
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η Εκκλησία το κέντρο της ζωής του πιστού λαού.
Η Εκκλησία αγιάζει όλες τις περιστάσεις της ζωής μας.
α) Ο λαός ζούσε τη ζωή του Ευχαριστιακά.
Πόσο διαφορετικά θα βλέπαμε τον συνάνθρωπό μας αν τον βλέπαμε ως δώρο του Θεού;
Αν δούμε τα υλικά και πνευματικά αγαθά ως δώρα του Θεού αποφεύγουμε τα δύο άκρα: την περιφρόνηση ή την απολυτοποίηση και την θεοποίησή τους (π.χ. μόρφωση).
Οι άνθρωποι που δεν δέχονται τον κόσμο ως δώρο του Θεού δεν ζουν με κέντρο τον Θεό αλλά το Εγώ τους.
Όλα στην Εκκλησία είναι Θεανθρώπινα.
β) Το ασκητικό πνεύμα βασικό χαρακτηριστικό της Ελληνορθοδόξου παραδόσεως.
Η πίστη του λαού Σταυροαναστάσιμη, γι’ αυτό ήταν χαρούμενος και ειρηνικός.
γ) Ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό της Ελληνορθοδόξου παραδόσεως είναι η αξία του ανθρωπίνου προσώπου.
Η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογία. Δεν είναι ελληνοχριστιανικός πολιτισμός ως ιδεολογία. Η Εκκλησία γέννησε τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό.
Στην Εκκλησία δεν θυσιάζεται ένα πρόσωπο χάριν μιας ιδέας, σε αντίθεση με την τακτική όλων των ιδεολογιών.
Ο Ντοστογιέφσκι έλεγε ότι «είναι άλλο πράγμα να αγαπάς την ανθρωπότητα ως ιδέα και άλλο πράγμα να αγαπάς τον συγκεκριμένο άνθρωπο».
Ο λαός δεν είναι μάζα. Είναι εικόνες του Θεού.
δ) Η αγάπη τηςΕλευθερίας ένα ακόμα χαρακτηριστικό της παραδόσεως μας.
Δεν μπορούμε να είμαστε Εθνικά ελεύθεροι αν είμαστε υποδουλωμένοι στα πάθη μας.
Ο λαός αν ζητάει την εθνική ελευθερία, την ζητάει για την πνευματική ελευθερία.
Η Ελληνορθόδοξος χριστιανική παράδοση σε τι μπορεί να μας βοηθήσει σήμερα;
Η παράδοση δεν είναι κάτι μουσειακό. Είναι αλήθεια και ζωή.
α) Η ελληνορθόδοξος παράδοση μας βοηθάει στην διατήρηση της εθνικής μας ενότητας και την εθνική μας ταυτότητας.
β) Η ελληνορθόδοξος παράδοση προϋπόθεση για να έχει η δική μας προσωπική ζωή νόημα.
γ) Η ελληνορθόδοξος παράδοση απαραίτητη γιατί μας δίδει την δυνατότητα να οικοδομήσουμε έναν καλύτερο κόσμοσήμερα.
Οι καπιταλιστικές κοινωνίες πάσχουν από τον ατομικισμό ή δε σοσιαλιστικές κοινωνίες για να αποφύγουν τον ατομικισμό πέφτουν στην μαζοποίηση. Δεν μπορούν να σώσουν το ανθρώπινο πρόσωπο που διασώζεται στο Ορθόδοξο κοινοβιακό πνεύμα.
Η Εκκλησία λύνει το κοινωνικό πρόβλημα.
Στην Ευρώπη θεοποιήθηκε ο άνθρωπος και γκρεμίστηκε ο Θεός. Τώρα που το είδωλο του ανθρώπου που υψώθηκε ως Θεός τσακίστηκε, ο Ευρωπαίος δεν έχει να πιαστεί από πουθενά. Βρέθηκε στο χάος.
Η μελέτη, η διατήρηση και βίωση της παραδόσεώς μας η λύση του δράματος του συγχρόνου ανθρώπου. Εάν και εμείς χάσουμε το φως της παραδόσεώς μας ποιός θα την προσφέρει στον δυτικό άνθρωπο;
Το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, τρία ίσον ένα και ένα ίσον τρία, αποτελεί υπέρβαση της ανθρώπινης λογικής. Όσο πιο αντινομικό είναι για την ανθρώπινη λογική τόσο πιο αληθινό είναι. Είναι μυστήριο που θέλει την ελευθερία μας και όχι την καταναγκαστική λογική μας. Αν ήταν λογικό θα ήταν ανθρώπινο. Επειδή είναι υπέρλογο είναι θείο. Και το πιστεύουμε γιατί είναι της λογικής του Θεού. Για να πιστέψουμε το τρία ίσον ένα και ένα ίσον τρία θα πρέπει να ξεπεράσουμε την αυτάρκεια της δικής μας λογικής και να δεχθούμε ότι η δική μας λογική είναι περιορισμένη. Το άλμα από την δική μας λογική στην λογική του Θεού γίνεται διά της πίστεως.
Η Ορθοδοξία δεν είναι κλειστή, δεν φοβάται να πάρει στοιχεία από άλλους πολιτισμούς και να τα αφομοιώσει. Όχι όμως ότι είναι αντίθετο με το Ευαγγέλιο του Θεού. Πολλά από αυτά που πήρε, τους έδωσε νέο νόημα.
Το Αγιον Όρος αγαπάει τις γυναίκες κατά Θεόν γι’ αυτό και έχει άβατον.
Οι νέοι, με ταπείνωση και με υπακοή, μπορούν να βοηθήσουν να εκφραστεί σύγχρονα η παράδοσή μας. Αλλά αυτή η προσπάθεια για να είναι επιτυχημένη θα πρέπει να ξεπεράσουμε το ορθολογιστικό ουμανιστικό πνεύμα και να σταυρωθούμε.
Τα μοναστήρια κέντρα ανανεώσεως της πνευματικής ζωής.
Πηγή: Η άλλη όψη
23 Ιουλίου 1908:
100 χρόνια από την ημέρα που ανέτειλε ο "ήλιος του θανάτου" στην καθ' ημάς Ανατολή
Η κατευθυνόμενη από τη Δύση ιστοριογραφία και πληροφόρηση των λαών, θέλει να μας παρουσιάσει τον "Διαφωτισμό" ως πρόοδο και ως θετική εξέλιξη στην ανθρώπινη ιστορία, αποκρύπτοντας το αληθινό φρικτό του πρόσωπο, στις περισσότερες από τις εκφράσεις του στην ιστορία. Όμως η ιστορία δεν αφήνει ατιμώρητη τη μνήμη των εγκληματιών. Η απάνθρωπη - σκοταδιστική ιδεολογία του Διαφωτισμού για τον "κοινωνικό Δαρβινισμό", ευθύνεται για το διωγμό και τη σφαγή 3.000.000 Χριστιανών στη Μικρά Ασία κατά τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν οι "προοδευτικές" δυνάμεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποφάσισαν την εθνοκάθαρση των Χριστιανικών πληθυσμών, με τις ευλογίες της λοιπής "Διαφωτισμένης" Ευρώπης. Ένα ακόμα έγκλημα για το οποίο οι Έλληνες "Διαφωτιστές" πρέπει να ντρέπονται.
Συμπληρώνονται τις μέρες αυτές (το 2008 όταν γραφόταν το άρθρο), 100 χρόνια από την επικράτηση του στρατιωτικού κινήματος των Νεοτούρκων που ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη και ανάγκασε τον Σουλτάνο Αμβούλ Χαμίτ να επαναφέρει σε ισχύ το οθωμανικό Σύνταγμα του 1876. 0 ίδιος Σουλτάνος είχε αναστείλει το Σύνταγμα αυτό με πρόφαση τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78. Η ενασχόληση με την κατάληψη της εξουσίας το 1908 από το Κομιτάτο «Ενωσης και Προόδου», όπως ήταν η επίσημη ονομασία του συνωμοτικού πολιτικού κινήματος, σήμερα θα είχε μόνο ιστορική αξία αν οι πρακτικές και οι νοοτροπίες που καθιερώθηκαν από το Κομιτάτο αυτό δεν ήταν ολοζώντανες ακόμα. Η ανάληψη της εξουσίας από το Κομιτάτο «Ενωσης και Προόδου» σηματοδοτούν την έναρξη ενός αιώνα πρωτοεμφανιζόμενων πράξεων Εθνοκαθάρσεων και Γενοκτονιών κατά των ιστορικών λαών της Μικράς Ασίας. Οι πρόσφατες εξελίξεις με την υπόθεση «Ergenekon» αλλά και της δίκης για την απαγόρευση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Προόδου που εκλέχθηκε με πλειοψηφία περίπου 50% δείχνουν ότι οι μηχανισμοί που καθιερώθηκαν από το Κομιτάτο «Ενωσης και Προόδου» βρίσκονται εν ζωή. Τι ήταν όμως και από πού προήλθε το Κομιτάτο;
Οι ιστορικές συνθήκες τον 19ο αι. στην Οθωμανική Αυτοκρατορία
Ο 19ος αιώνας υπήρξε ο «πλέον μακρύς αιώνας» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον οποίο οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Η αυτοκρατορία που ξεκίνησε ως ένα μικρό κρατίδιο το έτος 1300 μ.Χ. στη Βιθυνία εξελίχτηκε σε αυτοκρατορία μέσα σε 150 χρόνια καταλαμβάνοντας εκτενείς περιοχές στην Ασία και την Ευρώπη και οργανωμένη με βάση τον ισλαμικό νόμο. Η αδυναμία της προσαρμογής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις εξελίξεις της εποχής στα τέλη του 18ου αιώνα για τη στοιχειώδη ισότητα των πολιτών ώστε να πάψουν οι χριστιανικοί λαοί να ζουν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας υπό την ανοχή των κυριάρχων μουσουλμάνων αλλά και ο ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) για εξασφάλιση των συμφερόντων τους εξανάγκασε το οθωμανικό κράτος να προσπαθήσει να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στο νομικό του σύστημα. Οι προσπάθειες αυτές οδηγήθηκαν σε αποτυχία αρχίζοντας από τη διακήρυξη του Τανζιμάτ (1839) και στη συνέχεια του Χαπί Χουμαγιούν (1856) και της Ανακήρυξης του Συντάγματος το 1876. Παρά ταύτα, η έστω και σε περιορισμένη κλίμακα φιλελεύθερες συνθήκες την περίοδο αυτή έδωσαν τη δυνατότητα στους χριστιανικούς λαούς της αυτοκρατορίας vα αναπτυχθούν πολιτισμικά και οικονομικά.
Στις αρχές του 20ού αιώνα παρά τον σκληρό οικονομικό ανταγωνισμό των δυτικών δυνάμεων στις οποίες είχε προστεθεί και η Γερμανία για εξασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων, η ανάπτυξη της χώρας είχε αρχίσει να επιταχύνεται με γοργό ρυθμό χάρη στην εργατικότητα των χριστιανικών λαών. Οι Έλληνες και Αρμένιοι ήταν οι φιλοπρόοδοι πληθυσμοί που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της μαζικής γεωργίας για παραγωγή προϊόντων αλλά ακόμα και της βιομηχανίας, που κυρίως βασιζόταν στην επεξεργασία γεωργικών και μεταλλευτικών προϊόντων. Είχαν όμως και σημαντική παρουσία στον τραπεζικό τομέα. Η ραγδαία ανάπτυξη της παιδείας στις κοινότητες των Ελλήνων συνέβαλε ουσιαστικά στην οικονομική πρόοδο της χώρας. Σήμερα διαπρεπείς Τούρκοι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι, αν δεν διακοπτόταν η ανοδική αυτή οικονομική πορεία που βασιζόταν στον μόχθο και την εργατικότητα των χριστιανικών λαών, σήμερα η Μικρά Ασία θα ήταν μια από τις πλέον αναπτυγμένες περιοχές της Ευρώπης λαμβάνοντας υπόψη τον απέραντο φυσικό πλούτο που διαθέτει. Εξάλλου η πολυπολιτισμική σύνθεση του λαού της αυτοκρατορίας με πυρήνα τη Μικρά Ασία ήταν μοναδικός πλούτος ανθρώπινου δυναμικού.
Η εμφάνιση του Κομιτάτου «Ενωση και Πρόοδος»
Το Κομιτάτο ιδρύθηκε το 1888 από μια ομάδα πέντε φοιτητών της στρατιωτικής ιατρικής σχολής στην Κωνσταντινούπολη. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, αν και τα στελέχη της συνελήφθησαν από τους πράκτορες του Σουλτάνου, συνέχισε τη συνωμοτική του δράση διεισδύοντας στο στράτευμα πρωτίστως στα ευρωπαϊκά εδάφη με κέντρο τη Θεσσαλονίκη αλλά και μεταξύ των εξόριστων διανοουμένων στην Ευρώπη. Στο πρώτο, συνέδριο του Κομιτάτου το 1902 σημειώνεται η διάσπαση μεταξύ των δύο παρατάξεων, της φιλελεύθερης του Πρίγκιπα Σαμπαχετίν και της ριζοσπαστικής του Αχμέτ Ριζά. Η επιστροφή το έτος 1906 των Δρ. Μεχμέτ Ναζίμ και Δρ. Μπαχεντίν Σακίρ (και οι δύο ιατροί από την κοινότητα Σαμπεθαϊστών της Θεσσαλονίκης που αργότερα ηγήθηκαν της μυστικής «Ειδικής Οργάνωσης Τεσκιλάτι Μαχσουσά») στη Θεσσαλονίκη επιτάχυνε την επικράτηση των ριζοσπαστών και την καλλιέργεια της ιδεολογίας «Κοινωνικού Δαρβινισμού», δηλαδή την υιοθέτηση της αρχής ότι ένα ισχυρότερο έθνος μπορεί να αφανίσει ένα άλλο με όποια μέσα μπορεί. Οι θεωρητικοί του Κομιτάτου έχοντας ζήσει στη Γαλλία είχαν επηρεαστεί επιφανειακά από διάφoρα ιδεολογικά ρεύματα της εποχής, όπως του Μαρξισμού, του Θετικισμού και των ιδεών του Νίτσε. Σίγουρα, έβλεπαν πολύ ελκυστικά μεθόδους άσκησης πολιτικής βίας, όπως των Ιακωβινών κστά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, που θεωρούσε σωστή την άσκηση πολιτικής βίας για επιβολή της ιδεολογίας τους. Το 1906 συμμετέχουν στην ηγετική ομάδα ο Μεχμέτ Ταλάατ, Ενβέρ, Τζεμάλ προερχόμενοι από κατώτερα στρώματα του στρατού χωρίς καμιά μόρφωση. Επίσης, γίνονται μέλη του Κομιτάτου οι Μουσταφά Κεμάλ (αργότερα ηγέτης της νέας Τουρκίας), Ραχμί (αργότερα Νομάρχης της Σμύρνης την περίοδο 1912-18 οργανωτής της καταστροφής του Ελληνισμού της Ιωνίας) και Σουκρού.
Είναι η περίοδος που το Κομιτάτο αρχίζει και διεισδύει ευρύτατα στο οθωμανικό στράτευμα. Τον Ιουλιο του 1908 το Κομιτάτο έχοντας πετύχει να θέσει υπό τον έλεγχό του την Στρατιά των ευρωπαϊκών εδαφών της αυτοκρατορίας, επέτυχε με αναίμακτο πραξικόπημα να επιβάλει στον Σουλτάνο την επαναφορά του Συντάγματος του 1876 με το σύνθημα «Ανακήρυξη της Ελευθερίας». Το γεγονός αυτό προκαλεί ενθουσιασμό στους λαούς της Αυτοκρατορίας και στην Αθήνα γίνονται διαδηλώσεις με τουρκικές σημαίες υπέρ του νέου καθεστώτος. 0 μόνος, μα ο μόνος, που είδε τις θύελλες και την καταστροφή που ερχόταν ήταν ο Πατριάρχης ο Ιωακείμ Γ’, ο οποίος σε αυτούς που έσπευσαν να του ανακοινώσουν ότι «ήλθε η ελευθερία», δήλωσε με σιγουριά ότι «τίπoτε το καλό δεν μπορεί να περιμένει κανείς από τους φανατικούς αυτούς και θα χρειαστούν νέοι αγώνες για το γένος». Πράγματι, οι προθέσεις του Κομιτάτου φάνηκαν σε σύντομο διάστημα όταν ο Δρ. Μεχμέτ Ναζίμ τον Οκτώβριο του 1908 στη Σμύρνη δήλωνε ότι οι χριστιανοί δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να δεχτούν το εκπαιδευτικό σύστημα που θα υπαγόρευε το Κομιτάτο και όσο σύντομα το δεχτούν αυτό τόσο το καλύτερο για τους χριστιανούς. Την πρώτη περίοδο αμέσως από την επικράτηση του πραξικοπήματος το Κομιτάτο προσπάθησε να προσεταιριστεί ανώτατους αξιωματικούς για να επιτύχει την πλήρη υποταγή του κρατικού μηχανισμού.
Η αντεπανάσταση της 31 Μαρτίου 1909 που οργανώθηκε από τον Σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη για να μειωθεί η δύναμη του Κομιτάτου απέτυχε, αφού το κίνημα ήταν γνωστό από πριν στο Κομιτάτο. Ωστόσο, το κίνημα έδωσε τη δυνατότητα στο Κομιτάτο να αρχίσει να απαλλάσσεται από τους ανώτερους αξιωματικούς που είχαν συμμαχήσει με το Κομιτάτο. Την περίοδο αυτή αρχίζει και η πρακτική δολοφονίας δημοσιoγράφων που έχουν την τόλμη να καταγγείλουν την δράση του Κομιτάτου. Δολοφονείται ο διαπρεπής Τούρκος δημοσιογράφος Χασάν Φεχμί μέρα μεσημέρι, στη γέφυρα του Γαλατά, αρχές του 1909. Η πρώτη αυτή δολοφονία κατά της ελευθερίας του τύπου αποτελεί την αρχή μιας θλιβερής παράδοσης. Η πρακτική αυτή συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας και η Τουρκία βαρύνεται με τις περισσότερες δολοφονίες δημοσιογράφων, Με την αποτυχία της αντεπανάστασης εκθρονίζεται ο Σουλτάνος Αμδούλ Χαμίτ και στη θέση του τοποθετείται ο Μεχμέτ Ρεσάτ, που ήταν αλκοολικός και άβουλος.
Το πραγματικό προσωπείο του Κομιτάτου της «Ενωσης και Προόδου», που έχει μετονομαστεί σε πολιτικό κόμμα, φαίνεται στην Κιλικία τόν Απρίλιο του 1909, όταν σφαγιάζονται πάνω από 20.000 Αρμένιοι. Ως δικαιολογία της σφαγής χρησιμοποιείται το γεγονός ότι το ίδιο Κομιτάτο που είχε συνεργασία με ριζοσπαστικές αρμενικές οργανώσεις είχε εξοπλίσει μερικούς Αρμένιους για να υποστηρίξουν το Κομιτάτο κατά της σουλτανικής παράταξης. Τα ετήσια συνέδρια του Κομιτάτου από το 1908 μέχρι το 1911 που πραγματοποιούνται στη Θεσσαλονίκη είναι μυστικά. Η ιστορική έρευνα δείχνει ότι στα συνέδρια αυτά καταστρώθηκε στο σχέδια εξόντωσης των χριστιανικών λαών της αυτοκρατορίας και η προσπάθεια εκτουρκισμού των υπόλοιπων μουσουλμανικών, όπως των Βοσνίων, Αλβανών, Κούρδων, Αράβων, Κιρκασίων κτλ.
Οι βουλευτικές εκλογές που πραγματοποιούνται τον Φεβρουάριο του 1912 έχουν καταγραφεί στην ιστορία ως, «εκλoγές με ξύλο» και καθιερώνεται η μέθοδος της ανοικτής ψηφoφορίας και της μυστικής καταμέτρησης των ψήφων. Η εξουσία περιέρχεται στο Φιλελεύθερο Κόμμα που είχε αγγλόφιλη πολιτική. Η αδυναμία εφαρμογής στοιχειώδους κράτους δικαίου, η αδυναμία να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις που για 50 και πλέον χρόνια ήταν το αίτημα των χριστιανικών λαών στα ευρωπαϊκά εδάφη της Αυτοκρατορίας οδηγεί στον Βαλκανικό Πόλεμο το φθινόπωρο του έτους 1912, στον οποίο συμμαχούν τα βαλκανικά κράτη, Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία και Μαυροβούνιο για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Τα οθωμανικά στρατεύματα υποχωρούν σε όλα τα μέτωπα και παραμένει στο έλεγχο του οθωμανικού κράτους μόνο η Ανατολική Θράκη.
Η δεινή ήττα στον Βαλκανικό πόλεμο φέρνει στην εξουσία ξανά το Κόμμα της Ενωσης και Προόδου. Το πραξικόπημα που έχει καταγράψει η ιστορία ως «η Έφοδος του Μπαμπαλή (Βαbiali Baskini)» συμβαίνει όταν ο Ενβέρ εισβάλλοντας στο κτήριο της Υψηλής Πύλης δολοφονεί εν ψυχρώ τον Υπουργό Αμυνας και αναγκάζει υπό την απειλή του όπλου τον Πρωθυπουργό σε παραίτηση. Πλέον η χώρα είναι στα χέρια μιας τριανδρίας που δρα ανεξέλεγκτα με την καθιέρωση ασύστολα εγκληματικών μεθόδων. Η επανάκτηση της Αδριανούπολης από τον Ενβέρ, όταν η πόλη έχει εκκενωθεί από τους Βούλγαρους λόγω του Β' Βαλκανικού πολέμου, προβάλλεται ως μεγάλο επίτευγμα του Ενβέρ για ισχυροποίησή του. Η Γερμανία που από τη δεκαετία του 1890 έχει αρχίσει να διεισδύει πολιτικά και οικονομικά στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς το τέλος του έτους 1913 επικρατεί πλήρως, αφού σε θέσεις-κλειδιά του οθωμανικού στρατού διορίζονται Γερμανοί αξιωματικοί. 0 γερμανικός μιλιταρισμός βρίσκει πλήρη αντιστοιχία με την τριανδρία. Παράλληλα, ο Κούρδος Ζιγιά Γκιοκάλπ προτείνει την ιδεολογία της σύνθεσης του Ισλάμ με τον τουρκικό εθνικισμό. Πλέον όλα είναι έτοιμα για να εξαπολυθεί η εφαρμογή του σχεδίου αφανισμού των χριστιανικών λαών.
Το ξεκίνημα είναι προς το τέλος του 1913 με τους Έλληνες της Ανατολικής Θράκης που εκτοπίζονται βίαια από τα χωρία και τις πόλεις τους, Οι εκτοπίσεις συνοδεύονται με φοβερές κακουχίες και σφαγές. Πριν από την έναρξη των ανοικτών πογκρόμ εφαρμόζεται συστηματικός οικονομικός αποκλεισμός που οργανώνεται από τις παρακρατικές οργανώσεις της 'Ενωσης και Προόδου και την «Ειδική Υπηρεσία», γνωστή ως Teskilati Mahsusa. Παράλληλα, στις υπόλοιπες πυκνοκατοικημένες από Έλληνες περιoχές αρχίζει ένας σφοδρός οικονομικός πόλεμος. Στα ελληνικά καταστήματα αναρτώνται πινακίδες καλώντας τους μουσουλμάνους να μην εισέρχονται, επειδή οι 'Ελληνες είναι εχθροί του κράτους. Σαν πρόφαση χρησιμοποιείται η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Η εφαρμογή του σχεδίου εξόντωσης συνεχίζεται αρχίζοντας από τη Δυτική Μικρά Ασία (Ιωνία) τον Μάρτιο του 1914 με μαζικές επιθέσεις, σφαγές, πογκρόμ και εκτοπίσεις των Ελληνικών πληθυσμών. Όλα αυτά συμβαίνουν χωρίς να υπάρχει κανένα ίχνος πολέμου και, ως εκ τούτου, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι εκτοπίσεις γίνονταν λόγω αμυντικών αναγκών.
Οι επιθέσεις στα ελληνικά χωριά και κωμοπόλεις οργανώνονται με μυστικό τρόπο χρησιμοποιώντας τον κομματικό μηχανισμό του Κόμματος 'Ενωσης και Προόδου καθώς επίσης και την αστυνομία. Συμμετέχουν μεταμφιεσμένοι αξιωματικοί του στρατού, Η πλέον τραγική περίπτωση είναι η ολoκληρωτική καταστροφή της Φώκαιας την 14 Ιουνίου 1914 που καταγράφεται από τον Γάλλο αρχαιολόγο Φελιξ Σαρτιώ, που βρισκόμενος στην Φώκαια φωτογραφίζει τις σφαγές και την πυρπόλησή της ενημερώνοντας τη γαλλική κοινή γνώμη. Η Φώκαια είναι η μητέρα-πατρίδα της Μασσαλίας και τα γεγονότα ξεσηκώνουν θύελλα διαμαρτυριών σε όλη τη Γαλλία. Αν και οι διωγμοί μετριάζονται εν μέρει με την ανακήρυξη της εκκλησίας εν διωγμώ τον Μάιο του 1914 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η κατάσταση χειροτερεύει με την είσοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο τέλη Οκτωβρίου. Σε πολλές εκθέσεις και αναφορές πρεσβευτών ουδέτερων χωρών αναφέρεται ο ρόλος της Γερμανίας στην παρότρυνση της οθωμανικής κυβέρνησης να εφαρμόσει μαζική εθνοκάθαρση με όλα τα χαρακτηριστικά που σήμερα θεωρείται ότι συνιστούν «Εθνοκάθαρση ή Γενοκτονία».
Οι εκτοπίσεις γίνονται κάτω από τραγικές συνθήκες σε όλες τις περιoχές της Δυτικής Μικράς Ασίας συμπεριλαμβανομένων των περιοχών Προποντίδας, όλης τα παραλιακής ζώνης του Αιγαίου και της Μεσογείου. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα μη έχοντας εμπλακεί ακόμα στον πόλεμο, μέχρι τον Ιούνιο του 1917 διατηρούσε προξενεία και υποπροξενεία σε πολλές πόλεις (π.χ. Σμύρνη, Βουρλά, Αίβαλί, Προύσα, Τσανάκκαλε, Αττάλεια, Σαμσούντα. Τραπεζούντα κτλ), από τα οποία καταφθάνουν αναφορές συνέχεια προς τήν Ελληνική Πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και στην Αθήνα στο Υπ. Εξωτερικών. Η κυβέρνηση του Βενιζέλου απειλεί την κήρυξη πολέμου αλλά με την επικράτηση του εθνικού διχασμού από τις αρχές του 1915 η βοήθεια από την Ελλάδα για την προστασία των πληθυσμών περιορίζεται. Οι διωγμοί συνεχίζονται σε όλη τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, ενώ μαζικές επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης αρχίζουν στον Δυτικό Πόντο το φθινόπωρο του 1916, ενώ ο Ανατολικός βρίσκεται υπό τον ρωσικό έλεγχο.
Η πραξικοπηματική είσοδος στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο
Η είσοδος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο γίνεται με πραξικοπηματικό τρόπο από τη δικτατορική τριανδρία Ενβέρ, Ταλαάτ και Τζεμάλ. Αρχές Αυγούστου του 1914 η οθωμανική Βουλή με μεθόδευση τίθεται σε διακοπές και σταματάει προσωρινά τις εργασίες της. Η Γερμανία πoλιορκεί ασφυκτικά τους τρεις δικτάτορες και εκβιάζει για την είσοδο του οθωμανικού Κράτους στον πόλεμο με την απειλή διακοπής της οικονομικής βοήθειας. Η επίσημη είσοδος γίνεται με την είσοδο των δύο Θωρηκτών πλοίων «Γκόμπεν» και «Μπρέσλαου» από τον Ελλήσποντο, τα οποία υψώνουν τουρκικές σημαίες και οι ναύτες φορούν φέσια και με δική τους πρωτoβουλία βγαίνουν στον Εύξεινο Πόντο και βομβαρδίζουν την Οδησσό, με αποτέλεσμα η Ρωσία να κηρύξει τον πόλεμο στο οθωμανικό κράτος. Πλέον το τυχοδιωκτικό γερμανικό σχέδιο συνωμοσίας έχει πετύχει και η αυτοκρατορία βρίσκεται εντός του πολέμου, χωρίς να το έχει αποφασίσει η Βουλή ή ακόμα το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά ο Γερμανός πρέσβης με τον Ενβέρ, που κατέχει το αξίωμα του Υπουργού Αμυνας. Πλέον οι πολίτες ανεξάρτητα θρησκείας και εθνικότητας οδηγούνται σε ένα απέραντο σφαγείο.
Την 14η Νοεμβρίου 1914 η δικτατορική κυβέρνηση οργανώνει την κήρυξη του Ιερού Πολέμου-Τζιχάτ, που αποτελεί ένα από τα στάδια εφαρμογής του ολοκληρωτικού σχεδίου καταστροφής των χριστιανικών λαών. Μια από τις μεγαλύτερες εγκληματικές πράξεις συντελείται τον Δεκέμβριο του 1914 από τον Υπουργό Αμυνας Ενβέρ, που διατάσσει τους 100.000 φαντάρους της Γ' Στρατιάς που είχε ελαφριά εξάρτυση πολέμου, για να πολεμήσει στην αραβική έρημο, να επιτεθούν στα ρωσικά σύνορα στην περιοχή Σαρίκαμις, με αποτέλεσμα να βρουν τραγικό θάνατο όλοι οι φαντάροι, στην πλειονότητά τους μουσουλμάνοι. Παρά αυτή την άνευ προηγουμένου ανθρώπινη τραγωδία, ο Ενβέρ παραμένει αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων. Σημειωτέον ότι ο Ενβέρ είχε αναρριχηθεί στην βαθμίδα του στρατάρχη με δική του απόφαση. Είναι τραγικό ότι ακόμα και σήμερα σύμφωνα με την επίσημη ιστορία της Τουρκίας ο Ενβέρ πασάς χαρακτηρίζεται ως ήρωας, πράγμα που δείχνει ότι στην Τουρκία ακόμα επικρατεί η νοοτροπία του Κομιτάτου Ένωσης και Προόδου.
Η ολοκληρωτική εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών
Η συνέχιση του πολέμου, η ναυτική επίθεση στα στενά των Δαρδανελίων και η απομόνωση της ενδοχώρας της Μικράς Ασίας από τον έξω κόσμο δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση της 'Ενωσης και Προόδου να εφαρμόσει το γενικό σχέδιο εξόντωσης των χριστιανικών λαών. Η εξόντωση των Αρμενίων και Ασσυρίων σε όλες τις περιοχές που ζούν κορυφώνεται τον Απρίλιο του 1915, χωρίς να σταματούν οι διωγμοί των Ελλήνων στις υπόλοιπες περιοχές. Στο πλαίσιο του γενικού σχεδίου εξόντωσης, εφαρμόζεται η σύλληψη της πνευματικής ηγεσίας των 250 Ελλήνων τον Μάρτιο και των 300 Αρμενίων την 24 Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη.
Τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη, εξαιρούνται από τις εκτοπίσεις λόγω της παρουσίας πρεσβευτών ουδέτερων χωρών. Οι προσπάθειες για τη διάσωση των χριστιανικών λαών του μεγάλου ανθρωπιστή πρέσβη της Αμερικής Χ, Μοργκεντάου αποτυγχάνουν. Αργότερα ο ίδιος πρέσβης ονομάζει την γενοκτονία των Αρμενιών ως «τον θάνατο ενός Έθνους». Η επίθεση του αγγλογαλλικού στόλου τον Μάρτιο του 1915 στα στενά των Δαρδανελίων αποτυγχάνει, όμως τα οθωμανικά στρατεύματα σε όλη τη διάρκεια του 1915 και του 1916 υφίστανται ήττες στον Καύκασο και στις αραβικές ερήμους.
Η τραγική κατάσταση των λαών της αυτοκρατορίας, λόγω των σφαγών και εκτοπισμών των χριστιανικών πληθυσμών αλλά και του πολέμου, φθάνει σε τρομακτικό επίπεδο. Το σχέδιο εξόντωσης των χριστιανικών λαών εφαρμόζεται από την παραστρατιωτική οργάνωση «Τεσκιλάτι Mαχσouσά-Teskilati Mahsusa» που διοικείται από τους Μπεντρετίν Σακίρ, Μεχμέτ Ναζίμ και Εσρέφ Κουστσούμπαση. Τα εκτελεστικά όργανα της Τεσκιλάτι Mαχσους είναι τα εγκληματικά στοιχεία της Κοινωνίας που μαζεύονται από τις φυλακές βαρυποινιτών και στρατολογούνται για την εξόντωση γυναικόπαιδων, αφού οι χριστιανοί άντρες έχουν οδηγηθεί στα τρομερά Τάγματα Εργασίας γνωστά ως Αμελέ Ταμπουρλαρί.
Ο ρωσικός στρατός τον Απρίλιο του 1916 καταλαμβάνει την ανατολική παραλία του Πόντου συμπεριλαμβανομένης της Τραπεζούντας. 0 Μητροπολίτης Χρύσανθος, ως πρότυπο Ορθόδοξου ιεράρχη, οργανώνει την περίθαλψη όλων των πληθυσμών, μουσουλμάνων και χριστιανών, και εξασφαλίζει την ομαλότητα στην περιοχή του Ανατολικού Πόντου.
Όμως στον δυτικό Πόντο (Σαμσούντα και Μπάφρα) αρχίζουν από τον 0κτώβριο του 1916 τρομεροί εκτοπισμοί του ελληνικού στοιχείου σε μέγεθος ολοκληρωτικής γενοκτονίας οι οποίοι συνεχίζονται μέχρι το τέλος του πολέμου. Το οθωμανικό κράτος καταρρέει το φθινόπωρο του 1918 και οι τρεις δικτάτορες Ενβέρ, Ταλάτ και Τζεμάλ διαφεύγουν μυστικά αρχές Οκτωβρίου με γερμανικό υποβρύχιο, ενώ το οθωμανικό κράτος αναγκάζεται να υπογράψει την ανακωχή του Μούδρου της 30 Οκτωβρίου 1918. Παρά τη διαφυγή των τριών δικτατόρων στο εξωτερικό, οι μηχανισμοί του Ιττιχάτι Τερρακί παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άθικτοι και το κόμμα αλλάζοντας ονομασία συνεχίζει τη δράση του στο οθωμανικό κοινοβούλιο. Η νέα κυβέρνηση που ορίζει ο Σουλτάνος Βαχντεντίν προσπαθεί να προσαγάγει στη δικαιοσύνη τους εγκληματίες κατά των Αρμενίων και Ελλήνων, αλλά η προσπάθεια αυτή σταματάει ουσιαστικά προς τα τέλη του 1919 με την έναρξη του εθνικιστικού κινήματος με πρωτεύουσα την Αγκυρα, στην οποία σπεύδουν όλα τα μέλη του Κόμματος της Ένωσης και Προόδου. Η προσπάθεια των Βρετανών να οργανώσουν δίκη των υπαιτίων της εξόντωσης των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας οδηγείται σε αποτυχία λόγω της επικράτησης των οικονομικών συμφερόντων της Γαλλίας, Ιταλίας, Η.Π.Α. αλλά και της ίδιας της Βρετανίας, που δεν θέλει να μείνει εκτός του μοιράσματος σφαιρών οικονομικού επηρεασμού.
Τα πολλαπλά διαδοχικά σφάλματα που υποπίπτουν οι κυβερνήσεις τόσο του Βενιζέλου όσο και της βασιλικής παράταξης στη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας, η ανοικτή υποστήριξη της νέας Σοβιετικής 'Ενωσης αλλά και της Ιταλίας και της Γαλλίας οδηγεί στην ήττα του ελληνικού στρατού και την ολοκληρωτική εξόντωση του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας και του Πόντου, που αποτελεί την ολοκλήρωση του σχεδίου εξόντωσης των χριστιανικών λαών. Το μεγαλύτερο κόστος πληρώνει ο Ποντιακός Ελληνισμός που εκτοπίζεται μαζικά στη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού Πολέμου και οδηγείται σε ολοκληρωτικό αφανισμό. 0 συνολικός αριθμός των θυμάτων των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας υπερβαίνει τα 3 εκατομμύρια για την περίοδο 1913-1922. Η ατιμωρησία που επισημοποιήθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάνης, όπως επισήμανε ο Τσώρτσιλ από το 1928, αποτέλεσε κύρια αιτία που ο Χίτλερ κατέστρωσε με βάση την ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ευρώπης. Όταν άρχιζε η επιχείρηση εθνοκάθαρσης των Εβραίων της Πολωνίας το 1939, στις επιφυλάξεις των στρατηγών της Βέρμαχτ ο Χίτλερ απάντησε κατά την κορύφωση του ολοκαυτώματος των Εβραίων της Ευρώπης: «ποιος θυμάται σήμερα τους Αρμένιους;».
Συμπερασματικά η 100ή επέτειος της επικράτησης του Κομιτάτου Ένωσης και Προόδου – Ιττιχάτι Τερακκί αποτελεί την πλέον μελανή επέτειο όχι μόνο για τους λαούς της περιοχής μας αλλά και για όλη την ανθρωπότητα. Το ότι οι νοοτροπίες και οι πολιτικές αντιλήψεις που εισήγαγαν οι οπαδοί του Κομιτάτου ακόμα και σήμερα αποτελούν σοβαρή απειλή για την ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να προβληματίσει όλους τους φιλειρηνικούς ανθρώπους και τη διεθνή κοινότητα.
Πηγή: (Ο Πολίτης των Κωνσταντινουπολιτών - Αύγουστος 2008), Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας
Πηγή: Ακτίνες
Ένας νέος από αρχοντική οικογένεια αφήνει τα εγκόσμια και πηγαίνει στο μοναστήρι. Αυτό βέβαια δεν είναι συνηθισμένο και φυσικό, όχι μόνο σήμερα, αλλά και σε κάθε καιρό. Το φυσικό και συνηθισμένο είναι μια καλή κοινωνική αποκατάσταση, να ακολουθήσει το παιδί το έργο του πατέρα και να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση. Αλλ’ όμως βρίσκονται νέοι, κι ας διαμαρτύρονται κι ας αντιδρούν οι γονείς τους, που βγαίνουν από τη συνήθεια και ξεπερνάνε τα ανθρώπινα μέτρα. Είναι, καθώς λέγει ο Ιησούς Χριστός, «οι δυνάμενοι χωρείν». Ποτέ βέβαια με τη δική τους μόνο θέληση και δύναμη, αλλά πάντα οπλισμένοι και δυνατοί με τη θεία χάρη.
Η ομιλία έγινε στις 03.12.2017, στο πνευματικό κέντρο του Αγίου Παντελεήμονα Γλυφάδας στα πλαίσια κύκλου ομιλιών με θεματική : Τα αντίχριστα νομοθετήματα και ο λόγος της Εκκλησίας. Συμμετέχουν :Πρωτ. π. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΚΑΡΠΑΘΙΟΥ, Θεολόγος-ψυχίατρος ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΡΟΥΝΤΑΣ , Δικηγόρος ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΚΑΡΠΑΘΙΟΥ, Θεολόγος
Ι. ΘΩΡΗΚΤΟ «Γ. ΑΒΕΡΩΦ»
ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΠΟΥ ΕΝΩΝΕΙ ΠΝΟΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΤΕΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ*
τῆς κ. Πολυξένης Χούση, διευθύντριας Σύνταξης τοῦ περιοδικοῦ «Ναυτική Ἑλλάς» Θωρηκτό «Γ. ΑΒΕΡΩΦ», Θεσσαλονίκη, Ὀκτώβριος 2017.
Τά εἶδα, τά βίωσα. Εἰσέπραξα τόν παλμό τοῦ πλήθους καί τό πάθος τῶν Ἑλλήνων πού ἤθελαν νά ἀγκαλιάσουν τήν Ἑλλάδα, νά ζεσταθοῦν μέ τήν αὔρα της, νά κρατηθοῦν ἀπό τίς ἀντοχές της.
Τό Ἀβέρωφ παίρνει σάρκα καί ὀστᾶ Ἑλλάδας, μιά μορφή φυλαχτοῦ καί ὀνείρου, μιά πνοή ἀλύτρωτης ἐλπίδας καί ὑπερηφάνειας.
Δεκάδες χιλιάδες εἶναι οἱ Βορειοελλαδίτες πού περιμένουν νά πισωπλατήσουν τόν φόβο ἀπ τούς καιρούς ἀνεβαίνοντας στό θωρηκτό τῆς νίκης, νά στερεώσουν τό θάρρος τους πατώντας στό κατάστρωμά του, νά ἀναγεννηθοῦν ἐνθυλακώνοντας τήν ἱστορία του.
Κυριακή 21 Ὀκτωβρίου 2017. Δέκα ἡμέρες ἀφ ὅτου ἄνοιξε τό ἐπισκεπτήριο στό Ἀβέρωφ. Ἡ ὥρα εἶναι ὀκτώ καί μισή τό πρωΐ, τό ἐπισκεπτήριο ἀρχίζει στίς ἐννέα καί ὁ ἀριθμός τῶν ἀνθρώπων πού περιμένουν ν ἀνέβουν στό πλοῖο ἀγγίζει τούς ἐννιακόσιους. Συνολικά 4.440 ἄνθρωποι καταφέρνουν νά ἐπιβιβασθοῦν τήν ἡμέρα αὐτή, χωρίς ὡστόσο νά καταστεῖ δυνατή ἡ ἐπιβίβαση γιά ὅλους ὅσοι περιμένουν. Ἕνα μήνα τώρα παραμονῆς τοῦ Ἀβέρωφ στή Θεσσαλονίκη καί οἱ ἐπισκέπτες ἄγγιξαν τόν ἀριθμό τῶν 80.000, ὅταν στό Φάληρο, μόνιμο χῶρο ἐλλιμενισμοῦ τοῦ πλοίου, ἐτησίως ὁ ἀριθμός αὐτός φθάνει τίς 60.000.
Κάθε ἡμέρα περισσεύει ἡ λαχτάρα καί ἡ ζέση τῶν ἀνθρώπων νά «ταξιδέψουν» μέ τό Ἀβέρωφ. Κάθε ἡμέρα καί ὁ λαϊκός ξεσηκωτικός παλμός δυναμώνει.
Τά βλέμματα ὑγραίνονται ἀπό χαρά καί συγκίνηση. Μιά περιρρέουσα ἄνοιξη ἐθνικοκοινωνικῆς ὁμοψυχίας καί ἠθικῆς ἀνάτασης σκορπᾶ ἐνθουσιασμό.
Ἐπί τοῦ πλοίου
Ἡ ὑπερήλικη γυναίκα πού μόλις πατάει τό κατάστρωμα τοῦ Ἀβέρωφ γονατίζει καί τό φιλᾶ, ὁ ἀπόμαχος ἡλικιωμένος πού τρέχει στό κοντάρι τῆς σημαίας καί ἀγκαλιάζοντάς το ξεσπάει σέ λυγμούς, ὁ ταξίαρχος τοῦ στρατοῦ Ξηρᾶς, ἔνστολος, πού μέ σκυμμένο τό κεφάλι καί κατεβαίνοντας τήν κλίμακα τοῦ πλοίου κάνει τόν σταυρό του, ὅπως καί ἄλλοι πού ἀποχωρώντας σταυροκοπιοῦνται, οἱ ὁμάδες ἀπό μαθητές πού τραγουδᾶνε τό «Μακεδονία ἡ ξακουστή», ἡ ὁμάδα ἀπό νέους τῆς Κρήτης πού ἐπιδίδεται σέ ἕναν πολεμικό χορό στόν προβλήτα τοῦ πλοίου, ὁ ὀγδοντάχρονος πού προσφέρει κλαίγοντας μία χρυσή λίρα τοῦ 1900 γιά τήν ἐπισκευή τοῦ Ἀβέρωφ εἰς μνήμην τοῦ πατέρα του, ὁ ὁποῖος ὑπηρέτησε ναύτης σέ αὐτό, ὁ ἀνάπηρος στό καροτσάκι πού μέ τή βοήθεια ἀνδρῶν τοῦ πληρώματος ἀνεβαίνει στό καράβι καί δέν μπορεῖ νά συγκρατήσει τά δάκρυά του, ἡ γυναίκα μέ τό λευκό μπαστουνάκι (τυφλή) πού ἔχει κατέβει στό δεύτερο ὑπόστρωμα τοῦ πλοίου καί ρωτᾶ τόν ξεναγό-ναύτη ἄν μπορεῖ νά ἀγγίξει κάποιο ἀντικείμενο πού ἐκεῖνος περιγράφει γιά νά κατανοήσει τήν περιγραφή του, τό 5χρονο ἀγοράκι πού ρωτᾶ τόν πατέρα του «ἄν αὐτό τό πλοῖο πολέμησε» καί τοῦ ζητᾶ νά τό σηκώσει στά χέρια γιά νά ἀγγίξει τό πυροβόλο τοῦ Ἀβέρωφ, ὁ καθηγητής καί κοσμήτορας τῆς Σχολῆς Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Α.Π.Θ. κ. Ξενοφῶν Σαχίνης πού δέν μπορεῖ νά κρύψει τά δάκρυά του, τή στιγμή κατά τήν ὁποία προσφέρει στόν Κυβερνήτη τοῦ πλοίου ἀρχιπλοίαρχο Σ. Χαραλαμπόπουλο ΠΝ, ἕναν ξυλόγλυπτο πίνακα μέ τό Ἀβέρωφ, πού ὁ ἴδιος φιλοτέχνησε μέ τήν ἔλευση τοῦ πλοίου στή Θεσσαλονίκη, ὁ παραολυμπιονίκης Ἀντώνης Τσαπατάκης πού μέ τή δάδα τῆς λαμπαδηδρομίας τῶν χειμερινῶν Ὀλυμπιακῶν τοῦ 2018, «πυρσώνει» τό πυροβόλο τοῦ Ἀβέρωφ, ἀκουμπώντας αὐτή στήν κάνη του, εἶναι μερικές ἀπό τίς εἰκόνες, πού διαπερνοῦν τίς αἰσθήσεις καί προκαλοῦν τήν ψυχή ν ἀναρριγήσει.
Πιό ἐκεῖ, ἕνας ἀνθυποπλοίαρχος τοῦ Ἐμπορικοῦ Ναυτικοῦ, πού ἦρθε ἀπό τή Λῆμνο, ὅπου ὑπηρετεῖ τή θητεία του στό Πολεμικό Ναυτικό, ἀποκλειστικά γιά νά δεῖ τό Ἀβέρωφ, ἀναζητᾶ τόν Κυβερνήτη.
Τόν βρίσκει: «Κύριε Κυβερνήτα, θέλω νά ἐπιβαίνω στό πλοῖο κατά τήν ἐπιστροφή του στό Φάληρο. Θέλω πολύ ἐπίσης νά μείνω μόνιμος στό Πολεμικό Ναυτικό, ἀλλά ἀποκλείομαι, μόλις γιά ἕξι μῆνες, λόγῳ ὁρίου ἡλικίας. Ἄν γινόταν κάτι κύριε Κυβερνήτα... Ἀφήνω τίς 4.000 εὐρώ πού παίρνω στά καράβια, γιά νά ὑπηρετήσω τή Σημαία μας». Ὁ Κυβερνήτης τοῦ σφίγγει τό χέρι καί τόν ἀγκαλιάζει.
Στιγμές καί σκηνές μιᾶς ὡραίας Ἑλλάδας, μιᾶς ζεστῆς κοινωνίας, ὅπου ἕνα κράμα ἀξιῶν καί ἰδανικῶν, χαλυβδώνει τόν ἄνθρωπο νά ἀντιστέκεται στήν εὐτέλεια καί στό γκρέμισμα τῶν κοινωνικῶν ἰσορροπιῶν.
Λυτρωτικό κράτημα
Ἡ παρουσία τοῦ Ἀβέρωφ στή Θεσσαλονίκη μοιάζει νά κινητοποίησε ἠθικά ἀνακλαστικά τῆς κοινωνίας, γνωρίζοντας στούς νεώτερους καί ἐνισχύοντας στούς παλαιότερους τήν Ἐθνική αὐτογνωσία. Ποιοί εἴμαστε ὡς λαός καί κοινωνία, ποῦ εἴμαστε καί ποῦ θέλουμε νά πᾶμε; Μέσα ἀπό τήν ἀφύπνιση τῆς Ἐθνικῆς συνείδησης πού προκαλεῖ τό ζωντανό αὐτό κειμήλιο, ἔμφορτο δόξας καί ἀξιοσύνης, ξεπροβάλλει τό χρέος ὡς δρομολογημένη πορεία, ἡ πίστη στήν ἐλευθερία ὡς ὑπέρτατο ἀγαθό, ἡ πίστη στόν Θεό ὡς ἀντιρρόπηση στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἡ διαφύλαξη μιᾶς ἀδούλωτης πατρίδας ὡς καταφύγιο καί καταφυγή τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν, συστατικά, πού ὁριοθετοῦν ἤ καί συγκροτοῦν κατά τό πλεῖστον ὑπαρξιακή θέση μέ προσανατολισμό καί στόχευση, μέ ἀσφάλεια καί δύναμη, ἐπιτρέποντας τήν ἐλπίδα καί τό ὄνειρο.
Ἔτσι λοιπόν, τό Ἀβέρωφ λειτουργεῖ ὡς λυτρωτικό κράτημα σέ μιά κοινωνία, πού ἀναζητᾶ ἀπεγνωσμένα τήν αἰσιοδοξία, τή σιγουριά καί τή δύναμή της.
«Πᾶμε Ἀβέρωφ»
Κοινωνικό φαινόμενο πού ἀνατρέπει τήν «κανονικότητα τοῦ γκρίζου» τῶν καιρῶν μας, θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ αὐτή ἡ λαϊκή λαχτάρα γιά τό Ἀβέρωφ στή Θεσσαλονίκη. Ἀκόμη καί τό βράδυ, ὅταν τά κιγκλιδώματα φράζουν τήν εἴσοδο τοῦ πλοίου, ὁ κόσμος καί εἰδικά ὁ νεαρόκοσμος μέ τό σύνθημα «Πᾶμε Ἀβέρωφ» συγκεντρώνεται γύρω ἀπό αὐτά, καί παραμένει γιά ὧρες σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τό πλοῖο, ὡς νά δηλώνει τό «παρών» του σέ μιά «εὐλαβική περιφρούρησή» του.
Τί εἰκόνες ἐθνικῆς ὡραιότητας, τί ἀναγεννητικά συναισθήματα ὁμοψυχίας καί κοινωνικῆς συνοδοιπορίας!
Τό Πολεμικό Ναυτικό κατορθώνει, μέ ἕνα πλοῖο-σύμβολο 106 ἐτῶν, νά ἐμφυσήσει ἐλευθερία καί ὀμορφιά, ἀπελευθερώνοντας καταπιεσμένες συνειδήσεις ἀπό τούς ἄπνοους κοινωνικά καί ἀφυδατωμένους ἐθνικά καιρούς μας, σέ μιά νικηφόρα ἀντιπαράθεση μέ τίς ὅποιες μηδενιστικές ἀντιλήψεις. Τό «μέγα τό τῆς θαλάσσης κράτος» ὑπογράφει τό εὔστοχο καί ἐπιτυχές αὐτό ἐγχείρημα, τῆς παρουσίας τοῦ θωρηκτοῦ Ἀβέρωφ, μετά ἀπό 72 χρόνια στή Θεσσαλονίκη, ἐπιτυγχάνοντας ἔτσι, στήν ἐμβέλεια τῆς τοπικῆς κοινωνίας καί ὄχι μόνο:
Ἡ ἱστορία νά εἶναι παρούσα, τό Ἔθνος σέ ἀφύπνιση, ἡ κοινωνία σέ ἀνάταση καί ὅλα αὐτά στοιχισμένα πίσω καί γύρω ἀπό ἕνα πλοῖο. Τό θωρηκτό «ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ». Τό πλοῖο πού ἑνώνει πνοές καί συνθέτει δυνάμεις. Εἴθε ἀδιασάλευτα ἡ πορεία του νά κρατᾶ ἀρραγή τήν κοινωνική καί ἐθνική ἑνότητα, καί νά ὁρίζει ἐσαεί τή ρότα μιᾶς ἀναγεννητικῆς ὁρμῆς!
ΙΙ.
«ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΚΑΝΟΥΜΕ ΘΑΥΜΑΤΑ»
Ἀπόσπασμα συνεντεύξεως τοῦ Κυβερνήτη τοῦ «Γ. Ἀβέρωφ» Ἀρχιπλοιάρχου Π.Ν. κ. Σ. Χαραλαμπόπουλου
Ἄριστος ἐκφραστής τοῦ πνεύματος τοῦ «Γ. Ἀβέρωφ», τοῦ πλοίου-θρύλος, ὁ κυβερνήτης του κ. Σωτήριος Χαραλαμπόπουλος, Ἀρχιπλοίαρχος ΠΝ (τό ἀντίστοιχο τοῦ Ταξιάρχου στόν Στρατό Ξηρᾶς).
Νά τί λέγει σέ συνέντευξή του στήν κ. Ντέπυ Χιωτοπούλου στήν ἐφημ. Ἔθνος (Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017):
«Κατά τήν ἐπίσκεψή σας στό θωρηκτό θά διαπιστώσετε τή δυνατή συνύπαρξη τοῦ θρησκευτικοῦ στοιχείου μέ τό ἡρωϊκό. Αὐτό πού βλέπει πρῶτα κανείς στό πλοῖο εἶναι τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὅπου οἱ Ἰταλοί τό εἶχαν πυριτοθήκη. Ἐμεῖς τό κάναμε ἐκκλησάκι καί πάντοτε ὑπηρετοῦσε στρατιωτικός ἱερέας, ὁ ὁποῖος εἶχε συμβολικό καί ἰδιαίτερο ρόλο. Εκτός ἀπό τή Λειτουργία, ἐμψύχωνε τό πλήρωμα, στά μηχανοστάσια καί σέ ἄλλους χώρους, μέ θερμοκρασίες πάνω ἀπό 50-55 βαθμούς στό λεβητοστάσιο. Καί ὅταν τό πλοῖο ἔπιανε σέ κάποιο λιμάνι, μάζευε τούς ναῦτες, πού οἱ περισσότεροι ἦταν ἀγράμματοι, καί τούς μάθαινε ἀνάγνωση καί γραφή».
Ὑπάρχουν πολλά θρησκευτικά ἀντικείμενα, ὅπως ὁ κουβάς μέ τό θαῦμα καί τήν ἀποτύπωση τοῦ Ἁγίου Νικολάου, καθώς καί ὁ σταυρός πού φτιάχτηκε ἀπό τούς μηχανικούς τοῦ πλοίου τή Μεγάλη Πέμπτη τοῦ 1941. «Τό πλοῖο βαδίζει ἔχοντας τό θρησκευτικό παράλληλα μέ τό ἡρωϊκό. Τό πλοῖο εἶναι ζωντανό καί τά μηνύματα πού μεταφέρει εἶναι ὅτι μέ τήν ἀγάπη στήν πατρίδα καί τήν πίστη στόν Θεό κάνουμε θαύματα. Οἱ ἄνθρωποι πού ἦταν μέσα ἦταν ἥρωες, ἀγαποῦσαν τήν πατρίδα τους, πίστευαν καί στόν Θεό» ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ κ. Χαραλαμπόπουλος.
ΙΙΙ.
«ΕΔΩ ΠΟΥ ΑΚΟΥΜΠΑΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΒΛΗΜΑ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΣΕΙ»
(Ναύαχος Παῦλος Κουντουριώτης)
Ρεπορτάζ γιά τό πλοῖο-θρύλος ἔχει καί τό περιοδικό Metrosport. Στό History Metropoplus τῆς 14 Νοεμβρίου 2017, σ. 23, διαβάζουμε:
Εἶναι καθοριστικές, ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, οἱ Ναυμαχίες τῆς Ἕλλης καί τῆς Λήμνου. Εἶναι οἱ ναυμαχίες πού κερδίζει ἡ Ἑλλάδα στούς Βαλκανικούς Πολέμους, μέ μπροστάρη τό «Ἀβέρωφ» καί οὐσιαστικά διέλυσαν τίς προσδοκίες τοῦ Σουλτάνου γιά τόν ἔλεγχο τοῦ Αἰγαίου.
Ἡ ναυμαχία τῆς Ἕλλης (3 Δεκεμβρίου τοῦ 1912) πραγματοποιήθηκε στήν ἔξοδο τῶν στενῶν τῶν Δαρδανελλίων (τοῦ Ἑλλησπόντου) καί ἔληξε μέ τήν νίκη τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου καί τόν ἐγκλεισμό τοῦ ὀθωμανικοῦ ἐντός τῶν στενῶν. Λίγες μέρες μετά, στήν Ναυμαχία τῆς Λήμνου (18 Ἰανουαρίου τοῦ 1913) ἡ νέα νίκη τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ, ἔκλεισε πάλι τόν τουρκικό στόλο στά στενά. Εἶναι συγκλονιστικός ὁ τρόπος τῆς περιγραφῆς ἀπό τόν κ. Χαραλαμπόπουλο:
«Εἶναι 3 Δεκεμβρίου τοῦ 1912 καί τό καράβι, ἐπικεφαλῆς τοῦ ̔Ελληνικοῦ Στόλου, κινεῖται ἐναντίον τοῦ τουρκικοῦ, πού βγαίνει ἀπό τά Δαρδανέλλια.
Ὁ Ναύαρχος ἀντί νά εἶναι στά διαμερίσματά του, ἀπρόσιτος καί μακριά ἀπό τό πλήρωμα, φωνάζει τόν Ἀρχιμανδρίτη, τόν Δάφνο, νά τοῦ φέρει ἕναν ξύλινο σταυρό ἀπό τήν Ἐκκλησία. Παίρνει τόν ξύλινο σταυρό καί ἀρχίζει νά περνάει ἀπό ὅλες τίς θέσεις. Ἀπό λεβητοστάσια, μηχανοστάσια, πυροβόλα καί κοιτάζει στά μάτια ἕναν-ἕναν ὅλο τό πλήρωμα.
Εἶχε ψυχική ἐπαφή μέ τόν καθένα τοῦ πληρώματος. Ἤθελε νά μιλάει στίς ψυχές τους καί τούς δείχνει ὅτι ὁ σταυρός αὐτός θά τούς δώσει τή νίκη. Μετά, μέ τόν σταυρό, πηγαίνει στήν κόντρα-γέφυρα, στήν ἀκάλυπτη γέφυρα. Δέν μπῆκε ποτέ νά προστατευτεῖ στή θωρακισμένη γέφυρα, πού προβλέπεται στή Ναυμαχία.»
