
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«Προφανῶς εἶναι παρά φύσιν αὐτό πού συμβαίνει σήμερα, νά διδάσκονται τρεῖς ὧρες Ἀρχαῖα καί δύο Νέα Ἑλληνικά στήν Α´ Γυμνασίου», δήλωσε ἐσχάτως ὁ ὑπουργός Παιδείας τῆς κυβέρνησης, πού -ὑποβοηθούμενη καί ἀπό συμπλέοντες τῶν ἄλλων παρατάξεων- καθιερώνει τά ὄντως παρά φύσιν ὡς κατά φύσιν καί τά νομιμοποιεῖ. Ἔτσι, κατά τό ἐπετειακό ἔτος Ἀριστοτέλη, μέ ΦΕΚ (1640/9-6-2016), μειώθηκε ὁ χρόνος διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν στό Γυμνάσιο. Ἡ σταδιακή συρρίκνωση, ὅμως, τῶν κλασικῶν σπουδῶν, τήν ὁποία παρακολουθοῦμε, συνιστᾶ ἀνεπανόρθωτη ἀπώλεια γιά τό ἐκπαιδευτικό σύστημα.
Ἡ Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση, ὡς γνωστό, στοχεύει μεταξύ ἄλλων στό νά καλλιεργήσει στόν μαθητή κριτική ἱκανότητα, δημιουργική σκέψη, παρατηρητικότητα κτλ. Ἐργαλεῖο δοκιμασμένο στήν πορεία τοῦ χρόνου γιά τήν παιδευτική διαδικασία ἔχουν ἀποδειχθεῖ τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἡ μελέτη τους συμβάλλει, ἐπιπλέον, στήν ἱστορική μνήμη τοῦ Ἔθνους μας• γι’ αὐτό ἡ σωστή διδασκαλία καί ἡ μετάδοσή τους στή νέα γενιά ἀποτελεῖ ἐθνικό χρέος. Σήμερα, μάλιστα, πού ὁ ὁδοστρωτήρας τῆς παγκοσμιοποίησης ἀπειλεῖ νά κατεδαφίσει τά πάντα, ἡ γνώση τῆς ἀρχαίας κληρονομιᾶς μπορεῖ νά λειτουργήσει ὡς ἀνάχωμα κατά τῆς ἀλλοίωσης τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας.
Τά Ἀρχαῖα βοηθοῦν ἀκόμη στήν ὀργάνωση τῆς ἀνθρώπινης σκέψης, καθώς καί στήν ἐκμάθηση καί ἄλλων γλωσσῶν. Ἐξάλλου, γνωρίζουμε ὅτι ὅποιος θέλει νά μιλᾶ καί νά γράφει σωστά Νέα Ἑλληνικά, πρέπει νά γνωρίζει τίς ρίζες τους, δηλαδή τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά.
Ἐπιπροσθέτως ἡ δυνατότητα κατανόησης στοιχείων τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς ἐπιβάλλεται γιά τό σύνολο σχεδόν τῶν σύγχρονων ἐπιστημῶν. Ὁ μεγάλος φιλόσοφος καί φυσικός Werner Heisenberg ἀναγνωρίζοντας τή σημαντική προσφορά τους εἶχε δηλώσει: «Ἡ θητεία μου στήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα ὑπῆρξε ἡ σπουδαιότερη πνευματική μου ἄσκηση. Στή γλῶσσα αὐτή ὑπάρχει ἡ πληρέστερη ἀντιστοιχία ἀνάμεσα στή λέξη καί στό ἐννοιολογικό της περιεχόμενο».
Πράγματι, πόσο προνομιοῦχοι εἴμαστε ὡς Ἕλληνες! «Γιά κοιτάξετε πόσο θαυμάσιο πράγμα εἶναι», ἀναφωνεῖ ὁ νομπελίστας ποιητής μας Γιῶργος Σεφέρης, «...ἀπό τήν ἐποχή πού μίλησε ὁ Ὅμηρος ὥς τά σήμερα, μιλοῦμε, ἀνασαίνουμε καί τραγουδοῦμε μέ τήν ἴδια γλῶσσα. Κι αὐτό δέν σταμάτησε ποτέ, εἴτε σκεφτοῦμε τήν Κλυταιμνήστρα πού μιλᾶ στόν Ἀγαμέμνονα, εἴτε τήν Καινή Διαθήκη, εἴτε τούς ὕμνους τοῦ Ρωμανοῦ καί τόν Διγενῆ Ἀκρίτα, εἴτε τό Κρητικό Θέατρο καί τόν Ἐρωτόκριτο, εἴτε τό δημοτικό τραγούδι».
Τήν ἀλήθεια αὐτή τεκμηριώνει ἐπιστημονικά ὁ καθηγητής τῆς Γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης: «Ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἀποτελεῖ μοναδικό παράδειγμα γλώσσας μέ ἀδιάσπαστη ἱστορική συνέχεια καί μέ τέτοια δομική καί λεξιλογική συνοχή, πού νά ἐπιτρέπει νά μιλᾶμε γιά μία ἑνιαία ἑλληνική γλῶσσα ἀπό τήν ἀρχαιότητα ἕως σήμερα».
Ὁ ἕτερος νομπελίστας ποιητής μας Ὀδυσσέας Ἐλύτης συμπληρώνει: «Ἐγώ δέν ξέρω νά ὑπάρχει παρά μία γλῶσσα, ἡ ἑνιαία ἑλληνική γλῶσσα. Τό νά λέει ὁ ἕλληνας ποιητής, ἀκόμα καί σήμερα, ὁ οὐρανός, ἡ θάλασσα, ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, ὁ ἄνεμος, ὅπως τό ἔλεγαν ἡ Σαπφώ καί ὁ Ἀρχιλόχος, δέν εἶναι μικρό πράγμα. Εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ἐπικοινωνοῦμε κάθε στιγμή μιλώντας μέ τίς ρίζες πού βρίσκονται ἐκεῖ. Στά Ἀρχαῖα».
Φυσικά, δέν πρέπει νά ἀγνοεῖται τό σημαντικότατο ἰδιαίτερο γνώρισμα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἡ οἰκουμενικότητά της. Ἡ παγκόσμια ἐμβέλειά της ὀφείλεται βεβαίως στό κύρος πού ἀπέκτησε διεθνῶς ἡ ἑλληνική ὡς γλῶσσα τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὑμνογραφίας τῆς ὀρθόδοξης λατρείας. Μάλιστα, παρά τούς δυσχείμερους αἰῶνες τῆς σκλαβιᾶς πού πέρασε τό Ἔθνος μας, ἡ γλῶσσα διατηρήθηκε καί διαφυλάχθηκε μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ τά λειτουργικά βιβλία της, ἀλλά καί μέ τά σχολεῖα, τά ὁποῖα ἐκείνη εἶχε ἱδρύσει.
Ὡστόσο, συχνά ἀκούγεται ἡ ἔνσταση ὅτι «θά μελετήσουμε μεταφρασμένους τούς ἀρχαίους συγγραφεῖς». Ἄλλο, ὅμως, εἶναι ἡ μελέτη ἀπό τό πρωτότυπο καί ἄλλο ἀπό τή μετάφραση. Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνική μέ τήν ποικιλία της, τήν εὐστροφία της, τήν πλαστικότητά της, ἀποτελεῖ αὐτή καθ’ ἑαυτή ἕνα μορφωτικό ἀγαθό. Ἐπιπλέον, μορφή καί περιεχόμενο δέν χωρίζονται, ἀφοῦ ἀποτελοῦν μία χημική ἕνωση δυσδιάσπαστη. Ἀντίθετα, ἡ μετάφραση ἀποδίδει τό περιεχόμενο τοῦ μεταφραζόμενου κειμένου, μέσα ἀπό τίς γλωσσικές ἐπιλογές τοῦ μεταφραστῆ καί τά πολιτισμικά συμφραζόμενα τῆς ἐποχῆς του, ἀδυνατώντας, ὅμως, νά μεταφέρει ἐπιτυχῶς τούς ἰδιαίτε- ρους κυματισμούς τοῦ πρωτοτύπου. Ἔτσι, παρά τίς τόσες φιλότιμες μεταφραστικές προσπάθειες, τό γλωσσικό αἴσθημα νοθεύεται ὅταν «μουρμουρίζουμε σπασμένες λέξεις ἀπό ξένες γλῶσσες» (Σεφέρης), μέ τά «greeklish», τούς ἀγγλισμούς, τούς σολοικισμούς, τά διάφορα γλωσσικά λάθη, τά κακῆς ποιότητας κείμενα.
Ἐπιτέλους, ἄς τό καταλάβουμε: «Δέν ὑπάρχει μέλλον χωρίς μνήμη τοῦ παρελθόντος» (Carlo Bo). Ὁ παραγκωνισμός τῆς μελέτης τῶν Ἀρχαίων συνιστᾶ ἐπίθεση στό παρελθόν, στό θεμέλιο τῆς ταυτότητάς μας, μέ στόχο τήν τελική ἀποκοπή ἀπό τίς ρίζες μας, χωρίς τίς ὁποῖες τό πλούσιο δέντρο τοῦ πολιτισμοῦ θά παραδοθεῖ σέ μία ἀργή, ἀδυσώπητη, καταστροφική κατάρρευση.
Καί ἐνῶ στήν Ἑλλάδα μειώνεται ἡ διδασκαλία τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς, σέ εὐρωπαϊκά κράτη (Γαλλία, Γερμανία) παρατηρεῖται ἔντονη κινητικότητα γιά τήν ἐπαναφορά τῆς μαζικῆς διδασκαλίας τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς στή Μέση Ἐκπαίδευση. Παράλληλα διοργανώνεται πανευρωπαϊκό συνέδριο γιά τό 2017 μέ θέμα τήν ἀνάγκη προστασίας γλωσσῶν πού ὑπῆρξαν φορεῖς σημαντικοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά.
Ἐπίκαιρη γιά τίς περιστάσεις ἀκούγεται ἡ φωνή τῆς ἀείμνηστης γαλλίδας ἑλληνίστριας Jacqueline de Romilly, πού ἀνάλωσε τή ζωή της στή μελέτη τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας: «Ἡ γλῶσσα πού μᾶς χάρισαν οἱ Ἕλληνες, ἡ ἑλληνική γλῶσσα, εἶναι ἡ βάση, τό στήριγμα, ἡ ἀπαρχή ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν. Ζητῶ μία χάρη ἀπό τούς Ἕλληνες, νά μήν ξεχνοῦν τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά καί νά μεριμνοῦν γι’ αὐτά, ὅπως καί γιά τήν ἐξέλιξή τους, τά Νέα Ἑλληνικά. Θά πρέπει οἱ Ἕλληνες νά μήν ὑποκύψουν καί νά μή χάσουν ἤ εὐτελίσουν τή σκέψη τους καί τή μοναδικότητά τους. Νά καταλάβουν ὅτι ἡ μόνη λέξη πού ὁλόκληρος ὁ δυτικός πολιτισμός μπορεῖ καί ὀφείλει νά τούς πεῖ εἶναι ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ».
Πηγή: Ακτίνες
Ἡ λεγομένη ‘’Ἁγία καὶ μεγάλη σύνοδος’’ τῆς Κρήτης, ὡς ἐκκλησιαστικὸ ἱστορικὸ γεγονός, ἀποτελεῖ πλέον παρελθόν. Δὲν ἀποτελοῦν, ὅμως, παρελθὸν τὰ ἀποτελέσματα καὶ οἱ συνέπειές της. Ἤδη, τὰ πορίσματα καὶ οἱ ἀποφάσεις τῆς ‘’συνόδου’’ ἄρχισαν νὰ μπαίνουν σὲ ἐφαρμογή. Μιὰ ἐφαρμογή, ποὺ ξαναφέρνει ζωηρὰ στὸ προσκήνιο τὴν προαιώνια διελκυστίνδα φιλενωτικοὶ-ἀνθενωτικοί, οἰκουμενιστὲς-παραδοσιακοί. Ἔτσι, τὸ μὲν ἀκατήχητο μέρος τοῦ λαοῦ μας, ἔχει περιπέσει σὲ πρωτοφανῆ σύγχυση, ὁ δὲ ἔντιμος κλῆρος καὶ οἱ περὶ αὐτὸν πιστοὶ βρίσκονται σὲ κατάσταση πνευματικῆς ἑτοιμότητας καὶ ἔντονου προβληματισμοῦ.
Τὰ γεγονότα, τὰ μετασυνοδικά, μιλᾶνε ἀπὸ μόνα τους:
α) Ἁγιορεῖτες μοναχοί, ἀλλὰ καὶ παππάδες Ἱερῶν Μητροπόλεων, συκοφαντοῦνται, διώκονται καὶ τρομοκρατοῦνται, γιὰ τὸν ἀγώνα τοὺς τὸν ἀντιαιρετικό, γιὰ τὴν καταπολέμηση κυρίως τῆς παναίρεσης τοῦ οἰκουμενισμοῦ, γιὰ τὸ Πατερικό τους φρόνημα. (1,2)
β) Πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι καὶ μητροπολίτες, ἀπροκάλυπτα πλέον, θαυμάζουν καὶ ἐπαινοῦν τὴν διοργάνωση ἀπὸ αἱρετικούς, χριστιανικοῦ τάχα συνεδρίου στὴν ‘’μεικτὴ μοναστικὴ κοινότητα’’ τοῦ Μποζέ. (3,4)
γ) Ἕλληνες μητροπολίτες δηλώνουν περιχαρεῖς καὶ ἀνερυθρίαστα, ὅτι ‘’ἐπιτέλους λύθηκε τὸ πρόβλημα τῶν μεικτῶν γάμων καὶ ἔτσι οἱ χριστιανοί(;) θὰ μποροῦν νὰ....
παντρεύονται ἐλεύθερα μεταξύ τους’’. (5)
δ) Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καμαρώνουν ‘’συνοδικῶς’’ γιὰ τὸ ἔργο τοῦ ‘’παγκοσμίου συμβουλίου ἐκκλησιῶν’’, τὴν ‘’κουρελοὺ τοῦ διαβόλου’’, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος γέροντάς μας Παΐσιος. (6)
ε) Καρδινάλιοι καὶ πάστορες τὴν πρώτη τῆς Ἰνδίκτου, σύμφωνα μὲ ἀνάρτηση τοῦ ἐπισήμου ἰστολογίου τοῦ Πατριαρχείου μας, ‘’ἐκκλησιάζονται’’ καὶ ‘’συμπροσεύχονται’’ μέσα στὸν Πατριαρχικό μας Ἱερὸ Ναό, σὲ ὥρα Ἑσπερινοῦ καὶ Θείας Λειτουργίας, λὲς καὶ κατέχουν Ἀποστολικὴ διαδοχή, λὲς καὶ φέρουν Ἱεροσύνη, λὲς καὶ μετανόησαν γιὰ τὶς πλάνες τους καὶ ζήτησαν μὲ συντριβὴ νὰ γυρίσουν πίσω στὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. (7)
στ) Πατριάρχες καὶ ἐπίσκοποι, ‘’τῇ συνοδικῇ ἀποφάσει’’, ἀναγνωρίζοντας ἐκκλησιαστικότητα σὲ ἀμετανόητους αἱρετικούς, ἀποκαλοῦν τοὺς παπικούς, τοὺς προτεστάντες καὶ τοὺς μονοφυσίτες ‘’ἀδελφὲς ἐκκλησίες’’ καὶ συμπροσεύχονται μαζί τους. (7,8)
ζ) Ἐπίσκοποί τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου, παραθεωρώντας ἀποφάσεις Συνόδων καὶ περιφρονώντας σχετικὲς διδασκαλίες τῶν Ἁγίων μας, δηλώνουν ὅτι ‘’οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ ρωμαιοκαθολικοὶ εἴμαστε οἱ δύο πνεύμονες τῆς Μίας Ἐκκλησίας’’. (9)
η) Ὁ πάπας, ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός τῆς Ὀρθοδοξίας μας κατὰ τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ καὶ ὄχι μόνον, ἐκφράζει δημοσίως τὴν εὐαρέσκειά του γιὰ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ‘’ἁγίας καὶ μεγάλης συνόδου’’, καὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς δικούς μας πνευματικοὺς ταγοὺς δέχονται τοὺς ἐπαίνους αὐτούς, χωρὶς ἴχνος προβληματισμοῦ. (10,11)
Πάντως -σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν πλειονότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας διοίκησης- εἶναι ὁλοφάνερο, ὅτι ὁ φιλότιμος κλῆρος καὶ ὁ πιστὸς λαός, μαθαίνοντας μέσω ὑπευθύνων δημοσιευμάτων τὸ τί ἀποφασίστηκε στὴν ‘’σύνοδο’’ τῆς Κρήτης, ἔχουν περιέλθει σὲ μιὰ κατάσταση ἀφόρητης συνειδησιακῆς κρίσεως καὶ συγχρόνως καλῆς ἀνησυχίας.
Ἡ συνειδησιακὴ αὐτὴ κρίση -κατὰ τὸ βιβλικὸ ‘’ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε’’- γέννησε πολὺ γρήγορα καὶ τὸν θυμό. Ἀπέναντι, δηλαδή, στὶς ἐπιθέσεις τῶν αἱρετικῶν, ὅπως διδάσκει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος, διέγειρε τὸ ‘’νεῦρο τῆς ψυχῆς’’. Ἐνεργοποίησε δυναμικά το πατροπαράδοτο ὁμολογιακὸ φρόνημα τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὑψώνοντας ἔτσι, θεοφρούρητα ἀναχώματα ἀπέναντι στὶς διαθέσεις τῶν οἰκουμενιστῶν.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ καλὴ ἀνησυχία, ὅπως συνήθιζε νὰ τὴν ὀνομάζει ὁ ἅγιος γέροντάς μας Παΐσιος, ἀναδεικνύεται στὶς ἡμέρες μας ὡς ἡ πνευματικὴ ἐκείνη δύναμη, ἡ ὁποία κατορθώνει ταυτόχρονα τρία πράγματα:
Πρώτον, μὲ τὴν Χάρι τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ, διατηρεῖ ἀνόθευτη καὶ ἀκεραία τὴν ἐκκλησιολογικὴ καὶ δογματικὴ συνείδηση στὶς ψυχὲς τοῦ πιστοῦ μας λαοῦ καὶ τοῦ ἔντιμου κλήρου.
Δεύτερον, ἐκφραζόμενη καθημερινὰ μὲ ἔμπρακτη ὁμολογία Πίστεως, βάζει φρένο στὰ σχέδια κάποιων οἰκουμενιστῶν ἐπισκόπων μας, οἱ ὁποῖοι δὲν ὑπακούουν πιὰ στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ἀλλὰ στὰ ‘’πρωτεῖα’’ καὶ στὰ κελεύσματα τοῦ περιβόητου ’’παγκοσμίου συμβουλίου ἐκκλησιῶν’’.
Καὶ τρίτον, ἡ καλὴ αὐτὴ ἀνησυχία τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ξυπνάει, στὶς καρδιὲς τῶν καλῶν μας παραδοσιακῶν Ἐπισκόπων, τὴν μνήμη τῆς Ἀρχιερατικῆς τους Ὑπόσχεσης. Τοὺς ἐλέγχει καὶ τοὺς προβληματίζει σοβαρὰ γιὰ τὴν μέχρι τοῦδε ἀνοχὴ καὶ σιωπή τους. Οἱ Ἀρχιερεῖς μας, στὴν πλειονότητά τους, δὲν εἶναι οἰκουμενιστές. Ἁπλῶς, παγιδεύτηκαν. Θαμπώθηκαν ἀπὸ τὸ οἰκουμενιστικῶς νοούμενον ‘’φιλαδέλφως’’ καὶ ὑπέγραψαν ἀποφάσεις, γιὰ τὶς ὁποῖες, τὸ ποίμνιό τους καὶ προπαντὸς ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, θλίβονται καὶ θρηνοῦν. Ἄλλο πράγμα, ὅμως, τὸ ‘’φιλαδέλφως’’ τῶν Φράγκων καὶ ἄλλο τὸ ‘’ἁγιοπνευματικῶς’’ καὶ ‘’θεαρέστως’’ τῶν Ἁγίων Πατέρων μας.
Μετασυνοδικῶς, ἁπλοὶ παπάδες, ταπεινοὶ μοναχοὶ καὶ πιστὸς λαός, ‘’προσκαρτεροῦντες τὴ προσευχή’’, ἐλπίζουμε στὸ Ἔλεος τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ, νὰ μᾶς ἀπαλλάξει σύντομα ἀπὸ τοὺς νεοφανεῖς ψευτοποιμένες καὶ νὰ φωτίσει τοὺς πραγματικούς μας ποιμένες, νὰ πράξουν ἁπλὰ καὶ μόνον τὸ Ἀρχιερατικό τους καθῆκον. Νὰ ὑπακούσουν, δηλαδή, στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ ὁποῖον καὶ τοὺς ἀνέδειξε Ἀρχιερεῖς.
21.9.2016
______________________________________________________
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. https://yiorgosthalassis.blogspot.com/2016/06/blog-post_1.html
2. https://aktines.blogspot.gr/2016/09/blog-post_50.html
3. https://entoytwnika1.blogspot.gr/2016/09/bose.html
4. https://fanarion.blogspot.gr/2016/09/24-bose.html
5. https://trelogiannis.blogspot.gr/2016/07/blog-post_22.html?showComment=1467658350254
7. https://www.ec-patr.org/news.php?lang=gr&mo=9&ye=2016
8. https://opaidagogos.blogspot.gr/2016/09/blog-post_57.html
9. http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2016/09/blog-post_85.html
10. https://www.candianews.gr/2016/06/19/to-minyma-tou-papa-gia-ti-synodo-tis-kritis-ikona/
11. https://aktines.blogspot.gr/2016/07/blog-post_748.html
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Με αφορμή την εξέγερση μεταναστών στη Μόρια της Λέσβου παραθέτουμε το ακόλουθο και πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο «Σιωπηρή Άλωση» του Αναστάσιου Λαυρέντζου, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πραγματεία:
«Τα παραπάνω φαινόμενα, τα οποία πολύ επιγραμματικά σημειώσαμε, συνιστούν τις ορατές εκδηλώσεις μιας διεργασίας εσωτερικής συρρίκνωσης. Δηλαδή, τα σύνορα μπορεί ακόμη να παραμένουν στη θέση τους – αν και πολύ πιο διαπερατά από πριν – αλλά στο εσωτερικό τους ο ρόλος και ο έλεγχος που ασκεί το κράτος συρρικνώνονται. Παράλληλα, ο γηγενής πληθυσμός κατά μια έννοια εκτοπίζεται και σταδιακά αντικαθίσταται από τους «νεοφερμένους». Υπό μια ευρεία οπτική, τα φαινόμενα που επισημαίνουμε αποτελούν την τρέχουσα φάση στη μακρά πορεία συρρίκνωσης του ελληνικού έθνους, το οποίο αφού τον προηγούμενο αιώνα εξαλείφθηκε εκτός των ελλαδικών συνόρων, σήμερα πλέον υποχωρεί και απειλείται στο εσωτερικό τους.
Αντίστοιχα, όλα αυτά αποτυπώνουν και τη διαχρονική αδυναμία του ελληνικού κράτους, το οποίο ενώ στο παρελθόν στάθηκε ανήμπορο να υπερασπιστεί τον ελληνισμό εκτός των συνόρων του, εσχάτως αποδεικνύεται ανίκανο να τον υπερασπιστεί ακόμη και εντός της επικράτειάς του. Αυτό όμως που είναι πολύ πιο ανησυχητικό, είναι ότι αν το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να διαχειριστεί τα προφανή και τα τρέχοντα, τότε πιθανότατα δεν θα είναι σε θέση να αντιληφθεί, και αργότερα να αντιμετωπίσει, τις ευρύτερες εξελίξεις που δυνητικά δρομολογεί η συσσώρευση δεκάδων ή και εκατοντάδων χιλιάδων μουσουλμάνων στις ελληνικές πόλεις.
Σε μια εποχή που η ραγδαία οικονομική εξασθένηση της Ελλάδας ανοίγει την όρεξη σε γείτονες και μη, ώστε πλέον ακραίοι τουρκικοί κύκλοι να φτάνουν στο σημείο να εγείρουν θέματα τουρκικών μειονοτήτων στην Κω και στη Ρόδο, και ενώ υποβόσκει ένα σοβαρό μειονοτικό ζήτημα στη Θράκη, η συνεχής εισροή ετερόθρησκων παράνομων μεταναστών στην Ελλάδα θα έπρεπε να λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπ’ όψιν, όχι τόσο ως προς τη θρησκευτική της διάσταση, όσο για τις δυνατότητες παρέμβασης και υπογείων χειρισμών που θα μπορούσε να δώσει σε όσους θα ήθελαν να αποσταθεροποιήσουν εσωτερικά τη χώρα.
Το εύφλεκτο υλικό ήδη υπάρχει, και θα μπορούσε ακόμη και να αυτοαναφλεγεί από τις τριβές που αναπόφευκτα παράγει η οικονομική ύφεση και η κοινωνική πίεση που ασκεί η συνεχιζόμενη εισροή παράνομων μεταναστών. Όμως ακόμη και αν η ανάφλεξη αυτή δεν συμβεί, η παγίωση της τρέχουσας κατάστασης σε λίγα χρόνια από σήμερα, και μάλιστα υπό συσχετισμούς πολύ δυσμενέστερους από τους σημερινούς, πιθανώς θα θέσει την Ελλάδα ενώπιον ζητημάτων μειονοτήτων, αυτή τη φορά μέσα στα αστικά της κέντρα, οι οποίες είτε αυθόρμητα είτε (και) με εξωτερική «υποβοήθηση», είναι δυνατόν να επιχειρήσουν να χειραφετηθούν στη βάση του κοινού θρησκευτικού τους υποβάθρου και των αντικειμενικών διαφορών (φυλετικών, κοινωνικών, οικονομικών, γλωσσικών κ.λπ.) που έχουν έναντι του ελληνικού πληθυσμού.
Να θυμίσουμε εδώ ότι όλες σχεδόν οι επεμβάσεις που έλαβαν χώρα μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, έγιναν στο όνομα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και υπέρ καταπιεζόμενων μειονοτήτων, τις οποίες οι ισχυροί τις επικαλούνται οποτεδήποτε η «προστασία» τους μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρόφαση για την προώθηση των συμφερόντων τους. Για όσους αμφιβάλλουν για όλα αυτά, επειδή ακόμη απλώς δεν τα βλέπουν μπροστά τους, θα επισημάνουμε τις επανειλημμένες τοποθετήσεις Τούρκων αξιωματούχων σχετικά με την ανάγκη δημιουργίας μουσουλμανικού τεμένους στην Αθήνα...»
Το παραπάνω απόσπασμα είναι απο το βιβλίο «Σιωπηρή Άλωση», σελ. 131-133.
Μέσα στὸ κύλισμα τῶν αἰώνων ἐμφανίσθηκαν πολλοὶ κατακτητές, στρατηλάτες, πολέμαρχοι, ἐπαναστάτες, μεγάλες φυσιογνωμίες, ὅλοι μεγάλοι σὲ κάτι, ἀκόμη καὶ στὸ ἔγκλημα. Κανένας ὅμως, ἀπολύτως κανένας, δὲν ὑπῆρξε σὰν τὸν Ἀλέξανδρο Γ΄ τὸν Μακεδόνα, τὸν μέγιστο τῶν Ἑλλήνων. Ὅλοι αὐτοὶ συγκρινόμενοι μὲ τὸν γίγαντα αὐτὸν τῆς ἱστορίας ὑστεροῦν σὲ κάτι. Ἄλλος ὡς πρὸς τὴ στρατηγική, ἄλλος ὡς πρὸς τὴν ἀνδρεία, ἄλλος ὡς πρὸς τὴ διπλωματία, ἄλλος ὡς πρὸς τὴ δικαιοσύνη, ἄλλος ὡς πρὸς τὴν καλλιέργεια τοῦ πολιτισμοῦ, ἄλλος ὡς φορέας πολιτισμοῦ ὁ ἴδιος. Ὁ Ἀλέξανδρος ὑπερέχει ὅλων. Κι ἂν κάποιος ἄμοιρος ἱστορικῆς γνώσεως ἐπιχειρεῖ νὰ κατηγορήσει τὸν Ἀλέξανδρο ὡς κατακτητὴ δῆθεν βάρβαρο στὴ συμπεριφορὰ καὶ νὰ τὸν ἐξισώσει μὲ κάποιον καταστροφέα καὶ γενοκτόνο πρόσφατης ἢ παλαιότερης ἐποχῆς, ἂς μᾶς δείξει ἄλλον κατακτητή, ὁ ὁποῖος ἔκτισε ἑβδομῆντα καὶ παραπάνω πόλεις ἔξω ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ἂς μᾶς δείξει ἄλλον κατακτητή, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο δὲν κατέστρεψε τοὺς ἐχθρικοὺς λαούς, ἀλλὰ γνώριζε νὰ τοὺς παίρνει μὲ τὸ μέρος του, ὥστε νὰ μὴν αἰσθάνονται ὑπόδουλοι. Ὁ Ἀλέξανδρος, αὐτός τὸν ὁποῖον οἱ Ρωμαῖοι ὀνόμασαν μέγα καὶ τὸ καθιέρωσαν στὴν παγκόσμια ἱστοριογραφία, ἀφοῦ ἡ ἑλληνικὴ ἱστοριογραφία δὲν χάριζε τέτοια προσωνύμια σὲ κανέναν, ἦταν λοιπὸν μοναδικὴ καὶ πολύπλευρη προσωπικότητα.
Μαθητὴς τοῦ Ἀριστοτέλη, γνώστης τοῦ Ὁμήρου, θαυμαστὴς τοῦ ὁμηρικοῦ Ἀχιλλέως, τὸν ὁποῖο εἶχε ὡς πρότυπο, δὲν ἐλησμόνησε τὸν πολιτισμό του, ὅταν κληρονόμησε τὸν θρόνο τοῦ πατέρα του. Ὡς κατακτητὴς δὲν διέπραξε τὶς βαρβαρότητες τὶς ὁποῖες διέπραξαν ἄλλοι πρὶν καὶ μετὰ ἀπὸ ἐκεῖνον. Πῶς θυμᾶται π.χ. σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα ἕναν Ταμερλάνο, ὁ ὁποῖος ἔσπερνε ἅλας στὴν κατακτημένη γῆ, γιὰ νὰ μὴν καρποφορεῖ; Τὸ πέρασμα τῶν στρατευμάτων του ἔμεινε στὴν ἱστορία ὡς λεηλασία καὶ ἐρήμωση: «ἐξερχόμενοι δὲ ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν ἀπιέναι, τὴν καταλελειμμένην εἰς τόσον ἀφίεσαν ἔρημον ὅτι οὔτε κυνὸς ὑλακὴ τὸ παράπαν ἠκούετο οὐδὲ ὄρνιθος ἡμέρου κοκυσμὸς οὐδὲ παιδίου κλαυθμυρισμός.»(1) Πῶς θυμᾶται σήμερα ἡ Ἑλλάδα τὴν τουρκικὴ κατάκτηση; Ἂς δοῦμε μιὰ εἰκόνα δοσμένη ἀπὸ ἀμερόληπτο μάτι: «Τὰ λιμάνια γέμισαν ἄμμους, οἱ δρόμοι καταστράφηκαν ἀπ τὶς βροχές, οἱ γέφυρες παρασύρθηκαν ἀπ’ τοὺς χειμάρρους, οἱ πεδιάδες ἀπογυμνώθηκαν ἀπ’ τὸ κυνηγητὸ τῶν ἀνθρώπων, οἱ πόλεις ἐρειπώθηκαν καὶ ἄδειασαν ἀπ’ τὶς φυλακίσεις, τὶς ἐξορίες, τὶς πυρπολήσεις καὶ τὶς σφαγές!».(2)
Τέτοιος ὅμως δὲν ὑπῆρξε ὁ Ἀλέξανδρος, γι’ αὐτὸ καὶ ὠφέλησε ἀπὸ ὅπου πέρασε! Ἡ ὠφέλιμη ἐπίδρασή του δέν ὑπῆρξε τυχαία, ἀλλὰ ὀργανωμένη καὶ βάσει σχεδίου. Βάσει σχεδίου διέδωσε τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, τὴ γλῶσσα, τὴν ἐπιστήμη, τὰ γράμματα. Εἶναι γνωστὸ ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ στρατιωτικὸ καὶ κυβερνητικό του ἐπιτελεῖο, εἶχε καὶ τὸ ἐπιστημονικό του ἐπιτελεῖο, τὸ ὁποῖο ἀκολουθοῦσε τὶς ἐκστρατεῖες του παντοῦ. Ἐπεδίωκε νὰ διαδώσει τὸν ἑλληνικὸ τρόπο ζωῆς σὲ ὅλη τὴν ὑφήλιο. Γι’ αὐτὸ ὅρισε νὰ μαθαίνουν οἱ Πέρσες τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὴν κατέστησε ἐπίσημη γλῶσσα σὲ ὁλόκληρο τὸ κράτος του, ἐνῷ τὸ περσικὸ κράτος, τὸ ὁποῖο ὁ Ἀλέξανδρος κατέλυσε, ἦταν πολύγλωσσο καὶ χρησιμοποιοῦσε στὴ διοίκηση ὅλες τὶς γλῶσσες τῶν ἐθνῶν, τὰ ὁποῖα εἶχαν ὑποταχθεῖ σὲ αὐτό.
Πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴ ἐπέδρασαν καὶ ὅλες οἱ πόλεις, κάποιοι τὶς ὑπολογίζουν σὲ ἑκατό, τὶς ὁποῖες ἵδρυσε στὶς κατακτημένες χῶρες μέχρι τὸν Ἰαξάρτη καὶ τὸν Ἰνδὸ καὶ τὶς ἐποίκισε μὲ Ἕλληνες. Αὐτὲς ἔγιναν τὸ πρότυπο γιὰ τὶς στρατιωτικὲς ἀποικίες, τὶς ὁποῖες ἵδρυσε λίγο ἀργότερα ἡ Ρώμη στὴν Ἰταλία καὶ μέσῳ αὐτῶν τὴν ἐκλατίνισε βάσει σχεδίου. Στὸν σκοπὸ αὐτό, τῆς διαδόσεως τῆς ἑλληνικῆς γλῶσσας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ, βοηθοῦσαν καὶ οἱ μεγάλες ἑορταστικὲς παραστάσεις, τὶς ὁποῖες διοργάνωνε ὁ Ἀλέξανδρος παντοῦ, καὶ προβάλλονταν σὲ αὐτὲς τὰ ὑπέροχα ἔργα τῶν Ἑλλήνων ποιητῶν καὶ μουσικῶν, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαποτίσθηκε ἀπὸ τὰ πολὺ νεαρά της χρόνια ἡ νέα γενιὰ τῶν κατακτημένων λαῶν (3).
Ὀφείλουμε βέβαια νὰ τονίσουμε ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς πράξεις τοῦ Ἀλεξάνδρου βασίζονται σὲ προηγούμενες ἀποφάσεις μιᾶς ἄλλης μεγαλοφυΐας, τοῦ πατέρα του Φιλίππου Β΄(4). Ἡ κατάκτηση τῆς Ἀσίας ὑπῆρξε σχέδιο καὶ ἐπιδίωξη τοῦ Φιλίππου, τὸ ὁποῖο ἔμελλε νὰ πραγματοποιήσει ὁ Ἀλέξανδρος. Ἐπίσης, ἀπόφαση τοῦ Φιλίππου ὑπῆρξε ἡ υἱοθεσία τῆς ἀττικῆς διαλέκτου ὡς ἐπίσημης γλωσσικῆς ἐκφράσεως τοῦ κράτους του καὶ ὁ μὴ περιορισμός του στὴ μακεδονικὴ διάλεκτο, ἡ ὁποία ἦταν μία πιὸ ἁπλοϊκὴ καὶ πιὸ φτωχικὴ ἐκδοχὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας (5). Χρειαζόταν λοιπόν μιὰ γλῶσσα πλούσια, μιὰ γλῶσσα περιοπῆς καὶ γι’ αὐτὸ υἱοθέτησε στὸν γραπτὸ λόγο τὴν ἀττικὴ διάλεκτο. Λόγῳ αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως τοῦ Φιλίππου παρέμεινε ἡ μακεδονικὴ ἑλληνικὴ γιὰ πάντα προφορικὴ διάλεκτος καὶ δὲν ὑπάρχουν γραπτὰ μνημεῖα σὲ αὐτήν. Τὶς ἰδιομορφίες της γνωρίζουμε σήμερα ἀπὸ κάποια λήμματα σχετικὰ μὲ αὐτήν, τὰ ὁποῖα παρέθεσαν ἀρχαῖοι λεξικογράφοι.
Ἡ πολιτικὴ ἕνωση τῶν Ἑλλήνων, ἡ ὁποία ἐπιτεύχθηκε ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῆς Μακεδονίας, καὶ οἱ κατακτήσεις τοῦ Ἀλεξάνδρου ἔφεραν καὶ τὴ γλωσσικὴ ἕνωση τῶν ἑλληνικῶν διαλέκτων σὲ μία κοινὴ ἑλληνική. Ἡ ἀττικὴ διάλεκτος, υἱοθετημένη ὡς ἐπίσημη κρατικὴ γλῶσσα ἀπὸ τὸ βασίλειο τῆς Μακεδονίας, τὸ ὁποῖο μετὰ τὶς κατακτήσεις τοῦ Ἀλεξάνδρου ἔγινε οἰκουμενικὸ βασίλειο, ὁμιλήθηκε ἀπὸ ὅλους τοὺς κατακτημένους λαούς. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐπέφερε τὴν ἁπλοποίησή της καὶ τὸν ἐπηρεασμό της καὶ ἀπὸ ἄλλες ἑλληνικὲς διαλέκτους καὶ ἔτσι ἐξελίχθηκε στὴ γνωστὴ «ἀλεξανδρινὴ κοινή». Ὡς πρὸς τὸ ὄνομα πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι κακῶς ὀνομάζεται ἀπὸ ὁρισμένους «ἑλληνιστική», ὅπως καὶ ἡ ἐποχή, ἀλλὰ καὶ τὰ κράτη τῶν διαδόχων τοῦ Ἀλεξάνδρου κακῶς ὀνομάζονται κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο.
