
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
(Διά την «ακέφαλον» υπερηφάνειαν)
1. Η υπερηφάνεια είναι άρνησις του Θεού, εφεύρεσις των δαιμόνων, εξουδένωσις των ανθρώπων, μητέρα της κατακρίσεως, απόγονος των επαίνων, απόδειξις ακαρπίας, φυγαδευτήριο της βοηθείας του Θεού, πρόδρομος της παραφροσύνης, πρόξενος πτώσεων, αιτία της επιληψίας, πηγή του θυμού, θύρα της υποκρίσεως, στήριγμα των δαιμόνων, φύλαξ των αμαρτημάτων, δημιουργός της ασπλαχνίας, άγνοια της συμπαθείας, πικρός κριτής, απάνθρωπος δικαστής, αντίπαλος του Θεού, ρίζα της βλασφημίας.
2. Αρχή της υπερηφανείας είναι το τέλος της κενοδοξίας. Μέσον, η εξουδένωσις του πλησίον, η αναιδής φανέρωσις των κόπων μας, ο εσωτερικός αυτοέπαινος, το μίσος των ελέγχων. Και τέλος, η άρνησις της βοηθείας του Θεού, η εξύψωσις της ιδικής μας ικανότητος, η δαιμονική συμπεριφορά.
3. Ας το ακούσωμε όλοι όσοι θέλομε να διαφύγωμε αυτόν τον βαθύ λάκκο. Πολλές φορές το πάθος αυτό αγαπά να τρέφεται από τις ευχαριστίες πού εκφράζομε στον Θεόν. Διότι δεν παρουσιάζεται τόσο αναιδής, ώστε από την αρχή να μας προτρέπη να αρνηθούμε τον Θεόν.
4. Είδα άνθρωπο να ευχαριστή τον Θεόν με το στόμα και να κομπάζη με το εσωτερικό φρόνημα. Περί αυτού είναι αψευδής μάρτυς εκείνος ο Φαρισαίος πού έλεγε στον Θεόν με απρεπή καύχησι: «Ο Θεός, ευχαριστώ σοι»! (Λουκ. ιη΄ 11).
5. Όπου συνέβη πτώσις, εκεί κατασκήνωσε προηγουμένως η υπερηφάνεια. Διότι το δεύτερο είναι το προμήνυμα του πρώτου.
6. Άκουσα κάποιον αξιοσέβαστο άνδρα να λέγη: «Υπόθεσε ότι είναι δώδεκα τα πάθη της ατιμίας. Εάν ένα από αυτά, την οίησι, την αγαπήσης ολόψυχα, αυτή θα αναπληρώση τον τόπο και των υπολοίπων ένδεκα».
7. Ο υψηλόφρων μοναχός αντιλέγει με σφοδρότητα, ενώ ο ταπεινόφρων δεν γνωρίζει ούτε να βλέπη τον άλλον αντιπρόσωπα. Δεν σκύβει το κυπαρίσσι να βαδίση στην γη, ούτε ο υψηλοκάριος μοναχός να αποκτήση υπακοή.
8. Ο υψηλοκάρδιος άνθρωπος επιθυμεί να άρχη. Και δεν μπορεί ή μάλλον δεν θέλει να οδηγηθή στην τελική απώλεια με κάποιον άλλον τυχόντα τρόπο.
9. «Υπερηφάνοις Κύριος αντιτάσσεται» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 5), και ποιος μπορεί έπειτα να τους ελεήση; «Ακάθαρτος παρά Κυρίω πάς υψηλοκάρδιος» (Παροιμ. ιστ΄ 5), και ποιος θα κατορθώση έπειτα να καθαρίση έναν τέτοιο άνθρωπο;
10. Παίδευσις των υπερηφάνων είναι η πτώσις. Σκόλοψ αυτών είναι ο δαίμων. Εγκατάλειψίς τους εκ μέρους του Θεού είναι η απώλεια των φρενών. Και τα δύο πρώτα πολλές φορές εθεραπεύθηκαν από ανθρώπους, αλλά το τελευταίο ανθρωπίνως είναι ανίατο.
11. Όποιος αποκρούει τους ελέγχους, εφανέρωσε ότι το έχει τούτο το πάθος, ενώ όποιος τους δέχεται, έχει ελευθερωθή από τα δεσμά του.
12. Αν όχι εξ αιτίας άλλου πάθους, αλλά απ΄ αυτό και μόνο έπεσε κάποιος από τους ουρανούς, πρέπει να εξετάσωμε μήπως και χωρίς καμμία άλλη αρετή, αλλά με την ταπείνωσι μόνο μπορούμε να ανεβούμε στους ουρανούς.
13. Η υπερηφάνεια είναι απώλεια του πλούτου και των ιδρώτων των πνευματικών. «Εκέκραξαν, και ούκ ήν ο σώζων», επειδή ασφαλώς θα έκραξαν με υπερηφάνεια∙ «Προς Κύριον, και ούκ εισήκουσεν αυτών» (Ψαλμ. ιζ΄ 42), επειδή ασφαλώς δεν απέκοπταν τις αιτίες των αμαρτιών κατά των οποίων προσεύχονταν.
14. Ένας πολύ γνωστικός γέρων εσυμβούλευσε πνευματικά κάποιον υπερήφανο αδελφό. Και αυτός τυφλωμένος του λέγει: «Συγχώρησέ με, πάτερ. Δεν είμαι υπερήφανος». Και ο πάνσοφος γέρων του αποκρίνεται: «Και ποια καλύτερη απόδειξι θα μας έδινες του πάθους σου, από αυτό που είπες, το «δεν είμαι υπερήφανος»; Σε τέτοιους υπερηφάνους ανθρώπους προξενεί μεγάλη ωφέλεια η υποταγή, η σκληρότερη και ατιμωτικότερη διαγωγή, καθώς και η ανάγνωσις των υπερφυσικών κατορθωμάτων των Πατέρων. Ίσως έτσι να υπάρξη σ΄ αυτούς τους ασθενείς κάποια μικρή ελπίδα σωτηρίας.
15. Είναι εντροπή να καμαρώνη κάποιος για τον ξένο στολισμό. Ομοίως είναι εσχάτη ανοησία να υπερηφανεύεται κανείς για τα χαρίσματα του Θεού. Όσα κατορθώματα επέτυχες πρίν γεννηθής, γι΄αυτά μόνο να υπερηφανεύεσαι, διότι τα μετά την γέννησί σου τα εχάρισε ο Θεός, καθώς επίσης και αυτή την γέννησι.
16. Όσες αρετές κατώρθωσες χωρίς τον νου και την λογική, αυτές και μόνο είναι ιδικές σου, εφ΄ όσον τον νου και την λογική σου τα εδώρησε ο Θεός. Όσες νίκες επέτυχες χωρίς το σώμα σου, αυτές και μόνο οφείλονται στην ιδική σου προσπάθεια, εφ΄ όσον το σώμα δεν είναι ιδικό σου δημιούργημα, αλλά του Θεού.
17. Μη ξεθαρρεύσης, παρά μόνον όταν δεχθής την τελική απόφασι του Κριτού. Και να παρατηρής εκείνο της ευαγγελικής παραβολής, ο οποίος μετά την ανάκλισί του στο τραπέζι του γάμου εδέθηκε χειροπόδαρα και ωδηγήθηκε στο σκότος το εξώτερον.
18. Μη ανυψώνης τον αυχένα σου, ενώ είσαι πλασμένος από γη. Διότι πολλοί ερρίφθηκαν από τους ουρανούς, αν και ήσαν άγιοι και άϋλοι.
19. Όταν ο δαίμων καταλάβη έδαφος στην ψυχή των οπαδών του, τότε τους παρουσιάζεται, όταν κοιμώνται ή όταν είναι ξύπνιοι, υπό την μορφήν αγίου Αγγέλου ή Μάρτυρος και τους δίδει πνευματικά χαρίσματα ή τους αποκαλύπτει διάφορα μυστήρια∙ με τον σκοπό να εξαπατηθούν οι ταλαίπωροι και να χάσουν τελείως τα λογικά τους.
20. Και αν ακόμη είχαμε υποστή μυρίους θανάτους για την αγάπη του Χριστού, ούτε έτσι θα εξεπληρώναμε το χρέος μας. Διότι άλλο είναι το αίμα του Θεού και άλλο το αίμα των δούλων, όχι βέβαια ως προς την ουσία, αλλά ως προς την αξία.
21. Ας μη παύσωμε ποτέ να συζητούμε για τους πρό ημών Πατέρας και φωστήρας, συγκρίοντας τους εαυτούς μας μαζί τους. Τότε θα διαπιστώσωμε ότι δεν επατήσαμε κάν το πόδι μας στον δρόμο της πραγματικής μοναχικής ζωής, και ότι δεν εφυλάξαμε οσίως τις υποσχέσεις μας, αλλ΄ ότι ευρισκόμαστε ακόμη στην κατάστασι των κοσμικών.
22. Μοναχός κατ΄ εξοχήν σημαίνει οφθαλμός της ψυχής αμετεώριστος και σωματικές αισθήσεις ακινητοποιημένες. Μοναχός είναι εκείνος πού προκαλεί εναντίον του τους δαίμονας σαν άγρια θηρία, και πού αναγκάζοντάς τους να απομακρύνωνται από κοντά του, τους παροξύνει. Μοναχός σημαίνει αδιάκοπη έκστασις του νου και ακατάπαυστη λύπη για την παρούσα ζωή. Μοναχός σημαίνει άνθρωπος πού έγινε ένα με τις αρετές, όπως ένας άλλος έγινε ένα με τις ηδονές. Μοναχός σημαίνει άσβεστο φως στον οφθαλμό της καρδίας. Μοναχός σημαίνει άβυσσος ταπεινώσεως πού εγκρέμισε και έπνιξε μέσα της κάθε πονηρό πνεύμα.
23. Την λήθη των αμαρτημάτων την προκαλεί η υπερηφάνεια, διότι η ενθύμησίς των προξενεί ταπεινοφροσύνη.
24. Υπερηφάνεια σημαίνει, εσχάτη πτωχεία μιας ψυχής πού παρουσιάζεται κατά φαντασίαν ως πλουσία, και πού νομίζει ότι ζή στο φως, ενώ ευρίσκεται μέσα στο σκοτάδι. Όχι μόνο δεν αφίνει τούτη η μιαρά να προοδεύη κάποιος, αλλά και από υψηλά τον ρίχνει κάτω.
25. Υπερήφανος σημαίνει ρόδι σαπισμένο εσωτερικώς, πού εξωτερικώς γυαλίζει το χρώμα του. Ο υπερήφανος μοναχός δεν χρειάζεται δαίμονα, διότι γίνεται πλέον ο ίδιος δαίμων και εχθρός του εαυτού του.
26. Ξένο είναι το σκοτάδι από το φως. Ομοίως ξένος είναι ο υπερήφανος από κάθε αρετή. Στις καρδιές των υπερηφάνων θα γεννηθούν λογισμοί βλασφημίας, ενώ στις ψυχές των ταπεινών ουράνιες θεωρίες. Ο κλέπτης απεχθάνεται το φως του ηλίου και ο υπερήφανος εξουδενώνει τους πράους ανθρώπους.
