Ο Έλληνας ιστορικός, που θα επιχειρήσει να διαπραγματευθεί την ιστορία του Βογομιλισμού, θα βρεθεί αναγκαστικά αντιμέτωπος με τις επικρατούσες, εδώ και δεκαετίες, σχολές σκέψης, οι οποίες ερμήνευσαν το φαινόμενο, χρησιμοποιώντας έντονα ιδεολογικά κριτήρια. Ο Βογομιλισμός έχει το εξής ιδιάζων χαρακτηριστικό. Ων υπό ανάπτυξη τον Μεσαίωνα, συνδέθηκε με την ιστορία του Βουλγαρικού έθνους, σε μια ευαίσθητη καμπή της. Ταυτόχρονα, συνδέθηκε με την διάδοση των δυαρχικών κακοδοξιών στην Δύση και την εμφάνιση των Καθαρών.
Εισαγωγή – Ερμηνευτικές τάσεις
Ο Έλληνας ιστορικός, που θα επιχειρήσει να διαπραγματευθεί την ιστορία του Βογομιλισμού, θα βρεθεί αναγκαστικά αντιμέτωπος με τις επικρατούσες, εδώ και δεκαετίες, σχολές σκέψης, οι οποίες ερμήνευσαν το φαινόμενο, χρησιμοποιώντας έντονα ιδεολογικά κριτήρια. Ο Βογομιλισμός έχει το εξής ιδιάζων χαρακτηριστικό. Ων υπό ανάπτυξη τον Μεσαίωνα, συνδέθηκε με την ιστορία του Βουλγαρικού έθνους, σε μια ευαίσθητη καμπή της. Ταυτόχρονα, συνδέθηκε με την διάδοση των δυαρχικών κακοδοξιών στην Δύση και την εμφάνιση των Καθαρών (θα τους δούμε στη αργότερα).
Το πρώτο θέμα ήταν του άμεσου ενδιαφέροντος των σλαβόφωνων ιστορικών, οι οποίοι ακολούθησαν δύο τάσεις. Κατά την πρώτη τάση, με βάση τα κριτήρια της μαρξιστικής θεώρησης της ιστορίας (ιστορικός υλισμός), είδαν τον Βογομιλισμό ως κοινωνικό κίνημα και το ενέταξαν στην θεωρία τους περί πάλης των τάξεων. Αυτής της κατηγορίας εργασίες είναι οι εξής:
› Topentcharov V., Les Bou› l› gres et Cathares, Paris 1971, ἐκδ. Seghers.
› Anguelov D., Le Bogomilisme en Bulgarie, Toulouse 1972, ἐκδ. Privat.
› Loos M., Dualist Heresy in the Middle Ages, Prague, 1974.
› και η πολύ γνωστή Obolensky D., The Bogomils, A study in balkan Neo› manicheism, Cambridge, 1948, ἐκδ. Cambridge University Press.
Οι δύο τελευταίες εργασίες περιέχουν και στοιχεία της επόμενης κατηγορίας.
Κατά την δεύτερη τάση, ο Βογομιλισμός εξακολουθεί να είναι ένα κοινωνικό κίνημα, το οποίο συσπείρωσε τις πλατιές μάζες ενάντια στην εισαγόμενη «φεουδαρχία», όπως αυτή εκπροσωπούνταν, κατά την άποψή τους, από τους Βυζαντινούς γαιοκτήμονες και την Εκκλησία. Ως αποτέλεσμα αυτής της αντίθεσης προέκυψε η Βουλγαρική εθνική συνείδηση. Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινούνται οι εξής εργασίες:
› Georghief. S, Les Bogomiles et le presbytère Cosmas, Fribourg 1920.
› Sharenkoff V. N. A study of Manichaeism in Bulgaria, New York 1927.
› Ivanov.J., Livres et légendes bogomiles (Aux sources du Catharisme), Paris 1976.
› Topentcharov V., Les Bou› l› gres et Cathares, Paris 1971, ἐκδ. Seghers.
› Anguelov D., Le Bogomilisme en Bulgarie, Toulouse 1972, ἐκδ. Privat.
Το δεύτερο θέμα, σχετίζεται άμεσα με τα συμφέροντα χριστιανικών ομολογιών (Προτεσταντισμός). Σε αυτές ο Βογομιλισμός, ως άμεσα (sic) συνδεδεμένος με το κίνημα των Καθαρών, αποτελεί αντίδραση στην κατ’ αυτούς απομάκρυνση της Εκκλησίας από τα αποστολικά πρότυπα, αντίδραση την οποία αργότερα εξέφρασε η Μεταρρύθμιση. Με αυτόν τον τρόπο, προσπαθούν οι ομολογίες αυτές ν’ αποκτήσουν βάθος χρόνου, οικειοποιούμενες αλλότρια κληρονομιά. Κύρια τακτική των ιστορικών αυτής της κατηγορίας είναι η άρνηση της αντικειμενικότητας των πηγών, επειδή αυτές θεωρούνται προκατειλημμένες, ως εκφράσεις της κυρίαρχης εκκλησιαστικής πολεμικής και της παπικής προπαγάνδας με σκοπό την πρόκληση σταυροφοριών επί χριστιανικού εδάφους. Εργασίες αυτής της τάσεις είναι οι εξής:
› Morgen R., Medioevo christiano, Bari, ἐκδ. Laterza, 1951, του ιδίου, «Problèmes sur l'origine de l'hérésie au moyen âge», Revue historique 236, (1966), p. 1› 16.
› Moore R. I., The Birth of Popular Heresy, London1975, ἐκδ. Arnold, του ιδίου, The Origins of European Dissent, Oxford, 1985, éd. Blackwell, του ιδίου, «Nicétas, émissaire de Dragovitch, a› t› il traversé les Alpes ? », Annales du Midi (1973), p. 85› 90.
Την προσπάθεια των Προτεσταντών να συνδέσουν την Μεταρρύθμιση με τα μεσαιωνικά αιρετικά κινήματα στα:
› Guy BEDOUELLE, «Les Albigeois, témoins du véritable Évangile: l'historiographie protestante du XVIe et du début du XVIIe siècle», Cahiers de Fanjeaux, n°14, Toulouse, ἐκδ. Privat, 1979.
› Roland Poupin, «Points de repère d'une histoire des origines du basculement dualiste en Occident médiéval».
› Michel Jas, Incertitudes, Les Cathares à Montpellier, ἐκδ. Beziers: Institut d'études Occitanes, 2007.
› Roquebert Μ., «Le déconstructionnisme et les études cathares», dans Les cathares dans l'histoire, ἐκδ. Cahors, 2005.
(Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου https://www.impantokratoros.gr/bogomiloi_eisagogh.el.aspx)
Ο Άγιος Ναούμ αντιμετωπίζει Βογομίλους που προ-
σπαθούν να τον διώξουν από την Οχρίδα.
Διδασκαλία των Βογομίλων
α. Δυαρχία
Ο Βογομιλισμός είναι ένα σαφώς δυαρχικό σύστημα. Ακολουθεί την διδασκαλία, η οποία ξεκίνησε από τον Μανιχαϊσμό, αποδεχόμενο δύο αρχές, του καλού και του κακού, όπως αυτή αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε από τις μεσαιωνικές εκδοχές του Μεσσαλιανισμού και του Παυλικιανισμού, γι’ αυτό και υπάρχουν ενσωματομένα στοιχεία και από τις δύο αιρέσεις. Τα στοιχεία αυτά εντοπίζονται και αποδίδονται ήδη από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Ι’ και ΙΑ’ αι. Ακολούθησε οργανωτική διάσπαση η οποία συνοδεύτηκε από αντίστοιχη δογματική, όπως θα παρακολουθήσουμε παρακάτω.
Αρχικά οι Βογομίλοι δέχονταν μια μετριοπαθή δυαρχία. Και οι δύο αρχές είναι δημιουργοί, η μεν του ουρανίου, η δε του υλικού κόσμου. Ουσιαστικά η μια συμπληρώνει την άλλη και η εξάρτηση μετατρέπεται σε σχέση συγγένειας. Ήδη από το πρώτο και δεύτερο ανάθεμα στην επιστολή του πατριάρχη Θεοφύλακτου καταγράφεται ότι:
«Ὁ δύο ἀρχάς λέγων καί πιστεύων εἶναι, ἀγαθήν τε καί κακήν, καί ἄλλον φωτός ποιητήν καί ἄλλον νυκτός, μία τῶν ἀνθρώπων καί ἑτέρα τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἄλλων ζώντων, ἀνάθεμα.
Τοῖς τόν πονηρόν διάβολον ποιητήν ὑπάρχειν καί ἄρχοντα τῆς ὕλης καί τοῦ ὁρωμένου τούτου κόσμου παντός καί τῶν σωμάτων ἡμῶν κενολογοῦσιν, ἀνάθεμα[i].»
Κατά την σχέση συγγένειας, ο διάβολος γίνεται πρεσβύτερος γιος του Θεού κατά την πρώιμη αναφορά του Ιωάννη Έξαρχου[ii]. Η ίδια διδασκαλία αποδίδεται στους Βογομίλους και από τον πρεσβύτερο Κοσμά:
«Δεν βλασημούν μόνο την γη, αλλά υψώσαν τις βλασφημίες τους στον ουρανό, λέγοντας ότι είναι από τον διάβολο που όλα υπάρχουν˙ ο ουρανός, ο ήλιος, τα άστρα, ο αέρας, η ανθρωπότητα, οι εκκλησίες, ο σταυρός˙ όλα όσα ανήκουν στον Θεό, αυτοί τα αποδίδουν στον διάβολο˙ κοντολογίς, ο,τιδήποτε κινείται στην γη, είτε έχει ψυχή είτε όχι, το αποδίδουν στον διάβολο.
Όταν ακούν τον Κύριο στο Ευαγγέλιο να λέει την παραβολή των δύο υιών (σ.σ. εννοεί την του ασώτου), κάνουν τον Χριστό πρεσβύτερο υιό, και τον νεώτερο, ο οποίος εξαπάτησε τον πατέρα, τόν διάβολο[iii].»
Η διαφορά του πατρός Κοσμά με τον Ιωάννη Έξαρχο είναι ότι ο δεύτερος αναφέρει ότι οι Βογομίλοι θεωρούν τον διάβολο ως πρεσβύτερο, άποψη η οποία διασταυρώνεται και από το έργο του Ψελλού και του Ζιγαβηνού. Ο Puech προσπάθησε να ερμηνεύσει› συμβιβάσει την διαφωνία του Κοσμά με τους υπόλοιπους συγγραφείς στο συγκεκριμένο σημείο. Υποστηρίζει, λοιπόν, ότι στην παραβολή του Ασώτου ο διάβολος είναι ο νεώτερος υιός, ο οποίος εγκατέλειψε τον πατέρα, οπότε λογικά ο Χριστός είναι ο μεγαλύτερος αδελφός, πάντα κατά την άποψη των Βογομίλων. Αποδίδει την αντίστροφη απόδοση των ρόλων από τον Κοσμά, στην επανάσταση και πτώση του διαβόλου, με αποτέλεσμα να γίνει ο Χριστός ο μεγαλύτερος και ο διάβολος ο νεώτερος υιός[iv].
Ο πατήρ Κοσμάς ακολουθεί την ορθόδοξη άποψη για την προέλευση των αιρέσεων:
«Ο εχθρός μας ο διάβολος το γνωρίζει, και ποτέ δεν σταμάτησε να οδηγεί τους ανθρώπους στην αποστασία˙ στην αρχή με τον Αδάμ, τον πρωτόπλαστο, μέχρι σήμερα, δεν έπαψε να προσπαθεί να παρασύρει τους ανθρώπους μακριά από την πίστη, ώστε μεγάλο πλήθος ανθρώπων να βασανιστούν μαζί του˙ οι απάτες του οδήγησαν πολλούς να λατρεύουν τα είδωλα, άλλους να φονεύουν τους αδελφούς τους, άλλους να διαπράττουν μοιχίες και άλλες αμαρτίες. Αλλά από τότε που κατάλαβε ότι καμιά αμαρτία δεν μπορεί να συγκριθεί με την αίρεση, παρουσίασε πρώτα τον Άρειο, ο οποίος βλασφήμησε τον Υιό του Θεού, ισχυριζόμενος ότι δεν είναι ίσος με τον Θεό, αλλά ένας άγγελος, υποτελής του Θεού, λησμονώντας τό λόγο του Χριστού “Εγώ καί ο πατήρ έν εσμέν”˙ επίσης παρουσίασε τον Σαβέλιο, ο οποίος ανέλαβε να ενώσει τις θείες υποστάσεις σε μία, λέγοντας ότι αυτό που υπέφερε εν σώματι στον σταυρό ήταν ταυτόχρονα ο Χριστός και η θεότητα της Αγίας Τριάδος˙ ενώ ο Μακεδόνιος βλασφημούσε το Άγιο Πνεύμα, ισχυριζόμενος ότι είναι κατώτερο του Πατρός και του Υιού, όχι ίσο της θεότητος. Οι διδασκαλίες τους αναθεματίστηκαν από τους θεοφόρους Πατέρες της Συνόδου της Νίκαιας˙ τις ξερίζωσαν από τον Χριστιανισμό, όπως τα ζιζάνια από το χωράφι, με την βοήθεια του Θεού και του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Αργότερα υπήρξαν διάφορες αιρέσεις σε διάφορα μέρη, που δεν ήταν σχετικές με την Αγία Τριάδα, αλλά με την δημιουργία˙ μερικές μηχανεύονταν την μια πλάνη και μερικές την άλλη, αλλά οι διδασκαλίες των αγίων Αποστόλων και Πατέρων τις εκδίωξαν από παντού[v].»
Αυτή είναι η θεολογική άποψη για την αιτία των αιρέσεων. Τον Κοσμά δεν τον ενδιέφερε στην συγκεκριμένη επεξεργασία να είναι ιστορικά ακριβής, γι’ αυτό αναφέρει ότι ο Σαβέλιος και ο Μακεδόνιος καταδικάστηκαν από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο.
Οι νεώτεροι ιστορικοί προσπάθησαν να διελευκάνουν την καινοτομία του Βογομιλισμού, όταν παραδέχεται τον διάβολο ως γιο του Θεού. Ενδέχεται αυτή η πεποίθηση να προέκυψε εξ επιδράσεως αρχαίων βουλγαρικών παγανιστικών προλήψεων[vi]. Συγκεκριμένα, κάτι αντίστοιχο απαντάται στον Ζουρβανισμό, μια μορφή του Ζωροαστρισμού, κατά τον οποίο ο Ζουρβάν είναι πατέρας των Αχούρα Μάζντα, του θεού του φωτός, και του Άριμαν, του θεού του σκότους. Ο Μανιχαϊσμός, ως γνωστόν, επηρεάστηκε άμεσα από τον Ζωροαστρισμό, ωστόσο για την συγκεκριμένη επίδραση δεν υπάρχουν στοιχεία ότι συνέβη. Αν ναι, τότε προκύπτει άλλο ερώτημα για το πώς η πεποίθηση του Ζουρβανισμού έφτασε μέχρι τους Βογομίλους. Μια πιθανή απάντηση εντοπίζει την επαφή του βουλγαρικού παγανισμού με τον Ζουρβανισμό, την εποχή που οι Βούλγαροι ζούσαν ακόμη στι ρωσικές στέππες. Η παραπάνω θεωρία δεν είναι τίποτα παραπάνω από λογική υπόθεση και δεν υπάρχουν αναφορές σε πηγές ούτε ευρήματα ικανά να την στηρίξουν. Μέχρι να προκύψουν νεώτερα στοιχεία θα παραμένει άγνωστο πως προέκυψε το ιδιαίτερο αυτό γνώρισμα των Βογομίλων.
Με την αποδοχή του διαβόλου ως υιού του Θεού, οι Βογομίλοι ξέφυγαν από την απόλυτη δυαρχία των Παυλικιανών. Δίνεται η εντύπωση ότι ξέφυγαν γενικά από την δυαρχία, διότι θεωρείται ότι ο Θεός είναι η ανώτερη αρχή, και ο διάβολος κατώτερος και εξαρτώμενος[vii], αλλά δεν είναι έτσι. Ο διάβολος κατά την ορθή άποψη είναι κτίσμα και ως πεπτωκώς άγγελος δεν μπορεί να θεοποιηθεί. Με την θεοποίηση του διαβόλου από τους Βογομίλους – εξ ού και ο σατανισμός τους – αυτόματα αναγνωρίζεται ως αρχή του κακού και του αποδίδεται η δημιουργία του υλικού κόσμου, κατά τα γνωστικά παλαιότερα πρότυπα. Η έμμεση αναγνώριση της δεύτερης αρχής ενισχύεται με την απορέουσσα διάσταση του Θεού από την δημιουργία. Οπότε εξακολουθεί να υπάρχει δυαρχία. Με όποια οπτική και αν το βλέπει κάποιος υπάρχει καθολική συμφωνία στο ότι πρόκειται για μετριοπαθή δυαρχία.
Κάποιοι Σλάβοι ιστορικοί (B. Petranovic, Rački, M. S. Drinov) εξέφρασαν την άποψη ότι ο παπα-Βογομίλος δίδασκε την απόλυτη δυαρχία και ότι η μετριοπαθής είναι μεταγενέστερη. Σύμφωνα μ’ αυτούς, ίχνη της αρχικής εκδοχής του παπα› Βογομίλου υπάρχουν στην έκθεση του Βογομιλισμού από τον παπα-Κοσμά, όταν γράφει ότι:
«Αποκαλούν τον διάβολο δημιουργό του ανθρώπου και όλων των πλασμάτων του Θεού.»
Δεν υπάρχουν στοιχεία που να στηρίζουν αυτήν την άποψη. Χρειάζεται πολύ προσπάθεια εκ μέρους του αναγνώστη για να παρανοήσει αυτά που γράφει ο πρεσβύτερος Κοσμάς. Έπειτα, ακόμη δεν έχει τελειώσει το θέμα με την αποδοχή της χρονικής ένταξης του έργου του. Αν έγραψε σε μεταγενέστερο χρόνο, όπως έχει ειπωθεί παραπάνω, σε χρόνο μεταγενέστερο της εισαγωγής της απόλυτης δυαρχίας και του σχίσματος με την δημιουργία της ordo Drugonthia, θα μπορούσε να είναι γνώστης της κατάστασης και τη ύπαρξης δύο διαφορετικών πεποιθήσεων στους κόλπους του Βογομιλισμού.
