Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ἐν Πειραιεῖ 1-10-2016
Ἡ διεξαγωγή τῆς πέμπτης Διεθνοῦς Συναντήσεως τῶν Θρησκειῶν, πού πραγματοποιήθηκε στήν Ἀσίζη στίς 20-9-2016, ὑπό τήν συνδιοργάνωση τῆς Παπικῆς Κοινότητος τοῦ «Ἁγίου» Αἰγιδίου, τῆς «Ἐπισκοπῆς» Ἀσίζης καί τῆς Κοινότητος τῶν Φραγκισκανῶν, μέ θέμα : «Δίψα διά τήν Εἰρήνην. Θρησκεῖαι καί Πολιτισμοί ἐν διαλόγῳ. 30 χρόνια μετά τήν διαθρησκειακή συνάντηση καί ἱστορική προσευχή ἀπό τόν πάπα Ἰωάννη Παῦλο Β' στήν Ἀσίζη», καί μέ τήν συμμετοχή 400 ἀντιπροσωπειῶν καί θρησκευτικῶν προσωπικοτήτων τῆς πολιτικῆς καί τοῦ πολιτισμοῦ ἀπ’ὅλο τόν κόσμο (Ὀρθόδοξοι Οἰκουμενιστές, Παπικοί, Ἀγγλικανοί, Κόπτες, Μουσουλμάνοι, Ἰνδουϊστές, Βουδδιστές κ.ἄ.) ἔδωσε γιά μιά ἀκόμη φορά τήν εὐκαιρία στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο νά ἀναδείξει παγκοσμίως τήν οἰκουμενιστική διαθρησκειακή πίστη καί ἐμμονή του καί νά προβεῖ σέ ἀντικανονικές ἐνέργειες καί ἀπαράδεκτες δηλώσεις, ἔχοντας μάλιστα καί τήν ὑποτιθέμενη κατοχύρωση τῶν λεχθέντων καί πραχθέντων του ἀπό τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης. Κατά τό διάστημα τῆς ἐκεῖ τετραημέρου παραμονῆς του δήλωσε τά ἐξῆς :
- «Ὑπάρχουν πέντε ὁδοί, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν στό διάλογο : εἶναι ἐκεῖνες τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς συγχώρεσης, τῆς ὀρθῆς κρίσης καί τοῦ σεβασμοῦ. Ὁ διάλογος χρειάζεται....
ἰσορροπία, δέν ὑπερκαλύπτει, ἀλλά ἰδίως δέν ἀφαιρεῖ ἀπό τό συνομιλητή τά χαρακτηριστικά του. Σημαίνει ἀμοιβαία γνωριμία, συνάντηση, ἀλλά δέν εἶναι ποτέ πολιτιστικός ἤ θρησκευτικός συγκρητισμός. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν φοβᾶται τόν διάλογο, διότι δέν τόν φοβᾶται ἡ ἀλήθεια. Ἀντιθέτως, ἄν ἡ Ὀρθοδοξία κλεινόταν στόν ἑαυτό της καί δέν συνδιαλεγόταν μέ ὅσους βρίσκονται πέρα ἀπό τό χῶρο της, ὄχι μόνο θά ἀποτύχαινε στήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς της, ἀλλά, ἀπό "καθολική", καί ἀπό ἐκκλησία “διαμέσου τῆς Οἰκουμένης", ὅπως εἶναι, θά μετατρεπόταν σέ ἐσωστρεφή ὁμάδα, σέ "γκέτο" στό περιθώριο τῆς ἱστορίας. Πολιτισμοί καί Θρησκεῖες ἤδη συναντήθηκαν, γιά νά δώσουν οὐσιαστική διάσταση σέ ὀδούς εἰρήνης, ἀλλά σίγουρα ἡ διαδικασία αὐτή πρέπει νά συνεχισθεῖ, γιά νά μήν ἐπιτραπεῖ ἡ ἐμφάνιση φαινομένων ἔλλειψης ἀνοχῆς καί θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ, γιά τήν προστασία τῆς ἀξίας κάθε πολιτισμοῦ, ὥστε νά μή θυσιαστεῖ στόν βωμό τῆς παγκοσμιοποίησης ἤ ἑνός πολιτισμοῦ, πού κυριαρχεῖ τῶν ἄλλων».
Σχετικά μέ τήν παπική κοινότητα τοῦ «Ἁγίου» Αἰγιδίου δήλωσε : «[Πρόκειται γιά] μιά κοινότητα, μέ τήν ὁποία συμμεριζόμαστε τόν ἀπόλυτο σεβασμό τῆς προστασίας τοῦ περιβάλλοντος καί τοῦ οἰκουμενισμοῦ»[1].
- «Πολλοί ἀπό ἐσᾶς γνωρίζουν σίγουρα ὅτι τά τελευταία πενήντα χρόνια ἔγιναν ὁρισμένα ἐξαιρετικά βήματα προόδου πρός τήν ἐπανασυμφιλίωση τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας μέ τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ὀφείλουμε πολλά, ἀπό τήν ἀρχή, στούς πάπες Παῦλο τόν Ἕκτο καί Ἰωάννη τόν Εἰκοστό Τρίτο, ὅπως καί στούς προκατόχους μας, Οἰκουμενικούς Πατριάρχες Ἀθηναγόρα καί Δημήτριο. Ἡ ἐνόρασή τους ὑπενθύμισε σέ ὅλους ἐμᾶς τήν ἄμεση ἀναγκαιότητα τῆς προτροπῆς τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές του, στό ὅρων τῶν Ἐλαίων,ὅλοι νά γίνουν ἕνα, τό «ut unum sint». Ὑπάρχει, ὅμως, καί μιά ἄλλη ἐπανασυμφυλίωση, μιά ἑνότητα δράσης, πού σημαίνει ἔμπρακτο ἐνδιαφέρον πρός ὅσους ὑποφέρουν γύρω μας, στόν κόσμο. Διότι, ἡ ἀρχή, πού ἀποτελεῖ βάση γιά τό ἄνοιγμα πρός τούς ἄλλους καί τόν διάλογο, εἶναι ὅτι ὅλα τά ἀνθρώπινα πλάσματα, τελικῶς, ἀντιμετωπίζουν τίς ἴδιες προκλήσεις. Ὁ διάλογος αὐτός βγάζει ἀπό τήν ἀπομόνωση ἀνθρώπους, πού ἀνήκουν σέ διαφορετικές θρησκεῖες καί πολιτισμούς, προετοιμάζοντάς τους γιά μιά συνύπαρξη καί μιά σχέση ἀμοιβαίου σεβασμοῦ. Γιά τόν λόγο αὐτό, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Πανορθόδοξη Σύνοδος ὑπογράμμισε στό τελικό της μήνυμα ὅτι ἕνας λιτός διαθρησκειακός διάλογος βοηθᾶ στήν προαγωγή τῆς ἀμοιβαίας ἐμπιστοσύνης τῆς εἰρήνης καί τῆς ἐπανασυμφυλίωσης. Αὐτή ἦταν καί ἡ ἐμπειρία μας μέ τόν πάπα Φραγκίσκο στό νησί τῆς Λέσβου, ἀκριβῶς πρίν ἀπό πέντε μῆνες, στίς 16 Ἀπριλίου τοῦ 2016. Ἦταν μιά οὐσιαστική ἀπάντηση τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσης σέ μιά τραγική κρίση τοῦ πλανήτη μας. Καί, συγχρόνως, ἦταν μιά ἰσχυρή ἐπαναβεβαίωση τοῦ πῶς οἱ οἰκουμενικές σχέσεις μποροῦν νά εὐνοήσουν τήν εἰρήνη καί τά ἀνθρώπινα δικαιώματα σέ μιά ἐποχή, κατά τήν ὁποία ὁ κόσμος ὁλόκληρος ἀπομακρύνει τό βλέμμα του ἀπό τά θύματα τοῦ ἐξτρεμισμοῦ καί τοῦ κατατρεγμοῦ ἤ καθορίζει τήν μοίρα τους μέ καθαρά οἰκονομικά κριτήρια, ἤ βάσει ἐθνικῶν συμφερόντων. Ἡ δύναμη τῶν οἰκουμενικῶν πράξεων καί τοῦ διαλόγου βρίσκεται στό νά ἀρχίσουμε νά κινούμεθα πέρα ἀπό τά ὅρια τοῦ ἑαυτοῦ μας, πέρα ἀπό τίς κοινότητες καί τίς Ἐκκλησίες μας. Βρίσκεται στό νά μάθουμε νά μιλᾶμε τήν γλώσσα τῆς φροντίδας καί τῆς εὐσπλαχνίας. Καί στό νά δώσουμε προτεραιότητα στήν ἀλληλεγγύη καί στήν προσφορά ὑπέρ τῶν συνανθρώπων μας»[2].
- «Ἡ οἰκοδόμηση τῆς εἰρήνης ξεκινᾶ ἀπό μέσα μας καί ἀκτινοβολεῖ πρός τά ἔξω, ἀπό τό τοπικό ἕως τό παγκόσμιο ἐπίπεδο. Ἔτσι ἡ εἰρήνη ἀπαιτεῖ μιά ἐσωτερική μετατροπή, μιά ἀλλαγή στίς πολιτικές καί τή συμπεριφορά. Ὁ διάλογος παρασύρει τούς ἀνθρώπους διαφορετικῶν θρησκευτικῶν καί πολιτιστικῶν ὑποβάθρων ἀπό τήν ἀπομόνωση στήν ἀνταλλαγή τοῦ ἀμοιβαίου σεβασμοῦ καί τῆς συνύπαρξης. Φυσικά, μερικοί ἄνθρωποι ἔχουν ἰσχυρή - θά μπορούσαμε νά ποῦμε φονταμενταλιστική - πεποίθηση ὅτι θά προτιμοῦσαν νά θυσιάσουν τή ζωή τους ἀπό τό νά ἀλλάξουν τίς ἀπόψεις τους. Ἄλλοι εἶναι, δυστυχῶς, ἀκόμα καί πρόθυμοι νά ἀφαιρέσουν τίς ζωές ἀθώων θυμάτων, γιά νά ὑπερασπιστοῦν τίς ἀπόψεις αὐτές. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος, πού εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἀκοῦμε περισσότερο προσεκτικά, νά "δοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο", μέ ἀγάπη καί συμπόνια πιό βαθιά "στά μάτια". Γιατί, σέ τελική ἀνάλυση, εἴμαστε πάντα πολύ πιό κοντά ὁ ἕνας στόν ἄλλο ἀπό ὅ,τι εἴμαστε σέ ἀπόσταση ἤ διαφορετικοί μεταξύ μας»[3].
- Ὁ Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος σύστησε ἕναν ἕναν τούς ὀρθοδόξους ἐπισκόπους τῆς συνοδείας του (Σεβ. Μητρ. Ἰταλίας καί Μελίτης κ. Γεννάδιος, Σμύρνης κ. Βαρθολομαῖος, Γαλλίας κ. Ἐμμανουήλ, Βελγίου κ. Ἀθηναγόρας, Πανοσιολ. Μ. Ἀρχιδιάκονος κ. Ἀνδρέας. Ἐπίσης, ὁ Σεβ. Μητρ. Ζιμπάμπουε κ. Σεραφείμ, ὁ Σεβ. Μητρ. Λιουμπλιάνας κ. Πορφύριος καί ὁ Θεοφ. Ἐπίσκοπος Ἀχαΐας κ. Ἀθανάσιος) στόν Πάπα Φραγκῖσκο καί αὐτοί ἔσκυψαν νά προσκυνήσουν ἤ νά φιλήσουν τό χέρι τοῦ αἱρεσιάρχη Πάπα, ἀναγνωρίζοντάς του συνεπῶς ἱερωσύνη καί ἐπισκοπικό ἀξίωμα[4].
- Κατά τό γεῦμα, ὁ Πάπας Φραγκίσκος ἀγκάλιασε θερμά τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος δήλωσε : «Δέν ὑπάρχει εἰρήνη χωρίς ἀμοιβαῖο σεβασμό χωρίς δικαιοσύνη καί χωρίς καρποφόρα συνεργασία ἀνάμεσα σέ ὅλους τούς λαούς τοῦ πλανήτη μας» καί κάλεσε ὅλους τούς θρησκευτικούς ἡγέτες νά καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια κατά τοῦ ἐξτρεμισμοῦ, ὥστε νά ἀπομονωθοῦν οἱ φονταμενταλιστές καί νά ἐνισχυθεῖ ἕνας πραγματικός, πολύτιμος καί ζωντανός διάλογος[5].
- Ἔγινε εἰδική τελετή-προσευχή (δηλ. ἀντικανονική συμπροσευχή) γιά τήν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης, στή Βασιλική τοῦ «Ἁγίου» Φραγκίσκου τῆς Ἀσσίζης, στήν ὁποία προέστη ὁ Πάπας Φραγκῖσκος καί παρέστησαν ἐκπρόσωποι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Σερβίας, Ρουμανίας, Κύπρου, Ἑλλάδος καί Ἀλβανίας, ὅπως καί πλῆθος ἐπισήμων καί μελῶν τῆς Διασκέψεως.
- Ἄναψαν κεριά σέ κοινό μανουάλι.
- Ὑπογράφτηκε ἀπ’ὅλους ἡ Διακήρυξη τῆς Διεθνοῦς αὐτῆς Διασκέψεως.
Ὅλα τά ἀνωτέρω μᾶς ὑποχρεώνουν νά διακηρύξουμε πάλιν καί πολλάκις στεντορεία τῇ φωνῇ ὅτι ἡ διαθρησκειακή συνάντηση τῆς Ἀσίζης εἶναι ἡ «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν», τήν ὁποία ἀναφέρει τό Ἱερόν καί Ἅγιον Εὐαγγέλιον. Τί εἶναι ἡ «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν»; Ἡ Γαλιλαία ἦταν ἕνας χῶρος, ὅπως θά λέγαμε σήμερα, ὅπου ὑπῆρχε τό ἐσχάτως πολυδιαφημιζόμενο πολυπολιτισμικό μοντέλο. Οἱ θολοκουλτουριάρηδες, οἱ προοδευτικοί καί οἱ οἰκουμενιστές ἐπιχειροῦν τά τελευταία χρόνια πλύση ἐγκεφάλου τῶν λαῶν ὑπέρ αὐτοῦ τοῦ πολυπολιτισμικοῦ μοντέλου. Πολλοί πολιτισμοί, ὅλοι οἱ πολιτισμοί, ὅλα τά ἔθνη, ὅλες οἱ θρησκεῖες μαζί. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Ὑπῆρχαν ἐκεῖ ὅλα τά ἔθνη. Ἰουδαῖοι, Πέρσες, Ἀσσύριοι, Ἕλληνες κ.ἄ. Καί τί ἦταν αὐτό τό πολυπολιτισμικό μοντέλο; Ἄς τό ἀκούσουν αὐτό ὅσοι κληρικοί καί θεολόγοι εἶναι ὑπέρ τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων. Τό πολυπολιτισμικό μοντέλο ἦταν «ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει». Σκότος ὑπῆρχε ἐκεῖ. Οἱ ὑπέρμαχοι τῶν διαθρησκεικῶν διαλόγων καί συναντήσεων ἰσχυρίζονται ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες ἔχουν στοιχεῖα ἀληθείας, ὅτι ὅλες ἔχουν κάτι θετικό. Ἑπομένως, μέ τη λογική τους αὐτή, κι ἐκεῖ στή «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» ὑπῆρχε φῶς, λίγο φῶς. Τό Εὐαγγέλιο, ὅμως, λέει ὅτι ἡ «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» εἶναι «ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει». Καί αὐτός «ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει, εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρα καί σκιά θανάτου, φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς»[6].Νά, τό Φῶς. Ὁ Χριστός! Πουθενά ἀλλοῦ δέν ὑπάρχει φῶς. Μόνο στόν Χριστό. Καί σήμερα, ὅπου ὑπάρχουν τέτοιου εἴδους πολυπολιτισμικά μοντέλα καί διαθρησκειακές συναντήσεις καί σύγχυση, ὅπως πρόσφατα στήν Ἀσίζη, ὑπάρχει σκότος.
Ἔχει τονιστεῖ πολλές φορές ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ κινεῖται σέ δύο ἐπίπεδα˙ τό πρῶτο σέ διαχριστιανικό καί τό δεύτερο σέ διαθρησκειακό. Ἔτσι, ἔχουμε τόν διαχριστιανικό Οἰκουμενισμό καί τόν διαθρησκειακό Οἰκουμενισμό, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν δύο ἀπό τίς βασικές κατευθύνσεις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὁ διαθρησκειακός Οἰκουμενισμός, θεωρώντας ὅτι σέ ὅλες τίς θρησκεῖες ὑπάρχουν θετικά στοιχεῖα, προωθεῖ τήν ἕνωση μεταξύ αὐτῶν καί κυρίως μεταξύ των δῆθεν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου, τοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ Μουσουλμανισμοῦ καί τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ. Μέ λίγα λόγια προωθεῖ τήν λεγομένη «Πανθρησκεία». Σύμφωνα μέ τήν οἰκουμενιστική ἀρχή τοῦ «διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ», πρέπει νά βλέπουμε τά «κοινά θεολογικά σημεῖα», πού ὑπάρχουν σέ ὅλες τίς «μονοθεϊστικές θρησκεῖες», ὥστε νά οἰκοδομηθεῖ ἡ θρησκευτική ἑνότητα τῆς οἰκουμένης[7].
Εἶναι δυστύχημα νά διαπιστώνει κανείς ὅτι τίς τελευταῖες δεκαετίες βρισκόμαστε σ'ἕνα πρωτοφανή καλπασμό τοῦ συγκρητιστικοῦ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Τό ἀντίχριστο πνεῦμα του ἔχει ἐπηρεάσει πλείστους ὅσους κληρικούς καί λαϊκούς τῆς Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας. Τό μέγεθος τῆς πτώσεως ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων, φάνηκε ξεκάθαρα στήν πρόσφατη διαθρησκειακή τῆς Ἀσίζης.
Ὅμως, μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὁ κόσμος φωτίσθηκε μέ τήν ἀληθινή θεογνωσία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, μέ τό φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ «ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τό φῶς τό τῆς γνώσεως». Ἐγκαταλείπονται ὅλες οἱ ἄλλες ψεύτικες θρησκεῖες. Στά πρόσωπα τῶν τριῶν μάγων, πού προσκύνησαν τόν Χριστό, ἐκπροσωπεῖται ὅλη ἡ πρό Χριστοῦ θρησκεύουσα ἀνθρωπότης, ἡ ὁποία διδάσκεται πλέον νά προσκυνεῖ τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης, τήν ἐξ ὕψους Ἀνατολή, τό Φῶς ἐκ Φωτός, πού ἔλαμψε στόν κόσμο. Στόν Ἰορδάνη ποταμό, κατά τήν βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, «ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις».
Δέν ὑπάρχουν πλέον ἄλλα φῶτα, ἄλλες πίστες, ἄλλοι δρόμοι σωτηρίας. O Χριστός εἶναι ἡ μοναδική ὁδός σωτηρίας. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός διακηρύσσει ὅτι «ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου»[8]. Ὅποιος δέν βαδίζει μέσα στό δικό Του φῶς, βρίσκεται στό σκοτάδι καί δέν ξέρει ποῦ πηγαίνει. Υἱοί φωτός εἶναι μόνον ὅσοι ἀκολουθοῦν τόν Χριστό καί τήν διδασκαλία του. Κατά τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη, ὁ Χριστός εἶναι «τό φῶς τό ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον»[9]. Ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ καί Προδρόμου, τοῦ πρό τῶν Ἀποστόλων Ἀποστόλου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῶν διαδόχων τους, ἔχει μία καί μοναδική ἀποστολή : νά μαρτυρεῖ περί τοῦ Φωτός, νά ἀποκαλύπτει καί νά φανερώνει αὐτό τό Φῶς στούς «ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου» καθημένους καί νά τούς ὁδηγεῖ στό δρόμο τῆς σωτηρίας. Στό ἀποστολικό καί ἁγιοπατερικό αὐτό ἔργο οὐδέποτε ὑπῆρξαν ἐπιφυλάξεις καί συμψηφισμοί, κοσμικές εὐγένειες καί ἐξισώσεις, συγκρητισμοί καί ἀναμείξεις, διπλωματίες καί ὑποχωρήσεις σέ ἄρχοντες γιά λατρεία ἄλλων θεῶν ἤ ἀναγνώριση τῶν ἄλλων θεῶν καί τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Εἴτε ἐπρόκειτο γιά Ἰουδαίους ἄρχοντες, εἴτε γιά εἰδωλολάτρες, εἴτε γιά Μουσουλμάνους, εἴτε γιά ἀθέους, πού ζητοῦσαν ἀναγνώριση τῶν δικῶν τους θεῶν καί σεβασμάτων, ἡ στάση τῶν Χριστιανῶν δέν ἦταν συμβιβαστική καί ἐξισωτική, ὅπως συμβαίνει σήμερα μέ πολλούς θεολόγους καί κληρικούς τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων καί διαλόγων, ἀλλά ἀπόλυτη καί σαφής. Πουθενά ἀλλοῦ, σέ κανένα ἄλλο θεό ἤ σέβασμα, δέν ὑπάρχει δυνατότης σωτηρίας. Ἐνώπιον τῶν Ἑβραίων ἀρχόντων ὁδηγηθέντες οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καί Ἰωάννης, δέν τούς εἶπαν ὅτι ἔχουμε τήν ἴδια πίστη μέ σᾶς, ὅτι πιστεύουμε στόν ἴδιο θεό, ἀλλά μέ παρρησία τούς ἐπέκριναν γιά τήν ἄρνηση καί τήν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τήν μοναδική ὁδό καί ἐλπίδα σωτηρίας : «Καί οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία. οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστίν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς»[10]. Αὐτές εἶναι οἱ ἀληθινές διαθρησκειακές συναντήσεις καί οἱ γνήσιοι διαθρησκειακοί διάλογοι.
Κατά τή διάρκεια τῶν δύο χιλιάδων ἐτῶν ἐπιφανείας καί ἐπιλάμψεως τοῦ θεϊκοῦ Φωτός, ἔθνη, λαοί καί ἄτομα φωτίστηκαν καί σώθηκαν, ἐνσωματωθέντα στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Συναντιόμαστε ἑκατομμύρια πιστῶν στήν εὐχαριστιακή συνάντηση καί κοινωνία, διαρκῶς καί ἀδιαλείπτως, κάθε ἡμέρα σχεδόν, καί ὄχι μόνον εὐχόμαστε «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», εἰς τρόπον ὥστε νά καθιστοῦμε περιττή κάθε διαθρησκειακή συνάντηση, ἀλλά καί διακηρύσσουμε ὅτι «εἴδομεν τό Φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθή, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες», πράγμα πού δέν μποροῦν νά κάνουν οἱ διαθρησκειακές συναντήσεις τύπου Ἀσίζης, γιατί ἐκεῖ ὑπάρχουν πολλά ἔθνη καί λαοί, πιστεύοντα εἰς ἄλλους θεούς καί μή εὑρόντα τήν ἀληθή πίστη.
Ἀπό τῆς πλευρᾶς αὐτῆς ἡ διεξαγωγή διαθρησκειακῶν συναντήσεων, ὅπως τῆς Ἀσίζης, εἶναι ὀπισθοδρόμηση, μᾶς πηγαίνει στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή, εἶναι ἡ Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ἡ γῆ Ζαβουλών καί Νεφθαλείμ, ὅπου, κατά τό Εὐαγγέλιο, ὑπῆρχαν καί συναντιόνταν πολλές θρησκεῖες καί πολλοί πολιτισμοί, ἕνα πανθρησκειακό καί πολυπολιτισμικό μοντέλο, σάν αὐτό πού οἰκοδομοῦν σήμερα οἱ ἡγέτες τῆς ἀντιχρίστου «Νέας Ἐποχῆς» καί τῆς «Νέας Τάξεως Πραγμάτων», μέ κινητήριο μοχλό τό Βατικανό καί μέ θρησκευτικό πλανητάρχη τόν αἱρεσιάρχη Πάπα. Ἐνῶ, ὅμως, σέ ἐκείνη τήν Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν ἡ ἐμφάνιση καί ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ συνετέλεσε, ὥστε«ὁ λαός, ὁ καθήμενος ἐν σκότει, εἶδε φῶς μέγα καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς»[11], στήν νέα Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν καί τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων τύπου Ἀσσίζης, τό σκότος ἐξακολουθεῖ νά παραμένει, τά ἔθνη καί οἱ λαοί, πού ἐκπροσωποῦνται, προσεύχονται στούς δικούς τους θεούς, καί δέν ἀκούγεται τό κήρυγμα τοῦ Προδρόμου καί τοῦ Χριστοῦ• «Μετανοεῖτε˙ ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»[12]. Οἱ διαθρησκειακές συναντήσεις ἀποτελοῦν ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καί προσβολή τῶν ἁγίων Μαρτύρων[13].
________________________________________
[1] 19-9-2016 Ἐπίτιμος διδάκτορας τοῦ πανεπιστημίου τῆς Περούτζια ὁ Βαρθολομαίος, http://www.amen.gr/article/epitimos-didaktoras-tou-panepistimiou-tis-peroutzia-o-oikoumenikos-patriarxis
[2] 19-9-2016 Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος στήν ἐφημερίδα τῶν καθολικῶν ἐπισκόπων Ἰταλίας: Ὅλοι νά γίνουν ἕνα, «ut unum sint», http://aktines.blogspot.gr/2016/09/ut-unum-sint.html
[3] 19-9-2016 Βαρθολομαῖος : Φονταμενταλιστές ὅσοι δέν ἀλλάζουν τίς ἀπόψεις τους, http://www.vimaorthodoxias.gr/all/item/88327
[4] Ὠρέ, προσκυνᾶνε ποτέ Ὀρθόδοξοι Ἱεράρχες τόν ἀρχιαιρεσιάρχη Πάπα; (VIDEO), http://www.pentapostagma.gr/2016/09/ωρέ-προσκυνάνε-ποτέ-ορθόδοξοι-ιεράρχ.html
[5] 20-9-2016 Ἀδελφικός ἐναγκαλισμός Πάπα - Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη, http://www.amen.gr/article/adelfikos-enagalismos-papa-oikoumenikou-patriarxi, http://www.real.gr/DefaultArthro.aspx?page=arthro&id=537935&catID=4
[6] Μτθ. 4, 15-16.
[7] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, «Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος περί Οἰκουμενισμοῦ ἐπί τῇ Κυριακῇ τῆς Ὀρθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ἰανουάριος-Μάρτιος 2012) 128-130.
[8] Ἰω. 8, 12.
[9] Ἰω. 1, 9.
[10] Πράξ. 4, 12.
[11] Μτθ. 4, 12-17.
[12] Μτθ. 3, 2 καί 4, 17.
[13] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Διαθρησκειακές συναντήσεις˙ ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καί προσβολή τῶν ἁγίων μαρτύρων, ἐκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2003.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ἁγιορεῖτες Πατέρες.
Ἃγιον Ὂρος 3/10 (20/9 ἐκ. ἡμ.) Ἁγίου μεγαλομάρτυρος Εὐσταθίου
--ΕΚΤΑΚΤΟ—
Ἡκλιμάκωση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν γνησίων, καὶ ὄχι "μισθωτῶν" ποιμένων, εἶναι γεγονός. Ἡ ὑπεράσπιση ἀπὸ ἕναν ὀρθόδοξο λεβίτη τοῦ αὐτονόητου -γιὰ ἄλλες ἐποχές- δηλαδὴ τῆς ἀκεραιότητος καὶ καθαρότητος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἔναντιτῶν αἱρετικῶν, ψυχικὰ κολάσιμων, διδασκαλιῶν ὅσο καὶ ὁ, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες ὑποχρεωτικὸς, ἒλεγχος κατὰ τῶν διδασκόντων –συνευδοκούντων πρὸς αὐτές, σήμερα καθίσταται ΑΙΤΙΑ ΔΙΩΓΜΟΥ. Ἡ ἄρνηση σιωπῆς, ἐν καιρῷ κηρυσσομένης αἱρέσεως, ἀπὸ ἐπαινετὴ κατήντησε ψεκτή, δεῖγμα "φανατισμοῦ" καὶ ἀπόδειξη μή "διακριτικῆς" καί "ἀγαπώσης" καρδίας.
Ἡ περίπτωση τοῦ γέροντος Ἀρχ. Παϊσίου, καθηγουμένου τῆς Ἱ.Μ. Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, εἶναι σὲ ὅλους τοὺς ἀντιοικουμενιστὲς πιστοὺς γνωστή. Ἀντὶ λοιπὸν τοῦ ὀφειλομένου ἐπαίνου, ἡ Μητρόπολις Φλωρίνης ἐπροχώρησε τὴν Παρασκευὴ 30 Σεπτεμβρίου στὴν ἀπόφαση ἔκπτωσης τοῦ γέροντος ἐκ τῆς ἡγουμενικῆς θέσης καὶ τοῦ διεβιβάσθη νὰ ἐγκαταλείψη τὴν μονή. Ὅπως ἀκριβῶς ἔγινε καὶ στὶς περιπτώσεις τῶν Χιλανδαρινῶν πατέρων, τοῦ γέροντος Σάββα Λαυρεώτου καὶ τοῦ γέροντος Χερουβεὶμ τοῦ Ἱ.Κ. Ἁγ. Ἰωάννου Κουκουζέλη (Ἱ.Μ.Μ. Λαύρας), ἔτσι καὶ ἐδῶ ὁ ὁμολογιακὸς ἀγώνας στέφεται μὲ τὶς δάφνες τοῦ διωγμοῦ, κατὰ τὸ ρητὸν " ὁ θέλων εὐσεβῶς ζεῖν, διωχθήσεται".
Στὸ χῶρο αὐτοῦ τοῦ μικροῦ σημειώματος περιοριζόμαστε μόνο νὰ ποῦμε ὅτι ἡ Ἱ.Μ. Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ὄχι ἁπλῶς ἐξωραΐσθη ἀλλὰ κυριολεκτικῶς ἐκ βάθρων ἐκτίσθη ὑπὸ τοῦ γέροντος Παϊσίου, μέσω εἰσφορῶν πιστῶν χριστιανῶν ἐχόντων εὐλάβεια πρὸς τὸ ἔργο καὶ τὴν ἀγωνιστικότητα τοῦ γέροντος.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ἕνας λόγοςποὺ δὲν τιμᾶ οὐδόλως τὶς ἀστυνομικὲς ἀρχές, οἱ ὁποῖες διὰ τῆς συνεχοῦς παρουσίας ἀσφαλιτῶν, κάθε ἄλλο παρὰ διακριτικῆς, ἔχουν διαμορφώσει ἕνα κλῖμα φόβου καὶ ἀπειλῆς ἔξωθεν τῆς μονῆς, τόσο γιὰ τοὺς προσερχομένους πιστοὺς ὅσο καὶ γιὰ τὸν γέροντα.
Ἐντέλει ὁ διωγμὸς αὐτός, ὅπως καὶ τῶν ἁγιορειτῶν πατέρωνδὲν συνιστᾶ τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ τῆς παραγράφου 22 τοῦ ἐπαίσχυντου κειμένου τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, αὐτοῦ περὶ τῶν σχέσεων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς αἱρετικούς, καὶ ἡ ὁποία ὁμιλεῖ περὶ καταδίκης τῶν "διασπαστῶν" τῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ "ἀτόμων ἢ ὁμάδων". Ὁ γέροντας Ἀρχιμ. Παΐσιος διασπᾶ τὴν "ἑνότητα" καί "ἀγάπη" τῶν συμπορευομένων μετὰ τοῦ οἰκουμενιστικοῦ Φαναρίου.
Ἁγιορεῖτες Πατέρες.
Πηγή: Ακτίνες
Δόξα και ευχαριστία οφείλουμε στον Τριαδικό Θεό, διότι σε κρίσιμες στιγμές για την Εκκλησία Του φανερώνει προσωπικότητες που λειτουργούν ως σημεία αναφοράς και αξιομνημόνευτα παραδείγματα Ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας και αξιοπρέπειας.
Ασφαλώς αναφερόμαστε στον Μακαριώτατο Προκαθήμενο της μικρής αλλά ιστορικής και Αποστολικής Εκκλησίας της Γεωργίας Ηλία Β΄ και στην στάση που τήρησε κατά την επίσκεψη του πάπα Φραγκίσκου στη Γεωργία (30.9-2.10.16).
