Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«Ὄρη τὰ ἐν Γελβουὲ μὴ καταβάτω δρόσος καὶ μὴ ὑετὸς ἐφ’ ὑμᾶς καὶ ἀγροί ἀπαρχῶν» (Βασ. Δευτ. κεφ. Α’)
Αὐτὰ ὀδυρόμενος ἔλεγεν ὁ Δαυΐδ, ὅταν ἦλθεν εἰς αὐτόν, καθήμενον εἰς Σικελάγ, μετὰ τὴν φθοράν τῶν Ἀμαληκιτῶν, ἄνθρωπος Ἀμαληκίτης ἀπὸ τὸ στρατόπεδον τοῦ Σαούλ, ὅλος καταξεσχισμένος καὶ χῶμα ἔχων εἰς τὴν κεφαλήν του, καὶ ἀνάγγειλε τὸν θάνατον τοῦ Σαοὺλ καὶ τοῦ Ἰωνάθαν.
Δροσιά, λέγω καὶ ἐγώ, δροσιὰ καὶ βροχὴ νὰ μὴ πέσουν πλέον παρὰ τὸ Φάληρον καὶ ἀπαρχάς νὰ μὴ δώσῃ ἡ γῆ ἐκείνη.
Εἰς τὴν γῆν ἐκείνην ἔπεσεν ὁ δυνατός, ὁ κοῦφος ὑπὲρ ἀετούς καὶ ὑπὲρ λέοντας κραταιός. Ὁ δυνατός, τοῦ ὁποίου ἡ ρομφαία δὲν ἐστρέφετο εἰς τὴν θήκην της πρὶν βαφῆ μὲ τὸ αἷμα τῶν πληγωμένων ἤ πρὶν ἀλειφθῆ μὲ τῶν δυνατῶν τὰ παχέα σπλάγχνα.
Κλαύσατε, θυγατέρες τῆς Ρούμελης, τὸν θάνατον τοῦ Καραϊσκάκη• κλαύσατε, θυγατέρες τῆς Ρούμελης, τὸν θάνατον ἐκείνου, ὁ ὁποῖος, καταταχθείς ἐπὶ κεφαλῆς τῶν ἀδελφῶν σας, ἐλάμπρυνε τὸ αὐχμηρόν πρόσωπόν σας, σᾶς ἔβγαλε τὰ πένθιμα φορέματα, σᾶς ἔνδυσε λαμπρὰ καὶ ἔτρεχεν ἀκάματος τὴν τωρινὴν ἄνοιξιν εἰς τάς κορυφάς τοῦ Ὑμηττοῦ, διὰ νὰ κόψῃ εὔοσμα ἄνθη καὶ νὰ στεφανώσῃ τάς παρθενικάς κεφαλάς σας.
Ἀλλά τί προσκαλῶ μόνον τάς Θυγατέρας τῆς Ρούμελης εἰς κλαυθμούς; πῶς νὰ μὴ κλαύσωμεν ὅλοι ; πῶς νὰ παρηγορηθῶμεν διὰ τὸν θάνατον τοιούτου ἀνδρὸς ;
Μεταφέρω τὸν νοῦν μου εἰς τὴν πρὸ ἑνὸς χρόνου ἀξιοθρήνητον καὶ τρομεράν τῆς πατρίδος κατάστασιν. Τὸ νέφος βλέπω τοῦ δουλικοῦ σκότους ξαπλωμένον ὑπὸ τάς λαμπράς καὶ τότε ζοφωμένας κορυφάς τοῦ Μακρυνόρους καὶ ἀπὸ τὰ παράλια τῆς Ἀκαρνανίας ἕως τὰ πέριξ τῆς Ἀττικῆς.
Τὸ νέφος τοῦτο ἐσκεπαζεν ὡς μαῦρος μανδύας τὸ νεκρικὸν κρεββάτι τῆς Ρούμελης• μακρὺ καὶ βαθὺ σκότος ἐσύρετο κατόπιν τοῦ νεκρικοῦ αὐτοῦ μανδύου καταπυκνωμένον καὶ ἐφοβέριζε νὰ πέσῃ ὅλον καὶ εἰς τὸ πρόσωπον τῆς Πελοποννήσου, τὴν ὁποίαν, καὶ αὐτήν, εἶχεν ἀποσβολομένην ἡ Αἰγυπτιακὴ ὁμίχλη.
Πάντη ἐναντίαν τῆς νεκρικῆς ἐκείνης σκηνῆς ἔχω σκηνὴν σήμερον πρὸ ὀφθαλμῶν μου. Φῶς ἐλευθερίας, φῶς δόξης βλέπω σήμερον χυμένον ἀπὸ τάς κορυφάς τοῦ Μακρυνόρους καὶ τὰ παράλια τῆς Ἀκαρνανίας ἒως τὰ πέριξ τῆς Ἀττικῆς.
Τὸ φῶς τοῦτο τῆς ἐλευθερίας καὶ δόξης ἐνυπῆρχεν εἰς τάς ψυχάς τῶν Ρουμελιωτῶν, ἀλλά δὲν ἐχύθη εἰς τὴν σκοτισμένην ἐκείνην γῆν παρὰ διὰ τῆς ἰσχυρᾶς δεξιᾶς τοῦ Καραϊσκάκη.
Αὐτός, διασκορπισμένα τὰ παλληκάρια τῆς Ρούμελης τῆδε κακεῖσε, ἐκδικησιν πνέοντα καὶ αἷμα ἐχθρικόν διψῶντα, διότι μολυσμὸς δουλείας δὲν ἐξαλείφεται παρὰ μὲ αἷμα, τὰ ἐσύναξε καὶ τὰ ὡδήγησε πάλιν εἰς τὸ στάδιον τῆς πολεμικῆς καρτερίας, γινόμενος ὁ ἴδιος αὐτὸς τὸ παράδειγμα εἰς δεκάμηνον διάστημα τῆς πολεμικῆς αὐτῆς καρτερίας.
Παντοδαπάς ἐλλείψεις ἔπασχε τὸ ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του στρατόπεδον τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά ποτὲ εἰς διάλυσίν του δὲν τάς ἐπρότεινε, ποτὲ δὲν ἐγόγγυσε διὰ τάς πολυειδεῖς του κακουχίας καὶ ταλαιπωρίας, ποτὲ δὲν ἐνέδοσεν εἰς ὅσους πειρασμοὺς διὰ τὴν θέσιν εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκετο ὑπέπεσε• σεμνυνόμενος δικαίως εἰς τὸ ὑψηλόν ἀξίωμα τῆς ἀρχηγίας, μὲ τὸ ὅποιον ἡ Κυβέρνησίς του τὸν ἐτίμησε, ποτὲ δὲν ἐνόμισεν ὅτι αὐτὸ μόνον ἠμποροῦσε νὰ τὸν λαμπρύνῃ.
Ἤξευρεν ὅτι τὰ ἔργα μόνα εἶναι ἡ λαμπρότης.
Ὅθεν ἄξιος τοῦ ὑψηλοῦ αὐτοῦ ἀξιώματος ἐφαίνετο διὰ τῶν ἔργων του- ἄτρομος πάντοτε εἰς τοὺς πολέμους, ἀτρομώτερος πολὺ ἐφάνη καθ’ ὅ διάστημα ἦτον ἀρχηγὸς τῶν κατὰ τὴν στερεὰν Ἑλλάδα στρατευμάτων.
Τότε εἶχε ψωμὶ καὶ αὐτὸς ὅταν εἶχαν καὶ οἱ ἀγαπητοί του Ἕλληνες• ἡ κλίνη του ἦτον κλίνη ἁπλοῦ στρατιώτου- πρωταγωνιστής ἐπαρουσιάζετο καὶ τὴν τιμὴν τοῦ ἀγῶνος ὅλην τὴν ἀπέδιδεν εἰς ἄλλους, ἐνθουσιασμένος διὰ τὴν παλληκαριάν ὡς πολληκάρι καὶ ὁ ἴδιος, τὴν ἐτιμοῦσεν ὅπου τὴν ἔβλεπε καὶ τὴν ἀντάμειβε πλουσιοπάροχα.
Τοὺς γνωστοὺς διὰ τὴν ἀνδρείαν τους ἔκραζε κατ’ ὄνομα, ὅταν ἐξεσπάθωνεν ἐν καιρῷ μάχης, διά νά τὸν ἀκολουθήσουν. Ἔβγανε τὰ πιστόλια του ἀπὸ τήν μέσην του καὶ μ’ αὐτά, εἰς ἀνταμοιβὴν παλληκαριᾶς, ἐστόλιζε τοῦ παλληκαριοῦ τὴν μέσην. Ἔλυε τὴν ζώνην του καὶ ἔδιδεν εἰς τάς ἀνάγκας τοῦ πολέμου καὶ τὸ ὕστερον νόμισμά του.
Ἰδού, Ἕλληνες, ὅσα χαρακτηρίζουν τὸν ἄξιον ὁδηγόν στρατευμάτων, ἰδοὺ ὅσα λαμπρύνουν τὸ ὑψηλόν ἀξίωμα τῆς ἀρχηγίας, ἰδοὺ ὅσα ἀποθανατίζουν τὸν πολεμικὸν καὶ ἀποκατασταίνουν τὸν στρατηγὸν ποθητὸν εἰς τὸν στρατιώτην, σεβαστὸν εἰς ὅλον τὸ ἔθνος του καὶ φημισμένον εἰς ὅλα τὰ ἔθνη καὶ εἰς ὅλους τούς αἰῶνας.
Πῶς λοιπὸν νὰ μὴ κλαύσωμεν ; πῶς νὰ παρηγορηθῶμεν διὰ τὸν θάνατον τοιούτου ἀνδρὸς ;
Τοιαύτη ἐστάθη ἡ διαγωγὴ τοῦ πατριώτου Καραϊσκάκη εἰς τὸ διάστημα τῆς δεκαμήνου ἀρχηγίας του. Ἀλλ’ ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς του, ἡ ὥρα ἡ ὁποία ἀνακαλύπτει ὅλον τὸν ἄνθρωπον κρυπτόμενον πολλάκις ἐν ὅσῳ ζῆ, τοῦ ἐπισφραγίζει τὴν ἀληθινὴν δόξαν καὶ τοῦ στένει τρόπαιον ἀκόμη μονιμώτερον ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἡ ἀξιότης του ἔστησεν εἰς Ἀράχωβαν. Ἀκούσατε, στρατιωτικοί, ἀκούσατε, πολῖται τῆς Ἑλλάδος, ἀκούσατε, φιλέλληνες καὶ φιλάρετοι Εὐρωπαῖοι, τὰ τῆς τελευταίας ὥρας του.
Θανατηφόρα πληγωμένος ἐφέρθη εἰς τὸ πλοῖον (1) τοῦ μεγάλου στολάρχου τῆς Ἑλλάδος, διὰ νὰ λάβη τὴν δυνατὴν ἰατρικὴν περιποίησιν. Γυμνασμένος ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων εἰς τὸ σπαθὶ καὶ εἰς τὸ τουφέκι, εἰδήμων τῆς φύσεως τῶν πληγῶν, ἐγνώρισε μόνος του ὅτι ἡ βοήθεια τῆς ἰατρικῆς δὲν θὰ ἴσχυεν, ὅτι ἡ μεγάλη περιποίησις τοῦ στολάρχου δὲν θὰ ἐχρησίμευεν καὶ ὅτι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἦτον ἐγγύς.
Μὲ πνεῦμα τότε ἀτάραχον, μὲ πρόσωπον γαληνὸν καὶ μὲ φωνὴν κατανυκτικὴν ὡμίλησε πρὸς τοὺς περιεστῶτας ὁπλαρχηγούς, παρόντων καὶ τοῦ μεγάλου στολάρχου καὶ τοῦ ἀρχιστρατήγου τῆς Ἑλλάδος, κατὰ τὸν ἑξῆς τρόπον :
« Μέγα βάρος μὲ ἐπεφόρτισεν ἡ πατρίς μου. Μὲ δέκα μηνῶν δεινοὺς ἀγῶνας ἐπλήρωσα τὸ χρέος μου. Δὲν μὲ ἔμενε παρὰ ἡ ζωή. Ἰδοὺ θυσία τῆς πατρίδος καὶ ἡ ζωὴ μου.
Εἰς τὴν πατρίδα μου τὴν ἐχρεωστοῦσα, εἰς τὴν πατρίδα μου τὴν ἀποδίδω. Ἀποθνήσκω. Οἱ στρατιῶται μου ἂς τελειώσουν τὸ ἔργον μου, ἂς μοῦ ἐλευθερώσουν τάς Ἀθήνας »
Αὐτά εἶπε καὶ παρέδωκε τὸ πνεῦμα εἰς χεῖρας τοῦ πλάστου του. Τίνος καρδιὰ δὲν κατανύγεται εἰς τοιοῦτον ἄκουσμα ; πῶς νὰ μὴ κλαύσωμεν ὅλοι ; πῶς νὰ παρηγορηθῶμεν διὰ τὸν θάνατον ἀνδρός, ὁ ὁποῖος ἀποθνήσκει καὶ τὸ ὄνομα τῆς γλυκυτάτης πατρίδος ἀκόμη τὸ τραυλίζουν τὰ νεκρωμένα χείλη του;
Ἀλλά εἰς ἄνδρας ἀποθνήσκοντας διὰ τὴν πατρίδα εἶναι πολὺ δεκτότεραι ἀπό τούς κλαυθμούς αἱ πράξεις ὑπὲρ πατρίδος, διὰ τὴν ὁποίαν καὶ ἐθυσιάσθησαν καὶ τῆς ὁποίας καὶ ξεψυχοῦντες εἶχαν εἰς τὸ στόμα τὸ ἅγιον ὄνομα.
Ναί, αἱ πράξεις, αἱ ὁποῖαι τοὺς ἐδόξασαν ζῶντας, αὐταί καὶ μετὰ θάνατον τοὺς εὐχαριστοῦν πραττόμεναι κατὰ μίμησίν των. Αὐταί ἀναβαίνουν ὡς θυμίαμα εἰς τὰ ὕψη τῶν οὐρανῶν, ὅπου, φοροῦντες οἱ ἀοίδιμοι αὐτοὶ ἄνδρες τῆς ἀρετῆς τοὺς στεφάνους, κάθονται ἀκτινοβολοῦντες πλησίον τοῦ θρόνου τῆς θείας μεγαλειότητος.
