και αρνούνταν να διαλέξει μεταξύ εκκλησιών και ο δεύτερος ότι ήταν «ελεύθερο πνεύμα» με αντικληρικαλιστικό χιούμορ, υπάρχει ένα στοιχείο που πείθει ότι ο Armanno δεν ήταν ειλικρινής, έκρυβε τις πραγματικές του προτιμήσεις και πεποιθήσεις. Αυτό είναι η επιδεικτικότητα της συμμετοχής του στην παπική εκκλησία. Οι συχνές εξομολογήσεις του σε πολλούς και διαφορετικούς εξομολόγους και μάλιστα η επιδίωξή του να εξομολογηθεί στον ίδιο τον επίσκοπο, σηματοδοτούν την προσπάθειά του να καλυφθεί πίσω από την μαρτυρία υψηλόβαθμων αξιωματούχων του παπισμού. Η αυτοπεποίθηση των κινήσεών του θυμίζουν πεπειραμένο απατεώνα, σίγουρο για την αποτελεσματικότητα των ενεργειών του. Προφανώς, διέκρινε ότι οι εξομολόγοι του είχαν πειστεί. Τα στοιχεία που μαζεύτηκαν εις βάρος του δεν ήταν περιστασιακά. Υπήρχαν αιρετικοί, οι οποίοι καταδικάστηκαν με λιγότερα. Η δική του καταδίκη άργησε για δύο λόγους΄ πρώτον έπεισε τον επίσκοπο ότι ήταν πιστός και δεύτερον οι έρευνες συνάντησαν πρόσκομμα την επιθυμία της τοπικής εκκλησίας για ένα δικό της άγιο. Παράλληλα με την έρευνα εις βάρος του γίνονταν προσπάθειες αγιοποίησής του και οι Καθαροί, οι οποίοι με την σειρά τους προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τους εκτελεσμένους Τέλειους ως αγίους, συμφωνούσαν σ’ αυτό.
Η διπλή ζωή των Καθαρών δεν ήταν καινοτομία του τέλους του ΙΓ’ αι. Ο Κορράδος του Marburg είχε ανακαλύψει πολλούς τέτοιους, δεκαετίες πριν στη Γερμανία. Εκεί ο Καθαρισμός ήταν οικογενειακή υπόθεση και το μυστικό δόγμα περνούσε από γενεά σε γενεά. Στην Φραγκία έχουμε την χαρακτηριστική περίπτωση του Pierre Clergue από το Montaillou, που ήταν εκκλησιαστικός νοτάριος του επισκόπουκαι ανακαλύφθηκε μόνο ύστερα από την ομολογία της ερωμένης του Grazide Lizier, χήρας του Pierre Lizier, με τον οποίο την είχε ο ίδιος παντρέψει. Την περίπτωσή του την γνώριζε όλο το χωριό και κανείς δεν μιλούσε, διότι ο Pierre την αλήθεια για πολλούς. Μπορούσε να στείλει τους εχθρούς του στην Ιερά Εξέταση ή να σώσει τους φίλους του, όπως μια άλλη ερωμένη του, την Guillemete Benet, για την οποία εκκρεμούσε ανοικτός φάκελος επί δωδεκαετία. Μόλις το 1320 ξεσκεπάστηκε η απάτη του[142].
Η διπλή ζωή των Καθαρών ήταν μία λύση στο πρόβλημα των διώξεων. Η φυγή στα όρη ήταν η δεύτερη. Μερικές αποστολές των Ιεροεξεταστών τον ΙΔ’ αι. δείχνουν αυτή την κατεύθυνση. Μια ένοπλη αποστολή το 1375 στις Άλπεις, υπό την καθοδήγηση του Φραγκισκανού Borelli της Gap, έφερε μεν αποτελέσματα, αλλά δεν ξεκαθάρισε την περιοχή από τους Καθαρούς. Το πρόβλημα έγκειτο στην έλλειψη συντονισμού μεταξύ Ιταλών και Φράγκων Ιεροεξεταστών. Μια άλλη αποστολή το 1373, υπό τον Tommaso di Casasco, ανακάλυψε Καθαρούς στην Val di Lanzo. Στο δυτικό τμήμα του Πεδεμόντιου, στα σύνορα με την Βοσνία, αναπτύχθηκαν μικτές κοινότητες Καθαρών-Βάλδιων.
Στο Chieri, στα ΝΑ του Τορίνο, υπήρχε ισχυρή εστία Καθαρών, λόγω της εύκολης επικοινωνίας με τους Βογομίλους, οι οποίοι είχαν ελευθερία κινήσεων στη Βοσνία. Οι Καθαροί ταξίδευαν για να διδαχθούν από τους Σλάβους διδασκάλους της Boxena[143] (Βοσνία). Πρόκειται για την συνέχεια της παλαιάς προκατάληψης των Καθαρών για τους διδασκάλους του Βυζαντίου και των Σλάβων. Σε δύο ομολογίες Καθαρών από την περιοχή του Chieri, του Galosna και του Bech, προκύπτει ένας συνδυασμός μαγείας, Καθαρισμού και αντινομικών απόψεων παρόμοιων με αυτών της αίρεσης του «Ελεύθερου Πνεύματος». Το συνονθύλευμα των απόψεων δημιουργεί ένα συγκρητιστικό αποτέλεσμα[144].Οι ανακρίσεις του Δομινικανού ιεροεξεταστή Antonio di Settimo το 1412, αποκάλυψαν δεκαπέντε νεκρούς αιρετικούς, μεταξύ των οποίων και μέλη των αριστοκρατικών οικογενειών των Balbi και των Cavour[145]. Τα οστά τους ξεθάφτηκαν και κάηκαν στην πλατεία, παρουσία του Λουδοβίκου της Σαβοΐας. Ωστόσο, δεν κατάφερε να ανακαλύψει ζώντες αιρετικούς.
Οι Καθαροί της Ιταλίας εμφανίζονται στα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης του Chieri για τελευταία φορά.
* * * * * *
[1] Ο υψηλότερος βαθμός της τοπικής διοίκησης μίας πόλης. Όταν εμφανίστηκε ο τίτλος στα μέσα του ΙΒ’ αι. ο podestà ήταν ο εγκάθετος του Γερμανού αυτοκράτορα. Αργότερα, με την άνοδο της παπικής επιρροής, τον podestà τοποθετούσε ο πάπας.
[2] Welf ήταν η πολεμική ιαχή των στρατιωτών του δούκα στης Βαυαρίας, η οποία στα Ιταλικά έγινε Gulefo. Κατ’ αντιστοιχία η πολεμική ιαχή των στρατιωτών του δούκα της Σουαβίας ήταν Wibellingen, το όνομα ενός κάστρου τους. Στα Ιταλικά έγινε Ghibelline, απ’ όπου και το όνομα του κόμματος των υποστηρικτών τους.
[3] Caterina Brushi, The Wandering Heretics of Languedoc, Cambridge 2009.