Ἦταν ἀκάλυπτος. Ἀκουμπάει τόν σταυρό καί λέει: "Ἐδῶ πού ἀκουμπάει ὁ σταυρός, τούρκικο βλῆμα δέν θά πέσει". Ὅπως καί δέν ἔπεσε. Καί μετά φόρεσε τόν σταυρό στόν λαιμό. Οἱ Τοῦρκοι ἔριξαν 1800 βλήματα ἐναντίον τοῦ πλοίου καί πάνω ἔπεσαν μόνο 20, κάνοντας ἀμυχές. Τίποτα δέν ἔπαθε τό καράβι. Καί ἕναν μήνα μετά, στή Ναυμαχία τῆς Λήμνου, ὁ Ναύαρχος ἦταν μέ τόν σταυρό στό ἕνα χέρι καί τά κυάλια στό ἄλλο. Σέ ἕναν μήνα −παγκόσμια μοναδικότητα εἶναι αὐτό− ἕνα πλοῖο τά βάζει μέ ἕναν στόλο, δύο φορές, καί τόν βγάζει ἐκτός μάχης γιά πάνω ἀπό 12 μῆνες. Καί γιά 60 χρόνια δέν ξανατόλμησε ὁ τουρκικός στόλος νά βγεῖ στό Αἰγαῖο. Ἀπό τόν Ἰανουάριο τοῦ 1913, μέ τή Ναυμαχία τῆς Λήμνου πού ἔπαθε τό καθοριστικό χτύπημα, ξαναβγῆκε τή δεκαετία τοῦ 70. Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό. Κλείνει τόν τουρκικό στόλο μέσα στά στενά καί κάνει τό Αἰγαῖο ἑλληνική θάλασσα. Ὑπάρχουν 250.000 Τοῦρκοι στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας πού περιμένουν νά περάσουν μέ τά πλοῖα, γιά νά ἐνισχύσουν τούς Τούρκους σέ Μακεδονία καί Θράκη. Αὐτοί δέν μεταφέρθηκαν ποτέ.
Γι αὐτό καί κερδίσαμε τούς Βαλκανικούς Πολέμους. Οὐσιαστικά διπλασιάστηκε ἡ Ἑλλάδα. Ἀκόμη καί ἀργότερα, στή Μικρασιατική Καταστροφή, οὐδέποτε βγῆκε ὁ τουρκικός στόλος στό Αἰγαῖο. Ἔτσι, ἀκόμη καί τότε, σέ δύσκολες καταστάσεις, μπόρεσε καί ὁ στρατός μας καί οἱ πρόσφυγες νά μεταφερθοῦν στήν Ἑλλάδα. Καί ὁ στρατός μας, ὅταν ὑποχώρησε, δέν ἔφτασε στά παράλια ἀτάκτως. Τά πλοῖα μας, τό Ναυτικό μας, κράτησαν στά ὑψώματα τούς Τούρκους καί τά στρατεύματα ἦρθαν πίσω τακτικά. Τό «Ἀβέρωφ» τότε ἦταν στό Ἀϊβαλί. Καί μετά, γιά τή συνθήκη τῆς Λωζάνης, ὁ Βενιζέλος εἶχε ἕνα ἰσχυρό χαρτί στά χέρια του. Τό Πολεμικό Ναυτικό εἶχε τόν ἔλεγχο τοῦ Αἰγαίου καί δέν φτάσανε τά σύνορά μας στή Βοιωτία ἀλλά χάσαμε τά λιγότερα δυνατά. Λόγῳ τοῦ ἰσχυροῦ στόλου μας.»
Συζητᾶμε γιά τήν εὐχή καί τό κατευόδιο ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Στήν κουβέντα ὁ Κυβερνήτης βάζει πάνω ἀπό ὅλα τόν προστάτη, Ἅγιο Νικόλαο.
«Εἶναι τό καράβι μας, εἶναι ἡ ναυαρχίδα μας, εἶναι ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Ὅταν ἀγοράστηκε ἀπό τούς Ἰταλούς, τό 1/3 τό ἔδωσε ὁ Ἀβέρωφ. Ἀπό τά 24 ἑκ. δραχμές, τά 8 ἦταν ἀπό τή διαθήκη του. Γιά τά ὑπόλοιπα ἔγινε ἔρανος ἀπό Ἕλληνες καί ἐντός συνόρων καί τοῦ ἐξωτερικοῦ. Εἶχε τήν εὐχή καί τό κατευόδιον ὅλου τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Γι αὐτό ἔκανε αὐτά πού ἔκανε. Δέν ἔπαθε τίποτα σέ καμία ναυμαχία. Εἶχε ἐλάχιστους νεκρούς. Εἶχε 2 νεκρούς καί 10 τραυματίες σέ ὅλη του τήν πορεία, ἀπό τό 1911 μέχρι τά 1952».
Κάποιος προστάτευε αὐτό τό πλοῖο...
«Μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, τάς εὐχάς τοῦ Βασιλέως καί ἐν ὀνόματι τοῦ δικαίου, πλέω μεθ ὁρμῆς ἀκαθέκτου καί μέ τήν πεποίθησιν τῆς νίκης, πρός συνάντησιν τοῦ ἐχθροῦ τοῦ γένους». Ναύαρχος Παῦλος Κουντουριώτης, Ἀρχηγός Στόλου «Σῆμα», ὀλίγον πρό τῆς νικηφόρου γιά τά ἑλληνικά ὅπλα Ναυμαχίας τῆς Ἕλλης (3 Δεκεμβρίου 1912)
* Ἀπό τό περιοδικό «Ναυτική Ἑλλάς», τ. 1009 (Νοέμβριος 2017), σσ. 6-7.
Πηγή: Περιοδικό «Παρακαταθήκη»
Τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων που ασχολήθηκαν με το θέμα είναι η κύρια πηγή πληροφόρησης, όπως και οι εκκλησιαστικές ιστορίες. Το πλήθος των γνωστικών σεκτών θα μπορούσε να μπερδέψει τον κάθε μελετητή, κυρίως εξαιτίας των ομοιοτήτων μεταξύ τους, στην διδασκαλία και στη μορφή. Με την βοήθεια των αντιαιρετικών έργων, είναι δυνατή η καταμέτρηση των σεκτών αυτών, ο εντοπισμός τους, η μελέτη της διδασκαλίας τους, η κατανόηση των επιδράσεων, τις οποίες δέχτηκαν. Ανάλογα με τις επιδράσεις αυτές, έχει επικρατήσει μια κατηγοριοποίηση των σεκτών. Θα την ακολουθήσουμε κι εμείς χάριν ευκολίας στην κατανομή της ύλης.
Συνεπώς, εξετάζοντας τα στοιχεία που δέχτηκαν από τις θρησκείες της ανατολικής Μεσογείου και τον ελληνισμό, οι γνωστικές σέκτες χωρίζονται σε:
1) Αρχαϊκά συστήματα
2) Ιουδαΐζοντα συστήματα
3) Αντινομιστές
4) Τριαρχικά ανθρωποθεογονικά
5) Βαλεντινιστές
6) Δυαρχικά συστήματα:
α) Μαρκιωνισμός
β) Μανιχαϊσμός
Οι πρώτοι γνωστικοί εμφανίστηκαν ήδη από την αποστολική εποχή. Αυτοί πρώτοι προσπάθησαν να προσκολληθούν στις νεότευκτες χριστιανικές εκκλησίες. Παρέλαβαν την διδασκαλία των αποστόλων και προσπάθησαν να την αλλοιώσουν, εισάγοντας στοιχεία ξένα. Ο σκοπός τους ήταν εμφανής, καθώς δεν εργάζονταν προς δόξαν Θεού, αλλά για το ίδιον όφελος. Πρώτοι, οι απόστολοι επεσήμαναν τον κίνδυνο που προέρχονταν από αυτούς τους ανθρώπους, και ενημέρωσαν την εκκλησία και τους πιστούς.
4.1.1 Σίμων ο Μάγος
Από αυτόν ξεκινούν οι εκκλησιαστικοί αιρεσιολόγοι, διότι τον θεωρούν ρίζα των γνωστικών αιρέσεων. Καταγόταν από την Γίτθα[1] της Σαμάρειας. Αναφέρεται ήδη στις Πράξεις των Αποστόλων. Αμέσως έγινε εμφανής η υστεροβουλία[2] και η αλαζονεία[3] του. Ήδη είχε αρκετό χρόνο δράσης στην Σαμάρεια, όταν έφτασε εκεί το ευαγγελικό κήρυγμα. Κίβδηλος ο ίδιος, αμέσως αναγνώρισε την γνησιότητα της δύναμης των αποστόλων, και εντυπωσιάστηκε από την αποδοχή του μηνύματος της Αναστάσεως. Οι οπαδοί του τον αποκαλούσαν «δύναμη του Θεού μεγάλη[4]». Ο Ιερώνυμος[5] αναφέρει, ότι αυτοαποκαλούνταν «Λόγος του Θεού», Sermo Dei, Παράκλητος.
Από τον Άγιο Ιουστίνο αναφέρεται τρεις φορές[6]. Από την μαρτυρία του φαίνεται ότι ο Σίμων έδρασε και στην Ρώμη, αν και η πληροφορία για τον ανδριάντα φαίνεται παραπλανητική. Δεν αποκλείεται, όμως, ο Σίμων να χρησιμοποίησε ως εφαλτήριο για την διάδοση του δικού του κηρύγματος την ομοιότητα του ονόματος του με αυτού στην επιγραφή. Ο αμοραλισμός του δείχνει ότι δεν θα είχε ενδοιασμούς να το κάνει, αρκεί να υπήρχαν εύπιστοι.
Περιέφερε μαζί του και μια πόρνη, την οποία περιμάζεψε από πορνείο της Τύρου[7]. Γι’ αυτήν έλεγε ότι είναι η «Επίνοια», ότι πρώτα κατοίκησε στο σώμα της Ελένης της Ιλιάδας, και στην συνέχεια μετενσαρκώθηκε διαδοχικά από τους αγγέλους και τις εξουσίες του κάτω κόσμου, ώσπου έφτασε να κατοικεί στο σώμα της ακολούθου του[8].
4.1.1α Διδασκαλία
Στον Σίμωνα αποδίδεται ένα έργο το Απόφασις Μεγάλη[9]. Δεν είναι σίγουρο αν είχε γραφεί από τον ίδιο ή τους μαθητές του, αλλά είναι αποδεκτό ότι είχε υποστεί μεταγενέστερη επεξεργασία. Ο Σίμων ξεκίνησε την διδασκαλία του από το «ὅτι ὁ Θεός πῦρ φλέγον ἐστί καί καταναλίσκον[10]», δεν δέχονταν με ορθό τρόπο αυτό που ειπώθηκε από τον Μωυσή, αλλά το μπέρδευε με την διδασκαλία του Ηράκλειτου[11], και δέχονταν ότι το πυρ είναι η αρχή των όλων. Αυτή την αρχή την ονομάζει Απέραντος Δύναμις, και την θεωρεί ρίζα τον όλον. Δεν δέχεται το πυρ απλό, αλλά ότι έχει διπλή φύση, την μία κρυφή και την άλλη φανερή[12]. Η πρώτη ήταν πηγή της δεύτερης[13]. Θεωρούσε επίσης ότι το πυρ είχε νόηση όπως ο Εμπεδοκλής[14].
Από το πυρ ξεπήδησαν έξι ρίζες σε τρεις συζυγίες: α) νους και επίνοια β) φωνή και όνομα γ) λογισμός και ενθύμηση. Σε αυτές ενυπάρχει όλη η Απέραντος Δύναμις, δυνάμει και όχι ενεργεία. Συνήθιζε ν’ αποκαλεί την Απέραντο Δυναμη «ὁ ἐστώς, ὁ στάς και ὁ στησόμενος», προφανώς κατ’ αντιγραφή του «ὁ ὧν, ὁ ἧν καί ὁ έρχόμενος».
Η πρώτη συζυγία χωρίζεται σε δύο παραφυάδες, τον ουρανό και την γη. Ο μεν ουρανός, είναι άρρεν, μένει άνω και προνοεί της συζύγου κάτω. Η δε σύζυγος λαμβάνει εκ του ουρανού καρπούς. Ο λόγος αποβλέπει σ’ αυτά που διαδραματίζονται μεταξύ ουρανού και γης και αναφωνεί «ἄκουε, ουρανέ, καί ἐνωτίζου, γη, ὅτι κύριος ἐλάλησεν˙ υἱούς ἐγέννησα καί ὕψωσα, αὐτοί δέ με ἠθέτησαν[15]», ισχυρίζεται εν συνεχεία, ότι αυτός που αναφωνεί έτσι είναι η έβδομη δύναμη, ο εστώς, ο στας και ο στησόμενος. Οι άλλες δύο συζυγίες είναι, η μεν φωνή και όνομα – ήλιος και σελήνη, ο δε λογισμός και ενθύμηση, αέρας και ύδωρ. Η έβδομη δύναμη προύπήρχε μέσα στην Απέραντο Δύναμη. Σε αυτήν αναφέρονταν ο Μωυσής όταν έγραψε «καί πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γέν. 1.2)
Γι’ αυτήν ο Σίμων Μάγος έλεγε «εἰκών ἐξ ἀφθάρτου μορφῆς, κοσμοῦσα μόνη πάντα[16]». Κατά την σιμωνανή ανθρωπολογία ο θεός έπλασε τον άνθρωπο διπλό «κατ’ εικόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν». Εικόνα είναι το πνεύμα το επιφερόμενο του ὐδατος, η έβδομη δύναμη. Αυτό το πνεύμα, αν εξεικονισθεί, μένει εις το διηνεκές, ειδάλλως καταστρέφεται με τον κόσμο.
Η δύναμη του πυρός, κατά την ανθρωπολογία του Σίμωνα, είναι η γενετήσια επιθυμία. Η δύναμη αυτή στον άνδρα μετατρέπεται σε σπέρμα, στην γυναίκα σε γάλα. Η μετατροπή γίνεται στον άνδρα, γέννηση, στην γυναίκα αύξηση. Συνεπώς η δύναμη αυτή είναι και γεννητική και αυξητική, πατήρ και μητηρ. Έτσι ερμηνεύει το «φλογίνη ῤομφαία ἡ στρεφομένη φυλάσσειν τήν ὁδόν τοῦ ξύλου τῆς ζωής» (Γεν. 3.24).
Για ν’ αποδώσει αλληγορική ερμηνεία στα χωρία της Παλαιάς Διαθήκης περί του παραδείσου, ακολουθούσε ανατομικό μοντέλο. Έτσι, ως παράδεισο εκλάμβανε την μήτρα. Για να το στηρίξει χρησιμοποιούσε το «ἐγώ εἰμι ὁ πλάσσων σε ἐν μήτρᾳ μητρός σου[17]».
Επίσης στο «ποταμός ἐκπορευόμενος ἐξ Ἐδέμ ποτίζειν τόν παράδεισον» (Γεν. 2.10), αντιστοιχούσε τον ομφάλιο λώρο. Ο ποταμός διαχωρίζεται σε τέσσερεις, και σ’αυτούς αντιστοιχίζει τέσσερεις αισθήσεις και τέσσερα βιβλία του Μωυσή.
«αὕτη γάρ, φησιν, ἐστίν ἡ Γένεσις ὅρασις, είς ἥν άφορίζεται ποταμοῦ σχίσις μία˙ ἐθεάθη γάρ ὁ κόσμος ἐν ὁράσει. ἐπιγραφή βιβλίου δευτέρου Ἔξοδος˙ ἔδει γάρ τό γεννηθέν, τήν Ἐρυθράν διοδεύσαν θάλασσαν, ἐλεθεῖν ἐπί τήν ἔρημον - Ἐρυθράν δέ λέγει, φασί, τό αἷμα -, καί γεύσασθαι πικρόν ὕδωρ. … Λευιτικόν ὁμοίως τό τρίτον βιβλίο, ὅπερ ἐστίν ἡ ὄσφρησις ἤ ἀναπνοή. … Ἀριθμοί τό τέταρτον τῶν βιβλίων˙ γεῦσιν λέγει, ὅπου λόγος ἐνεργεῖ… Δευτερονόμιον δἐ, φησίν, ἐστί προς τήν ἁφήν τοῦ πεπλασμένου παιδίου ἐπιγεγραμένον[18]».
Η σωτηριολογία του Σίμωνα ήταν αρκετά απλή. Κατ’ αρχήν θεοποίησε τον εαυτό του βάσει της παραπάνω διαδικασίας, δηλαδή, ενώ ήταν γεννητός και παθητός, είχε το εν δυνάμει και «εξεικονίσθη», οπότε εξομοιώθηκε με την έβδομη δύναμη. Στην συνέχεια ταύτισε την επίνοια με την Ελένη των αρχαίων ποιητών και την προσωποποίησε στην πόρνη που ερωτεύθηκε. Έτσι οι δυο τους έγιναν το πρώτο ζεύγος, ο νους και η επίνοια. Όπως έσωσε την Ελένη, υπόσχονταν να σώσει και τους οπαδούς του. Τί σήμαινε σωτηρία για τον Σίμωνα; Ο υλικός κόσμος, στην κοσμογονία του δημιουργήθηκε από τους αγγέλους και τις κάτω εξουσίες. Όπως αυτοί κακομεταχειρίστηκαν την Ελένη (εδώ ταυτίζει τους αγγέλους και τις κάτω εξουσίες με τους πορνοβοσκούς των χαμαιτυπείων της Τύρου), παρόμοια ασκούσαν κακή διαχείριση του κόσμου. Συνεπώς ως σωτηρία εννοούσε την λύτρωση από την τυραννία των αγγέλων[19]. Μετά την θεοποίησή του λατρεύονταν από τους οπαδούς του ως ο Δίας και η Ελένη ως η Αθηνά[20].
Το σύστημα του Σίμωνα στερούνταν ηθικής διδασκαλίας. Εφόσον η σωτηρία προέρχονταν από τον ίδιο και την Ελένη, οι ίδιοι μπορούσαν να θέσουν τους κανόνες για την απόκτησή της. Και δεν έθεσαν κανέναν. Έτσι, δύο τινα επιτεύχθηκαν. Πρώτον, οι οπαδοί τους μπορούσαν να ζήσουν έκλυτο βίο, όσο το επιθυμούσαν χωρίς αναστολές. Δεύτερον, με την υπόσχεση της σωτηρίας, η οποία εξαρτιόνταν, μόνο από τον ίδιο και την ερωμένη του, κρατούσαν υπό ομηρία όσους τους ακολουθούσαν.
4.1.1β Πρακτικές
Ο Ευσέβιος Καισαρείας αναφέρει μόνο την προσφορά θυσιών, σπονδών και θυμιάματος στους θεοποιηθέντες αρχηγούς της σέκτας ή στις εικόνες αυτών. Αρνείται για λόγους κοσμιότητας να περιγράψει τις τελετές των σιμωνιανών:
«Αι δε περισσότερον απόρρητοι πράξεις των, από τας οποίας λέγουν ότι ο δια πρώτην φοράν ακούων αυτάς θα εκπλαγή και συμφώνως προς εν γραπτόν λόγιόν των “θα θαμβωθή”, πράγματι είναι γεμάται θάμβος, παραφροσύνην και μανίαν˙ είναι τοιαύται, ώστε να μη είναι δυνατόν όχι μόνον να παραδοθούν δια της γραφής αλλά ούτε απλώς να προφερθούν δια των χειλέων από σώφρωνας άνδρας ακριβώς λόγω της υπερβολικής αισχρότητος και βρωμερότητος. Πράγματι ό,τι μιαρώτερον πάσης αισχράς πράξεως είναι δυνατόν να επινοηθή, αυτό έχει υπερακοντισθη από την μυσαρωτάτην αίρεσιν των ανθρώπων τούτων, οι οποίοι εμπαίζουν τας αθλίας και βεβαρυμένας με παντοειδή πράγματι κακά γυναίκας[21]».
Ο άγιος Ιππόλυτος είναι λίγο πιο αποκαλυπτικός. Αναφέρει ότι ασκούσαν μαγείες και μαγγανείες. Κατασκεύαζαν φίλτρα και έστελναν τους ονειροπομπούς δαίμονες σε όποιον ήθελαν. Κατά την προσκύνηση των εικόνων απαγορευόταν να ονομάζουν Σίμωνα και Ελένη, με τιμωρία τον εξοβελισμό από την σέκτα, σε περίπτωση παραπτώματος. Όφειλαν να τους αποκαλούν κύριο και κυρία[22].
Στα Κλημέντεια αναφέρεται, ότι η Ελένη καλούνταν Luna-Σελήνη[23]. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι πολύ πιθανό, εφόσον ο Σίμων-ήλιος και Ελένη-σελήνη, θα έπρεπε ν’ αντιστοιχηθεί στη δεύτερη συζυγία. Πάντως σε αυτές τις σέκτες δεν μπορεί να περιμένει κάποιος ακρίβεια στην λογική σειρά. Αν Ελένη ήθελε να είναι Luna, κανείς δεν θα μπορούσε να εγείρει ενστάσεις.
4.1.1γ Το τέλος του Σίμωνα – κρίσεις
Όταν πια η απάτη του ξεσκεπάστηκε στη Σαμάρεια, ο Σίμων κατέφυγε στη Ρώμη. Εκεί για κάποιο χρονικό διάστημα, κατάφερε να συνεχίσει τις γητείες του με επιτυχία. Εξακολουθούσε να ζητά από τους οπαδούς του να λατρεύεται ως θεός, όπως κατέγραψε ο άγιος Ιουστίνος. Στην Ρώμη κατέφθασε ο Απόστολος Πέτρος, για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Αναγκαστικά, κάποια στιγμή έπρεπε να έρθει αντιμέτωπος με τον Σίμωνα.
Η δράση του Σίμωνα στη Ρώμη και η συνάντηση με τον απόστολο Πέτρο, αναφέρονται στις πράξεις Πέτρου, σε λατινική μετάφραση. Χαρακτηριστική φράση από την διδασκαλία του Σίμωνα, σώζεται στην παράγραφο 23:
«Άνδρες Ρωμαίοι, γεννάται ο Θεός; Σταυρώνεται; Ο έχων Κύριον δεν είναι Θεός. Αφού δε είπε αυτά πολλοί δε φώναξαν˙ Καλώς λέγεις, Σίμων[24].»
Αυτό που διακρίνουμε στο παραπάνω απόσπασμα, είναι ο διαβρωτικός χαρακτήρας της δράσης του Σίμωνος. Στόχος του δεν ήταν οι ειδωλολάτρες της Ρώμης, αλλά οι Χριστιανοί. Αυτούς προσπαθούσε να αποσπάσει από την Εκκλησία, με τα τεχνάσματά του, γι’ αυτό και οι αντιαιρετικοί συγγραφείς ομιλούν περί αιρέσεως.
Έμπλεος αυθάδειας και αυτοπεποίθησης, τόλμησε να προκαλέσει τον απόστολο Πέτρο:
«Ἄνδρες Ῥωμαίοι, νῦν δοκεῖτε μου κατισχῦσαι τόν Πέτρον ὡς δυνατώτερον καί μᾶλλον αὐτῷ προσέχετε˙ ἠπάτησθε. Αὔριον γάρ ἐγώ καταλιπών ὑμᾶς ἀθεοτάτους καί ἀσεβεστάτους, ἀναπτήσομαι πρός τόν θεόν, οὗ ἡ δύναμις ἐγώ ἐιμι ἀσθενήσασα.»(§ 31)
Από το παραπάνω φαίνεται, ότι ο ερχομός του αποστόλου Πέτρου στη Ρώμη είχε ευεργετική επίδραση στην διάθεση των πιστών. Η Εκκλησία ανασυγκροτήθηκε και οι οπαδοί του Σίμωνα καταισχύνονταν μαζί με τον ίδιο. Αυτός ετοίμασε μία θεαματική έξοδο, την οποία προανήγγειλε σε αυτούς που τον κορόιδευαν. Ότι δηλαδή την επομένη θα ανέρχονταν προς τον πατέρα και θεό του, την Απέραντο Δύναμη.
Πραγματικά, την επομένη συγκεντρώθηκε το πλήθος, στον τόπο που είχε υποδειχθή από τον Σίμωνα. Εκεί κατέφθασε και ο απόστολος Πέτρος κατόπιν πληροφορίας. Αφού απηύθυνε τις τελευταίες του προκλήσεις και ύβρεις, ο Σίμων άρχισε να ανεβαίνει στον αέρα προς τα πάνω:
«Καί ἰδού ἀρθέντος αὐτοῦ εἰς τό ὕψος καί πάντων ὁρώντων αὐτόν εἰς ὅλην τήν Ῥώμην, καί ὑπέρ τους ναούς αὐτῆς καί τά ὄρη ἠρμένον, ἀφεώρων οἱ πιστοί εἰς τόν Πέτρον. Καί ὁ Πέτρος ἰδών τό παράδοξον τοῦ θεάματος ἐβόησεν προς τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν˙
Ἐάν ἀφῆς τοῦτον ποιῆσαι ὅ ἐπεχείρησεν, νῦν πάντες οἱ εἰς σε πιστεύσαντες σκανδαλιθήσονται καί ἔσται ἅ δι’ ἐμοῦ ἔδωκας αὐτοῖς σημεῖα καί τέρατα ἄπιστα˙ τάχυνον κύριε την χάριν σου, καί καταπεσόντος αύτοῦ ἄνωθεν, ἐκλυθείς συστῇ καί μή ἀποθάνῃ, ἀλλά κενωθῇ καί τό σκέλος κατεάξη ἐκ τριῶν τόπων.
Καί καταπεσόντος αὐτοῦ ἄνωθεν τό σκέλος κατέαξεν ἐκ τριῶν τόπων. Τότε αὐτόν λιθοβολήσαντες ἕκαστος εἰς τά ἴδια ἀνεχώρησαν, Πέτρῳ τό λοιπόν πάντες πειθόμενοι». (§32)
Υπάρχει μία τάση απαξίωσης της παραπάνω διήγησης, διότι προέρχεται από την απόκρυφη γραμματεία. Οι συναξαριστές, όμως του αποστόλου Πέτρου, την χρησιμοποιούν και την έχουν συμπεριλάβει στο συναξάρι του, διασταυρώνοντας με την προφορική παράδοση. Εξάλλου δεν διαθέτουμε διαφορετική ενημέρωση για τον θάνατο του Σίμωνα. Αυτός λιθοβολήθηκε από το εξαπατημένο πλήθος, όταν αποκαλύφθηκε η απάτη του.
Ο Σίμων θεωρείται ο πρώτος αιρετικός:
«Έχουμε λοιπόν παραλάβει την πληροφορία, ότι πρώτος αρχηγός πάσης αιρέσεως ανεδείχθη ο Σίμων. Οι έκτοτε έως σήμερον ακολουθούντες την αίρεσή του, ενώ υποκρίνονται ότι πρεσβεύουν την σώφρονα και φημισμένη σ’ όλο τον κόσμο για την καθαρότητα του βίου χριστιανική φιλοσοφία, επιστρέφουν, όμως, πάλι στην ειδωλολατρική δεισιδαιμονία, από την οποία νόμιαζαν ότι είχαν απαλλαγεί[25].»
Και πάλι συναντούμε την θέση των εκκλησιαστικών συγγραφέων, ότι επρόκειτο για χριστιανική αίρεση. Και ο λόγος είναι, πρώτον όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, διότι απευθύνονταν προς τα μέλη της Εκκλησίας, προς όσους είχαν ήδη πιστέψει στην θεότητα του Ιησού Χριστού, προς τους Χριστιανούς[26]. Δεύτερον, για εξαπάτηση οι αιρετικοί διακήρυσσαν ότι ήταν και οι ίδιοι Χριστιανοί. Τρίτον, υποστήριζαν, είτε αληθώς είτε ψευδώς, ότι ήταν μαθητές των Αποστόλων. Έτσι ο Σίμων υποστήριζε ότι ήταν μαθητής του αποστόλου Πέτρου, ο Βασιλείδης ότι είχε για δάσκαλό του τον Γλαύκο, ερμηνευτή του Πέτρου, ο Βαλεντίνος επικαλούνταν τον Θευδά, γνώριμο του Παύλου[27]. Συνεπώς, και οι ίδιοι αναγνώριζαν και σφετερίζονταν την αυθεντία των Αποστόλων. Αλλά, όπως βεβαιώνει και ο Ευσέβιος, στην πραγματικότητα αποσπούσαν πιστούς από την Εκκλησία και τους παρέδιδαν στην ειδωλολατρία.
Υπάρχουν, βέβαια, διαφορές με τις αιρέσεις, όπως έχουμε συνηθίσει να τις βλέπουμε από την εποχή του Αρείου και μετά. Την περίοδο αυτή που εξετάζουμε, οι αιρέσεις έχουν εξόφθαλμες κακοδοξίες. Αργότερα οι κακοδοξίες θα γίνουν πιο εκλεπτυσμένες, θα καμουφλάρονται πίσω από καλοδιατυπωμένες εκφράσεις, ώστε να μην γίνονται αμέσως αντιληπτές. Αλλά θα πρέπει να προηγηθεί η αποτυχία των πρώτων αιρετικών και των τεχνασμάτων τους. Την αποστολική και άμεση μεταποστολική εποχή, οι αιρετικοί προσπαθούν ν’ ανταγωνισθούν τους αποστόλους, σε ένα κήρυγμα πρωτότυπο, καινοτόμο, πολλές φορές σκανδαλώδες, «Ἰουδαίοις μέν σκάνδαλον, Ἕλλησι δέ μωρίαν[28]», αλλά επιβεβαιώνεται με σημεία. Έτσι, στην προσπάθειά τους αυτή ν’ αντιγράψουν τους αποστόλους, μεταπίπτουν οι αιρετικοί στο άλλο άκρο και καταντούν να κηρύσσουν γελοιότητες. Με την βοήθεια των δαιμόνων, μετέρχονται μαγικών και ταχυδακτυλουργικών τεχνασμάτων, υιοθετούν στις σέκτες τους πρακτικές ελκυστικές, αλλά ευδιάκριτα αντιχριστιανικές.
Μόνο όταν απέτυχαν όλα τα παραπάνω κόλπα, και πτώχευσαν οι σέκτες που δημιουργήθηκαν αυτή την εποχή, με την σύντονη προσπάθεια των εκκλησιαστικών δυνάμεων, περνάνε οι αιρέσεις σε νέα φάση. Οι επόμενες αιρέσεις ή για να είμαστε πιο ακριβείς, οι ίδιοι υποκινητές και των επόμενων αιρέσεων, έχουν πάρει το μάθημά τους, και προσπαθούν με την επόμενη γενιά να μολύνουν την χριστιανική πίστη, με την εισαγωγή στοιχείων κυρίως από την ελληνική φιλοσοφία. Ενώ δηλαδή από την εποχή των αποστόλων, μέχρι τους τελευταίους γνωστικούς, έχουμε την γέννηση χριστιανικής απόχρωσης διδασκαλιών, με δράση εις βάρος της Εκκλησίας, από τον τέταρτο αιώνα και μετά έχουμε προσπάθεια μόλυνσης της ίδιας της ορθόδοξης διδασκαλίας, και μέσω αυτής, της Εκκλησίας.
Και στην μια και στην άλλη περίπτωση, μπορούμε να μιλάμε για αιρέσεις. Οι ίδιοι υποκινητές κρύβονταν από πίσω, τα πνεύματα της πονηρίας. Τον ίδιο στόχο είχαν και έχουν, να πλήξουν το ευαγγελικό κήρυγμα και την Εκκλησία. Ας μην μας παραπλανούν οι προσπάθειες που γίνονται, την σύγχρονη εποχή, να μας πείσουν ότι επρόκειτο για κάτι άλλο, για κίνημα με υψηλή πνευματικότητα. Αυτά είναι ψέματα και ξέρουμε ποιοι τα διαδίδουν.
Οὐ γάρ τά νοήματα αὐτῶν ἀγνοοῦμεν.
Ο Ευσέβιος ανέφερε παραπάνω, ότι στην εποχή του υπήρχαν ακόμη υπολείμματα της αίρεσης των σιμωνιανών. Το ίδιο λέει και ο Ωριγένης επισημαίνοντας ότι επρόκειτο για ασήμαντο αριθμό προσώπων:
«Ἠθέλησε δέ καί Σίμων ὁ Σαμαρεύς Μάγος τῇ μαγείᾳ ὑφελέσθαι τινάς. Καί τότε μέν ἠπάτησε˙ νυνί δέ τους πάντας ἐν τῇ οἰκουμένῃ οὐκ ἔστι Σιμωνιανούς εύρεῖν τόν ἀριθμόν, οἷ μια ριάκοντα. Καί τάχα πλείονας εἶπον τῶν ὅντων. Εἰσί δέ περί τήν Παλαιστίνην σφόδρα ἐλάχιστοι˙ τῆς δέ λοιπῆς οἰκουμένης οὐδαμοῦ τό ὅνομα αὐτοῦ, καθ’ ἥν ἠθέλησεν δόξαν περί ἑαυτοῦ διασκεδάσαι[29]».
4.1.2 Δοσίθεος
Για τον Δοσίθεο δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά. Τα περισσότερα είναι γνωστά από τα έργα του Ωριγένη. Έτσι στο Περί Αρχών διαβάζουμε για τις ευρησιολογίες των Ιουδαίων περί του Σαββάτου:
«ἄλλοι δέ, ὧν ἐστι Δοσίθεος ὁ Σαμαρεύς, καταγινώσκοντες τῆς τοιαύτης διηγήσεως οἴονται ἐπί τοῦ σχήματος, οὗ ἄν καταληφθῇ τις ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου, μένειν μέχρι ἑσπέρας[30]».
Από αυτό το απόσπασμα φαίνεται ότι ο Δοσίθεος ήταν αυστηρός τηρητής του Νόμου, οπότε θεωρείται ότι πρόκειται περί Φαρισαίου, διακεκριμένου από τον Δοσίθεο που αναφέρεται στο Κατά Κέλσου:
«Καί μετά τοῦ Ίησοῦ δέ χρόνους ήθέλησε καί ὁ Σαμαρεύς Δοσίθεος πεῖσαι Σαμαρεῖς ὅτι αὐτός εἴη ὁ προφητευόμενος ὑπό Μωυσέως Χριστός, καί ἔδοξέ τινων τῇ ἑαυτοῦ διδασκαλίᾳ κεκρατηκέναι[31]».
Ο δεύτερος παρουσιάζεται δηλαδή ως συγκρητιστής, ενώ ο πρώτος ως Φαρισαίος. Δεδομένης όμως της αντιπαράθεσης των Σαμαρειτών με τους Φαρισαίους, είναι λίγο δύσκολο ο πρώτος, ενώ δηλώνεται ξεκάθαρα από τον Ωριγένη ως Σαμαρείτης, να είναι και Φαρισαίος. Πρόκειται μάλλον για το ίδιο πρόσωπο. Την προκύπτουσα αντίφαση εξηγεί ο άγιος Επιφάνιος:
«οὗτος συνεμίγη άπό Ἰουδαίων ὁρμώμενος είς τά τῶν Σαμαρειτῶν ἔθνη, έν παιδεύσει δέ <τῇ> κατά τόν νόμον προήκων δευτερώσεσί τε ταῖς παρ’ αὐτοῖς, θηρώμενος δέ τά πρωτεῖα καί ἀποτυχών καί μή ἀξιωθείς τι παρά Ἰουδαίοις νομισθῆναι, ἐξέκλινεν εἰς τό Σαμαρειτικόν γένος καί ταύτην τήν αἵρεσιν προεστήσατο[32].»
Στα Κλημέντεια αναφέρεται ότι ο Δοσίθεος, όπως και ο Σίμων ήταν μαθητές του Ιωάννη του Βαπτιστή[33]. Η μαρτυρία αυτή, βέβαια, δεν είναι γνήσια, ούτε γίνεται αποδεκτή. Ενδέχεται, όμως, να κρύβει κάποια σχέση μεταξύ Δοσιθέου και Σίμωνος. Αναφέρεται για παράδειγμα ότι κατά την απουσία του Σίμωνος στην Αίγυπτο, ο Δοσίθεος σφετερίστηκε την αρχηγία της αίρεσης[34].
Αυτός παρουσιάζονταν ως ο Μεσσίας, για τον οποίο είχε προφητεύσει ο Μωυσής[35]. Κεντρικό σημείο της διδασκαλίας του ήταν ότι οι οπαδοί του δεν πεθαίνουν. Για τον ίδιο μάλιστα έλεγαν οι οπαδοί του την εποχή του Ωριγένη, ότι δεν πέθανε αλλά ζει κάπου:
«… ἀφ’ οὗ δεῦρο μέχρι εἰσίν οἱ Δοσιθεηνοί, φέροντες καί βίβλους τοῦ Δοσιθέου καί μύθους τινάς περί αὐτοῦ διηγούμενοι ὠς μή γευσαμένου θανάτου ἀλλ’ ἐν τῷ βίῳ που τυγχάνοντος[36]».
Από το παραπάνω εδάφιο προκύπτει ότι είχε συγγράψει και βιβλία. Γι’ αυτά έγραψε ο Ευλόγιος Αλεξανδρείας στον ενδέκατο λόγο του «Ὀρος εκφωνηθείς τοις Σαμαρείταις», ο οποίος διασώζεται περιληπτικά στην Μυριόβιβλο του Μ. Φωτίου:
«Μυρίαις δέ καί ποικίλαις ἄλλαις νοθείαις τήν Μωσαϊκήν Ὀκτάτευχον κατακιβδηλεύσας, καί ἕτερα τινα συγγράμματα μωρά τε καί ἀλλόκοτα καί ἀπεναντία πνευματικῆς νομοθεσίας συντεταχώς τοῖς πειθομένοις κατέλιπεν[37]».
Σύμφωνα με τον Ευλόγιο, ο Δοσίθεος, όχι μόνο πρόβαλε τον εαυτό του ως υπό του Μωυσέως προφητευμένο, αλλά αρνούνταν και την ύπαρξη του Υιού του Θεού:
«Πῶς δέ καί κατέβαινε καί προς τόν υἱόν μηδαμῶς κατά τόν Δοσίθεον δύσφημον λῆρον δυνάμενον εἷναι;»
Υποστήριζε επίσης, ότι η ψυχή είναι φθαρτή, ενώ ο κόσμος άφθαρτος. Για τους αγγέλους έλεγε ότι έλαβαν από την θεία ουσία και όχι ότι δημιουργήθηκαν εκ του μη όντος. Ταυτόχρονα υποστήριζε ότι μαζί με τους αγγέλους δημιουργήθηκαν και οι δαίμονες, σε αντίθεση με την θέση της Εκκλησίας, που θεωρεί τους δαίμονες, πεπτωκότες αγγέλους. Έτσι ο Δοσίθεος κατηγορούσε έμμεσα τον Θεό ως δημιουργό και του κακού[38].
Για τις πρακτικές τους είναι γνωστό ότι είχαν ημερολόγιο 30 ημερών, έκαναν καθαρμούς, ήταν ασκητικοί και φυτοφάγοι[39]. Τελικά ο Δοσίθεος έπεσε θύμα της υποκρισίας του. Θέλοντας να παρουσιάσει τον εαυτό του υπερβολικά ασκητικό, κατέφυγε σε σπήλαιο και πέθανε από ασιτία. Όταν αργότερα βρήκαν το σκωληκόβρωτο πτώμα του είχε γίνει ήδη αποχωρητήριο για τις μύγες, και περίγελος των δαιμόνων[40].
4.1.3 Μένανδρος
Ο Μένανδρος ήταν μαθητής του Σίμωνα του Μάγου και πιθανόν διάδοχός του στην αρχηγεία της αίρεσης[41]. Καταγόταν από την Καππαρεταία της Σαμάρειας, όπως μας πληροφορεί ο άγιος Ιουστίνος:
«Μένανδρον τε τινα, καί αὐτόν Σαμαρέα, τόν ἀπό κόμης Καππαρεταίας, γενόμενον μαθητήν τοῦ Σίμωνος, ἐνεργηθέντα καί αὐτόν ὑπό τῶν δαιμόνων καί ἐν Ἀντιοχείᾳ γενόμενον πολλούς ἐξαπατῆσαι διά μαγικῆς τέχνης οἴδαμεν, ὅς καί τοῦς αὐτᾦ ἐπομένους ὡς μηδέν ἀποθνήσκοιεν ἔπεισε[42].»
Πεδίο δράσης του ήταν η Αντιόχεια. Αυτός προσέλκυε τους οπαδούς του με την υπόσχεση της αθανασίας. Σ’ αυτό το σημείο ακολουθούσε το παράδειγμα του Δοσίθεου. Μιλούσε περί του υψίστου και αγνώστου Πατρός[43], του οποίου Υιός και απεσταλμένος ήταν ο ίδιος. Παραδέχονταν αιώνες και κοσμοποιούς αγγέλους[44], ακλουθώντας την θεογονία του Σίμωνα. Όπως και ο δάσκαλός του, έτσι και αυτός εμφανιζόταν ως σωτήρας.
Εφάρμοζε μαγικές πρακτικές, τις οποίες θεωρούσε απαραίτητες για την σωτηρία των οπαδών του. Αν κάποιος δεν περνούσε από τις μαγικές τελετές του δεν ήταν δυνατόν να σωθεί. Απαραίτητη προϋπόθεση για την σωτηρία ήταν και το εξ αυτού παραδεδομένο βάπτισμα. Η εξ αυτού πηγάζουσα σωτηρία ήταν η αθανασία σε αυτόν τον κόσμο. Όσοι την δέχονταν δεν θα πέθαιναν, αλλά θα παρέμεναν σε αυτή τη ζωή αγέραστοι και αθάνατοι[45]. Φαίνεται λοιπόν, ότι για τον Μένανδρο, ο υλικός κόσμος δεν ήταν κακός, όπως για τους περισσότερους γνωστικούς, αλλά διοικούνταν τυρρανικώς, υπό τον αγγέλων. Η ύλη προφανώς δεν ήταν φυλακή της ψυχής, από την οποία θα έπρεπε ν’ απαλλαγεί ο άνθρωπος, ώστε ν’ ανέλθει στον ουράνιο κόσμο. Αντίθετα επιδίωξή του ήταν η αθνασία σε αυτό τον κόσμο.
4.1.4 Σατορνείλος
Μαθητής του Μενάνδρου υπήρξε στην Αντιόχεια ο Σατορνείλος (ή Σατορνίνος). Ο Ευσέβιος Καισαρείας εξηγεί πως από την αρχική αίρεση του Σίμωνα ξεπήδησαν δύο παρακλάδια. Του ενός αρχηγός ήταν ο Σατορνείλος:
«Ἀπό γούν τοὺ Μενάνδρου, ὅν διάδοχον τοῦ Σίμωνος ἤδη πρότερον παραδεδώκαμεν, ἀμφίστομος ὥσπερ καί δικέφαλος ὀφιώδης τις προελθοῦσα δύναμις δυεῖν αἱρέσεων διαφόρων ἀρχηγούς κατεστήσατο, Σατορνῖνόν τε Ἀντιοχέα τό γένος καί Βασιλείδην Αλεξανδρέα˙ ὧν ὁ μέν κατά Συρίαν, ὁ δέ κατ’ Αἴγυπτον συνεστήσαντο θεομισῶν αἱρέσεων διδασκαλεῖα[46].»
Ο Σατορνείλος εξέλιξε ακόμη περισσότερο την διδασκαλία που παρέλαβε. Δέχονταν, όπως, και οι προηγούμενοι, έναν ύψιστο και άγνωστο θεό, την άνω δύναμη. Παραδεχόταν ότι από αυτήν την δύναμη προέρχονταν άγγελοι, αρχάγγελοι, αρχές και εξουσίες[47]. Δέχονταν δημιουργία και όχι απορροή. Για την δημιουργία του υλικού κόσμου και του ανθρώπου ήταν υπεύθυνοι επτά άγγελοι, οι επτά πλανήτικές θεότητες. Για την κατασκευή του ακολούθησαν κάποια φωτεινή εικόνα που παρουσιάστηκε άνωθεν. Επειδή δεν κατάφεραν να την συγκρατήσουν, το δημιούργημα ήταν ατελές, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να σέρνεται στη γη σαν υπερμεγέθης σκώληκας[48].
Η άνω δύναμη επίβλεψε οικτίροντας το πλάσμα κι επειδή ήταν «καθ’ ομοίωσιν» αυτής πλασμένο, απέστειλε σπινθήρα ζωής και ανόρθωσε τον άνθρωπο. Εδώ έχουμε εισαγωγή για πρώτη φορά του ουράνιου σπινθήρα. Αυτός μετά θάνατον επιστρέφει εις τον ουρανό, από όπου προήλθε ενώ το σώμα διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη. Στην διδασκαλία του Σατορνείλου ο κόσμος δεν είναι κακός, ο ουράνιος σπινθήρας στέλνεται προς ζωογόνηση του σώματος, δεν υπάρχει πτώση, δεν θεωρείται η ενσωμάτωση αυτού αναγκαστική τιμωρία για κάποια αμαρτία. Επιστρέφει στον ουρανό έτσι κι αλλιώς. Που λοιπόν, έγκειται η σωτηρία;
Προς λύσιν του προβλήματος εισάγεται από τον Σατορνείλο μια ελαφριά υστερογενής διαρχία. Ο Σατορνείλος θεωρούσε τον θεό των Ιουδαίων, ως ένα των αρχόντων, ο οποίος θέλησε να καταλύσει την εξουσία του αγνώστου πατρός, και προς τούτο έπεισε και τους υπόλοιπους να τον ακολουθήσουν και να συνεργαστούν μαζί του. Ως εκ τούτου πλάσθηκαν δύο γένη ανθρώπων, ένα αγαθό κι ένα πονηρό. Ο σωτήρας, λοιπόν, ήρθε να διαλύσει την συμμαχία των αρχόντων με τον θεό των Ιουδαίων και ν’ απαλλάξει τους αγαθούς από την τυραννία των κακών. Εξηγεί ο άγος Ιππόλυτος:
«καί τόν τῶν Ἰουδαίων θεόν ἕνα τῶν ἀγγέλων εἶναί φησι, καί διά [τοῦ] τό βούλεσθαι τόν πατέρα καταλῦσαι πάντας τους ἄρχοντας, παραγενέσθαι τόν Χριστόν ἐπί καταλύσει τοῦ τῶν Ἰουδαίων θεου καί έπί σωτηρία τῶν πειθομένων αὐτῷ˙ εἶναι δέ τούτους <τους> ἔχοντας τόν σπινθήρα τῆς ζωῆς ἐν αὐτοῖς. δύο γαρ γένη τῶν ἀνθρπων ὑπό τῶν ἀγγέλων πεπλάσθαι ἔφη, τό μέν πονηρόν, τό δέ ἀγαθόν, καί ἐπειδη οἱ δαίμονες τοῖς πονηροῖς ἐβοήθουν, ἐληλυθέναι τόν σωτῆρα ἐπί καταλύσει τῶν φαύλων ἀνθρώπων καί δαιμόνων, επί σωτηρία δέ τῶν ἀγαθῶν[49]».
Εδώ έχουμε δύο αντικείμενα της σωτηρίας, τους αγαθούς ανθρώπους και τους άρχοντες, οι οποίοι πλανήθηκαν από τον θεό των Ιουδαίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη δεν ταυτίζεται ο ιουδαϊκός θεός με τον δημιουργό. Αυτό οφείλεται στο ότι για τον Σατορνείλο ο κόσμος δεν είναι κακός, οπότε για να κηρύξει ως κακό τον ιουδαϊκό θεό, έπρεπε να εφεύρει κάτι άλλο. Αργότερα, στις διδασκαλίες που θα λάβουν πλατωνικά στοιχεία και θα ταυτίσουν την ύλη με το κακό, θ’ αποδοθεί η δημιουργία στον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι από την στιγμή που οι γνωστική διδασκαλία αποχωρεί από την Παλαιστίνη, ξεκινά η τάση απόρριψης και κατασυκοφάντησης του Ενός Τριαδικού Θεού, η υποβάθμισή Του σε κατώτερο θεό με ένταξη σε δυαρχικό σύστημα, και η ταύτισή του με την αρχή του κακού.
Οι πονηροί άγγελοι και ο ιουδαϊκός θεός επιδιώκουν την κυριαρχία επί του ανθρώπου, την οποία διαιωνίζουν με πονηρά τεχνάσματα. Τέτοιου είδους τεχνάσματα είναι ο γάμος και η γέννηση, που για τους οπαδούς του Σατορνίλου κρατούσαν εγκλωβισμένο τον ουράνιο σπινθήρα σε γήινα σχήματα. Γι’ αυτούς, διακοπή των γεννήσεων θα σήμαινε την οριστική επάνοδο στην ουράνια πατρίδα[50]. Επίσης για τις προφητείες έλεγε ότι προέρχονται από τον Σατανά, και όχι από τον Θεό[51]. Για τον Σατανά δίδασκε ότι ήταν ένας από τους κοσμοποιούς άγγελους, από αυτούς που δεν συμφώνησαν και δεν συνέπραξαν με τον θεό των Ιουδαίων.
Είναι εμφανείς οι πρώτες προσπάθειες τις δαιμονικής διδασκαλίας να παρουσιασθεί ο Διάβολος ως καλός και να εξισωθεί με τον θεό. Πρόκειται για το αρχαίο ψέμα, την αιτία της πτώσεώς του, την ρίζα της ειδωλολατρίας. Από την στιγμή, κατά την οποία το ευαγγελικό κήρυγμα εξήλθε των ορίων του ιουδαϊκού κόσμου και εξαπλώθηκε στον ειδωλολατρικό, τα έθνη ενημερώθηκαν για την ύπαρξη του διαβόλου, την πονηριά του, τις ενέργειές του στον κόσμο, τις μηχανουργίες του, τις επιδιώξεις του. Τα έθνη γνώρισαν τί ήταν οι θεοί που λατρεύονταν μέχρι τότε, και ποιος ήταν ο αληθινός Θεός. Αμέσως μετά εμφανίστηκαν οι αιρετικοί και προσπάθησαν με τις κακοδοξίες τους ν’ ανατρέψουν την αλήθεια και να διαμορφώσουν μια ψεύτικη εικόνα, παρουσιάζοντας τον αληθινό Θεό, τον αγαθό Θεό, τον Θεό της αγάπης, ως υποδεέστερο και κακό. Απέδιδαν στον Σατανά ισοθεΐα και αυτή ήταν η ρίζα των δυαρχικών συστημάτων, οποιασδήποτε μορφής. Γι’ αυτό και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς χαρακτήρισαν αυτού του είδους τις διδασκαλίες ως δαιμονικές.
Ο άγιος Επιφάνιος, κατά την παρουσίαση της παραπάνω αιρέσεως, προχώρησε και σε ανατροπή της με δύο τρόπους. Πρώτον έλεγξε τα παράδοξά της. Αν οι άγγελοι έπλασαν τον άνθρωπο και οι ίδιοι έλαβαν την ύπαρξη από μια ανώτερη δύναμη, τότε η ανώτερη δύναμη έπλασε και τον άνθρωπο. οι άγγελοι είναι όργανα, εργαλεία αυτής, κατά το «μή δοξασθήσεται πρίων ἄνευ τοῦ ἕλκοντος αὐτόν» (Ησαΐας 10.15).
Διότι δεν αποδίδεται άγνοια περί των μελλόντων στην ανώτερη δύναμη, ότι δεν γνώριζε την εκ των υστέρων κατασκευή του ανθρώπου. Και αν γνώριζε και δεν ήθελε, γεννάται το ερώτημα, γιατί δεν την εμπόδισε; Αν δεν μπορούσε, αμέσως παρουσιάζεται αντίφαση, διότι φαίνεται ότι δεν μπορούσε να εμποδίσει τον εαυτό της από την κατασκευή των αγγέλων. Αν μπορούσε και δεν το έκανε, τότε παρουσιάζεται ως συνεργούσα στην κατασκευή. Αν ήθελε και δεν μπορούσε, τότε φαίνεται ότι ήταν πιο αδύναμη από τους αγγέλους, και άρα δεν ήταν ανώτερη δύναμη. Άρα αντιφάσκει η αιρετική διδασκαλία, κηρύσσοντας ασύστατα και όχι αληθινά. Αν πάλι υπήκουσε σε κάποια άλλη ανάγκη, τότε η ανάγκη εμφανίζεται ανώτερη και η δύναμη υποδεέστερη. Οπότε καταργείται η μοναδικότητα της δύναμης, μαζί με την ανωτερότητά της.
Και αν πάλι οι άγγελοι γνώριζαν τι πρόκειται να πράξουν, ενώ η δύναμη αγνοούσε, τότε το κατασκεύασμα, δηλαδή οι άγγελοι, παρουσιάζονται τελειότεροι του κατασκευαστοί, δηλαδή της δυνάμεως. Αυτό είναι άτοπο. Άρα όλα οδηγούν στον ένα δημιουργό και κυβερνήτη του παντός[52].
Δεύτερον εκθέτει την ορθόδοξη διδασκαλία.
«Καί γάρ ὁ Θεός ὁ πατήρ ἐποίησε τόν ἄνθρωπον καί πάντα κατά τήν ἰδίαν εὐδοκίαν καί οὐχ οἱ ἄγγελοι, οὐδέ κατά τήν τῶν αγγέλων συμβουλίαν τι γέγονεν. ἐν τῷ γάρ εἰπεῖν τόν Θεόν “ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν” εἶπεν, καί οὐ “κατ’ εἰκόνα” μόνον. Συνεκάλει γάρ εἰς τήν ἑαυτοῦ δημιουργίαν συνδημιουργόν τόν αὐτοῦ Λόγον καί μονογενῆ,…, ὡς ὁ πατήρσυγκαλεῖται τόν υἱόν συνδημιουγεῖν τόν ἄνθρωπον, δι’ οὗ καί τα ἄλλα πάντα ἐποίησε. οὐ μόνον δέ συγκαλεῖν εἴποιμι τόν υἱόν, ἀλλά καί τό ἅγιον πνεῦμα.
τῷ γάρ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν καί τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν[53]»
Και για τις απόψεις του Σατορνείλου περί του γάμου φέρνει την εξής επιχειρηματολογία:
«καί ὅτι ὁ γάμος οὐκ ἐκ τοῦ Σατανᾶ, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Θεοῦ τυγχάνει, πρῶτον μέν ὁ κύριος λέγει˙ “ὅ ὁ θεός” φησίν “συνέξευξεν, ἄνθρωπος μή χωριζέτω”˙ είτα ὁ ἅγιος ἀπόστολος “ τίμιος ὁ γάμος καί ἡ κοίτη ἀμίαντος”. ταῖς δέ φύσει χηρευσάσαις ὡσαύτως παραγγέλει, λέγων διά Τιμοθεόυ “νεωτέρας χήρας παραιτοῦ˙ μετά γάρ το καταστρηνιάσαι τοῦ Χριστοῦ γαμεῖν θέλουσι”, καί μεθ’ ἕτερα “γαμείτωσαν τεκνογονείτωσαν οἰκοδεσποτείτωσαν”, ἀνυπέρβατον νόμον τιθέμενος, ἐκ θεοῦ ὄντα καί κατά σεμνότητα ἀνθρώποις κεχαρισμένον[54]».
Αλλά και σε αυτά που ισχυρίζονταν ο Σατορνείλος για τις προφητείες απάντησε:
«Περί δέ τῶν κατά τῶν θεοῦ προφητειῶν ὑπ’ αὐτοῦ σεσυκοφαντημένων ὑπονοιῶν, ὡς μή εἶναι αὐτάς ἐκ Θεοῦ, μύρια ἔστιν εἰπεῖν, ὡς αὐτός λέγει ὁ μονογενής, ἐξ ὧν τόν κόσμον ἑαυτοῦ εὐαγγελιζόμενος λέγει, πρῶτον μέν ὅτι “Αβραάμ ὁ πατήρ ἠμῶν ἐπεθύμησεν ἰδεῖν τήν ἥμέραν μου, καί εἶδεν καί ἐχάρη”, καί πάλιν φησίν “ εἰ ἐπιστεύετε Μωυσῇ, ἐπιστεύετε ἄν ἐμοί˙ ἐκεῖνος γάρ περί ἐμοῦ ἔγραψεν”. … ἄλλα δέ ὅσα τοιαῦτα ἐστιν ἅ ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ κυρίου καί ἐν πάσῃ τῇ καινῇ διαθήκῇ λεγόμενα τήν σύστασιν ποιεῖται νόμου τε καί προφητῶν καί πάσης παλαιᾶς διαθήκης προς τήν καινήν διαθήκην, ὅτι ἑνός θεοῦ εἰσιν ἀμφότεραι[55]».
4.1.5. Βασιλείδης
Ο Βασιλείδης καταγόταν από την Συρία και υπήρξε μαθητής του Μένανδρου και συμμαθητής του Σατορνείλου. Στην συνέχεια έφυγε για την Αλεξάνδρεια[56], όπου και δραστηριοποιήθηκε. Ο χρόνος δράσης του τοποθετείται στην βασιλεία των αυτοκρατόρων Ανδριανού και Αντωνίνου Πίου, κατά τα έτη 120-145.
Παρέλαβε την διδασκαλία του Σίμωνα, στην οποία προσέθεσε πλήθος στοιχείων και την εξέλιξε σε μονιστικό σύστημα σε πρώτη φάση, ενώ σε δεύτερη την επαύξησε προσθέτοντας ολόκληρη ουράνια ιεραρχία, ώστε να θυμίζει την πλατωνική θεώρηση περί Θεού και ιδεών[57]. Διέδιδε ότι υπήρξε μαθητής του απ. Πέτρου και του Γλαυκία[58].
Συνέγραψε δικό του ευαγγέλιο, όπως πληροφορεί ο Ωριγένης:«Ἤδη δέ ἐτόλμησε καί Βασιλείδης γράψαι κατά Βασιλείδην εὐαγγέλιον[59]» . Ίσως να επρόκειτο για το Ευαγγέλιο του Ματθίου, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι μαθητές του, απωλεσθέν. Από τον Κλήμεντα Αλεξανδρέα μαθαίνουμε και για ένα άλλο έργο του, τα Εξηγητικά[60]. Πρόκειται για έργο επεξηγηματικό του ευαγγελίου του. Αποτελούνταν από 24 βιβλία. Στον Κλήμη Αλεξανδρέα σώζονται αποσπάσματα περί του προβλήματος των θλίψεων[61], ενώ στον Ηγεμόνιο, αποσπάσματα περί πολέμου του φωτός προς το σκότος (σε λατινική μετάφραση). Συνέθεσε αριθμό ωδών και ψαλμών. Ο Ευσέβιος διέσωσε την πληροφορία, ότι συνέταξε και προφητικά βιβλία:
«ὧν εἰς ἡμᾶς κατῆλθεν ἐν τοῖς τότε γνωριμοτάτου συγγραφέως Ἀγρίππα Κάστορος ἰκανώτατος κατά Βασιλείδου ἔλεγχος, τήν δεινότητα τῆς τἀνδρός ἀποκαλύπτων γοητείας. Ἐκφαίνων δ’οὖν αὐτοῦ τά ἀπόρρητα, φησίν αὐτόν εἰς μέν τό εὐγγέλιον τέσσαρα προς τοῖς εἴκοσι συντάξαι βιβλία, προφήτας δέ ἐαυτῷ ὀνομάσαι Βαρκαββᾶν καί Βαρκώφ καί ἄλλους ανυπάρκτους τινάς ἑαυτῷ συστησάμενον, βαρβάρους τε αὐτοῖς εἰς κατάπληξιν τῶν τά τοιαῦτα τεθηπότων ἐπιφημίσαι προσηγορίας,…[62].»
