![ti_08_mobile.png](/images/template/ti_08_mobile.png)
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Τιμώντας τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο Δήμος Ζωγράφου διοργάνωσε την επετειακή εκδήλωση «1821-2021: Εκδήλωση για τα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία. Η Ιστορία - Τα Γεγονότα - Τα Πρόσωπα».
Ο μακαριστός πατήρ Ανανίας Κουστένης (+15-5-2021) υπήρξε ένας πυρσός της Πίστης και της Πατρίδας, που θαύμαζε και αγαπούσε όσο τίποτε άλλο τους Ήρωες του ΄21, όπως και ο Φώτης Κόντογλου, όπως και ο ζωγράφος Θεόφιλος και πολλοί άλλοι πραγματικά πνευματικοί άνθρωποι του τόπου.
Την 2αν Δεκεμβρίου 1868 έν εκ των τολμηροτέρων καταδρομικών της Κρητικής Επαναστάσεως, η «Ένωσις», επανήρχετο εκ της τελευταίας εις Κρήτην εκδρομής της, δι’ ήν είχεν απάρει από της 23ης Νοεμβρίου.
Κατά τας δέκα αυτάς ημέρας η «Ένωσις» άπαξ μόνο έσβυσε τα πυρά των λεβήτων της, «τρέχουσα δε μεταξύ Σύρου και Γυθείου, Κιμώλου και Κρήτης και ολόκληρον την νήσον ταύτην περιγράφουσα δια γιγαντιαίων καμπυλών επραγματοποίησεν υπέρ τα χίλια εξακόσια μίλλια εμμανούς, φρενιτώδους, φανταστικής σχεδόν νηοδρομίας» (σ.).
Εν τω μεταξύ ο αντιναύαρχος Χόβαρτ Πασσάς, Άγγλος υπηρετών εις το Οθωμανικόν Ναυτικόν και αρχηγός της αποκλειούσης την Κρήτην Τουρκικής μοίρας απελπισθείς να συλλάβη την «Ένωσιν» αποφασίζει να ενεδρεύση αυτην εκτός της Σύρου παρά την εκ τούτου μέλλουσαν να προκύψη παραβίασιν των διεθνών νομίμων.
Την 6ην π.μ. της 2ας Δεκεμβρίου 1868 η «Ένωσις» αποπλεύσασα εκ Πάρου έπλεεν αμέριμνος προς την Σύρον, ότε μετ’ ολίγον σαφώς διέκρινε δύο εύδρομα και μίαν φρεγάταν, άτινα μετ’ εκπλήξεως ανεγνωρίσθησαν ως Τουρκικά, και άτινα επείχον εναντίον της. Το έν των ευδρόμων ήτο το «Ιτζεδίν», ο νικητής του «Αρκαδίου».
Αλλ’ η έκπληξις δεν διήρκεσε μακρόν επί της «Ενώσεως»• εσήμανε πάραυτα πολεμιή έγερσις επί του ατρομήτου καταδρομικού, ούτινος και ηυξήνθη η ταχύτης, όπως καταφύγη το ταχύτερον εις τον λιμένα της Σύρου. Εν τω μεταξύ, ολονέν εμειούτο η απόστασις από των πολεμικών πλοίων, άτινα αιφνιδίως ήνοιξαν το πυρ κατά της «Ενώσεως».
Εις το πυρ του εχθρού απαντά αμέσως η «Ένωσις» δια του πρυμνιαίου αυτής πυροβόλου. Σκοπεύει ο υποκελευστής Δρούδες και με το βλήμα του πλήττει το «Ιτζεδίν», εκεί όπου τούτο προ έτους είχε βάλει το «Αρκάδι», εις τον αριστερόν τροχόν. Το «Ιτζεδίν» χωλαίνον βραδυπορεί και, εν ώ προέπλεε της Τουρκικής φρεγάτας, πλέει ήδη παραλλήλως προς αυτήν.
Επωφελουμένη του τοιούτου, η «Ένωσις» παρενθέτει το «Ιτζεδίν» μεταξύ αυτής και της φρεγάτας, ήτοις ητοίμαζεν ολότοιχον το πυρ κατ’ αυτής και μονομαχεί μετά του «Ιτζεδίν», εντός του οποίου δεύτερον επιτυχές βλήμα εκ της «Ενώσεως» ενσπείρει την σύγχυσιν.