27. Πολλοί υπερήφανοι, δεν γνωρίζω πώς, αυταπατήθηκαν κι ενόμισαν ότι έφθασαν στο ύψος της απαθείας. Αλλά την ώρα του θανάτου είδαν την πτωχεία τους. Όποιος συνελήφθη από αυτήν, δηλαδή την υπερηφάνεια, μόνο στην βοήθεια του Κυρίου μπορεί να ελπίζη, διότι γι΄αυτόν είναι μάταιο να περιμένη σωτηρία από ανθρώπους.
28. Συνέλαβα κάποτε τούτη την ακέφαλο πλάνη να πλησιάζη προς την καρδιά μου, ανεβασμένη επάνω στους ώμους της μητέρας της.
Τις έδεσα και τις δύο με τα δεσμά της υπακοής, τις εμαστίγωσα με το μαστίγιο της ευτελείας και έτσι τις ανέκρινα με ποιόν τρόπο εισέρχονται μέσα μου. Και αυτές, καθώς εμαστιγώνονταν, μου έλεγαν:
"Εμείς δεν έχομε ούτε αρχή ούτε γέννησι, διότι είμαστε αρχηγοί και γεννήτορες όλων των παθών. Εμάς μας πολεμεί υπερβολικά η συντριβή της καρδίας πού γεννάται από την υποταγή. Εμείς δεν ανεχόμεθα κανένα να μας εξουσιάζη. Γι΄αυτό και όταν ελάβαμε εξουσία στους ουρανούς, απεστατήσαμε από εκεί."
"Εμείς με ένα λόγο γεννούμε όλα τα πάθη πού αντιστρατεύονται στην ταπεινοφροσύνη, διότι όλα όσα την ευνοούν είναι αντιμέτωπά μας. Αλλά αφού και στον ουρανό εσημειώσαμε νίκη, πώς μπορείς εσύ να μας ξεφύγης;"
"Εμείς συνηθίζουμε πολλές φορές να εμφανιζώμεθα μετά από ατιμίες, από την υπακοή, από την αοργησία, από την αμνησικακία, από την πρόθυμη διακονία."
"Τέκνα ιδικά μας είναι οι πτώσεις των πνευματικών ανθρώπων, η οργή, η καταλαλιά, η πικρία, ο θυμός, η κραυγή, η βλασφημία, η υποκρισία, το μίσος, ο φθόνος, η αντιλογία, η ιδιορρυθμία, η απείθεια."
"Ένα μόνο υπάρχει πού δεν μπορούμε να το νικήσωμε, και σου το φανερώνουμε, επειδή μας μαστιγώνεις:"
"Εάν κατηγορής διαρκώς τον εαυτόν σου ενώπιον του Κυρίου με ειλικρίνεια, θα μας θεωρής ωσάν αράχνη. Ίππος επάνω στον οποίο είμαι ανεβασμένη, εγώ η υπερηφάνεια, είναι, όπως βλέπεις, η κενοδοξία. Η οσία όμως ταπείνωσις και η αυτομεμψία θα περιπαίξουν τον ίππο και τον αναβάτη του, ψάλλοντας μελωδικά την ωδή της νίκης: «Άσωμεν τω Κυρίω∙ ενδόξως γάρ δεδόξασται∙ ίππον και αναβάτην έρριψεν είς θάλασσαν» (Έξοδ. ιε΄ 1) και είς άβυσσον ταπεινώσεως."
Βαθμίς εικοστή δευτέρα! Όποιος την ανέβηκε, ενίκησε∙ εάν βεβαίως κατώρθωσε να την ανεβή.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
Συν Αθηνά και χείρα κίνει, έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, θέλοντας να τονίσουν την αξία και της προσωπικής ενέργειας μαζί με την απαραίτητη βοήθεια του Θεού. Την ίδια αντίληψη έχουμε και οι νέοι Έλληνες και μετά την πνευματική μας ολοκλήρωση, αποτέλεσμα της συνύπαρξης εντός μας των δύο κορυφαίων αξιακών συστημάτων: του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους που εξαίρει τη σημασία της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αριστείας, και του χριστιανισμού που διδάσκει την ταπεινοφροσύνη, την υπομονή, την αλληλεγγύη, τη μετάνοια, αλλά επίσης και την απόλυτη ελευθερία, κοινό παρονομαστή ελληνισμού και χριστιανισμού.
Στους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε σχεδόν όλοι οι Έλληνες και βέβαια η πατρίδα μας, η αρχική ρήση του παρόντος άρθρου κρίνεται άκρως επίκαιρη και η εφαρμογή της αναγκαία.
Επιτέλους, όμως, ακόμη και αυτά τα δύο (προσευχή στο Θεό και προσωπική δράση) ας τα κάνουμε με τον σωστό τρόπο και τη σωστή σειρά: Πρώτα ο Θεός και μετά ο άνθρωπος. Πρώτα να ζητήσουμε τη βοήθειά Του και μετά να πιάσουμε δουλειά. Εμείς, οι παντογνώστες, οι μεγάλοι στρατηγικοί αναλυτές, οι προφητάνακτες, τον Θεό τον έχουμε για μετά· αφού δοκιμάσουμε ό,τι είχαμε στο νου μας και αποτύχει, αφού προσπαθήσουμε και δε βγάλουμε άκρη, Τον ψάχνουμε να συμβάλει, να διορθώσει. Αφού τονίσουμε έως παρεξηγήσεως και καυγαδίσματος το εγώ μας, τις «υπερδυνάμεις» μας, τα πτυχία μας και φτάσουμε στα όρια διάλυσης τις σχέσεις και τα σχέδια, τότε Τον θυμούμαστε. Μάλιστα πολλοί από μας Τον μαλώνουμε κιόλας, γιατί δεν επενέβη έγκαιρα, πριν γίνει το κακό, ώστε να μη χρειαστεί να Τον παρακαλέσουμε. Η υπεροψία και η εξ αυτής σύγχυσή μας έχει τόσο προχωρήσει, ώστε για οποιοδήποτε κακό συμβαίνει στον κόσμο να κατηγορούμε τον Θεό. Τα ίδια συμβαίνουν και σε εθνικό επίπεδο. Παρακολουθούμε ενεοί τις ανόητες αποφάσεις και πράξεις των κυβερνώντων μας, που δεν έχουν τον Θεό τους αλλά δείχνουν πρόθυμοι να Τον κατηγορούν.
Τέλος πάντων. Οι πτώσεις είναι για τους ανθρώπους, το ίδιο και οι ανορθώσεις. Ας προσευχηθούμε πρώτα στο Θεό να μας φωτίσει να αντιληφθούμε τα λάθη μας κι ας επικαλεστούμε εν συνεχεία τη βοήθεια και τις μεσιτείες της Παναγίας να φωτίζει τα έργα και τις αποφάσεις μας, για να αντέξουμε έως τέλους. Η Παναγία ξέρει από θαύματα και στον προσωπικό και στον εθνικό μας αγώνα. Εξάλλου πρώτα η ίδια βίωσε το απόλυτο θαύμα: να γίνει η χώρα του αχωρήτου Θεού, να βαστάζει τὸν βαστάζοντα πάντα.
Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας, αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα, κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα· χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγείρονται τρόπαια· χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.
Κρατάτε γερά
Κιηγμάς Ν. Δημήτριος
ΛΟΓΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ
1. Από τον σίδηρο και την πέτρα (διά της προσκρούσεως) γεννάται η φωτιά, και από την πολυλογία και τα ευτράπελα το ψεύδος. Το ψεύδος είναι εξαφάνισις της αγάπης∙ και η επιορκία άρνησις του Θεού.
2. Κανείς συνετός άνθρωπος άς μη θεωρή μικρό το αμάρτημα του ψεύδους, διότι το Πανάγιον Πνεύμα εξέδωσε εναντίον του την πιο φοβερή απόφασι: «Απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος» (Ψαλμ. ε΄ 7), όπως λέγει ο Δαβίδ προς τον Θεόν. Και εάν συμβή αυτό, τι πρόκειται να πάθουν εκείνοι πού συρράπτουν επί πλέον το ψεύδος με τους όρκους;
3. Εγνώρισα μερικούς που εκαυχώντο για τα ψεύδη τους. Αυτοί κατώρθωναν και έκαναν τους άλλους να γελούν με τις αστειότητες και τις αργολογίες τους, και έτσι εξαφάνιζαν ελεεινά το πένθος των μοναχών πού τους ακροάζονταν.
4. Όταν ιδούν οι δαίμονες ότι, μόλις αρχίση ο άθλιος ομιλητής να διηγήται τα ευτράπελα, προσπαθούμε να φύγωμε σαν από λοιμώδη ασθένεια, επιχειρούν να μας παρασύρουν με δύο απατηλούς λογισμούς: «Μη λυπήσης τον ομιλητή», μας συμβουλεύουν, ή «μη θέλεις να φανής πιο ευλαβής από όλους τους άλλους»! Φεύγε αμέσως, μην αργοπορήσης∙ ειδεμή στην ώρα της προσευχής θα σου έρχωνται στον νου αστεία. Και όχι μόνο να φεύγης, αλλά και να διαλύης με ευσεβή τρόπο το «πονηρόν συνέδριον», φέροντας στο μέσον την μνήμη του θανάτου και της Κρίσεως. Είναι καλύτερο ίσως να σε βρέξουν μερικές σταγόνες κενοδοξίας, προκειμένου να γίνης πρόξενος ωφελείας σε τόσους.
5. Η υποκρισία είναι πολλές φορές μητέρα και αιτία του ψεύδους. Τίποτε άλλο, λέγουν μερικοί, δεν είναι η υποκρισία, παρά μελέτη και δημιουργός του ψεύδους πού έχει μαζί της συμπεπλεγμένο τον ένοχο και άξιο τιμωρίας όρκο. Αυτός πού απέκτησε τον φόβο του Κυρίου, αποξενώθηκε από το ψεύδος, διότι έχει μέσα του ως αδέκαστο δικαστή την συνείδησί του.
6. Όπως σε όλα τα πάθη, έτσι και στο ψεύδος παρατηρούμε διαφορά ως προς την πνευματική βλάβη πού προξενεί. Επί παραδείγματι: Διαφορετική είναι η ενοχή ενός πού ψεύδεται από τον φόβο της τιμωρίας, και διαφορετική όταν δεν υπάρχη κίνδυνος. Άλλος πάλι είπε ψεύδος χάριν της τρυφής, άλλος χάριν της φιληδονίας, κάποιος για να κάνη τους άλλους να γελάσουν και άλλος για να επιβουλευθή και κακοποιήση τον αδελφό του.