4.1.5α Διδασκαλία
Η διδασκαλία του Βασιλείδη, όπως παραδίδεται μέσα από τα έργα των αγίων Ιππολύτου και Ειρηναίου, παρουσιάζει διαφορές. Δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για δυο διαφορετικά συστήματα. Μέσα από το έργο του αγίου Ιππολύτου παρουσιάζεται ένα μονιστικό πανθεϊστικό σύστημα. Θεωρεί ότι ο Βασιλείδης έχει πάρει τα δόγματά του από τον Αριστοτέλη[63].
Κατά τον Βασιλείδη, αρχή του σύμπαντος είναι το μη ον. Αυτό δεν ήταν κάτι, είτε ύλη, είτε ουσία, ούτε ανούσιο, ούτε απλό, ούτε σύνθετο, ούτε ανόητο, ούτε αναίσθητο, ούτε άνθρωπος, ούτε άγγελος, ούτε θεός. Ονομάζεται από τον Βασιλείδη, ο μη ών θεός[64]. Αθέλητα, ανόητα και αναίσθητα θέλησε να φτιάξει το σύμπαν. Η λέξη θέλησε είναι καταχρηστική. Έφτιαξε ένα σπέρμα, ένα ωόν, στο οποίο περιέχονταν η πανσπερμία όλων των μερών του σύμπαντος, το θείο, το αιθέριο, το ουράνιο, το γήινο. Όσα έγιναν στην συνέχεια, προέκυψαν από τα σπέρματα, που υπήρχαν μέσα στο ωόν[65].
Στο ωόν υπήρχε τριμερής υιότητα. Το ένα μέρος αυτής ήταν λεπτομερές, το δεύτερο παχυμερές και το τρίτο είχε ανάγκη καθάρσεως. Το λεπτομερές, μόλις ανεφύη, ανέδραμε προς τα πάνω, προς τον ουκ όντα θεό. Το παχυμερές δεν κατάφερε ν’ ανέλθει και παρέμεινε στο σπέρμα. Η προς τα επάνω φορά της υιότητος πυροδοτείται από το άγιο πνεύμα. Η σχέση αγίου πνεύματος και υιότητος, παρομοιάζονταν από το Βασιλείδη, όπως η σχέση πτηνού προς το πτέρωμα. Όπως το πτέρωμα άνευ του πτηνού δεν μπορεί να ανέβει ψηλά, το ίδιο και το πτηνό άνευ πτερώματος, έτσι και ο υιός άνευ του πνεύματος δεν μπορεί να ανέλθει και να μεταρσιωθεί, ούτε και το πνεύμα άνευ της υιότητος. Η σχέση δηλαδή υιότητος και αγίου πνεύματος είναι σχέση αμοιβαίας ευεργεσίας[66]. Επίσης το πνεύμα δεν ήταν ομοούσιο της υιότητος[67].
Μετά την άνοδο της υιότητος μαζί με το άγιο πνεύμα, προς τον μη όντα θεό, παρέμεινε κάποιο στοιχείο του αγίου πνεύματος κάτω, που ο Βασιλείδης το παρομοιάζει με την οσμή του μύρου. Κάτω έμεινε και το μέρος εκείνο της υιότητος που χρειαζόταν κάθαρση[68]. Στην συνέχεια προκύπτουν από το σπέρμα ο κόσμος και το υπερκόσμιο. Η μεταξύ τους απόσταση πληρώθηκε από την οσμή του πνεύματος που είχε αναχωρήσει, και της παχυμερούς υιότητος, που προσπάθησε ν’ ανέβει αλλά δεν τα κατάφερε[69].
Στην συνέχεια προήλθε από το σπέρμα ο μέγας άρχων, ο οποίος ανήλθε μέχρι του στερεώματος και παρέμεινε εκεί, διότι αγνοούσε ότι υπάρχει κάτι πάνω από αυτόν[70]. Αυτός γέννησε υιό πολύ καλύτερο του εαυτού του και σοφότερο. Θεωρώντας τον υιό του κατεπλάγη, τον θαύμασε και τον αγάπησε. Τον κάθησε στα δεξιά του[71]. Στην συνέχεια δημιούργησε τα αιθέρια μέχρι της σελήνης, την καλουμένη Ογδοάδα[72].
Από την πανσπερμία ξεπήδησε και άλλος άρχων, υποδεέστερος του πρώτου. Αυτός δημιούργησε επίσης υιό, καθώς και τον υποσελήνιο κόσμο, την καλουμένη εβδομάδα. Ο υιός και αυτού του άρχοντος αναδεικνύεται καλύτερος και σοφότερος του πατρός του, κάθεται στα δεξιά του και γίνεται συγκυβερνήτης του κόσμου[73]. Αυτός ο υποδεέστερος άρχοντας ήταν κατά τον Βασιλείδη ο θεός του Μωυσή[74].
Επειδή τελείωσε η κατασκευή του κόσμου και παρέμενε η Τρίτη υιότης, στην πανσπερμία, επιθυμούσε μεν ν’ ανέλθει στον μη όντα θεό, αλλά δεν μπορούσε διότι έχριζε καθάρσεως. Έπρεπε ν’ ανέλθει δια φωτισμού. Φωτισμός σήμαινε γνώσις των υπερκοσμίων, προερχομένη εκ του ευαγγελίου[75].
Για τον Βασιλείδη, το ευαγγέλιο είναι η γνώση των πραγμάτων που βρίσκονται πάνω και διέφευγαν της προσοχής των αρχόντων. Έτσι ο μέγας άρχων νόμιζε ότι είναι ο υπέρτατος θεός διότι δεν γνώριζε ότι υπάρχει ο μη ων θεός, το άγιο πνεύμα και τρεις υιότητες[76]. Το διάστημα από τον Αδάμ μέχρι τον Μωυσή είναι ο χρόνος άγνοιας του μεγάλου άρχοντα, και κατά συνέπεια ο χρόνος της μοναρχίας του.
Το ευαγγέλιο αποκαλύφθηκε από το άγιο πνεύμα πρώτα στον υιό του μεγάλου άρχοντα, τον Χριστό[77]. Αυτός με την σειρά του το αποκάλυψε στον πατέρα του. Ο τελευταίος αναγνώρισε την άγνοιά του και φοβήθηκε. Διδάχθηκε από τον Χριστό για τον ουκ όντα θεό, για την υιότητα, για το άγιο πνεύμα, για την κατασκευή του κόσμου και την αποκατάστασή του. Εξομολογήθηκε την αμαρτία του, δηλαδή ότι μεγάλυνε τον εαυτό του[78].
Στην συνέχεια το ευαγγέλιο έπρεπε ν’ αποκαλυφθεί στην εβδομάδα. Για να γίνει αυτό επέλαμψε ο υιός του μεγάλου άρχοντος το φως στον υιό του άρχοντος της εβδομάδος. Αυτός με την σειρά του αποκάλυψε το ευαγγέλιο στον πατέρα του. Ο άρχων της εβδομάδος φοβήθηκε κι εξομολογήθηκε παρόμοια[79].
Ταυτόχρονα έμαθαν το ευαγγέλιο και όλα όσα βρίσκονταν μέσα στην εβδομάδα δηλαδή η κτίση. Η κτίση για τον Βασιλείδη αποτελούνταν από 365 ουρανούς. Εδώ ο άγιος Ιππόλυτος αποκαλύπτει το όνομα του μεγάλου άρχοντος. Το όνομά του είναι Αβρασάξ, διότι το αριθμητικό άθροισμα των γραμμάτων δίνει 365 (τξε)[80].
Για να φωτισθούν και οι άνθρωποι από το φως του ευαγγελίου, κατήλθε από της εβδομάδος στον υιό της Μαρίας, Ιησού, και φωτίσθηκε. Έτσι η εναπομείνασα υιότης, διαμορφώνεται με την ευεργεσία των φωτισμένων ψυχών, γίνεται λεπτομερέστερη και μπορεί ν’ ανέβει και αυτή, όπως και η πρώτη, προς τα πάνω[81]. Αυτή είναι η σωτηρία.
Η παρουσίαση της διδασκαλίας του Βασιλείδη από τον άγιο Ειρηναίο είναι διαφορετική. Ο ύψιστος θεός παρουσιάζεται ως απρόσωπη φιλοσοφική δύναμη, η οποία δίνει το έναυσμα της θεογονίας με την απορροή του Νου. Από τον Νου γεννιέται ο Λόγος, από τον Λόγο η Φρόνηση, από την Φρόνηση η Σοφία και η Δύναμη. Από την Σοφία και την Δύναμη γεννιούνται οι Αιώνες – δυνάμεις, εξουσίες, άγγελοι, αρχάγγελοι -, οι οποίοι απαρτίζουν τον πρώτο ουρανό. Από τους πρώτους αιώνες προέκυψαν οι δεύτεροι και ο δεύτερος ουρανός. Με αυτό το εξακολουθητικό τρόπο συμπληρρώνεται ένα σύνολο 365 ουρανών[82]. Το σύνολο των 365 ουρανών αποτελεί το Πλήρωμα, το οποίο εκφράζεται με την μαγική λέξη Αβραξάς.
Τον κόσμο έφτιαξαν οι άγγελοι του κατώτερου προς εμάς ουρανού. Ο άρχοντας αυτού του ουρανού, στην εκδοχή του αγίου Ειρηναίου, ταυτίστηκε με τον θεό των Ιουδαίων. Αυτός θέλησε να υποτάξει όλα τα άλλα έθνη στην εξουσία των Ιουδαίων, αλλά αντέδρασαν οι άλλοι αιώνες. Γι’ αυτό και τα υπόλοιπα έθνη ήταν εχθρικά σ’ αυτούς[83]. Εδώ μπορούμε να βρούμε την πηγή του αντισημιτισμού των σύγχρονων νεοειδωλατρών και νεοεποχιτών εν γένει.
Για να μην επιτύχουν τα σχέδια του κατώτατου αιώνα, ο αγέννητος και άγνωστος θεός έστειλε τον μονογενή του υιό, τον Χριστό, στον κόσμο. Όσοι πίστευαν σ’ αυτόν θ’ απελευθερώνονταν από την τυραννία του δημιουργού του κόσμου. Δεν υπέστη ο ίδιος τον σταυρικό θάνατο, αλλά ο Σίμων ο Κυρηναίος που μετέφερε τον σταυρό και έλαβε την μορφή του Ιησού. Ο ίδιος ο Χριστός πήρε την μορφή του Σίμωνα και παρακολουθούσε από απόσταση γελώντας[84].
Για τους Βασιλιδειανούς, λοιπόν, η σταυρική θυσία του Κυρίου στερείται οποιασδήποτε αξίας, διότι δεν ήταν ο Χριστός αυτός που σταυρώθηκε. Λυτρωτική αξία έχει η γνώση, ότι ο Ιησούς δεν σταυρώθηκε, αλλά ο Σίμωνας στην θέση του. Όποιος λοιπόν δεν ομολογούσε Χριστό εσταυρωμένο, απελευθερώνονταν από την των αρχόντων του κόσμου, ενώ όποιος ομολογούσε παρέμενε σκλάβος τους. Πρόκειται δηλαδή για πλήρη διαστρέβλωση του ευαγγελικού κηρύγματος. Λέει ο απ. Παύλος:
«οὐχί ἐμώρανεν ὁ Θεός τήν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;ἐπειδή γάρ ἐν τῇ σοφία τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνων ὁ κόσμος διά τῆς σοφίας τόν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεός διἀ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τούς πιστεύοντας. ἐπειδή καί Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καί Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δέ κηρύσσομεν Χριστόν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαῖοις μέν σκάνδαλον, Ἕλλησι δέ μωρίαν, αὐτοῖς δέ κλητοῖς, Ἰουδαῖοις τε καί Ἕλλησι, Χριστόν Θεοῦ δύναμιν καί Θεοῦ σοφίαν». (Α’Κορ. 1.20-25)
Φαίνεται καθαρά ότι πρόκειται για δυο διαφορετικές διδασκαλίες. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, το σύστημα που παρουσιάζει ο Ιππόλυτος είναι αριστοτελικό. Από την άλλη, το σύστημα που παρουσιάζει ο Ειρηναίος είναι πλατωνικό. Με τον Ιππόλυτο συμφωνούν οι Κλήμης Αλεξανδρεύς[85] και Ωριγένης. Με τον Ειρηναίο συμφωνεί ο Επιφάνιος[86]. Η πληροφορίες των Αλεξανδρινών, Κλήμεντα και Ωριγένη, έχουν ειδική βαρύτητα, καθώς κινούνταν στους ίδιους χώρους που δραστηριοποιήθηκε και ο Βασιλείδης. Αλλά και ο Επιφάνιος ερεύνησε επί τόπου τις σέκτες της Αιγύπτου, συνεπώς οι πληροφορίες του δεν μπορούν ν’ απορριφθούν. Αν οι Αλεξανδρινοί έχουν τελικά δίκιο, τότε την αυθεντική διδασκαλία του Βασιλείδη διέσωσε ο Ιππόλυτος, ενώ ο Ειρηναίος κάποια επόμενη επεξεργασία της. Αυτή η μεταγενέστερη μορφή της διδασκαλίας του Βασιλείδη, φαίνεται επικράτησε της αυθεντικής, η οποία ήταν περισσότερο φιλοσοφική, αφηρημένη και δύσπεπτη για τα στομάχια των απλών οπαδών του. Μπορεί να προήλθε και από τον γιο και διάδοχό του Ισίδωρο, και είναι η μορφή την οποία γνώρισε ο Επιφάνιος προσωπικά.
4.1.5β Μαρτύριο
Για τον Βασιλείδη και τους οπαδούς του το μαρτύριο ήταν ένα είδος τιμωρίας. Γράφει περί τούτου ο Κλήμης Αλεξανδρεύς:
«Βασιλείδης δέ ἐν τῷ εἰκοστῷ τρίτῳ τῶν Ἐξηγητικῶν περί τῶν κατά τό μαρτύριον κολαζομένων, αὐταῖς λέξεσι τάδε φησί˙
“Φημί γάρ τό, ὁπόσοι ὑποπύπτουσι ταῖς λεγομέναις θλίψεσιν, ἤτοι ἡμαρτηκότες ἐν ἄλλοις λανθάνοντες πταίσμασιν, εἰς τοῦτο ἄγονται τό ἀγαθόν χρηστότητι τοῦ περιάγοντος, ἄλλα ἐξ ἄλλων ὄντως ἐκγαλούμενοι, ἵνα μή ὡς κατάδικοι ἐπἰ κακοῖς ὁμολογουμένοις πάθωσι, μηδέ λοιδορούμενοι ὡς ὁ μοιχός, ἤ ὁ φονεύς, ἀλλ’ ὅτι Χριστιανοί πεφυκότες˙ ὅπερ αὐτούς παρηγορήσει μηδέ πάσχειν δοκεῖν. Κἄν μή ἡμαρτηκώς δ’ ὅλως τις ἐπί τό παθεῖν γένηται, σπάνιον μεν, ἀλλ’ ούδέ οὗτος κατ’ ἐπιβουλήν δυνάμεώς τι πείσεται, ἀλλά πείσεται ὡς ἔπασχε καί τό νήπιον τό δοκοῦν οὐ ἡμαρτηκέναι”. Εἶθ’ ὑποβάς, πάλιν ἐπιφέρει˙
“Ὡς οὖν τό νήπιον οὐ προημαρτηκός, ἠ ἐνεργῶς μέν οὐχ ἡμαρτηκός οὐδέν ἐν ἑαυτῷ, τῷ δέ τό ἡμαρτῆσαι ἔχον, ἐπᾶν ὑποβληθῇ τῷ παθεῖν, εὐεργετεῖταί τε, πολλά κερδαῖνον δύσκολα˙ οὐτωσί δή, κἄν τέλειος τέλειος μηδέν ἡμαρτηλώς ἔργῷ τύχῃ, πάσχῃ δέ καί πάθῃ, ταὐτό ἔπαθεν ἐμφερῶς τῷ νηπίῳ˙ ἔχων μέν ἐν ἑαυτῷ τό ἁμαρτητικόν, ἀφορμήν δέ προς τό ἡμαρτηκέναι μή λαβών, οὐχ ἡμάρτανεν. Ὥστ’ οὐκ αὐτῷ τό μή ἁμαρτῆσαι λογιστέον. Ὡς γάρ ὁ μοιχεῦσαι θέλων μοιχός ἐστι, κἄν τοῦ μοιχεῦσαι μή ἐπιτύχῃ, καί ὁ ποιῆσαι φόνον θέλων ανδροφόνος ἐστί, κἄν μή δύναται φονεῦσαι, οὑτωσί δέ καί τόν ἀναμάρτητον, ὅν λέγω, ἐάν ἴδω πάσχοντα, κἄν μηδέν ᾖ κακῷ πεπραχώς, κακόν ἐρῶ τό θέλειν ἁμαρτάνειν. Πάντ’ έρῶ γάρ μᾶλλον, ἤ κακόν τό προνοοῦν ἐρῶ”. Εἶθ’ ὑποβάς, καί περί τοῦ Κυρίου ἄντικρυς, ὡς περί ἀνθρώπου, λέγει˙
“Ἐάν μέντοι παραλιπών τοῦτους ἅπαντας τοῦς λόγους, ἔλθεῃς ἐπί τό δυσωπεῖν με, διά προσώπων τινῶν, εἰ τύχοι, λέγων, Ὁ δεῖνα οὖν ἥμαρτεν˙ ἔπαθεν γάρ ὁ δεῖνα˙ ἐάν μέν ἐπιτρέπῃς, έρῶ, Ἄνθρωπον ὅντιν’ ἀν ὀνομάςῃς, ἄνθρωπον εἶναι, δίκαιον δέ τόν Θεόν˙ Καθαρός γάρ οὐδείς, ὥσπερ εἶπέ τις, από ρύπου[87]”».
Ο Βασιλείδης διατυπώνει την πεποίθηση ότι το μαρτύριο είναι μια μορφή θεοδικίας. Αυτό προέρχεται από τις απόψεις του για την σταυρική θυσία του Χριστού. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, για τους ο Βασιλειδιανούς ο Χριστός δεν σταυρώθηκε, δεν αναστήθηκε, συνεπώς αρνούνται την Θεία Οικονομία, ως πηγή σωτηρίας. Ο Χριστός γι’ αυτούς δεν σώζει. Η γνώση, την οποία έφερε στον κόσμο σώζει. Βλέπουν λοιπόν το θέμα της αμαρτίας με σχολαστικό τρόπο.
Για να εξηγήσει την φαινομενική αντίφαση, του μαρτυρίου των δικαίων, κάνει ακροβατισμούς. Θεωρεί ότι δεν τιμωρούνται μόνο αυτοί που αμαρτάνουν κατ’ ενέργειαν, αλλά και όσοι επιθυμούν την αμαρτία. Και φέρνει το παράδειγμα του νηπίου. Εκείνο που μένει ανεξήγητο, είναι το που βρήκε το νήπιο την επιθυμία. Για ποια επιθυμία τιμωρείται το νήπιο, της μοιχείας ή του φόνου; Ή τελικά πως γίνεται να τιμωρούνται δίκαιοι, και αμαρτωλοί να μένουν ατιμώρητοι. Επειδή αδυνατούσε ν’ απαντήσει σε αυτά, κατέφυγε σε γενικεύσεις του τύπου, όλοι είναι αμαρτωλοί.
Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς στο σημείο αυτό, διασώζει και μια ακόμη κακοδοξία του Βασιλείδη, με την οποία προσπαθούσε να στηρίξει τις αδυναμίες της θεωρίας του:
«Άλλά τῷ Βασιλείδη ἡ ὑπόθεσις προαμαρτήσασάν φησι τήν ψυχήν ἐν ἐτέρῳ βίῳ, τήν κόλασιν ὑπομένει ἐνταῦθα, τήν μέν ἐκλεκτήν ἐπιτίμως διά μαρτυρίου, τήν ἄλλην δέ οἰκείᾳ κολάσει[88]».
Πίστευαν, λοιπόν, στην μετεμψύχωση. Η ψυχή τιμωρείται για τις αμαρτίες κάποιας προηγούμενης ζωής. Τι γίνεται, όμως στην περίπτωση που αυτός που οδηγούνταν στο μαρτύριο, αρνούνταν και δεν τιμωρούνταν;
«Λύεται γάρ ἐπί τοῦ αρνησομένου ἡ κατά τόν Βασιλείδη πρόνοια[89]».
Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς προχωρά στην αναίρεση των παραπάνω θεωριών του Βασιλείδη. Με τα όσα λέει ο τελευταίος, αφ ενός μεν η θεία πρόνοια παρουσιάζεται ως άδικη. Άλλους αφήνει ν’ αμαρτήσουν και άλλους όχι. Άλλους τους τιμωρεί για να καθαρισθούν και άλλους όχι. Αφ’ ετέρου καταργείται το αυτεξούσιο του ανθρώπου, διότι με τον βασιλειδιανό τρόπο η αμαρτία δεν είναι θέμα μόνο επιλογής, αλλά επιθυμίας και παραχώρησης. Παρουσιάζεται ο άνθρωπος να επιθυμεί την αμαρτία, αλλά να εμποδίζεται από την διάπραξή της.
Ταυτόχρονα υποτιμούνται η πίστη και η αγάπη προς τον Θεό. Η ενάρετη ζωή δεν έχει καμιά αξία, εφόσον δεν είναι θέμα προαίρεσης. Ο διάβολος με την σειρά του γίνεται όργανο της άδικης πρόνοιας, υπηρετώντας το σχέδιό της, κι έτσι απαλλάσσεται από την ευθύνη του. Το ίδιο και οι διώκτες, ενώ των κακών πρόξενος γίνεται ο Θεός.
Παρακάτω στο έργο του τονίζει ο Κλήμης Αλεξανδρεύς:
«Πλήν οὐδέ πάσας (σ.σ τας αμαρτίας) ὁ Βασιλείδης φησί, μόνας δέ τας ἀκουσίους καί κατ’ ἄγνοιαν ἀφίεσθαι, καθάπερ ἀνθρώπου τινος, ἀλλ’ οὐ Θεοῦ, τήν τασαύτην παρεχομένου δωρεάν. Τούτῳ φησίν ἡ Γραφή˙ “Ὑπέλαβες, ἄνομε, ὅτι ἔσομαί σοι ὅμοιος[90]”. Ἀλλ’ εἰ καί ἐπί ταῖς έκουσίοις κολαζόμεθα, οὐχ ἵνα μή γένωνται γενόμεναι, ἀλλ’ ὅτι ἐγένοντο, τιμωρούμεθα. Κόλασις δέ τόν ἁμαρτήσαντα ούκ ὠφελεῖ εἰς τό μή πεποιηκέναι, ἀλλ’ εἰς τό μηκέτι ἁμαρτάνειν, μηδέ μή ἄλλον τινά τοῖς ὁμοίοις περιπεσεῖν. Ἐνταῦθα οὖν ὁ ἀγαθός Θεός διά τρεῖς ταύτας παιδεύει αἰτίας˙ πρῶτον μέν, ἵν’ αύτός ἀμείνων αὐτοῦ γένηται ὁ παιδευόμενος˙ εἰσέπειτα, ὅπως οἱ δι’ ὑποδειγμάτων σωθῆναι δυνάμενοι προανακρούωνται νουθετούμενοι˙ καί τρίτον, ὡς μή ὁ ἀδικούμενος εὐκαταφρόνητος ᾖ, καί ἐπιτήδειος ἀδικεῖσθαι[91]».
4.1.5γ Τελετές
Πάλι από τον Κλήμεντα Αλεξανδρέα μαθαίνουμε ότι ο οπαδοί του γιόρταζαν την ημέρα της Βαπτίσεως του Κυρίου.
«Οἱ δέ ἀπό Βασιλείδου καί τοῦ βαπτίσματος αὐτοῦ τήν ἡμέραν ἑορτάζουσι, προσδιανυκτερεύοντες ἀναγνώσεσι. Φασί δέ εἶναι τό πέντεκαι δέκατον ἔτος Τιβερίου Καίσαρος, τήν πέντεκαιδεκάτην του Τυβί μηνός, τινές δέ αὐτήν ἑνδεκάτην τοῦ αὐτοῦ μηνός[92]».
Οι μαγικές τελετές και επικλήσεις είχαν την τιμητική τους, ανάμεσα στους Βασιλειδιανούς. Τα ονόματα των αρχόντων των ουρανών ήταν μυστική γνώση που παραδίνονταν στα μέλη τους ύστερα από πενταετή μύηση (Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία IV 7.5: «Πυθαγωρικῶς τε τοῖς προσιοῦσιν αὐτῷ πενταετή σιωπήν παρακελεύεσθαι»). Τα ονόματα αυτά έπρεπε να κρατούνται μυστικά από τους αμύητους. Όποιος τα γνώριζε, μπορούσε μετά θάνατον να περάσει από τους ουρανούς και να ανέλθει στον τόπο που βρισκόταν ο ύψιστος θεός. Είχαν δώσει στον Χριστό το μυστικό όνομα Καουλακάου. Υποτίθεται, ότι με την δύναμη αυτού του ονόματος είχε κατέλθει στην γη και είχε ανέλθει πάλι.
Έχει αναφερθεί παραπάνω η χρήση του ονόματος Αβραξάς από τον Βασιλείδη και τους οπαδούς του. Κατά τον άγιο Ιερώνυμο, ήταν το όνομα του ύψιστου άρχοντα και συνδέονταν με τον Μίθρα[93]. Αυτά έρχονταν σε απευθείας σύγκρουση με την απάντηση που έδωσε ο απόστολος Πέτρος στο αρχιερατικό συμβούλιο:
«καί οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία˙ οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἁνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πραξ. 4.12).
Κατά τον ίδιο άγιο[94], ο Βασιλείδης πέθανε στην Αλεξάνδρεια κατά την διάρκεια της βασιλείας του Ανδριανού. Φαίνεται να συνδέεται ο θάνατός του με την εξέγερση των Ιουδαίων, με αρχηγό τον Bar Kokhba. Κατά την διάρκειά της, εκτελέστηκαν πολλοί Χριστιανοί με φρικτά βασανιστήρια. Συνεπώς ο θάνατός του τοποθετείται το 132-135.
Ερωτήματα εγείρονται από την ενέργεια του Βασιλείδη, να ονοματίσει ένα των προφητών του με το όνομα του ηγέτη της ιουδαϊκής εξέγερσης: «προφήτας δέ ἑαυτῷ ονομᾶσαι Βαρκαββᾶν καί Βαρκώφ» (Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία IV 7.7). Υπονοείται κάποια σχέση, η οποία δεν μας είναι γνωστή. Στα προηγούμενα συστήματα η σχέση του γνωστικισμού με τις ακρώρειες του Ιουδαϊσμού είναι εμφανής. Ο Βασιλείδης έδινε την εντύπωση ότι αποστασιοποιήθηκε από τις δοσοληψίες των προκατόχων του. Αλλά απ’ ότι φαίνεται στήριξε με τα γραπτά του την προσωπικότητα του Βαρκαββά. Μήπως το λυντσάρισμα του ήταν πράξη σκοπιμότητας; Μήπως οι σχέσεις του με τον Βαρκαββά αποδείχθηκαν επικίνδυνες; Αυτά είναι ερωτήματα που δεν μπορούν ν’ απαντηθούν, δυστυχώς.
4.1.6 Ισίδωρος
Ο Ισίδωρος ήταν γιος του Βασιλείδη. Υπήρξε μαθητής και συνεχιστής του στην αρχηγεία της σέκτας. Πολλές από τις κακοδοξίες των Βασιλειδιανών ίσως να οφείλονται σε αυτόν και όχι στον Βασιλείδη. Μαρτυρούνται τρία συγγράμματά του.
Το πρώτο είναι το Περί προσφυούς ψυχής. Σ’ αυτό αποδίδει στον άνθρωπο δύο ψυχές, την αγαθή και την πονηρή. Αποτελεί συνέχεια της θεωρίας του πατέρα του περί των προσαρτημάτων της ψυχής, δηλαδή πολυειδών πονηρών πνευμάτων, τα οποία συνιστούσαν δεύτερο είδος ψυχής. Τονίζει, όμως ότι αυτό δεν έπρεπε ν’ αποτελεί δικαιολογία για την διάπραξη της αμαρτίας. Γράφει ο Κλήμης Αλεξανδρεύς:
«Αὐτός γοῦν ὁ τοῦ Βασιλείδου υἱός Ἰσίδωρος ἐν τῷ Περί προσφοῦς ψυχῆς, συναισθόμενος τοῦ δόγματος, οῖον ἑαυτοῦ κατηγορῶν, γράφει κατά λέξιν˙ “Ἐάν γάρ τινι πεῖσμα δῷς, ὅτι μή ἔστιν ἡ ψυχή μονομερής, τῇ δέ τῶν προσαρτημάτων βία τά τῶν χειρόνων γίνεται πάθη, πρόφασιν οὐ τήν τυχοῦσαν ἕξουσιν οἱ μοχθηροί τῶν ἀνθρώπων λέγειν˙ Ἐβιάσθην, απηνέχθην, ἄκων ἔδρασα, μή βουλόμενος ἐνήργησα˙ τῆς τῶν κακῶν ἐπιθυμίας αὐτός ἡγησάμενος, καί ού μαχεσάμενος ταῖς τῶν προσαρτημάτων βίαις. Δεῖ δέ, τῷ λογιστικῷ κρείττονας γενομένους, τῆς ἐλάττονος ἐν ἡμῖν κτίσεως φανῆναι κρατοῦντας”. Δύο γάρ δή ψυχάς ὑποτίθεται καί οὗτος ἐν ἡμῖν, καθάπερ οἱ Πυθαγόρειοι, περί ὧν ὕστερον ἐπισκεψόμεθα[95]».
Το δεύτερο έργο του ονομαζόταν Ηθικά. Σ’ αυτό διατυπώνονταν οι απόψεις του για τον γάμο. Κατά την γνώμη του ο άνθρωπος πρέπει να πράτει σε όλα το καλό και να προχωρεί σε γάμο μετά από προσεκτικό αυτοέλεγχο. Τα αφροδίσια θεωρούνταν ως φυσική, αλλά όχι αναγκαία ορμή. Πάλι από τον Κλήμεντα:
«Ἀντέχου τοίνυν, φησί κατά λέξιν ὁ Ἰσίδωρος ἐν τοῖς Ηθικοῖς , μαχίμης γυναικός, ἵνα μή ἀποσπασθῇς τῆς χάριτος τοῦ θεοῦ, τό τε πῦρ ἀποσπερματίσας, εὐσυνειδήτως προσεύχῃ. Ὅταν δέ ἡ εὐχαριστία σου, φησίν, εἰς αἴτησιν ὑποπέςῃ, καί στῇς τό λοιπόν οὐ κατορθῶσαι, ἀλλά μή σφαλῆναι, γάμησον. Ἀλλά νέος τις ἐστιν ἤ πένης ἤ κατωφερής, καί οὐ θέλει γῆμαι κατά τόν λόγον˙ οὗτος τοῦ ἀδελφοῦ μή χωριζέσθω˙ λεγέτω ὅτι Εἰσελύληθα ἐγώ εἰς τά ἅγια˙ ουδέν δύναμαι παθεῖν. Ἐάν δέ ὑπόνοιαν ἔχῃ, εἰπατω˙ Ἀδελφέ, ἐπίθες μοι τήν χεῖρα, ἵνα μή ἁμαρτήσω˙ καί λήψεται βοήθειαν, καί νοητήν καί αἰσθητήν˙ θελησάτω μόνον ἀπαρτῆσαι τό καλόν, καί ἐπιτεύξεται. Ἐνίοτε δέ τῷ μέν στόματι λέγομεν, Οὐ θέλομεν ἁμαρτῆσαι, ἡ δέ διάνοια ἔγκειται ἐπί τό ἁμαρτάνειν. Ὁ τοιοῦτος διά φόβου οὐ ποιεῖ ὅ θέλει, ἵνα μή ἡ κόλασις αὐτῶ ἐλλογισθῇ. Ἡ δέ ἀνθρωπότης ἔχει τινά ἀναγκαῖα καί φυσικά μόνα˙ ἔχει τό περιβάλλεσθαι ἀναγκαῖον καί φυσικόν˙φυσικόν δέ τό τῶν ἀφροδισίων, οὐκ ἀναγκαῖον δέ. Ταύτας παρεθέμην τάς φωνάς εἰς ἔλεγχον τῶν μή βιούντων ὀρθῶς Βασιλειδιανῶν, ὡς ἤτοι ἐχόντων ἐξουσίαν καί τοῦ ἁμαρτεῖν διά τήν τελειότητα, ἤ πάντως γε σωθησομένων φύσει, κἄν νῦν ἁμάρτωσι, διά τήν ἔμφυτον ἐκλογήν˙ ἐπεί μηδέ ταῦτα αὐτοῖς πρἀττειν συγχωροῦσιν οἱ προπάτορες τῶν δογμάτων[96]».
Φαίνεται λοιπόν, ότι στους χρόνους του Κλήμεντα Αλεξανδρέως οι Βασιλειδιανοί είχαν περάσει σε κατάσταση αφροδίσιας ελευθεριότητας, αντίθετα με τις διδασκαλίες του Βασιλείδη και του Ισίδωρου.
Τρίτο έργο του Ισίδωρου μαρτυρείται το Εξηγητικά των του προφήτου Παρχώρ. Τρία αποσπάσματα από αυτό το έργο διατηρούνται στους Στρωματείς[97]. Αυτά αναφέρονται στην λογοκλοπή των προφητειών από τους έλληνες φιλοσόφους. Πρέπει να ξεκαθαριστεί, όμως, ότι εννοούσε τους προφήτες του Βασιλειδιανού συστήματος, εφόσον κεντρικό σημείο της διδασκαλίας του ήταν η απόρριψη της Παλαιάς Διαθήκης. Οι προφήτες των Βασιλειδιανών μέμφονταν την ιουδαϊκή λατρεία και κατά συνέπεια τις εντολές του Θεού της Παλαιάς Διαθήκης. Ένας τέτοιος φανταστικός προφήτης ήταν ο Παρχώρ.
4.1.7 Παρατηρήσεις
Μπορούμε εύκολα να παρακολουθήσουμε την δενδρική δομή της εξέλιξης του γνωστικισμού με βάσει τις σχέσεις των αρχηγών των διαφόρων σεκτών. Σχηματικά είναι η παρακάτω:
Η ανίχνευση της διαδοχής αυτής ήταν αρκετά εύκολη και δεν μαρτυρεί ούτε προΰπαρξη πριν την διάδοση του ευαγγελίου, ούτε την χρειάζεται. Συνηγορεί μάλλον στην άποψη που θέλει την προέλευση του γνωστικισμού από τις ιουδαϊκές αιρέσεις, και ταυτόχρονη, ανταγωνιστική διάδοση με τον Χριστιανισμό. Όπως και να ‘χει φαίνεται ότι οι πρώτοι γνωστικοί προήλθαν από τις ιουδαϊκές αιρέσεις, κυρίως τους Σαμαρείτες. Αν διατήρησαν τις προηγούμενες σχέσεις τους με τους Εβραίους, όχι μόνο σε επίπεδο προσηλυτισμού, δεν μπορεί να πιστοποιηθεί με βεβαιότητα. Έχουμε την περίπτωση του Βασιλείδη με τον Βαρκαββά, αλλά αν υπήρξαν σχέσεις, κρατήθηκαν μυστικές με επιτυχία.
Επίσης μπορούμε να παρακολουθήσουμε και τα διάφορα στάδια στην εξέλιξη της γνωστικής διδασκαλίας, εντοπίζοντας την χρονική στιγμή εισαγωγής των επιμέρους στοιχείων. Στα επόμενα συστήματα υπάρχουν σημεία επαφής με τον εβραϊκό μυστικισμό.
Αυτό που μπόρεσε να γίνει κατανοητό είναι, ότι η γνωστική διδασκαλία προσπάθησε εξαρχής να παρουσιαστεί ως χριστιανική. Η αντίδραση των αποστόλων και των διαδόχων τους ήταν άμεση. Ο όρος αίρεση που χρησιμοποιείται από τους αγίους Πατέρες για πρώτη φορά, βρίσκει τον ορισμό της και την εφαρμογή της στον γνωστικισμό.
Όλα τα στοιχεία που πάρθηκαν από τις διάφορες θρησκείες και φιλοσοφίες της εποχής, ήταν δανεικά και είχαν διπλό ρόλο. Αφ’ ενός μεν χρησιμοποιήθηκαν για την αλλοίωση του ευαγγελικού κηρύγματος από τους θεωρητικούς του γνωστικισμού, αφ’ ετέρου παρουσίαζαν την ερμαφρόδιτη διδασκαλία με επίχρισμα οικείων στους διαφόρους λαούς ιδεών. Έτσι περιστασιακά φαίνεται ο γνωστικισμός να υπερτερεί κατά τόπους.
Η διαφορά, όμως, του γνήσιου Ευαγγελίου από το νόθο φάνηκε κατά τους διωγμούς. Οι μεν Χριστιανοί μάρτυρες υπέμειναν ευχαριστώντας, οι δε γνωστικοί θεωρώντας ανύπαρκτα τα είδωλα, θυσίαζαν. Ήταν λοιπόν η συμφωνία θεωρίας και πράξης στη ζωή των Χριστιανών, που ανέδειξε την αλήθεια του Χριστιανισμού έναντι του γνωστικισμού.
[1] Ιουστίνου, Α’ Απολογία 26.1.1-3: «Τρίτον δέ ὅτι μετά την ἀνέλευσιν τοῦ Χριστοῦ εἰς οὐρανόν προεβάλλοντο οἱ δαίμονες ἀνθρώπους τινάς λέγοντας ἑαυτούς εἶναι θεούς, οἵ οὐ μόνον οὐκ ἐκδιώχθησαν ὑφ’ ὑμῶν, ἀλλά καί τιμῶν κατηξιώθησαν˙ Σίμωνα μέν τινά Σαμαρέα, τόν ᾶπό κώμης λεγομένης Γίτθων, ὅς ἐπί Κλαυδίου Καίσαρος διά τῆς τῶν ἐνεργούντων δαιμόνων τέχνης δυνάμεις ποιήσας μαγικάς ἐν τῇ πόλει ὑμῶν βασιλίδι Ρώμῃ θεός ἐνομίσθη καί ἀνδριάντι ἀνεγήγερται ἐν τῷ Τίβερι ποταμῷ μεταξύ τῶν δύο γεφυρῶν, ἔχων ἐπιγραφήν Ρωμαϊκήν ταύτην˙ Σίμωνι Δέῳ Σάγκτῳ[1]. Καί σχεδόν πάντες μέν Σαμαρεῖς, ὀλίγοι δε καί ἐν ἀλλαις ἔθνεσιν, ὡς τόν πρῶτον θεόν εκεῖνον ὁμολογοῦντες ἐκεῖνον καί πρόσκυνοῦσι˙ καί Ἑλένην τινά,… Μένανδρον δέ τινά,…Μαρκίωνα δέ τινά Ποντικόν,… ὅς κατά πᾶν γένος ἀνθρώπων διά τῆς τῶν δαιμόνων συλλήψεως πολλούς πεποίηκε βλασφημίας λέγειν καί αρνεῖσθαι τόν ποιητήν τοῦδε τοῦ παντός Θεόν,…[1]».
[2] Πραξ. η.18: «ἰδών δέ ὁ Σίμων ὅτι διά τῆς έπιθέσεως τῶν χειρῶν τῶν ἀποστολων δίδοται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, προσήνεγκεν αύτοῖς χρήματα λέγων˙ δότε κἀμοί τήν ἐξουσίαν ταῦτην, ἵνα ᾦ ἐάν ἐπιθῶ τάς χεῖρας λαμβάνῃ Πνεῦμα Ἅγιον».
[3] Πραξ. η.9: «Ανήρ δέ τις ὀνόματι Σίμων προϋπῆρχεν ἐν τᾖ πόλει μαγεύων καί ἐξιστῶν τό ἔθνος τῆς Σαμάρειας, λέγων εἶναι τνα μέγαν˙ ᾦ προσεῖχον πάντες άπό μικροῦ ἕως μεγάλου λέγοντες˙ οὗτός ἐστιν ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ἡ μεγάλη».
[4] Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία 2.1.10: «Ἐπί τοσοῦτον δ’ ὁ Σίμων βεβοημένος κατ’ ἐκεῖνο καιροῦ τῶν ἠπατημένων έκράτει γοητείᾳ, ὡς τήν μεγάλην ἡγεῖσθαι εἶναι δύναμιν τοῦ Θεοῦ».
[5] In Matthaeum XXIV.5 (PL 26.183).
[6] Α’Απολογία 26.1.1-3, 56.1-2, Διάλογος προς Τρύφωνα 120.6.
[7] Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία 2.13.4: «Καί Ἑλένην τινά, τήν συμπερινοστήσασαν αὐτῷ κατ’ ἐκεῖνο τοῦ καιροῦ, πρότερον ἐπί τέγους σταθεῖσαν ἐν Τύρῳ τῆς Φοινίκης, τήν ἀπ’ αὐτοῦ πρώτην ἔννοιαν λέγουσι».
[8] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων 4.19.2: «ἐν γάρ τῇ κατ’ ἐκεῖνον καιρόν γενομένῃ Ἐλένῃ ἐνώκησεν [ἐν αῦτῃ]ἡ ἐπίνοια, καί οὕτως παςῶν ἐπιδικαζομένων αὐτῆς τῶν ἐξουσιῶν, στάσις καί πόλεμος ἐπανέστη ἐν οἷς ἐφάνη ἔθνεσιν. οὕτως γοῦν τόν Στησίχορον διά τῶν ἐπῶν λοιδορήσαντα αὐτήν τάς ὄψεις τυφλωθῆναι˙ αὖθις έ μεταμεληθέντος αὐτοῦ καί γράψαντος τάς παλινῳδίας ἐν αἷς ὕμνησεν αὐτήν, ἀναβλέψαι˙ μετενσωματουμένην <δέ> ὐπό τῶν αγγέλων καί τῶν κάτω ἐξουσιῶν, οἵ καί τόν κόσμον, φησίν, ἐποίησαν, ὕστερον ἐπί τέγους ἐν Τύρῳ τῆς Φοινίκης πόλει στῆναι, ᾗ κατελθών εὗρεν… ὁ δέ ψυχρός ἐρασθείς τοῦ γυναίου τούτου, Ἑλένης καλουμένης, ὠνησάμενος εἶχε, καί τους μαθητάς αἰδούμενος τοῦτον τόν μύθον ἔπλασεν».
[9] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων IV.11: «Τούτου δε ὄντος, ὡς δι’ ὀλίγων εῖπεῖν, κατά τόν Σίμωνα τοῦ πυρός καί πάντων τῶν ὄντων ὁρατῶν καί άοράτων, ὧν αὐτός ἐνήχων καί <ἀν>ήχων, αριθμητῶν και <ἀν>αρίθμων ἐν τῇ Ἀποφάσει τῇ μεγάλῃ καλεῖ, τελείων νοερῶν, οὕτως ὡς ἕκαστον τῶν ἀπειράκις ἀπείρως ἐπινοηθῆναι δυναμένων καί λαλεῖν καί διανοεῖσθαι καί ἐνεργεῖν, ὥς φησιν Ἐμπεδοκλής˙».
[10] Δευτερ. 4.24: «Κύριος ὁ Θεός σου πῦρ καταναλίσκον ἐστίν» πρβλ Εξοδ. 24.17: «τό δέ εἶδος τῆς δόξης κυρίου ὡσεί πῦρ φλέγον».
[11] Ιππολύτου, Κατά αιρεσεων VI.9.3. Για τον Ηράκλειτο, Διογένη Λαέρτιου, Βίοι ΙΧ.7: «ἐδόκει δέ αὐτῷ καθολικῶς μέν τάδε˙ έκ πυρός τά πάντα συνεστάναι καί εἰς τοῦτο ἀναλύεσθαι».
[12] Ιππολύτου, Κατά αιρεσεων VI.9.5: «τό πῦρ κατά τον Σίμωνα οὐδέν ἀπλοῦν, καθάπερ οἱ πολλοί ἁπλᾶ λέγοντες εἶναι τά τέσσαρα στοιχεῖα καί τό πῦρ ἁπλοῦν εἶναι νενομίκασιν, ἀλλά γάρ εἶναι [τήν] τοῦ πυρός διπλῆν τινά τήν φύσιν, καί τῆς διπλῆς ταύτης καλεῖ τό μέν τι κρυπτόν, τό δέ τι φανερόν˙».
[13] Ιππολύτου, Κατά αιρεσεων VI.9.6: «κέκρυφαθι δέ τά κρυπτά έν τοῖς φανεροῖς τοῦ πυρός, καί τά φανερά τοῦ πυρός ὑπό τῶν κρυπτῶν γεγονέναι.
[14] Ιππολύτου, Κατά αιρεσεων VI.11 παραθέτει από Εμπεδοκλή, Fragmenta IV.109.7. Το απόσπασμα αυτό του Εμπεδοκλή κάνει χρήση και ο Αριστοτέλης, Περί ψυχής Α 2.404b.8 και Μετά τα φυσικά Β’ 4. 1000β.5.
[15]Ησαΐας 1.2. Η ερμηνεία των Σιμωνιανών στο Ιππολύτου Κατά αιρέσεων VI 13.4.
[16] Ιππολύτου Κατά αιρέσεων VI 14.6.
[17] Ίσως Ης. 44.2: «οὕτω λέγει Κύριος ὁ Θεός ὁ ποιήσας σε καί ὁ πλάσας σε ἐκ κοιλίας».
[18] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VI 15-16.
[19] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VI 19.5-6: «τήν δέ Ἑλένην λυτρωσάμενος οὕτως τοῖς ανθρώποις σωτηρίαν παρέσχε διά τῆς ἰδίας ἐπιγνώσεως. κακῶς γάρ διοικούντων τῶν ἀγγέλων τόν κόσμον διά τό φυλαρχεῖν αὐτούς, εἰς ἐπανόρθωσιν ἐληλυθέναι αὐτόν ἔφη μεταμορφούμενον καί ἐξομοιούμενον ταῖς αρχαῖς καί ταῖς ἐξουσίαις καί τοῖς ἀγγέλοις, ὥς καί ἄνθρωπον φαίνεσθαι αὐτόν μή ὄντα ἄνθρωπον,…».
[20] Ειρηναίου, Έλεγχος I 23.4: «Imaginem quoque Simonis habent factam ad figuram Jovis, et Helene in figuram Minervae, et has adorant»και Ιππολύτου Κατά αιρέσεων VI 20.1.
[21] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙ 13.7-8: «Τά δέ τούτων αὐτοῖς ἀπορρητότερα, ὧν φασι τόν πρῶτον ἐπακούσαντα ἐκπλαγήσεσθαι καί κατά τι παρ’ αὐτοῖς λόγιον ἔγγραφον «θαμβωθήσεσθαι», θάμβους ὡς ἀληθῶς καί φρενῶν ἐκστάσεως καί μανίας ἔμπλεα τυγχάνει, τοιαῦτα ὄντα, ὡς μή μόνον μή δυνατά εἶναι παραδοθῆναι γραφῇ, ἀλλ’ οὐδέ χείλεσιν αὐτό μόνον δι’ ὑπερβολήν αἰσχρουργίας τε και αρρητοποίας ἀνδράσι σώφρονα λαληθῆναι. ὅτι ποτε γάρ ἄν ἐπινοηθείη παντός αἰσχροῦ μιαρῶτερον, τοῦτο πᾶν ὐπερηκόντισεν ἠ τῶνδε μυσαρωτάτη αἵρεσις, ταῖς ἀθλίαις καί παντοίων ὡς ἀληθῶς κακῶν σεσωρευμέναις γυναιξίν ἐγκαταπαιζόντων». (μετ. Παν. Χρήστου, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1977, τ.1 σελ. 199).
[22] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VI 20.2. Επίσης Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 23.4: «Exorcismis et incantationibus utuntur. Amatoria quoque et agogima, et qui dicuntur paredri et oniropompi, et quaecunque sunt alia perierga apud eos studiose exercentur. Imaginem quoque Simonis habent factam ad figuram Jovis, et Helene in figuram Minervae, et has adorant». (PG 7.673A).
[23] Επιδήμια Κηρύγματα Πέτρου ΙΙ 8.9.
[24] «Viri Romani, dues nascitur? crucificitur? qui dominum habet, non est dues. Haec autem eo dicente multi dicebant˙ Bene dicis, Simon».
[25] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙ 13.6: «Πάσης μέν οὖν ἀρχηγόν αἰρέσεως πρῶτον γενέσθαι τόν Σίμωνα παρειλήφαμεν˙ ἐξ οὗ καί εἰς δεῦρο οἱ τήν κατ’ αὐτόν μετιόντες αἵρεσιν τήν σώφρονα καί διά καθαρότητα βίου παρά τοις πάσιν βεβοημένην Χριστιανῶν φιλοσοφίαν ὑποκρινόμενοι, ἧς μέν ἔδοξαν ἀπαλλάτεσθαι περί τά εἴδωλα δεισιδαιμονίας οὐδέν ἧττον αὖθις ἐπιλαμβάνονται» (μετ. Παν Χρήστου, ο. π. σελ. 197-9).
[26] Ωριγένη, Κατά Κέλσου Ι.57: «Χριστιανοί δ’εἰσίν οἰ ταῦτα περί αὐτοῦ λέγοντες…».
[27] Κλήμη Αλεξανδρέως, Στρωματείς VII 17.106.4 – 107.1: «καθάπερ ὁ Βασιλείδης, κἄν Γλαυκίαν ἐπιγράφηται διδάσκαλον, ως αὐχοῦσιν αὐτοί, τόν Πέτρου ερμηνέα. Ὡσαύτως δέ καί Οὐαλεντίνον Θεοδᾶ διακηκοέναι φέρουσιν˙ γνώριμος δ’ οὗτος ἐγεγόνει Παύλου. Μαρκίων γάρ, κατά τήν αὐτήν αὐτοῖς ἡλικίαν γενόμενος, ὡς πρεσβύτης νεωτέροις συνεγέτετο. Μεθ’ ὅν Σίμων ἐπ’ ὀλίγων κηρύσσοντος τοῦ Πέτρου ὑπήκουσεν» {ed. Otto Stählin, GCS 17 (1909) 75}.
[28] Α’ Κορ. 1.23.
[29] Ωριγένη, Κατά Κέλσου Ι.57 & VI.11: «οὐδαμοῦ γάρ τῆς οἰκουμένης Σιμωνιανοί».
[30] Περί Αρχών IV 3.2, {ed Paul Koetschau, GCS 22 (1913) 326}.
[31] Κατά Κέλσου Ι.57 {ed. Paul Koetschau, GCS 2 (1899) 108}.
[32] Επιφανίου, Πανάριον XIII 1.1 {ed. Karl Holl , GCS 25 (1915) 206}.
[33] Ομιλίες 2.23.4.
[34] Ομιλίες 2.24.1.
[35] Κατά Κέλσου Ι.57 {ed. Paul Koetschau, GCS 2 (1899) 108}.
[36] Ωριγένη, Εις Ιωάννην XIII.27 {ed. Erwin Preuschen, GCS 10 (1903) 251}.
[37] Μ. Φωτίου, Μυριόβιβλος 230.
[38] ο. π. «Οὕτω το δυσσεβές περί ἀναστάσεως διά τῶν ἱερολογιῶν Δοσιθέου κήρυγμα καταβαλών, καί ὅτι φθαρτός ο κόσμος (ἐκεῖνος γάρ φθαρτήν την ψυχήν, ἄφθαρτον δέ τοῦτον ἐτερατολόγει), καί ὅτι τῶν ἀγγέλων ἡ φύσις παρά Θεοῦ ὑπέστη (τῶν γάρ μή ὀντων καί τούτων τήν φύσιν ἐκεῖνος ὁ ληρώδης ἐνόμιζε), ναι δή καί ὅτι τό δαιμόνων γέγονέ τε καί διαμένει φῦλον (οἱ γάρ Δοσθηνοί τά μέν εἴδωλα δαίμονες ἔλεγον, ἄλλο δέ τι δαιμόνιον φῦλον ούκ εγίνωσκον), είς πολλήν αὐτόν έλάσαι φρενοβλάβειαν διήλεγξεν».
[39] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 138.
[40] Επιφάνιος, Πανάριον XIII 1.4: «ἐν σπηλαίῳ δέ που ἀναχωρῶν δι’ ὑπερβολήν εθελοσοφίας, ματαίως καί υποκριτικῶς ἐν νηστείᾳ καρτερῶν ὡς λόγος ἔχει οὕτως ἀπέθανεν ἐν ἐνδείᾳ ἄρτου καί ὕδατος, ἐκουσίᾳ δήθεν τῇ γνώμῃ. μετά ημέρας δέ τινας ἐλθόντας ἐπί τήν τούτου ἐπίσκεψιν εὑρηκέναι τό σῶμα ὀδωδός ἐξέρψαν τε σκώληκας καί νέφος μυιῶν ἐπ’ αὐτῷ ἐσμηκέναι». {ed. Karl Holl , GCS 25 (1915) 206}.
[41] Ευσεβίου Καισαρίας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 26.1: «Σίμωνα τόν μάγον Μένανδρος διαδεξάμενος, ὅπλον δεύτερον οὐ χεῖρον τοῦ προτέρου τῆς διαβολικῆς ἐνεργείας ἀποδείκνυται τόν τρόπον».
[42] Ιουστίνου, Απολογία Α’ 26.4.
[43] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 28.1 {ed Paul Wendland, GCS 26 (1916) 208}.
[44] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 23.5: «Mundum autem factum ab Angelis».
[45] Ευσεβίου Καισαρίας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 26.1-2: «Ἦν καί οὗτος Σαμαρεύς, εἰς ἄκρον δέ γοητείας οῦκ ἔλαττον τοῦ διδασκάλου προελθών, μείζοσιν ἐπιδαψιλεύεται τερατολογίαις, ἐαυτόν μεν ὡς ἄρα εἴη, λέγων, ὁ Σωτήρ ἐπί τῃ τῶν άνθρώπων ἄνωθέν ποθεν ἐξ ἀοράτων αἰώνων ἀπεσταλμένος σωτηρίᾳ, διδάσκων δέ μή ἄλλως δύνασθαί τινα καί αὐτῶν τῶν κοσμοποιῶν ἀγγέλων περιγενήσεσθαι, μή πρότερον διά τῆς προς αύτοῦ παραδιδομένης μαγικῆς ἐμπειρίας ἀχθέντα καί διά τοῦ μεταδιδομένου προς αὐτοῦ βαπτίσματος, οὗ τους καταξιουμένους ἀθανασίαν ἀίδιον ἐν αὐτῳ τούτου μεθέξειν τῷ βίῳ, μηκέτι θνήσκοντας, αύτοῦ δέ παραμένοντας εἰς τό ἀεί ἀγήρως τινάς καί ἀθανάτους εσομένους».
Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 23.5: «Ressurectionem enim per id, quod est in eum baptisma, accipere ejus discipulos, et ultra non posse mori, sed persevere non senescentes et immortales» (PG 7.673B).
[46] Ευσεβίου Καισαρίας, Εκκλησιαστική Ιστορία IV 7.1: «Ούτω από τον Μένανδρον, τον οποίον ήδη προηγουμένως αναφέραμεν ως διάδοχον του Σίμωνος, προήλθεν εν είδος αμφιστόμου και δικεφάλου οφιώδους δυνάμεως, η οποία παρήγαγεν αρχηγούς δύο διαφορετικών αιρέσεων, τον Σατορνίνον Αντιοχέα την καταγωγήν και τον Βασιλείδην Αλεξανδρέα, οι οποίοι ίδρυσαν διδασκαλεία των θεομισών αιρέσεων, ο μεν εις την Συρίαν, ο δε άλλος εις την Αίγυπτον» (μετ. Π. Χρήστου, ΕΠΕ, τ. 2 σελ. 19).
[47] Ιππολύτου, Κατά Αιρέσεων VII 28.1: «Λέγει δέ ἕνα πατέρα ἄγνωστον τοῖς πᾶσιν ὑπάρχειν, [τοῦ]τον ποιήσαντα ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους, δυνάμεις, ἐξουσίας» {ed Paul Wendland, GCS 26 (1916) 208}.
[48] Ιππολύτου, Κατά Αιρέσεων VII 28.2-4: «ἀπό δέ ἑπτά τινων ἀγγέλων τόν κόσμον γεγενῆσθαι καί πάντα τά ἐν αὐτῷ, καί τόν ἄνθρωπον δέ ἀγγέλων εἶναι ποίημα, ἄνωθεν ἀπό τῆς αὐθεντίας φωτεινῆς εῖκόνος ἐπιφανείσης, ἤν κατασχεῖν μή δυνηθέντες διά τό παραχρῆμα, φησίν, ἀναδραμεῖν ἄνω[θεν], ἐκέλευσαν ἑαυτοῖς λέγοντες˙ ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν˙ οὗ γενομένου, φησίν, καί <μἠ> δυναμένου ἀνορθούσθαι τοῦ πλάσματος διά τό ἀδρνές τῶν ἀγγέλων, ἀλλά ὡς σώληκος σκαρίζοντος, οἰκτείρασα αὐτόν ἡ ἄνω δύναμις διά τό ἐν ὁμοιώματι αὐτῆς γεγονέναι, ἔπεμψε σπινθήρα ζωής, ὅς διήγειρε τόν άνθρωπον καί ζῆν ἐποίησε». {ed Paul Wendland, GCS 26 (1916) 208-9}.
[49] Ιππολύτου, Κατά Αιρέσεων VII 28.5-7, {ed Paul Wendland, GCS 26 (1916) 208}.
[50] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 28.7: «τό δέ γαμεῖν καί γεννᾶν ἀπό τοῦ σατανᾶ φησιν εἶναι˙ οἰ πλείους τε τῶν απ’ εκείνου καί ἐμψύχων ἀπέχονται, διά τῆς προσποιήτου ταύτης ἐγκρατείας <πλανῶντες πολλούς>. τάς δέ προφητείας ἅς μέν ἀπό τῶν κοσμοποιῶν ἀγγέλων λελαλῆσθαι, ἅς δέ ἀπό τοῦ σατανᾶ, ὅν καί αὐτόν ἄγγελον ἀντιπράττοντα τοῖς κοσμοποιοῖς ὑπέθετο, μάλιστα δέ τῷ τῶν Ἰοδαίων θεῷ».
[51] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΙΙΙ 2.5: «Τάς δέ προφητείας φάσκει ὁ αὐτός πάλιν γόης τάς μέν ὐπό τῶν κοσμοποιῶν ἀγγέλων πεπροφητεῦσθαι, τάς δέ ὑπό τοῦ Σατανᾶ. καί αὐτόν γάρ τόν Σατανᾶν ἄγγελον φάσκει, αντιπράττοντα τοῖς κοσμοποιοῖς ἀγγέλοις, μάλιστα τῷ Θεῷ τῶν Ιουδαίων» {ed. Karl Holl , GCS 25 (1915) 251}.
[52] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΙΙΙ 3-4 {ed. Karl Holl , GCS 25 (1915) 252-3}.