Στρατιῶται τῆς πατρίδος, οἱ κατὰ τὸ στρατόπεδον τῆς Ἀττικῆς εὑρισκόμενοι, στρατιῶται, τοὺς ὁποίους ὁ Καραϊσκάκης ὡδήγησε τόσες καὶ τόσες φορὲς εἰς τὴν δόξαν.
Ἐνθυμηθῆτε ὅτι δὲν ἐτρέχατε δι’ ἄλλο μαζί του τόσον ἄφοβοι εἰς τοὺς κινδύνους, δὲν ἐχορτάσατε τὰ σπαθιά σας μὲ τάς σάρκας τῶν ἐχθρῶν εἰς Ἀράχωβαν καὶ εἰς Βελίτζαν, δέν τους ἀποδιώξατε αἰσχρῶς ἀπὸ Δίστομον καὶ Σάλωνα, παρὰ διὰ νὰ ἐλευθερώσετε τὴν ὑποδουλωμένην γῆν σας ἀπό τους τυράννους σας.
Κάθε κίνημά σας εἰς ἐλευθέρωσιν τῆς Ρούμελης, ἐλέγετε μόνοι σας, εἶναι ὀλισθηρόν, κάθε νίκη ἀκαρποφόρητος, ἂν δὲν ἁρπάσετε ἀπὸ τάς χεῖρας τῶν ἀπίστων τὴν ἱεράν τῶν Ἀθηνῶν πόλιν.
Αὐτό φωνάζοντες οἱ ἴδιοι ἐπαρουσιάσατε τὰ στήθη σας ἔμπροσθεν αὐτῆς τῆς πόλεως, προωρισμένης ἴσως ἀπὸ τὴν θείαν Πρόνοιαν διὰ νὰ γενῆ ἡ πρωτεύουσα τῆς ἀναγεννωμένης Ἑλλάδος.
Εἰς πολλάς καὶ δεινὰς περιπλοκὰς μὲ τοὺς αὐτοὺς ἐχθροὺς ἐμπλέχθητε. Πεῖναν, γύμνωσιν, παγετοὺς ἐκαταφρονήσατε. Πληγή ἀπὸ τὴν κακοπάθειαν ἔγινε τὸ σῶμα σας, μόνον καὶ μόνον διὰ νὰ στεφανώσετε τά ὑπέρλαμπρα ἔργα σας μὲ τῶν Ἀθηνῶν τὴν διάσωσιν.
Ὁ ἀτρόμητος ἀρχηγός σας ὑπὲρ αὐτῆς τῆς πόλεως μαχόμενος ἀπέθανε καὶ εἰς τὰ χώματα τῆς ἰδίας αὐτῆς πόλεως ἔχυσε τὸ αἷμά του. Στρατιῶται παρόντες καὶ ἀπόντες ! ἀκόμη τὸ αἷμα του ἀχνίζει.
Χθὲς ἡ γῆ ἐπαράλαβε τὸ σῶμα του, σήμερον περιμένει ἀπό σᾶς τάς ἐπιταφίους τιμάς του. Ἀπό σᾶς τάς περιμένει, πλὴν τάς περιμένει ὡς στρατιώτης ἀπὸ στρατιώτας, ὡς ἀποθανών ὑπέρ τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν ἀπὸ μαχομένους ἀποφασιστικῶς ὑπὲρ Ἀθηνῶν.
Στρατιῶται! ἡ ἠχὼ τῶν ὑστερινῶν λόγων τοῦ ἀρχηγοῦ Καραϊσκάκη περιφέρεται ἀκόμη εἰς τάς ἀκοάς μας. Τελειώσατε, Συστρατιῶται, λέγει ὁ ἀρχηγός σας, τὸ ἔργον μου. Ἐλευθερώσατέ μου τάς Ἀθήνας, τάς Ἀθήνας ἐλευθερώσατέ μου».
Στρατιῶται! αὐτὴ εἶναι ἡ διαθήκη του. Σεῖς εἶσθε οἱ ἐκτελεσταί τῆς διαθήκης του. Αὐτὴ εἶναι γραμμένη μὲ τὸ χυθὲν ὑπὲρ πατρίδος αἷμα του καὶ τό αἷμὰ του ἀκόμη ἀχνίζει καὶ τὸ σῶμα του χθὲς ὁ τάφος τὸ ἐπαράλαβε.
Στρατιῶται! Τιμήσατε καθ’ ὅν τρόπον ὁ ἴδιος σᾶς ἐπαράγγειλε τὴν μνήμην του. Αὐτὸς ἀπέθανεν, ἀλλά τὸ παράδειγμά του ζῆ. Ἀλλά τί λέγω τὸ παράδειγμά του ζῆ ; Αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶναι ἀοράτως μαζί σας, ἀλλά ὄχι πλέον πενιχρά, καταξεσχισμένα καὶ δυσώδη ἐνδεδυμένος,
Ὄχι πλέον αὐχμηρὸς ὡς ἐζοῦσε μαζί σας. Αὐτός σᾶς παρουσιάζεται ἐνδεδυμένος τὸ χρυσούφαντον φόρεμα τῆς δόξης, τὸ φόρεμα τὸ ὁποῖον ἐνδύει τὸν στρατιώτην εἰς τὸ στάδιον τῆς μάχης ὁ ὑπὲρ πατρίδος θάνατος.
Αὐτός, Στρατιῶται! αὐτός, καθ’ ἥν στιγμὴν ξεσπαθωμένοι κτυπήσετε τὰ τείχη τῶν Ἀθηνῶν, θὰ σᾶς παρουσιασθῆ ὡς ὁ ἰσχυρὸς ἄγγελος τῆς Ἀποκαλύψεως, καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, περιβεβλημένοςνεφέλην καὶ ἶρις ἐπί τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὡς στῦλοι πυρός.
Ναί, τοιοῦτος θὰ σᾶς παρουσιασθῆ, διότι τόση λαμπρότης περιχύνεται μετά θάνατον εἰς ὅποιον ἀποθάνει ὑπὲρ πατρίδος. Αὐτὸν θ’ ἀκούσετε ἐκείνην τὴν ὥραν ἐπαναλαμβάνοντα μεγάλῃ φωνῆ ὅ,τι καὶ ἐν ὧ ἀνέβαινεν εἰς τοὺς οὐρανοὺς ἔλεγε.
Συστρατιῶται ! τελειώσατε τὸ ἔργον μου, ἐλευθερώσατέ μου τάς Ἀθήνας, τάς Ἀθήνας ἐλευθερώσατέ μου ….
(1).Τοιαῦται εἰδήσεις ἦσαν καθ’ ἥν ὥραν ἐξεφωνήθη ὁ λόγος.
Πηγή: (Σπυρίδων Τρικούπης, Ἐξεφωνήθη ἀντίπερα τοῦ Πόρου, τὴν 24ην Ἀπριλίου 1827), Αγία Ζώνη, Αβέρωφ
Σαν σήμερα, στις 2/4/1827, πριν από 190 χρόνια, η 3η Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων που συνήλθε στην Τροιζήνα, επέλεξε ως πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας τον Ιωάννη Καποδίστρια με εισήγηση του Θ. Κολοκοτρώνη και τη σύμφωνη γνώμη του Γ. Καραϊσκάκη. Αντίθετος ήταν ο ξένος παράγοντας, κυρίως οι Άγγλοι. Ο Καποδίστριας ήλθε στην Ελλάδα με υποδοχή μεσσία, γνωρίζοντας όμως ότι θα σηκώσει τον βαρύ σταυρό του μαρτυρίου. Βρισκόταν μπροστά σε μια ερειπωμένη χώρα, λεηλατημένη από την δουλεία αιώνων, και για να αναστηθεί χρειάστηκαν ποταμοί αίματος.
Βρήκε διάλυση παντού, αυθαιρεσίες στρατιωτικών, κοινωνικές συγκρούσεις, λαθρεμπόριο, λεηλασία του δημοσίου χρήματος, ο στόλος σε ακινησία… Αυτήν τη χώρα ήρθε να κυβερνήσει, γνωρίζοντας το δύσκολο έργο που αναλαμβάνει, αλλά και το γεγονός ότι θα γίνει στόχος του φθόνου, των συκοφαντιών και των δολοπλόκων, Ελλήνων και ξένων. Εν τούτοις, έβαλε πάνω απ’ όλα αυτά το χρέος προς την πατρίδα και να εργασθεί σκληρά γι’ αυτήν.
Τις πρώτες πέντε μέρες στην Αίγινα, ο Καποδίστριας είδε πολιτικούς και οπλαρχηγούς, τους είπε τις απόψεις του, που έγιναν δεκτές, αφήνοντας όμως και την απειλή πως αν δεν γίνουν εκείνα που πρέπει τα… μαζεύει και φεύγει. Εξέδωσε αμέσως κώδικα νόμων, και προέβη σε κατανομή αρμοδιοτήτων, οργάνωση και πειθαρχία στρατού και στόλου, πιστή τήρηση των νόμων, εξάλειψη της πειρατείας και της ληστείας. Ψήφισε το Σύνταγμα της Τροιζήνας το Μάϊο του 1827, καθιέρωσε την διάκριση των εξουσιών, υπογραμμίζοντας ότι «η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος, πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού». Όμως, έσπευσε λίγες μέρες μετά να αναστείλει την ισχύ του Συντάγματος…
Το κυβερνείο του Ιωαννη Καποδίστρια στο Ναύπλιο
Το θέρος του 1927 ο Γάλλος στρατηγός Φαβιέρος οργάνωσε το στρατό, το 1829 συνεστήθη η Σχολή των Ευελπίδων, ενώ ο Καποδίστριας δημιούργησε τη Λιμενική Αστυνομία, ίδρυσε Ορφανοτροφείο στην Αίγινα για 500 ορφανά αγωνιστών της Επανάστασης, έλαβε μέτρα για την υγεία και γεωργία, ίδρυσε εκπαιδευτήρια, μουσική σχολή, Μουσείο Αρχαιοτήτων (με καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας), τυπογραφείο για την εκτύπωση κρατικών κειμένων, διδακτικών βιβλίων, εφημερίδων, καθώς και στατιστική υπηρεσία που διενήργησε την πρώτη απογραφή πληθυσμού, που ήταν 569.000.
Για τη δημοσιονομική πολιτική ο Καποδίστριας είπε: «τώρα που ελευθερώθημεν πρέπει να προαγάγωμεν όσον το δυνατόν τα οικονομικά μας, καλή αυτών διαχείρισις σημαίνει δια το μέλλον Μεγάλη Πατρίς». Και στέλνοντας το μήνυμα στους γραμματείς (υπουργούς), είπε ότι «εφ’ όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματα μου αρκούν δια να ζήσω, δεν πρόκειται να αγγίξω ούτε οβολό από τα δημόσια χρήματα. Μόνον αν μείνω αδέκαρος θα καταφύγω στο δημόσιο ταμείο και αυτό μόνο για τα έξοδα που απαιτεί η εκτέλεση των καθηκόντων μου. Αποστρέφομαι και απορρίπτω ανέσεις, αναπαύσεις του βίου και κάθε πολυτέλεια, ενόσω το έθνος είναι κυκλωμένον από ερείπια και ο λαός εις εσχάτην πενία. ‘Ο,τι έχω, ζωή, περιουσία, φιλίες εις την Ευρώπην, κεφάλαια, γνώσεις, τα αφιερώνω εις την πατρίδα. Ελπίζω, ότι όσοι εξ’ υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μεθ' εμού ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγως με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ’ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσία της».
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Ο Καποδίστριας έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθια προς τους Γάλλους και παγερή αδιαφορία προς τους Άγγλους, που τον αγνόησαν όταν επισκέφθηκε το Λονδίνο και όταν διαπίστωσε ότι η ελληνική γη ήταν υποθηκευμένη στους Άγγλους δανειστές μας. Ωστόσο, είχε σκληρούς αντιπάλους εντός της Ελλάδος ·πύκνωσαν οι τάξεις των δυσαρεστημένων και… θεσιθηρών, που εστρέφοντο στη δημοσιογραφία για να τον πλήξουν. Τότε κυκλοφορούσε και το περίφημο: «ή υπούργημα μου δίδεις, ή εφημερίδα γράφω…».
Για τους λεγόμενους λογιότατους-διανοούμενους-κουλτουριάρηδες, θα πει το αμίμητο: «Το κακόν υμών των λογιωτάτων είναι, ότι μόλις μάθετε μερικούς κανόνες της γραμματικής, έστω και εις την γερμανικήν, μόλις ιδήτε μερικά βουνά της Ευρώπης, χειροτονείσθε μόνοι διορθωταί της κοινωνίας και νομοθέται της Πολιτείας. Πλην, άλλο γραμματική, άλλο κοινωνία και άλλο Πολιτεία. Τόσο πολύς καπνός γεμίζει τας κεφαλάς υμών, ώστε δεν εννοείτε οποίον και οπόσον χάσμα διαχωρίζει την κοινωνίαν και την Πολιτείαν από την γραμματικήν...»! Μας χρειάζεται σήμερα ένας Καποδίστριας;
Πηγή: Pontos-News
Εκτός από τα πατριαρχεία (ιδίως το οικουμενικό) και τις κατά τόπους μητροπόλεις και επισκοπές, εκκλησιαστικά κέντρα με άμεση επίδραση στις ψυχές των πιστών είναι οι μονές, προ πάντων οι μεγάλες μοναστικές κοινότητες του Αγίου Όρους και των Μετεώρων, πολυύμνητες για το ιδεώδες φυσικό περιβάλλον, που εξασφαλίζουν την μόνωση και μεταρσιώνουν τον νου προς το θείο. Πραγματικά, όπως ο Άθως με την επιβλητική του ανύψωση ως τα σύννεφα, ως τον ουράνιο θόλο, έτσι και τα Μετέωρα, οι δυνατά ριζωμένοι στην γη θαυμαστοί βράχοι, που ξεπετάγονται με ορμή προς τα άνω, συμβολίζουν την τάση για έξαρση, για πρόσμειξη με το θείο.