7. Με τις τιμωρίες των κοσμικών αρχόντων το ψεύδος μειώνεται πολύ. Με το πλήθος όμως των δακρύων της κατανύξεως, εξαφανίζεται ολοσχερώς. Ο δαίμων πού μας προτρέπει στο ψεύδος προφασίζεται διαφόρους «οικονομικούς» λόγους και έτσι παρουσιάζει σαν μεγάλη αρετή αυτό πού αποτελεί απώλεια της ψυχής. Εκείνος πού πλάθει ψεύδη παρουσιάζεται ότι μιμείται την Ραάβ, (η οποία εχρησιμοποίησε το ψεύδος, για να σώση τους κατασκόπους του Ισραήλ), και νομίζει ότι με την ιδική του απώλεια προξενεί σωτηρία στους άλλους.
8. Όταν καθαρισθούμε τελείως από το πάθος του ψεύδους, τότε, σε μία εξαιρετική περίστασι, άς το χρησιμοποιήσωμε, αλλά και πάλι με φόβο. Το νήπιο δεν γνωρίζει το ψεύδος. Ομοίως και η ψυχή πού δεν έχει πονηρία. Εκείνος πού ευφράνθηκε από τον οίνο (και εμέθυσε), θα ομολογήση ακουσίως κάθε αλήθεια. Και εκείνος πού εμέθυσε από την κατάνυξι, δεν θα μπορέση να ψευσθή.
Βαθμίς δωδεκάτη! Όποιος την ανέβηκε απέκτησε την ρίζα των καλών.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
«Αναγράφει σοι η Πόλις Σου Θεοτόκε»
Αιώνες τώρα, αδιαλείπτως και αμεταθέτως, αντιλαλούν μέσα στις εαρινές νύχτες την πενθηφόρου περιόδου της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όταν νηπτικώ φρονήματι τελείται η λαοφιλής ακολουθία των «Χαιρετισμών», όλα εκείνα τα ενήδονα «Χαίρε» προς την «Ανύμφευτη Νύμφη», τα οποία «Ορθοστάδην» πρωτοψάλθηκαν «εν ενί στόματι και μια καρδία» υπό σύμπαντος του ευγενούς και ευσεβούς Ρωμαίικου Γένους της «αεί ζώσης» Βασιλευούσης και Θεοτοκουπόλεως Κωνσταντινουπόλεως, όταν κατά το σωτήριο έτος 626 μ.Χ. η «αεί Υπέρμαχος Στρατηγός», η παντοβασίλισσα γης και Ουρανού Υπεραγία Θεοτόκος υπό τον κραταιό βραχίονα αυτής έσωσε την Πόλη και τους οικήτορες αυτής από τις αδηφάγες επιθέσεις των Αβάρων.
Η Παναγιοσκέπαστη και θεοτοκοφρούρητος Πόλη των Πόλεων ανυμνεί και μεγαλύνει έκτοτε τα θαυμάσια και θαυμαστά της Βλαχερνήτισσας Παναγίας, της προσφυώς και ευγλώττως υπό του Μητροπολίτου Πέργης Ευαγγέλου (Γαλάνη) αποκληθείσης ως «Εσωκαστρινής Βλαχερνήτισσας», όπου ενώπιον της παλαιφάτου και θαυματουργού εικόνος της εψάλη ως «ευχαριστήριος ύμνος» το κοντάκιον της «Υπερμάχου Στρατηγού» για την εκ δεινών λύτρωση της του Κωνσταντίνου Νέας Ρώμης.
Παράδοξο όντως και «αγγέλοις και ανθρώποις» είναι το γεγονός ότι μετά από τόσους αιώνες και παρά την πανσθενουργό δύναμη του πανδαμάτορος χρόνου, συνεχίζεται και παραμένει εύηχος ο προς την Βλαχερνήτισσα «Ακάθιστος Απόηχος» των του λαού «Χαίρε», στα οποία εγκολπώνεται όλη η αγάπη, η ευγνωμοσύνη και η δοξολογική ευχαριστία του πληρώματος της Εκκλησίας για όσα η Ανύμφευτη Νύμφη ως συνεργός Θεού στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας ενήργησε γενόμενη το «ένσαρκον δοχείον της Θείας Χάριτος» για την σωτηρία του πεπτωκότος στη φθορά και το θάνατο ανθρωπίνου γένους.
Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι οντολογικά συνυφασμένος με την Μητέρα Αγία Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και, όπως εύγλωττα γράφει ο αοίδιμος Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων, «και αυτή, μέσα εις την διαδρομήν της ιστορίας, είναι ένας πραγματικός Ακάθιστος Ύμνος, ένας ύμνος Ορθός, που κρατά την ευσέβειαν της πίστεώς μας και την αξιοπρέπειαν και την τιμήν του γένους μας».
Η Κωνσταντινούπολη ως η υψίστη καθέδρα πόλη της Υπερύμνητης Υπεραγίας Θεοτόκου εγέννησε, έψαλε και βίωσε τον Ακάθιστο Ύμνο ως «παρεμβολή Θεού» για την σωτηρία της από τους ποικιλόμορφους κινδύνους και πολεμίους μέσα στο διάβα του χωροχρόνου. Το θαύμα της σωτηρίας της κατά το έτος 626 μ.Χ. δεν συνέβη άπαξ ή εφάπαξ αλλά αδιαλείπτως –και παρά την πικρά άλωσή της- βιώνεται από την εσταυρωμένη και μαρτυρικώς καθαγιασμένη Μητέρα Αγία Μεγάλη του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδα Εκκλησία και τον ευσεβή και θεοτοκοσκέπαστο λαό της μέχρι και σήμερα.
Φαναριώτες και ρωμιοί μονίμως και αμεταθέτως εναποθέτουν την «πάσαν ελπίδα» αυτών στην Ανύμφευτη Νύμφη και Υπέρμαχο Στρατηγό, έχοντες την ανεξίτηλη
γεύση της χαρμολύπης στα χείλη τους και μέχρι το τελευταίο κύτταρο της υπάρξεώς τους, έως μυελού οστέων.
Το «Χαίρε» του Ευαγγελισμού, όπως γράφει ο Χαλκιδόνος Μελίτων, «από την Αγίαν Μητέρα Σας, την Εκκλησίαν της Κωνσταντινουπόλεως, την Εκκλησίαν της Παναγίας, την Ευαγγελίστριαν, την Γεννήτριαν και την Τροφόν πολλών Ευαγγελισμών, της οποίας μοναδικόν γνώρισμα εστάθη και είναι: να ευαγγελίζεται εις τους άλλους χαράν μεγάλην και ανάστασιν και ελευθερίαν και λόγον, να κρατεί δε δι’ εαυτήν το μοναδικόν προνόμιον του μεγαλείου του σταυρού και της σιωπής, της Παναγίας το Προνόμιον».
Και όταν οι Ρωμιοί ήταν πολλοί και τώρα που είναι οι ολίγοι και εκλεκτοί, συνεχίζεται έτι και έτι η λιτάνευση νοερώς της θαυματουργού και περιπύστου ιεράς εικόνος της Βλαχερνήτισσας, η οποία έκτοτε και μέχρι σήμερα κατέστη «Σύμβολον ιστορικόν» της επιβιώσεως επέκεινα του χωροχρόνου τόσο της Ορθοδοξίας όσο και του Φιλοχρίστου και Φιλοθεότοκου ρωμαίικου Γένους. Είναι και παραμένει το «ακατάβλητο και ακαταίσχυντο σύμβολο» της απαντοχής και ελπιδοφόρου πορείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Πολίτικης Ρωμιοσύνης καθ’ όλες τις στροφές της πολυκύμαντης και πολυτάραχης και πολυπλάγκτου ιστορίας, διακονίας και μαρτυρίας τους στην του Κωνσταντίνου πόλη, στην καθέδρα Πόλη της Παναγίας.
Η φοβερά προστασία και η αμετάθετη και ανυπέρβλητη πρόνοια της Βλαχερνήτισσας Παναγίας για την Πόλη και τον λαό της αποτυπώνεται και στις εικονικές παραστάσεις της. Η Χρυσάνθη Μπαλτογιάννη αναφέρει ότι δεν γνωρίζουμε τον ακριβή εικονογραφικό τύπο της Βλαχερνήτισσας Παναγίας, αλλά το κυρίαρχο γνώρισμά της είναι ότι απεικονίζεται σε «στάση δεήσεως» με ανοικτές τις χείρες της. Οι δε νεώτερες εικονογραφικές παραστάσεις της Βλαχερνήτισσας Παναγίας εμφανίζουν κάποιες παραλλαγές με την Παναγία όρθια και δεομένη, με τα χέρια ανοιχτά σε στάση δεήσεως εκτενούς και με τον Χριστό Εμμανουήλ σε μετάλλιο ή όχι στους κόλπους της, και θεωρήθηκε ως η εξέλιξη του καθιερωμένου τύπου με τη μεμονωμένη μορφή της δεομένης Παναγίας.
Εξίσταται ο ανθρώπινος νους όταν ανακαλεί στη μνήμη του και αναλογίζεται πόσες φορές οι Πάναγνες αυτές χείρες της θεομήτορος εκτεινόμενες ως Ιερά και ακαταίσχυντη προστασία και συνάμα δεόμενες υπέρ της σωτηρίας της Πόλεως και των οικητόρων αυτής, εφύλαξαν και εγκόλπωσαν ως «εν κιβωτώ» σωτηρίας μέσα στο διάβα των αιώνων, τόσο το μαρτυρικό και πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και την εσταυρωμένη πολίτικη Ρωμιοσύνη, η οποία παρά τις περιπέτειες του ιστορικού γίγνεσθαι παραμένει «αεί ζώσα» και ανθίσταται «συν τη Μητρί Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως». Αυτή η κατά τα ανθρώπινα ορθολογικά μέτρα παραδοξότητα καταδεικνύει περιτράνως ότι ο «πνευματικός και σωστικός ομφάλιος λώρος» που συνδέει την μαρτυρικώς καθαγιασμένη Κωνσταντινουπολίτιδα Μητέρα Εκκλησία με την πολίτικη Ρωμιοσύνη είναι η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία ουδέ κατ’ ελάχιστον έπαυσε να τρέφει, να ζωογονεί, να συντηρεί και να διαφυλάττει σωστικώς την πόλη και τον ευσεβή λαό της. Αυτό είναι το γνήσιο «μυστήριο της ευσεβείας» που μόνο ως «παρεμβολή Θεού» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και νοηθεί μέσα στον πολυδαίδαλο χρόνο μέχρι και σήμερα αλλά και έως της συντελείας των αιώνων. Ο Ακάθιστος απόηχος της Βλαχερνήτισσας Παναγίας εύηχα ηχεί και συγκρατεί και συγκροτεί την μικρά όαση μέσα στην ζοφερή πύρινη έρημο και το όνειρο μέσα στην εγκόσμια τραγικότητα των εναλλαγών της ιστορίας.
