Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ένας ακόμη άγιος, ο οποίος έζησε στις ημέρες μας και μάλιστα, θαυματουργός και που δεν έγινε ευρύτερα γνωστός, είναι ο όσιος Σάββας ο νέος, ο εν Καλύμνω Δωδεκανήσου.
Ο άγιος Σάββας υπήρξε συνασκητής και διακονητής -επί 2ετίαν περίπου στην Αίγινα- του μεγάλου αγίου του αιώνα μας Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως, τον οποίον και εκήδευσε. Ο αοίδιμος ιερομόναχος Σάββας (1862-1948) διετέλεσε εφημέριος της Γυναικείας Ιεράς Μονής Αγίων Πάντων Καλύμνου, και πνευματικός πατέρας επί 22 έτη των Καλυμνίων, με πανθομολογούμενη ανεπίληπτη και θεάρεστη βιοτή. Αναδείχθηκε θαυμαστά μέγας νηστευτής, εργάτης της νοεράς προσευχής και προστάτης των πτωχών και αδυνάτων. Διέπρεψε δε σε οσιότητα και αγιότητα βίου.
Ο σιωπηλός, ενάρετος, καθαρός και ταπεινός στην καρδιά ασκητής πατήρ Σάββας μετέστη προς Κύριον, την 7η Απριλίου 1948, σε ηλικία 86 ετών.Οι Καλύμνιοι με μεγάλη, ανέκφραστη λύπη κήδευσαν τον πνευματικό τους πατέρα, αλλ' αγάλλονταν, διότι πίστευαν ότι είναι άγιος και θα ήταν έκτοτε ο προστάτης τους και μεσίτης τους στον Χριστό.
Και πράγματι, η αγιωσύνη του επιβεβαιώθηκε και επισφραγίσθηκε και με θεϊκά σημεία, τα οποία εμφανίσθηκαν κατά την ανακομιδή του ιερού λειψάνου του, την 7-4-1957. Τα οστά του τρισμακαρίου οσίου ευρέθηκαν συναρμολογημένα και τα άμφιά του αδιάλυτα, παραδόξως δε από τον τάφο του εξεχέετο ιδιάζουσα ευωδία. Το πάντιμο λείψανό του τοποθετήθηκε σε λάρνακα και αποτελεί τον ανεκτίμητο θείο θησαυρό της Ιεράς Μονής Αγίων Πάντων, της νήσου Καλύμνου, αλλά και όλης της Ορθοδοξίας.
Ο όσιος Σάββας, μετά την μετάστασή του στους Ουρανούς, ετέλεσε άπειρα θαύματα εντός και εκτός της πατρίδας μας. Δικαίως, λοιπόν, τη φωτοφόρο αυτή λυχνία του Παναγίου Πνεύματος, την καθαροτάτη μυροθήκη της χάριτος, τον θεοφιλέστατο πατέρα ημών Σάββα τον νέο, τον έλκοντα την καταγωγή από την Ανατολική Θράκη, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με Συνοδική Πράξη του, το παρελθόν έτος 1992, ήτοι 44 μόνον έτη μετά την εκδημία του προς Κύριον, κατέταξε εις το Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας.
Προκειμένου να τιμήσουμε τον νεώτερον αυτόν άγιον της Πίστεώς μας, αλλά και για να γίνει γνωστός στο ευρύτερο πλήρωμα της Ορθοδοξίας, εζητήσαμε και ελάβαμε αρμοδίως την έγκριση-ευλογία, για να καταχωρίσουμε στο παρόν, συνοπτικώς, πληροφοριακά στοιχεία περί του βίου και των θαυμάτων του οσίου, από το βιβλίο που εξέδωκε η Ιερά Μονή Αγίων Πάντων Καλύμνου, «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ».
ΚΑΤΑΓΩΓΗ - ΜΟΡΦΩΣΗ - ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ
Ο θεόφρων πατήρ ημών Σάββας ο νέος, ο εν Καλύμνω, γεννήθηκε το έτος 1862 στην Ηρακλείτσα (αναφέρεται και η Γάνου Χώρα της περιφερείας Αβδίμ) της ανατολικής Θράκης, από πτωχούς γονείς, τον Κωνσταντίνο, που ασκούσε το επάγγελμα του μικροπωλητού και τη Σμαραγδή. Ήταν μοναχοπαίδι και κατά το βάπτισμα έλαβε το όνομα Βασίλειος.
Από μικράς ηλικίας ήταν πιστός και ευσεβής, αλλά και ένθερμος εραστής της αγγελικής μοναχικής ζωής. Αφού τελείωσε τα εγκύκλια μαθήματα και φύλαξε τον εαυτό του καθαρό από κάθε μολυσμό, δεν συνέχισε τις σπουδές του στο γυμνάσιο, είτε διότι δεν είχε τη δύναμη ο πατέρας του, είτε διότι ο ίδιος ο Βασίλειος δεν είχε διάθεση περαιτέρω μορφώσεως. Κατόπιν τούτου, οι γονείς του του άνοιξαν ένα μικρό κατάστημα.
Ο Βασίλειος, άγοντας το 12ο έτος της ηλικίας του, διαπίστωνε καθημερινά, ότι το επάγγελμα που ασκούσε δεν ήταν στη φύση του. Έπρεπε, λοιπόν, να κόψει το δεσμό που του δημιουργούσε αυτό με τον υλικό κόσμο και να προχωρήσει στο πέλαγος της χάριτος του Θεού. Ήθελε να ζήσει για τον Χριστό και μόνο. Η μητέρα του, μόλις πληροφορήθηκε τους πόθους του τον εβεβαίωσε ότι:
› Αν το κάνεις αυτό θ' αποθάνω.
ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΕΙ ΤΑ ΕΓΚΟΣΜΙΑ
Στην απαλή ηλικία των 12 ετών αντιμετωπίζει τον μέγα τούτο προβληματισμό. Η έλξη του Θεού είναι ισχυρότατη, όπως και η κλίση του. Το «φύγε και σώζου» κυριάρχησε και έτσι, μία ημέρα ιστορική, αλλά και λαμπρή, έβαλε το κλειδί του καταστήματος κάτω από μία πέτρα και κατέβηκε στο λιμάνι για να πραγματοποιήσει την απόφασή του. Ως ελάφι τώρα, κατευθύνεται προς το ευώδες περιβόλι της Παναγίας, το Άγιο Όρος. Εκεί, εγκαταβιώνει στη Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου και απολαμβάνει τους πρώτους καρπούς των ιερών πόθων του. (Κατ' άλλη γνώμη, που στηρίζεται σε διηγήσεις, πρώτα πήγε στα Ιεροσόλυμα). Στη Σκήτη αυτή δέχθηκε το βάρος της μοναστικής δοκιμασίας επί 12 έτη (κατ' άλλους επί 6 έτη) και ασκήθηκε στο έργο της αγιογραφίας και της βυζαντινής μουσικής.
ΜΕΤΑΒΑΙΝΕΙ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
Μετά από προσευχή παίρνει την απόφαση να πάει στα Ιεροσόλυμα. Διέρχεται από την γενέτειρά του, επισκεπτόμενος δε τους γονείς του, αναγνωρίζεται από κάποιο σημάδι του μετώπου του. Ο πειρασμός θερμαίνεται και πάλι. Πάλι εμπόδια από τη μητέρα του. Φεύγει ο ακτήμων με τη βοήθεια πλουσίου ανδρογύνου, που πηγαίνει στους Αγίους Τόπους. Ως χρόνος αφίξεώς του στα Ιεροσόλυμα αναφέρεται το έτος 1887, σε έγγραφο του Αρχιγραμματέως του ομωνύμου Πατριαρχείου. Αφού προσκύνησε με δέος και ευλάβεια τους Αγίους Τόπους, εισέρχεται στην ιστορική Μονή του Χοτζεβά και γίνεται αδελφός αυτής.
ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΙ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
Μετά τριετή ενάρετο και οσιακό βίο στη Μονή αυτή κείρεται το έτος 1890 Μοναχός. Οπλισμένος με την αγιαστική χάρη και θωρακισμένος με την αήττητη πανοπλία του αγγελικού σχήματος, το 1894 αποστέλλεται από τον Καθηγούμενο της Μονής στο Άγιο Όρος για να ασκηθεί στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης, υπό την καθοδήγηση του αειμνήστου Αρχιμανδρίτου Ανθίμου, εις την αγιογραφία, προφανώς να ειδικευθεί στην τέχνη.
Επανέρχεται μετά 3ετίαν στην Ι. Μ. Χοτζεβά και το 1902 προχειρίζεται σε διάκονο και το επόμενο έτος σε πρεσβύτερο. Διατελεί επί ένα έτος (1906) εφημέριος της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, όπου γνωρίζεται με το Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον μετέπειτα καθηγητή του Πανεπιστημίου και Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, αποφαινόμενος περί του Αγίου Σάββα, πριν ακόμα κοιμηθεί και αναγνωρισθεί η αγιότητά του, έλεγε στον Καλύμνιο φίλο του Γεράσιμο Ζερβό:
› Να ξέρεις, Γεράσιμε, ότι ο πατήρ Σάββας είναι άγιος άνθρωπος.
Το 1907 επανέρχεται στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης Χοτζεβά και ασχολείται, παράλληλα προς την έντονη πνευματική ενάσκησή του, με το ευλογημένο εργόχειρο της αγιογραφίας.
ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το 1916, ύστερα από 26 χρόνια περίπου παραμονής στους Αγίους Τόπους επέστρεψε στην Ελλάδα. Έτσι σφραγίζει μια ωραία ασκητική ζωή, πλήρη πνευματικής καρποφορίας. Έφυγε από την έρημο του Ιορδάνου, όπου ζούσε «ως υψιπέτης αετός», τρεφόμενος ως πτηνό με μια κουταλιά βρεγμένο σιτάρι την ημέρα και νερό από τον ποταμό, διότι οι Άραβες πολεμούσαν τον ευλογημένο ερημικό βίο.
Ευρισκόμενος στην Ελλάδα αναζητεί νέα γη ασκήσεως. Κατά το έτος της επιστροφής του, φαίνεται ότι μετέβη στη νήσο Πάτμο. Αφού παραμένει εκεί επί 2 έτη περίπου, πηγαίνει στο Άγιο Όρος, απ' όπου κατέρχεται στην Αθήνα για να αγοράσει υλικά αγιογραφίας. Κατά το διάστημα αυτό και μέχρι μεταβάσεώς του στην Αίγινα φαίνεται ότι μετέβη στο ξερονήσι Παραμπόλα και στην Ύδρα.
ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΤΑΙ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ
Στην Αθήνα συναντά υποτακτικό του Αγίου Νεκταρίου, ο οποίος τον πληροφορεί ότι τον αναζητεί. Απ' αυτό συνάγεται, ότι οι δύο άγιοι είχαν προηγούμενη γνωριμία.
Από την Αθήνα λοιπόν, πηγαίνει στην Αίγινα, όπου διακονεί τον άγιο Νεκτάριο μέχρι την κοίμησή του. Η μετά του αγίου Νεκταρίου συγκαταβίωσή του συνέβαλε πολύ στην περαιτέρω πνευματική πρόοδο του οσίου. Εγνώρισε την αυστηρά άσκηση του αγίου Νεκταρίου, τους πολέμους των μικρών ανθρώπων, αλλά και την αναμφισβήτητη αρετή του, την παροιμιώδη ταπείνωση και απλότητά του.
Είδε τη θεία κοίμησή του, η οποία εβεβαίωσε την ευαρέσκεια προς αυτόν του Πανάγαθου Θεού με τα έκδηλα σημεία του αγίου μύρου και της ευωδίας, αλλά κυρίως της θαυματουργικής χάριτος.
Εις την Αίγινα παραμένει μέχρι το έτος 1926. Αναχωρεί για την Αθήνα, διότι στη Μονή προσέρχεται πολύς κόσμος και ο θόρυβος τον κουράζει. Στην Αθήνα συναντά τον Γεράσιμο Ζερβό, ο οποίος τον φιλοξενεί στο σπίτι του και τον πείθει τελικά να μεταβεί στην Κάλυμνο.
ΜΕΤΑΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΜΝΟ
Το ίδιο έτος (1926) φθάνει στην Κάλυμνο, όπου μετά από κάποια έρευνα-περιπλάνηση εγκαταβιώνει οριστικά στην Ιερά Μονή Αγίων Πάντων. Σ' αυτή τη Μονή, της οποίας τυγχάνει κτήτορας, είχε ασκητεύσει και ο ενάρετος και διορατικός Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Κουρούνης. Ο θεσπέσιος αυτός λειτουργός του Υψίστου, προ της κοιμήσεώς του, παρηγορώντας τις λυπημένες αδελφές είπεν ότι:
› Μετ' ολίγον θα έλθη εδώ ανώτερός μου.
Και πράγματι επαληθεύθηκαν τα λόγια του. Ο π. Σάββας, ευθύς μετά την εγκατάστασή του στην Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων, κτίζει με τη βοήθεια του Γεράσιμου Ζερβού τα επάνω κελλιά και αρχίζει μία έντονη πνευματική ζωή. Αγιογραφεί, τελεί τα θεία Μυστήρια και τις ιερές Ακολουθίες, εξομολογεί, διδάσκει με το στόμα και το παράδειγμά του και βοηθεί χήρες, ορφανά και φτωχούς. Ζει με ταπείνωση, άσκηση και προσφορά, ώστε το αγγελικό παράδειγμά του να ενθυμούνται με δάκρυα και συγκίνηση όσοι τον εγνώρισαν. Πάντοτε δε θα επικαλούνται με πίστη τη χάρη του στις ποικίλες δοκιμασίες της ζωής τους. Πρόθυμος όταν ζούσε, προθυμότατος μετά την κοίμηση του.
ΟΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Ήταν επιεικής και εύσπλαχνος στις αμαρτίες των άλλων, δεν ανεχόταν τη βλασφημία και την κατάκριση. Αυτά τα δύο πολύ τον ετάρασσαν. Η σκληρά άσκησή του του χάρισε την ευωδία του σώματός του, αλλά και την ασθένεια. Το πέρασμά του ήταν ευώδες. Αυτή η ευωδία θα εξέλθει και από το μνήμα του κατά την εκταφή του.
Όπως σ' όλους τους ανθρώπους του Θεού, έτσι και από τον π. Σάββα δεν έλειψε «ο σκόλοψ τη σαρκί». Υπέφερε από προστάτη και σοβαρά κοιλιακή πάθηση. Για τον προστάτη έκανε εγχείρηση και θεραπεύθηκε. Όταν του έλεγαν να πάει στην Αθήνα να θεραπευθεί και για το κοιλιακό νόσημα, απαντούσε:
› Αυτό, παιδί μου, θα μας σώση, τίποτε άλλο δεν κάναμε. Αυτό είναι το καλό που θα μας πάει στον Παράδεισο. Ο Θεός είναι μεγάλος.
Ο π. Σάββας αγαπούσε όλους τους ανθρώπους και κατέβαλλε προσπάθεια για τη μετάνοιά τους και επιστροφή τους στον Χριστό. Η αγάπη του ήταν ειλικρινής και πηγαία. Ήταν δε αφιλοχρήματος. Ουδέποτε κρατούσε χρήματα. Από την αγιογραφία και τα μυστήρια ό,τι ελάμβανε τα έδινε στους πτωχούς, στις χήρες και τα ορφανά. Η ζωή του ήταν μία συνεχής κατάσταση αγίας υπακοής. Ενδεικτικό αυτό είναι και η υπακοή του να δεχθεί κατά την περίοδο σοβαράς ασθενείας, ο ακρότατος αυτός ασκητής, στο Άγιο Όρος, κατ' εντολή του γέροντά του το 15 Αύγουστο, κρέας πετεινου.
Ο μακάριος, για κάθε πνευματικό πρόβλημα ελάμβανε άνωθεν την πληροφορία και έτσι βάδιζε επί του ασφαλούς. Είχε πολλούς πειρασμούς και χάλασε πολλές παγίδες του διαβόλου. Κάποτε, και συγκεκριμένα μία Καθαρά Δευτέρα, για να μη τελέσει τις ακολουθίες του, τον έκλεισε επί τρεις ημέρες στο κελλί του. Ήταν χαριτωμένος και ευλογημένος από τον Κύριο. Πράος, ανεξίκακος, άδολος, υπάκουος και πονετικός.
ΤΟ ΟΣΙΑΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ
Εδόξασε τον άγγελο στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Ήταν άγγελος και άνθρωπος και αντιστρόφως. Κατά τον τρόπο αυτό εκπλήρωσε τις ημέρες της επί γης πορείας του μέχρι της 7ης Απριλίου 1948, ότε παρέδωκε την αγία του ψυχή στον Κύριο. Περί το τέλος της ζωής του ευρίσκεται σε άκρα περισυλλογή και ιερά κατάνυξη. Επί τρεις ημέρες δεν εδέχθη ουδένα. Ευρίσκετο πλέον στο στάδιο της ιεράς μεταστάσεώς του. Έδωκε τις τελευταίες συμβουλές και εζήτησε την εν Χριστώ αγάπη και υπακοή. Όταν ο επιθανάτιος ρόγχος τον κατέλαβε και επί μακρόν συνεχίζετο, ξαφνικά λαμβάνει δυνάμεις, ενώνει τα μικρά ευλογημένα χέρια του και χειροκροτεί επανειλημμένα, ενώ από τα χείλη του εξέρχονται οι τελευταίες ιερές φράσεις:
- Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος.
Ήταν η βεβαίωση της θείας μεταφυσικής πορείας του. Ήταν το κύκνειο άσμα της θεοφιλούς ζωής του. Την ώρα εκείνη ολίγες μόνον μοναχές περιέβαλαν μία αγία μορφή, ένα θαυμάσιο αγωνιστή της πίστεως και της ευσεβείας, έναν οικιστή του Παραδείσου. Ο ουρανός εγνώρισε τη μετάστασή του και επανηγύριζε. Έτσι, η γη εχάρισε στον ουρανό τον άγιο αυτό βλαστό της και ο ουρανός αποδέχθηκε την ιερά αυτή προσφορά. Είθε και εμείς, μιμούμενοι, κατά το δυνατό, τις αρετές του Αγίου Σάββα του νέου, του θαυματουργού, αλλά και με τις πρεσβείες του να αξιωθούμε της Ουρανίου Βασιλείας. Αμήν.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Αφήγηση Γεροντίσσης Φιλοθέης, Καθηγουμένης της Ιεράς Μονής των Αγίων Πάντων
α. Θαύμα αγιότητος
Όταν εκοιμήθη ο Άγιος Νεκτάριος, τον έθαψαν ο ίδιος ο άγιος Σάββας, διότι ήτο ιερεύς. Επί τρία μερόνυκτα ξημέρωνε εις τον τάφον του και συνωμιλούσε με τον άγιον Νεκτάριον. Αι μοναχαί, επειδή ήκουον ψιθύρους επί του τάφου, αναζήτησαν τον π. Σάββαν εις το κελλίον του, τον οποίον εύρον –κατελθούσαι όλαι μαζί- εις τον τάφον του αγίου Νεκταρίου.
β. Η πρώτη εικόνα του αγίου Νεκταρίου
Εζήτησεν ο άγιος Σάββας από την Γερόντισσα να μην τον ενοχλήσουν 40 ημέρας, κατά τας οποίας θα ευρίσκετο έγκλειστος εις το κελλί του. Μετά 40 ημέρας, επήγε εις την Γερόντισσα και της δίδει την εικόνα του αγίου Νεκταρίου και της λέγει:
› Πάρε την εικόνα να την βάλης εις το προσκυνητάρι.
Είπεν η Γερόντισσα:
› Πώς μπορώ να βάλω τον άγιον εις το προσκυνητάρι, αφού δεν ξεύρομε ακόμη αν είναι άγιος; Και ξέρεις ότι υπάρχουν επιτροπαί και Μητροπολίται που κάνουν έλεγχο. Μη θέλετε, πάτερ Σάββα, να μας κλείσουν στο Μοναστήρι.
Και είπεν ο π. Σάββας:
- Οφείλεις να κάμης υπακοήν. Να πάρης την εικόνα, να την βάλης εις το προσκυνητάρι και τας βουλάς του Θεού να μην τας περιεργάζεσθε.
γ. Ο προστάτης
Είναι Πάσχα -Χριστός Ανέστη- έλειπα εγώ. Ήμουν εις τας Αθήνας. Έμειναν οι αδελφές μόνες τους και ήλθε η ημέρα του Πάσχα, της Αναστάσεως. Την ώραν του φαγητού τις πήρε το παράπονον που ήσαν μόνες και μόλις το εσυλλογίσθησαν παρουσιάζεται ο άγιος Σάββας και τις λέει:
› Εγώ είμαι ο προστάτης.
δ. Υμνωδία από την Λάρνακα
Ένα άλλο Πάσχα εκάναμε την Ανάστασιν. Ιερέα δεν είχαμε. Ήρχετο ένας ιερεύς το Σάββατον το απόγευμα και μας έκανε την Ανάστασιν. Ήλθε ο ιερεύς και έκαμε την Ανάστασιν και, όταν ετελείωσε, έφυγε. Επήγαμεν να πάρωμεν ευλογία από τον άγιον Σάββα και ακούομεν από μέσα από τη λάρνακα το «Χριστός Ανέστη», τόσο γλυκά που νόμιζες ότι εκελαηδούσαν αηδόνια και ένα κτύπο που νόμιζες ότι έπαιζε όργανο.
ε. Διπλή παρακαταθήκη
Έγιναν τα θεμέλια του μοναστηρίου (σ.σ. του ναού) των αγίων Ταξιαρχών. Ο άγιος την είχε θεμελιώσει επ' ονόματι των Ταξιαρχών. Ο Δεσπότης ήλθε να βάλη θεμέλιον και μας είπε ότι θα θεμελιώση τον ναόν επ' ονόματι του ιερού Χρυσοστόμου. Εγώ αντιστάθηκα, διότι είχε τα θεμέλια ο άγιος Σάββας επ' ονόματι των αγίων Ταξιαρχών.
Πέσαμε οι αδελφές στις προσευχές, να μας φανέρωση ο άγιος τί να κάνωμε. Ένα βράδυ παρουσιάσθηκε πάλιν με τους ίδιους ιερείς που είχα ξαναδή. Έφθασε μέχρι τον τάφον του. Εγώ μόλις τους είδα είπα:
› Πάτερ μου Σάββα, ο Θεός που σ' έφερε, λύσε μας το ζήτημα. Τί πρέπει να γίνη;
› Ε! παιδί μου, όλα καλά και ευλογημένα. Πείθεσθε, πείθεσθε, πείθεσθε.
Και σταυρώνει τρεις φορές την εκκλησία και τον έχασα.
Ήλθεν ο Δεσπότης και του έδωσα άδεια και έκανε τον Χρυσόστομο. Άμα χαλάσαμε το θεμέλιον βρήκαμε την κανδήλα που είχε ο άγιος αναμμένη. Θαυμάσαμε, διότι η κανδήλα ήταν αναμμένη 18 ολόκληρα χρόνια! Την κανδήλα των αγίων Ταξιαρχών την έβαλε ο ίδιος ο άγιος Σάββας προ 18 ετών και τώρα ο ίδιος πάλιν ο μάστορας που ειργάσθη με τον άγιον Σάββα ευρήκε την κανδήλα αναμμένη. Τώρα βάλαμε και την άλλην κανδήλα για τον άγιον Χρυσόστομο. Ο μάστορας αυτός λέγεται Μιχαήλ Τσερκάκης.
στ. Η ανακομιδή
Την ημέρα της εκταφής του, ήτο η 1η Μαΐου 1957, ήλθεν ο Δεσπότης με 9 ιερείς να τον βγάλουν από τον τάφον και τον έβαλαν κάτω. Ήταν ημέρα χαρμόσυνος, καθαρά, ανέφελη. Άρχισε να βρέχη ο Θεός χωρίς να υπάρχουν σύννεφα μόνον εις τον περίβολόν του. Διέταξε ο Δεσπότης να φέρουμε ένα σεντόνι να σκεπάσουμε τον άγιον. Ήσαν δύο ιερείς από την Πάτμον και λέγουν:
› Όχι, Σεβασμιώτατε, αυτό είναι απόδειξις αγιάσματος, διότι και ημείς εις το Άγιον Όρος ευρέθημεν και είδαμε λείψανο που ξεθάψαμε. Αυτό είδαμε και εκεί.
Είχε πάρα πολύ κόσμο. Τον έβαλαν εις την εκκλησίαν μέσα. Ήτο Τετάρτη που εξεφάφθη.
ζ. Τα θαύματα
Μετά την ανακομιδή των λειψάνων του οσίου έρχονταν πολλοί να προσκυνήσουν. Έγιναν πολλά θαύματα. Εθεραπεύθησαν δύο παιδιά αόμματα. Ένα παληκάρι 26 χρονών από τη μέση και κάτω παράλυτον. Ήλθε παράλυτο και με τα πόδια έφυγεν.
Αφήγηση π. Κυπριανού Μιχαήλου
Ο πατέρας μου, ο Σταυρής Μιχαήλου, έλεγε στον άγιο Σάββα:
› Πάτερ Σάββα, πολλές γυναίκες λόγω της σκληράς κατοχής, πουλάνε το σώμα τους για ένα κομμάτι ψωμί και η αμαρτία είναι πολλή μεγάλη. Κάτω στην πόλη έχει μεγάλη αμαρτία.
Και ο άγιος Σάββας απήντησε:
› Το γνωρίζω κ. Σταύρο. Κάθε βράδυ βγαίνω έξω στας 12 τα μεσάνυκτα και ευλογώ την πόλη. Βλέπω στην πλατεία να υψώνωνται φλόγες 100 μέτρα ψηλά.
Αφήγηση κ. Κων. Μανωλάκη, διδασκάλου
Κατά το έτος 1934 είχα ανεβή στην Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων. Ήτο ημέρα Παρασκευή, η πρώτη των νηστειών. Πήγα από ενωρίς για να βοηθήσω τον π. Σάββα και να παρακολουθήσω τους χαιρετισμούς της Παναγίας. Αφού ετελείωσαν οι χαιρετισμοί, εψάλλαμε την παράκλησιν. Όταν άρχισα να ψάλω το τροπάριον «Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε», είδα τον π. Σάββα να βλέπη την εικόνα του Χριστού, η οποία ήτο στο τέμπλο και να ομιλή, νοερώς με τον Κύριο, έχων το δεξί του χέρι στον δεξιόν ώμον του. Αργότερα, μας είπε ότι, παρατηρών την εικόνα του Κυρίου είδε ότι εσχίσθη, άνοιξε η καρδιά του Χριστού και βγήκε το Άγιον Πνεύμα και εκάθησε στον δεξιόν ώμον του. Τότε του φιλήσαμε όλοι μας το χέρι και πήραμε την ευχήν του.
Κατά το έτος 1935 ευρισκόμενος εις το ιερόν και καθώς εμνημόνευε ο π. Σάββας εις την προσκομιδήν, παρατήρησα ότι τα πόδια του ήταν μια πιθαμή πάνω από την γη. Κατάλαβα την αγιότητά του. Όταν αργότερα μείναμε οι δυο μας του το είπα.
Ένα σύγχρονο θαύμα του Αγίου Σάββα
O ραδιοφωνικός παραγωγός του εκκλησιαστικού σταθμού Αλήθεια fm Καλύμνου, Νίκος Μαμάκας το πρωί της Κυριακής, ημέρα εορτασμού του Αγίου Σάββα του νέου στην Κάλυμνο, μίλησε στο ραδιόφωνο της Πειραϊκής Εκκλησίας με τον Λυκούργο Μαρκούδη, περιγράφοντας ένα καταπληκτικό θαύμα. Κάθε Παρασκευή κάνει μια βάρδια στο εκκλησιαστικό βιβλιοπωλείο της Καλύμνου. Πριν τρία χρόνια περίπου, πάει ένα ηλικιωμένο ζευγάρι τουριστών στο βιβλιοπωλείο και αφού αγόρασαν κάτι τους έδωσε ευλογία ένα εικονάκι του Αγίου Σάββα. Τότε τον ρωτάνε:
› Ποιος είναι αυτός;
Τους λέει:
› Ο Άγιος του Νησιού μας, ο Άγιος Σάββας.
Και τον ρωτάνε -στα Αγγλικά πάντα:
› Γιατί είναι Άγιος, τι κάνει;
Τους λέει:
› Είναι Άγιος γιατί αγάπησε πολύ το Θεό, ασκήτεψε, έκανε και κάνει πολλά θαύματα, θεραπεύει καρκινοπαθείς, άτεκνα ζευγάρια τα βοηθάει να κάνουν παιδιά.
Μόλις άκουσαν αυτό το τελευταίο, του λένε μισό λεπτό, και φωνάζουν την κόρη τους με τον άνδρα της που ήταν απέξω. Του ζήτησαν να πει και στη κόρη τους αυτό το τελευταίο που τους είπε. Λέει:
› Ο Άγιος Σάββας βοηθάει πολλά άτεκνα ζευγάρια να αποκτήσουν παιδιά.
Το ζευγάρι αυτό ήταν πολλά χρόνια παντρεμένο και δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδί. Του ζήτησαν τότε αν μπορεί να τους πάει στη Μονή του Αγίου Σάββα, εκείνος δέχτηκε και πήγαν στο Μοναστήρι. Η κοπέλα αυτή δεν ήταν Ορθόδοξη αλλά είχε πολύ σεβασμό και ευλάβεια, ρώτησε αν μπορούσε να μπει στην Εκκλησία επειδή δεν ήταν Ορθόδοξη, της είπαν βεβαίως και να μπει, ζήτησε επίσης την άδεια της γερόντισσας αν μπορεί να προσκυνήσει τη λάρνακα όπου φυλάσσεται ολόσωμο του λείψανο του Αγίου Σάββα, εκείνη της είπε βεβαίως και μπορεί. Εφόσον λοιπόν προσκύνησε, γονάτισε 10 λεπτά μπροστά από τον Άγιο και κλαίγοντας προσευχόταν λέγοντας μεταξύ άλλων:
› Άγιε Σάββα, εγώ δεν είμαι Ορθόδοξη, δεν ξέρω πολλά πράγματα για το Χριστό, αλλά πιστεύω στο Θεό, πιστεύω ότι μπορείς να μας βοηθήσεις.
Αφού σηκώθηκε της έδωσε η γερόντισσα λίγο λαδάκι από το καντήλι του Αγίου, να σταυρώνει την κοιλιάς της. Αφού τους ευχαρίστησαν όλους έφυγαν. Ένα χρόνο μετά…. Μια Παρασκευή έρχονται ξανά εκείνοι οι ηλικιωμένοι γονείς του ζευγαριού στο βιβλιοπωλείο, βρήκαν τον Νίκο, τον χαιρέτισαν με χαρά, εκείνος δεν τους θυμήθηκε κατευθείαν αλλά μετά που του εξήγησαν θυμήθηκε. Του ζήτησαν να περιμένει και φώναξαν την κόρη τους με τον άνδρα της, εκείνοι μπήκαν μέσα κρατώντας ένα νεογέννητο μωράκι στην αγκαλιά τους.
› Από εδώ η Σαββίνα, του είπαν!
Είχαν ένα πανέμορφο κοριτσάκι στην αγκαλιά τους και όχι μόνο αυτό…αλλά βαφτίστηκαν όλοι –γονείς, παιδιά- Ορθόδοξοι με τη βοήθεια του γνωστού Μητροπολίτη Κάλλιστου Ware στην Αγγλία. Του ζήτησαν αν μπορεί να τους ανεβάσει στη Μονή του Αγίου Σάββα να ευχαριστήσουν τον Άγιο. Μόλις έφτασαν με μεγάλη συγκίνηση η μάνα του παιδιού τοποθετεί τη μικρή Σαββίνα πάνω στη λάρνακα του Αγίου και του λέει:
› Take it; this is yours it’s not mine!
(Δηλαδή: “Aυτό το μωρό είναι δικό σου, δεν είναι δικό μου!”)