Θα ήταν προτιμότερο οι συγκεκριμένοι Σλάβοι ιστορικοί να στηριχθούν στην μαρτυρία του Κοσμά για τις εσωτερικές διενέξεις των Βογομίλων, η οποία αναφέρθηκε παραπάνω[viii]. Με αυτό τον τρόπο, βέβαια, θα προέβαλαν μόνο μια υπόθεση καθώς η μαρτυρία αυτή δεν είναι ξεκάθαρο αν αφορά το δόγμα και την μορφή της δυαρχίας. Δεύτερον, θα έπρεπε να παραδεχθούν ότι συνηγορεί στην μεταγενέστερη χρονολόγηση του έργου, κάτι που γενικά η Σλάβοι το αποφεύγουν και εμμένουν να το βλέπουν ως προϊόν του Ι’ αι.
Στην ομιλία του Κοσμά βρίσκουμε την γενεσιουργό αιτία της δυαρχίας στο ερώτημα «Γιατί επιτρέπει ο Θεός στον διάβολο να εργάζεται εναντίον των ανθρώπων;». Η απάντηση στο Βογομιλισμό βρίσκεται στον παραλογισμό της ισοθεΐας του διαβόλου. Δεν επικεντρώνει στο κακό, το οποίο ετοιμάζει ο διάβολος για τον άνθρωπο, αλλά καταβάλει προσπάθεια να ρίξει το φταίξιμο στον Θεό. Και βέβαια, όλοι οι ιστορικοί συμφωνούν ότι οι συνθήκες διαβίωσης της εποχής δημιουργούσαν πρόσφορο έδαφος για την διατύπωση του ερωτήματος ωστόσο η Οθοδοξία παρέχει ικανοποιητικές απαντήσεις, ώστε ν’ απομένει ανοικτό το θέμα της προτίμησης της λύσης του Βογομιλισμού. Στο κενό της ερμηνείας του συγκεκριμένου θέματος στηρίζονται οι Σλάβοι ιστορικοί για να στηρίξουν την θεωρία περί εθνικιστικών τάσεων. Αυτή η θεωρία θα είχε ίσως κάποια αξιοπιστία αν η διάδοση των δυαρχικών συστημάτων περιορίζονταν στην Βουλγαρία. Συμβαίνει όμως το αντίθετο. Ο Βογομιλισμός έγινε δεκτός και εξαπλώθηκε σε ολόκληρα τα Βαλκάνια, στην Ρωμανία, κι έφτασε μέχρι της ακτές του Ατλαντικού. Ποια εθνικιστική ανάγκη επέβαλε στους δυτικοευρωπαίους την αποδοχή του;
Αν πάλι θεωρήσουμε την αποδοχή της δυαρχίας ως έκφραση των συναισθημάτων κάποιων καταπιεσμένων τάξεων, πως μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός της αποδοχής του και από ανώτερες κοινωνικά τάξεις; Πως μπορεί να εξηγηθεί η περίπτωση της Βοσνίας, στην οποία ο Βογομιλισμός έγινε επίσημη θρησκεία του κράτους; Πως μπορεί να εξηγηθεί προστασία την οποία παρείχαν φεουδάρχες επικυρίαρχοι στους Καθαρούς υποτελείς τους, κατά την διάρκεια του Αλβιγηνικού πολέμου; Δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι ο ελιτισμός της αίρεσης (τάξη τελείων) δεν συνάδει με τον προτεινόμενο μαζικό χαρακτήρα.
Τα ίδια ερωτήματα που τίθενται για την γέννηση και την εξάπλωση του Βογομιλισμού, αφορούν τις αιρέσεις εν γένει. Δεν υπάρχει λόγος οι απαντήσεις να προπαγανδίζουν εθνικά ή ταξικά ιδεολογήματα, ακόμη και αν ικανοποιούν εμμονές. Ότι συνέβη με όλες τις αιρέσεις συνέβη και με τους Βογομίλους και ιστορικά ή θρησκειολογικά το θέμα των αιρέσεων σηκώνει ακόμη πολλή συζήτηση. Μόνο με βάση την ορθόδοξη απάντηση περί δαιμονικής διδασκαλίας εξηγήται αναντίρρητα, αλλά η εξήγηση της Εκκλησίας απαιτεί και τον απαραίτητο βαθμό πίστης.
Πέραν τούτου ο εμφανιζόμενος στις γνωστικές αιρέσεις αντικληρικαλισμός θα πρέπει να ερευνηθεί αν είναι πρωτογενής ή υστερογενής. Στην πρώτη περίπτωση, η έρευνα θα πρέπει να συνοδεύεται και από την ανάλογη ψυχολογική αξιολόγηση σε προσωπικό επίπεδο των αιρετικών, για να μπορεί να δώσει πειστικά συμπεράσματα, ενώ στην δεύτερη, μια κοινωνιολογική προσέγγιση (απεγκλωβισμένη από τις θεωρίες του ιστορικού υλισμού) του φαινομένου θα ήταν απαραίτητη, ώστε να μελετηθούν σε βάθος οι συνέπειες της δράσης των καταστροφικών λατρειών στην συνοχή μιας κοινωνίας.
Δεν μπορούν να παραβλεφθούν οι ιδιαίτερες συνθήκες της εποχής και της περιοχής, στην οποία γεννήθηκε και αναπτύχθηκε ο Βογομιλισμός. Τον Ι. αι. η Βουλγαρία ήταν το πεδίο δράσης των Παυλικιανών και των Μεσσαλιανών. Αν και η ύπαρξη των δευτέρων αμφισβητείται από μερίδα νεώτερων ιστορικών, μαρτυρείται από το σύνολο των εκκλησιαστικών συγγραφέων της εποχής. Δεδομένης της συγγενούς φύσης των τριών δυαρχικών συστημάτων είναι επιβεβλημένη η συναίνεση στον ρόλο που διαδραμάτησαν οι δύο προηγούμενες δυαρχικές αιρέσεις στην γέννηση της τρίτης[ix]. Ο ρόλος τους μάλιστα είναι αλληλοσυμπληρούμενος. Για παράδειγμα, μόνος του ο Παυλικιανισμός δεν αρκεί να εξηγήσει την αποδοχή του ασκητικού ιδεώδους από τους Βογομίλους. Το θέμα όμως θα συζητηθεί εκτενέστερα παρακάτω.
Είναι επόμενο να υπάρχουν διαφορές στα τρία συστήματα, ειδάλλως θα ταυτίζονταν. Δεν είναι παράξενο. Όλη η ιστορία της γέννησης και εξέλιξης των γνωστικών συστημάτων παρουσιάζει μια κλαδική εξέλιξη, όπου οι διαφορές και όχι οι ομοιότητες ταυτοποιούν το κάθε σύστημα ξεχωριστά, χωρίς να καταργούν, αντίθετα προωθώντας έτσι την εξελικτική πορεία.
β. Τριαδολογία
Οι Βογομίλοι ανέπτυξαν ιδιαίτερη τριαδολογία. Δεν υπάρχουν στοιχεία γι’ αυτήν στην ομιλία του Κοσμά ή την επιστολή του Θεοφύλακτου. Πληροφορίες λαμβάνονται από τα έργα του Ευθύμιου Ζιγαβηνού και Ευθύμιου της Μονής Περιβλέπτου. Ο πρώτος αναφέρει:
«Πρόσχημα μέν ἀπάτης τῶν ἀπλουστέρων τό πιστεύειν εἰς Πατέρα, καί Υἱόν, καί ἅγιον Πνεῦμα προβάλλονται, τάς τρεῖς δέ ταῦτα κλήσεις τῷ Πατρί προσάπτουσι, καί ἀνθρωποπρόσωπον τοῦτον ὑπολαμβάνουσι παρ’ ἑκατέραν μήνιγγα ἀκτίνα ἐκλάμποντα, τήν μέν Υἱοῦ, τήν δέ Πνεύματος. καί οὕτω καταστρέφει τούτοις ἡ πίστις εἰς σωματοειδή τινά καί τερατόμορφον Θεόν, καί ὅντως ἀνύπαρκτον[x].»
Ενώ δηλαδή προς τούς έξω έδιναν την εντύπωση ότι αποδέχονταν το τρισυπόστατον της θεότητος, στην πραγματικότητα περιέγραφαν τον Θεό με ανθρωπολογικούς όρους κι έδιναν μια εξάρτηση των τριών προσώπων εντελώς απαράδεκτη. Ουσιαστικά η ενοποίηση των τριών υποστάσεων σε μία κατά την περιγραφή και αποδοχή του Ζιγαβηνού ήταν παρόμοια με την του Σαβελίου, ως προσπάθεια καί όχι ως αποτέλεσμα.
Στην συνέχεια παραδέχονταν μίαν εκ νέου ανάλυση της Αγίας Τριάδος σε Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα, όχι άναρχη αλλά ένχρονη:
«Λέγουσι τόν Υἱόν καί τό Πνεῦμα τό ἅγιον εἰς τόν Πατέρα πάλιν, ἀφ’ οὗ προῆλθον ἀναλυθῆναι, καί τριπρόσωπον αὐτόν ἀπό τοῦ πεντάκισχιλιοστοῦ ἔτους ἄχρι τριάκοντα καί τριῶν ἐτῶν χρηματίσαντα πάλιν γενέσθαι μονοπρόσωπον, ἀσώματον μέν, ἀνθρωπόμορφον δέ[xi].»
Σχετικά με το Άγιο Πνεύμα έλεγαν τα εξής:
«Λέγουσι, ὅτι ὁ μέν Πατήρ ἐγέννησε τό Πνεῦμα τό ἅγιον, τοῦτο δέ ἐγέννησε πνευματικῶς τόν προδότην Ἰούδαν, καί τούς ἔνδεκα ἀποστόλους. Καί προφέρουσι ρῆσιν εὐαγγελικήν, Ἀβραάμ, φησίν, ἐγέννησε τόν Ἰσαάκ, Ἰσαάκ δέ ἐγένησε τόν Ἰακώβ, Ἰακώβ δέ ἐγέννησε τόν Ἰούδαν καί τούς ἀδελφούς αὐτοῦ, περί τῆς ἁγίας Τριάδος ταῦτα γέγραφθαι διατεινόμενοι[xii].»
Ο Ευθύμιος της Μονής Περιβλέπτου δίνει μία εντελώς διαφορετική Τριαδολογία:
«Μή ἀπλῶς δέ διακεῖσθαι, ἀδελφοί, πρός τούς τοιούτους ἀσεβεῖς, πιστεύοντες αὐτούς λέγοντας Πατέρα, Υἱόν, καί ἅγιον Πνεῦμα πιστεύειν˙ πᾶσαι γάρ αἱ αἱρέσεις τό αὐτό λέγουσι, καί Παυλικιανοί, καί οἱ λοιποί˙»
Μέχρι αυτό το σημείο συμφωνεί με τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό ότι η πίστη τους εις Αγία Τριάδα δεν ήταν γνήσια, ούτε ορθόδοξη και η προβολή αυτής προς τα έξω γινόταν με σκοπιμότητα. Συνεχίζει αμέσως:
«ὅμως οὗτοι οἱ ἀσεβεῖς, καί ἄθεοι ἔχουσιν ἰδίαν Τριάδαν εἰς ἥν πιστεύουσι. Πατέρα γάρ καλοῦσι τόν ἄρχοντα τοῦ σκότους, τόν διάβολον τόν ἐκ τῶν οὐρανῶν πεσόντα, ὡς καί αὐτοί ὡμολόγησαν, καθώς καί ὁ Χριστός φησιν, ὅτι Ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρός ἡμῶν τοῦ διαβόλου ἐστέ. Υἱόν δέ τόν υἱόν τῆς ἀπωλείας, καί Πνεῦμα, τό πνεῦμα τῆς πονηρίας[xiii].»
γ. Σατανολατρία – Ύπαρξη εσωτερικής διδασκαλίας
Στην περίπτωση αυτή έχουμε μια πιο σατανολατρική εκδοχή, την εκδοχή της ανίερης τριάδος. Οι διαφορετικές διδασκαλίες, οι οποίες καταγράφηκαν από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, δημιουργούν ερωτηματικά. Η εύκολη λύση των αποδομητών συνηθίζει να προβάλει αναξιοπιστία λόγω της πολεμικής τους. Αυτό είναι απίθανο. Κανένας εκκλησιαστικός ή άλλως αγώνας δεν κερδήθηκε ποτέ με έλλειψη ακριβούς πληροφόρησης. Οι εκκλησιαστικοί και αντιαιρετικοί συγγραφείς δεν έγραφαν για να τέρψουν τα πλήθη αλλά για λόγους ποιμαντικούς, δηλαδή να προφυλάξουν τους πιστούς. Συνεπώς η λύση του προβλήματος πρέπει ν’ αναζητηθεί αλλού ώστε τα συμπεράσματα να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Φαίνεται ότι υπήρχε ένα είδος εσωτερικής διδασκαλίας, ανάλογη με τους βαθμούς μύησης. Είναι γνωστή ήδη από την εποχή που πρωτοεμφανίστηκε ο μανιχαϊσμός, η διαίρεση των πιστών σε «κατηχούμενους» και «τελείους». Γενικά υπάρχει η εντύπωση ότι ο διαχωρισμός αυτός είχε μόνο πρακτικούς σκοπούς, αλλά όπως φαίνεται είχε αντίκρυσμα και στην μύηση στη γνώσης κατά τα γνωστικά πρότυπα. Όσο προχωρά ο «κατηχούμενος» και γίνεται «τέλειος», δένεται με φρικτούς όρκους και λαμβάνει την εσωτερική διδασκαλία και την πραγματική πίστη της ομάδας.
Η εξέταση των πηγών τους εξηγεί τις διαφορές στις πληροφορίες τους. Ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός εξέτασε τον Βασίλειο, Βογομίλο κατηχητή. Άσχετα με τό τι γνώριζε και αποδέχονταν, ο Βασίλειος ήταν κατηχητής. Σκοπός του ήταν να παρασύρει τον απλό λαό στους κόλπους της σέκτας. Φυσικό, λοιπόν, ήταν να μην παρουσιάζει την διδασκαλία των τελείων, ίσως ούτε αυτή των κατηχουμένων, αλλά μια ελαφριάς μορφής, εύπεπτη από τους αφελείς, οι οποίοι θα πιάνονταν στα δίκτυα του. Η καταγραφή του Ζιγαβηνού έγινε από την κατήχηση του αυτοκράτορα Αλεξίου.
Από την άλλη, ο Ευθύμιος της Μονής Περιβλέπτου, γνώρισε τον Βογομιλισμό από τους τέσσερεις μοναχούς, οι οποίοι είχαν εισβάλει στο μοναστήρι του. Το ότι ήταν μοναχοί σημαίνει ότι ήταν τέλειοι. Δεν φανέρωσαν αμέσως την εσωτερική διδασκαλία τους. Χρειάστηκε να τους απειλήσει για να το πράξουν. Όσα αποκάλυψαν ήταν όσα γνώριζαν και εφάρμοζαν οι μυημένοι στο εσωτερικό κύκλο. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την τελετή μύησης που περιγράφεται στο έργο του Ευθυμίου, όπως και από τον τρόπο της σταδιακής εισαγωγής στην εσωτερική διδασκαλία. Αυτά, θα εκτεθούν στις πρακτικές τους. Επίσης όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι στιγμής αφορούσαν την ordo Bulgaria. Για την ordo Drugunthia δεν υπάρχουν ξεχωριστές εκθεσεις διδασκαλίας στις πηγές που εξετάστηκαν στο παρόν κεφάλαιο. Τονίζεται, βέβαια, η ειδοποιός διαφορά της αποδοχής της απόλυτης δυαρχίας από τα μέλη της, ωστόσο προσπάθεια ανίχνευσης της διδασκαλίας τους θα γίνει στο κεφάλαιο για τους Καθαρούς, εφόσον αυτοί είχαν άμεση εξάρτηση.
δ. Χριστολιγία
Κατά την βογομιλική χριστολογία, ο Υιός καί Λόγος του Θεού γεννήθηκε εν χρόνω:
«καί ἐν τῷ πεντάκισχιλιοστῷ ἔτει ἐξερεύσασθαι τῆς ἑαυτοῦ καρδίας Λόγον, τοῦτον δή τόν Υἱόν καί Θεόν. Ἐξηρεύξατο γάρ, φησίν, ἡ καρδία μου Λόγον ἀγαθόν[xiv].»
Καί ενώ ομολογούν τον Λόγον ως Υιόν του Θεού, τον ταυτίζουν με τον αρχάγγελο Μιχαήλ κατά τα γνωστικά πρότυπα:
«Τοῦτον δέ τόν Λόγον καί Υἱόν ἱσχυρίζονται εἶναι τόν ἀρχάγγελον Μιχαήλ. Καλεῖται γάρ, φησίν, τό ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος. Αρχάγγελον μέν καλούμενον ὡς θειότερων ὄλων τῶν ἀγγέλων, Ἰησοῦν δέ, ὡς πᾶσαν μαλακίαν καί πᾶσαν νόσον ἰώμενον, Χριστόν δέ, ὡς χρισθέντα ἐν σαρκί.»
Η εν χρόνω δημιουργία δημιουργεί την ανάγκη για την εύρεση του σκοπού αυτής. Για άλλη μια φορά οι Βογομίλοι ανατρέχουν στην διδασκαλία των γνωστικών για την λύση του θέματος. Ο Υιός γεννήθηκε γιατί η ψυχή του αναθρώπου καταδυναστευομένη από το σώμα, έπασχε αθλίως ώστε μόλις πολύ λίγοι από τους ανθρώπους κατάφεραν να ανέβουν στην αγγελική τάξη. Αυτοί ήταν όσοι αναφέονταν στις γενεαλογίες των ευαγγελιστών Ματθαίου και Λουκά.
Ως προς την ενσάρκωση του Χριστού ήταν Δοκήτες. Ο δοκητισμός τους ήταν αποτέλεσμα της δυαρχίας τους. Ο Χριστός δεν ήταν γι’ αυτούς το ενσαρκωμένο δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, αλλά ο εκφερόμενος λόγος του Θεού, εκπεφρασμένος στην προφορική διδασκαλία του Χριστού. Ο Ζιγαβηνός τους κατηγορεί ότι δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την διαφορά του “ἐνυποστάτου καί ζῶντος Λόγου” και του “ἀπλῶς προφορικοῦ λόγου[xv]”.