Ο οξυγράφος ποιητικός και εναρμόνιος κάλαμος του Μητροπολίτου Πέργης κ. Ευαγγέλου (Γαλάνη) μας καθιστά πεπληρωμένους θείας χάριτος, όταν πνέει «πνοή ζώσα» στο «ανεξίτηλο πολίτικο ρωμαίικο είναι» μας, όχι απλώς γράφοντας, αλλά ως δώρημα ψυχής προσφέροντας τα «Εκ Φαναρίου» στην «Εσωκαστρινή της Πόλης, στην Βλαχερνήτισσα», που συνεχίζει ατάραχη και αμετάθετη να εκπέμπει τον Ακάθιστο Απόηχο των αιώνων της στο σήμερα και στο αύριο, στην ιστορία και στο επέκεινα του χωροχρόνου. Και όλα, παρελθόν, παρόν και μέλλον ως μυστική βιουμένη εμπειρία του Φαναρίου και της πολίτικης Ρωμιοσύνης υπό το μοναδικό «ψυχικό κάτοπτρο» του Πέργης Ευαγγέλου: «Η Παναγία του «μεταύλιου». Και η ικέτιδα του «παραύλιου». Συνάντηση στο άλλο άκρο του ουράνιου τόξου. Η υμνοστάλακτη του Φαναρίου στη σκιά των κάστρων για μια τελευταία χειραψία της ιερείτιδας με την Πόλη. Όχι όμως και με τη Ρωμηοσύνη που της ασπάζεται τακτικά το χέρι. Ειδικά στην περίοδο των Χαιρετισμών. Τότε που πάνε να την προσκυνήσουν διπλά. Μια για τη χάρη της, και μια για την ιστορία της…
«Δόξα σοι». Αφού τη ράτσα μας έδωσες Ρωμέικη, Πολίτικη, Ορθόδοξη. Προχωρούμε για συνάντηση της εύχυμης ελπίδας. Θέλουμε να «ξενωθώμεν του κόσμου». Ν’ αφήσουμε σπίτια, παρόντες και απόντες. Να μεταθέσουμε κάπου αλλού το νου μας. Συλλειτουργοί να γίνουμε περιθαμβείς κάποιας ζωηφόρας ώρας…
Από ποιο γράμμα του αλφαβήτου ν’ αρχίσουμε απόψε τους χαιρετισμούς; Από ποια χρονολογία, ποιον Πατριάρχη, ποιο γεγονός; Μέσα στ’ απόβραδο της Βλαχέρνας, βλέπουμε όλα να λευκαίνονται, να ιλαρώνονται. Όλα να θέλουν να εισχωρήσουν σε κάποιο όμμα στοργής. Κι όλα να ομορφαίνουν. Να μοιάσουν τις όψεις των αγίων. Ν’ ακούσουν λόγια Ευαγγελισμών…
Απόψε θέλουμε να σμίξουμε με τα «προσκυνήματα» των περασμένων. Με τις όψεις που αντίκρισαν την υπερβατικότητα της Ρωμηοσύνης. Με την πρώτη και αυθεντική εικόνα του Ακαθίστου. Τη φιλοτεχνημένη από κηρομάστιχο από τον Ευαγγελιστή Λουκά και θησαυρισμένη στο Αγιονόρος. Και να γίνουμε όλοι ένας ασπασμός. Ένα σημάδι της Ορθοδοξίας. Μέσα στην Πόλη της Ορθοδοξίας.
Μετεωρισμένος ο νους, φλογίζεται από τους κτύπους του χρόνου, από τους κυματισμούς της αοριστίας μας. Πέφτει επάνω στο κακουχισμένο εικόνισμα της Ελπιδοφόρου αποζητώντας το περιοφθάλμιο νέφος της να χαράξει μέσα του και τη δική του σκιά. Το άγος της Ρωμηοσύνης. Αυτό το εφύμνιο του δικού της κανόνα. Του δικού της ακαθίστου ύμνου…
Πριν φύγουμε από τον τόπο του αγιάσματος, να νιώσουμε το αυθόρμητο ανάβρυσμα του είναι μας. Ώρα να καταπαύσουν οι λιτανείες. Αλλά να φιλιωθούμε με το νόημα της βραδιάς. Με τις φτερούγες του μυστηρίου της Ρωμηοσύνης. Που δεν οδηγούν σε τέρμα. Αλλά στο νυν και στο αεί ταυτόχρονα. Σε ακροάσματα ατάραχα. Μα και γλυκόφθογγα μαζί. Όπως αυτός ο υπόγειος ρόχθος του αγιάσματος των Βλαχερνών. Όπως η λατρευτική μεταρσίωση των μυσταγωγών μας. Κι όπως ο ίδιος ο αφαίρετος, ο χαμένος από τη γη του κόσμος μας, που από τα παραύλια και τα προαύλια της ξένης συμμετέχει στις γονυπετήσεις μας με το δικό του άρωμα στο «Ρόδον το Αμάραντον»…
Με τη Βλαχερνήτισσα, παίρνουμε θέση «ανωφερή και μετέωρον», απ’ όπου και «το φως των νοημάτων οράται». Μπαίνουμε και σε σφαίρα παραμυθίας. Κι ακούμε την εσωκαστρινή σαν τον έσχατο αναβαθμό στην εσώκλειστη αντοχική πορεία μας. Περ’ από εκεί, η οριακή ψηλάφηση των οραματισμών. Το κεφάλαιο της εξόδου. Στίχοι με τον κόσμο το μικρό και στίχοι με τον κόσμο τον μεγάλο. Τον κόσμο χωρίς την Πόλη και τον κόσμο με τη μνήμη του λαού. Τη μνήμη της Ρωμηοσύνης. Σφυγμοί που πρέπει ν’ αντέξουν, είτε πίνοντας της λήθης το αθάνατο νερό, είτε κρατώντας στο χέρι πασχαλιές αναστάσιμες».
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Η Γ´ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής σήμερα, η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, όπως μας είναι γνωστή, και η Αγία μας Εκκλησία τιμά την Ιερά μνήμη του Μάρτυρος Ελπιδοφόρου, Ιωσήφ του Υμνογράφου και Νικήτα του Ομολογητού. Στο σημερινό ιερό Ανάγνωσμα του κατά Μάρκον Αγίου Ευαγγελίου γίνεται λόγος για την εθελοντική άρσι του προσωπικού σταυρού του κάθε πιστού, αφού πρώτα αποφασίσει ελεύθερα, με την θέλησί του, να ακολουθήση τον Χριστό και να απαρνηθή τον αμαρτωλό εαυτό του, τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας, που κουβαλάει επάνω του. Ακόμη, η ευαγγελική αυτή περικοπή ομιλεί για την υπέρτατη αξία της ψυχής του ανθρώπου. Το χειρότερο απ᾽όλα είναι η πνευματική ζημιά της ψυχής. Όταν αυτή υπάρχη, τότε ο άνθρωπος δεν ωφελείται κι᾽όταν ακόμη κερδήση όλο τον κόσμο. Γιατί κανείς δεν μπορεί να δώση κάποιο αντάλλαγμα για την ψυχή του. Ο θησαυρός της είναι ανεκτίμητος και μοναδικός για τον κάθε άνθρωπο.
Στη συνέχεια για τις δυό αυτές μεγάλες και υψηλές έννοιες: Σταυρός και ψυχή και η αξία τους θα παραθέσωμε ερμηνευτικά σχόλια του εκκλησιαστικού διδασκάλου των χρόνων της Τουρκοκρατίας Νικηφόρου Θεοτόκη:
Ακούς θεϊκή σοφία και πολύ θαυμαστή μεγαλοπρέπεια; Ούτε αναγκάζει, αν και έχει την δύναμι, ούτε προστάζει, αν και έχει την εξουσία. Αλλά αφήνοντας στον καθένα το αυτεξούσιό του ελεύθερο, προσκαλεί μόνο όλους, επειδή ως φιλάνθρωπος θέλει τη σωτηρία όλων. Όποιος λέγει, με τη δική του γνώμη και προαίρεσι, θέλει να με ακολουθή, δηλαδή να έρχεται κοντά μου ως μαθητής μου και να μιμηθή τα έργα μου, είναι ανάγκη να κάνη τρία πράγματα: Να αρνηθή τον εαυτό του, να σηκώση τον προσωπικό του σταυρό και να είναι πιστός ακόλουθός μου.
Αλλά ποιός είναι αυτός ο εαυτός μας; διερωτάται. Και ποιός είναι ο σταυρός του κάθε ανθρώπου; Ο εαυτός μας είναι εκείνος, που από τον Απόστολο Παύλο ονομάζεται “παλαιός άνθρωπος”. Και σώμα της αμαρτίας τον ονομάζει ο θείος Παύλος, γιατί μετά την παράβασι των Πρωτοπλάστων «έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού» (Γεν. 8,21). Αυτόν, λοιπόν, τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας, λέγει ότι πρέπει να αρνηθούμε.
Τότε αρνούμεθα τους εαυτούς μας, όταν φεύγουμε την φιλία της σάρκας και αποστρεφόμαστε τις πονηρές της πράξεις.
Σταυρός δε προσωπικός του καθένα είναι η νέκρωσις των παθών και των πονηρών του επιθυμιών. Τότε λοιπόν σηκώνουμε τον σταυρόν μας, όταν νεκρώσωμε τα πάθη και τις κακές μας επιθυμίες. Οι δούλοι του Ιησού την σάρκα με τα πάθη και τις επιθυμίες της, όπως γράφει στους Γαλάτες ο Απόστολος Παύλος (Γαλ. ε´24). Και επειδή κατά το παρελθόν μερικοί με πολλή στενοχώρια και βάσανα καταδάμαζαν τα πάθη της σάρκας, και μέχρι σήμερα πολλοί ασκητές από το γένος των Ινδών τυραννικά με διάφορους τρόπους καταβασανίζουν την σάρκα, όπως και μεις είδαμε με τα μάτια μας, (παρατηρεί ο εκκλ. συγγραφεύς Νικηφόρος Θεοτόκης), κάνουν δε αυτά όχι γιατί ακολουθούν στον Χριστό, αλλά γιατί δουλεύουν στα πάθη της κενοδοξίας τους και της πλανεμένης φαντασίας τους, θέλοντας να θαυμάζωνται και να επαινούνται από τους ανθρώπους, γι᾽αυτό ο Κύριος είπε, όχι μόνο το “απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού”, αλλά προσέθεσε και το “ακολουθείτω μοι”.
Σε συντομία όλη η σημασία των ευαγγελικών αυτών λόγων είναι η ακόλουθη. Όποιος θέλει να γίνη μαθητής του Ιησού Χριστού, εκείνος πρέπει να αποστραφή και να μισήση κάθε αμαρτία, να νεκρώση όλα τα πάθη του και όλες τις πονηρές επιθυμίες του και να ακολουθήση, δηλ. να μιμηθή τα έργα του Χριστού.
