
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Γεννήθηκε στη Ραγούζα της Δαλματίας, σημερινό Ντουμπρόβνικ της Κροατίας, το 1568 από εύπορους γονείς. Ο πατέρας του Ιωάννης ήταν Βενετός καραβοκύρης, και όταν ο άγιος ήταν 12 ετών πνίγηκε σε ναυάγιο. Η μητέρα του Αικατερίνη καταγόταν από τη Λήμνο και διακρινόταν για την ευλάβεια της. Στο βάπτισμα έλαβε το όνομα Ιάκωβος. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του τον πήγε στην Αχρίδα, όπου ήταν ο αδελφός της, ένας πλούσιος έμπορος. Έλαβε καλή μόρφωση και παρέμεινε επί πενταετία πλησίον ενός ιερομονάχου εξαδέλφου της μητέρας του, πού μόναζε στη μονή της Θεοτόκου Αχρίδος, όπου συνέχισε τις σπουδές του.
Το 1588 ήλθε στο Αγιον "Ορος και εγκαταβίωσε στη μονή Παντοκράτορος, όπου εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Ιωσήφ κατά το μέγα σχήμα. Μετά διετία χειροτονήθηκε ιερεύς. Ασκήθηκε επιμελημένα στην υπακοή, την προσευχή και τη μελέτη. Είχε για διακόνημα το εργόχειρο της καλλιγραφίας, στο όποιο εξελίχθηκε άριστα. Μόνασε κατόπιν στις μονές Μεγίστης Λαύρας, Χιλανδαρίου, Ξηροποτάμου και Βατοπαιδίου, όπου έμεινε αρκετά, και μάλιστα κατά τη βιογραφία του τέλεσε εκεί τα πρώτα του θαύματα, θεραπεύοντας πολλούς μοναχούς από διάφορες ασθένειες με τη θερμή προσευχή του και βάζοντας το δεξί του χέρι στο μέτωπό τους.
Από τη μονή Βατοπαιδίου ο άγιος Ιωσήφ εξελέγη ηγούμενος στη μονή Αγίου Στεφάνου Αδριανουπόλεως, πού ήταν μετόχι της Μ. Λαύρας. Εκεί παρέμεινε επί εξαετία και δημιούργησε ένα πολύ καλό πνευματικό κλίμα. Επέστρεψε στο αγαπητό του Αγιον Όρος, όπου ηγουμένευσε στη μονή Κουτλουμουσίου και άφησε μεγάλο αριθμό πνευματικών τέκνων. Για μεγαλύτερη ησυχία αναχώρησε πάλι για τη μονή Βατοπαιδίου.
Ευρισκόμενος στη μονή Βατοπαιδίου ο άγιος εξελέγη για τη μεγάλη αρετή του μητροπολίτης Τιμισοάρας (1650). Ήταν τότε 82 ετών και είχε 62 έτη ασκήσεων και αγώνων στο Αγιον Όρος. Κατά θεία νεύση διήλθε τότε από τη μονή Βατοπαιδίου ο Ρουμάνος λόγιος Δαμασκηνός Ούντρεα, πού βρισκόταν στο Αγιον Όρος για προσκύνημα. Ο άγιος τον παρακάλεσε να του διδάξει τη ρουμανική γλώσσα, πού διόλου δεν γνώριζε και ήταν απαραίτητη για τη διδαχή και διαποίμανση του μέλλοντος ποιμνίου του. Με τη χάρη του Θεού και τον φωτισμό του Παναγίου Πνεύματος, αν και ήταν υπερήλικας, έμαθε μέσα σε τρεις μόνο μήνες καλά τα ρουμανικα και κατά την ενθρόνισή του μίλησε άνετα στους πιστούς τη γλώσσα τους. Ο άγιος Ιωσήφ χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Παρθένιο τον Β' στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί με επίσημα γράμματα, συνοδεία, κόπους, άλλα και θαύματα έφθασε στην επαρχία του.
Ο άγιος Ιωσήφ ως Μητροπολίτης Τιμισοάρας ανέπτυξε επί μία τριετία πλούσιο ποιμαντικό έργο. Υπήρξε μεγάλος προστάτης της Ορθοδοξίας. Δίδασκε και παρηγορούσε τους πιστούς συνεχώς με τη θερμή πίστη του, τη σοφία και τη χάρη των λόγων του, την πραότητα της αγαθής καρδιάς του και την αδιάλειπτη προσευχή του. Δεν έπαυε να θαυματουργεί προς δόξα του Θεού και ανακούφιση των πολλών ασθενών. Για την προστασία του ποιμνίου του και την επιμόρφωση του κλήρου ίδρυσε στην επαρχία του εκκλησιαστική σχολή.
Η δυνατή προσευχή του έσωσε δύο φορές την πόλη του από φωτιά φέρνοντας βροχή, ενώ θεράπευσε πολλούς ασθενείς και ιδιαίτερα παράλυτους. Δημιούργησε νέες εκκλησίες και άνοιξε άλλες κλειστές. Είχε αγαθές σχέσεις με όλους τους άρχοντες, ακόμη και με τους Τούρκους, των οποίων τη γλώσσα γνώριζε καλά. Το 1653 παραιτήθηκε από τον αρχιερατικό του θρόνο και αποσύρθηκε στη μονή των Αρχαγέλλων-Πάρτος, για να τελειώσει ειρηνικά τον βίο του. Μετά μία τριετία ανεπαύθη στις 15.8.1656. Οι καμπάνες της μονής άρχισαν να κτυπούν μόνες τους. Ο κόσμος θαυμάζοντας ομολογούσε την αγιότητα του ιεράρχου τους. Ετάφη έντιμα με την παρουσία τριών αρχιερέων, πολλών κληρικών και χιλιάδων πιστών. Ο άγιος συνέχισε τα πολλά θαύματά του και μετά τη μακαρία κοίμησή του.
Το 1986 άρχισε να τιμάται επίσημα ως άγιος από την τοπική Εκκλησία της Ρουμανίας και να αγιογραφούνται εικόνες του. Μετά από κατακτήσεις της περιοχής από ξένους και την καταστροφή της μονής Πάρτος ή τιμή του αγίου λησμονήθηκε. Ο μητροπολίτης Βασίλειος την επανέφερε με την ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του τον Μάϊο του 1956, όπου κατά την εκταφή εξήλθε άρρητη ευωδία, και μεταφέρθηκαν στον μητροπολιτικό ιερό ναό των Τριών Ιεραρχών Τιμισοάρας. Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους έγινε ή επίσημη αναγνώριση της αγιότητός του από το Πατριαρχείο Ρουμανίας, με τη συμπλήρωση τριακοσίων ετών από την οσιακή τελευτή του, και ορίσθηκε ως ημερομηνία μνήμης του η 15η Σεπτεμβρίου. Το Πατριαρχείο της Σερβίας το 1965 όρισε τη μνήμη του στις 27 Μαΐου. Πρώτος βιογράφος του αγίου είναι ο διδάσκαλός του στη ρουμανική γλώσσα, πού τον πρωτοσυνάντησε στη μονή Βατοπαιδίου, Δαμασκηνός Ούντρεα, τον όποιο χειροτόνησε ο άγιος διάκονο και τον ακολούθησε πιστά μέχρι το τέλος του. Τη βιογραφία του Γέροντος του έγραψε το 1701, με την προτροπή του επισκόπου Γερασίου, πού κατά τη γέννηση του είχε θαυματουργήσει πάνω του ο άγιος. Στοιχεία αυτής της βιογραφίας παρουσίασε στα ελληνικά ο θεολόγος Βικέντιος Κουρελάρου (νυν πρεσβύτερος). Το 1956 συντάχθηκε ακολουθία στη ρουμανική γλώσσα. Το 2001 σύνθεσε ωραία ακολουθία και παρακλητικό κανόνα ο μοναχός Πορφύριος Σιμωνοπετρίτης (νυν Αρχιμανδρίτης κ. Πορφύριος, Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Πιερίων -γνωστή ως Σκήτη Βεροίας.
Στη Ρουμανία ο άγιος Ιωσήφ ο Νέος είναι προστάτης των πυροσβεστών. Στη μονή Βατοπαιδίου εορτάζεται και στις 17 Αυγούστου.
Πηγή: (Βατοπαιδινό Συναξάρι, έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007) Αγιορείτικες Μνήμες
Βίος του αγίου μεγαλομάρτυρος Νικήτα
(Βασισμένος στο σχετικό Συναξάριο του Νέου Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εκδ. Ίνδικτος, τόμ. Α´[Σεπτέμβριος], Αθήναι, 2011, σσ.193-194)
Ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού Νικήτας έζησε την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και ήταν Γότθος στην καταγωγή. Οι Γότθοι ήταν ένα γερμανικό έθνος, που κατέβηκε από την περιοχή της Βαλτικής και εγκαταστάθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. σ᾽ ένα τμήμα της Κριμαίας, που από τότε μετονομάστηκε Γοτθία. Στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. διείσδυσαν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και εγκαταστάθηκαν στη Θράκη και στον χώρο της σημερινής Βουλγαρίας και Ρουμανίας, δεξιά από το Δέλτα του Δούναβη ποταμού. Από τότε άρχισαν σταδιακά να εκχριστιανίζονται.
Ένας από τους πρώτους εκχριστιανισθέντες αυτούς Γότθους υπήρξε και ο σήμερα τιμώμενος άγιος Νικήτας. Γιατί, ως βλαστός περιφανούς οικογένειας, διετήρησε την έμφυτη ευγένειά του ανόθευτη από τη φυσική βαρβαρότητα του έθνους του. Και, η επιθυμία του να ζήσει ενάρετα, έχοντας ήδη ακούσει για την πνευματική ωραιότητα της Χριστιανικής πίστης, τον οδήγησε κοντά στον αγιώτατο Θεόφιλο, αρχιεπίσκοπο Γοτθίας, ένα από τους πατέρες της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, από τον οποίο διδάχθηκε τις αλήθειες του Χριστιανισμού. Η μαθητεία του στην αληθινή πίστη συνέχισε και επαυξήθηκε στον διάδοχο του Θεόφιλου, Ουλφίλα, τόσο, ώστε ο Νικήτας, παρόλο που εν τω μεταξύ έγινε ανώτερος αξιωματούχος του στρατού της χώρας του, απέβη και φλογερός ιεροκήρυκας της Πίστης του Χριστού, και δεν έπαυε να εμπνέει στον βάρβαρο λαό του τον πόθο για τον λόγο του Θεού, για τη μόνη αληθινή Πίστη.
Αλλά ο διάβολος, φθονώντας την προσέλευση των Γότθων στον Χριστιανισμό, ενέσπειρε διχόνοια μεταξύ τους και τους χώρισε σε δύο έντονα εχθρικές παρατάξεις. Η μία, με αρχηγό τον σκληρό και ασεβέστατο Αθανάριχο, ήσαν οπαδοί της πατρογονικής ειδωλολατρίας, ενώ η άλλη, με αρχηγό τον Φριτιγέρνη, είχαν ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Ο τελευταίος, ένεκα της στρατιωτικής υπεροχής του Αθανάριχου, ζήτησε βοήθεια από το Βυζάντιο, και ο αυτοκράτορας Ουάλης (364-378) του παραχώρησε το στράτευμα της Θράκης. Ο Φριτιγέρνης, όπως παλαιότερα ο Μέγας Κωνσταντίνος, έχοντας προπορευόμενο των στρατευμάτων του το λάβαρο του Τίμιου Σταυρού, κατατρόπωσε τον Αθανάριχο, που μόλις διέφυγε τη σφαγή. Αυτή η νίκη έγινε αιτία να πιστέψουν στον Χριστό και πολλοί άλλοι Γότθοι.
Αργότερα όμως, κατά παραχώρηση Θεού, ο Αθανάριχος ανέκτησε την πρώτη δύναμη του και, πνέοντας άσπονδο μίσος και μένεα κατά των Χριστιανών, τους συνελάμβανε και τους υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια. Τότε και ο Νικήτας, γνωστός για την ευσέβεια και τα δημόσια κηρύγματα του, συνελήφθη ξαφνικά, την ώρα που κήρυττε στον λαό για τον Χριστό. Σύρθηκε βίαια ενώπιον του Αθανάριχου και, μολονότι εξαναγκάσθηκε ν’ αρνηθεί την πίστη του Χριστού, αυτός παρέμεινε ακλόνητος στην ομολογία του. Τότε οι ασεβείς, κτυπώντας τον, συνέτριψαν όλα τα μέλη του σώματός του και τον έριξαν στη φωτιά. Μα, ώ της ανδρείας του, και μέσα στις φλόγες ο άγιος δεν έπαυε να υμνεί τον Θεό, μέχρις ότου παρέδωσε την αγία ψυχή του εις χείρας Θεού. Το μαρτύριο του έλαβε χώρα το έτος 372 μ.Χ.
Κάποιος φίλος του αγίου, ονόματι Μαριανός, αναχωρώντας τότε για την πατρίδα του Μοψουεστία, σημαίνουσα πόλη κοντά στα Άδανα και την Ταρσό της Κιλικίας της Μικράς Ασίας, θέλησε να μεταφέρει μαζί του ό,τι λείψανο είχε απομείνει από το σώμα του Αγίου. Κι εκεί που συλλογιζόταν, πώς θα το ξεχώριζε από τα λείψανα των άλλων μαρτύρων, που είχαν πεταχθεί στον ίδιο εκείνο τόπο, ουράνια δύναμη, με τη μορφή φωτεινού αστεριού, στάθηκε πάνω στο σώμα του αγίου Νικήτα. Και ο Μαριανός το αναγνώρισε αμέσως, γιατί, χάριτι Θεού, είχε διαφυλαχθεί ολόκληρο και αβλαβές. Το ασπάσθηκε τότε με πόθο ο Μαριανός, το έβαλε σε θήκη, που είχε ετοιμάσει, και το μετέφερε στη Μοψουεστία, όπου επιτελούσε πολλά θαύματα. Με τον καιρό, ο άγιος Νικήτας κατέστη ο κατεξοχήν πολιούχος της φιλόχριστης πόλης Μοψουεστίας, και ο μητροπολιτικός ναός της ήταν αφιερωμένος στο όνομα του.
Η μνήμη του τιμάται στις 15 Σεπτεμβρίου.
Η τιμή του Αγίου Νικήτα στην Κύπρο,
Του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου
Φαίνεται ότι η μεταφορά των λειψάνων του αγίου Νικήτα στη Μοψουεστία της Κιλικίας και η ανέγερσις εκεί του ως άνω μεγάλου καθεδρικού ναού προς τιμή του, επηρέασαν και τη νήσο των Αγίων, την Κύπρο. Οι επαφές της Κύπρου με τα μικρασιατικά παράλια, και ειδικώτερα με την Παμφυλία και την Κιλικία, υπήρξαν πυκνές από την αρχαιότητα και συνεχίζονται διαχρονικά μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 (λ.χ. έχομε Σόλους στην Κιλικία – Σόλους στην Κύπρο: δύο αρχαίες πόλεις – βασίλεια με το ίδιο όνομα). Περαιτέρω, δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι μεγάλα προσκυνήματα της νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας τα συναντάμε και στην Κύπρο. Για παράδειγμα, η αγία Θέκλα της Σελεύκειας της Κιλικίας τιμάται ιδιαίτερα και στην Κύπρο.
Και για να πάμε πιο πίσω, οι Απόστολοι Βαρνάβας και Μάρκος έρχονται από τη Σελεύκεια της Κιλικίας στον Κορμακίτη και από εκεί αρχίζουν τη Β’ Αποστολική Περιοδεία στην Κύπρο. Ο άγιος Αρτέμων, τον 3ο αιώνα, από το Ανεμούρι έρχεται στον Κορμακίτη και με προσευχή του αναβλύζει αργότερα πηγή αγιάσματος-βαπτιστήριο στην Αυλώνα της Θεομόρφου.
