
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ο Άγιος Κυπριανός καταγόταν από την παραλιακή πόλη της Καρχηδόνας ή Καρθαγένης που βρισκόταν στη Λιβύη. Να θυμήσουμε ότι η Καρχηδόνα ήταν για πολλά χρόνια το αντίπαλο δέος της αρχαίας Ρώμης. Δεν είναι τυχαίο δηλαδή το γεγονός ότι από την Καρχηδόνα ξεκίνησε ο Αννίβας, για να υποτάξει τη Ρώμη. Ο Κυπριανός λοιπόν γεννήθηκε σε αυτή την πόλη το 211 μ.Χ. περίπου. Ήταν γόνος μιας μεγάλης ειδωλολατρικής και πλούσιας οικογένειας Συγκλητικών. Ανατράφηκε και έζησε στην Καρχηδόνα ενώ όλη του η δράση, ως ρήτορα πρώτα και μάγου μετά, αναφέρεται στην Αντιόχεια της Συρίας όταν βασιλιάς ήταν ο Δέκιος, περίπου το 250 μ.Χ.
Την 1 Οκτωβρίου, γιορτάζουν, ανάμεσα σ’ άλλους αγίους, δύο από τους κορυφαίους μουσικούς της ελληνικής/ρωμέικης παράδοσης. Οι άγιοι Ρωμανός ο Μελωδός και Ιωάννης ο Κουκουζέλης.
Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός
Ο Άγιος Ρωμανός, γνωστός και ως Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός είναι από τους γνωστότερους ελληνικούς υμνογράφους, αποκαλούμενος και ως “Πίνδαρος της Ρυθμικής Ποίησης”. Άκμασε κατά τη διάρκεια του έκτου αιώνα, που θεωρείται ότι είναι η “Χρυσή Εποχή” της βυζαντινής υμνογραφίας. Ο Ρωμανός ο Μελωδός θεωρείται κορυφαίος ποιητής και υμνογράφος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Γεννήθηκε στην Έμεσα της Συρίας πιθανώς τον 6ο αιώνα και σύμφωνα με ανώνυμο ύμνο ήταν εβραϊκής καταγωγής. Στη Βηρυτό έκανε τις σπουδές του και στα χρόνια τής βασιλείας του Αναστασίου του Α’ ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και υπηρέτησε στο ναό της Αγίας Σοφίας. Μετά την παταγώδη αποτυχία του σαν ψάλτης στον εσπερινό των Χριστουγέννων αποσύρθηκε στη μονή τής Θεοτόκου των Κύρου. Εκεί, σύμφωνα με το Μηνολόγιο του Βασιλείου η Θεοτόκος του έδωσε το χάρισμα της σύνθεσης ύμνων. Τότε έγραψε το κοντάκιο των Χριστουγέννων με το γνωστό προοίμιο: «Ἡ Παρθένος σήμερον / τὸν ὑπερούσιον τίκτει / καὶ ἡ γῆ τὸ σπήλαιον / τῷ ἀπροσίτω προσάγει…».
“Λέγεται ότι κατά την νύκτα της εορτής των Χριστουγέννων έτυχε να κοιμηθεί πλησίον του άμβωνα. Τότε εμφανίσθηκε σ΄ αυτόν η Θεοτόκος, και του επέδωσε ειλιγμένο χαρτί («κόντος» και «κοντάκιον»), το οποίο αφού έφαγε αμέσως αξιώθηκε του χαρίσματος, δηλαδή έγινε μουσικός και καλλίφωνος, ενώ ο ίδιος ήταν άμουσος παντελώς και αηδής κατά την φωνή. Αμέσως αφού εποίησε το «Η παρθένος σήμερον» το έψαλε από τον άμβωνα, αποσπώντας τον θαυμασμό των πιστών. Ήταν το πρώτο του Κοντάκιον και ακολούθησαν αλλά χίλια από τα οποία διακρίνονται και τα εξής, «Επεφάνη σήμερον», «Τα άνω ζητών», «Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον», «Ως απαρχάς της φύσεως» και άλλα”.
Σύμφωνα με το συναξαριστή ο Ρωμανός έγραψε περίπου χίλιες συνθέσεις από τις όποιες διασώθηκε μόνο το ένα δέκατο. Πολυποίκιλα τα θέματά του. Ύμνησε όλους σχεδόν τους Αγίους και τις εορτές της Χριστιανικής Εκκλησίας. Ανεξάντλητος στις συλλήψεις και στον πλούτο ιδεών, γνωρίζοντας τον τρόπο να προσδίνει πρωτοτυπία ακόμη και στα πιο κοινά θέματα. Τα πρόσωπα των Αγίων αλλά και της Παναγίας και του Χριστού παρουσιάζονται απόλυτα ζωντανά χωρίς τίποτα το νεκρικό ή απόκοσμο.
Η ποίηση του Ρωμανού του Μελωδού εκφράζει την ίδια την εποχή του, τους πόθους και τις ελπίδες εκείνων των ανθρώπων. Γι΄ αυτό και το έργο του δεν εξετάζεται μόνο από θρησκευτικής άποψης ή λογοτεχνικής αλλά και ιστορικής και λαογραφικής. Η γλώσσα του απλή, χωρίς στόμφους και όπου παρουσιάζεται ρητορική μακρολογία επειδή έτσι επιβαλλόταν από την ανάγκη των τότε λειτουργικών πλαισίων, αυτή γίνεται χωρίς να κουράζει. Γενικά οι φράσεις του περιέχουν μια πλαστικότητα, μεστή νοημάτων κατά μια άψογη τεχνική όπως παραδέχονται ειδικοί.
Ο Ρωμανός δε δίνει μέσα από το έργο του σαφείς πληροφορίες για τη ζωή του, για αυτό κατά καιρούς υποστηρίχτηκαν διάφορες απόψεις ότι ήταν πρεσβύτερος, εκκλησιέκδικος, κήρυκας. Το βεβαιότερο είναι ότι χειροτονήθηκε Διάκονος. Πέθανε γύρω στο 560 μ.Χ. Για τη μεγάλη του προσφορά στη χριστιανική υμνογραφία ονομάστηκε “Πίνδαρος τής εκκλησιαστικής ποίησης”. Ή Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη του την 1η Οκτωβρίου.
Στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός βλέπει την Παναγία να σκεπάζει το λαό μ’ ένα ουράνιο σκέπασμα. Το θείο αυτό βίωμα γιορτάζεται 1 Οκτωβρίου (γιορτή της “Αγίας Σκέπης”), εκτός από την Ελλάδα, όπου μεταφέρθηκε 28 Οκτωβρίου, προς τιμήν της υποστήριξης της Παναγίας στους Έλληνες φαντάρους του 1940. Στη μέση της εικόνας ο άγ. Ρωμανός ο Μελωδός.
Ο Ρωμανός χρησιμοποίησε το ποιητικό εκείνο είδος πού λέγεται εκκλησιαστικός Ύμνος και του χάρισε την τελειότερη μορφή. Ο Ύμνος αποτελείται από το Κοντάκιον (προσόμοιον ή κουκούλιον), τους Οίκους και το Εφύμνιον και στηρίζεται πάνω στο νόμο της Ισοσυλλαβίας και ομοτονίας. Μαζί με το ποιητικό κείμενο συνέθετε ο ίδιος και τη μουσική ή έδενε το νέο ποίημα πάνω σε παλιότερη μουσική σύνθεση. Θεματικά τα έργα του αναφέρονται περισσότερο σε γεγονότα της ζωής του Χριστού και σε ιερά πρόσωπα της Γραφής, όπως και σε βίους άγιων.
Το είδος αυτό της ποίησης κυριαρχεί και σήμερα στην εκκλησιαστική ποίηση.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς σάλπιγξ θεόληπτος, τῶν οὐρανίων ᾠδῶν, ἐνθέως ἐφαίδρυνας, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, τοὶς θείοις σου ἄσμασι, σὺ γὰρ τῆς Θεοτόκου, ἐμπνευσθεῖς τὴ ἑλλάμψει, ἔνθεος ὑμνηπόλος, ἐγνωρίσθης ἐν κόσμῳ, διὸ σὲ πόθω τιμῶμεν, Ρωμανὲ Ὅσιε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ἐν σοὶ Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβὼν γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Ῥωμανὲ τὸ πνεῦμά σου.
Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης είναι άγιος και σπουδαίος υμνογράφος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος έζησε τον 13ο-14ο μ.Χ. αι. Τον αποκαλούσαν επίσης «αγγελόφωνο» και «Καλλικέλαδο». Θεωρείται ο δεύτερος μεγαλύτερος μελοποιός μετά τον Ιωάννη Δαμασκηνό, και συχνά χαρακτηρίζεται ως «Μαΐστωρ της μουσικής».
Ο Ιωάννης γεννήθηκε γύρω στο 1280 στο Δυρράχιο σε μια αγροτική οικογένεια. Καθώς είχε εξαιρετική φωνή, πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει στην αυτοκρατορική σχολή. Τα πρώτα χρόνια των σπουδών του υπήρξαν δύσκολα. Μάλιστα, όταν τον ρωτούσαν στη σχολή τι έτρωγε, απαντούσε «κουκία και ζέλια» (μπιζέλια), γιατί ήταν φτωχός. Αργότερα γνώρισε τον ηγούμενο της Μεγίστης Λαύρας, από τον οποίο έμαθε για τη μοναχική ζωή στο Άγιο Όρος και αποφάσισε να γίνει μοναχός.
Στο μεταξύ όμως ο αυτοκράτορας, που είχε εκτιμήσει την τέχνη του, τον είχε διορίσει αρχιμουσικό των αυτοκρατορικών ψαλτών και ήθελε να τον παντρέψει με την κόρη κάποιου μεγιστάνα. Τότε ο Ιωάννης πήγε στον τόπο της γέννησής του για να πάρει τάχα τη μητρική συγκατάθεση για τον γάμο. Όμως συνεννοήθηκε με φίλους του να πουν στη μητέρα του ψέματα ότι είχε πεθάνει [“Νεκρός”: Πολύ σκληρή στάση και φυσικά δε μπορούμε να τη θεωρήσουμε σωστή. Ας έχουμε υπόψιν ωστόσο ότι ο άγιος το έκανε αυτό σε νεαρή ηλικία, πολύ πριν αποχτήσει πνευματική πείρα και αγιότητα]. Μάλιστα, καθώς βρισκόταν κρυφά μέσα στο σπίτι κι άκουγε τη μητέρα του να κλαίει και να οδύρεται για τον δήθεν θάνατό του, μέλισε τη θρηνωδία (μοιρολόγι) με τίτλο «Βουλγάρα».
Στη συνέχεια πήγε στο Άγιο Όρος, στη μονή Μεγίστης Λαύρας, ντυμένος με τρίχινα ενδύματα και αποκρύπτοντας την ταυτότητά του. Όταν τον ρώτησε ο θυρωρός ποιος ήταν, και τι θέλει, αποκρίθηκε ότι είναι χωρικός, βοσκός προβάτων και ότι επιθυμεί το μοναχικό σχήμα. Όταν ο θυρωρός παρατήρησε ότι ήταν πολύ νέος, ο Ιωάννης απάντησε ταπεινά με τη ρήση του προφήτη Ιερεμία «Αγαθόν ανδρί, όταν άρη ζυγόν εν τη νεότητι αυτού».
Στη Μονή της Λαύρας εκάρη μοναχός και τον διόρισαν ποιμένα των τράγων της μονής. Όμως όταν έβγαζε στη βοσκή τους τράγους, αυτοί γύριζαν αργά το απόγευμα πίσω στη στάνη τους σχεδόν νηστικοί, σε αντίθεση με άλλες φορές που τους έβοσκαν άλλοι πατέρες. Ο ηγούμενος ανέθεσε σε κάποιον μοναχό να παρακολουθήσει τον Ιωάννη για να δει τι συνέβαινε. Ο μοναχός διηγήθηκε ότι καθώς έβοσκαν τα ζώα, ο Κουκουζέλης άρχισε να ψάλλει και τότε εκείνα σταμάτησαν να τρώνε και τον άκουγαν με προσοχή. Όταν σταμάτησε το ψάλσιμο, τότε άρχισαν πάλι να τρώνε. Κάποια στιγμή ξανάρχισε, και τα ζώα τον κοίταζαν και πάλι σα μαγεμένα, σταματώντας να βόσκουν.
Τότε ο ηγούμενος τον προσκάλεσε και τον αναγνώρισε. Αρχικά τον επιτίμησε [=τον μάλωσε] που δεν είχε αποκαλύψει ποιος ήταν. Μάλιστα έγραψε τα τεκταινόμενα στον αυτοκράτορα, ο οποίος συμφώνησε να μην ενοχλήσει το μουσικό που είχε δραπετεύσει κυριολεκτικά από το παλάτι. Από τότε ο Ιωάννης ζούσε μέσα σε κελί της Λαύρας, και τις Κυριακές και εορτές έψαλλε στο ναό με τους άλλους ιεροψάλτες. Δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει κάνοντας επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων, αλλά έψαλλε προσευχόμενος, προκαλώντας στους ακροατές κατάνυξη και διάθεση για προσευχή.
Μετά από οσιακό βίο, ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1η Οκτωβρίου. Στο μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας φυλάσσεται εικόνα του που τον παρουσιάζει περικυκλωμένο με τα μουσικά του σύμβολα, τα «νεύματα».
Σύμφωνα με την παράδοση, σε κάποια παννυχίδα, Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών, όταν ψάλλεται ο Ακάθιστος Ύμνος, μετά το τέλος του κανόνα ο Ιωάννης αποκοιμήθηκε στο στασίδι, κουρασμένος από την αγρυπνία. Εκεί είδε σε όραμα ότι ήρθε η Θεοτόκος και του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα, επειδή είχε ψάλει πολύ κατανυκτικά τον ύμνο της. Αμέσως ξύπνησε, και βρήκε στο χέρι του το δώρο της Θεοτόκου. Αυτό το χρυσό νόμισμα το έκοψαν στα δύο. Το μισό βρίσκεται σήμερα δίπλα την εικόνα της Θεοτόκου στο ναό της Λαύρας και το άλλο μισό εστάλη στη Ρωσία.
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης επέφερε τροποποιήσεις και μεταβολές ή προσθαφαιρέσεις στα σημεία της συμβολικής γραφής των μελωδιών που είχε καθιερώσει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Συνέγραψε θεωρητικό έργον περί Μουσικής τέχνης, και βιβλίο με μουσικά σημεία που περιέχει εκκλησιαστικά άσματα. Δημιούργησε το λεγόμενο Μέγα Ίσον της Παπαδικής, το οποίο αργότερα κατά τον 18ο αιώνα μεταφέρθηκε σε νεώτερη μουσική παρασημαντική από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο και εν τέλει και στο νέο σύστημα, το οποίο ίσχυσε από τις αρχές του 19ου αιώνα, με την μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας που επεξεργάστηκε ο Χρύσανθος ο Μαδυτινός. Δημιούργησε τον κυκλικό Μέγιστο Τροχό της μουσικής, ο οποίος έχει γύρω του άλλους τέσσερις μικρότερους Τροχούς. Καθένας από αυτούς παριστάνει με μαρτυρίες την πλάγια πτώση του κάθε πλαγίου ήχου προς τον κύριο ήχο του. Οι οκτώ ήχοι της εκκλησιαστικής μας μουσικής παραβάλλονται με τους οκτώ ήχους των αρχαίων. Πάνω και κάτω από τους μικρότερους τροχούς δίνονται ολογράφως τα ονόματα των κυρίων και πλαγίων ήχων: Δώριος, Λύδιος, Φρύγιος, Μιξολύδιος, Υποδώριος, Υπολύδιος, Υποφρύγιος, Υπομιξολύδιος.