Σχολιάζοντας στη συνέχεια ο Θεοτόκης το θέμα της σωτηρίας η της απώλειας της ψυχής παρατηρεί τα εξής:
Η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη. Πως λοιπόν ημπορεί ο άνθρωπος να την χάση για την αγάπη του Ιησού Χριστού “και του Ευαγγελίου”. Πως δε με την τοιαύτη απώλεια θα την σώση; Ψυχή εδώ λέγει όχι την ουσία της ψυχής, αλλά τις πονηρές της επιθυμίες, την υπερηφάνεια, τον φθόνο, το μίσος, την ασπλαγχνία και τα λοιπά πάθη της, όχι για υποκρισία η φιλοδοξία, αλλά για την αγάπη του Ιησού Χριστού και για την τήρησι των εντολών του Ευαγγελίου, εκείνος σώζει την ψυχή του στην αιώνια ζωή, δηλ. κληρονομεί την αιώνια σωτηρία. Όποιος δε περιποιείται τις κακές επιθυμίες της ψυχής, εκείνος θα χάση την ψυχή του, δηλ. την παραδίδει στην αιώνια κόλασι… Και προσθέτει πιο κάτω: Όποιος θέλει να σώση την ψυχή του, δηλ. όποιος θέλει να σώση τον εαυτό του, εκείνος θα τον χάση. Όποιος όμως θα χάση τον εαυτό του όχι για την ισχυρογνωμία του, ούτε για την πλάνη της φαντασίας του, αλλά για την αγάπη του Ιησού Χριστού και για τα ευαγγελικά δόγματα, εκείνος θα σώση τον εαυτό του για την αιώνια ζωή.
Βλέπουμε αυτό να πραγματοποιήται στον καιρό των διωγμών της Χριστιανικής Πίστεως. Όποιος τότε έχασε τον εαυτό του, δηλ. παρέδωσε την ζωή του σε θάνατο, για να μη αρνηθή τον Ιησού Χριστό και την ευαγγελική αλήθεια, εκείνος τον έσωσε, αφού έγινε Άγιος και συναντήθηκε με τον χορό των πανενδόξων Μαρτύρων. Όποιος, όμως, έσωσε τον εαυτό του, δηλ. εφύλαξε τη ζωή του από τον θάνατο με το να γίνη αρνητής του Ιησού Χριστού και του Ευαγγελίου, εκείνος έχασε τον εαυτό του, διότι φάνηκε ανάξιος της Ουρανίου Βασιλείας και συγκαταλέγεται με τους αποστάτες καταδίκους.
Τέλος, για τη ζημιά της ψυχής, που είναι το πιο μεγάλο και ανυπολόγιστο κακό λέγει τα ακόλουθα:
»Εκέρδισες το χρυσάφι του Κροίσου και του Αλεξάνδρου τα κτήματα, απόλαυσες του Σαρδανάπαλου τις τρυφές, εκέρδισες όλο τον κόσμο, ποιά θα είναι η ωφέλειά σου, εάν, αφού αρνηθής τον Ιησού Χριστό η καταφρονήσεις τις εντολές του βλάψης την ψυχή σου; Κάθε πράγμα του κόσμου έχει το ισότιμό του, δηλ. αυτό που έχει την ίδια αξία με αυτό. Με αυτόν τον τρόπο το καθετί έχει το αντάλλαγμά του. Δίνεις χρυσάφι και παίρνεις ισότιμο αργύριο. Δίνεις πολύτιμους λίθους, μαργαρίτες, αγρούς, αμπελώνες, πόλεις, χώρες και κάθε άλλο πράγμα του κόσμου και παίρνεις το ισοστάσιόν του. Θα χάσης το ένα, αλλά κερδίζεις άλλο ισόρροπο.
Για κάθε κοσμικό πράγμα γίνεται ισοδύναμη η ανταλλαγή. Η ψυχή όμως δεν έχει ισότιμο αντάλλαγμα. Δεν βρίσκεις στον κόσμο ισότιμο πράγμα και άξιο της ψυχής.
Το μήνυμα της σημερινής Κυριακής είναι η αποφασιστική αγωνιστική μας πορεία με τον σταυρό των θλίψεων, πειρασμών και δοκιμασιών της ζωής μας, η αναγνώρισις της υπέρτατης πνευματικής αξίας και υπεροχής της ψυχής μας στον κόσμο αυτό και η ευθυγράμμισις της ζωής μας στον αγώνα για την επιμέλεια και φροντίδα της ψυχής μας και την χαρίτωσί της με τις χριστιανικές αρετές επ᾽ αγαθώ της κατά Θεόν πνευματικής μας ζωής.
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 25/03/2016), Θρησκευτικά
ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ
1. Κανείς από όσους σκέπτονται ορθά δεν θα έχη, νομίζω, αντίρρησι ότι η καταλαλιά γεννάται από το μίσος και την μνησικακία. Γι΄αυτό και την ετοποθετήσαμε στην σειρά της μετά τους προγόνους της. Καταλαλιά σημαίνει γέννημα του μίσους, ασθένεια λεπτή, αλλά και παχειά∙ παχειά βδέλλα, κρυμμένη και αφανής, πού απορροφά και εξαφανίζει το αίμα της αγάπης. Σημαίνει υπόκρισις αγάπης, αιτία της ακαθαρσίας, αιτία του βάρους της καρδιάς, εξαφάνισις της αγνότητος.
2. Υπάρχουν κόρες που διαπράττουν αίσχη, χωρίς να κοκκινίζουν. Υπάρχουν και άλλες οι οποίες φαίνονται ντροπαλές, και όμως διαπράττουν, κρυφά, χειρότερα αίσχη από τις προηγούμενες. Κάτι παρόμοιο παρατηρούμε και στα πάθη της ατιμίας. Τέτοιες κόρες είναι η υποκρισία, η πονηρία, η λύπη, η μνησικακία, η εσωτερική καταλαλιά της καρδιάς. Άλλη εντύπωσι δημιουργούν εξωτερικά και άλλος είναι ο στόχος τους.
3. Άκουσα μερικούς να καταλαλούν και τους επέπληξα. Και για να δικαιολογηθούν οι εργάτες αυτοί του κακού μου απήντησαν ότι το έκαναν από αγάπη και ενδιαφέρον προς αυτόν που κατέκριναν. Εγώ τότε τους είπα να την αφήσουν αυτού του είδους την αγάπη, για να μη διαψευσθή εκείνος που είπε: «Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού, τούτον εξεδίωκον» (Ψαλμ. ρ΄ 5). Εάν ισχυρίζεσαι ότι αγαπάς τον άλλον, ας προσεύχεσαι μυστικά γι΄ αυτόν και άς μη τον κακολογής. Διότι αυτός ο τρόπος της αγάπης είναι ευπρόσδεκτος από τον Κύριον.
4. Επί πλέον άς μη λησμονής και τούτο, και έτσι οπωσδήποτε θα συνέλθης και θα παύσης να κρίνης αυτόν πού έσφαλε: Ο Ιούδας ανήκε στην χορεία των μαθητών, ενώ ο ληστής στην χορεία των φονέων. Και είναι άξιο θαυμασμού πώς μέσα σε μία στιγμή ο ένας επήρε την θέσι του άλλου!
5. Όποιος θέλει να νικήση το πνεύμα της καταλαλιάς, ας επιρρίπτη την κατηγορία όχι στον άνθρωπο που αμάρτησε, αλλά στον δαίμονα πού τον έσπρωξε στην αμαρτία. Διότι κανείς δεν θέλει να αμαρτήση στον Θεόν, μολονότι όλοι αυτοπροαίρετα αμαρτάνομε.
6. Είδα άνθρωπο πού φανερά αμάρτησε, αλλά μυστικά μετενόησε. Και αυτόν πού εγώ τον κατέκρινα ως ανήθικο, ο Θεός τον εθεωρούσε αγνό, διότι με την μετάνοιά του Τον είχε πλήρως εξευμενίσει.
7. Αυτόν που σου κατακρίνει τον πλησίον, ποτέ μη τον σεβασθής, αλλά μάλλον να του ειπής: «Σταμάτησε, αδελφέ. Εγώ καθημερινώς σφάλλω σε χειρότερα, και πώς μπορώ να κατακρίνω τον άλλον»; Έτσι θα έχης δύο οφέλη, με ένα φάρμακο θα θεραπεύσης και τον εαυτό σου και τον πλησίον.
8. Μία οδός, και μάλιστα από τις σύντομες πού οδηγούν στην άφεσι των πταισμάτων, είναι το να μη κρίνωμε, εφ΄ όσον είναι αληθινός ο λόγος του Κυρίου «μη κρίνετε, και ού μη κριθήτε» (Λουκ. στ΄ 37). Όπως δεν συμβιβάζεται η φωτιά με το νερό, έτσι και η κατάκρισις με εκείνον που αγαπά την μετάνοια.
9. Ακόμη και την ώρα του θανάτου του, αν ιδής κάποιον να αμαρτάνη, μήτε τότε να τον κατακρίνης. Διότι η απόφασις του Θεού είναι άγνωστη στους ανθρώπους. Μερικοί έπεσαν φανερά σε μεγάλα αμαρτήματα, κρυφά όμως έπραξαν πολύ μεγαλύτερα καλά. Έτσι εξαπατήθηκαν οι φιλοκατήγοροι, και εκείνο πού εκρατούσαν στα χέρια τους ήταν καπνός και όχι ήλιος.
10. Ας με ακούσετε, ας με ακούσετε όλοι εσείς οι κακοί κριταί των ξένων αμαρτιών. Εάν είναι αλήθεια, όπως και πράγματι είναι, ότι «έν ώ κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε» (Ματθ. ζ΄ 2), τότε ας είσθε βέβαιοι, ότι για όσα αμαρτήματα κατηγορήσαμε τον πλησίον είτε ψυχικά είτε σωματικά, θα περιπέσωμε σ΄αυτά. Και δεν είναι δυνατόν να γίνη διαφορετικά.
11. Όσοι είναι αυστηροί και σχολαστικοί κριταί των σφαλμάτων του άλλου, νικώνται από αυτό το πάθος, επειδή δεν απέκτησαν ακόμη για τα ιδικά τους αμαρτήματα ολοκληρωτική φροντίδα (γνώσι) και μνήμη. Διότι όποιος αφαιρέση «το περικάλυμμα της φιλαυτίας» και ιδή με ακρίβεια τα ιδικά του κακά, για τίποτε άλλο δεν θα φροντίση πλέον στην ζωή του, αναλογιζόμενος ότι ο χρόνος της ζωής του δεν του επαρκεί για να πενθήση τις ιδικές του αμαρτίες, έστω και αν θα εζούσε εκατό έτη, και αν θα έβλεπε ολόκληρο τον Ιορδάνη ποταμό να βγαίνη από τους οφθαλμούς του ως δάκρυ.
12. Περιεργάσθηκα καλά την κατάστασι του πένθους και δεν ευρήκα σ΄ αυτήν ίχνος καταλαλιάς ή κατακρίσεως.
13. Οι δαίμονες μας σπρώχνουν πιεστικά ή στο να αμαρτήσωμε ή, αν δεν αμαρτήσωμε, στο να κατακρίνωμε όσους αμάρτησαν, ώστε με το δεύτερο να μολύνουν οι κακούργοι το πρώτο. Ας γνωρίζης ότι γνώρισμα των μνησικάκων και φθονερών ανθρώπων είναι και τούτο: Τις διδασκαλίες, τά πράγματα ή τα κατορθώματα του άλλου τα κατηγορούν και τα διαβάλλουν με ευχαρίστησι και ευκολία, (νικημένοι και) καταποντισμένοι άθλια από το πνεύμα του μίσους.