Ορισμένοι θα επιθυμούσαν ο Πατριάρχης να περιφρονήσει τελείως τον πάπα. Να μη συμμετάσχει καθόλου στην υποδοχή και να μην συναντηθεί καθόλου μαζί του. Η αυστηρή αυτή προσέγγιση δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί πρακτικά να εφαρμοστεί στις σημερινές συνθήκες, τόσο λόγω των συγκεκριμένων σχέσεων Κοινωνίας-Κράτους-Εκκλησίας στη Γεωργία, όσο και του ευρύτερου πλαισίου των διεθνών γεωπολιτικών συνθηκών. Ας μη ξεχνάμε ότι ο πάπας είναι και αρχηγός του Κράτους του Βατικανού.
Μελετώντας με προσοχή τα άρθρα των ανταποκριτών του Βατικανού και των δυτικών ειδησεογραφικών Πρακτορείων είναι εμφανής η προκατάληψή τους έναντι της Εκκλησίας της Γεωργίας, την οποία παρουσιάζουν ως στερούμενη και αυτής της κοινωνικής αγάπης και δέσμια ακροδεξιών στοιχείων που δεν επιθυμούν ούτε την απλή επικοινωνία με οτιδήποτε προερχόμενο από τη Δύση. Έτσι η τυχόν άρνηση του Πατριαρχείου οποιασδήποτε συνεργασίας στην παπική επίσκεψη μάλλον θα ευνοούσε τα σχέδια των παπικών οι οποίοι, περιφρονώντας την Ορθόδοξη Εκκλησία θα δημιουργούσαν γέφυρα επικοινωνίας απευθείας με την πολιτική ηγεσία της χώρας! Ας μας επιτραπεί να μην πούμε περισσότερα επ’ αυτού …
Νομίζω όμως ότι το κρίσιμο σημείο δεν είναι αν υπήρξε ή όχι συνάντηση, αλλά το πλαίσιο και το περιεχόμενό της. Άλλωστε και η παράδοση της Εκκλησίας μας δεν είναι απόλυτη στο σημείο αυτό, καθώς ποικίλει κατά περίπτωση ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, πάντοτε όμως στα αυστηρά πλαίσια της ορθοδόξου εκκλησιολογίας και κανονικής παραδόσεως.
Πριν σχολιάσουμε τα της επισκέψεως του πάπα στη Γεωργία, αξίζει να επισημάνουμε τη στάση του Πατριαρχείου της Γεωργίας έναντι των Ορθοδόξων Γεωργιανών που διαμαρτυρήθηκαν για την επίσκεψη. Ούτε περιφρόνηση ούτε απαξιωτικοί και υβριστικοί χαρακτηρισμοί (ταλιμπάν, φονταμενταλιστές, φανατικοί, ψυχασθενείς, ζηλωτές κοκ), αλλά με αξιομίμητο σεβασμό προς τους πιστούς του το Πατριαρχείο σε επίσημο ανακοινωθέν του ενημερώνει με σαφήνεια ότι η επίσκεψη του πάπα στη Γεωργία «στοχεύει στην ενίσχυση των διεθνών σχέσεων με σκοπό την διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή», ενώ «η προσευχητική-μυστηριακή κοινωνία μεταξύ ημών και της Καθολικής Εκκλησίας της Ρώμης έχει διακοπεί από τους μεσαιωνικούς χρόνους, και για όσο καιρό υφίστανται δογματικές διαφορές μεταξύ μας, σύμφωνα με τους Κανόνες της Εκκλησίας μας, οι Ορθόδοξοι δεν λαμβάνουν μέρος στις ακολουθίες τους»! Τέλος, το ανακοινωθέν Πατριαρχείου Γεωργίας καταλήγει: «Η Εκκλησία της Γεωργίας έχει κρατήσει αυστηρή στάση σε θέματα οικουμενισμού, αφού διέκοψε την συμμετοχή της στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών από το 1983 και επίσης απείχε από την πρόσφατη πανορθόδοξη συνάντηση στην Κρήτη, διατυπώνοντας μάλιστα κριτική επί των εγγράφων της συναντήσεως, ως και επί της κοινής δήλωσης που προέκυψε από την πρόσφατη συνάντηση μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών στο Chieti της Ιταλίας» (ανακοινωθέν Πατριαρχείου Γεωργίας, 28.9.16). Μακάρι όλες οι Ηγεσίες των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Αποστολικής Εκκλησίας της Γεωργίας στην αντιμετώπιση των Ορθοδόξων πιστών τους!
Ας έρθουμε στα της επισκέψεως του πάπα: Όποιος παρακολούθησε με προσοχή τις πολύωρες τηλεοπτικές μεταδώσεις του CTV (τηλεόραση του Βατικανού) και τις ανταποκρίσεις Διεθνών Ειδησεογραφικών Πρακτορείων μπορεί χωρίς δυσκολία να διαπιστώσει την καθ’ όλα αξιοπρεπή και ορθόδοξη στάση της Εκκλησίας της Γεωργίας απέναντι στον κατά κόσμο υψηλό προσκεκλημένο αρχηγό του Κράτους του Βατικανού και ηγέτη των Ρωμαιοκαθολικών, πάπα Φραγκίσκο. Αυτή ακριβώς την εκτίμηση την επιβεβαιώσαμε και σε επικοινωνία που είχαμε με Γεωργιανούς φίλους στην Τιφλίδα.
Δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε την αρχοντική αγάπη και φιλόξενη διάθεση, η οποία δεν κατέληξε σε φθηνή αγαπολογία που «κνήθει τάς ἀκοάς τῆς παπικῆς μοναρχοκεντρικῆς ἐκκλησιολογίας», τις ευγενείς προσρήσεις μέσα στα αυστηρά όρια της Ορθοδόξου εκκλησιολογίας και τον απόλυτο σεβασμό στην εκκλησιαστική κανονική παράδοση εκ μέρους του Πατριάρχου, και συνολικά της Εκκλησίας της Γεωργίας. Έτσι, δόξα τω Θεώ, δεν υπήρξε η παραμικρή συμπροσευχή ούτε συντάχθηκαν για την περίπτωση βλάσφημοι «ύμνοι» ούτε ακούσαμε απαράδεκτες προσφωνήσεις ούτε τοποθετήθηκαν ασεβή πανό (π.χ. «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου»), ούτε πραγματοποιήθηκαν ατελή συλλείτουργα ούτε λειτουργικοί ασπασμοί ούτε εκφωνήθηκε από τον πάπα το «Πάτερ ημών», ούτε… ούτε… ούτε… Μάλιστα κατά την επίσκεψη στον Καθεδρικό Ναό της Mtskheta (1.10.16) ο Πατριάρχης προ της αφίξεως του πάπα εισήλθε στον Ι. Βήμα, προσκύνησε μόνος του και μετά βγήκε για να υποδεχθεί τον πάπα κλείνοντας την Αγία Πύλη του Βήματος! Όποιος αναλογίζεται το τι συμβαίνει κάθε φορά που πάπας επισκέπτεται την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Φανάρι, δεν μπορεί παρά να ευφραίνεται για την Εκκλησία της Γεωργίας και να θλίβεται για την περιφρόνηση της εκκλησιαστικής παραδόσεως στα καθ’ ημάς …
Στη Γεωργία, δόξα τω Θεώ, δεν σημειώθηκαν χειροφιλήματα στον Πάπα από πατριαρχικούς αρχιδιακόνους ή ακόμα και επισκόπους, όπως με θλίψη είδαμε προ ημερών στην Ασίζη, μπροστά στα μάτια του Οικουμενικού Πατριάρχου!
Δεν είναι δυνατόν να μη χαρούμε αφού ζούμε, επιτέλους, το αυτονόητο: «Ναι» στην επικοινωνία και τις συναντήσεις, αλλά απολύτως καμμία εν τη λατρεία κοινωνία με τον πάπα. Ο Πατριάρχης Ηλίας σεβόμενος την εκκλησιαστική τάξη δεν έστειλε ούτε τυπική αντιπροσωπεία στη παπική λειτουργία στο στάδιο της Τιφλίδας, γεγονός που κακοφάνηκε ιδιαίτερα στο Βατικανό, αν κρίνουμε από τα μάλλον πικρά σχόλια των ανταποκριτών του! Όπως δε μετέδωσε το πρακτορείο Reuters οι παπικοί της Γεωργίας ανέμεναν «πολύ μεγαλύτερη προσέλευση από τους περίπου 3.000 ανθρώπους που ήρθαν στη λειτουργία σε ένα στάδιο στην πρωτεύουσα που έχει χωρητικότητα 25.000. Ήταν ένα από τα μικρότερα πλήθη που συγκεντρώθηκαν ποτέ σε υπαίθρια παπική λειτουργία στα 16 ταξίδια του πάπα Φραγκίσκου στο εξωτερικό. Επίσης, η αντιπροσωπεία που εκπροσωπεί τον Πατριάρχη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Γεωργίας, Ηλία ΙΙ, την οποία ανέμενε το Βατικανό να παραστεί στη Θ. Λειτουργία, δεν εμφανίστηκε»! (Philip Pullella and Margarita Antidze, Richard Balmforth). Στην ανταπόκριση αυτή υπονοείται ότι το Πατριαρχείο είχε υποσχεθεί ότι θα στείλει αντιπροσωπεία, αλλά τελικά υπαναχώρησε. Όμως, όπως μας ενημέρωσαν κατηγορηματικά από τη Γεωργία, το Πατριαρχείο είχε από την αρχή καταστήσει απολύτως σαφές στους παπικούς ότι δεν θα υπάρξει καμία Ορθόδοξη αντιπροσωπεία του στην παπική λειτουργία.
Σημαντικές είναι οι προσφωνήσεις του Πατριάρχου Ηλία στις δύο συναντήσεις του με τον πάπα: Με την προσφώνηση στο Πατριαρχικό Μέγαρο (30.9.16) απάντησε εμμέσως πλην σαφώς στην κακόβουλη δυτική προπαγάνδα εναντίον της πιστότητας της Γεωργιανής κοινωνίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τις ηθικές αρχές του Ευαγγελίου. Στην προσφώνησή του στον περίφημο Καθεδρικό Ναό Svetitskhoveli της Mtskheta (1.10.16), ο Πατριάρχης Ηλίας δεν δίστασε καταλήγοντας να «χτυπήσει» τον συγκρητιστικό οικουμενισμό στην αχίλλειο πτέρνα του τονίζοντας την μοναδική αξία της αληθινής πίστης και αγάπης στην ενότητα των Χριστιανών. Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια: το αρχικό κείμενο κατέληγε: «Είθε ο Θεός να ενώσει τους χριστιανούς επί τη βάσει της αληθούς πίστεως, αμήν!», ενώ ο Πατριάρχης συνέχισε την προσφώνησή του και είπε με ιδιαίτερη έμφαση στον πάπα εκτός χειρογράφου: «Μόνο η αληθινή πίστη και η αληθινή αγάπη θα ανοίξει το δρόμο προς την ενότητα». Επίσης, λίγο νωρίτερα πάλι τόνισε: «Η αληθινή πίστη, ταπείνωση, μετάνοια και η φιλανθρωπία συνθέτουν το συντομότερο δρόμο προς τη σωτηρία». Η σπουδαιότητα των Πατριαρχικών λόγων δεν έμεινε ασχολίαστη από την ανταποκρίτρια του Βατικανού Inés San Martín!
Δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι ο Γεωργιανός Προκαθήμενος δεν “υπέκυψε” στην λεκτική “πίεση” που δέχθηκε από τον πάπα, ο οποίος στην προσφώνησή του αναφέρθηκε πολλές φορές στην ενότητα του «χριστιανικού βαπτίσματος». Ο Πατριάρχης δεν προέβη στο, δυστυχώς, σύνηθες ατόπημα άλλων Ορθοδόξων Προκαθημένων που εκφράζοντας άλλη εκκλησιολογία, αλλότρια προς την Ορθόδοξη, αναγνωρίζουν την κανονικότητα και εγκυρότητα του βαπτίσματος των αιρετικών.
Η αξιοπρέπεια της Γεωργιανής εκκλησιαστικής Ηγεσίας έναντι του πάπα εκδηλώθηκε και από το γεγονός ότι αρνήθηκε να τον ακολουθεί ως θεραπαινίς του κατά πόδας, σε όλες τις εμφανίσεις και συναντήσεις που είχε στην Γεωργία. Η εικόνα άλλων Προκαθημένων επ’ αυτού - με πιο πρόσφατη αυτή του Οικουμενικού στην Ασσίζη - είναι τουλάχιστον αξιοθρήνητη…
Ίσως το μήνυμα που έλαβε ο πάπας από την καθ’ όλα Ορθόδοξη στάση της Εκκλησίας της Γεωργίας να είναι πολύ πιο έντονο από την απόλυτη περιφρόνηση που ορισμένοι πρότειναν...
Μακαρίζαμε τους Γεωργιανούς Ορθοδόξους για την καθοδηγητική στάση της Εκκλησίας τους στη Σύνοδο της Κρήτης. Τους μακαρίζουμε για την πνευματική τους Ηγεσία, για τον Πατριάρχη και τους Επισκόπους τους, οι οποίοι κράτησαν και τώρα στάση αξιοπρεπή και σύμφωνη με την Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση.
Τους ευχαριστούμε πολύ! Ευχόμαστε και προσευχόμαστε να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους και οι λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Ηλιού
του Μακαριωτάτου και θεοπροβλήτου Πατριάρχου
Μετσχέτης και Τιφλίδος και πάσης Ιβηρίας (Γεωργίας)
πολλά τα έτη!
π. Πέτρος Χιρς π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος
ΥΓ: Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του ο Jesse Dominick εύστοχα επισημαίνει μεταξύ άλλων: «Ο Πατριάρχης Ηλίας συναντήθηκε με τον πάπα με σεβασμό και αξιοπρέπεια, αλλά δεν τον αντιμετώπισε ως ορθοτομούντα την Αλήθεια επίσκοπο της αληθινής Εκκλησίας. Δεν τον κάλεσε να κηρύξει κατά τη διάρκεια Ορθόδοξης Θ. Λειτουργίας, ούτε να ευλογήσει τους ορθοδόξους πιστούς, ούτε τον ανέβασε σε επισκοπικό θρόνο, ούτε αντάλλαξε τον λειτουργικό ασπασμό της ειρήνης, ενέργειες που μόνο τραυματίζουν την Ορθόδοξη συνείδηση των πιστών, προκαλώντας σύγχυση και θυμό.
Ως σοφός και απαιτητικός ποιμένας, ο Πατριάρχης Ηλίας II, διατηρεί μια ισορροπία μεταξύ του σεβασμού τού επισκέπτου του και του σεβασμού προς το δικό του ποίμνιο και την Εκκλησία του, και τη δική του αρχιερωσύνη, με όλες τις επακόλουθες ευθύνες της, δίνοντας το παράδειγμα για τις σχέσεις μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών, και προσφέροντας φωνή στην Ορθόδοξη αλήθεια στη δική του ομιλία του στον καθεδρικό ναό του Svetitskhoveli: "Η αληθινή πίστη, η ταπείνωση και οι παραδόσεις μας, αυτοί είναι οι αρχαίοι θησαυροί που διατηρούμε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε στο μέλλον. Σας χαιρετώ και πάλι και ομολογώ ότι η ενότητά μας είναι στην αληθινή πίστη. Μόνο η αληθινή πίστη και η αληθινή αγάπη θα ανοίξει το δρόμο προς την ενότητά μας"» (http://www.pravoslavie.ru/english/97534.htm).
Ὁ ἐπικεφαλής τῆς Παπικῆς "Ἐκκλησίας" ἔλαβε ἕνα δῶρο ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Κύριλλο τῆς Μόσχας καὶ Πάσης Ρωσίας - ἕνα τήμα τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ σὲ μέγεθος ἑνὸς αὐγοῦ! Ὁ Ἐπικεφαλής τοῦ Συνοδικοῦ Τμήματος Ἐξωτερικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχέσεων Μητροπολίτης Βολοκολὰμσκ Ἰλαρίων μετέφερε τὸ δῶρο τὴν περασμένη Πέμπτη στὸ Βατικανό!
Ἀνάμεσα στὰ σημεῖα στὰ ὁποῖα ἑστιάσε ἡ συνομιλία ἦταν ἡ τραγικὴ κατάσταση τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς. Ὁ Πάπας Φραγκίσκος καὶ ὁ Μητροπολίτης Ἰλαρίων τόνισαν τὴν θετικὴ ἐμπειρία τῆς συνεργασίας στὴν παροχὴ βοήθειας πρὸς τοὺς χριστιανοὺς στὴ Μέση Ἀνατολὴ κὰτ 'ἐφαρμογὴ τῆς ἀπόφασης κατὰ τὴ συνάντησή τους στὴν Κούβα.
"Οἱ δύο πλευρὲς τόνισαν τὴν ἀνάγκη γιὰ περαιτέρω ἑνοποιημένες δράσεις στὴ Μέση Ἀνατολή. Ὁ Ἐπικεφαλής τοῦ Συνοδικοῦ Τμήματος Ἐξωτερικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχέσεων παρουσίασε στὸν Πάπα τὶς πρωτοβουλίες τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἄσκηση ἀνθρωπιστικῆς βοήθειας σὲ....
ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν στὴ Συρία καὶ εὐχαρίστησε τὸν Ποντίφικα γιὰ τὶς εἰρηνευτικὲς προσπάθειές του!
Καὶ οἱ δύο πλευρὲς σημείωσαν τὴν ἐποικοδομητικὴ συνεργασία μεταξύ τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τῆς Παπικῆς "Ἐκκλησίας" στὸν τομέα τοῦ πολιτισμοῦ. Κατὰ τὸ τελευταῖο ἔτος διεξήχθη ἕνα πρόγραμμα ἀνταλλαγῆς μὲ ἀκαδημαϊκὰ ταξίδια ἀπὸ ἱερεῖς καὶ φοιτητὲς Θεολογίας ἀπὸ τὴ Παπικὴ "Ἐκκλησία" καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας στὴ Μόσχα καὶ τὴ Ρώμη ἀντίστοιχα ἀποτελώντας μιὰ εὐκαιρία γιὰ μιὰ βαθύτερη γνωριμία μὲ τὰ ἔθιμα καὶ ἡ σημερινὴ ζωὴ τῶν δύο (;) Ἐκκλησιῶν.
Δεν εκπλησσόμαστε από την αγωνιώδη ταχύτητα με την οποία κινούνται πλέον οι φορείς και τα πρόσωπα, κληρικοί και λαϊκοί, όσοι συμμετείχαν και όσοι λοιποί συμφώνησαν και συμφωνούν με τις αποφάσεις και τα σχέδια της Συνόδου της Κρήτης και που βάλθηκαν πάση θυσία και ει δυνατόν σε σύντομο χρόνο, να επιβάλουν τα σχέδιά τους.
Ήταν πασιφανές εδώ και δεκαετίες, ιδιαίτερα δε τον τελευταίο καιρό, που με περισσό θράσος και αλαζονεία εμφανίζονται ως καθαρά αποκλίνοντες από την πίστη και το ήθος των αγίων, παραμερίζοντας ή παρακάμπτοντας την ζωντανή παρουσία τους στη ζώσα Αγία Εκκλησία μας, τουτέστιν αγνοώντας και απαξιώνοντας το λαό του Θεού. Αντί να κάνουν υπακοή και να ακολουθήσουν αυτά που το ομολογιακό συνοδικό κείμενο της Κυριακής της Ορθοδοξίας αναγγέλλει, παρουσιάζονται ως «χαμένα πρόβατα» και αναζητούν «να κάνουν χωριό με τους λύκους», παρόλο που οι περισσότεροι απ` αυτούς είναι «ποιμένες».
Γράφουμε μέρος από το Συνοδικό της Ορθοδοξίας εδώ, διότι αποτελεί τον καθρέπτη, πάνω στον οποίο οφείλουμε να καθρεπτιζόμαστε πνευματικά όλοι μας και κυρίως οι ποιμένες:
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ τοὺς Αὐτοῦ Ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν Ναοῖς, ἐν Εἰκονίσμασι, τὸν μὲν ὡς Θεὸν καὶ Δεσπότην προσκυνοῦντες καὶ σέβοντες, τοὺς δὲ διά τὸν κοινὸν Δεσπότην ὡς Αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καὶ τὴν κατὰ σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμοντες. Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν. Ἐπὶ τούτοις τοὺς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας ἀδελφικῶς τε καὶ πατροποθήτως εἰς δόξαν καὶ τιμὴν τῆς εὐσεβείας, ὑπὲρ ἧς ηγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καὶ λέγομεν· Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Αἰωνία ἡ μνήμη».
Μάλλον όμως από τα έργα τους φαίνεται πόσο θολός είναι ο νους τους. Νομίζουν «εξυπνάδα» τον πολιτικάντικο τρόπο που χρησιμοποιούν παίζοντας με τα αγιωτικά. Χρησιμοποιούν κακοτρόπως τους αγίους ως εργαλεία, για να προωθήσουν την ανομία τους.
Πώς είναι δυνατόν, από τη μια να αγιοκατατάσσονται, να αναγνωρίζονται ως άγιοι, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, ο άγιος Παΐσιος, ο άγιος Πορφύριος από αυτούς τους ίδιους, τους οικουμενιστές ποιμένες, - βέβαια είναι αδύνατο να αρνηθούν την αγιότητά τους, διότι δεν είναι αυτοί που τους αναδεικνύουν, αλλά η Χάρις του Θεού διά του απλού λαού - και από την άλλη αυτοί οι ίδιοι να αγνοούν, να «γράφουν στα τετριμμένα υποδήματά τους», τις διδασκαλίες αυτών των αγίων, σχετικά με τις αιρέσεις και ιδίως τον παπισμό; Αυτά είναι τερτίπια, που χαρακτηρίζουν μόνο τους διεφθαρμένους πολιτικούς, τους λαοπλάνους.
Πώς είναι δυνατόν να παραδίδεται σε χέρια αιρετικού, μάλιστα αιρεσιάρχη, ιερό λείψανο, από το χαριτωμένο διά της ακτίστου Χάριτος, σώμα του αγίου της Ορθοδοξίας, εξαιρέτως του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ, αφού δεν πιστεύει (ο παπισμός) στην άκτιστη Χάρη, και η οποία είναι η δύναμη που τον ανέδειξε άγιο;
Αφήνουμε τα συνέδρια, τις συμπροσευχές, τους εναγκαλισμούς, τις φιλοφρονήσεις, τις οιασδήποτε μορφής συναντήσεις. Έχουν περάσει στη ζωή μας… τα συνηθίσαμε!...
Έχουν ισοπεδώσει τα πάντα για την ανθρώπινη δόξα. Έχουν καταργήσει όρους και όρια της Εκκλησίας. Μαίνονται οι οικουμενιστές εξαιτίας των εγειρομένων κατά των πράξεών τους πιστών, όσων έχει απήχηση ο λόγος και η παρουσία τους στο λαό, καθότι κινδυνεύουν να τους χαλάσουν τα σχέδια, αλλά αγκαλιάζουν τους αιρετικούς με «αγάπη» περισσή. Αυτή είναι η αγάπη που διδάσκουν οι άγιοί μας και το Ευαγγέλιο;
Δεν θα αργήσει να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Δεν προφητεύουμε. Αλίμονο! Αλλά τα γεγονότα μιλάνε μόνα τους. Δεν είναι δύσκολο να κάνει κάποιος υποθέσεις, προβλέψεις. Να, σε λίγο χρόνο μην εκπλαγούμε, αν δούμε ανακοίνωση το απόγευμα του Σαββάτου, έξω από το ναό της ενορίας μας:
«Αύριο, Κυριακή 20-12-2…, θα τελεσθεί αρχιερατική θεία λειτουργία, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου καρδιναλίου κ. Βόλφγκραμ. Την ακολουθία θα ψάλλει η χορωδία «TSAM- TSAM» από την piatsa Tremonto, συνοδευόμενη από το τελευταίο μοντέλο πιάνου SOPRANI».
Απορείτε; Γελάτε; Θυμώνετε; Κλαίτε; Δεν ξέρω. Ίσως το τελευταίο… Ίσως…
Πηγή: Ακτίνες
Ὅσοι ἔχουν ἀσχοληθεῖ μέχρι σήμερα μέ τόν Ἀρχιμανδρίτη κυρό Σωφρόνιο Σαχάρωφ καί ἔχουν γράψει ἄρθρα, κείμενα ἤ βιβλία σχετικά μ’αὐτόν, ἐπισημαίνουν συνήθως ὅτι ὑπῆρξε βαθυστόχαστος θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός, μεγάλος ἀσκητής καί σωστός Ἁγιορείτης.
Ἀναμφίβολα τά ἀνωτέρω ἰσχύουν. Ὅμως, δέν ἔχει τονιστεῖ ἐμφαντικά οὔτε ὑπογραμμιστεῖ μέχρι τώρα ἡ θέση καί ἡ στάση τοῦ Γέροντος Σωφρονίου ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπεπειράθη νά προσλάβει ἐκκλησιαστική καί συνοδική κατοχύρωση καί νομιμοποίηση στήν λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο» τοῦ Κολυμπαρίου τῶν Χανίων τῆς Κρήτης τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, πού στήν πραγματικότητα εἶναι μία μικρή ἀρθιμητικῶς καί μεταπατερική «Σύνοδος». Αὐτό θά προσπαθήσουμε νά κάνουμε, μέ τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ὅση...
ἡμῖν δύναμις, ἔχοντας ὡς βασικές πηγές τά τρία βιβλία τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ μέ τίτλο: «Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας», τόμοι Α΄, Β΄ καί Γ΄, ἐκδ. Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2014. Τό παρόν κείμενο μπορεῖ νά ἀποτελέσει μία ἀκόμη ἀπάντηση στούς διοργανωτές, συμμετέχοντες, ὑπογράψαντες καί ὑποστηρικτές τῆς Κολυμπαρίου Συνάξεως καί τῶν ἀπαραδέκτων ἐξ ὀρθοδόξου ἐπόψεως ἀποφάσεών της, ἰδιαιτέρως δέ στό κείμενο μέ τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον»[1].
Θά πρέπει, ἐπίσης, νά διευκρινιστεῖ ὅτι οἱ ἀπαντήσεις τοῦ π. Σωφρονίου στίς ἐρωτήσεις, πού τοῦ ἔθεταν διάφοροι, ἦταν προφορικές καί ἐκείνης τῆς στιγμῆς. Ἀργότερα, οἱ ἀδελφοί τῆς Μονῆς τίς κατέγραψαν σέ γραπτό λόγο. Δηλ. ὁ Γέρων δέν κάθισε νά γράψει ἕνα ἐγχειρίδιο δογματικῆς μέ ἀκριβολογία. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί τό γεγονός ὅτι ἐν τῇ ρύμῃ τοῦ λόγου του χρησιμοποιεῖ, καταχρηστικῶς βέβαια καί ὄχι κυριολεκτικῶς, κάποιες ἐκφράσεις καί ὅρους, πού σήμερα ἠχοῦν οἰκουμενιστικά, ὅπως «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν», «διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ», «ἡ Ἐκκλησία διαχωρίστηκε σέ τόσο μεγάλο ἀριθμό διαφορετικῶν ὁμολογιῶν», «ἀγγλικανική ἐκκλησία», «ρωμαιοκαθολικοί», «ἑτερόδοξη ἐκκλησία», κ.ἄ.
Α) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῆς «ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν»
«(Δημοσιογράφος): - Ἄν ὅλοι εἴμαστε χριστιανοί, καί οἱ ρωμαιοκαθολικοί καί οἱ ἀγγλικανοί καί οἱ προτεστάντες καί οἱ ὀρθόδοξοι, τότε γιατί τόση διχόνοια μεταξύ μας στόν χριστιανικό κόσμο;
- Γιατί μερικοί χριστιανοί εἶναι σταυρωμένοι καί ἄλλους τούς καταδιώκουν;
- Εἶναι ἄραγε δυνατή ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν; Καί μέ ποιόν τρόπο;
Δέν ἀπάντησα σέ κανένα ἐρώτημα, γιατί στό καθένα ἀπό αὐτά μπορεῖ νά δοθοῦν ἀπαντήσεις σέ διαφορετικό μέτρο βάθους, ὅπως σέ ἕναν ἀπέραντο ὠκεανό.
Τοῦ ἀπάντησα:
- Δέν ὑπάρχει λογική ἀπάντηση στίς ἐρωτήσεις σας…
Δέν προχώρησα πιό πέρα ἀπό αὐτό. Σέ σᾶς θά πῶ τό γιατί. Διότι, ὅλα στό Εὐαγγέλιο ὑπερβαίνουν τό ἀνθρώπινο μέτρο. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο «οὐκ ἔστι κατά ἄνθρωπον»[2]. Δέν εἶναι κατά τό μέτρο τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, λοιπόν, δέν ὑπάρχει λογική ἀπάντηση, γιατί ὅλα γίνονται δεκτά μέ τήν πίστη, ὅπως λέει ὁ Κύριος: «Πιστεύετε εἰς τόν Θεόν καί εἰς ἐμέ πιστεύετε»[3]. Αὐτό δέν εἶναι καθόλου θέμα λογικῆς, ἀλλά πίστεως.
Τό ἐρώτημα γιά τή δυνατότητα τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν τό ἀπέφυγα, λέγοντας μόνο: «Καταλαβαίνω ὅτι εἶναι βαρύ γιά ὅλους μας».
Γιατί γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους εἶναι ἀδύνατον νά ἀπορρίψουμε τή θεωρία μας γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή μας καί τήν ἀντίληψή μας γιά τήν ἀποκάλυψή Του; Διότι, ὅλοι δέν ἔχουμε τήν ἴδια γνώση, στόν ἴδιο βαθμό. Στή Δύση δέν δόθηκε νά συλλάβει τό πλήρωμα τῆς ἀποκαλύψεως σχετικά μέ τήν ἀρχή τοῦ προσώπου-ὑποστάσεως στό θεῖο Εἶναι καί στό ἀνθρώπινο εἶναι, ὅπως τό ἔχουμε ἐμεῖς στήν Ὀρθοδοξία.
Οἱ ἄλλοι συνήθισαν νά δέχονται τόν Χριστό καί τήν ἀποκάλυψη στό μέτρο, πού τούς δόθηκε. Ἀγαποῦν ἐκεῖνο, πού γνώρισαν. Καί ἡ τραγικότητα βρίσκεται στή διαφορά τοῦ βαθμοῦ κατανοήσεως τῆς ἀποκαλύψεως, πού δόθηκε ἐν Χριστῷ καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐπεδήμησε στήν Ἐκκλησία. Ἡ ἀγγλικανική ἐκκλησία προτείνει τόν δικό της τύπο ἑνότητος, ὅπως δηλαδή παρουσιάζεται ἡ ἑνότητα τῆς ἀγγλικανικῆς ἐκκλησίας σέ ὅλο τόν κόσμο. Μερικοί τήν ὀνόμασαν ἐκκλησία-γέφυρα γιά τήν ἑνότητα. Οἱ ρωμαιοκαθολικοί σκέφτονται τήν ἑνότητα μόνο ὡς ὑποταγή ὅλων στόν ἐπίσκοπο Ρώμης. Στό μέτρο πού τό θέμα αὐτό συνδέεται μέ τό προσωπικό βίωμα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, λογικά δέν μποροῦμε νά ἀποδείξουμε τίποτε. Αὐτό εἶναι μόνο θέμα πίστεως. Καί ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «διά πίστεως περιπατοῦμεν, οὐ διά εἴδους»[4].
Πατήρ Ν.: Πρέπει νά μεταφερθοῦμε σέ ἄλλο ἐπίπεδο. Γιά νά πάρουμε ἀπάντηση, χρειάζεται νά καταφύγουμε στό ἐπίπεδο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀποκτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε ὅλα γίνονται σαφῆ. Καί ἐσεῖς τότε δείξατε τήν εἰκόνα τοῦ Γέροντα, στό σημεῖο ὅπου εἶναι γραμμένο: «Δέομαί Σου, ἐλεῆμον Κύριε, ὅπως πάντες οἱ λαοί γνωρίσωσί Σε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ»[5].
«Νά προσεύχεσθε γιά τήν εἰρήνη τοῦ σύμπαντος κόσμου, τήν εὐστάθεια τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ καί τήν ἕνωση τῶν πάντων. Γιά τί εἴδους ἕνωση; Εἴμαστε τόσο διαιρεμένοι, πού εἶναι πολύτιμη ἀσφαλῶς κάθε ὁρατή ἕνωση. Ἀλλά, μᾶς χρειάζεται νά σκεφτόμαστε γιά «τήν ἑνότητα τῶν πάντων κατ’εἰκόνα τῆς ἑνώσεως τοῦ Θεοῦ μας, τῆς Ἁγίας Τριάδος»[6]. «Ἡ «ἕνωση» αὐτή εἶναι ἕνωση ἀγάπης Χριστοῦ»[7].
Β) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῶν ἑτεροδόξων
«Ὑπάρχει συνεπῶς μιά πλευρά τῆς ὀρθοδόξου μετανοίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πού ταράζει πολλούς ἑτεροδόξους. Πέφτουμε γονατιστοί στό ἔδαφος, μέ τό πρόσωπο καί τό μέτωπό μας ἐγγίζουμε τή γῆ, καί ἔτσι ἐκφράζουμε τή δουλικότητά μας ἐνώπιόν Του, ἐνθυμούμενοι τά λόγια, πού εἶπε μπροστά στό παιδί ἐκεῖνο : «Ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ὅστις οὗν ταπεινώσῃ ἑαυτόν ὡς τό παιδίον τοῦτο, οὗτός ἐστιν ὁ μείζων ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν»[8]»[9].
«Ἕνα ἀπό τά τραγικότερα γεγονότα τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας εἶναι ἡ διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ σέ διάφορες ὁμολογίες. Ἡ δική μας Ἐκκλησία διδάσκει τήν ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μόνο ἀπό τόν Πατέρα, ἐνῶ στή Δύση λένε «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ» (Filioque), καί γιά αἰῶνες μένουμε χωρισμένοι. Προσωπικά, ἀσπάζομαι τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἀφήνω τούς ἄλλους νά σκέφτονται ὅπως θέλουν. Ἡ σκέψη μας, ὅμως, προχωρεῖ πέρα ἀπό τά ὅρια τοῦ κοσμικοῦ εἶναι καί μιλάει γιά τό πῶς ἦταν ὁ Θεός πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ κόσμου˙ ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα, καί ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι ἡ μόνη ἀρχή καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[10].
Γ) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» - αἱρέσεων
«Γνωρίζετε ὅτι στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν δεκάδες θεολόγοι, διδάκτορες τῆς θεολογίας, καί ὅλοι σκέφτονται διαφορετικά, ὅλοι μιλοῦν διαφορετικά. Ὁ Μπερντιάγιεφ ἔλεγε ὅτι ἡ ζωή εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἀπό τόν πλοῦτο τοῦ περιεχομένου της˙ ὅταν συναντοῦμε ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ἀνακαλύπτουμε ἄλλες ἀπόψεις, ἄλλες προσεγγίσεις, ἄλλες ἰδέες, ἄλλες πορεῖες, καί αὐτή ἡ διαφορά τῶν προσεγγίσεων, τῶν ἰδεῶν, τῶν θεωριῶν συνιστᾶ τόν πλοῦτο τῆς ζωῆς μας.
Στήν Ἁγία Τριάδα, ὅμως, δέν ἰσχύει αὐτό. Γιά τά Τρία Πρόσωπα δέν ὑπάρχει παρά μόνο μία θέληση, μία βασιλεία, μία δόξα. Στή Μονή, ἐπίσης, δέν εὐχόμαστε ὁ καθένας νά ἔχει δικές του προσωπικές σκέψεις. Αὐτό δέν εἶναι ἀπόδειξη πλούτου. Ὁ πλοῦτος συνίσταται στήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ Δημιουργοῦ μας. Ἄν Τόν γνωρίζουμε μέ τήν ἴδια τή ζωή μας καί μέσα στή σάρκα μας, τότε, μετά τόν θάνατο, θά εἴμαστε ἀκόμη πιό πολύ ἑνωμένοι μαζί Του. Ὁ ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Μέγας ὑπέφερε πάνω στή γῆ, διότι ὁ καθένας εἶχε τή δική του θέληση, τίς δικές του ἰδέες. Ἔλεγε ὅτι στόν Οὐρανό τό πλῆθος τῶν σεσωσμένων ἔχει τήν ἴδια σκέψη, τήν ἴδια στάση»[11].
«Τί σημαίνει «ὀρθοδοξία»; Ἡ ὀρθοδοξία εἶναι μία ἐνδιάθετη ἀντίληψη - γνώση πῶς νά συναντήσει κανείς τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Χριστό. Τώρα, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν περισσότερες ἀπό διακόσιες διαφορετικές ὁμολογίες (ὑπῆρχαν 336 ὁμολογίες τό ἔτος 1999[12]). Αὐτό εἶναι δυνατόν, διότι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀπολύτου Εἶναι, ἀλλά ἐμεῖς δέν εἴμαστε στό ἐπίπεδο αὐτό»[13].
«Γιατί ἡ Ἐκκλησία διαχωρίστηκε σέ τόσο μεγάλο ἀριθμό διαφορετικῶν ὁμολογιῶν; Στή Γενεύη, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, συμμετέχουν περίπου 200 ὁμολογίες. Στό οἰκουμενικό αὐτό κίνημα ὑπάρχει μιά ἐσφαλμένη ἀντίληψη, σύμφωνα μέ τήν ὁποία κάθε ὁμολογία φέρει ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας, ἀλλά καμιά δέν ἔχει τήν ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀπολύτου. Ὅσοι μιλοῦν μέ τόν τρόπο αὐτό μπορεῖ νά φαίνεται πώς ἔχουν δίκαιο. Ἀλλά, τό λάθος τους εἶναι ὅτι, βλέποντας τούς ἀντιπροσώπους τῶν διαφόρων ὁμολογιῶν, παρατηροῦν τήν παρουσία τοῦ σκότους τῆς πτώσεως σέ ὅλους τούς ἀντιπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας, καί καταλήγουν στό συμπέρασμα ὅτι κανένας δέν γνωρίζει τήν ἀλήθεια, ἀλλά ὅτι ὁ καθένας κατέχει ἕνα κομμάτι»[14].
«Σᾶς ἔχω μιλήσει ἤδη πολλές φορές, ἀλλά τό Πνεῦμα μέ ὠθεῖ νά τό ἐπαναλάβω. Πρίν ἀκόμη φύγω ἀπό σᾶς – καί τό τέλος τῆς ζωῆς μου εἶναι βέβαια ἐγγύς – θά ἤθελα νά γλιτώσετε ἀπό τήν πλάνη, ἀπό τήν ὁποία πάσχει ὁ σύγχρονος κόσμος στό ἐπίπεδο τῆς θεολογίας, ὥστε κανένας νά μή δημιουργεῖ λανθασμένες θεωρίες γιά τόν Θεό, πού νά διαιροῦν τόν χριστιανικό κόσμο. Ἀναλογισθεῖτε ὅτι στό Κέντρο τῆς Γενεύης, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, ὑπάρχουν περισσότεροι ἀπό διακόσιους διδάκτορες θεολογίας μέ διαφορετικές ἀντιλήψεις! Ἀπό ποῦ αὐτό; Ὁ Θεός εἶναι ἕνας.
Πῶς γίνεται, λοιπόν, νά ὑπάρχουν ὁμολογίες, πού νά μισοῦν καί νά καταδιώκουν τίς ἄλλες; Τώρα παρατηρεῖται διωγμός τῶν Ὀρθοδόξων σέ ὅλο τόν κόσμο. Καί πῶς προκαλοῦμε τό μῖσος αὐτό; Ἐμεῖς φοβόμαστε «καί μύγα νά προσβάλλουμε». Μᾶς μισοῦν, ὅμως, περισσότερο ἀπό ὅ,τι τούς ἐγκληματίες. Καί αὐτό δέν εἶναι καθόλου φαντασία, ὅπως γνωρίζουμε ἀπό τήν πεῖρα μας. Ἀλλά, «ἄς μή ταράσσεται ἡ καρδιά σας˙πιστεύετε στόν Θεό, πιστεύετε στόν Χριστό»[15] καί συνεχίστε τή ζωή αὐτή. Αὐτός εἶπε: «Ὅπως μίσησαν ἐμένα ἄδικα[16],ἔτσι θά μισήσουν καί ἐσᾶς γιά τό ὄνομά μου»[17]. Συνεπῶς, μή χάνετε τή βασική θεωρία: τῆς ζωῆς χωρίς ἁμαρτία»[18]!
Δ) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καί τῶν διαλόγων
«Δέν λαμβάνω μέρος στήν οἰκουμενική κίνηση. Ἡ ἰδέα μου, ὅμως, ἦταν ἡ ἐξῆς: νά συγκεντρώνεσθε καί νά ἐξετάζετε πῶς εἶναι δυνατόν νά ζήσουμε χωρίς ἁμαρτία. Ἔρχονται διακόσιοι διδάκτορες θεολογίας καί ὁ καθένας λέει τίς θεωρίες του, φανερώνοντας ἔτσι τήν ἄγνοια καί τήν ἀμάθειά του. Ἄς παραθέσουμε ἕνα ἀπό τά λάθη: Μερικοί μελετοῦν ὅλες τίς θρησκεῖες καί στή θεωρητική αὐτή γνώση τῆς ἰστορίας ὅλων τῶν θρησκειῶν καί τοῦ περιεχομένου τῶν διδασκαλιῶν βλέπουν τήν παγκοσμιότητά τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, λέει: «Εἷς ὑμῶν ἐστιν ὁ Πατήρ καί εἷς ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός»[19]. Καί αὐτός ὁ Διδάσκαλος Χριστός φέρει μέσα Του ὁλόκληρη τήν κτίση. Συνεπῶς, θά ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη τοῦ Χριστοῦ, πού φέρει στή συνείδησή Του ὅλη τήν τραγωδία καί πεθαίνει γιά τήν πίστη Του αὐτή»[20].
«Ἄν ὑπῆρχε ἀγάπη, ὅλος ὁ χριστιανικός κόσμος θά ἦταν ἕνα πράγμα, κατ’εἰκόνα τῆς ἑνότητος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἄν ὁ χριστιανικός κόσμος κατατεμαχίζεται, αὐτό γίνεται, ἐπειδή οἱ χριστιανοί δέν τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου. Ἀπό τότε πού ἄρχισαν οἱ παγκόσμιες κινήσεις τῶν χριστιανῶν, τόσοι διάλογοι, τόσες διανοητικές προσπάθειες ἀπό κάθε πλευρά, γιά νά πείσουν ὅτι ἡ καθεμιά κατέχει τό καλύτερο, δέν ἔφεραν κανένα ἀποτέλεσμα στόν αἰώνα μας»[21].
Ε) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῶν θρησκειῶν
«Ὑπάρχει αὐτό, πού λέγεται «παγκόσμια θεωρία», σύμφωνα μέ τήν ὁποία στό ἴδιο πλαίσιο τοποθετοῦνται καί ὁ Χριστός καί ὁ Βούδας καί ὁ Μωάμεθ καί ὁ Κομφούκιος κ. ἄ., ὡς μεγάλοι ἤ μικροί «διδάσκαλοι τῆς ἀνθρωπότητος». Γιά μένα, ὅμως, πολυπόθητη εἶναι μόνο ἡ συνείδηση τοῦ Χριστοῦ[22], ὁ Ὁποῖος φέρει μέσα του ὅλο αὐτό τόν κόσμο. Καί σέ αὐτό ἔγκειται ἡ χριστιανική παγκοσμιότητα τοῦ προσώπου»[23].
«Ἡ διδαχή τοῦ Γέροντα σέ κάθε κείμενό του φθάνει ὡς τά ἔσχατα ὅρια. Γιά τή μετάνοια, λοιπόν, λέει ὅτι μετανοοῦμε, δέν εἴμαστε ἄμεμπτοι, ἐφόσον δέν ἀποκτήσαμε τέτοια κατάσταση, ὥστε νά ζοῦμε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ὡς περιεχόμενο τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς μας. Αὐτό εἶναι ἡ παγκοσμιότητα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀδύνατον νά τήν ἐννοήσουμε ὡς «παγκοσμιότητα γνώσεως», ὅπως τείνουν νά φρονοῦν μερικοί πολυμαθεῖς, ὅτι δηλαδή κατορθώνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει καί τόν Χριστιανισμό καί τόν Βουδισμό καί τόν Ἰσλαμισμό καί τόν Κομφουκιανισμό καί τόν Μαρξισμό καί ὅλα τά ἄλλα.
Ἡ παγκοσμιότητα δέν εἶναι γνώση τῶν ποικίλων ἀπόψεων τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού ἀγκαλιάζει τά πάντα˙ εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία μοῦ φαινόταν στήν ἀρχή ὡς κάτι τό ἀνάξιο καί ψυχολογικό, ἀλλά ὕστερα ἀποκαλύφθηκε στή συνείδησή μου ὡς δύναμη ὀντολογική, πού ἑνοποιεῖ. Ὁ Πατέρας ἀγαπᾶ τόν Υἱό καί βεβαίως ἀγαπᾶ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ὁ Υἱός ἀγαπᾶ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα. Καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι στραμμένο πρός τόν Πατέρα. Ἔτσι, ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι αἰώνια ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί στήν κοινωνία αὐτή τῶν ὑποστάσεων περικλείεται τό ἀπόλυτο Εἶναι τοῦ Θεοῦ»[24].
ΣΤ) Ὁ π. Σωφρόνιος περί μοναδικότητος καί ἀποκλειστικότητος τοῦ Χριστιανισμοῦ
«Ὀφείλουμε δηλαδή ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά φέρουμε βαθιά μέσα μας τή συνείδηση, πού βλέπουμε στόν Ἴδιο τόν Χριστό, καί νά ζοῦμε τόν κόσμο ὡς ἕναν Ἀδάμ καί νά προσευχόμαστε γιά ὅλο τόν Ἀδάμ. Αὐτός εἶναι ὁ γνήσιος ὀρθόδοξος Χριστιανισμός! Καί σᾶς ἱκετεύω : Μήν «παραδώσετε» σέ κανέναν τόν ἀληθινό Χριστό, τόν Δημιουργό ὅλου τοῦ κόσμου καί Σωτήρα Θεό! Ἄν μειώσετε τόν Χριστό στό ἐπίπεδο τῆς ἐθνικότητος, τότε νά γνωρίζετε ὅτι βρίσκεστε στό σκοτάδι. Εἶναι δυνατόν νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα τῆς ζωῆς, πού μᾶς διαιρεῖ, ἀλλά οἱ διαιρέσεις αὐτές μποροῦν νά ὑπερνικηθοῦν μέ ἀνθρώπινη προσπάθεια˙ τή συνείδηση, ὅμως, τοῦ Χριστοῦ Θεοῦ τήν παρέχει μόνο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο»[25].
«Ὁ Κύριος εἶπε: «Ὅς ἐάν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος»[26]. Τέτοιος εἶναι ὁ χαρακτήρας τῆς διακονίας μας καί μέ τήν ἔννοια αὐτή ὁ Χριστιανισμός ξεχωρίζει ἀπό κάθε ἄλλη θρησκεία. Ὅσο περισσότερο ταπεινωθοῦμε, τόσο ἐγγύτερα θά βρεθοῦμε πρός Αὐτόν, ὁ Ὁποῖος«ἐταπείνωσεν Ἑαυτόν… μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ»[27]»[28].
«Ὁ Χριστιανισμός μας ποτέ δέν πρέπει νά ἀναμιγνύεται μέ καμμία ἄλλη διδασκαλία, πού ὑπάρχει στόν κόσμο: γιά μᾶς ὑπάρχει μόνο τό Εὐαγγέλιο»[29].
«Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί Τόν ὁμολογοῦμε (τόν Χριστό) ὡς τόν «Μονογενῆ» Υἱό τοῦ Πατρός, ὅπως Αὐτός ὁ Ἴδιος λέει[30]. Δέν τόν συγκρίνουμε μέ κανέναν ἀπό τούς διδασκάλους ἐκείνους τῆς ἀνθρωπότητος, ὅπως εἶναι ὁ Βούδας, ὁ Μωάμεθ ἤ ἀκόμη καί αὐτός ὁ Μωϋσῆς. Ὁ Χριστός δέν ἦταν υἱός ἀνθρώπου κατά τή γέννησή Του, ἀλλά ἔγινε «Υἱός Ἀνθρώπου»[31] κατά τή συγκατάβαση καί τήν ἐνσάρκωσή Του, παραμένοντας κατ’οὐσίαν Δημιουργός ὅλων τῶν ὑπαρκτῶν. Στό Σύμβολο τῆς Πίστεως λέγεται: «δι’Οὗ τά πάντα ἐγένετο». Καί στόν πρόλογο τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου γράφτηκε: «Πάντα δι’Αὐτοῦ ἐγένετο, καί χωρίς Αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέ ἕν, ὅ γέγονεν»[32]»[33].
Ἀπό τήν παράθεση αὐτή τῶν κειμένων τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ βγαίνουν δύο συμπεράσματα. Τό πρῶτο συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος διαφωνοῦσε μέ τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τίς αἱρετικές θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές προϋποθέσεις τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καί τῶν διαλόγων τῶν τελευταίων ἑκατόν εἴκοσι ἐτῶν. Τό δεύτερο συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος ἐπιθυμοῦσε νά γνωρίσουν ὅλοι οἱ λαοί τῆς γῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τόν Θεάνθρωπο Χριστό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως ἔλεγε ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης. Θά μπορούσαμε, τέλος, νά ποῦμε ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος ἦταν ὑπέρ ἑνός ὀρθοδόξου «οἰκουμενισμοῦ».
[2] Γαλ. 1, 11.
[3] Ἰω. 14, 1.
[4] Β΄ Κορ. 5, 7.
[5] ΑΡΧΙΜ. ΣΟΦΡΩΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ, Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας, τ. Β΄, ἔκδ. Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2014, σσ. 282-286.
[6] Ὅ. π., τ. Γ΄, σσ. 102-103.
[7] Ὅ. π., τ. Γ΄, σ. 222.
[8] Ματθ. 18, 3.
[9] Ὅ. π., τ. Γ΄, σ. 186.
[10] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 316.
[11] Ὅ. π., τ. Α΄, σσ. 96-97.
[12]Σχ. βλ. SHOP 244, σ. 4
[13] Ὅ. π., τ. Α΄. σ. 196.
[14] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 144.
[15] Ἰω. 14, 1.
[16] Ἰω. 15, 25.
[17] Μάρκ. 13, 13.
[18] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 310.
[19] Ματθ. 23, 8-9.
[20] Ὅ. π., τ. Β΄, σσ. 310-311.
[21] Ὅ. π., τ. Γ΄, σ. 91.
[22] Α΄ Κορ. 2, 16.
[23] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 49.
[24]Ὅ. π., τ. Α΄, σσ. 266-267.
[25] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 46.
[26] Ματθ. 20, 27.
[27] Φιλ. 2, 8.
[28] Ὅ. π., τ. Α΄, σ. 427.
[29] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 299.
[30] Ἰω. 1, 18.
[31] Ματθ. 11, 19.
[32] Ἰω. 1, 3.
[33] Ὅ. π., τ. Β΄, σ. 297.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
«Τὸ μὲν ἐπιτιμᾶν οὐ μέγα· ρᾷστον γὰρ καὶ τοῦ βουλομένου παντός· τὸ δὲ ἀντεισάγειν τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἀνδρὸς εὐσεβοῦς καὶ νοῦν ἔχοντος» (Γρηγ. Θεολ. ΕΠΕ, τ. 59, σ. 239).
Εἰς τὸ ὑπ’ ἀρ. 2126 φ. τῆς 22ας Ἰουλίου 2016 τοῦ Ο.Τ. ἐδημοσιεύθη, μὲ ἐπιλογὴν τῆς Ἀρχισυνταξίας αὐτοῦ ἀπόσπασμα τῆς ὑπ’ ἀρ. πρωτ. 45 καὶ ἀπὸ 15-8-2014 ἡμετέρας ἐπιστολῆς πρὸς τὴν σεπτὴν Ἱεραρχίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μὲ τίτλον «ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὁ Παπισμὸς καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος».
Ἐν συνεχείᾳ εἰς τὸ ὑπ’ ἀρ. 2129/12-8-2016 φύλλον τῆς αὐτῆς ἐγκρίτου Ἐφημερίδος ἐδημοσιεύθη ἕτερον ἐπιλεκτικὸν ὑπὸ τῆς Ἀρχισυνταξίας ἀπόσπασμα μὲ τίτλον «τὸ διαχρονικὸν φρόνημα τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ληφθὲν ὑπὸ τῆς Ἀρχισυνταξίας ἀπὸ τὴν ἰδίαν ὡς ἄνω μνημονευθεῖσαν ἐπιστολήν, ἡ ὁποία ἔχει ἀναρτηθῆ εἰς τὸ διαδίκτυον εἰς τὴν ἱστοσελίδα www.ATHOSFILADELFOU.GR
Ἀφορμὴν διὰ τὴν δημοσίευσιν τῶν ἀποσπασμάτων αὐτῶν ἀπετέλεσε ἡ ἐσχάτως διὰ τοῦ διαδικτύου κυκλοφοροῦσα φήμη, ὅτι δῆθεν ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Ἀθωνίτης (Καυσοκαλυβίτης) συνέστησε εἰς πνευματικήν του θυγατέρα, ξεναγὸν ἀλλοδαπῶν τουριστῶν, ὁσάκις τοὺς συνοδεύει καὶ τὸ πρόγραμμά των περιλαμβάνει Ἐκκλησιασμὸν εἰς Παπικὸν Ναόν, ἵνα μὴ τοὺς δυσαρεστήση, νὰ ὑποκρίνεται, λαμβάνουσα τὴν «OSTIAN».
Δὲν ὑπάρχει ἀθλιωτέρα συκοφαντία ἐναντίον τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀδάμαντος αὐτοῦ, ὡς πρὸς τὸ φρόνημα καὶ τὸν βίον τοῦ πατρὸς Πορφυρίου. Ὡς γνωρίζων καλῶς τὸν Γέροντα ἀπὸ τὴν δεκαετίαν τοῦ 1960, ὡς φοιτητὴς τῆς Θεολογίας, καὶ ἔχων αὐτὸν πνευματικὸν ὁδηγόν, ἀφ’ ὅτου τὸν ἐγνώρισα, (ἀναγκάζομαι νὰ γνωρίσω εἰς τοὺς ἀναγνώστας, ὅτι ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔχων ἐμπιστοσύνην, ὅτι κατανοῶ καὶ διερμηνεύω ὀρθῶς τὸ πνεῦμα του, μοὶ ἀνέθεσεν τὴν πνευματικὴν πατρότητα εἰς τὸ ἐν Μήλεσι Ἡσυχαστήριον, τὴν ὁποίαν καὶ ἐξήσκησα μέχρι τὴν κοίμησιν τῆς κατὰ σάρκα ἀδελφῆς του), ἀποδοκιμάζω τὴν εἴδησιν, ὡς ψευδῆ καὶ συκοφαντικήν, διότι ὁ Γέροντας εἶχε, ὄχι τὴν ἀρρωστημένην ἀγάπην «τῶν μὴ κεκαθαρμένων», ἀλλ’ «ὡς ἄκρως κεκαθαρμένος» καὶ «θεόπτης», προφήτης, διορατικὸς καὶ προορατικός, φύλαξ τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων καὶ ἱερῶν κανόνων, ἐκοσμεῖτο ὑπὸ τῆς ἐνθέου ἐν Χριστῷ ἀγάπης, χωρὶς ὑποκρισίαν, ἥτις χαρακτηρίζει συνήθως, τοὺς «ἀκαθάρτους», οἱ ὁποῖοι ἀναπαύουν εἰς τὰς πλάνας τῶν αἱρέσεων ἑτεροδόξους καὶ ἀλλοθρήσκους· ὑπάρχει καὶ κασέττα μὲ τίτλον: «τὸ ὀρθόδοξον πνεῦμα εἶναι τὸ ἀληθὲς» (ἔκδ. Ἡσυχαστηρίου Μεταμορφώσεως ἐν Μήλεσι).
Ἐπειδὴ ἡ ἀποσπασματικὴ ἐπιλογή, γενομένη ὑπὸ τῆς Ἀρχισυνταξίας χωρὶς ἐπὶ τοῦτο συνεννόησιν, λόγω ἀποστάσεως, τῆς ὑπ’ ἀρ. 45/15-8-2014 ἡμετέρας ἐπιστολῆς, ἐδημιούργησε τινας παρερμηνείας καὶ ἀμφιβολίαν, ὅτι δῆθεν παραπληροφορεῖται τὸ πλήρωμα τῆς ἀνὰ τὸν κόσμον Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἐπειδὴ ἡ καθ’ ἡμᾶς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει σεπτὴ Ἱ. Κοινότης ἐξέδωσεν ἀνακοίνωσιν τὴν 27ην Ἰουλίου, χωρὶς νὰ κατονομάζη, ποία ἡ ἀφορμὴ καὶ ποῖον συγκεκριμένον δημοσίευμα τὴν ἠνώχλησεν, ὥστε νὰ ποιήση τὸν γενικὸν τοῦτον «ἀφορισμόν», διὰ πάντας τοὺς γράφοντας Ἁγιορείτας – τοὺς ὁποίους ἡ ἀνακοίνωσις παρουσιάζει ἀναξιοπίστους, καίτοι, ἐπισκεφθεὶς τὴν Ἱ. Ἐπιστασίαν, μοῦ ἐλέχθη, ὅτι δὲν ἀφορᾶ τὴν ἐμὴν ἐλαχιστότητα, ὅμως ἀντεῖπον αὐτῇ, (δηλ. τῇ Ἱ. Ἐπιστασίᾳ), ὅτι ὁ ἀναγνώστης τῆς ἀνακοινώσεως ἀπαξιώνει συλλήβδην πάντας τοὺς δημοσιογραφοῦντας, ἐθεώρησα χρέος πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ τὴν Ἀλήθειαν, ἀφ’ ἑνὸς μὲν νὰ ζητήσω τὴν δημοσίευσιν ὑπὸ τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου τῆς ὑπ’ ἀρ. 45/15-8-2014 ἡμετέρας ἐπιστολῆς, εἰς ἥν περιλαμβάνονται τὰ ἀποσπάσματα τῶν δημοσιευμάτων ὑπὸ τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου δημοσιευθέντων, καὶ ἀφ’ ἑτέρου, διὰ νὰ τεκμηριώσω ὅτι ὅσα ἐκφράζω εἰ τὴν ὡς ἄνω ἐπιστολὴν (μὲ θέμα α. ὀρθόδοξος διαπαιδαγώγησις τῆς Ἑλληνικῆς νεολαίας. β. ἵδρυσις τμήματος μουσουλμανικῶν σπουδῶν ἐν Θεσσαλονίκῃ καὶ γ. Θρησκειολόγοι, διαθρησκειακοὶ καὶ διαχριστιανικοὶ διάλογοι), εἰσὶν καὶ διαχρονικὸν ἁγιορειτικὸν φρόνημα.
Ὁμοίως ὅσα ἀναφέρω διὰ τὴν μὴ ἐγκυρότητα τῶν μυστηρίων τῶν ἑτεροδόξων, τοῦ φρονήματος τοῦ ἁγίου Πορφυρίου ἐπ’ αὐτῶν καὶ τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, ταυτίζονται ἀπολύτως πρὸς τὸ διαχρονικὸν ἁγιορειτικὸν φρόνημα καὶ τὴν ἁγιορειτικὴν διαχρονικὴν παράδοσιν.
Ἐποιησάμην πρὸς τοῦτο ἱστορικὴν ἐπιστημονικὴν ἔρευναν, καταφυγὼν ἐπὶ τὰς πηγὰς τῆς Ἁγιορειτικῆς ἱστορίας, αἵτινες εἰσὶν τὰ ἀρχεῖα τῶν Ἱ. Μονῶν, διὸ καὶ ἀνευρὼν τὸ κλασσικὸν πρακτικόν τῆς 28ης Σεπτεμβρίου (11ης Ὀκτωβρίου) 1979 Ἐκτάκτου Διπλῆς Ἱερᾶς Συνάξεως ὑπὸ τὴν Προεδρίαν τῆς ὑπὸ τὸν ἀείμνηστον σεπτὸν καὶ φίλον μου Ἀρχιερέα Σταυρουπόλεως Μάξιμον, σεπτῆς Πατριαρχικῆς Ἐξαρχίας μετὰ τῶν συνεξάρχων αὐτοῦ Πριγκηποννήσων Καλλινίκου καὶ Δέρκων Κωνσταντίνου, δίδω εἰς τὴν δημοσιότητα, ὡς ἱστορικός, ὅσα συνεζητήθησαν περὶ τῶν μυστηρίων τῶν ἑτεροδόξων εἰς τὴν ἱστορικὴν ταύτην Ἔκτακτον Διπλῆν Ἱερὰν Σύναξιν.
Τοῦτο πράττω ἀπὸ χρέος πρὸς τὴν Ἀλήθειαν καὶ τὴν Ἱστορίαν.
Τὸ ἀπόσπασμα τοῦ πρακτικοῦ θὰ ἐπακολουθήση μετὰ τὸ κείμενον τῆς ὑπ’ ἀρ. 45 καὶ ἀπὸ 15-8-2014 ἡμετέρας ἐπιστολῆς πρὸς τὴν σεπτὴν Ἱεραρχίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Τὸ πόσον εἶχον δίκαιον εἰς τὰς ἐν τῇ ἐπιστολῇ ἐκφραζομένας ἐπισημάνσεις μου ἀποδεικνύουν αἱ ὀδυνηραὶ ἐξελίξεις.
Ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Ὀρθοδοξία χειμάζεται. Δῴη Κύριος ὁ Θεὸς ἡ τρικυμία νὰ κοπάση καὶ τὰ Ἑλληνόπουλα καὶ ὁ λαὸς νὰ μετανοήσωμεν ἅπαντες. Κλῆρος, λαός, ἀπὸ τῶν Προκαθημένων τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Πολιτικῶν καὶ τοῦ λαοῦ.
Ἄλλως ἔρχεται τὸ χάος καὶ ἡ ἀπώλεια.
Ἐν κατακλεῖδι θεωρῶ λυσιτελὲς δι’ ὅσους ἐνδεχομένως διαφωνοῦν νὰ ὑπενθυμίσω:
«Μὴ ζήτει δὲ παρὰ φίλων ἀκούειν τὰ ἡδέα, ἀλλὰ τὰ ἀληθῆ μᾶλλον· εἰ γὰρ ἐχθροῖς μέν, οὐδ’ ἀληθεύουσιν, πιστευτέον, φίλοις δὲ διέφθορε τὰ τῆς ἀληθείας καὶ τὸ ἡδὺ λέγειν ζητοῦσι κακεῖνοι, πόθεν ἡμῖν ἀλλαχόθεν ἡ τῆς ἀληθείας ἔσοιτο γνῶσις, καὶ ἡ ἐπιστροφή, τῶν οὐκ εὐαγῶς ἐνίοτε παρ’ ἡμῶν λεγομένων ἢ πραττομένων; Διὸ μέγιστον ἡγοῦ φίλους κολάκων διαφέρειν» (Μέγας Φώτιος Ἀρχιεπ. Κων/πόλεως, ὁ Ἡγεμών, ἔκδ. Ἁρμὸς σελ. 40-42).
Ὁμοίως: «ταῦτα τῆς σῆς χάριν ἐπιτόμως εἰρήσθω κελεύσεως· ἵνα ἔχοις εἶπερ τι χρήσιμον φέροιεν, πῶς διακρούσασθαι τὴν τῶν φιλολάλων ἀδολεσχίαν, ἄδειαν λαβοῦσαν τὴν τῶν καιρῶν δυσκολίαν καὶ μὴ παρίδῃς τὸν σὸν δοῦλον πενόμενον ἀλλὰ θείῳ πλούτισον Πνεύματι». (Μάξιμος Ὁμολογητής, Περὶ θελήσεως ἔκδ. Ἁρμός, σελ. 66).
Εἶπον τὴν γνώμην μου, στοιχῶν καὶ τῷ Ἁγίῳ Γρηγορίῳ τῷ Θεολόγῳ: «Ἐπεὶ δὲ τὸ μὲν ἐπιτιμᾶν οὐ μέγα· ρᾷστον γὰρ καὶ τοῦ βουλομένου παντός· τὸ δὲ ἀντεισάγειν τὴν ἑαυτοῦ γνώμην, ἀνδρὸς εὐσεβοῦς καὶ νοῦν ἔχοντος» (ΕΠΕ, τ. 59, σελ. 239).
Ἀκολουθοῦν τὰ κείμενα α. τῆς ἐπιστολῆς ὑπ’ ἀρ. 45/15-8-2014 καὶ β. τῆς Ε.Δ.Ι.Σ. τοῦ 1979:
Τό κείμενον τῆς ἐπιστολῆς
ὑπ’ ἀρ. 45/15-8-2014
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ 15.8.2014
Ἀρ. πρωτ. 45
Τῷ Μακαριωτάτῳ Ἀρχιεπισκόπῳ Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΩι
Τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Ἀθήνας καὶ εἰς τὰς ἕδρας των Θέμα: α. Ὀρθόδοξος διαπαιδαγώγησις τῆς Ἑλληνικῆς νεολαίας. β. Ἵδρυσις τμήματος Μουσουλμανικῶν σπουδῶν ἐν Θεσσαλονίκῃ. γ. Θρησκειολόγοι, διαθρησκειακοὶ καὶ διαχριστιανικοὶ διάλογοι.
Σχετικὴ μὲ τὰς ὑπ’ ἀρ. α) 39/15.8.2013, β) 41/20.10.2013, καὶ γ) 43/12.12.2013 ἡμετέρας πρὸς τὸν Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον καὶ τὴν σεπτὴν
Ἱεραρχίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
«Τὸ μὲν ἁπλῶς πάντα ἐπαινεῖν καὶ τὰ καλῶς ἔχοντα καὶ τὰ μὴ καλῶς, οὐκέτι φιλοῦντος, ἀλλ΄ ἀπατεῶνος καὶ εἴρωνος». Ἰω. Χρυσόστομος ΕΠΕ 39, 16.
Μακαριώτατε καὶ σεπτὲ Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ σεπτοὶ Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, οἱ συγκροτοῦντες τὴν Ἱεραρχίαν τῆς καθ΄ Ἑλλάδα, Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας,
Βαθυσεβάστως κλίνας γόνυ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἀσπάζομαι τὰς χεῖρας πάντων Ὑμῶν, δι’ ὧν διαπορθμεύεται ἡ Χάρις τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
1. Μὲ ἄφατον ὀδύνην ἀπευθύνω πρὸς Ὑμᾶς, τὸ παρὸν γράμμα, ἐν συνεχείᾳ τῶν ὡς ἄνω κατὰ τὸ παριππεῦσαν ἔτος σχετικῶν ἐπιστολῶν μου, ἀναφορικῶς μὲ τὴν διδασκαλίαν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως εἰς τὰ Σχολεῖα τῆς Ἑλλάδος.
Πῶς εἶναι δυνατόν, Μακαριώτατε, Ὑμεῖς, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁ θεσμικῶς τεταγμένος φύλαξ καὶ ποιμήν, «τῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ» (Ἰωάν. 21,16) διὰ νὰ προφυλάσσῃ ταῦτα ἀπὸ τοὺς «βαρεῖς καὶ λοιμώδεις λύκους», νὰ ἐξακολουθῇ νὰ συνεργάζεται μὲ τὸν κ. Γιαγκάζογλου, καθοδηγητὴν τῶν θρησκειολόγων καὶ τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας, διὰ τὴν μετάλλαξιν τοῦ μαθήματος τῆς Ὀρθοδόξου ἀγωγῆς τῶν ἑλληνοπαίδων εἰς τὰ σχολεῖα τῆς Χώρας, διὰ μέσου τῶν πιλοτικῶν προγραμμάτων, ἔνθα ἐξισώνει τὸν ἀληθῆ Θεὸν μὲ τὰς δαιμονικὰς πλάνας τῶν θρησκειῶν;
Οὗτος μάλιστα προσφάτως ἐτέθη ἐπὶ κεφαλῆς ὁμάδος θεολόγων, ἀναξίων τῆς ἰδιότητος τοῦ Ὀρθοδόξου θεολόγου, διὰ νὰ συνεχίσουν σύνταξιν πιλοτικοῦ προγράμματος καὶ εἰς τὰ Λύκεια τῆς Χώρας, πρὸς ὁλοκλήρωσιν τῶν ἐγκλημάτων των, κάτω ἀπὸ τὰ βλέμματα, ἴσως καὶ τὴν ἐνθάρρυνσιν, τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος.
Καὶ ἐνῶ δὲν ἔχει ἀποκηρύξει τίποτε ἀπὸ τὰς πρωτοφανεῖς ἰδέας καὶ βλασφημίας του, τὰς ὁποίας ἔχει δημοσίως καὶ γραπτῶς διακηρύξῃ, ὡς σύμβουλος τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας καὶ καθοδηγητὴς τῶν θρησκειολόγων, (ὅρα ἐπιλεκτικῶς τὰς βλασφημίας ταύτας εἰς τὸ συνημμένον παράρτημα τῆς ὑπ΄ ἀρ. 39/15.8.2013 ἡμετέρας πρὸς Ὑμᾶς ἐπιστολῆς), οὐχὶ μόνον ἐξακολουθεῖ νὰ διευθύνῃ τὸ περιοδικὸν «ΘΕΟΛΟΓΙΑ», προφανῶς διὰ νὰ ἐπηρεάζῃ τοὺς ἀναγνώστας του, ἐσχάτως ὁμιλεῖ καὶ εἰς τὸν ῥαδιοφωνικὸν σταθμὸν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, -τὸν ὁποῖον ἀκούουν μόνον ἡλικιωμένοι-, ὡς πρότυπον ὑποκριτοῦ, μὲ ἀκραιφνῆ ὀρθόδοξον τρόπον.
Διπλοπρόσωπος λοιπόν, ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ πρὸς τοὺς νέους, τοὺς ὁποίους ἐνδιαφέρονται νὰ ἀλλάξουν αἱ σκοτειναὶ δυνάμεις, καὶ ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ πρὸς τοὺς παγιωμένους εἰς τὴν πίστιν ἡλικιωμένους.
Διατί, ἀγνοεῖτε, Μακαριώτατε, τὰς ὑγιεῖς φωνὰς τῆς πλειοψηφίας τῶν θεολόγων, τεκμηριωμένων διὰ Πανελληνίων ὀρθοδόξων Συνεδρίων, μὲ συμμετοχὴν Ἁγίων Ἀρχιερέων, ὀρθοδόξως σκεπτομένων, Καθηγητῶν Πανεπιστημίων, καὶ λοιπῶν ἐπιφανῶν λογίων καὶ δημοσίων ἀνδρῶν ἐκ τῆς κρατικῆς ἱεραρχίας;
Διατί φοβεῖσθε καὶ ἀρνεῖσθε ἐπιμόνως νὰ εἰσαγάγετε τὸ θέμα πρὸς συζήτησιν εἰς τὴν ἡμερησίαν διάταξιν τῶν θεμάτων τῆς ὁλομελείας τοῦ Σώματος τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας;
Διατί ἐνεργεῖτε ἐν τῇ πράξει καὶ κεκαλυμμένως, ὡς ἐνεργεῖ τὸ Βατικανόν;
Μήπως ἡ πλάνη τοῦ ἀλαθήτου Ρωμαίου ποντίφηκος, εἰσῆλθε λεληθότως καὶ ἐν τῇ διοικήσει τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;
Δὲν στενοχωρεῖσθε ἀπὸ τὴν ἄγνοιαν καὶ τὴν μακρὰν τοῦ Θεοῦ ζωὴν τῆς νεολαίας, ὡς τὴν κατήντησεν ἡ ἄθεος Παιδεία τῶν Κυβερνήσεων, αἱ ὁποῖαι κατέστρεψαν τὴν Χώραν;
Διατί δίδετε μεγαλυτέραν σημασίαν εἰς τὰ «συσσίτια», τὰς τραπέζας (Πράξ. 6,2) τῆς ὑλικῆς καὶ «ἀπολλυμένης βρώσεως» (Ἰωάν. 6,27), ἀπὸ τὴν βρῶσιν τὴν μένουσαν εἰς ζωὴν αἰώνιον, «τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ», ὁ ὁποῖος θὰ κρίνῃ τὸν κόσμον «ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰω. 12, 48);
Τὰ Ὑμέτερα πνευματικὰ αἰσθητήρια δὲν ἀντιλαμβάνονται, Μακαριώτατε, τὸ ἐπιχειρούμενον, εἰς τὴν Ἑλλάδα ἔγκλημα ὑπὸ τῆς Μασσωνίας καὶ τῶν λοιπῶν ἀντιχριστιανικῶν κέντρων;
Τί ὠφελεῖ ἡ φραστικὴ καταδίκη τῆς Μασσωνίας ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὅταν ὑπὸ τὰ ὄμματά Σας, προχωρεῖ τὸ ἔργον τῆς Μασσωνίας νὰ δηλητηριάσῃ τὰ νειᾶτα τῆς Ἑλλάδος;
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης σημειώνει: «τῶν πονηρῶν καὶ κακοδόξων τὰ στόματα ἰοῦ γέμει θανατηφόρου, (ἐν προκειμένῳ τῶν θρησκειολόγων), οὗ μιγνυμένου τοῖς ῥήμασι τῆς ζωῆς, θανατηφόρα καὶ ταῦτα τοῖς ἀπερισκέπτως ἀκούουσι γίνεται. Φύγωμεν οὖν τοὺς τὰς Πατρικὰς ἐξηγήσεις μὴ παραδεχομένους εἰσάγειν τὰ ἐναντία…» (P. G. 151, 424 c)
Καὶ ἀλλαχοῦ λέγει ὁ ἴδιος Πατήρ: «Θεὸν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δ’ ἔργοις ἀρνοῦνται… ποῦ τάξωμεν τοὺς τοιούτους ὁμολογοῦντας ἅμα καὶ ἀρνουμένους Θεόν; Μετὰ τῶν πιστῶν; ἀλλ΄ ἀρνοῦνται τοῖς ἔργοις˙ μετὰ τῶν ἀπίστων; ἀλλ΄ ὁμολογοῦσι διὰ τῆς γλώττης˙ ὄντως διπρόσωπόν εἰσί τι καὶ δυσξύμβλητον τέρας». (P.G. 151, 384 CD)
Ἡ τακτική Σας ἐν προκειμένῳ, Μακαριώτατε, ὑπενθυμίζει ἀπαραλλάκτως τὴν συμπεριφορὰν τοῦ ἀνόμου Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, τῶν Ἄννα καὶ Καϊάφα, τὸ ὁποῖον θὰ ἔδει νὰ ἐμποδίσῃ τὴν καταδίκην τοῦ Μεσσίου, ὅμως τὸ συνέδριον αὐτὸ ἐξώθησε τὸν Πιλᾶτον, νὰ Σταυρώσῃ τὸν μόνον Ἀναμάρτητον (Ἰω. 18,29 καὶ ἑξῆς).
Ὑμεῖς λοιπόν, μὲ τὴν στάσιν Σας, ἐνθαρρύνετε τὴν ἄθεον πλέον καὶ ἀρνησίχριστον Πολιτείαν, νὰ προχωρήσῃ εἰς τὴν νόθευσιν τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας τῶν Ἑλληνοπαίδων. Γίνεσθε λοιπὸν ἐν ἐπιγνώσει ἢ ἀνεπιγνώστως, – ὁ Θεὸς οἶδεν -, ἠθικὸς αὐτουργὸς τῶν διενεργουμένων πνευματικῶν ἐγκλημάτων.
Μετ΄ ὀλίγον καὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα θὰ κλείνωνται οἱ Ἱ. Ναοί, καθὼς εἰς τὴν Δύσιν, ἔνθα πωλοῦνται ὡς ἑστιατόρια καὶ καφετέριαι. Αὐτὴν τὴν Εὐρώπην ἐζήλευσαν οἱ Ἕλληνες πολιτικοὶ καί τινες Ἀρχιερεῖς, καθὼς καὶ ὁ λαός, ὅστις μόλις ἀφυπνίζεται, ἐκ τοῦ ληθάργου, λόγῳ τῆς διαλυθείσης οἰκονομικῆς εὐημερίας.
Δὲν Σᾶς προβληματίζει, Μακαριώτατε, ὡς καὶ ἅπασαν τὴν σεπτὴν Ἱεραρχίαν, τὸ γεγονὸς τῆς χρηματοδοτήσεως, μέσῳ τῶν ΕΣΠΑ, ἔργων Ἱ. Μητροπόλεων, Ἱερῶν Μονῶν καὶ ἄλλων καθιδρυμάτων, ἀνὰ τὴν Ἐπικράτειαν, – ἐν μέσῳ μιᾶς τοιαύτης οἰκονομικῆς κρίσεως ἀφ΄ ἑνός, καὶ ἀφ΄ ἑτέρου ἐπιβολῆς ἑνὸς ἐξουθενωτικοῦ καὶ καταστροφικοῦ διὰ τὸ σύνολον τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ φορολογικοῦ συστήματος; Ὁ λαός, ἐντὸς ὀλίγου, θὰ πωλήσῃ ὄχι μόνον τὰς οἰκίας του, ἀλλὰ καὶ τὸν ἑαυτόν του˙ οἱ Πολιτικοὶ θὰ ξεπουλήσουν τὴν Ἑλλάδα εἰς τοὺς Εὐρωπαίους, διαπράττοντες τὴν μεγαλυτέραν Ἐθνικὴν προδοσίαν τῶν αἰώνων, παρὰ τὰς διαμαρτυρίας πολλῶν ὑγιῶν φωνῶν, διακεκριμένων συνταγματολόγων, ἐγκρίτων καθηγητῶν τοῦ διεθνοῦς δικαίου, οἰκονομολόγων καὶ ὑγιῶς σκεπτομένων δημοσιογράφων.
Ὁ παρακολουθῶν σχετικὰ δημοσιεύματα, πρόσφατα καὶ παλαιότερα, καὶ δεόντως φιλοσοφῶν, κατανοεῖ τοὺς εὐκόλως νοουμένους σκοπούς, δι΄ οὓς γίνονται αἱ τοιαῦται χρηματοδοτήσεις.
Πῶς εἶναι δυνατὸν τὸ Ὑπουργεῖον Παιδείας, ἐξ ἑνὸς νὰ καταργῇ Σχολεῖα, ἀνὰ τὴν Ἐπικράτειαν, νὰ ἀπολύῃ ἐκπαιδευτικούς, δῆθεν δι΄ ἐξοικονόμησιν χρημάτων, καὶ ἐξ ἑτέρου νὰ διαθέτῃ τόσα πολλὰ ἑκατομμύρια εὐρὼ διὰ Πιλοτικὰ προγράμματα μεταλλάξεως τῆς πνευματικῆς ταυτότητος τοῦ Ἑλληνισμοῦ, μέσω τῶν ΕΣΠΑ;
Ἄλλοι αὐτοκτονοῦν ἀπὸ τὴν ἀπόγνωσιν, ἄλλοι λιμοκτονοῦν καὶ ἄλλοι, -ὀλίγοι πάντως-, καρπῶνται τὸν πακτωλὸν αὐτῶν τῶν χρημάτων, εἰς ἔργα καὶ προγράμματα, μὴ ἀναγκαῖα διὰ τὴν μοναδικὴν εἰς κρισιμότητα, παροῦσαν συγκυρίαν.
Θὰ ἦτο ποτὲ δυνατόν, Μακαριώτατε, οἱ ἅγιοι Ἀθανάσιος καὶ Κύριλλος, ἐπίσκοποι Ἀλεξανδρείας, νὰ συνεργασθοῦν μὲ τὸν Ἄρειον καὶ τὸν Νεστόριον ἀντιστοίχως, ὡς Ὑμεῖς συνεργάζεσθε μὲ τὸν κ. Γιαγκάζογλου καὶ τοὺς θρησκειολόγους, τῶν ὁποίων τὰ κείμενα περιέχουν μεγαλυτέρας βλασφημίας;
Δὲν θὰ εἶχε, Μακαριώτατε, κανεὶς ἀντίρρησιν νὰ σεβασθῶμεν, «τὴν ἑτερότητα» τῶν θρησκειολόγων, τὸ διαφορετικὸν αὐτῶν φρόνημα ἀπὸ τὸ «Καθολικὸν φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας», τὸ διὰ τῶν αἰώνων διακηρυχθὲν καὶ βιωθέν, ἐὰν οἱ θρησκειολόγοι δὲν εἶχον τὴν ἐπίμονον προσπάθειαν νὰ τὸ ἐπιβάλουν εἰς τὴν ἐκπαίδευσιν τῆς νεολαίας.
Συνήθως ὅμως εἰς τὴν ἐποχήν μας, οἱ κοπτόμενοι διὰ τὰ δικαιώματα τῶν μειονοτήτων, – θεσμοὶ καὶ πρόσωπα -, δὲν ἐνδιαφέρονται διὰ τὰς μειονότητας, διότι δὲν ἔχουν τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ πνεῦμα τῆς θυσίας, ἀλλὰ κινοῦνται ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Σατανᾶ, ὑποκρινόμενοι δῆθεν, ὅτι σέβονται τὴν ἐλευθερίαν τοῦ προσώπου, εἰς τὴν πραγματικότητα ὅμως μισοῦν τὴν Ἀλήθειαν καὶ προσπαθοῦν διὰ τῆς τοιαύτης ὑποκρισίας νὰ ἐπιβάλουν εἰς τοὺς πολλοὺς τὸ ἄθεον φρόνημά των.
Τὴν ἐξήγησιν τοῦ φαινομένου αὐτοῦ δίδει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν πρὸς Ρωμαίους: (κεφ. 1, 18-31) καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς εἰς τὴν ὁμιλίαν του «περὶ πίστεως» (P.G. 151, 101 B): « τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὰ δυσσεβῆ δόγματα δι΄ ἀλλήλων εἰσάγεται, λαβόντα χώραν ὑπὸ τῆς τοῦ Θεοῦ δικαίας ἐγκαταλείψεως».
Μακαριώτατε,
Θὰ Σᾶς στιγματίσῃ ἡ Ἱστορία, ἐὰν εἰς τὰς ἡμέρας τῆς Ἀρχιεπισκοπικῆς διακονίας Σας, συντελεσθῇ τὸ ἔγκλημα τοῦτο τῶν θρησκειολόγων.
Ἡ Ἐκκλησία, Μακαριώτατε, καὶ Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, πάντοτε διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἀντιμετώπισε εἰς ἑκάστην ἐποχὴν «τὰ λεγόμενα σύγχρονα προβλήματα καὶ πνευματικὰ ῥεύματα τοῦ κόσμου τούτου» καὶ τὴν βίαν τῆς Πολιτικῆς ἐξουσίας, διὰ τὴν καθιέρωσιν διεφθαρμένων νόμων καὶ ἠθῶν.
Οὐδέποτε ὅμως διενοήθη νὰ προσαρμόσῃ τὸν αἰώνιον λόγον τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ κοσμικὸν φρόνημα, δῆθεν διὰ νὰ φανῇ σύγχρονος. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε νέος.
Ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι «ἡ νεολαία τοῦ Θεοῦ» κατὰ τὸν ὑμνωδὸν τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ὁ ὅρος τῶν θρησκειολόγων, «Διάλογος διὰ τὰ θρησκευτικὰ στὸ σύγχρονο Σχολεῖο», χωρὶς τὴν παράλληλον παράθεσιν τῶν ἐπιχειρημάτων τῶν ἀντιφρονούντων, εἶναι μιὰ κοσμικὴ δαιμονικὴ ἀπάτη, διωγμοῦ τοῦ καθαροῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ Σχολεῖα τῆς Χώρας. Μὲ αὐτὴν τὴν λογικὴν ἡ Πολιτεία προσπαθεῖ νὰ νομιμοποιήσῃ καὶ τὴν ὁμοφυλοφιλίαν.
Τὸ ὑπ΄ αὐτῶν, τῶν θρησκειολόγων, προβαλλόμενον ἐπιχείρημα, ὅτι καλλιεργοῦν τὴν «ὁμόνοιαν», μὲ τὴν συνύπαρξιν διαφορετικῶν θρησκειῶν, εἶναι ψευδές.
Ἡ «ὁμόνοια» αὕτη διατηρεῖ τὴν πλάνην, δὲν θεραπεύει τὸ κακόν, δὲν ἀγαπᾷ τὸν ἄνθρωπον καὶ ἐνθυμίζει τὴν Βαβὲλ «τῶν κακῶς ὁμονοησάντων». Εἶναι ἄρνησις τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ὀπισθοδρόμησις εἰς τὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχήν.
Τὴν ἀνεκτικότητα ὀφείλουν νὰ διδάξουν οἱ θρησκειολόγοι εἰς τὴν Συρίαν, ἥτις ἐστι κατὰ πλειοψηφίαν μουσουλμανικὴ χώρα, καὶ ὄχι εἰς τὴν χριστιανικὴν Ἑλλάδα. Εἶναι ἐκτὸς τόπου, χρόνου καὶ πραγματικότητος. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν βιάζει καὶ δὲν σφάζει. Ὁ Ὀρθόδοξος μάρτυς θυσιάζεται καὶ δὲν φονεύει τοὺς ἄλλους. Μιμεῖται τὸν Κύριον, ὅστις ἐθυσιάσθη ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς.
* * *
2. Οἱ Θρησκειολόγοι ὅμως προχωροῦν ἀνύστακτα. Ὁμοιάζουν μὲ τὸν Ἰούδα, ὁ ὁποῖος τὴν νύκτα τῆς προδοσίας γρηγορεῖ καὶ οἱ μαθηταὶ κοιμοῦνται.
Ἀπεφάσισαν τὴν ἵδρυσιν τμήματος Μουσουλμανικῶν σπουδῶν (πρβλ. Ματθ. 24, 15, τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως ἑστὼς ἐν τόπῳ ἁγίῳ) εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Θεολογικὴν Σχολὴν τῆς Θεσσαλονίκης.
Διατί τηρεῖ σιγὴν ἰχθύος ἐν προκειμένῳ ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης καὶ ἡ ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος; Ἡ Ἐκκλησία ἄφησε τὴν πρωτοβουλίαν τῶν ἐξελίξεων πλέον εἰς τοὺς θρησκειολόγους καὶ εἰς τὴν ἄθεον Ἑλληνικὴν Πολιτείαν, τὴν ἀγομένην ὑπὸ τῆς Εὐρώπης, ὡς ἤγετο ὁ Ἀρκάδιος ὑπὸ τοῦ Εὐτροπίου;:«ἐκυρίευσε Ἀρκαδίου καθάπερ βοσκήματος»
Ὅσοι ἐκ τῶν θρησκειολόγων Ἀρχιερέων ἀβασανίστως ἐτάχθησαν θετικῶς ὑπὲρ τῆς ἀποφάσεως, διηρωτήθησαν, διατί τῷ 1971, τὸν παρελθόντα 20ον αἰῶνα, τὸ σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, προτίμησε νὰ κλείσῃ τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τῆς Χάλκης, ἵνα μὴ ὑποκύψῃ εἰς τὸν ἐκβιασμὸν τῆς Τουρκίας, νὰ ὑπαγάγῃ ταύτην εἰς τὴν Διοίκησιν τοῦ Μουσουλμανικοῦ Πανεπιστημίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως; Ἦτο δυνατὸν οἱ Μουσουλμᾶνοι νὰ ἤσκουν τὴν Διοίκησιν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, ἐκ τῆς ὁποίας ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως θὰ ἀνεδείκνυε τοὺς Θεολόγους κληρικούς, Ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς, ὡς καὶ τοὺς ἐκπαιδευτικοὺς τῆς ἀνὰ τὸν κόσμον δικαιοδοσίας της;
Πῶς εἶναι δυνατόν, ἀντιστρόφως, Ὀρθόδοξος Θεολογικὴ Σχολὴ νὰ διοικῇ Σχολὴν Μουσουλμάνων, ἐξ ἧς θὰ ἀναδεικνύωνται οἱ Μουφτῆδες καὶ οἱ χοτζάδες τῆς Θράκης;
Ποῖος θὰ ἐμποδίσῃ τοὺς ἀποφοίτους πτυχιούχους τοῦ τοιούτου τμήματος νὰ μεταβοῦν εἰς τὴν Τουρκίαν διὰ μεταπτυχιακὰς σπουδὰς καὶ νὰ λάβουν κατευθύνσεις ἐκ τῆς Τουρκικῆς Διπλωματίας;
Τί θὰ συμβῇ ἐὰν οἱ Μουσουλμᾶνοι θελήσουν νὰ ἀναρτήσουν τὰ σύμβολα τοῦ Μουσουλμανισμοῦ εἰς τὰς κοινὰς αἰθούσας διδασκαλίας, παραλλήλως πρὸς τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὰς ὑποδείξεις τοῦ πλανεμένου φίλου καὶ συνεργάτου Σας καὶ Συμβούλου τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας κ. Γιαγκάζογλου;
Ποῖος ἀποκλείει, ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπαιτήσουν ἀνέγερσιν καὶ τεμένους ἐντὸς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, παραλλήλως πρὸς τὸ ὀρθόδοξον ναΰδριον;
Διερωτᾶσθε, Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, τί εἴδους ἀγωγὴν θὰ δίδουν πλέον εἰς τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς φοιτητάς, οἱ μωρανθέντες ἐκ τῆς πλάνης θεολόγοι καθηγηταὶ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, ἐξ ὧν θὰ ἀναδεικνύωνται καὶ εἰς τὸ ἑξῆς οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ λοιποὶ κληρικοί, ὡς καὶ οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος;
Κατηργήθη τὸ σύστημα συναλληλίας εἰς τὰς σχέσεις Κράτους καὶ Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ ἰσχυρίζεται ὁ Πρόεδρος τοῦ θεολογικοῦ τμήματος κ. Σταμούλης, ὅτι ἡ Σχολὴ δὲν εἶναι τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄρα δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ κανένα λόγον ἡ Ἐκκλησία διὰ τὴν παρεχομένην παιδείαν εἰς τοὺς φοιτητὰς καὶ τὰς ἀποφάσεις τῆς Σχολῆς;
Τὰ φρονήματα ταῦτα τῶν ψηφισάντων ὑπὲρ τῆς δημιουργίας τμήματος μουσουλμανικῶν σπουδῶν καθηγητῶν εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν σπουδῶν των εἰς τὰς αἱρετικὰς Σχολὰς τῆς Δύσεως, πρᾶγμα ἀδιανόητον διὰ τὴν Βυζαντινὴν Πατερικὴν Περίοδον.
Ὑπάρχουν καὶ πνευματικὰ μικρόβια κατὰ τοὺς ἀειμνήστους ἅγιον Πορφύριον καὶ Γέροντα Παΐσιον, διὸ καὶ δὲν ἐπέτρεπον εἰς ὅσους ἐζήτουν τὴν γνώμην των νὰ σπουδάσουν θεολογίαν εἰς τὰ Πανεπιστήμια τῆς αἱρετικῆς Δύσεως.
* * *
3α. Ποίους ὅμως ἐπικαλοῦνται ὡς πρότυπα καὶ ὑπόδειγμα εἰς τὰ φρονήματα καὶ τὰς ἐνεργείας των οἱ θρησκειολόγοι;
Ὑμᾶς Μακαριώτατε, καὶ τὴν Α.Θ. Παναγιότητα τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον, ὡς σημειώνουν εἰς τὸ πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδον Γράμμα των, ἐναντίον τοῦ Προηγ. τῆς Ἱ. Μ. Ἰβήρων Ἀρχιμ. Βασιλείου, (ὅρα, Τὰ θρησκευτικὰ στὸ σύγχρονο σχολεῖο, ἐκδ. ΑΡΜΟΣ 2013, σελ. 280)
Εἰς τὸ ἐν λόγῳ γράμμα προσάπτουν εἰς δύο Ἁγιορείτας Καθηγουμένους, τὸν Γέροντα Γεώργιον καὶ τὸν Γέροντα Βασίλειον, τὴν μομφὴν τοῦ φονταμενταλισμοῦ καὶ τοῦ ἀκρίτου ζηλωτισμοῦ, χωρίς, Ὑμεῖς, νὰ ἀποδοκιμάσητε μέχρι σήμερον δημοσίως ταύτην τὴν ἀπαράδεκτον μομφήν, ἥτις διαβαίνει ἐμμέσως, πλὴν σαφῶς, εἰς ὁλόκληρον τὸν Ἁγιορειτικὸν Μοναχισμόν.
Ὡς ὅμως θὰ φανῇ εἰς τὴν συνέχειαν τοῦ Γράμματος οἱ δύο Καθηγούμενοι ἐκφράζουν καὶ συμπυκνώνουν τὸ γνήσιον διαχρονικῶς ἐκφραζόμενον ὀρθόδοξον Ἁγιορειτικὸν φρόνημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἐκ τοῦ φρονήματος τούτου ἔχει συντελεσθῇ παρέκκλισις ἀπό τινα ἡγετικὰ πρόσωπα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατὰ τὸν 20ον αἰῶνα, τὰ ὁποῖα ἐχάραξαν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, μίαν πνευματικὴν πορείαν καὶ τοποθέτησιν, ἔναντι τῶν αἱρετικῶν τῆς Δύσεως, τελείως διάφορον ἀπὸ ἐκείνην τὴν ὁποίαν τὸ σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον καὶ τὸ σύνολον τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῶν προηγουμένων αἰώνων καὶ αὐτῆς ἀκόμη τῆς δυσχειμέρου ἐποχῆς τῆς Τουρκοκρατίας, εἶχε καὶ διεκήρυττε εἰς τὸ πλήρωμά Της καὶ τὸν κόσμον ἅπαντα.
Ἐὰν π.χ. ἀναδιφήσῃ τις ἅπαντα τὰ κείμενα – διακηρύξεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς κατὰ τὴν Τουρκοκρατίαν, τὰ καλούμενα Συμβολικὰ Μνημεῖα, θὰ διαπιστώσῃ ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχαι, ἔχουν σαφῆ πεποίθησιν καὶ ἀταλάντευτον φρόνημα, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, εἶναι «ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία», ἡ μόνη ἀληθὴς Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ταυτίζεται μὲ τὴν τοιαύτην διαχρονικῶς διὰ μέσου τῶν αἰώνων Ἐκκλησίαν, ἣν ἵδρυσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι.
Τὴν Ρώμην καὶ τοὺς χριστιανούς της συνήθως μαζὶ μὲ τὰς αἱρετικὰς πλάνας της καὶ παρεκκλίσεις ἐκ τῶν ὑγιῶν δογμάτων, ὀνομάζουν «Λατίνους», τὰς στηλιτεύουν σαφῶς, χωρὶς νὰ τὰς ἀποσιωποῦν στρουθοκαμηλικῶς.
Οὐδαμοῦ ἡ Ρώμη ὀνομάζεται «ἀδελφὴ Ἐκκλησία» καὶ οὐδαμοῦ ὁ Πάπας «Ἁγιώτατος ἀδελφός», κατὰ τὰ σήμερον εἰθισμένα. (ὅρα: τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ὑπὸ Ἰωάννου Καρμίρη, τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1953)
{Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ, ὅτι κακῶς ὁ ἅγιος Περγάμου συκοφαντεῖ τὸν ἀείμνηστον καθηγητὴν ἡμῶν κ. Καρμίρην, ὅτι ἐθεώρει τὸν Παπισμὸν Ἐκκλησίαν, μὲ τὴν ἔννοιαν, ὅτι «κέκτηται σώζουσαν Θ. Χάριν καὶ ἔγκυρα Μυστήρια». (Τὸ ἐδήλωσεν, ἐν Φαναρίῳ, εἰς τὴν σύσκεψιν τῶν ἀντιπροσωπιῶν τῶν ὀρθοδόξων αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, κατὰ τὴν ἀνάληψιν τῆς προεδρίας ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὸν διάλογον μετὰ τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν.)
Ὁ ἴδιος, ὡς διδάκτωρ καὶ βοηθὸς παρὰ τῷ καθηγητῇ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, κ. Γ. Κονιδάρῃ, ἐνώπιον τῶν φοιτητῶν τῆς Θεολογίας, περὶ τὸ 1965 – 1966, ἐδήλωσεν, ὅτι ὁ Φλωρόφσκυ ἐπίστευε, ὅτι «ὁ Φραγκίσκος τῆς Ἀσσίζης δὲν εἶναι ἅγιος. Διότι Ἅγιος γίνεταί τις μόνον ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδὴ ἔζησε, μετὰ τὸ Σχίσμα, ἐκτὸς τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι ἅγιος». Τὰ ἐξέχασε ὅμως τώρα, ὡς συμπρόεδρος τοῦ Διαλόγου.}
Οἱ θρησκειολόγοι λοιπὸν τῆς Ἑλλάδος σήμερον, ὡς ἰσχυρίζονται, ἔχουν ὡς πρότυπον, τοὺς διεξαγομένους διαθρησκειακοὺς διαλόγους καὶ τὰς συμπροσευχὰς μετὰ τῶν ἑτεροθρήσκων καὶ τῶν αἱρετικῶν.
Εἰς τοὺς διαλόγους τούτους συνήθως ἀποσιωπᾶται ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ μοναδικότης τῆς ἐν Χριστῷ Ἀποκαλύψεως. Δὲν στηλιτεύονται αἱ πλάναι τῆς ἀπάτης τῶν δαιμονικῶν θρησκειῶν. Δὲν κηρύττεται εἰς αὐτοὺς τὸ Εὐαγγέλιον, κατὰ τὸ πρότυπον τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἐκήρυττον τὴν ἐν Χριστῷ Ἀλήθειαν καὶ ἐλευθέρωσαν τὴν κτίσιν ἀπὸ τὴν δουλείαν τῶν εἰδώλων καὶ τοῦ Διαβόλου.
Οἱ διάλογοι οὗτοι, ὡς διεξάγονται, ἔχουν τὴν ἔμπνευσίν των ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ κέντρα τῆς παγκοσμιοποιήσεως καὶ τῆς πανθρησκείας, τὰ ὁποῖα κατευθύνονται ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους, διὰ νὰ μειώσουν τὴν μοναδικότητα τῆς ἐν Χριστῷ Ἀποκαλύψεως καὶ νὰ παρουσιάσουν τὸν Χριστόν, σὰν ἕνα συνηθισμένον ἱδρυτὴν θρησκείας, σὰν τὸν Βούδδα καὶ τὸν Μωάμεθ, καὶ ὡς ψευδῆ Μεσσίαν.
Ἔτσι, ἠθελημένως ἢ ἀθελήτως, ἐν ἐπιγνώσει ἢ ἀνεπιγνώστως, -ὁ Θεὸς οἶδεν-, οἱ συμμετέχοντες ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τοὺς διαλόγους αὐτοὺς ἀρνοῦνται νὰ ὁμολογήσουν τὸν Χριστόν, ὡς μοναδικὸν Σωτῆρα καὶ Θεόν.
Κακῶς θεωροῦν ὅτι ἐξυπηρετοῦν τὴν εἰρήνην τοῦ κόσμου καὶ τὴν καταλλαγήν, χωρὶς νὰ δεικνύουν τὴν ῥίζαν τοῦ κακοῦ, ἥτις δημιουργεῖ τὰς διενέξεις, τοὺς πολέμους καὶ τὰ μίση. Τὸν διάβολον δηλαδὴ καὶ τὰ ὄργανά του, τὰς ψευδοθρησκείας, ὡς καὶ τὴν καταπάτησιν τοῦ δικαίου εἰς τὰς διεθνεῖς σχέσεις.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ὀφείλουν νὰ καταγγέλλουν μόνον τὸν Χριστόν, ὡς τὸν μόνον εἰρηνοποιὸν (πρβλ. πρὸς Ἐφεσίους 2,14: «αὐτὸς γὰρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν…», ἄλλως ἀπατοῦν τὴν ἀνθρωπότητα, ἐμπαίζουν τὸν Θεὸν καὶ τοὺς λαούς. Ἀρνοῦνται τὴν ἀποστολήν των. Ἀρνοῦνται τὸν Ἀπόστολον Παῦλον, τόσον εἰς τοὺς διαλόγους ὅσον καὶ εἰς τὰς συμπροσευχὰς μετ’ αὐτῶν: «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις˙ τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; ἢ τίς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστοῦ πρὸς Βελίαρ, ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων;» (Β΄Κορινθ. 6, 14-16)
Τὸ πόσον ἔχουν ἐπηρεάσει οἱ διάλογοι καὶ αἱ διαθρησκειακαὶ προσευχαὶ τὴν κοσμικὴν εἰρήνην τοῦ κόσμου, φαίνεται ἀπὸ τὰ πρόσφατα γεγονότα καὶ τὰς σφαγὰς εἰς τὴν Συρίαν καὶ τὴν Μ. Ἀνατολήν.
Τὴν ψευδαίσθησιν, ὅτι θὰ ἐπηρεάσουν τοὺς Μουσουλμάνους καὶ λοιποὺς λαθρομετανάστας τῆς Ἑλλάδος, ἔχουν καὶ οἱ θρησκειολόγοι τοῦ Πιλοτικοῦ προγράμματος. Πόσον ἀπατῶνται! Τὰ ἐπιχειρήματά των, μετὰ τὰ πρόσφατα ἐγκλήματα εἰς τὴν Συρίαν κατέπεσον, ὡς χάρτινος πύργος. Ἔτσι θὰ καταπέσουν ἐντὸς ὀλίγου καὶ ὅσοι τοὺς ὑποστηρίζουν εἰς τὰ πλανεμένα προγράμματά των, κατ΄ ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων.
Ὁ Χριστὸς δὲν ἦλθε νὰ κηρύξῃ τοιαύτην εἰρήνην: «οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν… ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10,34) «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι Ὑμῖν» (Ἰωάνν. 14, 27)
Διὰ τοῦτο, ἐξ ἐπόψεως Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, θεωρεῖται ἀπαράδεκτος ἡ παρουσία Πατριαρχῶν Ὀρθοδόξων καὶ Ἀρχιερέων, δυστυχῶς ἐξ ὅλων σχεδὸν τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, εἰς συμπροσευχὰς μετ’ ἀλλοθρήσκων καὶ αἱρετικῶν, τύπου Ἀσσίζης καὶ Ρώμης, τὰς ὁποίας ἐνεπνεύσθη πρῶτος ὁ αἱρεσιάρχης Πάπας καὶ τὰ σκοτεινὰ κέντρα, ὑφ΄ ὧν ἄγεται. Οἱ δὲ ἡμέτεροι Πατριάρχαι ἀντὶ νὰ εἶναι Φῶς τοῦ κόσμου καὶ ἅλας τῆς Γῆς, μὲ τὴν συμμετοχήν των, γίνονται οὐραγοὶ τῶν Πολιτικῶν καὶ τοῦ Πάπα. Θέτουν ἐν κινδύνῳ τὴν σωτηρίαν των, δίδουν κακὸν παράδειγμα ζωῆς καὶ μιμήσεως ἀπὸ τῆς τηλεοράσεως εἰς τοὺς Ὀρθοδόξους, ἐπαναπαύουν τοὺς ἀλλοθρήσκους εἰς τὰς πλάνας των, δημιουργοῦν πρόβλημα συνειδήσεως κατὰ τὴν ἐκφώνησιν τοῦ ὀνόματός των εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν εἰς τοὺς εὐσεβεῖς, καθότι δὲν ὀρθοτομοῦν τὸν Λόγον τῆς Ἀληθείας καὶ γίνονται πρόξενοι διασπάσεως καὶ σκανδαλισμοῦ τοῦ πληρώματος τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὡς καὶ αἴτιοι τῆς δημιουργίας τοῦ ἀρρωστημένου ζηλωτισμοῦ, ἤτοι τῆς ἀποτειχίσεως πολλῶν ἐκ τῆς μάνδρας τῆς Ἐκκλησίας.
Τὰ γεγονότα ταῦτα εἶναι πλάνη καὶ ἡ ἐξ αὐτῶν τικτομένη «πνευματικότης» πεπλανημένη. Αἱ θρησκειολογικαὶ αὗται ἐπαφαὶ θεωροῦνται δυστυχῶς ὑπὸ πολλῶν σήμερον γνησία καὶ σύγχρονος ὀρθόδοξος μαρτυρία, ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ καταβάλλεται προσπάθεια νὰ περιβληθῇ μὲ Συνοδικὸν κῦρος. Αἱ ὑγιεῖς φωναὶ θεωροῦνται φονταμενταλισμὸς καὶ ζηλωτισμός.
Ἐκ τῶν μετεχόντων Ἀρχιερέων εἰς τὰς Πατριαρχικὰς καὶ Ἀρχιεπισκοπικὰς Συνόδους, ἄλλοι προσποιοῦνται ὅτι δὲν βλέπουν, ἕτεροι συμφωνοῦν, ἄλλοι φοβοῦνται νὰ ἐκφράσουν τὴν κεκρυμμένην συνειδησιακήν των ἀντίρρησιν καὶ γίνονται συνυπεύθυνοι εἰς τὰ κακά, ποὺ προξενοῦνται, διότι ἄγονται ἀπὸ ἄλλας ἐφημέρους σκοπιμότητας, ἀτενίζουν μόνον τοὺς ἐπιγείους θρόνους καὶ δὲν σκέπτονται «τὴν ἀπολογίαν εἰς τὸ ἀδέκαστον καὶ φοβερὸν βῆμα τοῦ Χριστοῦ».
Ἐπιδείξατε ἡμῖν, Μακαριώτατε καὶ ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, μίαν ἔστω περίπτωσιν ἐκ τῆς δισχιλιετοῦς ἱστορικῆς πορείας τῆς Ἐκκλησίας, ἑνὸς Ἁγίου, νὰ συμμετάσχῃ εἰς τοιαύτας προσευχὰς καὶ διαλόγους. Ἀναφέρατε μίαν Θεολογικὴν Σχολὴν ἀνὰ τοὺς αἰῶνας νὰ διδάσκῃ ὁμοῦ τὴν πλάνην καὶ τὴν Ἀλήθειαν, χωρὶς στηλίτευσιν τῆς πλάνης. Ἐπιδείξατε ἓν σχολεῖον εἰς τὴν ἐποχὴν τῆς Τουρκοκρατίας νὰ διδάσκεται ὁμοῦ καὶ ἰσοδυνάμως ἡ Ὀρθόδοξος χριστιανικὴ πίστις καὶ ὁ Μωαμεθανισμός, χωρὶς νὰ στηλιτεύεται ἡ πλάνη τῶν υἱῶν τῆς Ἄγαρ, καθὼς ἐπιχειροῦν νὰ ἐπιβάλουν οἱ θρησκειολόγοι.
Οἱ Πατριάρχαι, ὁ κλῆρος καὶ ὁ ὀρθόδοξος λαὸς τῆς περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας, ὑπῆρξαν μάρτυρες τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, χωρὶς νὰ προδώσουν ἢ νὰ ἀλλοιώσουν τὸ Καθολικὸν φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας. Ἔμειναν πιστοὶ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν μέχρι θανάτου. Αὐτοὶ θὰ μᾶς κρίνουν, εἰς τὴν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου.
* * *
β. Διὰ τὸν Διάλογον μετὰ τῶν αἱρετικῶν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος παραγγέλλει εἰς τὸν Τῖτον: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει, ὢν αὐτοκατάκριτος. (Πρὸς Τίτον, 3, 10-11)
Ποίαν μετάνοιαν ἔχει ἐπιδείξει ὁ Παπισμὸς ἐκ τῶν μακροχρονίων διαλόγων;
Ἡ δήλωσις τοῦ Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ΄ εἶναι ἐνδεικτικὴ τῆς ἀμετανοησίας τοῦ Παπισμοῦ: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἐλλιπὴς Ἐκκλησία, χωρὶς τὸν Πάπαν».
Πόσας πλάνας ἔχει ἀποκηρύξει ὁ Πάπας μετὰ ἀπὸ τόσους μακροχρονίους διαλόγους; Οὐδεμίαν. Ἁπλῶς προσπαθεῖ νὰ χρυσώσῃ τὴν πλάνην του καὶ νὰ παρασύρῃ, τοὺς μὴ νήφοντας Ὀρθοδόξους, εἰς τὰς πλάνας του, ὡς ὁ ἀρχέκακος ὄφις παρέσυρε τὴν Εὔαν.
Ὁ ἄλλοτε συμπρόεδρος τοῦ Διαλόγου μετὰ τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας κ. Στυλιανός, ἀντιληφθεὶς τὴν ἀμετανοησίαν τῶν Παπικῶν καὶ τὸ ἄσκοπον τῆς περαιτέρω ἐνασχολήσεως μὲ τὸν Διάλογον, ἐδήλωσε δημοσίως καὶ γραπτῶς εἰς τὴν παγκόσμιον κοινὴν γνώμην: «παρῃτήθην οἰκειοθελῶς ἀπὸ τὴν συμπροεδρίαν τοῦ διαλόγου, διότι δὲν ἐπιθυμῶ νὰ ἔχω πλέον οὐδεμίαν σχέσιν μὲ αὐτὸ τὸ ἀνόσιον παίγνιον.» (Ἐφημερὶς ΒΗΜΑ τῆς Αὐστραλίας)
Σήμερον ὑπηρετεῖ τὴν εἰρήνην τοῦ κόσμου καὶ τὴν ἀνθρωπότητα, μόνον ὅστις ἔχει τὸ θάρρος ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν καὶ Ἀρχιεπισκόπων, νὰ στηλιτεύσῃ τὰς ἐσφαλμένας πολιτικὰς τῶν ἰσχυρῶν τῆς Γῆς, οἱ ὁποῖοι θέτουν ὡς προτεραιότητα τὴν ὕλην, ὑποκινοῦν τὰς συγκρούσεις μεταξὺ τῶν λαῶν, δὲν σέβονται τὴν δικαιοσύνην εἰς τὰς διεθνεῖς σχέσεις, καὶ ἐκμεταλλεύονται τὰς ποικίλας ἀντιθέσεις, θρησκευτικὰς καὶ μή, μεταξὺ τῶν λαῶν, διὰ νὰ προωθοῦν τὴν διεφθαρμένην πολιτικήν των, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τὴν ἀνθρωπότητα εἰς τὸ χάος.
Ὁ Ἀληθὴς Ἀρχιερεὺς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ εἰς «τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ» ἱστάμενος, ὀφείλει νὰ δεικνύῃ μόνον τὸν Χριστὸν παγκοσμίως, ὡς διέξοδον ἀπὸ τὸ χάος, ἕτοιμος νὰ θυσιασθῇ χάριν τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ κόσμου παντός, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγ. Πατέρων. Ἡ ἄλλη εἰρήνη εἶναι ψευδής, διότι δὲν οἰκοδομεῖται εἰς τὴν «Δικαιοσύνην τοῦ Χριστοῦ».
Ἓν ὑπόδειγμα Ὀρθοδόξου φρονήματος καὶ βιοτῆς, ἐκφράζει διαχρονικῶς ὁ Ἁγιορειτικὸς Μοναχισμός, διὰ τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἐπραγμάτωσαν τὸ γνήσιον μοναχικὸν ἰδεῶδες, πάλαι τε καὶ προσφάτως.
Τὸ γνήσιον αὐτὸ Ἁγιορειτικὸν Ὀρθόδοξον φρόνημα, ὑφ΄ οὗ ἐμφοροῦνται ἅπαντες οἱ Ἁγιορεῖται Πατέρες, ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ, ἔχει ἀποδοκιμάσει καὶ στηλιτεύσει, κατὰ διαφόρους καιρούς, τὰς τοιαύτας παρεκκλίσεις Πατριαρχικῶν Συνόδων ἢ μεμονωμένων προσώπων ἐν τῇ πρὸς τὸν ἔξω κόσμον συμπεριφοράν, εἰς τὰς σχέσεις μὲ τοὺς ἑτεροδόξους ἢ ἀλλοθρήσκους, ὁσάκις ἔκρινε, ὅτι αἱ σχέσεις αὗται δὲν εἶναι σύμφωνοι μὲ τὸ διαχρονικὸν Ὀρθόδοξον φρόνημα, τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἔχων ἰδίαν προσωπικὴν πεῖραν κατὰ τὴν μακρὰν εἰς τὸ παρελθὸν θητείαν μου εἰς τὴν σεπτὴν Ἱερὰν Κοινότητα τοῦ Ἁγ. Ὄρους Ἄθω, ὡς Ἀρχιγραμματεύς, δύναμαι νὰ πληροφορήσω τὰς Ὑμετέρας Θεοτιμήτους Ἀρχιερατικὰς Ἀξίας καὶ Ὑμᾶς τὸν Θεοτίμητον Ἀρχιεπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅτι σύμπας ὁ Ἁγιορειτικὸς Μοναχισμὸς διατηρεῖ ἀπέραντον σεβασμὸν πρὸς ὅ,τι ἐκφράζει διαχρονικῶς ὁ ἱερώτατος θεσμὸς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων.
Ἐκτιμᾷ τὰς μαρτυρικὰς καὶ δυσκόλους συνθήκας, ἔνθα διαβιοῖ. Ὁμοίως ἔχεται τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀκαταλύτων δεσμῶν, μὲ τὴν Ἑλλάδα, ὡς ἀπέδειξε ἡ Ἱστορία. Ὅμως ὁ σεβασμὸς οὗτος δὲν ἠμπόδισε ἅπαξ καὶ πολλάκις, πάλαι τε καὶ νῦν, νὰ ἐκφράσῃ ὁμοφώνως τὴν διαφωνίαν του πρὸς θέσεις καὶ ἐνεργείας ἃς ἐθεώρησε παρέκκλισιν ἐκ τῆς ἀκραιφνοῦς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας.
Ὡς ἐκ τούτου τὸ Ἅγιον Ὄρος ἔχει σαφῆ συνείδησιν καὶ σήμερον, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ταυτίζεται μὲ τὴν «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ», τὴν ταμειοῦχον τῆς Θείας Χάριτος καὶ τῶν ἐγκύρων ἱερῶν Μυστηρίων.
Ἐκτὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπάρχουν μόνον αἱρέσεις καὶ σχίσματα, χωρὶς σώζουσαν Θείαν Χάριν καὶ χωρὶς ἔγκυρα Μυστήρια, κατὰ τὸ ὁμόφωνον Ἁγιορειτικὸν φρόνημα.
Διὰ ταῦτα εἰς ὅσους προσῆλθον, ἐν Ἁγίῳ ὄρει, κατὰ καιρούς, ἐκ τῶν ἑτεροδόξων, οἰκείᾳ βουλήσει, καὶ αἰτήσαντας νὰ ἀσπασθοῦν τὴν Ὀρθοδοξίαν, δὲν ἀνεγνώρισε τὰ μυστήρια, οὔτε τοῦ Παπισμοῦ, οὔτε τῶν Προτεσταντῶν, οὔτε τῶν Ἀγγλικανῶν.
Ἐβάπτισε Ὀρθοδόξως τοὺς ἑτεροδόξους. Ἐχειροτόνησε πρώην Ρωμαιοκαθολικοὺς ἱερεῖς, ὡς καὶ δὲν ἐδέχθη τὴν ἱερωσύνην τῶν Ἀγγλικανῶν.
Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρω μίαν κλασσικὴν περίπτωσιν προσελεύσεως εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν τῷ 1978 τοῦ πρώῃν Ρωμαιοκαθολικοῦ κληρικοῦ Ἀρχιμ. Πλακίδακαὶ τῆς Συνοδείας του. Οὗτοι ἐγένοντο δεκτοὶ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν ὑπὸ τῶν Ἁγιορειτῶν δι’ Ὀρθοδόξου βαπτίσματος καὶ Ὀρθοδόξου χειροτονίας, καίτοι ἦσαν Ρωμαιοκαθολικοὶ ἱερεῖς.
Τὸ γεγονὸς τοῦτο εἶχε συνταράξει τὰ σαθρὰ θεμέλια τοῦ Βατικανοῦ, εἶχον ἀσχοληθεῖ μεγάλαι Γαλλικαὶ ἐφημερίδες μὲ τὸ γεγονός, διότι ὁ π. Πλακῖδας εἶχε κῦρος εἰς τὴν Δύσιν, οἷον ὁ π. Παῒσιος εἰς τὴν Ἀνατολήν, καὶ παρενέβη προσωπικῶς ὁ Πάπας εἰς τὸ σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, τὸ ὁποῖον ἀντέδρασε ἀποστεῖλαν σεπτὴν Πατριαρχικὴν Ἐξαρχίαν, ὑπὸ τὸν μακαριστὸν Μητροπολίτην Σταυρουπόλεως Μάξιμον, μὲ τὴν ἐντολὴν νὰ τιμωρηθῇ ἡ Ἱ. Μονὴ ἥτις ἔσχε τὴν τοιαύτην πρωτοβουλίαν, ἣν ὅμως τιμωρίαν ἀπέτρεψε ἡ ἀρραγὴς ἑνότης ὁλοκλήρου τῆς Ἱ. Κοινότητος. Ἐκ τῆς ἀφορμῆς ταύτης ἐχειροτονήθη Ἀρχιερεὺς ὁ ἅγιος Ροδοστόλου, μὲ τὴν ἐντολὴν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μόνον αὐτὸς νὰ ἱερουργῇ Ἀρχιερατικῶς ἐν Ἁγ. Ὄρει, πρὸς ἀποτροπὴν παρομοίων φαινομένων.
Ἡ σεπτὴ Ἱ. Κοινότης, ἧς κατὰ τὴν περίοδον ταύτην ἤμην Ἀρχιγραμματεύς, ἐδέξατο ἀσμένως τὴν Ἀρχιερωσύνην τοῦ ἀξίου κατὰ πάντα Σχολάρχου τῆς Ἀθωνιάδος ἁγ. Ροδοστόλου, δὲν ἐφήρμοσε ὅμως ποτὲ τὴν Πατριαρχικὴν ἐντολὴν περὶ ἀποκλειστικότητος τῆς δι’ ὃν λόγον γενομένης προαγωγῆς του εἰς τὴν Ἀρχιερωσύνην, καὶ ἠξίωσε νὰ ἐφαρμοσθῇ τὸ γράμμα καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ 173ου ἄρθρου τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τοῦ Ἁγ. Ὄρους, καθ΄ ὃ ἑκάστη Ἱ. Μονή, διατηρεῖ τὴν ἐλευθερίαν της νὰ καλέσῃ οἱονδήποτε Ἀρχιερέα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διὰ τὰς Ἀρχιερατικὰς τελετουργίας καὶ χειροτονίας. Συνεχίζει δὲ μέχρι σήμερον νὰ μὴ ἀναγνωρίζῃ τὰ μυστήρια τῶν ἑτεροδόξων εἰς τὰς προσελεύσεις εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνετάραξε τὸ Βατικανόν, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἠνάγκασε τὸν μόλις ἀναδειχθέντα νέον Ποντίφηκα τῆς ἐκπεσούσης ἐκ τῆς ὀρθοδοξίας Παλαιᾶς Ρώμης, Ἰωάννην – Παῦλον Β΄, περὶ τὸ ἔτος 1978, νὰ δηλώσῃ πρὸς τὸν Ρωμαιοκαθολικὸν κόσμον: «Ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία ἔχει ὅλα τὰ μέσα τῆς σωτηρίας», πρὸς καθησυχασμὸν τῶν κλονισθέντων μελῶν τοῦ Ρωμαιοκαθολικοῦ κόσμου, ἐκ τῆς στάσεως τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων.
Τὸ αὐτὸ φρόνημα διατηρεῖ εἰσέτι σύμπας ὁ Ἁγιορειτικὸς κόσμος. Ἡ ἀρρωστημένη κατάστασις τῆς ζηλωτικῆς Ἱ.Μ. Ἐσφιγμένου, δὲν ἔχει καμμίαν σχέσιν μὲ τὸν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον τρόπον ἀντιδράσεως τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος.
Οἱ Ἐσφιγμενῖται ὡς ἀντιδροῦν ἔχουν θέσει ἑαυτούς, ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας.
Προκαλῶ οἱονδήποτε νὰ μὲ διαψεύσῃ περὶ τοῦ ἀντιθέτου.
Τὴν αὐτὴν πνευματικὴν τοποθέτησιν ἔναντι τῆς αἱρετικῆς Δύσεως καὶ τοῦ Παπισμοῦ ἔσχον καὶ οἱ ἀνὰ τὸν κόσμον γνωστοί, ἐσχάτως κοιμηθέντες ἅγιοι Πατέρες Παῒσιος καὶ Πορφύριος.
Δυστυχῶς ὁ Ἁγιορείτης Ἱερομόναχος, Γεώργιος Ἀλευρᾶς, Καυσοκαλυβίτης, εἰς τὸ βιβλίον τοῦ κ. Κορνιλάκη: «Ἐπιστολαὶ τοῦ Καποδίστρια», τοῦ πρώτου Κυβερνήτου τῆς Ἑλλάδος, παρουσιάζει μίαν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἥτις κρατᾷ διὰ τῆς μιᾶς χειρὸς τὸν ἅγιον Πέτρον τῆς Ρώμης καὶ δι΄ ἑτέρας χειρὸς τὴν ἁγ. Σοφίαν, καὶ κάτωθεν διαστρέφει τὸ περιεχόμενον τῆς τελευταίας προσευχῆς τοῦ ἁγ. Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, «ἵνα ὦσιν ἓν», καὶ τὴν ἑρμηνεύει, ὅτι ἀφορᾷ τὴν ἕνωσιν τῆς Ρώμης καὶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, καὶ εἶναι δῆθεν σύμφωνος μὲ τὴν γραμμὴν τῶν διαλόγων ὡς γίνονται σήμερον.
Ὁ ὑποφαινόμενος, ἑρμηνεύων τὴν πραγματικὴν ἔννοιαν τῆς τελευταίας προσευχῆς τοῦ ἁγ. Πορφυρίου, ὅστις ἔχει ἐνώπιόν του, μίαν ἑξαμελῆ συνοδείαν μὲ τὰ προβλήματα τὰ συγκεκριμένα, ποὺ ἔχει κάθε συνοδεία, εὔχεται διὰ τὴν ἑνότητά της, καθὼς ἀπέρχεται ἐκ τοῦ παρόντος βίου, καὶ ἀποχαιρετᾷ τὰ συγκεκριμένα πρόσωπα, ποὺ μὲ ὑποδειγματικὸν σεβασμὸν καὶ ἀγάπην τὸν ὑπηρετοῦν. Δυστυχῶς ὅμως ἡ συνοδεία διεσπάσθη. –Καὶ δὲν τὸ λέγω ὡς μομφήν, ἀλλ΄ ὡς γεγονός, -διὰ νὰ δώσω τὴν ἀληθῆ ἔννοιαν τῶν λόγων τοῦ Γ. Πορφυρίου, τοῦ ὁποίου δυστυχῶς τὸ φρόνημα κακῶς ἡρμήνευσε ὁ ἐν λόγῳ Ἱερομόναχος, καθότι ἔζησε ἐλαχίστους μῆνας πλησίον του, ὡς δόκιμος τῆς συνοδείας.
Ὁ γράφων, ὡς γνωρίζων ἐκ τοῦ σύνεγγυς τὸν ἅγιον Πορφύριον, ἀπὸ τὰ φοιτητικά του χρόνια, κατὰ τὴν δεκαετίαν τοῦ 1960, ὅτε οὗτος ἦτο ἐφημέριος εἰς τὴν Πολυκλινικὴν Ἀθηνῶν τῆς ὁδοῦ Πειραιῶς, καὶ διατηρήσας τὴν πνευματικὴν ἐπικοινωνίαν, μέχρι τῆς κοιμήσεώς του, βεβαιώνει ὅτι ὁ ἅγιος Πορφύριος δὲν συνεφώνει μὲ τὰς μεταβάσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τὴν Ρώμην οὔτε μὲ τοὺς διαλόγους, καθ΄ ὃν τρόπον γίνονται. Τοῦτο μοι ἀνέφερε ἀπὸ τηλεφώνου, καὶ κατὰ μῆνα Δεκέμβριον τοῦ 1987.
Αἴφνης κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς νυκτός, κατὰ τὸν Δεκέμβριον τοῦ 1987, ὅτε ἠσχολούμην, μὲ τὴν κατόπιν ἐντολῆς τῆς Ἱ. Κοινότητος, ὡς Ἀρχιγραμματεύς, σύνταξιν τοῦ σχεδίου τῆς ἐπιστολῆς, δι΄ ἧς ὁμοφώνως ἡ Ἱ. Κοινότης ἀντέδρασεν εἰς τὴν Πατριαρχικὴν ἐπίσκεψιν ἐν Ρώμῃ καὶ τὰ ἐκεῖ γενόμενα ἐν τῷ ναῷ τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ἀκούω τὸ τηλέφωνον καὶ τὸν Γέροντα Πορφύριον νὰ ὁμιλῇ. «Τί γράφεις, μωρέ;» Γράφω, Γέροντα, τὴν ἐπιστολήν, ἣν προτίθεται ἡ Ἱ. Κοινότης νὰ ἀποστείλῃ, ὡς διαμαρτυρίαν, εἰς τὸν Παναγιώτατον Πατριάρχην Δημήτριον, διὰ τὴν ἐπίσκεψίν του εἰς τὴν Ρώμην.
Καὶ συνεχίζει: «Διάβασε τὸ γράμμα νὰ ἀκούσω». Ὁ ὑποφαινόμενος εἰς τοιαῦτα δύσκολα δογματικὰ θέματα ποτὲ δὲν ἔγραφε πρὸς τὸν Πατριάρχην, χωρὶς νὰ συμβουλευθῇ τὸ ἀρχεῖον, πλούσιον εἰς τοιαῦτα θέματα, τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος, ἔνθα ἐξεφράζετο τὸ διαχρονικὸν φρόνημα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ἔγραφα λοιπόν: «Πῶς, Παναγιώτατε, μετέβητε ἐν τῷ ἀμοίρῳ τῆς Χάριτος Ναῷ τῶν ἀπ΄ αἰώνων αἱρετικῶν; Ἡ Ρώμη δὲν ἔχει τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οὔτε ἔγκυρα μυστήρια».
Καὶ ὁ πατὴρ Πορφύριος μοῦ ἀπαντᾷ: «Ὡραῖα τὰ γράφεις. Θὰ ἀρέσῃ ἡ ἐπιστολὴ εἰς τὸν Πατριάρχην. Δὲν μπορεῖς νὰ εἴπῃς εἰς τοὺς Παπικούς, ὅτι ἔχουν Χάριν καὶ Μυστήρια. Δὲν ἔπρεπε ὁ Πατριάρχης νὰ μεταβῇ εἰς τὴν Ρώμην, διότι αὐτοὶ κερδίζουν, χωρὶς νὰ διορθώνωνται καὶ ζημιοῦται ἡ Ὀρθοδοξία. Ὁ Παπισμὸς εἶναι μόνον ὑπερηφάνεια. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μόνον ταπείνωσις. Ἔβλεπον μὲ τὸ διορατικὸν χάρισμα τὸν ναὸν τοῦ Ἁγ. Πέτρου καὶ τὸ Βατικανὸν κατέβαλε κάθε προσπάθειαν νὰ ἐντυπωσιάσῃ μὲ τὴν τελετουργίαν. Ὁ Πατριάρχης ἵστατο σοβαρὸς καὶ σκεπτικός.»
Ταῦτα καταθέτω εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, κατ΄ ἐνώπιον Κυρίου, ὅτι μοῦ εἶπε ἐπὶ λέξει ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ καὶ προορατικὸς προφήτης Πορφύριος. «Τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τοὺς σοφούς», ἵνα ἐκφρασθῶ κατὰ τὸν ἅγιον Ἀπόστολον Παῦλον.
Τὸ φρόνημα λοιπὸν τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, ταυτίζεται μὲ τὸ Ἁγιορειτικὸν φρόνημα τοῦ Ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ.
Σχετικῶς μὲ τὸ ὀρθόδοξον φρόνημα, ὡς τὸ μόνον ἀληθές, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὰς πλάνας τῶν θρησκειῶν, τὸ Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ἐν Μήλεσι, ἀπὸ εἰκοσαετίας, ἔχει ἐκδώσει κασσέταν μὲ τὴν ἰδίαν τὴν φωνὴν τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, δι΄ ἧς στηλιτεύονται αἱ πλάναι τῶν θρησκειῶν.
Ὅμως, Μακαριώτατε Δέσποτα καὶ Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, οἱ συντάκται τοῦ Πιλοτικοῦ θρησκειολογικοῦ προγράμματος εἰς τὰ Δημοτικὰ καὶ τὰ Γυμνάσια, καθὼς διαστρέφουν τὸν διάλογον τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Σαμαρείτιδα, ὡς καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρας, διαστρέφουν καὶ παρουσιάζουν καὶ τὸν Ἅγιον Πορφύριον, ὡς δῆθεν σύμφωνον μὲ τοὺς διαθρησκειακοὺς διαλόγους, διὰ νὰ στηρίξουν τὰς πλάνας των.
Αὗται αἱ ἐνέργειαι, διαθρησκειακῶν καὶ διαχριστιανικῶν διαλόγων, καὶ συμπροσευχῶν μετ΄ ἀλλοθρήσκων καὶ αἱρετκῶν ἐνέπνευσαν καὶ ἐπλάνησαν τὴν ὁμάδα Γιαγκάζογλου κατὰ τὴν δήλωσίν των εἰς τὸ βιβλίον: Διάλογος διὰ τὰ θρησκευτικά, ἐκδ. ΑΡΜΟΣ, Ἀθήνα 2013.
* * *
4. Πρὸς τούτοις κρίνω σκόπιμον νὰ ὑπενθυμίσω εἰς τὰς Ὑμετέρας Θεοτιμήτους Ἀρχιερατικὰς ἀξίας καὶ εἰς Ὑμᾶς Μακαριώτατε, τὰ κάτωθι:
α. Τὴν ἔννοιαν τὴν ὁποίαν δίδει ὁ μεταποστολικὸς ἐκκλησιαστικὸς συγγραφεὺς Ἡγήσιππος εἰς τὰ διασωθέντα ὑπὸ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἱστορικοῦ Εὐσεβίου fragmenta του. «Ἀποστολικὴ διαδοχὴ σημαίνει διαφύλαξιν τοῦ Ἀποστολικοῦ κηρύγματος καὶ οὐχὶ ἁπλῶς ἁλυσιδωτὴ συνέχεια τῆς χειροτονίας μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους»: «Μέχρι τῶν τότε χρόνων (ὅτε ἔζων οἱ Ἀπόστολοι) παρθένος καθαρὰ καὶ ἀδιάφθορος ἔμεινε ἡ Ἐκκλησία… ὡς δὲ ὁ ἱερὸς τῶν Ἀποστόλων χορὸς διάφορον εἰλήφει τοῦ βίου τέλος, παρεληλύθει τε ἡ γενεὰ ἐκείνη τῶν αὐταῖς ἀκοαῖς τῆς ἐνθέου σοφίας ἐπακοῦσαι καταξιωμένην, τηνικαῦτα τῆς ἀθέου πλάνης τὴν ἀρχὴν ἐλάμβανεν ἡ σύστασις, διὰ τῆς τῶν ἑτεροδιδασκάλων ἀπάτης, οἵ γυμνῇ λοιπὸν ἤδη τῇ κεφαλῇ, τῷ τῆς ἀληθείας κηρύγματι τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν ἀντικηρύττειν ἐπεχείρουν…»
«Καὶ ἐπέμεινεν ἡ Ἐκκλησία ἡ Κορινθίων ἐν τῷ ὀρθῷ λόγῳ μέχρι Πρίμου ἐπισκοπεύοντος ἐν Κορίνθῳ… Γενόμενος δὲ ἐν Ρώμῃ διαδοχὴν ἐποιησάμην μέχρις Ἀνικήτου… Ἐν ἑκάστῃ δὲ διαδοχῇ καὶ ἐν ἑκάστῃ πόλει οὕτως ἔχει, ὡς ὁ νόμος κηρύττει καὶ οἱ Προφῆται καὶ ὁ Κύριος… Διὰ τοῦτο ἐκάλουν τὴν Ἐκκλησίαν Παρθένον˙ οὔπω γὰρ ἔφθαρτο ἀκοαῖς ματαίαις. Ἄρχεται δὲ Θεόβουλος διὰ τὸ μὴ γενέσθαι αὐτὸν ἐπίσκοπον ὑποφθείρειν, ἀπὸ τῶν ἑπτὰ αἱρέσεων ὢν καὶ αὐτὸς ἦν ἐν τῷ λαῷ… ἀφ΄ ὧν Σίμων ὅθεν οἱ Σιμωνιανοί… ἕκαστος ἰδίως καὶ ἑτέρως ἰδίαν δόξαν παρεισήγαγεν. Ἀπὸ τούτων ψευδόχριστοι, ψευδοπροφῆται, ψευδαπόστολοι˙ οἵτινες ἐμέρισαν τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας φθοριμαίοις λόγοις κατὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ.» (ΒΕΠΕΣ, τ. 5, 85-86)
β. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, δὲν θεωρεῖ ἁπλῶς τὴν «συμφωνίαν» εἰς τὴν πίστιν τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν, τῆς Πενταρχίας τότε, ὡς ὑπέρτατον κριτήριον τῆς Ἀληθείας, ἀλλὰ τὴν ὁμολογίαν τῆς ὀρθῆς πίστεως.
Ἡ ἑνότης εἶναι τὸ ζητούμενον, ἀλλὰ μέτρον καὶ κριτήριον δι΄ ἀπλανῆ ἑνότητα εἶναι ἡ ὀρθὴ ὁμολογία τῆς πίστεως, κατὰ τὸν ἅγ. Μάξιμον. Ὑπάρχει καὶ Συνοδικὴ ἑνότης «κακῶς ὁμονοησάντων». Κατὰ τοὺς χρόνους του ὑπῆρξε ἱστορικὴ στιγμὴ καθ΄ ἣν εἶχον ὁμοφωνίαν καὶ τὰ πέντε πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα καὶ ἕνωσιν πεπλανημένην, εἰς τὸ φρόνημα τοῦ μονοθελητισμοῦ καὶ μονοενεργητισμοῦ. Ὅτε ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ αὐτοκράτωρ ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν ἅγιον Μάξιμον νὰ κοινωνήσῃ μὲ τὰ πέντε Πατριαρχεῖα, ἀφοῦ ἠρώτησε ὁ ἅγιος Μάξιμος, τίνι τρόπῳ, ἐγένετο ἡ ἕνωσις, καὶ εἶδε, ὅτι ἐγένετο ἐν τῇ πλάνῃ τῆς αἱρέσεως εἶπε:
«Καθολικὴν Ἐκκλησίαν τὴν ὀρθὴν καὶ σωτήριον τῆς εἰς αὐτὸν πίστεως ὁμολογίαν, Πέτρον μακαρίσας, ἐφ΄ οἷς αὐτὸν καλῶς ὡμολόγησεν, ὁ τῶν ὅλων εἶναι Θεὸς ἀπεφήνατο» (Πρὸς Ἀναστάσιον μονάζοντα, PG 90, 1 32, Α)
Καὶ ὅτε ἠρνήθη ὁ ἅγ. Μάξιμος τὴν κοινωνίαν μετ΄αὐτῶν ἐν τῇ αἱρέσει, ἀπειληθεὶς μὲ θάνατον, εἶπε: «Τοῦτο λέγειν οὐ δύναμαι, οὔτε ἐδιδάχθην παρὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁμολογεῖν. (Ἂς τὸ ἀκούσουν οἱ τὰ τοῦ νεοπατερισμοῦ φρονοῦντες.) Τὸ δοκοῦν ὑμῖν, οὖσιν ἐξουσιασταῖς, ποιήσατε. –οὐκοῦν ἄκουσον, ἔφησαν˙ ἔδοξε τῷ Δεσπότῃ (ἐνν. τῷ Αὐτοκράτορι) καὶ τῷ Πατριάρχῃ, διὰ Πραικέπτου τοῦ Πάπα Ρώμης, ἀναθεματισθῆναι σε μὴ πειθόμενον, καὶ τὸν ὁριζόμενον αὐτοῖς ἀπενέγκασθαι θάνατον – τὸ τῷ Θεῷ δοκοῦν πρὸ παντὸς αἰῶνος ὁρισθὲν ἐν ἐμοὶ δέξοιτο πέρας, φέρον αὐτῷ δόξαν πρὸ παντὸς ἐγνωσμένην αἰῶνος, αὐτοῖς τοῦτο ἀκούσας ἀπεκρινάμην.» (PG 90, 132 C)
Κρινόμενος, ὡς πρὸς τὸ φρόνημα τοῦ ἁγίου Μαξίμου, καθ΄ ὃ οὗτος θεωρεῖ, ὡς ὑπέρτατον κριτήριον τῆς ἀληθείας, τὴν ὀρθὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεως, ὁ ἔγκριτος Kαθηγητὴς κ. Βλάσιος Φειδᾶς εἰς τὸ ἄρθρον του «τὸ κῦρος τοῦ βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν καὶ τὸ ζήτημα τοῦ ἀναβαπτισμοῦ» (ὅρα περιοδ. Ὀρθοδοξία 2004 β΄, σελ. 446) σφάλλει, ὅταν θεωρῇ, τὴν συμφωνίαν τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν μετὰ τὸ σχίσμα, ὡς ὕψιστον κριτήριον Ἀληθείας, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, χωρὶς τὴν ὀρθὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεως.
Ὁμοίως ἐσφαλμένη εἶναι ἡ ἄποψίς του: «Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι δεσμία τῶν ὑπ΄ αὐτῆς θεσπιζομένων κανόνων, διότι οὔτε εἶναι, οὔτε δύναται νὰ θεωρηθῇ, ὅτι εἶναι ὑποκείμενον ἢ ἀντικείμενον τῶν ὑπ΄ αὐτῆς εἰσαγομένων κανονικῶν ῥυθμίσεων, διὸ καὶ κινεῖται ἐλευθέρως, κατὰ τὴν ἔμφρονα κρίσιν αὐτῆς, καὶ πέραν τῶν διὰ τῶν κανόνων τεθειμένων ὁρίων τῆς κανονικῆς ἀκριβείας ἢ καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας». (ἔνθ. ἀνωτ. περιοδ. ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, σελ. 454)
Κατὰ τὴν ἐμὴν γνώμην, ἡ Ἐκκλησία ὁδηγουμένη «εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν», ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει ὡς πηγὴν τῆς Ἀποκαλύψεως παραλλήλως πρὸς τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ τὴν Ἱερὰν Παράδοσιν, δι΄ ἧς διατυπώνει εἰς τὰς Οἰκουμενικὰς Συνόδους τοὺς «Ὅρους» καὶ τοὺς «Κανόνας», ὡς δείκτας τῆς ἀληθείας, καὶ πρὸς ἀποφυγὴν τῆς πλάνης. Δεικνύει τὴν Ἀλήθειαν, ἀλλὰ δὲν τὴν ἐξαντλεῖ, καθορίζει ὅμως τὰ ὅρια μεταξὺ Ἀληθείας καὶ πλάνης, ἐξ ἧς πλάνης προφυλάσσει διὰ τῶν «Ὅρων» καὶ τῶν ἱερῶν «Κανόνων». Καὶ ἕκαστον μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀναλόγως μὲ τὴν καθαρότητα τοῦ βίου του, διὰ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν θείων ἐντολῶν καὶ τῆς ἐν Χριστῷ μυστηριακῆς ζωῆς, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, βιώνει καὶ γνωρίζει τὸν Θεόν. Οὗτος ἀποκαλύπτεται προσωπικῶς εἰς ἕκαστον, ἐν τῇ θεοπτίᾳ τοῦ νοῦ καὶ τῇ θεώσει, κυρίως κατὰ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς.
Καθὼς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διατυπωθοῦν νέοι δογματικοὶ «Ὅροι» ἀντίθετοι μὲ τοὺς παλαιούς, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καθιερωθοῦν καὶ νέοι ἱεροὶ «Κανόνες», χωρὶς τὴν ἀπαράβατον συμφωνίαν, τοῖς προδιατυπωθεῖσι τοιούτοις. Τὸ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσιν», πανταχοῦ ἰσχύει καὶ πάντοτε, ὡς μέτρον τῶν Οἰκουμενικῶν ἁγίων Συνόδων.
Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διατυπωθοῦν, οὔτε νέοι «Ὅροι», οὔτε νέοι «Κανόνες» ἀντίθετοι, οὔτε μὲ τὸ γράμμα, οὔτε μὲ τὸ πνεῦμα τῶν προγενεστέρων. Τὸ γράμμα ποικίλλει κατὰ καιρούς, ἀναλόγως τῶν προβλημάτων, τὸ «πνεῦμα» ὅμως εἶναι τὸ αὐτό, ὡς διαχρονικόν. Τὸ «πνεῦμα» διατυπώσεως ἐνδεχομένων νέων ἱερῶν «Κανόνων», ὑπὸ μελλούσης νὰ συνέλθῃ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πρέπει νὰ εἶναι πάντοτε σύμφωνον μὲ τὸν «λόγον τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν ὁποῖον θὰ κρίνῃ τὸν κόσμον ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰω. 12, 48).
Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία εἶναι δεσμία τοῦ «λόγου – τῶν ῥημάτων – τοῦ Χριστοῦ», τοῦ ἐξαγγέλλοντος τὴν θείαν ζωήν. Ὁ Λόγος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, τὸ δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ ὁποίου τὰ ῥήματα ζωῆς ἑρμηνεύει ἀλαθήτως τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, «ὃ παρὰ τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται», καθοδηγεῖ δὲ «εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν» τὴν Ἐκκλησίαν.
Τὸ ἅγιον Πνεῦμα λοιπὸν φανερώνει τὸ ἀληθὲς νόημα τῶν ἱερῶν κανόνων, τὸ ὁποῖον ἔχει καθολικὸν καὶ διαχρονικὸν κῦρος.
Μὲ τὴν λογικὴν τοῦ κ. Φειδᾶ «περὶ Κανόνων», εἶναι δυνατὸν νὰ αἰτηθῇ ἀπὸ μίαν μέλλουσαν Οἰκουμενικὴν Σύνοδον νὰ ἀναθεωρηθῇ καὶ ὁ περίφημος 28ος Κανὼν τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διὰ νὰ μεταθέσῃ τὰ πρεσβεῖα τιμῆς εἰς ἕτερον Πατριαρχεῖον, πρᾶγμα ἀδιανόητον καὶ ἀπαράδεκτον.
Ἄς ἐπανεξετάσῃ λοιπὸν ὁ ἔγκριτος καθηγητὴς τὰ ἐπιχειρήματά του καὶ τὰς ἀπόψεις του διὰ τὸ βάπτισμα τῶν Λατίνων, ἐν σχέσει μὲ τὰς Συνόδους τοῦ 1484 ἐν Κωνσταντινουπόλει καὶ τὸν Ὅρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κυρίλλου τοῦ Ε΄ 1749, «περὶ ἀναβαπτισμοῦ τῶν Λατίνων».
Ἀγνοεῖ ὁ κ. Φειδᾶς τὰς πολλὰς νέας πλάνας, ἃς ὁ Παπισμὸς ἔχει εἰσαγάγει εἰς τὸν Ρωμαιοκαθολικὸν κόσμον μέχρι σήμερον; Εὑρίσκεται ὁ Παπισμὸς εἰς τὴν ἰδίαν κατάστασιν μὲ τὸ 1482 μ.Χ.;
* * *
Μακαριώτατε καὶ σεπτὲ προκαθήμενε τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, οἱ συγκροτοῦντες τὴν Ἱεραρχίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος,
Παραλλήλως πρὸς τὸ ἱερατεῖον, ὡς γνωστόν, ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ ὑπάρχει καὶ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ τελικὸς κριτὴς τῆς Οἰκουμενικότητος τῶν ἁγίων Συνόδων, ἡ λεγομένη Ἐκκλησιαστικὴ συνείδησις, ἡ ὁποία ἀπέρριψε συγκληθείσας Συνόδους ὡς οἰκουμενικὰς (π.χ. τὴν «ληστρικὴν ἐν Ἐφέσῳ Σύνοδον», ὡς καὶ τὴν σύνοδον τῆς Ἱερείας, τῷ 754 μ.Χ), διότι δὲν εἶχον τὴν συμφωνίαν τῶν ἁγίων Πατέρων, κατὰ τὸ «ἑπόμενοι τοῖς πρὸ αὐτῶν ἁγίοις Πατράσιν».
Τὸν Ὀρθόδοξον λαὸν καὶ τὴν φωνὴν τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ, «οὐκ ἔξεστιν οὐδενὶ ἀγνοεῖν», διότι τελικῶς αὐτὸς ὁ λαὸς θὰ κρίνῃ καὶ εἰς τὸ μέλλον τὴν Οἰκουμενικότητα οἱασδήποτε νέας Συνόδου συγκληθῇ, ἐὰν πληροῖ τοὺς ὅρους τῆς Οἰκουμενικότητος.
Τὸ αὐτὸ ἰσχύει καὶ διὰ τὰς ἀποφάσεις τοπικῶν ἐπαρχιακῶν Συνόδων.
Εἶναι τοῖς πᾶσιν φανερόν, Μακαριώτατε, ὅτι σήμερον διώκεται ἡ Ἀλήθεια, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία Του.
Ὁ διωγμὸς εἶναι ὕπουλος καὶ χειρότερος καὶ ἔτι πλέον ἐπικίνδυνος ἐκείνων τῶν Ρωμαίων αὐτοκρατόρων.
Ὄπισθεν πάντοτε εἶναι ὁ διάβολος, ὁ πραγματικὸς ἐχθρὸς τῆς Ἀληθείας, τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ ὄργανά του εἶναι σήμερον πολλὰ καὶ κυρίως τὰ σκοτεινὰ ἀντιχριστιανικὰ κέντρα, τὰ ὁποῖα κατευθύνουν τὴν Παγκόσμιον Πολιτικὴν τῶν ἰσχυρῶν τῆς Γῆς καὶ τὰ πνευματικὰ ῥεύματα τοῦ κόσμου, τὰ ὁποῖα δὲν κατευθύνονται ὅμως ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ ὁμοούσιον καὶ ὁμόθρονον τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ.
Ὁ ὑλιστικὸς τρόπος ζωῆς τῶν ἀνθρώπων τῆς σήμερον, τὰ πνεύματα τῆς πλάνης, ποὺ κατευθύνουν τὴν ἀνθρωπίνην γνῶσιν, καὶ ἡ φυσίωσις, ἡ τικτομένη ἐκ τῆς πληθώρας τῶν γνώσεων, ἔχει ἐπηρεάσει καὶ πολλὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ πολλοὺς ἔχει πλανήσει, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου. «ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται θὰ προσπαθήσουν νὰ πλανήσουν, εἰ δυνατὸν καὶ τοὺς ἐκλεκτούς» (Ματθ. 24,24)
Οἱ τὰ τῶν θρησκειολόγων φρονοῦντες, ἐπιμένουν νὰ στήσουν τὸ ἴδιον θέλημα. Ἴσως εἶναι, -ὁ Θεὸς οἶδε-, καὶ ὄργανα σκοτεινῶν κέντρων. Τινὲς ἴσως σκέπτονται μόνον τὰ ἀργύρια, τὰ εὐρώ.
Αὐτὸς ὁ ἀρχέκακος ὄφις πειράζει ὅλους μας. Ἕκαστος ἐξ ἡμῶν πάντοτε ὀφείλει νὰ μὴ ἔχῃ ἐμπιστοσύνην εἰς τὴν ἰδίαν κρίσιν. Ὀφείλει νὰ ἐρωτᾷ, ἐὰν πορεύεται ὀρθῶς. Ἐὰν δὲν ἐρωτᾷ, θὰ ἀπωλέσῃ τὴν ὀρθὴν ὁδόν.
Εἶναι ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία νὰ ὑποδείξῃ εἰς τοὺς παντὸς εἴδους «πλανεμένους» τὴν πλάνην των, διότι ἡ σιωπὴ συμπαρασύρει εἰς τὴν ἀπώλειαν καὶ τοὺς μὴ πεπλανημένους.
Περαίνων τὴν ἐπιστολήν μου, ἡ ὁποία ὑπηγορεύθη ἀπὸ πόνον καὶ ἀγάπην διὰ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν Ἑλλάδα, ἐὰν ἀποπνέῃ αὐθάδειαν αἰτῶ συγγνώμην, ἐὰν φανῇ χρήσιμος καὶ βοηθήσῃ τὴν Ἐκκλησίαν, θὰ εἶμαι εὐγνώμων εἰς τὸν Θεόν.
Οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν εὐαγγελιστὴν Λουκᾶν ἔρχονται εἰς τὸν νοῦν μου:
«Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν καὶ τί θέλω, εἰ ἤδη ἀνήφθη… δοκεῖτε ὅτι εἰρήνην παρεγενόμην δοῦναι ἐν τῇ γῇ, οὐχὶ λέγω ὑμῖν ἀλλ’ ἢ διαμερισμόν». (Λουκ. 12, 42)
Ἂς τὸ ἀκούσουν ὅσοι συντηροῦν μὲ τὰς ἐνεργείας των τὰς πλάνας τῶν θρησκειῶν καὶ οἰκοδομοῦν τὴν σύγχρονον Βαβὲλ τῶν πάλαι «κακῶς ὁμονοησάντων». Αὐτὴν τὴν κακὴν ὁμόνοιαν θέλει ἡ παγκοσμιοποίησις καὶ ὁ ἄρρωστος Οἰκουμενισμός. Αὐτὴν θέλουν νὰ ἐπιβάλουν εἰς τὰ νειᾶτα τῆς Ἑλλάδος οἱ ἄρρωστοι πνευματικῶς θρησκειολόγοι.
Ἅγιοι Πατέρες, ἂς μὴ τοὺς ἐνισχύωμεν μὲ τὴν ἀδιαφορίαν μας, διότι τὰς ψυχὰς τῶν ἀπολλυμένων θὰ ζητήσῃ ὁ Θεὸς ἀπὸ τὰς χεῖρας μας.
Ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου εἰς τὸ βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως πρέπει νὰ συνέχῃ πάντας ἡμᾶς, κλῆρον καὶ λαόν.
«Τῷ Θεῷ προσκύνησον» λέγει ὁ ἄγγελος˙ «καὶ λέγει μοι, μὴ σφραγίσῃς τοὺς λόγους τῆς προφητείας τοῦ βιβλίου τούτου, ὁ καιρὸς γὰρ ἐγγύς ἐστιν. ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, ὁ ῥυπαρὸς ῥυπαρευθήτω ἔτι, καὶ ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι. Ἰδοὺ ἔρχομαι ταχύ, καὶ ὁ μισθὸς μετ΄ ἐμοῦ, ἀποδοῦναι ἑκάστῳ, ὡς τὸ ἔργον ἔσται αὐτοῦ. Ἐγὼ τὸ Α καὶ τὸ Ω, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ἀρχὴ καὶ τέλος. Μακάριοι οἱ ποιοῦντες τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ, ἵνα ἔσται ἡ ἐξουσία αὐτῶν ἐπὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς καὶ τοῖς πυλῶσιν εἰσέλθωσιν εἰς τὴν πόλιν». (Ἀποκάλυψις Ἰωάννου, 22, 9-14)
Ἐπὶ δὲ τούτοις ἐξαιτούμενος τὰς Ὑμετέρας εὐχὰς καὶ εὐλογίας, διατελῶ μετὰ βαθυτάτου σεβασμοῦ καὶ υἱικῆς ἀφοσιώσεως, ἀσπαζόμενος τὰς τιμίας Δεξιάς πάντων Ὑμῶν.
Ἱερομόναχος Δαμασκηνός
ἔγραφον ἐν τῷ ἡσυχαστηρίῳ τοῦ Φιλαδέλφου
ἐν τῷ Ἁγιωνύμῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω.
Τό κείμενον τῆς Ε.Δ.Ι.Σ. τοῦ 1979
ΣΥΝΕΔΡΙΑ Β΄, ΠΡΑΚΤΙΚΑ
28ης/9/1979 (11ης Ὀκτωβρίου 1979) Πέμπτη
Ἐκτάκτου Διπλῆς Ἱερᾶς Συνάξεως
Προκαθημένης τῆς Σεβαστῆς Πατριαρχικῆς Ἐξαρχίας, συνῆλθεν εἰς δευτέραν αὐτῆς Συνεδρίαν ἡ Ἔκτακτος Διπλῆ Ἱερὰ Σύναξις.
Κατόπιν τῆς εἰθισμένης προσευχῆς, ὁ Σεβ. Πρόεδρος, Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως, κ. Μάξιμος, προτείνει, ὅπως ἐπαναθεωρηθοῦν ἅπαντα τὰ κατὰ τὴν χθεσινὴν συνεδρίαν συζητηθέντα ζητήματα καὶ οὕτω ληφθοῦν αἱ σχετικαὶ ἐπ’ αὐτῶν ἀποφάσεις.
Τῆς ὡς ἄνω εἰσηγητικῆς σκέψεως γενομένης ἀποδεκτῆς ὑπὸ πάντων, ἄρχεται ἡ ἀνάγνωσις τῶν ἐπὶ μέρους ζητημάτων τοῦ πρώτου θέματος τῆς ἡμερησίας Διατάξεως:
Θέμα Πρῶτον: «Θεώρησις τῆς ὅλης καταστάσεως τοῦ Ἁγιωνύμου Τόπου».
Εἶτα ἀναγινώσκεται τὸ 2ον θέμα, ἤτοι: «Νομοκανονικὴ θεώρησις τῶν ὑφισταμένων καταστάσεων».
Ὁ Σεβασμιώτατος Πρόεδρος: «κατὰ τὴν χθεσινὴν συνεδρίαν ἐξετασθέντος καὶ τοῦ θέματος τούτου ἐλέχθη, ὅτι κατ’ ἀρχὴν εὐχαρίστως διαπιστοῦται, ὅτι σήμερον καὶ αἱ δεκαννέα Ἱ. Μοναί, μνημονεύουσι τοῦ ὀνόματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, τοῦθ’ ὅπερ καὶ δηλοῖ, ὅτι καὶ τὸ θέμα τοῦτο ἐκ πρώτης ὄψεως θεωρεῖται πλέον ὡς τακτοποιηθέν. Πλὴν φρονοῦμεν ὅτι, εἰς τὸ θέμα τοῦτο δέον ὅπως συμπεριληφθῶσι καὶ τινα ἄλλα κανονικὰ ζητήματα, ἅτινα χρήζωσι μελέτης, ἐπισταμένης ἐξετάσεως καὶ διευθετήσεως. Καὶ πρῶτον μεταξὺ αὐτῶν εἶναι ἡ διαπιστουμένη καὶ ὑπὸ πολλῶν σχολιαζομένη ἄγνοια ὡς πρὸς τὸ μνημόσυνον τοῦ ὀνόματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἢ τοῦ προεξάρχοντος Ἀρχιερέως…
Παρόμοια θέματα χρήζοντα εἰδικῆς μελέτης καὶ ἐξετάσεως εἶναι καὶ ἡ ὕπαρξις ἐνταῦθα ἀντικανονικῶν κληρικῶν, συλλειτουργούντων μετὰ κανονικῶν κληρικῶν καὶ τελούντων μυστήρια, ὡς καὶ ὁ γενόμενος πρὸ τινος ἐνταῦθα ἀναβαπτισμὸς Ρωμαιοκαθολικῶν καὶ δὴ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Σίμωνος Πέτρας, ὅστις ἐδημιούργησε πολὺν θόρυβον καὶ ἔφερεν εἰς δύσκολον θέσιν καὶ τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν. Ἀσφαλῶς ἡ γνώμη τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, ἥτις καὶ θὰ ἐβάρυνεν ἐν προκειμένῃ περιπτώσει θὰ ἐδίδετο, ἐὰν καὶ ἐφόσον αὕτη καταλλήλως ἐζητεῖτο. Τοιαῦται ἐνέργειαι εὐκόλως παρεξηγοῦνται, ὡς ἐνισχύουσαι διαδόσεις καὶ σχόλια περὶ διαθέσεως ὡρισμένων ἀναζητούντων ἀφορμὰς πρὸς ἀποδέσμευσιν καὶ ἀποδυνάμωσιν τῆς ἐκ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πνευματικῆς ἐξαρτήσεως τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ὁ Καθηγούμενος Σίμωνος Πέτρας: (Ἀρχιμ. Αἰμιλιανὸς) Νομίζω ὅτι ἡ δημιουργουμένη κακὴ ἐντύπωσις, ὅτι τὸ Ἅγιον Ὄρος ἐπιδιώκει ἀποδέσμευσιν ἐκ τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, προέρχεται ἐκ τῆς ἀποστάσεως, τῆς ἀδυναμίας ἀμέσου ἐπικοινωνίας μετὰ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰς ἐνίοτε γινομένας κακοβούλους ἀναφορὰς ἢ παρερμηνευομένας ὑπὸ τρίτων προσώπων – ἴσως καὶ θέσεις κατεχόντων – πληροφορίας, πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, οὐδέποτε δέ, ἐν τῶν ὄντι, ἐξ ἐλλείψεως σεβασμοῦ καὶ ἀφοσιώσεως πρὸς τὸ σεπτὸν κέντρον τῆς ὀρθοδοξίας.
Νοιώθω τὴν παρουσίαν ἐνταῦθα τῆς σεπτῆς Πατριαρχικῆς Ἐξαρχίας, ὡς εὐλογίαν Θεοῦ καὶ ὡς τὸ ἁρμόδιον ἐποπτικὸν ὄργανον. Δι’ αὐτὸ ἐνώπιον Ὑμῶν, Ἅγιε Πρόεδρε, ὁμολογῶ, ὅτι ἡ ἀφοσίωσίς μου πρὸς τὴν Μητέρα Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν εἶναι τοιαύτη, ὥστε θὰ προετίμων νὰ πλανῶμαι, ἀλλὰ νὰ ἔχωμαι στερρῶς τῆς Ἁγίας Μητρὸς Ἐκκλησίας, παρὰ νὰ ἀληθεύω ἀνεξαρτήτω ἀπ’ αὐτήν, διότι δὲν θὰ ἔχω τὴν βεβαιότητα, ὅτι πατῶ εἰς ἔδαφος ἀσφαλές.
Δυστυχῶς, πολλὰ πράγματα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀντιμετωπίζονται μὲ παρεξηγημένον πρῖσμα, καὶ ἐν προκειμένῳ, ὡς ἀντελήφθητε, ὅ,τι ἔγινε δὲν ἐτελέσθη, εἰς μίαν τοῦ Ἁγίου Ὄρους Μονήν, ἀλλὰ εἶναι κάτι ποὺ ἀείποτε ἐγίνετο καὶ γίνεται ἀκόμη κατὰ ἀδιάλειπτον παράδοσιν εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Εἰς αὐτὸ δὲν ἐφαρμόζεται ἡ οἰκονομία εἰς τὰ θέματα αὐτά. Προφανῶς, ἐδῶ κανεὶς δὲν ὁμιλεῖ περὶ ἀναβαπτισμοῦ ἢ ἀναχειροτονίας, ἀλλὰ περὶ βαπτίσεως ἢ χειροτονίας. Ἐὰν ἐνήργουν διαφορετικά, εἰς αὐτὴν μάλιστα τὴν περίπτωσιν, τὴν γνωστοτάτην ἀπὸ ἐτῶν εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, καὶ ἐγώ, ποὺ σημειωτέον θεωροῦμαι, μὲ τὴν Ἁγιορειτικὴν νοοτροπίαν οἰκουμενιστὴς καὶ πατριαρχικός, νεωτεριστὴς κλπ., θὰ ἐδεχόμην τὴν μεγαλυτέραν ἀποδοκιμασίαν, ἡ Μονή μου καταφρόνησιν καὶ οἱ βαπτισθέντες Γάλλοι θὰ ἐτύγχανον παντοῦ εἰς τὸ Ὄρος ὑποδοχὴν ὡς «ἀβάπτιστοι».
Ἐπειδὴ λοιπόν, Ἅγιε Πρόεδρε, καὶ ἡ ταπεινότης μου καὶ ὁλόκληρος ἡ Μονή μας ἐκ πεποιθήσεως καὶ βαθέος φρονήματος πιστεύομεν εἰς τὸ δικαίωμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας νὰ διευθετίζῃ τὰ τοῦ οἴκου της καὶ μάλιστα ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία μὲ τὴν οἰκουμενικήν της ἀποστολὴν καὶ εὐθύνην, καὶ ἑπομένως νὰ χρησιμοποιῇ καὶ τὴν οἰκονομίαν, θερμῶς παρακαλῶ· Ὑμεῖς, ὡς Ἐξαρχία Πατριαρχική, ἐξετάσατε καὶ ἑρμηνεύσατε τὸ θέμα τοῦτο, τὸ ὁποῖον, ὡς βλέπετε, εἶναι παναγιορειτικόν, ἐπιτοπίως, καί, βεβαιῶ ταπεινῶς, τὴν Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, ἂν ληφθῆ μία ἀπόφασις ἐφαρμογῆς τῆς οἰκονομίας, πρῶτοι ἐμεῖς θὰ τὴν ἐφαρμόσωμεν. Δὲν εἶναι πρόθεσίς μας νὰ δημιουργοῦμεν προβλήματα εἰς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ νὰ ζῶμεν ἐν Αὐτῇ καὶ δι’ Αὐτήν.
Ὁ Καθηγούμενος Σταυρονικήτα: (Ἀρχιμ. Βασίλειος). Κατὰ διαφόρους τρόπους ἐδέχθη ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοὺς ἐπιστρέφοντας εἰς αὐτὴν ἑτεροδόξους ἢ αἱρετικούς. Τοῦτο ἐρυθμίσθη ἀνέκαθεν ὑπὸ τὴ Ἐκκκλησίας ἀναλόγως τῶν εἰδικῶν συνθηκῶν ποὺ ἐπεκράτουν εἰς διαφόρους καιροὺς καὶ τόπους. Σήμερον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, κατὰ κανόνα, δέχεται τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς βάσει σχετικῆς ἀκολουθίας εἰς τὸ ἐν χρήσει εὐχολόγιον (ὁμολογία πίστεως καὶ χρῖσμα)…
Τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι ἕνας τόπος θεολογικός, ἔχει ἰδίαν πνευματικὴν φυσιογνωμίαν, παράδοσιν καὶ χαρακτῆρα. Χωρὶς νὰ κατακρίνῃ τὴν δι’ οἰκονομίας εἰσδοχὴν τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν εἰς τὴν ἐν τῷ κόσμῳ εὑρισκομένην ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἐφαρμόζει εἰς τὸν χῶρον του τὴν ἀκρίβειαν (βαπτίζει καὶ χρίει τοὺς προσερχομένους εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν Ρωμαιοκαθολικούς), χωρὶς νὰ ἔχη καμιὰν ἀμφιβολίαν διὰ τὴν ὀρθότητα τῆς ἐνεργείας του.
Ἐρχόμενοι εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος εὕρομεν μίαν παράδοσιν, εὐαισθησίαν καὶ αἴσθησιν. Ἀντελήφθημεν ἐξ ἀρχῆς, ὅτι δὲν ἀνήκει εἰς ἡμᾶς νὰ αὐτοσχεδιάζωμεν ἢ νὰ μεταφέρωμεν ἀλλαχόθεν λύσεις, ἀλλὰ ὀφείλομεν ἁπλῶς νὰ ἐρωτῶμεν, νὰ μανθάνωμεν καὶ νὰ ὑπακούωμεν. Ὑπάρχουν σαφεῖς λύσεις καὶ γραμμαὶ τὰς ὁποίας ἀσυζητητὶ καλούμεθα νὰ τηρήσωμεν διὰ νὰ ἀφομοιωθῶμεν ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Ὄρους καὶ νὰ συνεχίσωμεν τὴν ζωήν του…
Τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι τόπος ὀρθοδόξου ἀσκήσεως καὶ ἀκριβείας καὶ δι’ αὐτὸ ἡ περὶ τὴν πίστιν εἰδικὴ εὐαισθησία εἶναι κάτι τὸ ἰδιάζον, ποὺ μορφώνει τὸν ὅλον χαρακτῆρα καὶ τὸ ἦθος του. Ἐνταῦθα βιοῦται ἡ δογματικὴ Ἀλήθεια, ὡς πλήρωμα ζωῆς καὶ ἐφαρμόζεται ἡ κανονικὴ ἀκρίβεια, ὡς ἐκδήλωσις ἀληθοῦς ἀγάπης. Καὶ ἐὰν εἶναι εὐλογία διὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἁρμόζον εἰς τὸν Πανορθόδοξον χαρακτῆρα του, τὸ νὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ταυτοχρόνως εἶναι πλοῦτος καὶ διὰ τὴν Μεγάλην Ἐκκλησίαν τὸ νὰ ἔχῃ στὰ σπλάχνα της τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὡς τόπον θεολογικῆς ἀποφατικότητος καὶ ἐφαρμοσμένης ἀκριβείας. Καὶ ἐὰν ἐρωτᾶται τὸ Πατριαρχεῖον ἀπὸ τὸ Βατικανόν, διατὶ πράττει οὕτως τὸ Ὄρος, δύναται νὰ ἀπαντᾶ, ὅτι τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι τμῆμα τοῦ ποιμνίου του, πειθηνίως ὑπάκουον καὶ ἰδιαζόντως «ἀτίθασον». Εἶναι ἕνα τμῆμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας φανεροῦν διὰ τῆς ὑπάρξεώς του τὴν ἐν τῇ ποικιλίᾳ ἑνότητα τῆς κατὰ τὴν οἰκουμένην ὀρθοδοξίας.
Ἰδιαιτέρως δὲ σήμερον, ὁπότε εἰς τὸν οἰκουμενικὸν διάλογον κινδυνεύομεν πολλάκις νὰ φθάσωμεν εἰς μίαν ἄκρατον οἰκονομίαν, εἶναι καλὸν νὰ ὑπάρχη τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὡς Τόπος καὶ τρόπος ζωῆς, ὅπου δεικνύεται ἡ ἀγάπη διὰ τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ἀκριβείας. Πάντως πιστεύω, ὅτι ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μ. Σίμωνος Πέτρας Αἰμιλιανός, βαπτίζων τὸν πατέρα Πλακῖδα καὶ τὴν συνοδείαν του, δὲν ἔπραξεν ἁπλῶς ὀρθῶς, ἀλλ’ ἦτο ἀδύνατον νὰ πράξη ἄλλως. Ὑπήκουσεν εἰς τὴν ζῶσαν καὶ ἄγρυπνον περὶ τὴν πίστιν συνείδησιν τοῦ ἱεροῦ ἡμῶν Τόπου. Ἐὰν ἔπραττε ἄλλως, θὰ ἐκινδύνευε νὰ ἐκβληθῆ αὐθωρεὶ ἔξω τοῦ πνευματικοῦ σώματος τοῦ Ἁγ. Ὄρους.
Ὁ Καθηγούμενος Γρηγορίου: (Ἀρχιμ. Γεώργιος) Ἡ στάσις τῆς σεβαστῆς Πατριαρχικῆς Ἐξαρχίας διὰ τὴν ἐπίλυσιν τῶν ἁγιορειτικῶν ζητημάτων μᾶς ἀναπαύει, διότι βλέπομεν ὅτι χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀγάπην πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ εἰλικρίνειαν. Αὐτὴ ἡ εἰλικρίνεια μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ὁμιλήσωμεν καὶ ἡμεῖς εἰλικρινῶς.
Τὸ ὑπὸ συζήτησιν θέμα τῶν βαπτίσεων καὶ χειροτονιῶν τῶν ἑτεροδόξων σχετίζεται μὲ τὸ γενικώτερον ζήτημα τῆς τηρουμένης σήμερον γραμμῆς εἰς τὰς σχέσεις μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, διὰ τὰς ὁποίας τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἐσχάτως ἐξέφρασε τὰς ἀνησυχίας του διὰ γράμματος πρὸς τὸ σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον. Ἀνησυχοῦμεν, ὅταν εἰς τὰς σχέσεις μας μὲ τοὺς ἑτεροδόξους παρεκκλίνωμεν τῆς παραδεδομένης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, καθ’ ἥν τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν ἀποτελεῖ μόνον ἡ Ὀρθοδοξία, οὐχὶ δὲ ὁ Παπισμὸς καὶ ὁ Προτεσταντισμός.
Παράδειγμα τοιαύτης παρεκκλίσεως ἔχομεν τὴν ὑπὸ τῶν Ρώσων παράδοσιν τῶν Ἁγίων Μυστηρίων εἰς τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς.
Ἐὰν ἐχώμεθα τῆς Ἐκκλησιολογίας ταύτης δὲν δυνάμεθα νὰ δεχώμεθα εἰς τὴν ὀρθοδοξίαν τοὺς προσερχομένους Ρωμαιοκαθολικοὺς καὶ Προτεστάντας, εἰ μὴ μόνον διὰ βαπτίσματος ἢ κατ’ οἰκονομίαν διὰ χρίσματος (πάντως διὰ μυστηριακῆς πράξεως). Οὔτε πάλιν δυνάμεθα νὰ δεχώμεθα τὰς χειροτονίας αὐτῶν, ὡς ἐγκύρους, καὶ νὰ μὴ τοὺς χειροτονῶμεν, ἐρχομένους εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, διότι τοῦτο σημαίνει, ὅτι τοὺς ἀναγνωρίζομεν, ὡς ἔχοντας ἀποστολικὴν διαδοχήν, ὅπερ σημαίνει ἀποστολικὴν ἀλήθειαν, ὀρθοδοξίαν καὶ ἀποστολικὴν χάριν.
Ἐὰν δεχώμεθα τὰς χειροτονίας τῶν ἑτεροδόξων σημαίνει, ὅτι δεχόμεθα τὴν Ἐκκλησιολογίαν, τὴν βασιζομένην ἐπὶ τῆς θεωρίας τῶν κλάδων, ὅτι παραιτούμεθα τῆς ἀξιώσεως, ὅτι εἴμεθα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ ὅτι πρέπει νὰ ἀποκαταστήσωμεν πλήρη μυστηριακὴν κοινωνίαν μετ’ αὐτῶν.
Τὸ γινόμενον εἴς τινας Ἐκκλησίας τῆς διασπορᾶς νὰ δέχωνται νὰ λειτουργοῦν εἰς ὀρθοδόξους ναοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς ἱερεῖς καὶ διακόνους, οἱ ὁποῖοι τὴν προηγουμένην ἐλειτούργουν εἰς Ρωμαιοκαθολικοὺς ναούς, χωρὶς τουλάχιστον χρῖσμα καὶ χειροτονίαν, εἶναι δι’ ἡμᾶς ἀπαράδεκτον.
Δι’ ὅ εὐλαβῶς παρακαλοῦμεν τὸ σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ὅπως μὴ ἐπιτρέπη τὰς τοιαύτας παρεκτροπάς. Οὕτω θὰ ἀναπαύωνται αἱ καρδίαι τῶν ἀνησυχούντων Ἁγιορειτῶν καὶ θὰ μειωθῆ ἡ πρὸς τοὺς ζηλωτὰς στροφὴ τῶν ἐν τῷ κόσμῳ σκανδαλιζομένων πιστῶν χριστιανῶν.
Ὁ Σεβασμιώτατος ἅγιος Πρόεδρος (Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Μάξιμος):
Ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον ἐζήτησα τὴν ὑποβολὴν τῇ Μητρὶ Ἐκκλησίᾳ σχετικῆς ἐκθέσεως (σημ. γράφοντος ἐννοεῖ εἰς τὴν Α΄ Συνεδρίαν) ἀπέβλεπεν ἀκριβῶς εἰς τὸ νὰ βοηθήσωμεν τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον νὰ γνωρίση καλύτερον τὰς ἐν προκειμένῳ σκέψεις, ἀνησυχίας, νοοτροπίας τῆς Ἁγιωνύμου ταύτης Πολιτείας. Διὸ καὶ θὰ παρεκάλουν, ὅπως ταῦτα διατυπωθῶσιν ἐν τῇ Ἐκθέσει, ἐν πάσῃ εἰλικρινείᾳ καὶ λεπτομερείᾳ, πρὸς πληρεστέραν διαφώτισιν καὶ πληροφορίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὸ ὁποῖον ἀσφαλῶς πρέπει καὶ θέλει νὰ γνωρίσῃ, ποία ἡ ἀπ’ αἰώνων κρατοῦσα ἐπὶ παρομοίων θεμάτων πρᾶξις ἐν τῷ Ἁγιωνύμῳ ὄρει, διὰ νὰ λαμβάνῃ ἐνδεχομένως ὑπ’ ὄψιν τὴν γνώμην αὐτοῦ ἢ καὶ τὰ κατάλληλα μέτρα ἐναντίον γνώμης ξένης πρὸς τὴν γραμμὴν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ συνεργασία μεταξὺ Μητρὸς καὶ θυγατρὸς ἰδίᾳ ἐπὶ παρομοίων θεμάτων τυγχάνει ἀπαραίτητος. Μὴ λησμονῆτε ἄλλωστε, ὡς ἐπανειλημμένως ἐτόνισα, ὅτι ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία εὐγενῶς φιλοδοξεῖ ὅπως τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀποβῇ πνευματικὸν ἐπιτελεῖον αὐτῆς. Ὅσον ἀφορᾷ δὲ εἰς τὰς διαφόρους κακοβούλους διαδόσεις καὶ πληροφορίας, νομίζω ὅτι οἱ σεβάσμιοι Ἁγιορεῖται Πατέρες, δέον ὅπως ἔχουν ἀπόλυτον ἐμπιστοσύνην πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία ἐπὶ δύο χιλιάδας περίπου ἔτη ἀγωνιζομένη, διεφύλαξεν ἄσπιλον καὶ ἀμόλυντον τὸν θησαυρὸν τῆς πίστεως αὐτῆς, παρὰ τὰς ἀντιξόους περιστάσεις καὶ συνθήκας τοῦ βίου αὐτῆς. Ὡρισμέναι ἐκφράσεις ἱεραρχῶν δὲν ἐκπροσωποῦν ἀσφαλῶς τὰς ἀπόψεις καὶ τὴν γενικὴν πορείαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ δὲν διερμηνεύουν τὴν ἐπίσημον γνώμην τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἦτο καὶ συνεχίζει νὰ εἶναι πάντοτε ὀρθοδοξοτάτη. Οἱ προαναφερθέντες λόγοι ἀποδεικνύουν τὴν ἀνάγκην συστάσεως εἰδικῆς ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία θὰ ὑπέβαλλεν ἐμπεριστατωμένην ἔκθεσιν πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν, ἐν τῇ ὁποίᾳ θὰ ἀνελύετο ἡ ἐπὶ τῶν ὡς ἄνω θεμάτων κρατοῦσα ἐν Ἁγίῳ ὄρει συνήθεια καὶ πρᾶξις, ὡς καὶ ἡ ἐπιχειρηματολογία καὶ τεκμηρίωσις αὐτῆς».
Κατόπιν γενομένης σχετικῆς συζητήσεως ἐγκρίνεται, ὅπως εἰδικὴ Ἐπιτροπὴ ἐκ τοῦ Ἁγίου Πρωτεπιστάτου (σημ. γράφοντος, ἦτο ὁ Γ. Θεόκλητος Διονυσιάτης) καὶ τῶν Καθηγουμένων Σίμωνος Πέτρας, Σταυρονικήτα καὶ Γρηγορίου, μελετήσῃ ἅπαντα τὰ ὡς ἄνω θέματα καὶ ὑποβάλῃ τῇ Μητρὶ Ἐκκλησίᾳ, ἐμπεριστατωμένην ἐπὶ τούτῳ Ἔκθεσιν.
(Ἀκολουθεῖ ἡ ἐξέτασις τῶν λοιπῶν μέχρι καὶ ἑπτὰ τὸν ἀριθμὸν ἑτέρων θεμάτων, μὲ τὰ ὁποῖα ἠσχολήθη ἡ σεπτὴ Πατριαρχικὴ Ἐξαρχία καὶ ἡ Ἔκτακτος Διπλῆ Ἱερὰ Σύναξις)… καὶ λύεται ἡ Συνεδρία.
Η ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΕΞΑΡΧΙΑ
† Ὁ Σταυρουπόλεως Μάξιμος
† Ὁ Πριγκηποννήσων Καλλίνικος
† Ὁ Δέρκων Κωνσταντῖνος
οἱ πληρεξούσιοι τῶν κ΄ Ἱερῶν Μονῶν
(ἕπονται αἱ ὑπογραφαὶ αὐτῶν)
Αἱ βαπτίσεις ἐν Ἁγίῳ ὄρει ἑτεροδόξων συνεχίσθησαν μέχρι σήμερον. Ἐπιλεκτικῶς ἀναφέρω τὸν βαπτισμὸν καὶ χειροτονίαν τοῦ Σταυρονικητιανοῦ Ἱ. Ἀμβροσίου, πρώην Ρωμαιοκαθολικοῦ ἱερέως. Οὗτος βαπτισθεὶς τὴν δεκαετίαν τοῦ 1980 ἐν τῇ Μονῇ, ἐχειροτονήθη ἐν Αὐτῇ ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Κυδωνίας κ. Εἰρηναίου, νῦν Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης. Ὁμοίως πρὶν ἀπὸ τινας ἑβδομάδας ἡ Ἱ. Μ. Παντοκράτορος, τὴν 7ην Αὐγούστου ἐβάπτισε δύο πρώην Ρωμαιοκαθολικούς.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, Ακτίνες
Συνεχίζονται, στὸ Cuieti τῆς Ἰταλίας, οἱ ἐργασίες τῆς 14ης συνάντησης τῆς Ὁλομέλειας τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν. Νέο πρόσωπο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Τελμησσοῦ Ἰώβ, ὁ ὁποῖος εἶναι μόνιμος Ἀντιπρόσωπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου παρά τῷ «Παγκοσμίῳ Συμβουλίῳ Ἐκκλησιῶν» καί πλέον τοποθετήθηκε, ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, καί ὡς Συμπρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς, ἀντικαθιστώντας τὸν Μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰὼβ τοποθετεῖται πλέον ἀπὸ τὸ Φανάρι σὲ καίριες θέσεις. Μετὰ τὴν ἐπίδοση τῶν ἀπαραίτητων «οἰκουμενιστικῶν διαπιστευτηρίων» στὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, ὡς ἐκπρόσωπος τύπου, ἀναβιβάσθηκε σὲ Συμπρόεδρο τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Διαλόγου.
Στὴν παρθενική του μάλιστα συμμετοχὴ μὲ τὸ νέο του ὑψηλὸ ἀξίωμα ἔσπευσε νὰ...
ἐπαναβεβαιώσει τὴν παπικὴ θεωρία τῶν «δύο πνευμόνων» δηλώνοντας πὼς Ὀρθόδοξοι καὶ Ρωμαιοκαθολικοὶ «εἴμαστε οἱ δύο πνεύμονες τῆς Μίας Ἐκκλησίας».
Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων μελῶν τῆς Ἐπιτροπῆς (κατὰ πόσο μπορεῖ κανεὶς νὰ τοὺς ὀνομάσει Ὀρθοδόξους, εἶναι ἀπορίας ἄξιον…), πρότεινε νὰ ἐκλεγεῖ συμπρόεδρος ὁ Μητροπολίτης Σασίμων καὶ ὄχι ὁ Τελμησσοῦ Ἰὼβ ὅπως ἤθελε ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος. Ἐννοεῖται ὅτι τελικὰ ὑπερίσχυσε ἡ ἐπιθυμία τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου, καθὼς τὸ Φανάρι γνωρίζει μόνο ἀπὸ παπικοῦ τύπου συστήματα… Δυσαρεστήθηκαν λοιπὸν τὰ μέλη ποὺ συμμετεῖχαν στὴν «Μικτὴ Ἐπιτροπὴ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν» καθὼς δήλωσαν ὅτι «ἐκ τῶν πραγμάτων ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, περιφρόνησε τὴ βούληση τῶν Ὀρθοδόξων μέλων τῆς Ἐπιτροπῆς».
Ἂς δοῦμε ὅμως τί λέει σχετικὰ μὲ τὴν αἱρετικὴ θεωρία τῶν «δύο πνευμόνων» τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία ἀσπάζονται Πατριαρχικοὶ κύκλοι, ὁ καθηγητὴς δογματικῆς Θεολογικῆς ΑΠΘ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, σὲ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ἄρθρο του «Εἶναι οἱ Ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας;»
Ἡ θεωρία τῶν «δύο πνευμόνων» τοῦ Χριστοῦ
Ἡ θεωρία αὐτὴ ἔχει τὴν πατρότητά της στὸν Ρωμαιοκαθολικισμό. Σύμφωνα μὲ τὴ θεωρία αὐτὴ ὁ Χριστὸς ἔχει ὡς «πνεύμονές» Του τὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Σήμερα, δυστυχῶς, ἡ θεωρία αὐτὴ υἱοθετήθηκε καὶ ἀπὸ πολλοὺς ὀρθόδοξους ἱεράρχες καὶ λαϊκοὺς ἀκαδημαϊκοὺς θεολόγους, μᾶλλον ἀβασάνιστα. Καὶ τοῦτο, γιατί ἡ θεωρία αὐτὴ κρινόμενη ἀπὸ ὀρθόδοξη ἄποψη ὄχι μόνον ἀθεολόγητη εἶναι, ἀλλὰ καὶ κυριολεκτικὰ βλάσφημη.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διαφοροποιεῖται ὀντολογικὰ ἀπὸ τὸ Ρωμαιοκαθολικισμὸ γιὰ καθαρὰ δογματικοὺς λόγους. Ἔτσι, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖ ὅτι μόνον αὐτὴ διασώζει τὸν χαρακτήρα τῆς Ἐκκλησίας ὡς Θεανθρωπίνου Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ρωμαιοκαθολικισμὸς ἔχει ἐδῶ καὶ χίλια χρόνια ἐκπέσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ἄλλωστε, ἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι «μία» καὶ ἑνιαία, εἶναι θεολογικὰ τελείως ἀκατανόητο νὰ ὑπονοοῦνται, σύμφωνα μὲ τὴν παραπάνω θεωρία, ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ὁ Ρωμαιοκαθολικισμὸς ὡς οἱ «δύο πνεύμονες» τοῦ Χριστοῦ, ὡς κάποια ἰσότιμα δηλαδὴ μέλη τοῦ σώματός Του. Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση θὰ πρέπει νὰ θεωρήσουμε ὅτι τὰ ἄλλα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἤ παραμένουν ἀκάλυπτα ἐκκλησιολογικῶς ἤ καλύπτονται ἐκκλησιολογικὰ ἀπὸ ἄλλες, ἐκτὸς τῶν δύο, Ἐκκλησίες. Κάτι τέτοιο ὅμως θὰ μᾶς ὁδηγοῦσε εὐθέως στὴν υἱοθέτηση τῆς προτεσταντικῆς ἐκκλησιολογικῆς θεωρίας τῶν κλάδων» (Branch theory).
Λέγοντας θεωρία τῶν κλάδων ἐννοοῦμε τὴ θεωρία τῶν προτεσταντῶν γιὰ τὴν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐκκλησία κατὰ τοὺς προτεστάντες εἶναι ἡ ἀόρατη κονωνία τῶν ἁγίων. Οἱ διάφορες ἱστορικὲς - ἐμπειρικὲς ἐκκλησίες ὅλων τῶν δογμάτων ἔχουν νομιμότητα καὶ ἰσότητα ὑπάρξεως, ὡς κλαδιὰ τοῦ ἑνὸς δένδρου τῆς ἀόρατης ἐκκλησίας. Ἡ ἀόρατη ἐκκλησία εἶναι ἡ καθαυτὸ ἐκκλησία ἡ ὁποία καὶ ὁμολογεῖται στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. Κατὰ συνέπεια, καμμία ἐπιμέρους τοπικὴ ἐκκλησία ὁποιουδήποτε δόγματος, δὲν ἐνσαρκώνει τὴν «μία ἁγία καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία». Καμμία τοπικὴ ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι κατέχει τὴν πληρότητα τῆς ἀποκαλυφθείσας ἀλήθειας. Ἡ μία ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ συνολικὸ ἄθροισμα τῶν ἐπιμέρους τμημάτων της, δηλαδὴ τῶν κατὰ τόπους ἐκκλησιῶν ὅλων τῶν δογμάτων, ὅσο καὶ ἂν διαφέρουν δογματικὰ μεταξύ τους. Πράγμα τελείως ἀπαράδεκτο ἀπὸ ὀρθόδοξη ἄποψη.
Εἶναι ὅμως καὶ βλάσφημη ἡ παραπάνω Ρωμαιοκαθολικῆς προέλευσης θεωρία περὶ τῶν «δύο πνευμόνων» τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτὴ συμβαίνει νὰ υἱοθετεῖται ἀπὸ Ὀρθοδόξους. Καὶ εἶναι κυριολεκτικὰ βλάσφημη, ἐπειδὴ ἐντάσσει στὸ ἄμωμο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ ὡς ὀργανικὸ μέλος Του (ὡς ἕνα «πνεύμονά» Του), τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Ρωμαιοκαθολικισμὸς θεσμικὰ πάσχει ὀντολογικῶς, ὡς πραγματικότητα ἐκτός τοῦ Θεανθρωπίνου σώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Τὴν κάτωθι ἐπιστολὴ ἔγραψε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ Ἅγιος Μάρκος καὶ ἀπευθύνεται στὸν Καθηγούμενο τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου, φανερώνονται οἱ πνευματικὲς σχέσεις του μὲ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἡ ἐπιστολὴ βρίσκεται στὴν σειρὰ Patrologia Orientalis, τόμ. 17, σσ. 339-341. Δὲν ξέρουμε πότε τὴν ἔγραψε, ἴσως πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του τὸ 1444!
Πρὸς τὸν καθηγούμενο τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Οσιότατε ἱερομόναχε καὶ καθηγούμενε τῆς Σεβασμίας καὶ Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Βατοπαιδίου, Ἁγίου Ὅρους, εὔχομαι στὸν Θεὸ νὰ διατηρεῖ τὴν μεγάλη ἁγιοσύνη σου μὲ ὑγεία σωματική, γιὰ νὰ καταρτίζεις, στηρίζεις καὶ ὠφελεῖς τὶς ψυχὲς ποὺ καθοδηγεῖς καὶ γιὰ δική μου εὐφροσύνη καὶ χαρά. Μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὶς ἅγιες εὐχές σου, ζοῦμε καὶ ἐμεῖς μέχρι στιγμῆς. Ξεκινώντας νὰ ἔλθω σὲ σᾶς, νόμιζα ὅτι ἀνέβαινα στὸν οὐρανό, ἀφοῦ προσδοκοῦσα νὰ συναντήσω ἀνθρώπους ποὺ ἂν καὶ ἔχουν σῶμα ἐπιθυμοῦν νὰ κατορθώσουν τὴν ἀγγελικὴ ζωή• ἀνθρώπους ποὺ φανερώνουν μέσα στὸν κόσμο τὴν ὑπερκόσμια φιλοσοφία• ἀνθρώπους ποὺ συνεχῶς στὸ στόμα τοὺς ἔχουν τὶς ὑμνολογίες, τὶς ψαλμωδίες καὶ τὶς εὐχαριστίες πρὸς τὸν Θεὸ καὶ κρατώντας στὰ χέρια τοὺς τὰ κοφτερὰ μαχαίρια τῆς θεωρίας καὶ τῆς πράξεως, πολεμοῦν τὰ πάθη.
Ὁ Ἑωσφόρος ὅμως, ποὺ γκρεμίστηκε ἀπ’ τὸν οὐρανὸ καὶ ποὺ πάντοτε μᾶς μισεῖ, ἐμπόδισε τὴν πορεία μας. Καὶ δὲν συνέβη κάτι ἀξιοθαύμαστο, ποὺ ἐμπόδισε ἐμένα τὸν ἐλεεινὸ καὶ ἀνάξιο, ἀφοῦ τὸ ἴδιο ἔκανε στὸν μακάριο Παῦλο, τὸν ἥλιο τῆς οἰκουμένης, ποὺ ὅπως λέει πολλὲς φορὲς θέλησα νὰ ἔρθω σὲ σᾶς, καὶ μία καὶ δύο φορὲς καὶ μὲ ἐμπόδισε ὁ σατανᾶς. Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνον τὸν ἐμπόδισε, δὲν θὰ στεροῦσε καὶ ἀπὸ μένα, ἐκεῖνο ποῦ ἐπέτρεψε ὁ Θεός;
Ἔχουμε τὴν ἐλπίδα καὶ πιστεύουμε στὶς δικές σας προσευχὲς ὅτι ἴσως δοῦμε τὰ ἀγαπημένα καὶ τίμια πρόσωπά σας, καὶ ἂν εἶναι θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ μείνουμε μαζί σας τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας. Ἂν ὅμως συμβεῖ κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦμε, ὀφείλουμε νὰ εὐχαριστοῦμε καὶ γι’ αὐτὸ τὸν Θεὸ γιατί στὸν ἀγώνα μας κατὰ τῆς ἁμαρτίας δὲν ἀντιμετωπίσαμε τὸ ἐνδεχόμενο νὰ χύσουμε τὸ αἷμα μας.
Μεγάλη δὲ παρηγοριὰ βρήκαμε ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς σας ποὺ βρίσκονται ἐδῶ, τοῦ τιμιότατου ἐκκλησιάρχη, τοῦ μεγάλου οἰκονόμου καὶ τῶν ὑπολοίπων, τοὺς ὁποίους εἴδαμε ὡς ἔμψυχες εἰκόνες τῆς δικῆς σας ἀγάπης καὶ εὐλάβειας. Πολλὲς φορὲς μᾶς φιλοξένησαν, μᾶς ἀνέπαυσαν καὶ μᾶς παρηγόρησαν. Εἴθε ὁ Θεὸς νὰ τοὺς δώσει τὴν ἀνταμοιβὴ ποὺ τοὺς ἀξίζει γιὰ τοὺς κόπους καὶ τὴν ἀγάπη τους.
Σας παρακαλῶ στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ εἶστε ὅλοι σύμφωνοι μεταξύ σας καὶ νὰ μὴν ὑπάρχουν ἀνάμεσα σας διαιρέσεις, ὥστε νὰ φυλάσσετε μὲ ἀκρίβεια τὴν ἀληθινὴ καὶ πατροπαράδοτη πίστη μας, ποὺ παραλάβαμε, χωρὶς προσθῆκες ἢ ἀφαιρέσεις. Στὴν πίστη ποὺ ἔχουμε μέχρι αὐτὴ τὴ στιγμὴ δὲν λείπει τίποτε, οὔτε ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ κάποια σύνοδο ἢ ἀπόφαση δογματικὴ γιὰ νὰ μάθουμε κάτι τὸ καινούριο ἐμεῖς, ποὺ εἴμαστε παιδιὰ καὶ μαθητὲς πατέρων ποὺ διακρίθηκαν στὶς οἰκουμενικὲς συνόδους.
Αὐτὸ εἶναι τὸ καύχημά μας, ἡ πίστη μας, ἡ καλὴ κληρονομιὰ τῶν πατέρων μας. Μὲ αὐτὴν ἐλπίζουμε νὰ παρουσιαστοῦμε στὸν Θεὸ καὶ νὰ λάβουμε συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Χωρὶς αὐτὴ δὲν γνωρίζω ποιὰ δίκαιη κρίση θὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὴν αἰώνια κόλαση. Ὅποιος προσπαθεῖ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπ’ αὐτὴν καὶ νὰ μᾶς διδάξει ἄλλη, εἴτε εἶναι ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἃς εἶναι ἀνάθεμα, καὶ ἃς σβηστεῖ ἀπὸ τὴ θεία καὶ ἀνθρώπινη μνήμη.
Κανεὶς δὲν ἐξουσιάζει τὴν πίστη μας, οὔτε βασιλιάς, οὔτε ἀρχιερέας, οὔτε ψευδοσύνοδος, οὔτε κανένας ἄλλος, παρὰ μόνο ὁ Θεός, ποὺ μᾶς τὴν παρέδωσε ὁ ἴδιος καὶ οἱ μαθητές του. Σᾶς παρακαλῶ, λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, νὰ προσέχετε ὅσους δημιουργοῦν διχόνοιες καὶ σύγχυση καὶ διδάσκουν πράγματα ἀντίθετα μὲ ὅσα ἔχετε μάθει. Τέτοιους ἀνθρώπους νὰ τοὺς ἀποφεύγετε, γιατί δὲν ὑπηρετοῦν τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλὰ τὰ συμφέροντά τους, ἐξυπηρετώντας τοὺς ἀφελεῖς μὲ ἠθικολογίες καὶ ψευτοευλάβειες. Τὸ σταθερὸ θεμέλιό τῆς πίστεως ὄμως ἔχει αὐτὴ τὴ βάση.
Νὰ ἀποφεύγετε, λοιπόν, ἀδελφοί, αὐτοὺς ποὺ εἰσηγοῦνται καὶ πιστεύουν τὶς καινούριες διδασκαλίες τῶν λατινοφρόνων, καὶ ἑνωμένοι μεταξὺ σας μὲ τὴν ἀγάπη σὲ ἕνα σῶμα καὶ ἕνα πνεῦμα, μὲ μιὰ ψυχὴ καὶ ἕνα φρόνημα, νὰ εἶστε συνδεδεμένοι μὲ τὴν μοναδικὴ κεφαλή μας, τὸν Χριστό. Οὔτε πάλι εἶναι δίκαιο, μὲ μάταιες ὑποψίες γιὰ τοὺς ἀδελφούς, νὰ διαπληκτίζεστε συνεχῶς καὶ νὰ δείχνετε τὸν χωρὶς τὴ σωστὴ γνώση ζῆλο, γιὰ νὰ μὴ φανοῦμε ὅτι ἐκδηλώνουμε τὴν ταραχὴ καὶ τὴν ἐριστικότητά μας μὲ πρόφαση τὴν πίστη. Γιατί κανένα δὲν θὰ ὠφελήσει ἡ ὀρθὴ πίστη χωρὶς τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν καὶ ἐκείνην νὰ ἔχετε καὶ συνεχῶς νὰ ἔχετε, σεβαστοὶ πατέρες καὶ ἀδελφοί, καὶ μὲ αὐτὲς νὰ παρουσιαστεῖτε στὸν Θεό, φωτεινοὶ σὰν τὸν ἥλιο στὴν Βασιλεία τοῦ Πατέρα σας, ἂν καὶ ἐγὼ γιὰ τὸ χρέος τῆς ἀγάπης σᾶς ὑπενθύμισα αὐτὰ τὰ λίγα.
Προσεύχομαι καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μου νὰ περάσω τὸ ὑπόλοιπό τῆς ζωῆς μου σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσω, ἀφοῦ φυλάξω σταθερὴ τὴν καλὴ ὁμολογία μέχρι τέλους, νὰ βρεθῶ στὸν ἴδιο τόπο μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ εὐαρέστησαν τὸν Θεό.
Σ’ ὅλους τους ἁγίους πατέρες καὶ ἀδελφούς μου βάζω μετάνοια• ἰδιαιτέρως δὲ πρὶν ἀπὸ ὅλους, στὸν ὀσιότατο προηγούμενο καὶ πνευματικὸ πατέρα Γεννάδιο, τὸν ὁποῖον ἐξαιρετικὰ παρακαλῶ νὰ προσεύχεται γιὰ μένα τὸν ἀδύνατο στὶς ἅγιες δεήσεις του πρὸς τὸν Θεό. Οἱ ἅγιες προσευχές σας νὰ εἶναι μαζί μου.