Η κοπέλα εκείνη είχε φέρει από την Αγγλία επίσης ένα τεράστιο χαρτοφύλακα γεμάτο εξετάσεις και ιατρικές γνωματεύσεις από τα καλύτερα νοσοκομεία που της απέκλειαν να μείνει έγκυος καθώς είχε ένα πρόβλημα στις σάλπιγγες. Πίεσε τον κύριο Νίκο να τα διαβάσει για να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του θαύματος. Είχαν δοκιμάσει όλα τα επιστημονικά μέσα και είχαν δαπανήσει αρκετά χρήματα, πουλώντας μάλιστα και ένα οικόπεδο για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν.
Ζει Κύριος ο Θεός!
ΠΗΓΗ: http://oparadeisos.wordpress.com
Αφήγηση της αδελφής Χριστονύμφης
α. Κρίσιμος ώρα
Μια μέρα ήταν του αγίου Ανδρέου και πήγε η μαμά μου εις τους αγίους Πάντας. Μόλις σκοτείνιασε είδε εις τον ουρανό να αστράφτη και να φωτίζη, σαν να ήταν μέρα. Καθώς κοιτούσε εις τον ουρανό έβλεπε σαν κάτι να ξετυλίγεται, σαν άγγελοι, σαν άστρα, επί πολλήν ώραν, χωρίς να ξέρη τι ήταν. Τρέχει, πηγαίνει εις την γερόντισσα Θέκλα. Της λέει:
› Τί τρέχει;
Και εκείνη δεν ήξερε. Έτρεξαν να δουν τι κάνει ο π. Σάββας και τον βλέπουν να έχη τα χέρια του ψηλά και να προσεύχηται γονατιστός. Μόλις τας εντελήφθη, τας είπε:
› Γονατίστε, παιδιά μου και προσευχηθείτε αυτήν την ώρα.
Έμειναν μέχρι τας ένδεκα, το βράδυ, διότι κατέβηκε εις το σπίτι. Το πρωί ανέβηκε πάλι εις το μοναστήρι και τον είδε να προσεύχηται μέχρις ότου ξέφεξε και τας είπε:
› Άνοιξαν τα ουράνια, διότι η ώρα ήτο κρίσιμος.
Αυτό έγινε περί το 1932.
β. Προορατικόν χάρισμα
Πηγαίναμε μικρές τότε. Εγώ, (κόρη του Ραΐση του Νικόλα), του Μαρίνου του Κονομή, του Τωρινού, της Ξενίας. Τέσσερις είμασταν. Μας χώριζε τα κελλάκια που θα μέναμε. Πάντως εμένα μου έλεγε:
› Συ παιδί μου θα γίνης μοναχή μια μέρα.
Ήμουν τότε πολύ μικρή. Και συνέχισε:
› Ε! και εγώ 12 ετών επήγα. Στο μοναστήρι έμαθα τα γράμματα.
γ. Η ψαλμωδία
Μια μέρα -το δεύτερο χρόνο της ανακομιδής, το 1958- εκεί που εκαθάριζα την εκκλησία ήκουσα μια σιγανή ψαλμωδία. Μου εφάνη περίεργον. Ζήτησα να δω από πού η ψαλμωδία. Επλησίασα και προς την λάρνακα και ήκουσα τότε να εξέρχεται από αυτήν το «κατευθυνθήτω η προσευχή μου» , όπως το έλεγε, όταν ζούσε.
δ. Εσείετο η Λάρνακα
Ήλθον κάποτε προσκυνηταί από τη Γαλλίαν. Μου ερωτούσαν δια τα θαύματα του αγίου. Εγώ τους έλεγα, ό,τι εγνώριζα. Κατά την διάρκεια των συζητήσεών μας, ήλθε μέσα μια κοπέλλα απρεπώς ενδεδυμένη. Εγώ δεν την επρόσεξα. Μετά από λίγο ηκούσαμε έναν θόρυβον μέσα εις την λάρνακα, η οποία εσείετο. Έτρεξα αμέσως και έπιασα την λάρνακα και την κρατούσα να μην πέση. Τότε μερικές γυναίκες φοβισμένες άρχισαν να λέγουν:
› Τί τρέχει, τί τρέχει;
Γυρίζω και βλέπω την κοπέλλα, η οποία από τον φόβον της έφυγε. Καταλάβαμε, ότι εξ αιτίας της απρεπούς περιβολής της εσείετο η λάρναξ.
Αφήγηση της Μαρίας Μπιζάνη
α. Αφηγείται τη ζωή του
«Εγώ κατάγομαι από ένα χωριό της Πόλης Γάνου, αλλά η περιφέρεια ελέγετο Αβδίμ. Ήμουν 16 ετών. Μοναχογυιός είμαι και γελούσε λίγο. Μοναχογυιός είμαι. Η μάνα μου μου πήγε στα γράμματα. Κατόπιν, ε, δεν μπορούσαμε να συνεχίσω το γυμνάσιο. Άνοιξε ένα μικρό μαγαζάκι και μ' έβαλε μέσα. Εγώ όμως από μικρό παιδί, δεν ξέρω. Ε, ε, είχα μία αγάπη προς τη μοναχική ζωή. Ε, της έλεγα της μάνας:
› Μάνα δεν θα μείνω για πάντα εδώ στο μαγαζί. Μ' αρέσει η μοναχική ζωή θ' αποτραβηχτώ.
Λέει:
› Γυιέ μου, αν το κάνεις αυτό θα πεθάνω.
› Ε, καλά, καλά.»
Μια μέρα βρήκε μοναξιά. Έκλεισε το μαγαζί, έβαλε από κάτω από το κατώφλι το κλειδί του μαγαζιού, παίρνει ένα οδοιπορικό σάκκο, κατεβαίνει από την πόλη και πηγαίνει στην παραλία να μπαρκάρη. Πεντάρα δεν είχε. Μα πεντάρα δεν είχε. Λέω:
› Μα τίποτε δεν είχες; Τι κουράγιο, γέροντα!
› Ε, να, να, ο Κύριος ήταν η ελπίδα μου. Κατέβηκα κάτω στο λιμάνι. Βρίσκω ένα ανδρόγυνο. Φαινότανε ευκατάστατοι άνθρωποι και οι δυο. Και τους λέω: «Για που είσθε;». «Για τα Ιεροσόλυμα, παιδί μου». «Αχ, θέλω και εγώ. Γι' αυτό το σκοπό κατέβηκα από το χωριό μου και δεν έχω να...». «Α, ημείς, ημείς, ημείς θα σε πάρωμε». «Ε, μ' επήραν, λοιπόν, μαζί τους. Επήγαμε εις τα Ιεροσόλυμα εξ ιδίων εξόδων τους. Φθάσαμε στα Ιεροσόλυμα και εκεί πια εγώ, αφού προσκύνησα τον Πανάγιο Τάφο και όλα τα προσκυνήματα πήγα στο Χοζεβά.
Ε, εγώ, λέω:
› Πώς αυτό γέροντα;
› Ε, ένας χείμαρρος είναι στη πλευρά εκεί έχει σπηλιές, έχει σπηλιές. Βρήκα μια σπηλιά και έμεινα μέσα. Εκεί στη σπηλιά με πολλούς.
› Είχε πολλούς; (λέω).
› Πολλούς, πολλούς. Πολλά πρόσωπα, πολλούς καλογήρους.
› Και τί κάνατε γέροντα;
› Ζωγράφιζα. Έκανα 14 χρόνια εκεί στου Χοζεβά.
› Και πώς, τί τρώγατε, γέροντα;
› Ε, ε, (γέλασε λίγο). Τί να τρώγαμε; Σιτάρι βρεγμένο. Σιτάρι. Μια κουταλιά μας έδιδε ο ηγούμενος.
› Νερό;
› Από το ποτάμι που έτρεχε.
«Έκανα 14 χρόνια. Κατόπιν ήρθαν οι Άραβες. Μας λήστεψαν. Ήθελαν να μας σκοτώσουν. Φύγαμε. Διεσκορπισθήκαμε. Έφυγα. Πήγα στο Άγιον Όρος. Από το Άγιον Όρος ήλθα μια μέρα στην Αθήνα δια να προμηθευτώ μπογιές για την ζωγραφικήν μου. Στο δρόμο με βρίσκει ένας γνωστός μου, υποτακτικός του Νεκταρίου. Μου λέει:
› Το ξέρεις ότι ο άγιος Πενταπόλεως είναι στην Αίγινα;
› Ναι το’ μαθα.
› Τον ήκουσα που είπε ο π. Σάββας πρέπει ναρθή εδώ.
› Ε, να πάω, να πάω.
Σηκώθηκα, λοιπόν, πήγα εκεί. Έμεινα μαζί του χρόνια. Εγώ τον περιποιήθηκα. Εγώ τον μαγείρευα. Εγώ ερχόμουν σε επαφή με τον άγιον Πενταπόλεως. Εγνώρισα την αρετήν του, εγνώρισα την μαρτυρικήν ζωήν του.»
› Δεν μας λες κάτι;
Μας είπε όλα αυτά όσα γράφει το βιβλίον του. Το βιβλίον του αγίου Νεκταρίου. Τις συκοφαντίες, κατατρεγμούς. Όλα αυτά μου τα διηγήθηκε. Το θάνατό του, που μύρισε το δωμάτιό του, του Νοσοκομείου. Που έτρεξε από το μέτωπό του μύρον και έτρεχαν οι νοσοκόμες να πάρουν. Τα θαύματά του μου διηγήθηκε. Λοιπόν:
«Ε, κατόπιν πέθανε, λέει, ο γέροντας. Ερχόταν κόσμος, όχλος. Δεν μπορούσα να κάνω. Σηκώθηκα, πήρα τον οδοιπορικό σάκκο, ήρθα στην Αθήνα... και με τη βοήθεια τού Θεού, εδώ, στην Κάλυμνο.»
β. Άσκηση και ακτημοσύνη
Παρακολουθήσαμε τη ζωή του. Του ετοίμαζε εκείνη η γριούλα, ας πούμε, το όσπριο, φασόλια, ξέρω εγώ, ολίγο ρύζι. Τίποτε δεν έτρωγε. Λίγο ανάμα, το ανάμα της Λειτουργίας με λίγο δενδρολίβανο μέσα. Μισό πρόσφορο όλην την εβδομάδα. Στο τέλος του Σαββάτου το μισό του έμεινε ακόμα. Από το μισό του έμεινε το μισό. Επήγαινα εγώ μου το έδωνε:
› Μαρία, φάτο αυτό. Να φας το πρόσφορο.
› Σ' ευχαριστώ, γέροντα.
Ήρχισε ο κόσμος να τον βοηθή. Ήταν ζωγράφος. Να τον βοηθή ο κόσμος. Καταλάβαινε την αγιότητά του. Αυτός δεν ήταν άνθρωπος! Ήταν επίγειος άγγελος! Η εξομολόγησίς του, οι αρετές του! Παρακολουθήσαμε τις αρετές του. Λοιπόν, είχε κανόνα στην ζωή του με την δύσιν του ηλίου να μην απομένη μέσα στο συρτάρι του ένα ιταλικό -τα λέγαμε τότε- το πενηντόλεπτο. Ήταν κανόνας. Μετά την δύσιν του ηλίου δεν επέτρεπε μέσα στο συρτάρι του. Καμμιά φορά έλεγα:
› Γέροντα, η οσία Θέκλα λέει, μήπως κρατείτε κανένα φράγκο;
› Όχι, όχι, όχι. Δύση του ηλίου. Τί, τί, τί, χρήματα έχει ο καλόγερος την νύκτα; Είναι διάβολος. Δεν επιτρέπεται.
γ. Το αλεύρι της μητέρας του - (Πέτρα έβγαζε αλεύρι)
Ήλθε η ιστορία στην πείνα, στον πόλεμο. Λέω:
› Γέροντα τί θα γίνουμε, πεινάει ο κόσμος. Δεν έρχεται από πουθενά τροφή. Τί θα γίνουμε! Αποκλεισμός!
Λέει:
- Εξ αμαρτιών μας. Μαρία, εξ αμαρτιών μας, παιδί μου. Κάποτε είχε και σε μας πόλεμο εκεί στα χωριά μας. Μια μέρα πήγε η μάνα μου να κόψη κλαδιά από το δάσος. Και είχε μια πέτρα μαλακιά, έτσι σαν μάρμαρο. Και κάθησε εκεί να φάει το ψωμί της λίγο ψωμάκι και βλέπει κι ανέβλυζε, είχε μια τρυπίτσα και ανέβλυζε αλεύρι.
- Αλεύρι;
- Αλεύρι πολύ. Έκανε έτσι το χέρι της και καθώς το τραβούσε έβγαινε άλλο, έβγαινε άλλο και έκανε τόοοοσο μεγάλο αυτό, τόσο μεγάλο όγκο. Πήρε, λοιπόν, έβγαλε το τσεμπέρι της, γιατί δεν είχε άλλο και το γέμισε με αλεύρι και το έφερε χωρίς να κόψη κλαδιά. Το έφερε εκεί στην γειτονιά.
- Ελάτε να δείτε αλεύρι!
- Καλέ πού είναι το αλεύρι;
Πήγαν και οι άλλες γυναίκες τροχάδην. Φέραν, λέει, ό,τι είχε η κάθε μια, πετσέτα, ένα σακκουλάκι. Άλλα το πήρε είδηση η τουρκική αστυνομία και πήγε να βάλη φόρο και αμέσως έπαυσε. Αυτό μου το είπε 2-3 φορές.
› Η χαρά της μάνας μου που από την πέτρα έβγαινε αλεύρι. Κύριε, Ιησού Χριστέ!
δ. Ακρότατη νηστεία - Αγιογραφία - Φιλανθρωπία
Ειργάζετο. Έκανε τις εικόνες. Τότε δεν εγίνοντο Λειτουργίες. Και από την ζωγραφικήν, από τις Λειτουργίες στα ορφανά πήγαιναν. Στις χήρες, στα ορφανά. Ε! Εκείνος έτρωγε μισό πρόσφορο! Το μισό έτρωγε. Το άλλο το έδινε σε μας. Λίγο νάμα από την Κυριακή και έβαζε μέσα λίγο δενδρολίβανο. Αυτό ήταν! Χρόνια, χρόνια! Δεν ήταν μια μέρα, ένας μήνες, δυο μήνες, ένας χρόνος, δυο χρόνια! Χρόνια! Όλα τα χρόνια μ' αυτήν την τροφήν. Πώς ζούσε; Πώς σηκωνότανε επάνω; Ο Θεός! Το Πνεύμα το Άγιον!
ε. Η «τυμβωρύχος» μικρά Νεκταρία και το επιτίμιο
Όταν κοιμήθηκε ο άγιος Νεκτάριος, είχε μια Μοναχή μικρή μέσα στο Μοναστήρι και είχε το όνομά του. Τον αγαπούσε πολύ τον γέροντα. Ήτο μικρή, πτωχή, ορφανή. Όταν κοιμήθηκε ο γέροντάς της, τον έθαψαν και από πάνω έβαλαν ξύλινο μνήμα. Πήγε, τράβηξε λίγο για να δη τον γέροντα από την λαχτάρα που είχε. Λοιπόν, την έφθασε η ηγουμένη:
› Τί κάνεις εδώ Νεκταρία;
Λέει:
› Θέλω να δω τον γέροντά μου, να δω.
› Είναι κακό πράγμα. Τώρα να σε πάω στο γέροντα, στον πάτερ Σάββα.
Ήταν ο πάτερ Σάββας στο κελλί του. Κτυπά την πόρτα του κελλιού η ηγουμένη και του λέει:
› Είδες τί έκαμε η μικρή μας;
› Τί έκανε;
› Πήγε στο μνήμα για να δη το γέροντα.
› Έλα παιδί μου μέσα. Γιατί το΄ κανες αυτό;
› Από την λαχτάρα που είχα να δω το γέροντά μου.
› Μ' αυτό ξέρεις πώς λέγεται; Τυμβωρύχος είσαι;
› Μα εγώ δεν ξεύρω από αυτά τα λόγια. Εγώ θέλω τον γέροντά μου να δω.
› Ε, τότε δεν θα κοινωνήσεις. Μέχρι την Μ. Πέμπτη να μην πλησιάσεις τα Άγια. Είναι αμάρτημα. Παιδί μου, είναι αμάρτημα αυτό.
› Εγώ δεν ξέρω τίποτα. Εγώ θέλω να δω τον γέροντα.
› Την Μ. Πέμπτη θα κοινωνήσεις.
Έφυγε η κόρη κλαίουσα. Δεν θα μεταλάμβανε. Περίμενε την Μ. Πέμπτη. Μόλις έκλεισε η πόρτα να ο γέροντας. Ο άγιος Νεκτάριος μέσα. Του λέει γελαστός:
› Γέροντα, συγχώρεσέ της. Είναι μικρή. Δεν τόξερε, δεν ήξερε από αμαρτία αυτή. Δεν ήξερε. Προ της Μ. Πέμπτης, κοινώνησέ την. Ήκουσες, γέροντα; Φανού επιεικής. Δεν το ήξερε. Ήκουσες; Σ' ευχαριστώ.
Λέω:
› Γέροντα, σου μίλησε; Μπροστά;
› Ε, παιδί μου, λέει μπροστά μου, όπως ήταν ζωντανός. Μπροστά μου και μου λέει: «Δώσ' μου τον λόγον σου ότι θα την κοινωνήσεις. Δεν ήξερε η κόρη, δεν ήξερε».
στ. Το κύκνειο άσμα του
Την ώρα που ξάπλωσε. Επιθανάτιος ρόγχος ήτανε. Λίγη ώρα. Για μια στιγμή τον βλέπαμε να κτυπά τα χέρια του. Χειροκροτούσε, χειροκροτούσε και έβλεπε επάνω γελαστός. «Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος» και χειροκροτούσε. « Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος. Θέκλα, ο Κύριος, ο Κύριος». Κτυπούσε τα χεράκια του. Που την βρήκε την δύναμη και χειροκροτούσε; Και την άλλη στιγμή αμέσως έκλεισε τα μάτια του.
ζ. «Το άγιον της εποχής»
Ρωτούσαν οι γέροντες έκει:
› Από πού είσθε;
› Α Καλύμνιες. Απ' την Κάλυμνο είμαστε.
› Α, τί τυχερές γυναίκες είσθε σεις!!!
Λέει:
› Γιατί; Που φύγαμε απ' τα σπίτια μας, απ' την Πατρίδα μας, από το νησί μας;
› Όχιιι! Τυχερές, γιατί τον άγιο της εποχής έχετε εσείς εκεί κάτω. Τον άγιο.
› Και ποιος είναι;
› Α! ο πάτερ Σάββας. Εκεί πάνω στους άγιους Πάντας δεν έχετε τον άγιο...
› Α! Ο πάτερ Σάββας! Καλέ άγιος είναι!!!
› Τον άγιο της εποχής έχετε εσείς. Τι καλότυχες γυναίκες είσθε! Το είπαν οι ασκηταί της έρημου των Ιεροσολύμων.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Αφηγήσεις θεραπευθέντων ατόμων
Θεραπεία παραλυτικού (έτος 1957)
«Ο υπογεγραμμένος Αναστάσιος Γερακιός, εκ Καλύμνου, πανδρεύτηκα το Φεβρουάριο του 1957. Μετά από 5 ημέρες αρρώστησα και έμεινα τελείως παράλυτος, 7 μήνες ακίνητος στο κρεββάτι. Ημέρα και νύκτα παρακαλούσα θερμά τον άγιο Σάββα να με θεραπεύσει, διότι η ζωή μου ήτο μαρτυρική. Και αφού για αρκετόν καιρό ο άγιος εδοκίμασε την πίστη μου, ήλθε στον ύπνο μου και με βρήκε και με παρακαλούσε να ανέβω στο μοναστήρι του να τον προσκυνήσω.
Μετά πολλών κόπων με βάλανε σε γαϊδουράκι και ανέβηκα στο μοναστήρι του, με χίλιες προσπάθειες. Κατάκοιτος μπρος στη λάρνακα του αγίου, προσευχήθηκα με μεγάλην πίστην και πολλά δάκρυα να μου δώσει την υγείαν μου. Και ω του θαύματος! Ο άγιος Σάββας άκουσε την προσευχή μου και με θεράπευσε. Σηκώθηκα επάνω και ήμουνα τελείως καλά...
Τον ευχαριστώ και δοξάζω τον Κύριο.»
Θεραπεία όγκου (έτος 1963)
«Εφανερώθη σ' ένα επικίνδυνο μέρος ένα βολαράκι και λίγο-λίγο εμεγάλωνε και υπέφερα. Λοιπόν, εκεί που πονούσα έκανα πάλι το σταυρό μου και είπα:
› Άγιε μου Σάββα, κάνε μου και εμένα το θαύμα σου, πέρασέ μου τους πόνους μου.
Και αμέσως με πήρε ελαφρύς ύπνος και πάλι μου ήλθε ο άνθρωπος ο κοντός και με έσπρωξε δύο φορές γελαστός και μου είπε:
› Εγώ δεν θέλω τίποτε από σένα, μόνον κάθε χρόνο στην εορτή μου να έρχεσαι να ξαγρυπνάς και να μου ανάβεις ένα κεράκι.
Αυτό μου είπε και έφυγε αμέσως. Άνοιξα τα μάτια μου και τι να δω. Έσπασε όλο το κακό από πάνω μου και είδα την υγεία μου. Δύο θαύματα έκανε ο άγιος Σάββας εις τον άνδρα μου και σε μένα.
Δεδοξασμένο το όνομα του Κυρίου.
Γεωργία Ι. Χούλη»
Θεραπεία καρκίνου
«Μία ασθενής έπασχε από καρκίνο στην περιοχή του εγκεφάλου. Μη βρίσκοντας πουθενά θεραπεία, πήγε στην Κάλυμνο και ζήτησε βοήθεια από τον άγιο Σάββα. Μία εβδομάδα αργότερα έκανε εξετάσεις για να διαπιστωθεί η κατάστασή της και παράλληλα μια ακτινογραφία. Από πριν όμως είχε πίστη ότι με τις με τις μεσιτείες του αγίου ο Άγιος Θεός θα την θεράπευε. Όταν πήρε στα χέρια της τις εξετάσεις και την ακτινογραφία, έκπληκτη διαπίστωσε πως συνέβησαν δύο μεγάλα θαύματα: το πρώτο ήταν ότι πια δεν έπασχε από καρκίνο και το δεύτερο ότι πάνω στην ακτινογραφία είχε αποτυπωθεί η μορφή του αγίου Σάββα τον οποίο είχε παρακαλέσει για να την ιατρέψει!
Όλο αυτό μας δείχνει ότι όταν επικαλεστούμε με πίστη την βοήθεια ενός αγίου ή του Θεού για κάποιο πρόβλημά μας, όχι μόνο θα εισακουστεί η προσευχή μας αλλά πολύ σύντομα θα μας δοθεί και λύση. Πηγή : http://www.anaplastiki.gr/2008/11/blog-post_05.html#.V77RuPmLSM8»
Θεραπεία ημικρανίας (έτος 1968)
«Υπέφερα από τρομερά ημικρανία. Η ζωή μου ήτο μαρτυρική. Εξετάσθηκα σε πολλούς γιατρούς. Όλοι μου λέγανε ότι είχα όγκο κακοήθη και κανείς δεν βοήθησε εις την ασθένειά μου. Κατέφυγα όμως εις τον άγιο Σάββα. Προσευχήθηκα μετά θερμών δακρύων εις το ιερό του Λείψανο. Άλειψα το κεφάλι μου με λάδι της κανδήλας του και ω του θαύματος! Ο άγιος Σάββας μου έκανε τελείως καλά.
Παναγιώτης Μαλαχίας»
Θεραπεία ασθενούς (έτος 1970)
«Είμαι η Σεβαστή Ντρη του Κωνσταντίνου, κάτοικος Καλύμνου. Το 1970 είχα αρρωστήσει με πολύ πυρετό, χωρίς να μπορέσουν οι ιατροί να βρουν τι είχα. Ζητούσα βοήθεια. Παρακαλούσα τους αγίους. Ο πόνος μου ήτο μεγάλος, διπλούς, διότι είχα και εξ (6) παιδιά. Η αρρώστια μου κράτησε περίπου 10 μέρες. Παρακαλούσα τον άγιο Παντελεήμονα, τους αγίους Αναργύρους. Ένα βράδυ θυμήθηκα τον γέροντα, τον π. Σάββα.
› Ε, γέροντα πλιό, έλα και συ πλιό, βοήθησε με. Τόσην φαμίλια έχω να μην καθήσω στο κρεβάτι.Ε τόπα με την καρδιά μου.
› Ε, έλα πλιό γέροντα. Με ξέρεις πλιό, έλα.
Κοιμήθηκα εις τας 11. Μόλις έκλεισα τα μάτια μου, νάτος γελαστός:
› Ε, τελευταίον μου θυμήθηκες εμένα. Για κάνε το κεφάλι σου κάτω.
Με εστάυρωσε:
› Ε, σήκω επάνω, σήκω επάνω.
Ξύπνησα αμέσως. Γύρισα να τον δω. Εγώ ούτε πυρετό ούτε τίποτε. Έγινα καλά σαν να μην είχα αρρωστήσει.»
Θεραπεία δερματικής νόσου
«Είχα στα χέρια μου σπυριά και υπέφερα πολύ. Πήγα να προσκυνήσω στον άγιο Σάββα. Τον παρακάλεσα με μεγάλην πίστιν να με θεραπεύσει. Πράγματι πηγαίνοντας προς την τραπεζαρίαν δια να πάρω καφέ ένοιωσα να κολλάνε τα χέρια μου. Τα εσκούπισα αμέσως και όλα εξαφανίσθησαν. Τα χέρια μου έγιναν καθαρά όπως πρώτα. Μόλις είδα το θαύμα εχάρισα το δακτυλίδι μου στον άγιο, τον οποίο ποτέ δεν θα ξεχάσω. Θα τον επικαλούμαι σε κάθε δύσκολη στιγμή της ζωής μου.
Δημ. Μ. Κορφιάς»
Θαύμα της αγίας εικόνος, που ιστόρησε ο αγιογράφος μοναχός π. Μιχαήλ
«Ο π. Μιχαήλ αγιογράφος Καυσοκαλυβίτης, (εκοιμήθη εις τας 24 Μαΐου 1979), έλαβε το 1959 εντολήν από την ηγουμένην Φιλοθέην να ιστορήσει τον άγιον Σάββα. Ο π. Μιχαήλ, επειδή δεν είχε εικόνα του αγίου, ούτε τον εγνώριζε προσωπικώς, παρακάλεσε τον Κύριον, αλλά και τον άγιον Σάββα εις προσευχήν να φωτισθή δια να ιστορήσει την εικόνα. Πράγματι, είχε μεγάλην ευχέρειαν κατά την εργασίαν και επιτυχίαν. Όταν η αγία εικόνα παρεδόθη εις το τελωνείον, ήρχισε να κρούη μόνη της η καμπάνα του Μοναστηρίου. Το γεγονός αυτό ήτο ανεξήγητον μέχρι την επομένην, όταν έλαβον είδησιν από το τελωνείον δια την παραλαβήν της εικόνος. Η καμπάνα έκρουσε μόνη της έως ότου έφεραν την εικόνα εις το Μοναστήρι.
Αφήγηση του Ποθητού Καλαφάτη»
(Πηγή: από το βιβλίο «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ», ΕΚΔΟΣΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ», Χώρα του Αχωρήτου)
Το παιδί του Αγίου Σάββα, το μικρό μου θαυματάκι!
Με αφορμή τη γιορτή της μικρούλας μου, αποφάσισα να σας γράψω και τη δική μου ιστορία εγκυμοσύνης. Έμεινα έγκυος με την πρώτη προσπάθεια.[…]
Τελικά τεστ θετικό. Εγώ να φωνάζω από το μπάνιο ότι είναι «συν» και ο άντρας μου απο έξω να ψάχνει τις οδηγίες. Να μην τα πολυλογώ, είχα τέλεια εγκυμοσύνη από άποψη εμετών, ζαλάδων κλπ. Δεν ένιωθα έγκυος, δούλευα κι οδηγούσα κανονικά… πέταγα! Μέχρι που ήρθε η Β’ Επιπέδου. Δεν υπήρχε παρεγκεφαλίδα. Και τι σημαίνει αυτό; Τετραπληγική η μπουμπού, με νοητική στέρηση και χαμηλά ποσοστά βιωσιμότητας.
Ακολούθησαν μέρες και νύχτες με ασταμάτητο κλάμα. Ο γυναικολόγος μου έλεγε για διακοπή κυήσεως, η εμβρυολόγος ήταν κατά. Εγώ πάλι ένιωθα χαμένη. Από τη μία δεν μπορούσα να σκοτώσω αυτό το ανθρωπάκι που κλώτσαγε στην κοιλιά μου και μου δήλωνε συνεχώς την παρουσία του… το παιδί μου! Από την άλλη, αν έφερνα στον κόσμο αυτό το παιδί, όταν θα έφευγα από τη ζωή, τι θα γινόταν; Ποια θα ήταν η τύχη του; Ήμουν 50-50… Ένα ράκος…
Ο καιρός περνούσε με εμένα αναποφάσιστη. Μέρα παρά μέρα Β’ επιπέδου, μερικές μαγνητικές εγκεφάλου εμβρύου, αλλά τίποτα δεν άλλαζε. Στείλαμε τις εξετάσεις σε εμβρυολόγους και παιδονευρολόγους στο εξωτερικό, αλλά η απάντηση ίδια. Δεν υπάρχει παρεγκεφαλίδα! Κι εγώ σε απόγνωση…
Τάξαμε το μωρό στον Άγιο Σάββα τον Καλύμνιο, έναν Άγιο που πολύ αγαπώ, καθώς είχα πάει στο μοναστήρι του σε διακοπές, φοιτήτρια ακόμα και πολύ δέθηκα. Ο θείος μου (ιερέας) πήγε μέχρι εκεί κι έκανε παράκληση με ένα κέρινο ομοίωμα τρεις μέρες κάτω από το σκήνωμα του. Μου έφερε και μια κορδέλα να δέσω στην κοιλιά μου. Προσευχόμουν νυχθημερόν, αλλά ομολογώ ότι δεν είχα πιστέψει…
Κι ο καιρός περνούσε με εξετάσεις και αμέτρητους υπερήχους. Θα έμπαινα στον 8ο κι ακόμα δεν είχα αποφασίσει τι θα κάνω. Μπορούσε ακόμη να γίνει διακοπή με ψεύτικες ημερομηνίες. Φρικιαστικό… Ώσπου ένα απόγευμα, εκεί που καθόμουν με τον άντρα μου, είπαμε ταυτόχρονα μέσα από την καρδιά μας:
› Ό,τι και να γίνει, αυτό το μωρό θα το κρατήσουμε!
Την άλλη μέρα στον υπέρηχο είδα την εμβρυολόγο να τσιρίζει και να χοροπηδάει! Όλα ήταν τέλεια! Πολλά δάκρυα… χαράς αυτήν τη φορά! Κανείς δεν το πίστευε! Ούτε στο εξωτερικό μπορούσαν να καταλάβουν τι είχε συμβεί! Το μωρό μου ήταν καλά! Η μικρή μου Σαββίνα είναι πλέον 5 ετών, πανέξυπνη και υγιέστατη! Η εμβρυολόγος όταν πήγα στο τέλος να την πληρώσω μου είπε:
› Η πληρωμή μου θα είναι να μου φέρεις το μωρό να το δω όταν γεννηθεί.
Όταν πήγα για Β επιπέδου στο δεύτερο παιδί μου, μου είπε πως ακόμα συζητούν για την περίπτωση της Σαββίνας. Αυτό το παιδί το νιώθω ότι είναι παιδί του Αγίου Σάββα και είναι στα χέρια του αφημένη. Δε ζητάω από κανέναν να πιστέψει. Να σημειώσω ότι κι εγώ δεν ήμουν κάποιο θρησκόληπτο άτομο. Πλέον όμως, κανείς μα κανείς δεν μπορεί να κλονίσει την πίστη μου. Γιατί το δικό μου θάυμα το αγκαλιάζω και το φιλάω κάθε μέρα!
Χρόνια πολλά γλυκιά Σαββίνα! Χρόνια πολλά θαυματάκι μου!