Στην Αττάλεια της Παμφυλίας εδρεύει ο ναύσταθμος του βυζαντινού ναυτικού στόλου και προστατεύει την Κύπρο στα δύσκολα χρόνια των αραβικών επιδρομών. Από τα μέρη της Αλεξανδρέττας, από το όρος Αμανός, έρχονται κατά τη βυζαντινή περίοδο άγιοι ασκητές (που εντάσσονται στην ομάδα των λεγομένων Αλαμανών οσίων), και τελειώνονται ασκητικά στο νησί μας, τυγχάνοντας ιδιαίτερης ευλάβειας από τους πιστούς Κυπρίους μέχρι σήμερα. Τον 14ο αιώνα, συγκεκριμένα στις 6 Μαΐου 1370, ο επίσκοπος Πομπηϊουπόλεως (Σόλων) της Κιλικίας μαζί με Κύπριους επισκόπους χειροτονεί στην Πεντάγεια της Μόρφου τον επίσκοπο Αρσινόης και Πάφου Γρηγόριο. Όλα τα προαναφερθέντα μαρτυρούν τις διαχρονικές στενές σχέσεις Κύπρου και νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας. Αυτοί ήταν για αιώνες οι Ρωμηοί γείτονές μας.
Για την πλούσια χάρη των θαυμάτων, που έλαβε παρά Θεού ο άγιος Νικήτας, η τιμή του εξαπλώθηκε με τα χρόνια σε πολλά μέρη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Μεταξύ άλλων, η τιμή του Αγίου, ακολουθώντας τις πιο πάνω έντονες σχέσεις Κύπρου-Μικρασίας, έφθασε και στο νησί μας. Αλλά, στο νησί μας έρχονται και λείψανα του αγίου, ασφαλώς προερχόμενα από τον περικλεή ναό του στη Μοψουεστία. Γιά το πότε ακριβώς έρχονται, δεν υπάρχουν σαφείς μαρτυρίες. Όπως όμως μαρτυρημένα συνέβηκε και σε άλλες περιπτώσεις μαζικής μετακίνησης πληθυσμών από τη Μικρά Ασία και Συρία στην Κύπρο, λόγω των εκεί κατακτήσεων από τους Άραβες και Οθωμανούς (Σελτζούκους), οπόταν οι πρόσφυγες μετέφεραν μαζί τους την τιμή, αλλά και τα λείψανα των αγίων της ιδιαίτερης πατρίδας τους (λ.χ. οι Αντιοχείς μετέφεραν τα λείψανα των αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης στο Μένικο, κ.λπ.), είναι πολύ πιθανόν ότι πρόσφυγες από την Μοψουεστία (ίσως στα τέλη του 11ου αι.) μεταφέρουν τα λείψανα και την τιμή του αγίου Νικήτα στην Κύπρο, στον τόπο, που οι ευλογημένοι και ευσεβείς αυτοί χριστιανοί έκτισαν το ομώνυμο χωριό της Μόρφου και οικοδόμησαν τον ναό στο όνομα του. Η τιμία κάρα του αγίου Νικήτα, καθώς και τεμάχια λειψάνων του, σήμερα είναι αποθησαυρισμένα στην περικλεή Μονή της Παναγίας του Κύκκου. Στον Κύκκο μεταφέρονται από το χωριό του Νικήτα, με προφανώς ενδιάμεσο σταθμό το μεγάλο Μετόχι της Μονής Κύκκου στη γειτονική στο χωριό Νικήτας Πεντάγεια.
Χρονολογική ένδειξη για την πρωιμότητα τιμής του αγίου Νικήτα στο ομώνυμο χωριό αποτελούν μαρτυρίες παπικών εγγράφων των ετών 1321 και 1322, που αναφέρονται σε εκεί «αγροτικό ναό» του αγίου Νικήτα, που τότε ήταν υπό κατάρρευση, άρα ήταν ήδη αρκετά παλαιός! Συγκεκριμένα, της εκκλησίας αυτής, που υπαγόταν τότε στην περίφημη Μονή του Αγίου Γεωργίου Μαγγάνων στη Λευκωσία, ζήτησε από τον πάπα Ιωάννη ΧΧΙΙ, να του παραχωρηθούν τα έσοδα ο διάκονος της επισκοπής Σολέας Βρυώνης Λεμπίτης, κατά παρακίνηση του θείου του, επισκόπου Σολέας Λέοντος. Ακόμη, στη μητροπολιτική μας περιφέρεια, και συγκεκριμένα στο χωριό του Μουτουλλά, σώζεται η αρχαιότερη φορητή του εικόνα στην Κύπρο, έργο του 13ου αιώνα. Από τα στοιχεία αυτά, μπορούμε να υπολογίσουμε, ότι ο εν λόγω ναός του Αγίου Νικήτα θα ήταν κτίσμα της υστεροβυζαντινής τουλάχιστον για την Κύπρο περιόδου (11ου/12ου αι.).
Πράγματι, στο κατεχόμενο χωριό Νικήτας Μόρφου υπήρχε παλαιός ναός μικρού μεγέθους, άγνωστο εάν ο πιο πάνω ή άλλος, που οικοδομήθηκε μεταγενέστερα στη θέση του, που κατεδαφίστηκε στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, για να κτιστεί περί το 1908 ο σημερινός ναός με πωρόλιθο, βόρεια του παλαιού ναού. Το 1932 χτίστηκε το καμπαναριό του νέου ναού, όπως το βλέπει κανείς σήμερα, το οποίο μαζί με το σκαλιστό εικονοστάσι έγιναν με δωρεά του Ιερωνύμου Αγιοταφίτη. Ο ναός εγκαινιάστηκε από τον Μητροπολίτη Κηρυνείας Κυπριανό, περί το 1950. Όταν χτίστηκε ο καινούργιος ναός, έφτιαξαν και καινούργια εικόνα. Στον ναό υπήρχε όμως ήδη παλαιά εικόνα του αγίου, ασημοστόλιστη. Ο άγιος στην παλαιά του αυτή εικόνα απεικονιζόταν έφιππος σε μαύρο άλογο. Οι κάτοικοι του Νικήτα θυμούνται «τον μαύρο του αγίου», εννοώντας τον μαύρο ίππο του αγίου. Έλεγαν, «να σου δειχτεί ο Μαυρομούτσουνος», και εννοούσαν τον άγιο. Μαύρος είναι και ο ίππος του Διγενή Ακρίτα στα ακριτικά άσματα, με υπερφυσικές ικανότητες.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί ένα γεγονός, το οποίο μαρτυρεί την έντονη παρουσία του αγίου στο χωριό. Κάποια χρονιά, στην πανήγυρη του αγίου στον Νικήτα Μόρφου, τοποθέτησαν την καινούργια εικόνα του αγίου για να προσκυνά ο κόσμος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του επιτρόπου της εκκλησίας Χατζηγιάννη, ο ίδιος οραματίστηκε τον άγιο, που του είπε τα εξής:
«Θέλω την εικόνα την παλιά, εκείνη με το μαύρο άλογο, όχι την καινούργια!»
Το 1997 ο κύριος Γεώργιος Καϊσής, σε χωράφι που εξασφάλισε από την Κυπριακή Δημοκρατία στα όρια του συνοικισμού Λατσιών-Γερίου, οικοδόμησε παρεκκλήσιο του Μεγαλομάρτυρος Νικήτα εις ανάμνηση της κατεχόμενης κοινότητας Νικήτα Μόρφου. Ο ναός εγκαινιάστηκε στις 15 Σεπτέμβριου του 2001 από τον Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεόφυτο, μετά από ευλογία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου του Α΄.
Η 15η Σεπτεμβρίου, ημέρα μνήμης και πανηγύρεως του αγίου Νικήτα, συνάζει κάθε χρόνο στο παρεκκκλήσιο αυτό, όπου η ταπεινότης μας χοροστατεί και ιερουργεί, τους πρόσφυγες του Νικήτα και πολλούς από άλλες κατεχόμενες κοινότητες της Κύπρου, ανανεώνοντας την ελπίδα της επιστροφής και ελευθερίας της νήσου μας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς πλάνης τεμών, τὸ κράτος τῇ ἐνστάσει σου, καὶ νίκης λαβών, τὸ στέφος τῇ ἀθλήσει σου, τοῖς Ἀγγέλοις ἔνδοξε, συναγάλλῃ Νικήτα φερώνυμε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Ὁ Οἶκος
Γνῶσιν ἐνθεὶς τὴ ψυχή μου, κάθαρόν μου τὴν φρένα καὶ τῶν σῶν ἐντολῶν ἐργάτην Σῶτερ ἀνάδειξον, ἵνα ἰσχύσω καταπαλαῖσαι τὰς ποικίλας τῶν παθῶν μου ἐπαναστάσεις, νικητικὸν ἀφθαρσίας βραβεῖόν τε δέξασθαι, πρεσβείαις τοῦ σοῦ γενναίου ἀθλοφόρου Νικήτα, φιλάνθρωπε∙ καὶ γὰρ αὐτὸς ἡμᾶς ἐν τῇ μνήμῃ αὐτοῦ συνεκαλέσατο, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Πηγή: Ἱερά Μητρόπολις Μόρφου , Μέγας Συναξαριστής, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ο Άγιος Βησσαρίων γεννήθηκε στην Πόρτα Παναγιά Τρικάλων το 1490 μ.Χ., λίγα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους. Αν και οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες, γαλουχήθηκε και ανατράφηκε από τους ευλαβείς γονείς του με τα ιερά νάματα της αγίας πίστεώς μας και τα ιδεώδη του Γένους μας σε ένα γεμάτο θεοσέβεια οικογενειακό περιβάλλον.
Ὁ μήνας αὐτός, ἀγαπητοί μου, ὁ Σεπτέμβριος, ἔχει πολλὲς ἑορτές. Σήμερα, δεκατέσσερις (14) Σεπτεμβρίου, οὐρανὸς καὶ γῆ ἑορτάζουν τὸν τίμιο σταυρό.
Οι έντονες ζυμώσεις, έριδες και πόλεμοι Καθολικών και Διαμαρτυρομένων στην Δυτική Ευρώπη, καθώς και η δραστηριότητα της προπαγάνδας τους στην Ανατολή, προκαλούν, πως είναι επόμενο, ποικιλότροπες επιδράσεις στα πνεύματα των Ορθόδοξων θεολόγων του 16ου και ιδίως του 17ου αι . Η Ορθόδοξη Εκκλησία συγκλονίζεται από την σφοδρότητα των νέων κυμάτων. Οι Θεολόγοι της, εκτεθειμένοι μέσα στην θύελλα, οφείλουν όχι μόνον να πάρουν θέση, αλλά και ν’ αγωνιστούν οι ίδιοι και να καθοδηγήσουν το πλήρωμά τους. Οι περισσότεροι, μολονότι έχουν κάνει τις σπουδές τους μένουν στην Ιταλία και γνωρίζουν πολύ καλά τους αντιπάλους και τις μεθόδους των, δοκιμάζουν για πρώτη φορά την ορμή των ιδεών μιας Ευρώπης που περνά βαθύτατη κρίση και βαίνει προς την διαμόρφωσή της. Οι Έλληνες βρίσκονται ανέτοιμοι και μάλλον αμύνονται. Ο μόνος ισχυρός φορέας φιλοσοφικών ιδεών είναι, όπως είδαμε στον δεύτερα τόμο, ο Θεόφιλος Κορυδαλλεύς, περισσότερο κοσμικός φιλόσοφος παρά θεολόγος, ο οποίος προετοιμάζει το έδαφος της Ανατολής για την διείσδυση της δυτικής φιλοσοφίας και επιστήμης. Μολαταύτα η πάλη των ιδεών και οι ανάγκες των τότε συνθηκών γονιμοποιούν την διάνοια των Ελλήνων θεολόγων και οξύνουν την μαχητικότητά τους. Ορισμένοι απ’ αυτούς, ευφυείς και μορφωμένοι, μελετούν τις νέες θρησκευτικές ιδέες και επηρεάζονται λίγο ή πολύ απ’ αυτές ή τις απορρίπτουν και εξελίσσονται σε κορυφαίους προμάχους της Ορθοδοξίας . Ο καθένας τους διαμορφώνει την δική του προσωπικότητα και κάτι έχει να προσφέρη. Τα έργα τους, τα περισσότερα αντιρρητικά, αναζωογονούν την θεολογική φιλολογία, αποτελούν την πρώτη ορμητική εκδήλωσή της στα χρόνια της τουρκοκρατίας και φέρνουν το προδρομικό μήνυμα της εποχής του ελληνικού διαφωτισμού. Αυτήν ακριβώς την προσφορά των πιο αξιόλογων θεολόγων στην υπόθεση της Εκκλησίας και του έθνους πρέπει ν’ αναζητήσουμε.
Η μόνη δυνατή προσωπικότητα, που θα μπορούσε ν’ αντιμετωπίση αποτελεσματικά τις κρίσιμες εσωτερικές και εξωτερικές περιστάσεις της Ορθοδοξίας, να δώση πνοή και ν’ αναζωογονήση την πνευματική της ζωή, είναι ο μεγάλος για την ταπεινοσύνη, για την μόρφωση και για το κύρος του Μελέτιος ο Πηγάς (1549 - 1601) από τον Χάνδακα ή Μεγάλο Κάστρο της Κρήτης. Ο Μελέτιος, ύστερ’ από τις πρώτες σπουδές στην πατρίδα του, πηγαίνει στην Πάδοβα, όπου σπουδάζει κλασσική φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική. Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του κείρεται μοναχός στην περίφημη μονή της Αγκαράθου, όπου ηγουμένευε ο Σίλβεστρος, μαθητής του Θεοφάνη Ελεαβούλκου και μετέπειτα Πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Ο νεαρός μοναχός γρήγορα διακρίθηκε για το σεμνό του ήθος, για την αφοσίωσή του στις θεολογικές μελέτες και προ πάντων για το καρποφόρο κήρυγμά του εναντίον της Καθολικής προπαγάνδας . Εκτιμώντας οι συμπατριώτες του την μεγάλη μόρφωση και τους αγώνες του, του ανέθεσαν την διεύθυνση της ελληνικής σχολής του Χάνδακα. Δεν γνωρίζουμε πόσο έμεινε εκεί. Πιθανόν στα 1578 έφυγε για την Αίγυπτο και απ’ εκεί για το ερημητήριο της Αγίας Αικατερίνης στο «θεοβάδιστον» όρος Σινά. Εκεί έμεινε μόνον ένα ή ενάμιση χρόνο, γιατί ο γέρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας και άλλοτε πνευματικός του πατέρας Σίλβεστρος, έχοντας ανάγκη βοηθού για την άσκηση των διοικητικών του καθηκόντων τον κάλεσε κοντά του, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, κατόπιν τον προβίβασε σε πρωτοσύγκελλο (πιθανότατα τέλη του 1579) και λίγο αργότερα σε επίσημο ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου. Όπως και στην Κρήτη, έτσι και εδώ το κήρυγμά του στην ελληνική και αραβική του χάρισε μεγάλη φήμη. Επίσης προσπάθησε να επαναφέρη τους Κόπτες στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ν’ ανορθώση τον μοναχικό βίο στην Αίγυπτο. Στην Αλεξάνδρεια ο Πηγάς ίδρυσε την πρώτη ελληνική σχολή, όπου και δίδαξε . Για τους μαθητές του έγραψε το εγχειρίδιο «Στοιχειώσεις», που διαιρείται σε 3 μέρη· 1) γραμματική, 2) διαλεκτική και 3) ρητορική. Άλλην επίσης σχολήν ίδρυσε στο κοινόβιο της Αλεξανδρείας και διόρισε δάσκαλο τον Μάξιμο Πελοποννήσιο, τον γνωστό για τον «στηλιτευτικόν» του εναντίον του Μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου.
