Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
23 Νοεμβρίου 2024

mhtropolh peiraiws logo 01

mhtropolh peiraiws logo 01

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 12η Ιουνίου 2017

ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΕΠΙΒΙΩΣΗ Ή ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ;

Η ζωή και ο θάνατος! Ιδού τα δύο μεγάλα μυστήρια για την κορωνίδα της δημιουργίας, τον άνθρωπο. Πιο είναι επί τέλους το νόημα της παρούσης ζωής; Ποιος είναι ο προορισμός μας; Τι υπάρχει πέραν του τάφου; Υπάρχει σκοπός στη ζωή μας ή ήρθαμε τυχαία στον κόσμο, ζούμε τυχαία και κάποια στιγμή θα πάψουμε να υπάρχουμε; Κάποιοι μας έφεραν σ’ αυτή τη ζωή, χωρίς να μας ρωτήσουν. Και από τότε που γεννηθήκαμε, είμαστε υποχρεωμένοι να ζήσουμε σ’ αυτό τον κόσμο, σ’ ένα κόσμο που είναι γεμάτος βάσανα, θλίψεις και πόνους, με τελική κατάληξη τον βιολογικό μας θάνατο.

Από τα πανάρχαια ακόμη χρόνια προβληματίστηκε ο άνθρωπος πάνω σ’ αυτά τα μεγάλα οντολογικά και υπαρξιακά ερωτήματα και προσπάθησε, μέσω των θρησκειών και του φιλοσοφικού στοχασμού, να δώσει αυθεντικές απαντήσεις. Αλλά και μέχρι σήμερα πολλοί άνθρωποι που έχουν φιλοσοφικές αναζητήσεις, και τολμούν να ανυψώσουν τις σκέψεις και τους προβληματισμούς των πέρα από τα στενά βιολογικά πλαίσια της παρούσης ζωής, βασανίζονται με παρόμοια ερωτήματα. Όμως πέρα από την φιλοσοφία και την θρησκεία υπάρχουν και οι επιστήμες της Ιατρικής, της Γενετικής και της Βιοτεχνολογίας, που εμπλέκονται στο πρόβλημα της ζωής και του θανάτου, και φιλοδοξούν να δώσουν όχι απλά απαντήσεις, αλλά να καταργήσουν το θάνατο!

Αφορμή για το παρόν άρθρο μας πήραμε από πρόσφατο δημοσίευμα στο περιοδικό «ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ», με θέμα: «ΜΠΟΡΕΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΝΑ ΝΙΚΗΣΕΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ; Ο ρόλος των θρησκειών Βουδισμός, Ισλάμ, Χριστιανισμός, της Νομικής και Ιατρικής». Πρόκειται για συνέντευξη που πήρε η δημοσιογράφος κ. Άννα Μπαλλή από τρεις εκπροσώπους θρησκειών και της βιοηθικής. Από τον κ. Ναϊμ Ελγαντούρ, πρόεδρο της Μουσουλμανικής Ένωσης Ελλάδος, τον κ. Θωμά Μαστακούρη, Δικηγόρο – συγγραφέα, L.L.Μ. στην βιοηθική, τον κ. Μάκη Αχλαδιώτη, δάσκαλο του Βουδισμού, του Βουδιστικού Κέντρου Αθήνας και τον κ. Γεώργιο Κατσιμίγκα, Νοσηλευτή – Θεολόγο, οι οποίοι έδωσαν ο καθένας τη δική του άποψη στο ερώτημα του θανάτου και της μετά θάνατον ζωής. Η εν λόγω δημοσιογράφος, βαθιά επηρεασμένη από το πνεύμα του συγχρόνου θρησκευτικού συγκρητισμού και μη ικανοποιημένη από τις απαντήσεις που δίδει η Εκκλησία μας στα παρά πάνω ερωτήματα, καταφεύγει στο Ισλάμ, στον Βουδισμό και στις επιστήμες, για να έχει όπως νομίζει, μια σφαιρική εικόνα του θέματος, χωρίς ωστόσο να παραθεωρεί και την διδασκαλία της Εκκλησίας, την οποία τοποθετεί μαζί με τις άλλες θρησκείες.

Όπως και άλλες φορές τονίσαμε, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας δεν είναι μια θρησκεία, όπως οι άλλες θρησκείες, έστω η καλλίτερη. Όλες οι θρησκείες αποτελούν κατ’ ουσίαν ανθρώπινα κατασκευάσματα, που εκφράζουν κατά κύριο λόγο ανθρώπινες υποκειμενικές επινοήσεις για τον Θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο, για τα παρόντα και τα έσχατα. Στον αντίποδα των θρησκειών βρίσκεται η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, η οποία δεν είναι ανθρώπινη ανακάλυψη, αλλά αποκάλυψη Θεού εν τω προσώπω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Υιού και Λόγου του Θεού. Ήρθε ο Χριστός στον κόσμο, όχι για να ιδρύσει μια ακόμη θρησκεία, αλλά για να επαναφέρει τον άνθρωπο στον αρχικό προορισμό, για τον οποίο τον έπλασε, να τον καταστήσει δηλαδή θείας φύσεως κοινωνό και μέτοχο της αληθινής και αιωνίου ζωής.

Αλλά εδώ είναι το τραγικό. Ο σύγχρονος άνθρωπος απέρριψε τον Χριστό και την ανάστασή του, με την οποία απέδειξε ότι είναι ο μόνος νικητής του θανάτου και ο μόνος χορηγός της ζωής και ανατρέχει στις θρησκείες του κόσμου και στην επιστήμη, για να λύσει τις υπαρξιακές του ανησυχίες. Ποθεί μια άλλου είδους «αιώνια ζωή», και όχι αυτή που μας δίδει ο Χριστός, σύμφωνα με το λόγο του «ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω.6,47) και πάλιν «αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον και εις κρίσιν ουκ έρχεται αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω.5,24). Θέλει να ζήσει την αιώνια ζωή μέσα στα πλαίσια της παρούσης ζωής.