«Ἑλληνιστὲς» ὀνομάζονται στὴν Καινὴ Διαθήκη (6) οἱ Ἑβραῖοι οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦν τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ ἐπίσης υἱοθετοῦν διάφορα ἄλλα στοιχεῖα τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως ἑλληνικὰ κύρια ὀνόματα ἢ μετέχουν σὲ ἀθλητικὲς ἐκδηλώσεις. Ἐὰν δεχθοῦμε τὸ ὄνομα «ἑλληνιστικὰ» γιὰ τὴ γλῶσσα, τὴν ἐποχή, τὸν πολιτισμό, τὰ κράτη, τότε εἶναι σὰν νὰ δεχόμαστε ὅτι ὅλα ὀφείλονταν στοὺς μὴ Ἕλληνες τὸ γένος, οἱ ὁποῖοι υἱοθέτησαν τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὸν πολιτισμὸ καὶ ὅτι τάχα οἱ Ἕλληνες τὸ γένος ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἢ ἐξαφανίσθηκαν ἢ μεταβλήθηκαν σὲ ἁπλοὺς θεατὲς ὅσων οἱ ἑλληνιστές, ὡς πρωταγωνιστὲς τῆς ἱστορίας ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ἀπεφάσιζαν καὶ ἐκτελοῦσαν! Ἐπειδὴ ὅμως κάτι τέτοιο δὲν συνέβη, θεωροῦμε ὡς σωστὸ γιὰ τὴ γλῶσσα τὸν τεχνικὸ ὅρο «ἀλεξανδρινὴ κοινὴ» καὶ ὡς σωστὸ γιὰ τὴν ἐποχὴ τῶν βασιλείων τῶν διαδόχων τοῦ Ἀλεξάνδρου τὸν τεχνικὸ ὅρο «μεταλεξανδρινή».
Ἡ γλῶσσα κατὰ τὴ μεταλεξανδρινὴ ἐποχὴ δὲν ἀφέθηκε στὴν τύχη της. Ἡ παιδεία καὶ ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἐπέβλεπαν τὴν πορεία της. Τὰ μεγάλα ἐπιστημονικὰ ἱδρύματα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ὀφείλονταν στὴν πνευματικὴ κληρονομία τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Τὰ περίφημα παγκόσμια ἐπιστημονικὰ καὶ πνευματικὰ κέντρα τῆς μεταλεξανδρινῆς ἐποχῆς ἦταν, ὡς γνωστόν, ἡ βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξανδρείας, τὸ περίφημο «μουσεῖο», καὶ ἡ βιβλιοθήκη τῆς Περγάμου. Τὰ ἐπιστημονικὰ αὐτὰ ἱδρύματα συνέλεξαν ὅλη τὴν πνευματικὴ παραγωγὴ τοῦ τότε κόσμου καὶ καλλιέργησαν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες. Ἰδιαιτέρως καλλιεργήθηκε ἡ γλωσσικὴ ἐπιστήμη, ἡ ἐπιστήμη τῆς φιλολογίας, τὰ θεμέλια τῆς ὁποίας ἔθεσαν οἱ Ἀλεξανδρινοὶ γραμματικοί. Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἀποτελοῦσαν κρατικὴ μέριμνα μέχρι καὶ τὰ τελευταῖα ἔτη ὑπάρξεως τῶν μεταλεξανδρινῶν βασιλείων.
Ἔτσι λοιπὸν «ἀπὸ ἕνα χωρίο τοῦ Βίου τοῦ Ἀντωνίου τοῦ Πλουτάρχου, μὲ θέμα τὶς ἐξαιρετικὲς γλωσσικὲς ἱκανότητες τῆς Κλεοπάτρας, μαθαίνουμε ὅτι οἱ Πτολεμαῖοι δὲν περιφρονοῦσαν μόνο τὴν αἰγυπτιακὴ γλῶσσα, ἀλλὰ ἀπέφευγαν ἀκόμη καὶ τὸ μακεδονίζειν: διακρίνεται ἐδῶ μία στάση αὐθεντικὴ ἑλληνόφωνης «καθαρολογίας». Στὴ γλῶσσα τῶν «ἀποικιστῶν» μεταφράσθηκαν τὰ βιβλία «ὁλόκληρου τοῦ κόσμου», ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ συγγραφέας τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀριστέα, ὅπου περιγράφεται ἀκριβῶς τὸ ἐντατικὸ ἔργο μεταγλώττισης ποὺ προώθησαν οἱ Πτολεμαῖοι. […] Ἐπιχειρήθηκε μὲ αὐτὴν τὴ μέθοδο νὰ γίνει ἀπολύτως «βατὴ» στοὺς κυρίαρχους ἡ κουλτούρα τῶν κυριαρχουμένων καὶ νὰ ἀφαιρεθεῖ ἀπὸ τοὺς τελευταίους ἡ ἀποκλειστικὴ κατοχὴ ὁποιασδήποτε γνώσης: βλέπουμε ἐδῶ ἕνα πραγματικὸ ἔργο ἀνώδυνης πολιτισμικῆς «ἀπαλλοτρίωσης».(7) Κατὰ τὸ πρότυπο τῶν βιβλιοθηκῶν αὐτῶν δημιουργήθηκε κατὰ τοὺς μέσους χρόνους ἡ μεγάλη βιβλιοθήκη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία τὶς διαδέχθηκε καὶ ὑπῆρξε ἐφάμιλλης ἐπιστημονικῆς ἀξίας μὲ ἐκεῖνες (8).
Ἡ ἀλεξανδρινὴ κοινὴ ἄκμασε γιὰ ἑξακόσια χρόνια: 300 π.Χ. – 300 μ.Χ. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι καὶ μετὰ τὴν ὑποδούλωση τῶν μεταλεξανδρινῶν κρατῶν στὴ Ρώμη ἡ γλῶσσα ἐξακολουθοῦσε νὰ ἀκμάζει, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ ἑλληνικὴ πολιτισμικὴ ἐξάπλωση. Αὐτὸ ὁδήγησε τὸν Ρωμαῖο φιλόσοφο Σενέκα (9) νὰ γράψει τὰ ἑξῆς χαρακτηριστικὰ λόγια: «Τί θέλουν οἱ ἑλληνικὲς πόλεις ἀνάμεσα σὲ περιοχὲς βαρβάρων; Τί θέλει ἡ γλῶσσα τῶν Μακεδόνων ἀνάμεσα στοὺς Ἰνδοὺς καὶ τοὺς Πέρσες;» (10) Κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς ἀκμῆς της ἡ ἀλεξανδρινὴ κοινὴ κατέστη γλῶσσα τῶν συναλλαγῶν, τοῦ πολιτισμοῦ καὶ ἐν τέλει τῆς χριστιανικῆς πίστεως.
Σὲ αὐτὴν μεταφράσθηκε ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, ἡ ὁποία μετάφραση, γνωστὴ ὡς μετάφραση τῶν Ο΄, τὴν κατέστησε κτῆμα ὅλου τοῦ κόσμου. Σέ αὐτὴν γράφτηκαν ὅλα τὰ βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης (11), σὲ αὐτὴν ἐκφράσθηκαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Τέτοια θέση παγκοσμίως δὲν ἔχει ἀναλάβει ἄλλη γλῶσσα μέχρι σήμερα. Διότι ναὶ μὲν ἡ Ἀγγλικὴ εἶναι διεθνὴς γλῶσσα συναλλαγῶν, ἀλλὰ ὡς γλῶσσα πολιτισμοῦ δὲν ἔχει ἐπιβληθεῖ, ἀφοῦ πλέον κάθε πολιτισμὸς ἔχει τὴ δική του γλῶσσα, ἡ ὁποία ἔχει λάβει, μηδὲ τῆς ἀγγλικῆς ἐξαιρουμένης (12), τὶς ὑψηλὲς ἔννοιές της καὶ τὴν ὀργάνωσή της ἀπὸ τὴν ἑλληνική. Διότι ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, τὴν ἀλεξανδρινὴ κοινή, ἔλαβαν ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς μεταλεξανδρινῆς ἐποχῆς, κατακτημένοι καὶ μή, τὶς βασικὲς φιλοσοφικὲς καὶ ἐπιστημονικὲς ἔννοιες, οἱ ὁποῖες δὲν ὑπῆρχαν σὲ καμμία ἄλλη γλῶσσα καὶ ἀποτελοῦν τὶς βάσεις κάθε ἐθνικοῦ πολιτισμοῦ ἀλλὰ καὶ τοῦ παγκοσμίου πολιτισμοῦ μέχρι σήμερα. Ἡ ἀλεξανδρινὴ κοινὴ (13) εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία μέσα ἀπὸ τὴν ἐξέλιξή της κατὰ τὴ βυζαντινὴ ἐποχή διαμόρφωσε τὴ φυσιογνωμία τῆς νέας ἑλληνικῆς. (14)
Ἔχει ἀπὸ τὴ σύγχρονη γλωσσολογικὴ ἐπιστήμη παρατηρηθεῖ ὅτι «ἡ δομικὴ συνοχὴ τῆς ἑλληνικῆς – ἀντίθετα μὲ ὅ,τι συνέβη σὲ πολλὲς ἄλλες γλῶσσες – οὐδέποτε διασπάστηκε» (15). Ὅλα αὐτὰ ὀφείλονται στὴν πνευματικὴ κληρονομία τοῦ Ἀλεξάνδρου Γ΄ τοῦ μεγάλου. Ποιός θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ γνωρίζει τί θὰ συνέβαινε, ἂν στὴ θέση τοῦ ἐκπολιτιστῆ κατακτητῆ Ἀλεξάνδρου καὶ τῶν πεπαιδευμένων διαδόχων του βρισκόταν ἕνας μονάρχης καὶ ἕνα ἐπιτελεῖο ἀνθρώπων ἐθισμένων μονομερῶς στὴ στρατιωτικὴ ζωή, οἱ ὁποῖοι θὰ μετέτρεπαν τοὺς Ἕλληνες σὲ στρατοκρατικὸ λαό;
1. Κωνσταντῖνος Ἰ. Ἄμαντος, Ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας κατὰ τὸν μεσαίωνα, ἐκδ. Σύλλογος πρὸς διάδοσιν ὠφελίμων βιβλίων, Ἀθῆναι 1919, ἀνατύπωσις 2005, σ. 81.
2. Victor Bérard, Κρητικὲς ὑποθέσεις, Ὁδοιπορικὸ 1897, Μέρες ναυάρχων καὶ ἐπανάστασης, Χανιὰ – Ρέθυμνο -Ἡράκλειο – Σητεία – Σφακιά, Μετάφραση – Εἰσαγωγὴ – Σχόλια Γ. Μόραγλης, ἐκδ. τὸ Βῆμα, Ἀθήνα 2010, σ. 162.
3. πρβλ. Theodor Birt, Ἀλέξανδρος ὁ μέγας καὶ ὁ παγκόσμιος ἑλληνισμὸς μέχρι τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ, μετάφρ. Νικ. Κ. Παπαρρόδου, Ἀθῆναι 1956, σ. 257.
4. Ἡ μεγαλοφυΐα τοῦ Φιλίππου Β΄ ἐπισκιάσθηκε μέσα στὴν ἱστορία, τόσο λόγῳ τοῦ πρόωρου βίαιου θανάτου του, ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶχε ὡς διάδοχο τὴ μεγαλοφυΐα τοῦ γιοῦ του Ἀλεξάνδρου Γ΄. Ὅμοια στὴ νεότερη ἑλληνικὴ ἱστορία ἡ μορφὴ τοῦ ἀπαράμιλλου στρατιωτικοῦ ἡγέτη Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνη, ὁ ὁποῖος δολοφονήθηκε νέος καὶ μὲ παρασπονδία, ἐπισκιάσθηκε ἀπὸ τὴ μεγαλοφυΐα τοῦ γιοῦ του Θεοδώρου ἀρχιστρατήγου τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821.
5. Πρέπει ἐδῶ νὰ τονίσουμε ὅτι οἱ ἀρχαῖες ἑλληνικὲς διάλεκτοι δὲν ἦταν διαφορετικὲς γλῶσσες καὶ ποτὲ δὲν ἐξελίχθηκαν σὲ τέτοιες, διότι ὑπῆρχε μεταξὺ τους ἀμοιβαία κατανόηση, ἦταν ποικιλίες τῆς ἴδιας γλώσσας.
6. Πράξεις Ἀποστόλων 6,1.
7. Λουτσιάνο Κάνφορα, Ἑλληνισμός, Ἑρμηνεία τῆς Ἀλεξανδρινῆς ἐποχῆς, μετάφρ. Σπύρος Μαρκέτος, ἐκδ. Ἀλεξάνδρεια, Ἀθήνα 1992, σ. 113.
8. Βλ. Κωνσταντῖνος Σπ. Στάϊκος, Βιβλιοθήκη ἀπὸ τὴν Ἀρχαιότητα ἕως τὴν Ἀναγέννηση καὶ Σημαντικὲς Οὐμανιστικὲς καὶ Μοναστη- ριακὲς Βιβλιοθῆκες (3000 π.Χ. – 1600 μ.Χ.) Προλεγόμενα Ἑλένη Γλύκατζη – Ἀρβελέρ, Ἀθήνα 1996, σ. 147. 9. 4 π.Χ.-65 μ.Χ.
10. «Quid sibi volunt in mediis barbarorum regionibus Graecae civitates? Quid inter Indos Persasque Macedonicus sermo?», Βλ. Λουτσιάνο Κάνφορα, Ἑλληνισμός, Ἑρμηνεία τῆς Ἀλεξανδρινῆς ἐποχῆς, μετάφρ. Σπύρος Μαρκέτος, ἐκδ. Ἀλεξάνδρεια, Ἀθήνα 1992, σ. 121-122.
11. Κατὰ καιροὺς εἶχε ἀπασχολήσει τὴν ἔρευνα ἡ φυσιογνωμία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας τῆς Καινῆς Διαθήκης. Εἶχε ὑποστηριχθεῖ ἀπὸ διαφόρους ὅτι πρόκειται γιὰ μία καθαρὴ ἑλληνικὴ χωρὶς ἐπηρεασμούς, ἀπὸ ἄλλους εἶχε ὑποστηριχθεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ γλῶσσα ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὸν ἑβραϊκὸ τρόπο σκέψεως καὶ ζωῆς καὶ ὅτι τάχα ἀποτελοῦσε ἕναν ἰδιαίτερο κλάδο τῆς ἀλεξανδρινῆς κοινῆς, τὴ βιβλικὴ ἑλληνική, ἄποψη ἡ ὁποία ἔτεινε νὰ ἐπικρατήσει κατὰ τὸν 19ο αἰῶνα. Ὅμως βάσει τῶν ἐρευνῶν τοῦ Γερμανοῦ πάστορος Adolf Deissmann ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἡ λαϊκὴ γλῶσσα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ἡ ὁποία διασώθηκε στοὺς παπύρους, τὶς ἐπιγραφὲς καὶ τὰ ὄστρακα. (πρβλ. Ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γλῶσσας ἀπὸ τὶς ἀρχὲς ἕως τὴν ὕστερη ἀρχαιότητα, ἐπιστημονικὴ ἐπιμέλεια Α. Φ. Χρηστίδης, Κέντρο Ἑλληνικῆς Γλώσσας, Ἰνστιτοῦτο Ἑλληνικῆς Γλῶσσας [Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], Θεσσαλονίκη 2001, σ. 481.) Παρ’ ὅλα αὐτὰ πιστεύουμε ὅτι οἱ λόγιες λέξεις τὶς ὁποῖες περιέχει ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα τῆς Καινῆς Διαθήκης δὲν ἀποτελοῦν ἀμελητέα ποσότητα.
12. Πρέπει νὰ τονισθεῖ, γιὰ ἄλλη μία φορά, ὅτι ἡ ἀγγλικὴ γλώσσα θὰ ἦταν παντελῶς ἀνίκανη νὰ χρησιμοποιηθεῖ στὶς διεθνεῖς συναλλαγές, ἐὰν δὲν εἶχε παραλάβει ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ λεξιλογικὸ πλοῦτο καὶ ὀργάνωση μὲ γραμματικὴ καὶ συντακτικό.
13. Οἱ ἰδιομορφίες τῆς ἀλεξανδρινῆς κοινῆς δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἀπασχολήσουν τὸ παρὸν ἄρθρο, τὸ ὁποῖο ἐπικεντρώνεται στὴ διαχρονικὴ ἐπίδραση τῆς ἀπαράμιλλης προσωπικότητας τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Ὁ ἐνδιαφερόμενος ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ πληροφορηθεῖ τὶς ἰδιομορφίες αὐτὲς ἀπὸ τὸ ἑξῆς ἔργο: Ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γλῶσσας ἀπὸ τὶς ἀρχὲς ἕως τὴν ὕστερη ἀρχαιότητα, ἐπιστημονικὴ ἐπιμέλεια ‘A. Φ. Χρηστίδης, Κέντρο Ἑλληνικῆς Γλῶσσας, Ἰνστιτοῦτο Ἑλληνικῆς Γλῶσσας [Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], Θεσσαλονίκη 2001, σ. 442-530.
14. πρβλ Γ. Μπαμπινιώτης, Ἡ ἰδιαιτερότητα τῆς ἑλληνικῆς γλῶσσας γενικὴ ἐπισκόπηση, περιλαμβάνεται στὸ συλλογικὸ ἔργο: Ἑλλάς, Ἡ ἱστορία καὶ ὁ πολιτισμὸς τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἀπὸ τὶς ἀπαρχὲς μέχρι σήμερα, Ἐκδοτικὸς Ὀργανισμὸς Πάπυρος, Ἀθήνα 1997, σ. 22. 15. Γ. Μπαμπινιώτης, Ἑλληνικὴ γλῶσσα, παρελθὸν – παρὸν – μέλλον, μελετήματα, διαλέξεις καὶ ἄρθρα 1977-1993, ἐκδ. Gutenberg, Ἀθήνα 2000, σ. κζ΄, κη΄.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
.. και είδα ξαφνικά μπροστά μου έναν Γέροντα ..
Τον Γέροντα τον γνώρισα το 1987. Σπούδαζα Θεολογία και σαν παιδί, ήμουνα λίγο ατίθασο. Η μητέρα μου μου έλεγε πολλές φορές, πήγαινε στον Γέροντα Πορφύριο, να γνωρίσεις τον Γέροντα Πορφύριο, που είναι ένας άνθρωπος άγιος. Εγώ όμως δεν πήγαινα, δεν την άκουγα και μετάνιωσα για αυτό αργότερα. Αλλά ο Θεός οδήγησε τα βήματά μου -φαίνεται ο Γεροντας άκουγε την προσευχή της μάνας μου και ποιός ξέρει ποιων άλλων ανθρώπων- και είχα πάει με τους φίλους μου για μπάνιο στον Ωρωπό. Ο Ωρωπός είναι λίγο πιο κάτω από το Μήλεσι, εκεί που ήταν το ησυχαστήριο του Γέροντα. Εγώ δεν ήξερα όμως που είναι το ησυχαστήριο, μου έλεγε η μητέρα μου στον Ωρωπό αλλά δεν ήξερα που ακριβώς ήτανε.
Ανεβαίνοντας όμως από τον δρόμο μετά το μπάνιο προς τη Μαλακάσα, συναντήσαμε μια πινακίδα λίγο πιο πάνω από το Μήλεσι που έγραφε Ιερόν Ησυχαστήριον Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Γέροντος Πορφυρίου, και είπα στους φίλους μου, α εδώ είναι το μοναστήρι που μου λέει να πάω η μητέρα μου. Τότε είχε χτιστεί ο πρώτος όροφος νομίζω και ήτανε ακόμη απερίφραχτο. Ήταν ένα πευκόδασος και ήταν απερίφραχτο το μέρος. Βγήκα από το αυτοκίνητο και προχώρησα να δω τι ακριβώς είναι γιατί δεν φαινότανε για μοναστήρι και βρέθηκα μέσα στο πευκόδασος και είδα ξαφνικά μπροστά μου έναν Γέροντα, ήταν ο Γέροντας Πορφύριος, ο οποίος ήτανε ντυμένος πολύ καλά, φορούσε μία χοντρή μάλλινη ζακέτα μαύρη, είχε ένα σκούφο στο κεφάλι του, τα άσπρα του τα γένια, και τα μάτια του κοίταζαν χαμηλά και κρατούσε ένα φύλλο στα χέρια του..
Και μου έκανε με το χέρι του ένα νόημα να πάω κοντά του. Εγώ δεν ήξερα ότι ήταν ο Γέροντας Πορφύριος δεν κατάλαβα ότι ήταν ο Γέροντας αυτός. Πήγα κοντά του και με έπιασε με το ένα χέρι από τον καρπό και με το άλλο χέρι μου έδωσε μία σφαλιάρα και μου είπε κιόλας, Βρε δεν ντρέπεσαι εσύ θεολόγος άνθρωπος να γυρνάς .. γιατί ήμουνα από το μπάνιο και ήμουνα με ένα παρεό.
Εκείνη την ώρα η σφαλιάρα αυτή που μου ‘δωσε σα να άνοιξε το μυαλό μου, σα να ήταν μία πνευματική σφαλιάρα και άνοιξε το μυαλό μου και κατάλαβα ότι αυτός ήταν ο Γέροντας Πορφύριος. Έμεινα έκπληκτη από τη συμπεριφορά του, δηλαδή απ’ την κίνηση που έκανε, να μου πιάσει τον καρπό, να μου φερθεί έτσι, και να μου πει ότι εγώ σπουδάζω Θεολογία. Δεν ήξερα δηλαδή, δεν κατάλαβα ότι ένας άνθρωπος μπορούσε να ξέρει ποια είμαι εγώ και τι κάνω. Και μετά άρχισε να μου λέει, πιάνοντας πάλι έτσι τον σφιγμό μου, Βρε παιδάκι μου εσύ τι καλή ψυχή που είσαι, τι καλή ψυχή που είσαι, θέλω να σε δώ, θέλω να ‘ρθείς να σε δω και τώρα δεν μπορώ να σου μιλήσω κρυώνω, να με πας μέσα, να με πας μέσα.
Και έτσι έγινε η πρώτη μας γνωριμία. Μετά από ‘κει πήγαινα πολύ συχνά και ο Γέροντας στάθηκε για μένα τα πάντα μπορώ να πω. Στάθηκε πατέρας βασικά, στάθηκε οδηγός μου, γιατί μπορώ να πω σήμερα ότι αν δεν ήταν ο Γέροντας στη ζωή μου εγώ θα ήμουν ή πεθαμένη ή στη φυλακή. Ένα από τα δύο θα συνέβαινε, γιατί είχα φίλους έτσι, πολύ άτακτους, πολύ μπερδεμένους όπως έλεγε ο ίδιος, και αυτοί οι φίλοι μου βρήκανε σωτηρία απ’ τον Γέροντα. Δηλαδή ήταν παιδιά που άκουγαν πολύ new age μουσική και ήτανε πολύ προχωρημένοι. Ο Γέροντας, με θαύματα που έδειξε στη ζωή μας μας έβαλε στο σωστό δρόμο, στο σωστό σκοπό. Γιαυτό είπα ότι θα ήμασταν ή στη φυλακή ή πεθαμένοι.
.. πω πω ο Γέροντας πόσο μ’ αγαπάει, πόσο μ’ αγαπάει, πόσο μ’ αγαπάει ..
Ήταν ένας άνθρωπος απλός, πολύ απλός. Ο λόγος του ήτανε καίριος, δηλαδή, επειδή είχε έντονα το διορατικό και το προορατικό χάρισμα χτυπούσε καίρια εκεί που πονούσες. Εσύ έβλεπες άλλη αιτία, που πάσχεις, και ο Γέροντας ήξερε την πραγματική αιτία του προβλήματός σου. Και ενώ εσύ του ‘λεγες το πρόβλημά σου, εκείνος σου ‘λεγε το πραγματικό, αυτό που μέσα σου έπρεπε να γιατρευτεί για να γιατρευτεί και το πρόβλημα.
Πολλά παραδείγματα που εγώ πήγαινα και του έλεγα τις ανησυχίες μου, τις αναζητήσεις μου και εκείνος πάντοτε μου έλεγε για τον μοναχισμό. Έβλεπε τον μοναχισμό και πάντοτε μου έδινε κατεύθυνση για τον μοναχισμό. Εγώ όμως αντιδρούσα, ζητούσα το γάμο, έλεγα μα δε θέλω εγώ να είμαι μοναχή, εγώ θέλω να παντρευτώ και εκείνος μου έλεγε, Όχι βρε παιδάκι μου εσύ θα γίνεις μοναχή. Και αυτό επαληθεύτηκε μετά από λίγο που όντως βρήκα τη χαρά, βρήκα τον σύντροφό μου στο πρόσωπο του Χριστού ..
.. Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος είχε γλυκύ τρόπο συμπεριφοράς. Αυτό που σήμερα πάσχουν οι περισσότεροι πνευματικοί, είναι απόμακροι. Ο Γέροντας σε αγκάλιαζε, σε φιλούσε, σου μιλούσε σα να ήσουνα η ψυχή του. Έβγαινες από το εξομολογητήριο και νόμιζες ότι αγαπούσε μόνον εσένα. Αυτό αν το έλεγες στους αδερφούς σου θα λέγανε, μόνο εμένα αγαπάει, μόνο εμένα αγαπάει, κι όμως ο Γέροντας αγαπούσε όλους και είχε αυτόν τον ιδαίτερο τρόπο απέναντι σε όλους. Εγώ όταν έφευγα από εκεί πετούσα, για να φτάσω στην Αθήνα νόμιζα ότι είχα φτερά στην πλάτη μου και όταν έφτανα έλεγα πω πω ο Γέροντας πόσο μ’ αγαπάει, πόσο μ’ αγαπάει, πόσο μ’ αγαπάει, αλλά αυτό το ένοιωθα και απ’ τις αδερφές μου εκεί μέσα και έλεγα πω πω όλους μας αγαπάει. Ήταν μία κοινωνία αγάπης πραγματικά ο Γέροντας.
.. σηκώθηκε πάνω σαν τον Μωυσή, άπλωσε τα χέρια του και μου είπε, Πω πω, ξέρεις σήμερα βρε τι καλό βρήκανε αυτοί οι άνθρωποι από τη δική σου προσευχή;
Μια φορά με φώναξε και μου είπε, θέλω να πας στο τάδε νεκροταφείο και εκεί ξέρεις έχει κάτι μνήματα ατημέλητα που δεν πηγαίνουνε και δεν τους ανάβει κανένας κανα κερί, κανένα καντήλι και είναι ξεχασμένοι αυτοί οι άνθρωποι, να γράψεις τα ονόματά τους τα θέλω.
Και εγώ πήγα στο νεκροταφέιο και όπου συναντούσα τάφο έτσι ατημέλητο έγραφα και το όνομα του κεκοιμημένου. Πήγα στα βρέφη, πήγα και στους στρατιώτες και πήγα μετά και του λέω, να Γέροντα αυτές οι σελίδες είναι, αυτά τα ονόματα είναι. Και μου λέει, Α να τώρα θα κάνουμε έναν κανόνα οι δυό μας. Τι κανόνα Γέροντα; Να, θα τα μνημονεύεις έξι μήνες και άλλους έξι εγώ. Μα Γέροντα λέω τι να τα μνημονεύω έξι μήνες; Όχι θα τα μνημονεύεις έξι μήνες, αυτοί οι άνθρωποι από σένα περιμένουνε, μου είπε. Θα κάνεις αυτήν την προσευχή για αυτούς τους ανθρώπους είναι ανάγκη, μου έλεγε.
Ε, και ‘γω καθόμουνα το βράδυ που είχαμε ορίσει μία ώρα και μνημόνευα αυτά τα ονόματα. Εκείνος όμως διείδε ότι εγώ δεν τα μνημόνευα με πόνο, τα μνημόνευα έτσι, ξερά, μόνο και μόνο για την εντολή του Γέροντα. Και μου λέει, Όχι έτσι βρε παιδάκι μου, όχι έτσι όπως τα μνημονεύεις, σου λέω αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι καλά, αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται σε κατάσταση πόνου. Εσύ όταν πονάς πώς φωνάζεις τον Θεό; Δεν βγαίνει η φωνή σου στον Θεό όταν πονάς;
Ε, καταλάβαινα τι ήθελε να μου πει και άρχισα και εγώ να τους μνημονεύω, και έβαζα στο νού μου ότι αυτοί οι άνθρωποι ας πούμε βρίσκονται σε κατάσταση κολάσεως και πόνου και έλεγα, Θεέ μου πως είναι δυνατόν, και άρχισα να κλαίω στην προσευχή μου. Και όταν πέρασαν έξι μήνες, σηκώθηκε πάνω σαν τον Μωυσή, άπλωσε τα χέρια του και μου είπε, Πω πω, ξέρεις σήμερα βρε τι καλό βρήκανε αυτοί οι άνθρωποι από τη δική σου προσευχή; Και εγώ άρχισα να κλαίω και να του λέω, Γέροντα δεν βρήκανε καλό απ’ τη δική μου προσευχή αλλα απ’ τη δική σας, γιατί μάλλον η δική σας προσευχή είναι αυτή που τους αναπαύει και όχι η δική μου, η δική μου είναι φτωχή προσευχή, ποιος να ακούσει τώρα τη δική μου φτωχή και ανήμπορη φωνή ..
Άποψη του Ιερού Ησυχαστηρίου του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου στον Γέρακα Ξάνθης
.. θα πας να ζήσεις στα ριζά ενός βουνού, εκεί θα ανακαλύψεις τον Θεό και εκεί θα Τον ευαρεστήσεις ..
.. Εγώ αγαπούσα πολύ το Γαλαξείδι και ήθελα να πάω κάπου εκεί σε ένα μοναστήρι αλλά αυτό το μοναστήρι ήταν ψηλά και όποτε πήγαινα δεν κοίταζα προς τα κάτω, κοίταζα πάντοτε προς τα πάνω, προς τη μεριά του βουνού και δεν πήγαινα και στο τείχος της μονής γιατί το ύψος μου έφερνε λίγη δυσφορία και ο Γέροντας το έβλεπε αυτό και μου έλεγε, Όχι εκεί βλογημένη, όχι εκεί βρε παιδί μου δε με καταλαβαίνεις, εκεί, εκεί εσύ ζαλίζεσαι. Σε ανύποπτο χρόνο είχε πει, θα πας να ζήσεις στα ριζά ενός βουνού, εκεί θα ανακαλύψεις τον Θεό και εκεί θα Τον ευαρεστήσεις.
Όταν ήρθαμε εδώ πέρα, ήρθαμε μπορώ να πω εντελώς τυχαία. Βέβαια τίποτα δεν είναι τυχαίο, είναι καθ’ υπόδειξη πάντοτε του Θεού τα πάντα, αλλά δεν πίστευα ότι θα επαληθευόταν ο λόγος του. Όταν ήρθαμε εδώ πέρα στον πρώτο χρόνο ήταν εδώ ένα χωριό μουσουλμανικό, ο Γέρακας, και δίπλα ήταν το Μέγα Εύμοιρο και ‘κείνο επίσης μουσουλμανικό χωριό. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα οι δεκαπέντε οικογένειες του Γέρακα έφυγαν, μείναν μόνο δύο οικογένειες. Αυτό θεώρησα ότι ήταν ένα θαύμα του Αγίου Πορφυρίου του Γάζης, γιατί ο Άγιος Πορφύριος όταν πήγε στη Γάζα της Παλαιστίνης βρήκε 188 χριστιανούς, όλοι οι άλλοι ήταν ειδωλολάτρες και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα που αρχιεράτευσε στη Γάζα άφησε 188 ειδωλολάτρες, όλους τους είχε κάνει χριστιανούς. Θεώρησα λοιπόν ότι το ίδιο έκανε και εδώ ο Άγιος Πορφύριος ο Γάζης. Έδιωξε τους ειδωλολάτρες και άφησε εδώ μόνο δύο και αυτά τα σπίτια όλα αγοράστηκαν από χριστιανούς και ένα χωριό ολόκληρο μετάλλαξε σε χριστιανικό χωριό, από μουσουλμανικό χωριό έγινε χριστιανικό χωριό. Αυτό ήταν ένα καθαρό θαύμα του Αγίου Πορφυρίου του Γάζης.
Πριν αγιοκαταταχθεί ο Γέροντας Πορφύριος, το μοναστήρι τιμούσε επισήμως τον Άγιο Πορφύριο Γάζης (εορτάζει στις 26 Φεβρουαρίου). Τον Άγιο που γιόρταζε ο Γέροντας Πορφύριος.
Μέσα σε αυτόν τον πρώτο χρόνο είχε γίνει και ένα άλλο συγκλονιστικό θαύμα, προσωπικό. Είχε κοιμηθεί ένας μουσουλμάνος σε κάποιο χωριό εδώ απέναντι, και κάποια εδώ στο δικό μας το χωριό στο Γέρακα με παρακάλεσε να την πάω. Οι μουσουλμάνοι κάνουν την κηδεία μετά το μεσημέρι πάντοτε και επειδή δεν είχαν αυτοκίνητα την εποχή εκείνη, εμείς είχαμε αυτοκίνητο, ε μου είπε θα με πάς; πέθανε ο Ζιά, γίνεται να με πας στην κηδεία;
Έτσι πήγα το πρωί, και πήγα να την αφήσω και να φύγω, ενώ εκείνη μου είπε δεν είναι σωστό να φύγεις αλλά να μπεις μέσα να δεις, να χαιρετήσεις τον κεκοιμημένο. Θεώρησα λογική την πρότασή της, μπήκα μέσα, είδα κάτω στο πάτωμα μέσα στο χαγιάτι του σπιτιού είχανε στρώσει μια κουρελού και είχανε από ‘κει τον κεκοιμημένο, και είχανε σκεπάσει το πρόσωπό του. Έμπαιναν ένας ένας μέσα, τον χαιρετούσαν και έφευγαν. Και ήρθε και η σειρά μου κάποια στιγμή, τελευταία, να μπω και εγώ. Όταν άνοιξα το πρόσωπό του, το πρόσωπό του ήτανε θλιμμένο, είχε ένα χρώμα μελιτζανί έτσι, πολύ θλιμμένο. Όταν τον είδα βέβαια θυμήθηκα ότι πριν από μήνες είχα ξανανέβει σ’αυτό το χωριό με την ίδια γυναίκα τη μουσουλμάνα, και αυτός ο παππούς μου είχε δώσει ένα ποτήρι γάλα να πιω.
Όταν θυμήθηκα ποιος είναι ο Ζιάν τελικά έκανα τον εξής λογισμό, είπα, τι κρίμα, που να βρίσκεται αυτή η ψυχούλα τώρα, τι μπορείς να κάνεις για αυτήν την ψυχούλα που σου είχε δώσει και ένα ποτήρι γάλα να πιεις. Και είπα, δεν ψάλλω ένα τρισάγιο όπως το ψάλλουμε στην Εκκλησία, με τις ευχές, Μετα πνευμάτων δικαίων .. ε κάτι μπορεί να ωφελήσει αυτήν την ψυχή που οδεύει προς τον ουρανό. Και άρχισα σιγά έτσι ψιθυριστά να ψάλλω το τρισάγιο. Είχα σκεπάσει το πρόσωπό του και πήγα να σηκωθώ να φύγω αλλά κάτι μ’ έσπρωξε να ανοίξω το μαντήλι πάλι και να τον δω. Τότε, είδα ότι είχε αλλάξει η έκφραση του προσώπου του, φαινόταν ένα μειδίαμα ευχαριστίας, .. είχε πιάσει να χαμογελάει δηλαδή, και είχε φύγει η ωχρότητα, εκείνο το πένθιμο χρώμα που είχε το πρόσωπό του.
Τότε πραγματικά συγκλονίστηκα και με πιάσαν τα κλάματα. Έφυγα και γύρισα πίσω εδώ στο μοναστήρι και ήτανε εκείνο καθαρά μία επέμβαση του Θεού, γιατί ο Γέροντας μου είχε πει θα ανακαλύψεις τον Θεό εκεί που θα πας. Ήτανε καθαρά μία αποκάλυψη αυτό το γεγονός, το ότι η πίστη η δική μας είναι η μοναδική, αληθινή πίστη απ’ όλες τις πίστεις του κόσμου. Έτσι σταθεροποιήθηκα στην πίστη, έγινε μέσα μου μία μετάλλαξη, έγινε μία έκρηξη ηφαιστείου και πλέον τίποτε πια δεν μπορούσε να κλονίσει την πίστη μου. Ήταν ένα θαύμα του Γέροντος αυτό το οποίο από τότε μέχρι σήμερα συνεχίζεται και έχω μέσα μου ακράδαντη πίστη στη θεότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού.
Ροδόπη: Το Άγιον Όρος της Θράκης την εποχή του Βυζαντίου.
Γερόντισσα, είπατε ότι σας υπέδειξε κατά κάποιο τρόπο ο Γέροντας, ο Άγιος Πορφύριος, τον τόπο που θα ‘ρθείτε. Για ποιον λόγο επέλεξε την Ξάνθη, τη Θράκη ίσως.
Να σας πω, ούτε κι αυτό το γνωρίζω γιατί ο Γέροντας αγαπούσε πολύ τη Θράκη, μου το είπε αυτό η κυρία Αθηνά η Σιδέρη η οποία ήτανε δώδεκα χρόνια κοντά στον Γέροντα Πορφύριο, και όταν μιλήσαμε μου είπε, ξες πόσο ο Γέροντας μιλούσε για τη Θράκη, έλεγε, Βρε παιδιά αυτά τα παιδιά εκεί στη Ροδόπη ξέρετε πόσο τ’ αγαπώ, να βοηθήσουμε τα παιδιά στη Ροδόπη.
Ξέρετε εδώ ο τόπος ήτανε τόπος καθαρά μοναστηριακός. Όλη η Δυτική Ροδόπη ήταν το Άγιον Όρος της Θράκης την εποχή του Βυζαντίου. Υπήρχαν εδώ, πάνω από 280 μοναστήρια την εποχή εκείνη τη Βυζαντινή. Από εδώ πέρασε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μεγάλη νηπτική ασκητική μορφή της Εκκλησίας μας, ο Άγιος Μάξιμος ο Καυσοκαλύβης. Θεωρώ ότι ο Γέροντας, εκείνος ξέρει για ποιους λόγους, διείδε ίσως ότι εδώ η Θράκη κινδυνεύει, η Θράκη είναι υπό αμφισβήτηση και θέλησε να αναπτυχθεί ο μοναχισμός στη Θράκη.
Αυτό το ζούμε και εμείς τώρα 20 χρόνια γιατί βλέπουμε ότι όπου υπάρχει αναπτυγμένος μοναχισμός, όπου υπάρχουν μοναστήρια επανδρωμένα με λειτουργική ζωή, τότε οι πόλεις που είναι δίπλα από τα μοναστήρια αμέσως αναβαθμίζονται πνευματικά. .. Είναι πνευματικός άξονας ο μοναχισμός για όλον τον κόσμο.