Για την Γέννηση του Χριστού υποστήριζαν:
«Κατελθεῖν δέ ἄνωθεν, καί εἰσρυῆναι διά τοῦ δεξιοῦ ὠτός τῆς Παρθένου καί περιθέσθαι σάρκα τῷ φαινομένῳ μέν ὑλικήν καί ὁμοίαν ἀνθρώπου σώματος, τῇ δέ ἀληθείᾳ ἄϋλον καί θεοπρεπῆ, καί ἐξελθεῖν αὖθις ὅθεν εἰσῆλθε, τῆς Παρθένου μήτε τήν εἴσοδον αὐτοῦ γνούσης, μήτε τήν ἔξοδον, ἀλλ’ ἀπλῶς εὑρούσης αὐτόν ἐν τῷ σπηλαίῳ κείμενον ἐσπαργανωμένον, καί τελέσαι τήν ἔνσαρκον οἰκονομίαν, καί ποιῆσαι καί διδάξαι τά ἐν τοῖς Εὐαγγελίοις ἀναταττόμενα, πλήν ἐν φαντασίᾳ τοῖς ἀνθρωπρεπέσιν ὑποκείμενον πάθεσι. Σταυρωθέντα δέ καί ἀποθανεῖν[xvi].»
Η μυθολογική πίστη των Βογομίλων στον παραπάνω τρόπο της ενσάρκωσης επιβεβαιώνεται και από το διασωθέν βιβλίο τους «Ο Μυστικός Δείπνος». Στο έργο αυτό θα αναφερθούμε παρακάτω, όταν θα μιλήσουμε για την γραμματεία, την εν χρήσει από τους Βογομίλους. Εδώ αρκεί να ειπωθεί ότι είναι έργο σε διαλογική μορφή, μεταξύ του Χριστού και του Ιωάννη, κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου. Ο Ιωάννης κάνει ερωτήσεις και ο Χριστός απαντά κατά την βογομιλική διδασκαλία. Τα αναφορικά με την Γέννηση έχουν ως εξής:
«Όταν ο Πατέρας μου σκέφτηκε να με στείλει σε τούτη την γη, έστειλε πριν από μένα τον άγγελό Του, αυτήν που καλείται Μαρία, την μητέρα μου, ώστε να με συλλάβει εκ Πνεύματος Αγίου. Και όταν κατήλθα, εισήλθα και διαπέρασα μέσα από το αυτί της[xvii].»
Έργο του Χριστού στην γη ήταν να καταργήσει την δύναμη του Σατανά:
«Καί ἀναστῆναι δόξαντα λῦσαι τήν σκηνήν, καί γυμνῶσαι τό δράμα, καί ἀποθέμενον τό προσωπεῖον συσχεῖν τόν ἀποστάτην, καί παχεῖ καί βαρεῖ κλοιῷ καταδῆσαι, καί ἐγκλεῖσαι τῷ ταρτάρῳ, περιελόντα καί ἐκ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ τό, ἥλ, ὡς ἀγγελικόν. Σαταναἠλ γάρ καλοῦμενον, Σατανᾶν ἀφῆκεν ὀνομάζεσθαι[xviii].»
ε. Ο μύθος της δημιουργίας
Στην Πνευματική Πανοπλία του Ευθύμιου Ζιγαβηνού και τον βογομιλικό Μυστικό Δείπνο[xix] υπάρχει ο μυθος της δημιουργίας. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Σατανάς διατήρησε την δημιουργική δύναμη μετά την πτώση:
«ἐπείπερ ἔτι καί τήν θείαν περιέκειτο μορφήν καί στολήν, καί τήν δημιοργικήν ἐκέκτητο δύναμιν, συγκαλέσαι τάς συγκαταπεσούσας αὐτῷ δυνάμεις, καί θάρσος αὐταῖς ἐμβαλεῖν, καί εἰπεῖν, ὡς Ἐπεί τόν οὐρανόν καί τήν γῆν ὁ Θεός ἐποίησεν˙ Ἐν ἀρχῇ γάρ, φησίν, ἐποίησεν ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν˙ ποιήσω κἀγώ δεύτερον οὐρανόν, ὡς δεύτερος Θεός, καί τά ἐξῆς[xx].»
Έτσι δημιούργησε πάντα τα ορατά. Στην συνέχεια κατασκεύασε τον Αδάμ από λάσπη. Καθώς τον έστησε όρθιο διέρευσε από το μεγάλο δάκτυλο του δεξιού ποδιού του, υγρασία σε σχήμα όφεως. Συγκέντρωσε δε ο Σατανάς τον ανάσα του και φύσηξε στο πλάσμα, αλλά η ανάσα δια την χαυνότητα διέρευσε και εμπότισε την προηγούμενη υγρασία, η οποία ζωοποιήθηκε και έγινε όφις.
«ὅπερ ἰδῶν ὁ καινός οὗτος δημιουργός καί γνούς, ὅτι μάτην πονεῖ, διεπρεσβεύσατο πρός τόν ἀγαθόν Πατέρα, καί παρεκάλεσε πεμφθῆναι παρ’ αὐτοῦ πνοήν, ἐπαγγειλάμενος κοινόν εἶναι τόν ἄνθρωπον, εἰ ζωοποιηθῇ, καί ἀπό τοῦ γένους αὐτοῦ πληροῦσθαι τούς ἐν οὐρανῷ τόπους τῶν ἀποῤῥιφθέντων ἀγγέλων[xxi].»
Ο Θεός συμφώνησε λόγω αγαθότητας κι έστειλε πνεύμα ζωής, το οποίο έγινε ψυχή ζώσα και ζωοποίησε τον Αδάμ. Ομοίως δημιουργήθηκε και η Εύα. Ο Σαταναήλ φθόνησε την λαμπρότητα των πλασμάτων και εισήλθε στον όφη, παραπλάνησε την Εύα και συνευρέθη μαζί της, ώστε το γένος του να κυριαρχήσει του γένους του Αδάμ.
«Τήν δέ ταχέως ὠδινήσασαν ἀπογεννῆσαι τόν Κάιν ἐ τῆς συνουσίας τοῦ Σαταναήλ, καί ἀδελφήν δίδυμον ὁμοιότροπον, ὄνομα αὐτῇ Καλωμενά, ζηλοτυπήσαντα δέ τόν Ἀδάμ συνελθεῖν καί αὐτόν τῇ Εὔᾳ, καί γεννῆσαι τόν Ἄβελ, ὅν ἀνελών εὐθύς ὁ Κάιν, τόν φόνον εἰς τόν βίον εἰσήγαγεν[xxii].»
Ο Θεός αφαίρεσε την δημιουργική δύναμη και την στολή του Σαταναήλ και τον έκαμε σκοτεινό, αφήνοντάς του την κοσμοκρατορία των όσων δημιούργησε. Ο μύθος, όμως έχει και συνέχεια:
«Λέγουσι τούς ἀποπεσόντας ἀγγέλους, ἀκούσαντας ὅτι ὁ Σαταναήλ ὑπέσχετο τῷ Πατρί πληροῦσθαι τούς ἐν οὐρανῷ τόπους αὐτῶν ἀπό τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, ἰδεῖν ἀσελγῶς τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, καί λαβεῖν αὐτάς εἰς γυναῖκας, ἵνα τά σπέρματα αὐτῶν εἰς τόν οὐρανόν ἀνἐλθωσιν εἰς τούς τόπους τῶν πατέρων αὐτῶν. Ἰδόντες γάρ, φησίν, οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας˙ … ἐκ δέ τῆς συνουσίας αὐτῶν ἀπογεννηθῆναι τούς γίγαντας, οὕς ἀντιστῆναι τῷ Σαταναήλ, καί θριαμβεῦσαι τοῖς ἀνθρώποις τήν ἀποστασίαν αὐτοῦ[xxiii].»
Το πρώτο μέρος του μύθου αντιγράφει και προσαρμόζει στην βογομιλική δυαρχία, τον μύθο του Βαλεντίνου. Το δεύτερο μέρος είναι ιδιαίτερα προσφιλές σε όλους τους γνωστικούς και ακολουθεί την διαδεδομένη στους κύκλους αυτούς Ενωχική γραμματεία.
Η μόνη σημαντική διαφορά στην διήγηση του μύθου της δημιουργίας στο βογομιλικό Μυστικό Δείπνο είναι ότι ο Σαταναήλ ανάγκασε έναν άγγελο του πρώτου ουρανού να εισέλθει στο πλάσμα για να το ζωοποιήση. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο και στι δύο περιπτώσεις. Είτε ως άγγελος του πρώτου ουρανού, είτε ως πνοή Θεού, η ψυχή αποζητά να ξεφύγει από το σώμα και να επιστρέψει στον ουρανό. Στην διήγηση του βογομιλικού Μυστικού Δείπνου υπάρχει απλώς απεξάρτηση από την δράση του Θεού στην ζωοποίηση του ανθρώπου. Αυτή η διαφορά μπορεί να ερμηνευθεί. Το έργο ήταν σε χρήση των Καθαρών στην Δύση. Σώζεται σε λατινική μετάφραση. Οι Καθαροί υπάγονταν στην ordo Drugunthia και ασπάζονταν την απόλυτη δυαρχία. Φυσικό λοιπόν, ήταν να θέλουν την απεξάρτηση του θεού τους από την σχέση της μετριοπαθούς δυαρχίας και να εξαλείφουν κάθε τέτοιου είδους επιρροή από τα κείμενά και τους μύθους τους.
Η σχέση εξάρτησης υπάρχει και στις καταγραφές του Ευθυμίου της Μονής Περιβλέπτου. Σύμφωνα με τα όσα είχε μάθει, δύο πράγματα πίστευαν οι Βογομίλοι ότι υπάρχουν στον υλικό κόσμο, τα οποία δεν δημιούργησε ο Σατανήλ. Ο ήλιος και η ψυχή του ανθρώπου[xxiv], την οποία έκλεψε όταν εξορίστηκε από τον ουρανό. Και σε αυτή την εκδοχή ο Σαταναήλ μόλυνε την ανθρώπινη ψυχή. Προσπαθώντας να ζωοποιήσει το σώμα με την κλεμμένη ψυχή, πράγμα αδύνατο διότι η ψυχή έφευγε από το σώμα και προσπαθούσε να επιστρέψει στον ουρανό, ως λύση βρήκε την εξής. Ο Σαταναήλ έφαγε από τις σάρκες όλων των ακάθαρτων ζώων, έκλεισε την ψυχή στο σώμα και εξέμεσε μέσα την αχώνευτη τροφή που είχε καταβροχθήσει. Μολυσμένη η ψυχή αναγκάστηκε να μείνει στο σώμα του Αδάμ και να τον φέρει στη ζωή[xxv]. Με την διήγηση αυτή οι Βογομίλοι απέδιδαν δυισμό στην ανθρώπινη φύση.
στ’. Δαιμονολογία
Σημαντική πληροφόρηση παρέχει ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός για την δαιμονολογία των Βογομίλων:
«Λέγουσιν ἀπ’ αὐτῶν μέν μόνων, ἥτοι τῶν Βογομίλων, φεύγειν αεί τούς δαίμονας ὡσεί τόξου βολήν, ἑκάστῳ δέ τῶν ἄλλων ἁπάντων ἐνοικεῖν δαίμονα, καί διδάσκειν αὐτῷ τά πονηρά καί ἄγειν ἐπί τάς ἀνοσιουργίας, καί ἀποθνήσκοντος ἐνοικεῖν αὖθις τοῖς λειψάνοις αὐτοῦ, καί παραμένειν τῷ τάφῳ, καί ἀναμένειν τήν ἀνάστασιν, ἵνα σύν αὐτῷ κολασθείη, καί μηδ’ ἐν τῇ κολάσει τούτου διαχρίζοιτο[xxvi].»
Η επίδραση της διδασκαλίας των Μασσαλιανών είναι εμφανής. Οι δαίμονες του Σαταναήλ ενεδρεύουν στο υγρό στοιχείο[xxvii]. Πηγές, ποταμούς, θάλασσες και τα υπόγεια ύδατα. Ίσως αυτός να ήταν και ένας λόγος που οι Βογομίλοι απέρριπταν τό Βάπτισμα. Επρόκειτο μάλλον για εισαγωγική διδασκαλία. Προχωρώντας ακόμη περισσότερο ο ανακρινόμενος Βασίλειος αποκάλυψε με μια απολογητική τάση, ότι οι Βογομίλοι τιμούσαν τους δαίμονες, για να μην τους βλάπτουν:
«Ἔλεγεν ὁ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν ἔξαρχος ἐγγέγραφθαι τοῖς Εὐαγγελίοις αὐτῶν φωνήν τοῦ Κυρίου λέγουσαν, Τιμᾶτε τά δαιμόνια, οὐχ ἵνα ὠφεληθῆτε παρ’ αὐτῶν, ἀλλά ἵνα μή βλάψωσιν ὑμᾶς. Καί ἐρμηνεύων τήν τοιαύτην φωνήν προσετίθει, ὅτι χρη τιμᾷν τά ἐνοικοῦντα ἐν χειροποιήτοις ναοῖς δαιμόνια, προσκυνοῦντες αὐτά, ἵνα μή ὀργισθέντα διαφθείρωσι τούς μή τοῦτο ποιούντας[xxviii].»
Άμεσα ομολογούσαν ότι δεν πίστευαν στην δύναμη του Χριστού, να εκδιώξει τα δαιμόνια, εξαιτίας της απόφασης του πατρός να επιτρέψει την κοσμοκρατορία του Σαταναήλ. Έμμεσα ομολογούσαν σατανολατρία, σε απ’ ευθείας σύγκρουση με την πεποίθηση που αναφέρθηκε παραπάνω ότι το αποτέλεσμα της ενσάρκωσης του Χριστού ήταν να δέσει τον Σατανά. Οπωσδήποτε και σ’ αυτό το σημείο βλέπουμε την διγλωσσία τους. Με διαφορετικές θέσεις κατηχούσαν τα νέα μέλη και διαφορετικά πίστευαν και δίδασκαν οι πιο προχωρημένοι στην ασέβεια.
Δεν μπορεί ν’ αποφευχθεί η σύγκριση με τα όσα γράφονται στο Περί Δαιμόνων του Ψελλού:
«Οἱ δέ θατέρῳ τῷ νεωτέρῳ λατρεύουσιν (σσ. δηλ τον Χριστό), ὡς τῆς κρείττονος καί ὑπερκειμένης μερίδος κατάρχοντι, τόν πρεσβύτερον (σσ. δηλ. τόν Σαταναήλ) οὐκ ἀτιμάζοντες μέν, φυλαττόμενοι δέ αὐτόν ὡς κακοποιῆσαι δυνάμενον[xxix].»
Αυτή ήταν η δεύτερη από τις τρεις παρατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο έργο. Στην τρίτη:
«οἱ δέ χείρους αὐτῶν τήν ἀσέβειαν τοῦ μέν οὐρανίου διϊστῶσιν ἑαυτούς ἐπί πᾶν, αὐτόν δέ μόνον τόν ἐπίγειον Σαταναήλ ἐνστερνίζονται,… Ἀποθεραπεύειν δ’ αὐτόν καί μᾶλλον ἔτι βουλόμενοι, φεῦ, ὁπόσα παροινοῦσιν εἰς τόν οὐράνιον, φθονερόν τε λέγοντες εἶναι τἀδελφῷ παραλόγως διαφθονούμενον εὖ διακοσμοῦντι τά ἐπί τῆς γῆς καί φθόνῳ τυφόμενον σεισμούς καί χαλάζας καί λοιμούς ἐπάγειν[xxx].»
Προχωρώντας ακόμη περισσότερο ισχυρίζονταν ότι οι δαίμονες κατοικούν στους ναούς των Χριστιανών:
«Λέγουσιν ἐν πᾶσι τοῖς ἱεροῖς ναοῖς κατοικεῖν τούς δαίμονας διαλαχόντας αὐτούς ἀναλόγως τῆς ἑκάστου τάξεως και δυνάμεως. Τόν μέντοι Σατανᾶν πάλαι μέν ἀποκληρῶσαι αὐτῷ τόν πολυθρύλητον ναόν ἐν Ἰεροσολύμοις, μετά δέ τήν ἐκείνου τήν καταστροφήν ἐξιδιώσασθαι τόν ἐν τῇ βασιλίδι ταύτη τῶν πόλεων ὑπερφερῆ καί περιώνυμον τῆς τοῦ Θεοῦ σοφίας οἶκον[xxxi].»
ζ. Το δόγμα της αθανασίας
Ταυτόχρονα υποστήριζαν ότι το Άγιο Πνεύμα κατοικεί μόνο σ’ αυτούς και ότι αυτοί μόνο είναι Χριστιανοί, όπως και οι Μεσσαλιανοί:
«Λέγουσι τούς τῆς πίστεως αὐτῶν, ὅσοις ἐνοικήσει τό παρ’ αὐτοῖς ἅγιον Πνεῦμα, πάντας θεοτόκους καί εἶναι καί ὀνομάζεσθαι, βαστάσαντας καί αὐτούς τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ, καί γεννήσαντας αὐτόν διά τοῦ διδάσκειν ἑτέρους, καί μηδέν πλέον αὐτῶν έχειν τήν πρώτην Θεοτόκον[xxxii].»
Έκφραση του ελιτισμού τους, εκτός από την διάρθρωση της κοινωνίας τους και τον διαχωρισμό των ομάδων σε τελείους και κατηχουμένους, διαφαίνεται και μέσα από την διδασκαλία τους. Αφού δηλαδή, δίδασκαν ότι μόνο αυτοί είναι πραγματικοί Χριστιανοί, και μόνο σ’ αυτούς ενυπάρχει το Άγιο Πνεύμα, στην συνέχεια διατείνονται ότι δεν επρόκειτο να πεθάνουν σωματικό θάνατο, αλλά να μετατεθούν:
«Λέγουσι τούς τοιούτους μή αποθνήσκειν, ἀλλά μεθίστασθαι, καθάπερ ἐν ὕπνῳ, τό πήλινον τουτί καί σάρκινον περιβόλαιον ἀπόνως ἐκδυομένους, καί τήν ἄφθαρτον καί θείαν στολήν ἐνδυομένους, καί γινομένους συσσώμους καί συμμόρφους αὐτοῦ, μεθισταμένους διά προπομπῆς ἀγγέλων, καί ἀποστόλων στην βασιλείαν τοῦ Πατρός, τό δέ ἀποδυθέν σῶμα τούτων εἰς τέφραν καί κόνιν διαλύεσθαι, μηκέτι μηδαμῶς ἀνιστάμενον[xxxiii].»