Η φρεγάτα τότε «Χουδαβενδικιάρ», η ναυαρχίς του Χόβαρτ, αποκαλυφθείσα μετά τον αντίπλουν τούτον στρέφεται και απειλεί δια φοβεράς ομοβροντίας να καταβυθιση την «Ένωσιν». Αλλ’ ενώ το Τουρκικόν πλοίον παρασκευάζεται εις τούτο στρέφον δεξιά, ίνα δείξη ολόκληρον την τηλεβολοστοιχίαν του, η «Ένωσις» φεύγει δεικνύουσα μόνον την πρύμναν αυτής και βάλλουσα δια του πυροβόλου της υποχωρήσεως.
Ευστοχήσαν βλήμα αυτής διέρχεται διαγωνίως από πρώρας εις πρύμναν της «Χουδαβενδικιάρ», ανατρέπει παν το προστυχόν, φονεύει και τραυματίζει πολλούς ναύτας και αποδιώκει προς ώραν τους υπηρέτας των τηλεβόλων. Δεύτερον βλήμα αναρπάζει εις συντρίματα δύο αυτής λέμβους.
Η «Ένωσις» επωφεληθείσα στιγμιαίως προς Βορράν διευθύνσεως της τουρκικής φρεγάτας, πλέει ήδη εν πάση ταχύτητι προς τον λιμένα της Σύρου, βάλλουσα μέχρις εξαρθρώσεως των πυροβόλων της, αλλά καια βαλλομένη μανιωδώς υπό των Τουρκικών πλοίων, εντελώς όμως εις μάτην. Αι αποστάσεις ολοέν αυξάνουσι, το δε φεύγον καταδρομικόν δεν δεικνύει ή ελάχιστον μέρος της επιφανείας του.
Εντός ολίγου τέλος ασθμαίνουσα η «Ένωσις» αγκυροβολεί εις Σύρον όπισθεν της εκεί καθωρμισμένης Αυστριακής κανονιοφόρου «Βάλλ». Τραυματίσασα επωδύνως τους δύο αντιπάλους της, χάρις εις την ευστοχίαν των εις το Β. Ναυτικόν ανηκόντων πυροβολητών της, η «Ένωσις», άθικτος η ιδία ως εκ θαύματος, έμελλεν εντός ολίγου ν’ αποτελέσει το αντικείμενον δεινοτάτης έριδος και εξευτελιστικών αιτήσεων εκ μέρους του Χόβαρτ.
Σημείωση: Κ.Ν. ‘Ράδου op. cit.
.
Πηγή: (Αντιπλοιάρχου Δημητρίου Γ. Φωκά, Χρονικά του Ελληνικού Β. Ναυτικού 1833 – 1873, έκδοσις Γενικού Επιτελείου Β. Ναυτικού 1923, σελ. 256 – 258), Αβέρωφ
Τιμώντας τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο Δήμος Ζωγράφου διοργάνωσε την επετειακή εκδήλωση «1821-2021: Εκδήλωση για τα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία. Η Ιστορία - Τα Γεγονότα - Τα Πρόσωπα».
Τιμώντας τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο Δήμος Ζωγράφου διοργάνωσε την επετειακή εκδήλωση «1821-2021: Εκδήλωση για τα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία. Η Ιστορία - Τα Γεγονότα - Τα Πρόσωπα».
Τον Οκτώβριο του 1828 ο Δημ. Υψηλάντης ξεκίνησε με 3 χιλιαρχίες για τη Στερεά Ελλάδα. Απελευθερώνει πόλεις και χωριά της Βοιωτίας, της Παρνασσίδας και της Λοκρίδας.
Ο Κίτσος Τζαβέλας απελευθερώνει τα Κράβαρα (Ναυπακτία), ενώ μια χιλιαρχία με το Στράτο και το Βαγγέλη Κοντογιάννη προχώρησαν για την Υπάτη.
Κατόπιν ο Κίτσος Τζαβέλας με μια χιλιαρχία, με την πεντηκονταρχία του Νίκου Τζαβέλα και με τα στρατιωτικά σώματα του Μαστραπά, του Μάκρη και του Γάλλου στρατηγού Δέντζελου, (που όλα μαζί έφταναν τους 4.000 στρατιώτες), τραβούν για το Καρπενήσι κι άρχισαν να το περισφίγγουν από παντού.