.. τα τραπέζια της αγάπης ..
Ξέρετε στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία είχαν τα τραπέζια της αγάπης, και τρώγανε όλοι στα τραπέζια της αγαπης. Και τι κάνανε; Κάνανε ένα κοινόβιο. Ο Χριστός ήτανε ας πούμε ο Γέροντας του κοινοβίου και οι μαθητές, οι απόστολοι και όλοι οι προσήλυτοι ήτανε υποτακτικοί του Χριστού και αυτό ήθελε να κάνει τελικά ο Χριστός στον κόσμο, ήθελε να ιδρύσει ένα μεγάλο μοναστήρι όπου ο ίδιος θα ήταν Ηγούμενος, Γέροντας του μοναστηριού. Αυτό το οποίο απώλεσε η Εκκλησία τον τρίτο αιώνα γιατί αυτό μπόρεσε να το κρατήσει η Εκκλησία δύο-τρεις αιώνες, το κοινοβιακό σύστημα εννοώ. Μετά από εκεί το απώλεσε, το’ χασε η Εκκλησία, γιατί υπερπληθύνθηκε, βγήκε από τις κατακόμβες, ανέβηκε επάνω στην επιφάνεια, ελευθέρα Εκκλησία, και άρχισε ο καθένας να αποκτά την περιουσία του, από εκεί που όλοι δίναν τις περιουσίες τους στα μοναστήρια και δεν είχανε μέριμνα για τα βιωτικά. Τους έθρεφαν τα τραπέζια της αγάπης, είχανε την εργασία ως πάρεργο, δεν την βλέπανε ως κύριο σκοπό της ζωής τους, η εργασία ήταν πάρεργο, ήτανε μια εργασία πους τους απέφερε ένα μικρό εισόδημα ίσα ίσα για να ντυθούνε και να κοιμηθούνε, να έχουν σκεπάσματα να κοιμηθούνε όπως λέει ο Απόστολος Παύλος.
Μετά όμως η εργασία κατήντησε κύριος σκοπός .. κοσμικοποιήθηκε τελικά η Εκκλησία. Σήμερα πού τηρείται το κοινοβιακό σύστημα; Τηρείται μέσα στα μοναστήρια. Άρα τα μοναστήρια είναι η αυτούσια εντολή του Χριστού για πλήρη αγάπη μεταξύ των προσώπων. Βλέπετε δεν αγαπάμε σήμερα ο ένας τον άλλον μέσα στον κόσμο, μισούμε τον διπλανό μας και δεν του δίδουμε αγάπη γιατί χάσαμε το κοινόβιο. Αν είχαμε κοινόβιο, αν είχαμε τα πάντα κοινά δεν θα είχαμε να μοιραστούμε τίποτα οπότε θα υπήρχε αγάπη μεταξύ μας.
.. ‘Δεν θέλω ‘χονδρούς’ ανθρώπους γύρω μου’ ..
.. Όταν ο Ισραήλ γινόταν αποστάτης από τον Θεό, τότε και ο Θεός είχε ένα παιδευτικό σύστημα για να φέρει ξανά τον Ισραήλ στη μετάνοια, στην ταπείνωση. Και επέτρεπε ο Θεός ειδωλολατρικούς λαούς γύρω από τον Ισραήλ να κάνουνε κατάληψη του λαού του Ισραήλ και μετά ήτανε σε αιχμαλωσία ο Ισραήλ. Μετά ξανά έστελνε προφήτες για να μετανοήσει ο Ισραήλ. Το ίδιο γίνεται και σήμερα στην Ελλάδα. Δεν ξέρω κατά πόσο όμως ο Έλληνας μπορεί να καταλάβει τη φιλανθρωπία του Θεού για να γυρίσει ξανά στον Θεό.
Βλέπεις σήμερα πάσχουμε από υπέρμετρο εγωίσμό. Δεν έχουμε ταπείνωση, δεν έχουμε σιωπή, δεν έχουμε αρετές, δεν κυνηγάμε τις αρετές, κυνηγάμε συνεχώς το κοσμικό .. Έχει ο καθένας τον εγωϊσμό του. Δεν μπορεί να καταλάβει τον Λόγο ενός μοναχού, ενός ασκητή. Για να τον καταλάβεις, πρέπει να ενσκύψεις μέσα σου, να κάνεις αυτογνωσία, να καταλάβεις ότι πάσχεις, να καταλάβεις ότι είσαι αδύναμος και να ζητήσεις να σου δώσει ο Θεός τη δύναμη δια μέσω των Πρεσβειών της Παναγίας μας, των Αγίων μας .. Από μικρά παιδιά μας κάνουνε να νοιώθουμε ισχυροί, να νοιώθουμε γεμάτοι με την ηδονή, με την ελευθερία, έχουμε κακήν έννοια της ελευθερίας ‘αφήστε τα παιδιά να ζήσουν ελεύθερα, μην τα καταπιέζετε‘ ..
Ξέρετε η άσκηση αυτόν τον λόγο έχει, της στέρησης. Τι είναι η στέρηση; Είναι η στέρηση για τον Θεό. Εάν δεν στερηθείς για τον Θεό, τότε τα πάντα επιτρέπονται. Όταν επιτρέπονται τα πάντα και δεν έχεις μάθει να στερείσαι για τον Θεό θα ‘ρθεί η στιγμή που θα οδυνάσαι, διότι κάθε ηδονή που θα θελήσεις να γευθείς θα φέρει και οδύνη, θα φέρει πόνο. Ενώ, η πνευματική ηδονή της στερήσεως, στερούμαι για τον Θεό και το κάνω ακριβώς γιατί αγαπώ τον Χριστό .. με φέρνει σε ευφορία ψυχική. Δε λένε οι πατέρες, ‘λεπταίνει ο νούς‘; Τι είναι η λεπτότητα του νου; Είναι το ότι ο νούς αρχίζει να λεπταίνει, να αισθάνεται την παρουσία του Θεού.
.. Όπως έλεγε ο Άγιος Πορφύριος, Δεν θέλω ‘χονδρούς’ ανθρώπους γύρω μου, δεν εννοούσε χονδρούς σαρκικά, εννοούσε χονδροκομμένους στη σκέψη. Τι θα πει στη σκέψη χονδροκομμένους; Ανθρώπους που κοιτάζουνε τι θα φάμε, τι θα πιούμε και δεν θα καταλάβουμε ότι αύριο αποθνήσκωμεν κιόλας και θα δώσουμε και λόγο. Αυτούς τους χονδροκομμένους ανθρώπους δεν τους ήθελε, ήθελε ευγενείς ανθρώπους, ήθελε ποιητές ανθρώπους δίπλα του, ήθελε λεπτούς, τρυφερούς, ευγενικούς ανθρώπους δίπλα του. Γι’ αυτό και σήμερα, η εποχή μας βλέπεις, έχουμε εξωτερική καλή ευγένεια, είμαστε δηλαδή Φαρισαίοι, είμαστε υποκριτές, προσπαθούμε να τηρήσουμε τον εξωτερικό τύπο, μέσα όμως η καρδιά πάσχει ..
.. «οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθουσι» ..
.. Η κατάσταση της μετανοίας είναι καθημερινή κατάσταση. Εμείς στο μοναστήρι, μετέχοντας στη λειτουργική ζωή και διαβάζοντας τους Πατέρες .. καθημερινώς ζούμε την κατάσταση της συγχωρήσεως. Δεν επιτρέπεται να βρεθούμε στο κρεβάτι μας το βράδυ χωρίς να ανταλλάξουμε ένα ευλόγησον με τις αδερφές .. να είμαστε συγχωρητικοί ο ένας απέναντι στον άλλον και αυτό αν το έκανε και ο κόσμος, αν μιμούνταν τους μοναχούς .. σήμερα θα ήταν σε πολύ καλύτερη κατάστση, σε πολύ καλύτερη μοίρα. Δεν το κάνει ο κόσμος, βρίσκεται σε εγωϊσμό.
Φταίει και η Εκκλησία η ίδια διότι άλλαξε ίσως ο ρόλος της, θέλει να αλλάξει ο ρόλος της, βλέπετε πάσχουμε από οικουμενισμό, πάσχουμε από έναν θρησκευτικό συγκρητισμό, δεν έχουμε δηλαδή ατόφια την πίστη μας. Που τηρείται η πίστη ατόφια; Στα μοναστήρια. Ακούγεται Λόγος Πατερικός. Εμείς σήμερα θέλουμε να κάνουμε μετα-Πατερική θεολογία, να ξεπεράσουμε τους Πατέρες και να πούμε, ε οι Πατέρες ήταν αυστηροί, ήταν για την εποχή τους, εμείς τώρα έχουμε και λόγο πέρα από τους Πατέρες και γι’ αυτό θέλουμε έναν μοντέρνο λόγο γιατί ο κόσμος προχωρά. Ο Χριστός όμως είναι ο Ίδιος και ο Αυτός σε όλα, δεν αλλάζει. Λέει, «οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθουσι». Ο κόσμος θα παρέλθει, θα φύγει ο κόσμος, θα διασαλευτούν οι δυνάμεις του κόσμου, αλλά οι Λόγοι μου δεν πρόκειται ποτέ μα ποτέ να ξεπεραστούν. Γι’ αυτό και πρέπει να γυρίσουμε στην Παράδοση, να γυρίσουμε πίσω, να αποκτήσουμε μέσα μας εμπειρία Θεού, να ‘ρθει το Θείο να πιάσει επάνω μας, να γίνει ο άνθρωπος κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Αυτός είναι ο στόχος. Αν ο άνθρωπος ανοίξει τα ματάκια του προς τον Θεό, τότε ο Θεός αμέσως και με μεγάλη άνεση και γρηγοράδα θα του δώσει τη Χάρη Του.
.. η αγαπητική κοινωνία, ειδικά στις δύσκολες μέρες μας ..
.. Έλεγε ο Γέροντας πολύ ωραία, Μην τον βλέπεις μέσα στην αμαρτία του, δες τα προτερήματά του, αυτά να βλέπεις και να τον συγχωρείς. Γιατί, όταν πήγαινα και του ‘λεγα, εκείνη μου είπε έτσι και εκείνη μου έκανε έτσι .. μου έλεγε, Μην την βλέπεις έτσι, είναι καλή, δες τα προτερήματά της, δες τις αρετές της και θα την συγχωρέσεις. Μου ‘λεγε μάλιστα, Βρε αυτή, έχει ένα σύννεφο πάνω απ’ το κεφάλι της, δεν το βλέπεις; Και έλεγα, τι σύννεφο Γέροντα; Βρε καλοσύνης, έχει ένα σύννεφο καλοσύνης, δες το. Αλλά ο Γέροντας που τα έβλεπε αυτά, έτσι τα μετέδιδε και έτσι μπορείς να βλέπεις και τον άλλον άνθρωπο, δεν μπορείς να τον βλέπεις τον άνθρωπο με απόσταση, πρέπει να τον βλέπεις ως αδερφό σου. Υμείς φίλοι μου έστε, λέει ο Χριστός. Αφού ο Χριστός μας θεωρεί φίλους του, εμείς ο ένας με τον άλλον θα είμαστε εχθροί; Δε θα είμαστε φίλοι ο ένας με τον άλλον; Θα είμαστε φίλοι, βέβαια θα είμαστε φίλοι, γι’ αυτό και έδωσε και εντολή, Αγαπάτε τους εχθρούς υμών. Όποιος τηρήσει και κάνει υπέρβαση του εαυτού του και αγαπήσει τον εχθρό του, αυτός είναι κατά Χριστόν άνθρωπος.
.. Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με ..
Έλεγε ο Γέροντας, Ο νούς να ασχολείται συνεχώς μετά του Θεού, μετά της προσευχής. Γι’ αυτό λέμε το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με. .. Αν βάλεις κάποιον να το πει, που δεν έχει ας πούμε ενταχθεί μέσα στην προσευχή, θα το πει ξερά στην αρχή, μετά σιγά σιγά όταν θα ‘ρθει η χάρη θα θερμαίνεται η ψυχή σαν ένα καζάνι που βράζει, και θα αρχίσει συνεχώς η ψυχή να αναζητά το Θεό και θα λέει Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με .. Θα το θεωρεί ανάγκη να το πει.
Αν πήγαινες [στον Γέροντα] και του ‘λεγες ένα πρόβλημα έλεγε, Κύριε Ιησού Χριστέ, και έκλαιγε, και μνημόνευε αυτό το όνομα. Ή έλεγε, Μέσα στο ελέησόν με είμαστε όλοι μας. Πόσο βάση έχει αυτό, πόσο κοινοβιακό σύστημα είναι αυτό. Το ελέησόν με είναι κοινοβιακό σύστημα. Μέσα στο ελέησόν με δεν προσεύχομαι για τον ευατόν μου μόνο, προσεύχομαι για όλον τον κόσμο. Είναι εγωϊστικό να προσεύχομαι μόνο για τον εαυτόν μου.
Να κάνεις προσευχή βρε, σου έλεγε. Να πεις εκατό ευχές για αυτό το πρόσωπο για αυτό το όνομα, και εκείνος έλεγε μία και του έλεγα έτσι καμιά φορά, Γέροντα εσείς λέτε μία και πιάνει, εγώ λέω εκατό και δεν πιάνει, γιατί δεν πιάνει; Δεν τα λες με πόνο, μου έλεγε. Δεν καταλαβαίνεις αυτή η γυναίκα είναι άρρωστη; Και άρχιζε να κάνει ανάλυση της ψυχολογίας της γυναίκας, εκείνης που ήταν άρρωστη.
Και τώρα τα πνευματικά παιδιά του Γέροντας Πορφυρίου το έχουμε κρατήσει αυτό .. Με παίρνουνε τηλέφωνο και μου λένε, κάνε προσευχή για εκείνο το παιδί, και βλέπω ότι αυτά τα παιδιά του Γέροντος Πορφυρίου έχουν αισθανθεί τον πόνο του ανθρώπου, και αμέσως γίνεται έμπονη προσευχή για το πρόσωπο αυτό και δείχνει ο Θεός έλεος ..
Έτσι μάθαμε και έτσι θέλουμε και οι άνθρωποι που έρχονται, και στο μοναστήρι αλλά και γενικά σε επαφή, να μάθουνε πως ενεργούσε ο Γέροντας και έτσι ακριβώς να πιάσουν αυτόν τον τρόπο σκέψης, τον τρόπο λειτουργίας του νου, να αγιαστεί ο νους. Αν αγιαστεί ο νους, αγιάζεται ταυτοχρόνως και η καρδία, η ψυχή του ανθρώπου αγιάζεται. Αν μολυνθεί ο νους, μολύνονται και τα άλλα όργανα.
.. Μερικές φορές ο Γέροντας σιωπούσε και του έλεγα, Γέροντα η σιωπή είναι προσευχή; Η σιωπή είναι υπέρτατη προσευχή, μου έλεγε. Γιατί κουράζεται ο νους από τις λέξεις και όταν βρει τον Θεό δια της σιωπής γίνεται ένα πανηγύρι μέσα του. Έρχεται ο Θεός και δίδει χάρη και έρχεται η χαρά ανεκλάλητη στην καρδιά του ανθρώπου και λες, Θεέ μου, κόψε τα ρεύματα της Χάριτός Σου γιατί τώρα θα σπάσει η καρδιά από τη χαρά.
.. Δεν έχω τίποτα και χαίρομαι για όλα ..
Λέει πολύ ωραία ο Απόστολος Παύλος ότι δεν έχω τίποτα και χαίρομαι για όλα .. ως μηδέν έχων και τα πάντα κατέχων.. Έτσι είναι και ο μοναχός, δεν έχει τίποτα, ζει στα βουνά, ζει στα δάση, ζει δεν ξέρω και ‘γω που μπορεί να ζήσει .. Ζω στα άστρα, έλεγε ο Γέροντας και χαιρόταν η ψυχή του και είχε μέσα του τη χαρά του Χριστού. Και έλεγες, αυτός ο άνθρωπος, πού τη βρίσκει αυτή τη χαρά που όλη μέρα πονάει με τόσες ασθένειες;
.. θα βρεθούμε στην προσευχή ..
Ο Γέροντας είχε ορίσει μια ώρα κοινής προσευχής. Δηλαδή το βράδυ, σε άλλους έλεγε δέκα με έντεκα, έντεκα με δώδεκα, και έλεγε, θα βρεθούμε στην προσευχή. Εκείνη την ώρα έπρεπε να κάνεις την ευχή, να πεις Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με, να μνημονεύσεις τα ονόματα που σου είπε να μνημονεύσεις, αλλά ήθελε όμως, αν την άλλη μέρα ο νους βολόδερνε περί πολλών, ήθελε εκείνη την ώρα την συγκεκριμένη που σου έλεγε, να τηρήσεις το νου σου αμόλυντο όσο μπορείς. Δηλαδή, έφευγε ο αλήτης νους, αμέσως να τον ξαναγυρίσεις πίσω. Καταλάβαινες ότι εκείνη την ώρα είχες βοηθό στην προσευχή σου τον Γέροντα, γιατί η ώρα εκείνη της προσευχής ήταν με τον Γέροντα. Το καταλάβαινες, ήταν σα να ήταν αισθητά παρών ο Γέροντας. Έβλεπε και πολλές φορές σου έλεγε, Χθες δεν είχες προσευχή ενώ αν πήγαινε καλά η προσευχή σου έλεγε, Χθες πετούσες. .. Το να είμαστε συνεχώς σε προσευχητική στάση είναι η στάση του Ορθοδόξου Χριστιανού. Σας είχα πει πριν ότι η εργασία για τους πρώτους Χριστιανούς ήταν πάρεργο, δεν ήταν η κύρια δουλειά τους ..
.. εργοστάσιο καλών λογισμών ..
Κάποτε ο Γέροντας πήγε σε μία ομιλία, να δει έναν Ηγούμενο που ήταν πνευματικό του παιδί να ομιλεί σε ένα εκκλησίασμα φοιτητών. Κάθισε σε μια γωνιά εκεί στην άκρη, μίλησε αυτός ο Ηγούμενος, τα είπε καλά, τον φώτισε ο Θεός, και πήγε ο Γέροντας μετά σιγά σιγά να φύγει, και τα παιδιά τον είδανε, και του λένε, Γέροντα να μας πείτε και ‘σεις δυο λόγια. Εκείνος δε μιλούσε σε ακροατήρια. Έλεγε, Ε τώρα τι να σας πω βρε παιδιά, αφήστε με τώρα τι να σας πω βρε παιδιά. Εκείνοι όμως επιμένανε .. Αχ αυτά τα παιδιά πόσο τ’ αγαπώ δεν μπορώ να τα λυπήσω, να πάω να πω και ‘γω δυό λόγια. Και ανέβηκε στο έδρανο και τους είπε με απλά λόγια:
Έχουμε ένα δωμάτιο που είναι γεμάτο καλούς ανθρώπους, κι απ’ έξω είναι οι κακοί. Αν οι κακοί θέλουν να μπουνε μέσα, δεν έχει χώρο να μπούνε γιατί [μέσα] είναι οι καλοί.
Έτσι ακριβώς είναι η ψυχή του ανθρώπου, ο νούς του ανθρώπου .. Αν κατεργάζεται συνεχώς το καλό, είναι γεμάτος από καλό, δεν έχει χώρο το κακό να μπει μέσα ..
Έλεγε ο Πατήρ Παΐσιος, Κάντε ένα εργοστάσιο καλών λογισμών. Έρχεται ο κακός λογισμός, δεν είσαι δικός μου δε σε δέχομαι, δεν μπορώ να σε βάλω μέσα, που να σε βάλω μέσα. Και αμέσως αποκτά ο νους του ανθρώπου αγιασμό, διότι συνεχώς αγιάζεται ο αδερφός, αγιάζομαι και εγώ από τον αδερφό, έχω μέσα μου μόνο καλούς, δέχομαι μόνο καλούς .. και έτσι θα προσπαθήσουμε να αγιαστούμε στο νου μας για να αγιαστεί όλο το σώμα μας.
Αυτή ήταν και η γραμμή του Γέροντα. Τα παιδιά σηκωθήκανε και χειροκροτούσαν τον Γέροντα. Μίλησε και ο Ηγούμενος, τα είπε θεολογικά πολύ ωραία, μίλησε και ο Γέροντας τα είπε απλά, με τον τρόπο του. Αυτός ήταν ο Λόγος του Γέροντα .. [σε μία φράση] τα είχε όλα μέσα.
.. νοερά προσευχή ..
.. Να βάζεις έναν ταπεινό λογισμό και να λες, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με .. να λες την ευχούλα που είναι μονολόγιστη, δηλαδή είναι μία μικρή σύντομη προσευχή, περιεκτικότατη, θεολογικότατη, και αγιάζεται ο νους του ανθρώπου. Αν δείξει βία ο άνθρωπος στην αρχή, αμέσως ο Θεός δίνει θερμό ζήλο, αυξάνει, για να βρει ο άνθρωπος αμέσως ανταπόκριση και να αρχίσει σιγά σιγά .. να κατεργάζεται συνεχώς την ευχή. Αν κατεργαστεί την ευχή έξι μήνες ο άνθρωπος, κάνει μία σπουδή έξι μήνες στην αρχή, μετά από έξι μήνες θα του ‘ρχεται μόνη της η ευχή. Δηλαδή, θα περπατάει, θα κάνει δουλειές, και ενώ δεν θα έχει δώσει ο ίδιος εντολή στο νου του να πει την ευχή, θα έρχεται μόνη της η ευχή, θα γεννάται από μέσα μόνη της. Θα λες, Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με και θα λες, μα τώρα μόνη της αρχίζει να λέγεται η ευχή; Κι αν δείξει και ακόμα περισσότερο ζήλο, θέρμη, σιγά σιγά η ευχή θα κατεβαίνει στην καρδιά. Δηλαδή, ενώ λέγεται στην αρχή με το νου, μετά αρχίζει και κατεβαίνει στην καρδιά και λέγεται η ευχή μέσα στην καρδιά, ενώ κοιμάσαι λες ευχή, ενώ σηκώνεσαι, ενώ περπατάς, ενώ δουλεύεις, ενώ μιλάς, ενώ γράφεις, λες ευχή. Νοερά προσευχή. Αυτή είναι εργασία νηπτική. Είναι από το ρήμα νήφω που θα πει, προσέχω το νου μου. Νήφω, είμαι στην πόρτα του νου και βλέπω να λέγεται μέσα μόνο η προσευχή και τίποτε άλλο.
Θα μου πεις, δεν έχει προβλήματα ο κόσμος; Δεν μπορεί να ασχοληθεί με τα προβλήματά του; Πως θα τα λύσει;
Όχι. Αν πει την ευχή τα προβλήματα θα λυθούν μόνα τους. Βλέπετε, ο Γέροντας Πορφύριος ζούσε μέσα στην περιοχή του θαύματος, ήταν ο ίδιος ένα θαύμα. Και πως η προσευχή του, ένός γέρου ανθρώπου, άρρωστου, από εκεί που ήτανε κλεισμένος, έκανε θαύματα! Εδώ υπάρχουνε μαρτυρίες που έχει βγει από το σώμα του ο Γέροντας, ενώ ήτανε στο Μήλεσι άρρωστος, και έχει σώσει ανθρώπους, τον έχουν δει μπροστά τους άνθρωποι. Μια κοπέλα πήγε να πέσει να αυτοκτονήσει απ’ τις γραμμές του τραίνου και ο Γέροντας βρέθηκε μπροστά της και της είπε, Παιδί μου μην το κάνεις αυτό, και την έσωσε. Πως έγινε; Η προσευχή.
Το ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν ενωμένος μετά του Θεού, πήρε τις ενέργειες του Θεού. Ο Θεός έχει τέτοιες ενέργειες, να είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Μάλιστα έλεγε ο Γέροντας, έτσι πολύ με στόχο, Δεν ξέρω πώς, αλλά ένας που επικαλλείται τον Άγιο Σπυρίδωνα εδώ, τον Άγιο Σπυρίδωνα στην Αμερική και στην Αυστραλία, είναι ταυτοχρόνως ο Άγιος Σπυρίδωνας και εδώ και στην Αμερική και στην Αυστραλία και εισακούει την προσευχή ..
Ο Γέροντας, που ήταν ένας επίγειος Θεός. Τι μπορούσε να είναι; Ένας επίγειος Θεός, έφερε μέσα του τη Θεότητα. Ήταν ολόλαμπρος, έβλεπες το πρόσωπό του να λάμπει, να ευωδιάζει, που είχε απλησιά ο Γέροντας, δεν πλενότανε. Κι όμως, βλέπεις πώς ενεργούσε η Χάρις του Θεού σε αυτό το φτωχικό, γερασμένο, άρρωστο σώμα! Και αυτό ήτανε και από εμάς οδηγός. Δηλαδή έβλεπες τη χάρη αυτού του Γέροντα και έλεγες, μα πως αυτός ο άνθρωπος απέκτησε αυτήν την αγιότητα! Τι έδωσε στο Θεό, να δώσω και ‘γω ..
Βέβαια, δεν πιστεύω ότι βγαίνουνε Πορφύριοι κάθε μέρα, μπορεί να βγει ένας Πορφύριος κάθε εκατό χρόνια, κάθε διακόσια χρόνια, ο Θεός ξέρει πότε τους στέλνει αυτούς τους προφήτες στη γη. Αλλά, ας μετέχουμε και ‘μεις λίγο της Χάριτος αυτής. Είναι και το ζητούμενο στην εποχή μας η αγιότητα. Να αγιαστούν οι γονείς, θα αγιαστούν και τα παιδιά. Να αγιαστείς εσύ που είσαι επιπλοποιός, θα αγιάσεις και τα έπιπλα που κάνεις. Στο Άγιον Όρος δεν αγιάζεται το φαΐ; Λένε την ευχή, μαγειρεύουν αλάδωτα και είναι τα αλάδωτά τους πεντανόστιμα. Γιατί είναι πεντανόστιμα; Γιατί αγιάζονται δια της προσευχής. Δεν βάζουν μέσα ούτε knorr, ούτε διάφορα μυρωδικά, και βλέπεις ο άλλος πάει στο Άγιον Όρος και λέει, το φαγητό που έφαγα σε ‘κείνο το μοναστήρι δεν το έχω ξαναφάει στη ζωή μου. [επιβεβαιώνει και ένα από τα παιδιά που πήρε τη συνέντευξη: Αυτό είναι αλήθεια. Δεν έτρωγα ρεβύθια, έφαγα νερόβραστα και ήτανε λες και έτρωγα το ΤΟ καλύτερο φαγητό που είχα φάει στη ζωή μου ]
Έτσι, αγιασμένα, η κάθε ενέργειά μας αγιάζει τα πάντα...
Πηγή: Αβέρωφ
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 20ῃ Σεπτεμβρίου 2016
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Ἀκολουθεῖ ἡ ἐπιστολή τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ στόν Πρωθυπουργό κ. Ἀλέξιο Τσίπρα μέ κοινοποιήσεις στόν Πρόεδρο τῶν ΑΝΕΛ καί Ὑπουργό Ἐθνικῆς Ἀμύνης κ. Παναγιώτη Καμμένο καί τόν Ὑπουργό Παιδείας κ. Νίκο Φίλη γιά τήν ρατσιστική μετατροπή μόνο γιά τούς Ὀρθοδόξους μαθητές –τριες τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν σέ θρησκειολογία.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
᾿Αριθμ. Πρωτ. 930 ᾿
Εν Πειραιεῖ τῇ 20ῃ Σεπτεμβρίου 2016
Πρός Τόν
Ἐξοχωτάτον Πρωθυπουργόν
Κυρίον Κ. Ἀλέξιον Τσίπραν
Πρόεδρον Κυβερνήσεως
Μέγαρον Μαξίμου
Ἡρώδου Ἀττικοῦ 19
106 74 ΑΘΗΝΑΙ
Ἐξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε,
Ἐξαιτοῦμαι τήν ἐπιείκειαν Σας διά τήν ὄχληση τῆς ἐπιστολῆς μου. Ὡς ἔχων ὅμως τήν εὐθύνη τῆς διαποιμάνσεως τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, εἰς τήν κανονικήν δικαιοδοσία τῆς ὁποίας φοιτοῦν ἑβδομήντα χιλιάδες μαθητές καί μαθήτριες, καί ὡς μέλος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀναγνωρισμένος ἀπό τήν Ἑλληνική Πολιτεία μέ τό ἀπό 8/3/2006 ΠΔ (ΦΕΚ 65/9.3.2006 τ. ΝΠΔΔ), ἀπευθύνομαι πρός τήν ἐξαίρετη προσωπικότητά Σας διά νά ἀντιμετωπίσετε ἕνα ἐξόχως σοβαρό θέμα ἀπομειώσεως, ὑποβαθμίσεως, εὐτελισμοῦ καί θρησκευτικοῦ ρατσιμοῦ εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, πού διαπράττει τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων, ὅπως θά Σᾶς ἀποδείξω ἀμέσως.
Κατά τίς προγραμματικές Σας δηλώσεις ὅταν ἀναλάβατε τήν εὐθύνη διακυβερνήσεως τῆς Χώρας μέ τήν ψῆφο τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ δηλώσατε ὅτι : «Εἶμαι κάθε λέξη του Συντάγματος» καί αὐτό Σᾶς τιμᾶ ἰδιαιτέρως, ἀλλά θά πρέπει, Ἐξοχώτατε Κύριε Πρωθυπουργέ, καί νά τό ἀποδεικνύετε καθημερινῶς. Στό ἄρθρ. 4 παρ. 1 καί 2 τοῦ Συντάγματος ὁρίζεται ὅτι : « 1. Oι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. 2. Oι Έλληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις», βασικό πρόταγμα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, ἀπό τήν ὁποίαν ἐμπνέεται ὁ κομματικός Σας σχηματισμός καί ἡ Ἀριστερά τῆς ὁποίας ἡγεῖσθε.
Ἡ Κυβέρνησή Σας μέ τήν πλειοψηφία της στην Βουλή τῶν Ἑλλήνων, στίς 11/5/2016 ψήφισε τόν Νόμο 4386 «Ρυθμίσεις γιά τήν ἔρευνα καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 83/11.5.2016 τ. Α΄), ὅπου στό ἄρθρ. 55 «Ρύθμιση θεμάτων τῆς Γενικῆς Γραμματείας Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων» καί στήν παρ. 5 νομοθέτησε τά ἀκόλουθα: «5. Στο άρθρο 16 του Ν. 1771/1988 (Α΄171) προστίθεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως: «4. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον στα δημόσια δημοτικά σχολεία των με αριθμό 25153/26.2.1957 (Β΄86) και 78871/22.3.1962 (Β΄125) κοινών υπουργικών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δεν υπηρετεί δάσκαλος του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας για την κάλυψη των αναγκών των μαθητών του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας αντίστοιχα, μετά από σχετική εισήγηση των αρμοδίων Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι δυνατή η πρόσληψη, ανά σχολικό έτος, εκπαιδευτικού εκτός των οικείων πινάκων αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών του Καθολικού δόγματος και για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και γλώσσας της Εβραϊκής θρησκείας. Η επιλογή και πρόσληψη του εκπαιδευτικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση της Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (Κ.Ι.Σ) αντίστοιχα».
Τά νομοθετηθέντα ἀσφαλῶς συνάδουν μέ τήν ἀρχή τῆς ἐλευθερίας τῆς Θρησκευτικῆς Συνειδήσεως πού προβλέπει τό Σύνταγμα τῆς Χώρας (ἄρθρ. 13) καί εἶναι ταυτόσημα μέ τά ἰσχύοντα γιά τούς Ἕλληνες Μουσουλμανόπαιδες, μαθητές καί μαθήτριες τῆς Μουσουλμανικῆς μειονότητας, διά τούς ὁποίους κατ’ ἔτος διορίζονται μέ ἀπόφαση τοῦ ἁρμοδίου ἐπί τῆς Παιδείας Ὑπουργοῦ τριακόσιοι «Ἱεροδιδάσκαλοι» κατόπιν προτάσεων τῶν 3 Μουφτειῶν τῆς Θράκης διά τήν διδασκαλία τοῦ Κορανίου καί μόνον. Δι’ αὐτήν τήν δημοκρατικήν Σας εὐαισθησία εἰλικρινῶς Σᾶς συγχαίρω. Τίθεται ὅμως ἀναπόδραστα τό ἐρώτημα, ἀνθρώπινα δικαιώματα ἔχουν μόνον οἱ μειοψηφίες στήν Ἑλλάδα; Κι ἀκόμη προκύπτει τό ἔλλογο συμπέρασμα ὅτι τά ὅσα δηλώνει ὁ ἀγαπητός Ὑπουργός ἐπί τῆς Παιδείας κ. Ν.Φίλης, εὐκαίρως ἀκαίρως ὅτι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι μονομολογιακό καί πρέπει νά «ἐκσυγχρονισθῆ» εἶναι ἀνακριβέστατο, διότι ὅπως ἀποδεικνύεται ἀνωτέρῳ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἑλλάδα εἶναι πολυομολογιακό. Προκύπτει ὅμως καί κάτι δυστυχῶς τρομακτικά βαρύτερο, ὅτι ἀπό τόν Ἐξοχώτατο Ὑπουργό ἐπί τῆς Παιδείας κ. Ν. Φίλη, τόν ὁποῖον ἔχω εὐεργετήσει ἀνακαλέσας ἔγκλησι καί ἀγωγή μου διά συκοφαντικές ἀναφορές εἰς βάρος μου τῆς ἐφημερίδος «ΑΥΓΗ» ἐπί τῆς Διεθύνσεώς Του, καί ἀπό τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου Του, ἐκδιπλώνεται ἕνας ἐμπαθής Θρησκευτικός ρατσισμός εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν θεωροῦν ὡς παρίαν τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας, παρά τίς προβλέψεις τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος. Μέ τήν πρόσφατη ἀπόφαση, ἀντιστρατεύονται καί περιφρονοῦν πλήρως τήν ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περί διατηρήσεως τοῦ ὀρθοδόξου χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν διά τούς Ὀρθοδόξους Ἑλληνόπαιδες καί μετατρέπουν τό μάθημα σέ θρησκειολογική «σοῦπα» καί ποδοπατοῦν προκλητικά καί ἀπομειώνουν ἀνεπίτρεπτα τήν Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, τήν ὁποία θέτουν σέ ἤσσονα μοίρα ἀπό τίς Μουσουλμανική καί Ἑβραϊκή θρησκευτικές παραδοχές καί τό Ρωμαιοκαθολικό Δόγμα πού εἶναι ἀνεκτά κατά τό Σύνταγμα στή χώρα.
Θά πρέπει νά διερωτηθῆ κάθε ἄνθρωπος καλῆς θελήσεως καί ἐλπίζω καί Ἐσεῖς Ἐξοχώτατε κ. Πρόεδρε, ὁ Ἐξοχώτατος Ὑπουργός κ. Νικ. Φίλης καί τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς μόνο γιά τούς Ὀρθοδόξους μαθητές –τριες «ἀναστοχάζονται»; Διατί δέν τολμοῦν νά «ἀναστοχαστοῦν» διά τούς Ἕλληνες μουσουλμάνους μαθητές –τριες καί νά τούς ὑποχρεώσουν νά διδάσκονται καί τό Εὐαγγέλιο μαζί μέ τό Κοράνιο; Διατί δέν τολμοῦν νά «ἀναστοχαστοῦν» καί γιά τούς Ἕλληνες Ἑβραίους μαθητές –τριες καί νά τούς ὑποχρεώσουν νά διδάσκονται καί τήν Καινή Διαθήκη μαζί μέ τήν Παλαιά; Διατί δέν τολμοῦν νά «ἀναστοχαστοῦν» καί γιά τούς Ἕλληνες Ρωμαιοκαθολικούς μαθητές –τριες καί νά τούς ὑποχρεώσουν νά διδάσκονται καί τήν ὀρθόδοξη θέση διά τό «Πέτρειο» δόγμα τοῦ Παπισμοῦ καί τά πλαστογραφημένα «στηρίγματά» του, ψευδοκωνσταντίνειο δωρεά, ψευδοπιπίνειο δωρεά, ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις καί ψευδοκλημέντεια;
Ὅταν στό Μουσουλμάνο Μουφτή, Ἐξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε, ἀναγνωρίζετε τό ἔννομο ἀσφαλῶς δικαίωμά του, ὄχι μόνον νά καθορίζη ὡς περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν διά τούς Ἕλληνες Μουσουλμανόπαιδες, τό Κοράνιο, ἀλλά καί νά προτείνη καί νά διορίζη οὐσίᾳ τούς διδάσκοντες αὐτό, ὅταν στό Κεντρικό Ἰσραηλιτικό Συμβούλιο τῆς Ἑλλάδος, ἀναγνωρίζετε τό ἔννομο ἀσφαλῶς δικαίωμα, ὄχι μόνον νά καθορίζη τό περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν διά τούς Ἕλληνες Ἑβραιόπαιδες, μέ τήν διδασκαλία τῆς Τορά καί τοῦ Ταλμούδ, ἀλλά καί νά προτείνη καί νά διορίζη οὐσίᾳ τούς διδάσκοντας αὐτά, κατά παρέκκλιση τῶν οἰκείων πινάκων ἀναπληρωτῶν Ἐκπαιδευτικῶν, ὅταν στήν τετραμελή(!!!) Ρωμαιοκαθολική Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος, ἀναγνωρίζετε τό ἔννομο ἀσφαλῶς δικαίωμά Της, ὄχι μόνον νά καθορίζη ὡς περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν διά τούς Ἕλληνες Ρωμαιοκαθολικόπαιδες, τήν Ρωμαιοκαθολική Κατήχηση τοῦ Βατικανοῦ (ἐκδ. Κάκτος), ἀλλά καί νά προτείνη καί νά διορίζη οὐσίᾳ τούς διδάσκοντας αὐτήν καί πάλι κατά παρέκκλιση τῶν οἰκείων πινάκων ἀναπληρωτῶν Ἐκπαιδευτικῶν, δέν ἀποτελεῖ δυσμενεστάτη διάκριση θρησκευτικοῦ ρατσιστικοῦ περιεχομένου, ἡ καταστρατήγηση ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας διά τήν Ὀρθόδοξη Καθολική τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία καί τήν 82μελῆ Ἱεραρχία Της, τῶν ἀναγνωριζομένων στίς ὑπόλοιπες στή χώρα Θρησκευτικές Κοινωνίες ἐννόμων δικαιωμάτων, στό ὑψίστης σημασίας θέμα τῆς μεταλαμπαδεύσεως εἰς τήν διάδοχη γενεά τῶν ζωπύρων τῆς πίστεως;
Παρέλκει νά ἀναφέρω, Ἐξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε, ὅτι οἱ σχετικές ρυθμίσεις διά τήν μετατροπή τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν τῶν Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων μαθητῶν -τριων σέ θρησκειολογία, ἐκτός ἀπό πρόδηλη ὅπως ἀπέδειξα παραβίαση τῆς ἀρχῆς τῆς ἰσονομίας καί τῆς συνταγματικῆς ἰσότητος, εἶναι εὐθέως ἀντισυνταγματικές ὅπως ἔχει κριθῆ μέ δύο Ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε. τήν 3356/1995 καί 2176/1998 καθώς καί τή γνωστή τελεσίδικη ἀπόφαση 115/2012 τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανίων.
Προσφεύγω λοιπόν εἰς τήν ἐγνωσμένη εὐθυκρισία Σας διά νά Σᾶς θέσω αὐτό τό κολοσσιαίας σημασίας θέμα πού δημιούργησε ἀκρίτως ὁ ἐπί τῆς Παιδείας Ὑπουργός Σας, ἀπομειώσεως, περιφρονήσεως, δυσμενοῦς διακρίσεως καί θρησκευτικοῦ ρατσισμοῦ εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί νά παρακαλέσω διά τήν ἄμεση ἀνάκληση τῆς σχετικῆς ἀποφάσεως πού καταστρατηγεῖ τήν συνταγματική ἀρχή τῆς ἰσότητος τῶν Ἑλλήνων καί εὐτελίζει πλήρως τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀντιμετωπίζοντάς την μέσα στήν Ἑλληνική ἔννομη τάξη ὡς κατώτερη ἀπό τό Ἰσλάμ, τόν Ἰουδαϊσμό καί τήν Ρωμαιοκαθολική αἵρεση καί ὡς ἀναξία σεβασμοῦ καί τιμῆς.
Στήν προσεχῆ τακτική σύγκλιση τῆς Ἱεραρχίας ἀπό 4 ἕως 7 Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ., θά θέσω τό θέμα στή διάσταση πού Σᾶς ἀναφέρω, ὡς θέμα ὑψίστης σημασίας διά τήν αὐτοσυνειδησία, τήν νομική κατάσταση καί τή συνταγματική ἀναγνώριση τῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας στήν Ἑλλάδα καί θά ζητήσω ἐάν ἐμμείνετε σέ αὐτή τήν προδήλως ἄδικη εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας διάκριση, νά κηρύξη ἑαυτήν, ἡ Ἐκκλησία, «ἐν διωγμῷ» ἀπό τήν Κυβέρνησή Σας καί νά προσφύγη σέ ὅλα τά Διεθνή fora καί στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, πού ἑρμηνεύει αὐθεντικά τήν Σύμβαση ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῆς Ρώμης, καταγγέλουσα αὐτήν τήν βάναυση εἰς βάρος Της καί τοῦ ποιμνίου Της δυσμενεστάτη διάκριση θρησκευτικοῦ ρατσισμοῦ.
Εὐελπιστῶ ὅτι τό αἴσθημα δικαίου πού Σᾶς διακατέχει θά ἐπαναστατήση ἀπέναντι σ’ αὐτή τήν πρόδηλη παραβίαση τῆς ἰσονομίας καί τῆς Δημοκρατίας στήν Πατρίδα μας, πού ἀσφαλῶς ὡς μή νομικός δέν ἔχετε ἀντιληφθῆ τήν ἀντιδημοκρατική διάστασή της εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί θά ἀποδώσετε ὅ,τι ἰσχύει διά τούς μαθητάς τῆς Μουσουλμανικῆς, Ἑβραϊκῆς καί Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς παραδοχῆς καί εἰς τούς μαθητάς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Τίποτα περισσότερον, τίποτα ὀλιγότερον.
Ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής μου τοῦ Ρωμαϊκοῦ Δικαίου Δημ. Γκόφας ἔλεγε ὅτι γιά νά βρῆς τό δίκιο σου πρέπει νά συντρέχουν τρεῖς προϋποθέσεις : α) νά ἔχης δίκιο, β) νά μπορῆς νά τό διεκδικήσης καί γ) νά βρεθῆ ὁ ἄνθρωπος πού θά στό ἀποδώση.
Στήν προκειμένη περίπτωση Ἐξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀσφαλῶς ἔχει δίκιο. Τό διεκδικῶ λοιπόν, ἐκ προσώπου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς, καί τῶν 70.000 μαθητῶν, -τριων τῆς Μητροπολιτικῆς δικαιοδοσίας πού διακονῶ, ἐνώπιόν Σας, πού εἶσθε ὁ ἀνώτατος Κυβερνητικός Ἄρχων, καί μένει τό ζήτημα ἐάν Ἐσεῖς θέλετε νά μᾶς τό ἀποδώσετε.
Εὔχομαι νά τό πράξετε καί νά ἀποσκορακίσετε μιά καταφανῆ ἀδικία, διατί αὐτό ἐπιτάσσει ἡ δημοκρατική Σας συνείδηση, αὐτό ἐπιτάσσουν οἱ ἀρχές Σας.
Ἐκ προοιμίου Σᾶς εὐχαριστῶ!
Μετά τιμῆς
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Κοινοποιήσεις:
Ἐξοχώτατον Ὑπουργόν Ἐθνικῆς Ἀμύνης κ.κ. Π. Καμμένον
Ἐξοχώτατον Ὑπουργόν Παιδείας Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων κ.κ. Ν. Φίλην
Πηγή: Ακτίνες
Στην ευθανασία δεν υπάρχει ίχνος αξιοπρέπειας!
Τουναντίον είναι μια δημόσια πράξη παραίτησης και δειλίας πού προσβάλει το ανθρώπινο πρόσωπο και είναι ταυτόσημη με τον σκληρό δαρβινισμό πού διέπει όλες τις κοινωνικές και πολιτικές ανθρώπινες σχέσεις.
Η ευθανασία ουσιαστικά δηλώνει δημόσια σαν πράξη πώς οι άνθρωποι πού υποφέρουν, πονάνε, ασθενούν και δίνουν τον σκληρό τους αγώνα, είναι αναξιοπρεπείς και ηττημένοι και θα πρέπει να εκλείψουν. Ετσι δημιουργείται ένα προηγούμενο παραδοχής ναζιστικού δαρβινισμού και απαξιώνονται, ουσιαστικά δηλαδή ρίχνονται στον Καιάδα, αυτοί ακριβώς ενώπιον των οποίων θα έπρεπε να στηθεί ένα παγκόσμιο Προσευχητάρι και να απολαμβάνουν τον θαυμασμό και την συμπάθεια, αν όχι την λατρεία της ανθρωπότητας.
Ο πόνος, η ασθένεια και ο θάνατος είναι μέσα στην ζωή του ανθρώπου. Αν μη τί άλλο , το να μην τα αντέχει κανείς είναι 100 % ανθρώπινο και φυσικό. Να βαφτίζει όμως κανείς τον φόβο του γενναιότητα και την ήττα του νίκη δεν είναι απλά γελοίο, είναι και επικίνδυνο για τους λόγους που προαναφέραμε.
Όπου ο άνθρωπος ξεχνά ή απορρίπτει τον Θεό, βάζει στην θέση του θεού, το είδωλο του. Αυτό τον καθιστά εγωκεντρικό και απαξιωτικό ως προς κάθε ανθρώπινη ζωή και αξία προσώπου.Οι ήρωες δεν είναι στα νεκροτομεία, είναι στον αγώνα.
Σε κάθε πράξη ευθανασίας η ανθρωπότητα πάει ένα βήμα κοντύτερα στον ναζισμό και την αποκτήνωση.
Και αν μη τί άλλο αν η ευθανασία είναι το μεγάλο βήμα των εκλεκτών, γιατί όχι και η ευγονική;
Σε έναν κόσμο πού η αυτοχειρία είναι ηρωϊκή πράξη, κοντά είναι και αυτή...
Πηγή: Ιερέας της Ανατολικής Εκκλησίας, Άγιος Δημήτριος Κουβαρά
Σημειώσεις:
[2] Το σκάνδαλο των Σερρών είναι πλέον γνωστό στο πανελλήνιο, όπως και οι καταγγελίες του πρώην γενικού γραμματέα στο Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, Οδυσσέα Βουδούρη, ότι το κατά κεφαλήν κόστος φροντίδας των εγκλωβισμένων στη χώρα μας υπερβαίνει κατά 3.000€ το αντίστοιχο της Νορβηγίας. Και αν αναλογιστούμε τη χαοτική διαφορά που υφίσταται μεταξύ της ποιότητας των υπηρεσιών που προσφέρουν οι δομές φιλοξενίας στη Νορβηγία και εκείνων που προσφέρονται στην Ελλάδα, μπορούμε να καταλάβουμε ότι η διασπάθιση των πόρων έχει πάρει πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτήν που εκφράζει η διαφορά των 3.000€.
Πηγή: Άρδην, Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Το 2050 ο πληθυσμός της Ελλάδας υπολογίζεται πως θα είναι από 8,3 έως 10 εκατομμύρια, δηλαδή μειωμένος κατά 800.000 έως 2,5 εκατομμύρια σε σχέση με σήμερα! Η Ελλάδα το 2050 απειλείται να είναι μια χώρα μεσηλίκων και γερόντων, καθώς το 2050 οι άνω των 65 ετών κάτοικοί της θα είναι σχεδόν ο ένας στους τρεις (30-33% από 21% που είναι σήμερα και 7% το 1951!). Οι κάτω των 14 ετών θα είναι μόλις 12-14,8%, από 15% που είναι φέτος και 28% το 1951.
Ενα δυστοπικό πολύ κοντινό μέλλον, μια Ερημη Χώρα με άδεια σχολεία και χώρους εργασίας, προβλέπει η νέα έρευνα-σοκ για τις δημογραφικές προοπτικές της χώρας, που διεξήγαγε ο ερευνητικός οργανισμός διαΝΕΟσις και παρουσιάζει σήμερα η «Κ».
Η έρευνα επεξεργάστηκε οκτώ διαφορετικά σενάρια, τα οποία όλα υπολογίζουν μεγάλη μείωση του πληθυσμού. Το πιο αισιόδοξο μιλά για συρρίκνωση κατά 800.000 άτομα, με αυξανόμενη γήρανση της ελληνικής κοινωνίας. Η διάμεσος ηλικία (δηλαδή η ηλικία όπου οι μεγαλύτεροι αυτής είναι ίσοι σε αριθμό με τους μικρότερους), θα φτάσει το 2050 τα 49-52 έτη, από 44 που είναι σήμερα και 26 το 1951. «Ο πενηντάρης θα είναι ο νέος της εποχής», που έλεγε και το τραγούδι, αλλά το χαμόγελο είναι πλέον πικρό... Τα παιδιά σχολικής ηλικίας (από 3 μέχρι 17 ετών) θα μειωθούν από 1,6 εκατ. σήμερα σε 1,4 εκατ. (αισιόδοξο σενάριο) έως 1 εκατ. (απαισιόδοξο σενάριο) το 2050. Ο πραγματικός οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα σημειώσει καθίζηση και θα μειωθεί κατά 1-1,7 εκατ. άτομα, από 4,7 εκατ. σήμερα στα 3-3,7 εκατ. το 2050! Πάρα πολύ λίγοι άνθρωποι θα μπορούν να εργαστούν για να καλύψουν τις ανάγκες μιας ολόκληρης χώρας.
Η συγκλονιστική έρευνα της διαΝΕΟσις προβάλλει στο μέλλον τάσεις που ήδη εκφράζονται. Την 1η Ιανουαρίου του 2015 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 10,8 εκατομμύρια, λιγότερος κατά 300.000 από τα 11,1 εκατ. το 2011. Για πρώτη φορά μετά το 1951 οι κάτοικοι της χώρας μειώνονται. Η κρίση πλήττει τη χώρα ως μια βόμβα νετρονίων, που εξαϋλώνει τους κατοίκους, ακόμα κι αν οι κατοικίες παραμένουν στη θέση τους (για να πληρώνουν ΕΝΦΙΑ).
Τρεις είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν τη μεταβολή του πληθυσμού: Οι γεννήσεις, οι θάνατοι και η μετανάστευση. Υπάρχουν δύο ισοζύγια: Το φυσικό (γεννήσεις-θάνατοι) και το μεταναστευτικό (είσοδοι-έξοδοι).
Σήμερα και τα δύο αυτά ισοζύγια έχουν αρνητικό πρόσημο. Οι γεννήσεις μειώνονται, ενώ η υποβάθμιση του επιπέδου ζωής και της δημόσιας Υγείας αυξάνει τους πρόωρους θανάτους. Ταυτόχρονα, υπάρχει μεγάλη μετανάστευση νέων κυρίως Ελλήνων καθώς και αλλοδαπών που βρίσκονταν στη χώρα μας, ενώ λόγω της οικονομικής κρίσης –και παρά τις προσφυγικές ροές– η προσέλκυση νέων μεταναστών εκτιμάται πως θα είναι χαμηλή.
Η έρευνα της διαΝΕΟσις, η οποία διεξήχθη από το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Βύρωνα Κοτζαμάνη, θέτει στη συζήτηση νέα κρίσιμα δεδομένα και εγείρει πιεστικά ερωτήματα...
Από το 2011, οι θάνατοι είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις
Από το 1951 μέχρι το 2011 ο πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε από τα 7,6 στα 11,1 εκατομμύρια κατοίκους. Πρόκειται για μια αύξηση θεαματική, η οποία πραγματοποιήθηκε παρότι από τη γενιά του 1956 και μετά ξεκίνησε μια προοδευτική μα απρόσκοπτη μείωση της γονιμότητας, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με την έρευνα της διαΝΕΟσις, μεταπολεμικά δεν υπήρξε στην Ελλάδα το φαινόμενο της έκρηξης γεννήσεων που παρουσιάστηκε σε άλλες χώρες της Ευρώπης («baby boom»). Η αύξηση του πληθυσμού στις τελευταίες δεκαετίες οφειλόταν αποκλειστικά στις κατά περιόδους μεταναστευτικές ροές και στη ραγδαία αύξηση του προσδόκιμου ζωής, το οποίο μέσα σ’ αυτό το διάστημα αυξήθηκε κατά 8 χρόνια για τους άντρες και κατά 10 για τις γυναίκες.
Από το 1951, αρχή της περιόδου που εξετάζει η έρευνα της διαΝΕΟσις (απ’ όπου υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία), και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70, η αύξηση του πληθυσμού της χώρας οφειλόταν σχεδόν αποκλειστικά στο θετικό φυσικό ισοζύγιο, δηλαδή στο ότι υπήρχαν περισσότερες γεννήσεις απ’ ό,τι θάνατοι. Το 1951, για παράδειγμα, στην Ελλάδα είχαμε 155.422 γεννήσεις και μόνο 57.508 θανάτους. Η μεγάλη διαφορά υπερκάλυπτε το αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο εκείνης της περιόδου, όταν περί τους 27.000 Ελληνες μετανάστευαν κάθε χρόνο σε άλλες χώρες. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, όμως, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ενώ διατηρήθηκε ο υψηλός αριθμός των γεννήσεων, αναστράφηκε και το μεταναστευτικό ισοζύγιο, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες μετανάστες επέστρεψαν στη χώρα. Τη δεκαετία του ’90 και ώς το τέλος της επόμενης δεκαετίας, η αύξηση του πληθυσμού άλλαξε και πάλι χαρακτήρα. Το φυσικό ισοζύγιο σχεδόν εκμηδενίστηκε, καθώς οι γεννήσεις μειώθηκαν πολύ, ενώ η Ελλάδα έγινε χώρα υποδοχής μεταναστών, κυρίως από τους βόρειους γείτονές της. Τη δεκαετία 1991-2001 το φυσικό ισοζύγιο ήταν θετικό κατά μόλις 20.536 άτομα, αλλά η συνολική αύξηση του μόνιμου πληθυσμού έφτασε τα 563.298.
Από το 2011 η Ελλάδα έχει μπει σε μια νέα φάση, πρωτοφανή μεταπολεμικά. Το φυσικό ισοζύγιο πλέον γίνεται αρνητικό (οι θάνατοι είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις), αλλά και το μεταναστευτικό ισοζύγιο, παρά την προσφυγική κρίση, είναι κι αυτό αρνητικό, καθώς πολλοί Ελληνες, κυρίως νέοι επιστήμονες, μεταναστεύουν σε αναζήτηση εργασίας, λόγω της υψηλότατης ανεργίας. Την 1η Ιανουαρίου 2015 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 10,8 εκατομμύρια, δηλαδή ήδη μικρότερος κατά 300.000 από το 2011.
Η έρευνα της διαΝΕΟσις έχει ως σημείο αφετηρίας ακριβώς την 1/1/2015. Οπως σημειώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Βύρωνας Κοτζαμάνης, στην παρουσίαση της έρευνας «η οικονομική κρίση καταρχάς αναμένεται να επιταχύνει (και ενδεχομένως και σε ορισμένες περιπτώσεις να ανατρέψει) τις μακρόχρονες τάσεις εξέλιξης των βασικών δημογραφικών συνιστωσών». Η γονιμότητα στην Ελλάδα είχε ήδη φθίνουσα πορεία: οι γυναίκες που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1950 και στο 1954 έφεραν στον κόσμο 2 παιδιά/γυναίκα κατά μέσον όρο, αυτές που γεννήθηκαν μεταξύ 1960-64 1,86 και αυτές από 1970-74 (εκτίμηση) 1,60 παιδιά. Την περίοδο 2010-2015, όπως υπολογίζεται από τον ΟΗΕ, η γονιμότητα στην Ελλάδα έχει πέσει στο 1,34 παιδιά ανά γυναίκα. «Η αναβολή των πρώτων γεννήσεων (εξαιτίας, εκτός των άλλων, και των υφιστάμενων δυσμενών κοινωνικοοικονομικών συνθηκών) από τις γενεές, οι οποίες στα χρόνια της κρίσης θα βρεθούν στις ηλικίες 25-35 ετών πιθανότατα θα οδηγήσει στην επιτάχυνση της τάσης μείωσης του αριθμού των παιδιών τους, εξαιτίας της συρρίκνωσης τόσο του διατιθέμενου αναπαραγωγικού “χρόνου” όσο και της βιολογικής τους ικανότητας σύλληψης», σημειώνει ο κ. Κοτζαμάνης.
Η μετανάστευση
Ταυτόχρονα, η κρίση του δημόσιου συστήματος υγείας και η μείωση των εισοδημάτων ευρύτατου τμήματος του ελληνικού πληθυσμού είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα έχουν επιπτώσεις στην υγεία του και στη μακροζωία του, σημειώνουν οι αναλυτές της διαΝΕΟσις. Οσον αφορά τις μεταναστευτικές ροές, είναι προφανές ότι σε συνθήκες κρίσης η Ελλάδα δεν αποτελεί «ελκυστικό» προορισμό για οικονομικούς μετανάστες, και πιθανότατα, αν η οικονομική κατάσταση δεν σταθεροποιηθεί, ένα επιπλέον τμήμα των εγκατεστημένων ακόμη και σήμερα οικονομικών μεταναστών στην Ελλάδα θα επιστρέψει στη χώρα του (αν και η πλειονότητα το έχει ήδη κάνει την τελευταία πενταετία). Ταυτόχρονα, θα συνεχισθεί πιθανότατα, εξαιτίας κυρίως της αυξημένης ανεργίας των νέων και στην περίπτωση που αυτή δεν περιοριστεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, η έξοδος κυρίως νέων αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (και δευτερευόντως μόνον ημιειδικευμένων ατόμων).
Τα δημογραφικά δεδομένα καθιστούν βέβαιη την περαιτέρω μείωση του πληθυσμού μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, καθώς τα φυσικά ισοζύγια θα συνεχίσουν να είναι αρνητικά και η δημογραφική γήρανση δεν πρόκειται να ανακοπεί, υπογραμμίζουν οι ερευνητές της διαΝΕΟσις. Η έρευνά τους διατυπώνει υποθέσεις για το μέλλον, με βάση στατιστική ανάλυση. Και στα οκτώ σενάρια που διαμόρφωσαν προκύπτει μεγάλη μείωση του πληθυσμού το 2050, από 8,3 εκατ. στο πιο αρνητικό σενάριο έως 10 εκατ. στο πιο ευνοϊκό.
Κάτω από το 40% το ποσοστό των οικονομικά ενεργών πολιτών
Η Ελλάδα γερνάει. Στα τελευταία 65 χρόνια ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά 46%, αλλά στο ίδιο διάστημα ο πληθυσμός των κατοίκων ηλικίας άνω των 65 ετών τετραπλασιάστηκε. Ο πληθυσμός των κατοίκων με ηλικία άνω των 85 ετών δεκαπλασιάστηκε. Το 1961 μόλις το 8,3% του πληθυσμού ήταν ηλικίας άνω των 65, ενώ το 26,2% ήταν ηλικίας κάτω των 14. Το 2014 η σύνθεση του πληθυσμού είναι εντελώς διαφορετική:
Το 20,5% είναι άνω των 65 και μόλις το 14,7% είναι κάτω των 14 ετών. Η διάμεσος ηλικία (δηλαδή η ηλικία του ατόμου οι γηραιότεροι του οποίου είναι ίσοι σε αριθμό με τους νεότερους) ήταν το 1951 τα 26 έτη, σήμερα είναι τα 44 έτη.
Η τάση δημογραφικής συρρίκνωσης είναι αδιαμφισβήτητη. Καταγράφεται σε μελέτες διεθνών οργανισμών αλλά και της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, που έχουν δημιουργήσει προβολές για τη μελλοντική εξέλιξη του πληθυσμού στην Ελλάδα. Το Δημογραφικό Ινστιτούτο της Βιέννης προχώρησε το 2010 στην εκτίμηση πως ο πληθυσμός της Ελλάδας θα είναι το 2050 11,7 εκατομμύρια άτομα. Η ΕΛΣΤΑΤ το 2007 εκτίμησε πληθυσμό 11,5 εκατ. Ο ΟΟΣΑ το 2005 είχε μιλήσει για 10,6 εκατ., ενώ το Τμήμα Πληθυσμών του ΟΗΕ το 2015 για 9,5 εκατ. Η Eurostat το 2013 είχε εκτιμήσει πως ο πληθυσμός της Ελλάδας το 2050 θα είναι 9,1 εκατ. άτομα. Η έρευνα της διαΝΕΟσις περιέχει και μια ενδελεχή ανάλυση όλων των προβολών που έχουν γίνει ώς τώρα από αυτούς τους οργανισμούς. Η διαφορά των προβολών της διαΝΕΟσις, σύμφωνα με τους ερευνητές της, έγκειται αφενός στο ότι χρησιμοποιούν τα πιο πρόσφατα στοιχεία (με έτος βάσης το 2015) και αφετέρου στη διαφορετική μεθοδολογία.
Οι ερευνητές της διαΝΕΟσις διαμόρφωσαν οκτώ διαφορετικά σενάρια της πορείας του πληθυσμού ανά πενταετία, μέχρι το 2050. Τα σενάρια προέκυψαν έπειτα από ανάλυση της εξέλιξης της γονιμότητας, της θνησιμότητας και των μεταναστευτικών ροών των προηγούμενων δεκαετιών στην Ελλάδα και με υποθέσεις για τις συνέπειες της κρίσης και τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις και τις δημογραφικές τους επιπτώσεις, κάτι που δεν συμβαίνει στις έρευνες των άλλων οργανισμών. Στα οκτώ σενάρια της διαΝΕΟσις γίνονται συνδυασμοί διαφορετικών τάσεων για τις μεταναστευτικές ροές, τη θνησιμότητα και τη γονιμότητα.
Και τα οκτώ σενάρια προβλέπουν ότι ο πληθυσμός της χώρας μας θα μειωθεί σημαντικά, σαφώς περισσότερο από όσο δίνουν οι άλλοι οργανισμοί στις συγκρίσιμες προβολές τους.
Οι δημογραφικές τάσεις που καταγράφονται έχουν σοβαρές συνέπειες σε μία σειρά από τομείς. Καταρχάς, σύμφωνα με όλα τα σενάρια, το μέγεθος του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας αναμένεται να μειωθεί σημαντικά ανάμεσα στο 2015 και στο 2050. Η μείωση είναι συνεχής στη διάρκεια της 35ετίας, αλλά επιταχύνεται μετά το 2030, λόγω της ένταξης στην ηλικία εργασίας των πιο ολιγάριθμων γενιών. Ο πληθυσμός της παραγωγικής - εργάσιμης ηλικίας από 65% του συνόλου σήμερα, θα πέσει σε 55% του συνόλου το 2050, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διαΝΕΟσις. Αυτή η μείωση θα αποτυπωθεί και στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, που θα μειωθεί από 1-1,5 εκατ. μέχρι το 2050!
Σήμερα, ο πληθυσμός της χώρας που είναι μεταξύ 20-69 ετών είναι 7,1 εκατ. και ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός είναι 4,7 εκατ. Το ποσοστό είναι μικρό, καθώς πολλοί έχουν αποθαρρυνθεί από τη μεγάλη ανεργία και δεν αναζητούν καν εργασία. Το 2050 εκτιμάται πως στις ηλικίες 20-69 θα βρίσκονται 4,8-5,5 εκατ. άτομα, με αποτέλεσμα οι οικονομικά ενεργοί να είναι μόλις 3-3,7 εκατ. Δηλαδή, το ποσοστό τους θα πέσει κάτω από το 40% στο σύνολο του πληθυσμού! Κι αυτό γιατί πέρα από τη γενική μείωση του πληθυσμού, θα έχει αυξηθεί το ποσοστό των άνω των 69 ετών.
Εάν επιβεβαιωθούν οι τάσεις που καταγράφει η διαΝΕΟσις, οι σχολικές τάξεις θα αδειάσουν, αφού ο αριθμός των μαθητών σε όλες τις βαθμίδες μειώνεται δραματικά. Τα προνήπια (3-4 ετών) είναι σήμερα 214.480 παιδιά, το 2050 εκτιμούνται σε 127.730-174.110. Τα νήπια (5 ετών) είναι σήμερα 113.890 και θα είναι 66.110-89.780. Το Δημοτικό σήμερα παρακολουθούν 644.860 μαθητές, ενώ το 2050 υπολογίζονται από 413.350-565.150. Στο Γυμνάσιο βρίσκονται 319.730 μαθητές σήμερα, το 2050 θα κινούνται μεταξύ 210.150-304.450. Τέλος, το Λύκειο σήμερα έχει 321.360 μαθητές, ενώ το 2050 μόνο 212.230-292.140.
Μάλιστα, όπως σημειώνουν οι ερευνητές της διαΝΕΟσις οι διακυμάνσεις του πληθυσμού των ατόμων σχολικής ηλικίας θα είναι ιδιαίτερα έντονες. Περίοδοι πτώσης θα ακολουθηθούν από περιόδους αναστροφής των πρότερων τάσεων και εκ νέου από μια περίοδο συρρίκνωσης, χωρίς οι χρόνοι να ταυτίζονται σε όλες τις ηλικίες. Ως εκ τούτου, ο ασφαλής σχεδιασμός οποιασδήποτε εκπαιδευτικής πολιτικής θα παρουσιάζει εξαιρετικές δυσκολίες τις επόμενες δεκαετίες.
Οπως είναι φανερό, η σημασία των ευρημάτων μιας τέτοιας έρευνας είναι πολυδιάστατη. Κανένας μακροπρόθεσμος πολιτικός σχεδιασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν το μέγεθος και η σύσταση του πληθυσμού. Ασφαλιστικό σύστημα, πολιτική για την εργασία, την εκπαίδευση, την κοινωνική πρόνοια, τη μετανάστευση, ακόμα και για την άμυνα και τις διεθνείς σχέσεις, όλα επηρεάζονται (και ώς ένα βαθμό αλληλεπιδρούν) από τις δημογραφικές τάσεις.
Πηγή: Καθημερινή
Λόγος Ρωμαίικος
Τηλεοπτικές Παραγωγές “Ενωμένης Ρωμηοσύνης” (Αχελώος TV 2016)
Παραγωγός – Παρουσιαστής: Ανδρέας Μπλάνος
Υπεύθυνος Στούντιο – Κάμερα: Φώτης Βαρδής
Ημερομηνία Εγγραφής: 29/03/16
Καλεσμένος: Γιώργος Καραμπελιάς Εκδότης Συγγραφέας, Πολιτικός αναλυτής
Σχόλια: Μια αποκαλυπτική συνέντευξη με τον Γιώργο Καραμπελιά για το προσφυγικό ζήτημα και τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το μέλλον του Ελληνισμού. Η Ελλάδα παρακολουθεί παθητικά και σαστισμένα, ως αδύναμος κρίκος, την υλοποίηση των σχεδίων των παγκόσμιων επικυρίαρχων. Υπάρχει λύση; Έχουμε περιθώρια αντίδρασης;ό ένα τέτοιο ξεμάτιασμα είναι βέβαιο τέχνασμα του διαβόλου, ο οποίος αποσκοπεί να μας τραβήξει μακριά από τη σωτήρια χάρη της Εκκλησίας μας και να μας δέσει ως δούλους πίσω από μία πλανεμένη ξεματιάστρα.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 15η Σεπτεμβρίου 2016
ΧΩΡΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ;
Όσοι μελετούν τα λεχθέντα, πραχθέντα και αποφασισθέντα κατά την «Σύνοδο» που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην Κρήτη, διαπιστώνουν όλο και εναργέστερα, ότι ο πρωταρχικός στόχος της πλειονότητας των μελών της υπήρξε η με κάθε τρόπο και πάση θυσία προσπάθεια αποδοχής του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους. Η επιδίωξη αυτή ήταν, θα λέγαμε, η καρδιά της «Συνόδου». Γι’ αυτό και πολεμήθηκε με πρωτοφανή λύσσα κάθε αντίθετη γνώμη, που ήταν σύμφωνη με την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας. Μένουμε δε πραγματικά έκθαμβοι, βλέποντας τις απίστευτες μεθοδεύσεις και σοφιστείες, που επινοήθηκαν κατά την εν λόγω «Σύνοδο», προκειμένου να θεμελιωθεί «θεολογικά» ο κεντρικό αυτός στόχο της.
Μια τέτοια εισήγηση, πλήρως ευθυγραμμισμένη στο «πνεύμα» του συγκρητισμού, υπήρξε και αυτή του Σεβ. Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας (Κύπρου) κ. Νικηφόρου, η οποία δημοσιεύτηκε στο υπερπολυτελές περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεώς του «ΕΝΑΤΕΝΙΣΕΙΣ» (τευχ. Ιανουάριος – Ιούνιος 2016). Τίτλος της εισηγήσεως: «Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΠΩΣ “ΕΚΚΛΗΣΙΑ” ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ».
Στην εισήγηση αυτή προσπαθεί ο Σεβασμιώτατος, όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια, με ιστορικά άλματα και θεολογικούς ακροβατισμούς, με μια στρεβλή θεώρηση της αρχής της οικονομίας και με παρερμηνείες αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, να φθάσει στο συμπέρασμα, ότι μπορεί και πρέπει να γίνει δεκτός ο όρος «Εκκλησία» στους ετεροδόξους αιρετικούς.
Κατ αρχήν το πρώτο που πρέπει να επισημάνουμε είναι, ότι η εισήγηση αυτή παρουσιάζει ένα μεγάλο θεολογικό κενό, ένα κενό που δεν δικαιολογείται για έναν Επίσκοπο, που έχει την αξίωση να παρουσιάσει μια μελέτη γύρω από την χρήση του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους σε μια πανορθοδόξου εμβελείας «Σύνοδο». Το κενό έγκειται στο γεγονός, ότι αρχίζει την διαπραγμάτευση του θέματός του από τις αποφάσεις της Γ΄ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως, (1986), προσπερνώντας έτσι συνοδικές αποφάσεις ενός πλήθους Συνόδων Οικουμενικών, Τοπικών και Ενδημουσών και διαγράφοντας με μια μονοκονδυλιά μια Συνοδική και Κανονική Παράδοση 19 αιώνων. Η εισήγηση θα είχε θεολογική πληρότητα και αντικειμενικότητα, εάν έκανε τον κόπο να μας παραθέσει, ποιά στάση τήρησαν οι παρά πάνω Σύνοδοι απέναντι στους ετεροδόξους. Αν δηλαδή οι εν λόγω Σύνοδοι αναγνώρισαν αυτούς ως «Εκκλησίες». Η παράκαμψη όλων αυτών των Συνόδων φυσικά δεν είναι τυχαία και προφανώς έγινε σκόπιμα, διότι απλούστατα οι Σύνοδοι αυτές δεν ευνοούν τα συμπεράσματα, που θέλει να βγάλει ο Σεβασμιώτατος. Πράγματι αν ρίξουμε μια ματιά στα πρακτικά αυτών των Συνόδων, θα δούμε ότι όλες, χωρίς καμιά εξαίρεση, θεωρούν τους ετεροδόξους ως αιρετικούς, καταδικάζουν απερίφραστα τις αιρετικές τους διδασκαλίες και ουδέποτε αποδίδουν σ’ αυτούς τον όρο «Εκκλησία». Φυσικά περιττό να λεχθεί, ότι η Γ΄ Προσυνοδική με κανένα τρόπο δεν μπορεί να αποτελέσει αφετηρία και βάση για την απόδοση του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους. Αντίθετα μάλιστα οφείλουν οι αποφάσεις της να κριθούν και να αξιολογηθούν επί τη βάσει των προγενεστέρων Οικουμενικών και Ενδημουσών Συνόδων. Επειδή δε η εν λόγω Διάσκεψη δεν ακολουθεί την Ορθόδοξη Παράδοση των Συνόδων αυτών, οφείλει να απορριφθεί στο σύνολό της ως μια αιρετίζουσα ψευδοδιάσκεψη.
Παρά κάτω ομιλεί για την Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία την οποία ταυτίζει μεν με την Ορθόδοξη, αλλά παράλληλα τονίζει ότι «οι ποιμένες της ούτε εις μίαν εκ των πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών υποβιβάζουν, αλλά ούτε και στη θεωρία των κλάδων την εντάσσουν». Εδώ ομιλεί περί «πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών». Ρωτάμε τον Σεβ. Κύκκου: Που βρήκατε γραμμένο αυτό τον όρο, «ετερόδοξες Εκκλησίες», Σεβασμιώτατε; Από που τον δανειστήκατε; Από ποιο συνοδικό κείμενο Οικουμενικής, Τοπικής, η Ενδημούσης Συνόδου, η έστω από ποιο Πατερικό κείμενο; Όσο και αν ψάξουμε στα Πρακτικά των Οικουμενικών και των άλλων Ορθοδόξων Συνόδων, αλλά και στα συγγράμματα των αγίων Πατέρων, πουθενά δεν θα βρούμε τον όρο αυτό. Κατά τον Μέγα Βασίλειο, (Βλ. Α Κανών Μεγ. Βασιλείου, Πηδάλιον σελ. 587) οι εκτός της Εκκλησίας υποχρεωτικά εντάσσονται σε τρεις κατηγορίες, αυτή των αιρετικών, των σχισματικών και των παρασυναγώγων. Η κατηγορία των «ετεροδόξων Εκκλησιών» είναι άγνωστη στη Κανονική και Πατερική μας Παράδοση. Είναι, μια ανύπαρκτη κατηγορία, μια εφεύρεση που επινοήθηκε στη φαντασία μόνον των οικουμενιστών, που έλαβαν μέρος στην «Σύνοδο» της Κρήτης, προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό τους, να αποδώσουν δηλαδή εκκλησιαστικότητα στους ετεροδόξους αιρετικούς. Ο όρος αυτός αποτελείται από δύο λέξεις «ετερόδοξος» και «Εκκλησία» που η μία αναιρεί την άλλη, η μία γρονθοκοπεί την άλλη. Όσο αληθινό είναι να ονομάσουμε μια πόρνη παρθένο, άλλο τόσο να ονομάσουμε μια ετερόδοξη κοινότητα Εκκλησία. Ο ετερόδοξος ταυτίζεται με τον αιρετικό επειδή πιστεύει σε άλλα δόγματα, έχει άλλη πίστη, «ετέρα δόξα», από αυτήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δεν υπάρχουν πολλές πίστεις, όπως δεν υπάρχουν και πολλές Εκκλησίες με διαφορετικά δόγματα, σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου: «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα» (Εφ.4,5).
Επίσης κάνει μια απαράδεκτη διάκριση μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των «πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών». Δηλαδή κατά τον Σεβ. Κύκκου υπάρχει από τη μια μεριά η Ορθόδοξος Εκκλησία, η οποία τοποθετείται σε υψηλότερο επίπεδο εκκλησιαστικότητος και από την άλλη, οι «πολλές ετερόδοξες Εκκλησίες», οι οποίες βρίσκονται υποβιβασμένες σε χαμηλότερο επίπεδο. Εισάγει δηλαδή ανεπαίσθητα, πλην σαφέστατα, την έννοια διαφόρων διαβαθμίσεων εκκλησιαστικότητος. Η θεωρία των διαβαθμίσεων εκκλησιαστικότητος, η διαφορετικού βαθμού εκκλησιαστικής πληρότητος, αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες εκκλησιολογικές διδασκαλίες (=πλάνες) της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Πρόκειται για μια θεωρία, η οποία βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την εκκλησιολογική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Παρά κάτω ομιλεί για την Οικονομία: «η Ορθόδοξος Εκκλησία εκτός από την οδό της ακριβείας γνωρίζει και την οδό της Οικονομίας, που αποτελεί ένα δικό της πανάρχαιο προνόμιο». Παρουσιάζει από την Καινή Διαθήκη ως «παράδειγμα πρακτικής εφαρμογής της αρχής της Οικονομίας» τον απόστολο Παύλο. Επικαλείται τα χωρία από την Α΄ προς Κορινθίους επιστολή (9,19-22): «Ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδήσω· και εγενόμην τοις Ιουδαίοις ως Ιουδαίος, ίνα Ιουδαίους κερδήσω· τοις υπό νόμον ως υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμονκερδήσω· τοις ανόμοις ως άνομος, μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ, ίνα κερδήσω ανόμους·…». Προφανώς εδώ ο Σεβασμιώτατος στην προσπάθειά του να εφαρμόσει τα παρά πάνω χωρία του Αποστόλου στους ετεροδόξους, δίδει μια στρεβλή ερμηνεία των χωρίων αυτών, η οποία ωστόσο είναι σαφέστατη. Όταν ο Απόστολος έλεγε τους παρά πάνω λόγους, δεν θα πρέπει να εννοήσουμε ότι έπαιζε τον καραγκιόζη και αναλόγως των περιστάσεων, άλλοτε παρίστανε τον Ιουδαίο, παρασυρόμενος από τον Ιουδαϊσμό και άλλοτε τον εθνικό, παρασυρόμενος από την ειδωλολατρία και απαρνούμενος την πίστη στον Χριστό. Αλλοίμονο αν φθάσουμε στο συμπέρασμα, ότι ο Απόστολος ήταν «κάλαμος υπό ανέμων σαλευόμενος». Η ορθή ερμηνεία των παρά πάνω χωρίων σύμφωνα με τους Πατέρες είναι η εξής: Ο Απόστολος, αν και θεωρούσε την περιτομή και τις τελετουργικές διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου ως δυσβάστακτό ζυγό, από τον οποίο μας απελευθέρωσε ο Χριστός, [βλ. Γαλ.5,1: «Τη ελευθερία ουν, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε»], εν τούτοις σε πολλές περιπτώσεις συμμορφωνόταν προς αυτές, με τον σκοπό να διευκολύνεται η αποδοχή του χριστιανικού κηρύγματος μεταξύ των Ιουδαίων. Κλασικό παράδειγμα έχουμε την περιτομή του Τιμοθέου από τον ίδιο τον Απόστολο, (βλ. Πραξ.16,3). Ο απόστολος προσάρμοζε τον εαυτό του με τα ήθη, τα έθιμα και τις τοπικές παραδόσεις των ανθρώπων, είτε αυτοί ήταν ιουδαίοι, είτε εθνικοί, εφ’ όσον τα έθιμα αυτά και οι παραδόσεις δεν ερχόταν σε αντίθεση με το ευαγγέλιο και τον νόμο του Χριστού. Γι’ αυτό άλλωστε προσθέτει παρά κάτω: «μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ». Υποχωρούσε και συμμορφωνόταν με όλα αυτά, προσέχοντας πάντοτε να μην αθετήσει ουδέποτε την πίστη και τα δόγματα της Εκκλησίας και να μην παραβεί τον νόμο του ευαγγελίου για να αρέσει στους ανθρώπους: «ει γαρ έτι ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ήμην» (Γαλ.1,10). Μέσα στα πλαίσια αυτής της δράσεώς του, κάθε φορά ομιλούσε ανάλογα με το ακροατήριο που είχε μπροστά του. Διαφορετικά ομιλούσε στις συναγωγές των ιουδαίων και διαφορετικά ομίλησε στον Άρειο Πάγο. Στα θέματα της πίστεως όμως ήταν άτεγκτος και ανυποχώρητος. Δεν δεχόταν καμία παραχάραξη, η δογματική αλλοίωση της ευαγγελικής διδασκαλίας: «αλλά και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ' ο ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω» (Γαλ.1,9). Δεν διστάζει να αναθεματίσει, δηλαδή να αποκόψει από την εκκλησία εκείνον, που θα τολμήσει να διδάξει κάτι διαφορετικό από τις αλήθειες της πίστεως, που παρέλαβαν οι Γαλάτες. Όπως καταλαβαίνει κανείς, τα παρά πάνω λόγια του Απόστολου, τα οποία επικαλείται ο Σεβ. Κύκκου (Α΄ Κορ.9,19-22), δεν μπορούν να εφαρμοσθούν στους ετεροδόξους, διότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ήθη και έθιμα, αλλά με δογματικές πλάνες και αιρετικές διδασκαλίες των ετεροδόξων. Δεν καλούμεθα δηλαδή να υποχωρήσουμε και να συμμορφωθούμε με ήθη και έθιμα των Δυτικών, αλλά να αναγνωρίσουμε τους ετεροδόξους ως «Εκκλησίες», χωρίς αυτοί να έχουν αποβάλει τις αιρετικές διδασκαλίες τους. Στην προκειμένη περίπτωση επομένως, ισχύει ο λόγος του Αποστόλου «αλλά και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού…» (Γαλ.1,9).
Παρά κάτω επικαλείται τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος τηρούσε μια στάση ποιμαντικής οικονομίας απέναντι στους Πνευματομάχους και απέφευγε να χρησιμοποιεί ρητά και δημοσίως τους όρους «Θεός» και «Ομοούσιος» για το άγιο Πνεύμα. Αναφέρει επίσης ότι το γεγονός αυτό ανάγκασε τον φίλο του άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, να διαφωνήσει μαζί του και να τον επιτιμήσει για την στάση του αυτή, ενώ εξ αντιθέτου ο Μέγας Αθανάσιος τον υπερασπίστηκε, θεωρώντας την στάση του σοφή και συνετή και επιβεβλημένη για λόγους εκκλησιαστικής οικονομίας. Κατ’ αρχήν ο Μέγας Βασίλειος παντού στις επιστολές του και στη διδασκαλία του ετόνιζε, ότι δεν θα πρέπει να ονομάζουμε κτίσμα το Πνεύμα το άγιο. Για παράδειγμα στην επιστολή του με τίτλο: «Τοις εν Ταρσώ πρεσβυτέροις» γράφει: «Επείουν πολλά στόματα ήνοικται κατά του Πνεύματος του αγίου και πολλαί γλώσσαι ηκόνηνται εις την κατ’ αυτού βλασφημίαν, αξιούμεν υμάς, όσον εστίν εφ’ υμίν, εις ολίγον αριθμόν περιστήσαι τους βλασφημούντας, και τους μη λέγοντας κτίσμα το Πνεύμα το άγιον, δέχεσθαι εις κοινωνίαν». (Επιστολή 113, PG 32, 527-528).
Επίσης θα πρέπει εδώ να μας εξηγήσει ο Σεβ. Κύκκου, πως συμβαίνει ο Μέγας Αθανάσιος από τη μια μεριά να επαινεί τον Μέγα Βασίλειο και από την άλλη ο ίδιος να μην ακολουθεί την οδό της εκκλησιαστικής οικονομίας που ακολουθούσε ο Μέγας Βασίλειος; Διότι όπως μας πληροφορεί ο αείμνηστος καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης: «Ο Μέγας Αθανάσιος… κατεδίκασεν αυτούς [τους πνευματομάχους] συνοδικώς δις εν Αλεξανδρεία κατά τα έτη 361-363». Γι’ αυτούς μάλιστα έγραψε και επιστολή στον αυτοκράτορα Ιοβιανό ότι «οι Πνευματομάχοι εβλασφήμουν το Πνεύμα το άγιον εν τω φάσκειν αυτούς κτίσμα είναι και ποίημα δια του Υιού γεγονός». (Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», Τομ.1, Αθήνα 1960, σελ.69). Πως συμβαίνει δηλαδή ο Μέγας Αθανάσιος να συγκαλεί δύο φορές Τοπική Σύνοδο στην Αλεξάνδρεια, στην οποία ανακηρύσσει δημοσίως, ότι το Πνεύμα το άγιο είναι «Θεός» και «Ομοούσιος» με τον Πατέρα και τον Υιό και καταδικάζει επισήμως και συνοδικώς τους Πνευματομάχους ως βλασφήμους και αιρετικούς; Γιατί άραγε δεν ακολούθησε την οδό της ποιμαντικής οικονομίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος; Κατ’ επέκτασιν θα θέλαμε να μας εξηγήσει, γιατί οι άγιοι Πατέρες που συγκρότησαν την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, δεν ακολούθησαν την οδό της εκκλησιαστικής οικονομίας, που ακολουθούσε ο Μέγας Βασίλειος; Γιατί μ’ άλλα λόγια δεν αποσιωπούσαν την Θεότητα του αγίου Πνεύματος, αλλ’ απεναντίας μάλιστα θεώρησαν χρέος τους να συγκροτήσουν Οικουμενική Σύνοδο και να διακηρύξουν δημοσίως, επισήμως και συνοδικώς την Θεότητα του αγίου Πνεύματος; Από την στάση αυτή των αγίων Πατέρων της Β΄ Οικουμενικής συμπεραίνουμε, ότι ουδέποτε η γνώμη και η στάση ενός Πατρός, (όσο μεγάλος και αν είναι αυτός), σε κάποιο συγκεκριμένο θέμα αποτέλεσε γνώμονα και κανόνα και γραμμή πλεύσεως στη ζωή της Εκκλησίας και ουδέποτε εδέσμευσε την Εκκλησία να λάβει τις συνοδικές αποφάσεις, που θεώρησε ότι έπρεπε να λάβει, σχετικά με τους αιρετικούς. Υπεράνω της αυθεντίας των αγίων Πατέρων βρίσκεται η αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων. Επομένως ο Σεβασμιώτατος θα έπρεπε στο συγκεκριμένο ζήτημα της εκκλησιαστικής οικονομίας να έχει ως γνώμονα και κανόνα και κριτήριο όχι την στάση οικονομίας ενός αγίου, αλλά τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων.
Επεκτείνοντας ακόμη περισσότερο την σκέψη μας, ρωτάμε τον Σεβασμιώτατο: Είναι επιτρεπτό να μεταφέρουμε την εκκλησιαστική οικονομία του Μεγάλου Βασιλείου στην σημερινή εκκλησιαστική πραγματικότητα και επικαλούμενοι αυτόν να αποδώσουμε εκκλησιαστική υπόσταση στους ετεροδόξους και να ονομάσουμε αυτούς «Εκκλησίες»; Πως είναι δυνατόν να καταφύγουμε στη στάση οικονομίας ενός πατρός, η οποία ούτε στην εποχή του έγινε δεκτή από την Β΄ Οικουμενική και από τις δύο Τοπικές του Μεγάλου Αθανασίου, ως γραμμή πλεύσεως της Εκκλησίας και να διαγράψουμε με μια μονοκονδυλιά μια πλειάδα Συνόδων, Οικουμενικών και Τοπικών, που καταδικάζουν απερίφραστα τους ετεροδόξους ως αιρετικούς και ουδεμία από αυτές απέδωσε σ’ αυτούς τον όρο «Εκκλησία»; Αναφέρουμε ορισμένες ενδεικτικά. Ο Μονοφυσιτισμός έχει καταδικαστεί ήδη από την Δ΄ Οικουμενική και από όλες τις μεταγενέστερες. Ο Παπισμός (και κατ’ επέκτασιν και κατά μείζονα λόγον, ο Προτεσταντισμός) έχει καταδικαστεί από την Η΄ Οικουμενική επί Μεγάλου Φωτίου, από τις Συνόδους του 1341-1351 επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Θ΄ Οικουμενική), από την ενδημούσα Σύνοδο του 1722 εν Κωνσταντινουπόλει, (Βλ. Ι. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία…», τομ.2, σελ. 821), την ενδημούσα Σύνοδο του 1838 εν Κωνσταντινουπόλει, (Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία…», τομ.2, σελ. 893-902) και άλλες.
Παρά κάτω αναφέρει την απόφαση της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου να δεχθεί «πίσω στην Εκκλησία όχι μόνον τους μεταμεληθέντας εκείνους εικονομάχους επισκόπους που δεν εβαρύνοντο με εγκλήματα, αλλά και τους υπ’ αυτών χειροτονηθέντας». Κατ’ αρχήν ο Σεβ. Κύκκου παραθεωρεί κάτι πολύ βασικό: Ότι οι Πατέρες της Ζ´ Οικουμενικής δεν έκαναν δεκτούς τους εικονομάχους απροϋπόθετα, αλλά επειδή εκείνοι μετενόησαν και εξέφρασαν την επιθυμία εγκαταλείποντας την κακοδοξία τους, να προσέλθουν στην Εκκλησία. Η Εκκλησία ουδέποτε αναγνώρισε τα μυστήρια των αιρετικών καθ’ αυτά, χωρίς δηλαδή την προϋπόθεση της μετανοίας. Το λέμε αυτό και το τονίζουμε, διότι στο κείμενο: «Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», που ψηφίστηκε στην «Σύνοδο» της Κρήτης, πουθενά δεν γίνεται λόγος για μετάνοια και επιστροφή των ετεροδόξων στην Ορθοδοξία. Η σημερινή τραγική πραγματικότης είναι ότι οι ετερόδοξοι, παρά τους επί δεκαετίες μέχρι σήμερα γενομένους Διαλόγους, δεν μετανοούν, αλλά εξακολουθούν να επιμένουν πεισματικά στις πλάνες των. Οι ελάχιστες μεμονωμένες περιπτώσεις ετεροδόξων που μετανόησαν και επέστρεψαν στην Ορθοδοξία, δεν επέστρεψαν εξ’ αιτίας των Διαλόγων, αλλ’ εξ’ αιτίας του ιεραποστολικού έργου αγίων Γερόντων, όπως του π. Εφραίμ, Προηγουμένου στην Αριζόνα των Η.Π.Α., ο οποίος ορθότατα ως θεοφώτιστος πατήρ, τους έκανε δεκτούς με κανονικό βάπτισμα, διότι όπως είναι γνωστό οι Δυτικοί δεν τηρούν τον απαραίτητο όρο της τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως, που θέτουν οι Ιεροί Κανόνες 7 της Β΄ Οικουμενικής και 95 της Πενθέκτης.
Παρά κάτω επικαλείται και πάλι τον Μέγα Βασίλειο: «Αλλά και ο άγιος Βασίλειος δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τον όρο ‘Εκκλησία’ και γι’ αυτούς ακόμα τους Αρειανόφρονες λέγοντας: οίμαι προσήκειν μίαν ταύτην είναι σπουδήν τοις γνησίως και αληθώς δουλεύουσι τω Κυρίω, το επαναγαγείν προς ένωσιν τας Εκκλησίας τας πολυμερώς και πολυτρόπως απ’ αλλήλων διατμηθείσας». Θαυμάζει κανείς και εκπλήσσεται, όταν διαπιστώνει το μέγεθος της αλλοιώσεως, που επιχειρήθηκε στο παρά πάνω χωρίο και μάλιστα από έναν Μητροπολίτη. Το χωρίο αυτό είναι παρμένο από μια επιστολή του αγίου με τίτλο «Τοις εν Ταρσώ περί Κυριακόν». Αν διαβάσει κανείς ολόκληρη την επιστολή, αμέσως διαπιστώνει, ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με αρειανόφρονες όπως, προφανώς σκοπίμως, ισχυρίζεται ο Σεβασμιώτατος. Στην επιστολή αυτή ο άγιος αναφέρεται σε μία εκκλησιαστική κοινότητα, η οποία λόγω της συγχύσεως που επικρατούσε τότε, δεν ήταν σε κοινωνία με τις άλλες Εκκλησίες. Την κοινότητα αυτή επισκέφτηκε ο άγιος και διαπίστωσε την γνησιότητα και την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως των πιστών που ανήκαν σ’ αυτήν, προς τους οποίους μάλιστα πλέκει εγκώμια για την πίστη και το ήθος των: «Συντυχών τοις αδελφοίς και θεασάμενος αυτών πολύ μεν το φιλάδελφον και το περί υμάς αγαπητικόν, πολλώ δε έτι πλέον το φιλόχριστον και το περί την πίστιν ακριβές τε και εύτονον, και ότι πολλήν αμφοτέρων ποιούνται σπουδήν της τε υμετέρας αγάπης μη χωρίζεσθαι και την υγιαίνουσανπίστιν μη καταπροδούναι». Μεταφράζουμε: Αφού πήγα και συνάντησα αυτούς τους αδελφούς διαπίστωσα, την φιλαδελφία και την αγάπη που έχουν σ’ εσάς, [τους εν Ταρσώ αδελφούς], και πολύ περισσότερο πόσο φιλόχριστοι είναι και πόση ακρίβεια έχουν στην πίστη και πόσο ισχυροί και νευρώδεις είναι στην πίστη και ότι έχουν μεγάλη φροντίδα και επιμέλεια αφ’ ενός μεν να μην χωρισθούν από την αγάπη σας, και αφ’ ετέρου να μην καταπροδώσουν την υγιαίνουσα πίστη. Στη συνέχεια της επιστολής ο άγιος εγγυάται προσωπικά ο ίδιος για την ορθόδοξη πίστη αυτών και παρακαλεί τους εν Ταρσώ να τους δεχθούν σε πλήρη κοινωνία «ηνωμένους γνησίως, και πάσης εκκλησιαστικής φροντίδος κοινωνούς». Νομίζουμε ότι το παρά πάνω απόσπασμα τα λέει όλα και δεν χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτε. Ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει ότι ο άγιος δεν αναφέρεται σε αρειανούς, αλλά σε Ορθοδόξους με «υγιαίνουσαν πίστιν»!
Επικαλείται ακόμη και τον άγιο Νεκτάριο, ο οποίος χρησιμοποιεί τον όρο Εκκλησία για τους δυτικούς. Εδώ θα επαναλάβουμε αυτό που είπαμε προηγουμένως. Υπεράνω της αυθεντίας των αγίων Πατέρων βρίσκεται η αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων, διότι οι άγιοι δεν ήταν αλάθητοι, εν αντιθέσει προς τις Οικουμενικές Συνόδους, που δογμάτισαν αλαθήτως και θεοπνεύστως. Ανθρώπινες αυθεντίες προβάλουν οι αιρετικοί παπικοί, με την περί «αλαθήτου» κακοδοξία τους και οι προτεστάντες, οι οποίοι ανάγουν τον κάθε αιρεσιάρχη σε «αυθεντία».
Κλείνοντας την εισήγησή του ο Σεβ. Κύκκου, δεν διστάζει να εξαπολύσει κεραυνούς και μύδρους εναντίον όλων εκείνων που ελέγχουν τις πλάνες των οικουμενιστών και αγωνίζονται, με την Χάρη του Θεού, να κρατήσουν ανόθευτη και απαραχάρακτη την πίστη των αγίων Πατέρων μας: «Η ορθόδοξη πίστη ποτέ δε παρουσιάστηκε “να κρατά μάχαιρα και να πειθαναγκάζει με αυτή τους πάντες”. Οι μεσαιωνικοί φανατισμοί και οι αφορισμοί με την επίκληση του σταυρού, επί προφάσει τηρήσεως, η δήθεν προασπίσεως της γνησίας Ορθοδοξίας δεν είναι σύμφωνα με το πνεύμα και την παράδοση της Ορθοδοξίας,….»! Αλλά, θέλει να αγνοεί, πως αυτοί που κρατούσαν μαχαίρια, δεν ήταν οι άγιοι Πατέρες, αλλά οι ανά τους αιώνες Λατινόφρονες, όπως ο Πατριάρχης Ιωάννης Βέκκος (1275-1283), που αιματοκύλισε το Άγιον Όρος και ανέδειξε τους αγίους Οσιομάρτυρες, που έχυσαν το αίμα τους, γιατί δεν δέχθηκαν τις αποφάσεις της Ψευδοσυνόδου της Λυών, (1274), και όπως ο Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας (1334-1347), ο οποίος φυλάκισε τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, τέσσερα χρόνια στις φυλακές του παλατιού και βέβαια οι Λατίνοι που έκαψαν ζωντανούς τους 13 Οσιάθλους Αγίους Πατέρες της εν Καντάρα της Κύπρου Ιεράς Μονής της Παναγίας, επειδή αρνούνταν τα άζυμα! Άξιοι συνεχιστές των Λατινοφρόνων εκείνων είναι και οι σημερινοί διάδοχοί τους, οι οποίοι δεν δίστασαν να καρατομήσουν με αφορισμό και άνευ δίκης (!) έναν άξιο εργάτη του ευαγγελίου και κορυφαίο θεολόγο της εποχής μας, που αγωνίστηκε, όσο λίγοι, εναντίον των αιρέσεων και μάλιστα εναντίον του Οικουμενισμού, τον αοίδιμο Νικόλαο Σωτηρόπουλο. Ας κάνει τον κόπο να ρίξει μια ματιά επίσης ο Σεβασμιώτατος να δει: Ποιοί είναι εκείνοι, που «ακονίζουν τα μαχαίρια τους» μετά την «Σύνοδο» της Κρήτης; Ποιοί είναι εκείνοι που εξαπέλυσαν διωγμό στο Άγιον Όρος; Ποιοί είναι εκείνοι που έδιωξαν από την Ιερά Μονή του Χιλανδαρίου τέσσερις μοναχούς, επειδή δεν δέχτηκαν τις αποφάσεις «Συνόδου» της Κρήτης και ποιοί είναι εκείνοι, που απέπεμψαν τον π. Σάββα Λαυριώτη από το αξίωμα του προϊσταμένου; Τους «μεσαιωνικούς φανατισμούς» ας ψάξει να τους βρει αλλού και όχι στους αγίους Πατέρες μας και σ’ όσους βαδίζουν σήμερα στα χνάρια τους!
Περαίνοντας, εκφράζουμε τη βαθειά λύπη μας και την πλήρη απογοήτευσή μας για τις απαράδεκτες αυτές καινοφανείς θεωρίες, οι οποίες, σοφιστικώ τω τρόπω, εισέρχονται δολίως στην Εκκλησία, ως νέα «εκκλησιαστική παράδοση», η οποία επιχειρεί την πλήρη εκτόπιση της Πατερικής μας Παραδόσεως. Λυπούμαστε διότι δεν βρέθηκε ούτε ένας Επίσκοπος από τους 156, να ελέγξει ευθαρσώς τον Σεβ. Κύκκου για τα παραπάνω κακόδοξα που εισέφερε στη «Σύνοδο»! Στο βωμό της σκοπιμότητας θυσιάζονται τα ιερά και το όσια της αμωμήτου Πίστεώς μας, τώρα και «συνοδικώς»! Η προωθούμενη «ένωση των εκκλησιών» βαίνει ακάθεκτη, ως οδοστρωτήρας μεγατόνων, συνθλίβοντας την σώζουσα Ορθόδοξη Πίστη, με οδηγούς, δυστυχώς, Επισκόπους!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Η εποχή μας διακρίνεται από μια ευγονική και ευθανασιακή νοοτροπία, και τις εκδηλώσεις αυτής της νοοτροπίας τις βλέπουμε καθημερινά στη ζωή των συνανθρώπων μας, αλλά πολλές φορές αυτό επηρεάζει και εμάς τους ίδιους.
Θεολογικά μπορούμε να πούμε ότι τόσο η ευγονική όσο και η ευθανασιακή νοοτροπία συνδέεται με το πάθος της φιλαυτίας και της ευζωίας, αλλά και της απολυτοποίησης της παρούσης ζωής, με την παραθεώρηση της μετά τον θάνατον ζωής. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια νοοτροπία που αρνείται τη θνητότητα και παθητότητα, τον πόνο που συνδέεται με αυτές, αλλά παραθεωρεί και την εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού. Eνώ η ζωή και ο θάνατος είναι δεδομένα και είναι αρμοδιότητα του Θεού, οι άνθρωποι τα ιδιοποιούνται και συμπεριφέρονται ως ιδιοκτήτες. Tα συνθήματα που επικρατούν περί της «διαχειρίσεως και επιλογής της ζωής» και της «διαχειρίσεως του θανάτου» και του δικαιώματος στη ζωή και τον θάνατο συνιστούν μια διαφωτιστική νοοτροπία που απολυτοποιεί και αυτονομεί την ανθρώπινη ζωή.
Ο θάνατος είναι ένα βιολογικό και υπαρξιακό γεγονός που «κουβαλά» ο άνθρωπος από την πρώτη στιγμή της συλλήψεώς του. Στο πρώτο κύτταρο υπάρχουν τα γονίδια της γηράνσεως, τα γονίδια των ασθενειών, δηλαδή τα γονίδια του θανάτου. Mαζί με τη ζωή υπάρχει μέσα μας και ο θάνατος, όσο και αν δεν το θέλουμε.
Μερικοί άνθρωποι, από διαφόρους λόγους, δεν μπορούν να συμβιβαστούν με τον τρόπο της ζωής τους, όπως δεν μπορούν να συμβιβαστούν με τις ασθένειες, τα γηρατειά και τον θάνατο. Ίσως το περιβάλλον στο οποίο έζησαν, η πίεση που εξασκήθηκε πάνω τους δημιούργησε πολλές βιολογικές, ψυχολογικές, υπαρξιακές και πνευματικές πληγές. Χρησιμοποιούν πολλούς τρόπους για να εκδικηθούν τους ανθρώπους που τους περιβάλλουν και την ίδια την κοινωνία. Δεν θέλουν να τους θυμούνται οι άλλοι.
Έπειτα, όπως έχει παρατηρήσει η Mυρτώ Pήγου, ζούμε στην εποχή της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας στην οποία, μεταξύ άλλων, κυριαρχεί η «αποεθιμοποίηση», δηλαδή η απεξάρτηση από τις συνθήκες του παρελθόντος. Ακόμα η στάση του ανθρώπου απέναντι στον θάνατο εκφράζεται με το ψέμα, όταν ο άνθρωπος απωθεί τον θάνατο στο περιθώριο της ζωής, θεωρώντας τον σαν να μην υπάρχει, και δεν θέλει να αναφέρεται σε αυτόν· με την «ντροπή», αφού δεν θέλει να πενθεί και να εκφράζεται συναισθηματικά· και με την «αποστροφή» στο σώμα του αρρώστου και του νεκρού.
Πάντως, η λέξη ευθανασία προέρχεται από το «ευ» και το «θνήσκειν», που δηλώνει τον καλό θάνατο. Και αυτό συνδέεται με όλα εκείνα τα γεγονότα που σχετίζονται με το τέλος της βιολογικής ζωής. Υπάρχουν πολλές μορφές ευθανασίας: Κυρίως είναι η παθητική ευθανασία, όταν από τους ιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό εγκαταλείπεται η θεραπευτική νοσηλεία του αρρώστου, καθώς επίσης εγκαταλείπεται και η διαδικασία ανάνηψης, ίσως με τη συγκατάθεση του αρρώστου και των συγγενών του. Η ενεργητική ευθανασία είναι όταν κάποιοι παρεμβαίνουν με διάφορες χημικές ουσίες που τις θέτουν μέσα στον οργανισμό του ανθρώπου και έτσι επέρχεται η δηλητηρίαση και ο θάνατός του.
Όμως, ο άνθρωπος έχει αρμοδιότητα σε αυτά που κατασκευάζει ο ίδιος και όχι σε εκείνα για τα οποία δεν έκανε απολύτως τίποτε ώστε να τα φέρει στην ύπαρξη και επομένως δεν έχει καμία αρμοδιότητα σε αυτά. Η ύπαρξή του είναι δώρο του Θεού. Η ευθανασία πολλές φορές, αν δεν είναι αποτέλεσμα ιδεολογικών επιλογών, συνδέεται με την απόγνωση και την απελπισία, τις ψυχολογικές ασθένειες και την απουσία νοήματος για τη ζωή. Ακόμη, η επιθυμία του ανθρώπου για ευθανασία συνιστά μια άγνοια της ευεργετικής παρουσίας του πόνου στη ζωή μας, καθώς επίσης είναι και μια έκφραση δειλίας έναντι των διαφόρων δυσκολιών, ακόμη είναι και φόβος έναντι του θανάτου. Επομένως, η ευθανασία, κυρίως η ενεργητική, είναι μια «τεχνικοποίηση του θανάτου», μια ιδιοποίηση και διαχείριση της ζωής και του θανάτου, που δεν υπάγεται στην αρμοδιότητα του ανθρώπου, αλλά αποτελεί «δικαίωμα» του Θεού που του έδωσε τη ζωή.
Πηγή: Η άλλη όψη
Η σημερινή εποχή, ως η πιο επικίνδυνη όλων των προηγούμενων εποχών, χαρακτηρίζεται από την απαξίωση κάθε είδους αξίας και την απομάκρυνση του ανθρώπου –ο οποίος «ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 49, 21)– από τον Θεό Δημιουργό του.
Δυστυχώς και στην Ορθόδοξη χώρα μας υπάρχει κρίση ταυτότητος του νεοέλληνα που εγγίζει έντονα και τον χώρο της παιδείας. Αυτή η σίγουρη και αναμφισβήτητη διάγνωση και διαπίστωση μας οδηγεί στην επίμονη σκέψη: Ποια άραγε να είναι η βαθύτερη αιτία; Η αντικειμενική αλήθεια, η οποία σφραγίζει τον άνθρωπο της εποχής μας είναι ότι η παιδεία μας απομακρύνθηκε από την ελληνορθόδοξη βάση της και τη Θεανθρώπινη πορεία της.
Σκοπός του ανθρώπου, ωστόσο, είναι η ολοκλήρωση και τελειοποίησή του. Για τον λόγο αυτό έχει ανάγκη της καταλλήλου παιδείας. Κι αυτή η κατάλληλη από κάθε άποψη παιδεία είναι η ελληνορθόδοξη παιδεία. Και είμαι απόλυτος στον όρο αυτό για τον λόγο ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έχουμε ή ελληνική παιδεία ή ευρωπαϊκή παιδεία.
Για την πρώτη περίπτωση πιστεύουμε –χωρίς να αμφισβητούμε την αρχαιοελληνική παιδεία– ότι η γνώση, η οποία έχει ως μοναδικό της έρεισμα την αρχαιοελληνική γραμματεία είναι ελλιπής. Και τούτο γιατί δεν καλύπτει τις ανάγκες του ανθρώπου ως ψυχοσωματικού όντος. Η επιστήμη, η γνωσιολογία, η αγωγή γενικότερα ήταν σε πολύ καλό δρόμο και οδηγούσε τους νέους στην ακράδαντη πίστη προς την αξία που λέγεται άνθρωπος.
Όμως, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι και αυτός ο Πλάτωνας είχε βαθιά επίγνωση της ατέλειας της ανθρωπολογικής φιλοσοφίας του και γι’ αυτό σπεύδει να εξερευνήσει κόσμους άγνωστους για τους μέχρι της εποχής του φιλοσόφους των αιωνίων ιδεών και ιδεωδών. Αναζητούσε την αλήθεια για τον άνθρωπο και για το σύμπαν. Αλήθειες, τις οποίες αποκάλυψε η Αυτοαλήθεια ο Θεάνθρωπος Κύριος.
Στην περίπτωση τώρα της ευρωπαϊκής παιδείας. Η Ευρώπη με τους ουμανιστές φιλοσόφους της και την αντίστοιχη παιδεία της δεν στάθηκε ικανή να βοηθήσει ουσιαστικά στην ολοκλήρωση του ανθρώπου. Ο αυταρχικός Παπισμός και ο σχολαστικισμός με τον Ιησουϊτισμό του αφαίρεσαν όλες τις δυνάμεις που του είχαν απομείνει.
Ο Ρουσώ με την φυσιοκρατία του, οι Λοκ και Χιουμ με την αισθησιοκρατία τους κατήντησαν τον άνθρωπο πρωτόγονο και αγροίκο. Ο Ντεκάρτ και ο Καντ πρότειναν την ανθρώπινη λογικότητα. Ο άνθρωπος, είπαν, αποδεικνύεται άνθρωπος μέσω της λογικής. Έτσι υποβάθμισαν τον άνθρωπο σε ζώο, σε κτήνος, αφού παρέβλεψαν την πίστη στην αποκαλυφθείσα Αλήθεια και στο υπερέκεινα.
Αυτοί με τις υστερικές τους κραυγές, κυρίως οι Δαρβινιστές, με τη θεωρία περί της καταγωγής του ανθρώπου από τον πίθηκο, ετοίμασαν το έδαφος στους αθέους υπαρξιστές Νίτσε, Σαρτρ, Καμύ κ.ά. και στους βουλησιοκράτες Σοπενχάουερ και Στήρνερ, οι οποίοι διαβεβαίωσαν τον άνθρωπο ότι δεν έχει ανάγκη κανενός Θεού παρά μόνον του εαυτού του. Και εδώ κορυφώνεται το δράμα της ευρωπαϊκής παιδείας. Χάνοντας τον Θεό ο άνθρωπος, έχασε και το πρόσωπό του.
Για τον λόγο αυτό είναι επιτακτική ανάγκη να βασισθεί η παιδεία μας σε ελληνορθόδοξη βάση με περιεχόμενο όχι μόνον αρχαιοελληνικό, αλλ᾽ ούτε αποκλειστικά ευρωπαϊκό. Ο νους των νεοελλήνων πρέπει να φωτισθεί με το άκτιστο φως του Θεανθρώπου Κυρίου και η γνώση να συμπορευθεί με την πίστη στην αποκαλυφθείσα Αλήθεια.
Ας μην κρυβόμαστε πίσω από φρούδες ελπίδες για βελτιώσεις που δεν έρχονται. Είναι βεβαιωμένο πλέον το γεγονός ότι η ελληνορθόδοξη παιδεία μας υπονομεύεται από παντού. Η κατάσταση έχει φθάσει σε οριακό σημείο. «Μέχρι τίνος παίζομεν ἐν οὐπαικτοῖς;» (PG 60, 351). Πρέπει, επιτέλους, να τολμήσουμε να τοποθετηθούμε με ευθύνη απέναντι στην Ιστορία μας.
Το περιεχόμενο της παιδείας στη χώρα μας οφείλει να είναι ελληνορθόδοξο. Αυτή θα είναι και η μόνη διέξοδος για την αποφυγή της οριστικής καταρρεύσεως του έθνους μας.
Πηγή: (Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «Πελοπόννησος» των Πατρών στις 4/9/2016), Η άλλη όψη
Ἀντιστεκόμενη στὸ ἰσοπεδωτικὸ ρεῦμα τῆς ἐποχῆς, ἐνάντια στὴ λήθη καὶ τὴν ἀδιαφορία, σταθερὴ στὶς ἀξίες της, πιστὴ στὴν παράδοσή της, μὲ καρδιὰ ποὺ φλέγεται ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Πατρίδα, ἡ μικρὴ ἐκείνη μαγιὰ εἶναι ἀκόμη ἱκανὴ νὰ ζυμώσει καὶ σήμερα ὅλην τὴν κοινωνία μας καὶ συγκλονίζει τὴν ψυχή μας.
Κατασκήνωση Γυμνασίου - Λυκείου τοῦ Ὀρθόδοξου Ἱεραποστολικοῦ Συλλόγου "Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος", Ἰωαννίνων, Αὔγουστος 2009.
Τραγουδᾶ ὁ Ὀδοντίατρος Χρύσανθος Σιχλιμοίρης.
Στοῦ Βοσπόρου τ' ἁγιονέρια
Στοῦ Βοσπόρου τ' ἁγιονέρια, κάτω ἀπ' τὴν Ἁγιὰ Σοφιὰ
μιὰ γερόντισα στενάζει μπρὸς στὴν Παναγιὰ
σώπα μάνα μ' πές μας γιὰ τὴ συμφορὰ
Στοῦ Βοσπόρου τ' ἁγιονέρια, κάτω ἀπ' τὴν Ἁγιὰ Σοφιὰ
ἦρθε ἕνα Σμυρνιὸ καράβι μαῦρα τα πανιὰ
σώπα μάνα μ' πές μας γιὰ τὴ συμφορὰ
Κάψανε τὴ Σμύρνη, πῆραν τ' Ἀϊβαλὶ x2
κλαίει ὅλη ἡ Μικρὰ Ἀσία τὴν καταστροφὴ
σώπα μάνα μ' κᾶνε λίγη ὑπομονή, σώπα τζάνεμ κᾶνε λίγη ὑπομονὴ
Ἂχ Ἀνατολή, γῆ τῆς Ἰωνίας, γῆ Ἑλληνικὴ
θὰ 'ρθουν πάλι στοὺς αἰῶνες τοῦ Ἀλεξάνδρου οἱ Μακεδόνες
σώπα μάνα μ' κᾶνε λίγη ὑπομονή, σώπα τζάνεμ κᾶνε λίγη ὑπομονὴ
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, ἑώρτασε τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ, ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζει ἕνα ἱστορικὸ γεγονός. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος εἶδε τὸ σταυρὸ στὸν οὐρανὸ μὲ τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα», νίκησε τοὺς εἰδωλολάτρες ἀντιπάλους του καὶ ἵδρυσε τὴ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ δὲ μητέρα του ἡ ἁγία Ἑλένη πῆγε στὸ Γολγοθᾶ, ἔσκαψε καὶ βρῆκε τὸν τίμιο σταυρό, ὁ πατριάρχης Ἰεροσολύμων Μακάριος τὸν ὕψωσε ψηλά, καὶ οἱ Χριστιανοὶ ἔψαλλαν τὸ «Κύριε, ἐλέησον».
Το να κυβερνάς στην Ελλάδα του 2016 διατρανώνοντας την αριστεροσύνη σου και να μην ξέρεις εάν τα δημόσια νομικά πρόσωπα εντάσσονται και υπό ποιους όρους στους φορείς γενικής κυβέρνησης, άντε, να συγχωρηθεί. Στο κάτω κάτω υπάρχει κι ο Γεωργίου, οπότε μπορείς να ψαρεύεις στα θολά νερά του αριστεροδέξιου λαϊκισμού. Το να έρχεσαι, όμως, επίσημα στη Βουλή και να παραδέχεσαι ότι δεν ξέρεις ούτε πόσα είναι τα νομικά πρόσωπα ούτε τι επιχορηγήσεις δίνεις, κάθε άλλο παρά αριστεροσύνη δείχνει. Αντίθετα, δείχνει τεράστια κοινωνική αναλγησία όταν την ίδια στιγμή μπορεί να βρεις και να πετσοκόψεις όλες τις συντάξεις που είναι πάνω από 660 ευρώ.
Σήμερα, μετά από έξι χρόνια μνημονίων, οι δημόσιες δαπάνες παραμένουν αχαρτογράφητη περιοχή. Αυτό δεν ξεπερνιέται ούτε με την παραπλανητική δημαγωγία του κ. Τσίπρα και των υπουργών του ούτε με την αμηχανία των δανειστών που χάθηκαν μπροστά στον κυκεώνα του ελληνικού δημοσίου. Ουδείς μπορεί να δώσει μια πειστική εξήγηση στον πενόμενο μικρο-επιχειρηματία γιατί απασχολούνται- και αμοίβονται πλουσιοπάροχα- 46.936 άτομα σε «νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου», τουτέστιν σε φιλανθρωπικά σωματεία, σε ενώσεις προσώπων που ιδρύθηκαν το 1937 ή σε συλλόγους επαγγελματιών. Ούτε οι εθνικές κυβερνήσεις ούτε οι δανειστές απείλησαν το στάτους 33.438 ανθρώπων που ουδείς γνωρίζει εάν και σε ποιόν λογοδοτούν, εάν υφίστανται ως κάτι περισσότερο από ένα ΑΦΜ, και γιατί όλοι αυτοί πρέπει να επικουρούνται από άλλους 10.000 συμβασιούχους κι ακόμη άλλους 1674 οι οποίοι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου εσωτερικών που δημοσιεύονται στο apografi.gr είναι “λοιπές ειδικές περιπτώσεις”.