[53] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΙΙΙ 5 {ed. Karl Holl , GCS 25 (1915) 253}: «Διότι ο Θεός Πατήρ έπλασε τον άνθρωπο και όλα σύμφωνα με την δική του ευδοκία, και σε τίποτα δεν έγιναν σύμβουλοι οι άγγελοι. Διότι είπε “ ας πλάσουμε τον άνθρωπο σύμφωνα με την δική μας εικόνα” και όχι μόνο κατ’ εικόνα. Συγκάλεσε ως συνδημιουργό στο δικό Του δημιούργημα και τον Λόγο Του τον μονογενή, …, όπως ο Πατέρας προσκαλεί τον Υιό για να δημιουργήσει τον άνθρωπο, δια του οποίου δημιούργησε και τα υπόλοιπα όλα. Και δεν λέμε ότι προσκάλεσε μόνο τον Υιό, αλλά και το Άγιο Πνεύμα. “ Με τον λόγο του Κυρίου οι ουρανοί στέριωσαν και με την πνοή του στόματος αυτού όλη η δύναμή τους” (Ψαλμ. 32.6)».
[54] Ο.π. «Και ότι ο γάμος δεν είναι από τον Σατανά, αλλά από τον Θεό, πρώτον το λέει ο Κύριος “ ὅ ὁ Θεός συνέζευξεν, ἄνθρωπος μή χωριζέτω” (Ματθ. 19.6) και ύστερα ο άγιος απόστολος “τίμιος ὁ γάμος καί ἡ κοίτη ἀμίαντος” (Εβρ. 13.4). Σε όσες έμειναν χήρες εξ αιτίας θανάτου παραγγέλνει τα ίδια, λέγοντας μέσω του Τιμοθέου “νεωτέρας χήρας παραιτοῦ˙μετά γάρ τό καταστρηνιάσαι τοῦ Χριστοῦ γαμεῖν θέλουσι” (Α’ Τιμ. 5.11) καί μετά από λίγα “γαμείτωσαν τεκνογονείτωσαν οἰκοδεσποτείτωσαν”, θέτοντας ανυπέρβατο νόμο, ο οποίος είναι εκ Θεού και δόθηκε στους ανθρώπους χάριν σεμνότητος».
[55] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΙΙΙ 6 {ed. Karl Holl , GCS 25 (1915) 254-5}: «για τις όσες συκοφαντημένες υπόνοιες λέγει για τις εκ Θεού προφητείες, ότι δηλαδή δεν είναι αυτές εκ Θεού, πολλά υπάρχουν να πει κανείς, όπως λέει και ο ίδιος ο Μονογενής, με τα οποία ευαγγέλισε τον κόσμο κηρύσσοντας τον εαυτό Του, πρώτον ότι “Αβραάμ ὁ πατήρ ἡμῶν ἐπεθύμησεν ἰδεῖν τήν ἡμέραν μου, καί εἶδεν καί ἐχάρη” (Ιωάν. 8.56), και πάλι λέει “εἰ ἐπιστεύετε Μωυσῇ, ἐπιστεύετε ἄν ἐμοί˙ ἐκεῖνος γάρ περί ἐμοῦ ἔγραψεν” (Ιωάν. 5.46).
[56] Επιφανίου, Πανάριον XXIV 1.
[57] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 148.
[58] Κλήμη Αλεξανδρέως, Στρωματείς VII 17.106.4.
[59] Ωριγένους, Εις κατά Λουκάν, Ομιλία Α’ {ed. Max Rauer, GCS 35 (1931), 5}.
[60] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς IV 12.81: «Βασιλείδης δἐ ἐν τῷ εἰκοστῷ τρίτῳ τῶν Εξηγητικῶν περί τῶν κατά τό μαρτύριον κολαζομένων αῦταῖς λέξεσι τάδε φησί» {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 284}.
[61] Ηγεμόνιου, Πράξεις Αρχελάου 67.4 κ.ε. {ed. Charles Henry Beeson, GCS 16 (1906) 98}.
[62] Ευσεβίου Καισαρίας, Εκκλησιαστική Ιστορίαι IV 7.6-7.
[63] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 14: «Ἐπειδή οὖν ἐν ταῖς πρό ταύτης τῆς βίβλοις ἕξ ἐκτεθείμεθα τά πρότερα, δοκεῖ νῦν τά Βασιλείδου μή σιωπᾶν <ὄν>τα Ἀριστοτέλους τοῦ Σταγειρίτου δόγματα, οὐ Χριστοῦ». {ed Paul Wendland, GCS 26 (1916) 191}.
[64] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 21.1: «Επεί <οὖν> οὐδέν <ἦν>, οὐχ ὕλη, οὐκ οὐσία, οὐκ ἀνούσιον, οὐχ ἁπλοῦν, οὐ σύνθετον, οὐκ ἀνόητον, οὐκ ἀναίσθητον, οὐκ ἄνθρωπος, οὐκ ἄγγελος, οὐ θεός, οὐδέ ὅλως τι τῶν ὀνομαζομένων ἤ δι’ αίσθήσεως λαμβανομένων ἤ νοητῶν πραγμάτων, ἀλλ’ οὕτω καί ἔτι λεπτομερεστέρως πάντων ἁπλῶς περιγεγραμένων, <ὁ> οὐκ ὤν θεός,…».
[65] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 21.4: «οὕτως <ὁ> οὐκ ὤν θεός ἐποίησε κόσμον οὐκ ὄντα ἐξ οὐκ ὄντων, καταβαλόμενος καί ὑποστήσας σπέρμα τι ἕν ἔχον πᾶσαν ἐν ἑαυτῷ τήν τοῦ κόσμου πανσπερμίαν.
[66] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 22.7-12.
[67] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 22.12: «ἦν γάρ οὐχ ὁμοούσιον οὐδέν φύσιν εἶχε μετά τῆς υἱότητος˙ ἀλλἀ ὥσπερ ἐστί παρά φύσιν καί ὀλέθριος τοῖς ἰχθύσιν ἀήρ καθαρός καί ξηρός, οὕτω τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῷ ἦν παρά φύσιν ἐκεῖνο τό ἀρρητων ἀρρητότερον καί πάντων ἀνώτερον ὀνομάτων τοῦ οὐκ ὄντος ὁμοῦ θεοῦ χωρίον καί τῆς υιότητος».
[68] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 22.15-16.
[69] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 23.1-2.
[70] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 23.3-4.
[71] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 23.6-7.
[72] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 24.2-3.
[73] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 24.4-5.
[74] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 25.4: «οὗτος ἐστι, φησίν, ὁ τῆς ἑβδομάδος ἄρχων ὁ λαλήλας τῷ Μωυςῆ και εἰπών˙ ἐγώ ὁ θεός Ἀβραάμ καί Ἰσαάκ καί Ἰακώβ, καί τό ὄνομα τοῦ θεοῦ οὐκ ἐδήλωσα αὐτοῖς».
[75] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 25.1-2.
[76] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 25.6-7.
[77] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 25.7: «ἡ γάρ ἐν μέσω τοῦ αγίου πνεύματος ἐν τῷ μεθορίῳ τῆς υἱότητος δύναμις ῥέοντα καί φερόμενα τά νοήματα τῆς υἱότητος μεταδίδωσι τῷ υἱῷ τοῦ μεγάλου ἄρχοντος».
[78] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 26.1-3.
[79] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 26.4-5.
[80] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 26.6: «καί τόν μέγα ἄρχοντα αὐτῶν εἶναι τόν Ἁβρασαξ διά τό περιέχειν τό ὄνομα αὐτοῦ ψῆφον τξε, ὡς δή τοῦ ὀνόματος τήν ψήφον περιέχειν πάντα, καί διά τοῦτο τόν ἐνιαυτόν τοσαύταις ἡμέραις συνεστάναι».
[81] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 26.10.
[82] Ειρηναίου, Έλεγχος XXIV.3: «Basilides autem, ut altius aliquid et verisimilius invenisse videatur, in immensum extendit sentetiam doctrina suae, ostendens Nun primo ab innato natum Patre, ab hoc autem natum Logon, deinde a Logo Phronesn, a Phronesi autem Sophiam et Dynamin, a Dynami autem et Sophia Virtutes, et Principes, et Angelos, quos et primos vocat, et ab iis primum coelum factum. Dehinc ab horum derivatione alios autem factos, aliud coelum simile priori fecisse, et simili modo ex eorum derivatione cum alii facti essent, antitypi eis qui super eos essent aliud tertium deformasse coelum» (PG 7.675B-676A).
[83] Ειρηναίου, Έλεγχος XXIV.4: «Eos autem, qui posterius continent coelum, Angelos, quod etiam a nobis videtur, constituisse ea quae sunt in mundo omnia, et partes sibi fecisse terrae, et earum, quae super eam sunt, gentium. Esse autem principem ipsorum eum, qui Judaeorum putatur esse Deus. Et quoniam hic suis hominibus, id est Judaeis, voluit subjicere reliquas gentes, reliquos ones principles contra stetisse ei et contra egisse» (PG 7.676A-B).
[84] Ο. π.: «Quapropter neque passum eum, sed Simonem quemdam Cyrenaeum angariatum portasse crucem ejus pro eo: et hunc secundum ignorantiam et errorem crucifixum, transfiguratum ab eo, uti putaretur ipse esse Jesus: et ipsum autem Jesum Simonis accepisse formam, et stantem irrisisse eos» (PG 7.677A).
[85] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς II 8: «Ἐνταῦθα οἱ αμφί τόν Βασιλείδην, τοῦτο εξηγούμενοι τὀ ρητόν, “αὐτόν φασιν Ἄρχοντα, επακούσαντα τήν φάσιν τοῦ διακονουμένου Πνεύματος, ἐκπλαγῆναι τῷ τε άκούσματι καί τῷ θεάματι, παρ’ ἐλπίδας εὐηγγελισμένον˙ καί τήν ἔκπληξην αὐτοῦ φόβον κληθῆναι, ἀρχήν γενόμενον σοφίας φυλοκρινητικῆς τε καί διακριτικῆς καί τελεωτικῆς καί ἀποκαταστατικῆς. Οὐ γάρ μόνον τόν κόσμον, ἀλλά καί τήν ἐκλογήν διακρίνας, ὁ ἐπί πᾶσι παραπέμπει”». Εδώ ο Κλήμης αναφέρεται στην ερμηνεία που έδινα οι Βασιλιδειανοί στο χωρίο «Ἀρχή σοφίας, φόβος Θεοῦ» (Παροιμ. 1.7). Η ερμηνεία παραπέμπει στην διδασκαλία που καταγράφεται στον άγιο Ιππόλυτο, ειδικά στο Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 26.1-3.
Στρωματείς IV 25: «Βασιλείδης δέ ὁ ἀποστατήσας, δικαιοσύνην δέ καί τήν θυγατέρα αὐτῆς τήν εἰρήνην ὐπολαμβάνει ἐν ὀγδοάδι μένειν ἐνδιατεταγμένας», εδώ γίνεται λόγος για την ογδοάδα.
[86] Πανάριον 24.1-4.
[87] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στωματεῖς IV 81.1-83.1:
«Ο Βασιλείδης στο εικοστό τρίτο βιβλίο των Εξηγητικών του, γι’ αυτούς που βασανίζονται από μαρτύριο λέγει αυτολεξεί τα εξής˙
“Η γνώμη μου δηλαδή είναι η εξής˙ Όσοι υποπίπτουν στις λεγόμενες θλίψεις, ή διαφεύγουν τη σύλληψη έχοντας αμαρτήσει σε άλλες παραβάσεις, οδηγούνται σε αυτό το αγαθό από καλοσύνη εκείνου που τους οδηγεί, αλλά στην πραγματικότητα κατηγορούνται για άλλους λόγους, ώστε να μην τιμωρηθούν ως κατάδικοι για αποδεδειγμένα κακά, ούτε να ακούν τις κατηγορίες, όπως ο μοιχός, ο φονιάς, αλλά επειδή είναι Χριστιανοί, πράγμα που θα τους παρηγορήσει, νομίζοντας ότι ούτε καν υποφέρουν. Κι αν φτάσει κανείς στο πάθος χωρίς να έχει αμαρτήσει καθόλου, σπάνιο βέβαια, όμως ούτε αυτός θα πάθει τίποτα από τις επιβουλές της εξουσίας, αλλά θα πάθει ό,τι θα έπασχε και το νήπιο που είναι φανερό ότι δεν έχει αμαρτήσει”. Έπειτα προχωρώντας λίγο λέγει˙
“Όπως λοιπόν το νήπιο που δεν έχει αμαρτήσει στην πράξη καθόλου, έχει όμως την τάση για αμαρτία, αν υποβληθεί σε τιμωρία ευεργετείται κερδίζοντας πολλά δύσκολα, έτσι κι αν κάποιος τέλειος τύχει να μην έχει διαπράξει καμιά αμαρτία, τιμωρείται όμως και θα τιμωρηθεί, έπαθε όμοια με αυτό που έπαθε το νήπιο. Είχε την τάση για αμαρτία, επειδή όμως δεν βρήκε αφορμή να αμαρτήσει, δεν αμάρτησε. Γιατί, όπως εκείνος που θέλει να μοιχεύσει είναι μοιχός, έστω κι αν δεν προχώρησε στην πράξη της μοιχείας, κι όποιος θέλει να διαπράξει φόνο είναι φονιάς, έστω κι αν δεν μπορεί να σκοτώσει, έτσι κι ο αναμάρτητος που λέγω˙ αν τον δω να τιμωρείται, ενώ δεν έχει πράξει κανένα κακό , εγώ θα τον χαρακτηρίσω κακό, επειδή θέλει ν’ αμαρτήσει. Γιατί προτιμώ να πω τα πάντα, παρά να πω ότι είναι κακή η πρόνοια”. Έπειτα λίγο παρακάτω μιλά και για τον Κύριο απερίφραστα, σαν για κάποιον άνθρωπο, λέγοντας˙
“Αν όμως παραλείψεις όλους αυτούς τους λόγους και φτάσεις στο να με ελέγχεις με όποιο τύχει παράδειγμα ανθρώπων, λέγοντας˙ Ο τάδε λοιπόν αμάρτησε, γιατί όμως έπαθε ο τάδε; αν μου επιτρέπεις θα σου πω˙ δεν αμάρτησε βέβαια, αλλά ήταν όμοιος με το νήπιο που πάσχει. Κι αν ο έλεγχός του γίνει εντονότερος, θα του πω˙ Είναι άνθρωπος αυτός που θα ονομάσεις άνθρωπο, ενώ δίκαιος είναι ο Θεός. Γιατί όπως είπε κάποιος, κανένας δεν είναι καθαρός από ρύπο”». (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ.3 σελ. 513-5).
[88] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στωματεῖς IV 83.2.
[89] Ο. π.
[90] Ψαλμ. 49.21.
[91] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς IV 153.3-154.1: «Όμως ο Βασιλείδης λ΄γει, ότι ούτε όλες συγχωρούνται, αλλά μόνο οι ακούσιες και όσες προέρχοντι από άγνοια˙ σα να παρέχει αυτή τη δωρεά κάποιος άνθρωπος και όχι ο Θεός. Σ’ αυτόν απαντά η Γραφή˙ “Υπέθεσες άνομε άνθρωπε, ότι θα γίνω όμοιός σου”. Αλλά, αν και τιμωρούμαστε για τα εκούσια σφάλματά μας, όχι για να μη γίνουν, αφού έγιναν, αλλά τιμωρούμαστε επειδή έγιναν. Η τιμωρία δεν ωφελεί αυτόν που αμάρτησε στο να μην έχει αμαρτήσει, αλλά για να μην αμαρτήσει στο μέλλον ούτε να πέσει στα ίδια παραπτώματα και κάποιος άλλος. Εδώ λοιπόν, ο αγαθός Θεός παιδεύει για τις εξής τρεις αιτίες˙ πρώτον για να γίνει ο παιδευόμενος καλύτερος από τον εαυτό του. Δεύτερο, με σκοπό όσοι μπορούν να σωθούν με το παράδειγμα να προετοιμάζονται με τη νουθεσία. Και τρίτο για να μην περιφρονείται ο αδικούμενος και γίνεται κατάλληλος για αδικία».
[92] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στωματείς I 146.1.
[93] Jerome, on Amos I.3: «Basileides, qui omnipotentem Deum portentoso nomine appellat Abraxas, et eudem secundum graecas litteras, et annui cursus numerum dicit in solis circulo contineri, quem ethnici sub eodem numero aliarum litterarum vocant Μείθραν» (PL 25.1018D).
[94] Jerome, De viris illustribus XXI: «Τελευτῶντος Βασιλείδου γνωστικοί ἐν Άλεξάνδρείᾳ έκλήθησαν ἐν τοῖς χρόνοις Ἀνδριανοῦ, ὅτε καί Κοχίβος ὁ τῶν Ιουδαίων ἡγούμενος πολλούς τῶν Χριστιανῶν ποικίλαις τιμωρίαις ἀνήλωσεν».
[95] Κλήμεντος Αλεξανδρέως Στρωματείς ΙΙ 20.113: «Ο ίδιος βέβαια ο γιιος του Βασιλείδη ο Ισίδωρος στο έργο του Περί προσφυούς ψυχής, ενώ συμφωνεί με τη διδασκαλία, σαν να κατηγορεί τον εαυτό του, γράφει κατά λέξη˙ “Αν πείσεις κάποιον, ότι η ψυχή δεν είναι μονομερής, αλλά με την πίεση των προσαρτημάτων γίνονται τα πάθη των χειρότερων, δεν θα έχουν μια πρόχειρη πρόφαση όσοι είναι μοχθηροί να λένε˙ Εξαναγκάστηκα, παρασύρθηκα, έπραξα ακούσια, ενήργησα χωρίς να θέλω. Ενώ αυτός ο ίδιος ήταν που ηγήθηκε στην επιθυμία των κακών και δεν πολέμησε την βία των προσαρτημάτων. Πρέπει όμως να γίνουμε ισχυρότεροι στο λογιστικό και να εμφανιστούμε κύριοι της κατώτερης μέσα μας δημιουργίας”. Γιατί κι αυτός υποθέτει δυο ψυχές μέσα μας, όπως οι Πυθαγόρειοι, για τους οποίους θα μιλήσουμε αργότερα».
[96] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 1.1: «Λέγει λοιπόν κατά λέξη ο Ισίδωρος στα Ηθικά του˙ Ν’ αντιστέκεσαι στη μαχητική γυναίκα, για να μην αποσπασθείς από τη χάρη του θεού και σαν σπέρμα, αποβάλλοντας τη φωτιά, να προσεύχεσαι με αγαθή συνείδηση. Κι όταν η ευχαριστία σου, λέγει, ολισθήσει σε αίτηση και σταματήσεις, επειδή δεν κατόρθωσες το υπόλοιπο, σύναψε γάμο για να μν αμαρτήσεις. Αλλά είναι κάποιος νέος ή φτωχός ή κατώτερος και δεν θέλει κατά τον λόγο να νυμφευθεί˙ αυτός ας μη χωρίζει από έναν αδελφό. Ας λέγει˙ Εισήλθα εγώ στα άγια˙ δεν μπορώ να πάθω τίποτα. Εάν πάλι έχει υπόνοια, ας πει˙ Αδελφέ μου, βάλε το χέρι σου επάνω μου να μην αμαρτήσω, και θα λάβει βοήθεια και ψυχική και σωματική. Να επιθυμήσει μόνο να ολοκληρώσει το καλό και θα το πετίχει. Μερικές φορές με το στόμα βέβαια λέμε, Δε θέλομε ν’ αμαρτήσομαι, ο νους μας όμως κλίνει στην αμαρτία. Ο άνθρωπος αυτός από φόβο δεν κάμει αυτό που θέλει, για να μην του καταλογισθεί τιμωρία. Γενικά ο άνθρωπος έχει κάποια αναγκαία και κάποια μόνο φυσικά˙ έχει την ένδυση αναγκαία και φυσική˙ φυσική είναι η αφροδίσια ανάγκη όχι όμως απαραίτητη. Παρέθεσα τους λόγους αυτούς για έλεγχο των Βασιλειδιανών που δεν ζούνε ορθά, νομίζοντας ότι ή έχουν εξουσία να αμαρτάνουν χάρη στην τελειότητά τους, ή θα σωθούν οπωσδήποτε σύμφωνα με την φύση ακόμα κι αν τώρα αμαρτήσουν εξαιτίας της έμφυτης εκλογής, επειδή οι προπάτορες των δογμάτων ούτε αυτό δεν τους συγχωρούν να πράττουν» (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ.3 σελ. 345-7).
[97] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς VI 6.53: «Και ο Ισίδωρος, ο γιος και μαθητής μαζί του Βασιλείδη, στο πρώτο βιβλίο των Εξηγητικών προφήτου Παρχώρ γράφει κι αυτός κατά λέξη˙ “Λένε οι Αθηναίοι ότι είχαν φανερωθεί μερικά στον Σωκράτη από τον δαίμονα που τον ακολουθούσε. Και ο Αριστοτέλης λέει, ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τους δαίμονές τους, που τους συνοδεύουν από την ώρα που μπαίνουν στο σώμα τους. Αυτό είναι ένα μάθημα που το πήρε από τους προφήτες και το κατέθεσε στα βιβλία του˙ δεν ομολόγησε βέβαια από πού αφαίρεσε αυτόν τον λόγο”. Και πάλι στο δεύτερο βιβλίο της ίδιας συγγραφής γράφει τα εξής˙ “Κι ας μη νομίζει κανείς, ότι αυτό έχει προειπωθεί από μερικούς φιλοσόφους˙ δν είναι δικό τους εύρημα. Το σφετερίσθηκαν από τους προφήτες και το πρόσθεσαν σε ό,τι σοφό ειπαν”. Και πάλι στο ίδιο βιβλίο˙ “Γιατί μου φαίνεται, όσοι υποκρίνονται πως φιλοσοφούν, για να μάθουν τι είναι η φτερωτή δρυς και το πολυποίκιλο φόρεμά της, όλα αυτά είναι αλληγορίες της θεολογίας Φεερεκύδη, που τις έλαβε από την προφητεία του Χαμ”». (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 4 σελ. 217-9).
Η Π.Δ. περί του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού: Χριστολογικά χωρία, μεσσιανικές προφητείες
Αυτός ο Κύριος αποκάλυψε, ότι ‘'οι Γραφές (δηλαδή η Π.Δ.), μαρτυρούν για Αυτόν''[i] και ότι ο Μωυσής έγραψε για Αυτόν και έτσι ‘'όσοι εκ των Ιουδαίων απιστούν είναι αναπολόγητοι ενώπιον του Θεού''[ii] και ότι ο Αβραάμ ‘'αναγάλλιασε στη σκέψη πως μπορεί να δει τις δικές μου ημέρες τις είδε και χάρηκε''[iii]. Δι' αυτών ο Κύριος αναφέρεται προφανώς στην παγκόσμια σωτηρία για την οποία είχε λάβει υπόσχεση ο Αβραάμ.
Στην συνέχεια δε ο Κύριος δηλώνει για τον εαυτό Του στους Ιουδαίους: ‘'Σας βεβαιώνω πως πριν γεννηθεί ο Αβραάμ εγώ υπάρχω''[iv]. Κατ' εκείνη δε τη μεγάλη προ του πάθους προσευχή Του, λέγει απευθυνόμενος προς τον Πατέρα· ‘'με αγάπησες προτού να δημιουργηθεί ο κόσμος''[v], παρουσιάζοντας τον εαυτό Του ως τον συναΐδιο προαιώνιο Λόγο, τον συνάναρχο Λόγο με τον Πατέρα και το Πνεύμα, τον εκ Παρθένου γεννηθέντα για την σωτηρία μας, όπως θριαμβευτικά ψάλλει η Αγία Εκκλησίας μας.
Στον εαυτό Του αναφέρει ο Κύριος και την από τον Μωυσή ύψωση του ορειχάλκινου όφεως στην έρημο ως τύπο της υψώσεως στον σταυρό του Υιού του ανθρώπου με την αναλογία των σωτήριων αποτελεσμάτων των δύο αυτών γεγονότων[vi]. Μετά δε την Ανάστασή Του εμφανισθείς στους πορευόμενους εις Εμμαούς Λουκά και Κλεόπα, ‘'αρχίζοντας από τα βιβλία του Μωυσή και όλων των προφητών, τους εξήγησε όσα αναφέρονταν σε όλες τις Γραφές για τον εαυτό Του''[vii] Ακολούθως δε στους συγκεντρωμένους μαθητές Του δήλωνε, ότι ‘' πρέπει να εκπληρωθούν όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στο νόμο του Μωυσή και στους προφήτες και στους ψαλμούς. Τότε τους φώτισε τον νου, για να καταλαβαίνουν τις Γραφές· και είπε σ' αυτούς, ότι έτσι έχει γραφεί...''[viii]. Επομένως από αυτόν τον Θεάνθρωπο βεβαιώνεται η αναφορά της Π. Διαθήκης σ' Αυτόν από την αρχή μέχρι το τέλος της.
Όταν ο από την Βηθσαΐδα της Γαλιλαίας Φίλιππος, μόλις είχε γίνει μαθητής του Κυρίου, σπεύδει να γίνει ευαγγελιστής Του προς τον Ναθαναήλ, του ανακοίνωσε το ευχάριστο γεγονός με την εξής χαρακτηριστική αναδρομή προς εκείνα, που είχαν προαναγγελθεί περί Μεσσίου στην Π.Δ.: ‘'Βρήκαμε Εκείνον τον οποίον ανέφερε ο Μωυσής στον Νόμο και οι Προφήτες, τον Ιησού, τον υιό του Ιωσήφ από την Ναζαρέτ''· έκφραση, κάτω από την οποία υπονοούνται τα μεσσιανικά ή χριστολογική χωρία της Πεντατεύχου και των προφητών[ix], περί των οποίων γίνεται λόγος κατωτέρω.
Πράγματι δε από την διεξοδική μελέτη των χριστολογικών μεσσιανικών χωρίων της Π.Δ. διαπιστώνεται ότι σ' αυτήν προφητεύεται όλο το λυτρωτικό σχέδιο του Θεού, που ξετυλίχθηκε στην παγκόσμια Ιστορία, το οποίο τελεσιουργήθηκε στην Κ.Δ. δια του εν Χριστώ Ιησού ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου.
Έτσι, α) κατά την προπατορική περίοδο αναγγέλλεται στους πεσόντες πρωτόπλαστους το λεγόμενο ‘'πρωτοευαγγέλιο'' της λύτρωσής τους μέσω εκείνου, που θα γινόταν άνθρωπος από μία γυναίκα, ο οποίος, τραυματιζόμενος στην πτέρνα από τον διάβολο (υπαινιγμός της σταύρωσης), θα κτυπηθεί στην κεφαλή και θα συντριβεί, ώστε έτσι να τερματιστεί η μεταξύ Θεού και ανθρώπου διάσταση και να αποκατασταθεί η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό[x].
Αποκαλύπτεται έτσι η εν καιρώ από την άπειρη αγάπη του Θεού προς τον πεσόντα άνθρωπο προηθελημένη αποκατάσταση και λύτρωσή του από τις συνέπειες της πτώσης. Ο Θεός θα κατασκηνώσει ‘'στους οίκους του Σημ''[xi], σαρκούμενος εξ Εβραίων.
β) Κατά την πατριαρχική περίοδο. Στους Πατριάρχες παρέρχεται υπόσχεση περί ευλογίας όλων των απογόνων τους, οι οποίοι θα είναι και οι πρόγονοι του Μεσσία[xii], περί σωτηρίας πάντων των εθνών[xiii].
‘'Ουδέποτε θα λείψει το σκήπτρο από τον Ιούδα, ούτε η ηγεμονική ράβδος απ' το μέσο των ποδιών του, μέχρις ότου έλθει εκείνος, στον οποίο τούτο (το σκήπτρο) ανήκει και στον οποίο υπακούουν οι λαοί (Ο', ‘'και αυτός θα είναι η προσδοκία των εθνών'')[xiv], ο οποίος θα βρει μαρτυρικό θάνατο''[xv]. Άστρο θα ανατείλει από τον Ιακώβ, σκήπτρο θα αναστηθεί από τον Ισραήλ και θα κτυπήσει τους ναούς του Μωάβ και τα κρανία όλων των υιών του Σηθ''[xvi].
Ο Μωυσής αναγγέλλει στον λαό: ‘'προφήτη εκ των αδελφών σου, ως εμέ, θα αναδείξει σε σένα Κύριος ο Θεός σου, αυτόν να ακούτε... Και είπε ο Κύριος προς εμέ... προφήτη θα αναδείξω σ' αυτούς από τους αδελφούς τους, όπως εσένα, και θα βάλω τα λόγια στο στόμα του...''[xvii].
γ) Επί των βασιλέων, η μητέρα του Σαμουήλ Άννα προφητεύει, ότι ο Κύριος ‘'θα εξυψώσει τη δύναμη του χριστού του''[xviii].
Εφεξής προλέγεται, ότι ο οίκος Δαβίδ, απ' τον οποίον θα κατάγεται ο Μεσσίας, θα βασιλεύσει επί θρόνου αιωνίως[xix].
Αυτός ο Δαβίδ αναγγέλλει την κατά σάρκα εκ γαστρός γέννηση του προαιώνιου Θεού Λόγου, ως κυρίαρχου των εθνών[xx] και προεικονίζει λεπτομερώς τα παθήματα και την δόξα του Μεσσία, ο οποίος θα είναι υιός του Θεού[xxi].
Ολόκληρος ο 2ος Ψαλμός είναι χριστολογικός, όπως και ο 71ος περί του Μεσσία ως ισχυρού βασιλέα, που θα κρίνει δίκαιους και άδικους. Στον ψαλμό αυτό προφητεύεται και η προσκύνηση του Κυρίου από τους μάγους[xxii]. Ο Μεσσίας θα είναι ο πνευματικός ηγέτης και κύριος των λαών[xxiii], ο άδολος και αναμάρτητος[xxiv], ο οποίος, αφού προδοθεί[xxv] και καταδικαστεί βάσει ψευδομαρτυριών[xxvi] και με αγωνία υποστεί πάθη[xxvii], θα βγει από τον τάφο δοξασμένος[xxviii] και θα αναληφθεί[xxix], προτυπώνεται δε και το μυστήριο της θείας ευχαριστίας που θα συσταθεί από αυτόν[xxx].
Ορθώς δε και τελευταίως παρατηρήθηκε, ότι και ο 50ος Ψαλμός είναι χριστολογικός, διότι προς άφεση αμαρτιών επικαλείται την εξιλαστήρια χάρη του Θεού στην συντετριμμένη καρδία, και ότι ο 19ος στίχος του, κατά τον οποίο η αρμόζουσα στον Θεό αληθινή θυσία είναι η πνευματική, από καρδιά συντετριμμένη και ταπεινωμένη, την οποία και μόνη δεν εξουθενώνει ο Θεός, είναι γνήσιο ευαγγέλιο στην Π.Δ. Χριστολογικός είναι και ολόκληρος ο 21ος Ψαλμός, όπως αποδείχτηκε από την αντιπαραβολή κάθε στίχου αυτού με γεγονότα μαρτυρημένα στην Κ.Δ.
- Ο Σολομών, υμνεί την προαιώνια προσωπική Σοφία του Θεού, η οποία θα έλθει στον κόσμο[xxxi], το δε Άσμα των Ασμάτων, που είναι διθύραμβος προς τον θεσμό της μονογαμίας, της έννομης συζυγίας και της με αγάπη και αποκλειστική αφοσίωση συζυγικής πίστης, προκατοπτρίζει τη μυστηριακή ένωση Χριστού και Εκκλησίας, προς την οποία στην Κ.Δ. παρομοιάζεται ο θεοσύστατος θεσμός του γάμου.
δ) Κατά την προφητική περίοδο, προπάντων ο μεγαλοφωνότατος Ησαΐας περιγράφει τα σχετιζόμενα με τον Μεσσία τόσο ζωηρά, ως να ήταν όχι προφήτης, αλλά ευαγγελιστής: εκ παρθένου θα γεννηθεί ο Εμμανουήλ[xxxii], φως σε εκείνους που βρίσκονται στο σκοτάδι[xxxiii], φως εθνών[xxxiv], θεός ισχυρός[xxxv], θείες έχοντας ιδιότητες[xxxvi], κατά σάρκα καταγόμενος από τον Δαυίδ από την ρίζα του Ιεσσαί[xxxvii], θα ανεβεί στη Σιών φέρνοντας το ευχάριστο μήνυμα[xxxviii] και θα καθίσει ως βασιλέας στον θρόνο του Δαβίδ κρίνοντας την οικουμένη[xxxix], θα είναι ο ποιμένας[xl], και ο λυτρωτής του κόσμου όλου[xli], θα αναστηθούν οι νεκροί και θα εγερθούν οι ευρισκόμενοι στα μνήματα και όλοι οι κατοικούντες στη γη θα χαρούν[xlii], θα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στα θεμέλια της Σιών[xliii], θα εγκαινιάσει χρυσή εποχή στη γη[xliv].
Προαναγγέλλεται συγχρόνως ο πρόδρομός του[xlv] και περιγράφεται το έργο του[xlvi], το κήρυγμα του Ευαγγελίου και οι θαυματουργικές θεραπείες[xlvii], η γλυκύτητα και η ταπεινότητα του Κυρίου[xlviii] και εκτενώς τα παθήματά του[xlix], δια των οποίων θα στερεωθεί η Εκκλησία του, θα επιστραφούν σ' αυτόν οι λαοί και θα επέλθει η οριστική θριαμβευτική νίκη του Μεσσία, ‘'ουρανός καινός και γη καινή''[l].
- Ο προφήτης Ιερεμίας προλέγει την εμφάνιση δίκαιου βασιλέα από τον Δαβίδ, του οποίου το όνομα ‘'Κύριος Ιωσεδέκ'' (= Κύριος θεός Δικαιοσύνης)[li], τον θρήνο της Ραχήλ για τα τέκνα της, τέτοιος που ακούστηκε κατά την σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη[lii], την ‘'καινούργια καταφύτευση'', την οποία θα πραγματοποιήσει ο Προσδοκώμενος[liii], και την έναντι του Μεσσία απιστία του Ισραήλ[liv].
- Στο βιβλίο Βαρούχ προφητεύεται η ενσάρκωση της Σοφίας του Θεού και η αναστροφή του με τους ανθρώπους: ‘'φανερώθηκε πάνω στη γη και συναναστράφηκε τους ανθρώπους''[lv].
- Ο Ιεζεκιήλ προφητεύει την επιστροφή του Ισραήλ[lvi] και προαναγγέλλει εκείνον που θα αναστηθεί από τον Δαβίδ, έναν αιώνιο ποιμένα[lvii].
- Ο προφήτης Δανιήλ λέγει στον βασιλέα Νεβουκαδενάσαρ, που είδε όνειρα, ότι ‘'υπάρχει στον ουρανό που αποκαλύπτει μυστήρια και φανερώνει στον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα όσα πρέπει να γίνουν στις έσχατες μέρες''[lviii]. Αρχίζοντας δε από την ερμηνεία του ονείρου αυτού του βασιλέως και ερμηνεύοντας την εικόνα[lix], την οποία κατέστρεψε[lx] ο αποσπασθείς απ' το βουνό, χωρίς να κοπεί από χέρι, λίθος[lxi], αναφέρει αυτόν και το μεγάλο βουνό, το οποίο ‘'γέμισε όλη τη γη''[lxii], στον Μεσσία και τη βασιλεία του: ‘'θα αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλεία, η οποία δεν θα καταστραφεί στους αιώνες'', η οποία θα ανατρέψει τον κολοσσό της ειδωλολατρίας και ο υιός του ανθρώπου θα βασιλεύσει αιώνια σε όλους τους λαούς[lxiii]. Ο προφήτης προσδιορίζει τον χρόνο της έλευσης του Μεσσία[lxiv] και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ[lxv].
- Ο Ωσηέ, προφητεύει την επιστροφή του Ισραήλ στον Κύριο[lxvi].
- Ο Ιωήλ, την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος σε όλους τους ανθρώπους και τον ευαγγελισμό της σωτηρίας από την Σιών[lxvii].
- Ο Αμώς, την αναστήλωση της πεσμένης σκηνής του Δαβίδ[lxviii].
- Ο Οβδιού, την ανατολή της σωτηρίας από το όρος Σιών και την αιώνια βασιλεία του Κυρίου στην Σιών[lxix].
- Ο Ιωνάς, την τριήμερη ταφή του Κυρίου[lxx].
- Ο Μιχαίας, βλέπει τους λαούς να συρρέουν στην Ιερουσαλήμ, την πόλη της σωτηρίας[lxxi] και τον Μεσσία να γεννιέται στη Βηθλεέμ[lxxii].
- Ο Ναούμ, προφητεύει εκείνον, που ευαγγελίζεται την ειρήνη και εγκαινιάζει αμετάκλητα νέα εποχή, διάδοχο της παλαιάς[lxxiii].
- Ο Αββακούμ, τον ερχομό στην γη και την κυριαρχία σε αυτήν του Θεού, που θα εγκαινιάσει νέα περίοδο[lxxiv] δικαίωσης με την πίστη σ' αυτόν σε ζωή αιώνια[lxxv], περίοδο σωτηρίας[lxxvi].
- Ο Σοφονίας, προφητεύει τον εκχριστιανισμό όλης της ανθρωπότητας υπό έναν ποιμένα[lxxvii], τη μεγάλη χαρά της νέας Ιερουσαλήμ για την παρουσία σ' αυτήν του αιώνιου βασιλέα, ο οποίος, νικητής του κακού, θα σκορπίσει ειρήνη, χαρά, αγάπη, ευτυχία· θα σώσει τους ασθενείς, θα συγκεντρώσει γύρω του όλους τους σκορπισμένους, αποκαθιστώντας και τον Ισραήλ στην παλαιά δόξα του[lxxviii].
- Ο Αγγαίος προφητεύει την εποχή, κατά την οποία η τελευταία δόξα του Ναού θα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη της παλαιάς, υπαινισσόμενος προφανώς την προσκόμιση στον Ναό του θείου Βρέφους και την ολοκληρωτική παραμονή του Κυρίου σ' αυτόν[lxxix].
- Ο Ζαχαρίας, τον Μεσσία ως ‘'ανατολή'', ο οποίος θα σηκώσει τον αληθινό οίκο του Θεού και θα εισέλθει στην Ιερουσαλήμ ‘'καθισμένος σε υποζύγιο και νέο πουλάρι''[lxxx], θα προδοθεί για τριάντα αργύρια[lxxxi], θα χτυπηθεί ο ποιμένας και θα διασκορπιστούν τα πρόβατα[lxxxii], αλλά θα ανοιχτεί πηγή αφέσεως αμαρτιών για όλο τον κόσμο και ο Μεσσίας θα κυριαρχήσει στη γη· ‘'κατά την ημέρα εκείνη ένας θα είναι Κύριος και ένα το όνομά του, το οποίο θα κυκλώνει όλη τη γη και την έρημο[lxxxiii], τα οποία προφανώς αναφέρονται στον εκχριστιανισμό της ανθρωπότητας σε μία ποίμνη υπό έναν ποιμένα. Τέλος, της παγκοσμιότητας του Χριστιανισμού υποτύπωση είναι η διαπίστωση από τον Μαλαχία, ότι όλοι οι λαοί, παρά τους πολυθεϊσμούς τους, έχουν αρθεί στην περινόηση και λατρεία του ενός αληθινού Θεού και λατρεύουν αυτόν με την διαίσθηση ως μόνον υπέρθεο, που υπέρκειται του πανθέου τους[lxxxiv]. Προφητεύει επίσης την έλευση του Προδρόμου του Κυρίου και αυτή την ενανθρώπησή Του[lxxxv]: ‘'σε σας που σέβεσθε το όνομά μου, θα ανατείλει μέσα σας ήλιος δικαιοσύνης και θεραπεία στις φτερούγες του''[lxxxvi]: ‘'με την σωτηρία στις ακτίνες του''[lxxxvii], μετά την οποία τελικά θα επακολουθήσει η μέλλουσα κρίση της ανθρωπότητας[lxxxviii].
- Τέλος σαφώς χριστολογικές είναι και οι περικοπές Σοφ. Σολ. 2, 12-20. 18, 15-16.
Έτσι προφητεύτηκαν: η κατά σάρκα πατρίδα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού[lxxxix], οι κατά σάρκα πρόγονοί Του[xc], η Παρθένα Μητέρα Του[xci], η θεανθρώπινη υπόστασή Του[xcii], η προσκόμισή Του ως βρέφους στον Ναό[xciii], η προσκύνηση των μάγων[xciv], η σφαγή των αθώων νηπίων[xcv], ο Πρόδρομος[xcvi], το κήρυγμα του Προδρόμου[xcvii], το πρώτο άκουσμα του κηρύγματος της νέας θρησκείας[xcviii], οι υπό του Κυρίου θαυματουργικές θεραπείες[xcix], το κήρυγμα του ευαγγελίου[c], η γλυκύτητα και ταπεινοφροσύνη του Κυρίου[ci], η θριαμβευτική είσοδός Του στα Ιεροσόλυμα[cii], η ενέδρα κατά ‘'του δικαίου'' από τους ελεγχομένους από Αυτόν για τη θανάτωσή Του, ο οποίος, έλεγαν, ‘'μας κατηγορεί ότι παραβαίνουμε τον Νόμο... προσποιείται ότι έχει γνώση του Θεού και ονομάζει τον εαυτό του παιδί του Κυρίου... διότι εάν πράγματι είναι ο δίκαιος υιός Θεού, θα τον βοηθήσει και θα τον γλυτώσει απ' τα χέρια των εχθρών του''[ciii]. Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας που τελέστηκε και συστάθηκε από Αυτόν[civ], η αγωνία του Ιησού[cv], η προδοσία του Ιούδα[cvi], η καταδίκη του Ιησού[cvii], τα πάθη του Κυρίου[cviii], η ανάστασή Του[cix], η άφεση των αμαρτιών δι' Αυτού[cx], και η σωτηρία εκείνων, που πιστεύουν στον Εσταυρωμένο[cxi], η ανάληψή Του[cxii], η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος[cxiii] και η επιστροφή των εθνών στον Χριστό[cxiv].
Επίσης στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό αναφέρονται στην Κ.Δ. και άλλα χωρία της Π.Δ.[cxv], χριστολογικά δε είναι και το χωρίο Σοφ. Σολ. 2, 12-30 και τα μεσσιανικά χωρία των ιουδαϊκών αποκρύφων, στα οποία προλέγεται, ότι στον φυσικό, κοινωνικό και ηθικό κόσμο θα συμβούν ταραχές και ακαταστασία παντός είδους, θα εμφανιστεί ως πρόδρομος του Μεσσία ο Ηλίας[cxvi] και ακολούθως αιφνιδιαστικά[cxvii] ο ‘'Μεσσίας'', ο ‘'Χριστός'', ο ‘'υιός του ανθρώπου'', ο ‘'εκλεκτός'', ο ‘'υιός του Θεού'', ο ‘'υιός του Δαβίδ'', ο ‘'αγνός βασιλιάς''[cxviii], νικητής των εχθρικών δυνάμεων, των οποίων κορυφαίος είναι ο αντίχριστος, οι οποίες θα εκμηδενιστούν, η δε Ιερουσαλήμ θα ανακαινισθεί σε πνευματική μητρόπολη του νέου Ισραήλ της χάριτος.
Σε αντίθεση προς το σαφές αυτό νόημα της Μεσσιανικής προφητείας στην Π.Δ., η οποία εκπληρώθηκε στον Ιησού Χριστό, οι Ιουδαίοι θεωρούσαν και περίμεναν επίγειο Μεσσία, ο οποίος θα καθιστούσε τον Ιουδαϊσμό κυρίαρχο όλου του κόσμου υπό τον Μεσσία, ως βασιλέα επίγειο, κατά πλήρη παρανόηση χωρίων της Π.Δ.[cxix], ερμηνεύοντες κατά γράμμα μέσα στο πλαίσιο και υπό το πρίσμα του αυστηρού και κλεισμένου στον εαυτό του ιουδαϊκού εθνικισμού. Στο βασίλειο αυτό, το επίγειο κατά την Ιουδαϊκή εκδοχή, θα υπάρχουν όλα τα αγαθά, θα σημειώσει αυτό επάνοδο στην χρυσή εποχή και της βασιλείας αυτής δεν θα υπάρχει τέλος. Τελευταία θα επακολουθήσει η ανακαίνιση του κόσμου (‘'παλιγγενεσία'')[cxx], ανάσταση των δικαίων ψυχών και τελική κρίση.
Για όλες τις προσδοκίες επίγειου Μεσσιανισμού οι Ιουδαίοι επεκαλούντο χωρία της Π.Δ., ιδιαιτέρως προφητικά, από τα οποία προσδοκούσαν κοσμικό βασιλέα, αλλοιώνοντας το πραγματικό μεσσιανικό τους νόημα με βάση τις εθνικιστικές τους προκαταλήψεις, ενώ τα χωρία αυτά αναφέρονταν στην ενανθρώπηση του αιώνιου βασιλέα και στον εγκαινιασμό απ' αυτόν της ουράνιας αιώνιας βασιλείας, ήτοι στο πρόσωπο και το έργο του πραγματικού Μεσσία Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, όπως ο ίδιος αποσαφηνίζει αυτό εξ αφορμής ερωτήσεως του Πιλάτου[cxxi].
Και στην Κ.Δ. αντικατοπτρίζονται οι ιδέες αυτές, αλλά αποδίδεται σ' αυτές η αληθινή τους έννοια. Έτσι λ.χ. μεγάλες καταστροφές αναμένονται ως επικείμενες, ως εκδήλωση ‘'οργής'' του Θεού[cxxii], αλλ' αυτές αναφέρονται στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ, που σκοτώνει τους προφήτες και τον Χριστό.
Αναμενόταν από τους σύγχρονους του Κυρίου Ιουδαίους ο Ηλίας[cxxiii], αλλά ο Κύριος αποσαφηνίζει, ότι ο Ηλίας ήλθε[cxxiv] στο πρόσωπο του Ιωάννη του Προδρόμου και Βαπτιστή[cxxv]. Ο λαός αναμένει τον Μεσσία-Χριστό την εποχή, κατά την οποία Αυτός πραγματικά φάνηκε και χαιρετίζει τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό ως τον προσδοκώμενο Μεσσία. Για την καταγωγή του, οι άνθρωποι του λαού ή αναφέρονται στην προφητεία για την Βηθλεέμ, αποκλειομένης της Ναζαρέτ, ή ομολογούν άγνοια[cxxvi]. Πάθη και ανάσταση του Μεσσίου δεν περίμενε ο σύγχρονος με τον Ιησού Χριστό ιουδαϊκός κόσμος[cxxvii], ως εκ τούτου, διαμαρτυρόμενοι έλεγαν προς αυτόν: ‘'Εμείς ακούσαμε από τον Νόμο, ότι ο Χριστός μένει στον αιώνα και πως εσύ λέγεις, ότι πρέπει να υψωθεί ο υιός του ανθρώπου;''[cxxviii], η οποία όμως ένσταση προφητεύεται[cxxix]. Εξ αυτού και η μεταμέλεια και αυτοκτονία του Ιούδα, όταν διαπίστωσε την ταύτιση του Ιησού με τον αναμενόμενο Μεσσία[cxxx].
Και αυτοί οι Απόστολοι μέχρι της αναστάσεως του Κυρίου ‘'δεν είχαν έως τότε καταλάβει τη Γραφή, ότι πρέπει αυτός να αναστηθεί από τους νεκρούς''[cxxxi], όπως ακριβώς διαπιστώνεται και από τον διάλογο μεταξύ του αναστημένου Κυρίου και των πορευομένων στους Εμμαούς.
Η μάχη κατά των εχθρικών δυνάμεων είναι στην Κ.Δ. μάχη του Χριστού προς εξόντωση του διαβόλου[cxxxii], του οποίου η δύναμη εκμηδενίζεται[cxxxiii]. Η ανακαινιζόμενη Ιερουσαλήμ δεν είναι η επίγεια, η οποία, καθώς προείπε ο Κύριος[cxxxiv], κατασκάφθηκε και ερημώθηκε το 70 μ.Χ. από τον Τίτο, αλλά η ουράνια και πνευματική, η νέα Ιερουσαλήμ, η Εκκλησία του Χριστού[cxxxv]. Μέλη αυτής είναι οι πιστοί, εκείνοι που συναποτελούν τον νέο Ισραήλ, οι διασκορπισμένοι δε του Ισραήλ είναι όλοι οι λαοί, που βρίσκονται εκτός του Χριστιανισμού[cxxxvi], οι οποίοι θα λάβουν τη θέση, την οποία ήδη δυνάμει έχουν στην Εκκλησία του Κυρίου, στην μία ποίμνη υπό έναν ποιμένα[cxxxvii]. Η ιδέα αυτή, ότι ο Μεσσίας μπορεί να στραφεί και προς τα έθνη, εκπλήσσει τον εθνικισμό των Ιουδαίων[cxxxviii]. Τέλος, η αιώνια βασιλεία είναι η βασιλεία του Ιησού Χριστού[cxxxix]. Ο ίδιος χαρακτηρίζει την Ιερουσαλήμ ως πόλη του μεγάλου βασιλέως[cxl] και αποστέλλει τους μαθητές Του, για να κηρύξουν το ‘'ευαγγέλιο της βασιλείας'' και ‘'την βασιλεία των ουρανών''[cxli] ή ‘'την βασιλεία του Θεού''[cxlii].
Η βασιλεία αυτή δεν είναι επίγεια, ‘'εκ του κόσμου τούτου'', όπως περίμεναν και οι Ιουδαίοι και αυτοί ακόμη οι μαθητές του Χριστού[cxliii], αποδίδοντες σ' Αυτόν τον κοσμικό τίτλο, άλλοτε μεν σοβαρά, άλλοτε δε ειρωνικά - κατ' αυτού του τίτλου διαμαρτυρόντουσαν οι αρχιερείς[cxliv] - αλλά είναι βασιλεία πνευματική[cxlv]. Ο Κύριος, ο ίδιος, αποκαλύπτει, ότι είναι ο προσδοκώμενος Μεσσίας με ομολογία για τον εαυτό Του επισημότατη, αυθεντικότατη και κατηγορηματική[cxlvi]. Οι σύγχρονοί Του Τον αποδέχονται ως κοσμικό βασιλέα, που κατάγεται από ορισμένο τόπο[cxlvii], ενώ Εκείνος αποκαλύπτει την ουράνια προέλευσή Του[cxlviii], υπενθυμίζοντας, ότι, αν και αποκαλείται ‘'υιός Δαβίδ'', όμως καλείται από τον Δαβίδ ‘'κύριος'', όντας, ως Θεός, ανώτερος των αγγέλων[cxlix].
Διευκρίνησε δε ο Κύριος στους σύγχρονούς του, ότι ο Μεσσίας, που τους είχε υποσχεθεί θα ήταν ταπεινός, θα υφίστατο διωγμούς και προπηλακισμούς, θα αποκρουόταν από τις ιουδαϊκές αρχές και θα θανατωνόταν απ' τους εθνικούς, στους οποίους θα τον παρέδιδαν οι Ιουδαίοι[cl]. Λίγο πριν τον θάνατό Του υπενθυμίζει, ότι αυτά όλα έχουν προλεχθεί στις Γραφές από τους προφήτες[cli], ενώ οι σύγχρονοί Του ξαφνιάζονται, έχοντας άλλη ιδέα για τον Μεσσία[clii].
Τα γεγονότα απέδειξαν, ότι η πλήρης έννοια των μεσσιανικών προφητειών, την οποία ο Κύριος αποκάλυψε, ήταν άγνωστη στο σύγχρονο περιβάλλον Του[cliii]. Τον Μεσσία οι Ιουδαίοι τον φαντάζονταν ως κοσμικό βασιλέα αιωνίου διαρκείας[cliv]. Η βασιλεία του Θεού θα ήταν, κατ' αυτούς, βασιλεία του Ισραήλ σε όλα τα έθνη, εγκαινιαζόμενη με την ανάρρηση κοσμικού βασιλέα στον θρόνο Δαβίδ στην επίγεια Ιερουσαλήμ[clv]. Την ελπίδα αυτή διέψευσε ο Κύριος, ομιλώντας προς τους Φαρισαίους[clvi]. Διευκρίνησε ο Κύριος, ότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι βασιλεία κοσμικών αξιωμάτων και φιλοδοξιών[clvii]. Υπήκοοί της είναι οι πτωχοί, οι καταδιωγμένοι, οι θλιμμένοι, οι πράοι και ειρηνοποιοί, οι αδικούμενοι, οι ελεήμονες, οι καθαροί στην καρδιά, εκείνοι που περνούσαν τη ζωή τους θεοφιλώς, σύμφωνα με τις εντολές του Θεού[clviii], οι ταπεινοί και αγνοί και μικροί, όπως τα παιδιά[clix], εκείνοι που αρνούνται τις απολαύσεις και τα πλούτη[clx], οι απαρνούμενοι τους εαυτούς τους και υπομένοντες τις δοκιμασίες[clxi], εκείνοι που αναγεννώνται στη νέα ζωή[clxii], στους οποίους αποκαλύπτει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ότι η βασιλεία του Θεού είναι μέσα τους[clxiii], αυτή δε, κατά κύριο λόγο, πρέπει κάποιος να ζητεί''[clxiv].
Η εκδίωξη των δαιμόνων[clxv] και το περί της βασιλείας του Θεού κήρυγμα των Αποστόλων και Μαθητών του Χριστού[clxvi] είναι εξωτερικές εκδηλώσεις της σύγχρονης με την ενανθρώπηση του Κυρίου εγκαινιασθείσης αιώνιας πνευματικής βασιλείας, η οποία είναι ριζικά διαφορετική από τη γήϊνη βασιλεία, λόγω της προελεύσεως και της ουσίας της[clxvii].
Η βασιλεία του Θεού, λόγω της φύσεώς της, είναι πάντοτε ‘'εν τω γίγνεσθαι''[clxviii], γι' αυτό και οι μαθητές του Χριστού πρέπει να προσεύχονται διαρκώς υπέρ αυτής[clxix]. Για να διαφωτίσει ο Κύριος την αλήθεια περί της βασιλείας του Θεού μεταχειριζόταν παραβολές[clxx]. Αν και πνευματική η βασιλεία του Θεού, δεν είναι αόρατη. Ταυτίζεται με την Εκκλησία του Χριστού· έχει ιδρυθεί επί της γης ως αναβίωση του αρχαίου παραδείσου της προπτωτικής περιόδου, επεκτείνεται στην άλλη ζωή, ανάγοντας τα μέλη της στους ουρανούς και εξασφαλίζοντας σ' αυτά αιώνια ζωή με ατελείωτη μακαριότητα[clxxi].
Σύμφωνα μ' αυτά, η μεσσιανική Αλήθεια είναι η μεσσιανική συνείδηση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος πραγματοποίησε στον εαυτό Του την μεσσιανική προφητεία της Π.Δ. σύμφωνα με το αληθινό της νόημα, είναι δε διαφορετική από την παρανόηση των μεσσιανικών αντιλήψεων του Ιουδαϊσμού. Αυτός δέχεται τον Μεσσία πρωτίστως ως πολεμιστή και κρατικό άνδρα, ο οποίος στο τέλος των χρόνων θα θεμελίωνε ιουδαϊκή κοσμοκρατορία, που θα είχε κέντρο την Ιερουσαλήμ. Ότι και μεταξύ των Ιουδαίων υπήρχαν οι αντιφρονούντες προς αυτά, αποδεικνύει το πλήθος των Ιουδαίων που πίστεψαν στον Χριστό και η φαεινή εξαίρεση Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος δεν περιορίζει την λύτρωση στα τέκνα του Αβραάμ[clxxii], αλλά δίδει πνευματικό περιεχόμενο στην έννοια του Μεσσία[clxxiii], τον οποίο και διακρίνει μεταξύ του λαού[clxxiv], κατά θεία αποκάλυψη[clxxv], και δεικνύει τον προσερχόμενο στον Βάπτισμα[clxxvi] ως Εκείνον, που υπάρχει προαιωνίως[clxxvii] και ο οποίος φάνηκε στη γη για να άρει με τη θυσία τους τις αμαρτίες του κόσμου[clxxviii], προσδιορίζοντας συγχρόνως και την διαφορά του βαπτίσματος του Προδρόμου με νερό, από το βάπτισμα του Κυρίου με το Άγιο Πνεύμα[clxxix] και βεβαιώνοντας την πραγματοποίηση στον Χριστό της θείας αποκαλύψεως γι' αυτόν[clxxx], δια της οποίας ευθυγραμμίζεται η μεσσιανική ιδιότητα του Κυρίου προς το αληθινό νόημα της μεσσιανικής προφητείας στην Π.Δ.
Ο Κύριος, εξ άλλου, όπως λέχθηκε, δηλώνει, ότι η βασιλεία του δεν είναι εκ του κόσμου τούτου[clxxxi] και διαχωρίζει σαφώς από αυτή τη δύναμη των κοσμικών εξουσιών[clxxxii], θεωρώντας σατανική και αποκρούοντας ως τέτοια την συνάρτηση της προσωπικότητάς Του και του έργου Του προς κοσμοκρατορία[clxxxiii]. Κηρύσσει την πνευματική παγκοσμιότητα του χριστιανισμού με προτεραιότητα των εθνικών[clxxxiv] και περιμένει τον θάνατο[clxxxv]. Οι πολεμικές εκφράσεις του Κυρίου αφορούν στον πνευματικό πόλεμο[clxxxvi]. Τέλος, ταυτίζει ο Κύριος τον εαυτό του προς τον προσδοκώμενο από τους Σαμαρείτες Μεσσία[clxxxvii].
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ ΛΥΤΡΩΤΟΥ
[i] Ιω. 5, 39.
[ii] Ιω. 5, 45 ε.
[iii] Ιω. 8, 56.
[iv] Ιω. 8, 58.
[v] Ιω. 17, 24.
[vi] Αριθμ. 21, 8-9, Ιω. 3, 14-15.
[vii] Λουκ. 24, 27.
[viii] Λουκ. 24, 44.
[ix] Γεν. 3, 15 και 49, 9-10, Δευτ. 18, 15 και 18.
[x] Γεν. 3, 15.
[xi] Γεν. 9, 27.
[xii] Γεν. 1, 3. 22, 18. 26, 4. 28, 14. 49, 8-12. Α' Παραλ. 17, 11.
[xiii] Γεν. 12, 1, 7. 13, 14-17. 17, 1-9. 18, 17-19. 22, 16-18. Γεν. 26, 1-5. Γεν. 28, 10-15.
[xiv] Γεν. 49, 10.
[xv] Γεν. 49, 11.
[xvi] Προφητεία του Βαρλαάμ, Αριθμ. 24, 17.
[xvii] Δευτ. 18, 15-19.
[xviii] Α' Βασ. 2, 10.
[xix] Β' Βασ. 7, 16 & Γ' Βασ. 11, 36-37.
[xx] Ψαλμ. 109, (Εβρ. 110) 3β ε.
[xxi] Ψαλμ. 2, 7.
[xxii] Ψαλμ. 71, (Εβρ. 72) 10-15.
[xxiii] Ψαλμ. 109, 110 (Εβρ. 110, 111), 111 (Εβρ. 112), 9.
[xxiv] Ψαλμ. 14. (Εβρ. 15).
[xxv] Ψαλμ. 40 (Εβρ. 41), 8-10.
[xxvi] Ψαλμ. 34, (Εβρ. 35) 11-12.