μαμά Αναστασία
(Πηγή: «Τό παιδί τοῦ Ἁγίου Σάββα, τό μικρό μου θαυματάκι!», Ἅγια Μετέωρα)
ΘΑΥΜΑ ΚΑΡΚΙΝΟΥ
Σεβαστή ηγουμένη Κυπριανή,
Λαμβάνω το θάρρος, με δάκρυα στα μάτια, η αμαρτωλή δούλη του Θεού, να σας περιγράψω το θαύμα που έγινε στο υιόν μου, τον Ιωάννην Καρδούλια από την Αμερική. Ήτο πολύ υγιής, λεβέντης, που στην ζωή του δεν αρρώστησε. Τώρα τον βρήκε αυτό το μικρόβιο της θανατηφόρου αρρώστειας, καρκίνος. Πήγε στους γιατρούς και το εξακρίβωσαν. Όταν το έμαθα εγώ, η μητέρα του, καθώς και ο ίδιος, αλλά και όλοι στο σπίτι, πήγαμε να τρελλαθούμε.
Τον έχω μονάκριβο. Οι γιατροί, τον εγχείρησαν. Ο καρδιολόγος μας είπε ότι πρέπει να κάμη χημειοθεραπεία. Αυτή η θεραπεία είναι κάτι το τραγικό˙ τι περνά ο άνθρωπος! Το παιδί μου και όλοι μας κλαίγαμε και έλεγε:
› Πώς να πάω εγώ στο Νοσοκομείο, να τραβήξω αυτά όλα, ενώ είμαι τόσο καλά και δεν αισθάνομαι τίποτα;
Εγώ με θάρρος και με πίστη επροσευχόμουνα στον Χριστό πρώτα, μέχρι και την παραμονή που θα πηγαίναμε να κάμη την θεραπεία. Εν τω μεταξύ, είχα γράψει σε σας και μου στείλατε το λαδάκι και την αγίαν ζώνην. Με δάκρυα στα μάτια και με πίστη, έκανε την προσευχήν του και διαβάζαμε τα θαύματά του. Την ίδια νύχτα βλέπει ένα όνειρο.
Σαν να ήταν στην όχθη ενός ποταμού και ήθελε να πάη απέναντι, αλλά ο ποταμός ήταν γεμάτος από φίδια μεγάλα, μικρά, όλα τα είδη. Απέναντι, στην άλλη όχθη, ήτο ένας γέρος κοντός, καλόγηρος και μπροστά του είχε ένα τραπεζάκι, σαν γραφείο. Το μέτωπό του έλαμπε. Σηκώθηκε και φώναξε:
› Γιάννη, έλα απέναντι, κοντά μου.
Ο γυιός μου, του έλεγε:
› Δε μπορώ, φοβάμαι τα φίδια, θα με φάνε, δε μπορώ.
› Μη φοβάσαι, θα σε βοηθήσω εγώ,
και ήλθε κοντά του. Του έπιασε το χέρι και του λέει:
› Πάτα πάνω στα φίδια.
Τότε μαζί με τον καλόγηρο πάτησαν πάνω στα φίδια, τα οποία έμειναν στο έδαφος νεκρά. Όταν πήγε στο τραπεζάκι που έλαμπε, τον ερώτησε:
› Ποιος είσαι;
Ο γέρος του λέει:
› Είμαι ο άγιος Σάββας. Εσύ με φώναξες και ήλθα.
Του λέει ο Γιάννης:
› Σε ξέρω, η μαμά μου έχει στο μαξιλάρι μου την εικόνα σου και το βιβλίο σου.
Έκανε την θεραπεία χωρίς να μείνη κανένα κακό σύμπτωμα. Χωρίς εμετό, αιμορραγίες, διάρροια. Ο γιατρός ήταν Άραβας από το Πακιστάν. Ένα μήνα κράτησε αυτή η κατάσταση. Ο γιατρός περίεργος ρωτούσε τον Γιάννη για την υγεία του. Μια μέρα είδε τις εικόνες στο κρεβάτι του Γιάννη και λέγει:
› Τι είναι, Γιάννη, αυτές οι φωτογραφίες;
› Είναι άγιος και εγώ και η μητέρα μου προσευχόμεθα.
Ο γιατρός τότε είπε:
› Μπράβο Γιάννη, οι άγιοι βοηθούν, το βλέπω, είναι θαύμα. Πρώτη φορά είδα να μην πειράξει το φάρμακο.
Τρεις γιατροί μας είπαν ότι η αρρώστεια εξηφανίσθη και είναι τελείως καλά. Μεγάλη η χάρις του αγίου Σάββα που έδωσε την υγεία στο παιδί μου. Θα τον ευγνωμονούμε, όσο ζούμε.
(Πηγή: «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ- ΘΑΥΜΑ ΚΑΡΚΙΝΟΥ», ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ)
Θεραπεία όγκου
Στις 2 Απριλίου του 1997, ο γιατρός είπε ότι έπρεπε να κάνω κάτι στο στήθος μου, να πάρω κάποιες βιταμίνες, διότι έπασχαν από κάτι τα κόκκαλα. Δεν μπορούσα να περπατήσω. Όταν μ’ έστειλε ο γιατρός να κάνω το test ήταν Μεγάλη Πέμπτη. Τηλεφώνησαν από την κλινική και είπαν ότι πρέπει να πάω πίσω. Διότι στο στήθος μου βρήκαν ένα μεγάλο καρύδι που αυτό προκαλεί όγκο. Ο γιατρός παρακάλεσε και είπε:
› Μην πείτε τίποτα, γιατί έρχεται το Ελληνικό Πάσχα. Να περάσει το Πάσχα τους και ύστερα να τηλεφωνήσουμε.
Όμως οι γιατροί επέμεναν επειγόντως να πάω πίσω. Δευτέρα μετά το Πάσχα, του Αγίου Γεωργίου, πήγα και μου είπαν τι έχω πάλι. Το φάρμακο το είχα στον Άγιο Σάββα. Έκλαιγα. Μου βγάλανε ξανά 2 ακτίνες και μου βρήκαν το καρύδι. Μου βγάλανε 3η ακτίνα και πάλι το ξαναβρήκαν το καρύδι. Μου λέει ο μεγάλος ο γιατρός:
› Κ. Αγγελή, πρέπει να σας στείλουμε στο Αντελάιν να αφαιρέσεις το στήθος σου.
Εγώ έκλαψα και ακούμπησα πάνω στο γραφείο και είπα Αγιέ μου Σάββα και πάλι σ’ επικαλούμαι, πάλι βοήθησέ με να’ ρθει πάλι η Χάρη σου κοντά μου. Ας είμαι η πιο αμαρτωλή γυναίκα του κόσμου.
Κι όμως, να το θαύμα του. Στην τελευταία ακτίνα είπε ο σπεσιαλίστας να μου πάρουν υγρό, αφού στην ακτίνα αυτό φαινόταν. Μου πήρανε υγρό και δεν μπορούσαν να βρουν τίποτα. Με βάζουν μέσα στην τηλεόραση. Η κόρη μου, 3 νοσοκόμες, ο γιατρός, βλέπανε το καρύδι στο στήθος μου. Λέει ο γιατρός να πάρουμε σπέσι υγρό από το στήθος. Παίρνουν υγρό, το βρήκανε. Είπε ο γιατρός ότι πρέπει να κάνουμε ακόμα ένα test, για να βγάλουμε τ’ αποτελέσματα πότε θα φύγω. Ήμουν ξαπλωμένη στο κρεββάτι μέσα στο μηχάνημα και βάζαν τη σύριγγα να πάρουν το υγρό. Την ώρα που έμπαινε η σύριγγα μέσα μου, ακούγαμε φωνές. Ήταν η κόρη μου Καλλιόπη που φώναζε:
› Μαμά, μαμά! Τι είναι παιδί μου, λέω.
› Βλέπω κάτι. Βλέπω τον Άγιο Σάββα να αποσύρει με το χεράκι του τη σύριγγα από το στήθος της μαμάς. Νάτος, νάτος, τον βλέπω. Βλέπω το καπελάκι του, το πρόσωπό του. Μαμάκα μου, δεν έχεις τίποτα. Θα το δεις.
Όταν πήρανε το υγρό και το εξετάσανε δεν βρήκανε τίποτα. Ευχαρίστησα και πάλι τον Άγιο Σάββα. Τον δοξάζω, πάντα, τον προσκυνώ. Εύχομαι η χάρη του σ’ όλο τον κόσμο. Και πάλι ευχαριστώ. Ευχαριστώ τη γερόντισσα που με συμβουλεύει και με προστατεύει. Τις αδελφές της μονής, τον ιερέα μας και όλον τον κόσμο. Και πάλι ευχαριστώ.
(Πηγή: «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ, Θεραπεία όγκου» Μαρία Βασιλείου Αγγελή, Βασίλειος Χρ. Παπανικολάου, Θεολόγος – Καθηγητής, ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΚΑΛΥΜΝΟΥ, Μέρος Δ΄: Θαύματα του Αγίου, Ψηφιοποιηση Ιστολογιο Κατάνυξις)
ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ: Η Χρυσή Ν. Ζαϊρη, μιλά στην Άννα Σαρρή
Η Χρυσή Ν. Ζαϊρη, η συγγραφέας που συνέταξε την ανανεωμένη έκδοση της βιογραφίας του Αγίου Σάββα, μιλά στην Ηλεκτρονική Εφημερίδα της Δωδεκανήσου www.blackmonday.gr και στη δημοσιογράφο Άννα Σαρρή, για τον Άγιο Σάββα το νέο, τον μέγα θησαυρό της Καλύμνου(!)
Η κα Χρυσή Ν. Ζαϊρη, προσδιορίζει την ευκαιρία αυτή, ως παρέμβαση ανώτερης δύναμης, αναφέρεται στο τάμα ευλαβούς οικογένειας που ήταν αρκετή, για να της ανατεθεί η συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου, ενώ σημειώνει πως, αυτό που αποκόμισε από τη συγγραφή του βίου του Αγίου Σάββα, είναι ότι, η ζωή του και το οσιακό του έργο, είναι μεγάλη ευλογία για το ακριτικό νησί της Καλύμνου, αλλά και όλης της Ελλάδας(!)…
Ολόκληρη η συνέντευξη
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πως πήρατε την απόφαση να γράψετε ένα βιβλίο με τέτοιου είδους περιεχόμενο;
«Η δική μου ενεργός συμμετοχή στη συγγραφή του βιβλίου «Ο Άγιος Σάββας ο Νέος, ο μέγας θησαυρός της νήσου Καλύμνου», μόνο σε παρέμβαση μιας ανώτερης δύναμης μπορεί να αποδοθεί, και μόνο προς Δόξαν Θεού, κινούμενη αυστηρά μέσα στα πλαίσια που επιβάλλει η δεδομένη ταπεινότητά του Αγίου Σάββα. Όντως, στην περίπτωσή μου το σχέδιο του Θεού εξυφάνθηκε κατά ένα μυστηριώδη τρόπο, χωρίς να μπορέσω μέχρι αυτή τη στιγμή να δώσω μια πειστική εξήγηση. Το έναυσμα και η προτροπή να επιχειρήσω μια ανάλογη προσπάθεια και να ασχοληθώ με τη συγγραφή του βίου του Αγίου Σάββα, δόθηκε σε μένα από έναν ευλαβή κληρικό, προ διετίας όταν ζούσα προσωρινά στο Tarpon Springs της Φλώριδας των ΗΠΑ. Αν και η πρότασή του ήταν για μένα ιδιαίτερα δελεαστική και τιμητική, ωστόσο είχα τους δισταγμούς μου, κυρίως, γιατί ευρισκόμενη σε άλλη ήπειρο, θα ήταν δυσχερής η συγκέντρωση των στοιχείων που αφορούσαν τον Άγιο Σάββα, και κατά κάποιο τρόπο η πραγματοποίησή της, θα ήταν από δύσκολη έως ακατόρθωτη.
Και όμως, δεν πέρασαν ούτε δύο μήνες από τότε που ο ευλαβής εκείνος ιερωμένος, μου φύτεψε την ιδέα, να ασχοληθώ δηλαδή με τη συγγραφή του βιβλίου για τον Άγιο Σάββα, όταν λήφθηκε η απόφαση της επιστροφής μου στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξής μου, για εξεύρεση εργασίας σε μια μεγάλη ιδιωτική εταιρεία, έγινε από μέρους μου αναφορά σε μία προηγούμενη συγγραφική μου δραστηριότητα, (θρησκευτικού περιεχομένου), που είχε σχέση με τη ζωή της Αγίας Φοίβης, η οποία είχε διατελέσει διακόνισσα στην Εκκλησία των Κεχρεών της Κορίνθου, υπήρξε δε η πρώτη γυναίκα ισαπόστολος, και ήταν η κομίστρια της προς Ρωμαίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου. Επιπρόσθετα, σε ερώτηση που μου τέθηκε σχετικά με την καταγωγή μου και η αναφορά μου στην Κάλυμνο, την πατρίδα του πατέρα μου, περισσότερο όμως, η εκδήλωση του σεβασμού και της αγάπης μου προς το πρόσωπο του Αγίου Σάββα, ήταν οι πρώτοι σπόροι που έπεσαν σε ένα πρόσφορο έδαφος.
Εν τω μεταξύ, είχε προηγηθεί η θαυμαστή επέμβαση του Αγίου Σάββα, σε μία εξαιρετική και ιδιαίτερα πνευματική οικογένεια, η οποία με πολλή προσευχή, με δύναμη ψυχής, με πολύ κουράγιο και μεγάλη εμπιστοσύνη προς τον Άγιο, κατάφερε να ξεπεράσει το οξύ πρόβλημα υγείας, που αντιμετώπιζε το ένα από τα μέλη της. Το τάμα λοιπόν της ευλαβούς αυτής οικογένειας στην Αθήνα που δέχθηκε την θαυματουργική ενέργεια του Αγίου Σάββα, και κάθε χρόνο ως ευλαβής προσκυνητής επισκέπτεται τον Άγιό μας, αποδείχθηκε σωτήρια στη ζωή τους και ήταν αρκετή για να λάβει σάρκα και οστά η επιθυμία και η πρόταση τους, για να μου ανατεθεί η συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου, ως ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης και ευλάβειας προς τον Άγιο Σάββα. Μέλημα της οικογένειας αυτής, που έζησε την θαυματουργική επέμβαση του Αγίου Σάββα, παραμένει μέχρι και αυτή την ώρα η γνωστοποίηση της θαυματουργικής ενέργειας του Αγίου Σάββα του Νέου, σε ολόκληρο τον κόσμο, για την οποία και πιστεύω ακράδαντα, πως συν Θεώ θα επιτευχθεί, προς δόξαν Κυρίου.»
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσο εύκολη ήταν η πραγματοποίηση της έρευνας για τη συγκέντρωση του υλικού και τι εκτιμάται πως ήταν αυτό το οποίο διδαχθήκατε μέσα από την έρευνα, αλλά και τη συγγραφή αυτού του βιβλίου;
«Η συλλογή των στοιχείων για τον οσιακό βίο του Αγίου Σάββα έγινε με ιδιαίτερη προσοχή και επιμέλεια, κινούμενη πάντοτε μέσα στα πλαίσια που επιβάλλει η συγγραφή μίας βιογραφίας. Η όλη συγκέντρωση και συγγραφή ολοκληρώθηκε μέσα σε έναν χρόνο ακριβώς, καθότι με τη βοήθεια του Θεού η εν λόγω διαδικασία κινήθηκε ανέλπιστα γρήγορα και δεν υπήρχαν καθόλου εμπόδια. Η έρευνα βασίστηκε κυρίως σε ιστορικά τεκμήρια και χρονολογικούς μάρτυρες της ζωής του, στοιχεία τα οποία δίνουν μία εικόνα για την μοναστική πορεία που ακολούθησε. Οι διάφορες αφηγήσεις σχετικά με τη βιοτή του αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες της αγιοσύνης του. Οι μαρτυρίες των προσώπων που έζησαν τις θαυμαστές επεμβάσεις του Αγίου Σάββα αποδεικνύουν το μέγεθος της αγιότητος του.
Αυτό που αποκόμισα από την συγγραφή του βίου του Αγίου Σάββα είναι ότι η ζωή του και το οσιακό του έργο πρέπει να γίνουν γνωστά στην ευρύτερη ελληνική περιφέρεια αλλά και στο εξωτερικό καθώς είναι μεγάλη ευλογία για το ακριτικό νησί της Καλύμνου αλλά και όλης της Ελλάδας να τα προστατεύει ένας Άγιος τέτοιου βεληνεκούς. Ο Άγιος Σάββας άφησε πίσω του μία σπουδαία παρακαταθήκη για τους ευλαβείς Χριστιανούς. Υπήρξε μέγας νηστευτής, εργάτης της αδιάλειπτης προσευχής ενώ αγκάλιασε και πρόσφερε απλόχερα την εν Χριστώ αγάπη σε φτωχούς, χήρες, ορφανά αλλά και σε όσους επιζητούσαν είτε την εξομολόγηση είτε την οσιακή συντροφιά του. Μέσω της καθάρσεως, της μετάνοιας, της εξομολόγησης, της αγάπης προς τον συνάνθρωπο, της συμπόνιας, της αλληλοβοήθειας, έφτασε στην θέωση, έγινε μέτοχος δηλαδή της θεοποιού ενέργειας του Θεού. Συνδέθηκε με τον άσαρκο και σεσαρκωμένο Λόγο, τον Χριστό, ως ενεργό μέλος του Σώματος του Χριστού. Η χριστομίμητος ταπείνωσή του διετέλεσε ως μαγνήτης της Θείας Χάρις του Παναγίου Πνεύματος που ενοίκησε στην ψυχή του και τον κατέστησε θεοφόρο.
Η αγιότητά του έγκειται στο γεγονός ότι δέχτηκε την πρόσκληση της Κεφαλής της Εκκλησίας, του Ιησού Χριστού και κατάφερε με τον οσιακό τρόπο ζωής του να κερδίσει την προσωπική του Ανάσταση και διά της μετανοίας κατάφερε να συντρίψει τόν «άνθρωπο της πτώσης», όπως μας διδάσκει ἡ Παλαιά Γραφή, περί προπατορικού αμαρτήματος. Ο Άγιος Σάββας με την ενέργεια του Θεού αλλά και την δική του συνέργεια, κατέστη Ναός του Αγίου Πνεύματος. Μέσω της νοεράς και καρδιακής προσευχής έλαβε το Άγιον Πνεύμα και απέκτησε το χάρισμα της υιοθεσίας. Ο ίδιος γνώριζε πώς ο δρόμος της σωτηρίας περιελάμβανε τη νήψη, την μετάνοια αλλά και την αυτομεμψία. Γι’ αυτό το λόγο μάθαινε στον κόσμο να προσεύχεται σωστά, να μην βλασφημά, να κοινωνεί, να εξομολογείται και κυρίως να αγαπά τον πλησίον του. Ο οσιακός του βίος αποτέλεσε παράδειγμα θεραπείας του κόσμου αλλά και παρηγοριάς και αποτελεί έκφραση της καθολικής ζωής της Εκκλησίας. Η όλη του στάση και τρόπος ζωής αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να προσκολλάται στο πρόσκαιρο της ζωής και στις φιληδονίες, καθότι χάνεται με αυτόν τον τρόπο η σχέση με τον Θεό.»
ΕΡΩΤΗΣΗ: Εάν πρέπει να αναφερθείτε σε ένα μόνο σημείο της ζωής του Αγίου, αλλά και σε κάποια πράξη αυτής, που στέλνει διαχρονικά και ουσιαστικά μηνύματα, ποιο θα ήταν αυτό και τι σημαίνει για εσάς;
«Στα χρόνια της ιταλικής κατοχής ο Άγιος Σάββας λόγω του ισχυρού εθνικού φρονήματος που κατείχε ήταν ανάμεσα σε εκείνους τους ιερείς οι οποίοι πρωτοστάτησαν κατά της οργανωμένης προπαγάνδας αποκοπής της εκκλησίας της Δωδεκανήσου από τη μητέρα εκκλησία της Κωσταντινουπόλεως. Ο ίδιος ήταν από τους πρώτους που αρνήθηκε να αποδεχθεί την δήθεν μεγαλόπνοο ιδέα του αυτοκέφαλου της δωδεκανησιακής εκκλησίας και σε συνεννόηση με τους υπόλοιπους ιερείς της Καλύμνου αποφάσισε να προβούν στο κλείσιμο των εκκλησιών.
Ο Άγιος Σάββας αντέδρασε κραυγαλέα και σθεναρά ενάντια στα σχέδια των Ιταλών κατακτητών και ο ίδιος πήρε την απόφαση να πραγματοποιεί εσπερινούς και παρακλήσεις κρυφά κάθε βράδυ στο μοναστήρι. Επίσης είναι άξιο μνείας το ότι εκείνη την περίοδο μέσα στα ράσα του είχε κρυμμένη την ελληνική σημαία την οποία έβγαζε όταν ανέβαινε ψηλά στο βράχο και την κυμάτιζε με όση δύναμη είχε κυρίως για να ενισχύσει το ηρωικό φρόνημα του καλυμνιακού λαού. Ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που στο μοναστήρι φυγάδευε αντάρτες προκειμένου να μην εντοπιστούν από τους Ιταλούς στρατιώτες και θανατωθούν. Για την πατριωτική του στάση οι Ιταλοί τον οδήγησαν στις φυλακές της Ρόδου.
Θεωρώ λοιπόν πως οι εν λόγω πράξεις του Αγίου Σάββα περνούν διαχρονικά μηνύματα τα οποία αφορούν κυρίως τη διατήρηση της ενότητάς μας ως έθνους υπό την σκέπη του ορθόδοξου εκκλησιαστικού δόγματος, τη δεδομένη χρονική στιγμή που περισσότερο από κάθε άλλη φορά είναι απαραίτητη και αναγκαία η προστασία της πατρίδας μας και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς δεδομένου των γενικότερων κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι σχέσεις μας με την γείτονα χώρα Τουρκία οι οποίες βρίσκονται σε ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή, η παραμονή μας στην Ευρωπαϊκή Ζώνη καθώς και η θέση της Ελλάδας στον ευρύτερο γεωπολιτικό χάρτη, μας φέρνουν όλους αντιμέτωπους με το εξής δίλημμα: Θα παραδοθώ ή θα πολεμήσω για τα ιδανικά της πατρίδας μου; Χρειάζεται λοιπόν κατά την ταπεινή μου γνώμη πάρα πολύ προσευχή για την ενίσχυση του φρονήματος μας και μεγαλύτερη συμμετοχή στα εκκλησιαστικά δρώμενα καθότι οι πνευματικοί πατέρες είναι οδηγοί μας σε αυτό τον δύσκολο δρόμο που βρισκόμαστε. Οφείλουμε να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι σε περίπτωση ενδεχόμενης απειλής αλλά και έτοιμοι να βοηθήσουμε τους συμπολίτες μας, και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν υπάρχει αγάπη και ανιδιότελεια, όταν υπάρχει δηλαδή Χριστός στη ζωή μας. Πιστεύω ότι πρέπει να προσευχόμαστε όλοι μας καθημερινά για την πατρίδα μας και την αποφυγή περαιτέρω υποδούλωσής της σε θεσμούς που μόνο σωτήριοι δεν είναι για το μέλλον της.»
(Πηγή: «ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ: Η Χρυσή Ν. Ζαϊρη, μιλά στην Άννα Σαρρή», Άννα Σαρρή, Εκδότρια – Δημοσιογράφος, BLACK MONDAY)
Απολυτίκιον Ήχος πλ. α΄. Το συνάναρχον Λόγον
Της Καλύμνου το κλέος και θείον έφορον και των πάλαι Οσίων τον ισοστάσιον, ευφημήσωμεν πιστοί Σάββα τον Όσιον. ότι δεδόξασται λαμπρώς, ως θεράπων του Χριστού, θαυμάτων τη ενεργεία, και διανέμει τοις πάσι, παρά Θεού χάριν και έλεος.
Κοντάκιον Ήχος β΄. Τοις των αιμάτων σου
Των Καλυμνίων θερμώς προϊστάμενος, ως δοξασθείς τη του Πνεύματος χάριτι, παρέχεις τοις χρήζουσι πάντοτε, την σην ταχείαν εν πάσι βοήθειαν. διό σε υμνούμεν Σάββα, Όσιε.
Μεγαλυνάριον
Φύλαττε και σκέπε την σην Μονήν, την πιστώς τιμώσαν, το σον λείψανον το σεπτόν, και ναυτιλλομένοις και πάσι Καλυμνίοις, ω Σάββα θεοφόρε, βοήθει πάντοτε.
Πηγή: Χώρα του Αχωρήτου, Ἅγια Μετέωρα, ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ, Κατάνυξις, BLACK MONDAY
Αυτοί οι Άγιοι Μάρτυρες του Χριστού που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα και υπήρξαν καλλίνικοι, ο Μανουήλ, ο Θεόδωρος, ο Γεώργιος και ο άλλος, ο νεότερος Γεώργιος, είχαν πατρίδα το νησί Σαμοθράκη, ο Μιχαήλ, όμως, καταγόταν από την μεγαλόνησο Κύπρο, και μαρτύρησαν περήφανα κατά τον 19ο αιώνα, γι’ αυτούς δε η μαρτυρία έχει ως εξής.
Κατά το 1821, έτος κατά τη διάρκεια του οποίου επαναστάτησε το ευγενές γένος των Ελλήνων ενάντια στους εξουσιαστές απίστους Αγαρηνούς, σε πιο πικρή δουλεία περιήλθε και αυτό το νησί της Σαμοθράκης˙ γιατί αυτοί αφού εισέβαλαν από την Άβυδο και την Τένεδο και άλλους πάμπολλους τόπους οι μαινόμενοι Αγαρηνοί, μεγάλο μέρος των κατοίκων της, από τη μία τους άνδρες τους δολοφόνησαν με μαχαίρι, από την άλλη τις γυναίκες μαζί με τα παιδιά, αφού τους απήγαγαν και με τη βία, τους έστειλαν αιχμαλώτους και στην Ανατολή και στην Ευρώπη και στην Αίγυπτο.
Ανάμεσα στη χορεία των αιχμαλώτων αυτών συγκαταλέγονταν και αυτοί˙ από αυτούς ο Μιχαήλ, έχοντας τη μεγαλύτερη ηλικία, αφού καταλήφθηκε από το φόβο, αρνήθηκε την πατρική ευσέβεια και το σωτηριώδες όνομα του Σωτήρα, οι υπόλοιποι τέσσερεις όμως, αφού διένυαν και τη νιότη τους και πουλήθηκαν ως εμπορεύσιμα είδη, από τα χέρια των Τούρκων έγιναν δούλοι και, υποβαλλόμενοι στη βία των τελευταίων, αντάλλαξαν την αληθινή πίστη με την πλάνη του Μωάμεθ. Απ’ αυτούς ο Μανουήλ πουλήθηκε στην Αίγυπτο, μορφώθηκε σύμφωνα με την παιδεία των Αγαρηνών, κατέστη γνώστης της Αραβικής διαλέκτου και ακόμη περισσότερο επιδόθηκε στην μελέτη αυτών των γραφών.
Έχοντας περάσει πια ικανό χρονικό διάστημα κι ενώ η ειρήνη έχει ανατείλει κι (επειδή) η Ελλάδα ελευθερώθηκε, οι περισσότεροι από τους Χριστιανούς που τελούσαν υπό αιχμαλωσία απολάμβαναν πια την ελευθερία τους, άλλοι κρυφά αναχωρούσαν και όλοι πορεύονταν ο καθένας στον τόπο του. Τότε και αυτοί οι πέντε, αφού επανήλθαν στη Σαμοθράκη και έγιναν κάτοχοι της κτηματικής περιουσίας τους ο καθένας, ενώθηκαν με τους Χριστιανούς, αποκηρύσσοντας την πλάνη την οποία με τη βία υπέστησαν σε πρόωρη ηλικία. Με ειλικρινή λοιπόν μετάνοια και θεία επίγνωση προσμετρήθηκαν και πάλι στο ποίμνιο του Χριστού. Αυτό όμως έγινε γνωστό στους Τούρκους που κατοικούσαν στη Σαμοθράκη και μέσω αυτών σε αυτούς που ζούσαν στη Θράκη. Και ο ηγεμόνας της εποχής μαζί με τον ιεροδικαστή τους τους απείλησαν με έντονη απειλή, πήραν ένα σεβαστό ποσό και τους άφησαν ελεύθερους και ανεπηρέαστους μέχρι κάποιο χρόνο. Αυτό έχει συμβεί πολλές φορές, κατά την εναλλαγή των ηγεμόνων, οι Άγιοι όμως αμέτρητες συμφορές και ζημίες περνούσαν, υποφέροντας τα πάντα με ακούραστη καρδιά. Από την άλλη, οι Χριστιανοί του νησιού, με προδιατεθειμένοι, τους συμβούλευαν να πάνε στην Ελλάδα με σκοπό να μην στερηθούν την ίδια τους τη ζωή, αλλά αυτοί, με αμετακίνητη την σκέψη τοθυς, ομόφωνα είχαν καλή σκέψη, να μαρτυρήσουν, δηλαδή, για τον Χριστό, και να χύσου το αίμα τους για τη δόξα του, όταν το προστάξει το πλήρωμα του χρόνου κατόπιν θεϊκής επίνευσης. Τα ίδια έλεγε στους Αγίους και ο αρχιερέας της Τραϊανούπολης, αυτό που είχε την επιτροπεία αυτού που χρησιμοποιούσε εξαιτίας της αποδημίας του τη Βασιλεύουσα, του Επισκόπου Μαρωνείας, μερίδα του οποίου τύχαινε να είναι και η Σαμοθράκη. Αυτός, αφού παρέλαβε την Κωνσταντινούπολη, για ζητήματα της τοπικής Εκκλήσίας, ανέφερε τα ζητήματα των μαρτύρων στον τότε Πατριάρχη, ο οποίος ο από Σερρών Γρηγόριος, αν μπορούσε να τους βοηθήσει σε καιρό ανάγκης. Αλλά αυτός αρνήθηκε να υποσχεθεί βοήθεια, εφόσον η Εκκλησία ήταν κάτω από το δυνατό χέρι του ίδιου τυράννου, που είχε τη δυνατότητα να επιφέρει τον όλεθρο σε περισσότερους , αφού είπε ότι, είναι καλό αυτοί να κάνουν χρήση της φυγής με σκοπό να εξασφαλίσουν την ασφάλειά τους. Οι Άγιοι όμως συνέχισαν χωρίς φόβο δεχόμενοι την βοήθεια από τον Θεό.
Τις μέρες εκείνες έφτανε στην Κωμόπολη της Θράκης, απέναντι από τη Σαμοθράκη -το όνομα της ήταν Μάκρη– ένας ιεροδικαστής, που είχε πολλή εξουσία («καδής» σύμφωνα με τη δική τους προφορά), ο οποίος ήταν άνθρωπος πολύ σκληρός και ωμός, το όνομα του ήταν Απτιραχμάν και υπεραμύνονταν με σφοδρότητα τη θρησκεία του Μωάμεθ. Αυτός, αφού πήρε στα χέρια του την κυριότητα της Σαμοθράκης, την επισκέφθηκε, για να συγκεντρώσει τα δικαιώματά του˙ σε αυτόν με προδοτικό τρόπο αναφέρθηκαν τα σχετικά με τους μάρτυρες, ο οποίος αφού έστειλε και τους κάλεσε, εμφανίστηκε σε αυτούς με συμπεριφορά κωμική και τρόπο δήθεν ενάρετο και ανέπτυσσε την ψεύτικη αλήθεια της πίστης του και τα αγαθά που προέρχονταν απ’ αυτήν και στον παρόντα και στον μέλλοντα κόσμο βρίσκεται κοντά τους, για να την δεχθούν, διαφορετικά θα τους θανάτωνε με πικρό θάνατο. Οι μάρτυρες όμως με ατρόμητη ψυχή και σταθερή καρδιά απάντησαν ομόφωνα:
› Εμείς, δικαστή, ήμασταν Χριστιανοί από τη γενιά των απτέρων μας˙ αλλά επειδή αιχμαλωτιστήκαμε σε μικρή ηλικία, βίαια υπαχθήκαμε στη δική σας πλάνη και ασέβεια. Ήδη αφού καταλάβαμε πόσο άσχημα πάθαμε και κυλιστήκαμε στο βυθό της απάτης, επανήλθαμε στη χάρη του Χριστού, στο θαυμαστό του φως, και καθόλου δεν αρνούμαστε την αλήθεια, αλλά είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε για τον Χριστό, τον μόνο και αληθινό Θεό.
