![ti_08_mobile.png](/images/template/ti_08_mobile.png)
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης: «Ξέρεις, δὲν πῆγα μόνο γιὰ σένα, ἔχω πολλοὺς ἀσθενεῖς. Ἀλλά, παρακάλεσα καὶ γιὰ τὴν Κύπρο μας νὰ ἐλευθερωθεῖ. καὶ ἐσένα θὰ σὲ ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ τὸ δεῖς».
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία ποὺ ἔδωσε ὁ Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία σκιαγράφησε τὴν προσωπικότητα καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ Γέροντος Ἰακώβου, ὅπως ὁ ἴδιος Τὸν Ἔζησε. Ἡ ὁμιλία πραγματοποιήθηκε στὴν αἴθουσα τῆς Ἐνορίας Ἀποστόλου Βαρνάβα καὶ Μακαρίου Δασούπολης σὲ ἐκδήλωση ποὺ διοργανώθηκε ἀπὸ τὴν Ἐνορία Ἀποστόλου Ἀνδρέα Συνοικισμοῦ ΣΤΡΟΒΟΛΟΣ 3 Λευκωσίας Κύπρου στὶς 11 Φεβρουαρίου 2017.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ἡ Ρωμιοσύνη ἐν’ φυλή συνότζιαιρη τοῦ κόσμου
Κανένας δέν εὑρέθηκεν γιά νά τήν ἠξηλείψει,
κανένας, γιατί σσέπει την πού τά ’ψη ὁ Θεός μου.
Ἡ Ρωμιοσύνη ἐν’ νά χαθεῖ, ὄντας ὁ κόσμος λείψει!
(Βασίλης Μιχαηλίδης )
Τούτοι οἱ στίχοι πού θά τούς ζήλευε -ἄς μοῦ συγχωρεθεῖ ἡ ὑπερβολή-κι ὁ Σολωμός, εἶναι ἀπό τό ἀριστούργημα τοῦ ἐθνικοῦ ποιητῆ τῆς Κύπρου (καί τῆς Ἑλλάδας ὅλης), Βασίλη Μηχαηλίδη (1849-1917), πού ἔχει τίτλο « Ἡ 9η Ἰουλίου 1821 ἐν Λευκωσίᾳ ἤ τό τραούδιν τοῦ Κυπριανοῦ». Αὐτά τά ἀθάνατα καί ἀνδρεῖα λόγια βάζει ὁ ποιητής στό στόμα τοῦ ἐθνομάρτυρος ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανοῦ, νά λέει στούς Τούρκους, λίγο πρίν τόν ἀπαγχονίσουν στήν Λευκωσία. Μαζί του ἀποκεφαλίζονται τρεῖς μητροπολίτες, ὁ Πάφου Χρύσανθος, ὁ Κιτίου Μελέτιος, ὁ Κυρηνείας Λαυρέντιος καί ἑκατοντάδες ἄλλοι κληρικοί, ἡγούμενοι μονῶν, προύχοντες τῆς νήσου, ὡς ἀντίποινα γιά τήν Ἐθνική Ἐπανάσταση τοῦ ’21. (Κατά τά ἄλλα -σύμφωνα μέ τούς γνωστούς διανοούμενους τοῦ συρμοῦ, ἐκκλησιομάχους- ἡ Ἐκκλησία στάθηκε ἀρνητική στόν Ἀγώνα. Ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τήν ἱστορία μας, γνωρίζουν ὅτι ὅλοι οἱ κατακτητές, τούς πρώτους πού κρεμοῦσαν ἦταν οἱ παπάδες. Ἐκεῖνοι γνώριζαν καί γνωρίζουν ὅτι τά λάβαρα τῆς ἀντίστασης καί τῆς ἐπανάστασης τά κρατάει, σέ τούτη τήν πατρίδα, τό τιμημένο ράσο).
Πρίν ἀπό 20 περίπου χρόνια, στήν Κύπρο, σέ κάποιο σημεῖο τῆς «νεκρῆς ζώνης» (ἐκεῖ ὅπου διχοτομεῖται τό νησί στά δύο ἐδῶ καί σαράντα χρόνια), πέφτει νεκρός ἀπό σφαῖρες ἄνανδρων Τούρκων ἕνα 26χρονο παλληκάρι, ὁ Σολωμός Σπύρου Σολωμός. Σκαρφάλωνε ἄοπλος στόν ἱστό, γιά νά κατεβάσει τό κατοχικό σύμβολο τοῦ ψεύδους καί τοῦ αἵματος: τήν «τουρκοκυπριακή σημαία». Ἐκεῖ τόν βρῆκε τό βόλι... Καί τό ἡρωικό Ἑλληνόπουλο -πού εἶχε ἴδιο καί τό ὄνομα καί τό ἐπίθετο μέ τόν ποιητή πού ἔγραψε τόν «Ὕμνο στήν Ἐλευθερία»!- πέρασε ἐλεύθερα στήν ἀθανασία!
Πῆγαν μετά ἀπό μέρες στόν πατέρα τοῦ ἥρωα, γιά νά τοῦ προσφέρουν οἰκονομική ἐνίσχυση, ἐκ μέρους τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων. Ἀρνιόταν πεισματικά, ὄντας φτωχός μά περήφανος. Πείστηκε, ὅταν τοῦ εἶπαν πώς δέν ἔπρεπε νά προσβάλει τούς ἐκπροσώπους τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, γιατί ἤθελαν μόνο νά τιμήσουν τόν ἥρωα γυιό του. Μόλις πῆρε τήν ἐπιταγή, τήν κατέθεσε ἀμέσως στό Ταμεῖο Ἄμυνας τῆς Κύπρου. Ὅταν τόν ρώτησαν, γιατί τό ἔκανε, ἀπάντησε ὁ λεβεντόγερος: «Τί νόμισαν, ὅτι θά ἔτρωγα ἐγώ ἀπό τό αἷμα τοῦ παιδιοῦ μου; Φαντάζεστε νά πήγαιναν στόν Πιερῆ Αὐξεντίου μέ μίαν ἐπιταγή καί νά τοῦ ’λεγαν: “Αὐτά εἶναι γιά τή θυσία τοῦ γυιοῦ σου”; Θά τούς σκότωνε!».
Τόν Μάρτιο τοῦ 1957, οἱ Ἄγγλοι δολοφόνοι καί κατακτητές, καλοῦν τόν Πιερῆ Αὐξεντίου -τόν πατέρα τοῦ Γρηγόρη Αὐξεντίου, τοῦ θρυλικοῦ ἀητοῦ τοῦ Μαχαιρᾶ- στίς Κεντρικές Φυλακές τῆς Λευκωσίας, γιά νά ἀναγνωρίσει τόν νεκρό γυιό του. (Στίς 3 Μαρτίου μιά ὁλόκληρη ταξιαρχία πεζικοῦ τῶν Ἄγγλων -5.000 στρατιῶτες- ἐπί 10 ὁλόκληρες ὧρες ἔδωσε μάχη μέ τόν 29χρονο ὑπαρχηγό τῆς ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αὐξεντίου. Μπροστά στό ἀλύγιστο θάρρος του, ὅταν οἱ Ἄγγλοι κατάλαβαν ὅτι δέν μποροῦσαν μέ ἄλλο τρόπο νά τόν ἐξαναγκάσουν νά παραδοθεῖ, τόν περιέλουσαν μέ βενζίνη καί τόν ἔκαψαν μέσα στό κρησφύγετό του!!). Ὁ τραγικός πατέρας ἀντικρίζει ἀγέρωχα τό ἀπανθρακωμένο λείψανο τοῦ μοναχογυιοῦ του, καί ἀπαγγέλει τούς παρακάτω αὐτοσχέδιους στίχους, πού κρύβουν στίς φυλλωσιές τους ὅλες τίς ἡρωικές σελίδες τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας:
Δέν κλαίω πού σέ ἔχασα
πού σ’ εἶχα γιά καμάρι
κλαίω πού δέν ἔχω ἄλλο γυιό
τή θέση σου νά πάρει!
Ἑξήντα χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος ἀπό τόν ἐπικό ἐκεῖνον ἀγώνα κατά τῆς Ἀγγλοκρατίας στήν Κύπρο. 1η Ἀπριλίου τοῦ 1955. Δεκάδες ἐκρήξεις συγκλονίζουν τήν Λευκωσία, σημαίνοντας τήν ἔναρξη τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ ( Ἐθνική Ὀργάνωση Κυπρίων Ἀγωνιστῶν). Στήν προκήρυξη, τήν ὁποία ὑπογράφει ὁ ἀρχηγός της Διγενής (ψευδώνυμο τοῦ στρατηγοῦ Γεωργίου Γρίβα, Κυπρίου στήν καταγωγή), διαβάζουμε: «Μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, μέ πίστιν εἰς τόν τίμιον ἀγῶνα μας, μέ τήν συμπαράστασιν ὁλοκλήρου τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί μέ τήν βοήθειαν τῶν Κυπρίων ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΙΝΑΞΙΝ ΤΟΥ ΑΓΓΛΙΚΟΥ ΖΥΓΟΥ, μέ σύνθημα ἐκεῖνο, τό ὁποῖον μᾶς κατέλιπαν οἱ πρόγονοί μας ὡς ἱεράν παρακαταθήκην: “ Ἤ ΤΑΝ Ἤ ΕΠΙ ΤΑΣ”».
Μιά χούφτα ἀπόλεμα παιδιά, τά περισσότερα ἀπό τά Κατηχητικά Σχολεῖα τῆς Κύπρου, πιάνουν τά λιανοντούφεκα καί γονατίζουν καί ἐξευτελίζουν γιά τέσσερα χρόνια τήν ὑπερφίαλη Βρεττανική Αὐτοκρατορία. Σαράντα χιλιάδες στρατό παρέταξαν οἱ Ἄγγλοι, φυλακίσεις, ἐξορίες, τρομοκρατία στό νησί... καί ὅμως ἔτρεμαν καί τήν σκιά τους!
«Νά ποῦμε ὅτι ὁ ἀγῶνας τῆς ΕΟΚΑ εἶναι ὁ ἡρωικώτερος ἀγῶνας τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας; Μποροῦμε νά τό ποῦμε. Ὁ ἡρωισμός σ’ ὅλες τίς δοξασμένες στιγμές τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας εἶναι ἕνας. Καί στούς ἄλλους λαούς ὁ ἡρωισμός εἶναι ἕνας. Ὅμως ὁ ἡρωισμός τῶν ἀγωνιστῶν τῆς ΕΟΚΑ ἔχει εἰδοποιό διαφορά, γιατί ἀποτελεῖ τή συνισταμένη ὅλων τῶν ἡρωισμῶν τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ὁ ἀγῶνας τῆς ΕΟΚΑ εἶναι ὁ ἑλληνικώτερος ἀγῶνας τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Σέ κανένα ἄλλο ἀγῶνα δέν ἔγινε ἔμπρακτο βίωμα ὅλη ἡ ἱστορία τῆς Ἑλλάδος. Οἱ ἀγωνιστές κατακυρώνουν τήν ταυτότητά τους, πραγματοποιῶντας τήν ἑλληνική ἱστορία. Κάνουν ὅ,τι ἔκαναν οἱ Ἕλληνες. Δέν θέλουν νά παρεκκλίνουν οὔτε κατά ἰῶτα ἕν. Εἶναι Ἕλληνες οἰκουμενικοί. Ὅλα εἶναι δικά τους: τό «μολών λαβέ», τό «ἤ τάν ἤ ἐπί τᾶς», ὁ Παρθενών, ἡ ὀρθόδοξη πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἁγία Σοφία, ὁ δικέφαλος ἀετός, ἡ ἑλληνική σημαία, ἡ ἑλληνική δάφνη, ὁ ἐθνικός ὕμνος, ὁ ἑλληνικός θάνατος». (Μενέλαος Χριστοδούλου, ΕΟΚΑ _ὁ ἑλληνικός ἀγῶνας ἐκδ. «Αἰγαῖον», Λευκωσία 2011, σελ. 23-24).
Γρηγόρης Αὐξεντίου, Κυριάκος Μάτσης, Μιχαήλ Καραολῆς, Μάρκος Δρᾶκος, Στέλιος Μαυρομάτης, Ἀνδρέας Ζάκος, Μιχαήλ Κουτσόφτας, Ἀνδρέας Παναγίδης καί ἄλλοι πολλοί ἥρωες, δικοί μας Ἕλληνες τῆς Κύπρου, πού κοσμοῦν τό Συναξάρι τοῦ Γένους.