Ο Γιαν. Ράγκος εισχωρεί στ' Άγραφα. Στο μεταξύ μάχες δίνονται στη Λάσπη Καρπενησίου, στην Αγ. Τριάδα και στο Μεγάλο Χωριό.
Αρχές Νοεμβρίου 1828 ο Κιουταχής αποφάσισε ν' αντικαταστήσει τον αρχηγό της φρουράς του ΚαρπενησίουΑσλάν-μπέη Μοχορδάρη και να βάλει στη θέση του τον Καρανφίλ-μπέη (ή Καρνοφίλμπεη).
Ο Μοχορδάρης δυσαρεστημένος ζητάει τη βοήθεια των Γιολδασαίων και των άλλων Ελλήνων οπλαρχηγών για ν' αντιμετωπίσει τον αντίπαλο του. Και για να δείξει την καλή του θέληση έδωσε άδεια στις Ελληνικές οικογένειες που ήταν έγκλειστες στο Καρπενήσι να φύγουν, αφού όμως εγκαταλείψουν στα σπίτια τους όλα τα υπάρχοντα τους. Ο Καρανφίλ-μπεης με 1.700 Τούρκους στρατιώτες μπαίνει στ' Άγραφα και προχωρεί για το Καρπενήσι. Ο Ράγκος δεν μπόρεσε να τους συγκρατήσει κι υποχώρησε. Έτσι οι Τούρκοι μπήκαν στο Καρπενήσι κι ενίσχυσαν τη φρουρά.
Στις 10 Νοεμβρίου ο Τζαβέλας κι οι άλλοι καπετανέοι συγκρούσθηκαν με τους Τούρκους και έπιασαν μια εφοδιοπομπή από 200 ζώα φορτωμένα με τροφές, που προορίζονταν για τους πολιορκημένους του Καρπενησίου. Τα τούρκικα αποσπάσματα με αρχηγούς τους Σμαήλ-μπέη Κιαφιζέζη και τον Μουσταφά Γκέγγα, με 2.000 στρατιώτες κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις και φρουρούσαν σ' όλη τη γραμμή από το Βελούχι μέχρι τη Ρεντίνα.
Όλο αυτό τον καιρό το Καρπενήσι ζει τις τελευταίες μέρες της σκλαβιάς του. Οι Τούρκοι είναι πεινασμένοι, τρομαγμένοι, εξαγριωμένοι. Ευτυχώς οι Ελληνικές οικογένειες είχαν φύγει και γλύτωσαν από τη μανία του κατακτητή, που ξεσπά ενάντια στα άψυχα.
Γράφει η "Γενική Εφημερίς της Ελλάδος":
"Οι εν Καρπενησίω εχθροί αυθημερόν εις μίαν ώραν πριν φέξει, έως 500 υπήγαν εις την Αγίαν Τριάδα, την οποίαν και έκαυσαν. Αι εμπροσθοφυλακαί των στρατοπεδευμένων εις το χωρίον Μεζίλον, εννοήσασαι τους εχθρούς επυροβόλησαν αυτούς και αντεπυροβολήθησαν οι δ' εν Μεζίλω ακούοντες τον πόλεμον έτρεξαν και συνεπλάκησαν εις μάχην. Ο Α΄ εκατόνταρχος με τους περί αυτόν έτρεξαν εις βοήθειαν και μετά τριών ωρών μάχην ετράπησαν οι εχθροί εις φυγήν και οι Έλληνες τους εδίωξαν αρκετόν διάστημα και εφόνευσαν οκτώ, συνέλαβαν δε και δύο ζώντας".
Ξημερώματα 23 Νοεμβρίου του 1828, οι Τούρκοι αποφασίζουν την εγκατάλειψη του Καρπενησίου. Η πείνα, το κρύο και οι αρρώστιες δεν τους επέτρεπαν άλλο την παραμονή τους σ’ αυτό. Στις 5 το πρωί, για αντιπερισπασμό, καίνε τον πολύπαθο Ναό της Αγίας Τριάδας. Εκεί, ενεπλάκησαν ανταλλάσσοντας τουφεκιές με τμήματα Ελλήνων. Ενώ η μάχη άρχισε να φουντώνει, οι 4.500 Τούρκοι, μέσα από τα Καγκέλια του Βελουχιού, εγκατέλειπαν το Καρπενήσι.
