Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
23 Νοεμβρίου 2024

papas patriarxhs 02

 

1. Ἐξαπλώνεται ἀνεμπόδιστα ὁ Οἰκουμενισμός
Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ χειρότερη αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν, προελαύνει ἀκάθεκτη·
διαβρώνει συνειδήσεις κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, χωρὶς ἀποτελεσματικὴ ἀντίσταση. Ἐμφανίζεται μὲ ἔνδυμα προβά­του, ὡς δῆθεν ἀγάπη, εἰρήνη, καὶ ἑνότητα πρὸς τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ αἱρετικούς, ἐνῶ πρόκειται γιὰ βαρὺ καὶ ἄγριο λύκο ποὺ κατασπαράσσει τὸ ποίμνιο. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ποιμένες ἔχουν ἀσπασθῆ τὴν αἵρεση καὶ ἔχουν μεταβληθῆ σὲ λύκους· οἱ περισσότεροι εἶναι μισθωτοὶ καὶ δὲν θέλουν νὰ διώξουν τοὺς λύκους γιὰ νὰ μὴ χάσουν τὴν καλοπέραση, τὶς τιμὲς καὶ τὶς δόξες, ἄλλοι εἶναι δειλοὶ καὶ φοβοῦνται τοὺς λύκους, καὶ μόνον ὀλίγοι ἀγωνίζονται νὰ τοὺς διώξουν.
Τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι τὸ ποίμνιο ἀκατήχητο καὶ ἀκαθοδήγητο, ἀνυπο­ψίαστο, δὲν διακρίνει τοὺς λύκους κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ προβάτου, καὶ ὄχι μόνο δὲν προφυλάσσεται, ἀλλὰ τοὺς τιμᾶ καὶ τοὺς δοξάζει. Στὶς ἐνορίες οἱ ἱερεῖς διστάζουν νὰ ὁμιλήσουν ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκου­μενισμοῦ καὶ νὰ ἐνημερώσουν τοὺς πιστούς, διότι οἱ μὲν ἐξ᾽ αὐτῶν ἄγαμοι ἐπιθυμοῦν νὰ φορέσουν ἀρχιερατικὴ μίτρα, ποὺ δίδεται κατὰ κανόνα σὲ οἰκουμενιστὲς ἢ σὲ καλοπερασάκηδες τῶν συμποσίων καὶ τῶν πολυτελῶν ἀμφίων, οἱ δὲ ἔγγαμοι πρεσβύτεροι...
ὑπολογίζοντες εὐμενεῖς ἢ δυσμενεῖς τοποθετήσεις, μεταθέσεις καὶ ἄλλες συνέπειες γιὰ τὶς οἰκογέ­νειές τους σιωποῦν καὶ δὲν ἐκδηλώνονται, ἐκτὸς ἐξαιρέσεων  ἐπαινετῶν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ νὺξ βαθεῖα καὶ σκότος γιὰ τὸν εὐλογημένο λαὸ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂς ψάλλουμε σὲ κάθε λειτουργία «Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυ­νοῦντες». Ἡ ἀληθινὴ πίστη διώκεται, συκοφαντεῖται, κακοποιεῖται, ἀναμει­γνυόμενη μὲ φρικτὲς αἱρέσεις, καὶ ἡ Ἁγία Τριάδα βλασφημεῖται μὲ τὸ εὕρημα ὅτι οἱ τρεῖς μονοθεϊστικὲς θρησκεῖες, Ἰουδαϊσμός, Χριστιανισμὸς καὶ Ἰσλάμ, ἔχουν τὸν ἴδιο Θεὸ καὶ ἄλλες ἀντιτριαδικὲς δοξασίες.

Ἡ ἄτυπη «Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἐπὶ πολλὰ ἔτη ἀγωνίζεται καὶ φροντίζει μὲ συνέδρια, συνεντεύξεις, δημοσιεύματα, ὁμολογητικὰ καὶ ἀντιρρητικὰ κείμενα, νὰ ρίξει λίγο φῶς στὸ σκοτάδι, νὰ διδάξει, νὰ ἐνημερώσει, νὰ κατηχήσει τὸ ἀκατήχητο ποίμνιο, μέσα σὲ πολλὲς δυσκολίες καὶ πολλὰ ἐμπόδια ποὺ ὑψώνονται ὡς τείχη γιὰ νὰ μὴν ἀκουσθῇ ὁ λόγος τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία βέβαια, ὅσα ἐμπόδια καὶ ἂν προβληθοῦν ἀπὸ τοὺς ἰσχυρούς, δὲν πρόκειται νὰ χαθεῖ καὶ νὰ ἡττηθεῖ, διότι «ὁ λόγος τοῦ  Θεοῦ οὐ δέδεται»[1], ἀλλὰ καὶ διότι τό «ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί»[2].

Στὰ πλαίσια λοιπὸν αὐτῆς τῆς ἀνάγκης νὰ ἐνημερώσουμε τοὺς πιστοὺς γιὰ τοὺς πρωτεργάτες καὶ ὑποστηρικτὲς τῆς συγκρητιστικῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀναλαμβάνουμε νὰ παρουσιάσουμε τά «Λεχθέντα τῶν Οἰκουμενιστῶν» ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, τοῦ ἀπατεῶνος, ποὺ θεωρεῖται ὡς ὁ αἰώνας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐνδεικτικὰ βέβαια, ὥστε καὶ «ἐξ ὄνυχος» νὰ κατανοήσουν οἱ ἀμφιβάλλοντες τόν «λέοντα» αὐτὸν τῆς προδοσίας καὶ ἀποστασίας ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Κατὰ τὸν πρόχειρο σχεδιασμὸ ποὺ κάναμε θὰ παρουσιάσουμε πρῶτα οἰκουμενιστικὲς θέσεις τῶν πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως Ἰωακεὶμ τοῦ Γ´, τοῦ τοποτηρητοῦ Δωροθέου Προύσσης, τοῦ Μελετίου Δ´ Μεταξάκη, τοῦ Ἀθηναγόρα Α´, τοῦ Δημητρίου Β´ καὶ τοῦ Βαρθολομαίου Α´. Θὰ ἀκολουθήσουν οἰκουμενιστικὰ λεχθέντα ἀρχιερέων καὶ κατόπιν οἰκουμενιστικὲς θέσεις ἐπωνύμων καθηγη­τῶν τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, ὅπως καὶ ἀπαράδεκτες οἰκουμενιστι­κὲς ἀποφάσεις σὲ θεολογικοὺς διαλόγους καὶ συνελεύσεις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», ἤγουν τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Αἱρέσεων καὶ Πλανῶν». Δὲν θὰ παραλείψουμε νὰ σχολιάζουμε ὀρθοδόξως τὰ λεγόμενα καὶ προβαλλόμενα, διότι πολλοί, λόγῳ ἀγνοίας καί «καλῶν λογισμῶν», δὲν ἐντοπίζουν τὶς πλάνες.

 

2. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο κατὰ τὸν ΙΘ´ αἰώνα. Ὀρθοδοξεῖ τὸ Πατριαρχεῖο, προτεσταντίζει ἡ Ἑλλάδα
Στὸν χῶρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὸν 19ο αἰώνα τίποτε δὲν προεμήνυε τὴν μεγάλη ἀλλαγὴ καὶ ἀνατροπὴ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συμβεῖ στὶς ἀρχὲς καὶ καθ᾽ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἡ πολιτικὰ αἰχμάλωτη στοὺς Ὀθωμανοὺς Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως μὲ βάση τὰ προνόμια ποὺ τῆς παρεχώρησε κατὰ θεία ρύθμιση ὁ πορθητὴς φάνηκε ἄξια τῶν καιρῶν καὶ τῶν περιστάσεων. Μὲ σύνεση, ταπείνωση, διάκριση σταμάτησε τὸ μεγάλο ρεῦμα τῶν ἐξισλαμισμῶν, ἀνέδειξε νεομάρτυρες, μιμούμενη τὴν Ἐκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων, διεφύλαξε καὶ ἐπροστάτευσε τὸν Μοναχισμὸ καὶ τὴν εὐσεβῆ παιδεία, μέσα σὲ κρυφὰ καὶ φανερὰ σχολεῖα, καὶ οὐσιαστικῶς μέσα στὴν ὑπάρχουσα Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ἀνέστησε τὴν ἑλληνορθόδοξη αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου, τὴν Ρωμιοσύνη, ὥστε προσφυῶς νὰ χαρακτηρίζεται ἡ περίοδος αὐτὴ ὡς «Βυζάντιο μετὰ τὸ Βυζάντιο».

Τὴν ἴδια στάση ποὺ κράτησε ἀπέναντι στὸν ἐξ Ἀνατολῶν κίνδυνο, τὸ Ἰσλάμ, κράτησε καὶ ἀπέναντι στὸν ἐκ Δύσεως κίνδυνο τῶν δυτικῶν ἱεραποστόλων, Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν, οἱ ὁποῖοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν φτώχεια καὶ τὴν ἀμάθεια τοῦ λαοῦ ἐπιχειροῦσαν μὲ ποικίλους τρόπους νὰ τοὺς ἐκδυτικίσουν, ἀλλὰ στὴν συνέχεια καὶ ἀπέναντι στὸν ἄθεο Δυτικὸ Διαφωτισμό, «στὰ ἄθεα γράμματα», ὅπως ἔλεγε ὁ Χριστοφόρος Παπουλά­κος. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ποὺ ἔγινε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνα­νέωση τοῦ Ἡσυχασμοῦ στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸν 18ο αἰώνα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Κολλυβάδες Πατέρες, κάτω ἀπὸ τὴ στέγη καὶ εὐλογία τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Καμμία ἔκπτωση, κανένας συμβιβασμὸς στὰ θέματα τῆς πίστεως, καμμία ἀλλαγὴ στάσεως καὶ συμπεριφορᾶς ἀπέναντι στὶς πα­λαιὲς καὶ στὶς νέες αἱρέσεις, ἀπέναντι στὶς ἄλλες θρησκεῖες. Τῶν Ἀπο­στόλων τὸ κήρυγμα καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τό «μὴ μεταίρειν ὅρια αἰώνια ἃ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν» καὶ τό «ἑπόμενοι τοῖς θείοις Πατράσι», ἦσαν ἡ ἀσφαλὴς ὁδὸς πάνω στὴν ὁποία ἐπορεύετο ἡ Ἐκκλησία Κωνσταν­τινουπόλεως, χωρὶς νὰ παρεκκλίνει, μέχρι τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος.

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀνήκουσα ἐπὶ αἰῶνες στὴν δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐκινδύνευσε μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1822 καὶ τὴν δημιουργία τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους, μὲ ἐξαίρεση τὸ σύντομο διάστημα τῆς διακυβέρνησης ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια, νὰ ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Ἡ περίοδος τῆς Βαυαροκρατίας τοῦ Ὄθωνος, μὲ πρωτεργάτες τὸν προτεστάντη Γερμανὸ Μάουερ καὶ τὸν συνεργάτη του ἀρχιμανδρίτη Θεόκλητο Φαρμακίδη, συνεργάτη καὶ ὀπαδὸ τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ, εἶναι μία ἀπὸ τὶς πιὸ μαῦρες σελίδες τῆς ἑλλαδικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Φοβούμενοι οἱ ξένοι Βαυαροὶ καὶ οἱ ντόπιοι συνεργάτες τους ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μὲ τὴν πεῖρα καὶ τὴν παράδοση τῶν αἰώνων θὰ ἀντιδροῦσε στὰ σχέδια ἐκδυτικισμοῦ καὶ ἐκπροτεσταντισμοῦ τῶν ὑπηκόων τοῦ νέου κράτους ἀπέκοψαν αὐθαίρετα τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὸ 1933 ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, διακηρύξαντες αὐτογνωμόνως τὴν ἀνεξαρτησία της καὶ προκαλέσαντες ἔτσι σχισματικὴ κατάσταση ἐπὶ δεκαεπτὰ ἔτη μέχρι τὸ 1850, ὅταν μετὰ ἀπὸ ἀμοιβαῖες συζητήσεις ἤρθη τὸ σχίσμα καὶ παραχωρήθηκε μὲ τὸν συνοδικὸ τόμο τοῦ 1850 κανονικὰ τὸ αὐτοκέφαλο ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο στὴν ᾽Εκκλησία τῆς Ἑλλάδος.

Μάουρερ καὶ Φαρμακίδης ὑπέταξαν ἀπολύτως τὴν Ἐκκλησία στὴν Πολιτεία, ὁ ἀρχηγὸς τῆς ὁποίας, ὁ βασιλεύς, ἦταν καὶ ἀρχογὸς καὶ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὰ μέλη τῆς πενταμελοῦς συνόδου διορίζονταν ἀπὸ τὸν βασιλέα, χωρὶς δὲ τὴν παρουσία τοῦ βασιλικοῦ ἐπιτρόπου δὲν μποροῦσε νὰ συνεδριάσει ἡ σύνοδος, οἱ δὲ ἀποφάσεις της χωρὶς τὴν ὑπογραφή του ἦσαν ἄκυρες. Ἀπόλυτη προτεσταντικὴ πολιτειοκρατία, δέσμιοι καὶ αἰχμάλωτοι οἱ συνοδικοί.

Ἀκολούθησε ἡ διάλυση τῶν 412 ἀπὸ τὰ 500 μοναστήρια, καὶ πετάχθη­καν στοὺς δρόμους, οἱ μοναχοὶ καὶ οἱ μοναχές, γιὰ νὰ  μὴ μποροῦν καὶ αὐτοὶ νὰ ἀντιδράσουν στὴν κατεδάφιση τῆς Ὀρθοδοξίας· δόθηκε πλήρης ἐλευθερία καὶ ἀσυδοσία στὶς ξένες ἱεραποστολές, παπικὲς καὶ προτεσταν­τικές, νὰ ἱδρύουν σχολεῖα, συλλόγους, φιλανθρωπικὰ καταστήματα κ.τ.λ. καὶ νὰ προσηλυτίζουν τοὺς Ὀρθοδόξους. Σὲ ἐκκλησιαστικὸ καὶ θεολογικὸ ἐπίπεδο ἦταν ἀποτελεσματικὴ ἡ ἀντίδραση τοῦ λογίου ἐγγάμου κληρικοῦ Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων ἀπέναντι στὶς θεολογικὲς καὶ κανονικὲς ἀκροβασίες τοῦ Θεοκλήτου Φαρμακίδη. Κατὰ τὰ ἄλλα μία ἄφωνη ἱεραρχία ὑποταγμένη κυριολεκτικὰ στὸν Καίσαρα. Καὶ ὅταν οἱ ἁπλοϊκοὶ ἀγωνιστὲς Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος καὶ Χριστόφορος Παπουλάκος ἐνημέρωναν καὶ ἀφύπνιζαν τὸν λαό, συλλαμβάνονταν καὶ φυλακίζονταν ὡς βλάσφημοι, ὑβριστὲς καὶ συνωμότες.

Ἡ θεολογικὴ παιδεία ἐπίσης ποὺ παρεχόταν στὴν νεοϊδρυθεῖσα Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κατὰ τὰ προτεσταντικὰ γερμανικὰ πρότυπα, μὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς τρεῖς πρώτους καθηγητὰς τὸν Θεόκλητο Φαρμακίδη, ἐμποτίσθηκε ἀπὸ τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ τὸν φιλελευθερισμὸ μὲ ἀνάλογους καρποὺς στὴν μόρφωση τῶν κληρικῶν καὶ τῶν θεολόγων, παραμερισθείσης σχεδὸν καθ᾽ ὁλοκληρίαν τῆς Ὀρθοδόξου Πατερικῆς Θεολογίας, μέχρι τέτοιου σημείου, ὥστε ἀκόμη καὶ μεγάλοι πανεπιστημιακοὶ καθηγηταὶ τοῦ 20οῦ αἰῶνος νὰ περιορίζουν τὴν πατερικὴ παράδοση χρονικὰ μέχρι τὸν 8ο αἰώνα καὶ νὰ ἀπορρίπτουν τὴν ἡσυχαστικὴ θεολογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Χρειάσθηκε πολὺς καιρὸς καὶ δόθηκαν πολλοὶ ἀγῶνες ἀπὸ τοὺς εἰρωνικὰ χαρακτηριζόμενους ὡς συντηρητικοὺς καὶ παραδοσιακούς, γιὰ νὰ ἀρχίσει νὰ ἐλευθερώνεται ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν προτεσταντικὴ πολιτειοκρατία, νὰ ἐπιστρέφουν οἱ Πατέρες στὴν Θεολογία καὶ στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἐνισχύεται καὶ ἀνασυγκροτεῖται ὁ διαλυμένος καὶ δυσφημισμένος Μοναχισμὸς κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 20οῦ αἰῶνος.

Τὸ ἀξιοπαρατήρητο εἶναι ὅτι τὴν ἴδια περίοδο ποὺ στὴν Ἑλλάδα κυριαρχοῦσαν οἱ «φωτισμένοι» τοῦ Κοραῆ καὶ οἱ προτεσταντίζοντες τῶν Βαυαρῶν καὶ τοῦ Φαρμακίδη, στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καθ᾽ ὅλην τὴν διάρκεια τοῦ 19ου αἰῶνος ἐπικρατοῦσε ἀκραιφνὴς Ὀρθοδοξία καὶ ποιμαντικὴ ἀγρύπνια ἐναντίον τῶν παπικῶν καὶ προτεσταντικῶν διεισδύσεων καὶ ἐπιρροῶν, οἱ ὁποῖες ἐλεύθερα ἁλώνιζαν στὸν ἑλλαδικὸ ἐκκλησιαστικὸ καὶ θεολογικὸ χῶρο. Ἂν αὐτὸ συνεχιζόταν καὶ στὸν 20ὸ αἰώνα, θὰ παρετηρεῖτο μία ἀληθινὴ νεοπατερικὴ ἄνθηση, ἕνα ἰσχυρότατο Ὀρθόδοξο μέτωπο, διότι οἱ ἀναδυόμενες στὴν Ἑλλάδα ὀρθόδοξες φιλοπατερικὲς παραδοσιακὲς δυνάμεις θὰ ἐνίσχυαν σημαντικὰ τὸ μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος παραδοσιακὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.

 

3. Τὸ Πατριαρχεῖο ἀλλάζει πορεία. Ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων
Δυστυχῶς, οἱ ρόλοι ἀντεστράφησαν. Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο προχωρεῖ σὲ πρωτόγνωρη στὴν ἱστορία ἀλλαγὴ πορείας. Ἀνοίγεται στὸν Οἰκουμενισμό, γίνεται φιλοπαπικὸ καὶ φιλοπροτεσταντικό, διακριτικὰ στὴν ἀρχή, ὁλοφάνερα καὶ προκλητικὰ στὴν συνέχεια μέχρι τῶν ἡμερῶν μας· καυχιέται γι᾽ αὐτὴν τὴν ἀλλαγή, γιὰ τὴν ἐγκατάλειψη τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως καὶ τὴν περιφρόνηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Συναντιέται τώρα καὶ συμμαχεῖ μὲ τοὺς ἐν Ἑλλάδι “προοδευτικούς”, τοὺς συνεχιστὰς τῆς γραμμῆς τοῦ Κοραῆ καὶ τοῦ Φαρμακίδη, τοὺς θιασῶτες τῆς Μεταπατερικῆς Θεολογίας τοῦ Βόλου καὶ τοὺς καιροκόπους τοῦ Θεολογικοῦ Συνδέσμου «Καιρός», οἱ ὁποῖοι ἐπὶ ἔτη ἀγωνίζονται νὰ μεταβάλουν τὸ ὁμολογιακὸ ὀρθόδοξο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν σὲ θρησκειολογία καὶ νὰ εἰσαγάγουν στὶς Θεολογικὲς Σχολὲς τὴν διδασκαλία τοῦ Κορανίου μὲ τὴν ἵδρυση μέσα σ᾽ αὐτές «Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν». Ξεπέρασαν καὶ τὸν Κοραῆ καὶ τὸν Θεόκλητο Φαρμακίδη. Τὰ εὐλογοῦν καὶ τὰ προωθοῦν ὅλα αὐτὰ κρυφὰ καὶ φανερὰ καὶ τὸ Φανάρι καὶ ἡ Ἀθήνα, ἀφοῦ τοὺς πρωτεργάτες τοὺς τοποθετοῦν σὲ θέσεις διευθυντῶν, συμβούλων, συνεργατῶν, μελῶν σὲ διάφορες ἐπιτροπές, τοὺς ἐπαινοῦν καὶ τοὺς βραβεύουν. Ἡ Ἱεραρχία τοῦ Φαναρίου παντελῶς κωφὴ καὶ ἄλαλη, ἡ δὲ τῆς Ἑλλάδος ἐπαμφοτερίζουσα, δειλή, διστακτικὴ καὶ ἄπραγη, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων.

Ὅλη δὲ αὐτὴ ἡ κατάσταση προδικάζει καὶ προμηνύει τὶς ἀντορθόδο­ξες ἀποφάσεις ποὺ θὰ ληφθοῦν στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τοῦ 2016 στὴν Κωνσταντινούπολη, τῆς ὁποίας κύριος στόχος εἶναι ὄχι ἡ ἐπίλυση ἐπειγόντων ποιμαντικῶν προβλημάτων, ὅπως τὸ σχίσμα ποὺ προκάλεσε ἡ ἀδικαιολόγητη ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου τὸ 1924 καὶ ἡ θεραπεία του, οὔτε ἡ καύση τῶν νεκρῶν, οἱ μεικτοὶ γάμοι, ἡ ἐπέλαση τοῦ Ἰσλάμ, ὁ ἀποχριστιανισμὸς τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἑλλάδος, ὁ ἐξοβελισμὸς τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ὁ πολιτικὸς γάμος, ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἡ ἠθικὴ κατάσταση τοῦ κλήρου, καὶ πολλὰ ἄλλα, ἀλλὰ ἡ σχέση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο, δηλαδὴ ὁ Οἰκουμενισμός, ὡσὰν νὰ μὴν εἶναι γνωστή, θεοπαράδοτη, ἀποστολοπαράδοτη καὶ πατροπαράδοτη ἡ σχέση τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς αἱρετικούς.

Γιὰ νὰ φανεῖ αὐτὴ ἡ μεγάλη ἀλλαγὴ καὶ ἀνατροπὴ ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, διακριτικὰ ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἰωακεὶμ Γ´, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, μὲ θρασύτητα καὶ ὁρμὴ ἀπὸ τὸν τοποτηρητὴ τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου μητροπολίτη Προύσσης Δωρόθεο (Ἐγκύκλιος 1920), καὶ προκλητικὰ ἀπὸ τοὺς Μελέτιο Μεταξάκη, Ἀθηναγόρα καὶ Βαρθολομαῖο, θὰ παρουσιάσουμε ἐνδεικτικὰ συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος, γιὰ τὶς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο, κυρίως πρὸς τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Προτεσταντισμό, τοὺς ὁποίους, ἀδίστακτα χαρακτηρίζουν ὡς ἐπικίνδυνες αἱρέσεις, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι ἔχει διακοπῆ ἡ διαδοχὴ στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, ἑπομένως καὶ ἡ διαδοχὴ στοὺς θρόνους, καὶ οἱ ὁποιεσδήποτε ἑπομένως ἀποφάσεις λαμβάνονται ἢ θὰ ληφθοῦν δὲν θὰ προέρχονται ἀπὸ Ὀρθόδοξη Σύνοδο, ἀλλὰ ἀπὸ ψευδοσύνοδο αἱρετικῶν καὶ αἱρετιζόντων.

 

4. Πατριαρχικὰ καὶ συνοδικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος γιὰ τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ

α´ Ἐγκύκλιος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1836. Κατὰ τῶν Διαμαρτυρομένων ἱεραποστόλων
Ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἐξαπόλυση τῆς πατριαρχικῆς καὶ συνοδικῆς ἐγκυκλίου ἦταν ἡ προσηλυτιστικὴ δράση τῶν Προτεσταντῶν ἱεραποστόλων μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ καθηγητὴς Ἰω. Καρμίρης «φαίνεται λίαν πιθανὸν ὅτι εἰς τὴν σύνταξιν αὐτῆς συνεργάσθησαν ὑπὸ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Ἄνθιμον Ϛ´ κατὰ πρῶτον μὲν καὶ κύριον λόγον ὁ Στέφανος Καραθεοδωρῆς, εἶτα δὲ συμβουλευτικῶς καὶ ὁ Ἠλίας  Τανταλίδης, εἰς τοὺς “Παπιστικοὺς ἐλέγχους” τοῦ ὁποίου παραπέμπεται ῥητῶς καὶ ἐπανειλημμένως ἐν τῇ προσθήκῃ τῆς β´ ἐκδόσεως τοῦ 1863, καὶ ἴσως τελευταῖος ἐπίσης συμβουλευτικῶς καὶ ὁ παραλλήλως καὶ ἀνεξαρτήτως συντάσσων τότε τὴν ἰδίαν “Ἀπάντησίν” του Κωνστάντιος Α´ ὁ ἀπὸ Σιναίου πρῴην Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ οὕτω δὲ καταρτισθεῖσα Ἐγκύκλιος πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξους ὑπεβλήθη ὑπὸ τὴν κρίσιν καὶ τῶν ὑπολοίπων Πατριαρχῶν καὶ τῶν πατριαρχικῶν αὐτῶν Συνόδων, ὑφ᾽ ὧν τελικῶς ἐνεκρίθη, ἴσως μετά τινας τροποποιήσεις, καὶ ὑπεγράφη ὑπ᾽ αὐτῶν.

Ἡ παροῦσα ὀρθόδοξος Ἐγκύκλιος ἐξεδόθη αὐτοτελῶς ὑπὸ τὸν τίτλον: “Ἐγκύκλιος τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους, ἐν Κων/πόλει, ἐκ τῆς πατριαρχικῆς τοῦ γένους τυπογραφίας, 1848”».
Γράφει τὸ κείμενο τῆς ἐγκυκλίου: «Διὰ ταῦτα καὶ οἱ σήμερον ἀναφανέντες αἱρετικοὶ εἶναι καὶ οἱ πλέον πολυάριθμοι καὶ οἱ πλέον δόλιοι καὶ οἱ πλέον ἐπιτήδειοι εἰς τὸ νὰ κρύ­πτωσι τὸν φαρμακερὸν αὐτῶν ἰὸν ὑπὸ τὰ πλέον εὔσχημα σεμνολο­γήματα καὶ ἐπωφελῆ δῆθεν εὐεργετήματα, ὥστε νὰ ἐξαπατῶσι πολλούς, μάλιστα τῶν ἁπλουστέρων καὶ ἀκάκων... Οἱ σημερινοὶ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι καταπο­λεμοῦσι καὶ διαφθείρουσι τὴν ἱερὰν ἡμῶν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν δολερῶς καὶ ὑπούλως, εἶναι μαθηταὶ καὶ ὀπαδοὶ τοῦ Λουθήρου, τοῦ Ζβιγγλίου, τοῦ Καλβίνου, τῶν Σωκίνων καὶ ἄλλων παλαιῶν τοιούτων αἱρετικῶν».

Ἀκολουθοῦν κεφάλαια α) Περὶ τοῦ Λουθήρου καὶ τῶν αὐτοῦ αἱρέσεων β) Περὶ τῶν ὀλεθρίων ἀποτελεσμάτων τῶν αἱρέσεων τοῦ Λουθήρου γ) Περὶ Σβιγγλίου καὶ τῶν αὐτοῦ αἱρέσεων δ) Περὶ τοῦ Καλβίνου καὶ τῶν αὐτοῦ αἱρέσεων ε) Περὶ τῶν Σωκίνων καὶ τῶν αὐτῶν αἱρέσεων στ) Περὶ τῶν σημερινῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν ἐπιβουλῶν αὐτῶν ζ) Πρὸς τοὺς ἀποστόλους τῶν σημερινῶν αἱρετικῶν η) Διαταγαὶ πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς τοῦ πατριαρχικοῦ οἰκουμενικοῦ θρόνου θ) Συμβουλαὶ πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς τῶν ἄλλων παροικιῶν ι) Προτροπὴ πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ ὀρθοδόξους ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς ια) Νουθεσίαι πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξου λαοὺς ιβ) Πρὸς τοὺς προσηλύτους αὐτῶν καὶ ἡμῶν ὁμογενεῖς ἢ βοηθοῦντας αὐτοὺς τοὺς νέους αἱρετικούς. Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:

† Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Ϛ´ ἀποφαίνεται.
† Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἀθανάσιος ἀποφαίνεται.
† Ὁ Ἐφέσου Γεράσιμος
† Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος
† Ὁ Κυζίκου Ἄνθιμος-
† Ὁ Νικομηδείας Πανάρετος
† Ὁ Χαλκηδόνος Ἱερόθεος
† Ὁ Δέρκων Γερμανός
† Ὁ Θεσσαλονίκης Μελέτιος
† Ὁ Προύσης Ἄνθιμος
† Ὁ Ἄρτης ᾽Ιγνάτιος
    
† Ὁ Φιλαδελφείας Πανάρετος
† Ὁ Μαρωνείας Δανιήλ
† Ὁ Λήμνου Ἱερώνυμος
† Ὁ Δημητριάδος Ἰωσήφ
† Ὁ Νυσσάβας Νεκτάριος
† Ὁ Ἐρσεκίου Προκόπιος
† Ὁ Κενστεντελίου Ἀρτέμιος
† Ὁ Σαμακοβίου Νεόφυτος[3].

β´ Ἐγκύκλιος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1838 κατὰ τῶν Λατινικῶν καινοτομιῶν
Κατὰ τὴν πρώτη αὐτοτελῆ ἔκδοσή της ἡ Ἐγκύκλιος ἔφερε τὸν τίτλο «Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Ἐγκύκλιος ἐπιστολή, παραινετικὴ πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξους, καὶ πολλῷ πλέον πρὸς τοὺς ἐν Αἰγύπτῳ, Συρίᾳ τε καὶ Παλαιστίνη, πρὸς ἀποφυγὴν τῆς ἐπιπολαζούσης παπικῆς πλάνης. Διακηρυχθεῖσα παρὰ τοῦ παναγιωτάτου οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Γρηγορίου καὶ τῆς περὶ αὐτὸν ἱερᾶς Συνόδου, ἤδη πρῶτον τύποις ἐκδοθεῖσα ἰδίοις ἀναλώμασι τῆς αὐτοῦ σεβασμιωτάτης Παναγιότητος. Ἐν ἧ ἐπισυνάπτεται διὰ τοῦ τύπου καί τις ἐπιστολὴ κατὰ τῶν λατινικῶν καινοτομιῶν,Σύνταγμα τοῦ ἀοιδίμου Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως, ὡς πολλὰ ἀναγκαία καὶ ὠφέλιμος. Κατὰ τὸ Πατριαρχεῖον, ¸απλθ´».

Ὑπενθυμίζεται κατ᾽ ἀρχὴν στὴν Ἐγκύκλιο ἡ εὐθύνη τῶν ποιμένων ἔναντι τῶν αἱρέσεων καὶ ἡ ἐξαπόλυση πρὸ δύο ἐτῶν ἐγκύκλιας ἐπιστολῆς κατὰ τῆς «ψυχολέθρου λύμης τῶν Λουθηροκαλβινιστῶν», καὶ στὴν συνέχεια ἐκτίθενται οἱ πλάνες τοῦ Παπισμοῦ, τὸν ὁποῖον χαρακτηρίζουν «ἀπάτην καὶ σατανικὴν πλάνην»:

«Ἀλλ᾽ ἤδη πάλιν μὲ ὑπερβάλλουσαν τῆς ψυχῆς μας λύπην ἐνωτισθέν­τες τὰ κατὰ Συρίαν, Αἴγυπτον καὶ Παλαιστίνην ραδιουργήματα καὶ τὰ κα­τὰ τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπιβουλεύματα τῶν τῆς πλάνης τοῦ Παπισμοῦ ὀπα­δῶν, καὶ μὴ ἀνεχόμενοι νὰ θεωρῶμεν διαδιδομένην καὶ ἐπὶ πλέον ἐπεκτει­νομένην τὴν τοιαύτην ψυχόλεθρον ἐν τοῖς Ὀρθοδόξοις λύμην, ἀλλ᾽ ἐπιθυ­μοῦντες νὰ στήσωμεν καὶ τὸν ροῦν τῆς ἀπάτης ταύτης καὶ σατανικῆς πλά­νης, ἵνα μὴ τῷ χρόνῳ συμπροϊοῦσα πᾶν τὸ ὀρθόδοξον λυμήνηται πλήρωμα, οὐκ ὠκνήσαμεν κ.τ.λ... στηλιτεύσωμεν δημοσίως, ὁποῖοί εἰσιν οἱ προβατό­σχημοι οὗτοι λύκοι, οἱ δόλιοι καὶ ἀπατεῶνες οἱ νεωστὶ ἤδη ἀπὸ τοῦ Λιβα­νίου ὄρους, ὡς ἄλλοι σκοτεινοὶ ἑωσφόροι ἀναφανέντες καὶ κατασκιάσαντες ὡς νέφος μέλαν τε καὶ ἐπαχθὲς καὶ πνιγηρὸν τὰ μέρη τῆς Συρίας, Αἰγύ­πτου καὶ Παλαιστίνης, λαλοῦντες βλάσφημα, κατὰ τῆς εὐαγγελικῆς ἀλη­θείας, καὶ διδάσκοντες σοφιστικῶς ἐναντίον τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως, καὶ οὕτω προφυλάξωμεν τοὺς ἀληθῶς εὐσεβεῖς ἀπὸ τῆς ἑωσφορικῆς πλά­νης αὐτῶν καὶ τὰ γνήσια τέκνα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὰς βλα­σφημίας τοῦ Παπισμοῦ. Καθότι ἡ ἀκόρεστος λύσσα τοῦ Παπισμοῦ κ.τ.λ.».

Ἐκθέτει στὴ συνέχεια τὶς πλάνες, καινοτομίες καὶ βλασφημίες τοῦ Παπισμοῦ: α) Τὴν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Filioque), β) τὸ Βάπτισμα διὰ ραντίσματος καὶ ὄχι μὲ τριττὴ κατάδυση καὶ ἀνάδυση μέσα στὸ ὕδωρ, γ) τὴν χρήση ἀζύμων στὴν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας, δ) τὴν βρώση πνικτῶν καὶ αἵματος, ε) τὴ νηστεία κατὰ τὸ Σάββατο, στ) τὴν ὑποχρεωτικὴ ἀγαμία τοῦ κλήρου, ζ) τὸ καθαρτήριο πῦρ, η) τὸ πρωτεῖο καὶ ἀλάθητο τοῦ πάπα, θ) τὴν διὰ χρημάτων χορήγηση συγχωροχαρτίων.

Πρὸ τῆς παραθέσεως τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας ὡς πρὸς τὶς πλάνες τοῦ Παπισμοῦ λέγουν: «Οἱ δὲ τῶν Κατολίκων αὐτῶν ἀνίεροι, φρονοῦντες καὶ δογματίζοντες κατ᾽ ἔκτασιν ὅσα καὶ αὐτὸς ὁ τῶν δογμάτων αὐτῶν κορυφαῖος, πρὸς ὃν ὑπόκεινται τετυφλωμένως ὡς ἀνδράποδα, οὐκ αἰσχύνονται νὰ λέγωσιν, ὅτι εἰσὶν ἱερεῖς καὶ ὅμοιοι καὶ ὁμόφρονες κατὰ πάντα ἡμῖν τοῖς Ὀρθοδόξοις, δελεάζοντες καὶ πλανῶντες διὰ τῆς ἐπιπλάστου ἐξωτερικῆς μόνης ἐξομοιώσεως αὐτῶν[4] τοὺς ἁπλουστέρους τῶν Ὀρθοδόξων, καὶ ἐκτραχηλίζοντες αὐτοὺς εἰς τὰ βάραθρα τῶν αἱρέσεών των καὶ εἰς τοὺς ψυχοφθόρους κρημνοὺς τῆς παπικῆς πλάνης των».

Ἡ ἐγκύκλιος καταλήγει μὲ τὰ ἑξῆς: «Ταῦτα ἐξεθέμεθα, τέκνα ἡμῶν ἀγαπητά, συντόμως μὲν καὶ κεφαλαιωδῶς, σαφῶς δὲ πρὸς διάκρισιν ὑμετέραν καὶ ἀσφάλειαν εἰς τὰ περὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἵνα γνωρίσητε ὅσον τὸ διάφορον ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῶν Κατολίκων, καὶ ἵνα μὴ ἀπα­τᾶσθε τοῦ λοιποῦ ἀπὸ τὰ σοφίσματα καὶ καινοφωνίας τῶν ψυχοφθόρων τούτων αἱρετικῶν, οἵτινες ἀκολουθοῦντες σοφιστικαῖς κακοτεχνίαις καὶ παραλελογισμέναις διδασκαλίαις, ἐκτρεπόμενοι εἰς βεβήλους καινοφωνίας καὶ ἀντιθέσεις ψευδωνύμων γνώσεων, ἠστόχησαν κατὰ τὸν Παῦλον, περὶ τὴν πίστιν, καὶ ἀγωνίζονται ὅλαις δυνάμεσιν καὶ ἑτέρους συνεφελκύσαι εἰς τὸ ἴδιον βάραθρον, καὶ προσηλύτους ποιῆσαι ὑμᾶς τῆς ματαιοφρόνου καὶ σατανικῆς τούτων αἱρέσεως...».Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος, ἔχων καὶ τὰς γνώμας τῶν μακαριωτάτων Πατριαρχῶν,
τοῦ τε Ἀλεξανδρείας κυρίου Ἱεροθέου καὶ τοῦ Ἀντιοχείας κυρίου Μεθοδίου,
ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀποφαίνεται.
† Ὁ Ἱεροσολύμων Ἀθανάσιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ συναποφαίνεται.

† Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος
† Ὁ Χαλκηδόνος Ἱερόθεος
† Ὁ Δέρκων Γερμανός
† Ὁ Θεσσαλονίκης Μελέτιος
† Ὁ Σερρῶν Ἀθανάσιος
† Ὁ Ἰωαννίνων Ἰωαννίκιος
    
† Ὁ ᾽Αγκύρας Νικηφόρος
† Ὁ Φιλαδελφείας Δανιήλ
† Ὁ Κενστεντιλίου Ἀρτέμιος
† Ὁ Λήμνου Ἱερώνυμος
† Ὁ Σκοπίων Γαβριήλ[5].

γ´. Ἀπάντησις τῶν Ὀρθοδόξων πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὸν πάπαν Πῖον θ´(1848)
Τὸ σπουδαῖο αὐτὸ κείμενο ποὺ ὑπογράφεται ἀπὸ τέσσαρες πατριάρχες (Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεοροσολύμων) καὶ ἀπὸ τοὺς συνοδικοὺς μητροπολίτες τῶν πατριαρχείων, ἐν ὅλῳ 29, ἀποτελεῖ  ἀπάντηση στὴν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Πίου θ´ «Πρὸς τοὺς Ἀνατολικούς», μὲ τὴν ὁποία καλοῦσε τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἑνωθοῦν ἀναγνωρίζοντας τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα.
Οἱ  Ὀρθόδοξοι πατριάρχες στὴν ἀπάντησή τους ἀναφέρονται στὴν ἀρ­χὴ στὸν κίνδυνο ποὺ πέρασε ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὶς παλαιὲς αἱρέσεις, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες χάθηκαν, ἄλλες φθίνουν καὶ ἀπομαραίνονται, ἄλλες ὅμως θάλλουν καὶ πλατύνονται, ὅπως ὁ Παπισμός, ὁ ὁποῖος ὅμως τελικῶς θὰ ἐξαφανισθεῖ:
«Τούτων τῶν πλατυνθεισῶν, κρίμασιν οἷς οἶδεν Κύριος, ἐπὶ μέγα μέρος τῆς οἰκουμένης αἱρέσεων, ἦν ποτε ὁ Ἀρειανισμός, ἔστι δὲ τὴν σήμερον καὶ ὁ Παπισμός· ἀλλὰ καὶ οὗτος (ὥπερ κἀκεῖνος ὁ ἤδη παντάπασιν ἐκλελοιπώς), καίτοι ἀκμαῖος τό γε νῦν, οὐκ ἰσχύσει εἰς τέλος, ἀλλὰ διελεύσεται καὶ καταβληθήσεται, καὶ ἡ οὐράνιος μεγάλη φωνὴ ἠχήσει “ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ”».

Στὴν συνέχεια ἀναιρεῖται μὲ ἰσχυρὰ θεολογικὰ ἐπιχειρήματα ἡ πλάνη τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ», ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ἐμφανῶς ὡς αἵρεση, ἀπαγορεύεται δὲ ρητῶς κάθε κοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων πρὸς τοὺς Παπικοὺς αἱρετικούς:
«Διὰ τοῦτο ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἑπομένη τοῖς ἴχνεσι τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀνατολικῶν τε καὶ δυτικῶν, ἐκήρυξέ τε πάλαι ἐπὶ τῶν Πατέρων ἡμῶν, καὶ κηρύττει πάλιν σήμερον συνοδικῶς, αὐ­τὴν μὲν τὴν ρηθεῖσαν καινοφανῆ δόξαν, ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐκπορεύε­ται ἐκ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ, εἶναι οὐσιωδῶς αἵρεσιν, καὶ τοὺς ὀπαδοὺς αὐτῆς, οἱοιδήποτε καὶ ἂν ὦσιν, αἱρετικούς, κατὰ τὴν ρηθεῖσαν συνοδικὴν ἀπόφασιν τοῦ ἁγιωτάτου πάπα Δαμάσου, καὶ τὰς ἐξ αὐτῶν συγκροτουμέ­νας συνάξεις αἱρετικάς, καὶ πᾶσαν κοινωνίαν πνευματικὴν καὶ θρη­σκευτικὴν τῶν Ὀρθοδόξων τέκνων τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς τοιαύτους ἄθεσμον, μάλιστα τῇ δυνάμει τοῦ ζ´ κανόνος τῆς Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου».

Κατόπιν γίνεται ἱστορικὴ ἀναφορὰ στὴν ἐξάπλωση τῆς αἱρέσεως στὴν Δύση ἐπὶ ἀρκετοὺς αἰῶνες, μέχρις ὅτου κατακυριεύθηκε τὸν 9ο αἰώνα καὶ ἡ πρεσβυτέρα Ρώμη, ἐνῶ δύο πάπες κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Φωτίου τὴν ἀπεκήρυξαν «οἷος Λέων ὁ Γ´ καὶ Ἰωάννης ὁ Η´, ὁ μὲν διὰ τῶν ἀργυρῶν ἐκείνων ἀσπίδων, ὁ δὲ διὰ τῆς εἰς τὴν Η´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδον πρὸς τὸν ἱερὸν Φώτιον ἐπιστολῆς αὐτοῦ». Οἱ προκάτοχοι Πατέρες προσεπάθησαν νὰ θεραπεύσουν τὸ τραῦμα, ἀλλὰ προσέκρουσαν στὴν ὑπερηφάνεια καὶ ἀμετανοησία τῶν Παπικῶν, καὶ ἔτσι «μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν ἀδελφικήν» παρητήθησαν. «Ἔκτοτε οὐδεμία κοινωνία πνευματικὴ ἡμῖν τε καὶ αὐτοῖς· βαθὺ γὰρ ὤρυξαν τὸ χάσμα ἰδίαις χερσὶ τὸ μεταξὺ αὐτῶν τε καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας».

Χαρακτηρίζουν οἱ πατριάρχες τὴν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα «Πρὸς τοὺς Ἀ­νατολικούς» ὡς «ἔξωθέν ποθεν ἐρχόμενον μίασμα» καὶ στὴ συνέχεια διὰ πολλῶν ἱστορικῶν καὶ θεολογικῶν ἐπιχειρημάτων κονιορτοποιοῦν τὴν ἀ­ξίωση τοῦ πάπα περί «πρωτείου». Μεταξὺ δὲ τῶν πολλῶν ἄλλων προσθέ­τουν ὅτι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μεταβολὲς καὶ νοθεύσεις εἰς τὰ τῆς πίστεως δὲν γίνονται οὔτε ἀπὸ πατριάρχες οὔτε ἀπὸ συνόδους, διότι φύ­λακας τῆς πίστεως εἶναι τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ λαός: «Ἔπειτα παρ᾽ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ». Οἱ Ὀρθόδοξοι κρατοῦμε ἄδολη καὶ ἀνό­θευτη τὴν πίστη, ὅπως τὴν παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς Πατέρες «ἀποστρεφόμε­νοι πάντα νεωτερισμὸν ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ διαβόλου· ὁ δεχόμενος νεωτε­ρισμὸν κατελέγχει ἐλλιπῆ τὴν κεκηρυγμένην ὀρθόδοξον πίστιν. Ἀλλ᾽ αὕτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχομένη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξη­σιν, μήτε ἀλλοίωσιν ἥντιναοῦν, καὶ ὁ τολμῶν ἢ πρᾶξαι ἢ συμβουλεῦσαι ἢ διανοηθῆναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἤδη ἑκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως, λαλῆσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ διὰ τῶν οἰκουμενι­κῶν Συνόδων».

Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:
† Ἄνθιμος ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, νέας ῾Ρώμης, καὶ οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ἱερόθεος ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πάσης γῆς Αἰγύπτου, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Μεθόδιος ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης τῆς μεγάλης θεουπόλεως Ἀντιοχείας καὶ πάσης Ἀνατολῆς, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Κύριλλος ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων καὶ πάσης Παλαιστίνης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.

Ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει ἱερὰ Σύνοδος
† Ὁ Καισαρείας Παΐσιος
† Ὁ Ἐφέσου Ἄνθιμος
Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος
† Ὁ Κιζύκου Ἰωακείμ
† Ὁ Νικομηδείας Διονύσιος
† Ὁ Χαλκηδόνος Ἱερόθεος
† Ὁ Δέρκων Νεόφυτος
† Ὁ Ἀνδριανουπόλεως Γεράσιμος
† Ὁ Νεοκαισαρείας Κύριλλος
    
† Ὁ Βερροίας Θεόκλητος
† Ὁ Πισσιδείας Μελέτιος
† Ὁ Σμύρνης Ἀθανάσιος
† Ὁ Μελενίκου Διονύσιος
† Ὁ Σόφιας Παΐσιος
† Ὁ Λήμνου Δανιήλ
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως Παντελεήμων
† Ὁ Ἐρσεκίου Ἰωσήφ
† Ὁ Βοδενῶν Ἄνθιμος.
Ἡ ἐν Ἀντιοχείᾳ ἱερὰ Σύνοδος

† Ὁ Ἀρκαδίας Ζαχαρίας
† Ὁ Ἐμέσης Μεθόδιος
    
† Ὁ Τριπόλεως Ἰωαννίκιος
† Ὁ Λαοδικείας Ἀρτέμιος
Ἡ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἱερὰ Σύνοδος

† Ὁ Πέτρας Μελέτιος
† Ὁ Βηθλεὲμ Διονύσιος
† Ὁ Γάζης Φιλήμων
† Ὁ Νεαπόλεως Σαμουήλ
    
† Ὁ Σεβαστείς Θαββαῖος
† Ὁ Φιλαδελφείας Ἰωαννίκιος
† Ὁ Θαβωρίου Ἱερόθεος[6].

δ´. Γρηγορίου Στ´ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἀπόρριψις τῆς Παπικῆς προσκλήσεως εἰς τὴν ἐν Βατικανῷ Σύνοδον (1868)
Ὁ ἴδιος πάπας Πῖος Θ´ ἀπέστειλε πρόσκληση στὶς 8 Σεπτεμβρίου τοῦ 1868 «Πρὸς πάντας τοὺς ἐπισκόπους τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, τοὺς μὴ κοινωνοῦντας τῇ Ἀποστολικῆ ἕδρᾳ», ἐπαναλαμβάνων τὶς περὶ πρωτείου ἀξιώσεις του. Τὴν πρόσκληση ἐπεχείρησε νὰ ἐπιδώσει στὶς 6 ᾽Οκτωβρίου τοῦ 1868 τετραμελὴς παπικὴ ἀντιπροσωπεία, ἀλλὰ ὁ πατριάρχης Γρηγόριος Στ´ ἀρνήθηκε νὰ τὴν παραλάβει, ἐφ᾽ ὅσον ἐξακολουθοῦσε ὁ πάπας νὰ μένει στὶς ἴδιες πλάνες τοῦ 1848, τὶς ὁποῖες τότε εἶχαν ἀπορρίψει οἱ πατριάρχες τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως εἴδαμε στὸ προηγούμενο κείμενο. Σὲ ἐπίσημο ἀνακοινωθὲν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀναφέρονται οἱ λόγοι τοῦ πατριάρχου πρὸς τὴν παπικὴ ἀντιπροσωπεία. Σὲ ἐρώτηση ἐκπροσώπου τοῦ πάπα ποιές εἶναι οἱ πλάνες τοῦ Παπισμοῦ ὁ πατριάρχης ἀπήντησε:

«Ἵνα παραλίπωμεν τὰ καθέκαστα, ἡμεῖς, ἐφόσον ὑπάρξει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος ἐπὶ τῆς γῆς, δὲν δυνάμεθα νὰ παραδεχθῶμεν, ὅτι ἐν τῇ ὅλῃ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει ἐπίσκοπός τις ἄρχων καὶ κεφαλὴ ἄλλη καὶ ἄλλος παρὰ τὸν Κύριον· ὅτι Πατριάρχης τις ὑπάρχει ἀλάθητος καὶ ἀναμάρτητος, ὁμιλῶν ἀπὸ καθέδρας καὶ ὑπέρτερος τῶν οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἐν αἷς ἔνεστι τὸ ἀλάνθαστον, συμφωνούσαις τῇ Γραφῇ καὶ τῇ ἀποστολικῇ Παραδόσει· ἢ ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ὑπῆρξαν ἄνισοι πρὸς ὕβριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ φωτίσαντος ἐπίσης τοὺς πάντας· ἢ ὅτι οὗτος ἢ ἐκεῖνος ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Πάπας ἔσχον τὰ πρεσβεῖα τῆς ἕδρας οὐκ ἀπὸ συνοδικοῦ καὶ ἀνθρωπίνου, ἀλλ᾽ ἐκ θείου ὡς λέγετε, δικαίου, καὶ τὰ τούτοις ὅμοια».

Σὲ τοποθέτηση ἄλλου παπικοῦ ἀντιπροσώπου ὅτι ἡ ἐν Φλωρεντίᾳ Σύνοδος τὰ ἐξήτασε αὐτὰ καὶ ἕνωσε τὶς δύο Ἐκκλησίες καὶ ὅτι ὁ πάπας καλεῖ τώρα στὴν νέα οἰκουμενικὴ σύνοδο γιὰ νὰ ἑνωθοῦν ὅσοι τότε δὲν ἑνώθηκαν, ὁ πατριάρχης σχεδὸν προσβλητικὰ ἀπήντησε ὅτι μόνον «ἀπαί­δευτος ἄνθρωπος ἐνδέχεται ν᾽ ἀγνοῇ πόσα ἐρρέθησαν καὶ ἐγράφησαν κατὰ τῆς Φλωρεντινῆς συνόδου», καὶ βέβαια δὲν θεωρεῖ ἀπαίδευτο τὸν ὁμιλή­σαντα. Λέγει ὅτι ἡ βεβιασμένη καὶ καταναγκασμένη ἐκείνη ἕνωση «ἀπέθα­νεν εἰς τὰ σπάργανά της». Περὶ τοῦ ποιά σύνοδος μπορεῖ νὰ χαρακτηρι­σθεῖ ὡς οἰκουμενικὴ καὶ πῶς συγκαλεῖται λέγει τὰ ἑξῆς ἐνδιαφέροντα ὁ πατριάρχης, ἐν ὄψει καὶ τῆς ἰδικῆς μας Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου:

«Καθ᾽ ἡμᾶς οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ οἰκουμενικὴ Ἐκκλησία καὶ ἀληθινὴ καθολικότης ἐστὶ καὶ λέγεται ἐκεῖνο τὸ ἅγιον καὶ ἀκήρατον σῶμα, ἐν ᾧ ἀνεξαρτήτως τοῦ ὑλικοῦ πληθυσμοῦ αὑτοῦ συγκεφαλαιοῦται ἁγνὴ ἡ διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων καὶ ἡ πίστις πάσης τοπικῆς Ἐκκλησίας, στηριχθεῖσα καὶ βασανισθεῖσα ἀπὸ τῆς θεμελιώσεως τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τῶν ὀκτὼ πρώτων αἰώνων, ἐν οἷς οἱ Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως καὶ αἱ ἁγιώταται καὶ πνευματοκίνητοι Σύνοδοι καὶ ἐκεῖνοι οἱ σεβάσμιοι Πατέρες, ὧν γνωστὰ τοῖς πᾶσιν εἰσὶ τὰ συγγράμματα, γινέσθωσαν ὁ ἄπταιστος καὶ ἀσφαλὴς ὁδηγὸς παντὸς χριστιανοῦ καὶ ἐπισκόπου τῆς Δύσεως, τοῦ εἰλικρινῶς ποθοῦντος καὶ ζητοῦντος τὴν εὐαγγελικὴν ἀλή­θειαν. ᾽Εκεῖνοί εἰσι τὸ ὑπέρτατον κριτήριον τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας· ἐκεῖνοί εἰσιν ἡ ἀσφαλὴς ὁδός, ἐφ᾽ ἧς δυνάμεθα νὰ συναντηθῶμεν ἐν τῷ ἁγίῳ φιλήματι τῆς δογματικῆς ἑνώσεως· πᾶς δὲ ὁ ἐκτὸς τῆς τροχιᾶς ἐκείνης περιπορευόμενος θεωρηθήσεται παρ᾽ ἡμῶν ἔκκεντρος καὶ ἀναρμό­διος εἰς τὸ συγκεντρῶσαι περὶ ἑαυτὸν τὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Εἰ δὲ τυχὸν ἔνιοι τῶν δυτικῶν ἐπισκόπων, ἔχοντες ἀμφιβολίαν περὶ τινων δογμάτων αὑτῶν, θέλουσι νὰ συνέλθωσι, συνερχέσθωσαν καὶ ἀναθεωρείτωσαν αὐτὰ καθ᾽ ἡμέραν, εἰ βούλονται.

Ἡμεῖς οὐδεμίαν ἀμφιβολίαν ἔχομεν περὶ τῶν πατροπαραδότων καὶ ἀναλλοιώτν δογμάτων τῆς εὐσεβείας. Καὶ ἄλλως δέ, ὦ σεβάσμιοι ἀββάδες, περὶ οἰκουμενικῆς Συνόδου ὄντος τοῦ λόγου, δὲν διαφεύγει βεβαίως τὴν μνήμην ὑμῶν, ὅτι αἱ οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἄλλως πως συνεκροτοῦντο, ἢ ὅπως ἤδη διεκήρυξεν ἡ Α. Μακαριότης. Ἐὰν ὁ τῆς ῾Ρώμης μακαριώτατος Πάπας ἠσπάζετο τὴν ἀποστολικὴν ἰσοτιμίαν καὶ ἰσαδελφίαν, ἔπρεπεν, ὡς ἐν ἴσοις τὴν ἀξίαν καὶ πρῶτος τῇ τῆς ἕδρας τάξει, κατὰ τὸ κανονικὸν δίκαιον, ν᾽ ἀπευθύνῃ γράμμα ἰδιαίτερον πρὸς ἕκαστον τῶν Πατριαρχῶν καὶ τῶν Συνόδων τῆς Ἀνατολῆς, οὐχ ἵνα ἐπιβάλῃ ἐγκυκλίως καὶ δημοσιογραφικῶς, ὡς πάντων ἄρχων καὶ δεσπότης, ἀλλ᾽ ἵνα ἐρωτήσῃ ἀδελφοὺς ἀδελφός, ἰσότιμός τε καὶ ἰσοβάθμιος, εἰ συνεγκρίνουσι, ποῦ καὶ πῶς καὶ ὁποίας ἱερᾶς Συνόδουξ τὴν συγκρότησιν. Τούτων οὕτως ἐχόντων, ἢ ἀναδραμεῖσθε καὶ ὑμεῖς εἰς τὴν Ἱστορίαν καὶ εἰς τὰς οἰκουμενικὰς Συνόδους, ἵνα ἱστορικῶς κατωρθωθῇ ἡ παρὰ πάντων ποθουμένη ἀληθὴς καὶ χριστοσύλλεκτος ἕνωσις, ἢ πάλιν ἀρκεσθησόμεθα εἰς τὰς ἡμῶν διηνεκεῖς προσευχὰς καὶ δεήσεις ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, τῆς εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως. Ἐν δὲ τοιαύτῃ περιπτώσει μετὰ λύπης διαβεβαιοῦμεν ὑμῖν, ὅτι περιττὴν καὶ ἄκαρπον νομίζομεν τήν τε πρόσκλησιν καὶ ὅπερ συνεπιφέρετε ἐπιστολιμαῖον τοῦτο φυλλάδιον»[7].

ε´ Ἀπάντησις τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1895 πρὸς τὸν πάπα Λέοντα ΙΓ´
Ἀφορμὴ γιὰ τὴν τελευταία αὐτὴ Ὀρθόδοξη πατριαρχικὴ καὶ συνοδικὴ ἀπάντηση τοῦ 19ου αἰῶνος ἔδωσε ἡ ἐγκύκλιος τοῦ πάπα Λέοντος ΙΓ´, τὴν ὁποία ἀπηύθυνε «Πρὸς τοὺς ἡγεμόνας καὶ τοὺς λαοὺς τῆς οἰκουμένης» τὸν Ἰούνιο τοῦ 1894, καλώντας καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν παπι­κὸ θρόνο. Τὸ ἀρχικὸ σχέδιο τῆς ἀπαντήσεως ἑτοίμασε ὁ τότε καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης καὶ μετέπειτα μητροπολίτης Καστορίας καὶ θρυλικὸς Μακεδονομάχος Γερμανὸς Καραβαγγέλης, τὸ ὁποῖο, ἀφοῦ τὸ ἐξήτασε τριμελὴς συνοδικὴ ἐπιτροπή, ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τὴν Σύνοδο, μεταφράσθηκε σὲ ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες καὶ σχολιάσθηκε εὐμενῶς[8].

Τὸ κείμενο ἀρχίζει μὲ ἀναφορὰ στὶς αἱρέσεις ποὺ ὡς ζιζάνια ἐφύτρωσαν στὸν ἀγρὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς σπέρματα πονηρὰ δικαίως ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὸ ὑγιὲς σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο τῇ ἐπηρείᾳ τοῦ Διαβόλου ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὁλόκληρα ἔθνη τῆς Δύσεως, ἐξ αἰτίας τῆς ἀλαζονείας τῶν ἐπισκόπων τῆς Ρώμης, οἱ ὁποῖοι ἐγέννησαν ἄθεσμες καὶ ἀντιευαγγελικὲς καινοτομίες.

Ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὸν πόθο τῆς ἑνώσεως. «Συμφώνως δὲ πρὸς τὸν ἱερὸν τοῦτον πόθον ἡ καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθόδοξος τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία πάντοτε ἑτοίμως ἔχει ἀποδέξασθαι πᾶσαν περὶ ἑνώσεως πρότασιν, ἐὰν μόνον ὁ τῆς Ρώμης ἐπίσκοπος ἀποτινάξῃ ἅπαξ διὰ παντὸς τὸν ὁρμαθὸν τῶν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν αὐτοῦ παρεισαχθέντων πολλῶν καὶ ποικίλων ἀντευαγγελικῶν νεωτερισμῶν». Ἡ ἕνωση μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (ὄχι ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν) πρέπει νὰ γίνει «ἐν τῷ ἑνὶ κανόνι τῆς πίστεως». Δὲν εἶναι δυνατὸν μέσα στὴν Ἐκκλησία ἄλλος νὰ πιστεύει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός, καὶ ἄλλος ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ· ἄλλος στὸ Βάπτισμα νὰ ραντίζει, καὶ ἄλλος νὰ βυθίζει τρεῖς φορές· ἄλλος στὴ Θ. Εὐχαριστία νὰ χρησιμοποιεῖ ἔνζυμο ἄρτο, καὶ ἄλλος ἄζυμο· ἄλλος νὰ μεταδίδει στὸ λαὸ καὶ ἀπὸ τὸ ἅγιο ποτήριο, καὶ ἄλλος μόνο ἀπὸ τὸν ἄρτο.

Παρουσιάζονται στὴν συνέχεια καὶ ἀναιροῦνται δέκα καινοτομίες τοῦ Παπισμοῦ κατὰ σειράν: ἡ ἐκπόρευση καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ (Filioque), τὸ ράντισμα στὸ Βάπτι­σμα, τὰ ἄζυμα στὴν Θ. Εὐχαριστία, ὁ καθαγιασμὸς τῶν Τιμίων Δώρων διὰ τῶν λόγων τοῦ Κυρίου καὶ ὄχι διὰ τῆς ἐπικλήσεως, ἡ κοινωνία τῶν λαϊκῶν μόνον ἀπὸ τὸν ἄρτο, τὸ καθαρτήριο πῦρ, ἡ περισσεύουσα ἀξιομισθία τῶν ἁγίων καὶ οἱ ἀφέσεις, ἡ πλήρης μακαριότης τῶν ἁγίων πρὸ τῆς δευτέρας παρουσίας, ἡ ἄσπιλος σύλληψη τῆς Θεοτόκου καὶ τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα. Στὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα δίνει ἰδιαίτερη βαρύτητα ἡ ἀπάντηση, διότι οἱ παπικοὶ παραθεωροῦν τὶς ἄλλες σημαντικὲς διαφορὲς καὶ θεωροῦν ὅτι μόνον αὐτὴ εἶναι τὸ ἐμπόδιο, πρέπει ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ τὸ δεχθοῦν, διότι ἔχει θεία προέλευση, στηρίζεται στὸ πρωτεῖο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Εἶναι σαφέστατη, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ ἡ θέση τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1895 καὶ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς εὑρίσκονται σήμερα θεολόγοι τοῦ Φαναρίου, γεγηρακότες καὶ νεοσσοί, οἱ τελευταῖοι ὄντως νήπια ἀθεολόγητα, νὰ ὁμιλοῦν περὶ παγκοσμίου πρωτείου τοῦ πάπα καὶ τοῦ πατριάρχου, ὁ ὁποῖος ἄκουσον, ἄκουσον! δὲν εἶναι πρῶτος μεταξὺ ἴσων (primus inter pares), ὅπως ἡ συνοδικὴ καὶ κανονικὴ παράδοση ἐπιτάσσει, ἀλλὰ πρῶτος ἄνευ ἴσων (primus sine paribus), ὅπως ὁ φιλοπαπικὸς καὶ φιλοπατριαρχικὸς ἀνώριμος νοῦς τους καὶ ἡ ἀμάθεια τοὺς ὑπαγορεύει.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Βαρθολομαῖο, ποὺ κατακρημνίζει τὴν Παράδοση, ὅλοι οἱ πρὸ τοῦ 20οῦ αἰῶνος πατριάρχες καὶ σύνοδοι στηρίζουν καὶ ἐνισχύουν τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση. Γράφει σχετικὰ τὸ πατριαρχικὸ καὶ συνοδικὸ κείμενο: «Οἱ θεῖοι Πατέρες, τιμῶντες τὸν ἐπίσκοπον Ρώμης μόνον ὡς ἐπίσκοπον τῆς πρωτευούσης πόλεως τοῦ κράτους, ἀπέδωκαν αὐτῷ προεδρείας πρεσβεῖα τιμητικά, θεωρήσαντες αὐτὸν ἁπλῶς ὡς πρῶτον τῇ τάξει ἐπίσκοπον, τουτ᾽ ἔστι πρῶτον ἐν ἴσοις, ἅπερ πρεσβεῖα καὶ τῷ Κωνσταντινουπόλεως ἀπένειμαν κατόπιν, ὅτε ἡ πόλις αὕτη ἐγένετο πρωτεύουσα τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους, ὡς μαρτυρεῖ περὶ τούτου ὁ κη´ κανὼν τῆς Δ´ ἐν Χαλκηδόνι οἰκουμενικῆς Συνόδου, λέγων πρὸς τοῖς ἄλλοις τάδε:

“Τὰ αὐτὰ καὶ ἡμεῖς ὁρίζομέν τε καὶ ψηφιζόμεθα περὶ τῶν πρεσβείων τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς αὐτῆς Κωνσταντινουπόλεως, νέας ῾Ρώμης· καὶ γὰρ τῷ θρόνῳ τῆς πρεσβυτέρας ῾Ρώμης διὰ τὸ βασιλεύειν τὴν πόλιν ἐκείνην οἱ πατέρες εἰκότως ἀποδεδώκασι τὰ πρεσβεῖα· καὶ τῷ αὐτῷ σκοπῷ κινούμενοι οἱ ρν´ ἐπίσκοποι τὰ ἴσα πρεσβεῖα ἀπένειμαν τῷ τῆς νέας ῾Ρώμης ἁγιωτάτῳ θρόνῳ”. Ἐκ τοῦ κανόνος τούτου καταφαίνεται, ὅτι ὁ ῾Ρώμης ἐστὶν ἐπίσκοπος ἰσότιμος τῷ ἐπισκόπῳ τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως καὶ τοῖς τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ἐν οὐδενὶ δὲ κανόνι καὶ παρ᾽ οὐδενὶ τῶν Πατέρων ὑπαινιγμός τις γίνεται, ὅτι ποτὲ ὁ ῾Ρώμης μόνος ἐστὶν ὁ ἀρχηγὸς τῆς καθόλου Ἐκκλησίας καὶ ὁ ἀλάθητος κριτὴς τῶν ἐπισκόπων τῶν ἄλλων ἀνεξαρτήτων καὶ αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν ἢ διάδοχος τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καὶ τοποτηρητὴς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.

Ἑκάστη κατὰ μέρος αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία ἔν τε τῇ Ἀνατολῇ καὶ τῇ Δύσει ἦν ὅλως ἀνεξάρτητος καὶ αὐτοδιοίκητος κατὰ τοὺς χρόνους τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὅπως δὲ οἱ ἐπίσκοποι τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, οὕτω καὶ οἱ τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἱσπανίας, τῶν Γαλλιῶν, τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Βρεττανίας ἐκυβέρνων τὰ τῶν Ἐκκλησιῶν αὑτῶν ἕκαστοι διὰ τῶν ἰδίων τοπικῶν Συνόδων, οὐδὲν ἀναμίξεως δικαίωμα ἔχοντος τοῦ ἐπισκόπου ῾Ρώμης, ὅστις καὶ αὐτὸς ἐπίσης ὑπήγετο καὶ ὑπεῖκεν εἰς τὰς συνοδικὰς ἀποφάσεις. Ἐν σπουδαίοις δὲ ζητήμασι, δεομένοις τοῦ κύρους τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, ἐγίνετο ἔκκλησις εἰς οἰκουμενικὴ Σύνοδον, ἥτις μόνη ἦν καὶ ἔστι τὸ ἀνώτατον ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ κριτήριον.

Τοιοῦτον ὑπῆρχε τὸ ἀρχαῖον τῆς Ἐκκλησίας πολίτευμα· οἱ δὲ ἐπίσκοποι ἦσαν ἀνεξάρτητοι ἀπ᾽ ἀλλήλων καὶ ἐλεύθεροι ὅλως ἐν τοῖς ἰδίοις ἕκαστος ὁρίοις, μόνον ταῖς συνοδικαῖς διατάξεσιν ὑπείκοντες, καὶ παρεκάθηντο ἴσοι πρὸς ἀλλήλους ἐν ταῖς συνόδοις· οὐδεὶς δὲ αὐτῶν διεξεδίκει ποτὲ μοναρχικὰ δικαιώματα ἐπὶ τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Εἰ δὲ ποτε φιλοδοξοῦντές τινες ἐπίσκοποι τῆς ῾Ρώμης ἤγειρον ὑπερφιάλους ἀξιώσεις ἀγνώστου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπολυταρχίας, οἱ τοιοῦτοι προσηκόντως ἠλέγχθησαν καὶ ἐπετιμήθησαν. Ἀνακριβὲς ἄρα καὶ προφανὴς πλάνη ἐξελέγχεται, ὅπερ διϊσχυρίζεται ὁ Λέων ΙΓ´ λέγων ἐν τῇ ἐγκυκλίῳ αὐτοῦ, ὅτι πρὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ μεγάλου Φωτίου τὸ ὄνομα τοῦ ῥωμαϊκοῦ θρόνου ἦν ἅγιον παρὰ πᾶσι τοῖς λαοῖς τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, ἡ δὲ Ἀνατολὴ ὁμοίως τῇ Δύσει ὁμοθυμαδὸν καὶ ἄνευ ἀντιστάσεως ὑπετάσσετο τῷ ῾Ρωμαίῳ ἀρχιερεῖ, ὡς διαδόχῳ δῆθεν νομίμῳ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, καὶ κατὰ συνέπειαν τοποτηρητῇ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς».

Περὶ τὸ τέλος ἡ συνοδικὴ καὶ πατριαρχικὴ ἀπάντηση συμπεραίνει τὰ ἑξῆς συνοψίζουσα ὅσα περὶ τοῦ ἑαυτοῦ της καὶ τοῦ Παπισμοῦ ἐπίστευεν ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν αἰώνων: «Ἡ Ὀρθόδοξος ἄρα Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία δικαίως καυχᾶται ἐν Χριστῷ, ὅτι ἐστὶν ἡ Ἐκκλησία τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν ἐννέα πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἑπομένως ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, “στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας” ἡ δὲ νῦν ῾Ρωμαϊκή ἐστιν Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν, τῆς νοθεύσεως τῶν συγγραμμάτων τῶν ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων καὶ τῆς παρερμηνείας τῆς τε ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν ὅρων τῶν ἁγίων Συνόδων· διὸ εὐλόγως καὶ δικαίως ἀπεκηρύχθη καὶ ἀποκηρύσσεται, ἐφ᾽ ὅσον ἂν ἐμμένῃ ἐν τῇ πλάνῃ αὐτῆς. “Κρείσσων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος, λέγει καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ”».

Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Κυζίκου Νικόδημος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Νικομηδείας Φιλόθεος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† ῾Ο Νικαίας Ἱερώνυμος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Προύσης Ναθαναὴλ ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Σμύρνης Βασίλειος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Φιλαδελφείας Στέφανος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
    
† Ὁ Λήμνου Ἀθανάσιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Δυρραχίου Βησσαρίων ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Βελεγράδων Δωρόθεος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέ­της.
† Ὁ Ἐλασσῶνος Νικόδημος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέ­της.
† Ὁ Καρπάθου καὶ Κάσσου Σωφρόνιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Ἐλευθερουπόλεως Διονύσιος ἐν Χρι­στῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης[9].

5. Τὰ βασικὰ γνωρίσματα τῶν πατριαρχικῶν καὶ συνοδικῶν κειμένων, τοῦ 19ου αἰῶνος καὶ ἡ σημερινή τους ἀθέτηση.
Ἐπειδὴ ὅσοι ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀθέσμου καὶ ἀντιπατερικῆς ἀνατροπῆς καὶ ἀλλαγῆς κατηγορούμαστε ἀπὸ κάποιους ὡς παρασυνάγωγοι καὶ ἀνυπάκουοι, ἐνῶ ἀντίθετα ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε καὶ ὑπακούουμε στὶς τόσο πυκνὲς πατριαρχικὲς καὶ συνοδικὲς ἀποφάσεις τοῦ 19ου αἰῶνος, ποὺ ἀποτελοῦν σταθερὴ καὶ ἀδιάκοπη συνέχεια καὶ διαδοχὴ ὅλων τῶν αἰώνων, ἐνῶ ἄλλοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ φατριάζουν καὶ ἀπειθοῦν, ὅπως προκύπτει σαφέστατα ἀπὸ τὰ κείμενα ποὺ καταθέσαμε, θὰ συνοψίσουμε ἐδῶ γιὰ εὐκολώτερη κατανόηση μερικὲς ἀπὸ τὶς θέσεις τῶν κειμένων, οἱ ὁποῖες σήμερα ἔχουν ἐγκαταλειφθῆ καὶ συκοφαντηθῆ:

α) Οἱ Οἰκουμενισταὶ ἀποκαλοῦν σήμερα τοὺς Παπικούς «ἀδελφὲς ἐκκλησίες», συμμετέχουμε ἰσότιμα, ἐπὶ ἴσοις ὅροις, μὲ τοὺς Προτεστάντες, στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δεχόμαστε ὅτι ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια καὶ χορηγοῦν τὴν Χάρη καὶ τὴν σωτηρία, ἐνῶ στὰ ὀρθοδοξώτατα καὶ πατερικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος ἀποκαλοῦνται «αἱρέσεις» μὲ βαρεῖς χαρακτηρισμούς. Ἑπομένως βάσει τῶν συνοδικῶν καὶ πατριαρχικῶν κειμέ­νων ἔχουμε δίκαιο ὅσοι ἀποκαλοῦμε τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ὀρθότατα καὶ ὀρθοδοξώτατα ὡς «Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων».

β) Ἀπέναντι αὐτῶν τῶν αἱρέσεων δὲν ὑπάρχει σήμερα ἀγωνία καὶ ποι­μαντικὴ μέριμνα, ὥστε νὰ μὴ βλαβεῖ τὸ ποίμνιο καὶ χάσει τὴν σωτηρία του. Οὔτε ἡ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ ἐπὶ τῶν αἱρέσεων ἀσχολεῖται μὲ αὐτές. Ἀντίθε­τα εἶναι ἔκδηλο τὸ ποιμαντικὸ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ ἀγωνία τῶν συνοδικῶν καὶ πατριαρχικῶν κειμένων, ποὺ φθάνει μέχρι τοῦ σημείου νὰ ἀναιροῦνται μία πρὸς μία οἱ αἱρέσεις καὶ οἱ πλάνες. Τὸ ποίμνιο ἀγνοεῖ σήμερα τὸν κίνδυνο ἀπὸ αὐτὲς τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ.

γ) Τοὺς Χριστιανοὺς τοῦ Πάπα δὲν τοὺς ὀνομάζουν τὰ κείμενα οὔτε Καθολικοὺς οὔτε Ρωμαιοκαθολικούς, ἀλλὰ Κατόλικους καὶ Παπιστάς. Χρησιμοποιοῦν τό «Κατόλικοι», γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ἔχουν νοθεύσει τό «Καθολικοί», ἀλλὰ καὶ ἀκουόμενο νὰ ὑπενθυμίζει τοὺς λύκους: «Κατόλυ­κοι». Ἀληθινὰ Καθολικοὶ εἴμαστε οἱ Ὀρθόδοξοι, ὡς μέλη τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ Ρωμαιοκαθολικοί, διότι ἀκολουθοῦμε, τὴν ὀρθόδοξη παλαιὰ Ρώμη (τῆς Ἰταλίας) καὶ τὴν ὀρθόδοξη Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη).

δ) Σήμερα ἡ αἱρετίζουσα θρασύτητα τῆς «Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος (Βόλος), θέλει, καὶ ἐπιδιώ­κει νὰ παραμερίσει νὰ περιθωριοποιήσει τοὺς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλη­σίας, μὲ τὴν γνωστὴ «Μεταπατερικὴ Θεολογία» ἤ «Μεταπατερικὴ Αἵρεση», ὅπως τὴν ἀποκάλεσε γνωστὸς ἑλλαδίτης ἐπίσκοπος. Τὴν «Μεταπατερικὴ Αἵρεση» καλύπτουν καὶ τὸ Φανάρι καὶ ἡ Ἀθήνα μὲ ἐπαίνους, ἐγκώμια, βραβεῖα κ.ἄ. πρὸς τοὺς ἐκπροσώπους της, ἀντὶ ποινῶν καὶ ἐπιπλήξεων, δυστυχῶς στὴν πράξη πράττουν τὸ ἴδιο καὶ κάποιοι ἐπίσκοποι ποὺ τὴν ἐπικρίνουν στὴν θεωρία. Στὰ συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ κείμενα ἀντίθετα εἶναι ἔκδηλος ὁ σεβασμὸς καὶ συχνότατη ἡ ἐπίκληση τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν ὁποίων ἀκολουθοῦν μὲ πιστότητα τὴν αὐστηρὴ στάση ἔναντι τῶν αἱρετικῶν.

Παραμερίζουν τοὺς Ἁγίους Πατέρες, διότι ἀποτελοῦν φραγμὸ καὶ ἐμπόδιο στὴν κακὴ «ἕνωση» ποὺ ἑτοιμάζουν μὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἀλλοθρήσκους. Ἔτσι μόνον δικαιολογεῖται ἡ παντελῶς ἀδικαιολόγητη, ἀπαράδεκτη καὶ βλάσφημη, οἰκουμενιστικὴ ρήση τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου, ποὺ ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριῶν στὸ Ἅγιον Ὄρος, οἱ ὁποῖες κατασίγασαν δυστυχῶς μετὰ ἀπὸ ἀστεῖες, γιὰ παιδιὰ καὶ ἀνοήτους, ἐξηγήσεις. Εἶπε ὁ πατριάρχης, γιὰ νὰ θυμόμαστε: «Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου Ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ»[10].

Νὰ λοιπὸν ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ «ἐπὶ ἴσοις ὅροις»· σατανοκίνητοι οἱ αἱρετικοί, σατανοκίνητοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὁ Μ. Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, οἱ Ἅγιοι Κολλυβάδες κ.ἄ. Ὑπάρχει χειρότερη βλασφημία; Μὲ βάση αὐτὴν τὴν δήλωση θὰ πρέπει νὰ κατεβάσουμε τὶς εἰκόνες αὐτῶν τῶν Ἁγίων, ὁμολογητῶν καὶ ἀγωνιστῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, νὰ καταργήσουμε τὶς ἑορτὲς καὶ τὶς ἀκολουθίες τους, καὶ ἀντὶ νὰ ζητοῦμε τὶς πρεσβεῖες τους, νὰ κάνουμε μνημόσυνα, γιὰ νὰ τοὺς συγχωρήσει ὁ Θεός. Δὲν ἀποκλείεται καὶ αὐτὸ νὰ συμβεῖ, ἀφοῦ ἀκολουθοῦμε καὶ θαυμάζουμε τὸν πάπα. Λίγους ἁγίους κατήργησε ὁ ἀλάθητος καί «πρῶτος χωρὶς ἴσους» πάπας;

ε) Στὸν Διάλογο Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν ποὺ διαρκεῖ τριάντα πέντε χρόνια, γιατὶ ἐκτὸς τῶν ἄλλων λόγων συζητούσαμε ἐπὶ ἔτη, κατὰ παγκόσμια ἱστορικὴ πρωτοτυπία ὄχι γιὰ τὰ διαιροῦντα ἀλλὰ γιὰ τὰ ἑνοῦντα, ἀρχίσαμε ἐπὶ τέλους νὰ συζητοῦμε γιὰ τὸ τεράστιο θέμα τοῦ «πρωτείου» τοῦ πάπα. Καὶ στὸ θέμα αὐτὸ γιὰ πρώτη φορὰ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι ἀπέκλιναν ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐδέχθησαν, παπίζοντες καὶ λατινίζοντες, πρωτοφανῆ κακόδοξη θεωρία ὅτι τό «πρωτεῖο» ὑπάρχει σὲ τρία ἐπίπεδα· σὲ τοπικὸ σὲ περιφερειακὸ καὶ σὲ παγκόσμιο. Σὲ τοπικὸ πρῶτος εἶναι ὁ ἐπίσκοπος σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄλλους κληρικούς, σὲ περιφερειακὸ ὁ μητροπολίτης σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄλλους ἐπισκόπους, καὶ σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο ὁ πάπας σὲ σχέση μὲ ὅλους τοὺς ἐπισκόπους.

Ἡ παπικὴ αὐτὴ θεωρία, ὑποστηρίχθηκε γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ τοὺς θεολόγους τοῦ Φαναρίου μέσα στὸν Διάλογο, διότι ἂν γινόταν δεκτή -εὐτυχῶς ποὺ δὲν ἔγινε- καὶ δεδομένου ὅτι ὁ πάπας, πρὶν νὰ γίνει ἡ ἕνωση, ἔχει δικαιοδοσία μόνον ἐπὶ τῶν Παπικῶν, ὡς πρῶτος μεταξὺ τῶν Ὀρ­θοδόξων σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο ἀπομένει ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπό­λεως. Μεγάλη θεολογικὴ ἀνακάλυψη γιὰ τὴν στήριξη τοῦ Φαναρίου, ἡ ὁποία συμπληρώθηκε ἀπὸ μικροὺς καὶ ἀνόητους θεολόγους μὲ δύο ἄλλες μεγάλες θεολογικὲς ἀνακαλύψεις! Ὅτι ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πολὺ περισσότερο ὁ πάπας, εἶναι πρῶτος ὄχι μεταξὺ ἴσων, ὅπως διαχρονικὰ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ δέχεται ἡ Ἐκκλησία (primus inter pares), ἀλλὰ εἶναι πρῶτος χωρὶς ἴσους (primus sine paribus).

Καὶ γιὰ νὰ μὴ στηρίζεται τὸ πρωτεῖο μόνο σὲ ἱστορικοὺς λόγους, στὴν πολιτικὴ δηλαδὴ σημασία τῶν θρόνων, στὴν Ρώμη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ὡς πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχει καὶ θεολογικὴ θεμελίωση, νὰ προέρχεται ὄχι ἐξ ἀνθρωπίνου, ἀλλὰ ἐκ θείου δικαίου, ἐφεῦραν τὴν τριαδολογικὴ θεμελίωση τοῦ πρωτείου μὲ βάση τὸ πρωτεῖο τοῦ Πατρὸς σὲ σχέση μὲ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα. Ποιός μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν φωτίζει καὶ τοὺς σημερινοὺς θεολόγους στὴν διεκδίκηση πρωτείων, πρωτοκαθεδρίας, ἀξιωμάτων; Δὲν τὰ ἐγνώριζαν αὐτὰ μεγάλοι Ἅγιοι Πατριάρχες, δὲν τοὺς εἶχε φωτίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ μᾶς παρέδωσαν, ὅπως καὶ τὰ συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος, ὅτι δὲν ὑπάρχουν «πρωτεῖα ἐξουσίας» ἀλλά «πρεσβεῖα τιμῆς»;

Ὅτι καὶ ὁ πάπας τῆς Παλαιᾶς Ρώμης καὶ ὁ πατριάρχης τῆς Νέας Ρώμης εἶναι ἴσοι μὲ ὅλους τοὺς ἐπισκόπους; Ἁπλῶς κατὰ τὴν τάξη τῶν θρόνων εἶναι «πρῶτοι μεταξὺ ἴσων» καὶ αὐτὴ ἡ πρωτιά τους, αὐτὴ ἡ πρόταξη, ὀφείλεται στὴν πολιτικὴ σημασία τῶν πόλεων-θρόνων, δὲν προέρχεται ἐκ θείου δικαίου, ποὺ δὲν ἀλλάσσει, ἀλλὰ ἐξ ἀνθρωπίνου δικαίου, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀλλάξει.

στ) Προωθοῦν σήμερα οἱ Οἰκουμενισταὶ ὄχι τὴν ἀληθινὴ ἕνωση, ἀλλὰ τὴν κακὴ ἕνωση, ὅπως ἔγινε καὶ στὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Ἀληθινὴ εἶναι ἡ ἕνωση, ὅταν ὑπάρχει ἑνότητα στὴν πίστη, ὅταν πιστεύουν ὅλοι στὰ ἴδια δόγματα τῆς πίστεως, καὶ κατ᾽ ἐπέκτασιν ὅταν ὑπάρχει ἑνό­τητα στὴν λατρεία καὶ στὴν διοίκηση· σὲ θέματα μάλιστα πίστεως δὲν δι­καιολογεῖται καμμία ποικιλομορφία· «ἰῶτα ἕν, ἢ μία κεραία» δὲν ἐπι­τρέ­πεται νὰ διαφέρει. Αὐτὸς ποὺ ἀλλάσσει τὴν πίστη στὸ παραμικρό, αὐτὸς καταστρέφει τὸ πᾶν.

Ἡ ἕνωση ποὺ προβάλλεται σήμερα εἶναι κακὴ ἕνωση· ἐπιτρέπονται καὶ δικαιολογοῦνται οἱ διαφορὲς στὴν πίστη, ὅπως στὰ συγκρητιστικὰ συστήματα· θὰ κρατήσουμε ὅλοι τὰ πιστεύματά μας, καὶ οἱ αἱρέσεις τὶς πλάνες τους, καὶ θὰ ἑνώσουμε τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψέμμα· αὐτὸ ποὺ ἐνδιαφέρει τὸν πάπα εἶναι νὰ τὸν ἀναγνωρίσουμε ὡς πρῶτο, τοὺς δὲ Προτεστάντες νὰ πιστεύουν καὶ νὰ διδάσκουν, ὡς ἄλλοι πάπες, ὁ καθένας ὅ,τι θέλει, ὥστε νὰ ὑπάρχει πολλότης καὶ ποικολομορφία. Τὰ κείμενα, συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ ποὺ παραθέσαμε «ἑπόμενα τοῖς Ἁγίοις Πατράσι», διδάσκουν ὅτι ἀπαραίτητος ὅρος γιὰ τὴν ἕνωση εἶναι ἡ ἀποτίναξη, ἡ ἀπόρριψη ὅλων τῶν αἱρέσεων καὶ κατόπιν ἡ ἕνωση «μετὰ τῆς Ἐκκλησίας»· ὄχι «ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν» ἀλλά «ἕνωση μὲ τὴν Ἐκκλησία».

ζ) Πρὶν νὰ ἐπιτευχθεῖ αὐτὴ ἡ ἀληθινὴ ἕνωση τῶν αἱρετικῶν μὲ τὴν Ἐκκλησία, κάθε ἐπικοινωνία μὲ αὐτοὺς εἶναι ἄθεσμη, ἀντικανονική. Καὶ αὐτὸ δὲν προέρχεται ἀπὸ ἔλλειψη ἀγάπης, ἀλλὰ ἀπὸ ἀληθινὴ ἀγάπη. Γιὰ νὰ διερωτηθοῦν, γιατί δὲν ἐπικοινωνοῦμε μαζί τους, καὶ νὰ μάθουν ὅτι ὅσα πιστεύουν καὶ πράττουν εἶναι ἀντιευαγγελικὰ καὶ ὁδηγοῦν στὴν ἀπώλεια. Ὅποιος ἀγαπᾶ λέγει τὴν ἀλήθεια στὸν ἀγαπώμενο, δὲν τὸν παραπλανᾶ.

η) Οἱ διεξαγόμενοι σήμερα Διάλογοι «ἐπὶ ἴσοις ὅροις» ἀποτελοῦν τέχνασμα τοῦ Διαβόλου, ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ ἐξισώσει τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψεῦδος, τὴν ᾽Ορθοδοξία μὲ τὴν αἵρεση. Τὸ «ἐπὶ ἴσοις ὅροις» σημαίνει ὅτι ἀποδέχονται οἱ διαλεγόμενοι ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχουν τὴν ἀλήθεια καὶ οἱ δύο πλευρές· δὲν ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια ἀποκλειστικὰ στὴ μία πλευρά. Καὶ μόνον ἡ ἀποδοχὴ αὐτοῦ τοῦ ὅρου σημαίνει ὅτι ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὸ ἂν ὁ Χριστός, ἡ Ἐκκλησία, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες ἔχουν καὶ διδάσκουν τὴν ἀλήθεια.

Ἂν στὴν «ἐπὶ ἴσοις ὅροις» συζήτηση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, λόγῳ ρητορικῆς δεινότητος τῶν αἱρετικῶν, ὑψηλοτέρου μορφωτικοῦ ἐπιπέδου, διαλεκτικῆς ἱκανότητος ὑπερισχύσουν τῶν ἀσθενεστέρων εἰς αὐτὰ Ὀρθοδόξων ἢ τοὺς ἐξαναγκάσουν μὲ διαφόρους τρόπους, ὅπως ἔγινε στὴν Φερράρα-Φλωρεντία, νὰ δεχθοῦν τὰ τῶν αἱρετικῶν, αὐτὸ σημαίνει ὅτι βρέθηκε ἡ ἀλήθεια; Ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν αἰώνων κηρύσσει, διδάσκει, νουθετεῖ, ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθεια πρὸς τοὺς ἀντιφρονοῦντες, πιστεύουσα ἀκραδάντως ὅτι ἔχει τὴν ἀλήθεια· δὲν ἐξισώνεται μὲ  τὴν αἵρεση «ἐπὶ ἴσοις ὅροις», ἀφήνουσα νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι καὶ οἱ αἱρετικοὶ μπορεῖ νὰ ἔχουν τὴν ἀλήθεια καὶ ὅτι αὐτὸ θὰ προκύψει ἀπὸ τὸν διάλογο. Αὐτὸ ἐπίστευε ὁ Κύριος συζητώντας μὲ τὴν Σαμαρείτιδα, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες; Διδάσκουμε κηρύττουμε, ὁμολογοῦμε τὴν ἀλήθεια, «μαθητεύουμε πάντα τὰ ἔθνη», καὶ ἂν οἱ διδασκόμενοι καὶ νουθετούμενοι δὲν πείθονται, τοὺς ἀφήνουμε νὰ ἀκολουθήσουν τὸν δρόμο τους.

Δὲν συζητοῦμε ἐπὶ πέντε, δέκα, εἴκοσι, σαράντα χρόνια. Εἶναι σαφὴς ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίανπαραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατά­κριτος»[11]. Αὐτὸ ἐτήρησε καὶ ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Β´, ὁ ὀνομαζόμενος Τρανός, στὸν δι᾽ ἀλληλογραφίας διάλογο ποὺ ἔκανε μὲ τοὺς Προτεστάντες θεολόγους τῆς Τυβίγκης. Ὅταν ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις τους κατάλαβε ὅτι ἐμμένουν στὶς πλάνες τους, διέκοψε τὸν διάλογο καὶ τοὺς ἄφησε στὸν δρόμο τῆς πλάνης. Τοὺς ἔγραψε τὸ 1581: «Ἀξιοῦμεν δὲ ὑμᾶς τοῦ λοιποῦ μὴ κόπους παρέχειν ἡμῖν, μηδὲ περὶ τῶν αὐτῶν γράφειν καὶ ἐπιστέλλειν, εἴ γε τοὺς τῆς Ἐκλησίας φωστῆρας καὶ θεολόγους ἄλλοτε ἄλλως μεταχειρίζεσθε, καὶ τοῖς λόγοις τιμῶντες αὐτοὺς καὶ ἐπαίροντες τοῖς ἔργοις ἀθετεῖτε, καὶ τὰ ὅπλα ἡμῶν ἄχρηστα ἀποδεικνύετε, τοὺς λόγους αὐτῶν τοὺς ἁγίους καὶ θείους δι᾽ ὧν ἡμεῖς γράφειν καὶ ἀντιλέγειν ὑμῖν εἴχομεν. Ὥστε τὸ καθ᾽ ὑμᾶς, ἀπαλλάξατε τῶν φροντίδων ἡμᾶς. Τὴν ὑμετέραν οὖν πορευόμενοι, μηκέτι μὲν περὶ δογμάτων, φιλίας δὲ μόνης ἕνεκα, εἰ βουλητόν, γράφετε»[12].

θ) Τέλος, εἶναι ἀπαραίτητο καὶ κρίσιμο νὰ τονισθεῖ ὅτι τελικῶς στὶς συνοδικὲς διεργασίες ἀποφασιστικὸ ρόλο καὶ λόγο ἔχει ὁ πιστὸς λαός, ὁ ὁποῖος διαμορφώνει μὲ τὴν στάση του, θετικὰ ἢ ἀρνητικά, τὴν συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Χωρὶς τὴν συγκατάθεση καὶ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας οἱ ἀποφάσεις ὁποιωνδήποτε ἐπισκόπων καὶ ὁποιωνδήποτε συνόδων, ἀκόμη καὶ οἰκουμενικῶν, εἶναι ἄκυρες καὶ ἄ­χρηστες. Αὐτὸ συνέβη πολλὲς φορὲς στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ὅπως π.χ. μὲ τὴν εἰκονομαχικὴ σύνοδο τῆς Ἱερείας τοῦ 754 καὶ μὲ τὴν ψευδο­σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439), ποὺ μολονότι συγκλήθηκαν ὡς οἰκουμενικές, ἀπορρίφθηκαν ὡς αἱρετικές.

Αὐτὸ ὀφείλουν νὰ τὸ λάβουν σοβαρὰ ὑπ᾽ ὄψιν οἱ ὑπεύθυνοι τῆς συγκλήσεως τὸ ἑπόμενο ἔτος (2016) τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ ἔτη κάτω ἀπὸ τὸν οὐδέτερο τίτλο«Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο» προσπαθοῦν νὰ ἀποχαρακτηρίσουν τὶς αἱρε­τικὲς χριστιανικὲς κοινότητες καὶ νὰ τὶς δεχθοῦν, γιὰ πρώτη φορὰ στοὺς αἰῶνες, ὡς ἐκκλησίες καὶ ὡς ὁδοὺς σωτηρίας. Ἐπαναλαμβάνουμε τὶ ἀπήν­τησαν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες τὸ 1848 πρὸς τὸν πάπα Πίο Θ´: «Ἔπειτα παρ᾽ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι, ἐδυνήθησαν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ»[13].

[1]. Β´ Τιμ. 2, 9.
[2]. Α´ Κορ. 2, 25.
[3]. Ιωαννου Καρμιρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας τόμ. ΙΙ, Akademische Druck – u. Verlagsanstalt Graz-Austria 19682, σελ. 951-972.
[4]. Ἐννοοῦν τοὺς Οὐνίτες ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι, ἐνδυόμενοι ἐξωτερικὰ ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ στὴν λατρεία καὶ ἐκτὸς αὐτῆς, παρασύρουν πολλοὺς ἁπλοὺς πιστοὺς στὴν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ.
[5]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 973-982.
[6]. Αὐτόθι, σελ. 982-1005.
[7]. Αὐτόθι, σελ. 1006-1010.
[8]. Περὶ αὐτοῦ ὁ Τ. Γριτσοπουλοσ, γράφει εἰς «Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία», τόμ. 4, στ. 400: «Μεταξὺ 1891 καὶ 1896 ἐδίδαξεν ὡς καθηγητὴς τῆς Σχολῆς Χάλκης. Εὐρέως ἔγινε τότε γνωστὸς ἀπὸ τὴν περίφημον κατ᾽ ἐντολὴν Ἀνθίμου Στ´ ἐγκύκλιον εἰς ἀπάντησιν τοῦ πάπα Λέοντος ΙΓ´, καλοῦντος εἰς ἕνωσιν τὰς ἀνατολικὰς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐν λόγῳ πατριαρχικὴ ἐγκύκλιος μετεφράσθη εἰς ὅλας τὰς εὐρωπαϊκὰς γλώσσας καὶ ἐσχολιάσθη εὐμενῶς».
[9]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 1016-1032.
[10]. Περιοδικό «Ἐπίσκεψις» τοῦ «Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου» στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης, τεῦχος 563, σελ. Δημοσιεύθηκε ἐπίσης στήν «Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» τῶν Ἀθηνῶν στὶς 16-2-1998. Ἡ δικαιολογητικὴ ἀπάντηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πρὸς τοὺς Ἁγιορεῖτες δὲν δημοσιεύθηκε ποτέ. Ἂς τὴν δημοσιεύσουν ἐπὶ τέλους εἴτε οἱ ἀποστείλαντες εἴτε οἱ παραλῆπτες.
[11]. Τίτ. 3, 10-11.
[12]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 569.
[13]. Αὐτόθι, σελ. 1000.

 

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό

diorthodoksh epistroph 01

 

Ναυάγιο υπήρξε στη Διορθόδοξη Επιτροπή για τη σύνταξη του Κανονισμού εργασιών της Πανορθόδοξης Συνόδου. Η αποτυχία των δεκατεσσάρων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών να καταλήξουν σε θετικό αποτέλεσμα επί θέματος όχι ουσίας, δείχνει τη δυσκολία που υπάρχει στο να πραγματοποιηθεί η Πανορθόδοξη Σύνοδος. Οι πιθανότητες έχουν περιοριστεί σημαντικά.

Οι συνεδριάσεις ήταν να διεξαχθούν επί τριήμερο πρωί –απόγευμα από το πρωί της Τετάρτης, 16ης Δεκεμβρίου, έως την απογευματινή συνεδρίαση της Παρασκευής, 18ης του ιδίου μηνός. Τελικά οι εργασίες της Επιτροπής δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Ουσιαστικά τέλειωσαν από την πρώτη ημέρα. Στο αδιέξοδο που υπήρξε την πρώτη ημέρα αποφασίστηκε να σταματήσουν να συζητούν επί του Κανονισμού των εργασιών της Συνόδου και την επόμενη ημέρα, Πέμπτη, 17η Δεκεμβρίου, να καταλήξουν τουλάχιστον σε ένα Ανακοινωθέν. Ούτε αυτό κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί και οι αντιπροσωπείες από την Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου, άρχισαν να αποχωρούν άπρακτες. Χρήματα, κόποι, χρόνος δαπανήθηκαν εις μάτην...

Η Επιτροπή τερμάτισε τις εργασίες της πριν καν αρχίσουν σε ξενοδοχείο βορείου προαστείου της Αθήνας. Από την πρώτη στιγμή φάνηκαν οι δυσκολίες που υπήρχαν. Κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας και ενώ συζητούνταν τα πρώτα τέσσερα άρθρα του σχεδίου Κανονισμού, από τα δεκαέξι που κατέθεσε τελικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Αντιπροσωπεία του Πατριαρχείου Αντιοχείας ζήτησε να περιληφθεί στον Κανονισμό ειδικό άρθρο, με το οποίο να προβλέπεται ότι στην περίπτωση απουσίας η αποχωρήσεως μιας ή περισσοτέρων Ορθοδόξων Εκκλησιών από τη Σύνοδο να επιβάλλεται η διάλυση της. Την πρότασή της υποστήριξαν και οι Εκκλησίες Ρωσίας, Γεωργίας και Τσεχίας και Σλοβακίας και μάλλον της Σερβίας. Οι άλλες Εκκλησίες υποστήριξαν ότι αν περάσει μια τέτοια πρόταση, τότε η ολοκλήρωση των εργασιών της Συνόδου θα εξαρτάται από την αποχώρηση ή όχι έστω και μιας Εκκλησίας, που έτσι θα μπορεί να δρα εκβιαστικά έναντι των υπολοίπων.

Ο προεδρεύων της Επιτροπής Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης μπρος στο προφανές αδιέξοδο από την επιμονή της Αντιόχειας και των άλλων Εκκλησιών, που υποστήριξαν την πρότασή της, πρότεινε να διακοπεί η συζήτηση επί του Κανονισμού και να δημιουργηθεί Επιτροπή που να καταθέσει νέα πρόταση. Όμως και αυτή δεν έγινε ομόφωνα δεκτή. Έτσι από τα δεκαέξι άρθρα της προτάσεως του Φαναρίου τις δύο από τις τρεις ημέρες των εργασιών της Επιτροπής είχαν συζητηθεί μόνο τα τέσσερα και οι εκπρόσωποι του Πατριαρχείου Αντιοχείας επέμεναν στην πρότασή τους. Το αδιέξοδο ήταν ανυπέρβλητο και άδοξα διακόπηκαν οι εργασίες της Επιτροπής.

Η συζήτηση επί του Κανονισμού παραπέμφθηκε στην προσεχή Σύναξη των Ορθοδόξων Εκκλησιών, μάλλον τον προσεχή Ιανουάριο. Όμως και αυτή η Σύναξη φαίνεται ότι θα έχει τεράστιες δυσκολίες να οδηγηθεί σε κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Μητροπολίτης διερωτήθηκε αφού οι αντιπροσωπείες των Ορθοδόξων Εκκλησιών δεν συμφώνησαν επί του Κανονισμού πώς είναι δυνατό να συμφωνήσουν οι επικεφαλής τους;...Ο Πατριάρχης Αντιοχείας και αν παραστεί στη Σύναξη θα θέσει την ίδια πρόταση, που δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή και επομένως, με τα σημερινά δεδομένα, είναι σχεδόν αδύνατο να υπάρξει συμφωνία για να προχωρήσει η Πανορθόδοξη Σύνοδος.

Οι δυσκολίες στη Σύναξη του προσεχούς Ιανουαρίου δεν θα είναι μόνο επί του Κανονισμού. Θα είναι και επί της συμμετοχής Προκαθημένων σ’ αυτήν. Ορισμένοι έχουν ήδη δηλώσει ότι δεν θα παραστούν, υποβαθμίζοντας έτσι τη σημασία της. Αν δεν υπάρξει κάποια αλλαγή στην απόφασή τους οι Πατριάρχες Αντιοχείας, Μόσχας και Γεωργίας και οι Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και Τσεχίας και Σλοβακίας δεν πρόκειται να συμμετάσχουν. Ο Μητροπολίτης Γαλλίας κ. Εμμανουήλ, σε διάλειμμα των εργασιών της Συνάξεως επί του Κανονισμού, επισκέφθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο για να τον μεταπείσει και να συμμετάσχει στη Σύναξη του Ιανουαρίου, αλλά του δόθηκε αρνητική απάντηση. Σημειώνεται ότι τον Αρχιεπίσκοπο τον επισκέφθηκε και ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Πατριαρχείου της Μόσχας, Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίων...

Η τυχόν ματαίωση της Πανορθόδοξης Συνόδου θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα στο κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προσωπικά του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Οι αμετροέπειες των ανθρώπων του Φαναρίου, που υπερβολικά διαφήμιζαν το «κοσμοϊστορικό γεγονός» της Συνόδου έγινε μπούμεραγκ σε βάρος του. Μητροπολίτης της Εκκλησίας της Ελλάδος που ενημερώθηκε για τα δραματικά γεγονότα που συνέβησαν στην Επιτροπή επί του Κανονισμού σημείωσε ότι ο Θεός γνωρίζει καλύτερα από όλους αν πρέπει να διεξαχθεί η Πανορθόδοξη, και μάλιστα όπως επιδιώκεται να διεξαχθεί.


Πηγή: Θρησκευτικά

patriarxhs vartholomaios 01

 

Μία ἀπό τις κυριότερες αἰτίες ἐμφανίσεως τῶν αἱρέσεων εἶναι καί ἡ ὑπερηφάνεια, ὁ ἑωσφορικός ἐγωισμός. Τό ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία καί ἡ κυριώτερη αἰτία τῆς αἱρέσεως τό διαπιστώνει κανείς, σύμφωνα μέ τόν Ὅσιο καί θεοφόρο πατέρα ἡμῶν Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, ἄν ρίξει ἕνα βλέμμα στόν χριστιανικό κόσμο τῆς Εὐρώπης καί δεῖ σέ ὅλα σχεδόν τά μέρη τόσες καί τόσο διάφορες θρησκεῖες καί αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες ἡ μία μέ τήν ἄλλη δαγκώνονται, καθώς δαγκώνονται τά φίδια. Παραπέμποντάς μας ὁ Ὅσιος Νικόδημος στόν ἱερό Αὐγουστῖνο, μᾶς γνωστοποιεῖ ὅτι, μολονότι οἱ φαρμακερές αὐτές αἱρέσεις καί θρησκεῖες εἶναι τόσο πολλές στόν ἀριθμό, ὅμως, ὅλες μαζί εἶναι γέννημα μιᾶς καί τῆς αὐτῆς κατηραμένης μητρός, δηλ. τῆς ὑπερηφανείας. Ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας δέν θά βρεῖ κανείς ἄλλο ἀληθέστερο καί κυριώτερο αἴτιο τῆς ἀθεΐας, τῆς πολυθεΐας καί ὅλων τῶν ἄλλων αἱρέσεων καί αἱρετικῶν διδασκάλων τοῦ Ἅδου, ἐκτός ἀπό τό πεῖσμα τῆς ὑπερηφανείας τους. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς θέλησαν νά δείξουν ὅτι βρῆκαν κάτι καινούργιο οἱ κενοί καί ὑψώθηκαν κατά τῆς Ἐκκλησίας καί κατ’αὐτῆς τῆς Θείας μεγαλειότητος. Τό ἴδιο θέλησαν νά κάνουν καί οἱ πρῶτοι  ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ὅσο γιγαντιαῖοι ἦταν στό σῶμα τόσο πυγμαῖοι ἦταν στό νοῦ, καί οἱ ὁποῖοι, κινούμενοι ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, θέλησαν νά οἰκοδομήσουν πύργο ὡς τόν οὐρανό, γιά νά βάλουν μιά ἐπιγραφή πάνω στά ἄστρα καί ν' ἀφήσουν τό ὄνομά τους στούς μεταγενεστέρους. Νά, λοιπόν, μᾶς προειδοποιεῖ ὁ Ὅσιος Νικόδημος, σέ τί γκρεμούς μπορεῖ νά φέρει ἡ ὑπερηφάνεια τόν ἄνθρωπο. Γιατί, πρῶτα γεμίζει τήν ψυχή του ἀπό ἀκαθαρσίες καί πάθη, καί δεύτερον τοῦ βάζει ἀμφιβολίες στήν πίστη, μέσῳ τῶν ὁποίων ἀρχίζει νά ἀμφιβάλλει ἀκόμη καί γι'αὐτά τά πρῶτα καί θεμελιώδη δόγματα τῆς πίστεως καί τόν ὁδηγεῖ τελικά στό νά νομίζει σάν μῦθο τόν Ἅδη καί τόν παράδεισο[1].

Ἐάν τά παραπάνω ἰσχύουν γιά τούς ἐξωτερικούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. τίς αἱρέσεις καί τίς θρησκεῖες μέ τούς ἀρχηγούς τους, πολύ περισσότερο ἰσχύουν γιά τόν μεγαλύτερο ἐσωτερικό ἐχθρό τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. τήν παναίρεση τοῦ συγκρητιστικοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τόν προεστῶτα αὐτῆς στόν ὀρθόδοξο χῶρο μεγάλο οἰκουμενιστή Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος, διακατεχόμενος ἀπό τό πάθος τῆς ὑπερηφανίας καί τῆς ἐμμονῆς στό οἰκουμενιστικό κοσμοείδωλό του, προέβη γι’ἀκόμη μία φορά κατά τήν ἐφετινή «θρονική ἑορτή» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σέ πλεῖστα ὅσα οἰκουμενιστικά ἔκτροπα.

Κατ’ἀρχήν θά πρέπει νά ὑπογραμμιστεῖ ὅτι τὰ τελευταῖα χρόνια συχνά ἀκοῦμε γιὰ «θρονικς ορτές», δηλ. ἑορταστικὲς ἐκδηλώσεις τοπικῶν ἐκκλησιῶν, κάθε φορὰ ποὺ ἑορτάζεται ἡ μνήμη Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἵδρυσαν τὶς ἐκκλησίες αὐτές. Ἀλλὰ, ἡ μορφὴ τῶν ἑορτῶν εἶναι καινοφανὴς καὶ ἄγνωστη στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Τὴν εἰσήγαγε πρώτη ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ, γιὰ νὰ «διαλαλεῖ» κατ’ἔτος, πανταχόθεν, τὴν δῆθεν «πέτρειο διαδοχὴ» τοῦ «Πάπα». Μὲ κάτι τέτοια εὐφυολογήματα προσπαθοῦν στόν Παπισμὸ νὰ ὑπενθυμίζουν τὸ ἐπάρατο «πρωτεῖο» καὶ τὸ βλάσφημο «ἀλάθητο» τοῦ αἱρεσιάρχου «Πάπα», ὁ ὁποῖος προβάλλεται, ἐκτὸς ἀπὸ βασιλιὰς, καὶ ὡς «ἐπίσκοπος Ρώμης»! Ἀλλά, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ γιος ουστνος Πόποβιτς, νεοπαπιστικ νοοτροπία εἰσῆλθε δυστυχῶς καὶ στὴν καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολή. Ἐδῶ καὶ λίγα χρόνια ἄρχισαν νὰ ἑορτάζονται καὶ σὲ πολλὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ὅπως στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἀνάλογες «θρονικὲς ἑορτές», τὶς ὁποῖες φροντίζουν νὰ τὶς ἀνάγουν σὲ «μεγάλα γεγονότα». Ὅμως, στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπάρχουν «θρόνοι», τοὺς ὁποίους ἵδρυσαν οἱ ἅγιοι, γιὰ νὰ τοὺς ἑορτάζουμε, ἀλλὰ διακονικὲς θέσεις, γιὰ τὴ διακονία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, βαμμένες μὲ αἷμα καὶ ποτισμένες μὲ ἱδρώτα καὶ δάκρυα. Καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν μποροῦμε νὰ ἑορτάζουμε γιὰ τὸ «θρόνο» κανενὸς ἐπισκόπου! Οἱ Ἅγιοι Ἐπίσκοποι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας οὐδέποτε ἑόρτασαν τὸ γεγονὸς τῆς ἐκλογῆς τους στὸν ἐπισκοπικό τους «θρόνο», ἀλλὰ θεωροῦσαν τὴ διακονία τους φορτίο ἀσήκωτο, προσωπικὴ κένωση. Τὸ 4ο κεφάλαιο τῆς Α΄ Κορινθίους Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου μᾶς δείχνει τὸν πραγματικὸ «θρόνο» τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν διαχρονικῶν διαδόχων τους[2]

Ἡ ἑορτή τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, μέ ἀποκλειστική εὐθύνη τοῦ κ. Βαρθολομαίου, χρόνια τώρα ἔχει ἀπολέσει τόν ἀμιγῶς ὀρθόδοξο χαρακτήρα της καί ἔχει μεταβληθεῖ σέ μιά συγκρητιστική, διαχριστιανική, οἰκουμενιστική φιέστα. Ἔτσι καί φέτος ὁ κ. Βαρθολομαῖος, παραβιάζοντας καί καταλύοντας τούς Ἱερούς Κανόνες, πού ἀπαγορεύουν ρητῶς τήν εἴσοδο κατεγνωσμένων αἱρετικῶν σέ ὀρθοδόξους ναούς, τήν συμμετοχή τους σέ ἱερές ἀκολουθίες καί δή στήν Θεία Λειτουργία καί τήν συμπροσευχή μετ’αὐτῶν, ἐπέτρεψε τήν συμμετοχή τῆς ἐπισήμου ἀντιπροσωπείας τῶν αἱρετικῶν παπικῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Καρδινάλιο κ. Kurt Koch, Πρόεδρο τοῦ Ποντιφικοῦ Συμβουλίου γιά τήν προώθηση τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν. συμπροσευχομένης ἀπό ἐξεχούσης θέσεως, δηλ. ἀπό τόν ἀπέναντι τοῦ Δεσποτικοῦ Θρόνου θρόνο. Στήν ἑορτή παρέστησαν, ἐπίσης, ἐκπρόσωποι κι ἄλλων αἱρέσεων, ὅπως Μονοφυσιτῶν, ἀλλά καί δεδηλωμένοι ἄθεοι καί πολέμιοι τῶν ἱερῶν λειψάνων, τοῦ Ἁγίου Φωτός, τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καί τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅπως ὁ Ὑπουργός Παιδείας τῆς Ἑλλάδος κ. Νικόλαος Φίλης, ὡς ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλληνικῆς ἀθεϊστικῆς κυβερνήσεως, ὁ ὁποῖος ἀπήγγειλε τό «Πιστεύω» καί τό «Πάτερ ἡμῶν» ἀπό τό παραθρόνιο.

Μετά τήν ἀπόλυση τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ κ. Βαρθολομαῖος προσεφώνησε τήν ἐπίσημη ἀντιπροσωπεία ἀπό τό Βατικανό καί ἀπάντησε ὁ Καρδινάλιος κ. Kurt Koch, ὁ ὁποῖος ἀνέγνωσε ἑόρτιο συγχαρητήριο μήνυμα τοῦ αἱρεσιάρχου «Πάπα» Φραγκίσκου.

Στόν χαιρετισμό[3] του πρός τήν παπική ἀντιπροσωπεία ὁ κ. Βαρθολομαῖος, καταπατώντας τήν Ἁγιογραφική, Συνοδική, Ἱεροκανονική καί Ἁγιοπατερική Παράδοση εἴκοσι αἰώνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποῖα διαλαλεῖ, μέσῳ Συνόδων καί Πατέρων, ὅτι ὁ Παπισμός δέν εἶναι «ἀδελφή Ἐκκλησία», ἀλλά αἵρεση, ὅτι ὁ Πάπας δέν εἶναι «Ἐπίσκοπος» Ρώμης, ἀλλά αἱρεσιάρχης, καί ὅτι δεν ἀναγνωρίζεται ἐκκλησιαστικότητα, ἀποστολική διαδοχή καί ἱερωσύνη στούς Παπικούς, προσεφώνησε τούς καρδιναλίους «Σεβασμιωτάτους», τόν Πάπα «πεφιλημένο καί Ἁγιώτατο ἀδελφὸ, Ἐπίσκοπο Ρώμης» καί τόν Παπισμό «ἐκκλησία».

Ὁ κ. Βαρθολομαῖος, ἀντί νά θρηνεῖ γιά τήν ἐσχάτη κατάπτωσή του, ὄχι μόνο χαιρέτησε «ἐν ἀγάπῃ βαθείᾳ καὶ ἐξιδιασμένῃ τιμῇ» τὴν παρουσία τῆς παπικῆς ἀντιπροσωπείας, ἀλλά θυμήθηκε καί τήν κατά τό παρελθόν ἔτος 2014 προσωπική παρουσία τοῦ αἱρεσιάρχου «Πάπα» Φραγκίσκου στήν «θρονική ἑορτή» τοῦ Πατριαρχείου, τήν ὁποία θεωρεῖ «ὡς ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ»! Βέβαια, ὅλη αὐτή ἡ κατάσταση ὄχι μόνο τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δέν φανερώνει, ἀλλά ἐγκαθιδρύει τήν οἰκουμενιστική ψευδοαγαπολογία.

 Στή συνέχεια ὁ κ. Βαρθολομαῖος θεωρεῖ πώς ἡ «θρονικὴ ἑορτὴ» τοῦ Πατριαρχείου ἀποτελεῖ κοινή ἑορτὴ Παλαιᾶς καὶ Νέας Ρώμης, διότι οἱ ἱδρυτές τους, Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἀνδρέας ἀπὸ κοινοῦ συνάντησαν τὸν Κύριο καὶ Τόν ἀναγνώρισαν ὡς τὸν Μεσσία καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ναί, μέν αὐτό ἰσχύει γιά τούς δύο ἀνωτέρω Ἁγίους Ἀποστόλους, ἀλλά δέν ἰσχύει βεβαίως οὔτε γιά τόν «Πάπα», πού ἔχει διαστρεβλώσει, περιθωριοποιήσει καί ἀντικαταστήσει τόν Χριστό ὡς «βικάριος τοῦ Χριστοῦ ἐπί γῆς», ὡς «ἀλάθητος» καί ὡς κατέχων τό «Παγκόσμιο Πρωτεῖο Ἐξουσίας ἐφ’ὅλης τῆς Οἰκουμένης», οὔτε γιά τόν κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος, μέ τόν οἰκουμενισμό του, πιστεύει σέ ἕναν ἄλλο, νοθευμένο, ἀλλοιωμένο, παραμορφωμένο Χριστό, ὁ ὁποῖος οὐδεμία σχέση ἔχει μέ τόν γνήσιο καί αὐθεντικό Χριστό, ὁ  ὁποῖος δέν εἶναι ἡ μοναδική ὁδός σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά μαζί μέ τόν Χριστό ὁδοί σωτηρίας ἀποτελοῦν πλέον καί ὁ «Πάπας» καί ὁ Λούθηρος καί τό «ΠΣΕ» καί ὁ Ἀλλάχ καί ὁ Μωάμεθ καί ὁ Ἰουδαϊσμός καί ἡ εἰδωλολατρεία. «Πάπας» καί Πατριάρχης δέν εἶναι ἀκόλουθοι τῶν δύο Ἀποστόλων Πέτρου καί Ἀνδρέου, διότι δέν ἀναγνωρίζουν ἔργῳ καί λόγῳ τόν Κύριο ὡς τόν μοναδικό Μεσσία καί Σωτῆρα τοῦ κόσμου.

Συνεχίζει τόν λόγο του ὁ κ. Βαρθολομαῖος, ἀναφερόμενος στίς ἐπενεχθεῖσες πληγές, πού ἐπῆλθαν στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, καί σέ κάθε ἴχνος μνησικακίας κατά τήν δεύτερη χιλιετία, ὑπονοώντας τό Σχίσμα τοῦ 1054 καί κυρίως τίς ἀντιπαπικές συνόδους καί τούς ἀντιπαπικούς πατέρες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ὅπως τόν Μέγα Φώτιο, τόν ἅγιο Μᾶρκο τόν Εὐγενικό, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη κ.ἄ, τούς ὁποίους μεταπατερικῶς μέ μιά μονοκονδυλιά διαγράφει καί θεωρεῖ ὑπευθύνους γιά τόν χωρισμό.

Μετά τό ναυάγιο καί τό ἀδιέξοδο τῶν συγχρόνων οἰκουμενιστικῶν διαλόγων, ὅπως ὁμολογήθηκε στίς ἴδιες τίς εἰσηγήσεις τῶν διεξαγόντων τούς διαλόγους μέ τούς ποικιλώνυμους αἱρετικούς στήν Σύναξη τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου, πού διεξήχθη τέλη Αὐγούστου μέ ἀρχές Σεπτεμβρίου 2015, καί κυρίως ὕστερα καί ἀπό τήν ὑποβληθεῖσα δίς παραίτηση τοῦ μεγάλου οἰκουμενιστοῦ Μητρ. Περγάμου κ. Ἰωάννου Ζηζιούλα ἀπό τήν θέση τοῦ συμπροέδρου τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἐπισήμου Θεολογικοῦ Διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, ἡ ὁποία δέν ἔγινε ἀποδεκτή, ὁ κ. Βαρθολομαῖος τολμᾶ ἀκόμη καί μιλᾶ γιά τόν διάλογο ἀγάπης καί ἀληθείας. Μιᾶς ἀγάπης, ὅμως, πού ἔχει ψυγεῖ, λόγῳ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί μιᾶς ἀληθείας, πού ἔχει κατανοθευθεῖ, ἐξαιτίας τῆς πλάνης.    

Πιο κάτω ἀναφέρεται στήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων τό 1965, τότε πού ὁ ἴδιος ἦταν διάκονος, ἡ ὁποία «ἀπήλειψεν ἀπὸ τῶν καρδιῶν ἡμῶν πᾶν ἴχνος μνησικακίας δι᾿ ὅσα κατὰ τὴν δευτέραν χιλιετίαν διετάραξαν τὰς ἀδελφικὰς σχέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν, καὶ διὰ τῆς «καθάρσεως τῆς μνήμης» κατέστησεν αὐτὰς καὶ πάλιν «ἀδελφὰς Ἐκκλησίας» ἀποζητούσας διὰ τοῦ διαλόγου τῆς ἀληθείας τὴν πλήρη ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος αὐτῶν ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῆς Εὐχαριστιακῆς Τραπέζης. Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον διὰ τὴν ἀποκατασταθεῖσαν ἀγάπην, ἥτις εἴθε νὰ παραμείνῃ ἀρραγὴς εἰς τοὺς αἰῶνας»!  

 Ἡ  περίφημη «ἄρση τῶν ἀναθεμάτων» μεταξύ Βατικανοῦ καί Φαναρίου πραγματοποιήθηκε μέ μονομερή ἀπόφαση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, χωρίς την συγκατάθεση τῶν ὑπολοίπων Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Δέν ἔγινε καμμία Πανορθόδοξη Σύνοδος, παρά μόνο μιά Τοπική τότε στή Κων/λη. Ἀλλά καί ἀπό τήν 8μελή σύνοδο τοῦ μεγάλου οἰκουμενιστοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα, ὑπέγραψαν τήν ἄρσιν τοῦ ἀναθέματος ἕξι[4]. Διεφώνησαν καί δέν ὑπέγραψαν οἱ Δέρκων κ. Ἰάκωβος καί Σάρδεων κ. Μάξιμος. Ἄς μᾶς ἀπαντήσει, λοιπόν, ὁ κ. Βαρθολομαῖος : Ποιός ἐξουσιοδότησε τόν πατριάρχη Ἀθηναγόρα νά ἄρει τά ἀναθέματα τό 1965 στά Ἱεροσόλυμα; Ποιά Πανορθόδοξη Σύνοδος ἀποφάσισε τήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων; Ἑπομένως, ἡ ἄρση τῶν ἀναθεμάτων ἦταν ἀντικανονική, πραξικοπηματική καί ἄκυρη. Σχετικά μέ τό θέμα αὐτό καί ὅλα τά γεγονότα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, μπορεῖ κανείς νά διαβάσει τό ἐξαίρετο καί ἐμπεριστατωμένο κείμενο τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Ἰωάσαφ Μακρῆ μέ τίτλο «Ἱστορική ἀναδρομή τῆς προσεγγίσεως Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν κατά τόν 20ο αἰώνα», στό θαυμάσιο ἀντιοικουμενιστικό καί ὁμολογιακό περιοδικό «Ἐν Συνειδήσει˙ Οἰκουμενισμός˙ ἱστορική καί κριτική προσέγγιση», ἐκδ. Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα Ἰούνιος 2009.

Στή συνέχεια ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἀναφέρεται στή Διασπορά, ὅπου ὑπάρχει ἁρμονικὴ καὶ δημιουργικὴ συνύπαρξη καὶ συνεργασία Παπικῶν καὶ Ὀρθοδόξων, καί φέρνει σάν παράδειγμα πρός μίμηση τήν Ἱερά Μητρόπολη Γερμανίας. Τονίζει τήν ἀγαστή συνεργασία μεταξύ τοῦ Καρδιναλίου κ. Reinhard Marx, «Ἀρχιεπισκόπου» τοῦ Μονάχου καὶ τοῦ Freising καὶ Προέδρου τῆς Συνόδου τῶν Παπικῶν «Ἐπισκόπων» τῆς Γερμανίας, καί τοῦ ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ Μητροπολίτου Γερμανίας κ. Αὐγουστίνου.

Στό σημεῖο αὐτό ὁ κ. Βαρθολομαῖος ὑποπίπτει σ’ἕνα τεράστιο σφάλμα ἐκκλησιαστικῆς τάξεως καί δικαιοδοσίας. Ἐφ’ὅσον ἀναγνωρίζει τόν Καρδινάλιο κ. Reinhard Marx ὡς Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Μονάχου καὶ τοῦ Freising καί τόν ἀποκαλεῖ «Σεβασμιώτατο καί Ἀρχιεπίσκοπο», οὐσιαστικά μειώνει καί ὑποβιβάζει τήν τιμή καί την ἀξία τοῦ Μητροπολίτου Γερμανίας κ. Αὐγουστίνου καί ἀναγνωρίζει δύο Μητροπολίτες σέ μία πόλη, τό Μόναχο, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἐμφανῶς ἀντιβαίνει στούς Ἱερούς Κανόνες, οἱ ὁποίοι σαφῶς διακελεύουν ὅτι σέ μία πόλη πρέπει νά ὑπάρχει ἕνας Μητροπολίτης.

Σχετικά μέ τήν Μητρόπολη Γερμανίας ἔχουμε νά ποῦμε ὅτι ἀποτελεῖ πρότυπο οἰκουμενιστικῆς Μητροπόλεως καί οἰκουμενιστικῆς συνεργασίας. Πολύ συχνά διοργανώνονται ἑβδομάδες συμπροσευχῆς. Στό Βερολίνο ἑτοιμάζεται νά ἀναγερθεῖ ὁ πρώτος διαθρησκειακός κοινός ναός για Χριστιανούς, Μουσουλμάνους και Ἑβραίους με Ναό, Τζαμί και Συναγωγή[5]. Ποιός μπορεῖ νά ξεχάσει τίς ἀπίστευτες δηλώσεις τοῦ Γερμανίας Αὐγουστίνου ὅτι «ὑποχρεωτικά πρέπει σήμερα κανείς νά εἶναι οἰκουμενιστής, γιά νά εἶναι χριστιανός. Μπορεῖ νά εἶναι κανείς προτεστάντης καί οἰκουμενιστής, καθολικός καί οἰκουμενιστής, ὀρθόδοξος καί οἰκουμενιστής (κατά λέξη orthodox und ökumenisch)», ὅτι «μέ τούς ἄλλους Χριστιανούς ζοῦμε σέ οἰκουμενική κοινωνία (ökumenische Gemeinschaft)», ὅτι «εἴμαστε "συνχριστιανοί", ὅπως λέμε συνχωριανοί,  ὅ,τι κι ἄν σημαίνει αὐτό»[6]; Ἤ τήν ἀπαράδεκτη ἐνέργειά του νά χρισθεῖ στό μέτωπο ἀπό παπικό «ἐπίσκοπο» τήν ἡμέρα «ἑορτῆς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»[7]; Ἤ τήν δήλωσή του γιά τίς σχέσεις Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, ὅτι «ὄλοι πρέπει νά γίνουν ἕνα, γιά νά πιστέψει ὁ κόσμος» στήν Ὀρθόδοξη Ἑσπερινή Λειτουργία γιά πρώτη φορά στόν Παπικό καθεδρικό Ναό τῆς Κολωνίας[8]; Τέλος, εἶναι γνωστή ἡ συμφωνία τοῦ Γερμανίας Αὐγουστίνου μέ τόν Παπικό «Ἐπίσκοπο» τῆς Γερμανίας γιὰ τὴν ἔναρξη συζητήσεων μὲ σκοπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς Παπικούς. Ἡ Μικτή Ἐπιτροπή τῆς Διάσκεψης Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν Ἐπισκόπων στή Γερμανία, στίς 13-3-2012 ἀνακοίνωσε τήν ὁλοκλήρωση τῆς συνάντησής τους στό Johann Adam Mohler Οἰκουμενικό Ἰνστιτοῦτο στό Paderborn. Σέ κοινή ἀνακοίνωση, πού ἐκδόθηκε στό τέλος τῆς Διάσκεψης, καλοῦν γιά ἕνα κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα σάν μιά ἔνδειξη τῆς ἑνότητας τῶν Χριστιανῶν σέ ὅλο τόν κόσμο. Ἐπικεφαλῆς τῶν δύο ἀντιπροσωπειῶν ὑπῆρξαν ὁ Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αὐγουστίνος καί ὁ Παπικός «ἐπίσκοπος» Γκέρχαρντ Λούντβιχ Μίλερ[9].

Στή συνέχεια ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἀναφέρεται στό θέμα, τό ὁποῖο ἐξετάζει τήν τελευταῖα περίοδο ἡ Μικτή Ἐπιτροπή τοῦ Ἐπισήμου Θεολογικοῦ Διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, πού εἶναι «Τό Πρωτεῖο στήν Ἐκκλησία», τό ὁποῖο μάλιστα χαρακτηρίζει ὡς «πρωτεῖον διακονίας, ἐρριζωμένον εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄκρως ἀναγκαῖον διὰ τὴν ἐπιτέλεσιν τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς ἐν τῷ κόσμῳ».

Ὁ  κ. Βαρθολομαῖος καί οἱ σύν αὐτῷ Οἰκουμενιστές, μέσῳ τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, προωθοῦν τήν ἀναγνώριση τοῦ παπικοῦ πρωτείου ἐξουσίας, προσπαθοῦν νά κάνουν μία ἄμικτη μίξη μεταξύ συνοδικοῦ θεσμοῦ καί παπικοῦ πρωτείου καί ὁμιλοῦν γιά μετασυνοδικότητα.  Τά παραπάνω λόγια τοῦ κ. Βαρθολομαίου μᾶς θυμίζουν ἔντονα τήν οἰκουμενιστική «θεολογία» τοῦ Ζηζιούλα. Ὁ Ζηζιούλας, ἐκτός τοῦ ὅτι κηρύσσει τίς αἱρέσεις τῆς βαπτισματικῆς θεολογίας καί τῆς εὐχαριστιακῆς ἐκκλησιολογίας, ἀναπτύσσει καί τήν αἱρετική θεωρία τῆς ἱερότητος τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα, τό ὁποῖο ἡ ἐκκοσμικευμένη Ὀρθοδοξία δέν ἠδύνατο νά κατανοήσει. Ὁ ἴδιος ὁ Περγάμου ἔχει πεῖ ὅτι «Κοσμικοί παράγοντες, οἱ ὁποῖοι κυριαρχοῦσαν τότε στήν ἐκκοσμικευμένη Ὀρθοδοξία, δέν τῆς ἐπέτρεψαν νά δεῖ τήν Ἱερότητα τοῦ πρωτείου» καί ὅτι «Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη τό παπικό πρωτεῖο»[10]. Ἐπίσης, ὁ οἰκουμενιστής Μητροπολίτης Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρος ἔχει ἀναπτύξει τήν αἱρετική λατινογενή «μετασυνοδική» ἐκκλησιολογία. Ὁ ἴδιος ἰσχυρίζεται ὅτι «Ἡ ἄρνηση ἀναγνωρίσεως πρωτείου τινός στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἑνός πρωτείου τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ἐνσαρκώσει παρά κάποιος Πρῶτος - τουτέστι κάποιος Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἔχει τό προνόμιο νά εἶναι ὁ πρῶτος μεταξύ τῶν ἀδελφῶν του Ἐπισκόπων - συνιστᾶ αἵρεση. Εἶναι ἀπαράδεκτο αὐτό πού συνήθως λέγεται ὅτι ἡ ἑνότητα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων διασφαλίζεται εἴτε ὑπό μιᾶς κοινῆς πίστεως καί λατρείας εἴτε ὑπό τοῦ θεσμοῦ τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καί οἱ δύο αὐτοί παράγοντες εἶναι ἀπρόσωποι, ἐνῶ στήν ὀρθόδοξη θεολογία μας ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητάς μας εἶναι πάντοτε ἕνα πρόσωπο. Πράγματι, ὅπως στό ἐπίπεδο τῆς Ἁγίας Τριάδος ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητας δέν εἶναι ἡ θεία οὐσία, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Πατρός (ἡ «μοναρχία» τοῦ Πατρός), ἔτσι καί στό ἐκκλησιολογικό ἐπίπεδο, στήν τοπική ἐκκλησία, τό σημεῖο τῆς ἑνότητας δέν εἶναι τό πρεσβυτέριο ἤ ἡ κοινή λατρεία τῶν χριστιανῶν, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου. Ἑπομένως, ἐπί πανορθοδόξου ἐπιπέδου ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητας δέν μπορεῖ νά στηρίζεται ἐπί μιᾶς ἰδέας ἤ ἑνός θεσμοῦ, ἀλλά πρέπει νά εἶναι κάποιο πρόσωπο, ἄν βέβαια θέλουμε νά παραμείνουμε συνεπεῖς στή θεολογία μας»[11].

Τό ἐπαίσχυντο καί ἀντορθόδο «Κείμενο τῆς Ραβέννας» ὁ κ. Βαρθολομαῖος τό χαρακτηρίζει «ἐξαίρετο» καί τὸ ὁποῖο «θέτει τὸ πλαίσιον καὶ τὰς προϋποθέσεις ἀσκήσεως τοῦ Πρωτείου ἐν τῇ Ἐκκλησία». Σχετικά μέ τό «Κείμενο τῆς Ραβέννας» μπορεῖ κανείς νά μελετήσει τό κείμενο τοῦ μακαριστοῦ προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους παν. ἀρχιμ. Γεωργίου Γρηγοριάτου-Καψάνη, μέ θέμα «Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό Πρωτεῖο τοῦ Πάπα»[12] καί τό κείμενο τοῦ ἐλλογιμωτάτου καθηγητοῦ τοῦ τομέα Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη, μέ θέμα «Ὀρθόδοξοι προβληματισμοί μέ ἀφορμή τό κείμενο τῆς Ραβέννας»[13]. Ἐξίσου σημαντικό εἶναι τό κείμενο, πού υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας κατά τή συνεδρία της στίς 25-26 Δεκεμβρίου 2013 (Πρακτικά № 157)[14]. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ἀφοῦ ἐξέτασε τό κείμενο τῆς Ραβέννας, δέν ἀπεδέχθηκε τό μέρος ἐκείνο, ὅπου γίνεται λόγος περί συνοδικότητας καί πρωτείου ἐπί τοῦ παγκοσμίου ἐπιπέδου ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἰσχυρίζεται ὅτι «ἡ πορεία αὕτη πρὸς ἀποκατάστασιν τῆς πλήρους ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν πραγματοποιεῖται ἐν τῷ μέσῳ ἑνὸς κόσμου σπαρασσομένου ὑπὸ μίσους καὶ ποικίλων ταραχῶν. Καθ᾿ ἡμέραν γινόμεθα μάρτυρες συγκρούσεων καὶ ἐπιθέσεων πολλάκις κατὰ ἀθώων ἀνθρώπων, μάλιστα δὲ καὶ ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ». Καί λίγο πιό κάτω, «οὐδέποτε, ἴσως, ἄλλοτε ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν ἦτο τόσον ἐπιτακτικὴ καὶ ἐπιβεβλημένη ὅσον σήμερον».

Ἀπό τά παραπάνω λεγόμενα τοῦ κ. Βαρθολομαίου εἶναι ἐμφανές ὅτι ἀναφέρεται στόν μεγάλο κίνδυνο τοῦ Ἰσλάμ καί τῶν Τζιχαντιστῶν, πού μαστίζει Ἀνατολή καί Δύση. Συνάγεται ἐπίσης τό συμπέρασμα ὅτι ὁ κ. Βαρθολομαῖος πιστεύει πώς ἡ λύση στό πρόβλημα τοῦ Ἰσλάμ εἶναι ὁ συνασπισμός  ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ἀσχέτως δόγματος, καί ἡ ἀποκατάσταση τῆς πλήρους ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν. Ἐπίσης, ὅτι ἕνας διηρημένος Χριστιανισμός δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπίσει τό Ἰσλάμ, ἐν ἀντιθέσει μέ ἕναν ἑνωμένο Χριστιανισμό. Τέλος, ὅτι θά πρέπει νά ἐνταθοῦν καί νά αὐξηθοῦν οἱ διαθρησκειακοί διάλογοι,  ἐν ὄψει τῶν προσφάτων χτυπημάτων τῶν Τζιχαντιστῶν σέ Παρίσι, Βηρυττό, Καλιφόρνια καί ὅπου ἀλλοῦ.

Ἡ θέση αὐτή τοῦ κ. Βαρθολομαίου εἶναι παράλογη. Ἐάν ὁ κ. Βαρθολομαῖος θέλει πράγματι νά ἀντιμετωπίσει τό Ἰσλάμ, θά πρέπει πρῶτος αὐτός, ὡς ἠθικός αὐτουργός τῆς σημερινῆς καταστάσεως, νά ἐγκαταλείψει τόν διαθρησκειακό Οἰκουμενισμό, νά σταματήσει τίς διαθρησκειακές συναντήσεις, τούς διαθρησκευτικούς διαλόγους, τίς διαθρησκειακές συμπροσευχές, νά παύσει νά μοιράζει τό Κοράνι ἀντί τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί νά τό ἀποκαλεῖ «ἱερό καί ἅγιο». Οὔτε εἶναι λύση ἡ συμμαχία σέ πολιτικό καί ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο μέ τόν αἰώνιο ἐχθρό τῆς Ὀρθοδοξίας, τόν Παπισμό. Μοναδική λύση εἶναι ἡ   παγκόσμια μετάνοια καί ἡ ἐπιστροφή στόν Χριστό καί στήν Ἁγία Του Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἡ  συμμαχία μέ τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό, τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί τούς Ἁγίους Πατέρες. Δυστυχῶς, ὁ κ. Βαρθολομαῖος δέν διδάσκεται καθόλου ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία.

Κατακλείουμε, λέγοντας πώς, ἄν ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἐπιθυμεῖ τόσο πολύ νά ἑνωθεῖ μέ τόν Πάπα καί τούς Παπικούς, μπορεῖ νά παραιτηθεῖ ἀπό τόν Οἰκουμενικό Θρόνο, νά ἀπαρνηθεῖ τήν Ὀρθοδοξία, νά πάει στό Βατικανό καί νά γίνει Καρδινάλιος, ὡς ἄλλος Βησσαρίων. Σίγουρα ὁ ἀδελφός του «Πάπας» Φραγκίσκος θά τόν ὑποδεχθεῖ ἀσμένως καί μέ ἀνοικτές τίς ἀγκάλες καί θά τοῦ ἐπιφυλάξει μεγάλες τιμές, δόξες, ἀξιώματα καί θέσεις, βεβαίως μετά ἀπό τόν ἴδιο. Ἀρκεῖ νά ἀφήσει ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους ἥσυχους νά τηροῦμε ὅσα παραλάβαμε ὡς ἱερά παρακαταθήκη ἀπό τούς πατέρες μας.



[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πνευματικά Γυμνάσματα, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2004, σσ. 381-383.

[2] Αἱ καινοφανεῖς «θρονικαί ἑορταί» εἶναι παπικόν κατασκεύασμα, Ὀρθόδοξος Τύπος, 26-7-2013.

[4] ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, Ἀθή­ναι 1971, σσ. 178-179.

[7] Ὀρθόδοξος Τύπος, 22-6-2012

[10] «Βαρύταται κατηγορίαι ἐπί αἱρέσει ἐναντίον τοῦ φιλοπαπικοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου», Ὀρθόδοξος Τύπος  (13-4-2012) 1,7 καί Bose  Ἰταλίας, Ὀρθόδοξος Τύπος (16-7-1999) καί Ὀρθόδοξος Χριστιανικός Ἀγωνιστικός Σύλλογος «ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ» καί Φιλορθόδοξος Ἕνωσις «ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ», «Οἱ βασικές κακοδοξίες τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου κ. Ζηζιούλα», Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος 10 (Σεπτέμβριος-Ὀκτώβριος 2011) 15.

[11] Ἐπίσκεψις  698 [31-03-2009], Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχών, ««Οὐκ ἐσμέν τῶν Πατέρων σοφώτεροι»˙ ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέ ἀφορμή τήν ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στή Μεγίστη Λαύρα», Φώτης Κόντογλου, έκδ. Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, Τρίκαλα, Χριστούγεννα 2011, σ. 82 καί Ὀρθόδοξος Τύπος (2-12-2011) 6 καί Θεοδρομία ΙΓ΄ (Ὀκτώβριος-Δεκέμβριος 2011) 635-636.

[12] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα, Ἅγιον Ὄρος, 30 Δεκεμβρίου 2007,  Ἐν Συνειδήσει. Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ἱ. Μ. Μ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 90-99, http://aktines.blogspot.gr/2013/08/blog-post_663.html.

[13] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, «Ὀρθόδοξοι προβληματισμοί μέ ἀφορμή τό κείμενο τῆς Ραβέννας», Ἐν Συνειδήσει. Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ἱ. Μ. Μ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 100-111, http://paterikiorthodoxia.pblogs.gr/2009/06/orthodoxoi-problhmatismoi-me-aformh-to-keimeno-ths-rabennas.html.

[14] ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΡΩΣΙΑΣ. Μόσχα : Τιμητικό τό πρωτείο τῆς Κωνσταντινούπολης - Ἕνα κείμενο, πού θά συζητηθεί, 27-12-2013, http://www.dogma.gr/default.php?pname=Article&art_id=4852&catid=7

 

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

mhtropolh peiraiws logo 01

Είναι γεγονός ότι ο Παπισμός, από τότε που αποσχίστηκε από την Μία, Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία και έπαψε να είναι Εκκλησία, δεν άφησε τίποτε απείραχτο σ’ αυτή! Εφεύρε αιρετικές διδασκαλίες και εισήγαγε καινοτομίες, που διαστρέφουν εμφανέστατα την βιβλική και αγιοπατερική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, όπως είναι η φρικώδης αιρετική κακοδοξία του φιλιόκβε, η κτιστή χάρις, η άσπιλη σύλληψη της Θεοτόκου, η μαριολατρία, και μια άλλη πληθώρα αιρετικών δοξασιών, οι οποίες έχουν καταδικασθεί από μια σειρά αγίων Συνόδων της Εκκλησίας μας και από επιφανείς αγίους Πατέρες.

mhtropolh peiraiws header 01


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 29η Οκτωβρίου 2015

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΞΑΓΓΕΛΙΑ «ΙΩΒΗΛΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑΣ» ΑΠΟ ΤΟΝ «ΠΑΠΑ» ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ

 

Είναι γεγονός ότι ο Παπισμός, από τότε που αποσχίστηκε από την Μία, Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία και έπαψε να είναι Εκκλησία, δεν άφησε τίποτε απείραχτο σ’ αυτή! Εφεύρε αιρετικές διδασκαλίες και εισήγαγε καινοτομίες, που διαστρέφουν εμφανέστατα την βιβλική και αγιοπατερική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, όπως είναι η φρικώδης αιρετική κακοδοξία του φιλιόκβε, η κτιστή χάρις, η άσπιλη σύλληψη της Θεοτόκου, η μαριολατρία, και μια άλλη πληθώρα αιρετικών δοξασιών, οι οποίες έχουν καταδικασθεί από μια σειρά αγίων Συνόδων της Εκκλησίας μας και από επιφανείς αγίους Πατέρες.

Μια από τοις καινοτομίες που εισήγαγε ο Παπισμός ήδη από τα τέλη του 13ου αιώνος είναι και η καθιέρωση των λεγομένων «ιωβηλαίων ετών». Η καθιέρωση του θεσμού αυτού έχει τις ρίζες του στον Ιουδαϊσμό και στις τυπικές διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου, (Λευιτ.25,8 κ. εξ.). Η ονομασία προέρχεται από την τελετή ενάρξεως του ιωβηλαίου έτους, που γινόταν με τον ήχο της σάλπιγγος, (από την εβραϊκή λέξη γιομπέλ που σημαίνει σάλπιγγα). Σύμφωνα με την εβραϊκή νομοθεσία κάθε 50οστο έτος είναι άγιο και αφιερωμένο στον Θεόν, γι’ αυτό και κατά το έτος αυτό παρέχεται επιστροφή των πωληθέντων κτημάτων, αποδίδεται ελευθερία στους δούλους και ορισμένες ακόμη σημαντικές κοινωνικές ρυθμίσεις. Η καθιέρωση του θεσμού αυτού από τον Παπισμό έγινε όχι βέβαια τυχαία, αλλά κυρίως για οικονομικούς λόγους. Και τούτο διότι είναι πολύ στενά συνδεδεμένη με μια άλλη καινοτομία της Δύσεως, που καθιερώθηκε την ίδια εκείνη εποχή, την καινοτομία της «εξαγοράς» αμαρτιώνκαι των πνευματικών ποινών, (επιτιμίων), έναντι της προσφοράς χρηματικών ποσών για ιερούς σκοπούς. Πρόκειται για τα πασίγνωστα και διαβόητα συγχωροχάρτια, που ήταν ειδικά έγγραφα, τα οποία παρείχε ο εξομολόγος κληρικός στον εξομολογούμενο πιστό, που βεβαίωναν σ’ αυτόν, ότι απαλλάχθηκε από τις πνευματικές τιμωρίες του παρόντος βίου, (επιτίμια), και τις τιμωρίες του καθαρτηρίου πυρός στην μετά θάνατο ζωή. Όπως είναι ευνόητο η καθιέρωση αυτή επέφερε μεγάλα οικονομικά κέρδη στην παπική «Εκκλησία» και στον κλήρο. Επιστρατεύτηκε λοιπόν ο θεσμός των «ιωβηλαίων», αφ’ ενός μεν για να αποτελέσει την θεωρητική- θεολογική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η πρακτική της «εξαγοράς» των αμαρτιών, (συγχωροχαρτιών), και αφ’ ετέρου για να καλύψει τις μεγάλες οικονομικές ανάγκες του παπικού θρόνου, ενώ παράλληλα έγινε ενθουσιωδώς αποδεκτός από τους πιστούς, οι οποίοι τώρα μπορούσαν με χρηματικά ανταλλάγματα να εξασφαλίσουν τον παράδεισο ήδη από την παρούσα ζωή! Μάλιστα ο Πάπας Βονιφάτιος ο Η΄ συστηματοποίησε και τον τρόπο πωλήσεως των συγχωροχαρτιών!

Το ό,τι βέβαια ο θεσμός των «ιωβηλαίων» είναι άγνωστος στην αποστολική και πατερική μας παράδοση, μόλις είναι ανάγκη να τονιστεί.  Ήδη από τα αποστολικά χρόνια η εκκλησία είχε συνειδητοποιήσει,ότι ηαποστολή του παλαιού Νόμου ήταν να μας οδηγήσει στον Χριστό, να γίνει «παιδαγωγός εις Χριστόν» και από την στιγμή που ήρθε ο Χριστός έληξε πλέον η αποστολή της. Γι’ αυτό και οι άγιοι απόστολοι ουδέποτε θεώρησαν αναγκαία την περαιτέρω τήρηση μέσα στο χώρο της Εκκλησίας των ιουδαϊκών εορτών και λοιπών τελετουργικών διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου. Η ιουδαϊκή ιεροσύνη, ο ναός, οι θυσίες,  η περί καθαρών και ακαθάρτων νομοθεσία και οι λοιπές τελετουργικές διατάξεις δεν ισχύουν πλέον και τη θέση τους πήρε η καινή εν Χριστώ νομοθεσία και η διά των μυστηρίων παρεχόμενη Χάρις. Μάλιστα ο απόστολος Παύλος αντιδιαστέλλει τη «δουλεία του νόμου» με την «εν Χριστώ ελευθερία» και «Χάρη».  Η «σκιά του νόμου» «παρήλθε», όπως πολύ ωραία ψάλλει η εκκλησία μας στο δογματικό θεοτοκίο του Β΄ ήχου, με το θαύμα που έγινε στο ιερό του ναού της Ιερουσαλήμ κατά την ώρα που ο Κύριος εξέπνευσε επάνω στο σταυρό, όπου «το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω» (Ματθ.27,51), ως μια εμφανής απόδειξη από τον Θεόν αυτής της μεγάλης αλήθειας. Επομένως το πισωγύρισμα του Παπισμού στα «ιωβηλαία», δηλαδή  στη «σκιά του νόμου», αυτός καθ’ εαυτόν είναι απαράδεκτος και απόβλητος, πολύ δε περισσότερο γίνεται απαράδεκτος, όταν η καθιέρωσή των συνδέεται άμεσα με τα συγχωροχάρτια, όπου το ιερό μυστήριο της μετανοίας υποβιβάζεται και εξευτελίζεται σε μια υπόθεση αγοραπωλησίας και γίνεται αντικείμενο αισχράς οικονομικής εκμεταλλεύσεως από τον παπικό κλήρο και τον ίδιο τον Πάπα.

Την κακή αυτή παράδοση περί «ιωβηλαίων» ακολουθώντας και ο νυν Πάπας Φραγκίσκος όρισε με εγκύκλιό του νέο έκτακτο «ιωβηλαίο» έτος, το οποίο θα αρχίσει στις 8 Δεκεμβρίου 2015 και θα λήξει στις 20 Νοεμβρίου 2016και τοοποίο σύμφωνα με την παπική Βούλα φέρει το όνομα: «Το πρόσωπο της ευσπλαχνίας». Προς τον σκοπό αυτό η «Σύνοδος της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδος» εξέδωσε εγκύκλιο επιστολή, με την οποία κάνει γνωστή στους εν Ελλάδι παπικούς το νέο Ιωβηλαίο, όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθολική» (φύλλο 160,18-9-2015).Σύμφωνα με την εγκύκλιο: «Εμείς οι Επίσκοποί σας, μέσα από αυτήν την Εγκύκλιο επιστολή επιθυμούμε να φέρουμε πιο κοντά σε όλες και σε όλους εσάς αυτό το έγγραφο και συγχρόνως να δώσουμε ορισμένες πρακτικές οδηγίες για το νέο Άγιο Έτος, έχοντας πάντα ως γνώμονα την πρόσφατη παπική Βούλα».

   Κατ’ αρχήν ο χαρακτηρισμός του νέου αυτού «ιωβηλαίου» ως «Αγίου Έτους» είναι άστοχος και αδόκιμος. Και τούτο διότι αν το «ιωβηλαίο έτος» είναι «Άγιο Έτος», τότε πως πρέπει να θεωρήσουμε τα άλλα έτη της ζωής μας; Ως μη άγια; Αλλά τούτο έρχεται σε αντίθεση με τον λόγο του Παύλου ο οποίος θεωρεί όλο τον χρόνο της παρούσης ζωής μας ως «καιρό ευπρόσδεκτο» και ως «ημέρα σωτηρίας» (Β΄Κορ.6,2). Το κάθε δευτερόλεπτο της ζωής μας εξαγιάζεται, όταν το δαπανούμε για την σωτηρία μας. Ο Χριστός με την ενανθρώπισή του, εισερχόμενος μέσα στον χρόνο και την ιστορία και προσλαμβάνοντας την κτίση, καθαγίασε αμφότερα.

   Επίσης δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Ρωμαίος Ποντίφηκαςόρισε την αρχή του «Αγίου Έτους» στην παπική «μεγάλη Πανήγυρη» της «Αμίαντης Σύλληψης της Υπεραγίας Θεοτόκου».Όπως είναι γνωστό ο Παπισμός εθέσπισε κατά το 1854 επί Πάπα Πίου του Θ΄ μία ακόμη αιρετική διδασκαλία, που ήταν άγνωστη μέχρι τότε στην Εκκλησία, την κακοδοξία «περί της ασπίλου, (ή αμιάντου), συλλήψεως της Θεοτόκου». Σύμφωνα με αυτή, η Θεοτόκος γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα, ενώ η Εκκλησία παραδέχεται ότιασπίλως συνελήφθη μόνον ο Ιησούς Χριστός κατά την ανθρώπινη φύση Του, διότι η σύλληψίς Του έγινε «διά Πνεύματος Αγίου». Αντίθετα η σύλληψη της Θεοτόκου δεν ήταν άσπιλη, διότι συνελήφθη ενηδόνως και διότι αυτή γεννήθηκε φυσιολογικά από γονείς, που ήταν βεβαρημένοι με το προπατορικό αμάρτημα, όπως και η ίδια, από το οποίο εκαθαρίσθηκε με την επέλευση του αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού. Μάλιστα ο Παπισμός για να επικυρώσει το ψευδές αυτό δόγμα ενορχήστρωσε και την δήθεν Παναγιοφάνεια της Λούρδης τέσσερα έτη μετά την excathedraδιακήρυξη του δόγματος, όπου η βασιλοπούλα ΒερναρδέττηΣουμπιρού έβλεπε μια «λευκή κυρία»16 φορές και την τελευταία την ερώτησε, ποιά είναι και έλαβε την απάντηση: «Είμαι η ασπίλως συλληφθείσα»!!!

Αναφέρει επίσης η Συνοδική Εγκύκλιος ότιη παπική «Βούλα προκήρυξης του Ιωβηλαίου αποτελεί ένα συγκινητικό ύμνο στην ευσπλαγχνία του Θεού». Πως όμως αυτή την ευσπλαγχνία του Θεού, όπως την εξαγγέλει και την εξυμνεί εδώ ο Πάπας, θα πρέπει να την εναρμονίσουμε με την περί «ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης», κακοδοξία του Παπισμού; Όπως παρατηρεί σχετικά με το θέμα αυτό ο μακαριστός καθηγητής πρωτ. π. Ιωάννης Ρωμανίδης: «Εις την ελληνικήνπατερικήνπαράδοσινελλείπουν τα χαρακτηρίζοντα την ΛατινικήνΘεολογίαν έντονα δικανικά σχήματα τα οδηγήσαντα τελικώς την Δύσιν εις την περί ικανοποιήσεως θεωρίαν του Ανσέλμου. Ενώ εις την Ανατολήν η πτώσις νοείται ως αποτέλεσμα της απομακρύνσεως του ιδίου ανθρώπου από της θείας ζωής…αίτιος δε θεωρείται ο ίδιος, ο εις συνεργασίαν μετά του διαβόλου προελθών άνθρωπος, εις την Δύσιν όλα τα εν τω κόσμω κακά προέρχονται εκ του τιμωρού θείου θελήματος, αυτός δε ούτος ο σατανάςθεωρείται απλούν τιμωρόν όργανον αυτού». Μ’ άλλα λόγια πόσο εύσπλαγχνος μπορεί να είναι ένας Θεός, ο οποίος προκειμένου να σώσει τον άνθρωπο, απαιτεί προηγουμένως να ικανοποιηθεί η τρωθείσα εκ της αμαρτίας του ανθρώπου δικαιοσύνη Του και προς τον σκοπό αυτό οδηγεί τον Υιόν Του επάνω στον σταυρό, ώστε διά του αίματος της σταυρικής του θυσίας να εξευμενισθεί η θεία οργή και να παραγραφούν τα χρέη των αμαρτημάτων όλης της ανθρωπότητος;  Θα πρέπει λοιπόν ο κ. Φραγκίσκος, αν θέλει να είναι συνεπής με την δογματική διδασκαλία της «Εκκλησίας» του, ή να αναθεωρήσει την παρά πάνω μνημονευθείσα κακοδοξία, ή να μην ομιλεί περίευσπλαχνίας του Θεού.

Αυτά τα ολίγα και περί τουεξαγγελθέντος «ιωβηλαίου έτους της ευσπλαγχνίας» του Παπισμού.

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

 

mhtropolh peiraiws logo 01

Άλλο ένα Διαθρησκειακό Συνέδριο έλαβε χώρα τις τελευταίες ημέρες σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας από 18 έως 20 Οκτωβρίου 2015με θέμα: «Θρησκευτικός και Πολιτιστικός Πλουραλισμός και Ειρηνική Συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή», το οποίο διοργάνωσε το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών με πρωτοβουλία του Έλληνα υπουργού κ. Νίκου Κοτζιά. Όπως μας πληροφόρησαν τα Μ.Μ.Ε. και διάφορα θρησκευτικά ιστολόγια, στο Συνέδριο έλαβαν μέρος κορυφαίες θρησκευτικές και πολιτικές προσωπικότητες από την Ευρώπη και την Μέση Ανατολή, μεταξύ των οποίων ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος, Αντιοχείας κ. Ιωάννης και Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος, οι Αρχιεπίσκοποι Κύπρου κ. Χρυσόστομος,Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος καθώς και ο εκπρόσωπος του Πατριάρχου της Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίων. Από τους πολιτικούς ηγέτες ήταν παρόντες και έλαβαν τον λόγο οι Υπουργοί Εξωτερικών της Ολλανδίας κ. Μπερτ Κέντερς, της Αιγύπτου κ. Σάμεχ Σούκρι, του Βατικανού κ. Πολ Ρίτσαρντ Γκάλαχερ και της Κύπρου κ. Γιαννάκης Κασουλίδης. Σύμφωνα με την ειδησεογραφία, σκοπός του Συνεδρίου ήταν η ανάδειξη του ρόλου των θρησκευτικών ηγετών στην υπεράσπιση της ανθρώπινης ζωής και της συμβολής τους στην επίτευξη της ειρηνικής συμβίωσης στη Μέση Ανατολή σε συνθήκες αξιοπρέπειας και αμοιβαίας κατανόησης, καθώς επίσης και ο σεβασμός της πολυπολιτισμικότητος και της πολυθρησκευτικότητος στην μαρτυρική και δεινώς χειμαζόμενη αυτή περιοχή του πλανήτη μας.

mhtropolh peiraiws header 01


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν  Πειραιεί  τη 26η Οκτωβρίου 2015

 

Ένα ακόμη Διαθρησκειακό Συνέδριο ξένο προς την αλήθεια της Ορθοδοξίας και χωρίς αποτελέσματα

 

Άλλο ένα Διαθρησκειακό Συνέδριο έλαβε χώρα τις τελευταίες ημέρες σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας από 18 έως 20 Οκτωβρίου 2015με θέμα: «Θρησκευτικός και Πολιτιστικός Πλουραλισμός και Ειρηνική Συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή», το οποίο διοργάνωσε  το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών με πρωτοβουλία του Έλληνα υπουργού κ. Νίκου Κοτζιά. Όπως μας πληροφόρησαν τα Μ.Μ.Ε. και διάφορα θρησκευτικά ιστολόγια, στο Συνέδριο έλαβαν μέρος κορυφαίες θρησκευτικές και πολιτικές προσωπικότητες από την Ευρώπη και την Μέση Ανατολή, μεταξύ των οποίων ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος, Αντιοχείας κ. Ιωάννης και Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος, οι Αρχιεπίσκοποι Κύπρου κ. Χρυσόστομος,Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος καθώς και ο εκπρόσωπος του Πατριάρχου της Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίων. Από τους πολιτικούς ηγέτες ήταν παρόντες και έλαβαν τον λόγο οι Υπουργοί Εξωτερικών της Ολλανδίας κ. Μπερτ Κέντερς, της Αιγύπτου κ. Σάμεχ Σούκρι, του Βατικανού κ. Πολ Ρίτσαρντ Γκάλαχερ και της Κύπρου κ. Γιαννάκης Κασουλίδης. Σύμφωνα με την ειδησεογραφία, σκοπός του Συνεδρίου ήταν η ανάδειξη του ρόλου των θρησκευτικών ηγετών στην υπεράσπιση της ανθρώπινης ζωής και της συμβολής τους στην επίτευξη της ειρηνικής συμβίωσης στη Μέση Ανατολή σε συνθήκες αξιοπρέπειας και αμοιβαίας κατανόησης, καθώς επίσης και ο σεβασμός της πολυπολιτισμικότητος και της πολυθρησκευτικότητος στην μαρτυρική και δεινώς χειμαζόμενη αυτή περιοχή του πλανήτη μας.

Την έναρξη των εργασιών της Διάσκεψης κήρυξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος, που ανέφερε στον χαιρετισμό του ότι: «η Συνδιάσκεψη αποκτά σήμερα ιδιαίτερα καίρια σημασία και τούτο γιατί γίνεται σε μια στιγμή τεράστιας ιστορικής κρισιμότητας. Οι φωτιές του πολέμου στη Μέση Ανατολή έχουν καταλύσει κάθε έννοια ειρηνικής συνύπαρξης και επιπλέον απειλούν, όχι μόνο την εν γένει ειρήνη στην περιοχή, αλλά αποτελούν απειλή για τον κόσμο γενικότερα. Πέραν τούτου το φαινόμενο των προσφύγων πολέμου με τις διαστάσεις που έχει πάρει, οι ροές προσφύγων πολέμου, δε συμβιβάζονται με καμιά έννοια δικαιοσύνης και πολιτισμού». Πάνω στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι ομιλίες των άλλων πολιτικών ηγετών, οι οποίοι είδαν το θέμα από καθαρά πολιτική σκοπιά και με δεδομένη φυσικά την άγνοιά τους, περί του τι εστί κατ’ ουσίαν και κατά βάθος  Ορθοδοξία και τι εστί Ισλάμ και Ιουδαϊσμός. Οι ομιλίες πάλι των θρησκευτικών ηγετών κινήθηκαν πάνω σε ένα άλλο μήκος κύματος, στο μήκος κύματος της εδώ και δεκαετίες εδραιωμένης ιδεολογίας του Διαθρησκειακού Οικουμενισμού.

Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές σε τέτοιου είδους Διαθρησκειακές Συναντήσεις και σχολιάσαμε επαρκώς παρόμοιες εισηγήσεις και δηλώσεις. Επίσης αποδείξαμε τους πραγματικούς σκοπούς αυτών των συναντήσεων, που είναι η προώθηση του Διαθρησκειακού Οικουμενισμού και εν τέλει της Πανθρησκείας. Εκείνο το οποίο θα θέλαμε να τονίσουμε εδώ είναι, ότι στο Συνέδριο αυτό οι σύνεδροι δυστυχώς δεν μπόρεσαν να εισχωρήσουν στην ουσία του προβλήματοςκαι να αναδείξουν τις βαθύτερες, γενεσιουργές αιτίες, του θρησκευτικού φανατισμού και της μισαλλοδοξίας, οι οποίες τροφοδοτούν τα ανείπωτα εγκλήματα αθώων, σχεδόν πάντα, Χριστιανών. Τις αιτίες αυτές θα πρέπει κατ’ αρχήν να αναζητήσουμε στα «ιερά βιβλία» των δύο συγκεκριμένων θρησκειών. Όπως ευστοχότατα επεσήμανε σε σχετική ανακοίνωσή του ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Σεραφείμ: Στο συνέδριο αυτό  «ουδείς έψαυσε την τραγική πραγματικότητα στην αληθινή της διάσταση και συγκεκριμένως ουδείς ανεφέρθη στο αυταπόδεικτο και πασίδηλο γεγονός, ότι τη θρησκευτική βία, το μίσος και την μισαλλοδοξία προωθούν εμπνέουν, διδάσκουν οι θρησκευτικές παραδοχές του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ». Και ότι επομένως εκεί θα πρέπει να αναζητήσουμε το πρόβλημα, δηλαδή στα «δαιμονικής εμπνεύσεως ‘ύψιστα’ θρησκευτικά τους κείμενα της ραβινικής διδασκαλίας όπως το βορβορώδες Ταλμούδ και η Καμπάλα, πού ουσιαστικά αντικατέστησαν την Τορά και τον Προφητισμό στον Ιουδαϊσμό και βυσσοδομούν με τρομακτικό μίσος και εμπάθεια ανείπωτη κατά του αποκαλυφθέντος Θεού Λόγου και των πιστευόντων στην θεία Αποκάλυψη καθώς και το φρικώδες Κοράνιο με τις πολλαπλές Σούρες των δήθεν εντολών του Θεού για την δολοφονία των απίστων και την στοχοποίηση των μη Μουσουλμάνων». Η «άγνοια» αυτού του «προβλήματος» φάνηκε και από τις δηλώσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος στην εισήγησή του τόνισε μεταξύ άλλων, ότι  το δράμα του πολέμου «που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια», οφείλεται στην «τραγική στρέβλωση του Ισλάμ από ριζοσπαστικές τρομοκρατικές δυνάμεις». Προφανώς αδυνατεί να εννοήσει ο κ. Βαρθολομαίος, ότι οι φανατικοί μουσουλμάνοι, που σφάζουν αθώους χριστιανούς στο όνομα του Αλλάχ και φιλοδοξούν να επανιδρύσουν την ισλαμική θεοκρατία, όχι μόνον δεν στρεβλώνουν το Ισλάμ, αλλά αντίθετα το εφαρμόζουν με ακρίβεια και συνέπεια, διότι βαδίζουν πάνω στις σαφείς εντολές του Κορανίου περί σφαγής των απίστων. Η στρέβλωση δεν γίνεται από τους φανατικούς, αλλά από τους μετριοπαθείς μουσουλμάνους και τους Σιΐτες, που αποτελούν την «αιρετική» απόκλιση από το γνήσιο Ισλάμ. Γι’ αυτό άλλωστε οι φανατικοί τζιχαντιστές, οπαδοί της οργανώσεως του ISIS, σφάζουν μαζί με τους χριστιανούς και τους μετριοπαθείς μουσουλμάνους, τους οποίους θεωρούν ως προδότες του Ισλάμ.

Δεν μπόρεσαν επίσης οι σύνεδροι να συνειδητοποιήσουν μια ακόμη πραγματικότητα, την οποία και σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας επισημάναμε: Το γεγονός δηλαδή ότι  είναι μεγάλη αφέλεια να πιστεύουν τόσον οι διάφοροι πολιτικοί ηγέτες, όσον και οι Πατριάρχες και λοιποί Ορθόδοξοι ηγέτες, ότι με τους Διαλόγους και τα Διαθρησκειακά Συνέδρια θα καταφέρουν να αναχαιτίσουν, ή έστω να απομειώσουν, τον μουσουλμανικό φανατισμό. Ας κάνουν τον κόπο οι Πατριάρχες μας να αναψηλαφήσουν τα αρχεία τους και να μετρήσουν, πόσα τέτοια Συνέδρια πραγματοποιήθηκαν από το 2011, που ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία, μέχρι σήμερα. Πάμπολλα! Και όμως παρ’ όλες αυτές τις διοργανώσεις, (αλλά και άλλες, που είχαν διοργανωθεί πριν από το 2011), η κατάσταση στη Μέση Ανατολή όχι μόνο δεν βελτιώνεται, αλλά πάει από το κακό στο χειρότερο. Η φωτιά του πολέμου αυξάνει και διογκώνεται όλο και περισσότερο και η απειλή ενός Γ΄ Παγκοσμίου Πολέμου γίνεται όλο και πιο αισθητή. Αποδεικνύεται λοιπόν πανηγυρικά από τα ίδια τα πράγματα η χρεοκοπία των Συνεδρίων αυτών. Τα Συνέδρια αυτά θα έφερναν ενδεχομένως κάποιο αποτέλεσμα, αν οι φανατικοί τζιχαντιστές επείθοντο να συμμετάσχουν σ’ αυτά και κατορθώναμε να τους πείσουμε να παύσουν να εφαρμόζουν το Κοράνιο και να ανεχθούν την ειρηνική συνύπαρξη με τις άλλες θρησκείες.Αλλά αυτό είναι αδύνατον! Το ομολόγησε άλλωστε ο Μητροπολίτης Γαλλίας κ. Εμανουήλ, σε πρόσφατη, (αρχές Σεπτεμβρίου του 2015), Διαθρησκειακή Συνάντηση στην Αθήνα, υπό την αιγίδα του λεγομένου «Διεθνούς Κέντρου “Βασιλιάς Αμπντάλα” για τον Διαθρησκειακό και Διαπολιτισμικό Διάλογο»: «Το “Ισλαμικό Κράτος” μάχεται οποιονδήποτε είναι υπέρ της μετριοπάθειας και της ειρηνικής συνύπαρξης».

Εν κατακλείδι: Θα πρέπει επί τέλους να συνειδητοποιήσουν οι πάντες, εκκλησιαστικοί και πολιτικοί ηγέτες, το άκαρπο και άσκοπο και ανώφελο της περαιτέρω συνεχίσεως παρομοίων Συνεδρίων και Διαλόγων. Οφείλουν να εισχωρήσουν στην ουσία του «προβλήματος» και να αναδείξουν τις γενεσιουργές αιτίες του θρησκευτικού φανατισμού και της μισαλλοδοξίας. Να διακηρύξουν προς πάσαν κατεύθυνση, ότι οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι για την άσκηση θρησκευτικής βίας είναι οι θρησκευτικές παραδοχές του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού και ουδέποτε η αγία Ορθοδοξία μας, έτσι ώστε να παύσει να θεωρείται ως συνυπεύθυνη και συνένοχη η Ορθόδοξη Εκκλησία, για την άσκηση θρησκευτικής βίας σε αλλοθρήσκους. Και τέλος να διακηρυχθεί, ότι ουδέποτε η Ορθοδοξία αρνήθηκε την ειρηνική συνύπαρξη και συμβίωση με ανθρώπους διαφορετικών πίστεων, έχοντας υπ’ όψιν της τον λόγο του Κυρίου μας «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν…» (Μαρκ.8,34)  και σεβόμενη την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου. Αν δεν γίνουν ουσιαστικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή κανένα παρόμοιο συνέδριο δεν πρόκειται να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα, παρά μόνο την δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων και ταξιδιών αναψυχής, μεταξύ των συνέδρων!

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών

 

Πηγή:Ακτίνες

 

p theodoros zhshs 01


1. Ἰουδαΐζουσες τάσεις μέσα στὸν Χριστιανισμό
 
Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς παναίρεση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀποτελεῖ σύνοψη καὶ συμπερίληψη ὅλων τῶν αἱρέσεων, ἔχει στοιχεῖα ἀπ᾽ ὅλες τὶς αἱρέσεις, ἀναμειγνύει καὶ συγκιρνᾶ ὅλες τὶς θρησκεῖες, ἐπαναφέρει τὸν συγκρητισμὸ τῶν ρωμαϊκῶν χρόνων, δικαιολογεῖ καὶ προάγει τὴν πολυπολιτισμικότητα καὶ τὴν πολλαπλότητα τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, τὰ ὁποῖα κατήργησε ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ.
 
Οὐσιαστικῶς οἱ ἀντίθεες καὶ ἀντίχριστες δυνάμεις ἐπιδιώκουν νὰ ἐκδικηθοῦν τὸν Χριστιανισμό, νὰ πάρουν τὴν ρεβάνς· δὲν μπόρεσαν τότε, ἐκπροσωπούμενες ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, νὰ τὸν νικήσουν μὲ τὴν θανάτωσή του ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, γιατὶ ἀναστήθηκε, καὶ τὸ εὐαγγέλιό του κηρύχθηκε καὶ ἐξαπλώθηκε ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ σ᾽ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, κατὰ θαυμαστὸ τρόπο, ἐπιτυγχάνοντας τὴν πνευματικὴ καὶ θρησκευτικὴ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων, ἐκχριστιανίζοντας τὸν κόσμο. Ἐπιχειροῦν τώρα μὲ δόλια καὶ ὕπουλα μέτρα νὰ ἀποχριστιανίσουν τὸν κόσμο, νὰ καταργήσουν τὴν «καινὴ κτίση», τὴν Νέα Ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἐπαναφέρουν τὴν παλαιὰ «Νέα Ἐποχή» τοῦ Ἀντιχρίστου.
Τὸ «ἰουδαΐζειν», ἡ τάση δηλαδὴ νὰ κρατήσει ὁ Χριστιανισμὸς πολλὰ ἰουδαϊκὰ στοιχεῖα καὶ νὰ καταστεῖ μία ἰουδαΐζουσα αἵρεση, ἕνα παρακλάδι τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὅπως εἶναι τὸ Ἰσλάμ, ἔχει καταγραφῆ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία. Ἤδη ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους, ξεκινᾶ αὐτὴ ἡ προσπάθεια καὶ αὐξάνει στὴν συνέχεια μὲ τὴν ἐμφάνιση τῶν Ἰουδαϊζουσῶν αἱρέσεων, κύριο γνώρισμα τῶν ὁποίων ἦταν ἡ ἄρνηση τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ τήρηση τῶν ἰουδαϊκῶν ἠθῶν καὶ ἐθίμων. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὁ Χριστὸς ὁ εἰς τοὺς αἰῶνας ἐπεκτεινόμενος, ἀντέδρασε καὶ ἀπέτρεψε τὸν ἐξιουδαϊσμὸ τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως ἀπέτρεψε καὶ τὸν ἐξελλη-νισμό του, τὸν ὁποῖο μέσῳ τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ἐπεδίωξαν ἄλλες αἱρέσεις.
Στὴν ἐποχή μας εἶναι ἐμφανεῖς αὐτὲς οἱ ἰουδαΐζουσες μέσα στὸ Χριστιανισμὸ τάσεις, οἱ φιλοϊουδαϊκὲς τάσεις, μερικὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὑπενθυμίζουμε ἐνδεικτικά. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἡγέτες τοῦ Χριστιανισμοῦ, προσπαθοῦν νὰ ἀμνηστεύσουν, νὰ ἀθωώσουν τοὺς Ἑβραίους γιὰ τὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἀθωώσουν ἀκόμη καὶ τὸν Ἰούδα. Ἔχουν ἐπινοήσει τὴν θεωρία γιὰ τὶς ἀβρααμικὲς θρησκεῖες, δηλαδὴ τὶς τρεῖς μονοθεϊστικὲς θρησκεῖες ποὺ κατάγονται ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰουδαϊσμό, τὸν Χριστιανισμὸ καὶ τὸ Ἰσλάμ, ποὺ πιστεύουν δῆθεν στὸν ἴδιο Θεό, καὶ ἔχουν κοινοὺς προγόνους, τοὺς προφῆτες καὶ πατριάρχες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τὸ χειρότερο δὲ ὅλων εἶναι ὅτι δέχονται καὶ διακηρύσσουν ὅτι καὶ οἱ τρεῖς θρησκεῖες, ἀλλὰ καὶ ἄλλες θρησκεῖες, ἀποτελοῦν ὁδοὺς σωτηρίας, ὅτι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι σώζονται καὶ μέσα σ᾽ αὐτὲς τὶς θρησκεῖες, καὶ ἑπομένως δὲν εἶναι ὁ Χριστός καὶ ἡ Ἐκκλησία του ἡ μόνη ὁδὸς σωτηρίας. Τὶς βλάσφημες αὐτὲς θέσεις τῶν ἐκπροσώ-πων τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τὶς ἀναιρέσαμε παλαιότερα μὲ σχετικὸ βιβλίο μας στηριζόμενοι στὴν Ἁγία Γραφή[1] καὶ στοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Στὰ ἐκεῖ λεχθέντα ἐπιθυμοῦμε μὲ τὸ μικρὸ αὐτὸ ἄρθρο νὰ προσθέσουμε ἀκόμη ἕνα λιθαράκι μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν εὐχὴ νὰ ἀφυπνίσουμε κάποιον καλοπροαίρετο Οἰκουμενιστή, ἀλλὰ κυρίως νὰ προφυλάξουμε ἄλλους ἀπὸ τὰ δίχτυα ποὺ ἁπλώνει παντοῦ ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τέκνο τοῦ Σιωνισμοῦ καὶ τῆς Μασονίας.
 
2. Ἂν σώζει ὁ Ἰουδαϊσμός, περιττὸς ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ. Καταργεῖται τὸ Εὐαγγέλιο.
Οἱ ἐκτιμήσεις καὶ οἱ σκέψεις μας προῆλθαν, ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τῆς Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὰ πλαίσια τῶν κηρυγμάτων μας ἐπάνω στὶς ἀποστολικὲς περικοπὲς καὶ τῆς συναφοῦς ἀνάγκης γιὰ ἐπικαιροποίηση τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος. Στὴν ἐπιστολὴ αὐτή, γεμάτη ἀπὸ προσωπικὸ τόνο καὶ αἰσθήματα ἀγάπης πρὸς τοὺς Γαλάτας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἔκδηλο θυμό, ὁ Ἀπόστολος ἐπιπλήττει τοὺς Γαλάτας, γιατὶ πολὺ εὔκολα μετατέθηκαν, μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ σὲ ἄλλο εὐαγγέλιο, παρασυρθέντες ἀπὸ ἰουδαΐζοντες αἱρετικοὺς ποὺ ἤθελαν νὰ ἀλλάξουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τόσο πολὺ θυμωμένος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γι᾽ αὐτὴν τὴν εὔκολη μεταστροφή τους, ὥστε λέγει ὅτι ἀκόμη καὶ ἐγὼ ἢ ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἂν σᾶς διδάξουμε ἄλλο εὐαγγέλιο, διαφορετικὸ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ σᾶς ἐδίδαξα στὴν ἀρχή, νὰ εἴμαστε ἀναθεματισμένοι. Στὴν τήρηση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν χωροῦν ἐκπτώσεις καὶ ἀνθρωπαρέσκειες· ἂν τοὺς λέγει, ἤμουν ἀρεστὸς στοὺς ἀνθρώπους, δὲν θὰ ἤμουν δοῦλος τοῦ Χριστοῦ.
Ἤδη μᾶς δίδει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος δύο χαρακτηριστικὰ τῶν Οἰκουμενιστῶν, ὅπως ἐκείνων τῶν Ἰουδαϊζόντων. Τὸ πρῶτο καὶ βασικὸ εἶναι ὅτι διαστρέφουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ παρασύρουν τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἄλλο εὐαγγέλιο καὶ τὸ δεύτερο ὅτι θέλουν νὰ εἶναι ἀρεστοὶ ὄχι στὸν Θεό, ἀλλὰ στοὺς ἀνθρώπους. Παραθέτουμε τὸ κείμενο γιατὶ εἶναι πολὺ δυνατό: «Θαυμάζω ὅτι οὕτω ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑμᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον, ὃ οὐκ ἔστιν ἄλλο εἰ μή τινὲς εἰσιν οἱ ταράσσοντες ὑμᾶς καὶ θέλοντες μεταστρέψαι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾽ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω. Ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾽ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω. Ἄρτι γὰρ ἀνθρώπους πείθω ἢ τὸν Θεόν; Ἢ ζητῶ ἀνθρώποις ἀρέσκειν; Εἰ γὰρ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤμην»[2].Ἐπαναλαμβάνει δύο φορὲς τὸ ἀνάθεμα, γιὰ νὰ φοβίσει τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν μπροστὰ στὸν κίνδυνο τῶν αἱρέσεων. Ἔπραττε γι᾽ αὐτὸ ἄριστα ἡ Ἐκκλησία ἐπὶ αἰῶνες ποὺ ἐδιάβαζε τὰ ἀναθέματα ἐναντίον ὅλων τῶν αἱρετικῶν κατὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ἔπαυσε δυστυχῶς τώρα νὰ τὰ διαβάζει μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση τοῦ 2005, γιατὶ οἱ μὲν Οἰκουμενιστὲς ἐπίσκοποι ἔχουν τὴν συνείδηση, ὀρθῶς, ὅτι ἀναθεματίζουν τοὺς ἑαυτούς των, οἱ δὲ ἄλλοι, γιατὶ θέλουν νὰ εἶναι ἀρεστοὶ ὄχι στὸ Χριστό, ἀλλὰ στοὺς ἰσχυροὺς Οἰκουμενιστὰς καὶ Μασόνους. Ἐτόλμησε ὁ μητροπολίτης Πειραιῶς Σεραφεὶμ νὰ ἐκφωνήσει ἀνάθεμα τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 2012 ἐναντίον καὶ τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἀλλὰ ἐδειλίασε φαίνεται καὶ τὸ ἐσταμάτησε.
Τὶ ἔγινε ὅμως μὲ τοὺς Γαλάτες καὶ τοὺς ἐπιπλήττει ὁ Παῦλος ὅτι πίστεψαν σὲ ἄλλο Εὐαγγέλιο; Κάτι πολὺ λιγώτερο πάντως ἀπὸ αὐτὸ ποὺ κηρύσσουν οἱ σημερινοὶ Ἰουδαΐζοντες τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ θυμὸς τοῦ Ἀποστόλου ἐναντίον τῶν Οἰκουμενιστῶν εἶναι μεγαλύτερος. Ἐδίδασκαν λοιπὸν οἱ ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανοί, ποὺ ἦλθαν στὴν Γαλατία γιὰ νὰ ἀλλάξουν τὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου, ὅτι πρέπει καὶ οἱ ἐξ ἐθνῶν Χριστιανοὶ νὰ περιτέμνωνται καὶ νὰ τηροῦν καὶ ἄλλες διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος«οἱ ἐξ Ἰουδαίων πιστεύσαντες, ὁμοῦ μὲν τῇ προλήψει τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ κατεχόμενοι, ὁμοῦ δὲ κενοδοξίᾳ μεθύοντες, καὶ βουλόμενοι ἀξίωμα διδασκάλων ἑαυτοῖς περιθεῖναι, ἐλθόντες εἰς τὸ Γαλατῶν ἔθνος ἐδίδασκον ὅτι δεῖ περιτέμνεσθαι καὶ σάββατα καὶ νουμηνίας τηρεῖν, καὶ μὴ ἀνέχεσθαι Παύλου ταῦτα ἀναιροῦντος»[3].
Δὲν ἐδίδασκαν πάντως τὸ πολὺ χειρότερο ὅτι σώζεται κανεὶς καὶ στὸν Ἰουδαϊσμό, ὅπως πράττουν οἱ σημερινοὶ Οἰκουμενισταί, διότι τότε θὰ ἐγειρόταν ἀμείλικτο τὸ ἐρώτημα ἐναντίον τους: Μὰ ἂν σώζεσθε στὸν Ἰουδαϊσμό, γιατί ἤλθατε στὸν Χριστιανισμό, γιατὶ πιστεύσατε στὸν Χριστό; Ἁπλῶς προσπαθοῦσαν νὰ κάνουν καὶ τὸν Χριστιανισμὸ Ἰουδαϊσμό, νὰ ἐξιουδαΐσουν τὸν Χριστιανισμὸ ἐκ τῶν ἔσω. Ἤθελαν νὰ ἐπιβάλουν ὡς ὑποχρεωτικὴ τὴν τήρηση κάποιων διατάξεων τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Ἂν λοιπὸν σ᾽ αὐτὸ ἀντέδρασε μὲ τόσο θυμὸ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, σκεφθῆτε πόσο θὰ ἀντιδροῦσε καὶ πόσο λυπεῖται ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ τώρα μὲ τὸν ἰσχυρισμὸ τῶν Οἰκουμενιστῶν ὅτι καὶ στὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ στὸ Ἰσλὰμ καὶ στὶς ἄλλες θρησκεῖες σώζονται οἱ ἄνθρωποι, ἰσχυρισμὸς ποὺ ἀποτελεῖ ἀκύρωση καὶ ἀχρήστευση τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, ἀναίρεση καὶ προσβολὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ἀποτελεῖ μετάθεση εἰς «ἕτερον εὐαγγέλιον». Δὲν διαβάσαμε πάλιν αὐτὲς τὶς ἡμέρες τὴν δήλωση τοῦ γραφικοῦ πάπα Φραγκίσκου στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Κοράνιο εἶναι τὸ ἴδιο, ἔχουν τὴν ἴδια ἀξία; Δὲν θυμόμαστε παρόμοιες δηλώσεις πάλιν καὶ πολλάκις καὶ δικῶν μας «Ὀρθοδόξων» πατριαρχῶν, ἐπισκόπων καὶ θεολόγων, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρόσφεραν ὡς πολύτιμο δῶρο τό «ἱερό» Κοράνιο; Πολὺ περισσότερο πρὸς ὅλους αὐτοὺς θὰ ἔλεγε ὁ Παῦλος αὐτὸ ποὺ εἶπε πρὸς τοὺς Γαλάτας: «Θαυμάζω ὅτι αὕτω ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑμᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον»[4].
Ὀνομάζει ἀνόητους τοὺς Γαλάτες[5], ποὺ δὲν πείθονται στὴν μοναδικὴ ἀλήθεια τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας καὶ στηρίζουν τὶς ἐλπίδες τους στὸν Ἰουδαϊκὸ Νόμο· μὲ ἔμφαση τοὺς λέγει, ὅτι «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρας»[6]λόγια ποὺ τὰ περιέλαβε ἡ Ὀρθόδοξη ὑμνογραφία καὶ τὰ ἐνσωμάτωσε στὸ πολὺ δυνατὸ νοηματικὰ ἀλλὰ καὶ μουσικὰ ἀπολυτίκιο τῆς Μ. Πέμπτης: «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ Σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθεὶς τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις Σωτὴρ ἡμῶν, δόξα σοι». Σώζονται, λοιπόν, μέσα στὴν κατάρα τοῦ νόμου οἱ τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, οἱ τότε καὶ οἱ τώρα, ὅπως διδάσκουν οἱ ἀνοητότεροι τῶν Γαλατῶν Οἰκουμενισταί; Τότε γιατί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ πρώην ζηλωτὴς τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, θεωροῦν ὅτι ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ τὴν κατάρα καὶ τὴν δουλεία τοῦ Νόμου καὶ ζοῦν καὶ χαίρονται τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία; Ἡ ἐλευθερία αὐτὴ ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊσμό, ἀπὸ τὸ ἰουδαΐζειν, εἶναι τὸ μεγάλο δῶρο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ συνιστᾶ ὁ Παῦλος στοὺς Γαλάτες νὰ κρατηθοῦν σ᾽ αὐτὴν τὴν ἐλευθερία καὶ νὰ μὴ ἐπανέλθουν στὴν δουλεία τοῦ Νόμου· ἂν μόνο ἡ τήρηση τῆς περιτομῆς ἀχρηστεύει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτε ὁ Χριστός, πόσο χειρότερα πράττουν καὶ στεροῦν τὴν σωτηρία ὅσοι διδάσκουν ὅτι ὅλος ὁ νόμος, ὁ Ἰουδαϊσμὸς συνολικὰ σώζει; «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε. Ἴδε ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑμῖν ὅτι, ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει»[7].
Γκρεμίζει πάντως συνθέμελα τὸν Ἰουδαϊσμό, πολὺ περισσότερο τὸν Οἰκουμενι-σμό, ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἀκόμη καὶ οἱ ἐκ γενετῆς, ἐκ φύσεως Ἰουδαῖοι, ὅπως ὁ ἴδιος καὶ οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, γνωρίζοντας ὅτι δὲν σώζεται κανεὶς μὲ τὰ ἔργα τοῦ Νόμου, παρὰ μόνο μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό, ἐπίστευσαν στὸν Ἰησοῦ Χριστό: «Εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου, ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσα-μεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ, καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιω-θήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ[8]. Ὑπάρχει πιὸ ἀναντίρρητη διαβεβαίωση, πέραν τοῦ παραδείγματος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅτι κανεὶς δὲν σώζεται μέσα στὸν Ἰουδαϊσμό;«Οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ». Κορυφώνεται μάλιστα ἡ ἀντιπαράθεση πρὸς τοὺς Ἰουδαΐζοντες κάθε ἐποχῆς καὶ πρὸς τοὺς σημερινοὺς Οἰκουμενιστὰς μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἡ γνώμη περὶ τοῦ ὅτι σώζεται κανεὶς χωρὶς τὸν Χριστό, ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ἀθέτηση, ἀπόρριψη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ἂν σώζεται κανεὶς μὲ τὸν Ἰουδαϊκὸ Νόμο, τότε ὁ Χριστὸς εἰς μάτην, δωρεάν, ἀπέθανε, δὲν ὠφέλησε ὁ θάνατός του. «Οὐκ ἀθετῶ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ. Εἰ γὰρ διὰ νόμου δικαιοσύνη, ἄρα Χριστὸς δωρεὰν ἀπέθανεν»[9].
 
3. Ἐπικαιροποίηση τῶν τοῦ Παύλου ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο γιὰ τοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς του.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας μὲ σειρὰ ὁμιλιῶν τὴν Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολὴ ἐπικαιροποιεῖ τὰ τοῦ Παύλου στὰ προβλήματα τῆς δικῆς του ἐποχῆς, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν μεγάλη αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, μικρότερη πάντως τῆς σημερινῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Λέγει λοιπὸν ὅτι κατὰ τὸν Παῦλο ἀνατρέπεται τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμη καὶ μὲ μικρὲς παραποιήσεις· καὶ ἡ μικρὴ παραποίηση μολύνει καὶ καταστρέφει ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο. Τί ἔκαναν τότε οἱ Ἰουδαΐζοντες; Δὲν ἀμισβητοῦσαν ὅλο τὸ Εὐαγέλλιο, ὅπως κάνουν οἱ σημερινοὶ Οἰκουμενισταὶ ποὺ ἀμφισβητοῦν τὴν μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας. Ἐκεῖνοι ἤθελαν νὰ προσθέσουν μία ἢ δύο διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Γιὰ νὰ δείξει ὅμως ὁ Παῦλος ὅτι κάθε μικρὴ παραποίηση καταστρέφει τὸ ὅλον, εἶπε ὅτι οἱ Ἰουδαΐζοντες ἀνατρέπουν τὸ Εὐαγγέλιο, κηρύσσουν ἄλλο εὐαγγέλιο. Καὶ γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ κατανοητὸ χρησιμοποιεῖ ὁ Χρυσόστομος τὴν εἰκόνα τοῦ βασιλικοῦ νομίσματος, τοῦ ὁποίου ἂν κόψει κανεὶς ἕνα μικρὸ κομμάτι καθιστᾶ ὁλόκληρο τὸ νόμισμα κίβδηλο, ἄχρηστο. Ἔτσι καὶ στὴν ὑγιαίνουσα πίστη, ὅταν κανεὶς ἀνατρέψει τὸ ἐλάχιστο, καταστρέφει τὸ πᾶν, γιατὶ ἀρχίζει πλέον ἡ πορεία πρὸς τὰ χειρότερα: «Καθάπερ γὰρ ἐν τοῖς βασιλικοῖς νομίσμασιν ὁ μικρὸν τοῦ χαρακτῆρος περικόψας, ὅλον τὸ νόμισμα κίβδηλον εἰργάσατο· οὕτω καὶ ὁ τῆς ὑγιοῦς πίστεως καὶ τὸ βραχύτατον ἀνατρέψας, τῷ παντὶ λυμαίνεται ἐπὶ τὰ χείρονα προϊὼν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς»[10].
Ἀγανακτεῖ τώρα καὶ θυμώνει μὲ τὴν σειρά του καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσό-στομος, διότι ἐλέγχοντας τὶς πολὺ σοβαρότερες ἀπὸ τὴν τήρηση τῆς περιτομῆς αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς του, ποὺ ἔθιγαν βασικὰ δόγματα τῆς πίστεως, ὅπως ὁ Ἀρεια-νισμός, ἐπικρινόταν ἀπὸ πολλοὺς ὅτι εἶναι φιλόνεικος καὶ ἐριστικός, ὅπως ἀκριβῶς συκοφαντοῦν καὶ ἐπικρίνουν καὶ ὅσους ἀπὸ ἐμᾶς σήμερα ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον τῆς παναιρέσως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκτὸς τῶν ἄλλων παρεκκλίσεων προσβάλλει καὶ ἀκυρώνει τὸ θεμελιῶδες καὶ κορυφαῖο δόγμα τῆς μόνον διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας καὶ ἀπολυτρώσεως, τὴν ἀποκλειστικότητά της διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας.
Λέγει τὰ ἑξῆς ὁ Χρυσορρήμων Πατήρ, καὶ ἂς τὰ προσέξουν οἱ Οἰκουμενισταὶ ποὺ κατηγοροῦν τοὺς ἀγωνιζομένους ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς ἐριστικούς, ἀκραίους, φανατικούς, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἀπὸ ἄγνοια καὶ κακὴ ἐμπιστοσύνη πρὸς πλανωμένους πατριάρχες, ἐπισκόπους καὶ λοιποὺς κληρικοὺς καὶ μοναχοὺς ἀποδέχονται καὶ ἀναπαράγουν ἄκριτα αὐτὲς τὶς κατηγορίες, μὲ μεγάλη πνευματική τους ζημία, γιατὶ ἀδικοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ συκοφαντοῦν πρόσωπα, τὰ ὁποῖα πολλὲς φορές οὔτε γνωρίζουν οὔτε συναναστράφηκαν. Ποῦ εἶναι, λέγει, αὐτοὶ ποὺ μᾶς κατηγοροῦν ὡς φιλόνεικους, ὡς ἐριστικούς, λόγω τῆς ἀντιθέσεώς μας πρὸς τοὺς αἱρετικούς; Ποῦ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι μεταξὺ μας δὲν ὑπάρχουν διαφορές, ἀλλὰ αὐτὲς προέρχονται ἀπὸ ἐγωϊσμοὺς καὶ φιλαρχίες. Ἂς ἀκούσουν ὅτι ὁ Παῦλος διδάσκει ὅτι ἀνέτρεψαν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ αὐτοὶ ποὺ καινοτόμησαν σὲ κάτι μικρό. Πῶς λοιπὸν δὲν ἀνατρέπουν τὸ Εὐαγγέλιο οἱ τοῦ Ἀρείου, ποὺ διδάσκουν ὅτι ὀ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι κτίσμα; Πῶς, θὰ προσθέταμε ἐμεῖς, δὲν ἀνατρέπουν τὸ Εὐαγγέλιο αὐτοὶ ποὺ ἀπορρίπτουν τὴν μοναδικότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, αὐτοὶ ποὺ θεωροῦν ὅτι σώζεται κανεὶς σὲ θρησκεῖες ποὺ ἀρνοῦνται τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ Ἰουδαϊσμὸς καὶ τὸ Ἰσλάμ, δηλαδὴ οἱ Οἰκουμενισταί, καὶ ταυτίζονται ὡς πρὸς αὐτὸ μὲ τὸν Ἀρειανισμό; Δὲν ἄκουσες, συνεχίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ξύλα μόνο νὰ μάζευε κανεὶς τὸ Σάββατο καὶ μία ἐντολὴ νὰ παρέβαινε, καὶ μάλιστα ὄχι μεγάλη, ἐτιμωρεῖτο αὐστηρότατα; Ὅτι ὁ Ὀζᾶ ποὺ στήριξε τὴν Κιβωτὸ ποὺ κινδύ-νευε νὰ ἀνατραπεῖ, πέθανε ἀμέσως, διότι ἔκανε ἔργο ποὺ δὲν τοῦ ἀνῆκε, δὲν ἦταν δική του διακονία; Ἂν λοιπὸν ἡ παράβαση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου καὶ τὸ ἄγγι-γμα τῆς Κιβωτοῦ ποὺ ἔπεφτε, προκάλεσαν τέτοια ἀγανάκτηση στὸν Θεό, ὥστε αὐτοὶ ποὺ τὰ τόλμησαν νὰ μὴ τύχουν οὔτε τὴν παραμικρὴ συγγνώμη, αὐτὸς ποὺ καταστρέφει δόγματα φρικτὰ καὶ ἀπόρρητα, θὰ μπορέσει νὰ ἀπολογηθεῖ καὶ νὰ συγχωρηθεῖ; «Ὁ δόγματα φρικτὰ καὶ ἀπόρρητα λυμηνάμενος, οὗτος ἀπολογίας τεύξεται καὶ συγγνώμης;»
Εἶναι ἀδύνατο νὰ συμβεῖ αὐτὸ, ἀδύνατο. «Οὐκ ἔστι ταῦτα, οὐκ ἔστι». Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν κακῶν μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὅτι δὲν ἀγανακτοῦμε καὶ γιὰ τὰ μικρά. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μπῆκαν τὰ μεγάλα ἁμαρτήματα, ἐπειδὴ δὲν διορθώνουμε τὰ μικρά. Καὶ ὅπως συμβαίνει στὰ ἀνθρώπινα σώματα, ὅποιοι ἀδιαφορήσουν γιὰ τὰ τραύματα, προκαλοῦν πυρετούς, γάγγραινα καὶ θάνατο, ἔτσι καὶ στὶς ψυχές, αὐτοὶ ποὺ παραβλέπουν τὰ μικρά, εἰσάγουν τὰ μεγαλύτερα. Δίνει στὴ συνέχεια μερικὰ παραδείγματα ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς Ἀντιοχείας, τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀλλὰ καὶ τῆς Οἰκουμένης, ὄντως οἰκουμενικὸς πατριάρχης, τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ καταστήσουν προσεκτικοὺς τοὺς διαδόχους του, ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἀξιωματούχους, γιὰ τὴν θεραπεία παλαιῶν σχισμάτων, ποὺ ἔγιναν ἐξ αἰτίας τους, ἀλλὰ καὶ νέων ποὺ ἐνεργοῦνται καὶ θὰ ἐνεργηθοῦν καὶ πάλι ἐξ αἰτίας τους. Ὁ ἕνας, λέγει, κάνει λάθος σὲ ὅσα ἰσχυρίζεται γιὰ τὴν νηστεία, ἀλλὰ δὲν πειράζει, δὲν εἶναι μεγάλο ἁμάρτημα. Ἄλλος ἀκολουθεῖ τὴν ὀρθὴ πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, ὑποκρίνεται ὅμως, λόγῳ τῆς ἐποχῆς καὶ πρόδωσε τὴν παρρησία, δὲν ὁμιλεῖ, δὲν ὁμολογεῖ· οὔτε αὐτὸ εἶναι μεγάλο δεινό. Ἄλλος ἐξοργισμένος ἀπειλεῖ, ὅτι θὰ ἀποστατήσει ἀπὸ τὴν ὀρθὴ πίστη· οὔτε αὐτὸ εἶναι ἄξιο τιμωρίας, γιατὶ λένε τὸ κάνει ἀπὸ ὀργὴ καὶ θυμό. Καὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ βρεῖ μύρια ἄλλα τέτοια ἁμαρτήματα κάθε μέρα νὰ εἰσάγονται στὶς ἐκκλησίες. Γι᾽ αὐτὸ καὶ γίναμε καταγέλαστοι στοὺς Ἰουδαίους καὶ στοὺς Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες), ἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία ἔχει γεμίσει ἀπὸ σχίσματα. Διότι, ἂν ὅσοι ἐπιχειροῦσαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ ἀθετήσουν θείους θεσμοὺς καὶ νὰ κάνουν μερικὲς ἀλλαγές, δέχονταν τὴν κατάλληλη ἐπιτίμηση, δὲν θὰ εἶχε γεννηθῆ αὐτὴ ἡ ἀρρώστια τῶν αἱρέσεων καὶ δὲν θὰ εἶχε καταλάβει τὶς ἐκκλησίες αὐτὸς ὁ χειμώνας:«Εἰ γὰρ οἱ παρὰ τὴν ἀρχὴν ἀποπηδᾶν τῶν θείων θεσμῶν ἐπιχειροῦντες καὶ μικρόν τι παρακινεῖν τῆς προσηκούσης ἐτύγχανον ἐπιτιμήσεως, οὐκ ἂν ὁ παρὼν ἐτέχθη λοιμός, καὶ τοσοῦτος χειμὼν τὰς Ἐκκλησίας κατέλαβεν»[11].

Ἐπίλογος
Ἡ Ἐκκλησία ἐπρόσεξε αὐτὲς τὶς ἐπισημάνσεις τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου καὶ μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ὁμόφωνη γνώμη τῶν Ἁγίων Πατέρων μὲ ἀκρίβεια καὶ μὲ λεπτομέρειες ὅρισε τὶς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων πρὸς τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς θρησκεῖες, ἰδιαίτερα πρὸς τὸν Ἰουδαϊσμό, ποὺ διακρίθηκε καὶ διακρίνεται γιὰ τὴν μεγάλη του ἐχθρότητα ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Πολλοὶ σημερινοὶ «Ὀρθόδοξοι» ἡγέτες ἀκολουθοῦν τὸν παναιρετικὸ πάπα καὶ ἰουδαΐζουν· ντρέπεται κανεὶς γι᾽ αὐτήν τὴν κατάπτωση καὶ τὴν παρακμή· εἶναι γεμᾶτες οἱ στῆλες τοῦ ἠλεκτρονικοῦ καὶ ἔντυπου τύπου ἀπὸ ἐπισκέψεις σὲ συναγωγές, συμπροσευχὲς καὶ συμπόσια μὲ ραββίνους, ἐγκώμια πρὸς τοὺς σταυρωτὰς τοῦ Χριστοῦ, φιλοφρονήσεις καὶ ἀσπασμοὶ τοῦ Ἰούδα. Ἤδη σὲ ἔντυπες ἐκδόσεις τοῦ «Τριωδίου» καὶ τῆς «Μεγάλης Ἑβδομάδος» τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἔχουν ἀφαιρεθῆ ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τῶν ἐγκωμίων τοῦ ὄρθρου τοῦ Μ. Σαββάτου ὅσα τροπάρια ἀναφέρονται μὲ σκληροὺς χαρακτηρισμοὺς στοὺς Ἑβραίους, ὄχι σκληρότερους πάντως ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐχρησιμοποίησαν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Ὄντως ἰουδαΐζουν οἱ Οἰκουμενισταί καὶ κηρύσσουν «ἕτερον εὐαγγέλιον».


[1]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Διαθρησκειακὲς Συναντήσεις. Ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσβολὴ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, Θεσσαλονίκη 2003.
[2]Γαλ. 1, 6-10.
[3]Ὑπόμνημα εἰς τὴν Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολήν, κεφ. Α´, 1 PG 61, 613.
[4]Γαλ. 1, 6.
[5]Γαλ. 3, 1.
[6]Γαλ. 3, 13.
[7]Γαλ. 5, 1-2.
[8]Γαλ. 2, 15-16.
[9]Γαλ. 2, 21.
[10]. Ἔνθ᾽ ἀνωτ. Α´, 6, PG 61, 622.
[11]. Αὐτόθι, 6, PG 61, 622-623.
 

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...