[xxvii] Ψαλμ. 54, (Εβρ. 55), 5, 6 & Ψαλμ. 2, 2. 21.
[xxviii] Ψαλμ. 15, 10 ε.
[xxix] Ψαλμ. 109, 1.
[xxx] Ψαλμ. 21, (Εβρ. 22), 27, 30. 109, 4. 110, 5, 9.
[xxxi] Παροιμ. 8, 22-9, 6.
[xxxii] Ησ. 7, 14.
[xxxiii] Ησ. 9, 1 ε.
[xxxiv] Ησ. 49, 6 ε.
[xxxv] Ησ. 8, 3 ε.
[xxxvi] Ησ. 9, 6 και 11, 2 ε.
[xxxvii] Ησ. 11, 1.
[xxxviii] Ησ. 40, 9.
[xxxix] Ησ. 16, 5.
[xl] Ησ. 40, 11.
[xli] Ησ. 25, 6 ε.
[xlii] Ησ. 26, 19 ε.
[xliii] Ησ. 28, 16.
[xliv] Ησ. κεφ. 35΄ 6, 11 ε.
[xlv] Ησ. κεφ. 40, 3-5.
[xlvi] Ησ. κεφ. 42.
[xlvii] Ησ. 35, 5-6΄ 61, 1.
[xlviii] Ησ. 42, 1-3.
[xlix] Ησ. 50, 6΄ 52, 13 ε.
[l] Ησ. 60, 1-4΄ 65, 17.
[li] Ιερ. 23, 5-6.
[lii] Ματθ. 2, 16 ε.
[liii] Ιερ. 38, 22.
[liv] Ιερ. 2, 13-18.
[lv] Βαρούχ, 3, 38.
[lvi] Ιεζ. 11, 14-21 & 36, 16-32.
[lvii] Ιεζ. 34, 23-31 και κεφ. 37.
[lviii] Δαν. 2, 28.
[lix] Δαν. 2, 37 ε.
[lx] Δαν. 2, 32 ε.
[lxi] Δαν. 2, 34 ε.
Πηγή: (Απόσπασμα από το βιβλίο του: Ιστορία της εποχής της Κ. Διαθήκης εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής, Λεωνίδου Ι Φιλιππίδου Καθηγητού και Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Αθηνών), Αντιαιρετικό Εγκόλπιον, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Συγκλονιστικές μαρτυρίες αυτόπτη μάρτυρα που επέζησε από το Ολοκαύτωμα και την καταστροφή της Μονής της Αγίας Λαύρας, γέροντος Ευσεβίου Γιαννακάκη
Οι Γερμανοί στη Λαύρα
Δεκέμβριος του 1943. Ή Μονή τής Αγίας Λαύρας υφίσταται βαρύ πλήγμα από τους Γερμανούς κατακτητές. Ο π. Εύσέβιος έζησε από πολύ κοντά την ωμότητα τής πυρπολήσεως του Μοναστηριού και τής εκτελέσεως των πατέρων. Γεγονότα δραματικά, πού αποτέλεσαν σταθμό όχι μόνο στην Ιστορία τής Μονής άλλα και στην προσωπική του πορεία’ σκηνές φρικτές, στιγμές βαθιάς οδύνης, πού χαράχθηκαν ανεξίτηλα στην καρδιά του και στη μνήμη του. Κάθε χρόνο, στη θλιβερή αυτή επέτειο, χρέος ιερό τον έφερνε στη Μονή τής Μετανοίας του, για να λάβει μέρος στη Θεία Λειτουργία και στο Μνημόσυνο των εκτελεσθέντων. .
Την Κυριακή 12 Δεκεμβρίου, ανέβηκαν οί Γερμανοί στην Αγία Λαύρα. Επισκέπτονταν συχνά το Μοναστήρι, περιεργάζονταν τα κειμήλια, έπαιρναν το κέρασμα των μοναχών και έφευγαν. Αυτή τη φορά όμως ή συμπεριφορά τους ήταν διαφορετική. Ό αρχηγός τους και το επιτελείο του ανέβηκαν στο ηγουμενείο και ζήτησαν νά δουν το μοναχολόγιο. Οί στρατιώτες δέν πήγαν όπως άλλες φορές νά δουν το Μοναστήρι, άλλα έμειναν με τους μοναχούς κάτω στο προαύλιο. Όπως φάνηκε εκ τών υστέρων, περίμεναν εντολή νά τους εκτελέσουν, και δέν θά γλύτωνε κανείς.
Ύστερα άπό αρκετή ώρα ό αρχηγός τους, κάποιος Τένερ, κατέβηκε. Κάθισε λίγο πιο πέρα άπό τον πλάτανο μόνος του έπι δεκαπέντε περίπου λεπτά, με σκυμμένο το κεφάλι. Προφανώς θά σκεπτόταν: «’Άν σκοτώσω πρώτα αυτούς έδώ πού έχω στά χέρια μου, θά το μάθουν οί Καλαβρυτινοί και θά φύγουν». Σφύριξε λοιπόν και έφυγαν εις φάλαγγα κατά δυάδες. Είχε ήδη καταστρώσει το εγκληματικό του σχέδιο” θά άρχιζαν άπό τά Καλάβρυτα.
Εκείνο το πρωί ό π. Εύσέβιος δέν ένιωσε κανένα φόβο, παρ’ ότι οί Γερμανοί δέν απομακρύνθηκαν στιγμή άπό κοντά τους. Μάλιστα, φιλόξενος όπως ήταν, κρατούσε ένα μεγάλο δίσκο και τους προσέφερε ψωμί και τυρί, κι εκείνοι, πού γνώριζαν τί θά ακολουθούσε, τον κοίταζαν περίεργα. Άπό τή στιγμή όμως πού έφυγαν οί Γερμανοί, ένας αδιόρατος φόβος κυριάρχησε στην ψυχή του.
Φύλαξη των κειμηλίων
Τις τελευταίες ήμερες οί κατακτητές είχαν σκορπίσει τον όλεθρο στά γύρω χωριά. Οί πατέρες, γιά κάθε ενδεχόμενο, είχαν ήδη αρχίσει νά ασφαλίζουν ό,τι πολύτιμο διέθετε ή Μονή. Ό π. Εύσέβιος, δραστήριος και επινοητικός, ήταν ένας άπό εκείνους πού πρωτοστάτησαν στην προσπάθεια αυτή. Είχε τότε και το διακόνημα τού «εκκλησιαστικού». Συγκέντρωσε τά καλύτερα ιερά σκεύη και πολλά άπό τά κειμήλια, τά όποια τοποθέτησε σε μιά κρύπτη του ισογείου, πού στή συνέχεια τήν έκτισε άπό μπροστά, όπως αναφέρει και ό π. Δωρόθεος Θεοδώνης στη μαρτυρία του.
Επίσης, μαζί με τον π. Νεόφυτο έβαλαν τά καλύτερα ίερατικά άμφια, ράσα, κοντόρασα και άλλα ρούχα σέ κασέλες, τις όποιες έκρυψαν σ’ ένα λάκκο πού άνοιξαν στο περιβόλι. Τον πο λυτιμότερο θησαυρό της Μονής, τή θαυματόβρυτη Κάρα του Αγίου Αλεξίου -σύμφωνα και με τή μαρτυρία τοΰ π. Δωροθέου ό π. Εύσέβιος και ό π. Άνθιμος τήν ανέβασαν επάνω στο τέμπλο, το όποιο ήταν αρκετά φαρδύ και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ώς κρύπτη. Το Λάβαρο της Επαναστάσεως, αφού το προστάτευσαν ανάμεσα σε λαμαρίνες, το έκρυψαν στη σκεπή του Ναού·
Μέ πρόταση του Πνευματικού της Μονής π. Βασιλείου, οί πατέρες άνοιξαν μιά μεγάλη γούβα στο υπόγειο κάτω άπό τήν αίθουσα τών κειμηλίων. Τήν έκτισαν εσωτερικά γύρω γύρω και έκρυψαν έκεί τά υπόλοιπα κειμήλια. Επίσης, φύλαξαν μέσα σε μπαούλα πολύτιμα χειρόγραφα και όσα βιβλία μπόρεσαν.
Ο κίνδυνος πλησιάζει
Τήν επομένη, Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου, είχε πέσει μιά παρά ξένη καταχνιά προς τά Καλάβρυτα. Ό π. Εύσέβιος ήταν πολύ ανήσυχος. Χωρίς νά τοΰ έχει πει κανείς τίποτε, ένας δυνατός φόβος είχε καταλάβει τή σκέψη και τήν καρδιά του. Πήγε νά παρακολουθήσει τά ζώα, που έβοσκαν σέ μιά πλαγιά. Ό νους του όμως ήταν κάτω στην πόλη. «Τί νά γίνεται άραγε στά Καλάβρυτα;» συλλογιζόταν μέ αγωνία. Θά ήταν δώδεκα και μισή το μεσημέρι, όταν ξαφνικά, στην ησυχία της υπαίθρου, ακούει τά μυδραλλιοβόλα νά δουλεύουν επί πέντε ώς δέκα περίπου λεπτά.Ή καρδιά του σφίχθηκε περισσότερο. «Μεγάλο κακό γίνεται στά Καλάβρυτα» σκέφθηκε.
Εν τω μεταξύ πήγαν εκεί και άλλοι πατέρες. Ατένιζαν προς την πόλη με ανησυχία. Ο ορίζοντας στο βάθος ήταν κόκκινος. Σε λίγο άκουσαν μεμονωμένους πυροβολισμούς. «Θά είναι χαριστικές βολές» είπε 0 π. Εύσέβιος, πού ήξερε από τον πόλεμο της Αλβανίας. Δύο αρχιμανδρίτες της Λαύρας, ό π. Παρθένιος και ό π. Δωρόθεος, καθηγητές θεολόγοι στο Γυμνάσιο των Καλαβρύτων, είχαν καταφύγει στην πόλη άπό το βράδυ. Μαζί τους ήταν και ο δόκιμος Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, φοιτητής θεολογίας. Ή ώρα όμως περνούσε και κανένας δεν ε!χε επιστρέψει.
Οι Γερμανοί είχαν απαγορεύσει αυστηρά την είσοδο και την έξοδο από τα Καλάβρυτα, και έτσι οί πατέρες δεν μπόρεσαν νά μάθουν τι ακριβώς έγινε έκεί.
Στό Μοναστήρι επικρατούσε φαινομενικά ησυχία, όμως όλοι είχαν το φόβο ότι θά έρχονταν ξανά οί Γερμανοί, με κακό σκοπό. Πολλοί σκέπτονταν νά φύγουν. Μάλιστα, ό π. Άγαθάγγελος είχε ετοιμάσει ένα μίγμα άπό καρύδια και σταφίδες και μοίραζε σέ όσους ήθελαν, γιά νά το πάρουν μαζί τους.
Σωτήρια πρωτοβουλία
Το βράδυ αποφασίσθηκε νά εξομολογηθούν όλοι οί πατέρες και τήν επομένη νά γίνει θεία Λειτουργία, γιά νά κοινωνήσουν. Ό ηγούμενος και αρκετοί μοναχοί διανυκτέρευσαν στό βουνό, και το πρωί επέστρεψαν στό Μοναστήρι γιά τή Θεία Λειτουργία.
Ξημέρωνε ή 14η Δεκεμβρίου, ήμερα Τρίτη, ιστορική γιά τήν Ιερά Μονή της Άγιας Λαύρας. Ό π. Εύσέβιος έπρεπε κανονικά νά σημάνει γιά τήν Ακολουθία στις τεσσερισήμισι. Είχε όμως μιά πολύ κακή προαίσθηση. «Έβλεπα μπροστά μου τους Γερμανούς νά δρουν» έλεγε ό Ίδιος αργότερα. Με δική του, λοιπόν, πρωτοβουλία σήμανε στις τρεις και τέταρτο. Εντούτοις, ούτε ό ηγούμενος ούτε κανείς άλλος τοΰ έκανε παρατήρηση.
Άν ό π. Εύσέβιος δεν κτυπούσε μία ώρα και πλέον ενωρίτερα, οί Γερμανοί θά τους έπιαναν όλους μέσα στό Ναό και ή Άγια Λαύρα θά αφανιζόταν. Άλλα «όλα τά κατευθύνει ή αγάπη του Θεού», όπως έλεγε ό ταπεινός Γέροντας, αναφερόμενος σ’ εκείνο το γεγονός. Είναι δύσκολο νά διανοηθεί κανείς μέ τι συναισθήματα παρακολούθησαν οί πατέρες εκείνη τή Λειτουργία, πού γιά μερίκούς επρόκειτο νά είναι και ή τελευταία. Είχε ήδη αρχίσει νά φωτίζει – ήταν περίπου επτά ή ώρα- όταν τελείωσαν και βγήκαν στό προαύλιο. Ό π. Εύσέβιος έβαλε βιαστικά σ’ ένα κοφίνι τά κα λύτερα καλύμματα της άγιας Τραπέζης κι έτρεξε νά τά κρύψει και αυτά στό περιβόλι.
Αμέσως ό ηγούμενος κάλεσε τήν Αδελφότητα σέ σύναξη, γιά ν’ αποφασίσουν τελικά τι έπρεπε νά κάνουν, σέ περίπτωση πού οί Γερμανοί θά εμφανίζονταν ξανά’ νά μείνουν στό Μοναστήρι ή νά φύγουν; Οί Γέροντες συζητούσαν, χωρίς νά καταλήγουν κάπου. Το λόγο τότε πήρε ό π. Άγαθάγγελος, ό γραμματέας τής Μονής και υπεύθυνος των συνάξεων: «Εχω διαβάσει ότι οί Ταβεννησιώτις πατέρες σέ περίπτωση βαρβαρικής επιδρομής έφευγαν πρόσωρινά άπό τά Μοναστήρια τους, έως ότου περάσει ό κίνδυνος». Αυτή ή άποψη φάνηκε καλή σέ όλους. Ή συζήτηση όμως παρατεινόταν.
Τήν ώρα πού ό ιεροδιάκονος π. Τιμόθεος πήγαινε προς τό κελλί του νά πάρει λίγη τροφή και ένα κοντόρασο γιά νά φύγει, φάνηκαν οί Γερμανοί απέναντι στά κυπαρίσσια. «Πραγαλά-πραγαλά, ένας-ένας, σάν κυνηγοί έρχονταν στη Μονή’ άθόρυβα. Είχε και ομίχλη. Τρέχει ό π. Τιμόθεος και φωνάζει: “Μάς πιάσανε οι Γερμανοί!”. Τό τι ακολούθησε δεν περιγράφεται» διηγείτο ό Γέροντας.
Οί Μοναχοί έτρεχαν τρομαγμένοι, άλλοι άπό δω και άλλοι άπό κει. Μόλις πού πρόλαβαν νά φύγουν, όχι όμως όλοι. Ο ηγούμενος τράβηξε προς τον Προφήτη Ηλία μαζί μέ άλλους, πατέρες. Τον π. Χαρίτωνα τον έβλεπαν πού έφευγε, αλλά δεν τον πυροβόλησαν. Ό π. Εύσέβιος με τον π. Πολύκαρπο, τον ύποτατικό του Γέροντα Άγαθαγγέλου, έτρεξαν προς το περιβόλι. Τους ακολούθησε καΐ ό δόκιμος Φίλιππος. Καθώς ροβολούσαν στο μονοπάτι, ό π. Πολύκαρπος είπε: “Πάτερ Εύσέβιε, οι Γερμανοί κει πάνω!».Έπεσαν κάτω και μπουσουλώντας κρύφθηκαν κάτω άπό ένα πουρνάρι.
Οί Γερμανοί έφθασαν στο προαύλιο και φώναζαν: «Να μη φύγει κανείς! Δεν θα σας κάνουμε τίποτα. Μόνο το Μοναστήρι θα κάψουμε».
-Φωνάξτε και τους άλλους να γυρίσουν πίσω, είπαν στους πατέρες πού βρήκαν εκεί. Ο Γ. Νεόφυτος προχώρησε προς το Παλιομονάστηρο για το σκοπό αυτό και μπορούσε νά τους είχε ξεφύγει, όμως γύρισε πίσω.
Πυρπόληση της Μονής και εκτέλεση των πατέρων
Ο π. Εύσέβιος, πενήντα μόλις μέτρα πιο κάτω, άκουγε τις φωνές τους. «Φασαρία, μεγάλο κακό γινόταν επάνω. Σέ λίγο άρχισαν τά φλογοβόλα. Ξύλινο το Μοναστήρι, πήρε φωτιά και άρχιζε νά τριζοβολάει. Χάλαγε ό κόσμος άπό τις οκτώ ως τις έντεκα…» διηγείτο με πόνο ψυχής.
Οι ώρες εκείνες ήταν δραματικές. Το αγαπημένο του Μοναστήρι καιγόταν και -το πιο λυπηρό- κάποιοι πατέρες είχαν μείνει πίσω, Αλλά και ό ίδιος διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο. Λίγα βήματα άν κατηφόριζαν οι Γερμανοί, θά τον έβρισκαν. Ακίνητος κάτω άπό το πουρνάρι προσευχόταν θερμά και ακατάπαυστα.
Κάποτε τελείωσαν’ το έκαψαν το Μοναστήρι. Και ξαφνικά ακούσθηκαν δεκατρείς πυροβολισμοί. «Πάτερ Πολύκαρπε, ψιθύρισε με αγωνία “φοβάμαι για τους πατέρες». Μετά άπό λίγο ακουσαν τους Γερμανούς νά φεύγουν «χασκαρίζοντας», όπως έλεγε ο Γέροντας.
Άφησαν νά περάσει κάμποση ώρα. Βγήκαν άπό το πουρνάρι και προχώρησαν προς το Μοναστήρι.Ήταν οι πρώτοι πού επέστρεφαν. Ό π. Εύσέβιος προπορευόταν. “Οταν έφθασε στο προαύλιο και κοίταξε προς τον πλάτανο, τί νά δει! «Παναγία μου!» φώναξε. Τέσσερις πατέρες σκοτωμένοι κάτω άπό τον πλάτανο” πεσμένοι ό ένας κοντά στον άλλον. Ό φύλακας τής Μονής, ό Παναγιώτης Μπράτσικας, ήταν καθιστός στο πεζούλι και έμοιαζε σάν ζωντανός άπό μακριά. Ήταν όλοι νεκροί” «ίερεία έμψυχα, ολοκαυτώματα λογικά», πού πότισαν με το μαρτυρικό αίμα τους τα αγιασμένα χώματα τής Λαύρας.
Φρίκη και σπαραγμός! Ό π. Εύσέβιος ξέσπασε σέ βουβό, ασταμάτητο κλάμα.Ήταν ό άγιος Πνευματικός του π. Βασίλειος, ό π. Άγαθάγγελος, τον όποιο τόσο θαύμαζε και σεβόταν, ό συνυποτακτικός του π. Νεόφυτος και ό π. Ευθύμιος ό παράλυτος. Όλοι εκλεκτοί και αγαπημένοι συμμοναστές του. Γονάτισε, έκανε το σταυρό του καΐ ασπάσθηκε στο μέτωπο τους μάρτυρες. Το Ίδιο έκαναν και οι άλλοι δύο.
Το Μοναστήρι δίπλα τους καιγόταν. Φλόγες και καπνοί παντού. Ή ιστορική και όμορφη Αγία Λαύρα ήταν τώρα ένας σωρός από ερείπια. Εικόνα θλιβερή, πού πρόσθετε πόνο επάνω στον πόνο τους. Παρ’ όλο πού υπήρχε κίνδυνος να ξαναγύριζαν άπό στιγμή σέ στιγμή οι Γερμανοί, εκείνοι έμειναν νά εκτελέσουν το χρέος τους.
Ό π. Εύσέβιος μαζί με τον π. Πολύκαρπο μετέφεραν με τήν κουβέρτα ένα-ένα τά ιερά λείψανα των πατέρων στο Ναό του κοιμητηρίου. Στήν τσέπη του Πνευματικού βρήκε το άγιο Αρτοφόριο με τον Αμνό τής Μεγάλης Πέμπτης. Το ασπάσθηκε με ευλάβεια και το μετέφερε στην εκκλησία, ή οποία δεν είχε καεί.
Την ίδια ημέρα μόνο εκείνοι γύρισαν στό Μοναστήρι, γιατί είχαν κρυφθεί πολύ κοντά. Την επομένη, κατά το μεσημέρι, λίγοι-λίγοι επέστρεφαν και οι άλλοι μοναχοί. «Το τι έγινε δεν περιγράφεται» διηγείτο ό Γέροντας. «Ιδίως ό ηγούμενος θρηνούσε απαρηγόρητα, πού βρήκε πέντε δικούς του ανθρώπους σκοτωμένους». Διάβασαν τη νεκρώσιμη ακολουθία, ένώ δύο μοναχοί φύλαγαν έξω για το φόβο των Γερμανών. Με βαθύ πόνο ενταφίασαν τους πατέρες στον κοινό τάφο πού άνοιξαν.
«Πονέσαμε για το βίαιο και μαρτυρικό τέλος τους, άλλα και τους μακαρίσαμε, έλεγε αργότερα –εξασφάλισαν την αιωνιότητα. Τι ώραίος θάνατος μετά τη Θεία Λειτουργία και τη Θεία Κοινωνία!Μακάρι νά ήμουν κι εγώ ένας άπ’ αυτούς… Με άφησε γιά τις αμαρτίες μου ό Θεός…».
Στήν Αθήνα άλλα και στό Γεωργίτσι είχε διαδοθεί δτι μεταξύ τών εκτελεσθέντων ήταν κι εκείνος. Ό Θεός όμως, «κρεΐττόν τι προβλεψάμενος» (Έβρ. ια’, 40), είχε οικονομήσει τά πράγματα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε νά επιζήσει. Μόλις δύο μήνες πρίν, στις 11 Όκτωβρίου, είχε κοιμηθεί ό Γέροντας του, ό π. Σεραφείμ. Άπό το σημείο αυτό ξεκινάει το θαύμα της διασώσεως τοΰ π. Εύσεβίου.
«Ηταν φύσει αδύνατο, αν ζούσε ό Γέροντας μου, νά έφευγα. Αδύνατο τών αδυνάτων! Θα έμενα κοντά του νά τον φυλάω και θά το θεωρούσα καύχημα. Αποκλείεται νά τον άφηνα. Θά προτιμούσα νά πεθάνω μαζί του. Θά πίστευα, μάλιστα, ότι, αν ό Γέροντας ήταν κοντά μας, δεν θά μας έκαναν κακό οι Γερμανοί… Αφού όμως σκότωσαν τον παράλυτο στό στρώμα, θ’ άφηναν εμάς;»
Τά θύματα πού θρήνησε ή Αγία Λαύρα ήταν συνολικά εννέα. Τέσσερις μοναχοί και ό φύλακας εκτελέσθηκαν στο Μοναστήρι, τρεις στα Καλάβρυτα και ό π. Αμβρόσιος στο μετόχι του Αγίου Αθανασίου.
Πηγή: (Από το βιβλίο: “Ιερομόναχος Ευσέβιος Γιαννακάκης”, Ιερά Μονή αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Βερίνο , Αίγιο), Αντέχουμε…, Αβέρωφ
Ο Περικλής αγορεύων στην Πνύκα,
τοιχογραφία στο Maximmileaneum Palace
Μονάχου, του Philipp von Foltz (1860)
Η αντιπαράθεση που υπάρχει μερικές φορές περί της αξίας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της σχέσης του με την ιστορία των Ιουδαίων φθάνει συχνά στα άκρα. Είναι τόση η προκατάληψη περί του θέματος, που ακόμα και η διεξαγωγή διαλόγου καθίσταται αδύνατη. Και όμως δεν χρειάζεται αυτή η αντιπαράθεση, αφού ο κάθε λαός και ο κάθε πολιτισμός αξίζουν τον σεβασμό όλων μας. Θέλοντας όμως να κάνουμε λόγο για τα δύο αυτά μεγάλα και αξιόλογα μεγέθη, θα καταθέσουμε μερικές σύντομες σκέψεις.
Δεν μπορεί κάποιος να μην θαυμάσει τα τεχνουργήματα του αρχαίου πολιτισμού της πατρίδας μας. Αυτά άλλωστε από μόνα τους αποδεικνύουν την μεγάλη πολιτιστική πρόοδο των προγόνων μας, την οποία γηγενείς και ξένοι θαυμάζουν και σέβονται μέχρι και σήμερα. Στις τέχνες και στα γράμματα είναι αδιαμφισβήτητη η μεγάλη άνθιση και το αποτέλεσμα διάχυτο και ορατό. Ας σταθούμε όμως μόνο στην θρησκευτικότητα των αρχαίων Ελλήνων και ας δούμε στην συνέχεια, με κάποιους ίσως παραλληλισμούς, την αντίστοιχη στην Ιουδαία.
Μελετώντας την αρχαία ελληνική θρησκεία μπορείς να αντιληφθείς τί είδους ανθρώπους «παράγει». Πρόκειται για κοινωνίες που προσεγγίζουν τους «θεούς» με μια προσέγγιση κάπως φοβική. Φοβάται ο Έλληνας τον Θεό, ο οποίος έρχεται και επεμβαίνει συχνά μέσα στην ζωή του ως «από μηχανής θεός». Ο ίδιος θα δώσει μεγάλη σημασία στους χρησμούς ή καλύτερα θα κινηθεί με βάση αυτούς, ενώ και οι «μοίρες» με παρόμοιο τρόπο έχουν προκαθορίσει γι’ αυτόν τα μέλλοντα και τις εξελίξεις. Στην αρχαία θρησκεία γίνεται και κάτι άλλο. Ο άνθρωπος οδηγείται σε μια αυτοθέωση. Θα τον δούμε να γίνεται ημίθεος ή να είναι «κένταυρος», όλο αυτό όμως σε μια ατμόσφαιρα κάποιας ηθικής και κάποιας δικαιοσύνης, αλλά μακριά από το μεγάλο γεγονός της αγάπης.
Όμως και στην θρησκεία των Εβραίων θα εντοπίσουμε συμπεριφορές και γεγονότα που θα είναι βίαια και αποτροπιαστικά. Θα καταγραφούν όλα αυτά, αλλά ποτέ δεν θα επαινεθούν και θα τους εμπνεύσει σε τέτοιες καταστάσεις ο Θεός. Μέσα στην Παλαιά Διαθήκη που γίνεται αναφορά σε περιστατικά βίας και άλλης παραβατικότητας δεν υπάρχει η «θεία κάλυψη». Ο Θεός δια των δικαίων Του και των προφητών Του δίνει το Νόμο Του. Θα ισχύει το σχήμα αμαρτία-τιμωρία, αλλά θα διαγράφεται σταδιακά μια αλλαγή προς αυτό. Θα αχνοφαίνεται η «αγάπη», η συγχωρητικότητα, η πραγματική πίστη χωρίς ανταλλάγματα. Η ανάπτυξη του μονοθεϊσμού που ξεκινά στους τόπους της Ιουδαίας, που δικαίως θα χαρακτηριστούν αργότερα «Άγιοι Τόποι», θα κάνει τον ερχόμενο Μεσσία να θελήσει με μεγαλύτερη «ασφάλεια» να ξεκινήσει το σωτηριολογικό του έργο από εκεί. Ειδικά με το κήρυγμα των Προφητών θα προλειαίνεται η παρουσία του Χριστού με την παροχή μετάνοιας, ως ελευθερίας, πίστεως, ελπίδας, πραγματικής σωτηρίας. Ο Προφήτης Ωσηέ θα εκφράσει ευθαρσώς την πεμπτουσία της πραγματικής Πίστης και λατρείας μιλώντας περί αγάπης στο Θεό και στους ανθρώπους. Μέσω αυτής της ρήσης και τόσων άλλων προφητικών εκφράσεων θα αναφανούν τα υψηλά όρη της θεολογίας της Καινής Διαθήκης.
Για τους χριστιανούς η ιστορία των Εβραίων δεν είναι το ζητούμενο, αλλά μέσα από την παρουσία Του ανάμεσα στον λαό αυτό, ανακαλύπτουμε τα ίχνη Του. Δεν διδασκόμαστε ιστορία μελετώντας την Παλαιά Διαθήκη, -αν και υπάρχουν πολλά ιστορικά στοιχεία- ερευνούμε την απαρχή και την εξέλιξη της αποκάλυψής Του στον κόσμο. Παρατηρούμε, θαυμάζουμε και ομολογούμε! Προσεγγίζουμε την Βίβλο γιατί εκεί βρίσκεται η Ιερή Ιστορία, γιατί εκεί ανακαλύπτουμε τον Θεό που «κρύβεται» μέσα της καθώς και για να μάθουμε τί είδους επικοινωνία ζητά από εμάς.
Η ιστορία του Ισραήλ δεν χρειάζεται να μας φοβίζει και να βρισκόμαστε επιφυλακτικοί απέναντί της. Αντίθετα χρειάζεται μελέτη για να κατανοήσουμε πράγματα και αλήθειες που αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Το ότι οι ίδιοι οι Ιουδαίοι δεν σεβάστηκαν την επιλογή της Σαρκώσεως του Θεανθρώπου από την γη τους και οι προγονοί τους μάλιστα τον οδήγησαν στον Σταυρό αποδεικνύεται ότι δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στα έθνη. Άλλωστε ο Θεός δεν ήταν δυνατόν να κλειστεί σε κανένα ανθρώπινο καλούπι, όπως κακώς το εννόησαν οι ίδιοι. Ήρθε να φέρει έναν άλλο νόμο, πέρα και πάνω από αυτούς, πού αφορά σε ολόκληρη την γη, σε κάθε άνθρωπο. Η απάντηση γιατί ο Θεός διάλεξε τον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο ανήκει στις προαιώνιες βουλές Του και ίσως ξεπερνά την δική μας δυνατότητα γνώσης.
Ως Έλληνες και ως χριστιανοί δεν ζούμε καμιά σχέση αντίφασης, θαυμάζουμε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό της πατρίδας μας, καμαρώνουμε γι’ αυτόν αλλά δεν θεοποιούμε «θεότητες» που δεν μπορούμε να έχουμε για πρότυπά μας. Αποδεχόμαστε το κήρυγμα του μεγάλου αποστόλου των Εθνών Παύλου και τα όσα εκφώνησε στην Πνύκα τόσους αιώνες πριν. Πιστεύουμε ως Θεό τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Χριστό και αγωνιζόμαστε να βαδίσουμε σύμφωνα με όσα Εκείνος δίδαξε και όσα οι άγιοί μας έζησαν βιωματικά φθάνοντας μέχρι και την θυσία τους για την Πίστη τους σ΄Αυτόν. Χαιρόμαστε και καμαρώνουμε και για την Πίστη μας και για την Πατρίδα μας γνωρίζοντας να διακρίνουμε την σχέση τους και τις διαφορές τους.
Εν τέλει μιά διαπίστωση. Το παράδοξο πού μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι οι Ιουδαίοι ενώ ξεκίνησαν με μιά μονοθεϊστική προσέγγιση δέν αποδέχονται μέχρι και σήμερα την θεότητα του Χριστού, ενώ οι Έλληνες ξεκινώντας με ειδωλολατρική βάση πίστεψαν, ακολούθησαν και ακολουθούν τόν Χριστό και την Εκκλησία Του στήν μεγάλη πλειοψηφία τους. Αυτά είναι τα θαυμαστά μεγαλεία του Θεού!
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Οἱ χριστιανές γυναῖκες μάρτυρες ὑφίσταντο ἐπί πλέον περισσότερους ἐκβιασμούς καί μαρτύρια, γιά τό ὅτι ἦσαν γυναῖκες.
Πέρα ἀπό τά βασανιστήρια εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν τίς προτάσεις γιά γάμο ἀπό ἀλλόπιστους ἄνδρες, ἀλλά καί τίς ἀνήθικες ἐπιθέσεις.
Αὐτό ἦταν ἕνα φρικτό μαρτύριο τῆς ψυχῆς, καθώς οἱ χριστιανοί μποροῦσαν νά ἀντιμετωπίσουν αὐτούς πού τούς βασάνιζαν στό σῶμα.
Ἐκεῖνο πού δέν μποροῦσαν νά δεχθοῦν ἦταν ἡ προσβολή τῆς ἁγνότητας καί τῆς παρθενίας τῆς ψυχῆς τους καί ο γάμος μέ ἀλλόπιστο ἄνδρα.
Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου «μή φοβηθῆτε ἀπό τῶν ἀποκτενόντων τό σῶμα, τήν δέ ψυχήν μή δυναμένων ἀποκτεῖναι. Φοβήθητε δέ μᾶλλον τόν δυνάμενον καί ψυχήν καί σῶμα ἀπολέσαι» ( Ματθ. 10,28).
Οἱ μάρτυρες γυναῖκες ἦσαν ἕρμαια στά χέρια τῶν ἀπίστων διωκτῶν τους, οἱ ὁποῖοι ὑπέβλεπαν τήν ἁγνότητα, τήν τιμή καί τή ζωή τῶν θυμάτων τους. Μέσα στά συναξάρια βρίσκουμε ἀρκετές περιπτώσεις.
Α. Πρόταση γάμου
1. Χριστιανές μάρτυρες γυναῖκες πρώτων αἰώνων
Ἡ Μάρτυς Ριψιμία ἀπό τήν Ἀρμενία, ἀπέρριψε τήν πρόταση γάμου μέ ἀποτέλεσμα νά μαρτυρήσει στίς 30 Σεπτεμβρίου 292.
Ἡ Μάρτυς Ἰουστίνα ἀπό τήν Καρχηδόνα. Ὁ ἄνδρας πού ἤθελε νά τήν παντρευθεῖ κατέφυγε στό μάγο Κυπριανό. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι γνωστό, δέν πέτυχε τοῦ σκοποῦ. Ὁ Κυπριανός ἔγινε χριστιανός καί Ἐπίσκοπος καί μαρτύρησε μαζί μέ τήν Ἰουστίνα στίς 2 Ὀκτωβρίου 250.
Ἡ Παρθενομάρτυς Εὐθαλία ἀπό τή Σικελία μαρτύρησε ἀπό τόν μιαρό ἐραστή της στίς 2 Μαρτίου 252.
Ἡ Μάρτυς Ξενία ἀπό τήν Καλαμάτα μαρτύρησε τό 291 ἐπί Δομιτιανοῦ, ἐπειδή ἀρνήθηκε νά γίνει γυναῖκα του.
Ἡ μάρτυς Ἱερουσαλήμ ἀπό τό Βυζάντιο ἀποκεφαλίσθηκε τόν 1ο αἰῶνα, γιατί ἀρνήθηκε τήν πρόταση τοῦ κριτῆ νά παντρευτεῖ μέ ὡραιότατο εἰδωλολάτρη ἀξιωματικό.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἰουλιανή ἀπό τήν Νικομήδεια μαρτύρησε μετά ἀπό πολλά βασανιστήρια στίς 21 Δεκεμβρίου 299, γιατί ἀρνήθηκε νά δεχτεῖ ἀρραβῶνα μέ τόν συγκλητικό Ἐλεύσιο.
2. Νεομάρτυρες γυναῖκες
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Ἀκυλίνα ἀπό τό Ζαγκλιβέρι.
Πρώτη αἰτία τοῦ μαρτυρίου της ἦταν ἡ ἄρνηση νά ἀλλαξοπιστήσει. Σ’ αὐτό τήν πίεζε ὁ ἀρνητής πατέρας της. Στή συνέχεια εἶχε πρόταση γάμου, ὅταν προσπαθοῦσαν μέ δελεάσματα νά κάμψουν τήν ἀντίστασή της.
Πρόταση ἔγινε ἀπό τόν Πασᾶ τῆς Θεσσαλονίκης πού τῆς πρότεινε νά τήν κάνει νύφη του, γυναίκα τοῦ γιοῦ του, μιά ἀπό τίς πιό ζηλευτές χανούμισσες τῆς ἀνωτέρας τάξεως τῆς Θεσσαλονίκης.
- Τούρκεψε Ἀκυλίνα καί ἐγώ θά σέ πάρω νύμφη στόν υἱό μου.
Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ μέ τόλμη ἀνέκφραστη τοῦ ἀποκρίθηκε:
- Ὁ διάβολος, νά πάρει καί ἐσένα καί τόν υἱό σου.
Ἀλλ’ ἡ χριστιανή κόρη, μένει ἀλύγιστη. Δέν τήν θαμπώνουν οἱ τιμές καί τά μεγαλεῖα. Ὁ νοῦς της τρέχει στά ἄφθαρτα θεῖα δῶρα τοῦ Οὐρανοῦ.
Τήν εἶχε συμβουλεύσει ἡ ἀτίμητη μάνα της, πού τήν εἶχε ἀκολουθήσει μἐχρι τόν Πασᾶ:
Παιδί μου, ἔλεγε, πρόσεχε, ὁ Χριστός κρατεῖ τό στεφάνι στό χέρι του, πάνω ἀπ' τό κεφάλι σου, ἕτοιμος νά σέ στεφάνωσει νύφη δική του. Μήν τόν ἀρνηθεῖς. Τίποτα δέν εἶναι ἡ πρόσκαιρη αὐτή ζωή, ἀπέναντι τοῦ Παρα-δείσου. Πρόσεχε, παιδί μου, νά μήν δειλιάσεις.
Τά θερμά λόγια τῆς μητέρας της γεμίζουν τήν καρδιά της μέ θάρρος, δύναμη καί ἀποφασιστικότητα. Τά γλυκόλογα καί οἱ ὑποσχέσεις τοῦ ἀνα-κριτῆ ὅτι θά γίνει γυναίκα τοῦ γιοῦ τοῦ Πάσα, τήν ἀφήνουν ἀσυγκίνητη.
Οἱ τρομερές κατόπιν ἀπειλές τους, δέν τήν φοβίζουν. Τότε πιά τά βασανιστήρια μπαίνουν σέ ἐνέργεια.
Τήν γυμνώνουν καί τήν χτυποῦν μέ βέργες ἀπό ἰτιά καί λυγαριά καί ὕστερα μέ συρματένια σχοινιά. Τό σῶμα της γίνεται ὅλο μιά πληγή. Τό αἷμα της χύνεται καί βάφει τήν Μακεδονική γῆ. Ἡ Ἀκυλίνα μέσα στά φριχτά αὐτά βασανιστήρια, ἔχει τά μάτια σηκωμένα στόν Οὐρανό καί συνεχῶς ἐπαναλαμβάνει:
- Χριστιανή εἶμαι καί Χριστιανή πεθαίνω, δέν ἀρνοῦμαι τόν Σωτήρα μου. Ὅσο περισσότερο μέ βασανίζετε, τόσο λαμπρότερο γίνεται τό στεφάνι πού θά μοῦ δώσει ὁ Κύριος μου.
Μαρτύρησε στίς 27 Σεπτεμβρίου 1764. Στίς 8/2/1012 εἴχαμε τήν εὐλογία τῆς ἀποκάλυψης τῶν ἱερῶν λειψάνων της ἐδῶ στήν Ὅσσα καί στίς 26/9/2013 τήν Μετακομιδή στό Ζαγκλιβέρι τήν πατρίδα της
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα
Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα ζοῦσε στήν Βυσσῶκα, τήν σημερινή Ὅσσα, μαζί μέ τούς χριστιανούς γονεῖς της. Ἤταν πολύ ὅμορφη καί ζοῦσε ζωή σεμνή καί συνετή. Ἕνας γενίτσαρος φοροεισπράκτορας πού ἦλθε στήν Ὅσσα νά εἰσπράξει τά κρατικά ἔσοδα, συνάντησε τήν Κυράννα καί χτυπήθηκε ἀπό σανατικό ἔρωτα. Τῆς ἔκανε πρόταση γάμου, ἀλλά ἡ Ἁγία δέν δέχθηκε τήν πρότασή του. Πότε τήν καλόπιανε καί πότε τήν ἀπειλοῦσε γιά νά πετύχει τόν ἀνόσιο σκοπό του.
Τελικά τήν ἔφερε στόν Κατή τῆς Θεσσαλονίκης μέ την κατηγορία, ὅτι ὑποσχέθηκε νά τόν παντρευτεῖ ἀλλά τώρα δέν τό κάνει. Ἡ Ἁγία ἀπάντησε «ἐγώ εἶμαι χριστιανή καί ἔχω νυμφίο τόν Κύριό μου Ἰησοῦ Χριστό, στόν ὁποῖο προσφέρω ὡς προίκα καί τήν παρθενία μου καί αὐτόν πόθησα καί ποθῶ ἀπό τά νειάτα μου καί γιά τήν ἀγάπη του εἶμαι ἕτοιμη νά χύσω καί τό αἶμα μου γιά νά ἀξιωθῶ νά τόν ἀπόλαύσω. Ἀκοῦστε λοιπόν τήν ἀπάντησή μου καί ἄλλο λόγο πλέον μή περιμένετε νά σᾶς πῶ.» Ἡ συνέχεια εἶναι γν ωστή. Φυλακίσθηκε, βασανίσθηκε ἀνηλεῶς καί μαρτύρησε στίς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1751. Παρόμοιες περιπτώσεις πρότασης γάμου πού κατέληξε σέ μαρτύριο εἴχαμε σέ γυναίκες μάρτυρες τῶν πρώτων αἰώνων τῶν διωγμῶν τῆς Ἐκκλησίας μας καθώς καί σέ ὅλες τίς Νεομάρτυρες.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Χάϊδω ἀπό τόν Στανό Χαλκιδικῆς.
Ἁγία Χάϊδω εἶχε παρόμοια πρόταση ἀπό τόν γιό τοῦ Μαντέμ Ἁγά τῶν Μαντεμοχωρίων. Ἡ Ἁγία ἀρνήθηκε μέ ἀποτέλεσμα τή σύλληψη καί τά βασανιστήρια. Βέβαια εἴχαμε ἄλλη ἐξέλιξη ἀπό τίς ἄλλες Νέο-μάρτυρες. Ἡ Ἁγία εἶχε συναγωνιστές της τό χωριό της. Ὁ Πασάς τοῦ Χωριοῦ μέ τήν βοήθεια παλικαριῶν τήν ἀπελευθέρωσαν καί μαζί μέ τήν μητέρα της τήν φυγάδευσαν στό μετόχι τῆς Μονῆς Παντοκράτορος στήν Θάσο. Ἐκεῖ μετά ἀπό ἄσκηση ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ. Ἀξιώθηκε ἁρπαγῆς στόν Παράδεισο καί βρέθηκε χειρόγραφο στήν Μονή Βατοπεδίου πού περιγράφει αὐτά πού εἶδε στήν ἄλλη ζωή. Ἠ Ἁγία τιμᾶται τήν 1 η Σεπτεμβρίου.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Χρυσή ἀπό τά Μολγενά, σημερινή Χρυσή τῆς Ἀριδαίας.
Πάλι ἐδῶ ἕνας Τοῦρκος βλέποντάς την τόσο ὡραία καί πανέμορφη χτυπήθηκε στήν καρδιά ἀπό σατανικό ἔρωτα καί παραφυλοῦσε νά βρεῖ τήν κατάλληλη εὐκαιρία, γιά νά ἐπιτελέσει τόν κακό σκοπό πού μελετοῦσε. Στήν πρότασή του ἡ Ἁγία ἀπάντησε: «Ἐγώ τόν Χριστό μου πιστεύω καί προσκυνῶ καί αὐτόν μόνο γνωρίζω γιά νυμφίο μου.» Ἡ Ἁγία εἶχε συμμάχους τοῦ ἐχθροῦ της τούς γονείς καί τίς αδελφές της, οἱ ὁποῖοι τήν συμβούλευαν νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό φαινομενικά καί νά γλιτώσει τόν θάνατο. Ἡ Ἁγία τούς ἀπάντησε: «Ἐσεῖς πού μέ παρακινεῖτε νά ἀρνηθῶ τόν ἀληθινό Θεό, δέν εἶσθε πλέον γονεῖς μου καί ἀδελφές μου. Οὔτε ἐγώ θέλω νά σᾶς ξέρω σάν τέτοιους στό ἑξῆς. Ἀλλά ἀντί γιά ἐσᾶς Πατέρα μέν ἔχω τόν Κύριό μου Ἰησοῦ Χριστό μητέρα μου τήν Κυρία Θεοτόκο, ἀδελφούς καί ἀδελφές ἔχω τούς Ἁγίους καί τίς Ἁγίες. Μαρτύρησε στίς 13 Ὀκτωβρίου τοῦ 1795. Παρόμοια αἰτία γιά μαρτύριο εἴχαμε καί στίς Ἁγίες μάρτυρες γυναῖκες τῶν πρώτων αἰώνων.
Ἡ Νεομάρτυς Παρθένα ἡ Ἐδεσσαία ἀρνήθηκε νά εἶναι Παλλακίδα τοῦ Τούρκου Πασᾶ τῆς Ἐδεσσης. Μαστιγώθηκε καί θάφτηκε ζωντανή, 9 Ἰανουαρίου 1375.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Ἀργυρή ἀπό τήν Προῦσσα. Ὁ μανιακός Τούρκος ἐραστής της τήν ἔκλεψε μέσα ἀπό τόν Ναό τήν ὥρα τοῦ γάμου της. Ὑπέμεινε μακροχρόνια βάσανα καί φυλάκιση. Μαρτύρησε στίς 30 Ἀπριλίου 1725.
Ἡ Νεομάρτυς Ἑλένη ἀπό τήν Σινώπη τοῦ Πόντου ἀντιμετώπισε ἀκόλαστες προτάσεις τοῦ Οὐκούζογλου Παςᾶ, διοικητῆ τῆς Σινώπης. Τήν εἶδε ἀπό τό παράθυρο καί τήν ἐρωτεύτηκε. Ὅταν τήν ἔφεραν μπροστά του προσπάθησε νά τήν μιάνει 2-3 φορές, ἀλλά δέν μπόρεσε γιατί ἕνα ἀόρατο τοῖχος τήν προστάτευε. Ἐκείνη τήν ὥρα ἔλεγε νοερά τόν ἑξάψαλμο. Κατάφερε νά δραπετεύσει. Ἡ Δημογεροντία τῆς Συνώπης συμβούλευσε τους γονεῖς της νά τήν δώσουν στόν Τοῦρκο, πράγμα πού ἔκαναν. Τήν ἔβαλε σέ σακί καί τήν ἔπνιξε στήν θάλασσα, 1 Νοεμβρίου 1800.
Ἡ Νεομάρτυς Μαρία Μεθυμοπούλα ἀπό Κάτω Φουρνῆ Μεραμπέλλου Κρήτης . Τήν ἀγάπησε ἕνας Τουρκαλβανός Χωροφύ-λακας. Ἐπειδή ἡ Ἁγία τόν ἀπόφευγε, ἐκεῖνος τήν θανάτωσε τήν 1 Μαΐου 1826.
Β. Ἀπειλή τῆς ἁγνότητος
Ἡ Μάρτυς Ἁγνή ἀπειλήθηκε μέ ἀτίμωση, δέν δέχθηκε καί θανατώθηκε. Ἑορτάζει στίς 21 Ἰανουαρίου
Οἱ Μάρτυρες Δομνίνη καί οἱ κόρες της Βερίνη καί Προσδόκη, γιά νά ἀποφύγουν τήν ἀτίμωση μπῆκαν μέσα στό ποτάμι καί πνίγηκαν. Ἐγκώμιο στίς 3 αὐτές γυναῖκες ἀφιέρωσε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. Ἐπαινεῖ τήν μητέρα πού ἔδειξε μεγάλη ἀνδρεία νικῶντας τόν πόθο τῆς φύσεως, θανατώνοντας τούς καρπούς τῆς κοιλίας της καί τίς θυγατέρες γιά τήν μεγάλη ὑπακοή καί εὐπείθεια πού ἔδειξαν, στό νά δεχθοῦν νά πνιγοῦν ἀπό τήν μητέρα τους. Ἑορτάζουν στίς 4 Ὀκτωβρίου.
Ἡ Εἰρήνη ἀπό τήν Θεσσαλονίκη μαρτύρησε ἐπί Διοκλητιανοῦ ἐπειδή ἀντιστάθηκε στήν ἁμαρτία, ὅταν ρίχθηκε σέ πορνεῖο. Κάηκε στή φωτιά στίς 16 Ἀπριλίου 304.
Ἡ Ἁγία μάρτυς Θεοδώρα, ρίχθηκε σέ πορνεῖο καί τήν ἔβγαλε ἀπό ἐκεῖνο τό κολαστήριο ὁ Δίδυμος, πού τελικά μαρτύρησε.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ποταμιαίνη ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια δέν ὑπέκυψε στίς ἀνήθικες προτάσεις τοῦ ἄρχοντα καί βυθίστηκε μέσα σέ καυτή πίσσα. Ἐορτάζει 7 Ἰουνίου.
Ἡ Ἁγία Παρθενομάρτυς Εὐφρασία ἀπό τήν Νικομήδεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας παραδόθηκε σέ ἕναν ἄξεστο ἄνδρα γιά νά τήν ἀτιμάσει.
Ἁγία τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι, ἐάν τήν σεβαστεῖ, θά τοῦ δώσει ἕνα φάρμακο γιά νά μήν πληγώνεται στίς μάχες. Διά νά τόν πείσει τοῦ εἶπε νά τήν χτυπήσει μέ ξίφος καί δέν θά πάθει τίποτε. Ἐκεῖνος μέ βεβαιότητα τήν χτύπησε στό λαιμό καί τῆς ἔκοψε τό κεφάλι. Ἔχασε τό κεφάλι καί κέρδισε τήν ἁγνότητά της. Ἦταν 19 Ἰανουαρίου.
Ἡ Ἁγία Λουκία ἀπό τήν Σικελία ρίχθηκε σέ πορνοστάσιο. Ἡ θεία χάρις ὅμως τήν διεφύλαξε. Τήν ἀποκεφάλισαν, στίς 13 Δεκεμβρίου 250.
Τήν μάρτυρα Ἀγριπίννα ἤθελαν νά τήν διαπομπεύσουν γυμνή. Μαρτύρησε στή Ρώμη τό 260.
Τήν Ἁγία Ὡραιοζήλη τήν ἔγδυσαν γιά νά γίνει θέαμα στά ἀκόλαστα μάτια τῶν εἰδωλολατρῶν. Ὁ βασιλιᾶς τυφλώθηκε γιά τήν ἀνομία του καί ἡ Ἁγία τελικά μαρτύρησε.
Ἡ Ἁγία μάρτυς Θωμαΐδα θανατώθηκε ἀπό τόν πεθερό της πού ζητοῦσε νά ἱκανοποιήσει μαζί της τίς ἁμαρτωλές ὀρέξεις του. Ἐορτάζει 14 Ἀπριλίου.
Ἡ Ἁγία μάρτυς Μαρκέλλα ἡ Χιοπολίτιδα θανατώθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν πατέρα της, ἐπειδή δέν ἤθελε νά ἱκανοποιήσει τήν ἀκόλαστη ἐπιθυμία του. Ἑορτάζει 22 Ἰουλίου.
Ἡ Ἰουλιανή ἀπό τήν Πτολεμαῒδα ρίχτηκε σέ πορνοστάσιο γιά νά τήν διαφθείρουν ἀσελγεῖς καί ἀκόλαστοι ἄνδρες. Ἄγγελος Κυρίου τούς τύφλωσε καί δέν πέτυχαν τοῦ σκοποῦ τους. Ἡ Ἁγία τούς θεράπευσε, ἀλλά τελικά ἀποκεφαλίσθηκε τό 272.
Ἀπόπειρα πορνείας σέ ἄνδρα εἴχαμε στόν μεγαλομάρτυρα Χριστοφόρο , ὅταν ἔριξαν μέσα στή φυλακή δύο πόρνες τήν Καλλινίκη καί τήν Ἀκυλίνα, οἱ ὁποῖες προσπάθησαν νά τόν ρίξουν στήν ἁμαρτία. Ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο δέν παρασύρθηκε, ἀλλά κατάφερε μέ τήν σώφρονα στάση του νά τίς κάνει χριστιανές, πού τελικά μαρτύρησαν μαζί του.
Σέ πολλές μάρτυρες ἔκαναν πρόταση γάμου. Ἡ δέ ἄρνηση τῶν μαρτύρων γυναικῶν τίς ὁδηγοῦσε στό μαρτύριο. Μιά πρόταση γάμου, πού τελικά ἦταν αἰτία μαρτυρίου. Καί μᾶς κάνει ἐντύπωση. Ἡ πρόταση γάμου προϋποθέτει ἀγάπη καί ἔρωτα. Πῶς αὐτή ἡ ὑποτιθέμενη ἀγάπη διεστρέφετο σέ τέτοιο μίσος καί κακότητα μέχρι θανατώσεως.
Τήν ἴδια αἰτία μαρτυρίου εἴχαμε καί σέ ἄλλες Νεομάρτυρες.
Γ. Οἱ μικτοί γάμοι
Οἱ Ἁγίες ἀρνοῦνται νά συνάψουν γάμο μέ Τοῦρκο Μουσουλμάνο ἀλλογενή καί ἀλλόθρησκο. Αὐτός ὁ γάμος εἶναι μικτός ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δέν ἱερολογεῖται. Μικτός γάμος θεωρεῖται ὁ γάμος μέ ἀλλόδοξο καί ἀλλοεθνή.
Κατά τόν Ἀμίλκα Ἀλιβιζάτο « ὁ μικτός γάμος εἶναι σημαντικοτάτη ἀνωμαλία εἰς τόν κοινωνικό βίον». Τό πρόβλημα αὐτό ἀντιμετωπίσθηκε στούς Ἐβραίους ὅταν ἐξορίσθηκαν στήν Βαβυλώνα κατά τήν σαραντάχρονη αἰχμαλωσία. Ἐκεῖ συνῆψαν γάμο μέ εἰδωλολάτρες.
Ἕσδρας ἀποκαλεῖ τούς μικτούς γάμους «πηγές ἁμαρτιῶν», γιά τό γένος τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Νεεμίας τούς καταριέται καί ὁ Προφήτης Μαλαχίας τούς ὀνομάζει βδέλυγμα.
14 ος Κανόνας τῆς 4 ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπαγορεύει τό γάμο μέ ἑτερόδοξο καί πολύ περισσότερο σέ κατώτερους κληρικούς, ἀναγνῶστες καί ψάλτες.
10 ος κανόνας τῆς ἐν Λαοδικεία Συνόδου ἀπαγορεύει νά παντρεύονται τά παιδιά τῶν κληρικῶν μέ αἱρετικούς. Το ἴδιο γιά τούς χριστιανούς λέει ὁ 31 ος κανόνας τῆς Λαοδικείας. Μόνον ἐάν ὑποσχεθοῦν ὅτι θά γίνουν Ὀρθόδοξοι. Ὁπότε πρῶτα νά γίνονται Ὀρθόδοξοι καί μετά νά παντρεύονται. Τό ἴδιο καί ὁ 79 ος κανόνας τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Γάμος θεωρεῖται ἡ εὐλόγηση τῆς ἑνώσεως Ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ἄνδρα καί γυναίκας.
Τό πρόβλημα τῶν μικτῶν γάμων τό ἀντιμετώπισε ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει στόν χριστιανό ἄνδρα καί γυναίκα, ἐάν ἔχουν οἰκογένεια μέ ἄπιστον, νά μήν τόν χωρίσουν, διότι ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα νά γίνει καί αὐτός πιστός. Οἱ γάμοι πού γίνονταν δέν ἀκυρώνοντο, ἔμπαιναν ὅμως σέ ἐπιτίμιο. Σέ διάταξη τοῦ Ἰουστινιανοῦ τό 530 ὁρίζεται ἄν ἕνα μέλος εἶναι αἱρετικό, τά παιδιά νά βαπτίζονται Ὀρθόδοξα.
Στή συνέχεια βλέπουμε νά εἶναι ἀνεκτοί οἱ γάμοι μέ ἑτερόδοξους, νά ἀπαγορεύονται ὅμως μέ ἀλλόθρησκους.
Ἡ Ἐκκλησία βασισμένη στόν 72 ο κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκ. Συνόδου , δέν ἐπιδοκιμάζει τούς μικτούς γάμους, εἶναι ὅμως ὑποχρεω-μένη νά ἀνέχεται ἐφαρμόζοντας τήν οἰκονομία καί τήν ἐπιείκια, γιά νά μήν τούς χάσει τελείως.
Κάποια στιγμή ἐπί Πατριάρχου Κυρίλλου τοῦ Ε΄ τό 1756 , ἀπαγορεύ-ονταν οἱ γάμοι μέ Λατίνους καί Ἀρμενίους. Παρόμοια ἀπόφαση ἔλαβε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τό 1869 καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο το 1878.
Σήμερα οἱ μικτοί γάμοι ἀποτελοῦν ἕνα μεγάλο ποιμαντικό πρόβλημα, ταυτόχρονα καί ἐθνικό.
Οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἀμερική, Αὐστραλία καί Εὐρώπη ἔχουν πολλούς μικτούς γάμους μέ ἀλλόξοξους καί ἀλλοεθνεῖς.
Γάμοι μέ ἀλλοεθνεῖς ἦταν σπάνιοι, τώρα ὅμως εἶναι συχνοί.
Τό πρόβλημα εἶναι ὅτι σήμερα οἱ νέοι δέν θεωροῦν τή διαφορά δόγματος, θρησκεύματος καί ἔθνους σάν ἐμπόδιο γιά τήν ἀγάπη καί τήν εὐτυχία τοῦ γάμου.
Σκοπός τοῦ γάμου εἶναι ἡ ἁρμονική συμβίωση καί αὐτό ἐπιτυχάνεται μέ τήν ἑνότητα τοῦ ζευγαριοῦ σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Σέ σωματικό, ψυχικό καί πνευματικό ἐπίπεδο.
Ἡ σωματική σχέση εἶναι ἡ πρώτη χρονικά, ὄχι ὅμως καί ἱεραρχικά. Ἡ ψυχική ἁρμονία εἶναι ἡ ταύτιση τῶν χαρακτήρων, τῶν σκέψεων,
τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν ἐνδιαφερόντων, τῶν ἀποφάσεων.
Ἡ πνευματική σχέση εἶναι ἡ κοινή πορεία πρός τήν σωτηρία. Ὁ κοινός πνευματικός ἀγῶνας, ἡ ἴδια πνευματική προσπάθεια μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τήν μυστηριακή ζωή, τήν κοινή καθοδήγηση ἀπό πνευμα-τικό πατέρα.
Ἡ Ἁγία Κυράννα καί οἱ ἄλλες μάρτυρες καί νεομάρτυρες ἠρνοῦντο γάμο μέ ἀλλοεθνή. Αὐτή δέ ἡ ἄρνηση τους κατέληγε σέ μαρτύριο.
Οἱ ποιμένες ἔχουμε μεγάλη εὐθύνη νά καθοδηγοῦμε τά νεαρά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Νά τονίζουμε τήν ἀνάγκη κοινῆς πνευματικῆς πορείας καί τήν σπουδαιότητα πού ἔχει στήν εὐτυχία καί τήν ἁρμονία τοῦ γάμου σχέση μέ τήν μεγάλη οἰκογένεια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Ιερισσού
To πρωτόγνωρο ενδιαφέρον για την ιδιωτικότητα (ιδιωτική ζωή) είναι παρόμοιο με τις προηγούμενες συζητήσεις για το ίδιο θέμα. Αυτό που προκαλεί μια έξαρση σήμερα (όπως το θέμα με την Apple), καταλαγιάζει αύριο και στη συνέχεια τελικά ξεχνιέται, μέχρι κάτι άλλο να ανακατέψει και πάλι τα νερά.