Από τα κέντρα αυτά, ιδίως από το πρώτο, που βρίσκεται σε πνευματική επαφή με όλα τα μοναστήρια των ελληνικών χωρών, ακτινοβολεί η φλόγα της ορθοδοξίας προς κάθε κατεύθυνση. Από αυτά ξεκινούν, ιδίως προς τις δυτικές ελληνικές χώρες Μακεδονία και Ήπειρο, ευσεβείς μοναχοί, που πορεύονται εκούσια προς το «μαρτύριον» η προς την «ερημίαν», για να ιδρύσουν μονές και να τονώσουν με την διδασκαλία και με το παράδειγμά τους τους τρομοκρατημένους και απελπισμένους χριστιανικούς πληθυσμούς. Χαρακτηριστική είναι η κτίση πολλών νέων μονών επάνω στην Πίνδο, ιδίως από τα μέσα του 17ου αιώνα, ως τα Άγραφα κάτω.
Για το Άγιο Όρος έχουν γραφή εκατοντάδες βιβλία και χιλιάδες άρθρα, αλλά ελάχιστα απ’ αυτά προσφέρουν ακριβή και θετικά στοιχεία . Αισθητή είναι ακόμη η έλλειψη ενός μεγάλου συνθετικού έργου, ιδίως της εποχής της τουρκοκρατίας, το οποίο να χρησιμοποιή ευρύτατα τα έγγραφα των αρχείων της αντίστοιχης περιόδου (που μένουν σχεδόν απρόσιτα στον ερευνητή) με την προσπάθεια να εισδύση στην ουσία του μοναχικού βίου, στους κλυδωνισμούς της ψυχής των μοναχών και στους πνευματικούς των αγώνες.
Τις πιο πρώιμες, αλλά και ενδιαφέρουσες περιγραφές για το Άγιον Όρος τις έχουμε από Ρώσους προσκυνητές που με πολλές λεπτομέρειες, όπου η αλήθεια συχνά χάνεται μέσα στον μύθο, μιλούν για την κατάσταση και την ιστορία των μονών, για τα μετόχια και τα κτήματά τους στην Χαλκιδική και στην περιοχή της Θεσσαλονίκης (βλ. σ. 216-217 χάρτη Χαλκιδικής με τα μετόχια που είχε το Άγιον Όρος κατά τα πρώτα τη μετά την άφιξη των προσφύγων*), για τους θησαυρούς που κρύβουν, για τα ποικίλα και πολύτιμα δώρα βυζαντινών βασιλέων, για τα άγια λείψανα και τα θαύματά τους, και για άλλα ενδιαφέροντα πράγματα που όλα μαζί συνθέτουν την θρησκόληπτη ατμόσφαιρα της εποχής. Κατά τα τέλη του 15ου αιώνα ο Ρώσος προσκυνητής Ησαϊας μνημονεύει τα μισά σχεδόν μοναστήρια ως σλαβικά και αρβανίτικα: Δοχειαρίου, Γρηγορίου, Αγ. Παύλου, ένα κοντά στον Αγ. Παύλο αφιερωμένο στον Αγ. Ιωάννη τον Θεολόγο (εννοεί ασφαλώς την μονή Διονυσίου), Χιλανδαρίου σερβικά, Παντελεήμονος ρωσικό, Σίμωνος Πέτρας βουλγαρικό, Καρακάλλου και Φιλοθέου αρβανίτικα. Του Ζωγράφου, Κασταμονίτου, Ξηροποτάμου και Κουτλουμουσίου δεν τα προσδιορίζει, ενώ της Λαύρας, Βατοπεδίου, Παντοκράτορος και Σταυρονικήτα τα ονομάζει ρητά ελληνικά. Νομίζω ότι η πληροφορία του είναι αξιόπιστη και χαρακτηρίζει την ελεύθερη πια διακίνηση των σκλαβωμένων χριστιανικών λαών μέσα στον χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, και ιδίως την κάθοδο των Σλάβων και Αλβανών (πιθανότατα Βορειοηπειρωτών), όχι μόνο γεωργών, αλλά και μοναχών προς την Βόρεια Ελλάδα, Μακεδονία και Θράκη.
Την γνώμη μου αυτή την επιβεβαιώνουν δύο έγγραφα της «Συνάξεως»: το ένα, του 1399, το υπογράφουν σλαβικά μόνον οι αντιπρόσωποι του Χιλανδαρίου και Διονυσίου, ενώ το άλλο, του 1505 (σύγχρονο δηλαδή του Ησαϊα), το υπογράφουν 18 αντιπρόσωποι, από τους οποίους οι 11 βάζουν την υπογραφή τους στα σλαβικά. Δηλαδή κατά τον 15ο αι. και ιδίως μετά την Άλωση οι μονές του Αγ. Όρους αριθμούν πολλούς Σλάβους μοναχούς. Γι’ αυτό και από τις αρχές του 16ου αι. παρατηρείται κάποια αντίδραση ορισμένων Ελλήνων μοναχών εναντίον του εκσλαβισμού των μονών, αν κρίνουμε από ορισμένες ενδείξεις που θα αναφέρουμε σε άλλα μέρη. Ο ελληνισμός φοβισμένος αρχίζει ν’ αμύνεται.
Εκτός από τις περιγραφές των Ρώσων προσκυνητών, σύντομες, αλλά θετικές, είναι οι πληροφορίες του Pierre Belon, ο οποίος φλέγεται από την επιθυμία να επισκεφθή τον ιερό εκείνο τόπο και να γνωρίση την ιδιότυπη ζωή των μοναχών. Ενθουσιασμένος από το φυσικό περιβάλλον σημειώνει ότι δεν γνωρίζει άλλον τόπον πιο κατάλληλο για μόνωση.
Αν κάποιος έλθη στο Άγιο Όρος, για να γίνη καλόγερος, και έχη κάποια περιουσία, τότε και αυτή ενσωματώνεται στην περιουσία του μοναστηριού. Το κακό όμως είναι ότι οι υποψήφιοι μοναχοί κείρονται συνήθως αδοκίμαστοι και αμέσως κατόπιν στέλνονται σε διάφορες αγροτικές εργασίες, σε κοπάδια ζώων, μύλους κ. λ. με αποτέλεσμα να φθείρωνται οι ψυχές τους.
Οι 6.000 μοναχοί ζουν σε 24 παλιά μοναστήρια σκορπισμένα εδώ και εκεί, καλοχτισμένα και οχυρωμένα με ψηλά τείχη, για ν’ αντιστέκωνται στις επιδρομές των πειρατών, αν και συνήθως αυτοί - ακόμη και οι Τούρκοι - δεν τα πειράζουν.
Όλοι οι μοναχοί είναι ντυμένοι φτωχικά και εργάζονται. Ξεκινούν κάθε πρωί για τις δουλειές τους με το δισάκκι τους ριχμένο στον ώμο γεμάτο παξιμάδια και μερικά κρομμύδια και με τα εργαλεία τους στο χέρι, τσάπα, σκαπάνη η κλαδευτήρι. Άλλοι τσαπίζουν τ’ αμπέλια, άλλοι κόβουν ξύλα και άλλοι κάνουν καράβια. Άλλοι πάλι κλώθουν μαλλί η είναι ράφτες, τσαγκάρηδες, κτίστες, ξυλουργοί κ. λ.. Κάνουν ωραία ξύλινα κουτάλια, ξυστριά για την ράχη, κύπελλα, δίσκους ποικιλόχρωμους και άλλα ωραία αντικείμενα, βιοτεχνία που επιζεί ακόμη ως σήμερα.
Οι μοναχοί δεν τρώγουν κρέας, ακόμη και ψάρια, ιδίως την Σαρακοστή. Αρχίζουν με κρομμύδια ωμά και σκόρδα. Η κύρια τροφή τους είναι ελιές και κουκκιά βρεγμένα. Τελειώνουν με ρόκα και κάρδαμο. Φιλοξενούν τους επισκέπτες δωρεάν. Επειδή θεωρούνται ότι τηρούν αυστηρότατα τους κανόνες του μοναχικού βίου, οι ορθόδοξοι λαοί, όπου και αν κατοικούν, στα Βαλκάνια, στην Ρωσία, στην Πολωνία, στον Καύκασο, στην Μιγγρελία κ. λ., τους σέβονται πολύ περισσότερο από τους άλλους μοναχούς. Ακόμη σέβονται ιδιαίτερα και εκείνους τους μοναχούς του Σινά, του Λιβάνου, των ερήμων της Συρίας κ. λ., που έμειναν ένα διάστημα στο Άγιο Όρος. Αλλά και όλοι γενικά αναγνωρίζουν την αγιότητα του Όρους και σέβονται βαθύτατα ιδίως τους ασκητές. Οι μοναχοί πληρώνουν κεφαλικό φόρο (κοινώς λεγόμενο χαράτς) 3 τάλληρα κάθε χρόνο κατά κεφαλή. Αγοράζουν με δικά τους χρήματα τα ρούχα τους και τα απαραίτητα εργαλεία, για να καλλιεργούν την γη τα μοναστήρια έχουν εισοδήματα από διάφορες χώρες της ορθοδοξίας, κυρίως από την Ρωσία και την Βλαχία. Συχνά μάλιστα στέλνουν μοναχούς στο εξωτερικό, για να ζητήσουν την ελεημοσύνη των χριστιανικών λαών. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι «ταξιδιώτες». Η έξοδος αυτή, που οι ζηλωτές του αυστηρού πνεύματος την κατακρίνουν ως διαλυτική του μοναχισμού, διαρκεί συνήθως δύο τρία χρόνια. Μετά την επιστροφή τους παραδίδουν τα χρήματα στον σκευοφύλακα του κάθε μοναστηριού, ο οποίος αντιμετωπίζει τις διάφορες ανάγκες και τα υπόλοιπα τα κρατεί για να πληρώση τα έξοδα ενός άλλου ταξιδιού.
Οι μοναχοί που κινούν την περιέργεια μαζί και τον θαυμασμό του κόσμου είναι οι ερημίτες, εκείνοι δηλαδή που, ύστερ’ από συμβίωση πολλών ετών στο μοναστήρι, αναχωρούν ένας - ένας χωριστά στην «έρημον», όπου περνούν τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους σιωπηλοί με την σκέψη τους στραμμένη προς το θείο, τρώγοντας τρεις ή δύο ή και μία φορά την εβδομάδα μόνο ψωμί ή χόρτα, ρίζες και κάστανα. Αυτοί συνήθως είναι οι οραματιστές προφητειών.
Από τους μεταγενεστέρους ξένους περιηγητές που μας πληροφορούν για τον Άγιον Όρος ο πιο αξιόπιστος είναι ο Άγγλος John Covel, ο πρώτος Άγγλος που το επισκέφθηκε επί Τουρκοκρατίας, στα 1677. Ο Covel (σ’ αυτόν βασίζεται ο Ricaut) περιγράφει τα μεγαλύτερα μοναστήρια και δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την οργάνωση του Όρους και ιδίως για τα αξιώματα και την διοίκηση της Λαύρας. Αναφέρει ότι ο οικουμενικός πατριάρχης δεν επεμβαίνει στην εσωτερική διοίκηση, αλλά μόνο διορίζει κατά παράδοση τον αρχιερέα, τον μητροπολίτη Ιερισσού και Αγ. Όρους, ο οποίος είναι υπό τον Θεσσαλονίκης και μένει άλλοτε στις Καρυές και άλλοτε στην Σιδερόκαψα. Έχει σωθή μάλιστα και δημοσιευθή μπεράτι σχετικό με τον διορισμό μητροπολίτη του Αγίου Όρους στα 1482.
Ο πραγματικός ανώτατος εκκλησιαστικός άρχοντας του τόπου είναι ο Πρώτος. Αυτός καθήκον έχει να εποπτεύη τα διασπαρμένα στο Αγ. Όρος κελλιά των αναχωρητών και σε κοινές συνεδρίες στο Π ρ ω τ ά τ ο ν στις Καρυές μαζί με τους γέροντες των κελλιών να διαλύη τις έριδες των μοναχών και των μονών. Ο Πρώτος παύει να εμφανίζεται κατά τα τέλη του 16ου αιώνα.
Την θέση του Πρώτου την παίρνουν τώρα οι «γέροντες της Συνάξεως» ή «επιστάται». Είναι οι αντιπρόσωποι των μονών στο Πρωτάτο. Έτσι σχηματίζεται εκεί ένα είδος γενικής συνέλευσης, η σημερινή «Σύναξις», που εξετάζει τα ζητήματα που ενδιαφέρουν την μοναστική κοινότητα.
Στις Καρυές εδρεύει Τούρκος αγάς με δύο ή τρεις άνδρες, για να προστατεύουν τις μονές από τις καταπιέσεις των άλλων Τούρκων, ειδικά των ναυτικών της Μπαρμπαριάς. Ο αγάς (από το σώμα των μποσταντζήδων) διορίζεται από τον μποσταντζή μπασή ως αντιπρόσωπός του και μένει στην θέση αυτή δυο χρόνια. Η ετήσια μισθοδοσία του επιβαρύνει τους μοναχούς. Ακόμη κάθε μονή τον προσκαλεί στην πανήγυρη του ναού της και (εκτός από την διατροφή αυτού και της ακολουθίας του) του δωρίζει ένα πουγγί με νομίσματα ανάλογα με την οικονομική της αντοχή.
Ως προς την εσωτερική διοίκηση, ορισμένες μονές, ιδίως Λαύρας και Βατοπεδίου κατά τον 16ο αι. για διάφορους λόγους, κυρίως οικονομικούς, εγκαταλείπουν το κοινοβιακό καθεστώς και υιοθετούν το ιδιόρρυθμο σύστημα ή το μεικτό ιδιόρρυθμο. Το καθεστώς αυτό ενισχύθηκε επί Ιερεμία Β’ και αυτό γενικά, φαίνεται, ακολούθησαν τα μοναστήρια παρά τις διαμαρτυρίες ορισμένων ασκητικών μορφών και τις προσπάθειες τους για την επαναφορά του κοινοβιακού θεσμού.
Το παρακάτω απόσπασμα πράξεως της μονής Λαύρας, που έχει συνταχθή στις αρχές του 18ου αι., προσπαθεί να δικαιολογήση με τα εξής την παρέκκλιση από τα αυστηρά τυπικά του Αγίου Αθανασίου:
«Δεν μας συγχωρεί την σήμερον (η έπαρσις της αθεΐας και το βαρβαρικόν ξίφος) φροντίζειν ποσώς περί των τοιούτων παραδόσεων, ως περιττών όντων εν τω παρόντι καιρώ, οπού το ευαγγέλιον της χάριτος υβρίζεται και καταπατείται και αντιλέγεται φανερώς υπό των απίστων. Φυλάττειν δε μόνον τον όρον και την τάξιν της ευσεβείας και τον αγιασμόν του Πνεύματος, όπως μη επέλθη εφ’ ημάς καμμία εγκατάλειψις από της εξωτερικής αρπαγής και συγχύσεως τότε ούτε κανόνες, ούτε τύποι Πατέρων βοηθήσαι όλως ισχύσουσιν ημίν. Εν τούτοις μόνοις ζητείν την ασφάλειαν το γε νυν έχον και τα λοιπά παρατρέχειν ως μη χρησιμεύοντα εις τον παρόντα αιώνα, του παλαιού καιρού εκείνα πάντα τυγχάνοντα αξιώματα και θεωρίαι και μελετήματα».
