Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η παγκόσμια πληθυσμιακή κρίση και η αμφιλεγόμενη κοινωνική δράση του «Συμβουλίου του ΟΗΕ για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη», καθιστούν την ύπαρξή του από προβληματική έως και επικίνδυνη. Οι μεθοδεύσεις του οδήγησαν στη δημογραφική κατάρρευση και τη χώρα μας, καθώς η πολιτεία δεν είχε το θάρρος να υπερασπιστεί την επιβίωση του λαού της.
Σε διάβημα κατά της Ελλάδας για παράνομες έρευνες για φυσικό αέριο και πετρέλαιο νότια και δυτικά της Κρήτης προχώρησε η παράνομη κυβέρνηση της Τρίπολης της Λιβύης, μέσω του υποτακτικού της Τουρκίας Αμπντελχαμίντ Ντμπεϊμπά.
Η Ανάσταση του Κυρίου είναι κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, «η ανανέωση της ανθρώπινης φύσεως και η ανάπλαση και επάνοδός μας προς την αθάνατη ζωή του πρώτου Αδάμ. Εκείνος καταβροχθίστηκε από τον θάνατο, λόγω της αμαρτίας και με τον θάνατο παλινδρόμησε προς τη γη, από την οποία πλάσθηκε.
Στις 23 Μαΐου του 2006, ο Σμηναγός της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας Κώστας Ηλιάκης, έχασε τη ζωή του, όταν το αεροσκάφος του μετά από αερομαχία με τούρκικα μαχητικά κατέπεσε κοντά στην Κάρπαθο.
Η ανάδειξη αγίων είναι το διαρκές θαύμα στη ζωή της Εκκλησίας μας, καθότι άλλωστε αυτό είναι το έργο της, να μεταποιεί αμαρτωλούς σε αγίους. Δεν υπάρχει εποχή, στην δισχιλιόχρονη ιστορική της πορεία, που να μην έχουν αναδειχτεί άγιοι.
Μπορεί οι σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας να έχουν φαινομενικά βελτιωθεί, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Τουρκία έχει σταματήσει να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και να παραλογίζεται.
ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ: Ο Νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1977 στο χωριό Κουρίλοβο του Παντόλσκ κοντά στη Μόσχα. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε Ορθόδοξος Χριστιανός κατά την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του ονομάζεται Λιουμπόβ Βασίλιεβνα. Το 1989 η γιαγιά του πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και στη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο Ευγένιος δεν έβγαλε ποτέ από πάνω του. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελούσαν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε και συνέχισε να τον φορά. Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994, εργάστηκε ως επιπλοποιός.
ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ: Στις 25/6/1995 παρουσιάστηκε στο Στρατό και στις 13/1/1996, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ιγκουερίνας. Ένα μήνα μετά, στις 13/2/1996, αιχμαλωτίστηκε. Η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από έναν δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει σχετική οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από το δρόμο περνούσαν συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα (3.00) εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο.
Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν δέκα πάνοπλοι Τσετσένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Στις 4π.μ. όταν ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους. Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι πρόκειται για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην πόλη Χαγκάλα της Τσετσενίας, για να βρει το παιδί της. Εκεί ήρθε σε επαφή με αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθειγια την τύχη του Ευγένιου. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000 (!). Όταν κατάλαβαν ότι δεν θα κέρδιζαν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού ψάχνοντάς τον, διέσχισε χωριά, ναρκοθετημένους δρόμους, μέτωπα συγκρούσεων, και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη».
ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ – ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν, ώστε να καταφέρουν, ει δυνατόν, να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του και να γίνει μουσουλμάνος και δήμιος άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει, έστω, το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν. Αργότερα, οι ίδιοι κάποιοι πολέμαρχοι των ισλαμιστών ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε». Στις 23 Μαΐου του 1996, την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν και τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του.
Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι (Δες σχετ. βίντεο στο youtube).
ΤΟ ΑΓΙΟ ΛΕΙΨΑΝΟ: Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Οι Τσετσένοι ζήτησαν 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια. Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε, για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κ.ά. Στις 20/11/1996 μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Σε λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του. Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο άγιος μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένες μαρτυρίες και θαυμαστές επεμβάσεις:
ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΑΥΤΟΥ: Ένα κορίτσι Ορθόδοξου ορφανοτροφείου διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι λέγεται Ευγένιος και την οδήγησε από το χέρι στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «παραξενεύθηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν τέτοιο μανδύα». Πολλοί έχουν δει ένα στρατιώτη με πύρινο μανδύα να βοηθάει αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες. Σε νοσοκομείο τραυματιών πολέμου, νοσηλευόμενοι πιστοποιούν ότι ένας άγιος μάρτυρας Ευγένιος τους βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στο Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του μάρτυρα αναγνωρίζοντας αυτόν που τους βοήθησε. Το στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και πολλοί φυλακισμένοι. Βοηθάει τους ψυχικά συντετριμμένους λόγω της φυλακίσεως τους. Καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο την ημέρα του Μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΙΩΝ: Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο συγκεκριμένος αρχηγός των Τσετσένων και η ομάδα του, οι σφαγείς του Ευγένιου, σκοτώθηκαν από ομοφύλους του σε εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Μεγαλυνάριο: “Τον ανδρείον μάρτυρα του Χριστού και βασανισθέντα υπό νέων ισλαμιστών, Άγιον στρατιώτην Ευγένιον τον Ρώσσον στερρώς αγωνισθέντα ύμνοις τιμήσωμεν.”
