
Παραθέτομεν αποκλειστικώς την έκθεσιν του Καθηγουμένου της Ι. Μ. Σταυρονικήτα Πανοσ. Αρχιμ. Τύχωνος και εν συνεχεία σχολιάζομεν:
Εν Αγίω Όρει τη 21-7-2016
Προς την σεβαστήν Ιεράν Κοινότητα
του Αγίου Όρους, εις Καρυάς
Την Υμετέραν Πανοσιολογιότητα αδελφικώς εν Κυρίω κατασπαζόμεθα,
Συμφώνως προς την εντολήν της Εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως (202ας Συνόδου), μετέβην εις Κρήτην, από της 15ης Ιουνίου μέχρι της 26ης συμφώνως προς το πρόγραμμα το οποίον μου εστάλη από την Αρχιγραμματείαν, δια τας εργασίας της Αγίας και Μεγάλης Πανορδοδόξου Συνόδου, ως σύμβουλος της αντιπροσωπίας του Σεπτού Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η ιδιότης αυτή του συμβούλου κατά την πρόοδο των εργασιών της Αγίας Συνόδου εφάνη ότι ήτο τιμητική – συμβολική, καθόσον δεν μας ανετέθη κάποια τυχόν αρμοδιότης και δεν μας εζητήθη η συμμετοχή μας εις σχετικήν τινα διεργασίαν. Είχομεν όμως την δυνατότητα της πλήρους συμμετοχής εις τας εργασίας της Αγίας Συνόδου και τας σχετικάς εκδηλώσεις. Συνέπεια τούτου ήτο η συναναστροφή μετά των μελών όχι μόνον της Πατριαρχικής αντιπροσωπίας, αλλά και αυτάς των άλλων Εκκλησιών. Είχα λοιπόν την ευκαιρία να γνωρίσω και να επικοινωνήσω με πλήθος Αρχιερέων, να λάβω την ευχή τους και συγχρόνως να γίνω αποδέκτης του προς το Αγιώνυμον Όρος σεβασμού των, αλλά και των προσδοκιών των δια την συνέχισιν της εμπράκτου υποδειγματικής πνευματικής ζωής και ακτινοβολίας αυτής προς τον εν ποικίλαις περιστάσεσιν ευρισκόμενον κόσμον. Επίσης διεπίστωσα την απλότητα και ανεπιτήδευτον καταδεκτικότητα των περισσοτέρων εξ αυτών, καθώς και την μετ’ αυτών εν Πνεύματι Αγίω κοινωνίαν, συννενόησιν και ταυτότητα προσεγγίσεως εν πολλοίς των θεμάτων της Αγίας Συνόδου, αλλά και πολλών άλλων.
Η ευσυνειδησία αυτή και συνέπεια προς την ιδιότητα του Ορθοδόξου Αρχιερέως ήτο εμφανής εις την συντριπτικήν πλειοψηφίαν των μελών της Αγίας Συνόδου, ώστε να γίνεται πλέον αντιληπτή και φανερή, η αδυναμία τινών εξ αυτών να συλλάβουν και να εκφράσουν διακριτικά και επίκαιρα τον θεολογικόν λόγον, καθώς και η έντονη επήρεια τινών εκ του κοσμικού φρονήματος. Όμως εις κανένα δεν δυνάμεθα να αποδώσωμε, τουλάχιστον δεν άφησεν κανείς να εννοηθή κάτι ανάλογο, διάθεσιν η πρόθεσιν σχετικοποιήσεως της Ορθοδόξου Πίστεως και ιδιαίτερα όσον αφορά τον διάλογο και την επικοινωνίαν με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Αντιθέτως μάλιστα ομοφώνως εγένετο δεκτόν και κατεγράφη ως απαράδεκτος προσηλυτιστική μέθοδος η ουνία.
Είναι πράγματι απαράδεκτος και άνευ ουδενός ερείσματος η όλη πολεμική εναντίον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και φανερώνεται τώρα μάλιστα εκ των υστέρων, το πως ο αντικείμενος κατάφερε να παρασύρη και καλούς ακόμη αδελφούς, με επιχειρήματα στηριζόμενα στις υπόνοιες και στις υποψίες, να δημιουργούν ένα πλαίσιο συκοφαντικών κατηγοριών, το οποίον σε τελική ανάλυσι στρέφεται εναντίον αυτής ταύτης της αμωμήτου Ορθοδόξου Εκκλησίας. Διότι πράγματι εάν και μέρος τι εκ των κατηγοριών, αι οποίαι εξετοξεύθησαν εναντίον της Αγίας Συνόδου είχον κάποιαν υπόστασιν, τότε δικαιολογημένα θα μπορούσε κανείς να διερωτηθή εάν υφίσταται ακόμη η Ορθόδοξος Εκκλησία. Όμως εις πείσμα του αντικειμένου η Αγία Σύνοδος τόσων Ορθοδόξων Αρχιερέων και αρκετών άλλων μελών Αυτής, ως συμβούλων, έδειξεν την πανσθενουργόν και ζωοποιόν Χάριν του Παναγίου Πνεύματος ενεργουμένην όχι μόνον εις τας κατά παράδοσιν Ορθοδόξους χώρας, αλλά, λόγω των διαμορφουμένων κοινωνικών συνθηκών, εξαπλουμένην παγκοσμίως, μαρτυρούσα δε την Αλήθειαν του Μονογενούς και προσκαλούσα πάντας εις σωτηρίαν.
Πλέον συγκεκριμένως, η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος ησχολήθη με τα έξι Θέματα, τα οποία είχον προετοιμασθή υπό των Πανορθοδόξων Προσυνοδικών Διασκέψεων και τα οποία είχον σταλή προς όλας τας Ορθοδόξους Εκκλησίας, και προς την ημετέραν Ιεράν Κοινότητα, και εζητείτο η σχετική τοποθέτησις επ’ αυτών. Ούτω το πρώτον θέμα “Η αποστολή της Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω” συνεπληρώθη εις τινα σημεία προς καλυτέραν θεολογικήν διασάφησιν του κειμένου. Ετέθη ως αρχή του κειμένου το χωρίον “Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόλλυται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον» κ.λπ. καθώς επίσης προσετέθη και η πέμπτη παράγραφος, η οποία αναφέρεται εις την ιεραποστολήν, επισημαίνοντας ότι η μεταφορά του μηνύματος του Ευαγγελίου συμφώνως προς την τελευταίαν εντολήν του Χριστού “Πορευθέντες κ.λπ.» αποτελεί διαχρονικήν αποστολήν της Εκκλησίας. Επίσης εγένοντο μερικαί βελτιώσεις και προσθαφαιρέσεις εις διατυπώσεις του Α κεφαλαίου περί της αξίας του ανθρώπου και εις το Β περὶ ελευθερίας και ευθύνης, εις το οποίον προσετέθη εις την δευτέραν παράγραφον ως συνέπεια του κακού και η φράσις “παρατηρούμενα νοσηρά φαινόμενα της λήψης εξαρτησιογόνων ουσιών και της υποταγής εις άλλους εθισμούς». Τέλος εις το εκτενέστερον ΣΤ κεφάλαιο εγένοντο μερικαί επαναδιατυπώσεις εις τας παραγράφους 11, 14 και 15. Σημαντικώτερη, νομίζομεν, είναι η προσθήκη εις την 14ην παράγραφον η οποία λέει “Η Εκκλησία προσδοκώσα την ανακεφαλαίωσιν των πάντων εις το εν Σώμα του Χριστού, υπενθυμίζει εις πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, ότι ο Χριστός πάλιν θα έλθη κατά την Δευτέραν Παρουσίαν Του “κρίναι ζώντας και νεκρούς» και ότι “της Βασιλείας Αυτού ουκ έσται τέλος». Με την προσθήκην αυτήν αποσαφηνίζεται η εσχατολογική προοπτική της Εκκλησίας και επισημαίνεται ότι ο σκοπός του ανθρώπου είναι η επιτυχής προετοιμασία του δια την συμμετοχήν του εις την επουράνιον μελλοντικήν Βασιλείαν του Κυρίου. Καταλήγει δε το περί ου ο λόγος κείμενον αναφέροντας ότι “η Εκκλησία προβάλλει την θυσιαστικήν αγάπην του Εσταυρωμένου Κυρίου Της ως την μόνην οδόν προς ένα κόσμον ειρήνης, δικαιοσύνης, ελευθερίας και αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων και των λαών, των οποίων μόνον και έσχατον μέτρον είναι πάντοτε ο υπέρ της του κόσμου ζωής θυσιασθείς Κύριος….».
Εις το δεύτερον θέμα “Η Ορθόδοξος Διασπορά», δεν υπήρξαν σημαντικαί παρατηρήσεις. Προσετέθη εις τας περιοχάς των Επισκοπικών συνελεύσεων ως ιδιαιτέρα περιοχή ο Καναδάς, καθώς επίσης και εις τον κανονισμόν αυτών των συνελεύσεων, εις το άρθρον 5 εδάφιον γ , η φράσις, μετά των άλλων Εκκλησιών, διορθώθηκε, μετά των ετεροδόξων, δείχνοντας τοιουτοτρόπως και την τάσιν του Σώματος της Αγίας Συνόδου σχετικώς με το θέμα τουτο. Εγένετο σχετική συζήτησις περί του κανονικώς ορθού να υφίσταται ένας Επίσκοπος εις εκάστην περιοχήν – πόλιν. Όμως απετέλεσε κοινήν διαπίστωσιν, ότι λόγω της μεταναστεύσεως και των ισχυρών δεσμών των μεταναστών με τους τόπους καταγωγής των, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθή η κανονική ακρίβεια και εγένετο αποδεκτή η ενδιάμεσος λύσις των Επισκοπικών Συνελεύσεων, προς κοινήν Ορθόδοξον παρουσίαν έναντι των εκασταχού Αρχών, με προοπτικήν όμως την εξομάλυνσιν της καταστάσεως κατά το μέλλον.
Εις το τρίτον θέμα “Το Αυτόνομον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού», δεν υπήρξε κάποια ουσιώδης συζήτησις εκτός κάποιων προβληματισμών, τους οποίους εξέφρασεν ο Σεβασμιώτατος Ταλλίνης και Εσθονίας κ. Στέφανος.
Εις το τέταρτον θέμα “Το Μυστήριον του Γάμου και τα κωλύματα αυτού», καταδικάζονται σαφώς, η πίεσις δια την αναγνώρισιν νέων μορφών συμβιώσεως, ο πολιτικός λεγόμενος γάμος ως διάφορος προς τον ευλογούμενον υπό του Θεού και της Εκκλησίας γάμον, τα σύμφωνα συμβιώσεως του αυτού φύλου, καθώς και Πάσα άλλη μορφή συμβιώσεως διαφορετική του γάμου. Εις τα κωλύματα του γάμου εγένοντο ωρισμέναι μεταβολαί, αι οποίαι δεν φαίνεται μεν να επιφέρουν κάποιαν αλλαγήν εις την επικρατούσαν κατάστασιν, δίδουν όμως το δικαίωμα δια υποψίαν τινά αλλαγής της στάσεως της Εκκλησίας απέναντι του θέματος του δευτέρου γάμου των κληρικών. Συγκεκριμένως το 4° εδάφιο, ενώ έλεγε “Η ιερωσύνη αποτελεί, συμφώνως προς την ισχύουσαν κανονικήν παράδοσιν (κανών 3 της Πενθέκτης εν Τρούλλω συνόδου) κώλυμα προς σύναψιν γάμου», διεμορφώθη ως εξής, “Η ιερωσυνη αυτή καθ’ εαυτήν δεν αποτελεί κώλυμα γάμου, αλλ’ όμως συμφώνως προς την ισχύουσαν κανονικήν παράδοσιν (κανών 3 της Πενθέκτης εν Τρούλλω συνόδου) μετά την χειροτονίαν κωλύεται η σύναψις γάμου». Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρησιμοποιηθή η διατύπωσις αυτή από οποιονδήποτε δια καταστρατήγησιν της σαφούς εντολής των Ιερών Κανόνων. Όμως θα ήτο παράλειψις να μη αναφέρω την παρέμβασιν του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Πολωνίας, ότι το μυστήριον του γάμου είναι ιερόν και κατ’ ενώπιον Θεού και η ένωσις την οποίαν επιφέρει εις τους προσερχόμενους έχει αιωνίαν ισχύν και επεκτείνεται και εις τον μέλλοντα αιώνα και δι’ αυτό δεν μπορεί να είναι επιτρεπτόν εις ένα ιερέα να υποβιβάζη την αξίαν του ιερού τούτου Μυστηρίου και να γίνεται αρνητικόν παράδειγμα δια το πλήρωμα της Εκκλησίας.
Επίσης εις την παράγραφον 5,ι σχετικώς με τον γάμον Ορθοδόξων μεθ’ ετεροδόξων, αφηρέθη το δεύτερον σκέλος αυτής, το οποίον ανεφέρετο εις την κατά συγκατάβασιν και φιλανθρωπίαν δυνατότητα ευλογίας αυτού προς ικανοποίησιν της Εκκλησίας της Γεωργίας. Όμως η τελευταία παράγραφος 7 περί εφαρμογής της εκκλησιαστικής οικονομίας, ετέθη αμέσως μετά ως παράγραφος 5,ιι αφίνουσα εν τέλει εις την διάκρισιν εκάστης Εκκλησίας το θέμα της τελέσεως των μικτών γάμων.
Εις το πέμπτον θέμα “Η σπουδαιότης της νηστείας και η τήρησις αυτής σήμερον», παρ’ όλον που δεν υπήρχεν ουδεμία πρότασις αλλαγής του σχετικού κειμένου, η επιπολαιότης, κατά την γνώμην μου, ελαχίστων επισκόπων προεκάλεσεν ου μικράν συζήτησιν. Κατ’ αρχήν εζητήθη από τον Σεβ. Περγάμου να αφαιρεθή η τελευταία φράσις της πρώτης παραγράφου, η οποία και ολοκλήρωνε την παράγραφον, λέγοντας δια την νηστείαν “και ως εικών της μελλούσης ζωής», η οποία ως αναφέρεται εις την ιδίαν παράγραφον είναι φράσις ειλημμένη εκ του Τριωδίου. Εθεώρησε λοιπόν ο Σεβασμιώτατος ότι δεν δύναται να συνδέεται με την μέλλουσαν ζωήν η νηστεία, επειδή εμείς μετά το Πάσχα καταλύομε και διακόπτομε την νηστείαν και ότι ο όρος εικών δέον να αναφέρεται εις τον Χριστόν η εις τον άνθρωπον ως κατ’ εικόνα Θεού πλασθέντα. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται ιδιαιτέρα σοφία δια να κατανοήση κανείς ότι ο όρος εικών αποτελεί εις την Ορθόδοξον θεολογίαν μίαν πολυσήμαντον έννοιαν και εις την προκειμένην περίπτωσιν θέλει ο υμνωδός να μας διδάξη και να μας μυήση ότι με την νηστείαν προετοιμαζόμεθα και προγευόμεθα την μέλλουσαν ζωήν και τα μοναδικά, άφθαρτα και ανεκτίμητα πνευματικά της αγαθά, τα οποία οφείλουν να αποτελούν εικονικώς και κατά την παρούσαν ζωήν, τον κύριον σκοπόν μας. Όμως συμφωνούντος του Σεβ. Μπάτσκας κ. Ειρηναίου και παρ’ όλην την σωστήν παρέμβασιν του Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου η φράσις αύτη του Τριωδίου απελείφθη εκ του κειμένου.
Εν συνεχεία εγένετο παρέμβασις από δύο κυρίως επισκόπους, ένα εκ της Ελληνικής Εκκλησίας και ένα εκ της Κυπριακής Εκκλησίας, οι οποίοι εκφράζοντες ιδίας απόψεις, υπεστήριζαν ενθέρμως και μετά ρητορικής δεινότητος την ελάφρωσιν του κόσμου εκ των υπερβολικών νηστειών και την καθιέρωσιν προαιρετικών και υποχρεωτικών νηστειών, προσπαθήσαντες, ελπίζομεν εξ αγνοίας και αγαθότητος, να παρασύρουν την Αγίαν Σύνοδον εις το θεολογικόν ατόπημα του συμβιβασμού και συσχηματισμού της Εκκλησίας με το κοσμικόν πνεύμα και όχι της προωθήσεως και καθοδηγήσεως του κόσμου υπό της Εκκλησίας εις την Ευαγγελικήν τελειότητα συμφώνως προς την διακριτικήν διδασκαλίαν της αγίας μας Παραδόσεως περί τούτου. Τελικώς δια της βοής των πολλών επισκόπων να μείνη ως έχει, δεν εγένετο άλλη παρέμβασις εις το κείμενον.
Ενώ συνεζητείτο το θέμα της νηστείας, ήκουσα απροσδοκήτως εις παρέμβασίν του ο Σεβ. Περγάμου να καταφέρεται κατά τινων, οι οποίοι υπερβάλλουν και επιβάλλουν επί πλέον νηστείας, ως νηστείαν του Σαββάτου, τριήμερον νηστείαν προ της Θείας Κοινωνίας κ.λπ. υπερβολάς. Εις τους συντελεστάς αυτού του ατοπήματος ανέφερε γενικά κάποιους γέροντας και ονομαστικά το Άγιον Όρος, κατά την αντίληψίν μου με άκρως υποτιμητικόν και περιφρονητικόν τρόπον. Φυσικά εγνώριζα τον Κανονισμόν και δεν εσκέφθην ποτέ να τον παραβιάσω, αλλά μετά τα όσα ελέχθησαν δια το Άγιον Όρος, ως απεσταλμένος της Διπλής Ιεράς Συνάξεως του Αγίου Όρους, εθεώρησα υποχρέωσίν μου να απαντήσω και να αποκαταστήσω την αλήθειαν και προς τουτο εζήτησα τον λόγον. Ο Παναγιώτατος το αντελήφθη αμέσως, το ανέφερε εις το σώμα με σαφώς θετικήν διάθεσιν, αλλά επεσήμανε την αδυναμίαν Του να ικανοποιήση το αίτημά μου λόγω της δεσμεύσεώς Του εκ του κανονισμού. Εν συνεχεία και με την παρότρυνσιν πολλών άλλων μελών της Αγίας Συνόδου, ο Παναγιώτατος ανέφερε ότι θα μου δώση τον λόγο μετά το πέρας της συνεδρίας, το οποίον και επραγματοποιήθη. Αξίζει, νομίζω, να σημειωθή ότι μαζί με την όλην θετικήν, “πνευματικήν και Ορθόδοξον θεολογικήν παρουσίαν της Εκκλησίας της Πολωνίας, κατά τας εργασίας της Συνόδου, και εις το σημείον αυτό παρενέβη δια του ελληνομαθούς Σεβ. επισκόπου Σιεμιατίτσε κ. Γεωργίου και εζήτησε με την ευλογίαν του Αρχιεπισκόπου Πολωνίας να επιτραπή να ομιλήση ο εκπρόσωπος του Αγίου Όρους εκ μέρους της Εκκλησίας της Πολωνίας.
Είχα λοιπόν την ευκαιρίαν ενώπιον της ολομελείας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, αποκαθιστώντας την αλήθειαν να αναφέρω ότι εις το Άγιον Όρος δεν παραβιάζεται η κατάλυσις του Σαββάτου εκτός του Μεγάλου Σαββάτου, δεν απαγορεύεται η προσέλευσις εις το Ιερόν Μυστήριον της Θείας Κοινωνίας κατά την Κυριακήν και ότι όχι μόνον δεν αποτρέπονται οι μοναχοί από την συχνήν Θείαν Κοινωνίαν αλλά και προτρέπονται προς τούτο μαζί με τους ευλαβείς προσκυνητάς, επειδή θεωρείται απαραίτητον στοιχείον της γνησίας πνευματικής ζωής. Επίσης ανέφερα ότι οι αγιορείται πνευματικοί τυγχάνουν ευρύχωροι πνευματικά και προσπαθούν διακριτικά με πόνον και αγάπην δια τον κάθε άνθρωπον, να τον βοηθήσουν εις την επώδυνον οδόν της μετανοίας και να τον προωθήσουν φιλάδελφα εις την Ευαγγελικήν υπόδειξιν της πορείας προς την τελειότητα. Και τέλος ανέφερα ότι χάριτι Θεού συνεχίζεται η φιλοκαλική Πατερική παράδοσις και σήμερον εις το Αγιώνυμον Όρος εις όλας τας μορφάς του μοναχικού βίου, προξενώντας αισθήματα αισιοδοξίας και πνευματικής χαράς σε όλους όσους το αγαπούν, κατανοούν τον πνευματικόν Του πλούτον και εμπνέονται από αυτόν.
Εις το έκτον θέμα “Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», επικεντρώθη περισσότερον η προσοχή όλων, καθόσον είχε δεχθή την μεγαλυτέραν κριτικήν και είχον προταθή πολλαί παρατηρήσεις επί του κειμένου υπό των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Η Εκκλησία της Ρουμανίας είχεν ήδη αποστείλει τας παρατηρήσεις της επί των κειμένων εις την Γραμματείαν της Αγίας Συνόδου και τας οποίας υπεστήριξεν επιτυχώς ο Μακαρ. Πατριάρχης Αυτής κ. Δανιήλ, με ουσιαστικήν θεολογικήν επιχειρηματολογίαν και πνευματικόν δυναμισμόν, συμβάλων ούτω αποτελεσματικώς εις την αισίαν έκβασιν των εργασιών της Μεγάλης Συνόδου.
Το σημείον εις το οποίον παρουσιάσθη η μεγαλύτερα δυσκολία συνεννοήσεως ήτο εις την παράγραφον 6, όπου αναφέρεται εις την αναγνώρισιν της ιστορικής ονομασίας των άλλων Εκκλησιών και ομολογιών. Η μία άποψις υπεστήριζεν ότι διαχρονικά απεδίδετο εις τους ετεροδόξους ο χαρακτηρισμός Εκκλησία, δια λόγους ιστορικούς, κοινωνιολογικούς και λόγω του αυτοπροσδιορισμού των ως Εκκλησίαι, χωρίς αυτό να σημαίνη εις καμμίαν περίπτωσιν την ταύτισιν η την εξίσωσιν με την ουσιαστικήν και δογματικήν έννοιαν του όρου Εκκλησία. Αυτήν την άποψιν υπεστήριζον κυρίως το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, η Εκκλησία της Αλβανίας κ.α. Η άλλη άποψις υπεστήριζε την απάλειψιν του όρου Εκκλησία προς χαρακτηρισμόν των ετεροδόξων, προς σαφεστέραν αποτύπωσιν των ουσιαστικών δογματικών διαφορών αι οποίαι υφίστανται μετά της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Την γνώμην αυτήν υπέβαλον με διαφόρους παραλλαγάς η Εκκλησία της Ελλάδος, της Ρουμανίας, Πολωνίας κ.α.
Εις την απογευματινήν συνεδρίαν της Παρασκευής 24 Ιουνίου, ο πρόεδρος της Συνόδου, Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος αντιληφθείς την επερχομένην δυσκολίαν προς διευθέτησιν του θέματος, επρότεινε να συσταθή μία επιτροπή με την συμμετοχήν των Εκκλησιών, αι οποίαι έχουν προτάσεις, προκειμένου να ευρεθή μία έκφρασις και διατύπωσις του υπό συζήτησιν θέματος, η οποία να ικανοποιή όλας τας πλευράς. Σημειωτέον ότι δεν αντελήφθην να έχη υπάρξει κάποια, έστω και υποτυπώδης, γραμματειακή επεξεργασία και προετοιμασία των διαφόρων θέσεων των Εκκλησιών προς διευκόλυνσιν των εργασιών της Συνόδου. Δυστυχώς εκείνην την κρίσιμον στιγμήν εζήτησε και έλαβε τον λόγον ο Σεβ. Περγάμου, ο οποίος, κατά την αντίληψίν μου ευρισκόμενος εκτός πρα-γματικότητος, είπε ότι το κείμενον είναι πολύ καλόν και δεν βλέπει τον λόγον να γίνη επιτροπή και δι’ αυτό δεν χρειάζεται κάποια τέτοια κίνησις. Η υποχώρησις του Παναγιωτάτου εις την παντελώς αδιάκριτη και ακατανόητη εμμονή του Σεβ. Περγάμου εις τα όσα είχον διατυπωθή εις το κείμενον, χωρίς διάθεσιν διαλόγου, κατανοήσεως της απόψεως των άλλων Εκκλησιών και προσπάθειας συγκερασμού των διαφορετικών προσεγγίσεων του θέματος, επέφερε την εύλογον αντίδρασιν, μέχρι και εμφανούς εκνευρισμού, του μέχρι τότε ηρέμου και με θεολογικά επιχειρήματα συμμετέχοντος εις τας συζητήσεις Πατριάρχου Ρουμανίας. Επιπλέον και το Πατριαρχείον Σερβίας κατέθεσε γραπτήν γνώμην, με την οποίαν υπεστήριξεν ότι το θέμα δεν είναι ώριμον και δι’ αυτό πρέπει η να αναβληθή η να παραταθούν αι εργασίαι της Συνόδου προς καλυτέραν επεξεργασίαν του κειμένου.
Αι εργασίαι έληξαν εκείνο το απόγευμα σε κλίμα μεγάλης πνευματικής δυσφορίας, απογοητεύσεως και εντόνου προβληματισμού δια την εξέλιξιν του θέματος κατά την επομένην ημέραν. Δεν δύναμαι να αποκρύψω και τα έντονα αισθήματα αγανακτήσεως, τα οποία διεπίστωνα να ανέρχωνται εις τον νουν μου, και όχι μόνον εις τον ιδικόν μου αλλά και πολλών άλλων, δια τα πρόσωπα τα οποία δια της στενόκαρδης, η να το διατυπώσωμεν ειλικρινέστερον, υπερφίαλης συμπεριφοράς των, άφησαν να διακινδυνεύση η αξιοπρέπεια και η υπόστασις όχι μόνον του Οικουμενικού Πατριαρχείου αλλά και αυτής ταύτης της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ίσως όλα αυτά να τα επέτρεψεν ο Κύριος, δια να μη ξεχνάμε την τραγικήν ανθρωπίνην αδυναμίαν μας και ότι πράγματι την Εκκλησίαν την οδηγεί και την σώζει η πανσθενουργός Χάρις του Παναγίου Πνεύματος. Το πρωί της επομένης ημέρας, συναισθανόμενοι ίσως όλοι περισσότερον τας ευθύνας των, επροτάθη και έγινεν αποδεκτή η διατύπωσις “Παρά ταύτα η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονομασίαν των μη ευρισκομένων εν κοινωνία μετ’ αυτής άλλων ετερόδοξων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών». Με αυτήν την διατύπωσιν καθίσταται σαφές ότι η ονομασία Εκκλησία προς τις ετερόδοξες Εκκλησίες, οι οποίες σημειωτέον δεν ευρίσκονται σε κοινωνίαν πίστεως και Ιερών Μυστηρίων με την Μίαν Εκκλησίαν, αποδίδεται εις αυτάς, επειδή έτσι ονομάζονται κατά την ροήν της ιστορίας και έχει, αύτη η ονομασία, σημασίαν και περιεχόμενον αποκλειστικώς ιστορικόν και κοινωνιολογικόν και σε καμμίαν περίπτωσιν ουσιαστικόν και δογματικόν τοιούτον.
Εν συνεχεία διορθώθησαν και αποσαφηνίσθησαν και ωρισμέναι ακόμη φράσεις, όπως παράγραφος 5, της απολεσθείσης ενότητος των Χριστιανών, διορθώθηκε με την απάλειψιν της λέξεως απολεσθείσης, ώστε να μη δύναται κανείς να υπονοήση ότι και η Ορθόδοξος Εκκλησία έχει κάποιο έλλειμα σχετικώς με το πλήρωμα της Αληθείας. Επίσης, δια παρομοίους λόγους, εις την παράγραφον 7 απελείφθη η φράσις και «αι κοιναί προσπάθειαι προς αποκατάστασιν της χριστιανικής ενότητος». Επίσης εις το τέλος της 9ης παραγράφου προσετέθη με πρωτοβουλίαν της Εκκλησίας της Ρουμανίας η φράσις “Οι διμερείς και πολυμερείς θεολογικοί διάλογοι δέον όπως υπόκεινται εις πανορθοδόξους περιοδικάς αξιολογήσεις», προς διασφάλισιν καλυτέρου ελέγχου της πορείας των θεολογικών διαλόγων. Εις την παράγραφον 16 προσετέθη πριν από το “Χριστιανικάς Εκκλησίας και Ομολογίας» η λέξις ετεροδόξους. Επίσης εις την παράγραφον 17 αντικατεστάθη η φράσις “εις την μαρτυρίαν της αληθείας και την προαγωγήν της ενότητος των Χριστιανών.» με την φράσιν “δια την προώθησιν της ειρηνικής συνυπάρξεως και της συνεργασίας επί των μειζόνων κοινωνικοπολιτικών προκλήσεων.», μη αποδίδοντας πλέον το έργον της μαρτυρίας της αληθείας και της προαγωγής της ενότητος των Χριστιανών εις το Π.Σ.Ε., αλλά προσδιορίζοντας το έργον του εις την προώθησιν της ειρήνης και των κοινωνικών προκλήσεων.
Ακολούθως εις το άρθρον 19 προσετέθη απόσπασμα από την δήλωσιν του Τορόντο, η οποία διευκρινίζει ότι η συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις το Π.Σ.Ε. δεν συνεπάγεται ότι θεωρεί τας άλλας Εκκλησίας, ως Εκκλησίας υπό την αληθή και πλήρη έννοια του όρου. Επίσης εις το άρθρον 20 αντί μετά των άλλων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών, διορθώθηκε, μετά του λοιπού χριστιανικού κόσμου. Εις το άρθρον 21 αντί προσέγγισιν των Εκκλησιών διορθώνεται εις προσέγγισιν των χριστιανών, ενώ εις το τέλος τίθεται σημαντική προσθήκη “διότι αι μη Ορθόδοξοι Εκκλησίαι και Ομολογίαι παρεξέκκλιναν εκ της αληθούς πίστεως της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας.». Εις το άρθρον 22 παρ’ όλην την φιλότιμον θεολογικήν προσπάθειαν του Πατριάρχου Ρουμανίας, ο οποίος εξέφραζε τας παρομοίας με τας ιδικάς μας απόψεις της Εκκλησίας της Ρουμανίας, προσέκρουσε εις αδυναμίαν κατανοήσεως των ορθών απόψεών του παρά των λοιπών, με αποτέλεσμα να δυνηθή να περάση μίαν ελαφράν βελτίωσιν εις το τέλος “το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει την ανωτάτην αυθεντίαν επί θεμάτων πίστεως και κανονικών διατάξεων. (κανών 6 της Β Οἰκουμενικῆς Συνόδου)», απολειφθείσης της φράσεως “τον αρμόδιον και έσχατον κριτήν». Δια να αντιληφθήτε το μέγεθος της δυσκολίας προς συνεννόησιν, αρκεί να αναφέρω την άποψιν αρχιερέως τινός, σχετικώς με την δυνατότητα να εκφράζεται η ορθή πίστις ενίοτε και δια μέσου προσώπων, ότι δεν πρέπει να αφήσωμεν άλλο περιθώριο εις τους γεροντάδες, αρκετά τους έχουμε παραχωρήσει, αυτά ανήκουν σ’ εμάς τους επισκόπους, αγνοώντας προφανώς ότι το Πνεύμα όπου θέλει πνει και ότι κανείς μας δεν μπορεί να αναπληρώση την πνευματικήν του ένδειαν με διοικητικάς επιβολάς και διατάξεις.
Εις το άρθρον 23 προσετέθη με πρότασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος και συμφωνίαν όλων, η ουνία ως απαράδεκτος ενέργεια η μέθοδος προσεγγίσεως των Χριστιανών. Εδώ εφάνη η μεγάλη αγανάκτησις όλων των Ορθοδόξων απέναντι εις την απαισίαν ταύτην μέθοδον των Δυτικών, η οποία και σήμερον ακόμη χρησιμοποιείται υπ’ αυτών, όπως εμφαίνεται με τον πρόσφατον διορισμόν ουνίτου επισκόπου εις Αθήνας. Επίσης κατωτέρω η φράσις “εμπνεόμενοι υπό των κοινών θεμελιωδών αρχών της πίστεως ημών» διορθώθηκε με την “εμπνεόμενοι υπό των κοινών θεμελιωδών αρχών του Ευαγγελίου,» ώστε να αποφευχθή οποιαδήποτε υπόνοια περί ταυτότητος της πίστεως με τας άλλας ομολογίας.
Εν τέλει, εξεδόθη και μία εγκύκλιος της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου προς ενημέρωσιν του χριστεπωνύμου πληρώματος με συνοπτικώτερον τρόπον. Νομίζω ότι χαρακτηρίζεται από πλέον ουσιαστικόν, ζωντανόν και ρέοντα θεολογικόν λόγον και συμπεριλαμβάνει το σημαντικόν θέμα, το οποίον και ημείς είχομεν προτείνει,». Το συνοδικόν έργον συνεχίζεται εν τη ιστορία αδιακόπως δια των μεταγενεστέρων, καθολικού κύρους συνόδων – ως λ.χ. της επί Μεγάλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Μεγάλης Συνόδου (879 – 880) και των επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά συγκληθεισών Μεγάλων Συνόδων (1341, 1351, 1368), δια των οποίων εβεβαιώθη η αυτή αλήθεια της πίστεως, εξαιρέτως δε περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και περί της μεθέξεως του ανθρώπου εις τας ακτίστους θείας ενεργείας».
Καταλήγοντας, θα ήθελα να σημειώσω, ότι αι παρατηρήσεις επί των προσυνοδικών κειμένων, εις τας οποίας προέβημεν και κατεγράψαμεν εις την απαντητικήν προς τον Παναγιώτατον Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον επιστολήν της ΕΔΙΣ, συνέπιπτον και σχεδόν εταυτίζοντο με τας παρατηρήσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως αναφέρει και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών εις την προς την Ιεράν Κοινότητα απάντησίν Του, της Εκκλησίας της Ρουμανίας κ.α. Δεν γνωρίζω εάν υπήρξε κάποια αλληλεπίδρασις εις την διαμόρφωσιν των θέσεων των Εκκλησιών, αλλά αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της εκφράσεως κοινών θέσεων και της εκ τούτου διαπιστώσεως της υπάρξεως κοινού υποβάθρου του ορθοδόξου πνευματικού βιώματος και της θεολογικής αντιλήψεως, πρέπει να μας χαροποιή ιδιαιτέρως και να μας εμποιή αισιόδοξα αισθήματα δια το μέλλον.
Μετά την παρέλευσιν κάποιου χρονικού διαστήματος, νομίζομεν ότι δυνάμεθα να αποτιμήσωμεν νηφαλιώτερον τας εργασίας της Αγίας Συνόδου. Θεωρούμε λοιπόν επιτυχίαν και μόνον την σύγκλησιν αυτής της Μεγάλης Συνόδου, διότι δεν είναι δυνατόν να προετοιμάζεται μόνον επί δεκαετίας, χωρίς ποτέ να συγκαλήται. Αποτελεί μίαν επιτυχή, δυναμικήν και πνευματικώς επιβεβλημένην ενέργειαν του Παναγιωτάτου, η οποία αφού διήλθε δια μέσου των συμπληγάδων των ανθρωπίνων αδυναμιών και μικροτήτων, χάριτι Θεού και τη απείρω Αυτού μακροθυμία ήχθη εις αίσιον πέρας. Κατόπιν μάλιστα των διορθώσεων και διασαφηνίσεων επί του κειμένου δια τας σχέσεις με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, τα κείμενα απηχούν και εκφράζουν το διαχρονικόν Ορθόδοξον βίωμα επικαιροποιημένον, ώστε να αντιμετωπίζη την σύγχρονον πραγματικότητα και μέρος των προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίζουν σήμερα οι πιστοί. Δεν νομίζομεν ότι δικαιολογείται κανείς πλέον σήμερα, μετά την διάψευσιν των προσυνοδικών ψευδολογιών και ανυπόστατων φόβων, να διεγείρη θέματα άσχετα με τας αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και να δημιουργή προβλήματα εις τας συνειδήσεις των απλών πιστών.
Θα ήθελα να μου επιτρέψητε, πριν κλείσω την ελλιπή μου ταύτην έκθεσιν, να προτείνω ταπεινώς προς το Ιερόν Σώμα, την ανάθεσιν εις επιτροπήν η όπως άλλως κρίνη Αύτη, την επεξεργασίαν και τοποθέτησιν επί διαφόρων θεολογικών και εκκλησιαστικών θεμάτων της Αγιορειτικής Κοινότητος εν ηρεμία και χωρίς οιανδήποτε χρονικήν πίεσιν, ως ευσυνειδήτου διακονίας και ταπεινής συμβολής εις την Ορθόδοξον θεολογικήν επίγνωσιν και ενίσχυσιν της πίστεως του πληρώματος της Εκκλησίας. Διεπίστωσα ότι μίαν τοιαύτην ταπεινήν θεολογικήν διακονίαν, συγχρόνως με την αγίαν βιοτήν και την Μυστηριακήν ζωήν, αναζητά και προσδοκά όλον το Ορθόδοξον πλήρωμα απανταχού της γης.
Επί δε τούτοις, ευχαριστών Υμάς δια την τιμήν ην μοι προσεποιήσατε φιλαδέλφως και εκζητών την Υμετέραν επιείκειαν εις τας ατελείας μου, διατελώ μετά πολλής της εν Χριστώ φιλαδελφίας και αγάπης.
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής του Σταυρονικήτα
Αρχιμανδρίτης Τύχων
Σχόλιον Ο.Τ. εις την άνωθεν έκθεσιν προς την Ι. Κοινότητα
Η ως άνω έκθεσις του Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου αποτελεί κειμήλιον δια την εκκλησιαστικήν ιστορίαν του μέλλοντος όχι μόνον διότι αναφέρεται εις λεπτομερείας των εσωτερικών διεργασιών της Συνόδου της Κρήτης, αλλά πολύ περισσότερον επειδή εγράφη υπό ευλαβούς Ηγουμένου ενός εκ των 20 ιστορικών Ι. Μονών του Αγίου Όρους, αι οποίαι και σήμερον δίδουν εις τους Ορθοδόξους απανταχού της οικουμένης και οδοδείκτας της ορθής πνευματικής πορείας της Εκκλησίας, αναβλύζοντες τους ποταμούς της Παραδόσεως καθ’ ον μέτρον όμως στοιχούνται προς την αδιάκοπον υπερχιλιετή άσκησιν και βίωσιν της αληθείας του Κυρίου φανερουμένη εις τα πρόσωπα, τας πράξεις και τους λόγους των αγιασάντων Αθωνιτών Πατέρων. Δια τούτο με μεγάλην προσοχήν οφείλει κανείς να μελετήση αυτήν.
Εις την αρχήν της εκθέσεως αναφέρεται ότι η πρόσκλησις του Πανοσ. Καθηγουμένου ήτο «τιμητική-συμβολική» καθώς δεν ανετέθη εις αυτόν κάποια αρμοδιότης. Μας λυπεί αυτό ιδιαιτέρως, διότι το πλήρωμα της Εκκλησίας ανέμενε το Άγιον Όρος να έχη βαρύνοντα ρόλον και ευθύνην δια το γεγονός της Συνόδου, η οποία διεκδικεί κατά τους συγκαλέσαντας αυτήν οικουμενικόν κύρος. Επομένως, η πρόσκλησις και εν συνεχεία ο παροπλισμός του Ηγουμένου μάλλον εντάσσεται εις το γενικόν πλαίσιον της Συνόδου, όπου υπήρχαν αντιπρόσωποι, όμως απεφάσισαν οι Προκαθήμενοι. Αν συνυπολογίση κανείς ότι την ιδιότητα του συμβούλου είχε και η Πανοσ. Καθηγουμένη της Ι. Μ. Χρυσοπηγής καθώς και η συνεργασθείσα με την CIA Καθηγ. κ. Ελισάβετ Προδρόμου, μάλλον συμπεραίνει ότι κάθε άλλο παρά τιμητική ήτο η προσκλησις εις το Άγιον Όρος, το οποίον δι’ αυτής υπεβιβάσθη εις ένα φορέα ως κάθε άλλος. Ο π. Τύχων μετέβη μεν ως Ηγούμενος του ζώντος φρονήματος του Αγίου Όρους επέστρεψε δε ως υποτακτικός των κελευσμάτων προσαρμογής της Ορθοδόξου ζωής εις τα μέτρα των σημερινών Επισκόπων. Η αβρότης των Επισκόπων έναντι του Αγίου Όρους, την οποία διεπίστωσεν, εις τας συνομιλίας του, εμάλαξε την Αγιορειτικήν ακρίβειαν. Τοσούτον μάλιστα, ώστε να παραβλέπεται το γεγονός ότι ήτο φανερή «η αδυναμία τινών εξ αυτών να συλλάβουν και να εκφράσουν διακριτικά και επίκαιρα τον θεολογικόν λόγον, καθώς και η έντονη επήρεια τινών εκ του κοσμικού φρονήματος»! Διερωτώμεθα αν η σχετικοποίησις της Ορθοδόξου Πίστεως τυγχάνει πάντοτε εμπρόθετος η μήπως πολλάκις προέρχεται εκ της αλλοτριώσεως από το κοσμικόν φρόνημα; Αν κάποιος Επίσκοπος αρνείται εις τα λόγια την σχετικοποίησιν είναι ασύνηθες εις την πράξιν να πορεύεται διαφορετικώς; Δεν είμεθα της γνώμης ότι τα εχέγγυα παρέχει εις αυτό η ομόφωνος καταδίκη της ουνίας, καθώς αυτή ευρίσκεται ήδη από παλαιοτέραν Σύνοδον καταδεδικασμένη.
Αναγινώσκομεν εις την έκθεσιν ότι «η όλη πολεμική» εναντίον της Συνόδου είναι «απαράδεκτος και άνευ ουδενός ερείσματος» διότι τα επιχειρήματα στηρίζονται εις «υπόνοιες και στις υποψίες». Άγιοι ως ο Ιουστίνος Πόποβιτς κ.α. έπεφταν τόσον έξω; Οι ένδεκα Μητροπολίται που ηρνήθησαν να συμμετάσχουν εις την Σύνοδον παρεσύρθησαν; Οι Ιεράρχαι που δεν υπέγραψαν κάποια εκ των κειμένων είναι ανίδεοι; Καθηγηταί ως ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, ο π. Θεόδωρος Ζήσης, ο κ. Δ. Τσελεγγίδης κ.α. τυγχάνουν απαίδευτοι; Ποία επιχειρήματα δεν ευσταθούν; Μήπως ότι είναι η πρώτη φορά εις την δισχιλιετή πορείαν της Εκκλησίας κατά την οποίαν αφηρέθη η ψήφος από τους Επισκόπους, είναι συκοφαντία; Μήπως είναι συκοφαντία ότι οι παρόντες Επίσκοποι παρεβίασαν την εντολήν που έλαβαν από το σύνολο της τοπικής τους Ιεραρχίας; Μήπως δεν ισχύει ότι αι Αυτόνομαι Εκκλησίαι εξεπροσωπήθησαν μόνον εκ των Προκαθημένων τους αντιθέτως προς την εκκλησιολογίαν; Μήπως ο ίδιος ο Πανοσιολογιώτατος δεν γράφει ότι δια του κειμένου περί του γάμου ηνοίχθη δυνατότης δια δεύτερον γάμον εις τους κληρικούς; Αυτά όλα και άλλα πολλά «άτινα εάν γράφηται καθ’ εν, ουδέ αυτόν οίμαι χωρήσαι» εις δεκάδας τόμους χαρακτηρίζονται ως συκοφαντικαί κατηγορίαι; Εις την έκθεσιν όμως γίνεται εμμέσως επίκλησις των «τόσων Ορθοδόξων Αρχιερέων» οι οποίοι μετείχαν. Να υπενθυμίσωμεν ότι αυτοί έφθασαν μόλις τους 160, ολιγώτεροι και από αυτούς της Β Οἰκουμενικῆς Συνόδου, η οποία είχε συγκληθή ως τοπική και όχι «Μεγάλη», αποτελούν δε μόλις το 1/6 των Ορθοδόξων Επισκόπων!
Εις την συνέχειαν της εκθέσεως δίδεται αναφορά περί ενός εκάστου των κειμένων. Δια το κείμενον περί της «αποστολής της Εκκλησίας εις τον σύγχρονον κόσμον» αναφέρονται απλώς άνευ ιδιαιτέρων σχολίων αι προσθαφαιρέσεις. Δια το κείμενον αυτό όπως και δια τα υπόλοιπα υπάρχουν εξαντλητικαί μελέται, τας οποίας δεν προτιθέμεθα να επαναλάβωμεν. Θα αρκεσθώμεν μόνον να θέσωμεν το ερώτημα, το οποίον αν και διαλανθάνη της προσοχής είναι θεμελιώδες: Υπήρχεν ανάγκη, ώστε η Εκκλησία να συναχθή δια να καθορίση εκ νέου την «αποστολήν της εις τον σύγχρονον κόσμον»; Οφείλει να μεταβληθή η αποστολή της Εκκλησίας εις το παραμικρόν μετά από δύο χιλιάδας έτη; Ήτο ασυγχρόνιστος με την εποχή της; Δια πόσα έτη συνέβαινε αυτό;! Μήπως αυτό δεν ήτο και το σύνθημα της Β Βατικανῆς; Αν το κείμενον διετύπωσε νέα πράγματα, τότε έως τώρα ήτο παρωχημένη η Εκκλησία, αν επανέλαβε τα ίδια τότε προς τι η επαναβεβαίωσις; Δια πρόκλησιν εντυπώσεων; Δια να γραφή ένα κείμενον «εκθέσεως ιδεών»; Η μήπως ήτο επιτακτική ανάγκη Συνοδος να συμπεριλάβη, ως και έπραξε, τας «γενετικάς αλλαγάς», τον ρατσισμόν «των φύλων» και τα «μέσα ενημερώσεως» εις την αποστολήν της;
Δια το κείμενον δια την «Διασποράν» τα πράγματα ομιλούν από μόνα τους. Ενημερωνόμεθα ότι ελέχθη ποίον είναι το «κανονικώς ορθόν», όμως η Σύνοδος κατέληξεν εις «ενδιάμεσον λύσιν». Τι τελικώς είναι η λύσις αυτή; Οικονομία η αντικανονικότης; Υπάρχει οικονομία εις δογματικά ζητήματα η πρόκειται απλώς δια διοικητικόν θέμα; Θα ηδύνατο δηλαδή η δομή της στρατευομένης Εκκλησίας να έχη και ετέραν μορφήν; Εις ποίον ιστορικόν προηγούμενον εστηρίχθη η Σύνοδος δια την απόφασιν; Εις αυτά τα ερωτήματα τα οποία είναι ουσιώδη οφείλουν να δώσουν όσοι συμμετείχαν εις την Σύνοδον –και οι σύμβουλοι- κρυσταλλίνην απάντησιν. Δυστυχώς, η Σύνοδος αδυνατούσα να δώση λύσιν εποίησε δύο και πονηρά: επεκύρωσε συνοδικώς την ανωμαλίαν (δηλ. εσχετικοποίησε την Κανονικήν παράδοσιν) και προέτεινεν αυτήν δια καθολικήν αποδοχήν, διότι «πρέπει να είμεθα πραγματισταί», ως εδήλωσεν Ιεράρχης (δηλ. εισήγαγε την εκκοσμίκευσιν: ότι το κριτήριον της αναγκαιότητος υπερβαίνει το κριτήριον της φύσεως της Εκκλησίας).
Εις το ζήτημα του «Αυτονόμου» αφιερώνονται μόλις τρεις γραμμαί! Αγνοείται τελείως, ώστε να επισημανθή, ότι εις την Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν δεν υπήρξαν Αυτόνομοι Εκκλησίαι. Ο «θεσμός» εδημιουργήθη εις τα νεώτερα έτη λόγω δυσλειτουργίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις το διοικητικόν πεδίον και κατ’ επίδρασιν οθνείων αντιλήψεων. Δεν υπήρχον ουδέποτε υπάλληλοι σχέσεις μεταξύ των τοπικών Εκκλησιών! Όμως και αυτό το επεκύρωσεν η Σύνοδος αποδούσα μάλιστα προσωπικώς και όχι συνοδικώς εις τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως το δικαίωμα, που ποτέ προηγουμένως δεν κατείχε, να αποφαίνεται εις διενέξεις Αυτοκεφάλων Εκκλησιών δια μίαν Αυτόνομον Εκκλησίαν!
Το κείμενον περί «γάμου» κρύβει ένα από τα πιο προκλητικά γεγονότα της Συνόδου. Ο Ηγούμενος της Ι. Μ. Σταυρονικήτα αποδέχεται με τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον ότι αι μεταβολαί εις το κείμενον «δίδουν το δικαίωμα δια υποψίαν τινά αλλαγής της στάσεως της Εκκλησίας»! Τελικώς μετετοπίσθη εν δυνάμει έστω και ελαχίστως η παράδοσις της Εκκλησίας; Μήπως επιβεβαιούνται τώρα αι «συκοφαντίαι»; Ακατανόητη τυγχάνει η φράσις «ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρησιμοποιηθή η διατύπωσις αυτή από οποιονδήποτε δια την καταστρατήγησιν» των Ι. Κανόνων! Επαφίεται πλέον εις τον καθένα η ερμηνεία της και εμείς θα ελπίζωμεν ότι δεν θα το πράξη; Ευρίσκουν ισχυρόν έρεισμα, συνοδικά επικυρωμένον, όσοι κληρικοί επιθυμούν να τελέσουν δεύτερον γάμον; Όποιος επικαλεσθή το κείμενον αυτό η απάντησις θα είναι ότι πρέπει να συνέλθη επομένη Σύνοδος, δια να το διευκρινίση; Ανοίγωμεν με ελαφράν την καρδίαν περιπετείας δια την Εκκλησίαν… Ούτε όμως δια τους μεικτούς γάμους λαμβάνει θέσιν ο π. Τύχων. Τους αποδέχεται; Συμφωνεί η παράδοσις του Αγίου Όρους εις αυτό; Παρακαλούμεν δι’ απάντησιν!
Δια το κείμενον περί «νηστείας» το πρόβλημα επισημαίνεται εις την «επιπολαιότητα», ως αναφέρεται, ελαχίστων Επισκόπων. Δι’ εν τόσον «μεγάλο» γεγονός επιτρέπεται η επιπολαιότης και μάλιστα από Επισκόπους; Δια τας ενστάσεις έναντι της Συνόδου οι προσδιορισμοί ήσαν βαρύτατοι εις την έκθεσιν, όμως δια την επιπολαιότητα των Επισκόπων ευρέθησαν ευκόλως αι απαλύνουσαι αυτήν χαρακτηρισμοί (ρητορική δεινότητα, άγνοια, αγαθότητα κ.λπ.). Ποίον είναι δεινότερον η αυστηρά κριτική, η επισκοπική επιπολαιότης η μήπως η υστερόβουλος κολακεία; Δύο εκ των Επισκόπων, οι οποίοι δι’ άγνωστον λόγον(;) δεν κατονομάζονται, εζήτησαν την μείωσιν της νηστείας. Ποίος νους θα ηδύνατο να διανοηθή ότι υπάρχουν ακόμη υπολείμματα υποστηρικτών των θέσεων του Μ. Μεταξάκη, ο οποίος όταν εσχεδίαζε την Συνοδον αυτήν, επεθύμει την τροποποίησιν της νηστείας. Αν ευρέθησαν έστω και δύο να υποστηρίζουν αυτάς τας θέσεις παρά το γεγονός ότι είχον μεσολαβήσει προ ετών αι αντιδράσεις του Αγίου Όρους δια το κείμενον της νηστείας, ώστε να ευρεθή εις την σημερινήν του μορφήν, τι θα είχε συμβή αν δεν είχαν λάβει χώραν ποτέ; Μήπως και «οι υπόνοιες και υποψίες», ως αρνητικώς εχαρακτηρίσθησαν αι αντιδράσεις των συγχρόνων, μήπως δεν συνεκράτησαν την Σύνοδον από τα χειρότερα;
Αλγεινήν εντύπωσιν προκαλεί η στάσις του Σεβ. Περγάμου, ο οποίος κατεφέρθη «με άκρως υποτιμητικόν και περιφρονητικόν τρόπον» κατά του Αγίου Όρους. Πως ανέχεται η Ι. Κοινότης να υβρίζεται η χιλιετής πορεία των Αγίων του μοναδικού εις τον κόσμον περιβολίου της Υπεραγίας Θεοτόκου; Υπήρξεν όμως μεγαλυτέρα προσβολή από την λεκτικήν: συμφώνως με μαρτυρίαν του Σεβ. Ναυπάκτου τελικός κριτής των κειμένων ήτο ο Σεβ. Περγάμου, εκμαγείον της θεολογίας του οποίου κατέστησε τας αποφάσεις. Η Ι. Κοινότης ανέχεται την προσβολήν του Άθωνα, θα ανεχθή και την διαβολήν της Ορθοδόξου θεολογίας από την αποκλίνουσαν «ζηζιούλιαν» θεολογίαν; Όμως δεν εξέπληξε κανένα η στάσις του, διότι όπως μετέδωσεν από τας στήλας του ο Ο.Τ., δις κατά συνέντευξιν τύπου αι τοποθετήσεις του εκπροσώπου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως π. Ιωάννου Χρυσαυγή ήσαν εξίσου υποτιμητικαί δια το Άγιον Όρος. Το ίδιον επίσης υποτιμητική ήτο και η στάσις του Πατριάρχου ότε εζητήθη ο λόγος υπό του Ηγουμένου της Σταυρονικήτα. Η δικαιολογία ότι δεσμεύεται από τον κανονισμόν είναι ανήκουστος. Δεν ενεθυμήθη ότι εις Οικουμενικήν Σύνοδον, την Έκτην, ικανοποιήθη παράλογον αίτημα μοναχού, διότι οι Πατέρες όντως Πνευματοκίνητοι έπραξαν κατά το Αποστολικόν ότι εξ ανάγκης «και μετάθεσις νόμου γίνεται»!
Δια το κείμενον περί των διαχριστιανικών σχέσεων καιρία κατά την έκθεσιν ήτο η συμβολή του Πατριάρχου Ρουμανίας, ο οποίος είναι γνωστός «εν τη Ιουδαία»… Το ενδιαφέρον έλκει περισσότερον ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος επαινείται τελευταία δια την υποδειγματικήν προεδρίαν της Συνόδου, υπεχώρησε και συνετάχθη πλήρως με τον Σεβ. Περγάμου παρά τας διαφωνίας των Εκκλησιών! Δεν επιθυμούμε να εικάσωμεν τι θα συνέβαινε, αν δεν υπήρχαν ισχυραί αντιδράσεις (ιδού δι’ άλλην μία φοράν ωφελούν). Όμως παρά το γεγονός ότι υπήρχαν τρεις λύσεις (ονομασία των ετεροδόξων ως Εκκλησιών, απάλειψις του όρου Εκκλησίαι και αναβολή του ζητήματος δι’ επομένην Σύνοδον) επελέγη η πρώτη! Ενώ είχε την δυνατότητα η Σύνοδος με τας δύο λύσεις να οικοδομήση γεφύρας με τους αντιοικουμενιστάς επελέγη η πρώτη, η οποία προφανώς μοναδικόν σκοπόν είχε να ικανοποιήση τους ετεροδόξους! Η τελική διατύπωσις, παρά την άποψιν της εκθέσεως ότι είναι ιστορική και κοινωνιολογική (ως η Σύνοδος να είναι επιστημονικόν όργανον) έχει επιβεβαιωθή από συγγραφάς οικουμενιστών ότι αναγνωρίζει τους ετεροδόξους ως Εκκλησίας. Άλλωστε, είναι δυνατόν θεολογικώς να υπάρξη διάστασις μεταξύ ιστορίας και πραγματικότητος; Επιπλέον θα ηδύνατο η Σύνοδος να συμπληρώση απλώς έξι λέξεις, αλλά δεν το έκανε: «οι ετερόδοξοι δογματικώς δεν είναι Εκκλησίαι».
Ο π. Τύχων ισχυρίζεται ότι με την αλλαγήν κάποιων διατυπώσεων δεν αποδίδεται το έργον ενότητος των Χριστιανών εις το ΠΣΕ, αλλά μόνον η προώθησις της ειρήνης και η αντιμετώπισις των κοινωνικών προκλήσεων. Πέραν από το γεγονός ότι ακόμη και αυτά τα ζητήματα άπτονται της πνευματικότητος, η οποία διαφέρει εις την Ορθοδοξίαν και εις τας αιρέσεις, το ότι η Σύνοδος προσδιώρισεν έτσι το ΠΣΕ δεν σημαίνει ότι εις το εξής το ΠΣΕ θα παύση να αυτοπροσδιορίζεται ως θεσμός προωθήσεως της «ενότητας» και οι μετέχοντες εις αυτό θα το αποδέχωνται. Επομένως, αντί να διορθωθή η ρίζα του προβλήματος, δηλ. να απορριφθή η συμμετοχή εις το ΠΣΕ, θέτομεν την κεφαλήν μας εις το χώμα, ως ποιεί η στρουθοκάμηλος.
Το περιστατικόν Αρχιερέως που κατεφέρθη εναντίον της αδιαψεύστου αρχής ότι και πρόσωπον και όχι μόνον Σύνοδος δύναται να ορθοτομή, αποτελεί την επιβεβαίωσιν ότι πολλοί εκ των συμμετεχόντων Επισκόπων έχουν αλλοτριωθή εκ του κοσμικού φρονήματος, αποφασίζουν όμως δι’ όλην την Εκκλησίαν! Ο Ο.Τ. είχε γράψει ότι ένας από τους λόγους, δια τους οποίους δεν έπρεπε να συγκληθή η Σύνοδος αυτή είναι ότι κανείς εκ των συμμετεχόντων δεν διεκρίνετο δια την αγιότητά του.
Όσον αφορά την προσθήκην με αναφοράν περί της «καθολικού κύρους Συνόδου», η έκθεσις υπονοεί ότι επρόκειτο δια διασφάλισιν της Παραδόσεως. Η άλλη ανάγνωσις όμως, η χρήσιμος δια τους οικουμενιστάς, είναι η διασφάλισις ότι η παρούσα Σύνοδος είναι και αυτή μέρος των «καθολικού κύρους Συνόδων». Δεν είναι τυχαίον ότι οι εκπρόσωποι τύπου και άλλοι Ιεράρχαι επανελάμβαναν συνεχώς περί της Συνόδου της Κρήτης ότι «οι Πατέρες της Συνόδου» και άλλας παρομοίους εκφράσεις, δια να υποβάλουν παντού την ιδέαν ότι πρόκειται δια μίαν Σύνοδον, ως εκείναι εις τας οποίας μετείχον Άγιοι και ωρθοτόμησαν δια δογματικά ζητήματα, παρά το γεγονός ότι η παρούσα Σύνοδος εις ουδέν δεν ωμοίαζε προς αυτάς.
Ο Άγιος Καθηγούμενος κατακλείει την έκθεσιν με την βεβαιότητα της επιτυχίας αυτής της Συνόδου. Δεν τον στενοχωρούν αι αποτειχίσεις; Δεν τον προβληματίζουν αι διακοπαί μνημοσύνων; Δεν αγωνιά δια την στάσιν των Πατριαρχείων που απουσίασαν; Μέλημα όλων θα έπρεπε να είναι η ενότης της Εκκλησίας και όχι η ρήξις με όσους διαφωνούν δια των προκλητικών εκφράσεων περί «προσυνοδικών ψευδολογιών και ανυποστάτων φόβων». Αλλά όταν μέλημα καθίσταται το πως θα είμεθα ευάρεστοι εις την προϊσταμένην μας αρχήν, τότε λησμονούμεν ότι εικών του Θεού είναι κάθε αδελφός.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος

Η πιο σοκαριστική είδηση των τελευταίων ημερών για ακόμη μία φορά πέρασε στα ψιλά. Η Ελλάδα πεθαίνει και η κατάστασή της είναι μη αναστρέψιμη. Τα σχετικά στοιχεία καταγράφηκαν σε έρευνα που εκπόνησε η οργάνωση «διαΝΕΟσις» και διενεργήθηκε από το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Βύρωνα Κοτζαμάνη.
Το γενικό συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν οι επιστήμονες προκαλεί ανατριχίλα. Το 2050 σε αυτήν την ευλογημένη χώρα του πλανήτη θα κατοικούν μόλις 8.300.000 άνθρωποι και η πλειονότητά τους θα είναι γέροντες. Η έρευνα κατέδειξε ότι από το 2011 -και για πρώτη φορά μεταπολεμικά- ο πληθυσμός της χώρας μας άρχισε να μειώνεται ραγδαία. Η μέση ηλικία, που ήταν 26 έτη το 1951, είναι σήμερα στα 44 έτη και αναμένεται να αυξηθεί επιπλέον κατά 5-8 έτη.
Αντίστοιχα αποτελέσματα προέκυψαν και από μελέτη της Eurostat, που διενεργήθηκε πριν από τρία χρόνια, αλλά ούτε τότε έδωσε κανείς σημασία.
Κι όμως! Αυτό είναι το μεγαλύτερο εθνικό θέμα που αντιμετωπίζει ο τόπος μας. Ο θάνατος της Ελλάδας! Οσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», η μελέτη των στατιστικών και των κοινωνικών παραγόντων επιβεβαιώνει ότι μια μεγάλη εθνική καταστροφή είναι υπό εξέλιξη.
Τα στοιχεία θα έπρεπε να συγκλονίσουν τους πάντες - και κυρίως τους πολιτικούς. Ομως ουδείς ασχολείται! Καθημερινά οι βουλευτές διασταυρώνουν τα ξίφη τους για δεκάδες ανούσια ζητήματα, που σε μια δυο μέρες θα ξεχαστούν, καθαρά για λόγους πρόσκαιρων εντυπώσεων, και για το μέγα ζήτημα του μέλλοντος της πατρίδας μας σφυρίζουν αδιάφορα. Θυμίζουν έτσι τις κυβερνήσεις του παρελθόντος, που μοίραζαν αφειδώς χρήματα και έκαναν χιλιάδες διορισμούς (για να έχουν προσωρινά πολιτικά οφέλη), αδιαφορώντας αν οι μελλοντικές γενιές θα αντιμετώπιζαν ένα βουνό από χρέη. Τώρα που ήρθε η ώρα του «λογαριασμού», όλοι κατάλαβαν τις τεράστιες ευθύνες των πολιτικών της Μεταπολίτευσης, που θα μείνουν στην Ιστορία ως πολιτικοί «εγκληματίες».
Να ξέρουν, λοιπόν, οι σημερινοί πολιτικοί ότι ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταγράψει την εθνοκτονική αμέλειά τους και θα τους καταδικάσει. Επιτέλους, ας ξυπνήσουν. Και μαζί με τους πολιτικούς ας ξυπνήσουμε και όλοι μας. Επιτέλους, γιατί κανένας δεν μιλά γι' αυτό το θέμα; Σε μερικά χρόνια ελάχιστοι Ελληνες θα έχουν απομείνει στην πατρίδα (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την επιβίωσή της εν μέσω εχθρικών γειτόνων), ενώ και όσοι θα ζουν σε άλλους τόπους σταδιακά θα χάνουν την επαφή με τη γη των προγόνων τους.
Στη σημερινή Ελλάδα κανένα κόμμα δεν θέτει ως προτεραιότητα τη στήριξη της οικογένειας, την αύξηση των γεννήσεων, τα κίνητρα για να περιοριστεί η μετανάστευση των νέων. Η Ελλάδα δολοφονείται με χειρουργικό τρόπο, με αυτόπτες μάρτυρες (άρα και συνένοχους) όλους μας.
Ποιο νόημα έχουν οι αλλαγές στο Ασφαλιστικό, τα οικονομικά μέτρα, οι τηλεοπτικές άδειες, οι πωλήσεις των ΔΕΚΟ ή η αναθεώρηση του Συντάγματος, όταν σε λίγα χρόνια τα παιδιά ηλικίας 7-18 ετών θα είναι μόλις 1.000.000; Ποιος θα πληρώνει τότε τους φόρους; Ποιος θα συντηρεί το κράτος, την ιδιωτική οικονομία και το «σύστημα»; Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός το 2050, σύμφωνα με την έρευνα, θα πέσει κοντά στα 3.000.000! Τι παραπάνω πρέπει να μάθουν τα κόμματα για να καταλάβουν ότι όσα σχεδιάζουν σήμερα είναι απολύτως στον αέρα; Πότε, επιτέλους, θα δουν την καταστροφή που έρχεται;
Πηγή: Δημοκρατία, Ας Μιλήσουμε Επιτέλους

Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με πολλές άλλες ανεπτυγμένες χώρες, δεν διαθέτουμε επικαιροποιημένες προβολές του πληθυσμού βάσει τεκμηριωμένων εναλλακτικών σεναρίων για την περίοδο 2015-2050. Οι τελευταίες προβολές του πληθυσμού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ)1 χρονολογούνται από το 2007, εαυτές δε αξιόπιστων διεθνών οργανισμών (EUROSTAT2, UNPP3, OCDE4, IIASA-VID-OAW-WU5), δεν καλύπτουν τις υφιστάμενες ανάγκες, καθώς, αφενός μεν οι διεθνείς αυτοί οργανισμοί που ετοιμάζουν σενάρια για πληθώρα χωρών δεν δύνανται από την φύση τους να εργασθούν συστηματικά και σε βάθος αναπτύσσοντας εναλλακτικές υποθέσεις εργασίας και σενάρια για τον πληθυσμό κάθε χώρας (πόσο δε μάλλον για την Ελλάδα όπου τα διαθέσιμα δεδομένα παρουσιάζουν προβλήματα που χρήζουν επίλυσης), αφετέρου δε οι προβολές τους έχουν γίνει πριν του 2015 και έχουν λάβει υπόψη μερικώς η ακόμη καθόλου –με εξαίρεση εν μέρει τις προβολές των Η.Ε (UNPP)- τις επιπτώσεις της συνεχιζόμενης βαθειάς οικονομικής κρίσης6 και προφανώς καθόλου τις επιπτώσεις της πλέον πρόσφατης «προσφυγικής κρίσης»(2015-2016)7 Τα προαναφερθέντα, καθιστούσαν επιτακτική την ανάπτυξη προβολών του πληθυσμού της Ελλάδας που θα ελάμβαναν υπόψη τόσο τις μακρόχρονες τάσεις των δημογραφικών συνιστωσών που προσδιορίζουν την αναπαραγωγή του πληθυσμού της, όσο και τις πρόσφατες εξελίξεις (οικονομική και προσφυγική κρίση) και τις επιπτώσεις τους –στον βραχύ και μέσο χρόνο- στις δημογραφικές συνιστώσες. Στο πλαίσιο αυτό, το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας εκπόνησε πρόσφατα (Ιούνιος 2016) δημογραφικές προβολές8 τα αποτελέσματα των παρουσιάζονται και σχολιάζονται κατωτέρω9. Τα σενάρια των προβολών αυτών δίδουν αναμενόμενο συνολικό πληθυσμό στο τέλος της προβολικής περιόδου (2050) που κυμαίνεται από 10,064 εκατομ. (μέγιστο, σενάριο 2) έως 8,315 (ελάχιστο, σενάριο 3) ήτοι μειώσεις σε σχέση με το 2015 κατά 794 χιλ. και 2.543 εκατομ. σε απόλυτες τιμές και από 7,3 έως 23,4 % αντίστοιχα.
Οι προβολές για την εκτίμηση του αναμενόμενου μόνιμου πληθυσμού της Ελλάδας: Υποθέσεις εργασίας και παραδοχές για την δημιουργία των εναλλακτικών σεναρίων
Η μεθοδολογία για την εκτίμηση του αναμενόμενου μόνιμου πληθυσμού
Οι προβολές του πληθυσμού στον ορίζοντα του 2050 για την Ελλάδα που παρουσιάζονται εδώ έγιναν με την μέθοδο των συνισταμένων κοορτών (cohort component method) με χρόνο εκκίνησης την 1/1/2015 ανά φύλο και μονοετείς ηλικιακές ομάδες για την περίοδο 2015-2050. Το επιλεγέν βήμα είναι πενταετές, και επομένως οι προβλέψεις έγιναν στις διαδοχικές 1/1/2020, 1/1/2025, 1/1/2030,... 1/1/2050.
Για την δημιουργία των απαιτούμενων σεναρίων στηριχτήκαμε στα συμπεράσματα της ανάλυσης της εξέλιξης της γονιμότητας, της θνησιμότητας και των μεταναστευτικών ροών των προηγούμενων δεκαετιών στην Ελλάδα και σε υποθέσεις για τις περιρρέουσες γενικότερες κοινωνικο –οικονομικές εξελίξεις και τις πιθανές επιπτώσεις τους στις δημογραφικές συνιστώσες. Είναι ταυτόχρονα προφανές ότι εκ των τριών συνιστωσών οι οποίες θα επηρεάσουν την μελλοντική εξέλιξη του μεγέθους και της ηλικιακής δομής του πληθυσμού της χώρας μας, η συνιστώσα «μεταναστευτικές ροές» χαρακτηρίζεται από την μεγαλύτερη αβεβαιότητα και την μικρότερη αδράνεια, καθώς, οι εισροές / εκροές προσδιορίζονται όλο και περισσότερο από τις εξελίξεις (δημογραφικές, πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, κλιματολογικές κ.ο.κ.) εκτός του ελλαδικού χώρου, και δευτερευόντως και μόνον από τις επικρατούσες συνθήκες στην Ελλάδα.
Οι βασικές υποθέσεις εργασίας για την εξέλιξη του «περιβάλλοντος» και των τάσεων των δημογραφικών συνιστωσών
Στις όποιες υποθέσεις για την μέλλουσα πορεία της θνησιμότητας, της γονιμότητας (και δευτερευόντως της μετανάστευσης), προφανώς, δεν είναι δυνατόν να μην ληφθούν υπόψη οι τάσεις του παρελθόντος. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και δυο σημαντικές, σχετικά πρόσφατες εξελίξεις:
α) Η υφιστάμενη βαθιά και παρατεινόμενη οικονομική κρίση, η οποία, ακόμη και εάν ξεπερασθεί εν μέρει στα επόμενα χρόνια, αναμένεται να επηρεάσει τις βασικές δημογραφικές συνιστώσες και ακόμα,
β) η πρόσφατη «προσφυγική κρίση».
Ειδικότερα, η πρόσφατη οικονομική και κοινωνική κρίση έχει ήδη κάποιες επιπτώσεις στην θνησιμότητα, στην γονιμότητα αλλά και στην μετανάστευση τόσο των νέων ηλικιακά Ελλήνων, όσο και σε αυτή τμήματος των μονίμως εγκατεστημένων προ του 2010 αλλοδαπών στην χώρα μας και β) η πρόσφατη «προσφυγική κρίση» πιθανότατα σταθεροποίησε και θα σταθεροποιήσει στην Ελλάδα τμήμα των αλλοδαπών που προσέφυγε/ θα προσφύγουν σε αυτήν με στόχο την δια μέσω της Ελλάδας εγκατάστασή τους σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Κατ’ επέκταση, αφενός μεν είναι ελάχιστα ρεαλιστικό να μην λάβουμε υπόψη τις πρόσφατες εξελίξεις και να στηριχθούμε για τις προβολές μας στις μακρόχρονες τάσεις, τάσεις που για την δημιουργία σεναρίων για την μετανάστευση δεν προσφέρουν ούτως ή άλλως καμιά βοήθεια10.
Ιδιαίτερα, όσον αφορά την θνησιμότητα, η κρίση του δημόσιου συστήματος υγείας είναι σχετικά πρόσφατη. Αυτό προφανώς δεν επιτρέπει την εκτίμηση των επιπτώσεων που έχει -ή δυνητικά θα έχει- η κρίση αυτή εάν παραταθεί (ή ακόμα αν επιδεινωθεί), στην υγεία του πληθυσμού της χώρας μας, δηλαδή στη νοσηρότητα και την θνησιμότητα. Έτσι, αν για παράδειγμα, η παιδική θνησιμότητα, ως και αυτή των νέων παραγωγικής - εργάσιμης ηλικίας, μετά το 2009 και μέχρι σήμερα δεν έχει επηρεασθεί11, δεν είναι δυνατόν να αποκλεισθεί (ιδιαίτερα στην υπόθεση της περαιτέρω υποβάθμισης του δημόσιου συστήματος υγείας και των περεταίρω δυσκολιών πρόσβασης σε αυτό από όλο και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού), η ανακοπή της ανοδικής τάσης των πιθανοτήτων ζωής σε κάποιες ηλικιακές ομάδες ή ακόμη και η αναστροφή των τάσεων αυτών.
Δεν είναι επομένως δυνατόν να αποκλεισθούν «ρήξεις» που δεν καταγράφονται στις υφιστάμενες -βραχυχρόνιες ή μακροχρόνιες- χρονοσειρές. Επί πλέον, δεν είναι δυνατόν να μην ληφθούν υπόψη για την μελλοντική εξέλιξη της θνησιμότητας και τα “cohort effects”, οι αλλαγές δηλαδή των διατροφικών και άλλων συμπεριφορών των νεότερων σχετικά γενεών που σήμερα υποβάλλονται μεν σε ιδιαίτερα χαμηλές πιθανότητες θανάτου αλλά θα φθάσουν προοδευτικά, μέχρι το 2050, σε μεγάλες ηλικίες (και επομένως σε ηλικίες υψηλής θνησιμότητας). Η ενδεχόμενη εμβάθυνση της κρίσης του δημόσιου συστήματος υγείας και, κατ’ επέκταση, η ατελής πρόληψη των παθολογιών που απορρέουν από τις νέες αυτές συμπεριφορές (η ατελής δηλ. πρόληψη ή θεραπεία, που θα έχουν ως επίπτωση την αυξημένη νοσηρότητα και κατ’ επέκταση την αυξημένη θνησιμότητα ομάδων του πληθυσμού σε μια μεταγενέστερη περίοδο) ως και η όποια επιδείνωση των κοινωνικό-οικονομικών συνθηκών, δεν μπορεί παρά να επηρεάσουν αρνητικά την μακροβιότητα του πληθυσμού της Ελλάδας.
Ταυτόχρονα, και ανεξάρτητα από την οικονομική κρίση, η «προσφυγική κρίση» δύναται να επηρεάσει επίσης την μελλοντική εξέλιξη του μόνιμου πληθυσμού της Ελλάδας. Η παράταση της διάρκειας κλεισίματος των βορείων συνόρων, η μερική αναίρεση των συμφωνιών του Σέγκεν, η ατελής εφαρμογή των πρόσφατα συμφωνηθέντων, τόσο από την Τουρκία, όσο και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δύναται να οδηγήσουν σε παράταση της παραμονής και μονιμότερη εγκατάσταση στην Ελλάδα τμήματος των ήδη εισελθόντων (αλλά και των μελλοντικά εισερχομένων αλλοδαπών, προσφύγων ή μη) που στόχο είχαν, έχουν και θα συνεχίσουν να έχουν την μετάβασή τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι επιπτώσεις, τόσο στο αναμενόμενο μέγεθος του μόνιμου πληθυσμού, όσο και στις δημογραφικές συνιστώσες (θετικές στην γονιμότητα, αρνητικές πιθανότατα στην θνησιμότητα), στην περίπτωση αυτή, θα είναι άμεσες.
Η δημιουργία επομένως σεναρίων προβολών δεν είναι δυνατόν να στηριχθεί μόνον -ή κυρίως- σε έναν συνδυασμό συστηματικής προβολής των υφιστάμενων τάσεων. Ως εκ τούτου, τα σενάριά των δημογραφικών προβολών που δημιουργήσαμε στηρίζονται και σε γενικότερα σενάρια (σενάρια prospectives /foresights) που δημιουργήθηκαν κυρίως βάσει υποθέσεων για τις μελλοντικές κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις. Στο πλαίσιο της «ποιοτικής» αυτής προσέγγισης βάσει των πιθανών εξελίξεων, δημιουργήσαμε αρχικά δυο βασικές «διαδρομές», η δεύτερη εκ των οποίων έχει δυο εκδοχές -«μονοπάτια» (συνεχιζόμενη κρίση/ προοδευτική έξοδος από αυτήν μετά από μια μακρά σχετικά περίοδο αβεβαιότητας). Οι διαδρομές αυτές αποτέλεσαν και την βάση για την δόμηση στη συνέχεια 6 σεναρίων δημογραφικών προβολών (βλ Σχήμα 1).
Η πρώτη διαδρομή (‘Ανθεκτικότητα’) -σε αυτήν στηρίζονται και τα δυο εκ των έξι σεναρίων των προβολών μας - εδράζεται στην υπόθεση αφενός μεν της προοδευτικής επιστροφής σε συνθήκες «κανονικότητας» με ρυθμούς ήπιας μεγέθυνσης και παραμονή στην ζώνη του ευρώ, χωρίς περαιτέρω σημαντική απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και μειώσεις των κοινωνικών δαπανών, χωρίς ριζικές αλλαγές επι τω χείρω στο δημόσιο σύστημα υγείας (και στις προϋποθέσεις πρόσβασης σε αυτό), ως και χωρίς σημαντική πτώση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, αφετέρου δε της προοδευτική μείωσης της ανεργίας - κυρίως δε εκείνης των νέων- από τα τέλη της τρέχουσας δεκαετίας/αρχές της επομένης). Το σενάριο αυτό προϋποθέτει μια προοδευτική «χαλάρωση» των απαιτήσεων των εταίρων και εγγράφεται στην λογική μιας «μινιμαλιστικής» προοδευτικής σχετικής σύγκλισης στα πλαίσια της ΕΕ (χαμηλοί μεν αλλά θετικοί ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ και παράλληλα διατήρηση ενός ελάχιστου κράτους πρόνοιας), με την Ελλάδα να μην απομακρύνεται ιδιαίτερα από τις λογικές ανάπτυξης των λοιπών χωρών-μελών της ΕΕ. Το σενάριο αυτό, όσον αφορά τις υποθέσεις για την πορεία των δυο εκ τριών δημογραφικών συνιστωσών δίδει: α) προοδευτική -αν και με επιβραδυνόμενους ρυθμούς σε σχέση με το παρελθόν- αύξηση των προσδόκιμων ζωής (δυο εκδοχές) και β) αύξηση του συνθετικού δείκτη γονιμότητας σε μια πρώτη φάση, σταθεροποίησή του δε σε 1,55-1,6 παιδιά/γυναίκα την τελευταία εικοσαετία της προβολικής περιόδου (επίσης δυο εκδοχές).
Η δεύτερη διαδρομή (‘Ανισότητα’), υιοθέτει την υπόθεση της παράτασης της κρίσης, με επιδείνωση των αρνητικών επιπτώσεών της και συνεχιζόμενη αύξηση των ανισοτήτων12, είτε μέσω της περαιτέρω απορρύθμισης της αγοράς εργασίας και της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, είτε ακόμα μέσω της δραστικής συρρίκνωσης των κοινωνικών δαπανών (είτε ακόμη εν τέλει ακόμη και με έξοδο από την ευρωζώνη). Εάν, και από την οπτική γωνία των οικονομικών και τομεακών ευκαιριών (opportunities) οι προαναφερθείσες λογικές διαφοροποιούνται, οι επιπτώσεις τους στο δημόσιο σύστημα υγείας (και επομένως την θνησιμότητα) είναι σχεδόν ταυτόσημες, εφόσον πιθανότατα θα οδηγήσουν σε μείωση του προσδόκιμου ζωής (στα σενάρια των δημογραφικών προβολών μας που στηρίζονται στην διαδρομή αυτή υιοθετούνται δυο παραλλαγές για την θνησιμότητα). Όσον αφορά την γονιμότητα αυτή δύναται είτε να ακολουθήσει μια ιδιαίτερα «χαμηλή πτήση» (σταθεροποίηση για μεγάλη περίοδο γύρω από 1,30-1,35 παιδιά/γυναίκα), είτε, τα νοικοκυριά, στα πλαίσιο μιας μονιμότερης πλέον προσαρμογής τους στο γενικότερο κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον και σε συνθήκες που δεν θα επιτρέπουν ιδιαίτερες αναμονές βελτίωσης, τόσο της θέσης τους, όσο και αυτής των επιγόνων τους (κοινωνική ανέλιξη μέσω κυρίως της επένδυσης στην εκπαίδευση και σε όμορα αυτής πεδία) και υπό το «choc» της γήρανσης, να αντιδράσουν θετικά αυξάνοντας μετά το 2030 των αριθμό των παιδιών τους (γύρω από το 1,7/ γυναίκα).
Οι προαναφερθείσες «διαδρομές» απετέλεσαν την βάση για τα έξι σενάρια δημογραφικών προβολών που δημιουργήσαμε, σενάρια που εμπεριέχουν διαφοροποιημένες υποθέσεις όχι μόνον για την θνησιμότητα και τη γονιμότητα αλλά και για τα συνολικά μεταναστευτικά ισοζύγια. Ειδικότερα, όσον αφορά την μετανάστευση, η πρώτη διαδρομή –«ανθεκτικότητα»-, στα σενάρια δημογραφικών προβολών που απορρέουν από αυτήν (Σενάρια 1 και 2) υιοθετεί δυο διαφοροποιημένες υποθέσεις για τα μεταναστευτικά ισοζύγια (θετικό/θετικότατο). Η δεύτερη διαδρομή-«ανισότητα»-, υιοθετεί επίσης δυο υποθέσεις για την μετανάστευση, που διαφοροποιούνται αυτών της πρώτης (μια υπόθεση που οδηγεί σε ένα ελαφρώς αρνητικό ισοζύγιο εξόδων-εισόδων και μια δεύτερη υπόθεση που οδηγεί σε ένα θετικό ισοζύγιο), υπόθεσες που σε συνδυασμό με αυτές για την γονιμότητα και τη θνησιμότητα οδήγησαν στην δημιουργία τεσσάρων (Σενάρια 3-6) νέων σεναρίων.
Σχήμα 1: Σενάρια δημογραφικών προβολών

Τα έξη σενάρια δημογραφικών προβολών δίδουν προφανώς διαφοροποιημένα αποτελέσματα στο τέλος της προβολικής περιόδου (2050), τόσο όσον αφορά το πλήθος του αναμενόμενου μόνιμου πληθυσμού, όσο και την κατανομή του ανά φύλο και ηλικία και συνοδεύονται και από δυο επιπλέον «σενάρια» (0 και 00), τα οποία δεν έχουν απαιτήσεις πρόβλεψης, στο βαθμό που αφενός μεν αμφότερα υιοθετούν την υπόθεση μηδενικών μεταναστευτικών ισοζυγίων, αφετέρου δε, το μεν πρώτο (Σενάριο 0) υιοθετεί την σταθερότητα της θνησιμότητας και της γονιμότητας στα επίπεδα του 2014, το δε δεύτερο (Σενάριο 00),τις ευνοϊκότερες υποθέσεις για την πορεία των δυο αυτών συνιστωσών13
Τα αποτελέσματα των δημογραφικών προβολών
Τα σενάρια των προβολών μας δίδουν συνολικούς πληθυσμούς στο τέλος της προβολικής περιόδου (2050) που κυμαίνονται από 10,064 εκατομ. (μέγιστο, Σενάριο 2) έως 8,315 (ελάχιστο, Σενάριο 3)14, ήτοι μειώσεις σε σχέση με το 2015 κατά 794 χιλ. και 2.543 εκατομ. σε απόλυτες τιμές και από 7,3 έως 23,4 % αντίστοιχα (Γραφήματα 1-3). Η μείωση του πληθυσμού την επόμενη τριακονταπενταετία αναμένεται να είναι ανεξαρτήτως σεναρίων, συνεχής, αν και με διαφοροποιημένους ρυθμούς ανά σενάριο/περίοδο. Οφείλουμε ταυτόχρονα να επισημάνουμε ότι προφανώς το ειδικό βάρος των αλλοδαπών στους αναμενόμενους συνολικούς πληθυσμούς διαφοροποιείται ανά Σενάριο. Το υψηλότερο ποσοστό θα καταγραφεί με βάση τις υποθέσεις για τα μεταναστευτικά ισοζύγια στα Σενάρια 4 & 6 (καθαρό θετικό ισοζύγιο αλλοδαπών 668 χιλ. έναντι καθαρού αρνητικού ισοζυγίου Ελλήνων 285 χιλ.) και το χαμηλότερο δε στο σενάριο 1 (καθαρό θετικό ισοζύγιο αλλοδαπών 392 χιλ. έναντι καθαρού αρνητικού ισοζυγίου Ελλήνων 33 χιλ.)15
Σε όλα τα σενάρια, οι θάνατοι) αυξάνονται συνεχώς ως αποτέλεσμα της προοδευτικής γήρανσης του πληθυσμού (της αύξησης δηλαδή του% των > 65+ ετών) Οι γεννήσεις (αντιθέτως παρουσιάζουν αυξομειώσεις (πτώση αρχικά, μικρή άνοδος στη συνέχεια και εκ νέου πτώση), αν και ο αριθμός τους σε κάθε προβολική πενταετή περίοδο είναι πάντοτε μικρότερος αυτού που κατεγράφη την πενταετία 2010-2014 -507 χιλ.- εγγίζοντας σε ακραίες περιόδους (Σενάριο 5, 2025-29) τις 311 χιλ. (μείωση σχεδόν κατά 39% σε σχέση με το 2010-14). Ως εκ τούτου, τα φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις- θάνατοι), σε όλα τα σενάρια και σε όλες τις πενταετίες (2015-19, 2020-24,… 2045-49) παραμένουν αρνητικά, αν και με μεγάλες διακυμάνσεις (ελάχιστο – 188,0χιλ. στο Σενάριο 2 την πενταετία 2030-34, μέγιστο 458 χιλ. στο Σενάριο 3 την πενταετία 2045-49) (βλ. Γραφήματα 4 & 5). Η φαινόμενη μετανάστευση ανά πενταετείς περιόδους (Γραφήματα 6 & 7) σε τέσσερα από τα έξι σενάρια (Σενάρια 1,2 4 & 6) είναι θετική, αν και με σημαντικές διακυμάνσεις, ενώ στα Σενάρια 3 και 5 είναι αρνητική μέχρι το 2035 και θετική εν συνεχεία. Οι διαφορές αυτές οφείλονται αποκλειστικά στα διαφοροποιημένης έντασης αρνητικά μεταναστευτικά ισοζύγια των Ελλήνων, καθώς σε όλα τα σενάρια τα ισοζύγια είσοδοι - έξοδοι των αλλοδαπών είναι θετικά.
Διαφορές ανάμεσα στα σενάρια καταγράφονται όμως και στην ηλικιακή δομή του πληθυσμού, και αποτυπώνονται στην μεταβολή της μέσης και διάμεσης ηλικίας (Γραφήματα 8 &9). Έτσι, η μέση ηλικία από 43,5 έτη το 2015 αναμένεται να αυξηθεί το 2050 από 3,5 έως 6,5 έτη, η δε διάμεση από 44 έτη το 2015, από 8 έως 5 έτη. Η αύξηση των δύο αυτών δεικτών την επόμενη τριακοναταπενταετία δεν είναι συνεχής, καθώς σε ορισμένα σενάρια (π.χ. Σενάριο 6 για την μέση ηλικία και Σενάρια 3-6 για την διάμεση ηλικία) οι μέγιστες τιμές τους την 1/1/2050 θα είναι χαμηλότερες από αυτές που αναμένεται να καταγραφούν σε πρότερα ενδιάμεσα έτη. Οι διαφορές αυτές προκύπτουν προφανώς από τις διαφορές που καταγράφονται από το 2015 έως το 2050 στην εξέλιξη του ειδικού βάρους (%) των μεγάλων ηλικιακών ομάδων, δηλαδή των 0-14/15-64/65+ ετών (Γραφήματα 10-15)16. και δίδουν ως τελικό αποτέλεσμα διαφοροποιημένες πληθυσμιακές δομές ανά σενάριο το 2050 (Γραφήματα 16-21).
Κατ’ επέκταση, σε όλα τα σενάρια το πλήθος και το ειδικό βάρος του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας (15-64 ετών) αναμένεται να μειωθεί σημαντικά ανάμεσα στο 2015 και το 2050. Η μείωση αυτή, θα είναι συνεχής (σαφώς εντονότερη στα Σενάρια 3 & 5 και ηπιότερη στο Σενάριο 2), ενώ η μείωση του ποσοστού τους στον αναμενόμενο συνολικό πληθυσμό επιταχύνεται σε όλα τα σενάρια μετά το 2030. Η επιτάχυνση αυτή οφείλεται κυρίως σε δυο λόγους: αφενός μεν στην προοδευτική είσοδο στην ομάδα του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας των ολιγοπληθών γενεών >2010 (των ατόμων δηλ. που γεννήθηκαν ή θα γεννηθούν μετά το 2010), αφετέρου δε στην προοδευτική έξοδο από την ομάδα των 15-64 ετών των πολυπληθέστερων γενεών των δεκαετιών ’60 και ’70 (των ατόμων δηλ. που γεννήθηκαν στις δυο αυτές δεκαετίες). Η δημογραφική γήρανση επομένως δεν ανακόπτεται και οι ρυθμοί επιταχύνονται ελαφρώς μετά το 2015: Έτσι, ενώ το % των άνω των 65 ετών αυξήθηκε την τελευταία τριακονταπενταετία κατά 8% (από 13% το 1980 στο 21% του συνολικού πληθυσμού το 2015), το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί εκ νέου, αναλόγως των σεναρίων από 9- 12%.. Η αύξηση αυτή οφείλεται σε όλα τα σενάρια κυρίως στην προοδευτική είσοδο την επόμενη τριακονταπενταετία στην ηλικιακή ομάδα των >65 ετών των πολυπληθών σχετικά γενεών της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου (1950-1980, 150,5 χιλ. γεννήσεις ετησίως κατά μέσο όρο)17.
Υποσημειώσεις
1. ΕΛΣΤΑΤ, http://www.statistics.gr
2. EUROSTAT, http://ec.europa.eu/eurostat/data/database
3. United Nations, Department of Economic and Social Affairs, Population Division, World Population Prospects 2015, http://esa.un.org/unpd/wpp/Download/Standard/Population/)
4. OECD, https://stats.oecd.org/Index.aspx?DataSetCode=POP_PROJ
5. Wittgenstein Centre for Population and Global Human Capital (WIC): Vienna Institute of Demography/Vienna University of Economics and Business./ International Institute for Applied Systems Analysis, http://www.oeaw.ac.at/vid/dataexplorer/
6. Υπενθυμίζουμε ότι το ΑΕΠ από 238 δις το 2009 συρρικνώθηκε σε 176 δις το 2015 και αντίστοιχα τα χρέη των ιδιωτών προς το δημόσιο από 35 ανήλθαν σε 88 δις, οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από 237,5 δις μειώθηκαν σε 123, 4 δις, το συνολικό ποσοστό ανεργίας από 9,6% ανήλθε στο 24,9% (485 χιλ άνεργοι το 2009, 2 εκατομμύρια το 2015), το % των ατόμων με υλικές στερήσεις αυξήθηκε από 23 στο 40%, και η παιδική φτώχεια από 23,7% στο 26,6%
7. Την δεκαετία 2006-2015, εισήλθαν παρατύπως στη χώρα μας πάνω από 1,8 εκατομ. αλλοδαπών (εκ των οποίων 50% σχεδόν το 2015). Η κατανομή των εισερχομένων διαφοροποιείται σημαντικά στις δύο υπο-περιόδους. Στην πρώτη περίοδο (2006-10), οι προερχόμενοι από άλλη Ευρωπαϊκή χώρα (κυρίως την Αλβανία) αποτελούν το 50% σχεδόν των παρατύπως εισερχομένων, που στο μεγαλύτερο τμήμα τους είναι οικονομικοί μετανάστες, ενώ τη δεύτερη περίοδο (2011-15), οι υπήκοοι της Συρίας, Ιράκ και Αφγανιστάν αποτελούν σχεδόν το 80 % των εισερχομένων. Η χώρα μας λόγω της γεωγραφικής της θέσης είναι - και θα παραμείνει να είναι- μια εν δυνάμει πύλη εισόδου προσφύγων και οικονομικών μεταναστών που στοχεύουν να εγκατασταθούν στις πλέον ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ..
8. Οι προβολές αυτές εκπονήθηκαν στο ΕΔΚΑ χρηματοδοτήθηκαν από τον Οργανισμό Ερευνάς και Ανάλυσης Διανέοσις (http://www.dianeosis.org) . Στην ερευνητική ομάδα συμμετείχαν εκτός από το υποφαινόμενο και οι: κκ. Α. Κωστάκη -Καθηγήτρια. του Οικονομικού Πανεπιστήμιου Αθηνών-, Chr. Bergouignan -Καθηγητής του Παν. του Bordeaux/Γαλλία), Κ. Ζαφείρης -Επικ. Καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης- και Π. Μπαλτάς - Μεταδιδακτορικός ερευνητής ΟΠΑ/ΕΔΚA-. Τα βασικά αποτελέσματα της μελέτης αυτής δημοσιοποιηθήκαν πρόσφατα από την Διανέοσις (βλ. http://www.dianeosis.org/research).
9. Οφείλουμε ταυτόχρονα να υπενθυμίσουμε ότι οι προβολές ενός πληθυσμού βάσει εναλλακτικών σεναρίων είναι απλώς ασκήσεις γενίκευσης που επιτρέπουν, με δεδομένο τα μεγάλα περιθώριο αβεβαιότητας (ιδιαίτερα για τη μελλοντική μετανάστευση), να οριοθετήσουμε απλά και μόνον τα πεδία του πιθανού, και ως εκ τούτου, τα όποια αποτελέσματά τους δεν μπορεί να λαμβάνονται ως βεβαιότητες.
10. Η Ελλάδα μετά τα τέλη της δεκαετίας του 80 μεταβάλλεται από χώρα εξόδου σε χώρα εισόδου, και τα δεδομένα των τελευταίων απογραφών το επιβεβαιώνουν: Οι αλλοδαποί ανέρχονται στην απογραφή του 1981 σε 180.000 άτομα (εκ των οποίων 63% από τις πλέον ανεπτυγμένες χώρες αποτελώντας λιγότερο από το 2% του συνολικού πληθυσμού). Μια δεκαετία αργότερα, στην απογραφή του 1991, ο πληθυσμός τους δεν μεταβάλλεται σημαντικά, αν και οι προερχόμενοι από τις πλέον ανεπτυγμένες χώρες αποτελούν λιγότερο από το 50% του συνόλου. Στην απογραφή του 2001 όμως ο αριθμός τους υπερ- τετραπλασιάζεται, καθώς καταγράφονται πλέον 762.000 άτομα μη έχοντα την ελληνική υπηκοότητα (7% του πληθυσμού της χώρας μας που εγγίζει πλέον τα 11 εκατομ.), ενώ το 2011, στην τελευταία απογραφή, ο πληθυσμός τους ανέρχεται πλέον στις 912.000, αυξημένος κατά 150 χιλ. σε σχέση με το 2001. Ταυτόχρονα, με την εμβάθυνση της κρίσης και την σημαντική αύξηση της ανεργίας, οι έξοδοι νέων Ελλήνων σε αναζήτηση εργασίας σε χώρες του εξωτερικού αυξήθηκαν ταχύτατα, ενώ η ένταση και η διάρκεια της παραμονής τους εκτός Ελλάδας δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστούν με βάση την μεταναστευτική εμπειρία του παρελθόντος (1955-1975).
11. Διαπιστώνεται απλώς μια επιβράδυνση των πτωτικών τάσεων της παιδικής θνησιμότητας ως και αυτής των 65-74 ετών, με αποτέλεσμα οι πιθανότητες θανάτου των ομάδων αυτών να έχουν σχεδόν σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια.
12. Αύξηση των ανισοτήτων, οφειλόμενη, εκτός των άλλων, και στην περεταίρω «σύνθλιψη» μεγάλου τμήματος των μεσαίων στρωμάτων.
13 Το Σενάριο 00 διαφοροποιείται ουσιαστικά του Σεναρίου 2 μόνον ως προς την μετανάστευση. Ειδικότερα στα δυο αυτά σενάρια θνησιμότητα και γονιμότητα ακολουθούν την ίδια πορεία, αλλά στο Σενάριο 2 λαμβάνεται υπόψη και η μετανάστευση που δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη στο Σενάριο 0.
14. Τα «Σενάρια» 0 και 00 δεν λαμβάνονται υπόψη, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, δεν έχουν απαιτήσεις πρόβλεψης
15. Βλέπε αναλυτικότερα την δεύτερη έκθεση που εκπονήθηκε στα πλαίσια της μελέτης αυτής (Ο πληθυσμός της Ελλάδας στο ορίζοντα του 2050:προβολή του μόνιμου πληθυσμού, του πληθυσμού στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης και του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, 2015-2050, μεθοδολογία και αποτελέσματα, ΕΔΚΑ, Βόλος, 2016).
16. Έτσι- πχ. το 2050 το ποσοστό των άνω των 65 ετών και των >85 ετών στον συνολικό πληθυσμό κυμαίνεται από 33,1% -30,3% για τους πρώτους και 6,5%-4,9% για τους δεύτερους (Σενάρια 1 και 6 αντίστοιχα), ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών και 0-18 ετών) κυμαίνονται από 14,8% -μέγιστο, Σενάριο 6 έως 12,0% -ελάχιστο, Σενάριο 3- για τους πρώτους και 19% - 15,4% για τους δεύτερους.
17. Υπενθυμίζουμε ότι ο μέσος ορός των γεννήσεων τις δεκαετίες 1981-90, 1991-2000 και 2001-10 ανέρχεται σε 118,4, 102, 1 και 117,4 χιλ. αντιστοίχως
Παράρτημα: Γραφήματα