Πραγματικά οι μονές του Αγίου Όρους (αλλά και όλες οι μονές) υποφέρουν από την έλλειψη ασφάλειας κατά τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας, από καταπατήσεις των γαιών τους από γειτονικούς Τούρκους σπαχήδες ή από παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους , από πειρατείες, ληστείες, από προστριβές μεταξύ τους για τα όρια των κτημάτων τους κ. λ. με αποτέλεσμα πολλές να διαλύωνται και να ερειπώνωνται ή να πέφτουν σε μεγάλα χρέη και φτώχεια. Μεγάλο πλήγμα κατά των μονών ήταν ιδίως η κατάσχεση των μετοχίων και των άλλων κτημάτων τους στα 1568, για την οποία έχουμε με κιόλας μιλήσει. Σχετικά το έτος ακριβώς εκείνο συστατικό έγγραφο του πατριάρχη Τιμοθέου προς τον μοναχό Δανιήλ Καστρήσιο, που βγαίνει για «ζητεία» στην Δυτική Ευρώπη για την μονή των Ιβήρων, μιλεί για αβάσταχτα χρέη της και τόκους και κοντά σ’ αυτά για την μεγάλη ζημιά που έπαθαν τον προηγούμενο χρόνο από τους Τούρκους, οι οποίοι τους είχαν κατηγορήσει ότι εφοδίαζαν τους Φράγκους με τρόφιμα .
Η ακμή που είχαν γνωρίσει τα μοναστήρια επί των βυζαντινών βασιλέων δεν επρόκειτο πια να ξαναγυρίση. Γι’ αυτό τόσον αυτά, όσο και τα άλλα, έστελναν απεσταλμένους στις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού, οι οποίες τα βοηθούσαν, όπως μπορούσαν πολλοί επίσης ορθόδοξοι ηγεμόνες, ιδίως της Ρωσίας, της Βλαχίας και Μολδαβίας ή και φιλόθρησκοι ιδιώτες έστελναν συχνά χρήματα για ν’ ανακουφίσουν τις μονές ή να εξοφλήσουν τα χρέη τους, καθώς και άλλα αφιερώματα, κεντητούς επιτάφιους, χειρόγραφα ευαγγέλια η άλλα χειρόγραφα και έντυπα θεολογικά βιβλία (τυπωμένα στα τυπογραφεία των ρουμανικών μονών ή πόλεων, Ιασίου, Βουκουρεστίου, Ρύμνικ, Τιργκόβιστε και Σναγκόβ), αναλάμβαναν την προστασία ορισμένων μονών, έκτιζαν ή επισκεύαζαν διάφορα οικοδομήματα και γενικά διατηρούσαν ποικίλες πνευματικές σχέσεις μαζί τους. Ειδικά με τις ρουμανικές χώρες οι σχέσεις ήταν στενές. Πολλοί Αγιορείτες έρχονταν στην Μολδαβία και Βλαχία, καθώς και Ρουμάνοι κατέβαιναν και μόναζαν σε διάφορες μονές του Αγ. Όρους.
Οι Φαναριώτες ηγεμόνες, που διαδέχονται στα 1711 τους Βλάχους και Μολδαβούς στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, δεν είναι τόσο γενναιόδωροι, όσο οι προκάτοχοί τους, γιατί ούτε τον πλούτο ούτε την πολιτική δύναμη εκείνων έχουν. Πάντως οι μονές του Αγ. Όρους, αλλά και άλλα εκκλησιαστικά ιδρύματα (μονές Μετεώρων, πατριαρχεία Ιεροσολύμων κ. λ.) με τις δωρεές είτε των ηγεμόνων είτε και των ιδιωτών αποκτούν στην Βλαχία και Μολδαβία μονές, εκκλησίες, μετόχια και άλλα ακίνητα, με λίγες λέξεις τεράστια κτηματική περιουσία, η οποία μετά την ανεξαρτησία των χωρών εκείνων δημιούργησε το μεγάλο μοναστηριακό ζήτημα.
Παρά ταύτα η οικονομική κατάσταση των μονών του Άθω συνεχώς χειροτερεύει εξ αιτίας των αβάσταχτων φόρων και τόκων. Τα πολλά χρέη που είχε συνάψει η Ιερά Κοινότητα έφεραν τα μοναστήρια σε εξαθλίωση γύρω στα 1600.
Η κατάσταση επιδεινώνεται μετά τον κρητικό πόλεμο (1645 - 1669) ως τα μέσα του επόμενου αιώνα, οπότε με την οικονομική, πνευματική και πολιτική άνοδο των Ελλήνων, αλλά και με την αφιλοκερδή γενναιοδωρία ιδίως των ηγεμόνων της Βλαχίας και Μολδαβίας αρχίζει νέα περίοδος οικονομικής και πνευματικής ακμής. Κτίζονται νέες οικοδομές με κύρια ύλη τα τούβλα ή με τούβλα και πελεκημένες πέτρες. Πολλά όμως κτήρια των μονών, μεγάλων ή μικρών, καθώς και σκήτες και κελλιά κτίστηκαν τις παραμονές της ελληνικής επανάστασης του 1821, μετά τις 2 Σεπτεμβρίου 1820, οπότε καταρρακτώδης βροχή είχε κάνει μεγάλες καταστροφές στο Άγιον Όρος.
Κατά τον 18° και αρχές του 19ου αι., ιδίως μεταξύ 1784 - 1813, οκτώ από τα μικρά μοναστήρια του Άθω, του Ξενοφώντος, Εσφιγμένου, Σίμωνος Πέτρας, Ρωσικό, Διονυσίου, Καρακάλλου, Ζωγράφου και Κουτλουμουσίου, γίνονται πάλι κοινόβια.
Ο Belon μιλώντας για την πνευματική κατάσταση του Αγίου Όρους γράφει ότι άλλοτε είχε πολλά και ποικίλα χειρόγραφα, ότι στην εποχή του ήταν κυρίως θεολογικά (σημ: φυσικό ήταν να είναι τα περισσότερα), ότι σε κάθε μοναστήρι βρίσκονται μόνο δυο ή τρεις μοναχοί που ξέρουν να γράφουν ή να διαβάζουν ‚ και αυτό γιατί δήθεν - ήταν απαγορευμένη με αφορισμό η μελέτη άλλων έργων, εκτός από τα θεολογικά. Η φιλοσοφία και η ποίηση βρίσκονταν υπό διωγμό -εννοείται το πνεύμα δυσπιστίας και η δυσμενής στάση απέναντι της φιλοσοφίας που επικράτησε μέσα στους κόλπους της ορθοδοξίας μετά τους ησυχαστικούς αγώνες.
Μολαταύτα το Άγιο Όρος ανέδειξε πολλούς λόγιους κληρικούς και ιεράρχες. Ιδίως διασώζεται εκεί κατά παράδοση η βυζαντινή μουσική, όπως μαρτυρεί ο πλούτος των μουσικών χειρογράφων και το πλήθος των ιεροψαλτών και μουσικών, Γενικά το Άγιο Όρος υπήρξε επί τουρκοκρατίας, όπως εύστοχα είχε παρατηρήσει ο επίσκοπος Σάμου Γεωργειρήνης, η «Μεγάλη Ακαδημία του ορθοδόξου μοναχισμού». Ήταν δηλαδή σύμβολο, ιδέα παρά σχολή. Οι υπηρεσίες των μοναχών του Άθω στην ορθοδοξία ήταν μεγάλες. Αυτοί, παρά την αμάθεια, την θρησκοληψία και την αργυρολογία κατά τις περιοδείες τους, ήταν εκείνοι κυρίως που με το φλογερό και αδιάλλακτο κήρυγμά τους ενθάρρυναν τους ορθοδόξους να εμμένουν στην πίστη τους και να μη προσέρχωνται στον ισλαμισμό ή στον καθολικισμό. Συγκεκριμένα οι καθολικοί ιερείς των Κυκλάδων αναγνώριζαν ότι ένα σημαντικό αίτιο που εμπόδιζε τον προσηλυτισμό των κατοίκων ήταν η δράση των μοναχών του Αγίου Όρους, οι οποίοι την μεγάλη Σαρακοστή τριγύριζαν στα νησιά, εξομολογούσαν τους απλούς κατοίκους, τους μετέδιδαν την Θεία μετάληψη και σύγχρονα κατηγορούσαν τον πάπα και την καθολική Εκκλησία. Έτσι φανάτιζαν εκείνους ακριβώς που ήταν ευάλωτοι από την καθολική προπαγάνδα.
Τὸν τελευταῖο καιρὸ ἀναθεωρητὲς τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας προσπαθοῦν νὰ ἀλλάξουν τὰ ἱστορικὰ δεδομένα, παρουσιάζοντας καινοφανεῖς ἀπόψεις γιὰ νὰ ἀνατρέψουν τὴν ἱστορική ἀλήθεια. Στόχος τους, νὰ ξαναγράψουν τὴν Ἱστορία ὑπὸ τὸ πρίσμα μίας κατευθυνόμενης, δῆθεν «προοδευτικῆς» ἰδεολογίας, μὲ ἐπικάλυμμα τὴν «ἐπιστημονικὴ τεκμηρίωση» ἀπὸ θολὲς πηγές. Μειώνουν τὸν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21, σπιλώνουν ἀγωνιστὲς (Κολοκοτρώνης) καὶ τονίζουν ὅτι «ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία ἦταν ἀντίθετη στὴν Ἐπανάσταση καὶ τοὺς ἐλάχιστους ἀνώτερους κληρικοὺς ποὺ ἐλάμβαναν μέρος ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ ἀπειλοῦσε ὅτι θὰ ἀφορίσει».
Ἀποτελοῦν ὅμως αὐτὰ πραγματικὴ ἀντίθεση τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21; Τὴν ἀπάντηση στοὺς κατευθυνόμενους ἱστορικοὺς δίνει, μέσα ἀπ’ τὰ γραπτά του, ὁ πιὸ ἁρμόδιος ἀπ’ ἱστορία ὅλους, ὁ ἀκαδημαϊκὸς – ἱστορικὸς Κωνσταντῖνος Δεσποτόπουλος: «Εἶναι, φρονῶ, ἱστορικὰ ἐπιπόλαιη μία τέτοια γνώμη. Ἀγνοεῖται ἀπὸ τοὺς φορεῖς της ὅτι ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας ἦταν νὰ σώσει ζωὲς Ἑλλήνων καὶ ὅτι μὲ τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης τὸ μέγα πλῆθος τῶν Ἑλλήνων, κατοίκων ἐκτεταμένων περιοχῶν τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, βρέθηκαν αὐτομάτως σὲ κατάσταση ὁμηρείας.
Καὶ συνεχίζει ὁ Κ. Δεσποτόπουλος, ἀποστομώνοντας τοὺς διαστρεβλωτές τῆς Ἱστορίας:
«Ἐκινδύνευσε τότε νὰ ἐξολοθρευθεῖ μέγα πλῆθος Ἑλλήνων καὶ οἱ ἄντρες τῆς Φιλικῆς Ἐταιρείας νὰ καταστοῦν ὀλετῆρες τοῦ Γένους. Ὁ Σουλτάνος, ἔξαλλος, ὅταν ἔμαθε τὴν Ἐπανάσταση, ὑπέγραψε διάταγμα ἐξοντωτικὸ τῶν Ἑλλήνων τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Χρειαζόταν, ὅμως, νὰ τὸ προσυπογράψει καὶ ὁ θρησκευτικὸς τῶν Τούρκων ἡγέτης. Καὶ ὁ τότε κάτοχος τοῦ ἀξιώματος αὐτοῦ Χατζὴ Χαλὶλ ἐφέντης, ἀνὴρ φιλάνθρωπος, ἀρνήθηκε νὰ τὸ προσυπογράψει μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι δὲν ἐπιτρέπει τὸ Κοράνι σφαγὴ ἀθώων καὶ μυστικὰ διαμήνυσε πρὸς τὸν Πατριάρχη νὰ τὸν ἐνισχύσει πρὸς τὴ σωστικὴ ἄρνησή του.
Τιμὴ καὶ δόξα
«Γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ Ἕλληνες, ὁ μόνος τρόπος ἦταν ὁ θρησκευτικός τους ἡγέτης, ὁ Πατριάρχης, νὰ ἀποκηρύξει τὴν Ἐπανάσταση. Καὶ ἀνήκει τιμὴ καὶ δόξα στὸν Πατριάρχη Γρηγόριο τὸν Ε΄ γιὰ τὴ σωστικὴ τοῦ ὑπόδουλου Γένους ἀπόφασή του νὰ προβεῖ σὲ ἀποκήρυξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Καὶ ἀλίμονο γιὰ τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων, ἂν δὲν τὸ ἔκανε.
Ἐξάλλου, ἐπισημαίνουμε ὅτι ὁ ἀρχηγὸς τῆς Ἐπαναστάσεως, Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης, εἶχε διαμηνύσει ἀπὸ τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1821 πρὸς τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ὅτι ἐνδέχεται ὁ Πατριάρχης νὰ προβεῖ σὲ ἀποκήρυξη τῆς Ἐπαναστάσεως, γιὰ νὰ προστατεύσει τοὺς Ἕλληνες τῶν μὴ ἐπαναστατημένων περιοχῶν, καὶ ἡ ἀποκήρυξη αὐτὴ δὲν θὰ ἐκφράζει τὸ πραγματικὸ φρόνημά του (σ.σ.: αὐτὸ τὸ στοιχεῖο, οἱ… προοδευτικοὶ κατευθυνόμενοι ἱστορικοὶ σκοπίμως τὸ ἀποσιωποῦν!).