Η ίδια εφημερίδα μας πληροφορεί:
"Εξ Αιγίνης, 12 Δεκεμβρίου. Από αξιωματικά γράμματα εκ του εν Καρπενησίω στρατοπέδου της 24 του Νοεμβρίου βεβαιούμεθα την οποία προαναγγείλαμεν είδησιν ότι οι εν Καρπενησίω εχθροί περί τους 4.500 την 23, δύο ώρας πριν εξημερώσει έφυγαν και διηυθύνθησαν εις Άγραφα από το μέρος των Καγκελίων. Αι προσθοφυλακαί των ημετέρων τους εδίωξαν, αλλ' αγνοείται ακόμη η έκβασις του κινήματος. Την επαύριον το στρατόπεδον διηυθύνθη εις Νεόπατραν".
Από το Καρπενήσι μέχρι και το Ζαχαράκη, τους κατεδίωκαν Ελληνικά τμήματα, προκαλώντας τους απώλειες, με μεγαλύτερη αυτή στον Προφήτη Ηλία Νεοχωρίου. Οργανωμένα πλέον Ελληνικά τμήματα έστηναν ενέδρες ή καταδίωκαν από κοντά τους Τούρκους και τους Αρβανίτες του Καρανφίλμπεη και του Ασλάμπεη και τους προξενούσαν σημαντικές ζημιές. Μεγάλη επίθεση έκαμαν οι Έλληνες στη Ράχη του Προφήτη Ηλία - Νεοχωριού όπου βοηθούσε τις κινήσεις τους ο πυκνός γύρω ελατιάς.
Άλλη αναφορά "εκ του εν Σαλώνοις στρατοπέδου, 6 Δεκεμβρίου" πληροφορεί:
"Την αυτήν ημέραν της εκ του Καρπενησίου φυγής των Τούρκων, δηλ. την 23 του Νοεμβρίου, εισήλθαν τα Ελληνικά στρατεύματα εις την πόλιν. Αύτη εφάνη θέαμα ελεεινών δια τα ερείπια και την ερήμωσίν της. Ευρέθησαν πολλότατα μνημεία Τούρκων, εκ του οποίου δεικνύεται ότι υπέφεραν ούτοι πολύν θάνατον από το ψύχος και από την των αναγκαίων έλλειψιν. Ο στρατηγός Δέντζελος κρατεί ήδη την γραμμήν την από Τατάρνας έως Βλοχόν και Απόκουρον. Ο χιλίαρχος Στράτος ευρίσκεται εις τα ορεινά της Νεόπατρας ο δε χιλίαρχος Τζαβέλας μετέβη αυτοπροσώπως εις τα Ζάλωνα δια να λαβή νέας οδηγίας".
Τα Ελληνικά τμήματα, μπαίνοντας στη πόλη, αντίκρισαν μια εικόνα απογοήτευσης. Τα πάντα ήταν ρημαγμένα από την εκδικητικότητα των Τούρκων, όμως, το Καρπενήσι, έπειτα από 435 χρόνια τούρκικης κατοχής, απελευθερώθηκε οριστικά.
Πηγή: Ιστορικά Γεγονότα
Παρακολουθήστε ζωντανά το Συνέδριο στη διεύθυνση: synedrio.petheol.gr
Στην Πελοπόννησο το 1823 μόνο τα φρούρια της Πάτρας, του Ακροκορίνθου, της Μεθώνης, της Κορώνης και του Ρίου κατέχονταν ακόμα από τους Τούρκους. Ο Ακροκόρινθος κρατούσε ακόμα γιατί ανεφοδιαζόταν εύκολα από την Πάτρα με πλοία.
Μετά τη μάχη της Ακράτας-Μαύρων Λιθαριών και ιδιαίτερα από τις 18 Απριλίου η πολιορκία του Ακροκορίνθου γινόταν όλο και πιο στενότερη. Την πολιορκία ανέλαβε ο Γιάννης Νοταράς από τα Τρίκαλα της Κορινθίας ο οποίος στο μεταξύ προήχθη σε αντιστράτηγο από την Εθνοσυνέλευση του Άστρους.
Τον Ιούνιο οι Έλληνες ενισχύθηκαν και από τον έμπειρο στρατιωτικό και πορθητή του Παλαμηδίου Στάϊκο Σταϊκόπουλο. Η Ελληνική δύναμη έφθασε τους 800 άνδρες. Κατά διαταγή του εκτελεστικού από το Σοφικό στην πολιορκία έλαβε μέρος και σ γενναίος Κολοκοτρώνης με δύναμη από 450 άνδρες, μαζί με τον Καπετάν Γεωργάκη Χελιώτη, τον Μαλτέζο και τον Γιάννη Νοταρά. Οι πολιορκούμενοι επειδή περίμεναν ενισχύσεις από την Πάτρα σε τρόφιμα και Στρατό δεν δέχονταν διαπραγματεύσεις για παράδοση.