Πηγή: Δημογραφικά Νέα, Ας Μιλήσουμε Επιτέλους

Είναι αργά. Πολύ αργά τη νύχτα. Ακόμη ένα βράδι που δεν με πιάνει ο ύπνος. Σκέψεις. Πολλές σκέψεις για όσα έγιναν, για όσα γίνονται. Δεν υπάρχει χώρος στο μυαλό μου για να μπορέσω να δω αυτά που έρχονται. Κάποιες φορές ρίχνω φευγαλέες ματιές στο αύριο και φοβάμαι. Όχι. Δεν φοβάμαι για εμένα. Φοβάμαι εμένα. Στη ζωή μου έκανα πολλά άσχημα και λίγα καλά. Πιό πολλά όμως είναι εκείνα που δεν έκανα. Φοβάμαι όλα αυτά που δεν θα κάνω και που θα μου καταστρέψουν το τελευταίο μου καταφύγιο, την ελπίδα.
Χρόνια τώρα είμαι χωρίς δουλειά. Είμαι ένας από αυτούς που καταστράφηκαν από τους «σωτήρες» αυτού του τόπου. Δεν έχω να προσφέρω στην οικογένειά μου. Στα 52 μου χρόνια ζω με τα 100 ευρώ που μου δίνει η μάνα μου και τα 70 ευρώ της κάρτας αλληλεγγύης. Ντράπηκα πολύ όταν πήγα τα χαρτιά μου για να την αποκτήσω. Ντρέπομαι περισσότερο κάθε φορά που στέκομαι μπροστά στην χαμογελαστή ταμία του σούπερ-μάρκετ και την δίνω για να πληρώσω. Ντρέπομαι περισσότερο που δεν κάνω τίποτε για να αλλάξω κάτι, για να γίνει καλύτερη η ζωή μου, όπως κάποτε, τότε που δούλευα και που χωρίς σπατάλες ζούσα με αξιοπρέπεια... Όμως κρύβομαι από τον ίδιο μου τον εαυτό κάθε φορά που σκέφτομαι ότι τα νέα παιδιά δεν θα έχουν μνήμες από μια καλή ζωή, δεν θα έχουν μνήμες από μια αξιοπρεπή ζωή…
Είναι πολύ δύσκολη η νύχτα. Κάθε νύχτα είναι δύσκολη. Μα, πιο δύσκολη είναι η σιωπή που με περιτριγυρίζει και που στο τέλος μπαίνει μέσα στα σωθικά μου και με γεμίζει με ένα απίστευτο πηχτό κενό. Δεν έχω πια όνειρα. Εφιάλτες έχω. Και οι εφιάλτες αυτοί ζωντανεύουν κάθε φορά που κοιτάζω έναν νέο άνθρωπο στα μάτια. Γιατί ξέρω πως εγώ είμαι ένας από αυτούς που σώπασαν, ένας από αυτούς που έτρεξαν να κρυφτούν στον μικρόκοσμό τους, όταν ένιωσαν την απειλή. Ένας από αυτούς που έκλεισαν τα μάτια, τα αφτιά, το στόμα τους, γνωρίζοντας πως αυτό που συμβαίνει είναι ανθρωποσφαγή. Χωρίς αίμα, τόσοι πολλοί νεκροί και είναι όλοι σχεδόν νέοι.
Βγήκα έξω να περπατήσω. Γύρισα πίσω μου να δω και στο πέρασμά μου υπήρχε μια σκιά. Αυτό είμαι τώρα. Μια σκιά που τρέχει να κρυφτεί στο σκοτάδι που κατακτά τον χώρο παντού ολόγυρά μου. Περπατώντας σκέφτηκα τους νεκρούς και αναρωτήθηκα σε τι διαφέρω. Είναι βαθιά η νύχτα. Περιμένω να ξημερώσει για να ξαναζήσω μια ακόμη άδεια ημέρα. Με σκυμμένο το κεφάλι και με τα μάτια μου να κοιτάζουν στο πουθενά. Αποφεύγοντας τους φίλους που ντρέπομαι να με κερνάνε έναν καφέ και που τους κρύβω όλα όσα περνάω. Και τα περνάω επειδή σώπασα όταν έπρεπε να μιλήσω. Επειδή κρύφτηκα όταν έπρεπε να δηλώσω παρών. Επειδή φοβήθηκα και διάλεξα να προσπαθήσω να κρατήσω κάτι μικρό, που θα είναι δικό μου. Δεν ήξερα, δεν πίστευα πως θα μου τα πάρουν όλα. Δεν ήξερα πως είχα γίνει απόβλητος εκείνων που ποτέ δεν ανησύχησαν για να γεμίσουν το πιάτο του φαγητού, που ποτέ δεν ένιωσαν την αγωνία της επόμενης ημέρας, που ποτέ δεν αντίκρυσαν τα μάτια τους παιδιού τους να τους κοιτάζουν με απορία και ένα μεγάλο γιατί…
Κάθομαι σιωπηλός στο σκοτεινό δωμάτιο και περιμένω ξέροντας πως αυτή η σιωπή είναι και η οριστική μου καταδίκη. Κάνω τον σταυρό μου, ζητάω έλεος για όσα έχω κάνει και όσα δεν έχω κάνει. Δεν ζητάω έλεος για εμένα. Αλλά για τα παιδιά. Για τους νέους. Για να μπορέσουν να καταλάβουν πως έγιναν φτηνά εμπορεύματα στους πάγκους των διεθνών αγορών και των ντόπιων υπηρετών τους. Για να μπορέσουν γρήγορα να σηκωθούν όρθια και να πάρουν τις ζωές τους πίσω. Γιατί αν αργήσουν, τότε θα μάθουν να ζουν σαν δούλοι. Και γι αυτό θα φταίω εγώ. Δώσε μου δύναμη Θεέ μου, να σηκωθώ όρθιος για να αντιμετωπίσω τους φόβους και τους δαίμονές μου σε μια μάχη που το έπαθλό της θα είναι η αξιοπρέπεια και η ίδια η ψυχή μου.
Άραγε, αργεί πολύ να ξημερώσει;
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους

Ἡ κατάργηση τοῦ Ὀρθοδόξου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καί ἡ διδασκαλία τῆς πολυθρησκείας εἶναι τό ὅραμα πού προβάλλεται τά τελευταῖα χρόνια ἀπό τούς ὑπουργούς Παιδείας. Αὐτήν τήν διδασκαλία ὀνομάζουν θρησκειολογία καί τήν προωθοῦν μέ τό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν στά Θρησκευτικά[1] Δημοτικοῦ, Γυμνασίου καί Λυκείου.
Προσφάτως εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητας[2] ἡ δράση τῆς ἰαπωνικῆς νεοβουδιστικῆς ὀργάνωσης Arigatou[3] καί ἡ διασύνδεσή της μέ τό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν στά Θρησκευτικά[4], τό ὁποῖο τό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς ἐπιδιώκουν νά ἐφαρμόσουν στά Ἑλληνικά Σχολεῖα.
Σύμφωνα μέ σχετική ἔρευνα τῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Αἱρέσεων τῆς ΠΕΘ, ἡ ὀργάνωση Arigatou International εἶναι γέννημα τῆς ἰαπωνικῆς νεοβουδιστικῆς ὀργάνωσης Myochikai[5] , μέ Πνευματικό ἡγέτη τήν Mitsu Miyamoto[6]. Ἡ ὀργάνωση ἀποσχίστηκε τό 1950 ἀπό τό ἰαπωνικό κίνημα Reiyukai πού ἀποτελεῖ παρακλάδι τοῦ Βουδισμοῦ Μαχαγυάνα. Ἀκολουθώντας τά ὁράματα τῆς ἱδρύτριας, ἔγινε στόχος ἡ ἐξάπλωση τῆς διδασκαλίας τοῦ Βουδισμοῦ, τῆς προσευχῆς καί τοῦ διαλογισμοῦ μέ βάση τίς ἱερές γραφές Lotus Sutra[7]. Ὁ μαθητής καί γαμπρός της Takeyasu Miyamoto[8] τή διαδέχτηκε στήν ἡγεσία γιά νά συνεχίσει τό ἔργο της. Ἵδρυσε τό Arigatou Foundation[9] τό 1990, μέ σκοπό νά χτίσει ἕναν κόσμο εἰρήνης μέσα ἀπό τήν προσευχή καί τήν πρακτική τῆς ὀργάνωσης[10]. Συνδέθηκε μέ ἱεραποστόλους ἀπό τούς χώρους τοῦ Βουδισμοῦ[11], τοῦ Ἰνδουισμοῦ[12], τοῦ πνευματισμοῦ καί τῶν μαγικῶν τεχνῶν[13], μέ τούς ὁποίους συνδιοικεῖ τό Global Network of Religions: Interfaith Action for the Children of the World[14] (GNRC) - «Παγκόσμιο Δίκτυο Θρησκειῶν γιά παιδιά» - γιά τήν ἐνθάρρυνση τοῦ διαθρησκειακοῦ ἔργου.
Αὐτό τό Δίκτυο ἀποφάσισε καί ἀνέθεσε σέ ἐπιτροπή τή συγγραφή διαθρησκειακοῦ προγράμματος γιά τήν ἠθική καί θρησκευτική διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν ὅλου τοῦ κόσμου, τό Learning To Live Together[15] (LTLT), σύμφωνα μέ τίς ἰδέες καί βλέψεις τῶν ἀνωτέρω ἱεραποστόλων, ἀλλά καί ὁποιασδήποτε θρησκευτικῆς καί κοσμικῆς ἄποψης[16].
Τὁ ἐν λόγῳ δίκτυο, ἀκριβῶς ἐπειδή ἐνδιαφέρεται, ἀφενός νά ἐξαπλωθεῖ σέ ὅλο τόν κόσμο καί, ἀφετέρου, νά διαδώσει τίς ἰδέες του, δέχεται τήν ὁποιαδήποτε θρησκειακή ἰδέα ἤ πρακτική, ἀτόμων ἤ ὁμάδων, χωρίς νά διακρίνει, ἄν αὐτή ἀνήκει στό χῶρο τῶν μαγικοθρησκευτικῶν πρακτικῶν ἤ τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ ὄντως Θεοῦ. Μέ διάφορα προσχήματα, ἡ ὀργάνωση συνεργάζεται μέ διεθνεῖς ὀργανισμούς καί συγκαλεῖ τούς ἐνήλικες σέ διαθρησκειακές συναντήσεις[17] , στίς ὁποῖες, μετά ἀπό διαθρησκειακές προσευχές, ἀποφασίζουν γιά προβλήματα πού ἀφοροῦν στά παιδιά, ὅπως ἡ εἰρήνη, ὁ τερματισμός τῆς βίας, τῆς παιδικῆς ἐκμετάλλευσης, τῆς διαθρησκειακῆς ἐκπαίδευσης κ.ἄ. Ὅλους αὐτούς τούς προετοιμάζει καί τούς προγραμματίζει νά ἐργάζονται γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν πανθρησκειακῶν σκοπῶν της.
Στίς γραμμές τοῦ ἀνωτέρω Προγράμματος ἔχει συγγραφεῖ ἀπό ὁμάδα ἐμπειρογνωμόνων τοῦ Ἰνστιτούτου Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς (ΙΕΠ) τό Νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν στά Θρησκευτικά Δημοτικοῦ Γυμνασίου καί Λυκείου, τό ὁποῖο καταργεῖ τήν μοναδικότητα τῆς ἐν Χριστῷ διδασκαλίας καί σωτηρίας καί συγχέει ἤ ἐξισώνει τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία μέ τίς ἰδέες ἑτερόκλητων θρησκειακῶν χώρων. Τήν διδασκαλία αὐτοῦ τοῦ Προγράμματος Σπουδῶν ἐπιδιώκει ὁ Ὑπουργός Παιδείας κ. Φίλης νά ἐπιβάλει.
Σημειωτέον πώς ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (13-1-2016)[18] καί ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (9-3-2016)[19] ἀπεδοκίμασε τό ἐν λόγῳ Πρόγραμμα, τό ὁποῖο, μέ βάση τό Σύνταγμα, τούς Νόμους, τίς ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας[20] καί τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανίων[21], εἶναι παράνομο. Ὡστόσο, οἱ συντάκτες τοῦ Προγράμματος καί ὁ ὑπουργός κ. Φίλης ἐπιμένουν αὐθαίρετα, προκλητικά καί παράνομα νά τό ἐφαρμόσουν σέ ὅλα τά σχολεῖα τῆς Ἑλλάδος, παρουσιάζοντάς το, παραπλανητικά, ὡς σύγχρονο, Ὀρθόδοξο καί πλουραλιστικό Πρόγραμμα[22].
Ὑπό τό φῶς τῆς σχετικῆς ἔρευνας γιά τίς διασυνδέσεις τῆς παραθρησκευτικῆς συγκρητιστικῆς ὀργάνωσης Arigatou, ἀναδεικνύεται ἡ κρισιμότητα τοῦ ζητήματος, γιά τό ποιοί καί πῶς σχεδιάζουν, καθορίζουν καί ἐπιβάλλουν στή χώρα μας τή θρησκευτική ἀγωγή τῶν Ὀρθοδόξων μαθητῶν.
Μέ ποιά λογική ἐπιτρέπεται σέ ξένα κέντρα καί ὀργανώσεις, μέ ἰδέες ξένες καί ἀντίθετες μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη, νά σχεδιάζουν καί νά ποδηγετοῦν τήν διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν μας καί νά μετατρέπουν τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία σέ μία πολυθρησκειακή - συγκρητιστική διδασκαλία, μέ στόχο τήν τελική ἐπικράτηση καί ἐπιβολή τῆς πανθρησκείας τῆς Νέας Ἐποχῆς;
[1] http://www.thetoc.gr/politiki/article/filis-ta-thriskeutika-na-ginoun-thriskeiologia
[2] http://aktines.blogspot.gr/2016/04/blog-post_29.html
[3] https://arigatouinternational.org/en/
[4] https://ethicseducationforchildren.org/en/who-we-are/interfaith-council
https://ethicseducationforchildren.org/en/news/latest-news/347-learning-to-live-together-progress-of-teacher-training-in-greece
[5] https://en.wikipedia.org/wiki/My%C5%8Dchikai_Ky%C5%8Ddan
[6] Shining Ever Brighter, σελ.1, 3.
[7] Shining Ever Brighter, σελ.3, 5.
[8] Shining Ever Brighter, σελ.3.
[9] http://what-when-how.com/religious-movements/myochikai-kyodan-religious-movement/
[10] Shining Ever Brighter, σελ.1.
[11] Ἐνδεικτικά: http://www.rk-world.org/
[12] Ἐνδεικτικά: https://prayerandactionforchildren.org/who-we-are/council-members/502-swami-atmapriyananda
[13] http://www.oomoto.or.jp/English/enKyos/kaisoden/index.html
[14] https://prayerandactionforchildren.org/who-we-are/council-members
[15] https://ethicseducationforchildren.org/en/knowledge-center/documents/learning-to-live-together
[16] Learning To Live Together, σελ. ix (9 / 244.
[17] Ἐνδεικτικά: https://gnrc.net/en/news/in-the-news/3612-dpac-dominican-republic
[18] http://thriskeftika.blogspot.gr/2016/01/blog-post_37.html
[19] http://thriskeftika.blogspot.gr/2016/03/blog-post_94.html
[20] ΣτΕ 3356/1995 , ΣτΕ 2176/1998.
[21] Ἀπόφαση 115/2012 τοῦ Διοικητικοῦ Ἐφετείου Χανῖων, καί ἀπόφαση 1/2015 τοῦ Τριμελοῦς Συμβουλίου τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου Χανίων.
[22] Πρόγραμμα Σπουδῶν στά Θρησκευτικά 2014, σελ. 17.
http://digitalschool.minedu.gov.gr/info/newps/%CE%98%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC/%CE%A0%CE%A3%20%CE%98%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD%20%E2%80%94%20%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%93%CF%85%CE%BC%CE%BD%CE%AC%CF%83%CE%B9%CE%BF.pdf
Πηγή: Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν

Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, με τις εκατέρωθεν αντιπαραθέσεις Εκκλησίας και Κράτους, για το μάθημα των θρησκευτικών, προκαλούν ποικίλες και αντιφατικές αντιδράσεις, ιδεολογικά φορτισμένες και πολιτικά προκατειλημμένες. Κι ενώ όλοι αφορίζουν το ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία, κάποιος μάλλον τα υποθάλπει.
Σεβόμενος τις απόψεις του καθενός για το θέμα, σταχυολογώ ορισμένα από τα αναφερόμενα στο Σύνταγμα και τους νόμους της Ελληνικής Δημοκρατίας:
- Το άρθρο 3 του Συντάγματος που ορίζει ότι Επικρατούσα στην Ελλάδα θρησκεία, είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού.
- Το άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος που ορίζει ότι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
- Το άρθρο 13 του Συντάγματος που ορίζει την ‘’αρχή της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης και το απαραβίαστο αυτής‘’.
- Το άρθρο 19 του Ν.Δ 3379/1955 «Περί του προσωπικού της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 260 Α΄/26-9-1955) με το οποίο προβλέφτηκε, με ΚΥΑ των Υπουργών Παιδείας και Οικονομικών, στα Σχολεία που φοιτούν αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι ή ξενόγλωσσοι μαθητές να διορίζονται εκπαιδευτικοί της οικείας θρησκείας ή δόγματος ή γλώσσας με δαπάνη του Κράτους.
- Το Νόμο 1920/1991 (ΦΕΚ 11 Α΄/1991), με τον οποίο κυρώθηκε η Π.Ν.Π. «Περί Μουσουλμάνων Θρησκευτικών Λειτουργών» (ΦΕΚ 182 Α΄/24-12-1990) καθώς και την τροποποίησή του με το άρθρο 68 του Ν. 4235/2014 (ΦΕΚ 32Α΄/2004), όπου προβλέπεται για τους Έλληνες Μουσουλμανόπαιδες, της Μουσουλμανικής μειονότητας, για τη διδασκαλία του Κορανίου, να διορίζονται «Ιεροδιδάσκαλοι» με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, μετά από πρόταση των τριών Μουφτειών της Θράκης.
- Το Νόμο 4386/2016 «Ρυθμίσεις για την έρευνα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 83 Α΄/11-5-2016), όπου το άρθρο 55 «Ρύθμιση θεμάτων της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων» στην παρ. 5 αυτού ορίζει ότι : «Στο άρθρο 16 του Ν. 1771/1988 (Α΄171) προστίθεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως: «Κατ’ εξαίρεση, εφόσον στα δημόσια δημοτικά σχολεία των ΚΥΑ 25153/26-2-1957 (ΦΕΚ 86 Β΄) και 78871/22.3.1962 (ΦΕΚ 125 Β΄) Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δεν υπηρετεί δάσκαλος του Καθολικού δόγματοςή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας για την κάλυψη των αναγκών των μαθητών του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας αντίστοιχα, μετά από σχετική εισήγηση των αρμοδίων Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι δυνατή η πρόσληψη, ανά σχολικό έτος, εκπαιδευτικού εκτός των οικείων πινάκων αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών του Καθολικού δόγματος και για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και γλώσσας της Εβραϊκής θρησκείας. Η επιλογή και πρόσληψη του εκπαιδευτικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, μετά από πρόταση της Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (Κ.Ι.Σ) αντίστοιχα».
Όταν λοιπόν:
Στο Μουσουλμάνο Μουφτή, αναγνωρίζεται το έννομο δικαίωμά του , όχι μόνον να καθορίζει το Κοράνιο ως περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών για τους Έλληνες Μουσουλμανόπαιδες, αλλά και να προτείνει και να διορίζει αυτούς που θα το διδάξουν.
Στο Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο της Ελλάδος, αναγνωρίζεται το έννομο δικαίωμά του, όχι μόνον να καθορίζει το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών για τους Έλληνες Εβραιόπαιδες, με την διδασκαλία του Ταλμούδ, αλλά και να προτείνει και να διορίζει αυτούς που θα το διδάξουν.
Στη Ρωμαιοκαθολική Ιεραρχία της Ελλάδος, αναγνωρίζεται το έννομο δικαίωμά της, όχι μόνον να καθορίζει ως περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών για τους Έλληνες Ρωμαιοκαθολικόπαιδες, τη Ρωμαιοκαθολική Κατήχηση του Βατικανού, αλλά και να προτείνει και να διορίζει αυτούς που θα την διδάξουν.
Για την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, την επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα, δεν αποτελεί διάκριση θρησκευτικού ρατσισμού, η καταστρατήγηση των εννόμων δικαιωμάτων της ;
Αλεξανδρούπολη Σεπτέμβρης 2016
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Απλό μέλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού

Δεν εκπλησσόμαστε από την αγωνιώδη ταχύτητα με την οποία κινούνται πλέον οι φορείς και τα πρόσωπα, κληρικοί και λαϊκοί, όσοι συμμετείχαν και όσοι λοιποί συμφώνησαν και συμφωνούν με τις αποφάσεις και τα σχέδια της Συνόδου της Κρήτης και που βάλθηκαν πάση θυσία και ει δυνατόν σε σύντομο χρόνο, να επιβάλουν τα σχέδιά τους.
Ήταν πασιφανές εδώ και δεκαετίες, ιδιαίτερα δε τον τελευταίο καιρό, που με περισσό θράσος και αλαζονεία εμφανίζονται ως καθαρά αποκλίνοντες από την πίστη και το ήθος των αγίων, παραμερίζοντας ή παρακάμπτοντας την ζωντανή παρουσία τους στη ζώσα Αγία Εκκλησία μας, τουτέστιν αγνοώντας και απαξιώνοντας το λαό του Θεού. Αντί να κάνουν υπακοή και να ακολουθήσουν αυτά που το ομολογιακό συνοδικό κείμενο της Κυριακής της Ορθοδοξίας αναγγέλλει, παρουσιάζονται ως «χαμένα πρόβατα» και αναζητούν «να κάνουν χωριό με τους λύκους», παρόλο που οι περισσότεροι απ` αυτούς είναι «ποιμένες».
Γράφουμε μέρος από το Συνοδικό της Ορθοδοξίας εδώ, διότι αποτελεί τον καθρέπτη, πάνω στον οποίο οφείλουμε να καθρεπτιζόμαστε πνευματικά όλοι μας και κυρίως οι ποιμένες:
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ τοὺς Αὐτοῦ Ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν Ναοῖς, ἐν Εἰκονίσμασι, τὸν μὲν ὡς Θεὸν καὶ Δεσπότην προσκυνοῦντες καὶ σέβοντες, τοὺς δὲ διά τὸν κοινὸν Δεσπότην ὡς Αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καὶ τὴν κατὰ σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμοντες. Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν. Ἐπὶ τούτοις τοὺς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας ἀδελφικῶς τε καὶ πατροποθήτως εἰς δόξαν καὶ τιμὴν τῆς εὐσεβείας, ὑπὲρ ἧς ηγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καὶ λέγομεν· Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Αἰωνία ἡ μνήμη».
Μάλλον όμως από τα έργα τους φαίνεται πόσο θολός είναι ο νους τους. Νομίζουν «εξυπνάδα» τον πολιτικάντικο τρόπο που χρησιμοποιούν παίζοντας με τα αγιωτικά. Χρησιμοποιούν κακοτρόπως τους αγίους ως εργαλεία, για να προωθήσουν την ανομία τους.
Πώς είναι δυνατόν, από τη μια να αγιοκατατάσσονται, να αναγνωρίζονται ως άγιοι, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, ο άγιος Παΐσιος, ο άγιος Πορφύριος από αυτούς τους ίδιους, τους οικουμενιστές ποιμένες, - βέβαια είναι αδύνατο να αρνηθούν την αγιότητά τους, διότι δεν είναι αυτοί που τους αναδεικνύουν, αλλά η Χάρις του Θεού διά του απλού λαού - και από την άλλη αυτοί οι ίδιοι να αγνοούν, να «γράφουν στα τετριμμένα υποδήματά τους», τις διδασκαλίες αυτών των αγίων, σχετικά με τις αιρέσεις και ιδίως τον παπισμό; Αυτά είναι τερτίπια, που χαρακτηρίζουν μόνο τους διεφθαρμένους πολιτικούς, τους λαοπλάνους.
Πώς είναι δυνατόν να παραδίδεται σε χέρια αιρετικού, μάλιστα αιρεσιάρχη, ιερό λείψανο, από το χαριτωμένο διά της ακτίστου Χάριτος, σώμα του αγίου της Ορθοδοξίας, εξαιρέτως του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ, αφού δεν πιστεύει (ο παπισμός) στην άκτιστη Χάρη, και η οποία είναι η δύναμη που τον ανέδειξε άγιο;
Αφήνουμε τα συνέδρια, τις συμπροσευχές, τους εναγκαλισμούς, τις φιλοφρονήσεις, τις οιασδήποτε μορφής συναντήσεις. Έχουν περάσει στη ζωή μας… τα συνηθίσαμε!...
Έχουν ισοπεδώσει τα πάντα για την ανθρώπινη δόξα. Έχουν καταργήσει όρους και όρια της Εκκλησίας. Μαίνονται οι οικουμενιστές εξαιτίας των εγειρομένων κατά των πράξεών τους πιστών, όσων έχει απήχηση ο λόγος και η παρουσία τους στο λαό, καθότι κινδυνεύουν να τους χαλάσουν τα σχέδια, αλλά αγκαλιάζουν τους αιρετικούς με «αγάπη» περισσή. Αυτή είναι η αγάπη που διδάσκουν οι άγιοί μας και το Ευαγγέλιο;
Δεν θα αργήσει να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Δεν προφητεύουμε. Αλίμονο! Αλλά τα γεγονότα μιλάνε μόνα τους. Δεν είναι δύσκολο να κάνει κάποιος υποθέσεις, προβλέψεις. Να, σε λίγο χρόνο μην εκπλαγούμε, αν δούμε ανακοίνωση το απόγευμα του Σαββάτου, έξω από το ναό της ενορίας μας:
«Αύριο, Κυριακή 20-12-2…, θα τελεσθεί αρχιερατική θεία λειτουργία, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου καρδιναλίου κ. Βόλφγκραμ. Την ακολουθία θα ψάλλει η χορωδία «TSAM- TSAM» από την piatsa Tremonto, συνοδευόμενη από το τελευταίο μοντέλο πιάνου SOPRANI».
Απορείτε; Γελάτε; Θυμώνετε; Κλαίτε; Δεν ξέρω. Ίσως το τελευταίο… Ίσως…
Πηγή: Ακτίνες