Πηγή: Ακτίνες
Σαν σήμερα πεθαίνει ο γιος του Κολοκοκτρώνη, αγωνιστής του '21 και πολιτικός. Διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 26 Μαΐου έως τις 10 Οκτωβρίου του 1862. Ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης γεννήθηκε το 1805 στη Ζάκυνθο και ήταν δευτερότοκος γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και της Κατερίνας Καρούσου. Το προσωνύμιο «Γενναίος», με το οποίο είναι γνωστός, του δόθηκε από τους συναγωνιστές του, λόγω της γενναιότητας που επεδείκνυε στα πεδία των μαχών κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.
Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Ζάκυνθο, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του από την Πελοπόννησο. Γράμματα δεν έμαθε και από τα πρώτα εφηβικά του χρόνια εργάστηκε «ως μούτζος εις τα πλοία», όπως αναφέρει στα «Απομνημονεύματά του». Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση πήγε στην Πελοπόννησο και τέθηκε υπό τις διαταγές του πατέρα του.
Παρά το νεαρό της ηλικία του, έλαβε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και τον επόμενο χρόνο στην πολιορκία της Πάτρας. Στη συνέχεια μετέβη στη Δυτική Ελλάδα, επικεφαλής 400 ανδρών, για να λάβει μέρος στην εκστρατεία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο, αλλά επέστρεψε στην Πελοπόννησο πριν από την καταστροφική μάχη του Πέτα (4 Ιουλίου 1822).
Μέσα στο 1822 έλαβε μέρος στη μάχη των Δερβενακίων (26-28 Ιουλίου) και το 1823 στην πολιορκία και άλωση του Ναυπλίου και του Ακροκορίνθου. Επέδειξε αξιοσημείωτες στρατιωτικές ικανότητες και προήχθη στον βαθμό του χιλίαρχου. Στο διάστημα των Εμφυλίων συγκρούσεων (1823-1824) τάχθηκε στο πλευρό του πατέρα του, αλλά δεν φυλακίστηκε, όπως ο Γέρος του Μοριά.
Κατά την επιδρομή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο ανέπτυξε σημαντική πολεμική δράση και διακρίθηκε στις μάχες των Τρικόρφων (24 Ιουνίου 1825), της Πολιανής (21 Μαΐου 1826), της Τραμπάλας (5-7 Ιουνίου 1826), και της Δαβιάς (14 Αυγούστου 1826). Τον Μάρτιο του 1827, επικεφαλής στρατιωτικού σώματος, έφθασε στην Αττική για να ενισχύσει τον αγώνα του Καραϊσκάκη. Συμμετείχε στη Μάχη του Δαφνίου (21 Μαρτίου 1827). Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη (23 Απριλίου 1827) και τη Μάχη του Αναλάτου (24 Απριλίου) επέστρεψε στην Πελοπόννησο και συνέχισε τον αγώνα του κατά του Ιμπραήμ. «Μέχρι της αναχωρήσεως του Ιμπραήμ (1828) κατά τας περιστάσεις έκαμε πολλούς ακροβολισμούς και εις πολλάς θέσεις. Ο Γενναίος ήταν ο μόνος στρατηγός, που έμπαινε εις το ρουθούνι των Αράβων, εζάλισε κατά τούτο τον Ιμπραήμ και το μαρτυρεί όλη η Πελοπόννησος» γράφει ο ιστορικός του Αγώνα Φώτιος Χρυσανθόπουλος (Φωτάκος).
Κατά την καποδιστριακή περίοδο έλαβε μέρος στην πολιορκία και την άλωση της Ναυπάκτου (Απρίλιος 1829) και προήχθη στον βαθμό του συνταγματάρχη. Μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, του οποίου υπήρξε θερμός φίλος, η δράση του υπήρξε παράλληλη με την στάση του πατέρα του, όπως και κατά την πρώτη περίοδο της βασιλείας του Όθωνα. Μετά τη χορήγηση χάριτος και την αποφυλάκιση του καταδικασμένου σε θάνατο πατέρα του, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης διορίστηκε υπασπιστής του Όθωνα και το 1841 προήχθη σε υποστράτηγο.
Πιστός στον Όθωνα, τάχθηκε κατά της Επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, γεγονός που τον οδήγησε σε ολιγόμηνη φυγή από την Ελλάδα. Μετά την επάνοδό του διορίστηκε γερουσιαστής, διατηρώντας παράλληλα τη στρατιωτική του ιδιότητα. Το 1852 κατέστειλε την εξέγερση του Παπουλάκου στη Μάνη και το 1862 κατέπνιξε τη λεγόμενη Ναυπλιακή Επανάσταση. Στις 26 Μαΐου 1862 σχημάτισε την τελευταία κυβέρνηση του Όθωνα, σε μια προσπάθεια να σώσει τον θρόνο. Το αντιοθωνικό ρεύμα είχε φουντώσει και ο Κολοκοτρώνης αντιλαµβανόµενος τις δυσκολίες των περιστάσεων υπέβαλε δυο φορές την παραίτησή του, τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 1862. Και οι δυο παραιτήσεις δεν έγιναν δεκτές και τελικά η κυβέρνησή του ανατράπηκε στις 11 Οκτωβρίου 1862, με την έξωση του Όθωνα. Έζησε για λίγο στην Ιταλία και τον Φεβρουάριο του 1863 επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά δεν αναμίχθηκε έκτοτε στην πολιτική. Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης άφησε δύο πολύτιμα έργα-πηγές για την ιστορία της Επανάστασης και την πρώτη περίοδο του νεοσύστατου ελληνικού κράτους: τα «Ελληνικά Υπομνήματα, ήτοι επιστολάς και διάφορα έγγραφα αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν» (1856) και τα «Απομνημονεύματα» (1955).
Από το 1828 ήταν παντρεμένος με τη Φωτεινή Τζαβέλα (1809-1890), κόρη του σουλιώτη πολέμαρχου Φώτου Τζαβέλα, η οποία διατέλεσε κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας. Το ζευγάρι απέκτησε έξι παιδιά: τον στρατιωτικό, πολιτικό και λογοτέχνη Θεόδωρο Κολοκοτρώνη-Φαλέζ (1829-1894), τη Γεωργίτσα Πετιμεζά, την Αικατερίνη Ροδίου, την Ελένη Ζώτου, τη Ζωίτσα Μανέτα και την Ευφροσύνη Κολοκοτρώνη.
Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης πέθανε από ανίατη ασθένεια στις 23 Μαΐου 1868.
Πηγή: sansimera.gr, OnAlert
Τοὺς ἀπ᾿ Αἰγύπτου προσφθέγξομαι, δίκαιον γάρ· ἐπειδὴ καὶ προθύμως συνεληλύθασι, τῷ ζήλῳ τὸν φθόνον νικήσαντες, Αἰγύπτου ταύτης, ἣν πλουτίζει μὲν ποταμὸς ἐκ γῆς ὕων, καὶ πελαγίζων ὥρια ἵνα καὶ αὐτὸς μικρόν τι μιμήσωμαι τοὺς περὶ ταῦτα κομψούς·
Η πρώτη μεγάλη νίκη του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά της Περσικής Αυτοκρατορίας, που εδραίωσε την φήμη του ως μέγα στρατηλάτη. Έλαβε χώρα στις 22 Μαΐου του 334 π.Χ. στον ποταμό Γρανικό (σημερινό Μπιγκάτσαϊ), που βρίσκεται στην βορειοδυτική πλευρά της Μικράς Ασίας, κοντά στην Τροία.
Οι Πέρσες σατράπες Μιθριδάτης και Σπιθριδάτης κατείχαν την μία όχθη του Γρανικού ποταμού, έχοντας υπό τας διαταγάς τους 12.000 πεζούς, 15.000 ιππείς και 5.000 έλληνες μισθοφόρους υπό τον Μέμνωνα τον Ρόδιο. Στην αντίπερα όχθη, ο Αλέξανδρος παρέταξε 30.000 πεζούς και 5000 ιππείς.
Ο Αλέξανδρος είχε ξεκινήσει στις αρχές Μαΐου από την Πέλλα με το στρατό του και στόλο 160 πλοίων με Στρατηγούς τους Παρμενίωνα, Φιλώτα, Κράτερο, Κλείτο και Ηφαιστίωνα. Στην Μακεδονία άφησε ως αντικαταστάτη του τον Αντίπατρο με 12.000 πεζούς και 1.500 ιππείς. Δια μέσου της Θράκης φθάνει στον Ελλήσποντο, όπου τον ανέμενε ο στόλος του, ο οποίος διαβίβασε τις δυνάμεις του στην Μικρά Ασία και συγκεκριμένα στην Άβυδο, υπό την εποπτεία του Παρμενίωνα.
Ο Αλέξανδρος αποσπάστηκε για λίγο από τον στρατό του για να θυσιάσει στο τέμενος του Πρωτεσίλαου (του πρώτουΈλληναπου εφονεύθη στον Τρωικό Πόλεμο) στηνΕλεούντα, ενώ στην συνέχεια μετέβη στο Ίλιον, όπου τέλεσε θυσία στην Αθηνά και αγώνες προς τιμή του Αχιλλέα.
Όταν επέστρεψε στην Άβυδο πληροφορήθηκε από τους Στρατηγούς του ότι οι Πέρσες τον ανέμεναν παρατεταγμένοι στην όχθη του Γρανικού. Η θέση τους ήταν πλεονεκτική, καθώς η όχθη του ποταμού ήταν απότομη. Ο Αλέξανδρος μετά από εισήγηση του Παρμενίωνα διαβαίνει τον ποταμό την αυγή της 22ας Μαΐου και επιτίθεται με την δεξιά του πτέρυγα, της οποίας προΐστατο ο ίδιος, έχοντας εφαρμόσει την Λοξή Φάλαγγα.
Ο Αλέξανδρος μάχεται μεταξύ των πρώτων. Σε μία στιγμή της μάχης, ο πέρσης σατράπης Σπιδριδάτης υψώνει το ξίφος του για να τον σκοτώσει. Με μία αστραπιαία κίνηση ο Κλείτος αποκόπτει το χέρι του Σπιθριδάτη και σώζει τον Αλέξανδρο. Εν τω μεταξύ, οι περσικές δυνάμεις είχαν υποπέσει σ' ένα σημαντικό τακτικό σφάλμα με καθοριστική σημασία στην έκβαση της μάχης. Είχαν τοποθετήσει τους ιππείς έμπροσθεν των πεζών, με αποτέλεσμα όταν αυτοί άρχισαν να υποχωρούν υπό την πίεση των Μακεδόνων να παρασύρουν τους πεζούς, οι οποίοι βάλλονταν ανηλεώς από τους σαρισοφόρους.