14. Είδα μερικούς οι οποίοι μυστικά και κρυφά διαπράττουν σοβαρώτατα αμαρτήματα, και στηριζόμενοι στην υποκριτική καθαρότητά τους, επιτιμούν με αυστηρότητα αυτούς που υποπίπτουν σε μερικά μικρά σφάλματα, τα οποία και φανερώνουν.
15. Η κρίσις είναι αναιδής αρπαγή του δικαιώματος του Θεού, ενώ η κατάκρισις όλεθρος της ψυχής αυτού ο οποίος κατακρίνει.
16. Όπως η «οίησις» και χωρίς να υπάρχη άλλο πάθος, μπορεί να καταστρέψη τον άνθρωπο, έτσι και η κατάκρισις, εάν και μόνη υπάρχη μέσα μας, μπορεί να μας καταστρέψη ολοσχερώς, αφού άλλωστε και ο Φαρισαίος εκείνος της παραβολής εξ αιτίας αυτής κατεδικάσθη.
17. Ο καλός «ραγολόγος» τρώγει τις ώριμες ρώγες των σταφυλιών και δεν πειράζει καθόλου τις άγουρες. Παρόμοια ο καλόγνωμος και συνετός άνθρωπος, όσες αρετές βλέπει στους άλλους τις σημειώνει με επιμέλεια, ενώ ο ανόητος αναζητεί τα ελαττώματα και τις κατηγορίες. Γι΄ αυτόν μάλιστα έχει λεχθή: «Εξηρεύνησαν ανομίαν, εξέλιπον εξερευνώντες εξερευνήσεις» (Ψαλμ. ξγ΄ 7).
18. Μη κατακρίνης και όταν ακόμη βλέπης κάτι με τους ίδιους τους οφθαλμούς σου, διότι και αυτοί πολλές φορές εξαπατώνται.
Βαθμίς δεκάτη! Όποιος την κατέκτησε είναι εργάτης της αγάπης ή του πένθους.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
Όταν η Ελισάβετ, που ήταν ξαδέλφη της Παναγίας και μητέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή, ήταν έγκυος στον 6ο μήνα της, ο Θεός έστειλε τον αρχάγγελο Γαβριήλ σε μια φτωχή αγροτοποιμενική κωμόπολη της Γαλιλαίας, που λεγόταν Ναζαρέτ (είχε δεν είχε 300 κατοίκους). Αποστολή του ήταν να μεταδώσει το πιο σπουδαίο μήνυμα της ιστορίας, τη γέννηση του Θεανθρώπου, σε μια αρραβωνιασμένη κοπέλα, την Μαριάμ, με κάποιον που τον έλεγαν Ιωσήφ και καταγόταν απ’ τη γενιά του Δαβίδ.
Οι κοπέλες αρραβωνιάζονταν τότε σε ηλικία περίπου 14 ετών και οι άντρες σε ηλικία περίπου 22 ετών ή και λίγο περισσότερο. Η απιστία της γυναίκας μετά από ένα τέτοιο γεγονός, ή και η παντρεμένη που συλλαμβανόταν επί μοιχεία, επέφεραν τον δια του λιθοβολισμού θάνατο. Η Μαριάμ, όνομα που σημαίνει «δυναμική», είχε τη δύναμη του Θεού από βρέφος. Από τότε δηλαδή που οι ευσεβείς γονείς της την αφιέρωσαν στον Ναό των Ιεροσολύμων, μετά την απάντηση του Θεού στις προσευχές τους, διότι ήσαν άτεκνοι (Η ατεκνία για την εποχή εκείνη εθεωρείτο μεγάλο όνειδος και ντροπή). Η Παναγία κόρη της Ναζαρέτ έμεινε 12 χρόνια στο Ναό και επικοινωνούσε καθημερινά με το Θεό δια της καρδιακής προσευχής. Προετοιμάστηκε έτσι δια της χάριτος του Θεού στο να γίνει η μάνα του Υιού Του, αλλά και μάνα της Εκκλησίας.
Ο Ιωσήφ, ευσεβής και δίκαιος άνδρας, είχε ήδη κι άλλα παιδιά από προηγούμενη αποθανούσα γυναίκα του (σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία), τα ονόματα των οποίων αναφέρονται στα Ευαγγέλια. Ο συγκεκριμένος γάμος που επρόκειτο να γίνει ήταν ειδική περίπτωση, αφού ο Ιωσήφ ήταν συγγενής της Θεοτόκου και σκοπό είχε την ανάληψη της φροντίδας της Μαριάμ, εφόσον μάλιστα οι γονείς της είχαν στο μεταξύ πεθάνει. Το επάγγελμα του Ιωσήφ ήταν οικοδόμος και ξυλουργός (δεν διαχωρίζονταν στην εποχή του, οι άνθρωποι ήσαν πολυτεχνίτες). Όχι μόνο κατασκεύαζαν και πουλούσαν (με τον Ιησού στη συνέχεια), σε μια αρκετά μεγάλη έκταση γύρω από τη Ναζαρέτ, γεωργικά μηχανήματα, άροτρα και αγροτικό εξοπλισμό, αλλά και επισκεύαζαν ή έκτιζαν σπίτια. Το περιβάλλον επομένως στο οποίο μεγάλωσε ο Ιησούς ξέφευγε από τα στενά όρια της ιδιαίτερης πατρίδας Του και απλωνόταν σε πλουσιότερες πόλεις με ποικιλία παραδόσεων και πολιτισμού, παράλληλα με την λειτουργική ζωή της Συναγωγής, στην οποία ο Χριστός από μικρός είχε ιδιαίτερη επίδοση.
Παρουσιάστηκε λοιπόν ο αρχάγγελος στην Μαριάμ και της είπε ότι είναι ευλογημένη και χαρισματικά προικισμένη, περισσότερο από όλες τις άλλες γυναίκες. Εκείνη ταράχτηκε με τα λόγια του και δεν κατάλαβε τι πραγματικά ο απεσταλμένος του Θεού εννοούσε. Ο Γαβριήλ τής εξήγησε ότι θα γεννήσει γιο που θα ονομαστεί Ιησούς. Αυτός θα είναι Υιός του Υψίστου, θα αναλάβει το θρόνο του Δαβίδ, και η βασιλεία Του δεν θα έχει τέλος. Επαληθεύτηκε επομένως η προφητεία του Ησαΐα που έλεγε: «Νά, η Παρθένος θα συλλάβει, θα γεννήσει γιο και θα ονομαστεί Εμμανουήλ, ήτοι: ο Θεός είναι μαζί μας» (7,14). «Εμμανουήλ» είναι το πνευματικό όνομα του Ιησού, που δείχνει τη θεϊκή Του φύση. Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη μάς λέγει ακόμη: «Και ο Λόγος έγινε άνθρωπος και έστησε την σκηνή του ανάμεσά μας. Και είδαμε την θεϊκή του δόξα: Την δόξα που ο μοναχογιός την είχε απ’ τον πατέρα και ήρθε γεμάτος χάρη θεϊκή και αλήθεια για μας» (1,14).
Η πάναγνη κόρη της Ναζαρέτ ρώτησε στη συνέχεια πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό, αφού δεν είχε σχέσεις συζυγικές με τον Ιωσήφ. Ο άγγελος τής απάντησε ότι θα γίνει με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και το παιδί θα ονομαστεί Υιός Θεού. Αυτό για τον Θεό δεν ενέχει βέβαια καμία δυσκολία, αν σκεφτούμε ότι δημιούργησε τον κόσμο από το μηδέν και ότι ανέστησε τον Υιό Του από τον τάφο. Της αποκάλυψε ακόμη ο αρχάγγελος ότι και η Ελισάβετ βρίσκεται στον 6ο μήνα της εγκυμοσύνης της, αν και ήταν μεγάλη σε ηλικία, και αυτό της το είπε για να νιώσει η Παναγία πως ο Θεός είναι παντοδύναμος. Η Θεοτόκος τότε δέχτηκε το θέλημα του Θεού και η αξία της βρίσκεται ιδιαίτερα σ’ αυτό: Στο ότι δηλαδή υπάκουσε ελεύθερα σ’ Αυτόν, και αποδέχτηκε χωρίς καταναγκασμό να γίνει η μητέρα του Θεανθρώπου. Το δικό της «ναι» ήταν μάλιστα το «ναι» όλων των ανθρώπων στο θέλημα του Τριαδικού Θεού και η αρχή της συμφιλίωσης Ουρανού και γης. Αυτό δείχνει ότι ο Θεός θέλει πάντα την συνεργασία του ανθρώπου για να σωθεί ο τελευταίος. Δεν επιβάλλει με την βία την θέλησή του ο Θεός. Διαφορετικά καί στον αρχικό παράδεισο θα είχε επιβάλλει το θέλημά Του καί οι πρωτόπλαστοι δεν θα αμάρταναν. Αλλά δεν το έκανε γιατί δεν θα ήσαν ελεύθεροι οι άνθρωποι να διαλέξουν τον δρόμο που θέλουν να ακολουθήσουν. Ο άνθρωπος πλάσθηκε εθελότρεπτος. Με τη θέλησή του πέφτει και ελεύθερα πάλι αν θέλει σηκώνεται. Αυτή είναι η ομορφιά του. Η Παναγία υποτάσσεται στο θέλημα του Θεού με την θέλησή της. Είπε το ναι στον ερχομό του Υιού του Θεού, που συνέβη με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Όπως μοναδικό θαύμα ήταν η δημιουργία του κόσμου από το μηδέν, άλλο τόσο και ασύγκριτα ποιοτικό θαύμα από το Θεό ήταν το να γεννήσει η Παρθένος, χωρίς συνέργεια ανδρός, τον ίδιο το γιο του Θεού. Και αν δεν δεχόταν η Παναγία, το σχέδιο του Θεού θα είχε ναυαγήσει. Γι’ αυτό τιμούμε τόσο πολύ την Θεοτόκο. Διότι το δικό της ‘ναι’ είναι το ΝΑΙ όλης της πλάσης, στο θέλημα του Θεού να κατέβει στη γη και να μας ενώσει με τον εαυτόν Του.
Η ίδια γνώριζε φυσικά ότι αναλάμβανε τεράστιες ευθύνες. Θα γαλουχούσε και θα μεγάλωνε τον ίδιο τον γιο του Θεού. Όμως αποδέχθηκε την αποστολή της διότι πίστευε βαθειά στην δύναμη του Θεού, αλλά και γιατί ήταν τόσο αγνή που μόνη εκείνη απ’ όλους τους ανθρώπους αξιώθηκε να δει κατάματα την θεότητα και να ενωθεί με τον Χριστό σε ανυπολόγιστο βαθμό. Όχι μόνο πνευματικά, αλλά και βιολογικά, αφού τις εννιά μήνες της εγκυμοσύνης της είχε ενωθεί το αίμα της με το αίμα του ίδιου του Θεανθρώπου. Είναι λοιπόν η Κεχαριτωμένη, η γεμάτη από όλες τις χάρες, όπως την προσφωνεί ο αρχάγγελος Γαβριήλ, αλλά και η στολισμένη με τον ήλιο γυναίκα που γέννησε τον παγκόσμιο ποιμένα, σύμφωνα με την Αποκάλυψη του αγίου Ιωάννη.