[4] Για τις συνθήκες και τ’ αποτελέσματα των διενέξεων στο Ορβιέτο σε συνάρτηση με τις δυσκολίες του τοπικού επισκόπου μας ενημερώνει ένα σύγχρονο χρονικό γραμμένο από τον διάδοχο επίσκοπο Ranerio. Εκδόθηκε από τον Pericle Perali, La Cronaca del vescovado orvietano (1029-1239), scritta dal vescovo Ranerio, Orvieto 1907. Σύγχρονη έκδοση ετοιμάζει ο Lucio Ricceti, αλλά δεν γνωρίζω αν ολοκληρώθηκε. Για το Ορβιέτο προτείνονται τα Daniel Waley, Medieval Orvieto, Cambridge 1952 & Elisabeth Carpentier, Orvieto à la fin du XIIe siècle: Ville et champagne dans le cadastre de 1292, Paris 1986.
[5] Έκδοση Vincenzo Natalini, San Pietro Parenzo, La Leggenda, scritta del Maestro Giovanni canonico di Orvieto, Rome 1936.
[6] B. Bolton, The Medieval Reformation, London 1983, pp. 102-103.
[7] Ο Μαστρογιάννι αποκαλεί τον Πέτρο: “rectorem qui summi pontificis gratiam urbevetanis acquireret, pacis et gratie romanorum beneficum impetratet”, La Leggenda, ed. V. Natalini, p. 156.
[8] C. Lansing, Power and Purity… pp. 32-33 αναφέρονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για τα δημόσια αξιώματα των μελών της οικογένειας.
[9] Philip Jones, The Malatesta of Rimini and the Papal State, Cambridge 1974, p.6.
[10] Με τις δολοφονίες αυτές έχει ασχοληθεί ο Quirino Galli, Presente e passato nel Carnevale della Tuscia meridionale. Le Fonti medioevali, in Il Carnevale della tradizione Arcaica alla traduzione colta del Rinascimento, Πρακτικά του 13ου Συνεδρίου υπό την αιγίδα του Centro Studi sul teatro medioevale e rinascimentale, Ρώμη 31 Μαΐου- 4 Ιουνίου 1989. Η έκδοση των Πρακτικών, Viterbo 1990, η παραπάνω εισήγηση σσ. 515-537.
[11] Cronaca di Luca di Domenico Manenti, ed. Luigi Fumi, Ephemerides Urbeventanae, in Rerum Italicarum Scriptores, ed. Ludovico A. Muratori, vol. 15, part 5 (Città di Castello 1910), p. 279.
[12] Παρουσίαση και ανάλυση των στοιχείων με εξαγωγή συμπερασμάτων στο C. Lansing, Power and Purity… pp.51-54.
[13] Όπως για παράδειγμα στην Perugia, όπου ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος. Εκεί οι αντιμαχόμενες πλευρές ήταν οι ιππότες και οι πεζικάριοι, John Grundmann, The Popolo at Perugia, διατριβή επί διδακτορία, Washington 1974, ch. 2 (εκδόθηκε στο Fontis per la storia dell’ Umbria, vol. 20 (Perugia 1992).
[14] Τα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης του Ορβιέτο ονομάζονται Archivio de Stato di Orvieto, Liber Inquisitionis κι έχουν εκδοθεί στην εξής συλλογή, Mariano d’ Alatri, ed. L’ Inquisizione francescana nell’ Italia central del Duecento, con in appendice il testo del’ ‘ Liber Inquisitionis’ di Orvieto transcritto da Egidio Bonanno, Biblioteca seraphic-cappucina 49 (Rome 1996).Παλαιότερη μερική έκδοση από την οποία και οι παραπομπές, Luigi Fumi, ed. Codice diplomatic della città di Orvieto. Documenti e regesti dal secolo XII al XV, Florentia 1884. Η καταδίκη του Cristoforo Tosti στις σελίδες 262-3. Για τους αδερφούςBartolomeo και Rainerio de Tosti, Liber Inquisitionis I8r.
[15] Sandro Carocci, Le Comunalie di Orvieto fra la fine del XII e la metà del XV secolo, in Mélanges de l’ École francaise de Rome 99.2 (1987), 701-728.
[16] Liber Inquisitionis 7v.
[17] Η καταδικαστική απόφαση και τα γεγονότα στο Luigi Fumi, Codice…, 182-183.
[18] Στα αρχεία αυτά αναφέρεται η καταδίκη του Stradigottus Ricci de Toste (Liber Inquisitionis 3v) και του Provenzano Lupicini (Liber Inquisitioinis 13v).
[19] H Mary Henderson, Medieval Orvieto: The Religious Life of the Laity, 1150-1350, διατριβή επί διδακτορία, Εδιμβούργο 1990, σ. 85, ετυμολογεί το όνομα avultronis από το avulsor, που σημαίνει αυτόν που κουρεύει τα πρόβατα. Ίσως κάποιος πρόγονός του να ασκούσε αυτό το επάγγελμα, αλλά στα αρχεία είναι ξεκάθαρα καταγεγραμμένος ως τοκογλύφος.
[20] Liber Inquisitionis Iv, αφορισμός του Cristoforo. Το 1280 η ακίνητη περιουσία τους κατεδαφίστηκε και ο χώρος διατέθηκε για την κατασκευή της Piazza del Popolo. Luigi Fumi, ed. Codice…, 324-325.
[21] Το κείμενο στο Luigi Fumi, Cronaca di Luca di Domenico Manenti,…pp. 281-4. Οι υπογραφές είναι των Bartahalomeus Ranucci Magistri & Ranuccius Tosti.
[22] Archivio di Stato di Siena, Riformagioni Diplomatico 5 Ιανουαρίου 1221. ed. Giovanni Cecchini, Il Caleffo vecchio del commune di Siena, Siena 1931, vol. 1 no 198 p. 295.
[23] Η συμφωνία υπογράφηκε στην οικία του Stradigotto, παρουσία των Ranuccio fratre Tosti, Stratigotto et Aldebrandino Riccio, et Ranierio Bartholomei Rainuctii Magistri. Luigi Fumi, ed. Codice…, n.192, p.88.
[24] Έτσι αναφέρουν οι χρονογράφοι του ΙΕ’ αι. Luca & Cipriano Manenti, βλ. σχ. Luigi Fumi, Cronaca di Luca di Domenico Manenti, Ephemerides Urbeventanae, in Rerum Italicarum Scriptores, vol 15p.275.
[25] ed. Giovanni Cecchini, Il Caleffo vecchio del commune di Siena, Siena 1931, vol. 1 no 59 p. 76.
[26] Για τον Provenzano ως δημοτικό σύμβουλο, Luigi Fumi, ed. Codice…, n.256 p. 170, ως θησαυροφύλακα, στο ίδιο no 248 p. 162.
[27] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.246, p.164. Ως πρύτανης στο ίδιο no. 293 p. 190.
[28] Με το όνομα Toncella Aronnis, Giovanni Cecchini, Il Caleffo…, vol. 1 no. 198 p. 299.