Αφού άκουσε αυτά ο δικαστής και έμεινε άναυδος από την τόλμη τους, έδωσε εντολή να τους κλείσουν στη φυλακή. Τυχαία τότε βρέθηκε στη Σαμοθράκη και ο αρχιερέας, τον οποίο με φιλικό τρόπο, υποκριτικό όμως, τι θα έκανε στους υβριστές της θρησκείας του, δοκιμάζοντας τη θέλησή του με αυτό τον τρόπο. Αυτός όμως που κατάλαβε τη δολιότητα της ερώτησης:
› Δε γνωρίζω τίποτε για αυτά, είπε, δικαστή˙ είναι δική σου η απόφαση να τους θανατώσεις ή να τους αφήσεις ελεύθερους.
Και αφού πήρε από τους μάρτυρες ικανό χρηματικό ποσό, τους άφησε ελεύθερους˙ γιατί αυτός ήταν ο σκοπός του, να πάρει χρήματα. Δε πέρασε πολύς καιρός, και να άλλος τυραννικός δικαστής έφτασε εκεί, όμοιος με τον προηγούμενο, πνέοντας πολλή μανία, ο οποίος με πολλή ταχύτητα, οδήγησε από τη Σαμοθράκη στη Μάκρη του 5 ομολογητές και μάρτυρες με τυραννική βία και την επόμενη νύχτα τους έκλεισε σε σκοτεινή και βαθιά φυλακή και τα πόδια τους τα έσφιξε με σχοινιά. Την επόμενη μέρα ξεκινούσε η νηστεία των Αγαρηνών, ο οποία ονομάζεται απ’ αυτούς Ραμαζάν και σε όλη τη διάρκεια της οι μάρτυρες έμεναν στη φυλακή. Και όταν ήρθε το βράδυ και μέσα σε πολλές τροφές και στην αδηφαγία των χορτασμένων πια ασεβών, όπως ήταν το έθιμό γι’ αυτούς, με εντολή του άρχοντα, παρουσιάστηκαν στο βήμα αυτού οι μάρτυρες. Αυτός, με τυραννικό ύφος και σοβαρό πρόσωπο (γιατί ήταν αλβανός στη γενιά και σκληρός στον τρόπο συμπεριφοράς) πληροφορήθηκε ποιοι και από πού ήταν. Αυτοί όμως με ηρεμία στο πρόσωπο, είπαν:
› Εμείς, άρχοντα, ήμασταν Χριστιανοί από τους προγόνους μας, έχοντας γεννηθεί και ανατραφεί στο νησί της Σαμοθράκης και στις δύσκολες στιγμές της φοβερής επιδρομής στην πατρίδα μας, οι γονείς μας με πολλούς άλλους ευσεβείς χάθηκαν με θάνατο, εμείς από την άλλη, όντας παιδιά, πιαστήκαμε αιχμάλωτοι και πουληθήκαμε από τους ομόθρησκούς σας, από τους οποίους αφού βιαστήκαμε με κολακείες και απειλές, δεχτήκαμε όσα είναι σεβαστά για εσάς, κι όταν φτάσαμε στην ώριμη ηλικία και γνωρίσαμε πόσο είναι το σκοτάδι της πλάνης, ήλθαμε πίσω πάλι γρήγορα στο φως της αληθινής πίστης των προγόνων μας, για την οποία είμαστε έτοιμοι να υποστούμε και το θάνατο, με σκοπό μα πετύχουμε την αθάνατη ζωή.
Έχοντας ακούσει αυτά με τα αυτιά του και χολωμένος από τον θυμό ο τύραννος είπε στους μάρτυρες:
› Ανόητοι, με ποια τόλμη περιφρονήσατε την πίστη στον Μωάμεθ, η οποία βράβευσε και τη ζωή σας, όταν βρεθήκατε εκτεθειμένοι μπροστά σε κινδύνους, κατά τους οποίους οι γονείς σας χάθηκαν και (η πίστη στον Μωάμεθ) υπόσχεται την μελλοντική σας σωτηρία; Εμείς, ανταπάντησαν οι μάρτυρες, καθόλου δεν ανεχόμαστε να υπαχθούμε πάλι στην ασέβεια˙ η ζωή μας είναι ο Χριστός, με τον οποίο ζούμε και θα ζήσουμε, για τον οποίο προτιμάμε πρόθυμα και να πεθάνουμε, παρά να γευτούμε μια πρόσκαιρη απόλαυση της αμαρτίας, της οποίας το τέλος θα είναι η αιώνια κόλαση. Ας παραμείνουν δικά σας τα αγαθά που φέρνετε μπροστά μας, τα οποία αφανίζει η φθορά, γιατί εμείς είμαστε και θα είμαστε Χριστιανοί, γιατί εξαπατηθήκαμε παλιότερα, μέσα στο πρόωρο της ηλικίας μας, αφού αρνηθήκαμε τη σωτήρια κλήση του Σωτήρα μας, στην οποία βρίσκεται η αιώνια ζωή, που τώρα ομολογούμε και με παρρησία σε όλους διατρανώνουμε, γιατί πιστεύουμε στον Χριστό και ως Χριστιανοί πεθαίνουμε, γιατί δε θα μας αλλάξεις πορεία από την καλύτερη αυτή στάση ζωής.
Επειδή θύμωσε πολύ με αυτούς ο άρχοντας, έθεσε τους μάρτυρες στη φυλακή, και τα χέρια τους τα έδεσε πίσω, τον τράχηλο με αλυσίδες, και τα πόδια με ένα ξύλο (προορισμένο για τον σκοπό αυτό), ώστε να μένει μετέωρο το σώμα για τη μεγαλύτερη τιμωρία. Με αυτόν τον τρόπο τιμωρούνταν και υφίσταντο σωματικούς πόνους οι Άγιοι, ήταν ευτυχείς και χαρούμενοι όμως πολύ, εφόσον αξιώθηκαν να μαρτυρήσουν για τον Χριστό και με λόγια ενθαρρυντικά άλειφε ο ένας τον άλλον κι έπαιρναν θάρρος για τους προκείμενους αγώνες, ευχαριστώντας και παρακαλώντας τον Κύριο, προκειμένου και οι πέντε να αγωνιστούν μέχρι τέλους, για την καλή ομολογία, λέγοντας:
› Ας μη φοβηθούμε, αδελφοί, τον πρόσκαιρο θάνατο, ούτε να φανούμε δειλοί απέναντι στα βάσανα, άλλωστε έρχονται και παρέρχονται˙ ας φοβηθούμε το Θεό που δίνει δύναμη σε όλους ελπίζουν στο άγιο όνομά του.
Κι επειδή επιθυμούσαν να μετάσχουν στα άχραντα μυστήρια πέτυχαν αυτή τους τη θέληση με αυτόν εδώ τον τρόπο˙ γιατί όταν το έμαθαν αυτό οι προύχοντες της Μάκρης, σκέφτηκαν να τους βοηθήσουν. Γιατί δε μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά. Μεταφέρθηκαν όμως στον ηγεμόνα (αυτά) ενάντια στον ιερέα, με την ιδέα ότι τάχα αυτός δεν ήθελε να καταβάλει τους φόρους στην εξουσία. Κι επειδή ο ηγεμόνας το πίστεψε αυτό ως αλήθεια διέταξε να κλειστεί ο ιερεύς στο δεσμωτήριο, πράγμα που έγινε, αφού πέτυχε το σχέδιο.
Ήταν, λοιπόν, φυλακισμένος ο ιερέας, και οι μάρτυρες χαιρόντουσαν, εφόσον πέτυχαν την επιθυμία τους, ήταν πολύ ευχαριστημένοι και με άγια λόγια και με επικοινωνία με το Θεό για χάρη του λειτουργού της χάριτος, οδηγούνταν ακόμη περισσότερο σε Αυτόν. Όταν είχαν πια παρέλθει τρεις ημέρες, με διαταγή του τυράννου οδήγησαν του μάρτυρες στο βήμα, όχι μαζί όμως, αλλά έναν –έναν ξεχωριστά. Και πρώτος οδηγείται ο Μανουήλ, εφόσον ήταν γνώστης της διαλέκτου και γνώριζε τις γραφές της θρησκείας του Μωάμεθ, αυτόν με διάφορα λόγια προσπάθησε να τον πείσει να δεχθεί την πλάνη, ή και με ένα απλό λόγο μόνο (να το δηλώσει), για να αποφύγει (τάχα) την θανατική ψήφο από αυτούς και στη συνέχεια να ζήσει χριστιανικά τον εναπομείναντα χρόνο. Αλλά ο μάρτυρας χρησιμοποιώντας θεόπνευστη λογική, σηκώθηκε με δύναμη, απέκρουσε το δόλο του και είπε ότι:
› Είμαι έτοιμος να πεθάνω για τον Χριστό, αφού το επέλεξα αυτό εκούσια, πράγμα με το οποίο ομόφωνα και οι πέντε συμφωνούμε, γιατί μια γνώμη όλοι ανεξαίρετα έχουμε γι’ αυτό με τη βοήθεια και τη χάρη του Χριστού.
Έπειτα οδηγείται (μπροστά στον τύραννο) ο προχωρημένος στην ηλικία Μιχαήλ ˙ αυτός παρ’ όλο που κολακεύτηκε με πολλούς τρόπους, αποδείχθηκε πιο σταθερός και από το διαμάντι, ντρόπιασε το διώκτη του και είπε όσο και ο μακάριος Μανουήλ, τα οποία, μαζί με τους δύο προηγούμενους ομολόγησαν και οι άλλοι τρεις με δυνατή ψυχή και άκαμπτο φρόνημα. Και πάλι οδηγείται ο Μανουήλ, ο οποίος, αφού περιφρόνησε την προσφορά υποσχέσεων και τις κολακείες και τις τιμωρίες, με λαμπρή φωνή κι ελεύθερο λόγο, και πάλι ομολόγησε την καλή ομολογία, θριάμβευσε και περιφρόνησε την πλάνη των αντικειμένων (ειδώλων) - άλλωστε ήταν σοφός και στη γνώση και στα λόγια – ιδιαίτερα τη βίβλο τους, που την ονομάζουν «Κορά», εφόσον είναι γεμάτη μυθεύματα και παραπληροφόρηση καθώς και από ψεύτικες και ποταπές υποσχέσεις˙ και το δεσμωτήριο πάλι είχε αυτούς τους δεσμώτους. Και όταν έκαναν συμβούλιο ο ηγεμόνας μαζί με τον καδή, με γράμματα εξέθεσε την κατάσταση στον πρώτο άρχοντα της επαρχίας, το όνομα του οποίου ήταν Βάσαφ και ήταν μυστικός γραφέας στον Σουλτάν Μαχμούδ, που είχε την ευθύνη για τις διατριβές στη Βασιλεύουσα. Οι μάρτυρες ήταν έγκλειστοι στη φυλακή για 17 ημέρες, βασανίστηκαν με ποικίλους τρόπους και πόνεσαν από την τυραννική ωμότητα και σκληρότητα, χωρίς τροφή, έχοντας γευτεί πολλές θλίψεις και στερήσεις˙ μετά από αυτά έφτασε και η απόφαση του άρχοντα, να θανατωθούν, δηλαδή με σκληρό και βίαιο θάνατο, με την ιδέα πως εξύβρισαν (προσέβαλαν) την πίστη τους. Έτσι, λοιπόν, συνέβη το τέλος των μαρτύρων, με εντολή του διώκτη τους, σίδερα σουβλερά καρφώθηκαν πάνω σε σανίδες, σαν μεγάλους όγκους, με σκοπό να ριχτούν πάνω σ’αυτά οι μάρτυρες και να θανατωθούν σκληρά. Και την επόμενη μέρα, αφού άρπαξαν οι δήμιοι από τη φυλακή τον Μιχαήλ, καθώς ήταν ο μεγαλύτερος, τον οδήγησαν στην αγορά, εξασκώντας βία (πάνω) σ’ αυτόν, γιατί αποκάλυψε τη δυσσεβεία τους. Αλλά ο μάρτυρας χωρίς καθόλου να διστάσει, διατράνωσε την κλίση του για τον Χριστό, ντροπιάζοντας τους υπηρέτες της πλάνης˙ αυτοί θολωμένοι από το θυμό τους με μαχαίρια έκοψαν σε λεπτά κομμάτια το μακάριο εκείνο που στεκόταν όρθιος προσευχόμενος και έτσι ολοκληρώθηκε η μαρτυρία του, έχοντας λάβει πρώτος αυτός το στεφάνι της δόξας˙ η μέρα εκείνη ήταν η έκτη του μηνός Απριλίου, Δευτέρα του Θωμά. Στο μεταξύ έβγαλαν έξω από την φυλακή και τους υπόλοιπους τέσσερις, οι οποίοι, καθώς μεταφέρονταν στον τόπο της καταδίκης είδαν πεταμένα τα μέλη του ευτυχισμένου Μιχαήλ και ευχαρίστησαν τον Κύριο που τον ενίσχυσε, λαμβάνοντας ακόμη περισσότερο θάρρος για το ευτυχές τέλος. Και το Γεώργιο και τον Θεόδωρο τους παρέδωσαν στην κρεμάλα, το Μανουήλ όμως που έλεγξε και αποκάλυψε με τη δύναμη του λόγου και της σοφίας την πλάνη τους, τον οδήγησαν στα σίδερα που έμοιαζαν σαν τεράστιοι όγκοι και, αφού τον απαγόρευσαν να προσευχηθεί για τελευταία φορά, τον βίαζαν, προκειμένου να απαρνηθεί τους όρκους του προς τον Θεό˙ κι αυτός επέκρινε το παράλογο και ψευδές της ασέβειάς τους και τους είπε:
› Αξιολύπητοι, εμείς με την θέλησή μας παραδινόμαστε στο θάνατο για το Χριστό, αλίμονο σε σας, τους ασεβείς και παράνομους, γιατί ο Θεός των όλων, ο Χριστός για τον οποίο πεθαίνουμε, αυτός θέλει να αποδώσει δικαιοσύνη για το αίμα μας και θα είναι αυτός που θα ανταποδώσει τις αρνητικές συνέπειες της κακίας σας, με τη δίκαιη κρίση Του.
Όταν είπε αυτά ο μάρτυρας, τον έσπρωξε ο δήμιος και τον έριξε πάνω στα μεγάλα σίδερα που ήταν σαν τεράστιοι όγκοι, τα οποία καρφώθηκαν με μεγάλο πόνο στο στέρνο, στην κοιλιά και στα υπόλοιπα μέλη του, προξενώντας του φρικτό πόνο. Στη συνέχεια έριξαν και το Γεώργιο, το νεότερο, ο οποίος, όταν έπεσε, κατά θαυματουργικό τρόπο, συρρικνώθηκαν τα αιχμηρά σίδερα σαν μόλυβδος, χωρίς καθόλου να προξενήσουν πόνο ή πληγές στο σώμα του. Κι όταν τον σήκωσαν από εκεί για να τα κάνει ο χαλκιάς (ο τεχνίτης) πιο σουβλερά, τον ξανάριξαν εκεί πατώντας πάνω σ’αυτόν με τα πόδια ο δήμιος με σκοπό πιο γρήγορα να καρφωθεί σε αυτά ο πολυβασανισμένος μάρτυρας. Και ο Μανουήλ παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, όμως ο Γεώργιος έμεινε ζωντανός για 24 ώρες, υφιστάμενος ο γενναίος ανυπόφορους πόνους˙ κατά τη νύχτα ήλθαν εκεί χριστιανοί και με λόγια παρακλητικά παρηγορούσαν το μάρτυρα που βασανιζόταν έτσι, και έπαιρναν το μαρτυρικό του αίμα, απορροφώντας το με υφάσματα, καθώς το θεωρούσαν αγιασμό, μέσω του οποίου πάρα πολλοί θεραπεύτηκαν, όχι μόνο Χριστιανοί, αλλά και γυναίκες Αγαρηνών, ενώ ταυτοχρόνως οι ευσεβείς (Χριστιανοί) παρακαλούσαν ώστε ο Σωτήρας να ενισχύσει τον μάρτυρά του. Τον τελευταίο τον παρακαλούσαν ώστε να κάνει ικετήριο δέηση στον Κύριο, με σκοπό να σταματήσει η φοβερή πανώλη που είχε τότε ενσκήψει και είχε οδηγήσει στο θάνατο πάρα πολλούς.
Όταν αυτά είχαν πλέον ολοκληρωθεί, δίνεται εντολή να απομακρυνθούν από εκεί τα λείψανα των μαρτύρων, αφού επρόκειτο να περάσει ο άρχοντας της Μάκρης, ο οποίος ονομαζόταν Μουσταφάς και ο οποίος δεν ήταν σύμφωνος με τον θάνατό τους. Ήλθαν, λοιπόν, οι δήμιοι και πήραν από την κρεμάλα και τα σίδερα τα λείψανα των άλλων μαρτύρων, τον πολυβασανισμένο, όμως, Γεώργιο μόλις είδαν ότι ακόμη ζούσε, τον πυροβόλησαν στο κεφάλι και τον θανάτωσαν κι έτσι κατέληξε κι αυτός ο αείμνηστος. Με νεύμα των εξουσιαστών πήραν οι ευσεβείς τα μαρτυρικά τους λείψανα και τα ενταφίασαν με τιμές, δοξάζοντας τον Θεό και τιμώντας τους μεγαλομάρτυρές Του.
Στη συνέχεια με πικρές δοκιμασίες, δοκιμάστηκαν οι αιμοβόροι εκείνοι τύραννοι˙ ο δήμιος από τη μία, αυτός που απαγόρευσε τον Μανουήλ να προσευχηθεί, μετά από 3 μέρες χτυπήθηκε από την πανώλη και με άσχημο τρόπο κατέληξε ο αχρείος, ενώ το πρόσωπο του άλλου στράφηκε προς τα πίσω, θέαμα ελεεινό για να το δει και να το αντικρύσει κανείς. Από την άλλη ο τύραννος Βάσαφ, αυτός που αποφάσισε οι Άγιοι να θανατωθούν, για αυτό ακριβώς υπέπεσε σε δυσμένεια του Σουλτάν Μαχμούδ, βρέθηκε μακριά από τα σύνορα, στη Βάρνα, όπου και αποκεφαλίστηκε, όπως ακριβώς κα ο κηδεμόνας του Παρτάρ στην Αδριανούπολη. Τέλος, ο θηριώδης και σκληρός Τζελάλ, αυτός που με πικρό τρόπο τιμώρησε και θανάτωσε τους μάρτυρες, (γιατί τέτοιου είδους όνομα είχε ο τύραννος) αφού κλήθηκε στη Βασιλεύουσα να δώσει λόγο σχετικά με το πώς διαχειρίστηκε τα πράγματα στη Μάκρη, δίκαια εκεί φονεύθηκε και έτσι έλαβε τέλος η προφητεία του μάρτυρα Μανουήλ.
Οι καλλίνικοι αυτοί, νέοι μεγαλομάρτυρες κατά μήνα Απρίλιο του σωτηρίου έτους 1835 στο παραθαλάσσιο χωρίο της Θράκης, τη Μάκρη, που βρίσκεται απέναντι από τη Σαμοθράκη.
Η μνήμη των Πέντε Νεομαρτύρων εορτάζεται κάθε χρόνο την Κυριακή του Θωμά πανδήμως στο νησί της Σαμοθράκης (όπου φυλάσσονται τα λείψανά τους) αλλά και στον τόπο μαρτυρίου τους, την Μάκρη.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σαμοθράκης λαμπτῆρες καὶ τῆς Μάκρης ἀγλάισμα, Νεομάρτυρες θεῖοι ἀληθῶς ἀνεδείχθητε, ἀθλήσαντες στερρῶς ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ λύσαντες τὴν πλάνην τοῦ ἐχθροῦ, Μανουὴλ σὺν Θεοδώρω καὶ Μιχαήλ, καὶ οἱ διττοὶ Γεώργιοι, δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι δι' ὑμῶν, ἠμὶν χάριν καὶ ἔλεος.
Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς.
Τοὺς Ἀθλοφόρους τοῦ Χριστοῦ χαρμοσύνως, ἀνευφημήσωμεν πιστῶν αἱ χορεῖαι, ὅτι αὐτοὶ ἐκήρυξαν λαμπρᾷ τῇ φωνῇ, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν, ὠμοτάτοις βαρβάροις, Μανουὴλ Θεόδωρος, Μιχαῆλος σὺν δύο, τοῖς Γεωργίοις οὓς χρεωστικῶς, ἀνευφημοῦντες τιμῶμεν ἐν ᾄσμασιν.
Μεγαλυνάριον
Σαμοθράκης νήσου γόνους λαμπρούς, καὶ τῆς χώρας Μάκρης, μέγα κλέος τε καὶ φρουρούς, καὶ τῶν ἀσθενούντων, ἰατρούς τε καὶ σώστας, τοὺς πέντε μεγάθλους ἀνευφημήσωμεν.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Αλεξανδρουπόλεως, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Μέσα στη σεπτή χορεία των ενδόξων νεομαρτύρων, οι οποίοι θυσίασαν την ίδια τους τη ζωή για την αγάπη του Χριστού και διδάσκουν τους σημερινούς νεοέλληνες με την ειλικρινή μετάνοια και την ακλόνητη πίστη τους, εξέχουσα θέση κατέχει ο Άγιος νεομάρτυς Γεώργιος, ο οποίος γεννήθηκε και ανατράφηκε στη Νέα Έφεσο της ιστορικής και αγιοτόκου Μικράς Ασίας, όπου και μαρτύρησε στις 5 Απριλίου 1801.
Εκπομπή με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη της Κυριακή 02 Απριλίου 2023.
«Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου καὶ τὸ ὑπέρλαμπρον τὸ τῆς ἁγνείας σου ὁ Γαβριὴλ καταπλαγεὶς ἐβόα σοι, Θεοτόκε· Ποῖόν σοι ἐγκώμιον προσαγάγω ἐπάξιον; τί δὲ ὀνομάσω σε; ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι.Διὸ ὡς προσετάγην βοῶ σοι· Χαῖρε, ἡ Κεχαριτωμένη» (Ἀκάθ. ὕμν.) Ὁ ὕμνος αὐτός, ἀγαπητοί μου, ψάλλεται τελευταῖος στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου. Εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα ἐγκώμια τῆς Παρθένου Μαρίας, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀθάνατο ἐγκώμιοτῆς παρθενίας. Εἶνε ἀκόμη ὁ ἔμμεσος ἔλεγχος ὅσων ἐγκατέλειψαν τὰ διδάγματα τοῦΕὐαγγελίου καὶ ὡς χοῖροι κυλίονται στὸ τέλμα τῶν αἰσχροτάτων παθῶν καὶ ἡδονῶν.
Ο Τριαδικός Θεός, διά των Προφητών Του στην Παλαιά Διαθήκη, είχε προαναγγείλει το θέλημά του, να απελευθερώσει τους ανθρώπους
Τέλος στὴν τραγωδία!
«Εὐαγγελίζου, γῆ, χαρὰν μεγάλην· αἰνεῖτε, οὐρανοί, Θεοῦ τὴν δόξαν» (θ΄ ᾠδὴ Εὐαγγ.)
ΕΟΡΤΗ, ἀγαπητοί μου, ἑορτὴ μεγάλη, λαμπρά, πανέκλαμπρος. Προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως στὸν Ἕλληνα καὶ τὸν Χριστιανό. Ἑορτὴ διπλῆ, ἐθνικὴ καὶ θρησκευτική.
Θὰ μιλήσουμε ἐπὶ τῆς θρησκευτικῆς σημασίας τῆς ἑορτῆς, καὶ τὸ θέμα, ὡς μεταφυσικό, εἶνε δυσκολώτερο· χρειάζονται εἰδικὲς κεραῖες γιὰ νὰ συλλάβῃ κανεὶς τὰ μηνύματα.
«Εὐαγγελισμός»! Εἶνε λέξι τῆς ὡραίας ἑλληνικῆς γλώσσης, ποὺ μόνο αὐτὴ γνωρίζει νὰ ἐκφράζῃ καὶ τὶς πιὸ ὑψηλὲς καὶ λεπτὲς ἔννοιες. «Εὐαγγελισμὸς» θὰ πῇ «καλὴ εἴδησις». Τώρα ἀνάξια τέκνα τῆς πατρίδος, ἐκχυδαϊσταί, ποὺ μισοῦν τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα ―ἀλλοίμονο ἐάν ποτε ἐπικρατήσουν―, ξέρετε πῶς θέλουν νὰ μεταφράσουν τὴ λέξι «εὐαγγελισμός»; Ἀκοῦστε καὶ φρίξτε· «καλὸ χαμπάρι» (τούρκικα δηλαδή) ἢ «καλὸ μαντάτο»! Καὶ τὸν ἀγγελιαφόρο ποὺ ἔφερε τὸ μήνυμα, τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, θέλουν νὰ τὸν μεταφράσουν «χαμπεροφόρο» ἢ «μαντατοφόρο»! Σὲ τέτοιο ἐκχυδαϊσμὸ θέλουν νὰ ῥίξουν τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, ἡ ὁποία σήμερα βρίσκει ἄσυλο στὴν Ἐκκλησία μας.
«Εὐαγγελισμὸς» ἴσον «καλὴ εἴδησις». Καὶ ποιά εἶνε αὐτὴ ἡ εἴδησις;
* * *
Ὁ ἄνθρωπος, ἀδελφοί μου, δὲν εἶνε ἕνα τυχαῖο δημιούργημα, μία συμπαιγνία τῆς τύχης, μία χημικὴ ἕνωσις ἀπὸ τὴν σύνθεσι διαφόρων στοιχείων· εἶνε ἕνα καλλιτέχνημα, ἕνα μεγαλούργημα. Εἶνε εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ πλάστηκε «κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσίν» του (Γέν. 1,26).
Πλάστηκε νὰ ζῇ εὐτυχισμένος. Ἀλλὰ δυστυχῶς συνέβη σ᾽ αὐτὸν κάτι τραγικό. Ἕνας σεισμὸς ἀόρατος συνέσεισε τὴν ὕπαρξί του. Ἐνῷ ζοῦσε στὴν Ἐδέμ, παρέβη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἁμάρτησε, καὶ ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ἔκτοτε ζῇ στὴ γῆ αὐτὴ μιὰ ζωὴ ἀθλία.
Νοσταλγεῖ τώρα. Σὲ ὅλους τοὺς λαοὺς ὑπάρχει ὡς παράδοσι «ὁ ἀπολεσθεὶς παράδεισος», ποὺ ἔγραψε ὁ Δάντης. Ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς ὑφηλίου νοσταλγοῦν τὴν ὡραία ἐκείνη ζωή, τὸν χρυσὸν αἰῶνα, τότε ποὺ οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μὲ ἀγάπη καὶ εἰρήνη καὶ δικαιοσύνη.
Νοσταλγοὶ λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι τοῦ πρώτου ἐκείνου κόσμου, πρὸ τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας. Ἀναστενάζουν γιὰ τὴν ἀθλιότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, καὶ οἱ ἀναστεναγμοὶ αὐτοὶ ἀκούγονται ἀπὸ τὰ στόματα ἐξόχων πνευμάτων (συγγραφέων, ῥητόρων, ἱστορικῶν καὶ φιλοσόφων) ὅλης τῆς γῆς.
Γιὰ νὰ φανῇ ὅτι αὐτὸς ὁ πόθος τῆς λυτρώσεως ἦταν παγκόσμιος, ἀναφέρω τὸν Θουκυδίδη, ἐπιστήμονα ἱστορικό, ὁ ὁποῖος φιλοσοφώντας μπροστὰ στὰ φοβερὰ ἐγκλήματα τῆς ἱστορίας, ἔλεγε μελαγχολικά· δυστυχῶς, «πάντες οἱ ἄνθρωποι πεφύκασι τοῦ ἁμαρτάνειν», ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶνε γεννημένοι νὰ ἁμαρτάνουν. Τὸ ἴδιο νόημα κάποιος ἄλλος τὸ εἶπε ὡς ἑξῆς· «φύσιν πονηρὰν μεταβαλεῖν οὐ ῥάδιον».
Ἕνας τραγικὸς ποιητής, ὁ Εὐριπίδης, περιγράφοντας στὸ πρόσωπο τῆς Μήδειας τὴν ἐγκληματικότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἀναστενάζει καὶ λέει· Βλέπω τὸ καλό, καταλαβαίνω ποιό εἶνε, ἀλλὰ μέσα μου μία ἀκατανίκητη δύναμι (ὁ θυμὸς καὶ τὰ πάθη) καταργοῦν τὴ λογικὴ καὶ μοῦ ἐπιβάλλουν τὴ λογικὴ τῶν παθῶν.
Ἄλλος ποιητής, ὁ Σοφοκλῆς, ἔλεγε· «Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει»· πολλὰ τὰ φοβερὰ στὸν κόσμο τοῦτο, μὰ δὲν ὑπάρχει τίποτα πιὸ τρομερὸ ἀπ᾽ τὸν ἄνθρωπο (Ἀντιγόνη στ. 332-333· Μιχ. Ἰατροῦ, Πόθεν καὶ διατί σ. 367).
Καὶ ὁ Αἰσχύλος ―πρὸ παντὸς αὐτός― ζωγράφισε τὴν τραγικότητα τοῦ ἀνθρώπου στὴ μορφὴ τοῦ Προμηθέως. Ὁ Προμηθεὺς εἶνε ὁ παραβάτης τοῦ θείου θελήματος, γιατὶ ἔκλεψε τὸ πῦρ ἀπὸ τοὺς θεούς. Καὶ τὸν παρουσιάζει νὰ εἶνε κατάδικος, δεμένος μὲ ἁλυσίδες ἐπάνω στὸν Καύκασο, καὶ κάθε μέρα ἕνα ὄρνεο νὰ ἔρχεται καὶ νὰ τοῦ κατασπαράζῃ τὸ συκώτι.
Αὐτὰ οἱ πρόγονοί μας, οἱ ἐθνικοί. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἡ θεόπνευστη Βίβλος. Ἀκοῦμε τὸν Ἰὼβ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη νὰ βεβαιώνῃ· «Ποιός θὰ μείνῃ καθαρὸς ἀπὸ ῥύπο ἁμαρτίας; Οὔτε ἕνας, ἔστω κι ἂν ἡ ζωή του εἶνε μία μέρα πάνω στὴ γῆ» (᾿Ιὼβ 14,4-5). Καὶ ὁ Δαυῒδ ψάλλει· «Ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου», μέσα σὲ ἀνομίες μὲ συνέλαβε καὶ μέσα σὲ ἐφάμαρτες ἐπιθυμίες ἔμεινε ἔγκυος ἡ μητέρα μου (Ψαλμ. 50,7).
Ὅλοι λοιπὸν οἱ λαοί, καὶ Εὐρωπαῖοι καὶ Ἀσιᾶται, καὶ Κινέζοι καὶ Ἰάπωνες καὶ Ἀμερικανοὶ καὶ Ἀφρικανοί, ζητοῦν λύτρωσι. Εἶνε παγκόσμιος ὁ πόθος τῆς λυτρώσεως.
Μὰ ὁ ἄνθρωπος δὲν μποροῦσε νὰ λυτρωθῇ μόνος του. Γι᾽ αὐτὸ ἦρθε στὸν κόσμο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Ἦρθε! Εἶνε τὸ πιὸ μεγάλο, τὸ κοσμοϊστορικὸ γεγονός. Ἦρθε ὡς υἱὸς ἀνθρώπου. Γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία.