Στην Αλεξάνδρεια είχε την ευκαιρία να γνωριστεί με επιφανείς Προτεστάντες, με τον Salomon Schweigger (Σιωπικός) στα 1581 και τον επόμενο χρόνο με τον Φραγκίσκο Billerbek και τον Ροβέρτο Dorndof, στους οποίους έκαναν μεγάλη εντύπωση οι ευγενείς τρόποι και η σπάνια για Έλληνες της εποχής εκείνης μόρφωση και γλωσσομάθειά του. Με την μεσολάβηση αυτών αλληλογραφεί με επιφανείς Διαμαρτυρομένους, αλλά κρατεί απέναντί τους επιφυλακτική στάση και δεν αφίσταται από το πνεύμα της Ορθοδοξίας . Είναι ευγενής και ήπιος στις εκφράσεις του απέναντι των Διαμαρτυρομένων, ενώ δεν τηρεί την ίδια στάση απέναντι των Καθολικών, κι’ αυτό ασφαλώς, γιατί από την περίοδο αυτή εντείνεται η Καθολική προπαγάνδα στην Ανατολή, όπως είχαμε την ευκαιρία να εξετάσουμε διεξοδικά στα προηγούμενα οικεία κεφάλαια. Από την εποχή αυτή χρονολογούνται, μεταξύ άλλων, η «Ορθόδοξος διδασκαλία» (1582), έργο δογματικό με πολεμικό χαρακτήρα, αφιερωμένο στην Μαργαρίτα της Ναβάρρας, γυναίκα του Ερρίκου Δ’ της Γαλλίας, και ο «Πρώτος Στρωματεύς», αφιερωμένο στον υπέρμαχο της Ορθοδοξίας τσάρο Θεόδωρο Α’ (1584 - 1598). Ο σκοπός ιδίως το πρώτου έργου, το οποίο τυπώθηκε δυο φορές (στα 1596 στην Βίλνα της Ρουθηνίας και 1769 στο Ιάσιο) είναι πολύ καθαρός: βλέπει ότι η Εκκλησία έχει περιέλθει σε δεινή θέση «και αυτό το της Ορθοδοξίας σύνθημα, το της πίστεως, φημί, σύμβολον εν συγχύσει πολυσχιδεί» και θέλει να βοηθήση, ώστε να επιστρέψουν στους κόλπους της εκείνοι που είχαν παρασυρθή από την Καθολική προπαγάνδα . Το έργο αυτό αποτελεί να είδος κατήχησης στην Ορθοδοξία. Είναι η εποχή των νέων κλυδωνισμών της Εκκλησίας από την απήχηση του Γρηγοριανού ημερολογίου, από την σύγκληση της συνόδου του 1583 στην Κωνσταντινούπολη για την αντιμετώπιση το ζητήματος αυτού, από την έκδοση του Τόμου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και του «ετέρου τόμου Αλεξανδρινού», που συντάσσει ο Μελέτιος Πηγάς και αποστέλλει στην Νοτιοδυτική Ρωσία, για να διαφωτίση τους κατοίκους σχετικά με την μεταρρύθμιση του ημερολογίου · από την εξορία του Ιερεμία Β’ στην Ρόδο, από την άνοδο του φαύλου Παχωμίου Πατέστα του Λεσβίου στον πατριαρχικό θρόνο· από τις απαιτήσεις του πρώην Αντιοχείας Μιχαήλ (που είχε παραιτηθή) να επανέλθη στον πατριαρχικό θρόνο που κατείχε τότε ο Ιωακείμ Β’. Δεν είχε καθησυχάσει ακόμη ο σάλος της Εκκλησίας, όταν ο Μελέτιος, προσκαλεσμένος από τον τσάρο της Ρωσίας Ιβάν Δ’ τον Τρομερό (1533 - 1584), ταξιδεύει στην Ρωσία με σκοπό να προσφέρη τις υπηρεσίες του στην ομόδοξη Εκκλησία της. Όταν όμως φθάνη στην Κωνσταντινούπολη, αναγκάζεται να διακόψη το ταξίδι του, γιατί διαπιστώνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία κινδυνεύει από τον σάλο των εσωτερικών ανωμαλιών. Επί δυο χρόνια (1586 - 1587) ο Μελέτιος αγωνίζεται με σύνεση για ν’ αποκαταστήση την γαλήνη στην έδρα της Ορθοδοξίας, ενώ με το γραπτό και προφορικό του κήρυγμα ανανεώνει την δραστηριότητα, που είχε επιδείξει στην Κρήτη. Με κέντρο την Κωνσταντινούπολη επισκέπτεται τους κατοίκους διαφόρων μερών της Θράκης και της Μ. Ασίας αποστέλλει σε άλλους επιστολές και τονώνει το θρησκευτικό τους αίσθημα. Το έργο του θυμίζει την δράση των αποστόλων των πρώτων χριστιανικών χρόνων.
Στις αρχές του 1588 ο Μελέτιος καλείται ν’ αναλάβη την διοίκηση του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας με τον τίτλο του πατριαρχικού εξάρχου και μετά τον θάνατο του Σιλβέστρου εκλέγεται «πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας» (5 Αυγούστου 1590).
Ο Μελέτιος ξαναγυρίζει δυο φορές ακόμη στην Κωνσταντινούπολη, την πρώτη για να λάβη μέρος στην σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως της 12 Φεβρουαρίου 1593 (η οποία μεταξύ άλλων σκοπό είχε να κυρώση σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας την ανακήρυξη του Πατριαρχείου της Μόσχας) και την δεύτερη το 1594, για να ενισχύση με την παρουσία του ηθικά τον Πατριάρχη Ιερεμία Β’ και να συντελέση πάλι στην αποκατάσταση της γαλήνης μέσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Γίνονται τώρα περισσότερο αισθητοί μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας οι κλονισμοί από την δράση των Ιησουιτών . Κατά τα ταξίδια του προς την Κωνσταντινούπολη είχε την ευκαιρία να διαπιστώση τον ζήλο και τις επιτυχίες τους. Και τρομαγμένος σημειώνει: «Παρασύρονται των ακεραιοτέρων αι ακοαί. Εις συνήθειαν ήλθον της διεστραμμένης διδασκαλίας... βαπτίσματα παρ’ εκείνων, προπομπαί των εξοδευόντων (αποθνησκόντων), επισκέψεις των ασθενούντων, παρακλήσεις των λυπουμένων, βοήθειαι των καταπονουμένων, αντιλήψεις παντοδαπαί, μυστηρίων κοινωνίαι, α πάντα δι’ εκείνων (των Ιησουϊτών) επιτελούμενα σύνδεσμος γίνεται τοις πολλοίς της προς αυτούς ομονοίας, ώστε μικρού χρόνου παρελθόντος μηδέ (ει γένοιτό τις άδεια) ελπίδα λοιπόν είναι τους υπό χρονίας απάτης κατασχεθέντας πάλιν προς την επίγνωσιν της αληθείας ανακληθήναι». Στην Χίο οι Ιησουίτες, όπως είδαμε, είχαν σημειώσει τόσες επιτυχίες, ώστε ν’ αναγκαστή να στείλη εκεί, κατά τα τέλη του 1589, τον ανεψιό και πρωτοσύγκελλό του Κύριλλο Λούκαρι και τον Ιερομόναχο Σωφρόνιο Παπαδόπουλο, για ν’ αναστείλουν τις προόδους των. Η παραμονή τους εκεί ήταν εφήμερη και είναι βέβαιο ότι δεν άφησε ουσιαστικές επιδράσεις, αλλά μάλλον σπέρματα αναταραχής και δυσάρεστες συνέπειες για τον Σωφρόνιο. Φαίνεται ότι Χιώτες λατινόφρονες με την υποκίνηση ασφαλώς των Ιησουϊτών, που αμύνονταν, αντεπιτέθηκαν και κατόρθωσαν να διαβάλουν στο Πατριαρχείο τον νεωτερίζοντα ίσως Σωφρόνιο για Λουθηροκαλβινισή με αποτέλεσμα να προκαλέσουν την καθαίρεσή του. Τον Λούκαρι τον στέλνει επίσης ο Μελέτιος το 1593 στην Πολωνία, για ν’ ανταπεξέλθη στην προπαγάνδα των Ιησουιτών, που κλόνιζαν εκεί τα θεμέλια της Ορθοδοξίας.
Κατά την επιστροφή του στην έδρα του διαπιστώνει ο Μελέτιος με μεγάλη λύπη τις ταλαιπωρίες των Ελλήνων και την αναξιότητα των αρχιερέων· «πολύς εσμός εκχείται παρά των ημετέρων τουτωνί, των αρχιερατευόντων, τη οικουμένη των κακιών». Και για να παρηγορήση τον Ιερεμία του γράφει· «Ου Θράκη μόνον πλουτεί των κακών, αλλά Θράκην Αίγυπτος υπερακοντίζει».
Στην Αίγυπτο τον αναμένουν νέοι αγώνες. Με επιμονή τώρα συνεχίζει τις προσπάθειες (που είχε αρχίσει άλλοτε ως πρωτοσύγκελλος) και κατορθώνει να φέρη στους κόλπους της Ορθοδοξίας πολλούς μονοφυσίτες Κόπτες. Δεν στέφθηκε όμως με την ίδια επιτυχία και το διάβημά του προς τον βασιλιά των Αβησσυνών Sagad Α’ (1563 - 1597), προς τον οποίο είχε γράψει (1595) προσκαλώντας τον να μιμηθή το παραπάνω παράδειγμα. Κατόρθωσε όμως ν’ αντιταχθή μ’ επιτυχία στην προπαγάνδα των Ιησουϊτών ανάμεσα στους Κόπτες και να την ανακόψη. Το κύρος του Μελετίου την εποχή αυτή έχει επιβληθή όχι μόνο στην Αίγυπτο, αλλά και σε όλο τον ελληνικό χώρο.
Μετά τον θάνατο του Ιερεμία Β’, υπείκοντας στις αλλεπάλληλες εκκλήσεις και πρεσβείες των κύκλων του Πατριαρχείου, κληρικών και κοσμικών, έρχεται στην Κωνσταντινούπολη και αναλαμβάνει στις 26 Μαρτίου 1597 την διακυβέρνηση του Οικουμενικού θρόνου ως «επιτηρητής» (τοποτηρητής), ωσότου εκλεγή ο νέος Πατριάρχης. Τότε τον γνωρίζει ο περιηγητής Dousa, που μας δίνει το πορτραίτο του: «ήταν πια ηλικιωμένος, το πρόσωπό του αξιοπρεπές και τα ψυχικά του χαρίσματα τόσο μεγάλα, ώστε να μη θεωρήται ότι ανάξια κατείχε την ανώτατη θέση της Ανατολικής εκκλησίας· γενικά με την εμφάνισή του κατακτούσε τις ψυχές των ανθρώπων».
Κατά το εικοσάμηνο περίπου διάστημα της τοποτηρητείας του ο Μελέτιος κατόρθωσε να οργανώση άριστα το πατριαρχικό δικαστήριο , που εκδίκαζε τελεσίδικα τις υποθέσεις των Χριστιανών ραγιάδων, να εξαγοράση το μοναστήρι του Μεγάλου Δημητρίου στην Ξυλόπορτα, όπου με δωρεές του ηγεμόνα της Μολδαβίας Ιερεμία (1595-1606) κτίστηκε το νέο πατριαρχικό οίκημα, και με τους εράνους και συνδρομές των Χριστιανών να εξοφλήση το μεγαλύτερο, φαίνεται, μέρος του πατριαρχικού χρέους προς Εβραίους τοκογλύφους , που το ονόμαζε «θηρίον της Εκκλησίας». Οι αντιδράσεις όμως που προκαλούσε η ανεξαρτησία της γνώμης του και η αυστηρότητα των μέτρων του εναντίον των παρεκτρεπομένων, καθώς και η αδυναμία του τελικά να επιβληθή στους ιδιοτελείς και ταπεινούς συνεργάτες του, του δημιούργησαν μια ανυπόφορη ατμόσφαιρα, γεμάτη από στεναχώριες και ψυχικές αναστατώσεις. Αυτοί ακριβώς κινήθηκαν εναντίον του και κάλεσαν ξαφνικά στον θρόνο, τον Απρίλιο του 1598, τον απαίδευτο επίσκοπο Ιωαννίνων Ματθαίο, τον οποίο με την σύμπραξη των Τούρκων τον έκαναν Πατριάρχη. Απογοητευμένος ο Μελέτιος εγκατέλειψε οριστικά την Κωνσταντινούπολη και ξαναγύρισε στην έδρα του, κατά το τέλος του 1598 αρχές του 1599. Επικρατούν οι εγωπαθείς και διεφθαρμένοι του πατριαρχικού περιβάλλοντος και συνεχίζονται οι μηχανορραφίες και οι αλλαξοπατριαρχείες. Οι νέοι αυτοί γραικύλοι εμπρός στην ικανοποίηση των συμφερόντων τους κάνουν ό,τι μπορούν, για να επιβαρύνουν τα οικονομικά του Πατριαρχείου και να σπιλώνουν την υπόληψη της Εκκλησίας του Χριστού. Ο φατριασμός και οι διχόνοιες είναι καθημερινή απασχόλησή τους. Η ελεεινή όμως αυτή κατάσταση αποκαρδίωνε και έσπρωχνε πολλούς Χριστιανούς κάθε χρόνο στον Ισλαμισμό.
Ο Μελέτιος πέθανε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1601 στις αγκάλες του πνευματικού του τέκνου Κυρίλλου Λούκαρι (1572 - 1638), που μόλις είχε φτάσει από την δεύτερη αποστολή του στην Πολωνία, όπου μάταια είχε προσπαθήσει ν’ αναστείλη την πρόοδο του Καθολικισμού.
Τα έργα του Μελετίου είναι δογματικά, απολογητικά της Ορθοδοξίας, και ιδίως πολεμικά , όπως ήταν φυσικό για την εποχή εκείνη. Κεντρικό σημείο του έργου του αποτελεί η υπεράσπιση των θέσεων της Ορθοδοξίας απέναντι των αποφάσεων της Φλωρεντινής συνόδου. Από τα έργα του η «Ορθόδοξος διδασκαλία», είχε, φαίνεται, την μεγαλύτερη απήχηση στον λαό, γι’ αυτό και μεταφέρθηκε σε απλή γλώσσα. Ενδιαφέρουσες είναι και οι πάμπολλες επιστολές του, εκδεδομένες και ανέκδοτες, που είναι ανάγκη να συγκροτηθούν σε σώμα και να εκδοθούν, γιατί απευθύνονται όχι μόνο σε επίσημα πρόσωπα, βασιλείς, ανώτερους κληρικούς, λογίους, αλλά και σε κατώτερους κληρικούς και απλούς ανθρώπους του λαού, και περιέχουν πλήθος ειδήσεων χρήσιμων για την γνώση της κοινωνικοπολιτικής, θρησκευτικής και πνευματικής ιστορίας του τόπου.
Πολύ μεγαλύτερη σπουδαιότητα όμως παρουσιάζουν τα κηρύγματά του, οι σωζόμενες ομιλίες με τον τίτλο «Ευαγγελικής διδασκαλίας περίοδος», γιατί άσκησαν μεγάλη επίδραση στον ελληνικό λαό. Το μυστικό της γοητείας του Μελετίου ήταν, κατά τον αυτόπτη μάρτυρα Dousa, ότι «μιλούσε με ευγλωττία και χρησιμοποιούσε διαλεχτές λέξεις, απαλλαγμένες από κάθε τάση για επίδειξη». Ο Πηγάς δηλαδή συνεπαρμένος από την επιθυμία του να πλησιάση τον λαό απομακρύνεται από την συνηθισμένη παλαιότερη παράδοση του κηρύγματος, την επηρεασμένη από την δυτική σχολή, που πρόσεχε πολύ την τεχνική επεξεργασία του κειμένου, δηλαδή την εσωτερική δομή του λόγου, την καλλιέπεια και το ύφος, και — παραμελώντας τους καθιερωμένους κανόνες του είδους αυτού της γραμματείας — αποβλέπει στην πηγαία απόδοση των συναισθημάτων του, στην ζωντανή εξεικόνισή τους με όργανο την δημοτική γλώσσα. Έτσι με τον αυθορμητισμό του ανανεώνει το κήρυγμα, του δίνει μορφή δική του, ελληνική, και ανοίγει ένα δρόμο πολύ δύσκολο και επικίνδυνο για θεολόγους που δεν είχαν ούτε την δική του θερμή πίστη ούτε και μην βαθιά φιλολογική και φιλοσοφική του κατάρτιση.