[29] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.100, p.69. To 1217 εμφανίζεται ως πρώην θησαυροφύλακας, στο ίδιο no 110 p. 79.
[30] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.211 p. 143.
[31] Liber Inquisitionis 9v.
[32] C. Lansing, Power & Purity…, p.62.
[33] Liber Inquisitionis 26r.
[34] Θα το εξηγήσουμε στο κεφάλαιο για την διδασκαλία και τις πρακτικές των Καθαρών.
[35] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.2377-378 pp. 233-34. Η καταδίκη του Liber Inquisitionis 19v.
[36] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.271 p. 176.
[37] Liber Inquisitionis 10r.
[38] Liber Inquisitionis 19v.
[39] Liber Inquisitionis 25v.
[40] Liber Inquisitionis 20r.
[41] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.378 p. 234.
[42] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.331 p. 208-9.
[43] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.406 p.252.
[44] Εμπορικός όρος με κάποια νομική σημασία την οποία δεν γνωρίζω.
[45] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.333 p.210 & no 378 p. 234.
[46] Luigi Fumi, ed. Codice…, n.332 p.209 & no 359 p. 224.
[47] Luigi Fumi, ed. Codice…, nο 262 p.172.
[48] Campi Bisenzio σήμερα, δέκα χιλιόμετρα ΒΔ της Φλωρεντίας.
[49] Το ένα από τα δύο νησιά της λίμνης. Το δεύτερο είναι η Bisentina και παλιότερα ήταν εξοχική κατοικία του πάπα. Σήμερα είναι και τα δύο ιδιόκτητα και δεν επιτρέπονται επισκέψεις.
[50] Luigi Fumi, ed. Codice…, nο 359 p.224. Μετά τον Toncelle ανέλαβε ο Bertrami στις 7 Απριλίου 1259.
[51] Τα χρονικά της εποχής τοποθετούν τον θάνατό του το 1256 η 1257, αλλά τα υπάρχοντα επίσημα έγγραφα δείχνουν ότι ήταν ζωντανός το 1259, τουλάχιστον μέχρι τις 2 Απριλίου. Annales Urbevetani, Cronica Antiqua A, ed. Luigi Fumi, Ephemerides Urbeventanae, in Rerum Italicarum Scriptores, ed. L. A. Muratori, vol. 15 pt 5 (Città di Castello 1910), p. 128.
[52] Giovanni Cecchini, Il Caleffo…, vol. 1 no 59 pp. 74-78.
[53] Luigi Fumi, ed. Codice…, nο 154 p.101.
[54] Carol Lansing, Power & Purity…, Appendix B, pp.183-186.
[55] Liber Inquisitionis 11v.
[56] Liber Inquisitionis 21v.
[57] Liber Inquisitionis 29r.
[58] Liber Inquisitionis 16r.
[59] Liber Inquisitionis 18r.
[60] Liber Inquisitionis 1r, 14r & 33r αντίστοιχα.
[61] Liber Inquisitionis 24r.
[62] Liber Inquisitionis 18r.
[63] Liber Inquisitionis 10r & 31r.
[64] Liber Inquisitionis 12r.
[65] Liber Inquisitionis 5v.
[66] Liber Inquisitionis 4r & 27v.
[67] Liber Inquisitionis 24r.
[68] Στο ίδιο.
[69] Liber Inquisitionis 27v & 34v.
[70] C. Lansing, Power & Purity…, p. 68.
[71] Liber Inquisitionis 6r.
[72] Daniel Waley, Medieval Orvieto, p. 85.
[73] Τα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης διατηρήθηκαν στο μοναστήρι των Δομινικανών Santa Maria Novella και στην συνέχεια πέρασαν στην κατοχή της αρχειοθήκης της Φλωρεντίας. Τα περισσότερα εκδόθηκαν από τον Felice Tocco, Quel che non c’ è nella Divina Commedia, o Dante e l’ eresia, Bologna 1899.Από την εκτενή βιβλιογραφία παραθέτουμε μερικά έργα:
- Raoul Manselli, Per la storia dell’ eresia catara nella Firenze del tempo di Dante, in Bullettino dell’ Instituto storico italiano per il medio evo e archivio muratoriano 62(1950), pp. 123-38.
- Dinora Corsi, Per la storia dell’ inquisizione a Firenze nella seconda metà del secolo XIII, in Bollettino della società di studi Valdesi 132 (December 1972).
- Dinora Corsi, Firenze 1300-1350; ‘ Non conformismo’ religioso e organizzazione inquisitoriale, in Annali dell’ Instituto di Storia, Università di Firenze, Facoltà di Magistero 1 (1979), pp. 29-66.
- John N. Stephens, Heresy in Medieval and Renaissance Florence, in Past and Present 54 (1972), pp. 25-60.
- Marvin B. Becker, Heresy in Medieval and Renaissance Florence: A Comment, in Past and Present 62 (1974), pp. 153-161.
[74] Robert Davidsohn, Storia di Firenze, vol. 1 p. 192 & vol. 6 p. 256˙ Pietro Santini, ed. Documenti dell’ antica constituzione del commune di Firenze, Documenti di storia italiana, Florence 1895, vol. 10 pt 3 document 27 pp. 400-401.
[75] F. Tocco, Quel…, pp. 37-38.
[76] R. Davidsohn, Storia…, vol. 6 p. 256. Massimo Tarassi, Il regime guelfo, in Ghibellini, Guelfi e popolo grasso: I detentori del potere politico a Fiernze nella seconda metà del Dugento, ed. Sergio Raveggi, Florence 1978, p. 112.
[77] F. Tocco, Quel…, pp. 34-35.
[78] F. Tocco, Quel…, pp. 48-50.
[79] Για τους Nerli, Carol Lansing, The Florentine Magnates: Lineage and Faction in a Medieval Comune, Princeton, pp. 72-75 & 81-83.
[80] Pietro Santini, ed. Documenti…, vol. 10 pt 2 p. 277.
[81] Pietro Santini, ed. Documenti…, vol. 10 pt 3 p. 475.
[82] F. Tocco, Quel…, n. 7 pp. 40-41, η κατάθεση κάποιας Ρόζας.
[83] F. Tocco, Quel…, n. 8 pp. 41-43.
[84] Sergio Raveggi, Il regime Ghibellino, στο συλλογικό Ghibellini, Guelfi e popolo grasso: I detentori del potere politico a Firenze nella seconda metà del Dugento, Florence 1978, pp. 70-72.
[85] Robert Davidsohn, Storia…, vol. 2 p. 417.
[86] Pietro Santini, ed. Documenti…, vol. 2 doc. 56 p. 277.
[87] Sergio Raveggi, Il regime Ghibellino, pp. 209-210.
[88]Massimo Tarassi, Il regime Guelpho, p. 130.
[89] Pietro Santini, ed. Documenti…, pt 2 p. 417.
[90] La cronica domestica di Donato Velluti, ed. Isidoro del Lungo-Guglielmo Volpi, Florence 1914, p. 72.
[91] Πηγή των γεγονότων είναι το Nuova Cronica, έργο του Giovanni Villani, Φλωρεντίνου τραπεζίτη (συνέταιρος στην τράπεζα των Buonaccorsi) και πολιτικού του ΙΓ’-ΙΔ’ αι. Η πιο πρόσφατη έκδοση του κειμένου, Giovanni Villani, Nuova Cronica, ed. G. Porta, 3 vols, Parma 1990-1991. Η συνέχεια του χρονικού, Matteo Villani, Cronica, con la continuazione di Filippo Villani, ed. G. Porta, 2 vols. Parma 1995. Αγγλική μετάφραση αποσπασμάτων, Rose E. Selfe (trans), Selections from the first nine books of the croniche fiorentine of Giovanni Villani, Westminister 1896. Η εξορία των Ghibellines από την Φλωρεντία pp.152-3. Η μάχη του Montapetri pp. 173-177.
[92] R. Manselli, Ezzelino da Romano nella politica italiana del secolo XIII, in Studi Ezzeliniani, ed. G. Fasoli (συλλογικό), Rome 1963, pp. 35-70˙ F. Lomastro Tognato, L’ Eresia a Vicenza nel duecento, Fonti e studi di storia veneta 12 ( Vicenza 1988), pp. 21-25˙ Malcolm Lambert, The Cathars, pp. 183-187. Από τις μεσαιωνικές πηγές ο Ronaldino της Πάδοβα στο έργο του Cronica in factis et circa facta Marchie Trivixane, επικεντρώνεται στην άνοδο και την πτώση του οίκου των da Romano. Ed. Lodovico Antonio Muratori, Rerum Italicarum Scriptores: Nuova series, vol. 8 pt. 1, Tipi Della Casa Editrice S. Lapi 1905.
[93] Jacob Burkhardt, The Civilization of Renaissance in Italy (τίτλος πρωτοτύπου Die Kultur der Renaissance in Italien), trans. S. G. C. Middlemore, Oxford 1878, 2 vols.
[94] Η πληροφορία προέρχεται από την επιστολή κάποιου Yves της Ναρβόννης στον αρχιεπίσκοποΓεράλδο του Bordeux. Η επιστολή διατηρήθηκε στο χρονικό του Ματθαίου Παρίση, Matthaei Parisiensis Chronica majora, ed. H. R. Luard (Roll Series LVII), 7 vols London 1872-1883, vol. IV 270-272. Αγγλική μετάφραση W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, Columbia University Press 1969, p. 187. Άλλες αναφορές των πηγών στο πρόσωπό του A. Dondaine, La Hiérarchie cathare, II- III, Archivum Fratrum Praedicatorum 20 (1950), 297-8.
[95] Malcolm Lambert, The Cathars, p. 274.
[96] Lomastro Tognato, L’ eresia…, pp. 23-49.
[97] Julia Bolton Holloway, Twice-told tales: Brunetto Latino and Dante Alghieri, New York 1993, p. 60.
[98] Τα δύο κύρια έργα για την άνοδο των Ανδεγαυών είναι Steven Runciman, The Sicilian Vespers, Cambridge 1958, ειδικά τα κεφάλαια 5 & 6 σσ. 65-95. Επίσης το κλασσικό Edouard Jordan, Les Origines de la Domination Angevine en Italie, Paris 1909 με βαρύτητα στην οικονομική υποστήριξη της εκστρατείας στις σελίδες 545-565.
[99] Giovanni Tabacco, The struggle for power in medieval Italy, Cambridge 1989, pp. 247-8.
[100] R Caggese, Roberto d’ Angio e I suoi tempi, Florence 1922, vol. 1 pp. 536-567.
[101] Η επιθυμία του Σαίξπηρ για δικαίωση και τιμωρία, όπως εκφράστηκε στον Έμπορο της Βενετίας, αποδείχθηκε Όνειρο θερινής νυκτός.
[102] Για τον τρόπο αλλαγής της πολιτικής της κατάπνιξης της αίρεσης μετά την νίκη του Καρόλου, Raoul Manselli, La fin du catharisme en Italie, Cahiers de Fanjeaux 20 (1985), pp. 101-118.
[103] Daniel Waley, Medieval Orvieto, Cambridge 1952, pp. 43-49.
[104] Liber Inquisitionis 19v.
[105] Liber Inquisitionis 4r & 27v.
[106] Elisabet Carpentier, Orvieto à la fin du XIIIe siècle: Ville et champagne dans le cadastre de 1292, Paris 1986, p. 286 n. 417.
[107] Agostino Paravicini Bagliani, La mobilità della Curia romana nel secolo XIII. Riflessi locali, in Società e istituzioni dell’Italia comunale. L’esempio di Perugia (secoli XII-XIV), Perugia 1988, pp155-278.Υπολογίζει ότι η κούρια πέρασε επτά χρόνια και εννιά μήνες στο Ορβιέτο.
[108] Daniel Waley, Medieval Orvieto, Cambridge 1952, pp. 48.
[109] C. Lansing, Power and Purity, p. 173.
[110] Lomastro Tognato, L’ eresia…, doc. 12 pp.118-121˙C. Lansing, Power and Purity, p. 116˙Malcolm Lambert, The Cathars, p. 274.
[111] Lomastro Tognato, L’ eresia…, P. 32.
[112] L. Paolini-R. Orioli, Acta S. Oficii Bononie ab anno 1291 usque ad annum 1310, Fonti per la storia d’Italia 106, Rome 1982. Αναλύσεις στα:
- Lorenzo Paolini, L’eresia catara alla fine del duecento, in L’ eresia a Bologna fra XIII e XIV secolo, Instituto storico italiano per il medio evo, Studi storici 93-96 (Rome 1975).
- του ιδίου, Bonagrino da Verona e sua moglie Rosafliore, in Medioevo creticale, ed. Ovidio Capitani, Bologna 1977.
[113] Lorenzo Paolini, L’eresia catara…, pp. 44-45, 135-136.
[114] Η ομολογία του L. Paolini-R. Orioli, Acta…, pt. 1 nos 3-10, pp. 11-25.
[115] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, pt. 1, no 15, pp. 37-39.
[116] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, pt. 1, no 564, p. 299. Lorenzo Paolini, L’eresia catara…, pp. 40-44.
[117] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 328, 329, 330, 333, 345.
[118] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 122-123 pp. 149-151.
[119] Ο γραμματέας ήταν ο Francescum pascualis de Agubio, σύμφωνα με την κατάθεση ενός νεαρού αριστοκράτη, L. Paolini-R. Orioli, Acta…, no 150 p. 164.
[120] Chronicon Parmese, ed. Giuliano Bonazzi, in Rerum Italicarum Scriptores, Città di Castelo 1902, vol. 9.9 p. 35.
[121] Ήταν μέλος της συντεχνίας των υποδηματοποιών, αλλά ο ίδιος δεν ήταν κατασκευαστής. Τα εμπορεύονταν. Στην συντεχνία ήταν γραμμένος για να μπορεί να καταλαμβάνει δημόσιες θέσεις. Lorenzo Paolini, L’eresia catara…, p. 56.
[122] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 21-22 ππ. 47-49 (το επισόδιο στον ναό), no 179 pp. 174-175 (η ανάκριση) & no 569 pp. 312-314 (η καταδίκη).
[123] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 44, 46 pp. 49-52. Το κατηγορητήριο συντάχθηκε με βάση της καταθέσεις τριών μοναχών, του ηγουμένου, του Guidolino di Yvano και ενός αδελφού από την Κρεμόνα.
[124] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 44 p. 73: “Item audivit eum dicentem quod, si haberet potestatem, libenter interficeret dominum papam Bonifacium et cardinals, quia ipse dominus papa Bonifacius fecerat interfici meliorem hominem qui esset in mundo, scilicet papam Celestinum, qui erat verus papa, et iste papa Bonifacius non erat papa de iure, licet esset de facto”.
[125] Μετά από αυτόν ο επόμενος ήταν ο Γρηγόριος ΧΙΙ που παραιτήθηκε το 1415 ύστερα από απαίτηση της Συνόδου της Κωνσταντίας.
[126] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 44 p. 74: “Item dicit quod audivit dictum dompnum Iacobum dicentem, postquam Bompetrus et Iulianus fuerunt condempnanti et combusti, quod inquisitor et fraters fecerunt malum opus et magnum peccatum quia fecerant comburri bonos hominess, quia dicti Bompetrus et Iulianus fuerunt boni hominess et meliores quam essent inquisitor et fraters”.
[127] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 50 p.82: “Don Iacobe, non timetis vos pecatum, non habetis vos animam?; ipse despicit et dicit quod persica habet animam”.
[128] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 44 p. 73: “Item dicit quod audivit dictum dompnum Iacobm dicentem quod non erat alius infernus, nec alius paradixus, nisi mundus iste”.
[129] L. Paolini-R. Orioli, Acta…, nos 46 p.77: “Item audivit ipse testis dictum dompnum Iacobum dicentem quod ille qui bene habet in hoc mundo bene habet in alio”.
[130] Gabriele Zanella, Itinerari ereticali: patari e catari tra Rimini e Verona, Istituto storico italiano per il medio evo, Studi storici 153 (Rome 1986). Στο παράρτημα Ι pp. 48-102 έκδοση των αρχείων Archivio di Stato, Bibliotteca MS 132 fols 11r-33vτης Μοδένα που αφορούν τον Armanno. Ανάλυση στα:
- Gabriele Zanella, Armanno Pungilupo, eretico quotidiano, Hereticalia, 3-14.
- Amedeo Benati, Armanno Pungilupo nella storia religiosa ferrarese del 1200, in Atti e memorie della Deputazione della provincial ferrarese di storia patria 4/1 (3rd series 1966), 85-123.
[131] Zanella, Itinerari…, p. 87.
[132] Zanella, Itinerari…, p. 50-51.
[133] Zanella, Itinerari…, p.57.
[134] Zanella, Itinerari…, p.54.
[135] Zanella, Itinerari…, p. 60-61.
[136] Zanella, Itinerari…, p. 56-59.
[137] Zanella, Itinerari…, p. 59.
[138] Zanella, Itinerari…, p. 63.
[139] Zanella, Itinerari…, p. 57.
[140] Zanella, Itinerari…, p. 62.
[141] A. Thompson, Cities of God: The religion of the Italian Communes, 1125-1325, Pensylvania State University 2005, pp. 432-433.
[142] Le Roy Ladurie, Montaillou, pp. 91-92. James Buchanan Given, Inquisition and medieval society: power, discipline and resistance in Languedoc, Cornel University 1997, pp 151-155.Η ομολογία της Grazida σε αγγλική μετάφραση στο Peter Dronke, Women writers of the Middle Ages: a critical study of texts from Hildegard of Bingen to Marguerite Porete , Cambridge 1984, p. 204-5.
[143] G. G. Merlo, Eretici e inquisitori nella società piemontese del trecento, Turin 1977, p. 43.
[144] Malcolm Lambert, The Cathars, p. 295.
[145] M. Esposito, Un ‘auto da fé’ à Chieri en 1412, Revue Histoire Ecclesiastique 42 (1947), pp. 422-432.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Volunteers with Syrian Arab Red Crescent (SARC) unload aid trucks in Douma, in Eastern Ghouta, Syria, 05 March 2018. A convoy of aid supplies reach the besieged community in Eastern Ghouta for the first time in weeks and after months of bombardment. EPA, Mohammed Badra
ΣχόλιοΤ.Ι.: Ας στραφούμε προς τον Παντοδύναμο Θεό με όλη μας την καρδιά, την ψυχή, την διάνοια, την ισχύ, στον Παντοκράτορα που διαλύει βουλάς αρχόντων.
Στον δικό μας ευρύτερο χώρο, η Συρία υπέστη τα περισσότερα πραξικοπήματα. Έξι συνολικά, από το 1949 μέχρι το 1970 (1949, 1954, 1961, 1963, 1966, 1970).
Θα αναφερθώ στη συνέχεια του κειμένου και στο έβδομο πραξικόπημα, αυτό που λαμβάνει χώρα από το 2012 μέχρι σήμερα και το οποίο είναι μεν τζιχαντιστικό, αλλά στη ουσία είναι ένα πραξικόπημα Μade in the West και το οποίο αποτελεί συνέχεια των δυτικών προσπαθειών να τεθεί υπό την ηγεμονία της Δύσης ο γεωπολιτικός χώρος της ιστορικής Συρίας και των προεκτάσεών της στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.
Θα περιοριστώ σε συνοπτικές, κυρίως, αναφορές στα δύο από τα έξι πραξικοπήματα –αυτά του 1949 και του 1957– που εμπεριέχουν, πιστεύω, αρκετά στοιχεία που μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε τι επακριβώς συμβαίνει στη Συρία σήμερα, γιατί το μακελειό δεν σταματά. Αλλά και γιατί γινόμαστε μάρτυρες μιας άθλιας και δυτικής έμπνευσης και χρηματοδότησης προπαγάνδας που κάνει τη χιτλερική να μοιάζει με έργο «ατζαμήδων».
Η συγκεκριμένη προπαγάνδα αποτελεί συνέχεια αλλά «ανταγωνίζεται» ταυτόχρονα σε «ποιότητα» –αφού είναι πιο εκσυγχρονισμένη– αυτήν των μεταψυχροπολεμικών πολέμων στη Γιουγκοσλαβία. Τα αποτελέσματα εκείνης της προπαγάνδας υπήρξαν το μακελειό στα Βαλκάνια, ο τζιχαντισμός και η δημιουργία δύο ισλαμιστικών «κρατών» στην Ευρώπη –που τροφοδοτούν «ιεροπολεμιστές» στα διάφορα μέτωπα του κόσμου– αυτού της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης και του «κράτους» των Κοσσοβάρων. Είναι δε κοινό μυστικό πως το «κράτος» των Κοσσοβάρων, οι πάτρωνες του οποίου επιδιώκουν να το εντάξουν στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, κρατά τα ευρωπαϊκά σκήπτρα στο λαθρεμπόριο –κυρίως στα ναρκωτικά– στο εμπόριο λευκής σαρκός και στο εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων.