Ας δούμε όμως περιληπτικά ποιες «εξηγήσεις» έδωσαν οι παραπάνω ερωτηθέντες από την κ. Μπαλλή. Ο Μουσουλμάνος κ. Ελγαντούρ, πιστός στη διδασκαλία του Κορανίου για την μεταθανάτιο ζωή, απορρίπτει την ιδέα της αιώνιας ζωής στα πλαίσια της παρούσης ζωής: «Να ζεις αιώνια και με τόσα προβλήματα που έχει η ζωή, βαριέσαι, κουράζεσαι […] Εμείς στο Ισλάμ ξέρουμε ότι αυτή η ζωή που ζούμε, που είναι 70, 80, 90 ή και 100 ετών, είναι πολύ μικρή μπροστά σε αυτή που θα ζήσουμε αργότερα και στην οποία δεν θα υπάρχει θάνατος. […] ξέρουμε ότι υπάρχει ανάσταση μετά το θάνατο. Είναι εκείνη η μέρα που θα σηκωθούμε όλοι και θα κριθούμε, σύμφωνα με αυτά που έχουμε κάνει». Πράγματι το Κοράνιο διδάσκει ανάσταση νεκρών, μέλλουσα κρίση, παράδεισο και κόλαση, αλλά η διδασκαλία γύρω από τα θέματα αυτά είναι ένα μίγμα ιουδαϊκών, χριστιανικών και άλλων παραδόσεων. Ο παράδεισος του Κορανίου έχει έντονα υλιστικό χαρακτήρα και περιλαμβάνει ό, τι ποθούσε ο Μωάμεθ, όταν ζούσε στην παρούσα ζωή. Δηλαδή πανέμορφους κήπους με πολυποίκιλα φαγητά και φρούτα, ποτάμια με νερό αδιάφθορο, ποτάμια από γάλα και ποτάμια από γλυκό κρασί. Επίσης όσοι θα πάνε στον παράδεισο, θα έχουν στη διάθεσή τους αγνές γυναίκες, (συζύγους). Για τον κάθε μουσουλμάνο αντιστοιχούν 72 «αιώνιες παρθένες» εξαιρετικής καλλονής.

Ο δικηγόρος, συγγραφέας και ειδικός σε θέματα Βιοηθικής και Βιοτεχνολογίας κ. Θωμάς Μαστακούρης, κάνει λόγο για «άλματα» της επιστήμης στον τομέα της βιοτεχνολογίας: «σκεφτείτε ότι δεν μιλάμε μόνο για τις επεμβάσεις στο ανθρώπινο γενετικό υλικό, όπως είναι η κλωνοποίηση ή το παιδί των τριών γονέων, αλλά και κάθε άλλο τομέα της ζωής, στον οποίο η επιστήμη έχει ανατρέψει τα δεδομένα: τεχνητή γονιμοποίηση, αμβλώσεις, μεταμοσχεύσεις, διατήρηση της ζωής (η μιας παρωδίας ζωής) με τεχνητά μέσα». Τα άλματα της επιστήμης στους παρά πάνω τομείς βεβαίως είναι όντως εντυπωσιακά. Ωστόσο παρά τις μέχρι σήμερα μεγάλες προόδους της επιστήμης στον τομέα της Γενετικής της Ιατρικής και της Βιοτεχνολογίας, αυτή εξακολουθεί ακόμη και μέχρι σήμερα να αδυνατεί να νικήσει τον θάνατο. Και είναι απόλυτα βέβαιο, ότι ουδέποτε, μέχρι συντελείας των αιώνων, θα μπορέσει να τον νικήσει, διότι η νίκη του θανάτου δεν είναι έργο ανθρώπινης δυνάμεως, αλλά θείας. Ο θάνατος ήδη νικήθηκε από τον μόνο νικητή του θανάτου τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό. Πέραν τούτου η αλματώδης ανάπτυξη της επιστήμης στους παρά πάνω τομείς έχει δημιουργήσει μια σωρεία προβλημάτων και απειλών, που θέτουν σε κίνδυνο το μέλλον ολοκλήρου της ανθρωπότητας. Ο διάσημος επιστήμων Jeremy Rifkin στο βιβλίο του «Ο αιώνας της βιοτεχνολογίας» απαριθμεί μερικά τέτοια προβλήματα: «α) Μήπως με τον αναπρογραμματισμό των γενετικών κωδίκων της ζωής αναλαμβάνουμε το ρίσκο της μοιραίας διακοπής μιας εξελικτικής ανάπτυξης εκατομμυρίων ετών; β) Μήπως η τεχνητή δημιουργία ζωής επιφέρει τον θάνατο του φυσικού κόσμου; γ) Μήπως μετατραπούμε σε ξένους μέσα σ’ έναν κόσμο του οποίου ο πληθυσμός θα αποτελείται από κλωνοποιημένα χιμαιρικά και διαγονιδιακά δημιουργήματα; δ) Μήπως η δημιουργία, η μαζική παραγωγή και η μαζική απελευθέρωση στο περιβάλλον χιλιάδων γενετικά κατασκευασμένων μορφών ζωής θα προκαλέσει μη αναστρέψιμη καταστροφή στη βιόσφαιρα, κάνοντας την γενετική ρύπανση ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τον πλανήτη απ’ ό,τι ήταν η πυρηνική και η πετροχημική ρύπανση; ε) Τι σημαίνει να είσαι μια ύπαρξη σε έναν κόσμο, όπου τα παιδιά σχεδιάζονται και γεννιούνται κατά παραγγελία και όπου οι άνθρωποι αποκτούν ταυτότητα, γίνονται στερεότυπα και διακρίνονται στη βάση του γονοτύπου τους;» [1]