Καὶ ἐδῶ οἱ ὀρθολογισταὶ ἐκφράζουν ἀντιρρήσεις· Εἶνε δυνατὸν μία παρθένος νὰ γεννήσῃ;
Τί ἔχουμε ν᾽ ἀπαντήσουμε; Ἔχουμε μπροστά μας ἕνα μυστήριο. Ἀλλὰ τοὺς ἐρωτοῦμε· Εἶνε αὐτὸ τὸ μόνο μυστήριο; Τὸ μυστήριο ἁπλώνεται παντοῦ γύρω μας. Εἶνε γεμᾶτος ὁ κόσμος ἀπὸ μυστήρια. Τί εἶνε βαρύτης; τί εἶνε ἠλεκτρισμός; τί εἶνε μαγνητισμός; τί εἶνε ἀτομικὴ ἐνέργεια;… Ἡ ἐπιστήμη ἀκόμα ἐρευνᾷ, καὶ κυρίως περιγράφει· δὲν ἐξηγεῖ, δὲν εἰσέρχεται στὸ βάθος, στὴν οὐσία τῶν πραγμάτων. Ἀπὸ τὶς οὐράνιες σφαῖρες μέχρι τὸ ἄτομο τῆς ὕλης, παντοῦ μυστήρια. Ἂς λύσουν λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι πρῶτα τὰ μυστήρια τοῦ φυσικοῦ κόσμου, καὶ μετὰ ἂς τολμοῦν ν᾽ ἀμφισβητοῦν πραγματικότητες τοῦ ὑπερφυσικοῦ κόσμου.
Ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τοῦ πιὸ σοφοῦ, εἶνε πολὺ μικρή. Πάντοτε θὰ ἀληθεύῃ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Σωκράτης· «Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα». Ταπεινώσου λοιπόν, ἄνθρωπε, μπροστὰ στὸ μέγα μυστήριο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Πίστεψε ὅπως πίστευε ἡ ταπεινὴ γιαγιά σου, ὅπως πίστευαν οἱ γενεὲς τῶν προγόνων μας, ὅπως πίστευαν οἱ ἥρωες τοῦ ᾽21. Ἀγράμματοι αὐτοί, ἀλλὰ εἶχαν φόβο καὶ πίστι Θεοῦ, κι ἀγαποῦσαν τὴν Παναγία. Ν᾽ ἀναφέρω παραδείγματα; Ὁ Κολοκοτρώνης, ὁ γέρος τοῦ Μοριά. Ὅταν ὁ Ἰμπραὴμ σάρωνε τὴν Πελοπόννησο καὶ σκόρπιζε πανικό, αὐτὸς μόνο δὲν ἔχασε τὴν ἐλπίδα. Μπῆκε σ᾽ ἕνα ᾽ξωκκλήσι τῆς Παναγιᾶς, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε. Ὅταν βγῆκε ἔλαμπε. Καὶ τί εἶπε; Μιὰ προφητεία· «Ἡ Παναγία ὑπέγραψε τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδος, καὶ δὲν παίρνει πίσω τὴν ὑπογραφή της». Ἀκόμη περισσότερο πίστευε ὁ Μακρυγιάννης, ἀγωνιστὴς ποὺ τὸ κορμί του ἦταν κόσκινο ἀπὸ τὶς σφαῖρες. Εἶχε στὸ σπίτι του μιὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ κάθε βράδυ μὲ τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά του γονάτιζε καὶ προσευχόταν. Τὸν ἐπισκέφθηκε κάποτε ἕνας Γάλλος ἀπὸ τὸ Παρίσι, πολιτικάντης ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὶς ἀθεϊστικὲς ἰδέες τῆς Γαλλικῆς ἐπαναστάσεως, καὶ βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ χλευάσῃ τοὺς ἀγωνιστὰς ἐκείνους. ―Ἀγράμματοι εἶστε, λέει, καὶ καταφεύγετε σὲ εἰκονίσματα, προσευχές, κεριὰ καὶ λιβάνια. Αὐτὰ εἶνε πράγματα μπόσικα (ἀσθενῆ δηλαδή). Λέτε, πὼς ὁ Χριστὸς ἔμεινε ἐννιὰ μῆνες μέσ᾽ στὴν κοιλιὰ τῆς Παναγιᾶς. Τί εἶν᾽ αὐτά; Ἐμεῖς οἱ μορφωμένοι δὲν τὰ πιστεύουμε. ―Λάθος κάνεις, κύριε, τοῦ λέει ὁ Μακρυγιάννης. Γιά βγὲς ἔξω, ῥίξε μιὰ ματιὰ στὴ φύσι· δὲς τὸν ἥλιο, τὸ φεγγάρι, τὰ ἄστρα. Ποῖος τὰ ἔκανε αὐτὰ ὅλα; Ὁ Θεός. Ἔ, αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὸ σύμπαν, δὲν μποροῦσε νὰ κάνῃ καὶ αὐτό, ποὺ εἶνε εὐκολώτερο, νὰ γεννηθῇ δηλαδὴ ὡς ἄνθρωπος ἀπὸ γυναῖκα;…
Ὁ ἁπλὸς λαός μας νιώθει τὴν ἔννοια τοῦ «Εὐαγγελισμοῦ» καὶ πανηγυρίζει τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ στὴν Τῆνο καὶ παντοῦ, κι ἂς μὴ γνωρίζῃ τὴν ἀκριβῆ μετάφρασι τῆς λέξεως κι ὅτι εἶνε σύνθετη ἀπὸ τὸ «εὖ» καὶ τὸ «ἀγγέλλω».
* * *
Τί εἶνε, ἀγαπητοί μου, ὁ Εὐαγγελισμός; Σᾶς δίνω μιὰ εἰκόνα καὶ τελειώνω. Εἶνε τὸ οὐράνιο τόξο. Ὅπως τὸν καιρὸ τοῦ Νῶε τὸ οὐράνιο τόξο ἦταν σημάδι ὅτι σταμάτησε ὁ κατακλυσμός, ἔτσι καὶ τὸ σημερινὸ μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ σκορπίζει τὴν ἐλπίδα στὴν ἀνθρωπότητα. Ποιά ἐλπίδα; Ὅτι ἡ τραγῳδία ―ναί, διότι τραγῳδία εἶνε ἡ ζωή, ὄχι διασκέδασι καὶ ἀπόλαυσι―, ἡ τραγῳδία δὲν θὰ διαιωνισθῇ. Ἄρχισε ἀπὸ τὸν κῆπο τῆς Ἐδέμ, καὶ συνεχίζεται μὲ δράματα ἀτομικά, οἰκογενειακά, ἐθνικά, πανανθρώπινα, μὲ πολέμους, αἱματοχυσίες καὶ ἐρείπια. Ὣς ποῦ θὰ πάῃ;
Ἡ τραγῳδία αὐτὴ θὰ λήξῃ! Αὐτὸ σημαίνει ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Δὲν θὰ νικήσουν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, ὄχι· θὰ νικήσουν οἱ δυνάμεις τοῦ φωτός. Δὲν θὰ νικήσῃ τὸ σκότος, θὰ νικήσῃ τὸ φῶς· δὲν θὰ νικήσῃ ἡ ἀδικία, θὰ νικήσῃ ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ εὐπρέπεια· δὲν θὰ νικήσῃ τὸ ψεῦδος, θὰ νικήσῃ ἡ ἀλήθεια· δὲν θὰ νικήσῃ ὁ σατανᾶς, ὅπως κι ἂν παρουσιάζεται διὰ μέσου τῶν αἰώνων, θὰ νικήσῃ ὁ Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
«Εὐαγγελίζου» λοιπόν, «γῆ, χαρὰν μεγάλην· αἰνεῖτε, οὐρανοί, Θεοῦ τὴν δόξαν» (θ΄ ᾠδὴ Εὐαγγ.).
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης Τρίτη 25-3-1980), π. Αυγουστίνος Καντιώτης
«Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ Ἡλίου» (Ἀκαθ. ὕμν. Φ1α΄)Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξος ἔχει θησαυροὺς ἀνεκτιμήτους. Εἶνε τὰ ἅγια βιβλία ποὺ κρατοῦν οἱ ψάλτες μας· εἶνε τὰ τροπάρια, τὰ ἀπολυτίκια, οἱ καταβασίες, τὰ ὑπέροχα αὐτὰ ποιήματα.
«Χαίρε, δένδρον αγλαόκαρπον, έξ ου τρέφονται πιστοί» (Ἀκάθ. ὕμν. Ν3Α) ΑΠΟΨΕ, αγαπητοί μου, είναι ή τρίτη στάσης του Ακάθιστου. Ό Ακάθιστος ύμνος είναι ένα ποίημα, ένα τραγούδι. Τραγούδι όχι σαν αυτά πού υμνούν τον επίγειο σαρκικό έρωτα, αλλά τραγούδι πνευματικό, υπέροχο.
Χριστιανός καί Σταυρός,
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
Χριστιανός σημαίνει μικρός Χριστός κι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος, ἄρα χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ σταυροῦ. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀνάρμοστο καί ξένο στόν χριστιανό νά ἀναζητᾶ τίς εὐκολίες καί τήν ἀνάπαυση. Ὁ Κύριός σου καρφώθηκε στό σταυρό κι ἐσύ ἐπιζητᾶς τήν ἄνεση καί ζῆς μέ πολυτέλεια;
Ἄν ἀγαπᾶς τόν Κύριό σου, πέθανε ὅπως Ἐκεῖνος. Σταύρωνε τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν δέν σέ σταυρώνει κανείς. Καί σταυρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακίας καί τῆς ζήλειας σου. Σταυρώνεις τό «ἐγώ» σου, ὅταν ἀρνεῖσαι νά ἱκανοποιήσεις τίς κακές ἐπιθυμίες σου. Κρεμᾶς τόν ἑαυτό σου στό σταυρό, ὅταν ἀφήνεις τόν Θεό νά κατευθύνει τή ζωή σου χωρίς τίς δικές σου λογικές παρεμβάσεις. Πεθαίνεις σάν τόν Κύριό σου, ὅταν ὑποτάσσεσαι στό θέλημά του χωρίς τά ἀτέλειωτα «γιατί».
Ὁ Κύριος ζήτησε καί ζητᾶ νά τόν ἀκολουθήσουν ὅσοι εἶναι ἀποφασισμένοι νά σηκώσουν τό σταυρό τους, ὅσοι εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν, νά ἀρνηθοῦν τίς ἀπολαύσεις καί τήν τρυφή. Διότι ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἀσφάλεια καί τίς ἡδονές τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἐχθρός τοῦ σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ σταυροῦ πού ὁ χριστιανός ἀγαπᾶ καί σηκώνει μέ ὑπομονή γιά χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου του Κυρίου!…
Εἰς Φιλιππησίους 13, ΕΠΕ 22, 8-10.
(Πηγή: «Χριστιανός καί Σταυρός», Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα)
Σταυρωθέντα καί ταφέντα…,
Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων
A. Εἶναι καύχημα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας βέβαια τό καθετί πού ἔπραξε ὁ Ἰησοῦς, ἀλλά τό καύχημα τῶν καυχημάτων εἶναι ὁ Σταυρός Του. Τοῦτο ἀσφαλῶς γνωρίζοντας ὁ Παῦλος, λέει: «ὅσο γιά μένα, ἄς μή γίνει νά καυχηθῶ γιά τίποτε ἄλλο, παρά μόνο γιά τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας, Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6, 14).
Ἦταν πραγματικά θαυμαστό πού ἀνέβλεψε ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ (πρβλ. Ἰωάν. 9, 7), ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπροστά στήν ἀνάβλεψη τῶν πνευματικά τυφλῶν ὅλης τῆς οἰκουμένης; Θεωρεῖται μέγα θαῦμα καί ὑπερφυσικό πού ἀναστήθηκε ὁ Λάζαρος, ἐνῶ ἦταν τετραήμερος νεκρός, ἀλλά τότε ἡ χάρη τῆς Ἀναστάσεως σταμάτησε σ᾽ αὐτόν. Τί εἶναι ὅμως αὐτό μπροστά στήν ἀνάσταση τῶν νεκρωμένων ἀπό τήν ἁμαρτία, σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη; Εἶναι θαυμαστό πού ἀπό τούς πέντε ἄρτους πήγασε τροφή γιά πέντε χιλιάδες (πρβλ. Ματθ. 14, 21), ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπρός στό ὅτι χόρτασε αὐτούς «πού πέθαιναν ἀπό πνευματική πείνα, ἐξαιτίας τῆς ἄγνοιάς τους, σέ ὅλα τά μέρη τῆς γῆς»; (Πρβλ. Ἀμ. 8, 11). Εἶναι θαυμαστό πού ἐλευθέρωσε τή γυναίκα ἐκείνη, τή δεμένη ἀπό τό Σατανά δεκαοχτώ χρόνια, ἀλλά τί εἶναι αὐτό μπροστά στήν ἐλευθερία πού ἔδωσε σέ ὅλους ἐμᾶς, τούς σφιχτοδεμένους μέ βαριές ἁλυσίδες ἁμαρτημάτων; (πρβλ. Παρμ. 5, 22). Αὐτό λοιπόν, τό ὁλόφωτο στεφάνι τῆς δόξας τοῦ Σταυροῦ, ἀφενός φώτισε τούς τυφλωμένους ἀπό τήν ἀγνωσία καί ἀφετέρου ἐλευθέρωσε τούς δέσμιους τῆς ἁμαρτίας καί δυναμικά λύτρωσε ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν αἰώνων.
Β’. Καί μή σοῦ φαίνεται παράξενο σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά δυσπιστεῖς, ἄν πραγματικά ἔδωσε τή λύτρωση δυναμικά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων. Διότι δέν ἦταν ἄνθρωπος ἁπλός αὐτός πού πέθανε γιά μᾶς, ἀλλά ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ» ὁ Μονογενής. Καί μπόρεσε βέβαια ἡ ἁμαρτία ἑνός ἄνδρα, τοῦ Ἀδάμ, νά κάνει θνητούς ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀλλά, ἄν μέ τό παράπτωμα τοῦ ἑνός βασίλευσε ὁ θάνατος στόν κόσμο, πῶς, πολύ περισσότερο, δέν θά βασιλεύσει ἡ ζωή μέ τή δικαιοσύνη τοῦ Ἑνός; (Πρβλ. Ρωμ. 5, 17). Καί ἄν τότε, ἐπειδή ἔφαγαν ἀπό τό «ξύλο τῆς ζωῆς» οἱ Πρωτόπλαστοι διώχτηκαν ἀπό τόν Παράδεισο (πρβλ. Γέν. 3, 24), ἄραγε τώρα, χάρη στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ἰησοῦ, δέν θά μποῦν εὐκολότερα μέσα στόν Παράδεισο ὅσοι πιστέψουν; Ἄν ἐκεῖνος πού πρῶτος πλάστηκε ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς ἐπέφερε οἰκουμενικό θάνατο, ἄραγε δέν θά φέρει ζωή αἰώνια «Ἐκεῖνος πού τόν ἔπλασε ἀπό τή γῆ» (Γέν. 2, 7), ἀφοῦ Αὐτός εἶναι ἡ Ζωή; (πρβλ. Ἰωάν. 14, 6). Ἄν ὁ Φινεές, δείχνοντας ζῆλο καί φονεύοντας τόν αἰσχροποιό ἐκεῖνον, κατέπαυσε τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς ‒ ὄχι μέ τό φόνο κάποιου ἄλλου, ἀλλά μέ τό νά θυσιάσει τόν ἑαυτό Του ὡς ἀντίλυτρο ‒ δέν μπορεῖ νά ἐξαλείψει τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους;
Γ’. Νά μή ντρεπόμαστε λοιπόν γιά τό Σταυρό τοῦ Σωτήρα μας, ἀλλά μᾶλλον νά καυχώμαστε. Εἶναι βέβαια ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ γιά τούς Ἰουδαίους σκάνδαλο, γιά τούς εἰδωλολάτρες ἀνοησία (πρβλ. Α’ Κορ. 1, 18. 23), ἀλλά γιά μᾶς εἶναι σωτηρία. Πραγματικά, «γιά ὅσους βαδίζουν τό δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι δύναμη Θεοῦ» (Α’ Κορ. 1, 18). Διότι δέ ἦταν ἁπλός ἄνθρωπος αὐτός πού πέθανε γιά μᾶς, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά Υἱός Θεοῦ, Θεός πού ἐνανθρώπησε. Ἔπειτα, ἄν τό πρόβατο, τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, ἔδιωχνε μακριά τόν ἐξολοθρευτή ἄγγελο (πρβλ. Ἔξ. 12, 23), «ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, πού σηκώνει πάνω Του τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου» (πρβλ. Ἰωάν. 1, 29), πολύ περισσότερο, δέν θά ἐλευθέρωνε τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς ἁμαρτίες; Καί ἄν τό αἷμα ἑνός ἄλογου ζώου, ὅπως τόν πρόβατο, παρεῖχε τή σωτηρία, τό Αἷμα τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ δέν σώζει πολύ περισσότερο; Ἄν κάποιος δέν πιστεύει στή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἄς πιστεύει στά ὁλοφάνερα γεγονότα. Γιατί πολλοί σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη σταυρώθηκαν, ἀλλά κανένα δέν τρέμουν οἱ δαίμονες. Τοῦ Χριστοῦ ὅμως, πού σταυρώθηκε γιά μᾶς, καί μόνο τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ νά δοῦν, τρέμουν οἱ δαίμονες, ἐπειδή οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι πέθαναν στό σταυρό ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους, ὁ Χριστός ὅμως πέθανε γιά τίς ξένες ἁμαρτίες. «Διότι δέν ἁμάρτησε, οὔτε βρέθηκε δόλος στό στόμα Του» (Α’ Πέτρ. 2, 22. πρβλ. Ἡσ. 53, 9).
Καί δέν εἶναι μόνο ὁ Πέτρος πού τό λέει αὐτό ‒ γιατί θά μποροῦσε κανείς νά ὑποπτευθεῖ ὅτι χαρίζεται στό δάσκαλό του καί τό λέει ‒ ἀλλά τό εἶπε καί ὁ Ἡσαΐας, πού μπορεῖ νά μήν ἔζησε τήν ἐποχή τοῦ Ἰησοῦ μέ τό σῶμα, ἀλλά μέ τό πνεῦμα προεῖδε τήν ἔνσαρκη παρουσία Του. Καί γιατί φέρνω τώρα μάρτυρα μόνο τόν Προφήτη; Πάρε μάρτυρα τόν Πιλάτο, αὐτόν πού Τόν καταδίκασε καί εἶπε: «Δέν βρίσκω τίποτα τό κακό στόν ἄνθρωπο Αὐτόν» (Λουκ. 23, 14). Παραδίνοντας δέ Αὐτόν προδομένο καί νίπτοντας τά χέρια του εἶπε: «Εἶμαι ἀθῶος ἀπό τό αἷμα τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27, 24). Ἀλλά ὑπάρχει κι ἄλλος μάρτυρας τῆς ἀναμαρτησίας τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ πρωτοστάτης τοῦ Παραδείσου, ὁ ληστής, πού κατηγορεῖ τόν ἄλλο ληστή καί τοῦ λέει: «Ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ἄξια ὅσων πράξαμε, αὐτός ὅμως δέν ἔκανε κανένα κακό» (Λουκ. 23, 41). Καί αὐτό τό γνωρίζουμε γιατί καί σύ καί ἐγώ ἤμασταν παρόντες στή δίκη Του.
Δ’. Ἔπαθε λοιπόν, στ᾽ ἀλήθεια, ὁ Ἰησοῦς γιά χάρη τῶν ἀνθρώπων. Διότι δέν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, διαφορετικά θά ἦταν φαντασία καί ἡ λύτρωση. Δέν εἶναι φαντασία ὁ θάνατος, ἀλλοιῶς θά ἦταν μύθος καί ἡ σωτηρία. Ἄν ἦταν φαντασία ὁ θάνατος, θά εἶχαν δίκιο αὐτοί πού εἶπαν: «Θυμηθήκαμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος ἔλεγε, ἐνῶ ζοῦσε ἀκόμη, μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες θά ἀναστηθῶ» (Ματθ. 27, 63). Εἶναι λοιπόν τό Πάθος τοῦ Κυρίου ἀληθές, διότι ἀληθινά σταυρώθηκε καί δέν ντρεπόμαστε γι᾽ αὐτό. Σταυρώθηκε καί δέν τό ἀρνούμαστε, ἀλλά μᾶλλον ἐγώ καυχῶμαι καί σᾶς λέω: Ἀκόμη καί νά ἤθελα νά τό ἀρνηθῶ, μέ ἐλέγχει αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς, πλησίον τοῦ ὁποίου παρευρισκόμαστε ὅλοι τώρα. Μέ ἐλέγχει τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, τό ὁποῖο λίγο-λίγο ἀπό ἐδῶ διαμοιράστηκε σ᾽ ὅλη τήν οἰκουμένη. Ὁμολογῶ τό Σταυρό ἐπειδή γνωρίζω τήν Ἀνάσταση. Διότι, ἄν ἀπέμενε μόνο Ἐσταυρωμένος ὁ Κύριος, χωρίς νά ἀναστηθεῖ, μπορεῖ νά μήν ὁμολογοῦσα. Θά τό ἔκρυβα ἴσως μαζί μέ τό δάσκαλό μου. Τώρα ὅμως πού διαδέχτηκε τό Σταυρό ἡ Ἀνάσταση, δέν ντρέπομαι νά τά διηγοῦμαι ὅλα αὐτά.
Ε’. Ἔχοντας λοιπόν ὅμοια μέ ὅλους μας ἀνθρώπινη φύση καί ὑπόσταση, σταυρώθηκε, ἀλλά ὄχι βέβαια γιατί εἶχε ὅπως ἐμεῖς ἁμαρτίες. Διότι δέν ὁδηγήθηκε στό θάνατο ἀπό φιλοχρηματία, ἀφοῦ ἦταν δάσκαλος τῆς ἀκτημοσύνης. Οὔτε καταδικάστηκε ἐξαιτίας τῆς φιληδονίας, ἀφοῦ εἶναι Ἐκεῖνος πού λέει σαφῶς ὅτι «ὅποιος κοιτάξει γυναίκα μέ ἐπιθυμία φιλήδονη, ἤδη ἔχει πέσει στό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας μέ αὐτήν» (Ματθ. 5, 28). Οὔτε πάλι ἀπό ἀπερίσκεπτη ὁρμή χτύπησε κάποιον ἤ τόν πλήγωσε, διότι ἔστρεφε καί τό ἄλλο μάγουλο σ᾽ ὅποιον τόν χτυποῦσε (πρβλ. Ματθ. 5, 39. 26, 67). Οὔτε καταφρόνησε τό Νόμο, διότι Αὐτός ἦταν πού ὁλοκλήρωσε τό Νόμο. Οὔτε τούς Προφῆτες ὀνείδισε, γιατί Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος, γιά τόν Ὁποῖο κατά καιρούς προφήτευαν οἱ Προφῆτες. Οὔτε ἀρνήθηκε νά δώσει τό μισθό κανενός, διότι ἀμισθεί καί δωρεάν θεράπευε τούς πάντες. Δέν ἁμάρτησε οὔτε μέ λόγια, οὔτε μέ λογισμούς. «Αὐτός πού δέν ἔπεσε σέ καμιά ἁμαρτία, οὔτε βρέθηκε δόλος στό στόμα Του, πού, ἐνῶ χλευαζόταν καί ὀνειδιζόταν, δέν χλεύαζε οὔτε ὀνείδιζε κανέναν καί ἐνῶ ἔπασχε ἄδικα, δέν ἀπειλοῦσε κανέναν» (Α’ Πέτρ. 2, 22-23), Αὐτός πού ἦρθε πρός τό Πάθος, ὄχι ἀκούσια, ἀλλά ἑκούσια. Αὐτός ἀκόμα καί τώρα, ἄν κάποιος προσπαθοῦσε νά Τόν πείσει νά ἀλλάξει τρόπο ζωῆς καί τοῦ ἔλεγε, «ὁ Θεός νά σέ φυλάξει, Κύριε, ἀπ᾽ ὅλα τοῦτα τά φοβερά» (Ματθ. 16, 22), πάλι θά ἀπαντοῦσε σ᾽ αὐτόν, «πήγαινε πίσω μου, Σατανά» (Ματθ. 16, 23).
ΣΤ’. Θέλεις ὅμως νά πεισθεῖς ὅτι ἦρθε πρός τό πάθος ἑκούσια; Νά, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι πού δέν γνωρίζουν τό θάνατό τους, πεθαίνουν χωρίς τή θέλησή τους. Αὐτός ὅμως προέλεγε γιά τό Πάθος Του: «Δές παραδίνεται ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου γιά νά σταυρωθεῖ» (Ματθ. 26, 2). Καί ξέρεις πολύ καλά γιατί δέν ἀπέφυγε τό θάνατο ὁ Φιλάνθρωπος. Γιά νά μή χαθεῖ ὅλος ὁ κόσμος μέσα στίς ἁμαρτίες. «Δές, ἀνεβαίνουμε στά Ἱεροσόλυμα καί θά παραδοθεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 20, 18), «καί θά σταυρωθεῖ» (πρβλ. Ματθ. 20, 19). Καί πάλι: «Ἔστρεψε τό πρόσωπό Του καί προσήλωσε τό βλέμμα Του, μέ ἀπόφαση νά πορευθεῖ στά Ἱεροσόλυμα» (Λουκ. 9, 51). Θέλεις ἀκόμα νά μάθεις σαφῶς ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι δόξα γιά τόν Ἰησοῦ; Ἄκουσε Αὐτόν τόν Ἴδιο πού μιλάει καί ὄχι ἐμένα. Τόν πρόδωσε ὁ Ἰούδας, δείχνοντας ἔτσι τήν ἀγνωμοσύνη του πρός τόν οἰκοδεσπότη. Αὐτός λοιπόν ὁ προδότης, ἀφοῦ βγῆκε ἔξω ἀπό τό Δεῖπνο, εὐθύς ἀμέσως ‒ ἐνῶ εἶχε πιεῖ τό ποτήρι τῆς εὐλογίας ἀντί γιά τό πόμα τῆς σωτηρίας πού τοῦ ἔδωσε ‒ ἐπιθυμοῦσε νά χύσει τό δίκαιο Αἷμα τοῦ Κυρίου. «Αὐτός πού τόν εἶχε ὁμοτράπεζό Του καί ἔτρωγε τόν ἄρτο Του ὕψωσε πολύ ψηλά τή φτέρνα του καί τόν κλώτσησε, σάν ἀτίθασο καί ἀχάριστο ζῶο» (πρβλ. Ψαλμ. 40, 10). Μόλις πού εἶχαν δεχτεῖ τά χέρια του τίς εὐλογίες καί πάραυτα, χάρη τῶν χρημάτων, προμελετοῦσε προδοτικό θάνατο. Καί ἐνῶ ἐλέγχθηκε καί ἄκουσε τό «σύ τό εἶπες μόνος σου» (Ματθ. 26, 25), πάλι βγῆκε ἔξω γιά νά Τόν προδώσει. Ἔπειτα ἔλεγε ὁ Ἰησοῦς: «Ἔχει φτάσει ἡ ὥρα, γιά νά δοξαστεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 12, 23). Βλέπεις ὅτι θεωρεῖ δόξα δική Του τό Σταυρό; Ἀλλά καί τό ἄλλο: Ὁ Ἡσαΐας, ἐνῶ τόν πριόνισαν, δέν ντρέπεται, καί ὁ Χριστός πού πεθαίνει γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος, θά τό θεωρήσει ντροπή; «Τώρα πιά δοξάστηκε ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 13, 31). Ὄχι, ὅτι προηγουμένως δέν εἶχε δόξα, διότι ἦταν δοξασμένος μέ τή δόξα πού εἶχε πρό κατά βολῆς κόσμου (πρβλ. Ἰωάν. 17, 5. 24). Ἦταν δοξασμένος πάντοτε ὡς Θεός, τώρα ὅμως δοξαζόταν ἐπειδή φόρεσε τό στεφάνι τῆς ὑπομονῆς. Δέν ἄφησε τή ζωή αὐτή ἀναγκαστικά, δέν θυσιάστηκε χωρίς νά τό θέλει, ἀλλά ἑκούσια. Ἄκου τί λέει: «Ἔχω ἐξουσία νά θυσιάσω τήν ψυχή μου καί ἔχω ἐξουσία νά τήν πάρω πάλι» (Ἰωάν. 10, 18). Ἐπειδή θέλω, συγχωρῶ τούς ἐχθρούς μου. Ἐάν δέν ἤθελα, δέν θά γινόταν ἡ θυσία. Ἦλθε ἑπομένως μέ τήν προαίρεσή Του πρός τό Πάθος, ὄντας χαρούμενος γιά τήν πράξη Του αὐτή, μειδιώντας γιά τό στεφάνι τῆς δόξας, πλήρης χαρᾶς γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, χωρίς νά ντρέπεται γιά τό Σταυρό, διότι ἔσωζε τήν οἰκουμένη. Δέν ἦταν ὁ πάσχων τιποτένιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός πού ἐνανθρώπησε καί ἀγωνίστηκε στό ἄθλημα τῆς ὑπομονῆς. (…)
Κ’. Τή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ προφητικά προτύπωσε ὁ Μωυσῆς, τότε πού κρέμασε στό ξύλο τό χάλκινο φίδι, ὥστε ὅποιος δαγκωνόταν ἀπό τό ζωντανό φίδι (πού καί αὐτό προτύπωνε τήν ἁμαρτία καί τό θάνατο ἀπό τήν ἁμαρτία) προσβλέποντας στό χάλκινο φίδι, νά σωθεῖ, δίνοντας ἔτσι τή σχετική πίστη του στόν Θεό καί στόν Προφήτη Του (πρβλ. Ἀριθ. 21, 9). Ἔπειτα τό χάλκινο φίδι σταυρωμένο σώζει καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός πού ἔγινε καί ἄνθρωπος, Σταυρωμένος δέν μπορεῖ νά σώζει; Ἀπό παλιά μέχρι σήμερα, ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου λειτουργήθηκε καί προστατεύθηκε σέ σχέση μέ τό ξύλο. Στήν ἐποχή τοῦ Νῶε, ὡς γνωστό, μέ τήν ξύλινη κιβωτό σώθηκε ἡ ζωή τῶν δίκαιων ἀνθρώπων. Ἡ θάλασσα πάλι τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, μόλις εἶδε τήν ξύλινη ράβδο, πού καί αὐτή προτύπωνε τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, φοβήθηκε αὐτόν πού τήν ἄγγιξε. Λοιπόν, τό ραβδί τοῦ Μωυσῆ ἔχει δύναμη, καί ὁ Σταυρός τοῦ Σωτήρα ἀδυνατεῖ; Ἀλλά ἀφήνω ὅσα πολλά ἄλλα θά μποροῦσα νά ἀναφέρω γιά τήν προτύπωση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου στήν Παλαιά Διαθήκη, γιά νά μή μακρύνω τό λόγο, καί περιορίζομαι νά σᾶς θυμίσω ὅτι τό ξύλο τότε ἐπί Μωυσῆ γλύκανε τό νερό (πρβλ. Ἔξ. 15, 25) καί «ὅτι ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ τό νερό ἔρευσε πάνω στό ξύλο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 34).
