Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2695
ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ
Εὐλογημένε τοῦ Κυρίου Λαέ
Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐπικοινωνεῖ μαζί σας, τούς Κληρικούς καί λαϊκούς, δηλαδή τόν Λαό τοῦ Θεοῦ, πού εἶσθε βαπτισμένοι στό Ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ἔχετε τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί βεβαίως ἐκδηλώνετε αὐτήν τήν πίστη σας μέ διαφόρους τρόπους, γιά νά σᾶς ἐνημερώση ἐπισήμως γιά ἕνα σπουδαῖο θέμα πού ἀπασχολεῖ αὐτές τίς ἡμέρες τόν ἔντυπο καί ἠλεκτρονικό τύπο. Πρόκειται γιά τό θέμα τοῦ τύπου τῶν νέων ταυτοτήτων καί ἰδιαιτέρως γιά τό πρόβλημα τῆς ἀναγραφῆς ἤ ἀπαλείψεως τοῦ θρησκεύματος ἀπό αὐτές. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ αἴσθημα εὐθύνης ἀπέναντι στόν Λαό τοῦ Θεοῦ, μέ σεβασμό στίς διαχρονικές παραδόσεις αὐτοῦ τοῦ τόπου καί μέ πίστη ἀκλόνητη στόν Θεό αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά σᾶς ἐνημερώση ὑπεύθυνα καί εἰλικρινά γιά τό θέμα πού ἀνέκυψε.
1. Τίς τελευταῖες δεκαετίες ἔγινε πολύς λόγος γιά τήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Ψηφίσθηκαν σχετικοί νόμοι, ἐκδόθηκαν ὑπουργικές ἀποφάσεις, ἀλλά δέν γινόταν αὐτή ἡ ἀλλαγή στό θρήσκευμα, γιατί ἀντιδροῦσε ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ, καθώς ἐπίσης καί πολλοί Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Βουλευτές στό Ἑλληνικό Κοινοβούλιο ἀντελήφθησαν τήν σοβαρότητα τοῦ θέματος καί δέν υἱοθετοῦσαν ἀλλαγές στήν ὑπάρχουσα κατάσταση. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀντιμετώπισε τά θέματα μέ ὑπευθυνότητα, νηφαλιότητα, ψυχραιμία, ἀλλά καί γνώση τοῦ ἀντικειμένου καί τῶν προεκτάσεών του. Συνέστησε Εἰδική Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία μελέτησε ὅλες τίς παραμέτρους του, ἀπέστειλε σχετικά ἔγγραφα στούς ἁρμόδιους Ὑπουργούς, ἀπέφυγε νά ἀνακινήση τό θέμα αὐτό κατά τήν προεκλογική περίοδο, πού θά εἶχε ἀσφαλῶς ἐπιπτώσεις στά πολιτικά πράγματα, εἶχε συναντήσεις μέ διαφόρους φορεῖς τῆς Πολιτείας καί ἀνέμενε νά ἀντιμετωπισθῇ εἰρηνικῶς τό ζήτημα αὐτό.
Ἀλλά καί ἡ Πολιτεία ἔδειχνε προσοχή καί ὑπευθυνότητα, παρά τίς διάφορες φωνές πού ἀκούγονταν καί τίς διαδόσεις πού ἔβλεπαν τό φῶς τῆς δημοσιότητας. Ἡ Πολιτεία ἔδωσε ἐπίσημες γραπτές καί προφορικές διαβεβαιώσεις ὅτι θά ἀντιμετωπισθῇ τό θέμα συναινετικῶς. Γιά παράδειγμα ἀναφέρουμε τήν ἀπάντηση τῆς Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν κ. Βασιλικῆς Παπανδρέου, πού δόθηκε μέ ἀφορμή τό σχετικό ἔγγραφο τῆς Ἱεράς Συνόδου, ἡ ὁποία διαβεβαίωνε τήν Ἱερά Σύνοδο ὅτι οἱ νέες ταυτότητες δέν θά «ἔλθουν σέ ἀντίθεση μέ τό θρησκευτικό αἴσθημα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν». καί ὄψη του τίς ἀπόψεις σας, ὅταν θά ἀρχίσει ἡ διαδικασία ἔκδοσης τῶν νέων ταυτοτήτων, ἡ ὁποία ἔχει σταματήσει λόγῳ ματαίωσης τοῦ διαγωνισμοῦ». (11-5-1999).
Παρά ταῦτα, ἐντελῶς ξαφνικά, λίγες ἡμέρες μετά τίς βουλευτικές ἐκλογές καί τόν σχηματισμό τῆς νέας Κυβερνήσεως ἐτέθη ὑπό τάπητος ἡ διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, μαζί μέ ἄλλα κρίσιμα θέματα πού προσβάλλουν τήν συνείδηση καί τό φιλότιμο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ Λαοῦ καί τήν μακραίωνη ζωντανή παράδοσή μας. Στήν συνέχεια διακόπηκε ὁ δίαυλος ἐπικοινωνίας τῆς Πολιτείας μέ τήν Ἐκκλησία, ἀκόμη καί ὅταν ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας, μέ νηφαλιότητα καί ψυχραιμία θέλησε νά ἐπισκεφθῇ τόν κ. Πρωθυπουργό γιά νά συζητήση μαζί του τά θέματα αὐτά. Ὅμως ἡ προσβλητική, ὄχι ἁπλῶς γιά τόν Ἀρχιεπίσκοπο ἀλλά γιά ὁλόκληρη την Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας, ἀπάντηση τοῦ Πρωθυπουργοῦ τῆς χώρας καί ἡ οὐσιαστική ἄρνησή του νά δεχθῆ ἀντιπροσωπεία τῆς Ἱεραρχίας ὄξυνε ἀκόμη περισσότερο τήν ἠλεκτρισμένη κατάσταση, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς δέν προῆλθε ἀπό τήν πλευρά τῆς Ἐκκλησίας.
2. Ἡ Ἱερά Σύνοδος παρακολουθεῖ πάντοτε μέ ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον ὅλα ὅσα ἔχουν σχέση μέ τά δογματικά ζητήματα καί τίς ἀλλοιώσεις τῆς παραδόσεώς μας, μάλιστα τήν σημερινή ἐποχή πού τείνει νά ἐπικρατήση ἡ λεγομένη παγκοσμιοποίηση, μέ τήν ὁποία, ἐκτός τῶν θετικῶν στοιχείων, ἐπιχειρεῖται ἡ παραθεώρηση καί ἀφομοίωση διαφόρων πολιτιστικῶν παραδόσεων, καθώς ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία ἀσχολεῖται, ὡς πνευματική μητέρα, μέ τά διάφορα προβλήματα πού ἀπασχολοῦν τόν λαό. Ἄλλωστε, τό δόγμα ἔχει σχέση μέ τό ἦθος, καί ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση συνδέεται μέ τίς παραδόσεις τοῦ Γένους μᾶς.
Ἀσφαλῶς, μεταξύ τῶν θεμάτων, μέ τά ὁποῖα ἀσχολεῖται ἡ Ἱερά Σύνοδος, εἶναι καί ἡ σχεδιαζομένη ἔκδοση τῶν ταυτοτήτων. Βεβαίως, ἡ ἔκδοση τῶν νέων ταυτοτήτων εἶναι θέμα τῆς Πολιτείας. Ἀλλά ὅμως καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει βασικό λόγο γιά τό θέμα ἀφ’ ἑνός μέν γιατί ἐκφράζει τίς ἀνησυχίες πολλῶν μελῶν της, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιατί σέ τέτοια βασικά ζητήματα πρέπει ἡ Πολιτεία νά διαλέγεται μέ ὅλους τούς φορεῖς, περισσότερο δέ μέ τήν Ἱερά Σύνοδο, πού ἐκφράζει τήν πλειοψηφία τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ.
Τό θέμα τῶν ταυτοτήτων εἶναι ἕνα βασικό καί σπουδαῖο θέμα, δέν εἶναι μιά παρονυχίδα, διότι συνδέεται μέ τήν προσωπικότητα τῶν κατόχων τους καί γενικά μέ τίς παραδόσεις τοῦ τόπου μας. Εἶναι δέ γνωστόν ὅτι ἡ πραγματική ταυτότητα τοῦ Γένους μας δόθηκε ἀπό τά πρῶτα μετά τήν ἀπελευθέρωση Συντάγματα στήν Τροιζήνα καί στό Ναύπλιο: «Ἕλληνες εἶναι ὅσοι αὐτόχθονες τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας πιστεύουσιν εἰς Χριστόν». Ἡ πίστη στόν Χριστό εἶναι σημαντικό στοιχεῖο τῆς παραδόσεώς μας. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπανειλημμένως στό παρελθόν ἀσχολήθηκε μέ διάφορες πτυχές τοῦ ζητήματος αὐτοῦ καί μέ ἀποφάσεις καί ἐγκυκλίους της πρός τό ποίμνιό της ἔχει καθορίσει σαφῶς τήν στάση της σχετικά μέ τά στοιχεῖα τά ὁποῖα ἀναγράφονται σέ αὐτές, μέ τήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος καί τόν τρόπο ἐκτυπώσεώς τους.
Μάλιστα τελευταία ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπέλεξε νά προτείνη τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος ἐκφράζοντας ἔτσι τήν πίστη τοῦ Λαοῦ πού διατυπώθηκε μέ ψηφίσματα, διαμαρτυρίες, ὑπογραφές καί διασώζοντας τήν ἔκφραση τῆς ἐλευθερίας, γιατί εἶναι γνωστόν ὅτι τό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας δέν ἔχει μόνο τήν ἀρνητική πλευρά, ἀλλά καί τήν θετική του πλευρά.
Καί εἶναι γνωστόν ὅτι καμία κοινοτική ὁδηγία δέν συνιστᾶ τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, ἀντίθετα μάλιστα οἱ διάφορες Συνθῆκες καί ἡ ἀπάντηση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου σέ σχετικό ὑποβληθέν ἐρώτημα, ἀφ’ ἑνός μέν ὑποστηρίζουν τήν ἰδιαίτερη πολιτιστική παράδοση κάθε Κράτους, ἀφ’ ἑτέρου δέ διαβεβαιώνουν ὅτι ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος καί ἡ ἀναγραφή τῶν στοιχείων στίς ταυτότητες εἶναι ἔργο τῆς κάθε Πολιτείας καί ὅτι αὐτή ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες δέν παραβιάζει καμιά Εὐρωπαϊκή ἤ διεθνῆ σύμβαση. Ἀλλά καί στόν χῶρο μας ἀκόμη ἰσχύει ὁ νόμος 1988/1991 πού προϋποθέτει τήν ὑποχρέωση ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος καί κάθε προσπάθεια ἀλλαγῆς πρέπει νά γίνη μέ ἀπόφαση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου πού εἶναι τό μόνο ἁρμόδιο.
3. Τό πρόβλημα, ὅμως τοῦ θρησκεύματος συνδέεται στενά καί μέ τήν ὕπαρξη τοῦ Ἑνιαίου Κωδικοῦ Ἀριθμοῦ Μητρώου, τόν «ἀποκαλυπτικό» ἀριθμό 666, τήν μαγνητική ταινία, καθώς στίς λεγόμενες ἠλεκτρονικές ταυτότητες, ὑπάρχουν διάφορες μνῆμες καί διάφορες ζῶνες, ὅπως εἶναι ἡ λεγόμενη «κρυμμένη ζώνη», μέσα στήν ὁποία διατηροῦνται στοιχεῖα, τά ὁποῖα δέν εἶναι προσβάσιμα στόν κάτοχό τους. Καί συνδέεται τό θρήσκευμα μέ τίς ἠλεκτρονικές ταυτότητες, γιατί ἐνῶ διαγράφεται γιά λόγους δῆθεν θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ἀπό αὐτές, ἐν τούτοις εἶναι δυνατόν μαζί μέ ἄλλα εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα νά περιέχωνται μέσα στίς μνῆμες των ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων. Πρόκειται γιά ἕνα ἠλεκτρονικό φακέλλωμα τῶν ἀνθρώπων, γιά μιά ἀρίθμηση τοῦ προσώπου, γιά μιά πνευματική ὑποτέλεια, πού διευκολύνει σαφῶς τά σχέδια τῶν ἡγετῶν πού θέλουν νά κυβερνήσουν δικτατορικά τόν.
Αἰσθανόμαστε βαθειά λύπη, γιατί τίς τελευταῖες ἡμέρες ἔγινε μιά παραπλάνηση καί παραπληροφόρηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, ἀφοῦ τό κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος ἑστιάσθηκε μόνο στήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος καί παραθεωρήθηκε τό θέμα τῆς καταστρατηγήσεως τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας, μέ τήν σταδιακή πορεία πρός τήν ἠλεκτρονική ταυτότητα. Ἀλλά ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι θεόσδοτο χάρισμα, ἴδιον γνώρισμα τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου πού τήν σέβεται καί Αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Μόνον ἀλαζονικοί ἄνθρωποι καταργοῦν τά ἀναφαίρετα δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἐλευθερία.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
† ἀγῶνας πού κάνει ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν εἶναι γιά τυπικά πράγματα, ἀλλά γιά τά μεγάλα καί ἀναφαίρετα ἀγαθά, εἶναι γιά τήν διατήρηση τῆς μακραίωνης διαχρονικῆς παράδοσης τοῦ Γένους μας, πού εἶναι ζωντανή καί ζωοποιός. Σεῖς γνωρίζετε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον ὅτι ἡ παράδοση δέν εἶναι μουσεῖο, ἀλλά ἡ ζωή πού σᾶς ἐνδυναμώνει, σᾶς ἐμπνέει καί σᾶς καθοδηγεῖ στήν καθημερινή σας ζωή. Αὐτὸ δέν τό γνωρίζουν ὅσοι παραμένουν στά σαλόνια καί ἀσχολοῦνται μέ ἰδεολογίες καί δοξασίες πού εἶναι ξεπερασμένες, ἀκόμη καί σέ αὐτήν τήν Εὐρώπη. Μερικοί πού δέν ἔχουν ζυμωθῆ μέ τήν παράδοση τοῦ Λαοῦ, εἰρωνεύονται αὐτούς πού θέλουν νά ζήσουν τίς παραδόσεις τῶν προγόνων τους, λέγοντας ὅτι δέν συνδέεται ἡ ἐμμονή στήν παράδοση μέ τόν ἐκσυγχρονισμό, ἀλλά ἀγνοοῦν ὅτι ὁ ἐκσυγχρονισμός εἶναι τό νά ξεφύγη κανείς ἀπό τά στενά, ἀδυσώπητα, ξεπερασμένα καί στεγανά πλαίσια τοῦ Διαφωτισμοῦ, παρά τά μερικά θετικά στοιχεῖα πού εἶχε. Σήμερα ὁ δυτικός κόσμος ἐλευθερώθηκε ἀπό τίς ἰδέες τοῦ Διαφωτισμοῦ, καί μάλιστα ὑπάρχει μεγάλη στροφή πρός τόν πλοῦτο καί τήν ὀμορφιά τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως. Σᾶς παρακαλοῦμε νά μείνετε πιστοί στήν μεταμορφωτική δύναμη τῆς ζωῆς, πού κυριαρχεῖ ζωηφόρα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, καί σᾶς καλοῦμε νά συμμετάσχετε στίς εἰρηνικές διαμαρτυρίες πού ἑτοιμάζει ἡ Ἐκκλησία, στίς 14 Ἰουνίου στήν Θεσσαλονίκη καί στίς 21 Ἰουνίου στήν Ἀθήνα, ὥστε νά διαδηλώσουμε τήν πίστη μας στήν παράδοση τῶν Πατέρων μας, πού εἶναι ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἀναγεννητική δύναμη τοῦ συγχρόνου κόσμου. Συγχρόνως σᾶς παρακαλοῦμε σέ προσευχή καί πνευματική ἐγρήγορση. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετά πάντων ὑμῶν.
† Ὁ Ἀθηνῶν Χριστόδουλος, Πρόεδρος
† Ὁ Μεσσηνίας Χρυσόστομος
† Κορίνθου Παντελεήμων
† Τριφυλία καί Ὀλυμπίας Στέφανος
† Κασσανδρείας Συνέσιος
† Σύρου, Τήνου, Ἄνδρου, Κέας καί Μήλου Δωρόθεος
† Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Θεόκλητος
† Θεσσαλονίκης Παντελεήμων
† Δράμας Διονύσιος
† Πατρῶν Νικόδημος
† Σιδηροκάστρου Ἰωάννης
† Ὕδρας, Σπετσών καί Αἰγίνης Ἱερόθεος
† Λαγκαδᾶ Σπυρίδων
† Πολυανῆς καί Κιλκισίου Ἀπόστολος
† Λευκάδος καί Ἰθάκης Νικηφόρος
† Καρυστίας καί Σκύρου Σεραφείμ
† Γόρτυνος καί Μεγαλουπόλεως Θεόφιλος
† Σταγῶν καί Μετεώρων Σεραφείμ
† Σισανίου καί Σιατίστης Ἀντώνιος
† Φιλίππων, Νεαπόλεως καί Θάσου Προκόπιος
† Νέας Κρήνης καί Καλαμαριάς Προκόπιος
† Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως Διονύσιος
† Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Ἀγαθόνικος
† Μεγάρων καί Σαλαμῖνος Βαρθολομαῖος
† Ζιχνῶν καί Νευροκοπίου Σπυρίδων
† Μαρωνείας καί Κομοτηνῆς Δαμασκηνός
† Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος
† Χαλκίδος Χρυσόστομος
† Παροναξίας Ἀμβρόσιος
† Νέας Σμύρνης Ἀγαθάγγελος
† Παραμυθίας, Φιλιατῶν καί Γηρομερίου Τῖτος
† Πειραιῶς Καλλίνικος
† Ἰωαννίνων Θεόκλητος
† Περιστερίου Χρυσόστομος
† Γρεβενῶν Σέργιος
† Κεφαλληνίας Σπυρίδων
† Ζακύνθου Χρυσόστομος
† Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας Ἀμβρόσιος
† Τρίκκης καί Σταγῶν Ἀλέξιος
† Ἀττικῆς Παντελεήμων
† Καρπενησίου Νικόλαος
† Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν Διονύσιος
† Νικοπόλεως καί Πρεβέζης Μελέτιος
† Μονεμβασίας καί Σπάρτης Εὐστάθιος
† Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καί Ἀρδαμερίου Νικόδημος
† Ἠλείας Γερμανός
† Θηβῶν καί Λεβαδείας Ἱερώνυμος\
† Σερρῶν καί Νιγρίτης Μάξιμος
† Μαντινείας καί Κυνουρίας Ἀλέξανδρος
† Μηθύμνης Χρυσόστομος
† Θήρας, Ἀμοργοῦ καί Νήσων Παντελεήμων
† Ἐλευερουπόλεως Εὐδόκιμος
† Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Χρυσόστομος
† Ἀργολίδος Ἰάκωβος
† Κίτρους καί Κατερίνης Ἀγαθόνικος
† Φωκίδος Ἀθηναγόρας
† Διδυμοτείχου καί Ὀρεστιάδος Νικηφόρος
† Μυτιλήνης, Ἐρεσσοῦ καί Πλωμαρίου Ἰάκωβος
† Ἄρτης Ἰγνάτιος
† Λήμνου καί Ἁγίου Εὐστρατίου Ἰερόθεος
† Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως καί Πολυκάστρου Δημήτριος
† Λαρίσης καί Τυρνάβου Ἰγνάτιος
† Νέας Ἰωνίας καί Φιλαδελφείας Κωνσταντῖνος
† Βεροίας καί Ναούσης Παντελεήμων
† Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Ἀνδρέας
† Ξάνθης καί Περιθωρίου Παντελεήμων
† Νικαίας Ἀλέξιος
† Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
† Ἐλασσῶνος Βασίλειος
† Σάμου καί Ἰκαρίας Ευσέβιος
† Καστορίας Σεραφείμ
† Φθιώτιδος Νικόλαος
† Γυθείου καί Οἰτύλου Χρυσόστομος
† Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ Ἰγνάτιος
† Σερβίων καί Κοζάνης Ἀμβρόσιος
† Κυθήρων Κύριλλος
† Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων Θεόκλητος
† Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
† Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἑορδαίας Θεόκλητος
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
Ἀρχιμ. Θεολόγος Ἀποστολίδης
Πηγή: Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησία καὶ Ταυτότητες, Ἀθήνα 2000
Ο θάνατος του 20χρονου Αφγανού από πυροβολισμό, μετά από τις συμπλοκές μεταξύ μεταναστών στο λιμάνι της Πάτρας, έφερε στην επιφάνεια ένα πρόβλημα που απασχολεί εδώ και μήνες τις αρχές ασφαλείας. Δεν αφορά, μάλιστα, μόνο τη συγκεκριμένη πόλη -που πράγματι αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις- αλλά ολόκληρη τη χώρα. Πλέον, έχει επιβεβαιωθεί ότι στους κόλπους των παράνομων μεταναστών κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα όπλα.
Μετανάστες διαφόρων εθνικοτήτων, οι οποίοι ζουν σε χοτ σποτς, ή σε εγκαταλελειμμένα κτίρια, ή κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα στην πρωτεύουσα, έχουν προμηθευτεί όπλα, στο πλαίσιο της σταδιακής διολίσθησής τους στο έγκλημα. Από πέτρες, ρόπαλα και μαχαίρια έχουν πλέον στη διάθεσή τους όπλα που αγοράζουν στη μαύρη αγορά. Πόσα είναι αυτά τα όπλα, τι είδους είναι, ποια είναι η προέλευσή τους, σε ποιων τα χέρια έχουν καταλήξει και τι σκοπούς έχουν, κανείς δεν ξέρει με ακρίβεια.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, αστυνομικοί και λιμενικοί καταγγέλλουν ότι έρχονται συχνά αντιμέτωποι με ορδές εξαγριωμένων μεταναστών, οι οποίοι έχοντας εγκλωβιστεί από μήνες έως και χρόνια στη χώρα, οργανώνονται σε συμμορίες. Εκφοβίζουν τους νεοφερμένους μετανάστες και πρόσφυγες και το σημαντικότερο εκδηλώνουν μία αυξάνουσα επιθετικότητα απέναντι στους αστυνομικούς.
Οι αρχές ασφαλείας έχουν στη διάθεσή τους μόνο ψηφίδες, αδυνατώντας προς το παρόν να σχηματίσουν το παζλ. Σύμφωνα με αρμόδια πηγή, οι αστυνομικοί τρέμουν στην ιδέα ότι αυτές οι συμμορίες μπορεί σύντομα να είναι εξοπλισμένες με πυροβόλα όπλα. Και τούτο, επειδή πολλοί εξ αυτών έχουν μία άλλη αντίληψη για την ανθρώπινη ζωή, ακόμα και για τη δική τους. Η ίδια πηγή προσθέτει ότι ειδικά σε περιοχές που υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση παράνομων μεταναστών οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι.
Με χατζάρες στους δρόμους
Μέχρι τώρα τον πρώτο λόγο σε Αθήνα, Πάτρα και Θεσσαλονίκη έχουν οι Αφγανοί. Αυτοί είναι που έχουν τα περισσότερα όπλα, καθοδηγώντας τους νεοφερμένους μετανάστες και δημιουργώντας συμμορίες. Χρεώνουν, μάλιστα, 50 ευρώ το κεφάλι για να αφήσουν τους υπόλοιπους στην ησυχία τους. Η ταρίφα ανεβαίνει, αν ο ενδιαφερόμενος δεν είναι ομοεθνής τους.
Οι περισσότερες συμπλοκές προκαλούνται για οικονομικές διαφορές. Αλγερινοί, Παλαιστίνιοι και Πακιστανοί έχουν κατά καιρούς οργανωθεί, επιχειρώντας να πάρουν τα ηνία. Οι τριβές μεταξύ εθνικοτήτων συχνά εξελίσσονται σε επεισόδια και ενίοτε γενικεύονται σε μαζικές συγκρούσεις, οι οποίες αφήνουν πίσω θύματα. Οι περισσότερες συμμορίες φέρουν μαχαίρια και αυτοσχέδια όπλα, αλλά κάποιοι έχουν πιστόλια. Σε ορισμένες περιπτώσεις μετανάστες εμφανίστηκαν με χατζάρες! Κατά καιρούς σε ερασιτεχνικα βίντεο έχουν καταγραφεί πρωτοφανείς εικόνες.
Στην οδό Αχαρνών στην Πλατεία Βάθης, παράνομοι μετανάστες, που έχουν καταλάβει το πρώην Β’ Γυμνάσιο Αθηνών, συγκρούονται μεταξύ τους. Οι τρομοκρατημένοι πολίτες παρακολουθούν με τρόμο χατζάρες να βγαίνουν στην μέση του δρόμου! Όλα αυτά έξω από μαγαζιά την ώρα που περνούν λεωφορεία και άλλα οχήματα. Πολλές είναι και οι καταγγελίες ότι όπλα έχουν κάνει την εμφάνισή τους και στους καταυλισμούς. Όχι μαχαίρια, όπλα. «Ο κόσμος εδώ έχει κουραστεί, υπάρχουν συνεχώς συμπλοκές. Από τύχη τα θύματα δεν είναι περισσότερα», μας είπε εργαζόμενος σε χοτ σποτ.
Η κατάσταση που επικρατεί, όμως, δεν είναι «ελληνικό προνόμιο». Η τάση των νεοφερμένων ή και παλαιότερων μεταναστών να εξοπλίζονται παρατηρείται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στο κέντρο φιλοξενίας, στην γερμανική πόλη Ellwangen, λίγες ημέρες νωρίτερα, οι αρχές αναγκάστηκαν να παρέμβουν μετά από τη χρήση βίας, εξαιτίας της απέλασης ενός παράτυπου μετανάστη από το Τόνγκο.
Συγκεκριμένα, περίπου 200 μουσουλμάνοι απέτρεψαν την απέλαση. Χρειάστηκε, μάλιστα, η αστυνομία να πραγματοποιήσει έφοδο στο κέντρο φιλοξενίας. Υπαρχηγός της αστυνομικής αρχής της πόλης Άαλεν δήλωσε «Σύμφωνα με πληροφορίες οι μετανάστες είχαν την πρόθεση ακόμα και να οπλιστούν. Υπήρξαν μάλιστα και φωνές ανάμεσά τους που έλεγαν ότι αν ξανάρθουν οι αστυνομικοί εδώ δεν θα την γλιτώσουν».
Αντιεξουσιαστές μετανάστες
Σε κέντρα φιλοξενίας στην Ελλάδα παρατηρείται η ίδια τάση. Όσο βλέπουν τις ελπίδες τους για μία καλύτερη ζωή να εξανεμίζονται, η συμπεριφορά παράνομων μεταναστών, αλλά και προσφύγων, γίνεται όλο και πιο επιθετική. Οι «εξεγέρσεις» είναι πλέον συχνό φαινόμενο, ενώ τα κινητά που έχουν στη διάθεσή τους φαίνεται να παίζουν κομβικό ρόλο. Μέσω αυτών επικοινωνούν και ειδοποιούν για τις κινήσεις της αστυνομίας.
Προβληματισμός επικρατεί και για την μεγάλη εισδοχή νεαρών μεταναστών στα Εξάρχεια. Συμμορίες νεαρών μεταναστών με αντιεξουσιαστικό πρόσημο έχουν επιτεθεί και σε ακτιβιστές αναρχικούς. Οι αρχές ασφαλείας θεωρούν πως ο χώρος των «μπαχαλάκηδων» αντιεξουσιαστών έχει ενισχυθεί από τη στρατολόγηση νεαρών μεταναστών, οι οποίοι, μάλιστα, έχουν την τάση να πρωταγωνιστούν στην άσκηση βίας. Είναι, μάλιστα, αυτοί που συγχρωτίζονται ευκολότερα με ποινικούς. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, μάλιστα, που μεταπήδησαν στο οργανωμένο έγκλημα. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, η προμήθεια όπλων γίνεται μέσα από τα συγκοινωνούντα αυτά δοχεία.
Το πρόβλημα μεγεθύνεται με την πάροδο του χρόνου, αλλά και με την παρατηρούμενη αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Τα νούμερα ζαλίζουν. Μέσα σ’ έναν μήνα 4.000 παράνομοι μετανάστες πέρασαν τα σύνορα στον Έβρο, ενεργοποιώντας το παλιό ξεχασμένο πέρασμα. Εκατοντάδες άτομα διασχίζουν ανενόχλητοι πλημμυρισμένα χωράφια μέχρι να φθάσουν στην Ορεστιάδα, το Διδυμότειχο ή σε κάποιο άλλο κεντρικό σημείο.
Όλοι αυτοί είναι ελεύθεροι να κινηθούν στο εσωτερικό της Ελλάδας μέχρι να λήξει το τρίμηνο, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι για να επιβιώσουν αρκετοί εντάσσονται σε συμμορίες που έχουν ήδη συγκροτηθεί. Όπως παραδέχονται και αρμόδιοι αξιωματικοί, ο έλεγχος στη συνοριακή γραμμή του Έβρου είναι πλημμελής. Πρακτικά, όποιος θέλει μπαίνει.
Όποιος θέλει μπαίνει
Το ίδιο συμβαίνει και στα νησιά. Μόλις φανεί στον ορίζοντα πλεούμενο σπεύδει να το διασώσει και να το φέρει στο λιμάνι είτε το Λιμενικό είτε σκάφος των πολυποίκιλων ΜΚΟ. Το εντυπωσιακό είναι ότι, έχοντας ενημερωθεί εκ των προτέρων από τους διακινητές, οι εισερχόμενοι επικαλούνται την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τους πρόσφυγες και ζητούν άσυλο, αν και στην πλειονότητά τους είναι Πακιστανοί, Μπαγκλαντεσιανοί και Αφρικανοί. Προσφάτως αυξήθηκαν οι ροές από τον Έβρο, με μαζικές αφίξεις μεταναστών από την Αλγερία και το Κονγκό. Στην ερώτηση γιατί οι μετανάστες δεν πάνε απέναντι στη Γαλλία και οι Μαροκινοί απέναντι στην Ισπανία, η απάντηση αρμόδιου υπηρεσιακού παράγοντα είναι «ότι εκεί υπάρχει αυστηρός έλεγχος και δεν μπορούν εύκολα να περάσουν».
Δεδομένου ότι η περιοχή του Έβρου δεν περιλαμβάνεται στην συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό, οι περιπολίες της Frontex είναι πολύ πιο αραιές, όπως εξηγούν αστυνομικές πηγές με γνώση της περιοχής. Η εικόνα προσφύγων και μεταναστών που εντοπίστηκαν ή και διασώθηκαν από αστυνομικούς και συνοριοφύλακες είναι πλέον καθημερινότητα. Ανεβαίνουν σε λεωφορεία του ΚΤΕΛ προς τη Θεσσαλονίκη, με προορισμό το εκεί Μέγαρο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης.
Πολλοί οδηγούνται σε κάποιο κέντρο φιλοξενίας στην ενδοχώρα, αφού έχουν καταγραφεί στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης στο χωριό Φυλάκιο Έβρου. Πολλοί, όμως, ξεφεύγουν, εκμεταλλευόμενοι το χάος. Ομοεθνείς τους έχουν οργανώσει μία άτυπη «επιτροπή υποδοχής». Τους οδηγούν στην πρωτεύουσα, τους εξηγούν τα κατατόπια και τους μυούν στη νέα τους πραγματικότητα, η οποία συχνά περιλαμβάνει μικροκλοπές, διακίνηση ναρκωτικών, πορνεία και άλλα.
Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, βλέπει πέρα από κάθε λογική «αποκλιμάκωση των μεταναστευτικών ροών». Κι αυτό, παρότι όλη την προηγούμενη εβδομάδα, κατά τη συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής του νομοσχεδίου για την απονομή ασύλου, έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την αύξηση των προσφυγικών ροών από τον Έβρο.
Απαντώντας, όμως, σε επίκαιρη ερώτηση στην Βουλή ανέφερε ότι υπάρχει αποκλιμάκωση. Γι’ αυτό και «χθες στα κρατητήρια του Έβρου βρίσκονταν 119 πρόσφυγες και μετανάστες από 1.270 που ήταν στις 24 Απριλίου». Ο Δημήτρης Βίτσας απέδωσε την μείωση αυτή στο γεγονός, όπως είπε, ότι έχουν αρχίσει να αποφέρουν καρπούς οι συνομιλίες που γίνονται με την ΕΕ, αλλά και με την Τουρκία…
Πηγή: Σταύρος Λυγερός
Τά 22 Ὀρθόδοξα Χριστιανικά Σωματεῖα Θεσσαλονίκης διαμαρτύρονται ἔντονα γιά τό ἀνοσιούργημα πού ψηφίστηκε πρόσφατα ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, σχετικά μέ τή δυνατότητα ἀναδοχῆς (κατ’ ἀρχήν) παιδιῶν καί ἀπό ζευγάρια ὁμοφυλοφίλων.
Μᾶς θλίβει τό γεγονός ὅτι περιφρονεῖται ὠμά ἀπό τήν πλειοψηφία τῆς Βουλῆς τόσο τό Εὐαγγέλιο ὅσο καί ἡ φυσική τάξη τῶν πραγμάτων, πού ὁρίζει ὡς πυρήνα τῆς οἰκογένειας τήν ἕνωση ἑνός ἄνδρα καί μίας γυναίκας.
Μᾶς προσβάλλει βαθύτατα ἡ ὑποκρισία τῶν δῆθεν «προοδευτικῶν» ἀντιπροσώπων τοῦ λαοῦ πού, στό ὄνομα τῆς ἐξασφάλισης ἴσων δικαιωμάτων γιά κάθε πιθανή μειοψηφία, ἐπιβάλλουν διά τῆς βίας σέ ἀθῶα καί ἀνυπεράσπιστα πλάσματα ἕναν τρόπο ζωῆς πού δέν τόν ἐπέλεξαν καί εἶναι πολύ πιθανόν νά τά στιγματίσει γιά τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς τους.
Μᾶς ἀπογοητεύει ἡ ἀφωνία τῆς πνευματικῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου, πού ἀνέχθηκε ἀδιαμαρτύρητα, ἤ μέ ἀνώδυνες καί ἄνευρες ἐκ τῶν ὑστέρων διαμαρτυρίες, τό νέο αὐτό χτύπημα ἐνάντια στόν θεσμό τῆς οἰκογένειας ἀλλά καί στά ἤθη καί τίς παραδόσεις τοῦ τόπου μας.
Πολύ φοβούμαστε ὅτι ἡ συνεχιζόμενη ψήφιση νομοσχεδίων πού ἀντιστρατεύονται καί ἀποδομοῦν τόν θεσμό τῆς οἰκογένειας, συνιστᾶ ἀπειλή γιά τόν ἴδιο τόν πυρήνα τῆς κοινωνίας μας καί ἀπομακρύνει μέ δική μας εὐθύνη τή χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν πατρίδα μας. Ἀποτελεῖ ὄνειδος γιά τήν ὀρθόδοξη Ἑλλάδα νά ἀποδέχεται διά τοῦ κοινοβουλίου «νέες» μορφές οἰκογένειας, καί ἀσυγχώρητη ἐπιπολαιότητα νά πειραματίζεται μέ τό μέλλον ἀθώων ὑπάρξεων στό βωμό ἑνός ψεύτικου προοδευτισμοῦ, πού στήν οὐσία μεταφέρει τήν κοινωνία μας σέ καταστάσεις πού δέν χαρακτήριζαν οὔτε τά παλαιά βαρβαρικά φῦλα.
Τά 22 Ὀρθόδοξα Χριστιανικά Σωματεῖα Θεσσαλονίκης
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
ΓΟΝΕΩΝ ΕΝΩΣΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ (Γ.Ε.Χ.Α.)
ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ “ΟΙ ΠΑΝΑΓΙΟΦΙΛΟΙ”
“ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΟΣΥΝΗ”
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ “ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ”
ΙΕΡΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ Π.Α.Τ.Ρ.Ι.Σ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ “ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΛΠΙΣ”
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ “ΑΓΑΠΗ ΧΡΙΣΤΟΥ”
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ “ΑΓΙΑ ΦΟΙΒΗ”
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ “ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ”
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ “ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ”
“ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ”
ΠΑ.ΣΥ.ΒΑ. (ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ)
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΟΝΕΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ “Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ”
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΡΑΣΕΩΣ
“Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ”
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ ΝΟΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ “ΑΓΙΟΙ ΠΑΝΤΕΣ”
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΦΙΛΩΝ Ι.Μ. ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΟΧΩΡΙΟΥ
“ΑΓ.ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ”
Σ.Φ.Ε.Β.Α. (ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ)
ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ “ΜΕΡΙΜΝΑ ΠΤΩΧΩΝ”
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΓΟΝΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ἀπό ἕνα σημαντικό ἀριθμό Εἰσηγήσεων πού μέ ἀξίωσε ὁ Ἅγιος Θεός νά κάμω κατά τήν διάρκεια τῆς τριακονταπενταετοῦς ἐκκλησιαστικῆς μου ἱερατικῆς ζωῆς, τήν μεγαλύτερη δυσκολία συνάντησα στήν παροῦσα Εἰσήγηση, σχετικά μέ τό ζήτημα πού ἐδημιουργήθηκε ἀπό τήν ἀπόφαση τῆς Κυβερνήσεως νά διαγραφῆ τό Θρήσκευμα ἀπό τίς νέες ἀστυνομικές Ταυτότητες τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Ἡ εἰσήγηση μοῦ ἀνετέθη κατόπιν ἀποφάσεως τῆς Διαρκοῦς Ἱεράς Συνόδου καί τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου αὐτῆς, καί εὐχαριστῶ γιά τήν μετ’ ἐμπιστοσύνης ἀνάθεση αὐτῆς τῆς εὐθύνης. Εἶμαι βέβαιος ὅτι τήν μετά πικρίας δυσκολία γιά τήν ἀντιμετώπιση αὐτοῦ τοῦ θέματος τήν ἔχομε ἤδη γευθῆ ὅλοι, ἐπειδή εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά προβάλωμε στήν παροῦσα περίσταση ἀντίσταση στόν αὐταρχισμό πού ἐπιδεικνύει τό Κράτος μας ἔναντι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία ὑπῆρξε ὁ ὑπ’ ἀριθμόν 1 παράγων τῆς διασφαλίσεως τῶν ἐθνικῶν καί πολιτιστικῶν γνωρισμάτων τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Καί ταυτόχρονα αὐτός ὁ παράγων, ἡ «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ», χωρίς νά ἐγκαταλείψη ποτέ τήν σωτηριώδη ἀποστολή της ὡς Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ θυσίες μαρτυρίων, διώξεων, αἱμάτων καί θανάτου κληρικῶν καί λαϊκῶν, συνετέλεσε ὑπέρ πάντα ἄλλον στήν ἐθνική ἀπελευθέρωση καί στή σύσταση καί συγκρότηση τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους, τό ὁποῖο ἀποτελεσματικά καί εὐεργετικά συνεχίζει νά στηρίζη μέχρι σήμερα. Οἱ σημερινοί πολιτικοί ἄνδρες τῆς Πατρίδος μας θά ἔπρεπε νά ἀναζητήσουν τίς πρῶτες διακηρύξεις τῶν Ἐθνικῶν Συνελεύσεων τῶν προγόνων μας γιά τήν ἐλευθερία καί τήν Ἑλλάδα καί ἀκόμη νά μελετήσουν τίς ὁμολογίες τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια καί τοῦ Σπυρίδωνος Τρικούπη στή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά καί ἄλλων πολιτικῶν ἀνδρών, γιά τήν συμβολή καί τήν ἀμετακίνητη ἀξία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως στή ζωή τοῦ Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων. Ἡ μελέτη αὐτή ἐπιβάλλεται ἀπό σεβασμό στήν ἐθνική μας παράδοση. Ἐμεῖς οἱ κληρικοί, πού ζοῦμε τήν παροῦσα κρίσιμη καμπή τοῦ ἀμφιλεγομένου νέου γενικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Εὐρώπη, διακατεχόμεθα ἀπό τά συναισθήματα τοῦ ἱεροῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅταν ἔγραφε «ἔξωθεν μάχαι καί ἔσωθεν φόβοι» (Β’ Κορ. ζ’, 5). Ὅταν λέμε οἱ κληρικοί, ἐννοοῦμε τούς Ἐπισκόπους, τούς Πρεσβυτέρους, τούς Μοναχούς καί τίς Μοναχές ἀλλά καί ὅλο τόν εὐσεβῆ λαό πού ἐμπιστεύεται τούς ποιμένες του καί συνεργάζεται μέ αὐτούς γιά τούς ἱερούς σκοπούς καί τήν δόξα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἐμεῖς ὅλοι, λοιπόν, αἰσθανόμενοι τήν καταπιεστική καί καταθλιπτική μεταχείριση τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τήν Πολιτεία κατά τήν τελευταία δεκαπενταετία, ἀποροῦμε καί διερωτώμεθα: Τί κακό ἔπραξεν ἡ Ἐκκλησία μας καί συνεχῶς οἱ κρατοῦντες ἀποφασίζουν νά μᾶς θέτουν φραγμούς;
Κανένα κακό δέν ἐκάναμε. Ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πορεία θυσιῶν γιά τό πλήρωμά της, ποῦ εἶναι καί ὁ λαός τοῦ Κράτους μας.
Ὑπενθυμίζομε, λοιπόν:
Αὐτή εἶναι ἡ στάση τοῦ Κράτους, ἥ κάποιων πολιτικῶν καί συμβούλων των ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀπό 2000 χρόνια συνυπάρχει μέ τόν Ἑλληνισμό;
Συμφέρει στό σημεῖο αὐτό νά θυμηθοῦμε τούς λόγους τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ γιά δική μας ἐνίσχυση: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι. Εἰ τόν λόγον μου ἐτήρησαν καί τόν ὑμέτερον τηρήσουσι» (Ἰω. ιε’ 20).
Συναγωνίζονται διάφοροι εἰδικοί καί μή εἰδικοί, κρατικοί ἐκπρόσωποι καί ἰδιῶτες, σέ δημόσιες συζητήσεις, γιά νά ὑποστηρίξουν τίς θρησκευτικές μειονότητες πού ὑπάρχουν στήν Ἑλλάδα καί ὑποστηρίζουν ὅτι πρέπει νά διαγραφῆ τό θρήσκευμα ἀπό τήν ταυτότητα χάριν τῶν μελῶν αὐτῶν τῶν μειονοτήτων. Ἐμεῖς ὑποστηρίζομε ὅτι κατ’ ἀρχήν ὅλες οἱ μειονότητες διαβιοῦν στήν Ἑλλάδα ὑπό ἄριστες συνθῆκες ἐλευθερίας, δημοκρατίας καί δικαιωμάτων. Θεωροῦμε ὅλους τούς ἑτερόδοξους καί ἑτερόθρησκους ὡς συμπατριῶτες Ἕλληνες πολῖτες καί πρέπει νά συμφωνοῦν κι αὐτοί στή διαπίστωση ὅτι ἀσκοῦν ὅλα τά θρησκευτικά τους καθήκοντα ἐλεύθερα καί ἀνεμπόδιστα.
Ὀφείλομε ὅμως νά ὁμολογήσωμε μέ εἰλικρίνεια, ὅτι
Ποιοί ἀπομένουν δεμένοι ἄρρηκτα μ’ αὐτή τήν πολύπαθη Πατρίδα μας, τήν Ἑλλάδα, μέσῳ Ἐκκλησίας τους; Ποιοί ἀναφέρονται μόνο στήν Ἑλλάδα καί θυσιάζονται γι’ αὐτήν; Μόνον οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες Χριστιανοί. Ἀξίζει, λοιπόν, νά διαγράψωμεν ἀπό τήν ταυτότητά τους τήν ὁμολογία τους ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί; Σήμερα, ἐνῶ τά παιδιά μας, τῶν Χριστιανικῶν οἰκογενειῶν, φυλάσσουν σκοπιές κατά μῆκος τοῦ ποταμοῦ Ἕβρου στά σύνορά μας πρός τήν Τουρκία, οἱ ἀντιρρησίες συνειδήσεως, τάχα στρατιῶτες, τοποθετήθηκαν στούς Δήμους καί στίς Δ.Ο.Υ τῆς Αλεξανδρουπόλεως καί τῆς Ὀρεστιάδος, ὅπου καί ἀσκοῦν τήν προπαγάνδα τους, λαμβάνοντες καί ἐπίδομα 60.000 δραχμές μηνιαίως.
Μακρυά ἀπό αὐτή τήν ποταπότητα καί τόν συμβιβασμό, οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τῶν ἀρχῶν τοῦ νέου 21ου αἰῶνα ἐπιστρέφομε στά πρόσωπα καί στά ὀνόματα καί στίς πράξεις τῶν ἐθνικῶν ἀγωνιστῶν πατέρων μας, πού ξεκίνησαν τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση μέ σύμβολο τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνα τόν Τίμιο Σταυρό, μέ σύνθημα «Ἐν τούτῳ τῷ σημείῳ, νικῶμεν» καί τό πρῶτο τους ἐπίσημο ἔγγραφο ἄρχιζε μέ τίς λέξεις «Ἡμεῖς τό Ἑλληνικόν Ἔθνος τῶν Χριστιανῶν».
Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες Χριστιανοί, ἱερός κλῆρος καί λαός, προσβλέπομε πρός τό πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, γιά νά ἐνισχύσωμε τήν πίστη μας καί νά χαροῦμε τήν ἐλευθερία μας. Ἐμεῖς ἐντάσσομε τήν ἐλευθερία μας στό θεῖο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή μόνον ἔτσι δέν παύει ποτέ ἡ ἐλευθερία μας νά εἶναι ἀληθινή. Ἡ ἐλευθερία τοῦ εἶναι μας. Ἡ πορεία τοῦ Ἔθνους μας κρέμεται ἀπό τό ἐλεύθερο ἀνάβλυσμα τῶν λυτρωμένων συνειδήσεων. Καί ὁ Θεός ἀκόμη δέν ἐπινοεῖ τήν ἐλευθερία, ἀλλά τήν στοχάζεται αἰώνια καί ὕστερα «εἶπε καί ἐγένετο». Οἱ δικοί μας ἄρχοντες καί ταγοί ἀποφασίζουν τήν ἐλευθερία γιά λογαριασμό μας. Οὐσιαστικά ἐπιχειροῦν νά κλειδώσουν τήν ἐλευθερία μας σέ δικά τους δεσμωτήρια. Γι’ αὐτό ἀντιδράσαμε στήν πλειονότητά μας κατά τῆς κυβερνητικῆς ἀποφάσεως νά μήν ἀναγράφεται τό «Χριστιανός Ὀρθόδοξος» στίς νέες ταυτότητες. Καί δέν εἶναι μόνον αὐτός ὁ σκοπός τους. Κρυφοί κάλαμοι καί νοσηρές σκέψεις βάλλουν ἐναντίον τῆς πίστεως καί τῆς ἱστορίας μας, προετοιμαζόμενοι γιά νέες ἐπεμβάσεις, μέχρις ὅτου φθάσουν στούς τελικούς στόχους τους. Ἔτσι θίγονται ὅλα τά δικαιώματά μας. Οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἑλλάδα δέν εἴμεθα μόνον Χριστιανοί. Εἴμεθα καί Ἕλληνες πολῖτες, μέ ὅλα τά ἐξ αὐτοῦ ἐξασφαλιζόμενα δικαιώματα.
Καί δέν ἀγνοοῦμε βεβαίως ὅτι ἡ ἄσκηση τῶν ἀτομικῶν καί πολιτικῶν δικαιωμάτων εἶναι κατά τό Σύνταγμά μας ἀνεξάρτητη ἀπό τή θρησκευτική πίστη τοῦ καθενός. Αὐτό ὅμως σημαίνει ὅτι καί οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μποροῦν νά ἐκφράζουν ἐλεύθερα τήν γνώμη τους γιά τήν σωστή νομοθετική ρύθμιση «ὅλων» τῶν θεμάτων πού ἀπασχολοῦν τήν κοινωνία στήν ὁποία ζοῦν. Αὐτή τήν ἐλευθερία τῆς ἐκφράσεως ἐπί «ὅλων» τῶν θεμάτων τήν ἔχουν καί οἱ κληρικοί, διότι ἡ ἰδιότης τοῦ κληρικοῦ μιᾶς θρησκείας (τήν ὁποίαν ἰδιότητα μποροῦν καί νά ἀποκρύψουν, ὅπως κάνουν ὡρισμένοι ἀπό τούς μή ὀρθοδόξους) δέν συνεπάγεται στέρηση τῆς ἰδιότητος τοῦ πολίτου. Γι’ αὐτό λυπούμεθα γιά τήν διατυπωθεῖσα ἀπαράδεκτη ἄποψη τοῦ ὑπουργοῦ Τύπου ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά εἶναι συνομιλητής μέ τήν Πολιτεία σέ θέματα πού ἀφοροῦν τούς πολῖτες. Αὐτό εἶναι πρωτάκουστο στά ἑλληνικά δεδομένα, ὅταν τά θέματα πού συζητοῦνται ἀφοροῦν καί στή θρησκευτική πίστη καί στήν Πατρίδα.
Τοποθετημένος προσωπικά ἀπ’ ἀρχῆς ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἐξακολουθῶ νά πιστεύω ἀνυποχώρητα ὅτι αὐτό ἦταν τό χρέος τῆς Κυβερνήσεως. Νά κρατήση δηλαδή ἀναλλοίωτη καί ἀπαράγραπτη τήν ἀναγραφή αὐτή, ἀπό σεβασμό στήν παράδοση, στήν προφανῆ θέληση τῆς μεγάλης πλειονοψηφίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ καί στίς πρῶτες διακηρύξεις τῶν προγόνων μας, ὅταν ἔχυναν τό αἷμα τους, γιά νά μᾶς φτιάξουν τό Ἑλληνικό Κράτος.
Ἔναντι αὐτῆς τῆς θέσεως ἐσημειώθηκε ἡ ὑποχώρηση, γιά συμβιβασμό, πού θά ὡδηγοῦσε στήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τούς πολῖτες. Ἡ λύση αὐτή υἱοθετήθηκε ἀπό πολλούς καί ἐπολεμήθηκε ἀπό ὅσους δέν ἐπιθυμοῦν καθόλου τήν ἀναγραφή.
Τήν παρελθοῦσα Παρασκευή ὅμως ἐπληροφορηθήκαμε τήν ἄποψη, τήν διατυπωθεῖσα ὑπό μερικῶν νομικῶν Συμβούλων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι δηλαδή ὑπάρχουν εὐνοϊκά ἤ καί νόμιμοι προϋποθέσεις γιά νά διεκδικήσωμε τήν ἀκύρωση τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς «Ἀρχῆς» καί ἑπομένως ἡ προσφυγή στά δικαστήρια καί συγκεκριμένα στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας δέν πρόκειται νά ἔχει τό ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα. Δέν πρέπει ὅμως νά διαφεύγη τῆς προσοχῆς μας, ὅτι τό ζήτημα πού ἐδημιουργήθηκε δέν εἶναι μόνο νομικό. Εἶναι ταυτόχρονα καί ζήτημα ἠθικό, ποιμαντικό, ἐθνικό καί πολιτικό. Ἠθικό, διότι ἀθετήθηκε μιά συμφωνία καί ἀγνοήθηκε ἡ Ἐκκλησία γιά θέμα πού εἶχε ἐκδηλώσει τό ἔντονο ἐνδιαφέρον της, ποιμαντικό, διότι ἐπεκράτησε ἀναταραχή στό ποίμνιό της καί ἐξηγέρθησαν αἱ συνειδήσεις τῶν πιστῶν, ἐθνικό, διότι ἅπτεται θεμάτων ἀσφαλείας, ἀξιοπρεπείας, αὐτοτελείας καί ἑνότητος τοῦ Ἑλληνισμοῦ, καί πολιτικό, ὅπως τό προσδιορίζουν πολιτικά κόμματα.
Ἐπί πλέον, ἄλλοι νομικοί ἐπιστήμονες, ἰσάξιοι τῆς Ἐπιτροπῆς Νομικῶν Συμβούλων, ὑποστηρίζουν τήν δυνατότητα καί τό δικαίωμα τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀναφερόμενοι μάλιστα καί στίς ἀποφάσεις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῆς 4/12/84 καί τῆς 8/9/93. Ἐκεῖ ὁρίζεται ὅτι «οἱ Ἐθνικές Ἀρχές δικαιοῦνται νά ἀπαιτήσουν ἀπό ἕνα πολίτη νά δηλώση τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις του, χωρίς αὐτό νά ἀποτελῆ παραβίαση τοῦ ἀτομικοῦ δικαιώματος». Ἄρα ὁ κάθε πολίτης μπορεῖ νά δηλώνη το θρήσκευμά του, ὅταν τό θέλη.
Ἡ Ἐκκλησία μας εὑρίσκεται ἐνώπιον ἑνός πελωρίου θέματος καί καλεῖται, βάσει τῶν Εἰσηγήσεων, τῶν Προτάσεων καί τῶν Συζητήσεων, νά λάβη ἀποφάσεις γιά νά διακηρύξη τήν ἀλήθεια, νά ὑπερασπισθῇ τά δικαιώματα τοῦ λαοῦ μας, νά ἀντισταθῇ στήν ἀθεΐα καί νά παρηγορήση τούς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι καί πικραίνονται καί ἀγανακτοῦν καί ἔντονα διαμαρτύρονται ἀπό ὅσα ἐπιχειροῦνται ἤ σχεδιάζονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας.
Γιά νά ἐπιτύχη ὁ ἀγῶνας μας, γιά νά φανοῦμε ἀντάξιοι τῶν περιστάσεων, γιά νά δικαιώσωμε τίς προσδοκίες τῶν Χριστιανῶν μας καί γιά νά σεβασθοῦμε τήν διδασκαλία καί τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, «ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησι ὑπέρ τῶν προβάτων», ἔχομε ἱερό χρέος νά ἀγωνισθοῦμε ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου καί τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως, ἑνωμένοι καί δυνατοί. Γιά τήν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνα παραθέτομε τίς ἀκόλουθες πρακτικές προτάσεις, ἐκκινοῦντες ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς εἰρηνικῆς ἐπιλύσεως τῆς διαφοράς, ἔστω καί τώρα.
Α’. Συναινετική Πρόταση.
Ἀπόφαση καί Πρόταση τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Κυβέρνηση τῆς Χώρας μας σήμερα, ἡ ὁποία θά ἐπιδοθῆ ἐγγράφως, ὑπό Τριμελοῦς ἐξ Ἀρχιερέων Ἐπιτροπῆς, πρός τόν Πρωθυπουργό κ. Κωνσταντῖνο Σημίτη ἤ διά τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων κ. Πέτρου Εὐθυμίου πρός τόν κ. Πρωθυπουργό. Μέ τήν Πρόταση αὐτή ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας νά ζητῆ.
1. Ἀπόφαση τῆς Κυβερνήσεως γιά ἀποδοχή τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς νέες ταυτότητες. Τό μέτρο αὐτό προτείνεται καί ἀπό ἐπωνύμους πολιτικούς, νομικούς, πανεπιστημιακούς Καθηγητάς, καί ἄλλους εἰδικούς.
2. Ἀπόφαση τῆς Κυβερνήσεως γιά ἀναστολή ἐφαρμογῆς τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς Δαφέρμου περί μή ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς νέες ταυτότητες καί συγκρότηση Μεικτῆς Ἐπιτροπῆς ἀπό ἐκπροσώπους τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά μελετήση ἐξ ὑπαρχῆς τό θέμα καί νά ἐνημερωθοῦν ἀμοιβαία καί οἱ δύο πλευρές γιά τίς θέσεις, τά ἐπιχειρήματά τους καί τούς σκοπούς τους ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ, καί τῶν συναφῶν θεμάτων. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά ἐπέλθη εἰρήνευση στό λαό μας, θά κυριαρχήσουν ψύχραιμοι σκέψεις καί θά ἀποτραποῦν δυσάρεστοι καταστάσεις.
Β. Παθητική ἀντίσταση.
Αὐτό σημαίνει:
1) Ἀπραξία καί ἀπουσία συμμετοχῆς σέ ὅσα ἐπιβάλλει γιά τίς ταυτότητες ἡ ἐξουσία, χωρίς νά ἐρωτηθῆ ὁ λαός. Τό δικαίωμα τῆς ἐλευθέρας ἐκφράσεως τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως ἐπιτρέπει τήν ἄρνηση ἐφαρμογῆς πολιτειακῶν ἀποφάσεων. Ἔτσι, π.χ. οἱ ἐλεύθερες συνειδήσεις τῶν Χριστιανῶν πολιτῶν μπορεῖ νά ἀποφασίσουν ὅτι δέν δέχονται νά λάβουν τίς νέες ταυτότητες. Δέν δέχονται νά ὑπογράψουν σ’ αὐτές, ἀφοῦ δέν ἀναφέρεται τό θρήσκευμά τους, γεγονός πού ἔγινε ἀναφαίρετο δικαίωμα μετά ἀπό ἑξῆντα χρόνων.
2) Διάγγελμα ἤ Διακήρυξη τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου ὡς Προέδρου τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, πρός τό πλήρωμα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας γιά ἐνίσχυση, ἐνθουσιασμό, ὑπομονή καί παρηγορία στή δοκιμασία πού μᾶς βρῆκε καί μᾶς ἀπειλεῖ μέ τά χειρότερα. Κήρυξη ἐπιφυλακῆς γιά τά δικαιώματα τῆς Ἐκκλησίας.
3) Ἀντίστοιχες διακηρύξεις σέ ὅλες τίς ἐπαρχίες ἀπό τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας, καί ὅλα αὐτά μέσῳ τῶν ραδιοτηλεοπτικῶν δικτύων, τοῦ Τύπου καί προφανῶς τοῦ ἄμβωνος τῶν Ἐκκλησιῶν μας μέ ὁμιλίες τῶν ἱεροκηρύκων μας.
4) Ἔρευνα γιά τήν κατασκευή αὐτοκολλήτου σήματος ἀνεξαλείπτου στήν ἐξωτερική πλαστική ἐπιφάνεια τῆς νέας ταυτότητος, μέ ἐμφανῆ τήν ἔνδειξη Χριστιανός Ὀρθόδοξος. Προφανῶς ἡ ἐπικόλληση τοῦ σήματος στό πλαστικό περίβλημα δέν ἀποτελεῖ ἀλλοίωση τῆς θεωρημένης ἀπό τό Κράτος ταυτότητος. Παράλληλη πρόταση μπορεῖ νά εἶναι ἡ χάραξη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέ τά ἀρχικά γράμματα τῶν λέξεων «Ὀρθόδοξος Χριστιανός» ἑκατέρωθεν τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου.
Γ. Ἄμεση ἀγωνιστική τακτική
1) Στήν τακτική αὐτή ἐντάσσεται ἡ γενική κινητοποίηση τοῦ λαοῦ μέ κορυφαῖες ἐκδηλώσεις τίς μεγάλες παλλαϊκές συγκεντρώσεις, στήν Ἀθήνα καί στή Θεσσαλονίκη, ἐνδεχομένως καί σέ ὅλες τίς Πρωτεύουσες τῶν Νόμων τῆς Χώρας. Τό πρωί τῶν ἡμερῶν τῶν συγκεντρώσεων νά τελεσθοῦν θεῖες Λειτουργίες στούς Ἱερούς Ναούς τῶν Ἐνοριῶν, τῶν Ἱερῶν Μονῶν καί τῶν Ἱερῶν Προσκυνημάτων ὅλης τῆς χώρας. Σέ μιά τέτοια περίπτωση εἶναι ἀνάγκη νά ἠχήση ἐκκλησιαστικός συναγερμός καί τό ἀποτέλεσμα νά εἶναι ἕνας συνταρακτικός σεισμός πού νά θέση σέ κίνηση ὅλες τίς συνειδήσεις τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Ἕνας γενικός ξεσηκωμός πού θά ὁδηγήση τούς κυβερνῶντας σέ ἀναθεώρηση τῶν γνωστῶν ἀποφάσεών τους, εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Μιά φωνή, μιά κραυγή, ἕνα πανορθόδοξο σύνθημα: « Κάτω τά χέρια ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀπό τούς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους». Πρίν ἀπό τήν πιθανή ἀπόφασή μας γιά τήν διοργάνωση αὐτῶν τῶν συγκεντρώσεων ἀπαιτεῖται σοβαρός καί ὑπεύθυνος σκεπτικισμός γιά τήν ἐξασφάλιση τοῦ μεγίστου δυνατοῦ πλήθους καί τήν ἀποτροπή ξενοκίνητης καί ἀπρόβλεπτης προκλήσεως, αὐτοῦ πού λέγεται κοινῶς «προβοκάτσια». Μιά κεντρική ἐπιτροπή μέ ἐπί μέρους Ἐπιτροπές θά προετοιμάση λεπτομερῶς τόν σχεδιασμό καί τήν πραγματοποίηση τῆς συγκεντρώσεως, τό ἀργότερο μέχρι τῆς 28ης τοῦ τρέχοντος μηνός Ἰουνίου. Στήν ὅλη κινητοποίηση εἶναι πρόδηλη ἡ συμμετοχή τῆς ἀδελφῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης καί προφανῶς τῶν Ἰ. Μητροπόλεων τῆς Δωδεκαννήσου.
2) Ἔκδοση εἰδικῶν ἐντύπων, πού θά ἐπιμεληθοῦν εἰδικευμένοι ἄνθρωποι μέ εὐφυΐα καί γνώση, ὅπου θά κυριαρχοῦν σύντομα καί περιεκτικά κείμενα γιά τίς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας, σκίτσα καί φωτογραφίες. Διαφώτιση ἐπί τοῦ θέματος σέ συγκεντρώσεις ἱερέων, ἐνοριτῶν, συνεργατῶν, ὑπαλλήλων τῶν ἱδρυμάτων καί σέ εὐρύτερο κύκλο Χριστιανῶν μας. Ἐνέργειες γιά ἔκδοση ψηφισμάτων ἀπό Δημοτικά Συμβούλια, Ὀργανισμούς, Συλλόγους καί Σωματεῖα. Ἐπιδίωξή μας πρέπει νά εἶναι τό περιεχόμενό τους νά μή περιορίζεται στό αἴτημα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς μή περιορίζεται στό αἴτημα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀλλά στήν ἀποτροπή τῶν σχεδιαζομένων καί μή κρυπτομένων ἐπεμβάσεων τῆς Πολιτείας εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅλα αὐτά ὑπό τό γενικό σύνθημα «Κάτω τά χέρια ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τούς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους».
3) Νά χρησιμοποιήσωμε ὅλες τίς ἐφημερίδες καί τά περιοδικά σ’ ὅλη τήν ἐπικράτεια καί τά ἔντυπα τοῦ ἐξωτερικοῦ. Νά παροτρύνωμε τούς δυναμένους νά γράφουν γιά τήν σύνταξη ἄρθρων καί τήν ἀποστολή ἐπιστολῶν ἐπί τοῦ θέματος σ’ ὅλα τά ἔντυπα μέσα.
Τά ἐκκλησιαστικά ἔντυπα ὅλων τῶν Ἐνοριῶν, ὅλων τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων καί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ μας Κέντρου νά ἀφιερώσουν κύρια ἄρθρα, ἀπόψεις καί σχόλια σχετικά μέ τίς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτονόητη, ὅσο καί πολύτιμη, θά εἶναι ἡ ἐπίσκεψη τῶν ἱερέων – ἐφημεριῶν ἀπό σπίτι σέ σπίτι καί ἀπό μαγαζί σέ μαγαζί γιά ἐνημέρωση τῶν πιστῶν.
4) Νά συγκροτηθῆ ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. εἰδική Ἐπιτροπή, μέ τήν συμμετοχή λαϊκῶν θεολόγων καί νομικῶν Χριστιανῶν, ἡ ὁποία θά κληθῆ νά μελετήση τήν ὠφελιμότητα, τήν χρησιμότητα καί τήν δυνατότητα ἐκδόσεως ἑνός «Δελτίου Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Ὁμολογίας» (ἤ πίστεως ἤ μαρτυρίας) γιά τούς ὀρθοδόξους Ἕλληνες Χριστιανούς.
4α) Νά ζητηθῆ ἀπό τόν λαό «διά βοῆς» ἡ παραίτηση τοῦ κ. ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, ἐάν δέν παραιτηθῆ τῶν ὑπό τοῦ ἰδίου ἀνακοινωθέντων σχεδίων εἰς βάρος τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καί τῆς Ἐκκλησίας.
5) Σέ περίπτωση πού ὁ ἀσφυκτικός κλοιός τῆς κρατικῆς ἐξουσίας εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἐξακολουθήση νά ἐκδηλώνεται ἐντονώτερα, τότε ἡ Ἐκκλησία, κατ’ ἐξοχήν προσευχομένη, θά χρησιμοποίηση τόν ὀργανωτικό μηχανισμό της πρός τήν ἐξῆς κατεύθυνση. Θά συγκεντρώση ἀπό ὅλη τήν Ἑλληνική Ἐπικράτεια ἑκατομμύρια ὑπογραφές τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, πού θά διαδηλώνουν τήν διαφωνία τους γιά τήν κυβερνητική πολιτική, ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας καί θά ζητοῦν Δημοψήφισμα. Οἱ “ὑπογραφές θά παραδοθοῦν ὡς τόμοι στόν κ. Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, γιά νά ἐνημερώση τήν Κυβέρνηση. Ἐάν δέν ὑπάρξη δημοκρατικό ἀποτέλεσμα ἀπό τήν διάσταση τῆς βουλήσεως τοῦ λαοῦ καί τῆς ἐξουσίας, θά παρακληθῆ ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, γνωστός γιά τήν φιλοπατρία του καί τόν σεβασμό του πρός τήν Ἐκκλησία, νά παραιτηθῆ τῶν καθηκόντων του, ὁπότε θά προκηρυχθοῦν ἐκλογές.
Αὐτά εἶναι μέτρα εἰρηνικά καί δημοκρατικά καί ὄχι ἱεροί πόλεμοι πού ἀπάδουν στήν Ὀρθοδοξία. Οἱ Ἕλληνες κληρικοί καί ὄχι λαϊκοί, μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέν φοβούμεθα τά δυσμενῆ μέτρα πού λαμβάνονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας διά λόγους ἰδιοτελείας ἤ συμφέροντος. Διαφωνοῦμε γιά τήν κατεύθυνση πρός τήν ὁποία ἐξωθεῖται ὁ Ἑλληνισμός, καθώς ἡ Παγκοσμιοποίηση ἀπειλεῖ νά ἰσοπεδώσει μιά ἱστορική ἐθνότητα, ὅπως εἶναι οἱ Ἕλληνες, χωρίς νά προβάλλεται καμιά ἀντίσταση μέ ὅπλα τίς πνευματικές ἰδιαιτερότητες τοῦ λαοῦ μᾶς. Μέ τίς θεωρίες γιά τό ἐμπόριο, τίς χρηματικές συναλλαγές, τήν κίνηση τῶν ἀγορῶν, τίς ἰσοτιμίες τῶν νομισμάτων καί τό φόβητρο τῆς Τεχνολογίας, μέ τόν θρίαμβο δηλαδή τοῦ ὑλισμοῦ, δέν ἐξασφαλίζεται ἡ ἐπιβίωση γιά κανένα μικρό Κράτος, μά πρό πάντων γιά τό Κράτος τῶν Ἑλλήνων. Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἐνῶ ὁ Κύριος Πρωθυπουργός προβάλλει τό ἀναπότρεπτο φάσμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως, ἀποσιωπᾶ σκληρές διεργασίες στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο, ὅπως ἡ πρόταση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν τῆς Γερμανίας Fisser, ὁ ὁποῖος ἐπρότεινε ἤδη τήν συγκρότηση ὁμοσπονδίας Γερμανίας, Γαλλίας, Βελγίου, Ὁλλανδίας καί Λουξεμβούργου, ἀφήνοντας πίσω τίς ἄλλες Χῶρες, μέ τελευταία στήν οὐρά τήν Ἑλλάδα. Καί ὅπως ἐγράφη προχθές ἡ πρόταση αὐτή δέν εἶναι ἁπλοῦν πυροτέχνημα. Ὑπάρχει, λοιπόν φόβος νά εἴμεθα καί ἀφελληνισμένοι καί τελευταῖοι. Καί ἀποκομμένοι ἀπό τήν πίστη καί ἔσχατοι. Ἐνῶ οἱ ἰσχυροί τῶν μεγάλων ἐθνῶν φροντίζουν γιά τά συμφέροντά τους.
Θά περατώσω τήν ἔκθεση τῶν Προτάσεων μου μέ τέσσαρες ἐπιγραμματικές ἐπισημάνσεις:
1. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀπό τοῦ ἔτους 1979, ὁπότε ὁ ὁμιλῶν ἔκαμε εἰδική εἰσήγηση στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, εἶναι κηρυγμένη ὑπέρ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ προσανατολισμοῦ τῆς Χώρας μας καί τῆς θέσεως τῆς Ἑλλάδος ἐντός τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως. Ὑπό τό ἀπαραίτητο ὀρό τῆς διατηρήσεως τῆς πνευματικῆς καί πολιτιστικῆς ταυτότητος μας, ὅπως αὐτή διασφαλίζεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική μας πίστη καί τήν ἐθνική μας ἱστορική παράδοση. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν πωλοῦμε καί δέν ἀνταλλάσσομε τήν πίστη μας, ὄχι μόνο μέ τά 126 δίς τοῦ πακέτου Pronti ἀλλ’ οὔτε μέ ὅλα τά θησαυροφυλάκια τῆς Εὐρώπης.
2. Ἐνημερώνωμε τούς ἁρμόδιους κρατικούς παράγοντες, ὅτι οἱ Ἕλληνες Χριστιανοί Πολῖτες, πέραν τῆς ἀπαγορεύσεως τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος, ἀποποιοῦνται καί κατηγορηματικά γιά τίς ὁποιουδήποτε εἴδους ταυτότητές τους, εἴτε τοῦ παρόντος εἴτε τοῦ μέλλοντος τήν ὕπαρξη τοῦ ἀριθμοῦ 666 καί τό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα μέ τό σύστημα Bar Code σ’ αὐτές.
3. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ζητεῖ ἀπό τήν Ἀξιωματική Ἀντιπολίτευση, νά λάβη ἄμεσα σαφέστερη καί ἐνεργότερη θέση στό ζήτημα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες καί νά προσδιορίσῃ τήν στάση της στά ὑπό τοῦ Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης ἀνακοινούμενα σχέδια εἰς βάρος τῆς ἐλευθερίας καί τῆς αὐτοτέλειας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Οἱ ἔπαινοι καί οἱ εὐχαριστίες τῆς Ἐκκλησίας ἀνήκουν σ’ ἐκείνους τούς πολιτικούς ἄνδρας τοῦ κυβερνῶντος κόμματος, τῆς ἀντιπολιτεύσεως καί τῶν ἐντός καί ἐκτός Βουλῆς κομμάτων γιά τίς θέσεις τους ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας.
4. Ἡ Ἐκκλησία ζητεῖ, ἔστω καί τώρα, τόν διάλογο. Ἐάν ἡ Πολιτεία ἀρνηθῆ, ἡ εὐθύνη θά βαρύνη τόν Πρωθυπουργό καί τήν Κυβέρνηση. Καί ἐάν ὑποθέσουμε ὅτι τελικῶς ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες θά ἀπαγορευθῆ, ἡ νίκη θά εἶναι τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία δέν δεσμεύεται καί θά συνεχίση. Τό Κράτος δυστυχῶς θά ζημιωθῆ, διότι θά ἀπωλέση τό κῦρος καί τήν ἀξιοπιστία του στή συνείδηση τοῦ Λαοῦ. Ἡ Ἐκκλησία θά νικήση ἐπειδή ἔχει ὅπλο τήν πίστη, περιεχόμενο τήν Ἱερά Παράδοση καί στήριγμα τό πλήρωμά της. Ἡ Ἐκκλησία ἐπέζησε ἐπί τέσσαρες αἰῶνες χωρίς Κράτος. Τό Κράτος ὅμως χρειάζεται καί τώρα τήν Ἐκκλησία, γιατί τήν ἐπιβίωσή του.είναι ἐπίκαιρος ὁ λόγος τῆς Ἀποκαλύψεως γιά τόν αἰώνιο Λόγο Ἰησοῦ Χριστό: «Καί εἶδον, καί ἰδού ἵππος λευκός, καί ὁ καθήμενος ἐπ’ αὐτοῦ ἔχων τόξον καί ἐδόθη αὐτό στέφανος, καί ἐξῆλθεν νικῶν καί ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. Στ’ 2) Ἡμεῖς δέ ἄς μένωμεν συνεπεῖς εἰς ὅσα «ἐμάθομεν καί ἐπιστώθημεν» (Β’ Τιμ. γ’ 14).
[1] Εἰσήγηση κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 6ης Ἰουνίου 2000.
Πηγή: Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησία καὶ Ταυτότητες, Ἀθήνα 2000
Ημερίδα με θέμα: «Αφήστε με να ζήσω!»
Πολεμικό Μουσείο Αθηνών 6/5/2018
ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ
Την Κυριακή 6. 5. 2018 πραγματοποιήθηκε στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών από το Κίνημα υπέρ της ζωής του αγέννητου παιδιού και εναντίον των εκτρώσεων «Αφήστε με να ζήσω!», επιστημονική Ημερίδα με τον ίδιο τίτλο.
Τα πορίσματα αυτής της Ημερίδας είναι τα εξής:
«Αφήστε με να ζήσω!»
Πηγή: Αφήστε με να ζήσω!
Ἐπισκεπτόμενος κάποιος σήμερα τὴν περιοχὴ ποὺ ἔζησε ὁ Λὼτ ἀντικρύζει ἕνα ἄγονο καὶ ἐρημικὸ τόπο. Αὐτὸς ὁ τόπος οἱ Ἁγίες Γραφὲς μαρτυροῦν ὅτι δὲν ἦταν πάντα ἔτσι («καὶ ἐπάρας Λὼτ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ἐπεῖδε πᾶσαν τὴν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου, ὅτι πᾶσα ἦν ποτιζομένη…, ὡς ὁ παράδεισος τοῦ Θεοῦ», Γεν. 13,10), ἀλλὰ κάτι συνέβη καὶ εἶναι σήμερα ἔτσι ὅπως βλέπουμε. Ὅλα συνέβησαν μιὰ μέρα ποὺ ὁ Λὼτ συνάντησε δύο ξένους στὴν πλατεία τῆς πόλης ποὺ ζοῦσε («ἰδὼν δὲ Λώτ, ἐξανέστη εἰς συνάντησιν αὐτοῖς», Γεν. 19,1) καὶ ἀφοῦ ἐπέμεινε νὰ τοὺς φιλοξενήσει στὸ σπίτι του, κατάφερε τελικὰ νὰ τοὺς πείσει («καὶ κατεβιάζετο αὐτούς, καὶ ἐξέκλιναν πρὸς αὐτὸν καὶ εἰσῆλθον εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ», Γεν. 19,3). Ὅμως σύντομα μετὰ τὸ δείπνο τους, τὰ πράγματα ἐξελίχθηκαν ἀναπάντεχα, γιατὶ ὅλη ἡ πόλη, ἀνεξαρτήτως ἡλικίας, ἔδειξε διαφορετικὲς προθέσεις ἀπέναντι στοὺς δύο ξένους ἀπὸ αὐτὲς τοῦ Λὼτ («καὶ ἐποίησεν αὐτοῖς πότον, καὶ ἀζύμους ἔπεψεν αὐτοῖς, καὶ ἔφαγον. πρὸ τοῦ κοιμηθῆναι δέ, οἱ ἄνδρες τῆς πόλεως οἱ Σοδομῖται περικύκλωσαν τὴν οἰκίαν ἀπὸ νεανίσκου ἕως πρεσβυτέρου, ἅπας ὁ λαὸς ἅμα.», Γεν. 19,3-4).
Ἦταν πράγματι φοβερὴ ἡ ἀπαίτησή τους, ἔξω ἀπὸ κάθε λογικὴ, ἐνάντια στὸ φυσιολογικό, τυφλωμένη ἀπὸ ἐμπάθεια, βυθισμένη στὴν ἀνομία. Φώναζαν στὸ Λὼτ λέγωντας: «Δὼς τους μας νὰ ἀσελγήσουμε πάνω τους!» («καὶ ἐξεκαλοῦντο τὸν Λὼτ καὶ ἔλεγον πρὸς αὐτόν· ποῦ εἰσιν οἱ ἄνδρες οἱ εἰσελθόντες πρὸς σὲ τὴν νύκτα; ἐξάγαγε αὐτοὺς πρὸς ἡμᾶς, ἵνα συγγενώμεθα αὐτοῖς.» Γεν. 19,5). Ἡ ἐξέλιξη στὴν συνέχεια εἶναι γνωστὴ. Ὁ Λὼτ μπροστὰ στὴν φρίκη ποὺ ζοῦσε, μέσα στὴν ἀπόγνωσή του, προκειμένου νὰ ἀποφύγει τὸ χειρότερο, ὄχι μόνο τὴν παραβίαση τοῦ φυσικοῦ νόμου, ἀλλὰ καὶ τὴν τρομερὴ ἱεροσυλία, καθῶς ὥς δίκαιος ποὺ ἦταν διαισθανόταν ὁπωσδήποτε ὅτι οἱ δύο ξένοι του ἦταν κάτι περισσότερο ἀπὸ δύο ἁπλοὶ περαστικοί, ἦταν ἀπεσταλμένοι τοῦ Κυρίου, πρόσωπα ἱερά, πρόσφερε σὲ ἀντάλλαγμα γιὰ νὰ σώσει τοὺς δύο ξένους, τὶς δύο παρθένες κόρες του («εἰσὶ δέ μοι δύο θυγατέρες, αἳ οὐκ ἔγνωσαν ἄνδρα· ἐξάξω αὐτὰς πρὸς ὑμᾶς,», Γεν. 19,8), χωρὶς ὅμως νὰ καταφέρει νὰ ἀποτρέψει τὴν ἀνεξέλεγκτη μανιώδη ὀρμὴ τοῦ τυφλοῦ ἄλογου πάθους τῶν συμπολιτῶν του κατὰ τῶν φιλοξενούμενών του. Τελικὰ ἡ τύφλωσή τους θαυματουργικὰ ποὺ ἀκολούθησε, τοὺς ἐμπόδισε νὰ κάνουν πράξη τὸν πονηρό καὶ ἐγκληματικό σκοπό τους, καὶ ἀφοῦ τὰ ξημερώματα ἀπομακρύνθει ὁ Λὼτ μὲ τὴν οἰκογένειά του ἀπὸ τὴν πόλη, ἐπῆλθε ἡ τιμωρία γιὰ σύσσωμη τὴν πόλη ποὺ μετέτρεψε ὅλο τὸ χῶρο της καὶ τὸν γύρω ἀπὸ αὐτὴν ἀπὸ παράδεισο σὲ κόλαση («καὶ κατέστρεψε τὰς πόλεις ταύτας καὶ πᾶσαν τὴν περίχωρον καὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν ταῖς πόλεσι καὶ τὰ ἀνατέλλοντα ἐκ τῆς γῆς.», Γεν. 19,25).
Ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα ἔχουν περάσει σχεδὸν τέσσερις χιλιετίες καὶ ὁ ἐφιάλτης ἐπέστρεψε δριμύτερος. Στὴ θέση τοῦ Λὼτ, σήμερα οἱ πιστοὶ μέσα στὴν ἴδια τὴν πατρίδα τους, τὴν ἁγιασμένη ἀπὸ τὰ κόκκαλα καὶ αἵματα τῶν ἁγίων ποὺ ἔζησαν καὶ πέθαναν σὲ αὐτὴ γιὰ τὸν Χριστὸ, ἀντικρύζουν ὄχι μόνο τοὺς συμπολίτες τους νὰ ἀσχημονοῦν παρουσιάζοντας τοὺς ἑαυτούς τους ἀπὸ ἄντρες γυναίκες, καὶ ἀπὸ γυναίκες ἄντρες, καὶ συνάπτοντας ὁμοφυλοφιλικὲς σχέσεις, καὶ μάλιστα καμαρώνοντας τὸ ‘κατόρθωμά’ τους στὶς ‘ὑπερήφανες’ παρελάσεις τους, ἀλλὰ καὶ ὅλα αὐτὰ νὰ γίνονται νόμοι κράτους, νὰ λαμβάνουν τὴν σφραγίδα του, ὅπως μὲ τὴν θέσπιση νομοθεσίας γιὰ σύναψη συμφώνου συμβίωσης ὁμοφυλόφιλων καὶ γιὰ τὴν ἀλλαγὴ ταυτότητας φύλου, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν ἐφηβικὴ ἡλικία τῶν 15. Καὶ τελικὰ μὲ βιασύνη φτάσαμε καὶ στὸ ἀποκορύφωμα, νὰ τοὺς δίνεται ἡ δυνατότητα νόμιμα ἀπὸ τὴν Πολιτεία υἱοθεσίας τέκνων. Οἱ ΛΟΑΤ τῆς ἐποχῆς τοῦ Λὼτ μπροστὰ σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ‘πολιτισμένα’ καὶ ‘προοδευτικά’ τῶν ΛΟΑΤ τῆς ἐποχῆς μας θὰ εἶχαν μείνει ἄφωνοι. Ἄραγε θὰ μποροῦσαν νὰ φανταστοῦν τότε ὅτι θὰ ἔρθει ἐποχὴ ποὺ ἀπὸ ‘ὁ Κώστας’ θὰ μπορεῖ νὰ λέγεται κάποιος ‘τὸ ἄτομο Κώστας – Κωσταντίνα’ ἤ ἀπὸ ‘ἡ Γιάννα’ θὰ μπορεῖ νὰ λέγεται κάποιος ‘τὸ ἄτομο Γιάννα – Γιάννης΄. Καὶ βέβαια δὲν εἶχαν τότε τὰ ‘ἐπιστημονικὰ’ μέσα νὰ κάνουν τὸν Κώστα Κωσταντίνα καὶ τὴν Γιάννα Γιάννη, ὅπως σήμερα μποροῦν νὰ κάνουν οἱ ἐπιτήδειοι ὅποιον τὸ ἐπιθυμήσει καὶ τὸ τολμήσει, μὲ τὰ ‘θαύματα’ τῆς ἱατρικῆς. Καὶ ὅλα εἶναι ἐντάξη καὶ δὲν ὑπάρχει κανένα πρόβλημα, ὅπως τὸ ἐπιβεβαιώνουν καὶ πλήθος ‘ἐπιστήμονες’ ψυχιάτροι, ψυχολόγοι, ψυχαναλυτές, ‘Μὴ διστάζετε, μὴ καταπιέζεστε ψυχικά, ἀλλάξτε τὸ φύλο σας, εἶναι δικαίωμά σας’. Καὶ βέβαια μέχρι ἐδῶ, θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ πεῖ, ὁ καθένας μπορεῖ νὰ κάνει ὅτι θέλει, ἐφόσον πρόκειται γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Ὅμως ἡ ‘πρόοδος’ πήγε καὶ παραπέρα, καὶ αὐτὸ οὔτε ποὺ θὰ τὸ φανταζόντουσαν οἱ κάτοικοι τῆς περιχώρου τοῦ Ἰορδάνη στὰ χρόνια τους, καθῶς κάποιοι σημερινοὶ ‘ἐπιστήμονες’ ψυχιάτροι, ψυχολόγοι, ψυχαναλυτές συμβούλεψαν καὶ ὅτι δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἐπίπτωση στὴν ἀνάπτυξη ἑνὸς παιδιοὺ, ἅν τὸ υἱοθετήσουν, ἀντὶ γιὰ ἕνας μπαμπάς καὶ μιὰ μαμά, δύο μπαμπάδες ποὺ κάνουν καὶ τὴν μαμά, ἥ δύο μαμάδες ποὺ κάνουν καὶ τὸ μπαμπά. Κανένα πρόβλημα εἶπαν. Καὶ ἔτσι, ἰδοῦ τὸ κατόρθωμά τους, ἔγινε καὶ αὐτὸ νόμος τοῦ Κράτους. Αὐτὸ εἶναι …ἐπιστημονικὸ καὶ πολιτιστικὸ ἐπίτευγμα! Τώρα ἄν τὸ διαδίκτυο εἶναι γεμάτο ἀπὸ μαρτυρίες ἀνθρώπων ποὺ ἀναθράφηκαν ἀπὸ ὁμοφυλόφιλους καὶ κατακακοποιήθηκαν ἐπί χρόνια ὁλόκληρα καὶ γέμισαν ψυχικὰ τραύματα (μερικὰ παραδείγματα εἶναι οἱ μαρτυρίες τῶν Moira Greyland, Katy Faust, Dawn Stefanowicz, Β.Ν. Klein, Robert Oscar Lopez καὶ ἀμέτρητων ἄλλων), αὐτὰ εἶναι λεπτομέρειες γιὰ τοὺς μεγάλους αὐτοὺς ‘ἐπιστήμονες’ καὶ ‘προοδευτικούς’. Ποιὸς ὅμως λέει ἀλήθεια καὶ εἶναι ἀξιόπιστος; Ἕνα μάτσο φιλοχρήματοι καὶ φιλόδοξοι ‘ἐπιστήμονες’, ποὺ δὲν εἶναι εὔκολο ἐπιστημονικὰ νὰ ἐλεχθοῦν ἄμεσα τὰ λεγόμενά τους καὶ μποροῦν νὰ λένε ὅτι θέλουν καὶ ὅτι τοὺς συμφέρει κάθε φορὰ ἀνάλογα μὲ τὴν ἰδεοληψία τους ἤ τὶς πιέσεις ποὺ δέχονται κάθε φορὰ, χωρὶς νὰ τοὺς στοιχίζει τίποτα, τουλάχιστον ὄχι πρὸς τὸ παρὸν (ποὺ ὡστόσο βέβαια ἔχουν ἀπέναντί τους μέγα πλήθος ἄλλων ἐπιστημόνων ποὺ διαφωνεῖ κατ’ οὐσίαν ἀπόλυτα μαζί τους, καὶ ἄς μὴν τοὺς προτιμοῦν νὰ τοὺς προβάλλουν τὰ ΜΜΕ, ἐπειδὴ αὐτοὶ σέβονται τὴν ἐπιστήμη τους καὶ θέλουν νὰ λένε μόνο τὴν ἀλήθεια, καὶ ὄχι ὅτι θέλουν αὐτὰ καὶ ὅσοι τὰ ἐλέγχουν); Ἥ μάλλον κάποιοι ἄνθρωποι, ποὺ δηλώνουν ὅτι κακοποιήθηκαν καὶ ἔχουν ψυχολογικὰ τραύματα ἀπὸ ὅσα ἔπαθαν, ἀποκαλύπτοντας δημοσίως τὸ προσωπικό τους δράμα καὶ ἐκθέτοντας ὡς ἔνοχους τοὺς ἴδιους τους φυσικοὺς γονεῖς τους ἤ σὲ ἄλλες περιπτώσεις νοσηρούς ἄνθρωπους ποὺ τοὺς υἱοθέτησαν;
Ἐν ἔτη 2018 μετὰ Χριστὸν ξεπεράσαμε λοιπὸν κατὰ πολὺ τοὺς συμπολίτες τοῦ Λὼτ ποὺ ἔζησαν σχεδὸν δύο χιλιετίες πρὶν ἔρθει ὁ Χριστὸς καὶ ἐπομένως δὲν τὸν εἶχαν γνωρίσει. Καὶ ἐδῶ ταιριάζουν τὰ λόγια ποὺ ἀπευθύνει ὁ Χριστὸς στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ποὺ ἐνῶ τὸν γνώριζαν ἔμεναν ἀμετανόητοι, συγκρίνοντάς τους μὲ τοὺς κατοίκους τῶν Σοδόμων ποὺ δὲν τὸν εἶχαν γνωρίσει καὶ ποὺ ἄν τὸν εἶχαν γνωρίσει θὰ εἶχαν μετανοήσει: «καὶ σὺ Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ᾅδου καταβιβασθήση· ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν σοί, ἔμειναν ἂν μέχρι τῆς σήμερον. πλὴν λέγω ὑμῖν ὅτι γῇ Σοδόμων ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ σοί.», Μτ. 11,23-24. Εἶναι δυνατὸν σὲ αὐτὴν τὴν Χώρα ποὺ γνώρισε καὶ ἐδόξασε τὸν Χριστὸ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη, νὰ δίνεται δυνατότητα υἱοθέτησης παιδιοὺ σὲ ἄτομα ποὺ ἐνῶ βλέπουν ὅτι ἔχουν ἀνδρικὰ ἤ γυναικεία σωματικὰ χαρακτηριστικὰ, δὲν ξέρουν λένε καὶ ψάχνουν νὰ βροῦν τὶ φύλο εἶναι; Εἶναι δυνατὸν τέτοια μὴ ισορροπημένα ψυχικὰ καὶ στὰ τυφλὰ βαδίζοντα ἄτομα, νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀναθρέψουν ἕνα παιδί (καὶ ἐξηγοῦμε ὄτι ἐδῶ ἀναφερόμαστε σὲ ὅσους ἀποδέχονται ὡς φυσιολογικὴ καὶ καλλιεργοῦν τὴν ὅποια παραφύση ἔξη αἰσθάνονται, οἱ ὁποῖοι εἶναι καὶ αὐτοὶ ποὺ διεκδικοῦν τὰ σχετικὰ νομικὰ δικαιώματα, ἐνῶ ὀπωσδήποτε ὄχι σὲ ὅσους ἀναγνωρίζουν ὅτι μιὰ τέτοια ἔξη πρόκειται γιὰ ἀδυναμία, προσπαθῶντας νὰ τὴν γιατρέψουν); Τὶ ἀξίες θὰ τὸ διδάξουν καὶ τὶ συμβουλὲς θὰ τοῦ δώσουν, τὶ στιγμὴ ποὺ δὲν μποροῦν νὰ βοηθήσουν τὸν ἀποπροσανατολισμένο ἑαυτό τους καὶ δὲν γνωρίζουν ποὺ ὁδεύουν; Καὶ φυσικὰ δὲν ὑπάρχει κανένα δικαίωμα γιὰ κανέναν, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο προκειμένου νὰ μὴν στερηθεῖ κάτι ὁ ἴδιος, μπορεῖ νὰ κάνει ὅτι θέλει στους ἄλλους.
Θέλετε παιδὶ ὅλοι ἐσεῖς τῶν ΛΟΑΤ; Ζήστε σὰν ἄνθρωποι φυσιολογικοὶ καὶ ὑγιεῖς, ἐννοῶντας δηλαδὴ νὰ δεχτεῖτε τὸ φύλο ποὺ πλαστήκατε, ὥστε νὰ μπορέσετε μέσω τῆς ἔγγαμης ἔνωσης μὲ τὸ ἄλλο φύλο νὰ φέρετε στὸ κόσμο τὸ παιδὶ ποὺ θέλετε, τὸ ὁποῖο δὲν φέρει χρωμοσώματα μόνο μὲ πατρικὸ γενετικὸ ὑλικὸ, οὔτε μόνο μὲ μητρικό, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ δύο, καὶ σύμφωνα μὲ τὴν σωματική του δημιουργία θέλει ἀνάλογα καὶ ἡ ἀνατροφὴ του, νὰ γίνει ὄχι μόνο ἀπὸ πατέρα, ἤ μόνο ἀπὸ μητέρα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς δύο, καὶ ἀπὸ πατέρα καὶ ἀπὸ μητέρα, μὲ πραγματικὸ φύλο ἄντρα ὁ πρώτος καὶ μὲ πραγματικὸ φύλο γυναίκας ἡ δεύτερη (καὶ ὄχι ἀλλάζοντας ἐμφανίσεις, ταυτότητες καὶ ρόλους ἀπὸ τὸ πραγματικὸ φύλο, ποὺ εἶναι ἀμετάβλητο στὴν οὐσία καὶ ὀντολογία του, στὸ ἀντίθετο). Αὐτὸ θέλει καὶ χρειάζεται τὸ παιδὶ, τὸ γνήσιο, φυσικό, καὶ ἀληθινὸ καὶ ὄχι τὸ ψεύτικο, ἀφύσικο καὶ ὑποκριτικό, ἀκόμα καὶ ἄν δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει τοὺς πραγματικοὺς φυσικούς του γονεῖς, ἀλλὰ μόνο μπορεῖ νὰ υἱοθετηθεῖ ἀπὸ ἄλλους. Ὁ ἀπαράβατος κανόνας γιὰ τὴν ὑιοθεσία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι παρὰ μόνο ἀπὸ δύο ἄτομα διαφορετικοῦ φύλου, χωρὶς κρίσεις καὶ ἀμφιβολίες ταυτότητας φύλου. Δικαίωμά του εἶναι τοῦ κάθε παιδιοῦ νὰ ζήσει ἕνα ὅντως πατέρα, νὰ ζήσει καὶ μιὰ ὅντως μητέρα, νὰ ἀνατραφεῖ ὅπως μόνο ἔτσι εἶναι δυνατὸν σὲ ἕνα ὑγιὲς καὶ φυσιολογικὸ περιβάλλον, ποὺ αὐτὸ ἔχει δημιουργηθεῖ καὶ εὐλογηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ στερήσει αὐτὸ στὸ κάθε παιδὶ κανένας. Οὔτε καὶ θὰ ἐπιτρέψουμε νὰ παραβιάσει κανεῖς μὲ τὸν ὅποιο ἀφύσικο τρόπο αὐτὸ τὸ δικαίωμα ὁποιουδήποτε παιδιοῦ γύρω μας, εἴτε ὑποστηρίζουν μιὰ τέτοια παραβίαση οἱ θλιβεροὶ 161 τῆς βουλῆς ποὺ ψήφισαν τέτοιο βδελυρό νόμο - ἔκτρωμα μέσα στὸν παραλογισμό τοῦ ἄπιστου μυαλού τους καὶ τὴν κενότητα τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς τους, εἴτε ὁ ὁποιοσδήποτε. Εἶναι χρέος τοῦ καθενὸς ποὺ ἔχει ἀκόμα ζωντανή την συνείδηση του μὲ τὴν ὁποῖα γεννήθηκε νὰ ἀντιδράσει ὅπως μπορεῖ ὅπου χρειαστεῖ γιὰ νὰ μὴν ἐφαρμοστεῖ μιὰ τέτοια παράνομη ἀκόμα καὶ κατὰ τὴν φύση νομοθεσία στὸν περίγυρό του, ἡ ὁποία θὰ ἔχει σοβαρὲς ἐπιπτώσεις στὴν ψυχὴ καὶ στὴ ζωὴ ὅποιου ἄτυχου παιδιοῦ ἐφαρμοσθεῖ πάνω του. Ὅποιος μένει ἄπρακτος καὶ ἀδιάφορος σὲ μιὰ πιθανὴ ἐφαρμογὴ μιὰς τέτοιας νομοθεσίας πλησίον σὲ αὐτόν, γίνεται συνεργὸς καὶ συνένοχος στὴν καταλυτικὴ ἐπίδραση ποὺ θὰ ἔχει αὐτὴ στὴν ψυχολογία καὶ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ παιδιοῦ ποὺ μπορεῖ ποτὲ νὰ μὴν μπορέσει νὰ ζήσει μιὰ φυσιολογικὴ ζωή.
Τὰ παιδιὰ αὐτοῦ τοῦ τόπου δὲν θέλουμε νὰ τὰ κάνουν κάποιοι σὰν τὰ μούτρα τους καὶ δὲν τοὺς θέλουμε νὰ κυβερνοῦν. Ἀρκετά. Γιατὶ ἄν καὶ κατ’ ὅνομα Ἕλληνες ἔχουν ξεχάσει τελείως τὶ σημαίνει φιλότιμο.
Πηγή: Ακτίνες
Έτοιμο το σύστημα από το 2020 - Βαριές κυρώσεις για όσους δεν δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Πλήρες «φακέλωμα» της περιουσίας των φορολογουμένων θέλει να κάνει η εφορία.
Σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο που ανακοίνωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), το e-περιουσιολόγιο θα είναι έτοιμο ως το 2020. Σε αυτό ο στόχος της είναι να καταγραφεί όλη η ακίνητη, κινητή και άυλη περιουσία όλων των φυσικών και νομικών προσώπων, καθώς και των νομικών οντοτήτων.
Στην πράξη, η εφορία θα καταγράψει όλα τα περιουσιακά στοιχεία που δηλώνονται στις φορολογικές δηλώσεις (αυτοκίνητα, σπίτια, σκάφη, μετοχές, κλπ.). Αυτό, βάσει του σχεδίου, θα πρέπει να έχει γίνει μέχρι τα τέλη του 2018,
Στη συνέχεια, οι φορολογούμενοι - βάσει πάντα του σχεδίου της ΑΑΔΕ - θα έχουν ένα σεβαστό χρονικό διάστημα (δύο μήνες), κατά το οποίο θα μπορούν να ελέγξουν εάν τα στοιχεία είναι ακριβή.
Παράλληλα, να προσθέσουν και άλλα περιουσιακά στοιχεία, όπως περιεχόμενα σε θυρίδες τραπεζών, μετρητά στο σπίτι, πλάκες χρυσού, κλπ. αλλά και να δηλώσουν και την αύλη περιουσία τους, που αφορά πνευματικά δικαίωματα αλλά και… ψηφιακά νομίσματα, όπως πχ. τα bitcoin.
Η ΑΑΔΕ επιθυμεί το e-περιουσιολόγιο να είναι πλήρως λειτουργικό από τον Ιανουάριο του 2019, με τον στόχο – σε κάθε περίπτωση – να είναι η εφαρμογή του από το 2020.
Οι κυρώσεις για όσους δεν δηλώσουν κάποια από τα περιουσιακά τους στοιχεία θα είναι αυστηρές και θα μπορούν να φτάσουν ακόμη και στη δήμευση ενός περιουσιακού στοιχείου.
Στόχος της εφορίας είναι αφενός να αποκτήσει μια πλήρη εικόνα της περιουσίας των φορολογουμένων και αφετέρου να εντοπίσει τη φοροδιαφυγή μέσω της μεταβολής της.
Έντονος προβληματισμός για την ασφάλεια των στοιχείων
Ωστόσο, νομικοί εκφράζουν τον έντονο προβληματισμό τους για το «φακέλωμα» των φορολογουμένων.
Όπως λένε στο star.gr, υφίσταται ένα μείζον θέμα με την ασφάλεια των ευαίσθητων αυτών δεδομένων.
Με απλά λόγια, ενδεχόμενη διαρροή τους, ειδικά όταν πρόκειται για μετρητά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία που κρατούνται στο σπίτι, θα μπορούσε να εγκυμονήσει κινδύνους για την ασφάλεια των φορολογουμένων.
Το «εμπόδιο» που λέγεται… ΣτΕ
Στα σχέδια της ΑΑΔΕ υπάρχει, όμως, ένα «εμπόδιο» που λέγεται… Συμβούλιο της Επικρατείας.
Μετά από προσφυγές δικαστικών ενώσεων σχετικά με το ηλεκτρονικό πόθεν έσχες, το ΣτΕ με την απόφαση 2649/2017 είχε κρίνει πως τα κινητά περιουσιακά στοιχεία που μπορεί να φυλάσσονται σε οικίες, θυρίδες, κλπ. δεν μπορεί να ελέγχονται.
Κοινώς, οι δικαστές είχαν αποφανθεί ότι κανένας υπόχρεος (όχι μόνο οι δικαστικοί και οι εισαγγελικοί λειτουργοί) δεν υποχρεούται να δηλώνει μετρητά και κινητά πράγματα μεγάλης αξίας.
Υπενθυμίζεται ότι η επίμαχη Κοινή Υπουργική Απόφαση που είχε τότε ακυρώσει η απόφαση του ΣτΕ, προέβλεπε την υποχρέωση να δηλώνονται από συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες (μεταξύ των οποίων και οι δικαστές) τα ποσά άνω από 15.000 ευρώ που βρίσκονται εκτός τράπεζας (σπίτι ή θυρίδα), καθώς και κινητά περιουσιακά στοιχεία (κοσμήματα, πίνακες κ.λπ.) η αξία των οποίων υπερβαίνει τις 30.000 ευρώ.
Διάγραμμα
1.Το πρόβλημα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος καί ἡ διαπλοκή του.
2. Τό χρονικόν δημιουργίας τοῦ ζητήματος.
3. Νομική φύσις τῆς Ἀρχῆς Προστασίας τοῦ ν. 2472/1997 καί τῶν Πράξεων της.
4. Τό περί τάς ταυτότητας ὑφιστάμενον νομικόν καθεστώς.
5. Ὁ ν. 2472/1997 καταργεῖ τήν περί τῶν ταυτοτήτων ἰσχύουσαν νομοθεσίαν;
6. Ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος καί τό ἄρθρον 13 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος.
7. Ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος καί ὁ ν. 2472/1997 «Προστασία τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα».
8. Συμπεράσματα καί προτάσεις.
1. Το ὅλον ζήτημα τῆς ἀναγραφῇς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ἀστυνομικῆς ταυτότητος κάθε Ἕλληνος πολίτου, αὐτονοήτως προϋποθέτει τήν προσεκτικήν καί ἀπό πάσης πλευράς ὀρθήν προσέγγισίν του. Πολύ περισσότερον, ἡ νομική θεώρησις τοῦ θέματος τούτου – συμφώνως πρός τήν δοθεῖσαν συνοδικήν ἐντολήν καί ὑπόδειξιν [2] ὑποχρεώνει εἰς ἐνδελεχῆ, ἐξονυχιστικήν καί συστηματικήν μελέτην, μέ δεδομένα τόσον τήν στενή συνάφειάν του πρός τό θεμελιῶδες προσωπικόν δικαίωμα τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, ὅσον καί τήν καταφανῆ εὐαισθησίαν τῆς πλειοψηφίας τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν νά ἀπαιτοῦν τήν ἀναγραφήν τῆς θρησκευτικῆς των πεποιθήσεως ὡς βασικοῦ στοιχείου τῆς ταυτότητος, ὅπως εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία διά τόν Ἕλληνα ἤ καί δι’ ἄλλους ὁμοδόξους λαούς. Διά τόν λόγον αὐτόν καί ἡ μέχρι σήμερον ἐκδηλωθεῖσα ὁμόθυμος, σχεδόν, ἀντίθεσις ἀπό μέρους τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας πρός τήν ὑπό τῶν κρατικῶν ἁρμοδίων ἀνακίνησιν καί ἀνακοίνωσιν τῆς ἀποφάσεως περί τῆς μή ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος τῆς Ἐκκλησίας, ὡς διερμηνεύουσα ὀρθῶς καί ἀκριβῶς τόν ἔντονον προβληματισμόν του, ἐνῶ ἀποδοκιμάζεται ἡ αἰφνιδιαστική βεβιασμένη καί μονομερής ἀπόφασις αὐτή.
Αἱ προηγηθεῖσαι τάς τελευταίας βδομάδας δημόσιαι καί εἰς πολλά ἐπίπεδα συζητήσεις τοῦ ὅλου θέματος διά τῆς συμβολῆς ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Πολιτείας, τῆς νομικῆς ἐπιστήμης καί τῆς Θεολογίας, καταλήξασαι ἐνίοτε, διά τῆς συμβολῆς ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Πολιτείας, τῆς νομικῆς ἐπιστήμης καί τῆς Θεολογίας, καταλήξασαι ἐνίοτε, διά τῆς συστηματικῆς καί ὑπόπτου ἐπιδιώξεως ὅλων σχεδόν τῶν μέσων ἐνημερώσεως, εἰς ὀξείας ἀντιπαραθέσεις, τελικῶς ἐβοήθησαν εἰς τήν ἀνάδειξιν χρησίμων συμπερασμάτων διά τήν ἀντικειμενικήν ἀξιολόγησιν αὐτοῦ τοῦ ζητήματος, ἀλλά καί τῆς διακριβώσεως τῆς βουλήσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
Εἶναι πλέον προφανές ὅτι ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας ταυτότητας προεβλήθη, ὡς ἡ αἰχμή μιᾶς πολυμεροῦς καί πολυμετώπου ἐπιδιώξεως ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι μέ κριτήρια ἰδεολογικό-πολιτικά, διαποτισμένοι ἀπό στεῖρον κρατισμόν καί νομικισμόν, ἀπορρίπτουν τό ὑφιστάμενον συνταγματικόν πλαίσιον τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Πρόδηλον εἶναι, ἐπίσης, ὅτι τό θέμα τοῦτο ἀποτελεῖ μέρος εὐρυτέρου σχεδίου περιορισμοῦ ἤ καί ἐξουδετερώσεως τῆς ἐνεργούς παρουσίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν δημόσιον βίον, σχεδίου ἐξυφαινομένου καί ὑποστηριζομένου ἐξ ὅσων ἐμφοροῦνται ἀπό ἀντιλήψεις δυτικοτρόπους καί ἀντορθοδόξους.
2. Αἱ διαπιστώσεις αὐταί ἐπιβεβαιώνονται καί ἀπό τήν ἁπλήν χρονογραφικήν παράθεσιν τῶν περί τό θέμα τοῦτο αἰφνιδιαστικῶν καί ὁπωσδήποτε ἀκαίρων πρωτοβουλιῶν κυβερνητικῶν καί ἄλλων ὀργάνων. Ὁ ἐξωκοινοβουλευτικός ὑπουργός Δικαιοσύνης κ. Μ. Σταθόπουλος εἰς τήν πρώτην συνέντευξίν[3] του αἰσθανόμενος «πιό ἀδέσμευτος» - ὅπως ἰσχυρίσθη – ἐδήλωνε ἐπί λέξει: «ὑπάρχει μιά ὑπερπροστασία τῆς ἐπικρατούσης θρησκείας, κάτι πού νομίζω, ὅτι δέν τό ἔχει ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία κάλλιστα μπορεῖ νά ἀναπτύξει τήν πνευματική της δραστηριότητα αὐτοδυνάμως. Δέν νομίζω, ὅτι πρέπει νά λείπει ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ αὐτοπεποίθηση».
Περαιτέρω, θεωρῶν ὅτι ἡ ὡριμότης τῶν συνθηκῶν διά τόν χωρισμόν Ἐκκλησίας καί Πολιτείας προϋποθέτει τήν λύσιν ἐπί μέρους ζητημάτων καθορισμοῦ ἁρμοδιοτήτων τῶν δύο μερῶν, ἐντέχνως καί σκοπίμως ἑστιάζει τήν προσοχή ὅλων σωρευτικῶς ἐπί πλήθους προβλημάτων μέ διαφαινομένας τάς ἀπόψεις καί ἐπιδιωκτέας λύσεις, ὅπως:
Α) Τήν καθιέρωσιν ὡς ὑποχρεωτικοῦ τοῦ πολιτικοῦ γάμου.
Β) Τήν καθιέρωσιν τοῦ πολιτικοῦ ὅρκου, ὡς τοῦ μόνου κοινοῦ δι’ ὅλους τούς Ἕλληνας πολίτας, χωρίς ν’ ἀποκλείη καί ἄλλους τύπους ὅρκων.
Γ) Τήν μή θρησκευτικήν κηδείαν ἤ ἄλλως τήν «κοσμικήν» κηδείαν, τήν ὁποίαν ἐπιβάλλει ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως.
Δ) Τήν καῦσιν τῶν νεκρῶν.
Ε) Τήν ρύθμισιν θεμάτων ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας
Στ) Τήν κατάργησίν τῶν διατάξεων περί προσηλυτισμοῦ καί περί τῆς ὑπό τοῦ ἐπιχωρίου Ἐπισκόπου ζητουμένης γνώμης διά τήν ἵδρυσιν καί λειτουργίαν ευκτηρίων οἴκων.
Ζ) Τήν κατάργησιν τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν διά τῆς ἀπαλείψεως τῆς διατάξεως τῆς παραγρ. 2, τοῦ άθρου 16 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, εἰς ἤν περιλαμβάνεται καί «ἡ ἀνάπτυξις τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνειδήσεως» τῶν ἑλληνοπαίδων, καί
Η) Τήν ἀπάλειψιν τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ἀστυνομικάς ταυτότητας, διά τήν ὁποίαν ἔσπευσεν νά δηλώση ὁ ἴδιος ἐπί τῆς Δικαιοσύνης Ὑπουργός: «εἶναι, ἤδη, χωρίς συγκατάθεση τοῦ προσώπου, ἀντίθετη πρό τό νόμο 2472/1997 γιά τήν προστασία τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασία προσωπικῶν δεδομένων, ἐπειδή πρόκειται γιά εὐαίσθητο δεδομένο».[4]
Τήν ἐκ τῆς συνεντεύξεως προκληθεῖσαν ἀνησυχίαν καί τόν ἔντονον προβληματισμόν, πρός στιγμήν ἦλθε νά διασκεδάση δήλωσις τοῦ Κυβερνητικοῦ Ἐκπροσώπου[5]. Ἀλλ΄ εὐθύς ἀμέσως ἐνεφανίσθη εἰς τό προσκήνιον ὁ πρόεδρος τῆς «Ἀρχῆς προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα» (Ἀρχή τοῦ ν. 2472/97) Κωνσταντῖνος Δαφέρμος καί διά δηλώσεών του προανήγγειλε, κατά τινα τρόπον, τήν μέλλουσαν νά ἐκδοθῆ ἀπόφασιν, δημιουργῶν σοβαρούς λόγους ἀκυρότητος τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς ἤ, κατ’ ἄλλην ἐκτίμησιν, ὁ πρόεδρος τῆς Ἀρχῆς «ὤφειλε διά λόγους δεοντολογίας ἀλλά καί νομιμότητος, ἀφ’ ὅσον μάλιστα εἶναι πρώην Ἀντιπρόεδρος τοῦ Ἀρείου Πάγου, νά μή κάνει αὐτές τίς δηλώσεις, πρίν ἤ ἀποφανθῆ ἡ Ἀνεξάρτητη Ἀρχή, τῆς ὁποίας προεδρεύει καί τήν ὁποίαν εἶχεν καλέσει νά γνωμοδοτήση τοῦτο, διότι εἶναι δυνατόν νά θεωρηθῆ, ὅτι διά τῶν δηλώσεων αὐτῶν γενομένων δημοσία σκοπεῖται....... ὁ ἐπηρεασμός τῶν μελῶν τῆς Ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία παύει οὕτω νά εἶναι ἀνεξάρτητη....»[6]. Τοῦτο ὄντως ἐγένετο διά τῆς ὑπ΄ ἀριθμ. Πρωτ. 510/17/15-5-2000 ἀποφάσεως ἤ συστάσεως ἤ ὑποδείξεως ἤ ὁδηγίας ἤ γνωμοδοτήσεως τῆς Ἀρχῆς.
Ὁ Πρωθυπουργός τῆς Χώρας, ἀπαντῶν εἰς ἐπίκαιρόν ἐρώτησιν[7] καί δή: «1. Πότε προτίθεται νά προχωρήση στήν ὑλοποίηση τῆς ἀπόφασης τῆς ἀνεξάρτητης Ἀρχῆς γιά τά προσωπικά δεδομένα; 2. Ἄν ἀντιμετωπίζει τήν περίπτωση υἱοθέτησης τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς πού ἀποτελεῖ διαχωρισμό καί τελικά ὁδηγεῖ σέ στιγματισμό τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν», ἀφοῦ ἐπεσήμανεν, «ὅτι τό ζήτημα δέν ἀφορᾶ τήν πίστη, δέν ἀφορᾶ τήν θρησκεία, δέν ἀφορᾶ τήν Ὀρθοδοξία», ὑπεστήριξεν ὅτι «ἀπό τή στιγμή πού ἐκδόθηκε «ἡ ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς) ἄσχετα ὅμως ἀπό τή δυνατότητα ἀμφισβήτησης, δεσμεύει τήν Πολιτεία, δεσμεύει τό κράτος, δεσμεύει τήν Κυβέρνηση», ἐπικαλούμενος δέ τόν ν. 2472/1997 καί τάς περί εὐαισθήτων δεδομένων διατάξεων του, τήν ἀρχήν τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, τά περί ταξιδιωτικῶν ἐγγράφων τῶν πολιτῶν τῶν κρατῶν-μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως ἀπεδέχθη σύνολον τήν πρότασιν τῆς Ἀρχῆς Προστασίας τῶν Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρος καί ὑπεστήριξεν, ὅτι «δέν μπορεῖ σέ καμιά περίπτωση ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος νά ἐξαρτᾶται ἀπό τή δικιά του ( τοῦ πολίτου) συγκατάθεση. Ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος δέν ἐπιτρέπεται, μέ ἄλλα λόγια, νά εἶναι προαιρετική ἤ ὑποχρεωτική......»[8]. Ἐπηκολούθησεν ἡ κατά τήν 26ην παρελθόντος μηνός Μαΐου ἐ.ἔ. ἔκτακτος Συνεδρία τῆς Διαρκοῦς Ἱεράς Συνόδου, τῆς ὁποίας τό ἀνακοινωθέν ἐπετύγχανε μίαν πρώτην καί ὀρθήν νομικήν προσέγγισιν τοῦ θέματος καί προσδιώριζεν τήν μετά ταῦτα ἀμετακίνητον στάσιν τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τοῦ ζητήματος, καί ἐγνώριζεν τήν σύγκλησιν τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς, τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.[9]
3. Ἰδιαιτέρως κρίσιμον προβάλλει τό θέμα περί τῆς νομικῆς φύσεως τῆς Ἀρχῆς προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος καί τῶν πράξεων αὐτῆς, δεδομένου ὅτι ἡ ἐπιχειρηματολογία ὅλων τῶν ὑποστηριζόντων τήν μή ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος στηρίζεται ἐπί τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς καί ἀσφαλῶς περί τόν χαρακτῆρα τῶν Πράξεών της θά κριθή ὁ ἀγών ἐνώπιον τῶν ἁρμοδίων Δικαστηρίων.
Κατ’ ἀρχήν ἐπισημαίνομεν τήν συνήθη πρακτικήν εἰς ἐθνικόν καί διεθνές ἐπίπεδον, νά συνιστῶνται καί νά δροῦν ποικιλώνυμοι φορεῖς ( Ἀρχαί – Ὀργανώσεις – Ἐπιτροπαί) νομικῶς κατοχυρωμένοι ὡς ἀνεξάρτητοι καί μή κυβερνητικοί, ἐκτός δηλαδή πολίτικού πλαισίου, αἱ δέ ἀποφάσεις των ἔχουν δεσμευτικόν χαρακτῆρα εἰς νομικόν κυρίως πεδίον διά τάς κυβερνήσεις καί τάς κοινωνίας.[10]
Ἡ Ἀρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρος ὡς κεντρικόν ὄργανον (Ἀρχή), ἐθεσπίσθη μέ τόν ν. 2472/1997[11] διά τήν ἐφαρμογήν τοῦ νόμου αὐτοῦ. Ἱδρύθη ὡς ἀνεξάρτητος διοικητική ἀρχή, ἔχουσα ὡς ἀποστολήν ἐκτός τῆς ἐποπτείας τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ νόμου τούτου, καί ἄλλας ρυθμίσεις τοῦ αὐτοῦ ἀντικειμένου, δηλ. τήν προστασίαν τοῦ πολίτου ἀπό τήν ἐπεξεργασίαν δεδομένων, αἱ ὁποῖαι ἑκάστοτε ἀνατίθενται εἰς αὐτήν, Αἱ δέ Πράξεις αὐτῆς – ὁδηγίαι, συστάσεις καί ὑποδείξεις, ἐπιβολή διοικητικῶν κυρώσεων, διοικητικαί ἐξετάσεις καί ἔλεγχοι κλπ. – δέν ὑπόκεινται εἰς οἱονδήποτε διοικητικόν ἔλεγχον νομιμότητος ἤ σκοπιμότητος.
Ἡ ἐνδιαφέρουσα ἡμᾶς ἀπόφασις τῆς Ἀρχῆς ὑπ’ ἀριθμ. 510/17/15-5-2000 ἐξεδόθη ὡς σύστασις καί προειδοποίησης, ἐντός τῶν πλαισίων τῶν ἁρμοδιοτήτων αὐτῆς.[12]
Κατά μίαν ἄποψιν ἡ ἐπίμαχος ἀπόφασις τῆς Ἀρχῆς δέν εἶναι ὑποχρεωτική δι’ οὐδέν φυσικόν ἤ νομικόν πρόσωπον, ἐκ δέ τῆς μή ἐφαρμογῆς αὐτῆς τῆς συστάσεως οὐδεμία εἰς βάρος ἀρνουμένου τήν ἐφαρμογήν συνέπεια ἐπέρχεται. Ἡ Ἀρχή δέν δικαιοῦται νά ἐπιβάλη τάς διοικητικάς κυρώσεις τοῦ ἄρθρου 21, τοῦ ν. 2472/1997, «καθ' ὅσον εἰς τό ἄρθρον τοῦτο οὐδεμία διάταξις ὑπάρχει προβλέπουσα τήν ἐπιβολήν διοικητικῶν κυρώσεων ἐν περιπτώσει μή ἐφαρμογῆς ὡρισμένης συστάσεως τῆς Ἀρχῆς ἤ μή συμμορφώσεως πρός αὐτήν. Ἀπαιτεῖται βάσει τῆς ἐν λόγῳ διατάξεως διά τήν ἐπιβολήν διοικητικῶν κυρώσεων ὑπαίτιος παράβασις τῶν ὑπό τοῦ ἐν λόγῳ νόμου προβλεπομένων ὑποχρεώσεων».[13]
Κατ’ ἄλλην ἐκδοχήν ἡ ἀπόφασις τῆς Ἀρχῆς εἶναι ἐσφαλμένη, μή νόμιμη καί ἄρα ἄκυρος. Διά τῆς ἀπαγορεύσεως τῆς ἀναγραφῇς, τήν ὁποίαν ἐπιβάλλει, ἀχρηστεύει ἐντελῶς τήν συγκατάθεσιν τοῦ ὑποκειμένου, δηλαδή φαλκιδεύει τό δικαίωμα τῆς «αὐτοδιάθεσης τῶν προσωπικῶν δεδομένων», εἰς τήν ὁποίαν καί μόνον ἀρκεῖται ὁ νομοθέτης τοῦ ν. 2472/1998, διά νά ἐπιτρέψη τήν ἐπεξεργασίαν, χωρίς νά ἀξιώνη τήν ὕπαρξιν εἰδικοῦ τινός σκοποῦ πρός τοῦτο. Ἀλλά καί ἐάν ἀκόμη γίνη δεκτόν, ὅτι εἶναι νόμιμος ἡ ἀπόφασις τῆς Ἀρχῆς, καθ’ ὅ μέρος δέχεται, ὅτι τό δεδομένον τοῦ θρησκεύματος εἶναι «ἀπρόσφορο» καί «μή ἀναγκαῖο» διά τήν ἐξατομίκευσιν τῆς ταυτότητος. Κατά ταῦτα μόνον διάταξιν νόμου ὁρίζουσαν, ὅτι ἐφ’ ἐξῆς τό θρήσκευμα δέν θά ἀναγράφεται εἰς τήν ταυτότητα. Μόνον ἡ Βουλή ἠμπορεῖ νά προβῇ εἰς τήν ρύθμισιν αὐτήν, ὄχι ὅμως καί ἡ Ἀρχή Προστασίας Προσωπικῶν Δεδομένων[14].
Ἐν ὄψει τῆς οὕτως ἐκφερομένης ἐπιστημονικῆς κρίσεως καί ἀξιολογήσεως τῆς ἐπιμάχου ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς, ὡς μή ὑποχρεωτικῆς διά τήν κρατικήν ὑπηρεσίαν καί ὑπό μίαν ἄποψιν μή νομίμου καί ἀκύρου, ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τί δύναται νά πράξη πρός ἀκύρωσιν τῆς Ἀποφάσεως ταύτης; Ὁ νόμος 2472/1997 ὁρίζει εἰς τήν παράγραφον 2 τοῦ ἄρθρου 15, ὅτι «ἡ Ἀρχή ἀποτελεῖ ἀνεξάρτητη δημόσια ἀρχή» καί, ὅτι «δέν ὑπόκειται σέ ὁποιονδήποτε διοικητικό ἔλεγχο». Ὑπόκειται ὅμως αὐτή εἰς τόν ἀκυρωτικόν ἔλεγχον τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας;
Ὁ κ. Πρωθυπουργός εἰς τήν ἀπαντητικήν εἰς τήν σχετικήν ἐρώτησιν[15] ἀγόρευσίν του ἐν τῇ Βουλῇ ὑπῆρξεν κατη-γορηματικός: « Ἠ ἀπόφαση αὐτή τῆς Ἀρχῆς μπορεῖ νά προσβληθῆ ἀπό τό (μᾶλλον στό) Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας καί μπορεῖ νά προσβληθῆ ἀπό ὁποιονδήποτε ἔχει ἔννομο συμφέρον, ὅποιος ἀμφισβητεῖ, ὅτι αὐτή εἶναι ἰσχυρή ἤ ὅτι ἀνταποκρίνεται πρός τό δίκαιό μας»[16].
Ὅμως, πρό ὀλίγου καιροῦ (1η Ἰουνίου) ἐπεδιώχθη διά τοῦ Τύπου ἡ δημιουργία ἐντυπώσεων διά πρωτοσελίδου δημοσιεύματος, καθ’ ὅ τά μέλη τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Νομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, συνεδριάσαντα (τήν 31ην Μαΐου) εἰσηγήθησαν ὁμοφώνως εἰς τήν Ἐκκλησίαν νά μή προσφύγη εἰς τό Ἀνώτατον Ἀκυρωτικόν Δικαστήριον. Τό ἀναληθές καί σκόπιμον τοῦτο δημοσίευμα ἠνάγκασεν τήν Ἀρχιγραμματείαν τῆς Δ.Ι.Σ., ὅπως ἐκδώσῃ Δελτίον Τύπου, διά τοῦ ὁποίου ἀνεκοινώνοντο μεταξύ ἄλλων, ὅτι « δέν ὑπῆρξεν ὁμοφωνία, οὔτε ἔγινε ψηφοφορία, οὔτε συνετάγη κείμενον ὑπό τύπον ὑπομνήματος ἤ εἰσηγήσεως πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον. Ἁπλῶς ἐπανεβεβαιώθη, ὅτι εἰς τά νομικά ζητήματα χωροῦν διαφορετικαί τοποθετήσεις καί ἑρμηνεῖαι, ἑκάστη τῶν ὁποίων διεκδικεῖ δι’ αὐτήν τό ἀλάθητον. Ὁμοφώνως ἔγινε δεκτόν, κατά τήν ὡς ἄνω συνεδρίαν, ὅτι: Α) ἰσχύει σήμερον ὁ Νόμος 1988/1991, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει ὡς ὑποχρεωτικήν τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας καί β) ἡ ‘ἀπόφαση’ τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Προσωπικῶν Δεδομένων», ἔχει τόν χαρακτῆρα συστάσεως».
Περαιτέρω, τό ἐνδιαφέρον ἐπί τοῦ προκειμένου ἑστιάζεται ἐπί τοῦ ἐάν ἡ ἀπόφασις τῆς «ἀνεξαρτήτου Ἀρχῆς» ἔχη ἐκτελεστόν χαρακτῆρα, ἐάν δηλαδή ἀποτελῇ διοικητικήν πρᾶξιν, ἡ ὁποία, ὡς παραδεκτή εἰς τό Συμβούλιον Ἐπικρατείας, εἶναι δυνατόν νά ζητηθῆ ἡ ἀκύρωσις αὐτῆς ὑπό παντός ἔχοντος ἔννομον συμφέρον. Ὅμως, εἰς περίπτωσιν καθ’ ἥν θεωρηθῆ, ὅτι ἡ «σύστασις τῆς Ἀρχῆς» ἔχει γνωμοδοτικόν χαρακτῆρα πρός τήν ἐκτελεστικήν ἐξουσίαν καί τήν διοίκησιν, ἀποτελοῦσα παρέμβασιν ἐπί τοῦ ἀνακύψαντος θέματος περί τά εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα καί τάς ταυτότητας, τότε δι’ ἄλλης ὁδοῦ δυνάμεθα νά προσφύγωμεν, ζητοῦντες τήν ἀκύρωσιν τῆς Ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς. «Οἱονδήποτε νομικόν ἥ φυσικόν πρόσωπον δικαιοῦται ὁποτεδήποτε νά ζητήση ἀπό τό Κράτος ( ἀποβάλλον ἀνάλογον αἴτημα), ὅπως μή ἐφαρμογή τήν ἀπόφασιν αὐτήν. Βεβαίως τοιοῦτον δικαίωμα ἔχει καί ἡ Ἐκκλησία, ἀφοῦ καί αὐτή ἀποτελεῖ νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου. Εἰς περίπτωσιν δέ ἀποδοχῆς τοῦ τοιούτου αἰτήματος τοῦ αἰτοῦντος πολίτου ἥ νομικοῦ προσώπου τό τελευταῖον ἱκανοποιεῖται, ἐπί δέ περιπτώσεως ἀπορρίψεώς του, ἡ ἀπορριπτική πρᾶξις πρέπει νά εἶναι ἐπαρκῶς ᾐτιολογημένη καί νόμιμος, ἄλλως ὁ ὡς ἄνω αἰτῶν δικαιοῦται ὁποτεδήποτε νά ζητήση ἀπό τό Κράτος (ἀποβάλλον ἀνάλογον αἴτημα, ὅπως μή ἐφαρμογή τήν ἀπόφασιν αὐτήν. Βεβαίως τοιοῦτον δικαίωμα ἔχει καί ἡ Ἐκκλησία, ἀφοῦ καί αὐτή ἀποτελεῖ νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου. Εἰς περίπτωσιν δέ ἀποδοχῆς τοῦ τοιούτου αἰτήματος τοῦ αἰτοῦντος πολίτου ἥ νομικοῦ προσώπου τό τελευταῖον ἱκανοποιεῖται, ἐπί δέ περιπτώσεως ἀπορρίψεώς του, ἡ ἀπορριπτική πρᾶξις πρέπει νά εἶναι ἐπαρκῶς ᾐτιολογημένη καί νόμιμος, ἄλλως ὁ ὡς ἄνω ἄνω αἰτῶν δικαιοῦται νά προσβάλη ἐπί ἀκυρώσει τήν ἐπίμαχον τήν ἀπορριπτικήν τοῦ τοιούτου αἰτήματος του πρᾶξιν ἐνώπιον τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας»[17]. Πέραν τούτων καλούμεθα ν' ἀποφασίσωμεν σταθμίζοντες τά στοιχεῖα μετά πολλῆς προσοχῆς καί μελέτης.
4. Πρίν ἥ προσεγγίσωμεν τά σήμερον προβαλλόμενα συνταγματικά καί νομικά ἐπιχειρήματα τῆς ἐπιδιωκομένης ἀλλαγῆς εἰς τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος, ἄς ἴδωμεν τό περί τάς ταυτότητας ὑφιστάμενον σήμερον νομικόν καθεστώς.
Α) Τό Ν.Δ. 127/1969 «περί τῆς ἀποδεικτικής ἰσχύος τῶν ἀστυνομικῶν ταυτοτήτων», ὡς καί ἡ ὑπ’ ἀριθμ. 8200/0-6 τῆς 6.6.1981 ἀπόφασις τοῦ Ὑπουργοῦ Δημοσίας Τάξεως[18] ἀποτελοῦν τήν βάσιν, διά τήν ὑπό τῆς οἰκείας ἀστυνομικῆς ἀρχῆς ἔκδοσιν τοῦ δελτίου ταυτότητος, τό ὁποῖον φέρουν οἱ Ἕλληνες πολῖται. Εἰδικῶς εἰς τό ἄρθρον 2 τοῦ ὡς ἄνω Ν.Δ. ὁρίζονται τά εἰς τάς ταυτότητας περιλαμβανόμενα στοιχεῖα, ἐν οἷς καί τό θρήσκευμα ὑποχρεωτικῶς.
Β) Ὁ νόμος 1599/1986[19] καθορίζει νέον τύπον δελτίου ταυτότητος, ἐκδιδομένου ἀπό τάς οἰκείας Νομαρχίας (ἄρθρον 1) καί οὐχί ἀπό τήν ἀστυνομικήν ἀρχήν. Μεταξύ τῶν εἰς τό νέον δελτίον ταυτότητος ἀναγραφομένων στοιχείων περιλαμβάνεται καί τό θρήσκευμα, καταχωρούμενον ὄχι ὑποχρεωτικῶς ἀλλά προαιρετικῶς, ἐφ’ ὅσον δηλ. ζητηθῆ ὑπό τοῦ πολίτου (ἄρθρον 3). Ἀξιοσημείωτον εἶναι, ἐπίσης, ὅτι εἰς τόν ἴδιον νόμον (ἄρθρον 2) καθιερώνεται ἡ ἀναγραφή τοῦ Ἑνιαίου Κωδικοῦ Ἀριθμοῦ Μητρώου) (ΕΚΑΜ).
Γ) Ὁ νόμος 1988/1991[20] , τροποποιῶν διατάξεις τοῦ προηγουμένου 1599/1986 καταργεῖ ἀπό τά νέα δελτία ταυτότητος τήν ἀναγραφήν τοῦ Ἑνιαίου Κωδικοῦ Ἀριθμοῦ Μητρώου (ἄρθρον 6) καί προσθέτει ὡρισμένα ἄλλα στοιχεῖα, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό θρήσκευμα, τό ὁποῖον ὁρίζει νά ἀναγράφεται ὑποχρεωτικῶς καί ὄχι προαιρετικῶς[21].
Ὅμως, οἱ δύο τοῦτοι νόμοι οὐδέποτε ἐφηρμόσθησαν, ὅπως οὐδέποτε ἐξεδόθησαν νέου τύπου δελτία ταυτότητος. Αἱ οἰκεῖαι ἀστυνομικαί ἀρχαί συνεχίζουν νά ἐκδίδουν τά δελτία ταυτότητος ἐπί τῆ βάσει τοῦ Ν.Δ. 127/1969[22], εἰς τά ὁποῖα ὑποχρεωτικῶς ἀναγράφεται τό δηλούμενον ὑφ’ ἑκάστου πολίτου θρήσκευμα, χωρίς οὐδείς οὐδέποτε νά προβάλη λόγον διαμαρτυρίας διά τήν ἐφαρμοσμένην, συμφώνως τῷ νόμῳ, πρακτικήν αὐτήν.
5. Τήν ἐπί πολλά ἔτη ἤρεμον περί τά δελτία ταυτότητος καί εἰς αὐτά ἀναγραφόμενα στοιχεῖα κατάστασιν βαθύτατα ἐτάραξαν τά τελευταία γεγονότα, ὡς αὐτά ἐνδεικτικῶς προαναφέρθησαν[23]. Ὅμως, διά τῆς ἐπικλήσεως ποίων νομικῶν διατάξεων καί ἰσχυρισμῶν ἐδημιουργήθη τό πρόβλημα, τό ὁποῖον διαρκῶς περιπλέκεται; Ἐκ ποίων διατάξεων καί δεδομένων θεμελιοῦται ἡ ἄποψις, ὅτι ὁ νόμος 2472/97 καταργεῖ τήν περί τῶν ταυτοτήτων ἰσχύουσαν νομοθεσίαν;
Αἱ ἀπόψεις τοῦ ἐπί τῆς Δικαιοσύνης ὑπουργοῦ, τοῦ Προέδρου καί αὐτῆς ταύτης τῆς «Ἀρχῆς προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος» τοῦ ν. 2472/1997, τοῦ Πρωθυπουργοῦ καί τῶν στρατευμένων συνταγματολόγων καί νομικῶν, μεθ' ὧν συγκαταλέγονται καί οἱ δημοσιογράφοι, οἵ τε τῶν ἠλεκτρονικῶν καί τῶν ἐντύπων μέσων εὐρείας ἐνημερώσεως, ἐξαίφνης συμπλέκουν καί κραυγαλαίως συμφωνοῦν, ὅτι τό θρήσκευμα, ὡς «εὐαίσθητον» δεδομένον, ἀναγραφόμενον εἰς τό δελτίον ταυτότητος, καταχωρίζεται εἰς ἀρχεῖον καί ἀποτελεῖ ἀντικείμενον ἐπεξεργασίας. Μετά τριετίαν ὅλην, ἀπό τῆς ὑπό τῆς Βουλῆς ψηφίσεως καί δημοσιεύσεως τοῦ νόμου τούτου εἰς τήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως δηλαδή, ἀνεκαλύφθη, ὅτι ἡ παγία καί ἀδιατάρακτος μέχρι σήμερον πρακτική τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ταυτότητος εἶναι ἀντίθετος εἰς τάς διατάξεις τοῦ νόμου.
Δέν θά ἐμμείνωμεν εἰς τήν μετ’ ἐπιτάσεως προβληθεῖσαν ἄποψιν τοῦ εἰσηγητοῦ μάλιστα τοῦ νόμου τούτου, πρώην ὑπουργοῦ τῆς Δικαιοσύνης, ὅτι «τό θρήσκευμα δέν θεωρεῖται ἀπό τή συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων ‘εὐαίσθητο προσωπικό δεδομένο’, ἀλλά προσωπική δημόσια θέληση... καί δικαίωμα, ὅπως καί περηφάνεια πού διακηρύσσεται... πού νά μή θέλει τή δημοσιοποίησή του ὁ καθένας μας»[24]. Οὔτε εἰς τό σημεῖον τοῦτο θά παραθέσωμεν τά ἐπιχειρήματα, τά ὁποία κλονίζουν τούς ἰσχυρισμούς, ὅτι αἱ ταυτότητες, ὡς δημόσια ἔγγραφα, δέν ἐπιτρέπεται νά περιέχουν εὐαίσθητα δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρος, δυνάμενα ν’ ἀποτελέσουν ἀντικείμενον ἐπεξεργασίας[25]. Ὅμως θά προβάλωμεν καί θά ἐξάρωμεν τήν ἄποψιν, τήν ἀνατρέπουσαν τόν ἰσχυρισμόν, ὅτι οἱ νόμοι 1599)1986 καί 1988)1991 κατηργήθησαν μέ τόν ν. 2472)1997[26].
Συμφώνως πρός τήν Ἀπόφασιν τῆς Ἀρχῆς, ὁ δεύτερος «ὡς νεώτερος καί μέ διατάξεις, οἱ ὁποῖες εἰσάγουν στήν ἑλληνική ἔννομη τάξη ρυθμίσεις τοῦ διεθνοῦς καί κοινοτικοῦ δικαίου ὑπερνομοθετικῆς ἰσχύος ἐπιβάλλει τήν σύμφωνον πρός αὐτόν καί τίς ἀρχές πού αὐτός ὁ ἴδιος καθιερώνει ἑρμηνεία καί ἐφαρμογή τῶν παλαιοτέρων ρυθμίσεων γιά τά δελτία ταυτότητος»[27]. Καί ἐν συνεχείᾳ, «ἐφ’ ὅσον διά τοῦ ἰδίου νόμου ἀπαγορεύεται ἐφ’ ἐξῆς ἡ καταχώρισις εἰς ἀρχεῖον καί ἡ ἐπεξεργασία τοῦ προσωπικοῦ δεδομένου τοῦ θρησκεύματος, οὗτος τροποποιεῖ τήν προηγουμένην νομοθεσίαν ‘ὡς νεώτερος καί εἰδικότερος, ἐν σχέσει μέ τά δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα»[28].
Εἰς τήν ἄποψιν αὐτήν ἀντιπαρατίθεται:
Α) ἡ καταχώρισις τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ταυτότητος δέν ἀποτελεῖ καταχώρισιν εἰς «ἀρχεῖον δεδομένων» καί ἄρα δέν ἀποτελεῖ «ἐπεξεργασίαν».
Β) Τό δελτίον ταυτότητος περιέχει καί ἄλλα προσωπικά δεδομένα, τά ὁποία εἶναι ἀπαραίτητα νά τά ἔχη ὑπ’ ὄψιν της ἡ Πολιτεία, διότι ὅταν αὐτά ἐλλείπουν δυσχεραίνεται ἡ ἄσκησις τῶν νομίμων ἐξουσιῶν, ὡς ὁ ἐντοπισμός κακοποιῶν στοιχείων.
Γ) Πλέον τούτων, ἀκόμη καί ὡρισμένα
θρησκεύματα περιέχουν δοξασίες ἐπικίνδυνες διά τήν δημόσιαν τάξιν, ὡς συνέβη μέ τούς ὀπαδούς θρησκεύματος, οἱ ὁποῖοι ηὐτοκτόνησαν ὁμαδικῶς, διότι τοῦτο ἐπέβαλεν ἡ θρησκεία των.[29]
Δ) Ἡ διάταξις τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Ν. 1599)1986, ὡς ἐτροποποιήθη διά τοῦ ἄρθρου 2, τοῦ ν. 1988/1991, ὁρίζει ὅτι ἡ ἀναγραφή τῶν στοιχείων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό θρήσκευμα, εἰς τό δελτίον ταυτότητος εἶναι ὑποχρεωτική. Ἄν, κατά τήν ἀπόφασιν τῆς Ἀρχῆς, «κάθε ἐπεξεργασία προσωπικῶν δεδομένων, πού γίνεται πέραν τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ ἤ ἡ ὁποία δέν εἶναι πρόσφορη καί ἀναγκαία γιά τήν ἐπίτευξή του δέν εἶναι νόμιμη»[30], εἶναι δυνατόν νά δεχθῶμεν, ὅτι παρανόμως ἐπί τριετίαν ἐνήργει ἡ ἀστυνομική ἀρχή καί τά ὄργανα τῆς Πολιτείας; «Εἶναι ποτέ δυνατόν νά εἴπωμεν, ὅτι ὑποχρέωσις ἐπιβαλλομένη διά νόμου εἶναι παράνομος;»[31]. κατά ταῦτα «ὁ ν. 1988/91 κατά τό μέρος πού καθιστά ὑποχρεωτικήν τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τήν ταυτότητα δέν ἔχει καταργηθῆ ἀπό τόν 2472/97»[32] καί ἑπομένως δικαιούμεθα ν’ ἀξιώνωμεν τήν ἐφαρμογήν καί τοῦ Ν.Δ. 127/1969 καί τῶν ἰσχυόντων, ἔστω καί ἀνενεργῶν, Νόμων 1599/1986 καί 1988/1991 καί τήν συμφώνως ταῖς διατάξεσιν αὐτῶν ὑποχρεωτικήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος μέ μόνην ὑποχώρησιν εἰς τήν προαιρετικήν ἀναγραφήν τούτου.
6. Θά δανεισθῶμεν, προσεγγίζοντες τό θέμα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας μέ κριτήριον τήν συνταγματικότητα ἤ τήν ἀντισυνταγματικότητα, ὅπως αἱ ἑκατέρωθεν ἀπόψεις ἐκφέρωνται, τήν ἀκόλουθον γενικωτέραν παρατήρησιν ἀνωτάτου δικαστικοῦ λειτουργοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἰδιαιτέρως ἐπίκαιρος: «Ὅταν καμιά διαμαρτυρία δέν εἶχε γίνει τόσα χρόνια πού ἀναγράφεται τό θρήσκευμα στήν ταυτότητα, εἶναι ν’ ἀπορεῖ κανείς γιατί δημιουργήθηκε σήμερα – νά ἔχωμεν ὑπ’ ὄψιν μας ὅτι αὐτά ἐγράφοντο ἐν ἔτει 1993, ὅταν καί τότε ἐτέθη αἰφνιδίως καί μετά ὀξύτητος τό ζήτημα ἐάν πρέπει νά ἀναγράφεται ἤ ὄχι εἰς τό δελτίον ταυτότητος τό θρήσκευμα – τόσο ἀναπάντεχα, τόσο ἀδικαιολόγητα καί, ἄρα, τόσο ὕποπτα ὁ θόρυβος». Καί συνεχίζει: «Παρά τό γεγονός ὅτι δέν θεωρῶ ὀρθές τίς ἀπόψεις περί ἀντισυνταγματικότητος τῆς ὑποχρέωσης ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στήν ταυτότητα, τελικά συντάσσομαι μέ τήν ἄποψη τῆς προαιρετικῆς, ἀνάλογα μέ τήν ἐπιθυμία τοῦ πολίτη, ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στόν εἰδικό χῶρο πού πάντως πρέπει νά διαθέτει τό δελτίο ταυτότητας»[33] .
Εἶναι ἀληθές, ὅτι εἰς ὅλον τό σκεπτικόν τῆς ἐπιμάχου «συστάσεως» τῆς Ἀρχῆς οὐδεμία ἐπίκλησις συνταγματικῆς διατάξεως γίνεται, ἶνα θεμελιωθῆ ἡ ἀπαγόρευσις τῆς καταχωρίσεως τοῦ Θρησκεύματος. Μερίς ὅμως τῆς νομικῆς θεωρίας, ἰδίως συνταγματολόγοι, καί ἄλλοι νομικοί καί μή ἄρθρογραφοῦντες, ὑποστηρίζουν:
Α) Ὅτι ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος παραβιάζει τήν ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, ὅπως κατοχυρώνεται εἰς τό ἄρθρον 13 τοῦ Συντάγματος, ἡ ὁποία περιλαμβάνει τήν ἐλευθερίαν νά δηλώνη τις τά θρησκευτικά ἤ μή φρονήματά του, ὅσον καί τήν ἐλευθερίαν νά τά ἀποσιωπᾶ. Καί προστίθεται: «Ἡ ἀποσιώπησή τους δέν ἐπιτρέπεται νά ἀποτυπώνεται σέ δημόσιο ἔγγραφο». Καί,
Β) «Ἡ τυχόν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στό δελτίο ἀστυνομικῆς ταυτότητας εἰσάγει σέ ἔγγραφο ἀναγνωριστικό τῆς ἰδιότητας τοῦ Ἕλληνα Πολίτη μιά ἀνεπίτρεπτη, κατά τό Σύνταγμα (ἄρθρο 5, παρ. 2 καί 13 Συντάγματος) καί τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ἄρθρο 14) διάκριση τῶν πολιτῶν σέ δύο κατηγορίες: σέ ἐκείνους πού δηλώνουν τή θρησκευτική τους συνείδηση καί σέ ἐκείνους πού ἀρνοῦνται νά τό πράξουν. Ἡ διάκριση αὐτή, ἐφόσον βασίζεται στή συνείδηση, ἀντίκειται, προφανῶς, στίς ἀρχές τῆς μή διάκρισης τῶν πολιτῶν λόγῳ τῶν θρησκευτικῶν τους πεποιθήσεων καί τῆς ἴσης προστασίας ὅλων τῶν θρησκειῶν αὐτοῦ τοῦ Κράτους, τό ὁποῖο ὀφείλει νά μήν ἐπιτρέπει, οὔτε νά νομιμοποιεῖ διαφορετικές μεταχειρίσεις, πού ἀπορρέουν ἀπό δηλώσεις ἥ ἀποσιωπήσεις θρησκευτικῶν πεποιθήσεων»[34].
Πρός ἀντίκρουσιν τῶν μετ' ἐπιμονῆς καί ὀξύτητος ὑποστηριζομένων ἀπόψεων τούτων, ἐρανιζόμεθα ἄλλων ἄλλας θέσεις, τάς ὁποίας καί παραθέτομεν κατά λέξιν καί εἰς ἐκτενῆ ἀποσπάσματα. Εἶναι δύσκολον, ἄλλωστε, νά κόψωμεν τόν εἱρμόν τῆς νομικῆς σκέψεως καί τῆς ἐπιχειρηματολογίας.
Ὁ Πρόεδρος Πρωτοδικῶν Γ. Ἀποστολάκης εἰς τό «Κριτική στήν, ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 910/17/15.5.2000 ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα γιά τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά δελτία ταυτότητος», (ἀδημοσίευτος), εὐστόχως παρατηρεῖ, ὡς πρός τό νομικό θεμέλιο τῆς συστάσεως:
Α) «Σύμφωνα μέ τή διάταξη τοῦ ἄρθρου 13, παρ. 2 ἰσχύοντος Συντάγματος, ‘κάθε γνωστή θρησκεία εἶναι ἐλεύθερη καί τά σχετικά μέ τή λατρεία της τελοῦνται ἀνεμπόδιστα ὑπό τήν προστασία τῶν νόμων. Ἡ ἄσκηση τῆς λατρείας δέν ἐπιτρέπεται νά προσβάλλει τή δημόσια τάξη ἥ τά χρηστά ἤθη. Ὀ προσηλυτισμός ἀπαγορεύεται’. Ἐξάλλου, σύμφωνα μέ τή διάταξη τοῦ ἄρθρου 9, παρ. 1 ΕΣΔΑ, ‘Πᾶν πρόσωπον δικαιοῦται εἰς τήν ἐλευθερίαν σκέψεως, συνειδήσεως καί θρησκείας. Τό δικαίωμα τοῦτο ἐπάγεται τήν.... ἐλευθερίαν ἐκδηλώσεως τῆς θρησκείας ἤ συλλογικῶς, δημόσια ἤ κατ’ ἰδίαν, διά τῆς λατρείας, τῆς παιδείας καί τῆς ἀσκήσεως τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων καί τελετουργιῶν. Στά πλαίσια τῶν παραπάνω διατάξεων γίνεται δεκτό, ὅτι τό δικαίωμα ἐκδηλώσεως τῆς θρησκείας προστατεύεται, ὄχι μόνο στήν θετική τοῦ μορφή, ἀλλά καί στήν ἀρνητική του. Δηλαδή δέν προστατεύεται μόνον – θετικά – τό δικαίωμα νά ἐκδηλώνει κανείς τά θρησκευτικά τοῦ πιστεύω καί τή θρησκευτική του δραστηριότητα, ἀλλά καί – ἀρνητικά – τό δικαίωμα τοῦ νά μή ἐκδηλώνει, νά μήν ἀποκαλύπτει καί νά κρατᾶ κρυφές καί σέ κατάσταση ἀπορρήτου τίς θρησκευτικές τοῦ πεποιθήσεις καί τή συνολική θρησκευτική τοῦ δραστηριότητα. Στήν τελευταία περιλαμβάνεται κάθε ἐκδήλωση ἐξωτερίκευσης τῶν θρησκευτικῶν ἀναζητήσεων καί πιστεύω τοῦ ἀτόμου. Ἔτσι, τό δικαίωμα τοῦ νά μήν ἐκδηλώνει κάποιος τίς θρησκευτικές τοῦ πεποιθήσεις περιλαμβάνει τό δικαίωμα νά ἀποσιωπᾶ καί νά ἔχει ἀπόρρητη τήν προσωπική τοῦ θρησκευτική ἀσκήση, τόν τρόπο λατρείας, τίς προσευχές του, τήν ὀργάνωσή τοῦ σέ θρησκευτική κοινότητα γιά τήν ἄσκησή του συλλογικά καί ἀτομικά. Μέ βάση λοιπόν τίς διατάξεις αὐτές ἔχουν ὑποστηριχθεῖ δύο ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες ἀπόψεις: ὅτι ἡ καταχώριση τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες ἀντίκειται στό παραπάνω ἀπόρρητο καί ὅτι μιά τέτοια καταχώριση γίνεται γιά νόμιμους σκοπούς καί ἄρα δέν προσκρούει στίς διατάξεις αὐτές. Ἐνδιάμεσα στέκεται ἡ ἄποψη ὅτι ἡ προαιρετική ἀναγραφή δέν ἀντίκειται οὔτε στό Σύνταγμα, οὔτε στή Σύμβαση τῆς Ρώμης».
Ἐξ ἄλλου ὁ Ἀντιπρόεδρος τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας καί παρά τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Εἰδικός Ἐπιστημονικός Σύμβουλος κ. Ἀναστάσιος Μαρῖνος εὑρίσκει τήν εὐκαιρίαν εἰς τό ἄρθρον του «Τό θρήσκευμα καί οἱ ταυτότητες» (ἐφημ. «Τό Βῆμα» τῆς 15.5.2000) νά ὑποστηρίξη, ὅτι:
Β) «Τό ἄτομον δικαιοῦται νά ἀρνηθῆ ν’ ἀποκαλύψει τίς θρησκευτικές τοῦ πεποιθήσεις, ὅταν ἐρωτᾶται μέ σκοπόν νά διωχθῆ ἐκ λόγων θρησκευτικῆς μισαλλοδοξίας καί ὄχι ὅταν ἡ δήλωσίς τοῦ θρησκεύματος ἐξυπηρετεῖ ἄλλους νομίμους σκοπούς, ὅπως ἄσκησιν δικαιωμάτων τοῦ πολίτου, τά ὁποῖα προϋποθέτουν δήλωση τοῦ θρησκεύματος, π.χ. διά νά δώσουν ξεχωριστές ἐξετάσεις πρός εἰσαγωγήν εἰς τά Ἀνώτατα Ἐκπαιδευτικά Ἱδρύματα οἱ μουσουλμᾶνοι τῆς Θράκης πρέπει νά δηλώσουν τό θρήσκευμά τους (βλ. τήν ὑπ’ ἀριθμ. 3118/96 ἀπόφασιν τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ὡς καί τίς ὑπ’ ἀριθμ. 3356/95, 2101/98 καί 2601/98 ἀποφάσεις τοῦ αὐτοῦ Δικαστηρίου, μέ τίς ὁποῖες γίνεται ὁμοφώνως δεκτόν ὅτι ἡ δήλωση τοῦ θρησκεύματος διά νόμιμον σκοπόν δέν παραβιάζει τό ἄρθρον 13 τοῦ Συντάγματος....). Ἀλλά καί ἄλλων δικαιωμάτων ἡ ἄρνηση προϋποθέτει ἀπόδειξη τοῦ θρησκεύματος, ὅπως π.χ. πώς θά ἱερολογήσει τόν γάμο δύο προσώπων ὁ ἱερέας, ἄν δέν ἀποδείξουν τό θρήσκευμά τους ἥ πώς θά ἐπιτραπεῖ στόν ἄθεο νά μή δώσει θρησκευτικό ὅρκο στό δικαστήριο, ἄν δέν μπορεῖ νά ἀποδέξει μέ τήν ταυτότητά του ὅτι εἶναι ἄθεος;». Καί θά συνεχίση εἰς τό ἴδιον ἄρθρον, ἐπεκτεινόμενος, γράφων:
Γ) «Ἀλλά καί ὑπό τήν ἐκδοχήν, ὅτι ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στήν ταυτότητα συνιστᾶ παραβίαση τοῦ ἄρθρου 13 τοῦ Συντάγματος, ἐν πάσῃ περιπτώσει, νομίζω ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά μή συμφωνήσει στήν προαιρετική ἀναγραφή αὐτοῦ, διότι ἄν ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή προσβάλλει τή θρησκευτική συνείδηση αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά δηλώσουν τή θρησκεία τους, ἄλλο τόσον, ἄν μή καί περισσότερον, προσβάλλεται ἡ θρησκευτική συνείδησις αὐτῶν πού θέλουν νά διακηρύξουν τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ὅταν μέ τήν ἀπαγόρευσιν τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τήν ταυτότητα δέν τούς ἐπιτρέπεται νά τό πράξουν, δηλαδή δέν τούς ἐπιτρέπεται νά ἀποδεικνύουν εὐχερῶς ἀνά πᾶσαν στιγμήν σέ ποιά ἐκκλησία ἤ θρησκευτική κοινότητα ἀνήκουν ἐπιδεικνύοντας, καθ’ ὅ ἔχουν δικαίωμα ἀπό τό ἄρθρο 13 τοῦ Συντάγματος, τό δελτίον ταυτότητος, δοθέντος μάλιστα ὅτι θρησκευτική ἐλευθερία σημαίνει ὄχι μόνο τό δικαίωμα νά μήν ἀποκαλύπτης τή θρησκεία σου ἤ τήν ἀθεΐα σου ἀλλά καί τό δικαίωμα νά τή δηλώνης ὅπου, ὅπως καί ὅταν θέλης».
Δ) Ὁ αὐτός ἀνώτατος δικαστικός λειτουργός εἰς τήν ἀπό 2.6.2000 Γνωμοδότησίν του πρός τόν Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλον καί τήν Διαρκῆ Ἱεράν Σύνοδον θά ἐπαναλάβη μετ’ ἐμφάσεως, ὅσα ὁ μεγάλος συνταγματολόγος τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος Ἀλέξανδρος Σβῶλος: «δέν ἀντίκειται εἰς τό Σύνταγμα τό νά ἐρωτᾶται κανείς περί τοῦ θρησκεύματός του, ὅταν τοῦτο γίνεται ‘πρός ἐξακρίβωσιν τῆς ταυτότητός του’». Θεωρεῖ δηλαδή καί ὁ Ἀλέξανδρος Σβῶλος τό θρήσκευμα ὡς στοιχεῖον τῆς ταυτότητος τοῦ ἀτόμου (βλ. Ἀ. Σβῶλου – Γ. Βλάχου, Τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος 1954, τόμ. Α’ σελ. 68 ὑποσημ. 92 καί αὐτούς εἰς τούς ὁποίους παραπέμπει). «Καί ἀξίζει νά ὑπενθυμίσω, ὅτι στήν ἱστορία τῆς Ἑλλάδος τό θρήσκευμα καί μάλιστα ὁρισμένον θρήσκευμα εἶχε τόσον πολύ συνδεθεῖ μέ τήν ταυτότητα τῶν Ἑλλήνων, ὥστε τό ἀγωνιζόμενον γιά τήν ἀπελευθέρωσή του ἀπό τόν τούρκικο ζυγό ἑλληνικόν ἔθνος ἔκρινε ἀπαραίτητο νά διακηρύξῃ μέ τό πρῶτον Σύνταγμα, τό ἀποκληθέν Προσωρινόν Πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς Χριστόν εἰσίν Ἕλληνες’. Δηλαδή ἡ ἰθαγένεια τοῦ Ἕλληνος ἐταυτίσθη τότε μέ τήν θρησκευτικήν του πίστην».
Ε) Ἐξ ἄλλου, ὁ Δρ. Γεώργιος Κρίππας (βλ. Γνωμοδότησις τῆς 29.5.2000) θά χωρήση ἔτι περαιτέρω, τονίζων: «Θέμα συνταγματικόν εἰς τά δελτία ταυτότητος (προαιρετικῶς ἥ ὑποχρεωτικῶς). Κατ’ ἀρχήν ἐκ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας οὐδαμόθεν προκύπτει, ὅτι ἀνακύπτει θέμα συνταγματικόν. Τοῦτο προκύπτει ἐκ τῆς πράξεως. Ἤτοι ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τά δελτία ταυτότητος ἰσχύει καί ἐφαρμόζεται εἰς τήν Ἑλλάδα ἀπό πολύ μακροῦ χρόνου. Ἄρα, ἐάν ὑπῆρχε θέμα συνταγματικόν (καί μάλιστα τῆς ἐκτάσεως εἰς τήν ὁποίαν κάποιοι τό ἐμφανίζουν), θά εἶχον ἐπιληφθῆ τούτου τά δικαστήρια καί θά εἶχον δώσει τάς λύσεις των διά τῶν ἀποφάσεών των. Καθ’ ὅλον ὅμως τό μακρότατον τοῦτο χρονικόν διάστημα οὐδείς ἐνεφανίσθη ὑποστηρίζων ὅτι διά τοῦ δελτίου ταυτότητος πού φέρει, παρεβιάσθη ὁρισμένον ἀτομικόν του δικαίωμα καί εἰδικῶς ἡ θρησκευτική του ἐλευθερία. Ποτέ καί πουθενά δέν ὑπῆρξε ὄχι κἄν προσφυγή εἰς τά δικαστήρια ἀλλ’ οὐδέ ἡ παραμικρά ἐξώδικος διαμαρτυρία».
Στ) Ὁ αὐτός νομικός εἰς τήν ἴδιαν γνωμάτευσίν του, ἐπιμένων εἰς τήν οὐσίαν τοῦ θέματος, εἰς τό ἐάν δηλαδή ἡ προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας δημιουργεῖ θέμα συνταγματικόν, ὑπογραμμίζει: «Ἐπί τοῦ θέματος τούτου ὑπεύθυνος ἐπιστημονική ἔρευνα ἀποδεικνύει, ὅτι ἐν προκειμένῳ, θέμα συνταγματικόν δέν ἀνακύπτει καί ὅσα ἐλέχθησαν ἐπ’ αὐτοῦ μέχρι σήμερον τυγχάνουν ἐντελῶς ἀβάσιμα. Ἄλλωστε καί οὐδέ ἡ ἐπίμαχος ἀπόφασις 510/17/15-5-2000 τῆς Ἀρχῆς προστασίας προσωπικῶν δεδομένων ἀναφέρει τοιοῦτον θέμα. Τοιοῦτον θέμα ἑπομένως δέν ἀνακύπτει διά τούς ἐξῆς εἰδικωτέρους λόγους: α) Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων διά δύο ἀποφάσεών της: αα) τῆς 8-9-1993 (ὑπόθεσις BERNARD ET AUTRES κατά Λουξεμβούργου) καί ββ) τῆς 4-12-1984 (ὑπόθεσις GOTTES-MANN κατά Ἑλβετίας) ἀπορρίπτει ἀντιστοίχους προσφυγάς, διά τῶν ὁποίων οἱ προσφεύγοντες ἰσχυρίσθησαν ὅτι παρεβιάσθη τό ἀτομικόν τους δικαίωμα ἐπί τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ἐκ τοῦ ὅτι ὑποχρεώθησαν νά δηλώσουν τό θρήσκευμά των εἰς δημόσια ἔγγραφα... β) Τό ἀτομικόν δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ἰσχύει ὑπό δύο ἐκφάνσεις ἰσοτίμους, ἤτοι τό δικαίωμα ἀποσιωπήσεως τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων κάποιου ἄλλου, ἀλλά καί παραλλήλως το δικαίωμα οἱουδήποτε νά διακηρύσσει ἐλευθέρως καί ἀκωλύτως τάς θρησκευτικάς του πεποιθήσεις καθ’ οἱονδήποτε τρόπον ἐπιλέγει καί βεβαίως ἐπί τοῦ σημείου τούτου τό κράτος οὐδένα περιορισμόν ἐπιτρέπεται νά ἐπιβάλλη.... Κατ’ ἀκολουθίαν τῶν ἀνωτέρω πρέπει ἀναποδράστως νά καταλήξωμεν εἰς τό συμπέρασμα, ὅτι καμία μορφή διαδηλώσεως τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων κάποιου δέν μπορεῖ νά ἀπαγορευθῇ, νά παρεμποδισθῇ ἥ νά ἀποτραπῆ ὁποθενδήποτε προερχομένη καί φυσικά οὐδέ ἀπό τόν κοινόν νομοθέτην θεσπιζομένη....