Αναφορικά με το πραξικόπημα του 1949, δύο είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από αποχαρακτηρισμένα αμερικανικά και εγγλέζικα έγγραφα και από μαρτυρίες αμερικανικών πρακτόρων που έδρασαν στην περιοχή και τα οποία παραπέμπουν στα σημερινά.
Μέχρι το πραξικόπημα του 1957 στη Συρία, η Μέση Ανατολή ήταν ήδη σε μεγάλο αναβρασμό και το επίκεντρο του παγκόσμιου ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού και τοπικών πολέμων και συγκρούσεων.
Είχαμε τη δημιουργία του εβραϊκού κράτους, τον πόλεμο του 1948, την ταπεινωτική ήττα των Αράβων και τη δημιουργία του Παλαιστινιακού. Είχαμε τα γεγονότα στο Ιράν με την εκδίωξη και επαναφορά, με αγγλοαμερικανικό πραξικόπημα, του φιλοδυτικού Σάχη της Περσίας το 1953. Είχαμε στην Αίγυπτο την πραξικοπηματική άνοδο του χαρισματικού και σοσιαλιστή ηγέτη Νάσσερ (1952-’54).
Είχαμε προβοκατόρικες επιθέσεις του Ισραήλ κατά της Αιγύπτου, κυρίως το 1954. Είχαμε το 1955 τη δημιουργία του φιλοδυτικού Συμφώνου της Βαγδάτης, ενός «ψευδο-ΝΑΤΟ» στη Μέση Ανατολή, με πρωταγωνιστές τη Βρετανία και την Τουρκία και με πάτρωνα την Ουάσιγκτον. Είχαμε την «κάθοδο» της Σοβιετικής Ένωσης σε Αίγυπτο και Συρία. Και, τέλος, είχαμε την κρίση του Σουέζ, τον αποτυχημένο επιδρομικό πόλεμο κατά της Αιγύπτου από Βρετανία, Γαλλία και Ισραήλ (1956) και το 1957 είχαμε τη διακήρυξη του ψυχροπολεμικού Δόγματος Αϊζενχάουερ για τη Μέση Ανατολή, δηλ. την απαρχή της επίσημης πλέον επέμβασης των Αμερικανών στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Το 1957 ο Πρόεδρος της Αμερικής Αϊζενχάουερ και ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας Μακμίλλαν «συμφώνησαν», δηλαδή συνωμότησαν –δεν υπάρχει άλλη λέξη– για την ανατροπή της σοσιαλιστικής συριακής κυβέρνησης την οποία θεωρούσαν φιλο-νασσερική, φιλοσοβιετική, επικίνδυνη για τα φιλοδυτικά καθεστώτα της περιοχής και εμπόδιο για τη ροή του πετρελαίου προς τη Μεσόγειο. Οι Σύροι προκατέλαβαν τους σχεδιασμούς τους και το πραξικόπημα αποσοβήθηκε.
Όμως από την τελική έκθεση μιας άκρως απόρρητης επιτροπής που οι Αγγλοαμερικανοί συγκρότησαν το 1957 για να υλοποιήσουν το πραξικόπημα –τη “Syria Working Group”– διαβάζουμε και τα εξής:
«Για να διευκολυνθούν οι απελευθερωτικές δυνάμεις, να περιοριστούν οι δυνατότητες του συριακού καθεστώτος να κατευθύνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, να περιορισθούν οι απώλειες και οι καταστροφές στο ελάχιστο και για να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα το γρηγορότερο, πρέπει να αναληφθεί μια ειδική προσπάθεια (special effort) εξόντωσης (elimination) κάποιων προσώπων που θεωρούνται κλειδιά. Η απομάκρυνσή τους (removal) πρέπει να επιτευχθεί στο αρχικό στάδιο της εξέγερσης (uprising) και επέμβασης (intervention) και υπό τα δεδομένα της κατάστασης».
Επιπλέον, το σχέδιο προέβλεπε τη χρηματοδότηση μιας επιτροπής με την ονομασία “Free Syria Committee” και τον εξοπλισμό μέσα στη Συρία πολιτικών φατριών και παραστρατιωτικών ομάδων με στρατιωτικές δυνατότητες. Πάντοτε, κατά τους σχεδιασμούς της “Syria Working Group”, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, η CIA και η ΜΙ6 της Βρετανίας, «θα ενθάρρυναν εσωτερικές φυλετικές εξεγέρσεις… και θα υποκινούσαν τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στη Δαμασκό». Οι συνεργαζόμενες με αντικαθεστωτικές δυνάμεις και οι αμερικανικές και βρετανικές υπηρεσίες θα συντόνιζαν πράξεις δολιοφθοράς με στόχο την πραξικοπηματική ανατροπή του συριακού καθεστώτος.
Ήταν όμως αποφασισμένοι, εφόσον δημιουργούνταν οι αναγκαίες συνθήκες τρομοκρατίας, να προκαλέσουν και μεθοριακά επεισόδια που να δικαιολογούν τη στρατιωτική επέμβαση των γειτονικών και φιλοδυτικών κρατών της Ιορδανίας, του Ιράκ και της ΝΑΤΟϊκής Τουρκίας. Τόσο ο 6ος αμερικανικός Στόλος στη Μεσόγειο όσο και οι βρετανικές δυνάμεις από την Κύπρο θα δρούσαν υποστηρικτικά σε περίπτωση ανάγκης.
ΑΝΑΤΡΟΠΗ – ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ
Οι σχεδιασμοί του 1957 απέτυχαν διότι Ιορδανία και Ιράκ τελικά δεν συνεργάσθηκαν. Μόνο η Τουρκία του Ατνάν Μεντερές ήταν πρόθυμη να συνεργαστεί, με στρατιωτική εισβολή στη Συρία.
Είναι επίσης ενδιαφέρον να τονιστεί εδώ πως ένας επιπλέον λόγος που οι σχεδιασμοί δεν υλοποιήθηκαν ήταν και η απειλή της Σοβιετικής Ένωσης πως η Τουρκία θα υποστεί τις συνέπειες ενός επιδρομικού πολέμου κατά της Συρίας.
Παρόμοιους σχεδιασμούς από τους Αγγλοαμερικανούς για την ανατροπή/αποσταθεροποίηση του μπαθικού καθεστώτος είχαμε το 1983, το 1986, το 1991, το 2009 και βέβαια το 2012 επί Προεδρίας Ομπάμα και με ΥΠΕΞ τη Χίλαρι Κλίντον.