η. Απόρριψη των μυστηρίων
Εφόσον κήρυτταν την ενοίκηση των δαιμόνων στους ναούς, ήταν φυσικό να απορρίπτουν τα μυστήρια.
«Τό μέν παρ’ ἡμῖν βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου λέγουσιν, ὡς δι’ ὕδατος ἐπιτελούμενον, τό δέ παρ’ αὐτοῖς τοῦ Χριστοῦ διἀ Πνεύματος, ὡς δοκεῖ αὐτοῖς τελούμενον[xxxiv].»
«Ἀτιμάζουσι τήν μυστικήν και φρικτήν ἱερουργίαν, καί τήν τοῦ δεσποτικοῦ σώματος καί αἵματος ἁγίαν μετάληψιν, θυσίαν τῶν ἐνοικούντων τοῖς ναοῖς δαιμόνων ταύτην ἀποκαλοῦντες[xxxv].»
Απόρριψη του γάμου
Απέρριπταν τον γάμο, όχι μόνο ως μυστήριο αλλά και ως τρόπο ζωής. Η πεποίθηση αυτή έχει το ανάλογό της στην διδασκαλία και στον τρόπο ζωής των πρώτων Μανιχαίων. Όπως εκείνοι έτσι και οι Βογομίλοι ανάγκαζαν τους κατηχουμενους να χωρίζουν τις συζύγους τους για να εισέλθουν στην τάξη των τελείων[xxxvi].
Απόρριψη της εξομολόγησης
Απέρριπταν την εξομολόγηση:
«Οι αιρετικοί εξομολογούνται ο ένας στον άλλο και λύνουν τις αμαρτίες τους, όταν πιαστούν στα πλοκάμια του διαβόλου. Και δεν το πράττουν αυτό μόνο οι άντρες αλλά και οι γυναίκες, κάτι που είναι άξιο καταδίκης. Διότι λέει ο απόστολος:"... γυναικί δέ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδέ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ’ εἶναι ἐν ἡσυχίᾳ." (Α’ Τιμ. 2.12)[xxxvii].»
Απόρριψη της ιερωσύνης
Απέρριπταν την ιερωσύνη:
«Προσβάλεται τους ιερείς και όλη την εκκλησιαστική ιεραρχία με το να ονομάζεται τους ιερείς που είναι αληθινοί πιστοί, τυφλούς Φαρισαίους, γαυγίζοντας εναντίον τους όπως τα σκυλιά κάποιον που ιππέυει˙ τα πνευματικά σας μάτια είναι τυφλά˙ διαβάζοντας τις επιστολές του αποστόλου Παύλου, είστε ανίκανοι να κατανοήσετε ποιος εγκατέστησε τους ιερείς, τους επισκόπους και τους υπόλοιπους της ιεραρχίας των κληρικών σε όλο τον κόσμο, αλλά όπως λέει ο απόστολος Παύλος, καί τήν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ του Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν[xxxviii].»
Απόρριψη των αγίων
Δεν αναγνώριζαν τους αγίους της Εκκλησίας, εκτός από όσους θεωρούσαν οι ίδιοι:
«Λέγουσιν ἁγίους Μόνους εἶναι τούς τε παρά τῷ Ματθαίῳ καί τῷ Λουκᾷ γενεαλογηθέντας, ὡς προείρηται, καί τούς ἐξκαίδεκα προφήτας, καί τους ἀποστόλους καί τούς μάρτυρας, όσοι διά τό μη προσκυνῆσαι τά εἰδωλα κατεσφάγησαν[xxxix].»
Είχαν δικό τους αγιολόγιο, για το οποίο μας ενημερώνει ο Ευθύμιος της Μονής Περιβλέπτου:
«Ας μιλήσω επίσης για τους ψευδο› αποστόλους, τους οποίους τιμούν αυτοί οι άθεοι, ειδικά για τον Πέτρο και τον Παύλο, των οποίων τα ονόματα προβάλουν πάντα, με σκοπό να τους κρύψουν πίσω από τα ονόματα των κορυφαίων αποστόλων. Ας μιλήσω γι’ αυτούς που είναι οι απόστολοι του διαβόλου, του οποίους τιμούν και σέβονται οι Φουνδαγιαγίτες. Αποδέχονται ως δικό τους πρώτο και μεγάλο απόστολο, τον Σίμωνα τον Μάγο – ξέρω ότι όλοι γνωρίζεται για τον Μάγο από τα έργα του Κλήμεντος – και μετά από αυτόν τόν Μοντάνο, και τον Πέτρο, τον γνωστό Πέτρο τον Ανάξιο για τον οποίο μιλήσαμε πρίν και θα μιλήσουμε ξανά, αποκαλύπτοντας την παγαπόντικη ζωή του, τον Παύλο τον Σαμοσατέα, τον αρχηγό των Παυλικιανών, από τον οποίο πήραν το όνομά τους, σαν να επρόκειτο για τον ίδιο τον Παύλο, τον Τυχικό και τον Σκυθιανό, καί τον Τερέβινθο, που ήταν γνωστός ως Βούδδας, και τον Κούρβικο, τόν γνωστό Μάνη, τον δάσκαλο των Μανιχαίων, τον Φούνδα, τον Ερμά, τους ακόλουθους του Μάνη και όλους τους άλλους αιρεσιάρχες, όπως τό Άρειο και τον Σαβέλλιο, αυτούς οι άθεοι Φουνδαγιαγίτες τιμούς και καλούν αποστόλους. Όλους όσοι είναι πραγματικά άγιοι, και απόστολοι και διδάσκαλοι καί όσιοι και μάρτυρες, τους οποίους οι Χριστιανοί τιμάμε και σεβόμαστε, αυτοί τους αποστρέφονται και τους ατιμάζουν[xl].»
Η αποδοχή των συγκεκριμένων γνωστικών αιρεσιαρχών από τους Βογομίλους είναι ενδεικτική της συνέχισης του γνωστικισμού από αυτούς. Τελευταίους στην σειρά τιμούσαν τους εικονομάχους, σαφώς επηρεασμένοι από τους Παυλικιανούς, οι οποίοι τους είχαν δεχθεί στους κόλπους τους:
«Καί τούς μέν εὐσεβεῖς ἅπαντας βασιλεῖς ἀλλοτριοῦσι τοῦ κλήρου τῶν Χριστιανῶν, μόνους δέ καλοῦσι ὀρθοδόξους καί πιστούς τούς εἰκονομάχους, καί μάλιστα τόν Κοπρώνυμον[xli].»
θ. Εικονομαχική κληρονομιά
Συνεπώς απέρριπταν και αυτοί την προσκύνηση των εικόνων,
«Ἀτιμάζουσι γάρ καί τάς σεβασμίους εἰκόνας, Τά εἴδωλα, λέγοντες, τῶν ἐθνῶν ἀργύριον καί χρυσίον, ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων, ἀγνοοῦντες, ὅτι ἄλλο εἴδωλον, καί ἄλλο εἰκών[xlii]»
του σταυρού,
«Ἀτιμάζουσι τόν θεῖον σταυρόν, ὡς ἀναιρέτην τοῦ Σωτήρος, ὅν ἔδει μᾶλλον τιμᾷν, ὡς καθαιρέτην τοῦ διαβόλου. Μέχρι γάρ τότε θανατηφόρον ὄργανον χρηματίζων, ἔκτοτε ζωηφόρον ὄπλον ἐγένετο, βασιλικώτατόν τε καί φοβερώτατον τοῖς ἐχθροῖς, ἄτε τῷ Δεσποτικῷ αἵματι καί ὕδατι κατάῤῥαντισθείς[xliii].»
καί των λειψάνων,
«Ἐρωτηθείς παρ’ ἡμῶν ὁ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν ἔξαρχος, Πῶς ἀποδοκιμάζετε τούς ἐν ἁγίοις ἱεράρχας καί τούς μακαρίους Πατέρας, ὧν τά λείψανα θαυματουργούσι; διάρας τά βέβηλα χείλη ἐξηρεύξατο λόγον πονηρόν. Εἶπε γάρ ὅτι συγκεκλήρωνται τούτοις δαίμονες, οἵ διδάξαντες αὐτούς ἔτι ζῶντας, οἵ τοῖς τάφοις αὐτῶν παραμένοντες τερατουργοῦσιν εἰς πρόσωπον αὐτῶν ἵνα τούς ἀνοήτους ἐξαπατήσωσι, καί πείσωσι τιμᾷν τούς ἀνάγνους ὡς ἁγίους[xliv].»
Το σύμβολο της σβάστιγκα σε
Βογομιλικό τάφο στη Βοσνία (12ος αιώνας μ.Χ.)
[i] D. Obolensky, The Bogomils, p. 113.
[ii] D. Obolensky, The Bogomils, p. 95.
[iii] B. Hamilton, Christian Dualist heresies, pp. 127› 8.
[iv] H. C. Puech› A. Vailant, Le Traité contre Bogomiles de Cosmas le Prêtre, p. 207.
[v] B. Hamilton, Christian Dualist heresies, p. 115.
[vi] D. Obolensky, The Bogomils, p. 95.
[vii] D. Obolensky, The Bogomils, p. 124.
[viii] Βλ. σημ. 27.
[ix] Ο Milan Loos επιχειρηματολογεί ισχυρά υπέρ της άποψης, Dualist Heresy in the middle ages, pp. 60› 62, δίνοντας το ιστορικο› γεωγραφικό πλαίσιο των ζυμώσεων.
[x] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 2 (PG 130.1292D).
[xi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 3 (PG 130.1293A).
[xii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 5 (PG 130.1293C).
[xiii] Ευθύμιος της Περιβλέπτου, Συγγραφή στηλιτευτική (PG 131.56D› 57A).
[xiv] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 8 (PG 130.1301C).
[xv] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 22 (PG 130.1317).
[xvi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 8 (PG 130.1301C› D).
[xvii] Wakefield› Evans, Heresies of the High Middle Ages, p.462.
[xviii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 8 (PG 130.1301D› 1304Α).
[xix] Wakefield› Evans, Heresies of the High Middle Ages, p.460› 2.
[xx] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 7 (PG 130. 1296D).
[xxi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 7 (PG 130. 1297Β).
[xxii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 7 (PG 130. 1297C).
[xxiii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 9 (PG 130. 1305Β).
[xxiv] G. Ficker, Die Phundagiagiten, p.33› 4.
[xxv] G. Ficker, Die Phundagiagiten, p.35› 7.
[xxvi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 13 (PG 130.1309C).
[xxvii] Wakefield› Evans, Heresies of the High Middle Ages, p. 459› 460.
[xxviii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 20 (PG 130.1326Β).
[xxix] Μ. Ψελλός, Περί δαιμόνων, ed. P. Gautier, p. 135.
[xxx] Μ. Ψελλός, Περί δαιμόνων, ed. P. Gautier, p. 135› 137.
[xxxi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 18 (PG 130.1313Β).
[xxxii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 22 (PG 130.1317Β).
[xxxiii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 22 (PG 130.1317C).
[xxxiv] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 16 (PG 130.1312B) & B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.129, για την αντίστοιχη καταγραφή στην Ομιλία του Κοσμά: «Βλέπεται αδελφοί μου τα θανατηφόρα χτυπήματα του διαβόλου; επίσης απορρίπτουν το άγιο Βάπτισμα και αποστρέφονται τα παιδιά που έχουν μόλις βαπτιστεί. Αν τύχει και δουν κάποιο νεαρό παιδί, απομακρύνονται από αυτό, ωσάν από κάποια άσχημη μυρωδιά˙ φτύνουν και καλύπτουν τα πρόσωπά τους, την στιγμή που οι ίδιοι είναι μιαροί στους ανθρώπους και τους αγγέλους».
[xxxv] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 17 (PG 130.1313Α) & B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.119: «Πράγματι, τι λένε για την Θεία Κοινωνία; “ Η Θεία Κοινωνία δεν ιδρύθηκε από θεϊκή εντολή˙ Η Ευχαριστίαν δεν είναι όπως ισχυρίζεσθε, σώμα Χριστού, αλλά απλή τροφή, όπως και οι άλλες. Διότι δεν ίδρυσε οο Χριστός την Θεία Λειτουργία, και γι’ αυτό δεν τιμάμε την Θεία Κοινωνία”. Ω της τυφλότητός τους! Ω της σκληροκαρδίας τους! Πείτε μου άθεοι αιρετικοί, για τι πράγμα μιλούσε ο Κύριος όταν έδωσε άρτο στους αποστόλους καί είπε: “Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών” ; Και πάλι όταν κράτησε το ποτήριο με τα άχραντα χέρια του και το έδωσε στους ακολούθους του, λέγοντας: “Πίετε εξ αυτού πάντες˙ τούτο εστι το αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης υπέρ πολλών εκχυνόμενον” (Ματθ. 26.26› 8). Για τι πράγμα μιλούσε ο απόστολος Παύλος στην επιστολή τους στους Κορίνθιους; (Α’ Κορ 11.2› 9).
[xxxvi] B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.159, όπου χωρίο από την Στηλιτευτική Συγγραφή του Ευθυμίου της Μονής Περιβλέπτου, το οποίο δεν υπάρχει στην PG. Το αντίστοιχο στον Ευθύμιο Ζιγαβηνό, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 39 (PG 1325D).
[xxxvii] B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.133.
[xxxviii] B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.121, για την Ομιλία του Κοσμά, και στο ίδιο σελ. 161 για την Συγγραφή του Ευθυμίου της Περιβλέπτου.
[xxxix] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 11 (PG 130.1308C).
[xl] Ευθύμιος της Μονής Περιβλέπτου στο B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.154.
[xli] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 11 (PG 130.1308C).
[xlii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 11 (PG 130.1308C). B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.124, για το αντίστοιχο χωρίο του Κοσμά: «Τιμή που αποδίδεται στην εικόνα μεταβαίνει στο πρωτότυπο, είπε ο Μέγας Βασίλειος. Οι αιρετικοί άκουσαν τον απόστολο Παύλο να λέει για τα είδωλα: “γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἤ ἀργύρῳ ἤ λίθῳ, χαράγματι τέχνης καί ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τό θεῖον εἶναι ὅμοιον” (Πραξ. 17.29), κι επειδή αυτοί οι δυστυχισμένοι νομίζουν ότι αυτά τα λόγια αφορούν τις εικόνες, τα εξέλαβαν ως πρόσχημα για να μην προσκυνούν τις εικόνες όταν είναι μόνοι τους. Επισκέπτονται τις εκκλησίες και φιλούν τον σταυρό και τις εικόνες από τον φόβο των ανθρώπων, όπως μας είπαν μερικοί από αυτούς που μετανόησαν και επέστρεψαν στην αληθινή πίστη: “Τα κάνουμε αυτά για χάρη των ανθρώπων, και όχι με την καρδιά μας. Κρατάμε την πίστη μας μυστική”». Όπως εξηγεί παρακάτω δεν είναι ο φόβος αλλά ο προσυλητισμός, αιτία της υποκρισίας. Επίσης του ιδίου σελ. 162 για την καταγραφή του Ευθύμιου της Περιβλέπτου.
[xliii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 14 (PG 130.1311D› 12A). B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.118 (Κοσμάς): «Σχετικά με τον σταυρό του Κυρίου, ιδού ποιες βλασφημίες λένε: “Πως μπορούμε να τον λατρεύουμε;Πάνω σε αυτόν οι Ιουδαίοι σταύρωσαν τον Υιό του Θεού, και ο σταυρός είναι ακόμη περισσότερο ο εχθρός του Θεού”. Έτσι διδάσκουν τους οπαδούς τους ν’ απεχθάνονται παρά να τον προσκυνούν, μιλώντας με αυτόν τον τρόπο: “Αν κάποιος σκότωνε τον γιο του βασιλιά με ξύλινο σταυρό, ο σταυρός θα ήταν προσφιλής στον βασιλιά;Το ίδιο είναι και ο σταυρός για τον Θεό”. Ω, το μίσος του διαβόλου για την ανθρωπότητα. Όπως και πριν από αυτούς οι Ιουδαίοι, διαβάζουν τις προφητείες και δεν καταλαβαίνουν ότι αφορούν το πάθος του Κυρίου, και ήταν αυτοί που διάβαζαν νυχθημερόν τις προφητείες οι δολοφόνοι του Χριστού, νομίζοντας ότι μπορούν να θανατώσουν τον Αθάνατο, έτσι και οι αιρετικοί που διαβάζουν τα λόγια του Κυρίου και των αποστόλων συνεχώς, δεν καταλαβαίνουν τι έχει ειπωθεί» & B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.161 (Ευθύμιος).
[xliv] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 12 (PG 130.1309Α).
(Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Βογομιλικός ναός στις κατακόμβες του Jajce στη Βοσνία (απεικονίζεται
η δυιστική αρχή περί δημιουργίας του κόσμου) 14-15 αιώνας μ.Χ.)
Πρακτικές των Βογομίλων
α. Προσηλυτισμός
Πρώτο μέλημα των Βογομίλων, όπως και όλων των αιρετικών σεκτών, ήταν η διάδοση της αίρεσης. Στην περίπτωση αυτών, διάδοση της αίρεσης σήμαινε πρωτίστως προσυλητισμό νέων μελών και όχι διάδοση της διδασκαλίας τους. Τις πραγματικές πεποιθήσεις τους τις κρατούσαν κρυφές και τις αποκάλυπταν μόνο σε αυτούς που εμπιστεύονταν, σε αυτούς που τους θεωρούσαν ότι είχαν δεθεί στην σέκτα και δεν υπήρχε κίνδυνος να τις αποκαλύψουν.