Στη δεκαετία του 2000 είχαμε το Echelon και το Carnivore, δύο συγκεκαλυμμένα προγράμματα που χρησιμοποιήθηκαν από κυβερνητικούς φορείς για την παρακολούθηση των επικοινωνιών. Αργότερα, είχαμε τον Julian Assange και το Wikileaks που βοήθησε περαιτέρω τον αγώνα, φέρνοντας την προσοχή σε παρόμοια προγράμματα.
Πιο πρόσφατα, ήταν ο Edward Snowden που έδωσε λεπτομερώς τις νεότερες ενσαρκώσεις των κυβερνητικών εργαλείων μαζικής παρακολούθησης, από την NSA (National Security Agency, γνωστά ως XKeyscore και PRISM
Σήμερα, έχουμε την GCHQ (Government Communications Headquarters να αναζωπυρώνει τις φλόγες την NSA να συνεχίζει τα κατασκοπευτικά της προγράμματα (μόνο που αυτή τη φορά με ολίγη από διαφάνεια και οι πολιτικοί να παπαγαλίζουν σχετικά με τους κινδύνους που ελοχεύει ένα πρωτόγνωρο εργαλείο που διευκολύνει την τρομοκρατία, την κρυπτογράφηση. Τόσο επικίνδυνη όσο και οι κυβερνήσεις, δεν υπάρχει μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια στο διαδίκτυο από ότι τσαντισμένοι άνθρωποι μοιρασμένοι ανάμεσα στην οργή και στην απάθεια.
Αυτή η αδιαφορία γύρω από την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο εκδηλώνεται με πολλές μορφές, αλλά τίποτα δεν είναι πιο κατακριτέο από το “δεν έχω τίποτα να κρύψω”. Παράξενα, το “αν δεν έχεις τίποτα να κρύψεις, δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι”, έχει γίνει ένα είδος μάντρα για το τύπου-1984 κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης παρακολούθησης των Βρετανών πολιτών.
Όλοι έχουν κάτι να κρύψουν.
Το πρόβλημα με το “τίποτα να κρύψω” επιχείρημα είναι ότι: όλοι έχουν πάρα πολλά να κρύψουν.
Μόλις σήμερα, σκάλισες την μύτη σου; Άλλαξες ρούχα; Έκανες σεξ; Έκανες ντούζ; Πήγες στην τουαλέτα; Τραγούδησες στο αυτοκίνητο στο δρόμο για την δουλειά; Ή, ίσως να έστειλες ένα e-mail ή ένα κείμενο, μια ζωηρούτσικια φωτογραφία στο Snapchat ή είπες κάτι βαρύ για το αφεντικό σου.
Πάω στοίχημα, αν το καλοσκεφτείς, θα προτιμούσες τα περισσότερα, αν όχι όλα, από αυτά να παραμείνουν ιδιωτικά.
Και αυτό είναι εντάξει.
Η προστασία της ιδιωτικής μας ζωής είναι ένα βασικό μέρος της ζωής όλων μας. Αλλά τώρα που η ζωή μας παρασύρεται στον online ψηφιακό χώρο, και όλο και περισσότερο με κάθε χρόνο που περνάει, γιατί να υπάρχει αποσύνδεση μεταξύ της offline και της online ιδιωτικής μας ζωής; Η πρώτη (offline) είναι επιθυμητή και αναμενόμενη, ενώ η δεύτερη (online) έχει χαρακτηριστεί ως λάθος και μερικές φορές ακόμη και ως εγκληματική.
Ο διαχωρισμός της επιθυμίας για προστασία της ιδιωτικής μας ζωής από την επιθυμία μας να κάνουμε κάτι παράνομο είναι εκεί όπου αρχίζουν όλα. Πολύ συχνά αυτά τα δύο είναι συνυφασμένα σε μια γενική δήλωση ότι όλοι όσοι επιθυμούν προστασία της ιδιωτικής τους ζωής στο διαδίκτυο το κάνουν γιατί έχουν ανάγκη να κρύψουν τις φαύλες ενέργειες τους.
Υποστηρίζοντας ότι, μόνο οι εγκληματίες επιθυμούν την προστασίας της ιδιωτικής τους ζωής, είναι μια επικίνδυνη σκέψη, καθώς είναι ένα γεγονός που υποδηλώνει ότι είμαστε όλοι άξιοι καχυποψίας. Κοσκινίζουν τους αθώους για να βρουν τους ένοχους ή τους εν δυνάμει ένοχους, ένα διαδικτυακό γενικευμένο minority report που για να γίνει δεν πρέπει να υπάρχει online ιδιωτικότητα.
Στα δικαστήρια, είμαστε αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Online είναι ακριβώς το αντίθετο.
Τι αντιμετωπίζουμε;
Στο παρελθόν, η προστασία της ιδιωτικής ζωής ήταν ουσιαστικά εξασφαλισμένη, λόγω του ότι ήταν ακριβώς πόσο δύσκολο για τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου ή τους κυβερνητικούς οργανισμούς να παρακολουθούν τους ανθρώπους. Η παρακολούθηση του Αλ Καπόνε, για παράδειγμα, ήταν μια δουλειά για πολλούς ανθρώπους.
Σήμερα, οι κυβερνητικοί οργανισμοί μπορούν να τα κάνουν όλα με το πάτημα μερικών πλήκτρων.
Και εμείς το έχουμε κάνει και πολύ εύκολο για αυτούς.
Κάθε ένας από εμάς, τελικά, μεταφέρει μια συσκευή εντοπισμού στην τσέπη του, που κρατά το κλειδί για μερικές από τις πιο ευαίσθητες πληροφορίες μας. Το Xkeyscore και το PRISM είναι μόνο δύο από τα προγράμματα που γνωρίζουμε ότι ήταν για την συλλογή και την αποθήκευση αυτών των δεδομένων.
Δεδομένου ότι, έχουμε πλέον οδυνηρή επίγνωση του dirt box και του stingray δύο εργαλεία που χρησιμοποιούνται για μαζική συλλογή δεδομένων από κινητά τηλέφωνα που και τα δύο είναι διαθέσιμα -και συχνά χρησιμοποιούνται χωρίς ένταλμα- στις κατά τόπους υπηρεσίες επιβολής του νόμου.
Επιπλέον έχουμε τους πάροχους κινητής τηλεφωνίας που δίνουν τα αρχεία με τα δεδομένα θέσης των πελατών τους σε πραγματικό χρόνο, τις στρατιωτικοποιημένες αστυνομικές δυνάμεις με εξωπραγματικούς προϋπολογισμούς για σαρωτές πινακίδων κυκλοφορίας, την τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου, την παρακολούθηση από drones και μια τρελή ποσότητα επεξεργαστικής ισχύος για να την επεξεργασία των δεδομένων.
A, και στη συνέχεια, υπάρχει το ζήτημα της κυβέρνησης. Αν δεν το έχουμε κάνει αρκετά εύκολο ήδη, οι ηγέτες θέλουν τώρα οι tech γίγαντες όπως η Apple και η Google να αποδυναμώσουν την κρυπτογράφηση τους ή να παρέχουν κερκόπορτες για την εύκολη πρόσβαση από την κυβέρνηση στα δεδομένα τους.
Και από πάνω έχουμε και την παρακολούθηση από υπηρεσίες που δεν είναι της επιβολής του νόμου.
Ιστοσελίδες χρησιμοποιούν τα cookies ιχνηλάτισης για την παρακολούθηση της συμπεριφοράς για να αυξάνουν την πιθανότητα να αγοράσεις κάτι από τις προβαλλόμενες διαφημίσεις που είναι σχετικές με τα ενδιαφέροντά σου, και επίσης αποθηκεύουν τις τοποθεσίες σου, καθώς και άλλες πληροφορίες αναγνώρισης, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα είδος online δακτυλικών αποτυπωμάτων που θα είναι μοναδικά για σένα.
Το Facebook, η Apple και η Google συλλέγουν αρκετά δεδομένα για να κάνουν το κεφάλι σας να ζαλιστεί. Όπως λέει και η παλαιά παροιμία, “αν δεν πληρώνεις για το προϊόν, εσύ είσαι το προϊόν”. Σε αυτήν την περίπτωση, τα δεδομένα σας είναι το προϊόν και οι υπηρεσίες που χρησιμοποιείς καθημερινά συλλέγουν μια τεράστια ποσότητα από αυτά.
Κρατήσου γερά, ακόμα δεν έχουμε πλησιάσει καν προς το τέλος..
Από εκεί και πέρα, έχουμε ιστοσελίδες να κάνουν διαρροή προσωπικών πληροφοριών σε καταστάσεις που πιστεύουμε ότι είναι ιδιωτικές, όπως η Ashley Madison Έχουμε το Uber να διαρρέει πληροφορίες οδηγών έχουμε στόχους να χακάρονται για τα δεδομένα της πιστωτικής τους κάρτας και ακόμα έχουμε την VTech ουσιαστικά να παραδίδει την διεύθυνση του σπιτιού των παιδιών σας.
Σε έναν κόσμο που εκτιμά προφανώς την προστασία της ιδιωτικής ζωής, αλλά δυσπιστεί απέναντι σε όποιον επιθυμεί να την έχει, έχουμε αφήσει την άγνοια να μας καθοδηγεί αντί να επιδιώκουμε την αλήθεια στο τι ακριβώς παραδίδουμε για λόγους ευκολίας.
Και σχετικά με το “τίποτα να κρύψω”, άνθρωποι; Ο Edward Snowden το έχει πει καλύτερα από όλους:
“Το να υποστηρίζεις ότι δεν σε νοιάζει για το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, γιατί δεν έχεις τίποτα να κρύψεις δεν είναι διαφορετικό από το λες ότι δεν νοιάζεσαι για την ελευθερία του λόγου, επειδή δεν έχεις τίποτα να πεις”
Πηγή: The next web, http://waves.pirateparty.gr, ID-on't renounce my freedom
Στο θέμα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων εστιάζει η Süddeutsche Zeitung με αφορμή το φετινό ιστορικό βιβλίο δύο Γερμανών ερευνητών, οι οποίοι τάσσονται υπέρ της αναγνώρισης της γερμανικής ευθύνης για καταβολή επανορθώσεων στην Ελλάδα και άλλες χώρες. «Αθήνα και Βερολίνο: Ανοιχτός λογαριασμός, ανοιχτές πληγές», τιτλοφορεί το σχετικό δημοσίευμα στην ηλεκτρονική της έκδοση η εφημερίδα του Μονάχου, σχολιάζοντας το περιεχόμενο του βιβλίου που συνέγραψαν ο εκδότης και ιστορικός Καρλ Χάιντς Ροτ και ο πολιτικός επιστήμονας και εκδότης Χάρτμουτ Ρύμπνερ.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι «το κεντρικό μοτίβο του βιβλίου (σ.σ. «Το χρέος των επανορθώσεων. Υποθήκες της γερμανικής κατοχικής κυριαρχίας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη» – Reparationsschuld. Hypotheken der deutschen Besatzungsherrschaft in Griechenland und Europa) είναι ότι μια συμμαχία ανάμεσα στις ΗΠΑ και τις “δυτικογερμανικές ελίτ εξουσίας” αγνόησε συστηματικά επί δεκαετίες τις ελληνικές διεκδικήσεις.
Επίμαχο σε αυτό το σημείο δεν είναι τόσο το συμπέρασμα όσο η εξήγηση, όπου γίνεται αισθητός ο απόηχος ιστορικών συζητήσεων του παρελθόντος, στις οποίες οι παγκόσμιοι πόλεμοι του 20ού αιώνα συζητούνταν ως αποτέλεσμα συνομωσίας γερμανικών ελίτ.
Αδιαφιλονίκητη είναι πάντως η διπλωματική υπεροψία με την οποία η Γερμανία απέρριπτε επί δεκαετίες τις ελληνικές διεκδικήσεις». Αυτό το γεγονός αποδεικνύεται κατά τον αρθρογράφο στα ιστορικά ντοκουμέντα που δημοσιεύονται μαζί με το βιβλίο των Γερμανών ερευνητών.
Επισημαίνεται πάντως ότι «η επιλογή των ντοκουμέντων περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε γερμανικά έγγραφα και ως εκ τούτου δεν μπορεί κανείς να αποκομίσει μια εικόνα για τα ενδότερα της ελληνικής διπλωματίας και το μερίδιο ευθύνης της για την αποτυχημένη πολιτική που αφορά τις επανορθώσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση επέμεινε για μεγάλο διάστημα σε μια ειδική σχέση με την Ομοσπονδιακή Γερμανία, η οποία όμως βασιζόταν σε ασύμμετρους συσχετισμούς δυνάμεων. Μέσα από αυτή τη διμερή οδό η Αθήνα αποκόμισε μόνον αποτυχίες, εκτός από μια αποζημίωση 115 εκατομμυρίων μάρκων το 1960, η οποία όμως κατέστη δυνατή μέσω κοινής δράσης με άλλα δυτικοευρωπαϊκά κράτη που ήταν αντίπαλοι της Γερμανίας στον πόλεμο».
Αρχικά πολύ νωρίς και μετά… πολύ αργά
Η SZ σημειώνει ότι από τότε που υπεγράφη η Συμφωνία του Λονδίνου για το γερμανικό χρέος το 1953, η Γερμανία συνέδεε διαρκώς το θέμα των επανορθώσεων με την εκκρεμούσα οριστική διευθέτηση του ζητήματος ειρήνευσης στη χώρα.
«Με τη γερμανική επανένωση αυτό το χρονικό σημείο φάνηκε να έχει έρθει. Ωστόσο στη Συνθήκη 2+4 το 1990 ο Χέλμουτ Κολ πέτυχε την ένωση της Γερμανίας χωρίς να καταβάλει το τίμημα που προέβλεπε η ρύθμιση του ζητήματος των επανορθώσεων».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο ιστορικός Καρλ Χαιντς Ροτ επισημαίνει εύστοχα ότι «ενώ Βόννη (σ.σ. τότε πρωτεύουσα της Δυτικής Γερμανίας) πριν από τη Συνθήκη 2+4 υποστήριζε διαρκώς ότι οι διεκδικήσεις των επανορθώσεων είναι πρώιμες, μετά την υπογραφή της συνθήκης η αιτιολογία (σ.σ. για τη μη καταβολή επανορθώσεων) ήταν ότι ήταν πλέον πολύ αργά».
H εφημερίδα του Μονάχου, όπως αναδημοσιεύει η Deutche Welle, αναφέρει ότι ο Καρλ Χάιντς Ροτ υπολογίζει το ύψος των επανορθώσεων που αντιστοιχούν σήμερα στην Ελλάδα σε περίπου 185 δις ευρώ, από τα οποία -όπως λέει- δεν έχει εξοφληθεί ούτε καν το 1%.
Παρότι στο δημοσίευμα εκφράζονται ενστάσεις για ορισμένα συμπεράσματα των Γερμανών ερευνητών, σημειώνεται ότι οι προτάσεις τους πρέπει «δικαίως» να θεωρηθούν αφορμή για συζήτηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από έναν μήνα δημοσίευμα της εφημερίδας Welt επικαλείτο έρευνα ενός άλλου γερμανού ιστορικού, με την οποία αμφισβητείται η ύπαρξη του κατοχικού δανείου της Ελλάδας προς το Γ’ Ράιχ.
Πηγή: Defence-point
Τόλμησε να μιλήσει για τη Συνθήκη της Λοζάνης ο πρόεδρος της Τουρκίας κ. Ερντογάν στην Αθήνα, ο άνθρωπος που συνεχίζει την απάνθρωπη συμπεριφορά ηγετών της γείτονος έναντι των Ρωμιών της Μικράς Ασίας και της Κωνσταντινούπολης. Η Ελληνική κυβέρνηση έχει πλέον και την ιστορική ευθύνη ότι του επέτρεψε να θίξει το θέμα όχι απολογούμενος και για να ζητήσει συγγνώμη για τα όσα τραγικά συνέβησαν και συμβαίνουν σε βάρος των Ελλήνων. Και όχι μόνο του επέτρεψε, αλλά απάντησε στην χωρίς αιδώ και με αυθάδεια αναφορά του, με σχεδόν απολογητικό ύφος. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση αισθάνθηκαν την ανάγκη να μιλήσουν περί της Συνθήκης με αναφορά όχι στις εκ μέρους της Τουρκίας επί 85 χρόνια συνεχείς παραβιάσεις της, ούτε στα βάσανα των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, αλλά στα δικαιώματα των μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, τα οποία αυτονοήτως απολαμβάνουν σε μια δημοκρατική χώρα, όπως η Ελλάδα.
Κυβέρνηση και Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μίλησαν για τον υπονομευτικό, ως προς την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδος, ρόλο του Τουρκικού Προξενείου στην Κομοτηνή, δεν μίλησαν για τη συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η γείτονα χώρα εξακολουθεί να το θεωρεί τουρκικό ίδρυμα και έχει υπό συνεχή παρακολούθηση και αδιάκοπο έλεγχο την κάθε δραστηριότητά του. Στην πρόσφατη διαθρησκειακή συνάντηση στην Αθήνα, ο Πατριάρχης θεωρήθηκε εκπρόσωπος της Μουσουλμανικής Τουρκίας.... Ο άγγλος ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν ορθώς έχει χαρακτηρίσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο «Εκκλησία εν αιχμαλωσία». Στους κληρικούς του Πατριαρχείου εξακολουθεί η τουρκική κυβέρνηση να τους απαγορεύει να κυκλοφορήσουν στην Τουρκία φορώντας το ράσο τους. Επέβαλε επίσης στους Μητροπολίτες, που θέλουν να συμμετάσχουν στην εκλογή του Πατριάρχη, να καταστούν Τούρκοι υπήκοοι, με ό, τι συνεπάγεται αυτό στη συμπεριφορά τους. Αυθαίρετα η Τουρκία έκλεισε τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και έκτοτε την κρατά κλειστή. Επέτρεψε να βεβηλωθούν ο σπουδαιότερος παγκοσμίως χριστιανικός ναός της Αγίας Σοφίας και άλλοι ιστορικοί χριστιανικοί ναοί στην Κωνσταντινούπολη, που θα έπρεπε να είναι υπό την προστασία της ΟΥΝΕΣΚΟ, ως μοναδικά χριστιανικά μνημεία της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς.
Η Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών (Οικ. Ομ. Κων.) υπέβαλε προχθές υπόμνημα στον Πρόεδρο Ερντογάν και παλαιότερα στον αντιπρόεδρο του Χακάν Τσαβούσογλου. Με αυτό ζητεί να επιστραφούν στη διοίκηση της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας τα 18 «κατειλημμένα» ιδρύματα, που, κατά πλειοψηφία, βρίσκονται στα Πριγκηπόννησα και που παρανόμως διακατέχει η τουρκική κυβέρνηση. Επίσης ζητεί να επιστραφούν στη δικαιούχο Ελληνορθόδοξη Κοινότητα της Πόλης τα πενήντα περίπου ακίνητα που βρίσκονται στη συνοικία του Γαλατά και που ακόμα βρίσκονται υπό την παράνομη κατοχή των απογόνων του καταληψία Ευθήμ Ερένερολ. Ακόμη η Οικ. Ομ. Κων. επισημαίνει ότι η τουρκική κυβέρνηση ουσιαστικά απαγορεύει την παλιννόστηση στη γενέτειρα τους νέων στην ηλικία Κωνσταντινουπολιτών, που θέλουν να επιστρέψουν και να ζήσουν στη γενέτειρα των προγόνων τους.
Επί πλέον, μετά το πολυαίμακτο και απάνθρωπο πογκρόμ του 1955, διώχθηκαν και απελάθηκαν από την Κωνσταντινούπολη 120 χιλιάδες Ρωμιών. Σημειώνεται ότι οι απελάσεις κράτησαν από το 1955 έως το 1971 και ακόμη περισσότερο, έως ότου οι Έλληνες που απέμειναν στην Πόλη να είναι σήμερα λιγότεροι από 2000. Αυτό επισημάνθηκε σε Τούρκο καθηγητή πανεπιστημίου, σε Ημερίδα της Οικ. Ομ. Κων. και του ετέθη προς σύγκριση και προς σχολιασμό το γεγονός, ότι στην Πόλη το 1922 υπήρχαν 140.000 Ελλήνων και στη Δυτική Θράκη 100.000 Μουσουλμάνων και σήμερα οι Μουσουλμάνοι έχουν γίνει 120.000 και οι Έλληνες στην Πόλη λιγότεροι από 2.000. Ο Τούρκος καθηγητής απάντησε με ωμή ειλικρίνεια, ότι η Τουρκία είναι ισχυρό κράτος και μπόρεσε να το κάνει, ενώ η Ελλάδα μπορεί να ήθελε και εκείνη να το κάνει, αλλά δεν είχε και δεν έχει την ισχύ για να το κάνει....
Κατά τα 75 περίπου χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης και κατά παράβασή της η Τουρκία δεν αναγνωρίζει νομική προσωπικότητα στα ευαγή ιδρύματα που ανήκουν στο Πατριαρχείο. Όπως αποκάλυψε στην ημερίδα της Οικ. Ομ. Κων. ο κ. Αντώνιος Παριζιάνος σήμερα στην Πόλη υπάρχουν 65 βακούφια που ανήκουν στη μειονότητα και στα περισσότερα των οποίων «οι κάτοικοι μετριούνται στα δάκτυλα της μιας χειρός». Εκλογές και σε αυτά τα Ιδρύματα έγιναν για τελευταία φορά το 1970. Έκτοτε απαγορεύθηκαν, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σωστή διαχείρισή τους. Το αίτημα είναι να επιτραπούν πάλι οι εκλογές στα βακούφια. Βέβαια τίθεται το ερώτημα, με την πολιτική που ακολουθεί η Τουρκία, που κάνει τους Ρωμιούς να εξακολουθούν να εκπατρίζονται, και αν ακόμη η Γενική Διοίκηση Βακουφίων επιτρέψει τις εκλογές ποιοι θα υπάρχουν για να ψηφίσουν στα ρωμέϊκα Ιδρύματα της Πόλης;... Αυτό ακριβώς θέλει η Τουρκία. Με το να μην επιτρέπει να ενωθούν τα Ιδρύματα αυτά συρρικνώνονται από μέλη και όταν δεν μείνει κανένα, θα περιέλθουν στο τουρκικό Δημόσιο. Τότε θα γίνει ο Νόμος που θα επιτρέπει να ενωθούν τα Ιδρύματα. Ενέργεια πονηρή με ασφαλές, για την Τουρκία αποτέλεσμα. Στα υπό ένωση Ιδρύματα δεν θα υπάρχουν μέλη, ούτε περιουσία, αλλά η Τουρκία θα προβάλλει την προπαγάνδα ότι προστάτευσε τα δικαιώματα της μειονότητας....
Ως προς την Ίμβρο, ιδιαίτερη πατρίδα του σημερινού Πατριάρχου, το 1923 και κατά παράβαση του άρθρου 14 της Συνθήκης της Λοζάνης απολύθηκαν τα εκλεγμένα από τους γηγενείς Έλληνες τοπικά διοικητικά στελέχη και εγκαταστάθηκαν Τούρκοι αξιωματούχοι, που ανέλαβαν όλες τις εξουσίες. Στην Τένεδο η Τουρκία απέλασε 64 Έλληνες προκρίτους, ως ανεπιθύμητους, αποκεφαλίζοντας έτσι την ηγεσία του ελληνικού νησιού. Στην Ίμβρο δεν υπήρχαν Τούρκοι έως το 1922. Τώρα είναι ελάχιστοι οι Έλληνες. Το 1923 η Τουρκία δεν επέτρεψε σε 1500 Ίμβριους, που είχαν καταφύγει στη Λήμνο και στη Θεσσαλονίκη, να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Στην Ίμβρο και στην Τένεδο επί πολλά χρόνια η Τουρκία απαγόρευε την ύπαρξη ελληνικού σχολείου για τα ελληνόπαιδα που είχαν απομείνει.
Σήμερα στην Τουρκία καταπατώνται βάναυσα όχι μόνο τα δικαιώματα των Ελλήνων, των Κούρδων και των άλλων μειονοτήτων, αλλά και των ιδίων των Τούρκων. Και όμως ο Πρόεδρος Ερντογάν έχοντας συνείδηση ή ψευδαίσθηση ότι είναι απόγονος της ισχυρής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Σουλτάνου Σουλεϊμάν μιλάει ως να είναι επικυρίαρχος της Ελλάδας. Το δυσάρεστο για την Ελλάδα είναι ότι σήμερα δεν έχουμε οι Έλληνες έναν συνεχιστή του Κολοκοτρώνη, του Μακρυγιάννη και του Καποδίστρια, για να του απαντήσει καταλλήλως.-
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά
Συγκεκριμένα, το αρχικό όριο των χωρικών υδάτων στα τρία ναυτικά μίλια διαμορφώθηκε εν πολλοίς από το μέγιστο βεληνεκές του χερσαίου πυροβολικού εκείνη την εποχή (cannon shot rule). Άρα, η δυνατότητα προβολής ισχύος από τη στεριά στη θάλασσα υπήρξε ιστορικό θεμέλιο για τον προσδιορισμό του ορίου των χωρικών υδάτων. Η σχέση αυτή δεν έχει πάψει να υφίσταται. Εντελώς απλουστευτικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα χωρικά ύδατα ήταν, σε γενικές γραμμές, ο θαλάσσιος χώρος όπου στην περίπτωση μονομαχίας της χερσαίας με τη ναυτική ισχύ, η πρώτη θα έβγαινε κατά κανόνα νικήτρια.
Σήμερα, λοιπόν, εμφανίζεται η πιθανότητα μιας τεράστιων διαστάσεων αλλαγής όσον αφορά αυτή τη διαχρονική μονομαχία χερσαίας και ναυτικής ισχύος, η οποία, αργά ή γρήγορα, αναμένεται να επιδράσει και στο Δίκαιο της Θάλασσας. Πιο συγκεκριμένα αναμένεται να επηρεάσει την έννοια της ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη).
Η αλλαγή αυτή είναι η προσπάθεια ισχυρών ευρασιατικών δυνάμεων, με προεξάρχουσα την Κίνα, να αναπτύξουν αποτελεσματικά χερσαία πλέγματα αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2 / AD), στόχος των οποίων είναι να μετατρέψουν τα παράκτια ευρασιατικά ύδατα, σε εύρος μεγαλύτερο των 500 χλμ., σε παγίδα θανάτου για τις αμερικανικές ναυτικές δυνάμεις, διώχνοντάς τες μακριά από τις ακτές.
Διαμορφώνεται, κατά συνέπεια, μια νέα γεωστρατηγική πραγματικότητα όσον αφορά στη δυναμική ισορροπία μεταξύ χερσαίας και θαλάσσιας ισχύος σε μια παράκτια ζώνη τα μεγέθη της οποίας ξεπερνούν δραματικά τα 12 ναυτικά μίλια, που αποτελούν τα σημερινά όρια της εθνικής κυριαρχίας στη θάλασσα. Έτσι, πολλές χώρες του κόσμου, με προεξάρχουσα πάλι την Κίνα, έχουν αρχίσει να θεωρούν τα 200 ναυτικά μίλια της ΑΟΖ, ως χώρο όπου δικαιούνται να ασκούν πλήρη κυριαρχία και όχι απλώς να έχουν το δικαίωμα της αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης.
Παρόμοιες απόψεις, αν και όχι τόσο ακραίες όσο αυτές της Κίνας, έχουν αρχίσει να εκφράζουν χώρες, όπως η Ινδία και η Βραζιλία. Με πολύ δυναμικό τρόπο αναμένεται σε αυτήν την ομάδα να προσχωρήσει και η Ρωσία. Με τη διαφαινόμενη τήξη του στρώματος των αρκτικών πάγων, θεωρεί ως κρίσιμης σημασίας για την ασφάλειά της να έχει τον πλήρη έλεγχο του Αρκτικού σε βάθος πολλών εκατοντάδων χιλιομέτρων από τις ρωσικές ακτές.
Για να το πούμε απλά, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα η Ρωσία να λειτουργήσει με βάση το γράμμα του ισχύοντος Δικαίου της Θάλασσας και να αποδεχθεί την παρουσία αμερικανικών (ή οιοδήποτε άλλων) ναυτικών δυνάμεων στα 12 ναυτικά μίλια από τις αχανείς βόρειες ακτές της. Άρα, ο «εμπλουτισμός» της έννοιας της ΑΟΖ ως χώρου άσκησης εθνικής κυριαρχίας και όχι απλώς αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης είναι κάτι που ενδέχεται ήδη να έχει αρχίσει και να μην είναι απλώς μια πιθανότητα για το μέλλον.
Αυτή η διαμορφούμενη νέα γεωπολιτική –εν δυνάμει και νομική– πραγματικότητα ενδέχεται να έχει μεγάλες συνέπειες στο μέλλον στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ισορροπίες. Εντελώς απλουστευτικά, ας σκεφτούμε τι θα συμβεί σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν δικαίωμα στην ανακήρυξη AOZ και αυτή διαμορφωθεί με βάση την αρχή της μέσης γραμμής μεταξύ του ηπειρωτικού εδάφους των δύο χωρών. Τότε, πολλά ελληνικά νησιά, μαζί με τα χωρικά τους ύδατα, θα βρεθούν να έχουν ενσωματωθεί μέσα σε έναν χώρο εθνικής κυριαρχίας της Τουρκίας, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον τους.
Αντιθέτως, αν τα ελληνικά νησιά αποκτήσουν ΑΟΖ, τότε ολόκληρο το Αιγαίο και μεγάλο μέρος της Ανατολικής Μεσογείου μετατρέπεται σε χώρο συμπαγούς ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Η ενοποίηση των αρχιπελαγικών χερσαίων δομών του Αιγαίου με τις θαλάσσιες εκτάσεις γύρω και μέσα από αυτές δημιουργεί ένα είδος «μεγάλης Ελλάδας» και η γεωπολιτική αξία της χώρας μας αυξάνεται κατακόρυφα.
Άρα, αν πράγματι, λόγω μεταλλάξεων στο διεθνές σύστημα ισχύος, η ΑΟΖ εξελιχθεί –τυπικά ή άτυπα, εν μέρει ή εν συνόλω– σε χώρο εθνικής κυριαρχίας, τότε η Ελλάδα ενδέχεται να βρεθεί ενώπιον ενός ακραίου διλήμματος: Ή θα κινηθεί προς τη δραστική της γεωπολιτική αναβάθμιση, ή θα κινδυνεύσει να απολέσει μέρος της εδαφικής της επικράτειας, μιας και αυτό θα βρεθεί να έχει ενσωματωθεί μέσα σε έναν χώρο τουρκικής εθνικής κυριαρχίας.
Βέβαια, αυτό το δίπολο είναι υπερβολικά υπεραπλουστευμένο και δύσκολα θα προκύψουν τόσο απόλυτες καταστάσεις. Ωστόσο, δια της υπερβολής αποσκοπεί να καταδείξει ότι ενδέχεται να βρεθούμε ενώπιον μιας πρωτοφανούς κατάστασης. Την οποία δεν θα είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε αν συνεχίσουμε να ερμηνεύουμε το Δίκαιο της Θάλασσας ωσάν να ήταν ένα απόλυτο και στατικό μέγεθος. Είναι, όμως, μια δυναμική κατάσταση που διαμορφώνεται από την αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων, με έναν εξ αυτών να είναι οι διεθνείς ισορροπίες ισχύος.
Με βάση όλα τα παραπάνω, η διαδικασία για την ανακήρυξη ΑΟΖ από πλευράς της Ελλάδας μάλλον θα πρέπει να επιταχυνθεί δραστικά για να μη βρεθούμε ενώπιον δυσάρεστων καταστάσεων στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Ωστόσο, κατά την άποψη του γράφοντος, το πιο σημαντικό είναι να διαμορφώσουμε μια γεωγραφία ισχύος που θα ενοποιεί τις αρχιπελαγικές δομές του Αιγαίου σε μια ενιαία γεωστρατηγική ενότητα, θα «απορροφά» τις θαλάσσιες εκτάσεις ανάμεσα στα νησιά και θα προσφέρει δραστικό πλεονέκτημα στη χώρα μας όσον αφορά την κυριαρχία στον συγκεκριμένο χώρο.
Με βάση τη λογική που περιγράψαμε πιο πάνω, η επίτευξη ενός τετελεσμένου στη γεωγραφία της ισχύος ενδέχεται να έχει σημαντική επίδραση, αργά ή γρήγορα, στη διαμόρφωση του διεθνούς δικαίου αναφορικά με το ποιος δικαιούται να κατέχει τη μια ή την άλλη θαλάσσια περιοχή.
Η επίτευξη αυτού του σκοπού μπορεί να ακούγεται ουτοπική για πολλούς, αλλά δεν είναι κατ’ ανάγκη έτσι. Αντιθέτως, οι σύγχρονες διεθνείς εξελίξεις στην επιστήμη και τεχνολογία του πολέμου συνδυάζονται με το ότι η χώρα μας πλεονεκτεί στο ότι κατέχει το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, κάτι που της προσφέρει μια βάση έδρασης επάνω στην οποία μπορεί να αναπτύξει ένα «πολυπλέγμα» (complex-of-complexes) αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2 / AD). Αυτό θα περιορίζει αποφασιστικά τις δυνατότητες δράσης των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων.
Για παράδειγμα, η προσαρμογή στις ελληνικές συνθήκες δογμάτων και μεθοδολογιών του Στρατού των ΗΠΑ, όπως είναι η «Πολυχωρική Μάχη» (Multi Domain Battle) και τα «Διαχωρικά Πυρά» (Cross Domain Fires), μπορούν να διευκολύνουν σημαντικά την ανάπτυξη αυτών των πλεγμάτων. Το αν και πώς μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο ξεφεύγει από τα όρια αυτού του κειμένου. Εν τούτοις, μπορούμε να πούμε ότι τα σχετικά συστήματα και τεχνολογίες υπάρχουν στη διεθνή αγορά και σε κάποιον βαθμό θα μπορούσαν να αναπτυχθούν και εγχωρίως.
Όσον δε αφορά τον κρίσιμο παράγοντα του κόστους, μια παρόμοια προσπάθεια μάλλον εντάσσεται στις εξαιρετικά περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες της σημερινής Ελλάδας. Για την ακρίβεια, θα μπορούσε ακόμη και να συνεισφέρει στη δημιουργία ενός οικονομικότερου στρατεύματος, σε βάθος χρόνου, απ’ ό,τι το σημερινό. Αυτό που πρωτίστως απαιτείται είναι φαντασία, αντισυμβατική σκέψη και στενή παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων στον χώρο της στρατιωτικής επιστήμης και τεχνολογίας.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, αν δεν προχωρήσει η Ελλάδα στην ανάπτυξη μιας αρχιτεκτονικής ισχύος που θα καθιστά το Αιγαίο «ελληνική λίμνη», είναι πολύ πιθανόν ότι θα το πράξει η Τουρκία. Για την ακρίβεια, ήδη το πράττει. Το τρίπτυχο των μαχητικών αεροσκαφών F-35 Lightning II, του συστήματος αεράμυνας μεγάλου βεληνεκούς S-400 και μιας οικογένειας βαλλιστικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, τουρκικής ανάπτυξης, στους οποίους στο μέλλον μπορεί να περιλαμβάνονται και κατευθυνόμενοι βαλλιστικοί πύραυλοι εναντίον πλοίων (ASBM), απειλεί να θέσει το Αιγαίο μέσα σε έναν θόλο άρνησης δράσης της ελληνικής αεροπορίας και του ελληνικού ναυτικού. Και αυτό, με ό,τι μπορεί να σημαίνει, σε βάθος χρόνου, για την εθνική κυριαρχία των δύο χωρών.
Πηγή: slpress
3.1 Προϋποθέσεις κατανόησης της γνωστικής διδασκαλίας
Η αρχική πρόθεση ήταν να παρουσιαστεί σε αυτό το κεφάλαιο το σύνολο της διδασκαλίας των γνωστικών σεκτών αθροιστικά. Κατά την μελέτη, όμως, του αντικειμένου έγινε κατανοητό, ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα. Δηλαδή, ενώ η πρόθεση είναι να παρουσιασθούν ταξινομημένα και κατά κατηγορία, οι πεποιθήσεις των γνωστικών, αν αυτό γίνει επί του συνόλου τους, τότε ή θα πρέπει κάποιες να παραληφθούν για χάρη κάποιων άλλων, διαφορετικά σε πολλά σημεία θα παρουσιάζονταν αντιφάσεις, η να καταλήξει σε στατιστική έρευνα.
Γι’ αυτό αποφασίστηκε να μετατεθούν οι επιμέρους διδαχές στην οικία θέση, εδώ να παρουσιαστούν μόνο τα κοινά σημεία των γνωστικών πεποιθήσεων, όχι για να μπορέσει να συντεθεί μια ομοιογενής διδασκαλία – κάτι τέτοιο δεν θα ανταποκρίνονταν στην γνωστική πραγματικότητα – αλλά μια παρουσίαση των κεντρικών ιδεών, επί των οποίων αναπτύχθηκαν οι επί μέρους. Έτσι, αν κάποιος ασχοληθεί με την μελέτη των επί μέρους συστημάτων, θα είναι εφοδιασμένος με τα απαραίτητα στοιχεία για την αναγνώριση και την κατανόησή τους.
Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο να γίνει και ειδικά με τον τρόπο αυτό. Ο πλουραλισμός των συστημάτων καθιστά πολλές φορές κοπιώδη την μελέτη τους. Παρόμοια συστήματα διαφέρουν μόνο στο ποια σημεία τονίζουν περισσότερο και ποια λιγότερο. Από την άλλη σύγχρονες μελέτες-συμπιλήματα, με τον τρόπο που διαχειρίζονται το υλικό τους δείχνουν να παράγουν καινούργια συστήματα, περιπλέκοντας μια κατάσταση ήδη περίπλοκη. Η σύγκριση στοιχείων ανόμοιων είναι αδιανόητη, πολύ δε περισσότερο η σύνθεσή τους. Και ενώ στη σκέψη των γνωστικών η δημιουργία ενός θεωρητικού κατασκευάσματος απέβλεπε στην απάντηση υπαρξιακών ερωτημάτων, η παρουσίασή τους σήμερα, με τον τρόπο που γίνεται κάποιες φορές, και τα ερωτήματα αυτά αφήνει αναπάντητα, και καινούργια δημιουργεί.
Η έλλειψη ιερών γραφών που να αποδίδονται με μοναδικό τρόπο σε κάθε σέκτα, καθιστά την χάραξη διαχωριστικών γραμμών, οριοθετικών της κάθε διδασκαλίας δυσχερή. Κείμενα υπήρχαν και σήμερα έχουμε αρκετά στην διάθεσή μας. Αλλά αυτά χρησιμοποιούνταν από περισσότερες της μίας σέκτες. Και ενώ εξωτερικά η πρακτική αυτή φαίνεται να διευκολύνει την μελέτη της συνόλου διδασκαλίας, στην πραγματικότητα την περιπλέκει, εξαιτίας του τρόπου, με τον οποίο ερμήνευαν τα κείμενά τους οι ίδιοι οι γνωστικοί.
Η ερμηνεία των κειμένων, κυρίως αυτών που παρουσιάζονταν ως αποκαλυπτικά, γινόταν από τους γνωστικούς με αλληγορικό και τυπολογικό τρόπο. Αυτό έδινε μεγάλη ελευθερία κινήσεων, οπότε το ίδιο κείμενο γεννούσε διαφορετικές αντιλήψεις ανά σέκτα. Δυστυχώς η ίδια τακτική εφαρμόζονταν και σε κείμενα διαφορετικής προέλευσης, όπως η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Η παρερμηνεία τους έδιδε διαφορετικά κάθε φορά αποτελέσματα, και σ’ αυτά προστίθονταν και δικά τους λόγια, οπότε οδηγούσαν τα κείμενα σε αλλοίωση.
Η μελέτη της χρήσης των εξω-γνωστικών κειμένων ενέχει και μια ακόμη δυσκολία σε σχέση με την χρήση των δικών τους κειμένων. Και αυτή αφορά τον εκλεκτικό τρόπο επιλογή αποσπασμάτων. Ενώ δηλαδή ένα αποκαλυπτικό κείμενο έπρεπε να γίνει πλήρως αποδεκτό, στις άλλες περιπτώσεις δεν υπήρχε αυτή η υποχρέωση. Ο κάθε διδάσκαλος, μπορούσε να επιλέγει μόνο τα εδάφια εκείνα που εξυπηρετούσαν ή νόμιζε ότι εξυπηρετούσαν τον σκοπό του. Μπορούσε κάλλιστα να συνδυάσει εδάφια και αποσπάσματα από κείμενα διαφορετικής θεματολογίας ή προέλευσης. Μπορούσε να συνδυάσει θρησκευτικά, φιλοσοφικά ή επιστημονικά κείμενα, ακόμη και μύθους, για να εξάγει το επιδιωκόμενο συμπέρασμα. Μπορούσε να συνδυάσει ανομοιογενή κείμενα, χριστιανικά, βαβυλωνιακά, ειδωλολατρικά με την ίδια ελευθερία και άνεση.
Εδώ υπάρχει μια μεγάλη παγίδα για τον μελετητή του φαινομένου. Δίνεται η εντύπωση, ότι αν καταφέρει να εντοπίσει, να αναγνωρίσει και να αποδώσει τα επιμέρους συστατικά στις κοιτίδες δανεισμού τους, θα έχει καταφέρει να εξιχνιάσει τις πηγές και συνεπώς την προέλευση του γνωστικισμού. Αυτή είναι μια απόλυτα αιτιοκρατική αντίληψη και είναι πιθανόν οι ίδιοι οι αιρεσιάρχες να μην την είχαν κατά νου. Κανείς δεν αμφιβάλλει βέβαια, ότι και αυτοί ως άνθρωποι ήταν υποκείμενοι στις επιρροές του περιβάλλοντός τους, αλλά και κανείς δεν μπορεί ν’ αποδείξει ότι οι επιρροές αυτές είναι μονοσήμαντες, οι ότι ημιμάθεια των αιρεσιαρχών τους έδινε την απαιτούμενη επίγνωση στην χρήση των πηγών τους.
Θα πρέπει λοιπόν, να συνεκτιμάται η γέννηση και η εξέλιξη της γνωστικής διδασκαλίας τελεολογικά, ώστε να μπορεί ο μελετητής να αντιλαμβάνεται τον τρόπο σκέψης του κάθε αιρεσιάρχη. Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις μια σέκτα να δημιουργείται χωρίς να αναφέρεται αρχηγός, και αυτό συμβαίνει κυρίως σε περιπτώσεις διάσπασης. Έχοντας λοιπόν, προ οφθαλμών την προσωπικότητα του αρχηγού, αφ’ ενός, και έχοντας κατανοήσει τις επιδιώξεις του αφετέρου, λίγα είναι τα σκοτεινά σημεία που απομένουν ανερμήνευτα. Και γι’ αυτά υπάρχει πάντα η χριστιανική θεώρηση περί της δαιμονικής επιρροής, ως διαδραστικό παράγοντα ισχυρότερου του περιβάλλοντος. Αυτήν την μέθοδο ακολουθούσαν όλοι οι αντιαιρετικοί συγγραφείς.
Από την άλλη το κύριο στοιχείο, το οποίο βοηθά στην παρουσίαση μια συστηματοποιημένης κατά το δυνατόν γνωστικής διδασκαλίας είναι ο γνωστικός μύθος. Η πατρότητα της δημιουργίας αφενός ανάγεται πάντα στον ιδρυτή του συστήματος, ακόμη και όταν περιέχει μεταγενέστερα στοιχεία, αφετέρου παρουσιάζει την διδασκαλία με ενοποιημένο τρόπο καθ’ όλη την ιστορική πορεία της σέκτας. Αυτό, ακόμη και στις περιπτώσεις που δεν είναι αλήθεια, και αυτές είναι οι περισσότερες, έχει τα πλεονεκτήματά του. Απαλλάσσει τον μελετητή από πολύωρη εξέταση των μεταβολών της διδασκαλίας, οι οποίες τις περισσότερες φορές είναι αδιόρατες, διότι δεν συνέβαιναν «κοσμογονικές» μεταβολές των πεποιθήσεων εντός της σέκτας, ενέργεια που εκτός από κοπιώδης θα ήταν ενδεχομένως και άσκοπη, πέραν των ιστορικών λόγων.
Επίσης ο γνωστικός μύθος γίνεται το απαραίτητο εργαλείο για την παρατήρηση της εξάπλωσης μιας διδασκαλίας, καθότι εντάσσει τα δανεικά στοιχεία σε ένα σύνολο χωρίς να τα αλλοιώνει, επειδή τα παρερμηνεύει. Έτσι προς μεν το εξωτερικό περιβάλλον ο μύθος διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία που του επιτρέπουν να παρασιτεί, προς μεν το εσωτερικό του επιτρέπει να διατηρεί τα ξένα στοιχεία, υπό συνοχή και έλεγχο. Ο γνωστικός μύθος είναι πολύπλοκος και συνήθως δύσμορφος.
Αυτά τα χαρακτηριστικά δεν μπορεί να τ’ αποφύγει. Ο δημιουργός μιας διδασκαλίας προσπαθεί να συνδυάσει την απάντηση των υπαρξιακών ερωτημάτων με το προσωπικό του όφελος. Καταπιάνεται με θέματα, τα οποία ξεπερνούν κατά πολύ τις προσωπικές του ικανότητες, αλλά δεν αποθαρρύνουν τις επιδιώξεις του. Αναγκαστικά συρράπτει στοιχεία ξένα μεταξύ τους, τα οποία θα πρέπει να είναι κατανοητά ή και οικεία στον πολύ λαό. Ταυτόχρονα θα πρέπει να του προκαλούν και δέος, ώστε να του δίνουν την εντύπωση ότι έχουν θεϊκή προέλευση, οπότε μια δόση ασυναρτησίας είναι αναγκαία, επειδή οι δύσκολες έννοιες θα δυσκόλευαν και τον ίδιο τον αιρεσιάρχη. Η επιτυχία βρίσκεται στο νόστιμο μαγείρεμα και το εντυπωσιακό σερβίρισμα. Η λογική ασυνάφεια και η αισθητική απαξία αντικαθίστανται από την αποκάλυψη.
Η χριστιανική διδασκαλία για τους γνωστικούς, είναι μεν αποκαλυπτική, οπότε μπορούν να δανείζονται από αυτήν, πολύ περισσότερο λόγο της κοινά αποδεκτής αυθεντίας της από πλήθος λαών. Είναι, όμως, υπερβολικά απλή, μέσα σε έναν κόσμο που έχει συνηθίσει να θαυμάζει τους ακαταλαβίστικους φιλοσόφους. Θέλοντας λοιπόν, να επαίρονται και να παρουσιάζονται ως διάνοιες, περιπλέκουν την διδασκαλία για να δώσουν περισσότερη αξία στην θεολογία τους. Αλλά ελλείψει των απαραίτητων ικανοτήτων για την επεξεργασία λεπτών νοημάτων καταλήγουν στην δημιουργία ατελείωτων ιεραρχιών τονίζοντας το μυθολογικό στοιχείο.
Εκεί που επιτυγχάνει είναι στην διάδοση της ιδέας του λυτρωτικού χαρακτήρα της γνώσης. Αυτή είναι και η πρώτη κοινή προϋπόθεση του Γνωστικισμού. Τη εξέφρασαν άριστα οι Οφίτες, όταν έλεγαν ότι αρχή της τελείωσης είναι η γνώση του ανθρώπου, τέλος αυτής η γνώση του θεού. Η ιδέα της γνώσης είναι κοινή σε κάθε γνωστικό σύστημα. Τα χαρακτηριστικά της είναι α) το θρησκευτικό περιεχόμενό της β) η αποκαλυπτική προέλευση και η εκλεκτική παράδοση γ) ο λυτρωτικός της χαρακτήρας.
Το αντικείμενο της γνώσης είναι η θεϊκή φύση. Μ’ αυτήν ο γνωστικός προσπαθεί να βρει κάποια συγγένεια και προς αυτήν να κατευθυνθεί διά της λυτρωτικής γνώσης. Το υποκείμενο, ο πιστός έχει μόνο μία υποχρέωση απέναντί της. Να την κατέχει.
Αντίπαλοι της γνώσης είναι η αγνωσία και η πίστη. Οι γνωστικοί αντιλαμβάνονται εαυτούς με τρόπο ελιτίστικο. Οι ίδιοι είναι πνευματικοί ως κατέχοντες την γνώση και θέσει σεσωσμένοι. Αμέσως μετά είναι οι ψυχικοί, αυτοί που θρησκεύουν δια της πίστεως, συνηθέστερα οι Χριστιανοί. Μεγάλο μέρος του έργου του Κλήμεντα Αλεξανδρέα είναι απολογητικό υπέρ της πίστεως, έναντι της γνώσεως. Τελευταίοι στην θρησκευτική κατάσταση των ανθρώπων είναι οι σαρκικοί, όσοι δεν έχουν ιδέα περί θεού, είτε ως έχοντες την γνώση, είτε ως έχοντες την πίστη. Αυτοί έχουν αγνωσία.
Αναφέρθηκε παραπάνω ότι μία από τις επιδιώξεις του γνωστικισμού είναι η απάντηση των υπαρξιακών προβληματισμών. Στο θέμα αυτό οι γνωστικοί έχουν πολύ συγκεκριμένη θεώρηση, η οποία ξεκινά από την προκατάληψή τους έναντι του κόσμου. Προκατάληψη που είναι άμεσα εξαρτώμενη από την επιδίωξή τους. Οι γνωστικοί αναγνωρίζουν την δυστυχία στον κόσμο και την αποδίδουν στο κακό. Το κακό το αποδίδουν στην ύλη, πλατωνική θεώρηση από την οποία δεν ξέφυγε καμιά σέκτα.
Η επιδίωξη των γνωστικών δεν μένει μόνο στον καθορισμό της δυστυχίας, αλλά επιβάλλεται να δοθεί λύση κι έτσι να μπορέσει ν’ απαλλαγεί από αυτήν τουλάχιστον ο αρχηγός. Εδώ έγκειται όλη η δυσκολία. Ο άνθρωπος δεν μπορεί ν’ απαλλαγεί από την ύλη, οπότε δεν μπορεί ν’ απαλλαγεί από το κακό. Η επίτευξη λοιπόν, της μακαριότητας - θέμα που απασχόλησε και το μεγάλο φιλοσοφικό ρεύμα της εποχής, τον εκλεκτισμό – μετατίθεται στην επόμενη ζωή. Τι μένει, λοιπόν, για την παρούσα ζωή; Αναγκαστικά, μόνο η επαγγελία και η παραίτηση από τον αγώνα και την επιδίωξη.
Για να δώσουν κάτι πιο χειροπιαστό οι αιρεσιάρχες στους πιστούς τους απαλλάσσουν από τις ηθικές υποχρεώσεις. Παρατηρείται έτσι το εξής παράξενο, ενώ πιστεύουν ότι το σώμα είναι φυλακή, ταυτόχρονα το υπηρετούν. Πολλές φορές ενδύουν τον λιμπερτινισμό τους με θεωρητική δικαίωση, κι εκεί που υιοθετούν την πλατωνική άποψη περί κακού, απομακρύνονται από την απορρέουσα συνέπεια ως προς τον τρόπο ζωής. Όλα τα γνωστικά συστήματα σε αυτό το θέμα είναι αντινομικά.
Εφόσον ο νόμος είναι καταγεγραμμένος στην Παλαιά Διαθήκη αυτή έπρεπε να εξουδετερωθεί. Αναγκαστικά ο νομοθέτης διαφοροποιείται από τον ύψιστο θεό, ώστε ο νόμος του να μην έχει το απαιτούμενο κύρος. Οπότε αμέσως προκύπτει μια δυαρχία ικανή να ανταποκριθεί στην αναλογία καλού-κακού, ψυχής-ύλης. Η δυαρχία Ύψιστου Θεού-Δημιουργού είναι μεν υστερογενής, αλλά αυτό συμφωνεί και με την απλή παρατήρηση ότι τα γνωστικά συστήματα είναι στην κορυφή της θεϊκής ιεραρχίας αυστηρά μονιστικά. Ο Ύψιστος Θεός είναι ο πρώτος, ο καλός, ο δυνατός, ο φωτεινός, υπόσχεται την λύτρωση κτλ, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση να θέλει κάποιος να είναι με τον δημιουργό.
Έπειτα, από μόνη της η επαγγελία για την μετά θάνατον μακαριότητα ίσως να μην δίνει την ικανοποίηση του αισθήματος του δικαίου. Προς ικανοποίηση αυτού τίθεται η απειλή της μετενσάρκωσης. Η προέλευσή της ίσως είναι πλατωνική, ίσως είναι ανατολικότερη, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι με την απειλή της επανάληψης της δυστυχίας, όσες φορές χρειάζεται για να γίνει κάποιος γνωστικός, επιτυγχάνει εκεί που μόνη η επαγγελία της μετά θάνατον μακαριότητας ν’ αποτύγχανε. Αν, λοιπόν, κάποιος είχε να διαλέξει μεταξύ του εκλεκτισμού, που υπόσχεται μεν ψυχική μακαριότητα μέσα από μια σειρά φιλοσοφικών ασκήσεων, και του γνωστικισμού, που υπόσχεται μακαριότητα χωρίς άσκηση και απειλεί την αποτυχία με την μετενσάρκωση, είναι φανερό ότι θα επέλεγε το δεύτερο, ακόμη και αν το πρώτο υπόσχεται την μακαριότητα σ’ αυτήν την ζωή. Εξάλλου, η αδυναμία του εκλεκτισμού να επιδείξει παραδείγματα μακάρων σε αυτή την ζωή απέβη εις βάρος του, την στιγμή, που ενώ και ο γνωστικισμός δεν είχε επίσης αποτελέσματα, αυτό δεν θεωρούνταν αδυναμία, αλλά επόμενο της επαγγελίας. Η αποτυχία του γνωστικισμού δεν μπορούσε να αποδειχθεί.
Η δυιστική θεώρηση του κόσμου καθορίζει-αποφασίζει και για τα άλλα επιμέρους θέματα της διδασκαλίας του (κοσμογονία, ανθρωπολογία κτλ.). Εκεί που χρειάζεται γίνεται μονισμός. Αυτό είναι απαραίτητο για να μπορεί να ενταχθεί ο λυτρωτικός χαρακτήρας της γνώσης στο σύστημα. Ταυτόχρονα διατηρείται η απλότητα του χαρακτήρα της λύτρωσης. Ο σπινθήρας που ανεβοκατεβαίνει στον ουρανό πρέπει να έχει μόνο ένα τέρμα, διαφορετικά η κατάσταση περιπλέκεται. Σε αυτό το ζήτημα το μόνο έντιμο δυιστικό σύστημα ήταν ο Μανιχαϊσμός. Έπρεπε όμως να περάσουν πάνω από δύο αιώνες για να μπορέσει ο γνωστικισμός να παρουσιάσει έναν αμιγή δυισμό, στον οποίο να εμφανίζονται δύο ισοδύναμες οντότητες, και συνάμα να κρατά ανοικτό ένα εύκολα προσπελάσιμο λυτρωτικό μονοπάτι μέσα από την πεπλεγμένη αυτή κατάσταση. Αυτό είναι ενδεικτικό περί των νοητικών ικανοτήτων των γνωστικών αιρεσιάρχων.
3.2 Θεογονία
Από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω γίνονται κατανοητές οι προϋποθέσεις, οι οποίες ανάγκασαν τους γνωστικούς να διασπάσουν το θείο σε τουλάχιστον δύο οντότητες. Από τη μια ο Ύψιστος θεός, αγαθός και αναίτιος του κακού στον κόσμο. Από την άλλη ο δημιουργός του κακού είναι αναγκαστικά και δημιουργός του κόσμου.
Για να υπάρχει ελπίδα στον κόσμο πρέπει ο δημιουργός να είναι υποδεέστερος του υψίστου, αλλά και στην περίπτωση που είναι ισοδύναμος (π.χ μανιχαϊσμός), δεν μπορεί να είναι παντοδύναμος. Η δεύτερη περίπτωση είναι αρκετά πιο περίπλοκη, διότι πρέπει να εισαχθούν και άλλες δυνάμεις προς διατήρηση της ισσοροπίας. Υπάρχει πάντα η λύση της ειμαρμένης, αλλά αφαιρεί από την αρμοδιότητα της γνώσης και γι’ αυτό αποφεύγεται όπου αυτό είναι δυνατόν. Ειδάλλως το σύστημα χάνει την ισσοροπία του.
Γεννάται φυσικά το ερώτημα, γιατί ο ύψιστος ανέχεται τον κακό δημιουργό, ενώ ο ίδιος είναι αγαθός; Μόνο μια πειστική απάντηση υπάρχει. Δεν ενδιαφέρεται. Τότε παρουσιάζεται δεύτερο ερώτημα. Πως είναι δυνατόν να μην ενδιαφέρεται και ταυτόχρονα να μένει αγαθός; Η απάντηση πρέπει να είναι ακόμη πιο πειστική. Αυτόικανοποιείται στην μακαριότητά του και μένει εκτός της δημιουργίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι κανένας γνωστικός δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι ο θεός του είναι ο θεός της αγάπης.
Στο σημείο αυτό γίνεται φανερή η ανωτερότητα του Χριστιανισμού. Καλείται ν’ απαντήσει τα ίδια ερωτήματα και δίνει απλές απαντήσεις. Ο Θεός είναι αναίτιος κακών. Δημιουργεί από αγάπη και προνοεί από αγάπη. Το κακό είναι διαστροφή από το κατά φύση στο παρά φύση και οντολογικά ανύπαρκτο.
Μεταξύ του γνωστικού υψίστου θεού και της ύλης η απόσταση είναι τεράστια. Αφήνει, λοιπόν, αρκετό χώρο για να γεμίσει με πλήθος ουράνια όντα, θεϊκά, ημίθεα, ορατά, αόρατα, αγαθά ή μη. Το κενό πληρούται με τους αιώνες. Κανένα από αυτά τα όντα δεν μπορεί να συγκριθεί με τον ύψιστο. Άλλα όντα εγγίζουν τον κόσμο, είτε ως άγγελοι, είτε ως δαίμονες. Η εγγύτητά τους προς τον κόσμο καθορίζει την σημασία τους για το γνωστικό σύστημα. Η εγγύτητά τους προς την ύλη καθορίζει την φύση τους αγαθή ή κακή.
Ο τρόπος γέννησης των θείων όντων διαφέρει κατά συστήματα. Όλες οι περιπτώσεις μπορούν να ενταχθούν στις επόμενες δύο επιλογές. Οι αιώνες είτε γεννούνται από τον ύψιστο, κάτι που συνεπάγεται την συγκατάβασή του, είτε απορρέουν από αυτόν, οπότε αυτό γίνεται ακούσια κι έτσι δεν ταράζεται η μακαριότητά του. Τυπικότερος τρόπος είναι ο της απορροής, στον οποίο έχουμε εκδίπλωση της μονάδος, κατά πυθαγορικό τρόπο (Σίμων, Βαλεντίνος, Βασιλείδης). Και στις δύο περιπτώσεις ο ύψιστος γίνεται άμεσα ή έμμεσα δημιουργός, αλλά αυτό που ενδιαφέρει τους γνωστικούς είναι να αποφύγουν να τον παρουσιάσουν ως δημιουργό της ύλης και κατά συνέπεια του κακού.