Γ) Κατ’ ἀκολουθίαν τῶν ἀνωτέρω προκύπτει καί συνάγεται ἀναποδράστως ὅτι ἡ συγκεκριμένη μορφή τῆς θετικῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας (αἴτημα ὁρισμένου πολίτου νά ἐκδηλώσει τάς θρησκευτικάς του πεποιθήσεις διά συγκεκριμένου τρόπου, ἤτοι δι’ ἀναγραφῇς αὐτῶν εἰς οἱονδήποτε δημόσιον ἔγγραφον, τοῦ δελτίου ταυτότητος μή ἐξαιρουμένου) κατοχυροῦται συνταγματικῶς καί δέν δύναται νά ἀποκλεισθῆ ἐπί οἱαδήποτε αἰτιολογία..... δ) Τέλος, ἐπισημαίνουμε ὅτι καί ἡ εὐρωπαϊκή νομοθεσία προβλέπει ρητῶς τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τά δημόσια ἔγγραφα καί ἀρχεῖα πρός ἐξακρίβωσιν τῆς ταυτότητος καί μάλιστα ὑποχρεωτικῶς καί ὄχι προαιρετικῶς»[35]. Καί
Ζ) Τέλος, ὁ ἐ.τ. Ἀντιπρόεδρος τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου Κωνσταντῖνος Τράκας ἐπί τοῦ θέματος τούτου προσθέτει εἰς ἀδημοσίευτον εἰσέτι ἄρθρον του ὑπό τόν τίτλο «Αὐθαίρετος ἡ ἀπόφασις γιά μή ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ἀστυνομικές ταυτότητες». «Οἱ σχετικές διατάξεις τοῦ Συντάγματος, ὅπως οἱ περί θρησκείας τῶν ἄρθρων 3, παρ. 1 καί 13, παρ. 1, τελοῦν σέ συστηματική καί τελολογική ἑνότητα καί ὅτι ὅλες εἶναι ἰσοδύναμες, ἀνεξαρτήτως πρός τή βασική διάκρισή τους σέ θεμελιώδεις καί μή. Ἡ ἑρμηνεία τῶν διατάξεων τοῦ Συντάγματος, ἀκόμη καί τοῦ νόμου, πρέπει νά γίνεται ὑπέρ καί ὄχι κατά τούτων ἥ κατά τῆς μιᾶς ( τοῦ ἄρθρου 3, παρ. 1). Ἀπό τή συντριπτική πλειοψηφία των Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων, ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος των στίς ἀστυνομικές των ταυτότητες μπορεῖ νά θεωρηθεῖ, ὅτι ἀποτελεῖ ἐλευθέρα ἐκδήλωση τῆς θρησκείας των, ὑπό τήν αὐτονόητη ἐπιφύλαξη τῶν τυχόν ἀντιθέτων ἐκδηλώσεων, μεμονωμένως ἥ συλλογικῶς, κατά τίς διατάξεις τῶν ἄρθρων 18 τῆς Οἰκουμενικῆς Διακηρύξεως τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (1948) καί τῆς Εὐρωπαϊκῆς Συμβάσεως (1950). Ἡ ἐλευθέρα ἐκδήλωση τῆς θρησκείας ἤ τῆς θρησκευτικῆς πεποιθήσεως μπορεῖ νά συντελεσθῆ θετικῶς ἤ ἀρνητικῶς, σέ κάθε δέ περίπτωση εἴτε ρητῶς εἴτε σιωπηρῶς, πάντοτε ὡς ἄσκηση τοῦ ἀπαραβιάστου ἀτομικοῦ δικαιώματος τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως (ἄρθρο 13, παρ. 1 τοῦ Συντάγματος), ἡ ὁποία ἀποκλείει τή συναγωγή συμπεράσματος,ἀκόμη καί ἀμφιβολίας , γιά ἔμμεση ἐξαναγκαστική ἐμφάνιση τοῦ μή ἐκδηλώσαντος τή θρησκεία ἥ τή θρησκευτική πεποίθηση του, ὡς ἑτεροδόξου ἥ ἑτεροθρήσκου ἥ ἀθρήσκου»[36].
7. Ἡ Ἀρχή προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα τοῦ ν. 2472/1997 ἐπέλεξεν τόν, μετά τάς δηλώσεις ἐφ΄ ὅλων σχεδόν τῶν ἀμφιλεγομένων ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, ἐνδιαφερόντων καί τήν Πολιτείαν, τοῦ νέου ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, χρόνον, διά νά προαναγγείλη, διά τοῦ προέδρου αὐτῆς, τήν ἀπόφασίν της, ὅπως συστήση εἰς τόν ὑπεύθυνον τοῦ Ὑπουργείου Δημοσίας τάξεως νά ἀπευθύνη εἰς τά ἁρμόδια διά τήν ἔκδοσιν τῶν δελτίων ταυτότητος ὄργανα τάς ἀναγκαίας ὁδηγίας ὥστε «νά μή συλλέγουν καί νά μήν ἐπεξεργάζονται τό θρήσκευμα»[37]. Ἡ ἐν λόγῳ σύστασις ἐβασίσθη ἐπί τῶν ἀκολούθων αἰτιολογιῶν:
Α) Τά δελτία ταυτότητος περιέχουν δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρος καί συνιστοῦν ἀρχεῖα ὑποκείμενα εἰς ἐπεξεργασίαν[38].
Β) Τά ἀναγραφόμενα στοιχεῖα εἰς τά δελτία ταυτότητος ἐμπίπτουν εἰς τό πεδίον ἐφαρμογῆς τοῦ ν. 2472/1997[39].
Γ) Ἐφ’ ὅσον σκοπός τῆς ἐπεξεργασίας εἶναι ἡ βεβαίωσις τῆς ταυτότητος τοῦ κατόχου τοῦ δελτίου ταυτότητος, τό θρήσκευμα δέν εἶναι στοιχεῖον ἀναγκαῖον, οὔτε πρόσφορον διά τόν σκοπόν αὐτόν[40] .
Δ) Ἡ διά τῆς καταγραφῆς τοῦ θρησκεύματος ἐπεξεργασία ὑπερβαίνει τόν σκοπόν τῆς ἐπεξεργασίας καί εἶναι ἀθέμιτος, ὅπερ δέν θεραπεύεται, ἔστω καί ἄν ὑπάρχη συγκατάθεσις τοῦ ὑποκειμένου[41].
Ταῦτα ἐπικαλεῖται καί προβάλλει ὡς ἀμετακινήτους θέσεις ἡ Ἀρχή διά νά ἀρχίση ἀμέσως ἡ μή ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας. Ἀλλ’ ὑπάρχει καί ἐξεδηλώθη ἤδη σοβαρός καί θεμελιωμένος ἀντίλογος ἐπί μιᾶς ἑκάστης αἰτιολογίας. Θά ἐπιδιώξωμεν τήν συναγωγήν καί τήν κατά τινα τρόπον συστηματικήν καταγραφήν τῶν ἀναιρούντων τάς αἰτιολογίας ἐπιχειρημάτων ἀντιστοίχως ἀκολούθως:
Α) Εἰς τάς προηγούμενας παραγράφους, καί δή τήν παράγρ. ὑπ’ ἀριθμ. 5, ἐδόθη ἡ εὐκαιρία, ἐξ ἄλλης βεβαίως ἀφορμῆς καί προοπτικῆς, νά καταγράψωμεν τάς διατυπωθείσας ἀπόψεις περί τοῦ ἄν τά στοιχεῖα τῆς ταυτότητος περιέχουν δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρος συνιστῶντα ἀρχεῖον καί ὑποκείμενα εἰς ἐπεξεργασίαν καί ἄν τό θρήσκευμα συνιστᾶ δεδομένον προσωπικοῦ χαρακτῆρος καί μάλιστα εὐαίσθητον. Ἡ κρατοῦσα ἄποψις τῆς νομικῆς θεωρίας δέχεται ὅτι τό θρήσκευμα συνιστᾶ εὐαίσθητον προσωπικόν δεδομένον καί ἡ ἀναγραφή του εἰς τό δελτίον ταυτότητος συνιστᾶ ἀρχεῖον ὑποκείμενον εἰς ἐπεξεργασίαν. Εἰς τό σημεῖον τοῦτο δυνάμεθα νά παραπέμψωμεν εἰς τά ἐκεῖ ἀναιρετικά ἐπιχειρήματα καί νά ἐπαναλάβωμεν καί ἐδῶ, ὅτι ὁ ν. 1988/1991 δέν ἔχει καταργηθῆ καί ἑπομένως δικαιούμεθα νά ἀξιώνωμεν τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τά δελτία τῆς ταυτότητος καί διά τόν πρόσθετον λόγον, ὅτι ὁ σκοπός τῶν ταυτοτήτων δέν εἶναι μόνον «ἡ βεβαίωση τῆς ταυτότητος τοῦ ὑποκειμένου», ἀλλά εὐρύτερος καί, ὅτι ἡ καταγραφή τοῦ θρησκεύματος συνιστᾶ, ἐφ΄ ὅσον ὑπάρχει ἡ συγκατάθεσις τοῦ ὑποκειμένου, νόμιμον ἐπεξεργασίαν ἐκ μέρους τοῦ Κράτους.
Β) Ὡσαύτως, καί διά τήν αἰτιολογίαν τῆς «Ἀρχῆς», ὅτι τά ἀναγραφόμενα στοιχεῖα εἰς τό δελτίον ταυτότητος ἐμπίπτουν εἰς τό πεδίον ἐφαρμογῆς τοῦ ν. 2472/1999, παρεμπιπτόντως ἀνεφέρθημεν εἰς τάς προηγουμένας παραγράφους 3,4 καί 5, εἰς τάς ὁποίας καταδεικνύεται, ὅτι ναί μέν ἡ «Ἀρχή προστασία δεδομένων» ἔχει ἁρμοδιότητα, κατά τούς ὁρισμούς τοῦ Ν. 2472/1999 (ἄρθρ. 2, παρ. α’, β’, δ’ καί ε’) διά τό ἐκ τῆς καταχωρίσεως τῶν προσωπικῶν δεδομένων εἰς τάς ταυτότητας συνιστώμενον ἀρχεῖον, πλήν ἡ «σύστασις τῆς Ἀρχῆς» δέν καταργεῖ ἰσχύοντα νόμον. Ἐν συνεχείᾳ δέ τούτων τά ἐφ΄ ἐξῆς παρατιθέμενα νομικά ἐπιχειρήματα, ἑρμηνευτικά δεδομένα καί ἰσχυραί ἐπιστημονικαί ἀπόψεις σχετικοποιοῦν, ἄν μή ἐξαφανίζουν τήν παρεμβατικήν σύστασιν τῆς Ἀρχῆς προστασία προσωπικῶν δεδομένων καί τήν ὑποχρεωτικήν αὐτήν ἐφαρμογήν εἰς τό ἄμεσον μέλλον.
Γ) Ἡ αἰτιολογία, ὅτι ἐφ’ ὅσον σκοπός τῆς ἐπεξεργασίας εἶναι ἡ βεβαίωσις τῆς ταυτότητος τοῦ κατόχου τοῦ δελτίου ταυτότητος, τό θρήσκευμα δέν εἶναι στοιχεῖον ἀναγκαῖον, οὔτε πρόσφορον διά τόν σκοπόν αὐτόν, ἐπί τῆς ὁποίας στηρίζεται ἡ ἀπόφασις – σύστασις τῆς «Ἀρχῆς» (παράγρ.11 καί 12 τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 910017/15-5-2000 Ἀποφάσεως), εὑρίσκει ἐρείσματα νομικά;
Σαφῆ ἀπάντησιν θά ἐπιχειρήσωμεν νά δώσωμεν, ἀνατρέχοντες καί δανειζόμενοι σκέψεις καί ἐπιχειρήματα ἐκ τῶν ἀσχοληθέντων μέ τό θέμα τοῦτο νομικῶν καί δικαστικῶν.
Ὁ πρόεδρος Πρωτοδικῶν Γ. Ἀποστολάκης (ἔνθ. ἀν. σελ. 2 ἐκ τῆς περιλήψεως τῆς μελέτης δι’ εὔχρηστον ἀνάγνωσιν), θεωρῶν, ὅτι ὁ κατά τόν νόμον προορισμός (σκοπός) τῶν δελτίων ταυτοτήτων εἶναι εὐρύτερος, καί μέ βάσιν τά νόμιμα ὅριά του ἡ καταγραφή τοῦ θρησκεύματος, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχη ἡ συγκατάθεσις τοῦ κατόχου τοῦ δελτίου, συνιστᾶ νόμιμον ἐπεξεργασίαν ἐκ μέρους τοῦ Κράτους, γράφει: «Σύμφωνα μέ τό ἄρθρ. 4 παρ. 1, β, ν.2472/1997 ‘τά δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα γιά νά τύχουν νόμιμης ἐπεξεργασίας πρέπει......β) νά εἶναι συναφῆ πρόσφορα καί ὄχι περισσότερα ἀπό ὅσα κάθε φορά ἀπαιτεῖται ἐν ὄψει τῶν σκοπῶν τῆς ἐπεξεργασίας.....’ Ἡ διάταξη αὐτή μέ τήν ὁποία καθιερώνεται ὡς μία ἀπό τίς προϋποθέσεις τῆς νομιμότητας τῆς ἐπεξεργασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα ἡ ἀρχή τῆς προσφορότητας καί ἀναγκαιότητας τῶν συλλεγομένων στοιχείων σέ σχέση μέ τόν ἐπιδιωκόμενο σκοπό, εἶναι ἀνάλογη μέ ἐκείνη τοῦ ἄρθρ. 6, παρ. 1, περ. γ’ τῆς Ὁδηγίας 95/46/ΕΚ τῆς 24-10-1995. Ὁ σκοπός τῆς ἐπεξεργασίας ἑνός ἀρχείου κατά κανόνα καθορίζεται ἀπό τό νόμο πού προβλέπει καί τή σύστασή του. Δηλαδή γιά τήν ἐφαρμογή τῆς ἀρχῆς τῆς ἀναγκαιότητας δέν ἐνδιαφέρει ἡ ἀναφορά σ’ ὁποιονδήποτε σκοπό τοῦ ἀρχείου, ἀλλά σέ ἐκεῖνον μόνον πού ὁ νόμος προσέδωσε στό ἀρχεῖο αὐτό. Ἐπίσης, ἄν ὁ σκοπός τοῦ ἀρχείου δέν ἐξαντλεῖται σέ μία μόνο κατεύθυνση, τέλος ἡ χρησιμότητα, ἀλλά σέ περισσότερες ἀπό μία, γιά τήν ἐφαρμογή τῆς ἐν λόγῳ ἀρχῆς ὁ ἑρμηνευτής ἤ ὁ ἐφαρμοστῇς τοῦ νόμου δέν θά προσφύγη ἐπιλεκτικά σέ μία μόνον ἀπό τίς – κατά νόμο - χρησιμότητες τοῦ ἀρχείου, ἀλλά στό σύνολο αὐτῶν, ἔτσι ὥστε ἄν τά δεδομένα εἶναι συναφῆ, χρήσιμα κι ὄχι ὑπερβολικά γιά μία ἔστω ἀπό τίς χρησιμότητες τοῦ ἀρχείου, τό ὁποῖον ὑπηρετοῦν, ἡ νομιμότητα ἐπεξεργασίας τοῦ ἀρχείου διασώζεται στό σύνολό της».
Ἐντρυφῶν περαιτέρω (σελ. 3) εἰς τήν ὁριοθέτησιν τῶν σκοπῶν ἐκδόσεως τῶν δελτίων ταυτοτήτων καί ἐπιμένων, ὅτι εἶναι αὐτά πού εἰς τόν νόμον προσδιορίζουν τήν ἀποδεικτικήν χρησιμότητά των (ἄρθρα 6 καί 7 ν. 1599/1986, τά ὁποῖα εἰσέτι δέν ἔχουν καταργηθῆ ἤ τροποποιηθῆ), παρατηρεῖ: «Σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 6, μέ τίτλο ‘Ἀπόδειξη τῆς ταυτότητος τοῦ προσώπου’, ‘ Ἡ ταυτότητα τῶν ἑλλήνων πολιτῶν ἔναντι πάντων ἀποδεικνύεται: α. ἀπό τά δελτία ταυτότητας πού ἐκδίδονται ἀπό τίς διατάξεις τοῦ νόμου αὐτοῦ.....β. ἀπό τά δελτία ταυτότητας πού ἐκδόθηκαν κατά διατάξεις τοῦ ν.δ. 127/1969 ἕως ὅτου ἀντικατασταθοῦν σύμφωνα με τίς διατάξεις τοῦ νόμου αὐτοῦ....’ Στό ἄρθρο αὐτό θεμελιώνεται ὁ πρῶτος ἀπό τούς σκοπούς ἐκδόσεως τῶν ταυτοτήτων πού εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ταυτοπροσωπίας. Ἡ ἀπόδειξη δηλαδή ὅτι ἕνα πρόσωπο εἶναι αὐτό πού ἡ φωτογραφία του καί τά στοιχεῖα του ὑπάρχουν στό δελτίο τῆς ταυτότητάς του.... Σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 7 α’ τοῦ ν. 1599/1986, μέ τίτλο ‘Ἀποδεικτική δύναμη στοιχείων ταυτότητας’, 1. Ἡ ταυτότητα καί τά ἀντίστοιχα ἔγγραφα τοῦ ἄρθρου 6 ἀποτελοῦν πλήρη ἀπόδειξη ὡς πρός τά στοιχεῖα πού ἀναφέρουν. Κάθε γενική ἤ εἰδική διάταξη πού ἀπαιτεῖ ὑποβολή δικαιολογητικῶν γιά τά στοιχεῖα πού προκύπτουν ἀπό τό δελτίο ταυτότητος ἤ τά ἀντίστοιχα ἔγγραφα τοῦ ἄρθρου 6 καταργεῖται. 2. Ὑπάλληλος πού ἀπαιτεῖ πρόσθετα δικαιολογητικά γιά τήν ἀπόδειξη τῶν στοιχείων πού ἀναφέρονται στήν ταυτότητα ἤ τά ἀντίστοιχα ἔγγραφα τοῦ ἄρθρου 6 τιμωρεῖται....’ Ἀπό τήν παράθεση λοιπόν καί μόνου τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ εὐθέως καί πέραν πάσης ἀμφιβολίας προκύπτει ὅτι ὁ νόμος προσδίδει ἕνα δεύτερον ἐξίσου σημαντικό μέ τό πρῶτο, σκοπό καί προορισμό τῆς ταυτότητας καί τών στοιχείων, πού ὁ νομοθέτης ἐπέλεξε νά καταχωροῦνται σ’ αὐτό. Τῆς πλήρους ἀποδείξεως ἔναντι τῶν ἐν γένει κρατικῶν ὑπηρεσιῶν ὅλων τῶν ἰδιοτήτων, σχέσεων κλπ., πού προσδίδουν στόν κάτοχο τοῦ δελτίου τά ἀναφερόμενα σ’ αὐτό στοιχεῖα. Εἰδικά γιά τό θρήσκευμα ἡ ἐπιλογή τοῦ νομοθέτη δέν ὑπῆρξε τυχαία. Μπορεῖ τό θρήσκευμα νά ‘ἀνάγεται στόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου’, ἀλλά ἀπό τή στιγμή πού ἐκδηλωθεῖ δέν εἶναι ἀδιάφορο γιά τήν ἔννομη τάξη. Μέ βάση τό θρήσκευμα τό Σύνταγμα καί οἱ νόμοι ἔχουν καθορίσει ἔννομες συμπεριφορές μέ ἀστικό, διοικητικό ἤ ποινικό ἐνδιαφέρον καί πλῆθος δικαιωμάτων ἤ ὑποχρεώσεων. Πολλά δικαιώματα συναρτῶνται μέ τό θρήσκευμα τοῦ δικαιούχου. Πολλές ἐπίσης ὑποχρεώσεις συναρτῶνται μέ τό θρήσκευμα τοῦ ὑποχρέου. Ἡ ἀπόδειξη τοῦ θρησκεύματος, λοιπόν θά γίνει διά τοῦ δελτίου ταυτότητος, διότι αὐτό συνιστᾶ νομοθετική ἐπιλογή καί μόνον μέ ἕναν ἄλλον νόμο μπορεῖ νά ἀνατραπεῖ..... Ἐφόσον, λοιπόν, ἕνας ἀπό τούς κατά νόμο προορισμούς τῶν δελτίων ταυτότητος (ἤ κατά τήν ὁρολογία τοῦ ν. 2472/1997 ἕνας ἀπό τούς σκοπούς ἐπεξεργασίας τῶν καταγραφομένων δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα) εἶναι καί ἡ ταχύτατη καί ἀνέξοδη ἀπόδειξη ἔναντι πάντων καί ἰδιαίτερα ἔναντι τῶν ὀργάνων τῆς Πολιτείας πρός καταπολέμηση τῆς γραφειοκρατίας ὅλων ἐκείνων τῶν ἐννόμων ἰδιοτήτων τῶν πολιτῶν, τίς ὁποῖες προέκρινε ὁ νομοθέτης ὡς ἀναγκαῖες γιά τήν προαγωγή τοῦ σκοποῦ τοῦ, τότε ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος συνιστᾶ ἐπεξεργασία δεδομένου συναφοῦς, πρόσφορου καί σέ καμία περίπτωση ὑπερβολικοῦ γιά τόν παραπάνω νομοθετικό σκοπό» (σελ. 3-6).
Καί ὁ Ἀντιπρόεδρος τοῦ Ἀρείου Ἀναστάσιος Μαρῖνος (ἄρθρον, «Τό Θρήσκευμα καί οἱ Ταυτότητες. Τί λένε οἱ νόμοι τοῦ κράτους», Ἐφημ. «Τό Βῆμα» τῆς 17 Μαΐου 2000) ὑποστηρίζει, ὅτι ἡ καταχώρησις τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας δέν συνιστᾶ «ἀρχεῖον» καί δέν ἀποτελεῖ «ἐπεξεργασίαν», σημειώνων ἐπί λέξει: «Ἡ καταχώρισις τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ἀστυνομικῆς ταυτότητας δέν ἀποτελεῖ καταχώρισιν εἰς Ἀρχεῖον Δεδομένων καί τηρήση ἀρχεῖον διά τῆς καταχωρίσεως ἀντιγράφου τοῦ δελτίου ταυτότητας τότε παραβιάζει αὐτόν τόν νόμο περί προστασίας τῶν προσωπικῶν δεδομένων μέ τό νά χορηγῆ εἰς τόν πολίτην δελτίον ταυτότητος εἰς τό ὁποῖον θά ἀναγράφεται τό θρήσκευμα. Δηλαδή θά συμφωνοῦσα νά χορηγεῖται εἰς τόν πολίτην δελτίον ταυτότητος μέ καταχωρισμένον τό θρήσκευμα, ἀλλά τό ἀντίγραφον τό ὁποῖον κρατᾶ ἡ Ἀστυνομία νά μήν περιέχει τό θρήσκευμα. Βέβαια τό ἀντίγραφον τό ὁποῖον κρατᾶ ἡ Ἀστυνομία περιέχει καί ἄλλα προσωπικά δεδομένα, ὅπως τό ἐπάγγελμα, ἡ προσωπική κατάσταση π.χ. τό ἄν ὁ συγκεκριμένος πολίτης εἶναι διαζευγμένος, τό ἔτος γεννήσεως τό ὁποῖον γιά τίς γυναῖκες εἶναι ἰδιαίτερα ‘εὐαίσθητο’ κ.ἄ. Γιά ὅλα ὅμως αὐτά εἶναι ἀπαραίτητα νά τά ἔχει ὑπ’ ὄψιν της ἡ Πολιτεία, διότι ἄν ἐλλείπουν τά στοιχεῖα αὐτά δυσχεραίνεται ἡ ἄσκηση τῶν νομίμων ἐξουσιῶν.....» (σελ. Α2, 2).
Δ) Ἡ αἰτιολογία, ἐν τέλει, ὅτι διά τῆς καταγραφῆς τοῦ θρησκεύματος ἐπεξεργασία ὑπερβαίνει τόν σκοπόν τῆς ἐπεξεργασίας καί εἶναι ἀθέμιτος, ὅπερ δέν θεραπεύεται, ἔστω κι ἄν ὑπάρχῃ συγκατάθεσις τοῦ ὑποκειμένου (παράγρ.12 καί 13 τῆς ἐπιμάχου ἀποφάσεως τῆς «Ἀρχῆς») εἶναι δυνατόν, κατά τά κρατοῦντα, νά εὐσταθήσῃ;
Τήν ἀπάντησιν θά ἐπιδιώξωμεν, νά δώσωμεν ἐπικαλούμενοι γνώμας καί θέσεις τῶν περισσότερον ἁρμοδίων, διατυπωμένας εἰς ἐπίσημα κείμενα.
Παραθέτομεν πρώτην τήν ἄποψιν τοῦ κ. Ἀναστασίου Μαρίνου (Γνωμάτευσις μέ ἡμερομηνίαν 2 Ἰουνίου 2000, σελ. 2 ἑξ.), ἔχουσαν οὕτως:
«Ὁ Ν. 2472/1997 θεσπίζει γενικήν ἀπαγόρευση ἐπεξεργασίας τῶν εὐαισθήτων δεδομένων (βλ. ἄρθρ.7, παρ.1) καί τήν ἐπιτρέπει εἰς ἑπτά (7) μόνον ἐξαιρετικάς περιπτώσεις πάντοτε ὅμως, κατόπιν ἀδείας τῆς ‘Ἀρχῆς ἡ ὁποία χορηγεῖ καί τήν σχετικήν ἄδειαν πού ἀπαιτεῖται καί γιά τή λειτουργία τοῦ ἀντίστοιχου ‘Ἀρχείου’ (βλ. ἄρθρ. 7, παρ. 2 περιπτ. α’-ζ’). Οἱ ἕξ (6) ἀπό τίς περιπτώσεις αὐτές (β’-ζ’) συνδέονται πρός ὡρισμένον σκοπόν,διά τόν ὁποῖον καί μόνον ἐπιτρέπεται ἡ ἐπεξεργασία τους καί δέν προϋποθέτουν τήν συγκατάθεση τοῦ ὑποκειμένου, πού σημαίνει ὅτι ἡ ἐπεξεργασία τους μπορεῖ νά γίνει καί χωρίς τή συγκατάθεση αὐτοῦ. Ἡ ἕβδομη περίπτωση (ἀναγραφομένη πρώτη κατά σειράν εἰς τό νόμον ὑπό τό στοιχεῖον) α) εἶναι ἡ περίπτωση ἐκείνη, κατά τήν ὁποίαν τό ὑποκείμενον ἔδωκε τή συγκατάθεσή του καί ἐδῶ ἡ συγκατάθεση δέν συνδέεται πρός ὁρισμένον σκοπόν. Δοθείσης συνεπῶς τῆς συγκαταθέσεως ἡ ἐπεξεργασία μπορεῖ νά ἐνεργηθῆ γιά ὁποιονδήποτε σκοπό. Παρατηρεῖται δηλαδή καί ἐδῶ πλήρης ἀποσύνδεση τῆς ἐπεξεργασίας ἀπό τόν σκοπόν διά τόν ὁποῖον ἀδιαφορεῖ ὁ νόμος 2472/1997, ὅπως ἀκριβῶς καί στήν περίπτωση τῆς ἐπεξεργασίας, κατόπιν συγκαταθέσεως τοῦ ἀποκειμένου, μή εὐαίσθητων προσωπικῶν δεδομένων. Ὁ νόμος δέν ἐνδιαφέρεται διά ποῖον σκοπόν θά γίνει ἡ ἐπεξεργασία, διότι τήν σχετικήν εὐθύνη ἐν προκειμένῳ ἔχει τό ὑποκείμενον τό ὁποῖον ἔδωσε τήν συγκατάθεσή του..... Ἐκ τούτων πάντων συνάγεται τό συμπέρασμα ὅτι σεβασμός πρός τόν σκοπόν τῆς ἐπεξεργασίας ἀπαιτεῖται μόνον, ὅταν ὁ σκοπός αὐτός προβλέπεται ἀπό τόν Ν. 2472/97 καί συνεπῶς κάθε διάταξη τοῦ νόμου αὐτοῦ, ἡ ὁποία ἀναφέρεται εἰς τόν σκοπόν ἐννοεῖ τόν σκοπόν τόν προβλεπόμενον ὑπό τοῦ νόμου αὐτοῦ. Ἄρα καί ἡ διάταξη τοῦ ἄρθρου 4, παραγρ. 1β, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στή συνάφεια, τό πρόσφορον ἤ τήν ἀνάγκη τῶν δεδομένων ἐν ὄψει τοῦ σκοποῦ τῆς ἐπεξεργασίας ἔχει ἐφαρμογήν μόνον, ὅταν γίνεται ἐπεξεργασία (εὐαίσθητων ἤ μή) δεδομένων διά σκοπόν προβλεπόμενον ὑπό τοῦ Ν. 2472/97, πρᾶγμα πού συμβαίνει μόνον ὅταν ἡ ἐπεξεργασία γίνεται χωρίς τήν συγκατάθεση τοῦ ὑποκειμένου, διότι μόνον τότε ἡ ἐπεξεργασία ἐκτελεῖται ἐν ὄψει συγκεκριμένου σκοποῦ ὄχι δέ καί ὅταν ἡ ἐπεξεργασία ἐκτελεῖται μέ μόνη τή συγκατάθεση τοῦ ὑποκειμένου σκοποῦ...... Βεβαίως δέν ἀποκλείεται νά ὁρίσει ὁ νόμος ὅτι ἡ ἐπεξεργασία γιά ὁρισμένον σκοπόν δέν χρειάζεται πλέον ἕνα δεδομένον, τό ὁποῖον, βάσει ρητῆς διατάξεως Νόμου, ἐχρησιμοποιεῖτο μέχρι τώρα καί ὅτι δέν πρέπει τοῦτο νά χρησιμοποιῆται ἐφεξῆς. Εἶναι ἀσφαλῶς ἐλεύθερος ὁ νομοθέτης νά τό πράξη. Ὅσον καιρόν ὅμως δέν τό πράττει ἡ Ἀρχή, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει ἡ συγκατάθεση τοῦ ὑποκειμένου νά γίνη ἡ ἐπεξεργασία μέ βάση καί τό δεδομένον αὐτό, δέν δύναται νά διατάξη αὐτή τήν μή χρησιμοποίησή του ἐφ’ ἐξῆς, ὑπό τοῦ ἀρχείου ὡς μή προσφόρου κλπ., διότι διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ θά ὑπεισήρχετο εἰς τήν ἁρμοδιότητα τοῦ νομοθέτου. Θά καταργοῦσε δηλαδή τόν συγκεκριμένον νόμον, ὁ ὁποῖος ὁρίζει, ὅτι ἡ ἐπεξεργασία πρέπει νά γίνει μέ βάση αὐτό τό δεδομένον. Τοιαύτην βεβαίως ἐξουσίαν ἡ Ἀρχή δέν ἔχει». (σελ. 2 κ.ἑ.).
Εἰς τό αὐτό πλαίσιον κινούμενος, ἀναπτύσσει τάς θέσεις του καί ὁ Ἀντιπρόεδρος τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου κ. Κων. Τράκας (ἔνθ. ἀν.), ἐπισημειῶν: «Τόσον ἡ Κοινοτική Ὁδηγία 96/46 τοῦ 1995, ὅσον καί ὁ Ν.2472/97, προστατεύουν τό ἄτομο ἀπό τήν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα, πού παρέχουν πληροφορίες γιά τήν φυλετική ἤ ἐθνική καταγωγή, τά πολιτικά φρονήματα, τίς θρησκευτικές ἤ φιλοσοφικές πεποιθήσεις κ.ἄ., χωρίς τή ρητή καί μάλιστα ἔγγραφη συγκατάθεσή του γιά τήν ἐπεξεργασία τους. δηλαδή τόσο τό Κοινοτικό ὅσο καί τό Ἐθνικό Δίκαιο ἔχουν θεσπισθεῖ ὑπέρ τῆς προστασίας καί ὄχι κατά τῆς θελήσεως τῶν ἀτόμων, ὡς προσώπων. Ἡ ἐπίσημη ἐκδήλωση τῆς θρησκείας τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ ἀνήκει ἀποκλειστικῶς σ’ αὐτόν, εἴτε μεμονωμένως κατ’ ἄτομο, εἴτε συλλογικῶς μέ Δημοψήφισμα. Κατ’ ἀκολουθίαν πρός τά ἐκτεθέντα, ἡ ἀναγραφή ἤ μή τοῦ θρησκεύματος σέ κάθε δελτίον ἀστυνομικῆς ταυτότητος ἀπόκειται στή θέληση τοῦ ἐνδιαφερομένου Ἕλληνος πολίτη, ἐκδηλουμένη θετικῶς ἤ ἀρνητικῶς». (σελ. 3-4).
Ὁ ἴδιος ἀνώτατος δικαστικός λειτουργός εἰς τό ἄρθρον του «Τό θρήσκευμα καί οἱ ταυτότητες» (Ἐφημ. «Τό Βῆμα» τῆς 15.5.2000) προσάγει, εἰς τό ἴδιον κριτικόν πλαίσιον κινούμενος, καί ἕτερα ἐπιχειρήματα, ἀναφέρων: «Ἀφοῦ ἡ ἐπεξεργασία (ἄρα καί ἡ καταχώριση σέ ἀρχεῖον) εὐαίσθητων δεδομένων, συνεπῶς καί τοῦ δεδομένου τῆς θρησκείας ἐπιτρέπεται, ὅταν ἔχει δώσει τή συγκατάθεσή του τό ὑποκείμενον (ἄρθρ. 5, παρ. 1 τοῦ Ν. 2472/97 καί ἄρθρ. 8, παρ. 2α τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 95/46/24-10-95 ὁδηγίας τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου) διά τίνα λόγον ὁ κ. Δαφέρμος ἀποκλείει τήν προαιρετικήν ἀναγραφή τοῦ Θρησκεύματος στήν ταυτότητα, ὅταν τό ἴδιο τό ἄτομο συμφωνεῖ νά γραφή στήν ταυτότητα ἡ θρησκεία του; Ἐν ὄψει τῶν ὡς ἄνω ὁ Ν. 1988/91 κατά τό μέρος πού καθιστά ὑποχρεωτικήν τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τήν ταυτότητα δέν ἔχει καταργηθεῖ ἀπό τόν Ν. 2472/97 καί πρέπει νά ἐφαρμοσθεῖ. Ἐν πάση περιπτώσει δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποκλεισθῆ ἡ προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στήν ταυτότητα ἐκείνων πού τό ἐπιθυμοῦν καί γι’ αὐτό ἡ ταυτότητα πρέπει νά ἔχη τήν ἀντίστοιχη θέση γι’ αὐτό πρός συμπλήρωση» (σελ. Α2, 2)
Ὁ δρ. Γεώργιος Κρίππας εἰς τήν «Γνωμάτευσιν» αὐτοῦ (ἔνθ. ἀν.) προσκομίζει μίαν ἐπί πλέον ἑρμηνευτικήν τοῦ νόμου 2472/97 ἄποψιν, σημειῶν: «Ἡ ἐπίμαχος ἀπόφασις εἰς τήν παραγρ. 13 ἀναφέρει ὅτι ναί μέν ὁ Ν. 2472/97 ὁρίζει ὅτι ἡ ἐπεξεργασία τῶν προσωπικῶν δεδομένων ἐπιτρέπεται, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει συγκατάθεσις τοῦ ἐνδιαφερομένου, προσθέτουσα, ὅτι «ἡ συγκατάθεση τοῦ ὑποκειμένου δέν ἐπιτρέπεται καθ’ ἑαυτήν τήν διεξαγωγή κάθε εἴδους ἐπεξεργασίας, ὅταν αὐτή εἶναι ἀθέμιτη ἤ ὅταν ἀντίκειται στήν ἀρχή τοῦ σκοποῦ καί τῆς ἀναγκαιότητας». Καί ὑποτιθεμένου, ὅτι τό πρᾶγμα οὕτως ἔχει, ἡ ἐπίμαχος ἀπόφασις θά ὤφειλε νά αἰτιολογήσει, πόθεν προκύπτει ὅτι ἡ ἔννοια τῆς περί συγκαταθέσεως τοῦ ὑποκειμένου διατάξεως (ἄρθρ.5, παρ. 1 καί ἄρθρ. 7, παρ. 2 τοῦ Ν. 2472/97 εἶναι οἷα ἀναφέρει ἡ ὡς ἄνω ἀπόφασις. Διότι ὡς γνωστόν τοιαύτη ρύθμισις (ἐξαίρεσις τῆς ἐξαιρέσεως κατ’ οὐσίαν) εἰς τόν νόμον 2472/97 δέν ὑπάρχει. Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἐν λόγῳ ἀπόφασις ὤφειλε τοῦτο νά τό διευκρινήση ὑπερεπαρκῶς» (σελ. 3-4).
Θά ἐπαναλάβομεν, τέλος, καί ὅσα ὁ Πρόεδρος Πρωτοδικῶν Γεώργιος Ἀποστολάκης γράφει εἰς τήν ἐμπεριστατωμένην καί συστηματικήν «Κριτικήν» του (ἔνθ. ἀν.) σχετικῶς μέ τό θρήσκευμα, ὡς στοιχεῖον ἀναγκαῖον καί πρόσφορον διά τήν ἐκπλήρωσιν ἑνός ἀπό τούς σκοπούς ἐκδόσεως τῶν ταυτοτήτων: «Ὁ ἁρμόδιος λοιπόν ὑπάλληλος πού ἐκδίδει τό δελτίο ταυτότητας καί καταχωρεῖ σ’ αὐτό τά στοιχεῖα πού προβλέπει τό ἄρθρο ν.1599/1986, ὅπως τροποποιήθηκε ἀπό τό ἄρθρο 2, ν.1988/1991, ὄντας ὑποχρεωμένος ἀπό τό νόμο, θεμιτά ἐπεξεργάζεται τό σχετικό ἀρχεῖο, διότι σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 5, παρ. 2 περ. α’ ν. 2372/97 « ‘κατ’ ἐξαίρεση ἐπιτρέπεται ἡ ἐπεξεργασία καί χωρίς τή συγκατάθεση ( τοῦ ὑποκειμένου), ὅταν .... β) ἡ ἐπεξεργασία εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ἐκπλήρωση ὑποχρεώσεως τοῦ ὑπευθύνου ἐπεξεργασίας, ἡ ὁποία ἐπιβάλλεται ἀπό τό νόμο καί... δ) ἡ ἐπεξεργασία εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ἐκτέλεση δημοσίου συμφέροντος ἤ ἔργου πού ἐμπίπτει στήν ἄσκηση δημόσιας ἐξουσίας καί ἐκτελεῖται ἀπό δημόσια ἀρχή....’. Ἐπειδή ὅμως τό θρήσκευμα εἰδικότερα συνιστᾶ εὐαίσθητο δεδομένο, μπορεῖ κατ’ ἐξαίρεση ν’ ἀποτελέση ἀντικείμενο ἐπεξεργασίας, δηλαδή καταχωρίσεως στά δελτία ταυτότητας, ὅταν ὁ πολίτης (ὑποκείμενο) ἔδωσε γραπτά τή συγκατάθεσή του. Γι’ αὐτό ἡ προαιρετικότητα στήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, εἴτε ἐπιβληθῆ μέ νέο νόμο εἴτε μέ (συσταλτική) ἑρμηνεία τοῦ ἰσχύοντος, καθιστά ὄχι ἁπλῶς θεμιτή, ἀλλά καί νομικῶς χρήσιμη τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά δελτία ταυτότητας». (σελ. 12).
8. Περαίνοντες τήν ὄντως πολύπτυχον καί ἐργώδη προσπάθειαν τῆς νομικῆς προσεγγίσεως ἤ θεωρήσεως τοῦ θέματος τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ταυτότητας ἑκάστου Ἕλληνος πολίτου, καταλήγομεν εἰς ὡρισμένα συμπεράσματα, δυνάμενα ν' ἀποτελέσουν τήν βάσιν ἤ τήν ἀφορμήν διά τάς περαιτέρω διαβουλεύσεις καί ἀποφάσεις:
Α) Ἔχομεν τήν πεποίθησιν, ὅτι τό θέμα, τό ὁποῖον μᾶς ἀπασχολεῖ, δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς μέρος, ἀλλά συνυφαίνεται καί διαπλέκεται μετά τοῦ μείζονος προβλήματος τῆς ἐπιδιωκομένης συρρικνώσεως τοῦ ρόλου καί τῆς ἀποστολῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐντός τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας ἀφ’ ἑνός, καί ἀφ΄ ἑτέρου εἰς τόν παραγκωνισμόν καί τήν τοποθέτησίν Της εἰς τό περιθώριον τῆς δημόσιας ζωῆς, διά τῆς ἐξουδετερώσεως τῆς συνταγματικῶς κατωχυρωμένης διοικητικῆς ἀνεξαρτησίας, ἐσωτερικῆς αὐτοτελείας καί ἐλευθερίας, ἐπιτεύγματα καί προϋποθέσεις διά τήν ἀπρόσκοπτον καί ἐπιτυχῆ ἄσκησιν τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ σωτηριώδους ἔργου Αὐτῆς. Διά μίαν εἰσέτι φοράν θεωρητικά καί νομικιστικά κατασκευάσματα, χωρίς νά ἐκφράζουν τόν λαόν, προβάλλουν ὡς ἐπιγεννήματα τοῦ ὁράματος ἑνός λαϊκοῦ ἤ λαϊκιστικοῦ κράτους, εἰς τό ὁποῖον οἱ ἐθνικοί θεσμοί πρέπει νά συμπιεσθοῦν, ἡ ἐθνική ταυτότητα νά ἀποχρωματισθῆ, ἡ θρησκευτική πίστις, διαζευγμένη ἀπό τήν ἑλληνικήν παιδεία, νά παύση νά ἐκφράζῃ τήν αὐτοσυνειδησίαν καί ἰδιοπροσωπίαν ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι βαθύτατα τήν ἀποδέχονται καί τήν βιώνουν.
Β) Τό ἐγερθέν, ὥς μή ὤφελεν, ζήτημα δέν εἶναι καί δέν ἠμπορεῖ νά εἶναι ἕν ἁπλοῦν ἤ θεωρητικόν νομικόν ζήτημα, ὅπως μετ’ ἐπιμονῆς καί ἐπιτάσεως ὑποστηρίζουν οἱ θιασῶται τοῦ νομικοῦ ἐρασιτεχνισμοῦ ἤ οἱ ἐκπρόσωποι ἀναξιοπίστων καί παρωχημένων πλέον ἰδεολογικῶν ἀγκυλώσεων. Διότι ἀφορᾶ εἰς οὐσιαστικά στοιχεῖα τῆς προσωπικῆς καί τῆς ἐθνικῆς ταυτότητος τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, οἱ ὁποῖοι εἰς τήν συντριπτικήν των πλειοψηφίαν ἀξιώνουν, μέ οἱασδήποτε προϋποθέσεις καί ὑποχωρήσεις, τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος καί εἰς τάς παλαιάς, αἱ ὁποῖαι ἐξακολουθητικῶς ἐκδίδονται ὑπό τῶν Ἀστυνομικῶν Ἀρχῶν, καί εἰς τάς νέας ταυτότητας. Διά τήν ἐπιτυχίαν αὐτῆς τῆς ἐντόνου καί ποικίλως φορτισμένης ἐπιθυμίας οἱ πιστοί ἐμπιστεύονται τούς ἐκκλησιαστικούς ποιμένας, τούς Ἐπισκόπους των, καί ζητοῦν τήν ἄμεσον παρέμβασίν των διά τήν ὑπεράσπισιν τοῦ νομίμου προσωπικοῦ δικαιώματος αὐτῶν, τόσον εἰς τό ἐθνικόν, ὅσον καί εἰς τό εὐρωπαϊκόν δίκαιον.
Γ) Ὁ εὐσεβής Ἑλληνικός λαός περιτράνως ἀπέδειξε ἤδη τήν ἰδιαιτέραν εὐαισθησίαν καί τήν ἀγωνιώδη ἀνησυχίαν του διά τήν ἐξέλιξιν τοῦ θέματος τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον τῆς ταυτότητός του. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, εὐαίσθητος δέκτης αὐτῶν τῶν συναισθημάτων ὁλοκλήρου τοῦ πληρώματος, παρά τόν ἀρχικόν αἰφνιδιασμόν της, ἐπεδίωξεν καί προθύμως συνεφώνησεν, ἶνα συμβάλη εἰς τήν λύσιν τοῦ προβλήματος δι’ ἑνός ἐποικοδομητικοῦ διαλόγου μετά τῶν ἁρμοδίων τῆς Πολιτείας. Σφάλματα περί τήν τακτικήν καί ἀδέξιοι χειρισμοί δέν ἀπέτρεψαν ἀνεπιθυμήτους ἀντιπαραθέσεις. Προσωπικῶς, ἔστω καί τήν ὑστάτην αὐτήν στιγμήν, ἔχομεν δι’ ἐλπίδος, ὅτι ὁ εἰλικρινής διάλογος ἠμπορεῖ ν’ ἀποδώσῃ θετικά ἀποτελέσματα, διότι χωρεῖ ἐντός τοῦ πλαισίου, τό ὁποῖον διέγραψεν ἡ πρωθυπουργική δευτερολογία εἰς τήν Βουλήν, καθ’ ἥν «εἶναι σαφές, ὅτι πρέπει νά ὑπάρχει ἕνα χρονικό διάστημα γιά νά ἐκδοθοῦν οἱ Ἐγκύκλιοι, νά προετοιμασθῆ αὐτή ἡ διαδικασία», διά τήν ἐφαρμογήν τῆς Ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς καί πρός τοῦτο τό πλαίσιον ἐναρμονίζονται καί οἱ πρόσφατοι λόγοι κορυφαίου στελέχους τῆς Κυβερνήσεως, τό ὁποῖον ἐδήλωσεν: «..... Σέ κάθε περίπτωση τό περιεχόμενο τῆς ἀποφάσεως τῆς Κυβέρνησης ἀφήνει περιθώρια χρόνου, μιά καί θά ἐφαρμοστεῖ μέ τήν προσαρμογή τῆς διαδικασίας ἔκδοσης ταυτοτήτων στίς ὁδηγίες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Στό πλαίσιο αὐτό μένει ἐπαρκής χρόνος γιά συζήτηση, διάλογο καί κατανόηση τῆς ἐν λόγῳ ἀπόφασης». Καί συνεπλήρωσεν ὁμολογιακῶς: «Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμός, στήν ἱστορική τους ἐξέλιξη, μέ τήν ταύτιση τήν ὁποίαν εἶχαν, διαμόρφωσαν στή χώρα μας μιά ἰδιαιτερότητα, τῆς ὁποίας εἴμαστε ὅλοι κοινωνοί καί μέτοχοι καί αὐτό τό διαπιστώνουμε καθημερινά»[42]. Ἄν τοῦτο τό πνεῦμα εἶχεν ἐπικρατήσῃ ἤ ἄν θά πρυτανεύσῃ, κάλλιστα ἠμποροῦν νά ἀποφευχθοῦν βίαιαι ἀντιδράσεις ἤ διχαστικαί τάσεις εἰς τό μέλλον. Διά τόν λόγον τοῦτον καί ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος καί πολλοί ἐξ ἡμῶν προετείναμεν τήν μετάθεσιν τοῦ ὅλου ζητήματος, εἰς τήν κυρίαρχον βούλησιν τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, καταλήξαντες εἰς τήν μετριοπαθῆ πρότασιν τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας ταυτότητας, καίτοι ἡ θέσις αὐτή δέν εἶναι ἀπολύτως σύμφωνος μέ τήν αὐστηράν ἐκδοχήν τῆς ποιμαντικῆς εὐθύνης τῆς διοικούσης Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν μελῶν της.
Δ) Εἶναι τεκμηριωμένον καί ἀποδεδειγμένον, ὅτι ἡ προσχεδιασμένη, ἀντιδεολογικῶς προεξαγγελθεῖσα, βεβιασμένως ληφθεῖσα καί δημοσιοποιηθεῖσα ὑπό τῆς Ἀρχῆς τοῦ ν. 2472/1997 «σύστασις», κέκτηται παράνομον καί ἄκυρον χαρακτῆρα, ὡς στερουμένη νομικοῦ ἐρείσματος, διότι τόσον ἡ Ὁδηγία 46/1995 τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου καί τοῦ Συμβουλίου διά τήν προστασία τῶν φυσικῶν προσώπων ἔναντι τῆς ἐπεξεργασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος, ὅσον καί ὁ, κατ’ οὐσίαν τήν ὁδηγίαν αὐτήν κυρῶν, νόμος 2472/1997 διά τήν προστασία τῶν φυσικῶν προσώπων ἔναντι τῆς ἐπεξεργασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος, δέν ἀπαγορεύουν ἤ ἀποκλείουν τήν συλλογήν καί τήν ἐπεξεργασίαν τοῦ εὐαισθήτου δεδομένου τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ὑπό τήν αὐτονόητον, βεβαίως, προϋπόθεσιν τῆς ὑπό τοῦ ὑποκειμένου ἐλευθέρας ρητῆς καί γραπτῆς δηλώσεως καί συγκαταθέσεως. Τό δικαίωμα προσωπικῆς ἐπιλογῆς τοῦ πολίτου δέν σχετικοποιεῖται ἤ δέν καταργεῖται δι’ ἰδεολογικῶν προκαταλήψεων ἤ πλασματικῶν συλλογισμῶν καί ἑρμηνειῶν τοῦ ὑφισταμένου δεσμευτικοῦ νομικοῦ πλαισίου, ὡς τοῦτο καθορίζεται ἀπό τόν ἰσχύοντα καί μή καταργηθέντα νόμον 1988/1991, τό ἄρθρον 3 τοῦ ὁποίου διαλαμβάνει καί τό θρήσκευμα ὡς ὑποχρεωτικῶς ἀναγραφόμενον εἰς τόν καθιερωμένον νέον τύπον δελτίου ταυτότητος.
Ε) Ὁ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας σεβασμός τοῦ Συντάγματος καί τῶν νόμων τοῦ Κράτους καί κατά τήν ὑπεράσπισιν ἐννόμου καί συνταγματικῶς κατοχυρωμένου δικαιώματος τῶν μελῶν της εἶναι δεδομένο καί αὐταπόδεικτος. Δι’ ἡμᾶς, καί ἄν ἀκόμη γίνη δεκτή ἡ ἄποψις περί τῆς ἀντισυνταγματικότητος τῆς ἀναγραφῆς, τό δικαίωμα τοῦ θρησκευτικοῦ ἀπορρήτου εἶναι προσωπικόν καί εἰς τόν πολίτην παρέχει δικαίωμα ἀρνήσεως. Δέν παραχωρεῖται ἐκ τῶν διατάξεων τοῦ Συντάγματος δικαιοδοσία εἰς τήν Ἀρχήν νά ἀποφασίζη διά λογαριασμόν τοῦ πολίτου ἀπαγόρευσιν καταγραφῆς τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ταυτότητος. Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες πολῖται προβάλλουν διά τῶν ἁρμοδίων ἐκκλησιαστικῶν Ὀργάνων τήν ἐφαρμογήν ἰσχύοντος καί οὐδέποτε καταργηθέντος νόμου, ὡς εἶναι ὁ ν. 1988/1911, ὁ ὁποῖος ὁρίζει τήν ὑποχρεωτικήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τά δελτία ταυτότητος. Ἡ μακροχρόνιος καί ἀδιατάρακτος αὐτή πρακτική καί εἰς το μέχρι τοῦδε ἰσχῦον καί ἐφαρμοζόμενον ν.δ. 127/1969 καί εἰς τούς ν. 1599/1986 καί 1988/1991, δέν εὑρίσκεται εἰς ἀντίθεσιν πρός τήν Ὁδηγίαν 46/1995 τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου οὔτε πρός τόν κυρωτικόν τῆς Ὁδηγίας αὐτῆς 2472/1997 τοῦ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου περί τῆς προστασίας τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασίαν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος καί δή εὐαισθήτων. Μή πειθόμενοι, ὅτι ὁ νόμος οὗτος καί ἡ ἐπ’ αὐτοῦ ἐρειδομένη ἐπίμαχος σύστασις τῆς Ἀρχῆς καταργοῦν τόν ν. 1988/1991, καλούμεθα νά ἀποτρέψωμεν τό δυσμενές διά τό Ὀρθόδοξον Πλήρωμα ἀποτέλεσμα, ἐξ ὅσων ἐγένοντο καί ὅσων διαφαίνεται ὅτι ἐπέρχονται, κινούμενοι ἐντός τῶν θεσμοθετημένων πλαισίων τῶν ἄρθρων 4 καί 9 τοῦ ν. 591/1977, «Περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος».
Στ) Διά τήν ἔξοδον ἐκ τῆς κρίσεως καί τήν ἐπαναφοράν τῆς ἠρεμίας εἰς τήν συνείδησιν τῶν πιστῶν, ἐκτός τῶν καταλλήλων χειρισμῶν καί τῶν συναινετικῶν διαδικασιῶν ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά μετέλθῃ πᾶν νόμιμον καί πρόσφορον μέσον διά τήν ἀποφυγήν τῆς ἠθικῆς καί κοινωνικῆς βλάβης. Ἡ θεωρία σχεδόν ὁμοφώνως δέχεται, ὅτι ἡ κρατική ὑπηρεσία, πρός ἥν ἀπευθύνεται, ἠμπορεῖ ν’ ἀρνηθῆ ἄνευ συνεπειῶν τήν ἐφαρμογήν τῆς. Περαιτέρω κρίνεται ὡς μή νόμιμος καί κατ’ ἀκολουθίαν ἄκυρος. Ἡ ἐπίσημος καί πανηγυρική ἀκύρωσις αὐτῆς ὑπό τοῦ Ἀνωτάτου ἀκυρωτικοῦ Δικαστηρίου (ΣτΕ) ἀποτελεῖ ἐπιδιωκτέαν λύσιν, κατόπιν ὡρίμου σκέψεως ὡς πρός τήν ἐπιλογήν ἐκείνου, τό ὁποῖον θά προσβληθῆ, τοῦ χρόνου τῆς ὑποβολῆς τῆς αἰτήσεως καί τοῦ προσώπου – φυσικοῦ ἤ νομικοῦ - τό ὁποῖον θά ὑποβάλη τήν αἴτησιν. Πάντα τά μέσα ταῦτα εἰς τήν διακριτικήν διαχείρισιν τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας ὑποχρεώνουν εἰς τήν ἀποφυγήν λήψεως βεβιασμένων καί ἐν θερμῷ ἀποφάσεων, ἀνεξαρτήτως τοῦ γεγονότος, ὅτι ἤδη ἔσπευσαν ἀνεξέλεγκτα ἀπό τήν Ἐκκλησίαν πρόσωπα νά καταθέσουν προσφυγάς εἰς τό Συμβούλιον τῆς Ἐπικρατείας.
Ζ) Εἰδικώτερον ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τά δελτία ταυτότητος συνιστᾶ μέν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος εὐαισθήτου περιεχομένου, πλήν ὅμως ἡ ἐπεξεργασία του ἀπό τά ἁρμόδια ὄργανα τοῦ Κράτους, γινομένη εἰς ἐκπλήρωσιν νομίμου ὑποχρεώσεως τοῦ ὑπευθύνου ἐπεξεργασίας ὑπαλλήλου, εἶναι θεμιτή. Τό στοιχεῖον τοῦ θρησκεύματος εἶναι δεδομένον, συναφές, πρόσφορον καί εἰς οὐδεμίαν περίπτωσιν ὑπερβολικόν (κατά τήν ἔννοιαν τοῦ ἄρθρου 4, παρ. 1 περ. β’ ν. 2472/1997) διά τόν ἐκ τοῦ νόμου ταχθέντα σκοπόν τῆς ἐπεξεργασίας. Ὡς τοιοῦτος σκοπός διά τά δελτία ταυτοτήτων ὁρίζεται ἀπό τόν νόμον, ἐκτός ἀπό ἐκεῖνον τῆς ἀποδείξεως τῆς ταυτοπροσωπίας τοῦ κατόχου (ἄρθρο 6, παρ. 1, ν. 1599/1986), καί ἡ καταπολέμησις τῆς γραφειοκρατίας διά τῆς παροχῆς δυνατότητος εἰς τούς πολίτας νά ἀποδεικνύουν ἀπ’ εὐθείας διά τῆς ἐπιδείξεως τῆς ταυτότητος διαφόρους προκριθείσας ἀπό τόν νομοθέτην ἐννόμου ἰδιότητάς των. Μεταξύ τούτων περιλαμβάνεται καί τό θρήσκευμα, θεωρουμένου μετά τῶν ἄλλων ἰδιοτήτων ὡς ἀναγκαίων διά τήν ἐνάσκησιν δικαιωμάτων ἤ ἐκπλήρωσιν ὑποχρεώσεων (ἄρθρο 7 ν. 1599/1986). Ἐξ ἄλλου ἡ γραπτή συγκατάθεσις τοῦ κατόχου τῆς ταυτότητος (ὑποκειμένου) διά τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἶναι ἀναγκαία. Τοιουτοτρόπως ἡ πρόβλεψις ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τό ἄρθρον 3 τοῦ ν. 1599/1986 πρέπει νά ἑρμηνευθῆ ὡς προαιρετική. Αἱ νομικαί αἰτιολογίαι τῆς ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 910 Συστάσεως τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρος, ὅτι σκοπός τῆς ἐπεξεργασίας τῶν δεδομένων ταυτοτήτων εἶναι μόνον ἡ ἀπόδειξις τῆς ταυτοπροσωπίας τοῦ κατόχου καί συνεπῶς ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος δέν εἶναι ἀναγκαία διά τήν ὑλοποίησιν τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ, εἶναι ἐπιλεκτικαί καί ἐλλιπεῖς, διότι παραβλέπεται ἐντελῶς ὁ διαγραφόμενος εἰς τό ἄρθρο 7 τοῦ ν. 1599/1986 παράλληλος σκοπός τῶν δελτίων ταυτότητος ὡς ἀποδεικτικοῦ μέσου διαφόρων ἐννόμων ἰδιοτήτων τοῦ κατόχου διά τήν καταπολέμησιν τῆς γραφειοκρατίας. Συνεπῶς τό διατακτικό τῆς Συστάσεως δέν εἶναι νόμιμο καί οἱ παραλῆπται αὐτῆς δέν ἔχουν ὑποχρέωσιν συμμορφώσεως[43] .
Η) Οἱ προκατειλημμένοι ἰδεολῆπται σκοπίμως παρερμηνεύουν τό ἄρθρον 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, εἰδικώτερον δέ τοῦ κατά παράδοσιν διατηρουμένου ὅρου «ἐπικρατοῦσα θρησκεία», διά νά συναχθῆ δι’ αὐθαιρέτων νομικῶν συλλογισμῶν τό ἐπιθυμητόν δι’ αὐτούς συμπέρασμα, ὅτι δηλαδή τό ἄρθρον τοῦτο εἰσάγει ἀντίφασιν πρός τό ἄρθρον 13, δι’ οὗ κατοχυροῦται ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί τῆς λατρείας, καί κατά συνέπειαν, ἐγείρεται γενικώτερον ζήτημα ἀναθεωρήσεως τοῦ ὑφισταμένου συνταγματικοῦ πλαισίου, τοῦ status εἰς τάς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας μέ τήν παράλληλον ἐξαφάνισιν ἐκ τοῦ μελλοντικοῦ καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Πολιτείας πάσης, ἔστω καί ἁπλῆς, ἀναφοράς, εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, εἰς τάς θρησκευτικάς καί ἐθνικάς ἀξίας. Τό ἄρθρον 3, ἔστω καί διά τοῦ διαπιστωτικοῦ χαρακτῆρος, τόν ὁποῖον λέγουν ὅτι κέκτηται, δέν ἀντιφάσκει, ἀλλά συνηγορεῖ πρός τήν ἐν γένει θρησκευτικήν ἐλευθερίαν, τήν ὁποίαν ἡ ἐπικρατοῦσα» θρησκεία ἐπιδιώκει καί ὑπέρ αὐτῆς. Δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον καί συνετάχθημεν ὑπέρ τῆς προστασίας τοῦ δικαιώματος ἐκδηλώσεως τῆς θρησκείας καί τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας ὄχι μόνον θετικῶς, ἀλλά καί ἀρνητικῶς δέ νά μήν ἀποκαλύπτωνται καί νά μένουν κρυφαί κατά τήν ἐλευθέραν βούλησιν τοῦ προσώπου.
Θ) Ἡ θεμελιώδης ἀρχή τοῦ Δημοσίου Διεθνοῦς καί Εὐρωπαϊκοῦ Δικαίου διά τήν κατοχύρωσιν τοῦ δικαιώματος αὐτοπροσδιορισμοῦ τῶν πολιτῶν εἰς θέματα θρησκείας καί ἐθνότητος, ἡ θεμελιοῦσα καί καταξιώνουσα ἐξ ἴσου τήν ἐλευθερίαν τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, λειτουργεῖ ὡσαύτως διττῶς. Καί ὑπέρ τῶν ἐπιθυμούντων τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας ταυτότητας καί ὑπέρ τῶν ἀρνουμένων τήν ἀναγραφήν. Εἶναι ἐπί τοῦ προκειμένου καθοριστική καί ἀποκαλυπτική τῶν ἀναληθῶν ἰσχυρισμῶν ὡρισμένων κύκλων ἡ εἰς Ἕλληνα εὐρωβουλευτήν δοθεῖσα ἀπάντησις εἰς ἐρώτησίν του, διά τῆς ὁποίας, ἐντός τῶν πλαισίων τῆς δημιουργίας κοινῆς εὐρωπαϊκῆς ταυτότητος, ἐκάλει τήν Ἐπιτροπήν τῆς ΕΟΚ νά ἀσκήση πιέσεις «στίς ἁρμόδιες ἑλληνικές ἀρχές οὕτως ὥστε, στά πλαίσια τῶν ἀρχῶν τῆς μή διάκρισης τῶν πολιτῶν καί τῆς ἐλεύθερης διακίνησής τους καί δεδομένου ὅτι τό βασικό στοιχεῖο τῆς Εὐρώπης τῶν πολιτῶν συνιστᾶται στήν πολυφωνία τῶν ἰδεῶν καί παραδόσεών της, στή χριστιανική κληρονομιά καί τήν ἀνεξιθρησκεία της καί στή θεμελιώδη προσήλωσή της στήν ἐλευθερία, τήν κοινωνική δικαιοσύνη, τήν ἀνοχή καί τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, νά ἀποφευχθῆ ἡ ἀναγραφή θρησκεύματος στίς ἑλληνικές ταυτότητες, ὅπως αὐτό συμβαίνει στά ὑπόλοιπα κράτη μέλη». Ἡ ἀπάντησις ἦτο ἐπί λέξει: «Τό περιεχόμενο καί ἡ μορφή τῶν δελτίων ταυτότητος εἶναι ἕνα θέμα πού ἐναπόκειται στήν ἀποκλειστική ἁρμοδιότητα τῶν κρατῶν – μελῶν. Ἡ Ἐπιτροπή δέν ἔχει κανένα σχέδιο γιά τήν καθιέρωση ἑνός κοινοῦ εὐρωπαϊκοῦ δελτίου ταυτότητας. Αὐτὴ καθεαυτή ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά ἑλληνικά δελτία ταυτότητας δέν εἶναι ἀξιοκατάκριτη ἀπό ἄποψη κοινοτικοῦ δικαίου[44].
Μετ’ αὐτῆς δέον ὅπως συνεκτιμηθῆ ἡ πρόσφατος καί ηὐξημένου κύρους ὑπ’ ἀριθμ. 11 Δήλωσις διά τό καθεστώς των Ἐκκλησιῶν, υἱοθετηθεῖσα καί προσαρτηθεῖσα εἰς τήν τελικήν Πρᾶξιν τῆς Συνθήκης τοῦ Ἄμστερνταμ, ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἐξῆς: «Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση σέβεται καί δέν προδικάζει τό, σύμφωνα μέ τό ἐθνικό δίκαιο, καθεστώς τῶν ἐκκλησιῶν καί τῶν θρησκευτικῶν ἑνώσεων ἤ κοινοτήτων στά κράτη – μέλη».
Ι) Παρεπόμενον σοβαρώτατον καί πολυπλοκώτατον τοῦ ἀπασχολοῦντος ἡμᾶς σήμερον προβλήματος ἀποτελεῖ, ἀφ’ ἑνός μέν ἡ ἐπικειμένη θεσμοθέτησις τῶν νέων ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων, μεθ’ ὤν καθ’ ὑπερβολήν συνδέεται καί ὁ ἀριθμός 666, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ περιβόητος Συνθήκη Schengen, τῆς ὁποίας ἡ ἐφαρμογή ἀποκληροῦται. ἀμφότερα ταῦτα δέν ἔχουν ἄμεσον σχέσιν μετά τῆς νομοθεσίας περί τῆς προστασίας τῶν προσωπικῶν δεδομένων, οὔτε ἀσφαλῶς ταυτίζονται μεταξύ των. Ἡ ἀκροτελεύτιος νύξις εἰς τάς παραμέτρους αὐτάς ἐπιχειρεῖται ὑφ’ ἡμῶν εἰς τό σημεῖον τοῦτο τῆς Εἰσηγήσεως καθώς καί περί αὐτῶν γίνεται πολύς λόγος καί τό ἐρώτημα ἀνακύπτει ἔντονον. «Τί θά πράξῃ ἡ ἀνεξάρτητος Ἀρχή προστασίας προσωπικῶν δεδομένων, ὅταν εἰς τάς ἠλεκτρονικάς ταυτότητας θά περιληφθῆ λευκή λωρίς (ἠλεκτρομαγνητική) περιλαμβάνουσα καί εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα, μή ἀναγνώσιμα μάλιστα διά τῶν φυσικῶν ὀφθαλμῶν, γεγονός καταφώρως προσβάλλον τήν θρησκευτικήν συνείδησιν τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ»; Ἤ πῶς θά ἀντιδράσῃ ἡ Ἀρχή, ὅταν κατά τήν ἐφαρμογήν τῆς Συνθήκης Schengen, θά συγκεντρώνωνται καί θά ἀρχειοθετῶνται ἠλεκτρονικῶς προσωπικά δεδομένα, προασπίζοντα τήν δημόσιαν τάξιν καί ἀσφάλειαν τῶν Κρατῶν – Μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως (τρομοκρατία, ναρκωτικά κ.ἄ.), μετ’ αὐτῶν δέ, ἀνεξελέγκτως καί ἀσφαλῶς, καί πλῆθος ἄλλων εὐαισθήτων προσωπικῶν δεδομένων; Πρόκειται περί δυσεπιλύτων προβλημάτων, πρό τῶν ὁποίων ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας συνήθεις ταυτότητας ἀποτελεῖ μέρος μόνον καί πτυχήν μίαν. Ἐκτός ἐάν δεχθῶμεν – ὑπεστηρίχθη καί τοῦτο τό ἐνδεχόμενον, - ὅτι ἐν ὄψει τῆς ἐπελεύσεως αὐτῶν, στρέφεται καί ἐξαντλεῖται τό ἐνδιαφέρον εἰς τήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας παραδοσιακοῦ χαρακτῆρος, ταυτότητας, προλειαίνοντες οὕτως ἀσυνειδήτως τήν ὁδόν τῆς εφαρμογής αὐτῆς τῆς Συνθήκης, τήν ὁποίαν ἀνώτατος παράγων ἐχαρακτήρισεν, ὑπερτάτην μορφήν εὐρωπαϊκῆς ἑνοποιήσεως καί τῆς νέας ἠλεκτρονικῆς ταυτότητος.
Ἠ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατά τήν παροῦσαν Συνέλευσιν, συνεχίζουσα τήν μακραίωνα ἐκκλησιαστικήν καί συνοδικήν παράδοσίν Της, καλεῖται, διά τῶν ἀποφάσεων Αὐτῆς, νά ἀμβλύνῃ καί νά περιορίση τήν αὐστηράν καί αὐχμηράν πολιτειακήν νομιμότητα διά τοῦ δροσοβόλου πνεύματος τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου τῆς ἀληθείας, μή ἀφισταμένη τῆς κανονικότητος. Ἐπιτυγχάνουσα νά γίνῃ ἀποδεκτή ἡ βούλησις τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν νά ἀναγράφεται εἰς τά δελτία ταυτότητος τό θρήσκευμα, θά πλήξη τήν ἐπιπολάζουσαν ἐνδοκοσμικότητα, τήν ὁποίαν καλλιεργοῦν οἱ κρατικισταί, θά ἀνατρέψη τήν ἐπιδιωκομένην μεταβολήν τῆς θρησκευούσης Ἑλληνικῆς Πολιτείας εἰς Κράτος λαϊκόν ἤ κοσμικόν θά ἐπιτύχῃ, ὥστε νά διατηρηθοῦν, δι’ ὅσους θέλουν καί ἐπιθυμοῦν, ἄθικτα τά ἑλληνορθόδοξα στοιχεῖα τῆς ἐθνικῆς ταυτότητος, διότι δι’ αὐτῶν ὁ Ἕλλην ἀείποτε αὐτοπροσδιορίζεται καί προβάλλει αὐθεντικῶς τήν ἰδιοπροσωπείαν αὐτοῦ ἐντός τῆς συνεχῶς διευρυνομένης κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν καί τῆς Εὐρώπης ἄνευ συνόρων.
Εὐλαβῶς προτείνομεν - μένοντες ἐντός τῶν πλαισίων τῆς παρούσης εἰσηγήσεως-, ὅπως ἐξουσιοδοτηθῇ ὅ τε Μακαριώτατος Πρόεδρος καί ἡ ἐντολοδόχος τῆς Ἱεραρχίας Διαρκής Ἱερά Σύνοδος, ἶνα καί διά τῶν εἰς τήν διάθεσιν της Ἐκκλησίας νομίμων μέσων ἐπιτευχθῇ τελικῶς ἡ προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τά δελτία τῆς ταυτότητος.
[1] Εἰσήγηση κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 6ης Ἰουνίου 2000.
[2] Ἔγγραφον Δ.Ι.Σ. ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 2638/1208/31.2.2000
[3] Εἰς τήν ἐφημερίδα «ΕΘΝΟΣ», τῆς Δευτέρας 8ης Μαΐου 2000.
[4] Εἰς τήν ἴδιαν συνέντευξιν, εἰς τήν ἐφημερίδα «ΕΘΝΟΣ».
[5] Τοῦ κ. Δημ. Ρέππα, καθ’ ἤν «ὁ Ὑπουργός Δικαιοσύνης ἐκφράζει προσωπικήν γνώμην», Πρβλ. Εὐαγγ. Γιαννοπούλου, Τό θέμα εἶναι πολιτικό, εἰς ἐφημ. «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ», τῆς 31-5-2000. Ἀνεξαρτήτως τούτων ὁ κ. Μ Σταθόπουλος, εἰς ἐκτενές ἄρθρον του, ὑπό τόν τίτλο «Γιά τίς σχέσεις Ἐκκλησίας-Πολιτείας καί τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας», δημοσιευόμενον εἰς τό νομικόν Περιοδικόν «Ποινική Δικαιοσύνη» (Μάϊος 5/2000, ἔτος 3ο, τ. 27, σελ. 565 κ.έ), προτείνει νομοθετικές ρυθμίσεις εἰς τέσσαρας ἑνότητας. 1) Σύνταγμα καί σχετικοί Νόμοι, 2) Ἐκκλησιαστική Νομοθεσία 3) Ἀστικός καί Ποινικός Κώδικας, καί 4) Νέοι Νόμοι, τοιαύτης ἐκτάσεως καί περιεχομένου, ὥστε ν’ ἀνατραπῆ ἐκ θεμελίων, ἄν ποτέ ἐφαρμοσθοῦν αἱ προτάσεις αὐταί τό ὑφιστάμενον καθεστώς σχέσεων συναλληλίας καί ὁμοταξίας, νά μεταβληθῆ εἰς ἐπαχθέστατον διά τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν χωρισμόν αὐτῆς ἀπό τῆς Πολιτείας καί νά καταστῆ τό Ἑλληνικόν Κράτος θρησκευτικά οὐδέτερον, ἄθρησκον, λαϊκόν, διά νά μή θίγωνται τά ἀνθρώπινα δικαιώματα. Ἀλλά ταῦτα ὑφίστανται μόνον διά τάς μειονότητας; Τά ὅσα διά θυσιῶν κατεκτήθησαν λησμονῶνται; Ὅσον δέ, ἐν τέλει, προβάλλονται ἰσχυρισμοί περί τῆς διαφοροποιήσεως τῶν ἐπιστημονικῶν ἀπόψεων ἀπό τήν πολιτικήν πρᾶξιν, τόσον ἀντιλαμβανόμεθα καί συνειδητοποιοῦμεν τό ἐνδεχόμενον, ὁ ἐπιστήμων, καθιστάμενος ὁ ἴδιος μέλος τῆς ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας, νά ἐπιδιώκη τήν ὑλοποίησιν καί ἐφαρμογήν, εἰς πᾶσαν εὐκαιρίαν, τῶν ὑπ’ αὐτοῦ ὑποστηριζομένων θέσεων.
[6] Ἀναστασίου Μαρίνου, παρά τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ Εἰδικοῦ Ἐπιστημονικοῦ Συμβούλου. Ἔκθεσις ἀπό 12ης Μαΐου 2000 πρός τήν Συνοδικήν Ἐπιτροπήν Ταυτοτήτων, σελ 4. Πρβλ. καί Γ. Κρίππα, Γνωμοδότησις τῆς 29ης Μαΐου 2000, 2δ’ σελ. 4. Κατά τόν Εὐάγγελον Γιαννόπουλον (ἔθν. ἀν.) ὁ Πρόεδρος τῆς Ἀρχῆς διέπραξεν «λάθος νομικό καί προσωπικό», διότι α) ἐνεφανίσθη ἀπρόσκλητος καί ἀδιάβαστος, β) προκατέλαβε τήν γνώμην τῶν μελῶν, γ) ἡ Ἀρχή συνεδρίασε μέ ἑτερόκλητον σύνθεσιν καί οὐχί ἐν ὁλομελείᾳ, δ) δέν ἐδόθη χρόνος πρός μελέτην. Εἰς ταῦτα προσθέτομεν, ὅτι ἡ ἀπόφασις τῆς Ἀρχῆς ἐλήφθη μέ μόνην τήν προφορικήν εἰσήγησιν τοῦ Προέδρου Βλ. Πρακτικόν αὐτῆς ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 910/17/15.5.2000 σελ. 2. Τοῦτο ὄντως ἐγένετο διά τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 210/17/15.5.2000 ἀποφάσεως ἤ συστάσεως ἤ ὑποδείξεως ἤ ὁδηγίας ἤ γνωμοδοτήσεως τῆς Ἀρχῆς.
[7] Ἐπίκαιρος ἐρώτησις ὑπ’ ἀριθμ, 56/17/15.5.2000 πρός τόν Πρωθυπουργόν τῆς βουλευτοῦ τοῦ Συνασπισμοῦ τῆς Ἀριστεράς καί τῆς Προέδρου Μαρίας Δαμανάκη.
[8] Βλ. Πρακτικά Βουλῆς, Ι’ Περίοδος, Ζ’ Ἀναθεωρητική Βουλή, Σύνοδος Α’, Συνεδρίασιας ΙΖ’, Τετάρτη 24 Μαΐου 2000.