Ο άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης μουσούργησε κατά τους οκτώ ήχους Χερουβικά σύντομα και μακρά έντεχνα. Από αυτά σώζεται ένα σε ήχο πλάγιο του δευτέρου (παλατιανό), ένα Κοινωνικό «Αινείτε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου, και ένα «Γεύσασθε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου. Σώζονται επίσης τα μεγάλα και έντεχνα Ανοιξαντάρια, το αργό «Μακάριος ανήρ», το (εις την αρτοκλασία) «Χαίρε κεχαριτωμένη» κατ’ αναγραμματισμό σε ήχο Α΄ τετράφωνο, Αλληλουάρια σε ήχο πρώτο και πλάγιο του πρώτου, το «Άνωθεν oι Προφήται», η φήμη «Τον δεσπότην και αρχιερέα», πολυέλεοι, δοχές, καλοφωνικοί ειρμοί, πασαπνοάρια και πολλά άλλα. Κάποια από αυτά έχουν εκδοθεί, ενώ άλλα είναι ανέκδοτα. Η παρασημαντική του βρισκόταν σε χρήση μέχρι των μέσων του ΙΗ’ αιώνα, οπότε ο Πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας Ιωάννης ο Τραπεζούντιος (1756), μετά από αίτημα του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου του από Νικομηδείας, άλλαξε το σύστημα των χαρακτήρων, εισάγοντας απλούστερη μέθοδο παρασημαντικής. Τα μουσικά χειρόγραφα του αγίου Ιωάννη Κουκουζέλη φυλάσσονται στις Βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών, του Αγίου Όρους, του Βατικανού, του Παρισιού, της Βιέννης και άλλων πόλεων.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἡ ἡδύφωνος χάρις Πάτερ τῆς γλώττης σου, κατακηλεῖ καὶ εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ· σὺ γὰρ ἔνθους ὑμνῳδὸς ὤφθης μακάριε· ὅθεν νομίσματι χρυσῷ, σὲ ἠμείψατο λαμπρῶς, ἡ Ἄχραντος Θεοτόκος, ἣν Ἰωάννη δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε. (κοινόν μετὰ Ὁσίου Γρηγορίου Δομέστικου)
Τῆς Λαύρας τὰ θρέμματα, καὶ ἡδυφώνους αὐλούς, ὡς θείους θεράποντας, καὶ ὑμνολόγους Χριστοῦ, συμφώνως αἰνέσωμεν, ὕμνοις τὸν Κουκουζέλην, καὶ κλεινὸν Ἰωάννην, ἅμα σὺν Γρηγορίῳ, τῷ σοφῷ Δομεστίκῳ· Χριστὸν γὰρ ἱκετεύουσιν, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς ἀηδὼν θείων ᾀσμάτων καλλικέλαδος Καὶ ταπεινώσεως ἐξαίρετον ὑπόδειγμα Ἀνυμνοῦμέν σε θεόληπτε Ἰωάννη. Ἐν τῷ Ἄθῳ γὰρ ὡς ἄγγελος ἐβίωσας Καὶ Θεὸν ἡδίστοις χείλεσιν ἀνύμνησας· Ὅθεν κράζομεν, χαῖρε Πάτερ ἡδύφωνε.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον. (κοινόν μετά Ὁσίου Γρηγορίου Δομέστικου)
Τὴν δυάδα μέλψωμεν, τῶν θεοφόρων Πατέρων, Ἰωάννην ἅπαντες, σὺν τῷ κλεινῷ Γρηγορίῳ· οὗτοι γὰρ, ὧδε βιώσαντες θεοφρόνως, ᾔνεσαν, λόγῳ καὶ ἔργῳ τὸν πάντων Κτίστην· ᾧ πρεσβεύουσιν ἀπαύστως, ἡμῖν δοθῆναι, πταισμάτων ἄφεσιν.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις εὐφωνίας ἀγγελικῆς, ἡδύφωνος τέττιξ, καὶ καλλίφωνος ἀηδών· χαίροις Ἰωάννη, χάριτος θείας σκεῦος, καὶ Μοναστῶν τοῦ Ἄθω, ὡς ἔμπνουν ὄργανον.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον (κοινόν μετὰ τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Δομέστικου)
Χαίρετε τῆς Λαύρας θεῖοι βλαστοί, καὶ τοῦ Παρακλήτου, αἱ κιθάραι αἱ μυστικαί· χαίροις Ἰωάννη, ὁμοῦ σὺν Γρηγορίῳ, τῆς μονῆς Θεοτόκου, θεῖοι θεράποντες.
Πηγή: Λάβαρον, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ἡ καρδιά τοῦ ἡλικιωμένου Ἰουδαίου, πού χρόνια μελετοῦσε τίς Γραφές, βρῆκε στή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ τήν ἐκπλήρωση τῶν προφητειῶν καί τήν πραγμάτωση τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Γιαχβέ. Ἡ ὕπαρξή του μέ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη ἀφοσιώθηκε στόν Κύριο καί στή νεοΐδρυτη ἐκκλησία τῆς Δαμασκοῦ. Στά δικά του γέρικα καί ἄσημα χέρια θά ἐμπιστευθεῖ μία ἰδιαίτερη καί ξεχωριστή ἀποστολή Ἐκεῖνος, πού ἀρέσκεται νά χρησιμοποιεῖ στό ἔργο του τούς ἁπλούς καί ταπεινούς τῇ καρδίᾳ.
Ὁ Ἀνανίας προσεύχεται καί δέχεται τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου. Ἡ πρόσκληση εἶναι προσωπική, «Ἀνανία», καί ἡ ἀνταπόκριση πρόθυμη, «ἰδού ἐγώ, Κύριε». Ὁ διάλογος θυμίζει τούς προφῆτες καί τούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ ὁδηγίες εἶναι σαφεῖς καί συγκεκριμένες. Ὁ ταρσέας Σαῦλος, δηλωμένος ἐχθρός καί σταλμένος διώκτης, τόν περιμένει. Ὁ Ἀνανίας δέν ἀπιστεῖ, ἀλλά διστάζει μπροστά στό μέγεθος τῆς ἱερῆς ἀποστολῆς καί ὁ Θεός πληροφορεῖ τόν ἁπλό δοῦλο του γιά τό μέλλον τοῦ ἀνθρώπου, πού τόσο τόν εἶχαν φοβηθεῖ οἱ χριστιανοί. Ἡ ὁδός καί τό σπίτι πού μένει ὁ πρώην διώκτης εἶναι γνωστά στόν Κύριο. Αὐτός γνωρίζει πολύ καλά ποῦ βρίσκονται οἱ δικοί Του καί τί ἔχουν μέσα στήν καρδιά τους.
Ὁ Σαούλ προσεύχεται. Δέν εἶναι πλέον ὁ διώκτης· εἶναι ὁ ταπεινός ἱκέτης. Καί ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ ρίχνει στοργικό βλέμμα σέ ὅσους ἔχουν ὑψωμένα τά χέρια στόν οὐρανό.
Τό ὅραμα τοῦ Ἀνανία διασταυρώνεται μέ τό ὅραμα τοῦ Σαούλ, ὁ ὁποῖος μαθαίνει ἀπό τόν Κύριο γιά τήν ἀποστολή τοῦ Ἀνανία. Σέ λίγο νιώθει τίς θερμές παλάμες τοῦ ἀγνώστου νά σφίγγουν τίς δικές του. Ὁ ἁπλός μαθητής προσφωνεῖ στοργικά αὐτόν πού πρόκειται νά γίνει τό φῶς τῶν ἐθνῶν «Σαούλ, ἀδελφέ». Ἡ εὐλογημένη οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ ἀποκτᾶ ἕνα νέο μέλος. Ὁ τυφλός Σαούλ γονατίζει μέ συντριβή. Τά ροζιασμένα χέρια τοῦ ἁπλοῦ ἀνθρώπου τοῦ λαοῦ ἀκουμποῦν μέ δέος στό κεφάλι τοῦ σπουδαίου ραββίνου καί μέ θαυματουργικό τρόπο τοῦ ξαναδίνουν τό φῶς του. Εἶναι ἡ θαυμαστή πραγματοποίηση τῶν λόγων τοῦ Ἰησοῦ ὅτι οἱ δικοί Του «ἐπί ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι καί καλῶς ἕξουσι». Στή συνέχεια τό μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, μέ μετάνοια καί ὁμολογία πίστεως, ὁλοκληρώνει τό θαῦμα τῆς θείας χάριτος. Ποιός ζωγράφος μπορεῖ νά ἀποδώσει μέ ἐπιτυχία τούτη τή σκηνή, ὅπου ὁ τρομερός Σαούλ κουβεντιάζει ἀδελφικά μέ τόν ἀγαθό χριστιανό, γιά τόν ὁποῖο σως νά εἶχε κάποιο ἔνταλμα συλλήψεως!
Ὁ ἁπλός καί ταπεινός Ἀνανίας χρησιμοποιήθηκε ὡς ἐκλεκτό ὄργανο στά χέρια τοῦ Θεοῦ, σέ μιά ὥρα σημαντική στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, καί τό ὄνομά του χαράχτηκε στό ἅγιο βιβλίο τοῦ Θεοῦ. Μέσα στούς αἰῶνες ὅλοι ὅσοι σκύβουν καί μελετοῦν τήν ἱερή ἱστορία στέκονται μπροστά στή σεμνή προσωπικότητά του, τήν ὁποία τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τήν 1η Ὀκτωβρίου, καί διδάσκονται ἕνα ἱερό μυστικό: Εὐδοκεῖ ὁ μεγάλος Θεός νά συνεργάζεται γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου μέ τούς ἁπλούς δούλους του, πού προσφέρουν σ᾿ Αὐτόν τόν ἑαυτό τους μέ ἀφοσίωση καί ὑπακοή.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπλεως χάριτος, τοῦ Τρισηλίου φωτός, τὸ σκεῦος ἐφώτισας, τῆς ἐκλογῆς τοῦ Χριστοῦ, Ἀνανία Ἀπόστολε, ὅθεν ἀνακηρύξας, εὐσέβειας τὸν λόγον, ἄθλοις ἐβεβαιώσω, τὴν σωτήριον χάριν δι' ἧς τοὶς σὲ εὐφημούσι, δίδου τὰ πρόσφορα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Ἀνανία, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Ὁ ἐν πρεσβείαις θερμότατος ἀντιλήπτωρ, καὶ τῶν αἰτούντων ταχύτατα εἰσακούων, δέξαι τὴν δέησιν Ἀνανάα ἡμῶν, καὶ τὸν Χριστὸν δυσώπει, τοῦ σῶσαι τοὺς ὑμνούντάς σε, τὸν μόνον ὑπάρχοντα φιλάνθρωπον.
Πηγή: (Ἰχνηλάτης – Περιοδικό «Απολύτρωσις») Ακτίνες
Ο Άγιος Γρηγόριος έζησε και μεγαλούργησε πνευματικά στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (περίπου το 290 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ανάκ ο Πάρθος, ο οποίος καταγόταν από ευγενή οικογένεια αφού ήταν συγγενής του βασιλιά της Αρμενίας Κουσαρώ. Ο Ανάκ σκότωσε με δόλο τον Κουσαρώ και ως συνέπεια της πράξης του ήρθε η δολοφονία ολόκληρης της οικογένειάς του. Μόνο ο Γρηγόριος και ένας από τους αδελφούς του γλύτωσαν και φυγαδεύτηκαν σε περιοχή όπου κυρίαρχη ήταν η Ρώμη.
Στην Καισάρεια της Καππαδοκίας ο Γρηγόριος απέκτησε ταυτόχρονα με την θύραθεν παιδεία και την χριστιανική. Ακόμη, εκεί γνώρισε και συνδέθηκε με τον γιο του Κουσαρώ Τηριδάτη, τον οποίο οι Ρωμαίοι διόρισαν -στη θέση του δολοφονημένου πατέρα του- βασιλιά της Αρμενίας. Όταν ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα, ο Τηριδάτης κάλεσε κοντά του τον Γρηγόριο και άρχισε να τον πιέζει αφόρητα να αρνηθεί τον χριστιανισμό και να ασπασθεί τη θρησκεία του. Ο Γρηγόριος όμως ήταν αμετακίνητος και σταθερός. Είχε τόσο βαθιά ριζωμένη την πίστη μέσα του που μπορούσε να ευαγγελιστεί ολόκληρο λαό, όπερ και εγένετο.
Ίσως την πίστη και το παράδειγμα του Γρηγορίου να είχε στο νου του ο Ιερός Χρυσόστομος όταν τόνιζε ότι: «Αρκεί είς άνθρωπος ζήλω πυρούμενος ολόκληρον αναμορφώσαι Δήμον». Η σταθερότητα του Γρηγορίου εξόργισε τον βασιλιά Τηριδάτη και λησμονώντας την ευγενική καταγωγή του διέταξε άμεσα τρομερά βασανιστήρια. Τι δεν υπέστη το σώμα του; Δεκάδες τρόπους μαρτυρίου που υπέμεινε ο Άγιος αναφέρει στον Συναξαριστή του ο Άγιος Νικόδημος. Τον κρέμασαν ανάποδα σε ένα παλούκι και τον έδερναν με μίσος, κατέσχισαν τα πλευρά του με σιδερένια νύχια, έχυσαν στο σώμα του βρασμένο μόλυβδο και άλλα πολλά. Κι έπειτα από όλα, για να έχει σίγουρο αλλά συνάμα και μαρτυρικό θάνατο, τον έριξαν σε έναν βαθύ λάκκο με φίδια κι άλλα ερπετά. Τα ζώα όμως σεβάστηκαν τα παθήματά του, λυπήθηκαν τον άνθρωπο και υπάκουσαν στην θεία εντολή να τον αφήσουν ανέπαφο, διότι το σχέδιο του Θεού για τον δούλο του και για το λαό της Αρμενίας δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί.
Χρόνια ολόκληρα έμεινε ο ομολογητής Γρηγόριος εγκλωβισμένος στο ξεροπήγαδο, ζώντας με ελάχιστη ποσότητα ψωμιού που του έριχνε κρυφά μια χήρα. Εν τω μεταξύ, ο Τηριδάτης τρελάθηκε, έτρωγε τις σάρκες του και έβοσκε με τους χοίρους του. Η αδελφή του είδε σε όνειρο πως μόνο ο Γρηγόριος μπορεί να τον κάνει καλά. Έτσι κι έγινε. Ο ανεξίκακος άγιος θεράπευσε τον βασανιστή και επίδοξο φονιά του.
Έπειτα από τα γεγονότα αυτά ο Γρηγόριος, με την συγκατάθεση και προτροπή του Τηριδάτη, χειροτονήθηκε επίσκοπος Αρμενίας και βάπτισε στον Ευφράτη ποταμό τον βασιλιά και όλο το λαό. Χειροτόνησε ο ίδιος επισκόπους, κήρυξε με τη ζωή και τα παθήματά του καθιστώντας τον εαυτό του ζωντανό λείψανο και αναχώρησε στα ψηλά βουνά της Αρμενίας για να συνεχίσει το ιεραποστολικό του έργο προσευχόμενος και ασκούμενος για το ποίμνιό του αδιάλειπτα.
Ο Άγιος Γρηγόριος, πρότυπο ιεραποστολής
Για να καταστεί φωτιστής της Αρμενίας ο Γρηγόριος πέρασε από δύο βασικά στάδια πνευματικών εμπειριών, απαραίτητα για το ιεραποστολικό έργο:
(1) Η ομολογία πίστεως. Είναι θεμελιώδες το να γνωρίζω, αρχικά, την πίστη μου, να γνωρίζω τι πρεσβεύει ο Χριστός κι η Εκκλησία Του, να γνωρίζω και να αποδέχομαι πως ο Χριστός είναι η Αλήθεια, ο Χριστός είναι η Ζωή, ο Χριστός είναι ο μοναδικός αληθινός Θεός και η Ορθόδοξη Εκκλησία Του είναι η μόνη, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία.
(2) «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἴτα καθᾶραι». Ο Φωτιστής των Αρμενίων με τη ζωή και την αποστολική του διακονία απέδειξε πως είναι εφαρμόσιμο το ρητό του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Υπέστη μύρια βασανιστήρια και βίωσε την ασκητική ζωή στο λάκκο με τα φίδια για δεκαπέντε συναπτά έτη. Εκεί γνώρισε και βίωσε τον Θεό, πράγμα που φανερώνεται από τη θαυμαστή θεραπεία του βασιλιά. Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση για το σπουδαίο έργο της διάδοσης του Ευαγγελίου ανά τον κόσμο είναι η πνευματική προετοιμασία.
Τελειώνοντας, πολλοί πιστεύουν πως ιεραποστολικό έργο επιτελείται μόνο από τους ανθρώπους που βρίσκονται στον τόπο της διακονίας τους. Όχι. Ιεραποστολικό έργο επιτελούν:
› όσοι το αγαπούν,
› όσοι το κηρύττουν από πόρτα σε πόρτα,
› όσοι το διακονούν με οποιονδήποτε τρόπο από τη χώρα μας,
› κυρίως όσοι προσεύχονται γι’ αυτό,
› ο καθένας που η καρδιά του αγαπά το έργο της ιεραποστολής στα έθνη, από όπου κι αν ετάχθη, από το κρεβάτι του πόνου μέχρι την οικογενειακή ζωή κι από την καθημερινότητα του σχολείου και της εργασίας μέχρι τη ζωή του συνταξιούχου.
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του μεγάλου ομολογητή και ιεραποστόλου στις 30 Σεπτεμβρίου.
(Πηγή: «Ο άγιος Γρηγόριος φωτιστής της Αρμενίας», Κωνσταντίνος Μεταλλίδης, Αδελφότητα Ορθοδόξου Εξωτερικής Ιεραποστολής)
Διαβάζοντας κανείς τον βίο του αγίου Γρηγορίου, φωτιστή των Αρμενίων, δύο πράγματα έρχονται στον νου του για να κάνει: ή να κλείσει τα μάτια από ντροπή, μπροστά στη φοβερά μεγάλη προσωπικότητα και το τεράστιο σε βάθος και πλάτος έργο του Γρηγορίου, προσπαθώντας να το «απωθήσει» στο υποσυνείδητό του, ή να αρχίσει να κλαίει για τη δική του κατάντια. Διότι ο άγιος, ένας αυτός – και όχι χιλιάδες «χριστιανοί» όπως εμείς – αλλά «οίκον Τριάδος εαυτόν αποτελέσας» κατά τον υμνογράφο, δηλαδή κάνοντας τον εαυτό του οίκο της αγίας Τριάδος, κατόρθωσε με τη χάρη του Θεού να μεταστρέψει στη χριστιανική πίστη έναν ολόκληρο ειδωλολατρικό λαό, που καταδυναστευόταν από τον πονηρό διάβολο και τις μεθοδείες του. «Λυμαινόμενον αθέως τον εχθρόν χώραν άπασαν, την των Αρμενίων, θεία δυναστεία κατέβαλες∙ και ως πυρσός αναλάμψας κατεφώτισας τους εν σκότει κειμένους, σοφέ, ματαιότητος». Δηλαδή: Με τη δύναμη του Θεού νίκησες τον εχθρό διάβολο, ο οποίος κατέστρεφε με την αθεΐα όλη τη χώρα των Αρμενίων. Και αφού έλαμψες σαν πυρσός, φώτισες πολύ δυνατά, σοφέ, αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι της ματαιότητας. Ο άγιος γι’ αυτό αντιπαραβάλλεται με τους αγίους αποστόλους, τους μαθητές του Κυρίου, παραλληλίζεται με τον άγιο Γρηγόριο τον Νεοκαισαρείας τον θαυματουργό, ο οποίος εξίσου με τον σημερινό Γρηγόριο, όταν πήγε στη Νεοκαισάρεια βρήκε ελάχιστους χριστιανούς και όταν έφυγε από τη ζωή αυτή άφησε ελάχιστους ειδωλολάτρες, παραπέμπει στους νεώτερους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο, φωτιστές των Σλαύων.