Μέχρι σήμερα, η ρητορική του κ. Τσίπρα εξαντλείται στο ότι η περικοπή των δημοσίων δαπανών σημαίνει κλείσιμο σχολείων και νοσοκομείων, σημαίνει απολύσεις. Συνεπής στον λαϊκισμό του δεν μπορεί να εξηγήσει σ’ ένανκαλοπροαίρετο πολίτη γιατί ενώ έχουμε, δραματική επιδείνωση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας και παιδείας, οι δαπάνες μισθοδοσίας βρίσκονται στην τρίτη υψηλότερη θέση των κρατών μελών της ΕΕ.
Ούτε, όμως, και οι τηρούντες ένοχη σιωπή ΠΑΣΟΚ-ΝΔ δεν μπορούν να το αιτιολογήσουν. Διότι, εάν μπορούσαν θα έπρεπε να απολογηθούν γιατίστο διάστημα της δεκαετίας 80, οι δημόσιες δαπάνες αναρριχήθηκαν από 22.5% του ΑΕΠ το 1980 στο 64.8% το 1989. Όπως επίσης να δώσουν μια πειστική εξήγηση για την εκτίναξη των δαπανών από 45.1% ΑΕΠ το 2006 σε 54.1% το 2009.
Σήμερα, όλο και περισσότεροι πολίτες συνειδητοποιούν ότι οι δαπάνες αυτές δεν αφορούσαν τόσο την υποστήριξη του κοινωνικού κράτους αλλά την εδραίωση ενός ισχυρού πελατειακού κρατισμού. Αυτό αποτυπώνεται στις προσλήψεις στον «ευρύτερο» δημόσιο τομέα ο οποίος αποτελεί, αδιαμφισβήτητα, μια από τις πιο καταστροφικές «καινοτομίες» της διακυβέρνησης του Α. Παπανδρέου η οποία υιοθετήθηκε ασμένως από τους επόμενους.
Προσωπικώς, δεν συντάσσομαι ούτε με τις λαϊκιστικές κορώνες ούτε με τις προκρούστιες οριζόντιες περικοπές και φορο-επιβαρύνσεις οι οποίες στρέφονται κατά δικαίων και αδίκων εξουθενώνοντας τα ασθενέστερα στρώματα. Άρα, δεν θεωρώ ότι μόνη η οριζόντια περικοπή των δημοσίων δαπανών αρκεί. Χωρίς ένα πρόγραμμα διοικητικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών θα καταλήξουμε σε ένα ψαλιδισμένο δημόσιο το οποίο, επί της ουσίας, θα εξακολουθεί να λειτουργεί με τους όρους και τους κανόνες του πελατειακού κρατισμού, αλλά θα είναι, απλώς, μικρότερο.
Μεταξύ των αλλαγών που πρέπει άμεσα να δρομολογηθούν- και οι οποίες έχουν πλειστάκις επιχειρηθεί και δεν έχουν τελεσφορήσει λόγω της σθεναρής αντίστασης των επενδεδυμένων συμφερόντων, είναι:
1. Η συγχώνευση/κατάργηση των νομικών προσώπων που δεν εξυπηρετούν με τη δράση τους σκοπούς δημοσίου συμφέροντος.
2. Η αντικατάσταση των κυκεωνικών, αντιφατικών και επικαλυπτόμενων αρμοδιοτήτων από ευρεία πεδία πολιτικής, με έναν μόνο υπεύθυνο υπουργό στο πεδίο.
3. Η εφαρμογή της καλής νομοθέτησης με άμεση υιοθέτηση της ανάλυσης κόστους-ωφέλειας για κάθε ρύθμιση που έχει οικονομικές επιπτώσεις.
4. Η εφαρμογή του προϋπολογισμού προγραμμάτων. Καμία δημόσια υπηρεσία να μην χρηματοδοτείται χωρίς αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της.
5. Η αξιολόγηση των υπαλλήλων επί τη βάσει περιγραμμάτων θέσεων. Κάθε υπάλληλος θα αξιολογείται, όχι ως προς τα χρόνια προϋπηρεσίας του ή τις σπουδές που έκανε κάποτε, αλλά ως προς το έργο που παράγει σε σχέση με τον στόχο που έχει τεθεί. Υπάλληλος ο οποίος θα αξιολογείται ως ανεπαρκής για δύο συνεχόμενες φορές, και εφόσον έχουν ληφθεί οι δυνατές μέριμνες που προβλέπονται από τον υπαλληλικό κώδικα, για να βελτιώσει την απόδοσή του χωρίς αποτέλεσμα, θα απομακρύνεται.
Εν τέλει, οι δημόσιες δαπάνες δεν είναι παρά ένα μέγεθος διπλής ανάγνωσης: Μπορεί να έχεις υψηλές δαπάνες και πολύ καλής ποιότητας δημόσιες υπηρεσίες. Μπορεί να έχεις, όμως, και πολύ υψηλές δαπάνες και κακής ποιότητας υπηρεσίες. Οι κυβερνήσεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επέλεξαν το δεύτερο. Στους μεταρρυθμιστές εναπόκειται να αποφασίσουμε εάν θα βγούμε από την δεύτερη κατηγορία και θα μεταβούμε στην πρώτη.
«Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. ζ΄ 38)
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Α. Ὅλοι πλέον ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας πορεύεται σὲ μία θάλασσα πρωτοφανοῦς ἀσεβείας, συντονισμένης ὕβρεως, ἰσχυρῶν ἀμφισβητήσεων, ἀθεϊστικῆς μανίας, συστηματικῆς προσπάθειας ἀπόρριψης κάθε ἔννοιας μυστηρίου καὶ ἱερότητος, ὕπουλου διωγμοῦ κατὰ τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἀποκαλυπτικοῦ διαμετρήματος, μάλιστα ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ χριστιανικὰ συστήματα.
Ἐκτιμᾶται ὅτι σὲ λίγα χρόνια, σὲ κάποιες μεγάλες Εὐρωπαϊκὲς πόλεις, οἱ μουσουλμάνοι θὰ εἶναι περισσότεροι ἀπὸ τοὺς χριστιανούς. Τὸ πραγματικὸ ὅμως πρόβλημα δὲν εἶναι ὅτι οἱ χριστιανοὶ θὰ εἶναι λιγότεροι, ἀλλὰ ὅτι ἤδη εἶναι λιγότερο χριστιανοὶ καὶ ἀκόμη περισσότερο ὅτι οἱ μεγαλύτεροι ἐχθροὶ τοῦ χριστιανισμοῦ εἶναι οἱ ἴδιοι οἱ χριστιανοί.
Β. Ἐναντίον τῆς πίστεως ἔχει ἐπιστρατευθεῖ ἡ ἐπιστήμη, ἡ τεχνολογικὴ παντοδυναμία, τὰ μέσα πληροφόρησης, οἱ μηχανισμοὶ ψηφιακοῦ ἐλέγχου τῶν λεπτομερειῶν τῆς ζωῆς μας, ἡ πολιτική, ἡ κατευθυνόμενη παιδεία, ὁ ὑλιστικὸς τρόπος ζωῆς κ.λπ.
Γ. Ὁ φιλοσοφικὸς ὀρθολογισμὸς καὶ οἱ ἱστορικὲς καὶ ἀνθρωπολογικὲς ἐπιστῆμες ἐπιστρατεύονται στὸ νὰ γκρεμίσουν τὴν πίστη στὸν Θεὸ καὶ νὰ κατασυκοφαντήσουν τὴν πορεία καὶ τὸν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας καὶ γενικότερα τοῦ χριστιανισμοῦ στὸ παρελθὸν καὶ σήμερα.
Δ. Οἱ θεωρίες περὶ τυχαιότητος στὴ γένεση τοῦ ὑλικοῦ κόσμου ἐπιδιώκουν νὰ ἐξαφανίσουν κάθε ἰδέα δημιουργικῆς ἐπεμβάσεως στὴν ἀρχὴ τοῦ σύμπαντος, ἄρα νὰ μηδενίσουν τὴν θεΐκὴ παρουσία καὶ ἀνάγκη. Τύχη εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ στὴ διάλεκτο τῆς ἀθεΐας!
Ε. Ἡ ἔμφαση στὴν αὐθαίρετη μονομερῆ ἑρμηνεία τῆς θεωρίας τῆς ἐξελίξεως, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀνάπτυξη τῆς γενετικῆς τεχνολογίας, ὑπερτονίζει τὴ βιολογικότητα καὶ ζωικότητα τοῦ ἀνθρώπου, προκειμένου νὰ μηδενισθεῖ κάθε στοιχεῖο ἱερότητός του.
ΣΤ. Οἱ βιαστικὲς ἐξαγγελίες περὶ κατασκευῆς συνθετικοῦ γονιδιώματος καὶ τεχνητῆς ζωῆς ἢ κλωνοποίησης τοῦ ἀνθρώπου ἢ βιοτεχνολογικῶν θαυμάτων (DNA editing) ἢ στὴν Φυσικὴ περὶ τῆς δῆθεν «θεωρίας τῶν πάντων» ἀποσκοποῦν στὸ νὰ ἀντικαταστήσουν τὸν Θεὸ μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἔτσι νὰ κλείσουν τὸν δρόμο καὶ τὴν προοπτικὴ τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κοινωνίας του μὲ τὸν Θεό. Ἡ τύχη ὡς ἑρμηνευτικὸ ἐπινόημα καὶ ὁ ἄνθρωπος ὡς ἡ κεντρικὴ παρουσία στὸν κόσμο ἐξαφανίζουν τὸν Θεὸ καὶ ὡς πρόσωπο καὶ ὡς ἔννοια.
Ζ. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ τεχνολογίες τῆς γενετικῆς καὶ ἐγκεφαλικῆς ἐνδυνάμωσης (Gene enhancement καὶ Brain enhancing (pills and boosters), τὰ ἐγκεφαλικὰ ἐμφυτεύματα, ἡ μεταμόσχευση προσώπου, οἱ τολμηρὲς τεχνολογικὲς παρεμβάσεις στὸ νευρικὸ καὶ γενετικὸ κύτταρο, ἡ προσπάθεια νευροβιολογικῆς ἑρμηνείας τῶν ψυχικῶν φαινομένων κ.λπ. ἐπιδιώκουν τὴν τεχνολογικὴ αὐθυπέρβαση τοῦ ἀνθρώπου (transhumanism), ἀγνοῶντας καὶ ἀπορρίπτοντας ταυτοχρόνως τὴν αὐτεξούσια κίνησή του πρὸς τὸν Θεό καὶ τὴν κατὰ χάριν εἴσοδό του στὴν ὑπὲρ φύσιν κατάσταση (θέωσις).
Η. Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ φύλου, ὄχι ὡς διόρθωση ὑφιστάμενης ἀνατομικῆς καὶ φυσιολογικῆς δυσαρμονίας, ἀλλὰ ὡς ἐπιλογὴ ἀφύσικης ἀπαίτησης καὶ νοσηροῦ θελήματος, ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἀνατομικῆς καὶ φυσιολογικῆς ταυτότητος τοῦ φύλου μὲ τὸν λεγόμενο σεξουαλικὸ προσανατολισμὸ ὡς ἐπιλογή, καὶ ἡ μὲ κάθε τρόπο δικαιολόγησή της, μάλιστα στὴ βάση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καὶ τῆς ἀντιρατσιστικῆς ἀντίληψης, συντρίβοντας τὴν ἱερότητα τῆς ψυχοσωματικῆς ὑποστάσεως τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ἀπομακρύνουν βάναυσα ἀπὸ τὴν κληρονομιὰ τῆς «κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν Θεοῦ» παρακαταθήκης του.
Θ. Ὁ ἐκφυλισμὸς τῆς Ἐκκλησίας σὲ σύστημα κοινωνικῆς πρόνοιας ἢ πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς, παράλληλα μὲ τὴν ἀντικατάσταση τῆς φιλανθρωπίας στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ἕναν ἀποστεωμένο χωρὶς Θεὸ ἀνθρωπισμὸ καὶ ἔννοιες ὅπως ἀλληλεγγύη, ἀλληλοβοήθεια, φιλία, εἰρηνικὴ συνύπαρξη κ.λπ., στὴν οὐσία καταργεῖ τὸν μυστηριακὸ χαρακτήρα τῆς Ἐκκλησίας ὡς πνευματικῆς κοινωνίας τῶν πιστῶν καὶ τὴν μεταμορφώνει σὲ μηχανισμὸ ἐπίλυσης κοινωνικῶν προβλημάτων ἐντελῶς ἐπίγειας προοπτικῆς.
Ι. Ἡ μεθοδευμένη ἐπιδίωξη εἴτε νὰ ἀμφισβητηθεῖ ἡ ἱστορικότητα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς αὐτοαποκαλούμενους μυθικιστὲς εἴτε νὰ συκοφαντηθεῖ ἡ ἀκεραιότητα τῆς ζωῆς Του καὶ ἡ αὐθεντικότητα τῶν ἱερῶν κειμένων, καὶ ἡ παράλληλη προσπάθεια ἀποχριστιανοποίησης τῶν κοινωνιῶν μας μὲ τὴν κατάργηση τῶν συμβόλων καὶ τὸν ἀποχριστιανισμὸ τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καὶ τῆς παιδείας, τελικὰ ἐπισφραγίζουν τὴν προσπάθεια ἀποδόμησης τῆς πίστεως. Ἡ παγκόσμια ἀνασφάλεια, ἡ μαζικὴ καταστροφὴ ἀρχαιότατων πολιτισμῶν καὶ ἡ βίαιη μετακίνηση ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς ρίζες τους καὶ ἀνακάτωμα ὁλόκληρων λαῶν συμπληρώνουν τὸ ὅλο σκηνικό. Ἕνας κόσμος δίχως Θεό! «Οἱ ἄνθρωποι λησμόνησαν τὸν Θεό∙ ἀπὸ ἐκεῖ ἔρχονται ὅλα τὰ κακά» (Ἀλεξάντερ Σολζενίτσιν, 1983).
ΙΑ. Ὁ ὑπερτονισμὸς τῶν λεγομένων ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, ὅσο καὶ ἂν φαίνεται ἑλκυστικὸς καὶ θεμελιωτικὸς μιᾶς νέας ἠθικῆς περὶ τοῦ ἀνθρώπου, καταργεῖ τὰ «δικαιώματα» τοῦ Θεοῦ καὶ περιθωριοποιεῖ τὴν χάρι Του. Ὁ ἀντιρατσισμὸς καὶ ἡ ἀνεκτικότητα, ἡ πολυπολιτισμικότητα καὶ ἡ πολυθρησκευτικότητα, ἐνῶ στὴν οὐσία τους περιέχουν κάτι τὸ βαθὺ χριστιανικό, ὅπως παρουσιάζονται καὶ ὅπως ὑποστηρίζονται, καίρια προσβάλλουν τὴν ἱερότητα τοῦ ἀνθρώπου καὶ οὐσιαστικὰ ἀλλοιώνουν τὸ πρόσωπο τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἡ πολυθρησκευτικότητα μεταμορφώνει τὴν πίστη στὸν Θεὸ σὲ κοινωνικὸ φαινόμενο.
ΙΒ. Ὅλα αὐτὰ ὁδηγοῦν σὲ μιὰ πρωτοφανῆ σύγχυση, σὲ ἀλλεπάλληλα ἀδιέξοδα, πλάνες, αἱρέσες, παγκόσμια ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ κατάρρευση, ἀνατροπὴ διαχρονικῶν ἠθικῶν σταθερῶν, πολυμέτωπη προσβολὴ τῆς ἀνθρώπινης ὀντολογίας. Ἐπὶ πλέον, ἀποδυναμώνουν τὴν πίστη, ὑποβαθμίζουν τὴν Ἐκκλησία, ἀποχριστιανοποιοῦν τὸν κόσμο, ἐξαφανίζουν τὸν Θεό καὶ κάνουν τὸν λόγο καὶ τὸ ὄνομά Του ἀρχικὰ μὲν μὴ ἀναγκαῖα, στὴ συνέχεια περιφρονητέα, ὕστερα μὴ ἐπιθυμητὰ καὶ τέλος μισητὰ καὶ ἀποδιοπομπαῖα. Ἔτσι θεμελιώνεται ὁ σύγχρονος ἀθεϊσμός καὶ ὀργανώνεται ὁ σύγχρονος διωγμὸς τῆς πίστεως καὶ τοῦ χριστιανισμοῦ.
ΙΓ. Τελικά, ὁ ἄνθρωπος καταντάει μιὰ ἐπίπεδη, μονοδιάστατη ὀντότητα, μιὰ βιολογικὴ μηχανὴ ποὺ ἡ ζωή της ἐκτυλίσσεται ἀπρόβλεπτα μέσα σὲ μία πολὺ στενὴ ζώνη χρόνου, ὁ δὲ θάνατος προσδιορίζει τὴν ὁριστικὴ ἐπιστροφὴ στὴν ἄβυσσο τῆς ἀνυπαρξίας. Χειρότερη ἀπὸ τὴν ἐφημερότητα εἶναι ἡ συνειδητοποίησή της ὡς περιορισμένης παροδικότητος. Τότε ἡ λογικὴ καὶ ἡ σκέψη ἀποτελοῦν τιμωρία καὶ ὄχι δῶρο. Καὶ ἡ ἐλευθερία τραγικὴ παρακαταθήκη∙ ἀνάμεσα στὸν αἰώνιο καὶ θεωμένο ἄνθρωπο νὰ ἐπιλέγεις τὸν ζωικό καὶ μηδενιστικό.
ΙΔ. Ἡ Ὀρθόδοξη μαρτυρία τῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ, διατυπωμένη καὶ ἐμπειρικὰ τεκμηριωμένη μέσα στοὺς ναούς μας καὶ τὰ μοναστήρια μας, στὰ μυστήρια καὶ τὴ ζωή μας πρέπει νὰ κατατεθεῖ ὡς στεντόρεια πανορθόδοξη κραυγή στὴν ἐποχή μας. Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία καὶ ἐμπειρία εἶναι ἡ μόνη ποὺ μπορεῖ νὰ φωτίσει τὴ σύγχρονη πραγματικότητα καὶ γι’αὐτὸ ὀφείλει νὰ καταθέσει τὸν λόγο της καὶ πρὸς ἐπιστηριγμὸν τῶν πιστῶν καὶ ὡς μαρτυρία στὸν ὑπόλοιπο χριστιανικὸ κόσμο.
Γιὰ ὅλους τοὺς προαναφερθέντες λόγους, σᾶς καλῶ ὅλους μαζὶ ὡς τοπικὴ Ἐκκλησία, νὰ ξεκινήσουμε τὸ Νέο Ἐκκλησιαστικὸ Ἔτος ἐπαναλαμβάνοντας μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸν λόγο μας τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅπως αὐτὸ ἔχει ἐγκριθεῖ ἀπὸ τὴν Α΄ καὶ τὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ ὅπως ὁμολογεῖται ἔκτοτε καὶ γιὰ δεκαεπτά αἰῶνες ἀπὸ τὸ σῶμα τῶν Ὀρθοδόξων ἀπαράλλακτο. Ἀνάγκη νὰ τὸ ἐπαναλαμβάνουμε καθημερινὰ μέσα στὸ σύγχρονο πλαίσιο προβλημάτων, τάσεων, νοοτροπιῶν, καὶ ὡς ἔνδειξη τῆς διαχρονικότητος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ ὁμολογία ἀποτελεῖ καὶ ἀπάντηση στὸν σύγχρονο κόσμο.
Θεσσαλονίκη 30/8/2016
Πρός
τήν Ἱερά Σύνοδο
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Ἰ. Γενναδίου 14
115 21 Ἀθήνα
Κοινοποίηση:
Πρός ὅλους τούς Ἱεράρχες
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Μακαριώτατε Ἅγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐν ὄψει τῆς συγκλήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, θά ἤθελα νά θέσω ὑπόψη Σας μία μικρή «Τριλογία» μου, ἐπειδή πιστεύω, ὅτι θά μποροῦσενά συμβάλει κάπως στή στήριξη τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ «Τριλογία» αὐτή ἀναφέρεται στήν «Ὑπεραξία τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας», στήν «βάναυση κακοποίηση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας» καί στήν «ταύτιση τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Διοίκησή της».
Α΄. «Η ΥΠΕΡΑΞΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
Ἡ λεγόμενη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Κρήτης συγκλήθηκε, κατά τούς ἐμπνευστές καί διοργανωτές της, γιά νά ἐκφράσει τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά ὁ λόγος τῆς συγκλήσεως Πανορθοδόξου Συνόδου, γιά ἀνάδειξη τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἄγνωστος καί ξένος πρός τήν ἱστορία τῶν Συνόδων τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἀλήθεια τῶν πραγμάτων, πού προέκυψαν ἀπό αὐτήν τήν σύγκληση, ὄχι μόνον δέν δικαίωσαν τήν φιλόδοξη στοχοθεσία, ἀλλά ἀνέδειξαν καί τήν κεκαλυμμένη πονηρία τῶν διοργανωτῶν της. Ἄς δοῦμε, ὅμως, ποιά εἶναι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, κα-θεαυτήν, καί μέ ποιόν τρόπο τήν «διακήρυξε» ἡ συγκεκριμένη αὐτή «Σύνοδος».
Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς θεμελιώδης ἰδιότητά της, εἶναι δεδομένη ἀπό τήν ἴδια τήν φύση τῆς Ἐκκλησίας καί ἐκφράζει τήν αὐτοσυνειδησία της, ἡ ὁποία διατυπώθηκε ἱστορικά στόν Ὅρο - Ἀπόφαση τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (381), ὁ ὁποῖος ἀπετέλεσε καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.
Στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Ἄν, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Μία» –κατά τό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας- τότε, δέν μποροῦν, κατά κυριολεξία, νά ὑπάρχουν ἑτερόδοξες-αἱρετικές Ἐκκλησίες.
Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἰδιότητα τοῦ ἑνός σώματος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀπολύτως καί ἀμετακλήτως διασφαλισμένη ἀπό τήν Κεφαλή της, τόν Χριστό, διά τῆς συνεχοῦς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ’ αὐτήν ἤδη ἀπό τήν Πεντηκοστή.
Κατ’ ἀρχήν, πρέπει νά ποῦμε, ὅτι ἡ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Τρια-δικό Θεό καί μεταξύ τους –πού συνιστᾶ καί τόν ὑπέρτατο βαθμό ἑνότητας τῶν ἀνθρώπων- εἶναι ὁ κύριος καί οὐσιαστικός σκοπός τῆς ὅλης Θείας Οἰκο-νομίας, ἡ ὁποία ἐκφράστηκε διά τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καί εἰδικότερα διά τῆς ἐγκαθιδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας Του.
Ἡ Ἐκκλησία, ὡς μυστηριακό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ χαρισματικός χῶρος, ὅπου συγκροτεῖται, βιώνεται καί φανερώνεται ἡ ἑνότητα τῶν πιστῶν, ὡς εἰκόνα τῆς ἑνότητας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Κατά συνέπεια, οἱ θεολογικές καί ὀντολογικές προϋποθέσεις γιά τήν ἀναφορά τῶν πιστῶν στήν Τριαδική ἑνότητα βρίσκονται στήν ἵδρυση καί σύσταση τῆς Ἐκκλησίας, ὡς θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Χριστοῦ, στό ὁποῖο ἁρμόζονται οἱ πιστοί, ὡς ὀργανικά μέλη Του. Τήν ἀδιάπτωτη ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐγγυᾶται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὡς θεανθρώπινη Κεφαλή της.
Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, καθεαυτήν, εἶναι ἀδιάσπαστη ὀντολογικῶς καί φανερώνεται θεσμικῶς στήν πίστη, τήν λατρεία καί τήν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ τριπλῆ αὐτή ἑνότητα θεμελιώνεται στό τρισσό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ καί ἀντλεῖται ἀπό αὐτό: δηλαδή, τό προφητικό, τό ἀρχιερατικό καί τό βασιλικό. Κατά συνέπεια, οἱ τρεῖς αὐτές φανερώσεις τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας θά πρέπει νά θεωροῦνται ὡς ὀργανικά ἀλληλοεξαρτώμενες, ἀλληλοπεριχωρούμενες καί ἀδιάσπαστες συντεταγμένες τῆς μιᾶς καί πλήρους ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς συνόλου, παρέχεται μυστηριακῶς, συντηρεῖται ὅμως καί καλλιεργεῖται μέ τήν ἄσκηση τῶν θείων ἐντολῶν καί φανερώνεται, κατεξοχήν, εὐχαριστιακῶς. Ἑπομένως, ἡ ἑνότητα αὐτή δέν ὀφείλεται σέ προσόν τῆς φύσεώς μας, οὔτε πολύ περισσότερο εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς αὐτονομημένης δραστηριότητας τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ἀποτελεῖ καρπό καί δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού προκύπτει ἀπό τήν ἐκ μέρους τους οἰκείωση τῆς χαρισματικῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μόνο μέσα στό πλαίσιο τοῦ μυστηριακοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τῆς μίας καί μόνης Ἐκκλησίας Του. Καί τοῦτο, γιατί ἡ ἑνότητα αὐτή προϋποθέτει τήν ἄνωθεν, ἄκτιστη καί χαρισματική γέννηση καί θεραπεία τῆς ἀνθρώπινης φύσεως ἀπό τίς ὑπαρξιακές συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, διά τοῦ μυστηρίου τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἀλλά καί τήν δωρεά τῆς ἀκτίστου θείας Χάριτος καί ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διά τοῦ μυστηρίου τοῦ Ἁγίου Χρίσματος.
Ἔτσι, ἐγκαθίσταται ἀμετακλήτως ἡ ἐντός τῶν πιστῶν ἄκτιστη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὅμως παραμένει ἐνεργός μόνον ὑπό τήν προϋπόθεση τῆς ἀγαπητικῆς τηρήσεως τῶν θείων ἐντολῶν, ἀλλά καί τῆς ἀκατακρίτου μετοχῆς στά θεουργά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτή, ἀκριβῶς, ἡ ἐντός τῶν πιστῶν ἐνεργός Βασιλεία τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ καί τήν κατεξοχήν ὀντολογική ἑνότητα τῶν πιστῶν κατ’ ἀρχήν μέ τόν Τριαδικό Θεό καί στή συνέχεια μετα-ξύ τους, ἐπειδή τότε φανερώνεται ἡ χαρισματική –μυστηριακή οἰκείωση τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος- καί τότε γίνονται πρακτικῶς ἕνα Πνεῦμα μέ τόν Τριαδικό Θεό καί μεταξύ τους. Τότε, τό ἑνοῦν αὐτούς -ἡ ἑνοποιός, δηλαδή, δύναμη- εἶναι ἡ δωρηθεῖσα καί ἐνεργοῦσα χαρισματικῶς σ’ αὐτούς ἄκτιστη θεία ἀγάπη, ἡ θεία Δόξα καί Βασιλεία, ὅπως τήν ἔζησαν ἱστορικά οἱ πρόκριτοι τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν θεία Μεταμόρφωσή Του, καί ὅλοι μαζί μετά καί μόνιμα, κατά τήν Ἁγία Πεντηκοστή.
Ὁ τρόπος, λοιπόν, πραγματώσεως αὐτῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας δέν εἶναι κτιστός, ἀλλά ἄκτιστος. Καί αὐτό μᾶς τό διαβεβαιώνει ἡ σαρκωμέ-νη Ὑποστατική Ἀλήθεια, στήν Ἀρχιερατική Προσευχή. Ὁ πυρήνας τῆς Ἀρχιερατικῆς Προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ ἀφορᾶ τήν ἑνότητα, τόσο ὡς πρός τόν ὀντολογικό χαρακτῆρα της, ὅσο καί ὡς πρός τόν τρόπο οἰκειώσεώς της: «κἀγώ τήν δόξαν, ἥν δέδωκάς μοι, δέδωκα αὐτοῖς», λέγει ὁ Χριστός στόν Θεό Πατέρα, «ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν‧ ἐγώ ἐν αὐτοῖς καί αὐτοί ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσιν τετελειωμένοι εἰς ἕν, ἵνα γινώσκει ὁ κόσμος ὅτι σύ μέ ἀπέστειλας καί ἠγάπησας αὐτούς καθώς ἐμέ ἠγάπησας» (Ἰω. 17,22-23).
Μέ ἄλλα λόγια, ἡ ἄκτιστη Δόξα καί Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ εἶναι ὄχι μόνον ὁ τρόπος πραγματώσεως αὐτῆς τῆς Θεανθρώπινης ἑνότητας, ἀλλά καί τό μοναδικό πνευματικό «κλειδί» τῆς «ἄρρητης» βιώσεως καί τῆς «ἀπερινόητης» κατανοήσεώς της, ὡς φανερώσεως τῆς ἀκτίστου ἀγάπης τοῦ Θεοῦ Πατέρα, πού παρέχεται διά τοῦ Χριστοῦ καί οἰκειώνεται βιωματικῶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ βαθμός τῆς χαρισματικῆς ἑνότητας τῶν πιστῶν, ὡς κτιστῶν ὄντων, παραλληλίζεται -πάντοτε τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν- μέ τόν βαθμό τῆς κατά φύση ἀκτίστου ἑνότητας πού ἔχει ὁ Θεός Πατέρας μέ τόν Υἱό Του ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ἀπό τό παραπάνω Βιβλικό χωρίο προκύπτει, ὅτι ὁ σκοπός τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ γιά τούς πιστούς –κληρικούς, μοναχούς καί λαϊκούς, ἀγάμους καί ἐγγάμους- εἶναι ὁ ἴδιος ἀκριβῶς γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως καί στόν ἴδιο βαθμό. Εἶναι νά γίνουν ἕνα Πνεῦμα μέ τόν Τριαδικό Θεό καί μεταξύ τους, προκειμέ-νου νά φθάσουν «ἀφθάστως» τήν ἄκτιστη τελειότητα καί νά τήν γεύονται καί στήν παροῦσα ζωή, γιατί μόνον ἔτσι μποροῦν νά δίνουν ἐμπειρικά-βιωματικά τήν μαρτυρία τους γιά τήν τέλεια καί ἄκτιστη ἀγάπη Του καί νά παρέχουν θεοπειθῶς τήν ἱεραποστολή τους πρός τόν ἀλλοτριωμένο ἀπό τόν Θεό κόσμο.
Κατά συνέπεια, μόνο ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, δηλαδή μόνον ἀκτίστως, μποροῦμε νά γίνουμε ἕνα στήν Ἐκκλησία, γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού παίρνουμε χαρισματικῶς δι’ αὐτῆς, εἶναι ἄκτιστη πραγματικότητα. Διά τῆς ἀκτίστου αὐτῆς ἑνότητας καταξιώνεται στόν ὑπέρτατο βαθμό τόσο ἡ παροῦσα ὅσο καί ἡ μέλλουσα αἰώνια ζωή τῶν πιστῶν, ὡς σκοπός τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μέσα στήν μία καί μόνη Ἐκκλησία Του. Στό πλαίσιο αὐτό τῆς χαρισματικῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, δέν ἔχουν καμμία ὑπαρξιακή θέση οἱ ραφιναρισμένες εἰδωλοποιήσεις οὔτε τῶν ἐγγάμων (συζύγων καί παιδιῶν) οὔτε τῶν ἀγάμων –κληρικῶν ἤ μοναχῶν- σέ ὁποιαδήποτε πρόσωπα ἤ θεσμούς. Γι’ αὐτό, ἄν κάποια μορφή ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας συμβαίνει νά εἰδωλοποιεῖται καί νά ἐμφανίζονται ὡς λάτρεις της κληρικοί ὅλων τῶν βαθμῶν καί λαϊκοί, τοῦτο σημαίνει, ὅτι αὐτή ἡ μορφή ἑνότητας εἶναι κτιστή καί αὐτονομημένη ἀπό τήν Ἐκκλησία, καθεαυτήν, γι’ αὐτό καί εἶναι, σαφῶς, ἀπόβλητη, ὡς ξένη πρός τόν χαρακτῆρα της.
Ἡ τέλεια καί χαρισματική ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας νοεῖται καί φανερώνεται στήν πράξη, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὡς συμφωνία στό φρόνημα –τήν πίστη-, ἀλλά καί ὡς συμφωνία στήν ἐσωτερική διάθεση – τήν ἀγάπη. Πρωτίστως, ὅμως, ἡ ἑνότητα προϋποθέτει τό ἴδιο -ἑνιαῖο φρόνημα. Μάλιστα, ἡ ὁμοφροσύνη εἶναι αὐτή πού, πρακτικῶς, ἐγγυᾶται τήν ἑνότητα, ἐνῶ ἡ ἀγάπη –κατά τόν ἴδιο Πατέρα –προκύπτει ἀπό τήν ὀρθή πίστη (PG 62, 509). Γι’ αὐτό ἀκριβῶς, ἡ «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» δοξολογία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στή θεία Λατρεία προϋποθέτει ὄχι μόνο τήν πίστη, ἀλλά ἀπαραιτήτως καί μία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωή, ἡ ὁποία εἶναι, κατεξοχήν, ζωή γνήσιας καί ἄκτιστης ἀγάπης. Μέ αὐτές τίς βιωματικές προϋποθέσεις, ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς συνόλου, καί ἡ ἑνότητα τῶν πιστῶν, ὡς μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν καί τήν ὁρατή φανέρωσή τους στήν Εὐχαριστιακή Σύναξη, στό πλαίσιο τῆς Θείας Λατρείας.
Ἀπ’ ὅσα λέχθηκαν παραπάνω, φρονοῦμε, ὅτι γίνεται σαφές καί ἀπόλυτα κατανοητό, ὅτι εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατη -ὀντολογικῶς καί πρακτικῶς- ἡ ἑνότητα μέ τούς καταδικασθέντες, ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους, αἱρετικούς, χωρίς τήν ἐν μετανοίᾳ καί τήν κατά τούς Ἱερούς Κανόνες ἔνταξή τους στήν Μία καί μόνη, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία. Γι’ αὐτό καί εἶναι προφανές, ὅτι ἡ ἀπροϋπόθετη καί αὐθαίρετη «ἐκκλησιαστικοποίηση» τῶν αἱρετικῶν, ἀπό τή λεγόμενη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Κρήτης, εἶναι ἐκκλησιαστικῶς ἀπαράδεκτη, ἄκυρη καί ἀνίσχυρη, καί συνιστᾶ πνευματική μοιχεία, τήν ὁποία, κατά τήν Παλαιά Διαθήκη, βδελύσσεται ὁ Θεός, ὡς Θεός «ζηλωτής». Ἡ ἐν λόγῳ ἀντι-Κανονική «ἐκκλησιαστικοποίηση» δέν δεσμεύει ἐπ’ οὐδενί, ἐκκλησιαστικῶς, κανέναν Ὀρθόδοξο πιστό, ὁ ὁποῖος θέλει νά παραμένει -ὡς κυριολεκτικά πιστός- στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, «ἑπόμενος» –μέ τό συγκεκριμένο αὐτό τρόπο – «τοῖς ἁγίοις Πατράσι».
Β΄. «Η ΒΑΝΑΥΣΗ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
Οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστές –Πατριάρχες, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς καί λαϊκοί θεολόγοι- ἀναφερόμενοι κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες, ὅλως παραπλανητικῶς στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, κάνουν –κατά κόρον- παράχρηση τῆς Ἀρχιερατικῆς Προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ καί εἰδικότερα τοῦ ἐπίκεντρου αὐτῆς: «ἵνα ὦσιν ἕν».
Ἡ συστηματικήπροσπάθεια,ὅμως, γιά μιά βάναυση κακοποίηση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ἄρχισε ἤδη ἀπό τό 1961, πρίν πενήντα πέντε χρόνια, μέ τίς Προσυνοδικές Διασκέψεις.
Ἔτσι, ἡ δογματικοῦ χαρακτῆρα ἀπόφαση τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς ξαφνικό καί βαρύτατο θεολογικό ἀτόπημα, ἀλλά προσχεδιασμένο καί συστηματικά προωθούμενο πολυχρόνιο σκοπό, ἀπό τούς ἐκφραστές τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐντός τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἡ «Σύνοδος» αὐτή ἐπέλεξε ὅ,τι ἀνώτερο καί ἁγιώτερο στήν Ἐκκλησία -τήν ἀρραγῆ καί ἁγιοπνευματική ἑνότητά της- καί τήν βεβήλωσε ἐν ὀνόματι τῆς ὑπερασπίσεως καί τῆς διακηρύξεώς της. Παράλληλα, μέ τίς Προσυνοδικές, τίς Συνοδικές διαδικασίες –μέ βάση τόν Κανονισμό Λειτουργίας τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης- ἀλλά καί ὅλες τίς συμπαρομαρτοῦσες ἐνέργειες, κακοσυ-στήθηκε ἀνεπίτρεπτα τό ἁγιοπνευματικό, Συνοδικό, πολίτευμα τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας.
Συγκεκριμένα, στή Σύναξη τῶν Προκαθημένων καί τῶν ἐκπροσώπων τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν στό Σαμπεζύ τῆς Ἑλβετίας, ἀλλά καί στή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, κυριάρχησε, μέ παραπλανητικό τρόπο, ὡς προμετωπίδα, ἡ ἀπατηλή προβολή τῆς ὑπέρτατης ἀξίας τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς προηγουμένως νά προσδιοριστεῖ -μέ κάθε θεολογική ἀκρίβεια- ἡ ὀρθή νοηματοδότηση τοῦ ὅρου «ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας», ὅπως ἀντίστοιχα ἔγινε ἀπό τούς Ὀρθόδοξους Οἰκουμενιστές καί μέ τόν ὅρο «ἀγάπη».