Τον Οκτώβριο η τάξη μεταξύ των πολιορκητών διασαλεύτηκε λόγω της αντιζηλίας μεταξύ των οπλαρχηγών Γιαννάκη και Παναγιώτη Νοταρά αλλά και πάλι ανέλαβε ο Γενναίος Κολοκοτρώνης να αποκαταστήσει την τάξη. ΣΤΟ μεταξύ οι Τούρκοι πρότειναν παράδοση με τον όρο η παράδοση να γίνει στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
Ο Κολοκοτρώνης πήγε αυτοπροσώπως και έπειτα από συνεννόηση με τον Φρούραρχο Αβτουλάχ-Μπέη, υπογράφτηκε στις 19 Οκτωβρίου 1823 η συνθήκη της παράδοσης και της αποστολής των Τούρκων με ασφάλεια στη Θεσαλονίκη. Μετά την αποχώρηση των Τούρκων, ο Κολοκοτρώνης τοποθέτησε Φρούραρχο του Ακροκορίνθου τον Καπετάν Γεωργάκη Χελιώτη μαζί με τον Γιαννάκη Νοταρά.
Ακολούθησε Αγιασμός και επίσημη Δοξολογία, στη συνέχεια φαγοπότι και χορός από όλους τους Κορινθίους και τους Δερβενοχωρίτες. μέσα σε δάκρυα χαράς για την απελευθέρωση του ενδοξότερου Φρουρίου της Πελοποννήσου και της συντριβής και του τελευταίου ίχνους της Δραμαλικής Στρατιάς.
Από το βιβλίο του Παναγιώτη Μπιμπή
Πηγή: Αβέρωφ
Τo 1822, δεύτερο έτος της Εθνικής Επαναστάσεως, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος κυριαρχούσε στο Αιγαίο, παρά τις μεμονωμένες επιτυχίες των Ελλήνων μπουρλοτιέρηδων. Ο Ελληνικός στόλος, αντί να κυνηγήσει τους Τούρκους στο Αιγαίο και να στήσει ενέδρες με τα πυρπολικά του, επανήλθε στις βάσεις του, επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για μισθοδοσία και ζωοτροφές, όπως μαρτυρούν οι επιστολές του Μιαούλη και των Υδραίων προκρίτων προς την Προσωρινή Διοίκηση (Κυβέρνηση) της Ελλάδος.
Ο τουρκικός στόλος, από την πλευρά του, μετά τις αποτυχίες σε Σπέτσες και Ναύπλιο, έπλευσε προς την Κρήτη και αγκυροβόλησε στην Σούδα. Απ' εκεί αναχώρησε την 8η Οκτωβρίου 1822 με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, όπου θα ξεχειμώνιαζε. Την 11η Οκτωβρίου, ημέρα Τρίτη, μοίρα του τουρκικού στόλου εμφανίστηκε μεταξύ Νάξου και Μυκόνου και ορισμένα σκάφη της πλησίασαν περισσότερο τις ακτές της Μυκόνου.
Οι κάτοικοι του νησιού ανησύχησαν. Η ανησυχία τους μεγάλωσε όταν δια τηλεσκοπίου ένας καπετάνιος είδε την αλγερινή σημαία επ' αυτών. Οι Μυκονιάτες, όπως και οι άλλοι Κυκλαδίτες, είχαν σκληρή πείρα από τις επιδρομές των αλγερίνων πειρατών και δραματικές αναμνήσεις από το παρελθόν. Οι Μυκονιάτες δεν ήσαν άκαπνοι. Κάθε άλλο. Είχαν πολεμήσει τους Τούρκους, τόσο στην θάλασσα, όσο και στην στεριά. Έτσι, δεν θα άφηναν την πατρίδα τους να πατηθεί από τους απίστους άνευ αντιστάσεως.
Αμέσως, σήμανε συναγερμός δια κωδωνοκρουσιών και όλοι οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι του νησιού. Μετ' ολίγον, τα εχθρικά πλοία άρχισαν να ρίχνουν λέμβους στην θάλασσα και 100 αλγερινοί αποβιβάστηκαν στην Μύκονο. Είχαν έλθει για διαρπαγή ζωοτροφών ή προς τιμωρία των Μυκονιατών, κατ' εντολή των Τούρκων. Οι αμυνόμενοι, που γρήγορα πέρασαν στην αντεπίθεση, ήταν οπλισμένοι με τρομπόνια (βραχύκαννα πλατύστομα όπλα) και χατζάρια. Επικεφαλής τους ήταν η κοσμοπολίτισσα Μαντώ Μαυρογένους, με καταγωγή από ευγενή οικογένεια του νησιού, αν και από πολλούς ιστορικούς αμφισβητείται η παρουσία της στην μάχη.
Οι γενναίοι Μυκονιάτες όρμησαν αμέσως κατά των Αλγερινών και τους απώθησαν σχετικά εύκολα προς τις λέμβους τους. 17 άφησαν την τελευταία τους πνοή στο χώμα του νησιού και πολλοί τραυματίστηκαν. Τα τουρκικά πλοία άρχισαν να κανονιοβολούν το λιμάνι χωρίς επιτυχία. Ο Καπουδάν Πασάς έκρινε ότι δεν άξιζε τον κόπο να χάσει καιρό για να επιχειρήσει νέα απόβαση στο νησί και να τιμωρήσει τους Μυκονιάτες. Αφού κράτησε τα πλοία του μέχρι τις 14 Οκτωβρίου στην περιοχή μεταξύ Νάξου και Μυκόνου, έδωσε το σήμα απόπλου του στόλου προς βορρά...
Πηγή: Περί Πάτρης
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ: Ένας από τους σπουδαιότερους κλέφτες στην περιοχή των Αγράφων και της Δ. Στερεάς ήταν και ο Σαρακατσάνος Κατσαντώνης. Οι γονείς του ήταν και οι δυο Σαρακατσαναίοι. Ο πατέρας του λεγόταν Μακρυγιάννης και καταγόταν από το Βασταβέτσι της Ηπείρου, ενώ η μητέρα του Αρετή από το χωριό Μάραθοςτων Αγράφων.
Ο Κατσαντώνης γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1773 και 1775, στο χωριό της μητέρας του. Ο νονός του, που ήταν ο γνωστός κλέφτης Β. Δίπλας, του έδωσε το όνομα Αντώνης. Το όνομα Κατσαντώνης αποδίδεται στη φράση της μητέρας του “κάτσε Αντώνη”1, με την οποία προσπαθούσε να αποτρέψει το γιο της να βγει στα βουνά κλέφτης.
Πρώτη φορά που εκδήλωσε την επιθυμία να πάρει τα βουνά, ήταν όταν κατηγορήθηκε άδικα από έναν Αλβανό μπουλούκμπαση ότι είχε κλέψει μια γίδα. Τότε συνελήφθη και βασανίστηκε με φάλαγγα, μέχρι πουν μπόρεσε ο πατέρας του να συγκεντρώσει αρκετά γρόσια για να τον απελευθερώσει. Ο Κατσαντώνης, σύμφωνα με αναφορές συναγωνιστών του ήταν μικροκαμωμένος με αδύνατη φωνή και ασθενική φύση.
Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ: Γύρω στα 1800, 25ετής περίπου, ο Κατσαντώνης σκότωσε τον Αλβανό που τον κατηγόρησε και κατέφυγε μαζί μ’ άλλους δέκα συντρόφους του, μεταξύ των οποίων και τους τρεις αδελφούς του, Γεώργιο (Χασιώτη), Χρήστο και Κώστα (Λεπενιώτη), στα λημέρια του θείου και νονού του Β. Δίπλα, στα Άγραφα.
Λίγους μήνες μετά ο Δίπλας του παραχώρησε την αρχηγία. Σύντομα η δράση του έγινε γνωστή στον Αλή, ο οποίος έστειλε εναντίον του το δερβέναγα Ελιάζ μπέη με 300 Αλβανούς. Η σύγκρουση έγινε έξω από το χωριό Τριφύλλα της Ευρυτανίας την άνοιξη του 1803. Το σώμα του Κατσαντώνη τους εξόντωσε όλους μαζί με το δερβέναγα. Η επιτυχία αυτή έκανε έξαλλο τον Αλή, που διέταξε και συνέλαβαν ως ομήρους τους γονείς του ατρόμητου Σαρακατσάνου. Δυο-τρεις βδομάδες αργότερα τους σκότωσε με φρικτά βασανιστήρια. Από τότε ο Αλή, μανιασμένος γιατί του ξέφευγε αυτό το “αγκάθι” έστελνε συνεχώς στρατιωτικά σώματα να τον εξοντώσουν.