O Ἐφέσου Μάρκος.
***
Τὴν ἐπιστολή, ποὺ παραθέσαμε πιὸ πάνω σε μετάφραση -τοῦ κ. Ἀλεξάνδρου Χριστοδούλου, θεολόγου- ἔγραψε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ Ἅγιος Μάρκος καὶ ἀπευθύνεται στὸν Καθηγούμενο τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου, φανερώνονται οἱ πνευματικὲς σχέσεις του μὲ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἡ ἐπιστολὴ βρίσκεται στὴν σειρὰ Patrologia Orientalis, τόμ. 17, σσ. 339-341. Δὲν ξέρουμε πότε τὴν ἔγραψε, ἴσως πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του τὸ 1444. Σ’ αὐτὴν ἐκφράζει τὴν ἀπόφασή του νὰ μονάσει στὴν Μονή, πράγμα ποὺ δὲν ἔγινε, ἀφοῦ τὸν ἐμπόδισε, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει, «ὁ πεσῶν ἐξ οὐρανοῦ Ἑωσφόρος». Τοὺς Βατοπαιδινοὺς πατέρες γνώρισε σὲ κάποιο μετόχι τῆς Μονῆς στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ τοὺς ὁποίους φιλοξενήθηκε, βρῆκε ἀνάπαυση καὶ παρηγοριὰ ὅπως ἀναφέρει στὴν ἐπιστολή του. Στὸ τέλος ἀναφέρεται στὸν Προηγούμενο τῆς Μονῆς τοῦ ὁποίου ἐπικαλεῖται τὶς προσευχές.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 15η Σεπτεμβρίου 2016
ΧΩΡΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ;
Όσοι μελετούν τα λεχθέντα, πραχθέντα και αποφασισθέντα κατά την «Σύνοδο» που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην Κρήτη, διαπιστώνουν όλο και εναργέστερα, ότι ο πρωταρχικός στόχος της πλειονότητας των μελών της υπήρξε η με κάθε τρόπο και πάση θυσία προσπάθεια αποδοχής του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους. Η επιδίωξη αυτή ήταν, θα λέγαμε, η καρδιά της «Συνόδου». Γι’ αυτό και πολεμήθηκε με πρωτοφανή λύσσα κάθε αντίθετη γνώμη, που ήταν σύμφωνη με την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας. Μένουμε δε πραγματικά έκθαμβοι, βλέποντας τις απίστευτες μεθοδεύσεις και σοφιστείες, που επινοήθηκαν κατά την εν λόγω «Σύνοδο», προκειμένου να θεμελιωθεί «θεολογικά» ο κεντρικό αυτός στόχο της.
Μια τέτοια εισήγηση, πλήρως ευθυγραμμισμένη στο «πνεύμα» του συγκρητισμού, υπήρξε και αυτή του Σεβ. Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας (Κύπρου) κ. Νικηφόρου, η οποία δημοσιεύτηκε στο υπερπολυτελές περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεώς του «ΕΝΑΤΕΝΙΣΕΙΣ» (τευχ. Ιανουάριος – Ιούνιος 2016). Τίτλος της εισηγήσεως: «Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΠΩΣ “ΕΚΚΛΗΣΙΑ” ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ».
Στην εισήγηση αυτή προσπαθεί ο Σεβασμιώτατος, όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια, με ιστορικά άλματα και θεολογικούς ακροβατισμούς, με μια στρεβλή θεώρηση της αρχής της οικονομίαςκαι με παρερμηνείες αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, να φθάσει στο συμπέρασμα, ότι μπορεί και πρέπει να γίνει δεκτός ο όρος «Εκκλησία» στους ετεροδόξους αιρετικούς.
Κατ αρχήν το πρώτο που πρέπει να επισημάνουμε είναι, ότι η εισήγηση αυτή παρουσιάζει ένα μεγάλο θεολογικό κενό,ένα κενό που δεν δικαιολογείται για έναν Επίσκοπο, που έχει την αξίωση να παρουσιάσει μια μελέτη γύρω από την χρήση του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους σε μια πανορθοδόξου εμβελείας «Σύνοδο». Το κενό έγκειται στο γεγονός, ότι αρχίζει την διαπραγμάτευση του θέματός του από τις αποφάσεις της Γ΄ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως, (1986), προσπερνώντας έτσι συνοδικές αποφάσεις ενός πλήθους Συνόδων Οικουμενικών, Τοπικών και Ενδημουσών και διαγράφοντας με μια μονοκονδυλιά μια Συνοδική και Κανονική Παράδοση 19 αιώνων. Η εισήγηση θα είχε θεολογική πληρότητα και αντικειμενικότητα, εάν έκανε τον κόπο να μας παραθέσει, ποιά στάση τήρησαν οι παρά πάνω Σύνοδοι απέναντι στους ετεροδόξους . Αν δηλαδή οι εν λόγω Σύνοδοι αναγνώρισαν αυτούς ως «Εκκλησίες». Η παράκαμψη όλων αυτών των Συνόδων φυσικά δεν είναι τυχαία και προφανώς έγινε σκόπιμα, διότι απλούστατα οι Σύνοδοι αυτές δεν ευνοούν τα συμπεράσματα, που θέλει να βγάλει ο Σεβασμιώτατος. Πράγματι αν ρίξουμε μια ματιά στα πρακτικά αυτών των Συνόδων, θα δούμε ότι όλες, χωρίς καμιά εξαίρεση, θεωρούν τους ετεροδόξους ως αιρετικούς, καταδικάζουν απερίφραστα τις αιρετικές τους διδασκαλίες και ουδέποτε αποδίδουν σ’ αυτούς τον όρο «Εκκλησία». Φυσικά περιττό να λεχθεί, ότι η Γ΄ Προσυνοδική με κανένα τρόπο δεν μπορεί να αποτελέσει αφετηρία και βάση για την απόδοση του όρου «Εκκλησία» στους ετεροδόξους.Αντίθετα μάλιστα οφείλουν οι αποφάσεις της να κριθούν και να αξιολογηθούν επί τη βάσει των προγενεστέρων Οικουμενικών και Ενδημουσών Συνόδων.Επειδή δε η εν λόγω Διάσκεψη δεν ακολουθεί την Ορθόδοξη Παράδοση των Συνόδων αυτών, οφείλει να απορριφθεί στο σύνολό της ως μια αιρετίζουσα ψευδοδιάσκεψη.
Παρά κάτω ομιλεί για την Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία την οποία ταυτίζει μεν με την Ορθόδοξη, αλλά παράλληλα τονίζει ότι «οι ποιμένες της ούτε εις μίαν εκ των πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών υποβιβάζουν, αλλά ούτε και στη θεωρία των κλάδων την εντάσσουν».Εδώ ομιλεί περί «πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών».Ρωτάμε τον Σεβ. Κύκκου: Που βρήκατε γραμμένο αυτό τον όρο, «ετερόδοξες Εκκλησίες», Σεβασμιώτατε; Από που τον δανειστήκατε; Από ποιο συνοδικό κείμενο Οικουμενικής, Τοπικής, η Ενδημούσης Συνόδου, η έστω από ποιο Πατερικό κείμενο; Όσο και αν ψάξουμε στα Πρακτικά των Οικουμενικών και των άλλων Ορθοδόξων Συνόδων, αλλά και στα συγγράμματα των αγίων Πατέρων, πουθενά δεν θα βρούμε τον όρο αυτό. Κατά τον Μέγα Βασίλειο, (Βλ. Α Κανών Μεγ. Βασιλείου, Πηδάλιον σελ. 587) οι εκτός της Εκκλησίας υποχρεωτικά εντάσσονται σε τρεις κατηγορίες, αυτή των αιρετικών, των σχισματικών και των παρασυναγώγων. Η κατηγορία των «ετεροδόξων Εκκλησιών» είναι άγνωστη στη Κανονική και Πατερική μας Παράδοση. Είναι, μια ανύπαρκτη κατηγορία, μια εφεύρεση που επινοήθηκε στη φαντασία μόνον των οικουμενιστών, που έλαβαν μέρος στην «Σύνοδο» της Κρήτης, προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό τους, να αποδώσουν δηλαδή εκκλησιαστικότητα στους ετεροδόξους αιρετικούς.Ο όρος αυτός αποτελείται από δύο λέξεις «ετερόδοξος» και «Εκκλησία» που η μία αναιρεί την άλλη, η μία γρονθοκοπεί την άλλη. Όσο αληθινό είναι να ονομάσουμε μια πόρνη παρθένο, άλλο τόσο να ονομάσουμε μια ετερόδοξη κοινότητα Εκκλησία. Ο ετερόδοξος ταυτίζεται με τον αιρετικό επειδή πιστεύει σε άλλα δόγματα, έχει άλλη πίστη, «ετέρα δόξα», από αυτήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δεν υπάρχουν πολλές πίστεις, όπως δεν υπάρχουν και πολλές Εκκλησίες με διαφορετικά δόγματα, σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου: «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα» (Εφ.4,5).
Επίσης κάνει μια απαράδεκτη διάκριση μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των «πολλών ετεροδόξων Εκκλησιών».Δηλαδή κατά τον Σεβ. Κύκκου υπάρχει από τη μια μεριά η Ορθόδοξος Εκκλησία, η οποία τοποθετείται σε υψηλότερο επίπεδο εκκλησιαστικότητος και από την άλλη, οι «πολλές ετερόδοξες Εκκλησίες», οι οποίες βρίσκονται υποβιβασμένες σε χαμηλότερο επίπεδο. Εισάγει δηλαδή ανεπαίσθητα, πλην σαφέστατα, την έννοια διαφόρων διαβαθμίσεων εκκλησιαστικότητος.Η θεωρία των διαβαθμίσεων εκκλησιαστικότητος, η διαφορετικού βαθμού εκκλησιαστικής πληρότητος, αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες εκκλησιολογικές διδασκαλίες (=πλάνες) της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Πρόκειται για μια θεωρία, η οποία βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την εκκλησιολογική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Παρά κάτω ομιλεί για την Οικονομία: «η Ορθόδοξος Εκκλησία εκτός από την οδό της ακριβείας γνωρίζει και την οδό της Οικονομίας, που αποτελεί ένα δικό της πανάρχαιο προνόμιο». Παρουσιάζει από την Καινή Διαθήκη ως «παράδειγμα πρακτικής εφαρμογής της αρχής της Οικονομίας» τον απόστολο Παύλο. Επικαλείται τα χωρία από την Α΄ προς Κορινθίους επιστολή (9,19-22): «Ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδήσω· και εγενόμην τοις Ιουδαίοις ως Ιουδαίος, ίνα Ιουδαίους κερδήσω· τοις υπό νόμον ως υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμονκερδήσω· τοις ανόμοις ως άνομος, μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ, ίνα κερδήσω ανόμους·…».Προφανώς εδώ ο Σεβασμιώτατος στην προσπάθειά του να εφαρμόσει τα παρά πάνω χωρία του Αποστόλου στους ετεροδόξους, δίδει μια στρεβλή ερμηνεία των χωρίων αυτών, η οποία ωστόσο είναι σαφέστατη. Όταν ο Απόστολος έλεγε τους παρά πάνω λόγους, δεν θα πρέπει να εννοήσουμε ότι έπαιζε τον καραγκιόζη και αναλόγως των περιστάσεων, άλλοτε παρίστανε τον Ιουδαίο, παρασυρόμενος από τον Ιουδαϊσμό και άλλοτε τον εθνικό, παρασυρόμενος από την ειδωλολατρία και απαρνούμενος την πίστη στον Χριστό. Αλλοίμονο αν φθάσουμε στο συμπέρασμα, ότι ο Απόστολος ήταν «κάλαμος υπό ανέμων σαλευόμενος».Η ορθή ερμηνεία των παρά πάνω χωρίων σύμφωνα με τους Πατέρες είναι η εξής: Ο Απόστολος, αν και θεωρούσε την περιτομή και τις τελετουργικές διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου ως δυσβάστακτό ζυγό, από τον οποίο μας απελευθέρωσε ο Χριστός, [βλ. Γαλ.5,1:«Τη ελευθερία ουν, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε»],εν τούτοις σε πολλές περιπτώσεις συμμορφωνόταν προς αυτές, με τον σκοπό να διευκολύνεται η αποδοχή του χριστιανικού κηρύγματος μεταξύ των Ιουδαίων. Κλασικό παράδειγμα έχουμε την περιτομή του Τιμοθέου από τον ίδιο τον Απόστολο, (βλ. Πραξ.16,3). Ο απόστολος προσάρμοζε τον εαυτό του με τα ήθη, τα έθιμα και τις τοπικές παραδόσεις των ανθρώπων, είτε αυτοί ήταν ιουδαίοι, είτε εθνικοί, εφ’ όσον τα έθιμα αυτά και οι παραδόσεις δεν ερχόταν σε αντίθεση με το ευαγγέλιο και τον νόμο του Χριστού. Γι’ αυτό άλλωστε προσθέτει παρά κάτω: «μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ».Υποχωρούσε και συμμορφωνόταν με όλα αυτά, προσέχοντας πάντοτε να μην αθετήσει ουδέποτε την πίστη και τα δόγματα της Εκκλησίας και να μην παραβεί τον νόμο του ευαγγελίου για να αρέσει στους ανθρώπους: «ει γαρ έτι ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ήμην» (Γαλ.1,10). Μέσα στα πλαίσια αυτής της δράσεώς του, κάθε φορά ομιλούσε ανάλογα με το ακροατήριο που είχε μπροστά του. Διαφορετικά ομιλούσε στις συναγωγές των ιουδαίων και διαφορετικά ομίλησε στον Άρειο Πάγο. Στα θέματα της πίστεως όμως ήταν άτεγκτος και ανυποχώρητος. Δεν δεχόταν καμία παραχάραξη, η δογματική αλλοίωση της ευαγγελικής διδασκαλίας: «αλλά και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ' ο ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω» (Γαλ.1,9).Δεν διστάζει να αναθεματίσει, δηλαδή να αποκόψει από την εκκλησία εκείνον, που θα τολμήσει να διδάξει κάτι διαφορετικό από τις αλήθειες της πίστεως, που παρέλαβαν οι Γαλάτες. Όπως καταλαβαίνει κανείς, τα παρά πάνω λόγια του Απόστολου, τα οποία επικαλείται ο Σεβ. Κύκκου (Α΄ Κορ.9,19-22), δεν μπορούν να εφαρμοσθούν στους ετεροδόξους, διότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ήθη και έθιμα, αλλά με δογματικές πλάνες και αιρετικές διδασκαλίες των ετεροδόξων. Δεν καλούμεθα δηλαδή να υποχωρήσουμε και να συμμορφωθούμε με ήθη και έθιμα των Δυτικών, αλλά να αναγνωρίσουμε τους ετεροδόξους ως «Εκκλησίες», χωρίς αυτοί να έχουν αποβάλει τις αιρετικές διδασκαλίες τους. Στην προκειμένη περίπτωση επομένως, ισχύει ο λόγος του Αποστόλου «αλλά και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού…» (Γαλ.1,9).
Παρά κάτω επικαλείται τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος τηρούσε μια στάση ποιμαντικής οικονομίας απέναντι στους Πνευματομάχουςκαι απέφευγε να χρησιμοποιεί ρητά και δημοσίως τους όρους «Θεός» και «Ομοούσιος» για το άγιο Πνεύμα. Αναφέρει επίσης ότι το γεγονός αυτό ανάγκασε τον φίλο του άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, να διαφωνήσει μαζί του και να τον επιτιμήσει για την στάση του αυτή, ενώ εξ αντιθέτου ο Μέγας Αθανάσιος τον υπερασπίστηκε, θεωρώντας την στάση του σοφή και συνετή και επιβεβλημένη για λόγους εκκλησιαστικής οικονομίας. Κατ’ αρχήν ο Μέγας Βασίλειος παντού στις επιστολές του και στη διδασκαλία του ετόνιζε, ότι δεν θα πρέπει να ονομάζουμε κτίσμα το Πνεύμα το άγιο. Για παράδειγμα στην επιστολή του με τίτλο: «Τοις εν Ταρσώ πρεσβυτέροις» γράφει:«Επείουν πολλά στόματα ήνοικται κατά του Πνεύματος του αγίου και πολλαί γλώσσαι ηκόνηνται εις την κατ’ αυτού βλασφημίαν, αξιούμεν υμάς, όσον εστίν εφ’ υμίν, εις ολίγον αριθμόν περιστήσαι τους βλασφημούντας, και τους μη λέγοντας κτίσμα το Πνεύμα το άγιον, δέχεσθαι εις κοινωνίαν». (Επιστολή 113, PG 32, 527-528).
Επίσης θα πρέπει εδώ να μας εξηγήσει ο Σεβ. Κύκκου, πως συμβαίνει ο Μέγας Αθανάσιος από τη μια μεριά να επαινεί τον Μέγα Βασίλειο και από την άλλη ο ίδιος να μην ακολουθεί την οδό της εκκλησιαστικής οικονομίας που ακολουθούσε ο Μέγας Βασίλειος; Διότι όπως μας πληροφορεί ο αείμνηστος καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης: «Ο Μέγας Αθανάσιος… κατεδίκασεν αυτούς [τους πνευματομάχους] συνοδικώς δις εν Αλεξανδρεία κατά τα έτη 361-363».Γι’ αυτούς μάλιστα έγραψε και επιστολή στον αυτοκράτορα Ιοβιανό ότι «οι Πνευματομάχοι εβλασφήμουν το Πνεύμα το άγιον εν τω φάσκειν αυτούς κτίσμα είναι και ποίημα δια του Υιού γεγονός». (Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», Τομ.1, Αθήνα 1960, σελ.69).Πως συμβαίνει δηλαδή ο Μέγας Αθανάσιος να συγκαλεί δύο φορές Τοπική Σύνοδο στην Αλεξάνδρεια, στην οποία ανακηρύσσει δημοσίως, ότι το Πνεύμα το άγιο είναι «Θεός» και «Ομοούσιος» με τον Πατέρα και τον Υιό και καταδικάζει επισήμως και συνοδικώς τους Πνευματομάχους ως βλασφήμους και αιρετικούς; Γιατί άραγε δεν ακολούθησε την οδό της ποιμαντικής οικονομίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος; Κατ’ επέκτασιν θα θέλαμε να μας εξηγήσει, γιατί οι άγιοι Πατέρες που συγκρότησαν την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, δεν ακολούθησαν την οδό της εκκλησιαστικής οικονομίας, που ακολουθούσε ο Μέγας Βασίλειος;Γιατί μ’ άλλα λόγια δεν αποσιωπούσαν την Θεότητα του αγίου Πνεύματος, αλλ’ απεναντίας μάλιστα θεώρησαν χρέος τους να συγκροτήσουν Οικουμενική Σύνοδο και να διακηρύξουν δημοσίως, επισήμως και συνοδικώς την Θεότητα του αγίου Πνεύματος; Από την στάση αυτή των αγίων Πατέρων της Β΄ Οικουμενικής συμπεραίνουμε, ότι ουδέποτε η γνώμη και η στάση ενός Πατρός, (όσο μεγάλος και αν είναι αυτός), σε κάποιο συγκεκριμένο θέμα αποτέλεσε γνώμονα και κανόνα και γραμμή πλεύσεως στη ζωή της Εκκλησίας και ουδέποτε εδέσμευσε την Εκκλησίανα λάβει τις συνοδικές αποφάσεις, που θεώρησε ότι έπρεπε να λάβει, σχετικά με τους αιρετικούς. Υπεράνω της αυθεντίας των αγίων Πατέρων βρίσκεται η αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων.Επομένως ο Σεβασμιώτατος θα έπρεπε στο συγκεκριμένο ζήτημα της εκκλησιαστικής οικονομίας να έχει ως γνώμονα και κανόνα και κριτήριο όχι την στάση οικονομίας ενός αγίου, αλλά τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων.
Επεκτείνοντας ακόμη περισσότερο την σκέψη μας, ρωτάμε τον Σεβασμιώτατο: Είναι επιτρεπτό να μεταφέρουμε την εκκλησιαστική οικονομία του Μεγάλου Βασιλείου στην σημερινή εκκλησιαστική πραγματικότητα και επικαλούμενοι αυτόν να αποδώσουμε εκκλησιαστική υπόσταση στους ετεροδόξους και να ονομάσουμε αυτούς «Εκκλησίες»; Πως είναι δυνατόν να καταφύγουμε στη στάση οικονομίας ενός πατρός, η οποία ούτε στην εποχή του έγινε δεκτή από την Β΄ Οικουμενική και από τις δύο Τοπικές του Μεγάλου Αθανασίου, ως γραμμή πλεύσεως της Εκκλησίας και να διαγράψουμε με μια μονοκονδυλιά μια πλειάδα Συνόδων, Οικουμενικών και Τοπικών, που καταδικάζουν απερίφραστα τους ετεροδόξους ως αιρετικούς και ουδεμία από αυτές απέδωσε σ’ αυτούς τον όρο «Εκκλησία»; Αναφέρουμε ορισμένες ενδεικτικά. Ο Μονοφυσιτισμός έχει καταδικαστεί ήδη από την Δ΄ Οικουμενική και από όλες τις μεταγενέστερες. Ο Παπισμός (και κατ’ επέκτασιν και κατά μείζονα λόγον, ο Προτεσταντισμός) έχει καταδικαστεί από την Η΄ Οικουμενική επί Μεγάλου Φωτίου, από τις Συνόδους του 1341-1351 επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Θ΄ Οικουμενική), από την ενδημούσα Σύνοδο του 1722 εν Κωνσταντινουπόλει, (Βλ. Ι. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία…», τομ.2, σελ. 821), την ενδημούσα Σύνοδο του 1838 εν Κωνσταντινουπόλει, (Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Τα δογματικά και Συμβολικά Μνημεία…», τομ.2, σελ. 893-902) και άλλες.
Παρά κάτω αναφέρει την απόφαση της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου να δεχθεί «πίσω στην Εκκλησία όχι μόνον τους μεταμεληθέντας εκείνους εικονομάχους επισκόπους που δεν εβαρύνοντο με εγκλήματα, αλλά και τους υπ’ αυτών χειροτονηθέντας».Κατ’ αρχήν ο Σεβ. Κύκκου παραθεωρεί κάτι πολύ βασικό: Ότι οι Πατέρες της Ζ´ Οικουμενικής δεν έκαναν δεκτούς τους εικονομάχους απροϋπόθετα, αλλά επειδή εκείνοι μετενόησαν και εξέφρασαν την επιθυμία εγκαταλείποντας την κακοδοξία τους, να προσέλθουν στην Εκκλησία.Η Εκκλησία ουδέποτε αναγνώρισε τα μυστήρια των αιρετικών καθ’ αυτά, χωρίς δηλαδή την προϋπόθεση της μετανοίας. Το λέμε αυτό και το τονίζουμε, διότι στο κείμενο: «Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», που ψηφίστηκε στην «Σύνοδο» της Κρήτης, πουθενά δεν γίνεται λόγος για μετάνοια και επιστροφή των ετεροδόξων στην Ορθοδοξία.Η σημερινή τραγική πραγματικότης είναι ότι οι ετερόδοξοι, παρά τους επί δεκαετίες μέχρι σήμερα γενομένους Διαλόγους, δεν μετανοούν, αλλά εξακολουθούν να επιμένουν πεισματικά στις πλάνες των. Οι ελάχιστες μεμονωμένες περιπτώσεις ετεροδόξων που μετανόησαν και επέστρεψαν στην Ορθοδοξία, δεν επέστρεψαν εξ’ αιτίας των Διαλόγων, αλλ’ εξ’ αιτίας του ιεραποστολικού έργου αγίων Γερόντων, όπως του π. Εφραίμ, Προηγουμένου στην Αριζόνα των Η.Π.Α., ο οποίος ορθότατα ως θεοφώτιστος πατήρ, τους έκανε δεκτούς με κανονικό βάπτισμα, διότι όπως είναι γνωστό οι Δυτικοί δεν τηρούν τον απαραίτητο όρο της τριπλής καταδύσεως και αναδύσεως, που θέτουν οι Ιεροί Κανόνες 7 της Β΄ Οικουμενικής και 95 της Πενθέκτης.
Παρά κάτω επικαλείται και πάλι τον Μέγα Βασίλειο:«Αλλά και ο άγιος Βασίλειος δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τον όρο ‘Εκκλησία’ και γι’ αυτούς ακόμα τους Αρειανόφρονες λέγοντας: οίμαι προσήκειν μίαν ταύτην είναι σπουδήν τοις γνησίως και αληθώς δουλεύουσι τω Κυρίω, το επαναγαγείν προς ένωσιν τας Εκκλησίας τας πολυμερώς και πολυτρόπως απ’ αλλήλων διατμηθείσας».Θαυμάζει κανείς και εκπλήσσεται, όταν διαπιστώνει το μέγεθος της αλλοιώσεως, που επιχειρήθηκε στο παρά πάνω χωρίο και μάλιστα από έναν Μητροπολίτη. Το χωρίο αυτό είναι παρμένο από μια επιστολή του αγίου με τίτλο «Τοις εν Ταρσώ περί Κυριακόν». Αν διαβάσει κανείς ολόκληρη την επιστολή, αμέσως διαπιστώνει, ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με αρειανόφρονεςόπως, προφανώς σκοπίμως, ισχυρίζεται ο Σεβασμιώτατος. Στην επιστολή αυτή ο άγιος αναφέρεται σε μία εκκλησιαστική κοινότητα, η οποία λόγω της συγχύσεως που επικρατούσε τότε, δεν ήταν σε κοινωνία με τις άλλες Εκκλησίες. Την κοινότητα αυτή επισκέφτηκε ο άγιος και διαπίστωσε την γνησιότητα και την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως των πιστών που ανήκαν σ’ αυτήν, προς τους οποίους μάλιστα πλέκει εγκώμια για την πίστη και το ήθος των: «Συντυχών τοις αδελφοίς και θεασάμενος αυτών πολύ μεν το φιλάδελφον και το περί υμάς αγαπητικόν, πολλώ δε έτι πλέον το φιλόχριστον και το περί την πίστιν ακριβές τε και εύτονον, και ότι πολλήν αμφοτέρων ποιούνται σπουδήν της τε υμετέρας αγάπης μη χωρίζεσθαι και την υγιαίνουσανπίστιν μη καταπροδούναι».Μεταφράζουμε: Αφού πήγα και συνάντησα αυτούς τους αδελφούς διαπίστωσα, την φιλαδελφία και την αγάπη που έχουν σ’ εσάς, [τους εν Ταρσώ αδελφούς], και πολύ περισσότερο πόσο φιλόχριστοι είναι και πόση ακρίβεια έχουν στην πίστη και πόσο ισχυροί και νευρώδεις είναι στην πίστη και ότι έχουν μεγάλη φροντίδα και επιμέλεια αφ’ ενός μεν να μην χωρισθούν από την αγάπη σας, και αφ’ ετέρου να μην καταπροδώσουν την υγιαίνουσα πίστη. Στη συνέχεια της επιστολής ο άγιος εγγυάται προσωπικά ο ίδιος για την ορθόδοξη πίστη αυτώνκαι παρακαλεί τους εν Ταρσώ να τους δεχθούν σε πλήρη κοινωνία«ηνωμένους γνησίως, και πάσης εκκλησιαστικής φροντίδος κοινωνούς».Νομίζουμε ότι το παρά πάνω απόσπασμα τα λέει όλα και δεν χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτε. Ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει ότι ο άγιος δεν αναφέρεται σε αρειανούς, αλλά σε Ορθοδόξους με «υγιαίνουσαν πίστιν»!
Επικαλείται ακόμη και τον άγιο Νεκτάριο, ο οποίος χρησιμοποιεί τον όρο Εκκλησία για τους δυτικούς. Εδώ θα επαναλάβουμε αυτό που είπαμε προηγουμένως. Υπεράνω της αυθεντίας των αγίων Πατέρων βρίσκεται η αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων, διότι οι άγιοι δεν ήταν αλάθητοι, εν αντιθέσει προς τις Οικουμενικές Συνόδους, που δογμάτισαν αλαθήτως και θεοπνεύστως.Ανθρώπινες αυθεντίες προβάλουν οι αιρετικοί παπικοί, με την περί «αλαθήτου» κακοδοξία τους και οι προτεστάντες, οι οποίοι ανάγουν τον κάθε αιρεσιάρχη σε «αυθεντία».
Κλείνοντας την εισήγησή του ο Σεβ. Κύκκου, δεν διστάζει να εξαπολύσει κεραυνούς και μύδρους εναντίον όλων εκείνων που ελέγχουν τις πλάνες των οικουμενιστών και αγωνίζονται, με την Χάρη του Θεού, να κρατήσουν ανόθευτη και απαραχάρακτη την πίστη των αγίων Πατέρων μας: «Η ορθόδοξη πίστη ποτέ δε παρουσιάστηκε “να κρατά μάχαιρα και να πειθαναγκάζει με αυτή τους πάντες”. Οι μεσαιωνικοί φανατισμοί και οι αφορισμοί με την επίκληση του σταυρού, επί προφάσει τηρήσεως, η δήθεν προασπίσεως της γνησίας Ορθοδοξίας δεν είναι σύμφωνα με το πνεύμα και την παράδοση της Ορθοδοξίας,….»! Αλλά, θέλει να αγνοεί, πως αυτοί που κρατούσαν μαχαίρια, δεν ήταν οι άγιοι Πατέρες, αλλά οι ανά τους αιώνες Λατινόφρονες, όπως ο Πατριάρχης Ιωάννης Βέκκος (1275-1283), που αιματοκύλισε το Άγιον Όρος και ανέδειξε τους αγίους Οσιομάρτυρες, που έχυσαν το αίμα τους, γιατί δεν δέχθηκαν τις αποφάσεις της Ψευδοσυνόδου της Λυών,(1274), και όπως ο Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας(1334-1347), ο οποίος φυλάκισε τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά,τέσσερα χρόνια στις φυλακές του παλατιού και βέβαια οι Λατίνοι που έκαψαν ζωντανούς τους 13 Οσιάθλους Αγίους Πατέρεςτης εν Καντάρα της Κύπρου Ιεράς Μονής της Παναγίας, επειδή αρνούνταν τα άζυμα! Άξιοι συνεχιστές των Λατινοφρόνων εκείνων είναι και οι σημερινοί διάδοχοί τους, οι οποίοι δεν δίστασαν να καρατομήσουν με αφορισμό και άνευ δίκης (!) έναν άξιο εργάτη του ευαγγελίου και κορυφαίο θεολόγο της εποχής μας, που αγωνίστηκε, όσο λίγοι, εναντίον των αιρέσεων και μάλιστα εναντίον του Οικουμενισμού, τον αοίδιμο Νικόλαο Σωτηρόπουλο. Ας κάνει τον κόπο να ρίξει μια ματιά επίσης ο Σεβασμιώτατος να δει: Ποιοί είναι εκείνοι, που «ακονίζουν τα μαχαίρια τους»μετά την «Σύνοδο» της Κρήτης; Ποιοί είναι εκείνοι που εξαπέλυσαν διωγμό στο Άγιον Όρος; Ποιοί είναι εκείνοι που έδιωξαν από την Ιερά Μονή του Χιλανδαρίου τέσσερις μοναχούς, επειδή δεν δέχτηκαν τις αποφάσεις «Συνόδου» της Κρήτης και ποιοί είναι εκείνοι, που απέπεμψαν τον π. Σάββα Λαυριώτηαπό το αξίωμα του προϊσταμένου; Τους «μεσαιωνικούς φανατισμούς» ας ψάξει να τους βρει αλλού και όχι στους αγίους Πατέρες μας και σ’ όσους βαδίζουν σήμερα στα χνάρια τους!
Περαίνοντας, εκφράζουμε τη βαθειά λύπη μας και την πλήρη απογοήτευσή μας για τις απαράδεκτες αυτές καινοφανείς θεωρίες, οι οποίες, σοφιστικώ τω τρόπω, εισέρχονται δολίως στην Εκκλησία, ως νέα «εκκλησιαστική παράδοση»,η οποία επιχειρεί την πλήρη εκτόπιση της Πατερικής μας Παραδόσεως. Λυπούμαστε διότι δεν βρέθηκε ούτε ένας Επίσκοπος από τους 156,να ελέγξει ευθαρσώς τον Σεβ. Κύκκου για τα παραπάνω κακόδοξα που εισέφερε στη «Σύνοδο»! Στο βωμό της σκοπιμότητας θυσιάζονται τα ιερά και το όσια της αμωμήτου Πίστεώς μας, τώρα και «συνοδικώς»! Η προωθούμενη «ένωση των εκκλησιών»βαίνει ακάθεκτη, ως οδοστρωτήρας μεγατόνων, συνθλίβοντας την σώζουσα Ορθόδοξη Πίστη, με οδηγούς, δυστυχώς, Επισκόπους!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Πηγή: Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...