Το επέδωσε ο Πάνος Καμμένος παρουσία του Ναυάρχου Ευ. Αποστολάκη και Αντιστρατήγου Β. Τελλίδη
Με το Μετάλλιο Εξόχου Πράξεως, την ανώτερη ηθική αμοιβή που απονέμεται σε στρατιωτικούς εν καιρώ ειρήνης, τιμήθηκαν σήμερα τα τρία στελέχη της Ζ’ Μοίρας Αμφιβίων Καταδρομών (Ζ’ ΜΑΚ) από τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης Πάνο Καμμένο για την άμεση και επιτυχή αντίδρασή του να επέμβουν και να σώσουν απεγκλωβίζοντας από τη θάλασσα τους δύο πιλότους του ελικοπτέρου AH-64DHA Longbow Apache που έπεσε στα αβαθή στην παραλία Βρασνών, στο πλαίσιο διεξαγωγής της μεγάλης διακλαδικής ασκήσεως «Σάρισσα 2016», που ολοκληρώθηκε χθες.
Πρόκειται για τους ΕΠΟΠ Λοχίες (Πεζικού) Γεώργιο Σαπρανίδη, Αθανάσιο Χριστοδουλάκο και Σταύρο Τζαβαριάν, όλοι τους στελέχη της Ζ’ ΜΑΚ, οι οποίοι έλαβαν το Μετάλλιο Εξόχου Πράξεως, το συνοδευτικό Δίπλωμα και την πλακέτα του ΥΠΕΘΑ δια χειρός του Υπουργού Εθνικής Αμύνης στο γραφείο του ευθύς μετά το πέρας διεξαγωγής της ασκήσεως, παρουσία των Αρχηγών ΓΕΕΘΑ Ναυάρχου Ευάγγελου Αποστολάκη ΠΝ, ΓΕΣ Αντιστρατήγου Βασιλείου Τελλίδη. Παρόντες επίσης στην τελετή οι Υπαρχηγοί ΓΕΝ Υποναύαρχος Δημοσθένης Χέλμης ΠΝ και ΓΕΑ Υποπτέραρχος (Ι) Αντώνιος Αθανασίου ως εκπρόσωποι των απουσιαζόντων στο εξωτερικών Αρχηγών ΓΕΝ Αντιναυάρχου Γεωργίου Γιακουμάκη ΠΝ και ΓΕΑ Αντιπτεράρχου (Ι) Χρήστου Βαΐτση αντιστοίχως, καθώς και οι διοικητές των τιμηθέντων της προϊσταμένης Διακλαδικής Διοικήσεως Ειδικών Επιχειρήσεων του ΓΕΕΘΑ Ταξιάρχου Νικόλαου Φλάρη και της Ζ’ ΜΑΚ Αντισυνταγματάρχου (ΠΖ) Ιωάννη Καρποντίνη.
Ζητώντας τους ο ΥΕΘΑ να πληροφορηθεί από πρώτο χέρι πως έγινε η διάσωση οι τιμηθέντες του είπαν τα εξής: «Εμείς οι τρεις είμαστε όλοι βατραχάνθρωποι και έχουμε εκπαιδευτεί να λειτουργούμε και να ενεργούμε ομαδικά. Έτσι μόλις είδαμε τη συντριβή του ελικοπτέρου σπεύσαμε αμέσως με τη φουσκωτή λέμβο στην περιοχή μαζί με συναδέλφους μας από μία δεύτερη λέμβο. Αυτοί ασχολήθηκαν με τον πιλότο ο οποίος είχε απελευθερωθεί και ήταν ήδη στην επιφάνεια. Εμείς δεν ασχοληθήκαμε καθόλου με αυτόν. Αλλά οι δύο μας βουτήξαμε αμέσως, ο ένας άνοιξε την καλύπτρα του πιλότου ο οποίος ήταν ακόμα μέσα στο κόκπιτ, δεμένος και αναίσθητος. Αν δεν επεμβαίναμε αμέσως είναι σίγουρο ότι θα έχανε τη ζωή του. Ο ένας άνοιξε και κράταγε ανοικτή την καλύπτρα, ο δεύτερος απελευθέρωσε αμέσως του ιμάντες που τον συγκρατούσαν στη θέση του και τον τράβηξε έξω και οι δύο μαζί τον ανεβάσαμε στην επιφάνεια. Εκεί είδαμε ότι από το στόμα του έβγαζε αφρούς και ήταν αναίσθητος. Αμέσως ο τρίτος από μας που ήταν στην βάρκα άρχισε την εκτέλεση ΚΑΡΠΑ (= «τεχνική αναπνοή») ενώ εμείς οδηγούσαμε τη λέμβο έξω. Η εφαρμογή ΚΑΡΠΑ αμέσως μόλις βγήκε ο ταγματάρχης στην επιφάνεια του έσωσε τη ζωή γιατί δεν χάθηκε ούτε ένα δευτερόλεπτο. Να σημειωθεί ότι στην παραλία ήταν σε ετοιμότητα αμέσου επεμβάσεως αν απαιτείτο και Τρίτη λέμβος με συναδέλφους μας με μπουκάλες, αλλά ευτυχώς δεν χρειάστηκε να επέμβουν».








Πηγή:Στρατολογία
Το συμβάν:
Ελικόπτερο Απάτσι που συμμετείχε σε άσκηση έπεσε στις 20 Σεπτεμβρίου 2016 στη βόρεια Ελλάδα. Το ελικόπτερο της Αεροπορίας Στρατού κατέπεσε στη θαλάσσια περιοχή του κόλπου Ορφανού κοντά στη Θεσσαλονίκη. Στελέχη της Ζ’ Μοίρας Αμφιβίων Καταδρομών (Ζ’ ΜΑΚ) έσπευσαν και απεγκλώβισαν τους χειριστές.
Οι χειριστές του και μεταφέρθηκαν στο 424 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο.
Το Απάτσι της Αεροπορίας Στρατού έπαιρνε μέρος στην εθνική διακλαδική άσκηση «Σάρισα 2016» που ξεκίνησε σήμερα Τρίτη.

Είναι απορίας άξια η απουσία της Ελλάδας για την αντιμετώπισης του μεγάλου αυτού προβλήματος, που δεν αφορά μόνον την ισλαμοποίηση της Βαλκανικής
Δεν μας αρκεί -στα Βαλκάνια- ο ανταγωνισμός των μεγάλων Δυνάμεων, ούτε η τουρκική εισβολή στις βαλκανικές χώρες, τώρα έχουμε και την Αυστρία να επεμβαίνει, με πρόσχημα το προσφυγικό ζήτημα, αλλά και την τουρκική επιρροή στην περιοχή.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Αυστρίας, Σεμπάστιαν Κουρτς, προειδοποίησε σε συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στη Νέα Υόρκη, ότι ο κίνδυνος από τον ριζοσπαστικό Ισλαμισμό παραμένει. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Δευτέρας κατά την αποστολή της Αυστρίας στον ΟΗΕ και τόνισε ότι είναι θετικό το , πως μεταξύ των συναδέλφων του στα Βαλκάνια έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον για το πρόβλημα αυτό.
Η ανησυχία του είναι έκδηλη, από την στιγμή που η Αυστρία έχει δηλώσει εξ αρχής την αντίθεσή της με την πολιτική των «ανοικτών συνόρων», λόγω του ότι το ριζοσπαστικό Ισλάμ, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει αντίκτυπο στην Αυστρία, επειδή υπάρχουν στενοί δεσμοί με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Επεκτείνει όμως η Αυστρία το ενδιαφέρον της και στην αυξημένη δραστηριότητα της Τουρκίας, γι’ αυτό και στη σύσκεψη που έγινε με πρωτοβουλία του υπουργού Εξωτερικών της, συζητήθηκε μεταξύ των Βαλκάνιων ηγετών η αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας (μέσω του Ισλάμ) στα Δυτικά Βαλκάνια.
Είναι απορίας άξια η απουσία της Ελλάδας και η έλλειψη αντιμετώπισης του μεγάλου αυτού προβλήματος, που δεν αφορά μόνον την ισλαμοποίηση της Βαλκανικής, αλλά και την ανθελληνική στάση της Τουρκίας, η οποία χρησιμοποιεί βαλκανικές χώρες ως οχήματα μεταφοράς ζητημάτων εις βάρος μας. Δεν θα ξαναγράψω, τι ακριβώς κάνει ο Ν. Κοτζιάς και πόσες διακρατικές συσκέψεις έκανε γι’ αυτό το ζήτημα. Είναι άσκοπο.
Είναι γεγονός, πως η πολιτική τόσο των ΗΠΑ όσο και ισχυρών εξωθεσμικών κέντρων της αλλοδαπής ευνοούν την τουρκική πολιτική, επειδή αφενός όπως έχω γράψει πολλές φορές, το ισλάμ αποτελεί ανάχωμα στην ρωσική διείσδυση στα Βαλκάνια, αφετέρου η Τουρκία υποστηρίζοντας τις αλυτρωτικές βλέψεις Αλβανών και Σκοπιανών κατά της Ελλάδας, εξυπηρετεί την πολιτική κατακερματισμού των κρατών και δημιουργίας μικρών προτεκτοράτων.
Ως προς την συνηγορία της Τουρκίας στα αιτήματα των Σκοπιανών, έχω γράψει παλαιότερα. Θα μεταφέρω εδώ σήμερα μέρος αυτών που πράττει η Τουρκία, υποστηρίζοντας τα αιτήματα των Αλβανοτσάμηδων, οι οποίοι διεκδικούν Ήπειρο και Δυτική Μακεδονία.
Προ καιρού, όπως είχε μεταφέρει από τον τουρκικό Τύπο ο δημοσιογράφος Ν. Χειλαδάκης, έχει οργανωθεί από την «φίλη και σύμμαχό» μας ένα δίκτυο υπεράσπισης των Αλβανοτσάμηδων, από Ιδρύματα, πανεπιστημιακούς και δημοσιογράφους, με κύριο σκοπό να βρίσκεται το θέμα αυτό συνεχώς στην επικαιρότητα σε βάρος φυσικά των ελληνικών δικαίων.
Σε Πολιτιστικό Κέντρο, προαστίου της Σμύρνης, διοργανώθηκε διάσκεψη με θέμα, «Το πρόβλημα της Τσαμουριάς». Εισηγητές ήσαν καθηγητές πανεπιστημίου, συγγραφείς, δημσιογράφοι, που θεωρούνται «ειδικοί» στο θέμα των Τσάμηδων και οι ομιλίες τους διακρίθηκαν από ένα ανθελληνικό πνεύμα και επανειλημμένες αναφορές για την «γενοκτονία» των Τσάμηδων από την Ελλάδα.
Ο ερευνητικός όμιλος «Ege Adriyatik Siyaset Kulübü» με έδρα την Σμύρνη ειδικεύεται γενικώς σε θέματα Βαλκανικής και λειτουργεί σε δυο γλώσσες, στα τουρκικά και στα αλβανικά (υπάρχουν πολλοί Αλβανοί στην περιοχή). Προωθεί την συνεργασία του αλβανικού και τουρκικού στοιχείου των Βαλκανίων με διάφορα μέσα και ένας τομέας που δίνει μεγάλη έμφαση είναι το ζήτημα των Τσάμηδων της Θεσπρωτίας και της δυτικής Ηπείρου.
Ένα σημαντικό στοιχείο προπαγάνδας υπέρ των Τσάμηδων από το «Ege Adriyatik Siyaset Kulübü», είναι η εκστρατεία επιβολής διεθνώς της αλβανικής (ιστορικής γι’ αυτούς), ονομασίας των χωριών και των κωμοπόλεων όπου κατοικούσαν οι Τσάμηδες στην ελληνική Ήπειρο πριν από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο όπως Filat - Φιλιατρά κ.λπ.
Το μεγάλο πρόβλημα των Αυστριακών είναι η ισλαμική διείσδυση στην περιοχή, στην Ελλάδα το κύριο θέμα είναι η γελοιοποίηση κυβερνητικών με τα βοσκοτόπια του Καλογρίτσα.
Πηγή: Voria, Ας Μιλήσουμε Επιτέλους

Αυτό το νεοφανές άστρο του στερεώματος της Εκκλησίας, ο όσιος Σιλουανός –κατά κόσμον Συμεών Ιβάνοβιτς Αντόνωφ– γεννήθηκε το 1866 σε οικογένεια χωρικών της περιφέρειας Ταμπώφ της Ρωσίας. Από την ηλικία των τεσσάρων ετών αναρωτιόταν: «Πού είναι αυτός ο Θεός; Όταν μεγαλώσω, θα γυρίσω όλη την γη αναζητώντας τον!»
Όταν μεγάλωσε, οι βίοι των αγίων και τα θαύματά τους πυρπόλησαν την νεανική του καρδιά από αγάπη προς τον Θεό, ο νους του προσκολλήθηκε στην αδιάλειπτη μνήμη του και προσευχόταν πολύ με δάκρυα. Η χαρισματική αυτή κατάσταση, που διήρκεσε τρεις μήνες, διήγειρε μέσα του τον πόθο για τη μοναχική ζωη. Νέος όμως, εύθυμος εκ χαρακτήρος και προικισμένος με εξαιρετική φυσική δύναμη, επανήλθε στην κοσμική ζωή και συμμετείχε σε όλες τις διασκεδάσεις του χωριού. Καποια ημέρα σε μία συμπλοκή παρά λίγο θα σκότωνε ένα συγχωριανό του. Λιγο καιρό μετά από αυτό το επεισόδιο αποκοιμήθηκε ελαφρά και είδε στον ύπνο του ένα φίδι να σύρεται μέσα του από το στόμα. Μαζί με την αηδία που ένοιωσε άκουσε την φωνή της Θεοτόκου να του λέει με ασυνήθιστη γλυκύτητα: «Κατάπιες στο όνειρό σου φίδι και δεν σου άρεσε· το ίδιο δεν αρέσει και σε μένα να βλέπω τα έργα σου».
Ύστερα από την κλήση αυτή η ζωη του άλλαξε ριζικά. Αισθάνθηκε βαθειά αποστροφή προς την αμαρτία και κυριευμένος από θερμή μετάνοια δεν σκεπτόταν τίποτε άλλο παρά μόνο το Άγιον Όρος και τη μέλλουσα κρίση. Το 1892, αμέσως μόλις τελείωσε την στρατιωτική του θητεία, ζήτησε από τον άγιο Ιωάννη της Κροστάνδης να εύχεται γι’ αυτόν «να μην τον κρατήσει ο κόσμος» και ανεχώρησε για το Περιβόλι της Παναγίας. Εισήλθε ως δόκιμος στη ρωσική μονή του αγίου Παντελεήμονος, που τότε βρισκόταν στο ύψιστο σημείο της ακμής της και αριθμούσε δύο χιλιάδες περίπου μοναχούς.
Μετά τη γενική εξομολόγηση που έκανε στην αρχή της νέας του ζωής, ο πνευματικός του είπε ότι συγχωρήθηκαν όλες του οι αμαρτίες και ο νεαρός δόκιμος παραδόθηκε στη χαρά. Έτσι, έχασε τη βαθιά του μετάνοια και άρχισε να πολεμείται από σαρκικούς λογισμούς, που τον έδιωχναν στον κόσμο για να νυμφευθεί. Ο πνευματικός τον συμβούλευσε ποτέ να μη συγκατατίθεται στους λογισμούς, αλλά να τους διώχνει αμέσως με την επίκληση του ονόματος του Ιησού. Από τη στιγμή εκείνη ο μακάριος δούλος του Θεού δεν δέχθηκε κατά τα σαράντα πέντε χρόνια της μοναστικής του ζωής ούτε έναν απρεπή λογισμό. Με απόφαση είπε στον εαυτό του: «Εδώ θα πεθάνω για τις αμαρτίες μου» και άρχισε με πύρινη αδιάλειπτη προσευχή να ζητά από τον Κύριο να τον ελεήσει, την μεν ημέρα στην βαριά και κοπιαστική διακονία του μύλου, που εκτελούσε με ακρίβεια και ολοκληρωτική απάρνηση του ιδίου του θελήματος, κυρίως όμως τη νύκτα, την οποία περνούσε όλη σχεδόν με ζέουσα προσευχή, όρθιος ή καθισμένος σ’ ένα σκαμνί. Όταν απέκαμε από την εξάντληση, δεν ξάπλωνε, αλλά κοιμόταν καθισμένος στο σκαμνί δεκαπέντε έως είκοσι λεπτά και σηκωνόταν πάλι για προσευχή. Συνολικά κοιμόταν δύο ώρες το εικοσιτετράωρο και αυτές διακεκομμένες.
Είχαν περάσει τρεις μόνο εβδομάδες από την άφιξή του στο μοναστήρι, όταν κάποιο βράδυ, καθώς προσευχόταν μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου, η ευχή του Ιησού εισέδυσε στην καρδιά του και άρχισε να ενεργείται εκεί μόνη της απαύστως ημέρα και νύκτα. Τη σπάνια και μεγάλη αυτή δωρεά, που μερικές φορές χαρίζει ο Θεός στους αρχαρίους, ακολούθησε σκληρός αγώνας κατά των λογισμών που του υπέβαλλαν οι δαίμονες. Άλλοτε του έλεγαν ότι είναι άγιος, άλλοτε πάλι τον έριχναν σε απόγνωση πως δεν θα σωθεί. Μια νύκτα, την ώρα της προσευχής το κελλί του γέμισε έξαφνα από ασυνήθιστο φως, που διεπέρασε όλο του το σώμα. Η ψυχή του ταράχθηκε. Η προσευχή, αν και συνέχισε να ενεργείται μέσα του, είχε χάσει τη συντριβή, και ο δόκιμος Συμεών κατάλαβε ότι επρόκειτο περί σατανικής πλάνης.
Έξι μήνες πάλευε με αυτές τις δαιμονικές επιθέσεις, προσευχόμενος με όλη τη δυνατή έντασι οπουδήποτε και αν βρισκόταν, είτε στον ναό είτε στο διακόνημα του μύλου είτε στο κελλί, ώσπου έφθασε σε εσχάτη απόγνωση. Καθισμένος μία ημέρα στο κελλί του πριν από τον εσπερινό, σκέφθηκε: «Ο Θεός είναι αδυσώπητος». Την ίδια στιγμή ένοιωσε τελεία εγκατάλειψη και η ψυχή του για μία ώρα περίπου βυθίσθηκε στο σκοτάδι απερίγραπτης αγωνίας. Την ώρα του εσπερινού, ενώ προσευχόταν με την ευχή: «Κυριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό», έχοντας το βλέμμα του προσηλωμένο στην εικόνα του Χριστού του τέμπλου του παρεκκλησίου του μύλου, ξαφνικά τον περιέλαμψε υπερφυσικό φως –ιλαρό και γλυκύτατο αυτήν την φορά– και είδε τον Χριστό ζωντανό να τον ατενίζει με ανεκλάλητη πραότητα. Η θεία αγάπη διεπέρασε όλη του την ύπαρξη και άρπαξε το πνεύμα του στη θεωρία του Θεού, έξω από τα σχήματα του κόσμου.
Στα επόμενα σαράντα πέντε χρόνια του μοναχικού του βίου ακατάπαυστα μαρτυρούσε ότι δια του Αγίου Πνεύματος γνώρισε τον ίδιο τον Κύριο, ο οποίος του εμφανίσθηκε και του απεκάλυψε την χάρη του στην πληρότητά της. Το όραμα αλλοίωσε τόσο την ψυχή του από άμετρη αγάπη προς τον Κύριο, ώστε ακόρεστα πια το πνεύμα του, νύκτα και ημέρα στραμμένο προς τον Ηγαπημένο, έκραζε: «Διψά η ψυχή μου τον Κύριο και με δάκρυα τον ζητώ. Πώς να μη σε ζητώ; Συ πρώτος με ζήτησες και μου έδωσες να γευθώ την γλυκύτητα του Πνεύματος του Αγίου, και η ψυχή μου σε αγάπησε ολοκληρωτικά».
Μολις πέρασε ο πρώτος καιρός μετά την εμφάνιση του Κυρίου, οι δαίμονες όρμησαν πάλι εναντίον του με λογισμούς τώρα υπερηφανείας. Ο Συμεών συγκέντρωσε όλες του τις δυνάμεις στον αγώνα για καθαρή προσευχή. Κατά καιρούς παρηγοριόταν από ολιγόχρονες επισκέψεις της χάριτος, αλλ’ όταν αυτή τον εγκατέλειπε και εμφανίζονταν δαίμονες, η οδύνη της ψυχής του ήταν απερίγραπτη. Προκειμένου να κρατήσει αναφαίρετη τη χάρη μέσα του, άρχισε ένα μακροχρόνιο και εξαιρετικά επίπονο αγώνα, που συχνά ξεπερνούσε τις συνηθισμένες ανθρώπινες δυνάμεις.
Το 1896 εκάρη μικρόσχημος μοναχός με το όνομα Σιλουανός. Εξωτερικά συνέχισε να ακολουθεί τη γενική τάξη της μονής, αλλά η ένταση του εσωτερικού του βίου τον δίδασκε σταδιακά την τελειότερη ασκητική πράξη.
Πέρασαν δεκαπέντε χρόνια μαρτυρικών αγώνων από την ημέρα που του εμφανίσθηκε ο Κύριος· και μία νύκτα, όταν σηκώθηκε από το σκαμνί του για να κάνει μετάνοιες, ένας δαίμονας εμφανίσθηκε μπροστά στην εικόνα του Χριστού περιμένοντας να δεχθεί αυτός την προσκύνηση. Ο Σιλουανός με οδύνη καρδίας ζήτησε την βοήθεια του Κυρίου και άκουσε στην ψυχή του την απάντηση: «Οι υπερήφανοι πάντα έτσι υποφέρουν από τους δαίμονες». «Κυριε», είπε ο Σιλουανός, «δίδαξέ με, τι πρέπει να κάνω για να ταπεινωθεί η ψυχή μου;» Και πήρε την απάντηση: «Κράτα τον νου σου στον άδη και μη απελπίζου».
Με τον λόγο αυτό –παρακαταθήκη στη γενεά μας– ο Θεός του απεκάλυψε ότι κάθε ασκητικός αγώνας πρέπει να αποβλέπει στην απόκτηση της ταπεινώσεως του Χριστού, κατά τον λόγο του: «Μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία» (Ματθ. 11:29), και ότι αυτή η ταπείνωση είναι η βασιλική και ασφαλής οδός που οδηγεί στην καθαρή προσευχή και στην απάθεια. Έλεγε πως, μόλις ο νους του έφευγε από την μνήμη του πυρός της κολάσεως, οι λογισμοί αποκτούσαν πάλι δύναμη.
Στο εξής, τηρώντας ως κανόνα απλανή τον λόγο του Κυρίου, πορευόταν σταθερά στην οδό της δεσποτικής ταπεινώσεως. Η χάρη ενοίκησε μονίμως μέσα του· αλλά όταν αυτή ελαττωνόταν εξαιτίας του ευμεταβλήτου της ανθρωπίνης φύσεως –από το οποίο έπασχε ακόμη ο Σιλουανός– έχυνε οδυνηρά δάκρυα. Περασαν άλλα δεκαπέντε χρόνια εντατικού αγώνα, μέχρις ότου αποκτήσει πλήρη κυριαρχία επάνω σε κάθε κίνηση της καρδιάς του και εισέλθει κατά την τελευταία δεκαπενταετία του επίγειου βίου του στη μακαρία κατάσταση της απαθείας.
Το 1911 εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός. Εκείνη περίπου την εποχή, ποθώντας η αδιάλειπτη προσευχή του να είναι απερίσπαστη, ζήτησε από τον ηγούμενο την ευλογία να αφήσει το διακόνημα του οικονόμου που είχε και να πάει στο παλαιό Ρωσικό –εξάρτημα της μονής που βρίσκεται υψηλότερα στο βουνό– όπου χάρη στην ερημική ησυχία του τόπου ζούσαν αυστηροί ασκητές. Εκεί έπαθε ψύξη στο κεφάλι και έως τον θάνατό του υπέφερε από μαρτυρικούς πονοκεφάλους, τους οποίους θεώρησε ως παιδαγωγική τιμωρία, επειδή είχε κάνει το θέλημά του.
Ενάμισυ χρόνο αργότερα το μοναστήρι τον ανεκάλεσε στο διακόνημα του οικονόμου, στο οποίο παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Επιστρέφοντας στην υπακοή του, μολονότι ανέλαβε υπό την ευθύνη του διακοσίους περίπου εργάτες, η προσευχή του έγινε θερμότερη παρά στο παλαιό Ρωσικό. Κάθε πρωί περιερχόταν τα εργαστήρια, για να κατανείμει τις εργασίες της ημέρας και επέστρεφε πάλι στο κελλί του να προσευχηθεί με δάκρυα γι’ αυτούς τους ανθρώπους και τις οικογένειές τους, «για τον λαό του Θεού». Έχοντας λάβει από το Άγιο Πνεύμα το χάρισμα να βιώνει ενεργώς την απέραντη αγάπη του Χριστού προς τον κόσμο, με πύρινα δάκρυα προσευχόταν αδιαλείπτως για όλη την ανθρωπότητα, για όλον τον Αδάμ, ιδιαιτέρως δε για τους κεκοιμημένους. Έλεγε: «Να προσεύχεσαι για τους ανθρώπους σημαίνει να χύνεις αίμα»· και δίδασκε ότι το κριτήριο της αληθινής πίστεως είναι η αγάπη προς τους εχθρούς.
Αυτός ο ταπεινός αγιορείτης μοναχός, που έζησε όλα τα χρόνια της μοναχικής του ζωής ένα μαρτυρικό αγώνα στην αφάνεια, άφησε ως κληρονομιά στην Εκκλησία –σαν ένας νέος προφήτης– την προσευχή υπέρ του κόσμου· αυτή είναι η σύνθεση του χριστιανισμού και η συντομότερη οδός για την επίτευξη της τελειότητας. Στηρίζοντας τον κόσμο με την προσευχή του και δεόμενος στον Κύριο να τον γνωρίσουν εν Πνεύματι Αγίω όλοι οι λαοί της γης, ετελείωσε εν ειρήνη τον επίγειο δρόμο του στις 24 (π.η. 11) Σεπτεμβρίου 1938.
Πηγή: (Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος πρώτος, Σεπτέμβριος. Εκδόσεις Ορμύλια, 2001, σελ. 261.), Κοινωνία Ορθοδοξίας