Όταν επέστρεψε αργότερα η Θεοτόκος στον Ιωσήφ, από την ξαδέλφη της Ελισάβετ που είχε στο μεταξύ επισκεφτεί, εκείνος διαπίστωσε την προχωρημένη εγκυμοσύνη της και θεώρησε ότι τον πρόδωσε με άλλον άνδρα. Επειδή ήταν όμως πονόψυχος και άνθρωπος του Θεού σκέφτηκε να διαλύσει τον αρραβώνα και να την διώξει κρυφά για να μην εκτεθεί η ίδια και κινδυνέψει εξάλλου και η ζωή της. Στον ύπνο του όμως εμφανίστηκε άγγελος Κυρίου, που επαναλαμβάνει μάλιστα τον προβληματισμό του Ιωσήφ για να γίνει πιο πιστευτός. Του λέει λοιπόν να μην διστάσει να πάρει στο σπίτι του τη Μαριάμ, γιατί το παιδί που περιμένει προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Του θυμίζει ακόμη ότι ο ίδιος είναι απόγονος του Δαβίδ, διότι οι Ισραηλίτες περίμεναν το Μεσσία να γεννηθεί από τη γενιά του Δαβίδ. Ο γιος της που θα γεννηθεί, του λέει, θα ονομαστεί Ιησούς και θα σώσει ΤΟ ΛΑΟ ΤΟΥ από τις αμαρτίες τους. Του επισημαίνει δηλαδή ότι το γεννηθέν θα είναι στην ουσία Θεός, αφού Ιησούς σημαίνει «ο Γιαχβέ σώζει», ότι είναι σωτήρας και ελευθερωτής. Άρα έχει την έννοια πως ο Ιησούς είναι ο Θεός ως άνθρωπος, που επισκέφτηκε το λαό Του για να τον λυτρώσει. Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ έκανε όπως πρόσταξε ο άγγελος και πήρε στο σπίτι του τη Μαριάμ τη γυναίκα του -αφού κατά το Νόμο άλλωστε, και στα μάτια των ανθρώπων που δεν είχαν την παραμικρή υποψία των όσων διαδραματίστηκαν, ήταν πλέον γυναίκα του.
ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ
1. Πολλές φορές ένας από τους κλάδους της πολυλογίας, όπως το είπαμε καί προηγουμένως, είναι καί ο παρών, ο οποίος μάλιστα αποτελεί καί το πρώτο τέκνο της. Εννοώ την ακηδία. Γι΄αυτό καί της εδώσαμε την θέσι πού της αρμόζει μέσα στην αθλία αλυσίδα των παθών.
Ακηδία σημαίνει παράλυσις της ψυχής καί έκλυσις του νου, οκνηρία και αδιαφορία πρός την άσκησι, μίσος πρός τις μοναστικές υποσχέσεις. (Η ακηδία είναι ακόμη) αυτή που μακαρίζει τούς κοσμικούς, πού κατηγορεί τον Θεόν ότι δεν είναι ευσπλαγχνικός και φιλάνθρωπος, πού φέρνει ατονία την ώρα της ψαλμωδίας καί αδυναμία την ώρα της προσευχής. Αυτή πού μας κάνει σιδερένιους στα διακονήματα, αόκνους στο εργόχειρο, σπουδαίους στην πρακτική ζωή της υπακοής (εν αντιθέσει πρός την θεωρητική ζωή της ησυχίας).
2. Άνδρας που ασκεί την ζωή της υπακοής δέν γνωρίζει τί σημαίνει ακηδία, διότι φθάνει στα πνευματικά μέσω των αισθητών, (τα οποία αισθητά δέν φέρνουν ακηδία).
3. Το κοινόβιο είναι εχθρός της ακηδίας, ενώ σ΄ έναν ησυχαστή η ακηδία γίνεται σύζυγος αιώνιος∙ δεν θα τον αποχωρισθή πρίν από τον θάνατό του, καί πρίν έλθη το τέλος του θα τον πολεμά καθημερινά. Μόλις αντίκρυσε το κελλί του ησυχαστού εμειδίασε και αφού τον επλησίασε έστησε κοντά την σκηνή της.
4. Ο ιατρός επισκέπτεται τους ασθενείς το πρωί, ενώ η ακηδία τους ασκητάς το μεσημέρι. Η ακηδία προτρέπει το έργο του ξενοδόχου καί παρακαλεί να γίνωνται εργόχειρα για να προσφέρωνται ελεημοσύνες. Παρακινεί να γίνωνται με προθυμία επισκέψεις στους ασθενείς, υπενθυμίζουσα τον λόγο του Κυρίου: «Ησθένησα καί ήλθετε πρός με» (Ματθ. κε΄ 36). Μας παρακαλεί να πηγαίνωμε στους λυπημένους καί στους ολιγοψύχους. «Παραμυθείσθε τούς ολιγοψύχους» (Α΄ Θεσ. ε΄ 14) μας λέγει αυτή η ολιγόψυχη. Ενώ ιστάμεθα στην προσευχή, μας υπενθυμίζει διάφορα αναγκαία πράγματα και χρησιμοποιεί κάθε τέχνασμα, ώστε να μας αποτραβήξη από εκεί, σαν με ένα καπίστρι, με κάποια αιτία εύλογη, αυτή η παράλογη.
5. Ο δαίμων της ακηδίας στον μοναχό, τον οποίο έχει καταλάβει, δημιουργεί τις τρείς πρώτες ώρες -πρώτη, τρίτη καί έκτη- μία κατάστασι φρίκης, πονοκέφαλο καί πυρετό και ανακάτωμα του στομάχου. Μόλις φθάση η ενάτη ώρα παρατηρείται κάποια μικρή βελτίωσις. Μόλις στρωθή η τράπεζα, αναπηδά ο μοναχός από το στρώμα του. Μόλις έλθη η επομένη ώρα της προσευχής, αισθάνεται πάλι βεβαρημένο το σώμα του. Μόλις σταθή να προσευχηθή, η ακηδία τον βυθίζει πάλι στον ύπνο καί με άκαιρα χασμουρητά του αρπάζει από το στόμα τον στίχο της προσευχής.
6. Όλα τα άλλα πάθη καταπολεμούνται με μία αντίστοιχη αρετή το καθένα. Η ακηδία όμως είναι για τον μοναχό ένας ψυχικός θάνατος πού περιέχει όλα τα κακά.
7. Η ανδρεία ψυχή κατώρθωσε να αναστήση τον νου πού ήταν νεκρός. Η ακηδία όμως και η οκνηρία κατώρθωσαν να σκορπίσουν όλον τον πλούτο της ψυχής.
8. Εφ΄ όσον και η ακηδία είναι ένα από τα οκτώ πρωταρχικά πάθη της ψυχής, και μάλιστα το βαρύτερο, ας το αντιμετωπίσωμε και αυτό αναλόγως, όπως και τα άλλα. Πλήν ας προσθέσωμε και τούτο: Όταν δεν γίνεται ψαλμωδία και ακολουθία, η ακηδία δεν παρουσιάζεται. Και όταν τελείωσε ο κανών της προσευχής, τότε άνοιξαν οι οφθαλμοί.
9. Τον καιρό της ακηδίας φαίνονται οι βιασταί. Και τίποτε άλλο δεν προξενεί στον μοναχό τόσους στεφάνους όσο η ακηδία. Πρόσεξε καλά και θα την αντιληφθής να μην αφίνη τα πόδια σε ορθία στάσι, και να μας σπρώχνη, όταν καθώμαστε, να γέρνουμε στον τοίχο. Μας προτρέπει επίσης να κοιτάζωμε έξω από το παράθυρο, δημιουργώντας φανταστικά κτυπήματα και βήματα ποδιών. Εκείνος πού πενθεί τον εαυτό του δεν γνωρίζει τι θα πή ακηδία.
10. Ας δένεται και αυτός ο τύραννος με την μνήμη των πταισμάτων, και ας δέρνεται με το εργόχειρο. Και αφού συρθή με την σκέψι των μελλόντων αγαθών και σταθή εμπρός μας, ας ερωτάται καταλλήλως:
«Λέγε μας λοιπόν και σύ, παράλυτε και έκλυτε, ποιος είναι ο κακός γονεύς σου; Ποια είναι τα τέκνα σου; Ποιοι είναι αυτοί πού σε πολεμούν; Και ποιος ο φονευτής σου»;
Αυτός δε αναγκαζόμενος θα μας αποκρινόταν:
«Εγώ σε αυτούς πού ασκούν πραγματικά την ζωή της υπακοής, «ούκ έχω πού την κεφαλήν κλίναι». Σε όσους έχω τόπο, τους ευρίσκω στην ησυχία και συζώ μαζί τους. Οι ιδικές μου μητέρες είναι πολλές και διάφορες: Άλλοτε η ψυχική αναισθησία, άλλοτε η λησμοσύνη των άνω, και μερικές φορές η υπερβολική κόπωσις (είτε ψυχική είτε σωματική). Τα ιδικά μου τέκνα είναι: Οι μετακινήσεις από τον ένα τόπο στον άλλο πού γίνονται μαζί μου, η παρακοή στον πνευματικό πατέρα, η λησμοσύνη της Κρίσεως, και μερικές φορές η εγκατάλειψις της μοναχικής ζωής. Ιδικοί μου αντίπαλοι, από τους οποίους τώρα έχω δεθή, είναι η ψαλμωδία και το εργόχειρο. Εχθρική σ΄ εμένα είναι και η σκέψις του θανάτου, αλλά εκείνη πού με θανατώνει τελείως είναι η προσευχή, ενωμένη με την βεβαία ελπίδα των μελλόντων αγαθών. Για το ποιος όμως εγέννησε την προσευχή ερωτήσατε την ίδια».
(Πρόκειται για) νίκη! Όποιος την κατέκτησε, είναι δόκιμος για κάθε καλό έργο.
Ι.Μ.Παρακλήτου
Πηγή: Ορθόδοξοι Πατέρες
Η χριστιανική ζωή και η άσκηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους στη χριστιανική ζωή. Δε νοείται η μία χωρίς την άλλη. Ο πιστός, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, προσπαθεί να απαλλαγεί από το ζυγό της αμαρτίας από την κυριαρχία των παθών και να καταστεί ζωντανό μέλος του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Στην προσπάθεια αυτή, σημαντική θέση κατέχει και η νηστεία. Σύνθετη λέξη από το αρνητικό μόριο νη και το ρήμα εσθίω. Έτσι προήλθε το ρήμα νηστεύω και το ουσιαστικό νηστεία, που αρχικά σήμαινε την πλήρη αποχή από τροφή και ποτό και αργότερα τη μερική αποχή από ορισμένες τροφές και την κατανάλωση άλλων συγκεκριμένων τροφών.