Στημένη προπαγάνδα
Τηρουμένων των αναλογιών είναι πράγματι εντυπωσιακές οι ομοιότητες τού τότε –1957– με αυτά που συμβαίνουν στη Συρία από το 2012 μέχρι σήμερα. Οι μέθοδοι παραμένουν σχεδόν αναλλοίωτες, όπως αναλλοίωτη παραμένει και η στρατηγική στόχευση. Η μόνη αλλά αισθητή διαφορά είναι η άθλια προπαγάνδα κατά του συριακού καθεστώτος, του μόνου κοσμικού πλέον κράτους στην περιοχή, που έχει ολοκληρωτική μορφή, είναι ασταμάτητη και χρησιμοποιεί κατασκευασμένες, ως επί το πλείστον, σκηνές με πρωταγωνιστές/θύματα μικρά παιδιά.
Η προπαγάνδα αυτή είναι χρηματοδοτούμενη από έξω και τα τεκμήρια είναι αδιάσειστα για όποιον ενδιαφέρεται να ερευνήσει επισταμένα το θέμα. Η χρηματοδότη γίνεται από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, από ορισμένα άλλα ΝΑΤΟϊκά κράτη, καθώς επίσης τους άλλους «παράγοντες ηθικής» στην περιοχή όπως την Τουρκία, τη Σαουδική Αραβία το Κατάρ και το Ισραήλ. Το κάθε ένα από τα κράτη αυτά έχει διαφορετικούς λόγους για την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Και όλα έχουν κυριολεκτικά σκυλιάσει διότι η κοινή στρατηγική τους στόχευση –το συνεχιζόμενο από το 2012 πραξικόπημα στη Συρία– έχει αποτύχει παταγωδώς. Και όλοι συνεχίζουν να «σκυλλεύουν» τον λαό της Συρίας.
Πηγή: Hellas Journal
Η σύγχρονη οικογένεια είναι μια βασανισμένη οικογένεια. Γεύεται πολλές πίκρες και λίγες χαρές. Όταν γνωρίζονται δυο νέοι και νιώθουν να συγκινεί ο ένας τον άλλο με τον ιδιαίτερο εκείνο τρόπο, που τον λέμε έρωτα, τότε αισθάνονται μια πρωτόγνωρη ευτυχία. Αυτή την ευτυχία την απολαμβάνουν και θυσιάζουν πολλά άλλα και τα στερούνται ευχαρίστως, για να συντηρήσουν αυτό το θησαυρό.
Βέβαια η ευτυχία αυτή περιορίζεται στο ζευγάρι και οι άλλοι γύρω τους από αγάπη και κατανόηση συμμερίζονται την ευτυχία τους με συμπάθεια. Οι άλλες έγνοιες του ζευγαριού περιορίζονται και καθώς τους κυριαρχεί ο έρωτας, δεν έχουν τη δύναμη να νιώσουν τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων, να νιώσουν δηλαδή συμπόνια, φιλανθρωπία· δεν έχουν ούτε τη διάθεση ούτε τη δύναμη να συμμεριστούν τα προβλήματα των άλλων. Θα ‘λεγε κανείς ότι βρίσκονται σε κατάσταση μέθης και νιώθουν σαν ένας άνθρωπος, που κοιτάζει μόνο τον εαυτό του εγωιστικά. Αλλά και ο καθένας χωριστά νιώθει μεγάλο εγωισμό και δείχνουν ένα καλό πρόσωπο ο ένας στον άλλο μόνο από υπολογισμό. Με τον καλό τους τρόπο δηλαδή κερδίζουν την προσέγγιση του άλλου και εξασφαλίζουν την ευτυχία τους.
Γι’ αυτό στην περίοδο αυτή της ερωτικής σχέσης έχουν τα ζευγάρια και πολλά προβλήματα, ζήλιες και παρεξηγήσεις και πείσματα κι όχι σπάνια και μίση. Είναι δύο εγωιστές, που αποτελούν και οι δυο τους ένα ζευγάρι εγωιστικό μέσα στο περιβάλλον τους.
Βλέπουμε ότι ο έρωτας δεν παίρνει πίστη από τον εαυτό του. Η πίστη του νέου ότι υπάρχει και γι’ αυτόν ένα πρόσωπο, που θα ταιριάζει μαζί του και θα γίνουν ένα ευτυχισμένο ζευγάρι, είναι μία πίστη που γεννιέται από την πίστη στο Θεό. Ο ίδιος ο έρωτας δεν εμπνέει καμιά πίστη. Μάλιστα η σφοδρότητα του συναισθήματος μαζί με τον εγωισμό, που το χαρακτηρίζει, κλονίζει την ασφάλεια στη σχέση του ζευγαριού· αφού μόνο του κυριεύει τον άνθρωπο σαν αυτόνομη ενστικτώδης κατάσταση, έτσι μόνο του κάποια στιγμή μπορεί να σβήσει για χίλιες δυο αιτίες. Τότε είναι που γεννιέται το ερωτικό άγχος, που βασανίζει και εξουθενώνει τις ψυχές. Γι’ αυτό μόνο όσοι πιστεύουν στο Θεό και ζητούν την κυβέρνηση της ζωής τους απ’ αυτόν, αυτοί μόνο μπορούν να γλυτώσουν το ερωτικό άγχος και να είναι και αυτοί οι ίδιοι αναπαυμένοι και ν’ αναπαύουν και τον σύντροφό τους.
Η σύγχρονη ερωτική αγωγή, όπως εφαρμόζεται από όλα τα μέσα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, συνδυάζει τον έρωτα με την ανηθικότητα. Δεν εκτιμούν τη λαμπρή ιερουργία του γάμου, που κάνει η Εκκλησία. Παγιδεύονται από την επιθυμία της επανάστασης κατά του Θεού, που χρησιμοποιεί το σφοδρό ερωτικό συναίσθημα, για να εκφράσει μ’ αυτό την απελευθερωτική επαναστατικότητα κατά του Θεού, και τόσο πολύ έχουν συνδυαστεί αυτά τα δύο, ώστε δεν ικανοποιείται πια ο άνθρωπος από τον αθώο και νόμιμο έρωτα.
Όταν η ερωτική αγωγή δείχνει το δρόμο προς τον αγνό έρωτα, δίνει το πρώτο δώρο στα πρόσωπα που συναποτελούν το ζευγάρι, να ανοίξουν τα στεγανά του έρωτα και το αγαπημένο πρόσωπο να δώσει μορφή συγκεκριμένη και χειροπιαστή στ’ αφηρημένα και ιδεαλιστικά όνειρα, που μαγεύουν τη ψυχή του εφήβου. Το καλό και το πράο φεύγει από το χώρο των απρόσωπων ιδεών και παίρνει πρόσωπο, το πρόσωπο του αγαπημένου. Αυτό βέβαια αποτελεί μια βαθμίδα, όπου ο νέος (η νέα) αργότερα θα την ξεπεράσει, αλλά για τη φάση αυτή βοηθάει το νέο να ξεπεράσει την εικονοκλαστική, ιδεαλιστική ψυχολογία και τη συνακόλουθη ηθικολογία και να ξέρει πως αυτό που έμαθε από μικρός (μικρή) να αγαπά, το καλό δηλαδή, έχει πρόσωπο και πρέπει να το αγαπά με τον τρόπο που αγαπά το ταίρι του. Αργότερα θα καταλάβει ότι ο Θεός έχει πρόσωπο και έχει και σάρκα· και δίνει τη χάρη του και την υπόστασή του στα πρόσωπα των ανθρώπων κι έτσι αγαπά κανείς και τη (ή κάποια τον) σύζυγό του (της) με μια ποιότητα.