Δυὸ ἄντρες ὑπῆρξαν τότε σωτῆρες τοῦ ἔθνους. Ὁ Ἐθνομάρτυρας Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄καὶ ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, ὁ ὁποῖος ἔσωσε τὴν Ἐπανάσταση μὲ τὴ διπλωματικὴ δεξιοτεχνία του, καθὼς ἐπέτυχε στὸ Λάιμπαχ νὰ ματαιώσει ἀπόφαση τῶν ἐκεῖ συγκεντρωμένων ἀρχηγῶν τῶν Μεγάλων τότε Δυνάμεων γιὰ ἐπέμβαση τοῦ ἀντεπαναστατικοῦ συνασπισμοῦ τῶν ἐναντίον τοῦ ἐθνικοαπελευθερωτικοῦ ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων καί, μάλιστα, γιὰ νὰ ἐπιτύχει τὴ ματαίωση αὐτή, ἐδέησε νὰ συντάξει ὁ ἴδιος ἀποκήρυξη τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντη ὡς Ἀρχηγοῦ τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων…
Δυὸ «ἀποκηρύξεις», λοιπόν, συνέβαλαν κρίσιμα γιὰ τὴν περίσωση τὸ 1821 τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων καὶ γιὰ τὴ μὴ καταστολὴ μὲ διεθνῆ σύμπραξη τῆς ἀπελευθερωτικῆς του Ἐπαναστάσεως. Καὶ ἀποτελεῖ σφάλμα οἰκτρὸ τῶν ἱστορικῶν ἡ γνώμη γιὰ τὶς σωτήριες αὐτὲς «ἀποκηρύξεις» ὅτι ἐνέχουν ἀντίθεση τῶν αὐτουργῶν τους πρὸς τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, τὸ μόνο ἀνάχωμα καὶ ἡ μόνη δύναμη ποὺ μποροῦσε νὰ ἀνακόψει τὸ συνεχῶς διογκούμενο κύμα τοῦ ἀφελληνισμοῦ -ἀποτέλεσμα τῆς μακραίωνης σκλαβιᾶς, βίας καὶ παντοδαποὺς καταπίεσης τῶν Ρωμηῶν ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς κατακτητὲς- ἦταν οἱ ἅγιοι Νεομάρτυρες. Αὐτοὶ ἀναζωογονοῦσαν τὴν κλονιζόμενη πίστη τῶν συγχρόνων τους χριστιανῶν, ἐπισφραγίζοντας καὶ ἀνακαινίζοντάς την.
Τὰ Νεομαρτυρολογικὰ κείμενα, ὅπως αὐτὰ ποὺ συνέταξε ὁ Ἰωνάς, ὠφέλησαν πνευματικά τούς μοναχοὺς καὶ ταυτόχρονα συνέβαλαν στὴ διάσωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ συγγραφὴ καὶ ἡ ἀντιγραφὴ αὐτῶν, μαρτυροῦν τὴ μεγάλη συμβολὴ τῶν ἁγιορειτῶν μοναχῶν στὴ διατήρηση ἀκμαίου τοῦ φρονήματος Ἑλληνισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας.
Ἡ συμβολὴ τοῦ Ἁγίου Ὅρους στὴν ἀνάδειξη νεοφανῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι μεγάλη καὶ οὐσιαστική. Τουλάχιστον τὸ ἕνα τρίτο αὐτῶν εἶναι Ἁγιορεῖτες ἢ πνευματικὰ τέκνα Ἁγιορειτῶν πατέρων. Οἱ τελευταῖοι, ὅπως ὁ Ἰωνὰς ὁ Καυσοκαλυβίτης, ὄχι μόνο ἐξέθρεψαν καὶ ἂνδρωσαν πνευματικά τούς νεοφανεῖς μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἀκολούθως προέβαλαν τοὺς ἀγῶνες τους συστηματικά, πρὸς ὄφελος τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ.
Πηγή: (Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ μοναχοῦ Παταπίου Καυσοκαλυβίτου «Ἁγιασμένες μορφὲς τῶν Καυσοκαλυβίων»), Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Λίγα έχουν ειπωθεί και λιγότερα γραφτεί για την προσφορά των Ποντίων στην Ελληνική Επανάσταση. Μια προσφορά η οποία ήταν σημαντική και καθοριστική, τόσο στη Φιλική Εταιρεία και τη χρηματοδότησή της όσο και σε έμψυχο υλικό. Δυστυχώς οι περισσότερες μαρτυρίες για τη συμβολή των Ποντίων στην Επανάσταση του ’21 χάθηκαν με την ολοκληρωτική καταστροφή του ποντιακού ελληνισμού το 1922.
Σε γραπτά όμως κείμενα, αγωνιστών του 1821, γίνονται αναφορές για εκατοντάδες «Μαυροθαλασσίτες», «Τραπεζούντιους», «Σινωπείς», «Αργυρουπολίτες».
Στο Θούριό του ο Ρήγας αναφέρεται στους Πόντιους Μαυροθαλασσινούς: «Λεβέντες Μαυροθαλασσινοί, ο βάρβαρος ως πότε θε να σας τυραννεί». Την ίδια εποχή 4.000 Μπαφραίοι θανατώνονται από τους Τούρκους, ρίχνονται δεμένοι πισθάγκωνα και πνίγονται στον ποταμό Άλυ.
Ένας Πόντιος, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, άρχισε την επανάσταση, και ένας άλλος, ο αδελφός του Δημήτριος, την τελείωσε. Γράφει χαρακτηριστικά ο ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων: «Οι μεγαλύτερες ίσως μορφές του 1821 ήταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και ο αδερφός του Δημήτριος Υψηλάντης. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ως Στρατηγός και Αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας άρχισε τον αγώνα με τον Ιερό Λόχο, ενώ ο αδερφός του Δημήτριος, ως Στρατάρχης, σφράγισε την Επανάσταση το 1829 με νίκη στην Πέτρα Βοιωτίας, νικώντας 7.000 Τούρκους (με 3.000 Έλληνες)».
Η Ελισάβετ Υψηλάντη (ανάμεσα στους ήρωες γιους της Αλέξανδρο και Δημήτριο) εκποίησε ακίνητα και χρυσαφικά και τα διέθεσε στον Αγώνα
Οι Υψηλάντες ήταν μια από τις παλιές ποντιακές οικογένειες, με καταγωγή από την Υψηλή, ένα χωριό του Όφι, στον Πόντο. Ο παππούς τους, Αλέξανδρος Υψηλάντης, καρατομήθηκε από τους Οθωμανούς όντας ηγεμόνας στη Μολδοβλαχία. Η οικογένεια Υψηλάντη ξόδεψε όλη της την περιουσία για να χρηματοδοτήσει την επανάσταση, και πέθαναν φτωχοί. Παρομοίως Έλληνες ομογενείς όπως ο Παναγιώτης Σέκερης (έδωσε 10.000 γρόσια), ή ο Γεώργιος Λεβέντης (έδωσε 12.000 γρόσια), πέθαναν πάμπτωχοι στην απελευθερωμένη πλέον Ελλάδα! Ο Ηλίας Κανδήλης, ιδρυτής του Φροντιστηρίου της Χερσώνας, άφησε στον Αλέξανδρο Υψηλάντη 5.000 ρούβλια, ο Ιάκωβος Γρηγοράντης, γενικός «αρχιμεταλλουργός» των μεταλλείων της Αργυρούπολης, καθώς και η μεγάλη ποντιακή οικογένεια των Μουρούζηδων είναι λίγα μόνο από τα παραδείγματα των Ποντίων που ενίσχυσαν τον αγώνα.
Με τη διακήρυξη του Υψηλάντη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», στις 24 Φεβρουαρίου 1821, σήμανε η αρχή της Επανάστασης και Έλληνες σπουδαστές έτρεξαν και οργανώθηκαν κατά τα πρότυπα του θηβαϊκού «Ιερού Λόχου». Οι περισσότεροι ήταν Πόντιοι. Στις 7 Ιουνίου 1821 στο Δραγατσάνι έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι στο πεδίο της μάχης. Ο σουλτάνος κήρυξε τον Ιερό Λόχο ως «Ποντιακή Στρατιωτική Μονάδα» και έσφαξε για αντίποινα τους προκρίτους της Αργυρούπολης.
Επί δύο χρόνια οι κάτοικοι της Αργυρούπολης, και άλλων περιοχών του Πόντου, δεν είχαν δικαίωμα να παίρνουν νερό κατά τη διάρκεια της ημέρας από τις βρύσες τους, έστω κι αν αυτές βρίσκονταν μέσα στην αυλή τους.
Ανάμεσα στους Φιλικούς ήταν ο Μητροπολίτης Αργυρουπόλεως Σίλβεστρος Λαζαρίδης Β΄, που μυήθηκε από τον συμμαθητή του και Σχολάρχη Τραπεζούντας Σάββα Τριανταφυλλίδη. Ορκίστηκαν από δύο απεσταλμένους Φιλικούς που ήρθαν για το σκοπό αυτόν στην Αργυρούπολη, ντυμένοι σαν Τούρκοι δερβίσηδες. Οι δερβίσηδες περιόδευσαν τον Πόντο και όρκισαν πολλούς και μάζεψαν χρήματα για τον αγώνα. Μόνον οι μυημένοι της επαρχίας Χαλδίας συγκέντρωσαν για τον αγώνα 12.000 γρόσια. Ακόμη και το 1866, όταν καιγόταν η ηρωική Κρήτη, ο πρόξενος της Ελλάδας στην Τραπεζούντα, Παναγιώτης Ματαράγκας, μάζεψε για τον αγώνα της Κρήτης 340 χρυσές λίρες, από τις οποίες τις 50 έδωσε ο Μητροπολίτης Γερβάσιος Σουμελίδης.
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, το μίσος και ο φανατισμός των Τούρκων εναντίον των Ποντίων κορυφώθηκε. Στην Τραπεζούντα ο φανατισμένος όχλος μάζεψε τους Χριστιανούς στο Γκιουζέλ Σεράι (Λεοντόκαστρο) για να τους σφάξει. Ο καταγόμενος από το Σταυρίν της Κρώμνης φρούραρχος της Τραπεζούντας, ο Σατήρ Ζαδδές Σουλεημάν Πασάς, διέλυσε τον όχλο και έσωσε τους χριστιανούς. Λέγεται ότι ο φρούραρχος ήταν κρυπτοχριστιανός.
«Η Ελλάς ανέστη, η Ελλάς ηγέρθη, η Ελλάς αληθώς Ανέστη». Για τον Πόντο, όμως, «...Ανάσταση καμιά».
Δυστυχώς τα κλαριά δεν άνθισαν στον Πόντο, ούτε και η γης έβγαλε χορτάρι. Η προσφορά των Ποντίων όμως στην Ελληνική Επανάσταση ήταν γενναιόδωρη σε χρήμα και βαρετή σε αίμα.
Μην κλαις, μην κλαις Αϊ-Γιάννε μου, και μη δερνοκοπάσαι.
Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία επάρθεν.
Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.
Πηγή: Pontos News
Είναι γνωστό και ιστορικώς αποδεδειγμένο πως τα επαναστατικά γεγονότα του 1821, ανακινήθηκαν με την σύναξη του Αιγίου (Βοστίτσας) από την 26η Ιανουαρίου έως και 30η του ιδίου μηνός (παλαιό ημερολόγιο). Εκεί από τον Παπαφλέσσα, οι πρόκριτοι και οι ιερείς, άκουσαν ότι οι πιθανότερες ημερομηνίες για την έναρξη της επαναστάσεως ήταν, είτε η 25η Μαρτίου, (ημέρα του Ευαγγελισμού), είτε η 23η Απριλίου, (του αγίου Γεωργίου) , είτε η 29η Μαΐου, (ημέρα της αλώσεως της Πόλης), απ’ ότι όμως απεδείχθη εκ των υστέρων τα γεγονότα τους πρόλαβαν και η επανάσταση ξεκίνησε νωρίτερα.
Έτσι λοιπόν στις 14 Μαρτίου 1821 χτυπήθηκαν οι Τούρκοι εισπράκτορες στο Αγρίδι Κλουκινών Καλαβρύτων από τον Νικόλαο Σολιώτη και την 16η Μαρτίου1821 στην χελωνοσπηλιά Λυκούριας Καλαβρύτων από τους Χονδρογιανναίους, στην Φροξυλιά, στο γεφύρι του Αμπήμπαγα και αλλού, ενώ η κορύφωση των γεγονότων έγινε με την απελευθέρωση της πόλεως των Καλαβρύτων την 21η Μαρτίου 1821, συνεχίστηκε με την μάχη των Πατρών την 21η και 22α Μαρτίου 1821, καθώς και την απελευθέρωση της Καλαμάτας την 23η Μαρτίου 1821 από τον Κολοκοτρώνη, τον Παπαφλέσσα και τους Μανιάτες του Πετρόμπεη που κι’ αυτοί είχαν ξεκινήσει με ορκωμοσία από την Αρεόπολη στις 17 Μαρτίου 1821.
Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο μερικοί λόγιοι και δημοσιογράφοι, αναφερόμενοι στην περί της επαναστάσεως ιστορική σύγχυση (αφού δεν υπήρξε ένα μόνον γεγονός, αλλά πολλαπλά και ταυτοχρόνως), άρχισαν μία προσπάθεια αναγνωρίσεως της Καλαμάτας ως της πρώτης πόλεως που ελευθερώθηκε και κήρυξε την επανάσταση. Την αρχή αυτή έκανε ο αείμνηστος Καλονάρος την 23η Μαρτίου 1948 με την δημοσίευση στο «Εμπρός – Αθηνών» μερικών ιστορικών περικοπών βάσει των οποίων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Καλαμάτα προηγήθη των Καλαβρύτων και των Πατρών, τον δε Μάρτιο του 1957 στο περιοδικό «Ιστορία και Ζωή» δημοσιεύθηκε άρθρο του καθηγητή και Ακαδημαϊκού Σπ. Β. Κουγέα, στο οποίο συνάγεται το συμπέρασμα ότι το κλέος της επαναστάσεως ανήκει στην Καλαμάτα και τούτο διότι: «η ιστορική οικονομία νίκησε την ιστορία και τα Καλάβρυτα με την συμβολική αίγλη της Αγίας Λαύρας αφήρπασαν το γέρας εκ της Καλαμάτας».
Στις απόψεις των παραπάνω Μεσσηνίων συγγραφέων στηρίχθηκαν και πολλοί μεταγενέστεροι ερευνητές, οι οποίοι στηριζόμενοι στην βιβλιογραφία που είχαν δημιουργήσει οι προηγούμενοι, συντήρησαν και συντηρούν ακόμα τα περί πρωτιάς της Καλαμάτας.