Για τον προσυλητισμό νέων οπαδών δρούσαν ύπουλα και υποκριτικά. Προσποιούνταν τους Χριστιανούς και προσπαθούσαν να εμφανίζουν μία σωστή χριστιανική ζωή. Το μόνο που θα μπορούσε να υποψιάσει ήταν ο κάπως επιδεικτικός τρόπος με τον οποίον συμμετείχαν στην κοινή εκκλησιαστική ζωή. Αυτά τα ομολογούσαν και οι ίδιοι:
«ὅμως οἱ δόλιοιμέσον ἡμῶν περιπατοῦντες καί συναναστρεφόμενοι ἐν ὑποκρίσει φαίνονται τά ἡμέτερα πάντα φρονοῦντες. Κτίζουσιν ἐκκλησίας οἱ ἀσεβεῖς, καθώς αὐτοί ταῦτα πάντα ὡμολόγησαν, οὐ πίστει, ἀλλά εἰς τό ἑμπαίζειν, καί μιαίνειν αὐτάς, ἐν αὐτῷ τῷ θυσιαστηρίῳ τάς μιαράς πράξεις, καί μίξεις αἰσχράς ποιεῖν μή παραιτούμενοι. Ζωγραφοῦσιν εἰκόνας, οὐ πίστει, ἀλλ’ εἰς τό ὑβρίζειν αὐτάς. Ποιοῦσι σταυρούς εἰς τό καταπατεῖν, καί μιαίνειν αὐτούς˙ βαπτίζουσι τά ἄθεα αὐτῶν νήπια ἐν ἐκκλησίαις φανερῶς οἴκοι δέ ἀπελθῶντες ἀποσπογγίζουσιν αὐτά ἐξανάτριχα μετά μεμιασμένου ὕδατος καί οὔρων, ὑπαναγινώσκοντες αὐτοῖς Σατανικήν ἐπῳδήν, καί τό τοιοῦτον ἀπόλουμα χέουσιν ἐν αἰσχρῷ τόπῳ καί μιαρῷ, ἀπαλλοτριοῦντες αὐτά τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Κοινωνοῦσι τῶν ἀχράντων μυστηρίων, οὐ νήστεις˙ εἰ δέ καί λαθεῖν δυνηθῶσι, πτύουσι τά ἅγια, καί καταπατοῦσιν οἱ παμμίαροι, κοινόν ἄρτον ταῦτα καί οἶνον ἡγούμενοι[i].»
Τον τρόπο της υποκρισίας κληρονόμησαν από τους Μανιχαίους, στους οποίους είχε διδάξει ο ίδιος ο Μάνης να πράττουν:
«Τότε ξανά του είπαμε, “Εφόσον, όπως παραδέχεσαι, όσα κάνετε και ο θεατρινισμός προέρχεται από τον διάβολο, τότε γιατί μιμείστε τα των Χριστιανών;” Ο δυστυχισμένος απάντησε έτσι, “Ο,τιδήποτε δεν ξεκινά από την πίστη είναι αμαρτία. Αν τα κάνουμε όλα, ωστόσο δεν τα κάνουμε από πίστη, είτε βάπτισμα, είτε ιεροσύνη, είτε μοναχικούς όρκους, είτε ό,τι άλλο χριστιανικό. Τα κάνουμε όλα προς επίδειξη, ή καλύτερα για κοροϊδία, με σκοπό την συγκάλυψη. Ο άρχοντάς μας μάς δίδαξε να συμπεριφερόμαστε έτσι λέγοντας, Κανείς δεν θα κινδυνέψει για χάρη μου. Προσποιηθήτε σε όλα. Δεν είμαι σκληρόκαρδος όπως ο Χριστός, για να πώ στους οπαδούς μου, όπως αυτός, «ὅστις δέ ἄν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10.33), αλλά σε περίπτωση ανάγκης να με αρνηθείτε και να με καταραστείτε. Πράξτε και πέστε τα πάντα εναντίον μου, προσποιηθήτε σε όλες ις δραστηριότητες τους Χριστιανούς, τότε επστρέψτε σε μένα και θα σας δεχθώ ξανά με χαρά[ii].»
Για την υποκριτική συμπεριφορά τους εύρισκαν αγιογραφικά ερείσματα:
«Ἔτι προσεγγεγράφθαι καί ταύτην ἔλεγε τοῦ Κυρίου φωνήν, Τρόπῳ σώθητε˙ τουτέστι, Μετά μηχανῆς καί ἀπάτης ὑποκρινόμενοι τήν πίστιν τῶν ἀναγκαζόντων ὑμᾶς, καί οὕτω σωζόμενοι ἀπό κινδύνου, καί θανάτου τοῦ παρ’ αὐτῶν, εἰς τοῦτο γάρ φέρειν καί τό, Ὅσα ἄν εἴπωσιν ὑμῖν ποιεῖν, ποιεῖτε, ἐν ὑποκρίσει δηλονότι, κατά δέ τά ἔργα αὐτῶν μή ποιεῖτε, ἐν ἀληθεία[iii].»
β. Τελετή μύησης – Σατανική Επωδή
Όταν κάποιος από τους Χριστιανούς εξαπατούνταν και έπεφτε στα δίκτυα της αίρεσής τους, έπρεπε να περάσει από τελετή μύησης. Περιγράφεται από τον Ευθύμιο της Περιβλέπτου:
«Όταν με την συγκαλυμμένη διδασκαλία πείθαμε κάποιον ν’ απομακρυνθεί από τον Θεό και τον παρασέρναμε στο θέλημά μας, δηλ. στο θέλημα του διαβόλου, καί ξέραμε ότι η χάρις του Αγίου Πνεύματος, την οποία έλαβε κατά το βάπτισμα τόν άφησε, τότε”, είπε, “τότε έχουμε τυπικό να διαβάζουμε αυτή τη σατανική επωδή πάνω από το κεφάλι του σαν επισφράγισμα. Την στιγμή που τελειώνει το διάβασμα, η χάρις του Αγίου Πνεύματος τον εγκαταλείπει, την οποία έλαβε με το βάπτισμα, και σατανική ενέργεια έρχεται στον πλανεμένο, κι έκτοτε αν θέλει κάτι μιλά”. Όταν ρωτήθηκε αν το πλανεμένο άτομο γνωρίζει ότι διαβάζεται η σατανική επωδή επάνω του, είπε ότι δεν γνωρίζει: “Τον ξεγελάμε λέγοντας, Προτιθέμεθα να διαβάσουμε τα τέσσερα ευαγγέλια πάνω σου. Τοποθετούμε το βιβλίο πάνω από το κεφάλι του και ξεκινάμε με γνωστές λέξεις από το Ευγγέλιο, ώστε να μην αντιληφθεί. Έτσι, μυστικά μαζί με τις λέξεις του Ευαγγελίου απαγγέλουμε την επωδή πάνω στο κεφάλι του. Όταν τελείωσει αυτό και η χάρις του Αγίου Πνεύματος τον έχει εγκαταλείψει, λαμβάνει το σφράγισμα του διαβόλου, και πνεύμα πονηρίας εισέρχεται και εμφωλεύει στην καρδιά του. Στο μέλλον κανείς δεν μπορεί να τον γλιτώσει από τα χέρια του διαβόλου˙ δεν ξέρω αν θα μπρούσε και ο Θεός ο ίδιος”… Μετά τον ρωτήσαμε ξανά να μας πει, Μαθαίνει αργότερα αυτός που έχει παραστρατήσει σχετικά με την επιβολή της επωδής; Απάντησε: “Όχι δεν γνωρίζει, μόνο οι διδάσκαλοι του κακού το γνωρίζουν[iv]”.»
Από την παρπάνω διήγηση επιβεβαιώνεται ο σατανιστικός χαρακτήρας των τελετών των Βογομίλων. Δεν γνωρίζει ο γράφων αν μπορεί ακόμα το θέμα να συζητείται ως αίρεση ή αν πρέπει να γίνει επαναπροσδιορισμός και κατάταξη στις σατανιστικές λατρείες. Οπωσδήποτε, ο Βογομιλισμός ήταν μια καταστροφική λατρεία. Επίσης επιβεβαιώνεται και η ύπαρξη της εσωτερικής διδασκαλίας, την οποία γνωριζαν όχι οι τέλειοι αλλά ένας ακόμη πιο στενός κύκλος, αυτός των διδασκάλων. Το τυπικό της τελετής επιβεβαιώνεται και από τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό:
«Διό καί τόν προσερχόμενον αὐτοῖς ἀναβαπτίζουσι, πρώτα μέν αφορίζοντες αὐτῷ καιρόν εἰς ἐξομολόγησιν, καί ἀγνείαν, καί σύντονον προσευχῆν. εἶτα τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον ἐπιτιθέντες, καί τό παρ’ αὐτοῖς ἅγιον Πνεῦμα ἐπικαλούμενοι, καί τό Πάτερ ἡμῶν ἐπάδοντες[v].»
γ. Consolamentum
Ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός περιγράφει και δεύτερη τελετή, η οποία ακολουθεί την άσκηση του νεοσκότιστου:
«εἶτα μαρτυρίαν ἀπαιτοῦσιν, εἰ ἐφύλαξε πάντα, εἰ σπουδαίως διηγωνίσατο, καί μαρτυρούντων ἀνδρῶν, ὀμοῦ καί γυναικῶν ἄγουσιν αὐτόν ἐπί τήν θρυλλουμένην τελείωσιν, καί στήσαντες τον ἄθλιον κατά ἀνατολάς ἐπιτιθέασιν αὖθις τῇ μιαρᾷ τούτου κεφαλῇ τό Εὐαγγέλιον, καί τάς ἐναγεῖς αὐτῶν ἐπέχοντες χεῖρας οἱ παρατυχόντες ἄνδρες καί γυναῖκες τήν ἀνόσιον ἐπάδουσι τελετήν. Αὕτη δέ ἐστιν εὐχαριστήριος ὕμνος, ὅτι διεφύλαξε τήν παραδεδομένην ἀσέβειαν. Καί οὗτω τελοῦσι, μᾶλλον δέ συντελοῦσι, καί καταποντίζουσι τόν βυθοῦ καί διαφθορᾶς ἐπάξιον[vi].»
Αυτή η δεύτερη τελετή, στην οποία γίνονταν και επιχειρίαση, ενδέχεται να ήταν το consolamentum των δυτικών πηγών. Την σατανική επωδή είχε συνθέσει ο Λυκοπέτρος.
δ. Οργιαστικές τελετές
Οι Βογομίλοι κατηγορήθηκαν πολλές φορές για συμμετοχή σε οργιαστικές τελετές. Πολλοί ιστορικοί δυσφορούν ότι πρόκειται για κοινό θέμα στις αιρέσεις και είναι αλήθεια ότι για τις ίδιες κατηγορίες βρέθηκαν ένοχοι οπαδοί πολλών αιρέσεων, κυρίως αντινομικών. Είναι, όμως γεγονός ότι ο αντινομισμός, απορρέων από την απόρριψη της Παλαιάς Διαθήκης και του μωσαϊκού νόμου, είναι χαρακτηριστικό και του βογομιλισμού, όπως ήταν και του μανιχαϊσμού. Επίσης είναι γεγονός ότι αναφέρεται δίκη, με κατηγορούμενο τον Τζουρίλα, η οποία αναφέρθηκε παραπάνω. Στην δίκη αυτή ο Τζουρίλας βρέθηκε ένοχος για φθορά παρθένου. Παρόμοιες δίκες έγιναν κατά την μαρτυρία του αγίου Αυγουστίνου στην επαρχία του και βρέθηκαν ένοχοι μανιχαίοι, για την ίδια κατηγορία. Λοιπόν, δεν αρκεί η δυσφορία του τάδε και του τάδε, για να γίνει η μαρτυρία που διασταυρώνεται σε πολλές πηγές, φαντασιά ή πολεμική κακεντρέχεια.
Η τελετή περιγράφεται πλήρως στο Περί δαιμόνων του Ψελλού:
«Ἑσπέρας γάρ περί λύχνων ἁφάς ὁπόθ’ ἡμῖν τό σωτήριον ἐξυμνεῖται πάθος, εἰς ἀποτεταγμένον δωμάτιον ἀγηοχότες τάς παρ’ αὐτοῖς ἐνασκουμένας κόρας, τούς τε λύχνους ἀποσβέννυντες, ἵνα μή τό φῶς τοῦ γινομένου μύσους ἔχωσι μάρτυρα, ταῖς κόραις ἐνασελγαίνουσιν ὁποίᾳ ἄν ἕκαστος, κἄν ἀδελφῇ, κἄν ἰδίᾳ θυγατρί ξυντύχῃ˙ οἴονται γάρ κἀν τούτῳ χαριεῖσθαι τοῖς δαίμοσιν, εἰ παραλύουσι τούς θείους θεσμούς, ἐν οἷς τά περί τῶν ἐξ αἵματος ὁμογνίου γάμων ἀπαγορεύουσι. Καί τότε μέν ταυτί τελέσαντες ἀπαλλάττονται[vii].»
Στην συνέχεια της διήγησης περιγράφεται σατανιστική θυσία βρέφους. Σκοπός και αυτών των τελετών κατά τον Θράκα του διαλόγου είναι η εξάλειψη από την ψυχή των θείων συμβόλων, ώστε να λάβει την ευκαιρία ο δαίμονας να εγκατοικίσει.
ε. Ασκητισμός
Σημαντική διαφορά του βογομιλισμού από τον παυλικιανισμό είναι η αποδοχή του μοναχισμού από τον πρώτο. Θέλοντας κάποιοι ιστορικοί να δείξουν ότι ο ασκητισμός των βογομίλων ακολουθούσε την μανιχαϊκή παράδοση, ξεκίνησαν μια άστοχη συζήτηση για το πώς η παράδοση έφτασε στους Βογομίλους από τους Μανιχαίους. Έτσι υπέθεσαν ότι, αν και ο μανιχαϊσμός έσβησε από την Ρωμανία περίπου το 600, επέζησε στον Ισλαμικό κόσμο. Ο χαλίφης αλ-Μουχταδίρ (908-932) εδίωξε τους Μανιχαίους. Την ίδια εποχή ο μανιχαϊσμός ήταν η επίσημη θρησκεία στο βασίλειο των Ουιγούρων στο Τουρφάν, ενώ στην Κίνα υπήρχε ισχυρή μανιχαϊκή κοινότητα. Σε θεωρητικό επίπεδο, λοιπόν, προτείνουν ότι ο ασκητισμός πέρασε στους Βογομίλους από τους Μανιχαίους[viii].
Σε πρακτικό επίπεδο κάτι τέτοιο ήταν απίθανο. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τις τεράστιες αποστάσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, οι οποίες με τα μέσα της εποχής καθιστούσαν την επικοινωνία ανέφικτη, τις διαφορές της γλώσσας, οι οποίες μεγαλοποιούνται, όταν πρόκειται για εξειδικευμένους όρους, θρησκευτικού ή φιλοσοφικού περιεχομένου, και βέβαια, θα πρέπει να εξηγηθεί, γιατί οι Βογομίλοι υιοθέτησαν επιλεκτικά στοιχεία από τον Μανιχαϊσμό.
Τα πράγματα είναι πιο απλά. Ασκητισμό είχαν και οι Μεσσαλιανοί, και είναι πιθανότερο οι Βογομίλοι να επηρεάστηκαν σε αυτό το ζήτημα από τους γείτονές τους παρά από του απόμακρους Κινέζους ή Ουιγούρους ομοϊδεάτες τους. Στα Βαλκάνια δρούσαν οι Μεσσαλιανοί, όπως και οι Παυλικιανοί, και το μόνο που μένει να συζητηθεί είναι ο βαθμός επιρροής της κάθε σέκτας στην άλλη. Δεν είναι αναγκαίες εξωτικές θεωρίες.
Υπάρχει πάντα και η εξήγηση των εκκλησιαστικών συγγραφέων:
«Στολίζονται κατά μοναχούς, καί τό σχῆμα τούτων ὡς δέλεαρ, περιβάλλονται, τῷ κωδίῳ τόν λύκον ὑποκρύπτοντες, ὡς ἄν εὐλαβῶς διά τό σχῆμα παραδεχόμενοι, καί χώραν ὀμιλίας λαμβάνοντες, ἀνυπόπτως διά της χρηστολογίας ἐναποπτύωσι τον ἰόν ταῖς ἀκοαῖς τῶν ἀκροωμένων[ix].»
Για την ειλικρίνια του ασκητισμού τους αμφιβάλει ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός με παραδείγματα:
«Πάσης ἐβδομάδος δευτέραν, καί τετράδα, καί παρασκευήν παραγγέλλουσι νηστεύειν ἕως ὤρας ἐνάτης. Εἰ δέ τις αὐτούς ἐπί τράπεζαν καλέσειεν, εὐθύς ἐκλαθόμενοι τῆς παραγγελίας ἐσθίουσι, καί πίνουσιν ὡς ἐλέφαντες. Ἐκ τούτου δέ πρόδηλον, ὅτι ἀσελγαίνουσιν, εἰ καί πορνείαν καί τήν ἄλλην ἀκαθαρσίαν λόγῳ κολάζουσιν, ὡς ἄσαρκοι καί ἀσώματοι[x].»
Η ασκητική ηθική των Βογομίλων είχε την ίδια βάση με την ηθική όλων των δυαρχικών συστημάτων, την θεώρηση της κακότητας της ύλης. Έτσι απέρριπταν την συζυγική ζωή, την κρεωφαγία και την οινοποσία. Αναγκαστικά η αυστηρότητα δημιουργούσε δύο τάξεις πιστών. Ο βογομιλικός ασκητισμός υποθετικά εφαρμοζόταν στην τέλεια μορφή του από τους εκλεκτούς.
στ. Προσευχή
Παρά την απόρριψη της ιερωσύνης, της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, της αποστολικής και της ιεράς Παράδοσης, παρά την αντιεκκλησιαστική και αντικληρικαλιστική οπτική τους, οι Βογομίλοι ήταν υποχρεωμένοι να προσεύχονται. Ως μόνη προσευχή αναγνώριζαν το Πάτερ ημών, ενώ απέρριπταν όλες τις άλλες ακολουθίες και προσευχές της Εκκλησίας:
«Μόνην ὁνομάζουσι προσευχήν τήν ὑπό του Κυρίου παραδοθείσαν ἐν τοῖς εὐαγγελίοις, ἥγουν τό Πάτερ ἡμῶν, καί τά ἐξῆς. Καί ταύτην μόνην προσεύχονται ἐπτάκις τῆς ἡμέρας, πεντάκις δέ τη νυκτός[xi].»