Ένα γνωστικό σύστημα με δύο θεούς δεν θα ήταν αρκούντως εντυπωσιακό. Γι’ αυτό και οι αιρεσιάρχες φρόντιζαν να αναπτύσσουν πολυπλοκότερες ιεραρχίες, ώστε να δικαιολογείται εκ της πολυπλοκότητας η ενέργεια της αποκάλυψης. Συν τω χρόνω έπρεπε να προστίθονται και νέες θεότητες, ώστε κανένα καινούργιο σύστημα να μην ταυτίζεται με τα προηγούμενα. Η καινοτομία ήταν υποχρεωτική. Έτσι αναπτύχθηκαν ολόκληρες γνωστικές μυθολογίες. Από τα ονόματα και τις ιδιότητες των θεοτήτων βγαίνουν τα συμπεράσματα για τον χώρο προέλευσης και τον χώρο ανάπτυξης του κάθε συστήματος. Τυπικό παράδειγμα ο μανιχαϊσμός.
Σε άλλες ομάδες επικρατούν τα αστρολογικά στοιχεία. Οι Αιώνες είναι οι επτά πλανήτες, τα 12 ζώδια, οι 365 κόσμοι κτλ. Σε άλλες επικρατούν ιουδαϊκά ονόματα ή προσωπικότητες. Οι γνωστικοί δανείζονται από τις ιστορικές προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, κατά προτίμηση πριν τον Μωυσή, οπότε δεν υπάρχει κίνδυνος να δώσουν κύρος στον Νόμο. Αλλού οι Αιώνες φέρουν ονόματα φιλοσοφικών εννοιών, π.χ. Νους, Λόγος, Σοφία κτλ. Αυτό είναι αναπόφευκτο αν σκεφτεί κανείς την θεμελιώδη επίδραση της πλατωνικής φιλοσοφίας επί του γνωστικισμού. Επόμενο είναι να εμφανίζεται και η έννοια του Πρώτου Ανθρώπου ως το αρχέτυπο του ανθρώπου.
Όπως προαναφέραμε, πολλοί από τους Αιώνες είναι εγγύτερα του κόσμου και δεδομένου του περιορισμένου ρόλου του υψίστου, αναλαμβάνουν αυτοί να ενεργήσουν για χάρη του ανθρώπου. Έτσι δικαιολογούνται με απόλυτο τρόπο η μαγεία και ο αποκρυφισμός των ομάδων αυτών.
3.3 Δημιουργία
Η γνωστική αντίληψη περί δημιουργίας είναι σχετικά απλή. Υπάρχει πάντα ένας δημιουργός, διάφορος του υψίστου θεού και αυτός είναι ο αίτιος του κόσμου. Ο δημιουργός αυτός μορφοποιεί προϋπάρχον υλικό, κατά πλατωνική αντίληψη. Δεν παράγει εκ του μηδενός, οπότε η μελέτη της δημιουργίας στα γνωστικά συστήματα περιλαμβάνει δύο σκέλη. Πρώτον την δημιουργία της ύλης και δεύτερον την δημιουργία του κόσμου από προϋπάρχον υλικό.
Στην δημιουργία της ύλης παρατηρείται εξελικτική διαδικασία. Απορρέουσα ουσία εκ του υψίστου θεού φθίνει σε κατώτερες καταστάσεις. Στην αρχή της διαδικασίας η μονάς ξεδιπλώνεται δημιουργώντας τους αιώνες. Στην συνέχεια διασπάται ακόμη περισσότερο και την βαθμιαία εκδίπλωση συνοδεύει εκφυλισμός, οπότε παράγεται η ύλη. Τα πρότυπα είναι πυθαγόρεια.
Εκ πρώτης όψεως δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η κακότητα της ύλης. Για την αιτιολόγηση δύο λύσεις προτείνονται από τους ίδιους τους γνωστικούς. Στην πρώτη, ο εκφυλισμός του φωτός οδηγεί σε σταδιακή απομάκρυνση από την πηγή, δηλαδή τον ύψιστο. Η δημιουργική δύναμη παρουσιάζεται ως αναγκαστική εξελικτική φορά. Η απουσία της βούλησης για την δημιουργία συνεπάγεται αδυναμία ανακοπής της πορείας αυτής, οπότε η όλη εξέλιξη οδηγεί στην ατέλεια. Ακόμη και οι Αιώνες ως υποδεέστεροι απομακρύνονται της πηγής αδυνατούντες να επιστρέψουν. Την αμαρτία της ύλης δεν την δημιουργεί κάποια ηθική επιλογή, αλλά η μεταβολή της κατάστασης. Κι επειδή η εξέλιξη είναι αναπόφευκτη, η αμαρτία γίνεται αναπόφευκτη ιδιότητα της ύλης. Σε αυτή την περίπτωση η ύλη είναι κακή, επειδή είναι ατελής και ως εκ τούτου μπαρασύρει στην ατέλεια ό,τι προέρχεται από αυτήν.
Στην δεύτερη περίπτωση η ύλη είναι κακή επειδή εξ αυτής ο δημιουργός ικανοποιεί την εκδικητικότητά του. Αυτό ισχύει για παράδειγμα στην διδασκαλία των Βασιλειδιανών και των Μαρκιωνιτών. Σε αυτές τις διδασκαλίες ο δημιουργός ταυτίζεται με τον ιουδαϊκό θεό και παρουσιάζεται αυστηρός και τυραννικός. Στον Μανιχαϊσμό και άλλα συστήματα χρησιμοποιεί την ύλη για να παγιδέψει το θείο φως. Εκείνο που μένει αναπάντητο είναι η αιτία της κακότητας του δημιουργού. Υπάρχει η καθολική τάση να εμφανίζεται ως κακός ο θεός της Παλαιάς Διαθήκης αναίτια.
3.4 Ανθρωπολογία
Ο δυισμός της θεογονίας γίνεται διπολισμός στην ανθρωπολογία των γνωστικών. Ο άνθρωπος δημιουργείται από την κακή ύλη και την αγαθή θεία ουσία-φως. Σκοπός της δημιουργίας του ανθρώπινου σώματος είναι να φυλακιστεί εντός αυτού η θεία ουσία. Αυτό το καταφέρνει ο κακός δημιουργός είτε αυτόματα, χρησιμοποιώντας προϋπάρχουσα ψυχή, δημιουργημένη σε κάποιο στάδιο της φθίνουσας πορείας, είτε με τέχνασμα. Για τους Οφίτες ο δημιουργός πλάθει το υλικό σώμα, αλλά δεν καταφέρνει να το δραστηριοποιήσει. Καταφεύγει στον ύψιστο και ο τελευταίος από λύπηση για το πλάσμα που σέρνεται προσφέρει την φωτεινή ψυχή. Το ίδιο και για τον Σατορνείλο και τους οπαδούς του.
Εφόσον οι γνωστικοί παραδέχονταν την ύπαρξη δύο πραγματικοτήτων, διέκριναν δύο τάξεις ανθρώπων, τους πνευματικούς και τους σαρκικούς. Πνευματικοί είναι οι άνθρωποι, οι οποίοι κυριαρχούνται από το πνευματικό στοιχείο. Αυτό το έχουν κοινό με τον θεό γι’ αυτό και καλούνται ομοούσιοι με τον θεό. Σαρκικοί είναι όσοι κυριαρχούνται από το υλικό στοιχείο, δηλαδή το σώμα. Αυτό το ονομάζουν δερμάτινο χιτώνα και φυλακή του πνεύματος.
Αργότερα προστίθεται και μια τρίτη κατηγορία οι ψυχικοί. Ψυχικοί καλούνται όσοι κυριαρχούνται από το συναίσθημα και την πίστη και σ’ όλες τις περιπτώσεις ταυτίζονται με τους Χριστιανούς. Είναι φανερό ότι η ορολογία είναι δανεισμένη από τον Απόστολο Παύλο.
Για τους τρεις τύπους ανθρώπων υπάρχουν αντίστοιχα και οι εκπρόσωποί τους. Τύπος του σαρκικού ανθρώπου είναι ο Άβελ (υπηρέτης του δημιουργού). Τύπος του ψυχικού ο Σηθ και τύπος του πνευματικού ο Κάιν, διότι εναντιώθηκε στην εντολή του δημιουργού. Γίνεται φανερή η προσπάθεια προβολής της αντινομικής συμπεριφοράς μέσα από γνωστά και κατανοητά πρότυπα και η εξιδανίκευσή της.
Η διάκριση των κατηγοριών δείχνει την ελιτίστικη νοοτροπία των γνωστικών, ειδικά όταν λαμβάνεται υπόψη ότι οι ίδιοι κατατάσσουν τους εαυτούς τους στους πνευματικούς. Προχωρώντας ακόμη παραπέρα, θεωρούν εαυτούς ως τους μόνους πνευματικούς μονοπωλώντας την κατηγορία. Όλοι οι άλλοι πλην των γνωστικών είναι υποδεέστεροι. Η τακτική αυτή είναι απόλυτα σύμφωνη με την σεχταριστική νοοτροπία, χαρακτηριστική κάθε καταστροφικής λατρείας.
Σε κάποιες περιπτώσεις ο ελιτισμός οδηγεί σε αριστοκρατικές πεποιθήσεις. Οι γνωστικοί παρουσιάζονται ως απόγονοι των ανθρώπων στους οποίους εναποτέθηκε το πνευματικό στοιχείο, εξασφαλίζοντας κληρονομική ευγενική καταγωγή.
Το ίδιο προκύπτει και με την εμφάνισή τους ως κατόχων της γνώσης, του λυτρωτικού μυστικού, το οποίο εμπιστεύθηκαν τα ανώτερα όντα με αποκάλυψη, ή ο γνωστικός λυτρωτής με την φαινομενική ενσάρκωση στον αρχηγό της αίρεσης. Ο ίδιος στην συνέχεια γίνεται ο διανομέας του μυστικού σε λίγους οι περισσότερους και τους αναβαθμίζει έτσι σε εκλεκτούς.
Για τις σχέσεις με τον έξωεκκλησιαστικό τους περίγυρο ισχύει η ευγενική τους καταγωγή. Για τις σχέσεις με τους αδελφούς της σέκτας, ο ελιτισμός εκδηλώνεται με την εγγύτητα προς τον αρχηγό, όπως αυτή αποτυπώνεται στους βαθμούς μύησης ή στα ιεραρχικά αξιώματα που ο ίδιος μοιράζει.
Το σημαντικότερο σημείο της γνωστικής ανθρωπολογίας συνδέει όλα τα παραπάνω αρχιτεκτονήματα, τον εντός του ανθρώπου θείο σπινθήρα, την έννοια του πνευματικού ανθρώπου, την αριστοκρατική καταγωγή και την ελιτίστικη αντίληψη. Αφορά τον εντοπισμό της πραγματικής θέσης του ανθρώπου στον πνευματικό κόσμο και όχι στην δημιουργία. Ενώ στην αντίληψη περί θεογονίας των γνωστικών δεν αντιπροσωπεύεται η θεωρία των ιδεών, στην ανθρωπογονία έχει την τιμητική της. Ο άνθρωπος εμφανίζεται για πρώτη φορά ως θεός. Αντίτυπα του ανθρώπου-θεού είναι οι άνθρωποι στην γη.
Έτσι σε κάθε γνωστικό σύστημα υπάρχει ένας πρωτάνθρωπος, μόλις υποδεέστερος του υψίστου και πάντως ανώτερος του δημιουργού. Άλλες φορές ως «υιός του ανθρώπου» εμφανίζεται να παρέχει το καλούπι της κατασκευής του γήινου ανθρώπου, άλλες φορές είναι ο ίδιος που φυλακίζεται στο σώμα. Μέσω αυτού επιβεβαιώνεται η συγγένεια του ανθρωπίνου γένους με τον ύψιστο. Αυτός εμφανίζεται σχεδόν σε όλα τα συστήματα ως Αδάμ. Επίσης εμφανίζεται ως ερμαφρόδιτος και δίνει το πρότυπο της ηθικής συμπεριφοράς στους οπαδούς των σεκτών που επιδιώκουν να του μοιάσουν.
Συνδεδεμένος με την ιδέα της θεότητας του ανθρώπου είναι και ο όφης. Αυτός προσφέρει στον άνθρωπο την γνώση της αληθινής φύσης του, την οποία έχει ξεχάσει. Υπό αυτή την έννοια η διακήρυξη των Οφιτών «ότι αρχή της τελείωσης είναι η γνώση του ανθρώπου, τέλος αυτής η γνώση του θεού» βρίσκει την εσωτερική ερμηνεία της. Αρχή της τελείωσης είναι η υπενθύμιση στον άνθρωπο ότι είναι θεός. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο ότι πολλοί αιρεσιάρχες, όπως ο Σίμων Μάγος ο Μένανδρος και άλλοι, απολάμβαναν τιμές θεών.
Από το σημείο αυτό ξεκινά και η ταυτοποίηση της δαιμονικής προέλευσης της διδασκαλίας. Το αρχαίο ψέμα του όφη που πλάνησε τους πρωτόπλαστους, τέθηκε και πάλι σε εφαρμογή. Μετά την σταυρική θυσία και την Ανάσταση του Κυρίου ο διάβολος αλυσοδέθηκε, η λατρεία του ως θεού δεν είχε αντίκρισμα, η ανθρώπινη φύση ενωμένη με την θεία στο πρόσωπο του Θεανθρώπου ελευθερώθηκε από τα δεσμά του φόβου και του θανάτου, αποκαταστάθηκε η δυνατότητα της άμεσης επικοινωνίας με τον Θεό, όπως συνέβαινε στον παράδεισο. Όλα αυτά εντός της Εκκλησίας. Η προσπάθεια των αντίθετων πνευματικών δυνάμεων επικεντρώνεται στην έξωση του ανθρώπου από την Εκκλησία. Μέσω του γνωστικισμού διαδίδεται ξανά το αρχαίο ψέμα του ανθρώπου-θεού. Έχει παρατηρηθεί ότι η διαφορά του γνωστικισμού σε σχέση με τις θρησκείες της εποχής είναι αυτή ακριβώς. Και ενώ από τους μελετητές θεωρείται καινοτομία, από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς θεωρείται επανεμφάνιση της διδασκαλίας του όφεος. Γι’ αυτό θεωρήθηκε αίρεση, εφόσον στόχευε τα μέλη της Εκκλησίας, και πολεμήθηκε ως τέτοια.
Αυτή η διδασκαλία προβάλλεται έντονα και στις μέρες μας, κατά την αναβίωση του γνωστικισμού στις σέκτες της Νέας Εποχής.
3.5 Σωτηριολογία
Η ολοκλήρωση της γνωστικής διδασκαλίας του ανθρώπου-θεού γίνεται στον τομέα της σωτηριολογίας. Τελική επιδίωξη είναι να καταστεί συνειδητή η θεότητα του συσκοτισμένου ανθρώπου. Αυτή είναι η γνώση, η οποία υποτίθεται ότι θα σώσει τον άνθρωπο. Αυτή είναι η λύτρωση του θεϊκού σπινθήρα, του φυλακισμένου στην ύλη. Αυτή είναι η απελευθέρωση από την τυραννία του δημιουργού Ιαχβέ, την οποία επαγγέλλονται οι γνωστικοί.
Σε όλες τις σέκτες διατηρείται η προσωπικότητα του σωτήρα. Ως τέτοιον θεωρούν κάποιον από τους αιώνες και τον ταυτίζουν με τον Χριστό. Η σχέση Χριστού-Ιησού ποικίλει στα διάφορα γνωστικά συστήματα, αλλά σε όλα υπάρχει η ιδέα του δοκητισμού. Η ενσάρκωση ή ενανθρώπηση του σωτήρα εκλαμβάνεται υπό την έννοια της εγκατοίκισης της θείας δύναμης στον Ιησού. Η επιλογή του γίνεται συνήθως λόγω της καθαρότητας της ψυχής του. Λίγο πριν την σταύρωση τον εγκαταλείπει.
Ο δοκητισμός των γνωστικών είναι σύμφωνος με την άποψή τους για την κακότητα της ύλης. Εξαιτίας της δεν μπορεί να ενωθεί η θεία δύναμη με την σάρκα πραγματικά, μόνο φαινομενικά. Δεν τονίζεται κάποιος ιδιαίτερος ρόλος στην ιστορικότητα της σαρκώσεως. Για τους γνωστικούς ο Χριστός έρχεται μόνο για ν’ αποκαλύψει την γνώση. Διαφωτίζει την ανθρωπότητα για την ύπαρξη του ύψιστου θεού και μόνο. Η σταύρωση του δεν σώζει κανέναν. Γι’ αυτό και η δραπέτευση της θείας δυνάμεως πριν την σταύρωση δεν έχει κανένα αντίκτυπο. Και να παρέμενε εντός του Ιησού δεν θ’ άλλαζε κάτι, δεν θα προσφέρονταν κάτι παραπάνω. Η λύτρωση έτσι κι αλλιώς βρίσκεται στην γνώση.
Ως φορέας αποκάλυψης σωτηριολογικό χαρακτήρα αποκτά και ο όφης. Σε μεταγενέστερο χρόνο προβάλλονται και άλλες προσωπικότητες με παρόμοιο ρόλο, είτε ιστορικές είτε μυθολογικές. Από τις ιστορικές προσωπικότητες ιδιαίτερη προτίμηση έχουν οι γνωστικοί στα πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, κυρίως όσα αντιστρατεύτηκαν στο θέλημα του Θεού. Τελευταίος ο Μάνης εισάγει και τους αιρεσιάρχες, όπως τον εαυτό του ή τους ιδρυτές των άλλων θρησκειών, όπως ο Βούδας και ο Ζωροάστρης. Ακόμη και μυθολογικά πρόσωπα με ξεχωριστό ρόλο, όπως ο Άττης ή ο Μίθρας μπορούν να παραλληλιστούν με τον Χριστό των γνωστικών, διότι δεν προσφέρουν σωτηρία, αλλά εσωτερική γνώση.
Δημιουργείται η εντύπωση ότι η σωτηρία ήταν μια εύκολη ή αυτόματη υπόθεση για τους γνωστικούς. Αποδέχονταν απλώς την γνώση και σώζονταν. Ο γνωστικός μύθος του μαργαριταριού δείχνει ότι δεν είναι ακριβώς έτσι. Η απελευθέρωση του θείου σπινθήρα δεν σημαίνει μόνο την σωτηρία του ανθρώπου, αλλά και την σωτηρία του θεού! Γι’ αυτό χρειάζεται μία προκαταρτική αφύπνιση, η οποία προκαλείται από την φωνή, την οποία πρέπει ν’ ακούσει κάποιος μέσα του, όπως ο ηγεμονίδης της ωδής του μαργαριταριού, ως αντήχηση της σωτηριώδους διαφωτίσεως. Είναι το ακριβές αντίστοιχο της χαρισματικής αναγέννησης των πεντηκοστιανών, αναγκαία συνθήκη και ενδεικτικό σημάδι της οποίας είναι η γλωσσολαλία.
Εκτός τούτου δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο. Η σωτηρία δεν είναι αποτέλεσμα αγώνος, ούτε υπάρχει φόβος έκπτωσης. Συνέπεια αυτών είναι η έλλειψη άσκησης και η ηθική ουδετερότητα. Η διαγωγή τους καθορίζεται μόνο από την αντίληψή τους για τα αρχέτυπα. Όπως ειπώθηκε και στην ανθρωπολογία, στο Πλήρωμα υπάρχει το θείο αρχέτυπο του ανθρώπου, στο οποίο θέλουν να μοιάσουν. Επειδή αυτό είναι ερμαφρόδιτο, επιδίωξη των γνωστικών καθίσταται η ενοφυλία (το γνωστό σήμερα κίνημα unisex). Ένας δρόμος οδηγεί στην επίτευξη του στόχου και αυτός είναι της κατάχρησης του φύλου. Η ασκητική, οσάκις προβάλλεται αφορά μόνο την αποφυγή της τεκνογονίας, και όχι των αφροδισίων. Ως ιδεώδες ενδέχεται να υπήρχε στην σκέψη κάποιων αιρεσιάρχων, αλλά εγκαταλείπονταν τάχιστα από τους οπαδούς.
Το παραπάνω σχέδιο φέρει αναγκαστικά στο προσκήνιο την εσχατολογία των γνωστικών. Η ενοφυλία εξεικονίζει, ως αντίτυπο ουράνιων αρχετύπων, την ένωση των ψυχών των πνευματικών με τους αγγέλους τους στον ουράνιο νυμφώνα. Γι’ αυτό και πολλές σέκτες είχαν τελετές νυμφώνος στο τυπικό τους, ενώ οι υπόλοιπες επιδίδονταν σε όργια.
Εσχατολογικά, αναμένονταν η καταστροφή της κακής ύλης, δηλαδή καταστροφή του κόσμου. Πρωταγωνιστές τις εσχατολογίας ήταν οι ίδιοι οι γνωστικοί, διότι αυτοί καθόριζαν το πότε θα έρθει το τέλος, με τις προσπάθειες απελευθέρωσης του θεϊκού στοιχείου. Το τέλος θα γίνονταν είτε με εκπύρωση είτε με διάλυση. Εκτός πληρώματος θα έμεναν οι ψυχικοί την στιγμή που οι σαρκικοί άνθρωποι θα καταστρέφονταν μαζί με την σάρκα.
Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι κεντρικές ιδέες της γνωστικής διδασκαλίας. Γύρω από αυτές τις αρχές αναπτύσσονται και εκτυλίσσονται οι επιμέρους πεποιθήσεις των σεκτών. Γίνεται φανερό, ότι οι θεμελιώδεις αρχές του γνωστικισμού καθορίζονται από την ελληνική φιλοσοφία και τον Χριστιανισμό. Τα υπόλοιπα στοιχεία, όσα θεωρούνται δανεισμένα από διαφορετικές πηγές, δεν εμφανίζουν καθολικό χαρακτήρα. Αυτό επιτρέπει να βγουν συγκεκριμένα συμπεράσματα για την προέλευση και την εξάπλωση του γνωστικισμού.
Εθελοντές επέκριναν την φιλανθρωπική οργάνωση του Ερυθρού Σταυρού αφότου έλαβαν μια ανακοίνωση που τους έλεγε να απομακρύνουν τους σταυρούς από τους τείχους των παραρτημάτων τους, καθώς η οργάνωση φαίνεται να γίνεται πιο κοσμική.
Τα υποκαταστήματα του οργανισμού διεθνούς βοήθειας στο Βέλγιο έλαβαν ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από την Επαρχιακή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού στη Λιέγη να αφαιρέσουν όλους τους σταυρούς. Ο André Rouffart , πρόεδρος του Ερυθρού Σταυρού στο Verviers, δήλωσε: «Μας ζητήθηκε να σεβαστούμε τις αρχές του Ερυθρού Σταυρού» και να μην διακρίνουμε ανάλογα με τις φυλετικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Ο κ. Ρούφαρτ δήλωσε ότι υπήρξαν πιέσεις από εθελοντές και άλλα μέλη για το θέμα, αλλά υποβάθμισε το θέμα, λέγοντας: "Νομίζω ότι είναι μια καταιγίδα σε ένα φλυτζάνι τσαγιού".
Αρκετοί εθελοντές μίλησαν στον βελγικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό RTL και εξέφρασαν την σφοδρή αντίθεσή τους προς την κίνηση, με ένα ρητό: «Αφήστε τα πράγματα να παραμείνουν όπως είναι. Συνηθίζαμε να λέμε «Χριστουγεννιάτικες γιορτές», τώρα είναι «χειμερινές γιορτές». Η Χριστουγεννιάτικη αγορά στις Βρυξέλλες έχει γίνει «Χειμερινές Χαρές».
"Για ένα συγκεκριμένο τμήμα του πληθυσμού – εξ αιτίας των μουσουλμάνων - οι σταυροί απομακρύνθηκαν στους οίκους του Ερυθρού Σταυρού και, πιο συγκεκριμένα, σε εκείνους του Verviers", πρόσθεσε ο εθελοντής.
Προηγουμένως είχαμε την πρόταση για την απομάκρυνση ενός σταυρού στη Γαλλία που βρίσκεται πάνω από ένα άγαλμα του Ιωάννη Παύλου Β' στο Ploërmel της Βρετάνης. Η πρόταση προκάλεσε αγανάκτηση μεταξύ πολλών και οδήγησε στην προσφορά της πολωνικής και ουγγρικής κυβέρνησης να πάρουν το σταυρό.
"Αυτά τα μέτρα πρέπει να θεωρηθούν ως προσπάθειες για την εξάλειψη του πολιτισμού και της κουλτούρας της ηπείρου μας", σχολίασε ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας Péter Szijjártó.
Μετά την απομάκρυνση των σταυρών από τη Γαλλία, οι Ούγγροι ρωτούν: «Όλοι δικαιούνται θρησκευτική ελευθερία εκτός από χριστιανούς;»
Στην Ιρλανδία, ο Καθολικός ιερέας π. Desmond O'Donnell κάλεσε τους Χριστιανούς να εγκαταλείψουν εντελώς τη λέξη «Χριστούγεννα», λέγοντας ότι η εμπορευματοποίηση των εορτών έχει αντικαταστήσει την αρχική χριστιανική σημασία.
Ενώ αντικαταστάθηκαν οι παλιές παραδόσεις των Χριστουγέννων, άλλες έχουν αναδυθεί - συμπεριλαμβανομένων των «αντιτρομοκρατικών φραγμών» σε χριστουγεννιάτικο χαρτί περιτυλίγματος και των λαμπερών κόκκινων τόξων στην πόλη Bochum της Γερμανίας, για την πρόληψη των ριζοσπαστικών ισλαμικών τρομοκρατικών επιθέσεων όπως η σφαγή των Χριστουγέννων στην αγορά του Δεκεμβρίου 2016.
Πηγή: Breitbart, Κόκκινος Ουρανός
Η κατανόηση και καταγραφή ενός ιστορικού γεγονότος ή φαινομένου εξαρτάται, στο μεγαλύτερο μέρος της, από την μελέτη και την ερμηνεία των πηγών. Αυτό ισχύει και για την μελέτη του γνωστικισμού. Μέχρι τα μέσα του ΙΘ’ αιώνα περίπου, οι μόνες διαθέσιμες πηγές ήταν τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων, όσων έζησαν την ίδια εποχή, κατά την οποία το φαινόμενο του γνωστικισμού γεννήθηκε και εξελίχθηκε. Με τις ανακαλύψεις των κειμένων των ίδιων των γνωστικών, δόθηκε η ευκαιρία για μια πιο άμεση ματιά και απ’ ευθείας μελέτη της διδασκαλίας τους.
Μέσα από την μελέτη αυτών των κειμένων αποδείχθηκε η ακρίβεια των όσων κατέγραψαν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς. Η πολεμική, την οποία άσκησαν στα έργα τους, δεν στάθηκε ικανή να διαστρεβλώσει την οπτική τους. Η απαραίτητα σκληρή στάση τους δεν οδήγησε σε συκοφαντίες και ψεύδη, αλλά σε ορθή ενημέρωση, ακριβή καταγραφή και πλήρη αντιμετώπιση των γνωστικών ομάδων, τις οποίες θεωρούσαν αιρέσεις στους κόλπους της εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό σεβάστηκαν τον αναγνώστη τους, τον πιστό της εκκλησίας, και ήταν αναγκαίο να γίνει με αυτό τον τρόπο, εφόσον η πρόθεσή τους ήταν να τον προστατέψουν, ώστε να μην πέσει θύμα αυτών που επιχειρούσαν με συγκεκαλυμμένο τρόπο να τον παραπλανήσουν. Σκοπός τους δηλαδή ήταν ν’ αποκαλύψουν στους Χριστιανούς την πραγματική φύση της γνωστικής διδασκαλίας και το πραγματικό ποιόν των γνωστικών.
Οι πληροφορίες αυτές που διασώθηκαν στα έργα τους είναι ανεκτίμητης αξίας για τους σύγχρονους ερευνητές, περισσότερο και από τα ίδια τα κείμενα. Χωρίς αυτές θα ήταν αδύνατη η ορθή κατανόηση των κειμένων. Οι γνωστικοί θέλοντας να καλύψουν την διαφοροποίησή τους από την διδασκαλία της Εκκλησίας, χρησιμοποιούσαν την μορφή που είχαν οι εκκλησιαστικές γραφές. Απέδιδαν, μάλιστα, ψευδώς τα έργα τους σε αναγνωρισμένα πρόσωπα της Εκκλησίας. Δεν εμφάνιζαν τους πραγματικούς συγγραφείς των έργων τους, ούτε οριοθετούσαν την διδασκαλία τους. Δεν αυτοπροσδιορίζονταν. Γι’ αυτό τον λόγο και δεν υπάρχουν έργα που να απαντάνε στις κατηγορίες εκ μέρους της επίσημης Εκκλησίας. Όλη η γνωστική γραμματεία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πλαστογραφία.
Αν, λοιπόν, δεν υπήρχαν τα αντιαιρετικά έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων, δεν θα μπορούσε να γίνει αναγνώριση ταυτότητας των γνωστικών κειμένων, δεν θα μπορούσαν ν’ αποδοθούν αυτά στις σέκτες που τα δημιούργησαν, δεν θα μπορούσε να γίνει σωστή κατανόηση του φαινομένου. Από την άλλη υπήρχε ο κίνδυνος να θεωρηθούν ως έργα της πρώιμης εκκλησιαστικής γραμματείας, να εκληφθούν ως προϊόντα μιας πνευματικής ζύμωσης, που δεν έγινε, εντός της Εκκλησίας, αλλά στο περιθώριό της. Η ίδια η ευαγγελική αλήθεια θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η επικρατέστερη μεταξύ πολλών, και όχι ως η μία αποστολική παράδοση. Συνεπώς, τα αντιαιρετικά έργα της Εκκλησίας είναι πολλαπλώς χρήσιμα.
Για την μελέτη των πηγών της γνωστικής διδασκαλίας, λοιπόν, θα ακολουθήσουμε την παραδοσιακή κατηγοριοποίηση.
2.1 Εκκλησιαστική γραμματεία
Παραπάνω μιλήσαμε σε γενικές γραμμές για την ακρίβεια και την χρησιμότητα της μελέτης των έργων αυτών στην έρευνα του γνωστικισμού. Οι λόγοι που ανάγκασαν τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ν’ αντιμετωπίσουν με ένταση την εξάπλωση της γνωστικής διδασκαλίας αναφέρθηκαν επίσης. Ήδη από την αποστολική εποχή οι κήρυκες του Ευαγγελίου χρειάστηκε να στιγματίσουν τις προσπάθειες παραπλάνησης των γνωστικών. Οι πρώτες πληροφορίες λοιπόν, γι’ αυτούς βρίσκονται στα κείμενα της Αγίας Γραφής.
Στην συνέχεια ασχολήθηκαν με το θέμα Χριστιανοί απολογητές και θεολόγοι, πολλοί εκ των οποίων κατείχαν το επισκοπικό αξίωμα (π.χ. άγιος Ειρηναίος της Λυών, άγιος Ιππόλυτος Ρώμης, άγιος Επιφάνιος Σαλαμίνος). Πολλοί εξ αυτών κατείχαν και την θύραθεν παιδεία (όπως ο άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και ο Ωριγένης), ως τμήμα της ευρείας μόρφωσής τους. Στους περισσότερους, τα αντιαιρετικά κείμενα είναι τμήμα ενός μεγαλύτερου συγγραφικού έργου.
Στην προσπάθεια αποκάλυψης και ενημέρωσης μέσω των κειμένων τους, ακολουθούν μια απλή μέθοδο. Αρχικά παραθέτουν γενικές γνώσεις για την εξέλιξη της ειδωλολατρικής σκέψης. Στην συνέχεια εκθέτουν όσες πληροφορίες μπόρεσαν να συλλέξουν για τους ίδιους τους αιρεσιάρχες, την διδασκαλία και τις πρακτικές τους. Τέλος παραθέτουν την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας. Μέσα από τις απαραίτητες συγκρίσεις έβγαινε το συμπέρασμα για τον πραγματικό χαρακτήρα των γνωστικών.
Η κατάταξη της ύλης τους γίνεται σε κάποια έργα με συστηματικά τρόπο, ενώ σε άλλα περιστασιακά. Μερικά από τα συστηματικά έργα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εγκυκλοπαίδειες του γνωστικισμού. Περιστασιακά γινόταν όταν έπρεπε να αντιμετωπιστούν κάποιες συγκεκριμένες αιρέσεις. Και σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν πολύτιμες πληροφορίες και μάλιστα εξειδικευμένες.
Στα έργα αυτά, όμως δεν καταγράφεται μόνο η αιρετική διδασκαλία. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, γίνεται έκθεση και της ορθής εκκλησιαστικής διδαχής, οπότε έχουμε καταγραφή και της αποστολικής παράδοσης, όχι στην πλήρη της μορφή, αλλά του απαραίτητου τμήματος προς αντιμετώπιση της αντίστοιχης αιρετικής. Αυτό είναι εξίσου σημαντικό καθώς έχουμε έκθεση του ορθόδοξου δόγματος σε εποχή προ των Οικουμενικών Συνόδων, από ανθρώπους που έζησαν πολύ κοντά στην αποστολική εποχή. Δεν έχουμε ανάπτυξη του δόγματος μέσω της αντιπαράθεσης αυτής, όπως θέλουν να νομίζουν οι υπέρμαχοι της εξέλιξης αυτού. Έχουμε καταγραφή της αποστολικής διδασκαλίας προς εξακρίβωση της διαφοράς της αιρετικής διδασκαλίας. Φυσικό είναι η καταγραφή αυτή να μην χρησιμοποιεί την ορολογία που υιοθετήθηκε αργότερα από τις Οικουμενικές Συνόδους. Αλλά η διαφορά στην φράση δεν δείχνει σε καμιά περίπτωση εξέλιξη στην διδασκαλία της Εκκλησίας.
Παρακάτω παρουσιάζονται οι σημαντικότεροι εκκλησιαστικοί συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τους γνωστικούς και τα έργα τους περιληπτικά.
2.1.1. Άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς
Ο άγιος Ιουστίνος ήταν γιος του Πρίσκου και εγγονός του Βακχείου. Εξαιτίας του ονόματος αυτού και του πατέρα του, θεωρήθηκε αρχικά Ρωμαίος. Στην πραγματικότητα ήταν Έλληνας, όπως φαίνεται από το όνομα του παππού του. Την εποχή εκείνη όσοι λάμβαναν την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη έπαιρναν αναγκαστικά κι ένα ρωμαϊκό όνομα.
Ο Μεθόδιος Ολύμπου τον μνημονεύει ως άνδρα που δεν απείχε πολύ από την αποστολική εποχή. Η ημερομηνία γέννησής του τοποθετείται περίπου το 110 μ. Χ. Αυτό προκύπτει από τον Διάλογο προς Τρύφωνα, γραμμένο το 135 μ. Χ. όπου αναφέρει ότι έχει τελειώσει τις φιλοσοφικές του σπουδές.
Τόπος γέννησής του είναι η Φλαβία Νεάπολη. Αυτή κτίσθηκε το 70 μ. Χ. στα ερείπια της αρχαίας Συχέμ. Αρχικά ήταν εθνικός[1]. Οι υπαρξιακές του ανησυχίες τον οδήγησαν στην μελέτη της φιλοσοφίας. Καταστάλαξε στον πλατωνισμό. Τις σπουδές του ολοκλήρωσε ή στην Καισάρεια της Παλαιστίνης ή στην Αθήνα. Η δεύτερη είναι και η πιθανότερη περίπτωση, όπως προκύπτει από την περιγραφή του σκηνικού στον Διάλογο προς Τρύφωνα. Εκεί έγινε και η μεταστροφή του στον Χριστιανισμό, λίγο πριν το 135 μ. Χ.
Το 136 μ. Χ. μετακόμισε στην Ρώμη. Εκεί άνοιξε φιλοσοφική σχολή, όπου αντί άλλου φιλοσοφικού συστήματος δίδασκε τον Χριστιανισμό. Η σχολή του ήταν συνάμα και ναός. Αυτή ήταν και η πρώτη ορθόδοξη σχολή ανωτέρας στάθμης. Μαθητές του υπήρξαν ο Τατιανός και ο άγιος Ειρηναίος. Περί το 160 μ. Χ. αναζωπυρώθηκε ο διωγμός κατά των Χριστιανών. Την εποχή εκείνη ανέλαβε την διοίκηση της αυτοκρατορίας ο Μάρκος Αυρήλιος, ο οποίος θέλοντας να εμφανίσει εαυτόν ως φιλόσοφο, τήρησε σκληρή στάση έναντι του Χριστιανισμού[2].
Ο άγιος Ιουστίνος αναγκάστηκε να φύγει από την Ρώμη, μετά το μαρτύριο του μαθητή του Πτολεμαίου, μάλλον την ίδια χρονιά. Αιτία ήταν η επιβουλή του κυνικού φιλοσόφου Κρήσκεντος κατά του αγίου, ο οποίος έβλεπε ανταγωνιστικά την αύξηση των μαθητών του Ιουστίνου και την πτώχευση των άλλων φιλοσοφικών σχολών. Ο άγιος επέστρεψε βραδύτερον[3] και συνελήφθη επί επάρχου Ρώμης Ρουστικού (162-167), στωικού και παιδαγωγού του Μ. Αυρήλιου. Καταδικάσθηκε σε θάνατο και αποκεφαλίσθηκε μαζί με ομάδα έξι μαθητών του, το 165 μ. Χ.
Το έργο που περιέχει πληροφορίες για τους γνωστικούς είναι η Α’ Απολογία[4]. Δεν πρόκειται για αντιαιρετικό σύγγραμμα αλλά για απολογητικό. Ο άγ. Ιουστίνος το απευθύνει στον αυτοκράτορα Αντωνίνο τον Ευσεβή (Πίο, 138-161), τους γιους του, την ρωμαϊκή σύγκλητο και τον δήμο. Μέσα από αυτό απολογείται για την υπόθεση των Χριστιανών, επί τη ευκαιρία της αναζωπύρωσης των διωγμών. Εκθέτει την χριστιανική άποψη με νηφαλιότητα και ευγένεια χωρίς ιδιαίτερα ρητορικά σχήματα. Είναι ένα έργο γραμμένο για να το διαβάσουν λόγιοι. Δικαίως έχει ειπωθεί ότι ο Ιουστίνος με το έργο του έδωσε τα όπλα στον Χριστιανισμό, για να επεκταθεί στους κύκλους των μορφωμένων[5].
Σχετικά με τους γνωστικούς, παρέχει πληροφορίες για τους πρώτους εξ αυτών. Αναφέρεται στον Σίμωνα Μάγο, τον Μένανδρο και τον Μαρκίωνα. Σύντομη αναφορά στους γνωστικούς βρίσκουμε και στον Διάλογο προς Τρύφωνα[6]. Εκεί αναφέρεται στις ομάδες αυτών.
2.1.2. Άγιος Ειρηναίος επίσκοπος Λουγδούνου (Λυών)
Η γέννηση του αγίου Ειρηναίου τοποθετείται υποθετικά το 140 μ. Χ. Ο ίδιος αναφέρει, ότι κατά την παιδική του ηλικία συναναστρέφονταν τον άγιο Πολύκαρπο, επίσκοπο Σμύρνης, οπότε συμπεραίνεται ότι η καταγωγή του ήταν από αυτή την πόλη[7]. Υπήρξε, λοιπόν, μαθητής του αγίου Πολυκάρπου και διατήρησε το κείμενο του μαρτυρίου του. Ο άγιος Ιερώνυμος αναφέρει[8] ότι ήταν και μαθητής του Παπία. Από τα συγγράμματά του φαίνεται κάτοχος της εγκύκλιας και ανωτέρας κοσμικής μόρφωσης. Ο Τερτυλλιανός τον χαρακτηρίζει «ακριβέστατο μελετητή πάσης παιδείας»[9]. Κάνει χρήση των έργων του Ιουστίνου, οπότε δεν αποκλείεται να τον άκουσε να διδάσκει στην Ρώμη.
Ο άγιος Ειρηναίος εμφανίζεται στην Λυών το 177 μ. Χ. Ο Γρηγόριος Τουρώνης αναφέρει ότι εστάλη εκεί από τον άγιο Πολύκαρπο[10]. Την εποχή εκείνη στην Λυών υπήρχε ακμάζων ελληνόφωνο στοιχείο και ισχυροί δεσμοί της πόλης με την Μικρά Ασία.. Γι’ αυτό εκτός του ορθόδοξου χριστιανισμού, ίσως να είχε διαδοθεί στην πόλη και ο μοντανισμός[11]. Παράλληλα βρίσκονταν σε πλήρη έξαρση ο διωγμός του Μ. Αυρηλίου. Για τα όσα συνέβησαν στους Χριστιανούς της Λυών επί του διωγμού αυτού, πληροφορούμαστε από την επιστολή-μαρτυρολόγιο των Εκκλησιών Λυώνος και Βιέννης[12]. Ο άγνωστος συντάκτης της επιστολής ενδέχεται να ήταν ο άγιος Ειρηναίος[13].
Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του επισκόπου Ποθεινού, ανέβηκε στον θρόνο της Λυών ο άγιος Ειρηναίος. Έντονη υπήρξε η ιεραποστολική δράση του και παράλληλα το αντιαιρετικό του έργο. Αυτός αντιλήφθηκε ότι για την καταπολέμηση τους δεν αρκούσε μόνο η αναίρεση των κακοδοξιών τους, αλλά απαιτούνταν και αναδιοργάνωση της εκκλησίας, όπως και καθορισμός της διδασκαλίας της. Ο Γρηγόριος Τουρώνης[14] μας πληροφορεί ότι ο άγιος Ειρηναίος μαρτύρησε στον διωγμό του Σεπτίμιου Σεβήρου το 202 μ. Χ.
Το κύριο αντιαιρετικό του σύγγραμμα είναι το «Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως»[15]. Το έργο αυτό δεν σώζεται στο πρωτότυπο, εκτός εκτεταμένων αποσπασμάτων κυρίως από το πρώτο βιβλίο. Σώζεται σχεδόν πλήρης λατινική μετάφραση. Εγράφη κατά την περίοδο της επισκοπείας του Ελευθέρου Ρώμης, δηλαδή μεταξύ των ετών 185-190 (Πηγή: Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία).
Το σύγγραμμα αυτό διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του γνωστικισμού. Κατοχύρωσε την πολεμική στην συνείδηση της Εκκλησίας, με αποτέλεσμα από την εποχή αυτή ν’ αρχίσει η φθίνουσα πορεία της αιρετικής διδασκαλίας και να σταματήσει η εξάπλωση των αιρετικών σεκτών. Το μνημονεύει ο Ιππόλυτος[16], ο Τερτυλλιανός[17], ο Κλήμης Αλεξανδρεύς και πολλοί μεταγενέστεροι αιρεσιολόγοι.
Εκτός του Ελέγχου έγραψε κι άλλα έργα με αντιαιρετικό χαρακτήρα, τα οποία δυστυχώς δεν διασώθηκαν. Δεν χρειάζεται ν’ αναφερθούν εδώ, διότι, ως απολεσθέντα, δεν αποτελούν πηγές.
2.1.3 Άγιος Ιππόλυτος επίσκοπος Ρώμης
Δύο πολύ σημαντικές ανακαλύψεις βοήθησαν στο να διαμορφωθεί η εικόνα για την ζωή και το έργο του αγίου Ιππολύτου, πέραν των λίγων στοιχείων που διασώζουν οι αρχαίοι ιστορικοί. Η πρώτη είναι η ανακάλυψη ενός ανδριάντα στην Via Triburtina το 1551. Ο ανδριάντας παριστάνει αυτόν με φιλοσοφικό τρίβωνα καθισμένο σε θρόνο. Στην μια πλευρά του θρόνου αναγράφεται κατάλογος έργων του αγίου. Αντίθετη άποψη από την επικρατέστερη εξέφρασε ο P. Nautin[18], ο οποίος υποστήριξε ότι ο ανδριάντας δεν παριστάνει τον Ιππόλυτο.
Στον κατάλογο περιλαμβάνεται και το Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος, έργο απωλεσθέν μέχρι το 1842. Την χρονιά εκείνη ο Μηνάς Μηνωίδης ανεύρε σε χειρόγραφο του ΙΔ’ αι. στο Άγιο Όρος τα βιβλία δ’- ι’. Μετέφερε το χειρόγραφο στο Παρίσι και εκδόθηκαν με τον τίτλο Φιλοσοφούμενα, ως έργο του Ωριγένη[19]. Μόλις το 1859 αποδόθηκε η πατρότητα του έργου στον άγιο Ιππόλυτο από τους εκδότες του κειμένου L. Dunker & F. G. Schneidewin (Göttingen).
Κατά τον Μέγα Φώτιο οι αιρέσεις που εξετάζονται στο πόνημα του Ιππολύτου «ελέγχθηκαν κατά τις ομιλίες του Ειρηναίου, και κάνοντας σύνοψη αυτών, συνέγραψε, λέγει ο Ιππόλυτος, αυτό το βιβλίο[20]». Από αυτήν την πληροφορία, αν είναι ακριβής, φαίνεται ότι ο Ιππόλυτος υπήρξε ακροατής του αγ. Ειρηναίου. Ίσως, λοιπόν, η Λυών να ήταν ο τόπος γέννησής του. Αυτή τοποθετείται το 170 μ.Χ. Από τους αρχαίους ιστορικούς, άλλοι λένε ότι ήταν επίσκοπος Ρώμης (Λεόντιος Βυζάντιος[21], Αναστάσιος Σιναΐτης[22]), ενώ άλλοι επίσκοπος Πόρτου Ρώμης (Αναστάσιος Αποκρισάριος[23], Ιωάννης Ζωναράς[24], Νικηφόρος Κάλλιστος[25]). Έχει αποδειχθεί ότι τελικά έζησε και έδρασε στη Ρώμη, ως πρεσβύτερος επί Ζεφυρίνου (198-217), και μετέπειτα ως επίσκοπος.
Με την άνοδο του Μαξιμίνου Θρακός εξορίστηκε στην Σαρδηνία, το 235 μ.Χ. Το επόμενο χρόνο πέθανε και το λείψανό του μεταφέρθηκε στην Ρώμη, όπου και ετάφη στο σημείο που βρέθηκε ο ανδριάντας.
Έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα, σύμφωνα με τον κατάλογο που αναγράφεται στον ανδριάντα, και που συμπληρώνεται από τα έργα που αναφέρουν οι Ευσέβιος Καισαρείας, Ιερώνυμος, Αναστάσιος Σιναΐτης, Γεώργιος Σύγκελος, Μέγας Φώτιος κ.α. Μέχρι τον ΙΘ’ αι. όλα τα έργα του θεωρούνταν χαμένα, αλλά συνεχείς ανακαλύψεις έφεραν στο φως τα σπουδαιότερα εξ αυτών, άλλα στο πρωτότυπο και άλλα σε μεταφράσεις.
Το σπουδαιότερο σύγγραμμά του είναι το Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος[26]. Αναφέραμε παραπάνω το ιστορικό της εύρεσης και έκδοσης του κειμένου, εδώ να σημειώσουμε ότι εξακολουθούν να λείπουν τα βιβλία 2-3. Σκοπός του έργου ήταν ν’ αποδείξει ότι οι αιρετικοί ήταν στην ουσία άθεοι, εφόσον αντλούσαν τις δοξασίες τους από τα φιλοσοφικά δόγματα και μυστηριακά θρησκεύματα[27].
Η διαίρεση της ύλης κατά βιβλίο είναι η εξής: (α) Βιβλία 1-4, Φιλοσοφικά και παραφιλοσοφικά δόγματα (Φιλοσοφούμενα): (1) Συστήματα φιλοσόφων φυσικών, ηθικών, διαλεκτικών, Επικούρειων, Αγνωστικών, Βραχμάνων, Δρυϊδών, Ησιόδου. Πρόκειται περί είδους ιστορίας της σκέψεως των Ελλήνων και των Ινδών, (2) Απολεσθέν (πιθανώς περί μυστηριακών θρησκευμάτων), (3) Απολεσθέν (πιθανώς περί μαγείας), (4) Περί αστρολογίας, (β) Βιβλία 5-9, Τα αιρετικά συστήματα και η από της φιλοσοφίας προέλευσής τους: (5) Οφιανοί, Περάτες, Σηθιανοί, Ιουστίνος Γνωστικός, (6) Σίμων, Βαλεντίνος, Ηρακλέων, Πτολεμαίος, Σεκούνδος, μάρκος, (7) Βασιλείδης, Ισίδωρος, Σατορνίλος, Μαρκίων, Πρέπων, Καρποκράτης, Κήρινθος, Εβιωναίοι, Θεόδοτος Σκυτεύς, Θεόδοτος τραπεζίτης, Νικόλαος, Κέρδων, Απελλής, (8) Δοκήτες, Μονόϊμος, Τατιανός, Ερμογένης, Τεσσαρεσκαιδεκατίτες, Μοντανιστές, Εγκρατίτες, (9) Νόητος, Κάλλιστος, Ελκεσαίτες. Ιουδαϊκές αιρέσεις: Εσσηνοί, Ζηλωτές, Φαρισαίοι, Σαδδουκαίοι, (γ) Βιβλίο 10, Επίλογος: 1-8 Επιτομή της εκθέσεως περί φιλοσοφημάτων, 9-29 Επιτομή της εκθέσεως περί χριστιανικών αιρέσεων, 30-31 Ιουδαϊκή χρονολογία, 32-34 Απόδειξη της αλήθεια, σύντομη έκθεση της χριστιανικής αλήθειας (πηγή: Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία). Κανένα άλλο από τα αντιαιρετικά συγγράμματά του δεν είναι πλέον διαθέσιμο.
2.1.4 Άγιος Επιφάνειος επίσκοπος Σαλαμίνος Κύπρου
Ο άγιος Επιφάνιος γεννήθηκε στο χωριό Βησανδούκη, κοντά στην Ελευθερούπολη της Παλαιστίνης, το 315 μ.Χ., από γονείς Χριστιανούς. Από νεαρή ηλικία επιδόθηκε στις σπουδές του και έλαβε πλούσια ιστορική και χριστιανική παιδεία. Γνώριζε πέντε γλώσσες, την ελληνική, την εβραϊκή, τη συριακή, την κοπτική και την λατινική[28]. Γνώρισε τον μοναχικό βίο από τον ασκητή Ιλαρίωνα στη Γάζα.
Νέος ταξίδευσε στην Αίγυπτο. Εκεί γνώρισε διάφορες ομάδες, χριστιανικές και μη. Έτσι απεκόμισε γνώση κι εμπειρία από τον τρόπο σκέψης των γνωστικών. Μετά την επιστροφή του από την Αίγυπτο, ίδρυσε μοναστήρι στην πατρίδα του, το οποίο διηύθυνε επί τριακονταετία[29].
Στην Αίγυπτο, εκτός του γνωστικισμού γνώρισε και τον Ωριγενισμό. Θεωρείται ότι αυτός ανακίνησε το ζήτημα της καταδίκης του, την τελευταία δεκαετία του Δ’ αι[30]. Η επίδραση του στην στάση του αγίου Ιερωνύμου επί του θέματος, είναι γνωστή. Αντίθετα, ήρθε σε σύγκρουση με τον Ιωάννη Ιεροσολύμων, φιλοωριγενιστή. Στα πλαίσια αυτής της σύγκρουσης εξηγείται η αντικανονική στάση του να σχίσει το παραπέτασμα του ναού στη Βαιθήλ. Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο, έστειλε την γνωστή επιστολή στον Ιωάννη, η οποία χειροτέρευσε τις μεταξύ τους σχέσεις.
Πέθανε το 403 μ.Χ. κατά την επιστροφή του από την Κωνσταντινούπολη στην Κωνστανία. Ο λαός της πόλεώς επεφύλαξε τιμητική υποδοχή στο λείψανό του. Η μνήμη του τιμάται την 12η Μαΐου.
Τα συγγράμματά του, κυρίως τα αντιαιρετικά είναι ιδιαίτερης σημασίας για την μελέτη του γνωστικισμού, επειδή ταξιδεύοντας γνώρισε προσωπικά πολλές από τις ομάδες, για τις οποίες γράφει. Επίσης πολλές από τις πηγές που χρησιμοποίησε έχουν απολεσθεί[31]. Ο Αγκυρωτός[32] είναι έργο δογματικό με παρεμβολές αιρετικών διδασκαλιών, χάριν αναιρέσεως. Γράφτηκε το 374 μετά από αίτηση της κοινότητας Σουέδρων της Παμφιλίας προς αντιμετώπιση των Πνευματομάχων.
Το σημαντικότερο αντιαιρετικό του έργο είναι το Πανάριον, στο οποίο γίνεται συστηματική έκθεση και αντιμετώπιση των αιρέσεων. Εδώ θα χρειαστεί να εξηγήσουμε κάποια πράγματα για τις εκδόσεις του έργου. Τέσσερις είναι οι πρώτες εκδόσεις του έργου, εκτός της editio princeps (J. Oporinus, Βασιλεία 1544):
α) D.Petavius, Paris 1622, η οποία περιλαμβάνεται στην PG 41-43.
β) F. Oehler, Corpus Haereseologicum 2-3, Berlin 1859-61.
γ) W. Dindorf, Opera 1-5, Leipzig 1859-62.
δ) Karl Holl, GCS 25 (1915), 31 (1922), 37 (1933).
Η διαφορά των δύο πρώτων εκδόσεων από τις δύο επόμενες είναι ότι στις εκδόσεις του W. Dindorf και του Karl Holl[33] ελήφθη υπόψη ο κώδ. Marcianus Graecus 125 (Μ). Έτσι το κείμενο συμπληρώθηκε με αποσπάσματα που δεν υπάρχουν σε κανέναν άλλο κώδικα. Ο Μαρκιανός αυτός κώδικας προέρχεται από την συλλογή του καρδινάλιου Βησσαρίωνα, πρώην Νικαίας. Στην αυλή του συναγελάζονταν όλοι εκείνοι οι αρχαιολάτρες μαθητές του Γεωργίου Πλήθωνος, μαθητή του νέο-γνωστικού (τότε) Ελισαίου, του Εβραίου[34]. Όλοι αυτοί που προσπάθησαν ν’ αναβιώσουν τον παγανισμό τον ΙΕ’ αι. , όπως ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, ο Μιχαήλος Αποστόλης, ο Ερμώνυμος ο Σπαρτιάτης[35] κ.α., αρνούμενοι να μοιραστούν την θλίψη της άτυχης πατρίδας τους, προτίμησαν τις τιμές και τις δόξες της Δύσης και κατέφυγαν στην αυλή του Βησσαρίωνα. Είναι δύσκολο να καθοριστεί, λοιπόν, τι είδους επεμβάσεις μπορεί να έγιναν στο κείμενο του κώδικα. Γι’ αυτό κάποιες πληροφορίες, όπως για παράδειγμα αυτή περί του «Κορείου» της Αλεξάνδρειας[36], πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή κι επιφύλαξη. Υπάρχουν μόνο σε αυτόν τον κώδικα[37].
Η συγγραφή του έργου ξεκίνησε το 376 και αποπερατώθηκε το 377 μ.Χ. Είναι το εκτενέστερο από όλα τα υπόλοιπα αντιαιρετικά, καθώς αντιμετωπίζει 80 αιρέσεις. Χωρίζεται σε τρία βιβλία και επτά τμήματα. Ακολούθησε η συγγραφή του Ανακεφαλαίωσις των αιρέσεων[38], το οποίο αποτελεί επιτομή του Παναρίου. Πρόκειται για είδος αναλυτικού πίνακα περιεχομένων. Στο τέλος του Παναρίου και πριν από την Ανακεφαλαίωση επισυνάπτεται Αληθής Λόγος περί πίστεως της καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας[39]. Πιθανόν να είναι νόθος. Τα έργα του υπήρξαν πηγές για τον άγιο Αυγουστίνο και τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό.
Αυτά είναι περιληπτικά τα σημαντικότερα εκκλησιαστικά συγγράμματα, απ’ όσα ασχολήθηκαν με το θέμα. Ακολουθεί πλήρης κατάλογος των έργων των εκκλησιαστικών συγγραφέων, στα οποία υπάρχουν πληροφορίες για τον γνωστικισμό:
(1) Ιουστίνος: Α' «Απολογία»,
(2) Ειρηναίος: «Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου Γνώσεως»,
(3) Ιππόλυτος: «Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος»,
(4) Κλήμης Αλεξανδρεύς: «Στρωματείς», «Επιτομαί εκ των Θεοδότου»,
(5) Τερτυλλιανός: «De praescriptione haereticorum», «De anima», «Adversus Valentinianos», «Adversus Marcionem», «Ad Hermogenen»,
(6) Ωριγένης: «Κατά Κέλσου», «Εις Ιωάννην»,
(7) Αδαμάντιος: «Διάλογος περί ορθής πίστεως»,
(8) Μεθόδιος Ολύμπου: «Περί αυτεξουσίου»,
(9) Αλέξανδρος: «Κατά Μανιχαίων», «Λυκοπολίτης»,
(10) Ηγεμόνιος: «Πράξεις Αρχελάου»,
(11) Σεραπίων: «Θμουέως Κατά Μανιχαίων»,
(12) Τίτος Βόστρων: «Κατά Μανιχαίων»,
(13) Επιφάνιος: «Πανάριον»,
(14) Κύριλλος Ιεροσολύμων: «Κατηχήσεις»,
(15) Εφραίμ Σύρος: «Κατά Βαρδεσάνους», «Κατά Μαρκίωνος», «Κατά Μάνητος»,
(16) Αφραάτ: «Αποδείξεις»,
(17) Αυγουστίνος: «De utilitate credenda», «De duabus animabus», «Contra Fortunatum», «Contra Felicem», «De natura boni», «Contra Secundinum», «Evodii de fide contra Manichaeos», «De moribus Manichaeorum», «De haeresibus ad Quodvultdeum»,
(18) Θεοδώρητος Κύρου: «Αιρετικής κακομυθίας επιτομή»,
(19) Σεβήρος Αντιοχείας: «Ομιλία 123», «Αναθεματισμοί ελληνικοί», «Αναθεματισμοί λατινικοί»,
(20) Σιμπλίκιος: «Υπόμνημα εις εγχειρίδιον Επικτήτου»,
(21) Ιωάννης Δαμασκηνός: «Κατά αιρέσεων», «Κατά Μανιχαίων»,
(22) Πέτρος Σικελιώτης: «Ιστορία Μανιχαίων», «Λόγος κατά Μανιχαίων»,
(23) Φώτιος: «Κατά Μανιχαίων»
2.2 Γνωστικές πηγές
Μέχρι τα μέσα περίπου του ΙΘ’ αι. η παλαιότερη έρευνα δεν διέθετε σχεδόν κανένα γνωστικό κείμενο, για να μπορεί να ερευνήσει τη διδασκαλία τους από πρώτο χέρι. Γι’ αναπληρώσουν το κενό, παλαιότεροι ερευνητές παρουσίασαν τα ερμητικά κείμενα ( ή αλλιώς Corpus Hermeticorum) ως γνωστικά[40]. Τα οκτώ κείμενα του Corpus είναι μεν προϊόντα του ελληνο-αιγυπτιακού συγκρητισμού, αλλά έχουν βασικές διαφορές με τα γνωστικά κείμενα, οι οποίες δεν μπορούν να παραβλεφθούν επειδή φέρουν και ομοιότητες, όχι το σύνολο αλλά κυρίως το πρώτο βιβλίο εξ αυτών ο Ποιμανδρής. Η θεμελιώδης διαφορά είναι ότι παρουσιάζονται ως διδασκαλία του Ερμή του Τρισμέγιστου, δηλ. του αιγυπτιακού Θωθ, προς τον μαθητή του Ασκληπιό. Και οι δύο αυτές φιγούρες απουσιάζουν από την γνωστική μυθολογία. Επίσης είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι είναι γραμμένες πρωτότυπα στα ελληνικά, την στιγμή που το συντριπτικό ποσοστό της γνωστικής γραμματείας έχει γραφεί ή διασωθεί στην κοπτική, και σε μικρότερο ποσοστό στην συριακή ή αρμενική. Είναι πιθανότερο τα ερμητικά κείμενα ν’ ακολούθησαν την σύζευξη μεταξύ ελληνικού και αιγυπτιακού μυστικισμού, που πρώτος εισήγαγε ο Πλούταρχος στο Περί Ίσιδος και Οσίριδος, ενώ σε κάποια σημεία είναι έντονος ο νεοπλατωνικός τους χαρακτήρας. Επίσης, μπορεί ν’ αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τα ύστερα γνωστικά συστήματα, και γι’ αυτό αντιπροσωπεύονται στην βιβλιοθήκη του Χηνοβοσκίου (Αποκάλυψη Ασκληπιού στον κώδικα VI), αλλά στον ίδιο κώδικα υπάρχει και η Πολιτεία του Πλάτωνα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι γνωστικό κείμενο.