Όσοι επέζησαν τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας μόνους στο πεδίο της μάχης τους Έλληνες μισθοφόρους. 2.000 πιάστηκαν αιχμάλωτοι και στάλθηκαν σιδηροδέσμιοι στην Μακεδονία για καταναγκαστικά έργα, επειδή «παρά τα κοινή δόξαντα τοις Έλλησι, Έλληνες όντες εναντία τη Ελλάδι υπέρ των βαρβάρων εμάχοντο», όπως αναφέρει ο Αρριανός. Οι απώλειες των Μακεδόνων ανήλθαν σε 150 άνδρες, ενώ οι Πέρσες έχασαν 4.000 στρατιώτες.
Την επομένη του θριάμβου του, ο Αλέξανδρος διέταξε να ταφούν οι πεσόντες άνδρες του μετά των όπλων τους, αλλά και Έλληνες μισθοφόροι κατά τα έθιμα. Διέταξε, επίσης, να αποσταλούν στον Παρθενώνα ως αφιέρωμα 300 περσικές ασπίδες με την επιγραφή «Αλέξανδρος, ο υιός του Φιλίππου και οι Έλληνες πλην των Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων».
Η νίκη του Αλεξάνδρου καταρράκωσε το ηθικό των Περσών, ενώ άρχισε να δημιουργείται η φήμη περί του αηττήτου του Αλεξάνδρου. Η μία μετά την άλλη οι Ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας απελευθερώθηκαν και δημιουργήθηκε ένα προγεφύρωμα, χρήσιμο στον Αλέξανδρο για την συνέχιση της εκστρατεία του κατά των Περσών.
Πηγή: Περί Πάτρης
Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα (11 Μαΐου 1771 – 22 Μαΐου 1825) ήταν Ελληνίδα ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Με καταγωγή από την αρβανίτικη κοινότητα της Ύδρας, η Λασκαρίνα Πινότση, όπως ήταν το όνομά της, γεννήθηκε στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου 1771, όταν η μητέρα της, Παρασκευώ (Σκεύω), επισκέφθηκε τον σύζυγό της και πατέρα της Λασκαρίνας, Σταυριανό Πινότση, ο οποίος ήταν ετοιμοθάνατος και είχε φυλακιστεί εκεί από τους Τούρκους επειδή είχε συμμετάσχει στην επανάσταση της Πελοποννήσου το 1769-1770, τα γνωστά Ορλωφικά.
Μετά τον θάνατο του πατέρα της, επέστρεψε μαζί με την χήρα μητέρα της στην Ύδρα όπου έζησαν για τέσσερα χρόνια. Ύστερα μετακόμισαν στις Σπέτσες, όταν η μητέρα της παντρεύτηκε τον εντόπιο καπετάνιο Δημήτριο Λαζάρου-Ορλώφ.
Από την παιδική της ηλικία η Λασκαρίνα είχε πάθος με την θάλασσα και με τις ιστορίες ναυτικών, καθώς και με τον Θούριο του Ρήγα Φεραίου για την απελευθέρωση του ελληνικού έθνους που ήταν υπό τουρκικό ζυγό για 400 περίπου χρόνια.
Παντρεύτηκε για πρώτη φορά το 1788 όταν ήταν 17 χρονών, τον Δημήτριο Γιάννουζα (σκοτώθηκε το 1797), με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά. Ο δεύτερος σύζυγός της ήταν ο Δημήτριος Μπούμπουλης, τον οποίο παντρεύτηκε σε ηλικία 30 ετών το 1801 και από τον οποίο πήρε και το όνομα και έγινε γνωστή ως «Μπουμπουλίνα».
Όμως και οι δύο σύζυγοι της, Σπετσιώτες καπεταναίοι, σκοτώθηκαν σε ναυμαχίες εναντίον πειρατών που έκαναν ληστρικές επιδρομές στα παράλια της Ελλάδας. Ειδικά ο Μπούμπουλης σκοτώθηκε το 1811 από βόλι στο μέτωπο.[6].
Όταν ξεκίνησε η ελληνική επανάσταση, είχε σχηματίσει δικό της εκστρατευτικό σώμα από Σπετσιώτες, τους οποίους αποκαλούσε «γενναία μου παλικάρια». Είχε αναλάβει να αρματώνει, να συντηρεί και να πληρώνει τον στρατό αυτό μόνη της όπως έκανε και με τα πλοία της και τα πληρώματά τους, κάτι που συνεχίστηκε επί σειρά ετών και την έκανε να ξοδέψει πολλά χρήματα για να καταφέρει να περικυκλώσει τα τουρκικά οχυρά, το Ναύπλιο και την Τρίπολη. Έτσι τα δύο πρώτα χρόνια της επανάστασης είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία.
Στις 13 Μαρτίου 1821, στο λιμάνι των Σπετσών, η Μπουμπουλίνα ύψωσε στο κατάρτι του πλοίουΑγαμέμνων την δική της επαναστατική σημαία, την οποία χαιρέτησε με κανονιοβολισμούς. Η σημαία αυτή είχε κόκκινο περίγυρο και μπλε φόντο και απεικόνιζε έναν βυζαντινό μονοκέφαλο αετό ο οποίος κρατούσε μια άγκυρα και έναν φοίνικα. Ο αετός ο οποίος είχε τα φτερά γυρισμένα προς τα κάτω, συμβόλιζε το σκλαβωμένο Ελληνικό έθνος, το οποίο θα αναγεννιόταν όπως ο φοίνικας με την βοήθεια του Ναυτικού, το οποίο συμβόλιζε η άγκυρα. Το λάβαρο αυτό η Μπουμπουλίνα το εμπνεύστηκε από το λάβαρο της βυζαντινής Δυναστείας των Κομνηνών. Στις 3 Απριλίου και ανήμερα των Βαΐων, οι Σπέτσες, πρώτες από όλα τα νησιά, επαναστατούν ενώ το Μάιο οι Σπέτσες, η Ύδρα και τα Ψαρά αποτελούσαν τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις της επαναστατημένης Ελλάδας.