ΚΑ’. Τά πρῶτα καταπληκτικά καί ἀξιοθαύμαστα γεγονότα πού ὁ Θεός ἔκανε μέ τή μεσολάβηση τοῦ Μωυσῆ, σχετίζονται μέ τό αἷμα καί τό νερό. Καί τό τελευταῖο ἀπό τά θαύματα πού ὁ Ἰησοῦς ἔκανε, σχετίζεται καί αὐτό μέ τό αἷμα καί τό νερό. Στό πρῶτο του θαῦμα ὁ Μωυσῆς «μετέβαλε τόν ποταμό σέ αἷμα» (πρβλ. Ἔξ. 7, 20) καί ὁ Ἰησοῦς στό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του ἔκανε νά ξεχυθεῖ ἀπό τήν πλευρά Του νερό καί αἷμα μαζί. Ἴσως ἔγινε αὐτό γιά ἐκεῖνες τίς δύο φωνές, τοῦ κριτῆ πού Τόν δίκαζε καί τοῦ λαοῦ πού κραύγαζε ἐναντίον Του. Ἤ καλύτερα γιά τούς πιστούς καί τούς ἄπιστους. Διότι, στ᾽ ἀλήθεια, ὁ Πιλάτος ἔλεγε: «Εἶμαι ἀθῶος καί μέ νερό ἔνιψε τά χέρια του» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Καί ὁ λαός, πού ἀπαιτοῦσε τήν καταδίκη Του, κραύγαζε καί ἔλεγε: «Τό αἷμα Του ἄς πέσει πάνω μας» (Ματθ. 27, 25). Καί τά δύο λοιπόν ἀνέβλυσαν ἀπό τήν πλευρά Του. Τό νερό ἴσως γιά τόν κριτή Του καί τό αἷμα γιά τό λαό πού κραύγαζε. Ἀλλά καί διαφορετικά μποροῦμε νά τό ἐννοήσουμε. Στούς Ἰουδαίους ἀναφέρεται τό αἷμα, στούς χριστιανούς τό νερό. Καί σ᾽ ἐκείνους βέβαια ὡς ἐχθρούς καί πονηρούς καί φονευτές τοῦ Χριστοῦ, θά ἐπέλθει ἡ σωτηρία μέ τό νερό τοῦ Βαπτίσματος. Δέν ἔχει γίνει τίποτα τυχαῖο. Οἱ ἑρμηνευτές ὅμως Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔδωσαν καί ἄλλη ἐξήγηση γιά τό θέμα αὐτό. Γιατί, σύμφωνα μέ ὅσα σχετικά μᾶς ἀποκαλύπτονται στά ἱερά Εὐαγγέλια, μέ δύο μόνο τρόπους μποροῦμε σίγουρα νά πάρουμε τή Χάρη τοῦ σωτηριώδους Βαπτίσματος. Ὁ πρῶτος εἶναι αὐτός μέ τόν ὁποῖο παρέχεται καί σέ σᾶς τούς Φωτιζόμενους, δηλαδή μέ τό βαπτισματικό νερό. Καί ὁ δεύτερος εἶναι ὁ τρόπος πού στόν καιρό τῶν διωγμῶν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες βαπτίζονται μέσα στό ἴδιο τό αἷμα τους. Βγῆκε λοιπόν ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἰησοῦ αἷμα καί νερό (πρβλ. Ἰωάν. 19, 34). Διότι Αὐτόν τόν Ἴδιο Χριστό ὁμολογοῦμε ὡς Σωτήρα μας καί μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πού κάναμε πρίν ἀπό τό Βάπτισμα καί μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως πού κάνουμε πρίν ἀπό τό μαρτύριο. Ὑπάρχει καί ἄλλος λόγος γιά τόν ὁποῖο λογχεύθηκε ἡ πλευρά τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ γυναίκα πού πλάστηκε ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ ἁμάρτησε πρώτη καί προκάλεσε καί τόν ἄνδρα νά ἁμαρτήσει. Καί ὁ Ἰησοῦς ἦλθε μέν γιά νά χαρίσει τή συγχώρεση καί στούς ἄνδρες καί στίς γυναῖκες, ἀλλά λογχεύθηκε στήν πλευρά Του, εἰδικότερα χάρη τῶν γυναικῶν, γιά νά ἐξαλείψει αὐτή τήν ἰδιαίτερη ἐνοχή τους.
ΚΒ’. Ἀλλά ἄν ἤθελε κάποιος νά ἑρευνήσει περισσότερο, θά ἔβρισκε καί ἄλλους λόγους, γιά τούς ὁποίους λογχεύθηκε ὁ Ἰησοῦς στήν πλευρά. Ἄς ἀρκεστοῦμε ὅμως σέ ὅσα εἴπαμε, ἐπειδή εἶναι περιορισμένος ὁ χρόνος καί γιά νά μή σᾶς γίνει ὀχληρή καί δυσάρεστη ἡ ἀκρόαση. Ἄν καί δέν εἶναι δυνατόν ποτέ κανείς νά ἀποκάμει ἀκούοντας νά λέγονται τά σχετικά μέ τή δόξα τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ καί μάλιστα ἐδῶ, στόν Πανάγιο τοῦτο Γολγοθά. Διότι ἄλλοι ἀκοῦνε μόνο, ἐμεῖς ὅμως τά βλέπουμε καί τά ψηλαφοῦμε ὅλα αὐτά. Ἄς μήν κουραστεῖ κανείς λοιπόν. Πάρε τά ὅπλα καί ἔλα ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, γιά νά ὑπερασπιστεῖς αὐτόν ἐδῶ τό Σταυρό. Στῆσε ὡς τρόπαιο τήν πίστη στό Σταυρό ἐναντίον αὐτῶν πού ἀντιλένε. Ὅταν, στ᾽ ἀλήθεια, πρόκειται νά συζητήσεις μέ τούς ἀπίστους γιά τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, σχημάτισε μέ τό χέρι σου, πρίν ἀρχίσεις, πρός τό μέρος πού εἶναι αὐτοί τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί θά ἀποστομωθεῖ ὅποιος ἀντιλέγει. Μή ντραπεῖς νά ὁμολογεῖς τό Σταυρό. Διότι Ἄγγελοι καυχῶνται γιά τό Σταυρό τοῦ Κυρίου, λέγοντας: «Ξέρουμε τί ζητᾶτε, Ἰησοῦ τόν Ἐσταυρωμένο» (Ματθ. 28, 5). Ἄραγε, Ἄγγελε, δέν μπορεῖς νά πεῖς, ξέρω ποιόν ζητᾶτε, ζητᾶτε τόν δικό μου Δεσπότη; Ἀλλά ἐγώ, λέει μέ παρρησία, ξέρω, ζητᾶτε τόν Ἐσταυρωμένο. Τό εἶπε, διότι εἶναι δόξα ὁ Σταυρός, δέν εἶναι ἀτιμία.
ΚΓ’. Ἐμεῖς ὅμως ἄς ἐπανέλθουμε στό θέμα τῶν προφητικῶν ἀποδείξεων πού μοῦ ζητήσατε. Σταυρώθηκε ὁ Κύριος, ἔχεις ἀκούσει ὅλες τίς μαρτυρίες. Βλέπεις τόν τόπο τοῦ Γολγοθᾶ. Συμφωνεῖς καί τό ἐπικροτεῖς ἐπαινετικά καί δοξολογικά. Πρόσεξε μήπως καμιά φορά, σέ περίοδο διωγμοῦ, Τόν ἀπαρνηθεῖς . Νά μήν εὐφραίνεσαι μόνο σέ περίοδο εἰρήνης γιά τό Σταυρό, ἀλλά καί σέ καιρό διωγμοῦ νά ἔχεις τήν ἴδια πίστη. Νά μήν εἶσαι φίλος τοῦ Ἰησοῦ τόν καιρό τῆς εἰρήνης καί τόν καιρό τοῦ πολέμου νά γίνεσαι ἐχθρός. Παίρνεις τώρα ἄφεση τῶν ἁμαρτημάτων σου καί πνευματική δωρεά τά χαρίσματα τοῦ Βασιλιᾶ. Ὅταν ἔλθει ὁ πόλεμος, πολέμησε γενναῖα γιά τό Βασιλιά σου. Ὁ Ἰησοῦς σταυρώθηκε γιά σένα, ὁ ἀναμάρτητος. Καί σύ ὁ ἁμαρτωλός δέν θά σταυρωθεῖς γιά Ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε γιά σένα καί τίς ἁμαρτίες σου; Δέν πρόκειται νά Τοῦ κάνεις χάρη. Τοῦ τό χρωστᾶς. Θά δώσεις αὐτό πού ἔχεις πάρει πιό μπροστά. Ὅταν θά σταυρωθεῖς γιά χάρη Ἐκείνου, εἶναι σάν νά ὁμολογεῖς ὅτι Ἐκεῖνος γιά χάρη σου σταυρώθηκε στό Γολγοθά . (…)
ΛΖ’. Καί ἄν ποτέ τύχεις σέ συζήτηση καί δέν ἔχεις ἐπιχειρήματα, ἄς μένει ἡ πίστη μέσα σου ἀκλόνητη καί ἀμετακίνητη. Καλύτερα ὅμως εἶναι νά προσπαθήσεις νά γίνεις πολυμαθής, ὥστε νά ἀποστομώνεις τούς Ἰουδαίους μέ τίς ρήσεις τῶν Προφητῶν καί τούς Ἕλληνες μέ τίς μυθολογίες τους. Αὐτοί οἱ Ἕλληνες προσκυνοῦν ἀκόμη καί τούς κεραυνόπληκτους, πού εἶναι φυσικό νά ἔχουν μείνει ἐκστασιασμένοι. Ὁ κεραυνός ὅμως, ὅταν πέφτει ἀπό τόν οὐρανό, δέν πέφτει τυχαῖα καί ἀδιάκριτα. Ἄν αὐτοί δέν ντρέπονται νά προσκυνοῦν τούς θεομίσητους κεραυνόπληκτους ἀνθρώπους, ἐσύ ντρέπεσαι νά προσκυνᾶς τόν προσφιλή στόν Θεό Υἱό Του, πού σταυρώθηκε γιά σένα; Ντρέπομαι νά φέρω στή συζήτηση τά ἀναφερόμενα στούς λεγόμενους θεούς τῶν Ἑλλήνων καί τά παραλείπω γιά τήν ὥρα. Αὐτοί ὅμως πού κατέχουν αὐτά τά πράγματα, ἄς τά λένε. Καί ἄς κλείσουν τό στόμα τους ὅλοι οἱ αἱρετικοί. Ἄν κάποιος σοῦ πεῖ ὅτι εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, περιφρόνησέ τον. Καταφρόνησε αὐτούς πού λένε ὅτι κατά φαντασία σταυρώθηκε, διότι ἄν κατά φαντασία σταυρώθηκε ‒ καί ὅπως ξέρουμε ἡ σωτηρία προῆλθε ἀπό τό Σταυρό ‒ ἄρα καί ἡ σωτηρία μας εἶναι φαντασία. Ἄν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, εἶναι φαντασία καί ἡ Ἀνάσταση. Ἄν ὁ Χριστός ὅμως δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, ἀκόμη βρισκόμαστε μέσα στίς ἁμαρτίες μας (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 17). Ἄν εἶναι φαντασία ὁ Σταυρός, φαντασία εἶναι καί ἡ Ἀνάληψη. Καί ἄν εἶναι φαντασία ἡ Ἀνάληψη, εἶναι φαντασία καί ἡ Δευτέρα Παρουσία Του καί ὅλα, σέ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι ἐξωπραγματικά καί παραμυθένια.
ΛΗ’. Νά παίρνεις λοιπόν πρῶτο καί ἀδιάσειστο θεμέλιο τό Σταυρό καί ἐκεῖ ἐπάνω νά οἰκοδομεῖς τά ὑπόλοιπα τῆς πίστεως. Μήν ἀρνηθεῖς τόν Ἐσταυρωμένο. Ἄν Τόν ἀρνηθεῖς, ἔχεις πολλούς πού θά σέ ἐλέγξουν γι᾽ αὐτό. Πρῶτος θά σέ ἐλέγξει ὁ Ἰούδας ὁ προδότης. Διότι αὐτός πού Τόν πρόδωσε ἤξερε ὅτι ἀπό τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους καταδικάστηκε σέ θάνατο (πρβλ. Ματθ. 27, 3). Τό μαρτυροῦν τά τριάντα ἀργύρια (πρβλ. Ματθ. 26, 15). Τό μαρτυρεῖ ἡ Γεθσημανή, ὅπου ἔγινε ἡ προδοσία. Γιά νά μήν ἀναφέρω τό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου ὅλοι παρόντες προσεύχονταν τή νύχτα. Τό μαρτυρεῖ ἡ σελήνη τῆς νύχτας. Τό μαρτυρεῖ ἡ ἡμέρα καί ὁ ἥλιος πού χάθηκε (πρβλ. Λουκ. 23, 44), διότι δέν μποροῦσε νά βλέπει τήν παρανομία τῶν ἐχθρῶν τοῦ Κυρίου. Σέ ἐλέγχει ἡ φωτιά, ὅπου παρευρέθηκε καί θερμαινόταν ὁ Πέτρος. Ἄν ἀρνηθεῖς τό Σταυρό, σέ περιμένει ἡ αἰώνια φωτιά. Μιλάω σκληρά, γιά νά μήν ἐπιχειρήσεις ἐσύ νά σκληρυνθεῖς. Θυμήσου τά μαχαίρια πού ἔφεραν ἐναντίον Του στή Γεθσημανή (πρβλ. Ἰωάν. 18, 3), γιά νά μή δοκιμασθεῖς ἀπό τήν αἰώνια ρομφαία. Θά σέ ἐλέγξει τό σπίτι τοῦ Καϊάφα, πού μέ τήν ἐρημιά πού τό δέρνει δείχνει τή δύναμη πού εἶχε ὁ τότε δικαζόμενος ἐκεῖ. Ὁ ἴδιος ὁ Καϊάφας, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, θά σοῦ φέρει σθεναρές ἀντιρρήσεις. Θά σοῦ ἐναντιωθεῖ καί ὁ δοῦλος πού ἔδωσε τό ράπισμα στόν Ἰησοῦ (πρβλ. Ἰωάν. 18, 22) καί αὐτοί πού τόν ἔδεσαν καί τόν ἔφεραν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν καί ὁ Ἡρώδης καί ὁ Πιλάτος καί κάπως ἔτσι θά σοῦ μιλήσουν: Τί ἀρνεῖσαι Αὐτόν πού συκοφαντήθηκε ἀπό τούς Ἰουδαίους μπροστά σας, γιά τόν Ὁποῖο ξέρουμε ὅτι δέν ἁμάρτησε σέ τίποτα; (πρβλ. Λουκ. 23, 14-15). Διότι καί ἐγώ ὁ Πιλάτος «ἔνιψα τότε τά χέρια μου» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν οἱ ψευδομάρτυρες καί οἱ στρατιῶτες πού Τοῦ φόρεσαν «τό κόκκινο ἔνδυμα καί τό ἀκάνθινο στεφάνι, Τόν σταύρωσαν στό Γολγοθά» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 2. 17) καί γιά «τόν χιτώνα Του ἔβαλαν κλῆρο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 24). Θά σέ ἐλέγξει ὁ Σίμων ὁ Κυρηναῖος πού σήκωνε τό Σταυρό πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ (πρβλ. Λουκ. 23, 26).
ΛΘ’. Θά σέ ἐλέγξει ἀπό τά ἀστέρια ὁ ἥλιος πού χάθηκε. Καί ἀπό τῆς γῆς τά πράγματα, τό κρασί τό ἀρωματισμένο μέ σμύρνα. Ἀπό τά καλαμοειδή τό καλάμι, ἀπό τά βότανα ὁ ὕσσωπος, ἀπό τά θαλάσσια τό σφουγγάρι, ἀπό τά δέντρα τό ξύλο ἀπ᾽ ὅπου ἔγινε ὁ Σταυρός. Οἱ στρατιῶτες, ὅπως εἴπαμε, πού Τόν σταύρωσαν καί ἔβαλαν κλῆρο γιά τά ἱμάτιά Του, ὁ στρατιώτης πού μέ τή λόγχη ἄνοιξε τήν πλευρά Του, οἱ γυναῖκες πού ἦταν τότε παροῦσες (πρβλ. Ματθ. 27, 55), τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ πού σχίστηκε τότε σέ δυό κομμάτια (πρβλ. Ματθ. 27, 51). Τό πραιτώριο τοῦ Πιλάτου, πού τώρα, ἔχει ἐρημωθεῖ μέ τή δύναμη Ἐκείνου ὁ Ὁποῖος εἶχε τότε σταυρωθεῖ. Αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς ὁ ἅγιος, ὁ ὑπερυψωμένος, πού μέχρι σήμερα ἐκπέμπει φῶς καί δείχνει μέχρι τώρα πῶς ράισαν οἱ πέτρες του γιά τόν Χριστό. Τό πλησίον μνῆμα ὅπου ἐνταφιάστηκε καί ἡ πέτρα πού ἔβαλαν στή θύρα (πρβλ. Ματθ. 27, 60) καί πού μέχρι σήμερα βρίσκεται δίπλα στόν τάφο. Οἱ Ἄγγελοι πού ἦταν τότε παρόντες. Οἱ γυναῖκες πού προσκύνησαν μετά τήν Ἀνάσταση. Ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰωάννης πού ἔτρεξαν στό μνῆμα καί ὁ Θωμᾶς, πού ἔβαλε τό χέρι του στήν πλευρά Του καί τά δάκτυλά του στά σημάδια ἀπό τά καρφιά (πρβλ. Ἰωάν, 20, 25-27). Διότι καί ἐκεῖνος γιά χάρη μας ψηλάφησε τήν πλευρά μέ προσοχή, ὥστε ἐκεῖνο πού ἐσύ, ὁ ὁποῖος δέν ἤσουν τότε παρών, ἔμελλες νά ζητήσεις γιά νά ἐρευνήσεις, αὐτό τό ἐρεύνησε ἐκεῖνος, ὄντας παρών, «κατ᾽ οἰκονομίαν».
Μ’. Ἔχεις δώδεκα Ἀποστόλους μάρτυρες τοῦ Σταυροῦ, καί τήν οἰκουμένη καί ὅλο τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν Ἐσταυρωμένο. Νά σέ πείσει ἀκόμα γιά τή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου αὐτό τό ἴδιο γεγονός τῆς τωρινῆς παρουσίας σου σ᾽ αὐτό τό χῶρο. Διότι ποιός σέ ἀνάγκασε νά ἔρθεις τώρα σ᾽ αὐτή τή συγκέντρωση; Ποιοί εἶναι οἱ στρατιῶτες πού τό ἔκαναν αὐτό; Μέ ποιά δεσμά σέ δέσανε γιά νά σέ φέρουν ἐδῶ, χωρίς νά τό θέλεις; Ποιοῦ δικαστηρίου ἡ καταδικαστική ἀπόφαση σέ ὑποχρέωσε καί σέ βίασε νά βρίσκεσαι ἐδῶ; Ἑπομένως τό τρόπαιο τοῦ Ἰησοῦ τό σωτήριο, ὁ Σταυρός, ὅλους τούς συνάθροισε. Αὐτό εἶναι πού ταπείνωσε τούς Πέρσες καί τούς ἔκανε νά προσκυνοῦν δουλικά τόν Κύριο καί ἡμέρωσε τούς Σκύθες. Αὐτό χάρισε στούς Αἰγύπτιους τή θεογνωσία, ἀντί γιά τήν πίστη πού εἶχαν στίς γάτες, στά σκυλιά καί σέ ὅλη ἐκείνη τήν πολύμορφη πλάνη. Αὐτό μέχρι σήμερα θεραπεύει ἀρρώστιες. Αὐτό διώχνει τούς δαίμονες καί ἀνατρέπει τῶν γοήτων καί τῶν μάγων τίς μαγγανεῖες.
ΜΑ’. Τοῦτο, τό τρόπαιο τοῦ Σταυροῦ, πρόκειται μαζί μέ τόν Ἰησοῦ πάλι νά φανερωθεῖ ἀπό τόν οὐρανό (πρβλ. Ματθ. 24, 30). Διότι θά προηγηθεῖ τό τρόπαιο καί μετά θά ἔλθει ὁ Βασιλιάς, γιά νά δοῦν οἱ Ἰουδαῖοι Ποιόν κατατρύπησαν στήν πλευρά (πρβλ. Ἰωάν. 19, 37) καί ἀπό τό Σταυρό νά γνωρίσουν Αὐτόν πού ἀτίμασαν. Καί ὅσοι ἀπό τούς Ἰουδαίους ἔχουν μετανοήσει θά θρηνοῦν καί θά κόπτονται. Ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἰουδαῖοι ὅμως θά θρηνοῦν ἄκαρπα, χωριστά κάθε φυλή (πρβλ. Ζαχ. 12, 12), γιατί θά μετανοήσουν τότε πού δέν θά ὑπάρχει καιρός γιά μετάνοια. Ἐμεῖς ὅμως θά καυχηθοῦμε γιατί στηρίξαμε τή ζωή καί τίς ἐλπίδες μας πάνω στό Σταυρό καί θά προσκυνήσουμε τόν Κύριο πού ἀποστάλθηκε καί σταυρώθηκε γιά μᾶς. Θά προσκυνήσουμε καί τόν Πατέρα πού Τόν ἀπέστειλε μαζί καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, στό Ὁποῖο ἀνήκει δόξα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
(Πηγή: ἀπό το βιβλίο «Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου», Ρωμαίος Αντώνιος - επιμελητής, Ἐκδόσεις Ἑτοιμασία, Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα, 1999, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Στην προσκύνηση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού,
Ομιλία Αγίου Γερμανού Α΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
«Φωτίζου, φωτίζου Ιερουσαλήμ. Ήκει γαρ σου το φως και η δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλεν». Σήμερα το μεγαλήγορον στόμα του προφήτου Ησαϊου προσκομίζει στην εξ εθνών Εκκλησία τα χαρμόσυνα ευαγγέλια.
Και ακριβώς επειδή προέρχονται από γλώσσα πυρωμένην από την βρώση του θεοϋποστάτου άνθρακος, είναι λαμπρά και μεγαλειώδη, αλλά ταυτοχρόνως διαβόητα και βροντοηχή, επειδή κατέρχονται από το ουράνιον ύψος του Αγίου Πνεύματος. Διότι πράγματι τοιαύτη είναι η φωνή του Προφήτου, ώστε να διατρέχη τον ουρανόν και να περικυκλώνη την γήν.
«Άκου γαρ, λέγει, ουρανέ, και ενωτίζου η γη». Και όταν αρχίζει ο Προφήτης το θεόπνευστον κήρυγμά του, εκδηλώνεται αμέσως το βροντώδες του λόγου του. Όμως εδώ δεν κηρύττει μόνον, αλλά απαστράπτει φως υπέρλαμπρον και διαυγές, και προσκαλεί στον λιμένα της παρακλήσεως όσους πλέουν μέσα στο πέλαγος της νηστείας.
Προευαγγελίζομαι, βροντοφωνάζει ο Προφήτης, ότι ήδη έφθασε το φως της Αναστάσεως, προς την οποία σπεύδετε να καταπαύσετε, και για την οποία τρέχετε εναγωνίως. Και από πού καθίσταται φανερόν αυτό; Η δόξα Κυρίου ήδη ανέτειλε στην νέαν Ιερουσαλήμ. Και δόξα Κυρίου, αναντιρρήτως, είναι ο Θείος Σταυρός, ο οποίος ως φαεινός όρθρος εμφανίζεται σήμερα, και εξακοντίζει τις πρώτες ακτίνες του Ηλίου της δικαιοσύνης. Πράγματι, στην παρούσα εορτήν έχουμε μνήμην φωτός, και μάλιστα φωτός ανεσπέρου, που φωτίζει όσους ευρίσκονται στο σκότος της ακηδίας. Εκεί όμως, κατά την εορτήν της Αναστάσεως, πρόκειται για την μεγίστη πανήγυρη, για την εορτή των εορτών.
Ας μη σκυθρωπάζη κανείς από τους τροφίμους της νηστείας, ούτε να ανταλλάσση την ημερότητα του προσώπου του με την σκοτεινήν έκφρασιν της κατηφείας. Ας προσέλθωμε στην ανατολήν του τιμίου Σταυρού, και ας φωτισθούμε, και τα πρόσωπά μας δεν θα καταισχυνθούν. «Σημειωθήτω εφ' ημάς το φως του προσώπου Κυρίου», θα λάμψουν τα πρόσωπά μας όπως ο Ήλιος, και τότε οι σκοτεινόμορφοι δαίμονες θα φύγουν μακρυά μας, μή δυνάμενοι να μας ατενίσουν κατά πρόσωπον. Και εγώ με την σειρά μου, ο πρώτος της εκκλησιαστικής αυτής συναθροίσεως και χοράρχης της χάριτος, παρακαλώ να με καταυγάση πλουσίως αυτό το θείον φως του Σταυρού και εύχομαι να αναφλέξη την θρυαλλίδα της γλώσσης μου και να ανάψη εντός μου άσβεστον θείον πυρ. Αλλά με πληροφορεί και με πείθει συγχρόνως η θέρμη της πίστεως που κινείται μέσα μου, πως ήδη φέρω αυτό το άγιον πυρ. Και ιδού! Το πυρ και τα ξύλα του Σταυρού ευρίσκονται εμπρός στην γλώσσα μου για να χρησιμεύσουν ως υλικόν των επαίνων της σημερινής εορτής. Πού είναι λοιπόν το πρόβατον που θα θυσιάσωμε σήμερα προς δόξαν Θεού, για να παρατεθή στην συνέχεια προς βρώση σε όλους εσάς τους πνευματικούς συνδαιτυμόνες;
Ο Θεός θα χορηγήση αυτό το άθυτον θύμα και ζων σφάγιον, όπως εχορήγησε προς χάριν της ψυχικής ωφελείας μας γονιμότητα στην άκαρπο διάνοιά μου. Αυτός που δύναται να αναστήση από τους λίθους γνήσια τέκνα του πατριάρχου Αβραάμ, καθώς κάποτε ανέστησε τον Ισαάκ από την λιθώδη μήτρα της Σάρρας.
Πράγματι «εσημειώθη εφ' ημάς το φως του προσώπου Κυρίου» με την εμφάνιση και προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Αγιάζονται τα χείλη και οι οφθαλμοί μας, καθώς ατενίζουμε και ασπαζόμεθα το θεότευκτον όργανον της σωτηρίας μας. Εν τω μεταξύ, ας τολμήσωμε να μεταφερθούμε νοερώς στον πολυθρύλλητον Παράδεισον της Εδέμ. Είμαι βέβαιος ότι η φλογίνη ρομφαία θα υποχωρήση, αφού έχει σημειωθή επάνω μας η σφραγίς του Χριστού, επειδή ευλαβείται απολύτως το φως του Δεσποτικού προσώπου. Μάλιστα θα μεταστρέψη για λίγο το φλογερόν και απειλητικόν της φύσεώς της σε φωτεινόν και ήμερον.
Διότι πράγματι ο Δεσπότης Χριστός δεν ανέβη στoν Σταυρόν για να κρίνη τoν κόσμον, αλλά για να προσηλώση στο ξύλον το χειρόγραφον των αμαρτιών μας, και να σβήση τα παλαιά οφειλήματά μας με το πανυπέρτιμον Αίμα του. Και η φλογίνη ρομφαία θα στρέψη τα νώτα ενώπιόν μας, εφ’ όσον προς χάριν μας ο Δεσπότης Χριστός εδέχθη στα νώτα του μαστιγώσεις. Ούτε πάλι θα μας αποπέμψη ως βδελυκτούς και αχρήστους δούλους. Επειδή γνωρίζει πως όλοι ιατρευθήκαμε από τις πληγές του Χριστού, και ότι όσα στίγματα μας προξένησε ο εχθρός τα ανέλαβε όλα επάνω Του, ο μόνος αναμάρτητος. Αλλά ούτε καν θα μας εμποδίση στο ελάχιστο. Και αυτό για πολλούς λόγους. Κυρίως όμως, διότι τα στόματα των πιστών είναι πεπληρωμένα από την χάρη της υμνολογίας του Σταυρού και την δόξα του Εσταυρωμένου. Αντιθέτως μάλιστα θα μας ασπασθή με άγιον φίλημα, εξ αιτίας της πίστεως και αφοσιώσεώς μας στoν κοινόν Δεσπότη μας Ιησούν Χριστόν.
Εξ άλλου είναι φιλάνθρωπες οι τάξεις των αγγέλων, και έχουν ως αφορμήν εορτής την μετάνοια των αμαρτωλών. Και αν ακόμη αναδίδουν δυσοσμία τα στόματα από την ασιτίαν, εν τούτοις προσφέρονται ως θυμίαμα εύοσμον, ευάρεστον ενώπιον του Θεού. Άλλωστε τούτο γίνεται φανερόν και από τα αντίθετα. Διότι, όταν οι προπάτορές μας εμασούσαν ακόμη τον καρπόν της παρακοής, και ενώ ο καρπός ήταν ευώδης, εν τούτοις το στόμα τους ήταν δύσοσμο και βρωμερόν, αφού περιείχε μέσα τους αρραβώνες της διαφθοράς μας. Όταν λοιπόν ετρυγήθη και κατεβροχθίσθη ο καρπός του ξύλου του Παραδείσου, τότε απεδείχθη πικρότερος και από την χολήν, και προεκάλεσε σ' εμέ τον άνθρωπον τέτοια σκοτοδίνη, ώστε να θεωρώ πως όλα περιστρέφονται. Και ενώ ευρισκόμουν στο μέσον του Παραδείσου, να νομίζω ότι ημπορώ να κρυφθώ, επειδή αντιλαμβανόμουν το θρόισμα των φύλλων ως βήματα ποδών.
Από τότε όμως που ο Χριστός εταπείνωσε τον εαυτόν του και έγινε υπήκοος στoν Θεόν Πατέρα«μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού», τότε μετετράπη ο Σταυρός σε ξύλον υπακοής και φωτίζει την διάνοιά μας, αρωματίζει το στόμα, στηρίζει την καρδία μας, και μεταδίδει τον καρπόν της αιωνίου ζωής. Αναιρείται έτσι ο καρπός της παρακοής από τον καρπόν της υπακοής. Εκεί συμβαίνει απομάκρυνσις από τον Θεόν, και εξορία από το ξύλον της ζωής και το «επιστρέψεις εις γην, εξ ης ελήφθης». Εδώ πραγματοποιείται οικείωσις με τον Θεόν και η υπόσχεσις: «όταν υψωθώ, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». Η πολυπόθητος όντως αυτή υπόσχεσις! Εκεί προηγήθη η ηδονή και ηκολούθησε η οδύνη. Αντιθέτως, εδώ την οδύνην, το εκούσιον Πάθος και την πικράν γεύση της χολής ακολουθεί η κατοικία των ευφραινομένων πρωτοτόκων στους ουρανούς, κατάπαυσις και άχραντος ηδονή. Εκεί επραγματοποιήθη κατάβασις από το ύψος στην κοιλάδα του κλαυθμώνος. Η φύσις εξέπεσε τόσο που δεν εσταμάτησε παρά μόνον αφού εστάθη και ανεκόπη η ορμή της επάνω στην αρραγή πέτρα του Χριστού και στο ξύλον του Σταυρού, σε αυτά τα δύο τόσο στερεά και ακράδαντα στηρίγματα. Και τα μεν παλαιά έτσι έχουν.
Όσον όμως για τα νέα και ιδικά μας, ή καλύτερα για την κατά Χριστόν οδό, την οποίαν ο ίδιος ως άνθρωπος εχάραξε, πρόκειται για πολύ απότομον και ανηφορικόν δρόμο. Διότι οδεύει τον τραχύν ανήφορο του Σταυρού, ταλαιπωρεί τα πόδια με την συνεχή ορθοστασία στην προσευχή, τα χέρια εντέλλεται να υψώνωνται ικετευτικώς όλην την ημέρα προς τον Θεόν, και το στόμα πάλι το καταξηραίνει με την νηστεία. Όλες αυτές οι φαινομενικές οδύνες έχουν γράψει το βιβλίο του Σταυρού. Όποιος δεν αναλαμβάνει στα χέρια του το βιβλίον αυτό και δεν ακολουθεί οπίσω από τον διδάσκαλο, και διδάσκαλος βεβαίως είναι ο Χριστός, τότε ως ράθυμος και οκνηρός μαθητής, θα διαγραφή από τον χορόν των υπολοίπων μαθητών. Όταν λοιπόν έτσι συμμορφωθούμε με το φρόνημα του Σταυρού, τότε κανένα εμπόδιο δεν θα μας παρουσιάση η φλογίνη ρομφαία, αλλά θα ημπορέσωμε να εισέλθωμε στο αρχαίον ενδιαίτημα των προπατόρων μας, τον Παράδεισον. Εκεί θα συλλέξωμε τα καταλληλότερα για την περίσταση, και αφού πλέξωμε στέφανον εγκωμίων, θα καταστέψωμε με αυτόν τον Τίμιον Σταυρόν. Ούτως ευρισκόμεθα κάποτε σε χώραν μακάρων και κατοικούσαμε τον θεοφύτευτον Παράδεισο, τόπον ατελευτήτου τρυφής. Εδώ ήσαν οι δοξολογικές φωνές και ο ήχος των εορταζόντων, και υμνολογίες ουρανίων αγγέλων οι οποίοι επευφημούσαν τον Θεόν. Ο άνθρωπος, ευρισκόμενος στον Παράδεισον, έψαλλε κατά αντιφωνία με τα αγγελικά τάγματα, και ολόκληρος η κτίσις εβοούσε δοξολογικώς: «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Πράγματι, η αγαθότης του Θεού είχε πλουσίως υπερεκχυθή σε εμάς. Διότι χωρίς να έχη προσφέρει τίποτε ο άνθρωπος, εχειροτονήθη από τον Θεόν βασιλεύς όλων των επιγείων κτισμάτων Του. Γι' αυτό λέγει ο ψαλμωδός «Συ γαρ έπλασάς με, και έθηκας επ' εμέ την χείρα Σου». Γιατί όμως να παρασιωπώ τα θαυμαστότερα; Προτού να σχηματισθώ στην κοιλία της μητρός μου, και εννοώ την μεγάλη μητέρα όλων μας, την γην, συσκέπτεται ο Άγιος Θεός πώς να με πλάση. Και μόνον εμένα από όλα τα κτίσματά του με έπλασε «κατ' εικόνα» του, μου έδωσε την μοναδικήν αυτήν δυνατότητα γνώσεως της εν μιά Θεότητι μοναρχικής Τριάδος των προσώπων.