2.2.1 Παλαιότερες Πηγές
Εκτός των ερμητικών κειμένων, οι παλαιότερες πηγές ήταν δύο κώδικες που ανακαλύφθηκαν το ΙΗ’ αι. ο ένας από τον Άγγλο γιατρό δρ Askew, οπότε ονομάστηκε Codex Askewianus, και έτερος από τον Scot James Bruce, οπότε ονομάστηκε Codex Brucianus. Ο πρώτος βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο και ο δεύτερος στην Βοντλειανή Βιβλιοθήκη στην Οξφόρδη.
Ο Codex Ascewianus εκδόθηκε για πρώτη φορά μαζί με λατινική μετάφραση από τον M. G. Schwartze (Berlin 1851). Ακολούθησε γαλλική μετάφραση από τον E. Amélinau (Paris 1895) και γερμανική μετάφραση υπό την αιγίδα της Πρωσικής Ακαδημίας των Επιστημών στο Βερολίνο από τον Karl Schmidt (1905).
Ο Κώδικας διαιρείται σε τρία μέρη, στα οποία περιέχονται τα εξής έργα: 1) Πίστις Σοφία α’ 2) Πίστις Σοφία β’ 3) Τεύχος Σωτήρος α’ & β’. Υπάρχει και τέταρτο ξεχωριστό τεύχος, το οποίο περιλαμβάνει το Διάλογος Ιησού και μαθητών (συμβατικός τίτλος). Τα έργα αυτά γράφτηκαν τον Γ’ αι.. Δεν έχουν ιδιαίτερες φιλολογικές αξιώσεις, ούτε βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο έμπνευσης. Είναι χρήσιμα διότι παρουσιάζουν ένα επίπεδο εξέλιξης της γνωστικής σκέψης.
Ο Κώδικας Brucianus, περιλαμβάνει τρία ημιτελή έργα, γραμμένα την ίδια εποχή. Πρόκειται για τα Μέγα κατά μυστήριον λόγος α’, β’ και Βιβλίον Σηθέως. Πρώτη έκδοση έχουμε από τον E. Amélinau (1891), με γαλλική μετάφραση, ενώ περιλήφθηκαν στην ίδια έκδοση με τον κώδικα Askewianus του Schmidt. Αυτός πρόσεξε για πρώτη φορά ότι τα δύο πρώτα έργα αναφέρονται στο Πίστις Σοφία με το όνομα Βίβλοι Δύο Ιεού. Επικράτησε όμως το όνομα που αναγράφεται στον κώδικα. Σ’ αυτά έχουμε επίσης "αποκαλύψεις" του Ιησού στους μαθητές του, μετά την Ανάσταση.
2.2.2 Ο Κώδικας του Βερολίνου 8502
Με τους δύο πρώτους κώδικες φάνηκε η σπουδαιότητα της Αιγύπτου στην ιστορία του γνωστικισμού. Το 1896 ο Karl Schmidt ανακοίνωσε σε συνεδρίαση της Πρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, την απόκτηση ενός παπύρινου κώδικα, εκ μέρους του Μουσείου του Βερολίνου. Ο κώδικας είχε αγορασθεί στο Κάιρο. Περιείχε τα εξής κείμενα: 1) Ευαγγέλιον Μαρίας 2) Ευαγγέλιον Ιωάννου Απόκρυφον, γ) Σοφία Ιησού Χριστού και δ) Πράξεις Πέτρου. Το Πράξεις Πέτρου δεν είναι γνωστικό κείμενο, αλλά απόκρυφο. Φαίνεται όμως, ότι στα αγαπημένα αναγνώσματα των γνωστικών συγκαταλέγονταν οποιοδήποτε ανορθόδοξο κείμενο.
Η έκδοση του κώδικα αυτού είχε μυθιστορηματική πορεία. Η πρώτη έκδοση ετοιμάστηκε από τον ίδιο τον K. Schmidt, αλλά το χειρόγραφο καταστράφηκε από πλημμύρα στο κελάρι του τυπογραφείου. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ανέβαλε την προσπάθεια μέχρι το 1938, οπότε επιχειρήθηκε εκ νέου η ετοιμασία της έκδοσης. Αυτήν την φορά η αναβολή οφείλονταν στον θάνατο του K. Schmidt. Την συνέχιση της προσπάθειας ανέλαβε το 1941 ο Walter Till, και την έφερε εις πέρας το 1943. Δεν μπόρεσε, όμως, να εκδώσει για αρκετό χρόνο λόγο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά ακολούθησε η ανακάλυψη της βιβλιοθήκης του Χηνοβοσκίου. Σε αυτήν περιλαμβάνονταν και τα έργα Ευαγγέλιον Ιωάννου Απόκρυφον & Σοφία Ιησού Χριστού, οπότε έπρεπε ν’ αναθεωρηθούν τα πρώτα κείμενα. Τελικά εκδόθηκαν το 1955, από την Akademie-Verlag, με τον τίτλο Die gnostischen Schriften des Koptischen Papyrus Berolinensis 8502. Το εγχείρημα δηλαδή ολοκληρώθηκε 59 χρόνια μετά την ανακάλυψη του παπύρου.
2.2.3 Ωδαί Σολομώντος
Το 1812 εκδόθηκαν για πρώτη φορά πέντε ωδές, σε πρωτότυπο κοπτικό κείμενο και λατινική μετάφραση. Αυτές προέρχονταν από το έργο Πίστις Σοφία, το οποίο δεν είχε ακόμη εκδοθεί. Η έκδοση ήταν του Δανού επισκόπου F. Münter. Το 1909 ο Άγγλος ακαδημαϊκός J. Rendel Harris ανακάλυψε ένα παλιό Συριακό χειρόγραφο, που περιείχε 40 ωδές από ένα σύνολο 42 (έλειπαν οι δύο πρώτες). Επρόκειτο για τους 18 λεγόμενους Ψαλμούς Σολομώντος, έργο του ζηλωτή Ιουδαίου μετά την καταστροφή των Ιεροσολύμων (που σώζονται και σε ξεχωριστά χειρόγραφα), μαζί με τις Ωδές Σολομώντος[41]. Ένα δεύτερο συριακό χειρόγραφο περιείχε τις ωδές από το μέσο της 17ης έως τέλους της 42ας. Αυτές ήταν γνωστές μέχρι τότε μέσα από κείμενο του Λακταντίου[42]. Οι πέντε ωδές που είχαν εκδοθεί ήδη ήταν η 1η , 5η , 6η , 22η , 25η.
Το γνωστικό χρώμα τους είναι αδιόρατο. Δι’ αυτών απευθύνεται αίνος ή ευχαριστία ή παράκληση προς τον Θεό. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα η περιγραφή μιας καταστάσεως πνευματικής ευφροσύνης, η οποία δημιουργείται από την κονωνία των ανθρώπων με το Θεό και οφείλεται στην έλευση του Χριστού[43].
2.2.4 Μανδαίοι
Οι Μανδαίοι αποτελούν παρακλάδι γνωστικό, το οποίο αναπτύχθηκε αυτόνομα κι επέζησε μέχρι τα νεότερα χρόνια. Δείγματα της γραμματείας τους έφθασαν στην Ευρώπη ήδη από τον ΙΣΤ’ αι. από τους Πορτογάλους μοναχούς. Η μελέτη της κουλτούρας τους ανανεώθηκε τον ΙΘ’ αι., αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάτι παραπάνω από γενικά συμπεράσματα. Η έκδοση τον βιβλίων τους δεν έχει ολοκληρωθεί, παρότι κυκλοφορούν ανεξάρτητες εργασίες, συνεπώς μέχρι στιγμής δεν μπορούν να προσφέρουν κάτι παραπάνω ως πηγές.
2.2.5 Η βιβλιοθήκη του Χηνοβοσκίου (Nag Hammadi)
Όλες οι προηγούμενες ανακαλύψεις ήταν μια πρόβα για την μεγάλη ανακάλυψη του 1946, μιας συλλογής παπύρινων κωδίκων στην τοποθεσία του αρχαίου Χηνοβοκσίου, κοντό στο χωριό Nag Hammadi, στην Αίγυπτο. Μέσω αυτής ήρθαν στο φως πλήθος χειρογράφων γνωστικού περιεχομένου, γραμμένων στην κοπτική γλώσσα. Η πορεία των γεγονότων που οδήγησαν στην εμφάνιση των χειρογράφων είναι πολύ ενδιαφέρουσα, κι έχει ως εξής.
Στις 4 Οκτωβρίου του 1946, ο Togo Mina, έφορος του Κοπτικού Μουσείου του Καΐρου, αγόρασε έναν ημιτελή κοπτικό πάπυρο έναντι του ποσού των 250 αιγυπτιακών λιρών. Πωλητής ήταν ένας Κόπτης δάσκαλος από το χωριό Nag Hammadi, με το όνομα Raghib Andrawus al Quss Abd as-Sajjid. Επρόκειτο για τον Κώδικα III της συλλογής. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους ο Togo Mina έδειξε τον πάπυρο στον Γάλλο Ανατολιστή Francois Daumas και τον Henri Corbin. Αυτοί παρατήρησαν τον τίτλο του περιεχομένου έργου, Ευαγγέλιον Ιωάννου Απόκρυφον. Όπως είδαμε παραπάνω το συγκεκριμένο έργο περιλαμβάνονταν και στον Κώδικα του Βερολίνου. Κατάλαβαν, λοιπόν, ότι πρόκειται για γνωστικό κείμενο. Ο Daumas επέστρεψε στο Παρίσι, ενημέρωσε τον Antoine Guillaumont, και σχεδίασε την έκδοση του χειρογράφου.
Τον Σεπτέμβριο του 1947, ένας άλλος Γάλλος, ο Jean Doresse, ήρθε στην Αίγυπτο για σπουδές και ενημερώθηκε από τον Togo Mina για την ανακάλυψη. Αναγνώρισε αμέσως την σπουδαιότητα του χειρογράφου και ανέλαβε να το εξετάσει. Με την σειρά του ενημέρωσε τον διευθυντή του τμήματος Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων, Etienne Drioton και τον θρησκειολόγο Henri-Charles Puech. Το κοινό ενημερώθηκε από τις αιγυπτιακές εφημερίδες στις 11-12 Ιανουαρίου 1948. Η ακαδημαϊκή κοινότητα ενημερώθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 1948 με αναφορά των Puech και Doresse στην Académie des Inscriptions et Belles-Lettres και του Togo Mina στο Bulletin de l’ Institut d’ Egypt.
Στο μεταξύ, τμήματα ενός άλλου χειρογράφου (Κώδικα Ι) ήλθαν στην κατοχή του Βέλγου αντικέρ Albert Eid. Αυτός τα έθεσε στην διάθεση των Doresse & Mina στο τέλος του 1947. Αλλά ο σκοπός του Eid ήταν να πουλήσει το χειρόγραφο. Έτσι, απευθύνθηκε πρώτα στο ίδρυμα Bollingen της Νέας Υόρκης και στην συνέχεια στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων, χωρίς να καταφέρει να έλθει σε συμφωνία. Ο θάνατος του Albert Eid ανησύχησε την επιστημονική κοινότητα, διότι υπήρχε κίνδυνος να χαθούν τα ίχνη του χειρογράφου. Την υπόθεση ανέλαβε ο θεοσοφίτης ψυχίατρος Carl Gustav Jung, και κατάφερε να μεταφέρει τον κώδικα σε ασφαλή θυρίδα τράπεζας στις Βρυξέλλες, το 1950. Ο πράκτοράς του C. A. Meier, κατάφερε να βρει σπόνσορα στην Ελβετία το 1952, στο πρόσωπο του George Page, ο οποίος κατέβαλε το ποσό των 35.000 ελβετικών Φράγκων. Στις 10 Μαΐου του 1952, το χειρόγραφο μεταφέρθηκε στο Ινστιτούτο C. G. Jung, και ονομάστηκε κώδικας Γιούνγκ.
Η πρώτη περιγραφή του κώδικα Γιουνγκ μαζί με το περιεχόμενό του, κυκλοφόρησε το 1955, από τους H. C. Puech & G. Quispel, με τίτλο The Jung Codex, A Newly recovered Gnostic Papyrus. Την ίδια χρονιά ο Quispel βρήκε στην Αίγυπτο και άλλες χαμένες σελίδες του κώδικα. Μετά τον θάνατο του C. Jung τέθηκε θέμα αντεκδίκησης για την κυριότητα του κώδικα μεταξύ των κληρονόμων του και του Ινστιτούτο. Εν τέλει κανονίστηκε η μεταφορά του στο Κοπτικό Μουσείο του Καΐρου, μετά την έκδοσή του. Το δερμάτινο δέσιμο του κώδικα είχε περιέλθει στην ιδιοκτησία του Institute for Antiquity and Christianity στο Claremont. Μόλις το 1975 έγινε κατορθωτό να συγκεντρωθούν όλα τα τμήματα του κώδικα στο Κάιρο.
Το 1948 εμφανίστηκαν άλλοι εννιά σχεδόν ολοκληρωμένοι κώδικες στο Κάιρο, από άγνωστους μεσάζοντες. Στις διαπραγματεύσεις εμφανιζόταν η κόρη γνωστού Ιταλού νομισματολόγου της εποχής, η Maria Dattari. Αυτή εκπροσωπούσε τον ονομαστό Κύπριο αντικέρ Φωκίωνα Θάνου. Η πρώτη επαφή έγινε με τον Jean Doresse, ο οποίος αναγνώρισε μερικούς από τους τίτλους των έργων (Αποκάλυψις Αδάμ, Ευαγγέλιον Θωμά, Παράφρασις Σημ), και χαρακτήρισε τους κώδικες ως γνωστικούς. Ενημέρωσε τον E. Drioton και έδρασε ως σύμβουλος, για λογαριασμό του Κοπτικού Μουσείου. Την άνοιξη του 1949 οι κώδικες παραδόθηκαν στον Togo Mina, ο οποίος ανέθεσε στον Doresse να τους καταλογραφήσει. Ο κατάλογος αυτός υπήρξε για χρόνια η μόνη πηγή πληροφόρησης για το περιεχόμενο των κωδίκων.
Στις 17 Ιουνίου 1949, στάλθηκε η πρώτη αναφορά στην Académie des Inscriptions et Belles-Lettres, και το 1950 η πρώτη επιθεώρησή τους από τον H.C. Puech. Όσο το Κοπτικό Μουσείο προσπαθούσε να εξασφαλίσει τους πόρους για την αγορά τους, οι κώδικες παρέμεναν σφραγισμένοι σε κιβώτιο στο γραφείο του Drioton. Η ανώμαλη εξέλιξη των πολιτικών γεγονότων και η εμπλοκή της αιγυπτιακής κυβέρνησης σε κρίσεις, όπως αυτή του Σουέζ, καθιστούσαν αδύνατη της εξεύρεση του απαιτούμενου ποσού (50.000 αιγυπτιακών λιρών) για την αγορά των κωδίκων. Ο θάνατος του Togo Mina το 1949 και η αιγυπτιακή επανάσταση το 1952, περιέπλεξαν την κατάσταση. Ο νέος υπουργός πληροφοριών Taha Hussain επέτρεψε τελικά την μελέτη των κωδίκων πριν την αγοραπωλησία τους, οπότε μεταφέρθηκαν στο Κοπτικό Μουσείο, στις 9 Ιουνίου το 1952. Παρέμειναν στο γραφείο του Drioton ανέγγιχτοι μέχρι το 1956.
Ο P. Labib ξεκίνησε το 1956 την διαδικασία συντήρησης των κωδίκων, μαζί τον Αιγύπτιο Κοπτολόγο Victor Girgis και τον Δυτικο-Γερμανό συνάδελφό του Martin Krause. Αυτό κράτησε μέχρι το 1961. Από τους 13 κώδικες μόνο οι 11 ήταν ολοκληρωμένοι. Από τον 12 έλειπε το δέσιμο και μετά από εξέταση φάνηκε ότι είχε ακρωτηριαστεί κατά την ανακάλυψη, και δεν ήταν φθορές λόγω χρόνου. Αντίθετα ο 13ος κώδικας ήταν ημιτελής ήδη από την αρχαιότητα. Υπολογίστηκε ότι επρόκειτο για χειρόγραφα του Δ’ αι.
Για 30 χρόνια τίποτα παραπάνω δεν ήταν γνωστό για τον τρόπο που ανακαλύφθηκαν. Το που και το πώς παρέμεναν μυστήρια. Οι κώδικες είχαν εμφανιστεί από το πουθενά. Σε αποστολές του ο Jean Doresse κατάφερε να μάθει ότι είχαν βρεθεί κάπου στην περιοχή του μικρού χωριού Nag Hammadi, χωρίς να μπορέσει να συγκεντρώσει περισσότερες πληροφορίες. Στην αναφορά του ο Puech είχε γράψει ότι η ανακάλυψη είχε γίνει από τυμβωρύχους, αλλά αυτή ήταν μια βολική δικαιολογία για να μην ανακινηθεί το θέμα.
Περισσότερα στοιχεία έγιναν γνωστά ύστερα από ιδιαίτερα επίπονη προσπάθεια του James M. Robinson. Ξεκινώντας από την πρώτη αναφορά για τον κώδικα ΙΙΙ, ήρθε σ’ επαφή με τον Raghib Andrawus, και κατόπιν προσωπικής αναζήτησης κατέληξε στα εξής. Την ανακάλυψη είχε κάνει ένας καμηλιέρης ο Mohammed Ali es-Samman από το χωριό El Qasr, το αρχαίο Χηνοβοσκίο. Αυτός βρήκε τα χειρόγραφα το 1945 σε μεγάλο πήλινο δοχείο σε μια σπηλιά στην τοποθεσία Hamra Dom, στην ευρύτερη περιφέρεια του Nag Hammadi. Βρήκε το δοχείο σκάβοντας για λίπασμα. Ισχυρίστηκε, ότι 4 εβδομάδες μετά την ανακάλυψη εκδικήθηκε τον φονιά του πατέρα του από το Hamra Dom, οπότε λόγω της βεντέτας έπρεπε να φύγει από την περιοχή. Περιέγραψε ως τόπο ανεύρεσης, πρώτα ένα αρχαίο αιγυπτιακό τάφο στο Thauti, μετά μια σπηλιά στους πρόποδες του Djebel el-Tarif. Αλλά οι αρχαιολογικές ανασκαφές στις τοποθεσίες που υπέδειξε, δεν έφεραν στο φως πειστήρια (πήλινα όστρακα ή τεμάχια των παπύρων), ώστε να επιβεβαιωθούν τα λεγόμενά του. Ούτε στάθηκε δυνατόν ν’ αναγνωριστεί το υποτιθέμενο νεκροταφείο. Σημειωτέον ότι στην περιοχή υπήρχαν την εποχή εκείνη τρεις αποστολές (1975, 1976, 1978) από το Institute for Antiquity and Cristianity του Claremont, που μελετούσαν αιγυπτιακούς τάφους της 6ης Δυναστείας, καθώς και το καθολικό της Μονής του Αγίου Παχωμίου (σημ. στο Faw Qibli).
Εφόσον δεν έγινε κατορθωτό να εξακριβωθεί ο τόπος της ανακάλυψης οι προσπάθειες στράφηκαν στην χρονολόγηση των κωδίκων. Κάποιες αποδείξεις που χρησιμοποιήθηκαν στο δέσιμο ενός από τους κώδικες, φέρουν ημερομηνίες 333, 341, 346, 348 μ.Χ. Έτσι επιβεβαιώθηκε η υπόθεση ότι επρόκειτο για χειρόγραφα του Δ’ αι. Στις αποδείξεις κατονομάζεται κάποιος «π. Παχώμιος», οπότε υποτέθηκε ότι οι κώδικες προέρχονται από την βιβλιοθήκη κάποιας μονής. Μπορεί να θάφτηκαν μέσα στο πήλινο δοχείο, είτε λόγω του αιρετικού τους χαρακτήρα, είτε για λόγους ασφαλείας.
Αν όντως έτσι έχει γίνει, τότε μπορεί η ενέργεια αυτή να συνδέεται με τον αντιαιρετικό αγώνα του Μ. Αθανασίου. Στην ΛΘ’ Εορταστική Επιστολή του ο Μ. Αθανάσιος γράφει τα εξής:
«Ἀλλ’ ἐπειδή περί μέν τῶν αἱρετικῶν ἐμνήσθημεν ὡς νεκρῶν περί δέ ἡμῶν ὡς ἐχόντων προς σωτηρίαν τάς θείας Γραφάς, καί “φοβοῦμαι μήπως”, ὡς ἔγραψε Κορινθίοις[44] Παῦλος, ὀλίγοι τῶν ἀκεραίων ἀπό τῆς “ἀπλότητος” καί τῆς ἀγνότητος πλανηθῶσιν ἀπό τῆς “πανουργίας” τινῶν ἀνθρώπων καί λοιπόν ἐντυγχάνειν ἑτέροις ἄρξονται τοῖς λεγομένοις άποκρύφοις, ἀπατῶμενοι τῇ ὁμωνυμίᾳ τῶν ἀληθινῶν βιβλίων, “παρακαλῶ ἀνέχεσθαι”, εἰ περί ὧν ἐπίστασθε περί τούτων κἀγώ μνημονεύων γράφω διά τε τήν ἀνάγκην καί τό χρήσιμον τῆς Ἐκκλησίας[45]»
Και παρακάτω:
«Καί ὅμως, ἀγαπητοί, κἀκείνων κανονιζομένων καί τούτων ἀναγιγνωσκομένων, οὐδαμού τῶν αποκρύφων μνήμη˙ ἀλλά αἱρετικῶν ἐστιν ἐπίνοια, γραφόντων μέν ὅτε θέλουσιν αὐτά, χαριζομένων δέ καί προστιθέντων αὐτοῖς χρόνους, ἵν’ ὡς παλαιά προσφέροντες πρόφασινἕχωσιν ἀπατᾶν ἐκ τούτου τους ἀκεραίους. Ἔστι δέ πολλή τις ἡ σκληροκαρδία τῶν τοῦτο ποιούντων καί μή φοβουμένων τό ῥῆμα τό γεγραμένον˙ “ Οὐ προσθήσετε προς τό ῥῆμα ὅ ἐγώ ἐντέλλομαι ὑμῖν, καί οὐκ ἀφελεῖτε ἀπ’ αὐτοῦ[46]”. Τίς ἔπεισε τους ἀκεραίους πιστεύειν τοῖς τοῦ Ἐνώχ βίβλοις, Γραφῶν μή οὐσῶν πρό Μωυσέως; Πόθεν ἔχουσι λέγειν, ὅτι Ἠσαΐας ἔχει βιβλία ἀπόκρυφα, ὅς “ ἐπ’ ὄρος ὑψηλόν” παρρησία “εὐαγγελίζεται[47]” λέγων˙ “ Οὐκ ἐν κρυφῇ λελάληκα οὐδέ ἐν τόπῳ γῆς σκοτεινῷ[48]”; Πῶς Μωυςῆς ἔχει βιβλία ἀπόκρυφα, ὅς το Δευτερονόμιον συγγραψάμενος “διαμαρτύρεται τον τε οὐρανόν καί τήν γῆν”; Ἀλλά τοῦτο οὐδενός ἑτέρου ἐστίν, εἰ μή τι τῶν “κνηθομένων τήν ἀκοήν” καί “νομιζόντων πορισμόν εἶναι τήν εὐσέβειαν” και ἀρεσκόντων “γυναικαρίοις”… Μύθοι γάρ ὄντως εἰσί τά ἀπόκρυφα καί μάταιον τό τούτοις προσέχειν, ὅτι “βέβηλοι κενοφωνίαι[49]” εἰσί. Ταῦτα γάρ ἐστιν αρχαί στάσεων, καί τούτων σκοπός ἠ έρίθεια τῶν ἀνθρώπων, οἵτινες οὐ τήν οἰκοδομήν τῆς Ἐκκλησίας ζητοῦσιν, ἀλλ’ ἐπιθυμοῦσι τιμᾶσθαι παρά τῶν ὑπ’ αὐτῶν ἠπατημένων, ἵν’ ὡς μεγάλους αὐτούς ἔχωσι διά τό κηρύττειν ῥήματα “νεωτερικά”. Οὐκοῦν τῶν τοιούτων βιβλίων χρή παραιτεῖσθαι˙ κἄν γάρ τις ἐν αὐτοῖς χρήσιμόν τι εὐρίσκῃ, ἀλλά κρεῖττον ἐστι τό μή τούτοις πιστεύειν[50]».
Η επιστολή αυτή γράφτηκε το 367 μ.Χ. Μεταφράστηκε στα κοπτικά από τον διάδοχο του οσίου Παχωμίου στο μοναστήρι των Ταβενησιωτών, Θεόδωρο. Υπάρχει λοιπόν, περίπτωση, η σύσταση του Μ. Αθανασίου να εισακούσθηκε και αποτέλεσμα αυτής να ήταν το παράχωμα του πήλινου δοχείου με τα γνωστικά κείμενα. Αυτή βέβαια, είναι υπόθεση. Δεν υπάρχουν στέρεες ενδείξεις ότι έτσι συνέβη. Είναι γνωστή δηλαδή η ημερομηνία στάχωσης των κωδίκων, αλλά μπορεί να θάφτηκαν οποιαδήποτε στιγμή μετά. Απλώς οι συνθήκες να έγινε αυτό επί Μ. Αθανασίου ήταν πρόσφορες.
Η έκδοση των κειμένων ολοκληρώθηκε μόλις το 1971, υπό την καθοδήγηση του J. M. Robinson[51], και την χρηματοδότηση της Ουνέσκο. Ακολουθεί πλήρης κατάλογος κειμένων ανά κώδικα, από την έκδοση Robinson.
Κώδικας Ι (Jung codex, Στα Κοπτικά)
α) Προσευχή Αποστόλου Παύλου (δύο σελίδες αποσπασμένες)
β) Επιστολή Ιακώβου Απόκρυφος (σελ. 1-16)
γ) Ευαγγέλιον Αληθείας (σελ. 16-43, το έργο δεν φέρει τίτλο, αλλά έχει ονομαστεί από την πρώτη φράση)
δ) Περί της Αναστάσεως δοκίμιον (σελ. 43-50, γνωστό επίσης και ως Επιστολή εις Ρηγίνον, επειδή έτσι απευθύνεται μέσα στο κείμενο)
ε) Περί τριών φύσεων δοκίμιον (51-140, και αυτό χωρίς τίτλο)
Κώδικας ΙΙ (στα Κοπτικά)
α) Ευαγγέλιον Ιωάννου απόκρυφον ( 1-32, σε αυτόν τον κώδικα υπάρχει στην εκτενέστερη μορφή από τις τρεις, σε όλη τη βιβλιοθήκη)
β) Ευαγγέλιον Θωμά (32-51, συλλογή ρητών του Ιησού)
γ) Ευαγγέλιον Φιλίππου (51-86, ο τίτλος ευαγγέλιο καταχρηστικός)
δ) Υπόστασις αρχόντων (86-97, αποκαλυπτικό κείμενο για την καταγωγή του κόσμου και του ανθρώπου, συνεχίζεται στο επόμενο)
ε) Ανώνυμο χειρόγραφο (97-127, που του δόθηκε ο τίτλος Περί γενέσεως του Κόσμου)
στ) Εξήγησις περί ψυχής (127-137, μιλά για την πτώση της ψυχής και την επιστροφή της στον ανώτερο κόσμο)
ζ) Βιβλίον Θωμά αθλητού (138-145, αποκαλυπτικός διάλογος μεταξύ Ιησού και Θωμά για διάφορα κυρίως εσχατολογικά θέματα)
Κώδικας ΙΙΙ (Κοπτικά, ο παλιότερος κώδικας, που πριν αριθμούνταν πρώτος)
α) Ευαγγέλιον Ιωάννου απόκρυφον ( σελ. 1-40, συντομότερη εκδοχή)
β) Ευαγγέλιον Αιγυπτίων (40-69, αλλιώς γνωστό ως Βίβλος απόκρυφη του Μεγάλου Αοράτου Πνεύματος, αφορά το πεπρωμένο των γνωστικών στην ιστορία)
γ) Εύγνωστος ο Ευλογημένος (70-90, σε μορφή επιστολής, έχει άμεση σχέση με το επόμενο)
δ) Σοφία Ιησού Χριστού (90-119, αποκαλυπτικό κείμενο)
ε) Διάλογος Σωτήρος (120-149, αποκαλυπτικός διάλογος του Ιησού με τους μαθητές του για διάφορα θέματα)
Κώδικας ΙV (Κοπτικά)
α) Ευαγγέλιον Ιωάννου απόκρυφον (1-49, σύντομη εκδοχή)
β) Ευαγγέλιον Αιγυπτίων (50-81)
Κώδικας V (Κοπτικά)
α) Εύγνωστος ο Ευλογημένος (1-17)
β) Αποκάλυψις Παύλου (17-24, περιγράφει ταξίδι του Παύλου στον ουρανό)
γ) Αποκάλυψις Ιακώβου α’ (24-44, αποκαλυπτικοί διάλογοι Ιησού και Ιακώβου)
δ) Αποκάλυψις Ιακώβου β’ (44-63, αφορά το μαρτύριο Ιακώβου, ύμνοι και ομιλίες σχετικές)
ε) Αποκάλυψις Αδάμ (63-85, παραδίδεται στον Σηθ και αφορά την γνωστική ιστορία του κόσμου)
Κώδικας VI (Κοπτικά)
α) Πράξεις Πέτρου και Δώδεκα Αποστόλων (1-12, απόκρυφο χωρίς γνωστικό χρωματισμό)
β) Βροντή, Τέλειος Νους (13-21, αποκάλυψη της ερμαφρόδιτης Σοφίας)
γ) Αυθεντικός Λόγος (22-35, ομιλία για τον προορισμό της ψυχής)
δ) Η Έννοια της μεγάλης Δυνάμεως ημών (γνωστική Αποκάλυψη)
ε) Πλάτωνος Πολιτεία (48-51, χωρίς τίτλο, μετάφραση του τμήματος 588Β-589Β)
στ) Λόγος περί Οκτώ και Εννέα (52-63, άγνωστο ερμητικό κείμενο, διάλογος Ερμού-Πατέρα και Τατ-Υιού για τον ουράνιο κόσμο)
ζ) Προσευχή Ευχαριστίας (63-65, ερμητικό κείμενο γνωστό στα ελληνικά [Πάπυρος Mimaut] και στα λατινικά, Ασκληπιός κεφ. 41)
η) Αποκάλυψις Ασκληπιού (65-78, ερμητικό από το Ασκληπιός κεφ.21-29)
Κώδικας VII (Κοπτικά)
α) Παράφρασις Σημ (1-49, γνωστική κοσμογονία, προσπαθεί να κάνει σύνδεση με την Γένεση)
β) Δεύτερος Λόγος του Μεγάλου Σηθ (49-70, περιέχει πληροφορίες για την λύτρωση της ψυχής, μέσω του εξόριστου Χριστού, που θεωρείται μετενσάρκωση του Σηθ, ακολουθεί την γραμμή του Ευαγγελίου Αιγυπτίων)
γ) Αποκάλυψις Πέτρου (70-84, παρουσιάζει τον Πέτρο ως αποδέκτη ξεχωριστής αποκάλυψης κατά την διάρκεια της φυλάκισής του)
δ) Διδαχαί Σιλουανού (84-118, κείμενο θεοσοφικό με έντονο πεσιμιστικό χαρακτήρα)
ε) Αι τρεις Στήλαι το Σημ (118-127, γνωστικός τριμερής ύμνος, που υποτίθεται ότι παραδόθηκε από τον Δοσίθεο)
Κώδικας VIII (Κοπτικά)
α) Ζωστριανός (1-132, εκτεταμένος τίτλος Ζωστριανού Λόγοι Αληθείας, Θεού Αληθείας, Διδαχαί Ζωροάστρου, αποκαλυπτικό κείμενο που ισχυρίζεται ότι προέρχεται από το ταξίδι στον ουρανό του Ζωροάστρου)
β) Επιστολή Πέτρου προς Φίλιππον (132-140, απόκρυφες συζητήσεις μεταξύ Ιησού και Αποστόλων, γεγονότα κατά την διάρκεια και μετά την Σταύρωση)
Κώδικας IX (Κοπτικά, σε σπαράγματα, τα κείμενα ανασυντέθηκαν με συμβατικούς τίτλους)
α) Μελχισεδέκ (1-27, γνωστική αποκάλυψη για το πεπρωμένο του Ιησού και του Αρχιερέα Μελχισεδέκ)
β) Έννοια Νωραίας (27-29)
γ) Μαρτυρία Αληθείας (29-74, πολεμική ομιλία κατά της ορθοδόξου Εκκλησίας και άλλων γνωστικών ομάδων
Κώδικας X (Κοπτικά, σε κακή κατάσταση)
α) Μαρσάνης (1-68, μαρκιωνίτικες απόψεις για την ψυχή και τους αγγέλους)
Κώδικας XI (Κοπτικά, σε κακή κατάσταση)
α) Ερμηνεία της Γνώσεως (1-21, εισαγωγή στη Γνώση)
β) ανώνυμο (22-44, κείμενο βαλεντιανής σχολής, παρέχει πληροφορίες για το Πλήρωμα, 40-44, λειτουργικά κείμενα για το βάπτισμα, το χρίσμα, την ευχαριστία)
γ) Αλλογενής (45-69, αποκάλυψη του Αλλογενή στον γιο του Μέσσο)
δ) Υψίφρων (69-72, αποκαλυπτικού χαρακτήρα)
Κώδικας XII (Κοπτικά, περιέχει 10 σελίδες και 15 σπαράγματα, εκ των οποίων προκύπτουν δύο πραγματείες)
α) Αι Γνώμαι του Σέξτου (15-16, 27-34, ρήσεις παγανιστικού χαρακτήρα)
β) Αποσπάσματα από το Ευαγγέλιο Αληθείας
Κώδικας XIII (Κοπτικά, διατηρούνται μόνο 16 σελίδες και σπαράγματα)
α) Τρίμορφος Πρωτέννοια (35-50, αποκαλυπτικός διάλογος σε τρία μέρη της πρώτης έκλαμψης του αρχικού θεού, με το όνομα Πρωτέννοια ή Βαρβυλώ, σχετικά με τις τρεις εκδηλώσεις της ως Πατέρα, Μητέρα, Υιός)
β) Περί Γενέσεως Κόσμου ( δέκα πρώτες γραμμές του κειμένου που βρίσκεται και στον Κώδικα ΙΙ)
Η σημασία της ανακάλυψης των χειρογράφων αυτών έγκειται κυρίως στο ότι επιτρέπει την έρευνα του φαινομένου, ανεξάρτητα από τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Το καινούργιο και ογκώδες υλικό θα παρέχει πεδίο έρευνας για αρκετά χρόνια.
[1] Αγ. Ιουστίνου, Διάλογος προς Τρύφωνα, 41.2
[2] Αγ. Ιουστίνου, Β’ Απολογία, 3 & Τατιανού, Προς Έλληνας, 19.
[3] Μαρτυρολόγιον Ιουστίνου, 3.
[4] Εκδόσεις: Pr. Maran (περιλαμβάνεται στο PG 6), G. Krüger, Freiburg 41915.
[5] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1978, τ. Β’ σελ. 542.
[6] Αγ. Ιουστίνου, Διάλογος προς Τρύφωνα, 35.4-6.
[7] Αναφέρεται στην Επιστολή προς Φλωρίνον που διασώζεται τμηματικά στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου, Ε’ 20.5-7.
[8] Epistola 75 ad Theodoram,3. Επίσης αγ. Ειρηναίου, Έλεγχος.., V.33.4.
[9] Ad Valentinianos, 5.
[10] Historia Francorum, I.29.
[11] Ο W. C. Frend θεωρεί μοντανιστική την νοοτροπία της Εκκλησίας της Λυώνος (Martyrdom and persecution in the early church, p. 4 κ.ε.), αλλά εκτός από μια εισπήδηση δεν υπάρχουν άλλα σημεία που να στηρίζουν την άποψη.
[12] Rudolf Kopf, Ausgewählte Märtyrerakten, Tübingen 1913, 19-31.
[13] Βλ. σχ. Την εισαγωγή του Π. Χρήστου στο Τα Μαρτύρια των Αρχαίων Χριστιανών, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1978, σ.σ. 52-57.
[14] Historia Francorum, I.29.
[15] Κυριότερες εκδόσεις: R. Massuet, Paris 1710 (περιλαμβάνεται στο PG 7), W.W. Harvey, Cambridge 1857.
[16] Κατά αιρέσεων, VI.42.
[17] Ad Valentinianos, 5.
[18] P. Nautin, Hippolyte et Josipe, Paris 1947:
- La controverse sur l’ auteur de l’ Elenchos, Revue d’ Histoire Eccl. 47 (1952), 5-43
- Le dossier d’ Hippolyte et de Méliton, Paradosis 15, Paris 1953.
[19] Έκδοση Emmanuel Miller, Oxonii 1851.
[20] Μυριόβιβλος, 121: « Ταῦτας δέ φησιν ἐλέγχοις ὑποβληθῆναι ὁμιλοῦντος Εἰρηναίου, ὧν καί σύνοψιν ὁ Ἱππόλυτος ποιούμενος τόδε τό βιβλίον φησί συντεταχέναι».
[21] Σχόλια, Πράξις γ’.1: «Ἐγένοντο δέ ἐν τοῖς χρόνοις ἀπό τ[ς τοῦ Χριστοῦ γεννήσεως μέχρι τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου, διδάσκαλοι καί πατέρες οἵδε˙ Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, Εἰρηναῖος, Ιουστίνος φιλόσοφος καί μάρτυς, Κλήμης καί Ἱππόλυτος ἐπίσκοποι Ῥώμης, Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, Μεθόδιος Πατάρων, Γρηγόριος ὁ Θαυματουργός, Πέτρος ὁ Ἀλεξανδρείας ἐπίσκοπος καί μάρτυς». (PG 86A,12313A)
[22] Οδηγός, κεφ. κγ’: «Ἱππολύτου ἐπισκόπου Ῥώμης ἐκ τοῦ περί ἀναστάσεως καί ἀφθαρσίας λόγου». (PG 89,301C)
[23] PG 10.467 : “Anastasius Romanae Ecclesiae apocrisarius , qui VII saecuIo floruit, in epistola ad Theodosium presbyterum Ganrensem, quam primum vulgavit Jacobus Sirmondus, perspicue scribit S. Hippolytum episcopum Portuensem fuisse;”
[24] Χρονικόν, XII.15: «Τοῦ Οὐρβανού τῆς ἐπισκοπῆς τῶν ‘Ρωμαίων πόλεως προεστῶτος καί Ἱππόλυτος ἦνθει, ἀνήρ ἱερώτατος καί σοφώτατος, ἐπίσκοπος τοῦ κατά Ῥώμην Πόρθου γενόμενος, ὅς καί πολλά συγράμματα συνεγράψατο, διάφορα τῆς θείας Γραφῆς ἐξηγησάμενος». (ed. M. Pinder ,CFHB, v.II 575.1-5)
[25] Εκκλησιαστική Ιστορία, Δ’.31.
[26] Ed. P Wendland, Griechischen Christlichen Schriftsteller der drei esten Jahrhunderte 26, Leipzig 1916 (ανατυπ. ΒΕΠ τ. 5-6).
[27] Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος, Βίβλος Α’ Προοίμιον 1.
[28] Ιερώνυμος, Contra Rufinum, II.22 & III.6.
[29] Επιφάνιος, Αγκυρωτός, Προοίμιον (GCS 25 (1915) 1, PG 43.12A).
[30] Ιερώνυμος, Epistola 51.3.
[31] Π .Χ το Σύνταγμα Αιρέσεων του Ιππολύτου και το ελληνικό κείμενο του Ελέγχου του Ειρηναίου.
[32] Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915), 1-149 & PG 43.17-236.
[33] Karl Holl, Handschriftliche Überlieferung des Epiphanius, Texte und Untersuchungen 36.2 (1910).
[34] Γεννάδιου του ταπεινού επιστολή τη βασιλίσση περί του βιβλίου του Γεμιστού : « Καί οὗτος (ο Πλήθων) γάρ, πρίν τελειωθῆναι τᾦ λόγῳ καί τῇ παιδεύσει καί τᾖ τοῦ κρίνειν τα τοιαῦτα δυνάμει, μᾶλλον δέ καί πρίν σχεδόν αὐτῶν ἄψασθαι, τοσοῦτον ἥττητο τῶν ἑλληνικῶν δοξῶν, ὥστε ὀλίγα φροντίσαι μαθεῖν τόν πάτριον αὐτῷ χριστιανισμόν, εἰ μή ὅσον αὐτοῦ καί ιδιώταις δῆλόν ἐστιν. Οὐ γάρ ἕνεκα τοῦ κατά τήν φωνήν ἑλληνισμοῦ, ὡς Χριστιανοί πάντες τάς τῶν ἑλλήνων ἀνεγίνωσκεν καί εδιδάσκετο βίβλους ποιητῶν μέν πρῶτον, ἔπειτα δέ καί φιλοσόφων, άλλα τοῦ προστεθῆναι αύταῖς χάριν˙ διό καί προσέθετο, καί τοῦτ’ ἀκριβῶς ᾒδειμεν ἐκ πολλῶν τῶν γνωρισάντων καλῶς έν τῇ αὐτοῦ νεότητι. Οὕτω δέ προκαταληφθέντι πάνυ εἰκός ἐστι διά τήν ἔλλειψιν τῆς ἐκ Θεοῦ χάριτος καί ῥοπήν τινα αὐτῷ προσγενέσθαι ἀπό δαιμόνων, οἷς προσεστάθη, προς τό ἀμεταποιήτως προσκολληθῆναι τᾖ πλάνῃ, ὅ καί Ιουλιανῷ καί πολλοῖς ἄλλοις ἀποστάταις συνέβη. Τό δέ κεφάλαιον αὐτῷ τῆς ἀποστασίας Ἰουδαῖός τις ὕστερον ἐνειργάσατο, ὅ ἐφοίτησεν ὡς εἰδότι τά Αριστοτέλους έξηγεῖσθαι καλῶς. Ὅ δέ ἦν Ἀβερόῃ προσεσχηκώς καί τοῖς ἄλλοις ἐκ Περσῶν καί Ἀράβων ἐξηγηταῖς τῶν Ἀριστοτελικῶν βίβλων, ἅς Ιουδαῖοι προς τήν οἰκείαν γλῶτταν μετήγαγον, Μωσέως δε καί ὧν Ιουδαῖοι πιστεύουσιν ἤ θρησκεύουσι δι’αυτόν ἥκιστα ἧν φροντίζων. Ἐκείνος αὐτῷ καί τά τοῦ Ζωροάστρου καί τῶν ἄλλων ἐξέθετο. Ἐκείνῳ δή τῷ φαινομένῳ Ιουδαῖο, ἑλληνιστῇ δέ ἀκριβῶς, οὐ μόνον ὡς διδασκάλῳ πολύ συνών χρόνον, ἀλλά καί ὑπηρετῶν ἐν οἷς έδει καί ζωαρκούμενος υπ’ εκείνῳ˙ τῶν γάρ τά μάλιστα δυναμένων ἧν ἐν τῇ τῶν βαρβάρων αὐλᾖ˙ Ἐλισαῖος ὄνομα ἧν αὐτῷ˙ τοιοῦτος ἀπετελέσθη».
«Γιατί κι αυτός (ο Πλήθων), πριν τελειώσει τις σπουδές του στα γράμματα και στην ικανότητα να κρίνει αυτά, μάλλον πριν σχεδόν τις αρχίσει, τόσο πολύ νικήθηκε από τις εθνικές ειδωλολατρικές δοξασίες, ώστε σχεδόν καθόλου δεν φρόντισε να μάθει τον πάτριο Χριστιανισμό, παρά μόνο όσο είναι γνωστό και στους βλάκες. Διότι εξ αιτίας αυτού δεν φρόντισε να μάθει τα ελληνικά γράμματα, όπως και όλοι οι Χριστιανοί, αρχίζοντας από τους ποιητές και τους φιλοσόφους, αλλά για να τιμηθεί μέσω αυτών. Και αυτό το μάθαμε με ακρίβεια από αυτούς που τον γνώριζαν από την νεότητά του. Έτσι γέμισε προκαταλήψεις από την έλλειψη της Θείας χάριτος, και του ‘ρθε μια τάση δαιμονισμού, επειδή προσκολλήθηκε στην πλάνη αμετανόητα, όπως συνέβη και στον Ιουλιανό και σε πολλούς άλλους αποστάτες. Αλλά ο άνθρωπος που τον έσπρωξε αργότερα στην αποστασία ήταν κάποιος Ιουδαίος, στον οποίο εφοίτησε επειδή τάχα ήξερε να εξηγεί τον Αριστοτέλη καλά. Αυτός πίστευε τον Αβερόη και άλλους Πέρσες και Άραβες εξηγητές των βιβλίων του Αριστοτέλη, τα οποία οι Ιουδαίοι είχαν μεταφράσει στην γλώσσα τους, αλλά δεν ενδιαφέρονταν για τα βιβλία του Μωυσή και τα άλλα όσα πιστεύουν και θρησκεύουν οι Ιουδαίοι. Εκείνος σ’ αυτόν και τα δόγματα του Ζωροάστρη και των άλλων εξέθεσε. Εκείνο λοιπόν, που φαινόταν Ιουδαίος, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ελληνιστής, δεν τον είχε μόνο για διδάσκαλο για πολύ καιρό, αλλά τον εξυπηρετούσε κιόλας σε όσα έπρεπε και τρέφονταν απ’ αυτόν, διότι μπορούσαν πολύ καλά να τα κάνουν αυτά στην αυλή των βαρβάρων. Το όνομά του ήταν Ελισαίος. Κατήντησε λοιπόν τοιούτος». (ed. L. Petit, X. Sideridès, M. Jugie, t.IV 151-2). Αν από αυτά συμπεράνουμε ότι ο νεοπαγανισμός έχει τις ρίζες του στον νεογνωστικισμό και δεν έλκει την καταγωγή του από την αρχαιότητα, δεν θα σφάλλουμε.
[35] Βλ. Σχετ. Κ. Σαθά, Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήναι 1868, σ.σ. 45-48, 70—73, 67-70, αντίστοιχα.
[36] Πανάριον 51.22.9 (ed K. Holl, 285, ed. W. Dindorf, 483).
[37] Οι υπόλοιποι, όσοι περιλαμβάνονται στις εκδόσεις των Petavius & Oehler, και δεν περιέχουν τα αμφίβολα αποσπάσματα είναι οι:
V = Vaticanus 503 L = Laurentianus VI 12 b = Barberinus 441 s. XIV f. 43r-v.
G = Genuensis 4 J = Jenensis mscr. Bose 1.
U = Urbinas 17/18 v = Vaticanus 1196 s. XV f. 23r – 24v.
[38] PG 42.833-886.
[39] PG 42.773-778.
[40] Πρώτος σ’ αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκε ο R. Reitzenstein.
[41] Ed. J. R. Harris, The Odes and Psalms of Solomon, Cambridge 1909, 21911.
[42] Institutiones divinae IV 12,3.
[43] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τ. β’ σελ. 87.
[44] Β’ Κορ. 11.3.
[45] «Αλλ’επειδή εκάμαμεν λόγον περί μεν των αιρετικών και τους εχαρακτηρίσαμεν ωσάν νεκρούς, δι’ ημάς δε είπαμεν ότι έχομεν τας θείας Γραφάς προς σωτηρίαν, και επειδή φοβούμαι μήπως, όπως έγραψεν ο Παύλος προς Κορινθίους, μερικοί απ’ αυτούς που δεν γνωρίζουν, ένεκα της ειλικρίνειας και της αγνότητός των, παρασυρθούν από την πονηρίαν μερικών ανθρώπων, και έτσι αρχίσουν εις το μέλλον να αναγιγνώσκουν άλλα βιβλία, τα λεγόμενα απόκρυφα, επειδή θα εξαπατώνται από την ομωνυμίαν με τα αληθινά βιβλία, δια τούτο παρακαλώ να με ανεχθήτε, εάν σας γράφω και σας κάνω εγώ λόγον δια πράγματα που γνωρίζετε, διότι το κάνω και εξ ανάγκης, αλλά και διότι είναι χρήσιμον εις την Εκκλησίαν» (μετ. Βασίλειου Φανουργάκη, Μ. Αθανασίου Έργα, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1976, τ. 10 σελ. 339). Οι εορταστικές ήταν επιστολές, οι οποίες στέλνονταν από την Αλεξάνδρεια στις άλλες επισκοπές, ενημερώνοντας αυτές για τον εορτασμό του Πάσχα. Επί τη ευκαιρεία, ο Μ. Αθανάσιος ανέπτυσσε και θέματα σχετικά. Συνεπώς η 39 επιστολή αντιστοιχεί στο 39 έτος της πατριαρχείας του (επί συνόλου 47 ετών) δηλ. στο έτος 367 μ. Χ.
[46] Δευτ. 4.2.
[47] Ησα. 40.9.
[48] Ησα. 45.19.
[49] Α’ Τιμ. 6.20.
[50] «Και όμως αγαπητοί, ενώ εκείνα έχουν θεσπισθεί ως κανονικά, και αυτά ως αναγιγνωσκόμενα, πουθενά δεν γίνεται λόγος δια τα απόκρυφα. Αλλ’ αυτά είναι επινόησις των αιρετικών, οι οποίοι γράφουν μεν αυτά οπόταν θέλουν, τους χαρίζουν δε και τους προσθέτουν χρόνια, ώστε με το να τα εμφανίζουν ως παλαιά, έχουν δικαιολογία να εξαπατούν με αυτό τους απλοϊκούς. Είναι δε μεγάλη η σκληροκαρδία αυτών που κάνουν αυτό το πράγμα χωρίς να φοβούνται τον λόγο που έχει γραφεί˙ “Μην προσθέτετε τίποτε εις τον λόγον που σας προστάζω και ούτε να αφαιρέσετε κάτι απ’ αυτόν”. Ποιος έπεισε τους απλοϊκούς να πιστεύουν εις τα βιβλία του Ενώχ, αφού δεν υπήρχαν Γραφαί προ Μωυσέως; Πού στηρίζονται όταν λέγουν, ότι ο Ησαΐας έχει απόκρυφα βιβλία, αφού αυτός με παρρησία “κηρύσσει επάνω εις υψηλόν όρος” λέγοντας˙ “Δεν ωμίλησα εις τα κρυφά, ούτε εις σκοτεινόν μέρος της γης”; Πως ο Μωυσής έχει απόκρυφα βιβλία, ο οποίος όταν συνέγραψε το Δευτερονόμιον, “ορκίζεται εις τον ουρανόν και την γην”; Αλλ’ αυτό δεν ανήκει εις κανέναν άλλον παρά εις εκείνους που αισθάνονται γαργαλισμόν εις τ’ αυτιά των, και θεωρούν την ευσέβειαν μέσον υλικού κέρδους και είναι αρεστοί εις τα γυναικάρια. … Διότι μύθοι είναι πραγματικά τα απόκρυφα βιβλία και είναι μάταιον να δίδη κανείς προσοχήν εις αυτά, διότι είναι “βέβηλα και κούφια λόγια”. Διότι αυτά είναι αρχαί αναστατώσεων και σκοπός των είναι η ημισθαρνία των ανθρώπων, οι οποίοι δεν επιδιώκουν την οικοδομήν της Εκκλησίας, αλλά θέλουν αν τιμώνται απ’ αυτούς που εξηπάτησαν, ώστε να τους έχουν αυτούς ωσάν μεγάλους κήρυκας νεωτεριστικών λόγων. Λοιπόν, από τα τοιαύτα βιβλία πρέπει να παρετούμεθα, και αν ακόμη κανείς ευρίσκει εις αυτά κάτι χρήσιμον, όμως είναι καλύτερον να μην πιστεύη κανείς εις αυτά» (μετ. Βασίλειου Φανουργάκη, Μ. Αθανασίου Έργα, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1976, τ. 10 σελ. 343-5). Ο David Brake πιστεύει ότι η οδηγία του Μ. Αθανασίου αφορά τους Μελιτιανούς και την γραμματεία τους, Canon Formation and Social Conflict in Forth-century Egypt: Athanasius of Alexandria ‘s Thirty-Ninth Festal Letter, The Harvard Theoloical Review 87.4 (Oct. 1994) pp. 395-419. Την επιστολή συνδέει με τα κείμενα της βιβλιοθήκης του Χηνοβοσκίου ο Tito Orlandi, A Catechesis Against Apocryphal Texts by Shenute and the Gnostic Texts of Nag Hammadi, HTR 75 (1982) pp. 88-89.
[51] Nag Hammadi Codices, Fascimile edition, 11 volumes, Leiden.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Περαχώρα, 7 Νοεμβρίου 2017
ΠΡΟΣ:
1. τον Υπουργό Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Γαβρόγλου
2. Αρχιεπίσκοπο και Ιερά Σύνοδο
ΚΟΙΝ.: Πίνακας Αποδεκτών
ΨΗΦΙΣΜΑ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ
Κύριοι, είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί όπως και το παιδιά μας. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, άρθρο 16 παρ.2, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του Ανθρώπου και το νόμο 1566/1985 (άρθ. 1 παρ.1), η Ελληνική Πολιτεία οφείλει να παρέχει παιδεία σύμφωνη με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ελλήνων πολιτών και ειδικά για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς μαθητές να φροντίζει ώστε, όπως επί λέξει ορίζεται : "Να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη". Παρά την ύπαρξη αυτής της Ελληνικής και Διεθνούς Νομοθεσίας και πλήθους σχετικών αποφάσεων ΑνωτάτωνΔικαστηρίων, το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών στο μάθημα των θρησκευτικών δεν αποτελεί μάθημα ορθόδοξης πνευματικότητας, αλλά είναι μάθημα δια-θρησκειακής και πανθρησκειακής πνευματικότητας. Αυτό σημαίνει ότι, με βάση το αναλυτικό του πρόγραμμα, είναι μάθημα κατηχητικό, διότι δεν παρέχει μόνο γνώσεις για τις άλλες θρησκείες, αλλά καλλιεργεί θρησκευτικά βιώματα των ορθόδοξων μαθητών στις άλλες θρησκείες, των οποίων δεν αποτελούν μέλη οι ορθόδοξοι μαθητές. Το εν λόγω νέο μάθημα κατηχεί και προσηλυτίζει στην εκκοσμίκευση, στον θρησκευτικό σχετικισμό και στην άρνηση της αποκλειστικότητας της Αλήθειας της Ορθόδοξης Πίστεως και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Συμβόλου της Πίστεώς μας.
Σε κάθε περίπτωση δεν ανεχόμαστε την άνιση μεταχείρισή μας ως ορθοδόξων χριστιανών σε σχέση με άλλες θρησκευτικές κοινότητες στην Ελλάδα, όπως των Μουσουλμάνων, Καθολικών και Ιουδαίων Ελλήνων Πολιτών, που έχουν την ευχέρεια βάσει του άρθ. 68 του Ν. 4235/2014 και του άρθ. 55 Ν. 4386/2016 να επιλέγουν τα διδακτικά τους εγχειρίδια για την κατηχητική –ομολογιακή διδασκαλία της θρησκείας τους στα Ελληνικά Δημόσια Σχολεία, ενώ εμείς, που ανήκουμε στην θρησκευτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, να μην έχουμε τέτοια επιλογή για ομολογιακό μάθημα θρησκευτικών. Η άδικη αυτή μεταχείρισή μας καταφανώς αντίκειται στην Συνταγματική Αρχή της Ισότητας και της Ανεξιθρησκείας, που με τον τρόπο αυτό παραβιάζεται. Εξάλλου η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του Ανθρώπου ρητά ορίζει ότι κάθε κράτος οφείλει να παρέχει στους μαθητές του Παιδεία σύμφωνη με τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις των γονέων τους, και βάσει αυτής διεκδικούμε το αυτονόητο δικαίωμα με το παρόν ψήφισμα
Για τους λόγους αυτούς και με την ρητή επιφύλαξη κάθε δικαιώματός μας, ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ τα τέκνα μας, επί των οποίων ασκούμε την κηδεμονία, να διδάσκονται για το τρέχον σχολικό έτος και στο εξής το μάθημα των Θρησκευτικών όπως το Σύνταγμα, οι Διεθνείς Συνθήκες και ο νόμος ορίζει, δηλαδή με ορθόδοξη ομολογιακή κατεύθυνση, μέσα από τα προϋφιστάμενα σχολικά εγχειρίδια του Μαθήματος των Θρησκευτικών, δηλαδή αυτά του σχολικού έτους 2016-2017.
ΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ:
1. Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Σχολείων Περαχώρας
2. Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων 1ου Δημοτικού Σχολείου Λουτρακίου
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΠΟΔΕΚΤΩΝ
1. Δήμος Λουτρακίου-Περαχώρας- Αγ. Θεοδώρων
2. Μητρόπολη Κορίνθου
3. Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Κορίνθου
4. Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Κορίνθου
5. ΑΕΛΜΕ-Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Κορινθίας
6. Σύλλογο εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Κορινθίας
7. Δημοτικό Σχολείο Περαχώρας
8. Γυμνάσιο Περαχώρας
9. 1ο Δημοτικό Σχολείου Λουτρακίου
Πηγή: Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...