Έτσι το 1804 ο Κατσαντώνης συνέτριψε το σώμα του Γιουσούφ Αράπη σκοτώνοντας τους περισσότερους από τους 150 Αλβανούς του. Συγχρόνως ελευθέρωσε και όσους Χριστιανούς είχαν συλλάβει οι αλβανικές συμμορίες-αποσπάσματα. Το 1805 διεύρυνε τις συμμαχίες του κάνοντας στρατιωτική συμφωνία με το Νικοτσάρα. Το επόμενο έτος συνέτριψε στην Ι. Μ. Τατάρνας το σώμα του Χασάν Μπελούση, ενώ εν συνεχεία αντιμετώπισε με επιτυχία το απόσπασμα του Αλή Μπεράτη (Αύγουστος 1806). Τον μεγαλύτερο κίνδυνο αντιμετώπισε τονΟκτώβριο της ίδιας χρονιάς στη σύγκρουσή του με το ισχυρό σώμα (500 Τουρκαλβανοί) του απεσταλμένου του Αλή, Μπεκίρ Τζογαδούρ. Η μάχη δόθηκε στη θέση Ληστής της επαρχίας Βάλτου και κράτησε πάνω από μια ώρα. Όταν ο Κατσαντώνης πληγώθηκε στο μηρό, οι επαναστάτες υποχώρησαν προς τα ορεινά.
Ένας πρακτικός γιατρός από τους συμπολεμιστές του, ο Θανάσης Ντουφεκιάς έκανε ότι μπορούσε. Όμως, επειδή ένα μήνα μετά ο Κατσαντώνης δεν είχε αποθεραπευτεί ακόμη, οι σύντροφοί του τον μετέφεραν στην υπό ρωσική κατοχή Κέρκυρα. Εκεί, σύντομα, αποθεραπεύτηκε πλήρως και κατόρθωσε να συναντήσει τον Έλληνα συνταγματάρχη του ρωσικού στρατού Εμμ. Παπαδόπουλο και να συζητήσουν τις προοπτικές για έναν ευρύτερο ξεσηκωμό των Ελλήνων σε συνεργασία με τους Ρώσους.
Έπειτα επέστρεψε στα Άγραφα κι άρχισε να ξεσηκώνει τους κατοίκους των ορεινών κι όχι μόνο περιοχών της Θεσσαλίας και της Αν. Στερεάς, καλώντας τους σε επανάσταση κατά των Τούρκων και του τυράννου Αλή. Ο Αλή πασάς μαθαίνοντας τα καθέκαστα έδωσε εντολή στον καλύτερο αξιωματικό του, το Βεληγκέκα, να οργανώσει ένα στρατιωτικό σώμα και να εξοντώσει τον ισχυρό αντίπαλό του.
Πράγματι στις αρχές του 1807 ο Βεληγκέκας συγκέντρωσε 1000 ετοιμοπόλεμους Τουρκαλβανούς και κατευθύνθηκε προς τα χωριά του Βάλτου. Η μάχη δόθηκε κοντά στο χωριό Μοναστηράκι. Μόλις όμως άρχισαν οι πρώτες τουφεκιές ο Βεληγκέκας σωριάστηκε νεκρός. Η πλάστιγγα, όπως είναι φανερό, έγειρε προς την πλευρά των Ελλήνων. Οι Αλβανοί χάνοντας πολλούς ενόπλους επέστρεψαν ντροπιασμένοι στα Γιάννινα, όπου αντιμετώπισαν το θηριώδες μένος του Αλή.
Τα μεγάλα κατορθώματα του Κατσαντώνη έδωσαν θάρρος και κουράγιο στους ραγιάδες. Είναι χαρακτηριστικά τα δημοτικά τραγούδια που εξύμνησαν τα κατορθώματά του αυτά. Η επόμενη μεγάλη μάχη δόθηκε με τους Αλβανούς του Άγο Μουχουρντάρ, την άνοιξη του 1807, στη διάρκεια της οποίας φονεύτηκε ο θείος του ήρωα, Β. Δίπλας.
ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΤΕΛΟΣ: Τον Ιούλιο του 1807 ο συντ. Παπαδόπουλος και ο Καποδίστριας κάλεσαν σε συγκέντρωση στη Λευκάδα τους κλεφταρματολούς, με σκοπό την προστασία του νησιού από πιθανή εισβολή του Αλή, μιας και ο Αλή είχε ήδη εδραιωθεί στη γειτονική Πρεβεζα. Στη συνέλευση αυτή, εκτός του θέματος της οχύρωσης της Λευκάδας, συζητήθηκε μια μελλοντική εξέγερση των Ελλήνων σε συνεργασία με τους Ρώσους. Χαρακτηριστικό είναι ότι, ύστερα από πρόταση του Καποδίστρια, ο Κατσαντώνης αναγνωρίστηκε γενικός αρχηγός των κλεφτών στη σχεδιαζόμενη εξέγερση, όποτε κι αν αυτή γινόταν.
Έπειτα απ’ αυτό επέστρεψε στα λημέρια του, όπου, παρ’ όλο που ασθένησε από ευλογιά, τον Ιανουάριο του 1808 νίκησε το σώμα του Αλβανού Χασάν Μπελούση, ενώ αμέσως μετά άρχισε να σχεδιάζει ένα παράτολμο εγχείρημα: να χτυπήσει τον Αλή στο σπίτι του, στα Γιάννενα. Όμως, με την υγεία του συνεχώς επιδεινούμενη, άφησε το πόστο του και, μαζί με τον Χασιώτη κι άλλους πέντε συντρόφους, αποσύρθηκε σε μια σπηλιά κοντά στην Ι. Μ. του Α. Ιωάννου, στο Παλιοκάτουνο, για να αποθεραπευθεί. Όμως ένας έμπιστος του Κατσαντώνη, ο Γιάννης Γκούρλιας, πρόδωσε τη θέση του καπετάνιου του στον Μουχουρντάρ.
Οι Αλβανοί μετά από σύντομη μάχη συνέλαβαν τον Κατσαντώνη μαζί με το Χασιώτη και τους μετέφεραν στα Γιάννενα. Ο Αλής, πονηρός καθώς ήταν, προσπάθησε στην αρχή να τον δελεάσει με υποσχέσεις και αμοιβές να πάει με το μέρος του. Βλέποντας όμως το ακατάβλητο του χαρακτήρα του, άρχισε να τον απειλεί και να τον βασανίζει ζητώντας του να του αποκαλύψει που είχε κρυμμένους τους … θησαυρούς του. Ο Κατσαντώνης, αρνούμενος να δελεαστεί από τον Αλή, παραδόθηκε μαζί με τον αδελφό του να θανατωθεί φρικτά και μαρτυρικά με εργαλεία σιδεράδων, στον τόπο των εκτελέσεων στα Γιάννενα.
Ήταν τέλος Σεπτεμβρίου του 1808. Η απώλειά του, σε συνδυασμό με την αποτυχία του κινήματος του Βλαχάβα, στην οποία αναφερθήκαμε σε προηγούμενο άρθρο μας2, είχε αρνητικά αποτελέσματα, στον ψυχολογικό τομέα, για τους ραγιάδες της Δ. Ελλάδας και των Αγράφων.
Του Κατσαντώνη
Αυτού ΄που πας μαύρο πουλί, μαύρο μου χελιδόνι,
χαιρέτα μας την κλεφτουριά κι αυτόν τον Κατσαντώνη
πες του να κάτσει φρόνιμα κι όλο ταπεινωμένα,
δεν είν’ ο περσινός καιρός, ο φετινός χειμώνας,
φέτος το πήρ’ ο Αλή πασάς, το πήρ’ ο Βεληγκέκας,
ζητάει κεφάλια κλέφτικα, κεφάλια ξακουσμένα.
Κι ο Κατσαντώνης το ‘μαθε και το σπαθί του ζώνει
και παίρνει δίπλα τα βουνά, τα ‘μορφα κορφοβούνια,
χαμπέρι στέλνει στην Τουρκιά, σ’ αυτόν τον Βεληγκέκα:
όπου θα τα ‘βρει τα παιδιά, ας τα ‘βρει κι ας τα πάρει.
Εδώ είναι λόγγοι και βουνά και κλέφτικα ντουφέκια,
βαριά βροντούν, πικρά βαρούν, φαρμακερά πληγώνουν.
(από το “Πετρίλο” του Ν. Χόντζια)
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...