Η χάρη του Θεού ενήργησε σε όλες τις καλοπροαίρετες καρδιές των Αρμενίων, μέσω του εκλεκτού οργάνου της Γρηγορίου, μ’ έναν τριπλό τρόπο: με τη δύναμη του λόγου του, με τη δύναμη των θαυμάτων που επιτελούσε, με τα θαυμαστά μαρτύρια που πέρασε για την πίστη του. Ο λόγος του πράγματι, επιβεβαιούμενος και με τα θαύματα που ο Θεός επέτρεπε να επιτελεί, ήταν γεμάτος από δύναμη Θεού και δεν ήταν ανθρώπινα επιχειρήματα, που συνήθως κτυπούν ως «κύμβαλον αλαλάζον» τα αυτιά των ανθρώπων. Με τον λόγο αυτό έπεφταν οι ειδωλολατρικοί ναοί και φυγαδεύονταν οι κρυμμένοι σ’ αυτούς δαίμονες, ενώ στερεώνονταν οι καρδιές των ανθρώπων στον θεϊκό έρωτα, όπως σημειώνει έκθαμβος ο υμνογράφος. «Ρημάτων σου δυναστεία, ναοί κατερράγησαν και δαιμόνων κατεβλήθη ανίδρυτα ξόανα, και πιστών καρδίαι θεϊκώ ενιδρύθησαν έρωτι». Εκεί όμως που κατεξοχήν λειτούργησε ως φάρος που φώτισε τους ανθρώπους ήταν τα μαρτύρια που υπέστη. Τα μαρτύρια αυτά ήταν η δόξα του, κατά αντιστοιχία με το Πάθος και το μαρτύριο Κυρίου του Θεού του. Το σημειώνει ο θεολογικώτατος ποιητής της ακολουθίας του, για να δείξει ποιο είναι το στίγμα του χριστιανικού μαρτυρίου: «Εις περίβλεπτον σε ύψος μαρτυρίου ανήνεγκεν, υψηλός εν δόξη Κύριος Ύψιστος, ένδοξε∙ ου τα παθήματα χαίρων εξεικόνισας, ιερομάρτυς, δόξα βοών τη δυνάμει σου». Ο υψηλός στη δόξα Ύψιστος Κύριος, ένδοξε Γρηγόριε, σε ανέβασε σε περίβλεπτο ύψος μαρτυρίου. Τα παθήματα Αυτού (που ήταν η δόξα Του) εξεικόνισες με χαρά, ιερομάρτυς, φωνάζοντας δόξα στη δύναμή Σου.
Αυτού του είδους το χριστιανικό μαρτύριο, ως συμμετοχή στο μαρτύριο του Χριστού, φέρνει αποτελέσματα, τα οποία, ενώ είναι τρανταχτά, δεν φαίνονται με πρώτη ματιά. Το μαρτύριο των αγίων δηλαδή, όπως το Πάθος του Χριστού, περικλείει το μυστήριο της δύναμης του Θεού, πράγμα που σημαίνει ότι όπως σε εκείνο του Σταυρού νικήθηκε, χωρίς να φαίνεται εξωτερικά, η αμαρτία, ο θάνατος και ο διάβολος, έτσι και στων αγίων: συντρίβεται ο διάβολος και τα όργανά του. Θέλουμε να πούμε, ακολουθώντας τους ύμνους της εορτής, ότι κάθε κτύπημα ενός αγίου είναι και κτύπημα κατά της πονηρίας, κάθε πόνος και βάσανός του φέρνει και το βογγητό και την κόλαση του πονηρού. Ας δούμε πόσο ωραία μας το καταθέτει ο εκκλησιαστικός και πάλι ποιητής: «Ραπισμοίς σιαγόνων σου, μύλας συντρίβεις λεόντων, και οχετοίς αιμάτων, δαιμόνων λύθρον εκμειοίς, ειδωλικάς προρρίζους τε, καταστρέφεις στήλας, Αξιάγαστε». Δηλαδή: Με τα ραπίσματα των σιαγόνων σου συντρίβεις τα δόντια των λιονταριών, και με τους οχετούς των αιμάτων σου εξαφανίζεις τη βρωμιά των δαιμόνων και καταστρέφεις από τη ρίζα τις στήλες των ειδώλων, αξιοθαύμαστε Γρηγόριε.
Ίσως θα πρέπει κάποτε να μάθουμε να βλέπουμε και τα δικά μας βάσανα, και τους δικούς μας πόνους σ’ αυτήν τη ζωή, με αυτό το «μάτι» της πίστεως: αν τα βάσανά μας τα υπομένουμε με πίστη, τότε και μέσα από εμάς θα λειτουργεί η δύναμη του Θεού, που συντρίβει το κακό και τον διάβολο. Και τότε θα αρχίσουμε να γινόμαστε κι εμείς, σε κάποιο βαθμό ίσως, φωτιστές και των άλλων συνανθρώπων μας, προκειμένου να βρίσκουν το αληθινό φως, τον Ιησού Χριστό.
(Πηγή: «Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ», παπά Γιώργης Δορμπαράκης, Ακολουθείν)
Πώς οι Ορθόδοξοι Αρμένιοι έγιναν Μονοφυσίτες
ΠΩΣ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΑΡΜΕΝΙΟΙ ΕΓΙΝΑΝ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΕΣ;
π. Ιερώνυμος Mayilyan,
Εφημέριος Ι. Ν. Αγ. Γεωργίου (Χατζηκώστα),
(Παρεκκλήσιο Ι. Ν. Αγ. Ασωμάτων Θησείου),
Πριν αρχίσω την παρουσία του θέματος θα ήθελα να ευχαριστήσω εκ βαθέων τον σεβαστό και αγαπητό π. Βασίλειο Βολουδάκη τον οποίο έχω την χαρά και ευλογία να γνωρίσω τελευταία, ιδίως στο πλαίσιο του σεμιναρίου της Εξομολογητικής, που οργανώνει το Ίδρυμα Ποιμαντικής Επιμορφώσεως της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Ο π. Βασίλειος από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας μου έδειξε την αγάπη του και μόλις πληροφορήθηκε για το παρελθόν μου, ιδίως για την επιστροφή μου από τη πλάνη και αίρεση του Μονοφυσιτισμού στην Αλήθεια του Χριστού, την Ορθοδοξία, αμέσως μου έκανε την πρόταση να γράψω κάποιο κείμενο, παρουσιάζοντας μια συνοπτική ιστορία της πατρίδας μου της Αρμενίας και να αναφερθώ ιδίως στην πίστη των Αρμενίων.
Είναι η πρώτη φορά, που μου δίνεται αυτή η ευκαιρία να συμμετάσχω με αυτό το ειδικό θέμα στο επίκαιρο και πλούσιο περιεχόμενο του περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία», του Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πευκακίων.
Στο μικρό μου αυτό άρθρο δεν παρουσιάζω μια συστηματική ιστορία της Αρμενίας. Δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Θα αναφερθώ, όμως, σε τρεις κυρίως χρονολογίες (301, 406 και 451 μ.Χ.) και στα γεγονότα που συνδέονται με αυτές και είναι βαρυσήμαντες για την ιστορία της Αρμενίας και μας ενδιαφέρουν εδώ άμεσα.
Για να έχει ο αγαπητός μας αναγνώστης του Περιοδικού «Ενοριακή Ευλογία» μια γενική εικόνα του τόπου και της έκτασης της ιστορικής και σημερινής Αρμενίας, θα πούμε τα λίγα που ακολουθούν.
Στο Μηναίο του μηνός Σεπτεμβρίου διαβάζουμε: «Τη Λ΄ του αυτού μηνός μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Γρηγορίου της Μεγάλης Αρμενίας...». Σήμερα δεν υπάρχει η Μεγάλη Αρμενία, η οποία είχε γεωγραφική έκταση άνω των 300.000 m². Η τωρινή Δημοκρατία της Αρμενίας κυριαρχεί μόνο στα 29.800 m² γεωγραφικά εδάφη, τα οποία είναι λιγότερα από το 1/10 της ιστορικής Αρμενίας χωρίς το Ναγκόρνο (=Ορεινό) Καραμπάχ, στο οποίο θα αναφερθούμε σε μια άλλη ευκαιρία.
Η Μεγάλη Αρμενία, πριν να κατακτηθεί από τους Οθωμανούς, περιελάμβανε ένα σημαντικό μέρος των εκτάσεων της Μικράς Ασίας ή σημερινής ανατολικής Τουρκίας με κοινά σύνορα με την Καππαδοκία1, τον Πόντο, την Ασσυρία, την Γεωργία, την Αλβανία του Καυκάσου, την Περσία, την Μικρή Αρμενία και άλλες κατά καιρούς χώρες και εκτείνετο μέχρι την Κασπία θάλασσα. Ενώ η σημερινή Αρμενία περιορίζεται στο Νότιο Καύκασο, σ’ ένα πολύ μικρό κομμάτι της ιστορικής της έκτασης και συνορεύει ανατολικά με την Τουρκία, δυτικά με το Αζερμπαϊτζάν, βόρεια με την Γεωργία και νότια με το Ιράν.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, πρόκειται για την δεύτερη κοιτίδα της ανθρωπότητας, κατά την Βιβλική διήγηση, αφού μετά τον κατακλυσμό, που επέτρεψε ο Θεός για την αμαρτία του κόσμου, «...εκάθισεν η κιβωτός εν μηνί τω εβδόμη, εβδόμη και εικάδι του μηνός, επί τα όρη τα Αραράτ» (Γεν. 8,4), απ’ όπου και αρχίζει μια νέα ιστορία της ανθρωπότητας. Μέχρι σήμερα υπάρχουν γεωγραφικοί τόποι, των οποίων οι ονομασίες άμεσα ή έμμεσα σχετίζονται με τον ίδιο τον Νώε. Όπως π.χ. η πρώτη κατοικία της ευλογημένης οικογένειας ονομάστηκε από τον Νώε Nakhijevan, δηλαδή «πρώτη κατοικία», ή το όνομα της σημερινής πρωτεύουσας της Αρμενίας Yeravan σημαίνει «τόπος εμφανίσεως».
Έτσι, μετά τον κατακλυσμό, ξαναρχίζει η ιστορία των εθνών από τους τρεις γιούς του Νώε, οι οποίοι διασκορπίστηκαν ανά την οικουμένη κυρίως μετά τον πύργο της Βαβέλ και την σύγχυση των γλωσσών.
Ένας από τους αρχαίους αρμενικούς θρύλους αναγνωρίζει ως προπάτορα των Αρμενίων τον Χάϊκ, ο οποίος ήταν ένας από τους γιούς του Torgom (=Θοργάμα), γιού του Γάμερ, γιού του Ιάφεθ. Ο Ιάφεθ ήταν τρίτος γιός του Νώε (βλ. Γεν.10, 1-3).
Το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στην Αρμενία συνδέεται αρχικά με τα ονόματα δύο Αποστόλων Του «εκ των Δώδεκα», του Θαδδαίου και του Βαρθολομαίου. Ο Θαδδαίος, αδελφός του Ιακώβου (Ματθ. 10.1-3, Μαρ. 3.13-19) μαρτυρείται ότι κήρυξε στην Αρμενία από το 43-66 μ.Χ και μαρτύρησε στην κωμόπολη Shavarshavan της επαρχίας Artaz (σήμερα στο βόρειο Ιράν). Ο Απόστολος Βαρθολομαίος κήρυξε στην Αρμενία από 60-68 μ.Χ. και μαρτύρησε στην πόλη Ourbanos (σήμερα στην Ανατολική Τουρκία). Οι Απόστολοι φυσικά ίδρυσαν τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες.
Αλλάζει εντελώς το σκηνικό στην Αρμενία στις αρχές του Δ΄ αι. με πρωταγωνιστή και Ισαπόστολο τον Γρηγόριο Πέρση (=άγ. Γρηγόριος ο Φωτιστής). Ο Αρμένιος βασιλιάς Tiridat ο Γ΄ (=Τιριδάτης (287- 330 περίπου)) το 287 είχε τιμωρήσει αυστηρά τον Γρηγόριο2, πρώτα, επειδή εκείνος δεν ήθελε να θυσιάσει στην θεά Anahit ως ένδειξη ευγνωμοσύνης μετά την νίκη του κατά των Περσών, και κατόπιν, όταν έμαθε ο Τιριδάτης την καταγωγή του, ότι ήταν δηλαδή ο γιός του Anak του Πέρση, φονιά του πατέρα του βασιλιά Xosrov Α΄ (211-259). Για να τον εκδικηθεί, ο Τιριδάτης έριξε στο πηγάδι του Xor Virap3, που ήταν προωρισμένο για τους καταδικασμένους σε θάνατο.
Στο πηγάδι αυτό παρέμεινε ο Γρηγόριος 13 (κατά μερικούς 15) ολόκληρα χρόνια! Φυσικά με θαυμαστό τρόπο και με θεϊκή παρηγοριά μπορούσε κανείς να παραμείνει ζωντανός σ’ ένα τέτοιο τόπο. Μια χήρα κρυφά του έριχνε ένα κομμάτι ψωμί καθημερινά και η παρουσία ενός Αγγέλου ενεθάρρυνε τον εκλεκτό μάρτυρα του Χριστού και τον ετοίμαζε για την μεγάλη αποστολή του να γίνει φωτιστής ενός λαού.
Στην αρχή της βασιλείας του ο Τιριδάτης ήταν φιλικά διατεθειμένος προς τους χριστιανούς υπηκόους του, αλλά μετά επηρεάστηκε από τον Διοκλητιανό στράφηκε εναντίον τους με διωγμούς και μαρτύρια. Έτσι εξηγείται και η στάση του απέναντι στους διωκομένους από τον Διοκλητιανό, όπως στην ομάδα παρθένων με επικεφαλής την Γαϊανή, που ήταν η καθηγουμένη και την Ριψιμία (μνήμη στις 30 Σεπ. με τον άγ. Γρηγόριο τον Φωτιστή). Μετά τον μαρτύριο των 32 παρθένων στην πόλη Vagarshapat, ο Τιριδάτης και οι αυλικοί συνεργάτες του αρρωσταίνουν και σε λίγες μέρες ουσιαστικά δαιμονίζονται. Η αδελφή του Τιριδάτη, η Xosrovidoukht (=θυγατέρα του Xosrov), η οποία δεν συμφωνούσε με την στάση του αδελφού της έναντι των χριστιανών, σ’ αυτό το διάστημα ακριβώς βλέπει ένα όραμα επαναλαμβανόμενο 5 φορές, σύμφωνα με το οποίο τους δαιμονιζόμενους μπορούσε να θεραπεύσει μόνον ο Γρηγόριος. Έτσι εξέρχεται ο Γρηγόριος από το πηγάδι και θεραπεύει όλους τους δαιμονιζόμενους!
Από εδώ και στο εξής ο ήδη θεραπευμένος βασιλιάς σταματάει τους διωγμούς, ένα μεγάλο κομμάτι του λαού του ευαγγελίζεται από τον ίδιο τον Γρηγόριο και βαπτίζεται. Και όχι μόνο αυτό$ ο Τιριδάτης ανακηρύσσει τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία της βασιλείας του4 το 301μ.Χ5 και με την άμεση συμπαράστασή του, ο άγ. Γρηγόριος αναδιοργανώνει την επίσημη πλέον Εκκλησία της Αρμενίας, της οποίας και καθίσταται πρώτος επίσκοπος (=καθολικός). Επειδή ο Γρηγόριος δεν ήταν ιερεύς, με τιμές και βασιλική πομπή οδηγείται στην Καισάρεια, όπου και χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον αρχιεπίσκοπο Καισαρείας άγ. Λεόντιο και πλέον ως επίσκοπος εγκαθίσταται στο Vagarshapat (σήμερα Echmiadzin) ως συνεχιστής του έργου των αγίων Αποστόλων Θαδδαίου και Βαρθολομαίου.
Εδώ πρέπει να τονίσω ότι η λατρεία στην Εκκλησία της Αρμενίας μέχρι στις αρχές του Ε΄ αι. γινόταν ως επί το πλείστον στα Ελληνικά αλλά και στα Συριακά, κυρίως στις ανατολικές της περιοχές. Η ανάγκη της κατανόησης της λατρείας και, κυρίως, της Αγίας Γραφής, από τον απλό λαό οδήγησαν τον βασιλιά Vramshapuh και τον Καθολικό άγ. Sahak (=Ισαάκ) να σκεφθούν λύσεις του προβλήματος. Έπρεπε να μεταφρασθούν τα ιερά κείμενα στην γλώσσα του λαού.
Η Αρμενική γλώσσα ως προφορική παράδοση υπήρξε από πολύ νωρίς, αλλά δεν είχε γραπτή μορφή. Το ποθητό και δύσκολο έργο της δημιουργίας του αρμενικού αλφαβήτου ετέθη στους ώμους του Mesrop Mashtoc, ενός λογίου ασκητού κληρικού, με άριστη ελληνική παιδεία. Έτσι, μετά από πολλές περιοδείες στα γνωστά κέντρα της εποχής (Αμίντ, Έδεσσα της Συρίας, Σαμόσατα) ο Mesrop Mashtoc με κάποιους μαθητές του, μετά από θεία αποκάλυψη, το έτος 406 δημιούργησε το αρμενικό αλφάβητο με 36 γράμματα6. Η πρώτη φράση, που μεταφράστηκε στα αρμενικά, ήταν το «Γνώναι σοφίαν και παιδείαν, νοήσαι τε λόγους φρονήσεως (Παροιμ. 1.2)». Αμέσως μεταφράζεται η Αγία Γραφή, πρώτα από τα συριακά και μετά ολοκληρώνεται από τα ελληνικά. Κατόπιν μεταφράζονται τα λατρευτικά βιβλία, έργα των Ελλήνων Πατέρων (Αποστολικοί Πατέρες, Μέγας Αθανασιος, Καππαδόκες κ.ο.κ ) και των φιλοσόφων (Πλάτωνος, Αριστοτέλη κ.λ.π). Ο Ε΄ αι. για τον αρμενικό πολιτισμό θεωρείται ο «χρυσούς αιών».