Αυτός που συνέστησε τα πάντα με μόνον το θέλημά του, για εμένα τον τρίπηχυ, τον βραχυδιάστατον, τον πεζόν, τον γυμνόν από οποιαδήποτε φυσικήν περιβολή, συσκέπτεται και προμελετά σε ποίον θα είναι όμοιος αυτός που πρόκειται να πλασθή, ποία κτίσματα θα εξουσιάζη και μέχρι πού θα φθάνη η εξουσία του. Τον καθιστά κεφαλήν όσων ίπτανται επάνω από την κεφαλή του. Υποτάσσει στον δίποδα τα τετράποδα. Όσα πλέουν στον βυθό της θαλάσσης υποδουλώνει στον πεζόν άνθρωπο. Και δεν είναι μεγάλα αυτά, μολονότι είναι τοιούτου είδους. Ας έλθω στο μεγαλύτερο. Τοποθετούμαι πλησίον του Θεού του Υψίστου, εγώ που είμαι πλήρης ακανθών και συνεχώς ρέπω προς τα κάτω, εγώ ο πήλινος γίνομαι συμμέτοχος στον δήμο των πυρίνων λειτουργών. Ιδικό μου ενδιαίτημα γίνεται ο Παράδεισος. Στα αμέτρητα αγαθά του Παραδείσου καθίσταμαι εγώ κύριος και δεσπότης.
Μου δίδεται λύχνος λαμπρός, για να βλέπω και να προστατεύω όλα αυτά τα καλά πράγματα, και παραλλήλως λαμβάνω την εντολή να επαγρυπνώ για την φύλαξη όλων αυτών των αγαθών. Εγώ όμως δεν γνωρίζω τι έπαθα και ενύσταξα στη φύλαξη των αγαθών. Τότε ο σκοτεινόμορφος Σατάν βλέπει με βλέμμα φθονερό τα αγαθά μου και με πλησιάζει πλήρης υποκρισίας, με το προσωπείον κάποιου από τους πολύ οικείους μου. Με πλησιάζει με ημερότητα, ενώ αποδεικνύεται δολιότατος, και καταφέρνει ο κακομήχανος με ευλογοφανείς λόγους να με ξεγελάση και να σβήση τον λύχνον μου. Διότι λύχνος είναι ο θείος νόμος, όπως ο Προφήτης Δαυίδ τον ονομάζει. Και αφού μου κατέστρεψε κάθε θεόσδοτον δωρεά, με συνέλαβε και απεμακρύνθη γελώντας με αναίδεια για την αφέλειά μου.
Κι έτσι εγώ ο οικοδεσπότης καθίσταμαι γυμνός και έρημος των φωτομόρφων ενδυμάτων μου, οι οφθαλμοί μου δεν ατενίζουν πλέον προς την δόξαν της ουρανίου Βασιλείας και την αγιότητα αυτής, αλλά μάλλον στρέφονται προς την ιδικήν μου αισχύνην, την οποίαν προσπαθώ δηθεν να καλύψω. Αυτό είναι η απαρχή των συμφορών μου. Αρχίζουν τα πάθη μου να θεριεύουν το ένα μετά το άλλο. Προηγείται η ήττα της γαστρός μου από την ηδονήν του καρπού, και ακολουθεί η εμπάθεια των υπογαστρίων. Διότι, όπως λέγουν, τα φύλλα της συκής κατά φυσικήν τους ιδιότητα είναι πρόξενα γαργαλισμού. Σ’ αυτό το πάθος όταν περιέπεσε ο Προφήτης και βασιλεύς Δαβίδ, εθρηνούσε με πόνον και έλεγε: «Αι ψόαι μου ενεπλήσθησαν εμπαιγμάτων» , εννοώντας κατ' αρχήν τον εαυτόν του, αλλά περισσότερον ερχόμενος στην θέση του προπάτορος Αδάμ. Πράγματι, εάν ο άνθρωπος δεν είχε εμπαιχθή από τον Σατάν, όταν αυτός τον απεπλάνησε με τις ελπίδες της ισοθεϊας, θα κατέληγε ο τόσο μεγάλος όγκος των ελπίδων του στην περιβολήν των φύλλων της συκής;
Και ο γενναίος Σαμψών έλαβε πείρα των εμπαιγμάτων της σαρκός, όταν ετυφλώθη στους οφθαλμούς του από την μαινάδα Δαλιδά, και περιπαιζόμενος αλυσοδέθη από τους αλλοφύλους. Διότι έτσι γνωρίζει να αμείβη τους εραστάς της η εμπαθής ηδονή. Κατ' αυτόν τον τρόπο και εγώ που έχω περιβληθή με αγγελικήν τιμή «παρασυνεβλήθην τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις». Εφόσον υπεβίβασα την ροπήν της προαιρέσεώς μου στην γαστέρα, και ακολούθως υπέκυψα στις εμπάθειες των υπογαστρίων. Και εμαρτυρούσαν την μωρία μου τα δέρματα των προβάτων που εφόρεσα. Δεν μου επιτρέπεται στο εξής να απολαμβάνω την χλόην του Παραδείσου, σύμφωνα με την κρίση του Θεού για μένα. Διότι, ως λογικόν πρόβατο, δεν ήκουσα την φωνήν του ποιμένος μου που με έβοσκε «εν τόπω χλόης» και ουδέποτε μου εστέρησε κάτι. Από όλα τα ξύλα του Παραδείσου μου επέτρεψε να τρώγω, όμως υπερέβην στην ανοησία και τα άλογα κτήνη, αφού δεν διέκρινα καμμίαν διαφορά μεταξύ αυτών που με βλάπτουν και αυτών που με ωφελούν. Αυτού του είδους λοιπόν είναι τα δυστυχήματά μου, όσα μου προεξένησε η βρώσις του χλωρού ξύλου. Και τώρα είμαι απόκληρος της φυσικής μου πατρίδος και εξόριστος της ανεκφράστου μακαριότητος.
Παρατήρησε όμως με πόσες δωρεές με γεμίζει το ξηρόν ξύλο του Σταυρού. Μου χαρίζει την ζωήν αντί για τον θάνατον. Με ενδύει με φωτεινήν στολή για να καλύψη την γυμνότητά μου. Αντί για την παλαιάν κατάρα, πηγάζει κάθε ευλογία στην ζωή μου. Με καθιστά σύντροφον των ουρανίων αγγέλων, αντί της καταδίκης της επιστροφής μου στην γη, και τέλος σβήνει την πυρκαγιά των ηδυπαθειών που άναψε εντός μου η βρώσις του χλωρού ξύλου. Εύστοχα θα ημπορούσε να ειπή κανείς ότι, όπως το δηλητήριον του ζωντανού όφεως εξουδετερώνεται από την νεκράν σάρκα άλλου όφεως, η οποία θεραπεύει οποιον επλήγη από εκείνον τoν ζωντανόν, έτσι και εγώ ανέζησα από τoν υψωθέντα στον Σταυρό νενεκρωμένον Χριστόν. Διότι και εγώ προηγουμένως δεν εθανατώθην από τoν νοητόν όφι στην Εδέμ; Προτύπωσις Του Εσταυρωμένου Χριστού ήταν και ο άψυχος εκείνος όφις των Ισραηλιτών, που ήταν χάλκινος και δεν είχε θανατηφόρο δηλητήριο. Πράγματι” ο Δεσπότης μου Χριστός, ο οποίος έγινε άνθρωπος κατά αλήθειαν και ανέλαβε την ανθρωπίνην φύση που είχε προσβάλει ο πονηρός όφις, ήταν αμέτοχος από το δηλητήριον της αμαρτίας και τελείως ελεύθερος. Και σε όλους εμάς που είχαμε κακοποιηθεί από τoν αρχέκακον όφι, και έχουμε αναθέσει όλες μας τις ελπίδες σ' Αυτόν που εκρεμάσθη στο Σταυρόν, χαρίζει την ζωήν και την αθανασίαν.
Αναμφιβόλως η ύψωσις του χαλκίνου όφεως στην έρημο ήταν προτύπωσις του μυστηρίου του Σταυρού. Και το λόγιον του Προφήτου Μωυσέως ότι «όψεσθε την ζωήν ημών κρεμαμένην απέναντι των οφθαλμών υμών» , προστάζει τους Ισραηλίτες να στρέφουν τους οφθαλμούς των προς τoν χάλκινον όφι, όχι διότι είχε κάποιαν δύναμη το άψυχον ίνδαλμα, αλλά μόνον επειδή ήταν τύπος του Χριστού, όπως ακριβώς και η βάτος έμενε απρόσβλητος από την καυστικήν δύναμη του πυρός, όχι από κάποιαν ιδικήν της ιδιότητα, αλλά επειδή προετύπωνε την Θεοτόκον Μαρίαν, η οποία εβάστασε μέσα στην θνητήν και ανθρωπίνη φύση της το πυρ της Θεότητος. Από αυτό ημπορεί να μάθη ο εικονομάχος ότι οι τύποι των μεγάλων πραγμάτων είναι άξιοι σεβασμού, ανεξαρτήτως του υλικού από το οποίον αποτελούνται.
Εάν λοιπόν το αποκρουστικόν αυτό ομοίωμα του όφεως, με την ανάρτησή του στο ξύλο προετύπωνε την σταυρικήν θυσία του Θεανθρώπου και έδιδε ζωήν σε όσους είχαν καταδικασθή σε πικρόν θάνατο, τότε ποία ωφέλεια, ποία ζωή και αφθαρσία δεν θα χαρίζη η αληθινή Θεανδρική μορφή του Εσταυρωμένου; Πράγματι, εάν δεν ήταν προτύπωσις του Χριστού αυτό το χάλκινον κατασκεύασμα και δεν έσωζε όσους έβλεπαν προς αυτό, δεν υπήρχε κανένας λόγος να κατασκευασθή.
Δικαίως θα απορήση κανείς, πώς όταν κατεσκευάσθη ο χρυσός μόσχος και εστήθη έντεχνα επάνω σε βάθρο, κατεδικάσθησαν στον διά ξίφους θάνατον οι χρυσοχόοι, ενώ εδώ κατασκευάζεται χάλκινος όφις και ο Θεός απαλλάττει από πικρόν θάνατον όσους στρέφουν την προσοχή τους σ' αυτό το άψυχο ξόανο . Ας σκεφθούμε λοιπόν ως εξής για να λύσωμε την εύλογον απορία. Κάθε θάνατος ο οποίος δεν επέρχεται από φυσικήν ασθένεια και δεν διαλύει ήρεμα το διφυές του ανθρώπου, αλλά προέρχεται από βία και επέρχεται πρόωρα, είναι επονείδιστος και υβριστικός. Επειδή όμως είχε ορισθή κατά την προαιώνιον βουλήν του Θεού να πραγματοποιηθή το κοσμωφελές μυστήριον του Σταυρού και ο νέος Αδάμ, ο Χριστός, με το ξύλο να αναζωώση τον παλαιόν Αδάμ, αυτόν που ενεκρώθη από την βρώση του ξύλου, έπρεπε να αποκατασταθή η κοινή αντίληψις των ανθρώπων για όσους έχουν κακόν θάνατο, διότι αυτό γινόταν σοβαρόν εμπόδιο να αποδεχθούν οι άνθρωποι το υπέρλογον μυστήριο της σταυρικής θυσίας του Χριστού. Ακόμη και ο Μωσαϊκός νόμος λέγει: «πας επί ξύλου κρεμάμενος επικατάρατος». Γι' αυτό λοιπόν ο Θεός κατά τα θαυμαστά κρίματά του έδωσε δύναμη ζωοποιό σε ένα ξύλον, επάνω στο οποίον εκρεμάσθη ένα απεχθές χάλκινον ομοίωμα όφεως . Εστήθη μάλιστα υψηλά, ώστε να στρέφουν οι Ιουδαίοι προς το άψυχον αυτό και νεκρόν κατασκεύασμα τις ελπίδες τους για ζωή, διότι κατά Θείαν οικονομίαν είχε εξουσία ζωής επάνω τους.
Επιτρέψτε μου οι παρόντες να μεταχειρισθώ και με άλλον τρόπο το νόημα της σταυρικής θυσίας. Διότι η δύναμις του τιμίου Σταυρού πλουτίζει τον νου μου. Ως ράβδος δυνάμεως ο σωτήριος Σταυρός πλήττει την λιθώδη διάνοιά μου και αναβλύζει προς χάριν σας πόσιμον ύδωρ σοφίας. Συναντώ λοιπόν σε πολλά σημεία της Γραφής να αποκαλούνται οι Ιουδαίοι «όφεις και γεννήματα εχιδνών», ακριβώς για να υποδηλωθή η εκδικητική τους μανία κατά των ευεργετών τους. Επειδή είχε προορισθή κατά θείαν βούληση να ανατείλη ο Κύριος από την οφιώδη φυλή των Ιουδαίων, τελείως αμέτοχος από το δηλητήριον της αμαρτίας και να γίνη πηγή αιωνίου ζωής διά του θανάτου Αυτού, μάλιστα δε θανάτου σταυρικού, σε όσους πιστεύουν σε Αυτόν, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο είχε προορισθή η ανάρτησις του χαλκίνου όφεως επάνω στο ξύλον εκείνο. Σύρονται λοιπόν πάλι μέσα στην έρημο πλήθος δηλητηριωδών όφεων, που με τα δήγματά τους πλήττουν τους οδοιπόρους και τους θανατώνουν. Αυτοί είναι όσοι ταλαιπωρούν αυτούς που πορεύονται στον δρόμον του Χριστού, και τους εμποδίζουνν να προσέλθουν στον Δεσπότην Χριστό για να εύρουν σωτηρίαν αιώνιον. Αυτά όσον αφορά τους Ιουδαίους. Ακολούθως αναφέρεται σ' εκείνους που θέτουν εμπόδια στην πνευματικήν πρόοδο των αγωνιζομένων. «Φύλαξόν με, Κύριε, εκ χειρός αμαρτωλού, από ανθρώπων αδίκων εξελού με, οίτινες διελογίζοντο του υποσκελίσαι τα διαβήματά μου». Σε αυτούς τους ανθρωπομόρφους όφεις απευθυνόμενος ο Χριστός έλεγε: «Όταν υψώσητε τον Υιόν του ανθρώπου, τότε γνώσεσθε ότι εγώ ειμί». Διότι κρεμάμενος νεκρός επάνω στον Σταυρόν, εζωοποίησε αυτούς που είχαν πληγεί από το κεντρί του θανάτου.
Αυτά που ελέχθησαν αφορούν την δογματικήν πλευρά του θέματος. Ας αναφερθούμε όμως και στην ηθικήν πλευρά. Όταν ο αρχηγός της ζωής μας Χριστός, ο πλούσιος σε έλεος, κατεδέχθη την εκούσιον πτωχεία και ετελείωσε όλο το μυστήριον της οικονομίας, πολλές μυριάδες των κακοτρόπων Ιουδαίων, αφού έμεσαν το δηλητήριον της κακίας και εγκατέλειψαν τις πονηρίες και τις δολιότητες, επέλεξαν δε την ευθείαν οδό, ανήλθαν σε υψηλήν και ενάρετον πολιτεία, και ανύψωσαν σε όμοιον ζήλο ένα πολύ μεγάλο μέρος των ομογενών τους. Έχω τον Παύλο που συνηγορεί στον λόγον μου. Διότι και αυτός κάποτε ήταν όφις και γέννημα εχιδνών κατά των μαθητών του Χριστού, και τους εβασάνιζε και τους εθανάτωνε, και είχε νύκτα και ημέρα τα μάτια του ανοικτά, επιβουλευόμενος ανύστακτα τους Χριστολάτρες. Κάποτε όμως ετυφλώθησαν οι οφθαλμοί του, επειδή δεν έβλεπαν σωστά αλλά διεστραμμένα, και με τον τρόπον αυτόν εκένωσε το δηλητήριον της βλασφημίας, εξεδύθη την στολήν των Φαρισαίων και ενεδύθη διά του βαπτίσματος τον Χριστόν. Και καθώς έπεφταν οι λεπίδες των οφθαλμών του, ομοίαζαν με τα λέπια του όφεως. Δέχεται έτσι μέσα του όλον τον Χριστό και ανυψώνεται στην κατά Χριστόν πολιτείαν. Έτσι ανυψώνεται στον σταυρό, νεκρώνει τα μέλη, παύει πλέον να ζη, μεταδίδει τον ζήλο σ' εκείνους που θεωρεί σάρκα ιδικήν του, δηλαδή στους ομογενείς του και, ενώ είναι νεκρωμένοι από την αμαρτίαν, τους εμπνέει την ζωήν την αθάνατον.
Ενώ δηλαδή ο θανατηφόρος όφις έπληττε τα μέλη του Αποστόλου, έπαθε ο ίδιος αυτό το οποίο μανιωδώς απειλούσε να του προξενήση, επειδή η σάρκα του την οποίαν εγεύθη είχε συσταυρωθή με τον Χριστόν.
Έτσι ο Σταυρός θανατώνει συγχρόνως και ζωογονεί, όχι μόνον στην ξηρά, όπως παρέστησε το παράδειγμα, αλλά ακόμη και στην θάλασσα. Θυμήσου όσα συνέβησαν στην Ερυθρά. Εκεί εσχηματίσθη απλώς επάνω στα ύδατα ο τύπος του Σταυρού και έσωσε τον λαόν του Θεού, κατεπόντισε δε τους εχθρούς του Θεού.
Όλα αυτά είχαν προτυπωθή παλαιά από τους Προφήτες, εγράφησαν στον πίνακα του νοός των με τον δάκτυλο του αγίου Πνεύματος. Και οι προτυπώσεις παρεδόθησαν συμβολικώς σαν σε στηλογραφίαν, είχαν δε χαραχθή και σε ιερά βιβλία ως μάθημα για τις επερχόμενες γενεές επωφελέστατον. Ώστε όταν έλθουν τα πράγματα, να μη αμφισβητηθούν τα γράμματα, αλλά οι αναγνώστες παραβάλλοντας να αναγνωρίσουν τα σύμβολα, και από αυτά να δοξασθή ο υπερένδοξος, ο οποίος τόσο πολύ συγκατέβη και κατεδέχθη την φαινομενικήν ατιμίαν, για μας που έχουμε ατιμασθή εκ προαιρέσεως.
Πριν γίνη όμως αυτό, όλοι οι Προφήτες και οι δίκαιοι έχυναν δάκρυα συμπαθείας για τους προπάτορές μας. Και πώς να μην έχυναν, αφού εγνώριζαν οτι ο Χαμ, ο οποίος περιεγέλασε την γυμνότητα του πατρός του ευρίσκετο υπό κατάραν; Ο δε Δαβίδ έψαλλε περιπαθώς προς τους κειμένους μέσα στην γη γενάρχες την νεκρώσιμον ωδή: «Ως πρόβατα εν Άδη έθετο, θάνατος ποιμανεί αυτούς» και «ως πάχος γης ερράγησαν και διεσκορπίσθη τα οστά αυτών παρά τον Άδην». Τότε και ο Ησαϊας, ακολουθώντας μεγαλοφωνότερα την θρηνωδίαν του Δαβίδ, κτυπούσε το στήθος του οικειοποιούμενος ως υιός τα παθήματα των πατέρων και έλεγε: «Πάντες ως πρόβατα επλανήθημεν. Άνθρωπος τη οδώ αυτού επλανήθη», ελεεινολογώντας ολόκληρον την Αδαμιαίαν φύση. Και άλλος εθρηνολογουσε άλλα. Και όλοι μαζί συνέβαλλαν με τον Δαβίδ, προκρίνοντας αυτόν ως χοράρχη, σεβασμιώτερον για το βασιλικόν του αξίωμα, αλλά και εξ αιτίας της θεοπατορίας που του είχε προαναγγελθή: «Ο ποιμαίνων τον Ισραήλ πρόσχες, ο οδηγών ωσεί πρόβατον τον Ιωσήφ. Ο καθήμενος επί των Χερουβίμ εμφάνηθι». Είναι προφανής και εδώ η ομοίωσις με τον Ιωσήφ. Εκεί Αίγυπτος σκοτεινή, εδώ Άδης ο ζοφερώτατος. Φαραώ εκεί, ο τύραννος του Ισραήλ. Εδώ Σατάν, ο ακοίμητος εχθρός ολοκλήρου του ανθρωπίνου πληρώματος. Εταλαιπωρούντο εκεί οι Ισραηλίτες συλλέγοντας άχυρα για την κατασκευήν των πηλίνων πλίνθων, εδώ χάριν του ερυθρού πηλού της σαρκός, πικρός ιδρώτας των φιλοσάρκων, γι' αυτήν όλος ο κόπος των φιλοκόσμων. Εδώ ο βαρύς και αμείλικτος επιστάτης της ζωής μας, ο ακοίμητος και τερατώδης μυρμηκολέων, ο οποίος μας εκβιάζει προς τα έργα του σκότους, άλλοτε αρπάζοντας και «ωρυόμενος και ζητών τίνα καταπίη», και άλλοτε κλέπτοντας τον σίτο των αρετών. Προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας πείση ότι το μόνο που αξίζει είναι να συνάγωμε άχυρα. Άχυρο είναι η αμαρτία, επειδή χρησιμεύει σαν προσάναμμα του ασβέστου πυρός.
Γι' αυτούς τους λόγους ο Κύριος, επειδή παρακολουθούσε την κακοποίηση της φύσεώς μας, επείγετο από την έμφυτο φιλανθρωπίαν του να πραγματοποιήση την προαιώνιον βουλήν, όπως προεγνώρισεν ο Ησαϊας, ο οποίος συγχαίροντας με όλον τον κατάλογον των Προφητών, ανέκραζε με την γλυκυτάτην του φωνήν εκ μέρους του Σωτήρος αυτό που είχε αφώνως ακούσει: «Νυν αναστήσομαι, νυν δοξασθήσομαι, νυν σωθήσομαι». Αυτά τα λόγια προμηνύουν την ανύψωση στον Σταυρόν, και την δόξαν με την οποίαν εδοξάσθη ο Μονογενής από τον Πατέρα επάνω στoν Σταυρόν αυτόν. Εγείρεται από τoν θρόνον του, κατέρχεται στην γην αμεταβάτως. Ενδύεται ως στολήν την φύσιν του πεπλανημένου προβάτου, από τα πάναγνα αίματα της Παρθένου, ώστε ο λύκος να επιτεθή και σ' αυτόν ως συνήθως, ξεγελασμένος από την ομοιότητα, και έτσι να συντριβούν τα δόντια του όντως αμαρτωλού, από την ορμήν με την οποίαν επέπεσε κατά του αναμαρτήτου.
Ήταν επείγουσα γι' αυτόν η αναζήτησις του απολωλότος προβάτου. Διότι μολονότι έγινε πρόβατο χάριν του προβάτου, ως Θεός όμως είναι και ποιμήν, που ανέλαβε την αποστολή να το επαναφέρη στην χλόη του Παραδείσου, όπου ήταν ο φυσικός και αρχικός του χώρος. Έρχεται να λάβη διά του ξύλου εκδίκηση για την ήττα που προήλθεν από το ξύλον, και να αποκρούση τον πάσσαλο με πάσσαλο, να εξαφανίση με όργανον κατάρας την κατάραν που εβλάστησεν από το ξύλο. Πλην όμως η νέα, η ιδική μας Ιαήλ, έτσι ονομάζω την Εκκλησίαν, προσκυνεί τoν νέον αυτόν πάσσαλον, ο οποίος κατετρόπωσε τoν πικρόν πολέμιον της φύσεώς μας. Έγινε με τoν τρόπον αυτόν όργανον της σωτηρίας, και συνέτριψε μεν την κακήν αυτού κεφαλήν, του δε Αδάμ την ανεζώωσεν, αφού μάλιστα εφυτεύθη ακριβώς επάνω από αυτήν. Έτσι εθεράπευσε την κεφαλαλγία που προήλθε από την επιβλαβή βρώση του ξύλου, επιφορτιζόμενος την κατάραν εκείνου, και καταργώντας την. Διότι δεν είναι πλέον όργανον κατάρας ο Σταυρός, αλλά ευλογίας. Επειδή έχει λεχθή ότι «ευλογείται ξύλον, δι' ου γίνεται σωτηρία». Τόσων αγαθών αίτιος μας έγινεν ο Σταυρός, και σωτήριον διαβατήριον προς την αρχικήν μακαριότητα.
Πόσον αγαπητόν είναι το θυσιαστήριόν σου, Κύριε των δυνάμεων, στο οποίον εθυσιάσθης μεν ως αμνός, επεφορτίσθης δε την αμαρτίαν του κόσμου. Εκείνο ως άνθρωπος, αυτό δε ως Θεός. Διότι αν και εσταυρώθης από αδυναμίαν, εξ αιτίας της φθαρτής και εμπαθούς σαρκός σου, αλλά κατά την φύσιν σου είσαι Κύριος των αύλων δυνάμεων. Και η τελειότης της θεϊκής σου δυνάμεως εφανερώθη, όταν ηνώθη με την ανθρωπίνην αδυναμία, και αχρήστευσε τα νεύρα του κοινού τυράννου του γένους μας.
«Ουκ αναβιβασθήσεται επί το θυσιαστηριον Κυρίου πάσα ζύμη και παν μέλι», λέγει κάπου σκιωδώς η Γραφή, και εδώ υποκρύπτεται λόγος φωτοειδής. Διότι αν και αυτό φαίνεται ότι έχει λεχθεί για την πολύσαρκο Λευϊτικήν λατρείαν, εγώ το αναβιβάζω στο ύψος του Σταυρού, αποδίδοντας το νόημα του ρητού ως ακολούθως. Τι θέλει δηλαδή να ειπή ο λόγος αυτός; Το ιερόν αυτό χωρίον διατάσσει να συσταυρωνόμεθα με τον Χριστόν, και να συναποθαίνωμε με αυτόν ως προς τον κόσμον . Πείθεσθε, λέγει, σ' αυτόν που σας καθοδηγεί στην τραχείαν οδό και υπακούετε, και τιμήσατε το θυσιαστήριόν του μη προσφέροντας τίποτε από αυτά που γλυκαίνουν την αίσθηση και παραλύουν προς ηδυπάθειαν. Διότι χαρακτηριστικόν του Σταυρού είναι η οδύνη, όχι η ηδονή. Η γεύσις της χολής, όχι του μέλιτος. Δεν δέχεται την Αιγυπτιακήν ζύμην το θυσιαστήριον του Χριστού. Είναι μεστή από ασέβειαν και αλαζονείαν. Ενώ ο Σταυρός είναι το σύμβολον της ταπεινώσεως και τρόπαιον της προς Θεόν ευσεβείας. Μετά δε την Ανάστασιν, έπαθλον της εμπίκρου διαγωγής και τραχείας διαβιώσεως είναι η βρώσις του μέλιτος, και η απόλαυσις της αφθόρου ηδονής. Έτσι λοιπόν ο Σταυρός είναι υπόθεσις ανδρείας και καυχήσεως, όχι εντροπής. Διότι το να θυσιάσει κάποιος τον εαυτόν του χάριν των δούλων του και να καταφρονήση τον θάνατον για την σωτηρίαν των πολλών είναι το μεγαλύτερο καύχημα. Αυτήν την έννοιαν έχει και το αναφερόμενον στην Γραφήν «άρσεν» σφάγιον το οποίον θυσιάζεται προς χάριν μας. Διότι ήλθε να τονώση την παράλυσιν αυτήν, η οποία αρχίζοντας από μίαν φιλήδονο γυναίκα μετεδόθη στον άνδρα, και εξεθήλυνε τον αρρενωπό χαρακτήρα του και το μικρό προζύμι, η μία πλευρά δηλαδή, εζύμωσε και εξωμοίωσε με τον εαυτόν της όλην την ανδρικήν ζύμη και της μετέδωσε την ιδικήν της μαλθακότητα. Από το οίδημα λοιπόν της αλαζονείας, που θα προέλθη από αυτού του είδους την ζύμωση, δεν θα αναβιβασθή τίποτε στο θυσιαστήριον του Χριστού, τον Σταυρόν. Διότι είναι παθοκτόνος ο ζωοποιός Σταυρός. Τι δε κοινόν υπάρχει μεταξύ νεκρότητος και τρυφής; Τι κοινόν μεταξύ χολής και ηδονής; Τι κοινόν μεταξύ του οίνου που ευφραίνει την σαρκίνην καρδία και της περιπαικτικής προσφοράς του όξους που τόσον ενοχλεί την αίσθησιν; Εκείνα ανήκουν στον παλαιόν Αδάμ και είναι εις βάρος μας, ενώ αυτά στο νέον και είναι προς όφελός μας. Εκείνα είναι του Αδάμ που έπεσε, αυτά του Χριστού που μας έσωσε.
Διδάσκομαι δε και να φιλοσοφώ σε παρόμοιες περιπτώσεις και να υπομένω εμπαιζόμενος. Διότι κακό δεν είναι το να υβρίζεσαι απλώς, αλλά το να υβρίζεσαι δικαίως . Ούτε είναι φοβερόν το να αποθάνης, αλλά το να αποθάνης εξ αιτίας κάποιας αμαρτίας. Και αντιθέτως, το να ριψοκινδυνεύσης χάριν της αληθείας είναι άξιον του υπερτάτου μακαρισμού.
Αυτό λοιπόν το ξύλον έχοντας ως πηδάλιο να το προσκυνής, από το οποίο κυβερνώμενος, ω άνθρωπε, δεν θα φοβηθής τα κύματα της πολυταράχου θαλάσσης του βίου τούτου. Επειδή δεν σου επιτρέπει να είσαι βαρυφορτωμένος, αλλά σε διδάσκει να ταξιδεύης ελαφρός και ετοιμοπόλεμος, τρέφοντας το σώμα όσο το δυνατόν λιτότερα. Έτσι, και αν πνεύσουν σαν ενάντιοι άνεμοι τα πνεύματα της πονηρίας, και εγείρουν σφοδράν την τρικυμίαν των πειρασμών κατά του σκάφους της ψυχής, συ θα μείνης αμετακίνητα στερεωμένος στoν Σταυρόν, αφού θα έχης σταθεροποιηθή από τον αναλλοίωτον φόβον του Θεού του Εσταυρωμένου. Με τον τρόπον αυτόν θα ξεπεράσης την εναέριον απειλήν, θα αποφύγης τoν καταποντισμόν από τους επιτιθεμένους θηριώδεις και ανημέρους πειρατάς, τους δαίμονες, και θα προσορμισθής στoν ακύμαντο λιμένα της Βασιλείας, όπου θα λάβης αμύθητα κέρδη από την διάθεση των εμπορευμάτων σου.