Η αντιπαράθεση των ιστορικών ερευνητών αναφορικά με την πρωτιά της κηρύξεως της επαναστάσεως του 1821 στην Πελοπόννησο, έχει δυστυχώς λάβει μεγάλες διαστάσεις φιλολογικής αντιδικίας, σε σημείο μάλιστα που συχνά να λησμονείται η ουσία των επαναστατικών γεγονότων, αφού από Εθνικο-απελευθερωτικός αγώνας, υποβαθμίζεται σε τοπικό κίνημα!!!
Για λόγους εξισορροπήσεως των απόψεων, είμαστε υποχρεωμένοι να αναφερθούμε έστω και εν συντομία στα ιστορικά γεγονότα της ενάρξεως της επαναστάσεως στον κυρίως Ελλαδικό χώρο και ειδικότερα στην Πελοπόννησο (αφού βεβαίως στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες είχε δοθεί το έναυσμα ήδη με τους Ιερολοχίτες τον Φεβρουάριο του 1821) .
Ως προανεφέρθη, μετά την σύναξη του Αιγίου (Βοστίτσας), οι Μωραΐτες (Μωραλήδες) Τούρκοι οι οποίοι είχαν αρχίσει ήδη από καιρό να υποψιάζονται αυτονομιστικές επαναστατικές κινήσεις των Ελλήνων στη Πελοπόννησο, θέλησαν να παγιδεύσουν τις ηγετικές κεφαλές των Ελλήνων στην Τρίπολη, ούτως ώστε αυτοί να μείνουν χωρίς αρχηγούς.
Από τα τότε μέσα «αντικατασκοπίας» των Ελλήνων *(Σημ!.: Λέγεται πώς βοήθησε και η Αϊσέ, κόρη του Αρναούτογλου , Βοεβόδα Καλαβρύτων, η οποία κατά την παράδοση διατηρούσε ερωτική σχέση με τον Παναγιωτάκη Φωτήλα) μαθεύτηκαν τα ανωτέρω και οι Καλαβρυτινοί πρόκριτοι παρότι αρχικά έδειξαν πρόθεση αναχωρήσεως για την Τρίπολη, την 9η Μαρτίου 1821 (Ιστορία Δ. Κόκκινου Α’ σελ. 254, αλλά και τ’ απομνημονεύματα του Π.Π. Γερμανού) στα μισά του δρόμου προφασιζόμενοι ασθένεια γύρισαν πίσω στα Καλάβρυτα. Η ενέργειά τους αυτή τους εξέθεσε έναντι των Οθωμανικών Αρχών και αναγκάσθηκαν να λάβουν συντομότερες αποφάσεις αναφορικά με την έναρξη του αγώνος.
Τόπος επιστροφής των προκρίτων, που ανέστειλαν την άφιξή τους στην Τριπολιτσά, ήταν η Α. Κλειτορία (Καρνέσι) και η Αγία Λαύρα στην οποία έφθασαν το βράδυ της 11ης προς 12η Μαρτίου 1821. Την επομένη οι Χαραλάμπης, Λόντος, Φωτήλας, Ζαΐμης, Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο επίσκοπος Κερνίτσης Καλαβρύτων Προκόπιος, πραγματοποίησαν σύσκεψη αναφορικά με τις ενέργειές τους οι οποίες θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικές ούτως ώστε αφενός να μην γίνει αντιληπτό το σχέδιο της επαναστάσεως, αφετέρου να προφυλαχθούν οι ζωές των προκρίτων που ήταν ήδη στην Τρίπολη και βεβαίως οι ίδιες οι ζωές τους. Την παραμονή της επαναστάσεως η επαρχία Καλαβρύτων μπορούσε να προτάξει περίπου 5.000 αγωνιστές και 70 εμπειροπόλεμους καπετάνιους. Μεταξύ των προκρίτων χρειάσθηκαν πολλές συσκέψεις για την λήψη αποφάσεως, η οποία τελικώς δεν προέκυπτε, βασικά λόγω επιφυλάξεων των ιερέων.
Εν τω μεταξύ και ενώ οι πρόκριτοι συνεδρίαζαν στην Αγία Λαύρα, ο οπλαρχηγός Νικόλαος Σολιώτης προφανώς κατόπιν μυστικής εντολής του Χαραλάμπη – ο οποίος επιθυμούσε την άμεση έναρξη της επαναστάσεως – την 14η Μαρτίου 1821 στο χωριό Αγρίδι της Νωνάκριδος Καλαβρύτων και στην θέση Πόρτες, φόνευσε μερικούς Τούρκους φοροεισπράκτορες και γραμματοφόρους του Μεχμέτ – Σαλίχ οι οποίοι μετέβαιναν στα Ιωάννινα στον Χουρσίτ Πασά προερχόμενοι από την Τρίπολη, ζητώντας του ενισχύσεις (Γ. Λαμπρινός «μορφές του ‘21» σελ.106).
Επίσης την 16η Μαρτίου 1821, στην θέση Χελωνοσπηλιά Λυκούριας Καλαβρύτων, οι οπλαρχηγοί Χοντρογιάννης, Λαμπρούλιας, Ασημάκης, Γιάννης Ντόλκας και ο Γ. Δημόπουλος με την συναίνεση του γερό Ασημάκη Ζαΐμη, χτύπησαν τον Λαλαίο Σεϊντή Σιπαχή και τον εκ Βυτίνας Τραπεζίτη Ταμπακόπουλο, το αυτό συνέβη και στην τοποθεσία Φροξυλιά Τουρλάδας, συγχρόνως δε στα χωριά του Λειβαρτζίου κατά διαταγή του Παναγιωτάκη Φωτήλα, Καλαβρυτινόπουλα εφόνευσαν 2 Σιπαχήδες από την Τρίπολη των οποίων τα πτώματα είδε στην άκρη του δρόμου και ο τότε μαθητής στο σχολαρχείο Σοπωτού και μετέπειτα γραμματέας του Πάνου Κολοκοτρώνη και δικηγόρος, Θεοδ. Ρηγόπουλος, εκ Φιλίων. Παράλληλα ο Νικόλαος Σολιώτης κτύπησε και τους φοροεισπράκτορες Τσιπογλαίους κοντά στα Αρφαρά, ενώ στις 18 Μαρτίου πάλι ο Σολιώτης κτύπησε 60 Τουρκαλβανούς στην Βερσοβά Ανατ. Αιγιαλείας.
Στις 17 Μαρτίου, στο γεφύρι του Αμπήμπαγα συνελήφθη ο Σελήμ αγάς, κλειδούχος του Ναυπλίου προερχόμενος από την Πάτρα. Τέλος σκοτώθηκε και ο οθωμανός τοπάρχης Φελλόης Μουλά Γιακούπ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι πρόκριτοι παρότι φαινομενικά κατά την διάρκεια της συσκέψεως εφαίνοντο διστακτικοί αναφορικά με την έναρξη της επαναστάσεως, στην ουσία την επιθυμούσαν το συντομότερο δυνατόν και προς τούτο είχαν ενημερώσει τα πρωτοπαλίκαρα τους να αρχίσουν τις επαναστατικές κινήσεις, πράγμα που έγινε.
Κατόπιν των ανωτέρω τετελεσμένων γεγονότων και δεδομένου του ότι οι λοιπές «κεφαλές» της Πελοποννήσου βρίσκονταν είτε εγκλωβισμένες, είτε υπό στενή παρακολούθηση, το βράδυ της 16ης Μαρτίου ξημερώματα της 17ης, εορτής του Αγίου Αλεξίου ο οποίος εορτάζεται στην Αγία Λαύρα ως προστάτης άγιος (εκεί ευρίσκεται η Κάρα του κατόπιν δωρεάς του Εμμανουήλ Παλαιολόγου το 1414) και στου οποίου τη «χάρη», –όπως κάθε χρόνο αφού πρόκειται περί τοπικής θρησκευτικής πανηγύρεως — θα συνέρεε πλήθος Καλαβρυτινών απ’ όλη την επαρχία, ο Ασημάκης Φωτήλας κατά την διάρκεια της τρίτης συσκέψεως των προκρίτων, εξανιστάμενος, φανέρωσε τις αληθινές του προθέσεις λέγοντας ότι έπρεπε να επαναστατήσουν πάραυτα.
Την άποψη πώς η επανάσταση έπρεπε ν’ αρχίσει άμεσα, δηλαδή στις 17 Μαρτίου 1821 (παλαιό ημερολόγιο), ενίσχυσε το γεγονός ότι ήδη λόγω της εορτής του Αγίου Αλεξίου – ως προελέχθη – θα συνέρεαν στην Μονή Αγ. Λαύρας όλοι οι τοπικοί οπλαρχηγοί, καθώς και πλήθος κόσμου η δε σύναξη αυτή δεν θα προβλημάτιζε τους Τούρκους εφόσον θα ήταν στα πλαίσια της ετήσιας θρησκευτικής πανηγύρεως, θα βοηθούσε όμως τους Έλληνες ούτως ώστε να συνεδριάσουν όλοι μαζί κάτω από την «μύτη» των Οθωμανών και να πάρουν άμεσες συλλογικές αποφάσεις για την έναρξη του αγώνα στην Πελοπόννησο, τον οποίο όλοι περίμεναν από στιγμή σε στιγμή.
Επίσης ένα άλλο γεγονός το οποίο τελικώς βάρυνε στην απόφαση της ενάρξεως του αγώνα παρά τις όποιες επιπτώσεις, ήταν η γνώση του Ζαΐμη περί της αποφάσεως των Κανέλλου Δεληγιάννη, Σπηλιωτόπουλου και Παπαφλέσσα ότι δεν θα έπρεπε να αναβληθεί το κίνημα έστω και εάν έπεφταν τα κεφάλια των προεστών και δεσποτάδων στην Τρίπολη (Σπ. Μελάς «O Γέρος του Μωριά» σελ. 254).
Την 17η Μαρτίου 1821 ημέρα του Αγίου Αλεξίου κατόπιν της λειτουργίας, και της θρυλούμενης ορκωμοσίας, άρχισαν να δίνονται από τους προκρίτους οι στρατιωτικές εντολές προς τα πρωτοπαλίκαρά τους οι οποίες ολοκληρώθηκαν την 18η Μαρτίου 1821, ημερομηνία κατά την οποία αυτοί αναχώρησαν για τις θέσεις τους σε όλη την επαρχία Καλαβρύτων (ο Παναγ. Φωτήλας για Αροανία, Πάος, Ψωφίδα), την Πάτρα (ο Π.Πατρών αναχώρησε μαζί με τους Ανδρέα Ζαΐμη και Προκόπιο για τα Νεζερά Πατρών και έτσι βρέθηκαν στην Πάτρα την 21η Μαρτίου1821), το Αίγιο (ο Ανδρ. Λόvτoς) και άλλα μέρη.
Kατά την παραπάνω δε ημερομηνία αναχώρησαν και οι αγγελιοφόροι του μηνύματος της αποφάσεως για την έναρξη της επαναστάσεως, ειδικά δε προς την Καλαμάτα όπου ανέμεναν οι Μαυρομιχαλαίοι με τον Κολοκοτρώνη, έχοντας συμπτωματικά ξεκινήσει και αυτοί από την Αρεόπολη στις 17 Μαρτίου 1821.Κατόπιν της ανωτέρω καταστάσεως και της αναχωρήσεως των οπλαρχηγών για τις θέσεις τους, στην Αγ. Λαύρα παρέμειναν οι Σωτ. Χαραλάμπης, Σωτ. Θεοχαρόπουλος, Νικ. Σολιώτης, ο Μουρτογιάννης και οι Πετμεζάδες μετά 600 και πλέον στρατολογηθέντων ανδρών της επαρχίας Καλαβρύτων.
Η 19η Μαρτίου 1821 κύλησε όπως και η 18η, δηλαδή με αναχωρήσεις και οργανώσεις των Ελλήνων, η δε Τουρκική φρουρά των Καλαβρύτων με τον αρβανίτικης καταγωγής μουσουλμάνο μπεκτασί διοικητή της Αρναούτογλου «ταμπουρώθηκε» εντός της πόλεως των Καλαβρύτων διότι αντελήφθησαν πως δεν επρόκειτο περί πανηγύρεως, αλλά για οργανωμένη στρατωτική/ επαναστατική κίνηση των Ελλήνων.
Την 20η Μαρτίου 1821 οι εναπομείναντες στην Αγία Λαύρα πολεμιστές, αφού πήραν ένα μικρό κανονάκι της μονής και αντί για σημαία (μπαϊράκι), το κάλυμμα της ωραίας πύλης της εκκλησούλας του Αγ. Αλεξίου, (το γνωστό λάβαρο, δώρο στην μονή των γυναικών της Σμύρνης της Μ. Ασίας), με σημαιοφόρο τον Αγιολαυρίτη ιεροδιάκονο Γρηγόριο Ντόκο « …… κατήλθαν στον πέριξ των Καλαβρύτων χώρο…..» και τα ξημερώματα της 21ης Μαρτίου 1821 άρχισαν τις εχθροπραξίες με την φρουρά της πόλεως την οποία κατέβαλαν αυθημερόν μετά από μάχη και όχι απλούς εορταστικούς «πυροβολισμούς», όπως εσφαλμένως αναγράφουν μερικοί σύγχρονοι ιστορικοί, ελευθερώνοντας έτσι την πόλη των Καλαβρύτων, η οποία ήταν εύρωστη και πολύ σημαντική για την διοίκηση των Τούρκων στην Βόρεια Πελοπόννησο. Σημειωτέον δε ότι κατά το έτος 1816 κατέβαλε ετήσιο χαράτσι δεκαπλάσιο του Πύργου Ηλείας, διπλάσιο του Αιγίου, τριπλάσιο των Πατρών και σχεδόν διπλάσιο της Γαστούνης.
Εν κατακλείδι και σύμφωνα με τα όσα εκθέσαμε ως τώρα, με σαφήνεια προκύπτει πώς πριν την 17η Μαρτίου 1821 απεφασίσθη υπό των Καλαβρυτινών προκρίτων το τόλμημα της ενάρξεως του αγώνα στην Πελοπόννησο.
Την 17η Μαρτίου 1821 έγινε στην Αγία Λαύρα αυτό που ονομάζουμε ορκωμοσία, ενώ ακολούθησε λειτουργία στην μνήμη του Αγ. Αλεξίου, παρότι δε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν αναφέρεται ρητά σε τέτοιο περιστατικό στα απομνημονεύματά του, εν τούτοις το γεγονός διασώζεται στις οικογενειακές προφορικές παραδόσεις των Καλαβρυτινών, στα δημοτικά τους τραγούδια, καθώς και εγγράφως στα πιστοποιητικά των Καλαβρυτινών αγωνιστών που βρίσκονται αρχειοθετημένα στο αρχείο αγωνιστών στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Την ίδια ημέρα πρέπει να έγινε και η κατάστρωση του πολεμικού σχεδίου και επομένως τα περί Αγ. Λαύρας, μπορεί να μην έγιναν ακριβώς όπως αποτυπώθηκαν στους ζωγραφικούς πίνακες, ή τα κατέγραψε η λαϊκή μούσα, πλην όμως δεν είναι μύθος απλά έγιναν μία εβδομάδα νωρίτερα της 25ης Μαρτίου 1821. Στην συνέχεια, την 19η Μαρτίου 1821 διεμηνύθη η έναρξη του αγώνα στην Καλαμάτα.
Την 21η Μαρτίου 1821, έγινε η επίθεση κατά των Καλαβρύτων, η κατάληψη και η απελευθέρωσή τους μετά από μάχη, καθώς και η αιχμαλωσία της φρουράς και του Διοικητού της Αρναούτογλου (9 ιστορικοί συμφωνούν σε αυτό).
Επίσης την 21η Μαρτίου 1821, από το Ρίο πραγματοποιήθηκε είσοδος στην Πάτρα 100 Τούρκων υπό τον Γιουσούφ – Σελήμ για να περιορίσουν τους επαναστατημένους Έλληνες. Άρχισαν οι εχθροπραξίες στο Αίγιο και την Αγία Τριάδα Πατρών, ενώ έγινε επίθεση κατά της οικίας Παπαδιαμαντοπούλου, με αντεπίθεση των Ελλήνων, η συμπλοκή στο Τάσι και ο φόνος του επτανησίου Β. Ορκουλάτου.
Την 22α Μαρτίου 1821 κηρύχθηκε η επανάσταση των Πατρών, έγινε η είσοδος στην πόλη του Παπαδιαμαντόπουλου με τους Κουμανιωταίους και τον Ανδρέα Λόντο μετά 300 ανδρών υπό ερυθρές σημαίας με μέλανα σταυρό. Ομοίως έγινε και η είσοδος του Π.Πατρών Γερμανού, του Προκοπίου, των Αν, Ζαΐμη και Βεν. Ρούφου στην πλατεία Αγ. Γεωργίου, όπου υψώθηκε η σημαία του Α. Λόντου.
Στις 23 και 24 Μαρτίου 1821 έγινε η σύσταση του Αχαϊκού Διευθυντηρίου στην Πάτρα, στην δε Καλαμάτα πραγματοποιήθηκε είσοδος των Ελληνικών σωμάτων με Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα και Μαυρομιχαλαίους που είχαν ξεκινήσει από την Αρεόπολη της Μάνης συμπτωματικά και αυτοί στις 17 Μαρτίου 1821 όπως προαναφέρθηκε. Τότε συνεστήθη και η Μεσσηνιακή Γερουσία.
Στις 24 και 26 Μαρτίου 1821, αντιστοίχως κοινοποιήθηκε στα Προξενεία των χριστιανικών Ευρωπαϊκών δυνάμεων που βρίσκονταν στην Καλαμάτα και την Πάτρα η προκήρυξη (declaratίon) της επαναστάσεως, με περισσότερο σημαντική αυτή που κοινοποιήθηκε στον Πρόξενο της Αγγλίας Green (Γκρήν) , όπου ξεκάθαρα αποσαφηνίζεται ο Εθνικός χαρακτήρας της επανάστασης (self determination αυτοδιάθεση ). Τέλος μία εξ αυτών των διακηρύξεων εδημοσιεύθη και στην Γαλλική εφημερίδα Le Costitutionnel την 6η Ιουνίου 1821, οπότε η εθνεγερσία έλαβε και διεθνή πολιτικό χαρακτήρα.
Αυτή λοιπόν η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου (ημέρα θρησκευτική λόγω του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, αλλά και συμβολική που συγκεντρώνει όλα τα προγενέστερα αυτής περιστατικά), με την σύμφωνη γνώμη των αγωνιστών και πρωταγωνιστών της επανάστασης, το 1838 έγινε Βασιλικό διάταγμα του Όθωνα και καθιερώθηκε ως εθνική επέτειος (σημ.: ως εθνική γιορτή καθιερώθηκε μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα, με βασιλικό διάταγμα του Γεωργίου Α’) μένοντας έτσι ως ορόσημο της Ελληνικής πανεθνικής παλιγγενεσίας.
Ομοίως με την σύμφωνη γνώμη των αγωνιστών, οι Καλαβρυτινοί και η πόλη τους, λόγω του ρόλου της Αγ. Λαύρας ως σημείου επαναστατικών συνελεύσεων, αναγνωρίστηκαν ως οι πρώτοι μεταξύ ίσων, αφού ουδείς υποβάθμισε τον ρόλο και την σημασία των λοιπών Ελλήνων, Μανιατών, Υδραίων, Σπετσιωτών, Ψαρριανών, Ρουμελιωτών, Σουλιωτών κλπ.
Ας μείνουμε λοιπόν πιστοί σ’ αυτό που οι πρωταγωνιστές του αγώνα συναποφάσισαν και μην δημιουργούμε ανούσιες συγχύσεις. Τέλος ας δούμε την ουσία χωρίς να υποβαθμίζουμε την πανελλήνια σημασία του αγώνα σε μόνον τοπικής σημασίας γεγονός, για να μην καταντήσουμε σαν τους Ποσειδωνιάτες του Καβαφικού ποιήματος που:
«Την γλώσσα την Ελληνική οι Ποσειδωνιάται εξέχασαν τόσους
αιώνες ανακατεμένοι με Τυρρηνούς και με Λατίνους και άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμεινε προγονικό ήταν μιά Ελληνική γιορτή με
τελετές ωραίες με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κι είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής τα παλαιά έθιμα να διηγούνται και τα Ελληνικά ονόματα να ξαναλένε, που μόλις πιά τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνται που κι’ αυτοί ήσαν Έλληνες – Ιταλιώται ένα καιρό και αυτοί.
Και τώρα πώς ξέπεσαν, πώς έγιναν, να ζούν και να ομιλούν
βαρβαρικά, βγαλμένοι – ώ συμφορά – από τον Ελληνισμό..».
Πηγή: http://www.styga.gr, Αβέρωφ
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ποντιακής καταγωγής πρίγκιπας, γιος και εγγονός ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας, στρατηγός του τσαρικού στρατού, αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας και πολιτικός αρχηγός της Επαναστάσεως του 1821, υπήρξε από τις πιο τραγικές και συνάμα ιερές μορφές του αγώνα.
Εγκατέλειψε μια σπουδαία καριέρα και διέθεσε την προσωπική και οικογενειακή του περιουσία για ένα όνειρο: Τη δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους. Πέθανε στις 31 Ιανουαρίου 1828.
Αφού άναψε τη φωτιά στις παραδουνάβιες χώρες συνελήφθη, κλείστηκε στις φυλακές και θυσιάστηκε... Όμως η θυσία του και όσων τον ακολούθησαν δεν πήγε χαμένη. Στον Νότο, από τις φλόγες της φωτιάς ξεπήδησε ολοζώντανο το όνειρο του πρίγκιπα!
Ο Υψηλάντης γεννήθηκε το 1782 στην Κωνσταντινούπολη. Η ρίζα των Υψηλαντών βρίσκεται στην Τραπεζούντα του Πόντου και την αυτοκρατορική οικογένεια των Κομνηνών. Μετά την άλωση της Πόλης και της Τραπεζούντας, οι Κομνηνοί πρόσθεσαν στο επίθετό τους και το Υψηλάντης.
Πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ανατράφηκε μέσα σε περιβάλλον που διαπνεόταν από έντονο πατριωτισμό. Κατατάχτηκε στο σώμα των εφίππων σωματοφυλάκων του τσάρου και διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα, ενώ στη μάχη της Δρέσδης το 1813, όταν πολεμούσε ως συνταγματάρχης σε ηλικία μόλις 21 έτους, έχασε το δεξί του χέρι. Σε ηλικία 25 ετών, τον Μάρτιο του 1820, ο Εμμανουήλ Ξάνθος του πρόσφερε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας, μετά την άρνηση του κόμη Ιωάννη Καποδίστρια. Τον ονόμασε «Επίτροπο», που κατά τη βυζαντινή εθιμοτυπία σήμαινε αντιβασιλέας, νόμιμος διάδοχος του θρόνου της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, και πολιτικός αρχηγός της Επαναστάσεως.
Ο Υψηλάντης περνά τον ποταμό Προύθο
Στις 12 Απριλίου 1820 υπογράφεται πρακτικό με το οποίο τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας αναγνωρίζουν τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ως «Γενικόν Έφορον της Ελληνικής Εταιρείας, ίνα εφορεύη και επιστατή εν πάσι όσα κρίνονται αναγκαία και ωφέλιμα». Παραιτείται από τον τσαρικό στρατό, περνά τον ποταμό Προύθο στις 22/2/1821 και υψώνει τη σημαία της Επαναστάσεως στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας όπου οι τοπικοί άρχοντες ήταν Έλληνες Φαναριώτες.
Στις 26/2/1821, στο ναό των Τριών Ιεραρχών τελείται δοξολογία. Ο Μητροπολίτης Βενιαμίν ευλογεί σημαία με έμβλημα το Σταυρό και, κατά το βυζαντινό τυπικό, παραδίδει το ξίφος στον Υψηλάντη. Κατόπιν διενεργείται έρανος για τη συλλογή ενός εκατομμυρίου γροσιών και υπογράφεται σε διώροφο κτήριο στο Κισινάου της Μολδαβίας (πέρασε στην ιδιοκτησία του ελληνικού Δημοσίου πριν από μερικά χρόνια) η Διακήρυξη προς το Έθνος και η πρόσκληση εθελοντών.
Απ' όλη την Ευρώπη καταφθάνουν εθελοντές στη Μολδαβία και συγκροτείται αμέσως ο Ιερός Λόχος, αποτελούμενος από 500 σπουδαστές.
Η ορκωμοσία των Ιερολοχιτών έγινε με τις φράσεις: «Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέραν ρανίδα του αίματός μου υπέρ της θρησκείας και της πατρίδος μου. Να φονεύσω και αυτόν τον ίδιον τον αδελφόν αν τον εύρω προδότην της πατρίδος […]. Να μην παραιτήσω τα όπλα προτού να ίδω ελευθέραν την πατρίδα μου και εξολοθρευμένους τους εχθρούς της…». Μετά την ορκωμοσία οι νεοσύλλεκτοι τραγουδώντας το παρακάτω άσμα μετέβησαν στο αρχηγείο του Υψηλάντη: «Φίλοι μου συμπατριώται | Δούλοι να 'μεθα ως πότε, | Των Αχρείων Μουσουλμάνων | Της Ελλάδος των τυράννων;».
Η κήρυξη της Επανάστασης στο Ιάσιο
Στις 4 Μαρτίου οι Έλληνες ναυτικοί εξοπλίζουν δεκαπέντε πλοία και στις 17 Μαρτίου ο Υψηλάντης υψώνει τη σημαία στο Βουκουρέστι, αντιμετωπίζοντας το στρατό τριών πασάδων στο Γαλάτσι, το Δραγατσάνι, τη Σλατίνα, το Σκουλένι και το Σέκο. Ο Ιερός Λόχος του Υψηλάντη καταστράφηκε στη μάχη του Δραγατσανίου στις 7/6/1821, και οι στρατιώτες άρχισαν να λιποτακτούν. Οργισμένος ο Υψηλάντης εξέδωσε προκήρυξη στην οποία χαρακτήριζε τους λιποτάκτες ανάνδρους.
«Άνανδροι αγέλαι λαών. [...] Τρέξατε εις τους Τούρκους, τους μόνους άξιους φίλους των φρονημάτων σας».
Ο ίδιος (με τα δύο αδέλφια του) υποχώρησε προς τα αυστριακά σύνορα και οι Αυστριακοί, για να τον παγιδεύσουν, τον εφοδίασαν με πλαστό διαβατήριο για να φύγει με το ψευδώνυμο Παλαιογενείδης. Λίγο μετά όμως τον συνέλαβαν, τον έκλεισαν στα ανθυγιεινά κελιά του μεσαιωνικού φρουρίου του Μουγκάτς στο οποίο υπέστη τα πάνδεινα, αφού ήταν γνωστή η σκληρή «μετερνιχική» πολιτική απέναντι σε επαναστάτες. Αποφυλακίστηκε με παρέμβαση του Τσάρου και με βαριά κλονισμένη την υγεία του, στις 24/11/1827. Πέθανε εγκαταλελειμμένος στη Βιέννη στις 19(31)/1/1828, σε ηλικία μόλις 36 ετών, χωρίς να προλάβει να δει την ολοκλήρωση του σχεδίου του και να βαδίσει στα ελεύθερα ελληνικά χώματα...
Το ταφικό μνημείο του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Αθήνα, στο Πεδίον του Άρεως
Πριν πεθάνει έμαθε ότι ο Καποδίστριας αναλαμβάνει κυβερνήτης της ελεύθερης πλέον Ελλάδας και είπε χαρούμενος «Δόξα σοι ο Θεός». Έπειτα άρχισε να απαγγέλει, με τα μάτια ψηλά στον ουρανό, το «Πάτερ ημών».
Δεν πρόφθασε να το τελειώσει, έγειρε το κεφάλι του και πέθανε ήσυχος και ευτυχισμένος που έμαθε ότι η πατρίδα είναι ελεύθερη μετά από 400 έτη σκληρό τουρκικό ζυγό...
Η κηδεία του έγινε στη Βιέννη. Στην τελευταία του κατοικία τον συνόδευσαν όλοι οι Έλληνες που διέμεναν στην αυστριακή πρωτεύουσα. Στο φέρετρό του ο νεκρός πρίγκιπας έφερε την στολή του Ιερολοχίτη και το ξίφος με το οποίο ορκίστηκε στην εκκλησία των Τριών Ιεραρχών στο Ιάσιο από τον μητροπολίτη Βενιαμίν, για να ελευθερώσει την πατρίδα από τον δυνάστη.
Πηγή: Pontos-News
Ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821, εκτός από έμψυχο υλικό χρειαζόταν και οικονομικούς πόρους για να καλυφθούν τόσο τα έξοδα διακίνησης, όσο και της διατροφής και του εξοπλισμού των επαναστατικών τμημάτων. Οι ηγέτες που ανέλαβαν τα ηνία του αγώνα, ανέλαβαν αναγκαστικά, σε πρώτη φάση, τα γενικά έξοδα. Έτσι, το βάρος των εξόδων έπεσε στις πλάτες της Φιλικής Εταιρίας, η οποία στο στάδιο της προετοιμασίας κατόρθωσε, κυρίως στη Ρωσία και τις παραδουνάβιες χώρες, να συγκεντρώσει με εράνους σεβαστό χρηματικό ποσό.
Τα περισσότερα τα πρόσφεραν Έλληνες ομογενείς, όπως ο Παναγιώτης Σέκερης (10.000 γρόσια), ή ο Γεώργιος Λεβέντης (12.000 γρόσια), που πέθαναν και οι δύο πάμπτωχοι στην απελευθερωμένη πλέον Ελλάδα! Το ίδιο είχε συμβεί και με άλλους αγωνιστές…
Γεώργιος Λεβέντης, Παναγιώτης Σέκερης
Τα χρήματα όμως του εράνου της Φιλικής Εταιρίας γρήγορα εξαντλήθηκαν στην οργανωτική προετοιμασία, και όταν διαπιστώθηκε ότι το Επαναστατικό Ταμείο ήταν κενό, όλοι στράφηκαν στον εκ Τραπεζούντος Πόντου πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη που είχε εν τω μεταξύ αναλάβει την αρχηγία του Αγώνα.
Μόλις ξεκίνησε την Επανάσταση στις Ηγεμονίες, έβγαλε στο σφυρί μεγάλο μέρος της οικογενειακής περιουσίας του, και το τεράστιο για την εποχή εκείνη ποσό των 5 εκατ. γροσιών διατέθηκε για τις πολεμικές δαπάνες!
Όταν ο Αγώνας ξεκίνησε στην Πελοπόννησο, βρέθηκαν αρκετές ευκατάστατες οικογένειες που κάλυψαν με δικά τους έξοδα τις στρατιωτικές δαπάνες, και σε μικρότερο βαθμό έγινε αυτό και στη Ρούμελη, που δεν είχε τότε εύπορους κατοίκους. Μεγάλη οικονομική πηγή της Επανάστασης υπήρξαν και τα ναυτικά νησιά, Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά. Ο πάμπλουτοι καραβοκύρηδες ανέλαβαν τις δαπάνες του Αγώνα, διαθέτοντας τα πλοία τους και πληρώνοντας τα μέλη των πληρωμάτων τους. Ανάμεσα τους η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και η Μαντώ Μαυρογένους (που πέθανε στα 44 εν εσχάτη πενία...).
Μαντώ Μαυρογένους
Η Επανάσταση είχε άλλες δύο μεγάλες πηγές εσόδων. Η πρώτη ήταν τα λάφυρα από τις πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Τούρκων, από τα οποία οι επαναστάτες κάλυπταν τις ανάγκες τους από πλευράς πολεμοφοδίων. Η δεύτερη ήταν οι Ιερές Μονές, που πρόσφεραν πολύ μεγάλες υπηρεσίες στον Αγώνα. Υπήρξαν εστίες περίθαλψης γυναικόπαιδων και τραυματιών αγωνιστών, αποθήκες πολεμοφοδίων και προμηθειών, ενώ διέθεσαν χρήματα, χρυσά και αργυρά σκεύη. Μόνο μία μονή, του Αγίου Γεωργίου Φενεού, ορμητήριο του Κολοκοτρώνη, διέθεσε στον Αγώνα 10.000 γρόσια, μεγάλες ποσότητες σε χρυσό και ασήμι, πολλά ζώα και στάρι.
Μεγάλη Αρωγός η Ελισάβετ Υψηλάντη
Στη διάρκεια της Επανάστασης, η Ελισάβετ (σύζυγος Κωνσταντίνου) Υψηλάντη, μάνα οκτώ παιδιών που έδωσε στον Αγώνα του 1821 πέντε αγόρια (Αλέξανδρο, Νικόλαο, Δημήτριο, Γεώργιο, Γρηγόριο – από τα οποία τον Αλέξανδρο και τον Δημήτριο, όταν έφυγαν από κοντά της στην εφηβική τους ηλικία, δεν αξιώθηκε σα μάνα να τα δει και να τα χαρεί), προέβη σε μια μεγάλη εθνική πράξη. Μαζί με την κόρη της Μαρία διέθεσαν στον Εθνικό Αγώνα όλα τα χρήματα και τα κοσμήματά τους, εκποίησαν ακόμα και ακίνητα –όσα δεν είχε δημεύσει ο σουλτάνος– και ζούσαν μετά πολύ φτωχικά. Όλον αυτόν το θησαυρό, τον έστειλαν για τον Αγώνα!
Όταν πέθανε ο Δημήτριος Υψηλάντης, η προσωρινή ελληνική κυβέρνηση διά του Προέδρου της Εθνοσυνελεύσεως Πανούτσου Νοταρά ανήγγειλε με επιστολή το θάνατό του στην Ελισάβετ, που βρισκόταν στην Βέλικα Κόσνιτσα της σημερινής Κροατίας. Η απαντητική επιστολή της Ελισάβετ είναι συγκινητική. Γράφει ότι οι δύο γιοι της άκουσαν τη φωνή της πάσχουσας πατρίδος, και κατά χρέος έτρεξαν κοντά της. Το πλήρες κείμενο της επιστολής της Ελισάβετ Υψηλάντη:
Η μεγαλοσύνη της μάνας…
Εν τη παρά τον Νίστρον Μεγάλη Κοσνίτση,
24 Ιανουαρίου 1833
Όταν η πάσχουσα πατρίς επροσκάλεσε τα αληθή τέκνα της, οι υιοί μου κατά χρέος έτρεξαν αμέσως προς την φωνήν της. Χαίρουσα εις τα πατριωτικά των φρονήματα, τους επρόπεμψα με τας ευχάς των αρχαίων Ελληνίδων. Εφύλαξαν τον λόγον των. Η τύχη του πολέμου εσεβάσθη τον πατριωτισμόν των, αλλ’ επέπρωτο εις τους κόλπους της ειρήνης να στερηθώ πρότερον τον πρωτότοκόν μου Αλέξανδρον, τώρα προ ολίγου τον Δημήτριόν μου, όστις κατά τούτο εστάθη ευτυχέστερος, ότι είδε στεφανωμένους τους αγώνας του με την τελείαν ανεξαρτησίαν της φίλης πατρίδος και ετάφη εις αυτήν, δια την οποίαν δεν εφείσθη το αίμα του, από τους συναγωνιστάς ομογενείς του. Αυτό μόνον ημπόρεσε να επιθέση μάλαγμα εις την πληγήν των μητρικών σπλάχνων μου, πληγήν βαθυτάτην μ’ όλην την προς την γλυκυτάτην πατρίδα αφωσίωσίν μου.
Πανούτσος Νοταράς
Είσθε κύριε, πατήρ τέκνων και ελπίζω να μη με καταδικάσετε. Έτι μάλλον συνεισέφερεν εις ανακούφισιν της κατωδύνου ψυχής μου η από 21 Αυγούστου του παρελθόντος έτους σημειουμένης, προ ενός δε μόλις μηνός περιελθούσα εις χείρας μου επιστολή Σας, βεβαιώσασά με ότι η αποβίωσις του φιλτάτου μου Δημητρίου επέσπασε την γενικήν συμπάθειαν του Έθνους. Είθε καν η εκατόμβη αυτή των πρώτων μελών της οικογενείας μου και τόσων ανδρείων ομογενών, γενομένη δεκτή εις τον θρόνον του υπερτάτου όντος, να φέρη την παύσιν των παρελθόντων δεινών και αρχήν ακαταπαύστου ευδαιμονίας της κοινής μητρός. Δι’ αυτήν χρεωστούν και τα λοιπά μέλη της οικογενείας μου να θυσιάσωσιν την εσχάτην ρανίδα του αίματός των.
Υμείς δε, Κύριε, δεχόμενος την αισθητικωτάτην ευγνωμοσύνην μου δι’ όσα παραμυθητικά και πιστοποιητικά της αγαθής του Έθνους διαθέσεως μ’ εγράψατε, εκφράσετε αυτήν και εις εκείνο εκ μέρους όλης της οικογενείας μου και ιδίως της υποσημειουμένης πατριώτιδος.
Ελισάβετ Υψηλάντη
Πηγή: Pontos-News
Δεν είναι καθόλου υπερβολή, ότι το 1821 ήταν δημιούργημα και επιτυχία της πολυτεκνίας. Όσες φορές ο Ελληνισμός υποδουλώθηκε αιτία ήταν η ολιγοτεκνία. Πράγματι το 198 π.Χ ο Ελληνισμός νικήθηκε από τους Ρωμαίους στη μάχη στις Κυνός Κεφαλές και το 168 π.Χ στη μοιραία μάχη της Μακεδονικής Πιερίας υποδουλώθηκε οριστικά στους Ρωμαίους αποκλειστικά και μόνο από την έλλειψη επαρκούς αριθμού πολεμιστών εξ αιτίας της ολιγανθρωπίας. Τότε ο Ελληνισμός δεν διέθετε στρατό, έστω και αν στρατολόγησε ακόμη δεκαεξάχρονα παιδιά και υπερήλικους γέροντες.
Ωστόσο , η ολιγανθρωπία δεν ευθυνόταν μόνο για την αρχική πτώση του Ελληνισμού,διότι τόσο στις Σταυροφορίες το 1204 όσο και για την πτώση της Βασιλεύουσας αιτία ήταν η ίδια. Ο Οζάλ, πρόεδρος της Τουρκίας προ ετών είχε δώσει τη διάσταση της επίλυσης των Ελληνοτουρκικών διαφορών λέγοντας :
«Το Κυπριακό και το πρόβλημα του Αιγαίου θα επιλυθούν από τις πληθυσμιακές εξελίξεις που σημειώνονται στις δύο χώρες». Και εννοούσε αυτό ακριβώς, την πληθυσμιακή έκρηξη της Τουρκίας σε αντίθεση με την υπογεννητικότητα της Χώρας μας.
Με αυτή τη διάσταση αν δούμε την Επανάσταση των Ελλήνων το 1821 μπορούμε να πούμε, ότι ήταν η Επανάσταση των Πολυτέκνων.
Και όντως αν δεν υπήρχαν - με τόσες σφαγές και τόσα παιδομαζώματα - δεν θα υπήρχε δυνατότητα να επιβιώσει η Επανάσταση. Το 70% του τότε Ελληνικού πληθυσμού ήταν πολύτεκνοι. Ανατρέχοντας λοιπόν στις σελίδες της ιστορίας μας, ιδιαίτερα της νεότερης, διαπιστώνεται ότι , οι πολύτεκνοι είχαν τη μερίδα του λέοντος στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821.
Η ευρύτερη οικογένεια των Κολοκοτρωναίων- διέθετε πριν ξεσπάσει η Επανάσταση -150 ετοιμοπόλεμους άνδρες. Ο ίδιος δε, ο Στρατηλάτης γέρος του Μόριά, ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης είχε δώδεκα αδέλφια. Ο Ανδρούτσος είχε πέντε παιδιά, ο Πανουργίας είχε οκτώ παιδιά, ο δε άγιος του αγώνα στρατηγός Μακρυγιάννης ήταν ο ίδιος υπερπολύτεκνος με δώδεκα παιδιά. Ο Μιαούλης είχε πέντε παιδιά, ο Μπουρλοτιέρης Ναύαρχος Κανάρης είχε επτά παιδιά και ο Κουντουριώτης η ωραία αυτή μορφή του αγώνα, είχε οκτώ παιδιά. Ο Μεγαλοεπιχειρηματίας αρχηγός της Επαναστάσεως, στη Χαλκιδική, ο Εμμανουήλ Παπάς είχε εννιά παιδιά και θυσίασε στον αγώνα έξι από τα αγόρια του και, ο στρατηγός Γεώργιος Σισίνης είχε πέντε παιδιά. Οι κληρικοί δε του αγώνα είχαν: ο μαρτυρικός καλόγερος Σαμουήλ οκτώ παιδιά και έντεκα αδέλφια, ο φλογερός ρασοφόρος και μπουρλοτιέρης των ψυχών, που ξεσήκωσε τους ραγιάδες, ο Παπαφλέσσας είχε δεκαεννιά αδέλφια και ο ήρωας της Αλαμάνας Αθανάσιος Διάκος είχε δώδεκα αδέλφια.
Δεν ήταν όμως, μόνο οι αγωνιστές του 1821 που είχαν πρωτοπορία στην πολυτεκνία. Υπήρξαν και ηγετικές πολιτικές μορφές του Υψηλάντη, του Καποδίστρια ,πρώτο κυβερνήτη της χώρας μας και του Δεληγιάννης – όπου οι δύο πρώτοι είχαν οχτώ αδέλφια και ο τρίτος οχτώ παιδιά.
Η πολυτεκνία ήταν εκείνη που αποσόβησε τον εθνικό αφανισμό στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς. Όπως μαρτυρεί έμμεσα ο στρατηγός Μακρυγιάννης:
«.. .παλαιόθεν και ως τώρα όλα τα θεριά πολεμούν να μας ράνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και η μαγιά».
Αν δεν υπήρχε η πολύτεκνη Ελληνίδα μάνα να φέρνει καινούρια βλαστάρια στη ζωή , στη θέση εκείνων που αφάνισαν οι Τούρκοι με τις σφαγές, το παιδομάζωμα, τις αλλαξοπιστίες «το γένος των Ελλήνων θα είχε χαθεί και η Ελλάδα θα είχε σβήσει από το χάρτη και τη μνήμη των λαών » γράφει ο Νίκος Αρβανίτης.
εκ μέρους του ΔΣ
Το γραφείο τύπου του Συλλόγου
Πηγή: Σύλλογος Πολυτέκνων Ανατολικής Αττικής «Αγιοι Τερέντιος και Νεονίλλη»
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...