Προβλήθηκε συστηματικά ἡ ἀπροσδιόριστη θεολογικά ἑνότητα, καί παράλληλα, ἀφοῦ ἀπολυτοποιήθηκε, αὐτονομήθηκε καί εἰδωλοποιήθηκε, καλλιεργήθηκε ψυχολογικά τό φόβητρο τῆς διαιρέσεως, μέ τό σλόγκαν: «Νά μή διασπαστοῦμε», μέ ἀποτέλεσμα νά κυριαρχήσει ἡ παπική ἀντίληψη περί τοῦ «Πρώτου» καί νά προωθηθοῦν οἱ προσχεδιασμένες ἀνεπίτρεπτες ὑποχωρήσεις καί οἱ δογματικές ἐκπτώσεις, γιά νά υἱοθετηθεῖ ἄκριτα, ἀπό τούς «λάτρεις» της, ὡς πανάκεια, ἡ «φιλάδελφη»,ὄχι ὅμως καί φιλόθεη, Οἰκουμενιστική θεώρηση τῆς ἑνότητας. Προέβαλαν τήν ἀνώτατη ὑπεραξία τῆς Ἀρχιερατικῆς Προσευχῆς, ἑστιάζοντας αὐτονομημένα καί ἀπροϋπόθετα στήν συμπύκνωση τοῦ περιεχομένου τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, τήν ὁποία ἐκφράζει ἡ Βιβλική ρήση: «ἵνα ὦσιν ἕν», καί τήν κακοποίησαν, ὅπως καί οἱ ἑτερόδοξοι Ρωμαιοκαθολικοί καί Προτεστάντες. Προέβαλαν δηλαδή μιά ἑνότητα, οὐσιαστικά γενικόλογη, ἀθεολόγητη καί κυρίως χωρίς προϋπο-θέσεις. Ἔτσι, οἱ συνελθόντες στήν Κρήτη Ἀρχιερεῖς, ὡς μή «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καί Ἀληθείᾳ» κινούμενοι, δέν ὀρθοτόμησαν τόν «λόγο τῆς Ἀληθείας», γιατί, ἐν ὀνόματι τῆς κακῶς νοουμένης ἑνότητας, ἔκαναν ἐκπτώσεις στό δόγμα.
Ἀκόμη εἰδικότερα, στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης ἐπιχειρήθηκε νά καθιερωθεῖ θεσμικά μία νέα, παράδοξη, διπλῆ Ἐκκλησιολογία, ἀφοῦ οὐσιαστικά παραμερίστηκε ἡ θεωρητικά πάντοτε ἀποδεκτή ὀντολογική ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἑνότητα τοῦ πληρώματός της ἐν Χριστῷ καί ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι μέ τόν Θεό Πατέρα.
Στήν πραγματικότητα, δηλαδή, μέ τήν ψήφιση τοῦ Στ΄ Κειμένου προέκυ-ψε ἀπό τούς ἑτεροζυγοῦντες δέκα Προκαθημένους, ἕνα ἑτερογενές «ἀποκύημα», ἕνας «τραγέλαφος», ἕνα «τέρας». Τοῦτο ἔγινε μέ τήν ἄμικτη μίξη τῆς Ὀρθόδοξης καί τῆς ἑτερόδοξης Ἐκκλησιολογίας, ἀφοῦ θεωρήθηκαν ὡς Ἐκκλησίες οἱ ἑτερόδοξοι, δηλαδή οἱ καταδικασθέντες αἱρετικοί ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
Οἱ ψηφίσαντες Ἀρχιερεῖς ἀποδέχθηκαν ἀβασάνιστα –θεολογικῶς καί πνευματικῶς– τούς αἱρετικούς, ὡς Ἐκκλησίες. Ἐμφανίστηκαν νά ἀποδέχονται –θεωρητικά– τήν ὀντολογική ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί πα-ράλληλα ἀναγνώρισαν «ἐκκλησιαστικότητα» καί στούς αἱρετικούς. Ἔτσι, εἰσηγήθηκαν μιά ἑτεροδιδασκαλία –μιά κακόδοξη Ἐκκλησιολογία. Υἱοθέτησαν στήν πράξη τήν μετα-πατερική θεολογία καί τήν θεολογική διγλωσσία. Ἀντί τοῦ Βιβλικοῦ, τό «ναί, ναί» καί τό «οὔ, οὔ» (Μθ. 5,37), δέχθηκαν τό «ναί» καί «ὄχι» τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τήν θεολογικά καί πνευματικά ἀπαράδεκτη καί βέβηλη κοινωνία τοῦ «φωτός» μέ τό «σκότος» (Βλ. Β΄ Κορ. 6,14).
Ἀλλά, μέ τήν ἀνεπίτρεπτη –θεολογικά καί πνευματικά– διγλωσσία καί τήν διπλῆ Ἐκκλησιολογία, πού εἰσηγοῦνται οἱ ψηφίσαντες Ἀρχιερεῖς στό Στ΄ Κείμενο, ὑπονομεύεται καί νοθεύεται ὁ χαρακτήρας τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἀνοίγεται διάπλατα ἡ «πόρτα» σέ κάθε Χριστιανική αἵρεση, νομιμοποιεῖται θεσμικά ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί ἀλλοιώνεται στήν πράξη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία, πού ὁριοθετήθηκε –μέ κάθε θεολογική ἀκρίβεια– στόν Ὅρο καί Σύμβολο τῆς Πίστεως τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Οἱ συνελθόντες Ἀρχιερεῖς στήν Κρήτη -ἀβασάνιστα καί ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ, κινούμενοι μέ ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐλαυνόμενο «φιλάδελφο» κίνητρο- ψήφισαν μιά νόθη ἐκκλησιαστική ἑνότητα, πού νοεῖται ὡς σύνθεση τῆς διαχρονικῆς ἁγιοπνευματικῆς, χαρισματικῆς ἐμπειρίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τήν αἱρετικοῦ χαρακτῆρα ἑνότητα, πού εἰσηγοῦνται τά πονηρά πνεύματα τῆς πλάνης.
Ἔτσι, στή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης ἀποκαλύφθηκε τό ὑπᾶρχον ἤδη σοβαρό ἔλλειμμα τῶν κριτηρίων γιά τό Ὀρθοδόξως καί ἀπλανῶς θεολογεῖν. Ἀποδείχθηκε, ἐμπειρικῶς, ὅτι οἱ ψηφίσαντες δέν ἔχουν τό θεμελιῶδες –γιά τόν πνευματικό ἡγέτη– ἁγιοπνευματικό χάρισμα τῆς διακρίσεως τῶν πνευ-μάτων. Καί τοῦτο, γιατί ἔκαναν σύγχυση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων, ἀφοῦ δέν διέκριναν –πρακτικῶς– τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού διέπει τό Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τά ἀκάθαρτα πνεύ-ματα, πού κυριαρχοῦν στίς αἱρέσεις.
Λαμβάνοντας, σοβαρά, ὑπόψη τήν «συνοδική» διαδικασία, ἀλλά καί τό ἀποτέλεσμα τῆς ψηφοφορίας, κατανοοῦμε σαφῶς, –μέ πόνο ψυχῆς– ὅτι οἱ ψηφίσαντες Ἀρχιερεῖς δέν ἔβλεπαν πρός τόν Χριστό, ἀλλά πρός τόν «Πρῶτο». Ἔτσι, δέν μπόρεσαν νά ἐνεργήσουν ὡς Συν-Οδικοί, κατά κυριολεξία, ἀφοῦ δέν ἦσαν –πρακτικά– «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι», τόσο στή διαδικασία τῆς Ὁδοῦ, ὅσο καί στό περιεχόμενο τῆς Ὑποστατικῆς Ὁδοῦ. Αὐτό τεκμαίρεται, ἀδιαμφισβήτητα καί κατεξοχήν, ἀπό τό ἀποτέλεσμα τῆς ψηφοφορίας.
Τεράστια εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική εὐθύνη, ὄχι μόνον ἐκείνων τῶν Ἀρχιερέων, πού ὡς «Συνοδικοί» Ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν Κρήτη, δέχτηκαν -ἀδιαμαρτύρητα καί ἐνυπογράφως- τήν εἰσήγηση τοῦ Προκαθημένου τους, ἀλλά καί τῶν μή συμμετασχόντων Ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι ἀποδέχτηκαν παθητικά καί δέν ἀντέδρασαν, ἕως σήμερα, στίς ἐσφαλμένες ἀποφάσεις καί εἰδικότερα στήν παραβίαση τῆς συνοδικῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Πρακτικῶς, οἱ ψηφίσαντες Ἀρχιερεῖς ἐμφανίστηκαν νά ἐπιδιώκουν νά ἀρέσουν στούς νομιζόμενους προϊσταμένους (Προκαθημένους) τους, καί ὄχι σέ Ἐκεῖνον (στόν Παράκλητο), πού τούς χειροτόνησε, ὡς ἰσοτίμους Ἀρχιερεῖς. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἀποκαλύφθηκε ὁ ὑφέρπων Παπισμός τῶν ψηφισάντων Ἀρχιερέων. Κατά ἐπιστημονική ἀκρίβεια, θά λέγαμε, ὅτι ἐδῶ ἔχουμε «μετάλλαξη» τοῦ Παπικοῦ Πρωτείου, μέ τήν ἐπίφαση τῆς Συνοδικότητας, ἀφοῦ αὐτή ἡ Συνοδικότητα δέν λειτούργησε μέ βάση τίς Ὀρθόδοξες προδιαγραφές της. Στή «Σύνοδο» ἐμφανίστηκε ἕνα συλλογικό Πρωτεῖο τῶν Προκαθημένων τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν. Οἱ ἐπιμέρους εἰκοσιτέσσερεις Ἀρχιερεῖς τῆς κάθε Τοπικῆς Ἐκκλησίας ἀκινητοποιήθηκαν –πρακτικῶς– μή ἔχοντας δικαίωμα ψήφου. Βέβαια, ἡ παπικοῦ τύπου μετάλλαξη τῆς λειτουργίας τοῦ Πρώτου ἐμφανίστηκε ἤδη –πρακτικῶς– στίς Προσυνοδικές Διασκέψεις, γιά χάρη τῆς ἐσφαλμένης θεωρήσεως τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας.
Τό ὅλως -σκανδαλωδῶς-προκλητικό καί ταυτόχρονα τραγικό εἶναι, ὅτι καί σήμερα ὁρισμένοι ἀπό τούς μή μετασχόντες Ἀρχιερεῖς στή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης -ἔχοντας ἐσφαλμένη θεώρηση γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἐνδιάφερονται διακαῶς νά μή διασπαστοῦν μεταξύ τους καί μέ τόν Προκαθήμενό τους, ὡς «φιλάδελφοι», ἀλλά δέν ἀνησυχοῦν καθόλου -φιλοθέως- γιά τό σοβαρότατο πλῆγμα τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ἐξαιτίας τῆς υἱοθετήσεως τῆς διπλῆς Ἐκκλησιολογίας τους, μέ τήν ἀπαράδεκτη «ἐκκλησιαστικοποίηση» τῶν καταδικασμένων καί ἀμετανοήτων αἱρετικῶν.
Στήν πραγματικότητα, ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης ὄχι μόνο δέν λειτούργη-σε στήν κατεύθυνση τῆς ἐκφράσεως τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὑποτίθεται ὅτι στόχευε, ἀλλά ἀποδόμησε καί τήν ὑπάρχουσα ἕως τότε ἑνότητα μεταξύ τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καί μεταξύ τῶν Ἐπισκόπων, πού τίς ἀντιπροσώπευσαν. Αὐτό ἔγινε σαφές ἀπό τήν μή συμμετοχή στή «Σύνοδο» αὐτή τεσσάρων Πατριαρχείων (Ἀντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας καί Γεωργίας), τά ὁποῖα ἀριθμοῦν συντριπτικά περισσότερους πιστούς ἀπ’ ὅσους ἀριθμοῦν οἱ δέκα Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, πού ἀντιπροσωπεύτηκαν σ’ αὐτήν. Ἡ ἀποδόμηση ὅμως τῆς ἐπιδιωκόμενης ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας ἔγινε καί ἐκφράστηκε, πρακτικῶς, καί ἀπό τούς μή ὑπογράψαντες Ἀρχιερεῖς τό Στ΄ Κείμενο.
Στή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης ἔγιναν ἀποδεκτά «δύο μέτρα καί δύο σταθμά», ὡς μέσο ἐξυπηρετήσεως τῆς κακῶς νοουμένης ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, ὅπως αὐτά λειτούργησαν στίς περιπτώσεις τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν τῆς Σερβίας καί τῆς Ἑλλάδος. Συγκεκριμένα, ὁ Προκαθήμενος τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας ἐψήφισε τό Στ΄ Κείμενο, ἐκφράζοντας τήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας του, ἐρχόμενος ὅμως σέ ἀντίθεση μέ τήν πλειοψηφία (17 ἀπό τούς 24) τῶν Συνοδικῶν του, ἐνῶ ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀδιαφόρησε γιά τήν ὁμόφωνη συνοδική ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας του καί ψήφισε ἀντίθετα πρός αὐτήν, γιά χάρη τῆς κακῶς νοουμένης ἑνότητας. Ψήφισε, δηλαδή, γιά μιά ἑνότητα, αὐτονομημένη ἀπό τήν συνοδική ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας του. Στήν ἐνέργειά του αὐτή ἐνισχύθηκε ἀπό τήν ἀσυνεπῆ, πρός τήν ὁμόφωνη συνοδική ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας, ὑπογραφή τοῦ Κειμένου ἀπό τούς 23 συνοδικούς Ἀρχιερεῖς, μέ λαμπρή ἐξαίρεση τοῦ 24ου Ἐπισκόπου τῆς ἀντιπροσωπείας του.
Ἀλλά καί ἡ περίπτωση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου δέν ἦταν καλύτερη, ἀφοῦ ὁ Προκαθήμενός της –μετά τήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης– κάκισε τήν στάση τῶν διαφωνησάντων τεσσάρων Ἀρχιερέων, πού δέν ὑπέγραψαν τό Στ΄ Κείμενο, καί ὅλως αὐθαιρέτως –παρά πᾶσαν διοικητικήν καί πνευματικήν δεοντολογίαν– ὑπέγραψε ἀντ’ αὐτῶν, γιά χάρη τῆς κακῶς νοουμένης ἑνότητας, πρᾶγμα πού συνιστᾶ ὄχι μόνον παπική νοοτροπία καί ἀνεντιμότητα ἐκκλησιαστικοῦ ἄνδρα, ἀλλά καί πράξη ποινικῶς διώξιμη.
Ἔτσι, ἡ πανηγυρική διάψευση τοῦ στόχου γιά τήν ἔκφραση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας, πού τέθηκε καί ὡς σκοπός συγκλήσεως τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» στήν Κρήτη, ἔγινε –στήν πράξη– μέ τή μή συμμετοχή τεσσάρων Πατριαρχείων, τήν κραυγαλαία διαμυστηριακή ἀκοινωνησία δύο Πατριαρχείων (Ἱεροσολύμων καί Ἀντιοχείας), τήν θεσμικά ἀσυνεπῆ ψήφιση τοῦ Στ΄ Κειμένου ἀπό τόν Προκαθήμενο μιᾶς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας (Ἑλλάδος), τήν μή ὑπογραφή τοῦ ἐπίμαχου δογματικοῦ περιεχομένου Κειμένου ἀπό σημαντικό ἀριθμό συμμετασχόντων Ἀρχιερέων, καί τέλος, μέ τήν μή συμμετοχή ὅλων τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας.
Γιά τούς παραπάνω θεολογικούς λόγους, ἡ ἐκκλησιολογική εὐθύνη τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, συνολικῶς, εἶναι ἐξαιρετικά σοβαρή καί μεγάλη. Εὐτυχῶς, τό εὐλαβές ἐκκλησιαστικό πλήρωμα παραμένειπιστό στήν Ἐκκλησιολογία τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου –«ἑπόμενο τοῖς ἁγίοις Πατράσι»– καί ἀπορρίπτει κα-τηγορηματικάτήν διπλῆ Ἐκκλησιολογία, τήν ὁποία εἰσηγήθηκε καί ψήφισε ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης, νομιμοποιώντας ἔτσι «θεσμικά» τό καρκίνωμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στό «ἄσπιλο» σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Εἰδικότερα, οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὀφείλουν νά πά-ρουν ὑπεύθυνα θέση, καταρχήν προσωπικά, ἀλλά καί κατόπιν συλλογικά, στήν ἑπόμενη Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, ἔναντι κυρίως τοῦ Στ΄ Κειμένου, μέ τήν ψήφιση τοῦ ὁποίου ἀναγνωρίστηκαν οἱ αἱρετικοί ὡς Ἐκκλησίες, στή «Σύνο-δο» τῆς Κρήτης. Ἀλλά καί τό εὐλαβές πλήρωμα, ὡς φύλακας τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας (Σύνοδος τοῦ 1848), ἀναμένει τίς δέουσες ἐξηγήσεις, γιά ποιό λόγο δηλαδή, δέν ἐκπροσωπήθηκε ἡ ὁμόφωνη ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τόν Προκαθήμενό της. Πολύ περισσότερο ἀναμένει ἀπό τήν Ἱεραρχία νά καταδικάσει τήν διπλῆ, αἱρετική, συγκρητιστική καί Οἰκου-μενιστική Ἐκκλησιολογία τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης.
Ὡς πιστοί, ἀναμένουμε –στή συνέχεια– νά ἀναληφθοῦν πρωτοβουλίες καί σέ συνεργασία μέ τά τέσσερα Πατριαρχεῖα, πού δέν ἔλαβαν μέρος στή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, νά συγκληθεῖ -μελλοντικῶς- μιά Πανορθόδοξη Σύνο-δος, γιά νά ἀποκαταστήσει, μέ τό μεῖζον κῦρος της –ἐπίσημα καί θεσμικά– τήν διασαλευθεῖσα ἐκκλησιαστική ἑνότητα, νά καταδικάσει τήν διπλῆ Ἐκκλησιολογία τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, καί νά δημοσιοποιήσει τά Πρα-κτικά τῆς ἀμφισβητούμενης «Συνόδου».
Τέλος, ἐπιθυμοῦμε νά κλείσουμε μέ μία ρεαλιστική αἰσιοδοξία. Φρονοῦμε, ὅτι μέ ὅσα γράφουμε, παραμένουμε –«ὡς ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι»– μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, καί κατά συνέπεια παραμέ-νουμε μέ τόν παρόντα και τόν ἐσχατολογικό Νικητή. Βέβαια, μέ δεδομένη τήν ἀδιαμφισβήτητη Βιβλική καί Πατερική Ἀλήθεια, ὅτι ὁ εἰσηγητής ὅλων τῶν αἱρέσεων εἶναι ὁ διάβολος, εἶναι βέβαιο, ὅτι ὁ πονηρός νόμισε πρός τό παρόν πώς πέτυχε ἐξαιρετικά μεγάλη νίκη κατά τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, ἀφοῦ δι’ αὐτῆς –μέ τό Στ΄ Κείμενό της– «ἀναγνωρίστηκαν» ὅλες οἱ Χριστιανικές αἱρέσεις, ὡς Ἐκκλησίες. Καί, προφανῶς, ἔχει κάθε λόγο νά πανηγυρίζει σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ δέν ὑπῆρξε ποτέ μιά τέτοια «Σύνοδος» στήν Ἱστορία της, πού νά νομιμο-ποιήσει θεσμικά ὅλες μαζί τίς αἱρέσεις διά μιᾶς, πρᾶγμα πού προκαλεῖ βαθύτατη θλίψη καί ὀδύνη στούς πιστούς ἐκείνους, πού συμβαίνει νά πληροφοροῦνται καί νά κατανοοῦν καλῶς τά συμβαίνοντα στήν Ἐκκλησία τους.
Παρά ταῦτα, ὅμως, εἶναι ἀπολύτως βέβαιο, ὅτι ἡ χαρά του ἤδη μεταβάλλεται σέ βαρειά θλίψη. Καί τοῦτο, γιατί τό εὐλαβές πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, κινούμενο ἀπό ἔλλογη ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, διαχρονικά, καί ὄχι ἄκριτα στήν Διοίκησή της, ἐξαιτίας τῆς ὑπαρξιακά βιούμενης μετάνοιας, τῆς ἀσκητικῆς ἡσυχίας καί τῆς προσευχῆς, δέν πρόκειται νά ἀποδεχτεῖ ποτέ αὐτήν τήν «Σύνοδο». Ἔτσι, ἀκυρώνει –στήν πράξη– τήν ἐπαίσχυντη –θεολογικῶς καί πνευματικῶς– ἀπόφαση τῆς «ἐκκλησιαστικοποίησης» τῶν αἱρέσεων.
Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης γιά τήν συνείδηση τοῦ εὐλαβοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὡς μή γενομένη.
Γ΄. «ΤΑΥΤΙΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ»
Ἡ «Σύνοδος»τῆς Κρήτης, ὡς γνωστόν, δέν ἀναφέρθηκε –διαχρονικά- στίς προηγούμενές της Οἰκουμενικές ἤ Πανορθόδοξες Συνόδους, οὔτε καί καταδίκασε καμία ἀπό τίς προγενέστερα καταδικασμένες αἱρέσεις, οὔτε βέβαια καί κάποια ἀπό τίς σύγχρονες, πρᾶγμα πού συνιστᾶ «πρωτότυπη» παραφωνία στήν Ἱστορία τῶν Συνόδων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ὅλως παραδόξως, ὅμως, ἡ «Σύνοδος» αὐτή ἀπειλεῖ ὅσους ἀπό τούς Ὀρθοδόξους θά ἀντιδράσουν στίς ἀποφάσεις της.
Ἐπιπροσθέτως, ἡ παραπάνω «Σύνοδος» κάνει ἀνεπίγνωστη σύγχυση ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία, καθεαυτήν, -ὡς Θεανθρωπίνου μυστηριακοῦ σώ-ματος τοῦ Χριστοῦ- καί τήν Διοίκησή της.
Γιά τό σοβαρότατο αὐτό θέμα θά σημειώσουμε –μέ κάθε δυνατή συντομία- τά ἑξῆς σημαντικά, ἀπό Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογική ἄποψη.
Ἡ πρόσφατη ἐκκλησιολογική ἐκτροπή τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης κατέδειξε, γιά μία ἀκόμη φορά, αὐτό πού εἶναι ἤδη καταγεγραμμένο στήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία. Κατέδειξε, δηλαδή, ὅτι τό Συνοδικό Σύστημα ἀπό μόνο του δέν διασφαλίζει μηχανιστικά τήν ὀρθότητα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Αὐτό γίνεται μόνο, ὅταν οἱ Συνοδικοί Ἐπίσκοποι ἔχουν μέσα τους ἐ-νεργοποιημένο τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τήν Ὑποστατική Ὁδό, τό Χριστό δηλαδή, ὁπότε ὡς Συν-Οδικοί (ὡς αὐτοί δηλαδή πού πηγαίνουν ἐπί τῆς Ὁδοῦ πού εἶναι ὁ Χριστός, μαζί μέ τόν Χριστό) εἶναι στήν πράξη καί «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι».
Ὅπως ἀποδείχθηκε, δυστυχῶς, αὐτό δέν εἶναι καθόλου αὐτονόητο στίς μέρες μας. Γι’ αὐτό καί εἶναι λανθασμένο τό ἐπιχείρημα πού προβάλλεται κατά κόρον τόσο ἀπό πιστούς ὅσο καί ἀπό Ἱερεῖς καί Ἐπισκόπους, ὅτι θά πράξουμε «ὅ,τι πεῖ ἡ Ἐκκλησία» ἤ «περιμένουμε τήν ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας», ἐννοώντας συνήθως καί ἄκριτα τήν ὁποιαδήποτε ἀπόφαση τῆς Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας καί ἀγνοώντας, ὅτι ὑπάρχει σαφής διάκριση ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία, καθεαυτήν, -ὡς Θεανθρωπίνου μυστηριακοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ- καί τήν Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἐκφράζει πράγματι τήν Ἐκκλησία, μόνον ὅμως ὑπό συγκεκριμένες καί σαφεῖς προϋποθέσεις.
Τήν Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας συνιστοῦν οἱ Ἐπίσκοποι στήν Ἐπισκοπή τους καί οἱ Σύνοδοι τῶν Ἐπισκόπων σέ Τοπικό ἤ Πανορθόδοξο ἐπίπεδο. Αὐτοί μαζί μέ τούς πρεσβυτέρους τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν καί τόν εὐσεβῆ λαό συναποτελοῦν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Κατά συνέπεια, δέν μπορεῖ ὁ Ἐπίσκοπος νά ἀγνοεῖ τούς πρεσβυτέρους καί τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό ἀποδεικνύεται καί ἱστορικῶς. Στήν Α΄ Ἀποστολική Σύνοδο- ὅπου Πρῶτος καί Πρόεδρος δέν ἦταν ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἀλλά ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος- ἐκφράστηκε ἡ Συνοδική Ἀλήθεια «σύν ὅλῃ τῇ Ἐκκλησίᾳ»: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν». Τό «ἡμῖν» δέν ἦταν ἁπλῶς μόνον οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλά καί «οἱ σύν αὐτοῖς», δηλαδή οἱ Πρεσβύτεροι, «σύν ὅλῃ τῇ Ἐκκλησίᾳ». Καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία εἶναι καί ὁ ἁπλός λαός. Ἀλλά καί στήν περίπτωση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ θεολογική θέση ἑνός νεαροῦ Διακόνου, τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ἐξέφρασε τήν ὅλη Ἐκκλησία.
Κατά συνέπεια, καί αὐτή ἡ ὀρθότητα καί Οἰκουμενικότητα μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου κρίνεται ἀλαθήτως ἀπό τό πλήρωμα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καί εἰδικότερα ἀπό τήν γρηγοροῦσα δογματική συνείδηση τοῦ εὐλαβοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία (συνείδηση) στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τό μόνο ἑρμηνευτικό «κλειδί» γιά τήν διαπίστωση τῆς γνησιότητας τοῦ φρονήματός της.
Κι ὅταν λέμε δογματική συνείδηση, ἐννοοῦμε τήν πνευματική γνώση, πού γεννιέται –χαρισματικῶς– στήν καρδιά τῶν πιστῶν ἀπό τήν ἁγιοπνευματική ἄκτιστη Χάρη τοῦ ἐνεργοποιημένου Ἁγίου Χρίσματός τους. Εἶναι ἡ συμπυκνωμένη πνευματική ἐμπειρία μέσα στήν Ἐκκλησία, τό λειτουργοῦν δηλαδή μέσα μας Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο λάβαμε. Καί αὐτή εἶναι ἡ μοναδική ἰσότητα μεταξύ τῶν ἀνθρώπων μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, καί ἡ δογματική συνείδηση τῶν πιστῶν εἶναι τελείως ἀνεξάρτητη ἀπό τήν κατά κόσμον μόρφωσή τους καί ἀπό τήν ἐνδεχόμενη διανοητική ἤ μή διανοητική ἐνασχόλησή τους. Ὅταν, λοιπόν, αὐτή ἡ δογματική συνείδηση τῶν μελῶν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐνεργοποιημένη, ἀναδεικνύεται σέ ὑπέρτατο κριτήριο τῆς ἀληθείας.
Ἕνα γεγονός, πού προκύπτει ἀπό τήν ἴδια τήν φύση τῆς Ἐκκλησίας καί μαρτυρεῖται ἀδιάψευστα ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία, εἶναι ὅτι ὑπῆρξαν ὄχι μόνον Πατριάρχες, Μητροπολίτες καί Ἐπίσκοποι αἱρετικοί, ἀλλά καί Πανορθόδοξοι Σύνοδοι, πού –ἐνῶ συνιστοῦν τό ἀνώτατο Διοικητικό ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας- ἀπορρίφθηκαν ἀπό τήν συνείδηση τοῦ πληρώματός της καί χαρακτηρίσθηκαν Ψευδοσύνοδοι ἤ Ληστρικές Σύνοδοι.
Κι αὐτό, γιατί στά δογματικά θέματα ἡ ἀλήθεια δέν βρίσκεται στήν πλειονοψηφία τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων. Ἡ ἀλήθεια, καθεαυτήν, εἶναι πλειοψηφική.Δηλαδή καί ἕνας ὅταν τήν ἐκφράζει, αὐτή πλειοψηφεῖ, ἔναντι τῶν ἑκατομυρίων καί δισεκατομυρίων ἄλλων ψήφων, πού εἶναι ἀντίθετες. Γιατί ἡ Ἀλήθεια στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι ἰδέα, δέν εἶναι ἄποψη. Εἶναι Ὑποστατική. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό, καί ὅσοι διαφωνοῦν μέ αὐτήν, ἀποκόπτονται ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ καθαιροῦνται καί ἀφορίζονται, κατά περίπτωση.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι τό ἴδιο τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, τό Ὁποῖο λειτουργεῖ καί ἐκφράζεται καί μέ μεμονωμένα πρόσωπα. Αὐτό τό ἔδειξε χαρακτηριστικά ἡ ἱστορία στό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, καθώς καί τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦστήν ψευδοσύνοδο τῆς Φλωρεντίας, οἱ ὁποῖοι ἤτανε μονάδες, ἔναντι τῆς κυριαρχίας τῆς πλειοψηφίας.
Ἀποδεικνύεται ἐδῶ, πώς ἕνας ἄνθρωπος ἔδωσε τήν ἀπάντηση τῆς Ἐκκλησίας καί τόν δικαίωσε ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία καί ἁγίασε σέ σχέση μέ ὅλους τούς ἄλλους, τόν Αὐτοκράτορα, τόν Πατριάρχη καί ὅλους τούς ἄλλους πού συμμετεῖχαν, καί οἱ ὁποῖοι δέν ἐξέθεσαν τήν ἀλήθεια. Ἄρα, δέν εἶναι θέ-μα ἀριθμοῦ, ἀλλά θέμα Ἀληθείας ἤ μή Ἀληθείας. Αὐτό τό πρᾶγμα δέν πρέπει νά τό ξεχνοῦμε, γιατί εἶναι ἡ ποιοτική διαφορά μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί ἑτεροδοξίας, στήν πράξη. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τά πράγματα δέν λειτουργοῦν παπικά. Δέν εἶναι ὁ Πάπας ὑπεράνω καί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως ἐκεῖ, οὔτε φυσικά ἐδῶ ὑπάρχει κάποιος ἐπιμέρους Πάπας, πού νά τοποθετηθεῖ πάνω ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἄρα, κριτήριο στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι, ὅτι συνῆλθε ὅλη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἀπεφάσισε κάτι πλειοψηφικά. Θά μποροῦσε νά εἶναι θεωρητικά καί ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι, καί ἕνας, δύο, τρεῖς ἤ ἐλάχιστοι ἀπό αὐτούς νά λέγανε κάτι τό ἀντίθετο. Δέν σημαίνει, ὅτι ἐκεῖνο, πού θά πεῖ ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ἐπισκόπων, ἀποτελεῖ ἐχέγγυο τῆς Ἀληθείας, καί ὅτι θά πρέπει ὁπωσδήποτε αὐτό νά τό ἀποδεχτεῖ τό πλήρωμα. Ὄχι, δέν εἶναι ἔτσι τά πράγ-ματα στήν Ἐκκλησία. Κριτήριο τῆς Ἀληθείας εἶναι, ἐάν τά λεγόμενα στίς Ἐκκλησιαστικές Συνόδους εἶναι «ἑπόμενα τοῖς Ἁγίοις Πατράσι».
Εἶναι θέμα τῆς ὅλης Ἐκκλησίας νά ἀποτιμήσει στό μέλλον, ἐν Συνόδῳ, θεολογικά καί τελεσίδικα, τίς ἀποφάσεις αὐτοῦ τοῦ Ἀρχιερατικοῦ «Συνεδρίου». Ἕως τότε, ὅμως, μπορεῖ καί πρέπει ὁ κάθε πιστός νά τοποθετηθεῖ στίς μετέωρες αὐτές ἀποφάσεις αὐτοῦ τοῦ «Συνεδρίου» μέ τά κριτήρια τῆς δογματικῆς συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας,διαχρονικῶς. Τά ἀσφαλῆ κριτήρια αὐτῆς τῆς δογματικῆς συνειδήσεως συνοψίζονται στό περιεχόμενο τῆς ἁγιοπατερικῆς ρήσεως: «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι». Καί ἡ ρήση αὐτή ἀφορᾶ καίρια τόσο τόν τύπο τῶν Συνόδων ὅσο καί τήν δογματική διδασκαλία τους.
Μέ ἄλλα λόγια, ἄν τό εὐλαβές πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας -ὡς φορέας τῆς δογματικῆς συνειδήσεώς της- ἐπιβεβαιώνει τήν ὀρθότητα τῶν ἀποφάσεων τῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας, ἤ ἀκυρώνει ἀποφάσεις Πανορθοδόξων Συνόδων θεωρώντας τες ὡς Ψευδοσυνόδους, τότε εἶναι προφανές, ὅτι ἔχει τό δικαίωμα καί τήν ὑποχρέωση νά ἐκφραστεῖ μέ φόβο Θεοῦ καί ἔνθεο ζῆλο καί στήν προκειμένη περίπτωση γιά τίς ἀποφάσεις τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης (Βλ. σχετικῶς καί π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Τό σῶμα τοῦ ζῶντος Θεοῦ, Μιά Ὀρθόδοξη ἑρμηνεία τῆς Ἐκκλησίας, ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1999, σσ. 80-83).
Μέ βαθύτατο σεβασμό
ἀσπάζομαι τήν δεξιάν Σας
Δημήτριος Τσελεγγίδης
Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς
τοῦ Α.Π.Θ.
Πριν από λίγο καιρό διάβασα ένα πολύ καλό άρθρο που εξηγεί ένα φαινόμενο που βιώνουμε όλοι στις τάξεις μας και με τα χρόνια γίνεται όλο και πιο έντονο. Έτσι αποφάσισα να το μεταφράσω και να το αναρτήσω εδώ πιστεύοντας ότι κάποιοι θα βοηθηθούν διαβάζοντας το. Αν μη τι άλλο, για μας τους εκπαιδευτικούς είναι παρηγορητικό να γνωρίζουμε ότι δεν ευθυνόμαστε μόνο εμείς και η καλοκαιρινή μας άδεια για όλα τα δεινά του κόσμου…
Είμαι εργοθεραπεύτρια με 10ετή εμπειρία εργασίας με παιδιά, γονείς και δασκάλους. Συμφωνώ απόλυτα με το μήνυμα του δασκάλου που έλαβα πρόσφατα, ότι τα παιδιά μας χειροτερεύουν όλο και περισσότερο σε πολλά ζητήματα. Ακούω σταθερά την ίδια άποψη από κάθε δάσκαλο που συναντώ. Αδιαμφισβήτητα, καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετούς πορείας μου, έχω δει και εξακολουθώ να βλέπω μία πτώση στην κοινωνική, συναισθηματική και ακαδημαϊκή λειτουργικότητα των μαθητών καθώς και μια ραγδαία αύξηση των μαθησιακών δυσκολιών και άλλων διαγνώσεων.
Τα σημερινά παιδιά έρχονται στο σχολείο συναισθηματικά ανώριμα για μάθηση και υπάρχουν πολλοί παράγοντες στο μοντέρνο τρόπο ζωής μας που συμβάλουν σε αυτό. Όπως γνωρίζουμε, ο εγκέφαλός μας είναι εύπλαστος. Μέσα από το περιβάλλον μπορούμε να κάνουμε τον εγκέφαλο δυνατότερο ή πιο αδύναμο. Ειλικρινά πιστεύω ότι παρά τις καλύτερες προθέσεις μας δυστυχώς σχηματίζουμε τον εγκέφαλο των παιδιών μας προς τη λάθος κατεύθυνση. Και παρακάτω θα αναλύσω το γιατί…
Τεχνολογία
Δωρεάν υπηρεσία φύλαξης παιδιών…η πληρωμή σας περιμένει στην επόμενη γωνία. Παίζουμε με το νευρικό σύστημα των παιδιών μας, με την προσοχή τους και με την ικανότητά τους να λαμβάνουν ικανοποίηση καθυστερημένα. Συγκρινόμενη με την εικονική πραγματικότητα, η καθημερινή ζωή είναι βαρετή. Όταν τα παιδιά έρχονται στην τάξη, εκτίθενται σε ανθρώπινες φωνές και οπτικά ερεθίσματα που έρχονται σε αντίθεση με το βομβαρδισμό από εκρήξεις γραφικών και ειδικά εφέ τα οποία είναι συνηθισμένα να βλέπουν στις οθόνες τους. Μετά από ώρες εικονικής πραγματικότητας το να επεξεργαστείς πληροφορίες σε μια τάξη γίνεται όλο και μεγαλύτερη πρόκληση για τα παιδιά μας επειδή ο εγκέφαλός τους είναι συνηθισμένος στα υψηλά επίπεδα διέγερσης που προκαλούν τα βιντεοπαιχνίδια. Η ανικανότητα της επεξεργασίας χαμηλότερων επιπέδων διέγερσης καθιστά τα παιδιά ευάλωτα στις ακαδημαϊκές προκλήσεις. Επιπλέον, η τεχνολογία μας αποσυνδέει συναισθηματικά από τα παιδιά μας και τις οικογένειές μας. Η συναισθηματική διαθεσιμότητα των γονέων είναι η κύρια τροφή για τον εγκέφαλο των παιδιών μας. Δυστυχώς, βαθμιαία στερούμε από τα παιδιά μας αυτή την τροφή.
Τα παιδιά παίρνουν οτιδήποτε θέλουν, ακριβώς τη στιγμή που το θέλουν
“Πεινάω!!” Σε ένα δευτερόλεπτο θα σταματήσω στη μέση του δρόμου. “Διψάω! Να ένα μηχάνημα νερού. “Βαριέμαι!” Πάρε το τηλέφωνό μου” Η ικανότητα να λαμβάνεις ικανοποίηση με κάποια καθυστέρηση είναι ένα ένα από τα κλειδιά της μελλοντικής επιτυχίας. Έχουμε όλες τις καλές προθέσεις να κάνουμε τα παιδιά μας ευτυχισμένα, αλλά δυστυχώς τα κάνουμε χαρούμενα βραχυπρόθεσμα και δυστυχισμένα μακροπρόθεσμα. Το να είσαι ικανός να απολαμβάνεις αυτό που θες με κάποια καθυστέρηση σημαίνει ότι έχεις την ικανότητα να λειτουργείς σε συνθήκες στρες. Τα παιδιά μας βαθμιαία γίνονται λιγότερο εξοπλισμένα να τα βγάζουν πέρα ακόμα και με λίγο στρες κάτι το οποίο μελλοντικά γίνεται τεράστιο εμπόδιο στο να επιτύχουν στη ζωή. Η ανικανότητα για καθυστερημένη ικανοποίηση φαίνεται συχνά στις αίθουσες διδασκαλίας, στα εμπορικά κέντρα, στα εστιατόρια και στα καταστήματα παιχνιδιών τη στιγμή που το παιδί ακούει όχι επειδή οι γονείς έχουν διδάξει τον εγκέφαλο των παιδιών τους να παίρνει αυτό που θέλει ακριβώς τη στιγμή που το θέλει.
Τα παιδιά κυριαρχούν στον κόσμο
“Στο γιο μου δεν αρέσουν τα λαχανικά”, “Δεν της αρέσει να πηγαίνει για ύπνο νωρίς”, “δεν της αρέσει να τρώει πρωινό”, “δεν της αρέσουν τα παιχνίδια, αλλά είναι πολύ καλή με το IPAD” “δεν του αρέσει να ντύνεται μόνος του”, “βαριέται να τρώει μόνη της”. Αυτά ακούω διαρκώς από τους γονείς. Από πότε τα παιδιά μας διδάσκουν πώς να είμαστε γονείς; Αν αφήσουμε τα πάντα να εξαρτώνται από αυτά, το μόνο που θα κάνουν θα είναι να τρώνε μακαρόνια με τυρί, παγωτό, να βλέπουν τηλεόραση, να παίζουν με τα tablet τους και ποτέ να μην πηγαίνουν για ύπνο. Τι καλό τους κάνουμε με το να τους δίνουμε αυτό που θέλουν όταν γνωρίζουμε ότι δεν είναι καλό γι’αυτά; Χωρίς την κατάλληλη τροφή και ένα καλό βραδινό ύπνο τα παιδιά μας έρχονται στο σχολείο ευερέθιστα, αγχωμένα και με διάσπαση προσοχής. Επιπρόσθετα, τους στέλνουμε το λάθος μήνυμα. Μαθαίνουν ότι μπορούν να κάνουν ότι θέλουν και να μην κάνουν ότι δε θέλουν. Η λογική ότι πρέπει να το κάνεις απουσιάζει. Δυστυχώς, προκειμένου να πετύχουμε τους διάφορους στόχους στη ζωή μας πρέπει να κάνουμε ότι είναι απαραίτητο το οποίο μπορεί να μη συμπίπτει πάντοτε με αυτό που θέλουμε. Για παράδειγμα, αν ένα παιδί θέλει να είναι άριαστος μαθητής, πρέπει να μελετήσει σκληρά. Αν θέλει να γίνει ένας επιτυχημένος ποδοσφαιριστής, πρέπει να προπονείται κάθε μέρα. Τα παιδιά μας γνωρίζουν πολύ καλά τι θέλουν αλλά δυσκολεύονται πάρα πολύ να κάνουν αυτό που πρέπει για να πετύχουν τους στόχους τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα ανεπίτευκτους στόχους και αφήνει τα παιδιά απογοητευμένα.
Ατέλειωτη διασκέδαση
Έχουμε δημιουργήσει έναν κόσμο τεχνητής διασκέδασης για τα παιδιά μας. Δεν υπάρχουν βαρετές στιγμές. Αμέσως μόλις ησυχάσουν, τρέχουμε να τα διασκεδάσουμε πάλι γιατί διαφορετικά νοιώθουμε ότι δεν εκπληρώνουμε το γονεϊκό μας καθήκον. Ζούμε σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Αυτά έχουν τον κόσμο της διασκέδασης κι εμείς τον κόσμο της δουλειάς. Γιατί τα παιδιά μας δε μας βοηθάνε στην κουζίνα ή στη μπουγάδα; Γιατί δε μαζεύουν τα παιχνίδια τους; Τα παραπάνω αποτελούν βασική μονότονη εργασία που εκπαιδεύουν τον εγκέφαλο να μπορεί να εργάζεται και να είναι λειτουργικός υπό συνθήκες βαρεμάρας. Είναι το ίδιο τμήμα του εγκεφάλου που χρησιμοποιείς ώστε να είσαι τελικά εκπαιδεύσιμος στο σχολείο. Όταν οι μαθητές έρχονται στο σχολείο και είναι ώρα για αντιγραφή, η απάντησή τους είναι δε μπορώ. Είναι πολύ δύσκολο, πολύ βαρετό. Γιατί; Επειδή το αντίστοιχο τμήμα του εγκεφάλου δεν είναι εκπαιδευμένο για να εκτελεί βαρετές και μονότονες δουλειές. Εκπαιδευέται όμως μέσα από τη δουλειά.
Περιορισμένη κοινωνική αλληλεπίδραση.
Είμαστε όλοι απασχολημένοι, έτσι δίνουμε στα παιδιά μας ψηφιακά γκατζετάκια και τα καθιστούμε επίσης απασχολημένα. Τα παιδιά στο παρελθόν συνήθιζαν να παίζουν έξω, όπου στα μη δομημένα φυσικά περιβάλλοντα, μάθαιναν και εξασκούσαν τις κοινωνικές τους δεξιότητες. Δυστυχώς, η τεχνολογία αντικατέστησε το εξωτερικό παιχνίδι. Επίσης, η τεχνολογία έκανε τους γονείς λιγότερο διαθέσιμους στην κοινωνική αλληλεπίδραση με τα παιδιά τους. Προφανώς, τα παιδιά μας έμειναν πίσω…το γκατζετάκι που έχουμε για το μπέιμπι σίτινγκ δεν είναι εξοπλισμένο για την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων. Οι πιο επιτυχημένοι άνθρωποι είναι αυτοί που έχουν θαυμάσιες κοινωνικές δεξιότητες. Αυτή είναι η προτεραιότητα!
Ο εγκέφαλος είναι σαν ένας μυς που είναι εκπαιδεύσιμος και επανεκπαιδεύσιμος. Εαν θέλεις το παιδί σου να είναι ικανό να κάνει ποδήλατο, του διδάσκεις ποδηλατικές ικανότητες. Εαν θέλεις το παιδί σου να μάθει να περιμένει, πρέπει να του διδάξεις υπομονή. Εαν θέλεις το παιδί σου να μάθει να κοινωνικοποιείται, πρέπει να του διδάξεις κοινωνικές δεξιότητες. Το ίδιο εφαρμόζεται και σε όλες τις άλλες δεξιότητες. Δεν υπάρχει διαφορά!!
Ωστόσο, μπορείς να κάνεις τη διαφορά στη ζωή του παιδιού σου με το να εκπαιδεύσεις τον εγκέφαλό του έτσι ώστε το παιδί σου να λειτουργεί με επιτυχία σε κοινωνικό, συναισθηματικό και ακαδημαϊκό επίπεδο. Και να πως:
Περιόρισε την τεχνολογία και επανασυνδέσου συναισθηματικά με το παιδί σου.
Εκπαιδεύστε τα στην καθυστερημένη απόλαυση
Μη φοβάστε να θέσετε όρια. Τα παιδιά χρειάζονται όρια για να μεγαλώ
σουν ευτυχισμένα και υγειή.
Διδάξτε τα παιδιά σαν να κάνουν μονότονη εργασία από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους καθώς αυτό είναι το θεμέλιο για τη μελλοντική εργασιμότητα.
Διδάξτε τους κοινωνικές δεξιότητες
Από την εμπειρία μου σαν εργοθεραπεύτρεια, τα παιδιά αλλάζουν, τη στιγμή που οι γονείς αλλάζουν την οπτική τους για τη γονεϊκότητα. Βοηθήστε τα παιδιά σας να επιτύχουν στη ζωή εκπαιδεύοντας και δυναμώνοντας τον εγκέφαλό τους νωρίς παρά αργά!!!
Πηγή: Yourot , Ένα blog για το σχολείο…
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 15η Σεπτεμβρίου 2016
ΧΩΡΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ;
Όσοι μελετούν τα λεχθέντα, πραχθέντα και αποφασισθέντα κατά την «Σύνοδο» που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην Κρήτη, διαπιστώνουν όλο και εναργέστερα, ότι ο πρωταρχικός στόχος της πλειονότητας των μελών της υπήρξε η με κάθε τρόπο και πάση θυσία προσπάθεια αποδοχής του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους. Η επιδίωξη αυτή ήταν, θα λέγαμε, η καρδιά της «Συνόδου». Γι’ αυτό και πολεμήθηκε με πρωτοφανή λύσσα κάθε αντίθετη γνώμη, που ήταν σύμφωνη με την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας. Μένουμε δε πραγματικά έκθαμβοι, βλέποντας τις απίστευτες μεθοδεύσεις και σοφιστείες, που επινοήθηκαν κατά την εν λόγω «Σύνοδο», προκειμένου να θεμελιωθεί «θεολογικά» ο κεντρικό αυτός στόχο της.
Μια τέτοια εισήγηση, πλήρως ευθυγραμμισμένη στο «πνεύμα» του συγκρητισμού, υπήρξε και αυτή του Σεβ. Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας (Κύπρου) κ. Νικηφόρου, η οποία δημοσιεύτηκε στο υπερπολυτελές περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεώς του «ΕΝΑΤΕΝΙΣΕΙΣ» (τευχ. Ιανουάριος – Ιούνιος 2016). Τίτλος της εισηγήσεως: «Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΠΩΣ “ΕΚΚΛΗΣΙΑ” ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ».
Στην εισήγηση αυτή προσπαθεί ο Σεβασμιώτατος, όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια, με ιστορικά άλματα και θεολογικούς ακροβατισμούς, με μια στρεβλή θεώρηση της αρχής της οικονομίαςκαι με παρερμηνείες αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, να φθάσει στο συμπέρασμα, ότι μπορεί και πρέπει να γίνει δεκτός ο όρος «Εκκλησία» στους ετεροδόξους αιρετικούς.
Κατ αρχήν το πρώτο που πρέπει να επισημάνουμε είναι, ότι η εισήγηση αυτή παρουσιάζει ένα μεγάλο θεολογικό κενό,ένα κενό που δεν δικαιολογείται για έναν Επίσκοπο, που έχει την αξίωση να παρουσιάσει μια μελέτη γύρω από την χρήση του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους σε μια πανορθοδόξου εμβελείας «Σύνοδο». Το κενό έγκειται στο γεγονός, ότι αρχίζει την διαπραγμάτευση του θέματός του από τις αποφάσεις της Γ΄ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως, (1986), προσπερνώντας έτσι συνοδικές αποφάσεις ενός πλήθους Συνόδων Οικουμενικών, Τοπικών και Ενδημουσών και διαγράφοντας με μια μονοκονδυλιά μια Συνοδική και Κανονική Παράδοση 19 αιώνων. Η εισήγηση θα είχε θεολογική πληρότητα και αντικειμενικότητα, εάν έκανε τον κόπο να μας παραθέσει, ποιά στάση τήρησαν οι παρά πάνω Σύνοδοι απέναντι στους ετεροδόξους . Αν δηλαδή οι εν λόγω Σύνοδοι αναγνώρισαν αυτούς ως «Εκκλησίες». Η παράκαμψη όλων αυτών των Συνόδων φυσικά δεν είναι τυχαία και προφανώς έγινε σκόπιμα, διότι απλούστατα οι Σύνοδοι αυτές δεν ευνοούν τα συμπεράσματα, που θέλει να βγάλει ο Σεβασμιώτατος. Πράγματι αν ρίξουμε μια ματιά στα πρακτικά αυτών των Συνόδων, θα δούμε ότι όλες, χωρίς καμιά εξαίρεση, θεωρούν τους ετεροδόξους ως αιρετικούς, καταδικάζουν απερίφραστα τις αιρετικές τους διδασκαλίες και ουδέποτε αποδίδουν σ’ αυτούς τον όρο «Εκκλησία». Φυσικά περιττό να λεχθεί, ότι η Γ΄ Προσυνοδική με κανένα τρόπο δεν μπορεί να αποτελέσει αφετηρία και βάση για την απόδοση του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους.Αντίθετα μάλιστα οφείλουν οι αποφάσεις της να κριθούν και να αξιολογηθούν επί τη βάσει των προγενεστέρων Οικουμενικών και Ενδημουσών Συνόδων.Επειδή δε η εν λόγω Διάσκεψη δεν ακολουθεί την Ορθόδοξη Παράδοση των Συνόδων αυτών, οφείλει να απορριφθεί στο σύνολό της ως μια αιρετίζουσα ψευδοδιάσκεψη.
Παρά κάτω ομιλεί για την Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία την οποία ταυτίζει μεν με την Ορθόδοξη, αλλά παράλληλα τονίζει ότι «οι ποιμένες της ούτε εις μίαν εκ των πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών υποβιβάζουν, αλλά ούτε και στη θεωρία των κλάδων την εντάσσουν».Εδώ ομιλεί περί «πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών».Ρωτάμε τον Σεβ. Κύκκου: Που βρήκατε γραμμένο αυτό τον όρο, «ετερόδοξες Εκκλησίες», Σεβασμιώτατε; Από που τον δανειστήκατε; Από ποιο συνοδικό κείμενο Οικουμενικής, Τοπικής, η Ενδημούσης Συνόδου, η έστω από ποιο Πατερικό κείμενο; Όσο και αν ψάξουμε στα Πρακτικά των Οικουμενικών και των άλλων Ορθοδόξων Συνόδων, αλλά και στα συγγράμματα των αγίων Πατέρων, πουθενά δεν θα βρούμε τον όρο αυτό. Κατά τον Μέγα Βασίλειο, (Βλ. Α Κανών Μεγ. Βασιλείου, Πηδάλιον σελ. 587) οι εκτός της Εκκλησίας υποχρεωτικά εντάσσονται σε τρεις κατηγορίες, αυτή των αιρετικών, των σχισματικών και των παρασυναγώγων. Η κατηγορία των «ετεροδόξων Εκκλησιών» είναι άγνωστη στη Κανονική και Πατερική μας Παράδοση. Είναι, μια ανύπαρκτη κατηγορία, μια εφεύρεση που επινοήθηκε στη φαντασία μόνον των οικουμενιστών, που έλαβαν μέρος στην «Σύνοδο» της Κρήτης, προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό τους, να αποδώσουν δηλαδή εκκλησιαστικότητα στους ετεροδόξους αιρετικούς.Ο όρος αυτός αποτελείται από δύο λέξεις «ετερόδοξος» και «Εκκλησία» που η μία αναιρεί την άλλη, η μία γρονθοκοπεί την άλλη. Όσο αληθινό είναι να ονομάσουμε μια πόρνη παρθένο, άλλο τόσο να ονομάσουμε μια ετερόδοξη κοινότητα Εκκλησία. Ο ετερόδοξος ταυτίζεται με τον αιρετικό επειδή πιστεύει σε άλλα δόγματα, έχει άλλη πίστη, «ετέρα δόξα», από αυτήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δεν υπάρχουν πολλές πίστεις, όπως δεν υπάρχουν και πολλές Εκκλησίες με διαφορετικά δόγματα, σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου: «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα» (Εφ.4,5).
Επίσης κάνει μια απαράδεκτη διάκριση μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των «πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών».Δηλαδή κατά τον Σεβ. Κύκκου υπάρχει από τη μια μεριά η Ορθόδοξος Εκκλησία, η οποία τοποθετείται σε υψηλότερο επίπεδο εκκλησιαστικότητος και από την άλλη, οι «πολλές ετερόδοξες Εκκλησίες», οι οποίες βρίσκονται υποβιβασμένες σε χαμηλότερο επίπεδο. Εισάγει δηλαδή ανεπαίσθητα, πλην σαφέστατα, την έννοια διαφόρων διαβαθμίσεων εκκλησιαστικότητος.Η θεωρία των διαβαθμίσεων εκκλησιαστικότητος, η διαφορετικού βαθμού εκκλησιαστικής πληρότητος, αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες εκκλησιολογικές διδασκαλίες (=πλάνες) της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Πρόκειται για μια θεωρία, η οποία βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την εκκλησιολογική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Παρά κάτω ομιλεί για την Οικονομία: «η Ορθόδοξος Εκκλησία εκτός από την οδό της ακριβείας γνωρίζει και την οδό της Οικονομίας, που αποτελεί ένα δικό της πανάρχαιο προνόμιο». Παρουσιάζει από την Καινή Διαθήκη ως «παράδειγμα πρακτικής εφαρμογής της αρχής της Οικονομίας» τον απόστολο Παύλο. Επικαλείται τα χωρία από την Α΄ προς Κορινθίους επιστολή (9,19-22): «Ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδήσω· και εγενόμην τοις Ιουδαίοις ως Ιουδαίος, ίνα Ιουδαίους κερδήσω· τοις υπό νόμον ως υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμονκερδήσω· τοις ανόμοις ως άνομος, μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ, ίνα κερδήσω ανόμους·…».Προφανώς εδώ ο Σεβασμιώτατος στην προσπάθειά του να εφαρμόσει τα παρά πάνω χωρία του Αποστόλου στους ετεροδόξους, δίδει μια στρεβλή ερμηνεία των χωρίων αυτών, η οποία ωστόσο είναι σαφέστατη. Όταν ο Απόστολος έλεγε τους παρά πάνω λόγους, δεν θα πρέπει να εννοήσουμε ότι έπαιζε τον καραγκιόζη και αναλόγως των περιστάσεων, άλλοτε παρίστανε τον Ιουδαίο, παρασυρόμενος από τον Ιουδαϊσμό και άλλοτε τον εθνικό, παρασυρόμενος από την ειδωλολατρία και απαρνούμενος την πίστη στον Χριστό. Αλλοίμονο αν φθάσουμε στο συμπέρασμα, ότι ο Απόστολος ήταν «κάλαμος υπό ανέμων σαλευόμενος».Η ορθή ερμηνεία των παρά πάνω χωρίων σύμφωνα με τους Πατέρες είναι η εξής: Ο Απόστολος, αν και θεωρούσε την περιτομή και τις τελετουργικές διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου ως δυσβάστακτό ζυγό, από τον οποίο μας απελευθέρωσε ο Χριστός, [βλ. Γαλ.5,1:«Τη ελευθερία ουν, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε»],εν τούτοις σε πολλές περιπτώσεις συμμορφωνόταν προς αυτές, με τον σκοπό να διευκολύνεται η αποδοχή του χριστιανικού κηρύγματος μεταξύ των Ιουδαίων. Κλασικό παράδειγμα έχουμε την περιτομή του Τιμοθέου από τον ίδιο τον Απόστολο, (βλ. Πραξ.16,3). Ο απόστολος προσάρμοζε τον εαυτό του με τα ήθη, τα έθιμα και τις τοπικές παραδόσεις των ανθρώπων, είτε αυτοί ήταν ιουδαίοι, είτε εθνικοί, εφ’ όσον τα έθιμα αυτά και οι παραδόσεις δεν ερχόταν σε αντίθεση με το ευαγγέλιο και τον νόμο του Χριστού. Γι’ αυτό άλλωστε προσθέτει παρά κάτω: «μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ».Υποχωρούσε και συμμορφωνόταν με όλα αυτά, προσέχοντας πάντοτε να μην αθετήσει ουδέποτε την πίστη και τα δόγματα της Εκκλησίας και να μην παραβεί τον νόμο του ευαγγελίου για να αρέσει στους ανθρώπους: «ει γαρ έτι ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ήμην» (Γαλ.1,10). Μέσα στα πλαίσια αυτής της δράσεώς του, κάθε φορά ομιλούσε ανάλογα με το ακροατήριο που είχε μπροστά του. Διαφορετικά ομιλούσε στις συναγωγές των ιουδαίων και διαφορετικά ομίλησε στον Άρειο Πάγο. Στα θέματα της πίστεως όμως ήταν άτεγκτος και ανυποχώρητος. Δεν δεχόταν καμία παραχάραξη, η δογματική αλλοίωση της ευαγγελικής διδασκαλίας: «αλλά και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ' ο ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω» (Γαλ.1,9).Δεν διστάζει να αναθεματίσει, δηλαδή να αποκόψει από την εκκλησία εκείνον, που θα τολμήσει να διδάξει κάτι διαφορετικό από τις αλήθειες της πίστεως, που παρέλαβαν οι Γαλάτες. Όπως καταλαβαίνει κανείς, τα παρά πάνω λόγια του Απόστολου, τα οποία επικαλείται ο Σεβ. Κύκκου (Α΄ Κορ.9,19-22), δεν μπορούν να εφαρμοσθούν στους ετεροδόξους, διότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ήθη και έθιμα, αλλά με δογματικές πλάνες και αιρετικές διδασκαλίες των ετεροδόξων. Δεν καλούμεθα δηλαδή να υποχωρήσουμε και να συμμορφωθούμε με ήθη και έθιμα των Δυτικών, αλλά να αναγνωρίσουμε τους ετεροδόξους ως «Εκκλησίες», χωρίς αυτοί να έχουν αποβάλει τις αιρετικές διδασκαλίες τους. Στην προκειμένη περίπτωση επομένως, ισχύει ο λόγος του Αποστόλου «αλλά και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού…» (Γαλ.1,9).
Παρά κάτω επικαλείται τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος τηρούσε μια στάση ποιμαντικής οικονομίας απέναντι στους Πνευματομάχουςκαι απέφευγε να χρησιμοποιεί ρητά και δημοσίως τους όρους «Θεός» και «Ομοούσιος» για το άγιο Πνεύμα. Αναφέρει επίσης ότι το γεγονός αυτό ανάγκασε τον φίλο του άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, να διαφωνήσει μαζί του και να τον επιτιμήσει για την στάση του αυτή, ενώ εξ αντιθέτου ο Μέγας Αθανάσιος τον υπερασπίστηκε, θεωρώντας την στάση του σοφή και συνετή και επιβεβλημένη για λόγους εκκλησιαστικής οικονομίας. Κατ’ αρχήν ο Μέγας Βασίλειος παντού στις επιστολές του και στη διδασκαλία του ετόνιζε, ότι δεν θα πρέπει να ονομάζουμε κτίσμα το Πνεύμα το άγιο. Για παράδειγμα στην επιστολή του με τίτλο: «Τοις εν Ταρσώ πρεσβυτέροις» γράφει:«Επείουν πολλά στόματα ήνοικται κατά του Πνεύματος του αγίου και πολλαί γλώσσαι ηκόνηνται εις την κατ’ αυτού βλασφημίαν, αξιούμεν υμάς, όσον εστίν εφ’ υμίν, εις ολίγον αριθμόν περιστήσαι τους βλασφημούντας, και τους μη λέγοντας κτίσμα το Πνεύμα το άγιον, δέχεσθαι εις κοινωνίαν». (Επιστολή 113, PG 32, 527-528).
Επίσης θα πρέπει εδώ να μας εξηγήσει ο Σεβ. Κύκκου, πως συμβαίνει ο Μέγας Αθανάσιος από τη μια μεριά να επαινεί τον Μέγα Βασίλειο και από την άλλη ο ίδιος να μην ακολουθεί την οδό της εκκλησιαστικής οικονομίας που ακολουθούσε ο Μέγας Βασίλειος; Διότι όπως μας πληροφορεί ο αείμνηστος καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης: «Ο Μέγας Αθανάσιος… κατεδίκασεν αυτούς [τους πνευματομάχους] συνοδικώς δις εν Αλεξανδρεία κατά τα έτη 361-363».Γι’ αυτούς μάλιστα έγραψε και επιστολή στον αυτοκράτορα Ιοβιανό ότι «οι Πνευματομάχοι εβλασφήμουν το Πνεύμα το άγιον εν τω φάσκειν αυτούς κτίσμα είναι και ποίημα δια του Υιού γεγονός». (Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», Τομ.1, Αθήνα 1960, σελ.69).Πως συμβαίνει δηλαδή ο Μέγας Αθανάσιος να συγκαλεί δύο φορές Τοπική Σύνοδο στην Αλεξάνδρεια, στην οποία ανακηρύσσει δημοσίως, ότι το Πνεύμα το άγιο είναι «Θεός» και «Ομοούσιος» με τον Πατέρα και τον Υιό και καταδικάζει επισήμως και συνοδικώς τους Πνευματομάχους ως βλασφήμους και αιρετικούς; Γιατί άραγε δεν ακολούθησε την οδό της ποιμαντικής οικονομίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος; Κατ’ επέκτασιν θα θέλαμε να μας εξηγήσει, γιατί οι άγιοι Πατέρες που συγκρότησαν την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, δεν ακολούθησαν την οδό της εκκλησιαστικής οικονομίας, που ακολουθούσε ο Μέγας Βασίλειος;Γιατί μ’ άλλα λόγια δεν αποσιωπούσαν την Θεότητα του αγίου Πνεύματος, αλλ’ απεναντίας μάλιστα θεώρησαν χρέος τους να συγκροτήσουν Οικουμενική Σύνοδο και να διακηρύξουν δημοσίως, επισήμως και συνοδικώς την Θεότητα του αγίου Πνεύματος; Από την στάση αυτή των αγίων Πατέρων της Β΄ Οικουμενικής συμπεραίνουμε, ότι ουδέποτε η γνώμη και η στάση ενός Πατρός, (όσο μεγάλος και αν είναι αυτός), σε κάποιο συγκεκριμένο θέμα αποτέλεσε γνώμονα και κανόνα και γραμμή πλεύσεως στη ζωή της Εκκλησίας και ουδέποτε εδέσμευσε την Εκκλησίανα λάβει τις συνοδικές αποφάσεις, που θεώρησε ότι έπρεπε να λάβει, σχετικά με τους αιρετικούς. Υπεράνω της αυθεντίας των αγίων Πατέρων βρίσκεται η αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων.Επομένως ο Σεβασμιώτατος θα έπρεπε στο συγκεκριμένο ζήτημα της εκκλησιαστικής οικονομίας να έχει ως γνώμονα και κανόνα και κριτήριο όχι την στάση οικονομίας ενός αγίου, αλλά τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων.
Επεκτείνοντας ακόμη περισσότερο την σκέψη μας, ρωτάμε τον Σεβασμιώτατο: Είναι επιτρεπτό να μεταφέρουμε την εκκλησιαστική οικονομία του Μεγάλου Βασιλείου στην σημερινή εκκλησιαστική πραγματικότητα και επικαλούμενοι αυτόν να αποδώσουμε εκκλησιαστική υπόσταση στους ετεροδόξους και να ονομάσουμε αυτούς «Εκκλησίες»; Πως είναι δυνατόν να καταφύγουμε στη στάση οικονομίας ενός πατρός, η οποία ούτε στην εποχή του έγινε δεκτή από την Β΄ Οικουμενική και από τις δύο Τοπικές του Μεγάλου Αθανασίου, ως γραμμή πλεύσεως της Εκκλησίας και να διαγράψουμε με μια μονοκονδυλιά μια πλειάδα Συνόδων, Οικουμενικών και Τοπικών, που καταδικάζουν απερίφραστα τους ετεροδόξους ως αιρετικούς και ουδεμία από αυτές απέδωσε σ’ αυτούς τον όρο «Εκκλησία»; Αναφέρουμε ορισμένες ενδεικτικά. Ο Μονοφυσιτισμός έχει καταδικαστεί ήδη από την Δ΄ Οικουμενική και από όλες τις μεταγενέστερες. Ο Παπισμός (και κατ’ επέκτασιν και κατά μείζονα λόγον, ο Προτεσταντισμός) έχει καταδικαστεί από την Η΄ Οικουμενική επί Μεγάλου Φωτίου, από τις Συνόδους του 1341-1351 επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Θ΄ Οικουμενική), από την ενδημούσα Σύνοδο του 1722 εν Κωνσταντινουπόλει, (Βλ. Ι. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία…», τομ.2, σελ. 821), την ενδημούσα Σύνοδο του 1838 εν Κωνσταντινουπόλει, (Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία…», τομ.2, σελ. 893-902) και άλλες.
Παρά κάτω αναφέρει την απόφαση της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου να δεχθεί «πίσω στην Εκκλησία όχι μόνον τους μεταμεληθέντας εκείνους εικονομάχους επισκόπους που δεν εβαρύνοντο με εγκλήματα, αλλά και τους υπ’ αυτών χειροτονηθέντας».Κατ’ αρχήν ο Σεβ. Κύκκου παραθεωρεί κάτι πολύ βασικό: Ότι οι Πατέρες της Ζ´ Οικουμενικής δεν έκαναν δεκτούς τους εικονομάχους απροϋπόθετα, αλλά επειδή εκείνοι μετενόησαν και εξέφρασαν την επιθυμία εγκαταλείποντας την κακοδοξία τους, να προσέλθουν στην Εκκλησία.Η Εκκλησία ουδέποτε αναγνώρισε τα μυστήρια των αιρετικών καθ’ αυτά, χωρίς δηλαδή την προϋπόθεση της μετανοίας. Το λέμε αυτό και το τονίζουμε, διότι στο κείμενο: «Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», που ψηφίστηκε στην «Σύνοδο» της Κρήτης, πουθενά δεν γίνεται λόγος για μετάνοια και επιστροφή των ετεροδόξων στην Ορθοδοξία.Η σημερινή τραγική πραγματικότης είναι ότι οι ετερόδοξοι, παρά τους επί δεκαετίες μέχρι σήμερα γενομένους Διαλόγους, δεν μετανοούν, αλλά εξακολουθούν να επιμένουν πεισματικά στις πλάνες των. Οι ελάχιστες μεμονωμένες περιπτώσεις ετεροδόξων που μετανόησαν και επέστρεψαν στην Ορθοδοξία, δεν επέστρεψαν εξ’ αιτίας των Διαλόγων, αλλ’ εξ’ αιτίας του ιεραποστολικού έργου αγίων Γερόντων, όπως του π. Εφραίμ, Προηγουμένου στην Αριζόνα των Η.Π.Α., ο οποίος ορθότατα ως θεοφώτιστος πατήρ, τους έκανε δεκτούς με κανονικό βάπτισμα, διότι όπως είναι γνωστό οι Δυτικοί δεν τηρούν τον απαραίτητο όρο της τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως, που θέτουν οι Ιεροί Κανόνες 7 της Β΄ Οικουμενικής και 95 της Πενθέκτης.
Παρά κάτω επικαλείται και πάλι τον Μέγα Βασίλειο:«Αλλά και ο άγιος Βασίλειος δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τον όρο ‘Εκκλησία’ και γι’ αυτούς ακόμα τους Αρειανόφρονες λέγοντας: οίμαι προσήκειν μίαν ταύτην είναι σπουδήν τοις γνησίως και αληθώς δουλεύουσι τω Κυρίω, το επαναγαγείν προς ένωσιν τας Εκκλησίας τας πολυμερώς και πολυτρόπως απ’ αλλήλων διατμηθείσας».Θαυμάζει κανείς και εκπλήσσεται, όταν διαπιστώνει το μέγεθος της αλλοιώσεως, που επιχειρήθηκε στο παρά πάνω χωρίο και μάλιστα από έναν Μητροπολίτη. Το χωρίο αυτό είναι παρμένο από μια επιστολή του αγίου με τίτλο «Τοις εν Ταρσώ περί Κυριακόν». Αν διαβάσει κανείς ολόκληρη την επιστολή, αμέσως διαπιστώνει, ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με αρειανόφρονεςόπως, προφανώς σκοπίμως, ισχυρίζεται ο Σεβασμιώτατος. Στην επιστολή αυτή ο άγιος αναφέρεται σε μία εκκλησιαστική κοινότητα, η οποία λόγω της συγχύσεως που επικρατούσε τότε, δεν ήταν σε κοινωνία με τις άλλες Εκκλησίες. Την κοινότητα αυτή επισκέφτηκε ο άγιος και διαπίστωσε την γνησιότητα και την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως των πιστών που ανήκαν σ’ αυτήν, προς τους οποίους μάλιστα πλέκει εγκώμια για την πίστη και το ήθος των: «Συντυχών τοις αδελφοίς και θεασάμενος αυτών πολύ μεν το φιλάδελφον και το περί υμάς αγαπητικόν, πολλώ δε έτι πλέον το φιλόχριστον και το περί την πίστιν ακριβές τε και εύτονον, και ότι πολλήν αμφοτέρων ποιούνται σπουδήν της τε υμετέρας αγάπης μη χωρίζεσθαι και την υγιαίνουσανπίστιν μη καταπροδούναι».Μεταφράζουμε: Αφού πήγα και συνάντησα αυτούς τους αδελφούς διαπίστωσα, την φιλαδελφία και την αγάπη που έχουν σ’ εσάς, [τους εν Ταρσώ αδελφούς], και πολύ περισσότερο πόσο φιλόχριστοι είναι και πόση ακρίβεια έχουν στην πίστη και πόσο ισχυροί και νευρώδεις είναι στην πίστη και ότι έχουν μεγάλη φροντίδα και επιμέλεια αφ’ ενός μεν να μην χωρισθούν από την αγάπη σας, και αφ’ ετέρου να μην καταπροδώσουν την υγιαίνουσα πίστη. Στη συνέχεια της επιστολής ο άγιος εγγυάται προσωπικά ο ίδιος για την ορθόδοξη πίστη αυτώνκαι παρακαλεί τους εν Ταρσώ να τους δεχθούν σε πλήρη κοινωνία«ηνωμένους γνησίως, και πάσης εκκλησιαστικής φροντίδος κοινωνούς».Νομίζουμε ότι το παρά πάνω απόσπασμα τα λέει όλα και δεν χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτε. Ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει ότι ο άγιος δεν αναφέρεται σε αρειανούς, αλλά σε Ορθοδόξους με «υγιαίνουσαν πίστιν»!
Επικαλείται ακόμη και τον άγιο Νεκτάριο, ο οποίος χρησιμοποιεί τον όρο Εκκλησία για τους δυτικούς. Εδώ θα επαναλάβουμε αυτό που είπαμε προηγουμένως. Υπεράνω της αυθεντίας των αγίων Πατέρων βρίσκεται η αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων, διότι οι άγιοι δεν ήταν αλάθητοι, εν αντιθέσει προς τις Οικουμενικές Συνόδους, που δογμάτισαν αλαθήτως και θεοπνεύστως.Ανθρώπινες αυθεντίες προβάλουν οι αιρετικοί παπικοί, με την περί «αλαθήτου» κακοδοξία τους και οι προτεστάντες, οι οποίοι ανάγουν τον κάθε αιρεσιάρχη σε «αυθεντία».
Κλείνοντας την εισήγησή του ο Σεβ. Κύκκου, δεν διστάζει να εξαπολύσει κεραυνούς και μύδρους εναντίον όλων εκείνων που ελέγχουν τις πλάνες των οικουμενιστών και αγωνίζονται, με την Χάρη του Θεού, να κρατήσουν ανόθευτη και απαραχάρακτη την πίστη των αγίων Πατέρων μας: «Η ορθόδοξη πίστη ποτέ δε παρουσιάστηκε “να κρατά μάχαιρα και να πειθαναγκάζει με αυτή τους πάντες”. Οι μεσαιωνικοί φανατισμοί και οι αφορισμοί με την επίκληση του σταυρού, επί προφάσει τηρήσεως, η δήθεν προασπίσεως της γνησίας Ορθοδοξίας δεν είναι σύμφωνα με το πνεύμα και την παράδοση της Ορθοδοξίας,….»! Αλλά, θέλει να αγνοεί, πως αυτοί που κρατούσαν μαχαίρια, δεν ήταν οι άγιοι Πατέρες, αλλά οι ανά τους αιώνες Λατινόφρονες, όπως ο Πατριάρχης Ιωάννης Βέκκος (1275-1283), που αιματοκύλισε το Άγιον Όρος και ανέδειξε τους αγίους Οσιομάρτυρες, που έχυσαν το αίμα τους, γιατί δεν δέχθηκαν τις αποφάσεις της Ψευδοσυνόδου της Λυών,(1274), και όπως ο Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας(1334-1347), ο οποίος φυλάκισε τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά,τέσσερα χρόνια στις φυλακές του παλατιού και βέβαια οι Λατίνοι που έκαψαν ζωντανούς τους 13 Οσιάθλους Αγίους Πατέρεςτης εν Καντάρα της Κύπρου Ιεράς Μονής της Παναγίας, επειδή αρνούνταν τα άζυμα! Άξιοι συνεχιστές των Λατινοφρόνων εκείνων είναι και οι σημερινοί διάδοχοί τους, οι οποίοι δεν δίστασαν να καρατομήσουν με αφορισμό και άνευ δίκης (!) έναν άξιο εργάτη του ευαγγελίου και κορυφαίο θεολόγο της εποχής μας, που αγωνίστηκε, όσο λίγοι, εναντίον των αιρέσεων και μάλιστα εναντίον του Οικουμενισμού, τον αοίδιμο Νικόλαο Σωτηρόπουλο. Ας κάνει τον κόπο να ρίξει μια ματιά επίσης ο Σεβασμιώτατος να δει: Ποιοί είναι εκείνοι, που «ακονίζουν τα μαχαίρια τους»μετά την «Σύνοδο» της Κρήτης; Ποιοί είναι εκείνοι που εξαπέλυσαν διωγμό στο Άγιον Όρος; Ποιοί είναι εκείνοι που έδιωξαν από την Ιερά Μονή του Χιλανδαρίου τέσσερις μοναχούς, επειδή δεν δέχτηκαν τις αποφάσεις «Συνόδου» της Κρήτης και ποιοί είναι εκείνοι, που απέπεμψαν τον π. Σάββα Λαυριώτηαπό το αξίωμα του προϊσταμένου; Τους «μεσαιωνικούς φανατισμούς» ας ψάξει να τους βρει αλλού και όχι στους αγίους Πατέρες μας και σ’ όσους βαδίζουν σήμερα στα χνάρια τους!
Περαίνοντας, εκφράζουμε τη βαθειά λύπη μας και την πλήρη απογοήτευσή μας για τις απαράδεκτες αυτές καινοφανείς θεωρίες, οι οποίες, σοφιστικώ τω τρόπω, εισέρχονται δολίως στην Εκκλησία, ως νέα «εκκλησιαστική παράδοση»,η οποία επιχειρεί την πλήρη εκτόπιση της Πατερικής μας Παραδόσεως. Λυπούμαστε διότι δεν βρέθηκε ούτε ένας Επίσκοπος από τους 156,να ελέγξει ευθαρσώς τον Σεβ. Κύκκου για τα παραπάνω κακόδοξα που εισέφερε στη «Σύνοδο»! Στο βωμό της σκοπιμότητας θυσιάζονται τα ιερά και το όσια της αμωμήτου Πίστεώς μας, τώρα και «συνοδικώς»! Η προωθούμενη «ένωση των εκκλησιών»βαίνει ακάθεκτη, ως οδοστρωτήρας μεγατόνων, συνθλίβοντας την σώζουσα Ορθόδοξη Πίστη, με οδηγούς, δυστυχώς, Επισκόπους!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Πηγή: Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...