Η νηστεία αποτελεί έναν πανάρχαιο εκκλησιαστικό θεσμό. Ως θρησκευτικό φαινόμενο, προϋπήρχε της Χριστιανικής Εκκλησίας. Τη συναντούμε και στην Παλαιά Διαθήκη, στους Ισραηλίτες, αλλά και σε άλλους λαούς της Ανατολής, ακόμη και τους Έλληνες και Ρωμαίους. Κοινή πεποίθηση όλων των λαών ήταν, ότι με τη νηστεία μπορούσαν να εξευμενίσουν τους θεούς και να πετύχουν την πνευματική τους ανάταση ή τον ηθικό τους εξαγνισμό.
Η Εκκλησία μας, ανάμεσα στις μεγάλες νηστείες του έτους, θεωρεί ότι η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι η αρχαιότερη και αυστηρότερη περίοδος νηστείας. Μαζί με τη νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής υπάρχει στην Εκκλησία από την Αποστολική εποχή, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από αδιαμφισβήτητες ιστορικές μαρτυρίες πού έχουμε.
Αφετηρία και πυρήνα αυτής της νηστείας είναι η αρχαιότατη νηστεία πριν από το Πάσχα, η οποία καθιερώθηκε σε ανάμνηση των παθών του Κυρίου και ως περίοδος προπαρασκευής των πιστών για την εορτή του Πάσχα και των κατηχουμένων για το Βάπτισμα. Οι Αποστολικές Διαταγές συνδέουν την καθιέρωση της νηστείας του Πάσχα με τα λόγια του Κυρίου «όταν απαρθή απ' αυτών ο νυμφίος, τότε νηστεύσουσιν εν εκείναις ταις ημέραις» (Μάρκ. 2,20· Ματθ. 9,15· Λουκ. 5,35). «Εκείναι αι ημέραι» είναι, κατά τις Διαταγές, ο χρόνος της νηστείας πριν από το Πάσχα. Αρχικά δεν ήταν ούτε μεγάλος ούτε και ο ίδιος σε όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Υπήρχε δηλαδή στην πρώτη Εκκλησία ελευθερία και όχι απόλυτη ομοιομορφία. Ποικιλία ακόμη παρατηρούμε και στον τρόπο, με τον οποίο νήστευαν οι χριστιανοί αυτήν την περίοδο.
Πότε ακριβώς εμφανίζεται η Τεσσαρακοστή ως περίοδος νηστείας πριν από την εορτή του Πάσχα, είναι δύσκολο να καθορισθεί με ακρίβεια. Μία αναφορά στη νηστεία της Τεσσαρακοστής του 5ου Κανόνα της Α' οικουμενικής Συνόδου, πού συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κατά την εποχή πού συγκλήθηκε η Σύνοδος (325 μ.Χ.) η Τεσσαρακοστή αποτελούσε καθιερωμένο θεσμό σ' ολόκληρη την εκκλησία.
Άλλες ιστορικές μαρτυρίες, όπως αυτή του ιστορικού Ευσεβίου Καισαρείας, αναφέρονται με μεγαλύτερη σαφήνεια στην ύπαρξη της Τεσσαρακοστής και συνδέουν την καθιέρωσή της ως περιόδου νηστείας και πνευματικής προπαρασκευής για το Πάσχα με την τεσσαρακονθήμερη νηστεία του Κυρίου και των προφητών Μωϋσή και Ηλία.
Όπως στην αρχική νηστεία πριν από το Πάσχα, έτσι και στη νηστεία της Τεσσαρακοστής υπήρχε μεγάλη ποικιλία από τόπο σε τόπο μέχρι την οριστική διαμόρφωση της. Διαφορές υπήρχαν και στον υπολογισμό της χρονικής διάρκειας της και στον τρόπο, με τον οποίο οι χριστιανοί τηρούσαν τη νηστεία.
Αυτό όμως πού με ασφάλεια μπορούμε να υποστηρίξουμε είναι ότι ανέκαθεν η νηστεία της Τεσσαρακοστής ήταν πολύ αυστηρή νηστεία. Ο 69ος Κανών των Αγίων Απόστολων απειλεί με καθαίρεση τους κληρικούς και με αφορισμό τους λαϊκούς, πού δεν νηστεύουν «την αγίαν Τεσσαρακοστήν του Πάσχα». Σύμφωνα με τον 50ο Κανόνα της τοπικής Συνόδου της Λαοδικείας (συγκλήθηκε γύρω στο 360 μ.Χ.) «δει πάσαν την Τεσσαρακοστήν νηστεύειν ξηροφαγούντες». Οι ερμηνευτές των κανόνων (Ζωναράς και Βαλσαμών), αναφέρουν ότι «οι γουν άνευ νοσήματος… νηστεύοντες παρανομούσι».
Τώρα ως προς τα είδη τροφών και ποτών, από τα οποία έπρεπε οι χριστιανοί να απέχουν, η αρχή πού, από ενωρίς, επικράτησε ήταν ότι οι νηστεύοντες οφείλουν να απέχουν από τροφές εξ αίματος (κρέας - ψάρια), από τροφές ζωικής προελεύσεως (γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά) και από τον οίνο. Ο τύπος νηστείας για όλη την Τεσσαρακοστή ήταν να παραμένουν οι χριστιανοί άσιτοι μέχρι την ενάτη ώρα (3 μ.μ) και να απέχουν από τις τροφές πού αναφέραμε κατά το γεύμα.
Το όνομα Τεσσαρακοστή πού προσέλαβε ή προ του Πάσχα μακρά περίοδος νηστείας, συνδέεται σίγουρα με τον αριθμό των σαράντα ημερών νηστείας που η περίοδος περιλαμβάνει. Οι Αποστολικές Διαταγές συνιστώντας τον εορτασμό διαφόρων χριστιανικών εορτών, προσθέτουν: «Μεθ' ημάς υμίν φυλακτέα η νηστεία της Τεσσαρακοστής, μνήμην περιχέουσα της του Κυρίου πολιτείας τε και νομοθεσίας».
Ότι το όνομα Τεσσαρακοστή σχετίζεται με τον αριθμό των σαράντα ημερών νηστείας, φαίνεται και από τα όσα μας λένε οι Αποστολικές Διαταγές στη συνέχεια: «Επιτελείσθωδε η νηστεία αυτή προ της νηστείας του Πάσχα (προφανώς εννοούν τη νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας), αρχομένη μεν από Δευτέρας (της Καθαρός δηλαδή),πληρουμένη δε εις Παρασκευήν (την παραμονή του Σαββάτου του Λαζάρου). Μεθ' ας (τις σαράντα ημέρες της
Τεσσαρακοστής) απονηστεύσαντες άρξασθε της αγίας του Πάσχα εβδομάδος, νηστεύοντες αυτήν πάντες μετά φόβου και τρόμου».
Η Τεσσαρακοστή πολύ ενωρίς ονομάστηκε Μεγάλη. Ο χαρακτηρισμός αυτός της αποδόθηκε όχι μόνο για να διακρίνεται από τις άλλες μακρές νηστείες του έτους, αλλά και για να τονιστεί ιδιαίτερα η σημασία της. Η αυστηρότητα της νηστείας και γενικότερα της άσκησης πού προϋποθέτει και ο σκοπός χάρη του οποίου καθιερώθηκε, σηματοδοτεί την πνευματική μας προετοιμασία , ώστε να βιώσουμε την κορυφαία εορτή της χριστιανοσύνης , του Πάσχα.
Πώς πρέπει να νηστεύουμε σήμερα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή;
Όπως αναφέραμε ήδη, η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ήταν από την αρχή ιδιαίτερα αυστηρή. Με ανάλογη αγωνιστική διάθεση επιδιώκουμε εμείς, οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, να την τηρούμε και τη σημερινή εποχή της αφθονίας και του καταναλωτισμού.
Πρώτη ή αλλιώς Καθαρά Εβδομάδα.
Πολλοί —και όχι μόνο μοναχοί— τηρούν το λεγόμενο «τριήμερο» απέχουν δηλαδή από κάθε είδος τροφής κατά τις τρεις πρώτες ημέρες και κοινωνούν κατά την πρώτη λειτουργία των Προηγιασμένων. Άλλοι παραμένουν άσιτοι μέχρι την ώρα του Μεγάλου Απόδειπνου.
Με τον ίδιο περίπου τρόπο οφείλουμε να νηστεύουμε και το άλλο διάστημα της Τεσσαρακοστής. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς και σύμφωνοι με το πνεύμα της νηστείας, οφείλουμε να απέχουμε από λάδι όλες τις ημέρες της εβδομάδας και όχι μόνο την Τετάρτη και την Παρασκευή. Κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, σύμφωνα με τους Κανόνες, λάδι καταλύουμε (= μπορούμε να καταναλώσουμε) μόνο το Σάββατο και την Κυριακή. Αν ορισμένοι τώρα καταλύουν λάδι και άλλες ημέρες (Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη), αυτό θα πρέπει να γίνεται μόνο για λόγους αδυναμίας («δι' ασθένειαν σωματικήν», όπως λέει ό 69ος Αποστολικός Κανών και επαναλαμβάνεται στον 50ο της Συνόδου της Λαοδικείας και επικυρώνεται στον 28ο της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Όλα αυτά όμως πρέπει να γίνεται μετά από έγκριση του Πνευματικού τους.
Όπως αναφέραμε, κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή ανεμπόδιστα και υποχρεωτικά κατάλυση οίνου και ελαίου έχουμε μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές. Εξαίρεση επίσης γίνεται για την εορτή των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, κατά την οποία επιτρέπεται η κατάλυση οίνου και ελαίου και για την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου κατά την οποία καταλύουμε ψάρι.
Σε ό,τι αφορά την κατάλυση ιχθύων κατά την Κυριακή των Βαΐων, μερικά μοναστηριακά Τυπικά, το Τριώδιο και ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης συνιστούν την κατάλυση ιχθύων, κατά πρώτο λόγο για τη λήξη της νηστείας (η νηστεία της Μ. Τεσσαρακοστής λήγει το βράδυ της Παρασκευής πριν από το Σαββάτου του Λαζάρου) και κατά δεύτερο λόγο για να τιμηθεί η θριαμβευτική νίκη του Χριστού επί του προαιώνιου εχθρού του ανθρώπου, του θανάτου, με την ανάσταση του Λαζάρου. Έτσι η Κυριακή των Βαΐων λογίζεται ως Δεσποτική εορτή.
Την Μεγάλη Εβδομάδα η νηστεία έχει έναν ιδιαίτερο αυστηρό τόνο. Είναι και αυτή αρχαιότατη και αποτελεί ένα ιδιαίτερο τμήμα της νηστείας της Μεγάλης Σαρακοστής. Όλες τις ημέρες απέχουμε από λάδι και τηρούμε ξηροφαγία. Ακόμη και το Μέγα Σάββατο, είναι ημέρα αυστηρής νηστείας και είναι το μοναδικό Σάββατο του έτους που νηστεύεται.
Ας προετοιμαστούμε λοιπόν σωματικά και πνευματικά, ώστε να υποδεχτούμε όλοι μας την Ανάσταση του Χριστού μας.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...