Αλλά, ω Σταυρέ, βασιλική κλίνη του ιδικού μας Σολομώντος, του πράου και ειρηνικού, η ειρήνη του οποίου δεν έχει όριον, διότι και η παλαιά Ιερουσαλήμ, στην οποία εβασίλευσεν ο φιλόκοσμος Σολομών, ήταν περιωρισμένη σε έκταση και περιφραγμένη από τείχη σαν βασιλική κλίνη. Ω κλίνη, στην οποίαν ανεπαύθη ο Βασιλεύς της δόξης και έκλινε αυτοπροαιρέτως την κεφαλή για να κοιμηθή εκουσίως ύπνον ζωηφόρον, και κοιμώμενος εξεπόρθησε τον ακοίμητον πολέμιον, και ελαφυραγώγησε τα βασίλεια του Άδου. Διότι αν και κατά τoν νόμον της νεκρώσεως είχε κοιμηθή, η καρδία του όμως αγρυπνούσε, αφού επέβλεπε και προνοούσε για τα πάντα, επειδή Αυτός μαζί με τoν Πατέρα και το Πνεύμα επιβλέπει και επισκοπεί το παν. Καρδίαν εννοώ την ζωοποιόν δύναμη της θεότητός του, με την οποίαν «ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» όλοι όσοι αποτελούμε το σώμα της Εκκλησίας. Εσέ, την βασιλικήν κλίνην, «κυκλούσιν εξήκοντα δυνατοί» από τους ισχυρούς του Ισραήλ. Τoν αριθμόν εξήκοντα τoν ανάγω στο υπεροχικώτατον σύστημα των εξαπτερύγων, διότι δια μέσου κάθε εξαπτερύγου υπερλάμπει το φως της τελειότητος, το οποίον εμμέσως υποδηλώνεται με την δεκάδα επειδή αυτός ο αριθμός είναι τέλειος, και επειδή έχουν αποστολή να παρίστανται στην δόξα που έχεις ως σκήπτρον βασιλικόν, συσχηματίζονται με σένα λαμβάνοντας νέαν δόξα από την μίμησί σου. Συστέλλουν δηλαδή τις επάνω και τις κάτω πτέρυγες, τις δε μεσαίες τις απλώνουν εκατέρωθεν, και ιπτάμενα σταυροτύπως αλαλάζουν ασιγήτως τα νικητήρια. Από εδώ ο θεόπτης Ησαϊας, οραματιζόμενος την δόξαν σου εδίδαξε και άλλο μυστήριον: «Και απεστάλη προς με», λέγει, «εν των Σεραφίμ, και εν τη χειρί αυτού είχεν άνθρακα, ον τη λαβίδι έλαβεν εκ του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματός μου και είπεν. Ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου, και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί».
Και τα δύο συγχρόνως, και τα της κλίνης και τα του θυσιαστηρίου, σε σένα συνέπεσαν. Το ένα για τoν εκούσιον ύπνον τoν οποίον εκοιμήθη και ύπνωσεν ο αθάνατος, και το άλλο για την σφαγήν που υπέστη προς χάριν μας, μα και για την υπερένδοξον Ιερουργίαν την οποίαν ο ίδιος ιερούργησε θυσιάζοντας τoν εαυτόν του υπέρ του κόσμου. Συ πιστεύουμε ότι είσαι το πλήρες διαπύρων ανθράκων θυσιαστήριον του αμνού του Θεού, διότι ξύλον το οποίον έχει καεί είναι και ο άνθρακας.
Όπως λοιπόν το πυρ της απαθούς Θεότητος του Αμνού, ο οποίος εθυσιάσθη επάνω σου, σε ανέφλεξε χωρίς να σε κατακαύση, έτσι και εμείς που σήμερα σε εγγίζουμε με τα χείλη, λαμβάνουμε από αυτό το πυρ κάθαρση των αμαρτημάτων, συμπτύσσοντας την λαβίδα των χειλέων φιληματικώς, και μεταδίδουμε το φως και τον αγιασμό στον έσω άνθρωπο που κατοικεί στο πήλινον αυτό σώμα.
Αλλά, ω Σταυρέ, και πάλι σε χαιρετίζω, αρνούμενος να αποσπάσω τα χείλη από τον ασπασμόν σου, ω Σταυρέ, θυσιαστήριον πάντιμον, δέξου αυτό το δώρον των ύμνων μου, και όλον ευλόγησέ το. Διότι το κατώτερον ευλογείται από το ανώτερον. Και το θυσιαστήριον είναι ανώτερον από το δώρον, όπως και αυτό που παρέχει τον αγιασμόν είναι ανώτερον από το αγιαζόμενον. Τώρα λοιπόν ως μεν θυσιαστήριον δώσε μου ως αντίδωρο την εξιλέωση, ως κλίνη δε βασιλική αναπαυσέ μου τον λόγο, που απέκαμε ήδη και θέλει να αποκοιμηθή, και στο εξής ανάλαβε την υπεράσπιση της ψυχής μου κατά των αοράτων και φιλοπολέμων δαιμόνων, προς δόξαν του Παντουργού και Παντοκράτορος Χριστού ο οποίος και με την εξάδα των διαστάσεών σου εφανέρωσε μυστικώς και παραδόξως την παντοκρατορίαν αυτού. Ότι δηλαδή κυριεύεις των άνω και ουρανίων, των κάτω και επιγείων, αλλά και αυτών των καταχθονίων, γι' αυτό και πιστεύω ότι οικονόμησε να κείται το κρανίον του Αδάμ κάτω από την βάση του Σταυρού, των δεξιών και των αριστερών, των δικαίων δηλαδή και των αμαρτωλών. Αυτός θα είναι ο Κριτής πάντων, αυτών που προηγήθησαν και αυτών που έπονται της Σταυρώσεώς Του.
Αυτό είναι γνώρισμα της αϊδίου Θεότητος. Διότι ο ίδιος και προϋπήρχε, και εισήλθε στον χρόνον, και εμπρός από αυτόν δεν υπήρξεν άλλος Θεός ούτε οπίσω θα υπάρξη άλλος. Αυτώ η δόξα και η τιμή και η προσκύνησις, συν τω ανάρχω Πατρί και τω Παναγίω και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Πηγή: από το βιβλίο «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», επιμέλεια κειμένου Δημήτρης Δημουλάς, Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, σελίς 531 και εξής, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Λόγος στην Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως,
Αγίου Λουκά Συμφερουπόλεως
«Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. Άρατε τον ζυγόν Μου εφ' υμάς και μάθετε απ' Εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών. Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν» (Ματθ. ΙΑ.28 – 30).
Μεγάλη είναι η αγκαλιά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τόσο μεγάλη που δεν μπορούμε να φανταστούμε. Ο Κύριος έχει στην αγκαλιά του όλους όσους υποφέρουν στη ζωή τους από τις θλίψεις και τις στενοχώριες. Τί βάθος έχει η καρδιά Του και πόσο δυνατή είναι η αγάπη Του, αφού μπορεί όλους αυτούς που κοπιάζουν και είναι φορτωμένοι να τους αναπαύσει, να τους παρηγορήσει και να τους δώσει δύναμη να υπομένουν τις θλίψεις και να μην απελπίζονται όταν αδικούνται στη ζωή τους!
Είναι όμως παράξενος ο τρόπος με τον οποίο επιχειρεί να το κάνει! Μας προτείνει να αφήσουμε τον ανυπόφορο για πολλούς ζυγό της ζωής και να σηκώσουμε επάνω μας έναν άλλο ζυγό: άγνωστο στον κόσμο, απαλό, αγαθό και ελαφρό, δικό του ζυγό. Όταν λέμε ζυγό, εννοούμε κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένας δούλος. Την κατάσταση βέβαια αυτή δεν την θεωρούμε καθόλου ευχάριστη. Τον δικό του όμως ζυγό ο Κύριος τον ονομάζει απαλό και ελαφρό.
Πώς να το καταλάβουμε; Γιατί είναι απαλός και ελαφρός ο ζυγός του Χριστού; Μήπως επειδή ζυγό ονομάζει τον θείο νόμο της αγάπης του τον οποίο δίνει στον κόσμο, στον κόσμο ο οποίος σχεδόν καθόλου δεν σκέφτεται την αγάπη; Ή επειδή ο δικός του λόγος της αγάπης άνοιξε για την ανθρωπότητα, που ζούσε χωρίς αγάπη, έναν καινούριο κόσμο, έναν κόσμο στον οποίο λάμπει το θείο φως της αγάπης, που διαλύει το οποιοδήποτε σκοτάδι; Δεν είναι μεγάλη χαρά να βγούμε από το σκοτάδι στο φως; Δεν θα σκιρτήσει η καρδιά του ανθρώπου όταν θα βγει από το σκοτάδι και θα καταλάβει ότι ο ίδιος ο Κύριος τον κρατά στην αγκαλιά Του;
Αλλά τί επιτέλους σημαίνει ζυγός του Χριστού; Σημαίνει να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του. Να είμαστε ταπεινοί και πράοι, να διψάμε και να πεινάμε την υψίστη αλήθεια. Να είμαστε ελεήμονες και καθαροί τη καρδία. Να μας κακολογούν και να μας διώκουν για την πίστη στον Υιό του Θεού και για την αγάπη του. Ναι, αυτό και μόνο αυτό σημαίνει ο απαλός ζυγός του Χριστού και το ελαφρό φορτίο του. Τη δύναμη για να τα σηκώσουμε μας τη δίνει ο Σταυρός του Χριστού, που υψώνεται πάνω από τον κόσμο και τον φωτίζει, ο Σταυρός πάνω στον οποίο ο Υιός του Θεού υπέφερε τα πάθη και έδωσε την ζωή Του για να ζει ο άνθρωπος.
Ας προσκυνήσουμε το υποπόδιο του Σταυρού του Χριστού με όλη την ψυχή μας. Αυτός είναι ο απαλός ζυγός του Χριστού, να ακολουθήσουμε τον δρόμο του μαρτυρίου και των διωγμών ο οποίος οδηγεί εκεί όπου αιώνια λάμπει ο Σταυρός του Χριστού μας . Ας ακολουθήσουμε τον Σωτήρα μας και ας θυμόμαστε πάντοτε ότι Αυτός που είναι αληθινός Θεός λέει για τον εαυτό Του ότι είναι πράος και ταπεινός τη καρδία. Να είμαστε και εμείς πράοι και ταπεινοί για να τον ακολουθήσουμε στον δρόμο προς την Βασιλεία της αιώνιας Δικαιοσύνης και του ανεσπέρου Φωτός. Αμήν.
(Πηγή: από την συλλογή «Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και ομιλίες που εκφωνήθηκαν στην Συμφερούπολη κατά την περίοδο 1955-1957» τόμος Α, Μετάφραση από τα ρωσικά: Εκδόσεις Ορθόδοξη Κυψέλη, Θεσσαλονίκη, 2014, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου)
Οἱ ΚΔ’ (24) Οἶκοι
Ἄγγελοι οὐρανόθεν ἀοράτως κυκλοῦσι, Σταυρόν τόν ζωηφόρον ἐν φόβῳ (τρίς) καί φωτοπάροχον χάριν λαμπρῶς παρεχόμενον, νῦν τοῖς πιστοῖς βλέποντες, ἐξίστανται καί ἵστανται βοῶντες πρός αὐτόν τοιαῦτα·
Χαῖρε Σταυρέ, οἰκουμένης φύλαξ·
χαῖρε, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας.
Χαῖρε, ὁ πηγάζων ἀφθόνως ἰάματα·
χαῖρε, ὁ φωτίζων τοῦ κόσμου τά πέρατα.
Χαῖρε, ξύλον ζωομύριστον, καί θαυμάτων θησαυρέ·
χαῖρε, συνθετοτρισόλβιε, καί χαρίτων παροχεῦ.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ὑποπόδιον θεῖον·
χαῖρε, ὅτι ἐτέθης εἰς προσκύνησιν πάντων.
Χαῖρε κρατήρ τοῦ νέκταρος ἔμπλεως·
χαῖρε, λαμπτήρ τῆς ἄνω λαμπρότητος.
Χαῖρε, δι’ οὗ εὐλογεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δι’ οὗ προσκυνεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Βλέπουσα ἡ Ἑλένη ἑαυτήν ἐν ἐφέσει, φησί τῷ Βασιλεῖ θαρσαλέως· Τό παμπόθητόν σου τῆς ψυχῆς εὐχερέστατόν μου τῇ σπουδῇ φαίνεται· ζητοῦσα γοῦν τό κράτιστόν σοι τρόπαιον, ὡς λέγεις, κράζω·Ἀλληλούϊα.
Γνῶσιν ἄγνωστον πρώην ἡ Βασίλισσα γνοῦσα, ἐβόησε πρός τούς ὑπουργοῦντας· Ἐκ λαγόνων τῆς γῆς εὑρεῖν ἐν τάχει, καί δοῦναι τόν Σταυρόν σπεύσατε, πρός ὅν ἰδοῦσα ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλήν κράζουσα οὕτω·
Χαῖρε, χαρᾶς τῆς ὄντως σημεῖον·
χαῖρε, ἀρᾶς τῆς ἀρχαίας λύτρον.
Χαῖρε, θησαυρός ἐν τῇ γῇ φθόνῳ κρυπτόμενος·
χαῖρε, ὁ φανείς ἐν τοῖς ἄστροις τυπούμενος.
Χαῖρε, τετρακτινοπύρσευτε καί πυρίμορφε Σταυρέ·
χαῖρε, κλῖμαξ ὑψοστήρικτε, προοραθεῖσά ποτε.
Χαῖρε, τό τῶν Ἀγγέλων γαληνόμορφον θαῦμα·
χαῖρε, τό τῶν δαιμόνων πολυστένακτον τραῦμα.
Χαῖρε, τερπνόν τοῦ Λόγου κειμήλιον·
χαῖρε, πυρός τῆς πλάνης σβεστήριον.
Χαῖρε, Σταυρέ, ἀπορούντων προστάτα·
χαῖρε, στερρέ εὐδρομούντων ἀλεῖπτα.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Δύναμις ἡ τοῦ Ξύλου, ἐπιδέδεικται τότε, πρός πίστωσιν ἀληθῆ τοῖς πᾶσι· καί τήν ἄφωνόν τε καί νεκράν πρός ζωήν ἀνέστησε, φρικτόν θέαμα τοῖς μέλλουσι καρποῦσθαι σωτηρίαν, ἐν τῷ μέλπειν οὕτως·Ἀλληλούϊα.
Ἔχουσα ἡ Ἑλένη, τὸ ἀήττητον ὅπλον, ἀνέδραμε πρός τόν ταύτης γόνον· ὁ δέ, μέγα σκιρτήσας εὐθύς, ἐπιγνούς τόν μέγιστον Σταυρόν ἔχαιρε, καί ἅλμασιν ὡς ᾄσμασιν, ἐβόα πρός αὐτόν τοιαῦτα·
Χαῖρε Σταυρέ, τοῦ φωτός δοχεῖον·
χαῖρε, Σταυρέ, τῆς ζωῆς ταμεῖον.
Χαῖρε, ὁ δοτήρ χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος·
χαῖρε, ὁ λιμήν ποντοπόρων ἀχείμαστος.
Χαῖρε, τράπεζα, βαστάζουσα ὥσπερ θῦμα τόν Χριστόν·
χαῖρε, κλῆμα, βότρυν πέπειρον φέρον οἶνον μυστικόν.
Χαῖρε, ὅτι τά σκῆπτρα τῶν ἀνάκτων φυλάττεις·
χαῖρε, ὅτι τάς κάρας τῶν δρακόντων συνθλάττεις.
Χαῖρε, λαμπρόν τῆς πίστεως γνώρισμα·
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου διάσωσμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρός θνητούς εὐλογία·
χαῖρε, θνητῶν πρός Θεόν μεσιτεία.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ζῆλον ἔνδοθεν θεῖον, ἡ Ἑλένη λαβοῦσα, ἐζήτησε καί εὗρε σπουδαίως, τόν ἐν γῇ κρυπτόμενον Σταυρόν, καί δεικνύμενον ἐν οὐρανῷ Ἄνακτι· ὅν ὕψωσε· καί βλέπων τό πολίτευμα, ἐν πίστει ἔφη·Ἀλληλούϊα.
Ἡλιόμορφος ὤφθη, ὁ Σταυρός ἐν τῷ κόσμῳ, καί πάντες φωτισμοῦ ἐμπλησθέντες, καί δραμόντες ὡς πρός ἀστέρα, θεωροῦσι τοῦτον ὡς καλῶν αἴτιον, ἐν ταῖς χερσί ταῖς θείαις ὑψωθέντα· ὅν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, αὐγή νοητοῦ Ἡλίου·
χαῖρε, πηγή ἀκενώτου μύρου.
Χαῖρε, τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν ἀρχόντων τοῦ ᾅδου ἡ νέκρωσις.
Χαῖρε, ὅτι ἀνυψούμενος, συνανυψοῖς νῦν ἡμᾶς·
χαῖρε, ὅτι προσκυνούμενος, καθαγιάζεις τάς ψυχάς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων κοσμοκήρυκτον κλέος·
χαῖρε, τῶν ἀθλοφόρων εὐμενέστατον σθένος.
Χαῖρε Σταυρέ, Ἑβραίων ὁ ἔλεγχος·
χαῖρε, πιστῶν ἀνθρώπων ὁ ἔπαινος.
Χαῖρε, δι’ οὗ κατεβλήθη ὁ ᾅδης·
χαῖρε, δι’ οὗ ἀνατέταλκε χάρις.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Θεοβράβευτον Ξύλον, θεωρήσαντες πάντες, τῇ τούτου νῦν προσέλθωμεν σκέπῃ· καί ὡς ὅπλον κρατοῦντες αὐτό, δι’ αὐτοῦ τροποῦμεν τῶν ἐχθρῶν φάλαγγας, καί ψαύοντες τόν ἄψαυστον, τοῖς χείλεσιν αὐτῷ βοῶμεν·Ἀλληλούϊα.
Ἴδε φῶς οὐρανόθεν, Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας, δεικνύμενον Σταυροῦ τό σημεῖον, δι’ ἀστέρων, ἐν ᾧ καί νικᾶν πολεμίων πληθύν, ἔσπευσε τό Ξύλον φανερῶσαι, καί βοῆσαι πρός αὐτό τοιαῦτα·
Χαῖρε, βουλῆς τῆς ἀρρήτου πέρας·
χαῖρε, λαοῦ εὐσεβοῦντος κέρας.
Χαῖρε, πολεμίων ὁ τρέπων τάς φάλαγγας·
χαῖρε, φλόξ καθάπερ φλέγων τούς δαίμονας.
Χαῖρε, σκῆπτρον ἐπουράνιον τοῦ Βασιλέως τοῦ στρατοῦ·
χαῖρε, τρόπαιον ἀήττητον τοῦ φιλοχρίστου στρατοῦ.
Χαῖρε, ὁ τῶν βαρβάρων τήν ὀφρύν καταβάλλων·
χαῖρε, ὁ τῶν ἀνθρώπων τάς ψυχάς περιέπων.
Χαῖρε, κακῶν πολλῶν ἀμυντήριον·
χαῖρε, καλῶν πολλῶν βραβευτήριον.
Χαῖρε, δι’ οὗ Χριστοφόροι σκιρτῶσι·
χαῖρε, δι’ οὗ Ἰουδαῖοι θρηνοῦσι.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Κλῖμαξ οὐρανομήκης, ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἐγένετο, τούς πάντας ἀνάγων, ἀπό γῆς πρός ὕψος οὐρανοῦ, τοῦ χοροῖς Ἀγγέλων συνοικεῖν πάντοτε, ἀφέντας τά νῦν ὄντα ὡς μή ὄντα, καί εἰδότας ψάλλειν·Ἀλληλούϊα.
Λάμψας φῶς ἐπί πᾶσιν, ὁ Σωτήρ τοῖς ἐν ᾅδη, ἐφώτισας τούς κάτω κειμένους· πυλωροί δέ ᾅδου τήν αὐγήν μή ἐνέγκαντές σου, ὡς νεκροί πεπτώκασιν· οἱ τούτων δέ ρυσθέντες, νῦν ὁρῶντες τόν Σταυρόν βοῶσι·
Χαῖρε, ἀνάστασις τεθνεώτων·
χαῖρε, παράκλησις τῶν πενθούντων.
Χαῖρε, τῶν ταμείων τοῦ ᾅδου ἡ κένωσις·
χαῖρε, Παραδείσου τρυφῆς ἡ ἀπόλαυσις.
Χαῖρε, ράβδος ἡ ποντίσασα τόν Αἱγύπτιον στρατόν·
χαῖρε, αὖθις, ἡ ποτίσασα Ἰσραηλίτην λαόν.
Χαῖρε, ἔμψυχον Ξύλον, τοῦ Λῃστοῦ σωτηρία·
χαῖρε, εὔοσμον ρόδον, εὐσεβῶν εὐωδία.
Χαῖρε, τροφή πεινώντων ἐν πνεύματι·
χαῖρε, σφραγίς, ἥν ἔλαβον ἄνθρωποι.
Χαῖρε Σταυρέ, μυστηρίων ἡ θύρα·
χαῖρε, ἐξ οὗ ρεῖθρα χέονται θεῖα.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Μέλλοντος Μωϋσέως, τό πολύμοχθον γένος λυτρώσασθαι ἐκ τοῦ λυμεῶνος, ἐπεδόθης ὡς ράβδος αὐτῷ, ἀλλ’ ἐγνώσθης τούτῳ καί Θεοῦ σύμβολον· διόπερ κατεπλάγη σου Σταυρέ, τήν δυναστείαν κράζων·Ἀλληλούϊα.
Νόμον ὁ ἐν Σιναίῳ, τῷ Θεόπτῃ δούς πάλαι, Σταυρῷ ἐθελοντί προσηλοῦται, ὑπέρ ἀνόμων ἀνόμως ἀνδρῶν, καί κατάραν νόμου παλαιάν ἔλυσεν, ἵνα Σταυροῦ τήν δύναμιν ὁρῶντες, ἅπαντες νῦν βοῶμεν·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις πεπτωκότων·
χαῖρε, κατάπτωσις κοσμολάτρων.
Χαῖρε, Ἀναστάσεως Χριστοῦ τό ἐγκαίνισμα·
χαῖρε, μοναζόντων τό θεῖον ἐντρύφημα.
Χαῖρε, δένδρον εὐσκιόφυλλον, ὑφ’ οὗ σκέπονται πιστοί·
χαῖρε, Ξύλον προφητόφθεγκτον, πεφυτευμένον ἐν γῇ.
Χαῖρε, τῆς Βασιλείας κατ’ ἐχθρῶν συμμαχία·
χαῖρε, τῆς πολιτείας κραταιά προστασία.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου φανέρωσις·
χαῖρε, βροτῶν πταιόντων κατάκρισις.
Χαῖρε Σταυρέ, ὀρφανῶν ἀντιλῆπτορ·
χαῖρε Σταυρέ, πλουτιστά τῶν πενήτων.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ξένον θαῦμα ἰδόντες, ξένον βίον βιῶμεν, τόν νοῦν εἰς οὐρανόν ἀνυψοῦντες· διά τούτο γάρ ἐν τῷ Σταυρῷ ὁ Χριστός ἐπάγη, καί σαρκί πέπονθε, βουλόμενος ἑλκῦσαι πρός τό ὕψος, τούς αὐτῷ βοῶντας·Ἀλληλούϊα.
Ὅλος ἦλθεν ἐξ ὕψους, τήν Θεότητα ἔχων, ὁ μόνος προαιώνιος Λόγος· καί τεχθείς ἐκ Παρθένου Μητρός, καί φανείς τῷ κόσμῳ ταπεινός ἄνθρωπος, Σταυρόν καταδεξάμενος, ἐζώωσε τούς αὐτῷ βοῶντας.
Χαῖρε Σταυρέ, τῆς εἰρήνης ὅπλον·
χαῖρε, βαλβίς τῶν ὁδοιπορούντων.
Χαῖρε, σωζομένων σοφία καί στήριγμα·
χαῖρε, ἀπολλυμένων μωρία καί σύντριμμα.
Χαῖρε, εὔκαρπον, ἀθάνατον καί ζωηφόρον φυτόν·
χαῖρε ἄνθος, ὅπερ ἤνθησε τήν σωτηρίαν ἡμῶν.
Χαῖρε, ὅτι συνάπτεις τά ἐν γῇ σύν τοῖς ἄνω·
χαῖρε, ὅτι φωτίζεις τάς καρδίας τῶν κάτω.
Χαῖρε δι’ οὗ φθορά ἐξωστράκισται·
χαῖρε, δι’ οὗ ἡ λύπη ἠφάνισται.
Χαῖρε, καλῶν μυριάριθμος ὄλβος·
χαῖρε, πιστῶν μυριώνυμος εὖχος.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Πέπτωκε τῶν δαιμόνων ἡ παμβέβηλος φάλαγξ, καί γένος τῶν Ἑβραίων ᾐσχύνθη, προσκυνούμενον τόν Σταυρόν παρά πάντων, μετά πόθου βλέποντες, ἀεί δέ ἀναβλύζοντα ἰάματα τοῖς ἐκβοῶσιν·Ἀλληλούϊα.
Ρεύματα συνεστάλη, λογισμῶν κακοδόξων παγέντος σου Χριστέ ἐπί ξύλου· ἀποροῦσι γάρ ὄντως τό, Πῶς καί Σταυρόν ὑπέστης, καί φθοράν πέφευγας· ἡμεῖς δέ τήν Ἀνάστασιν δοξάζοντες ἀναβοῶμεν.
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ τό ὕψος·
χαῖρε, προνοίας Αὐτοῦ τό βάθος.
Χαῖρε, μωρολόγων ἀλόγων ἡ ἄγνοια·
χαῖρε, μαντιπόλων ἀφρόνων ἀπώλεια.
Χαῖρε, ὅτι τήν Ἀνάστασιν ἐμφανίζεις τοῦ Χριστοῦ·
χαῖρε, ὅτι τά παθήματα ἀνακαινίζεις Αὐτοῦ.
Χαῖρε, τῶν πρωτοπλάστων τήν παράβασιν λύσας·
χαῖρε, τοῦ Παραδείσου τάς εἰσόδους ἀνοίξας.
Χαῖρε Σταυρέ, τοῖς πᾶσι σεβάσμιε·
χαῖρε, ἐθνῶν ἀπίστων ἀντίπαλε.
Χαῖρε Σταυρέ, ἰατρέ τῶν νοσούντων·
χαῖρε, ἀεί βοηθέ τῶν βοώντων·
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Σῶσαι θέλων τόν κόσμον, ὁ τοῦ κόσμου κοσμήτωρ, κατῆλθε πρός αὐτόν ἀπορρήτως· καί Σταυρόν ὑπέστη, Θεός ὤν, δι’ ἡμᾶς, τά πάντα καθ’ ἡμᾶς δέχεται· διό καί λυτρωσάμενος ἡμᾶς, ἀκούει παρά πάντων·Ἀλληλούϊα.
Τεῖχος τῆς οἰκουμένης, ὦ Σταυρέ ζωηφόρε, ἀπόρθητον καί θεῖον νοοῦμεν· ὁ γάρ τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, κατασκευάσας σέ Ποιητής τάννυσι τάς χεῖρας, ξένον ἄκουσμα· καί ἅπαντας ἐκφωνεῖν διδάσκει.
Χαῖρε, ἡ βάσις τῆς εὐσεβείας·
χαῖρε, τό νῖκος τῆς κληρουχίας.
Χαῖρε, Ἀμαλήκ νοητόν ὁ τροπούμενος·
χαῖρε, Ἰακώβ ταῖς χερσί προτυπούμενος.
Χαῖρε, σύ γάρ ἀνεμόρφωσας τάς παλαιτάτας σκιάς·
χαῖρε, σύ γάρ ἀνεπλήρωσας προφητοφθέγκτους φωνάς.
Χαῖρε, ὁ τόν Σωτῆρα τῶν ἀπάντων βαστάσας·
χαῖρε, ὁ τόν φθορέα τῶν ψυχῶν καταργήσας.
Χαῖρε, δι’ οὗ Ἀγγέλοις ἡνώθημεν·
χαῖρε, δι’ οὗ φωτί κατηυγάσθημεν.
Χαῖρε, σέ γάρ προσκυνοῦμεν τιμῶντες·
χαῖρε, σοί γάρ προσφωνοῦμεν, βοῶντες·
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ὕμνος ἅπας μειοῦται, συνακολουθεῖν θέλων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν σου θαυμάτων· ἐγκωμίων πληθύν καί γάρ ἄν προσάξωμέν σοι, ὦ Σταυρέ τίμιε, οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν· ἀλλ’ οὖν βοῶμεν·Ἀλληλούϊα.
Φωτοπάροχον αἴγλην, τοῖς ἐν σκότει δωρεῖται, Σταυρός ὁ ζωοδώρητος οὗτος· τό γάρ ἄϋλον δέδεικται φῶς, καί πρός γνῶσιν θείαν δᾳδουχεῖ ἅπαντας· ὑψοῖ δέ νῦν ὑψούμενος τόν νοῦν ἡμῶν, ἀναμέλπειν ταύτα·
Χαῖρε, φωστήρ, τοῖς ἐν σκότει φαίνων·
χαῖρε, ἀστήρ, τόν κόσμον αὐγάζων.
Χαῖρε, ἀστραπή, χριστοκτόνους ἀμβλύνουσα·
χαῖρε, ἡ βροντή τούς ἀπίστους ἐκπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι κατελάμπρυνας Ὀρθοδόξων τούς χορούς·
χαῖρε, ὅτι κατηδάφισας τῶν εἰδώλων τούς βωμούς.
Χαῖρε, οὗπερ ὁ τύπος οὐρανόθεν ἐφάνη·
χαῖρε, οὗπερ ἡ χάρις πονηρίας ἐλαύνει.
Χαῖρε, σαρκός σημαίνων τήν νέκρωσιν·
χαῖρε, παθῶν ὁ κτείνων ἐπέγερσιν.
Χαῖρε, ἐν ᾧ ὁ Χριστός ἐσταυρώθη·
χαῖρε, δι’ οὗ πᾶς ὁ κόσμος ἐσώθη.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Χάριν δοῦναι θελήσας, ὁ Χριστός τοῖς ἀνθρώποις, τάς χεῖρας ἐπί Ξύλου ἐκτείνει, καί τά ἔθνη πάντα συγκαλεῖ, καί βασιλείαν πᾶσιν οὐρανῶν δίδωσι, τοῖς μέλπουσι τόν ὕμνον ἐπαξίως, καί πιστῶς βοῶσιν·Ἀλληλούϊα.
Ψάλλοντές σου τόν ὕμνον, εὐφημοῦμεν ἐκ πόθου, ὡς ἔμψυχον Κυρίου σε Ξύλον· ἐπί σοί γάρ παγείς ἐν σαρκί, ὁ δεσπόζων τῶν δυνάμεων, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι ταῦτα·
Χαῖρε Σταυρέ, νοητή ρομφαία·
χαῖρε, Ἁγίων ἅγιον βλέμμα.
Χαῖρε, Προφητῶν καί Δικαίων προκήρυγμα·
χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ λαμπροφόρον στρατήγημα.
Χαῖρε, κάλλος καί διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν·
χαῖρε, κράτος καί ὀχύρωμα ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς ἀληθείας εὐκλεέστατος κόσμος·
χαῖρε, τῆς σωτηρίας εὐτυχέστατος ὅρμος.
Χαῖρε, φαιδρόν ἁπάντων ἀγλάϊσμα·
χαῖρε, υἱῶν τῆς Ἄγαρ φυγάδευμα.
Χαῖρε, φωτός ἀκηράτου λυχνία·
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς θυμηδία.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ὦ πανύμνητον Ξύλον, τό βαστάσαν τόν πάντων ἁγίων, Ἁγιώτατον Λόγον (τρίς)· δεδεγμένον ἡμῶν τάς λιτάς, ἀπό πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καί αἰωνίου λύτρωσαι κολάσεως τούς σοί βοῶντας·Ἀλληλούϊα.
Πηγή: Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα , Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ιερά Μητρόπολις Μόρφου , Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...