Ο εκπρόσωπος του Βουδιστικού Κέντρου Αθήνας κ. Μάκης Αχλαδιώτης, μεταξύ άλλων είπε: «καθώς έχουμε αυτό το πολύτιμο σώμα, που η τάση του είναι να φτάσει στη φώτιση για το καλό όλων. Και αυτός είναι και ο σκοπός του Βουδισμού. Όταν οι συνθήκες που δημιούργησαν το σώμα μας πάψουν να υπάρχουν, τότε επέρχεται ο θάνατος. Και μιλάμε για τον θάνατο του σώματος, γιατί για μας τους βουδιστές το πνεύμα συνεχίζει και μετά το θάνατο, μάλιστα λέμε ότι δεν είμαστε το σώμα μας, αλλά έχουμε το σώμα μας, χρησιμοποιούμε το σώμα μας. Ανάλογα με τις εντυπώσεις που έχουμε «φυτέψει» στο νου κατά την περίοδο της ζωής, στην φάση του θανάτου αυτές οι εντυπώσεις έρχονται στην επιφάνεια και καθορίζουν την επόμενη μας επαναγέννηση». Ξεκάθαρα ο εκπρόσωπος του Βουδισμού δίνει την βουδιστική αντίληψη της ζωής και του θανάτου. Το πρώτο που θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε είναι ότι ο ιδρυτής του Βουδισμού, ο Σιντάρτα Γκαουτάμα, ήταν ένας απλός άνθρωπος, που έζησε στη βόρεια Ινδία τον 5ον π. Χ. αιώνα και τελικά πέθανε. Δεν μπόρεσε να νικήσει τον θάνατο, το μεγαλύτερο από όλα τα δεινά που μαστίζουν την ανθρωπότητα. Είχε φιλοσοφικές αναζητήσεις. Το μεγάλο πρόβλημα που τον απασχολούσε ήταν το πρόβλημα του πόνου, των θλίψεων και γενικά των δεινών που ταλαιπωρούν και βασανίζουν τον άνθρωπο. Προσπαθούσε να βρει την βαθύτερη αιτία τους και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να απαλλαγεί από αυτά. Στο τέλος, ύστερα από πολλές ενδοσκοπήσεις και εσωτερικό διαλογισμό και ζώντας ένα ασκητικό τρόπο ζωής, νόμισε ότι βρήκε αυτό που ζητούσε. Βρήκε, όπως ισχυρίζεται, «την έσχατη αλήθεια», που θα μπορούσε να οδηγήσει τον άνθρωπο στην πλήρη ελευθερία από όλα τα δεινά. Και πια ήταν αυτή; Έφθασε να «δει τα πράγματα έτσι όπως όντως είναι». Για τον Βούδα «όταν βλέπει κανείς πως όντως έχουν τα πράγματα», έχει υπερβεί κάθε είδους λύπη, ατέλεια και αποτυχία. Κεντρική διδασκαλία του Βούδα ήταν, ότι όλα τα δεινά της ζωής δεν είναι τυχαία, ή αμετακίνητα. Έχουν κάποια αιτία, η οποία όταν ξεριζωθεί, τότε τα δεινά και ο πόνος χάνονται. Τι είναι λοιπόν αυτό που πρέπει να ξεριζωθεί; Είναι ο «πόθος», ο εγωκεντρικός πόθος για τις απολαύσεις των αισθήσεων και για την ίδια τη ζωή. Όταν ο άνθρωπος νεκρώσει μέσα του αυτό τον πόθο, απελευθερώνεται από όλα τα δεινά και φθάνει σε μια άλλη κατάσταση που λέγεται νιρβάνα. Αυτός είναι ο «παράδεισος» του Βουδισμού, το «νιρβάνα», το «σβήσιμο» της ανθρώπινης ύπαρξης στη μακαριότητα του μηδέν, δηλαδή της ανυπαρξίας! Τότε λυτρώνεται και από τους συνεχείς κύκλους των μετενσαρκώσεων. Αλλά ο άνθρωπος είναι πλασμένος για τη ζωή, εκ φύσεως θέλει τη ζωή, αποστρέφεται τον θάνατο, διψάει για ζωή και μάλιστα για αιώνια ζωή μακαριότητος και ευτυχίας, χωρίς πόνους και θλίψεις. Πως λοιπόν μπορεί το σβήσιμο του πόθου για ζωή να είναι ένας παράδεισος για τον άνθρωπο; Το συμπέρασμα επομένως είναι ότι ο Βούδας, ούτε το πρόβλημα του πόνου μπόρεσε να λύσει, ούτε τον ίδιο τον θάνατο να νικήσει. Η «εσχάτη αλήθεια» την οποία αναζητούσε και την οποία νόμισε ότι βρήκε, τελικά δεν ήταν η επίγνωση των πραγμάτων, αλλά ο ίδιος ο Χριστός, «η οδός και αλήθεια και η ζωή», (Ιω.14,4).

Τέλος ο κ. Γεώργιος Κατσιμίγκας, διατύπωσε την χριστιανική άποψη περί θανάτου και μετά θάνατον ζωής. Έδωσε βέβαια κάποιες ορθές απαντήσεις, ωστόσο θα περιμέναμε να διατυπώσει με περισσότερη πληρότητα το αληθινό νόημα της αιώνιας ζωής και της εν Χριστώ κατάργησης του θανάτου.

Ποιο είναι τώρα το συμπέρασμα από όλες τις παραπάνω απόψεις; Ποιός από τους τρεις κατέχει και αποκαλύπτει την αλήθεια γύρω από τα μεγάλα αυτά ερωτήματα, ο Χριστός, ο Βούδας, ή ο Μωάμεθ; Είναι προφανές ότι την αποκαλύπτει εκείνος, που αποδεικνύει πάνω στα πράγματα, ότι είναι ο κύριος της ζωής και του θανάτου. Και αυτός βέβαια είναι μόνον ο Χριστός. Διότι ούτε ο Βούδας, ούτε ο Μωάμεθ, μπόρεσαν να νικήσουν τον θάνατο, ούτε να αναστήσουν άλλους ανθρώπους. Ούτε επίσης η επιστήμη της Γενετικής μπόρεσε να κατασκευάσει άνθρωπο, άφθαρτο και αθάνατο. Αντίθετα ο Χριστός αφού ανέστησε τον Λάζαρο, τον υιό της χήρας και την κόρη του Ιαείρου, στο τέλος ανέστησε και τον ίδιο τον Εαυτό του και αναλήφθηκε στους ουρανούς, για να αποδείξει ότι «εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει», (Ρωμ.6,9). Τώρα πια είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι Αυτός και μόνον Αυτός είναι «η ανάστασις και η ζωή» (Ιω.11,25).

Και κάτι ακόμη. Ο Χριστός δεν ήρθε να μας χαρίσει απλώς μια κάποια μετά θάνατον επιβίωση, αλλά ζωή αληθινή και ποιότητα μετά θάνατον ζωής! Ήρθε να μας χαρίσει «ά οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, ά ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» (Α΄ Κορ.2,9). Ήρθε να μας χαρίσει την μακαριότητα του παραδείσου, που δεν μπορεί να περιγραφεί με ανθρώπινες λέξεις. Και μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος, αφού ερεύνησε και διαπίστωσε με αντικειμενικότητα και χωρίς προκατάληψη τις πλάνες όλων των άλλων θρησκειών, στράφηκε σταθερά και αταλάντευτα προς τον Χριστό και έγινε μέτοχος της ιδικής του αληθινής και αιωνίου ζωής.  

Εκ του Γραφείου επί τω Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

[1] Ο Αιώνας της Βιοτεχνολογίας. Γενετικό Εμπόριο και η Αυγή του Θαυμαστού Καινούργιου Κόσμου, «Νέα σύνορα», Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα 1998, σελ.23

 

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

kwnstantinos ganwths 01


Διαβάζω κι ακούω κάποιους που θρηνολογούν για την οριστική απώλεια της απλότητας και της ποίησης στη ζωή μας και στο περιβάλλον μας έτσι, όπως το μεταμορφώσαμε. Τους διαβάζω, ακούω τα θρηνολογήματά τους και… σ’ ένα μέρος τους συμμερίζομαι. Προσπαθώ όμως να γίνω και κάπως κριτικός.