Τότε είναι που εξευγενίζεται και ο έρωτας και παίρνει έναν μεταφυσικό χαρακτήρα, ξαναφέρνει στην ψυχή του ερωτευμένου την απωθημένη ιεροπρέπεια και ξαναρχίζει να λειτουργεί η σχέση με το Θεό και με τη δημιουργία. Γίνεται ένωση προσώπων με την ευλογία της Εκκλησίας και ασφαλίζεται από πειρασμούς. Τώρα όσο ωριμάζει ο άνθρωπος πνευματικά, τόσο ωριμάζει και ερωτικά. Απαλλάσσεται ο έρωτας από την αποκλειστική ενστικτώδη και σαρκική φύση και συμπλέει άνετα η πνευματική μεταφυσική του ουσία με τη σαρκική. Ανακαλύπτει ο άνθρωπος την αθωότητα την Παραδεισιακή με τον έρωτα να είναι δόση του Θεού ιερή, που καταλήγει κι αυτή στην ευχαριστία όπως όλες οι δωρεές του Θεού.
Έτσι περίπου χτίζεται η οικογένεια στη δική μας παράδοση κι έχει δώσει τους καρπούς της στην κοινωνία επί πολλούς αιώνες. Έχει δώσει μάρτυρες, μεγάλους δασκάλους και μεγάλους ευεργέτες. Μάλιστα, έχει παρατηρηθεί ότι οι γυναίκες των μεγάλων ευεργετών όχι μόνο δεν αντέδρασαν στην εξαντλητική για την οικογενειακή οικονομία φιλανθρωπία των συζύγων τους, αλλά ως επί το πλείστον τη συνέχισαν. Η αρετή και ο έρωτας εδώ συνεργάστηκαν και αλληλοδυναμώθηκαν.
Έτσι ωριμάζοντας ο έρωτας καρποφορεί αρετές και παιδιά. Η επιδίωξη της τεκνογονίας είναι δείγμα ωριμότητας του ζευγαριού. Οι αγαπημένοι επεκτείνουν την αγάπη τους και στα τέκνα τους, που δεν γνώρισαν ακόμα αλλά τα περιμένουν και …τα διεκδικούν!
Σ’ αυτή τη φάση της ζωής της η οικογένεια είναι έτοιμη ν’ αναμετρηθεί με τους μεγάλους πειρασμούς της. Ο μισόκαλος στήνει τις μεγάλες παγίδες του στις ώριμες οικογένειες. Μπορεί να εμπνεύσει στον άντρα ή στη γυναίκα ότι οδεύει γρήγορα προς το τέλος, χωρίς να έχει γευτεί κάποια άνεση για διασκέδαση, για χαλαρότητα, για κάποια «ατομική ζωή». Ακούς να σου λένε: «Δεν έζησα καθόλου για τον εαυτό μου». Άλλοτε πάλι, βλέποντας την επιδεικτική ξεγνοιασιά των άλλων, πέφτουν στον πειρασμό να παραπονεθούν γιατί δεν μπόρεσαν ή δεν τόλμησαν κι αυτοί να αμαρτήσουν. Άλλοτε ντρέπονται πως δεν είναι σε θέση να δείξουν ένα «αξιοπρεπές» κοινωνικό πρόσωπο, γιατί τα πολλά τους παιδιά καταλαμβάνουν τους χώρους του σπιτιού και με την αναγκαστική ακαταστασία στραπατσάρουν την άψογη εικόνα του. Ακόμη συμβαίνει να κυριευτεί ο ένας από τους δύο από έναν όψιμο πουριτανισμό και να αρνείται τη σαρκική προσφορά του στον άλλον, υιοθετώντας μια όψιμη ασκητική. Συχνά οι γυναίκες βασανίζουν τον άντρα τους παρεμβάλλοντας αυτή την όψιμη θρησκευτικότητα.
Συνήθως όμως η ευλογία της μακράς και επίπονης αγωγής της οικογένειας ξεπερνά τους πειρασμούς της με τη βοήθεια κι ενός καλού πνευματικού. Άλλωστε το ίδιο συμβαίνει με κάθε ανθρώπινη πρωτοβουλία.
Συχνά όμως οι άνθρωποι, κυρίως οι νέοι, δεν πειθαρχούν τον έρωτά τους κι όπως συμβαίνει με όλες τις ανθρώπινες επιθυμίες τους, παραδίδονται στη σαρκική σχέση χωρίς την ευλογία του Θεού κι αυτό είναι η αμαρτία. Και η ψυχολογική σχέση που συχνά συμπληρώνει τη σαρκική, δηλαδή αυτό που λέμε έρωτα γενικότερα, κι αυτή όταν γίνεται χωρίς την ευλογία του Θεού, αποτελεί κι αυτή αμαρτία. Οτιδήποτε κάνει ο άνθρωπος ικανοποιώντας οποιεσδήποτε ηδονές χωρίς ευλογία του Θεού και ευχαριστία, αποτελεί αμαρτία. «Παν ο ουκ εκ πίστεως αμαρτία εστί», είναι ο λόγος του αποστόλου Παύλου. Κι αυτό το νιώθουν οι άνθρωποι γιατί κάθε απόλαυση αμαρτωλή φέρνει στην καρδιά του κάθε ανθρώπου κατάθλιψη.
Μόνο η ευλογία του Θεού που ενεργεί αγιαστικά ξαναφέρνει στον κόσμο τον ειρηνικό έρωτα. Δηλαδή μόνο τον ευλογημένο έρωτα χαίρεται αληθινά ο άνθρωπος. Και όταν η τίμια οικογένεια χάσει το δυναμισμό τής ευλογίας και τα μέλη της κυριευθούν από τη ραθυμία, χάνει και τη χαρά της ευλογίας, παραμένει μόνο το ένστικτο της σαρκικής σχέσης, που μόνη της είναι κτηνώδης κι ακολουθεί κι αυτή τη φθίνουσα πορεία όπως κάθε ζωώδες πάνω στη γη, οπότε με τον καιρό πεθαίνει κι αυτή πριν απ’ το φυσικό θάνατο του ανθρώπου.
Δεν μπορεί να βγει άλλο συμπέρασμα από το ότι πρέπει να βάλουμε και τον έρωτα (όπως και τις άλλες επιδόσεις μας στην ζωή), να τον βάλουμε κι αυτόν κάτω από την ευλογία του Θεού και μέσα στο σχέδιο της θείας Πρόνοιας που είναι η σωτηρία μας.
Πηγή: Κοινωνία Ορθοδοξίας
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...