Οι ομιλίες του Πηγά αποτελούν ένα ζωντανό εθνικοθρησκευτικό κήρυγμα για εγκαρδίωση και ανάνηψη· καταδικάζει την πολυτέλεια, την τροφή, την μέθη, που οδηγούν τους νέους στο παραστράτημα και στην παραλυσία· στιγματίζει τις σωματικές ηδονές και εξαίρει τις πνευματικές, αποδοκιμάζει τις γυναίκες που τρέχουν στους μάγους, στις γητεύτρες, στις γύφτισσες κ. λ. π., ή εκείνες που πιστεύουν σε διάφορες δεισιδαιμονίες, κ. λ. Καταδικάζει τις αδικίες: «Ω άνθρωπε άσπλαχνε..., τι ελπίζεις να πάθης εσύ, οπού αρπάζεις τα αλλότρια, κλέπτεις τα ξένα, ιεροσυλείς τα θεία; Και πάντα διατί; Άλλος δια να μεθύση, άλλος δια να σπαταλήση, άλλος δια να λαμπροφορέση, άλλος δια να κερδίση, λέγει, θρόνους — ξεύρω για τι θρόνους — να δοξασθή και να κλονήται η Εκκλησία του Θεού, δια να ξοδιάζωνται τα στάμενα εις τους ασεβείς, εις τους εχθρούς του Χριστού, να ξεκουμπίση τον αδελφόν, να χαλάση την Εκκλησίαν, δια να στήση το θέλημά του» . Με αυστηρότητα καυτηριάζει τους ανάξιους κληρικούς: «Άνθρωπος κράζεται εκείνος του Θεού, Χριστιανός το όνομα, και τάχα και φορεί και σχήμα, δεν ηξεύρω πως να τον ειπώ τον ανίερον. Έπειτα τρέχει οπίσω σαρκός τέρας και δεν φοβάται Θεόν, μήτε το πυρ εκείνο ενθυμείται και τες φλόγες εκείνες [τες] σοδομιτικές, ω ουρανέ και ήλιε!.. Τις σε αναγκάζει να πωλήσης ή να αγοράσης ανάξιος Ιερωσύνην ή Αρχιερωσύνην και να θησαυρίσης κόλασιν; Ή δεν γνωρίζεις πως είναι πολλών κολάσεων άξιον το επιχείρημα; . . ». Υπάρχει έπειτα και η στιγμή της κρίσεως: «Πώς να απολογηθούμεν εκεί, όταν έλθη ο κριτής, όταν καθίση το κριτήριον το φοβερόν, όταν τεθώσι θρόνοι, όταν ανοιχθώσι τάφοι, οι βίβλοι των συνειδήσεών μας;»
Δεν ξεχνά την καταγωγή του και είναι περήφανος γι’ αυτήν. Το γένος του εξακολουθεί να είναι το φως του κόσμου:
«Εσείς είσθε το γένος εκείνο το περιφρονημένον των Ρωμαίων, το οποίον ποτέ εκυρίευσεν όλην την Οικουμένην με την δύναμιν των αρμάτων . Η πρώτη μοναρχία των Περσών μετετέθη εις Αιγυπτίους, από τους Αιγυπτίους εις Μακεδόνας, οι οποίοι ήσαν Έλληνες, το γνήσιον γένος σας. Από εκείνους δε ες τους Ρωμαίους, από τούς οποίους εσείς και κρατάτε και λέγεσθε. Εσείς είσθε εκείνοι, των οποίων οι πατέρες εφώτισαν την οικουμένην, την Ορθοδοξίαν της Χριστού πίστεως. Τα λείψανα είστε εσείς της βασιλείας των Ρωμαίων, εσείς τα λείψανα της Ορθοδοξίας. Από εσάς όλα τα έθνη, όσα ομολογούσι τον Χριστόν, αναμένουσι να πάρουσι το στερέωμα των δογμάτων της πίστεως και τους θεσμούς των εκκλησιαστικών πράξεων, τα ήθη και την πολιτείαν της θεαρέστου ζωής. Όλος ο κόσμος εις εσάς αναδρανίζει, εσάς ως φως του κόσμου».
Όπως βλέπουμε, ο ιερωμένος αυτός γνωρίζει καλά τις πηγές της πνευματικής και της εθνικής του υπόστασης, την αρχαία Ελλάδα μαζί με την Μακεδονία και το χριστιανικό Βυζάντιο. Κλαίει όμως τώρα για την κατάπτωση του γένους που έγινε περίπαιγμα των λαών της Δυτικής Ευρώπης και των «απίστων»:
«Κλαίω και εγώ την συμφοράν του γένους μας και θέλω την κλαύσει, δια να μη θαρρούσιν οι αιρετικοί και οι ασεβείς, οπού μας περιπαίζουσι και μας ονειδίζουσι ή πως δεν βλέπομεν την παντερημίαν μας ή πως την στέργομεν.»
Αλλά δεν πρέπει ν’ απελπίζωνται οι Έλληνες, αρκεί να μετανοήσουν για όσα έγιναν. Η μετάνοια είναι η σωτηρία. Ο Πηγάς αντιπαραθέτει την αξία της μετάνοιας προς την απαξία της αμαρτίας:
«Η αμαρτία εξορίζει, η μετάνοια προσοικειοί. Η αμαρτία πτωχαίνει, πλουτίζει η μετάνοια. Η αμαρτία σκορπίζει, η μετάνοια περιμαζώνει. Ασχημίζει η αμαρτία, καλλωπίζει [η μετάνοια]. Εκείνη κατασταίνει βοσκούς χοίρους, ετούτη μας κατασταίνει πάλιν υιούς».
Ας μην είναι λοιπόν οι Έλληνες απαισιόδοξοι. Μόνο στην μετάνοια και στα καλά έργα βρίσκεται η σωτηρία τους:
«. . . ας κλαύσωμεν από το ένα μέρος δια τας αμαρτίας μας, επιστρέφοντες εις μετάνοιαν, και από το άλλο μέρος, μη απελπίζου, μη απελπίζου ο λαός του Θεού, το έθνος το άγιον, βλέποντες πως σε κακουχούσιν και σκληραγωγούσιν οι ασεβείς. Αναθυμήσου, πως και το σπέρμα του Αβραάμ, το σπέρμα της επαγγελίας, παρέδωκεν ο Θεός ο δίκαιος εις δουλείαν τόσους χρόνους. Έπειτα ο αυτός Θεός έκρινε (καθώς είπα του Αβραάμ) το έθνος εκείνο των ασεβών... Πλην, παρακαλώ, να σπουδάσωμεν ημείς, να προφθάσωμεν με τα καλά έργα τες ασέβειες αυτών, δια να παρακινηθή ογληγορήτερα ο Θεός, δια την εργασίαν των καλών μας έργων, δια την ασέβειαν των εχθρών, να χαλάση και τόσην τυραννίαν και τόσον κακόν, ως επιθυμείτε, και να μας αξιώση των αγαθών εκείνων της βασιλείας των ουρανών. . . »
Απέραντη η πίστη του στην Ορθοδοξία. Αυτή θα σώση τους Έλληνες:
«Μόνον μη αμελησωμεν αδελφοί τοις ίχνεσιν επιβαίνειν των προγόνων ημων ειδότες ότι ου προσφατοις πόμεθα δόγμασιν αλλ’ αρχαίοις και πατροπαραδότοις τον Σωτηρα Χριστόν έχουσι νομοδότην και νομοθέτην τούς Αποστόλους δε και τούς Αγίους Πατέρας εκφαντορας...»
Παρακαλεί τον Χριστό να μην παύση να βασιλεύη και να μην επιτρέψη να βασιλεύη άλλος στην θέση του —· φράση που υπαινίσσεται τον φόβο για την ενδεχόμενη επικράτηση του Μουσουλμανισμού.
Αποσπάσματα εξ ομιλιών του Μελετίου
Α. Εξ ομιλίας τη Ε' Κυριακή των Αγίων Νηστειων (σελ. 103).
37. Είναι λοιπόν, λέγει ο απόστολος προς Γαλάτας, δύο διαθήκες: η μία η γεννώσα εις δουλείαν, ή συστοιχούσα τη νυν Ιερουσαλήμ. Η άλλη, ελευθέρα, η άνω Ιερουσαλήμ. Ακούεις, αδελφέ, πως τα πράμματα εκείνα, οπού εγινούντανε τον παλαιόν καιρόν, ήταν και τινά σημάδια και τύποι μυστηρίων μεγάλων, όχι παραδείγματα, να σε παρακινήσουν εσέναν εις άκρασίαν, εις αμαρτίαν;
38. Και κοντολογία, εσύ καν δεν μετράς με τον νουν σου, ότι επειδή είναι λόγια του πνεύματος, ανάγκη είναι να μη σου εγραφτήκασι, διά να κάμεις εσύ αμαρτίες, διότι ήθελες καταστήσει διδάσκαλον τες αμαρτίες. Ο Θεός να με φυλάγει από την βλασφημίαν ταύτην του Θεού ! Μη λοιπόν, αδελφέ, μη θέλεις τα κακά σου θελήματα. Την γυναίκα, οπού σου έδωκεν o Θεός, εκείνην έχε, και αν είναι στείρα, στείρα· αν είναι παιδογόνος, παιδογόνον. Και μη μου ευρίσκετε πρόφασιν και εαν και εσύ, να μολύνετε ο εις διά τούτην την πρόφασιν, ο άλλος διά κείνην την πρόφασιν, να μολύνετε, λέγω, το στέφανόν σας.
39. Τηράτε το αμόλυντον, τηράτε να το παραδώσετε τω φοβερώ Θεώ καθαρόν και αμίαντον. Δεν έχω καιρόν να σε ειπώ περισσότερον διά τούτην την ατοπίαν, οπού γίνεται ανάμεσά μας σήμερον και μολύνεται, μάλιστα και χωρίζεται, το ανδρόγυνον και επαίρνει εκείνος άλλην και εκείνη άλλον.
Β. Εξ ομιλίας τη Κυριακή των Βαΐων (σελ. 152 153).
10. Και εκείνη πάλιν, (η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου) ως ήκουσεν, εσηκώθη πάραυτα από το ξόδι και τα δάκρυα του αδελφού και καταφρονά τα πάντα, και λύπες και πικρίες και θλίψεις και κλαημούς, και τρέχει προς τον Χριστόν. Το εναντίον απ' ό,τι κάμνουσιν εδώ οι γυναίκες, θαρώ, και οι άνδρες οι εδικοί μας, οπού αφήνουσι την εκκλησίαν. Στερεύγουνται τα μυστήρια του Θεού, φεύγουσιν από Θεόν. Διατί; Διατί, λέγει, είναι θλιμμένοι -ώ κόσμε, έρημε κόσμε, και τότες είναι περισσότερος καιρός, όταν έχωμεν θλίψιν, να τρέξωμεν προς Θεόν. «Εκέκραξα, λέγει ο πατρόθεος προφήτης, εκέκραξα εν τω θλίβεσθαί με προς Κύριον και επήκουσάς μου εις την θλίψιν» μου, εκέκραξα προς Κύριον».
11. Και εμείς σήμερον, εις τες θλίψεις μας, τρέχομεν εις τους μάντεις, διατί, λέγει, διά να με παρηγορήσει, να κάμει ν' αγαπά ο δείνας, να κάμει να εύρω το τάδε τι, οπού έχασα, να μου απαγγέλλει διά τάδε τι οπού αναμένω. Ώ γυναίκες, πώς να σας ειπώ, γυναίκες, και αν ο μάντης ή η μάντισσα εμπορεί να κάμει τάδε ή τάδε, να σου κάμει αγάπες, να σου κάμει παιδία, να σου εύρει πλούτη, να σου γιάνει πληγές, δεν ήθελεν κάμει πρώτα του λόγου της; Πόσοι μάντες και μάντισσες είναι πυργωμένοι, παρδαλοί, κυλλοί, κακόμοιροι; Τριγυρίζουσι να εύρουσι καμμίαν λωλήν, να της φάγωσιν τέσσερες πέντε φόλες με το να της τάσσουσιν να την κάμνουσιν εκείνην γερήν, πλουσίαν, εκείνοι οπού είναι αυτοί τως κυλλοί και φτωχοί.
12. Ένα μου πέτε: αv σας έδιδεν ο διάβολος καλόν, οπού είναι των αδυνάτων, όσον μηδέ αυτός ατός του δεν είναι δυνατόν να είναι καλός, πλην, εθέλετέ το το διαβολικόν εκείνον και δαιμονικόν καλόν; Εγώ λογαριάζω, πως και μόνον το όνομα, το όνομα μόνον διαβολικόν, δαιμονικόν να είναι απατά διαβολικόν και δαιμονικόν, κακόν, όχι καλόν και φευκτόν. Ειπέ μου εσύ η ρίκτρα, οπού ρίκτει διά πλούτη καμμίαν και παίρνει σου έξη φόλες να σε κάμει πλούσιον, και του λόγου της πώς δεν πλουταίνει;
13. Ώ κόσμε λωλέ, οπού δεν γνωρίζεις, πώς, αν ήταν αλήθεια αυτάνα τα πράμματα, δεν ήθελες βλέπειν την κατζιβέλλαν γυμνή και ξεσκημένην να τα πει εσένα [τα] πλούτη, και αυτήνη να ψοφά διά έναν άσπρον. Πλην αφήτε τούτες τες λωλές μάντισσες! Εσείς μη πααίνετε πλέα. Αφήτε τούτες τες δαιμονισμένες και ας γιαγείρομεν εις την καλήν Μάρθαν καί Μαρίαν.
Γ. Εκ της αυτής ομιλίας (σελ. 170-171).
61. Ας γδυθής λοιπόν, άνθρωπε, από μάταια νεκρά πάθη της νεκρώσεως και λάβεις βαΐα φοινίκων αειθαλών, πράξεις ενάρετες και να υπαντήσεις τον Χριστόν, δεν θες ακούσεις μόνον, πως ανάστασε τον Λάζαρον, καθώς ακούεις πώς ακούουσιν εδώ οι λαοί, αμή θες αναβοήσει και εσύ το ωσανά, και θες λάβει το «σώσον δή Κύριε». Ώ Μελέτιε, πώς νάκαμνες την γλώσσαν μου, όχι κάλαμον γραμματέως οξυγράφου, επειδή δεν έχει να γράφεις μαλακά χαρτία, αμή, ή αδαμαντίνη, επειδή έχεις να χαράξεις, ωσάν πλάκες λίθινες, καρδίες σκληρές, ή πυρίνη, ωσάν εκείνες τες πυρίνες του πνεύματος, επειδή έχεις, ωσάν τότε εκείνος ο προφήτης τον τότε λαόν, ως καλάμιν νάκαιες, Μελέτιε, τόσην ύλην, όσην είναι φορτωμένη σήμερον τα στήθη μας και δεν αφήνει να φυτευθή o του Θεού φόβος, η του Χριστού υπακοή, οπού μας oρίζει με φοβερά και αφοριστικά από Θεού πρόσωπον λόγια να ταπεινωθούμεν, οπού μας ορίζει να μην μνησικακούμεν, μα να συγχωρούμεν με όσους έχομεν κακοσύνην, αλλέως πως δεν έχομεν να ιδούμεν πρόσωπον Θεού.
62. Πλήν, μην αναμένετε· ακούτε με και άνδρες και γυναίκες. Μην αναμένετε να μου θαυματουργήσει ο Θεός, και να μετασκευάσει την γλώσσαν μου οξυγράφον ή εις αδαμαντίνην και πυρίνην ή εις γλώσσαν αγγέλου, απ' εκείνες, οπού λέγει ο Παύλος. Εις στέκει να την καταστήσει και πυρίνην και αγγελικήν, αν δεκτείτε τον λόγον του Θεού πατρός και να ταπεινωθήτε και ν' αφήσετε και την μνησικακίαν, την αντίθεον, με τα λοιπά πάθη τα σαρκικά, διά την βασιλείαν των ουρανών, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού, ω η δόξα και το κράτος συν πατρί και πνεύματι εις αιώνας. Αμήν.
Δ. Εξ ομιλίας τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη (σ. 203).
34. Τρέχει, ασπάζεται τους αχράντους εκείνους πόδας, ραίνει τους και βρέχει τους με τα δάκρνα της μετανοίας. Και oι στεναγμοί της καρδίας, η συντριβή η συνεχή, δεν αφήνουσι την κατάνυξιν να ειπεί λόγια. Με τα έργα, αυτά, που είναι ζωντανά λόγια, με τα αυτά τα έργα βοά η καλή εκείνη πόρνη, ήδη μη πόρνη, τω Χριστώ, και λέγει πώς είναι αμαρτωλή περισσά και πως δέεται συγχωρήσεως διά φιλανθρωπίας, μάλιστα δείχνει και τούτη έξω από ετούτο, την μεγάλην αγάπην, οπού εχει προς τον Χριστόν. Μύρον της ευρίσκεται. πολύτιμον εις αλάβαστρον άγγείον. Παίρνει το μύρον. Βαστά ατή της το αλάβαστρον. Σπα το αλάβαστρο, χύνει το μύρον αλείφει την ακήρατον εκείνην κορυφήν του Χριστού, της οποίας τα ποδάρια έβρεχε με δάκρυα και εσφούγγιζε με τες απαλές εκείνες πλεξούδες, οπού είχε πρώτα δίκτυα της αγάπης της αμαρτίας.
35. Ώ καλή πόρνη, πώς εύρες καλήν και σύντομον στράταν να ξεφκαιρώσεις το πέλαγός σου της αμαρτίας με τα δάκρυα της μετανοίας, με την κένωσιν του μύρου! Ώ καλή μετάνοια, πώς δύνασαι και σιμώνεις τας πόρνας τω Χριστώ και ανέχεται της δυσωδίας του βρώμον της άμαρτίας, ανέχεται ο Χριστός, όχι διά το μύρον, διά τα δάκρυα.
Ε. Εξ ομιλίας τη Κυριακή των Προπατόρων (σ.229-230).
60. Παρακαλώ σας λοιπόν, μην ευρεθούμεν εμείς από τους πολλούς τους καλεσμένους, μηδέ καταφρονήσωμεν το κάλεσμα του Κυρίου, μηδέ αγρούς, μηδέ ζεύγη βoώv, μηδέ γυναίκα, αλλά ας γενούμεν, από τους ολίγους, διά τους οποίους λέγει ο Σωτήρ, ότι «ολίγοι οι σωζόμενοι». Ας γενούμεν από τους εκλεκτούς με την στράταν, οπού μας ερμηνεύει ο Σωτήρ, διά του αποστόλου ότι «αποστήτω από αδικίας πας ονομάζων τον Κύριον». Και πάλιν «καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, ποιούντες αγιωσύνην εν πνεύματι αγίω».
61. Και μη μου προφασίζου, ώ δύστηνη Πόλη, πως έχεις κακούς ποιμένας. Έχεις και καλούς, καλά και ολίγους, πλην αν έχεις και κακούς, πείθου εσύ «τω λόγω της αληθείας» και μην ξετρέχεις τας πράξεις των κακών. Ξεύρεις, να σου ειπώ, πρώτον μεν ήθελα να είμεσθαν εμείς καλοί, αλλά θα νάμεσταν το φως του κόσμου, το άλας της γης, οι οδηγοί των τυφλών, οι παιδευταί των ασεβών, και να μην είμεσθαν φαρισαίοι, να λέγεται και περί ημών ότι «επί της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι φαρισαίοι· πάντα ουν όσα αν είπωσιν υμίν ποιήσαι, ποιήσατε, κατά δε τα έργα αυτών ου μη ποιήσητε· λέγουσιν γαρ και ου ποιούσιν».
62. Αλλά εγώ ήθελα να εκάναμεν και ημείς οπού διδάσκομεν τους άλλους. Πλήν εσύ ο ευσεβής, λάμβανε την καλήν διδασκαλίαν, λάμβανε τα μυστήρια της ευσεβείας και από τους αναξίους. Τίμα και τους αναξίους και θες έχεις μεγαλείτερον μισθόν. Μηδέ δίσταζε, ότι να σου κολομβώνει το μυστήριον της ευσεβείας πονηρία του αρχιερέως, ιερέως. Ξεύρεις τι είμεσθαν εμείς; Βουλωτήρια, σφραγίδες, τύποι. Και άλλος είναι χρυσος, άλλος ασημίτικος, άλλοι είμεσθεν σιδερένιοι. Και βαστώμεν όλοι έναν τύπον. Εσείς είστε το κερί.
63. Ειπέ μου, ωσάν τυπωθή το κερί και λάβει την εικόνα του βασιλέως, τόσον από σιδερένιον, ωσάν από ασημένιον, ωσάν από το χρυσόν βουλωτήρι, τι διαφέρεται προς τα βουλωτήρια εκείνα; Πασαένα ό,τι διά λόγου του είναι, διά λόγου του τιμάται, διά λόγου [του] ξάζει. Αν χρυσόν, πολύν. Αν αργυρόν, ολιγώτερον. Αν σίδερον, ολιγώτερον. Αμή ο τύπος των εικόνων όλος είναι ίσα ίσα εις το κερίν. Mόvov μη σκληρύνει σας, μα δέχου εις όλα τον τύπον της διδαχής, σωφρονίσου και εσύ απατά. Και εκείνοι οι κακοί ποιμένες τι αναμένετε; Τι σκορπίζετε εσείς τα πρόβατα του Κυρίου, ώ λύκοι άρπαγες, και εσείς, πως αφήνετε και σκορπίζεσθε έτζι. Δεν συντηράτε τον ποιμένα τον καλόν, οπού διά τα πρόβατα, ως πρόβατον, ήχθη εις σφαγήν; Εκνίψασθε δικαίως. Ξυπνήσατε, μη κοιμάσθε τον θάνατον του ύπνου. Ο θάνατος μας περιτρέχει. Ο δεσπότης και καλεί και αναμένει εις μετάνοιαν, διά να μας αξιώσει δείπνον μεγάλον και λαμπρόν εις την βασιλείαν των ουρανών, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού, ώ η δόξα και το κράτος συν Πατρί και Πνεύματι εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν.
Πηγή: (Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Γ’ τομ., Θεσσαλονίκη 1968) Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας , («Μελέτιος Πηγάς. Χρυσοπηγή», Αθήναι 1958) Μυριόβιβλος
Στις 13 Σεπτεμβρίου η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη του Αγίου Αριστείδου, του επιφανούς και ευγλωττότατου αυτού Αθηναίου φιλοσόφου και πανευφήμου μάρτυρος του Χριστού, ο οποίος έμεινε γνωστός στην Εκκλησιαστική Ιστορία και Πατρολογία από την περίφημη απολογία του υπέρ των διωκομένων χριστιανών.
Κάθε χρόνο στὶς 11 Σεπτεμβρίου ἑορτάζουμε καὶ τιμοῦμε τὴ μνήμη τῆς Ὀσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας τῆς ἐν Βάστα. Ἡ Ἁγία αὐτὴ εἶναι γνωστὴ πλέον ὄχι μόνο στὴν πατρίδα μας ἀλλὰ καὶ πέραν αὐτῆς. Ποιὸς εἶναι ὅμως ὁ δρόμος ποὺ βάδισε καὶ ἔφθασε στὴν ἁγιότητα;
Θὰ ἀναφέρουμε μὲ συντομία ὅσα εἶναι γνωστὰ γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πολιτεία της, μὲ βάση τὰ ἱερὰ συναξάρια τῆς ἐκκλησίας μας, μὲ σκοπὸ ὁ καθένας μας νὰ τὴ «ζηλέψει» καὶ νὰ τῆς ὁμοιάσει.
Ἡ Ἁγία καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἁγιοτόκο καὶ Ἠρωοτόκο Πελοπόννησο γι' αὐτὸ καὶ ἀπὸ κάποιους ὀνομάζεται Ἁγία Θεοδώρα ἡ Πελοποννησία. Ὡς πρὸς τὴν καταγωγὴ της πιθανότερες περιοχὲς φαίνεται νὰ εἶναι ἡ Ἀρκαδία καὶ ἡ Μεσσηνία.
Ἔζησε κατὰ τὸν 9ον αἰώνα δηλαδὴ στὰ χρόνια τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Οἱ γονεῖς της ὑπῆρξαν ἄνθρωποι πτωχοὶ καὶ ἄσημοι ἀλλὰ ἀγαποῦσαν τὸν Θεὸ καὶ μετέδωσαν στὰ παιδιὰ τους τὴν πίστη στὸ Χριστό. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἡ Θεοδώρα, σὲ σχέση μὲ τὰ ἄλλα ἀδέλφια, εἶχε μία ἰδιαίτερη ἀγάπη καὶ κλίση πρὸς τὰ θεία. Ἀγαποῦσε τὸν Θεὸ σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ ἐπεθύμησε νὰ ἀφιερώσει ὅλη της ζωὴ σ' Αὐτόν. Ἀποκτοῦσε μέρα μὲ τὴ μέρα αὐτὸ ποὺ οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὀνομάζουν «Ἔρωτα Χριστοῦ».
Μεγαλώνοντας ἀποφασίζει νὰ ἐγκαταβιώσει σὲ μοναστήρι καὶ ἐκεῖ νὰ καλλιεργήσει τὸν ἔρωτά της γιὰ τὸ Χριστό. Τὸ παράδοξο ὅμως εἶναι ὅτι δὲν προτίμησε ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι ἀλλὰ ἕνα ἀνδρικό! Παρουσιάστηκε στὴ Μονὴ τῆς Παναΐτσας, μία Μονὴ ποὺ βρίσκεται στὰ ὅρια τῶν Νομῶν Ἀρκαδίας - Μεσσηνίας, ὡς ἄνδρας μὲ τὸ ὄνομα «Θεόδωρος». Δὲν μποροῦμε μὲ σιγουριὰ νὰ ὑποστηρίξουμε γιὰ ποιὸ λόγο τὸ ἔκανε αὐτό. Πιθανὸν ἤθελε νὰ ἐξαφανιστεῖ ἐντελῶς ἀπὸ τοὺς γνωστούς της.
Στὴν ἀνδρώα Μονὴ ποὺ ἐγκαταβίωσε δὲν ἄργησε νὰ καταστεῖ παράδειγμα ὑπομονῆς, ὑπακοῆς καὶ ταπείνωσης. Οἱ ἀρετὲς αὐτὲς τὴν ὁδήγησαν σταδιακὰ σὲ μεγάλη πνευματικὴ πρόοδο ποὺ ἀναγνωριζόταν ἀπὸ τὸν Ἡγούμενο καὶ τοὺς συμμοναστές της. Οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς, θαυμάζοντας τὴν προσωπικότητα καὶ τὰ χαρίσματα ποὺ τὸν διέκριναν, τοῦ ἐμπιστεύτηκαν τὶς ἐξωτερικὲς ἐργασίες τῆς Μονῆς. Πράγματι, στὸ διακόνημα αὐτὸ βρίσκονται πάντα μοναχοὶ ἢ μοναχὲς μὲ ἐμπειρία στὴν πνευματικὴ ζωή.
Τὴν ἴδια χρονικὴ περίοδο συνέβη στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Πελοποννήσου φοβερὸς λιμός, ἔτσι ποὺ ὁ κόσμος καὶ ἡ Μόνη κινδύνευσαν ἀπὸ ἀσιτία. Ὅλοι οἱ Πατέρες ἔστρεψαν τὰ βλέμματά του στὸν «Θεόδωρο» ὡς τὸν μοναδικὸ ποὺ μποροῦσε νὰ βοηθήσει σὲ αὐτὴ τὴν τόσο δύσκολη κατάσταση. Πράγματι, ὁ "Θεόδωρος" ἐπισκέφθηκε πολλὰ σπίτια Χριστιανῶν προκειμένου νὰ τοὺς στηρίξει καὶ ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ ἐξοικονομήσει κάτι καὶ γιὰ τὴν μοναστικὴ ἀδελφότητα.
Συνέβη ὅμως κάτι φοβερό! Μία γυναίκα ξεστόμισε ἐναντίον του μία βαριὰ κατηγορία:
«Ὁ καλόγερος, εἶπε, μὲ ἄφησε ἔγκυο!»
Ἡ εἴδηση αὐτὴ διαδόθηκε γρήγορα! Μία δεινὴ συκοφαντία εἶχε ἤδη στηθεῖ. Οἱ γονεῖς τῆς ἐγκυμονούσας γυναίκας θυμωμένοι ἀνέβηκαν στὸ Μοναστήρι καὶ βίαια πρόσταξαν τὸν «Θεόδωρο» νὰ τοὺς ἀκολουθήσει. Ὁ «Μοναχὸς» ἂν καὶ ἀρνήθηκε τὴν κατηγορία δὲν ἀρνήθηκε νὰ τοὺς ἀκολουθήσει. Στὴ συνέχεια τὸν δίκασαν μὲ συνοπτικὲς διαδικασίες καὶ τὸν ἔκριναν ἔνοχο. Ἔλαβε τὴν ἐσχάτη τῶν ποινῶν «θάνατον διὰ ἀποκεφαλισμοῦ». Ἂν καὶ μποροῦσε μὲ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ σώματός του νὰ ἀποδείξει τὴν ἀθωότητά του, προτίμησε νὰ σηκώσει τὸ βάρος τῆς συκοφαντίας! Ὡς τόπος τοῦ μαρτυρίου ὁρίστηκε τὸ χωριὸ Βάστα στὴν περιοχὴ τῆς Ἀρκαδίας. Ὁ δήμιος τὸν ὁδήγησε μέχρι ἐκεῖ ἐνῶ ὁ «Θεόδωρος» ἀκολουθοῦσε ὡς «ἀμνὸς ἄφωνος». Μετὰ ἀπὸ λίγη ὥρα ἡ ψυχὴ τῆς «Ἁγίας Θεοδώρας» φτερούγισε πρὸς τὸν οὐρανό, στὴν ἑτοιμασμένη θέση τῶν ὀσιοπαρθενομαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ δήμιος καὶ οἱ συνεργάτες του, ποὺ ἀποκεφάλισαν τὴ μάρτυρα, διέκριναν τὸ σῶμα της γυμνὸ καὶ μεταμεληθέντες ζήτησαν συγχώρεση ἀπὸ τὸ Θεό.
Τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς ἔγινε γνωστὸ παντοῦ! Ὁ Ἡγούμενος καὶ συμμοναστὲς θρηνολογώντας ἔφθασαν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ δοξάζοντας τὸ Θεὸ ἐνταφίασαν τὸ σῶμα της στὴ Ἱερὰ Μονή τους ἢ κατὰ τὴ γνώμη ἄλλων στὸν ἴδιο τόπο τοῦ μαρτυρίου της.
Πρὶν τὸν ἀποκεφαλισμό της, ἡ Ἁγία ζήτησε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ μαλλιά της νὰ γίνουν δένδρα καὶ τὸ αἷμα της ποτάμι. Πράγματι, στὴ στέγη τοῦ ἱδρυθέντος ναοῦ ποὺ βρίσκεται στὴ Βάστα τῆς Ἀρκαδίας ἀνεφύησαν δένδρα, τὰ ὁποῖα παραδόξως στέκονται στὴ στέγη καὶ ὁμολογοῦν ὅτι «ὅπου θεὸς βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις».
ΕΞΕΤΑΣΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΥΠΑΡΞΕΩΣ 17 ΔΕΝΔΡΩΝ ΣΤΗ ΣΤΕΓΗ ΤΟΥ Ι. ΝΑΟΥ ΑΠΟ ΣΤΑΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ
Κατὰ τὴν ἐπίσκεψή μου στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Θεοδώρας τὸν Ἰούλιο τοῦ 1986 καὶ ἐντυπωσιασμένος ἀπὸ τὸ φαινόμενο τῶν δένδρων πάνω στὴ στέγη προσπάθησα νὰ ἐξηγήσω τεχνικὰ τοῦτο καὶ ὁδηγήθηκα στὰ ἑξῆς:
1η Δυνατότητα: Νὰ περνᾶνε οἱ ρίζες μέσα ἀπὸ τὴ λάσπη ποὺ συνδέει τὶς πέτρες τοῦ τοίχου καὶ νὰ στερεώνονται στὸ ἔδαφος. Σ' αὐτὴ τὴν περίπτωση ὅμως ἢ θὰ εἶχαν σπάσει οἱ ἴδιες οἱ πέτρες μὲ ἀποτέλεσμα τὴν κατάρρευση τοῦ κτίσματος.
2η Δυνατότητα: Νὰ διακλαδίζονται οἱ ρίζες πάνω στὴ στέγη καὶ νὰ στηρίζονται τὰ δένδρα σ ' αὐτή: Τὸ βάρος ἑνὸς κυβικοῦ μέτρου νωποῦ ξύλου εἶναι περίπου 1 (ἕνας) τόνος.
Ἂν ὑπολογίσουμε τὰ δένδρα μὲ μέση διάμετρο 40 ἑκατοστὰ καὶ ὕψος 4 μέτρα τὸ βάρος καθενὸς εἶναι 540 κιλά. Αὐτὴ ἡ παραδοχὴ εἶναι λογικὴ δεδομένου ὅτι δὲν ἔχουμε ὑπολογίσει τὰ κλαδιά.
Ἑπομένως ἡ στέγη δέχεται βάρος 17x540=9180 κιλὰ ἢ 9,18 τόνους ποὺ σημαίνει 460 κιλὰ στὸ τετραγωνικὸ ἂν ἡ ἐπιφάνεια τοῦ ναοῦ εἶναι 29 τετραγωνικὰ μέτρα περίπου.
Αὐτὸ τὸ φορτίο ποὺ δέχεται ἡ στέγη εἶναι 4.6 φορὲς μεγαλύτερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ὑπολογίζουμε ὅταν κάνουμε μελέτες στεγῶν μὴ βατῶν καὶ 2.3 φορὲς μεγαλύτερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ δέχεται ὁ κανονισμὸς (γιὰ μελέτες οἰκοδομικῶν ἔργων) γιὰ στέγες στὶς ὁποῖες δὲν ἀποκλείεται ἡ συγκέντρωση ἀνθρώπων.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ παραπάνω ὑπάρχει μία ἄλλη καταπόνηση τῆς στέγης ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ ἀέρα τῆς ρεματιᾶς πάνω στὰ δένδρα. Ὅταν ὁ ἀέρας αὐτὸς ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ξεριζώνει δένδρα καταλαβαίνει κανεὶς τί δυνάμεις ἐξασκοῦνται ἀπὸ τὰ 17 δένδρα γιὰ ἀνατροπή της.
Ἐλευθέριος Μπεληγιάννης, Πολιτικὸς μηχανικὸς
Από: «ΒΙΟΣ, ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ, & ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΕΝΔΟΞΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝ ΒΑΣΤΑ ΑΡΚΑΔΙΑΣ», ἔκδοση τῆς ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
(Πηγή: «Βιὸς τῆς Ἁγίας Ὀσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας τῆς ἐν Βάστα Ἀρκαδίας», Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό)
Η εξήγηση που έδωσαν για το παράδοξο αυτό φαινόμενο συνοπτικά μερικοί επιστήμονες:
› κ. Λούκος Κων/νος (Γεωπόνος – Κόρινθος): “Δεν υπάρχει εξήγηση από πλευράς γεωπονικής επιστημονικής. Πρόκειται για ένα ΔΙΑΡΚΕΣ ΘΑΥΜΑ”.
› κ. Μακρυγιάννης Π. (Γεωπόνος): “… Αλλά σα γεωπόνος, είμαι σε θέση να ξέρω πολύ καλά, ότι οι τοίχοι θα είχαν ανοίξει και σπάσει από τις ρίζες ενός μόνο δέντρου, πόσο μάλλον δεκαεπτά”.
› κ. Ράπτης Γεώργιος (Δασολόγος – Ναύπακτος): “Το όλο φαινόμενο υπερβαίνει κάθε λογική, φυσική και επιστημονική εξήγηση του ανθρώπου”.
› κ. Μπεληγιάννης Ελευθέριος (Πολιτικός Μηχανικός – Αθήνα): “Όταν ο αέρας αυτός (της ρεματιάς) έχει τη δυνατότητα να ξεριζώνει δέντρα, καταλαβαίνει κανείς, τι δυνάμεις εξασκούνται από τα 17 δέντρα για την ανατροπή της στέγης”.
› κ. Σταυρογιάννη – Περρή Ελένη (Αρχιτέκτων – Καλαμάτα): “Φαινόμενο επιστημονικά ανεξήγητο. Οι δυνάμεις βάρους και αέρος σε συνάρτηση, θα έπρεπε λόγω θέσεως του εξωκλησιού, αλλά και λόγω της προχείρου κατασκευής αυτού, προς δε και της παλαιότητάς του να είχαν διαλύσει το κτίσμα. Τούτο όμως, παραμένει επί τόσους αιώνας χωρίς σοβαρές φθορές”.
› κ. Παλλας (Διευθυντής Αρχαιοτήτων – Κόρινθος): “Βάσει των φυσικών νόμων, τουλάχιστον τα μεγάλα αυτά δέντρα, λόγω κλίσεως, ύψους, περιμέτρου έπρεπε να είχαν γκρεμισθεί. Δια να στέκουν αγέρωχα, είναι κάτι που η επιστήμη δεν μπορεί να δώσει εξήγηση”.
› κ. Τίγκας Αναστάσιος (Θεολόγος, Αρχαιολόγος, Ιστορικός – Ηράκλειο Αττικής): ” Η όλη ανάπτυξις, ύπαρξις και ζωή των δέντρων επί της στέγης του ναού της Οσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας εκπλήσσει, αντιβαίνει προς πάσα λογικήν και φυσικήν εξήγησιν του ανθρώπου. Καταδεικνύει μίαν σπανίαν ιδιαιτερότητα, την επέμβασιν του Θεού επί της δημιουργίας Του, το θαύμα”.
Η Αγία Θεοδώρα στο βιβλίο “Ρεκόρ Γκίνες“
Θαυμαστό ναΐδριο τιτλοφορείται από το βιβλίο Γκίνες ο ναός της Αγίας Θεοδώρας στο χωριό Βάστα Μεγαλόπολης Αρκαδίας. Ο εν λόγω ναός αφιερωμένος στη μνήμη της Αγίας Θεοδώρας χτισμένος τον 12ο αιώνα δημιουργεί θαυμασμό και ερωτηματικά στον επισκέπτη-προσκυνητή. Ο ναός είναι κτισμένος σε πετρώδες έδαφος με τοίχους πάχους 70 εκατοστών και περιβάλλεται από 17 αιωνόβια δέντρα που αγκαλιάζουν το ναό. Τα δέντρα και τα κλαδιά πλέκονται στη σκεπή και στους τοίχους για να προστατεύσουν το ναό από τα στοιχεία της φύσης και από κάθε βέβηλο χέρι. Κι ενώ περιμένεις μετά από τόσες εκατονταετίες που πέρασαν, να δεις μόνο ερείπια διαπιστώνεις πως ο ναός βρίσκεται σε θαυμάσια κατάσταση.
Κοπή των δέντρων της στέγης
Τον Δεκέμβριο του 1959 ο Έκτακτος Επιμελητής Αρχαιοτήτων Γορτυνίας με έκθεσή του εισηγήθηκε αφ’ ενός την εκρίζωση των δέντρων από τη στέγη του ναΐσκου και αφ’ ετέρου τον καθαρισμό και την κεράμωσή του. Το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων έγκρινε την πρόταση του Επιμελητή και χορήγησε πίστωση για την εκρίζωση των δέντρων από την στέγη του ναΐσκου. Όμως ο Σύλλογος των απανταχού Βασταίων με επικεφαλής τον αείμνηστο δραστήριο Πρόεδρό του Ανδρέα Παναγιωτόπουλο, μέλος τότε του ΑΣΔΥ, αντιδρά αποτελεσματικά υποβάλλοντας έγγραφο στο οποίο προβάλλει τις αντιρρήσεις του και ζητεί την ανάκληση της οικείας πιστώσεως και της συναφούς διαταγής του.
(Πηγή: «Αγία Θεοδώρα η εν Βάστα Αρκαδίας: “Χριστέ μου ,συγχώρησέ τους. Κάνε το σώμα μου εκκλησία, τα μαλλιά μου δέντρα και το αίμα μου ποτάμι”.», Αντέχουμε…)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Δῶρον ἔνθεον, ἠγιασμένον, Θεῶ ἤνεγκας, τὴν βιοτήν σου, Θεοδώρα Ὁσία πανεύφημε, τῆς μετανοίας τὸ πῦρ γὰρ ἐμφαίνουσα, μέσον ἀνδρῶν φιλοσόφως διέλαμψας, ὅθεν πρέσβευε, ἀπαύστως τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό, Αντέχουμε…, Καθεδρικός Ιερός Ναός Αγίας Γλυκερίας Γαλατσίου
Λόγος στὴ Γέννηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ - Homilia in Navitatem Mariae (νεοελληνικὴ ἀπόδοσις).
Πολλά και ποικίλα τα ονόματα, με τα οποία αναφέρεται η οσία Κασιανή στα χειρόγραφα. Κασιανή και Κασσιανή, Κασία και Κασσία, Εικασία και Ικασία. Στους βυζαντινούς χρονογράφους αναφέρεται ως Εικασία[1], ως Ικασία[2] και ως Κασία[3]. Γι' αυτό, το σωστό είναι να γράφεται με ένα σίγμα. Σε χειρόγραφα εκκλησιαστικών ύμνων, αργότερα, και σε ποιητικές ανθολογίες, που περιλαμβάνουν και δικά της έργα, η ποιήτρια αναφέρεται και ως Κασσία, Κασία, Κασιανή, Κασσιανή, Εικασία, Ικασία, ακόμη και Ταϊσία. Το έτος γεννήσεως και θανάτου, η οικογένεια και ο τόπος καταγωγής της είναι άγνωστα.
Οσία Κασιανή και βασιλεύς Θεόφιλος
Η ιστορία την συνδέει με τον βασιλέα Θεόφιλο (829-842). Ο χρονογράφος Γεώργιος Μοναχός ή Αμαρτωλός, που έζησε τον 9ο αιώνα[4], γράφει ότι η μητέρα του αυτοκράτορα, ή κατ' άλλους η μητρυιά Ευφροσύνη[5], θέλησε ο υιός της Θεόφιλος να βρει την κατάλληλη σύζυγο, διαλέγοντας μεταξύ πολλών νεανίδων, που συγκεντρώθηκαν στα ανάκτορα. Σ' αυτήν, που θα του άρεσε περισσότερο, του έδωσε η μητέρα του να της προσφέρει ένα χρυσό μήλο. Ο Θεόφιλος εντυπωσιάσθηκε από την ομορφιά της οσίας Κασιανής και ελκύσθηκε προς αυτήν. Αλλά θέλησε, πριν της δώσει το χρυσό μήλο, να ελέγξει την εξυπνάδα και την ετοιμότητά της. Γι' αυτό της είπε· «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα»!, εννοώντας την Εύα. Η οσία Κασιανή τότε απάντησε εύστοχα και ευφυέστατα· «Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττονα», εννοώντας την Παναγία. Τότε ο αυτοκράτορας, επειδή πληγώθηκε το γόητρό του από την απάντηση, έδωσε το μήλο σε μια άλλη κοπέλα, την Θεοδώρα, που καταγόταν από την Παφλαγονία της Μ. Ασίας. Έκτοτε η οσία Κασιανή έκτισε μοναστήρι και έζησε την αφιερωμένη ζωή της μοναχής. Τα «Πάτρια Κων/πόλεως» μαρτυρούν επίσης ότι έκτισε μονή, ο δε Μ. Γεδεών[6] το τοποθετεί «εν Υψωμαθείοις της Κων/πόλεως».
Η Οσία Κασιανή ως υμνογράφος
Ο Γεώργιος αναφέρει, επίσης, ότι η οσία Κασιανή έχει γράψει το τροπάριο της Μ. Τετάρτης «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...», το τετραώδιο του Μ. Σαββάτου «Άφρων γηραλέε» και άλλα τινά. Τουτέστιν μαρτυρεί ότι υπήρξε συγγραφεύς εκκλησιαστικών ύμνων.
Τα ίδια γράφει ο Συμεών ο Μάγιστρος και Λογοθέτης, που έζησε τον 10ο αιώνα[7], ο Λέων ο Γραμματικός ο Αρμένιος, που έγραψε αρχές 11ου αιώνα[8] και ο Μιχαήλ Γλυκάς, που έζησε τον 12ο αιώνα[9]. Οι Συμεών και Λέων, αναφερόμενοι στα έργα της, γράφουν αορίστως ότι «και συγγράμματα αυτής πλείστα καταλέλοιπε», ενώ ο Γλυκάς δεν αναφέρει τίποτα περί συγγραμμάτων.
Τα άλλα γνωστά έργα της οσίας Κασιανής, σύμφωνα με χειρόγραφα εκκλησιαστικών ύμνων, είναι:
α) Το δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης...»,
β) Το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της Γενήσεως του Τιμίου Προδρόμου (24-6), «Ησαΐου νυν του προφήτου...»,
γ) Το εις τους μάρτυρες Γουρίαν, Σαμωνά, και Άβυδον στιχηρό, σε ήχο Β΄ (15-11).
δ) Τα δύο στιχηρά εις τους μάρτυρες Ευστράτιο, Αυξέντιο, Ευγένιο, Ορέστη (13-12).
ε) Το τετραώδιο του Μ. Σαββάτου «Άφρων γηραλέε...», που ήδη προαναφέραμε[10].
Η Οσία Κασιανή ως ποιήτρια
Επίσης, η οσία Κασιανή έχει ασχοληθεί και με την κοσμική ποίηση. Έχει συγγράψει πλήθος γνωμικά και επιγράμματα, τα οποία είναι γραμμένα κατά το μεγαλύτερο τους μέρος σε ιαμβικό τρίμετρο. Τα κυρίαρχα θέματα των γνωμικών είναι η μωρία, ο πλούτος, ο φθόνος, η φειδώ. Αρκετά απ' αυτά αρχίζουν με τη λέξη «μισώ». Π.χ. «Μισώ τον μοιχόν, όταν κρίνη τον πόρνον. Μισώ σιωπήν, ότε καιρός του λέγειν. Μισώ τον διδάσκοντα μηδέν ειδότα»[11].
Περί της ιστορίας των καλλιστείων
Πολλοί ακαδημαϊκοί ερευνητές εκφράζουν αμφιβολίες για την αλήθεια της ιστορίας των καλλιστείων ή την αποκρούουν εντελώς. Οι λόγοι είναι οι εξής τρεις:
Α΄. Ο Παπαρρηγόπουλος[12] (1815-1891) παρατηρεί ότι οι χρονογράφοι παρουσιάζουν τον Θεόφιλο να νυμφεύεται, ενώ είναι βασιλεύς. Ο Θεόφιλος, όμως, βασίλευσε μόνο 12 έτη και 3 μήνες[13] και στον 3ο χρόνο της βασιλείας του[14] πάντρεψε την προτελευταία από τις πέντε κόρες του[15], την Μαρία. Λογικά δεν συμβιβάζονται αυτά τα δύο γεγονότα.
Β΄. Διασώζονται τρεις επιστολές του οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου (759-826) προς την κανδιδάτισσα Κασσία, η οποία διάγει ως μοναχή και μάλιστα «παιδιόθεν» προτίμησε την μοναχική αφιέρωση. Αν η Κασσία αυτή ταυτίζεται με την υμνογράφο, τότε το επεισόδιο με τα καλλιστεία είναι αδύνατο να είναι αληθινό και λόγω της «παιδιόθεν» μοναχικής της αφιερώσεως και λόγω χρονολογικής αντιφάσεως. Ο γάμος του Θεοφίλου έγινε αποδεδειγμένα το 830, ενώ ο όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης κοιμήθηκε το 826[16].
Γ΄. Η στιχομυθία του Θεοφίλου με την οσία Κασιανή, «δια γυναικός ερρύη τα φαύλα, αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα», δεν είναι πηγαία έμπνευση ούτε έχει συντελέσει στο ν' απορριφθεί η Κασιανή, κατά τον καθηγητή της φιλοσοφικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σταύρο Ιω. Κουρούση[17]. Διότι στην P.G. (50, 795) υπάρχει λόγος εις τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου, επ' ονόματι του αγίου Χρυσοστόμου (φέρεται και ως έργο του Γρηγορίου του θαυματουργού), του οποίου η αρχαιότητα είναι αδιαμφισβήτητος. Ο B. Marx αποδεικνύει ότι είναι έργο του Πρόκλου Κων/πόλεως (434-446), μαθητού του Χρυσοστόμου, ο οποίος έκανε και την ανακομιδή των οστών του ιερού πατρός στην Κων/πολη. Εκεί στο λόγο λέγεται· «δια γυναικός ερρύη (ερύει; Fort. βρύειed.) τα φαύλα, δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα».
Ο Θεόφιλος και το τροπάριο της Κασιανής
Λαϊκή παράδοση αναμιγνύει και τον Θεόφιλο στη δημιουργία του τροπαρίου «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή». Αναφέρει η παράδοση αυτή ότι, ενώ συνέγραφε το τροπάριο η οσία Κασιανή και είχε φθάσει στη φράση «κρότον τοις ωσίν ηχηθείσαν», την επισκέφθηκε ο Θεόφιλος. Εκείνη τότε κρύφτηκε, για να τον αποφύγει, κι εκείνος, αφού διάβασε το κείμενο, που γράφτηκε μέχρι εκείνη τη στιγμή, προσέθεσε «τω φόβω εκρύβη». Θέλησε δηλ. γι' άλλη μια φορά να την ειρωνευθεί.
Το θρυλούμενο αυτό επεισόδιο της λαϊκής παραδόσεως το πήραν μυθιστοριογράφοι και του έδωσαν άλλες προεκτάσεις. Έτσι ταυτίζουν την πόρνη του τροπαρίου με την οσία Κασιανή. Αυτή η ταύτιση είναι εντελώς αβάσιμη, ακόμη κι αν η ιστορία περί των καλλιστείων είναι αληθινή. Οι βυζαντινοί χρονογράφοι αναφέρουν μόνο ότι ήταν υποψήφια σύζυγος του Θεοφίλου και ουδέν περισσότερο. Και η λαϊκή παράδοση θρυλεί ότι κρύφτηκε, για να μη συναντηθεί με τον Θεόφιλο. Βεβαίως είναι εντελώς λαθεμένη η ερμηνεία της, διότι φαίνεται ξεκάθαρα από την πλοκή του τροπαρίου ότι ο κρότος των βημάτων, που ακούστηκε, είναι ανθρωποπαθής έκφραση της ποιήτριας, που αναφέρεται στα βήματα του Θεού, που άκουσε η Εύα στον παράδεισο και όχι στα βήματα του Θεοφίλου, που άκουσε η ποιήτρια. Αλλά, η μανία των ανθρώπων για "love story", η νοσηρή σκέψη ορισμένων μυθιστοριογράφων και η προβολή των δικών τους σαρκικών και αμαρτωλών επιθυμιών, ακόμη και στα πιο άγια πρόσωπα, δημιούργησαν τον μύθο, που αναφέραμε. Εξάλλου, αν η οσία Κασιανή ήταν πόρνη, η Εκκλησία μας δεν θα το έκρυβε, αλλά θα το προέβαλλε, όπως και σε άλλες περιπτώσεις (Μαρία Αιγυπτία, Πελαγία, Ταϊσία, Δαυίδ), και θα την παρουσίαζε ως υπόδειγμα μετανοίας και κατανύξεως.
Η Οσία Κασιανή και η πόρνη γυνή
Στη συνάφεια αυτή πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν έχει καμμία σχέση η πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου της Μ. Τετάρτης με την οσία Κασιανή, η οποία έζησε τον 9ο αι. Όταν η οσία Κασσιανή γράφει το γνωστό σε όλους τροπάριο, που ψάλλεται τη Μ. Τρίτη το εσπέρας, στον Όρθρο της Μ. Τετάρτης, «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...», δεν αναφέρεται στον εαυτό της. Απλώς ως ποιήτρια, ως λογοτέχνης η οσία Κασσιανή έγραψε για την πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου. Αυτή, λοιπόν, τη συμπεριφορά της πόρνης γυναικός από την Ευαγγελική διήγηση, την πήρε η ποιήτρια και μοναχή Κασσιανή τον 9ο αι. η οποία παρ' ολίγον θα κοσμούσε τον θρόνο του Βυζαντίου, και την έκανε ύμνο. Λένε οι ειδικοί ότι ο θρόνος του Βυζαντίου έχασε μία αυτοκράτειρα, αλλά η βυζαντινή υμνογραφία κέρδισε μία βασίλισσα. Η αγία Κασσιανή είναι βασίλισσα της χριστιανικής ποιήσεως[18].
Η Ορθόδοξος Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη της Οσίας Κασιανής στις 7 Σεπτεμβρίου
Τέλος, παραθέτουμε κατωτέρω το τροπάριο της Οσίας Κασιανής με μία μετάφραση-μεταγραφή του Φωτίου Κόντογλου.
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την σην αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ, κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις, ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σήν δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος.
(Φώτη Κόντογλου μεταγραφή)
Κύριε, η γυναίκα, που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γη.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου· αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος[19].
[1] Γεώργιος Μοναχός ή Αμαρτωλός και Συμεών Μάγιστρος και Λογοθέτης.
[2] Λέων ο Γραμματικός.
[3] Μιχαήλ Γλυκάς.
[4] P.G. 110, 1008.
[5] Κεδρηνός, τέλη 11ου και αρχές 12ου αιώνα, P.G. 121, 985.
[6] Βυζαντινόν Εορτολόγιον, Κων/πολις 1899, σ. 218.
[7] P.G. 109, 685.
[8] P.G. 108, 1045.
[9] P.G. 158, 537.
[10] Γεώργιος Παπαδόπουλος, Λεξικό της Βυζαντινής Μουσικής, Αθήνα 1995, σ. 121. Κατά τον επιφανή βυζαντινολόγο Krumbacher (1856-1909) «η Κασιανή είναι η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή ποιήτρια».
[11] Νίκη Τσιρώνη, Κασσιανή η υμνωδός, Εισαγωγή, εκδ. Φοίνικας, Αθήνα 2002, έκδ. Β΄, σσ. 31-32, 79-85.
[12] Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, έκδ. 8η , τ. 4ος , σ. 566.
[13] P.G. 158, 537.
[14] P.G. 109, 692.
[15] P.G. 109, 689.
[16] Νίκη Τσιρώνη, ένθ'ανωτ., σσ.14-16, 93-95 οι επιστολές του Στουδίτου.
[17] Σταύρος Ιω. Κουρούσης, «Εις την υμνογράφον μοναχήν Κασσίαν», περιοδικόν Αθηνά 81 (1990-1996) 427-430. Σύγγραμμα περιοδικόν της εν Αθήναις επιστημονικής εταιρείας, Αθήνα (1889 κ. εξ.).
[18] http://pmeletios.com/ar_meletios/diafora/kasiani_tropario.html
[19] http://fdathanasiou.wordpress.com/2011
Ανάμεσα στους πολύαθλους μάρτυρες του 3ου μ.Χ. αιώνα που θυσιάστηκαν εκούσια για την αγάπη του Ιησού Χριστού είναι και ο τιμώμενος από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 7 Σεπτεμβρίου Άγιος ένδοξος μάρτυς Σώζων. Ο λαοφιλής στους ναυτικούς και τους νησιώτες Άγιος Σώζων γεννήθηκε στη Λυκαονία της Μικράς Ασίας, η οποία βρίσκεται βόρεια της Κιλικίας, κατά τους χρόνους του αυτοκράτορος Διοκλητιανού (284-305μ.Χ.). Προτού ασπασθεί τον χριστιανισμό, ονομαζόταν Ταράσιος και εξασκούσε το επάγγελμα του βοσκού των προβάτων. Όταν όμως άκουσε το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Χριστού και πίστεψε σ’ Αυτόν ως τον μόνο αληθινό Θεό, βαπτίσθηκε χριστιανός και έλαβε το όνομα Σώζων. Η πραότητα και η γλυκύτητα του χαρακτήρα του τον ανέδειξαν από ποιμένα των άλογων προβάτων σε φιλόστοργο πνευματικό ποιμένα των ανθρώπων και σε διαπρύσιο κήρυκα του λόγου του Θεού. Γι’ αυτό και στις περιοχές, όπου οδηγούσε για βοσκή τα πρόβατά του, κήρυττε ανελλιπώς τον λόγο του Θεού και πολλοί ήταν εκείνοι που εγκολπώθηκαν τον Ιησού Χριστό.
Μια μέρα και καθώς βοσκούσε το κοπάδι του, αποκοιμήθηκε. Στον ύπνο του είδε μια οπτασία, σύμφωνα με την οποία τον πλησίασε μια θεϊκή μορφή, η οποία του ενέπνευσε θάρρος και του ενίσχυσε την πίστη του. Του αποκάλυψε επίσης ότι ο τόπος, στον οποίο κατοικεί, θα αποδειχθεί ευλογημένος και οι κάτοικοί του θα βρουν τη σωτηρία της ψυχής τους και θα δοξάσουν την Αγία Τριάδα. Μόλις ξύπνησε ο Σώζων, άφησε τα πρόβατά του και ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα του Θεού, κατευθύνθηκε στην Πομπηϊούπολη, η οποία ήταν η αρχαία πόλη Σόλος και βρισκόταν στα παράλια της Κιλικίας, νοτιοδυτικά της Ταρσού.
Η άφιξη του Σώζοντος συνέπεσε την ίδια ημέρα, κατά την οποία ο ηγεμόνας της Κιλικίας Μαξιμιανός πραγματοποιούσε την επίσημη επίσκεψή του στην πόλη για να προσφέρει πλούσιες θυσίες και ιδιαίτερες τιμές στο χρυσό είδωλο της θεάς Αρτέμιδος, το οποίο ήταν αντικείμενο λατρείας. Φτάνοντας ο Σώζων στην Πομπηϊούπολη, αναζήτησε έναν χριστιανικό ναό για να προσευχηθεί. Με θλίψη διαπίστωσε όμως ότι οι χριστιανοί της πόλης ήταν κατατρεγμένοι και κρυμμένοι και δεν μπορούσαν να λατρεύσουν τον Θεό εξαιτίας των διωγμών της περιόδου εκείνης. Επιπλέον διαπίστωσε με αγανάκτηση ότι στην πόλη λάμβαναν χώρα λαμπρές ειδωλολατρικές τελετές. Πήρε τότε την απόφαση και οργισμένος μπήκε στον ειδωλολατρικό ναό της Αρτέμιδος και έκοψε το δεξί χέρι του χρυσού ειδώλου της θεάς. Στη συνέχεια πήγε στην πόλη και αφού το πούλησε, μοίρασε το αντίτιμό του στους φτωχούς κατοίκους της. Μόλις έγινε αντιληπτό από τους φύλακες του ναού το γεγονός της κλοπής, το οποίο για τους ειδωλολάτρες ήταν ταυτόχρονα και ιεροσυλία, συνελήφθηκαν και φυλακίστηκαν πολλοί αθώοι πολίτες, οι οποίοι κινδύνευαν να καταδικαστούν σε θάνατο. Όταν ο Σώζων πληροφορήθηκε τα θλιβερά αυτά γεγονότα, παρουσιάσθηκε στους φύλακες του ναού και ομολόγησε με παρρησία ότι αυτός διέπραξε την κλοπή. Αμέσως συνελήφθηκε και οδηγήθηκε στον Μαξιμιανό.
Ο ηγεμόνας τον ρώτησε καθισμένος στον θρόνο του να μάθει το όνομά του και τον τόπο της καταγωγής του. Ο Σώζων απάντησε ότι είναι από την Λυκαονία της Μικράς Ασίας και το όνομά του ήταν αρχικά Ταράσιος. Όμως μετά τη βάπτισή του έλαβε το όνομα Σώζων και μ’ αυτό τον τρόπο δήλωσε ότι είναι χριστιανός. Στο ερώτημα του ηγεμόνος για τον λόγο της άφιξής του στην Πομπηϊούπολη, απάντησε ότι είναι βοσκός προβάτων και ήρθε σ’ αυτόν τον τόπο, διότι έχει πλούσια βλάστηση και άφθονα νερά για τη βοσκή των ζώων. Στη συνέχεια τον ρώτησε να μάθει τον λόγο, για τον οποίο έκοψε το δεξί χέρι της θεάς Αρτέμιδος. Τότε ο Σώζων απάντησε ότι δεν διέπραξε ούτε αμάρτημα ούτε τόλμημα, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την ίδια τη θεά Αρτέμιδα, η οποία ούτε αγανάκτησε ούτε εξέφρασε παράπονο για την πράξη του. Μάλιστα κατά τη γνώμη του, η θεά θα κατηγορούσε, εάν είχε τη δυνατότητα να μιλήσει, ως αχάριστους και ασεβείς όλους όσους εγκατέλειψαν τον ένα και αληθινό Θεό και λατρεύουν τα άψυχα είδωλα. Τα λόγια αυτά του Αγίου προκάλεσαν τον έντονο θυμό του Μαξιμιανού, ο οποίος του ζήτησε να προσφέρει θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς, εάν επιθυμεί να ελευθερωθεί. Μάλιστα του πρότεινε να παίξει τον ποιμενικό αυλό του την επόμενη ημέρα που θα έβγαινε η θεά Άρτεμις και έτσι να απαλλαχθεί από κάθε τιμωρία. Ο Σώζων όμως του απάντησε ότι οι ειδωλολατρικοί θεοί δεν μπορούν να διαμαρτυρηθούν, διότι είναι άψυχα είδωλα, ενώ τον προειδοποίησε ότι λατρεύοντας τα είδωλα και κατασκευάζοντας νέους θεούς, υποβιβάζει τον αληθινό Θεό σε χειροτέχνημα.
Η σθεναρή ομολογία του Αγίου προκάλεσε τόσο πολύ τον θυμό του Μαξιμιανού, ώστε έδωσε την εντολή να υποβληθεί σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά του προκάλεσαν πληγές στο σώμα με σιδερένια νύχια, που έφτασαν μέχρι και το βάθος των οστών του. Ο Σώζων υπέμεινε καρτερικά το σκληρό μαρτύριο, ζητώντας τη βοήθεια του Θεού. Στη συνέχεια του φόρεσαν υποδήματα, τα οποία είχαν μέσα σιδερένια καρφιά και τον πρόσταξαν να βαδίσει. Ο πολύαθλος και ένδοξος μάρτυς του Χριστού παρέμεινε και πάλι σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του, αφού παρά το άφθονο αίμα που έτρεχε, αισθανόταν ότι βάδιζε σε ανθοστόλιστο τόπο και ότι περιβρεχόταν με δροσερό νερό. Ακόμη και τα βασανιστήρια, στα οποία είχε υποβληθεί, τα θεωρούσε στολίδια πολυτιμότερα από την ένδυση και το αξίωμα του ηγεμόνος. Ο Μαξιμιανός του ζήτησε στη συνέχεια να ψάλλει την επόμενη ημέρα με τον αυλό του ύμνο προς τη θεά Αρτέμιδα, γεγονός που θα οδηγούσε στην απελευθέρωσή του. Ο Άγιος όμως του απάντησε ότι με τον ποιμενικό του αυλό συνάθροιζε μέχρι πρότινος τα πρόβατά του, ενώ τώρα υμνεί τον ένα και αληθινό Θεό με το ένδοξο μαρτύριό του και με τη σθεναρή ομολογία του, αφού ο Ιησούς Χριστός είναι η σωτηρία όλων των ανθρώπων.
Βλέποντας ο Μαξιμιανός τη σταθερή πίστη και το ακμαίο φρόνημα του Αγίου, αποφάσισε τη θανάτωσή του με τη διάλυση των μελών του σώματός του και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χυθούν σαν νερό τα σπλάχνα του. Στη συνέχεια να ριχθεί στη φωτιά ό,τι απομείνει, ώστε να μην του προσφερθούν οι πρέπουσες τιμές του ενταφιασμού. Όταν άρχισε το φρικτό μαρτύριο της διάλυσης των μελών του σώματός του και το αίμα του κυλούσε στο χώμα, ο Άγιος έδινε την εντύπωση ότι ζει ευτυχισμένος μέσα σ’ έναν ολάνθιστο κήπο, αφού ακόμα και κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του, προσευχόταν στον Θεό και δοξολογούσε το πάντιμο όνομά Του. Κάποια στιγμή ξεψύχησε και έτσι έλαβε τον αμάραντο στέφανο της αγιότητος από τον δικαιοκρίτη Κύριο. Η μαρτυρική τελείωση του Αγίου έλαβε χώρα στις 7 Σεπτεμβρίου του έτους 288μ.Χ., που είναι και η ημέρα εορτασμού της μνήμης του.
Μόλις παρέδωσε το πνεύμα του ο Άγιος, άναψαν φωτιά για να εξαφανίσουν το μαρτυρικό λείψανο του μάρτυρος. Εκείνη τη στιγμή συνέβη κάτι θαυμαστό και παράδοξο. Παρόλο που ο καιρός ήταν αίθριος, ακούσθηκε μια ασυνήθιστη βροντή και ξαφνικά άρχισε να πέφτει δυνατό χαλάζι, το οποίο προκάλεσε τη φυγή του Μαξιμιανού, των δημίων και του όχλου, που είχαν συγκεντρωθεί στον τόπο του μαρτυρίου. Το θαύμα έγινε αντιληπτό από τους χριστιανούς που είχαν κρυφτεί. Αμέσως άρχισαν να μαζεύουν τα διασκορπισμένα λείψανα του Αγίου, αλλά άρχισε να νυχτώνει. Παρουσιάσθηκε όμως ουρανόσταλτο θείο φως, το οποίο φώτισε τον χώρο και έτσι διευκολύνθηκαν οι χριστιανοί στο να περισυλλέξουν τα ιερά λείψανα του μάρτυρος και να τα ενταφιάσουν τη νύχτα της ίδιας ημέρας, κατά την οποία έλαβε χώρα το ένδοξο μαρτύριο του Αγίου.
Ο υπέρλαμπρος στεφανηφόρος ένδοξος μάρτυς του Χριστού Άγιος Σώζων υμνείται μεγαλοπρεπώς μέσα από τις συνταχθείσες προς τιμήν του ασματικές ακολουθίες και μέσα από τον παρακλητικό κανόνα, τον οποίο εποίησε το 1977 ο αείμνηστος Μητροπολίτης Μηθύμνης Ιάκωβος Μαλλιαρός. Ο Άγιος Σώζων τιμάται ιδιαίτερα από τους ναυτικούς και τους νησιώτες, αφού η ζωή και το αγωνιστικό φρόνημα του Αγίου, ο οποίος κατέστη όχι μόνο ποιμένας των άλογων, αλλά και των λογικών προβάτων, αποτελούν για τον απλό κάτοικο των νησιών της πατρίδος μας ένα δυνατό έναυσμα για την έναρξη μιας καλύτερης ζωής. Γι’ αυτό και ο Άγιος Σώζων αποκαλείται από τον ορθόδοξο ελληνικό λαό με την προσωνυμία «Άγιος Σώστης» και «Άγιος Σώζος» και συχνά οι ναυτικοί τον επικαλούνται για να τους σώσει από τις θαλασσοταραχές, λέγοντας «Άγιε μου Σώστη σώσε μας».
Στο ακριτικό αιγαιοπελαγίτικο νησί της Λήμνου ο Άγιος Σώζων έχει καθιερωθεί από τα τέλη του 19ου αιώνα ως πολιούχος και προστάτης άγιος του νησιού, αφού από ανέκαθεν αυτόν θεωρούσαν οι Λήμνιοι ναυτικοί ως σωτήρα και προστάτη τους και σ’ αυτόν κατέφευγαν οι κάτοικοι του νησιού με παρακλήσεις και τάματα, όταν πρόσμεναν τους θαλασσοδαρμένους συγγενείς τους. Είναι ενδεικτικό ότι και η εορτή του στις 7 Σεπτεμβρίου αποτελεί για τους απανταχού της Γης ευρισκομένους Λημνίους τον συνδετικό κρίκο που τους ενώνει με την πατρίδα τους. Ο ναός του Αγίου Σώζοντος βρίσκεται στη νοτιοανατολική ακτή της Λήμνου κοντά στο χωριό Φυσίνη. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση ο ναός κτίσθηκε ύστερα από υπόδειξη του ίδιου του Αγίου, ο οποίος παρουσιάσθηκε σε κάποιον ευσεβή βοσκό και του υπέδειξε τον τόπο, όπου ήθελε να κτισθεί ο ναός και να τοποθετηθεί η εικόνα του. Μάλιστα του υπέδειξε και τον δρόμο που θα ακολουθήσει, αφού καθώς περπατούσε, πίσω του ήταν νύχτα, ενώ μπροστά του υπήρχε φως και ήταν ημέρα. Μ’ αυτό τον τρόπο έφτασε στον τόπο, όπου κτίσθηκε ο ναός του πολιούχου της Λήμνου Αγίου Σώζοντος, ο οποίος από τότε μέχρι και σήμερα αποτελεί παλλημνιακό προσκύνημα.
Ο Άγιος Σώζων τιμάται με ιδιαίτερη ευλάβεια και στην Αίγινα, αφού στο χωριό Πέρδικα έχει ανεγερθεί περικαλλής ιερός ναός επ’ ονόματί του, στον οποίο συρρέουν πολυπληθείς προσκυνητές στην ετήσια λαμπρά πανήγυρή του. Ιδιαίτερα λαοφιλής είναι ο Άγιος και στα νησιά των Κυκλάδων, αφού οι επ’ ονόματι του Αγίου ναοί που είναι γνωστοί με το όνομα «Άγιος Σώστης», κοσμούν στα κυκλαδίτικα νησιά παραθαλάσσιες περιοχές, οι οποίες φέρουν το όνομά του, όπως στην Τήνο, τη Μύκονο, τη Σέριφο, τη Σίφνο, τη Μήλο και την Κύθνο. Αξιόλογος είναι ο παλαιός ιερός ναός του Αγίου Σώζοντος στην Απολλωνία της Σίφνου με το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τη φορητή εικόνα του Αγίου που χρονολογείται το 1663. Σ’ αυτή την εικόνα ο Άγιος εικονίζεται ολόσωμος και περιστοιχίζεται από εννέα σκηνές του βίου του. Στη Σίφνο ο Άγιος Σώζων τιμάται επίσης με ναούς επ’ ονόματί του στο Κάτω Πετάλι και στα μεταλλεία στη βορειοανατολική ακτή του νησιού, όπου στην εορτή του τελείται ένα από τα ωραιότερα σιφνέικα πανηγύρια. Αξιομνημόνευτοι είναι και οι βυζαντινοί ιεροί ναοί του Αγίου στον Ορχομενό Βοιωτίας και στο Γεράκι Λακωνίας, ενώ στην Αθήνα η μνήμη του Αγίου μάρτυρος Σώζοντος εορτάζεται πανηγυρικά στον θεμελιωθέντα το 1898 ιστορικό ιερό ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος Λεωφόρου Συγγρού, ο οποίος είναι ευρύτερα γνωστός με την προσωνυμία «Άγιος Σώστης».
Είθε ο Άγιος Σώζων, ο οποίος αναδείχθηκε ένας υπέρλαμπρος στεφανηφόρος μάρτυς του Χριστού, να πρεσβεύει στον Κύριο ώστε να μπορέσουμε να κρατήσουμε ζωντανή και σταθερή την πίστη μας στη σημερινή υλιστική και εγωκεντρική εποχή μας.
Βιβλιογραφία
[1] Μάντζαρη Ιωάννου Επ., Σώζων μεγαλομάρτυς –Ο ποιμένας των ψυχών, Εκδόσεις «Σκοπόν του Λόγου», Αίγινα 2004.
[2] Μαυρίκου Νικολάου, Πρωτοπρεσβυτέρου, Ο Άγιος μάρτυς Σώζων, Βίος –Ακολουθία, Αθήναι 1993.
[3] Ο Άγιος Σώζων πολιούχος της Λήμνου, lemnos.com.gr 07/09/2010.
(Πηγή: «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΩΖΩΝ: Ένας υπέρλαμπρος στεφανηφόρος μάρτυς Χριστού», Ενορία Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασίας)
Ο Άγιος Σώζων και το ιστορικό νησάκι του Βασιλαδιού – Μεσολογγίου
Κάθε χρόνο, στις 7 Σεπτεμβρίου, πραγματοποιούνται με τη δέουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα λατρευτικές εκδηλώσεις, στο ιστορικό νησάκι του Βασιλαδιού στο Μεσολόγγι, προς τιμή του Αγίου Σώζοντος (Αη Σώστης). Το νησάκι βρίσκεται δυτικά της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου στη συμβολή με τον Πατραϊκό κόλπο και το Ιόνιο πέλαγος. Την οργάνωση των εκδηλώσεων αναλαμβάνει ο Σύλλογος «Φίλοι της Λιμνοθάλασσας» σε συνεργασία με τον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Μεσολογγίου και την Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Στις εκδηλώσεις αυτές, με το πέρας της Θείας Λειτουργίας, προσφέρονται εκλεκτοί Μεσολογγίτικοι θαλασσινοί μεζέδες, παραδοσιακά γλυκά, ρεβανί και αλευρίσιος χαλβάς κουταλιού.
Την παραμονή της εορτής τελείται Εσπερινός και ανήμερα, Όρθρος και Θεία Λειτουργία. Οι προσκυνητές που θα θελήσουν να παρακολουθήσουν τον Εσπερινό και τη Θεία Λειτουργία θα μεταφερθούν, με βαρκούλες και πριάρια, προσφορά των ψαράδων της περιοχής, που θα τους παραλαμβάνουν από το νησί της Τουρλίδας.
Ο Άγιος Σώζων τιμάται ιδιαίτερα από τους ναυτικούς και του νησιώτες τον οποίο αποκαλούν Άγιο Σώστη και με τις θαλασσοταραχές λένε, Άγιε μας Σώστη σώσε μας. Είναι πολιούχος και προστάτης του ακριτικού νησιού της Λήμνου. Η παράδοση του νησιού μας λέει ότι ο Άγιος υπέδειξε σε κάποιον κάτοικο βοσκό τη θέση που βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα του, κοντά σε ένα πηγάδι και στο σημείο εκείνο οι κάτοικοι έχτισαν προς τιμή του Αγίου εκκλησία.
Ο Αη Σώστης είναι και προστάτης της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Οι κάτοικοι της περιοχής έκτισαν το 1860 το ιστορικό εκκλησάκι, στο Βασιλάδι, προς τιμή του Αγίου. Το Βασιλάδι, έχει μεγάλη ιστορική σημασία για την περιοχή της Κλείσοβας – Μεσολογγίου. Εκεί το 1770 με τα Ορλωφικά ο πειρατικός στόλος των Δουλτινιωνών ναυμάχησε με το στόλο του Μεσολογγίου και τον νίκησε. Ήταν, μπορούμε να πούμε, βαρύ πλήγμα για το Μεσολόγγι την εποχή εκείνη.
Για πρώτη φορά το νησάκι οχυρώθηκε από τον Αλή Πασά το 1805. Πολλές φορές οι Τούρκοι προσπάθησαν να το καταλάβουν για να μπουν στο Μεσολόγγι. Όμως την εποχή της επανάστασης του 1821 το Βασιλάδι δοξάστηκε.
Στο νησάκι αυτό οι Μεσολογγίτες υποδέχτηκαν με δόξες και τιμές στις 4 Ιανουαρίου του 1824 το Λόρδο Βύρωνα. Στον Αη Σώστη έγινε η μεγάλη μάχη μεταξύ του Τουρκικού και του Μεσολογγίτικου στόλου με ναύαρχο τον Ανδρέα Μιαούλη. Η μάχη της ιστορικής αυτής μικρονησίδας στη λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου στις 25 Μαρτίου 1826 υπήρξε μεγάλη ηρωική πράξη των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» λίγο πριν από την έξοδο στις 10 Απριλίου 1826. Η μεγάλη καταστροφή των πολυάριθμων ορδών των Τουρκοαιγυπτίων υπό τον Κιουταχή και Ιμπραήμ από μια δράκα ηρώων Μεσολογγιτών γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην Παγκόσμια Ιστορία των Λαών και στη συνέχεια ακολούθησε η Έξοδος των Ελεύθερων Πολιορκημένων.
Ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς γράφει για τη μάχη της Κλείσοβας:
«Το ενδοξότερο μνημείο της νέας μας Ιστορίας.»
Ο Νικόλαος Κασομούλης έγραψε:
«Η φρουρά όλη έτρεχεν και εφιλούσεν τους σωθέντες συναδέλφους των εις την Κλείσοβαν… επήγα και μόνος μου, αφού τους εφίλησα επαρατήρησα και είδα γύρωθεν επτά σωρούς φονευμένους και στιβαγμένους ένας επάνω στον άλλον…»
Ο εχθρός διέθετε πολλές δυνάμεις και οι Μεσολογγίτες ενίσχυσαν τις δυνάμεις των με το «επίλεκτο» σώμα των Γελεκτζήδων που αποτελούταν από αμούστακα Μεσολογγιτόπουλα 17 και 18 χρόνων και όλοι μαζί ρίχτηκαν στη μάχη. Ο Μεσολογγίτης ιστορικός και Πρωθυπουργός, Σπυρίδων Τρικούπης έγραψε για τη μάχη της Κλείσοβας:
«…Ήρως αυτόχρημα ανεδείχθη πας πολεμιστής της Κλείσοβας…»
Η μάχη της Κλείσοβας συμπίπτει με την Εθνική μας εορτή της 25ης Μαρτίου όπου και γίνονται οι πρέπουσες τιμές. Οφείλουμε να γιορτάζουμε για να θυμούμαστε αγωνιστές που πολέμησαν, πείνασαν και πέθαναν για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία. Το Βασιλάδι, ο Αη Σώστης υπήρξε το φρούριο του Μεσολογγίου.
Στο νησάκι του Αγίου ο προσκυνητής θα εντυπωσιαστεί από τον πέτρινο κυλινδρικό φάρο ύψος 12 μέτρα που κατασκευάστηκε το 1859, υπάρχει μέχρι σήμερα. Επίσης υπάρχει το κτίσμα του παλιού Τελωνείου όπου ο ιστορικός μας λέει ότι εκεί υπήρξε την εποχή εκείνη μεγάλο ναυτικό κέντρο που εξυπηρετούσε όλη την Ελλάδα.
(Πηγή: «Ο Άγιος Σώζων και το ιστορικό νησάκι του Βασιλαδιού – Μεσολογγίου», Χρήστος Γερ. Σιάσος – Καθηγητής, agrinionews.gr)
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Δι' ὄμφης οὐρανίου πιστωθεῖς πρὸς τὰ κρείττονα, τοὺς τῆς εὐσέβειας ἀγῶνας, ἄπτοητως διέδραμες καὶ ὤφθης τοῦ Σωτῆρος κοινωνός, ἀθλήσας Μάρτυς Σῴζων ἄνδρικως· διὰ τοῦτο διασῴζεις ἐκ πειρασμῶν, τοὺς πίστει προσιόντας σοί. Δόξα τῷ παρασχόντι σοὶ ἴσχυν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἔνεργουντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν ἀληθῆ, καὶ θεοφόρον Μάρτυρα, καὶ ἀθλητὴν τῆς εὐσεβείας δόκιμον, συνελθόντες ἀνυμνήσωμεν, μεγαλοφώνως πάντες σήμερον, Σῴζοντα τὸν θεῖον μύστην τῆς χάριτος, ἰάσεων δοτῆρα πλουσιώτατον· πρεσβεύει γὰρ τῷ θεῷ, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Νεανίας ἄλκιμος, ὡς ἐπιστὰς τῷ σταδίῳ, στρατιώτης ἄριστος τοῦ Ζωοδότου ἐδείχθης· τούτου γάρ, τὴν δυναστείαν διεζωσμένος, ἔλυσας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας, καὶ νομίμως ἐναθλήσας, Σῶζον θεόφρον, σώζεις τοὺς δούλους σου.
Κάθισμα. Ἦχος δ’.
Ταχὺ προκατάλαβε σωθεὶς διὰ πίστεως, Σῴζων πολύαθλε, σωτήριος γέγονας, χειμαζομένων λιμήν, προνοίᾳ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ· βρύεις γὰρ ἰαμάτων, ποταμοὺς τοῖς ποθοῦσι, παύεις ἀρρωστημάτων, τὸν φλογμὸν καθ᾿ ἑκάστην· διὸ τὴν θείαν μνήμην σου, πίστει γεραίρομεν.
Μεγαλυνάριον
Σώζων τοῦ Σωτῆρος ὁ ἀριστεύς, ὁ τὰς παρατάξεις, διολέσας τῶν δυσμενῶν, σῶζε τοὺς δούλους, τῆς τούτων ἐπηρείας, Χριστὸν καθικετεύων, σωθῆναι ἅπαντας.
Πηγή: Ενορία Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασίας, agrinionews.gr, Ορθόδοξος Συναξαριστής, Μέγας Συναξαριστής
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...