Ομολογώ πως κάθε δρομάκι και κάθε γειτονιά της Σκιάθου της εποχής του Παπαδιαμάντη μπορούσε να γίνει πίνακας ζωγραφικής, ενώ στις μέρες μας λιγόστεψαν τα γραφικά τοπία. Το ίδιο λιγόστεψε η γραφικότητα του κάθε διαβάτη, που βαδίζει βιαστικός στους δρόμους της σύγχρονης πόλης αλλά και των χωριών μας. Και πολλά πάρα πολλά κατασκευάσματα της σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας δεν μπορούν να δώσουν θέμα στους παραδοσιακούς καλλιτέχνες. Στους μοντέρνους καλλιτέχνες κάπως μπορούν να δώσουν θέμα, αλλά το αποτέλεσμα δεν συγκινεί, απλώς κινεί την περιέργεια και οι μοντέρνοι επισκέπτες των μουσείων μοντέρνας τέχνης υποκρίνονται πως τους αρέσουν, για να μη θεωρηθούν καθυστερημένοι.

Από δω αρχίζει η ανίχνευση της νοσηρότητας και του λάθους. Γιατί το καθυστερημένο δεν είναι καλό και άξιο; Γιατί η σμίλη και ο χρωστήρας του Θεού επιμένει να είναι τόσο καθυστερημένος αψηφώντας τον χλευασμό μας; Μας δίνει όμως μια πειστική απάντηση άκρως χαρακτηριστική της θεϊκής αγαθότητάς του. Μας αναγνωρίζει παιδιά του και μας σκεπάζει με τη χάρη του.

Μπορεί οι ανάγκες μιας πληθωρικής ανθρωπότητας να μας επιβάλλουν σχήματα και χρώματα μοντέρνα στις κατασκευές μας, αλλά να συντηρούμε και να εξακολουθούμε ν’ αγαπούμε και τα παραδοσιακά μας. Μπορούμε δηλαδή να δεχόμαστε τα μοντέρνα στο βαθμό της ανάγκης χωρίς να τα θεωρούμε αξίες ούτε αισθητικές ούτε βιοτικές. Μπορούμε δηλαδή να κατασκευάζομε πολυώροφα οικοδομήματα, όπου υπάρχει ανάγκη, χωρίς όμως να αξιολογούμε αισθητικά και πολιτιστικά ακόμη τα κατασκευάσματα αυτά ως αντιπροσωπευτικότερα της ανθρώπινης προόδου.

Η ιστορία μας επιβάλλει άλλα σχήματα και άλλα μεγέθη σε σύγκριση προς τα παλιά, αλλά δεν πρέπει να μας ενθουσιάζουν επειδή είναι άλλα. Η αμαρτία του καινούργιου σχήματος έγκειται στο ότι θεωρείται και γίνεται δεκτό όχι μόνο ως αναγκαίο αλλά ως καλύτερο. Άλλωστε αυτό γίνεται αισθητό από την αδυναμία του να γίνει δεκτό από την τέχνη. Αυτό, νομίζω, έγινε και αιτία της αφηρημένης τέχνης. Επειδή τα μοντέρνα σχήματα είναι άμουσα, η αφαίρεση στην τέχνη φέρνει μια ασάφεια, για ν’ αποφύγει τη γελοιοποίηση.

Αν ο σύγχρονος άνθρωπος ξυπνούσε με την προσευχή του και συνέχιζε την ημέρα του με το «Κύριε ελέησον», ό,τι μοντέρνο επινοούσε και κατασκεύαζε, για να θεραπεύσει τις ανάγκες ενός τόσο πολυπληθέστερου κόσμου, θα το αισθανόταν ως δωρεά του Θεού, και όχι ως θρίαμβο του αλλοτριωμένου ανθρώπου, ως άλλον πύργο Βαβέλ δηλαδή. Πιστεύω ότι είναι άνετα δυνατόν ένας πιλότος να οδηγεί ένα Μπόινγκ πάνω στα 30000 πόδια δοξάζοντας το Θεό για τα μεγαλεία του καθώς θα βλέπει από κάτω του τα Ιμαλάϊα και καθώς θ’ απολαμβάνει την ευκολία να νικάει τις αποστάσεις. Έτσι δεν θα ‘κανε κι ο απόστολος Παύλος, αν πήγαινε στην Ιταλία με ένα ελικόπτερο; Γιατί όμως όταν απολαμβάνουμε τις πιο υψηλές δωρεές του Θεού, τις κλέβουμε απ’ τα χέρια του και τις αισθανόμαστε «δικές μας» χωρίς κι εμείς να είμαστε «δικοί του»; Εδώ συναντώ την αμαρτία του πολιτισμού.

Ένας πολιτισμός της ευχαριστίας, της αναφοράς κάθε πρωτοβουλίας στη φώτιση του Θεού με την επικοινωνία της προσευχής, θα κάνει αμέσως τους ανθρώπους αθώους και εγκρατείς. Ίσως να κάνει λίγο βραδύτερους τους ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά θα καθιστά την ανάπτυξη προσιτή σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, δεν θα πετά στο περιθώριο τόσο μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.

Ο Θεός έδωσε τη δυνατότητα στον άνθρωπο να γίνει και δαίμονας με την αλαζονεία του. Γι’ αυτό ο κάθε χαρισματικός άνθρωπος εύκολα κυριεύεται από την τάση να ξεπεράσει κάθε όριο και να αισθανθεί ένα προσωπικό θρίαμβο. Αυτός είναι ο ανθρώπινος εωσφορισμός. Μπορεί κανείς να ιδεί αυτή την τάση εκφρασμένη σαφέστατα στον Επιτάφιο του Περικλή.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει επισημάνει καίρια τη σημασία της κάθε προκοπής και κάθε πρωτοβουλίας του ανθρώπου και γι’ αυτό έχει εφαρμόσει τον «αγιασμό» ως προϋπόθεση επιτυχίας. Κάθε σπίτι εγκαινιάζεται με αγιασμό, αλλά κάθε κατάστημα, εργοστάσιο, νοσοκομείο, αυτοκίνητο, μηχανάκι, καράβι και γενικά κάθε κατασκεύασμα του ανθρώπου, για να γίνει και να λειτουργεί με την ευλογία του Θεού. Και κάθε σχολικό έτος ξεκινάει με αγιασμό, όπως και κάθε κυβέρνηση της χώρας.

Ας εμβαθύνουμε λοιπόν το νόημα του αγιασμού, που εγκαινιάζει κάθε βήμα του πολιτισμού, για να καταλάβουμε γιατί αποτυγχάνουμε ή επιτυγχάνουμε στα έργα μας σ’ αυτή τη ζωή.

 

Πηγή: Η άλλη όψη

p kyrillos kwstopoylos 01


Ἡ ἄποψη ὅτι τὸ θέμα τῆς ἀμφίεσης τῆς γυναικός, μέσα στὰ πλαίσια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἀγῶνος καὶ τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς, δὲν εἶναι καὶ τόσο σημαντικό, εἶναι λανθασμένη.