Ὁ Μάτσης, τοῦ ὁποίου προτομή βρίσκεται μπροστά ἀπό τήν Γεωπονική Σχολή τοῦ ΑΠΘ, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε φοιτητής, ὅταν ὁ περιβόητος ἐκεῖνος στρατάρχης τῶν Ἄγγλων καί κυβερνήτης τῆς Κύπρου, ὁ Χάρντιγκ, τοῦ πρόσφερε ἕνα ἀμύθητο ποσό γιά νά προδώσει τόν Διγενή, ἀπάντησε: «Οὐ περί χρημάτων τόν ἀγῶνα ποιούμεθα, ἀλλά περί ἀρετῆς!». Ἔπεσε μαχόμενος στίς 19 Νοεμβρίου 1958, στό κρησφύγετό του, στό Δίκωμο.
Ὁ 22χρονος Ἰάκωβος Πατάτσος, «ὁ ἅγιος τοῦ Κυπριακοῦ Ἀγώνα», γράφει γράμμα στίς 8-8-1956 στή μάνα του λίγο πρίν ὁδηγηθεῖ στήν ἀγχόνη ἀπό τούς Ἄγγλους. Ἐπιστολή πού μοσχοβολᾶ φιλοπατρία καί πίστη ἀκράδαντη στόν Χριστό. Ὅπως οἱ ἥρωες τοῦ ’21, ἔτσι καί τῆς ΕΟΚΑ ἀγωνίζονταν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία».
«Ἀγαπημένη μου μητέρα,
Χαῖρε!Εὑρίσκομαι μεταξύ ἀγγέλων. Τώρα ἀπολαμβάνω τούς κόπους μου. Τό πνεῦμα μου φτερουγίζει γύρω ἀπό τόν θρόνον τοῦ Κυρίου. Θέλω νά χαίρης ὅπως κι ἐγώ. Ἄν κλαίης θά λυποῦμαι. Τ’ ὄνομά σου θά γραφῆ στήν ἱστορία, γιατί ἐδέχθης νά θυσιασθῆ τό παιδί σου γιά τήν Πατρίδα. Εἶναι καιρός τώρα νά καμαρώσης τό παιδί σου. Εὑρίσκεται ἐκεῖ ψηλά ὅπου ψάλλουν οἱ ἄγγελοι.
Χαῖρε, ἀγαπημένη μου μητέρα. Μή κλαίης, γιά ν̓ ἀκούσης τήν ἀγγελική φωνή μου, πού ψάλλει Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ. Ψάλλε καί σύ μαζί μου. Ψάλλε, προσεύχου, δόξαζε τόν Θεόν σ’ ὅλην σου τήν ζωήν» (Σπύρου Παπαγεωργίου, Διά χειρός ἡρώων, ἐκδ. Κ. Ἐπιφανίου», Λευκωσία 1968, σελ. 213).
Τόν Ἀνδρέα Παναγίδη, 23 χρονῶν, πατέρα τριῶν παιδιῶν, τόν κρέμασαν οἱ Ἄγγλοι στίς 21 Σεπτεμβρίου 1956. Γράφει στό τελευταῖο γράμμα του πρός τά παιδιά του:
«Σᾶς εὔχομαι, ἀγαπημένα μου παιδιά, νά γίνετε καλοί Χριστιανοί καί καλοί Ἕλληνες Κύπριοι. Ἀκολουθῆστε πάντα τό δρόμο τῆς ἀρετῆς». Τήν προηγούμενη τῆς ἐκτέλεσής του γράφει:
«Τώρα πού ξέρω ὅτι σέ μιά μέρα θ’ἀντικρίσω τήν ἀγχόνη, ἔχω διπλάσιο θάρρος ἀπό πρίν. Ὁ Χριστός εἶναι πάντα συντροφιά στά κελλιά μας. Ὁ Χριστός μᾶς γεμίζει τήν καρδιά μέ ἀληθινή χαρά. Παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς σώσει ὄχι τό σῶμα, ἀλλά τήν ψυχή». (Διά χειρός ἡρώων, σελ. 220-221).
Ὅσοι θέλουν νά μάθουν τί εἶναι ἡρωισμός, ἀγάπη ἀληθινή γιά τήν Ἑλλάδα καί πίστη «ἄχρι θανάτου» πρός τόν Χριστό, ἄς διαβάσουν τίς ἐπιστολές τῶν 13 ἡρωομαρτύρων πού εἶναι θαμμένοι στήν καρδιά τῆς Κύπρου, στά «Φυλακισμένα Μνήματα». Ἦταν κατά τήν διάρκεια τοῦ Ἀγῶνα ἕνα μικρό κοιμητήριο στίς Κεντρικές Φυλακές τῆς Λευκωσίας, ὅπου ἔθαβαν τά ἀπαγχονισμένα παλληκάρια καί τίς ἡγετικές μορφές τῆς Ἐθνικῆς Ὀργάνωσης Κυπρίων Ἀγωνιστῶν πού σκοτώνονταν σέ μάχες. Ἐκεῖ οἱ Ἄγγλοι κατακτητές βασάνιζαν ἀπάνθρωπα, μέ τήν βοήθεια Τούρκων δημίων, τούς «τρομοκράτες τῆς ΕΟΚΑ» -ὅπως ἀκόμη μέχρι σήμερα τούς ἀποκαλοῦν, οἱ ἀμετανόητοι ἀποικιοκράτες. Διαβάζω:
«Στό κελλί ὁ κρατούμενος, πού τόν πηγαινοέφερναν στόν θάλαμο βασανιστηρίων, παρακαλοῦσε τούς συντρόφους του νά τόν σκοτώσουν. “Δέν θά ἀντέξω ἄλλο στά βασανιστήρια καί θά προδώσω”, τούς ἔλεγε. Ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν: “Θά σέ πάρουν ἀκόμη μιά φορά καί τώρα θά εἶναι τά μεγάλα βασανιστήρια. Ἄν ἀντέξῃς, θά εἶσαι ἥρωας, ἄν λυγίσῃς, θά εἶσαι προδότης. Οἱ Ἕλληνες βασανίζονταν ἀπό τούς Γερμανούς καί ἄντεχαν. Πήγαινε καί θά προσευχόμαστε γιά σένα”. Ὅταν ἔπειτα ἀπό ὥρα τόν ἔφεραν πίσω καί τόν πέταξαν στό κελλί, ξεδοντιασμένο, ξενυχιασμένο, τσουρουφλισμένο, σήκωσε τό κεφάλι καί τραύλισε: “Εἶμαι ἥρωας, εἶμαι ἥρωας!”» (ΕΟΚΑ _-ησε ὡς ἔφεδρος ἀξιωματικός τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ καί στό χωριό Ἀκρίτας τοῦ Κιλκίς γύρω στό 1952. Προσπάθησε νά μπεῖ στή σχολή Εὐελπίδων, ἀλλά ἀπορρίφθηκε λόγῳ...ὀρθογραφίας! Δέν γνώριζε τήν καθαρεύουσα γλῶσσα. Ἤξερε ἄλλη γλῶσσα... Δέν φωτίζει μέ τόν λόγο του, ἀλλά μέ τό κορμί του. Δέν λέει λόγια ἐμπρηστικά, γίνεται ὁ ἴδιος λαμπάδα. «Βγές ἔξω, παραδώσου νά σωθεῖς», τοῦ φώναζαν 5.000 Ἄγγλοι ἔξω ἀπό τό κρησφύγετό του κοντά στή Μονή Μαχαιρᾶ. «Μολών λαβέ» ἀποκρινόταν. Τόν ἔκαψαν καί ἔγινε ὁλοκαύτωμα. Καί πῆρε ὁ ἀντρειωμένος τόν δρόμο πρός τήν λευτεριά.
Θά πάρω μιάν ἀνηφοριά
θά πάρω σκαλοπάτια
νά βρῶ τά μονοπάτια
ποῦ πᾶν στή λευτεριά
Εἶναι στίχοι τοῦ Εὐαγόρα Παλληκαρίδη, τοῦ 19χρονου μαθητῆ τοῦ Ἑλληνικοῦ Γυμνασίου τῆς Πάφου, τόν ὁποῖο κρέμασαν οἱ Ἄγγλοι στίς 14 Μαρτίου τοῦ 1957.
Στό ἄκουσμα τοῦ θανάτου, τῆς δολοφονίας τοῦ Εὐαγόρα Παλληκαρίδη, ὁ σπουδαῖος Δωδεκανήσιος λογοτέχνης Φώτης Βαρέλης, ἔγραψε ἕνα ἐξαίσιο ποίημα, τό ὁποῖο ὁ ραδιοσταθμός τῆς Λευκωσίας τό μετέδωσε τότε ὡς δημοτικό κυπριακό τραγούδι. Τό παραθέτω, ἀλλά πρῶτα νά σημειώσω τήν ἀπάντηση τῆς μάνας του, ὅταν πῆγαν οἱ Ἄγγλοι νά τήν δελεάσουν μ’ ἕνα τεράστιο ποσό, γιά νά πιέσει τόν γυιό της νά προδώσει. Ἀπάντησε ἀγέρωχα ἡ Ρωμιά, Ἑλληνίδα μάνα:
Ἐγώ δέν ἐγέννησα παιδί νά τό λαλοῦν προδότη
χαλάλι τῆς πατρίδας μου τό αἷμα τοῦ παιδιοῦ μου.
Ἐψές πουρνό μεσάνυχτα στῆς φυλακῆς τή μάντρα
μές στῆς κρεμάλας τή θελιά σπαρτάραγε ὁ Βαγόρας.
Σπαρτάρησε,ξεψύχησε, δέν τ̓ ἄκουσε κανένας.
Ἡ μάνα του ἦταν μακριά, ὁ κύρης του δεμένος,
οἱ νιοί συμμαθητάδες του μαῦρο ὄνειρο δέν εἶδαν,
ἡ νιά πού τόν ὁρμήνευε δέν εἶχε νυχτοπούλι.
Ἐψές πουρνό μεσάνυχτα θάψαν τόν Εὐαγόρα.
Σήμερα Σάββατο ταχιά ὅλη ἡ ζωή σάν πρῶτα.
Ἐτοῦτος πάει στό μαγαζί, ἐκεῖνος πάει στόν κάμπο,
ψηλώνει ὁ χτίστης ἐκκλησιά, πανί ἁπλώνει ὁ ναύτης,
καί στό σκολειόν ὁ μαθητής συλλογισμένος πάει.
Χτυπᾶ κουδούνι, μπαίνουνε στήν τάξη του ὁ καθένας.
Μπαίνει κι ἡ Πρώτη ἡ ἄταχτη κι ἡ Τρίτη πού διαβάζει,
μπαίνει κι ἡ Πέμπτη ἀμίλητη, ἡ τάξη τοῦ Εὐαγόρα.
–Παρόντες ὅλοι;
–Κύριε, ὁ Εὐαγόρας λείπει.
–Παρόντες, λέει ὁ δάσκαλος· καί μέ φωνή πού τρέμει:
–Σήκω, Εὐαγόρα, νά μᾶς πεῖς ἑλληνική ἱστορία.
Ὁ δίπλα, ὁ πίσω, ὁ μπροστά, βουβοί καί δακρυσμένοι,
ἀναρωτιοῦνται στήν ἀρχή, ὥσπου ἡ σιωπή τούς κάμνει
νά πέσουν μ’ ἀναφιλητά ἐτοῦτοι κι ὅλη ἡ τάξη.
–Παλληκαρίδη, ἄριστα, Βαγόρα, πάντα πρῶτος,
στούς πρώτους πρῶτος, ἄγγελε πατρίδας δοξασμένης,
σύ μέχρι χθές τῆς μάνας σου ἐλπίδα κι ἀποκούμπι,
καί τοῦ σχολειοῦ μας σήμερα, Δευτέρα Παρουσία.
Τά ̓πε κι ἁπλώθηκε σιωπή πά̓ στά κλαμμένα νιάτα,
πού μπρούμυτα γεμίζανε τῆς τάξης τά θρανία,
ἔξω ἀπ’ ἐκεῖνο τ’ ἀδειανό, παντοτινά γεμάτο.
Αὐτό τό ἀριστούργημα περιεχόταν στό παλιό -πρό τοῦ 2006- βιβλίο Γλώσσας τῆς Στ΄ Δημοτικοῦ, στό γ΄ τεῦχος. Δέν ἄρεσε στά κνώδαλα τοῦ πολυπολιτισμοῦ, στούς προσκυνημένους νενέκους-τοῦ Παιδαγωγικοῦ Ἰνστιτούτου, τό ἔκριναν προφανῶς ὡς ἐθνικιστικό! Γιά ἥρωες θά μιλᾶμε τώρα; Αὐτά εἶναι παρωχημένα, στερεότυπα. Αἵματα, κόκκαλα καί θάνατοι γιά τήν Πατρίδα, τρομάζουν τά παιδιά -ἔτσι μοῦ εἶπε κάποιος ἀνεπρόκοπος κάποτε, ὅταν ἀντίκρισε τά καμμιά 15αριά κάδρα ἡρώων πού ἔχω ἀναρτημένα πάντοτε στήν τάξη μου! Ἐνῶ οἱ «συνταγές μαγειρικῆς» τά γαληνεύουν. Καί καταντήσαμε νά διδάσκουμε στήν Στ΄Δημοτικοῦ τόν ἡρωισμό μέσῳ ἑνός κειμένου μέ τίτλο «ἡ... Σόνια ἡ γάτα»!
Ἄχ, δυστυχισμένη πατρίδα! «Τήν Ἑλλάδα θέλομεν κι ἄς τρώγωμεν πέτρες», ἔγραφε κάποτε στούς τοίχους τῶν σπιτιῶν ἡ ἀδάμαστη ἐκείνη γενιά τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου. Σήμερα «τρώγωμεν» τήν Ἑλλάδα... «δειλοί, μοιραῖοι κι ἄβουλοι ἀντάμα» (Κ. Βαρνάλης), παρακολουθοῦμε τόν ἐξισλαμισμό της!! Τζαμιά στήν Ἀθήνα, Ἰσλαμικές Σπουδές στήν Θεολογική Σχολή τοῦ ΑΠΘ, ὀρδές μουσουλμάνων λαθρομεταναστῶν σ’ ὅλη τήν Ἑλλάδα, γιατί ἔτσι ἀποφάσισε ὅλο αὐτό τό νεοταξικό συνονθύλευμα πού μᾶς κυβερνᾶ. Ἀκυρώθηκε πιά ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21!!
Νά πᾶμε ὅλοι μας στούς τάφους τῶν ἡρώων μας, νά κλάψουμε πικρά καί νά βροντοφωνάξουμε:
«Σήκω Εὐαγόρα, σήκω Γρηγόρη, σήκω Παῦλε, σήκω Μάρκο καί Κωνσταντῖνε καί Νικηφόρε καί Λεωνίδα, νά μᾶς πεῖτε ἑλληνική ἱστορία...». Και πρός τους Τούρκους εισβολείς τους ωραίους στίχους του Κ. Μόντη: "
"Κι αυτή η σελήνη η ματωμένη και μισή / που μας την κουβαλήσατε! / Αλήθεια πέστε μου μετρήσατε / πόσοι άλλοι πέρασαν από το νησί / πριν από εσάς πανίσχυροι κ' επιφανείς / κι ούτε δείγμα καν δεν έμεινε κανείς;".
Πηγή: (Το κείμενο δημοσιεύτηκε το 2015 στο περιοδικό "ΑΦΥΠΝΙΣΗ" της Ι.Μ. Οσίου Νικοδήμου, Πάικου Κιλκίς), Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΦΕΔΡΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ Ν. ΣΕΡΡΩΝ (Ν.Π.Δ.Δ.)
Κ. Καραμανλή 1 Σέρρες
Τηλ. 2321022057
______________________________
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο Σύνδεσμός Εφέδρων Αξιωματικών Σερρών οργανώνει σε συνεργασία με την Ένωση Κυπρίων Ν. Σερρών και την Λέσχη Ειδικών Δυνάμεων Σερρών, υπό την αιγίδα του Γενικού Προξενείου της Κυπριακής Δημοκρατίας Θεσσαλονίκης, μεγάλη επετειακή εκδήλωση με θέμα «Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ 1955 – 59». Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 1 Απριλίου 2017 και ώρα 19,30 στο Αμφιθέατρο του ΤΕΙ Σερρών «Ευαγόρας Παλλικαρίδης». Συμμετέχει το Σύνολο «Λόγου & Μουσικής» του Μουσικού Εργαστηριού Σερρών, με το έργο του Λευτέρη Αερόπουλου «Καρτερούμεν».
Κατά την διάρκεια της εκδήλωσης θα πραγματοποιηθεί και η τελετή αδελφοποίησης του Συνδέσμου μας με τον Σύνδεσμο Εφέδρων Αξιωματικών Λεμεσού. Αφορμή για την αδελφοποίηση αυτή αποτελεί το γεγονός ότι ο ήρωας της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου υπηρέτησες ως Έφεδρος Αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού στην Ροδόπολη Σερρών.
Σέρρες 27 Μαρτίου 2017
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
Βασίλειος Ν. Κατιρτζόγλου
Αυτή η απροσδόκητη εξαφάνιση προκάλεσε σύγχυση στον ευσεβή λαό και κράτησε μια βδομάδα! Ξαφνικά, η εικόνα βρέθηκε πάλι στην θέση της, όπως είχε εξαφανιστεί. Πέρασε καιρός. Ένα χειμωνιάτικο πρωινό ο νεωκόρος του Μανταμάδου άκουσε ποδοβολητό αλόγου. Βγαίνει έξω και βλέπει ένα νέο, πού μόλις είχε ξεπεζέψει, να σηκώνει στους ώμους του ένα κριάρι...
Μπήκαν μαζί στο ναό κι ο νέος προχώρησε στην εικόνα του Ταξιάρχη, απίθωσε εκεί το κριάρι και άναψε λαμπάδα ίση με το μπόι του. Ύστερα γονάτισε, προσκύνησε την εικόνα και χάιδεψε με βουρκωμένα μάτια και τρεμάμενα χείλη το ανάγλυφο πρόσωπο του Αρχαγγέλου.
- Είναι ο σωτήρας μου, γυρίζει και λέει συγκινημένος στον νεωκόρο. Αυτός μ' έσωσε από τους Τούρκους.
- Πες μου, παιδί μου, τι σου συνέβη; ρώτησε μ' ενδιαφέρον εκείνος, καθώς έβγαιναν από τον ναό.
- Στα τελευταία γεγονότα με τους Τούρκους, άρχισε ο νέος, υπηρετούσα την στρατιωτική μου θητεία στην Κύπρο.
Ήταν περασμένα μεσάνυχτα της 12ης Αυγούστου, όταν μας ξάφνιασαν τα πυρά των Τουρκοκυπρίων. Ήμασταν πάντα σ' επιφυλακή, γιατί ξέραμε τι ύπουλος εχθρός ήταν απέναντι μας. Μας δυσκόλευαν λίγο οι βολές του πολεμικού τους ναυτικού, αλλά δεν μας έβλαψε καθόλου ή αεροπορία τους. Σε λίγες ώρες ελέγχαμε την κατάσταση και προχωρήσαμε στην αντεπίθεση. Λες κι είχαμε στα πόδια μας φτερά. Τους πήραμε φαλάγγι και τους κυνηγήσαμε. Λίγο ακόμα και θα τους ρίχναμε στην θάλασσα.
Ενώ τρέχαμε ακράτητοι από ενθουσιασμό και σχεδόν ακάλυπτοι, βλέπω ξαφνικά μπροστά μου, σε πέντε μέτρα απόσταση, να ξεπροβάλλει ένας ακανόνιστος όγκος. Σταμάτησα απότομα, και τότε... μέσα στο σύθαμπο της αυγής διέκρινα ένα τουρκικό πολυβολείο. Είδα την κάννη του πολυβόλου να στρέφεται πάνω μου και μην έχοντας που να καλυφθώ, έπεσα με το πρόσωπο στην γη, σκεπάζοντας καλά με το κράνος το κεφάλι μου."Ταξιάρχη μου, σώσε με!", είπα μέσα μου κι αμέσως ήρθε στο νου μου ο πατέρας μου, πού σώθηκε θαυματουργικά από βέβαιο θάνατο στο αλβανικό μέτωπο, τάζοντας στον Ταξιάρχη ένα κριάρι. "Ταξιάρχη μου σώσε με!", μουρμούρισα πάλι, κάνοντας κι εγώ το ίδιο τάμα.
Την ίδια στιγμή ένας εκκωφαντικός κρότος πήρε σχεδόν την ακοή μου. "Με χτύπησαν", σκέφτηκα, κι έφερα στο νου μου τ' αγαπημένα μου πρόσωπα... Ύστερα ένιωσα να μ' ακουμπούν, να με ψάχνουν, να με σηκώνουν. Ήταν οι δικοί μας.
-"Χτύπησες; Πώς είσαι;", άκουσα αμυδρά την φωνή τους.
Ψάχτηκα, μα δεν βρήκα τραύμα. Τότε θυμήθηκα το πολυβολείο. Κοίταξα προς τα κει, αλλά δεν είδα τίποτα.
-"Εδώ ακριβώς", φώναξα, "υπήρχε τουρκικό πολυβολείο". Πήγαμε κοντά, ερευνήσαμε, μα δεν το βρήκαμε.
Στην θέση πού ορθωνόταν πριν το πολυβολείο, υπήρχαν τώρα μόνο συντρίμμια και μια τεράστια τρύπα. Φαίνεται πώς στην κρίσιμη για μένα στιγμή, κάποια οβίδα πλοίου ή κάποιος όλμος έκανε συντρίμμια το επικίνδυνο πολυβολείο, ενώ συγχρόνως κάποια ανώτερη δύναμη με φύλαξε τελείως αβλαβή κι απ' τα πυρά κι από την έκρηξη.
Ο νεωκόρος, που μέχρι τώρα παρακολουθούσε συγκινημένος, πήρε τον λόγο:
-Ναί, παιδί μου, ήταν ο Ταξιάρχης. Αυτός σ' έσωσε. Τότε, με τα επεισόδια της Κύπρου, είχε χαθεί από δω ή εικόνα του για μια βδομάδα. Ό νέος ταράχθηκε. Αγκάλιασε με το βλέμμα του την εικόνα του Αρχαγγέλου και τα μάτια του βούρκωσαν. Ήταν ένα ακόμη "ευχαριστώ" για την ανέλπιστη σωτηρία του...
Πηγή: Περί Πάτρης
Τό ἀπόγευμα τῆς παραμονῆς τοῦ ἀπαγχονισμοῦ των, πῆρα καί συνεννοήθηκα μαζί των, νά τούς ἐπισκεφθῶ κατά τές ὀκτώ τό βράδυ γιά εὐχέλαιον καί τή μετάδοσιν τῆς θείας κοινωνίας. Πῆγα στές ὀκτώ καί μαζί κάναμε τήν ἀκολουθία τοῦ εὐχελαίου, καί τούς μετέδωσα τήν θεία κοινωνία.
Προτοῦ φύγω θεώρησα καθῆκον μου νά τούς ἀπευθύνω μερικά λόγια ἐμψυχωτικά, καί εἰς ἀτμόσφαιραν πατριωτικοῦ ἐνθουσιασμοῦ, τούς συνεχάρην ὅτι θά γίνουν θυσία γιά τήν πατρίδα, ὅπως καί τόσοι προηγούμενοι μάρτυρες, καί εἶπα ὅτι πολύ θά ἤθελα νά εὑρισκόμην στήν θέσιν των. Στό τέλος ἐνηγκαλίσθην τόν ἕνα μετά τόν ἄλλον, τούς ἠσπάσθην, καί μέ πολλήν συγκίνησιν τούς ἀπεχαιρέτισα καί ἔφυγα περί τάς ἐννιάμιση.
Θυμᾶμαι, ὅταν τούς ἔκαμα παρατήρησιν ὅτι ἔχουν ἀρκετόν θάρρος, ὁ Πατάτσος μοῦ λέγει: «Ναί, πάτερ, ἀλλά ἐκείνην τήν ὥραν φοβοῦμαι». «Νά πᾶς μέ θάρρος», τοῦ λέγω, «καί νά ἔχῃς τόν νοῦ σου στόν Θεόν». «Ὅταν θά μᾶς παίρνουν, πάτερ, τί νά ψάλλωμεν»; «Τόν Ἐθνικόν Ὕμνον καί κανένα τροπάριον». Ὅπως παρετήρησα ἐπροτίμησε τό δεύτερον καί ἔψαλλε τό, «Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου σέ νεκρόν».
Τό μέρος ὅπου ὡδηγήθην καί ὅπου θά παρέμενα μέχρι τήν ὥρα τοῦ ἀπαγχονισμοῦ ἦτο ἐκεῖνο, ὅπου ἔμεινα καί τήν προηγούμενη φορά, καί πού ἀπέχει ἑκατόν περίπου πόδια ἀπό τήν ἀγχόνην.
Μετά τήν φυγήν μου τούς ἤκουα νά ψάλλουν τούς ὕμνους τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς μέ ἐπί κεφαλῆς τόν Πατάτσο, συνταυτίζοντες τό ἰδικόν των δράμα μέ τά πάθη τοῦ Σωτῆρος. Οἱ ἄλλοι κατάδικοι καί ὑπόδικοι τῆς Ε.Ο.Κ.Α. ἐδόνουν συνεχῶς τή φυλακή ἀπό ζητωκραυγές γιά τόν Διγενῆ, τόν Μακάριο καί τήν Ε.Ο.Κ.Α., ὡς καί μέ ἐθνικά τραγούδια. Ἕνας ἀπό τούς κατόπιν μελλοθανάτους, ὁ Ἀνδρέας Παναγίδης, ἦτο ἀνεβασμένος ψηλά στό παράθυρο τοῦ κελιοῦ του, στό τελευταῖο πάτωμα τοῦ διαμερίσματος 9, ἀπό ὅπου ἔδιδε τό σύνθημα γιά τά πατριωτικά τραγούδια τῆς Ε.Ο.Κ.Α., καί πρό πάντος τό τραγούδι «Βάστα, καημένε μου ραγιά», τό ὁποῖον ἐπανελήφθη πολλές φορές.
Ἔμεινα ἐκεῖ πλησίον καί ἤκουσα νά τοῦ κάμνουν παρατήρησιν νά κατεβῇ, ἀλλά δέν ἤκουσε καί ἔμενε διαρκῶς ἐκεῖ προσηλωμένος, καί παρατηροῦσε στήν αὐλή τῆς ἀγχόνης καί μοῦ ἔλεγε κατόπιν ὅτι τούς εἶδε νά τούς ὁδηγοῦν στήν ἀγχόνη.
Περί τό μεσονύκτιον τούς ἐκάλεσαν νά ἑτοιμασθοῦν. Ἑτοιμάζονται διά τήν ἀγχόνην, ἀφοῦ ἀφαιρέσουν τά ροῦχα τῆς φυλακῆς καί φορέσουν τά ἰδικά των, πού ἔφεραν ὅταν συνελήφθησαν.
Μόνον αὐτῶν τῶν τριῶν ἀπαγχονισθέντων μοῦ παρέδωσεν ὁ τελευταῖος ὑπεύθυνος τῶν φυλακῶν Ἄκερ φωτογραφίας μέ ροῦχα τῆς φυλακῆς.
Εἰς τάς δώδεκα ἡ ὥρα περίπου διέκρινα εὐκρινῶς τή φωνή τοῦ Πατάτσου νά ψάλλῃ τό «Ἔκστηθι φρίττων, οὐρανέ....», τό «Ὅτε κατῆλθες πρός τόν θάνατον...», τό ὁποῖον δέν ἐτελείωσαν, διότι ἔφθασαν εἰς τήν ἀγχόνην, καί ἐκεῖ ἔσβησεν ἡ φωνή τοῦ Πατάτσου.
* Ὁ πατήρ Ἀντώνιος Ἐρωτοκρίτου, ἦταν ὁ ἱερέας πού ἐπισκεπτόταν, ἐξομολογοῦσε καί κοινωνοῦσε τούς ἐννέα ἀπαγχονισθέντες στίς φυλακές.
Πηγή: (Ἀπό τό βιβλίο: Πῶς ἔζησα τό δράμα τῶν ἀπαγχονισθέντων, τοῦ πατρός Ἀντωνίου Ἐρωτοκρίτου)
Γρηγόρης Αυξεντίου, γιος του Πιερή Αυξεντίου και της Αντωνούς Γρηγορά από τη Λύση της Μεσαορίας. Τουρκοκατεχόμενη σήμερα. Ο μετέπειτα Υπαρχηγός της ΕΟΚΑ και για πάντα, ο Σταυραετός του Μαχαιρά.
Γρηγόρης ΑυξεντίουΟ Γρηγόρης Αυξεντίου γεννήθηκε στο χωριό Λύση της επαρχίας Αμμοχώστου. Μετά το δημοτικό σχολείο φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και είχε μεγάλη αδυναμία στη Ιστορία. Ως μαθητής υποδύθηκε το ρόλο του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού σε δράμα με βάση το γνωστό ποίημα του Βασίλη Μιχαηλίδη «Η 9η Ιουλίου 1821». Μετά τη θυσία του στο Μαχαιρά, ο γυμνασιάρχης του δήλωσε: «Ο Γρηγόρης ήταν υπέροχος… Έπαιξε το ρόλο του Εθνομάρτυρα Κυπριανού και στη ζωή όπως και στο δράμα».
Όνειρο του Γρηγόρη ήταν να αξιωθεί να φορέσει την τιμημένη στολή του Έλληνα αξιωματικού. Αυτό γίνεται πραγματικότητα και φοιτά στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού στην Ελλάδα. Από τα σημαντικά γεγονότα της παραμονής του στην Ελλάδα ήταν η γνωριμία του με τον Κυριάκο Μάτση. Οι συζητήσεις τους πολύωρες και ατελείωτες. Οι διαδρομές τους παράλληλες, που οδήγησαν και τους δύο στην αθανασία.
Τελειώνοντας τη θητεία του, ο Γρηγόρης επέστρεψε στην Κύπρο και τον Γενάρη του 1955 μυήθηκε στην Ε.Ο.Κ.Α. Ο Αρχηγός της Οργάνωσης αντί του καθιερωμένου όρκου, δέχτηκε το λόγο της στρατιωτικής του τιμής. Την 1η Απριλίου ξεκινά ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας με στόχο την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και τον Αυξεντίου πρώτο τομεάρχη της ΕΟΚΑ στην περιοχή Αμμοχώστου. Από την αρχή, οργάνωσε τις επιθέσεις της 1ης Απριλίου 1955 στη Δεκέλεια και ενέπνευσε ολόκληρη την επαρχία Αμμοχώστου. Συνέχισε με μάχες, επιδρομές και ενέδρες και άλλη δράση ως το τέλος.
Μετά την επικήρυξη του από τους Άγγλους, καταφεύγει στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου, αρχικά στον Καραβά, όπου οργανώνει την επαρχία Κερύνειας. Στο μοναστήρι της Αχεροποιήτου στεφανώνεται με την αρραβωνιαστικιά του Βασιλική. Λίγες μέρες αργότερα, σε μια παράτολμη και καταδρομική επιχείρηση, κτυπά με την ομάδα του το στρατόπεδο της Αγύρτας, με απόλυτη επιτυχία. Ακολούθως, μετακινείται στην περιοχή Ακανθούς στα μαύρα όρη για νέα δράση. Κατόπιν προδοσίας μετακινείται στην περιοχή Πιτσιλιάς, όπου έμελλε να σώσει τον Αρχηγό Διγενή όταν δύο ομάδες Βρεττανών στρατιωτών κατευθύνονταν προς το χωριό Σπήλια, σε ύψωμα όπου βρισκόταν ο Αυξεντίου με συναγωνιστές του και πιο πίσω ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ με τους επιτελείς του και με ορατό τον κίνδυνο σύλληψής τους. Ο Αυξεντίου με τη στρατιωτική οξυδέρκεια που τον διέκρινε, αφού έδιωξε τους συντρόφους του, την κατάλληλη στιγμή πυροβόλησε εναντίον των 2 ομάδων που νόμισαν ότι βάλλονταν από άντρες της ΕΟΚΑ και ξεκίνησαν να αλληλοπυροβολούνται με αποτέλεσμα το θάνατο και τον τραυματισμό δεκάδων από αυτούς.
Μέσα στην Οργάνωση είχε διάφορα ψευδώνυμα: «Ρήγας», «Αίαντας», «Άρης», «Ανταίος» και «Ζώτος». Το πλέον καθιερωμένο ήταν το Ζήδρος ενώ οι συναγωνιστές του στο βουνό τον αποκαλούσαν «Μάστρο».
Στις 31 Δεκεμβρίου του 1956, παραμονή Πρωτοχρονιάς, κυκλώνεται με τα παλικάρια του στο χωριό Ζωοπηγή και ακολουθεί άλλη μια σφοδρή σύγκρουση. Ο Αυξεντίου τραυματίζεται, αλλά διαφεύγει και πάλι.
Η τελευταία πράξη του παίχτηκε στις 3 Μαρτίου του 1957. Οι Άγγλοι στρατιώτες, μετά από προδοσία και πάλι, περικύκλωσαν το κρησφύγετό του κοντά στη Μονή της Παναγίας του Μαχαιρά. Στην ομάδα του ήταν άλλοι τέσσερεις αγωνιστές τους οποίους διέταξε να βγουν από το κρησφύγετο για να σωθούν. Αυτός, τραυματισμένος από θραύσμα χειροβομβίδας, έμεινε και πολέμησε επί 10 ώρες τους εχθρούς.
Αρχικά 60 Άγγλοι τον περικύκλωσαν και τον καλούν να παραδοθεί. Εκείνος τους αντιμετωπίζει με το αρχέγονο «Μολών Λαβέ». Η μάχη ξεκινά με ανταλλαγή πυρών. Σε κάποια φάση της μάχης όταν ο συναγωνιστής του Αυγουστής στάληκε από τους Άγγλους για να τον βγάλει έξω θεωρώντας τον νεκρό, αυτός τους φωνάζει :
«Τώρα είμαστε δύο. Ελάτε να μας πάρετε».
Η μάχη συνεχίστηκε ως το απόγευμα. Προσπάθειά τους ήταν να κρατηθούν μέχρι να νυχτώσει και επωφελούμενοι από το σκοτάδι να διαφύγουν. Οι Άγγλοι ζητούν πρόσθετες ενισχύσεις οι οποίες καταφθάνουν. Ταυτοχρόνως, με ελικόπτερα περιέλουσαν το κρησφύγετο με βενζίνη και πυρπόλησαν την περιοχή. Τα πάντα λαμπαδιάζουν και φλέγονται. Και ο Αυξεντίου παραμένει αγέρωχος στο κρησφύγετο. Δεν υπήρχε εγκόσμια δύναμη να του αλλάξει την απόφασή του.
Σαν σίφουνας ταξίδεψε το κακό μαντάτο σε όλη την Κύπρο. Ήταν σήκωσες και τότε. Τα φαγητά έμειναν στην μέση στα τραπέζια. Το αίμα πάγωσε. Η μάνα του Αντωνού Αυξεντίου, σαν σύγχρονη Σπαρτιάτισσα γράφει για τον γιο της:
«Χαλάλιν της Πατρίδας μου, ο γιος μου, η ζωή μου
τζι’ αφού εν επαραδόθηκεν
τζι’ έμεινε τζαι σκοτώθηκε,
ας έσιει την ευτζήν μου.»
Οι Άγγλοι δεν επέτρεψαν την ταφή του απανθρακωμένου πτώματος του Αυξεντίου στην γενέτειρα του και τον έθαψαν στα Φυλακισμένα Μνήματα. Εκεί, ανάμεσα σε τέσσερεις τοίχους από πουρόπετρα, εκεί κάτω από τις ταφόπλακες είναι τα σπλάχνα μας. Τα Φυλακισμένα Μνήματα μαζί με τον Τύμβο στην Μακεδονίτισσα αποτελούν την κιβωτό της μνήμης του Κυπριακού Ελληνισμού. Η θυσία του Αυξεντίου συγκίνησε όλο τον Ελληνισμό, αλλά και πολλούς ξένους ανάμεσα τους και Άγγλους.
Η θυσία του συγκλονίζει το μεγάλο ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσο ο οποίος εμπνέεται ένα από τα συγκλονιστικότερα ποιήματα του με τίτλο «Αποχαιρετισμός», όπου ο Αυξεντίου μέσα στο κρησφύγετό του δίνει τη μάχη και μονολογεί:
«Τέλειωσαν πια τα ψέματα – δικά μας και ξένα
Η φωτιά η παντάνασσα πλησιάζει. Δεν μπορείς πια
Να ξεχωρίσεις αν καίγεται σκοίνος ή φτέρη ή θυμάρι.
Η φωτιά πλησιάζει.
…Μα ποιος θα σας μεταδώσει τούτη τη στιγμή ;
Δεν τη χωράνε τα λόγια, τα χέρια, τα μάτια, ούτε η πράξη, ούτε η σκέψη – είναι μεγάλη σαν εκείνο που λέμε πατρίδα μεγάλη σαν αυτό που λέμε γη μεγάλη σαν όλο τον κόσμο.
…
Ποτέ δε θα μπορούσα να πιστέψω πως η στενότητα μιας σπηλιάς μπορούσε να έχει τόση ευρυχωρία,
μπορούσε να χωρέσει την πατρίδα με τις ελιές της,
τ’ ακρογιάλια της, τα βάσανά της, με τα καΐκια της
μ’ ολάνοιχτα πανιά, τον κόσμο με τα φλάμπουρά του, τα όνειρά του, τις καμπάνες του, και τα μικρά αγριόχορτα.»
Ελληνίδες και Έλληνες, αυτά δεν είναι παραμύθια. Τα έζησαν δικοί μας άνθρωποι και κάποιοι βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας. Και θα τα κρατήσουμε σαν ιερές παρακαταθήκες. Γιατί στις 3 του Μάρτη την ώρα που ξεψυχούσε ο Γρηγόρης στον Μαχαιρά, εκείνη την στιγμή γεννήθηκε ο Γρηγόρης της Ρωμιοσύνης ανάμεσα στα ματωμένα γόνατα της πλάσης.
«Εκείνη τη στιγμή, όλες οι καμπάνες της Γης σήμαναν μεμιάς. Όλα τα ανθρώπινα μέτωπα ψηλά. Όλες οι καρδιές μεσίστιες. Στο χωριό Λύση, ανάμεσα Λευκωσία κι Αμμόχωστος, η μάνα του έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτου απ’ το δυνατό σαγόνι της κ’ είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της : ” … Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου “. Ο πατέρας του πάλι, σαν πήγε στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λευκωσίας, αναγνώρισε το καμένο παιδί του απ΄ τις χοντρές ελληνικές κοκάλες του κι από κείνο το χρυσό κωνσταντινάτο που άχνιζε στον κόρφο του και στον κόρφο του κόσμου.»
Σε καιρούς ύποπτους, σε καιρούς οικονομικής δυσπραγίας και δυστυχίας με την καθημερινότητα να μας πιέζει αλλά και με την κατοχή να μας καταπλακώνει, σε καιρούς παράξενους όπου επικρατούν τα επικοινωνιακά παίγνια, οι εντυπώσεις και τα πομπώδη, σημασία έχει να αντιληφθούμε το αυθεντικό μας χρέος. Θα αντέξουμε; Θα προασπιστούμε την συλλογική μας εθνική ιδιοπροσωπεία και την πίστη μας; Θα μείνουμε στα αληθινά και γνήσια; Θα διεκδικήσουμε ό, τι μας ανήκει ως Έλληνες και Ευρωπαίοι; Ή θα μετατραπούμε σε ευρωπαίους δεύτερης κατηγορίας και θα παραδοθούμε στη λήθη, θα ενδώσουμε στα πρόσκαιρα και στην ιδιοτέλεια;
Ο Γρηγόρης δεν χάθηκε ενόσω ονομάζουμε με το όνομα του Σωματεία μας όπως εδώ στην Λακατάμεια. Κι όταν χτυπούν καμπάνες μακριά. Όταν θα λέμε Χριστός Ανέστη. Όταν θα ψάλλουμε απ΄τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά. Όταν θα ακούεται το κλάμα ενός μωρού. Όταν το φεγγάρι θα βγαίνει ολόλαμπρο μέσα από την θάλασσα. Η σκέψη μας ας ταξιδεύει στα θαμμένα σπλάχνα μας, ξεκινώντας από τον Μαχαιρά μέχρι τα Φυλακισμένα Μνήματα και από κεί, πέρα στον Τύμβο και στο δρόμο για την Κερύνεια, την Μόρφου, την Αμμόχωστο, τη Λύση και τα άλλα καρτερικά ελληνικά ονόματα. Το έχουμε ανάγκη εμείς για να μην χαθούμε. Για να είμαστε άξιοι της δικής τους θυσίας.
Απευθυνόμενος στους γονείς που μεταλάβατε των αχράντων μυστηρίων προηγουμένως με ευλάβεια μαζί με τα παιδιά σας, μην διστάσετε να μιλήσετε για τα σπλάγχνα μας στα παιδιά σας. Να τους μιλήσετε για το κυπαρίσσι του Γρηγόρη που φλέγεται ακόμη εκεί πάνω στον Μαχαιρά. Να τους εξιστορήσετε τα γεγονότα με λεπτομέρεια. Γιατί η κάθε στιγμή έχει τη σημασία της.
Κι εμείς σήμερα, σφίγγουμε το σαγόνι μέσα στον πόνο και την δυστυχία της οικονομικής κρίσης. Σφίγγουμε τις καρδιές μας λόγω της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής και της υποκρισίας των ξένων. Αλλά καρτερούμε. Όπως καρτερά το Καράβι της Κερύνειας αιχμάλωτο στο Κάστρο της Κερύνειας και έχει μετουσιωθεί σε σύγχρονο σύμβολο ανυπότακτης καρτερίας επειδή μεταφέρει ένα κομμάτι της ψυχής μας.
Εμείς, αξίζει να ζούμε επειδή έχουμε λόγους να θυσιάσουμε τη ζωή μας. Για μερικούς αμφορείς. Για κάποια σαπιόξυλα από ελληνικά ναυάγια. Για μερικές αρχαίες κολώνες φαγωμένες από την αλμύρα και το φως της Μεσογείου. Για μερικούς πεταγμένους σταυρούς και σκουριασμένες καμπάνες. Για κάποια κρησφύγετα στις πλαγιές των βουνών που διαλαλούν ανά τους αιώνες την ελληνική μας συνέχεια και ταυτότητα. Σε αυτή μας την πορεία, ως πυξίδα μας φωτίζει τον δρόμο το κυπαρίσσι του Γρηγόρη Αυξεντίου που δακτυλοδείχνει τη μέρα του γυρισμού στην κατεχόμενη γη μας. Την μέρα της Ελευθερίας.
Πηγή: Αβέρωφ
Εννιά δευτερόλεπτα. Τόσος χρόνος χρειάστηκε μέχρι να περάσει στην αιωνιότητα ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, σύμφωνα με τις σημειώσεις του δήμιού του.
Ο 19χρονος ήρωας από την Τσάδα, ο γενναίος αυτός πατριώτης, σύμφωνα με τις σημειώσεις που κρατούσε ο διαβόητος δήμιος της βρετανικής αποικιοκρατίας, Harry Allen, κατά τη διάρκεια των απαγχονισμών των ηρώων της ΕΟΚΑ, ξεψύχησε ηρωικά 9 δευτερόλεπτα μετά από τη στιγμή που άνοιξε η ξύλινη καταπακτή της αγχόνης.
«Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Αυτό είχε γράψει στο τελευταίο γράμμα του.
Η πιο πάνω φωτογραφία ανέβηκε πριν από μερικές ώρες στο διαδίκτυο με τη λεζάντα «Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης στις τελευταίες του στιγμές…». Παρά τις πολλές προσπάθειες, δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε την αρχική πηγή για να διαπιστώσουμε κατά πόσο απεικονίζει τον ίδιο τον ήρωα μαζί με τον ιερέα των Κεντρικών Φυλακών ή αν πρόκειται για σκηνή από κάποια ταινία-ντοκιμαντέρ αφιερωμένη στη ζωή και τη θυσία του. Αν όντως είναι αυθεντική, τότε απεικονίζει τον Παλληκαρίδη ίσως καθώς εξομολογείται από τον ιερέα Παπάντωνη Ερωτοκρίτου, λίγο πριν τον απαγχονισμό του που, όπως έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας, εκτυλίχθηκε τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957.
Πιο κάτω, τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνο το βράδυ, έτσι όπως τα περιγράφει με μεστή γραφή ο ίδιος ο Παπάντωνης μέσα στο βιβλίο του με τίτλο «Πώς έζησα το δράμα των Απαγχονισθέντων»:
Ήτο τόση ή βία του, ώστε νά διάταξη τήν έκτέλεσίν του προ τού μεσονυκτίου, ένώ δλους τούς προηγουμένους τούς έξετέλεσαν κατά τάς πρώτας πρωϊνάς ώρας, διότι ήθελε νά προλάβη μή τυχόν και ήρχετο χάρις άπό τήν Βασίλισσαν, διότι δλοι αυτό έπεριμένα μεν. Λέγεται δτι εδόθη ή χάρις, ήτο δμως άργά, αν πράγματι εδόθη.
Τό απόγευμα τής 13ης Μαρτίου ό διοργανωτής τών εκτελέσεων κ. Λκκερ μέ ενημέρωσε περί τής εκτελέσεως τού Παλληκαρίδη και ότι έπρεπε ώς συνήθως νά παραμείνω στάς Φύλακας.
Έζήτησα νά μείνω στο σπίτι μου και νά μεταφερθώ εις τάς Φύλακας ολίγον προ τής εκτελέσεως και έδέχθησαν μέ τήν ύπόσχεσιν δτι πράγματι θά εύρισκόμην στο σπίτι, γιατί όπως αντελήφθην ένόμιζαν πώς θά τούς γελούσα.
Έκανονίσαμεν ή ώρα 10 μ.μ. νά ρθούν νά μέ πάρουν, δπως και έγινε.
Μόλις έφθασα στάς Φύλακας, ώδηγήθην πλησίον τού Παλληκαρίδη διά νά τού μεταδώσω τήν Θείαν Κοινωνίαν. Τον βρήκα απολύτως ήρεμον χωρίς την παραμικράν έκδήλωσιν ταραχής ή λιποψυχίας.
Τά λόγια του εις τήν συνομιλίαν μας ήσαν κοφτά και μετρημένα. Έκάθητο εις τό κρεββάτι του, πού έψαυε σχεδόν τό δάπεδον τοϋ κελλιού, και έγώ λίγον υψηλότερα σ’ ένα σκαμνί.
Τον είχαν στο κελλί τοϋ Ανδρέα Δημητρίου, και στο άλλο τοϋ Καραολή είχαν τον Μάίμάρη, πού τον κατεδίκασαν γιά φόνο. Δύο είναι τά κελλιά τών μελλοθανάτων πλησίον τής άγχύνης, και γι’ αυτό τούς δύο πρώτους τούς είχαν σ’ αυτά τά κελλιά. πού είναι πολύ πληκτικά, όπως και τώρα τούς δύο αυτούς, μέ τήν διαφοράν ότι τώρα μύνον ό ένας μέ ενδιέφερε εθνικά.
Όταν συνελήφθη μέσα στο δάσος μέ ένα όπλο, πού δέν μπορούσε νά χρησιμοποιηθή. ήτο νύχτα, και οί σύντροφοι του έτρεξαν και έφυγαν, και δέν συνελήφθησαν. Αυτός όμως δέν έτρεξε να φύγη. και περίεργος γι’ αυτό τοϋ υποβάλλω τήν έρώτησιν.
– Γιατί δέν έτρεξες νά φύγης και σύ όπως έκαμαν οί άλλοι;
Έσήκωσε τό πρόσωπον του και μέ είδε στά μάτια, γιατί ήτο σκυφτός, και μέ έλαφρόν μειδίαμα μού λέγει.
-Τούς επήρα γιά δειλούς, όταν τους ειδα νά τρέχουν.
Επικρατεί σιωπή. και πάλιν ερωτώ.
-Έχεις τίποτε νά μού πής, παιδί μου;
– Μετανοιώνω γιά κείνο πού έκαμα και άν ζούσα δέν θά το ξανάκαμνα.
Δέν εννοούσε τό ότι έλαβε μέρος στον αγώνα άλλά άλλο πράγμα, τής ψυχής.
Τοϋ υπέδειξα, άν ήθελε νά αφήσει τον σταυρόν του νά τον έχωμεν ώς ένθύμιον, άλλά μοϋ λέγει: Όχι. πάτερ, θέλω νά τον πάρω μαζί μου.
Λυπήθηκα, πού δέν σκέφθηκα νά πάρω άλλον μαζί μου και να τον κρατούσα ώς ιερόν κειμήλιον. όπως έκαμα στους τρεις προηγουμένους. Μετά τήν εκτέλεση τον έφερε στο λαιμό του.
Τού συνέστησα νά έχη θάρρος μέχρι τέλους και νά μήν άφήση τήν εντύπωση στους Άγγλους δημίους ότι έδειλίασε.
– Έχω θάρρος, μού λέγει, και δέν θά δειλιάσω, εύχομαι δέ να είμαι ό τελευταίος. Τά τελευταία του λόγια ήσαν: Τούς χαιρετισμούς μου εις όλους, και εύχομαι σύντομα τήν έλευθερίαν τής Κύπρου.
Τού μετέδωσα τέλος τήν Θείαν Κοινωνίαν. και άφού τον έφίλησα τον άπεχαιρέτισα μέ τάς λέξεις, θάρρος, και νά μήν χάνης τάς ελπίδας σου.
Κάποια έλπίς διασώσεως του υπήρχε μέχρι τής τελευταίας στιγμής, ήτοι τής ενδέκατης και μισής, πού έξετελέσθη.
Ό Μαϊμάρης δταν μέ ειδε νά φεύγω άπό τό διπλανό κελλί, έφώναζε και έκλαιε και έτάρασσε τήν γαλήνη και τήν σιγήν τής νύχτας γύρω άπό τήν άγχόνην.
Έχουμε την εντύπωση πως η εν λόγω φωτογραφία δεν είναι ανάμεσα σε αυτές που τραβήχτηκαν από τον Allen και άρα δεν περιλαμβάνεται στο άλμπουμ με τις φωτογραφίες και τα άλλα αντικείμενα του διαβόητου εκτελεστή των Ελληνοκυπρίων ηρώων της ΕΟΚΑ, τα οποία παραδόθηκαν πριν από μερικές ώρες (Τρίτη 29/10) στον Πρόεδρο της Βουλής Γιαννάκη Ομήρου από αντιπροσωπεία αποδήμων της Μεγάλης Βρετανίας, σίγουρα όμως είναι πέρα για πέρα συγκλονιστική. Για την ιστορία να πούμε πως, ανάμεσα στα αντικείμενα του δήμιου, τα οποία δημοπρατήθηκαν πρόσφατα και κατέληξαν τελικά στα χέρια των αποδήμων για το ποσό των 1100 στερλινών, περιλαμβάνονται ένας κατάλογος με συγκλονιστικά στοιχεία των 9 απαγχονισθέντων της ΕΟΚΑ (όπως τα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν μέχρι να ξεψυχήσουν), ένα ρόπαλο, προσωπικές φωτογραφίες, ένα παραδοσιακό νεροκόλοκο με σκαλισμένη την επιγραφή «Εσκαλίσθη εις τας Κεντρικάς Φυλακάς στις 12 Σεπτεμβρίου του 1958», ένα ρολόι Ωμέγα και δύο επάργυρα ποτήρια.
Πηγή: Εφημερίδα “Σημερινή”, Αβέρωφ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΤΣΗΣ : Έπεσε μαχόμενος για την Ελευθερία στις 19 Νοεμβρίου 1958
Όπως και άλλες μεγάλες μορφές των σύγχρονων Ελλήνων έπεσε μαχόμενος για την ελευθερία στις 19 Νοεμβρίου. Μαζί με τους άλλους αγωνιστές της Ελευθερίας του κυπριακού εθνικοαπελευθερωτικού έπους έγραψαν ιστορία.
Προσδιόρισαν με το παράδειγμά τους ότι η Ελευθερία, κοσμοθεωρητικό θέσφατο και άξονας της διαχρονικής Ελληνικότητας είναι ο φάρος κάθε βιώσιμης κοινωνικής οντότητας. Αντί αυτοδιάθεσης οι Βρετανοί επέβαλαν μια κολοβή ανεξαρτησία. Ο κατήφορος άρχισε πολύ γρήγορα και μισό αιώνα μαζί τόσο η Μεγαλόνησος όσο και το νεοελληνικό κράτος βρίσκονται στο χείλος της Αβύσσου. Αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο μεταμοντέρνο ροκάνισμα πολλών νεοελλήνων που συρρικνώνει την ανθρωπολογική υπόσταση και καθιστά μια κοινωνία έρμαιο των ανελέητων συγκρούσεων της διεθνούς πολιτικής.
Πολλοί νεοέλληνες μαθητές και φοιτητές δεν θα ξέρουν ποιος είναι ο Κυριάκος Μάτσης ή ότι στην διαδρομή των Ελλήνων το 1955-59 αποτελεί την τελευταία μεγάλη στιγμή πάλης για το κοσμοθεωρητικό θέσφατο της Ελευθερίας. Αντίθετα αναρίθμητοι παλινδρομούν μεταξύ άγνοιας όσων χάνουν τον καιρό τους και χάσκουν σε καφενεία και μπαρ κάθε βράδυ και πνευματικού μπερδέματος που προκαλεί το εχθρικό στην έννοια πατρίδα ιδεολογικό αριστεροδεξιοφασιστικό συνονθύλευμα (δεν συμπεριλαμβάνω τους άμοιρους «οπαδούς» παρά μόνο την ξενοκρατούμενη ολιγαρχία και το υποστηρικτικό «πνευματικό» ακταρμά).
Αυτά γράφονται πρώτον, ως πασίδηλη και αυτονόητη αναφορά στις παθολογίες των νεοελλήνων που οδήγησαν στην απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας που τώρα βιώνουμε και δεύτερον, ως υπόμνηση για όσους συνεχίζουν ακόμη να διαθέτουν πολιτική υπόσταση και να σκέφτονται πολιτικά. Οι τελευταίοι θα είναι πολύτιμοι όταν και εάν σηκωθούμε όρθιοι.
Εάν μη τι άλλο στην ιστορική διαχρονία πολλοί άνθρωποι και πολλές κοινωνίες έπαθαν μεγάλες ζημιές ή εξαφανίστηκαν όταν ξέχασαν κάποια πράγματα:
Ότι η πατρίδα είναι η έσχατη λογική και το υπαρξιακό θεμέλιο των κοινωνικών οντοτήτων και των μελών τους
Ότι η Ελευθερία όπως ενσαρκώνεται στην Εθνική Ανεξαρτησία δύσκολα κερδίζεται (πάντα με αίμα) και δύσκολα διασφαλίζεται.
Ότι στην Οδύσσεια των ανθρώπων, των κρατών και του κόσμου ο σταθερός και ακλόνητος πνευματικός προσανατολισμός είναι η πατρίδα και ποτέ κάποιοι μεταφυσική κόσμου που στον σύγχρονο κόσμο προπαγανδίζουν τα εσχατολογικά διεθνιστικά δόγματα.
Ότι η συνοχή, η δημοκρατία, η πολιτική ελευθερία και η ισχύς της οικείας πατρίδας είναι προϋπόθεση ευημερίας, ευταξίας, ασφάλειας και Ελευθερίας-Εθνικής Ανεξαρτησίας.
Ότι η πατρίδα όπως ενσαρκώνεται σήμερα στην έννοια εθνοκράτος είναι «συμβόλαιο» Ελευθερίας των προγόνων με τους ζώντες και τους απογόνους τους
Ότι χωρίς πατρίδα οι άνθρωποι είναι έρμαια και αναλώσιμοι.
Όπως και οι άλλοι ήρωες της Ελευθερίας του εθνικοαπελευθερωτικού έπους 1955-1958 ο Κυριάκος Μάτσης είναι μια από τις μεγαλύτερες μορφές τόσο της διαχρονικής Ελληνικότητας όσο κάθε έθνους που αξιώνει ελευθερία.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ( http://www.kyriakosmatsis.com.cy/biografiko.shtm )
Τα πιο ασφαλή βιογραφικά στοιχεία μάς τα δίνει ο ίδιος ο Κυριάκος Μάτσης, όταν υποχρεώθηκε, το Σεπτέμβριο του 1954, να τα υποβάλει ως υποψήφιος στον προκηρυχθέντα υπό του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ.) ειδικό διαγωνισμό, με σκοπό την μετεκπαίδευση Κυπρίου γεωπόνου στο εξωτερικό. Γράφει επί λέξει ο Κ. Ματσης:
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΜΑΤΣΗ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΗ ΓΡΑΦΕΙΣΑ ΕΙΔΙΚΩΣ ΔΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΚΗΡΥΧΘΕΝΤΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΝ ΠΡΟΣ ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΝ ΚΥΠΡΙΟΥ ΓΕΩΠΟΝΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΝ.
Εγεννήθην εις το Παλαιχώρι (Μόρφου) της Κύπρου, την 2αν Μαΐου 1926,* εκ γονέων ασχολουμένων και αποζώντων σχεδόν αποκλειστικώς εκ της γεωργίας και δια της αμπελουργίας, λαχανοκομίας και δενδροκομίας.
Έχω ακόμη δύο μικρότερούς μου αδελφούς εκ των οποίων ο εις παρέμεινε εις το χωρίον, ο δέυτερος περατώσας τας γυμνασιακάς του σπουδάς, παρακολουθεί μαθήματα εις την Αμερικανικήν Ακαδημίαν Λάρνακος, Κύπρου, βοηθούμενος προς τούτο υπό του εκ πατρός θείου του.
Έζησα, μέχρι του 13ου έτους της ηλικίας μου, πλησίον των γονέων μου παρακολουθών τα μαθήματα του Δημoτικoύ Σχολείου και βοηθών ταυτοχρόνως αυτούς εις διαφόρους γεωργικάς εργασίας της δυναμικότητός μου, ως λ-χ. ποτίσματα, βόσκησιν αιγών, συλλογήν καρπών κ.λ.π.
Τον Σεπτέμβριον του 1939, ενεγράφην εις το Γυμνάσιον Αμμοχώστου και τη αποκλειστική συνδρομή του εκ πατρός θείου μου κ. Ιωάννου Κ.
Μάτση, εμπόρου εν Αμμοχώστω, εις την οικίαν του οποίου παρέμενα, επεράτωσα τας σπουδάς μου Μέσης Παιδείας, κατά τον Ιούνιον του 1945. Κατά την καθιερωμένην επί τη λήξει του σχολικού έτους εορτήν επελέγη ν υπό των συμμαθητών μου και απήντησα εις την προσφώνησιν του σεβαστού μας Γυμνασιάρχου επί τη αποφοιτήσει μας.
Ακολούθως ηργάσθην επί εν έτος και τρεις μήνας (από lουλίου 1945 μέχρι Οκτωβρίου 1946) ως υπάλληλος εις το τμήμα Ξυλείας και Υλικών Οικοδομής των κ.κ. Π. Ιωάννου και Σία εις Αμμόχωστον.
Κατά το διάστημα τούτο ανεμίχθην ενεργώς εις την εθνικοκοινωνικήν ζωήν της πόλεως ταύτης διατελέσας Γραμματεύς των Διοικητικών Συμβουλίων του Σ.Α.Ε.Γ.Β. (Συλλόγου Αποφοίτων Ελληνικού Γυμνασίου Βαρωσίων) και της Ε.Χ.Α.Ν. (Ελληνικής Χριστιανικής Αδελφότητος Νέων Αμμοχώστου), μέλος του Εκλογικού Επιτελείου του Εθνικού Συνδυασμού διά τας Δημοτικάς εκλογάς και εις των ομιλητών κατά τας προεκλογικάς συγκεντρώσεις του. Επίσης έγραφα τακτικά εις την στήλην Νεολαίας της τότε εκδιδομένης τοπικής εφημερίδος Ακρόπολις.
Το έτος 1946, τυχών υποτροφίας της Κυπριακής Αγροτικής Εταιρείας, μετέβην εις Θεσσαλονίκην και εγγραφείς, την 31ην Δεκεμβρίου 1946, εις την Γεωπονοδασολογικήν Σχολήν (Τμήμα Γεωπονίας) του εκείσε
Πανεπιστημίου, ηξιώθην της απονομής του Πτυχίου Γεωπονίας, την 21 ην lουνίου 1952. Καθ’ όλη ν την διάρκειαν της εις Ελλάδα παραμονής μου, ήτις συνέπεσε με τας ζοφεροτέρας ημέρας του συμμοριτοπολέμου δεν παρέμεινα απαθής θεατής του διεξαγομένου κατά του κομμουνισμού αγώνος, αλλά τουναντίον επολέμησα αυτόν με όλην την δύναμιν της ψυχής μου, υπηρετήσας εις την πολιτοφυλακήν του Δ. Αστυνομικού Τμήματος Θεσσαλονίκης, αρθρογραφήσας πολλάκις από των στηλών της απογευματινής εφημερίδος Θεσσαλονίκης Νέα Αλήθεια επί θεμάτων αφορώντων κυρίως την προδοτικήν στάσιν των Κυπρίων Κομμουνιστών εις τα Εθνικά μας ζητήματα και λαβών μέρος εις υπερτριάκοντα ανά την Μακεδονικήν ύπαιθρον και τα προκεχωρημένα στρατιωτικά φυλάκια φοιτητικάς εξορμήσεις, οργανουμένας υπό του Α2 Γραφείου του Γ’ Σώματος Στρατού τη συμπράξει των καθηγητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και της Μ.Ε.Ε.Φ. (Μορφωτικής Ενώσεως Εθνικοφρόνων Φοιτητών). Εξελέγην δις μέλος του Συμβουλίου της ως άνω Εθνικής Φοιτητικής οργανώσεως και από της θέσεώς μου ταύτης έλαβα ενεργόν μέρος και εις πάσαν άλλην φοιτητικήν εκδήλωσιν εν τω Πανεπιστημίω ων εις των κυρίων ομιλητών εις τας εκάστοτε εορτάς επί τη επετείω Εθνικών γεγονότων, αντικομμουνιστικών συλλαλητηρίων και συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας διά την κατοχή ν της ιδιαιτέρας μου πατρίδος – Κύπρου – υπό των Άγγλων. (Αν και όσα σημειούνται ανωτέρω θεωρούνται και ως υπεύθυνοι δηλώσεις, δεδομένου του σκοπού διά τον οποίον γράφονται, εν τούτοις και δι’ επιβεβαίωσιν αλλά και διά σχηματισμόν σαφεστέρας αντιλήψεως παραθέτω αποσπάσματα Μακεδονικών εφημερίδων περιέχοντα στοιχεία από την προαναφερθείσαν δράσιν μου).
Επανακάμψας εις Κύπρον, τον lούλιον του 1952, ανέλαβα την τεχνικήν διεύθυνσιν του Αγροκτήματος της Κυπριακής Αγροτικής Εταιρείας Κουκλιών Αμμοχώστου, την οποίαν διατηρώ μέχρι σήμερον. Το αγρόκτημα τούτο καλύπτον έκτασιν δώδεκα περίπου χιλιάδων (12,000) δεκαδικών στρεμμάτων ευρίσκεται επί του 140υ μιλιοδείκτου της οδού Αμμοχώστου-Λευκωσίας. Εις αυτό καλλιεργούνται κυρίως εσπεριδοειδή, ελαίαι, χαρουπιαί, επιτραπέζιοι σταφυλαί και δημητριακά, διατηρείται δε και ποίμνιον εκ τριακοσίων περίπου (300) προβάτων εντοπίου φυλής. Η διοργάνωσις του Αγροκτήματος τούτου και η επί επιστημονικών βάσεων διεξαγωγή των εργασιών του απερρόφησε ολόκληρον την προσοχήν και ενεργητικότητά μου, κατά το υπερδιετές διάστημα της εις αυτό παραμονής μου.
Ερχόμενος εις επαφήν με τους χωρικούς των πέριξ του Αγροκτήματος κοινοτήτων, δεν παραλείπω από του να δίδω εις αυτούς πάσαν οδηγίαν διά τα γεωργικά προβλήματα που τους απασχολούν.
Επί πλέον, επειδή το χωρίον μου είναι καθυστερημένη δενδροκομική περιοχή χρήζουσα μεγάλης αναπτύξεως, καταβάλλω κάθε προσπάθειαν διά την πρόοδόν του προς την κατεύθυνσιν ταύτην. Έγραψα μάλιστα και σχετικόν άρθρον εις την εφημερίδα της Π.Ε.Κ. (Παναγροτικής Ενώσεως Κύπρου) Φωνή των Αγροτών διά την επέκτασιν της καλλιεργείας της κερασιάς.
Η αυτοβιογραφία αύτη εγράφη ειδικώς διά τον προ κηρυχθέντα υπό του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών διαγωνισμόν προς μετεκπαίδευσιν Κυπρίου γεωπόνου εις το εξωτερικόν.
Ο γράψας
Μάτσης Κυριάκος
Εν Κουκλίοις (Αμμοχώστου) τη 10η Σεπτεμβρίου 1954.
* Η πραγματική ημερομηνία γέννησης του Κ. Μάτση είναι 23.1.1926
Συμπληρωματικά προς όσα ο Κ. Μάτσης Γράφει για την πορεία του, μέχρι το Σεπτέμβρη του 1954, θα μπορούσαν να λεχθούν τα εξής: Γονείς του Κυριάκου ήταν ο Χριστοφής και η Κυριακού Μάτση. Τα δε δύο αδέλφια του ήταν ο Γεώργιος και ο Ιωάννης Μάτσης(1). Ο πρώτος παρέμεινε στο χωριό. Ο δεύτερος, μετά τις γυμνασιακές του σπουδές, το 1954, παρακολουθούσε μαθήματα στην Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας. Πρόκειται για τον αγωνιστή, βουλευτή και τέως πρόεδρο του Δημοκρατικού Συναγερμού Γιαννάκη Μάτση.
Το Σεπτέμβρη του 1954, ο Κ. Μάτσης επισκέπτεται τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Ήδη είχε ενταχθεί στις τάξεις των Κυπρίων αγωνιστών. Στη Θεσσαλονίκη, όπως γράφει ο ίδιος σε επιστολή του ημερομηνίας 5.1.1955, πήγε «για την εκπλήρωση άλλων σκοπών»(2), ιδιαίτερα για τη συλλογή οπλισμού(3).
Η έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, την 1 η Απριλίου 1955, βρίσκει τον Κ. Μάτση ήδη ενταγμένο στις τάξεις της Ε.Ο.Κ.Α. Γράφει χαρακτηριστικά ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας-Διγενής, στρατιωτικός αρχηγός του Αγώνα, στα Απομνημονεύματά του σ. 326:
Εκ των πρώτων κατετάγη εις την Οργάνωσιν. Στρατιώτης του καθήκοντος, αγνό ς και τίμιος, υπόδειγμα εις τους υφισταμένους του, εμψυχωτής, εισήλθεν εις τον αγώνα με την φλόγα της αυτοθυσίας και
την δίψαν να επιτελέση έργον μεγάλον.
Στα πρώτα βήματα του Αγώνα ο Διγενής του ανέθεσε τη διοργάνωση ομάδων κρούσεως στην περιοχή Αμμοχώστου και ακολούθως στην περιοχή Μιτσερού. Κατόπιν, ανέλαβε την πολύ σημαντική και επικίνδυνη ευθύνη του παγκύπριου κεντρικού συνδέσμου μεταξύ Αρχηγού και αγωνιστών και του ρυθμιστή μεταφοράς οπλισμού και εφοδίων σ’ ολόκληρη την Κύπρο.
Την 6η Ιανουαρίου 1956, συνελήφθη και οδηγήθη στα φρικτά ανακριτήρια της Ομορφίτας, όπου και εβασανίσθη ανηλεώς. Εκεί τον επεσκέφθη ο στυγνός στρατάρχης, τότε κυβερνήτης της νήσου, σερ Τζων Χάρτινγκ και του πρόσφερε το κολοσσιαίο για την εποχή ποσό του μισού εκατομμυρίου λιρών, προκειμένου να αποκαλύψει πού βρισκόταν ο Διγενής. Έμεινε ιστορική η καθόλα ελληνική απάντηση του ήρωα: «Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής». Στη συνέχεια, μεταφέρεται στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς, απ’ όπου δραπέτευσε, στις 13 Σεπτεμβρίου του 1956. Αρχικά καταφεύγει στην Πιτσιλιά, στον τομέατου Γρηγόρη Αυξεντίου και ακολούθως μετακινείται στην περιοχή Μόρφου-Ζώδιας. Το Νοέμβριο του 1956, επωμίζεται την ευθύνη του τομεάρχη της περιοχής Κυρηνείας, ο οποίος ήταν αποδιοργανωμένος, λόγω πολλών συλλήψεων. Δύο χρόνια μετά, στις 19 Νοεμβρίου 1958, έπεσε ηρωικά στο χωριό Κάτω Δίκωμο, ύστερα από προδοσία. Τάφηκε, στα κρυφά, στα Φυλακισμένα Μνήματα, μακράν των οικείων του και του αγαπημένου χώματος του χωριού του Παλαιχωρίου.
Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΑΤΣΗ
Επιστέγασμα των αγώνων του Κυριάκου Μάτση ήταν όταν, μέσα από το κρησφύγετο του στο Δίκωμο, βροντοφώναξε στη 1:30 το μεσημέρι της 19ης Νοεμβρίου του 1958:
«Όχι δεν παραδίδομαι. Αν θα βγω, θα βγω πυροβολώντας».
Περικυκλωμένος στο ασφυκτικό κρησφύγετό του δεν είχε άλλη εκλογή παρά να πεθάνει. Ο ίδιος δεν είχε αφήσει στην ψυχή του κανένα ηθικό περιθώριο για εκλογή. Ήταν έτοιμος για τον θάνατο. Τον είχε προβλέψει στα γράμματά του, τον είχε αναλύσει στους φιλοσοφικούς στοχασμούς του, τον είχε με σιγουριά καταγράψει στο ημερολόγιο του, τον είχε τραγουδήσει. Είχε υπογραμμίσει στο βιβλίο «Σιδηρά Διαθήκη» του Δημητρακοπούλου:
«Έκλεξε όσον ημπορής τον τρόπο του θανάτου σου, ένας ωραίος θάνατος είναι συνήθως η ευγενεστέρα πράξις της ζωής!»
Ο Λοχίας του Τμήματος Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων (αρ. 442) Σαλίμ Γιαβούζ άκουσε όλο τον διάλογο μεταξύ του Κυριάκου Μάτση και του μεταφραστή, και κατέθεσε αργότερα:
Άκουσα τον μεταφραστή να λεει στα ελληνικά: ‘Μάτση, Μάτση πιάστηκες στο κρησφύγετο. Δεν υπάρχει πιθανότητα να δραπετεύσεις. Παραδώσου’.
Στη συνέχεια άκουσα μια βαριά φωνή που φαινόταν ότι ερχόταν κάτω από το δάπεδο, να απαντά στα ελληνικά: ‘Δεν παραδίδομαι’.
Ο μεταφραστής στη συνέχεια ρώτησε: “Πόσοι είστε εκεί κάτω;’
Και η φωνή απάντησε: ‘Τρεις».
Ο μεταφραστής ακολούθως ρώτησε: ‘πόσα όπλα έχετε μαζί σας;’
Και η φωνή απάντησε: ‘Δυο’.
Ο μεταφραστής ρώτησε: ‘έχετε βόμβες;’
Και η φωνή απάντησε: ‘Έχουμε βόμβες’
Ο μεταφραστής είπε στη συνέχεια: ‘Ελάτε ένας, ένας, άοπλοι και παραδοθείτε’.
Η φωνή απάντησε: ‘Δύο πρόσωπα έρχονται άοπλα- μην τους πυροβολήσετε’.
Ο μεταφραστής ρώτησε: ‘Εσύ τι θα κάμεις;’
Η φωνή απάντησε: ‘Θα δω τι θα κάνω με τον εαυτό μου. Εάν δεν θέλετε να πολεμήσετε, είναι καλύτερα να φύγετε από το δωμάτειο’.
Έντεκα μήνες πριν το πέρασμα του Μάτση στην αθανασία, σε επιστολή προς τους γονείς του, φανερώνει το πως θα αντιμετώπιζε το τελευταίο προσκλητήριο της πατρίδας:
«Πιστεύομεν ότι κάθε θυσία μας δεν πηγαίνει άδικα και εσείς να είστε περήφανοι για μας. Αν ο καλός Θεός μας επιφυλάσσει την λαμπράν τύχη να δώσουμεν την ζωήν μας για την πατρίδα, τότε η χαρά σας πρέπει να είναι απέραντη. Δεν ξέρω αν μπορεί να ονειρευτεί ένας άνθρωπος καλύτερη τύχη από αυτή. Και δεν μπορώ να σκεφθώ γονείς που να είναι πιο περήφανοι παρά για τα παιδιά τους που έπεσαν για την πατρίδα».
Ο λόγος του Μάτση είναι λόγος διαχρονικός, γιατί πηγάζει από αξίες οικουμενικές, οι οποίες έχουν ως κέντρο αναφοράς τους τον άνθρωπο. Ο Κυριάκος Μάτσης αντιτάχθηκε και με την γραφίδα του, αλλά και με το όπλο του σε κάθε μορφή ολοκληρωτισμού και καταπίεσης. Η πίστη του στην ελευθερία και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια στάθηκαν οι παντοτινοί σύντροφοί του.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά
Τόσος χρόνος χρειάστηκε μέχρι να περάσει στην αιωνιότητα ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, σύμφωνα με τις σημειώσεις του δήμιού του.
Ο 19χρονος ήρωας από την Τσάδα, ο γενναίος αυτός πατριώτης, σύμφωνα με τις σημειώσεις που κρατούσε ο διαβόητος δήμιος της βρετανικής αποικιοκρατίας, Harry Allen, κατά τη διάρκεια των απαγχονισμών των ηρώων της ΕΟΚΑ, ξεψύχησε ηρωικά 9 δευτερόλεπτα μετά από τη στιγμή που άνοιξε η ξύλινη καταπακτή της αγχόνης.
«Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Αυτό είχε γράψει στο τελευταίο γράμμα του.
Η πιο πάνω φωτογραφία ανέβηκε πριν από μερικές ώρες στο διαδίκτυο με τη λεζάντα «Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης στις τελευταίες του στιγμές...». Παρά τις πολλές προσπάθειες, δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε την αρχική πηγή για να διαπιστώσουμε κατά πόσο απεικονίζει τον ίδιο τον ήρωα μαζί με τον ιερέα των Κεντρικών Φυλακών ή αν πρόκειται για σκηνή από κάποια ταινία-ντοκιμαντέρ αφιερωμένη στη ζωή και τη θυσία του. Αν όντως είναι αυθεντική, τότε απεικονίζει τον Παλληκαρίδη ίσως καθώς εξομολογείται από τον ιερέα Παπάντωνη Ερωτοκρίτου, λίγο πριν τον απαγχονισμό του που, όπως έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας, εκτυλίχθηκε τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957.
Πιο κάτω, τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνο το βράδυ, έτσι όπως τα περιγράφει με μεστή γραφή ο ίδιος ο Παπάντωνης μέσα στο βιβλίο του με τίτλο «Πώς έζησα το δράμα των Απαγχονισθέντων»:
Ήτο τόση ή βία του, ώστε νά διάταξη τήν έκτέλεσίν του προ τού μεσονυκτίου, ένώ δλους τούς προηγουμένους τούς έξετέλεσαν κατά τάς πρώτας πρωϊνάς ώρας, διότι ήθελε νά προλάβη μή τυχόν και ήρχετο χάρις άπό τήν Βασίλισσαν, διότι δλοι αυτό έπεριμένα μεν. Λέγεται δτι εδόθη ή χάρις, ήτο δμως άργά, αν πράγματι εδόθη.
Τό απόγευμα τής 13ης Μαρτίου ό διοργανωτής τών εκτελέσεων κ. Λκκερ μέ ενημέρωσε περί τής εκτελέσεως τού Παλληκαρίδη και ότι έπρεπε ώς συνήθως νά παραμείνω στάς Φύλακας.
Έζήτησα νά μείνω στο σπίτι μου και νά μεταφερθώ εις τάς Φύλακας ολίγον προ τής εκτελέσεως και έδέχθησαν μέ τήν ύπόσχεσιν δτι πράγματι θά εύρισκόμην στο σπίτι, γιατί όπως αντελήφθην ένόμιζαν πώς θά τούς γελούσα.
Έκανονίσαμεν ή ώρα 10 μ.μ. νά ρθούν νά μέ πάρουν, δπως και έγινε.
Μόλις έφθασα στάς Φύλακας, ώδηγήθην πλησίον τού Παλληκαρίδη διά νά τού μεταδώσω τήν Θείαν Κοινωνίαν. Τον βρήκα απολύτως ήρεμον χωρίς την παραμικράν έκδήλωσιν ταραχής ή λιποψυχίας.
Τά λόγια του εις τήν συνομιλίαν μας ήσαν κοφτά και μετρημένα. Έκάθητο εις τό κρεββάτι του, πού έψαυε σχεδόν τό δάπεδον τοϋ κελλιού, και έγώ λίγον υψηλότερα σ' ένα σκαμνί.
Τον είχαν στο κελλί τοϋ Ανδρέα Δημητρίου, και στο άλλο τοϋ Καραολή είχαν τον Μάίμάρη, πού τον κατεδίκασαν γιά φόνο. Δύο είναι τά κελλιά τών μελλοθανάτων πλησίον τής άγχύνης, και γι' αυτό τούς δύο πρώτους τούς είχαν σ' αυτά τά κελλιά. πού είναι πολύ πληκτικά, όπως και τώρα τούς δύο αυτούς, μέ τήν διαφοράν ότι τώρα μύνον ό ένας μέ ενδιέφερε εθνικά.
Όταν συνελήφθη μέσα στο δάσος μέ ένα όπλο, πού δέν μπορούσε νά χρησιμοποιηθή. ήτο νύχτα, και οί σύντροφοι του έτρεξαν και έφυγαν, και δέν συνελήφθησαν. Αυτός όμως δέν έτρεξε να φύγη. και περίεργος γι' αυτό τοϋ υποβάλλω τήν έρώτησιν.
- Γιατί δέν έτρεξες νά φύγης και σύ όπως έκαμαν οί άλλοι;
Έσήκωσε τό πρόσωπον του και μέ είδε στά μάτια, γιατί ήτο σκυφτός, και μέ έλαφρόν μειδίαμα μού λέγει.
-Τούς επήρα γιά δειλούς, όταν τους ειδα νά τρέχουν.
Επικρατεί σιωπή. και πάλιν ερωτώ.
-Έχεις τίποτε νά μού πής, παιδί μου ;
- Μετανοιώνω γιά κείνο πού έκαμα και άν ζούσα δέν θά το ξανάκαμνα.
Δέν εννοούσε τό ότι έλαβε μέρος στον αγώνα άλλά άλλο πράγμα, τής ψυχής.
Τοϋ υπέδειξα, άν ήθελε νά αφήσει τον σταυρόν του νά τον έχωμεν ώς ένθύμιον, άλλά μοϋ λέγει: Όχι. πάτερ, θέλω νά τον πάρω μαζί μου.
Λυπήθηκα, πού δέν σκέφθηκα νά πάρω άλλον μαζί μου και να τον κρατούσα ώς ιερόν κειμήλιον. όπως έκαμα στους τρεις προηγουμένους. Μετά τήν εκτέλεση τον έφερε στο λαιμό του.
Τού συνέστησα νά έχη θάρρος μέχρι τέλους και νά μήν άφήση τήν εντύπωση στους Άγγλους δημίους ότι έδειλίασε.
- Έχω θάρρος, μού λέγει, και δέν θά δειλιάσω, εύχομαι δέ να είμαι ό τελευταίος. Τά τελευταία του λόγια ήσαν: Τούς χαιρετισμούς μου εις όλους, και εύχομαι σύντομα τήν έλευθερίαν τής Κύπρου.
Τού μετέδωσα τέλος τήν Θείαν Κοινωνίαν. και άφού τον έφίλησα τον άπεχαιρέτισα μέ τάς λέξεις, θάρρος, και νά μήν χάνης τάς ελπίδας σου.
Κάποια έλπίς διασώσεως του υπήρχε μέχρι τής τελευταίας στιγμής,ήτοι τής ενδέκατης και μισής, πού έξετελέσθη.
Ό Μαϊμάρης δταν μέ ειδε νά φεύγω άπό τό διπλανό κελλί, έφώναζε και έκλαιε και έτάρασσε τήν γαλήνη και τήν σιγήν τής νύχτας γύρω άπό τήν άγχόνην.
Έχουμε την εντύπωση πως η εν λόγω φωτογραφία δεν είναι ανάμεσα σε αυτές που τραβήχτηκαν από τον Allen και άρα δεν περιλαμβάνεται στο άλμπουμ με τις φωτογραφίες και τα άλλα αντικείμενα του διαβόητου εκτελεστή των Ελληνοκυπρίων ηρώων της ΕΟΚΑ, τα οποία παραδόθηκαν πριν από μερικές ώρες (Τρίτη 29/10) στον Πρόεδρο της Βουλής Γιαννάκη Ομήρου από αντιπροσωπεία αποδήμων της Μεγάλης Βρετανίας, σίγουρα όμως είναι πέρα για πέρα συγκλονιστική. Για την ιστορία να πούμε πως, ανάμεσα στα αντικείμενα του δήμιου, τα οποία δημοπρατήθηκαν πρόσφατα και κατέληξαν τελικά στα χέρια των αποδήμων για το ποσό των 1100 στερλινών, περιλαμβάνονται ένας κατάλογος με συγκλονιστικά στοιχεία των 9 απαγχονισθέντων της ΕΟΚΑ (όπως τα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν μέχρι να ξεψυχήσουν), ένα ρόπαλο, προσωπικές φωτογραφίες, ένα παραδοσιακό νεροκόλοκο με σκαλισμένη την επιγραφή «Εσκαλίσθη εις τας Κεντρικάς Φυλακάς στις 12 Σεπτεμβρίου του 1958», ένα ρολόι Ωμέγα και δύο επάργυρα ποτήρια.
Πηγή: City Free Press
ΓΕΝΙΚΑ: Στις 10 Μαΐου 1956 απαγχονίστηκαν στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας από τους Άγγλους αποικιοκράτες, που σημειωτέον κατέχουν ακόμη τμήμα του εδάφους της μαρτυρικής Μεγαλονήσου, ο Μιχαήλ Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου.
Οι δύο εθνικοί αυτοί αγωνιστές αποτέλεσαν τους πρωτομάρτυρες του αντιαποικιοκρατικού Κυπριακού Αγώνα δίνοντας τη ζωή τους για την απελευθέρωση και Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα και όχι για κάποιο “δικοινοτικό ή διζωνικό σύστημα”, ή όπως αλλιώς χαρακτηρίζονται από τα διάφορα σχέδια Ανάν, κ.ά. .
ΣΤΗΝ ΕΟΚΑ: Οι Καραολής και Δημητρίου προέρχονταν από την αγροτική τάξη, η οποία στις δεκαετίες των ΄40 και ΄50, επιβίωνε μέσα στη τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Εντάχθηκαν σε νεαρή ηλικία στην ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) και αγωνίστηκαν ηρωικά για την απελευθέρωση και την Ελληνικότητα της Κύπρου μας. Η δράση τους στην ΕΟΚΑ υπήρξε πολυδιάστατη.
|
Ο Καραολής μεταξύ Άγγλων και συνεργατών τους. |
ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΧΟΝΕΣ: Ο Μιχαήλ Καραολής μαζί με τον συναγωνιστή του Ανδρέα Παναγιώτου κατηγορήθηκαν ότι σκότωσαν σε μια συγκέντρωση του ΑΚΕΛ στις 28 Αυγούστου 1955, έναν αστυνομικό ελληνικής καταγωγής συνεργάτη των Άγγλων. Ο Καραολής, αντίθετα με τον Παναγιώτου, συνελήφθη αργότερα σε ενέδρα. Οι Βρετανοί που τηρούσαν αρχείο στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών τον ανακάλυψαν από το ποδήλατό του που δεν μπόρεσε να πάρει από τη συγκέντρωση. Ο Ανδρέας Δημητρίου συνελήφθη και κατηγορήθηκε ότι πυροβόλησε και τραυμάτισε στην Αμμόχωστο τον πράκτορα της Ιντέλιτζενς Σέρβις, Σίντνεϊ Τέιλορ, στις 28 Νοεμβρίου 1955. Οι δύο αγωνιστές δεν αποκάλυψαν τίποτα στις αγγλικές αρχές, φυλακίστηκαν στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας και καταδικάσθηκαν σε θάνατο και απαγχονίστηκαν στις 10 Μαΐου 1956.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ: Όπως ήταν αναμενόμενο, η εκτέλεσή τους προκάλεσε έκρηξη αντιδράσεων στη Μεγαλόνησο. Η Ε.Ο.Κ.Α. εκτέλεσε τους Άγγλους στρατιώτες Γκόρντον Χιλ και Ρόναλντ Σίλτον, που είχαν απαχθεί και κρατούνταν ως όμηροι ενώ σχεδιάστηκε επίθεση στον αστυνομικό σταθμό Παλαιχωρίου η οποία ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Στην Ελλάδα την προηγούμενη μέρα της εκτέλεσης, άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 200 τραυματίστηκαν στην Αθήνα, από τις συγκρούσεις αστυνομικών και διαδηλωτών σε μια πρωτοφανούς έντασης διαδήλωση, με κεντρικό αίτημα την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Άλλωστε για τον πατριώτη Έλληνα η Κύπρος δεν “κείται μακράν” κατά το ρηθέν του “μακαριστού εθνάρχου”.
ΟΙ ΤΑΦΟΙ ΤΟΥΣ: Οι σωροί των δύο ηρώων του απελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου θάφτηκαν μαζί με άλλους 11 Έλληνες ήρωες στα λεγόμενα «Φυλακισμένα Μνήματα», ένα μικρό κοιμητήριο που είχαν κατασκευάσει οι Άγγλοι αποικιοκράτες στις κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας και το οποίο βρισκόταν δίπλα από τα κελιά των μελλοθάνατων και την αγχόνη. Οι Άγγλοι δεν επέτρεψαν στις οικογένειές τους να πάρουν τα σώματά τους και να τα θάψουν με τον προσήκοντα σεβασμό. Η εκτέλεση αυτών των Ελλήνων αγωνιστών της Κύπρου προκάλεσε εντονότατο ρεύμα αγανάκτησης σ΄ ολόκληρο τον κόσμο. Τιμής ένεκεν ο Δήμος Αθηναίων μετονόμασε την οδό Λουκιανού όπου και το οίκημα της Αγγλικής Πρεσβείας σε οδό Καραολή και Δημητρίου, το ίδιο έπραξε και ο Δήμος Πειραιά μετονομάζοντας την οδό Ναυάρχου Μπητ στη σημερινή οδό Καραολή και Δημητρίου. Επίσης, στην Καισαριανή δύο δρόμοι φέρουν τα ονόματα των δύο αγωνιστών, ο ένας του Μιχαήλ Καραολή και ο άλλος του Ανδρέα Δημητρίου.
ΕΠΙΛΟΓΙΚΑ: Ο Μιχαλάκης Καραολής κατά την διάρκεια της κράτησης του έδωσε ένα γράμμα προς τους φίλους του με τα παρακάτω:
“Τα ελληνόπουλα δεν ξέρουν
μόνο πως πρέπει να ζουν
Ξέρουν και πώς να πεθαίνουν
Kαι πως την πατρίδα να τιμούν”.
Τα λόγια αυτά ας θυμόμαστε εμείς οι Ελλαδίτες Έλληνες αλλά και οι Κύπριοι αδελφοί μας μη ξεχνώντας πως ο θάνατός τους ήταν απότοκος του αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου για Ένωση με τη Μάνα Πάτριδα και τίποτε λιγότερο.
Πηγή: Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...