[9] Ἐκ τοῦ «Ἀνακοινωθέντος» τούτου, ὄντως περιεκτικοῦ καί βαρυσημάντου μεταφέρομεν τάς περισσότερον ἐνδιαφερούσας ἡμᾶς ὑπ’ ἀριθμ. 2, 3 καί 4 παραγράφους αὐτοῦ: «2. Ἡ Ἐκκλησία σεβομένη ἀπολύτως τήν οἱανδήποτε θρησκευτικήν πίστιν ἑνός ἑκάστου τῶν Ἑλλήνων καί τήν ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὅπως αὐτή διασώζεται καί ἐκφράζεται μέσα ἀπό τό ἀναφαίρετον δικαίωμα κάθε ἀνθρώπου διά τόν ἐλεύθερον αὐτοπροσδιορισμόν του, ἀπό τήν ἀρχήν ἐτάχθη ὑπέρ τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας ταυτότητας. Τοῦτο δέν προσκρούει, οὔτε εἰς ἀνυπάρκτους ὁδηγίας, οὔτε εἰς τήν νομοθεσίαν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, οὔτε πολύ περισσότερον εἰς τόν κείμενον ἑλληνικόν Νόμον 1988/1991, ὁ ὁποῖος μάλιστα προβλέπει τήν ὑποχρεωτικήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος. Καί εἶναι βέβαιον ὅτι τήν ἁπλήν καί λογικήν αὐτήν πρότασιν τῆς Ἐκκλησίας, συμμερίζεται, ἡ συντριπτική πλειοψηφία τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ γεγονός, τό ὁποῖον δύναται εὐκόλως νά διαπιστωθῆ διά δημοψηφίσματος. 3) Ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖ, ὅτι ἡ προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, εἰς τάς ταυτότητας συναρτᾶται ἀμέσως μέ τήν ἑλληνορθόδοξον ἰδιοπροσωπίαν τοῦ Ἔθνους μας, ἡ ὁποῖα ἀποτελεῖ βασικόν ἱστορικόν στοιχεῖον τῆς οὐσιαστικῆς μας ἐπιβιώσεως καί ἀπαραίτητον ἔρεισμα τοῦ Λαοῦ,χωρίς δέ τοῦτο νά ἀποτελῆ μείωσιν ἔναντι οἱουδήτινος ἑτεροδόξου ἤ ἀλλοθρήσκου πολίτου, τοῦ ὁποίου τήν θρησκευτικήν ἑτερότητα ἡ Ἐκκλησία σέβεται ἀπολύτως. Καί μάλιστα, τήν ὥραν, κατά τήν ὁποίαν ἡ Χώρα ταλανίζεται ἀπό μεγάλα καί οὐσιαστικά, ἐθνικά καί κοινωνικά προβλήματα καί ὁ Λαός βιώνει καθημερινῶς σειράν κρισίμων καταστάσεων, αἱ ὁποῖαι ἀπαιτοῦν ἐπώδυνες λύσεις. Αὐτήν ἀτυχῶς τήν ὥραν ἐφευρέθη καί μέ τήν συνδρομήν ἐσωγενῶν καί ἐξωγενῶν κύκλων, ἕνα θεματολόγιον ρήξεων, μέ αἰχμήν τοῦ δόρατος τό θέμα τῶν ταυτοτήτων , αἱ ὁποῖαι στοχεύουν καί εἰς τόν θρησκευτικόν ἀποχρωματισμόν τῆς κοινωνικῆς καί ἐθνικῆς μας ζωῆς, ἀλλά καί ἐνδεχομένως εἰς τήν παραπλάνησιν καί τόν ἀποπροσανατολισμόν τοῦ Λαοῦ μας καί εἰς τήν ταυτόχρονον ἀποδυνάμωσιν τῆς Ἐκκλησίας. Αἱ ἀποφασισθεῖσαι ἐπιλογαί εἰς τό θέμα αὐτό, μέ σύνθημα τόν δῆθεν ἐκσυγχρονισμόν καί κυρίως ἡ προβολή ἑώλων νομικῶν κατασκευῶν, αἱ ὁποῖαι στοχεύουν εἰς τήν ἀποδυνάμωσιν τοῦ Συνταγματικοῦ Ὅρου ‘Ἐπικρατοῦσα Θρησκεία’ (ἄρθρον 3 τοῦ Συντάγματος), δημιουργοῦν βάσεις διά συγκρούσεις καί διχασμούς. Ἀλλά, ἡ Ἐκκλησία, θεματοφύλαξ τῆς κοινωνικῆς καί ἐθνικῆς εἰρήνης καί ἑνότητος, τῆς λαϊκῆς ἀλληλεγγύης, τῆς ἀντιθέσεως της εἰς τήν βίαν καί τόν ρατσισμόν, δέν πρόκειται βεβαίως νά παρασυρθῆ ἤ νά εὐνοήση τόν διχασμόν τοῦ Λαοῦ. Ἐλπίζει δέ, ὅτι καί οἱ κρατοῦντες θά πράξουν τό ἴδιο. 4) Ὅμως ταυτοχρόνως ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖ ἀπαραίτητον, νά καταστήση σαφές πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν, ὅτι δέν διανοεῖται νά συμβιβασθῆ, ἔναντι οἱουδήποτε ἀνταλλάγματος καί οἱουσδήποτε ἀπειλῆς καί νά προδώση τήν ἐμπιστοσύνην, μέ τήν ὁποίαν τήν τιμᾶ καί τήν περιβάλλει ὁ πιστός μέ κάθε νόμιμον μέσον, διά νά πείση τήν Κυβέρνησιν ὅτι ἐπλανήθη. Θά ἀγωνισθῆ διά νά μεταφέρη, ὅπου πρέπει τήν ἀγωνίαν, τήν ἀνησυχίαν καί τόν προβληματισμόν τοῦ Λαοῦ. Ὀ Λαός ἀνησυχεῖ σοβαρά, ὄχι μόνον διά τήν μή ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματός του εἰς τάς ταυτότητας, ἀλλά καί διά πολλά ἄλλα συναφῆ ὡς λ.χ. , τήν ἠλεκτρονικήν λωρίδα μέ ἄγνωστα εἰς τόν κάτοχον στοιχεῖα καί τό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα. Δι’ ὅλα αὐτά ἡ Ἀρχή δέν ἔχει ἐπιδείξει κανένα ζῆλον πρός οὐσιαστικήν προστασία τοῦ πολίτου. Ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι διά νά ἀντιγράψη τά κοσμικά καμώματα, τά ἰδιοτελῆ συμφέροντα καί νά ἱκανοποιήση ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐπιβουλεύονται τήν ἐθνικήν μας ταυτότητα. Ὁ ἀγών θά εἶναι ἀνένδοτος, μέ δύναμιν λόγου, ἀλλά καί ξένος πρός κάθε μορφήν περιθωριακῆς συμπεριφοράς, φανατισμοῦ καί μισαλλοδοξίας, ἡ ὁποία πιθανόν νά προκληθῆ ἀπό προβοκάτορας, οἱ ὁποῖοι ἐπιδιώκουν νά δυσφημίσουν τήν Ὀρθοδοξίαν ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος. Τοιαῦται συμπεριφοραί, ὁποθενδήποτε καί ἄν προέρχωνται, εἶναι καταδικαστέαι.
[10] Παρ’ ἡμῖν, ἐκτός τῆς Ἀρχῆς τοῦ ν. 2472/1997 ἔχομεν ἐν Ἑλλάδι τήν ἐπιτροπήν μελέτης προβλημάτων θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τοῦ Ὑπ. Ἐξωτερικῶν, ὁ Συνήγορος τοῦ Πολίτη, τό Ἑλληνικό Παρατηρητήριο Συμφωνιῶν τοῦ Ἐλσίνκι κ.ᾶ.
[11] Παράγρ. Ιβ’ ἄρθρου 2 καί κυρίως κεφ. Δ’, ἄρθρ. 15-20 αὐτοῦ τοῦ νόμου.
[12] ΒΛ. ἄρθρ. 19 τοῦ ν. 2472/1997, ὡς καί τό διατακτικόν τῆς Ἀποφάσεως.
[13] Γ. Κρίππα, Γνωμοδότησις τῆς 29.5.2000 σελ. 1-2.
[14] Βλ. Ἀναστ. Μαρίνου, παρά τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Εἰδικοῦ Ἐπιστημονικοῦ Συμβούλου Γνωμοδότησις ἀπό 2 Ἰουνίου 2000. Πρβλ. καί Γ. Ἀποστολάκη, Προέδρου Πρωτοδικῶν, κριτική στήν ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 910/17/15.5.2000 Ἀπόφασιν τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα, ἀποφαινομένου συμπερασματικῶς, ὅτι τό διατακτικό τῆς Συστάσεως δέν εἶναι νόμιμον καί οἱ παραλῆπται της δέν ἔχουν ὑποχρέωση συμμορφώσεως, σελ. 13.
[15] Βλ. ἀνωτέρω, παράγρ. 2.
[16] Βλ. εἰς τά Πρακτικά τῆς Βουλῆς, ὡς ἀνωτέρω.
[17] Βλ. Γ. Κρίππα, ἕνθ. ἀν., σελ. 1-2.
[18] Φ.Ε.Κ. τ. Β’, ἀρ. 392/6.7.1981.
[19] «Σχέσει Κράτους-Πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητος καί ἄλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ., τ. Α’, ἀριθμ. 75/11.6.1986.
[20] Τροποποίηση διατάξεων ν. 1599/1983 (Φ.Ε.Κ. 75 Α’) «Σχέσεις Κράτους-Πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητος καί ἄλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ., τ. Α’, ἀριθμ. 75).
[21] Εἶναι πολύ ἐνδιαφέροντα νά σημειωθοῦν καί νά μή λησμονῶνται, ὅσα διαλαμβάνονται εἰς τήν –εἰς ἐκτέλεσιν τῆς διατάξεως τῆς παραγράφου 3 τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ νόμου τούτου, προδιαγραφές τοῦ δελτίου ταυτότητος, τά δικαιολογητικά, τά ὁποία ὑποβάλλονται κ.ἄ. – Ὑπουργικήν Ἀπόφασιν Φ. 21385/11246 (Ἐσωτερικῶν) τῆς 1.2)7)92, Καθορισμός τύπου καί προδιαγραφῶν δελτίου ταυτότητος, Φ.Ε.Κ., τ. Β’, ἀριθμ. 421, καί δή συγκεκριμένως εἰς τήν παράγρ. 1, 4: «Τό ἔντυπο τοῦ δελτίου ταυτότητος θά φέρει ἐκτυπώσεις καί στίς δύο ὄψεις του καί εἰδική λευκή λωρίδα πλάτους 16 χιλιοστῶν τοῦ μέτρου στό κάτω μέρος τῆς πρόσθιας ὄψης, προοριζομένη νά χρησιμοποιηθῆ γιά μηχανική ὀπτική ἀνάγνωση», ὅπως καί πολλά ἄλλα.
[22] Κατά τήν διάταξιν τοῦ ἄρθρου 25, παραγρ. 4 διαδοχικῶν παρατάσεων ἰσχύος τοῦ Ν.Δ. 127/1969.
[23] Παράγρ. 2 τοῦ παρόντος.
[24] Εὐαγγ. Γιαννοπούλου, ἕνθ. ἀν.
[25] Αἱ ἀπόψεις αὐταί εἰς τάς παραγράφους 9-12 τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 510)17)15.5.2000 ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος.
[26] Τοῦτο ἐλέγχεται ὡς ἀνακριβές, διά τόν ἁπλούστατον λόγον, ὅτι ἔχουν μείνει ἀνενεργοί, δέν ἐφηρμόσθησαν.
[27] Παράγρ. 10.
[28] Αὐτόθι.
[29] Ταῦτα ἐκ τοῦ Ἀναστασίου Μαρίνου, ἕνθ. ἀν.
[30] Αὐτόθι.
[31] Γ. Κρίππα, ἕνθ. ἀν, 2β’, σελ. 2. Καί συνεχίζει: ὡς γνωστόν ‘νόμος παράνομος’ εἶναι ἔννοια ἄγνωστος εἰς τήν νομικήν ἐπιστήμην καί ἀκούγεται –ἐξ ὅσων γνωρίζω- ἀπολύτως τό νά χαρακτηρίζεται ἕνας νόμος ὡς παράνομος ἀπό διοικητικήν πρᾶξιν» (δηλ. κανόνα δικαίου ὑποδεέστερον τοῦ νόμου).
[32] Ἀναστασίου Μαρίνου, ἔνθ. ἀν.
[33] Ἀναστασίου Μαρίνου, Ἀντιπροέδρου τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, παρά τῆ Ἱερά Συνόδῳ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Εἰδικοῦ Ἐπιστημονικοῦ Συμβουλίου, Ἐκκλησία καί Δίκαιον, σελ. 601-602.
[34] Ἀπόφασις τοῦ Τμήματος τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης τῆς 23ης Μαΐου 2000, δημοσιευθεῖσασα εἰς τον Τύπον. Βλ. «Ἐλευθεροτυπία» τῆς 24.5.2000.
[35] Σελ. 5-9, ἔνθα καί ἡ σχετική βιβλιογραφία.
[36] Σελ. 3.
[37] Ἀπόφασις Ἀρχῆς ὑπ’ ἀριθμ. 910/17/16.5.2000
[38] Παράγρ. 7 καί 8 τῆς Ἀποφάσεως.
[39] Παράγρ. 9.
[40] Παράγρ. 11 καί 12
[41] Παράγρ. 13, Πρβλ. καί Γ. Ἀποστολάκη, ἔκθ. ὀν, σελ. 1-2
[42] Ἄκης Τσοχατζόπουλος, Ὑπουργός Ἀμύνης. Αἱ δηλώσεις ἐγένοντο εἰς Θεσσαλονίκην καί ἐδημοσιεύθησαν εἰς τόν ἡμερήσιον Τύπον τῆς 23.5.2000. Βλ. ἐφημ. «Βραδυνή» τῆς ἰδίας ἡμέρας.
[43] Πρβλ. Γ. Ἀποστολάκη, ἔνθ. ἀν., σελ. 13.
[44] Ἐρώτηση ἀριθ. 94 τοῦ Παπαγιαννάκη, 4-0012/93. Συζητήσεις τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου, ἀριθμ. 3-426/307 τῆς 20.1.93
Πηγή: Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησία καὶ Ταυτότητες, Ἀθήνα 2000
PRO-LIFE AND
ANTI ABORTION ORGANISATION
E-mail: info@afistemenaziso.gr
Website: www.afistemenaziso.gr
Athens, 19.5.2018
To whom it may concern,
Christ is Risen!!!
Recently, a group of twenty Christian Orthodox Associations have come together to form the first Greek pro-life organisation, supported by the Orthodox Archdiocese of Athens. The groups have come together under the umbrella name "Afiste me na ziso" (in Greek) or "Give me the right to live" (in English).
Our main objective is to help Greek society become aware of the fact that human life begins at conception, educate the public with the truth about abortion, and pass the message that every human life must be protected from the beginning of its existence regardless of gender, ethnicity, religious beliefs, and mental or physical health. We also advocate for the unborn legally, limiting the evil of abortion, and try to engage the culture positively with a persuasive case for life, focusing on the humanity of the unborn and the inhumanity of abortion.
We spread our message in the name of the Holy Trinity, the name of Our Lord Jesus Christ who mostly loved children and encouraged us to become like them in order to enter His Kingdom.
We are writing to you in order to endorse your efforts, express wholehearted support for the pro-life movement groups in Ireland, and wish you all success in the upcoming referendum. The letter is signed by all constituent Associations of "Give me the right to live", with the conviction that your efforts to save the 8th Amendment of the Irish Constitution will be successful.
For the record, please allow us to state that we fully and unequivocally support your positions and arguments, and wish and hope that the Irish people will endorse your message in the upcoming referendum with the highest possible majority. A NO vote will be securing the right to live to all Irish people offspring.
We wish to make it known that our souls and prayers are with you.
With the outmost respect for pro-life movement in Ireland and the Irish people, please accept the blessings or our priests and spiritual fathers.
God bless you,
The "Afiste me na ziso", Greek Pro -Life Movement.
«Afiste me na ziso!»
Source: Αφήστε με να ζήσω!
Θεωρῶ ἰδιαίτερη τιμή καί εὐθύνη, πού ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ πρόταση τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου Αὐτῆς κ.κ Χριστοδούλου μοῦ ἀνέθεσε τήν Προεδρία τῆς εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν ταυτοτήτων καί νά εἰσηγηθῶ στήν Ἱεραρχία το θέμα «Ἱστορική ἐξέλιξις τοῦ θέματος τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος εἰς τά Δελτία τῶν Ἀστυνομικῶν Ταυτοτήτων τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν».
Βέβαια, πρέπει νά ὁμολογήσω ὅτι ἀπό τήν ἀρχή ἀντελήφθην τήν σοβαρότητα τοῦ θέματος τῆς Ἐπιτροπῆς αὐτῆς καί δίστασα νά ἀποδεχθῶ τήν τόσο τιμητική, ἀλλά καί ὑπεύθυνη αὐτή διακονία, ἀλλά τελικά ἔκανα ὑπακοή.
Προβλέποντας ἀπό πολύ καιρό μιά ἀλλαγή στό θέμα τῶν ταυτοτήτων,ὄχι ὅμως κατά τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον τέθηκε τό θέμα τελευταία. Ἤδη ἀπό τίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’80 γινόταν λόγος γιά ἀλλαγή στόν τύπο τῶν ταυτοτήτων καί γι΄ αὐτό οἱ Κληρικοί καί ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐδέχοντο ἐπανειλημμένα ὀχλήσεις-προκλήσεις.
Πρέπει νά ὁμολογήσω ὅτι στήν ἀρχή, ὅταν μελετοῦσα τό θέμα δέν ἔβλεπα ὅλες τίς προεκτάσεις του, δηλαδή τό ἀντιμετώπιζα ἀποσπασματικά, ἀλλά μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, μέ τήν συνεχῆ μελέτη, ἔβλεπα τῖς ποικίλες προεκτάσεις καί παραμέτρους του. Δέν πρέπει νά βλέπη κανείς τό θέμα μόνον θεολογικά, ἀλλά εἶναι ἀνάγκη νά προχωρῆ καί στήν μελέτη τῶν ἐθνολογικῶν καί κοινωνικῶν ζητημάτων, ὅπως ἐπίσης πρέπει νά βλέπη καί τήν ποιμαντική τοῦ ζητήματος. Ἄλλωστε, ἡ θεολογία ποτέ δέν πρέπει νά ἀποκόπτεται ἀπό τήν ποιμαντική. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς δίδαξαν ὅτι πρέπει νά θεολογοῦμε ποιμαίνοντες καί νά ποιμαίνουμε θεολογοῦντες.
Στήν συνέχεια, θά ὑπογραμμίσω μερικά σημεῖα, τά ὁποία θεωρῶ ἀπαραίτητα γιά τήν κατά τό δυνατόν καλύτερη κατανόηση τοῦ θέματος αὐτοῦ, ἀπό πλευράς τών Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, καί μέσα πάντα ἀπό τήν προοπτική ὅτι ἡ ἐσχατολογική θεώρηση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ποτέ δέν ἀρνεῖται τήν ἱστορία καί τόν χρόνο. Τό λέγω αὐτό, γιατί πάντοτε ἔχουμε κατά νοῦν ὅτι ἡ Ἐκκλησία προχωρεῖ ἀπό τήν ἱστορία στά ἔσχατα. Δέν παραμένει στό ἱστορικό γίγνεσθαι, ἀλλά πορεύεται μέ τήν ἔμπνευση τῶν ἐσχάτων. Ἀναγκαστικά, λοιπόν, ἡ εἰσήγηση αὐτή θά ἔχει ἱστορικά στοιχεῖα τοῦ παρόντος, χωρίς νά ἀποδεσμεύεται ἀπό τό ἔσχατον πού μεταμορφώνει τό παρόν· θά προσπαθήσω δηλαδή νά κάνω μιά ὤσμωση μεταξύ θεολογίας καί τοῦ ἱστορικοῦ βίου τῶν ἀνθρώπων.
Βέβαια, μπορεῖ νά παρατηρηθοῦν ὁρισμένες ἐλλείψεις στή διαπραγμάτευση τοῦ θέματος, ἐπειδή, κατά τήν περίοδο τῶν συζητήσεων γιά τήν ἀναγραφή ἡ μή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, εὑρισκόμουν στήν Ἀμερική.
1. Γενικό θεωρητικό πλαίσιο
Τό θέμα τῶν ταυτοτήτων καί εἰδικά τῆς ἀναγραφῇς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος σέ αὐτές δέν εἶναι ἁπλό, ἀλλά πολύπλευρο ζήτημα καί πολύπλοκο. Γιά νά δοῦμε τήν σοβαρότητα τοῦ ζητήματος αὐτοῦ καί τήν πολυπλοκότητά του πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε συνοπτικά τέσσερα ἐπιμέρους ζητήματα, πού θά ἀποτελέσουν τό θεωρητικό ὑπόβαθρο τῶν ὅσων θά ἀκολουθήσουν.
Τό πρῶτο εἶναι ἡ σχέση μεταξύ τῆς λεγομένης κοινωνικῆς συνοχῆς στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση καί τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.
Πράγματι, οἱ νέες συγκυρίες καί ἱστορικές συνθῆκες μᾶς ἔχουν ἐντάξει στήν Εὐρωπαϊκή Οἰκογένεια καί ἔχουμε σχέση καί ἐπικοινωνία μέ τούς ἄλλους εὐρωπαϊκούς λαούς, παρά τό γεγονός ὅτι στό παρελθόν ὑπῆρξαν τεράστιες πολιτιστικές καί ἐθνικές ἀκόμη διαφορές μεταξύ Ανατολής καί τῆς Δύσης, ἀφοῦ στήν Ἀνατολή κυριαρχοῦσε ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία μέ τόν συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς, ἐνῷ στήν Δύση οἱ Φράγκοι μέ τήν ἰδιαίτερη πολιτιστική ἰδεολογία. Σήμερα ἔχουν ἀλλάξει τά πράγματα καί ζοῦμε σέ κοινωνία μέ τούς εὐρωπαϊκούς λαούς.
Ὅμως, τό πρόβλημα εἶναι ὅτι στήν σημερινή Εὐρώπη ὑπάρχει μία πολυπολιτισμικότητα μεταξύ τῶν λαῶν, καταρρέουν τά ἠθικά, θεολογικά καί φιλοσοφικά ἐρείσματα, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἔχει ὡς συνέπεια τήν αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητος, τῆς ἀδικίας, τήν διακίνηση ψυχοτρόπων οὐσιῶν κλπ. Ἐπίσης, ἡ μεγάλη λαθρομεταναστευτική κίνηση εἶναι ἐκείνη ποῦ δημιουργεῖ τεράστια προβλήματα. Ὅλα αὐτά κλονίζουν τήν κοινωνική συνοχή. Γι΄ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ἐπιδιώκεται μέ τήν θέσπιση νόμων καί τήν ὑπογραφή συνθηκῶν νά διατηρεῖται ἡ κοινωνική συνοχή, παρά τήν ποικιλομορφία τῶν παραδόσεων καί πολιτισμῶν.
Μέσα σέ αὐτήν τήν ἀδήριτη ἀνάγκη ἐρευνᾶται, μήπως ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καταστρατηγηθῆ γιά χάρη μιᾶς κοινωνικῆς ἑνότητος. Βέβαια, αὐτό λέγεται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι πράγματι ὑφίσταται τεράστια διαφορά μεταξύ τῶν ἀτομικῶν ἐλευθεριῶν καί τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό τό θέμα μου καί δέν προχωρῶ στήν ἀνάπτυξή του. Τό ἐρώτημα, λοιπόν, πού τίθεται εἶναι πώς θά διατηρηθῆ ἡ κοινωνική συνοχή χωρίς νά καταργεῖται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, καί πώς ἡ λεγομένη ἐλευθερία τοῦ προσώπου δέν καταργεῖ τήν κοινωνική συνοχή.
Τό δεύτερο σημεῖο εἶναι ἡ σχέση μεταξύ τῆς λεγομένης παγκοσμιοποίησης καί τῆς ἀρχῆς τῆς ἐπικουρικότητας.
Στίς ἡμέρες μας γίνεται πολύς λόγος γιά τήν παγκοσμιοποίηση. Σημαντικά κείμενα εἶναι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ἐννοῶ τήν ὁμιλία πού ἔκανε στό Νταβός, ὁμιλίες καί γραπτά κείμενα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου, κείμενα ἄλλων Ἀρχιερέων, Καθηγητῶν Πανεπιστημίου κλπ. Ὅλα αὐτά τά προϋποθέτω καί δέν θεωρῶ τόν χῶρο κατάλληλο γιά νά γίνουν σχετικές ἀναλύσεις.
Ὅταν κάνουμε λόγο γιά παγκοσμιοποίηση πρέπει νά ἐννοοῦμε ὅτι αὐτή ξεκίνησε κυρίως ὡς οἰκονομικό μέγεθος, ἀφοῦ ἀπέβλεπε στήν διεθνοποίηση τῆς ἀγορᾶς. Ἐπειδή ὅμως ἡ κινητήρια δύναμη τῆς παγκοσμιοποίησης εἶναι ἡ τεχνολογία, γι’ αὐτό καί «ἡ ἀνάπτυξη τῶν νέων τεχνολογιῶν σέ ὅλον τόν κόσμο ὁδηγεῖ στήν δημιουργία μιᾶς πραγματικά παγκόσμιας κοινωνίας». Καί, βέβαια, αὐτό ἐπεκτείνεται καί στήν δημιουργία ἑνός παγκόσμιου πολιτισμοῦ[1] .
Οὐσιαστικά, βαίνουμε στήν ἐπικράτηση ἑνός μόνον πολιτισμοῦ, τοῦ λεγόμενου δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Πρόκειται γιά μία καρλομάγνεια πολιτιστική κυριαρχία. Αὐτές εἶναι οἱ ἐπιδιώξεις τῆς λεγόμενης Νέας Ἐποχῆς καί τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων. Καί, βέβαια, ἐμεῖς δέν ἔχουμε πρόβλημα τόσο μέ τήν παγκοσμιοποίηση στόν τομέα τῆς οἰκονομίας, ἀλλά κυρίως στόν τομέα τῆς λεγομένης ὁμογενοποιήσεως τῶν λαῶν, τῆς ἀφομοιώσεως τῶν πολιτισμῶν καί τῆς ἀπωλείας τῆς πολιτιστικῆς ἑτερότητάς μας.
Αὐτόν τόν κίνδυνο τόν βλέπουν ἐκεῖνοι πού διευθύνουν τύχες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Πιό κάτω θά μᾶς δοθῆ ἡ δυνατότητα νά ἀναφερθοῦμε στό θέμα αὐτό καί νά δοῦμε πῶς οἱ προβληματισμοί τῶν Εὐρωπαίων Ἡγετῶν φαίνονται καί στίς συνθῆκες πού καταρτίζονται, ἀλλά ἐδῶ θά ἐπιμείνω μόνο σ’ ἕνα σημεῖο. Ἀπό σχετικό ἄρθρο πού δημοσιεύθηκε σέ ἐφημερίδα φαίνεται καθαρά ὅτι παράλληλα μέ τήν λεγομένη παγκοσμιοποίηση ἀναπτύσσεται στήν Εὐρώπη καί ἡ λεγομένη « ἀρχή τῆς ἐπικουρικότητας». Στήν ἐπίσημη Ἐφημερίδα τῶν Εὐρωπαϊκῶν Κοινοτήτων (14-7-1999) γίνεται λόγος γιά τήν «γνωμοδότηση τῆς ἐπιτροπῆς τῶν περιφερειῶν γιά τήν ἀρχή τῆς ἐπικουρικότητας. Πρός μία πραγματική προσέγγιση τῆς ἐπικουρικότητας. Ἔκκληση τῆς ἐπιτροπῆς τῶν περιφερειῶν» τῆς 11ης Μαρτίου 1999.
Στήν γνωμοδότηση αὐτή τῶν περιφερειῶν σαφῶς λέγεται: «Μόνον ἐφόσον διακριθοῦν οἱ περιφερειακές ἰδιαιτερότητες καί ἡ πολιτιστική ταυτότητα, μπορεῖ ἡ Εὐρώπη νά ἀντέξει στόν γενικό πολιτιστικό ἀνταγωνισμό». Ἄρα, γίνεται λόγος γιά πολιτιστικό ἀνταγωνισμό καί γιά προσπάθεια γιά διάκριση τῶν περιφερειακῶν ἰδιαιτεροτήτων καί τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητας. Ἐπίσης, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι μέ τήν ἀρχή τῆς ἐπικουρικότητας καθιερώνεται «ἡ ἀρχή τῆς ἐγγύτητας», ὅταν οἱ ἀποφάσεις λαμβάνονται ὅσο τό δυνατόν πλησιέστερα στούς πολῖτες, ἡ ἀρχή τῆς «εὐρωπαϊκῆς ἀλληλεγγύης» πού συνίσταται στήν ἰσότιμη συμμετοχή ὅλων στήν διαδικασία ὁλοκλήρωσης, ἀκόμη καί τῶν ἀσθενεστέρων, «ἡ ἀρχή τῆς συλλογικότητας», πού συνίσταται στό γεγονός τῆς δράσεως τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινότητας πρέπει νά ἀφορᾶ ὄχι μόνο τά Κράτη-μέλη, ἀλλά καί ὅλα τά ἐπίπεδα ἐξουσίας, καί ἡ ἀρχή τῆς «πολυμορφία καί ἑτερότητας», ἐφόσον ἀποτελοῦν τά χαρακτηριστικά τῆς Εὐρωπαϊκῆς ταυτότητας.
Ἑπομένως, «οἱ ἀρχές τῆς ἐφαρμογῆς τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης, ἰσοτιμίας, συνεργασίας, ἑτερότητας, ἰσόρροπης σχέσεως καί ἀνταλλαγῇς δυνατοτήτων ἀποδίδουν ἄριστα τό περιεχόμενο τῆς «ἀρχῆς τῆς ἐπικουρικότητας», ἡ ἐφαρμογή τῆς ὁποίας ἀποτελεῖ τό διέξοδο στό ἀδιέξοδο τῆς παγκοσμιοποίησης, ἀπορρίπτοντας κάθε τάση ὁμοιομορφίας «κομφορμιστικού» τύπου ὡς ὑποβοηθοῦσα τήν «πλουραλιστική πολυμορφία καί τήν ἀνάπτυξη συμμετοχῆς καί συνεργασίας»»[2].
Τό τρίτο σημεῖο εἶναι ἡ σχέση μεταξύ τεχνολογικῆς - ἠλεκτρονικῆς ἀναπτύξεως καί τῆς προστασίας τοῦ πολίτη ἀπό τήν πλήρη ὑποδούλωσή του.
Ἡ ἀνάπτυξη τῆς σύγχρονης τεχνολογίας καί ἡ καλλιέργεια τῆς ἠλεκτρονικῆς ἐπεξεργασίας δημιούργησαν τήν ἀνάγκη νά θεσπιστοῦν νομοθεσίες, βάσει τῶν ὁποίων θά προστατεύεται ὁ πολίτης ἀπό κάθε καταδυνάστευση.
Μέ τήν σύγχρονη ἀνάπτυξη τῆς ἠλεκτρονικῆς τεχνολογίας ὁδηγούμαστε σέ ἕναν κόσμο ἀνελευθερίας καί σύγχρονης δουλείας, ἐθνικῆς, κοινωνικῆς καί προσωπικῆς. Καλλιεργεῖται ἕνα καθεστώς σύγχρονης δουλείας πού ἐπιτυγχάνεται μέ τήν πληροφορική, χωρίς, βέβαια, νά παραθεωρῆ κανείς τά θετικά στοιχεῖα τῆς πληροφορικῆς. Τό βιβλίο τοῦ Ζάν Γκισνέλ “Πόλεμοι στόν Κυβερνοχῶρο, μυστικές ὑπηρεσίες καί Internet”, στό ὁποῖο γίνεται λόγος γιά σύγχρονους “πληροφοριακούς” πολέμους, σύγχρονα ὅπλα πληροφορίας, “πληροφοριακούς” πειρατές καί κατασκόπους, εἶναι ἀρκετά διαφωτιστικό καί ἐκφραστικό. Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική μποροῦμε νά δοῦμε ὄχι μόνον τίς Συνθῆκες καί τούς διαφόρους Νόμους, ἀλλά καί ἄλλα μέσα, μεταξύ τῶν ὁποίων τό γνωστό Δίκτυο Echellon, διά τοῦ ὁποῖου, σύμφωνα μέ δημοσιεύματα, “120 δορυφόροι ὑποκλέπτουν, ἀξιολογοῦν καί μεταφράζουν καθημερινά 2 δισ. Τηλεφωνικές συνδιαλέξεις [3].
Ἔχει παρατηρηθῆ ὅτι εὐστόχως ὅτι οἱ κλασικές διατάξεις γιά τήν προστασία τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου καί «τά παραδοσιακά θεσμικά πρότυπα» δέν εἶναι ἀρκετά, γι’ αὐτό «κρίνεται ἀπαραίτητη ἡ εἰσαγωγή νέων, ἐκσυγχρονισμένων ἀλλά καί ἐξειδικευμένων ρυθμίσεων, ἱκανῶν νά ὑποδεχθοῦν κατάλληλα τό φαινόμενο ἀλλά καί νά διασφαλίσουν τό φιλελεύθερο καί δικαιοκρατικό χαρακτῆρα τῆς τεχνολογικῆς ἀνάπτυξης, οὕτως ὥστε νά ἀποτραπεῖ ὁ κίνδυνος νά καταστεῖ ὁ ἄνθρωπος-πολίτης ἀντικείμενο ἠλεκτρονικῆς χειραγώγησης».
«Στήν Εὐρώπη οἱ ἐξελίξεις στή σχετική νομοθεσία εἶχαν ἀρχίσει ἤδη νά πραγματοποιοῦνται ἀπό τό 1970 μέ τόν πρωτοποριακό νόμο τοῦ ὁμοσπονδιακοῦ κρατιδίου τῆς Ἔσσης (Γερμανία). Ἀκολούθησαν οἱ ἐθνικές νομοθεσίες τῶν βορείων Χωρῶν, τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Δημοκρατίας τῆς Γερμανίας, τῆς Αὐστρίας, τῆς Γαλλίας καί τοῦ Λουξεμβούργου καί ἀκολούθησαν ὅλες οἱ Εὐρωπαϊκές χῶρες μέ τήν εἰσαγωγή σχετικῶν νόμων ἤ τήν ἀναθεώρηση τῶν ἤδη ὑπαρχόντων μέ ἐξαίρεση τήν Ἑλλάδα». [4]
Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική θεσπίστηκε στήν Ἑλλάδα καί νέα νομοθεσία γιά τήν προστασία τοῦ πολίτη. Γιά τό θέμα αὐτό θά ἀναφερθῶ πιό κάτω.
Τό τέταρτο σημεῖο εἶναι ἡ σχέση μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.
Δέν πρόκειται νά γίνουν ἐδῶ εὐρύτερες ἀναλύσεις πάνω στό θέμα αὐτό, ἀλλά ἁπλῶς νά σημειωθεῖ ὅτι γίνονται πολλές παρεξηγήσεις καί παρερμηνεῖες τῶν ὅρων Ἐκκλησία καί Πολιτεία. Πολλοί ἀπό μᾶς, ὅταν ἀκοῦμε αὐτούς τούς ὄρους δυσανασχετοῦμε, γιατί γνωρίζουμε ὅτι οἱ ὅροι αὐτοί, ὅταν χρησιμοποιοῦνται, ὅπως χρησιμοποιοῦνται, εἶναι ἀδόκιμοι. Ἐκκλησία εἶναι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, κληρικοί καί λαϊκοί, καί Πολιτεία εἶναι τό σύνολο τῶν πολιτῶν πού κατοικοῦν σέ ἕναν συγκεκριμένο χῶρο. Μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί ἡ πολιτική ἡγεσία τοῦ τόπου. Πώς μπορεῖ, λοιπόν, κανείς νά ξεχωρίση τήν Πολιτεία ἀπό τήν Ἐκκλησία;
Προφανῶς πρέπει νά γίνεται λόγος γιά ἐκκλησιαστική καί πολιτική διοίκηση. Ἀλλά αὐτές οἱ διοικήσεις οὐσιαστικά εἶναι ξεχωρισμένες καί οἱ δύο ἀσχολοῦνται μέ τόν λαό, ἀλλά καί γιά τόν λόγο, ὅτι οἱ πολιτικοί ἡγέτες εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας στήν πλειονότητά τους, καί οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες εἶναι μέλη τῆς συγκεκριμένης Πολιτείας.
Ἄλλωστε, ἡ πολιτική διοίκηση ἔχη ἀνάγκη τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως καί ὅλης τῆς λατρευτικῆς καί ποιμαντικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μία μηχανή, ἕνα ρομπότ, ἀλλά θέλει ἀπαντήσεις καί στά ὑπαρξιακά προβλήματα,καθώς ἐπίσης καί τά λεγόμενα κοινωνικά προβλήματα δέν μποροῦν νά ἀντιμετωπιστοῦν ἔξω ἀπό τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.
Γίνεται, λοιπόν, φανερό ὅτι, ἔχοντας ὑπ’ ὄψη μας τίς τέσσερις αὐτές βασικές ἀρχές πού ἐπικρατοῦν σήμερα, πρέπει νά ἐνεργοῦμε ψύχραιμα, νηφάλια, ὥστε νά βρίσκουμε τά κοινά σημεῖα μεταξύ αὐτῶν τῶν τεσσάρων ζευγῶν πού προαναφέραμε. Ἀπαιτεῖται δημιουργικός καί οὐσιαστικός διάλογος μεταξύ φορέων τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι σπασμωδικές κινήσεις, οἱ ὁποῖες κακό θά προξενήσουν στήν κοινωνία καί τό γένος μας, τό ὁποῖο ἔχει μιά ἰδιαίτερη πολιτιστική ταυτότητα. Μέσα στά πλαίσια αὐτά πρέπει νά ἐντάξουμε καί ὅσα ἔγιναν τίς τελευταῖες ἡμέρες γιά τίς ταυτότητες.
2. Τό ἱστορικό τῆς νομοθετικῆς ρυθμίσεως τῶν ταυτοτήτων σέ σχέση μέ τό θρήσκευμα τά τελευταία χρόνια.
Ἐπειδή τίς ἡμέρες πού μοῦ ἀνατέθηκε ἡ διαπραγμάτευση τοῦ θέματος εὑρισκόμουν στήν Ἀμερική, γι’ αὐτό δέν εἶχα τήν δυνατότητα νά ἀνατρέξω σέ πηγές καί νά ἀποκτήσω σαφῆ γνώμη γιά τό πότε τελικά καθιερώθηκε ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ἀστυνομικές ταυτότητες. Διάβασα, ὅμως, σχετικές πληροφορίες στίς ἐφημερίδες τῶν ἡμερῶν αὐτῶν.
Σύμφωνα μέ σχετικό ἄρθρο τοῦ Νίκου Αλιβιζάτου [5] τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες τέθηκε κατά τήν διάρκεια τῆς κατοχῆς, ἀλλά νομοθετικά ρυθμίστηκε μέ τόν ν. 87/1945. Χαρακτηριστικά γράφει: «πρίν ἀπό τόν ν. 87/1945, ὁ ὁποῖος καθιέρωσε τήν ἀναγραφή του, τό θρήσκευμα δέν ὑπῆρχε στίς ταυτότητες πού ἐξέδιδαν οἱ δημόσιες ἑλληνικές ἀρχές, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν. Μόνον οἱ κυβερνήσεις Κατοχῆς τό ἐπέβαλαν, προφανῶς γιά νά διαφοροποιήσουν τούς Χριστιανούς ἀπό τούς Ἑβραίους». Βέβαια, ἀναφέρεται καί σέ στρατιωτικές ταυτότητες τοῦ πατέρα του, στίς ὁποῖες δέν ἦταν ἀναγκαῖο νά γραφή τό θρήσκευμα.
Κατά δημοσίευμα τῆς Κάτιας Μακρή [6] τό θρήσκευμα ὑπῆρχε καί στίς ταυτότητες τοῦ ’40 καί ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχη. Ὅπως λένε οἱ ἱστορικοί ὁ προσδιορισμός τοῦ «χριστιανικοῦ ὀρθοδόξου» ὑπῆρχε καί στά ἁπλά τυπικά ληξιαρχικά ἔγγραφα πού χρησιμοποιοῦσαν γιά τόν προσδιορισμό τῆς ταυτότητάς τους οἱ Ἕλληνες πολῖτες λίγο μετά τίς ἀρχές τοῦ 20ού αἰῶνα. Ἡ θεσμοθέτηση τῆς ταυτότητας ἔγινε τό 1945. Ό ἐφοδιασμός μέ ἀστυνομικά δελτία ὅλων τῶν πολιτῶν ἦταν πλέον ὑποχρεωτικός ἀπό τήν ἀστυνομία πόλεων, τῆς ὁποίας ἡ ἐξονυχιστική καταγραφή ἐξυπηρετοῦσε καί τίς πολιτικές σκοπιμότητες τῆς ἐποχῆς.
Φαίνεται ὅτι ἡ δήλωση τοῦ θρησκεύματος, τουλάχιστον στά ληξιαρχικά ἔγγραφα ἦταν παλαιότερη καί τελικά εἰσῆλθε καί στίς ἀστυνομικές ταυτότητες, ὅταν ἄρχισαν νά ἐκδίδωνται. Δέν ἐξυπηρετεῖ, ὅμως, σέ τίποτε νά ἐξετάζουμε τόν λόγο γιά τόν ὁποῖον ἐτέθη στίς ἀστυνομικές ταυτότητες τό θρήσκευμα ἀπό τήν Πολιτεία. Πάντως τό ἐπιχείρημα ὅτι αὐτό ἔγινε γιά νά ὑπάρχη διάκριση μεταξύ Ἑλλήνων καί Ἑβραίων δέν ἔχει πολλά στηρίγματα, γιατί οἱ Γερμανοί δέν συνελάμβαναν μόνον τούς Ἑβραίους, ἀλλά καί τούς Ἕλληνες πατριῶτες, καθώς ἐπίσης πολλοί Ἑβραῖοι διασώθηκαν μέ τόν ἀγῶνα καί τήν αὐτοθυσία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δαμασκηνοῦ καί ἄλλων Κληρικῶν καί λαϊκῶν, ὅπως τό ὁμολογοῦν καί οἱ ἴδιοι.
Βρίσκω ἐδῶ τήν εὐκαιρία νά ὑπογραμμίσω τό ἀντιφατικό γεγονός. Γιατί στό Ἰσραήλ οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι ἐπιβάλλουν ὑποχρεωτικῶς τήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ὡς ἴδιον γνώρισμα τῆς ἰδιαιτερότητός τους, ἐνῷ στήν Ἑλλάδα ἐπιθυμοῦν τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος, ἄν καί ἔχουν ἀποδείξεις ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες σέ δύσκολες στιγμές τούς ἐξυπηρέτησαν; Σημειώνει ὁ Ἀρχιμ. Γεώργιος, Ἡγούμενος τῆς Ἱεράς Μονῆς Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους: «Δέν εἶναι παράλογο οἱ Ἑβραῖοι νά ἀπαιτοῦν τήν μή ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ὅταν στό κράτος τοῦ Ἰσραήλ ἡ ἀναγραφή εἶναι ὑποχρεωτική καί ὅταν ἀπαγορεύεται ἡ ἐγκατάστασις σ’ αὐτό Ἑβραίων πού ἔγιναν Χριστιανοί;»
Ἔπειτα, ὅταν σέ κάποια στιγμή ψηφίζεται ἕνας νόμος, καί ἔχει μιά πολυχρόνια ἱστορία, δέν πρέπει νά κατηγορεῖται καί νά καταργεῖται, ἀκριβῶς ἐπειδή κάποτε δέν ὑπῆρξε. Τό θεωρῶ πολύ ἀστεῖο αὐτό τό ἐπιχείρημα. Πρέπει νά ἐξετάζεται ὁ σκοπός καί ἡ αἰτία τῆς θεσπίσεως νόμου. Ἐνδεχομένως αὐτό ἔγινε, ἐπειδή ἄρχισε κάτι νά ἀλλοιώνεται, ἐνῶ προηγουμένως ἡ ἔνταξή μας σέ κάποια ἐκκλησιαστική κοινότητα ἦταν δεδομένη, ἐνδεχομένως τήν ἐποχή ἐκείνη παρατηρήθηκαν πολλά γεγονότα ἄτοπα καί παράδοξα, ἀπό χριστιανικῆς καί ἐθνικῆς πλευράς.
Νομίζω δέν συμφέρει ἡ συζήτηση αὐτή τοῦ πότε ἄρχισε ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀλλά πρέπει νά βλέπουμε τήν ἀναγκαιότητά της, κυρίως γιά τήν ἐποχή μᾶς, πού εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ἐνδείξη τῆς ἰδιαίτερης πολιτιστικῆς μας παραδόσεως, δοθέντος ὅτι ἀποτελοῦμε μειοψηφία μέσα στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση. Τό γεγονός εἶναι ὅτι ἡ μεγάλη συζήτηση ἄρχισε τήν δεκαετία τοῦ ’80, γιά τήν ὁποία θά γίνει σχετική ἀνάλυση.
Τό θέμα τῆς ἀναγραφῇς ἡ μή τοῦ θρησκεύματος στίς νέου τύπου ταυτότητες εἶναι ἐκφραστικό, γιατί εἶναι τό παγόβουνο, τό ὁποῖο φαίνεται, δηλαδή εἶναι ἀφ’
ἑνός τό ἀποτέλεσμα μερικῶν ζυμώσεων πού ἔγιναν στό παρελθόν, ἀφ’ ἑτέρου δέ εἶναι ἡ ἀφορμή ἄλλων γεγονότων, τά ὁποία ἐνδεχομένως θά ἀκολουθήσουν στό μέλλον.
Ἐάν ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς νέου τύπου ταυτότητες, ὅπως ὑποστηρίχθηκε ἀπό μερικούς –πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν ἀποδέχομαι, ἀλλά χρησιμοποιῶ τό δικό τους σκεπτικό-, ἐάν εἶναι ἔκφραση μιᾶς ἰδιαίτερης κοσμοθεωρίας, τό ἴδιο, ἀλλά καί περισσότερο ἡ ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς νέες ταυτότητες καί τά ἐπιχειρήματα πού χρησιμοποιοῦνται γιά τόν σκοπό αὐτό, ἐκφράζει μιάν ὁρισμένη ἰδεολογία, πού μπορεῖ νά ἐντοπισθῇ στόν Διαφωτισμό τοῦ 18ου αἰῶνος καί τόν μοντερνισμό ἤ νεωτερικότητα πού τόν ἀκολούθησε. Πώς ἐξηγεῖται τό γεγονός ὅτι οἱ ὑπέρμαχοι τοῦ Διαφωτισμοῦ, εἴτε στήν θεωρητική εἴτε στήν πραγματική ἐφαρμογή του εἶναι ὑπέρ καί μάλιστα τῆς ἄνευ διαλόγου, διαγραφῆς τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, τήν στιγμή κατά τήν ὁποῖα τό θρήσκευμα δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα θρησκευτικό μέγεθος, ἀλλά στόν τόπο μας εἶναι καί ἔκφραση μιᾶς πολιτιστικῆς ἰδιαιτερότητας, γιά τήν ὁποία περισσότερο πρέπει νά καυχιόμαστε; Ἡ ἔκφραση λαϊκό κράτος εἶναι χαρακτηριστική αὐτῆς τῆς νοοτροπίας, τήν ὁποία οὐδέποτε στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή ἐπικράτησε ἡ θεοκρατία.
Τό ἱστορικό τῆς νομοθεσίας γιά τίς ταυτότητες τά τελευταία χρόνια εἶναι ἀρκετά ἐνδιαφέρον καί θά ἦταν καλό νά γίνη μιά ἰδιαίτερη ἐπιστημονική μονογραφία, γιατί θά μπορέση κανείς νά ἐξαγάγη σημαντικά συμπεράσματα, πολιτιστικά, πολιτικά, κομματικά κλπ. Ἔχω διαφυλάξει στό προσωπικό μου ἀρχεῖο πολλά ἀποκόμματα ἐφημερίδων τῶν δύο τελευταίων δεκαετιῶν γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό, στά ὁποία φαίνονται τόσο οἱ παλινωδίες τῶν δύο μεγάλων κομμάτων πάνω στόν προβληματισμό τῆς ἐνδείξεως ἤ ἀπαλείψεως τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ὅσο καί στίς δηλώσεις πού ἔκαναν κατά καιρούς διάφορα βασικά στελέχη τῶν κομμάτων , πού εἶναι ἀρκετά χαρακτηριστικά. Γιά νά μή φανῆ ὅτι προσωποποιῶ τό θέμα καί ἐπιδιώκω νά ἐκθέσω μερικά πρόσωπα, τά ὁποία σέ διαφορετικές ἐποχές ἔκαναν διαφορετικές δηλώσεις, σύμφωνα μέ τό κατά πόσο συνέφερε τήν συγκεκριμένη ἐκείνη ἐποχή τό κόμμα τους καί τήν δική τους πολιτική σταδιοδρομία, γι’ αὐτό καί παρακάμπτω τήν ἀνάλυση αὐτοῦ τοῦ θέματος.
Ὅμως, δέν μποροῦμε νά παραθεωρήσουμε τό γεγονός ὅτι γενικά καί τά δύο μεγάλα κόμματα κατά καιρούς ἔλαβαν διαφορετικές ἀποφάσεις πάνω στό θέμα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος. Παρακάμπτοντας πληθώρα κειμένων, θά ἤθελα ἁπλῶς νά ὑπενθυμίσω ἕνα πολύ συνοπτικό καί χαρακτηριστικό ἄρθρο, πού πρόσφατα δημοσιεύθηκε στήν «Ἐλευθεροτυπία» [7] μέ τίτλο «το ἱστορικό τῆς ταυτότητας στήν Ἑλλάδα», στό ὁποῖο παρουσιάζεται ἡ ὅλη προβληματική γύρω ἀπό τίς κατά καιρούς παλινωδίες τῶν κομμάτων καί τῶν προσώπων. Ἐκεῖ ἀποδεικνύεται σαφῶς ὅτι, ὅταν ἕνα κόμμα εὑρισκόταν στήν ἀντιπολίτευση, λάμβανε μίαν ἀπόφαση, γιά τήν δήλωση τοῦ θρησκεύματος, διαφορετική ἀπό ἐκείνη τῆς ἐπίσημης Κυβέρνησης, καί ὅταν τό ἴδιο κόμμα γινόταν Κυβέρνηση, τότε λάμβανε διαφορετική ἀπόφαση, ἐνῶ ἡ πρώην Κυβέρνηση ποῦ τώρα ἦταν ἀντιπολίτευση διαφοροποιοῦνταν σαφῶς. Ή ὅλη προβληματική γύρω ἀπό τόν νόμο γιά τίς ταυτότητες φαίνεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι δέν ἐφαρμόζονταν οἱ κατά καιρούς ψηφιζόμενοι νόμοι, καθώς ἐπίσης ἀκυρώνονταν οἱ διαγωνισμοί γιά τήν ἐπιλογή τῆς ἑταιρείας πού θά ἀνελάμβανε τήν ἐκτύπωση τών ταυτοτήτων.
Θά παραθέσω ἕνα μικρό χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα ἀπό τό ἄρθρο αὐτό:
«Ὅλες οἱ Κυβερνήσεις ἀπό τό 1985 καί μετά καί ὅλοι οἱ ὑπουργοί Ἐσωτερικῶν αὐτῆς τῆς μακράς περιόδου ἀσχολήθηκαν μέ τό θέμα, ἀλλά ποτέ δέν βρέθηκε λύση, ἐνῶ, ἄν καί ἔχουν ψηφισθῆ τρεῖς σχετικοί νόμοι, κανένας δέν ἰσχύει.
Περίπου δέκα φορές ἡ Πολιτεία ἐπιχείρησε νά ἀλλάξη τό νομοθετικό πλαίσιο ἀπό τό 1945 καί μετά. Ὅλες οἱ προσπάθειες ἦσαν ἀτελέσφορες, ἀφοῦ προσέκρουσαν στίς ἀντιδράσεις κυρίως τῆς Ἐκκλησίας.
Ή ἀναδρομή ὅμως σ’ αὐτό τό χρονικό ἀποδεικνύει καί μιά σειρά ἀντιφάσεων καί τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν πολιτικῶν. Ἐπί παραδείγματι: Τό 1993 ἡ Ἐκκλησία ἀπέρριπτε τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, τώρα φαίνεται νά τήν θέλη. Τό 1986 ἡ κοινοβουλευτική πλειοψηφία τοῦ ΠΑΣΟΚ ψήφισε νόμο πού ἔλεγε γιά προαιρετική ἀναγραφή, ἐνῶ τό 1993 πού τό ΠΑΣΟΚ ἦταν στήν ἀντιπολίτευση, ἀντιτάχθηκε σέ τροπολογία τῆς τότε κυβέρνησης πού καθιέρωνε τήν προαιρετική ἀναγραφή, γιατί ἤθελαν τήν ὑποχρεωτική ἀναγραφή... Μύλος δηλαδή».
Στήν συνέχεια ἀναφέρεται σέ ὀνόματα, ἀπόψεις καί ἐνέργειες διαφόρων πολιτικῶν, ὅσα γράφει γιά τήν ἀντίφαση τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀποδίδονται ὀρθά, γιατί ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τότε πού δημιουργήθηκε τό θέμα ἦταν ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς του. Αὐτό, ἄλλωστε ἔκανε καί σήμερα. Ἀλλά ὅλο τό ἄλλο ὑλικό πού προσφέρεται μέ τό ἄρθρο αὐτό εἶναι σημαντικό, γιατί δείχνει τίς πιέσεις πού δέχονταν οἱ ἑκάστοτε Κυβερνήσεις ἀπό ἄλλους παράγοντες γιά τήν ἀπάλειψη τῆς ἐνδείξεως τοῦ θρησκεύματος, ἀλλά καί τήν σθεναρά ἀντίδραση τοῦ λαοῦ, πού δέν ἦταν μόνον οἱ θρησκευόμενοι, ἀλλά καί ἄλλοι οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦσαν γιά τήν εἰσαγωγή τοῦ Ἑνιαίου Κωδικοῦ Ἀριθμοῦ Μητρώου (ΕΚΑΜ), πού ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τίς ἠλεκτρονικές ταυτότητες καί ἑπομένως τό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα.
Γενικά, ὅμως, πρέπει νά παρατηρήσουμε ὅτι ἡ νομοθετική ἱστορία τοῦ νόμου σχετικά μέ τήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες συγκεκριμενοποιεῖται τά ἔτη 1986,1991, ἴσως καί τό 1997. Θά δοῦμε συνοπτικά τίς τρεῖς αὐτές χρονολογίες καί τά ὅσα ἔγιναν τίς περιόδους ἐκεῖνες.
Τό ἔτος 1986 ψηφίσθηκε ἀπό τήν Βουλή ὁ νόμος 1599 με τίτλο «σχέσεις κράτους-πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας καί ἄλλες διατάξεις», ὁ ὁποῖος μέ τό ἄρθρο 2 καθιερώνει τόν Ἑνιαῖο Κωδικό Ἀριθμό Μητρώου (Ε.Κ.Α.Μ.), πού θά ἀποτελοῦσε «τόν ἀριθμό τών ληξιαρχικῶν πράξεων, τοῦ δελτίου ταυτότητας, τοῦ ἐκλογικοῦ βιβλιαρίου καί τοῦ διαβατηρίου, τοῦ ἀσφαλιστικοῦ βιβλιαρίου, τοῦ φορολογικοῦ μητρώου, τῆς ἄδειας ἱκανότητας ὁδηγοῦ, τοῦ μητρώου ἀρρένων, τοῦ προξενικοῦ μητρώου, τοῦ δημοτολογίου καί τοῦ ἐκλογικοῦ καταλόγου». Ἐπίσης, μέ τό ἄρθρο 3 καθιερώνονται τά στοιχεῖα πού θά συμπεριλαμβάνονται στό δελτίο ταυτότητας, μεταξύ τών ὁποῖων ἦσαν καί τό θρήσκευμα, καί ἐνῶ ὅλα τά ἄλλα στοιχεῖα θεωροῦντο ὑποχρεωτικά, τό θρήσκευμα δηλώνεται προαιρετικό. Συγκεκριμένα, ὁ νόμος γράφει: «Τά στοιχεῖα πού περιέχονται στό δελτίο ταυτότητας σύμφωνα μέ τήν προηγούμενη παράγραφο καταχωροῦνται ὑποχρεωτικά, πλήν τοῦ στοιχείου τοῦ θρησκεύματος. Τό στοιχεῖο αὐτό θά καταχωρεῖται ἐφ’ ὅσον ζητηθεῖ ἀπό τόν ἐνδιαφερόμενο». Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐνομοθετεῖτο ἡ προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος.
Ὅμως, ἡ ψήφιση αὐτοῦ τοῦ νόμου δημιούργησε πολλές ἀντιδράσεις στόν λαό, καί ὡς πρός τό θρήσκευμα καί ὡς πρός τόν Ἑνιαῖο Κωδικό Ἀριθμό Μητρώου (ΕΚΑΜ), πού καθιέρωνε τίς λεγόμενες ἠλεκτρονικές ταυτότητες, καί κατέληγε στό λεγόμενο «ἠλεκτρονικό φακέλλωμα», ἀλλά καί μέ τό ὅτι ὑπῆρχε περίπτωση μέ τόν ΕΚΑΜ νά καταγράφονταν ὁ «ἀποκαλυπτικός» ἀριθμός 666. Εἶναι δέ γνωστό ὅτι ὁ ΕΚΑΝ εἶναι ἠλεκτρονικός ἀριθμός, ἀφοῦ διαβάζεται ἀπό ἠλεκτρονικό μηχάνημα.
Τό ἔτος 1991 ἀποφασίστηκε ἀπό τήν τότε Κυβέρνηση ἡ τροποποίηση τοῦ Νόμου 1599/86. Ἡ ἀνάγκη τῆς τροποποιήσεως ὀφειλόταν στήν καθολική ἀντίδραση τοῦ λαοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικά ὅσα λέγονται στήν εἰσηγητική ἔκθεση πού συνοδεύει τό σχέδιο νόμου. Μεταξύ τῶν ἄλλων ἀναφέρονται τά ἐξῆς:
«Μέ τίς διατάξεις τῶν ἄρθρων 1 ἕως 5 τοῦ ν. 1599/1986 καθιερώθηκε νέος τύπος δελτίου ταυτότητας καί ἑνιαῖος κωδικός ἀριθμός μητρώου (ΕΚΑΜ ) γιά κάθε Ἕλληνα πολίτη. Οἱ ἀνωτέρω διατάξεις, ἄν καί παρῆλθε 5ετία ἀπό τήν ἰσχύ τους, δέν ἔγινε δυνατό νά ἐφαρμοστοῦν, γεγονός πού ὀφείλεται τόσο στό ὅτι ἐμφανίσθηκαν στήν πρακτική σοβαρές δυσκολίες, ὅσο καί στό ὅτι ὑπῆρξε καθολική σχεδόν λαϊκή ἀντίδραση γιά τόν ἑνιαῖο κωδικό ἀριθμό μητρώου πού καθιερώθηκε. Σήμερα ὅμως πού τά δελτία ταυτότητας ἀποτελοῦν καί ταξιδιωτικά ἔγγραφα γιά τίς χῶρες-μέλη τῆς ΕΟΚ, ἐπιτακτική εἶναι ἡ ἀνάγκη τῆς ἀνανέωσης τούς ὥστε αὐτά νά γίνουν περισσότερο εὐπρόσωπα, εὔχρηστα, ἀνθεκτικότερα καί μέ τίς ἀναγκαῖες διασφαλίσεις ἀπό ἐπιχειρούμενες τροποποιήσεις-πλαστογραφήσεις κλπ. Μέ τό παρόν νομοσχέδιο τροποποιοῦνται καί βελτιώνονται οἱ ἀνωτέρω διατάξεις, ὥστε οἱ ἀναγκαῖες διαδικασίες νά γίνουν ἁπλούστερες καί νά διευκολυνθοῦν ἔτσι καλύτερα οἱ ὑπόχρεοι. Ἐπί πλέον καί προκειμένου νά προστατευθοῦν οἱ Ἕλληνες πολῖτες ἀπό τήν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο ἐπεξεργασία τῶν προσωπικῶν τους στοιχείων μέ ἠλεκτρονικά μέσα καταργεῖται ὁ ἑνιαῖος κωδικός ἀριθμός μητρώου».
Με τόν νόμο 1988/1991 μέ τίτλο «τροποποίηση διατάξεων τοῦ ν. 1599/1986» καταργεῖται τό ἄρθρο τοῦ προηγουμένου νόμου πού καθιερώνει τόν Ἑνιαῖο Κωδικό Ἀριθμό Μητρώου, δηλαδή ὁ νέος νόμος στήν οὐσία καταργοῦσε τίς ἠλεκτρονικές ταυτότητες καί ταυτοχρόνως ἐθέσπιζε νά καταχωρεῖται ὑποχρεωτικά τό θρήσκευμα. Συγχρόνως ἐξουσιοδοτεῖται τό Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν νά καθορίση μέ ὑπουργική ἀπόφαση τόν τύπο καί τις προδιαγραφές τοῦ δελτίου ταυτότητας, καθώς καί τήν διάρκεια ἰσχύος του, πού δέν μπορεῖ νά εἶναι μικρότερη τῶν δέκα ἐτῶν.
Στήν συνέχεια, μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. 21385/1246 ἀπόφαση τοῦ ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν τῆς 1.2/7/92 ὁρίζεται ὁ τύπος καί οἱ προδιαγραφές τοῦ δελτίου ταυτότητος. Μεταξύ τῶν ἄλλων ἐκεῖνο πού ἐντυπωσιάζει εἶναι ὅτι τό δελτίο ταυτότητος καθορίζεται νά φέρη «εἰδική λευκή λωρίδα πλάτους 16 χιλιοστῶν τοῦ μέτρου στό κάτω μέρος τῆς πρόσθιας ὄψης, προορισμένη νά χρησιμοποιηθεῖ γιά μηχανική ὀπτική ἀνάγνωση», ἐπίσης ἡ ταυτότητα «περιέχει διεσκορπισμένες ἶνες ἀσφαλείας ἀόρατες στό κοινό φῶς, ὁρατές στήν ὑπεριώδη ἀκτινοβολία ( UV - ULTRA VIOLET ) χρ ώματος κυανοῦ καί κιτρίνου», καθώς ἐπίσης ἡ ταυτότητα θά εἶχε διάφορα γραμμοκοσμήματα.
Τό σημαντικό εἶναι ὅτι, ἐνῶ ὁ νόμος 1988/1991 πού τροποποίησε τόν νόμο 1599/1986 καταργοῦσε τήν ἠλεκτρονική ταυτότητα, ἀφοῦ «Ἑνιαῖος Κωδικός Ἀριθμός Μητρώου», πού θά διαβαζόταν ἀπό ἠλεκτρονικό μηχάνημα θά εἶχε ἠλεκτρονικό χαρακτῆρα, ἡ ὑπουργική ἀπόφαση οὐσιαστικά τόν ἐπαναφέρει. Ἀπό πλευράς νομικῆς δημιουργεῖται πρόβλημα, γιατί δέν εἶναι δυνατόν μιά ὑπουργική ἀπόφαση νά ὑπερβῆ τά ὅρια τῆς ἐξουσιοδοτήσεώς τῆς ἀπό τόν νόμο.
Βέβαια, καί ὁ νόμος αὐτός δέν ἐφαρμόσθηκε, ἀλλά ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, γινόταν προσπάθεια νά τροποποιηθῆ ἐκ νέου, ὡς πρός τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος.
Ἀρχές τοῦ ἔτους 1993 γινόταν λόγος γιά τήν ἀλλαγή στήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς νέες ταυτότητες πού ἐπρόκειτο νά ἐκδοθοῦν. Ἀκριβῶς τότε ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐξέδωσε τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2548/1-4-1993 ἐγκύκλιό της πρός τόν ὀρθόδοξο λαό, πού ἀνεγνώσθη σέ ὅλους τούς Ἱερούς Ναούς τήν Κυριακή τῶν Βαΐων τοῦ ἔτους ἐκείνου, ἡ ὁποία εἶναι πολύ ἀξιοπρόσεκτη. Ἔχει πολλά στοιχεῖα ἐνδιαφέροντα, ἀλλά ἐδῶ θά ἀρκεσθῶ στήν παρουσίαση τῶν κυριοτέρων σημείων.
Στήν ἀρχή τονίζεται ὅτι οἱ προσπάθειες πού συνδέονται μέ τήν ἐξάλειψη τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος προέρχονται «ἐκ τῆς μανίας τών ποικίλων ἐσωτερικῶν καί ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν» τοῦ Ἔθνους μας, ἀπό διαφόρους κύκλους, «τῶν ὁποίων τά κέντρα τῶν ἀποφάσεων εὑρίσκονται εἰς τάς ἰσχυράς ὁμαδοποιήσεις τῶν ἀλλοθρήσκων καί ἑτεροδόξων Εὐρώπης καί Ἀμερικῆς». Τονίζεται ὅτι ἡ ἰδιότητα τοῦ ὀρθοδόξου πολίτου δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στήν ἀτομική τοῦ ταυτότητα, ἀλλά αὐτό εἶναι σημαντικό γιά τήν διαφύλαξη τῆς ἑλληνορθοδόξου παραδόσεως. Καί αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο, γιατί ὅλοι οἱ κύκλοι διασαλπίζουν ὅτι «οἱ Ἕλληνες δέν εἶναι ἕνας ἀμιγής καί ὁμοιογενής ἐθνικῶς καί θρησκευτικῶς λαός, ἀλλά ὅτι ἡ Ἑλλάς κατοικεῖται ἀπό πληθυσμό διαφόρων μειονοτήτων, ὥστε νά δοθοῦν ὅπλα διά τήν διατύπωσιν διεκδικήσεως μελλοντικῆς αὐτονομήσεως, συμφώνως πάλιν πρός τά ἐριζόμενα εἰς τήν συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ». Στήν ἐγκύκλιο τῆς Ἱεράς Συνόδου ὑπογραμμίζεται ὅτι ἡ Κυβέρνηση ὑποχώρησε «εἰς τάς πιέσεις, αἱ ὁποῖαι ἠσκήθησαν ἀπό τάς μνημονευθείσας ἰσχυράς ὁμαδοποιήσεις» καί γι’ αὐτό «προέκρινε τήν προαιρετικήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας ὑπό ἔκδοσιν ταυτότητας». Ἐπίσης, ἀναφέρεται καί εἰς «τήν ἐφιαλτικήν ἀπειλήν φακελλώματος» τῶν Ἑλλήνων. Ἡ Ἱερά Σύνοδος καλοῦσε τόν ἑλληνικό λαό ἀφ΄ ἑνός μέν νά παρέμβη γιά νά ἀκυρώση τήν ἐπιχειρούμενη ἀλλαγή, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά ἐγγραφοῦν οἱ Ἕλληνες Χριστιανοί τό θρήσκευμά τους, ἐάν, βεβαίως, ἐτίθετο τέτοιο ζήτημα.
Λίγους μῆνες ἀργότερα ἡ Πολιτεία συζητοῦσε τήν ὁλοσχερῆ διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, γι’ αὐτό καί ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐξέδωσε τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2551/16-6-93, στήν ὁποία διατυπώνεται ὅτι ἡ τροπολογία πού ἐπιχειρεῖται νά περάση ὡς πρός τήν ὁλοσχερῆ ἐξάλειψη τοῦ θρησκεύματος γίνεται «ὑπό τήν πίεσιν ξένων παραγόντων» καί ὅτι «ἡ Ἐκκλησία δέν θά ἐπιτρέψη αὐτός ὁ δεσμός (ἐννοεῖται ὀρθοδοξίας καί ἑλληνισμοῦ) νά καταστῆ βορά ξένων συμφερόντων» καί στήν συνέχεια καλεῖ τήν Ἑλληνική Πολιτεία «νά μήν προχωρήση εἰς τήν ἔκδοσιν τῶν νέων τύπου ταυτοτήτων ἐνδίδουσα εἰς τάς ἔξωθεν πιέσεις». Τήν ἄποψή της αὐτή τήν στηρίζει στό γεγονός ὅτι τίθεται σέ ἀμφισβήτηση ἡ ἄρρηκτη σύνδεση μεταξύ ἑλληνισμοῦ καί ὀρθοδοξίας, ὅτι προσβάλλεται τό ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, καί ὅτι μέ τήν «μαγνητική λωρίδα» ἐλλοχεύουν κίνδυνοι γιά τήν κατάργηση τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας τοῦ πολίτου καί προσβολῆς τῆς προσωπικότητός του.
Ἀρχές τοῦ ἔτους 1997 κατετέθη στήν Βουλή τό σχέδιο Νόμου γιά τήν προστασία τών δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα. Μέ ἀφορμή αὐτό τό γεγονός δημιουργήθηκε ἀναστάτωση σέ μεγάλο μέρος τοῦ ὀρθόδοξου πληθυσμοῦ, τόσο γιά τό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα, ὅσο καί γιά τόν «ἀποκαλυπτικό» ἀριθμό 666. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐξέδωσε τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2626/7-4-1997 ἐγκύκλιο, στήν ὁποία διατυπώνει τίς ἀπόψεις της πάνω στά δύο αὐτά ζητήματα, ἤτοι τό ἠλεκτρονικό φακέλωμα καί τόν «ἀποκαλυπτικό» ἀριθμό 666. Φυσικά, ἡ ἐγκύκλιος αὐτή δέν ἀναφέρεται στίς ταυτότητες, ἀλλά ὅμως, ὅπως φάνηκε- ἀργότερα, ἀπό τήν Πολιτεία ὑπῆρχε ὑποκάρδιος πόθος γιά τον συνδυασμό τῶν θεμάτων
Ἐπειδή ὁ θόρυβος συνεχιζόταν, γι’ αὐτό μέ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας συγκροτήθηκε εἰδική ἐπιτροπή, πού μελέτησε τό θέμα τῆς συνθήκης Σένγκεν καί τῶν συναφῶν ζητημάτων, καί στήν συνέχεια ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐξέδωσε τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2641/9-2-1998 ἐγκύκλιό της, στήν ὁποία, ἐκτός τῶν ἄλλων ζητημάτων, ἀναφέρεται καί στό θέμα τῶν ταυτοτήτων. Θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ μόνον στό θέμα αὐτό ποῦ μᾶς ἀπασχολεῖ ἐδῶ. Σέ ἕνα σημεῖο λέγεται:
«Ἡ Συνθήκη ὅμως αὐτή (ἡ Σένγκεν) συνδέεται ἄμεσα καί μέ τήν ἔκδοση τών νέων ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων καί τήν χρήση σ’ αὐτές τοῦ ἀριθμοῦ 666, πού εἶναι ὁ ἀριθμός τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἀντιχρίστου, σύμφωνα μέ τό θεόπνευστο κείμενο τῆς Ἀποκαλύψεως, καί ὄχι ἕνας τυχαῖος ἀριθμός.... Ἐάν ἑπομένως καί ἐφ’ ὅσον οἱ νέες ταυτότητες μέλλουν νά χρησιμοποιήσουν σάν κωδικό ἀριθμό ἀναγνώσεώς τους ἀπό ἠλεκτρονικά μηχανήματα τόν δυσώνυμο καί ἀπαράδεκτο ἀριθμό 666, τότε ἡ Ἱερά Σύνοδος θεωροῦσα ὅτι παραβιάζεται ἡ θρησκευτική συνείδηση τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν, συνιστᾶ στούς πιστούς νά μή δεχθοῦν τίς νέες ταυτότητες. Στήν περίπτωση αὐτή ὀφείλει ἡ Κυβέρνηση νά θεωρήση τούς πιστούς αὐτούς ὡς προβάλλοντας λόγους συνειδήσεως καί νά ρυθμίση μέ ἄλλον τρόπο τήν ἔναντι τῆς πολιτείας τακτοποίησή τους».
Βεβαίως, ἡ συνεχής ἀγωνιστικότητα τῆς Ἐκκλησίας συνεχιζόταν ἀπό τότε μέχρι σήμερα, ὅπως θά δοῦμε στήν ἑπόμενη ἑνότητα τῆς εἰσηγήσεως αὐτῆς, γιατί ἀπό τότε ἐπεδίωκαν οἱ διάφοροι φορεῖς νά ἀλλάξουν τήν ἰσχύουσα νομοθεσία καί νά ἀπαλείψουν τό θρήσκευμα ἀπό τίς ταυτότητες, καθώς ἐπίσης νά καθιερώσουν τήν ἠλεκτρονική ταυτότητα.
Στήν μικρή αὐτή ἱστορική ἀναδρομή ἀπό τό ἔτος 1986 μέχρι τό 1998 φαίνεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία δείχνει ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον πάνω στό θέμα τῆς ἐκδόσεως τῶν ταυτοτήτων, ὅπως θά τό δοῦμε καί στήν ἑπόμενη ἑνότητα, καί συγκέντρωσε τήν προσοχή της σέ τέσσερα βασικά σημεῖα. Τό πρῶτον εἶναι ἡ ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος, τό δεύτερον ὁ «ἀποκαλυπτικός» ἀριθμός 666, τό τρίτο ὁ Ἑνιαῖος Κώδικας Ἀριθμοῦ Μητρώου (ΕΚΑΜ) καί τό τέταρτο σημεῖο οἱ ἠλεκτρονικές ταυτότητες. Θά δοῦμε ἀναλυτικότερα τά τέσσερα αὐτά σημεῖα.
α) Ὡς πρός τήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος μποροῦμε νά ποῦμε τά ἀκόλουθα:
Κατ’ ἀρχάς ἡ Ἐκκλησία εὑρίσκεται μπροστά σέ τρεῖς δυνατότητες σχετικά μέ τήν ἀναγραφή ἡ μή τοῦ θρησκεύματος στίς νέες ταυτότητες, ὅπως τά παρουσίασα σέ εἰσήγηση στήν εἰδική Συνοδική ἐπιτροπή γιά τίς ταυτότητες. Καί οἱ τρεῖς ἀπόψεις ἔχουν θετικά καί ἀρνητικά σημεῖα:
Προσωπικά εἶχα τήν γνώμη ὅτι στήν φάση αὐτή: Πρέπει νά παραμείνουμε στήν θέση τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος γιά ὅλους τούς Ἕλληνες πολῖτες, ὅπως ἐπιτάσσει ὁ ἰσχύων νόμος, καί στήν συνέχεια, ἀνάλογα μέ τήν ἐξέλιξη τῆς ὑποθέσεως, μποροῦμε νά φθάσουμε καί στήν ἐναλλακτική λύση τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος.
Ἡ Ἐκκλησία ἔμεινε σταθερή καί ἀταλάντευτη στήν ἀπόφασή τῆς, ἀπό τήν ἡμέρα πού ἀνεφύη τό θέμα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἤτοι ἦταν ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος γιά τίς ἰδιαιτερότητες πού ἔχει ἡ πατρίδα μας καί, βεβαίως, ἐπικουρικῶς μποροῦσε νά φθάση καί μέχρι τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος. Αὐτό τό εἶχε δηλώσει ἤδη μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2548/1-4-93 ἐγκύκλιό της. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκανε καί πρόσφατα μέ τίς δηλώσεις της. Δηλαδή, δέν διαφοροποιήθηκε ἀπό τήν ἀρχική της τοποθέτηση.
Καί, βέβαια, αὐτή ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλεται σέ πολλούς παράγοντες, ἀλλά θά ἀρκεσθῶ νά παραθέσω τούς κυριότερους ἀπό αὐτούς.
Πρῶτον. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐκφράζει τίς πεποιθήσεις καί τίς ἀπόψεις τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ πού διατυπώθηκε μέ ψηφίσματα, κείμενα, συλλογή ὑπογραφῶν. Οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σέ θέση νά γνωρίζουν ὅτι ἡ πλειονότητα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ἐπιθυμεῖ νά κρατᾶ τίς παραδόσεις της καί νά ἔχη σχέση μέ τήν Ἐκκλησία. Στό θέμα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος ὁ λαός εἶναι ἐναντίον τῆς ἀπαλείψεως τῆς ἐνδείξεως τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες. Ἄν ὑπάρχη διαφορετική γνώμη δέν ἔχει παρά νά γίνη δημοψήφισμα. Γιά τον λόγο αὐτόν ἡ Ἐκκλησία δέν θέλει νά προδώση τήν πίστη, τίς παραδόσεις καί τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ πρός τούς ποιμένας.
Δεύτερον. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐνδιαφέρεται, ὅπως τό ἔκανε πάντοτε, γιά τήν διατήρηση τῆς ἑλληνορθόδοξου Παραδόσεως καί μάλιστα τώρα πού στόν εὐρωπαϊκό χῶρο, ἀφ’ ἑνός μέν οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι μειοψηφία σέ σχέση μέ τούς ὄγκους τῶν καθολικῶν καί προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν, ἀφ’ ἑτέρου δέ δέν θέλει νά προδώση καί τίς προσδοκίες πολλῶν Εὐρωπαίων πού ἀποβλέπουν καί ἀναζητοῦν τήν ὀμορφιά τῆς Παραδόσεως, ὅπως τήν ἐκφράζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Γιά μᾶς τούς Ἕλληνες ἡ ταυτότητα δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα δημόσιο ἔγγραφο, ἀλλά ἔγγραφο πού δηλώνει τήν ταυτότητα τοῦ γένους μας.
Τρίτον. Ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος καλύπτεται ἀπό τήν ἰσχύουσα γιά τίς ταυτότητες νομοθεσία, ὁπότε ἡ προαιρετική ἀναγραφή, τήν ὁποία ἐπικουρικῶς μπορεῖ νά δεχθῆ ἡ Ἐκκλησία, ἤ ἀκόμη ἡ ἀπάλειψη ἐντελῶς τοῦ θρησκεύματος, πού θέλει ἡ Πολιτεία, πρέπει νά γίνη μέ νομοθετική ρύθμιση στήν Βουλή, γιατί δέν εἶναι δυνατόν νά ἀγνοεῖται τό δημοκρατικό μας πολίτευμα, νά παρακάμπτεται ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων πού εἶναι τό πραγματικό νομοθετικό σῶμα καί, βεβαίως, τά μέλη τοῦ Κοινοβουλίου πρέπει νά ἀναλάβουν τίς εὐθύνες τους πάνω στό σοβαρό αὐτό ζήτημα. Ἐπίσης, προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στηρίζεται στό ἄρθρο 13 τοῦ Συντάγματος πού κάνει λόγο γιά σεβασμό τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία ἐλευθερία, ὅπως ἔχει ὑποστηρίξει ὁ κ. Ἀναστάσιος Μαρῖνος, Ἀντιπρόεδρος τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἱεράς Συνόδου, ἐκφράζεται ἀρνητικά καί θετικά, δηλαδή ἀπαιτεῖται σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου πού δέν θέλει νά δηλώσει τό θρήσκευμά του καί τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου πού θέλει νά τό δηλώση.
Τέταρτον. Ἡ ἐκκλησία θεωρεῖ ὅτι ἡ ἔστω προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος δέν γίνεται γιά ἐπεξεργασία δεδομένων πού μπορεῖ νά εἶναι ἀπειλή γιά τούς δηλοῦντας τό θρήσκευμα, ἀλλά εἶναι γιά στατιστικούς λόγους, τούς ὁποίους προβλέπει καί ὁ νόμος 2472/97 «περί προστασίας τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα» καί γίνεται γιά γενικότερη γνώση τῆς Πολιτείας. Ἄλλωστε ἡ ὅλη ἰσχύουσα πρακτική κάνει λόγο γιά ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος σέ δημόσια ἔγγραφα ὅπως γιά παράδειγμα τό κάνουν οἱ Μουσουλμᾶνοι, ὥστε τά παιδιά τους νά εἰσαχθοῦν στά Πανεπιστήμια, οἱ ἀντιρρησίες συνειδήσεως (κυρίως οἱ χιλιαστές) γιά νά ἔχουν τήν εὐεργετική μεταχείριση τοῦ νόμου –καί μάλιστα μέ ἀμοιβή-γιά τήν στράτευσή τους, χωρίς αὐτό νά θεωρεῖται εὐαίσθητο δεδομένο, οἱ διάφορες προτεσταντικές ὁμολογίες, γιά νά λάβουν ἄδεια ἱδρύσεως εὐκτηρίου οἴκου κλπ.
Πέμπτον. Ὁ νόμος 2472/97, πού προβάλλεται ὡς νεώτερος νόμος γιά τόν σεβασμό τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων, δέν μπορεῖ νά ἀντικαταστήση τήν ἰσχύουσα νομοθεσία γιά τίς ταυτότητες. Εἶναι ἕνας νόμος, ὅπως ὑπεστήριξε ὁ κ. Ἀναστάσιος Μαρῖνος, γενικός, πού ἀφορᾶ τήν ἐπεξεργασία τῶν εὐαίσθητων προσωπικῶν δεδομένων καί δέν μπορεῖ νά θεωρηθῆ ὅτι τροποποιεῖ καί ἀντικαθιστᾶ τον εἰδικό νόμο γιά τις ταυτότητες. Ἐπίσης, εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ νόμος αὐτός δέν προστατεύει μόνον τα προσωπικά δεδομένα τοῦ λεγομένου «ὑποκειμένου», ἀλλά γιά πρώτη φορά νομοθετικῶς δίνει τήν δυνατότητα καί τήν ἄδεια νά τά ἐπεξεργάζωνται καί νά γίνεται διασυνοριακή ροή αὐτῶν τῶν δεδομένων, ἔστω καί μέ ἐξαιρέσεις, οἱ ὁποῖες ὅμως εἶναι γενικές καί ἀσαφεῖς μερικές φορές ἰδίως ὅταν γίνεται λόγος γιά λόγους ἐθνικῆς ἀσφάλειας.
Ἕκτον. Ἡ ἀπόφαση τῆς ἀρχῆς δεδομένων πάσχει νομικῶς, ὅπως ἔχει ἀναλύσει ὁ Πρόεδρος Πρωτοδικῶν κ. Γεώργιος Ἀποστολάκης. Ἄλλωστε, δέν εἷναι δυνατόν μιά ἀπόφαση ἔστω καί τυπικά ἀνεξάρτητης ἀρχῆς, νά ἀντικαθιστᾶ τόν νόμο ποῦ ψηφίστηκε ἀπό τό Κοινοβούλιο καί νά ὑποκαθιστᾶ το ἀπαραίτητο γιά τις δημοκρατικές κοινωνίες νομοθετικό σῶμα.
Ἕβδομον. Δέν ὑπάρχει καμία σύσταση τῶν ὀργάνων τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, στήν ὁποία νά γίνεται λόγος γιά ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, γιατί αὐτό εἶναι ἀποκλειστικό δικαίωμα τῆς Κυβερνήσεως κάθε χώρας. Ἁπλῶς ἐδῶ νά ὑπενθυμίσω τήν συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ, ποῦ κάνει λόγο γιά σεβασμό τῆς πολιτιστικῆς ἰδιαιτερότητας κάθε Κράτους, τήν συνθήκη τοῦ Ἄμστερνταμ, κατά τήν ὁποία ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση σέβεται τό καθεστώς τῶν Ἐκκλησιῶν καί τῶν θρησκευτικῶν Ἑνώσεων ἤ κοινοτήτων στά μέλη της, καθώς ἐπίσης ὑπάρχει καί ἰδιαίτερη ἀπάντηση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου σἐ σχετική ἐρώτηση τοῦ Ἕλληνα Εὐρωβουλευτή κ. Παπαγιαννάκη.
Ὅμως γιά τό σημεῖο αὐτό θά ἀναφερθοῦμε διεξοδικά σέ ἄλλη ἑνότητα τῆς εἰσηγήσεως, στήν ὁποία θά γίνει λόγος γιά τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες σέ σχέση μέ τό εὐρωπαϊκό δίκαιο.
Ὄγδοον. Ἡ πρακτική ποῦ ἐπικρατεῖ τόσες δεκαετίες στήν Ἑλλάδα εἶναι ὅτι καί στό θέμα αὐτό γινόταν διάλογος. Διάφορες κυβερνήσεις ἔκαναν διάλογο , μάλιστα ὑπουργός ἐπισκέφθηκε τήν Ἱερά Σύνοδο γιά νά συζητήση τό θέμα τῆς ἐνδείξεως τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, μέλη τῆς Κυβερνήσεως ἔδιναν ὑπόσχεση ὅτι θά γίνει διάλογος καί γραπτῶς καί προφορικῶς, καί ἄς ὑπενθυμίσουμε τό ὑπ΄ ἀριθμ. 1716/11-5-1999 ἔγγραφο της Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν κ. Βασιλικῆς Παπανδρέου πού ἔγραφε: «Πάντως τό Ὑπουργεῖο θά λάβη ὑπ’ ὄψη του τίς ἀπόψεις σας, ὅταν θά ἀρχίση ἡ διαδικασία ἐκδόσεως τῶν νέων ταυτοτήτων,ἡ ὁποία ἔχει σταματήσει λόγῳ ματαίωσης τοῦ διαγωνισμοῦ, ἡ δέ ἔκδοσή τους ἀπό τό Ὑπουργεῖο Δημόσιας Τάξης παρατάθηκε μέ σχετική ἀπόφασή μας». Καί ἄλλα μέλη ὑπόσχονται διάλογο μέ τήν Ἐκκλησία γιά τό θέμα αὐτό, μέ σκοπό νά ἐπικρατήση συναίνεση καί νά διατηρηθῇ ἡ κοινωνική συνοχή. Αὐτό ἀκριβῶς ἀνέμενε καί ἡ Ἐκκλησία γιά νά διατυπώση τίς ἀπόψεις της ἐκφράζοντας, ὅπως προανέφερα, τήν ἀνησυχία ὀργανώσεων καί σωματείων καί μεμονωμένων ἀνθρώπων, ποῦ ἐκφράστηκαν μέ ψηφίσματα, μέ συλλογή ὑπογραφῶν, μέ σημαντικά κείμενα.
Ἔνατον. Ἡ Ἐκκλησία ἐπιμένει ἔστω καί στήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, γιατί κατά καιρούς εἶδαν φῶς τῆς δημοσιότητας κείμενα ὅτι ἡ Πολιτεία δέχεται πιέσεις ἀπό ξένα κέντρα ἐξουσίας καί ἄλλους παράγοντας νά προχωρήση στήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες γιά δικούς τους ἀποκλειστικά σκοπούς. Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ Ἐκκλησία θέλει νά στηρίξει τήν Κυβέρνηση στόν ἀγῶνα της νά παραμείνη Κυβέρνηση τῶν Ἑλλήνων καί ἀκόμη νά της δώση ἐπιχειρήματα, ὥστε νά ἀντιμετωπίση τίς πιέσεις τῶν ξένων αὐτῶν παραγόντων.
Τό δεύτερο θέμα πού δημιουργεῖται μέ τίς ταυτότητες εἶναι ὁ «ἀποκαλυπτικός» ἀριθμός 666. Ἐγράφησαν πάρα πολλά γιά τό θέμα αὐτό, ἀλλά εἶναι βέβαιο ὅτι δέν ὑπάρχει κανείς λόγος νά προκληθῆ ἡ εὐαισθησία τῶν πιστῶν Χριστιανῶν στό σημεῖο αὐτό, δεδομένου ὅτι ὑπάρχει ποικιλία ἀριθμῶν καί ἑπομένως δέν πρέπει καί δέν μπορεῖ ἡ κυβέρνηση νά παραμένη στήν ἀναγραφή τοῦ ἀριθμοῦ αὐτοῦ, γιατί διαφορετικά θά ἐνισχύση τίς ὑποψίες, πού θά τίς κάνη βεβαιότητες, ὅτι πράγματι ὑπάρχουν διάφορα κέντρα πού θέλουν νά προκαλέσουν τούς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς ἤ τουλάχιστον νά ἀποδείξουν μέ τίς ἀντιδράσεις πού θά δημιουργηθοῦν ὅτι ἡ χώρα μας εἶναι φονταμενταλιστική. Γι’ αὐτόν τόν λόγο πρέπει ἡ Πολιτεία καί στό σημεῖο αὐτό νά προσέξη, ὅπως τό διατυπώνει στό ἔγγραφό της ἡ Ὑπουργός Ἐσωτερικῶν κ. Βασιλική Παπανδρέου ὅτι τά δελτία ταυτοτήτων «δέν θά ἔλθουν σέ ἀντίθεση μέ τό θρησκευτικό αἴσθημα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν».
Τό τρίτο θέμα ποῦ δημιουργεῖται μέ τίς ταυτότητες εἶναι ἀσφαλῶς ἡ χρησιμοποίηση τοῦ Ἑνιαίου Κωδικοῦ Ἀριθμοῦ Μητρώου (ΕΚΑΜ). Εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ νόμος 1988/91 κατήργησε τόν ΕΚΑΜ ἀπό τίς ταυτότητες, ὕστερα ἀπό ἀντιδράσεις τῆς πλειοψηφίας τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, πού ἔγιναν ὄχι μόνο γιά θρησκευτικούς λόγους, ἀλλά καί γιά λόγους σεβασμοῦ τῆς ἐλευθερίας καί της ἀποφυγῆς τοῦ ἠλεκτρονικοῦ φακελλώματος. Βέβαια, μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. Φ 21358/11246/12-7-1992 ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ προσδιορίζεται «λευκή λωρίδα μηχανικῆς ὀπτικῆς ἀνάγνωσης», ἡ ὁποία θά ἔχη καί ἕναν ἑνιαῖο ἀριθμό, ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνη ἀποδεκτό ἀπό ἄλλες πλευρές. Καί αὐτό τό σημεῖο εἶναι σημαντικό, πρᾶγμα τό ὁποῖο φαίνεται καί σέ νομοθεσίες τῶν Εὐρωπαϊκῶν λαῶν. Γιά παράδειγμα νά ἀναφέρω ὅτι στό Πορτογαλικό Σύνταγμα ἀπαγορεύεται ρητῶς ἡ χρησιμοποίηση τοῦ ΕΚΑΜ. Γιατί νά μήν τό κάνη αὐτό καί ἡ δική μας χώρα;
Τό τέταρτο θέμα, ποὺ συνδέεται ἄμεσα μέ τίς ταυτότητες καί εἶναι συνέχεια τοῦ προηγούμενου, εἶναι οἱ λεγόμενες ἠλεκτρονικές ταυτότητες. Ἄλλωστε, ὁ ΕΚΑΜ δέν εἶναι ἕνας ἁπλός ἀριθμός, ἀλλά εἶναι ἠλεκτρονικός, γιατί ἡ ἀνάγνωσή του γίνεται ἠλεκτρονικά. Σχετικά μέ τίς ἠλεκτρονικές ταυτότητες μποροῦμε νά ποῦμε τά ἀκόλουθα:
Ἡ ἀνάπτυξη τῆς Πληροφορικῆς συνδέει τήν ζωή μας μέ τούς ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστές. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἀρνηθῆ τήν χρήση τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν. Ἄλλωστε, ὅλοι τούς χρησιμοποιοῦμε στήν καθημερινή μας ζωή. Ἀλλά δέν μπορεῖ καί νά παραθεωρήση κανείς ὅτι ἡ σύγχρονη τεχνολογία δίδει τήν δυνατότητα γιά τήν αὐτόματη εἰσαγωγή δεδομένων στούς ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστές, μέ ἀποτέλεσμα νά καταστραγείται ἡ προσωπική ἐλευθερία κάθε ἀνθρώπου. Δέν πρόκειται μόνον γιά διάκριση μεταξύ ὑπόπτων καί μή, ἀλλά περί φακελλώματος ὅλων τῶν ἀνθρώπων, σέ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς προσωπικῆς ζωῆς τους, ἤτοι τίς πολιτικές καί θρησκευτικές πεποιθήσεις, τήν ἐρωτική ζωή, τίς ἀπόψεις τους πάνω σέ διάφορα ζητήματα, τήν οἰκογενειακή κατάσταση κλπ.
Ὅπως ἔχει παρατηρηθῆ «ἡ αὐτόματη συλλογή στοιχείων μπορεῖ νά γίνη μέ τέσσερα κυρίως μέσα:
Α) ἠλεκτρονική καταγραφή μέ βοήθεια μικροκυκλωμάτων (ἔξυπνες κάρτες)·
Β) μαγνητική καταγραφή (μαγνητικές κάρτες)·
Γ ) γραμμωτό κώδικα (BAR-CODE) (OCR) ·
Δ) ὀπτική ἀναγνώριση χαρακτήρων». [8]
Θά ἤθελα νά κάνω μερικές παρατηρήσεις πάνω στούς τέσσερεις αὐτούς τρόπους καταγραφῆς πληροφοριῶν:
Ὁ γραμματικός κώδικας ἔχει τά γνωστά προβλήματα ποῦ ἔχουν ἐντοπισθῇ ἀπό χρόνια, ἀφοῦ συνδέεται μέ τόν ἀριθμό 666 καί προκαλεῖ τήν συνείδηση τῶν πιστῶν Χριστιανῶν.
Ἔπειτα, ἡ μηχανική καταγραφή ποῦ γίνεται μέ τίς μαγνητικές λωρίδες, ἐνῶ φαίνεται ὅτι δέν προσφέρουν ἠλεκτρονικές πληροφορίες, ἐν τούτοις δέν γνωρίζουμε ἐπακριβῶς ὅλη τήν λειτουργία τους, διότι οἱ τεχνικοί ποῦ ρώτησα μοῦ εἶπαν ὅτι θά ὑπάρχη ὁπωσδήποτε ἕνας ἀριθμός καί δέν γνωρίζουμε μέ τί θά ἀντιστοιχῆ καί σέ τί πληροφορίες θά παραπέμπουν τά στοιχεῖα τοῦ ἀριθμοῦ. Τό ἴδιο θά συμβαίνη καί μέ τούς κωδικοποιημένους λατινικούς χαρακτῆρες. Καί αὐτό ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι δέν γίνεται κατανοητό ἀπό γυμνό ὀφθαλμό, ἀλλά ἡ ἀνάγνωσή τούς προϋποθέτει εἰδικό μηχάνημα.
Ἡ προβληματική, ὅμως, τοῦ θέματος δημιουργεῖται μέ τίς λεγόμενες «ἔξυπνες κάρτες», τά λεγόμενα μικροτσίπ, τά ὁποία κατ’ ἐξοχήν θεωροῦνται ἠλεκτρονικές κάρτες. Ἔχουν ἤδη γραφή ἀξιόλογα κείμενα πάνω στό θέμα αὐτῶν τῶν ἠλεκτρονικῶν καρτῶν καί ἀπό ὅτι φαίνεται εἶναι τό ἀμέσως ἑπόμενο στάδιο γιά τίς ταυτότητες. Σήμερα γίνεται λόγος μόνον γιά τήν «εἰδική λωρίδα μηχανικῆς ὀπτικῆς ἀνάγνωσης», ἀλλά ἄν δέν ὑπάρξη σοβαρή ἀντίδραση μπορεῖ ἡ Πολιτεία εὔκολα νά προχωρήση στήν ἔκδοση τῶν κατ’ ἐξοχήν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων μέ τό σύστημα τών μικροτσίπ, ὁπότε θά γίνη ὑποχρεωτικό καί γενικό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα τῶν πολιτῶν.
Ἀντί νά ἐκθέσω κείμενα, τά ὁποία ἔχουν δημοσιευθῆ καί ἔχουν πράγματι μιά τεχνική καί ἐπιστημονική ὁρολογία, θά ἤθελα νά παρουσιάσω ἕνα ἁπλό, ἀλλά ἄκρως διαφωτιστικό ἄρθρο ποῦ γράφτηκε τελευταία στήν ἐφημερίδα «Ἔθνος» τῆς 27-5-2000.
Στό κείμενο αὐτό τοῦ Γ. Δοδόπουλου μεταξύ τῶν ἄλλων γράφεται διαφωτιστικά:
«Ἡ ἔξυπνη ἠλεκτρονική κάρτα εἶναι ἕνας ζωντανός καί ἀμφίδρομος σύνδεσμος μεταξύ τοῦ κατόχου της καί ὁποιουδήποτε δημοσίου ἤ ἄλλου ὀργανισμοῦ θελήσει νά ἀπορροφήσει ἤ εἰσαγάγει στοιχεῖα στή μνήμη της μέσῳ μηχανῶν ἀνάγνωσης, οἱ ὁποῖες θά ἀποτελοῦν προαπαιτούμενο τῆς συναλλαγῆς καί ἐν πολλοῖς –βεβαίως-θά τή διευκολύνουν.
Μιά ἔξυπνη κάρτα μπορεῖ νά περιέχει τρεῖς τύπους μνήμης μέ διακριτές λειτουργίες, ἀρκετές ἀπό αὐτές δέν εἶναι πάντα προσβάσιμες στόν κάτοχό της.
Α. Τή νεκρή μνήμη ( ROM ). Τά δεδομένα πού περιέχει ἀποθηκεύθηκαν ἐκεῖ κατά τήν κατασκευή της καί δέν μποροῦν νά ἀλλοιωθοῦν.
Β. Τή ζωντανή μνήμη ( RAM ). Εἶναι ἡ μνήμη ποῦ διατηρεῖ τά δεδομένα μόνον, ὅταν ἡ κάρτα εἶναι συνδεδεμένη μέ μηχανισμό ἀνάγνωσης.
Γ. Τή νεκρή προγραμματισμένη μνήμη ( EPROM ): εἶναι ἡ μνήμη τῆς ὁποίας τό περιεχόμενο μπορεῖ νά μεταβληθεῖ καί περιέχει τό λειτουργικό σύστημα τῆς κάρτας.
Ἡ τελευταία μνήμη ( EPROM ) ὑποδιαιρεῖται σέ ἄλλες τρεῖς μικρότερες ζῶνες.
1. Τήν ἀνοικτή ζώνη, στήν ὁποία περιέχονται δεδομένα πού ὁ καθένας μπορεῖ νά δεῖ (ὄνομα κατόχου, διεύθυνση).
2. Τή ζώνη ἐργασίας, ἡ πρόσβαση στήν ὁποία ἐλέγχεται ἀπό τόν μικροεπεξεργαστή καί μπορεῖ νά περιέχει κάθε εἴδους προσωπικά δεδομένα σχετικά μέ τόν κάτοχο τῆς κάρτας, οἰκονομικές συναλλαγές, στοιχεῖα μέ τόν κάτοχο τῆς κάρτας, οἰκονομικές συναλλαγές, στοιχεῖα ὑγείας, ποινικοῦ μητρώου, γενικές πληροφορίες, λεπτομέρειες γιά τίς συναλλαγές του μέ διάφορες ὑπηρεσίες, ἤ ὅπως ἐπίσης φοβοῦνται οἱ πολέμιοί της-ἀκόμη καί στοιχεῖα ἰδεολογικῶν ἤ ἄλλων προτιμήσεων.
3. Την κρυμμένη ζώνη, ἡ ὁποία εἶναι ἐμπιστευτική καί ἐλεγχόμενη ἀπό μιά σειρά ὁδηγιῶν ἀσφαλείας ποῦ περιέχονται στόν μικροεπεξεργαστή καί δέν εἶναι προσβάσιμες στόν κάτοχό της.
Τό συνολικό μέγεθος τῆς νεκρῆς προγραμματιζόμενης μνήμης τοῦ μικροεπεξεργαστή στή συγκεκριμένη ταυτότητα θά ἰσοδυναμεῖ 16.000 χαρακτῆρες.
Κάθε γράμμα ἰσοδυναμεῖ μέ ἕνα χαρακτῆρα. Ἔτσι, ἐάν ὁ ὑποθετικός κάτοχος μιᾶς ἠλεκτρονικῆς ταυτότητας λέγεται φέρ’ εἰπεῖν ‘ George Orwell ’, ἀπομένουν στήν κάρτα 15.988 χαρακτῆρες, πού εἶναι μάλιστα ἐπεκτάσιμη καθιστῶντας τήν κάρτα ἕναν πλήρη ἠλεκτρονικό φάκελλο.
Ἕνας φάκελλος, ὅμως, πού θά εἶναι εὐάλωτος στήν ἠλεκτρονική πειρατεία, πόσο μᾶλλον ὅταν οἱ ἠλεκτρονικοί τρομοκράτες ἔχουν στό παρελθόν διασπάσει τά συστήματα μεγάλων ἑταιρειῶν καί τραπεζῶν.
Ἡ λειτουργία τοῦ μικροκυκλώματος αὐτοῦ εἶναι σχηματικά, τριῶν εἰδών:
Οἱ ἀφανεῖς ζῶνες πληροφοριῶν γιά τόν κάτοχο δημιουργοῦν τήν τεχνική δυνατότητα ἐγγραφῆς στοιχείων καί πληροφοριῶν, γιά τίς ὁποῖες ὁ κάτοχος της δέν γνωρίζει τίποτε».
Τό πρόβλημα τῶν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ὁ κάτοχός τους δέν θά γνωρίζη τίποτε γιά τό περιεχόμενό τους, δηλαδή θά κυκλοφοροῦμε μέ ἕναν ἠλεκτρονικό φάκελλο στήν τσέπη μας, τόν ὁποῖο δέν θά μπορεῖ νά διαβάση ὅποιος ἐπιθυμεῖ, θά ὑπάρχη δυνατότητα νά εἰσέρχονται πληροφορίες ἀπό τόν κάθε ἐπιτήδειο, καθώς ἐπίσης μπορεῖ νά γίνεται καί ἀλλοίωση τῶν πληροφοριῶν, χωρίς νά τό γνωρίζη ὁ κάτοχος τῆς ταυτότητος.
Πρόκειται πράγματι γιά μιά ἀπειλή. Καί, βεβαίως, ὡς Χριστιανοί, καί μάλιστα ὅταν ἔχουμε ἑνοποιημένο τόν ἐσωτερικό κόσμο, δέν πρέπει νά φοβόμαστε. Ὡστόσο, ὅμως, ἀφ’ ἑνός μέν δέν μποροῦμε νά δεχθοῦμε ἀδιαμαρτύρητα τέτοιες ἀπειλητικές καί ἀντισυνταγματικές νοοτροπίες, ποῦ στρέφονται ἐναντίον τῆς ἐλευθερίας μας, γιατί τότε μέ τήν παθητικότητά μας γινόμαστε αἴτιοι γιά τήν ἐπικράτηση μιᾶς παγκόσμιας δικτατορίας, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ Ἐκκλησία ἄν δέν μπορεῖ νά ἀλλάξη τούς θεσμούς καί τίς κοινωνίες καί νά τίς κάνη ἐλεύθερες, ποῦ νά ἐμπνέονται ἀπό τόν ἀποκαλυπτικό λόγο, τουλάχιστον πρέπει νά διασώζη καί νά προστατεύη τίς ἐλευθερίες τῶν πιστῶν Χριστιανῶν της, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι διατεθειμένοι νά ὑποστοῦν ποικίλες προσωπικές, οἰκογενειακές καί κοινωνικές ταλαιπωρίες. Ἄν τελικά ἐπιβληθῆ αὐτό τό καθεστώς θά τό ἀντιμετωπίσουμε μέ πνεῦμα μαρτυρίας καί μαρτυρίου, ἀλλά δέν μποροῦμε ἀπό μόνοι μας νά προκαλοῦμε τό μαρτύριο.
Ἐπίσης, βρίσκω αὐτήν τήν στιγμή τήν εὐκαιρία νά τονίσω ὅτι εἶναι ἀρκετά ὑποκριτικό τό γεγονός ὅτι ἀπό τήν μία μεριά ἡ Πολιτεία, μέ τήν πρόφαση ὅτι ἐνδιαφέρεται γιά τόν σεβασμό τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν πολιτῶν, διαγράφει τό θρήσκευμα ἀπό τίς ταυτότητες, ἀπό τήν ἄλλη ὅμως μεριά μέ τήν εἰσαγωγή τῶν διαφόρων μορφῶν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων ἔχει τήν δυνατότητα νά γίνεται διασυνοριακή ροή αὐτῶν τῶν πληροφοριῶν, πού ἀφοροῦν τά εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα τῶν πολιτῶν, πού ἀναφέρονται σέ ὅλα τά θέματα τῆς προσωπικῆς, οἰκογενειακῆς καί κοινωνικῆς του συμπεριφοράς.
3. Τό ἔργο τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν ταυτοτήτων
Ἡ Ἱερά Σύνοδος μέ τό ὑπ’ ἀριθμ. 321/22-1-1999 ἔγγραφό της συνέστησε ἰδιαίτερη Ἐπιτροπή γιά τήν παρακολούθηση τοῦ προβλήματος τῆς ἐκδόσεως νέων τύπων ταυτοτήτων, ἀκριβῶς γιατί κατά καιρούς γινόταν λόγος γιά τό θέμα καί γιατί ἄρχισαν νά φαίνωνται διάφορα σύννεφα στόν ὁρίζοντα.
Ἐκτός ἀπό τόν ὑποφαινόμενο, πού τέθηκε Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς, ἡ Ἐπιτροπή ἀπετελεῖτο ἀπό τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολῖτες Δημητριάδος καί Ἀλμυρού κ. Ἰγνάτιο, Σερβίων καί Κοζάνης κ. Ἀμβρόσιο, τόν Ἀντιπρόεδρο τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας κ. Ἀναστάσιο Μαρῖνο, καί τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμ. Π. Ἀθανάσιο Ἀναστασίου, Ἡγούμενον τῆς Ἱεράς Μονῆς Μεταμορφώσεως Μετεώρων. Στό ἔγγραφο τῆς συστάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς γράφεται:
«Σκοπός τῆς συσταθείσης Ἐπιτροπῆς εἶναι ἡ παρακολούθησις καί μελέτη τοῦ θέματος της ἐκδόσεως τοῦ νέου θέματος τῆς ἐκδόσεως τοῦ νέου τύπου ταυτοτήτων, τῆς προαιρετικῆς ἤ μή ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος εἰς αὐτά, ὡς καί ἄλλων συναφῶν ζητημάτων, τή συμμετοχή εἰδικῶν ἐπιστημόνων ὡς συμβούλων, καλουμένων εἰς τάς συνεδριάσεις πρός πληρεστέραν ἐνημέρωσιν καί ὑποβοηθησιν αὐτῆς».
Ἡ εἰδική Ἐπιτροπή ἐπί τῶν ταυτοτήτων συνῆλθε σέ πέντε συνεδριάσεις, ἤτοι τήν 16ην Φεβρουαρίου 1999, 24ην Μαΐου 1999, 28ην Φεβρουαρίου, 21ην Μαρτίου καί 12ην Μαΐου 2000.
Ἡ Ἐπιτροπή συνῆλθε γιά πρώτη φορά τήν 16ην Φεβρουαρίου 1999 καί συζητήσαμε διά μακρῶν τήν ὑπ’ ἀριθμ. Φ 21358/11246/12-7-1992 Ὑπουργική ἀπόφαση, ἡ ὁποία καθώριζε τόν τρόπο ἐκδόσεως τῶν νέων ταυτοτήτων. Ἐπιμείναμε περισσότερο στήν «λευκή λωρίδα μηχανικῆς ὀπτικῆς ἀνάγνωσης», ἡ ὁποία θά ὑπῆρχε στίς νέου τύπου ταυτότητες καί δημιουργήθηκε ἕνας προβληματισμός μήπως δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου εἰσάγεται ἐμμέσως ὁ ΕΚΑΜ, πού εἶχε καταργηθῆ, καθώς ἐπίσης μήπως πρόκειται γιά ἠλεκτρονική ταυτότητα ἤ τό πρῶτο στάδιο εἰσαγωγῆς τῆς ἠλεκτρονικῆς ταυτότητος. Ἐπιπλέον, μᾶς ἀπησχόλησε ἡ ὕπαρξη τῶν γραμμοκοσμημάτων. Ἀποφασίσαμε νά ἀποσταλῇ ἔγγραφο τῆς Ἱεράς Συνόδου πρός τόν κ. Ὑπουργό Ἐσωτερικῶν γιά νά πληροφορηθοῦμε ἐπισήμως γιά τά δύο αὐτά ζητήματα.
Πράγματι ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπέστειλε στήν Ὑπουργό Ἐσωτερικῶν κ. Βασιλική Παπανδρέου τό ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 1623/19-3-1999 ἔγγραφο, μέ τό ὁποῖο ζητοῦσε ἀπαντήσεις γιά τό θέμα ἐκδόσεως τῶν νεών ταυτοτήτων, ἐπειδή παρετηρεῖτο ἀνησυχία στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Στήν συνέχεια θά ἤθελα νά παραθέσω ὁλόκληρο τό ἔγγραφο τῆς Ἱεράς Συνόδου, ἐπειδή εἶναι ἀρκετά σημαντικό.
«Ἐξοχωτάτη κυρία Ὑπουργέ,
Ἐπικειμένης συμφώνως πρός ἐγκύρους πληροφορίας καί δηλώσεις εἰς τόν Τύπον διαφόρων πολιτειακῶν παραγόντων τῆς προετοιμασίας τῆς ἐκδόσεως τοῦ νέου τύπου Ταυτοτήτων ἡ Διαρκής Ἱεράς Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατά τήν Συνεδρίαν Αὐτῆς τῆς 10ης ὑπερμεσοῦντος μηνός Μαΐου ε.ἔ., συνεζήτησε τάς πνευματικάς πτυχάς τοῦ θέματος τούτου καί λαβοῦσα ὑπ’ ὄψει τό μέχρι τῆς σήμερον διαμορφωθέν νομοθετικόν πλαίσιον, περί τῆς καθιερώσεως τοῦ νέου τύπου Δελτίου Ταυτοτήτων ὡς τοῦτο σαφῶς ὁρίζεται εἰς τάς διατάξεις τοῦ Ν. 1599/1986’ (Φ.Ε.Κ. Α’, 75/10-12-1991), καθώς καί τήν ὑπ’ ἀριθμ. Φ. 21385/11246/1.2/7/1992 (Φ.Ε.Κ. Β’, 422) ἀπόφασιν τοῦ Ὑπουργοῦ τῶν Ἐσωτερικῶν, διά τόν καθορισμόν τοῦ τύπου καί τῶν προδιαγραφῶν τοῦ ἐκδοθησομένου δελτίου ταυτότητος, διαπιστώνει τά κάτωθι:
1. Συμφώνως τή γνώμη ἐγκύρων νομικῶν ἡ ἀληθής καί σαφῶς ἐκπεφρασμένη βούλησις τοῦ νομοθέτου εἰς τούς ὡς ἄνω ἀναφερομένους νόμους εἶναι, ὅτι αἱ νέαι ταυτότητες:
Α) Δέν θά εἶναι ἠλεκτρονικαί.
Β) Δέν θά περιέχουν τόν Ε.Κ.Α.Μ.
Γ) θά περιλαμβάνουν ἐξαντλητικῶς μόνον τά 18 στοιχεῖα τοῦ ἄρθρου 3 παρ. 1 του Ν. 1988/1991, ἐκ τῶν ὁποίων τά 16 πρῶτα συμπεριλαμβανομένης καί τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος ὑποχρεωτικῶς, καί τά δύο τελευταία προαιρετικῶς, ὁρατά διά γυμνῶν ὀφθαλμῶν.
Δ) Οὐδέν ἕτερον κεκρυμμένον ἤ φανερόν στοιχεῖον.
2. Ἀναγινώσκοντες ὅμως τήν ἐν λόγῳ Ὑπουργικήν Ἀπόφασιν,ἐκ τῶν τεχνικῶν λεπτομερειῶν αἵτινες περιγράφονται εἰς αὐτήν (λ.χ. ἡ ὕπαρξις εἰδικῆς λεύκης λωρίδος, προοριζομένης νά χρησιμοποιηθῆ διά μηχανικήν ὀπτικήν ἀνάγνωσιν, αἱ διασκορπισμέναι ἶνες ἀσφαλείας ἀόραται εἰς τό εἰδικόν γραμμοκόσμημα καί τά κείμενα μέ μελάνι ἀόρατα εἰς τό κοινόν φῶς), καταδεικνύεται ὅτι αἱ προβλεπόμεναι εἰς τήν Ὑπουργικήν ἀπόφασιν ταυτότητες:
Α) Θά εἶναι ἠλεκτρονικαί.
Β) Θά περιέχουν, ἐκτός τῶν 18 ἐμφανῶν στοιχείων τοῦ ἄρθρου 3 παρ. 1 τοῦ Ν. 1599/1986, ὅπως οὗτος ἐτροποποιήθη διά τοῦ ἄρθρου 2 τοῦ Ν. 1998/1991, καί ἕτερα στοιχεῖα, κείμενα καί πληροφορίας ἄγνωστα καί κεκρυμμένα εἰς τόν κάτοχον τοῦ Δελτίου.
Γ) Βασίμως δέ δύναται νά ὑποτεθῆ ὅτι θά περιέχουν καί ἐν εἶδος κωδικοῦ ἠλεκτρονικοῦ ἀριθμοῦ (Ε.Κ.Α.Μ.), ἀφοῦ ὁ χαρακτήρ αὐτῶν θά εἶναι ἠλεκτρονικός. Καί μάλιστα ὁ ἀριθμός οὗτος, κωδικός-ἠλεκτρονικός, θά τυγχάνη διατυπωμένος μέ τό γραμμωτόν σύστημα bar - code , εἴτε εἰς τήν θέσιν τῆς εἰδικῆς λευκῆς λωρίδος, εἴτε εἰς τήν θέσιν τοῦ ἀοράτου εἰς τό κοινόν φῶς, ὁρατοῦ ὅμως εἰς τήν ἀκτινοβολίαν UV , κειμένου.
Τελικῶς, συμπεραίνει τις ὅτι ταῦτα, τά ὁποία ὁ νομοθέτης κατήργησε διά τῶν διατάξεων τοῦ Ν. 1988/1991, ἡ διοίκησις ἐπαναφέρει ἐκ τοῦ πλαγίου μέ τήν ἐν λόγῳ Ὑπουργικήν Ἀπόφασιν.
3. Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, ἡ Ἱερά Σύνοδος λαμβάνει καθημερινῶς πληθώραν ἐπιστολῶν καί τηλεφωνημάτων ἐξ ἀνησυχούντων πιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἀντιμετωπίζουν δίλημμα καί κρίσιν συνειδήσεως ὡς πρός τήν παραλαβήν τῶν ὑπό ἔκδοσιν νέου τύπου ταυτοτήτων.
Ἐπειδὴ τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ζητοῦν ἐναγωνίως ἀπό τήν πνευματικήν αὐτῶν Ἀρχήν, τήν Ἱεράν Σύνοδον, ὑπεύθυνον καί ἔγκαιρον ἐνημέρωσιν περί τοῦ πρακτέου εἰς τήν ἐν λόγῳ περίπτωσιν καί διά νά ἐπέλθη γαλήνη εἰς τάς τεταραγμένας συνειδήσεις, παρακαλοῦμεν, ὅπως ἔχωμεν ἐπίσημον τεκμηριωμένην ἀπάντησιν εἰς τά ἐξῆς ρωτήματα:
Α) Ἐάν αἱ ὑπό ἔκδοσιν νέου τύπου ταυτότητες θά εἶναι ἠλεκτρονικαί.
Β) Ἐάν θά περιέχουν τινά κωδικόν ἠλεκτρονικόν ἀριθμόν (Ε.Κ.Α.Μ.).
Γ) Ἐάν θά ἀναγράφεται εἰς αὐτάς τό θρήσκευμα τῶν πολιτῶν.
Δ) Ἐάν θά περιέχεται ὑπό τό σύστημα bar - code ἡ χρήση τοῦ δυσωνύμου διά τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς ἀριθμοῦ τοῦ Ἀντιχρίστου (666) ἤ ὄχι.
Ἀναμένοντες μετ’ ἐνδιαφέροντος τάς ὑμετέρας ἀπαντήσεις ταύτας διατελοῦμεν μετ’ εὐχῶν διαπύρων».
Ἡ κ. Ὑπουργός ἀπήντησε μέ τό ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 1716/11-5-1999 ἔγγραφό της, μέ τό ὁποῖο διαβεβαίωνε τήν Ἱερά Σύνοδο ὅτι ὁ νέος τύπος ταυτοτήτων δέν θά ἔχει τόν ΕΚΑΜ, δέν θά ὑπάρχει σέ καμία μορφή ὁ ἀριθμός μέ τήν ἔνδειξη 666, θά ἐφαρμοσθῆ ἡ Φ. 21385/11246/1-7-1992 ὑπουργική ἀπόφαση, ἡ ὁποία ἐκδόθηκε μέ τήν ἐξουσιοδότηση τοῦ ν. 1988/91, πού σημαίνει ὅτι θά περιλαμβάνεται ὑποχρεωτικά τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες, ὅτι τά τεχνικά χαρακτηριστικά τῶν νέων ταυτοτήτων θά συντελέσουν στήν πιό εὔχρηστη χρησιμοποίησή τους ἀλλά «δέν θά ἔλθουν σέ ἀντίθεση μέ τό θρησκευτικό αἴσθημα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν», καθώς ἐπίσης τό Ὑπουργεῖο θά λάβη ὑπ’ ὄψη τίς ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας ὅταν θά ἔλθη ἡ ὥρα νά ἐκδοθοῦν οἱ νέες ταυτότητες.
Στήν συνέχεια παρατίθεται ὁλόκληρο τό κείμενο τοῦ ἐγγράφου τῆς κ. Ὑπουργοῦ.
«Μακαριώτατε,
Ἀπαντῶντας στό σχετικό ἔγγραφό σας, σᾶς πληροφοροῦμε τά κατωτέρω:
1. Μέ τόν Ν.1988/1991 ‘Τροποποίηση διατάξεων τοῦ Ν. 1599/1986, «Σχέσεις Κράτους – Πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίων ταυτότητας καί ἄλλες διατάξεις’, δέν καθιερώνεται κανένας νέος ΕΚΑΜ ( Ἑνιαῖος Κωδικός Ἀριθμός Μητρώου), ἀντίθετα μάλιστα μέ τό ἄρθρο 6 αὐτοῦ καταργοῦνται οἱ διατάξεις τῶν ἄρθρων 2 καί 5 του Ν. 1599/1986, πού ἀναφέρονται στήν καθιέρωση τοῦ ΕΚΑΜ.
2. Ἐπίσης,στίς νέες ταυτότητες δέν θά ὑπάρχει σέ καμία μορφή ὁ ἀριθμός μέ τήν ἔνδειξη 666, οὔτε κανένα στοιχεῖο πού νά εἶναι ἀντίθετο πρός τή Χριστιανική θρησκεία καί τίς Χριστιανικές παραδόσεις.
3. Τέλος, ἀναφορικά μέ τή Φ. 21385/11246/1.7.1992 ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν πού ἐκδόθηκε κατ’ ἐξουσιοδότηση τῶν διατάξεων τοῦ ἄρθρου 3 παρ. ὁ τοῦ Ν. 1988/91 καθορίζεται ὁ τύπος, οἱ προδιαγραφές καί ἄλλες λεπτομέρειες πού ἀφοροῦν τήν ἔκδοσί τοῦ δελτίου ταυτότητας καί, ὅπως εἶναι εὐνόητο, σέ καμία περίπτωση δέν μποροῦν νά καταργηθοῦν οἱ προαναφερθεῖσες κείμενες νομοθετικές διατάξεις μέ τήν ἀπόφαση αὐτή.
Ἡ μηχανογράφηση καθώς καί τά ἀναφερόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά πού διαλαμβάνονται στήν ἀνωτέρω ἀπόφαση, σκοπό ἔχουν τήν ἀνανέωση τῶν δελτίων ταυτότητας, ὥστε αὐτά νά γίνουν περισσότερο εὔχρηστα, ἀνθεκτικότερα καί μέ τίς ἀναγκαῖες διασφαλίσεις ἀπό ἐπιχειρούμενες παραποιήσεις-πλαστογραφήσεις κλπ., ἀφοῦ ὅπως εἶναι γνωστό τά δελτία ταυτότητας ἀποτελοῦν καί ταξιδιωτικά ἔγγραφα γιά τίς χῶρες-μέλη τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσης (Π.Δ. 308/91), καί ὄχι νά ἔλθουν σέ ἀντίθεση μέ τό θρησκευτικό αἴσθημα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν.
Πάντως τό Ὑπουργεῖο θά λάβει ὑπόψη του τίς ἀπόψεις σας, ὅταν θά ἀρχίσει ἡ διαδικασία ἔκδοσης τῶν νέων ταυτοτήτων, ἡ δέ ἔκδοσή τους ἀπό τό Ὑπουργεῖο Δημόσιας Τάξης παρατάθηκε μέ σχετική ἀπόφασή μας.
Με ἐκτίμηση
Βάσω Παπανδρέου»
Κατά τήν συνεδρίαση τῆς Ἐπιτροπῆς μας τήν 24η Μαΐου 1999 ἀναγνώσθηκε ἐπισταμένως τό ἔγγραφο τῆς Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν κ. Βασιλικῆς Παπανδρέου καί ἔγιναν σχετικές παρατηρήσεις. Ὕστερα ἀπό διεξοδική συζήτηση πάνω σέ κρίσιμα σημεῖα τοῦ ἐγγράφου ἀποφασίσθηκε «νά δημοσιοποιηθῆ ἡ ἀπάντησις τῆς κ. Ὑπουργοῦ διά νά λάβη γνῶσιν ὁ λαός καί οἱ ἐνησυχοῦντες πιστοί, καί νά δεσμευθοῦν οἱ πολιτικοί παράγοντες, ἐπίσης ἡ Ἐπιτροπή νά εὑρίσκεται σέ ἑτοιμότητα γιά κάθε ἐξέλιξη τοῦ θέματος».
Τό σημαντικό εἶναι ὅτι στό ἐπίσημο αὐτό ἔγγραφο πού ἐξέφραζε τίς ἀπόψεις τῆς Κυβέρνησης διδόταν διαβεβαίωση ὅτι θά ὑπάρχει τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες, σύμφωνα μέ τόν ἰσχύοντα νόμο, παρά τό γεγονός ὅτι ἤδη εἶχε ψηφισθῆ ὁ νόμος 2472/97 «περί προστασίας τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα», τοῦ ὁποίου ἀναφορά ἔγινε ἀργότερα, πρᾶγμα τό ὁποῖο σημαίνει ὅτι ὅταν ψηφιζόταν ὁ νόμος 2472/97 δέν τό συνέδεαν καθόλου μέ τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, καθώς ἐπίσης διδόταν διαβεβαίωση ὅτι ἡ Πολιτεία θά διαλεγόταν μέ τήν Ἐκκλησία, γιά νά «μήν ἔλθη σέ ἀντίθεση μέ τό θρησκευτικό αἴσθημα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν».
Ἐν τῷ μεταξύ τά γεγονότα μᾶς πρόλαβαν, ἐπειδή δέν εἴχαμε τήν δυνατότητα νά παρακολουθοῦμε ἐπαρκῶς τά τεκταινόμενα, ἐπειδή γινόταν κατά τρόπο μυστικό. Μόνον ἀπό τίς ἐφημερίδες εἴχαμε μερικές πληροφορίες.
Τήν 28η Φεβρουαρίου 2000 συνεδρίασε ἡ Ἐπιτροπή μας γιά νά συζητήση ὅλα τά τρέχοντα ζητήματα σχετικά μέ τήν δήλωση τῶν Ἀρχείων καί τίς σχεδιαζόμενες ταυτότητες, ἀλλά ἀπουσίαζαν τρία μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς. Ἐλήφθησαν ἀποφάσεις νά ἀποσταλῇ σχετικό ἔγγραφο στόν Ὑπουργό Δημοσίας Τάξεως γιά τίς ταυτότητες καί νά εἰσηγηθῆ ἡ Ἐπιτροπή μας τήν σύγκληση τῆς Ἱεραρχίας γιά τήν μελέτη τοῦ ὅλου θέματος. Ὡς πρόεδρος ἀνέγνωσα ἕνα σχέδιο κειμένου πού θά ἔπρεπε νά ἀποσταλῇ στήν Ἱερά Σύνοδο καί ἀνελάμβαναν δύο ἄλλα μέλη νά μορφοποιήσουν τό τελικό κείμενο. Ὅμως, ἐπειδή ἀπουσίαζαν τρία μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς, ἐξαιτίας ἄλλων ὑποχρεώσεων, ἀποφασίσθηκε νά μελετήσουμε τό θέμα σέ προσεχῆ συνεδρίαση τῆς Ἐπιτροπῆς καί «ἐν ὁλομελείᾳ νά διαμορφωθοῦν αἱ τελικαί ἀπόψεις τῆς Ἐπιτροπῆς πρός τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, ἀφοῦ λάβουν γνώση τοῦ κειμένου αὐτοῦ ἅπαντα τά μέλη».
Ἀρχές Μαρτίου ἐτέθη ἐπί τάπητος τό θέμα ἐκδόσεως τῶν νέων ταυτοτήτων τῶν ἀστυνομικῶν ἐπαλλήλων στίς ὁποῖες, σύμφωνα μέ τήν εἰδική διαταγή, δέν ὑπῆρχε ἡ ἔνδειξη τῆς ὑπηκοότητας καί , βεβαίως, προβλεπόταν ἡ λευκή λωρίδα μηχανικῆς ὀπτικῆς ἀνάγνωσης. Τό θέμα αὐτό ἀνησυχοῦσε πολλούς ἀστυνομικούς ὑπαλλήλους, οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἦταν φυσικό, ἀπετάθησαν στόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο καί τήν Ἱερά Σύνοδο καί ζητοῦσαν τήν παρέμβασή τους. Πρόκειται γιά ἐπίσημα ἔγγραφα Ἑνώσεων Ἀστυνομικῶν Ὑπαλλήλων καί γιά προσωπικές ἐπιστολές. Ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος, ἐπειδὴ τό θέμα ἦταν σοβαρό καί ἐπεῖγον, ἀπέστειλε «συνοδική ἐξουσιοδοτήσει» στόν Ὑπουργό Δημοσίας Τάξεως κ. Μιχαήλ Χρυσοχοϊδη σχετικό ἔγγραφο, στό ὁποῖο, ἀφοῦ ἐντοπίζονταν τά δύο σημεῖα, ἤτοι ἡ μή ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος καί ἡ ὕπαρξη εἰδικῆς λωρίδας μηχανικῆς ὀπτικῆς ἀναγνώσεως, στό τέλος γραφόταν:
«...4. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς φιλόστοργος Μήτηρ, ἐπιδεικνύει ἰδιαιτέραν εὐαισθησίαν εἰς τήν διασφάλισιν τῆς προστασίας τῆς προσωπικότητος καθώς καί τῆς ἰδιωτικῆς ἤ δημοσίας ἤ οἰκογενειακῆς ζωῆς οἱουδήποτε ἀτόμου, ἐκ παντοίας συρρικνώσεως καί τάσεως περιορισμοῦ τῆς ἐλευθερίας αὐτῆς καί ἐπειδή τείνει εὐήκοον οὖς εἰς τά αἰτήματα τῶν τέκνων Αὐτῆς, ἐν τή ποιμαντική εὐθύνη Αὐτῆς, ἔναντι τῶν διαμαρτυρομένων καί ἀνησυχούντων ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων, οἱ ὁποῖοι ζητοῦν τήν, περί τοῦ πρακτέου, γνώμην αὐτῆς, παρακαλεῖ θερμῶς, ὅπως λαμβάνοντες ὑπ΄ ὄψιν τάς θέσεις καί τάς ἀνησυχίας τῶν ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων τοῦτο μέν διατάξητε τήν ἀναγραφήν καί τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς νέας ὑπηρεσιακάς ταυτότητας τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνομίας ὡς ὁ νόμος προβλέπει, τοῦτο δέ ἐνημερώσητε τή Ἱερά Συνόδῳ ἐπί τῶν ἐν ταῖς παραγράφοις 2 καί 3 τιθεμένων ζητημάτων».
Συγχρόνως ἡ Ἐπιτροπή μας συνεκλήθη τήν 21ην Μαρτίου 2000 γιά νά μελετήση τό θέμα πού ἀνέκυψε. Στήν συνεδρίαση αὐτή ἀποφασίσθηκε νά ἀνατεθῆ στό μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς κ. Ἀναστάσιο Μαρῖνο νά κάνη εἰσήγηση στήν ἑπόμενη Συνεδρία τόσο γιά τόν νόμο 2472/97 «περί προστασίας τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα», ὅσο καί γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς σχεδιαζόμενες νέου τύπου ταυτότητες, ὥστε ἡ Ἐπιτροπή νά εἰσηγηθῆ τά δέοντα στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο. Μάλιστα ἡ σοβαρότητα τοῦ θέματος καί ἡ προεκλογική περίοδος μᾶς ἔκαναν νά ἀναβάλλουμε τήν λήψη ἀποφάσεως γιά μετά τίς ἐκλογές, ἀλλά καί μετά τό Πάσχα, γιατί ἦταν ἀδύνατον ἐνωρίτερα νά συνεδριάσουμε. Βασική ἀντίληψη πού ἐπικράτησε ἦταν ὅτι δέν ἔπρεπε νά ἐμπλακῆ ἡ Ἐκκλησία σέ πολιτικές διαμάχες, τήν κρίσιμη ἐκείνη προεκλογική περίοδο.
Ἐν τῷ μεταξύ αὐξανόταν ἡ ἀνησυχία τῶν ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων καί μεγάλης μερίδας τοῦ λαοῦ γιά τά σχεδιαζόμενα, ἐπειδή ὑποχρεώνονταν οἱ ἀστυνομικοί ὑπάλληλοι νά καταθέσουν σύντομα τά δικαιολογητικά γιά τήν ἔκδοση τῶν ταυτοτήτων. Ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος ἐπρότεινε στήν Ἱερά Σύνοδο τήν ἔκδοση ἀνακοινωθέντος, τό περιεχόμενο τοῦ ὁποίου ἦταν τό ἀκόλουθο:
«Τόν τελευταῖο καιρό γράφονται καί λέγονται στά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημερώσεως διάφορα γιά τίς νέες ταυτότητες, οἱ ὁποῖες πρόκειται νά ἐκδοθοῦν, πρᾶγμα τό ὁποῖο προκαλεῖ μεγάλη ἀνησυχία σέ πολλούς Χριστιανούς. Ἡ Ἱερά Σύνοδος παρακολουθεῖ ὅλη αὐτήν τήν κατάσταση μέ αἴσθημα εὐθύνης καί μέσα στήν ποιμαντική της εὐαισθησία θέλει νά ἐνημερώση τό ποίμνιό της γιά τό θέμα αὐτό.
Ὅπως ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μαρτυρεῖ, ἡ Ἱερά Σύνοδος παρακολουθεῖ πάντοτε μέ ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον ὅλα ὅσα ἔχουν σχέση μέ τά δογματικά ζητήματα καί τίς ἀλλοιώσεις τῆς παραδόσεώς μας, μάλιστα στήν σημερινή ἐποχή πού τείνει νά ἐπικρατήση ἡ λεγόμενη παγκοσμιοποίηση, μέ τήν ὁποία ἐπιχειρεῖται ἡ παραθεώρηση καί ἀφομοίωση διαφόρων πολιτιστικῶν παραδόσεων, καθώς ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία ἀσχολεῖται, ὡς πνευματική μητέρα, μέ τά διάφορα ἔχει σχέση μέ τό ἦθος, καί ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση συνδέεται μέ τίς παραδόσεις τοῦ γένους μας.
Ἀσφαλῶς, μεταξύ τῶν θεμάτων μέ τά ὁποία ἀσχολεῖται ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι καί ἡ σχεδιαζόμενη ἔκδοση τῶν νέων ταυτοτήτων. Βεβαίως, ἡ ἔκδοση τῶν νεών ταυτοτήτων εἶναι θέμα τῆς Πολιτείας. Ἀλλά ὅμως καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει βασικό λόγο γιά τό θέμα, ἀφ’ ἑνός μέν γιατί ἐκφράζει τίς ἀνησυχίες πολλῶν μελῶν της, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιατί σέ τέτοια βασικά ζητήματα πρέπει ἡ Πολιτεία νά διαλέγεται μέ ὅλους τούς φορεῖς, περισσότερο δέ μέ τήν Ἐκκλησία, πού ἐκφράζει τήν πλειοψηφία τοῦ ελληνικού λαοῦ. Ἄλλωστε, αὐτό τό σέβεται ἡ Πολιτεία, ὅπως φαίνεται ἀπό παλαιότερες ἀλλά καί σύγχρονες δηλώσεις τῶν ὑπευθύνων φορέων της.
Τό θέμα τῶν ταυτοτήτων εἶναι ἕνα βασικό καί σπουδαῖο θέμα δέν εἶναι μιά παρονυχίδα, διότι συνδέεται μέ τήν προσωπικότητα τῶν κατόχων τους καί γενικά μέ τίς παραδόσεις τοῦ τόπου μας. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπανειλημμένως στό παρελθόν ἀσχολήθηκε μέ διάφορες πτυχές τοῦ ζητήματος αὐτοῦ καί μέ ἀποφάσεις καί ἐγκύκλιους της πρός τό ποίμνιό της ἔχει καθορίσει σαφῶς τήν στάση της, σχετικά μέ τά στοιχεῖα τά ὁποία ἀναγράφονται σέ αὐτές, μέ τήν ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος καί τόν τρόπο ἐκτυπώσεώς τους.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐξακολουθεῖ νά ἀσχολεῖται μέ τό θέμα αὐτό, διότι κάθε φορά προστίθενται καί νέα στοιχεῖα καί λαμβάνει ὑπ’ ὄψη της τίς ἀνησυχίες τῶν μελῶν της, ἀλλά καί ἄλλων φορέων καί βεβαίως, ὅταν θά ἔλθη ἡ κατάλληλη στιγμή, ἐκτός ἀπό ἄλλες ἐνέργειες πού καί τώρα κάνει, θά ἐνημερώση τόν λαό γιά τήν στάση της, καί θά δώση σαφεῖς ὁδηγίες.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος παρακαλεῖ θερμῶς, ἀφ’ ἑνός μέν τήν Πολιτεία νά μή φέρη τήν Ἐκκλησία πρό τετελεσμένων γεγονότων, πρᾶγμα τό ὁποῖο θά ἔχει συνέπειες καί θά προκαλέση ἀναταραχή στήν κοινωνία, ἀλλά νά ὑπάρξη προηγουμένως συνεννόηση μαζί της, ἀφ’ ἑτέρου δέ παρακαλεῖ τούς Χριστιανούς νά ἐμπιστεύωνται τήν Ἱερά Σύνοδο καί τούς Ποιμένας τους, οἱ ὁποῖοι ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα καί ἐνεργοῦν μέ νηφαλιότητα, σύνεση, γνώση καί ὑπευθυνότητα, ὅπως ἁρμόζει σέ ἕναν τέτοιο πνευματικό Ὀργανισμό».
Ὅμως, ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἐπειδή διανύσαμε προεκλογική περίοδο, δέν ἤθελε μέ κάποια ἀνακοίνωση νά ἐμπλακῆ σέ κομματικές διαμάχες.
Μετά τόν σχηματισμό νέας Κυβερνήσεως, ἐπειδή ὁ Ὑπουργός Δημοσίας Τάξεως δέν εἶχε ἀπαντήσει στό ἔγγραφο τῆς Ἱεράς Συνόδου πού τοῦ εἶχε ἀποσταλῇ, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε νά ἐπισκεφθῆ τόν Ὑπουργό Τριμελής Ἐπιτροπῆς ἐξ Ἀρχιερέων, ἀποτελουμένη ἀπό δύο Συνοδικούς Ἀρχιερεῖς, ἤτοι τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας Ζακύνθου, κ. Χρυσόστομο, καί Σάμου καί Ἰκαρίας κ. Εὐσέβιο, συναντήθηκε σήμερα 11 τοῦ μηνός Μαΐου μέ τόν Ὑπουργόν Δημοσίας Τάξεως κ. Μιχαήλ Χρυσοχοϊδην καί συνεζήτησε τό θέμα τῆς ἐκδόσεως τῶν νέων ταυτοτήτων τῶν ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων καί τοῦτο διότι ἡ Ἐκκλησία ἐγένετο ἀποδέκτης πολλῶν ἐρωτημάτων ἀπό τούς ἀστυνομικούς ὑπαλλήλους γιά τό θέμα αὐτό.
Ἡ συνάντηση ἔγινε σέ ἕνα κλίμα κατανοήσεως καί γνώσεως τῶν πραγμάτων. Ἀντηλλάγησαν διάφορες ἀπόψεις τόσο γιά τήν ἔνδειξή τοῦ θρησκεύματος ὅσο καί γιά τήν ὕπαρξη τῆς λευκῆς λωρίδας μηχανικῆς ὀπτικῆς ἀνάγνωσης.
Ὁ κ. Ὑπουργός Δημοσίας Τάξεως ὑπεσχέθη ὅτι θά ἀπαντήσει γραπτῶς στό ἔγγραφο πού τοῦ ἀπέστειλε σχετικῶς μέ τό ὡς ἄνω θέμα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλος, μέ Συνοδική ἐξουσιοδότηση, ὥστε ἡ Ἱερά Σύνοδος νά λάβη τίς τελικές ἀποφάσεις Αὐτῆς.
Ἐλπίζεται ὅτι τό ὅλο θέμα τῶν νέων ταυτοτήτων θά ἀντιμετωπισθεῖ μέ ἕνα πνεῦμα συναίνεσης, ὥστε νά μή διασαλευθῆ ἡ κοινωνική συνοχή».
Ὅμως, οἱ δηλώσεις τοῦ νέου Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης κ. Μιχαήλ Σταθοπούλου, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν ἁρμόδιος Ὑπουργός γιά τήν ἔκδοση τῶν ταυτοτήτων καί οἱ ὁποῖες εἶχαν προηγηθῆ τῆς ἐπισκέψεώς μας στόν Ὑπουργό Δημοσίας Τάξεως, πυροδότησαν τήν κατάσταση. Εἶναι δέ γνωστά τά περιστατικά πού ἀκολούθησαν, ἤτοι οἱ ἐκκωφαντικές δηλώσεις τοῦ Κυβερνητικοῦ Ἐκπροσώπου, οἱ δηλώσεις ἄλλων μελῶν τῆς Κυβερνήσεως, οἱ δηλώσεις τοῦ κ. Δαφέρμου Προέδρου τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Προστασίας Προσωπικῶν Δεδομένων, ἡ ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς, ἡ ὁποία υἱοθέτησε πλήρως τίς ἀπόψεις τοῦ κ. Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος πρίν τήν ὑπουργοποίησή του, ἦταν μέλος τῆς Ἀρχῆς, οἱ διαβεβαιώσεις κυβερνητικῶν παραγόντων στόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο ὅτι τό θέμα θά τεθῆ σέ συζήτηση σέ διμερεῖς Ἐπιτροπές, οἱ τελικές δηλώσεις τοῦ κ. Πρωθυπουργοῦ στήν σχετική ἐρώτηση τῆς κ. Δαμανάκη.
Ἡ Ἐπιτροπή μας συνεδρίασε τήν 12η Μαΐου 2000 γιά νά συζητήσει τό θέμα τῶν ταυτοτήτων καί τό θέμα τῆς δηλώσεως στήν Ἀρχή τῶν ἀρχείων τῆς Ἐκκλησίας.
Στήν Συνεδρίαση αὐτή ἔγινε ἐνημέρωση ἀπό τόν Πρόεδρο γιά τήν ἐπίσκεψη στόν Ὑπουργό Δημοσίας Τάξεως κ. Χρυσοχοϊδη καί τόν Πρόεδρο τῆς Ἀρχῆς κ. Δαφέρμο, καθώς ἐπίσης ἔγινε καί εἰσήγηση γιά τό θέμα, ἐάν ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὑποχρεωμένη νά δηλώση τά ἀρχεῖα της. Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τήν προηγούμενη ἀπόφασή της, κατατέθηκε εἰσήγηση τοῦ μέλους αὐτῆς κ. Ἀναστασίου Μαρίνου.
Τελικά, ἡ Ἐπιτροπή ἀπεφάσισε νά εἰσηγηθῆ στήν Ἱερά Σύνοδο τίς ἐξῆς προτάσεις:
«α) Δεδομένου ὅτι τά ἀρχεῖα, τά ὁποία ἔχει ἡ Ἐκκλησία καί τά ὁποία ἀφοροῦν μέλη της Κληρικούς, λαϊκούς καί μοναχούς, καί εἶναι γνωστά εἰς ἄλλας Δημοσίας Ὑπηρεσίας καί δέν προορίζονται νά κοινοποιηθοῦν εἰς τρίτους, καί δεδομένου ὅτι καλύπτεται ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν τροποποίησιν τοῦ νόμου 2472/1997, θεωρουμένης τῆς Ἐκκλησίας ὡς ‘ἑνώσεως προσώπων’, συνεπάγεται ὅτι δέν ὑποχρεοῦται ἡ Ἐκκλησία νά γνωστοποιήση αὐτά εἰς τήν Ἀρχήν Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα, οὔτε καί νά ζητήση ἄδεια λειτουργίας διά τά ἀρχεῖα.
Β) Μέ τόν νόμον 1599/86, ὅπως ἐτροποποιήθη διά τοῦ νόμου 1988/1991, προβλέπεται ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τάς ταυτότητας. Ὁ νόμος 2472/1997 ἀναφέρεται εἰς τήν ἠλεκτρονικήν ἐπεξεργασίαν τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρος, καί δέν δύναται νά ἀντικαταστήση τόν ἰσχύοντα νόμον διά τάς ταυτότητας, δέν δύναται, δηλαδή, ὁ γενικός νόμος νά καταργήσει τόν εἰδικόν ( ad hoc ) νόμον. Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἡ Ἱερά Σύνοδος δύναται νά ἐπικαλεσθῇ τήν ἰσχύν τοῦ νόμου 1988/1991, ἄλλως, καί ὅλως ἐπικεκουρηκώς, δύναται νά ἀποφασίση τήν προαιρετικήν ἀναγραφήν τοῦ θρησκεύματος.
Γ) Ἡ Ἱερά Σύνοδος νά δηλώση ὅτι ἀντιτίθεται σαφῶς εἰς κάθε εἴδους ἠλεκτρονικάς ταυτότητας καί εἰς τήν καθιέρωσιν ἑνιαίου κωδικοῦ ἀριθμοῦ δι’ ἕκαστον πολίτην, ὅπως ἐπιτάσσει ἡ ἰσχύουσα εἰσέτι νομοθεσία, άντιπροτείνοντας εἰς τήν πολιτείαν τήν ἔκδοσιν συγχρόνων καί τεχνικῶς ἀπροσφόρων εἰς πλαστογράφησιν ταυτοτήτων.
Δ) Ὡς πρός τόν ‘ἀποκαλυπτικόν’ ἀριθμόν 666, ἡ Ἐκκλησία νά δηλώση, ὅτι ἐφ’ ὅσον προκαλεῖ τάς συνειδήσεις τῶν πιστῶν Χριστιανῶν, νά μή συμπεριληφθῆ ὁ ἀριθμός αὐτός εἰς τάς σχεδιαζομένας νέας ταυτότητας».
Ἀπό ὅσα ἀνεφέρθησαν φαίνονται καθαρά τρία σημεῖα.
Πρῶτον. Ἡ Ἱερά Σύνοδος μέ τίς ἁρμόδιες Ἐπιτροπές ἐργάσθηκε σοβαρά, εἰλικρινά καί ἐνήργησε ψύχραιμα. Ἔγινε ἐπιμελής προετοιμασία, ἀποκτήθηκε γνώση τοῦ ἀντικειμένου αὐτοῦ καί τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἦσαν ἕτοιμα γιά τόν διάλογο πού θά γινόταν. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἔκανε τίς σχετικές παραστάσεις στούς ἁρμόδιους φορεῖς τῆς Πολιτείας.
Δεύτερον. Ἡ Ἱερά Σύνοδος σεβάστηκε τήν πολιτική κατάσταση πού ἐπικρατοῦσε τήν ἐποχή ἐκείνη, λόγῳ τῆς προεκλογικῆς περιόδου, καί δέν ἤθελε νά ἀναμειχθῇ σέ κομματικές διαμάχες. Δέν θέλησε, δηλαδή, οὔτε νά ἐκβιάση τά πράγματα, οὔτε νά καθορίση τίς πολιτικές ἐξελίξεις. Ταυτόχρονα ἔδειξε, ὅπως ἔπρεπε νά κάνη, ἐμπιστοσύνη στούς ἁρμόδιους καί ὑπευθύνους φορεῖς τῆς Πολιτείας, οἱ οποίοι διαβεβαίωσαν ὅτι θά γινόταν διάλογος τῆς Πολιτείας μέ τήν Ἱερά Σύνοδο γιά τό θέμα αὐτό.
Τρίτον. Οἱ φορεῖς τῆς Πολιτείας ἐνεργοῦσαν μυστικά, ὑποκριτικά. Θά ἤθελα νά μοῦ συγχωρεθοῦν αὐτές οἱ φράσεις, ἀλλά δέν μπορῶ νά βρῶ ἄλλες πιό εὐγενικές καί ἐκφραστικές πού νά ἀποδίδουν τήν κατάσταση. Φαίνεται ὅτι εἶχαν σχεδιάσει τόν τρόπο δράσεως, εἶχαν καταλήξει σέ συγκεκριμένες ἀποφάσεις, γιά νά ὑπονομεύσουν τόν νόμο 1988/1991. Αὐτό φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ νόμος αὐτός, καίτοι εἶχε ψηφισθῆ καί εἶχε ἐκδοθῆ ἡ ὑπουργική ἀπόφαση, δέν ἐφαρμοζόταν. Ἐπίσης, δέν προχωροῦσε ἡ ἔκδοση νέων ταυτοτήτων, ἔστω καί μετά τήν ψήφισή του, ἡ ὁποία ψήφιση ἔγινε ἐν μέσῳ πολλῶν ἀντιδράσεων καί διαμαρτυριῶν τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Κατά καιρούς ὑπῆρχαν μερικές νύξεις ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ, ὅπως τοῦ κ. Ὑπουργοῦ Δημοσίας Τάξεως Χρυσοχοϊδη, ὅτι ἡ ἔκδοση τῶν ταυτοτήτων θά ξεκινοῦσε ἀπό μηδενική βάση, ἀλλά ἡ περίοδος μεταξύ Εὐρωεκλογῶν καί Ἐθνικῶν ἐκλογῶν ἴσως δέν ἐθεωρεῖτο ἡ κατάλληλη γιά νά ἀποκαλύψουν τά σχέδιά τους, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἔγινε ἀμέσως μετά τήν λήψη ἐντολῆς γιά τόν σχηματισμό νέας Κυβερνήσεως.
Ἡ Ἐκκλησία (κληρικοί καί λαϊκοί) ἔλαβε στήν πράξη ἕνα πολύ καλό μάθημα, νά μήν ἐμπιστεύεται τούς φορεῖς τῆς Πολιτείας, ὅταν θά ἔρχεται σέ διάλογο μαζί τους, ἀλλά νά δρᾶ μεθοδευμένα, ἐπιστημονικά καί ταχύτατα, ὥστε νά ἐκφράζῃ τίς ἐπιθυμίες καί τά ὁράματα τοῦ λαοῦ.
4. Ὁ Νόμος 2472/97- «περί προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα»
Τελευταία ἔγινε ἐπίκληση τοῦ νόμου 2472/1997 «περί προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα» γιά νά δικαιολογηθῆ ἡ ἀπάλειψη ἀπό τίς ταυτότητες τῆς ἐνδείξεως τοῦ θρησκεύματος, μέ τήν αἰτιολογία ὅτι πρέπει νά γίνονται σεβαστές οἱ θρησκευτικές πεποιθήσεις τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Μάλιστα ἰσχυρίσθηκαν ὅτι ὁ νόμος αὐτός «καθιερώνει ἑρμηνεία καί ἐφαρμογή τῶν παλαιοτέρων ρυθμίσεων γιά τά δελτία ταυτότητος» [9], καθώς ἐπίσης ὁ νόμος «καθιερώνει, τροποποιῶντας κατά τοῦτο ὡς νεώτερος καί εἰδικότερος, ἐν σχέσει μέ τά δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα τήν προηγούμενη νομοθεσία» [10]
Γιά τόν λόγο αὐτό, νομίζω, ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά γίνη μιά σύντομη περιγραφή καί ἀνάλυση τοῦ νόμου αὐτοῦ, πού μέχρι τώρα ἦταν ἄγνωστος στόν πολύ λαό, ἀλλά ἀπό ἐδῶ καί πέρα θά γίνεται ευρεία χρήση καί σε ἄλλα ζητήματα πού θά ἀναφύονται.
Ἡ Ἀρχή Προστασίας τῶν Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα προβλέπεται ἀπό τόν νόμο 2472/97 (ΦΕΚ50,10/4/97, τεῦχος Α’) «΄Προστασίας τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα».
Α) ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΨΗΦΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Τό 1983 συστήθηκε ὁμάδα ὑπό τόν Σύμβουλο τῆς Ἐπικρατείας κ. Κακούρη καί τούς Καθηγητές καί Νομικούς κ.κ. Παπαδημητρίου, Παυλόπουλο, Μαρῖνο, Μαυριά, Χαλαζωνίτη. Τό προσχέδιο παρουσιάστηκε στόν Τύπο, στίς 9-11-1986. Κατατέθηκε στήν Βουλή τό 1988 ἀπό τόν Μένιο Κουτσόγιωργα, ἀφοῦ προηγήθηκαν τροποποιήσεις τοῦ Ἐλ. Βερυβάκη, χωρίς νά προχωρήση ἡ ψήφισή του. Στήν συνέχεια κατατίθεται διαδοχικά στήν Βουλή τό 1991 ἀπό τόν Ἀθανάσιο Κανελλόπουλο, τό 1992 ἀπό τόν Μιχ. Παπακωνσταντίνου, χωρίς νά συζητηθῆ, τήν περίοδο 1993-1995 ἀπό τόν Γ. Κουβελάκη, καί τούς διαδόχους του Ἀ. Πεπονῆ καί Ἰ. Ποτάκη. Ἔπειτα κατατέθηκε τό 1996 ἀπό τόν Εὐάγ. Βενιζέλο, χωρίς νά συζητηθῆ, λόγῳ τῶν ἐκλογῶν τοῦ Σεπτεμβρίου. Τελικῶς, κατατέθηκε τό 1997 ἀπό τόν Εὐάγγελο Γιαννόπουλο καί ψηφίστηκε μέ πολλές ἀντιδράσεις. [11]
Β) Ο ΝΟΜΟΣ 2472/97 ΠΡΟΒΛΕΠΟΤΑΝ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Ὁ νόμος 2472/97 ἦταν καρπός εὐρωπαϊκῶν συνθηκῶν καί συμβάσεων.
Μνημονεύουμε τήν Σύμβαση 108 τῆς 28ης Ἰανουαρίου 1981 τοῦ Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης «γιά τήν προστασία τῶν ἀτόμων ἀπό τήν αὐτοματοποιημένη ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα», πού κωδικοποίησε γιά πρώτη φορά τίς ἀρχές πού πρέπει νά διέπουν τήν αὐτοματοποιημένη ἐπεξεργασία τῶν προσωπικῶν δεδομένων. Ἡ Ἑλλάδα ὑπέγραψε τήν Σύμβαση τήν 7-2-1983 καί τήν ἐπικύρωσε μετά ἀπό τρία χρόνια μέ τόν νόμο 2068/1992. Ὅμως γιά νά καταθέση ἡ Ἑλλάδα ἔγγραφο ἐπικύρωσης ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας ἔπρεπε κατά τό ἄρθρο 4 παρ. 1 νά ὑπάρχει νόμος πού νά ἐξασφαλίζη τήν προστασία τῶν πληροφοριῶν πού περιέχει ἡ Σύμβαση.
Ἐπίσης, ὑπάρχει καί ἡ Κοινοτική ὁδηγία 95/46 τῆς 24ης Ὀκτωβρίου 1995 «γιά τήν προστασία τῶν φυσικῶν προσώπων ἔναντι τῆς ἐπεξεργασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα καί γιά τήν ἐλεύθερη κυκλοφορία τῶν δεδομένων αὐτῶν». Τό ἄρθρο 32 παρ. 1 τῆς ὁδηγίας θέτει στά Κράτη- Μέλη προθεσμία νά συμμορφωθοῦν ἤ νά προσαρμοσθοῦν στούς κανόνες της, μέχρι τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1998.
Ἀκόμη γιά νά μπορέση ἡ Ἑλλάδα νά προχωρήση στήν Σύμβαση τῆς Σένγκεν ἦταν ὑποχρεωμένη νά θεσπίση σχετική νομοθεσία σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 126 τῆς Σύμβασης. Χαρακτηριστικά εἶναι καί τά ἄρθρα 117 καί 118 τῆς Συνθήκης Σένγκεν[12].
Γ) ΒΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Ὁ νόμος 2472/97 κρίθηκε ἀναγκαῖος λόγῳ τῆς νέας πραγματικότητας πού ἐπικρατεῖ σήμερα μέ τήν μεγάλη χρήση τῆς πληροφορικῆς, διά τῶν ὁποίων εἶναι δυνατόν νά παραβιασθῆ ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Γι’ αὐτό ἄλλωστε καί στό ἄρθρο 1 τοῦ νόμου λέγεται σαφῶς: «Ἀντικείμενο τοῦ παρόντος νόμου εἶναι ἡ θέσπιση τῶν προϋποθέσεων γιά τήν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα πρός προστασία τῶν δικαιωμάτων καί τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν τῶν φυσικῶν προσώπων καί ἰδίως τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς».
Ἀπό τό ἄρθρο αὐτό, ἀλλά καί ἀπό τήν προσεκτική μελέτη τοῦ πνεύματος πού διέπει τόν νόμο φαίνονται σαφῶς δύο πράγματα.
Πρῶτον, ὅτι ἐπιδιώκεται ἡ προστασία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τίς διάφορες ἐπεξεργασίες τῶν προσωπικῶν δεδομένων του. Καί αὐτό τό γεγονός πρέπει ὁπωσδήποτε νά χαιρετισθή καί νά ἐπαινεθῇ. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά διατηρήση τήν προσωπική του ἐλευθερία, ὅσο εἶναι δυνατόν ἐν ὀνόματι τῆς ἀτομικῆς του ἐλευθερίας νά καταργεῖται ἡ ἑνότητα τοῦ συνόλου, ἐπειδή τότε θά καταλήγαμε στήν ἀναρχία, οὔτε βέβαια ἐν ὀνόματι τῆς ἑνότητος τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου νά καταργεῖται ἡ ἀτομική ἐλευθερία, ἐπειδή τότε θά καταλήγαμε στήν δικτατορία.
Δεύτερον, φαίνεται ὅτι διά τοῦ νόμου αὐτοῦ γιά πρώτη φορά ἐπιτρέπεται, ἔστω καί κατ’ ἐξαίρεση, ἡ ὁποία ἐξαίρεση ἐπειδή ἁπλώνεται σέ μεγάλο φάσμα καθίσταται ἐπικίνδυνη, ἡ ἠλεκτρονική ἐπεξεργασία τῶν προσωπικῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα (ἄρθρα 5 καί 7), ἐπιτρέπεται ἀκόμη ἡ διασύνδεση τῶν ἀρχείων (ἄρθρο 8), καθώς ἐπίσης ἐπιτρέπεται καί ἡ διασυνοριακή ροή δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα εἴτε πρός χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης εἴτε, μέ προϋποθέσεις, καί σέ τρίτες χῶρες (ἄρθρο 9). Σαφῶς στό ἄρθρο 9 λέγεται: «Ἡ διαβίβαση δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα σέ χῶρες της Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης εἶναι ἐλεύθερη. Ἡ διαβίβαση πρός χώρα πού δέν ἀνήκει στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα μετά τήν διαβίβαση τους, ἐπιτρέπεται ὕστερα ἀπό ἄδεια τῆς Ἀρχῆς».
Ἑπομένως, ὁ νόμος αὐτός ἔχει διφυῆ χαρακτῆρα, ἤτοι προστατεύει τόν ἄνθρωπό ἀπό τήν ἐπεξεργασία τῶν προσωπικῶν του δεδομένων, ἀλλά καί παρέχει ἄδεια ἐπεξεργασίας τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα. Καί βέβαια κανείς δέν ἀρνεῖται τήν ἀναγκαιότητα τέτοιων νόμων στίς σύγχρονες κοινωνίες, καθώς ἐπίσης κανείς δέν μπορεῖ νά ἀρνηθῆ τίς προθέσεις τοῦ νομοθέτου καί τῶν ἀνθρώπων πού ἐργάσθηκαν γιά τόν σκοπό αὐτό. Ἀλλά δέν μπορεῖ νά παραθεωρηθή ὅτι μέσα σέ ἕνα σύντομο χρονικό διάστημα χρειάστηκε νά γίνει τροποποίηση τοῦ νόμου, γιατί θεωρήθηκε ὅτι ὁ νόμος, ὅπως ψηφίσθηκε τό 1997, κάλυπτε τά φυσικά πρόσωπα (ἄρθρο 1) καί ἄφηνε ἀκάλυπτα τά νομικά πρόσωπα, τά ὁποία ἔτσι ἐστεροῦντο προστασίας. Μέ τήν πρόσφατη τροποποίηση πού ἔγινε καλύφθηκε αὐτό τό κενό.
Δ) ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΝΌΜΟΥ 2472/1997
Ἐπειδή δέν εἶμαι νομικός, γι’ αὐτό κατέφυγα σέ μιά ἐπιστημονική μελέτη σχετικά μέ τό θέμα, γνωρίζοντας, βέβαια, ὅτι μπορεῖ νά ὑπάρχουν καί ἄλλες ἀπόψεις. Ἐδῶ ἁπλῶς καταγράφω τίς σκέψεις αὐτές γιά νά δοθῆ δυνατότητα περαιτέρω ἐπεξεργασίας τοῦ θέματος.
Ὑπάρχει μιά μελέτη τήν ὁποία εἰσηγήθηκε ὁ Δαμιανός Κατραμάδος, στό μεταπτυχιακό τμῆμα Δημοσίου Δικαίου καί Πολιτικῆς Ἐπιστήμης (Β’ ἔτος) Νομικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης καί συγκεκριμένα στό Συνταγματικό Δίκαιο, ὑπό τήν ἐπίβλεψη τῶν καθηγητῶν Ἀντώνη Μανιτάκη, Κώστα Χρυσογόνου καί Ἰφιγένειας Καματσίδου μέ θέμα «κριτική παρουσίαση τοῦ νόμου 2472/1997......». Στήν ἐργασία αὐτή, ἀφοῦ παρουσιάζονται τά διεθνῆ καί εὐρωπαϊκά κείμενα, καθώς ἐπίσης ἡ ἑλληνική ἔννομη τάξη σχετικά μέ τήν προστασία τοῦ ἰδιωτικοῦ βίου καί τήν προστασία προσωπικῶν δεδομένων,στήν συνέχεια σέ ἄλλα κεφάλαια, ἀφ’ ἑνός μέν γίνεται ἀνάλυση κατ’ ἄρθρο τοῦ νόμου, ἀφ’ ἑτέρου δέ γίνονται κριτικές παρατηρήσεις στόν νόμο.
Τά συμπεράσματα τῆς μελέτης εἶναι ἐνδιαφέροντα.
1. Ἡ Ἑλλάδα εἶχε διεθνεῖς καί κοινοτικές ὑποχρεώσεις νά ψηφίση τόν νόμο γιά τήν προστασία τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα.
2. Ὁ νομοθέτης ἔλαβε ὡς πρότυπο τήν Σύμβαση 108 τοῦ Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης καί τήν ὁδηγία 95/46 τοῦ Ε.Κ. κατά τήν σύνταξη τοῦ νόμου «χρησιμοποιῶντας πολλές φορές τίς ἴδιες γενικόλογες διατάξεις τῶν παραπάνω κειμένων χωρίς ἰδιαίτερες ἐξειδικεύσεις».
3. «Παρά τίς φιλότιμες προσπάθειες καί τίς ἐξαγγελίες τῶν συντακτῶν του, ὁ νόμος δυναμιτίζει τό Κράτος Δικαίου, καθώς «ὁ πολίτης οὐσιαστικά στερεῖται βασικῶν συνταγματικῶν του δικαιωμάτων, βρίσκεται ἀκάλυπτος καί ἀπροστάτευτος μπροστά σέ ὁποιονδήποτε Ἕλληνα ἤ ξένο, κρατικό ὑπάλληλο ἤ ἰδιώτη ἐπιθυμεῖ νά συλλέξει ἤ νά ἐπεξεργασθεῖ προσωπικά του δεδομένα, νά διασυνδέσει αρχεία ἤ καί νά τά ἀποστείλει στό ἐξωτερικό. Τίς περισσότερες φορές ὁ νόμος ξεκινᾶ ἀπό μιά ὀρθότατη βαρύγδουπη ἀπαγόρευση, ἡ ὁποία ὅμως στήν συνέχεια ἀναιρεῖται ἀπό μία σειρά ἐξαιρέσεων».
4. Οὐσιαστικά, μέ τόν νόμο αὐτό «νομιμοποιήθηκε ἡ προηγούμενη ἀσυδοσία, χωρίς ὅμως ὁ πολίτης νά διαθέτη ἐκεῖνες τίς ἀσφαλιστικές δικλεῖδες (πού ὑπάρχουν σέ ἄλλες χῶρες, ὅπως γιά παράδειγμα στήν Γερμανία), πού θά τοῦ ἐπιτρέψουν νά γνωρίζη ποιός συγκεντρώνει προσωπικά του στοιχεῖα καί γιά ποιό λόγο.
Μόνον ἔτσι θά μπορεῖ νά παρεμβαίνει στήν διαδικασία ἀποτελεσματικά καί νά διορθώνει τίς λανθασμένες ἐγγραφές».
5. Σήμερα ὁ πολίτης «βρίσκεται ἐντελῶς διαφανής, ἀπόλυτα ἐλέγξιμος καί ἠλεκτρονικά χειραγωγήσιμος, χωρίς νά γνωρίζη οὐσιαστικά ἀπό ποιόν κινδυνεύει καί πώς μπορεῖ νά ἀμυνθεῖ».
6. «Τό νομοθέτημα αὐτό ἀποτελεῖ ἐπικίνδυνη ρωγμή στήν Ἀρχή τοῦ Κράτους Δικαίου καί τήν Δημοκρατική Ἀρχή καί θεωρῶ ὅτι εἶναι ἐπιτακτική ἀνάγκη ὁ νόμος αὐτός ἄμεσα νά τροποποιηθεῖ, ὥστε οἱ διατάξεις του νά εἶναι σύμφωνα μέ τό Ἑλληνικό Σύνταγμα».
7. «Ἐρωτηματικά προκαλεῖ τό γεγονός ὅτι ἐπιλέχθηκε ἡ λύσης τῆς ἀνεξάρτητης διοικητικῆς ἀρχῆς (μέ τά γνωστά προβλήματα πού παρουσιάζει ἡ ἐφαρμογή αὐτοῦ τοῦ θεσμοῦ στήν Ἑλλάδα, κυρίως λόγῳ τῶν συνεχῶν ἐπεμβάσεων τοῦ Κράτους), καί ὄχι ἡ σύσταση μιᾶς δικαστικῆς ἀρχῆς, ἐν ὄψει τῆς σοβαρότητας τῶν ζητημάτων πού ἡ Ἀρχή θά διαχειρίζεται»
Ε) Ο ΝΟΜΟΣ 2472/97 ΚΑΙ ΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑ ΣΤΙΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ
Ἡ ἐπίκληση τοῦ νόμου αὐτοῦ γιά τήν διαγραφή ἀπό τίς ταυτότητες τοῦ θρησκεύματος δέν εἶναι εὔστοχη γιά δύο βασικούς λόγους.
Ὁ πρῶτος γιά τό ὅτι ὁ νόμος 2472/97 κάνει λόγο γιά θρησκευτικές πεποιθήσεις καί ὄχι γιά θρήσκευμα. Γιά παράδειγμα, ὅταν ὁρίζη τά δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα καί εὐαίσθητα δεδομένα γράφει:
«Δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα· κάθε πληροφορία πού ἀναφέρεται στό ὑποκείμενο τῶν δεδομένων. Δέν λογίζονται ὡς δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα τά στατιστικῆς φύσεως συγκεντρωτικά στοιχεῖα, ἀπό τά ὁποία δέν μποροῦν πλέον νά προσδιορισθοῦν τά ὑποκείμενα τῶν δεδομένων.
Εὐαίσθητα δεδομένα· τά δεδομένα πού ἀφοροῦν τή φυλετική ἤ ἐθνική προέλευση, τά πολιτικά φρονήματα, τίς θρησκευτικές ἤ φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τή συμμετοχή σέ ἕνωση, σωματεῖο καί συνδικαλιστική ὀργάνωση, τήν ὑγεία, τήν κοινωνική πρόνοια καί τήν ἐρωτική ζωή, καθώς καί τά σχετικά μέ ποινικές διώξεις ἤ καταδίκες».
Ὅμως ὑφίστανται διαφορά μεταξύ θρησκεύματος καί θρησκευτικῆς πεποιθήσεως.
Βέβαια, ὁ νόμος 2472/97 καί ἡ ὁρολογία πού χρησιμοποιεῖ εἶναι μεταφρασμένα ἀπό ἄλλη γλῶσσα καί νοοτροπία, πού δέν γίνονται ἀποδεκτά καί κατανοητά ἀπό τόν μέσο Ἕλληνα πολίτη. Προέρχονται ἀπό μιά περιοχή, δηλαδή τή Εὐρώπη, στήν ὁποία γιά αἰῶνες ἐπικρατοῦσαν ρατσιστικές – φεουδαλιστικές ἀντιλήψεις, θρησκευτικές διαμάχες καί ἐξουθενωτικοί κοινωνικοί πόλεμοι. Ὅλα αὐτά ἔχουν σχέση μέ ρεύματα ποικίλα, ὅπως εἶναι ὁ διαφωτισμός, ὁ νεωτερισμός, ἡ μεταρρύθμιση κλπ. Ἁπλῶς ὑπενθυμίζω ὅτι κατά τίς πρωτότυπες ἔρευνες τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ἀπό ἀρχειακό ὑλικό, ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση ἦταν ἀποτέλεσμα καί καρπός τῆς ἀντίδρασης ὑποδούλων Ρωμηῶν ἐναντίον τῶν Φράγκων κατακτητῶν, ἀφοῦ μάλιστα ὁ θεωρητικός τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, ἀββᾶς Emmanuel Sieyes, πού κατήρτισε τό Σύνταγμα, ἦταν Ρωμηός.
Μέσα σε αὐτήν τήν προοπτική πρέπει νά δοῦμε τίς τρεῖς λέξεις: εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Ἀπό ὀρθόδοξη προοπτική ἔχουμε σοβαρές ἐπιφυλάξεις γιά τήν ὁριοθέτηση αὐτῶν τῶν ὅρων. Οἱ Εὐρωπαῖοι, ὅταν κάνουν λόγο γιά προσωπικές ἐλευθερίες, ἐννοοῦν τίς ἀτομικές ἐλευθερίες. Ἔπειτα, ἀκατανόητος εἶναι καί ὁ ὄρος δεδομένα. Δηλαδή, γιατί οἱ πολιτικές πεποιθήσεις νά εἶναι δεδομένα; Ὁ ἄνθρωπος σέ κάποια φάση μπορεῖ νά μήν ἔχη πολιτικές πεποιθήσεις.
Ἄν τελικά δεχθοῦμε μέ προϋποθέσεις τήν ὁρολογία «εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα», τότε μποροῦμε νά καταλήξουμε σέ μερικά συμπεράσματα σχετικά μέ τίς λεγόμενες θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Θεωρῶ ὅτι γίνεται μιά σύγχυση μεταξύ θρησκεύματος καί θρησκευτικῶν πεποιθήσεων. Ὅμως εἶναι μεγάλη ἡ διαφορά μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο πραγματικοτήτων. Τό θρήσκευμα συνδέεται μέ τα ἐξωτερικά στοιχεῖα τῆς προσωπικότητος. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἀποκτοῦμε τό θρήσκευμα, τήν ἐκκλησιαστική ζωή μέ συγκεκριμένο τρόπο πού γίνεται σέ δημόσιο χῶρο, καταγράφεται στό Ληξιαρχεῖο καί ἐκφράζεται σέ κοινωνικό χῶρο, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος ἐκκλησιάζεται συμμετέχει σέ λατρευτικές συνάξεις, καί ἐκδηλώνει ποικιλοτρόπως τήν ἐλεύθερη αὐτή τοποθέτησή του. Οἱ θρησκευτικές του ὅμως πεποιθήσεις μποροῦν νά διαφοροποιοῦνται ἀπό Χριστιανό σέ Χριστιανό, ἀνάλογα μέ τόν τρόπο ζωῆς του, τήν γνώση του, τήν παιδεία του καί τίς κοινωνικές καταβολές. Αὐτές οἱ θρησκευτικές πεποιθήσεις εἶναι εὐαίσθητα δεδομένα, καί φυσικά, κανείς δέν μπορεῖ νά τά ἀρχειοθετήση.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τίς πολιτικές πεποιθήσεις. Ἄλλο εἶναι ἡ πολιτική, πού εἶναι ἔκφραση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι ὅμως εὐαίσθητο καί μυστικό, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος ἀνήκει σέ ἕναν κομματικό σχηματισμό, καί ἄλλο εἶναι οἱ πολιτικές πεποιθήσεις, οἱ διάφορες ἀντιλήψεις του γιά τήν ἰδεολογική τοποθέτησή του σέ σχέση μέ τίς ἀρχές τοῦ κόμματος καί τίς τελικές ἐπιλογές του σέ περίοδο ψηφοφορίας.
Ἡ ταύτιση μεταξύ θρησκεύματος καί θρησκευτικῶν πεποιθήσεων, δηλαδή ἡ ταύτιση καί σύγχυση μεταξύ προσωπικῶν δεδομένων καί εὐαίσθητων προσωπικῶν δεδομένων, εἶναι ἐπικίνδυνη γιά πολλούς λόγους. Πρῶτα, γιατί δίνει στόν ἄνθρωπο τήν δυνατότητα νά βιώση τήν διαφορά μεταξύ τοῦ εἶναι καί τοῦ φαίνεσθαι μέ ἀποτέλεσμα νά γίνη ἕνα σχιζοφρενικό ὄν. Δεύτερον, γιατί τόν ὠθεῖ στόν ἀσφυκτικό κόσμο τῆς μοναξιᾶς καί τῆς ἀπομόνωσης ἀπό τίς σχέσεις μέ τούς ἀνθρώπους. Τρίτον, γιατί ἀφήνει πολλά περιθώρια γιά νά ἀναπτύσσονται θρησκευτικές κινήσεις, ἀπό τίς ὁποῖες μερικές εἶναι καταστρεπτικές γιά τήν κοινωνία. Τελικά, αὐτή ἡ ταύτιση δημιούργησε ἕναν ἄνθρωπο – ρομπότ, χωρίς νόημα ζωῆς καί σκοπό ὕπαρξης, μέ ἕνα ὑπαρξιακό κενό, ἕρμαιο ὅλων τῶν τρομερῶν καί ἀπάνθρωπων ἰδεολογιῶν.
Θεωρῶ ὅτι ὁ νόμος 2472/97 δέν ἔχει σχέση μέ τίς ταυτότητες καί τήν δήλωση τοῦ θρησκεύματος, ἡ ὁποία ἀναγραφή εἶναι πράξη ἐλευθερίας, σοβαρότητος, ὑπευθυνότητος. Ἀντίθετα, ἡ τάση νά μή δηλώνη κανείς τό θρήσκευμα δημιούργησε ὑποψίες καί λειτουργεῖ περισσότερο στόν ἀποπροσανατολισμό καί ὡς ἀποχρωματιστικό τῆς κοινωνίας μας στίς διαχρονικές παραδόσεις της.
Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι ὅτι ὁ νόμος 2472/97 εἶναι γενικός νόμος καί δέν ἀφορᾶ τόν εἰδικό νόμο 1988/91 πού ἀναφέρεται στίς ταυτότητες. Καί πάντως ἄν παρατηρηθῆ ὅτι ἔχει κάποια σχέση θά πρέπη μέ βάση τόν νόμο 2472/97 νά προσωρήση ἡ Κυβέρνηση σέ νομοθετική ρύθμιση τοῦ νόμου 1988/91 περί ταυτοτήτων.
Πάντως εἶναι σημαντικά ὅσα ἔγραψε σέ ἀριθμό στό Βῆμα ὁ κ. Ἀναστάσιος Μαρῖνος γιά τήν ἐπίκληση τοῦ νόμου αὐτοῦ σχετικά μέ τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Γράφει μεταξύ ἄλλων:
«Ὁ κ. Κων. Δαφέρμος μάλιστα ἐδήλωσε (βλ. ἐφημερίδα «τά Νέα» τῆς 12ης Μαΐου 2000) ὅτι μόνο ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἰς τήν ταυτότητα εἶναι παράνομη ἀλλά καί ὅτι ‘ὁ πολίτης δέν πρέπει κἄν νά ἐρωτᾶται’ διά τό ἄν θέλει ἤ ὄχι νά ἀναγραφεῖ εἰς τήν ταυτότητά του τό θρήσκευμά του. Ἀνεξαρτήτως τοῦ ὅτι ὁ κ. Δαφέρμος ὄφειλε διά λόγους δεοντολογίας ἀλλά καί νομιμότητας, ἐφ’ ὅσον μάλιστα εἶναι πρώην ἀντιπρόεδρος τοῦ Ἀρείου Πάγου, νά μήν κάνει αὐτές τίς δηλώσεις προτοῦ ἀποφανθεῖ ἡ Ἀνεξάρτητη Ἀρχή τῆς ὁποίας προεδρεύει καί τήν ὁποίαν εἶχε καλέσει νά γνωμοδοτήσει πρός τοῦτο, διότι εἶναι ἀδύνατον νά θεωρηθεῖ ὅτι διά τῶν δηλώσεων αὐτῶν, γενομένων δημοσία σκοπεῖται, λόγῳ καί τοῦ κύρους τοῦ κ. Δαφέρμου, ὁ ἐπηρεασμός τῶν μελῶν τῆς Ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία παύει οὕτω νά εἶναι ἀνεξάρτητη, ἀνεξαρτήτως λοιπόν τοῦ ζητήματος αὐτοῦ, ἡ ἄποψις αὐτή εἶναι προδήλως ἀβάσιμη καί ἰδού διά ποῖον λόγον:
Ἡ καταχώρισις τοῦ θρησκεύματος εἰς τό δελτίον ἀστυνομικῆς ταυτότητας δέν ἀποτελεῖ καταχώρισιν εἰς Ἀρχεῖον Δεδομένων καί ἄρα δέν ἀποτελεῖ ‘ἐπεξεργασίαν’. Ἄν ἡ Ἀστυνομία θέλει νά διατηρήσει ἀρχεῖον διά τῆς καταχωρίσεως ἀντιγράφου τοῦ δελτίου ταυτότητος τότε παραβιάζει αὐτή τόν νόμο περί προστασίας τῶν προσωπικῶν δεδομένων μέ τό νά διατηρεῖ τό ἀρχεῖον καί ὄχι μέ τό νά χορηγεῖ εἰς τόν πολίτην δελτίον ταυτότητος εἰς τό ὁποῖον θά ἀναγράφεται τό θρήσκευμα. Δηλαδή θά συμφωνοῦσα νά χορηγεῖται εἰς τόν πολίτην δελτίον ταυτότητος μέ καταχωρισμένον τό θρήσκευμα, ἀλλά ἀντίγραφον τό ὁποῖον κρατᾶ ἡ Ἀστυνομία νά μήν περιέχει τό θρήσκευμα. Βέβαια, τό ἀντίγραφον τό ὁποῖον κρατᾶ ἡ Ἀστυνομία περιέχει καί ἄλλα προσωπικά δεδομένα, ὅπως τό ἐπάγγελμα, ἡ προσωπική κατάσταση, π.χ. τό ἔτος γεννήσεως τό ὁποῖο γιά τίς γυναῖκες εἶναι ἰδιαίτερα ‘εὐαίσθητο’ κ.α. Γιά ὅλα ὅμως αὐτά τά ὁποία ἀναφέρονται στήν ἰδιωτική ζωή ἡ ἀντίθετη ὡς ἄνω ἄποψις οὐδόλως ἐνοχλεῖται, διότι ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀπαραίτητα νά τά ἔχει ὑπ’ ὄψιν της ἡ Πολιτεία, διότι ἄν ἐλλείπουν τά στοιχεῖα αὐτά δυσχεραίνεται ἡ ἄσκηση τῶν νομίμων ἐξουσιῶν της ἰδίως ὅσον ἀφορᾶ τόν ἐντοπισμόν κακοποιῶν στοιχείων. Διότι δέν θά ἰσχύει λοιπόν τό ἴδιο καί διά τό θρήσκευμα, ὅταν μάλιστα ὁρισμένα θρησκεύματα περιέχουν δοξασίες ἐπικίνδυνες διά τήν δημόσιαν τάξιν, ὅπως ἀπεδείχθη προσφάτως καί ἀπό τό γεγονός ὅτι στίς ΗΠΑ οἱ ὀπαδοί ὁρισμένου θρησκεύματος αὐτοκτόνησαν ὁμαδικῶς, διότι αὐτό τούς ἐπέβαλε, στή συγκεκριμένη περίπτωση, ἡ θρησκεία τους;
Καί ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἀφοῦ ἡ ἐπεξεργασία (ἄρα καί ἡ καταχώριση σέ ἀρχεῖον) εὐαίσθητων δεδομένων, συνεπῶς καί τοῦ δεδομένου τῆς θρησκείας, ἐπιτρέπεται, ὅταν ἔχει δώσει τήν συγκατάθεσή του τό ὑποκείμενον (ἄρθρ. 5, παρ. 1 τοῦ Ν. 2472/97 καί ἄρθρον 8, παρ. 2α τῆς ὑπ’ ἀριθμ. 95/46/24.10.95 ὁδηγίας τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου) διά τίνα λόγον ὁ κ. Δαφέρμος ἀποκλείει τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στήν ταυτότητα ἐκείνων πού τό ἐπιθυμοῦν, καί γι’ αὐτό ἡ ταυτότητα πρέπει νά ἔχει τήν ἀντίστοιχη θέση γι’ αὐτό πρός συμπλήρωση».[13]
Τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι καίτοι ὁ νόμος γιά τήν προστασία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἐπεξεργασία τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα εἶναι ἀπαραίτητος στήν ἐποχή πού ζοῦμε μέ τήν εὐρεῖα χρήση τῆς πληροφορικῆς, ἐν τούτοις πρέπει νά προστατεύη τόν πολίτη νά τόν καταδυναστεύη ἀκόμη περισσότερο καί τότε ποιός θά μᾶς προστατεύη καί ἀπό τούς νόμους περί προστασία μας;
5. Κριτική τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες
Ἀμέσως μετά τίς βουλευτικές ἐκλογές καί τόν σχηματισμό τῆς Κυβερνήσεως ἄρχισαν ἐνοχρηστρωμένα νά προβάλλωνται ἀπόψεις ὄχι μόνον γιά τήν μή ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς νέου τύπου ταυτότητες, ἀλλά καί γιά τόν λεγόμενο χωρισμό Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, χωρίς οἱ περισσότεροι νά ἀντιλαμβάνονται τί ἐννοοῦν μέ τήν φράση αὐτή. Ὑπάρχει, δηλαδή, στό θέμα αὐτό πλήρης σύγχυση καί παραπληροφόρηση.
Οἱ πρῶτες δηλώσεις γιά τήν ἐπίκληση τοῦ νόμου 2472/97 «περί προστασίας τῶν δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα» ἐν σχέσει μέ τίς ταυτότητες προῆλθαν ἀπό τόν Ὑπουργό Δικαιοσύνης κ. Μιχαήλ Σταθόπουλο, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό τήν ὑπουργοποίησή του ἦταν μέλος τῆς Ἀρχῆς προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα καί ἔπειτα ἔκανε σχετικές δηλώσεις ὁ Πρόεδρος τῆς Ἀρχῆς κ. Δαφέρμος.
Στήν συνέχεια ἡ Ἀρχή ἔλαβε τήν ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 910/17-15/5/2000 ἀπόφασή της, στήν ὁποίαν ἀνακοίνωσε στή Βουλή γιά τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά δελτία ταυτότητος.
Εἶναι σημαντικό νά δοῦμε ὅλο τό προσκήνιο τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς ὅπως τό περιέγραψε σέ ἐπιστολή πού μοῦ ἀπέστειλε ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου, Ἡγούμενος τῆς Ἱεράς Μονῆς Μεταμορφώσεως Μετεώρων. Μεταξύ τῶν ἄλλων ἔγραψε:
«Θά ἤθελα, ἐπίσης νά θέσω ὑπόψη Σας ὅτι, ἀφοῦ ἡ Κυβέρνηση ἐπέλεξε νά ἐξοβελίσει τό θρήσκευμα διά τῆς διοικητικῆς ὁδοῦ, ἀποφεύγοντας, γιά εὐλόγους δικούς της λόγους, τήν νομοθετική ρύθμιση διά τοῦ Κοινοβουλίου, προηγήθηκε τό ἀκόλουθο παρασκήνιο:
Α) Ὁ κ. Στ. Μάνος, Πρόεδρος τῶν Φιλελευθέρων καί ἀνεξάρτητος Βουλευτής συνεργαζόμενος μέ τήν Ν.Δ., ἀπέστειλε τήν 11-5-2000 σχετική ἐπιστολή στόν ὑπουργό Δικαιοσύνης κ. Μιχ. Σταθόπουλο, ζητῶντας τήν σύγκληση τῆς Ἀρχῆς γιά το ἐπίμαχο ζήτημα. Σᾶς ἐπισημαίνω ὅτι σέ περίπτωση νίκης τῆς Ν.Δ. στήν θέση τοῦ κ. Σταθόπουλου θά ἦταν ὁ Μάνος. Τά συμπεράσματα δικά Σας.
Β) Ὁ κ. Ὑπουργός ἀπέστειλε τήν ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 1761/15-5-2000 ἐπιστολή του πρός τήν Ἀρχή προστασίας δεδομένων, διαβιβάζοντας τό αἴτημα τοῦ κ. Μάνου.
Γ) Αὐθημερόν ὁ Πρόεδρος τῆς Ἀρχῆς κ. Κ. Δαφέρμος εἰσηγήθηκε στήν Ἐπιτροπή καί προέκυψε ἡ ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 510/17 τῆς 15-5-2000 πρόφασή της.
Δ) Ἡ κ. Μ. Δαμανάκη, βουλευτής τοῦ Συνασπισμοῦ, προκαλεῖ μέ ἐρώτησή της ἀπάντηση τοῦ κ. Πρωθυπουργοῦ στίς 24-5-2000, μέ τήν ὁποία δηλώνει τήν κατάργηση τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος...»
Πρίν προχωρήσω σέ εἰδικές παρατηρήσεις θά ἤθελα νά κάνω μερικά εἰσαγωγικά σχόλια πού ἔχουν σχέση μέ τά ὅσα ἀναφέρθησαν στήν προηγούμενη ἑνότητα καί μέ ἐκεῖνα πού θά ἀκολουθήσουν.
Ἡ Ἀρχή προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα δέν μπορεῖ νά εἶναι καί τόσο ἀνεξάρτητη, ὅπως προβλέπεται ἀπό τόν νόμο 2472/97, γιατί τά μέλη της διορίζονται ἀπό τήν Κυβέρνηση καί αὐτό ἀφήνει πολλά ἐρωτηματικά.
Ἔπειτα, ἡ Ἀρχή δέν μπορεῖ νά ἔχη νομοθετικό χαρακτῆρα, οὔτε νά τροποποιῆ νόμους, οἱ οποίοι ψηφίστηκαν ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων, γιατί σέ μιά τέτοια περίπτωση ὑπονομεύονται οἱ δημοκρατικοί θεσμοί. Ἡ Ἀρχή δέν μπορεῖ νά τίθεται ὑπεράνω τῆς Κυβερνήσεως, οὔτε ἀκόμη νά θεωρεῖται σέ πλεονεκτικότερη θέση ἀπό τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας. Δηλαδή, τό ἔργο τῆς Ἀρχῆς εἶναι ἡ ἐποπτεία τοῦ νόμου καί ἄλλων ρυθμίσεων. Στόν νόμο 2472/97 γράφεται: «Συνιστᾶται Ἀρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα, μέ ἀποστολή τήν ἐποπτεία τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ παρόντος νόμου καί ἄλλων ρυθμίσεων πού ἀφοροῦν τήν προστασία τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα, καθώς καί τήν ἐνάσκηση τῶν ἁρμοδιοτήτων πού τῆς ἀνατίθεται κάθε φορά».
Ἑπομένως, ἄν ἤθελε αὐτοπροαιρέτως καί ὄχι κατόπιν ὑποδείξεως νά λάβη θέση ἡ Ἀρχή στό θέμα τῆς ἀναγραφῇς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἔπρεπε νά προτείνη καί στήν συνέχεια νά γίνη νομοθετική ρύθμιση ἀπό τήν Βουλή τοῦ νόμου 1988/91 περί τῶν ταυτοτήτων.
Μετά τά γενικά αὐτά σημεῖα θά προχωρήσω στόν ἐντοπισμό ἄλλων παραμέτρων.
Σέ πολλά σημεῖα ἡ ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς διακρίνεται ἀπό ἀσάφεια καί, ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ ἡ ἔκφραση, παραπληροφορεῖ, ὅπως γιά παράδειγμα στό σημεῖο πού λέγει ὅτι «οἱ διατάξεις τῶν νόμων 1599/1986 καί 1988/1991 παρέμειναν ἕως σήμερα ἀνενεργεῖς», χωρίς νά ἀναφέρη καί τήν σχετική ὑπουργική ἀπόφαση πού ἐξεδόθη καί τήν κινητικότητα πού ὑπῆρξε ὅλον αὐτόν τόν καιρό, ἀλλά κατέστη ἀδύνατο νά ἐφαρμοσθῆ, ὄχι ἀπό ἀδράνεια τῶν ἀρχῶν, ἀλλά ἀπό ἰσχυρές διαμαρτυρίες τοῦ λαοῦ καί ἀπό σκοπιμότητες τῆς Πολιτείας. Τήν ἴδια παραπλάνηση βλέπουμε καί στήν ἑρμηνεία τοῦ νόμου 2442/97 πού κάνει καί ἰδιαιτέρως τῶν ἄρθρων 5 καί 7, ἀκριβῶς ἐπειδή στά ἄρθρα αὐτά προβλέπεται περισσότερο νά καταγράφονται καί νά ἐπεξεργάζονται τά εὐαίσθητα δεδομένα πάρα νά προστατεύονται. Πάντως, ὁ νόμος αὐτός νομιμοποιεῖ τήν ἔστω καί μέ εὐρύτατες ἐξαιρέσεις καταγραφή καί ἐπεξεργασία τῶν εὐαίσθητων προσωπικῶν δεδομένων, μέ τήν ἐλεύθερη συγκατάθεση τοῦ «ὑποκειμένου».
Ἐπίσης, στήν ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς λέγονται τά ἀκόλουθα: «Ἐξ ἄλλου σέ κάθε περίπτωση τό κοινοτικό δίκαιο ἐπιβάλλει τήν συμμόρφωση πρός τήν ὁδηγία 95/46/ΕΚ καί τήν σύμφωνη μέ αὐτή ἑρμηνεία τῶν διατάξεων τοῦ ἐθνικοῦ δικαίου». Καί αὐτό εἶναι παραπλανητικό, γιατί ὅπως βλέπουμε σέ ἄλλο μέρος τῆς εἰσήγησης αὐτῆς, τό Εὐρωπαϊκό Κοινοβούλιο ὄχι μόνον δέν ἀπαγορεύει τήν ἀναγραφή του θρησκεύματος, ἀλλά δίδει τήν δυνατότητα τῆς ἀναγραφῇς του· ἐπίσης, καί οἱ Εὐρωπαϊκές Συνθῆκες ὄχι μόνον δέν ἀπαγορεύουν τήν ἀναγραφή, ἀλλά συνιστοῦν τήν διατήρηση τῆς ἰδιαιτερότητας κάθε κράτους-μέλους τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινότητος.
Ἀλλά ἐκεῖ πού φαίνεται ἡ παραπλανητική ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς εἶναι τό οὐσιαστικό σκεπτικό τῆς ἀποφάσεως – συστάσεως τῆς Ἀρχῆς. Καί ἐξηγοῦμαι ἀκόμη περισσότερο.
Ὁ Πάνος. Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου σέ ἐπιστολή πού μοῦ ἀπέστειλε ἐν ὄψει τῆς εἰσηγήσεώς μου στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γράφει γιά τό σημεῖο αὐτό:
«Τό σκεπτικό τῆς ἀποφάσεως – Συστάσεως τῆς Ἀρχῆς εἶναι τό ἐξῆς ἁπλό: Τό Δελτίο Ταυτότητας συνιστᾶ ἀρχεῖο ὑποκείμενο σέ ἐπεξεργασία κατά τήν ἔννοια τοῦ ν. 2472. Συνεπῶς οἱ ὅροι ἐπεξεργασίας τῶν δεδομένων πού περιέχει, μερικά μάλιστα ἀπό τά ὁποία εἶναι εὐαίσθητα ( λ.χ. τό θρήσκευμα), ἐμπίπτουν στό πεδίο ἐφαρμογῆς τοῦ νόμου 2472 καί συνεπῶς ἡ Ἀρχή ἔχει ἐξουσία νά ἐλέγξει τό θεμιτό τῆς ἐπεξεργασίας του.
Ἐπειδή ὁ ν. 2472 θέτει ὡς προϋπόθεση γιά τό θεμιτό τῆς ἐπεξεργασίας τήν ἀρχή τῆς προσφορότητας τῶν ἐπεξεργαζομένων- καταχωρουμένων στοιχείων σέ σχέση μέ τόν σκοπό καί τόν προορισμό τοῦ ἐλεγχομένου ἀρχείου, ἡ Ἀρχή ἔκρινε ὅτι μία σειρά ἀπό τά καταχωρούμενα στό Δελτίο Ταυτότητας στοιχεῖα (μεταξύ αὐτῶν καί τό θρήσκευμα) καί συνεπῶς ἡ καταγραφή τους συνιστᾶ ἀθέμιτη ἐπεξεργασία, τήν κατάργηση τῆς ὁποίας συνιστᾶ στήν Διοίκηση μέ τό διατακτικό της.
Ὅμως, καί ἐδῶ ἀκριβῶς συνίσταται ἡ νομική ΑΠΑΤΗ πού διέπραξε ἡ Ἀρχή γιά νά ἐξυπηρετήσει τόν ἐπιδιωκόμενο ἀπ’ ἀρχῆς σκοπό της, πού ἦταν ἡ ἀποβολή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες ὡς περιττοῦ, θεώρησε αὐθαίρετα, χωρίς μάλιστα καμία νομοθετική παραπομπή ὅτι ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ σκοπός καί προορισμό τῶν ταυτοτήτων εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ταυτοπροσωπίας τοῦ κατόχου τοῦ δελτίου. Στενεύοντας, λοιπόν ἔτσι αὐθαίρετα τόν κατά νόμο προορισμό τῶν ταυτοτήτων, θά μποροῦσε νά καταλήξει στό συμπέρασμα ὅτι τό θρήσκευμα ‘ὡς ἀναγόμενο στόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ ἀτόμου εἶναι ἀπρόσφορο καί μή ἀναγκαῖο γιά τήν ἐξατομίκευση τῆς ταυτότητάς του’. Καί, τελικά, συμπέρανε ὅτι ἡ καταχώρισή του ὡς περιττή (μή ἀναγκαία) εἶναι ἀθέμιτη ἐπεξεργασία καί τήν ἀπαγόρευσε.
Ὅμως αὐτό ΔΕΝ εἶναι ἀλήθεια. Σύμφωνα μέ τόν νόμο (ἄρθρα 6 καί 7 ν. 1599/1986 πού ΙΣΧΎΟΥΝ καί ΔΕΝ καταργήθηκαν) ὁ σκοπός καί προορισμός τῶν ταυτοτήτων εἶναι ΔΙΠΛΟΣ: α) ἐκεῖνος τῆς ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ τῆς ταυτότητας καί ὡς πρός μία σειρά ΑΛΛΩΝ στοιχείων τοῦ πολίτη μέ ἔννομες συνέπειες, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τό θρήσκευμα (ἄρθρο 7, ν. 1599/1986).
Τόν δεύτερο αὐτόν σκοπό, πού νομοθετήθηκε χάριν καταπολεμήσεως τῆς γραφειοκρατίας, τόν ἀποσιώπησε ἐντελῶς πονηρά ἡ Ἀρχή. Ὅμως, καί ἄν ἀκόμη κανείς συμφωνήσει μαζί της ὅτι ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος δέν εἶναι ἀναγκαία γιά τόν πρῶτο σκοπό, εἶναι ἀναμφίβολα ἀναγκαία γιά τόν δεύτερο σκοπό. Ἄρα, ἡ καταχώρισή του ὡς πράξη ἐπεξεργασίας εἶναι θεμιτή, ἡ δέ ἀπαγόρευσή πού προέρχεται ἀπό τόν χαρακτῆρα τοῦ θρησκεύματος ὡς εὐαισθήτου δεδομένου αἴρεται ἀπό τήν συγκατάθεση τοῦ πολίτη, τήν ὁποία ἐξασφαλίζει ἡ ἀποδεχόμενη ἀπό τήν Ἐκκλησία προαιρετικότητα τῆς ἀναγραφῇς.
Ἄρα, ἡ Σύσταση τῆς Ἀρχῆς δέν ἔχει νόμιμη βάση καί ὁ Πρωθυπουργός κακῶς βιάστηκε νά δηλώσει στή Βουλή ὅτι ὀφείλει ἡ Διοίκηση νά συμμορφωθεῖ».
Εἶναι, ἐπίσης, σημαντικό νά λεχθῆ ὅτι ὁ κ. Γεώργιος Ἀποστολάκης, Πρόεδρος Πρωτοδικῶν ἔκανε σχετική κριτική τῆς συγκεκριμένης ἀποφάσεως τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα γιά τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά δελτία ταυτότητος μέ σημαντικότατες παρατηρήσεις. Ἀξίζει, νομίζω, νά παρουσιασθῆ στήν συνέχεια τό συμπέρασμα τῆς μελέτης αὐτῆς:
«Ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά δελτία ταυτότητας συνιστᾶ μέν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα μέ εὐαίσθητο περιεχόμενο, πλήν ὅμως ἡ ἐπεξεργασία του ἀπό τά ἁρμόδια ὄργανα τοῦ Κράτους, ἡ ὁποία μάλιστα γίνεται σέ ἐκπλήρωση νόμιμης ὑποχρεώσεως τοῦ ὑπευθύνου ἐπεξεργασίας ὑπαλλήλου, εἶναι θεμιτή, διότι τό στοιχεῖο τοῦ θρησκεύματος εἶναι δεδομένο συναφές, πρόσφορο καί σέ καμία περίπτωση ὑπερβολικό (κατά τήν ἔννοια τοῦ ἄρθρου 4 παρ. 1, περ. β, ν. 2472/1997) γιά τόν ἐκ τοῦ νόμου ταχθέντα σκοπό τῆς ἐπεξεργασίας. Ὡς τέτοιος σκοπός γιά τά δελτία ταυτοτήτων ὁρίζεται ἀπό τό νόμο, ἐκτός ἀπό ἐκεῖνον τῆς ἀποδείξεως τῆς ταυτοπροσωπίας τοῦ κατόχου (ἄρθρο 6παρ. 1, ν. 1599/1986), παράλληλα καί ἡ καταπολέμηση τῆς γραφειοκρατίας διά τῆς παροχῆς δυνατότητας στούς πολῖτες νά ἀποδεικνύουν ἀπ’ εὐθείας μέ τήν ἐπίδειξη τῆς ταυτότητας διάφορες προκριθεῖσες ἀπό τόν νομοθέτη ἔννομες ἰδιότητές τους, μεταξύ τῶν ὁποῖων περιλαμβάνεται καί τό θρήσκευμα, ἀναγκαῖες γιά τήν ἐνάσκηση δικαιωμάτων ἤ ἐκπλήρωση ὑποχρεώσεων (ἄρθρο 7, ν. 1599/1986). Ἡ γραπτή συγκατάθεση τοῦ κατόχου τῆς ταυτότητας (ὑποκειμένου) γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος εἶναι ἀναγκαία. Ἔτσι, ἡ πρόβλεψη ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στό ἄρθρο 3, ν. 1599/1986 πρέπει νά ἑρμηνευθῆ ὡς προαιρετική. Οἱ νομικές αἰτιολογίες τῆς ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 910 Συστάσεως τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα ὅτι σκοπός τῆς ἐπεξεργασίας τῶν δεδομένων ταυτοτήτων εἶναι μόνον ἡ ἀπόδειξη τῆς ταυτοπροσωπίας τοῦ κατόχου καί συνεπῶς ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος δέν εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ὑλοποίηση τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ εἶναι ἐπιλεκτικές καί ἐλλιπεῖς, ἀφοῦ παραβλέπεται ἐντελῶς ὁ διαγραφόμενος στό ἄρθρο 7, ν. 1599/1986 παράλληλος σκοπός τῶν δελτίων ταυτοτήτων ὡς ἀποδεικτικοῦ μέσου διαφόρων ἐννόμων ἰδιοτήτων τοῦ κατόχου γιά τήν καταπολέμηση τῆς γραφειοκρατίας. Συνεπῶς, τό διατακτικό τῆς Συστάσεως δέν εἶναι νόμιμο καί οἱ παραλῆπτες της δέν ἔχουν ὑποχρέωση συμμορφώσεως».
Θεωρῶ ἐπιβεβλημένο ἀπό τήν ἐξαιρετική αὐτή μελέτη νά ἐκθέσω καί ἕνα κεφάλαιο μέ τίτλο «Ἡ πρόβλεψη τοῦ θρησκεύματος», στό ὁποῖο γίνεται εὐρύτατος λόγος γιά τήν σημασία πού ἔχει γιά τήν Πολιτεία ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες.
Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Ἀποστολάκης:
«Εἰδικά γιά τό θρήσκευμα ἡ ἐπιλογή τοῦ νομοθέτη δέν ὑπῆρξε τυχαία. Μπορεῖ τό θρήσκευμα νά ‘ἀνάγεται στόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου’, ἀλλά ἀπό τή στιγμή πού ἐκδηλωθεῖ δέν εἶναι ἀδιάφορο γιά τήν ἔννομη τάξη. Μέ βάση τό θρήσκευμα τό Σύνταγμα καί οἱ νόμοι ἔχουν καθορίσει ἔννομες συμπεριφορές μέ ἀστικό, διοικητικό ἤ ποινικό ἐνδιαφέρον καί πλῆθος δικαιωμάτων ἤ ὑποχρεώσεων. Πολλά δικαιώματα συναρτῶνται μέ τό θρήσκευμα τοῦ δικαιούχου. Πολλές ἐπίσης ὑποχρεώσεις συναρτῶνται μέ τό θρήσκευμα τοῦ ὑποχρέου. Ἡ ἀπόδειξη τοῦ θρησκεύματος, λοιπόν, θά γίνει διά τοῦ δελτίου ταυτότητας, διότι αὐτό συνιστᾶ νομοθετική ἐπιλογή καί μόνον μέ ἕναν ἄλλο νόμο μπορεῖ νά ἀνατραπεῖ.
Λ.χ. ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός, γιά νά ἀποδείξη τήν διά τοῦ βαπτίσματος ἔνταξή του στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὥστε νά μπορέσει νά τελέσει τόν ἰσόκυρο θρησκευτικό γάμο σύμφωνα μέ τό τυπικό τῆς Πίστεώς του, ἀρκεῖ νά ἐπιδείξει τό θρήσκευμά του.
Ὁ μάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ, γιά νά ἀποδείξει τό θρήσκευμά του καί νά τύχει τῆς ἄοπλης ἐναλλακτικῆς θητείας, πού προβλέπει ὁ περί στρατολογίας νόμος, ἀρκεῖ νά ἐπιδείξει τήν ταυτότητα.
Ὁ Ἕλληνας μουσουλμᾶνος γονέας, γιά νά ἐπιτύχει τό προνόμιο τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ ἐπίσης μουσουλμάνου γιοῦ του στά Ἀνώτατα Ἐκπαιδευτικά Ἱδρύματα χωρίς ἐξετάσεις κατά τό ποσοστό πού εὐνοϊκά χορήγησε ἡ Πολιτεία, ἀρκεῖ νά ἀποδείξει τό θρήσκευμά αὐτοῦ καί τοῦ τέκνου του διά τοῦ δελτίου ταυτότητας.
Ὁμάδα Πεντηκοστιανῶν πολιτῶν, γιά νά ἐπιτύχουν τήν διοικητική ἄδεια ἱδρύσεως εὐκτηρίου οἴκου πρέπει νά ἀποδείξουν ὅτι κατοικοῦν στήν περιοχή, ὅπου προτίθενται νά ἀνεγείρουν τόν οἶκο αὐτό, καί ἀποτελοῦν ἱκανό ἀριθμό, ὥστε νά συντρέχει πραγματική ἀνάγκη ἱδρύσεως, ὅπως δέχεται τό ΣτΕ, ἀρκεῖ νά προσάγουν τά δελτία ταυτότητάς τους.
Ἡ νομιμοποίηση κάποιου πολίτη ὡς μέλους τῆς δείνα ἰνδουϊστικής θρησκευτικῆς αἱρέσεως ἤ σέκτας (πού πάντως ἀποτελεῖ γνωστή θρησκεία) γιά τήν ὑποβολή αἰτήσεως στό Πρωτοδικεῖο πρός ἀναγνώριση τοῦ σχετικοῦ θρησκευτικοῦ σωματείου μπορεῖ νά γίνει μέ τήν ἐπίδειξη τῆς ταυτότητας.
Τά παραδείγματα θά μποροῦσαν νά ἦσαν πάμπολλα. Ἡ ἀναφορά ὅμως τῶν παραπάνω ἀρκεῖ νά καταδείξει ὅτι τό θρήσκευμα συνιστᾶ κατά τό νόμο βασική προϋπόθεση, ὑποκείμενη σέ ἀπόδειξη γιά τήν ἐνάσκηση πλήθους δικαιωμάτων καί ἐκπλήρωση ἄλλων τόσων ὑποχρεώσεων. Γιά τήν ἀπόδειξή του ὁ νόμος ἀρκεῖται στήν ἁπλή ἐπίδειξη τοῦ δελτίου ταυτότητας καί αὐτόν ἀκριβῶς τόν παράλληλο μέ τήν ἀπόδειξη τῆς ταυτοπροσωπίας ἐκ τοῦ νόμου σκοπό θεραπεύει ἡ ἀναγραφή μεταξύ ἄλλων καί τοῦ θρησκεύματος στό δελτίο.
Ἐφ’ ὅσον λοιπόν ἕνας ἀπό τούς κατά τό νόμο προορισμούς τῶν δελτίων ταυτοτήτων (ἤ κατά τήν ὁρολογία τοῦ ν. 2472/1997: ἕνας ἀπό τούς σκοπούς ἐπεξεργασίας τῶν καταγραφομένων δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα) εἶναι καί ἡ ταχύτατη καί ἀνέξοδη ἀπόδειξη ἔναντι πάντων καί ἰδιαίτερα ἔναντι τῶν ὀργάνων τῆς Πολιτείας πρός καταπολέμηση τῆς γραφειοκρατίας ὅλων ἐκείνων τῶν ἐννόμων ἰδιοτήτων τῶν πολιτῶν, τίς ὁποῖες προέκρινε ὁ νομοθέτης ὡς ἀναγκαῖες γιά τήν προαγωγή τοῦ σκοποῦ του, τότε ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος συνιστᾶ ἐπεξεργασία δεδομένου συναφοῦς, πρόσφορο καί σέ καμία περίπτωση “ὑπερβολικοῦ γιά τόν παραπάνω νομοθετικό σκοπό.
Ἡ καταχώριση εἶναι νόμιμη πράξη ἐπεξεργασίας.
Ὁ ἁρμόδιος λοιπόν ὑπάλληλος πού ἐκδίδη τό δελτίο ταυτότητας καί καταχωρεῖ σ’ αὐτό τά στοιχεῖα πού προβλέπει τό ἄρθρο ν. 1599/1986, ὅπως τροποποιήθηκε ἀπό τό ἄρθρο 2, ν. 1988/1991, ὄντας ὑποχρεωμένος ἀπό τό νόμο, θεμιτά ἐπεξεργάζεται τό σχετικά ἀρχεῖο, διότι σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 5, παρ. 2, περ. α’, ν. 2472/1997 ‘κατ’ ἐξαίρεση ἐπιτρέπεται ἡ ἐπεξεργασία καί χωρίς τή συγκατάθεση (τοῦ ὑποκειμένου), ὅταν... β) ἡ ἐπεξεργασία εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ἐκτέλεση ὑποχρεώσεως τοῦ ὑπευθύνου ἐπεξεργασίας, ἡ ὁποία ἐπιβάλλεται ἀπό τό νόμο καί ...δ) ἡ ἐπεξεργασία εἶναι ἀναγκαία γιά τήν ἐκτέλεση ἔργου δημοσίου συμφέροντος ἤ ἔργου πού ἐμπίπτει στήν ἄσκηση δημόσιας ἐξουσίας καί ἐκτελεῖται ἀπό δημόσια ἀρχή....’.
Ἐπειδή ὅμως τό θρήσκευμα εἰδικότερα συνιστᾶ εὐαίσθητο δεδομένο, μπορεῖ κατ’ ἐξαίρεση νά ἀποτελέσει ἀντικείμενο ἐπεξεργασίας, δηλαδή καταχωρίσεως στό δελτίο ταυτότητας, ὅταν ὁ πολίτης (ὑποκείμενο), ἔδωσε γραπτά τή συγκατάθεσή του. Γι’ αὐτό ἡ προαιρετικότητα στήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, εἴτε ἐπιβληθεῖ μέ νόμο εἴτε μέ (συσταλτική) ἑρμηνεία τοῦ ἰσχύοντος, καθιστά ὄχι ἁπλῶς θεμιτή, ἀλλά καί νομικῶς χρήσιμη τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά δελτία ταυτότητος».
Νομίζω, ὅτι πράγματι ὁ κ. Πρωθυπουργός βιάστηκε στό νά χρησιμοποιήση τήν ἀπόφαση τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα γιά νά στηρίξη τήν ἀπόφασή του γιά τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά δελτία ταυτοτήτων, καί μάλιστα χωρίς νομοθετική ρύθμιση τοῦ θέματος ἀπό τήν Βουλή, ἐκχωρῶντας ἔτσι στήν Ἀρχή ἀποκλειστικά δικαιώματα πού ἀνήκουν στό Ἑλληνικό Κοινοβούλιο.
Ἀπό τόν λόγο τοῦ κ. Πρωθυπουργοῦ στήν Βουλή γιά τό θέμα αὐτό μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση μιά φράση πολύ χαρακτηριστική. Εἶπε ὁ κ. Πρωθυπουργός: «Αὐτό ἐπιβάλλει ἡ κοινή λογική καί ἀσφάλεια τῶν συναλλαγῶν. Ὅπως εἶπα, ἕως ὅτου ὑπάρξει γενικότερη ρύθμιση τῆς ἀνεξιθρησκείας νά προχωρήσουμε ἔτσι».
Ἄν σκεφθῆ κανείς ὅτι τό ἰσχῦον Σύνταγμα μέ τό 13 ἄρθρο σέβεται τήν θρησκευτική ἐλευθερία ὅλων τῶν πολιτῶν πού ἀνήκουν σέ γνωστές θρησκεῖες καί ὅτι ἐπιπλέον μέ τό ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖται ἐπικρατοῦσα Θρησκεία γιά τόν λόγο ὅτι ἐκφράζει τήν πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καί κυρίως τό ἄρθρο αὐτό, ὅπως παρατηρεῖ εὔστοχα ὁ Βλάσιος Φειδᾶς, στήν πραγματικότητα διασφαλίζει τήν ἀνεξαρτησία της Ἐκκλησίας ἀπό τίς αὐθαίρετες ἐπεμβάσεις τοῦ Κράτους στά ἐσωτερικά της, ὅπως ἔγινε τήν ἑπταετία, τότε προκαλεῖ σκεπτικισμό ἡ φράση ὅτι προχωροῦμε στήν ἀνεξιθρησκεία. Αὐτό ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἀπάλειψη τῆς ἐνδείξεως τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς νέες ταυτότητες ἔχει βαθύτερους σκοπούς καί δέν γίνεται δῆθεν γιά τόν σεβασμό τῶν θρησκευτικῶν ἐλευθεριῶν τῶν πολιτῶν.
Τά στοιχεῖα αὐτά εἶναι σημαντικά καί δικαιολογοῦν ἀπολύτως τήν σημαντική ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱεράς Συνόδου, ὅπως ἐκφράστηκε μέ τό ἀνακοινωθέν τῆς 26ης Μαΐου ἐ.ἔ. καί τίς ἐνέργειες τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου. Τό θέμα εἶναι σημαντικό καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον μεθοδεύεται δείχνει ὅτι κάτι κρύβεται κάτω ἀπό ὅλη αὐτήν τήν ἱστορία καί ἔχουμε εὐθύνη νά συνειδητοποιήσουμε, νά κρίνουμε καί νά ἀντιμετωπίσουμε μέ σωστούς τρόπους τό θέμα αὐτό, ὥστε νά προστατευθῆ τόσο ὁ πολίτης αὐτῆς τῆς χώρας, ὅσο καί γενικότερα ἡ ἑλληνορθόδοξη Παράδοση τοῦ Γένους μας, καί τελικά ἀπό αὐτό νά ὠφεληθῆ πολύ καί ἡ Ἑλληνική Πολιτεία, ὥστε νά μή πιέζεται ἀπό ἄλλα ἐξωγενῆ κέντρα ἐξουσίας.
6. Εὐρωπαϊκή Ἕνωση καί ταυτότητες
Στόν διάλογο γιά τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες ἔγινε πολύς λόγος γιά τό τί ἰσχύει στίς εὐρωπαϊκές χῶρες στόν τομέα αὐτό. Θά ἤθελα νά κάνω τρεῖς παρατηρήσεις – ἐπισημάνσεις.
Πρώτη. Ἡ ἔνταξή μας στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση δέν σημαίνει οὔτε ἀφελληνισμό οὔτε ραγιαδισμό, δηλαδή δέν σημαίνει ἀποχρωματισμό τοῦ Γένους μας καί ἀλλοιώση τών στοιχείων τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς. Ἀλλοίμονο ἄν ἐπικρατήση ἡ ἄποψη ὅτι ὀφείλουμε νά ἀφομοιωθοῦμε πλήρως ἀπό μιά ἄλλη πολιτιστική παράδοση καί ἀλλοίμονο ἄν ἀλλοτριωθοῦμε πλήρως καί γενικά ἀποδεσμευθοῦμε ἀπό τήν δυναμικότητα τῆς διαχρονικῆς μας παραδόσεως, τήν στιγμή κατά τήν ὁποία οἱ Εὐρωπαῖοι, ἀπογοητευμένοι ἀπό τήν ἐπίπεδη νοοτροπία πού ἐπικρατεῖ στόν χῶρο τους, ἀναζητοῦν καί γοητεύονται ἀπό τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση. Καί δέν ἐννοῶ μόνον τήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία, τήν ὁποία ἐκτιμοῦν, ἀλλά κυρίως τίς διδασκαλίες τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ρωμηοσύνης καί τά ἔργα τῆς Φιλοκαλίας. Εἶναι δέ γνωστόν ὅτι ἡ Φιλοκαλία περιέχει κεφάλαια νηπτικά, στά ὁποία διασώζεται ὁ τρόπος θεραπείας τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀνθρώπου καί εὑρέσεως νοήματος ζωῆς.
Δεύτερη ἐπισήμανση. Ἡ ἴδια ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση προϋποθέτει τήν διατήρηση τῶν ἐθνικῶν πολιτιστικῶν ἰδιαιτεροτήτων κάθε μέλους – Κράτους. Μερικά παραδείγματα θά ἀναφέρω στήν συνέχεια.
Ἡ συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ στό κεφάλαιο 3, ἄρθρο 126, ἀναφερόμενη στήν Παιδεία, τήν ἐπαγγελματική ἐκπαίδευση καί νεολαία γράφει:
«Ἡ Κοινότητα συμβάλλει στήν ἀνάπτυξη ὑψηλοῦ ἐπιπέδου, ἐνθαρρύνοντας τήν συνεργασία κρατῶν – μελῶν καί, ἄν αὐτό ἀπαιτεῖται, ὑποστηρίζοντας καί συμπληρώνοντας τή δράση τους, σεβόμενη ταυτοχρόνως πλήρως τήν ἁρμοδιότητα τῶν κρατῶν – μελῶν γιά τό περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας καί τήν ὀργάνωση τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος καθώς καί τήν πολιτιστική καί γλωσσική τους πολυμορφία».
Ἐπίσης, ἡ ἴδια Συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ στόν τομέα «πολιτισμός καί συγκεκριμένα στόν τίτλο ΙΧ καί ἄρθρο 18 γράφει:
«1. Ἡ Κοινότητα συμβάλλει στήν ἀνάπτυξη τῶν πολιτισμῶν τῶν κρατῶν – μελῶν καί σέβεται τήν ἐθνική καί περιφερειακή πολυμορφία τους, ἐνῶ ταυτόχρονα προβάλλει τήν κοινή πολιτιστική κληρονομιά.
2. Ἡ δράση τῆς Κοινότητας ἀποσκοπεῖ στήν ἐνθάρρυνση τῆς συνεργασίας, μεταξύ κρατῶν – μελῶν καί, ἄν αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο, ὑποστηρίζει καί συμπληρώνει τήν δράση τους στούς ἐξῆς τομεῖς:
- Βελτίωση τῆς γνώσης καί τῆς διάδοσης τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ἱστορίας τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν.
- Διατήρηση καί προστασία τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς εὐρωπαϊκῆς σημασίας....
4. Ἡ Κοινότητα λαμβάνει ὑπ’ ὄψη της τίς πολιτιστικές πτυχές, ὅταν ἀναλαμβάνει δράση δυνάμει ἄλλων διατάξεων τῆς παρούσας συνθήκης».
Τά κείμενα αὐτά εἶναι χαρακτηριστικά καί συνιστοῦν τήν διατήρηση τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς κάθε κράτους – μέλους. Τό πρόβλημα εἶναι, ὅταν ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ἤ τουλάχιστον ὅσοι μᾶς ἀντιπροσωπεύουν στά Ὄργανα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης δέν γνωρίζουν τήν πολιτιστική μας κληρονομιά ἤ ὑποτάσσονται ἀδιαμαρτύρητα σέ ὑποδείξεις ἄλλων γιά νά μήν θεωρηθοῦν ἐπαρχιῶτες!
Θά ἤθελα νά καταγράψω ἕνα σχόλιο τοῦ κ. Γεωργίου Ἀποστολάκη, Προέδρου Πρωτοδικῶν, πάνω στό τί ἰσχύει στήν Εὐρώπη.
«Ἐπίσης, ὑποστηρίχθηκε ἀπό τήν Κυβέρνηση καί ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Προσωπικῶν Δεδομένων πώς ἡ ἀνάγκη γιά τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἐντάσσεται στό πλαίσιο τῆς ἐναρμονίσεως μας στά εὐρωπαϊκά νομικά δεδομένα. Ἡ πραγματικότητα, ὅμως, εἶναι πώς στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση δέν ὑπάρχει καμία τέτοια δέσμευση.
Τό γεγονός αὐτό προκύπτει ἀπ' εὐθείας ἀπό τό περιεχόμενο τῆς Συνθήκης τοῦ Ἄμστερνταμ καί ἀπό τήν δήλωση Νο 11, ἡ ὁποία ἐπισυνάπτεται στήν Συνθήκη καί περιέχει τά ἐξῆς:
Ἡ Ε.Ε σέβεται καί δέν προδικάζει τό σύμφωνα μέ τό ἐθνικό δίκαιο καθεστώς τῶν Ἐκκλησιῶν καί τῶν θρησκευτικῶν ἑνώσεων ἤ κοινοτήτων στά κράτη-μέλη’. Συνεπῶς καμία ὑποχρέωση δέν ὑπάρχει ἡ ὁποία νά ἐπιβάλει μεταβολή τῶν σχέσεων Κράτους –Ἐκκλησίας, μεταβολή τοῦ καθεστῶτος τῶν Ἐκκλησιῶν ἤ μεταβολή οἱουδήποτε ἄλλου στοιχείου, θρησκευτικοῦ ἤ ἐκκλησιαστικοῦ χαρακτῆρος, ὅπως ἔχει διαμορφωθεῖ, βάσει τῆς εσωτερικής νομοθεσίας.
Τό ἰσχῦον νομικό καθεστώς πού περιγράφει τά εὐρωπαϊκά πρότυπα ταυτοτήτων εἶναι ἡ Ἀπόφαση (77) 26 τοῦ Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης τῆς 27ης Σεπτεμβρίου 1977. Μέ βάση τήν ἀπόφαση αὐτή καθορίζονται κάποια συγκεκριμένα στοιχεῖα πού θά πρέπει νά περιέχονται στά δελτία ταυτότητος τῶν Εὐρωπαϊκῶν χωρῶν καί πού ἀφοροῦν κυρίως σέ κάποια τεχνικά χαρακτηριστικά πού παρέχουν τήν δυνατότητα ἀναγνώσεως καί διακριβώσεως τῶν στοιχείων ταυτότητος σέ ὅλα τά εὐρωπαϊκά κράτη.
Ἀναφέρεται, ἐπίσης, ρητῶς γιά τά δελτία ταυτότητος πῶς ‘στήν πίσω ὄψη ἄλλες καταχωρήσεις, τίς ὁποῖες τά κράτη μέλη μποροῦν νά ἀπαιτοῦν’.
Ἡ ἀπόφαση αὐτή προβλέπεται νά τροποποιηθεῖ μελλοντικά καί ἀφοῦ προηγηθεῖ ὁ ἀνάλογος διάλογος στά ἁρμόδια εὐρωπαϊκά ὄργανα. Σύμφωνα μέ ἐπίσημες διαβεβαιώσεις ἐκ μέρους τῆς Ε.Ε. κανένας προσχεδιασμός δέν ὑπάρχει καί καμία σχετική δέσμευση σέ ὁ,τι ἀφορᾶ τίς μελλοντικές ρυθμίσεις.
Μέ βάση αὐτά τά δεδομένα δόθηκε καί ἡ ἐπίσημη ἀπάντηση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου πρός τόν Ἕλληνα Εὐρωβουλευτή κ. Μ. Παπαγιαννάκη, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε μέ ἐρώτησή του (94 Η-0012/93) τήν παρέμβαση τῆς Ε.Ε. γιά τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ἑλληνικές ταυτότητες ‘στά πλαίσια τῆς ἐναρμόνισης καί τῆς δημιουργίας κοινῆς εὐρωπαϊκῆς ταυτότητας’ (Συζητήσεις τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου, Ἀριθμ. 3-426/307 τῆς 20.1.1993)».
Εἶναι σημαντικό νά γραφή ὁλόκληρη ἡ ἐρώτηση πού ὑπέβαλε ὁ Ἕλληνας Εὐρωβουλευτής, γιατί ἀπηχεῖ τίς ἀπόψεις μιᾶς μερίδος ἀνθρώπων, πού ἐπιδιώκουν τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά δελτία ταυτότητος μέ τήν δικαιολογία ὅτι εἶναι ἐπιταγή τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης.
«Μέ τόν νόμο 1599/1986, ὅπως τροποποιήθηκε πέρυσι (ΦΕΚ 189/10.12.1991), ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ἑλληνικές ταυτότητες εἶναι ὑποχρεωτική. Ἐν ὄψη τῆς ἀναθεώρησης τῶν ἑλληνικῶν ταυτοτήτων στά πλαίσια τῆς ἐναρμόνισης καί τῆς δημιουργίας κοινῆς εὐρωπαϊκῆς ταυτότητας, ἐρωτᾶται ἡ ἐπιτροπή τῆς ΕΟΚ, ἐάν προτίθεται νά ἀσκήσει πιέσεις στίς ἁρμόδιες ἑλληνικές ἀρχές, οὕτως ὥστε στά πλαίσια τῶν ἀρχῶν τῆς μή διάκρισης τῶν πολιτῶν καί τῆς ἐλεύθερης διακίνησής τους καί δεδομένου ὅτι τό βασικό στοιχεῖο τῆς Εὐρώπης τῶν πολιτῶν συνίσταται στήν πολυφωνία τῶν ἰδεῶν καί παραδόσεών της, στή χριστιανική κληρονομιά καί τήν ἀνεξιθρησκεία της καί στή θεμελιώδη προσήλωσή της στήν ἐλευθερία, τήν κοινωνική δικαιοσύνη, τήν ἀνοχή καί τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, νά ἀποφευχθεῖ ἡ ἀναγραφή θρησκεύματος στίς ἑλληνικές ταυτότητες, ὅπως αὐτό συμβαίνει στά ὑπόλοιπα κράτη – μέλη;».
«Ἡ ἀπάντηση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου ἀναφέρει ἐπί λέξει τά ἐξῆς:
‘Τό περιεχόμενο καί ἡ μορφή τῶν δελτίων ταυτότητας εἶναι ἕνα θέμα πού ἐναπόκειται στήν ἀποκλειστική ἁρμοδιότητα τῶν κρατῶν – μελῶν. Ἡ ἐπιτροπή δέν ἔχει κανένα σχέδιο γιά τήν καθιέρωση ἑνός κοινοῦ εὐρωπαϊκοῦ δελτίου ταυτότητας. Αὐτή καθεαυτή ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά ἑλληνικά δελτία ταυτότητας δέν εἶναι ἀξιοκατάκριτη ἀπό ἄποψη κοινοτικοῦ δικαίου’.
Καί συνεχίζει ἡ ἀπάντηση τοῦ Εὐρωκοινοβουλίου:
‘Τό δελτίο ταυτότητας διατηρεῖ τόν ρόλο του ὡς ἐγγράφου τό ὁποῖο, μαζί μέ τό διαβατήριο, ἐπιτρέπει τήν ἄσκηση τοῦ δικαιώματος τῆς ἐλεύθερης κυκλοφορίας.
Ὑπ’ αὐτές τίς συνθῆκες ἡ Ἐπιτροπή δέν προτίθεται νά ἀσκήσει τίς πιέσεις πού συνιστᾶ ὁ ἀξιότιμος κύριος βουλευτής.
Ἡ Ἐπιτροπή ὑπενθυμίζει, διά πᾶν ἐνδεχόμενο, ὅτι ἡ Ἑλλάδα εἶναι συμβαλλόμενο μέρος στήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση γιά τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα, πού ἐγγυᾶται τό δικαίωμα σεβασμοῦ τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς, τοῦ δικαιώματος θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί τοῦ δικαιώματος ἴσης μεταχείρησης’.
Μέ βάση αὐτό τό σκεπτικό, τῆς ἐλλείψεως δηλαδή περαιτέρω δεσμεύσεως, ὑπάρχει μιά ποικιλομορφία στά δελτία ταυτότητος τῶν δεσμεύσεως, ὑπάρχει μιά ποικιλομορφία στά δελτία ταυτότητος τῶν εὐρωπαϊκῶν κρατῶν. Ἡ ποικιλομορφία αὐτή ἀφορᾶ τόσο στά στοιχεῖα ἀναγραφῇς ὅσο καί στά τεχνικά χαρακτηριστικά τους.
Ἡ ἀναγραφή, λοιπόν τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες μπορεῖ νά μήν ὑπάρχει στά ὑπόλοιπα εὐρωπαϊκά κράτη, ἀλλά αὐτό δέν ἐπιβάλλεται ἀπό τό εὐρωπαϊκό δίκαιο ἀλλά ἐκφράζει τήν διαφορετική πολιτιστική παράδοση καί τό διαφορετικό θρησκευτικό αἴσθημα στίς χῶρες αὐτές.
Σέ κάποιες χῶρες μάλιστα, ὅπως ἡ Βρετανία, ἡ Δανία, ἡ Ὁλλανδία, ἡ Σουηδία καί ἡ Ἰρλανδία, δέν ἐκδίδονται καθόλου ταυτότητες γιά τούς πολῖτες. Χρήση ἑνιαίου αριθμού μητρώου γίνεται στήν Δανία, τήν Ἱσπανία, καί τήν Σουηδία.
Ἰδιαίτερα δέ γιά τίς ἠλεκτρονικές ταυτότητες μέ τήν μορφή ἔξυπνης κάρτας καί τήν χρήση μικροτσίπ, αὐτές ἐφαρμόζονται μόνο στήν Φινλανδία καί μάλιστα σέ προαιρετική βάση.
Ἀποκαλύπτεται, λοιπόν, πώς εἶναι παντελῶς ἀστήρικτες καί ψευδεῖς οἱ προβαλλόμενες ἀπό κυβερνητικούς παράγοντες ἀναφορές γιά εὐρωπαϊκές δεσμεύσεις καί εὐρωπαϊκά πρότυπα πού θά μᾶς ὁδηγήσουν στήν χρήση τῆς σύγχρονης ψηφιακῆς τεχνολογίας στίς νέες ταυτότητες.
Ἀντίθετα δέ ἐπιβάλλεται ἡ ἐπιλογή μιᾶς πολιτικῆς πού θά ἑδράζεται στίς ἀρχές τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας καί τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, ἡ ὁποία θά πρέπει νά προβληθεῖ καί νά ὑποστηριχθεῖ σθεναρά ἀπό τήν ἑλληνική κυβέρνηση στίς συζητήσεις πού θά ξεκινήσουν στά πλαίσια τῆς Ε.Ε.».
Τρίτη. Τό ὅτι στήν Εὐρώπη δέν ἀναγράφεται τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες αὐτό ἔχει τήν ἐξήγησή του. Στίς ἐφημερίδες ἔγινε πολύς λόγος γιά τό τί ἰσχύει στίς ἄλλες χῶρες τῆς Εὐρώπης σχετικά μέ τήν δήλωση τοῦ θρησκεύματος. Ὅμως, οἱ συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν ἐκεῖ δέν εἶναι συγκρίσιμες μέ τίς δικές μας. Οἱ ἄλλες εὐρωπαϊκές χῶρες ἀφ’ ἑνός μέν εἶναι χῶρες πολυπολιτισμικές, χῶρες «μιγάδων», ἀφ’ ἑτέρου δέ γιά αἰῶνες ταλαιπωρήθηκαν ἀπό ἐθνικισμούς, ρατσισμούς, θρησκευτικές διαμάχες καί πολέμους.
Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἔχει ἀποδέξει στά ἔργα του ὅτι ὁ δυτικός πολιτισμός εἶναι προϊόν ἀφ’ ἑνός μέν τοῦ εὐρωπαϊκοῦ φεουδαλισμού μέ τήν φραγκική ρατσιστική νοοτροπία του, ἀφ’ ἑτέρου δέ τῆς ἀντιδράσεως ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ ρατσιστικοῦ πνεύματος. Ἡ εἴσδυση τῶν Φράγκων στήν Εὐρώπη δημιούργησε τάξεις κοινωνικές, χώρισε τούς ἀνθρώπους σέ φύσει εὐγενεῖς καί φύσει δούλους μέ φοβερά ἀποτελέσματα. Ὁ Marc Bloch στό βιβλίο του «Ἡ φεουδαλιστική κοινωνία» καί ὁ Jacpues Le Goff στό βιβλίο του «Ὁ πολιτισμός τῆς Μεσαιωνικῆς Δύσεως» κάνουν εὐρύτατες ἀναλύσεις τοῦ φαινομένου τοῦ φεουδαλισμού μέ τήν ρατσιστική νοοτροπία, ὅπως καλλιεργήθηκε στήν Δύση. Ἡ μεταρρύθμιση, πού δημιούργησε μεγάλη ἀναστάτωση κοινωνική[14] , ἡ ἀναγέννηση, ὁ μεταμοντερνισμός, ἡ ὑπαρξιακή φιλοσοφία κλπ., εἶναι ρεύματα πού δημιουργήθηκαν ἀπό τήν ἐπικρατοῦσα ἰδιαίτερη κατάσταση στήν Δύση. Στήν Πατρίδα μας ὅλα αὐτά τά ρεύματα εἶναι εἰσαγόμενα, ἀφοῦ ποτέ δέν εἴχαμε τέτοιες ἐγγενεῖς καταστάσεις, ποτέ ἡ παράδοσή μας δέν γέννησε ὅλες αὐτές τίς ρατσιστικές, ἰδιότυπες ἰδέες. Οἱ Ἕλληνες δέν ἦσαν ρατσιστές, ὅπως συναντοῦμε τόν ὅρο αὐτόν στόν εὐρωπαϊκό χῶρο, γιατί δέν πιστεύουμε σέ τάξεις ἐκ γενετῆς.
Τελικά, πιστεύω ὅτι σέ πολλά σημεῖα γίνεται αὐθαίρετη καί γενική ἐπίκληση τῶν ὅσων γίνονται στήν Εὐρώπη γιά νά δικαιολογοῦνται οἱ δικές μας ἀτομικές ἐπιλογές. Ἀλλά κάποτε πρέπει νά γίνει κατανοητό ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε Ρωμηοί καί αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἔχουμε πρόβλημα νά μή δεχθοῦμε ὁ,τι καλό ὑπάρχει στούς ἄλλους πολιτισμούς, μέ τήν προϋπόθεση ὅμως νά μήν ἀλλοτριωθοῦμε πολιτιστικά. Δέν πρέπει νά πάσχουμε ἀπό ἕναν λεγόμενο πολιτιστικό ραγιαδισμό.
Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης κάνει τήν διάκριση μεταξύ γραικυλισμοῦ καί Ρωμηοσύνης. Γράφει:
«Ὁ Ρωμηός ὀνειροπόλος καί ἀφελής δέν εἶναι. Ἀλλά οὐδέποτε γίνεται πνευματικῶς ἤ σωματικός δοῦλος τοῦ συμμάχου. Γίνεται σύμμαχος πιστός εἰς τά συμπεφωνημένα, ἀλλά ἰδεολογικός ἀδέσμευτος.
Τοῦτο ὅμως δέν σημαίνει πάλιν ὅτι δέχεται μόνον τά ρωμαίϊκά καί τίποτε τό ξένον. Δέχεται ὁτιδήποτε τό καλόν καί τό κάμνει ρωμαίϊκον. Ὅπως γίνεται σύμμαχος μέ ὅποιον συμφέρει ἐθνικῶς, κατά τόν ἴδιον τρόπον ἀποκτᾶ ὅλα ὅσα χρειάζονται ἀπό τήν σοφίαν τῶν ἐπιστημόνων τοῦ κόσμου, ἀλλά τά προσαρμόζει εἰς τόν ρωμαίϊκον πολιτισμόν του. Οὐδέποτε συγχέει τας θετικάς ἐπιστήμας μέ τόν πολιτισμόν, ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι καί ὁ βάρβαρος δύναται νά ἔχη ἤ νά ἀποκτήση καί νά προαγάγη τάς θετικάς ἐπιστήμας, διά νά χρησιμοποιήση αὐτάς εἰς τήν ὑποδούλωσιν καί καταστροφήν τών ἀνθρώπων.
Διά τοῦτο ὁ Ρωμηός γνωρίζει ὅτι εἶναι πνευματικός ἡγέτης καί εἰς αὐτούς πού εἶναι ὡς τεχνοκράται καί ὡς οἰκονομική δύναμις ἡγέται».
«Ναί μέν ὁ Ρωμηός ἔχει ἀπόλυτον πεποίθησιν εἰς τήν Ρωμιοσύνην του, ἀλλά οὔτε φανατικός, οὔτε μισαλλόδοξος εἶναι καί οὔτε ἔχει καμμίαν ξενοφοβίαν. Ἀντιθέτως ἀγαπᾶ τούς ξένους οὐχί ὅμως ἀφελῶς.
Τοῦτο διότι γνωρίζει ὅτι ὁ Θεός ἀγαπᾶ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ὅλας τάς φυλάς καί ὅλα τά ἔθνη χωρίς διάκρισιν καί χωρίς προτίμησιν. Ὁ Ρωμηός γνωρίζει ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη του κατέχει τήν ἀλήθειαν καί εἶναι ἡ ὑψίστη μορφή τῶν πολιτισμῶν. Ἀλλά κατανοεῖ ἄριστα τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν κάτοχον τῆς ἀληθείας, ἀλλ’ ἀγαπᾶ ἐξ ἰσοῦ ἀκόμη καί τόν διάβολον.
Διά τοῦτο ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι αὐτοπεποίθησις, ταπεινοφροσύνη, καί φιλότιμον καί ὄχι κίβδηλος αὐτοπεποίθησης, ἰταμότης καί ἐγωισμός. Ὁ ἡρωισμός τῆς Ρωμηοσύνης εἶναι ἀληθής καί διαρκής κατάστασις τοῦ πνεύματος καί ὄχι ἀγριότης, βαρβαρότης καί ἁρπακτικότης.
Οἱ μεγαλύτεροι ἥρωες τῆς Ρωμηοσύνης συγκαταλέγονται μεταξύ τῶν ἁγίων».
Θά πρέπει νά πάρουμε ἀπό τήν Εὐρώπη ὁ,τι θεωροῦμε καλό, ἀλλά πάντοτε πρέπει νά ἔχουμε τήν αὐτοσυνειδησία ὅτι μποροῦμε καί νά δώσουμε ἀπό τήν δική μας πολιτιστική ταυτότητα πού ἔχουμε καί τήν διατηροῦμε στά θησαυροφυλάκια τοῦ γένους μας, ὅπως ἐκφράζεται στά ὁράματα τοῦ λαοῦ, τά ἤθη καί τά ἔθιμά του, καί ὅπως διασώζεται στά δημοτικά μας τραγούδια καί ὅλη τήν λαϊκή μας παράδοση. Τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ἡ ἐπιστήμη τῆς ἐθνολογίας μελετᾶ καί ἐντοπίζει τά στοιχεῖα τῶν πολιτιστικῶν παραδόσεων, κάθε ἔθνους, καί ἐκτιμᾶται πολύ ἡ ἑλληνορθόδοξη Παράδοση, πού μπορεῖ νά συνδυάση αὐθεντικά τό πρόσωπο μέ τήν κοινωνία, ἀποφεύγοντας τόσο τήν ἀτομοκρατία ὅσο καί τόν κολλεκτιβισμό, δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά συμπεριφερόμαστε ἀνώριμα καί ἐφηβικά.
Ἑπομένως, θά πάρουμε ὁ,τι καλό ὑπάρχει στήν Εὐρώπη, χωρίς νά πουλήσουμε τήν «ψυχή» μας, καί “ψυχή”μας εἶναι ἡ παράδοση μας καί ὁ πολιτισμός μας, τοῦ ὁποίου κέντρο εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική ζωή.
7. Ἀπαντήσεις σέ προβληματισμούς
Κατά τήν πρόσφατη συζήτηση περί τῆς ἀναγραφῇς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος ἐτέθησαν μερικά ἐρωτήματα καί ἐκφράστηκαν μερικοί προβληματισμοί εὐλογοφανεῖς ἤ λογικοί. Θά προσπαθήσω νά ἐντοπίσω μερικούς ἀπό αὐτούς.
Α) Κατά κόρον ἐλέχθη ὅτι οἱ ταυτότητες εἶναι κρατικά δημόσια ἔγγραφα καί δέν εἶναι ἀνάγκη νά εἶναι ὁμολογιακά κείμενα, στά ὁποία θά ἐκφράζεται ἡ πίστη τοῦ κάθε πολίτη.
Αὐτό εἶναι μιά ἀλήθεια, ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά παραθεωρηθῆ.
Ὅμως, ταυτόχρονα δέν μποροῦν νά παραγνωρισθοῦν ἄλλες ἐπί μέρους παράμετροι. Γιά παράδειγμα: Γιατί τώρα τελευταία προσδίδεται στήν ταυτότητα αὐτός ὁ χαρακτῆρας ὅτι, δηλαδή εἶναι δημόσιο ἔγγραφο, στό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά γράφεται τό θρήσκευμα ἑνός ἀνθρώπου; Καί γιατί ὑπονοεῖται ὅτι στά δημόσια ἔγγραφα δέν πρέπει νά ἀναφέρεται ἡ θρησκεία τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ὁ κάθε πολίτης;
Ὁ προβληματισμός αὐτός μπορεῖ νά τεθεῖ ἀπό πλευράς Ἐκκλησίας, ὄχι ὅμως ἀπό πλευράς Πολιτείας. Καί αὐτό γιατί εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ κάθε Πολιτεία ἔχει τήν δυνατότητα, ἀλλά καί τήν ὑποχρέωση νά καταγράφη τό θρήσκευμα κάθε πολίτη, ἀφ’ ἑνός μέν γιά στατιστικούς λόγους, καί στήν πατρίδα μας γιά ἐθνικούς λόγους, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιά νά προστατεύη τήν χώρα ἀπό θρησκεύματα,τά ὁποία λειτουργοῦν ὡς ψυχοναρκωτικά καί καταδυναστεύουν τήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἔπειτα, δεδομένου ὅτι ὑπάρχουν δημόσια ἔγγραφα στά ὁποία ἀναγράφεται τό θρήσκευμα (ὅπως τό δηλώνουν οἱ Μουσουλμᾶνοι γιά εἰσαγωγή στά πανεπιστήμια, οἱ Προτεστάντες γιά τήν λήψη ἀδείας λειτουργίας εὐκτηρίου οἴκου, οἱ Χιλιαστές γιά νά μή παραλάβουν ὅπλα, κλπ.), ὅταν χρησιμοποιοῦμε τό ἐπιχείρημα ὅτι στήν ταυτότητα, πού εἶναι δημόσιο ἔγγραφο, δέν ἀναγράφεται ἡ θρησκεία, κινδυνεύουν τά ἄλλα δημόσια ἔγγραφα νά μή θεωρηθοῦν δημόσια ἔγγραφα.