Ἀπὸ τὴν Ἀρχαιότητα ἀκόμη ὑπῆρχε ἡ γνώμη ὅτι ὅταν ἡ γυναίκα δὲν προσέξη τὴν σεμνὴ ἐνδυμασία ἀποβάλλει καὶ τὴν αἰδώ: «Ἅμα δὲ κιθῶνι (χιτῶνι) ἐκδυομένῳ συνεκδύεται καὶ τὴν αἰδῶ γυνή» (Ἡροδότου, Ἱστορία, 1, 8, 14).

Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη βλέπουμε ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Δημιουργός μας Θεὸς φρόντισε νὰ ἐνδύση τὰ γυμνὰ σώματα τῶν πρωτοπλάστων μετὰ τὴν πτώση τους: «Καὶ ἐποίησεν κύριος ὁ θεὸς τῷ Ἀδὰμ καὶ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ χιτῶνας δερματίνους καὶ ἐνέδυσεν αὐτούς» (Γέν. 3, 21). Ἡ ἐνδυμασία ἐδόθη στὸν ἄνθρωπο μετὰ τὴν παρακοή του, γιὰ νὰ καλύπτη τὸ σῶμα του καὶ νὰ ἐνθυμῆται τὴν πτώση του καὶ τὴν ἀπογύμνωσή του ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτὸ τὸ ἔκαμε ὁ Θεὸς «πρὸς τὸ μὴ γυμνοὺς εἶναι καὶ ἐνασχημονεῖν», κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο (βλ. PG 53,149).

Στὴν Καινὴ Διαθήκη ἡ ἐνδυμασία ὑφίσταται ὡς κάλυψη τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ,  δηλαδή τοῦ σώματός μας (πρβλ. Α´ Κορ. 3, 16. 6, 19. Β´ Κορ. 6, 16),  ἀλλὰ καὶ ὡς σφραγίδα ἁγνότητος, συνεχοῦς νήψεως καὶ ὑγείας πνευματικῆς ( Πρβλ. Μάρκ. 5, 15. Λουκ. 8, 35).

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τὴν σημασία, τὴν ὁποία ἔχει ἡ ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση, ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν χριστιανὴ γυναίκα ποὺ θέλει νὰ εἶναι θεοσεβής: «Ὡσαύτως [καὶ] γυναῖκας ἐν καταστολῇ (δηλ. ἐνδυμασία) κοσμίῳ μετὰ αἰδοῦς καὶ σωφροσύνης κοσμεῖν ἑαυτάς, μὴ ἐν πλέγμασιν καὶ χρυσίῳ ἢ μαργαρίταις ἢ ἱματισμῷ πολυτελεῖ, ἀλλ᾽ ὃ πρέπει γυναιξὶν ἐπαγγελλομέναις θεοσέβειαν» (Α´ Τιμ. 2, 9-10). Στὸ χωρίο αὐτὸ δηλώνεται ἐμφανέστατα ὅτι ἡ ἐνδυμασία δὲν εἶναι δευτερευούσης σημασίας, ἀλλὰ φανερώνει τὴν σεμνότητα ἢ μὴ τῆς ψυχῆς: «Τῇ περιβολῇ μηνυούσῃ τῶν ψυχῶν τὴν σεμνότητα» (PG 82, 801).

Ἔτσι, λοιπόν, ὅποιοι καὶ ὅποιες «ἀναισχύντως ἀπογυμνοῦν, ἃ συγκαλύπτειν εὐσχημονέστερον» (Μ. Βασιλείου), δὲν καλύπτουν, δηλαδή, τὸ σῶμα τους καὶ τὸ ἀποκαλύπτουν στὰ μάτια τῶν ἄλλων, αὐτοὶ εἶναι ἄσεμνοι - ἀσεβεῖς. Καὶ τοῦτο γιατὶ ἀσεβοῦν σὲ κάτι ποὺ δὲν τοὺς ἀνήκει, ἀφοῦ τὸ σῶμα μας ἀνήκει στὸν Δημιουργό μας Θεό: «ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς» (Α´ Κορ. 6, 20). Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος εἶναι κατηγορηματικός: «Εἰ γὰρ ἀλλότριόν ἐστι τὸ σῶμα, οὐκ ἔχετε ἐξουσίαν ἀλλότριον σῶμα ὑβρίζειν, φησὶ, καὶ μάλιστα ὅταν ᾖ Δεσποτικόν, οὐδὲ ναὸν μολύνειν τοῦ Πνεύματος» (PG 61,147). Ἀλλὰ καὶ ὁ Μ. Ἀθανάσιος εἶναι ἀπόλυτος στὸ ζήτημα τῆς σεμνότητος: «Οὐκ ἐκδύσῃ γυμνός· νυκτὸς δὲ καὶ ἡμέρας τὸ ἱμάτιόν σου ἔστω καλύπτον τὴν σάρκα σου» (Πρβλ. PG 28, 264C).

Καταφαίνεται, λοιπόν, ἐκ τῶν ἀνωτέρω ὅτι ἡ σεμνὴ ἐνδυμασία φανερώνει τὴν ταπεινὴ καὶ ἁγνὴ ψυχή, διότι ἡ ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση ὁπωσδήποτε ἐπιδρᾶ οὐσιαστικῶς στὴν ψυχή. Εἴτε τὴν ξιπάζει, τὴν φέρνει σὲ κενοδοξία καὶ ἔπαρση μὲ τὴν ἀνταρσία τῆς ἀσέμνου περιβολῆς εἴτε τὴν φέρνει σὲ κατανυκτικὴ ὑποταγὴ καὶ ταπείνωση μὲ τὴν σεμνὴ καὶ μεμετρημένη περιβολή. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ἐπισημαίνει ὅτι τὸ «πανταχόθεν περιστέλλεσθαι καλῶς, ὅπερ ἐστὶ πολλοῦ φόβου σημαντικόν», δηλαδὴ ὅτι ἡ σεμνὴ ἐνδυμασία δηλώνει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. (Βλ. PG 95, 1005).

Ἡ ἄσεμνος ἐνδυμασία, «τὸ πάθος τοῦ καλλωπισμοῦ τῆς περιβολῆς τῶν ἱματίων», κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, ὁδηγεῖ στὴν πορνεία, ἡ ὁποία εἶναι τὸ ἄμεσο ἢ ἀπώτερο κίνητρο γιὰ τὴν χρήση της. Ἡ σεμνότητα, ἀντιθέτως, τὴν ἀποτρέπει καὶ ἑλκύει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ἄσεμνη, ὅμως, εἶναι καὶ ἡ χρήση τῆς ἀνδρικῆς ἐνδυμασίας (πανταλόνι) ἀπὸ τὶς γυναῖκες. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ καὶ σέβεται τὴν προσωπικὴ ταυτότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Εἶναι ἀντίθετη στὴν ἰσοπέδωση τῶν δύο φύλων, ἡ ὁποία μετὰ μανίας ἐπιχειρεῖται κυρίως στὴν ἐποχή μας μὲ τὴν ἀνδρικὴ ἀμφίεση τῶν γυναικῶν. Ὁ Θεὸς καὶ Δημιουργός μας ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀκόμη ἐφιστᾶ τὴν προσοχὴ στὸ θέμα αὐτό. Διαβάζουμε στὸ Δευτερονόμιο: «Οὐκ ἔσται σκεύη ἀνδρὸς ἐπὶ γυναικί, οὐδὲ μὴ ἐνδύσηται ἀνὴρ στολὴν γυναικείαν, ὅτι βδέλυγμα κυρίῳ τῷ θεῷ σού ἐστιν πᾶς ποιῶν ταῦτα» (22, 5). Ὁ ὅρος «βδέλυγμα» δηλαδὴ «ἀηδία, σιχασιά, ἀποστροφή, βδελυγμία», δηλώνει πόσο σοβαρῶς λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψιν ὁ Δημιουργός μας Θεὸς τὴν ἐναλλαγὴ τῆς ἐνδυμασίας μεταξὺ ἀνδρὸς καὶ γυναικός. Δὲν θέλει νὰ διαταράσσεται ἡ φυσικὴ τάξη διαχωρισμοῦ ἀρσενικοῦ καὶ θηλυκοῦ. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἑρμηνεύοντας τὸ προηγούμενο χωρίο, ἐπισημαίνει ὅτι ἀποτελεῖ ἀκαλλέστατο, ἄσχημο θέαμα καὶ βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἡ ἔνδυση τῆς γυναικὸς μὲ ἀνδρικὸ ἔνδυμα, ἐνῶ ἡ χρήση γυναικείων συνηθειῶν στὴν ἔνδυση ἐκ μέρους τῶν ἀνδρῶν ἀποτελεῖ ἔσχατο σημεῖο ἐκθηλυσμοῦ (Βλ. PG 68, 368A).

Ἐπειδή, ὅπως κατανοοῦμε, τὸ ζήτημα τῆς ἐναλλαγῆς τῆς ἐνδυμασίας μεταξὺ τῶν δύο φύλων δὲν εἶναι παρωνυχίδα, γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀσχολήθηκαν καὶ οἱ Πατέρες στηλιτεύοντάς το. Οἱ Πατέρες οἱ συγκροτήσαντες τὴν ἐν Γάγγρᾳ Σύνοδο (340) εἶναι τόσο κατηγορηματικοί στὸ θέμα αὐτό, ὥστε μὲ τὸν ΙΓ´ κανόνα τους ἀναθεματίζουν τὴν γυναίκα, ἡ ὁποία θὰ ἐνδυθῆ μὲ ἀνδρικὰ ροῦχα, ἔστω καὶ μὲ τὴν ἀγαθὴ πρόθεση τῆς μοναστικῆς ἀσκήσεως: «Εἴ τις γυνὴ διὰ νομιζομένην ἄσκησιν μεταβάλλοιτο ἀμφίασμα, καὶ ἀντὶ τοῦ εἰωθότος γυναικείου ἀμφιάσματος ἀνδρῷον ἀναλάβοι, ἀνάθεμα ἔστω» (Ράλλη-Ποτλῆ, Σύνταγμα 3,  109). Στὸν κανόνα αὐτὸ γίνεται γιὰ πρώτη φορὰ διαχωρισμὸς  μεταξὺ γυναικείου καὶ ἀνδρικοῦ ἀμφιάσματος καὶ «κατάλληλος τῇ γυναικείᾳ φύσει στολή» (Βαλσαμών, ὅπ.π.). Ἡ Ἐκκλησία ἐντοπίζει γρήγορα τὸν κίνδυνο ποὺ ἐλλοχεύει μὲ αὐτὴ τὴν καινοτομία καὶ τὴν καταδικάζει πρὶν  ἐξαπλωθῆ στὸ σύνολο τοῦ γυναικείου κόσμου.

Ἐπιπροσθέτως, ἡ ΣΤ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (691) μὲ τὸν ΞΒ´κανόνα ἐπανέρχεται στὸ θέμα αὐτὸ καὶ ἐπιβάλλει ἐπιτίμιο ἀφορισμοῦ σὲ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔστω καὶ χάριν ἀστειότητος θὰ ἐνδυθοῦν τὸ ἔνδυμα τοῦ ἀντιθέτου φύλου: «Μηδένα ἄνδρα γυναικείαν στολὴν ἐνδιδύσκεσθαι, ἢ γυναῖκα τὴν ἀδράσιν ἁρμόδιον... τοὺς οὖν ἀπὸ τοῦ νῦν τι τῶν προειρημένων ἐπιτελεῖν ἐγχειροῦντας... ἀφορίζεσθαι» (Ράλλη-Ποτλῆ, Σύνταγμα 2, σ. 448). Ὁ Ὅσιος Νικόδημος, σχολιάζοντας τὸν κανόνα αὐτόν, λέγει μεταξὺ ἄλλων: «Καὶ ὄντος (sic) βδελύγματα εἶναι ταῦτα εἰς τὸν Θεόν, καὶ τῶν χριστιανῶν ἀλλότρια, τὰ ὁποῖα πρέπει οἱ Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς νὰ ἐπιμεληθοῦν μὲ ὅλα τὰ δυνατά των, νὰ τὰ ἐμποδίσουν, ὡς κατηγορίαν ὄντα τοῦ Χριστιανισμοῦ, μὲ ἐπιτίμιον ἀφορισμοῦ» (Πηδάλιον [1976], σ. 276). Στὸν κανόνα αὐτὸ διαφαίνεται γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ἡ αὐστηρὴ προσήλωση τῶν Πατέρων στὴν τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ περὶ ἀπαγορεύσεως ἐνδύσεως τῶν γυναικῶν μὲ  ἀνδρικὰ ροῦχα καὶ τὸ ἀντίθετο.

Ἡ ἀπαγόρευση τοῦ ὡς ἄνω κανόνος δὲν ἀναφέρεται στὴν ἐνδυμασία τῆς γυναικὸς μόνον ὅταν αὐτὴ εὑρίσκεται στὸν Ἱερὸ Ναό, ἀλλὰ «ὁτεδήποτε», σὲ ὅλη τὴν καθ᾽ ἡμέραν ζωή της, ὅπως ὑπογραμμίζει ὁ Βαλσαμών.