Πολλοί οπαδοί της ιστορικής γνώσης του Φίλη, γνωστοί και άγνωστοι άθεοι, εθνομηδενιστές και, κυρίως, ορκισμένοι αντίπαλοι της Ελληνικής Ορθοδοξίας, επιμένουν να διαδίδουν την μηδενική τους ιστορική γνώση, προκειμένου να αιτιολογήσουν την επιθετική κυβερνητική πολιτική προς την σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας (παρεπιμπτόντως, δεν τους απασχολεί το κύμα του Ισλάμ το οποίο απειλεί την πολιτιστική και πολιτισμική φυσιογνωμία της χώρας, ούτε ασχολούνται, φυσικά, με την αλλοίωση των δημογραφικών χαρακτηριστικών ή την αύξηση της εγκληματικότητας, ενώ ταυτόχρονα μάχονται για την εισαγωγή και κυριαρχία του αθεϊσμού, αλλά κυρίως για την δημιουργία τζαμιού στην Αθήνα και εμφανίζονται ως ισλαμολάγνοι!).
Μέσα στα πλαίσια της επιχειρούμενης κυβερνητικής ενίσχυσης και ουσιαστικής επιβολής αθεϊσμού στην Ελλάδα, εμφανίζονται από καιρού εις καιρόν διάφοροι «Σημίτηδες» ή «Φίληδες» για να καταθέσουν και την δική τους «ιδεολογική ταυτότητα» την οποία επιχειρούν θρασύτατα να επιβάλουν στους Έλληνες πολίτες, κατασυκοφαντώντας και διαστρεβλώνοντας την ιστορική σχέση της Χριστιανικής Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Ισχυρό «ιστορικό» επιχείρημα, μεταξύ των άλλων, είναι η συνυπαιτιότητα της Χριστιανικής Ορθοδοξίας στην άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και η μετέπειτα συνεργασία της με τους οθωμανούς με μοναδικό σκοπό την διάσωση της εκκλησιαστικής περιουσίας, αγνοώντας ηθελημένα πως στο δίλημμα μεταξύ υποταγής στην παπική τιάρα ή στου τούρκου το σαρίκι, η τότε ιεραρχία της Ορθοδοξίας αποφάσισε κατ’ αρχάς να αποφύγει την δογματική απειλή «αποδεχόμενη» προσωρινά «το τούρκικο σαρίκι» και να διασώσει την Χριστιανική Ορθοδοξία μέσα από μια «συμφωνία» που αφορούσε την διάσωση των εκκλησιαστικών προνομίων και επί της ουσίας να υλοποιήσει το δικό της σχέδιο στην διάσωση του Ελληνισμού. Οι δε αγώνες της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας για την απελευθέρωση ήταν συνεχείς και καταγράφηκαν ιστορικά, ενώ ταυτόχρονα μέλη της Χριστιανικής Ορθοδοξίας (ιερείς, μοναχοί) διατηρούσαν ζωντανή την ελληνική γλώσσα, την κουλτούρα, τις τέχνες και τον πολιτισμό.
Το 1575 κήρυξε επανάσταση στη Μάνη ο Αρχιεπίσκοπος Επιδαύρου Μακάριος Μελισίδης, και το 1770 στο Αίγιο ο Μητροπολίτης Πατρών Παρθένιος και στην Κόρινθο ο Μητροπολίτης Μακάριος Νοταράς.
Το 1600 και το 1609 έκανε επαναστατικό κίνημα ο Διονύσιος Φιλόσοφος, Μητροπολίτης Τρικάλων, ο οποίος τελικά βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα Γιάννενα το 1611.
Το 1684 ο Μητροπολίτης Άμφισσας Φιλόθεος πολέμησε κοντά στην Κόρινθο με δικό του σώμα εναντίον των Τούρκων, όπου και τραυματίστηκε θανάσιμα.
Τον ίδιο χρόνο ο Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Τιμόθεος Τυπάλδος συγκρότησε επανα-στατικό σώμα με 150 κληρικούς κι έλαβε μέρος σε απελευθερωτικές προσπάθειες.
0ι Μητροπολίτες Σαλώνων Τιμόθεος, Θηβών Ιερόθεος, Λάρισας Μακάριος, Εύβοιας Αμβρόσιος, διετέλεσαν οπλαρχηγοί.
Ο Παπαβλαχάχας ήταν αρχηγός των αρματολών των Χασίων. Βρήκε, μάλιστα, τραγι-κό θάνατο από τον Αλή Πασά στα Γιάννενα.
Ο διάκος του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' Νικηφόρος Ρωμανίδης, αφού χειροτονήθη-κε ιερέας και χειροθετήθηκε και Αρχιμανδρίτης, υπηρέτησε και διακρίθηκε ως ναυμάχος κάτω από τις διαταγές του Α. Μιαούλη.
Ο Ησαΐας Σαλώνων κήρυξε την επανάσταση στις 27.3.1821 στην περιφέρειά του, μέσα στο Μοναστήρι του οσίου Λουκά Βοιωτίας.
Η Μονή του οσίου Λουκά, μετά τη σύσκεψη του Δεσπότη Σαλώνων στα μέσα του Μάρτη του 1821 με τους οπλαρχηγούς της περιφέρειας Αθ. Διάκο, κ.ά., έγινε κέντρο επαναστατικό και κατασκευής φυσεκιών.
Ο Δ. Υψηλάντης είχε το αρχηγείο του στο Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Πέτρας.
Ο Αρχιστράτηγος της Ρούμελης Γ. Καραϊσκάκης είχε τ' ορμητήριό του στη Μονή Προυσού της Ευρυτανίας.
Ο Ιερομόναχος Σεραφείμ από το Φανάρι Θεσσαλίας ηγήθηκε της επανάστασης των Αγραφιωτών.
Το Μοναστήρι του Ομπλού Πατρών ήταν στρατηγείο των επαναστατών της περιοχής.
Ο Άνθιμος Αργυρόπουλος, ιερομόναχος, δέχτηκε στο Μοναστήρι του την οικογένεια Μπότσαρη και την περιέθαλψε, μετά την άλωση του Σουλίου. Ο ίδιος στη Ζάκυνθο, κατά τον ιστοριογράφο Π. Χιώτη, όρκισε μέλη της Φιλικής Εταιρίας το Θ. Κολοκοτρώνη, τους Β. και Κ. Πετιμεζά και τον Νικηταρά. Εργάστηκε δε ως παράγοντας με ασυνήθιστο ζήλο για την ευόδωση της Επανάστασης.
Ο Χρύσανθος Πηγάς, Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Καλαμάτας, το 1819 μπήκε στη Φιλική Εταιρία κι εργάστηκε εντατικά για την προετοιμασία της Επανάστασης. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη σύλληψη του από τους Τούρκους, το κλείσιμο του στις φυλακές της Τρίπολης, όπου μαζί με άλλους φυλακισμένους Μητροπολίτες πέθανε κι αυτός από τις κακουχίες της φυλακής.
Στη Φ. Εταιρία είχαν μυηθεί όλοι σχεδόν οι μητροπολίτες και πολλοί διακεκριμένοι ιερείς και μοναχοί και ιδιαίτερα οι αγιορείτες.
Την Επανάσταση του '21, όπως είναι γνωστό, την κήρυξε Μητροπολίτης, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, μέσα στο Μοναστήρι της άγιας Λαύρας. Έστω κι αν η ηρωική Καλαμάτα, που κήρυξε την επανάσταση στις 23 του Μάρτη και που την ευλόγησαν 24 κληρικοί, διεκδικεί τα πρωτεία, γεγονός είναι ότι τα παλληκάρια της περιοχής ορκίστηκαν μέσα στην ιστορική Μονή.
Ο Διάκος, ο Παπαφλέσσας κι ο Σαμουήλ είναι ανεπανάληπτες κληρικές μορφές του 21.
Ο Υψηλάντης έλεγε για τον Παπαφλέσσα ότι «είναι το άλλο μου εγώ».
Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι ο Υψηλάντης ξεκίνησε τον απελευθερωτικό του αγώνα από την εκκλησία. Μέσα στον ι. ναό των Τριών Ιεραρχών του Ιασίου έλαβε το πολεμικό ξίφος από το Μητροπολίτη Μολδαυΐας Βενιαμίν Κωστάκη, ο οποίος ευλόγησε και τη σημαία του αγώνα του.
Ακόμα, πολλά Μοναστήρια καταστράφηκαν από τους Τούρκους γιατί λάβαιναν μέρος σ' απελευθερωτικά κινήματα. Αναφέρουμε μόνο ένα για παράδειγμα, τη Μονή Στροφάδων που κατέστρεψε ο Σουλεϊμάν Β' (1520-60). Και γενικά οι Τούρκοι κάθε τόσο ζητούσαν από την Εκκλησία τις ευθύνες για κάθε απελευθερωτικό κίνημα. Αυτήν αιματοκυλούσαν γιατί αυτήν θεωρούσαν πνευματική και εθνική Αρχή του Έθνους. Και μόνο αυτή η στάση των Τούρκων απέναντι στην Εκκλησία, της οποίας πολλές φορές σκότωναν τους φορείς της, τα λέει όλα. Είναι χαρακτηριστική και η σχετική ομολογία του Μακρυγιάννη για την τεράστια προσφορά των Μοναστηριών στον αγώνα: «...Τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα προπύργια της επανάστασής μας... Οι περισσότεροι καλόγεροι σκοτώθηκαν εις τον αγώνα». Η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν το Α και το Ω για το υπόδουλο γένος. Το ράσο κόλπωνε μέσα του τη ρωμιοσύνη και η ρωμιοσύνη κολπωνόταν μέσα στο ράσο. Αυτό δεν μπορεί να το ανατρέψει καμιά δύναμη. Η ρωμιοσύνη και η ορθόδοξη Εκκλησία και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας πορεύτηκαν αντάμα το δρόμο του μαρτυρίου τους, το δρόμο της σταυρικής τους πορείας κι' επιβίωσαν χάρις στην πίστη τους στην Τριαδική Θεότητα. Χάρις στην ορθόδοξη παράδοση με τις άπειρες και παντοδύναμες διαστάσεις της. Μέσα από τη βυζαντινή εικόνα και το εκκλησιαστικό μέλος, μέσα από τα συναξάρια των αγίων και μέσα από τη ζωή των αρχαίων ηρώων κρατήθηκε η ελληνική ψυχή όρθια ως ότου βρήκε τη δύναμη και τίναξε από πάνω της τον τουρκικό ζυγό.
Η Χριστιανική Ελληνική Ορθοδοξία στην δημιουργία του νέου Ελληνικού κράτους
Μετά την απελευθέρωση και τη δημιουργία του ελληνικού κράτους (1828), με διάφορα νομοθετήματα επιβάλλεται κατά καιρούς η αναγκαστική απαλλοτρίωση τμημάτων της εκκλησιαστικής περιουσίας.
1α.- Στις 18 Ιανουαρίου 1833 η αντιβασιλεία του Όθωνα έφθασε στην Ελλάδα και με βασιλικά διατάγματα του 1833 και 1834 απεφάσισε τη διάλυση 400 περίπου Μοναστηριών. Η περιουσία τους περιήλθε στο δημόσιο και τα διατηρούμενα (μοναστήρια) φορολογήθηκαν. Ομοίως η περιουσία των ενοριακών ναών περιήλθε στους Δήμους. Αναφέρουν τα πρακτικά της Επιτροπής :
«Εκρίθησαν επάναγκες, οι μεν επίσκοποι να μισθοδοτώνται αυτάρκως και αναλόγως του χαρακτήρος των κατ’ ευθείαν παρά της Κυβερνήσεως.., οι δε πρεσβύτεροι διάκονοι και λοιποί υπηρέται των Εκκλησιών, κυρίως μεν παρά των Κοινοτήτων. όταν δε οι πόροι της Κοινότητος δεν εξαρκούν, η Κυβέρνησις να αναπληροί το ελλείπον από των προειρημένων πόρων». (Πρακτικά 26 Απριλίου 1833). Το μόνο αποτέλεσμα ήταν η αρπαγή της εκκλησιαστικής περιουσίας και η πώληση ιερών σκευών και κειμηλίων στα παζάρια.
1β.- Στις 13 Οκτωβρίου 1834 δημοσιεύθηκε το Διάταγμα «περί συστάσεως Εκκλησιαστικού Ταμείου». Σύντομα το Εκκλησιαστικό Ταμείο είχε ξεφύγει από τον αρχικό σκοπό χωρίς ΚΑΜΙΑ οικονομική συμπαράσταση του κλήρου. Η Πολιτεία για να καλύψει τα ακάλυπτα προέβη σε δήθεν μεταρρύθμιση και
1γ.- Στις 13 Ιανουαρίου 1838 εξέδωσε διάταγμα «Περί διαλύσεως της Επιτροπής του Εκκλησιαστικού Ταμείου». Με το διάταγμα αυτό για λόγους οικονομίας οι αρμοδιότητες της προηγουμένης Ειδικής Επιτροπής περιέχονται «εις την επί των εκκλησιαστικών Γραμματείαν».
1δ.- Ενδιάμεσα, με το Βασιλικό Διάταγμα της 20.5/1.6.1836 «περί εκκλησιαστικών κτημάτων» έγινε αναγκαστική απαλλοτρίωση (χωρίς καταβολή αντιτίμου) και άλλων τεραστίων σε έκταση κτημάτων και των σε λειτουργία Μονών, δήθεν «χάριν θεαρέστων έργων και προς οικοδομήν ιερών και αγαθοεργών καταστημάτων» (βλέπε Κων. Μ. Ράλλη, Το αναπαλλοτρίωτον της εκκλησ. περιουσίας, 1903, σσ. 28-30, 51-52). Στην περιουσία που απέμεινε επιβλήθηκε βαρύτατη έμμεση φορολογία, που όταν αυτή δεν ήταν δυνατόν να καταβληθεί, οδηγούσε σε δημόσιους πλειστηριασμούς!
1ε.- Στις 29 Απριλίου 1843 με άλλο Διάταγμα η όλη κινητή και ακίνητη εκκλησιαστική περιουσία περιέρχεται στο Δημόσιο του οποίου η επί των οικονομικών Γραμματεία αναλαμβάνει όλες τις οικονομικές υποχρεώσεις «αποκλειστικώς εις την βελτίωσιν του κλήρου… καθόσον, η της υπηρεσίας ταύτης ειδικότης εγγυάται πληρεστέραν εις αυτήν επιτυχίαν».
Δεν συμπληρώθηκαν 10 χρόνια ζωής του Εκκλησιαστικού Ταμείου και μία τεράστια Εκκλησιαστική περιουσία ενθυλακώθηκε από το Κράτος (πάντοτε αφερέγγυο) και σπαταλήθηκε χωρίς να ανταποκριθεί το κράτος ούτε κατ’ελάχιστον στις βασικές υποχρεώσεις του απέναντι στον εφημεριακό κλήρο.
2.- 20ος ΑΙΩΝΑΣ ΚΑΙ ΕΩΣ ΤΟΥ 1945
Στον 20ο αιώνα η απαλλοτριωτική «μανία» εξακολούθησε σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Έτσι, με τους Νόμους 1072/1917 και 2050/1920 (γνωστό ως «αγροτικό νόμο»), αλλά και άλλους που ακολούθησαν (π.χ. 2189), επιβλήθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση μοναστηριακών κτημάτων, άλλοτε για την αποκατάσταση προσφύγων ή ακτημόνων και άλλοτε –αόριστα– για λόγους «προφανούς ανάγκης και δημοσίας ωφελείας».
Σημειώνουμε όσα αποκαλυπτικά αναφέρονται στο υπ’ αρ. 976/780/18.4.1947 έγγραφο του Ο.Δ.Ε.Π. προς τη Γεν. Διεύθυνση Δημόσιου Λογιστικού του υπουργείου Οικονομικών, για το μέγεθος της απαλλοτριωτικής επιβολής του Κράτους: Από το 1917 ως το 1930 απαλλοτριώθηκαν εκκλησιαστικές εκτάσεις αξίας άνω του 1.000.000.000 προπολεμικών δραχμών.
Το Κράτος καθόρισε αυτό το αντίτιμο, κατέβαλε στο Γενικό Εκκλ. Ταμείο τα 40 εκατομμύρια και οφείλει ακόμα τα 960 ! Τα περισσότερα μοναστήρια καταδικάστηκαν με τον τρόπο αυτό σε μαρασμό και λειψανδρία !
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υπολογισμούς κατά την πρώτη φάση μόνο, το 50% της γεωργικής γης της εκκλησίας δόθηκε σε ακτήμονες. Μάλιστα τα έτη 1919-1920 ο Μητροπολίτης Αθηνών και Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου Μελέτιος Μεταξάκης θα εκφράσει την απορία του για την κατασπατάληση αυτή και θα ζητήσει εξηγήσεις για την περιουσία. Πρότεινε εφ’όσον το Κράτος δεν δύναται να ανταποκριθεί στις αναληφθείσες υποχρεώσεις του «να επιστραφή η περιουσία αυτή στην Εκκλησία».
Ο ίδιος θα γράψει ότι η απάντησις του Υπουργείου επί του τεθέντος θέματος ήταν: «… τα βιβλία του Γενικού Εκκλησιαστικού Ταμείου, τα κτηματολόγια και τα λογιστικά της περιουσίας ταύτης δεν υφίστανται πλέον, καέντα εις πρόσφατον εν τοις γραφείοις του Υπουργείου Πυρκαϊάν»!
Με τον νόμο 4684/1931, το Κράτος επέβαλε ουσιαστικά την εκποίηση («ρευστοποίηση») ενός ακόμα μεγάλου τμήματος της εκκλησιαστικής περιουσίας, παρά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας.
Ό,τι εισπράχθηκε, τοποθετήθηκε σε «εθνικά χρεώγραφα και χρηματόγραφα» (μας θυμίζουν μήπως τα σύγχρονα ομόλογα ;), αλλά η αξία τους εξανεμίστηκε, σχεδόν στο σύνολό της, όταν η εθνική μας οικονομία καταποντίστηκε στη διάρκεια του Β΄ παγκόσμιου πολέμου, της ξενικής Κατοχής και του εμφυλίου που ακολούθησε.
Γενικά ως προς την περίοδο προ του 1945 πρέπει να αναφέρουμε ότι επί χρόνια την μισθοδοσία των Ιερέων είχαν αναλάβει οι πιστοί της κάθε ενορίας, οι οποίοι έριχναν τον οβολόν τους για τον Ιερέα όταν προσέρχονταν στην Θεία Λειτουργία ή κανόνιζαν κάποια τιμή με τον Ιερέα όταν επρόκειτο να τελεστεί κάποιο μυστήριο Γάμος, Βάπτιση κ.λ.π.
Υπήρχαν βέβαια και Ιερείς – συνήθως σε αγροτικές περιοχές – οι οποίοι αμείβονταν σε είδος δηλαδή από τα προϊόντα που τους έφερναν οι πιστοί. Κατάλοιπο λοιπόν του παραπάνω τρόπου αμοιβής των Ιερέων είναι να δίνεται και σήμερα από τον πιστό ένα Χ ποσό στον Ιερέα όταν τελεί κάποια ιεροπραξία π.χ. τρισάγιο στους τάφους των κοιμητηρίων.
Από το επίσημο δελτίο της Εκκλησίας της Ελλάδας «Εκκλησία», αριθμός φύλλου 44 – 45, Σάββατο 11 Νοεμβρίου 1939 διαβάζουμε (με τον τίτλο «Τυχηρά και δικαιώματα» από τον Ταλαντίου Προκόπιο) : « Ουδείς δύναται να αμφισβητήση ότι ο Ιερός Κλήρος δικαιούται της εκ μέρους των πιστών συντηρήσεως αυτού και ότι η συντήρησις του Ι. Κλήρου είναι καθήκον των πιστών έναντι της Εκκλησίας …» Και λίγο πιο κάτω ομοίως: « Η συντήρησις του Ι. Κλήρου είναι καθήκον γενικόν των πιστών. Πάντες υποχρεούνται, όπως εισφέρωσι…»
3.- 1945-1952
Το 1945 εκδόθηκε ο Α.Ν. 536/1945 «Περί ρυθμίσεως των αποδοχών του Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου της Ελλάδος, του τρόπου πληρωμής αυτών και περί καλύψεως της σχετικής δαπάνης». Από την 1 Οκτωβρίου 1945 οι ενοριακοί Ναοί απαλλάσσονται από την υποχρέωση της καταβολής της μισθοδοσίας των Ιερέων γιατί αναλαμβάνει πλέον η Πολιτεία την μισθοδοσία αυτών, κατόπιν συμφωνίας που επήλθε μεταξύ αυτής και της Εκκλησίας.
Πλην όμως τα κονδύλια για την μισθοδοσία των Ιερέων, τα αναλαμβάνει πάλι η Εκκλησία – μέσω του οβολού των πιστών τέκνων της βέβαια – διότι υποχρεούται ο κάθε ενοριακός Ναός να καταβάλει εισφορά 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων στην οικεία Οικονομική Εφορία. Έτσι τα Εκκλησιαστικά Συμβούλια ήταν υποχρεωμένα ανά τρίμηνο να καταβάλουν στο Δημόσιο Ταμείο την εισφορά του 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων, αλλιώς υπήρχε ο κίνδυνος να μην πληρωθούν ούτε οι μισθοί ούτε οι συντάξεις όσων Ιερέων δεν κατέβαλαν ή απέκρυπταν την αντίστοιχη εισφορά.
Και βέβαια να μην ξεχνάμε ότι όταν το Κράτος πήρε το 1949 για ΤΡΙΤΗ ΦΟΡΑ την Εκκλησιαστική Περιουσία ΣΥΜΦΩΝΗΣΕ ΝΑ ΕΠΙΒΑΡΥΝΘΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ.
Η Δ΄ Αναθεωρητική Βουλή (1946-50) και η ειδική Επιτροπή για τη σύνταξη Σχεδίου Συντάγματος, στο άρθρο 143 προέβλεπε την πλήρη απαλλοτρίωση όλης της εκκλησιαστικής περιουσίας, χωρίς αντάλλαγμα! Πρόσχημα; Η αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών και γεωργοκτηνοτρόφων.
Η Ιεραρχία αντέδρασε, η απόπειρα ματαιώθηκε, αλλά το Κράτος με το Ν.Δ. 327/1947 και αυτό της 29.10.1949 επέφερε νέα πλήγματα. Η κυβέρνηση Πλαστήρα, ενώ το Σύνταγμα και του 1952 όριζε ότι «επικρατούσα θρησκεία εν Ελλάδι είναι η Ανατολική Ορθόδοξος», προέβαλε την απαίτηση να παραχωρηθεί η εκκλησιαστική περιουσία στο Κράτος.
Οι αφόρητες πιέσεις του Κράτους είχαν ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα την υπογραφή της από 18.9.1952 «Συμβάσεως περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος προς αποκατάστασιν ακτημόνων καλλιεργητών και ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων», που κυρώθηκε με το Β.Δ. της 26.9/8.10.1952 (ΦΕΚ 299 Α΄).
Η Σύμβαση αυτή ήταν επαχθής για την Εκκλησία, αφού υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο Κράτος τα 4/5 (80%) της καλλιεργούμενης ή καλλιεργήσιμης αγροτικής περιουσίας της και τα 2/3 των βοσκοτόπων. Το αντάλλαγμα; Μόλις το 1/3 της πραγματικής αξίας και κάποια αστικά ακίνητα/οικόπεδα.
Στη σύμβαση του 1952 περιέχεται η διακύρηξη του κράτους ότι η απαλλοτρίωση αυτή είναι η τελευταία και δεν πρόκειται να υπάρξει νεότερη στο μέλλον, ενώ υπάρχει και η δέσμευση ότι η Πολιτεία θα παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη (υλική και τεχνική), ώστε η Εκκλησία να μπορέσει να αξιοποιήσει την εναπομείνουσα περιουσία της. Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η "μισθοδοσία" των κληρικών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό - του δε Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών από το έτος 1980- ως υποχρέωση του Κράτους έναντι των μεγάλων παραχωρήσεων γης στις οποίες είχε προβεί η Εκκλησία της Ελλάδος κατά την δεκαετία 1922-32.
Δηλαδή, επειδή το Κράτος αδυνατούσε να καταβάλει οποιοδήποτε αντίτιμο -όπως προέβλεπε ο νόμος του 1932- συνεφωνήθη να μισθοδοτούνται επ' άπειρον οι κληρικοί και το Κράτος δεσμεύθηκε επ' αυτού. Διευκρινίζουμε ότι η μισθοδοσία του κλήρου καλύπτει μόνο τους ιερείς και όχι τους μοναχούς ή μοναχές. Πού λοιπόν τα αναφερόμενα για –δήθεν- «δημόσιους υπαλλήλους" ; Μόνο οι τόκοι από την δημευθείσα εκκλησιαστική περιουσία φθάνουν για να θρέψουν γενιές κληρικών.
Δυστυχώς, το Κράτος με νέα διοικητικά μέτρα όχι μόνο δεν υποστήριξε, αλλά δεν επέτρεψε στην Εκκλησία να αξιοποιήσει ό,τι της απέμεινε.
Οι κρατικές Υπηρεσίες, άλλοτε αμφισβητώντας την κυριότητα, με το να ζητούν τίτλους κυριότητας από εποχές που το Κράτος μας δεν υπήρχε, άλλοτε μη δεχόμενο την εγκυρότητα ή την ισχύ αυτοκρατορικών εγγράφων ή πατριαρχικών σιγιλίων και σουλτανικών φιρμανίων, ή χαρακτηρίζοντας ως δασικές ή «διακατεχόμενες» τις μοναστηριακές εκτάσεις, στην πράξη εμπόδισαν και εμποδίζουν την Εκκλησία να αξιοποιήσει την λίγη περιουσία της.
ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ
Από το 1975 και μετά εντείνονται οι πιέσεις για τον λεγόμενο «χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους», ενώ το 1976 ο τότε υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων (Γεώργ. Ράλλης) κατάρτισε σχέδιο για την παραχώρηση στο Κράτος των 3/4 (75%) της περιουσίας και η Εκκλησία να κρατούσε το υπόλοιπο 1/4 (25%). Η προσπάθειά του ναυάγησε. Ο διάδοχός του στον υπουργικό θώκο (Ιωάν. Βαρβιτσιώτης) πρότεινε πιο σκληρό σχέδιο : Το Κράτος να πάρει τα 4/5 (80%) και στην Εκκλησία να μείνει το 1/5 (20%). Κι αυτό δεν υλοποιήθηκε.
Το 1985 ο υπουργός Παιδείας (Απ. Κακλαμάνης) κατάρτισε νομοσχέδιο με θέμα «Ρύθμιση θεμάτων μοναστηριακής περιουσίας» και το επόμενο έτος ο νέος υπουργός (Αντ. Τρίτσης) εμφάνισε σχέδιο Συμφωνίας διάρκειας 100 χρόνων για ανάπτυξη της εκκλησιαστικής περιουσίας και αξιοποίησή της από τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, που θα απέδιδαν 10% στην Εκκλησία και 5% στο Κράτος.
Ευτυχώς που και το σχέδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε, αν ληφθεί υπόψη ο βίος και η πολιτεία του συνόλου σχεδόν των καταχρεωμένων Συνεταιρισμών (εκτός εξαιρέσεων…).
Αλλά ο τότε υπουργός Τρίτσης επέμεινε. Κατάρτισε και έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε ως Νόμος 1700/1987 και υπήρξε το αποκορύφωμα της κρατικής επιβολής σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας που είχε απομείνει.
Παρά τις αντιδράσεις, η πλειοψηφία της Βουλής ψήφισε το Νόμο, με τις διατάξεις του οποίου θα άλλαζαν οι κανόνες διοίκησης, διαχείρισης και εκπροσώπησης της μοναστηριακής περιουσίας, το Κράτος θα διόριζε το Διοικ. Συμβούλιο του Ο.Δ.Ε.Π., για να διοικεί την εκκλησιαστική περιουσία, ενώ γινόταν επέμβαση και στον τρόπο διοίκησης και διαχείρισης των ενοριακών ναών κ.λπ. Η τύχη του Νόμου αυτού είναι γνωστή : Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε την Πράξη συγκρότησης του Συμβουλίου του Ο.Δ.Ε.Π. (απόφαση 5057/1987), το Κράτος δεν τόλμησε να εφαρμόσει τους Νόμους 1700/1987 και 1811/1988, κάποιες Μονές προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση με τους Νόμους αυτούς άρθρων της Διεθνούς Συμβάσεως της Ρώμης και του Πρώτου Πρωτοκόλλου της.
Και δικαιώθηκαν, διότι το Δικαστήριο με την απόφασή του 10/1993/405/483/484/9.12.1994 :
(α) Διαπίστωσε ότι ο Νόμος 1700 παραβίασε θεμελιώδη δικαιώματα των ιερών Μονών για τα περιουσιακά τους δικαιώματα
(β) Ανέτρεψε τη μέχρι τότε υπέρ του Κράτους νομολογία των ελληνικών Δικαστηρίων και επέβαλε σ’ αυτά πλήρη συμμόρφωση προς τη Σύμβαση της Ρώμης
(γ) Διακήρυξε ότι οι Μονές –και άρα η Εκκλησία της Ελλάδος– δεν είναι κρατικοί οργανισμοί, έστω κι αν χαρακτηρίζονται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου
(δ) Διασαφήνισε ότι οι Μονές μπορούν να επικαλούνται κάθε τρόπο κτήσεως της κυριότητας της περιουσίας τους (και με χρησικτησία), αφού «δεν υπάρχει κτηματολόγιο στην Ελλάδα», και διότι ήταν αδύνατη η μεταγραφή τίτλων προ του 1856 και η μεταγραφή κληροδοσιών και κληρονομιών προ του 1846, και
(ε) Επέλυσε την αμφισβήτηση, υπέρ των ιερών Μονών, του θέματος των «διακατεχομένων» (κτημάτων χωρίς νόμιμους τίτλους) τα οποία νέμεται η Εκκλησία, με το τεκμήριο της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας.
Παρά το «πάγωμα» των δύο αυτών Νόμων (1700 και 1811), το 1998 επιχειρήθηκε από τη Γεν. Γραμματεία Δασών η ενεργοποίηση της Σύμβασης που προέβλεπε ο δεύτερος Νόμος, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Αλλά δεν έπαψε η αναμόχλευση του θέματος «εκκλησιαστική περιουσία», όπως συνέβη το έτος 2000, όταν το Πανελλήνιο βρισκόταν σε ανησυχία και αναστάτωση για το ζήτημα της μη αναγραφής του θρησκεύματος στα νέου τύπου δελτία ταυτότητος, ή μετά το 2009, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, ήρθε στην Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Τρόικα) και υπογράφτηκε το «Μνημόνιο…».
Οι προσλήψεις ιερέων και ο νόμος του κράτους
Κι ενώ τα γεγονότα μιλούν, σύγχρονοι «επαφίες» της ιστορίας τολμούν να επιτίθενται στην Ορθόδοξη Εκκλησία με θρασύτατες υποκειμενικές ιστορικές «εκδοχές» που επιχειρούν να επιβάλουν ως… πραγματικότητα προτάσσοντας τις «προσλήψεις» ιερέων την ίδια στιγμή που σιωπούν για την προσλήψεις ιμάμηδων!
Κανονισμός "Περί Εφημερίων και Διακόνων" διατάξεις των άρθρων 36 παρ. 6, 37 παρ. 2 και 38 παρ. 2 του Νόμου 590/1977 «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» Οργανικές θέσεις Εφημερίων
1. Οι υφιστάμενες και λειτουργούσες ενορίες διατηρούνται. Σε κάθε ενορία υφίσταται μία τουλάχιστον οργανική θέση Εφημερίου.
2. Σε πόλεις με πληθυσμό άνω των 200.000 κατοίκων, σε κάθε ενορία υφίσταται μία οργανική θέση Εφημερίου ανά δύο χιλιάδες οικογένειες και δεν υπερβαίνουν τους πέντε τακτικούς Εφημέριους ανά ενορία.
3. Σε πόλεις με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων, σε κάθε ενορία υφίσταται μία οργανική θέση Εφημερίου ανά χίλιες οικογένειες.
4. Σε πόλεις με πληθυσμό έως 100.000 κατοίκους, σε κάθε ενορία υφίσταται μία οργανική θέση Εφημερίου ανά πεντακόσιες οικογένειες.
5. Σε πόλεις με πληθυσμό έως 100.000 κατοίκους και σε νησιά, όπου το ένα τρίτο τουλάχιστον του πληθυσμού είναι αλλοδαποί ή αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι, με απόφαση της Δ.Ι.Σ. μετά από σχετική γνωμοδότηση της Συνοδικής Επιτροπής επί των Δογματικών και Νομοκα-νονικών Ζητημάτων, σε ενορία άνω των τετρακοσίων οικογενειών μπορεί να διορισθεί και δεύτερος Εφημέριος.
6. Σε Ο.Τ.Α. που αποτελούν κοινώς γνωστά κέντρα παραθερισμού και έχουν τουλάχιστον τετρακόσιες μόνιμες οικογένειες, με απόφαση της Δ.Ι.Σ., μετά από σχετική γνωμοδότηση της Συνοδικής Επιτροπής επί των Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων, μπορεί να διορισθεί και δεύτερος Εφημέριος.
7. Για την εφαρμογή των παραγράφων 2-5 του παρόντος άρθρου ο αριθμός των οικογενειών ορίζεται, αφού διαιρεθεί διά του 4 ο αριθμός των Ορθοδόξων Χριστιανών της συγκεκριμένης κάθε φορά ενορίας. Προκήρυξη και κάλυψη οργανικών εφημεριακών θέσεων
1. Οι τακτικοί Εφημέριοι διορίζονται με απόφαση του οικείου Μητροπολίτου κατά την διαδικασία που περιγράφεται κατωτέρω. Εξαιρούνται από τη διαδικασία αυτή οι εφημεριακές θέσεις στους Μητροπολιτικούς Ιερούς Ναούς, στις οποίες διορίζονται οι Εφημέριοι από τους οικείους Μητροπολίτες χωρίς προηγουμένη προκήρυξη.
2. Εντός μηνός από της χηρείας εφημεριακής θέσεως, ο οικείος Μητροπολίτης με προκήρυξη του, η οποία αναγινώσκεται στον ενοριακό Ιερό Ναό, όπου υφίσταται η θέση αυτή, και δημοσιεύεται στο περιοδικό ΕΚΚΛΗΣΙΑ ή και στον τοπικό τύπο με δαπάνη του Ναού, καλεί τους βουλόμενους και έχοντες τα απαιτούμενα κανονικά και νόμιμα προσόντα, να υποβάλουν τα δικαιολογητικά τους στοιχεία μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση της προκηρύξεως στο περιοδικό ΕΚΚΛΗΣΙΑ, προκειμένου να καταλάβουν την κενή οργανική θέση Εφημερίου.
Κι ενώ υπάρχουν καταγεγραμμένα ιστορικά ντοκουμέντα, συμφωνίες και νόμοι του κράτους, για τον ιστορικό ρόλο της Χριστιανικής Ορθοδοξίας και τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους, η κατά καιρούς εμφάνιση «προσωπικοτήτων» που επιχειρούν να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα για να εξυπηρετήσουν στόχους που ως μοναδικό τους σκοπό έχουν την ρήξη στην ιστορική και αλληλένδετη σχέση μεταξύ Ελληνισμού και Χριστιανικής Ορθοδοξίας, προκειμένου να προσβάλουν και τελικά να καταστρέψουν τόσο τον Ελληνισμό όσο και την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία, κάνοντας χρήση «λογικών» που καμία σχέση δεν έχουν με την λογική, αλλά –δυστυχώς για τους ίδιους- ούτε και με την ιστορική αλήθεια.
Φυσικά, κανείς δεν περιμένει από την σημερινή ηγεσία (και τους φανατικούς οπαδούς της) της χώρας να προχωρήσουν στην έρευνα και ανάγνωση ιστορικών ντοκουμέντων που βρίσκονται σε δεκάδες (ή και εκατοντάδες) τόμους της ελληνικής ιστορίας. Θα τους προκαλούσαμε, όμως, να ερευνήσουν πόσοι ιερείς και πόσοι ιμάμηδες έχουν προσληφθεί τα τελευταία 6 (μνημονιακά) χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και ποιά η συμβολή της Εκκλησίας στην αντιμετώπιση της εσωτερικής κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης και ποια η συμβολή της πολιτικής (ή και του Ισλάμ)... Ενδεχομένως να μην έχουν αντιληφθεί οι "αριστεριστές" και οι εγχώριοι και εξωχώριοι χορηγοί τους πως στην Χριστιανική Ελληνική Ορθοδοξία υπάρχει ένα σταθερό "φαινόμενο" που θέλει να ισχυροποιεί την Χριστιανική Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό όσο πιό ισχυρά είναι τα χτυπήματα που επιχειρούν ενίοτε από "διαφόρους" επώνυμους ή ανώνυμους. Αν, δε, οι σύγχρονοι "οπαδοί" και λοιποί υποστηρικτές του Φίλη επιθυμούν να καταστρέψουν το κράτος για να "χτίσουν" το δικό τους "ειδικό" κράτος επιβάλλοντας την δική τους "ιδεολογία" και πολιτικο-κοινωνική εκδοχή (χορηγούμενη από διάφορα ιδρύματα του Σόρος και όχι μόνο), καλά θα κάνουν να αναλογιστούντι συνέβη με τον Στάλιν και την Ορθόδοξη Ρωσία...
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους

Η παρούσα εργασία είναι αποτέλεσμα προσευχής και μελέτης, επί των τελικών κειμένων της λεγομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου (εις το εξής ΑκΜΣ). Παραδίδουμε στο λαό του Θεού προς κρίσιν και ενημέρωσιν, το α´ μέρος της, ενώ συντόμως θα ολοκληρωθεί και το β´ μέρος αποκλειστικώς αναφερόμενο στο έκτο κείμενο της εν λόγω συνόδου, αυτό περί των σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τους εκτός αυτής ετεροδόξους.
Εισαγωγή
Έχοντας ολοκληρωθεί οι εργασίες της λεγομένης ΑκΜΣ, άμεσα εξεδόθησαν και τα τελικά της κείμενα, οπότε και παρεδόθησαν στο ορθόδοξο κριτήριο του λαού του Θεού, ούτως ώστε να κριθούν επί ορθοδοξία η κακοδοξία. Ο αγιορειτικός μοναχισμός καλείται να τοποθετηθεί επ᾽ αυτής, μετά της δεούσης προσοχής, λαμβάνων υπ᾽όψιν τόσο την κρισιμότητα της στιγμής όσο και τη σημασία που η σύνοδος θα έχει για τη ζωή της Εκκλησίας. Συν Θεώ και υπό το αγλαόν φως της χιλιοχρόνου ορθοδόξου ομολογιακής αγιορειτικής παραδόσεως, με το παρόν κείμενο2 θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε τα σημεία εκείνα που χρήζουν προσοχής, βάσει των οποίων θα αξιολογηθεί και σύνολη η σύνοδος, το εάν δηλαδή είναι επομένη τοις αγίοις πατράσι η όχι.
Η διαχρονική εμπέδωσις και βίωσις της αποστολικής Παραδόσεως συνιστά πρώτιστα εμπειρικό-χαρισματικό γεγονός και ενώ διακρίνεται σε θεωρία και πράξη, εν τούτοις συναπαρτίζει το όλον της αγιοπνευματικής μαρτυρίας του αενάως ιερουργουμένου Ευαγγελίου του Χριστού. Συνέχεια της αποστολικής Παραδόσεως δεν νοείται έξω και πέρα από τα όρια που τα αυθεντικά εκμαγεία του Πνεύματος, οι θεοφόροι Πατέρες έθεσαν. Ήδη κατά το 4ο αιώνα, και ενώ η Εκκλησία εχειμάζετο όχι απλώς υπό μιας ακόμη αιρέσεως, διότι έως τότε δεκάδες αιρέσεων ήδη είχαν αναφανεί, αλλά κυριολεκτικώς υπό μιας λαίλαπας πελωρίων διαστάσεων, όπου έφτασε την παρουσία των ορθοδόξων να περιορίζεται κυριολεκτικά σε μία χούφτα ανθρώπων, “ευρέθη άνθρωπος από Θεού” ο οποίος, “ έστη ανά μέσον των τεθνηκότων και των ζώντων και εκόπασεν η θραύσις” (Αριθμ. 16,48)· και αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Μέγας Βασίλειος, ο στύλος και το εδραίωμα της αληθούς πίστεως των ορθοδόξων. Στα δογματικά του κείμενα, καθώς και στις πολυάριθμες επιστολές του επεσήμαινε διαρκώς τον αποστολικό και σωτηριώδη χαρακτήρα της Παραδόσεως και την εμμονή σ᾽αυτήν3, που αποτελεί και τη μοναδική εγγύηση της “εκ δυνάμεως εις δύναμιν” αγιοπνευματικής πορείας συνόλου της επί της γης Εκκλησίας.
Όντας αδύνατον να αναπτυχθεί εδώ το μείζον και κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα του αρρήκτου συνδέσμου αγιότητος και αγιοπνευματικής μαρτυρίας και Παραδόσεως, καθίσταται σαφές ότι θεολογικές θέσεις, απ᾽ όπου και αν προέρχονται αυτές, ακόμη και από γενικές συνόδους, κρίνονται αποκλειστικά και μόνον υπό το φως της διαχρονικής αποστολικοπαραδότου αγιοπνευματικής μαρτυρίας των θεοφόρων αγίων Πατέρων, των μόνων αυθεντικών εκφραστών, λόγω και έργω, των αποστολοδέκτων πυρίνων γλωσσών της Πεντηκοστής. Οφείλει εδώ να τονισθεί η βαθεία αλήθεια της Εκκλησίας: Αγία Παράδοσις και αγιασμός είναι στοιχεία αλληλένδετα, καθώς ο αγιασμός εκάστου συντελείται αποκλειστικώς εν τω πλαισίω της Ιεράς Παραδόσεως.
Ο χαρακτήρ και το κύρος της ΑκΜΣ
Βάσει του προσυμπεφωνημένου κανονισμού της ΑκΜΣ στο Σαμπεζύ, άρθρο 13 παράγραφος 2, οι υπογεγραμμένες αποφάσεις της ΑκΜΣ έχουν ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΚΥΡΟΣ. Τι σημαίνει αυτό; Απλά ότι είναι υποχρεωτικές για όλες τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, ως θα συνέβαινε εάν ήταν τω όντι Οικουμενική η ΑκΜΣ. Παρότι οι ίδιοι οι διοργανωτές της ΑκΜΣ, προεξάρχοντος του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου (προστεθέντος, διαρκούντος της συνόδου, και του Αλεξανδρείας Θεοδώρου) αρνούνται -πλέον- τον χαρακτηρισμό “Οικουμενικής” επί της ΑκΜΣ, λόγω της μη συμμετοχής της (ψευδο)εκκλησίας της Ρώμης(!), παρ᾽όλα ταύτα και μόνη η αναφορά περί του υποχρεωτικού των αποφάσεών της προσδίδει, και συμφώνως προς τα ορθοδόξως κρατούντα, οικουμενικόν κύρος.
Παρενθετικώς, αξίζει να τονισθεί ότι εξαρχής ο χαρακτήρας της ΑκΜΣ προσδιοριζόταν ως οικουμενικός. Η ίδια η ιδέα περί συγκλήσεως Οικουμενικής Συνόδου, αποτελεί απότοκο του καταστροφικού για την ορθόδοξο ενότητα, αποκληθέντος “Πανορθοδόξου Συνεδρίου” του γενομένου εν Κωνσταντινουπόλει κατά το έτος 1923, υπό την προεδρία του κατεγνωσμένου ως μασόνου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μελετίου του Δ´#.4 Το όραμα της οικουμενικής συνεχίστηκε μετ᾽ επιτάσεως και υπό του πατριάρχου Αθηναγόρα, ο οποίος επανειλημμένως αναφερόταν ρητώς στην ανάγκη συγκλήσεως· ενδεικτικά στην εγκύκλιο του 1951 εξήγγειλε την πρόθεση συγκλήσεως «Μεγάλης Οικουμενικής Συνόδου», όταν η χρονική στιγμή θα εκρίνετο κατάλληλος5. Εδώ να προστεθεί, ότι η ονομασία της συνόδου ως Αγίας και Μεγάλης, χρησιμοποιήθηκε μ᾽ευθεία αναφορά στο τρόπο που οι Οικουμενικές σύνοδοι κατά το παρελθόν ονόμαζαν εαυτές· ήταν οι επόμενες που τελικά τους απέδιδαν τελεσιδίκως οικουμενικόν κύρος6.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί και κάτι ακόμα. Η λεγομένη ΑκΜΣ, δια στόματος αρχιερέων και λοιπών συμμετασχόντων, μετά το πέρας των εργασιών της (δεν τολμήθηκε πριν), απεκλήθη ως “η Β´ Βατικανή σύνοδος” της Ορθοδοξίας, ως το αντίστοιχο δηλαδή της τελευταίας οικουμενικής συνόδου (21ης) του παπισμού, η οποία δημιούργησε τεράστιες αναταράξεις στους κόλπους του, επιφέροντας αλλαγές τέτοιας σημασίας7, ώστε να χαρακτηρισθεί, εκ των ιδίων των πρωταγωνιστών της, ως τέμνουσα την ιστορία της “εκκλησίας” στην εποχή πριν και μετά την σύνοδο. Αυτό που είναι ενδιαφέρον και μας αναγκάζει να κάνουμε αναφορά στην σύνοδο του παπισμού είναι οι μεθοδολογικές ομοιότητες της ΑκΜΣ προς αυτήν. Έτσι “για την σύγκληση μιας Πανορθοδόξου Συνόδου, είναι ευρέως γνωστό πως ο τρόπος εργασίας της Β´ Βατικάνειας Συνόδου χρησίμευσε κατά κάποιον τρόπο ως πρότυπο για τις διαδικασίες αυτές.”8. Πράγματι, η Διορθόδοξη Προπαρασκευαστική Επιτροπή, οι Προσυνοδικές Πανορθόδοξες Διασκέψεις, η διαρκής Γραμματεία για την Προπαρασκευή της Συνόδου, καθώς τέλος ο τρόπος ετοιμασίας και επεξεργασίας των κειμένων της ΑκΜΣ, ΟΛΑ απηχούν το τρόπο λειτουργίας της Β´ Βατικανής9.
Τα κριτήρια οικουμενικότητος
κατά την ορθόδοξον κανονικήν παράδοσιν
Ο εξ αρχής προσδιορισμός της ΑκΜΣ ως οικουμενικής (κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή προ της συγκλήσεώς της), σε συνάρτηση προς το υποχρεωτικόν δια πάντας των αποφάσεών της, την κατατάσσει επομένως στις συνόδους με απαίτηση οικουμενικού κύρους.
Εφ᾽όσον λοιπόν έχουν έτσι τα πράγματα, ας στραφούμε στον μέγα αγιορείτη και κανονολόγο της Εκκλησίας, όσιο Νικόδημο, για να δούμε τι λέει σχετικά περί των ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ αναγνώρισης μιας συνόδου ως οικουμενικής:
α) η σύνοδος οφείλει να συγκαλείται όχι από κάποιον πατριάρχη αλλά “δια προσταγών Βασιλικών”,κάτι το οποίο σήμερα είναι ανέφικτο και επομένως ανενεργό δίχως περαιτέρω θεολογικές επιπλοκές,
β) πρέπει να γίνεται “ζήτησις περί πίστεως και ακολούθως να εκτίθεται απόφασις και όρος δογματικός”,
γ) οφείλουν, “να ήναι πάντα τα εκτιθέμενα παρ᾽αυτών δο-γματα και οι κανόνες, ορθόδοξα ευσεβή και σύμφωνα ταις Θείαις Γραφαίς, η ταις προλαβούσαις Οικουμενικαίς συνόδοις.” και προσθέτει ο όσιος Νικόδημος το “πολυθρύλητον”, όπως λέει, αξίωμα του αγ. Μαξίμου, ότι: “ Τας γενομένας συνόδους, η ευσεβής πίστις κυροί ”, και πάλιν, “η των δογμάτων ορθότης κρίνει τας συνόδους.”,
δ) τέλος οφείλουν, “να συμφωνήσουν και να αποδεχθούν τα παρά των Οικουμενικών συνόδων διορισθέντα, και κανονισθέντα άπαντες οι ορθόδοξοι Πατριάρχες και Αρχιερείς της Καθολικής Εκκλησίας, είτε δια της αυτοπροσώπου παρουσίας αυτών, είτε δια των ιδίων τοποτηρητών, η και τούτων απόντων, δια γραμμάτων αυτών.”10.
Τα ανωτέρω οφείλουν να αποτελέσουν τον οδηγό στην τελική αξιολόγηση τόσο περί του οικουμενικού-πανορθοδόξου χαρακτήρα της ΑκΜΣ, όσο και περί του κατά πόσον αποτελεί όντως συνέχεια των προ αυτής Οικουμενικών Συνόδων, κατά την πίστιν.
Κατ᾽αρχάς γεννάται το ερώτημα, εάν και κατά πόσον πληρούται ο όρος απαίτησις του κανονισμού για ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟ ΚΥΡΟΣ της συνόδου. Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ΟΧΙ, και εξηγούμαστε:
Απουσίαζαν ως γνωστόν τέσσερεις τοπικές Εκκλησίες· από αυτό και μόνον αίρεται ο πανορθόδοξος-οικουμενικός χαρακτήρας της11· εδώ να παρατηρήσουμε ότι δια χειλέων επισκοπικών, ελέχθη ότι τούτο δεν συνιστά πρόβλημα καθότι και στη Γ´ Οικουμενική Σύνοδο απουσίαζε η Εκκλησία Αντιοχείας, όμως η Σύνοδος παρ᾽ όλα ταύτα, λειτούργησε ως Οικουμενική! Όπως πάντα οι οικουμενιστές διαστρέφουν την αλήθεια λέγοντας τα πράγματα μισά: η Εκκλησία Αντιοχείας και ο Πατριάρχης της Ιωάννης, έχοντες παρεξηγήσει τη θεολογία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, αντιδρώντας και στη καθαίρεση του Νεστορίου, εδημιούργησαν αντισύνοδο μαζί με άλλους, όντως νεστοριανούς, επισκόπους οι οποίοι αποκήρυξαν τη Συνοδο των αγίων Πατέρων της Εφέσου, κατεδίκασαν τις αποφάσεις της και καθαίρεσαν τον άγιο Κύριλλο και τον επίσκοπο Εφέσου Μέμνωνα! Αντιστοίχως η αγία Σύνοδος έθεσε σε αργία τον Ιωάννη Αντιοχείας και κήρυξε ως ψευδοσύνοδο την σύναξή τους. Τελικά μετά από ένα περίπου χρόνο ελύθησαν οι παρεξηγήσεις και η Αντιόχεια αποδέχθηκε την Σύνοδο της Εφέσου ως όντως Αγία και Οικουμενική. Ουδεμία λοιπόν σχέσις με τα λεχθέντα υπό των οικουμενιστών!
Ο προβληματικός χαρακτήρ
του Κανονισμού της ΑκΜΣ:
αι εκκλησιολογικαί συνέπειαι.
Σε κείμενα που εκυκλοφόρησαν πριν τη σύνοδο υπήρξε πυκνή αναφορά στον πρωτόγνωρο και εξόχως προβληματικό χαρακτήρα του Κανονισμού της συνόδου. Προς απόδοσιν λοιπόν πλήρους εικόνας σχετικά με τη σύνοδο οφείλουμε την παρουσίαση όλων των σχετικών προβληματικών διατάξεων του Κανονισμού της, ώστε να αποδειχθεί και μέσω αυτής ότι η απαίτηση της συνόδου για πανορθόδοξο κύρος καθίσταται αδύνατη.
Εν πρώτοις στο άρθρο 8 παράγραφος 2 ορίζεται κατ᾽ουσίαν η απαγόρευσις ελευθέρας τοποθετήσεως επισκόπων η και αυτών των προκαθημένων των τοπικών Εκκλησιών, επί νέων, μη ομοφώνως συμπεφωνημένων ζητημάτων στις Προσυνοδικές Πανορθόδοξες Διασκέψεις. Τουτο στη διαχρονική λειτουργία του συνοδικού θεσμού, συνιστά βαρύτατη στρέβλωσή του και ουσιαστικά κατεργάζεται τη φίμωσή του. Σε όλες τις Οικουμενικές συνόδους υπήρχε η πλήρης ελευθερία οιουδήποτε επισκόπου να θέσει ζήτημα προς συζήτηση και επίλυση. Ακολούθως στο 9,3, το οποίο λειτουργεί κατ᾽ ουσίαν ως συνέχεια του 8,2, απαγορεύεται ρητά πάσα παρέμβασης επισκόπου, επί ποινή αφαιρέσεως του λόγου(!), εις “εκτός θέματος” ζήτημα. Εν αντιθέσει, σ᾽όλες τις συνόδους της Εκκλησίας υπήρχε πλήρης ελευθερία λόγου εις πάντας, ακόμη και σε μη επισκόπους, όπως βλέπουμε επί παραδείγματι στη συζήτηση μοναχών και αγίου Ταρασίου (Α´ πράξις Ζ´ Οικουμενικής συνόδου). Επεκτείνονται δε οι ανωτέρω απαγορεύσεις στο 10,3 περί “άσχετων διαλογικών αντιπαραθέσεων” των επισκόπων, ωσάν οι επίσκοποι να μη έχουν επίγνωση της αποστολής τους και του ύψους του λειτουργήματός τους και έτσι να εκτρέπονται -δήθεν- σε διενέξεις “ξένες, αλλά και αντίθετες προς την αποστολήν” της συνόδου, όπως αναφέρεται στο κείμενο!
Στο 11,2 καθορίζεται η απαραίτητος αρχή της “ομόφωνης” αποδοχής των τροπολογιών επί των αρχικών, προσυνοδικά συμπεφωνημένων, κειμένων προς διαμόρφωσιν των τελικών κειμένων, καθώς και η απόρριψις των μη ομοφώνως αποδεκτών τροπολογιών. Οι παρατηρήσεις μας εν συντομία: όπως θ᾽αποδειχθεί κατωτέρω, συγκεκριμένα τελικά κείμενα της συνόδου σχετίζονται αμέσως αλλά και εμμέσως με δο-γματικά ζητήματα πρωταρχικής σημασίας και όχι απλώς διοικητικού η ποιμαντικού χαρακτήρα. Τίθεται το ερώτημα: σε ποία Οικουμενική Σύνοδο σε ζήτημα δογματικό υπήρχε η περίπτωση απορρίψεως δογματικής διατυπώσεως, (“τροπολογίας” κατά την φρασεολογία της συνόδου), και όλα να συνεχίζονταν “κανονικά”; Υπενθυμίζουμε αυτό που ο όσιος Νικόδημος ο αγιορείτης μας είπε ότι συνιστά τον τρίτο όρο-ιδίωμα αληθούς Οικουμενικής συνόδου: το ορθόδοξον των δο-γμάτων της. Είναι δυνατόν επί δογματικού ζητήματος να υπάρχει διαφωνία και να συνεχίζουν οι διαφωνούντες ως να μη συνέβαινε τίποτε; Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι η λεγομένη ΑκΜΣ λειτουργούσε ως να ήταν η Βουλή, όπου ψηφίζουν βουλευτές πολιτικών κομμάτων υπέρ η κατά μιας τροπολογίας νόμου του κράτους, και όχι αγιοπνευματική σύναξις ποιμένων ομονοούντων εν πίστει και αληθεία…
Το 12,1 αναφέρεται στα περί της ψηφοφορίας επί των τελικών κειμένων και διαμορφώνει μία πραγματικότητα κατ᾽ επίφασιν συνοδική μεν, εν πράγματι δε πλήρως αντισυνοδική και παντελώς αμάρτυρη στην καθολική, αγιοπνευματική, συνοδική συνείδηση της Εκκλησίας. Συγκεκριμένα, η διαχρονικά ακολουθούμενη πρακτική όλων των συνόδων, Τοπικών η Οικουμενικών, ερειδομένη σ᾽αυτά ταύτα τα θεμέλια της ορθόξοξης Εκκλησιολογίας, ήταν η πλήρης και ομότιμη συμμετοχή των απανταχού επισκόπων, νοουμένων ως ποιμένων και όχι απλώς ως αντιπροσώπων, οι οποίοι εν αληθεία μαρτυρούσαν τη καθολική πίστη, το θεμέλιο δηλαδή επί του οποίου οικοδομήθηκε το Σώμα του Χριστού, η Εκκλησία12. Οι επίσκοποι, ακριβώς λόγω του ομοτίμου της αρχιερατικής τους ιερωσύνης, ψήφιζαν πάντες και δεν ήσαν -δήθεν- εκπροσωπούμενοι από τον πρώτο τους και την ψήφο του. Η νέα αυτή διαδικασία ακύρωσε τη διαχρονική εκκλησιολογική αρχή του ομοτίμου επισκόπου προς επίσκοπον, διαχώρισε κυριαρχικά τους πρώτους, (τους προέδρους δηλαδή των τοπικών αυτοκεφάλων Εκκλησιών), από τους περί αυτούς επισκόπους, με συνέπεια τη διαμόρφωση δύο τύπων επισκόπων: αφ᾽ ενός του πρώτου και αφ᾽ ετέρου όλων των υπολοίπων, με ουσιαστική διάκριση ο πρώτος να ψηφίζει, αντιπρόσωπος πλέον της Εκκλησίας, ενώ οι υπόλοιποι όχι. Η συνοδικότητα κατ᾽ αυτόν τον τρόπο οδηγήθηκε σε κάτι νέο, το οποίο μετά τη Κρήτη θα λειτουργεί ως παραδεδομένο ιστορικό προηγούμενο που θα καθορίζει πλέον την λειτουργία και όλων των μετέπειτα μεγάλων συνόδων, όπου ήδη έχει αγγελθεί ότι θα υπάρξουν.
Συνυφασμένο με το 12,1 είναι και τα 12,2 και 12,3 στα οποία επεκτείνεται η εκθεμελίωση του επισκοπικού αξιώματος, ορθοδόξως νοουμένου, με συνέπεια την ίδρυση ενός νέου τοιούτου, του επισκόπου-αυλικού. Συγκεκριμένα, για να υπάρξει καταφατική η μη ψήφος επί των τελικών κειμένων, υπό του πρώτου εκάστης τοπικής Εκκλησίας προηγείται εσωτερική ψηφοφορία όλης της αντιπροσωπίας της κάθε τοπικής Εκκλησίας, κατά την οποία δύναται να μη υπάρχει ομοφωνία, και τούτο και επί δογματικών ζητημάτων. Με απλά λόγια δύνανται ένας η και περισσότεροι αρχιερείς να διαφωνήσουν, αλλ᾽ως μειοψηφούντες αποδέχονται την απόφαση, που είναι τελικά απόφαση της πλειοψηφίας! Η αξιολόγηση δε των δαφωνιών, συνιστά πλέον κατά το 12,3 “εσωτερικόν ζήτημα” εκάστης τοπικής Εκκλησίας!
Διαμορφώνεται εκ των πραγμάτων μία νέα εκκλησιολογική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία δύναται (και βάσει του 12,3 νομιμοποιείται) να υπάρχει διαφοροποίηση στο επαρχιακό επίπεδο, αλλά τελικά να επιτυγχάνεται ομοφωνία στο οικουμενικό. Κατ᾽ουσίαν το 12,3 έρχεται σε αντίφαση έως και με αυτό το κείμενο της Ραβέννας, το οποίο εν παρόδω να λε-χθει ότι, εμμέσως πλην σαφώς αποδέχεται και νομιμοποιεί ομοφώνως η σύνοδος της Κρήτης στο έκτο κείμενό της!
Πιο συγκεκριμένα, το κείμενο της Ραβέννας ασχολούμενο με το θέμα “Πρωτείο και Συνοδικότης” διέβλεπε ότι η συνοδικότης λειτουργεί σε τρία επίπεδα: το τοπικό (local = η περί τον επίσκοπο τοπική Εκκλησία π.χ. ένας επίσκοπος και η περί αυτόν ιερείς13), το επαρχιακό (regional = η σύνοδος των επισκόπων μίας τοπικής Εκκλησίας π.χ. της Ελλάδος) και το οικουμενικό14 (universal = η Οικουμενική Σύνοδος)· σε κάθε ένα από αυτά τα επίπεδα υπάρχει πρώτος και σύνοδος (στο τοπικό επίπεδο ως σύνοδος λαμβάνεται -δήθεν- η ευχαριστιακή σύναξη). Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι το κείμενο της Ραβέννας είναι εξ επόψεως ορθοδόξου παντελώς απορριπτέο, και οι παραπάνω θέσεις περί της συνοδικότητος εντός του συνολικού νοηματικού πλαισίου του κειμένου επίσης απόβλητες, παρατηρείται ότι το 12,3 του κανονισμού της ΑκΜΣ καταστρέφει την εσωτερική ενότητα των τριών επιπέδων: άλλα δύναται να λέει και να συμφωνεί ο επίσκοπος και η περί αυτόν Εκκλησία της επισκοπής του, άλλα να συμφωνούνται στη σύνοδο στην οποία συμμετέχει, και τέλος στο οικουμενικό επίπεδο, βάσει της επιτευχθείσας ομοφωνίας, αυτός ο επίσκοπος και η περί αυτόν τοπική Εκκλησία, άλλα να αναγκάζεται ν᾽ αποδεχθεί ως καθολική μαρτυρία της αληθείας!
Αυτήν την αλληλοπεριχώρηση των τριών επιπέδων, μα με τρόπο στρεβλό, αντικανονικό και κυριολεκτικά αντισυνοδικό, την είδαμε στην Κρήτη με την επιλεκτική παρουσία επισκόπων (24 για κάθε τοπική Εκκλησία), την διαδικασία εσωτερικής ψηφοφορίας των 24 αντιπροσώπων εκάστης τοπικής Εκκλησίας επί των τελικών κειμένων (το -δήθεν- δεύτερο επίπεδο συνοδικότητος), και τέλος την ομόφωνη ψηφοφορία-αποδοχή των τελικών κειμένων από τους 10 προκαθημένους-πρώτους (το οποίο συνιστά το τρίτο -δήθεν- επίπεδο, το (ψευδο)οικουμενικό). Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι κάποιος μειοψηφών, κατά την εσωτερική ψηφοφορία των επισκοπικών αντιπροσωπιών επίσκοπος, με δεδηλωμένη διαφωνία επί δογματικού ζητήματος15 επί παραδείγματι, να επιστρέφει στην επισκοπή του και να είναι αναγκασμένος να διδάξει τ᾽αντίθετα από αυτά που εδίδασκε προτού αναχωρήσει για τη σύνοδο· αυτό ήταν και το τελικό ζητούμενο του νεοπαγούς τρόπου “ομοφωνίας” επί των τελικών κειμένων, όσον αφορά τη ζωή της κάθε, υπό επίσκοπον, τοπικής (=local) Εκκλησίας.
Περαιτέρω έγκριση των αποφάσεων της ΑκΜΣ δεν προβλέπεται, δηλαδή οι αποφάσεις της είναι τελεσίδικες και όπως ρητώς αναφέρεται στο 13,2 έχουν πλέον πανορθόδοξο κύρος και απλώς κοινοποιούνται στις αυτοκέφαλες τοπικές Εκκλησίες προς ενημέρωσιν του ποιμνίου των Ιερών Μητροπόλεων.
Κλείνοντας την παρουσίαση περί του Κανονισμού της ΑκΜΣ περιοριζόμαστε να δηλώσουμε αυτό που ήδη έχει γίνει σαφές: η σύναξη της Κρήτης δεν πληροί απολύτως κανένα κριτήριο ορθοδόξου συνόδου· οι όροι λειτουργίας της και η διεξαγωγή των εργασιών της που ωδήγησαν και στις σχετικές αποφάσεις της, συγκροτούν ένα αντι-παράδειγμα “συνόδου”, κυριολεκτικά μία αντισύνοδο και δίχως αμφιβολία αυτό που στην εκκλησιαστική γραμματεία χαρακτηρίζεται ως ψευδοσύνοδος. Η επιβολή της παρουσίας μάλιστα ανιέρων, ετεροδόξων, ψευδεπισκόπων τόσο στο άνοιγμα όσο και στο κλείσιμο των εργασιών της συνόδου, κάτι που και αυτό προβλέπεται από τον Κανονισμό της (άρθρο 14), μας σαφηνίζει το γενικό τόνο, τον χαρακτήρα και το σκοπό της συγκεκριμένης συνάξεως.
Σημείωσις Ο.Τ.: Το παρόν κείμενον απέστειλεν αποκλειστικώς εις τον Ο.Τ. ο π. Επιφάνιος και αποτελεί το 1ον μέρος μίας συνολικής εμβριθούς θεολογικής μελέτης δια την Σύνοδον της Κρήτης, η οποία θα δημοσιευθή εις συνεχείας θεματικώς, δια την καλυτέραν προαγωγήν του δημοσίου διαλόγου.
Σημειώσεις:
- Βλ. εφημερίς Ορθόδοξος Τύπος, τ. 2125, 15 Ιουλίου 2016, σελ. 5. 2. Η εξέταση θα αρκεσθεί επί των σημαντικοτέρων και τρόπόν τινα ουσιωδεστέρων. Ο λεπτομερής σχολιασμός-έλεγχος θα απαιτούσε, κατ᾽ανάγκην, την τμηματική εξέταση κατά παράγραφον όλων των συνοδικών κειμένων , κάτι που δεν κρίνεται επί του παρόντος αναγκαίος· άλλως το κείμενο θα κινδύνευε να λάβει διαστάσεις βιβλίου. 3. “ Όσοι γαρ δι εὐστάθειαν τρόπων το της αρχαιότητος σεμνόν του καινοπρεπούς προετίμησαν͵ και απαραποίητον των πατέρων διεφύλαξαν την παράδοσιν͵ … Οι δε διακορείς των συνήθων͵ και των παλαιών ως εώλων κατεπαιρόμενοι͵ ούτοί εισιν οι τας νεωτεροποιίας παραδεχόμενοι͵ ώσπερ επί της εσθήτος οι φιλόκοσμοι την εξηλλαγμένην αεί της κοινής προτιμώντες·”, PG 32, 92CD και πάλιν, “Πιστις δε εστι το πολεμούμενον και κοινός σκοπός άπασι τοις εναντίοις και εχθροίς της υγιαινούσης διδασκαλίας͵ το στερέωμα της εις Χριστόν πίστεως κατασείσαι͵ εκ του την αποστολικήν παράδοσιν εδαφισθείσαν αφανισθήναι.”, ο.π. 112C και τέλος, “Των εν τη Εκκλησία πεφυλαγμένων δογμάτων και κηρυγμάτων͵ τα μεν εκ της εγγράφου διδασκαλίας έχομεν͵ τα δε εκ της των αποστόλων παραδόσεως διαδοθέντα ημίν εν μυστηρίω παρεδεξάμεθα· άπερ αμφότερα την αυτήν ισχύν έχει προς την ευσέβειαν. Και τούτοις ουδείς αντερεί͵ ουκούν όστις γε κατά μικρόν γουν θεσμών εκκλησιαστικών πεπείραται. Ει γαρ επιχειρήσαιμεν τα άγραφα των εθών ως μη μεγάλην έχοντα την δύναμιν παραιτείσθαι͵ λάθοιμεν αν εις αυτά τα καίρια ζημιούντες το Ευαγγέλιον· μάλλον δε εις όνομα ψιλόν περιιστώντες το κήρυγμα.”, ο.π. 188Α. 4. Βλ. Πρακτικά και Αποφάσεις του εν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου 10 Μαΐου-8 Ιουνίου 1923, Αθήναι 1982. Η απόφαση ελήφθει κατά την Η´ συνεδρία, και ως έτος ορίστηκε το 1925, επί τη συμπληρώσει των 1600ων ετών από της συγκλήσεως της Α´ Οικουμενικής Συνόδου το 325. Έγινε δε και πρόταση, όπως διαβάζουμε, “να αποταθώμεν εις τους επισκόπους του χριστιανικού κόσμου συμπεριλαμβανομένων και των καθολικών επισκόπων, ίνα προσέλθωσιν εις την χριστιανικήν ενότητα.” ο.π. σελ 164. Τελικώς η πρόταση ψηφίστηκε να αποτελέσει την ΣΤ´ Απόφαση του Συνεδρίου, ο.π. σελ. 221. Να σημειωθεί ότι κύριο έργο του εν λόγω συνεδρίου ήταν η αλλαγή του εκκλησιαστικού ημερολογίου καθώς και η υιοθέτηση,ανάμεσα στα άλλα, νέων διατάξεων περί νηστείας και μικτών γάμων, στα οποία όπως κατωτέρω θα δειχθεί, η νυν λεγομένη ΑκΜΣ προσέδωσε καθολικό κύρος… 5. Βλ. Brun Maria, Ο αντίκτυπος της Β´ Βατικάνειας Συνόδου στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Θεολογία 2/2015, σελ. 222, (η Maria Brun είναι Δρ. Θεολογίας (παπική), πρώην επιστημονική συνεργάτις στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ της Γενεύης). Για περαιτέρω μαρτυρίες επί του αρχικώς σχεδιασθέντος οικουμενικού χαρακτήρος της ΑκΜΣ, βλ. πρωτ. Θεοδώρου Ζήση, Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 52-56. 6. Επί παραδείγματι η Β´ Οικουμενική Σύνοδος επισήμως αναγνωρίσθηκε ως τέτοια από την Δ´ Οικουμενική, ενώ η Ζ´ Οικουμενική τελεσιδίκως αναγνωρίσθηκε από την Η´ Οικουμενική Σύνοδο επί Μ. Φωτίου το 879. 7. Κυρίως ήταν η απόφασή της για την υιοθέτηση του Οικουμενισμού, (μέσω του συνοδικού Διατάγματος Unitatis Redintegratio), ως μεθόδου ενώσεως των “χριστιανών”, καθώς και οι μεγάλες αλλαγές που επέφερε στη λειτουργική ζωή (λειτουργική μεταρρύθμιση). 8. Brun, ο.π. σελ. 231. 9. Αναλυτικά, Brun, .ο.π. σελ. 232-234. 10. Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, Αθήναι 1957, σελ. 118. 11. Επ᾽αυτού σημειώνει ο όσιος Νικόδημος ότι τυχόν ασυμφωνία τινών Πατριαρχών, και τας Οικουμενικάς ποιεί Τοπικάς.” ο.π. σελ. 119. 12. Βλ. Μτ. 16,18. 13. Σύμφωνα με το Ραβέννα 20.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος

Ὅσοι ἔχουν ἀσχοληθεῖ μέχρι σήμερα μέ τόν Ἀρχιμανδρίτη κυρό Σωφρόνιο Σαχάρωφ καί ἔχουν γράψει ἄρθρα, κείμενα ἤ βιβλία σχετικά μ’αὐτόν, ἐπισημαίνουν συνήθως ὅτι ὑπῆρξε βαθυστόχαστος θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός, μεγάλος ἀσκητής καί σωστός Ἁγιορείτης.
Ἀναμφίβολα τά ἀνωτέρω ἰσχύουν. Ὅμως, δέν ἔχει τονιστεῖ ἐμφαντικά οὔτε ὑπογραμμιστεῖ μέχρι τώρα ἡ θέση καί ἡ στάση τοῦ Γέροντος Σωφρονίου ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπεπειράθη νά προσλάβει ἐκκλησιαστική καί συνοδική κατοχύρωση καί νομιμοποίηση στήν λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο» τοῦ Κολυμπαρίου τῶν Χανίων τῆς Κρήτης τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, πού στήν πραγματικότητα εἶναι μία μικρή ἀρθιμητικῶς καί μεταπατερική «Σύνοδος». Αὐτό θά προσπαθήσουμε νά κάνουμε, μέ τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ὅση...
ἡμῖν δύναμις, ἔχοντας ὡς βασικές πηγές τά τρία βιβλία τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ μέ τίτλο: «Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας», τόμοι Α΄, Β΄ καί Γ΄, ἐκδ. Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2014. Τό παρόν κείμενο μπορεῖ νά ἀποτελέσει μία ἀκόμη ἀπάντηση στούς διοργανωτές, συμμετέχοντες, ὑπογράψαντες καί ὑποστηρικτές τῆς Κολυμπαρίου Συνάξεως καί τῶν ἀπαραδέκτων ἐξ ὀρθοδόξου ἐπόψεως ἀποφάσεών της, ἰδιαιτέρως δέ στό κείμενο μέ τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον»[1].
Θά πρέπει, ἐπίσης, νά διευκρινιστεῖ ὅτι οἱ ἀπαντήσεις τοῦ π. Σωφρονίου στίς ἐρωτήσεις, πού τοῦ ἔθεταν διάφοροι, ἦταν προφορικές καί ἐκείνης τῆς στιγμῆς. Ἀργότερα, οἱ ἀδελφοί τῆς Μονῆς τίς κατέγραψαν σέ γραπτό λόγο. Δηλ. ὁ Γέρων δέν κάθισε νά γράψει ἕνα ἐγχειρίδιο δογματικῆς μέ ἀκριβολογία. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί τό γεγονός ὅτι ἐν τῇ ρύμῃ τοῦ λόγου του χρησιμοποιεῖ, καταχρηστικῶς βέβαια καί ὄχι κυριολεκτικῶς, κάποιες ἐκφράσεις καί ὅρους, πού σήμερα ἠχοῦν οἰκουμενιστικά, ὅπως «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν», «διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ», «ἡ Ἐκκλησία διαχωρίστηκε σέ τόσο μεγάλο ἀριθμό διαφορετικῶν ὁμολογιῶν», «ἀγγλικανική ἐκκλησία», «ρωμαιοκαθολικοί», «ἑτερόδοξη ἐκκλησία», κ.ἄ.
Α) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῆς «ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν»
«(Δημοσιογράφος): - Ἄν ὅλοι εἴμαστε χριστιανοί, καί οἱ ρωμαιοκαθολικοί καί οἱ ἀγγλικανοί καί οἱ προτεστάντες καί οἱ ὀρθόδοξοι, τότε γιατί τόση διχόνοια μεταξύ μας στόν χριστιανικό κόσμο;
- Γιατί μερικοί χριστιανοί εἶναι σταυρωμένοι καί ἄλλους τούς καταδιώκουν;
- Εἶναι ἄραγε δυνατή ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν; Καί μέ ποιόν τρόπο;
Δέν ἀπάντησα σέ κανένα ἐρώτημα, γιατί στό καθένα ἀπό αὐτά μπορεῖ νά δοθοῦν ἀπαντήσεις σέ διαφορετικό μέτρο βάθους, ὅπως σέ ἕναν ἀπέραντο ὠκεανό.
Τοῦ ἀπάντησα:
- Δέν ὑπάρχει λογική ἀπάντηση στίς ἐρωτήσεις σας…
Δέν προχώρησα πιό πέρα ἀπό αὐτό. Σέ σᾶς θά πῶ τό γιατί. Διότι, ὅλα στό Εὐαγγέλιο ὑπερβαίνουν τό ἀνθρώπινο μέτρο. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο «οὐκ ἔστι κατά ἄνθρωπον»[2]. Δέν εἶναι κατά τό μέτρο τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, λοιπόν, δέν ὑπάρχει λογική ἀπάντηση, γιατί ὅλα γίνονται δεκτά μέ τήν πίστη, ὅπως λέει ὁ Κύριος: «Πιστεύετε εἰς τόν Θεόν καί εἰς ἐμέ πιστεύετε»[3]. Αὐτό δέν εἶναι καθόλου θέμα λογικῆς, ἀλλά πίστεως.
Τό ἐρώτημα γιά τή δυνατότητα τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν τό ἀπέφυγα, λέγοντας μόνο: «Καταλαβαίνω ὅτι εἶναι βαρύ γιά ὅλους μας».
Γιατί γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους εἶναι ἀδύνατον νά ἀπορρίψουμε τή θεωρία μας γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή μας καί τήν ἀντίληψή μας γιά τήν ἀποκάλυψή Του; Διότι, ὅλοι δέν ἔχουμε τήν ἴδια γνώση, στόν ἴδιο βαθμό. Στή Δύση δέν δόθηκε νά συλλάβει τό πλήρωμα τῆς ἀποκαλύψεως σχετικά μέ τήν ἀρχή τοῦ προσώπου-ὑποστάσεως στό θεῖο Εἶναι καί στό ἀνθρώπινο εἶναι, ὅπως τό ἔχουμε ἐμεῖς στήν Ὀρθοδοξία.
Οἱ ἄλλοι συνήθισαν νά δέχονται τόν Χριστό καί τήν ἀποκάλυψη στό μέτρο, πού τούς δόθηκε. Ἀγαποῦν ἐκεῖνο, πού γνώρισαν. Καί ἡ τραγικότητα βρίσκεται στή διαφορά τοῦ βαθμοῦ κατανοήσεως τῆς ἀποκαλύψεως, πού δόθηκε ἐν Χριστῷ καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐπεδήμησε στήν Ἐκκλησία. Ἡ ἀγγλικανική ἐκκλησία προτείνει τόν δικό της τύπο ἑνότητος, ὅπως δηλαδή παρουσιάζεται ἡ ἑνότητα τῆς ἀγγλικανικῆς ἐκκλησίας σέ ὅλο τόν κόσμο. Μερικοί τήν ὀνόμασαν ἐκκλησία-γέφυρα γιά τήν ἑνότητα. Οἱ ρωμαιοκαθολικοί σκέφτονται τήν ἑνότητα μόνο ὡς ὑποταγή ὅλων στόν ἐπίσκοπο Ρώμης. Στό μέτρο πού τό θέμα αὐτό συνδέεται μέ τό προσωπικό βίωμα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, λογικά δέν μποροῦμε νά ἀποδείξουμε τίποτε. Αὐτό εἶναι μόνο θέμα πίστεως. Καί ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «διά πίστεως περιπατοῦμεν, οὐ διά εἴδους»[4].
Πατήρ Ν.: Πρέπει νά μεταφερθοῦμε σέ ἄλλο ἐπίπεδο. Γιά νά πάρουμε ἀπάντηση, χρειάζεται νά καταφύγουμε στό ἐπίπεδο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀποκτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε ὅλα γίνονται σαφῆ. Καί ἐσεῖς τότε δείξατε τήν εἰκόνα τοῦ Γέροντα, στό σημεῖο ὅπου εἶναι γραμμένο: «Δέομαί Σου, ἐλεῆμον Κύριε, ὅπως πάντες οἱ λαοί γνωρίσωσί Σε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ»[5].
«Νά προσεύχεσθε γιά τήν εἰρήνη τοῦ σύμπαντος κόσμου, τήν εὐστάθεια τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ καί τήν ἕνωση τῶν πάντων. Γιά τί εἴδους ἕνωση; Εἴμαστε τόσο διαιρεμένοι, πού εἶναι πολύτιμη ἀσφαλῶς κάθε ὁρατή ἕνωση. Ἀλλά, μᾶς χρειάζεται νά σκεφτόμαστε γιά «τήν ἑνότητα τῶν πάντων κατ’εἰκόνα τῆς ἑνώσεως τοῦ Θεοῦ μας, τῆς Ἁγίας Τριάδος»[6]. «Ἡ «ἕνωση» αὐτή εἶναι ἕνωση ἀγάπης Χριστοῦ»[7].
Β) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῶν ἑτεροδόξων
«Ὑπάρχει συνεπῶς μιά πλευρά τῆς ὀρθοδόξου μετανοίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πού ταράζει πολλούς ἑτεροδόξους. Πέφτουμε γονατιστοί στό ἔδαφος, μέ τό πρόσωπο καί τό μέτωπό μας ἐγγίζουμε τή γῆ, καί ἔτσι ἐκφράζουμε τή δουλικότητά μας ἐνώπιόν Του, ἐνθυμούμενοι τά λόγια, πού εἶπε μπροστά στό παιδί ἐκεῖνο : «Ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ὅστις οὗν ταπεινώσῃ ἑαυτόν ὡς τό παιδίον τοῦτο, οὗτός ἐστιν ὁ μείζων ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν»[8]»[9].
«Ἕνα ἀπό τά τραγικότερα γεγονότα τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας εἶναι ἡ διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ σέ διάφορες ὁμολογίες. Ἡ δική μας Ἐκκλησία διδάσκει τήν ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μόνο ἀπό τόν Πατέρα, ἐνῶ στή Δύση λένε «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ» (Filioque), καί γιά αἰῶνες μένουμε χωρισμένοι. Προσωπικά, ἀσπάζομαι τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἀφήνω τούς ἄλλους νά σκέφτονται ὅπως θέλουν. Ἡ σκέψη μας, ὅμως, προχωρεῖ πέρα ἀπό τά ὅρια τοῦ κοσμικοῦ εἶναι καί μιλάει γιά τό πῶς ἦταν ὁ Θεός πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ κόσμου˙ ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα, καί ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι ἡ μόνη ἀρχή καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[10].
Γ) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» - αἱρέσεων
«Γνωρίζετε ὅτι στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν δεκάδες θεολόγοι, διδάκτορες τῆς θεολογίας, καί ὅλοι σκέφτονται διαφορετικά, ὅλοι μιλοῦν διαφορετικά. Ὁ Μπερντιάγιεφ ἔλεγε ὅτι ἡ ζωή εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἀπό τόν πλοῦτο τοῦ περιεχομένου της˙ ὅταν συναντοῦμε ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ἀνακαλύπτουμε ἄλλες ἀπόψεις, ἄλλες προσεγγίσεις, ἄλλες ἰδέες, ἄλλες πορεῖες, καί αὐτή ἡ διαφορά τῶν προσεγγίσεων, τῶν ἰδεῶν, τῶν θεωριῶν συνιστᾶ τόν πλοῦτο τῆς ζωῆς μας.
Στήν Ἁγία Τριάδα, ὅμως, δέν ἰσχύει αὐτό. Γιά τά Τρία Πρόσωπα δέν ὑπάρχει παρά μόνο μία θέληση, μία βασιλεία, μία δόξα. Στή Μονή, ἐπίσης, δέν εὐχόμαστε ὁ καθένας νά ἔχει δικές του προσωπικές σκέψεις. Αὐτό δέν εἶναι ἀπόδειξη πλούτου. Ὁ πλοῦτος συνίσταται στήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ Δημιουργοῦ μας. Ἄν Τόν γνωρίζουμε μέ τήν ἴδια τή ζωή μας καί μέσα στή σάρκα μας, τότε, μετά τόν θάνατο, θά εἴμαστε ἀκόμη πιό πολύ ἑνωμένοι μαζί Του. Ὁ ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Μέγας ὑπέφερε πάνω στή γῆ, διότι ὁ καθένας εἶχε τή δική του θέληση, τίς δικές του ἰδέες. Ἔλεγε ὅτι στόν Οὐρανό τό πλῆθος τῶν σεσωσμένων ἔχει τήν ἴδια σκέψη, τήν ἴδια στάση»[11].
«Τί σημαίνει «ὀρθοδοξία»; Ἡ ὀρθοδοξία εἶναι μία ἐνδιάθετη ἀντίληψη - γνώση πῶς νά συναντήσει κανείς τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Χριστό. Τώρα, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν περισσότερες ἀπό διακόσιες διαφορετικές ὁμολογίες (ὑπῆρχαν 336 ὁμολογίες τό ἔτος 1999[12]). Αὐτό εἶναι δυνατόν, διότι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀπολύτου Εἶναι, ἀλλά ἐμεῖς δέν εἴμαστε στό ἐπίπεδο αὐτό»[13].
«Γιατί ἡ Ἐκκλησία διαχωρίστηκε σέ τόσο μεγάλο ἀριθμό διαφορετικῶν ὁμολογιῶν; Στή Γενεύη, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, συμμετέχουν περίπου 200 ὁμολογίες. Στό οἰκουμενικό αὐτό κίνημα ὑπάρχει μιά ἐσφαλμένη ἀντίληψη, σύμφωνα μέ τήν ὁποία κάθε ὁμολογία φέρει ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας, ἀλλά καμιά δέν ἔχει τήν ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀπολύτου. Ὅσοι μιλοῦν μέ τόν τρόπο αὐτό μπορεῖ νά φαίνεται πώς ἔχουν δίκαιο. Ἀλλά, τό λάθος τους εἶναι ὅτι, βλέποντας τούς ἀντιπροσώπους τῶν διαφόρων ὁμολογιῶν, παρατηροῦν τήν παρουσία τοῦ σκότους τῆς πτώσεως σέ ὅλους τούς ἀντιπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας, καί καταλήγουν στό συμπέρασμα ὅτι κανένας δέν γνωρίζει τήν ἀλήθεια, ἀλλά ὅτι ὁ καθένας κατέχει ἕνα κομμάτι»[14].
«Σᾶς ἔχω μιλήσει ἤδη πολλές φορές, ἀλλά τό Πνεῦμα μέ ὠθεῖ νά τό ἐπαναλάβω. Πρίν ἀκόμη φύγω ἀπό σᾶς – καί τό τέλος τῆς ζωῆς μου εἶναι βέβαια ἐγγύς – θά ἤθελα νά γλιτώσετε ἀπό τήν πλάνη, ἀπό τήν ὁποία πάσχει ὁ σύγχρονος κόσμος στό ἐπίπεδο τῆς θεολογίας, ὥστε κανένας νά μή δημιουργεῖ λανθασμένες θεωρίες γιά τόν Θεό, πού νά διαιροῦν τόν χριστιανικό κόσμο. Ἀναλογισθεῖτε ὅτι στό Κέντρο τῆς Γενεύης, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, ὑπάρχουν περισσότεροι ἀπό διακόσιους διδάκτορες θεολογίας μέ διαφορετικές ἀντιλήψεις! Ἀπό ποῦ αὐτό; Ὁ Θεός εἶναι ἕνας.
Πῶς γίνεται, λοιπόν, νά ὑπάρχουν ὁμολογίες, πού νά μισοῦν καί νά καταδιώκουν τίς ἄλλες; Τώρα παρατηρεῖται διωγμός τῶν Ὀρθοδόξων σέ ὅλο τόν κόσμο. Καί πῶς προκαλοῦμε τό μῖσος αὐτό; Ἐμεῖς φοβόμαστε «καί μύγα νά προσβάλλουμε». Μᾶς μισοῦν, ὅμως, περισσότερο ἀπό ὅ,τι τούς ἐγκληματίες. Καί αὐτό δέν εἶναι καθόλου φαντασία, ὅπως γνωρίζουμε ἀπό τήν πεῖρα μας. Ἀλλά, «ἄς μή ταράσσεται ἡ καρδιά σας˙πιστεύετε στόν Θεό, πιστεύετε στόν Χριστό»[15] καί συνεχίστε τή ζωή αὐτή. Αὐτός εἶπε: «Ὅπως μίσησαν ἐμένα ἄδικα[16],ἔτσι θά μισήσουν καί ἐσᾶς γιά τό ὄνομά μου»[17]. Συνεπῶς, μή χάνετε τή βασική θεωρία: τῆς ζωῆς χωρίς ἁμαρτία»[18]!
Δ) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καί τῶν διαλόγων
«Δέν λαμβάνω μέρος στήν οἰκουμενική κίνηση. Ἡ ἰδέα μου, ὅμως, ἦταν ἡ ἐξῆς: νά συγκεντρώνεσθε καί νά ἐξετάζετε πῶς εἶναι δυνατόν νά ζήσουμε χωρίς ἁμαρτία. Ἔρχονται διακόσιοι διδάκτορες θεολογίας καί ὁ καθένας λέει τίς θεωρίες του, φανερώνοντας ἔτσι τήν ἄγνοια καί τήν ἀμάθειά του. Ἄς παραθέσουμε ἕνα ἀπό τά λάθη: Μερικοί μελετοῦν ὅλες τίς θρησκεῖες καί στή θεωρητική αὐτή γνώση τῆς ἰστορίας ὅλων τῶν θρησκειῶν καί τοῦ περιεχομένου τῶν διδασκαλιῶν βλέπουν τήν παγκοσμιότητά τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, λέει: «Εἷς ὑμῶν ἐστιν ὁ Πατήρ καί εἷς ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός»[19]. Καί αὐτός ὁ Διδάσκαλος Χριστός φέρει μέσα Του ὁλόκληρη τήν κτίση. Συνεπῶς, θά ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη τοῦ Χριστοῦ, πού φέρει στή συνείδησή Του ὅλη τήν τραγωδία καί πεθαίνει γιά τήν πίστη Του αὐτή»[20].
«Ἄν ὑπῆρχε ἀγάπη, ὅλος ὁ χριστιανικός κόσμος θά ἦταν ἕνα πράγμα, κατ’εἰκόνα τῆς ἑνότητος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἄν ὁ χριστιανικός κόσμος κατατεμαχίζεται, αὐτό γίνεται, ἐπειδή οἱ χριστιανοί δέν τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου. Ἀπό τότε πού ἄρχισαν οἱ παγκόσμιες κινήσεις τῶν χριστιανῶν, τόσοι διάλογοι, τόσες διανοητικές προσπάθειες ἀπό κάθε πλευρά, γιά νά πείσουν ὅτι ἡ καθεμιά κατέχει τό καλύτερο, δέν ἔφεραν κανένα ἀποτέλεσμα στόν αἰώνα μας»[21].
Ε) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῶν θρησκειῶν
«Ὑπάρχει αὐτό, πού λέγεται «παγκόσμια θεωρία», σύμφωνα μέ τήν ὁποία στό ἴδιο πλαίσιο τοποθετοῦνται καί ὁ Χριστός καί ὁ Βούδας καί ὁ Μωάμεθ καί ὁ Κομφούκιος κ. ἄ., ὡς μεγάλοι ἤ μικροί «διδάσκαλοι τῆς ἀνθρωπότητος». Γιά μένα, ὅμως, πολυπόθητη εἶναι μόνο ἡ συνείδηση τοῦ Χριστοῦ[22], ὁ Ὁποῖος φέρει μέσα του ὅλο αὐτό τόν κόσμο. Καί σέ αὐτό ἔγκειται ἡ χριστιανική παγκοσμιότητα τοῦ προσώπου»[23].
«Ἡ διδαχή τοῦ Γέροντα σέ κάθε κείμενό του φθάνει ὡς τά ἔσχατα ὅρια. Γιά τή μετάνοια, λοιπόν, λέει ὅτι μετανοοῦμε, δέν εἴμαστε ἄμεμπτοι, ἐφόσον δέν ἀποκτήσαμε τέτοια κατάσταση, ὥστε νά ζοῦμε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ὡς περιεχόμενο τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς μας. Αὐτό εἶναι ἡ παγκοσμιότητα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀδύνατον νά τήν ἐννοήσουμε ὡς «παγκοσμιότητα γνώσεως», ὅπως τείνουν νά φρονοῦν μερικοί πολυμαθεῖς, ὅτι δηλαδή κατορθώνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει καί τόν Χριστιανισμό καί τόν Βουδισμό καί τόν Ἰσλαμισμό καί τόν Κομφουκιανισμό καί τόν Μαρξισμό καί ὅλα τά ἄλλα.
Ἡ παγκοσμιότητα δέν εἶναι γνώση τῶν ποικίλων ἀπόψεων τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού ἀγκαλιάζει τά πάντα˙ εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία μοῦ φαινόταν στήν ἀρχή ὡς κάτι τό ἀνάξιο καί ψυχολογικό, ἀλλά ὕστερα ἀποκαλύφθηκε στή συνείδησή μου ὡς δύναμη ὀντολογική, πού ἑνοποιεῖ. Ὁ Πατέρας ἀγαπᾶ τόν Υἱό καί βεβαίως ἀγαπᾶ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ὁ Υἱός ἀγαπᾶ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα. Καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι στραμμένο πρός τόν Πατέρα. Ἔτσι, ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι αἰώνια ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί στήν κοινωνία αὐτή τῶν ὑποστάσεων περικλείεται τό ἀπόλυτο Εἶναι τοῦ Θεοῦ»[24].
ΣΤ) Ὁ π. Σωφρόνιος περί μοναδικότητος καί ἀποκλειστικότητος τοῦ Χριστιανισμοῦ
«Ὀφείλουμε δηλαδή ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά φέρουμε βαθιά μέσα μας τή συνείδηση, πού βλέπουμε στόν Ἴδιο τόν Χριστό, καί νά ζοῦμε τόν κόσμο ὡς ἕναν Ἀδάμ καί νά προσευχόμαστε γιά ὅλο τόν Ἀδάμ. Αὐτός εἶναι ὁ γνήσιος ὀρθόδοξος Χριστιανισμός! Καί σᾶς ἱκετεύω : Μήν «παραδώσετε» σέ κανέναν τόν ἀληθινό Χριστό, τόν Δημιουργό ὅλου τοῦ κόσμου καί Σωτήρα Θεό! Ἄν μειώσετε τόν Χριστό στό ἐπίπεδο τῆς ἐθνικότητος, τότε νά γνωρίζετε ὅτι βρίσκεστε στό σκοτάδι. Εἶναι δυνατόν νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα τῆς ζωῆς, πού μᾶς διαιρεῖ, ἀλλά οἱ διαιρέσεις αὐτές μποροῦν νά ὑπερνικηθοῦν μέ ἀνθρώπινη προσπάθεια˙ τή συνείδηση, ὅμως, τοῦ Χριστοῦ Θεοῦ τήν παρέχει μόνο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο»[25].
«Ὁ Κύριος εἶπε: «Ὅς ἐάν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος»[26]. Τέτοιος εἶναι ὁ χαρακτήρας τῆς διακονίας μας καί μέ τήν ἔννοια αὐτή ὁ Χριστιανισμός ξεχωρίζει ἀπό κάθε ἄλλη θρησκεία. Ὅσο περισσότερο ταπεινωθοῦμε, τόσο ἐγγύτερα θά βρεθοῦμε πρός Αὐτόν, ὁ Ὁποῖος«ἐταπείνωσεν Ἑαυτόν… μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ»[27]»[28].
«Ὁ Χριστιανισμός μας ποτέ δέν πρέπει νά ἀναμιγνύεται μέ καμμία ἄλλη διδασκαλία, πού ὑπάρχει στόν κόσμο: γιά μᾶς ὑπάρχει μόνο τό Εὐαγγέλιο»[29].
«Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί Τόν ὁμολογοῦμε (τόν Χριστό) ὡς τόν «Μονογενῆ» Υἱό τοῦ Πατρός, ὅπως Αὐτός ὁ Ἴδιος λέει[30]. Δέν τόν συγκρίνουμε μέ κανέναν ἀπό τούς διδασκάλους ἐκείνους τῆς ἀνθρωπότητος, ὅπως εἶναι ὁ Βούδας, ὁ Μωάμεθ ἤ ἀκόμη καί αὐτός ὁ Μωϋσῆς. Ὁ Χριστός δέν ἦταν υἱός ἀνθρώπου κατά τή γέννησή Του, ἀλλά ἔγινε «Υἱός Ἀνθρώπου»[31] κατά τή συγκατάβαση καί τήν ἐνσάρκωσή Του, παραμένοντας κατ’οὐσίαν Δημιουργός ὅλων τῶν ὑπαρκτῶν. Στό Σύμβολο τῆς Πίστεως λέγεται: «δι’Οὗ τά πάντα ἐγένετο». Καί στόν πρόλογο τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου γράφτηκε: «Πάντα δι’Αὐτοῦ ἐγένετο, καί χωρίς Αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέ ἕν, ὅ γέγονεν»[32]»[33].
Ἀπό τήν παράθεση αὐτή τῶν κειμένων τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ βγαίνουν δύο συμπεράσματα. Τό πρῶτο συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος διαφωνοῦσε μέ τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τίς αἱρετικές θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές προϋποθέσεις τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καί τῶν διαλόγων τῶν τελευταίων ἑκατόν εἴκοσι ἐτῶν. Τό δεύτερο συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος ἐπιθυμοῦσε νά γνωρίσουν ὅλοι οἱ λαοί τῆς γῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τόν Θεάνθρωπο Χριστό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως ἔλεγε ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης. Θά μπορούσαμε, τέλος, νά ποῦμε ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος ἦταν ὑπέρ ἑνός ὀρθοδόξου «οἰκουμενισμοῦ».
[1] https://www.holycouncil.org/-/rest-of-christian-world?inheritRedirect=true&redirect=%2F&_101_INSTANCE_VA0WE2pZ4Y0I_languageId=el_GR
[2] Γαλ. 1, 11.
[3] Ἰω. 14, 1.
[4] Β΄ Κορ. 5, 7.
[5] ΑΡΧΙΜ. ΣΟΦΡΩΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ, Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας, τ. Β΄, ἔκδ. Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2014, σσ. 282-286.
[6] Ὅ. π., τ. Γ΄, σσ. 102-103.
[7] Ὅ. π., τ. Γ΄, σ. 222.
[8] Ματθ. 18, 3.
[9] Ὅ. π., τ. Γ΄, σ. 186.
[10] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 316.
[11] Ὅ. π., τ. Α΄, σσ. 96-97.
[12]Σχ. βλ. SHOP 244, σ. 4
[13] Ὅ. π., τ. Α΄. σ. 196.
[14] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 144.
[15] Ἰω. 14, 1.
[16] Ἰω. 15, 25.
[17] Μάρκ. 13, 13.
[18] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 310.
[19] Ματθ. 23, 8-9.
[20] Ὅ. π., τ. Β΄, σσ. 310-311.
[21] Ὅ. π., τ. Γ΄, σ. 91.
[22] Α΄ Κορ. 2, 16.
[23] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 49.
[24]Ὅ. π., τ. Α΄, σσ. 266-267.
[25] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 46.
[26] Ματθ. 20, 27.
[27] Φιλ. 2, 8.
[28] Ὅ. π., τ. Α΄, σ. 427.
[29] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 299.
[30] Ἰω. 1, 18.
[31] Ματθ. 11, 19.
[32] Ἰω. 1, 3.
[33] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 297.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό