Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Σε όλη τη διάρκεια της επί γης ζωής του Ιησού Χριστού, η σεμνή είσοδός Του στην Αγία Πόλη ήταν το μόνο ορατό σημείο θριάμβου. Μέχρι αυτή τη μέρα ο Ιησούς έδειχνε επίμονη άρνηση σε κάθε περίπτωση θριάμβου και δόξας Του. Έξι μέρες όμως πριν το Πάσχα, όχι μόνο δέχτηκε να δοξαστεί, αλλά ο ίδιος προκάλεσε και οργάνωσε αυτή τη δόξα. Κάνοντας αυτό που προανήγγειλε ο προφήτης Ζαχαρίας: «ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεται σοι... πραύς και επιβεβηπώς επί υποζύγιον και πώλον νέον» (Ζαχ. 9, 9), φανέρωσε ότι ήθελε να επιδοκιμαστεί και να αναγνωριστεί ως Μεσσίας, Βασιλέας και Λυτρωτής του Ισραήλ.
Οι Ευαγγελικές περικοπές τονίζουν όλα αυτά τα μεσσιανικά στοιχεία, δηλαδή τους κλάδους των βαΐων και τα Ωσαννά, τις επευφημίες για τον Ιησού Χριστό ότι είναι ο Υιός του Δαυίδ και Βασιλέας του Ισραήλ. Η ιστορία του Ισραήλ τώρα ολοκληρώνεται, φτάνει στο τέλος της, αυτό εξ άλλου είναι και το νόημα αυτού του γεγονότος, της αγγελίας της Βασιλείας του Θεού. Για την εκπλήρωση του σκοπού αυτής της ιστορίας έπρεπε να αναγγελθεί και να προετοιμαστεί η Βασιλεία του Θεού, η έλευση του Μεσσία. Και τώρα εκπληρώθηκε, γιατί ο Βασιλέας εισέρχεται στην Αγία Πόλη Του και όλες οι προφητείες και o ι προσδοκίες βρίσκουν την εκπλήρωση τους στο Πρόσωπο Του. Ο Χριστός εγκαθιστά τη Βασιλεία Του επί της γης.
Την Κυριακή των Βαΐων θυμόμαστε και τιμάμε αυτό το μέγιστο γεγονός. Κρατώντας κλάδους βαΐων ταυτιζόμαστε με το λαό της Ιερουσαλήμ. Μαζί τους χαιρετίζουμε τον ταπεινό Κύριο και Βασιλέα ψέλνοντας: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Άραγε ποιο είναι το αληθινό νόημα όλων αυτών σήμερα για μας;
Πρώτα-πρώτα είναι η ομολογία μας ότι ο Χριστός είναι ο Βασιλέας και Κύριος μας. Πολύ συχνά, στην καθημερινή ζωή μας, ξεχνάμε ότι η Βασιλεία του Θεού έχει ήδη εγκατασταθεί στη γη και ότι την ημέρα της βαπτίσεώς μας γίναμε πολίτες αυτής της Βασιλείας και υποσχεθήκαμε η αφοσίωση και η πίστη μας σ' αυτή να είναι πάνω από κάθε άλλη πίστη μας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Χριστός για λίγες ώρες ήταν πραγματικά ο Βασιλέας πάνω στη γη, σ' αυτό τον κόσμο το δικό μας - για λίγες μόνο ώρες και σε μια συγκεκριμένη πόλη.
Αλλά, όπως στο πρόσωπο του Λαζάρου αναγνωρίσαμε την εικόνα του καθενός από μας, του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, έτσι και σ' αυτή την πόλη (την Ιερουσαλήμ) αναγνωρίζουμε το μυστηριακό κέντρο όλου του κόσμου και γενικά ολόκληρης της δημιουργίας. Γιατί ακριβώς αυτό είναι το βιβλικό νόημα της πόλης Ιερουσαλήμ, είναι δηλαδή το εστιακό σημείο όλης της ιστορίας της σωτηρίας και του λυτρωμού, είναι η Αγία Πόλη της έλευσης του θεού στη γη.
Έτσι λοιπόν η Βασιλεία που εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ είναι μια παγκόσμια Βασιλεία που αγκαλιάζει καθολικά τον άνθρωπο και όλη τη δημιουργία... Για λίγες ώρες - όμως αυτές οι ώρες ήταν πολύ αποφασιστικός χρόνος - φάνηκε επί της γης η τελική «ώρα του Ιησού», η ώρα της εκπλήρωσης από τον Θεό όλων των υποσχέσεων Του, όλων των αποφάσεων Του.
Έφτασε στο τέλος όλη η προπαρασκευαστική πορεία που είχε αποκαλυφθεί στην Αγία Γραφή · ήρθε το τέλος όλων όσων ο Θεός έκανε για τον άνθρωπο. Έτσι αυτή η σύντομη ώρα του επί γης θριάμβου του Χριστού αποκτάει ένα αιώνιο νόημα. Εισάγει την πραγματικότητα της θείας Βασιλείας στο δικό μας χρόνο, στις δικές μας ώρες. Αυτή η Βασιλεία δίνει το νόημα στο χρόνο και γίνεται ο απώτερος, ο αιώνιος σκοπός του. Η Βασιλεία του Θεού αποκαλύφθηκε στον κόσμο τούτο και αυτή την ώρα· η παρουσία της κρίνει και μεταμορφώνει την ανθρώπινη ιστορία.
Όταν, σε κάποια στιγμή της ακολουθίας, την Κυριακή των Βαΐων παίρνουμε από τον ιερέα έναν κλάδο βαΐων, ανανεώνουμε τον όρκο στον Βασιλέα μας, ομολογούμε ότι η Βασιλεία Του δίνει τελικό νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας. Ομολογούμε ότι το καθετί στη ζωή μας και στον κόσμο ανήκει στον Χριστό και τίποτε δεν μπορεί να αφαιρεθεί από τον μοναδικό, αληθινό Κτήτορά του, γιατί δεν υπάρχει περιοχή της ζωής όπου Εκείνος δεν κυβερνά, δεν σώζει, δεν λυτρώνει. Διακηρύττουμε την παγκόσμια, την καθολική ευθύνη της Εκκλησίας για την ανθρώπινη ιστορία και επιβεβαιώνουμε την παγκόσμια αποστολή της.
Ξέρουμε, βέβαια, ότι ο Βασιλέας τον οποίο οι Ιουδαίοι ζητωκραύγαζαν τότε και τον οποίο εμείς σήμερα επιδοκιμάζουμε, βρίσκεται στο δρόμο προς το Γολγοθά, προς το Σταυρό και τον τάφο. Ξέρουμε, επίσης, πως αυτός ο σύντομος θρίαμβος δεν είναι παρά ο πρόλογος της θυσίας Του. Τα κλαδιά στα χέρια μας επιβεβαιώνουν την ετοιμότητα μας και τη διάθεση μας να Τον ακολουθήσουμε σ' αυτό το δρόμο της θυσίας, και ότι αποδεχόμαστε τη θυσία και την αυταπάρνηση σαν τη μόνη βασιλική οδό προς τη θεία Βασιλεία. Τελικά αυτοί οι κλάδοι και η όλη γιορτή φανερώνουν την πίστη μας στην τελική νίκη του Χριστού.
Η Βασιλεία του Θεού όμως είναι ακόμα κρυμμένη, ο κόσμος την αγνοεί και ζει σήμερα σαν να μην έχουν συμβεί όλα αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα. Σαν να μην έχει πεθάνει ατό Σταυρό και να μην έχει αναστηθεί ο Θεάνθρωπος. Εμείς όμως οι χριστιανοί πιστεύουμε στην ερχόμενη Βασιλεία στην όποια ο Θεός είναι «ο τα πάντα πληρών» και ο Χριστός είναι ο μόνος Βασιλέας.
Στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας θυμόμαστε τα γεγονότα του παρελθόντος. Αλλά όλο το νόημα και η δύναμη της Θείας Λειτουργίας βρίσκεται στο γεγονός ότι μετατρέπει την ανάμνηση σε παρόν, σε παρούσα πραγματικότητα. Την Κυριακή των Βαΐων αυτή η πραγματικότητα είναι η συμμετοχή μας στα γεγονότα, η ανταπόκριση μας σ' αυτά, η ίδια η Βασιλεία του θεού. Ο Χριστός δεν μπαίνει πια στα Ιεροσόλυμα θριαμβευτής. Το έκανε μια φορά και για πάντα. Και δεν χρειάζεται πια «σύμβολα», γιατί δεν πέθανε στο Σταυρό για να μπορούμε εμείς αιώνια να «συμβολίζουμε» τη ζωή Του. Αλλά ζητάει από μας μια πραγματική, ειλικρινή αποδοχή της Βασιλείας που μας έφερε...
Αν δεν είμαστε έτοιμοι να κρατήσουμε την ιερή υπόσχεση που δώσαμε με το βάπτισμα μας και που ανανεώνουμε κάθε χρόνο την Κυριακή των Βαΐων, αν δεν επιμένουμε να κάνουμε τη Βασιλεία του θεού κανόνα όλης της ζωής μας, μάταια γιορτάζουμε τούτη τη γιορτή και οι κλάδοι των βαΐων που παίρνουμε από την Εκκλησία για το σπίτι μας δεν έχουν κανένα νόημα, είναι άχρηστοι.
Πηγή: (Πρωτοπρεσβυτέρου Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, Σύντομη λειτουργική εξήγηση των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκδ. Ακρίτας 1990.), Έως εσχάτου της γης
Το προοίμιο του Σταυρού.
«Την ψυχωφελή, πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, και την Αγίαν Εβδομάδα τον πάθους σον, αιτούμεν κατιδείν Φιλάνθρωπε …». Με αυτά τα λόγια του στιχηρού στον εσπερινό της Παρασκευής, πριν την Κυριακή των Βαΐων, τελειώνει η Μεγάλη Σαρακοστή. Μπαίνουμε πια στην «Αγία Εβδομάδα», στην περίοδο του εορτασμού των παθών του Χριστού, του Θανάτου και της Αναστάσεως Του. Περίοδος που αρχίζει από το Σάββατο του Λαζάρου .
Τα γεγονότα της διπλής γιορτής, η ανάσταση του Λαζάρου και η είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, αναφέρονται στα λειτουργικά κείμενα σαν «προοίμιο του Σταυρού»...Έτσι, για να καταλάβουμε καλύτερα αυτά τα γεγονότα, θα πρέπει να τα δούμε μέσα στα πλαίσια της Μεγάλης Εβδομάδας.
Το κοινό απολυτίκιο των δύο αυτών ημερών: «την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός…» μας βεβαιώνει, με κατηγορηματικό τρόπο, για την αλήθεια της κοινής ανάστασης. Είναι πολύ σημαντικό ότι μια από τις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μας, η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, γίνεται ο οδηγός στην πορεία μας μέσα στο σκοτάδι του Σταυρού. Έτσι το φως και η χαρά λάμπουν όχι μόνο στο τέλος της Μεγάλης Εβδομάδας αλλά και στην αρχή της. Το φως και η χαρά φωτίζουν αυτό το σκοτάδι και αποκαλύπτουν το βαθύ και τελικό νόημα του.
Όλοι όσοι είναι εξοικειωμένοι με την Ορθόδοξη λατρεία γνωρίζουν τον ιδιότυπο, σχεδόν παράδοξο, χαρακτήρα των ακολουθιών του Σαββάτου του Λαζάρου. Είναι, θα λέγαμε, Κυριακή και όχι Σάββατο, δηλαδή έχουμε μέσα στο Σάββατο αναστάσιμη ακολουθία. Ξέρουμε ότι το Σάββατο είναι βασικά αφιερωμένο στους τεθνεώτες και η Θεία Λειτουργία γίνεται στη μνήμη τους. Όμως το Σάββατο του Λαζάρου είναι διαφορετικό. Η χαρά που διαποτίζει τις ακολουθίες αυτής της ημέρας τονίζει ένα κεντρικό θέμα: την επερχόμενη νίκη του Χριστού κατά του Άδη.
Άδης είναι ο βιβλικός όρος που χρησιμοποιείται για να ορίσει το θάνατο με την παγκόσμια δύναμη του, που με τα αδιαπέραστα σκότη και τη φθορά καταπίνει κάθε ζωή και δηλητηριάζει ολόκληρο το σύμπαν. Αλλά τώρα, με την ανάσταση του Λαζάρου, ο «θάνατος αρχίζει να τρέμει». Ακριβώς από δω αρχίζει η αποφασιστική μονομαχία ανάμεσα στη Ζωή και το Θάνατο και μας προσφέρει το κλειδί για μια πλήρη κατανόηση του λειτουργικού μυστηρίου του Πάσχα.
Στην πρώτη Εκκλησία, το Σάββατο του Λαζάρου ονομαζόταν «αναγγελία του Πάσχα». Πραγματικά αυτό το Σάββατο αναγγέλει, προμηνύει, το υπέροχο φως και τη γαλήνη του επομένου Σαββάτου, του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου, που είναι ημέρα του Ζωηφόρου Τάφου.
Το πρώτο μας βήμα ας είναι η προσπάθεια να καταλάβουμε το εξής: ο Λάζαρος, ο φίλος του Ιησού Χριστού, είναι η προσωποποίηση όλου του ανθρωπίνου γένους και φυσικά κάθε ανθρώπου ξεχωριστά . Η Βηθανία, η πατρίδα του Λαζάρου, είναι το σύμβολο όλου του κόσμου, είναι η πατρίδα του καθενός. Ο καθένας από μας δημιουργήθηκε να είναι φίλος του Θεού και κλήθηκε σ’ αυτή τη θεϊκή Φιλία που είναι η γνώση του Θεού, η κοινωνία μαζί Του, η συμμετοχή στη ζωή Του. «Εν αύτω ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων» (Ιω. 1, 4). Και όμως αυτός ο φίλος (ο άνθρωπος), τον οποίο τόσο αγαπάει ο Θεός και τον οποίο μόνο από αγάπη δημιούργησε , δηλαδή τον έφερε στη ζωή, τώρα καταστρέφεται, εκμηδενίζεται από μια δύναμη που δεν τη δημιούργησε ο Θεός: το θάνατο . Ο Θεός συναντάει μέσα στον κόσμο, που Αυτός δημιούργησε, μια δύναμη που καταστρέφει το έργο Του και εκμηδενίζει το σχέδιο Του. Έτσι ο κόσμος δεν είναι πια παρά θρήνος και πόνος, δάκρυα και θάνατος.
Πως είναι δυνατόν αυτό; Πως συνέβηκε κάτι τέτοιο; Αυτά είναι ερωτήματα που διαφαίνονται στη λεπτομερή διήγηση που κάνει ο Ιωάννης στο Ευαγγέλιο του για τον Ιησού Χριστό όταν έφτασε στον τάφο του φίλου Του Λαζάρου. «Που τεθείκατε αυτόν; λέγουσι αυτώ · Κύριε έρχου και ίδε. Εδάκρυσεν ο Ιησούς». (Ιω. 11, 35). Γιατί, αλήθεια, ο Κύριος δακρύζει βλέποντας το νεκρό Λάζαρο αφού γνωρίζει ότι σε λίγα λεπτά ο ίδιος θα του δώσει ζωή; Μερικοί Βυζαντινοί υμνογράφοι βρίσκονται σε αμηχανία σχετικά με το αληθινό νόημα αυτών των δακρύων. Μιλάνε για δάκρυα που χύνει η ανθρώπινη φύση του Χριστού, ενώ η δύναμη της ανάστασης ανήκει στη θεϊκή Του φύση. Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία μας διδάσκει ότι όλες οι πράξεις του Χριστού ήταν «Θεανδρικές», δηλαδή θεϊκές και ανθρώπινες ταυτόχρονα. Οι πράξεις Του είναι πράξεις ενός και του αυτού Θεού-Ανθρώπου, του σαρκωμένου Υιού του θεού. Αυτός, λοιπόν, που δακρύζει δεν είναι μόνο Άνθρωπος αλλά και Θεός, και Αυτός που καλεί το Λάζαρο να βγει από τον τάφο δεν είναι μόνο Θεός αλλά και Άνθρωπος ταυτόχρονα. Επομένως αυτά τα δάκρυα είναι θεία δάκρυα. Ο Ιησούς κλαίει γιατί βλέπει το θρίαμβο του θανάτου και της καταστροφής στον κόσμο το δημιουργημένο από τον Θεό.
«Κύριε, ήδη όζει…», λέει η Μάρθα και μαζί της oι παρεστώτες Ιουδαίοι, προσπαθώντας να εμποδίσουν τον Ιησού να πλησιάσει το νεκρό. Αυτή η φοβερή προειδοποίηση αφορά ολόκληρο τον κόσμο, όλη τη ζωή. Ο Θεός είναι η ζωή και η πηγή της ζωής. Αυτός κάλεσε τον άνθρωπο να ζήσει μέσα στη θεία πραγματικότητα της ζωής και εκείνος τώρα «όζει» (μυρίζει άσχημα). Ο κόσμος δημιουργήθηκε να αντανακλά και να φανερώνει τη δόξα του Θεού και εκείνος «όζει»…
Στον τάφο του Λαζάρου ο Θεός συναντά το Θάνατο, την πραγματικότητα που είναι αντι-ζωή, που είναι διάλυση και απόγνωση. Ο Θεός συναντά τον εχθρό Του, ο οποίος του απέσπασε τον κόσμο Του και έγινε ο ίδιος «άρχων του κόσμου τούτου». Και όλοι εμείς που ακολουθούμε τον Ιησού Χριστό καθώς πλησιάζει στον τάφο του Λαζάρου, μπαίνουμε μαζί Του στη «δική Του ώρα» («ιδού ήγγικεν η ώρα…») · στην ώρα για την όποια πολύ συχνά είχε μιλήσει και την είχε παρουσιάσει σαν το αποκορύφωμα, το πλήρωμα ολοκλήρου του έργου Του.
Ο Σταυρός, η αναγκαιότητα του και το παγκόσμιο νόημα του αποκαλύπτονται με την πολύ σύντομη φράση του Ευαγγελίου: «και εδάκρυσεν ο Ιησούς…». Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί δάκρυσε : αγαπούσε το φίλο Του Λάζαρο και γι’ αυτό είχε τη δύναμη να τον φέρει πίσω στη ζωή. Η δύναμη της Ανάστασης δεν είναι απλά μια θεϊκή «δύναμη αυτή καθ’ εαυτή», αλλά είναι δύναμη αγάπης, ή μάλλον η αγάπη είναι δύναμη.
Ο Θεός είναι Αγάπη και η Αγάπη είναι Ζωή. Η Αγάπη δημιουργεί Ζωή… Η Αγάπη, λοιπόν, είναι εκείνη που κλαίει μπροστά στον τάφο και η Αγάπη είναι εκείνη που επαναφέρει τη ζωή. Αυτό είναι το νόημα των θεϊκών δακρύων του Ιησού. Μέσα απ’ αυτά η αγάπη ενεργοποιείται και πάλι – αναδημιουργεί, απολυτρώνει, αποκαθιστά τη σκοτεινή ζωή του ανθρώπου: «Λάζαρε, δεύρο έξω!..» Προσταγή απολύτρωσης. Κάλεσμα στο φως. Ακριβώς γι’ αυτό το Σάββατο του Λαζάρου είναι το προοίμιο και του Σταυρού, σαν τη μέγιστη θυσία της αγάπης, και της Ανάστασης, σαν τον τελικό θρίαμβο της αγάπης.
Πηγή: (π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, Σύντομη λειτουργική εξήγηση των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκδ. Ακρίτας 1990.), Θρησκευτικά
ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ
(Διά την πολύμορφον κενοδοξίαν)
1. Μερικοί συνηθίζουν, όταν ομιλούν περί των παθών και των λογισμών, να κατατάσσουν την κενοδοξία σε ιδιαίτερη τάξι, χωριστά από την υπερηφάνεια. Γι΄ αυτό και λέγουν ότι είναι οκτώ οι πρώτοι και κυρίαρχοι πονηροί λογισμοί. Αντιθέτως ο Θεολόγος Γρηγόριος και άλλοι από τους διδασκάλους τους εμέτρησαν επτά.
Σ΄ αυτούς περισσότερο πείθομαι και εγώ∙ διότι ποιος μπορεί να έχη υπερηφάνεια, αφού ενίκησε την κενοδοξία; Τόση δε μόνο διαφορά έχουν μεταξύ τους, όση έχει έκ φύσεως το παιδί από τον άνδρα και το σιτάρι από τον άρτο. Το πρώτο δηλαδή είναι η αρχή και το δεύτερο το τέλος. Τώρα λοιπόν πού το καλεί η περίστασις ας ομιλήσωμε με συντομία για την αρχή και την ολοκλήρωσι των παθών, δηλαδή την ανόσιο οίησι. Λέγω με συντομία, διότι όποιος επιχειρεί να φιλοσοφήση γι΄αυτήν είς μήκος, ομοιάζει με εκείνον που ματαιοπονεί προσπαθώντας να ζυγίση τους ανέμους.
2. Η κενοδοξία είναι ως προς μέν την μορφή, μεταβολή της φυσικής τάξεως και διαστροφή των καλών ηθών και παρατήρησις παντός αξιομέμπτου πράγματος. Ως προς δε την ποιότητα, σκορπισμός των καμάτων, απώλεια των ιδρώτων, δόλιος κλέπτης του θησαυρού, απόγονος της απιστίας, πρόδρομος της υπερηφανείας, ναυάγιο μέσα στο λιμάνι, μυρμήγκι στο αλώνι, πού είναι μέν μικρό, αλλά απειλεί να κλέψη αθόρυβα όλον τον καρπό και τον κόπο του γεωργού.
3. Το μυρμήγκι περιμένει να γίνη το σιτάρι, και η κενοδοξία να συναχθή ο πνευματικός πλούτος. Και το μέν μυρμήγκι τρέχει για να κλέψη∙ η δε κενοδοξία χαίρεται γιατί θα διασκορπίση. Το πνεύμα της απογνώσεως χαίρεται, όταν βλέπη να πληθύνεται η κακία, ενώ το πνεύμα της κενοδοξίας χαίρεται, όταν βλέπη να πληθύνεται η αρετή. Είσοδος για το πρώτο είναι τα πλήθη των τραυμάτων, ενώ για το δεύτερο ο πλούτος των καμάτων.
4. Παρατήρησε και θα ιδής ότι αυτή η ανόσιος, δηλαδή η κενοδοξία, είναι ακμαία και μέχρι του τάφου. Θα την ιδής στα ρούχα και στα μύρα και στην νεκρική πομπή και στα αρώματα και σε πολλά άλλα.
5. Παντού λάμπει ο ήλιος άφθονα, και παντού σε κάθε έργο χαίρεται η κενοδοξία. π.χ. όταν νηστεύω, κενοδοξώ, αλλά και όταν καταλύω για να μη φανή η αρετή μου, πάλι κενοδοξώ με την ιδέα ότι είμαι συνετός. Όταν φορώ λαμπρά ρούχα νικώμαι απ΄αυτήν, αλλά και όταν τα αντικαταστήσω με ταπεινά πάλι κενοδοξώ. Όταν ομιλώ νικώμαι, αλλά και όταν σιωπώ πάλι νικώμαι. Όπως και αν την ρίξεις αυτή την τρίβολο άκανθα, ίσταται όρθιο το κεντρί της.
6. Ο κενόδοξος δείχνει ότι είναι πιστός, ενώ είναι ειδωλολάτρης. Φαινομενικά μέν σέβεται τον Θεόν, αλλά στην πραγματικότητα επιζητεί να αρέση στους ανθρώπους και όχι στον Θεόν. Κενόδοξος είναι κάθε επιδεικτικός άνθρωπος. Του κενοδόξου η νηστεία είναι χωρίς μισθό και η προσευχή άκαιρη και άστοχη. Διότι και τα δύο τα κάνει για τον ανθρώπινο έπαινο. Ο κενόδοξος ασκητής είναι διπλά αδικημένος, αφού και το σώμα του το τυραννεί, και μισθό δεν παίρνει.
7. Ποιος δεν θα γελάση με τον εργάτη της κενοδοξίας πού παρίσταται στην ψαλμωδία και επηρεαζόμενος από αυτήν, άλλοτε γελά και άλλοτε κλαίει ενώπιον όλων;
8. Αποκρύπτει πολλές φορές ο Θεός από τα μάτια μας και τα καλά που έχομε αποκτήσει. Ήλθε όμως αυτός που συνηθίζει να επαινή, ή μάλλον να πλανά, και με τους επαίνους μας άνοιξε τα μάτια. Και μόλις αυτά άνοιξαν, εξαφανίσθηκε από μέσα μας ο πνευματικός πλούτος.
9. Εκείνος πού κολακεύει είναι υπηρέτης των δαιμόνων, οδηγός προς την υπερηφάνεια, εξολοθρευτής της κατανύξεως, αφανιστής των καλών έργων, αποπλανητής από το σωστό δρόμο. «Οι μακαρίζοντες υμάς, λέγει ο προφήτης, πλανώσιν υμάς» (Ησ. γ΄ 12).
10. Ίδιον των προχωρημένων στην αρετή είναι να υπομένουν γενναία και ευχάριστα τις ύβρεις. Ίδιον όμως των αγίων και των οσίων είναι να παρέρχωνται αβλαβώς τους επαίνους.
11. Είδα πενθούντας να τους επαινούν και να εξοργίζωνται γι΄αυτό. Έτσι σαν σοφοί έμποροι σε πανήγυρι αντάλλαξαν το πάθος της κενοδοξίας με το πάθος της οργής.
12. «Ουδείς γινώσκει τά του ανθρώπου, εί μη το πνεύμα του ανθρώπου το έν αυτώ» (Α΄ Κορ. β΄ 11). Γι΄ αυτό ας αισχυνθούν και άς κλείσουν το στόμα τους όσοι εγκωμιάζουν τους άλλους κατά πρόσωπον.
13. Όταν ακούσης ότι ο πλησίον σου ή ο φίλος σου σε περιεγέλασε πίσω σου ή εμπρός σου, εσύ να του δείξης αγάπη και να τον επαινέσης.
14. Είναι μεγάλο πράγμα το να αποδιώξης από την ψυχή σου τον έπαινο των ανθρώπων. Μεγαλύτερο όμως είναι το να αποδιώξης τον έπαινο των δαιμόνων.
15. Δεν έδειξε ταπεινοφροσύνη αυτός ο οποίος εξευτέλισε τον εαυτό του∙ γιατί πώς δεν θα σηκώση κανείς τα ιδικά του λόγια; αλλά εκείνος ο οποίος εξυβρίσθη από άλλον και παρά ταύτα δεν ελάττωσε απέναντί του την αγάπη του.
16. Επεσήμανα τον δαίμονα της κενοδοξίας να σπείρη λογισμούς σε κάποιον αδελφό, και συγχρόνως να τους φανερώνη αυτούς και σ΄ έναν άλλο. Και έν συνεχεία να κάνη τον δεύτερο να αποκαλύψη στον πρώτο τα μυστικά της καρδιάς του, ώστε αυτός να τον μακαρίζη ως προορατικό. Μερικές φορές ο ανόσιος δαίμων της κενοδοξίας εγγίζει και στα μέλη του σώματος και προξενεί διάφορες κινήσεις και παλμούς.
Μην τον παραδεχθής τον δαίμονα αυτόν, όταν σου ομιλή για επισκοπές ή ηγουμενίες ή διδασκαλικά αξιώματα. Πρόσεξε γιατί είναι δύσκολο να απομακρύνης τον σκύλο από το τραπέζι του κρεοπωλείου. Μόλις αυτός αντιληφθή ότι έχομε κάποια ειρηνική κατάστασι, μας προτρέπει αμέσως να εγκαταλείψωμε την έρημο και να αναχωρήσωμε για τον κόσμο. «Πήγαινε, μας λέγει, να σώσης ψυχές οι οποίες χάνονται»!
17. Άλλη είναι η μορφή των Αιθιόπων και άλλη η μορφή των ανδριάντων. Κατά παρόμοιο τρόπο άλλη είναι η μορφή της κενοδοξίας των κοινοβιατών και άλλη των ερημιτών.
18. Τις επισκέψεις των κοσμικών στην Μονή τις αντιλαμβάνεται πρώτη η κενοδοξία και προτρέπει τους πιο ελαφρούς μοναχούς να εξέλθουν να υποδεχθούν τους ερχομένους. Τους κάνει να πέφτουν στα πόδια τους, και έτσι φορεί το προσωπείο της ταπεινοφροσύνης αυτή που ξεχειλίζει από υπερηφάνεια. Κάνει συνεσταλμένο και ταπεινό τον τρόπο της συμπεριφοράς και τον τόνο της φωνής και κοιτάζει στα χέρια των επισκεπτών για να λάβη τα δώρα τους. Επί πλέον τους αποκαλεί κυρίους και προστάτας και ότι σ΄αυτούς χρωστούν μετά τον Θεόν την ζωή τους οι μοναχοί.
Εν συνεχεία ενώ εκάθισαν στην τράπεζα, τους προτρέπει να εγκρατεύωνται και να επιπλήττουν αυστηρά τους κατωτέρους, διότι δήθεν αυτοί δεν εγκρατεύονται. Ενώ ήλθε η ώρα της ψαλμωδίας, τους ραθύμους τους έκανε προθύμους, τους αφώνους καλλιφώνους και τους νυσταλέους αγρύπνους. Τους προτρέπει ακόμη να καλοπιάνουν τον κανονάρχη και να τον εκλιπαρούν να τους παραχωρήση τα πρωτεία στην ψαλμωδία. Τους κάνει να τον αποκαλούν πατέρα και διδάσκαλο. Και όλα αυτά έως ότου αναχωρήσουν οι ξένοι!
Όσους τιμώνται και προτιμώνται τους ωδήγησε στην υπερηφάνεια και όσους καταφρονούνται στην μνησικακία.
19. Η κενοδοξία πολλές φορές αντί για τιμή προξένησε ατιμία. Διότι συνέβη να οργισθούν (εξ αιτίας της) οι μαθηταί της, και έτσι τους εντρόπιασε αφάνταστα (εμπρός στους άλλους). Η κενοδοξία τους οξύθυμους επί παρουσία ανθρώπων τους μετέβαλε σε πράους. Κάνει μεγάλη έφοδο σε όσους έχουν φυσικά χαρίσματα, και εκμεταλλευομένη αυτά ωδήγησε πολλές φορές τους αθλίους στην πτώσι.
20. Είδα έναν δαίμονα πού ελύπησε και εδίωξε τον αδελφό του! Ενώ δηλαδή ένας μοναχός ήταν ωργισμένος, έφθασαν κοσμικοί επισκέπτες, οπότε μετεπωλήθη ο άθλιος από την οργή στην κενοδοξία, δηλαδή εμφανίσθηκε ως πράος στα μάτια των επισκεπτών. Δεν μπορούσε βεβαίως να δουλεύη συγχρόνως και στα δύο πάθη, και στην οργή και στην κενοδοξία.
21. Αυτός που πουλήθηκε στην κενοδοξία ζη διπλή ζωή. Εξωτερικά και με το σχήμα του ζή ως μοναχός, με τις εσωτερικές του όμως σκέψεις και διαθέσεις ως κοσμικός.
22. Εάν σπεύδωμε γρήγορα να επιτύχωμε την ευαρέστησι την άνω, ας φροντίζωμε πολύ να γευθούμε και την άνω δόξα. Διότι αυτός πού εγεύθηκε εκείνη την δόξα, θα καταφρονήση κάθε επίγειο δόξα. Απορώ δε πώς θα μπορούσε κάποιος να καταφρονήση την δεύτερη, χωρίς να γευθή την πρώτη.
23. Πολλές φορές, ενώ μας είχε κλέψει η κενοδοξία, γυρίσαμε και την εκλέψαμε εμείς με πιο έξυπνο τρόπο. Είδα μερικούς πού άρχισαν κάποια πνευματική προσπάθεια από κενοδοξία και, μολονότι η αρχή ήταν αξιόμεμπτη, το τέλος υπήρξε καλό και επαινετό, διότι εν τω μεταξύ μετέστρεψαν την κακή σκέψι.
24. Όποιος υπερηφανεύεται για φυσικά χαρίσματα, δηλαδή οξύνοια, ευκολία στην μάθησι, στην ανάγνωσι και στην προφορά, ευφυΐα και άλλα παρόμοια, αυτός ουδέποτε θα αποκτήση τα υπερφυσικά αγαθά. Διότι ο άπιστος στα ολίγα θα φανή και στα πολλά άπιστος και κενόδοξος.
25. Για την απόκτησι της τελείας αγάπης και πλουσίων χαρισμάτων και θαυματουργικής και προορατικής δυνάμεως, πολλοί βασανίζουν και καταπονούν αδίκως το σώμα τους. Ελησμόνησαν οι ταλαίπωροι ότι όχι οι κόποι, αλλά κυρίως η ταπείνωσις είναι η μητέρα όλων αυτών. Όποιος απαιτεί πνευματικά δώρα αντί των κόπων του, έβαλε σαθρό θεμέλιο. Όποιος όμως θεωρεί τον εαυτόν του χρεώστη δούλο, αυτός ξαφνικά θα λάβη από τον Θεόν ανέλπιστο πνευματικό πλούτο.
26. Μη πείθεσαι στον λικμήτορα, στον δαίμονα δηλ. πού λιχνίζει και καταστρέφει, όταν σου προτείνη να παρουσιάζης τις αρετές σου, για να ωφεληθούν δήθεν όσοι σε ακούουν. «Τι γάρ ωφεληθήσεται άνθρωπος, εάν όλον τον κόσμο κερδήση ή ωφελήση, εαυτόν δε ζημιώση»; (Ματθ. ις΄ 26). Τίποτε δεν ωφελεί περισσότερο αυτούς πού μας βλέπουν από την ταπεινή και ειλικρινή συμπεριφορά και τον ανεπιτήδευτο λόγο. Έτσι δίδεται και στους άλλους παράδειγμα να μην υπερηφανεύωνται ποτέ, πράγμα από το οποίο τι υπάρχει περισσότερο ωφέλιμο;
27. Κάποιος από τους προορατικούς Πατέρας επρόσεξε τα εξής τα οποία και διηγείτο: «Ενώ καθόμουν σε σύναξι μοναχών, ήλθαν οι δαίμονες της κενοδοξίας και της υπερηφανείας και κάθησαν δεξιά και αριστερά μου. Και ο πρώτος μου εκεντούσε την πλευρά με τον δάκτυλο της κενοδοξίας και με προέτρεπε να ειπώ σε κάποιο όραμα ή κάτι πού επετέλεσα στην έρημο.
Μόλις όμως τον απέκρουσα, λέγοντας, «αποστραφείησαν είς τα οπίσω και καταισχυθείησαν οι λογιζόμενοί μοι κακά» (Ψαλ. ξθ΄ 3), αμέσως ο δεύτερο ο εξ αριστερών μου ψιθύριζε στο αυτί: «Εύγε! Πολύ καλά έκανες! Έγινες μέγας, αφού ενίκησες την αναιδέστατη μητέρα μου».
Τότε εγώ, χρησιμοποιώντας εύστοχα τον επόμενο στίχο του Ψαλμού, απήντησα: «Αποστραφήτωσαν παραυτίκα αισχυνόμενοι οι λέγοντές μοι∙ εύγε, εύγε πεποίηκας»! (πρβλ. Ψαλμ. ξθ΄ 4).
Όταν ερώτησα τον προορατικόν αυτόν, «πως η κενοδοξία συμβαίνει να είναι μητέρα της υπερηφανείας», μου απήντησε:
«Οι μέν έπαινοι εξυψώνουν και δημιουργούν φυσίωσι∙ όταν δε εξυψωθή η ψυχή, την παραλαμβάνει τότε η υπερηφάνεια και «αναφέρει αυτήν έως των ουρανών και καταφέρει έως των αβύσσων» (πρβλ. Ψαλμ. ρς΄ 26).
28. Υπάρχει δόξα πού μας έρχεται από τον Κύριον. «Τους γάρ δοξάζοντάς με, λέγει, δοξάσω» (Α΄ Βασ. β΄ 30). Και υπάρχει δόξα πού είναι συνέπεια διαβολικής εργασίας και απάτης. «Ουαί γάρ, λέγει, όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι» (Λουκ. ς΄ 26).
29. Θα αντιληφθής σαφώς την πρώτη δόξα, όταν την θεωρής επικίνδυνη, όταν την αποφεύγης παντοιοτρόπως και όταν αποκρύπτης την καλή σου ζωή όπου και αν ευρίσκεσαι. Την Δευτέρα δόξα αντιθέτως θα την αντιληφθής, όταν και το παραμικρό το κάνης «προς το θεαθήναι τοίς ανθρώποις» (Ματθ. κγ΄ 5).
Μας υποβάλλει η μιαρά κενοδοξία να κάνουμε πώς έχομε αρετές πού δε έχομε, παραπλανώντας μας με το ρητό: «Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα» (Ματθ. ε΄ 16).
Πολλές φορές ο Κύριος ωδήγησε τους κενοδόξους σε ακενοδοξία με κάποιο ατιμωτικό γεγονός πού επέτρεψε να συμβή.
30. Αρχή της ακενοδοξίας είναι η προφύλαξις του στόματος και η αγάπη της ατιμίας. Μέσον, η απόρριψις κάθε έργου πού μας προτείνουν οι λογισμοί της κενοδοξίας. Και τέλος, εάν βεβαίως υπάρχει τέλος στην άβυσσο, το να πράττωμε ασυναίσθητα ενώπιον πλήθους κάθε τι πού μας εκθέτει.
31. Μη αποκρύπτης την αισχύνη σου, με την σκέψι να μη γίνης αιτία σκανδάλου. Όμως δεν πρέπει ίσως να χρησιμοποιήται πάντοτε το ίδιο φαρμακευτικό έμπλαστρο, αλλά να λαμβάνεται υπ΄ όψιν και το είδος του σφάλματος.
32. Όταν εμείς επιδιώκωμε την δόξα και όταν μόνη της μας στέλλεται από άλλους και όταν επιχειρήσωμε κάτι χάριν κενοδοξίας, τότε ας ενθυμηθούμε το πένθος μας και την μετά συντριβής και φόβου προσευχή μας, και τότε οπωσδήποτε θα την εκδιώξωμε την αναίσχυντη κενοδοξία, εάν βεβαίως καλλιεργούμε πραγματικά την προσευχή. Διαφορετικά, ας φέρωμε αμέσως στην σκέψι μας την ώρα του θανάτου μας. Και αν επιμένη ακόμη, ας φοβηθούμε τουλάχιστον την καταισχύνη πού ακολουθεί στην δόξα αυτή, εφ΄ όσον «ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται» (Λουκ. ιη΄ 14). «Ταπεινωθήσεται» όχι μόνο στην άλλη ζωή, αλλά οπωσδήποτε και εδώ.
33. Όταν οι επαινούντες ή μάλλον οι αποπλανώντες αρχίσουν να μας επαινούν, ας ενθυμηθούμε αμέσως το πλήθος των ανομιών μας, και ασφαλώς θα ιδούμε ότι είμαστε ανάξιοι των επαίνων και των τιμών.
34. Υπάρχουν και μερικοί κενόδοξοι πού θεωρούν υποχρεωμένο τον Θεόν να τους εισακούση σε ωρισμένα αιτήματά τους. Ο δε Κύριος συνηθίζει να τους προλαμβάνη και να πραγματοποιή ό,τι θα του ζητούσαν στις προσευχές τους∙ και τούτο, για να μη τα λάβουν με την προσευχή και αυξήσουν την οίησί τους.
35. Ως επί το πλείστον οι απλοί και απονήρευτοι δεν περιπίπτουν στο φαρμακερό αυτό πάθος, αφού άλλωστε η κενοδοξία είναι διώκτης της απλότητος και επίπλαστη συμπεριφορά.
36. Υπάρχει κάποιο σκουλήκι πού, αφού αυξηθή, βγάζει πτερά και πετά στα ύψη. Ομοίως και η κενοδοξία σαν αυξηθή, γεννά την υπερηφάνεια, πού είναι ο αρχηγός και η τελείωσις, (η αρχή και το τέλος), όλων των κακών.
Βαθμίς εικοστή πρώτη!
Όποιος από αυτήν, την κενοδοξία, δεν αιχμαλωτίσθηκε, δεν θα περιπέση στην εχθράν του Θεού ακέφαλο υπερηφάνεια.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
Πριν 1.400 χρόνια μια κοπέλα, μόλις δώδεκα ετών, κάπου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, μπλέκεται στα δίχτυα του αγοραίου έρωτα. Δίνεται με σώμα και...
ψυχή στην πτώση, στην αμαρτία, στη φθορά.
Η σαρκολατρεία, η ηδονοθηρία, η ακόρεστη λαγνεία την κατακυριεύουν πολύ νωρίς. Επί δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια ζούσε αχόρταγα αυτή τη ζωή δίχως αναστολές, ντροπές, επιφυλάξεις, ενοχές και τύψεις. Θεωρούσε τον εαυτό της ελεύθερο, ανεξάρτητο, ανεξέλεγκτο και ακατανίκητο. Θαύμαζε την ωραιότητά της, τα πλούτη της, τις κατακτήσεις της και την προκλητικότητά της.
Ένα θαυμαστό σημείο που της συνέβη στα Ιεροσόλυμα και δεν μπορούσε να εισέλθει στο ναό την έκανε να γονατίσει, να δακρύσει, να θυμηθεί την αθωότητα των παιδικών της χρόνων. Άρχισε να κλαίει. Άρχισε η μεταστροφή της. Η φιλόσαρκη γίνεται ξαφνικά φιλόθεη. Μεταμορφώνεται, ξεμασκοφορεί, φιλοκαλεί, ανασταίνεται. Στην καρδιά της, μετά από αυτή την απρόσμενη υπαρξιακή αλλαγή, κυριαρχεί ο θεός έρωτας. Η ζωή της λαμβάνει βαθύ νόημα. Πρόκειται για μια ηρωίδα, μάρτυρα και οσία.
Αναχωρεί για την έρημο, την πέραν του Ιορδάνου, αποφασιστικά και ανυποχώρητα. Οι λογισμοί επιστροφής στην πρότερη ζωή δεν την αφήνουν να ησυχάσει ούτε για ένα λεπτό. Τυραννιέται από τους σφοδρούς κι αισχρούς λογισμούς επί δεκαεπτά χρόνια. Όσα χρόνια ζούσε στην αμαρτία. Κόντεψε ν’ απελπιστεί. Έγινε ένας σκελετός από τη νηστεία.
Κυκλοφορούσε σαν ένα αγρίμι της ερήμου. Η αφιλόξενη έρημος, η ξένη γη, πέτρες και σπηλιές υπήρξαν κατοικίες. Έζησε άλλα είκοσι τρία χρόνια δίχως τον φοβερό πόλεμο των λογισμών. Εξαϋλώθηκε. Η περίφημη πόρνη έγινε η μεγαλύτερη ασκήτρια όλων των αιώνων.
Ο αββάς Ζωσιμάς ιεραποδημώντας μια Σαρακοστή στην έρημο είδε μια σκιά περιπλανώμενη. Όταν αντελήφθη ότι ήταν μια γυναίκα, κάλυψε με το ιμάτιό του τη γύμνια της και πληροφορήθηκε με συγκίνηση τη θαυμαστή ζωή της. Επιστρέφοντας την κοινώνησε. Μετά ένα έτος τη βρήκε νεκρή. Σ’ ένα κεραμίδι είχε σημειώσει ότι ανεπαύθη μόλις κοινώνησε.
Η αμαρτία δεν είναι απλά η παράβαση του νόμου, αλλά έλλειψη αγάπης στον Θεό. Η αμαρτία φαντάζει πάντα πολύ ωραία, λίαν ελκυστική και σαγηνευτική. Συλλαμβάνεται στο νου, αποδέχεται και διαπράττεται. Η αμαρτία συνηθίζει να στερεί τη μακάρια γαλήνη της ψυχής. Η συννεφιά που προηγείται της αμαρτίας, μετά τη διάπραξή της υποχωρεί και ο άνθρωπος βλέποντας τη γυμνότητά του στενοχωρείται, θλίβεται κι έχει τύψεις. Η ουρά του διαβόλου επεμβαίνει, ώστε ο άνθρωπος ν’ απογοητευτεί και να μη θέλει να μετανοήσει.
Ο μέγας ψυχοανατόμος, όσιος Ιωάννης της Κλίμακος, όρισε με καταπληκτική σαφήνεια τα στάδια της αμαρτίας: Προσβολή, συνδυασμός, συγκατάθεση, αιχμαλωσία, πάλη, πάθος. Το πάθος γίνεται συνήθεια αγαπητή και χρόνια που παρασύρει τον άνθρωπο δίχως αντιστάσεις. Η αμαρτία σκοτίζει τον άνθρωπο. Σήμερα θεωρείται αδιάφορα, έχει γίνει κανόνας, ο άνθρωπος νομίζει πως κάνοντας ό,τι θέλει είναι και ελεύθερος. Όποιος νόμος και αν ψηφισθεί, η αμαρτία δεν θα παύσει να είναι αμαρτία και να ενοχλεί την ψυχή κάθε τίμιου, σοβαρού κι ευσυνείδητου ανθρώπου. Φθάσαμε το αφύσικο να το λέμε φυσικό και το παράλογο λογικό. Αποτέλεσμα της αμαρτίας: αποξένωση, απομόνωση, κενό, μοναξιά, απόγνωση και στενοχώρια.
Η οσία Μαρία συνδράμει στοργικά στη μεταστροφή όλων. Απέτυχε ως πόρνη και νίκησε ως ασκήτρια. Πρόκειται για τρομερά γενναία γυναίκα. Εμπνέει. Συνεγείρει τους αμαρτωλούς. Μη φοβάται κανείς τις λέξεις αλλά τις ανειρήνευτες πράξεις. Τελειώνει η Σαρακοστή και η Αλεξανδρινή Μαρία μας σκουντά να προχωρήσουμε άφοβα. Μας παρακινεί προς επαναπροσανατολισμό και να μας πει εμπιστευτικά πως και οι πόρνες μπορούν να θέλουν να γίνουν όσιες …
Πηγή: (Εφημερίδα «Μακεδονία» 13/4/2008, Μοναχός Μωυσής, αγιορείτης), Τα λόγια του αέρα
ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
(Διά την «ακέφαλον» υπερηφάνειαν)
1. Η υπερηφάνεια είναι άρνησις του Θεού, εφεύρεσις των δαιμόνων, εξουδένωσις των ανθρώπων, μητέρα της κατακρίσεως, απόγονος των επαίνων, απόδειξις ακαρπίας, φυγαδευτήριο της βοηθείας του Θεού, πρόδρομος της παραφροσύνης, πρόξενος πτώσεων, αιτία της επιληψίας, πηγή του θυμού, θύρα της υποκρίσεως, στήριγμα των δαιμόνων, φύλαξ των αμαρτημάτων, δημιουργός της ασπλαχνίας, άγνοια της συμπαθείας, πικρός κριτής, απάνθρωπος δικαστής, αντίπαλος του Θεού, ρίζα της βλασφημίας.
2. Αρχή της υπερηφανείας είναι το τέλος της κενοδοξίας. Μέσον, η εξουδένωσις του πλησίον, η αναιδής φανέρωσις των κόπων μας, ο εσωτερικός αυτοέπαινος, το μίσος των ελέγχων. Και τέλος, η άρνησις της βοηθείας του Θεού, η εξύψωσις της ιδικής μας ικανότητος, η δαιμονική συμπεριφορά.
3. Ας το ακούσωμε όλοι όσοι θέλομε να διαφύγωμε αυτόν τον βαθύ λάκκο. Πολλές φορές το πάθος αυτό αγαπά να τρέφεται από τις ευχαριστίες πού εκφράζομε στον Θεόν. Διότι δεν παρουσιάζεται τόσο αναιδής, ώστε από την αρχή να μας προτρέπη να αρνηθούμε τον Θεόν.
4. Είδα άνθρωπο να ευχαριστή τον Θεόν με το στόμα και να κομπάζη με το εσωτερικό φρόνημα. Περί αυτού είναι αψευδής μάρτυς εκείνος ο Φαρισαίος πού έλεγε στον Θεόν με απρεπή καύχησι: «Ο Θεός, ευχαριστώ σοι»! (Λουκ. ιη΄ 11).
5. Όπου συνέβη πτώσις, εκεί κατασκήνωσε προηγουμένως η υπερηφάνεια. Διότι το δεύτερο είναι το προμήνυμα του πρώτου.
6. Άκουσα κάποιον αξιοσέβαστο άνδρα να λέγη: «Υπόθεσε ότι είναι δώδεκα τα πάθη της ατιμίας. Εάν ένα από αυτά, την οίησι, την αγαπήσης ολόψυχα, αυτή θα αναπληρώση τον τόπο και των υπολοίπων ένδεκα».
7. Ο υψηλόφρων μοναχός αντιλέγει με σφοδρότητα, ενώ ο ταπεινόφρων δεν γνωρίζει ούτε να βλέπη τον άλλον αντιπρόσωπα. Δεν σκύβει το κυπαρίσσι να βαδίση στην γη, ούτε ο υψηλοκάριος μοναχός να αποκτήση υπακοή.
8. Ο υψηλοκάρδιος άνθρωπος επιθυμεί να άρχη. Και δεν μπορεί ή μάλλον δεν θέλει να οδηγηθή στην τελική απώλεια με κάποιον άλλον τυχόντα τρόπο.
9. «Υπερηφάνοις Κύριος αντιτάσσεται» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 5), και ποιος μπορεί έπειτα να τους ελεήση; «Ακάθαρτος παρά Κυρίω πάς υψηλοκάρδιος» (Παροιμ. ιστ΄ 5), και ποιος θα κατορθώση έπειτα να καθαρίση έναν τέτοιο άνθρωπο;
10. Παίδευσις των υπερηφάνων είναι η πτώσις. Σκόλοψ αυτών είναι ο δαίμων. Εγκατάλειψίς τους εκ μέρους του Θεού είναι η απώλεια των φρενών. Και τα δύο πρώτα πολλές φορές εθεραπεύθηκαν από ανθρώπους, αλλά το τελευταίο ανθρωπίνως είναι ανίατο.
11. Όποιος αποκρούει τους ελέγχους, εφανέρωσε ότι το έχει τούτο το πάθος, ενώ όποιος τους δέχεται, έχει ελευθερωθή από τα δεσμά του.
12. Αν όχι εξ αιτίας άλλου πάθους, αλλά απ΄ αυτό και μόνο έπεσε κάποιος από τους ουρανούς, πρέπει να εξετάσωμε μήπως και χωρίς καμμία άλλη αρετή, αλλά με την ταπείνωσι μόνο μπορούμε να ανεβούμε στους ουρανούς.
13. Η υπερηφάνεια είναι απώλεια του πλούτου και των ιδρώτων των πνευματικών. «Εκέκραξαν, και ούκ ήν ο σώζων», επειδή ασφαλώς θα έκραξαν με υπερηφάνεια∙ «Προς Κύριον, και ούκ εισήκουσεν αυτών» (Ψαλμ. ιζ΄ 42), επειδή ασφαλώς δεν απέκοπταν τις αιτίες των αμαρτιών κατά των οποίων προσεύχονταν.
14. Ένας πολύ γνωστικός γέρων εσυμβούλευσε πνευματικά κάποιον υπερήφανο αδελφό. Και αυτός τυφλωμένος του λέγει: «Συγχώρησέ με, πάτερ. Δεν είμαι υπερήφανος». Και ο πάνσοφος γέρων του αποκρίνεται: «Και ποια καλύτερη απόδειξι θα μας έδινες του πάθους σου, από αυτό που είπες, το «δεν είμαι υπερήφανος»; Σε τέτοιους υπερηφάνους ανθρώπους προξενεί μεγάλη ωφέλεια η υποταγή, η σκληρότερη και ατιμωτικότερη διαγωγή, καθώς και η ανάγνωσις των υπερφυσικών κατορθωμάτων των Πατέρων. Ίσως έτσι να υπάρξη σ΄ αυτούς τους ασθενείς κάποια μικρή ελπίδα σωτηρίας.
15. Είναι εντροπή να καμαρώνη κάποιος για τον ξένο στολισμό. Ομοίως είναι εσχάτη ανοησία να υπερηφανεύεται κανείς για τα χαρίσματα του Θεού. Όσα κατορθώματα επέτυχες πρίν γεννηθής, γι΄αυτά μόνο να υπερηφανεύεσαι, διότι τα μετά την γέννησί σου τα εχάρισε ο Θεός, καθώς επίσης και αυτή την γέννησι.
16. Όσες αρετές κατώρθωσες χωρίς τον νου και την λογική, αυτές και μόνο είναι ιδικές σου, εφ΄ όσον τον νου και την λογική σου τα εδώρησε ο Θεός. Όσες νίκες επέτυχες χωρίς το σώμα σου, αυτές και μόνο οφείλονται στην ιδική σου προσπάθεια, εφ΄ όσον το σώμα δεν είναι ιδικό σου δημιούργημα, αλλά του Θεού.
17. Μη ξεθαρρεύσης, παρά μόνον όταν δεχθής την τελική απόφασι του Κριτού. Και να παρατηρής εκείνο της ευαγγελικής παραβολής, ο οποίος μετά την ανάκλισί του στο τραπέζι του γάμου εδέθηκε χειροπόδαρα και ωδηγήθηκε στο σκότος το εξώτερον.
18. Μη ανυψώνης τον αυχένα σου, ενώ είσαι πλασμένος από γη. Διότι πολλοί ερρίφθηκαν από τους ουρανούς, αν και ήσαν άγιοι και άϋλοι.
19. Όταν ο δαίμων καταλάβη έδαφος στην ψυχή των οπαδών του, τότε τους παρουσιάζεται, όταν κοιμώνται ή όταν είναι ξύπνιοι, υπό την μορφήν αγίου Αγγέλου ή Μάρτυρος και τους δίδει πνευματικά χαρίσματα ή τους αποκαλύπτει διάφορα μυστήρια∙ με τον σκοπό να εξαπατηθούν οι ταλαίπωροι και να χάσουν τελείως τα λογικά τους.
20. Και αν ακόμη είχαμε υποστή μυρίους θανάτους για την αγάπη του Χριστού, ούτε έτσι θα εξεπληρώναμε το χρέος μας. Διότι άλλο είναι το αίμα του Θεού και άλλο το αίμα των δούλων, όχι βέβαια ως προς την ουσία, αλλά ως προς την αξία.
21. Ας μη παύσωμε ποτέ να συζητούμε για τους πρό ημών Πατέρας και φωστήρας, συγκρίοντας τους εαυτούς μας μαζί τους. Τότε θα διαπιστώσωμε ότι δεν επατήσαμε κάν το πόδι μας στον δρόμο της πραγματικής μοναχικής ζωής, και ότι δεν εφυλάξαμε οσίως τις υποσχέσεις μας, αλλ΄ ότι ευρισκόμαστε ακόμη στην κατάστασι των κοσμικών.
22. Μοναχός κατ΄ εξοχήν σημαίνει οφθαλμός της ψυχής αμετεώριστος και σωματικές αισθήσεις ακινητοποιημένες. Μοναχός είναι εκείνος πού προκαλεί εναντίον του τους δαίμονας σαν άγρια θηρία, και πού αναγκάζοντάς τους να απομακρύνωνται από κοντά του, τους παροξύνει. Μοναχός σημαίνει αδιάκοπη έκστασις του νου και ακατάπαυστη λύπη για την παρούσα ζωή. Μοναχός σημαίνει άνθρωπος πού έγινε ένα με τις αρετές, όπως ένας άλλος έγινε ένα με τις ηδονές. Μοναχός σημαίνει άσβεστο φως στον οφθαλμό της καρδίας. Μοναχός σημαίνει άβυσσος ταπεινώσεως πού εγκρέμισε και έπνιξε μέσα της κάθε πονηρό πνεύμα.
23. Την λήθη των αμαρτημάτων την προκαλεί η υπερηφάνεια, διότι η ενθύμησίς των προξενεί ταπεινοφροσύνη.
24. Υπερηφάνεια σημαίνει, εσχάτη πτωχεία μιας ψυχής πού παρουσιάζεται κατά φαντασίαν ως πλουσία, και πού νομίζει ότι ζή στο φως, ενώ ευρίσκεται μέσα στο σκοτάδι. Όχι μόνο δεν αφίνει τούτη η μιαρά να προοδεύη κάποιος, αλλά και από υψηλά τον ρίχνει κάτω.
25. Υπερήφανος σημαίνει ρόδι σαπισμένο εσωτερικώς, πού εξωτερικώς γυαλίζει το χρώμα του. Ο υπερήφανος μοναχός δεν χρειάζεται δαίμονα, διότι γίνεται πλέον ο ίδιος δαίμων και εχθρός του εαυτού του.
26. Ξένο είναι το σκοτάδι από το φως. Ομοίως ξένος είναι ο υπερήφανος από κάθε αρετή. Στις καρδιές των υπερηφάνων θα γεννηθούν λογισμοί βλασφημίας, ενώ στις ψυχές των ταπεινών ουράνιες θεωρίες. Ο κλέπτης απεχθάνεται το φως του ηλίου και ο υπερήφανος εξουδενώνει τους πράους ανθρώπους.
27. Πολλοί υπερήφανοι, δεν γνωρίζω πώς, αυταπατήθηκαν κι ενόμισαν ότι έφθασαν στο ύψος της απαθείας. Αλλά την ώρα του θανάτου είδαν την πτωχεία τους. Όποιος συνελήφθη από αυτήν, δηλαδή την υπερηφάνεια, μόνο στην βοήθεια του Κυρίου μπορεί να ελπίζη, διότι γι΄αυτόν είναι μάταιο να περιμένη σωτηρία από ανθρώπους.
28. Συνέλαβα κάποτε τούτη την ακέφαλο πλάνη να πλησιάζη προς την καρδιά μου, ανεβασμένη επάνω στους ώμους της μητέρας της.
Τις έδεσα και τις δύο με τα δεσμά της υπακοής, τις εμαστίγωσα με το μαστίγιο της ευτελείας και έτσι τις ανέκρινα με ποιόν τρόπο εισέρχονται μέσα μου. Και αυτές, καθώς εμαστιγώνονταν, μου έλεγαν:
"Εμείς δεν έχομε ούτε αρχή ούτε γέννησι, διότι είμαστε αρχηγοί και γεννήτορες όλων των παθών. Εμάς μας πολεμεί υπερβολικά η συντριβή της καρδίας πού γεννάται από την υποταγή. Εμείς δεν ανεχόμεθα κανένα να μας εξουσιάζη. Γι΄αυτό και όταν ελάβαμε εξουσία στους ουρανούς, απεστατήσαμε από εκεί."
"Εμείς με ένα λόγο γεννούμε όλα τα πάθη πού αντιστρατεύονται στην ταπεινοφροσύνη, διότι όλα όσα την ευνοούν είναι αντιμέτωπά μας. Αλλά αφού και στον ουρανό εσημειώσαμε νίκη, πώς μπορείς εσύ να μας ξεφύγης;"
"Εμείς συνηθίζουμε πολλές φορές να εμφανιζώμεθα μετά από ατιμίες, από την υπακοή, από την αοργησία, από την αμνησικακία, από την πρόθυμη διακονία."
"Τέκνα ιδικά μας είναι οι πτώσεις των πνευματικών ανθρώπων, η οργή, η καταλαλιά, η πικρία, ο θυμός, η κραυγή, η βλασφημία, η υποκρισία, το μίσος, ο φθόνος, η αντιλογία, η ιδιορρυθμία, η απείθεια."
"Ένα μόνο υπάρχει πού δεν μπορούμε να το νικήσωμε, και σου το φανερώνουμε, επειδή μας μαστιγώνεις:"
"Εάν κατηγορής διαρκώς τον εαυτόν σου ενώπιον του Κυρίου με ειλικρίνεια, θα μας θεωρής ωσάν αράχνη. Ίππος επάνω στον οποίο είμαι ανεβασμένη, εγώ η υπερηφάνεια, είναι, όπως βλέπεις, η κενοδοξία. Η οσία όμως ταπείνωσις και η αυτομεμψία θα περιπαίξουν τον ίππο και τον αναβάτη του, ψάλλοντας μελωδικά την ωδή της νίκης: «Άσωμεν τω Κυρίω∙ ενδόξως γάρ δεδόξασται∙ ίππον και αναβάτην έρριψεν είς θάλασσαν» (Έξοδ. ιε΄ 1) και είς άβυσσον ταπεινώσεως."
Βαθμίς εικοστή δευτέρα! Όποιος την ανέβηκε, ενίκησε∙ εάν βεβαίως κατώρθωσε να την ανεβή.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
Συν Αθηνά και χείρα κίνει, έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, θέλοντας να τονίσουν την αξία και της προσωπικής ενέργειας μαζί με την απαραίτητη βοήθεια του Θεού. Την ίδια αντίληψη έχουμε και οι νέοι Έλληνες και μετά την πνευματική μας ολοκλήρωση, αποτέλεσμα της συνύπαρξης εντός μας των δύο κορυφαίων αξιακών συστημάτων: του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους που εξαίρει τη σημασία της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αριστείας, και του χριστιανισμού που διδάσκει την ταπεινοφροσύνη, την υπομονή, την αλληλεγγύη, τη μετάνοια, αλλά επίσης και την απόλυτη ελευθερία, κοινό παρονομαστή ελληνισμού και χριστιανισμού.
Στους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε σχεδόν όλοι οι Έλληνες και βέβαια η πατρίδα μας, η αρχική ρήση του παρόντος άρθρου κρίνεται άκρως επίκαιρη και η εφαρμογή της αναγκαία.
Επιτέλους, όμως, ακόμη και αυτά τα δύο (προσευχή στο Θεό και προσωπική δράση) ας τα κάνουμε με τον σωστό τρόπο και τη σωστή σειρά: Πρώτα ο Θεός και μετά ο άνθρωπος. Πρώτα να ζητήσουμε τη βοήθειά Του και μετά να πιάσουμε δουλειά. Εμείς, οι παντογνώστες, οι μεγάλοι στρατηγικοί αναλυτές, οι προφητάνακτες, τον Θεό τον έχουμε για μετά· αφού δοκιμάσουμε ό,τι είχαμε στο νου μας και αποτύχει, αφού προσπαθήσουμε και δε βγάλουμε άκρη, Τον ψάχνουμε να συμβάλει, να διορθώσει. Αφού τονίσουμε έως παρεξηγήσεως και καυγαδίσματος το εγώ μας, τις «υπερδυνάμεις» μας, τα πτυχία μας και φτάσουμε στα όρια διάλυσης τις σχέσεις και τα σχέδια, τότε Τον θυμούμαστε. Μάλιστα πολλοί από μας Τον μαλώνουμε κιόλας, γιατί δεν επενέβη έγκαιρα, πριν γίνει το κακό, ώστε να μη χρειαστεί να Τον παρακαλέσουμε. Η υπεροψία και η εξ αυτής σύγχυσή μας έχει τόσο προχωρήσει, ώστε για οποιοδήποτε κακό συμβαίνει στον κόσμο να κατηγορούμε τον Θεό. Τα ίδια συμβαίνουν και σε εθνικό επίπεδο. Παρακολουθούμε ενεοί τις ανόητες αποφάσεις και πράξεις των κυβερνώντων μας, που δεν έχουν τον Θεό τους αλλά δείχνουν πρόθυμοι να Τον κατηγορούν.
Τέλος πάντων. Οι πτώσεις είναι για τους ανθρώπους, το ίδιο και οι ανορθώσεις. Ας προσευχηθούμε πρώτα στο Θεό να μας φωτίσει να αντιληφθούμε τα λάθη μας κι ας επικαλεστούμε εν συνεχεία τη βοήθεια και τις μεσιτείες της Παναγίας να φωτίζει τα έργα και τις αποφάσεις μας, για να αντέξουμε έως τέλους. Η Παναγία ξέρει από θαύματα και στον προσωπικό και στον εθνικό μας αγώνα. Εξάλλου πρώτα η ίδια βίωσε το απόλυτο θαύμα: να γίνει η χώρα του αχωρήτου Θεού, να βαστάζει τὸν βαστάζοντα πάντα.
Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας, αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα, κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα· χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγείρονται τρόπαια· χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.
Κρατάτε γερά
Κιηγμάς Ν. Δημήτριος
ΛΟΓΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ
1. Από τον σίδηρο και την πέτρα (διά της προσκρούσεως) γεννάται η φωτιά, και από την πολυλογία και τα ευτράπελα το ψεύδος. Το ψεύδος είναι εξαφάνισις της αγάπης∙ και η επιορκία άρνησις του Θεού.
2. Κανείς συνετός άνθρωπος άς μη θεωρή μικρό το αμάρτημα του ψεύδους, διότι το Πανάγιον Πνεύμα εξέδωσε εναντίον του την πιο φοβερή απόφασι: «Απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος» (Ψαλμ. ε΄ 7), όπως λέγει ο Δαβίδ προς τον Θεόν. Και εάν συμβή αυτό, τι πρόκειται να πάθουν εκείνοι πού συρράπτουν επί πλέον το ψεύδος με τους όρκους;
3. Εγνώρισα μερικούς που εκαυχώντο για τα ψεύδη τους. Αυτοί κατώρθωναν και έκαναν τους άλλους να γελούν με τις αστειότητες και τις αργολογίες τους, και έτσι εξαφάνιζαν ελεεινά το πένθος των μοναχών πού τους ακροάζονταν.
4. Όταν ιδούν οι δαίμονες ότι, μόλις αρχίση ο άθλιος ομιλητής να διηγήται τα ευτράπελα, προσπαθούμε να φύγωμε σαν από λοιμώδη ασθένεια, επιχειρούν να μας παρασύρουν με δύο απατηλούς λογισμούς: «Μη λυπήσης τον ομιλητή», μας συμβουλεύουν, ή «μη θέλεις να φανής πιο ευλαβής από όλους τους άλλους»! Φεύγε αμέσως, μην αργοπορήσης∙ ειδεμή στην ώρα της προσευχής θα σου έρχωνται στον νου αστεία. Και όχι μόνο να φεύγης, αλλά και να διαλύης με ευσεβή τρόπο το «πονηρόν συνέδριον», φέροντας στο μέσον την μνήμη του θανάτου και της Κρίσεως. Είναι καλύτερο ίσως να σε βρέξουν μερικές σταγόνες κενοδοξίας, προκειμένου να γίνης πρόξενος ωφελείας σε τόσους.
5. Η υποκρισία είναι πολλές φορές μητέρα και αιτία του ψεύδους. Τίποτε άλλο, λέγουν μερικοί, δεν είναι η υποκρισία, παρά μελέτη και δημιουργός του ψεύδους πού έχει μαζί της συμπεπλεγμένο τον ένοχο και άξιο τιμωρίας όρκο. Αυτός πού απέκτησε τον φόβο του Κυρίου, αποξενώθηκε από το ψεύδος, διότι έχει μέσα του ως αδέκαστο δικαστή την συνείδησί του.
6. Όπως σε όλα τα πάθη, έτσι και στο ψεύδος παρατηρούμε διαφορά ως προς την πνευματική βλάβη πού προξενεί. Επί παραδείγματι: Διαφορετική είναι η ενοχή ενός πού ψεύδεται από τον φόβο της τιμωρίας, και διαφορετική όταν δεν υπάρχη κίνδυνος. Άλλος πάλι είπε ψεύδος χάριν της τρυφής, άλλος χάριν της φιληδονίας, κάποιος για να κάνη τους άλλους να γελάσουν και άλλος για να επιβουλευθή και κακοποιήση τον αδελφό του.
7. Με τις τιμωρίες των κοσμικών αρχόντων το ψεύδος μειώνεται πολύ. Με το πλήθος όμως των δακρύων της κατανύξεως, εξαφανίζεται ολοσχερώς. Ο δαίμων πού μας προτρέπει στο ψεύδος προφασίζεται διαφόρους «οικονομικούς» λόγους και έτσι παρουσιάζει σαν μεγάλη αρετή αυτό πού αποτελεί απώλεια της ψυχής. Εκείνος πού πλάθει ψεύδη παρουσιάζεται ότι μιμείται την Ραάβ, (η οποία εχρησιμοποίησε το ψεύδος, για να σώση τους κατασκόπους του Ισραήλ), και νομίζει ότι με την ιδική του απώλεια προξενεί σωτηρία στους άλλους.
8. Όταν καθαρισθούμε τελείως από το πάθος του ψεύδους, τότε, σε μία εξαιρετική περίστασι, άς το χρησιμοποιήσωμε, αλλά και πάλι με φόβο. Το νήπιο δεν γνωρίζει το ψεύδος. Ομοίως και η ψυχή πού δεν έχει πονηρία. Εκείνος πού ευφράνθηκε από τον οίνο (και εμέθυσε), θα ομολογήση ακουσίως κάθε αλήθεια. Και εκείνος πού εμέθυσε από την κατάνυξι, δεν θα μπορέση να ψευσθή.
Βαθμίς δωδεκάτη! Όποιος την ανέβηκε απέκτησε την ρίζα των καλών.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
«Αναγράφει σοι η Πόλις Σου Θεοτόκε»
Αιώνες τώρα, αδιαλείπτως και αμεταθέτως, αντιλαλούν μέσα στις εαρινές νύχτες την πενθηφόρου περιόδου της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όταν νηπτικώ φρονήματι τελείται η λαοφιλής ακολουθία των «Χαιρετισμών», όλα εκείνα τα ενήδονα «Χαίρε» προς την «Ανύμφευτη Νύμφη», τα οποία «Ορθοστάδην» πρωτοψάλθηκαν «εν ενί στόματι και μια καρδία» υπό σύμπαντος του ευγενούς και ευσεβούς Ρωμαίικου Γένους της «αεί ζώσης» Βασιλευούσης και Θεοτοκουπόλεως Κωνσταντινουπόλεως, όταν κατά το σωτήριο έτος 626 μ.Χ. η «αεί Υπέρμαχος Στρατηγός», η παντοβασίλισσα γης και Ουρανού Υπεραγία Θεοτόκος υπό τον κραταιό βραχίονα αυτής έσωσε την Πόλη και τους οικήτορες αυτής από τις αδηφάγες επιθέσεις των Αβάρων.
Η Παναγιοσκέπαστη και θεοτοκοφρούρητος Πόλη των Πόλεων ανυμνεί και μεγαλύνει έκτοτε τα θαυμάσια και θαυμαστά της Βλαχερνήτισσας Παναγίας, της προσφυώς και ευγλώττως υπό του Μητροπολίτου Πέργης Ευαγγέλου (Γαλάνη) αποκληθείσης ως «Εσωκαστρινής Βλαχερνήτισσας», όπου ενώπιον της παλαιφάτου και θαυματουργού εικόνος της εψάλη ως «ευχαριστήριος ύμνος» το κοντάκιον της «Υπερμάχου Στρατηγού» για την εκ δεινών λύτρωση της του Κωνσταντίνου Νέας Ρώμης.
Παράδοξο όντως και «αγγέλοις και ανθρώποις» είναι το γεγονός ότι μετά από τόσους αιώνες και παρά την πανσθενουργό δύναμη του πανδαμάτορος χρόνου, συνεχίζεται και παραμένει εύηχος ο προς την Βλαχερνήτισσα «Ακάθιστος Απόηχος» των του λαού «Χαίρε», στα οποία εγκολπώνεται όλη η αγάπη, η ευγνωμοσύνη και η δοξολογική ευχαριστία του πληρώματος της Εκκλησίας για όσα η Ανύμφευτη Νύμφη ως συνεργός Θεού στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας ενήργησε γενόμενη το «ένσαρκον δοχείον της Θείας Χάριτος» για την σωτηρία του πεπτωκότος στη φθορά και το θάνατο ανθρωπίνου γένους.
Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι οντολογικά συνυφασμένος με την Μητέρα Αγία Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και, όπως εύγλωττα γράφει ο αοίδιμος Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων, «και αυτή, μέσα εις την διαδρομήν της ιστορίας, είναι ένας πραγματικός Ακάθιστος Ύμνος, ένας ύμνος Ορθός, που κρατά την ευσέβειαν της πίστεώς μας και την αξιοπρέπειαν και την τιμήν του γένους μας».
Η Κωνσταντινούπολη ως η υψίστη καθέδρα πόλη της Υπερύμνητης Υπεραγίας Θεοτόκου εγέννησε, έψαλε και βίωσε τον Ακάθιστο Ύμνο ως «παρεμβολή Θεού» για την σωτηρία της από τους ποικιλόμορφους κινδύνους και πολεμίους μέσα στο διάβα του χωροχρόνου. Το θαύμα της σωτηρίας της κατά το έτος 626 μ.Χ. δεν συνέβη άπαξ ή εφάπαξ αλλά αδιαλείπτως –και παρά την πικρά άλωσή της- βιώνεται από την εσταυρωμένη και μαρτυρικώς καθαγιασμένη Μητέρα Αγία Μεγάλη του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδα Εκκλησία και τον ευσεβή και θεοτοκοσκέπαστο λαό της μέχρι και σήμερα.
Φαναριώτες και ρωμιοί μονίμως και αμεταθέτως εναποθέτουν την «πάσαν ελπίδα» αυτών στην Ανύμφευτη Νύμφη και Υπέρμαχο Στρατηγό, έχοντες την ανεξίτηλη
γεύση της χαρμολύπης στα χείλη τους και μέχρι το τελευταίο κύτταρο της υπάρξεώς τους, έως μυελού οστέων.
Το «Χαίρε» του Ευαγγελισμού, όπως γράφει ο Χαλκιδόνος Μελίτων, «από την Αγίαν Μητέρα Σας, την Εκκλησίαν της Κωνσταντινουπόλεως, την Εκκλησίαν της Παναγίας, την Ευαγγελίστριαν, την Γεννήτριαν και την Τροφόν πολλών Ευαγγελισμών, της οποίας μοναδικόν γνώρισμα εστάθη και είναι: να ευαγγελίζεται εις τους άλλους χαράν μεγάλην και ανάστασιν και ελευθερίαν και λόγον, να κρατεί δε δι’ εαυτήν το μοναδικόν προνόμιον του μεγαλείου του σταυρού και της σιωπής, της Παναγίας το Προνόμιον».
Και όταν οι Ρωμιοί ήταν πολλοί και τώρα που είναι οι ολίγοι και εκλεκτοί, συνεχίζεται έτι και έτι η λιτάνευση νοερώς της θαυματουργού και περιπύστου ιεράς εικόνος της Βλαχερνήτισσας, η οποία έκτοτε και μέχρι σήμερα κατέστη «Σύμβολον ιστορικόν» της επιβιώσεως επέκεινα του χωροχρόνου τόσο της Ορθοδοξίας όσο και του Φιλοχρίστου και Φιλοθεότοκου ρωμαίικου Γένους. Είναι και παραμένει το «ακατάβλητο και ακαταίσχυντο σύμβολο» της απαντοχής και ελπιδοφόρου πορείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Πολίτικης Ρωμιοσύνης καθ’ όλες τις στροφές της πολυκύμαντης και πολυτάραχης και πολυπλάγκτου ιστορίας, διακονίας και μαρτυρίας τους στην του Κωνσταντίνου πόλη, στην καθέδρα Πόλη της Παναγίας.
Η φοβερά προστασία και η αμετάθετη και ανυπέρβλητη πρόνοια της Βλαχερνήτισσας Παναγίας για την Πόλη και τον λαό της αποτυπώνεται και στις εικονικές παραστάσεις της. Η Χρυσάνθη Μπαλτογιάννη αναφέρει ότι δεν γνωρίζουμε τον ακριβή εικονογραφικό τύπο της Βλαχερνήτισσας Παναγίας, αλλά το κυρίαρχο γνώρισμά της είναι ότι απεικονίζεται σε «στάση δεήσεως» με ανοικτές τις χείρες της. Οι δε νεώτερες εικονογραφικές παραστάσεις της Βλαχερνήτισσας Παναγίας εμφανίζουν κάποιες παραλλαγές με την Παναγία όρθια και δεομένη, με τα χέρια ανοιχτά σε στάση δεήσεως εκτενούς και με τον Χριστό Εμμανουήλ σε μετάλλιο ή όχι στους κόλπους της, και θεωρήθηκε ως η εξέλιξη του καθιερωμένου τύπου με τη μεμονωμένη μορφή της δεομένης Παναγίας.
Εξίσταται ο ανθρώπινος νους όταν ανακαλεί στη μνήμη του και αναλογίζεται πόσες φορές οι Πάναγνες αυτές χείρες της θεομήτορος εκτεινόμενες ως Ιερά και ακαταίσχυντη προστασία και συνάμα δεόμενες υπέρ της σωτηρίας της Πόλεως και των οικητόρων αυτής, εφύλαξαν και εγκόλπωσαν ως «εν κιβωτώ» σωτηρίας μέσα στο διάβα των αιώνων, τόσο το μαρτυρικό και πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και την εσταυρωμένη πολίτικη Ρωμιοσύνη, η οποία παρά τις περιπέτειες του ιστορικού γίγνεσθαι παραμένει «αεί ζώσα» και ανθίσταται «συν τη Μητρί Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως». Αυτή η κατά τα ανθρώπινα ορθολογικά μέτρα παραδοξότητα καταδεικνύει περιτράνως ότι ο «πνευματικός και σωστικός ομφάλιος λώρος» που συνδέει την μαρτυρικώς καθαγιασμένη Κωνσταντινουπολίτιδα Μητέρα Εκκλησία με την πολίτικη Ρωμιοσύνη είναι η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία ουδέ κατ’ ελάχιστον έπαυσε να τρέφει, να ζωογονεί, να συντηρεί και να διαφυλάττει σωστικώς την πόλη και τον ευσεβή λαό της. Αυτό είναι το γνήσιο «μυστήριο της ευσεβείας» που μόνο ως «παρεμβολή Θεού» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και νοηθεί μέσα στον πολυδαίδαλο χρόνο μέχρι και σήμερα αλλά και έως της συντελείας των αιώνων. Ο Ακάθιστος απόηχος της Βλαχερνήτισσας Παναγίας εύηχα ηχεί και συγκρατεί και συγκροτεί την μικρά όαση μέσα στην ζοφερή πύρινη έρημο και το όνειρο μέσα στην εγκόσμια τραγικότητα των εναλλαγών της ιστορίας.
Ο οξυγράφος ποιητικός και εναρμόνιος κάλαμος του Μητροπολίτου Πέργης κ. Ευαγγέλου (Γαλάνη) μας καθιστά πεπληρωμένους θείας χάριτος, όταν πνέει «πνοή ζώσα» στο «ανεξίτηλο πολίτικο ρωμαίικο είναι» μας, όχι απλώς γράφοντας, αλλά ως δώρημα ψυχής προσφέροντας τα «Εκ Φαναρίου» στην «Εσωκαστρινή της Πόλης, στην Βλαχερνήτισσα», που συνεχίζει ατάραχη και αμετάθετη να εκπέμπει τον Ακάθιστο Απόηχο των αιώνων της στο σήμερα και στο αύριο, στην ιστορία και στο επέκεινα του χωροχρόνου. Και όλα, παρελθόν, παρόν και μέλλον ως μυστική βιουμένη εμπειρία του Φαναρίου και της πολίτικης Ρωμιοσύνης υπό το μοναδικό «ψυχικό κάτοπτρο» του Πέργης Ευαγγέλου: «Η Παναγία του «μεταύλιου». Και η ικέτιδα του «παραύλιου». Συνάντηση στο άλλο άκρο του ουράνιου τόξου. Η υμνοστάλακτη του Φαναρίου στη σκιά των κάστρων για μια τελευταία χειραψία της ιερείτιδας με την Πόλη. Όχι όμως και με τη Ρωμηοσύνη που της ασπάζεται τακτικά το χέρι. Ειδικά στην περίοδο των Χαιρετισμών. Τότε που πάνε να την προσκυνήσουν διπλά. Μια για τη χάρη της, και μια για την ιστορία της…
«Δόξα σοι». Αφού τη ράτσα μας έδωσες Ρωμέικη, Πολίτικη, Ορθόδοξη. Προχωρούμε για συνάντηση της εύχυμης ελπίδας. Θέλουμε να «ξενωθώμεν του κόσμου». Ν’ αφήσουμε σπίτια, παρόντες και απόντες. Να μεταθέσουμε κάπου αλλού το νου μας. Συλλειτουργοί να γίνουμε περιθαμβείς κάποιας ζωηφόρας ώρας…
Από ποιο γράμμα του αλφαβήτου ν’ αρχίσουμε απόψε τους χαιρετισμούς; Από ποια χρονολογία, ποιον Πατριάρχη, ποιο γεγονός; Μέσα στ’ απόβραδο της Βλαχέρνας, βλέπουμε όλα να λευκαίνονται, να ιλαρώνονται. Όλα να θέλουν να εισχωρήσουν σε κάποιο όμμα στοργής. Κι όλα να ομορφαίνουν. Να μοιάσουν τις όψεις των αγίων. Ν’ ακούσουν λόγια Ευαγγελισμών…
Απόψε θέλουμε να σμίξουμε με τα «προσκυνήματα» των περασμένων. Με τις όψεις που αντίκρισαν την υπερβατικότητα της Ρωμηοσύνης. Με την πρώτη και αυθεντική εικόνα του Ακαθίστου. Τη φιλοτεχνημένη από κηρομάστιχο από τον Ευαγγελιστή Λουκά και θησαυρισμένη στο Αγιονόρος. Και να γίνουμε όλοι ένας ασπασμός. Ένα σημάδι της Ορθοδοξίας. Μέσα στην Πόλη της Ορθοδοξίας.
Μετεωρισμένος ο νους, φλογίζεται από τους κτύπους του χρόνου, από τους κυματισμούς της αοριστίας μας. Πέφτει επάνω στο κακουχισμένο εικόνισμα της Ελπιδοφόρου αποζητώντας το περιοφθάλμιο νέφος της να χαράξει μέσα του και τη δική του σκιά. Το άγος της Ρωμηοσύνης. Αυτό το εφύμνιο του δικού της κανόνα. Του δικού της ακαθίστου ύμνου…
Πριν φύγουμε από τον τόπο του αγιάσματος, να νιώσουμε το αυθόρμητο ανάβρυσμα του είναι μας. Ώρα να καταπαύσουν οι λιτανείες. Αλλά να φιλιωθούμε με το νόημα της βραδιάς. Με τις φτερούγες του μυστηρίου της Ρωμηοσύνης. Που δεν οδηγούν σε τέρμα. Αλλά στο νυν και στο αεί ταυτόχρονα. Σε ακροάσματα ατάραχα. Μα και γλυκόφθογγα μαζί. Όπως αυτός ο υπόγειος ρόχθος του αγιάσματος των Βλαχερνών. Όπως η λατρευτική μεταρσίωση των μυσταγωγών μας. Κι όπως ο ίδιος ο αφαίρετος, ο χαμένος από τη γη του κόσμος μας, που από τα παραύλια και τα προαύλια της ξένης συμμετέχει στις γονυπετήσεις μας με το δικό του άρωμα στο «Ρόδον το Αμάραντον»…
Με τη Βλαχερνήτισσα, παίρνουμε θέση «ανωφερή και μετέωρον», απ’ όπου και «το φως των νοημάτων οράται». Μπαίνουμε και σε σφαίρα παραμυθίας. Κι ακούμε την εσωκαστρινή σαν τον έσχατο αναβαθμό στην εσώκλειστη αντοχική πορεία μας. Περ’ από εκεί, η οριακή ψηλάφηση των οραματισμών. Το κεφάλαιο της εξόδου. Στίχοι με τον κόσμο το μικρό και στίχοι με τον κόσμο τον μεγάλο. Τον κόσμο χωρίς την Πόλη και τον κόσμο με τη μνήμη του λαού. Τη μνήμη της Ρωμηοσύνης. Σφυγμοί που πρέπει ν’ αντέξουν, είτε πίνοντας της λήθης το αθάνατο νερό, είτε κρατώντας στο χέρι πασχαλιές αναστάσιμες».
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Η Γ´ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής σήμερα, η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, όπως μας είναι γνωστή, και η Αγία μας Εκκλησία τιμά την Ιερά μνήμη του Μάρτυρος Ελπιδοφόρου, Ιωσήφ του Υμνογράφου και Νικήτα του Ομολογητού. Στο σημερινό ιερό Ανάγνωσμα του κατά Μάρκον Αγίου Ευαγγελίου γίνεται λόγος για την εθελοντική άρσι του προσωπικού σταυρού του κάθε πιστού, αφού πρώτα αποφασίσει ελεύθερα, με την θέλησί του, να ακολουθήση τον Χριστό και να απαρνηθή τον αμαρτωλό εαυτό του, τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας, που κουβαλάει επάνω του. Ακόμη, η ευαγγελική αυτή περικοπή ομιλεί για την υπέρτατη αξία της ψυχής του ανθρώπου. Το χειρότερο απ᾽όλα είναι η πνευματική ζημιά της ψυχής. Όταν αυτή υπάρχη, τότε ο άνθρωπος δεν ωφελείται κι᾽όταν ακόμη κερδήση όλο τον κόσμο. Γιατί κανείς δεν μπορεί να δώση κάποιο αντάλλαγμα για την ψυχή του. Ο θησαυρός της είναι ανεκτίμητος και μοναδικός για τον κάθε άνθρωπο.
Στη συνέχεια για τις δυό αυτές μεγάλες και υψηλές έννοιες: Σταυρός και ψυχή και η αξία τους θα παραθέσωμε ερμηνευτικά σχόλια του εκκλησιαστικού διδασκάλου των χρόνων της Τουρκοκρατίας Νικηφόρου Θεοτόκη:
Ακούς θεϊκή σοφία και πολύ θαυμαστή μεγαλοπρέπεια; Ούτε αναγκάζει, αν και έχει την δύναμι, ούτε προστάζει, αν και έχει την εξουσία. Αλλά αφήνοντας στον καθένα το αυτεξούσιό του ελεύθερο, προσκαλεί μόνο όλους, επειδή ως φιλάνθρωπος θέλει τη σωτηρία όλων. Όποιος λέγει, με τη δική του γνώμη και προαίρεσι, θέλει να με ακολουθή, δηλαδή να έρχεται κοντά μου ως μαθητής μου και να μιμηθή τα έργα μου, είναι ανάγκη να κάνη τρία πράγματα: Να αρνηθή τον εαυτό του, να σηκώση τον προσωπικό του σταυρό και να είναι πιστός ακόλουθός μου.
Αλλά ποιός είναι αυτός ο εαυτός μας; διερωτάται. Και ποιός είναι ο σταυρός του κάθε ανθρώπου; Ο εαυτός μας είναι εκείνος, που από τον Απόστολο Παύλο ονομάζεται “παλαιός άνθρωπος”. Και σώμα της αμαρτίας τον ονομάζει ο θείος Παύλος, γιατί μετά την παράβασι των Πρωτοπλάστων «έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού» (Γεν. 8,21). Αυτόν, λοιπόν, τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας, λέγει ότι πρέπει να αρνηθούμε.
Τότε αρνούμεθα τους εαυτούς μας, όταν φεύγουμε την φιλία της σάρκας και αποστρεφόμαστε τις πονηρές της πράξεις.
Σταυρός δε προσωπικός του καθένα είναι η νέκρωσις των παθών και των πονηρών του επιθυμιών. Τότε λοιπόν σηκώνουμε τον σταυρόν μας, όταν νεκρώσωμε τα πάθη και τις κακές μας επιθυμίες. Οι δούλοι του Ιησού την σάρκα με τα πάθη και τις επιθυμίες της, όπως γράφει στους Γαλάτες ο Απόστολος Παύλος (Γαλ. ε´24). Και επειδή κατά το παρελθόν μερικοί με πολλή στενοχώρια και βάσανα καταδάμαζαν τα πάθη της σάρκας, και μέχρι σήμερα πολλοί ασκητές από το γένος των Ινδών τυραννικά με διάφορους τρόπους καταβασανίζουν την σάρκα, όπως και μεις είδαμε με τα μάτια μας, (παρατηρεί ο εκκλ. συγγραφεύς Νικηφόρος Θεοτόκης), κάνουν δε αυτά όχι γιατί ακολουθούν στον Χριστό, αλλά γιατί δουλεύουν στα πάθη της κενοδοξίας τους και της πλανεμένης φαντασίας τους, θέλοντας να θαυμάζωνται και να επαινούνται από τους ανθρώπους, γι᾽αυτό ο Κύριος είπε, όχι μόνο το “απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού”, αλλά προσέθεσε και το “ακολουθείτω μοι”.
Σε συντομία όλη η σημασία των ευαγγελικών αυτών λόγων είναι η ακόλουθη. Όποιος θέλει να γίνη μαθητής του Ιησού Χριστού, εκείνος πρέπει να αποστραφή και να μισήση κάθε αμαρτία, να νεκρώση όλα τα πάθη του και όλες τις πονηρές επιθυμίες του και να ακολουθήση, δηλ. να μιμηθή τα έργα του Χριστού.
Σχολιάζοντας στη συνέχεια ο Θεοτόκης το θέμα της σωτηρίας η της απώλειας της ψυχής παρατηρεί τα εξής:
Η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη. Πως λοιπόν ημπορεί ο άνθρωπος να την χάση για την αγάπη του Ιησού Χριστού “και του Ευαγγελίου”. Πως δε με την τοιαύτη απώλεια θα την σώση; Ψυχή εδώ λέγει όχι την ουσία της ψυχής, αλλά τις πονηρές της επιθυμίες, την υπερηφάνεια, τον φθόνο, το μίσος, την ασπλαγχνία και τα λοιπά πάθη της, όχι για υποκρισία η φιλοδοξία, αλλά για την αγάπη του Ιησού Χριστού και για την τήρησι των εντολών του Ευαγγελίου, εκείνος σώζει την ψυχή του στην αιώνια ζωή, δηλ. κληρονομεί την αιώνια σωτηρία. Όποιος δε περιποιείται τις κακές επιθυμίες της ψυχής, εκείνος θα χάση την ψυχή του, δηλ. την παραδίδει στην αιώνια κόλασι… Και προσθέτει πιο κάτω: Όποιος θέλει να σώση την ψυχή του, δηλ. όποιος θέλει να σώση τον εαυτό του, εκείνος θα τον χάση. Όποιος όμως θα χάση τον εαυτό του όχι για την ισχυρογνωμία του, ούτε για την πλάνη της φαντασίας του, αλλά για την αγάπη του Ιησού Χριστού και για τα ευαγγελικά δόγματα, εκείνος θα σώση τον εαυτό του για την αιώνια ζωή.
Βλέπουμε αυτό να πραγματοποιήται στον καιρό των διωγμών της Χριστιανικής Πίστεως. Όποιος τότε έχασε τον εαυτό του, δηλ. παρέδωσε την ζωή του σε θάνατο, για να μη αρνηθή τον Ιησού Χριστό και την ευαγγελική αλήθεια, εκείνος τον έσωσε, αφού έγινε Άγιος και συναντήθηκε με τον χορό των πανενδόξων Μαρτύρων. Όποιος, όμως, έσωσε τον εαυτό του, δηλ. εφύλαξε τη ζωή του από τον θάνατο με το να γίνη αρνητής του Ιησού Χριστού και του Ευαγγελίου, εκείνος έχασε τον εαυτό του, διότι φάνηκε ανάξιος της Ουρανίου Βασιλείας και συγκαταλέγεται με τους αποστάτες καταδίκους.
Τέλος, για τη ζημιά της ψυχής, που είναι το πιο μεγάλο και ανυπολόγιστο κακό λέγει τα ακόλουθα:
»Εκέρδισες το χρυσάφι του Κροίσου και του Αλεξάνδρου τα κτήματα, απόλαυσες του Σαρδανάπαλου τις τρυφές, εκέρδισες όλο τον κόσμο, ποιά θα είναι η ωφέλειά σου, εάν, αφού αρνηθής τον Ιησού Χριστό η καταφρονήσεις τις εντολές του βλάψης την ψυχή σου; Κάθε πράγμα του κόσμου έχει το ισότιμό του, δηλ. αυτό που έχει την ίδια αξία με αυτό. Με αυτόν τον τρόπο το καθετί έχει το αντάλλαγμά του. Δίνεις χρυσάφι και παίρνεις ισότιμο αργύριο. Δίνεις πολύτιμους λίθους, μαργαρίτες, αγρούς, αμπελώνες, πόλεις, χώρες και κάθε άλλο πράγμα του κόσμου και παίρνεις το ισοστάσιόν του. Θα χάσης το ένα, αλλά κερδίζεις άλλο ισόρροπο.
Για κάθε κοσμικό πράγμα γίνεται ισοδύναμη η ανταλλαγή. Η ψυχή όμως δεν έχει ισότιμο αντάλλαγμα. Δεν βρίσκεις στον κόσμο ισότιμο πράγμα και άξιο της ψυχής.
Το μήνυμα της σημερινής Κυριακής είναι η αποφασιστική αγωνιστική μας πορεία με τον σταυρό των θλίψεων, πειρασμών και δοκιμασιών της ζωής μας, η αναγνώρισις της υπέρτατης πνευματικής αξίας και υπεροχής της ψυχής μας στον κόσμο αυτό και η ευθυγράμμισις της ζωής μας στον αγώνα για την επιμέλεια και φροντίδα της ψυχής μας και την χαρίτωσί της με τις χριστιανικές αρετές επ᾽ αγαθώ της κατά Θεόν πνευματικής μας ζωής.
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 25/03/2016), Θρησκευτικά
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...