Τὰ φεμινιστικὰ κινήματα προσπάθησαν καὶ προσπαθοῦν νὰ ἐξισώσουν τὴν γυναίκα μὲ τὸν ἄνδρα. Πῶς ὅμως; Κατὰ τὴν γνώμη μας ἀλλοπρόσαλλα καὶ συμπλεγματικά, ἀρνούμενα τὶς πνευματικὲς ἀξίες καὶ παραθεωροῦντα τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία περὶ γυναικός. Ὅμως, ἡ τρομερὴ ἐξάπλωση τῶν γυναικείων νευρώσεων καὶ ἡ ἀπώλεια τῆς ἀτομικῆς καὶ κοινωνικῆς τους ἰσορροπίας ἀπέδειξαν περίτρανα ὅτι στὴν πραγματικότητα ὁδήγησαν τὴν γυναίκα σὲ ἀπαράδεκτο σχιζοφρενικὸ ἀδιέξοδο.

Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος προτρέπει τὶς γυναῖκες νὰ ἀποφεύγουν τὴν ἐξεζητημένη καὶ ἄσεμνη ἐνδυμασία, χαρακτηρίζοντάς την ὡς μανία. Συνιστᾶ δὲ νὰ μεταθέσουν τὴν φροντίδα ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση τοῦ σώματος στὴν ἐσώτερη ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ ὁ ἐξωτερικὸς στολισμὸς δὲν τὴν ἀφήνει νὰ φανῆ ὡραία ἐσωτερικῶς. Λέγει συγκεκριμένα: «Παῦσαι τῆς μανίας, γύναι, ἐπὶ τὴν ψυχὴν μετάγαγε τὴν τοιαύτην σπουδὴν, ἐπὶ τὴν ἔσω ἐμπρέπειαν· οὗτος γὰρ ὁ κόσμος ὁ ἔξωθεν περικείμενος οὐκ ἀφίησι τὸν ἔνδον γενέσθαι καλόν» (PG 62, 542).

Ἴσως, ὅμως, ἀντείπει κάποιος ὅτι ἠμπορεῖ νὰ κινῆται ἐλεύθερα, ὡς ἐλεύθερο ὄν. Στὴν Ἁγία Γραφή, ὡστόσο, βλέπουμε ὅτι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ εἶναι ὀντολογική, πρέπει νὰ ἔχη κέντρο της τὴν ἀγάπη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει: «Ὑμεῖς γὰρ ἐπ’ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί· μόνον μὴ τὴν ἐλευθερίαν εἰς ἀφορμὴν τῇ σαρκί, ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις» (Γαλ. 5, 13). Συνεπῶς ἡ ἐλευθερία δὲν χαρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο Κύριο στὸν ἄνθρωπο, «ἵνα ἀδεῶς ἁμαρτάνει» (PG 82, 496B). Κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, ὁ Χριστὸς μᾶς ἀπελευθέρωσε ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῆς δουλείας καὶ μᾶς κατέστησε κυρίαρχους τῶν πράξεών μας, ὄχι γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε αὐτὴν τὴν ἐξουσία γιὰ τὴν διάπραξη τῆς κακίας, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν θεωρήσουμε ὡς ἀφορμὴ πνευματικοῦ κέρδους καὶ νὰ ζήσουμε μὲ πραγματικὴ φιλόσοφο διάθεση (PG 61, 669).

Kαταλήγοντας, ὑπογραμμίζουμε ὅτι ἡ διάκριση τῶν φύλων ἔχει τὴν καταβολή της στὴν δημιουργία καὶ πρέπει νὰ γίνη σεβαστὴ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ γυναίκα ποὺ ἐνδύεται τὸ ἀνδρικὸ ἔνδυμα – πανταλόνι ἀντιστρατεύεται στὴν διάκριση αὐτὴ καὶ ἄρα στρέφεται κατὰ τοῦ Δημιουργοῦ της.

Πρέπει νὰ κατανοήση ἡ γυναίκα ὅτι ἡ ἐντολὴ αὐτὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως περὶ ἐνδυμασίας δὲν εἶναι ἀνθρώπινη γνώμη καὶ ἄποψη, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Δημιουργοῦ της Θεοῦ. Καὶ τὸ Θεῖο θέλημα πρέπει νὰ εἶναι ἡ βάση τῆς πίστεώς της καὶ τῆς ὅλης ζωῆς της.

 

Πηγή: Ακτίνες

analypsh 04


Το βασικό και ουσιαστικό χαρακτηριστικό της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι η χρήση, η τιμή και η προσκύνηση των ιερών εικόνων του Ιησού Χριστού, της Θεοτόκου και όλων των Αγίων. Διότι με αυτές εκφράζεται τόσον ο εγκόσμιος, όσον και ο υπερκόσμιος χαρακτήρας της. Την πραγματικότητα αυτή θέλησαν να τονίσουν οι εκκλησιαστικοί εκείνοι πατέρες, οι οποίοι ονόμασαν την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής «Κυριακήν της Ορθοδοξίας». Κάτω αυτήν εορτάζεται η επέτειος της αποφασισθείσης αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το 843, σύμφωνα με την απόφαση της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου.

Βεβαίως την τιμή και προσκύνηση των ιερών εικόνων επιβάλλουν και υπαγορεύουν διάφοροι λόγοι.

Πρώτος είναι η ανάγκη να προσηλωθή η σκέψη και η ψυχή των πιστών στους αποδέκτες των προσευχών, των δεήσεων και των παρακλήσεών τους, αλλά και των αίνων και των ευχαριστιών τους, δηλαδή στους εικονιζόμενους Αγίους. Οι πιστοί προσευχόμενοι ενώπιον των ιερών εικόνων αναπαύονται ψυχικά, βλέποντες τις συγκεκριμένες μορφές των εικονιζομένων Αγίων, έστω και όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος «εν εσόπτρω και εν αινίγματι», και τούτο διότι έτσι αισθάνονται την παρουσία εκείνων στη μεσιτεία και στις πρεσβείες τους προς τον Θεόν και τους εμπιστεύονται στις δεήσεις και στα αιτήματα των προσευχών τους.

Δεύτερος ουσιαστικός λόγος είναι η μεγάλη διδακτική αξία των ιερών εικόνων, ως εκ της θέσεώς τους στους ιερούς ναούς και στη θεία λατρεία. Με αυτές διδάσκεται κάθε χριστιανός, πόσον επιβραβεύει ο Θεός και η Εκκλησία του όλους εκείνους, οι οποίοι έμειναν στη γη πιστοί στο θέλημά Του και αναδείχθηκαν άξιοι του σταυρικού θανάτου και του απολυτρωτικού έργου του Θεανθρώπου. Την επιβράβευση αυτή εκφράζουν στις εικόνες ιδιαίτερα ο φωτοστέφανος των Αγίων.

Τρίτος λόγος είναι η πολυμερής ιερότητα των ιερών εικόνων, η οποία απορρέει από διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων σημαντικότεροι είναι η θέση των ιερών εικόνων στους ιερούς ναούς και τη θεία λατρεία, η θεολογική διδασκαλία της Εκκλησίας, ότι κάθε τιμή και προσκύνηση των ιερών εικόνων, «επί το πρωτότυπον διαβαίνει» και τα διάφορα ιστορικά θαύματα, τα οποία απεδόθησαν σ' αυτές.

Ο προσευχόμενος ενώπιον των εικόνων αισθάνεται ότι βρίσκεται σε ένα ζωντανό προσωπικό διάλογο με τους εικονιζόμενους αγίους του Θεού. Η εικόνα θα μπορούσε να παρομοιασθεί με τον θεοφιλή διερμηνέα του διαλόγου αυτού και τον μεσάζοντα εκείνον, ο οποίος καθηλώνει όλη την ύπαρξη του προσευχομένου.

Γι' αυτό και η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος εχαρακτήρισε την τιμή και προσκύνηση των ιερών εικόνων ως «έγκριτον θεάρεστον θεσμοθεσίαν και παράδοσιν της Εκκλησίας, ευσεβές αίτημα και ανάγκην του πληρώματος αυτής».

Με τις εικόνες αυτές δεν παραβιάζεται ούτε απογυμνώνεται το απερίγραπτον της Θεότητος, αλλα απλώς περιγράφεται μόνον η ιστορική θεναδρική παράσταση της επί γής παρουσίας και ζωής του Ιησού Χριστού. Δεδομένου ότι όλοι οι εικονιζόμενοι Άγιοι είναι «κατ' εικόνα και ομοίωσιν Θεού» εκτυπώματα της μιάς Θεότητος, οι ιερές εικόνες τους είναι εκτυπώματα της πνευματικής τελειώσεώς τους στον κόσμο, σύμφωνα πάντοτε με την διακήρυξη του Μεγάλου Βασιλείου «η τιμή και η προσκύνησις των ιερών εικόνων επί το πρωτότυπον διαβαίνει».

Οι πρώτοι εικονομάχοι, παρακινούμενοι συστηματικά από τις κατηγορίες των Ιουδαϊστών, περί ειδωλολατρείας των χριστιανών εκείνων που τιμούσαν και προσκυνούσαν τις ιερές εικόνες, μεγαλοποιούσαν κάποιες παρεκκλίσεις και ακρότητες και εξεμεταλλεύονταν, δυσφημιστικά, καάποια μεμονωμένα περιστατικά απλοϊκών, αγραμμάτων και ενίοτε θρησκολήπτων χριστιανών που εκτρέπονταν σε υπερβολές και καταχρήσεις της τιμής των ιερών εικόνων.

Η Εκκλησία με την ορθόδοξη διδασκαλία της που ανέπτυξε για την τιμή και προσκύνηση των ιερών εικόνων, αντιμετώπισε εγκαίρως τα φαινόμενα αυτά των μεμονωμένων περιστατικών καταχρήσεων. Η ορθή διδασκαλία της είχε ήδη διατυπωθεί από τον Μέγα Βασίλειο. Κατά το πνεύμα δε των αποφάσεων της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου και οι εικόνες διδάσκουν την κατά χάρη εξομοίωση των εικονιζομένων Αγίων με το Θεό, διά της αγιότητος του βίου τους, γι' αυτό και αρμόζει σ' αυτές τιμή και προσκύνηση. Σχετικά ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: «ο μη προσκυνών εχθρός εστί του Χριστού και της Αγίας Θεοτόκου και των Αγίων, εκδικητής δε του διαβόλου και των δαιμόνων, έργω επιδεικνύμενος την λύπην, ότι οι άγιοι του Θεού τιμώνται και δοξάζονται, ο δε διάβολος καταισχύνεται. Η γαρ εικών θριάμβωσίς εστι και φανέρωσις και στηλογραφία εις μνήμην της νίκης των αριστευσάντων και της αισχύνης των ηττηθέντων και καταβληθέντων».

Οι πιστοί «βλέποντες τας αναζωγραφήσεις», δηλαδή τις εικόνες, ανάγονται «εις έννοιαν και τιμήν του εικονισθέντος». Επομένως η εικόνα δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον, με το οποίο ο πιστός ανάγεται εις έννοιαν, μνήμη του θεαρέστου βίου του εικονιζομένου αγίου και έτσι προτρέπεται σε ομοίωσή του, που αποτελεί και την τιμή του εικονιζομένου αγίου ή μάρτυρος.

Με όλα αυτά, συμπεραίνεται ότι η ομοιότητα, σχετική ή απόλυτη, της ιστορικής, πραγματικής μορφής του πρωτοτύπου και της εξεικονιζομένης στην εικόνα, είναι κάτι το δευτερεύον στις εκκλησιαστικές εικόνες. Το πρωτεύον και κύριον σ' αυτές είναι η ιδιότητα και η ικανότητά τους να ανάγουν στα πρωτότυπά τους και σ' αυτό συμβάλλει σημαντικά η επιγραφή, δηλαδή η αναγραφή επάνω τους του ονόματος του εικονιζομένου. Και βέβαια η μορφή του κάθε εικονιζομένου δεν είναι επινόηση των ζωγράφων, αλλά όπως παρατηρεί ο ιερός Φώτιος «της γαρ ανέκαθεν αποστολικής τε και πατρικής παραδόσεως το θείον και αδιάπτωτον κήρυγμα, και κατά τους ιδίους και ιερούς θεσμούς εργαζομένη ταύτην και τεχνιτεύουσα, εικονίζει τε και μορφοποιεί ουδέν της υλικής ακοσμίας, ή της ανθρωπίνης περιεργείας, εν αυτοίς εώσα παρρησιάζεσθαι. Όλον δε το έργον εαυτής δεικνύσα και αποφαίνουσα, καθαράς ημίν και ακιβδήλους εν τοις σεπτοίς εικονίσμασι τας των πρωτοτύπων εμφάσεις ιεροπρεπώς τε και ιεροτύπως παρέχεται».

Η εικόνα είναι, κατά τον ιερό Φώτιο, «αυτόχρημα αρχέτυπον» κατά την μορφή, την κλήση, τα ινδάλματα του αρχετύπου, κυρίως όμως κατά το βαθύτερο θεολογικό της περιεχόμενο και την αγιαστική χάρη και ευλογία του εικονιζομένου, η οποία επιφοιτά σ' αυτή αδιαλείπτως, ως και στο αρχέτυπο, και με την οποία κοινωνούν με κάθε τρόπο όσοι τιμούν το πρωτότυπον και όσοι προσκυνούν τιμητικά την εικόνα του.

 

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...