ζ. Επαιτία
Κάθε κίνημα, ομάδα, σέκτα, αίρεση, η οποία θέλει ν’ αποσπάσει πιστούς από την Εκκλησία και να τους προσκολλήσει στην δική της οργάνωση, οφείλει να εμφανίζει αντιεκκλησιαστική συμπεριφορά. Οφείλει επίσης να αιτιολογεί αυτή την συμπεριφορά. Η πιο συνηθισμένη δικαιολογία είναι ο υποτιθέμενος ξεπεσμός της Εκκλησίας, προβαλλόμενος σε συνδυασμό με πραγματικές ή φανταστικές ατοπίες του κλήρου. Σε αυτήν την περίπτωση προβάλλεται το αίτημα της επιστροφής στην πρώτη αποστολική εποχή, το αίτημα της μίμησης της ζωής της πρώτης Εκκλησίας (vita apostolici). Αυτό το αίτημα ακούγεται αντιφατικό, ειδικά όταν προβάλλεται από οργανώσεις, οι οποίες απορρίπτουν την αποστολική διαδοχή και Παράδοση. Κι όμως συμβαίνει ακόμη και σήμερα.
Στην περίπτωση του βογομιλισμού, έχουμε την «κλασσική» λύση της επαιτίας. Στον Μεσαίωνα η επαιτία είχε καταντήσει θρησκευτικό κίνημα κυρίως στην Δύση, και αντιμετωπίστηκε από τον Παπισμό με την δημιουργία των επαιτικών ταγμάτων (π.χ. Φραγκισκανών). Το θέμα θα αναλυθεί εκτενέστερα σε επόμενο κείμενο. Εδώ δίνεται μια εισαγωγική πληροφόρηση για την κατανόηση της υιοθέτησης της επαιτίας από τους Βογομίλους. Όλοι οι θρησκευτικοί επαίτες κήρυτταν την λεγόμενη «μίμηση του Χριστού» μέσω αυτής, αλλά είναι πιθανό πίσω από την δικαιολογία να κρύβονταν στυγνοί εκμεταλλευτές. Για την εφαρμογή της επαιτίας και την αγιογραφική παρελκυστική αιτιολόγησή της από τους Βογομίλους, καταγράφει ο πρεσβύτερος Κοσμάς:
«Θα ήθελα ν’ αναφέρω σ’ εσάς τις απόψεις τους, τις οποίες χρησιμοποιούν για να παγιδεύσουν ψυχές˙ “Δεν πρέπει ν’ απασχολείσθαι με ανθρώπινες δραστηριότητες, διότι ο Κύριος λέγει, μή οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ. (Ματθ. 6.31) Γι’ αυτό τον λόγο κάποιοι από αυτούς ζουν σε αργία και είναι απρόθυμοι να εμπλακούν με χερωνακτικές εργασίες˙ πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και τρώνε από τα αγαθά των άλλων, αυτών που έχουν εξαπατήσει. Ας ακούσουν τον απ. Παύλο, εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδέ ἐσθιέτω. (Β’ Θεσσ. 3.10) Οι αιρετικοί έτσι πετυχαίνουν διπλή καταδική, για την διάδοση αιρετικών δογμάτων και διότι γίνονται οι νέοι απόστολοι και πρόδρομοι του αντιχρίστου, ετοιμάζοντας τον κόσμο να δεχθεί τον υιό της απωλείας.»
Όπως πολύ ωραία το τοποθετεί ο παπα-Κοσμάς, οι αιρετικοί με τν ψευδαίσθηση ότι μιμούνται τους αποστόλους, γίνονται ψευδο-απόστολοι του αντιχρίστου. Στην Βουλγαρία η συγκεκριμένη πρακτική έβρισκε απήχηση εξαιτίας της καταπίεσης των χωρικών από τος βογιάρους[xii]. Στα εδάφη της Ρωμανίας, όπου η φεουδαρχία δεν ευδοκίμησε, δεν υπήρξαν αντίστοιχα κοινωνικά ερεθίσματα. Αυτό προκύπτει από το γεγονός της αποδοχής του Βογομιλισμού και από μέλη της πρωτευουσιάνικης αριστοκρατίας.
η. Αποφυγή όρκου
Τέλος, οι Βογομίλοι απέφευγαν τους όρκους. Η πληροφορία δεν υπάρχει ούτε στην Ομιλία του Κοσμά, ούτε στην Πνευματική Πανοπλία του Ζιγαβηνού. Την αναφέρει ο Ούγο Ετεριάνο στο Contra Patarenos:
«Πάλι, μιλάνε καθαρά και απροκάλυπτα κατά του Χριστού και της ίδιας της αλήθειας όταν αφαιρούν τους όρκους από την εκκλησία, αδυνατώντας να κατανοήσουν τι διέταξε ο Χριστός στο Ευαγγέλιο και ο Ιάκωβος στην Επιστολή του, καθώς επαναλαμβάνει τον Κύριο. Δεν απαγόρευσαν ποτέ τον όρκο στον Θεό αλλά μόνο στα πλάσματα, λέγοντας Ἐγώ δέ λέγω ὑμῖν μή ὀμόσαι ὅλως˙ μήτε ἐν τῷ οὐρανῷ, ὅτι θρόνος ἐστι τοῦ Θεοῦ˙ μήτε ἐν τῇ γῇ, ὅτι ὑποπόδιον ἐστι τῶν ποδῶν αὐτοῦ (Ματθ. 5.35), ούτε σε κανένα άλλο πλάσμα, και αυτό για τον λόγο ότι δεν θα πρεπε να υπάρχει χώρος για την ειδωλολατρία, διότι θεοποιούσαν τον ουρανό και τη γη και τα άλλα κτιστά, στα οποία ορκίζονταν. Μόνο ο Θεός, ο οποίος δεν είναι υποκείμενος κανενός, ορκίζεται στον εαυτό του, αλλά εμείς που δεν έχουμε καμιά εξουσία δική μας, πως θα μπορούσαμε να ορκιστούμε στο κεφάλι μας – αφού ανήκει σε άλλον – αν σου ανήκει το κεφάλι σου άλλαξε, αν μπορείς, το φυσικό χρώμα μιας τρίχας. Ο όρκος δεν πρέπει ν’ απαγορεύεται, ούτε να επιθυμείται, σαν να είναι κάτι καλό. Το να ορκίζεται κανείς ελέυθερα και χωρίς ενδοιασμό, η να ορκίζεται ψευδώς, είναι αμαρτία, αλλά ο όρκος από ανάγκη, προς απόδειξη της αθωότητας ή προς επικύρωση μια συνθήκης ειρήνης ή για να πεισθούν οι ακροατές για το συμφέρον τους είναι καλό και αναγκαίο[xiii].»
Το σκεπτικό του Ούγου περί όρκου προέρχεται από τις αντίστοιχες απόψεις του Paschasius Radbertus[xiv] (Θ’ αι.). Ο αναγνώστης μπορεί να βρει την ορθόδοξη άποψη στην Θ’ Ομιλία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στις Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. ε’› στ’ (PG 60.81› 84). Συμπληρωματικά, για την ερμηνευτική του χωρίου τον Ι’ αι. Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Σχόλια εις το Κατά Ματθαίον, κεφ. ε’[xv].
Το σύμβολο του δικέφαλου δράκου σε Βογομιλικό τάφο στη Βοσνία.
[i] Ευθυμίου της Περιβλέπτου, Συγγραφή Στηλιτευτική (PG 131.56A› B).
[ii] B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.148 (Ευθύμιος).
[iii] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 21 (PG 130.1316D).
[iv] B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.147 (Ευθύμιος).
[v] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 16 (PG 130.1312B› C).
[vi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 16 (PG 130.1312C› D).
[vii] Μ. Ψελλός, Περί δαιμόνων, ed. P. Gautier, p. 141.
[viii] B. Hamilton, Christian dualist heresies, p.30.
[ix] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 25 (PG 130.1320C).
[x] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 26 (PG 130.1320C).
[xi] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 19 (PG 130.1313D).
[xii] D. Obolensky, The Bogomils, p.140.
[xiii] Hough Eteriano, Contra Patarenos, ed. J. Hamilton, p.179.
[xiv] PL 120.254› 5.
[xv] PG 129.217B› 220D.
(Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Το σύμβολο της θεάς Arianrhod σε Βογομιλικό τάφο στη Βοσνία.
Συγγράμματα των Βογομίλων
α. Κανόνας Αγίας Γραφής
Η άποψη των Βογομίλων για τον Κανόνα της Αγίας Γραφής δεν ήταν ενιαία. Στην Βουλγαρία απέρριπταν το σύνολο της Παλαιάς Διαθήκης[1]. Στην Ρωμανία, όμως, απέρριπταν μονο τον μωσαϊκό νόμο και την Πεντάτευχο. Η περιφρόνηση προς τον Μωυσή είχε δύο πρακτικούς λόγους. Πρώτον μέσα από την Γένεση καταρρίπτονταν ο βογομιλικός μύθος της δημιουργίας. Δεύτερον, κάθε γνωστικό κίνημα με εμφανή σημάδια αντινομισμού, έπρεπε ν’ απορρίπτει τον Νόμο.
Από την Παλαιά Διαθήκη δέχονταν τους Ψαλμούς και τα βιβλία των Προφητών. Ισχυρίζονταν ότι ο δικός τους Κανόνας της Αγίας Γραφής αποτελούνταν από τους επτά στύλους του οίκου της Σοφίας κατά το «Ἡ σοφία ὠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καί ὑπήρεισε στύλους ἑπτά» (Παρ. 9.1).
Έτσι ο Κανόνας που αποδέχονταν αποτελούνταν από τους Ψαλμούς, τους Προφήτες, τα τέσσερα Ευαγγέλια, τις Πράξεις των Αποστόλων, τις Επιστολές και την Αποκάλυψη. Η διεύρυνση του Κανόνα οφείλονταν πιθανόν στην επίδραση των πιο μορφωμένων Βυζαντινών Βογομίλων[2]. Σημαντικό ρόλο διεδραμάτισε και η αποδοχή της αλληγορικής ερμηνείας από τους αιρετικούς:
«Παρερμηνεύουσιν ὅλας τάς προειρημένας ἑπτά βίβλους, τά ῥήματα τούτων διαστρεβλοῦντες, καί τῆς ὀρθῆς ἐκτρέποντες ἐννοίας, καί πρός τό δοκοῦν αὐτοῖς μεταφέροντες[3].»
Διάβαζαν την Αγία Γραφή σε παλαιοσλαβονική μετάφραση. Δεν έχει νόημα ο ισχυρισμός της ένθερμης υποστήριξης της μετάφρασης της Αγίας Γραφής. Ο Βογομιλισμός στην Βουλγαρία, διαδίδονταν στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και στους αγροτικούς πληθυσμός, οι οποίοι ήταν φυσικό να μην γνωρίζουν τα ελληνικά. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μερίμνησε εξαρχής για την μετάφραση της Αγίας Γραφής στην παλαιοσλαβονική. Συγκεκριμένα, η μετάφραση είχε γίνει ήδη από τον Άγιο Κλήμη επίσκοπο Αχρίδος (840-916), μαθητή των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, ενώ στην σχολή που ο ίδιος ίδρυσε στην μητρόπολή του, ετοιμάζονταν μεταφράσεις πατερικών κειμένων[4]. Συνεπώς η έκφραση του Henry Cooper:
«Η Ανατολική Εκκλησία επίσης αποδέχτηκε αρχικά την σλαβονική μετάφραση της Γραφής (αν και έχουμε μόνο την μαρτυρία του Βίου του Αγίου Μεθοδίου για να προχωρήσουμε στο θέμα). Αλλά σύντομα άρχισε να υποψιάζεται την αξιοπιστία της σλαβονικής, διότι οι Βογομίλοι ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της Βίβλου στην καθομιλουμένη. Μπορούμε να θεωρήσουμε την μακροπρόθεσμη τάση για εξελληνισμό της σλαβονικής μετάφρασης της Βίβλου ως την ορθόδοξη απάντηση – ανάμεσα στους Σλάβους και τους Βυζαντινούς – στον ιδιωματισμό των αιρετικών κινημάτων εν γένει[5].»
Δεν είναι τίποτα παραπάνω, παρά σοφιστική χρήση της γραφής για την δημιουργία εντυπώσεων. Διατυπώνει δηλαδή αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως μετάφραση της Αγίας Γραφής στην σλαβονική και η χρήση της από τος Σλάβους για να κάνει υποθέσεις χωρίς αντίκρυσμα. Η αντίδραση της Ορθόδοξης εκκλησίας στην διάδοση της αίρεσης δεν ασχολήθηκε με την μετάφραση. Πουθενά στα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων δεν υπάρχει κάποια αναφορά στο θέμα, αντίθετα γίνεται συστηματική αναίρεση των αιρετικών διδασκαλιών. Μέτρα λήφθηκαν μέσα από τις συνόδους και στα αναθέματά τους δεν υπάχει η παραμικρή νύξη που να στηρίζει την διατύπωση του H. Cooper. Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε τους Βογομίλους ως ενθερμους υποστηρικτές της μετάφρασης, διότι αυτή είχε ήδη γίνει και η χρήση της ήταν δεδομένη έτσι κι αλλιώς από όλους τους Σλάβους Χριστιανούς, όχι μόνο τους Βογομίλους. Και βέβαια δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τάση εξελληνισμού της μετάφρασης, διότι η ελληνική ρίζα της κουλτούρας και του πολιτισμού των Σλάβων είναι επίσης δεδομένη. Εξάλλου στην Ορθοδοξία, η αίρεση των τριών ιερών γλωσσών του Παπισμού δεν είχε αντιστοιχία.
β. Η Μαύρη Λίστα των βογομιλικών κειμένων
Πολλές από τις πεποιθήσεις των Βογομίλων, βρίσκονται στην απόκρυφη γραμματεία. Την εποχή του Αθανάσιου Ιεροσολύμων, οι αιρετικοί διάβαζαν αχόρταγα τα έργα κάποιου ιερέα Ιερεμία. Στον Νομοκανόνα, κείμενο του ΙΔ’ αι. που προέρχεται από τους κόλπους της Ρωσικής Εκκλησίας, υπάρχει λίστα ψευδεπίγραφων και απόκρυφων βιβλίων[6]. Σε έκδοσή του ΙΣΤ’ αι. αναφέρεται ότι «οι συγγραφείς των αιρετικών βιβλίων στην Βουλγαρία ήταν ο ιερέας Ιερεμίας και ο Βογόμιλος καί ο Ισίδωρος Friazin)[7]». Σε μια μεταγενέστερη έκδοση ο Ιερεμίας και ο Βογόμιλος ταυτίζονται, άποψη δεκτή από πολλούς ιστορικούς.
Η Ιερεμίας αποδείχθηκε πολυγραφώτατος. Η λίστα του αποδίδει τα εξής έργα:
› Το ξύλο του Σταυρού
› Πως ο Χριστός έγινε ιερέας
› Η Αγία Τριάδα
› Πως ο Χριστός όργωσε με το άροτρο
› Πως ο Χριστός αποκάλεσε τον Πρόβο φίλο Του
› Οι ερωτήσεις του Ιερεμία στην Μητέρα του Θεού
› Ερωταποκρίσεις στο από πόσα μέρη ατασκευάστηκε ο Αδάμ
› Σφάλματα σχετικά με τον πυρετό και άλλες αρρώστιες (η ιστορία του Σισίννιου του αγγέλου Σαχιήλ και των ασθενειών της κόρης του Ηρώδη).
Ο Αθανάσιος Ιεροσολύμων του αποδίδει εκτός από το πρώτο και το τρίτο που αναφέρθηκαν στον κατάλογο, το «Εις ανάμνησιν Μωυσέως». Το πώς ο Χριστός έγινε ιερεας αναφέρεται στο λεξικό του Σουΐδα στο λήμμα Ιησούς[8]. Στην συνέχεια μεταφράστηκε στα λατινικά από τον Ροβέρτο Grosseteste, επίσκοπο της Lincoln και είχε μεγάλη απήχηση στην Γαλλία, όπου μεταφράστηκε και στην τοπική ρομανική. Το είχε υπόψη του ο Μιχαήλ Γλυκάς όταν έγραψε:
«Εἰ δέ ταῦτα οὕτως ἔχει, εἰ πρό τοῦ βαπτισθῆναι παντάπασιν ἄγνωστος ἦν, τάς εὑρισκομένας ὁπουδήποτε λοιπόν ἱστορίας, περί τε τοῦ ὕδατος δηλαδή τοῦ ἐλεγμοῦ καί περί τῆς ἀρχιιερωσύνης αὐτῆς, ἥν λέγουσι παρά τῶν Ἰουδαίων δέξασθαι τόν Χριστόν, ὡς οὐδέν ἡγοῦ καί ἀπόρριπτε[9].»
Το Ξύλο του Σταυρού έγινε ένας από τους πιο φημισμένους μεσαιωνικούς μύθους. Τον χρησιμοποίησαν ποιητές όπως ο Γοδεφρείδος του Βιτερμπώ και ο Chalderón. Η προέλευσή του βρίσκεται στο Ευαγγέλιο του Νικοδήμου[10], έργο γνωστικής γραφίδας. Ο Σισίννιος αναφέρεται ως Πάρθος ευγενής, ο οποίος αρχικά υπήρξε ακόλουθος του Μάνη, αλλά στη συνέχεια έγινε Χριστιανός. Υποτίθεται ότι παρείχε στον επίσκοπο Αρχέλαο, το απαραίτητο υλικό για την αντιμετώπιση του αιρεσιάρχη[11].
Το γεγονός ότι η παραπάνω γραμματεία διατηρήθηκε στη Ρωσία είναι ευκολονόητο. Στις περιοχές εξάπλωσης του Βογομιλισμού και Καθαρισμού, οι εκκλησιαστικές αρχές παρέδωσαν τα αιρετικά βιβλία στην πυρά. Στην Ρωσία όμως, δεν έγινε διείσδυση του Βογομιλισμού, με αποτέλεσμα τα βιβλία να διακινούνται χωρίς να εγείρουν υποψίες.