Φθάνουμε στο 451 μ.Χ. Για την Αρμενία και το λαό της μια πολύ σημαντική χρονολογία. Οι Αρμένιοι καλούνται να υπερασπισθούν την πίστη τους στον Χριστό ενώπιον των αλλοθρήσκων. Οι Πέρσες με επικεφαλής τον βασιλιά τους Ισδιγέρδη Β΄ (438-457) θέλουν να επιβάλλουν τον Ζωροαστρισμό (=πυρολατρεία) στην Αρμενία7. Οι Αρμένιοι ήδη είχαν αρνηθεί μια τέτοια πρόταση του Πέρση βασιλιά Σαπώρ του Β΄ (310-378) νωρίτερα και είχαν υπερασπισθεί με μάχη την πίστη τους το 339 με επικεφαλής τον στρατάρχη Vache Mamikonyan. Η δεύτερη μάχη υπέρ της πίστεως παίρνει πιο μεγάλες διαστάσεις το Μάϊο του 451. Αυτή τη φορά στο Avarayr, με επικεφαλής το στρατάρχη Bardan Mamikonyan, οι Αρμένιοι απέδειξαν στον αλλόθρησκο κατακτητή, ότι η πίστη του Χριστού είναι η ζωή τους και δεν μπορεί κανείς να τους την αφαιρέσει, όσο δυνατός και αν είναι. Η μνήμη των ηρωϊκώς πεσόντων μαρτύρων (1036) υπέρ της Πίστεως καθιερώθηκε αργότερα ως εορτή στην Εκκλησία της Αρμενίας.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός το 451 συνδέεται με την Δ' Οικουμενική Σύνοδο. Να πούμε επιγραμματικά ότι η Σύνοδος συγκλήθηκε για να αντιμετωπίσει τον Μονοφυσιτισμό, την αίρεση του Ευτυχούς, ο οποίος πίστευε, ότι ο Χριστός μετά την ενανθρώπηση δεν έχει πλέον δύο φύσεις, αλλά μόνο μια, την Θεία, μέσα στην οποία διαλύθηκε η ανθρώπινη φύση και απορροφήθηκε από την θεότητα Του, σαν σταγόνα στον ωκεανό. Η διδασκαλία αυτή του Ευτυχούς ήταν επικίνδυνη για την σωτηρία του ανθρώπου και έπρεπε να αντιμετωπισθεί συνοδικώς.
Στον Μονοφυσιτισμό κατάντησε ο Ευτυχής από μια ακραία ερμηνεία της Χριστολογίας του αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, του οποίου ήταν συνεργάτης στον αγώνα του εναντίον του Νεστοριανισμού. Η διδασκαλία του Νεστορίου καταδικάστηκε από την Γ΄Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431) με πρωταγωνιστή και πρόεδρο της Συνόδου τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας. Ο Νεστόριος πίστευε, ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά πρόσωπα στο Χριστό, εφ’ όσον έκανε διαχωρισμό των δύο φύσεων του Κυρίου (της θείας και της ανθρωπίνης) και δεχόταν, ότι οι φύσεις έχουν ενωθεί «ηθικώς» μόνο. Κατά τον Νεστόριο υπάρχουν δύο Χριστοί, ο Υιός και Λόγος του Θεού και ο Υιός του ανθρώπου, ο Ιησούς, και ότι η Μαρία γέννησε μόνο τον άνθρωπο Χριστό και οπωσδήποτε όχι τον Θεό Λόγο. Άρα, έλεγε ο Νεστόριος, δεν μπορούμε να αποκαλούμε την Μαρία Θεοτόκο, αλλά «ανθρωποτόκο» ή «Χριστοτόκο». Η Δ' Οικοιμενική Σύνοδος με το Χριστολογικό της Όρο ουσιαστικά αντιμετώπισε όχι μόνο τον Μονοφυσιτισμό, αλλά απέκλεισε και τον Νεστοριανισμό. Έτσι ο Χριστός, κατά την Σύνοδο της Χαλκηδόνας, έχει δύο φύσεις, οι οποίες «ασυγχύτως», «ατρέπτως» αχωρίστως και «αδιαιρέτως» έχουν ενωθεί στην υπόσταση του Θεού Λόγου (καθ’ υπόστασιν ένωσις).
Συνήθως υποστηρίζεται από μια σημαντική μερίδα των Αρμενίων μελετητών, κυρίως ιστορικών, ότι στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν οι Αρμένιοι λόγω της μεταπολεμικής κατάστασης, που είχε επέλθει στην χώρα μετά από τον σφοδρό αγώνα τους κατά της περσικής εισβολής. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα8. Δεν αποτελεί άλλωστε αυτό δικαιολογία για τη μη αποδοχή της Συνόδου. Είναι γεγονός, ότι οι Αρμένιοι δεν συμμετείχαν ουσιαστικά ούτε στις δύο προηγούμενες Οικουμενικές Συνόδους της Κωνσταντινουπόλεως (381) και της Εφέσου (431), αλλά αποδέχθηκαν τις Αποφάσεις των, επειδή, όπως αναφέρουν οι πηγές, δεν βρήκαν τίποτε, που να αντίκειται στην πίστη τους.
Οι Αρμένιοι παραμένουν στην ορθή πίστη των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων μέχρι να αρνηθούν οριστικά, στην δεύτερη σύνοδο του Ντβίν9 (553-555), το Χριστολογικό δόγμα της Χαλκηδόνας και έτσι να αποκοπούν από το Σώμα της Εκκλησίας του Χριστού. Και εδώ σταματάει η Ορθοδοξία της Αρμενικής Εκκλησίας10.
Βασικά, παρερμηνεύουν την διδασκαλία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και τη φράση του «μια φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη» και υποστηρίζουν ότι μετά την ένωση των δύο φύσεων υπάρχει μια ενωμένη φύση στο Χριστό και έτσι καταλήγουν σε μια «σύνθετη φύση». Αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους Πατέρες της Εκκλησίας, επειδή ο όρος «σύνθετος φύσις» σημαίνει ότι χάνουν τα ιδιώματα οι δύο φύσεις που ενώνονται. Ακόμα και σήμερα οι Αρμένιοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι, λέγοντας «μια φύση», η Αρμενική ‘‘εκκλησία’’ εννοεί την «άρρηκτη ένωση των δύο φύσεων».
Γιατί όμως το μεγαλύτερο μέρος της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’ δεν δέχθηκε την Δ΄Οικουμενική Σύνοδο; Επειδή:
α. κατ’ επίδρασιν των ήδη μονοφυσιτών Σύρων πίστευαν, ότι με την Σύνοδο της Χαλκηδόνας αναβίωσε ο Νεστοριανισμός.
β. ερμήνευσαν –και ακόμα δυστυχώς συνεχίζουν να ερμηνεύουν– λανθασμένα την Χριστολογία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και ιδίως την γνωστή του φράση «μια φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη»11.
γ. αγνόησαν τον «Όρο των Διαλλαγών» (433) μεταξύ του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Ιωάννη Αντιοχείας. Αυτό το τελευταίο έχει τεράστια σημασία για όλη την μετέπειτα αντιχαλκηδόνια-μονοφυσιτική πορεία της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Λεπτομερή ανάλυση δεν θα κάνω εδώ. Αν χρειασθεί θα δούμε στο μέλλον. Να τονίσω όμως, ότι οι μονοφυσίτες Αρμένιοι έχουν μια ιδιάζουσα μορφή Χριστολογίας, επειδή αρνήθηκαν να δεχθούν την διδασκαλία του Σεβήρου Αντιοχείας και τον καταδίκασαν ως αιρεσιάρχη στην αρμενο-συριακή ενωμένη σύνοδο του Manazkert (726). Επίσης δεν αναγνωρίζουν τον Διόσκορο ως «άγιο».
Όλες οι άλλες θεωρίες, που στηρίζονται στις πολιτικές σκοπιμότητες12 της μη αποδοχής της Χαλκηδόνας από τους Αρμενίους, ναί μεν μαρτυρούνται στις πηγές, αλλά δεν συνέβαλαν στην οριστική απόφαση.
Οι προσπάθειες των βυζαντινών για την ένωση της αποκομμένης ήδη Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’ με την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έφεραν καρπούς, όπως και οι ανεπίσημοι (1964, 1967,1970 και 1971) και οι επίσημοι διάλογοι (1985, 1989, 1990 και 1993) του 20ου αι. μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων.
Πρώτη φορά γραπτώς σημειώνω και τονίζω την προσωπική μου άποψη και –γιατί όχι– και την εμπειρία μου για τα θέματα της πίστεως, κατ’ ακρίβειαν του δόγματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της εν γένει Παραδόσεως Αυτής ως δόγματος Αληθείας και τρόπου ζωής, σε σχέση με την πίστη της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Όποιος αμερόληπτα, απροϋπόθετα και αντικειμενικά μελετήσει τα κείμενα (δογματικά και μη) της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και της Αρμενικής παραδόσεως, από το σχίσμα (ουσιαστικά και οριστικά μετά το 553-555 μ.Χ. της συνόδου του Ντβίν) έως και σήμερα, δεν μπορεί να μην αντιληφθεί που βρίσκεται η αλήθεια και τι ουσιαστικά πρεσβεύει κάθε πλευρά. Δεν μπορεί να μην αντιληφθεί το χάσμα ερμηνείας του Χριστολογικού δόγματος μεταξύ Ορθοδοξίας και Αρμενικής παραδόσεως. Το γράφω και τονίζω αυτό με υπευθυνότητα γνωρίζοντας καλά την ζωή και την θεολογία της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’.
Τελειώνοντας αυτό το μικρό μου άρθρο θα ήθελα να καταθέσω τη γνώμη μου επί του θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, ότι όχι μόνο οι Ορθόδοξοι, με συνεχείς, δυστυχώς, υποχωρήσεις στην πίστη, όχι μόνο δεν βοήθησαν τους αδελφούς μας να καταλάβουν την βασική και οντολογικώς αληθινή και αμετάκλητη Χριστολογία των Οικουμενικών Συνόδων, της Δ΄ και ΣΤ΄, αλλά και της συνόλου Παραδόσεως και ζωής της Εκκλησίας, η οποία απορρέει φυσικά από τα σωτήρια δόγματα, αλλά μάλλον τους οδήγησαν στο μεγάλο αδιέξοδο της λεπτής και πολλές φορές ανεπανόρθωτης εκ δεξιών πλάνης.
Κλείνοντας, θέτω μερικές παρατηρήσεις και προβληματισμούς.
1. Μήπως είναι τυχαίο, ότι μετά την οριστική άρνηση της Δ΄και των λοιπών Οικουμενικών Συνόδων (=άρνηση Ορθοδοξίας και κατ’ επέκτασιν ορθοπραξίας) σταδιακά έπαυσε να υφίσταται στην Ανατολική κυρίως Αρμενία13 ο ασκητικός και κυρίως ο ησυχαστικός μοναχισμός, που έχει σκοπό τον αγιασμό και τη θέωση, όπως παρατηρούμε από την αρχή της οργανωμένης Μοναχικής Πολιτείας (Δ΄ αι.) έως και σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία;
Σημειωτέον ότι η Ανατολική Αρμενία, σχεδόν πάντοτε μετά την άλωση της βασιλείας των Bagratouni (885-1045), εξ’ ολοκλήρου βρισκόταν υπό τον έλεγχο αλλοθρήσκων (Οθωμανών και Περσών) από την μια και αυστηρών αντιχαλκηδονίων14 μονοφυσιτών από την άλλη. Η στάση αυτή είναι αντίθετη από αυτήν των δυτικών περιοχών της Αρμενίας, οι οποίες άμεσα και έμμεσα επικοινωνούσαν με τους βυζαντινούς και έτσι είχαμε όχι μόνο Ορθόδοξες επαρχίες με αρμενικό πληθυσμό κατά το πλείστον (π.χ. στη Θεοδοσούπολη) και μοναστικές αδελφότητες, αλλά και αγίους αρμενικής καταγωγής (καταγεγραμμένους ή μη) στο ορθόδοξο εορτολόγιο και στους Συναξαριστές π.χ ο Μέγας Ευθύμιος (20 Ιαν.). Οι άγιοι που δεν γιορτάζονται επίσημα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά ήδη ήταν στο αρμενικό εορτολόγιο, δεν είναι και λίγοι και μάλιστα εξέχουσες προσωπικότητες, όπως σχεδόν όλα τα μέλη της οικογένειας του Γρηγορίου Φωτιστή, όπως οι δύο γιοί του ο αγ. Αριστακές και ο αγ. Βροτανές μέχρι τον αγ. Σαχάκ.
2. Ποιός ισχυρίζεται ότι τον 20΄ αι. ενδιέφερε σοβαρά τη διοίκηση της Αρμενικής ‘‘εκκλησίας’’, ο θεολογικός διάλογος, εκτός ελαχίστων μεμονωμένων φωνών, όπως του Αρχιεπισκόπου Tiran Nersoyan. Προσωπικά δεν τον γνώρισα. Γνωρίζω όμως από κάποια γραπτά του, ότι ήθελε πολύ την ένωση, βάσει του Χριστολογικού δόγματος των Δ΄ και ΣΤ΄ Οικουμενικών Συνόδων.
3. Πού υπάρχουν στην Αρμενική γλώσσα τα κείμενα των κοινών Δηλώσεων του διαλόγου για να ενημερωθεί ο λαός για το σοβαρό αυτό θέμα και να πει την γνώμη του; Πριν 6-7 χρόνια έψαχνα τα κείμενα των Δηλώσεων στα Αρμενικά για να μελετήσω σχετικά με το θέμα για μια πανεπιστημιακή μου εργασία και δεν βρήκα τίποτε πουθενά(!) ενώ η τελευταία κοινή Δήλωση είχε γίνει το 1993 στο Σαμπεζύ και η τελευταία επίσημη συνάντηση μεταξύ Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων έγινε το 1998 στη Δαμασκό. Έτσι έπρεπε να ενημερωθεί ο αρμενικός λαός και ιδίως οι ενδιαφερόμενοι;
4. Μήπως είναι τυχαίο, ότι σήμερα δεν υπάρχουν στα Αρμενικά ούτε καν τα Πρακτικά των αποφάσεων των τριών πρώτων Οικουμενικών Συνόδων; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι δίνεται στις αποφάσεις αυτές μια πολιτικοφιλοσοφική ερμηνεία;
5. Μήπως είναι πάλι τυχαίο, ότι με την άρνηση των Συνόδων η Αρμενική ‘‘εκκλησία’’ καταντάει μια εθνοφυλετική ομολογία στην οποία προστίθενται καινοτομίες όπως η χειροτονία και το χρίσμα του Αρμενίου καθολικού15 και η χρήση του αζύμου κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας;
6. Μήπως είναι τυχαίο, ότι δεν τελείται ουσιαστικά το μυστήριο της Μετανοίας (=εξομολόγηση16) και έπαψαν αιώνες τώρα τα κωλύμματα της ιερωσύνης;
Μπορούν να προστεθούν ακόμα πολλά «μήπως», αλλά για την ώρα θέλω να σταματήσω εδώ...
Οι προσωπικές μου μαρτυρίες (και όχι μόνο δικές μου) στο μέλλον θα καταγραφούν πιο επιστημονικά και με ανάλογες παραπομπές και σημειώσεις για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε πρώτα τους συμπατριώτες μας, πολλοί από τους οποίους όντως ψάχνουν κάτι αληθινό και γνήσιο στην πίστη και δεν είναι αυτοί λίγοι, που επιστρέφουν στην Ορθοδοξία, κυρίως στην Ρωσία και Γεωργία, αλλά και τους Ορθοδόξους θεολόγους που όντως θέλουν την ένωση, να αγωνισθούν υπέρ μίας ενώσεως αληθινής και όχι σύνθεσης με τους Μονοφυσίτες, όπως πολύ ορθά παρατηρούν αρκετοί ορθόδοξοι θεολόγοι (π.χ ο Παναγιώτης Ι. Μπούμης, Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών στο βιβλίο του «Η ένωση (όχι σύνθεση) με τους Μονοφυσίτες» εκδ. Αρμός 2007).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Σημειωτέον ότι οι Έλληνες και οι Αρμένιοι ζούσανε πλάϊ-πλάϊ πάνω από 40 αιώνες: άλλοτε φιλικά και αδελφικά διατεθειμένοι ο ένας στον άλλο με συνεργασία, αλληλοκατανόηση και αλληλοβοήθεια κατά του κοινού εχθρού, όπως οι Ρωμαίοι, Πέρσες, Άραβες, Μογγόλοι και Τούρκοι, αλλά και άλλοτε τα ξένα και δικά τους συμφέροντα τους κάνανε εχθρούς είτε σε πολιτικό επίπεδο στην αρχαιότητα, είτε σε πολιτικό-εκκλησιαστικό επίπεδο κυρίως στο Βυζάντιο μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας είτε σε πολιτικό-εκκλησιαστικό επίπεδο κυρίως στο Βυζάντιο μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας.
2. Ο Γρηγόριος ήδη είχε βαπτισθεί στην Καισάρεια από μικρή ηλικία. Στο παλάτι του Αρμενίου βασιλιά Τιριδάτη είχε σπουδαία θέση, παρ’ όλο που ήταν χριστιανός.
3. Και σήμερα υπάρχει το πηγάδι αυτό ως τόπο πια προσευχής και προσκύνησης, αγιασμένο με τον αγώνα του αγ. Γρηγορίου.
4. Δεν θα μιλήσω εδώ για τις αρνητικές πλευρές αυτής της πράξεως για την ζωή της Εκκλησίας ανά τους αιώνες (ανάμιξη του κράτους στα εσωτερικά και δογματικά ακόμα ζητήματα της Εκκλησίας πολλές φορές με οδυνηρά αποτελέσματα για την ίδια την Εκκλησία) με τα δικά μας κριτήρια σήμερα. Τότε τέτοιες πράξεις θεωρούνταν μια νίκη της Εκκλησίας κ.τ.λ.
5. Σημειωτέον, ότι στο Βυζάντιο μόνο στο τέλος του Δ΄ αι. ο Χριστιανισμός κηρύχτηκε ως επίσημη θρησκεία του κράτους επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου. Ενώ ο Μέγας Κωνσταντίνος με το γνωστό διάταγμα των Μεδιολάνων (313) αναγνωρίζει τον Χριστιανισμό ως μια από τις θρησκείες της Αυτοκρατορίας του (ανεξιθρησκία).
6. Είναι χαρακτηριστικό, ότι με το πρώτο γράμμα του αρμενικού αλφαβήτου αρχίζει η λέξη Astvadz(=Θεός) και με το τελευταίο η λέξη Qristos (=Χριστός).
7. Η πολιτική αυτή των Περσών είχε βασικό στόχο μέσω της επιβαλλόμενης θρησκείας να αποκόψουν την Αρμενία από την Δύση, δηλαδή από το Βυζάντιο και έτσι να έχουν ένα πολύ σημαντικό σύμμαχο εναντίον των βυζαντινών.
8. Τα πρακτικά της Συνόδου αποδεικνύουν το αντίθετο. Αρκετοί επίσκοποι της Βυζαντινής κυρίως Αρμενίας έχουν υπογράψει κάτω από τα πρακτικά της Συνόδου. Και επιπλέον στο διάστημα της Συνόδου βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη αρκετοί και σπουδαίοι μαθητές του αγ. Mesrop, μεταξύ των οποίων και πατέρας της Αρμενικής ιστοριογραφίας, μετέπειτα επίσκοπος και υπερασπιστής της Χαλκηδόνας ο άγιος Movses Xorenaci.
9. Κάποιοι υποστηρίζουν, ότι στη πρώτη σύνοδο του Ντβίν (506) η Εκκλησία της Αρμενίας με τις Εκκλησίες ακόμα της Γεωργίας και της Αλβανίας του Καυκάσου πήραν μια αντιχαλκηδόνια στάση, αλλά δεν φαίνονται εκεί καθαρά τα πράγματα, αν όντως καταδίκασαν την Σύνοδο της Χαλκηδόνας και τον περίφημο Τόμο του Πάπα Λέοντα.
10. Στο εξής θα χρησιμοποιήσω την λέξη Εκκλησία εντός εισαγωγικών και μικρογράμματη γραφή, αναφερόμενος στο σύνολο των Αρμενίων ως μονοφυσιτών πια, επειδή με την άρνηση της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αποκόπηκαν από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού.
11. Είναι γνωστό, ότι ή φράση αυτή δεν ήταν αρχικά του Κυρίλλου, αλλά αποδίδεται στον Απολλιναριο Λαοδικείας, ο οποίος ερμήνευε αιρετικά τα λόγια αυτά.
12. Ότι δηλαδή οι Πέρσες και αργότερα οι Άραβες προσπαθούσαν συνεχώς να κρατήσουν μακριά τους Αρμενίους από την εκκλησιαστική ένωση με το Βυζάντιο.
13. Η ιστορική Ανατολική Αρμενία περιέλαβε όλη την σημερινή Δημοκρατία της Αρμενίας σύν το Ναγκόρνο (=ορεινό) Καραμπάχ, το Ναχιτζεβάν (βρίσκεται σήμερα στην έκταση του Αζερμπαϊτζάν), ένα κομμάτι του σημερινού βορείου Ιράν και άμεσες περιοχές γύρω από το όρος Αραράτ.
14. Πολλές φορές η απόκλιση τους από τον μετριοπαθή μονοφυσιτισμό σε ακραίες εκφάνσεις και ερμηνείες του (=Ευτυχιανισμός) αναγκαζε την επέμβαση της επίσημης Αρμενικής «εκκλησίας».
15. Συνήθως εκλέγεται από τους επισκόπους. Τον εκλεγμένο ήδη επίσκοπο καθολικό οι Αρμένιοι τον χειροτονούν και χρίουν.
16. Οι Αρμένιοι από τον 15΄αι. στην εξομολόγηση, που γίνεται ομαδικά, χρησιμοποιούν ένα κείμενο, στο οποίο καταγράφονται (ίσως;) όλες οι αμαρτίες και πρέπει όλοι να τις ακούσουν και στο τέλος κάθε παραγράφου να πούνε «ήμαρτον».
(Πηγή: «Πώς οι Ορθόδοξοι Αρμένιοι έγιναν Μονοφυσίτες», περιοδικό Ἐνοριακή Εὐλογία, μηνιαία έκδοση Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πευκακίων, 2011, Τεύχος Ιουνίου-Ιουλίου, Αριθμ. Τεύχους 108-109, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τὴ γεωργία, ἐνεούργησας, βροτῶν καρδίας, κατασπείρας τὴν τοῦ Λόγου ἐπίγνωσιν, καὶ λαμπρυνθεῖς μαρτυρίου τοὶς στίγμασιν, ἱεραρχία Γρηγόριε ἔφανας. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Γρηγόριε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν εὐκλεῆ καὶ Ἱεράρχην ἅπαντες, ὡς ἀθλητὴν τῆς ἀληθείας σήμερον, οἱ πιστοὶ θείοις ἐν ἄσμασι, καὶ ὑμνῳδίαις εὐφημήσωμεν, τὸν γρήγορον Γρηγόριον ποιμένα καὶ διδάσκαλον, τὸν ἔκλαμπρον φωστῆρα καὶ ὑπέρμαχον· Χριστῷ γὰρ πρεσβεύει τοῦ σωθῆναι ἡμᾶς.
Κάθισμα. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Βλέμμα γρήγορον τῆς διανοίας, Μάρτυς ἔνδοξε προκεκτημένος, ὁμωνύμως καὶ καταλλήλως διέπρεψας, ὑπὲρ Χριστοῦ τῇ ἀθλήσει στρεβλούμενος, ἐν προσευχαῖς ἀνενδότως ἠγρύπνησες ὅθεν εἴληφας, ἱεραρχικῶς δι' αἵματος, βραβεῖον κατ' ἄμφω παμμάκαρ Γρηγόριε.
Μεγαλυνάριον
Γρήγορος τοῖς τρόποις ἀναδειχθείς, πρὸς θεογνωσίας, διεγείρεις τὸν φωτισμόν, τοὺς τῇ δυσσεβείᾳ, ὑπνώττοντας ἀθλίως, Γρηγόριε τρισμάκαρ, ἀξιοθαύμαστε.
Ὁ Οἶκος
Τοῦτον τὸν μέγαν ἐν ἀθλοφόροις, τὸν φωστῆρα τὸν θεῖον, Ἀρμενίας πιστοὶ ποιμένα τε καὶ πρόμαχον, ἐν ὑμνῳδίαις εὐφημοῦμεν, καὶ ᾄσμασιν ἐνθέοις αὐτοῦ τὴν μνήμην· τὴν γὰρ ἀχλὺν τῶν ματαίων εἰδώλων ἠφάνισε, σὺν αὐτοῖς καὶ τῶν δαιμόνων τὴν ἐνέργειαν ἐνέκρωσε· διὸ τοὺς πόνους ὑπήνεγκε, σταθερᾷ διανοίᾳ καὶ χάριτι, καὶ πρεσβεύει Χριστῷ τοῦ σωθῆναι ἡμάς.
Πηγή: Αδελφότητα Ορθοδόξου Εξωτερικής Ιεραποστολής, Ακολουθείν, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Ορθόδοξος Συναξαριστής, Μέγας Συναξαριστής
Πολλοί από τους οσίους της Εκκλησίας μας έχουν τον τίτλο του Αναχωρητή, κι’ αυτό διότι είχαν πάρει τη μεγάλη απόφαση να αναχωρήσουν σωματικά από τον πτωτικό κόσμο στις ερήμους, αλλά όμως ψυχικά να βρίσκονται κοντά στους κοσμικούς, με την προσευχή τους. Ένας από τους μεγάλους Αναχωρητές υπήρξε και ο άγιος Κυριακός, ο οποίος πήρε το προσωνύμιο του Αναχωρητή.
Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 448, όταν βασίλευε στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Μικρός (408-450). Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης και ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Κορίνθου και η μητέρα του ονομαζόταν Ευδοξία. Αμφότεροι ήταν πιστοί και ενάρετοι άνθρωποι και γι’ αυτό φρόντισαν να αναθρέψουν το παιδί τους με ευσέβεια, πίστη και φόβο Θεού. Ο Κυριακός από μικρό παιδί είχε δείξει σημάδια πνευματικής ωριμότητας. Στοχάζονταν συνεχώς το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, την αγάπη του Θεού να σωθεί το ανθρώπινο γένος, χάρις στην ενανθρώπηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Αυτές οι σκέψεις τον οδήγησαν να αφιερωθεί στο Θεό. Όταν έφτασε στην εφηβική ηλικία αποφάσισε να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, επιλέγοντας τους Αγίους Τόπους ως τόπο της άσκησής του. Έφυγε λοιπόν για τα Ιεροσόλυμα, να πατήσει τα άγια χώματα που είχαν πατήσει τα πανάγια πόδια του Λυτρωτή Χριστού. Εκεί συνάντησε στην αρχή έναν μεγάλο ασκητή, τον Ευστόργιο, στον οποίο προσκολλήθηκε για αρκετό καιρό. Ακούγοντας ακούραστος τις παραινέσεις του αγίου Γέροντα απέκτησε μεγάλη ψυχική ωφέλεια και πνευματική ωριμότητα. Μετά άκουσε για τον Μέγα Ευθύμιο και τις αρετές του. Ζητώντας την ευλογία του Ευστόργιου, πήγε κοντά του, γενόμενος δεκτός από εκείνον. Εκεί ενδύθηκε και το μοναχικό σχήμα.
Επειδή όμως υπήρχε η συνήθεια να μη δέχονται αγένειους νέους, λόγω σκανδαλισμού, ο Μέγας Ευθύμιος τον έστειλε στη Μονή του Αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτη, όπου έγινε δεκτός και του ανατέθηκε το διακόνημα του μαγείρου. Εκεί ο Κυριακός διακονούσε με μεγάλη προθυμία τους αδελφούς και ασκούνταν ο ίδιος στην πίστη και στην αρετή. Νήστευε, αγρυπνούσε και προσεύχονταν ατέλειωτες ώρες. Τρέφονταν μόνο με λίγο άρτο και νερό, κάθε δύο ημέρες. Έτσι σε λίγο χρονικό διάστημα άρχισαν να διαφαίνονται οι αρετές του και η αγιότητά του. Ο ίδιος ο ηγούμενος άγιος Γεράσιμος και όλη η αδελφότητα τον εκτιμούσαν και τον αγαπούσαν.
Μετά από εννέα χρόνια και ενώ ο ίδιος ήταν είκοσι οκτώ ετών, κοιμήθηκε ο Γέροντάς του Γεράσιμος. Ο Κυριακός γύρισε στη Λαύρα του αγίου Ευθυμίου, όπου έγινε δεκτός από τον ηγούμενο Ηλία. Όμως δεν έμεινε για πολύ, διότι έβλεπε με πίκρα τη διαμάχη της Μονής με τη διπλανή Μονή του Οσίου Θεοκτίστου, για οικονομικές διαφορές. Πήρε την απόφαση να φύγει και να εγκατασταθεί στη Μονή Σουκά. Εκεί έμεινε πολλά χρόνια, διακονώντας και σημειώνοντας πνευματική πρόοδο. Εκεί αξιώθηκε να δεχτεί και το αξίωμα του Πρεσβυτέρου και απέκτησε τη φήμη του σπουδαίου πνευματικού άνδρα.
Όντας στην ηλικία των εβδομήντα επτά ετών, αποφάσισε να φύγει για την έρημο, να ζήσει την ευλογημένη ζωή της ερημικής ησυχίας. Με έναν υποτακτικό του αναχώρησε για την σκληρή έρημο Νατουφά, στην οποία φύτρωναν μόνο πικρά σκυλοκρέμμυδα. Με την προσευχή του ο άγιος τα πικρά και ακατάλληλα χόρτα έγιναν γλυκά και η τροφή των δύο αναχωρητών επί τέσσερα χρόνια. Μέσα στην ησυχία της ερήμου οι δύο άνδρες προσεύχονταν, αγρυπνούσαν, πολεμούσαν το διάβολο κατά μέτωπο και απέκοπταν τα πάθη τους. Ο άγιος Κυριακός είχε καθαρθεί και έμοιαζε με τους αγγέλους. Μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο αγιότητας να βγάζει δαιμόνια από κατεχόμενους. Θεράπευσε κάποιον δαιμονισμένο στη χώρα των Θεώνων.
Το θαύμα αυτό έγινε γνωστό στην ευρύτερη περιοχή. Πολλοί άρρωστοι και ιδίως δαιμονισμένοι έτρεχαν να βρουν τη γιατρειά τους από το άγιο ασκητή. Αυτό όμως τον ενοχλούσε, διότι τον απέκοπτε από τον πνευματικό του αγώνα. Γι’ αυτό αποφάσισε να αναχωρήσει πιο βαθειά στην έρημο του Ρουβά, τρεφόμενος με ρίζες αγρίων φυτών. Αλλά οι άρρωστοι έφταναν ως εκεί για να βρουν θεραπεία και ο άγιος ανταποκρίνονταν στη λαχτάρα τους. Αλλά και πάλι ο άγιος θεώρησε την κατοικία του αυτή ακατάλληλη από την κοσμοσυρροή. Έφυγε για άλλη πιο μακρινή έρημο, τη Σουσακείμ. Εκεί έζησε επτά χρόνια ως επίγειος άγγελος. Τον καιρό εκείνο έπεσε φοβερό θανατικό στην περιοχή. Οι μοναχοί της Λαύρας του Σουκά έτρεξαν στον άγιο να τους σώσει από την πανώλη. Ο Κυριακός τους λυπήθηκε, γύρισε στη Λαύρα και με τις προσευχές του κατόρθωσε να διώξει την αρρώστια. Έμεινε στο κελί του αβά Χαρίτωνος πέντε χρόνια. Από εκεί αναγκάστηκε να πολεμήσει την αίρεση του ωριγενισμού, με επιτυχία. Ο ίδιος ο Ωριγένης (+254) και κυρίως οι μαθητές του, είχαν πέσει σε σημαντικές πλάνες, όπως «η προΰπαρξη των ψυχών» και η «αποκατάσταση των πάντων», οι οποίες καταδικάστηκαν από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο (553).
Διάνυε ήδη το ενενηκοστό ένατο έτος της ηλικίας του. Είχε επιθυμήσει να ζήσει και πάλι στην αγαπημένη του έρημο Σουσακείμ. Εκεί έζησε ακόμη εννέα έτη. Λίγο πριν το τέλος της επί γης ζωής του πήγαν να τον επισκεφτούν κάποιοι μοναχοί από τη Λαύρα Σουκά και να πάρουν την ευλογία του. Τον βρήκαν να προσεύχεται χωρίς κούραση, παρά τα εκατόν οκτώ έτη του, με πλήρη σωματική ρώμη και πνευματική διαύγεια. Ο άγιος ασκητής, αφού τους ευχαρίστησε και τους ευλόγησε κοιμήθηκε ειρηνικά το 556 και αγία του ψυχή πέταξε στα ουράνια για να συναντήσει τον Κύριο στον Οποίο είχε αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του. Η μνήμη του τιμάται στις 29 Σεπτεμβρίου.
Αυτός υπήρξε ο άγιος Κυριακός ο Αναχωρητής. Σωματικά στην έρημο και πνευματικά στον κόσμο, καθ’ ότι η ορθόδοξη ασκητική δεν είναι απόκοσμη, αλλά αγώνας για την κάθαρση του κόσμου από τη δουλεία της αμαρτίας.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἠκολούθησας, καταλιπῶν τὰ τῆς γῆς, καὶ βίον ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, ὡς ἄσαρκος Ὅσιε, σὺ γὰρ ἐν ταὶς ἐρήμοις, προσχωρῶν θείω πόθω, σκίλλη πίκρα τὴν πάλαι, πικρᾶν γεῦσιν ἀπώσω. Διὸ Κυριακὲ θεοφόρε, ἀξίως δεδόξασαι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Κυριακέ· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀπαλῶν ἐξ ὀνύχων τῷ Χριστῷ ἠκολούθησας, τὴν ἀγγελικὴν πολιτείαν ὁλοτρόπως ἑλόμενος· διὸ ἐν ταῖς ἐρήμοις προσχωρῶν, τῶν θείων ἠξιώθης δωρεῶν, θεραπεύων πᾶσαν νόσον Κυριακέ, τῶν πίστει προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Ὡς ὑπερμάχω κραταιῶ καὶ ἀντιλήπτορι, ἡ σὲ τιμώσα ἱερὰ Λαύρα ἑκάστοτε, ἑορτάζει τὰ μνημόσυνα ἐτησίως, Ἀλλ' ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐξ ἐχθρῶν ἐπεμβαινόντων ἠμᾶς φρούρησον, ἶνα κράζωμεν, Χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.
Κάθισμα. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῆς ἄνω ἐφιέμενος, ὑπερκοσμίου ζωῆς, τοῦ κόσμου τὴν τερπνότητα, ὡς διαπίπτουσαν, κατέλιπες Ὅσιε· ὅθεν ἐν ταῖς ἐρήμοις, καὶ σπηλαίοις οἰκήσας, πόλεως οὐρανίου, ἀνεδείχθης πολίτης, ἐν ᾗ τῶν ἐκτελούντων τὴν σήν, μνήμην μνημόνευε.
Μεγαλυνάριον
Ἄστρον ἐκ Κορίνθου ἀναφανείς, ἐν τῇ Παλαιστίνῃ, διαλάμπεις ἀσκητικῶς, καὶ καταπυρσεύεις, Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, Κυριακὲ θεόφρον, τοῖς σοῖς παλαίσμασι.
Πηγή: Ακτίνες, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ο Άγιος Χαρίτων ο Ομολογητής, που η Εκκλησία μας γιορτάζει στις 28 Σεπτεμβρίου, γεννήθηκε στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας. Έζησε και μορφώθηκε στον τόπο καταγωγής του, όταν βασίλευε τη Ρώμη, ο Αυρηλιανός (270-276 μ.Χ.). Διακρίνονταν, για την ευσέβεια και την αρετή του και πολύ γρήγορα απόκτησε, την αγάπη και το σεβασμό, από όλους τους κατοίκους, της πόλης. Έτσι, όταν, λίγο αργότερα, ο αιμοχαρής και αιμοβόρος αυτοκράτορας Αυρηλιανός εκδίδει τα ασεβή και σκληρά του διατάγματα, εναντίον των Χριστιανών, τους οποίους και ξάφνιασε με τη συμπεριφορά του, γιατί τουλάχιστον μέχρι τότε, κρατούσε, ανεκτική στάση, απέναντί τους. Με τα διατάγματα αυτά, έδιδε εντολή στους τοπικούς ηγεμόνες, να συλλαμβάνουν τους Χριστιανούς, όπου και να βρίσκονται και να τους αναγκάζουν να θυσιάσουν στα είδωλα. Όσοι απ’ αυτούς, αρνούνται να συμμορφωθούν, να τιμωρούνται παραδειγματικά και όσοι επιμένουν, να θανατώνονται.
Αυτής της μανίας, των διαταγμάτων, δεν κατάφερε να γλυτώσει, ούτε και ο ευσεβής Χαρίτων. Έτσι, μόλις, τα αυτοκρατορικά διατάγματα έφθασαν στο Ικόνιο, η τοπική εξουσία, άρχισε να τα εφαρμόζει, κατά γράμμα. Ζητούσαν επίμονα, από τον κάθε Χριστιανό, να θυσιάσει στα είδωλα, για να μην θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του. Ο ευσεβής και ενάρετος Χαρίτων, αρνιόταν επίμονα. Γι’ αυτή του την άρνηση, τον συνέλαβαν οι στρατιώτες και τον οδήγησαν, μπροστά στον Ύπατο( που είχε εξουσία, μετά το βασιλιά), προκειμένου να δώσει εξηγήσεις, γι’ αυτή του, την άρνηση. Μόλις βρέθηκε μπροστά του και άρχισε να τον ρωτά, με θάρρος και πίστη, του απαντά: « Είμαι Χριστιανός και πιστεύω στο Χριστό, τον Μόνο Αληθινό Θεό. Δεν σέβομαι τους θεούς σας, γιατί δεν είναι αληθινοί, είναι ψεύτικοι και θα σας οδηγήσουν, στην κόλαση». Ο Ύπατος κριτής, κράτησε τα νεύρα του, λέγοντας συγχρόνως, στον ενάρετο Χαρίτωνα, ότι: « και τους δικούς μου θεούς διακρίνει μακροθυμία και σ’ αυτή τη φάση θα προσπαθήσω να τους μιμηθώ. Σε συμβουλεύω όμως να θυσιάσεις στα είδωλα, για να απολαύσεις, μεγάλη τιμή, από το βασιλιά». Αμέσως ο ενάρετος Χαρίτων, του απαντά: « Άκουσε, αυτά τα άψυχα και άλαλα ξόανα, που κατά τη γνώμη σου θεωρείς θεούς, δεν κάνεις καλά να μακροθυμείς, όταν εγώ, σου τους υβρίζω. Μάθε ακόμη, ότι είμαι ακόλουθος της Αγίας Θέκλας της Πρωτομάρτυρας, που λάμπει με της ακτίνες του Μαρτυρίου της, όλη η πόλη, του Ικονίου. Είμαι δε και μαθητής του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, που παρακίνησε την Αγία Θέκλα, να υπομείνει τα βασανιστήρια, για την αγάπη του Χριστού. Δεν υπάρχει κανείς, που να μπορεί να με χωρίσει, από την αγάπη του Χριστού μου».
Έτσι, πριν προφθάσει να ολοκληρώσει τις τελευταίες του φράσεις, ο δικαστής άστραψε και βρόντηξε από το κακό του και δίδει αμέσως εντολή στους δήμιους, να βασανίσουν σκληρά τον Άγιο. Εκείνοι, τον ξεγυμνώνουν αμέσως και άρχισαν να του τραβούν τα χέρια και τα πόδια, προκειμένου, να του τα εξαρθρώσουν, για να τον κάνουν να πονέσει, περισσότερο. Συγχρόνως δε, τον χτυπούσαν βάναυσα, με τα βούνευρα, που ήταν λωρίδες από δέρματα βοδιών, πλεγμένα σε κοτσίδα, μέχρι που του άλεσαν τις σάρκες. Ο Άγιος δε σταμάτησε ούτε λεπτό να προσεύχεται, στο Σωτήρα μας Ιησού Χριστό και αφήνοντάς τον μισολιπόθυμο, τον έριξαν στη φυλακή. Όμως, Άγγελος Κυρίου, που τον προστάτευε, του γιάτρεψε τις πληγές και όταν τις επόμενες μέρες, τον έφεραν ξανά μπροστά του, έμεινε με το στόμα ανοιχτό, γιατί του θεραπεύτηκαν, όλες του, οι πληγές. Έτσι, αντί να συνετιστεί ο αιμοχαρής ηγεμόνας, δίδει αμέσως εντολή, να του κάψουν το κορμί, με αναμμένες λαμπάδες. Όμως και απ’ αυτό το μαρτύριο, βγήκε νικητής ο Άγιος, γιατί Άγγελος Κυρίου τον προστάτευε και εκνευρισμένοι, από τα γεγονότα, τον ρίχνουν ξανά, στη φυλακή.
Όμως, τα πράγματα άλλαξαν, για τους Χριστιανούς και τον Άγιο. Ο αιμοβόρος και αιμοχαρής χριστιανομάχος βασιλιάς, Αυρήλιος, πέθανε, με φριχτούς πόνους και ανάλαβε βασιλιάς, ο Τάκιτος. Το πρώτο διάταγμα που υπέγραψε, ήταν, να σταματήσουν να διώκονται οι Χριστιανοί και να ελευθερωθεί αμέσως ο Άγιος Χαρίτων, φοβούμενος ίσως, για το οδυνηρό τέλος, που είχε ο προκάτοχός του.
Έτσι, ο Άγιος Χαρίτων, δεν κατάφερε να λάβει, το Μαρτυρικό θάνατο, που επίμονα ποθούσε, όμως, κατάφερε να κερδίσει στο καρτερικό του σώμα, όλα τα σημεία της νίκης, για την αγάπη του, στο Σωτήρα μας Χριστό. Μάλιστα δε, θεωρούσε τον εαυτό του, για την παρούσα ζωή, νεκρωμένο και ο πόθος του είναι, να ζήσει από δω και πέρα, μόνος του και πάντα, κοντά στο Χριστό. Για να πετύχει καλύτερα αποτελέσματα, πηγαίνει στα Ιεροσόλυμα, προκειμένου, να ξεκινήσει, μια αυστηρή ασκητική ζωή. Όμως, ξεκινούν για τον Άγιο, νέες περιπέτειες, γιατί στο δρόμο του συναντιέται με ληστές, οι οποίοι τον συλλαμβάνουν και τον οδηγούν, στη σπηλιά, όπου διέμεναν. Αφού του περνούν αλυσίδες, στο λαιμό και στα χέρια, τον εγκαταλείπουν, προκειμένου να παραφυλάξουν στο δρόμο, μήπως συλλάβουν και άλλα θύματα. Όλη την ώρα, που ο Άγιος βρίσκονταν μόνος του, βρήκε την ευκαιρία να προσεύχεται και να ευχαριστεί τον Θεό, για την περιπέτεια, που περνάει. Όμως, την ώρα της προσευχής, παρουσιάζεται ένα δηλητηριώδες φίδι, που αφήνει το δηλητήριό του, μέσα σε ένα δοχείο, που περιείχε κρασί, χωρίς και ο ίδιος να το αντιληφθεί. Έτσι, όταν επέστρεψαν οι ληστές, διψασμένοι όπως ήταν, άρχισαν να πίνουν το κρασί από το δοχείο. Το αποτέλεσμα, δεν άργησε, να φανεί. Έπεφτε ο ένας, μετά τον άλλο και δηλητηριασμένοι, πέθαναν, όλοι.
Όταν, λοιπόν, ο Άγιος κατάφερε να ελευθερωθεί, μ’ αυτό το θαυματουργικό τρόπο, έδειξε, να τον ενδιαφέρει η σπηλιά, γιατί πληρούσε τις συνθήκες, που εκείνος ήθελε. Υπήρχε η ησυχία, που επεδίωκε και γρήγορα παίρνει την απόφαση, να εγκατασταθεί μόνιμα. Όμως, η σπηλιά ήταν γεμάτη από τα πλούσια λάφυρα των ληστών, που άλλα μοίρασε στους πτωχούς και άλλα σε ασκητές, που ασκήτευαν κοντά του στην έρημο και άλλα διέθεσε και έφτιαξε κοντά του Μοναστήρι, που φρόντιζε, να το συντηρεί. Ο ίδιος δε εφάρμοζε, αυστηρή, ασκητική ζωή και πίστευε βαθειά μέσα του, ότι η ακτημοσύνη αποτελούσε πλούτο, αδαπάνητο. Ήξερε να υπομένει κάθε πόνο και κόπο, με την ελπίδα να κατακτήσει, την αιώνια μακαριότητα. Ήταν πράος και αγαθός, απλός και άκακος και ήταν, πλούσιος στις γνώσεις, που έκανε να χαίρονται οι καρδιές, όσων τον άκουγαν. Γι’ αυτό πολλοί μοναχοί, ήθελαν να ασκητεύουν μαζί του, αλλά και πλήθος ανθρώπων τον επισκέπτονταν καθημερινά, για να τους δώσει λύση, στα προβλήματα, που τους απασχολούσαν. Αυτός όμως, ο μεγάλος θόρυβος, που δημιουργούνταν από τους επισκέπτες, δεν άρεσε καθόλου στον Άγιο, γιατί έχασε την ησυχία του και πολύ περισσότερο, τον εμπόδιζαν να προσεύχεται, όπως εκείνος, θα το ήθελε. Όμως, προσπαθούσε με κάθε τρόπο, να αποφύγει και την δόξα των ανθρώπων, γιατί πίστευε, ότι μπορεί να του αφανίσει, την κάθε του αρετή και έτσι, αποφασίζει να εγκαταλείψει, την ασκητική του, σπηλιά.
Πριν, λοιπόν, αναχωρήσει, μαζεύει τους μαθητές του μοναχούς και τους ορίζει τους κανόνες, που θα πρέπει να εφαρμόζουν στη μοναχική πολιτεία, που ο ίδιος δημιούργησε. Τους συμβουλεύει, ότι προκειμένου, να προκόψουν πνευματικά, θα πρέπει, να τρώνε μια φορά την ημέρα και πάντα μετά τον εσπερινό, λίγο ψωμί και να πίνουν, λίγο νερό. Τους όρισε, συγκεκριμένες ώρες προσευχής, τόσο κατά τη διάρκεια της μέρας, όσο και κατά τη διάρκεια, της νύχτας. Όταν δε συμβεί, να σας ενοχλήσει ο διάβολος, που είναι ο κοινός εχθρός των μοναχών, μπορείτε τους έλεγε, να τον απομακρύνετε, μόνο, με διαρκείς προσευχές και νηστείες. Τους παρήγγειλε επίσης, να φροντίζουν και να δίδουν στους πτωχούς, όταν τους επισκέπτονται, απ’ εκείνα που έχουν και να μην τους αφήνουν να φεύγουν, με άδεια τα χέρια. Μετά τις συμβουλές που τους έδωσε, τους διορίζει και Ηγούμενο στο Μοναστήρι, κάποιο Μοναχό που τον ήθελαν όλοι και αφού τους ασπάστηκε ένα- ένα, έφυγε από κοντά τους.
Μετά από σχετικά μικρή περιπλάνηση, συναντά κοντά στην Ιεριχώ, ένα σπήλαιο, που το έκρινε κατάλληλο, να εγκατασταθεί. Μάλιστα δε, πληρούσε, όλες τις προϋποθέσεις, που εκείνος ήθελε, είχε, δηλαδή, απόλυτη ησυχία και έμεινε σ’ αυτό, κατά κάποιο τρόπο, κρυμμένος. Όμως, σιγά- σιγά, άρχισε να αποκαλύπτεται στον κόσμο, με τα διάφορα θαύματα, που επιτελούσε. Γιάτρευε, όλες τις ασθένειες της ψυχής, αλλά και του σώματος. Όλοι, που τον γνώρισαν τον θαύμαζαν, για την αυστηρή ασκητική του ζωή, γιατί έτρωγε λίγα χόρτα που έβρισκε στη γη και ήθελαν να τον βλέπουν και να ακούνε τις πολύτιμες, συμβουλές του. Ήταν δε, τόση η ωφέλεια που απολάμβανε η ψυχή τους, που αρνήθηκαν τα αγαθά του κόσμου και προτίμησαν, να ζήσουν κοντά του, σαν Μοναχοί. Έτσι, φτιάχνει καινούργιο Μοναστήρι, όπου ζούσαν οι μοναχοί και τους επισκέπτονταν καθημερινά αρκετοί άνθρωποι, για να θαυμάσουν από κοντά τον Άγιο, αλλά και να βρουν λύση, στα προβλήματα, που τους απασχολούσαν. Μόλις αντιλήφτηκε ο Άγιος, ότι οι επισκέπτες, που τους επισκέπτονταν, άρχισαν, να τον θαυμάζουν, έκρινε, ότι πρέπει να εγκαταλείψει, το Μοναστήρι. Αφού έδωσε τις σχετικές του οδηγίες, στους Μοναχούς, πώς θα πρέπει να είναι η Μοναχική τους ζωή και αφού τους όρισε Ηγούμενο, αναχωρεί, προς άγνωστη κατεύθυνση.
Άρχισε, να περιπλανιέται στην έρημο, όπου κάποια στιγμή βρήκε ένα μέρος ήσυχο, που του άρεσε πολύ και εγκαταστάθηκε. Απ’ ότι φαίνεται, το σχέδιο του Αγαθού Θεού, ήταν, να αλλάζει συνεχώς ο Άγιος, τις κατοικίες του, προκειμένου, να φανερώνονται οι αρετές του, για να ωφελούνται, περισσότεροι άνθρωποι, οι οποίοι βαπτίζονταν και γίνονταν, Χριστιανοί. Πολλοί δε, ήταν εκείνοι, που εγκατέλειπαν την ματαιότητα του κόσμου και τις φροντίδες της κοσμικής ζωής και προτίμησαν να ζήσουν, κοντά στον Άγιο. Έτσι, αναγκάστηκε από την συμμετοχή του κόσμου, να φτιάξει, καινούργιο Μοναστήρι. Όμως και πάλι η προσέλευση του κόσμου και ο θαυμασμός που έδειχναν στο πρόσωπό του, τον ανάγκασαν να το εγκαταλείψει, βρίσκοντας την ησυχία, που επιθυμούσε, σε σπήλαιο ενός γκρεμού, που η πρόσβαση ήταν, πολύ δύσκολη και το έλεγαν, Κρεμαστό.
Σ’ αυτό το σπήλαιο, που διάλεξε, αναγκάστηκε να ζήσει, το υπόλοιπο διάστημα, της ζωής του. Όμως και η ηλικία του, δεν του επέτρεπε, να μετακινείται, με ευκολία και τα πράγματα δυσκόλευαν αφάνταστα, για τον Άγιο. Ούτε και το νερό που χρειάζονταν, δεν μπορούσε να μεταφέρει, αλλά και δεν ήθελε να αναθέσει, σε κανένα από τους μαθητές του, να τον εξυπηρετήσει. Αρχίζει, λοιπόν, να προσεύχεται, με μεγαλύτερο ζήλο, στο Σωτήρα μας Χριστό και αμέσως ανέβλυσε, άφθονο και δροσερό νερό, από την γωνία του σπηλαίου. Το νερό τρέχει ακόμη και σήμερα και θεραπεύει κάθε ασθένεια, δείχνοντας συγχρόνως, ότι η μαρτυρία για τη ζωή του Αγίου, γίνεται ακριβέστερη.
Ο Άγιος Χαρίτων, είχε καταφέρει να φθάσει σε μεγάλο βαθμό πνευματικής τελείωσης, ώστε μπόρεσε να γνωρίζει, την ημέρα του θανάτου του. Γι’ αυτό κατεβαίνει από το Κρεμαστό που διέμενε, ήλθε σε επικοινωνία με τους Μοναχούς και τα Μοναστήρια, που ο ίδιος δημιούργησε και έδωσε τις τελευταίες του χρήσιμες συμβουλές, για να τις αφήσει έτσι, σαν κληρονομιά, στους μαθητές του και τους έλεγε: « Πρέπει να γνωρίζεται, ότι η παρούσα ζωή, είναι η ζωή της μετάνοιας και των αγώνων, για να κατακτήσει κανείς την αρετή. Η μέλλουσα ζωή είναι, η ζωή της ανταπόδοσης, γιατί μετά το θάνατο, δεν υπάρχει μετάνοια. Να φυλάξετε τη ζωή σας ακατηγόρητη και αμέτοχη σε κάθε κακία, προσπαθήσετε τόσο, ώστε, να γίνει αμόλυντη, για να κατοικήσει ο Θεός, μέσα σας. Διώξτε την οργή και το θυμό από μέσα σας, γιατί κάνουν μεγάλο κακό, έτσι, βρίσκεστε εκτεθειμένοι και απροστάτευτοι, στις επιθέσεις του διαβόλου. Όπλα, για να αντιμετωπίσετε, τέτοιου είδους επιθέσεις, είναι η προσευχή και η νηστεία, αλλά και η ταπείνωση, που όλους, τους κερδίζει. Το τιμιότερο απόκτημα, που πρέπει να κερδίσει ο Μοναχός, είναι η ακτημοσύνη και να μην είναι δεμένος, με τα φθαρτά αγαθά, αλλά να τα μεταχειρίζεται με μέτρο, προκειμένου, να συντηρεί το σώμα του. Δεν πρέπει να κατακρίνουμε τους άλλους και να δικαιώνουμε τον εαυτό μας, γιατί η κατάκριση, είναι γέννημα ψυχής υπερήφανου ανθρώπου….».
Αυτές και πολλές άλλες πολύτιμες συμβουλές, δίδαξε τους μαθητές του, ο Άγιος Χαρίτων και αφού τους ευχήθηκε την σωτηρία της ψυχής τους, έκανε την προσευχή του και ξάπλωσε στο κρεβάτι του. Άπλωσε τα πόδια του και σταύρωσε τα χέρια του, χωρίς να αισθανθεί, καμιά ασθένεια. Αμέσως, παρέδωσε, την Αγία Του Ψυχή, που έχαιρε δίπλα στους Αγγέλους του Ουρανού. Ήταν η 28η Σεπτεμβρίου και τη μέρα αυτή γιορτάζεται, από την Εκκλησία μας.
ΠΗΓΕΣ:
1. Εκδόσεις, Ορθόδοξου Τύπου « Ο ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΙΤΩΝ»,Χαραλάμπους Δ.Βασιλοπούλου.
2. Απολυτίκια Αγίων, Byzmusic.gr, π. Νικόδημος Καβαρνός.
Το βίο του Αγίου Χαρίτωνα, τον αφιερώνω:
1. Σε όσους φέρουν βαπτιστικά το όνομα του Αγίου, να προστατεύονται στη ζωή τους, από τη Χάρη Του.
2. Στην εγγονή μου Μαρκέλλα και στους γονείς της, να προστατεύεται η ζωή τους, από τη Χάρη του Αγίου.
Σπήλι, Αύγουστος 2012.
Σταυριανάκης Κωνσταντίνος του Βασιλείου.
Θεολόγος, πρώην Διευθυντής, Γενικού Λυκείου Σπηλίου.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χαρίτων τοῦ Πνεύματος, καταυγασθεῖς ταὶς αὐγαίς, φωστὴρ ἐχρημάτισας, τῆς ἐναρέτου ζωῆς, Χαρίτων μακάριε, σὺ γὰρ ὁμολογία, ἀληθείας ἐμπρέψας, ἔλαμψας ἐν ἐρήμῳ, ἐγκράτειας τοὶς πόνοις. Διὸ τῶν εὐφημούντων σέ, Πάτερ μνημόνευε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας· καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας φωστὴρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Χαρίτων Πατὴρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Κατατρυφήσας θεόφρον τῆς ἐγκρατείας, καὶ τῆς σαρκός σου τὰς ὀρέξεις χαλινώσας, ὤφθης τῇ πίστει αὐξανόμενος· καὶ ὡς ζωῆς ἐν μέσῳ, ξύλον Ἐδὲμ ἐξήνθησας, Χαρίτων παμμάκαρ ἱερώτατε.
Κάθισμα.Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τῆς ἀθλήσεως πόνοις δοκιμασθείς, τῆς ἀσκήσεως ἄθλοις βεβαιωθείς, χρυσίου λαμπρότερον, εὐσεβείᾳ ἀπήστραψας, καὶ καθαρὸν δοχεῖον ὑπάρξας τοῦ Πνεύματος, πονηρῶν πνευμάτων τὸ σκότος ἐμείωσας· ὅθεν συναθροίσας, μοναζόντων ἀγέλας, ποιμὴν τούτων γέγονας, καὶ φωστὴρ διαυγέστατος· Ὦ Χαρίτων μακάριε, πρὲσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Ἕτερον Κάθισμα. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῖς λόγοις ἐκόσμησας, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, τοῖς ἔργοις ἐτίμησας, τὸ κατ' εἰκόνα Θεοῦ, Χαρίτων μακάριε· ἔλαμψε γὰρ ἐν κόσμῳ, ἡ ἐν σοὶ σωφροσύνη, χαρίτας ἰαμάτων, ἀπαστράπτουσα πίστει· διὸ καὶ ἑορτάζομεν, πόθῳ τὴν μνήμην σου.
Ὁ Οἶκος
Τοῦτον τὸν μέγαν ἐν τοῖς Ὁσίοις, τὸν φωστῆρα τὸν θεῖον Ἰκονίου πιστοί, Χαρίτωνα τὸν μακάριον, ἐν ὑμνῳδίαις ἀνευφημήσωμεν, καὶ ἐν ᾄσμασι θείοις, αὐτοῦ τὴν κάραν στέψωμεν· τὴν γὰρ ὀφρὺν τῶν ματαίων εἰδώλων ἠδάφισε, σὺν τούτοις καὶ τῶν δαιμόνων τὴν ἐνέργειαν πᾶσαν ἐνέκρωσε· διὸ τοὺς πόνους μὲν ἤνεγκε, τῶν βραβείων δὲ ἔτυχεν ἀληθῶς· Αὐτὸν οὖν ἐπαινοῦντες γεραίρομεν, τοῦ κόσμου φωστῆρα τὸν παγκόσμιον.
Ο αββάς Ισαάκ ήταν συριακής καταγωγής και έγινε μοναχός σε μικρή ηλικία. Παρέμεινε για λίγο σε κοινόβιο μοναστήρι και αργότερα αποσύρθηκε σε ησυχαστικό μέρος ζώντας μόνος την ζωή της απόλυτης ησυχίας και σιωπής. Για πέντε μόνο μήνες άντεξε το επισκοπικό αξίωμα όταν εξελέγη επίσκοπος Νινευΐ.
Ο Ιωάννης ήταν υιός του Ζεβεδαίου, ο οποίος ήταν ψαράς, και της Σαλώμης, της θυγατέρας του Ιωσήφ, του Μνήστορος της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ὁ βίος τῆς ἁγίας Εὐφροσύνης εἶναι θαυμαστὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς της ἀσυνήθιστος. Ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα πνευματικῆς ἀνδρείας, ἁγνείας καὶ σωφροσύνης.
Γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸν 5ο αἰώνα μ. Χ. Ἦταν μοναχοκόρη καὶ πολὺ πλούσια. Ὁ ὑλικὸς πλοῦτος, εὐτυχῶς, δὲν κατόρθωσε νὰ τῆς σκληρύνῃ τὴν ψυχή, ὥστε νὰ γίνῃ φίλαυτη καὶ φιλάργυρη, ὅπως συμβαίνει τὶς περισσότερες φορές, ἀλλὰ ἦταν καὶ παρέμεινε φιλάνθρωπη καὶ ἐλεήμων. Οἱ γονεῖς της, ἄνθρωποι φιλόθεοι καὶ φιλάνθρωποι, κατάφεραν νὰ τῆς μεταδώσουν τὸν ἀληθινὸ πλοῦτο τῆς καρδιᾶς, δηλαδὴ νὰ τῆς ἐμπνεύσουν τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους.
Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ μητέρα καὶ ὁ πατέρας της ἔδειξε μεγαλύτερο ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνατροφή της. Ὅταν ἔγινε δεκαοκτὼ ἐτῶν θέλησε νὰ τὴν παντρέψῃ μὲ ἕναν νέο ὑψηλῆς κοινωνικῆς τάξης. Ἡ Εὐφροσύνη ὅμως εἶχε ἐκλέξει τὸν δρόμο τῆς κατὰ Χριστὸν παρθενίας καὶ ἡ ἀπόφασή της ἦταν σταθερὴ καὶ ἀμετάκλητη. Γι᾿ αὐτὸ κάποια ἡμέρα, ἀφοῦ μοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της στοὺς πτωχοὺς ἔφυγε κρυφά, καὶ γιὰ νὰ μὴ τὴν ἀνακαλύψῃ ὁ πατέρας της καὶ τὴν ὑποχρεώσῃ νὰ ἐπιστρέψῃ στὸν κόσμο καὶ νὰ παντρευτῇ παρὰ τὴν θέλησή της, μεταμφιέστηκε καὶ ἐγκαταβίωσε σὲ ἀνδρικὸ μοναστήρι παρουσιαζομένη ὡς εὐνοῦχος μὲ τὸ ὄνομα Σμάραγδος. Ἔζησε στὸ ἀνδρικὸ μοναστήρι τριανταοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια χωρὶς κανεὶς νὰ καταλάβῃ τὸ παραμικρό.
Στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετὴ ξεπέρασε κατὰ πολὺ τοὺς συμμοναστάς της μὲ ἀποτέλεσμα ὅλοι νὰ θαυμάζουν τὸν θεάρεστο τρόπο ζωῆς τοῦ Σμάραγδου καὶ ἀρκετοὶ νὰ ἀγωνίζονται νὰ τὸν μιμηθοῦν. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης θαυμάζοντας τὴν ἀγγελομίμητη ζωή της, γράφει:
«Ἠδυνήθη νὰ ἀστράψῃ μεταξὺ τῶν ἀνδρῶν μὲ τὰς ἀρετάς, καθὼς καὶ ὁ πολύτιμος λίθος σμάραγδος ἀστράπτει ἀνάμεσα εἰς τοὺς ἄλλους λίθους. Ὄντως σμάραγδος ἐφάνη ἡ μακαρία αὕτη Εὐφροσύνη...»
Οἱ γονεῖς πολλὲς φορές, ἴσως ἀπὸ ὑπερβολικὴ ἀγάπη, ποὺ σίγουρα δὲν εἶναι τελείως ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὴν φιλαυτία, ἐπιμένουν νὰ ἐπιβάλουν στὰ παιδιὰ τοὺς τὶς δικές τους ἀποφάσεις, τὶς ὁποῖες λαμβάνουν ἐκεῖνοι γιὰ λογαριασμὸ τῶν παιδιῶν τους. Ἡ δικαιολογημένη ἀντίδραση τῶν παιδιῶν, κάποιες φορὲς μάλιστα δυναμικὴ καὶ μὲ στοιχεῖα ὑπερβολῆς, δημιουργεῖ οἰκογενειακὲς συγκρούσεις μὲ κοινωνικὲς προεκτάσεις. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν ἐλευθερία καὶ τὸ ἀντίθετο· ἄλλωστε, ἡ ἀγάπη χωρὶς τὴν ἐλευθερία εἶναι δικτατορία, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐλευθερία χωρὶς τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι ἀναρχία.
Ἡ ἁγία Εὐφροσύνη δὲν ἔπαψε νὰ ἀγαπᾷ ἀληθινὰ τὸν πατέρα της καὶ νὰ προσεύχεται γι᾿ αὐτόν. Ὅταν κατάλαβε ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς της ζήτησε νὰ τὸν συναντήσῃ. Ἐν τῷ μεταξὺ εἶχε γίνει καὶ αὐτὸς μοναχὸς στὸ ἴδιο μοναστήρι χωρὶς νὰ τοῦ περνᾷ ποτὲ ἀπὸ τὸ μυαλὸ ὅτι θὰ συναντοῦσε ἐκεῖ τὴν κόρη του. Κατὰ τὴν συνάντηση αὐτὴ μαθεύτηκε τὸ μυστικό της καὶ τὸ πραγματικό της ὄνομα. Ἐδῶ ἀξίζει νὰ σημειωθῆ ὅτι ὁ Παφνούτιος, ὁ πατέρας της, εἶναι καὶ αὐτὸς ἅγιος καὶ ὅτι πατέρας καὶ κόρη γιορτάζουν τὴν ἴδια ἡμέρα.
Μέσα στὸ ἀνδρικὸ Μοναστήρι ἔκανε ὑπεράνθρωπον ἀγώνα γιὰ νὰ ζήσῃ κατὰ Χριστόν. Ἔπρεπε συνεχῶς νὰ προσποιῆται, ἀλλὰ καὶ νὰ καταβάλῃ μεγάλους κόπους, ὥστε νὰ μὴν ὑστερήσῃ στὴν ἄσκηση καὶ τὶς πνευματικὲς ἐπιδόσεις ἀπὸ τοὺς συμμοναστάς της. Καὶ πραγματικά, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, ἀπέρριψε τὸ χαῦνον τοῦ θήλεος καὶ ἀπέκτησε ἀνδρικό, δηλαδὴ ἀνδρεῖο, φρόνημα. Ἔτσι μπόρεσε νὰ ξεπεράσῃ τὶς δυσκολίες, νὰ νικήσῃ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ νὰ ζήση «μὲ τὴν ἄφθαρτον ἁγνείαν καὶ σωφροσύνην, τὴν ὁποίαν κατακτοῦν φθαρτοὶ ἄνθρωποι διὰ καμάτων καὶ ἱδρώτων» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης).
Πράγματι, ἡ ἁγνότητα καὶ ἡ σωφροσύνη ἀποκτοῦνται μὲ πολλοὺς κόπους καὶ ἱδρῶτες. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, στὸ θαυμάσιο βιβλίο του ποὺ ὀνομάζεται «Κλίμαξ», ἀφιερώνει ἕναν λόγο στὴν ἁγνότητα καὶ τὴν σωφροσύνη, ὅπου μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀναφέρει:
«Ἁγνεία σημαίνει ἀπόκτηση τῆς ἀσωμάτου φύσεως. Ἁγνεία σημαίνει ζηλευτὸς οἶκος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπίγειος οὐρανὸς τῆς καρδιᾶς. Ἁγνεία σημαίνει ὑπερφυσικὴ ἀπάρνηση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, μία ἀληθινὰ παράδοξη ἅμιλλα σώματος θνητοῦ καὶ φθαρτοῦ πρὸς τοὺς ἀσωμάτους ἀγγέλους. Ἁγνὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μὲ τὸν ἕνα ἔρωτα (τὸν θεϊκό), ἀπέκρουσε τὸν ἄλλο ἔρωτα (τὸν σαρκικό), καὶ ἔσβησε τὸ ὑλικὸ μὲ τὸ ἄϋλο πῦρ. Σωφροσύνη σημαίνει γενικὴ ὀνομασία ὅλων τῶν ἀρετῶν. Σώφρων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ καὶ κατὰ τὸν ὕπνο δὲν αἰσθάνεται καμμία σαρκικὴ κίνηση ἢ ἀλλοίωση τῆς καταστάσεώς του. Σώφρων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτησε τελεία ἀναισθησία ὡς πρὸς τὴν διαφορὰ τοῦ φύλου. Αὐτὸς εἶναι ὁ κανὼν καὶ ὁ ὅρος τῆς τελείας καὶ πανάγνου ἁγνείας, τὸ νὰ συμπεριφέρεται κανεὶς παρόμοια καὶ πρὸς τὰ ἔμψυχα καὶ πρὸς τὰ ἄψυχα σώματα, καὶ πρὸς τὰ λογικὰ καὶ πρὸς τὰ ἄλογα».
Ἡ ἁγία Εὐφροσύνη μᾶς ὑπενθυμίζει, μεταξὺ τῶν ἄλλων, καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐὰν κάποιος ἐπιθυμῇ καὶ θέλῃ πραγματικὰ νὰ ζήσῃ κατὰ Χριστόν, δὲν ὑπάρχει τίποτα στὸν κόσμο ποὺ νὰ μπορῇ νὰ τὸν ἀποτρέψῃ. Σίγουρα, θὰ συναντήσῃ πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες, θὰ ἔλθη, ἴσως, ἀντιμέτωπος μὲ πρόσωπα καὶ καταστάσεις, ἐὰν ὅμως ἀγαπᾷ ἀληθινὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, θὰ κάνη ὑπομονὴ καὶ θὰ φθάση στὸν σκοπό του, διότι ἡ ἀγάπη «πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει», καὶ μηχανεύεται ἀπίθανους τρόπους γιὰ νὰ ἐκφραστῇ.
Γιὰ νὰ ζήσῃ κανεὶς μὲ ἁγνότητα καὶ σωφροσύνη χρειάζεται ἀσφαλῶς νὰ καταβάλῃ μεγάλους κόπους καὶ νὰ χύσῃ πολὺν ἱδρώτα. Οἱ Ἅγιοι μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά τους μᾶς βεβαιώνουν ὅμως ὅτι αὐτὴ ἡ ζωή, παρὰ τὶς δυσκολίες της, εἶναι ὑπέροχη. Καὶ κρύβει τέτοιες χαρές, ποὺ εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατο καὶ νὰ τὶς φανταστοῦν ἀκόμη οἱ «ψυχικοὶ ἀνθρωποι».
(Πηγή: «Βίος καὶ Πολιτεία τῆς Ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Εὐφροσύνης», users.uoa.gr/~nektar)
Του Οσίου πατρός ημών νικοδήμου του Αγιορείτου
Τω αυτώ μηνί (Σεπτεμβρίω) ΚΕ΄, μνήμη της Οσίας Μητρός ημών Ευφροσύνης, θυγατρός Παφνουτίου του Αιγυπτίου.
Αύτη η Αγία Ευφροσύνη ήτον κατά τους χρόνους Θεοδοσίου του μικρού, εν έτει υι΄ [410], αφήσασα δε τα χαροποιά πράγματα του κόσμου τούτου, και την φαντασίαν και δόξαν της παρούσης ζωής, και φυγούσα κρυφίως από τον οίκον του πατρός της, μετεσχημάτισε τον εαυτόν της. Φορέσασα γαρ ανδρίκεια φορέματα, αντί Ευφροσύνης μετωνομάσθη Σμάραγδος. Και επειδή ηγάπησε των Μοναχών την πολιτείαν, επήγεν εις ένα Μοναστήριον ανδρίκειον, φαινομένη ως ευνούχος βασιλικός, και κουρεύσασα τας τρίχας της κεφαλής της, εσπούδαζε με κάθε τρόπον, πως να κρυφθή, και να μη την μάθη ο πατήρ της Παφνούτιος. Αφ’ ου λοιπόν έτυχε του ποθουμένου, ηγωνίζετο με αγώνας και κόπους πολλούς, και με προσευχάς εκτενείς και αδιακόπους, έως οπού κατεξήρανε με υπερβολήν το απαλόν και γυναικείόν της σώμα, εις τρόπον, οπού εξεπλήττοντο και εθαύμαζον όλοι οι εν τω Μοναστηρίω αδελφοί, βλέποντες την άκραν κακοπάθειαν, οπού εμεταχειρίζετο η αοίδιμος.
Και τη αληθεία ήτον ένα πράγμα παράδοξον, οπού αδυνατεί να το παραστήση λόγος: δηλαδή, το να βλέπη τινάς μίαν ωραίαν γυναίκα να συγκατοική ανάμεσα εις άνδρας Μοναχούς. Η οποία εδυνήθη να κρύψη τον εαυτόν της, τόσον από τον πατέρα της, όστις την εζήτει επιπόνως εις τα όρη και τα λαγκάδια, και εις πάντα τόπον, και έτρεχεν εδώ και εκεί αναστενάζωντας διά τον μακρόν και πολυχρόνιον χωρισμόν της· όσον και από τους Μοναχούς, με τους οποίους εσυγκατοίκει. Και ακολούθως εδυνήθη να αστράψη ανάμεσα εις τους άνδρας με τας αρετάς, καθώς και ο πολύτιμος λίθος σμάραγδος, αστράπτει ανάμεσα εις τους άλλους λίθους.
Όντως σμάραγδος εφάνη η μακαρία αύτη Ευφροσύνη, μείνασα αγνώριστος, όχι εις ένα χρόνον, ή δύω, ή τρείς. Αλλ’ εις διάστημα χρόνων ολοκλήρων τριανταοκτώ. Μέχρι τέλους δηλαδή της ζωής της. Μόνον δε εις το τέλος αυτής, εφανέρωσε, πως ήτον γυνή, και όχι άνδρας. Επειδή γαρ ο πατήρ της Παφνούτιος επήγε μίαν φοράν εις το Μοναστήριον, κατά τον καιρόν οπού έμελλεν η Οσία να αποθάνη, τούτον δε αυτή βλέπουσα, είπε προς αυτόν τούτον μόνον τον ολοϋστερινόν λόγον. Ώ πάτερ. Και ούτω παρέδωκε το πνεύμά της εις χείρας Θεού, χαίρουσα και ευφραινομένη διά τα αγαθά, οπού έμελλε να απολαύση διά τους αγώνας και κόπους της.
Ο δε πατήρ αυτής ακούσας τον λόγον τούτον, εξεπλάγη. Όθεν από την υπερβολικήν χαράν οπού έλαβε, πως ηξιώθη να ιδή την θυγατέρα του, έπεσε κατά γης ωσάν νεκρός. Και τί γαρ άλλο έπρεπε να πάθη, εις καιρόν οπού ήκουσε τοιούτον χαροποιόν λόγον; Και εις καιρόν οπού ηξιώθη να ιδή την εις τριάκοντα και οκτώ χρόνους ζητουμένην και ποθουμένην του θυγατέρα; Και λοιπόν επειδή και ηξιώθη να ιδή το παρ’ αυτού ποθούμενον γέννημα, αφήκε πατρίδα, και κόσμον, και τα εν κόσμω. Και ομού ζήλον και πόθον λαβών εις την ψυχήν του των ασκητικών αγώνων της θυγατρός του, έγινε και αυτός Μοναχός. Όθεν φανείς διάδοχος και κληρονόμος τόσον του τόπου, όσον και του τρόπου: ήγουν του Μοναστηρίου, και των αρετών της θυγατρός του, ως πατήρ τοιούτου ευλογημένου τέκνου, χαίρων και ευφραινόμενος απήλθε προς Κύριον. (Όρα τον κατά πλάτος Βίον αυτής εις τον Παράδεισον.)
Σημείωσαι, ότι το Συναξάριον της Οσίας Ευφροσύνης συνετέθη διά στίχων ιαμβικών, εξ ων και μετεφράσθη. Αλλά και ο Μεταφραστής συνέγραψε τον Βίον αυτής λογογραφικώς, ου η αρχή· «Άρτι τα Ρωμαίων σκήπτρα». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη των Ιβήρων, και εν άλλαις.)
(Πηγή: «25 Σεπτεμβρίου, μνήμη και Συναξάριον της Οσίας μητρός ημών Ευφρωσύνης, και της εις τον αέρα αρπαγής του παιδός», Ορθόδοξη Πορεία)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοὶ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Εὐφροσύνη τὸ πνεῦμά σου.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς παρθένος φρόνιμη καὶ ἀδιάφθορος, κοτηγγυήθης ὁσίως τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ προσκαίρων τὴν χλιδὴν ἐμφρόνως ἔλιπες, ὅθεν ἐν μέσω τῶν ἀνδρῶν, ὡς ἀμόλυντος ἀμνάς, ἐξέλαμψας Εὐφροσύνη, καὶ τοῦ Βελίαρ τὰ κέντρα, τὴ πολιτεία σου ἀπήμβλυνας.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον.
Ἐν τῇ ἀσκήσει τὸ θῆλυ ἐκάλυψας, ἐν τῇ κοιμήσει τοὺς πάντας ἐξέπληξας, Εὐφροσύνη ἀνύσασα ἀνδρικῶς, νεᾶνις οὖσα λαμπρά, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς τῶν κινδύνων ἀπαλλάττεις τοὺς τιμῶντάς σε.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω ζωῆς, τυχεῖν ἐπιποθήσασα, τὴν κάτω τρυφήν, σπουδαίως καταλέλοιπας, καὶ σαυτὴν ἀνέμιξας, ἀνάμεσον ἀνδρῶν παναοίδιμε· διὰ Χριστὸν γὰρ τὸν νυμφίον σου, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησας.
Ὁ Οἶκος
Ἐν εὐφροσύνῃ καὶ θυμηδίᾳ, τάς ψυχὰς εὐφρανθέντες, ἀναστῶμεν σπουδῇ ἀκοῦσαι λόγον παράδοξον· ὑπερβαίνει γὰρ ἔννοιαν πᾶσαν τὸ διήγημα τοῦτο καὶ καταπλήττει, ὅτι γυνὴ ἐν μέσῳ ἀνδρῶν καταμένουσα, ἐνίκησε τὸν Βελίαρ, καὶ τὸ πῦρ κατεπάτησε τῶν ἡδονῶν, καὶ οὐκ ἐφλέχθη τὸ σύνολον· τὸν Χριστὸν γὰρ ποθοῦσα ἡ ἄσπιλος, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησε.
Στίχοι
Τὸ θῆλυ κρύπτεις ἀνδρικῶς, Εὐφροσύνη,
Καὶ κρυπτὰ τὸν βλέποντα Δεσπότην βλέπεις.
Εἰκάδα Εὐφροσύνη κατὰ πέμπτην πότμον ὑπέστη.
Ἡ τὴν φύσιν λαθοῦσα καὶ τερπνὰ βίου,
Κλῆσιν Σμάραγδος, τὸν δὲ νοῦν Εὐφροσύνη,
Λιποῦσα πᾶσαν τοῦ βίου φαντασίαν,
Ἀνδρῶν μοναστῶν ἀγαπήσασα βίον,
Εὐνοῦχος ὥσπερ βασιλικῶν δωμάτων,
Ἐν ἀνδρικῷ σχήματι γνωστὸς οὐδόλως,
Μονῇ προσῆλθε, καὶ θέλημα καὶ τρίχας
Ἐκδοῦσα, καὶ σπεύδουσα λαθεῖν πατέρα.
Καὶ εὖ τυχοῦσα τοῦ ποθουμένου, πόσοις
Κόποις, πόνοις τε καὶ προσευχαῖς συντόνοις,
Τὸ μαλακὸν τέτηκε δεινῶς σαρκίον,
Ἅπαντας ἐκπλήττουσα τῇ κακουχίᾳ.
Οὐκ ἔστιν εἰπεῖν, ἀδυνατεῖ καὶ λόγος.
Ὢ πῶς λαθοῦσα πατέρα, πρᾶγμα ξένον!
Καλὴ θυγάτηρ, τῶν μοναστῶν ἐν μέσῳ
Τρέχουσα, λίθος ὡς σμάραγδος εὑρέθη·
Πολλὴ γὰρ ἡ ζήτησις ἐκ τῶν ἰδίων,
Πατρὸς βρύχοντος ἐκ πόνου τῆς καρδίας,
Τῆς Εὐφροσύνης τὴν μακρὰν ἐκδημίαν,
Τριπλῇ δεκάδι πρὸς ὀκτώ, φεῦ! χρόνοις,
Ὄρη, βάραθρα καὶ τόπου ἐρημίας
Περιπολοῦντος καὶ στένοντος ἐκ βάθους.
Ἀλλ᾿ ὁ Σμάραγδος αὐτός, ἡ Εὐφροσύνη,
Ὦ Πάτερ, εἰπὼν τὸν τελευταῖον λόγον,
Ὡς ἐμπόρευμα τῶν μακρῶν λαβὼν κόπων,
Τῶν οὐρανῶν γέγηθε τῇ μεταστάσει.
Κἀκεῖνος, ὥσπερ ἐκπλαγείς, φεῦ τοῦ πάθους!
Πέπτωκεν εἰς γῆν ὥσπερ ἄψυχος νέκυς.
Ἄκουσμα καὶ γὰρ παράδοξον καὶ ξένον
Ἤκουσεν ὄντως· τί γὰρ ἄλλο καὶ πάθοι;
Καὶ λοιπὸν ἀφεὶς καὶ βίον καὶ πατρίδα,
Καὶ ζῆλον ὥσπερ αἰνετῶν παιδὸς πόνων
Ἐνθεὶς ἑαυτῷ καὶ πόθου δείξας φλόγα,
Διάδοχος βίου τε ὡς πατὴρ τέκνου
Γεγώς, μετέστη πρὸς μονὰς οὐρανίους.
Πηγή: users.uoa.gr/~nektar, Ορθόδοξη Πορεία, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Η οσία Δοσιθέα –κατά κόσμον Δαρεία Τυάπκιν– γεννήθηκε το 1721 σε οικογένεια πλουσίων γαιοκτημόνων του Ριαζάν. Όταν ήταν δύο ετών, την ανατροφή της ανέλαβε η γιαγιά της μοναχή Πορφυρία της μονής Βοζνεσένσκ της Μόσχας. Η γερόντισσα Πορφυρία, αυστηρή ασκήτρια η ίδια, εκπαίδευε και την εγγονή της στην άσκηση, στη νηστεία και στην αγάπη προς τον πλησίον. Ύστερα από επτά χρόνια εκείνη εκάρη μεγαλόσχημη και οι γονείς πήραν τη θυγατέρα τους στο σπίτι.
Βρίσκοντας άχαρη και κουραστική την κοσμική ζωή, η Δαρεία συνέχισε να ζει ως μοναχή με αυστηρή άσκηση. Ανήσυχοι οι γονείς της για τη συμπεριφορά της, εσκέπτοντο να την υπανδρεύσουν το συντομότερο. Αλλά η Δαρεία, ήδη δοσμένη στο Θεό, σε ηλικία δεκαπέντε ετών εγκατέλειψε κρυφά την οικογένειά της και μεταμφιεσμένη σε άνδρα χωρικό με το όνομα Δοσίθεος μετέβη στη Λαύρα του αγίου Σεργίου. Καθώς ήταν υψηλού αναστήματος και με ανδροπρεπές πρόσωπο, έγινε πιστευτή. Τη δέχθηκαν ως δόκιμο και της έδωσαν το διακόνημα του εκκλησιαστικού.
Ύστερα από τρία χρόνια άκαρπων αναζητήσεων η μητέρα και η μεγαλύτερη αδελφή της πήγαν για προσκύνημα στη Λαύρα. Η Δαρεία, η οποία διακονούσε στην εκκλησία, τις αναγνώρισε και, όταν αντιλήφθηκε ότι την παρατηρούσαν επίμονα, αναμείχθηκε με το πλήθος, βγήκε από την εκκλησία και ανεχώρησε κρυφά για τη Λαύρα του Κιέβου.
Επειδή δεν είχε διαβατήριο, δεν τη δέχθηκαν εκεί. Μη έχοντας άλλη λύση, αποφάσισε να ζήσει ως ερημίτης σε σπήλαιο, το οποίο έσκαψε η ίδια κοντά στη σκήτη Κιτάεφ. Η τροφή της ήταν μόνο ψωμί και νερό, που της άφηνε έξω από το σπήλαιο κάποιος μοναχός. Την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής κλεινόταν τελείως και τρεφόταν με βρύα και ωμές αγριόριζες.
Η σκληρή της άσκηση τράχυνε τα χαρακτηριστικά του προσώπου της και τη φωνή της, είλκυσε όμως τη χάρη τού Θεού και γρήγορα έγινε γνωστή σε όλο το Κίεβο.
Το 1744 την επισκέφτηκε η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πετρόβνα (1741-1761). Με την παρουσία και τη θέληση εκείνης η οσία, ηλικίας τότε είκοσι τριών ετών, έλαβε το μοναχικό σχήμα κρατώντας το όνομα Δοσίθεος.
Σιγά-σιγά η φήμη του προφητικού και διορατικού της χαρίσματος εξαπλώθηκε παντού και πολλοί πήγαιναν «στον έγκλειστο στάρετς», για να πάρουν τη σοφή συμβουλή του και να παρηγορηθούν από τους λόγους του. Μαζί τους «ο στάρετς» μιλούσε πίσω από παραθυρίδιο, χωρίς να φαίνεται.
Μεταξύ των επισκεπτών ήταν και η κατά σάρκα αδελφή τής οσίας Δοσιθέας, που έφθασε ως το Κίεβο με σκοπό να ρωτήσει «τον στάρετς» για την εξαφάνιση της αδελφής της. Η οσία, χωρίς να της αποκαλυφθεί, της είπε να παύσει να την αναζητά, διότι αποκρύπτεται χάριν του Θεού. «Τον έγκλειστο Δοσίθεο» επισκέφθηκε το 1776 και ο δεκαεπταετής τότε Πρόχορος Μοσνίν, ο μετέπειτα όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ (2 Ιαν.) Προβλέποντας τη μελλοντική του εξέλιξη, η οσία τον ευλόγησε και τον συμβούλευσε να κοινοβιάσει στη μονή του Σαρώφ, με την προτροπή να φυλάττει πάντοτε στο στόμα και στην καρδιά την ευχή του Ιησού, για να ενοικήσει μέσα του το Άγιον Πνεύμα.
Την εποχή που απαγορεύθηκε στη Ρωσία ο ερημητικός βίος, η Δοσιθέα μετοίκησε στα μακρύτερα σπήλαια της Λαύρας του Κιέβου. Επειδή όμως δεν έβρισκε ησυχία από τα πλήθη του λαού, που και εκεί την επισκέπτοντο, ύστερα από τέσσερα χρόνια επέστρεψε στη σκήτη Κιτάεφ και εγκαταστάθηκε σε κάποιο απομονωμένο κελλί.
Εκεί, τα τελευταία χρόνια της ζωής της είχε ως διακονητή του κελλιού και στενό μαθητή τον μοναχό Θεοφάνη. Αυτός ήθελε να επισκεφθεί τα Ιεροσόλυμα, αλλά η οσία τον έστειλε στη Μολδαβία, στον μεγάλο γέροντα Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ (15 Νοεμ.), τον ανανεωτή της ησυχαστικής παραδόσεως και της νοεράς προσευχής. Επιστρέφοντας στη Ρωσία, ο Θεοφάνης έμεινε κοντά στην οσία ως την κοίμησή της.
Όταν η Δοσιθέα προαισθάνθηκε το τέλος της, πήγε στη σκήτη να αποχαιρετήσει τους αδελφούς. Έπειτα επέστρεψε σιωπηλά στο κελλί της και ανέμενε την έξοδο της ψυχής της διαβάζοντας ψαλμούς όλη τη νύχτα. Το πρωί την βρήκαν γονατιστή μπροστά σε μια εικόνα.
Το κερί ήταν ακόμη αναμμένο και στο χέρι ο «μακαριστός γέροντας» κρατούσε σημείωμα που έγραφε: «To σώμα είναι έτοιμο προς ενταφιασμό. Σας παρακαλώ, αδελφοί, μην το αγγίζετε. Ενταφιάστε το κατά τη συνήθεια».
Εκοιμήθη στις 25 Σεπτεμβρίου 1776, σε ηλικία πενήντα πέντε ετών.
Τότε ο Θεοφάνης, υπακούοντας σε υπόδειξή της πριν κοιμηθεί, έφυγε για τη μονή του Σολόφκυ, όπου ζώντας ως ερημίτης εισήγαγε τη λησμονημένη κατά τους χρόνους εκείνους στη Ρωσία ησυχαστική παράδοση, όπως του την εδίδαξε ο στάρετς Παΐσιος.
Μετά το θάνατο της οσίας έφθασε στο Κίεβο για δεύτερη φορά η αδελφή της. Βλέποντας το πορτραίτο της, ανεγνώρισε την εξαφανισμένη αδελφή της και διηγήθηκε τη ζωή της.
(Από το βιβλίο «Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, τόμος πρώτος, Σεπτέμβριος, 28, Εκδόσεις Ορμύλια, 2001, σελ. 282)
Πηγή: Κοινωνία Ορθοδοξίας
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...