Η Μπουμπουλίνα, ως επικεφαλής μοίρας πλοίων – 8 πλοία, από τα οποία τρία ήταν δικά της – έπλευσε προς το Ναύπλιο το οποίο ήταν ένα απόρθητο οχυρό εφοδιασμένο με 300 κανόνια και αποτελούμενο από τρία φρούρια, το Μπούρτζι, την Ακροναυπλία και το Παλαμήδι. Τα πληρώματα του στόλου της αποβιβάστηκαν στο κοντινό λιμάνι, στους Μύλους του Άργους (δίπλα στην αρχαία Λέρνα) και με τον ενθουσιασμό της έδωσε θάρρος στο πλήρωμά της και στους Αργείους για την πολιορκία του Ναυπλίου, που είναι μια απαράμιλλη πράξη ηρωισμού. Αρχικά έδινε κατευθύνσεις στους άντρες της και αργότερα συμμετείχε η ίδια στην μάχη.
Εκτός από την πολιορκία του Ναυπλίου, πήρε μέρος στον ναυτικό αποκλεισμό της Μονεμβασιάς και στην παράδοση του κάστρου της, καθώς και στην πολιορκία του Νεοκάστρου της Πύλου και τον ανεφοδιασμό του Γαλαξιδίου, όπου κυβερνήτες ήταν τα παιδιά και τα αδέλφια της. Στη μάχη του Χάραδρου κοντά στο Άργος, ένα σώμα Σπετσιωτών πολεμιστών αντιμετώπισε 2.000 Τουρκαλβανούς, οι οποίοι είχαν σταλεί από τον Χουρσίτ Πασά με επικεφαλής τον Βελή-μπέη, με σκοπό την εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους εξεγερμένους Έλληνες. Εκεί ο γιος της Μπουμπουλίνας, Γιάννης Γιάννουζας, ο οποίος ήταν και ο αρχηγός του σώματος αυτού, σκοτώθηκε ηρωϊκά. Αυτή η μάχη έδωσε χρόνο στους άοπλους Αργείους να τρέξουν και να κρυφτούν στα γύρω βουνά.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1821 κατά την άλωση της Τριπολιτσάς, η Μπουμπουλίνα βοήθησε να σωθεί το χαρέμι του Χουρσίτ Πασά με κίνδυνο της ζωής της, γιατί όπως λέγεται είχε υποσχεθεί στην Σουλτάνα όταν την είχε συναντήσει στην Κωνσταντινούπολη για βοήθεια το 1816, ότι οποιαδήποτε Τουρκάλα της ζητούσε βοήθεια, αυτή θα της την έδινε. Έτσι η γυναίκα του Πασά που της ζήτησε να σώσει το χαρέμι, την ευχαρίστησε που έσωσε τις γυναίκες του χαρεμιού και τα παιδιά τους. Πριν την άλωση της Τριπολιτσάς, η Μπουμπουλίνα έφτασε έφιππη στο ελληνικό στρατόπεδο έξω από την πόλη όπου συνάντησε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, η φιλία και ο αλληλοσεβασμός των οποίων οδήγησε στο να παντρευτούν τα παιδιά τους Πάνος Κολοκοτρώνης και Ελένη Μπούμπουλη. Η Μπουμπουλίνα έπαιρνε μέρος στα πολεμικά συμβούλια και στις αποφάσεις ως ισάξια των άλλων οπλαρχηγών, της απονέμεται ο τίτλος της «Καπετάνισσας» και της «Μεγάλης Κυράς».
Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Έλληνες στις 30 Νοεμβρίου 1822, το νεοσύστατο κράτος της έδωσε κλήρο στην πόλη ως ανταμοιβή για την προσφορά της στο έθνος και η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε εκεί. Στα τέλη του 1824, η Ελλάδα υποφέρει από τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο, όπου η Κυβέρνηση Κουντουριώτη (η κυβέρνηση των Καπεταναίων των νησιών) υπερισχύει του συνασπισμού των Κοτζαμπάσηδων και των Στρατιωτικών της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα ο Πάνος Κολοκοτρώνης, που διατελούσε φρούραρχος Ναυπλίου, να δολοφονηθεί και ο Κολοκοτρώνης να συλληφθεί και να φυλακιστεί μαζί με άλλους οπλαρχηγούς σε ένα μοναστήρι της Ύδρας, τον Προφήτη Ηλία. Η Μπουμπουλίνα αντέδρασε και ζήτησε την αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη[10], λόγω του σεβασμού που έτρεφε προς αυτόν. Τότε η ίδια κρίνεται επικίνδυνη από την Κυβέρνηση και συλλαμβάνεται δύο φορές από το Υπουργείο Αστυνομίας με εντολή να φυλακιστεί. Τελικά η Μπουμπουλίνα εξορίστηκε στις Σπέτσες χάνοντας τον κλήρο γης που το Κράτος της είχε παραχωρήσει στο Ναύπλιο.
Το 1825 και ενώ η Μπουμπουλίνα ζούσε στις Σπέτσες, πικραμένη από τους πολιτικούς και την εξέλιξη του Αγώνα και έχοντας ξοδέψει όλη την περιουσία της στον πόλεμο, η Ελλάδα βρέθηκε ξανά σε μεγάλο κίνδυνο. Στις 12 Φεβρουαρίου ο Αιγύπτιος ναύαρχος Ιμπραήμ Πασάς με έναν τουρκο-αιγυπτιακό στόλο, αποβιβάζεται στο λιμάνι της Πύλου στην Πελοπόννησο με 4.400 άντρες, σε μια τελευταία προσπάθεια να σταματήσει την επανάσταση. Η Μπουμπουλίνα, παραμερίζοντας την δυσαρέσκειά της για τους πολιτικούς και καθοδηγούμενη μόνο από την φιλοπατρία της, άρχισε να προετοιμάζεται για νέες μάχες όταν έρχεται όμως τότε το άδοξο τέλος της, στις 22 Μαΐου 1825. Ο μικρότερος γιός της από τον πρώτο της γάμο, ερωτεύεται την κόρη της πολύ πλούσιας οικεγένειας των Κουτσαίων στις Σπέτσες. Οι Κουτσαίοι ήταν πάρα πολύ πλούσια οικογένεια και πρόκριτοι των Σπετσών, οι οποίοι όμως δεν ήθελαν τον γάμο μεταξύ των δύο οικογενειών διότι η Μπουμπουλίνα είχε ξοδέψει πια την τεράστια περιουσία της και είχε παραπέσει οικονομικά. Υπάρχει και η εκδοχή ότι η κοπέλα αυτή, Ευγενία Κούτση, ήταν ήδη λογοδοσμένη να πάρει κάποιον άλλον πλουσιότερο Σπετσιώτη. Οι δύο νέοι όμως αγαπιούνται, κλέβονται και πάνε στο σπίτι του πρώτου άντρα της Μπουμπουλίνας, του Δημήτριου Γιάννουζα. Η Μπουμπουλίνα μαθαίνει το γεγονός και πάει και αυτή στο σπίτι να δει τι γίνεται, λίγο αργότερα καταφθάνουν και οι Κουτσαίοι πολύ εξαγριωμένοι με την απαγωγή, την οποία θεώρησαν μεγάλη προσβολή σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής. Κατά την διάρκεια μιάς πάρα πολύ μεγάλης λογομαχίας μεταξύ Μπουμπουλίνας και Κουτσαίων, κάποιος από αυτούς την πυροβολεί – καθώς ήταν σκοτάδι η ταυτότητα του δράστη είναι μέχρι και σήμερα άγνωστη – το βόλι την πετυχαίνει στο μέτωπο και την αφήνει αμέσως νεκρή. Έτσι η Μπουμπουλίνα, που αφιέρωσε όλη της τη ζωή για την απελευθέρωση του έθνους της, σκοτώθηκε άδοξα. Οι Ρώσοι μετά τον θάνατό της, της απένειμαν τον τίτλο της «Ναυάρχου», έναν τίτλο με παγκόσμια μοναδικότητα για γυναικεία μορφή.
Τους αγίους Αιμίλιο και Κάστο τους συναντάμε στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. στην Καρχηδόνα, μια σπουδαία πόλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά και της Αφρικανικής Ηπείρου. Δυστυχώς, δε γνωρίζουμε αρκετά βιογραφικά στοιχεία των αγίων. Ωστόσο, θα εκμεταλλευτούμε γι’ αυτή την παρουσίαση όσα σχετικά μάς παραθέτουν οι άγιοι Κυπριανός, επίσκοπος Καρθαγένης, και ο ιερός Αυγουστίνος. Αυτοκράτορας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν ο ειδωλολάτρης Δέκιος, εχθρός του Χριστιανισμού και αμείλικτος διώκτης των πιστών. Δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες για το αν οι άγιοι Αιμίλιος και Κάστος κατάγονταν από χριστιανικές οικογένειες ή αν ασπάσθηκαν τον χριστιανισμό σε μεγαλύτερη ηλικία.
Στο διωγμό κατά των χριστιανών οι άγιοι βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα. Το δίλημμά τους τεράστιο: το κόστος, από τη μία, τερατώδες και φρικτό. το μαρτύριο, ο θάνατος δια πυράς, και από την άλλη, υποτιμητικό, δειλό, πνευματικώς άνανδρο να αρνηθούνε την πίστη τους, να σώσουν την επίγεια, περιορισμένη τοπικά και χρονικά ζωή τους και να χάσουν την αιώνια ψυχή τους. Δυστυχώς, αρχικά, επέλεξαν το δεύτερο. Δηλαδή, αρνήθηκαν την πίστη τους μπροστά στη βεβαιότητα της ωμότητας του μαρτυρίου και θυσίασαν στο βωμό προς τιμήν των ειδωλολατρικών θεοτήτων που βρίσκονταν στο Καπιτώλιο. Έγιναν «πεπτωκότες». Σ’ ένα κείμενό του περί των πεπτωκότων, ο άγιος Κυπριανός επίσκοπος Καρχηδόνας αναφέρει:
Όταν ήρθε οικειοθελώς στο Καπιτώλιο, όταν με τη θέλησή του πλησίασε στην υπακοή του σκληρού εγκλήματος, δεν έτρεμε η καρδιά του, δεν έπεσαν κάτω τα χέρια του; Δεν έχασε τις αισθήσεις του, δεν κόλλησε η γλώσσα, δε χάθηκε ο λόγος του; Μπόρεσε να σταθεί εκεί ο δούλος του Θεού και να μιλήσει και να αρνηθεί τον Χριστό, όταν αυτός είχε αποκηρύξει ήδη το διάβολο και τον κόσμο; Εκείνος ο βωμός, τον οποίο πλησίασε, δεν ήταν αφανισμός για κείνον; Δεν όφειλε να τρομάζει και να φύγει από το βωμό του διαβόλου, ο οποίος είχε φανεί να καπνίζει και να αναδίδει βδελυρά, σαν να ήταν κηδεία και ταφή της ζωής του; Γιατί φέρνεις μαζί σου, άθλιε, σφάγιο, για να θυσιάσεις; Ο ίδιος είσαι σφάγιο στους βωμούς· ο ίδιος ήρθες ως θύμα. Εκεί θυσίασες τη σωτηρία σου, την ελπίδα σου· εκεί κατέθεσες την πίστη σου στα νεκρικά πυρά».
(Φωτίου Ιωαννίδη, Κυπριανός Καρχηδόνας De Lapsis οι πεπτωκότες, εκδ.«Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2013, σσ. 55-57)
Συλλογιζόμενοι οι ήρωες της πίστης μας την πτώση τους και το τραγικό για τη σωτηρία τους σφάλμα που επιτέλεσαν, μετανόησαν. Τους έλεγξε η συνείδησή τους καθώς επίσης και το πνεύμα δικαιοσύνης που είχαν, αφού έντονα διακατέχονταν από το συναίσθημα ότι αδίκησαν τον Θεό. Γι’ αυτό και ο ιερός Αυγουστίνος σε μία ομιλία προς τιμήν τους επισημαίνει:
Τους μάρτυρες δεν τους κάνει η τιμωρία ή τα βασανιστήρια που υφίστανται, αλλά η δικαιοσύνη τους. Ο Θεός ευφραίνεται όχι με τους πόνους και τα μαρτύριά μας, αλλά με τη δικαιοσύνη μας. Γι’ αυτό ας μην κοιτάμε το μαρτύριο κάποιου, αλλά το σκοπό του μαρτυρίου. Για παράδειγμα, οι δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Κύριο: είχαν την ίδια τιμωρία με εκείνον, αλλά εκείνοι σταυρώθηκαν για τα ανομήματά τους, ενώ Εκείνος για να συγχωρεθούν οι δικές μας αμαρτίες. Επίσης, οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος δίνονται από τον Κύριο. Γι’ αυτό όσοι έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους εγκαταλείπονται από το Θεό, όπως ο Πέτρος, που τόλμησε να πει πως θα δώσει την ψυχή του για χάρη του Κυρίου και ο Κύριος τού αποκάλυψε ότι σύντομα θα τον απαρνηθεί τρεις φορές. Έτσι και οι μάρτυρες Κάστος και Αιμίλιος, όσο είχαν μεγάλη εντύπωση για τον εαυτό τους, υφίσταντο ήττες, ενώ ο Θεός τούς βοήθησε, όταν άρχισαν να πολεμούν το διάβολο και ταπεινώθηκαν. Γιατί και η σωτηρία μας στηρίζεται στην ταπείνωση του Κυρίου: δεν θα είχαμε γνωρίσει τη σωτηρία, αν ο Κύριος δεν καταδεχόταν να ταπεινωθεί για χάρη μας. Ας τιμούμε λοιπόν τους μάρτυρες έχοντας ευλάβεια κι όχι με απερισκεψία και επιπολαιότητα, έχοντας σταθερότητα, αλλά όχι πείσμα, με ενότητα και όχι με τη διαίρεση των αιρέσεων. Αν θέλουμε να μιμηθούμε τους μάρτυρες, ας μιμηθούμε τη δικαιοσύνη τους.
(Αυγουστίνου Ιππώνος, Sermo 285, Indie Natali martyrum Casti et Aemilii, PL 38, 1293-1297).
Μετανόησαν ο Κάστος και ο Αιμίλιος και οδηγήθηκαν στο μαρτύριο. Τους συγχώρεσε ο Κύριος και, όπως τονίζει ο άγιος Κυπριανός, «αν και νικήθηκαν στην πρώτη μάχη, αναδείχτηκαν νικητές στη δεύτερη. Αυτοί που υποχώρησαν προηγουμένως μπροστά στις φλόγες, έγιναν ισχυρότεροι από τις φλόγες κι εκείνα, που τους είχαν νικήσει, τώρα τα νίκησαν. Εκείνοι δεν ικέτευαν για οίκτο με δάκρυα, αλλά για τις πληγές του· όχι με θρηνητική φωνή αλλά και με σκισίματα και πόνο του σώματός τους. Αίμα έτρεχε αντί για θρήνους, αίμα έρρεε αντί για δάκρυα από τα μισοκαμμένα σπλάχνα τους» (Φωτίου Ιωαννίδη, Κυπριανός Καρχηδόνας, De Lapsis, οι Πεπτωκότες, εκδ.«Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2013, σσ. 65-67).
Η μνήμη τους τιμάται στις 22 Μαΐου εκάστου έτους.
Με αφορμή την μνήμη των αγίων Αιμιλίου και Κάστου θα εστιάσουμε την προσοχή μας στους αγίους της Αφρικής και στο κατά πόσον η προβολή τους από τους ιεραποστολικώς εργαζομένους αδελφούς στους ομογενείς Aφρικανούς μπορεί να βοηθήσει τους νεοφωτίστους -και όχι μόνο- Xριστιανούς.
Εορτή Αγίου, μίμησις Αγίου. Αξίζει δηλαδή να τιμούμε τους αγίους εντρυφώντας στους πνευματικούς αγώνες του βίου τους θέτοντάς τους ως πρότυπά μας, διότι μας ωθούν στην αγιότητα, όπως τονίζει πολύ χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος: «ὅταν ἀκούσωμεν τοῦ μέν τήν ὑπομονήν, τοῦ δέ τήν σωφροσύνην, ἑτέρου τό περί τήν φιλοξενίαν ἔτοιμον, καί ἑκάστου τήν πολλήν ἀρετήν, καί ὅπως τούτων ἕκαστος διέλαμψεν καί περιφανέστερος γέγονεν, εἰς ὅμοιον διεγειρόμεθα ζῆλον» (Βενεδίκτου Ιερομονονάχου, Χρυσοστομικόν Ταμείον, εκδ.«Συνοδεία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου», Άγιον Όρος 2002, σ. 77).
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως όλοι έχουμε μια ιδιαίτερη αγάπη και αδυναμία στους συντοπίτες μας αγίους ή ακόμα και σ’ αυτούς που με κάποιο τρόπο συνδεόμαστε ξεχωριστά και μοναδικά. Ίσως ξενίζει στα αυτιά μερικών αυτή η επιλογή και η ιδιαίτερη σχέση ενός ανθρώπου με έναν άγιο. Εντούτοις, είναι απολύτως φυσιολογική αφού άγιοι και αγωνιζόμενοι Xριστιανοί είμαστε ζωντανά μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Η δε κοινωνία και η ενότητα μεταξύ θριαμβεύουσας και στρατευομένης Εκκλησίας είναι αδιαμφισβήτητη και άρρηκτη. Μάλιστα, ο ιερός πατήρ υπογραμμίζει για τους αγίους: «Ὧσπερ ἦσαν φιλόθεοι, οὕτω καί φιλόστοργοι μάλιστα πάντων ἀνθρώπων οἱ ἅγιοι» (Βενεδίκτου Ιερομονονάχου, Χρυσοστομικόν Ταμείον, εκδ.«Συνοδεία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου», Άγιον Όρος 2002, σ. 79).
Συνεπώς, οφείλουμε να αναδείξουμε τους αφρικανούς αγίους
με απώτερο σκοπό να καταστήσουμε τους άγιους προσιτούς στη ζωή των Aφρικανών αδελφών μας, έτσι ώστε να συνδεθούν με περισσότερη ευκολία και οικειότητα μαζί τους αναγνωρίζοντάς τους ως ένα κομμάτι της πνευματικής τους ιστορίας και καταγωγής. Πάνω απ’ όλα όμως, θα αποκτήσουν τη βεβαιότητα ότι και αυτοί μπορούν, αν φυσικά το θέλουν, ν’ αγγίξουν την αγιότητα άσχετα με το χρώμα του δέρματος, το φύλο και την προέλευση, αφού για τον Θεό -όπως τονίζει ο απόστολος των εθνών- «οὐκ ἔνι ᾿Ιουδαῖος οὐδὲ ῞Ελλην». «Πάντες γὰρ» ἡμεῖς «εἷς» ἐσμέν «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28).
Καθώς Warren Buffett και Apple βάζουν φωτιά στη Κλιματική Αλλαγή η "επιστήμη" εμφανίζεται γυμνή και χρηματιζόμενη
Είναι γνωστό πως λίγα πρόσωπα στη μακραίωνη πορεία της ανθρωπότητας τιμήθηκαν από την Ιστορία με τον τίτλο του Μεγάλου. Εξέχουσα ανάμεσά τους μορφή αποτελεί αναμφίβολα ο Μέγας Κωνσταντίνος. Κι αναδείχτηκε πραγματικά Μεγάλος, όχι μόνο σε έργα πολιτικής σύνεσης, οικονομικής διαχείρισης, διοικητικής μεταρρύθμισης, στρατιωτικής δεξιοτεχνίας, φρόνησης και ανδρείας, αλλά, με άριστο συνδυασμό, Μεγάλος και σε έργα μεγάλα, στερέωσης του μέχρι τότε χειμαζομένου Χριστιανισμού, ενίσχυσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αποκατάστασης της εσωτερικής της ενότητας, τιμής των αγίων Μαρτύρων, ανέγερσης ναών, σύγκλησης Συνόδων...
Ο έλεγχος των γεννήσεων είναι εργαλείο κατάχρησης της γυναίκας και εξυπηρετεί τη μείωση ενός πληθυσμού.
Εκπομπή με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη της Κυριακής 19 Μαΐου 2024.
Ο Απόστολος Παύλος βρίσκεται εις την Τρωάδα με τους συνεργάτες του. Βλέπει σε όραμα ένα Μακεδόνα να του λέγει «Διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησαν ημίν» (Πράξ. 16,9).
Ποια η σημασία των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που υπάρχουν δυτικά και νοτιοδυτικά του νομού Χανίων.
Πρόκειται για ένα ονομαστικό ευρετήριο, αρκετά μεγάλο σε έκταση, που καταρτίστηκε από το υπουργείο Γεωργίας και την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, και δημοσιεύτηκε το 1928.
Στις αρχές του 1825 η Ελληνική Επανάσταση διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο, όχι μόνο από τον Ιμπραήμ, αλλά και εξαιτίας του εμφύλιου σπαραγμού. Ο αιγύπτιος πολέμαρχος, μετά την κατάληψη του Νεόκαστρου (κάστρου της Πύλου), γρήγορα έγινε κυρίαρχος σχεδόν όλης της Μεσσηνίας και ετοιμαζόταν να βαδίσει κατά της Τριπολιτσάς, διοικητικού κέντρου της Οθωμανικής Πελοποννήσου, που κατείχαν οι Έλληνες από το 1822.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...