γ. Το Μυστικό Δείπνο (Interrogatio Iohannis)
Το μόνο βιβλίο, για το οποίο υπάρχει συμφωνία ότι το χρησιμοποιούσαν οι Βογομίλοι αποκλειστικά είναι το Το Μυστικό Δείπνο ή αλλιώς γνωστό με τον λατινικό του τίτλο Interrogatio Iohannis. Είναι γνωστό μόνο από δυτικές πηγές και σώζεται μόνο στα λατινικά:
«αυτό είναι το μυστικό βιβλίο των αιρετικών του Concorezzo, που το έφερε από την Βουλγαρία ο επίσκοπός τους Ναζάριος, και είναι γεμάτο πλάνες[12].»
Σημειώνεται στο περιθώριο του χειρογράφου, πιθανόν από Φράγκους Ιεροεξεταστές. Το κείμενο εκδόθηκε από τον Benoist[13].
Το έργο είναι ένας φανταστικός διάλογος κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, μεταξύ του Ιωάννη και του Κυρίου, στον οποίο αποκαλύπτεται ο βογομιλικός μύθος της δημιουργίας, της πτώσης του διαβόλου, και των εσχάτων ημερών. Παρότι δανείζεται στοιχεία και από άλλα απόκρυφα, ο βογομιλικός χαρακτήρας του είναι ξεκάθαρος[14]. Ο Ναζάριος πρέπει να έφερε το βιβλίο στην Ιταλία το 1190 μ.Χ.
δ. Το Όραμα Ησαΐα
Ένα δεύτερο έργο που έφθασε μέχρι τις μέρες μας μέσω των Καθαρών και πρέπει να το πήραν από τους Βογομίλους είναι το Οραμα Ησαΐα. Πρόκειται για απόκρυφο που προηγείται κατά πολύ της εποχής της γέννησης του Βογομιλισμού και πρέπει επίσης να προέρχεται από γνωστικό συγγραφέα. Πρι το 300 μ.Χ. είχε συμπληρωθεί από δύο άλλα ανεξάρτητα κείμενα του ίδιου κύκλου, το Ανάληψις Ησαΐου και Εξαγγελία Εζεκίου περί της ελεύσεως του Χριστού[15].
Έξι χειρόγραφα είναι γνωστά και περιέχουν την Όραση Ησαΐου, γραμμένα σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες. Το παλαιότερο είναι του ΙΒ’ αι. Αυτά μεταδίδουν την αίσθηση ότι πρόκειται για μεταφράσεις σλαβονικού κειμένου. Η λατινική μετάφραση εκδόθηκε το 1522 στην Βενετία, όμως το χειρόγραφο έχει χαθεί[16].
Στο έργο ο Ησαΐας καθοδηγούμενος από άγγελο ανεβαίνει μέσω του αέρα, όπου αγγελικές και σατανικές δυνάμεις βρίσκονται σε πόλεμο, και φτάνει στον έβδομο ουρανό στον θρόνο του Θεού. Εκεί βλέπει τους δίκαιους, τους μόνους που μπορούν ν’ ατενίζουν το πρόσωπο του Θεού. Εκεί ακούει τον Πατέρα να προστάζει τον Υιό να κατέβει στην γη και στον άδη για να κρίνει τους άρχοντες του κόσμου. Στην συνέχεια παρατηρεί τον Υιό στην γη να κρεμάται επί ξύλου, να κατεβαίνει στον άδη – στο σημείο αυτό θεωρείται ότι έχουν γίνει προσθήκες στο αρχικό κείμενο από τους Βογομίλους – να του αφαιρεί την εξουσία, ν’ ανασταίνεται την τρίτη ημέρα και ν’ αναλαμβάνεται στους ουρανούς. Κατόπιν, άκουσε φωνή που του έλεγε ότι όσα παρακολούθησε δεν μπορούν να τα δουν ανθρώπινα μάτια, και πως όταν έρθει η ώρα οι δίκαιοι θα λάβουν ενδυμασία, θρόνο και στέφανο δόξας από τον Θεό.
Η ιστορία ήταν ιδιαίτερα προσφιλής στους Βογομίλους διότι περιέγραφε έναν κόσμο σε αταξία υπό την διακυβέρνηση του Σατανά, πόλεμο μεταξύ των αγγελικών και δαιμονικών δυνάμεων, Πατέρα ανώτερο από τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Στην ιστορία ο Υιός δεν γίνεται πραγματικά αλλά φαινομενικά άνθρωπος, οι ψυχές των δικαίων σώζονται, όχι όμως και τα σώματα. Με τις κατάλληλες προσθήκες, το γνωστικό κείμενο εξέφραζε άνετα τις απόψεις των Βογομίλων.
Το έργο αναφέρεται από τους Durand de Huesca[17] (1222› 3), Ιάκωβο Capelli[18], Φραγκισκανό μοναχό του Μιλάνου (1240) καί από τον καθηγητή φιλοσοφίας του πανεπιστημίου της Μπολόνια Moneta de Cremona[19].
ε. Το Ευαγγέλιο Βαρθολομαίου
Τέλος η χρήση του ονόματος Σαταναήλ παραπέμπει στο απόκρυφο Ευαγγέλιο Βαρθολομαίου. Το συγκεκριμένο κείμενο δεν σώζεται παρά μόνο αποσπασματικά σε ελληνικά και λατινικά τεμάχια, τα οποία εκδόθηκαν από τους Eugene Tisserant και A. Wilmart[20]. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον άγιο Ιερώνυμο στο Decretum Gelasianum. Λόγω του αποσπασματικού χαρακτήρα του είναι δύκολη η χρονολόγηση. Γενικά, δεν τοποθετείται μεταγενέστερα του Στ’ αι[21]. Ωστόσο δεν είναι δυνατόν να ειπωθεί με σιγουριά αν οι Βογομίλοι το γνώριζαν. Πάντως η χρήση γνωστικών και απόκρυφων κειμένων από αυτούς είναι αναντίρρητη.
στ. Ερωτήσεις Βαρθολομαίου – Ο μύθος του «αδικημένου» διαβόλου
Πολλοί ερευνητές ταυτίζουν το Ευαγγέλιο Βαρθολομαίου με τις Ερωτήσεις. Το δεύτερο αυτό κείμενο ανήκει στον ίδιο κύκλο. Εκδόθηκε στην συλλογή του A. Vassiliev[22]. Σ’ αυτό επίσης ο διάβολος ονομάζεται Σαταναήλ:
«Ἀποκριθείς ὁ Βελίαρ λέγει. εἰ θέλεις μαθεῖν τό ὄνομά μου, πρῶτον ἐλεγόμην σαταναήλ, ὅ ἑρμηνεύεται ἐξάγγελος Θεοῦ. τότε δέ ἀγνοῶν ἀντίτυπον τοῦ Θεοῦ, καί ἐκλήθη τό ὄνομά μου σατανᾶς, ὅ ἐστιν ἄγγελος ταρταροῦχος[23].»
Το έργο αυτό ήταν ιδιαίτερα προσφιλές ανάγνωσμα των Βογομίλων, και όχι μόνο, διότι παρουσίαζε τον διάβολο αδικημένο από τον Θεό, δικαιολογώντας την πτώση του. Πρόκειται για την δεύτερη μεγαλύτερη απάτη, μετά την άρνηση της ύπαρξης του διαβόλου. Η πρόκληση του συναισθήματος της συμπάθειας προς τον Μεγάλο Ψεύτη αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα από τα αγαπημένα θέματα της σατανιστικής λογοτεχνίας. Η διήγηση έχει ως εξής:
«ἄφες διηγήσομαί σοι, πῶς ἐ(ῤ)ῥίφην ἐνταῦθα ἤ πῶς ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον. ἐγώ ἐν τῷ κόσμῳ /μην περιερχόμενος, καί εἶπεν (ὁ Θεός) τῲ Μιχαήλ. ἄγαγέ μοι βῶλον ἐκ τῶν τε(σ)σάρων περάτων τῆς γῆς καί ὕδωρ ἐκ τῶν τε(σ)σάρων ποταμῶν τοῦ παραδείσου. καί ὥς ἤγαγεν αὐτά Μιχαήλ, ἔπλασεν κατά μέρη τῆς ἀνατολῆς τόν Ἀδάμ, μορφώσας τόν ἄμορφον βῶλον, τανύσας νεῦρα καί φλέβας καί ἁρμονίᾳ συνστησάμενος καί προσεκύνησεν αὐτόν, αὐτός δέ δι’ αὐτόν πρῶτον, ὅτι ἦν εἰκόνα αὐτοῦ καί ἐπροσεκύνη. ἐμοί δέ ἐλθόντι ἐκ τῶν περάτων λέγει Μιχαήλ. προσκύνησον τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἥν ἔπλασεν καθ’ ὁμοιώτητα αὐτοῦ. ἐγώ δέ εἶπον. ἐγώ πῦρ ἐκ πυρός, πρῶτος ἄγγελος πλασμένος ἤμην καί πηλά καί ὕλην μέλλω προσκυνεῖν; Καί λέγει μοι ὁ Μιχαήλ. προσκύνησον, μή ποτε ὀργισθείς ὁ Θεός ἐπί σε. ἐγώ δέ εἶπον αὐτόν. οὐκ ὀργισθήσεται ὁ Θεός ἐπ’ ἐμοί, ἀλλά θήσω τόν θρόνον μου ἐξ ἐναντίας τοῦ θρόνου αὐτοῦ κί εἰμί ὡς αὐτός. τότε ὀργισθείς ὁ Θεός ἐπ’ ἐμοί ἔῤῥιψεν κάτω κελεύσας ἀνοιγῆναι τούς καταράκτας τοῦ οὐρανοῦ. ἐμοῦ δέ ῥιφθέντος ἠρώτησεν καί τούς ἑξακοσίους τούς ὑπ’ ἐμέ εἰ θέλουσιν προσκυνῆσαι. οἱ δέ εἶπον. καθώς ἴδομεν τόν πρῶτον οὐδέ ἡμεῖς προσκυνοῦμεν τόν ἐλαχιστότερον ἡμῶν. τότε ἐῤῥίφησαν καί οἱ ἑξακόσιοι ὑπ’ αὐτοῦ μετ’ ἐμοῦ[24].»
Το ελληνικό κείμενο βρίσκεται σε έναν μόνο κώδικα του ΙΓ’ αι. τον Vindobonensi historico 67 (Lamb. XXXIII) ff 9› 15. Το λατινικό προέρχεται από την σλαβονική μετάφραση του κειμένου, σε κώδικα του ΙΔ’ αι[25].
Η θέση αυτή των αιρετικών ήταν γνωστή στον άγιο Αναστάσιο Σιναΐτη. Στις Ερωταποκρίσεις του, και συγκεκριμένα στην ερώτηση ρκστ’ δίνει την εξής απάντηση:
«ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΚΣΤ’. Θέλουσιν ε’πεῖν τινες, ὅτι διά τό μή προσκυνῆσαι τόν ἄνθρωπον ἐξέπεσεν ὁ Σατανᾶς.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ. Ἑλλήνων καί Ἀράβων εἰσίν οἱ τοιοῦτοι μῦθοι˙ καθώς γάρ ἐκ τῶν προφητῶν ἔστι μαθεῖν, καί μάλιστα παρά τοῦ μεγάλου Ἰεζεκιήλ, διά τήν ὑπερηφανίαν αὐτοῦ ἐξεῤῥίφη ὁ Σατανᾶς πρό τοῦ γενέσθαι τόν Ἀδάμ. Δημιουργοῦντος γάρ τοῦ Θεοῦ ταύτην τήν ὁρωμένην κτίσιν, ἐνόμισεν ὁ διάβολος, ὅτι αὐτόν καθίστησι βασιλέα αὐτῆς. ὅτε οὖν εἴδεν, ὅτι ἐποίησεν ὁ Θεός τόν Ἀδάμ, καί κατέστησεν αὐτόν ἐπί τά ἔργα τῶν χειρῶν αὐτοῦ, καί πάντα ὑπέταξεν ὑπό κάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ, τότε ὡπλίσθη κατ’ αὐτοῦ, καί ἠπάτησεν αὐτόν[26].»
Η χρήση των γνωστικών κειμένων καθώς και η εμφανής ωριγενιστική επιρροή στο βασικό κείμενο των Βογομίλων, Interrogatio Iohanis, με την χρήση νεοπλατωνικών όρων, όπως και η υιοθέτηση της αλληγορικής ερμηνείας των γραφών, η οποία παραπέμπει πάλι στον Ωριγένη, δείχνει ότι η ανάπτυξη της βογομιλικής γραμματείας ήταν ελληνογενούς εμπνεύσεως και όχι σλάβικης. Παραπέμπει στην Μικρά Ασία, κοιτίδα του Παυλικιανισμού και του Μεσσαλιανισμού. Η μελέτη, λοιπόν, των εν χρήσει από τους Βογομίλους συγγραμμάτων παρέχει ένα επιπρόσθετο πειστήριο κατά της εθνικιστικής και μαρξιστικής ερμηνείας του φαινομένου.
[1] Η πληροφορία από τον Κοσμά, B. Hamilton, Christian dualist heresies, p. 123: «Ποιος απόστολος η άγιος σας δίδαξε αιρετικοί, να περιφρονείτε τον νόμο που ο Θεός έδωσε στον Μωυσή; Τι λάθος βρήκατε στους προφήτες και τους προσβάλετε και απορρίπτετε τα βιβλία που έγραψαν; Πως ισχυρίζεστε ότι αγαπάτε τον Χριστό, όταν δεν δέχεστε τις πορφητείες των αγίων προφητών που τον αφορούν; Οι προφήτες δεν είπαν τίποτα αφ εαυτού τους˙ μας έδωσαν τις προρήσεις, όπως τους διέταξε το Άγιο Πνεύμα.»
[2] H. C. Puech› A. Vailant, Le Traité contre Bogomiles de Cosmas le Prêtre, pp. 168› 172.
[3] Ευθύμιος Ζιγαβηνός, Πνευματική Πανοπλία ΚΖ’ 27 (PG 130.1321Α).
[4] Βλ. σχετ. Soulis, The Legacy of Cyril and Methodius to the Southern Slavs, Dumbarton Oaks Papers 19 (1965), pp.21› 43 & D. Obolensky, Clement of Ochrid, in Six Byzantine portraits, Oxford 1988, pp. 8› 33.
[5] Henry Cooper, Slavic Scriptures: The Formation of the Church Slavonic Version of the Holy Bible, Fairleigh Dickinson University Press 2003, p. 102.
[6] A. Pypin, Izslědovanija dlja obujasnenija o ložnyh knigah, dans la Letopis zanjalij arheografičeskoi kommissii, fasc. I, St.› P., 1862, pp. 26› 27.
[7] Steven Runciman, The Medieval Manichee, p. 82.
[8] Ο A. Vassiliev εξέδωσε ένα ελληνικό κείμενο στο Anecdota Graeco› Byzantina, Μόσχα 1893, vol. I pp. 58› 72.
[9] Μιχαήλ Γλυκά, Βίβλος Χρονική, ed. I. Bekker, CSHB 24 (1836), p. 394.12› 16.
[10] M. R. James, The Apocryphal New Testament, vol. I p.94.
[11] Perdritzet, Negotium Perambulans in Tenebris. p. 15.
[12] “Hoc est secretum haereticorum de Concorezio, portatum de Bulgaria a Nazario suo episcopo, plenum erroribus”.
[13] F. Benoist, Histoire des Albigeois et des Vaudois ou Barbets, Paris 1691, vol. I pp. 283› 296. Ένας ακόμη κώδικας υπάρχει στην Βιέννη (MS 1137) και έχει εκδοθεί από Döllinger, Beiträge zur Sektengeschichte des Mittelalters, vol. II pp. 85› 92. Αγγλική μετάφραση στο Wakefield – Evans, Heresies of the High Middle Ages, pp. 458› 465.
[14] E. Turdeneau, Apocryphes Bogomiles et apocryphes pseudo› bogomiles , RHR 138 (1950) 207› 12.
[15] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία σελ. 221.
[16] E. Turdeneau, Apocryphes bogomiles et apocryphes pseudo› bogomiles, pp. 216› 8. Στο άρθο ο συγγραφέας δείχνει πως οι Βογομίλοι τροποποίησαν το γνωστικό κείμενο για να ταιριάζει στις δικές τους πεποιθήσεις.
[17] Un Somme anti› cathare: Le Liber contra Manicheos de Durant de Huesca, ed. C. Thouzellier, Université Catholique de Luvain 1964, pp. 257› 7, 288.
[18] James Capelli, Summa contra haereticos, ed. Dino Bazzocchi, La Eresia Catara, Saggio storico filosofico con in appendice “Disputations nonnullae adversus haereticos”, codice inedito de secolo VIII della biblioteca Malatestiana di Cesena, Bologna 1919, p. XCIII.
[19] Moneta de Cremona, Summa adversus Catharos et Valdenses, ed. Tomasso Agostino Ricchini, Venerabilis Patris Monetae Cremonensis, Ordinis Praedicatorum S.P. Dominico aequalis adversus Catharos et Valdenses libri quinque, Romae Ex typographia Palladis excudebant Nicolaus, et Marcus Palearini, 1743, 218.
[20] E. Tisserant – A. Wilmart, Fragments grecs et latins de l Évangile de Barthélémy, en Revue Biblique Internationale 10 (1913), pp. 185› 190 & 321› 333. Το όνομα Σαταναήλ στην § 54.
[21] Hans› Joseph Klauck, Apocryphal Gospels: an introduction, London 2003, p. 99.
[22] A. Vassiliev, Anecdota Graeco› Byzantina, Μόσχα 1893, vol. I pp. 10› 23.
[23] A. Vassiliev, Anecdota Graeco› Byzantina, vol. I p. 16.
[24] A. Vassiliev, Anecdota Graeco› Byzantina, vol. I p. 19-20.
[25] J. Armitage Robinson, Texts and Studies: Contributions to Biblical and Patristic Literature, Cambridge University Press 1897, vol. V Apocrypha Anecdota II, p. 155.
[26] PG 89.776B› C.
(Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Η ιστορία του Πέτρου ή Λυκοπέτρου
Η ιστορία αυτή βρίσκεται σε προσθήκη αναθεμάτων στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας. Δεν υπάρχει σε όλους τους κώδικες, αλλά μόνο σε μια οικογένεια πέντε κωδίκων οι οποίοι προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή των Αθηνών. Δεν περιέχεται στο κείμενο του Συνοδικού της Κωνσταντινουπόλεως. Έχουν εκδοθεί από τον J. Gouillard, Le Synodikon d' orthodoxie, Travaux et Memoires 2 (1967) pp. 1-313.
«Στον Πέτρο, τον αρχηγό της αίρεσης των Μεσσαλιανών ή Λυκοπετριανών, Φουνδαϊτών ή Βογομίλων, που υποσχέθηκε ότι θα αναστηθεί από τους νεκρούς, και γι' αυτό τον λόγο ονομάζεται Λυκοπέτρος, επειδή όταν ετάφη κανονικά κάτω από πέτρες, μέσω μαγείας και μιαρών πράξεων, υποσχέθηκε στους κακόμοιρους οπαδούς του ότι θ' αναστηθεί μετά από τρεις μέρες˙ καθώς είχαν συγκετρωθεί στα βδελυρά λείψανά του, μετά τρεις μέρες εμφανίστηκε ως λύκος που αναδύονταν από την σωρό με τις πέτρες, ανάθεμα». (αγγλική μετάφραση B. Hamilton, Christian Dualist Heresies in the Byzantine World c.650-1450: Selected Sources, Manchester Medieval Studies 1998, pp. 136-137).
Μια άλλη εκδοχή του μύθου βρίσκεται στην Στηλιτευτική Συγγραφή του Ευθύμιου Ακμονίας. Το απόσπασμα δεν διατίθεται στην έκδοση του Migne, διότι δεν ελήφθησαν υπόψη όλα τα χειρόγραφα. Υπάρχει στην έκδοση του G. Ficker, Die Phundagiagiten, Lipsiae 1908, ο οποίος έλαβε υπόψη του τους κώδικες Vindob. 307 (=Ficker A) & Vindob. 193 (=Ficker B).
«Θα αποκαλύψω εν μέρει την συμπεριφορά... του Πέτρου του ανάξιου... αυτού του ανθρωπάριου, ο οποίος αν και αιρετικός δεν έγινε αντιληπτός στους ορθοδόξους εξαιτίας της υποκριτικής ταπείνωσης και της ψευτιάς του, και επίσης επειδή η τρέλα και η αίρεσή του ήταν συγκεκαλυμένες. Έτσι εν αγνοία τον εξέλεξαν αρχιεπίσκοπο και αναξίως, αυτός που ήταν λύκος, αντί ποιμένας, ανέβηκε σε αποστολικό θρόνο. Στο τέλος ο ασεβής δεν διέφυγε, αλλά η τρέλα του αναγνωρίστηκε σε σύνοδο. Όταν ο αυτοκράτορας [Α Μαρκιανός καί Πουλχερία] άκουσε για την ασέβειά του, εξοργίσθηκε μαζί του κι έστειλε ανθρώπους να τον συλλάβουν. Ο άθλιος, μαθαίνοντας για την οργή του αυτοκράτορα και ότι βρισκόταν στην κόψη του ξυραφιού, κατέφυγε γρήγορα σ' ένα μάγο, τεχνίτη του διαβόλου, αγαπημένο συγγενή του, και του είπε για τον θυμό του αυτοκράτορα εναντίον του και για τον κίνδυνο που διέτρεχε, και ζήτησε ό,τι βοήθεια μπορούσε να του προσφέρει.
Τότε ο μάγος, ακούγοντας αυτά είπε στον άθλιο:
› Μην στεναχωριέσαι αφέντη, αφού έχεις εμένα φίλο. Μόνο πες μου, πού θέλεις να δραπετέυσει, κι εγώ θα σε μεταφέρω τάχιστα.
Ο άθλιος απάντησε:
› Στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν υπάρχει τόπος για μένα. Θα ήθελα να πάω στην Μεγάλη Αρμενία, εφόσον μιλώ καλά την Αρμένικη γλώσσα.
[Ο μάγος] γέμισε ένα πιάτο με νερό και εκτέλεσε τα μαγικά και διαβολικά ξόρκια του, και τότε κάλεσε τον Πέτρο τον ανάξιο, και του δωσε μια γυάλινη φιάλη γεμάτη σατανικό άρωμα... και επίσης μια επωδή σατανική, γραμμένη σε χαρτί, και του είπε:
› Πάρε όλα αυτά που σου δίνω, διότι είναι απαραίτητα. Αύριο, νωρίς το πρωί θα βρεθείς στην Μεγάλη Αρμενία. Όταν έρθει η μέρα στείλε τους υπηρέτες σου να προπορευθούν και να κηρύξουν στους κατοίκους της Μεγάλης Αρμενίας τα εξής˙ «Ένας μεγάλος απόστολος και διδάσκαλος ήρθε να ζήσει στην χώρα σας. Ελάτε όλοι να τον δείτε και να τον τιμήσετε». Όταν ο λαός έρθει να σε τιμήσει, άλειψε την παλάμη του δεξιού χεριού σου με το άρωμα που έβαλα στην φιάλη που σου έδωσα, και στις δυο πλευρές. Πρόσφερε σε αυτούς που έρχονται να σε τιμήσουν, πρώτα την ράχη του χεριού σου για να φιλήσουν, εκεί που απλώθηκε το άρωμα, και μετά βάλε το αλειμένο χέρι σου στο κεφάλι τους και απάγγειλε την επωδή σε καθέναν από αυτούς, που έγραψα και σού 'δωσα, σαν να πρροσεύχεσαι και να τους ευλογείς. Όταν γίνει αυτό ο δαίμονας θα κατοικίσει μέσα τους, διότι το Άγιο Πνεύμα απεχθάνεται το μίασμα και θα τους εγκαταλείψει η Χάρις του Βαπτίσματος˙ στο μέλλον θα τους έχεις υποχείρια να πιστεύουν στην διδασκαλία σου και να πράττουν το θέλημά σου.
Ο Μάγος πρόσταξε και οι υπηρέτες πάνε αμέσως και φέρνουν τη φιάλη που ήταν διαβσμένη. Πράττοντας έτσι ο άθλιος αρπάχθηκε από τους δαίμονες και μεταφέρθηκε στη Μεγάλη Αρμενία. Όταν συνέβησαν αυτά κι έπραξε τις οδηγίες του μάγου, ο άθλιος περιφέρονταν διδάσκονταες σε όλη την χώρα της Αρμενίας και κήρυττε όσα ειπωθηκαν προηγουμένως. Πολλοί συγκεντρώθηκαν γύρω του. Παραπλάνησε και κατέστρεψε πολλούς Αρμένιους, όχι μόνο τον απλό λαό, αλλά και τον ίδιο τον βασιλιά. [Ο βασιλιάς των Αρμενίων] έγραψε στον βασιλιά των Ιβήρων αυτά τα λόγια:
«Θέλω να γνωρίζεις, άρχοντα και αδερφέ μου, ότι ένας μεγάλος καθοδηγητής και απόστολος ήρθε να ζήσει αυτή την ημέρα στη χώρα μου. Η άφιξή του με διαφώτισε και με βοήθησε˙ αν η μεγαλειότητά σου διατάξει, θα σου στείλω τον άνδρα, και θα οφεληθείς από αυτόν.»
Ο βασιλιάς της Ιβηρίας τον υποδέχθηκε και κάλεσε τους πιο μορφωμένους από τους επισκόπους του. Όταν εξέτασαν όσα τον αφορούσαν από κοντά και προσεκτικά, δεν τον βρήκαν απλό καί άγιο, όπως ισχυρίζονταν ο βασιλιάς της Αρμενίας, αλλά διάβολο, αιρετικό και λαοπλάνο. Αμέσως λιθοβολήθηκε με διαταγή του βασιλιά της Ιβηρίας, τόσο πολύ ώστε σχηματίστηκε σωρός από πέτρες πάνω από το πτώμα του.
Όταν το έμαθε ο βασιλιάς της Αρμενίας... ήθελε να εκδικηθεί το αίμα του διδασκάλου του, και βάδισε εναντίον του βασιλιά των Ιβήρων, για να κάνει πόλεμο μαζί του. Όταν το άκουσε ο βασιλιάς των Ιβήρων, τού έστειλε αγγελιοφόρο, λέγοντας:
› Αδελφέ μου, είσαι εξαγριωμένος μαζί μου για το τίποτα, διότι ήταν άθλιος και αιρετικός άνθρωπος, λαοπλάνος. Εμείς οι Χριστιανοί πιστεύουμε... ότι αυτός που πεθάινει για την αληθινή ορθόδοξη πίστη είναι άγιος και τα λείψανά του θαυματουργούν και μυροβλύζουν. Έλα εν ειρήνη, ώστε μαζί να σκάψουμε και να βρούμε τα λείψανα αυτού του ανθρώπου. Αν τα βρούμε να είναι όπως ειπώθηκε, θα τα τιμήσουμε με ενότητα, και θα πιστέψουμε ότι οι διδασκαλίες του είναι αληθινές, και θα τιμωρήσουμε τους επισκόπους που του επιτέθηκαν ως συκοφάντες. Αλλά αν βρεθεί το αντίθετο, γιατί θυμώνεις μαζί μας για το τίποτα;
Έτσι το σχέδιο του Ίβηρου βασιλιά ικανοποίησε [τον βασιλιά της] Αρμενίας. [Μαζί] το κανόνισαν και έσκαψαν τον σωρό από πέτρες που βρίσκονταν πάνω από το πτώμα του αιρετικού... Βρήκαν το βδελυρό σώμα του μεταμορφωμένο απρόσμενα σε λύκο. Τέλος όταν απομακρύνθηκαν οι πέτρες, ο άθλιος αναπήδησε ως λύκος, όπως παρακολούθησαν όλοι, και το σκασε φυγάς στα βουνά. Όταν οι Αρμένιοι το είδαν, επέστρεψαν καταντροπιασμένοι, μετανοώντας για τα λάθη τους. Παρόλα αυτά ο ακόλουθος του άθλιου, ο Σέργιος [ο αιρετικός, δεν τους άφησε] να μετανοήσουν εντελώς. [Έκτοτε] αυτός ο αιρετικός δεν αποκαλείται [Πέτρος] ο ανάξιος, αλλά Λυκοπέτρος. Αυτός είναι ο Πέτρος ο απόστολος των Φουνδαγιαγιτών και η σατανική επωδή, την οποία έδωσε στον Λυκοπέτρο ο μάγος, είναι αυτή που περιέχεται στην αποκάλυψη του αγίου Πέτρου του Αποστόλου. Αν οι αιρετικοί βουρλίσουν κάποιον πρώτα, διαβάζοντάς την σε αυτόν, ο διάβολος κατοικεί μέσα του, και τον φέρνει σε καταστροφή. Από τότε και στο εξής, κανένα επιχείρημα σχετικά με την γνώση του Θεού δεν αγγίζει την ψυχή του...»
(αγγλική μετάφραση B. Hamilton, Christian Dualist Heresies in the Byzantine World c.650-1450: Selected Sources, Manchester Medieval Studies 1998, pp. 155-157).
* * *
Με το όνομα Αποκάλυψη Πέτρου είναι γνωστά τρία κείμενα. Το πρώτο και πιο διαδεδομένο θεωρείται απόκρυφο και αναφέρεται από τον Ευσέβιο Καισαρείας:
«Πέτρου μέν οὖν ἐπιστολή μία, ἡ λεγομένη αὐτοῦ προτέρα, ἀνωμολόγηται, ταύτη δέ καί οἱ πάλαι πρεσβύτεροι ὡς ἀναμφιλέκτῳ ἐν τοῖς σφῶν αὐτῶν κατακέχρηνται συγγράμμασιν˙ τήν δέ φερομένην δευτέραν οὐκ ἐνδιάθηκον μέν εἶναι παρειλήφαμεν, ὅμως δέ πολλοῖς χρήσιμος φανεῖσα, μετά τῶν ἄλλων εσπουδάσθη γραφῶν. Τό γε μήν τῶν ἐπικεκλμένων αὐτοῦ Πράξεων καί τό κατ' αὐτόν ὠνομασμένον Εὐαγγέλιον τό τε λεγόμενον αὐτοῦ Κήρυγμα καί τήν καλουμένην Ἀποκάλυψιν οὐδ' ὅλως ἐν τοῖς καθολικοῖς ἴσμεν παραδεδομένα, ὅτι μήτε ἀρχαίων μήτε μήν καθ' ἡμᾶς τις ἐκκλησιαστικός συγγραφεύς ταῖς ἐξ αὐτῶν συνεχρήσατο μαρτυρίαις» (Εκκλησιαστική Ιστορία 3.3.2) και τον Ιερώνυμο:
«Libri autem e quibus unus Actorum eius inscribitur, alius Evangelii, tertius Praedicationis, quartus Ἀποκαλύψεως quintus Iudicii, inter apocryphas scripturas repudiantur.» (De viris illustribus 1: Τα βιβλία όμως, εκ των οποίων το ένα επιγράφεται Πράξεις αυτού, το άλλο Ευαγγέλιο, τρίτο Κήρυγμα, τέταρτο Αποκάλυψις, πέμπτο Κρίσις, απορρίπτονται ως απόκρυφα συγγράμματα).
Το κείμενο χρονολογείται στο δεύτερο μισό του β' αι (Muratori, 170-200 m.X.). Το ήμισυ περίπου αυτού βρέθηκε στην Πανόπολι της Αιγύπτου το 1886. Εκδόθηκε μαζί με τ' άλλα κείμενα που βρέθηκαν σ' εκείνη την ανασκαφή στο U. Bouriant, Mémoires publiées par les members de la mission archéologique francaise au Caire, Paris 1892, t. 9. Το περιεχόμενό του είναι χριστιανικό και θεωρείται λαϊκό ανάγνωσμα, οπότε δεν πρέπει η αναφορά να σχετίζεται με αυτό το έργο.
Το δεύτερο κείμενο είναι γνωστικό. Χρονολογείται επίσης στο δεύτερο αι. Βρέθηκε μεταξύ των άλλων κειμένων στη Βιβλιοθήκη Χηνοβοσκίου (codex VII) σε κοπτική μετάφραση. Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι κυκλοφόρησε στην περιοχή της Αρμενίας που μας ενδιαφέρει.
Το τρίτο κείμενο με τίτλο Αποκάλυψη Πέτρου γράφτηκε από τον Πέτρο τον Ίβηρα, έναν μονοφυσίτη που πέθανε το 491 μ.Χ. και μάλλον αυτό είναι το ζητούμενο. Το κείμενο δεν σώζεται. Σχτ. βλ. J. Gouillard, L' Hérésie dans l' empire byzantine, Travaux et Memoires 1 (1965), pp. 299-324.
Η ιστορία του Σέργιου συνδέεται με αυτήν του Λυκοπέτρου από τον Ευθύμιο, χωρίς να υπάρχουν τα απαραίτητα ιστορικά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την σύνδεση. Ωστόσο, επειδή εδώ πρόκειται για παάρτημα πηγών, μπορούμε να δώσουμε σε μετάφραση, την ιστορία που αναφέρει ο Ευθύμιος για τον εν λόγω Σέργιο. Το κείμενο υπάρχει μόνο στον κώδικα Α τη έκδοσης του Ficker.
«Ας αναφέρουμε και λίγα από τα πολλά που αφορούν τον Σέργιο, τον ακόλουθο του Λυκοπέτρου του ανάξιου. Αυτός ο Σέργιος αντικατέστησε τον Πέτρο στην Αρμενία... Αλλά σχετικά με την νηστεία Αρτζιμπούρτζι που κρατάνε οι Αρμένιοι, [ο Σέργιος] τους έδωσε αυτή την παράδοση. Αυτός ο Σέργιος, που στην Μεγάλη Αρμενία τον είχαν για διδάσκαλο, είχε ένα μικρό σκύλο και τον ονόμαζε Αρτζιμπούρτζι. Όταν πήγαινε σε μια πόλη ή χωριό, ασκούσε την μαγική του τέχνη και ικανότητες, και έστελνε τον σκύλο μπροστά. Όταν έφτανε στην πόλη ή το χωριό στο οποίο είχε σταλεί, εισέρχονταν και πήγινε από πόρτα σε πόρτα, γαυγίζοντας, σαν να ανήγγειλε την παρουσία του δασκάλου τους Σεργίου. Οι δύστυχοι εξαπατημένοι το είχαν ως συνηθισμένο σημάδι, και συναθροίζονταν να τον χαιρετίσουν και να τον τιμήσουν, να τον καλωσορίσουν και να πουν τα αιτήματά τους... και αυτός τους δίδασκε.
Μια μέρα συνέβη να έρχεται ο σκύλος στο χωριό, στο οποίο τον είχε στείλει ο Σέργιος, όπως πάντα, και να συναντήσει ένα λαγό και να τον κυνηγήσει. Καθώς ο σκύλος κηνυγούσε το λαγό, συνάντησε ένα λύκο, ο οποίος άρπαξε τον σκύλο και τον κατασπάραξε. Ένας αγρότης που αροτριούσε, είδε το γεγονός. Όταν ο Σέργιος μπήκε στο χωριό και κανείς δεν βγήκε να τον συναντήσει από τους χωρικούς κατά το συνήθειο, άρχισε να τους μέμφεται και να τους κατηγορεί. Αλλά απάντησαν:
› Κανείς δεν μας ειδοποίησε.
Ο Σέργιος είπε:
› Που είναι ο Αρτζιμπούρτζιος;
Απάντησαν ότι δεν είχε έρθει και κανείς δεν τον είδε. Ο Σέργιος αναστατώθηκε στο άκουσμα. Έγινε έρευνα για τον μικρό σκύλο και μεγάλη κινητοποίηση˙ καθώς έψαξαν αρκετή ώρα αι δεν τον βρήκαν, τούς κατέλαβε ανησυχία και φόβος και θλίψη, μέχρις ότου έφθασαν στον προαναφερθέντα αγρότη, ο οποίος αροτριούσε την προηγούμενη μέρα, και τούς τα είπε όλα, πως ο Αρτζιμπούρτζιος φαγώθηκε από τον λύκο».
(αγγλική μετάφραση B. Hamilton, Christian Dualist Heresies in the Byzantine World c.650-1450: Selected Sources, Manchester Medieval Studies 1998, pp. 163-4).
(Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου