
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Όσιος Θεόδωρος ο Συκεώτης: Το νόθο παιδί που έγινε Άγιος
Τα πρώτα χρόνια
Καταγόταν από το χωριό Συκεόν της Γαλατίας και έζησε στα χρόνια του Ιουστινιανού. Ήταν καρπός αμαρτωλής σχέσης, μεταξύ μιας νεαρής, πού ονομαζόταν Μαρία, και ενός βασιλικού ταχυδρόμου, ονόματι Κοσμά. Ό πατέρας του δε στάθηκε στο ύψος του ανδρικού χαρακτήρα, και γρήγορα εγκατέλειψε την παραπλανηθείσα άπ’ αυτόν νεαρή.
Ή Μαρία, όμως, στάθηκε κυρία του εαυτού της. Συναισθάνθηκε το σφάλμα της, και μετά την πρώτη πτώση δε συνέχισε να κατηφορίζει στην αμαρτία. Άλλα κράτησε στάση σωφροσύνης και αφοσιώθηκε με όλη της την ψυχή στην ανατροφή του παιδιού της. Έτσι, ό Θεόδωρος μεγάλωνε κάτω από τις μητρικές φροντίδες, άνατρεφόμενος εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου»1. Δηλαδή, με παιδαγωγία και νουθεσία, σύμφωνη με το θέλημα του Κυρίου.
Όταν έγινε έξι ετών, αποφάσισε η Μαρία να κάνει τον μικρό Θεόδωρο στρατιώτη του Βυζαντινού Κράτους. Την νύχτα όμως πριν την ημέρα, που ο Θεόδωρος θα ταξίδευε, φάνηκε στον ύπνο της μητέρας του ο Άγιος Γεώργιος και της είπε:
› Μαρία, ποια απόφαση έλαβες για το παιδί σου; Ο Βασιλεύς Χριστός, έχει σκοπό να τον χρησιμοποιήσει σε άλλα λαμπρότερα έργα.
Μετά το περιστατικό αυτό, ο μικρός Θεόδωρος έμεινε στη Συκεώνα. Όταν δε έγινε οχτώ χρόνων, η μητέρα του το παρέδωσε σε κάποιον δάσκαλο για εκπαίδευση. Στην εκπαίδευση ο Θεόδωρος έδειξε μεγάλη προθυμία και ευφυΐα. Ήταν πολύ θεοσεβής και ενάρετος, γι’ αυτό και όλοι τον αγαπούσαν.
Νήστευε και τακτικά και όταν γύριζε στο σπίτι από το σχολείο, πήγαινε με τον Στέφανο, έναν ευσεβή χωρικό, στις διάφορες εκκλησίες και προσηύχοντο. Επίσης τακτικά μεταλάμβανε των Αχράντων Μυστηρίων και τα βράδια έτρωγε μόνον σιτάρι βρεγμένο και νερό.
Μια νύχτα και ενώ ο Όσιος είχε γίνει δωδεκαετής, εμφανίσθηκε σε αυτόν ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος και αφού τον ξύπνησε του είπε:
› Σήκω, Θεόδωρε, έφθασε ο όρθρος, πάμε να προσευχηθούμε.
Ο Όσιος είχε τόση ευλάβεια προς τον Άγιο Γεώργιο, ώστε κάθε μεσημέρι φεύγοντας από το σχολείο ανέβαινε στο γειτονικό πετρώδες όρος, όπου ήταν ο τόπος του Μαρτυρίου του Αγίου Γεωργίου. Τον οδηγούσε ο ίδιος ο Άγιος με τη μορφή ενός παλικαριού. Εκεί ήταν και η Εκκλησία του Αγίου.
Ο Όσιος ακολούθησε τη μοναχική πολιτεία σε νεαρή ηλικία με την ευλογία του Επισκόπου Αναστασιοπόλεως Θεοδοσίου. Λίγο αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Αμέσως επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και έλαβε το σχήμα του μοναχού στη μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου του Χουζιβά.
Εκεί στην εκκλησία ο Θεόδωρος διάβαζε όλη την ημέρα τις θείες Γραφές και προσηύχετο εις τον Θεόν. Επί μια ολόκληρη τετραετία, ακολούθησε ο Θεόδωρος την ζωή αυτή. Είχε λάβει την απόφαση να ακολουθήσει τα ίχνη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να εγκαταλείψει τους δικούς του και να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό.
Όταν έγινε δεκατεσσάρων ετών επήγε σε έναν Πνευματικό, ονόματι Γλυκέριο. Ο Πνευματικός κατάλαβε, ότι μπροστά του έχει έναν πολύ ενάρετο νέον και τον ρώτησε εάν θέλει αν γίνει μοναχός. Έτσι κι έγινε μοναχός και ανέβηκε στο βουνό, στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Δίπλα στην Αγία Τράπεζα άνοιξε μια κρύπτη και εκεί περνούσε τις ημέρες του μέσα σε προσευχή και νηστεία. Τις τροφές, που του έφερε η μητέρα του εκεί, δεν τις έτρωγε, αλλά έτρωγε μόνον λίγα λάχανα, που του προσέφερε καθημερινώς ένας διάκονος.
Νεότατος θαυματουργεί
Εις το ησυχαστήριο του εκείνο αφοσιώθηκε τελείως εις τον Θεό. Η χάρις του Θεού τον πλούτισε με την δύναμη της, ώστε μία ημέρα έβγαλε το πονηρό πνεύμα από μια γυναίκα. Επίσης,μια γυναίκα με το πεθαμένο παιδί της τον επεσκέφθη και του ζήτησε με δάκρυα να το αναστήσει. Ο μικρός Θεόδωρος προσευχήθηκε στο Θεό και ιδού το θαύμα έγινε! Ο Θεόδωρος, έπιασε το χέρι του παιδιού και αυτό ανασηκώθηκε αμέσως. Όλοι τότε δόξασαν τον Θεό για το θαύμα αυτό και τον παρακαλούσαν να τους συγχωρήσει για τις αμαρτίες τους. Ο Θεόδωρος ήταν τότε παιδί 18 χρονών.
Όταν έμαθε αυτά τα θαυμάσια γεγονότα ο Επίσκοπος Αναστασουπόλεως Θεοδόσιος, επεσκέφθη τον Θεόδωρο στην Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Τόσο πολύ, μάλιστα, θαύμασε την αφοσίωση του παιδιού εις τον Θεόν και την πίστη του εις τον Ιησούν Χριστόν, ώστε τον έκανε αναγνώστη. Την άλλη ημέρα τον έκανε διάκονο και την μεθεπομένη πρεσβύτερο. Εις ηλικία, μόνον, δεκαοκτώ ετών, ο Θεόδωρος έγινε ιερεύς του Θεού του Υψίστου.
Μετά την χειροτονία του, ο Θεόδωρος προσεπάθησε να τελειοποιηθή στην μελέτη και την έρμη νεία των Άγιων Γραφών. Επίσης πεθύμησε να επισκεφτεί τους Αγίους Τόπους. Πήγε εκεί και μετά κατέβηκε σε ένα Μοναστήρι κοντά στον Ιορδάνη ποταμό που ήταν αφιερωμένο στην Παναγία και ζήτησε από τον Αρχιμανδρίτη να τον κάνει μοναχό, διότι δεν είχε γίνει μέχρι τότε η κουρά του. Κατόπιν γύρισε και πάλι στην πατρίδα του και ανέβηκε και πάλι στον τόπο του μαρτυρίου του Αγίου Γεωργίου και αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στον Παντοδύναμο Θεό.
Η μητέρα του, έχοντας φρόνημα σαρκικό, εγκατέλειψε τον υιό της και αφού πήρε όσο μέρος της περιουσίας της αναλογούσε, νυμφεύθηκε τον Δαβίδ, άνδρα της αυτοκρατορικής φρουράς της Άγκυρας. Η αδελφή της μητέρας του, η Δεσποινία, η μητέρα της Ελπιδία και η αδελφή του Οσίου, η Βλάττα, δεν δέχονταν να αποχωρισθούν από αυτόν. Απεναντίας παρατηρούσαν με προσοχή την ενάρετη ζωή του και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν όσο μπορούσαν, εξαγνίζοντας και αγιάζοντας τον εαυτό τους με σωφροσύνη και καθαρότητα βίου, με ελεημοσύνες και προσευχές.
Ο Όσιος Θεόδωρος ζούσε μέσα σε αυστηρό ασκητικό περιβάλλον. Δεν έπαιρνε τα φαγητά, που του έδιναν οι χωρικοί, αλλά διετηρείτο εις την ζωήν με λίγα χόρτα και όσπρια, που μάζευε στην πλαγιά του βουνού. Όλη δε την ημέρα ήταν μέσα σε μια σπηλιά και προσηύχετο προς τον Πανάγαθο Θεό να τον συγχωρήσει για τις αμαρτίες του και τα ελαττώματά του και να φωτίσει τους ανθρώπους να υπηρετούν το Άγιο θέλημά Του. Με την βοήθεια της χάριτος του Θεού, ο Θεοδόσιος ημέρωνε και τα άγρια θηρία ακόμη. Καθημερινώς μια φοβερή αρκούδα ερχόταν έξω από την σπηλιά του και έπαιρνε τροφή, από τα χέρια του Αγίου.
Ο Θεός τον σώζει από τους ληστές
Πλην όμως, ο φθονερός διάβολος, ο οποίος μισεί κάθε ενάρετο άνθρωπο, μηχανεύθηκε να εξαφανίσει τον Άγιο από προσώπου της γης. Έβαλε, λοιπόν, εις το μυαλό κάποιου σκοτεινού ανθρώπου, ονόματι Θεοδότου, την πονηρή σκέψη να σκοτώσει τον Όσιο Θεόδωρο. Ημέρα και νύχτα ο άθλιος Θεόδοτος βασάνιζε το μυαλό του, για να βρει τρόπο να φονεύσει τον Άγιο. Πλήρωσε λοιπόν μερικούς ληστές και τους διέταξε να ανεβούν στο βουνό και να εξολοθρεύσουν τον ευσεβή Μοναχό Θεόδωρο. Πράγματι! Οι πέντε ληστές επήγαν στο βουνό και έφθασαν έξω από την σπηλιά του Αγίου. Όμως η θεία Χάρις φρόντισε, ώστε το άξιο τέκνο του Θεού, ο Θεόδωρος, να σωθεί. Μόλις οι ληστές πλησίασαν στην σπηλιά, μια καυτερή φλόγα βγήκε μέσα από αυτή και έδιωξε μακρυά τους φοβερούς εκείνους ανθρώπους.
Εκείνη την στιγμή, ο Άγιος εκοιμάτο, αλλά ο Θεός ο οποίος είναι πανταχού και πάντοτε παρών, δεν τον άφησε να χαθεί. Μετά από αυτό, σηκώθηκε και ευχαρίστησε τον Πανάγαθο για την προστασία Του. Οι τρισάθλιοι όμως ληστές δεν άφησαν τον σκοπό τους. Έριξαν δηλητήριο στην τροφή και στο νερό του Αγίου. Αλλά και πάλι ο Χριστός προστάτευσε τον Θεόδωρο. Το δηλητήριο δεν είχε καμία δύναμη και έτσι οι πέντε ληστές δεν κατόρθωσαν τίποτε. Τότε ο άθεος και βρωμερός Θεόδοτος, έφρυξε από τον θυμό του. Κατασκεύασε μόνος του ένα φοβερό δηλητήριο, το οποίο το ανέμιξε με αίμα ψαριού. Αυτό το δηλητήριο το έστειλε με κάποιον έμπιστο δήθεν του Αγίου Θεοδώρου, για να το φάγει. Όμως η θεία Χάρις αγρυπνεί. Προτού το φάγει ο Θεόδωρος, το ευλόγησε και έτσι το φοβερό δηλητήριο δεν τον έβλαψε καθόλου. Μετά το νέο τούτο θαύμα, ο Θεόδοτος αντελήφθη, ότι ο αγώνας του ήταν μάταιος.
Ήλθε, λοιπόν, στον Όσιο Θεόδωρο και μετανοιωμένος του εξομολογήθηκε όλο το αμαρτωλό παρελθόν του. Τού είπε ότι θέλησε να τον φονεύσει, διότι έτσι τον διέταξε ο πονηρός διάβολος, αλλά ότι μετανοεί για τις πράξεις του αυτές και ζητεί συγχώρηση από τον Θεό και τον Άγιο. Πράγματι! Ο Άγιος τον συγχώρησε και του συνέστησε εις την υπόλοιπη ζωή του να είναι ευσεβής και πιστός Χριστιανός.
Κατόπιν ο Άγιος επέστρεψε εις το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Εκεί εις το Μοναστήρι του ερχόταν κάθε ημέρα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι έπασχον από διάφορες ασθένειες. Όλους αυτούς ο Άγιος, με την θαυματουργό δύναμη του, τους θεράπευε και τους δίδασκε το θείο θέλημα. Πολλοί από αυτούς εγίνοντο Μοναχοί και έμεναν εις το Μοναστήρι τού Αγίου Γεωργίου.
Γίνεται Αρχιεπίσκοπος Αναστασιουπόλεως
Ήλθε όμως και η σειρά του Οσίου να ανεβεί εις τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ενώ κατεγίνετο με το κτίσιμο πολλών εκκλησιών, στις οποίες θα δοξολογείτο ο Δημιουργός, πέθανε ο Επίσκοπος Αναστασουπόλεως Τιμόθεος. Τότε, όλοι οι κληρικοί της περιοχής, με ένα στόμα, ζήτησαν από τον Αρχιεπίσκοπο της Αγκύρας Παύλο, να ανεβάσει στο θρόνο τον ενάρετο Θεόδωρο. Ο Αρχιεπίσκοπος χάρηκε πολύ, διότι θα ανέβαινε στο θρόνο της Αναστασουπόλεως ένας τέτοιος Άγιος κληρικός. Απεσταλμένοι του Αρχιεπισκόπου Παύλου ήλθαν στο Μοναστήρι και ζήτησαν τον Θεόδωρο. Τον βρήκαν μέσα στην σπηλιά του να προσεύχεται. Τού ζήτησαν να πάει στην Άγκυρα. Ο Όσιος όμως ούτε θέλησε να ακούσει τέτοιο πράγμα, διότι έλεγε ότι η κοσμική εξουσία θα τον αποσπούσε από την πνευματική του άσκηση και την συνεχή επικοινωνία του με το Θεό. Οι απεσταλμένοι απάντησαν, ότι ο λαός της περιοχής έχει ανάγκη ενός ευσεβούς ποιμένους, ο οποίος θα τον οδηγεί στην ενάρετη ζωή.
Μετά από πολλές προσπάθειες, εδέχθη ο Άγιος να αφήση το αγαπημένο του Μοναστήρι και να αναλάβει τις βαριές ευθύνες του Επισκόπου. Ανέλαβε, λοιπόν, την Επισκοπή της Αναστασουπόλεως ο Θεόδωρος. Πολλές αγαθοεργίες έκανε ως επίσης και πολλά θαύματα. Έγινε ο πνευματικός οδηγός και προστάτης των πτωχών και των αδυνάτων. Τότε επεθύμησε για τρίτη φορά να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους.
Όταν έφθασε στα Ιεροσόλυμα, γύρισε όλα τα Μοναστήρια και όλους τους τόπους, όπου εγεννήθη και έζησε και δίδαξε ως άνθρωπος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Τόσο δε ευχαριστήθηκε από την Μοναχική ζωή, ώστε δεν θέλησε να γυρίσει πίσω, αλλά παρέμεινε εις ένα Μοναστήρι, σαν Μοναχός. Τότε, μια νύχτα, παρουσιάσθηκε στον ύπνο του ο Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος. Ο Άγιος προσέφερε στον Θεόδωρο, ένα μπαστούνι και του είπε:
› Σήκω αμέσως για να φύγουμε στην πατρίδα. Δεν σού επιτρέπεται να εγκαταλείψεις απροστάτευτο το ποίμνιο σου και να μένεις εδώ σαν Μοναχός. Υπάρχουν άνθρωποι αδύνατοι και φτωχοί, οι οποίοι ζητούν επίμονα την παρουσία σου στην Αναστασιόπολη.
Τότε ο Άγιος σηκώθηκε αμέσως και ξεκίνησε για την Πατρίδα του. Αλλά τα καθήκοντα της Επισκοπής, εφαίνοντο πολύ βαριά εις τον Άγιο Θεόδωρο. Ήταν πλέον ένδεκα χρόνια Επίσκοπος της Αναστασουπόλεως και επιθυμούσε πάρα πολύ να περάσει την υπόλοιπη ζωή του εις το Μοναστήρι σαν Μοναχός. Γι’ αυτό λοιπόν, κάλεσε μια ημέρα τους προκρίτους της πόλεως και όλους τους Κληρικούς και τους είπε:
› Αδελφοί μου, τα Επισκοπικά καθήκοντα είναι πλέον πολύ βαριά για μένα. Δεν μπορώ να φροντίσω για άλλο χρονικό διάστημα, για τα πνευματικά σας ζητήματα, σαν Επίσκοπος σας. Παρακαλώ, λοιπόν, να με απαλλάξετε των ευθυνών της Επισκοπής, για να αποσυρθώ εις ένα μοναστήρι ως Ασκητής.
Τότε οι κάτοικοι της Μητροπόλεως άρχισαν να κλαίνε και να παρακαλούν τον Θεόδωρο να μείνει. Όμως ο Άγιος είχε λάβει την αμετάκλητη πλέον απόφαση του. Τότε οι πρόκριτοι της πόλεως, πήγαν εις τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυριακό και τον παρακάλεσαν να τους ορίσει άλλον Επίσκοπο. Αρχίζει τότε νέα περίοδος θαυμάτων, του Οσίου Θεοδώρου. Πλήθος από αρρώστους ερχόταν στο Μοναστήρι και με τις προσευχές του Αγίου ελάμβαναν την θεραπεία.
Καλείται στην Κωνσταντινούπολη
Την ίδια εποχή ο Όσιος έλαβε επιστολές και από τον βασιλέα Μαυρίκιο και τον Πατριάρχη Κυριακό, οι οποίοι τον προέτρεπαν να επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη και να τους ευλογήσει. Έτσι λοιπόν πήγε στη θεοφύλακτη πόλη, όπου κήρυξε το λόγο του Θεού και θεράπευσε πολλούς. Με τα θαύματα αυτά η φήμη του Αγίου εξαπλώθηκε εις όλο το Βυζαντινό Κράτος. Αυτό πολύ τον ενοχλούσε. Γι’ αυτό και έφυγε από την πόλη της Κωνσταντινουπόλεως και επέστρεψε στο Μοναστήρι του.
Ο Όσιος επέστρεψε, αλλά επισκέφθηκε για δεύτερη φορά την Κωνσταντινούπολη, το έτος 610 μ.Χ., επί Πατριάρχου Θωμά, στον θάνατο του οποίου βρέθηκε. Και αφού τιμήθηκε από τον Πατριάρχη Σέργιο επανήλθε στο μοναστήρι του, όπου συνέχισε το θεοφιλή βίο του.
Η κοίμηση του
Εν τω μεταξύ ο Άγιος Θεόδωρος είχε γυρίσει στο Μοναστήρι του στην Συκεώνα και συνέχιζε την ασκητική και γεμάτη από θαύματα ζωή του. Μίση ανδρογύνων διελύοντο και μίση μεταξύ των πολιτών διεσκορπίζοντο δια της ευλογίας του Αγίου. Πολλές φορές οι ποταμοί πλημμύριζαν και οι άνθρωποι έτρεχαν στον Άγιο για να τους βοηθήσει. Τότε αυτός, προσηύχετο θερμά εις τον Θεό και σταματούσαν το καταστροφικό έργο τους.
Καθημερινώς ο Άγιος, δίδασκε τους ανθρώπους το θείο θέλημα και τους παρακινούσε να ζουν σύμφωνα με την διδαχή του Ιησού Χριστού. Πάντοτε δε συμβούλευε τους βλασφήμους και τους παρακινούσε να γυρίσουν στον ορθό τρόπο της ζωής και να έχουν την γλώσσα τους καθαρή από τα λόγια του διαβόλου.
Πάντοτε δίδασκε την μεγάλη αρετή της αγάπης. Αυτή, έλεγε, είναι η βάση της θρησκείας μας και το μυστικό της προόδου των ανθρώπων. Διότι όλοι είμεθα παιδιά του ίδιου Θεού και συνεπώς αδέλφια μεταξύ μας.
Γι’ αυτό πρέπει να είμεθα φιλόξενοι, ελεήμονες και να θυσιαζώμεθα για τον πλησίον μας, σύμφωνα με το παράδειγμα του Κυρίου μας, ο οποίος θεμελίωσε τον Χριστιανισμό με την θεία εντολή: «αγαπάτε αλλήλους».
Αυτή ήταν η ζωή του Οσίου Θεοδώρου. Μια ζωή, αφιερωμένη στον Θεό. Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του Ηρακλείου, απέθανεν ο Όσιος, την 22α Απριλίου. Η εκκλησία μας, δια την αρετή του και τα θαυματά του, τον εκήρυξε Άγιον.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐκ σπάργανων ἐπλήσθης τῆς θείας χάριτος, καὶ τῷ Θεῷ ἀνετέθης ὡς Σαμουὴλ ὁ κλεινός, τὴν ὑπέρτιμον στολὴν Πάτερ κληρούμενος· ὅθεν θαυμάτων αὐτουργός, καὶ Χριστοῦ μυσταγωγός, Θεόδωρε ἀνεδείχθης, θεοδωρήτως ἐκλάμπων, τὰς ψυχοτρόφους δωρεὰς τοῖς πιστοῖς.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβών γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Θεόδωρε τό πνεῦμά σου.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὡς πυρίνῳ ἅρματι, ταῖς ἀρεταῖς θεοφόρε, ἐπιβὰς ἀνέδραμες, εἰς οὐρανίους οἰκήσεις, ἄγγελος, μετὰ ἀνθρώπων συμβιοτεύων, ἄνθρωπος, σὺν τοῖς Ἀγγέλοις περιχορεύων· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, θαυμάτων θεῖον δοχεῖον Θεόδωρε.
Μεγαλυνάριον
Δῶρον καθιέρωσας τῷ Θεῷ, Θεόδωρε Πάτερ, τὸν σὸν βίον τὸν ἱερόν· ὅθεν θεοσδότων, μετέσχες χαρισμάτων, καὶ δωρεὰν βλυσταίνεις, πᾶσι τὰς χάριτας.
Πηγή: Χώρα Του Αχωρήτου
Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Μετεωρίτης
Ὁ ῞Οσιος ᾿Αθανάσιος ὁ Μετεωρίτης, κατά κόσμον ᾿Ανδρόνικος, ἐγεννήθηκε περί τό ἔτος 1302 στήν πόλη τῶν Νέων Πατρῶν ἤ τῆς Νέας Πάτρας, τή σημερινή ῾Υπάτη, κοντά στό ὄρος Μολύβιον, ἀπό γονεῖς πού ἀνῆκαν στήν ἀριστοκρατική τάξη·«... γονέων ἐπιφανῶν υἱός καί τῆς πατρίδος αὐτοῦ τῶν πολλῶν ὑπερεχόντων». ῾Η μητέρα του ἀπέθανε κατά τήν ὥρα τοῦ τοκετοῦ καί μετά ἀπό λίγο χρονικό διάστημα ἀναπαύθηκε καί ὁ πατέρας του. ῎Ετσι, ὁ μικρός ᾿Ανδρόνικος ἔχασε καί τούς δύο γονεῖς του σέ πολύ μικρή λικία. Τότε εὑρῆκε συμπαράσταση, στοργή καί ἀγάπη ἀπό τόν ἀδελφό τοῦ πατέρα του, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τήν κηδεμονία του, φροντίζοντας γιά ὅλα του τά ἀναγκαῖα καί γιά τή μάθηση τῶν ἱερῶν γραμμάτων.
῞Οταν τό ἔτος 1319 Νέα Πάτρα καταλήφθηκε ἀπό τούς Φράγκους, ὁ ᾿Ανδρόνικος αἰχμαλωτίσθηκε καί μάλιστα, χαριτωμένος καθώς ἦταν στή μορφή, ἐκινδύνευσε νά σταλεῖ στό σπίτι τοῦ κατακτητοῦ ᾿Αλφόνσου Φαδρίγου σάν ζωντανό λάφυρο. ῾Ο ᾿Ανδρόνικος ὅμως κατάλαβε τίς προθέσεις του καί ἐσώθηκε μέ τή φυγή. ᾿Αφοῦ συναντήθηκε μέ τόν ἐξόριστο κηδεμόνα του, ἀπέπλευσαν μαζί καί κατέληξαν στή Θεσσαλονίκη. Μετά ἀπό λίγο καιρό ἀπέθανε ὁ θεῖος του, ἄρρωστος ἀπό βαριά ἀρθρίτιδα, στή μονή τοῦ ᾿Ακαπνίου στή Θεσσαλονίκη. ῎Ετσι ὁ νεαρός ᾿Ανδρόνικος, τό ἔτος 1319 (σέ λικία 16-17 ἐτῶν), ἔμεινε γιά τρίτη φορά ὀρφανός χωρίς κανένα προστάτη καί, προκειμένου νά ἐξοικονομήσει τά ἀναγκαῖα γιά τή διαβίωσή του, προσελήφθη στήν ὑπηρεσία ἑνός γραμματέως βασιλικῶν ὁρισμῶν στή Θεσσαλονίκη. ῾Η μεγάλη του ἀγάπη γιά τά γράμματα ἀφ᾿ ἑνός καί ἔλλειψη χρημάτων ἀφ᾿ ἑτέρου τόν ἀναγκάζουν νά πηγαίνει στά σχολεῖα τῶν διδασκάλων καί καθισμένος ἔξω ἀπό τήν πόρτα νά παρακολουθεῖ τά μαθήματα.
῾Η ροπή του πρός τόν ἀσκητισμό καί ἀναζήτηση τῆς ἀπερίσπαστης ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό τόν ὁδήγησαν στό ῞Αγιον ῎Ορος. Νεαρός ὅμως καθώς ἦταν καί ἀγένειος δέν ἔγινε δεκτός ἀπό τούς πατέρες. Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὅμως δέν ἐκάμφθηκε. Παίρνοντας τήν εὐχή τῶν πατέρων πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀσπάσθηκε τούς ἱερούς ναούς καί τά τίμια λείψανα τῶν ῾Αγίων. Συγκατοίκησε μέ δύο μοναχούς, οἱ ὁποῖοι διαβλέποντας τά ἐξαιρετικά καί σπάνια χαρίσματα τοῦ νέου, ὁ ὁποῖος ἐπλησίαζε τά χαρακτηριστικά ἑνός παιδαριογέροντα, τοῦ πρότειναν νά μείνει στό συχαστήριό τους καί νά τόν κάνουν προεστῶτα. ῾Ο ἴδιος ὅμως μέ ταπείνωση ἀρνήθηκε.
Στήν Κωνσταντινούπολη συναναστράφηκε μέ κορυφαῖες ἐκκλησιαστικές προσωπικότητες, πού ἐπηρέασαν τή ζωή του, ὅπως τόν ῞Οσιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη, τόν πατέρα τῆς νηπτικῆς θεολογίας, τόν Δανιήλ τόν ῾Ησυχαστή, τόν ᾿Ισίδωρο, ὁ ὁποῖος μετέπειτα ὡς Οἰκουμενικός Πατριάρχης (1347-1350) ὑποστήριξε τόν ῞Αγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί κατόπιν τόν κατέστησε Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, καί πολλούς ἄλλους ῾Αγίους Πατέρες, ἀπό τούς ὁποίους ὠφελήθηκε πνευματικά σάν τή μέλισσαπού «συλλέγει τά καίρια».
Στή συνέχεια, μάλλον γιά βιοποριστικούς λόγους, μετέβη στήν Κρήτη γιά ὁρισμένο χρονικό διάστημα. ᾿Εκεῖ ἐγνωρίσθηκε μέ κάποιο φιλάνθρωπο Κρητικό, ὁ ὁποῖος ἐκτιμώντας τίς ἀρετές του ἐσκέφθηκε νά τόν παντρέψει μέ τή θυγατέρα του. ῾Ο ᾿Ανδρόνικος ὅμως, καταλαβαίνοντας τίς βλέψεις του καί γιά νά μήν ἐμπλακεῖ «ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις», ἐγκατέλειψε ἀμέσως τήν Κρήτη, συνάμα καί τήν κοσμική ζωή, καί ἐπέστρεψε καί πάλι στό ῞Αγιον ῎Ορος, γιά νά ἀφιερωθεῖ ἐξ ὁλοκλήρου στόν ᾿Ιησοῦ Χριστό «ὡς καλός στρατιώτης ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ», διότι ἐπίστευε ὅτι μόνο ἐκεῖ μποροῦσε νά βιώσει τό ἀσκητικό ἰδεῶδες.
᾿Αρχικά κατέφυγε στή σκήτη τοῦ Μαγουλᾶ καί εἰδικά στήν ὀρεινή τοποθεσία τήν λεγόμενη Μηλέα. ᾿Εκεῖ ἔγινε δεκτός ἀπό δύο ἁγιορεῖτες ἀσκητές, τόν ἱερομόναχο Γρηγόριο τόν Κωνσταντινουπολίτη καί τόν Μωυσῆ. Σέ ἡλικία τριάντα ἐτῶν ἔγινε ρασοφορία του ἀπό τόν γέροντά του Γρηγόριο καί μετονομάσθηκε ᾿Αντώνιος. Πολύ γρήγορα ἔγινε καί μεγαλόσχημος μοναχός παίρνοντας τό ὁριστικό του πιά μοναχικό ὄνομα ᾿Αθανάσιος, μέ τό ὁποῖο ἔγινε γνωστός καί ἐπέρασε μέσα στό χορό τῶν ῾Οσίων τῆς ᾿Εκκλησίας, καθώς καί τῶν ὑψηλῶν ἀναστημάτων τοῦ ᾿Ορθοδόξου μοναχισμοῦ, καί εἰδικότερα στήν ἱστορία τοῦ μετεωρίτικου μοναχισμοῦ.
῾Ο ᾿Αθανάσιος κατά τήν παραμονή του στό ῎Ορος ἀσκήθηκε στίς κατά Θεόν ἀρετές, στήν προσευχή, στήν ὑπακοή καί στήν ὑποταγή, ἀντιμετωπίζοντας τίς δοκιμασίες καί τίς διάφορες κακουχίες ἀγόγγυστα καί ὑπομονετικά. Τίς σκληρές μά ἥσυχες στιγμές τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς ἦρθαν νά ταράξουν οἱ ληστρικές ἐπιδρομές τῶν ᾿Αγαρηνῶν Τούρκων καί οἱ ἄγριες διώξεις ἐναντίον τῶν κατοίκων τῶν ᾿Αθωνικῶν παραλίων. ᾿Εξ αἰτίας αὐτῶν τῶν γεγονότων οἱ μοναχοί ἀναγκάσθηκαν νά ἐγκαταλείψουν τό ῞Αγιον ῎Ορος καί νά καταφύγουν σέ μέρος ἀσφαλέστερο. ῾Ο μέν Μωυσῆς μετέβη στή μονή τῶν ᾿Ιβήρων, ὁ δέ ᾿Αθανάσιος μαζί μέ τόν γέροντα καί θεῖο του Γρηγόριο καί μέ ἕναν ἄλλο μοναχό με το ὄνομα Γαβριήλ κατέφυγαν πρός τά δυτικά μέρη τῆς ῾Ελλάδος.
᾿Αφοῦ ἐπέρασαν ἀπό τή Θεσσαλονίκη ἔφθασαν στή Βέροια, πόλη καλῶς τειχισμένη. ᾿Εκεῖ πολλοί ἐπιφανεῖς ἠθέλησαν νά κρατήσουν κοντά τους τούς ἁγιορεῖτες ἀσκητές καί νά τούς προσφέρουν τά ἀναγκαῖα γιά τή συντήρησή τους. Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὅμως δέν ἐδέχθησαν, κυρίως γιατί ὁ ᾿Αθανάσιος ἀποστρεφόταν τήν κοσμική καί πολυθόρυβη ζωή τῶν πόλεων καί ἐπιζητοῦσε χῶρο ἰδανικό γιά ἄσκηση, ἀπομόνωση καί συχία. Μετά ἀπό κάποια ἀγνώστου χρόνου παραμονή τῶν δύο ῾Οσίων στή Σκήτη τῆς Βεροίας, στή μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἐπορεύθησαν πρός τόν ᾿Επίσκοπο Σερβίων. Κατόπιν, μέ ὑπόδειξη τοῦ ἐν λόγῳ ᾿Επισκόπου, κατέφυγαν στούς θεόκτιστους Θεσσαλικούς βράχους τῶν Σταγῶν.
Φθάνοντας περί τό 1333-1334 στόν τόπο ἐκεῖνο εὑρῆκαν μέν τούς λίθους, ὅπως τούς εἶχε περιγράψει ὁ ᾿Ιάκωβος, ἀλλά «οὐκ ἦν τις ὁ κατοικῶν ἐν αὐτοῖς, πλήν γυπῶν καί κοράκων». ῞Ενας μόνο λίθος ἀπ᾿ αὐτούς, ὁ πιό γειτονικός πρός τήν πόλη τῶν Σταγῶν, εἶχε κατά τήν παράδοση κατοικηθεῖ παλιότερα ἀπό κάποιο βοσκό, ὁ ὁποῖος μεταμόρφωσε ἕνα κοίλωμα τοῦ βράχου σέ λαξευτό ναό τῶν Ταξιαρχῶν καί μετονόμασε τό βράχο Στύλο. Σ᾿ αὐτό τό λίθο λοιπόν πηγαίνοντας ὁ ᾿Αθανάσιος μέ τόν γέροντά του Γρηγόριο εὑρῆκαν μέσα ἕναν ἡλικιωμένο μοναχό, ὀνομαζόμενο Τρυφερό, καί ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκαν.
῾Ο γέροντας Γρηγόριος βλέποντας τή σκληρότητα τοῦ τόπου ἠθέλησε νά φύγει καί νά γυρίσει πίσω. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὅμως, ἀντιλαμβανόμενος τίς προθέσεις του, τόν ἐνεθάρρυνε. Και ἐπειδή πολύς θόρυβος ἔφθανε ἐκεῖ ἀπό τήν πόλη, καθώς αὐτό τό μέρος τοῦ Στύλου ἦταν κοντά της, μέ τή συγκατάθεση τοῦ γέροντος κατέβηκε σέ ἐρημικότερο μέρος τοῦ βράχου, ὅπου καί ἐγκαταστάθηκε. ᾿Εκεῖ ὁ ᾿Αθανάσιος σύχαζε τίς ἕξι μέρες τῆς ἑβδομάδος καί ἀνέβαινε στό Στύλο μόνο κάθε Κυριακή γιά τήν ἀγρυπνία ἀφοῦ μετελάμβανε τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων καί ἔτρωγε στήν κοινή τράπεζα, κατέβαινε καί πάλι κάτω στό κελλί του.
Μετά ἀπό μικρό διάστημα παραμονῆς του ἐκεῖ, κάποια νύχτα ἐδέχθηκε ἐπίθεση ληστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπίστευαν ὅτι κάτι θά εὕρισκαν νά ἁρπάξουν ἀπό τό κελλί του. ᾿Εκεῖ ὅμως δέν ὑπῆρχε τίποτε ἄλλο παρά μόνο λίγο λάδι καί λίγα ξερά ψωμιά. Τούς ληστές τότε ἀντιλήφθηκε ἀπό ψηλά ἕνας ἄλλος ἀδελφός, Βαρλαάμ ὀνομαζόμενος, ὁ ὁποῖος τούς ἔδιωξε μέ τή σφενδόνα του, ὅπως τούς λύκους. Στή συνέχεια ὁ ᾿Αθανάσιος, προκειμένου νά εὑρίσκεται μακριά ἀπό ληστές καί νά συχάζει ἀπερίσπαστα, ζητεῖ εὐλογία ἀπό τό γέροντά του γιά ν᾿ ἀνεβεῖ στόν Πλατύλιθο, δηλαδή στό σημερινό βράχο τοῦ Μεγάλου Μετεώρου. Σ᾿ αὐτόν λοιπόν τό βράχο, «τόπον ἀναχωρητικόν, πέτραν εἰς αἰθέριον ὕψος ἠρμένην», ἀνέβηκε γύρω στά 1343-1344 ὁ ᾿Αθανάσιος καί ἐγκαταστάθηκε ὁριστικά πιά, ποθώντας τήν ἀνεύρεση περισσότερης συχίας καί τήν τελειότερη ἄσκηση.
᾿Αρχικά ὁ ᾿Αθανάσιος ἔμεινε μόνος του σέ μιά σπηλιά τοῦ βράχου. Λίγο ἀργότερα ὅμως ἐδέχθηκε καί δύο ἄλλους ἀδελφούς, πού ἦρθαν γιά νά συγκατοικήσουν μέ αὐτόν, σύμφωνα μέ τόν ὅρο πού τοῦ εἶχε θέσει ὁ γέροντάς του. Τόν ἕνα ἀπό αὐτούς, τόν ᾿Ιάκωβο, τόν ἔστειλε στόν ᾿Επίσκοπο καί τόν ἐχειροτόνησε ἱερέα. Στό βράχο ὁ ῞Οσιος ἀσκητής ἐδημιούργησε πρόχειρη τήν κατοικία του καί ὀργάνωσε τήν πρώτη συστηματική μοναστική κοινότητα τῶν Μετεώρων. Πρῶτα ὅμως οἰκοδόμησε ναό τῆς Θεομήτορος, τῆς Παναγίας τῆς Μετεωρίτισσας Πέτρας, στήν ὁποία ἀφιέρωσε καί τή μονή.
Μέ δαπάνη κάποιου τοπικοῦ ἄρχοντα ὁ ᾿Αθανάσιος διευκόλυνε τόν τρόπο ἀνόδου στό βράχο μέ τή δημιουργία στοᾶς καί τήν ἐλάττωση τῶν βαθμίδων τῆς κλίμακος. Τό γεγονός αὐτό φανερώνει ἐπίσης τήν ἐπίδραση, τήν πνευματική ἀκτινοβολία καί αἴγλη πού ἀσκοῦσε ὁ ᾿Αθανάσιος καί στούς πολιτικούς ἄρχοντες τῆς περιοχῆς. Μέ τή χρηματική συνεισφορά κάποιου Τριβαλλοῦ, δηλαδή Σέρβου μεγιστάνα, καί μέ τή βοήθεια τῶν συμμοναστῶν του, ὁ ᾿Αθανάσιος οἰκοδόμησε ἄλλον ὡραιότατο ναό, πρός τιμήν τοῦ Μεταμορφωθέντος Σωτῆρος Χριστοῦ.
Μέ τήν πάροδο ὅμως τῶν χρόνων καί μέ τήν καθημερινή αὔξηση τῶν μοναχῶν ὁ ῞Οσιος ᾿Αθανάσιος διαπίστωσε ὅτι τό νά ζεῖ ὁ καθένας ἀνεξάρτητα καί νά φροντίζει μόνος του τόν ἑαυτό του θά εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ὄχι τήν ὁμόνοια, ἀλλά τή διχόνοια καί τή φιλονικία. Γι᾿ αὐτό τό λόγο ἀπεφάσισε νά ἐπιβάλει στούς ἀδελφούς πού εἶχε στήν ὑποταγή του κοινοβιακό τύπο ζωῆς μέ αὐστηρό μοναστικό κανονισμό. ῾Η φήμη τοῦ συχαστοῦ ῾Οσίου ᾿Αθανασίου ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε καί γεροντάδες ἦλθαν μέ τή συνοδεία τους νά ὑποταχθοῦν σ᾿ αὐτόν, ὅπως ὁ ἁγιορείτης ἱερομόναχος καί πνευματικότατος ᾿Ιγνάτιος, ὁ ὁποῖος μέ πέντε ἄλλους μαθητές του ἦλθε καί ἔμεινε κοντά στόν ᾿Αθανάσιο, καί ὁ πνευματικός ᾿Αγάθων, πού πρίν ὑπῆρξε συμμοναστής του στό ῞Αγιον ῎Ορος. ῞Ολοι τους διακρίθηκαν γιά τήν ἀγάπη, τήν ὑπακοή καί τήν ὑποταγή, τόσο πρός τόν ῞Οσιο ᾿Αθανάσιο, ὅσο καί μεταξύ τους.
῾Ο ῞Οσιος, πού καμιά στιγμή δέν ἔπαψε νά νουθετεῖ ὅσους ἦταν κοντά του, εὑρισκόμενος πλέον σέ προχωρημένη λικία, ἀσθένησε. Μετά και ἀπό τίς τελευταῖες του νουθεσίες καί τήν παράταση τῆς ἀσθένειάς του γιά σαράντα περίπου μέρες, σέ λικία 78 ἐτῶν, ὁ ῞Οσιος ᾿Αθανάσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, περί τό ἔτος 1380, συναριθμούμενος καί αὐτός στή χορεία τῶν μεγάλων ῾Οσίων Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
(Πηγή: «ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΩΝ ΜΕΤΕΩΡΩΝ - Βίος Καὶ Πολιτεία Τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν ᾿Αθανασίου, Τοῦ Μετεωρίτου», orthodoxos.com.gr)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς ζωῆς ἐν τῇ πέτρᾳ στηρίξας Ὅσιε, τῆς ψυχῆς σου τὰς βάσεις ἀπὸ νεότητος, Ἀθανάσιε σοφὲ στερρῷ φρονήματι, ἐπὶ πέτραν ὑψηλήν, τοῦ Μετεώρου τὴν ζωήν, διέδραμες θεοφόρε· καὶ νὺν ζωῆς ἀθανάτου, κατατρυφῶν ἡμῶν μνημόνευε.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ ἄνω ποθῶν, τὴν κλίμακα ἐτέκτηνας, τὰ κάτω μισῶν, σαργάνην Πάτερ ἔπλεξας, δι’ ὧν πρὸς ὕψος ἔδραμες, ἀπαθείας σοφὲ Ἀθανάσιε· ἐν ὑψηλῇ γὰρ πέτρᾳ τὸ φῶς, ὁσίων ἐκλάμπεις ἀρετῶν τοῖς ἐν γῇ.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἀθανάσιε ἱερέ, τῆς ἀθανασίας, δένδρον ὄντως πανευθαλές· χαίροις Μετεώρων, ὁ θεῖος λαμπαδοῦχος, καὶ Μοναζόντων γνώμων, πρὸς τελειότητα.
(Πηγή: «Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Μετεωρίτης», Μέγας Συναξαριστής)
Ὅσιος Ἰωάσαφ ὁ Μετεωρίτης
Ο άγιος Ιωάσαφ ήταν υιός τού ευσεβή ηγεμόνα της Ηπείρου και Θεσσαλίας Συμεών Ούρεση Παλαιολόγου (1359-1370), πού καταγόταν από τον βασιλικό οίκο των Νεμάνια και ανακηρύχθηκε «τσάρος τών Ελλήνων, των Σέρβων και των Αλβανών». Η μητέρα του Θωμαΐδα ήταν κόρη τού δεσπότη της Ηπείρου Ιωάννη Β΄ Ορσίνη (1323-1335) και αδελφή τού τελευταίου δεσπότη της Ηπείρου Νικηφόρου Β΄ Ορσίνη (1338-1340, 1356-1359).
Ο κατά κόσμον Ιωάννης γεννήθηκε κατά το 1349-50. Η καταγωγή της μητέρας του ήταν άπό τή βυζαντινή αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων.... Η μητέρα της μητέρας του, η γιαγιά του Μαρία Παλαιολογίνα, ήταν δισέγγονη τού βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1259-1282) άπό τον πατέρα της Ιωάννη Παλαιολόγο και εγγονή άπό τή μητέρα της Ειρήνη τού Θεόδωρου Μετοχίτη, πού ήταν κτίτορας της περίφημης μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη, και είχε παντρευτεί τον Σέρβο βασιληά Στέφανο Γ΄ Ούρεση (1321-1331), πού ήταν παππούς τού Ιωάννη. Ο Ιωάννης είχε ένα νεώτερο ετεροθαλή αδελφό, τον Στέφανο, τή Μαρία Αγγελίνα Κομνηνή Δούκαινα Παλαιολογίνα, πού ήταν παντρεμένη με τον δεσπότη των Ιωαννίνων Θωμά (+1384).
Το 1359-60 ο Ιωάννης αναγορεύθηκε στην Καστοριά συναυτοκράτορας με τον πατέρα του σε ηλικία μόλις δέκα ετών. Μετά δέκα έτη περίπου, πέθανε ο πατέρας του και τον διαδέχθηκε στην εξουσία. Η ευσεβής οικογένειά του τον βοήθησε άπό μικρό να έχει ένα ιδιαίτερο ζήλο για την πνευματική ζωή και όχι για τα κοσμικά πράγματα. Επισκεπτόταν συχνά τις εκκλησίες και τα μοναστήρια και συμμετείχε στις ιερές ακολουθίες και τις θειες λειτουργίες, ιδιαίτερα στις μονές τού Αγίου Όρους και τών Μετεώρων. Κατά τον θάνατο τού πατέρα του βρισκόταν στό Άγιον Όρος. Επέστρεψε στα Τρίκαλα και παραχώρησε την εξουσία και τή διοίκηση της Θεσσαλίας στον συγγενή του Καίσαρα Αλέξιο Άγγελο Φιλανθρωπινό το 1372. Το έτος αυτό, στην ηλικία τών 22 ετών, ο Ιωάννης Ούρεσης Παλαιολόγος, ο τελευταίος γόνος της ένδοξης δυναστείας τών Νεμανιδών, κατέφυγε στην ιερά μονή τού Πλατυλίθου, της Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τού Μεγάλου Μετεώρου. Εκεί μετονομάσθηκε Ιωάσαφ άπό τον όσιο Αθανάσιο τον Μετεωρίτη (+1380), τού οποίου υπήρξε πνευματικός πατέρας και καθοδηγός. Αυτός, προ της μακαρίας κοιμήσεώς του, τού παραχώ ρησε «πάσαν την εξουσίαν και αρχήν» της μονής. Μετήλλαξε τή βασιλική πορφύρα με το μοναχικό τρίχινο ράσο.
Ο Ιωάσαφ, όταν εκοιμήθη ο Γέροντάς του όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης, απουσίαζε στη Θεσσαλονίκη και στο Άγιον Όρος. Μετά την εκδημία του, επέστρεψε στο Μεγάλο Μετέωρο και ανέλαβε τα καθήκοντά του ως διάδοχος, κατά τή διαθήκη τού οσίου πνευματικού του πατρός. Το 1381 υπογράφει «Ιωάννης Ούρεσης ο Παλαιολόγος ο δια του Θείου και αγγελικού σχήματος μετονομασθείς Ιωάσαφ μοναχός». Το 1384-85 ο Ιωάσαφ μεταβαίνει στα Ιωάννινα για να παρηγορήσει και ενισχύσει την πρόωρα χήρα αδελφή του Μαρία Αγγελίνα, πού ο σύζυγός της Θωμάς Πρελιούμποβιτς είχε δολοφονηθεί, και η δια είχε ανακηρυχθεί κυβερνήτρια τού δεσποτάτου της Ηπείρου. Ο κίνδυνος της απειλής τών Αλβανών ανάγκασε τή Μαρία να έλθει σε δεύτερο γάμο με τον κόμη Ιζαού Μπουντελμόντι άπό την Κεφαλλονιά, κατόπιν συνδρομής τού Ιωάσαφ και να ειρηνεύσει το δεσποτάτο και να επιστρέψει ήσυχος στα Μετέωρα με δώρα άπό την αδελφή του, πού τα χρησιμοποίησε για τή μονή του, μαζί με μεταγενέστερες πλούσιες δωρεές, οι όποιες μεγάλυναν το Μεγάλο Μετέωρο και τον κατέστησαν δεύτερο κτίτορα.
Το 1393-1394 οι Τούρκοι κατέλαβαν τή Θεσσαλία και ο άγιος αναγκάσθηκε να αναχωρήσει για το Άγιον Όρος.
Μαζί του είχε τον ιερομόναχο Σεραπίωνα και τους μοναχούς Φιλόθεο και Γεράσιμο. Εγκαταστάθηκαν στη μονή Βατοπαιδίου, στην οποία προσέφεραν δώρα, χρήματα και ένα χρυσό σταυρό. Σε αυτούς παραχωρήθηκαν δύο κελλιά, όπως φαίνεται σε έγγραφο πού υπογράφουν και οι Βατοπαιδινοί πατέρες Θεοδώρητος Καθηγούμενος και Ιγνάτιος Προηγούμενος. Το 1394 ο Πρώτος τού Αγίου Όρους ιερομόναχος Ιερεμίας Διονυσιάτης έδωσε Κελλί στις Καρυές, για να κατοικεί ο Ιωάσαφ με τή συνοδεία του. Ο Πρώτος τού Αγίου Όρους Νεόφυτος Διονυσιάτης σε έγγραφό του αναφέρει ότι «ο κατά κόσμον ευγενέστατος και εν μοναχοίς οσιώτατος κυρ Ιωάσαφ» το 1396 αναχώρησε για τα Μετέωρα.
Ο μητροπολίτης Λαρίσης Ιωάσαφ τον ονομάζει «αειθαλές δένδρον και υψίκομον, τον κυρ Ιωάσαφ, όπερ θάλπει πάντας" τον άγιον, τον γλυκύν, τον πράον, τον ήσυχον, τον αγχίνουν ...» σε επιστολή του, όπου αναφέρει ότι έχει και μεγάλη συνοδεία μοναχών.
Ο όσιος Ιωάσαφ εκοιμήθη το 1422-23 ως απλός μοναχός σε ένα μικρό κελλί τού Μεγάλου Μετεώρου, το όποιο αγάπησε και λάμπρυνε με πολλά έργα, μεγαλώνοντας το μικρό Καθολικό, πού το αγιογράφησε, συμπλήρωσε με απαραίτητες οικοδομές και αφιέρωσε κτήματα και χειρόγραφα. Ήταν ολόψυχα αφιερωμένος στό ιδεώδες τού μοναχικού βίου, ταπεινόφρων, υπάκουος, κοινοβιάτης μοναχός, ακούραστος ασκητής και γι΄ αυτό σεβαστός και αγαπητός απ΄ όλους.
Στην ωραία και αιθέρια ιερά μονή τού Μεγάλου Μετεώρου φυλάγεται η τίμια κάρα τού οσίου Ιωάσαφ σε αργυρά λειψανοθήκη και αποτελεί μαζί με τού αγίου Γέροντά του Αθανασίου πολύτιμο και ανεκτίμητο θησαυρό και σεβάσμιο προσκύνημα289. Στό σκευοφυλάκειο της μονής φυλάγονται προσωπικά σκεύη τού οσίου, καθώς και φορητές εικόνες. Στη μονή τοιχογραφείται μαζί με τον όσιο Αθανάσιο.
Η ιερά ακολουθία του υπάρχει στους κώδικες της μονής του: 209 τού 1551 και 128 τού 17ου αιώνος και είναι ποίημα τού Ιουστίνου Δεκαδύο. Συνυμνείται με τον όσιο Αθανάσιο. Η ακολουθία δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1788 στη Βενετία. Παρακλητικό Κανόνα και Χαιρετιστήριους Οίκους συνέθεσε πρόσφατα η μοναχή Θεοτέκνη.
(Πηγή: «1140 - Όσιος Ιωάσαφ ο Μετεωρίτης (+1422/3)», Αγιορείτικες Μνήμες)
Πηγή: orthodoxos.com.gr, Μέγας Συναξαριστής, Αγιορείτικες Μνήμες
Ὁ κόσμος, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε δημιούργημα τύχης· δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἐκ τοῦ μηδενός, αὐτὴ εἶνε ἡ διδασκαλία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Καὶ κορυφὴ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου εἶνε ὁ ἄνθρωπος.
Βιογραφία
Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Κύριλλος ο ΣΤ’ (προστάτης του Πυθίου), ο επιλεγόμενος Σεραπετζόγλου (το κοσμικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Σερπεντζόγλου), καταγόταν από την Αδριανούπολη και διδάχθηκε τα εγκύκλια γράμματα στη σχολή της γενέτειράς του. Υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το έτος 1803 μ.Χ. χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Ικονίου και μετετέθη στην Αδριανούπολη το έτος 1810 μ.Χ. Στις 4 Μαρτίου του 1813 μ.Χ., εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ήταν αυτός που συνέστησε τη εκκλησιαστική μουσική σχολή υπό τους τρεις διδασκάλους της νέας μεθόδου, το έτος 1815 μ.Χ. Υπήρξε φίλος των γραμμάτων και κήρυττε συνεχώς τον Θείο λόγο. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1818 μ.Χ. παύθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο και αναχώρησε για την πατρίδα του, την Αδριανούπολη, όπου υπέστη μαζί με άλλους είκοσι επτά κληρικούς και προύχοντες τον διά αγχόνης θάνατο, το έτος 1821 μ.Χ., ως ενερχόμενος, σύμφωνα με το φιρμάνι που διέτασσε τον απαγχονισμό, στο κίνημα που προετοίμαζε την ελευθερία του Ρωμαϊκού έθνους.
Η απόφαση για τον απαγχονισμό του Αγίου Κυρίλλου έχει ως εξής:
«Ἐπειδὴ ἐξηκριβώθη ὅτι ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει Πατριάρχης τῶν Ρωμαίων, ὁ ἀπολυθεῖς καὶ εἰς Ἀδριανούπολιν ἐξορισθεῖς Κύριλλος, ὁ προκάτοχος τοῦ φονευθέντος Πατριάρχου, ἐνέχεται εἰς τὸ κίνημα τὸπαρασκευαζόμενον μεταξὺ τοῦ Ρωμαϊκοῦ Ἔθνους καὶ πρέπει νὰ ἐξαφανισθῆ καὶ οὗτος ἀπὸ προσώπου γῆς, πρὸς παραδειγματισμόν,ἐξέδωκα τὸ μυστικὸν τοῦτο φιρμάνιον καὶ διατάσσω τὸν ἀπαγχονισμὸν τοῦ Κυρίλλου. Νὰ τὸν συλλάβης ἀμέσως καὶ νὰ τὸν κρεμάσης μὲ τὴν περιβολήν του ἐντὸς τῆς Ἀδριανουπόλεως.»
Το σώμα του, αφού παρέμεινε κρεμασμένο για τρείς ημέρες, πετάχτηκε τελικά στον ποταμό του Έβρου για να βρεθεί και να ταφεί λίγο αργότερα από τον χωρικό Χρήστο Αργυρίου. Τα λείψανά του μετεφέρθησαν έπειτα από χρόνια στην μητρόπολη της Ανδριανουπόλεως.
Στο συγγραφικό έργο του Κυρίλλου ανήκει ο Πίναξ χορογραφικός της Μεγάλης Αρχισατραπείας του Ικονίου, ένα έργο που δημοσιεύθηκε στην Βιέννη το 1812 μ.Χ. για να ακολουθήσει η Ιστορική περιγραφή του προεκδοθέντος χορογραφικού πίνακος του Ικονίου. Το δεύτερο αυτό σύγγραμμα, τό οποίο εξεδόθη στην Κωνσταντινούπολη το 1815 μ.Χ., αποτελεί μίαν επεξήγηση του Πίνακος, ενώ περιλαμβάνει και μία περιγραφη της Ανδριανουπόλεως και των περιοχών γύρω από την Θράκη. Των γεωγραφικού περιεχομένου έργων του προηγήθηκε η συλλογή ποιημάτων «Ιερογραφική Αρμονία», με έμμετρα των Θ. Προδρόμου, Γ. Πισιδίου και Ν. Ξανθοπούλου, η οποία τυπώθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1802 μ.Χ. Διασώζονται επίσης 158 κηρύγματά του, καθώς και μία συλλογή από αρχαίες επιγραφές που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ερμής ο Λόγιος.
Αναγνωρίστηκε ως Άγιος της Εκκλησίας μας από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλαδος με ενέργειες του Σεβ. Μητροπολίτου κ. Νικηφόρου (Πράξις 403/8-7-1993). Η μνήμη του τιμάται την 18ην Απριλίου και μεταφέρεται την Κυριακή του Θωμά. Στην μνήμη του Αγίου Ιερόμαρτυρα Κύριλλου του ΣΤ΄ παραθέτουμε άρθρο που δημοσίευσε για το έργο του στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 25 Μαρτίου 1987 ο Τάσος Λιγνάδης.
Οι πνευματικές ικανότητες
Ο Κωνσταντίνος Σερπετζόγλου γεννήθηκε κατά το τέλος της δεκαετίας του 1760 στην Αδριανούπολη, από φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας του Βασίλειος καταγόταν από την Καισάρεια και, αν βασισθούμε στο επώνυμό του, θα πρέπει να ήταν κατασκευαστής σιροπίων (σερπέτια, τουρκιστί τα μελίκρατα κατά τον Α. Γούδα, Βίοι Παράλληλοι). Ο Κωνσταντίνος είχε τρείς αδελφές, η μητέρα του όμως Μοσχονή ποθούσε για το αγόρι της, που φαινόταν ευφυές και επιμελέστατο, να μάθει τα ελληνικά γράμματα όσο γινόταν καλύτερα. Ο μικρός πήγαινε κάθε Κυριακή στην Εκκλησία και το πρώτο του ελληνικό βιβλίο – όπως στους περσσότερους Έλληνες της Τουρκοκρατίας – το αλφαβητάρι του, ήταν το Ψαλτήρι. Πάνω σ’ αυτό έμαθε να συλλαβίζει και να γράφει την γλώσσα των προγόνων του. Οι πνευματικές του ικανότητες διεφάνησαν όμως όταν γράφτηκε στην Ελληνική Σχολή της Αδριανουπόλεως, που ήταν ιδρυμένη από το 1550. Ο Κωνσταντίνος διάβασε αρχαίους Έλληνες κλασικούς, τους Πατέρες της Εκκλησίας και είχε την τύχη να τον διδάξουν σημαίνοντες καθηγητές. Ο υψηλός, γεροδεμένος, γαλανομάτης έφηβος, απέκτησε γρήγορα φήμη, χάρις στα πνευματικά του προσόντα. Όταν τελείωσε τη Σχολή, εργάσθηκε για ένα βραχύ διάστημα ως δάσκαλος. Μετά, αντί να φύγει στην Ευρώπη ή στη Ρωσία και να γίνει γιατρός ή έμπορος, όπως συνηθιζόταν τότε για τους προικισμένους νέους, αυτός αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο του Χριστού. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1791, μετονομάσθηκε σε Κύριλλο και έγινε γραμματεύς – ήταν άριστος καλλιγράφος – της Ιεράς Μητροπόλεως, όταν Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως ήταν ο Καλλίνικος, ο οποίος είχε διαβλέψει τις πλούσιες πνευματικές του ικανότητες. Όταν ο Καλλίνικος έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1801) κάλεσε στην Πόλη τον Κύριλλο και τον διόρισε Μέγα Αρχιδιάκονο του Πατριαρχείου.
Ο Κύριλλος, όπως η πλειονότης των ιερωμένων της εποχής, πίστευε θερμά ότι η μόρφωση του υποδούλου Γένους ήταν η κατά το ήμισυ εξασφάλιση της προσεχούς ελευθερίας. Γι’ αυτό βάλθηκε με όλες του τις δυνάμεις να έλθει αρωγός σε δραστηριότητες παιδείας δηλαδή ελληνομάθειας. Μαζί με τον Δημήτριο Μουρούζη – τον αργότερα διερμηνέα της Πύλης – που είχε επίσης την άποψη ότι η μόρφωση θα έκανε τους Έλληνες να υπερισχύσουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και να την υποκαταστήσουν, όπως έγινε και με τους Ρωμαίους, συνεργάσθηκαν, για να αναστήσουν την Μεγάλη του Γένους Σχολή, που πρό της Αλώσεως ήταν η κορυφαία Σχολή των Ελλήνων στην οποίαν οι τρόφιμοι διδάσκονταν, εκτός από την αρχαία ελληνική γλώσσα, φιλοσοφία, θεολογία, μαθηματικά και φυσική. Χρειάσθηκε να ξεπερασθούν πολλά εμπόδια και να διασκεδασθούν οι αντιδράσεις των Τούρκων, για να επαναλειτουργήσει η Μεγάλη του Γένους Σχολή. Με πρωτοβουλία του Κυρίλλου – ο οποίος είχε γίνει στο μεταξύ αρχιμανδρίτης – ανοίχθηκε ένας μεγάλος έρανος ανάμεσα στους Έλληνες της αυτοκρατορίας και έτσι εξασφαλίστηκαν οι πόροι λειτουργίας της. Ο Κύριλλος, εκτός από τα κατά Κυριακήν κηρύγματά του από άμβωνος, ασχολήθηκε και με την συγγραφή. Το 1802 το Τυπογραφείο του Πατριαρχείου Κων/λεως εξέδωκε το βιβλίο του «Ιερογραφική αρμονία» που είχε ως αντικείμενο του τη βυζαντινή ποίηση του Γεωργίου Πισίδου, του Θεοδώρου Προδρόμου και του Νικηφόρου Ξανθοπούλου.
Ο ζήλος του για την οργάνωση της Ελληνικής Παιδείας
Το 1803 ο Κύριλλος, σε ηλικία περίπου 30 ετών έγινε Μητροπολίτης Ικονίου. Ήταν μια περιοχή στην οποίαν επικρατούσε το τουρκικό στοιχείο. Επειδή δεν υπήρχαν ούτε ιερείς ούτε δάσκαλοι, οι ΄Ελληνες είχαν ξεχάσει την γλώσσα τους και το μόνο που τους συντηρούσε ως Γένος ήταν η μακρινή ανάμνηση της Ορθοδόξου πίστεως. Ο Κύριλλος αναγκάσθηκε να κάνει το κήρυγμά του στα τουρκικά, για να γίνεται κατανοητός και σιγά σιγά άρχιζε να τους εισάγει στην ελληνική γραφή και από εκεί στη γλώσσα. Τους έγραφε δηλαδή τα τουρκικά με ελληνικούς χαρακτήρες (καραμανλίδικα) και βαθμιαία άρχισαν οι Έλληνες να μαθαίνουν την γλώσσα τους με ιερείς και διδασκάλους που μετεκάλεσε ο Κύριλλος και με την ίδρυση ελληνικών σχολείων. Εκεί, στο Ικόνιο, πατρίδα των μαρτύρων Κηρύκου και Ιουλίττης, έγραψε ένα απολυτίκιο κατά την εορτή τους (15 Ιουλίου) το οποίο περιελήφθη στην Ακολουθία…
Εκτός από την υμνογραφία ο Κύριλλος συνέταξε ένα Χωρογραφικό Πίνακα της περιοχής του Ικονίου (τυπώθηκε το 1812 στη Βιέννη με επιστασία του Άνθιμου Γαζή), και μια Ιστορική Περιγραφή της περιοχής της Αδριανουπόλεως (και τα δύο κείμενα βρίσκονται στη Γεννάδειο βιβλιοθήκη). Από την Ιστορική Περιγραφή αποσπώ ένα κομμάτι χάριν παραδείγματος απλής γραφής:
«Η Αδριανούπολις εκαλείτο το πάλαι Ορεστιάς, από Ορέστου, του υιού του Αγαμέμνονος, έπειτα κτισθείσα και αυξηθείσα υπό του αυτοκράτορος των Ρωμαίων Αδριανού Αιλίου, γαμβρού του Τραϊανού, ονομάσθη Αδριανούπολις και Αιλία· κείται δε εν μέσω σχεδόν της Ρωμανίας (Ρούμελι κοινώς, ο εστί γη των Ρωμαίων).»
Ουσία και Αρτηρία
Επαναλαμβάνω ότι χρησιμοποιώ τα στοιχεία αυτά που αναφέρονται στον Κύριλλο ως παράδειγμα αναγωγής στον ιστορικό ρόλο της Ορθοδοξίας. Και σκέφτομαι αυτόν τον ρόλο όχι μόνο κατά την Τουρκοκρατία, αλλά και μετά την ανεξαρτησία του ελληνικού κρατιδίου, όταν η Εκκλησία πρωτοστατούσε οικουμενικώς με τα ίδια ιδεολογικά μέσα αφυπνίσεως στον αλύτρωτο και στον απόδημο ελληνισμό…
… Οι αιώνες της σκλαβιάς «δεν μπόρεσαν να σβήσουν την ελληνική ψυχή μας γιατί υπήρξαν οι Κύριλλοι». Μιλώντας με το παράδειγμα του Κυρίλλου ανάγομαι αυτομάτως στις χιλιάδες των Κυρίλλων, δηλαδή στην Εκκλησία της Ορθοδοξίας, που κράτησε σε διαρκή εγρήγορση και αγονάτιστη την συνείδηση του Γένους ως επαλήθευση παθών και αναστάσεως…
Όταν το 1810 πέθανε ο μητροπολίτης Αδριανουπόλεως Γαβριήλ, οι αδριανουπολίτες εζήτησαν από τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία να αναλάβει τον δεσποτικό θρόνο της πόλης τους ο συντοπίτης τους Κύριλλος. Έτσι και έγινε. Ο Κύριλλος, μόλις επέστρεψε από το Ικόνιο στη γενέτειρά του, άρχισε εμμέσως τις προσφιλείς του δραστηριότητες για την ελληνική παιδεία και εμερίμνησε για την Ελληνική Σχολή της Αδριανουπόλεως. Είναι δε χαρακτηριστικό το εξής: Επειδή είχε μάθει ότι σ’ εκείνη την σχολή εσπούδαζε – ο κατόπιν διάσημος φωστήρας της επιστήμης – Στέφανος Καραθεοδωρής, που ήταν και μακρινός συγγενής του, εζήτησε να τον δεί, για να τον χρησιμοποιήσει. Όταν τον επληροφόρησαν ότι ο Καραθεοδωρής είχε φύγει για την Ευρώπη, για να σπουδάσει την ιατρική, είπε λυπημένος τον στίχο του δημοτικού τραγουδιού: «Επέταξε μας το πουλί, οπούχαμε στα χέρια!». Το 1813 ο Οικουμενικός Θρόνος της Κων/λεως έμεινε κενός, επειδή η τουρκική διοίκηση υποπτευόμενη τον Πατριάρχη Ιερεμία ότι ευνοούσε ανατρεπτικές κινήσεις, τον εξανάγκασε σε παραίτηση. Οι συνοδικοί του Πατριαρχείου εξέλεξαν στην θέση του, παρά την θέλησή του τον Κύριλλο, τον οποίον οι Τούρκοι δέχθηκαν να ενθρονίσουν με τους γνωστούς τίτλους: «Ανώτατος βαθμούχος Παναγιώτατος Ρωμηός, Πατριάρχης Σταμπούλ».
Στην θέση του, στον μητροπολιτικό θρόνο της Αδριανουπόλεως ο Κύριλλος άφησε τον εκ Χίου σοφό Δωρόθεο Πρώιο. Στην Κωνσταντινούπολη ο νέος Πατριάρχης άρχισε πάλι τις ενέργειές του για την Μεγάλη του Γένους Σχολή. Επέτυχε να πείσει τελικά τον Κωνασταντίνο Κούμα, τον διάσημο σχολάρχη της Σχολής της Σμύρνης, να αναλάβει την μεγάλη Σχολή του Γένους. Παράλληλα, εργάσθηκε με ζήλο για την επανίδρυση της σχολής της Τραπεζούντος, διότι σύμφωνα με τις πληροφορίες, είχε τόση αμάθεια καταλάβει την περιοχή της ένδοξης βυζαντινής πόλης:
«... ώστε μηδέ το χαρακτηριστικόν του ελληνικού και χριστιανικού γένους (την καθομιλουμένην φαμέν διάλεκτον) σώζεσθαι παρά πάσιν καθαράν και ακεραίαν και περί τα ήθη δε πολλήν συμβαίνειν την διαφθοράν.»
Η επανιδρυθείσα Σχολή της Τραπεζούντος ακτινοβόλησε έως την Καταστροφήν του 1922. Ο άοκνος ζήλος του Κυρίλλου για την Παιδεία επεξετάθει σε όλα τα σημεία της αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερη μάλιστα πρόνοια επέδειξε για την οργάνωση των μοναστηριών, που τα θεωρούσε πνευματικές εστίες του Ελληνισμού. Το 1815 ίδρυσε στην Κων/λη «Μουσικήν Σχολήν της νέας βυζαντινής Τεχνολογίας και μουσικής μεθόδου» (από την οποίαν ύστερα από λίγα χρόνια προτάθηκε και εγκρίθηκε σύστημα μετρικής καταγραφής της βυζαντινής μουσικής, από τον μητροπολίτη Χρύσανθο, Γεώργιο Χουρμούζιο και Γρηγόριο Λευίτη, που ισχύει από τότε).
Τους έσφαξαν μπροστά στις οικογένειές τους
Παρενθετικώς ως πρός την περίοδο αυτή, ο αναγνώστης πρέπει να προσέξει δύο πράγματα που έχουν σχέση με το θέμα μας: Πρώτον, υπήρχε από τότε κυρίως στις μορφωμένες τάξεις του Γένους η αντιδικία μεταξύ δυτικοφρόνων και ρωσοφρόνων, που οι συνέπειες της δεν άφησαν ανεπηρέαστες τις εξελίξεις στο Πατριαρχείο και τις παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Δεύτερον, η εποχή της πατριαρχείας του Κυρίλλου ΣΤ΄ συμπίπτει με την ίδρυση και εξάπλωση της Φιλικής Εταιρείας, για το έργο της οποίας δεν ήταν απληροφόρητοι οι Τούρκοι. Το 1818 ήρθαν στην Πόλη πρώτα ο Σκουφάς και μετά ο Τσακάλωφ και με τους Σέκερη και Κουμπάρη εμύησαν τους δημογέροντες, τους προέδρους και τους μεγαλεμπόρους. Δεν άργησαν να αντιδράσουν οι Τούρκοι. Στις 13 Δεκεμβρίου 1818 εξεθρόνισαν τον Κύριλλο ως ανίκανο να κρατήσει τους λαούς σε υποταγή. Πατριάρχης έγινε για Τρίτη φορά ο Γρηγόριος ο Ε΄. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μεταβολές αυτές γίνονταν βάσει επιλογών, αναλόγως κατά το αν επικρατούσαν δυτικόφρονες ή ρωσόφρονες εισηγήσεις. Ο Κύριλλος επέστρεψε στην Αδριανούπολη, όπου ο μητροπολίτης Δωρόθεος Πρώιος ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
Όταν το 1821 ο Υψηλάντης διέβη τον Προύθο και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ αντιλαμβανόμενος ότι η Ρωσία, παρά τα θρυλούμενα, δεν θα εκινείτο και για να αποτρέψει την καθολική σφαγή των χριστιανών της αυτοκρατορίας, προέβει στον αφορισμό, η Αδριανούπολη κατάλαβε τι την περίμενε. Ο αφόρισμος απέτρεψε κατά ένα μέρος την απειλή της γενικής εξολοθρεύσεως αλλά δεν εμπόδισε την καταδίκη των κεφαλών του Γένους, όπως συνέβει με τον απαγχονισμό του Γρηγορίου Ε΄ και πλείστων άλλων. Τον Απρίλιο του 1821, την Μ. Εβδομάδα συνελήφθησαν όλες οι κεφαλές των Ρωμηών στην Αδριανούπολη και πρώτος ο φιλικός Μητροπολίτης Πρώιος. Την Κυριακή του Θωμά οι Γενίτσαροι τους έσφαξαν όλους μπροστά στις οικίες τους και ενώπιον των οικογενειών τους. Και ενώ αυτοί σφάζονταν ήλθε φερμάνι από τον Τούρκο Βεζύρη προς τον Τούρκο Νομάρχη, που έλεγε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Επειδή εξικριβώθη ότι και ο εκ της εν Κωνσταντινουπόλει Πατριαρχείας των Ρωμαίων απολυθείς και εν Αδριανουπόλει εξορισθείς Κύριλλος, ο προκάτοχος του εκτελεσθέντος Πατριάρχου, ενέχεται επίσης εις το κίνημα το παρασκευαζόμενον μεταξύ του Ρωμαϊκού Έθνους και εδέησε να εξαλειφθεί και ούτος εκ του προσώπου της γης προς παραδειγματισμόν των άλλων, εξέδωκα μυστικώς το υψηλόν τούτο φιρμάνιον, δι ου διατάσσω την απαγχόνισιν του ειρημένου Κυρίλλου εντός της Αδριανουπόλεως, μετά της ην περιβάλλεται ενδυμασίας.»
Ηυδόκησεν ο Κύριος
Την Δευτέραν μετά την Κυριακήν του Θωμά ο Κύριλλος οδηγήθηκε έφιππος προ του νομάρχη, κατά την περιγραφή. Μετά σιωπή λέει ο Τούρκος:
› Κατά τας ημέρας αυτάς πολλά δεινά ενέσκηψαν κατά του έθνους των Ελλήνων.
Ο Κύριλλος απάντησε:
› Ούτως ηυδόκησεν ο Κύριος.
Ο Τούρκος προσπάθησε να δικαιολογηθεί αλλά ο Ιεράρχης του είπε:
› Θάρρει ηγεμών, όλοι μίαν ημέραν θα αποθάνωμεν, γεννηθήτω το θέλημα του Κυρίου.
Ήπιε τον προσφερθέντα καφέ και ανεχώρησε. Έξω από το διοικητήριο, τον περίμεναν οι Γενίτσαροι. Τον δένουν και τον οδηγούν στην Μητρόπολη, διασχίζοντας δρόμους, όπου ο λαός ανήμπορος να βοηθήσει έβλεπε «τον Ποιμένα αγόμενον ως πρόβατον επί σφαγήν». Πριν φθάσει η πομπή στην Μητρόπολη, ο Κύριλλος πρόλαβε να δεί δύο ακέφαλα σώματα που έσταζαν αίμα. Ήταν του πρωτοσύγκελλου Θεοκλήτου και του ιερομονάχου Ιακώβου Αρζουμάνογλου. Στο κιγκλίδωμα του παραθύρου του Συνοδικού της Μητροπόλεως, οι Τούρκοι κρέμασαν το σχοινί και του πέρασαν την θηλιά στον λαιμό. Ήταν στις 18 Απριλίου 1821.
Το σώμα του Κυρίλλου έμεινε κρεμασμένο στο κιγκλίδωμα τρεις μέρες. Δίπλα του κρεμασμένος και ο πρωτοσύγκελλος Αγαθάγγελος και άλλοι στενοί φίλοι του Κυρίλλου. Οι Τούρκοι απαγόρευσαν την ταφή του πρώην Πατριάρχη, καθώς και των κληρικών και των προεστώτων. Τα πτώματα τους ρίχθηκαν στα νερά του Έβρου. Το σκήνωμα του Κύριλλου το βρήκε στο φράκτη ενός νερόμυλου ένας πιστός πατριώτης και το έθαψε μέσα στο σπίτι του. Ύστερα από οκτώ χρόνια με τον ρωσοτουρκικό πόλεμο οι Ρώσοι εισέρχονται στην Αδριανούπολη (1829) και υπογράφεται στην πόλη αυτή η γνωστή Συνθήκη με την οποίαν αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία της Ελλάδος. Πέρασαν εκατό χρόνια από τον απαγχονισμό του Κυρίλλου και το 1920 ο ελληνικός στρατός ελευθέρωσε την Αδριανούπολη. Τότε, έγινε πάνδημο μνημόσυνο για τον εθνομάρτυρα ανοίχθηκε το επί εκατό χρόνια κλειστό παράθυρο, από το κιγκλίδωμα του οποίου είχαν κρεμάσει τον Πατριάρχη και έθεσαν εκεί μία πινακίδα με το ακόλουθο επίγραμμα:
«Κυρίλλω τω ΣΤ΄ γόνω μεν τήσδε πόλεως ευκλεεί, δεξιώς δε την Ολκάδα της Μ. Εκκλησίας οιακοστροφήσαντι υπέρ πίστεως και πατρίδος τον δι’ αγχόνης υποστάντι θάνατον η Πατρίς ελευθερωθείσα και μεγάλη ήδη τούτο ιδρύσατο σήμα μνημείον μεν της προς αυτόν αϊδίου τιμής και σεβασμού δείγμα δ’ αρετής τοις επιγιγνομένοις.»
Με την καταστροφή του 1922 η Αδριανούπολη παραδόθηκε και πάλι στους Τούρκους και όλος ο πληθυσμός την εγκατέλειψε. Η Μητρόπολη εγκαταστάθηκε στην Ορεστιάδα.
* * * * * *
Ο συγγραφέας του βιβλίου στον οποίο οφείλω τις πληροφορίες αυτές, αφιερώνει στους κληρικούς και τους εκπαιδευτικούς την έρευνα του. Εγώ, περιορίζομαι απλώς να απευθύνω το σημείωμα τούτο στους Έλληνες πολιτικούς με την ευχή, όταν υψώνουν χέρι και κεφάλι στην Εκκλησία, να μή ξεχνούν ότι μπορούν να μιλάνε και να ενεργούν ελεύθεροι τώρα, επειδή τότε «υπήρξαν οι Κύριλλοι».
Εξεδόθη σύντομη βιογραφία του Αγίου όπου δημοσιεύονται και αυθεντικές μαρτυρίες αυτοπτών για τα πολλά θαύματα πού έχει επιτελέσει ο Άγιος. Τμήμα των τιμιωτάτων λειψάνων του Ιερομάρτυρος ανευρέθη στην Ιερά Βατοπεδινή Σκήτη του Αγίου Δημητρίου του Αγίου Όρους -σήμερα δε φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου› υπάρχει εκεί μια μικρή ασημένια λειψανοθήκη με ένα μικρό τεμάχιο Αγίου Λειψάνου και παλαιό χειρόγραφο πού αναφέρει ότι ο Άγιος Κύριλλος εμαρτύρησε στις 18 Απριλίου 1821.
Στις 26 Ιουνίου 1988 θεμελιώθηκε παρεκκλήσιο του Αγίου με δαπάνες της κας Λίνας Καλλά-Χατζή εις μνήμην του συζύγου και των γονέων της. Ο τάφος του Αγίου ανοίχθηκε στις 11 Μαΐου 1989, οπότε μυρόβλησε όλο το Πύθιο. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1991 έγιναν τα εγκαίνια του Ναού. Τέλος στις 8 Ιουλίου 1993 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος κατέταξε τον Άγιο νέο Ιερομάρτυρα Κύριλλο Στ΄ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας.
(Πηγή: από το βιβλίο «ΚΑΤΑΡΡΕΩ › ΔΟΚΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ» Τάσου Λιγνάδη, Σειρά: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ – 6, Φεβρουάριος 1996, Εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ σ. 237-247, Διακόνημα)
Ο Άγιος στη Γερμανία (1998)
Με λένε Βασιλική και μένω στη Γερμανία. Εγέννησα πριν από ένα χρόνο ένα κοριτσάκι το βάπτισα και το είπα Μαρίνα, ένα υγιέστατο παιδάκι ήταν, ξαφνικά όμως όταν έγινε οκτώ μηνών έμεινε παράλυτο. Δεν κουνούσε ούτε χέρια ούτε πόδια και το έπιαναν σπασμοί. Το πήγα στο νοσοκομείο δεν μπορούσαν να βρούν οι γιατροί από που έπαθε αυτή την ανίατη αρρώστεια, εγώ δεν έπαψα να καίω το καντηλάκι του Αγίου Κυρίλλου και στο κομοδίνο του παιδιού μου είχα την εικόνα του Αγίου και τον παρακαλούσα μέρα και νύχτα για το παιδί μου. Μετά από 7 μήνες παίρνω την εικόνα του Αγίου και τη βάζω επάνω του, αμέσως αυτή την στιγμή άρχισε να κουνάει χέρια και πόδια, οί γιατροί δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν και με ρωτούσαν ποιός Άγιος ειναι και πώς τον λένε και τους είπα ολόκληρη την ιστορία με τον Άγιο Κύριλλο και το θαύμα. Δοξάζω το Θεό όπου η χάρις του Αγίου έκανε καλά το παιδί μου. Είθε η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ να σκεπάζει όλο τον κόσμο!
Ο Αγιος στο Βέλγιο (18-3-98)
Ονομάζομαι Ελένη Καραφυλλάκη και ο σύζυγος Μιχάλης. Πατρίδα μας είναι το ακριτικό χωριό του Έβρου, η πατρίδα του Μεγάλου μας Αγίου Κυρίλλου, το Πύθιο. Εμείς όμως μένουμε έδω και πολλά χρόνια στο εξωτερικό, στο Βέλγιο. Ο σύζυγος μου ασθένησε πολύ βαριά και έπρεπε να κάνει 3 εγχειρήσεις. Ηταν πολύ σοβαρές, και αφορούσαν το συκώτι, τον πνεύμονα και το νεφρό του. Πήγαμε σε πολλούς γιατρούς έδω στο Βέλγιο οι οποίοι μας παρουσίασαν τα πράγματα πολύ δύσκολα αφού δεν υπήρχε συγκεκριμένη θεραπεία. Μια μέρα όπως γυρίσαμε στο σπίτι μετά το γιατρό άρχισα να κλαίω απαρηγόρητη και απελπισμένη όπως ήμουν βγάζω από το συρτάρι μου το βιβλιαράκι με το βίο του Αγίου, το αγκαλιάζω και φωνάζω με πίστη:
› Άγιε μου, σώσε τον άνδρα μου.
Το βράδυ βλέπω στον ύπνο μου το συγχωρεμένο τον πατέρα μου, με τον Άγιο Κύριλλο (τον αναγνώρισα από την άγια εικόνα του στο βιβλίο) και μου λέει:
› Ελένη παιδί μου, μη στεναχωριέσαι, ο Άγιος διάβασε τον άνδρα σου και δεν έχει τίποτα.
Την άλλη μέρα το πρωί, πήγαμε στο νοσοκομείο για εξετάσεις και περάσαμε άπό τον ακτινολόγο ο οποίος κοιτάζοντας τις ακτινογραφίες μας είπε:
› Οί άκτινογραφίες είναι πεντακάθαρες. Ή έγινε μεγάλο θαύμα ή λάθος διάγνωση είχαμε κάνει!
Μεγάλη η χάρη του Αγίου. Πάντοτε θα τον επικαλούμαστε εγώ και η οικογένειά μου με πίστη.
(Πηγή: «Θαύματα του Αγίου Κυρίλλου Στ’ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως» Διακόνημα)
Θαύμα του Αγίου Κυρίλλου ΣΤ’ σε καρκινοπαθή ανήμερα στη μνήμη του το 1998
Ονομάζομαι Γιαννούλα Παπαδούλη και είμαι κάτοικος του χωρίου Ποιμενικόν Νέας Ορεστιάδος. Πριν ένα χρόνο είχα πάρει την εικόνα του Αγίου Κυρίλλου ΣΤ’ και στην προσευχή μου παρακαλούσα τον Άγιο να με αξιώσει να πάω στο Πύθιο να προσκυνήσω στην εκκλησία και στον τάφο του. Φέτος την Κυριακή του Θωμά που ήταν η μνήμη του πήγαμε με’ την αδελφή μου Αθηνά και το γαμπρό μου Στρατή στην Εκκλησία του.
Εκεί προσκυνήσαμε την εικόνα Του και είδαμε και οι τρεις μας μερικά γράμματα στο μέτωπο Του. Τα διαβάσαμε αλλά τα ξεχάσαμε αμέσως. Μόνο το γράμμα Α θυμόμαστε όλοι. Δε μπορέσαμε να δώσουμε καμία εξήγηση. Κατάπληκτοι πήραμε λίγο λαδάκι από το καντηλάκι που καίγεται μπροστά στην εικόνα του για να σταυρώσουμε τον ετοιμοθάνατο πατέρα μας που υπέφερε από καρκίνο. Δυστυχώς όλο το αίμα του είχε αλλοιωθεί και οι γιατροί από το Νοσοκομείο Διδυμοτείχου, μας είπαν ότι δεν έχει νόημα να κάθεται μέσα και να τον πάρουμε στο σπίτι για να πεθάνει ήσυχος.
Μόλις τον σταυρώσαμε άνοιξε τα μάτια του, ζήτησε να φάει και υστέρα κοιμήθηκε ήρεμα. Το πρωί ξύπνησε και αισθανόταν εντελώς καλά σαν να μην είχε υποστεί καμία ταλαιπωρία. Δοξάζουμε το Θεό και το θαυματουργό του Άγιο, τον Άγιο Κύριλλο τον ΣΤ’ πού είναι προστάτης μας! Κάθε χρόνο θα τον προσκυνούμε με πίστη την ημέρα της μνήμης του.
(Πηγή: «Θαύμα του Αγίου Κυρίλλου ΣΤ’ σε καρκινοπαθή ανήμερα στη μνήμη του το 1998» Διακόνημα)
Απολυτίκιον Ήχος α’.
Της ερήμου πολίτης. Βυζαντίου τον θρόνον αρεταίς κατεκόσμησας, Ανδριανουπόλεως θρέμμα, Ιερότατε Κύριλλε· ζηλώσας, γαρ τας τρίβους αθλητών δεινώς αγχόνη ηωρήθης απηνώς και Πυθίου ανεδείχθης πανσθενουργός προστάτης· όθεν κράζομεν· Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε κραταιώσαντι, δόξα τω νεοάθλων κοινωνόν σε αναδείξαντι.
Κοντάκιον Ήχος πλ. δ΄.
Τη Υπερμάχω. Τον Πατριάρχην τον φιλόθεον και άριστον οφθέντα πάσιν αθλητήν εγκωμιάσωμεν, Βυζαντίου τον κοσμήτορα και ποιμένα αληθή του εν πικρά δουλεία στένοντος ορθοδόξων δήμου, θείοις μελωδήμασιν ανακράζοντες· Χαίροις, πάντιμε Κύριλλε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις, ο προθύμως αποκτανθείς ως ποιμήν, θεόφρον, Εκκλησίας Χριστού καλός, Κύριλλε τρισμάκαρ, υπέρ του σου ποιμνίου Αγαρηνών προτάσσων την ιταμότητα.
Πολλές φορές εἶχα ἀκούσει τούς Δωδεκανήσιους συμφοιτητές μου νά μιλοῦνε μέ πολύ σεβασμό γιά τόν ἄγνωστο σέ μένα, π. Ἀμφιλόχιο, τόν
Γέροντα τῆς Πάτμου, ὅπως τόν ἔλεγαν. Ἀλλά καί ἡ καθηγήτρια τῶν Παιδαγωγικῶν τῆς Σχολῆς μας, μακαριστή Μαρία Πετρούτσου, πολλές φορές κατά τή διάρκεια τῶν παραδόσεών της ἀνέφερε γνῶμες τοῦ κληρικοῦ αὐτοῦ. Αὐτά ἄναψαν τήν ἐπιθυμία μου νά τόν γνωρίσω.
Ἡ εὐκαιρία δέν ἄργησε νά ρθεῖ. Μιά μέρα στό διάλειμμα μέ πλησίασε ὁ Ροδίτης συμφοιτητής μου Λουκᾶς καί μοῦ λέγει: «ἦρθε στή Ρόδο γιά ἰατρικές ἐξετάσεις ὁ π. Ἀμφιλόχιος, θέλεις νά πᾶμε νά τόν γνωρίσεις;» Δόξασα τό Θεό γιά τήν εὐκαιρία πού μοῦ ἔδωσε νά ἰκανοποιήσω μιά ἐπιθυμία μου. «Κανόνισε, τοῦ λέγω, νά πᾶμε».
Πράγματι τό ἀπόγευμα τῆς ἄλλης ἡμέρας βρεθήκαμε μπροστά σέ μιά σιδερένια πόρτα τῆς ὁποίας τό κουδούνι ἔγραφε: «Μετόχιον ῾Ι. Μ. Εὐαγγελισμοῦ Μητρός τοῦ ᾽Ηγαπημένου». Μιά μοναχή μᾶς ἄνοιξε καί μᾶς ὁδήγησε στό ἀρχονταρίκι ὅπου μᾶς περίμενε ὁ Γέροντας π. Ἀμφιλόχιος. Ὁ Γέροντας ἦταν ψηλός καί ἀδύνατος, σωστό κυπαρίσσι. Ἀφοῦ τόν χαιρετίσαμε, καθήσαμε κι ἀκούγαμε τά, πράγματι, σοφά του λόγια. Ἀρχισαν κι οἱ ἐρωτήσεις. Τήν περίοδο ἐκείνη εἶχαν ἀρχίσει τά ἀλισβερίσια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μέ τό Βατικανό, ἦταν φυσικό νά πάρουμε τή γνώμη τοῦ Γέροντα: «Ὁ Χριστός, παιδιά μου, ἴδρυσε μία ἐκκλησία, τήν ᾽Εκκλησία μας, τήν ᾽Ορθοδοξία μας. Μόνο αὐτή κρατάει ἀνόθευτη καί ἀκέραια τή διδασκαλία Του. Ὅλοι οἱ ἄλλοι κάτι πρόσθεσαν ἤ κάτι ἀφαίρεσαν, γι᾽ αὐτό εἶναι σχηματικοί ἤ αἰρετικοί. Πάντως οἱ παπικοί θέλουν μέ κάθε τρόπο νά μᾶς ὑποτάξουν καί νά μᾶς ἀφομοιώσουν. Τό τί ὑπέφεραν οἱ ᾽Ορθόδοξοι Ἕλληνες κατά τήν κατοχή τῶν Δωδεκανήσων ὄχι μόνον ἀπό τούς Ἰταλούς στρατιῶτες ἀλλά καί ἀπό τούς Ἰταλούς μισιονάριους πού εἶχαν ἔλθει στά Δωδεκάνησα γιά νά μᾶς παρασύρουν στόν παπισμό˙ χρειάζεται πολλή προσοχή καί προσευχή ἐκ μέρους μας. Δέν πρέπει ὅμως νά ξεχνοῦμε ὅτι τό σκάφος τῆς ᾽Εκκλησία μας δέν τό κυβερνοῦν ἄνθρωποι ἀλλά αὐτός ὁ ἴδιος Χριστός.
- Γέροντα, πῶς θά καταλάβουμε ἄν ἕνας κληρικός εἶναι εὐλαβής, ἄν φοβᾶται τό Θεό; τόν ρώτησα.
- Παιδί μου, αὐτό εἶναι πολύ εὔκολο. ᾽Εσύ πᾶς μέσα στό ἱερό. Τό ἱερό θά σέ βοηθήσει νά καταλάβεις ἄν ὁ ἱερέας εἶναι εὐλαβής κι ἔχει πάνω του φόβο Θεοῦ. Δές πῶς συμπεριφέρεται, ὄχι μόνον τήν ὥρα πού λειτουργεῖ ἀλλά καί τίς ἄλλες ὧρες πού βρίσκεται μέσα σ᾽ αὐτό. Ἄν γελάει, ἄν ἀστειεύεται, ἄν φωνάζει, ἄν δέν ἔχει συναίσθηση ὅτι βρίσκεται στά ῞Αγια τῶν ῞Αγίων, ἄν δέν πιστεύει ὅτι τό ἱερό εἶναι γεμάτο ἀπό Ἀγγέλους πού ἀκατάπαυστα δοξολογοῦν τόν Κύριο πού εἶναι πάνω στήν ῾Αγία Τράπεζα, τότε ὁ κληρικός αὐτός ἔχει ἐξοικειωθεῖ μέ τό ῾Ιερό. Οἱ κληρικοί αὐτοί θά δώσουν γιά τή συμπεριφορά τους αὐτή μιά μέρα λόγο στό Θεό. Τούς κληρικούς αὐτούς νά τούς ἀποφεύγετε. Ἡ ἐξοικείωση μέ τά ῞Αγια εἶναι πολύ εὔκολη, εἶναι μεταδοτική.
Ἡ ἄλλη μου ἐρώτηση ἦταν: -Γέροντα, τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τόν ᾽Επίσκοπο;
- Τά παραπάνω ἰσχύουν καί γιά τούς ᾽Επισκόπους καί γιά ὅλους ὅσοι μπαίνουν μέσα στό ῾Ιερό. Μόνο γιά τόν ᾽Επίσκοπο πρέπει νά προσθέσουμε καί κάτι ἄλλο. Ὁ ᾽Επίσκοπος κρίνεται καί ἀπό τόν ὁδηγό του, μή σᾶς φαίνεται παράξενο. Ὁ ὁδηγός εἶναι ὁ καθρέπτης του.
Δυστυχῶς ἠ ὥρα εἶχε περάσει κι ἔτσι ἀφοῦ πήραμε τήν εὐχή του καί ἀσπασθήκαμε τή δεξιά του ξεκινήσαμε νά φύγουμε. Ἡ φωνή τοῦ Γέροντα μᾶς ἔκανε νά σταματήσουμε:
- Λουκᾶ, παιδί μου πρόσεξε μήν ἐξοικειωθεῖς μέ τό ἀναλόγιο κι ἐσύ, Γιῶργο, μήν ἐξοικειωθεῖς μέ τό ἱερό. Ἄντε στήν Εὐχή τοῦ Θεοῦ καί πεῖτε καί κανένα Κύριε ἐλέησον καί γιά μένα, τό ἔχω μεγάλη ἀνάγκη.
Σιωπηλοί καί μέ αἰσθήματα χαρμολύπης φύγαμε ἀπό τό ῾Ιερό Μετόχιο.
Τέκνον τῆς Πάτμου
Τήν ἄλλη μέρα ὁ συμφοιτητής μου Λουκᾶς μοῦ ἔδωσε τίς πρῶτες πληροφορίες γιά τόν Γέροντα Ἀμφιλόχιο. Τόν γνώριζε καλά. ᾽Εξάδελφος του, ὁ νῦν Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας Ἀμφιλόχιος, ἦταν ὑποτακτικός τοῦ Γέροντα.
Ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος Μακρῆς, κατά κόσμον Ἀθανάσιος Μακρῆς, γεννήθηκε στό ἱερό νησί τῆς ἀποκάλυψης, τήν Πάτμο τό 1889. Οἱ γονεῖς του, ᾽Εμμανουήλ καί Εἰρήνη, ἄνθρωποι εὐλαβείς καί ἐνάρετοι, τόν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου» καί φρόντισαν νά ἀποκτήσει ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Τοῦ μιλοῦσαν μέ πολλή εὐλάβεια γιά τήν ἁγία μας ᾽Ορθοδοξία καί γιά τήν πατρίδα μας, τήν ῾Ελλάδα. Ὁ Γέροντας εἶχε τρία ἀδέλφια: τόν Νικόλαο, πού κοιμήθηκε σέ μικρή ἡλικία, τήν Αἰκατερίνα, μετέπειτα Μαγδαληνή μοναχή καί τήν Καλλιόπη, μετέπειτα Μάρθα μοναχή.
Ἀπό μικρός βοηθοῦσε τούς γονεῖς του στίς γεωργικές ἐργασίες καί στό ψάρεμα. Τοῦ ἔμαθαν ἀκόμα τήν ἀξία τοῦ ἐκκλησιασμοῦ καί τήν ὑποχρέωσή του νά ἐφαρμόζει στή ζωή του τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Τακτικά μέ τούς γονεῖς του πήγαινε γιά προσκύνημα στό σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως ἤ ἀνέβαιναν στό καστρομονάστηρο τοῦ ῾Αγίου καί Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Στά προσκυνήματα αὐτά γνώρισε καί συνδέθηκε μέ ὁσιακές μορφές πού ἀσκοῦνταν ἐκεῖ. Οἱ πατέρες δίδασκαν στούς πιστούς ὅτι πρέπει νά ἀγαποῦν τήν ᾽Ορθόδοξη πίστη μας καί ὅτι ἡ ᾽Ορθοδοξία εἶναι ἡ ᾽Εκκλησία πού ἵδρυσε ὁ Κύριός μας καί ὅτι μόνον αὐτή κρατᾶ ἀνόθευτη καί ἀκέραια τή διδασκαλία Του, «ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν ἀλήθεια διότι ἥ πρόσθεσαν σ᾽ αὐτά πού δίδαξε ὁ Κύριος καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἤ ἀφαίρεσαν δογματικές ἀλήθειες». Αὐτά καί ἄλλα πού τοῦ ἔλεγαν οἱ μοναχοί ὁ Ἀμφιλόχιος τά ἔβαζε μέσα του καί σιγά σιγά ἄναψε ἡ ἐπιθυμία του νά ἀφιερωθεῖ στόν Κύριο.
Ἀργότερα ὁ Γέροντας ἔλεγε: «Ἀπό μικρό παιδί ἔβλεπα τόν ἄγιο Ἰωάννη τό Θεολόγο τόν ὁποῖο ἀγαποῦσα πάρα πολύ, προσευχόμουν σ᾽ αὐτόν καί τόν παρακαλοῦσα νά γίνω μαθητής του καί ὁπαδός του». Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἔδωσε ἀπάντηση στίς προσευχές του. Ἔτσι σέ ἡλικία 17 ἐτῶν, τό Μάρτιο τοῦ 1906 μέ τήν εὐχή τῶν γονέων του περνᾶ τήν κεντρική πύλη τῆς Μονῆς τοῦ ἡγαπημένου Μαθητή τοῦ Κυρίου μας ὄχι γιά προσκύνημα, ἀλλά γιά νά γίνει μέλος τῆς ἀδελφότητος. Ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς μέ χαρά τόν δέχτηκε, τόν γνώριζε ἀπό πολλά χρόνια, καί τόν ἔγραψε στόν κατάλογο τῶν δοκίμων τῆς Μονῆς. Μέ τήν ὑπακοή, τήν προσευχή καί τή μελέτη πατερικῶν κειμένων γρήγορα ξεπέρασε στήν ἀρετή πολλούς μοναχούς πού ἀσκοῦνταν ἐκεῖ ἀπό χρόνια καί γι᾽ αὐτό τόν Αὔγουστο τοῦ ἴδιου χρόνου κείρεται μικρόσχημος μοναχός καί παίρνει τό ὄνομα Ἀμφιλόχιος. Οἱ νέοι ἀγῶνες, τά νέα παλαίσματα καί ὁ μεγαλύτερος πόλεμος ἀπό τόν μισόκαλο διάβολο δέν πτοοῦν τόν στρατιώτη τοῦ Κυρίου μας. Στό στόμα καί τό νοῦ του ἔχει συνεχῶς τήν εὐχή «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Τὸ 1911 μὲ λαχτάρα ἐπισκέπτεται τὸ ῞Αγιον ῎Ορος κι ἔτσι ἐκπληρώνει μιά παλαιά του ἐπιθυμία.
Ὁ ἡγούμενος καί ἡ γεροντία τῆς Μονῆς βλέποντας τήν πνευματική του πρόοδο ἀποφάσισαν νά γίνει μεγαλόσχημος μοναχός. Στὶς 23 Μαρτίου 1913 στὸ ἐρημητήριο τοῦ Ἀπολλοῦ κείρεται μεγαλόσχημος μοναχὸς ἀπὸ τὸν εὐλαβή καί αὐστηρὸ Πνευματικό, Ἱερομόναχο Μακάριο Ἀντωνιάδη. Μετά τή μεγασχημία του μέ τήν εὐλογία τῶν Πατέρων πηγαίνει γιά προσκύνημα στούς ῾Αγίους Τόπους.
Τήν ἴδια χρονιά γνωρίζει τόν ταπεινό, μαρτυρικό καί σοφό Ἀρχιθύτη Μητροπολίτη Πενταπόλεως ῞Αγιο Νεκτάριο μέ τόν ὁποῖο συνδέθηκε πνευματικά κι ἔγινε μαθητής του. Ὁ σύνδεσμος αὐτός δέν διακόπηκε ποτέ καί σήμερα συνεχίζεται εἰς τούς οὐρανούς ὅπου καί οἱ δύο ἀπολαμβάνουν τή δόξα τοῦ Θεοῦ.
Στίς 27 Ἰανουαρίου 1919 μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ Ἡγουμενοσυμβουλίου τῆς Μονῆς χειροτονεῖται Διάκονος στόν ἱερό Ναό ῾Αγίου Νικολάου Κῶ καί στίς 5 Ἀπριλίου τοῦ ἰδίου ἔτους στό Βαθύ τῆς Σάμου στόν ἰερό ναό τοῦ ῾Αγίου Σπυρίδωνος παίρνει τό δεύτερο βαθμό τῆς ἱεροσύνης
Ἀπό τό 1920-1926 ὑπηρετεῖ τήν ἐκκλησία ἀπό διάφορες ἐπάλξεις.
Στίς 14 Νοεμβρίου 1935 ψηφίζεται, ἀπό τή Πατμιακή Ἀδελφότητα, Καθηγούμενος καὶ Πατριαρχικός Ἔξαρχος Πάτμου. Τό ὑψηλό του ἀξίωμα δέν τόν ἔκανε, ὅπως δυστυχῶς γίνεται, ἐγωιστή καί ἀλαζόνα ἀλλά ὑπηρέτησε τό μοναστήρι μέ ταπείνωση, σύνεση καί αὐταπάρνηση. Σύντομα, τό 1937, ἦρθε σέ ρήξη μέ τούς Ἰταλούς κατακτητές. Ἀντιστάθηκε μέ γενναιότητα καί σθένος στὰ σχέδια τους γιὰ τὸν ἐξιταλισμό τῶν Δωδεκανήσων, τήν αὐτονόμηση τῶν νησιῶν ἀπὸ τὴν Μητέρα Ἐκκλησία, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τήν ὑπαγωγή τους στὸν Πάπα τῆς Ρώμης. Τό ἀποτέλεσμα τοῦ ἀγώνα του ἦταν νά χάσει τήν ἡγουμενία καί νά ἐξορισθεῖ ἀπό τήν Πάτμο στήν ἡπειρωτική ῾Ελλάδα.
Κατά τήν ἐξορία του δέν τόν κυρίεψε ἡ κατάθλιψη καί ἡ μελαγχολία, οὔτε ἔπεσε στήν ἀδράνεια, ἀλλά θεώρησε ὅτι αὐτή ἦταν δῶρο ἀπό τό Θεό γιά νά ἐργαστεῖ γιά τή δόξα Του καί γιά τήν Πατρίδα. Δέν ἔχασε τήν εὐκαιρία πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός νά ἐργαστεῖ κι ἐδῶ μέ ἱεραποστολικό ζῆλο. Οἱ κατακτητές νόμισαν ὅτι φεύγοντας ἀπό τήν Πάτμο ὁ γέροντας θά διαλυόταν τό τεράστιο πνευματικό του ἔργο. Πόσο ἀπατήθηκαν! Μπορεῖ νά ἔφυγε γιά λίγο ἀπό τήν ἀγαπημένη του Πάτμο, ἀλλ᾽ ὠφέλησε πολύ τήν ὑπόλοιπη ῾Ελλάδα μέ τήν ἱεραποστολική του δράση.
Μέσα του κυριαρχοῦσε τό ἐρώτημα «πῶς θά σωθοῦν οἱ Ἕλληνες ἀπό τόν ἐξιταλισμό καί τούς μισιονάριους τοῦ Πάπα». «Μέ τήν ἵδρυση μοναστηριῶν» ἀπαντᾶ ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ἐπέστρεψε στήν Πάτμο ἀρχίζει νὰ ὀργανώνει τὸ ἱερὸ γυναικεῖο κοινόβιο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὑπὸ ἀντίξοες συνθῆκες, μὲ τὴν ἄμεση συνεργασία τῆς πνευματικῆς του κόρης, τῆς δασκάλας ἀπὸ τὴν Κάλυμνο, Καλλιόπης Γούναρη, τῆς μετέπειτα πρώτης Ἡγουμένης τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, Εὐστοχίας μοναχῆς.
Τό 1939 τοῦ ἀνατέθηκαν καθήκοντα ἐφημερίου στό ναό «Παναγία Διασώζουσα» καί τό 1940 ἱδρύει τό ἱερό Κάθισμα τοῦ ῾Αγίου Ἰωσήφ στή θέση Κουβάρι.
Οἱ Πατέρες ἐκτιμῶντας τίς ἰκανότητές του καί τήν πνευματικότητά του τό 1942 τοῦ ἐμπιστεύονται τά καθήκοντα τοῦ ἐφημερίου τοῦ ῾Ιεροῦ Σπηλαίου τῆς Ἀποκαλύψεως. Κι ἐδῶ φάνηκαν τά τάλαντά του καί τά προσόντα του. Καλλώπισε τό ναό τῆς Ἀποκαλύψεως μέ τοιχογραφίες καί ἀνακαίνισε τό δάπεδο τοῦ ναϊδρίου τῆς ῾Αγίας Ἄννης.
Τό Μάρτιο τοῦ 1947 μετά ἀπό πολλούς ἀγῶνες καί θυσίες στά Δωδεκάνησα κυματίζει ξανά ἡ Γαλανόλευκη. Στή Ρόδο στά χρόνια τῆς Ἰταλικῆς κατοχῆς οἱ παπικές καλόγριες εἶχαν ἱδρύσει ὀρφανοτροφεῖο στό ὁποῖο προσπαθοῦσαν νά ὡθήσουν στόν παπισμό τίς ὀρθόδοξες κοπέλες πού ἀνέτρεφαν. Ὅταν οἱ καθολικές καλόγριες ἔφυγαν μαζί μέ τά στρατεύματα κατοχῆς, ὁ Μητροπολίτης Ρόδου Τιμόθεος καί ὁ διοικητής Δωδεκανήσων κάλεσαν τόν π. Ἀμφιλόχιο νά ἀναλάβει τό ὀρφανοτροφεῖο. Ὁ Γέροντας παρά τά προβλήματα ὑγείας πού εἶχε, πῆγε στήν Κάλυμνο νά βρεῖ τή δασκάλα ῾Ερασμία, μετέπειτα μοναχή ᾽Εμμέλεια γιά νά ἀναλάβει μαζί μέ τή μοναχή Εὐστοχία τό ὀρφανοτροφεῖο. Οἱ δυό αὐτές ἀδελφές ἐργάσθηκαν ἀφιλοκερδῶς καί μέ αὐταπάρνηση στό μετερίζι πού τίς ἀνατέθηκε καί μάλιστα βραβεύθηκαν ἀπό τήν βασίλισσα Φρειδερίκη.
Ὁ Γέροντας πίστευε ὅτι οἰ μοναχοί εἶναι οἱ εὔζωνοι τῆς ἐκκλησίας γι᾽ αὐτό προσπάθησε νά ἱδρύσει πολλά μοναστήρια. «Τά μοναστήρια, ἔλεγε, θά διαφυλάξουν ἀνόθευτη τήν πίστη μας. Αὐτά θά ἀγωνισθοῦν γιά νά ἐπικρατήσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή γῆ». Ἔτσι ἵδρυσε τό 1950 τό ῾Ιερό Γυναικεῖο Κοινόβιο τοῦ ῾Αγίου Μηνᾶ Αἰγίνης καί τό 1954 ἀνέλαβε τήν πνευματική ἐπιστασία τῆς ἀνασυσταθείσης ῾Ιεράς Γυναικείας Μονῆς Ευαγγελισμοῦ Ἰκαρίας.
Ὁ π. Ἀμφιλόχιος σέ ὅλη του τή ζωή βασανίζονταν ἀπό διάφορες ἀσθένειες καί ἦταν εὐαίσθητος στά κρυολογήματα. Τέλη Μαρτίου 1970 προσβλήθηκε ἀπό πνευμονία, κατάλαβε ὅτι σύντομα θά ἀφήσει τό μάταιο τοῦτο κόσμο καί ὅτι θά φύγει ἀπό τή στρατευομένη ᾽Εκκλησία καί θά γίνει πολίτης τῆς Θριαμβεύουσας ᾽Εκκλησίας.
Ἡ ὁσιακή του κοίμηση
Ἡ εἴδηση ὅτι ὁ Γέροντας εἶναι βαριά ἄρρωστος διαδόθηκε ἀστραπιαία παντοῦ. Τά πνευματικοπαίδια του ἀπό ὅλα τά σημεῖα τοῦ πλανήτη κατέφθασαν στό ἱερό νησί τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἄν καί δέν εἶχε δυνάμεις δέν ἔπαψε νά δίνει τίς τελευταῖες του συμβουλές.
Ἔδωσε σέ ὅλους τίς συμβουλές πού ὁ καθένας εἶχε ἀνάγκη. Ὁ π. Ἀμφιλόχιος εἶχε τό προορατικό χάρισμα. Στήν προσπάθεια τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν νά τόν κρατήσουν μέ ὀρούς λίγες μέρες στή ζωή, παρακαλοῦσε κι ἔλεγε: -ἀφῆστε με, καλά μου παιδιά, νά φύγω, ἦρθε ἡ ὥρα μου.
- Γιατί, Γέροντα, τούλεγαν, δέ μένεις μαζί μας καί τοῦτο τό Πάσχα; Δίσταζε νά ἀπαντήσει. Μετά ἀπό ἐπίμονες ἐρωτήσεις εἶπε, στόν π. Παῦλο: -Εἶδα τήν Παναγία καί τόν Θεολόγο πρό ὁλίγου καί τούς παρεκάλεσα νά μείνω κοντά σας κι αὐτό τό Πάσχα, ἀλλά μοῦ εἶπαν δέ γίνεται ἄλλο, ἐλήφθη ἡ ἀπόφαση, Πάσχα θά κάμεις στούς Οὐρανούς μαζί μας. Αὐτό τό λέγω σάν ἐξομολόγηση, ἐπειδή μέ πιέζετε, μήν τό πεῖτε σέ ἄλλους.
Λίγο πρίν ἀπό τήν κοίμησή του χρειάσθηκε νά κάνει μία ἐξέταση αἵματος. Μικροβιολόγος δέν ὑπῆρχε στήν Πάτμο καί ἔτσι τοῦ πῆραν αἷμα καί τό μετέφεραν σέ ἕνα μικροβιολόγο στή Λέρο γιά νά πραγματοποιήσει τήν ἐξέταση. Ὅταν ἔφθασε τό αἷμα στό ἰατρεῖο καί ὁ ἰατρός τό ἄνοιξε, βρέθηκε πρό ἐκπλήξεως τόσο ὁ ἴδιος ὅσο καί αὐτός πού τό μετέφερε. Τό αἷμα εὐωδίαζε, ἀνεξήγητα γιά τήν ἀνθρώπινη λογική, ὄχι ὅμως καί γιά τή θεία, πού οἰκονομεῖ τά πάντα ὥστε νά μαρτυρεῖ, κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, καί νά ἀναδεικνύει ὅλους τούς ἐκλεκτούς δούλους του, μέ τόν τρόπο πού Ἐκεῖνος γνωρίζει.
Ὁ ἀλησμόνητος Γέροντας στίς 16 Ἀπριλίου 1970 μέ πλήρη διαύγεια τῶν αἰσθήσεών του ἔφυγε ἀπό τόν μάταιο τοῦτο κόσμο γιά τήν οὐράνια πατρίδα πού τόσο ποθοῦσε κι ἐπιθυμοῦσε καί πῆγε νά πάρει ἀπό τά χέρια τοῦ ἀδέκαστου Κριτή τό στεφάνι τῆς ἁγιότητος.
Ἔφυγε ὁ Γέροντας ἀπό τή ζωή αὐτή, ἀφοῦ ἔδωσε ὅλη του τή ζωή γιά τούς ἄλλους,τούς ἀδελφούς του καί ἀδελφούς τοῦ Κυρίου μας, ἀφοῦ ἐργάσθηκε ὡς δόκιμος ἐργάτης στόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ ὑπηρέτησε τήν ᾽Εκκλησία καί τήν Πατρίδα σάν καλός χριστιανός καί γνήσιος ῾Ελληνας.
Τό λείψανό του, ὅπως ὁμολογοῦσαν ὅλοι ὅσοι παρευρέθηκαν στήν ἐξόδιο ἀκολουθία, πῆρε μορφή οὐράνια, ὅψη χαρούμενη κι εἰρηνική. Ἀπέραντη γαλήνη βασίλευε στό ἀσκητικό του πρόσωπο, πράγματι ἁγιασμένου ἀνθρώπου ἔκφραση, πού κοιμήθηκε ἐν Κυρίω....
Ἄς δοῦμε τώρα τούς τομεῖς στούς ὁποίους ἐργάσθηκε μέ αὐταπάρνηση καί θεϊκό ζῆλο ὁπ. Ἀμφιλόχιος.
῾Ιδρύει τήν ῾Ιερά Μονή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ
Ὁ π. Ἀμφιλόχιος, «ἀφορισμένος ἐκ κοιλίας μητρός του» γιά μοναχός εἶναι φυσικό νά ἤθελε κι ἄλλοι νά ἀκολουθήσουν τό δρόμο του. Πέρασε κατά τήν ἐπίγεια ζωή του ἀπό ὅλα τά στάδια τοῦ μοναχισμοῦ. Ἔκανε δόκιμος στό Μοναστήρι, ὑποτακτικός, μικρόσχημος καί μεγαλόσχημος μοναχός, ἱερομόναχος, ἡγούμενος καί τέλος Γέροντας μοναστικῶν ἀδελφοτήτων. Ὁ παππούλης θεωροῦσε τό μοναχισμό ὡς μαρτύριο καί ὄχι σάν ἐφαλτήριο γιά δόξες, τιμές, ἀνέσεις καί ἀξιώματα. Ἔλεγε: «Τὸ νὰ παραμένεις πιστὸς στὸ Μοναχισμὸ θεωρεῖται μαρτύριο».
Ἡ προσεκτική καί ἁγία ζωή του ἔγινε μαγνήτης νά συγκεντρωθοῦν γύρω του κοπέλες πού ἐπιθυμοῦσαν νά ζήσουν τόν ἰσάγγελο βίο. Ἔτσι τό 1937 ἀποφάσισε νά δώσει ζωή στό ἐρημητήριο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ πού βρισκόταν στό νοτιοδυτικό τμῆμα τοῦ νησιοῦ καί ἔχει ἐκπληκτική θέα πρός τόν κόλπο τῶν Κήπων, ἀφοῦ εἶναι χτισμένο στήν ἄκρη τοῦ βράχου. Τή χρονιά αὐτή μετά τίς ἀπαραίτητες διαδικασίες τό ἐρημητήριο ἔγινε γυναικεία Μονή ἀφιερωμένη στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου Μητρός τοῦ ᾽Ηγαπημένου. Στά ὑπάρχοντα ἐρειπωμένα κτήρια πού ἀνακαινίσθησαν προστέθηκαν καί νέα καί στό χῶρο ἐγκαταστάθηκαν οἱ πρῶτες μοναχές ὑπό τήν καθοδήγηση τῆς Γεροντίσσης Εὐστοχίας. Ἡ Μονή, πού πῆρε μεγάλη πνευματική ἀνάπτυξη χάρη στό ἄγρυπνο καί ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον τοῦ π. Ἀμφιλοχίου, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά τήν Ἰταλική κατοχή, καθῶς οἱ μοναχές στήν προσπάθειά τους νά διατηρήσουν τήν ῾Ελληνική γλώσσα ἵδρυσαν «κρυφά σχολεῖα» σέ ὅλους τούς συνοικισμούς τῆς Πάτμου καί παράλληλα ἀσχολήθηκαν μέ τή διδασκαλία της στά μικρά παιδιά.
Ἡ ἐθνική του δράση
Τό 1923 τά Δωδεκάνησα περνοῦν στήν κυριαρχία τῶν Ἰταλῶν μέ πρῶτο κυβερνήτη τόν Μάριο Λάγκο. Ὁ Ἰταλός κυβερνήτης τά πρῶτα διατάγματα πού ἔβγαλε εἶχαν ὡς στόχο τήν ἀπόπειρα ἀλλοίωσης τῆς ἐθνικῆς συνείδησης καί ἐξιταλισμοῦ τῶν Δωδεκανησίων. Σύμφωνα μέ διάταγματοῦ 1925, οἱ κάτοικοι θεωροῦντανἸταλοί πολίτες , ἐνῶ τό 1926 ὁρίστηκε σχολικός κανονισμός βάσει τοῦ ὁποίου ἡ διδασκαλία τῆς ἰταλικῆς γλώσσας ἦταν υποχρεωτική, ἱδρύθηκε δέ Διδασκαλεῖο γιά τήν ἐκπαίδευση τῶν δασκάλων. Ἀπό τό 1929 γιά τήν ἄσκηση ἑνός ἐπαγγέλματος πού ἀπαιτοῦσε πανεπιστημιακές σπουδές, ἔγινε ὑποχρεωτική ἡ φοίτηση ἤ τουλάχιστον ἡ μετεκπαίδευση στό Πανεπιστήμιο τῆς Πίζας˙ γιά νά διευκολύνει τή φοίτησή τους τούς ἔδινε ὑποτροφίες.
Παράλληλα, ἔγινε προσπάθεια νά ἀποδυναμωθεῖ ἡ ᾽Ορθόδοξη ᾽Εκκλησία. Στήν ἀρχή μέ διάταγμα τοῦ 1926 ἡ ᾽Ορθόδοξη ἐκκλησία ἔχασε τήν ἐποπτεία τῶν κοινοτικῶν σχολείων. Τό 1928 ἱδρύθηκε ἀρχιεπισκοπή τῆς Καθολικῆς ἐκκλησίας μέ ἕδρα τή Ρόδο κι ἀμέσως ἐνισχύθηκε ὁ ρόλος της στήν εκπαίδευση. Τήν ἐποχή ἐκείνη στά Δωδεκάνησα ὅπως εἶναι φυσικό ἡ διδασκαλία στά σχολεία γινόταν στήν ἰταλική γλώσσα μέ ἀποτέλεσμα τά ἑλληνόπουλα νά κινδυνεύουν νά μή μιλοῦν τά ἑλληνικά.
Τό γεγονός αὐτό δέν ἄφησε ἀμέριμνο τόν π. Ἀμφιλόχιο. Ἡ ἑλληνική του συνείδηση δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά μείνει ἀδρανής γι᾽ αὐτό ἀποφάσισε νά κάνει ὅ,τι ἔκανε ἡ ἐκκλησία κατά τήν τουρκοκρατία˙ ἵδρυσε κρυφά σχολεῖα.
Μέ τήν προτροπή του δημιουργήθηκαν σέ ὅλα τά νησιά κατηχητικά σχολεῖα στά ὁποία τά ἑλληνόπουλα μαζί μέ τήν ὀρθόδοξη κατήχηση διδάσκονταν τήν ἐλληνική γλώσσα καί τήν ἱστορία.
Ἡ μακαριστή Παιδαγωγός Μαρία Πετρούτσου γράφει γιά τήν περίοδο αὐτή:
«Συνδεθήκαμε ἰδιαίτερα μέ τόν π. Ἀμφιλόχιο καθῶς συνεργαστήκαμε στό «Κρυφό Σχολειό» ὅταν τό 1937 ἡ Ἰταλική Κυβέρνηση κατάργησε τήν ῾Ελληνική Παιδεία καί στά σχολεῖα τά ῾Ελληνόπουλα τῆς Δωδεκανήσου διδάσκονταν μόνο τήν Ἰταλική γλώσσα.
Ὁ Γέροντας ὑπῆρξε τότε γιά μένα τό στήριγμα, ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεού κι ὁ σοφός συμπαραστάτης. Ὅταν ἡ δική μου συνείδηση ἐπαναστατοῦσε γιά τά ὅσα ἤμουν ὑποχρεωμένη νά λέω ἤ νά κάνω στό δημόσιο τότε Σχολεῖο, ὅταν ἄγρια τρικυμία ἀναστάτωνε τό εἶναι μου, ἔτρεχα στό Γέροντα νά βρῶ ἀνακούφιση.«Δέν ἀντέχω ἄλλο, Γέροντα!», τοῦ ἔλεγα μέ λυγμούς, «θά παραιτηθῶ!». ᾽Εκεῖνος, μέ ἄκουγε ψύχραιμος, ἀλλά κατά βάθος ὑπέφερε μαζί μου. Μοῦ ἔλεγε: «Ἔ, ἔ! Νά παραιτηθεῖς, Μαρία! Νά μείνουν τά ἑλληνόπουλα μόνα τους μαζί μέ τούς Ἰταλούς δασκάλους (ἤμουν ἡ μοναδική ἑλληνίδα στό δημόσιο σχολεῖο). ᾽Εσύ θά ἡσυχάσεις κι ἐκείνα δέν θά βλέπουν πιά ἕναν ἄνθρωπο δικό τους νά βρίσκεται κοντά τους!». Ἔτσι, μέ βοηθοῦσε νά βλέπω τό βαθύτερο νόημα τοῦ σταυροῦ μου καί νά τόν αἰσθάνομαι ἐλαφρύτερο. Ὅταν ἦταν ἀργία, πήγαινα μέ τά παιδιά στήν ἐξοχή γιά νά μαζέψουμε χόρτα καί ἀγριολούλουδα, μέ σκοπό νά περάσουμε κι ἀπό τήν Μονή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ γιά νά τόν συναντήσουμε, νά τά συμβουλέψει, νά τά ἐξομολογήσει. Ἡ Γερόντισσα τῆς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, Εὐστοχία, μᾶς μάθαινε τραγούδια ἐθνικοῦ καί θρησκευτικοῦ περιεχομένου καί ἐκκλησιαστικούς ὕμνους. Μερικοί τούς ἔλεγαν ὅτι οἱ ἐπισκέψεις μας ἐκεῖ στό Μοναστήρι ἦταν ἐπικίνδυνο πρᾶγμα. Ἀλλά ἐκείνοι δέν λογάριαζαν τίποτα.
Ἡ πατρίδα μας ὀφείλει πολλά στόν Γέροντα τῆς Πάτμου, π. Ἀμφιλόχιο, γιά τή δράση του κατά τήν περίοδο τῆς Ἰταλικῆς κατοχῆς. Ὁ Γέροντας, ὄχι μόνο μέ τήν ἵδρυση «κρυφῶν σχολείων» ἀλλά καί μέ τίς συμβουλές καί κυρίως μέ τό παράδειγμά του κράτησε ζωντανό τό ἐθνικό φρόνημα τῶν κατοίκων τῶν Δωδεκανήσων καί ἀναπτέρωσε τίς ἐλπίδες τους ὅτι σύντομα τά νησιά θά ἑνωθοῦν μέ τή μητέρα πατρίδα, τήν ῾Ελλάδα.
Πολύ θλίβονταν ὅταν ἀντίκριζε ἀπό τήν Πάτμο τά βουνά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὅπου ὑπάρχουν οἱ ἑπτά σβησμένες Λυχνίες τῆς Ἀποκαλύψεως, δηλαδή ἡ Ἔφεσος, ἡ Σμύρνη, ἡ Πέργαμος, τά Θυάτειρα, οἱ Σάρδεις, ἡ Φιλαδέλφεια καί ἡ Λαοδίκεια. Ἡ μόνη Λυχνία πού ἦταν ἀναμμένη ἤτανε ἡ Λυχνία τῆς Ἀποκαλύψεως (στήν Πάτμο).
Σέ ὁμαδα προσκυνητῶν εἶπε: «Ἔχουμε ἕνα ἀνεξόφλητο χρέος πρῶτα πρός τούς κρυπτοχριστιανούς ἀπέναντι οἱ ὁποίοι περιμένουν μέχρι τώρα κάτι ἀπό ἐμᾶς καί δεύτερο στόν τουρκικό λαό ὁ ὁποῖος στό σύνολό του μάλλον περίπου κατά τό 50% εἶναι Ἕλληνες ἐξισλαμισθέντες.
Ὁ π. Ἀμφιλόχιος πίστευε ἀκράδαντα πώς ἡ ῾Ελλάδα μποροῦσε νά παίξει σπουδαῖο ρόλο στίς μέρες μας, διότι ἡ πανοπλία της εἶναι ἡ ᾽Ορθόδοξη πίστη μας ἡ ὁποία, μόνον αὐτή, μπορεῖ νά δώσει ζωή στήν πεθαμένη πνευματικά Εὐρώπη καί στήν ταλαιπωρημένη Μικρά Ασία καί ὄχι ὁ καλπάζων τεχνικός πολιτισμός.
Πρωτότυπο ἐπιτίμιο
Ἡ ἱερά νῆσος τῆς Πάτμουἔχει ἔδαφος βραχῶδες καί ἄγονο καί τόπράσινό της ἀκόμα καί σήμερα εἶναι ἐλάχιστο. Ὁ μακαριστός π. Ἀμφιλόχιος γνωρίζοντας τήν ἀξία πού ἔχει γιά ἕνα τόπο ἕνα δένδρο ἄρχισε νά φυτεύει δένδρα καί νά τά περιποιεῖται. Τήν ἀγάπη του αὐτή πρός τά φυτά προσπάθησε νά τήν περάσει καί στά πνευματικά του παιδιά. Αὐτό τό κατόρθωσε μέ τόν ἑξῆς τρόπο: Ὅταν τά πνευματικοπαίδια του πήγαιναν νά καταθέσουν στό πετραχήλι του τίς πτώσεις τους, ἄν ἔπρεπε σύμφωνα μέ τούς κανόνες τῆς ἐκκλησίας νά τούς βάλει κάποιο ἔπιτίμιο, αὐτός γιά κανόνα τούς ἔβαζε νά φυτέψουν ἕνα ἤ δύο δένδρα καί νά τά περιποιοῦνται μέχρι νά μεγαλώσουν. Μ᾽ αὐτόν τόν πνευματικό τρόπο ἄρχισε νάπρασινίζει τό νησί καί νά ἀλλάζει ἡ ὅψη του.
῾Ιεραπόστολος
Ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος, ὅπως προαναφέραμε, ἔδρασε σέ ὅλη του τή ζωή καί σέ ὅλους τούς τομεῖς πού τοῦ ἀνέθεσε ἡ ᾽Εκκλησία ἱεραποστολικά. Δεχόταν μέ τήν ἴδια ἀγάπη καί τούς ᾽Ορθόδοξους καί τούς ἑτερόδοξους, χωρίς αὐτό, φυσικά, νά σημαίνει ὅτι ἔκαμνε ὁποιαδήποτε ὑποχώρηση δογματική ἤ στά τῆς πίστεως. Οἱ ἑτερόδοξοι μπροστά του ἔκλιναν τό γόνυ τους καί ἀρκετοί μεταστράφηκαν στήν ᾽Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν ᾽Ορθοδοξία μας.
Ἕνα, ἀπό τά πολλά, παράδειγμα εἶναι καί τό παρακάτω. Μία Ἀγγλίδα καθηγήτρια πανεπιστημίου χάρι στόν Γέροντα βαπτίσθηκε ᾽Ορθόδοξη˙ ὅταν τή ρώτησαν -τί ἦταν αὐτό, πού τήν ἔκανε νά ἔρθει στήν ᾽Ορθοδοξία, ἀπάντησε: «Δύσκολη ἡ ἐρώτησή σας. Ἄν, ὅμως ἐπιμένετε νά σᾶς ἀπαντήσω, σᾶς λέω ὅτι γιά μένα ᾽Ορθοδοξία εἶναι αὐτός ὁ Γέροντας».
Ὁ ἐπίσκοπος Διοκλείας Καλλίστος Γουέαρ μετεστράφη στήν ᾽Ορθοδοξία μετά τή γνωριμία του μέ τόν Γέροντα. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Μαυροβονίου κ. Ἀμφιλόχιος (Ράντοβιτς) ὁμολογεῖ ὅτι ἀποφάσισε νά γίνει κληρικός μετά τήν ἐξομολόγηση πού ἔκανε στό Γέροντα καί τήν προτροπή του νά εἰσέλθει στίς τάξεις τοῦ κλήρου.
Ὁ π. Ἀμφιλόχιος συμβούλεψε τόν μακαριστό ἱεραπόστολο π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο νά πάει στήν Οὐγκάντα καί νά ἐργασθεῖ ἱεραποστολικά.
Ὁ Σεβ. κ. Ἀμφιλόχιος (Τσούκος) πού διακόνησε τήν ᾽Εκκλησία ὡς ἱεραπόστολος στήν Ἀφρική, μέ τήν προτροπή τοῦ Γέροντα, καί σήμερα εἶναι Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας ὅπου καί ἐργάζεται στήν εὐρύτερη περιοχή της ἀθόρυβα ἱεραποστολικά ἦταν, πνευματικοπαίδι τοῦ π. Ἀμφιλοχίου.
Ἡ μοναχή ᾽Εμμέλεια, εἴχαμε τήν εὐλογία νά τή γνωρίσουμε, πού γιά χρόνια ἐργάστηκε μέ αὐταπάρνηση καί θεῖο ζῆλο στό ᾽Ορφανοτροφεῖο θηλέων τῆς Ρόδου, ἐκτός ἀπό τή διοίκηση τοῦ ᾽Ορφανοτροφείου, ἀνέπτυξε παράλληλα μεγάλη ἱεραποστολική δραστηριότητα στή Ρόδο κάνοντας κατηχητικά καί κύκλους συμμελέτης τῆς ῾Αγίας Γραφῆς. Οἱ Ροδίτες ἀκόμα τήν ἐνθυμοῦνται καί τή φέρνουν σάν παράδειγμα πρός μίμηση.
Νέος ῞Αγιος τῆς ᾽Εκκλησίας
Ὅσοι γνώρισαν τό σεμνό καί φωτισμένο κληρικό, τόν π. Ἀμφιλόχιο Μακρῆ, ὁμολογοῦν ὅτι ἦταν ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος. Οἱ πιστοί ὅταν εἶχαν προβλήματα καί δυσκολίες κετέφευγαν σ᾽ αὐτόν νά τά ξεπεράσουν. Μ᾽ ἕνα τηλέφωνο ἤ μ᾽ ἕνα γράμμα γνώριζαν στό Γέροντα τό πρόβλημά τους καί τόν παρακαλοῦσαν νά προσευχηθεῖ γι᾽ αὐτούς. Οἱ προσευχές του πάντα ἔφερναν τό ποθούμενο ἀποτέλεσμα, ἀρκεῖ νά ἦταν σύννομο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Πολλοί ὁμολογοῦν ὅτι πολλές φορές μέ τή φώτιση τοῦ Θεοῦ διάβαζε τή σκέψη τους, εἶχε δηλαδή τό προορατικό χάρισμα. Μέ τίς κατάλληλες συμβουλές πολλούς ἔσωσε ἀπό ἐπικίνδυνα μονοπάτια καί ἀπό βέβαιες πτώσεις. Διάβαζε τόν συνομιλητή του καί ποτέ μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἔπεφτε ἔξω.
Ἀλλά καί τό λείψανό του μετά τήν κοίμησή του πῆρε μορφή οὐράνια, ὅψη χαρούμενη κι εἰρηνική, ἀπέραντη γαλήνη βασίλευε στό ἀσκητικό του πρόσωπο, πράγματι ἁγιασμένου ἀνθρώπου ἔκφραση, πού κοιμήθηκε ἐν Κυρίω....
Ὁ ἱερομόναχος π. ᾽Ηλίας Καλατζῆς ἔγραψε: -Τὀ 1981, στίς 19 Σεπτεμβρίου, κατόπιν πιέσεων πολλῶν πιστῶν καί τῶν ὑπευθύνων τῆς Μεγάλης Μονῆς τοῦ ῾Αγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, πραγματοποιήθηκε ἡ ἐκταφή τῶν λειψάνων τοῦ Γέροντος. Ὅταν ἀνοίχθηκε ὁ τάφος, ὁ ὁποῖος βρίσκεται μέσα στά πεῦκα, ὅλη ἡ γύρω περιοχή εὐωδίασε, μέ ἀποτέλεσμα οἱ παρευρισκόμενοι νά ἀρχίσουν νά ἀναρωτιοῦνται τί συμβαίνει. Ἡ εὐωδία διαρκοῦσε καί μετά τήν πλύση τῶν ἁγίων λειψάνων. Ὁ Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Θεολόγου Ἰσίδωρος -ὁ μετέπειτα μακαριστός ἐπίσκοπος Τράλλεων - ὁ ὁποῖος παρευρισκόταν στήν ἐκταφή, χρειάστηκε νά φύγει γιά λίγο ἀπό τό νησί γιά ἀνάγκες τῆς Μονῆς μας. Ὅταν ἐπέστρεψε μοῦ εἶπε: -Μύρισε τά χέρια μου, ἀκόμη εὐωδιάζουν μετά τό ἄγγιγμα τῆς κάρας τοῦ Γέροντα.
Γιά τήν κατάταξη τοῦ π. Ἀμφιλοχίου στό ἁγιολόγιο τῆς ᾽Εκκλησίας μας οἱ ἀδελφές τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου ὑπέβαλλαν στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅπως εἶναι καθιερωμένο, τεκμηριωμένο φάκελο μέ ὅλες τίς ἀποδείξεις ὅτι ὁ Γέροντας εἶναι σήμερα κοντά στό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί ὅτι συναγάλλεται καί δοξολογεῖ τόν ῞Υψιστο μαζί μέ τούς Ἀγγέλους καί τούς ἄλλους ῾Αγίους. Πιστεύουμε ὅτι σύντομα ἡ ᾽Εκκλησία μας θά τόν ἀνακηρύξει ὡς ἅγιο καί θά ὁρίσει τήν ἡμέρα πού τόν κάλεσε ὁ Θεός κοντά Του ὡς ἡμέρα πού θά ἑορτάζουμε τή μνήμη του.
Ἀπό τίς νουθεσίες του
Ὁ π. Ἀμφιλόχιος, ἄν καί ἦταν ἀσθενικῆς κράσεως, δέν ἔπαυε νά νουθετεῖ καί νά συμβουλεύει ὅσους τοῦ τό ζητοῦσαν. Μέ συγκίνηση οἱ πιστοί θυμοῦνται ἀκόμα τίς συμβουλές του. Μερικές ἀπό αὐτές θά δοῦμε στή συνέχεια. Ἔλεγε:
Ἀπευθυνόμενος στίς μοναχές εἶπε: -Τή Γερόντισσα νά τἠν ἀγαπᾶτε. Στή συνέχεια λέγει στή Γερόντισσα: -Ὁ Θεός νά σᾶς ἐνισχύει νά ὁδηγήσετε καλῶς τό ποίμνιον πού σᾶς ἔδωκε νά διευθύνετε. Θά αἰσθάνομαι πολλή χαρά ὅταν σᾶς βλέπω νά προχωρεῖτε. Νά παρακαλεῖτε νά μέ βάλει καί μένα ὁ Κύριος εἰς τήν θέση σας. Πάντα θά εὔχομαι νά ζήσουμε ἀενάως εἰς τήν δόξαν τοῦ Παραδείσου. Θέλω νά συνέχισεις πιστά τό ἔργον μου ὅταν θά φύγω. Θά χαίρομαι ὅταν θά βλέπω ὅτι προχωρεῖτε εἰς τίς ἅγιες γραμμές τοῦ Μοναχισμοῦ....
Θαύματα
Ἕνα ἀπό τά τεκμήρια ὅτι ἕνας πιστός εἶναι κοντά στό Θεό, δηλαδή εἶναι ἅγιος, εἶναι ἡ θαυματουργία. Ὁ μακαριστός Γέροντας ἔκανε, μέ τίς προσευχές του, πολλά θαύματα ὅταν ζοῦσε καί κάνει καί σήμερα ἀρκεῖ νά τοῦ τό ζητήσουμε μέ πίστη καί ταπείνωση. Ἀπό τό πλῆθος τῶν θαυμάτων του θά μεταφέρουμε ἐδῶ ὁρισμένα.
Θαύματα πού ἔγιναν ὅταν ζοῦσε. Ὁ Γέροντας ἐνῶ βρισκόταν στό κελί του, στή Μονή τῆς Πάτμου, ἀκούει κάποια ῾Ελένη ἀπό τήν Ἰκαρία νά τόν φωνάζει νά πάει νά τή σώσει.
Δέ χάνει καιρό, κατεβαίνει στό λιμάνι τοῦ νησιοῦ καί ὡς ἐκ θαύματος βρίσκει ἰστιοφόρο πού ἔφευγε γιά τήν Ἰκαρία. Θαλασσοδαρμένος φθάνει στόν προορισμό του κι ἀμέσως ρωτᾶ ἄν ὑπάρχει κάποια ῾Ελένη χήρα καί πληροφορεῖται ὅτι πρό ἡμερῶν ἔχασε τόν ἄνδρα της˙ ἀμέσως ρώτησε νά μάθει ποῦ μένει. Ὅταν ἐνημερώθηκε σπεύδει χωρίς καθυστέρηση, ἡ φωνή τῆς ῾Ελένης σριφογυρίζει στό μυαλό του. ᾽Εκεῖ πού βάδιζε βλέπει μιά ἔξαλλη γυναίκα νά τρέχει ἀπελπισμένη, τή φωνάζει μέ τό ὄνομα της καί τῆς λέγει: «῾Ελένη, ποῦ πηγαίνεις, γιά σένα ἦλθα». Ἡ πονεμένη γυναίκα συνέρχεται, βλέπει τόν πνευματικό, σκέπτεται αὐτό πού θά ἔκανε καί ἐξομολογεῖται ὅτι πήγαινε νά πνιγεῖ στή θάλασσα. Ἡ γυναίκα σώθηκε, τό θαῦμα ἔγινε, ὅπως ἡ ἴδια τό ὁμολόγησε.
Πνευματικό του τέκνο, ἡ Μ.Κ., διηγήθηκε ὅτι τό Νοέμβριο τοῦ 1954 ἐπισκέφθηκε τόν Γέροντα στήν Πάτμο καί τή φιλοξένησε στό ῾Ι. Κοινόβιο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Γιά δύο μερες παρέμενε στόν πῦργο τῆς Μονῆς˙ τήν τρίτη μέρα ὁ ἀείμνηστος ἐπέμενε νά μή κοιμηθεῖ πλέον στό μέρος αὐτό, πρᾶγμα πού ἔγινε. Τή νύκτα ἐκείνη ἔπεσε ἀκριβῶς σ᾽ αὐτό τό κρεβάτι κεραυνός. Εἶναι τυχαῖο γεγονός ἡ σωτηρία ἑνός ἀνθρώπου μέ τήν ἐπιμονή τοῦ πνευματικοῦ του πατρός;
Θαύματα μετά τήν κοίμησή του. Μία πιστή ἐξιστορεῖ. «1η Μαΐου 1991. Πρωί πρωί παίρνω ἕνα τηλεφώνημα ἀπό τήν ῾Ι. Μονή Εὐαγγελισμοῦ Πάτμου, μέ τό ὁποῖο μέ εἰδοποιοῦν, ὅτι ἡ νύμφη τοῦ π. ᾽Ηλία, Εἰρήνη Καλαντζῆ εἶχε εἰσαχθεί ἐπειγόντως στόν «Εὐαγγελισμό» μέ συμπτώματα ὀξείας παγκρεατίτιδας κι ὅτι ἡ κατάστασή της ἦταν πολύ κρίσιμη˙ μοῦ εἶπαν νά μεταφέρω στήν ἀσθενή ἀπό τό ἁγιασμένο νερό μέ τό ὁποῖο πλύθηκαν τά ἱερά λείψανα τοῦ μακαριστοῦ π. Ἀμφιλοχίου -μετά τήν ἐκταφή-, τό ὁποῖο φύλαγα ὡς ἁγίασμα στό σπίτι μου. Ἀμέσως πῆγα στό νοσοκομεῖο ὅπου βρίσκω τήν Εἰρήνη σέ κωματώδη σχεδόν κατάσταση˙ στά χέρια της ὀροί, στή μύτη σωληνάκια, μόλις καἰ μιλοῦσε˙ γεμάτη πίστη τῆς λέω: ὁ π. ᾽Ηλίας μοῦ παρήγγειλε νά σοῦ φέρω τό νεράκι τοῦ Γέροντα Ἀμφιλοχίου, αὐτό θά σέ κάνει καλά˙ πράγματι ἀμέσως μέ τή βοήθεια συγγενοῦς της, πού παρεστέκετο στήν ἀσθενή, ἀλείψαμε μέ τό νεράκι τήν περιοχή τοῦ σώματός της, ὅπου ἦταν τό πάσχον ὄργανον. Τήν ἄλλη μέρα οἱ δικοί της μοῦ εἶπαν ὅτι μετά τήν ἐπάλειψη μέ τό ἁγιασμένο νερό παρουσίασε μία ἀπροσδόκητη γιά τούς ἰατρούς βελτίωση, πού συνεχίστηκε στίς ἐπόμενες μέρες ὡς τήν τελεία ἀποθεραπεία της».
-Ἡ Νίκη Τραχανίδου, κόρη τοῦ ᾽Εμμανουήλ Γαμπιεράκη ἀπό τόν Κάμπο τῆς Πάτμου, διηγήθηκε. «῏Ηλθα ἀπό τόν Πειραιά, πού μένω, στήν Πάτμο. Ἡ πρώτη μου δουλειά, ἦταν νά πάω νά προσκυνήσω τόν τάφο τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα Ἀμφιλοχίου. Ἀπό τό καντήλι τοῦ τάφου του πῆρα λαδάκι καί τό ἔφερα στόν Πειραιά. Μιά μέρα συνάντησα μιά γνωστή μου κυρία ἡ ὁποία μοῦ εἶπε ὅτι ἑτοιμαζόταν νά κάνει ἐγχείρηση στό πόδι, διότι κινδύνευε. Τῆς εἶπα νά ἔλθει νά τήν ἀλείψω μέ τό λάδι τοῦ τάφου τοῦ Γέροντα. Πράγματι ἦλθε σπίτι μου κι ἀφοῦ κάναμε παράκληση στήν Παναγία, τήν ἄλειψα μέ λαδάκι στό πονεμένο πόδι καί σέ ὅλο τό σῶμα. Τό βράδυ στόν ὕπνο μου βλέπω τό Γέροντα ὁ ὁποῖος μοῦ εἶπε, ὅτι θά γίνει καλά καί νἄρθει στήν Πάτμο νά προσκύνησει τόν τάφο μου καί νά ὁμολογήσει τό θαῦμα. Ἡ ἀσθενής κυρία ἔγινε καλά, ἀπόφυγε τήν ἐγχείρηση καί πῆγε στήν Πάτμο νά ἐκπληρώσει τήν ὑποχρέωσή της. Ὁμολόγησε τό θαῦμα μπροστά στίς Μοναχές καί τούς προσκυνητές πού ἦταν ἐκεῖ».
Τέλος ὁ ῾Ιερομόναχος Ἀμφιλόχιος Διακάκης ἐνημέρωσε τή Μονή γράφοντας: -Πρό ἐτῶν, ξαφνικά στίς 2.30 τό πρωί, μέ ἔπιασε ἕνας ὀξύς πόνος, ὅπως λέμε κολικός. Μή γνωρίζοντας ὅμως τί σημαίνει κολικός καί πῶς ἐκδηλώνεται, νόμιζα ὅτι πεθαίνω ἐκείνη τήν ὥρα. Λέγω τότε· «Γέροντά μου, σῶσε με». Αὐτομάτως σταμάτησε ὁ πόνος καί τό πρωί διαπίστωσα τήν πτώση μιᾶς πέτρας στό μέγεθος τοῦ κριθαριοῦ. ᾽Εδῶ ἦταν τό θαυμαστό σημεῖο. Εἴχαμε θεραπεία κολικοῦ. Οἱ γιατροί μάλιστα ἀπόρησαν γιά τό γεγονός, γιατί στίς ἐξετάσεις ποῦ ἔγιναν φάνηκε ἡ ἀποβολή πέτρας. Δέν πρόλαβα νά ὁλοκληρώσω τήν ἐπίκληση τοῦ Γέροντα καί αὐτόματα παρενέβη.
Ὁμολογοῦν
Τήν ἁγιότητα τοῦ Γέροντα δέν τήν φανερώνουν μόνον τά θαύματά του, τήν τονίζουν καί τήν παραδέχονται κι ὅσοι τόν γνώρισαν. Ἄς δοῦμε τίς γνῶμες τους καί πῶς τόν σκιαγρφοῦν.
-Ὁ ᾽Επίσκοπος Διοκλείας κ. Κάλλιστος Ware, Καθηγητής στό Πανεπιστήμιο τῆς ᾽Οξφόρδης καί γνωστός συγγραφέας, γράφοντας σ᾽ ἕνα βιβλίο του γιά τήν πνευματική ζωή στήν ῾Ελλάδα λέει ὅτι ὁ Γέρων Ἀμφιλόχιος Μακρῆς ὑπήρξε ὁ μεγαλύτερος πνευματικός τῆς ῾Ελλάδας τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα.
-Ὁ μακαριστός Καρδιολόγος καί Καθηγητής τῆς Ἰατρικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Γ. Παπαζᾶχος ἔλεγε: ᾽Επρόκειτο πραγματικά γιά ἕναν ἅγιο Γέροντα. Τόν συναντοῦσα στήν Πάτμο, ὅπου μόναζε, ἀλλά καί στήν Ἀθήνα. Μιά φορά πού εἶχε ἔρθει, εἶχα τήν εὐλογία νά τόν φιλοξενήσω στό σπίτι μου. ῏Ηταν γαλήνιος, ἤπιος, χαιρόσουν καί μόνο νά τόν βλέπεις. Τήν πρώτη φορά, πού τόν συνάντησα στήν Πάτμο, μόλις μέ εἶδε ἀπό μακριά, χωρίς νά μέ γνωρίζει, ἄνοιξε τά χέρια του καί μοῦ φώναξε «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος». Μ᾽ ἀγκάλιασε ὕστερα καί μέ φίλησε. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν Γερόντων˙ σ᾽ ἀγκαλιάζουν καί ζεσταίνουν πραγματικά τήν ψυχή σου. Μετά μέ πῆρε καί μοῦ εἶπε: -Ἔλα νά καθίσουμε ἔξω στόν πρωτογιό μου. -Ποιό πρωτογιό σας, Γέροντα; -Αὐτό, πού βλέπεις ἐδῶ πέρα, εἶναι ὁ πρωτογιός μου. -Ποιό, παππούλη; -Αὐτό τό πεῦκο. ῏Ηταν ἕνα πεῦκο, κάτω ἀπό τό ὁποῖο εἶχε βάλει ἕνα μακρόστενο τραπέζι, ὅπου ἔτρωγε μέ διάφορους ἀνθρώπους, πού πήγαιναν νά τόν ἐπισκεφθοῦν. Καί συνέχισε: -Βλέπεις; ᾽Επάνω στόν κορμό του ἔχω καρφώσει αὐτό τό σιδερένιο σταυρό. Τό πεῦκο, λοιπόν, αὐτό εἶναι ὁ πρωτογιός μου καί τόν ἔχω κάνει καί μεγαλόσχημο. Ἔλα τώρα νά κάνουμε τό ἑξῆς. Νά μή μιλήσεις καθόλου καί ν᾽ ἀκούσεις πῶς ὁ πρωτογιός μου μιλᾶ μέ τή θάλασσα. Πραγματικά, φυσοῦσε ὁ ἀέρας μέσα ἀπό τά κλαδιά τοῦ πεύκου ἀκουγόταν τό θρόισμα τᾶν πευκοβελόνων κι ἀπό κάτω ἀκουγόταν τό κῦμα τῆς θάλασσας. ῏Ηταν μιά σκηνή ἀπερίγραπτης εὐδαιμονίας «νά κάθομαι κοντά σ᾽ ἕνα τέτοιο ἅγιο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος δέν μιλοῦσε, ἀλλά προσευχόταν, ἐπικοινωνοῦσε μέ τό Θεό. Κάποια στιγμή μοῦ εἶπε:
-Αὐτή ἡ πλαγιά, πού τώρα εἶναι γεμάτη πεῦκα, ἦταν ἐντελῶς ξερή. Ὅποιος, λοιπόν, ἐρχόταν κοντά μου γιά ἐξομολόγηση, τοῦ ἔβαζα μετά «κανόνα» νά φυτέψει δέντρα. -Πολύ ὡραῖο αὐτό, νά πρασινίσει μία κατάξερη πλαγιά ἀπό τήν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Γέροντας ὑπέφερε ἀπό σάκχαρο, ἦταν διαβητικός. Ὅταν ἔμεινε στό σπίτι μας, ἡ γυναίκα μου ἀντιμετώπισε κάποια δυσκολία ὅσον ἀφορούσε τό διαιτολόγιό του. Κι ἐκεῖνος τῆς εἶπε: -Κόρη μου, καμιά στενοχώρια, ὅ,τι ἔχεις ἐτοιμάσει. Ὁ Ἀμφιλόχιος εἶναι ἁπλός. Πράγματι, ἦταν τόσο ἁπλός, πού σ᾽ ἔβγαζε ἀμέσως ἀπό τή δύσκολη θέση κι ἔμπαινε ἀπό τήν πρώτη στιγμή μέσα στήν καρδιά σου. ῏Ηταν τόσο ἐξαγιασμένος ἄνθρωπος, πού προσωπικά δέν ἔχω ἀμφιβολία ὅτι ἡ διοικοῦσα ᾽Εκκλησία θά τόν ἀνακηρύξει καί ἐπίσημα ἅγιο.
Ὁ εὐπατρίδης τῆς ᾽Εκκλησίας
Ὅλοι ὅσοι τόν γνώρισαν ὁμολογοῦν ὅτι ὁ μακαριστός Γέροντας τῆς Πάτμου ἦταν μιά χαρισματική καί δυσεύρετη μορφή μέσα στή νεώτερη ἱστορία τῆς ᾽Εκκλησίας μας. Τοῦ ταιριάζει ἀπόλυτα ὁ τίτλος τοῦ εὐπατρίδη. Τόν Γέροντα τόν διέκρινε μία σπάνια πνευματική ἀρχοντιά καί εὐγένεια καί ὑπῆρξε ὁμολογουμένως ἕνας ἀπό τούς βασικούς πρωτεργάτες τῆς ἀναγέννησης τοῦ μοναχισμοῦ,«τοῦ εὐζωνικοῦ τάγματος τῆς ᾽Εκκλησίας»,ὅπως τόν ἀποκαλοῦσε. Ἄν ἡ ζωή μᾶς φέρει στήν Πάτμο ἄς μήν ἀμελήσουμε νά πᾶμε στό μοναστήρι του νά προσκυνήσουμε τόν τάφο του καί νά τοῦ ποῦμε τούς καημούς καί τά προβλήματά μας. Ὁ Γέροντας πάντα ἀκούει ὅτι τοῦ ζητοῦνε οἱ πιστοί, τρέχει στό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί ἐναποθέτει στά πόδια Του τά αἰτήματά μας καί παρακαλεῖ γιά τήν ἐκπλήρωσή τους.
Ας ἔχουμε τήν εὐχή του καί τίς προσευχές του. Ἀμήν.
Γεώργιος Θ. Μηλίτσης, διδάσκαλος
(Πηγή: Γεώργιος Θ. Μηλίτσης, διδάσκαλος, Άγια Μετέωρα)
Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής: Την αγιοκατάταξη του αποφάσισε σήμερα, Τετάρτη, 29 Αυγούστου 2018, το Οικουμενικό Πατριαρχείο
Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία συνεδριάζει στο Φανάρι, υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, αποφάσισε την Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018, την αγιοκατάταξη του Γέροντος της Πάτμου Αμφιλοχίου Μακρή (1889-1970).
(Πηγή: Τράπεζα Ιδεών)
(Πηγή: Eastern Orthodoxy)
(Πηγή: Άπαντα Ορθοδοξίας)
Σοφαί νουθεσίαι του αγιασμένου Πατρός Αμφιλοχίου Μακρή...
(νουθεσίαι του αγιασμένου Πατρός Αμφιλοχίου Μακρή προς Μοναχές)
Ερώτησις: Αφού βλέπετε, Γέροντα, τόσο καθαρά τις αδυναμίες μας, τα λάθη μας, γιατί δεν μας τα υποδεικνύετε;
Απάντησις: Λυπούμαι για όσα βλέπω ως πατέρας, αλλά ελπίζω εις την καλλιτέρευσιν. Υποδεικνύω όσα πρέπει, αλλά πιο κερδισμένος είσαι, όταν χύσης δυο ή τρία δάκρυα εμπρός εις τον Χριστόν δι' αυτά, παρά να πης πολλά λόγια. Εκείνος είναι ο ιατρός και παιδαγωγός μας. Ο Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός, αλλά εμείς εκλείσαμε τα μάτια μας και βλέπομε σκοτεινά. Αφού προχωρούμε έτσι άλλοι λασπώνονται και άλλοι σκοτώνονται.
Πολλές φορές την ήμερα έρχεται ο Χριστός και σου χτυπά, αλλά εσύ έχεις δουλειές...
Εκείνος που ταράσσεται δεν σκέπτεται λογικά, ορθά. Κάμνε υπομονήν και θα βραβευθής με στέφανον. Θέλω να είσθε ήρεμες για να συναντώμεθα. Άμα είσθε κουρασμένες δεν λειτουργούν οι ασύρματοι.
Ερώτησις: Πώς κατορθώνετε να έχετε τέτοια υπομονή και καρτερία εις τα διάφορα;
Απάντησις: Η χάρις του Θεού βοηθά. Πάντα πιστεύω παιδί μου εις την δύναμιν του Θεού που όλα τα μεταβάλλει και τα ρυθμίζει προς το συμφέρον της ψυχής μας.
Ερώτηση: Πώς πρέπει, Γέροντα, να σκεπτώμεθα τον Χριστό;
Απάντησις: Πάντα με αγάπη, πρέπει να φέρνωμε στη μνήμη μας το Χριστό. Μπορεί να κρατούμε στα χέρια μας μια φωτογραφία ενός ανθρώπου αλλά επειδή δεν τον γνωρίζομεν, ή μάλλον δεν αγαπούμεν δεν μας συγκινεί. Ενώ όταν πάρωμε την φωτογραφία της μάννας μας αμέσως η ψυχή μας σκιρτά και κλαίει από αγάπη.
Ερώτησις: Θα σωθούμε, Γέροντα;
Απάντησις: Μα γι' αυτό βάλαμε τα ράσα για να σωθούμε. Ο πνευματικός αγώνας θα μας οδηγήση εις τον Παράδεισον. Το ότι πολεμούμε τους λογισμούς, ο κόπος αυτός θα μας βάλη εις τον Παράδεισο.
(Πηγή: (Αναδημοσίευσις από το περιοδικόν «Άγιος Νεκτάριος» Θεσ/νίκης του 1982), (Ψυχοσωτήρια Διδάγματα Συγχρόνων Γερόντων, Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη", Θεσσαλονίκη), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Η Ακολουθία του Αγίου Αμφιλοχίου Μακρή
Η ακολουθία ΕΔΩ σε εκτυπώσιμη μορφή
Πηγή: (Ιωάννης Παναγόπουλος)
Εἰσερχόμενοι στήν Μ. Ἑβδομάδα τῶν Ἀχράντων Παθῶν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καλούμαστε νά «συμπορευθῶμεν Αὐτῷ καί συσταυρωθῶμεν καί νεκρωθῶμεν δι’Αὐτόν ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς ἵνα καί συζήσωμεν Αὐτῷ». Αὐτό ἀκριβῶς παριστάνει μιά τοιχογραφία στήν ἱ. Μονή Διονυσίου στό ἅγιο Ὄρος, ὅπου εἰκονίζεται ὁ Ἑσταυρωμένος μοναχός.
Ἆσμα, ἀγαπηγοί μου, ᾆσμα δηλαδὴ τραγούδι, ποὺ ἔψαλαν οἱ πρόγονοί μας, οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Βυζαντίου, εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος. Περιλαμβάνει ἑκατὸν σαραντατέσσερα (144) «Χαῖρε», μὲ τὰ ὁποῖα ἐπαναλαμβάνει τὸν χαιρετισμὸ ποὺ εἶπε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ πρὸς τὴν Θεοτόκο «Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ…» (Λουκ. 1,28).
Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος (1707-1731), ἐπιφανὴς καὶ διακεκριμένος ἱεράρχης, «ὁ πολὺς ἐν σοφίᾳ καὶ φρονήσει», περιοδεύοντας τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τὴν ἐποχὴ ποὺ ἡ φήμη τοῦ Ἀκακίου διέτρεχε μέσα καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ἀθωνικῆς Χερσονήσου καὶ «ἀκούοντας πολλὰ» περὶ τοῦ Ὁσίου, διέκοψε τὴν περιοδείαν του διὰ νὰ τὸν ἐπισκεφθῆ εἰς τὸ ἐρημικόν του σπήλαιον τῶν Καυσοκαλυβίων. Ἐκεῖ, μετὰ τὴν πρώτην συνάντησιν καὶ γνωριμίαν καὶ ἔπειτα ἀπὸ μακρὰν συνομιλίαν ποὺ εἶχε μαζί του «ἐπὶ ἀποῤῥήτων πραγμάτων καὶ θείων μυστηρίων», δὲν ἀπέκρυψε κατὰ τὴν ἀναχώρησίν του τὸν θαυμασμὸν του, τόσον διὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου τοῦ Ὁσίου, ὅσον καὶ διὰ τὸν πλοῦτον τῆς πνευματικῆς του δυνάμεως. Ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἐπιστροφὴν ἐκ τοῦ ταξιδίου του ὁ Πατριάρχης, δὲν ἔπαυσε νὰ διακηρύττη «πανταχοῦ μετὰ παῤῥησίας», ὅτι εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἀκακίου διέκρινε ἕναν νέον Προφήτην Ἠλίαν καὶ ἕναν ἄλλον Βαπτιστὴν Ἰωάννην.
Κάθε Παρασκευὴ τῶν τεσσάρων πρώτων ἑβδομάδων τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς κάνουμε, ἀγαπητοί μου, ὁμιλίες. Σήμερα, ποὺ λέγεται ἡ Γ΄ στάσις τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου, θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξετε μία σύντομη ἑρμηνεία ἐπάνω στὸν χαιρετισμὸ «Χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα» (Ἀκάθ. ὕμν. Ρ 2 β΄).
Κῆπος, μυστικὸ περιβόλι εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος. Ἀπὸ τὸ μυστικὸ αὐτὸ περιβόλι τῆς Θεοτόκου θὰ κόψω ἕνα λουλούδι, θὰ πάρω ἕνα χαιρετισμό· «Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων· χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων»..
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...