Τά ρωτήματα εἶναι πολλά: γιατί χρησιμοποιεῖται τώρα τελευταία αὐτό τό ἕωλο ἐπιχείρημα καί γίνεται αὐτή ἡ ἀλλαγή; Τί συνετέλεσε στήν στροφή αὐτή καί μάλιστα χωρίς διάλογο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπαραίτητος στά δημοκρατικά πολιτεύματα;
Ἔχω τήν γνώμη ὅτι ἐάν γινόταν διάλογος μεταξύ Πολιτείας καί Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας θά μποροῦσε νά βρεθῆ οὐσιαστική λύση, ἡ ὁποία θά ἐξέφραζε τήν συναίνεση, χωρίς ὑποχωρήσεις σέ βασικά σημεῖα πίστεως, καί θά διατηροῦσε τήν κοινωνική συνοχή. Εἶμαι δέ σέ θέση νά γνωρίζω ὅτι ἀκούγονταν πολλές σοβαρές φωνές καί ἐκ μέρους μελῶν τῆς Ἐκκλησίας γιά λύσεις οὐσιαστικές, μέ τίς ὁποῖες καί ἡ Πολιτεία θά ἱκανοποιεῖτο καί ἡ Ἐκκλησία θά θεολογοῦσε ἀποφεύγοντας εὐσεβιστικές θεωρήσεις.
Τελικά πιστεύω, καί δέν εἶναι τῆς ὥρας νά ἀναλύσω, ὅτι ὑπῆρχαν καί ἄλλοι τρόποι γιά νά λυθῆ τό θέμα αὐτό χωρίς ἀναταράξεις, πού δέν συμφέρουν κανέναν, ἐκτός κι ἄν ἐπιδιώχθηκε ὁ τεχνητός αὐτός θόρυβος γιά πολιτικούς –κομματικούς λόγους, πρᾶγμα πού δέν θέλω νά πιστεύω.
Β) Συνέχεια αὐτῆς τῆς ἀπόψεως εἶναι καί ἡ ἄλλη, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Πολιτεία εἶναι ἐκείνη πού καθορίζει ὅλα ὅσα ἔχουν σχέση μέ τούς πολῖτες καί ἑπομένως ὁ τύπος ἐκδόσεως τῶν ταυτοτήτων εἶναι ἀποκλειστική ὑπόθεση τῆς Πολιτείας καί κανενός ἄλλου Ὀργανισμοῦ, οὔτε φυσικά καί τῆς Ἐκκλησίας.
Καί ἡ ἄποψη αὐτή, ἐνῶ ἔχει φαινομενικά στοιχεῖα ἀληθείας, ἐν τούτοις εἶναι ἀποσπασματική καί τελικά ἐπικίνδυνη γιά τήν δημοκρατία. Καί αὐτό στηρίζεται σέ δύο βασικούς λόγους. Ὁ πρῶτος εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι δυνατόν νά ἐκληφθῆ ὡς ἕνας ἀνθρωποκεντρικός ὀργανισμός ἤ μιά ἐκκλησιαστική διοικητική ὑπηρεσία, ἀφοῦ εἶναι τό σύνολο τῶν Κληρικῶν καί τῶν λαϊκῶν, πού ἀποτελοῦν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἐκείνη πού ἐκφράζει καί σηματοδοτεῖ τήν παράδοση αὐτοῦ τοῦ τόπου, χωρίς βέβαια νά παραθεωροῦνται οἱ ἄλλες θρησκευτικές δοξασίες, πού εἶναι σεβαστές, σύμφωνα μέ τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν σύγχρονη ἑλληνική νομοθεσία. Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι ὅτι ὁ λαός πού ἀνήκει στήν Ἐκκλησία ἔχει λόγο γιά ὅλα τά σοβαρά θέματα, πού τόν ἀπασχολοῦν καί ἡ ἄποψή του πρέπει νά γίνεται σεβαστή ὄχι μόνον κατά τήν ἡμέρα τῶν ἐκλογῶν – γιατί μία ἄποψη περί κυριαρχίας τοῦ λαοῦ κατά τήν διαδικασία τῆς ψηφοφορίας εἶναι ὑποκριτική καί τολμῶ νά ὑποστηρίξω ἀντιδημοκρατική – ἀλλά σέ ὅλες τίς φάσεις τῆς ἐξασκήσεως τῆς ἐξουσίας. Δέν εἶναι δυνατόν μιά ἐξουσία νά «ὑποκλέπτη» τήν ψῆφο τοῦ λαοῦ μέ «ἐπιστημονικούς» τρόπους καί συνέχεια νά κυβερνᾶ γιά τά προσδιορισμένα χρόνια σέ βάρος τῶν πραγματικῶν συμφερόντων τοῦ λαοῦ, ἀποθέτοντας ἁπλῶς τίς ἐλπίδες στόν λαό ἐπανευρέσεως τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας στίς νέες ἐκλογές, στίς ὁποῖες θά ἐπικρατήσουν καί πάλι πολωτικές νοοτροπίες καί ἐνέργειες ψυχολογικές, οἱ ὁποῖες θά «ὑποκλέψουν» τήν ψῆφο τοῦ λαοῦ καί στήν οὐσία θά παραβιάσουν τίς ἀτομικές ἐλευθερίες. Μιά τέτοια ἀντίληψη συνιστᾶ ἔλλειμμα δημοκρατίας. Γι’ αὐτό ἀπό πολλούς παράγοντας συνιστᾶται σήμερα ἡ εἰσαγωγή καί καθιέρωση τῆς ἀρχῆς τῶν δημοψηφισμάτων γιά σοβαρά θέματα, ὥστε ὁ λαός νά συμμετέχη ἐνεργά στήν ἀσκήση τῆς ἐξουσίας καί ἡ Πολιτεία νά δεσμεύεται στήν χρησιμοποίηση δημοκρατικῶν τρόπων διακυβέρνησης.
Δυστυχῶς, ὅμως ἡ πρόταση περί δημοψηφισμάτων γιά σοβαρά θέματα πού ἔγινε ἐπίσημα καί ἐπιστημονικά ἀπό τήν κίνηση ἐνεργῶν πολιτῶν, ἡ ὁποία ἔκανε σχετικές ὁμιλίες σέ ὁλόκληρη τήν Ἑλλάδα ἀπό εἰδικούς ἐπιστήμονας, ἡ ὁποία κίνηση εἰσηγήθηκε τήν ἄποψη αὐτή στήν Κυβέρνηση καί τά ἄλλα κόμματα, ἐν ὄψει ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος, δέν ἔγινε ἀποδεκτή, μέ ἀποτέλεσμα νά μή συμπεριλαμβάνεται στά ἀναθεωρητέα ἄρθρα τοῦ νέου Συντάγματος, πού πρόκειται νά ψηφισθῆ ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων, ἡ ὁποία προῆλθε ἀπό τίς πρόσφατες ἐκλογές.
Ἑπομένως, ἡ ἄποψη ὅτι ὁ τύπος ἐκδόσεως τῶν νέων ταυτοτήτων καί μάλιστα ἡ ἀπάλειψη ἐνδείξεων πού ἐπικρατοῦσαν γιά πολλά χρόνια, ὅπως εἶναι ἡ ἔνδειξη τοῦ θρησκεύματος, εἶναι ἔργο τῆς Πολιτείας ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα σέ πολλές παραχαράξεις, κυρίως στήν ἰσχυροποίηση τῆς ἀρχῆς τῆς Πολιτειοκρατίας. Αὐτή, ὅμως, ἡ ἄποψη δίδει τό δικαίωμα καί τήν δυνατότητα στήν Πολιτεία νά προχωρήση καί στήν εἰσαγωγή ἑνός ἄλλου τύπου ταυτότητος, τῆς ἠλεκτρονικῆς, πού ἀποβλέπει καί καταλήγει ἀναπόδραστα στό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα μέ τήν υἱοθέτηση τοῦ μικροτσίπ, ἀφοῦ καί πάλι δέν θά ἐρωτηθῆ ὁ λαός, μέ τήν αἰτιολογία ὅτι αὐτό εἶναι ἔργο καί δικαίωμα τῆς Πολιτείας. Αὐτή, ὅμως, ἡ σκέψη μπορεῖ νά ὁδηγήση καί σέ ἄλλες πράξεις στό μέλλον, πού θά διασαλεύσουν τήν καλῶς νοούμενη Δημοκρατία.
Στό σημεῖο αὐτό θεωρῶ ἐπίκαιρη τήν ἐπισήμανση τοῦ Max Weber περί τῆς ἐξουσίας, ἡ ὁποία πρέπει νά ληφθῆ σοβαρά ὑπ’ ὄψη. Ὁ Max Weber ὑποστηρίζει ὅτι ὑπάρχουν τρία εἴδη ἐξουσίας, ἤτοι ἡ γραφειοκρατική ἤ νόμιμη ἐξουσία, ἡ χαρισματική ἐξουσία καί ἡ παραδοσιακή ἐξουσία.
Ἐπεκτείνοντας τήν σκέψη αὐτή τοῦ Max Weber θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά λειτουργοῦν σωστά καί τά τρία αὐτά εἴδη ἐξουσιῶν καί νά συνεργάζωνται στενά μεταξύ τους. αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ γραφειοκρατική ἤ νόμιμη ἐξουσία συνδέεται στενά μέ τήν ἑκάστοτε Κυβέρνηση, ἡ ὁποία ἐλέγχεται ἀπό τόν λαό καί ἀσχολεῖται μέ θέματα διοικήσεως τοῦ λαοῦ. Ἐπίσης, ἡ χαρισματική ἐξουσία ἀσκεῖται ἀπό ἀνθρώπους μέ ἰδιαίτερα προσόντα – χαρίσματα ἀπό προσωπικότητες πού ἔχουν ἕναν σοβαρό λόγο στήν κοινωνία (κληρικοί, γονεῖς, δάσκαλοι, φορεῖς διαφόρων Ὀργανώσεων κ.λ.π.) καί ἀναπληρώνουν πολλά κενά τῆς γραφειοκρατικής ἐξουσίας. Καί τέλος, εἶναι ἡ παραδοσιακή ἐξουσία, πού ἐκφράζει τίς παραδόσεις τοῦ λαοῦ, καί εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς καλά ὀργανωμένης κοινωνίας.
Τό σημαντικό εἶναι ὅτι ἡ συνεργασία μεταξύ αὐτῶν τῶν τριῶν παραγόντων βοηθᾶ ἀποτελεσματικά στήν καλή λειτουργία τῆς κοινωνίας. Ἐάν ἡ λεγομένη γραφειοκρατική ἤ νόμιμη ἐξουσία παραγνωρίζη καί παραθεωρῆ τίς ἄλλες μορφές ἐξουσίας, τότε ὁδηγεῖται ἀναπόφευκτα στήν ἐπικράτηση δικτατορικῶν καί τυρανικῶν ἀντιλήψεων. Καί ἐάν ἡ παραδοσιακή ἤ χαρισματική ἐξουσία δέν σέβεται τήν ἐκλεγμένη καί νόμιμη ἐξουσία, τότε ὁδηγούμαστε σέ διάφορες παραχαράξεις τῆς κοινωνίας, δηλαδή τήν δικτατορία ἤ τήν ἀναρχία. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἰδιότυπη μορφή δικτατορίας καί ἡ ἰδιόμορφη ἔκφραση ἀναρχίας εἶναι συμπτώματα ἀλαζονικῆς συμπεριφοράς, ὅταν δέν συνεργάζονται ἁρμονικά οἱ ποικίλες μορφές ἐξουσίας μέσα στήν κοινωνία.
Γ) Μιά ἄλλη ἄποψη, θεολογικά προβαλλόμενη, εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Θεανθρώπινος Ὀργανισμός, εἶναι τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἑπομένως ἔχει μιάν ἄλλη ἀποστολή, πού διακρίνεται σαφῶς ἀπό τήν ἀποστολή τῆς Πολιτείας, ἀφοῦ ἐνδιαφέρεται νά ὁδηγήση τόν ἄνθρωπο σέ κοινωνία μέ τόν Θεό.
Κανείς δέν μπορεῖ νά ἀρνηθῆ αὐτήν τήν πραγματικότητα, ἀλλά καί δέν μποροῦμε νά υἱοθετήσουμε ἕναν ἐκκλησιολογικό μονοφυσιτισμό ἤ ἕναν ἐκκλησιολογικό νεστοριανισμό, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία ζῆ καί ἐργάζεται ἐν τόπῳ καί χρόνῳ, μεταμορφώνει τίς συνθῆκες ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, μεταμορφώνει τόν ὅλο ἄνθρωπο καί ἁγιάζει τήν κτίση, χωρίς νά ἀρνεῖται τίποτε ἀπό τόν ἱστορικό βίο τοῦ ἀνθρώπου καί τήν δημιουργία. Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἀρνηθῆ οὔτε τίς ἰδιαιτερότητες ἑνός ἀνθρώπου, οὔτε νά προδώση καί νά παραθεωρήση τήν ἐσχατολογική προσδοκία της.
Ἔπειτα, οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας δέν μποροῦν νά ἀρνηθοῦν τίς ποικιλίες πνευματικές ἡλικίες τῶν Χριστιανῶν. Εἶναι δέ γνωστόν ὅτι ἡ ποιμαντική ἐπιστήμη προϋποθέτει σαφῆ γνώση της καταστάσεως κάθε ἀνθρώπου καί συνδέεται στενά μέ τήν προσπάθεια γιά τήν ἀνύψωση του στό ὑψηλότερο πνευματικό ἐπίπεδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετώπισε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό πρόβλημα τῶν εἰδωλοθύτων. Στήν ἀρχή γράφει: «περί δέ τῶν εἰδολοθύτων, οἴδαμεν ὅτι πάντες γνῶσιν ἔχομεν· ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δέ ἀγάπη οἰκοδομεῖ» (Α’ Κορ. η’, 13).
Αὐτό, κατά ἀναλογία, ἰσχύει καί γιά τό θέμα πού μᾶς ἀπασχολεῖ.
Βεβαίως σέ καιρό διωγμῶν ἡ Ἐκκλησία δέν ἐνδιαφέρεται γιά τό τί θά πράξη ἡ Πολιτεία, καί μάλιστα ὅταν ἡ Πολιτεία δέν εἶναι Χριστιανική, ἀλλά δέχεται προθύμως τό μαρτύριο,προσφέροντας τήν μαρτυρία τῆς ἀληθείας. Ὅμως, δέν πρέπει νά παραθεωροῦνται δύο πραγματικότητες. Ἡ μία ὅτι δέν μπορεῖ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία νά συντελῆ στόν ἀποχρωματισμό τῆς κοινωνίας καί τήν ἐκκοσμίκευση τῶν Χριστιανῶν καί τοῦ ἑαυτοῦ της, διότι ὁ ἐκκλησιαστικός ἀποχρωματισμός τῆς κοινωνίας καί ὁ λεγόμενος πολιτιστικός ἐκσυγχρονισμός τῆς κοινωνίας καί ὁ λεγόμενος πολιτιστικός ἐκσυγχρονισμός συνιστοῦν τό φαινόμενο τῆς ἐκκοσμικεύσεως. Καί ἡ ἄλλη πραγματικότητα εἶναι ὅτι καί κατά τόν καιρό τῶν διωγμῶν ἡ Ἐκκλησία δέν παρακινοῦσε τά τέκνα της ἀπερίσκεπτα πρός τό μαρτύριο, χάρη μιᾶς ἐκφράσεως τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως, ἀλλά ὑπῆρχαν περιπτώσεις πού περιόριζε τίς ἐνθουσιαστικές τάσεις τῶν Χριστιανῶν πρός τό μαρτύριο, ἐπειδή γνώριζε τίς ἀδυναμίες τους καί ἤθελε νά ἀποφύγη τόν πειρασμό ἐνδεχομένης ἀρνήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε, ὁ Χριστός μᾶς δίδαξε νά προσευχόμαστε στόν Θεό νά μήν ἐπιτρέπη πειρασμούς. «Καί μή εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν». Ὅταν ὅμως ἔρχεται ὁ πειρασμός, τότε παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς βοηθήση στήν ἀντιμετώπισή του.
Ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία δέν φοβᾶται τό μαρτύριο, τό ὁποῖο εἶναι δόξα γι’ αὐτήν, ἀλλά καί δέν τό προκαλεῖ, ἐπειδή γνωρίζει τήν ἀστάθεια καί τίς ἀδυναμίες μερικῶν μελῶν της. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ἡ Ἐκκλησία μέ δική της βούληση, ἐν ὀνόματι τάχα τοῦ μαρτυρικοῦ πνεύματος, νά ἐξωθῆ ἤ νά ἐμπνέη κάθε Πολιτεία, στό νά προκαλῆ τους Χριστιανούς καί νά συντελῆ, μέ δική της θέληση, στόν ἀποχρωματισμό τοῦ Γένους μας, ὅταν μάλιστα ἡ Πολιτεία διακηρύσση ὅτι εἶναι Χριστιανική καί ἐκτιμᾶ δεόντως τήν ἰδιαίτερη πολιτιστική παράδοση. Ὅταν, ὅμως, ἐπιβάλλονται μαρτυρικές συνθῆκες, τότε ἡ Ἐκκλησία ἐνεργεῖ κατά περίπτωση, ἤτοι ἄλλοτε ἐνθαρρύνει τούς Χριστιανούς πρός τό μαρτύριο, ἄλλοτε ἀναστέλλει τήν μαρτυρική πορεία, ἄλλοτε ἐμψυχώνει τήν ὑπομονή καί τήν καρτερία τῶν πιστῶν, ἄλλοτε καθοδηγεῖ προσεκτικά καί γενικῶς οἰκονομεῖ τίς ποικίλες ἀντιδράσεις τῶν μελῶν της, ἀνάλογα μέ τίς ποικίλες ἀντιδράσεις τῶν μελῶν της, ἀνάλογα μέ τήν πνευματική τους ἡλικία καί τήν πνευματική ἐν Χριστῷ ὡριμότητά τους.
Δ) Διατυπώθηκε ἡ ἄποψη ὅτι ἡ σωτηρία τῶν Χριστιανῶν δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀστυνομική ταυτότητα, οὔτε ἀπό τά στοιχεῖα τά ὁποία δηλώνονται σέ αὐτή.
Πρόκειται γιά μιά μεγάλη ἀλήθεια, ἡ ὁποία πρέπει νά τονίζεται, γιατί ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων δέν συνδέεται μέ κτιστά μέσα, ἀλλά εἶναι καρπός ἐνέργειας τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί συνέργειας τοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλωστε, ἐμεῖς πρίν ἀπό χρόνια τονίζαμε ὅτι δέν μποροῦμε νά εἴμαστε Χριστιανοί μόνον τῆς ταυτότητας, ἀλλά πρέπει νά διακρινόμαστε ἀπό τήν πιστότητα στόν Ἀποκαλυπτικό λόγο. Ἡ πραγματική ταυτότητα εἶναι ὅτι εἴμαστε Χριστιανοί «ἐν πράξει, γνώσει καί θεωρία» καί ἔχομεν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ «ἐν καρδίαις σαρκίναις» καί ὄχι «ἐν πλαξί λιθίναις» (Β’ Κορ. γ’ 3) ἤ ἐν «ταυτότητι πλαστική».
Ὅμως, πρέπει νά τονίζεται καί ἡ ἄλλη ὄψη τοῦ θέματος, ὥστε νά εἶναι πλήρης. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ἰωάννης γράφει πολύ σωστά ὅτι ἡ ἀρχή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου δέν εἶναι ὁ λαός, ἀλλά ὁ Θεός, καί ἡ πραγμάτωση τοῦ δικαίου δέν εἶναι ἡ μένουσα, ἀλλά ἡ μέλλουσα πόλη. Ὅμως, ποτέ στήν προοπτική τῆς Ἐκκλησίας δέν παραθεωρεῖται καί ἡ μένουσα πόλη, ἀφοῦ ἡ ἐκκλησιαστική ζωή εἶναι ζωή ἀναγεννήσεως καί ἀνακαινίσεως τοῦ ἀνθρώπου καί ὁλοκλήρου τῆς κτίσεως. Καί, βεβαίως, ἡ ἐκκλησιολογία δέν ταυτίζεται ἀπόλυτα μέ τήν κοινωνιολογία, ἀλλά καί ἡ κοινωνία δέχεται ἤ πρέπει νά δέχεται τήν ἐπίδραση καί τήν ἀλλοίωση τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, στήν Θεία Εὐχαριστία ζοῦμε τά ἔσχατα καί ὅλα ὅσα χρησιμοποιοῦνται στήν λατρεία ἐκφράζουν τήν ζωή τῶν ἐσχάτων, καθώς ἐπίσης καί ἡ ὅλη ζωή τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά ἐπηρεάζεται ἀπό τήν εὐχαριστιακή βίωση τῶν ἐσχάτων.
Ε) Ἡ ἄποψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά ἀσχολεῖται μόνον μέ τά τοῦ οἴκου της εἶναι ἐπικίνδυνη. Καί αὐτό γιατί ὁ οἶκος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί ὁλόκληρη ἡ κτίση, οἱ θεσμοί, ἀκόμη καί ὁ πολιτισμός. Ἄλλωστε, εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ Ἐκκλησία διά μέσου τῶν αἰώνων παρήγαγε καί πολιτισμό, στήν προσπάθειά της νά ἀλλοιώση τά ἱστορικά δεδομένα, μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, χωρίς βέβαια, νά χάνη τήν προοπτική τῶν ἐσχάτων. Ἀλλά, τελικά, ὁ περιορισμός τῆς Ἐκκλησίας σέ μιάν ὁρισμένη περιοχή τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων καί ὁ ἐγκλεισμός της σέ μερικές πληθυσμιακές ὁμάδες ἀνθρώπων λειτουργεῖ εὐσεβιστικά καί λίγο ρατσιστικά. Θεωρῶ ὅτι εὐσεβισμός εἶναι καί ὁ ἀποκλεισμός μερικῶν περιοχῶν τοῦ ἀνθρώπινου βίου καί μερικῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν ἀναγεννητική ἐνέργεια τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, ὅπως λέγεται ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία δέν ἔγινε γιά νά βοηθήση τόν κόσμο, ἀλλά ὁ κόσμος δημιουργήθηκε γιά νά γίνη Ἐκκλησία.
Στ) Ἡ χρησιμοποίηση, ἐξ ἄλλου, τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ «ἀπόδοτε τά Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. Κβ’, 21), κυρίως ἀπό τούς πολιτικούς, δέν εἶναι ἐπιτυχημένη. Πρῶτον, γιατί αὐτός ὁ λόγος ἔχει μιά συγκεκριμένη αἰτιᾶ καί ἀναφέρεται σέ ἕνα ἐρώτημα πού ἔθεσαν οἱ Φαρισαῖοι στόν Χριστό «ἔξεστι δοῦναι κῆνσον Καίσαρι ἤ οὔ;», καί αὐτό ἔγινε μέ πονηρία, γιά νά τόν συλλάβουν καί νά τόν φονεύσουν, πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν συνδέεται μέ τό θέμα μας, ἀφοῦ ὁ τότε Καῖσαρ ἦταν εἰδωλολάτρης, κατακτητής καί ὄχι Χριστιανός, καθώς ἐπίσης ὁ Χριστός δέν ἤθελε νά προκαλέσει τήν τότε ἐξουσία. Ὁ ἱερός Θεοφύλακτος παρατηρεῖ: «ὁ δέ Ἰησοῦς διά τοῦ ἐντετυπῶσθαι τῷ νομίσματι τόν Καίσαρα, πείθει αὐτούς ὡς δεῖ τῷ Καίσαρι ἀποδιδόναι τά ἑαυτοῦ, τουτέστι, τά ἔχοντα τήν αὐτοῦ εἰκόνα· καί ἐν τοῖς ἔσω καί πνευματικοῖς, τῷ Θεῷ».[15] Δεύτερον, γιατί οἱ φορεῖς τῆς Πολιτείας πού χρησιμοποιοῦν τήν φράση αὐτή, δέν πιστεύουν ὅτι ἡ δική τους ἐξουσία ταυτίζεται μέ τήν ἐξουσία πού εἶχε ὁ τότε Καῖσαρ, οὔτε ἀποξενώνουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐκφράζει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί, βέβαια, ἐάν δοῦν τό χωρίο αὐτό μέσα ἀπό ἄλλη προοπτική, πού συνήθως τούς διακρίνει, εἶναι δυνατόν νά σκανδαλισθοῦν, θεωρῶντας ὅτι δῆθεν ὁ Χριστός συνιστοῦσε τότε ὑπακοή σέ ἄδικους φορολογικούς νόμους, πού ἐπικρατοῦσαν τήν ἐποχή ἐκείνη. Ἑπομένως, καλό θά εἶναι, τουλάχιστον ἀπό τήν πλευρά τῆς Χριστιανικῆς Πολιτείας νά μή χρησιμοποιεῖται, ἀντί ἄλλου ἐπιχειρήματος, ὁ λόγος αὐτός τοῦ Χριστοῦ.
Τελικά, πρέπει νά ὑπογραμμισθῇ δεόντως ὅτι ἡ ἀποϊεροποίηση τοῦ κόσμου καί ἡ θεοποίηση ἤ δαιμονοποίηση μερικῶν πτυχῶν καί πλευρῶν τῆς ζωῆς μας συνιστᾶ τόν λεγόμενο Διαφωτισμό,ὁ ὁποῖος δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στήν ἀνθρωπότητα, ὁδήγησε τόν ἄνθρωπο μέχρι τίς θεωρίες τοῦ Νίτσε, περί τοῦ ὑπερανθρώπου, ὁ ὁποῖος ὑπεράνθρωπος ἐκφράσθηκε ἀπό τόν φασισμό καί ναζισμό πού αἱματοκύλισε τήν ἀνθρωπότητα, καί ἀνέπτυξε στήν συνέχεια τόν ἄθεο ὑπαρξισμό, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ τήν αὐτοκτονία τοῦ οὐμανισμοῦ. Ὅλες αὐτές οἱ θεωρίες στήν ἐποχή μας εἶναι ξεπερασμένες. Ἐκεῖνο πού ἐπικρατεῖ στήν ἐποχή μας εἶναι ἡ ἀπόκτηση σχέσης, ἡ βίωση τῆς καινότητας καί ἡ οὐσιαστική συνύπαρξη μεταξύ προσώπου καί κοινωνίας.
Τό θέμα τῶν ταυτοτήτων καί τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος, ἐνῶ φαίνεται μιά παρονυχίδα καί ἕνα δευτερεῦον σημεῖο, ἐν τούτοις, εἶναι ἔκφραση πολλῶν διεργασιῶν καί ζυμώσεων πού γίνονται στήν πατρίδα μας. Ἄν ἐξετάση κανείς τό ἰδεολογικό ὑπόβαθρο τῆς κινήσεως αὐτῆς καί τόν τρόπο εἰσαγωγῆς τοῦ θέματος αὐτοῦ, θά διαπιστώση ὅτι ὑποκρύπτονται σοβαρά ζητήματα πού συνδέονται μέ τήν ἐπιβίωση τοῦ Ἔθνους μας. Ἐπιπροσθέτως, ἄν σκεφθῆ κανείς ὅτι μερικοί ἄρχοντες αὐτοῦ τοῦ τόπου, ὅλων τῶν πολιτικῶν ἀποχρώσεων, δέν γνωρίζουν ἐπαρκῶς τήν παράδοση αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, δέν κοινωνοῦν μέ τόν τρόπο ζωῆς του, ἀγνοοῦν ἐν πολλοῖς τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, ἡ ὁποία δέν εἶναι οὔτε ἰδεολογικό σύστημα, οὔτε μιά κοσμοθεωρία, οὔτε ἁπλῶς ἤθη καί ἔθιμα, ἀλλά ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος ζωῆς, πού δίνει ἀπαντήσεις σέ ὅλα τά ὀντολογικά, κοσμολογικά, ὑπαρξιακά, κοινωνικά καί οἰκολογικά προβλήματα, τότε ἀντιλαμβάνεται τήν σοβαρότητα τοῦ ζητήματος. Θέλω νά βλέπω τήν ἀτομική ταυτότητα κάθε ἀνθρώπου μέσα ἀπό τήν προοπτική τῆς ταυτότητας τῆς παράδοσης αὐτοῦ τοῦ τόπου. Δέν μέ ἐνδιαφέρει τί γίνεται μέ τούς ἄλλους λαοὺς, ἀλλά βλέπω τόν δικό μου λαό. Ἔχω δικαίωμα νά τό κάνω αὐτό καί κανείς δέν μπορεῖ νά μοῦ τό ἀρνηθῆ.
Ὁ Ἑλληνικός λαός καί γενικότερα ἡ πατρίδα μας ἔχουν ἀνάγκη τῆς πνευματικῆς καί πολιτιστικῆς ὑποδομῆς, ἔχουν ἀνάγκη, γιά νά ἐπιζήσουν, τήν Ρωμαίϊκη παράδοση μέ ὅλη τήν δυναμικότητά της. Ἔτσι θά διατηρηθοῦμε ὡς Ἔθνος καί ἔτσι μποροῦμε, ὄχι μόνο νά ἐπιβιώσουμε στήν χοάνη τοῦ συγχρόνου κόσμου, πού ἐπηρεάζεται ἀπό δυτικές καί ἀνατολικές παραδόσεις, ἀλλά καί νά ἐπηρεάζεται ἀπό δυτικές καί ἀνατολικές παραδόσεις, ἀλλά καί νά ἐπικρατήσουμε στήν Εὐρώπη, ἀφοῦ τό πνεῦμα νικᾶ τήν μηχανή καί τό πρόσωπο μεταμορφώνει θεσμούς καί κοινωνικές καταστάσεις. Αὐτό μποροῦμε νά τό ἐπιτύχουμε, γιατί ἔχουμε ἕνα ἱστορικά παράδειγμα, ἤτοι τόν ἐξελληνισμό καί ἐκχριστιανισμό τῆς σιδηρόφρακτης Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ ὁποία μέ αὐτήν τήν γονιμοποίηση ἀνέβηκε σέ ὑψηλά ἐπίπεδα ζωῆς καί πολιτισμοῦ.
Δέν θά προτείνω συγκεκριμένες προτάσεις, γιατί αὐτό θά γίνη ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ. Ἄνθιμο. Ἁπλῶς θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω ὅτι ἡ ὅλη ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος πρέπει νά γίνη μέ ψυχραιμία, νηφαλιότητα, ἠπίους τόνους, ἐπιχειρήματα νομικά καί θεολογικά, σεβασμό τῆς ἐλευθερίας τῶν ἄλλων καί ἀποφυγή κομματικοποιήσεως τοῦ προβλήματος αὐτοῦ.
Σᾶς εὐχαριστῶ πού εἴχατε τήν ὑπομονή νά μέ ἀνεχθῆτε. Σᾶς ζητῶ συγγνώμη γιά τήν κόπωση πού Σᾶς προξένησα καί ἄς εὐχηθοῦμε νά μείνη ὁ λαός μας πιστός στίς παραδόσεις του. Ἄλλωστε, πρέπει νά γίνη σαφές ὅτι ὁ Θεός δέν μᾶς ἔχει ἀνάγκη, ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό, ὅπως ἐπίσης ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση πού ἐμπνέεται ἀπό τόν Ἀποκαλυπτικό λόγο δέν πρόκειται ποτέ νά χαθῆ, ἀλλά θά χαθοῦμε ἐμεῖς, ὅταν ἀπομακρυνόμαστε ἀπό αὐτήν, γιατί θά ζοῦμε χωρίς νόημα ζωῆς καί μέσα στήν ὀδύνη τοῦ ὑπαρξιακοῦ κενοῦ.
Θεωρῶ καθῆκον ἐπισήμως ἀπό τήν θέση αὐτή νά εὐχαριστήσω θερμότατα τούς ἀνθρώπους, μέ τούς ὁποίους συνεργάσθηκα στενά γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος τῶν ταυτοτήτων, κυρίως τόν κ. Ἀναστάσιο Μαρῖνο, Ἀντιπρόεδρο τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, γιά τίς σοβαρές καί κατοχυρωμένες, μέ νομική γνώση καί ἀγάπη στήν Ἐκκλησία γνωμοδοτήσεις του, οἱ οποίες κάλυψαν πολλά κενά, τόν κ. Γεώργιο Ἀποστολάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικῶν, ὁ οποίος ἀπό χρόνια ἀσχολεῖται ἐπιστημονικά καί ἐξειδικευμένα μέ τό πρόβλημα τῶν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων καί τῆς ὅλης νομολογίας σχετικά μέ αὐτές, ὁ ὁποῖος μοῦ ἔδωσε πολλές σημαντικές πληροφορίες, καί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Ἀθανάσιο Ἀναστασίου, Ἡγούμενο τῆς Ἱεράς Μονῆς Μεταμορφώσεως Μετεώρων, γιά τόν ζῆλο του, τίς θυσίες στίς ὁποῖες ὑποβλήθηκε καί τήν ἀγάπη του πρός τήν ζωντανή παράδοση τοῦ λαοῦ μας καί γιά τόν ὁμολογιακό του χαρακτῆρα.
Τελειώνοντας, θά ἤθελα νά ὑπενθυμίσω τόν καταπληκτικό λόγο τοῦ Ἐθνικοῦ ποιητοῦ τῆς Κύπρου Βασίλη Μιχαηλίδη πού ἔχει καί ἐδῶ ἐφαρμογή:
«Ἡ Ρωμηοσύνη ἐν φυλή συνότζιαιρη τοῦ κόσμου,
Κανένας δέν εὐρέθητζεν γιά νά τήν ἠξηλείψην,
Κανένας γιατί σιέπει τήν 'που τ’ ἄψη ὁ Θεός μου.
Ἡ Ρωμηοσύνη ἐν' νά χαθῆ, ὄντας ὁ κόσμος λείψη!».
[1] Βλ. Κωνσταντίνου Ζορμπά: «Δοκίμιο γιά την Παγκοσμιοποίηση», σελ. 22 καί ἐξῆς.
[2] Ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Σαββάτου. Η ἀρχή της ἐπικουρικότητας ὡς εὐρωπαϊκῆς ἀξίας καί το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, εἰς ἐφημ. «Ὀρθοδοξία», τεῦχ. 1
[3] Ἐλεύθερος Τύπος, 24-2-2000
[4] Διαμιανού Κατραμάδου: «Προστασία τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασία δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτῆρα», φωτοτυπημένη μελέτη, σελ. 1.
[5] ΝΕΑ, 29-5-2000.
[6] Ἔθνος, 17-5-2000.
[7] Πάνος Σῶκος, 19-5-2000
[8] π. Ἰωάννης Ζῶτος, ἐφημέριος Ἱεράς Μητροπόλεως Σταγῶν καί Μετεώρων, κείμενο με θέμα: «Η σύγχρονη τεχνολογία».
[9] Παρ. 10 ἀποφάσεως Ἀρχῆς.
[10] Παρ. 10 ἀποφάσεως
[11] Βλ. Δαμιανοῦ Κατραμάδου σελ. 4 καί ἑξῆς καί Συμφωνία Σένγκεν, ἔκδ. Ποντίκι σελ. 169.
[12] Βλ. Δαμιανοῦ Κατραμάδου: «Κριτική παρουσίαση τοῦ νόμου 2472/97».
[13] Βῆμα, 17-5-2000.
[14] Βλ. Max Weber «Ἡ προτεσταντική ἠθική καί τό πνεῦμα τοῦ καπιταλισμοῦ».
[15] P.G, 123, 389.
Πηγή: Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησία καὶ Ταυτότητες, Ἀθήνα 2000
Σχόλιο Τ.Ι.: Πριν από τα κείμενα του Καθηγητή κ. Φαράντου και του μοναχού Δαμασκηνού, παραθέτουμε απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα κατά το οποίο έγινε ανάγνωση από το υπό κρίση βιβλίο του Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ζηζιούλα «Η Κτίση ως Ευχαριστία», σε εκπομπή του Δημήτρη Κοσμόπουλου (εδώ). Πρόκειται για ένα από τα πλέον βλάσφημα και αιρετίζοντα θεολογικά αναγνώσματα, σε βαθμό που θα μπορούσε κάποιος να το χαρακτηρίσει ως νέο-ειδωλολατρική ομολογία. Αλλά και από επιστημονική-φιλοσοφική σκοπιά να το δει κανείς, η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρημάτων και των "διαπιστώσεων" του φιλοσόφου Ζηζιούλα, κινούνται ανάμεσα στη σοφιστία και την παραεπιστήμη. Από τη μεριά της Πίστης μας, είναι λυπηρό (για πολλούς σκανδαλιστικό) το φαινόμενο (σίγουρα σημείο των καιρών) πως τέτοιου περιεχομένου κείμενα μπορούν να φέρουν το μανδύα και την επίφαση “πονήματος Ορθοδόξου θεολογικής σκέψης”, και να μην έχουν ήδη καταδικαστεί για τον αντίχριστο χαρακτήρα τους. Από τη μεριά της Επιστήμης είναι απορίας άξιο πως θεωρητικά επιστημονικά σχήματα (Δαρβινισμός) και υφιστάμενα και καθιερωμένα επιστημονικά πεδία (Κβαντομηχανική, Σχετικιστική Φυσική, κ.λ.π.) μπορούν να έχουν τόσο διαβρωτική επίδραση στη φιλοσοφική σκέψη ώστε εν τέλει αυτή να οδηγείται στην πλάνη και την παρακμή.
«... Όλα όσα είπαμε, τονίζει ο μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης στο βιβλίο του η «ΚΤΙΣΗ ΩΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ: Θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της Οικολογίας», περιγράφουν την κατάσταση που αφορά τους πρώτους 2 ή 3 αιώνες της Χριστιανικής περιόδου. Τα πράγματα όμως φαίνεται να αλλάζουν βαθμιαία και η Εκκλησία σιγά-σιγά οδηγήθηκε σε μια σοβαρή αλλαγή συνείδησεως σε ότι αφορά τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Τα αποφασιστικά βήματα σε αυτή την εξέλιξη μπορούν να περιγραφούν πολύ περιληπτικά ως εξής:
Πρώτον: η ισχυρή επίδραση του Πλατωνικού και του γνωστικού τρόπου σκέψεως κατά το δεύτερο και τρίτο αιώνα, είχε σαν αποτέλεσμα να υποτιμηθεί η σημασία του υλικού κόσμου και να θεωρηθεί στην καλύτερη περίπτωση ‘σαν χωρίς σημασία’ και στη χειρότερη σαν ‘κακός’. Οι Χριστιανοί γνωστικοί της Αλεξάνδρειας, πάνω από όλα η ισχυρή επιρροή του Ωριγένη, είναι κλασσικό παράδειγμα αυτής της εξελίξεως. Ο Ωριγένης του οποίου τα γραπτά διαβάζονταν πολύ από τους μοναχούς της Αιγύπτου, επηρέασε ένα αρκετά σημαντικό μέρος του Ανατολικού μοναχισμού, ο οποίος τελικά, ευτυχώς, διασώθηκε από την επηρροή αυτή χάρη σε δυνάμεις του Ορθοδόξου μοναχισμού όπως οι Άγιοι Μακάριος ο Αιγύπτιος και Μάξιμος ο Ομολογητής.
Δεύτερον: Στη Δύση παρόμοιες εξελίξεις έτειναν στο να διχοτομήσουν τον άνθρωπο από τη φύση, με το να θεωρούν τον άνθρωπο ανώτερο από τη φύση και κέντρο των πάντων. Ως τυπικά παραδείγματα αυτής της εξελίξεως μπορούμε να αναφέρουμε τον ιερό Αυγουστίνο και τον Βοήθιο, οι οποίοι όρισαν το ανθρώπινο ον, ακόμη και το θείο ον, με τη χρήση των εννοιών του λόγου και του νου, και εισήγαγαν τη συνείδηση και την ενδοστρέφεια σαν τα ύψιστα στοιχεία του ανθρώπου, ακόμα και του Θεού. Έτσι το ανθρώπινο ον ξεχώρισε από την όλη φύση όχι μόνο σαν όν ανώτερο από τα άλλα όντα αλλά πραγματικά σαν το μόνο ον που είχε σημασία για την αιωνιότητα, εκτός βέβαια από τους αγγέλους, οι οποίοι χάρις την πνευματική και άυλη υπόστασή τους ήταν ακόμη ανώτερης αξίας και από τις ανθρώπινες ψυχές. Η Βασιλεία του Θεού κατά την αντίληψη του ιερού Αυγουστίνου απαρτίζεται μόνο από σεσωσμένα πνευματικά όντα, από αθάνατες ψυχές.
Η Εκκλησία έχανε έτσι βαθμιαία τη συναίσθηση της σπουδαιότητας και της αιώνιας αξίας του υλικού κόσμου και αυτό ήταν ιδιαίτερα φανερό στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τα ιερά μυστήρια και ιδιαίτερα τη Θεία Ευχαριστία. Αντί να είναι η Ευχαριστία μια ευλογία του υλικού κόσμου, των καρπών της φύσεως, και μια αναφορά όλων αυτών με ευγνωμοσύνη και ευλάβεια στο Δημιουργό, η Ευχαριστία πολύ γρήγορα έγινε βασικά μια τελετή αναμνήσεως της θυσίας του Χριστού και ένα μέσο χάριτος για την πνευματική τροφή της ψυχής. Η διάσταση του κόσμου χάθηκε γρήγορα από τη μυστηριακή Θεολογία στη Δύση, δίνοντας τη θέση της σε μια πνευματοκεντρική, ή ψυχοκεντρική αντίληψη του κόσμου.
Τρίτον: Η εποχή του μεσαίωνα και της Αναγεννήσεως ελάχιστα συνετέλεσε στην αλλαγή αυτής της καταστάσεως έχοντας στην πραγματικότητα εμπνευστεί από το σχολαστικισμό με την ιδέα ότι το κατ’ εικόνα Θεού αφορά στο λογικό του ανθρὠπου. Τα μυστήρια παρέμειναν ακόμη σε μεγάλο βαθμό στη Δύση άσχετα με τον υλικό κόσμο και έτσι το χάσμα ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση μεγάλωσε περισσότερο . Ο Καρτέσιος ακολουθώντας την Αυγουστίνεια παράδοση έκανε τη σκέψη κέντρο των πάντων:
«Σκέπτομαι άρα υπάρχω.»
Ενώ ο Διαφωτισμός ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την άποψη ότι το σκεπτόμενο λογικά ον είναι αυτό που κυρίως ενδιαφέρει σε όλη τη Δημιουργία. Ο Ρομαντισμός, ενώ δίνει σημασία στη φύση, ενίσχυσε τη διχοτόμηση ανάμεσα στον σκεπτόμενο ενσυνείδητο υποκείμενο και στη μη σκεπτόμενη ασυνείδητη φύση (!?) δίνοντας εμφανώς προτεραιότητα στο πρώτο και επιτρέποντας στο τελευταίο να έχει αξία μόνο στο μέτρο που περικλείει μέσα του το πρώτο. Ο Πιετισμός, ο ευσεβισμός δηλαδή, ο Μυστικισμός και άλλες θρησκευτικές και θεολογικές κινήσεις, λειτουργούσαν επίσης χωρίς αναφορά στη φύση. Ενώ ο Πουριτανισμός και η δεσπόζουσα τάση του Καλβινισμού εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο τους στίχους της Γεννέσεως «… αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς.» (Γένεση, 9:1), συνετέλεσαν στην άνοδο του καπιταλισμού και τελικά στην τεχνολογία και στον πολιτισμό των ημερών μας (!?).
Σ’ αυτήν την ανθρωποκεντρική και λογικοκρατούμενη αντίληψη του κόσμου, στην οποία η Χριστιανική θεολογία συνέβαλεν αποφασιστικά, ο σύγχρονος Δυτικός κόσμος μας κατάφερε να παρουσιάσει δυό αντισώματα προς τα οποία όμως η Θεολογία και η Εκκλησία παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό εχθρικές.
Πρώτο ήταν ο Δαρβινισμός. Ο Δαρβινισμός τόνισε ότι το ανθρώπινο ον δεν είναι διόλου το μόνο διανοούμενο όν της Δημιουργίας, πράγμα που ήταν ράπισμα στη σχολαστική άποψη ότι η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο είναι η λογική του και η νοημοσύνη του, και ότι τη συνείδηση, ακόμα και την αυτοσυνειδησία, μπορούμε να τη συναντήσουμε και στα ζώα (!?). Η διαφορά ανάμεσα στα ζώα και στον άνθρωπο είναι διαφορά βαθμού και όχι είδους. Έτσι ο άνθρωπος επανήλθε στην οργανική του θέση στη φύση και το ερώτημα ως προς τη διαφορά του από τα ζώα παρέμεινε ανοικτό δεδομένου ότι η λογική δεν είναι πια η ειδοποιός διαφορά(!?).
Η Δυτική Εκκλησία υπερασπιζόμενη γενικά τη λογοκεντρική δομή του πολιτισμού μας απέτυχε να αντιδράσει δημιουργικά στην πρόκληση του Δαρβινισμού και προτίμησε η ίδια είτε να εμπλακεί σε μια ανταγωνιστική διαμάχη μαζί του είτε να υποκύψει δεχόμενη αυτήν την κατωφερή ανθρωπολογία, και όλα αυτά γιατί αρνήθηκε να αναζητήσει σε άλλες περιοχές εκτός της λογικής(!?) τη διαφορά των ανθρωπίνων όντων από τα ζώα . Αλλά ο Δαρβινισμός έχοντας ουσιαστικά κερδίσει την επιστήμη της Βιολογίας είναι ακόμη στο προσκήνιο και η Θεολογία πρέπει να κάνει την καλύτερη δυνατή χρήση του θετικά και αρνητικά στο θέμα της αντιμετώπισης της οικολογικής κρίσεως(!?).
Δεύτερον από τα αντισώματα σ’ αυτόν τον ανθρωποκεντρικό και λογικοκρατούμενο πολιτισμό που κληρονόμησεν η εποχή μας, ήρθε από την περιοχή της Φυσικής φιλοσοφίας μέσα από τον Αινστάιν και τη σχολή της σύγχρονης Κβαντικής Φυσικής που τον διαδέχτηκε. Εδώ το χτύπημα ήταν διαφορετικό και ίσως βαθύτερο.
Ως πρώτη συνέπεια, η Φυσική επιστήμη σήμερα έρχεται να υπογραμμίσει το τέλος της διχοτομήσεως ανάμεσα στη φύση, ή την ουσία, και στο γεγονός (?!). Κάθε τι που είναι ταυτόχρονα συμβαίνει. Χώρος και χρόνος αλληλοπεριχωρούνται. Ο Κόσμος ο ίδιος είναι ένα γεγονός και δε μπορεί να γίνει αντιληπτός ξέχωρα από μια πράξη, θα μπορούσαμε να πούμε από μια τελετή η οποία συνεχώς πραγματοποιείται. Επιπρόσθετα έχουμε το χτύπημα στη δομή του υποκειμένου και του αντικειμένου, που έρχεται από την Κβαντική Μηχανική (?!). Ο παρατηρητής και το παρατηρούμενο αποτελούν μιαν αδιάσπαστη ενότητα στην οποία η μια πλευρά επηρεάζει την άλλη. Το σύμπαν ολόκληρο, μέχρι τα πιο ασήμαντα στοιχεία του είναι παρόν και στο πιο απλό και μικρό μέρος του. Ακόμα και αυτό που από μια συγκεκριμένη σχολή Φυσικής φιλοσοφίας ονομάζεται Ανθρωπική Αρχή, παρά τον ανθρωποκεντρισμό του δεν μπορεί να έχει εφαρμογή σε μια θεώρηση του κόσμου στην οποία ο άνθρωπος είναι απομονωμένος από το υπόλοιπον σύμπαν(?!).
Η επιστήμη της Φυσικής όπως και της Βιολογίας ασκεί πίεση στη σύγχρονη Θεολογία, ζητώντας αναθεώρηση της παραδοσιακής μας Θεολογίας (?!). Πιστεύω ότι αυτή την πίεση μπορεί να την χρησιμοποιήσουμε ως αποφασιστηκά ωφέλιμη για την Εκκλησία στις προσπάθειές της να αντιμετωπίσει το οικολογικό πρόβλημα(?!). Αυτό, φυσικά, προϋποθέτει μια δημιουργική χρήση από τη Θεολογία όλων αυτών των νέων εξελίξεων της Βιολογίας και της Φυσικής, σε συνδυασμό με όσα η Χριστιανική παράδοση μπορεί να προσφέρει για τον ίδιο σκοπό. Τέτοια στοιχεία από τη Χριστιανική παράδοση μπορούμε να αντλήσουμε από τις περιοχές της Πατερικής Θεολογίας, ειδικά δε από το χώρο της σκέψεως των Πατέρων της Εκκλησίας(?!).
Από τη λειτουργική εμπειρία της αρχαίας Εκκλησίας θα πρέπει να υπογραμμίσουμε τα ακόλουθα. Όλες οι αρχαίες λειτουργίες ιδιαίτερα στην Ανατολή περιλαμβάνουν καθαγιασμό της ύλης και του χώρου. Δεν υπάρχουν σε αυτές τις λειτουργίες τάσεις που να ωθούν την ανθρώπινη ψυχή σε στάσεις ενδοστρέφειας και αυτοσυνειδησίας(?!). Όλα στις λειτουργίες αυτές αποβλέπουν στη συμμετοχή του προσευχομένου στο γεγονός κοινωνίας με τα άλλα μέλη της λατρευτικής κοινότητας και με το υλικό πλαίσιο της λειτουργίας (?!). Εκτός από τον άρτο και τον οίνο που είναι σαφώς μέρος του υλικού κόσμου, η αρχαία λειτουργία προσπαθούσε να απευθυνθεί σε όλες τις αισθήσεις του ανθρώπου μέσα από το λειτουργικό γεγονός: στην όραση με τις εικόνες και τα άμφια, στην ακοή με τους ύμνους και τις ψαλμωδίες, στην όσφρηση με την οσμή του λιβανιού, κλ.π., και επιπλέον οι προσευχές ‘υπέρ ευκρασίας αέρων’, ‘εφορίας των καρπών της γης’, τοποθετούν τη λειτουργία στην καρδιά της Δημιουργίας.
Δεύτερον, όλες οι αρχαίες λειτουργίες φαίνεται να μην έχουν ως κέντρο τους τόσο τον καθαγιασμό των δώρων, και ακόμα λιγότερο την ψυχολογική ανάμνηση του Σταυρού του Χριστού (!?), όσο την αναφορά των δώρων του άρτου και του οίνου στο Δημιουργό-Πατέρα (!?), αυτό δηλαδή που σε όλες τις αρχαίες Ελληνικές λειτουργίες είναι γνωστό ως ‘Αναφορά’ . Οι λειτουργιολόγοι σήμερα τείνουν στο να τονίσουν αυτή την ξεχασμένη λεπτομέρεια, η οποία όντως μπορεί να έχει ξεχωριστή σημασία για μια Θεολογία της Δημιουργίας (!?), και ετούτο γιατί η λεπτομέρεια αυτή επικεντρώνει εξίσου την προσοχή στην πράξη του ανθρώπου ως ιερέως της Δημιουργίας (?!) καθώς και στην πράξη του Θεού, ο οποίος στέλνει το Άγιο Πνεύμα για να μεταβάλλει τα προσφερόμενα δώρα σε σώμα και αίμα Χριστού. Αυτό το ξεχασμένο στοιχείο είναι τόσο κεντρικό στη συνείδηδη της αρχαίας Εκκλησίας ώστε προσφέρει και αυτή ακόμα την ορολογία(?!) για να δηλωθεί η ταυτότητα και το όνομα της Ευχαριστιακής Ακολουθίας. Στην αρχαία Εκκλησία η ακολουθία αυτή ονομαζόταν, όχι χωρίς ιδιαίτερη σημασία, καθαρά και απλά Αναφορά, ή Ευχαριστία. Και οι δύο αυτοί όροι έχουν σχέση με την ιερατική πράξη του ανθρώπου ως εκπροσώπου όλης της Δημιουργίας. Σε σχέση με όλα αυτά θα πρέπει επίσης να υπογραμμίσουμε ότι η αρχαία ευχαριστιακή λειτουργία άρχιζε την ευχαριστιακή ευχή, ή τον Κανόνα, με ευχαριστία για τη Δημιουργία πριν απ’ όλα και ύστερα για τη λύτρωση δια του Ιησού Χριστού. Σε ορισμένες περιπτώσεις όπως είναι η ευχαριστιακή λειτουργία η οποία σχολιάζεται από τον Άγιο Κύριλλο των Ιεροσολύμων στις «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» του, η ευχαριστία για τη Δημιουργία φαίνεται να είναι το μόνο περιεχόμενο του ευχαριστιακού κανόνα, χωρίς να αναφέρεται καθόλου η θυσία του Χριστού (?!). Βέβαια, αυτός δεν ήταν συνηθισμένος τύπος αλλά μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε(?!) για να τονίσουμε το πόσο κεντρική θέση είχε η αναφορά της κτίσεως στην αρχαία λειτουργία .
Το ιερατικό στοιχείο της Ευχαριστίας, και αυτό αξίζει να το τονίσουμε, δεν ήταν η θυσία όπως συνέβαινε το μεσαίωνα, αλλά η αναφορά στο Θεό της δικής του Δημιουργίας(?!). Είναι κρίμα πραγματικά γιατί η θυσία έφτασε να καλύψει για αιώνες το νόημα της Ιερωσύνης. Είναι κρίμα , όχι τοσο γιατί αυτό έδωσε αφορμή για ατέλειωτες αντιθέσεις ανάμεσα στους Ρωμαιοκαθολικούς και τους Προτεστάντες εμποδίζοντάς τους να φτάσουν σε μια κοινή αντίληψη της Ευχαριστίας ακόμα και σήμερα, αλλά κυρίως γιατί αυτό σήμαινε ότι χάθηκε η διάσταση της Δημιουργίας από την έννοια της Ιερωσύνης (?!). Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να αποκαλύψουμε και να αποκαταστήσουμε αυτή τη διάσταση με σκοπό να αντιμετωπίσουμε το Οικολογικό πρόβλημα (!?).»
(Πηγή: «Ακούστε το Βιβλίο "Κτίση ως Ευχαριστία"», ο Δημητρης Κοσμόπουλος διαβάζει από το βιβλίο του μητροπολίτη Περγάμου Iωάννη Ζηζιούλα, Αντίφωνο )
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ Ή ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ;
Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΙΩ. ΖΗΖΙΟΥΛΑ
ΜΕΓΑ Λ. ΦΑΡΑΝΤΟΥ
Εις τα επόμενα ασχολούμαι με την παρουσίαση και την κριτική θεώρηση των θεολογικών ιδεών και απόψεων του Μητροπολίτου Περγάμου και καθηγητού κ. Ιωάννου Ζηζιούλα , όπως αυτές εκτίθενται εις το προσφάτως δημοσιευθέν βιβλίο του: «Η κτίση ως ευχαριστία, θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της Οικολογίας», Αθήνα 1992.
Έναντι του θεοκεντρικού χαρακτήρος της «παραδοσιακής» ορθοδόξου δογματικής θεολογίας, ήτις θεολογεί με αφετηρία και βάση την εν Ιησού Χριστώ θεία αποκάλυψη, όπως αυτή βιώνεται και διδάσκεται υπό της Ορθόδοξου Εκκλησίας, παρουσιάζει η εις το ως άνω βιβλίο του θεολογία του κ. Ζηζιούλα (εφεξής : κ. Ζ.) εμφανή την απόκλιση προς ένα ανθρωποκεντρισμό.
Ενταύθα πρόκειται ουχί περί επί μέρους επιδράσεων εκ της δυτικής θεολογίας, τις οποίες συναποκομίζει πας ορθόδοξος θεολόγος, θητεύσας εις τας θεολογικάς σχολάς της Δύσεως, αλλά περί ενός νέου τρόπου του θεολογείν στο χώρο της ορθοδόξου δογματικής θεολογίας, με ισχυρά τη ροπή προς την φυσική, τ.έ. την φιλοσοφική, θεολογία, όστις, εκρίθη σκόπιμο να καταστεί γνωστός ευρύτερο, προς θεολογική συζήτησιν, αντιπαράθεση και αξιολόγηση, και ένταξη εκεί, ένθα ανήκει, δεδομένου ότι απηχεί απόψεις ενός ουχί τυχαίου Έλληνος ορθοδόξου θεολόγου και επισκόπου.
Οι εντός παρενθέσεως αριθμοί παραπέμπουν εις το ως άνω βιβλίο του κ. Ζ., για δε τις υπογραμμίσεις, επειδή δεν κατέστη δυνατόν να τηρηθεί η δέουσα τάξη, παρακαλώ τον αναγνώστη, όπως ανατρέχει στο κείμενο προς επαλήθευση. Οι τίτλοι των περιεχομένων της δικής μου εργασίας έχουν ως ακολούθως:
4o ΚΕΦΑΛΑΙΟ
«...δεν υπάρχει... υπερφυσικό»
1. Η θεολογία του κ. Ζηζιούλα απομακρύνεται εκ της «παραδοσιακής» ορθοδόξου θεολογίας, ήτις κατανοεί το έργον της ως λειτουργίαν εντός της Εκκλησίας προς υποβοήθησιν του σωτηριώδους έργου Αυτής προς τους πιστούς της. Η θεολογία τον κ. Ζ. απευθύνεται προς «το σύγχρονο άνθρωπο», με τον οποίον επιδιώκει να διαλεχθεί και να πείσει, επιζητούσα «μια έντιμη, συνεπή συνομιλία με την επιστημονική ή φιλοσοφική σκέψη», και «με τους φυσικούς επιστήμονες» (88. 89).
Ποίος είναι «ο σύγχρονος άνθρωπος» εις την εικόνα του κ. Ζ.;
- Είναι εκείνος, πού «αποτινάζει με αγανάκτηση τους ηθικούς κανόνες» της χριστιανικής παραδόσεως(32), που δεν πείθεται με «τα δογματικά κηρύγματα»(33), πού «δεν συλλαμβάνει πλέον το υπερφυσικό»(25). Και εδώ παρατηρείται κάτι το εκπληκτικόν, ουχί μόνον δι' ορθόδοξον, αλλά και δι' οιονδήποτε άλλον θεολόγον επιστήμονα: Ο κ. Ζ. αποδέχεται ανεπιφυλάκτως -και μάλιστα υπερθεματίζει- την πολεμικήν ταύτην «του συγχρόνου ανθρώπου», δια της οποίας απορρίπτει ούτος σύνολον την χριστιανικήν - ορθόδοξον παράδοσιν, διότι «δεν την συλλαμβάνει πλέον» . Χωρίς την άσκησιν οιασδήποτε κριτικής προς «τον σύγχρονον άνθρωπον», όστις είναι πλήρης προλήψεων, δεισιδαιμονιών, αιρέσεων, ανηθικότητος, εγκληματικότητος κλπ., επιρρίπτει ούτος όλα τα βάρη «της κρίσεως του συγχρόνου ανθρώπου στη σχέση του με το Χριστό» εις την Εκκλησίαν και εις την θεολογίαν της, δια τον λόγον και μόνον, ότι διδάσκει αυτή, ο,τι απορρίπτει ούτος. Και δια να μην επανέρχομαι: «Και μέσα στην Εκκλησία», κατά τον κ. Ζ., το άτομον δεν σώζεται, αλλά κακοποιείται και αλλοτριούται(29) !
Ειδικώτερον, ως προς την περί Θεού διδασκαλίαν, όπως κατανοεί ταύτην ο κ. Ζ., αξία σημειώσεως είναι τα ακόλουθα: Ο κ. Ζ. εις τον περί Θεού λόγον του απαξιοί, σχεδόν, να «εργασθεί» με χριστιανικάς εννοίας, όπως: Πατήρ, Υιός, Άγιον Πνεύμα, ενέργειαι του Θεού κλπ. Ακόμη δε και την λέξιν «Θεός» χρησιμοποιεί κατά συγκατάβασιν: «...σε κάποιο "επέκεινα" - στο Θεό, αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την παραδοσιακή ορολογία»(45)! Αντί δε τούτων επιδεικνύει προτίμησιν ούτος προς τους φιλοσοφικούς όρους: «υπερφυσικό», «υπερβατικό», «επέκεινα» κλπ., οίτινες υπεμφαίνουν το ουδέτερον, το απρόσωπον, το ανενέργητον «επέκεινα», καθώς και προς μίαν «απόλυτα μονοθεϊστική έννοια περί Θεού»(103), ακατανόητον δια τα ορθόδοξα θεολογικά δεδομένα.
Ωσαύτως ασκείται υπό του κ. Ζ. δριμύτατη πολεμική κατά της «παραδοσιακής» ορθοδόξου περί Θεού διδασκαλίας, με μόνον κριτήριον «τον σύγχρονο άνθρωπο». Ο κ. Ζ. δηλ. δεν ερωτά θεολογικώς, εάν η «παραδοσιακή» περί Θεού διδασκαλία αντιστοιχεί ή όχι προς το περιεχόμενον της εν Ιησού Χριστώ θείας αποκαλύψεως, και εκείθεν να κρίνει ή και να απορρίψει ταύτην, αλλά θέτει ως κριτήριον του περί Θεού λόγου της ορθοδόξου θεολογίας «το σύγχρονο άνθρωπο».
Έπονται τα ακόλουθα «σχιζοφρενικά» : Εδώ έχομεν θεολογικήν ασυδοσίαν. Ουδείς ποτέ σοβαρός θεολόγος απέρριψε θεολογικάς προτάσεις με εξω-θεολογικά κριτήρια.
1. Δια την υπό «του συγχρόνου άνθρωπου» απόρριψιν του Θεού ευθύνεται η θεολογία, «εφ' όσον η θεολογία του Τον τοποθέτησε σε μια σφαίρα πού δεν μπορεί πια να κατανοήσει»(26), ήτοι «τοποθέτησε» «το σύγχρονο άνθρωπο» «σε σχήματα δυαλιστικά»(36). Τί είναι «τα δυαλιστικά» ταύτα «σχήματα»; Απλούστατα: Ο υπό της θεολογίας «διαχωρισμός ανάμεσα στο φυσικό και το υπερφυσικό»(25).
2. «Η θεολογική παράδοση», με την περί Θεού και κόσμου «δυαλιστική» διδασκαλία της, έβλαψε «το σύγχρονο άνθρωπο»: «τον διχοτόμησε και τον έκανε σχιζοφρενικό»(36). Και εδώ, λοιπόν, η μαρξιστική - φροϋδική κριτική της αλλοτριώσεως του ανθρώπου δια της εις Θεόν πίστεως!
3. Και τέλος, η αντίφασις: «Ο σύγχρονος άνθρωπος...» «... το Υπερφυσικό... δεν το συλλαμβάνει πλέον»(25).
Διατί, λοιπόν, ευθύνεται η παραδοσιακή θεολογία δια την υπό «του συγχρόνου ανθρώπου» απόρριψιν του Θεού, αφού ούτος «δεν συλλαμβάνει πλέον το υπερφυσικό»; Και πως θα πρέπει, άραγε, να ομιλήσει η θεολογία περί του Θεού «στο σύγχρονο άνθρωπο», δια «να μπορέσει να τον κατανοήσει»; Ο κ. Ζ. δίδει την απάντησιν: Να απορρίψει το «υπερφυσικό», να ταυτίσει αυτό με «το φυσικό», να διακηρύξει μία, «ενιαία πραγματικότητα». Εν τη απορρίψει δηλ. «του υπερφυσικού», «ο σύγχρονος άνθρωπος» θα «συλλάβει» και θα «κατανοήσει» αυτό . Παρακολουθούμε, πώς ο κ. Ζ. διατυπώνει τον θεολογικόν του Μονισμόν:
«... δεν υπάρχει φυσικό και υπερφυσικό... Υπάρχει συνάντηση πλήρης, μέχρι ταυτισμού, (η υπογράμμισις είναι του κειμένου), της ουράνιας με την επίγεια πραγματικότητα,.., μια συνάντηση, στην οποία και αυτός ο Θεός παύει να νοείται ως "επέκεινα" της φύσεως» (25 - 26).
Ο κ. Ζ. εις άλλα, νεώτερα, κείμενα του αυτού βιβλίου του εκφράζεται συμφώνως προς την «παραδοσιακήν» περί Θεού διδασκαλίαν, όταν αναφέρει: δεν υπάρχει «φυσική συγγένεια ανάμεσα στο Θεό και στη δημιουργία» (93), αλλά «φυσική ετερότητα του Θεού και της δημιουργίας»(90) κ.ά. Τι συμβαίνει εδώ: κραυγαλέα αντίφασις ή θεολογική σκοπιμότης;
Εν τούτοις εν παραμένει βέβαιον: Ο κ. Ζ. πρεσβεύει ένα θεολογικόν Μονισμόν, όστις απαγορεύει «την διχοτόμηση μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού» και αποδέχεται «την ταύτισιν» Θεού και κόσμου. Απόδειξις τούτου το γεγονός, ότι προσπαθεί να κατοχυρώσει τούτον και με επιχειρήματα, τα οποία συνοψίζονται εις τα ακόλουθα:
1. Αναφέρει ο κ. Ζ.:
«Αυτή η θεώρηση τον κόσμου μέσα στην Ευχαριστία δεν αφήνει περιθώρια για διχοτόμηση μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού»(25).
Επί της θέσεως ταύτης αι ακόλουθοι ενστάσεις: Καταργεί, άραγε, η θεία Ευχαριστία το χριστολογικόν δόγμα της Οικουμενικής συνόδου της Χαλκηδόνος, ήτοι το: «ασυγχύτως, ατρέπτως - αδιαιρέτως, αχωρίστως»; Το «ασυγχύτως, ατρέπτως» δεν διασώζει τας «δυο φύσεις» του Ιησού Χριστού, την άπειρον, ποιοτικήν, διαφοράν ακτίστου και κτιστού, την «διαίρεσιν» «ανάμεσα στο φυσικό και το υπερφυσικό»; Το δε «μέχρι ταυτισμού» (25) δεν οδηγεί, άραγε, εις «ταύτισιν» των δύο -«φυσικού και υπερφυσικού»- με όλας τας ακολουθίας: σύγχυσιν, μονοφυσιτισμόν, μονισμόν, θεολογίαν του θανάτου του Θεού κλπ.;
Η υπό του κ. Ζ. αποδοχή «ενιαίας πραγματικότητος», «μέχρι ταυτισμού... φυσικού και υπερφυσικού», φαίνεται να έχει ως αιτίαν και την συγκεχυμένην ορολογίαν, την οποίαν χρησιμοποιεί προκειμένου να αποδώσει το Μυστήριον της θείας Ευχαριστίας, όταν λέγει: «Η Ευχαριστία είναι... αυτός ο ίδιος ο Χριστός, ο όλος Χριστός», «το όλο μυστήριο του Χριστού»(20, 21), κλπ. Τοιαύτας εκφράσεις χρησιμοποιούν όλαι αι χριστιανικαί «εκκλησίαι» δια και κατά την τέλεσιν της Ευχαριστίας των, προκειμένου να δηλώσουν την «παρουσίαν» του Χριστού «εν τω μέσω» της κοινότητος των.
Δεν αμφισβητώ την αλήθειαν των εκφράσεων τούτων, επισημαίνω, όμως, ότι εις την δογματικήν γλώσσαν της ορθοδόξου θεολογίας η «παρουσία του Χριστού» εις το Μυστήριον της θείας Ευχαριστίας προσδιορίζεται μόνον δια της φράσεως: « σώμα και αίμα Χριστού» , και δι' ουδεμιάς περαιτέρω. Η ορολογία αυτή έχει μεγάλην σημασίαν δια την ορθόδοξον θεολογίαν των «ενώσεων» και των «διακρίσεων», ήτις δεν γνωρίζει ορολογίαν των «ταυτίσεων» και «συμβολισμών».
2. Ο κ. Ζ. αποδίδει «την κρίση του συγχρόνου άνθρωπου στη σχέση του με το Χριστό... στη θεολογική παράδοση», η οποία, διδάσκουσα εις τον περί Θεού λόγον της την «διχοτόμηση μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού», «τον τοποθέτησε σε σχήματα δυαλιστικά» και έτσι «τον διχοτόμησε και τον έκανε σχιζοφρενικό»(36, 25). Εις το βιβλίον του, λοιπόν, ο κ. Ζ, παρουσιάζει, εκτός των θεολογικών του ιδεών, και «το πρότυπο» του συγχρόνου ορθοδόξου «δογματολόγου», κατά την ιδικήν του ορολογίαν, όστις διαπρέπει εις γνώσεις ουχί μόνον των δογματικών αληθειών της χριστιανικής πίστεως, αλλά και σχεδόν όλων των «συγχρόνων» κοσμικών επιστημών, όπως π.χ. της Φυσικής, της Βιολογίας, του Δαρβινισμού κλπ.
Εν προκειμένω δε, προβάλλει ούτος τας επί της Ψυχολογίας και της Ψυχαναλύσεως γνώσεις του, υιοθετών ανοποδείκτους θεωρίας περί «νευρώσεων», προκαλουμένων δια της εις Θεόν πίστεως, και διαπιστώνων «φροϋδικά» πλέγματα, τα οποία προεκάλεσε «στο σύγχρονο άνθρωπο» «η θεολογική παράδοση», ήτις «τον τοποθέτησε σε σχήματα δυαλιστικά ή σε ασφυκτικά ηθικά κατασκευάσματα» και, έτσι, «τον διχοτόμησε και τον έκανε σχιζοφρενικό». Δια να αρθεί, λοιπόν, «η κατάσταση της σχιζοφρένειας», θα πρέπει η θεολογία να αποδεχθεί μίαν πραγματικότητα, υπό την έννοιαν: «δεν υπάρχει φυσικό και υπερφυσικό»(25), συμφώνως και προς την αρχήν: «πονάει δόντι, βγάζει δόντι»!
Το ερώτημα, πού προκύπτει είναι, εάν, τώρα, πού «ο σύγχρονος άνθρωπος» απέρριψε «το υπερφυσικό», διότι «δεν το συλλαμβάνει πλέον», έπαυσε να ζει «σε μια κατάσταση σχιζοφρενείας»(25)! Ο,τι εκπλήσσει εις την προκειμένην περίπτωσιν, είναι ότι ο κ. Ζ. χρησιμοποιεί ουχί θεολογικά, αλλά εξωθεολογικά κριτήρια και επιχειρήματα προς απόρριψιν δογματικών και ηθικών διδασκαλιών της χριστιανικής πίστεως. Επαναλαμβάνω : Ουδείς σοβαρός θεολόγος επί διαχριστιανικού επιπέδου θεολογεί με τοιούτου είδους επιχειρηματολογίαν. Το αίτημα, όμως, περί άρσεως της «διχοτομήσεως» της χριστιανικής ζωής, εγείρει και θεολογικά προβλήματα, αφού η ύπαρξις και η ζωή του κατά Χριστόν ζώντος πιστού και θεολόγου είναι «διαλεκτική», ήτοι ζει ούτος διαρκώς εις μίαν κατάστασιν «διχασμού».
Ακούομεν, πως εκφράζεται ο απόστολος Παύλος: «ως αποθνήσκοντες και ιδού ζώμεν,... ως λυπούμενοι αεί δε χαίροντες,... ως μηδέν έχοντες και πάντα κατέχοντες» (Β' Κορ. 6, 9 - 10), ή: «Ει ουν συνηγέρθητε τω Χριστώ, τα άνω ζητήτε,... τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης. Απεθάνετε γαρ, και η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ... Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης...» (Κολοσ. 3, 1 εξ.), ή το: «εκ του κόσμου τούτου ουκ εστέ» (Ιω. 15, 19); Τι δηλούν τα χωρία ταύτα και το πλήθος των παρομοίων: άραγε ουχί το παράδοξον, το μυστήριον της ζωής των Χριστιανών, οίτινες, ζώντες «επί της γης», καλούνται εις το φρονείν «τα άνω, μη τα επί της γης»; Ο τρόπος ούτος του ζειν, δεν είναι, «διχασμός» της υπάρξεως, εκφραζόμενος κατά τρόπον ανεπανάληπτον με τας φράσεις: «Απεθάνετε γαρ, και η ζωή υμών κέκρυπται, νεκρώσατε τα μέλη υμών» κλπ., και αντιστοιχών προς την εν Ιησού Χριστώ «αποκάλυψιν μυστηρίου χρόνοις αιώνιοις σεσιγημένον, φανερωθέντος δε νυν» (Ρωμ. 14, 24 - 25);
Κατανοεί, λοιπόν, «ο σύγχρονος άνθρωπος» την «εσωτερικήν ταύτην γλώσσαν» ή το «εσωτερικό τούτο γκέτο»(112, 88) των κατά Χριστόν «σαλών» δια να προσαρμόσουν ούτοι την χριστιανικήν πίστιν εις τα δικά του μέτρα και κριτήρια; Ιδού, τί αναφέρει σχετικώς Μακάριος ο Αιγύπτιος: «Αι γλώσσαι του κόσμου τούτου διάφοροι εισι... Οι δε Χριστιανοί μίαν καινήν γλώσσαν μανθάνουσι,... ου του κόσμου τούτου ούτε του αιώνος του παρερχομένου». Η θεολογία καλείται, άραγε, να προσαρμόζεται εις τα κριτήρια «του συγχρόνου ανθρώπου», ή να προσαρμόζει τον κόσμο» προς τα περιεχόμενα του χριστιανικού Ευαγγελίου;
3. Δια την «μέχρι ταυτισμού της ουράνιας με την επίγεια πραγματικότητα», μέχρι σημείου, που «και αυτός ο Θεός παύει να νοείται ως "επέκεινα" της φύσεως»(25, 26) θεωρίαν του, και προς στήριξιν του θεολογικού του Μονισμού, προσάγει ο κ. Ζ. εν ακόμη εξωθεολογικόν, δηλ. «επιστημονικόν», επιχείρημα: «Ο σύγχρονος άνθρωπος... το υπερφυσικό, ως κάτι το ‘'επέκεινα'' της φύσεως, λόγω των νεωτέρων επιστημονικών και φιλοσοφικών εξελίξεων δεν το συλλαμβάνει πλέον»(25). Η συνέπεια δε τούτου είναι: Η θεολογία θα πρέπει να απορρίψει «το υπερφυσικό», προκειμένου να έλθει εις «διάλογον» με «το σύγχρονο άνθρωπο» και ενδεχομένως να «κερδίσει» αυτόν.
Το θέμα «των φιλοσοφικών εξελίξεων» αφήνω κατά μέρος, αφού η Φιλοσοφία είναι μεν επιστήμη ουχί όμως «ακριβής», ήτοι «αντικειμενική», όπως η Φυσική, εκφράζουσα υποκειμενικόν, και, εν πολλοίς, αυθαίρετον στοχασμόν. Δια «τας νεωτέρας επιστημονικάς εξελίξεις», όμως, έχω να αναφέρω τα ακόλουθα: Ακόμη και αν η επιστήμη απεφαίνετο: «δεν υπάρχει υπερφυσικό» (25), θα έπρεπε, άραγε, να απορρίψει ο Χριστιανισμός την πίστιν εις τον υπερβατικόν Θεόν; Τι είναι η Εκκλησία: «φούρνος του Χότζα», δια να την μετακινούμεν διαρκώς και προς κάθε κατεύθυνσιν, συμφώνως προς τας επιθυμίας και τας υποδείξεις του εκάστοτε «περαστικού»; Μπορεί η επιστήμη να καταργήσει την εις Θεόν πίστιν, χωρίς και να αυτοκαταργηθεί; Μπορεί, π.χ. να αποφανθεί: «δεν υπάρχει υπερφυσικό», χωρίς συγχρόνως να αυτοκαταργηθεί, ένεκα υπερτάσεως των επιστημονικών της ορίων και προϋποθέσεων; Εάν κάποιος επιστήμων απορρίπτει την εις Θεόν πίστιν, τούτο αποτελεί ουχί επιστημονικών πόρισμα, αλλά προσωπικόν «πιστεύω»: πίστιν ως αθεΐαν.
Ο κ. Ζ. επαίρεται, ότι είναι εις θέσιν να διεξάγει διάλογον «μέ τους φυσικούς επιστήμονες»(89). Δεν αναφέρει, λοιπόν, συγκεκριμένως δια ποίων εκ «των νεωτέρων επιστημονικών εξελίξεων» απορρίπεται «το υπερφυσικό, ως κάτι το "επέκεινα" της φύσεως» (25); Σήμερον, ούτε αρχάριοι φοιτηταί εκφέρουν τοιαύτας απόψεις, εις μίαν εποχήν δηλ., καθ' ην με επιστημονικά δεδομένα., «απεδείχθη πλέον, ότι και αυτή η πραγματικότης της καθημερινής μας ζωής αποτελεί αντικείμενον πίστεως» (H.Ditfurth,Wir sind nicht nur von dieser Welt, 1981, 166).
Επαναλαμβάνω: Η επιστήμη ουδέποτε δύναται να αποδείξει επιστημονικώς ως πλάνην την πίστιν εις το «υπερφυσικό», εις τον Θεόν. Μόνον την δεισιδαιμονίαν καταρρίπτει η επιστήμη, ήτοι δοξασίας τύπου μαγείας, αστρολογίας, θεοσοφίας κλπ., αι οποίαι προσκρούουν εις θεμελιώδεις λογικάς κατηγορίας και εις εγνωσμένα επιστημονικά δεδομένα. Η θεμελιώδης και αδιαμφισβήτητος θέσις της συγχρόνου επιστήμης και ειδικώτερον της Φυσικής περί της «υπερφυσικής» πραγματικότητος έχει ως εξής: «η υπερφυσική πραγματικότης κατ' ουδένα τρόπον δύναται να απορριφθεί λογικώς ή επιστημονικώς» (H.Ditfurth, 214).
Ουχί μόνον δε τούτο, αλλά η επιστήμη της Φυσικής του Αιώνος μας ανεκάλυψεν εκ νέου: «το μυστήριον της ζωής και της θαυμαστής δομής του κόσμου, αποτελούσης εκδήλωσιν του εν ούτω αποκαλυπτομένου Λόγου» (A.Einstein), το «απροσδιόριστον» της κοσμικής πραγματικότητος (W.Heisenberg), και το συγκλονιστικώτερον: κατέληξεν εις το τελεσίδικον -μη επιδεχόμενον αναθεώρησιν- πόρισμα, ότι και εντός του κόσμου υπάρχει «υπερβατικότης» , ουχί εν τη έννοια του - μη - εισέτι - γνωσθέντος, δυναμένου όμως να γνωσθεί υπό του ανθρώπου, αλλ' εν τη εννοία του παντελώς απροσίτον καί ακατάληπτου: του τελείου μυστηρίου (πρβλ. H.Ditfurth, 157 εξ.). Ο Ρ. Jordan θα εκφράσει το νέον αίσθημα «πίστεως» της συγχρόνου Φυσικής με την φράσιν: «Βαδίζομεν επάνω σ' ένα λεπτό στρώμα πάγου μιας λίμνης, με άγνωστα τα βάθη της κάτω από μάς». Ο δε sir James Jeans αναφέρει και επικυρώνει την περίφημον εικόνα του Πλάτωνος (Πολιτ. Ζ') περί των δέσμιων εις «το σπήλαιον»:
«Παραμένομεν ακόμη έγκλειστοι εις το σπήλαιον ημών, με τα νώτα μας εστραμμένα προς το φως, και δυνάμεθα να παρατηρώμεν μόνον τας σκιάς εις τον τοίχον»!
Τοιαύτα και ανάλογα πορίσματα της συγχρόνου Φυσικής, αλλά και άλλων επιστημών, όταν αγνοούν οι επαιρόμενοι δι' επιστημοσύνην και της θύραθεν σοφίας θεολόγοι, μεταβάλλονται εις ψευδοαποστόλους της χριστιανικής πίστεως και της αληθείας του ευαγγελίου του Ιησού Χριστού.
(Πηγή: «ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡ.ΖΗΖΙΟΥΛΑ: “...δεν υπάρχει... υπερφυσικό”», Πατερικός )
Ο ΔΑΡΒΙΝΙΣΜΟΣ ΕΔΩΣΕ ΕΝΑ ΧΤΥΠΗΜΑ ΣΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ!
Επίσης, ισχυρίζεται, ότι ο Δαρβινισμός έδωσε ένα ράπισμα στη Σχολαστική άποψη ότι η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο είναι η λογική του και η νοημοσύνη του(56). Και ακόμη: Αποδίδει στον Ιερό Αυγουστίνο και το Βοήθιο, οι οποίοι «όρισαν το ανθρώπινο ον, ακόμη και το θείο Ον, με τη χρήση των εννοιών του λόγου και του νου»(54). Δεν νομίζει, λοιπόν, ότι υποτιμά την νοημοσύνην των θεολόγων, όταν υποστηρίζει παρόμοιας θεωρίας, όταν δηλ., ό,τι εκείνος απορρίπτει, το φορτώνει ως κακόν εις τον Μεσαίωνα και εις τον Σχολαστικισμόν προς ιδίαν κάλυψιν; Δεν είναι, λοιπόν, ο Θεός Νους και Λόγος; Τι είναι, άραγε, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Θείος Λόγος; Είναι δε ο Θεός άλογος Οντότης; Θα απορρίψομεν, λοιπόν, τον Λόγον του Θεού, αντί να αναζητήσομεν υφισταμένας, κατά περιεχόμενον, διαφοράς μεταξύ του Ελληνικού λόγου και του Λόγου της θείας Αποκαλύψεως; Ισχύει, λοιπόν, ή όχι το Ιωάννειον: «Εν αρχή ην ο Λόγος,… και Θεός ην ο Λόγος» ;
Αλλά και ο ποιηθείς κατ’ εικόνα Θεού άνθρωπος, δεν είναι, λοιπόν, ο λόγος του Λόγου; Η μήπως δεν είναι αύτη η ενιαία και ομόφωνος δισχιλιετής ελληνοχριστιανική παράδοσις; Χρειάζεται να αναφέρομεν συγγραφείς και χωρία; Υπήρξε ποτέ θεολόγος της Εκκλησίας, όστις να απέρριψε το λογικόν εκ του κατ’ εικόνα ή να μην ανεφέρθη εις αυτό, έστω και ευκαιριακώς;
Η θεολογία του κ. Ζηζιούλα είναι πρωτίστως παλαιοδιαθηκική: Ούτος εργάζεται με δύο κυρίως δόγματα, σχεδόν αγνοούμενα υπό της θεολογίας της καινής κτίσεως, ήτις θεωρεί τον άνθρωπον υπό το φως της ζωής και του έργου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του εν Αγίω Πνεύματι εν τη Εκκλησία και προς τον κόσμον επιτελουμένου λυτρωτικού έργου, ήτοι με τα δόγματα της εκ του μηδενός δημιουργίας και του κατ’ εικόνα Θεού ποιηθέντος ανθρώπου. Και είναι τούτο ευνόητον, αφού το θεολογείν του κ. Ζ. προσδιορίζει ουχί το καινόν της εν Ιησού Χριστώ θείας αποκαλύψεως, αλλά το παλαιόν, το πανανθρώπινον. Στόχος του είναι μια θεολογία της δημιουργίας(60), με ιερέα τον άνθρωπον, τον κάθε άνθρωπον, ως φορέα του κατ’ εικόνα, και ουχί τον καινόν κατά Χριστόν άνθρωπον.
Εις τους θεολογικούς στοχασμούς του ασχολείται ιδιαιτέρως ο κ. Ζ. με το κατ’ εικόνα Θεού εις τον άνθρωπον, εις το οποίον εισάγει μίαν άγνωστον μέχρι τούδε θεολογικήν καινοτομίαν: απορρίπτει εξ αυτού τον λόγον και τον νουν , ήτοι την λογικότητα(54, 101), με την αποφθεγματικήν φράσιν: το ιδιάζον χαρακτηριστικό του ανθρώπου δεν είναι η λογικότητα, αποδίδει δε στο Σχολαστικισμό την ιδέα ότι το κατ’ εικόνα Θεού αφορά στο λογικό του ανθρώπου (55).
Ο λόγος δε της απορρίψεως ταύτης του λογικού εκ του κατ’ εικόνα δεν είναι θεολογικός, όπως θα ανεμένετο, αλλά επιστημονικός, αυτήν την φοράν όχι η επιστήμη της Φυσικής, αλλά της Βιολογίας, η ορθότερον: ο Δαρβινισμός. Ο Δαρβινισμός έδωκεν εν ράπισμα στη Σχολαστική(!) άποψη ότι η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο είναι η λογική του και η νοημοσύνη του… Η διαφορά ανάμεσα στα ζώα και τον άνθρωπο είναι διαφορά βαθμού και όχι είδους. Έτσι ο άνθρωπος επανήλθε στην οργανική τον θέση στη φύση… δεδομένου ότι η λογική δεν είναι πια η ειδοποιός διαφορά(57)· η διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο συνιστά διαφορά του βαθμού της λογικής(100). Ο άνθρωπος είναι επίσης ένα ζώον, όπως μας υπενθυμίζει ο Δαρβίνος (111). Και εν σ. 98:
«... Ο Δαρβίνος έδωσε ένα χτύπημα σ’ αυτή τη λογοκροπική αντίληψη για την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου. Η ιδιαίτερη ταυτότητα του ανθρώπου σε σχέση με τα άλλα ζώα δεν βρίσκεται στη λογική, εφ’ όσον και τα κατώτερα ζώα έχουν κάποια λογική και κάποια συνείδηση, έστω και σε χαμηλότερο βαθμό(98).»
Εδώ συμβαίνει κάτι το εκπληκτικόν: Ο κ. Ζ. υιοθετεί ανεπιφυλάκτως και άνευ ουδεμιάς διακρίσεως τον Δαρβινισμόν, όστις ισχυρίζεται, ότι ο άνθρωπος εις το σύνολον του, ήτοι και ως σώμα και ως πνεύμα (λογικόν), είναι προϊόν της ιστορικής εξελίξεως των ειδών!Η διαφορά ανάμεσα στα ζώα και τον άνθρωπο είναι διαφορά βαθμού και όχι είδους , (η υπογράμμισις ανήκει εις το κείμενον), ο άνθρωπος επανήλθε στην οργανική του θέση στη φύση, ο άνθρωπος είναι επίσης ένα ζώο, διαφορά δηλ. ποσοτική, και όχι ποιοτική, και τούτο όχι μόνον ως προς το σώμα, το σωματικόν μέρος, αλλά πρωτίστως ως προς τον νουν, το νοερόν, το λογικόν: τα ζώα κατέχουν την αυτήν λογικήν, αλλά μόνον σε χαμηλότερο δασμό(98). Η άποψις αυτή αποτελεί θέσιν της υλιστικής αθεΐας, καθ’ ην το πνευματικόν στοιχείον του ανθρώπου είναι προϊόν της ύλης και συνεξελίσσεται μετ’ αυτής, ότι διαφέρει κατά βαθμόν μόνον έναντι του λογικού των άλλων ζώων, ότι ο άνθρωπος είναι απλώς ζώον όπως π.χ. τι σώζεται μετά τον θάνατον του ανθρώπου, υπάρχει ψυχή;
(Πηγή: «μητρ. Ι.Ζηζιούλας: Ο Δαρβινισμός κέρδισε την επιστήμη της βιολογίας !!!», Ενοριακό ιστο-Λόγιο )
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΕΙΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ ΤΟΥ Κ. ΜΕΓΑ ΦΑΡΑΝΤΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟΝ «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ Ή ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ;
Η ΚΡΙΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝ. ΖΗΖΙΟΥΛΑ»
ΚΑΙ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΕΩΣ, ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Εἰς τὸ ὡς ἄνω ἄρθρον του, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ φύλλον τῆς 6ης Αὐγούστου 2010 τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου, ὁ καθηγητὴς κ. Μέγας Φαράντος εὐστόχως ἐπιχειρεῖ θεολογικὴν κριτικὴν εἰς τὰς κενοφανεῖς θεολογικὰς θέσεις τοῦ καθηγητοῦ κ. Ἰωάννου Ζηζιούλα, ὅπως αὐτὲς ἐξετέθησαν εἰς τὸ βιβλίον τοῦ τελευταίου μὲ τίτλον «Ἡ κτίση ὡς εὐχαριστία-Θεολογικὴ προσέγγιση στὸ πρόβλημα τῆς Οἰκολογίας».
Ὁ κ. Φαράντος συμπεραίνει, ὅτι ὁ κ. Ζηζιούλας πρεσβεύει καὶ εἰσηγεῖται ἕναν «θεολογικὸν Μονισμόν», ὁ ὁποῖος «ἀπαγορεύει 'τὴν διχοτόμηση μεταξὺ φυσικοῦ καὶ ὑπερφυσικοῦ καὶ ἀποδέχεται την ταύτιση Θεοῦ καὶ κόσμου». Καὶ πρὸς στήριξιν αὐτοῦ τοῦ συμπεράσματος, προβάλλει, ἐν συνεχείᾳ, τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ κ. Ζηζιούλα καὶ ταυτοχρόνως ἐπιχειρεῖ κριτικὴν ἐπὶ τούτων, εἰς τρία κύρια σημεῖα.
Εἰς τὸ ὑπ’ ἀρ. (3) σημεῖον, ὁ κ. Φαράντος ἀναφέρεται καὶ εἰς ἓν ἐξωθεολογικόν, δηλ. «ἐπιστημονικὸν» ἐπιχείρημα τοῦ κ. Ζηζιούλα, ὁ ὁποῖος τὸ προβάλλει πρὸς στήριξιν τοῦ θεολογικοῦ του Μονισμοῦ ὡς καὶ τῆς θεωρίας του περὶ «ταυτισμοῦ τῆς οὐράνιας μὲ τὴν ἐπίγεια πραγματικότητα», μέχρι τοῦ σημείου, ποὺ «καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς παύει νὰ νοεῖται ὡς "ἐπέκεινα" τῆς φύσεως». Τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ τοῦ κ. Ζηζιούλα εἶναι τὸ ἑξῆς:
«Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, δὲν συλλαμβάνει πλέον τὸ ὑπερφυσικὸ ὡς κάτι τὸ "ἐπέκεινα" τῆς φύσεως, λόγω τῶν νεωτέρων ἐπιστημονικῶν καὶ φιλοσοφικῶν ἐξελίξεων.»
Ἡ συνέπεια δὲ τούτου εἶναι, κατὰ τὸν κ. Ζηζιούλα, ὅτι: «Ἡ θεολογία θὰ πρέπει νὰ ἀπορρίψει τὸ «ὑπερφυσικό», προκειμένου νὰ ἔλθη εἰς «διάλογον» μὲ τὸν «σύγχρονο ἄνθρωπο» καὶ ἐνδεχομένως νὰ «κερδίσει» αὐτόν.
Ἀπαντῶντας εἰς τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ, ὁ κ. Φαράντος, ἀπορρίπτει εὐθέως τὸν ἰσχυρισμὸν τοῦ κ. Ζηζιούλα, ὅτι οἱ νεώτερες φιλοσοφικὲς ἐξελίξεις ἀποτελοῦν ἐμπόδιον εἰς τὸν σύγχρονον ἄνθρωπον νὰ συλλάβη τὸ ὑπερφυσικὸ ὡς κάτι τὸ "ἐπέκεινα" τῆς φύσεως, μὲ τὸ ἐπιχείρημα, ὅτι 'ἡ Φιλοσοφία εἶναι μὲν ἐπιστήμη, οὐχὶ ὅμως «ἀκριβής», ἤτοι «ἀντικειμενική», ὅπως ἡ Φυσική, ὡς ἐκφράζουσα ὑποκειμενικὸν καὶ ἐν πολλοῖς αὐθαίρετον στοχασμόν.
Ἐδῶ, θὰ ἤθελα νὰ κάνω μία παρέμβασι. Κατ' ἀρχήν, μὲ τὸν ὅρον «σύγχρονος ἄνθρωπος», ὁ κ. Ζηζιούλας, κατὰ τὴν γνώμην μου, δὲν ἐννοεῖ μόνον ἐκεῖνον «ποὺ ἀποτινάζει μὲ ἀγανάκτηση τοὺς ἠθικοὺς κανόνες» τῆς χριστιανικῆς παραδόσεως, ἢ ἐκεῖνον ποὺ «δὲν πείθεται μὲ τὰ δογματικὰ κηρύγματα», ἢ ἐκεῖνον ποὺ «δὲν συλλαμβάνει πλέον τὸ ὑπερφυσικό», δηλ. τὸν ἄθεον, ἀλλά, ἐπίσης, ἐκεῖνον (τὸν «Χριστιανόν», λαϊκὸν ἢ ρασοφόρον), τὸν «παραμορφωμένον», ἄθεον εἰς τὴν οὐσίαν, ποὺ, προσπαθῶντας νὰ κατανοήση τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ Ἐκκλησιολογία, ὄχι μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ μὲ τὴν διάνοια, ὄχι μόνον κάνει φιλοσοφία ἐπάνω στὴν θεολογία καὶ τὴν ἐκκλησιολογία καὶ δημιουργεῖ π.χ. τὴν θεωρία τῶν Κλάδων στὴν θεολογία, ἢ τὴν Βαπτισματικὴ θεολογία στὴν ἐκκλησιολογία, ἀλλά, ἐπίσης, ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν σύγχρονη Ἐπιστήμη καὶ δὴ τὴν θεωρίαν τῆς Ἐξελίξεως τῶν εἰδῶν, ἀπορρίπτει συλλήβδην τὴν Ὀρθόδοξη παραδοσιακὴ Θεολογία, ὡς ἀντικειμένην εἰς τὴν θεωρίαν τῆς Ἐξελίξεως καὶ τὶς νεώτερες ἐπιστημονικὲς ἀνακαλύψεις.
Π.χ., ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία λέει ὅτι ὑπῆρξε «πτῶσις». Ὁ «Χριστιανὸς» αὐτὸς λέει «ὄχι, δὲν ὑπῆρξε «πτῶσις», διότι ἡ Ἐπιστήμη δὲν ἔχει ἀνιχνεύσει κάποια χρονικὴ περίοδο κατὰ τὴν ὁποία «δὲν ὑπῆρχε φθορὰ καὶ θάνατος».
Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία λέει ὅτι ὑπάρχει Θεὸς Δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος. Ὁ «Χριστιανὸς» αὐτὸς λέει «ὄχι, δὲν ὑπάρχει Θεὸς Δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος γιατὶ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στὸν κόσμο εἶναι συνέπεια τυχαίων γεγονότων».
Ἡ θεωρία τῆς Ἐξελίξεως, ἐκ πρώτης ὄψεως, φαίνεται ὅτι εἶναι μία φυσικὴ θεωρία, βασισμένη σὲ ἐπιστημονικὲς ἐνδείξεις, ὅπως καὶ κάθε ἄλλη ἐπιστημονικὴ θεωρία, εἰς τὴν πραγματικότητα ὅμως, σήμερα, εἶναι ἡ ἐπικρατοῦσα φιλοσοφικὴ θεωρία εἰς τὸν χῶρο τῆς Ἐπιστήμης καί, διὰ μέσου αὐτῆς, ἡ Ἐξέλιξις τῶν εἰδῶν, ἐνῶ εἶναι ὑπόθεσις, παρουσιάζεται σὰν γεγονός, λόγῳ δῆθεν τῆς πληθώρας τῶν ἐνδείξεων ποὺ συνηγοροῦν ὑπὲρ αὐτῆς.
Ἄρα, δὲν εἶναι ἀτυχὴς ὁ ἰσχυρισμὸς τοῦ κ. Ζηζιούλα, ὅτι οἱ νεώτερες φιλοσοφικὲς ἐξελίξεις ἀποτελοῦν ἐμπόδιο εἰς τὸν σύγχρονον ἄνθρωπον νὰ συλλάβη τὸ ὑπερφυσικόν. Ὅμως, ἀντὶ ὁ κ. Ζηζιούλας νὰ προσπαθήση νὰ ἁλιεύση τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο εὐαγγελικῶς, κατὰ τὴν προτροπὴν τοῦ κ. Φαράντου, ἀντιθέτως, τάσσεται μὲ τὸ μέρος του, καί, θέλοντας ὁ κ. Ζηζιούλας νὰ διακονήση τὸν «σύγχρονο μετανεωτερικὸ ἄνθρωπο», δημιουργεῖ, τὴν ἰδική του αἱρετικὴ μετανεωτερικὴ θεολογία καὶ ἐκκλησιολογία (βαπτισματική, οἰκουμενιστική, οἰκολογικὴ καὶ ὅποια ἄλλη). Δηλ., πρῶτα ὁ ἴδιος θέτει τὸν ἑαυτόν του ἐκτὸς Ἐκκλησίας, διότι ἀποδέχεται καὶ διδάσκει αἱρετικὲς δοξασίες, καί, στὴν συνέχεια, προσπαθῶντας νὰ διακονήση λανθασμένα τὸν «σύγχρονο ἄνθρωπο», τὸν παρασύρει σὲ βαθύτερο γκρεμό .
Ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ὁ χωρὶς Θεὸ ἄνθρωπος, ἔχει πρόβλημα, κατὰ τὸν κ. Ζηζιούλα, καὶ λόγῳ τῶν νεωτέρων ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων, λόγῳ τῶν ὁποίων δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβη τὸ ὑπερφυσικὸ ὡς κάτι τὸ "ἐπέκεινα" τῆς φύσεως. Αὐτὸ εἶναι ἐπίσης σωστό, κατὰ τὴν γνώμη μας. Ἐδῶ, διερωτᾶται, ὅμως, ὁ κ. Φαράντος «διὰ ποίων, ἐκ τῶν νεωτέρων ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων, ἀπορρίπτεται τὸ ὑπερφυσικὸ ὡς κάτι τὸ "ἐπέκεινα" τῆς φύσεως;».
Ἂς μᾶς ἐπιτρέψη, ἐδῶ, νὰ καταθέσωμε τὴν ἰδική μας ἐξήγηση.
Δὲν εἶναι, κατὰ τὴν γνώμη μας, οἱ νεώτερες ἐπιστημονικὲς ἐξελίξεις, ἤ, καλύτερα, ἀνακαλύψεις, καθ' ἑαυτές, ἐκεῖνες ποὺ δημιουργοῦν τὸ πρόβλημα στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἡ χρῆσις τους πρὸς ὑποστήριξι τῆς θεωρίας τῆς Ἐξελίξεως. Ὅλες οἱ σημερινὲς ἀνακαλύψεις στὴν Αστρονομία, Φυσική, Βιολογία, Βιοχημεία, Ἰατρική, ὅλες ἀνεξαιρέτως, διακονοῦν τὴν θεωρία τῆς Ἐξελίξεως καὶ ἑρμηνεύονται ἔτσι ὥστε νὰ τὴν ὑποστηρίζουν. Αὐτό, δὲν εἶναι τυχαῖο. Ἡ θεωρία αὐτή, ἐνῶ ξεκίνησε σὰν ἀμιγὴς ἐπιστημονικὴ θεωρία στὴν βιολογία, στηριζομένη σὲ ἐπιστημονικὲς ἐνδείξεις, ὅπως ὅλες οἱ ἐπιστημονικὲς θεωρίες ποὺ διαμορφώνονται, μέχρις ὅτου καταρριφθοῦν καὶ ἀντικατασταθοῦν ἀπὸ ἄλλες θεωρίες λόγῳ νέων δεδομένων ποὺ ἐν τῷ μεταξὺ προκύπτουν, ἐπειδὴ διδάσκει ὅτι ἡ ἐξέλιξις τῶν εἰδῶν στὸν ἔμβιο κόσμο εἶναι ἀποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων, καὶ ἐπειδὴ σὲ ἄλλες ἐπιστῆμες, π.χ. στὴν Ἀστροφυσική, παρετηρήθη ὅτι συμβαίνει τὸ ἴδιο, τυχαῖα δηλ, συμβαίνει εἰς τὸ σύμπαν ὅ,τι συμβαίνει, βόλεψε στὸ νὰ υἱοθετηθῆ γενικὰ στὴν ἐπιστημονικὴ κοινότητα σὰν ἡ θεωρία ποὺ ἑρμηνεύει τὴν λειτουργία τοῦ μακροκόσμου καὶ τοῦ μικροκόσμου χωρὶς τὴν ὕπαρξι ἢ παρέμβασι ἑνὸς Θεοῦ Δημιουργοῦ. Αὐτὴ ἡ θεωρία τῆς Ἐξελίξεως διδάσκεται σήμερα σὲ ὅλα τὰ ἐπιστημονικὰ ἱδρύματα τοῦ κόσμου στοὺς χώρους τῆς φυσικῆς Ἐπιστήμης, καὶ αὐτὴ προβάλλεται στὰ μαζικὰ μέσα ἐνημερώσεως παγκοσμίως, σὰν τὴν θεωρία ποὺ ἑρμηνεύει τὴν ὕπαρξι τοῦ κόσμου, τὴν γένεσι τῶν φυσικῶν φαινομένων, τὴν γένεσι τῆς ζωῆς καὶ τὴν λειτουργία τῶν ζώντων ὀργανισμῶν. Βάσει αὐτῆς, ὅλα συνέβησαν τυχαῖα καὶ ἐξελίσσονται τυχαῖα, χωρὶς σκοπό, χωρὶς νόημα.
Ὅμως, ὁ φυσικὸς κόσμος λειτουργεῖ βάσει φυσικῶν νόμων. Ὑπάρχουν, στὴν Ἐπιστήμη, ὡρισμένες σταθερὲς παράμετροι (π.χ. ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός, τὸ φορτίο τοῦ ἠλεκτρονίου, κλπ.), καὶ οἱ σταθερὲς τῶν φυσικῶν νόμων (ὅπως τὸ g, ἡ ἐπιτάχυνσις τῆς βαρύτητος, κλπ.), ποὺ ἔχουν σταθερὲς τιμές, συγκεκριμένες. Ὅλες αὐτὲς οἱ φυσικὲς σταθερὲς ἔχουν τέτοιες τιμὲς ὥστε νὰ ἐξυπηρετῆται ἡ ἐμφάνισις τῆς ζωῆς καὶ ἡ λεγομένη «ἀνθρωπικὴ ἀρχή», δηλ. ἡ ἐμφάνισις τοῦ ἀνθρώπου στὴν γῆ. Οἱ φυσικοὶ νόμοι, καὶ οἱ συγκεκριμένες τιμὲς τῶν φυσικῶν αὐτῶν σταθερῶν μπορεῖ, νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων; Ὄχι, βέβαια.
Ἡ θεωρία αὐτὴ ἀσχολεῖται καὶ μιλάει μόνο γιὰ ὅ,τι ὑλικὸ ὑπάρχει. Δὲν ἀσχολεῖται μὲ ὅ,τι δὲν μπορεῖ νὰ ἀνιχνευθῆ μὲ ἐπιστημονικὰ ὄργανα. Δηλ., δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὴν ὕπαρξι Θεοῦ, ἀγγέλων, πονηρῶν πνευμάτων, ἀνθρώπινης ψυχῆς. Τὴν ὕπαρξι αὐτῶν δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀνιχνεύση. Αὐτό, ὅμως, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχουν.
Ἀλλά, ποιὰ εἶναι τὰ κύρια σημεῖα αὐτῆς τῆς φιλοσοφικῆς, στὴν οὐσία, θεωρίας;
Εἶναι τὰ ἑξῆς:
Α) Ὅτι ἔγινε μία μεγάλη ἔκρηξις (τὸ Big Bang) πρὶν ἀπὸ 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια, ἀπὸ τὴν ὁποία παρήχθη ἕνας τεράστιος ἀριθμὸς ἀτόμων ὑδρογόνου. Ἀπὸ αὐτὰ δημιουργήθηκαν τὰ νεφελώματα, οἱ γαλαξίες καὶ τὰ ἀστέρια.
Β) Πρὶν ἀπὸ 4 δισεκατομμύρια χρόνια ἐμφανίσθηκε αὐτόματα ἡ ζωὴ στὴν γῆ.
Γ) Ἀπὸ τότε, ἡ ζωὴ ἐξελίσσεται τυχαῖα ἀπὸ εἶδος σὲ εἶδος.
Δ) Πρὶν 6 ἑκατομμύρια χρόνια ἐμφανίσθηκε στὴν γῆ ὁ κοινὸς πρόγονος τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ πιθήκου.
Ε) Ἡ ἡλικία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι περίπου 2 ἑκατομμύρια χρόνια ἐνῶ τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου τοῦ homo sapiens μερικὲς δεκάδες χιλιάδες χρόνια.
ΣΤ) Ὁ ἄνθρωπος ζεῖ, πεθαίνει καὶ ἐξαφανίζεται στὴν ἀνυπαρξία ὅπως τὰ ζῶα.
Ἡ θεωρία αὐτὴ ἔχει πολλὰ τρωτὰ σημεῖα, τὸ πρῶτο ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι ὅτι εἶναι μία θεωρία, δηλ. μία ὑπόθεσις. Καὶ εἶναι μία θεωρία ἡ ὁποία βολεύει τὴν Νέα Ἐποχὴ στὸ γκρέμισμα τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἀφίνει ἀπ' ἔξω τὴν ὕπαρξι ἑνὸς Θεοῦ Δημιουργοῦ. Γι' αὐτό, προσχεδιασμένα καὶ συστηματικά, σήμερα, προβάλλεται φιλοσοφία περὶ τῆς ζωῆς. Θέλει τὸν ἄνθρωπο νὰ ζῆ χωρὶς Θεό, νὰ μὴν ἀσχολῆται μὲ τὸν Θεό. Καὶ, ἐνῶ ἡ γένεσις τῆς Μεγάλης Ἐκρήξεως, ποὺ ἔχει ἀνιχνευθῆ ὅτι συνέβη πρὶν 13. 7 δισεκατομμύρια χρόνια, εἶναι δηλ. ἕνα γεγονός, δὲν ἔχει ἀκόμη ἑρμηνευθῆ, οὔτε τὸ ποιὸς τὴν προκάλεσε, οὔτε τὸ πῶς συνέβη, οὔτε τὸ ποιὸ ἦταν τὸ ἀρχικὸ ὑλικό της. Καὶ, γιὰ νὰ μὴν ταπεινωθοῦν οἱ ἐπιστήμονες καὶ παραδεχθοῦν ὅτι κάποιο ὑπερφυσικὸ αἴτιο τὴν προκάλεσε, καταφεύγουν σὲ ἄλλες θεωρίες, ὅπως εἰς τὴν θεωρία τῶν Χορδῶν, τῶν ἀναδιπλουμένων συμπάντων, κλπ., τὶς ὁποῖες προσπαθοῦν νὰ στηρίξουν μὲ ἐπιστημονικὰ πειράματα, ὅπως ἐκεῖνο ποὺ σχεδιάζεται στὸ CERN γιὰ νὰ κατοχυρώση τὴν ὕπαρξι τοῦ σωματιδίου Higgs καὶ κατ' ἐπέκτασιν τὴν μὴ ἀναγκαιότητα ἑνὸς Θεοῦ Δημιουργοῦ. Ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ ἀποφύγουν νὰ μιλήσουν γιὰ Θεὸ Δημιουργό. Ὅμως, πάλι τὸ ἐρώτημα ὑπάρχει ἀναπάντητο ἀπὸ αὐτούς: Πῶς ξεκίνησαν ὅλα αὐτά; Τὶ ὑπῆρχε στὸν χρόνο μηδέν;
Ἡ ὕπαρξις, ἢ ἡ μὴ ὕπαρξις, Θεοῦ Δημιουργοῦ δὲν ἀποδεικνύεται ἐπιστημονικά
Ἡ ὕπαρξις Θεοῦ Δημιουργοῦ, ὅμως, εἶναι ἕνα ἀδιαμφισβήτητο γεγονός. Ἐμεῖς γνωρίζομε ὅτι Θεὸς Δημιουργὸς ὑπάρχει, εἶναι προσωπικὸς Θεός, διαλέγεται δηλ. μαζί μας, καὶ ὅτι αὐτὸς ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸ σύμπαν. Ἀλλά, πῶς εἴμαστε σίγουροι γι' αὐτό; Ἐπειδὴ τὸ λέει ἡ Ἁγία Γραφή; Ὄχι. Ἁπλᾶ, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἔχει ἀποκαλυφθῆ πάρα πολλὲς φορὲς στοὺς ἀνθρώπους μέσα στὴν ἱστορία καὶ συνεχίζει νὰ ἀποκαλύπτεται. Ἀποκαλύπτεται καὶ τὸν βλέπουν. Ὑπάρχουν ἑκατοντάδες μαρτυρίες γιὰ τὴν ἀποκάλυψι τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους. Ἱστορικές, ἀδιαμφισβήτητες μαρτυρίες. Ὁ Θεὸς γνωρίζεται μόνον ὅταν ἀποκαλύπτεται. Καὶ ὁ λόγος ποὺ ἀποκαλύπτεται εἶναι ἐπειδὴ δὲν ζεῖ μέσα στὸ σύμπαν. Εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸ σύμπαν. Ὄχι σὲ ἄλλο σύμπαν, ἀλλὰ στὸν δικό Του χῶρο, ποὺ δὲν ἔχει καμμία σχέση καὶ ὁμοιότητα μὲ τὸν δικό μας. Ὁ Θεός, λοιπόν, ἔχει ἀποκαλυφθῆ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἔχει μιλήσει μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἔκανε, μάλιστα, καὶ κάτι καταπληκτικό, περίεργο καὶ ἀναπάντεχο γιὰ ἕναν παντοδύναμο Θεό. Σὲ ἕναν ταπεινὸ πλανήτη τοῦ σύμπαντος, τὴν Γῆ, μπῆκε στὴν κοιλιὰ μιᾶς Παρθένου καὶ ἔγινε ἄνθρωπος! Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός! Πῶς τὸ ξέρομε αὐτό; Ὅποιος δεῖ τὸν Χριστὸν τώρα, βλέπει ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Θεός, ὁ Δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος. Καὶ τὸν ἔχουν δεῖ πάρα πολλοί. Καί, ἐπίσης, τὶ ἄλλο βλέπει ἀκόμα; Ὅτι ὁ Χριστὸς ἐδημιούργησε τὰ φυτά, τὰ ζῶα καὶ τὸν ἄνθρωπο, ὄχι ὅπως θέλει ἡ ἐξέλιξις, ἀλλὰ ὅπως περιγράφει, μὲ τὴν ἁπλῆ γλῶσσα τῆς ἐποχῆς του ὁ Προφήτης Μωϋςῆς στὴν Γένεσι. Αὐτά, βέβαια, εἶναι ἀπλησίαστα γιὰ τὸν «σύγχρονο ἄνθρωπο».
Ἡ θεωρία τῆς Ἐξελίξεως μιλᾶ γιὰ αὐτόματη γένεσι τῆς ζωῆς ἀπὸ μία χημικὴ σούπα. Ὅταν, ὅμως, κάποιος βλέπη τὸν Θεόν, ὁ Θεὸς τοῦ δείχνει, ὅπως εἴπαμε, ὅτι Ἐκεῖνος ἐδημιούργησε, ὄχι μόνο τὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ ζῶα. Καί, τελευταῖο, ἐδημιούργησε τὸν ἄνθρωπο. Τοῦ δείχνει, ἐπίσης, ὅτι τὸν ἄνθρωπο δὲν τὸν ἐδημιούργησε παίρνοντας ἕναν πίθηκο καὶ κάνοντάς τον ἄνθρωπο, ἀλλὰ παίρνοντας χῶμα. Ὅπως θὰ πάρη, στὴν Μέλλουσα Ἀνάστασι, χῶμα καὶ θὰ ἀναστήση τοὺς νεκρούς, ποὺ ἔχουν γίνει χῶμα, ἔτσι καὶ τότε, στὴν Δημιουργία, πῆρε χῶμα καὶ ἔκανε τὸν ἄνθρωπο. Δὲν πῆρε ὁ Θεὸς ἕναν πίθηκο καὶ τοῦ ἔδωσε ψυχὴ καὶ τὸν ἔκανε ἄνθρωπο, ὅπως ἐσφαλμένως ὑποστηρίζουν σήμερα πολλοὶ «Ὀρθόδοξοι» θεολόγοι.
Ὁ πίθηκος δὲν ἔχει αὐθυπόστατη ψυχή, ποὺ νὰ μένη καὶ νὰ ζῆ καὶ μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ πιθήκου. Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, ἔχει αὐθυπόστατη καὶ ἀθάνατη ψυχή. Πῶς τὸ γνωρίζομε αὐτό; Τὸ γνωρίζομε ἀπὸ τὸ ὅτι πολλὲς ψυχὲς νεκρῶν ἀνθρώπων (τῶν Ἁγίων) ἐμφανίζονται σὲ ζωντανούς. Ψυχὴ ζώου δὲν ἔχει ἐμφανισθῆ ποτὲ στὴν ἱστορία. Ἄρα, ἂν προερχόταν ὁ ἄνθρωπος ἐξελικτικὰ ἀπὸ πιθηκοειδές, δὲν θὰ εἶχε αὐθυπόστατη καὶ αἰώνια ψυχή. Τὸ ὅτι συμβαίνει νὰ ἔχη αὐθυπόστατη ψυχὴ σημαίνει, ἁπλούστατα, ὅτι δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸν πίθηκο. Ἡ Ἐπιστήμη, ὅμως, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀνιχνεύση τὴν ἄϋλη ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, δὲν δέχεται ὕπαρξι αὐθυπόστατης ψυχῆς εἰς τὸν ἄνθρωπο. Τὴν ὕπαρξι τῶν ψυχικῶν φαινομένων τὴν ἑρμηνεύει ὡς ἀπόρροια τῶν νευρικῶν διεργασιῶν τοῦ ἐγκεφάλου. Περισσότερα ἐπάνω σ' αὐτὸ θὰ λεχθοῦν στὴν συνέχεια.
Ἡ ἐπιστημονικὴ κοινότητα, τώρα, ἡ ὁποία εἶναι κατευθυνόμενη, γιὰ νὰ στηρίξη καὶ προπαγανδίση τὴν θεωρία τῆς Ἐξελίξεως, ἔχει παράγει σειρὰ ἐπιστημονικῶν ταινιῶν (ντοκυμαντέρ, βίντεος, κλπ.) πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτό. Χαρακτηριστικὴ σειρὰ εἶναι ἡ σειρὰ COSMOS ποὺ παρουσίασε ὁ ἀστροφυσικὸς Carl Sagan. Σ' αὐτὴν τὴν σειρά, φαίνεται καθαρὰ τὸ πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς ποὺ εἶναι κρυμμένο πίσω της. Ὁ Χριστιανισμὸς παρουσιάζεται σὰν δεισιδαιμονία, ἡ ἀνυπαρξία ἑνὸς Θεοῦ Δημιουργοῦ ὑποστηρίζεται ἐμμέσως πλὴν σαφῶς καὶ ἐξάγεται συμπερασματικά, ἡ ὕπαρξις λογικῶν ὄντων σὲ ἄλλους πλανῆτες βλακωδῶς ὑποστηρίζεται, ἡ φιλοσοφία περὶ τῆς ζωῆς εἶναι καθαρὰ μηδενιστική, καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀνύπαρκτος.
Ἐπιθυμῶν, λοιπόν, ὁ κ. Ζηζιούλας νὰ διακονήση αὐτὸν τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ταυτισθῆ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς, μὲ ἀποτέλεσμα, παρὰ τὸ ὅτι δὲν ὁμολογεῖ εὐθέως ὅτι δὲν πιστεύει κἂν σὲ Θεὸ Δημιουργὸ ὅπως τὸν διδάσκει ἡ παραδοσιακὴ Ὀρθόδοξη Θεολογία, νὰ συμφωνῆ μὲ τὰ διακηρυττόμενα ἀπὸ τοὺς ἐξελικτικοὺς περὶ τοῦ ἀνθρώπου. Προσπαθῶντας νὰ ἀναπαύση τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο ποὺ πιστεύει στὴν ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ πιθηκοειδῆ (ἢ ἀνθρωποειδῆ, τὸ ἴδιο εἶναι) ἀνήκει στὴν ὁμάδα ἐκείνη τῶν «Χριστιανῶν» ποὺ φθάνουν νὰ ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας (Μέγας Βαςίλειος, κλπ.) πίστευαν καὶ υἱοθετοῦσαν τὴν Ἐξέλιξι τῶν εἰδῶν σὰν τὸν τρόπο τῆς γενέσεως καὶ ἐμφανίσεως τῶν διαφόρων φυτικῶν καὶ ζωικῶν εἰδῶν. Παντρεύουν δηλ., αὐθαίρετα, τὴν Ἐξέλιξι μὲ τὴν Ἀποκάλυψη! Χαρακτηριστικά, ἔχει πῆ, ὁ κ. Ζηζιούλαςιούλας, ποὺ εἶναι ὁ ἡγέτης στὸν χῶρο τῶν συγχρόνων Ὀρθοδόξων θεολόγων ποὺ εἰσηγοῦνται κενοφανεῖς θεολογικὲς θέσεις, καὶ τὰ ἑξῆς:
«....(Κατὰ τὸ παρελθόν), ἡ θρησκεία καὶ ἡ ἐπιστήμη ἐναντιώθηκαν, ἡ μία στὴν ἄλλη, μὲ πολλοὺς τρόπους, ἀλλὰ, φαίνεται, πώς συνέπραξαν σὲ μεγάλο βαθμό, ἂν καὶ ἀσυνειδήτως, στὴν καταστροφὴ τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ...
Στὴν ἐποχὴ μας, ...ὁλόκληρη ἡ φιλοσοφία τῆς ἐξειδικευμένης γνώσεως ἀμφισβητεῖται, τόσο στὴν ἐπιστήμη, ὅσο καὶ στὴν θεολογία, καὶ ἰδιαιτέρως στὴν πρώτη. Παραδείγματος χάριν, καθίσταται ὁλοένα καὶ σαφέστερο στοὺς ἐπιστήμονες, ὅτι ἡ ζωολογία καὶ ἡ βοτανολογία δὲν εἶναι σαφῶς διαφορετικοὶ ἐπιστημονικοὶ τομεῖς, ὅσο ἐθεωροῦντο παραδοσιακῶς ὅτι εἶναι. Δὲν μπορεῖς νὰ κατανοήσης τὴν μέλισσα χωρὶς νὰ μελετήσης τὰ ἄνθη ποὺ καθορίζουν τὴν ζωή της(?!), τὴν ὅλη της ὕπαρξη καὶ τὴν φύση της. Αὐτὴ ἡ περιβαλλοντικὴ ἀλληλεπίδραση καὶ ἀλληλεξάρτηση μπορεῖ νὰ ἐπεκταθῆ ἐπ' ἄπειρον: Τὸ κάθε τὶ ἐξαρτᾶται ἀπὸ κάτι ἄλλο.
Αὐτὴ ἡ νἐα ὁλιστικὴ προσέγγιση στὴν γνώση μπορεῖ νὰ ἔχη σημαντικὲς περιβαλλοντικὲς συνέπειες, τόσο γιὰ τὴν ἐπιστήμη, ὅσο καὶ γιὰ τὴν θρησκεία. Ἡ ἐξαφάνισις ἑνὸς ὡρισμένου εἴδους ἐπηρεάζει τὰ ὑπόλοιπα εἰδη. Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἐπηρεάζεται ἀποφασιστικὰ ἀπὸ κάθε ἀλλαγὴ στὸ φυσικὸ περιβάλλον.
Ἂν ἡ ἐπιστήμη κινηθῆ μὲ συνέπεια ἀπὸ τὸν παραδοσιακὸ κατακερματισμὸ τῆς γνώσεως πρὸς μία ὁλιστικὴ προσέγγιση, ἡ θρησκεία (καί, ἰδιαιτέρως, ἡ Χριστιανικὴ θεολογία) πρέπει νὰ ἀναθεωρήση τὶς ἀπόψεις της γιὰ τὸ ἀνθρώπινο ὂν καὶ νὰ δεχθῆ, ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀδιανόητοι χωρὶς τὴν ὀργανική τους σχέση μὲ τὴν ὑπόλοιπη δημιουργία(?!). Ἡ Χριστιανικὴ θεολογία θὰ πρέπη νὰ δεχθῆ τοὺς βασικοὺς ισχυρισμοὺς τῶν ἐξελικτικῶν ἰδεῶν τῆς βιολογίας, καὶ νὰ κατανοήση τὸν Ἄνθρωπο ὡς ὀργανικὸ μέρος τῆς οἰκογένειας τῶν ζώων(?!).
Δὲν ὑπάρχει οὐσιαστικὴ ἀπειλὴ γιὰ τὴν Χριστιανικὴ πίστη μὲ τὴν ἀποδοχὴ τῆς Ἐξελικτικῆς θεωρίας στὴν βασική της ἀρχή, δηλαδή, τῆς ἰδέας, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀντιπροσωπεύει τὸ τελικὸ σημεῖο σὲ μία βιολογικὴ διαδικασία, ἂν καὶ δὲν ὑπάρχη ἀνάγκη νὰ δεχθῆ τὸν Δαρβινισμὸ στὴν λεπτομερῆ του περιγραφὴ αὐτῆς τῆς ἐξελίξεως. Ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ Ανθρώπου τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς Δημιουργίας ἀπὸ φυσικὰ στοιχεῖα ποὺ ὑπῆρχαν ἤδη(?!).
Μία τέτοια ὁλιστικὴ προσέγγιση θὰ ἀσκοῦσε εὐεργετικὴ ἐπίδραση στὴν στάση τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ περιβάλλον, ἀλλά, αὐτό, μπορεῖ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὸ μόνο ἂν ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ θρησκεία συμπέσουν, ὡς πρὸς τὶς ἀπόψεις τους σχετικὰ μὲ τὸν κόσμο καὶ τὴν θέση τοῦ ἀνθρώπου σὲ αὐτόν...
Καθίσταται ὁλοένα καὶ σαφέστερο, τόσο στὴν ἐπιστήμη, ὅσο καὶ στὴν θεολογία, ὅτι, ὄχι μόνο ὁ Ἄνθρωπος ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη δημιουργία γιὰ τὴν ὕπαρξή του, ἀλλὰ ὅτι καὶ τὸ ἀντίστροφο εἶναι ἐξ ἴσου ἀλήθεια, δηλαδὴ ὅτι ἡ ὑπόλοιπη δημιουργία ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο ὂν γιὰ τὴν πραγμάτωση καὶ ἐκπλήρωση τῆς ὑπάρξεώς της. Οἱ περιβαλλοντολόγοι χρειάζεται νὰ ἀναθεωρήσουν τὴν διαδεδομένη ὑπόθεσή τους, ὅτι ὁ Ἄνθρωπος χρειάζεται τὴν ὑπόλοιπη δημιουργία, ἐνῶ ἡ ὑπόλοιπη δημιουργία δὲν χρειάζεται τὸν Ἄνθρωπο.
Ἡ θρησκεία - σίγουρα ἡ Χριστιανικὴ θεολογία - εἶναι ἀνθρωποκεντρική, στὴν κοσμολογία της, καὶ θὰ ἐπέμενε, ὅτι τὸ ἀνθρώπινο ὂν εἶναι ἀπαραίτητο στὴν δημιουργία (?!). Ὑπάρχουν σημάδια, σήμερα, ὅτι ἡ ἐπιστήμη κινεῖται πρὸς τὴν ἴδια κατεύθυνση, τὴν ἀνθρωποκεντρική, ἡ ὁποία δηλώνει, ὅτι τὸ σύμπαν εἶναι φτιαγμένο μὲ τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ ἔχη νόημα μόνο μὲ τὴν προϋπόθεση τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος. Ναί, εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται τὸν ὀργανικό του δεσμὸ μὲ τὴν ὑπόλοιπη δημιουργία, ἀλλὰ καὶ ἡ τελευταία, ἐπίσης, χρειάζεται τὸν Ἄνθρωπο γιὰ νὰ πραγματωθῆ.
Ἂν ἡ Ἀνθρωπικὴ Αρχὴ γίνη δεκτὴ ἀπὸ τοὺς ἐπιστήμονες -καὶ ὑπάρχουν ἐνδείξεις, ὅτι, ἡ συζήτηση ποὺ προκάλεσε, κινεῖται πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση-, τότε μία ὑγιὴς καὶ δημιουργικὴ συμφιλίωση θὰ λάβη χώρα μεταξὺ θρησκείας καὶ ἐπιστήμης, ποὺ θὰ ἔχη σημαντικὲς συνέπειες γιὰ τὴν οἰκολογικὴ σκέψη...
Εἶναι ἀξιοσημείωτο, ὅτι, ἀπὸ τότε ποὺ ἡ θεωρία τῆς Σχετικότητας κέρδισε τὴν μάχη στὴν ἐπιστήμη(?!), κατέστη δύσκολο νὰ ἐξαλειφθῆ τὸ ἀνθρώπινο ὂν ἀπὸ τὴν διαδικασία τῆς ἐπιστημονικῆς «ἀλήθειας». Ὁ παρατηρητής, ὅπως μᾶς λένε τώρα, ἐπηρεάζει τὴν πραγματικότητα, κατὰ τὴν διαδικασία τοῦ πειράματος(?!). Τὶ ἀπομένει, λοιπόν, ἀπὸ τὴν παραδοσιακὴ διχοτόμηση "ὑποκείμενο-ἀντικείμενο";
Ἂν δὲν ὑπάρχη (πλέον) καθαρὸ "ἀντικείμενο" στὴν ἐπιστήμη, δὲν εἶναι πλέον δυνατὸ νὰ λειτουργῆ κανεὶς στὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα χωρὶς νὰ περιλαμβάνη σὲ αὐτὴ καὶ τὸ πρόσωπο. Αὐτὴ ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου, ποὺ συνήθως θεωρεῖται σὰν κάτι ποὺ ἀφορᾶ στὴν κοινωνιολογία, τὴν ψυχολογία καὶ τὴν θεολογία, γίνεται τώρα ζωτικῆς σημασίας καὶ γιὰ τὴν ἐπιστήμη. Ἡ ἐπιστήμη πρέπει νὰ ἀνοίξη τὰ σύνορά της γιὰ νὰ συναντηθῆ μὲ τὴν θεολογία καὶ τὶς ἐπιστῆμες τοῦ ἀνθρώπου, ἂν θέλη νὰ κατανοήση σωστὰ τὴν ἴδια της τὴν φύση...
Τὸ κίνητρο τοῦ ἐπιστήμονα καὶ ἐκεῖνο τοῦ θεολόγου συναντῶνται στὸ σημεῖο τῆς κατανοήσεως τοῦ κόσμου ὡς μιᾶς ἀδιάσπαστης ὀργανικῆς ἑνότητας(?!), τῆς ὁποίας ἡ ἀκεραιότητα πρέπει νὰ θεωρηθῆ ὡς δεδομένη καὶ νὰ εἶναι σεβαστή, γιὰ νὰ ἀληθεύη ὁποιαδήποτε πλευρὰ ἢ ἀπόσπασμα τῶν γνώσεών της. Ἔτσι, τόσο ἡ θρησκεία, ὅσο καὶ ἡ ἐπιστήμη, ἂν θέλουν νὰ εἶναι συνεπεῖς πρὸς τὸν ἑαυτό τους, δέχονται, ὅτι, κάθε ἀποκάλυψη τῆς πραγματικότητας, θρησκευτικὴ ἢ ἐπιστημονική, μπορεῖ νὰ ἔχη νόημα μόνον ἂν ὁ κόσμος γίνεται σεβαστὸς στὴν μυστηριώδη ὁλότητά του[1](??!!).»
Ὑποστηρίζει δηλ. ὁ κ. Ζηζιούλας, μεταξὺ ἄλλων, ὅτι ἡ Ἐπιστήμη μπορεῖ νὰ συναντηθῆ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη θεολογία καὶ τὸ ἀντίθετο. Τοῦτο, βέβαια, εἶναι ἀναληθές. Γιατί; Διότι, τὰ ὅρια τῆς Ἐπιστήμης καὶ τὰ ὅρια τῆς θεολογίας δὲν συναντῶνται. Ὁ Θεὸς βρίσκεται ἐκεῖ ποὺ ἡ Ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ νὰ Τὸν προσεγγίση. Ἀλλά, ἡ Ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ νὰ προσεγγίση οὔτε τὴν Ὀρθόδοξη Ἀνθρωπολογία, ὅπως θὰ καταδειχθῆ εἰς τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ τὸ ἄρθρο αὐτό. Σχετικά, ἔχει πῆ ὁ Π . Γεώργιος Μεταλληνὸς τὰ ἑξῆς, ἀναφερόμενος εἰς τὴν θύραθεν γνῶσι καὶ τὴν ἄνωθεν κατερχομένη:
«…Οἱ δύο αυτὲς γνώσεις ἀπαιτοῦν καὶ δύο γνωστικὲς μεθόδους. Μέθοδος τῆς ἐνδοκοσμικῆς σοφίας-γνώσεως εἶναι ἡ ἐπιστήμη, ἡ ὁποία λειτουργεῖ μὲ τὴν ἄσκηση τῆς διανοητικῆς/λογικῆς δυνάμεως τοῦ ἀνθρώπου...
Ἡ καταγραφὴ τῆς γνώσεως - καὶ στὶς δύο περιπτώσεις - προϋποθέτει τὴν ἐμπειρικὴ γνώση τοῦ φαινομένου...
Ἡ Ὀρθοδοξία, κάνοντας διάκριση τῶν δύο γνώσεων (σοφιῶν), τῶν μεθόδων καὶ τ ῶν ὀργάνων τους, ἀποφεύγει κάθε σύγχυση μεταξὺ τους, ἀλλὰ καὶ κάθε σύγκρουση...
"Ἑκάστη γνῶσις τελεῖ τὰ ἑαυτῆς", κινουμένη "ἐν τοῖς ἰδίοις αὐτῆς ὅροις τε καὶ λόγοις". Κάθε γνώση δηλ. μένει καὶ κινεῖται στὰ ὅριά της. Τίθεται δηλ. πρόβλημα ὁρίων γιὰ κάθε γνώση. Ἡ ὑπέρβαση τῶν ὁρίων αὐτῶν ὁδηγεῖ στὴν σύγχυση τῶν λειτουργιῶν τους καὶ τελικὰ στὴν σύγκρουσή τους...
Μόνο ἐκεῖ ὅπου ἔχουν χαθεῖ οἱ προϋποθέσεις καὶ ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ, μένει ἀνοικτὸς ὁ δρόμος πρὸς τὴν σύγχυση καὶ τὴν σύγκρουση...
Τὴν διάκριση καὶ ἱεράρχηση συγχρόνως τῶν δύο γνώσεων ἔχει ἐπισημάνει ὁ Μ. Βασίλειος:
"Πίστις ἡγείσθω τῶν περὶ Θεοῦ λόγων· πίστις καὶ μὴ ἀπόδειξις. Πίστις, ἡ ὑπὲρ τὰς λογικὰς μεθόδους τὴν ψυχὴν εἰς συγκατάθεσιν ἕλκουσα· πίστις, οὐχ ἡ γεωμετρικαῖς ἀνάγκαις, ἀλλ' ἡ ταῖς τοῦ Πνεύματος ἐνεργείαις ἐγγινομένη...
Καὶ ὅλως, εἰ ἡ πίστις ἐλπιζομένων ἐστὶν ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων, μὴ φιλονείκει ἰδεῖν ἤδη τὰ μακρὰν ἀποκείμενα, μηδὲ τὰ ἐλπιζόμενα ἀμφίβολα καταστήσῃς, διὰ τὸ μήπως αὐτῶν δύνασθαι κατὰ τὴν γνῶσιν ἐξάπτεσθαι" (PG 30,104 Β/105Β).
Ὁ ἴδιος, ὁ Μέγας Βασίλειος, δίνει, στὴν «Ἑξαήμερό» του (PG 29, 3-208), ἕνα κλασσικὸ παράδειγμα Ὀρθόδοξης χρήσης τῶν ἐπιστημονικῶν γνώσεων. Ἀποκρούει τὶς κοσμολογικὲς θεωρίες τῶν φιλοσόφων (περὶ αἰωνιότητας καὶ αὐθύπαρκτου τοῦ κόσμου), καὶ προχωρεῖ στὴν σύνθεση τῶν βιβλικῶν καὶ ἐπιστημονικῶν δεδομένων μέσω μιᾶς συνεχοῦς ὑπέρβασης τῆς ἐπιστήμης. Ἀναιρῶντας δὲ τὶς ὑλιστικὲς θεωρίες καὶ τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες, περνᾶ στὴν θεολογικὴ (ἀλλ' ὄχι μεταφυσικὴ) ἑρμηνεία. Κεντρικὸ μήνυμα τοῦ ἔργου του εἶναι, ὅτι εἶναι ἀδύνατη ἡ λογικὴ στήριξη τοῦ δόγματος (ἐπιστημοφάνεια). Τὸ δόγμα ἀνήκει σὲ ἄλλη σφαίρα· εἶναι ὑπέρλογο, "ἐπιστημονικό", στὰ ὅρια μιᾶς ἄλλης γνώσης. Ἡ χρήση τοῦ "δόγματος" στὴν ἐνδοκοσμικὴ γνώση ὁδηγεῖ στὴν μεταβολὴ τῆς ἐπιστήμης σὲ μεταφυσική, ἐνῶ ἡ χρήση τῆς λογικῆς στὸν χῶρο τῆς πίστης ἀποδεικνύει τὴν ἀδυναμία καὶ σχετικότητά της. Δὲν ὑπάρχει συνεπῶς κανένα "πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα" στὴν Ὀρθόδοξη γνωσιολογία, ἀλλὰ κάθε γνωστικὸς χῶρος ἐρευνᾶται μὲ τὶς δικές του - ἐπιστημονικὲς καὶ στὶς δύο περιπτώσεις - προϋποθέσεις.
Ἡ τραγικότερη ἔκφραση τῆς ἀλλοτριωμένης Χριστιανοσύνης εἶναι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀντιμετώπιση, στὴν Δύση, τοῦ Γαλιλαίου. Θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ ἡ περίπτωσή του ὡς ὑπέρβαση ὁρίων δικαιοδοσίας, ἂν δὲν ἦταν κάτι σοβαρότερο: σύγχυση τῶν ὁρίων τῶν γνώσεων καὶ σύγκρουσή τους. Γεγονός, ὅμως, εἶναι, ὅτι ἡ ἀπώλεια τῆς "ἄνω" σοφίας, στὴν Δύση, καὶ τοῦ τρόπου ἀπόκτησής της, μετέβαλε τὴν διάνοια σὲ ὄργανο θείας καὶ ἀνθρώπινης σοφίας. Χρησιμοποιούμενη μὲν ἡ διάνοια στὸν χῶρο τῆς ἐπιστήμης, ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὴν ἀπόρριψη τοῦ ὑπερφυσικοῦ, ὡς ἀκατανόητου, ἡ χρήση της δὲ στὸν χῶρο τῆς "πίστης" εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπορρίψει τὴν ἐπιστήμη, ὅταν θεωρεῖται ἀντίθετη πρὸς τὴν "πίστη". Τὴν ἴδια νοοτροπία, βέβαια, προδίδει ἡ ἀπόρριψη τοῦ Κοπερνίκειου συστήματος στὴν "καθ' ἡμᾶς Ἀνατολὴ" (1794-1821) καὶ τὴν ἴδια ἀπώλεια τῶν κριτηρίων...
Τὴν ρεβὰνς τῆς καταδίκης τοῦ Γαλιλαίου θὰ πάρει (πῆρε) ἡ ἐπιστήμη στὸ πρόσωπο τοῦ Δαρβίνου μὲ τὴν θεωρία τῆς Ἐξελίξεως...
Μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Διαφωτισμοῦ στὴν Δύση, κλονίσθηκαν τὰ θεμέλια τοῦ "ἀμετάβλητου" στὴν μεταφυσικὴ ὀντολογία. Διότι, ἡ ἐπιστήμη βεβαίωσε ὅτι αὐτὸ τὸ "ἀμετάβλητο" δὲν ὑπάρχει...
Ἡ ἐπιστημονικὴ ἐπανάσταση τοῦ 17ου αἰῶνα στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη συνέβαλε στὴν διάσταση τῶν χώρων πίστης καὶ γνώσης, μὲ ἀπόληξη τὴν ἀκόλουθη ἀξιωματικὴ ἀρχή: Ἀπὸ τὴν νἐα φιλοσοφία (θετικὴ) γίνονται δεκτὲς μόνο οἱ ἀλήθειες, ποὺ ἐπιβεβαιώνονται ἀπὸ τὸν ὀρθὸ λόγο, τὴν ἀπολυτοποιημένη πιὰ αὐθεντία τῆς Δυτικῆς σκέψης (νοησιαρχία)...
Τὰ ἐκκλησιαστικὰ δόγματα (π.χ. τριαδικότητα Θεοῦ, ἐνσάρκωση, "ἐν Χριστῷ" σωτηρία κ.τ.ὁ.) ἀπορρίπτονται λογικά. Ὅποιος τὰ δέχεται λογικά, ἤ, προσπαθεῖ νὰ τὰ ἐπιβάλλη λογικά, αὐτὸς ἀνήκει στὸν χῶρο τῆς "φυσικῆς" (λογικῆς) θρησκείας (τοῦ "θεϊστικοῦ διαφωτισμοῦ"), ποὺ, ἀπὸ πλευρᾶς (Ὀρθοδόξου) πατερικότητας, ὄχι μόνο δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴν ἀθεΐα, ἀλλ' εἶναι ἡ χειρότερη μορφή της. Ἡ ἀπόρριψη τῆς "πίστης" εἶναι λιγώτερο ἐπικίνδυνη ἀπὸ τὴν διαστρέβλωσή της...
Στὴν Ὀρθοδοξία, αὐθεντία εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς μετοχῆς στὸ Ἄκτιστο, ὡς θέα τοῦ Ἀκτίστου (ἡ θέωση, ὁ δοξασμός), καὶ ὄχι τὰ κείμενα, οἱ Γραφές. Τὸ δόγμα "sola scriptura" εἶναι Προτεσταντικό, δηλ., δυτικό. Ἡ πρόταξη τῶν κειμένων –δεῖγμα θρησκειοποίησης τῆς πίστης – ὁδηγεῖ στὴν ἰδεολογικοποίησή τους, καὶ, κατ' οὐσίαν, στὴν εἰδωλοποίηση τῶν κειμένων, δηλ. στὴν ἀπολυτοποίησή τους (fundamentalismus), μὲ ὅλες τὶς εὐνόητες συνέπειες …
Ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος (+430), ἀγνοῶντας τὴν Γραφικὴ καὶ Πατερικὴ γνωσιολογία, καὶ, Νεοπλατωνικὸς στὴν οὐσία, μὲ τὸ ἀξίωμά του "credo, ut intelligam" (πιστεύω, γιὰ νὰ κατανοήσω), ἔθεσε τὴν ἀρχή, ὅτι μὲ τὴν πίστη ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στὴν λογικὴ σύλληψη τῆς Ἀποκάλυψης. Ἔτσι, ὅμως, δίνεται προτεραιότητα στὴν διάνοια, ποὺ ἐκλαμβάνεται ὡς γνωστικὸ ὄργανο, τόσο στὴν φυσική, ὅσο καὶ στὴν ὑπερφυσικὴ γνώση. Ὁ Θεὸς νοεῖται ὡς "ἀντικείμενο" γνωστικό, ποὺ "συλλαμβάνεται" ἀπὸ τὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως συλλαμβάνεται τὸ φυσικὸ γνωστικὸ ἀντικείμενό της.
Μετὰ τὸν Αὐγουστίνο, τὸ ἑπόμενο βῆμα (μὲ τὴν παρέμβαση τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη, + 1274) θὰ κάνει ὁ Καρτέσιος (+1650) μὲ τὸ δικό του ἀξίωμα: "cogito, ergo sum" (σκέπτομαι, ἄρα ὑπάρχω), μὲ τὸ ὁποῖο διακηρύσσεται ἡ διάνοια ὡς κύριο συστατικὸ τῆς ὕπαρξης.
Ἡ Πατερική, ὅμως, Ὀρθοδοξία εἶναι ἀντιμεταφυσική, διότι ἀναζητεῖ συνεχῶς τὴν ἐμπειρικὴ "βεβαιότητα", μὲ τὴν χρήση τῆς Ἡσυχαστικῆς μεθόδου. Γι' αὐτὸ, καὶ ὁ Ἡσυχασμὸς τῶν Κολλυβάδων εἶναι ἐμπειρικὸς-ἐπιστημονικός. Ὀρθὸς λόγος, γιὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, εἶναι ὁ ἐμπειρικὸς λόγος. Δὲν πρέπει, γι' αὐτό, νὰ παραπλανᾶ ἡ ἀπολογητικὴ μέθοδός τους, ποὺ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς τους καὶ ἐμφανίζει τὰ μειονεκτήματα τοῦ μεταφυσικοῦ φονταμενταλισμοῦ.
Τὸ «Συμβουλευτικὸ Ἐγχειρίδιο» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὅπως καὶ τὰ κηρυγματικὰ κείμενα τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου, μὲ κορύφωση τὴν «Φιλοκαλία»... φανερώνουν τὴν ἡσυχαστικὴ φιλοκαλικὴ συνείδησή τους καὶ τὴν ἀσκητικὴ βιωτή τους. Οἱ προϋποθέσεις αὐτὲς τῶν Κολλυβάδων-ἡσυχαστῶν τοῦ 18ου αἰῶνα εἶναι ἐμφανεῖς στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο δέχονται τὴν ἐπιστημονικὴ πρόοδο τῆς Δύσης. Ὁ Εὐγένιος Βούλγαρις εἶναι μὲν κριτικός, ἀλλὰ γενικὰ ἀνοικτὸς στὴν ἐπιστήμη καὶ θετικός, μὲ Πατερικὴ διάθεση. Οἱ Κολλυβάδες ἀποδέχονται ἐπιστημονικὲς θέσεις (π.χ., τὶς νεώτερες θεωρίες περὶ λειτουργίας τῆς καρδιᾶς, ὁ ἅγιος Νικόδημος, στὸ «Συμβουλευτικό του Ἐγχειρίδιο»). Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος δὲν πολεμεῖ τὴν ἐπιστήμη καθ' ἑαυτή, ἀλλὰ τὴν χρήση της ἀπὸ τοὺς δυτικόπληκτους διαφωτιστὲς τοῦ Ἑλλαδικοῦ χώρου. Τὴν ἐπιστήμη θεωροῦν ἔργο τοῦ Θεοῦ καὶ προσφορὰ πρὸς τὸν ἄνθρωπο γιὰ τὴν διευκόλυνση τῆς ζωῆς του.
Τὸ πρόβλημα τῆς σύγκρουσης πίστης καὶ ἐπιστήμης, πέρα ἀπὸ τὴν σύγχυση τῶν γνώσεων, ἔχει ὡς αἰτία καὶ τὴν ἰδεολογικοποίηση τῶν δύο ὄψεων τῆς γνώσης. Χριστιανικά, προέκυψε, ἔτσι, μιὰ νοσηρὴ ἀπολογητικὴ (Ἕλληνας καθηγητὴς τῆς Ἀπολογητικῆς προέτεινε, πρὶν ἀπὸ χρόνια, "μαθηματικὴ ἀπόδειξη περὶ τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ"!). Κάποτε, λησμονεῖται ὁ ἀξιωματικὸς λόγος, ὅτι ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἐγκλωβισμένη στὰ ὅρια τῆς φθορᾶς, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβεῖ τὴν λογικὴ τῆς φθορᾶς… Τίποτε δὲν ἀποκλείει τὴν συνύπαρξη πίστης καὶ ἐπιστήμης, ὅταν ἡ πίστη δὲν εἶναι φαντασιώδης μεταφυσική, καὶ ἡ ἐπιστήμη δὲν νοθεύει τὸν θετικό της χαρακτήρα μὲ τὴν χρήση τῆς μεταφυσικῆς...
Ἡ ἀναγνώριση τῶν ὁρίων τῶν δύο γνώσεων (κτιστοῦ καὶ Ἀκτίστου) καὶ ἡ χρήση τοῦ κατάλληλου γιὰ τὴν κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς ὀργάνου, εἶναι στοιχεῖο τῆς Πατερικῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία ἱεραρχεῖ τὴν "κάτω" ἢ "ἔξω" σοφία στὴν "ἄνω" ἢ "θεία" γνώση. Ἀντίθετα, ἡ σύγχυσή τους διαιωνίζει τὶς ἑκατέρωθεν παρερμηνεῖες καὶ συντηρεῖ τὴν σύκρουσή τους.
Μία "Ἐκκλησία", ποὺ ἐπιμένει στὴν μεταφυσικὴ θεολόγηση, θὰ ἀναγκάζεται νὰ ἀποκαθιστᾶ συνεχῶς κάποιο Γαλιλαῖο· ἀλλὰ, καὶ μία Ἐπιστήμη, ποὺ ἀγνοεῖ τὰ ὅριά της, θὰ ἀλλοτριώνεται σὲ μεταφυσική, καὶ θὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ἡ τὴν ἀπόρριψή Του - ἐμφανῶς ἢ σιωπηρῶς.
...(Ἔτσι) ἡ ἀντίθεση, καί, κατὰ συνέπεια, ἡ σύγκρουση πίστης καὶ ἐπιστήμης συνιστᾶ πρόβλημα μὲν γιὰ τὴν Δυτικὴ (Φραγκολατινικὴ) σκέψη, καὶ ψευδοπρόβλημα γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πατερικὴ παράδοση. Ἡ ἐπισήμανση αὐτὴ θεμελιώνεται στὰ ἱστορικὰ δεδομένα τῶν δύο χώρων[2].»
Ὅλα, λοιπόν, τὰ ἀνωτέρω, δείχνουν ὅτι ὁ κ. Ζηζιούλας βρίσκεται σὲ λάθος δρόμο...
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
(ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΧΑΣΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ)
Α. Περὶ τοῦ Θεοῦ
Εἰς τὸ Δοξαστικὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς, τὸ ὁποῖον περιέχει καὶ τὴν ἑρμηνείαν τοῦ Τρισαγίου, ἀναφέρεται τὸ ἑξῆς περὶ τοῦ Θεοῦ Πατρός, τοῦ πρώτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος: «...Ἅγιος ὁ Θεὸς (Πατήρ), ὁ τὰ πάντα δημιουργήσας δι’ Υἱοῦ, συνεργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...». Δηλ., ἅγιος, κατὰ φύσιν καὶ κυριολεξίαν, εἶναι ὁ Θεὸς Πατήρ, ὁ ὁποῖος ἐδημιούργησε τὰ πάντα, δηλ. τὸν κόσμον, διὰ τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου Του μὲ τὴν συνεργίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐδῶ, βλέπομε δύο πράγματα: Πρῶτον, ὅτι δηλώνεται κατηγορηματικὰ ὅτι ὑπάρχει Θεὸς Δημιουργός, ὁ ὁποῖος εἶναι πρόσωπο καὶ δημιουργὸς τοῦ κόσμου. Δὲν εἶναι δηλ. ὁ κόσμος, τὸ σύμπαν, προϊὸν τυχαίων γεγονότων, ὅπως διδάσκουν οἱ ἐξελικτικοί. Καὶ, δεύτερον, ὅτι καὶ τὰ τρία Πρόσωπα τοῦ Θεοῦ, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, συνεργοῦν εἰς τὴν δημιουργίαν τοῦ κόσμου. Τὸ κάθε Πρόσωπο ἔχει ἰδιάζοντα καὶ ξεχωριστὸ ρόλο. Ὁ Πατὴρ βούλεται, δηλ. ἀποφασίζει νὰ δημιουργήση τὸν κόσμον, ὁ Υἱὸς δίνει τὴν ἐντολὴν νὰ δημιουργηθῆ ὁ κόσμος, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον φέρει εἰς πέρας καὶ πραγματοποιεῖ τὴν βουλὴν τοῦ Πατρὸς καὶ ὑλοποιεῖ τὴν ἐντολὴν τοῦ Υἱοῦ. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς (Λόγος), λέγει ἡ Γραφὴ, γενηθήτω φῶς' καὶ ἐγένετο φῶς (τῇ συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος)». Ὁ Θεὸς εἶναι τρία Πρόσωπα: Πατήρ, Υἱός, Ἅγιον Πνεῦμα. Τὰ τρία Πρόσωπα τοῦ Θεοῦ ἔχουν κοινὴν φύσιν, ἐνέργειαν καὶ θέλημα, ἀλλὰ διαφορετικὸν ρόλον, διαφορετικὸν ἔργον, εἰς τὴν δημιουργίαν καὶ συντήρησιν καὶ ὕπαρξιν τοῦ κόσμου.
Καὶ συνεχίζει τὸ Δοξαστικόν: «Ἅγιος ἰσχυρός (ὁ Υἱός), δι’ οὗ τὸν πατέρα ἐγνώκαμεν καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ». Δηλ., ἅγιος, κατὰ φύσιν καὶ κυριολεξίαν, εἶναι καὶ ὁ Υἱός, διὰ τοῦ ὁποίου ἐγνωρίσαμε τὸν Πατέρα, ἐγνωρίσαμε δηλ. ὅτι ὑπάρχει Θεὸς Πατήρ. Ἀλλά, καὶ διὰ τοῦ Υἱοῦ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐπεδήμησεν εἰς τὸν κόσμον, κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς, καὶ ἔκτοτε μένει μεθ' ἡμῶν εἰς τὸν αἰῶνα. Πῶς, ὅμως, διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐγνωρίσαμε τὸν Πατέρα; Ὁ Υἱὸς ἀπεκάλυψε εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὸν Πατέρα, ὅτι ὑπάρχει Πατήρ. Εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπεκαλύπτετο, ὡμιλοῦσε καὶ ἔλεγε εἰς τοὺς Προφήτας: «Τάδε λέγει Κύριος (ὁ Πατήρ), κλπ.» καὶ ἀπεκάλυπτε εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὴν βουλὴν τοῦ Πατρός. Δηλ., «αὐτὰ ποὺ σᾶς λέγω θέλει νὰ μεταφέρετε εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Κύριος (ὁ Θεὸς Πατήρ)...».
Εἰς δὲ τὴν Καινὴν Διαθήκην, μετὰ δηλ. τὴν Ἐνσάρκωσιν τοῦ Θεοῦ Λόγου εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ, ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός, μᾶς ἀπεκάλυπτε ἐπανειλημμένως τὸν Πατέρα. Πότε; Κατὰ τὴν Βάπτισίν Του, κατὰ τὴν Μεταμόρφωσίν Του, κατὰ τὴν διδασκαλίαν Του, κατὰ τὸ Μυστικὸν Δεῖπνον, κλπ., καὶ τελικά, κατὰ τὴν Ἁγίαν Πεντηκοστήν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Χριστὸς ἀπεκάλυψε τὴν Ἁγία Τριάδα πλήρως, εἰς τὴν πληρότητά Της, εἰς τοὺς Ἀποστόλους. Ἐκεῖ, οἱ Ἀπόστολοι "εἶδαν", ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, τὴν Ἁγίαν Τριάδα "καθώς ἐστι". Εἶδαν τὸν Πατέρα, ποὺ εἶναι Φῶς, καὶ ποὺ εἶναι ἡ πηγή, ἡ ὁποία γεννᾶ ἀεννάως τὸν Λόγον καὶ ἐκπορεύει ἀεννάως τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Εἶδαν τὸν Υἱόν, ποὺ εἶναι ἐπίσης Φῶς, ἀλλὰ σαρκωμένον, ἔχον περίγραμμα ἀνθρώπου, τοῦ Χριστοῦ, καὶ εἶδαν καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ εἶναι καὶ αὐτὸ Φῶς. Ὁ Θεὸς δηλ., τὶ εἶναι; Τρία Φῶτα, ἀλληλοπεριχωρούμενα, ἐκ τῶν ὁποίων τὸ ἕνα, μετὰ τὴν Ἐνσάρκωσιν, εἶναι ὁ Χριστός. Ἕνας εἶναι ὁ Θεός: Πατήρ, Υἱός, Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ εἶναι τρία Πρόσωπα ἰσότιμα, ποὺ τὸ καθένα ἔχει τὸν ἰδικό Του ρόλον. Ὅμως, αὐτὰ τὰ τρία διαφορετικὰ Πρόσωπα εἰς τὸν Θεὸν εἶναι ἕνα κατὰ τὴν φύσιν, τὸ θέλημα καὶ τὴν ἐνέργειαν. Πηγὴ ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ Πατήρ. Ὁ Υἱὸς γεννᾶται ἐκ τοῦ Πατρός. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐπίσης ἐκ τοῦ Πατρός. Ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἔχουν ὅμως διαφορετικὸν τρόπον ὑπάρξεως. Ὁ Υἱὸς γεννᾶται, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται. Ὁ Πατήρ γεννᾶ ἀεννάως τὸν Υἱὸν καὶ ἐκπορεύει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
Αὐτὰ, ἀπεκάλυψε τότε ἡ ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τοὺς Ἀποστόλους καὶ συνεχίζει διαχρονικὰ νὰ τὰ ἀποκαλύπτη, πάλι ἡ ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς, εἰς τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς ἐπαναλαμβάνεται εἰς τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας τῆς κάθε ἐποχῆς, ἀκριβῶς ὅπως συνέβη τότε καὶ μὲ τὸν ἀπ. Παῦλο. Αὐτὴ ἡ ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ ἐπαναλαμβάνεται διαχρονικὰ μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία, συντηρεῖ, μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία, τὴν μαρτυρία περὶ τῆς ὑπάρξεως καὶ φύσεως τοῦ Θεοῦ.
Καὶ καταλήγει τὸ Δοξαστικό, ἀναφερόμενο τώρα εἰς τὸ τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἰς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα: «Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον, Τριὰς Ἁγία δόξα σοι» . Γιατὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὀνομάζεται ἐδῶ "Παράκλητον Πνεῦμα"; Ὁ Χριστὸς εἶπε τὸ ἑξῆς εἰς τὴν ἀρχιερατική Του προσευχή, κατὰ τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο, ἐπειδὴ ἐλυπήθησαν οἱ Μαθηταὶ ὅταν τοὺς εἶπε ὅτι θὰ ὑπάγη εἰς τὸν Πατέρα, δηλ. θὰ ἀναληφθῆ μετὰ τὴν Ἀνάστασιν:
«Κἀγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει «ὑμῖν, ἵνα μεθ' ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα ᾖ» (Ἰωάν., 14, 16)
Δηλαδή, «μετὰ τὴν Ἀνάληψί μου, θὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα νὰ σᾶς στείλη ἄλλον Παράκλητον, Παρηγορητήν, ὁ ὁποῖος θὰ μείνη γιὰ πάντα μαζί σας».
Ἔτσι, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὁ ἄλλος Παράκλητος, ποὺ κατῆλθε ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, παραμένει, ἔκτοτε, μετὰ τὴν Πεντηκοστήν, εἰς τὴν Ἐκκλησία καὶ μᾶς παρακαλεῖ (παρηγορεῖ) μὲ τὴν Χάρι Του, τὴν στιγμὴ ποὺ δὲν ἔχομε τώρα τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ νὰ τὸν βλέπωμε καὶ νὰ παρηγορούμεθα. Δηλ., τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι γιὰ μᾶς ὁ Παράκλητος, ὁ Παρηγορητής. Καὶ, συνεχίζει τὸ Δοξαστικόν: «Τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον» . Ἐδῶ, βλέπομε, ὅτι ρητὰ ἀναφέρεται ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Οἱ Λατῖνοι ἔχουν εἰσαγάγει τὴν βλασφημία, ὅτι ἐκπορεύεται "καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ" (filioque), πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἦταν ἡ ἀρχὴ σειρᾶς αἱρετικῶν δοξασιῶν τους, οἱ ὁποῖες ἀκολούθησαν. Καὶ συνεχίζει τὸ Δοξαστικόν: «Καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον». Δηλ., τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ναὶ μὲν ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ποὺ εἶναι ἡ πηγή Του, ὅμως ἀναπαύεται εἰς τὸν Υἱὸ καὶ ἀποστέλλεται εἰς τὸν κόσμον διὰ τοῦ Υἱοῦ. Πῶς τὸ γνωρίζομε αὐτό; Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε:
«...Συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω· ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς· ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς» (Ίωάν., 16, 7)
Δηλαδή, ...θὰ σᾶς στείλω Αὐτὸν, τὸν Παράκλητο (ποὺ θὰ παραμείνη γιὰ πάντα μαζί σας).
Αὐτὸς, λοιπόν, ε ἶναι ὁ Θεὸς. Ὁ ἄναρχος, ἀθάνατος καὶ ἀτελεύτητος, ὁ πανάγαθος, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ μὴ ἔχων ὁμοιότητα μὲ τίποτε εἰς τὸν κόσμον καὶ τοῦ ὁποίου τὸ δεύτερο Πρόσωπο, ὁ Υἱός, προσέλαβε τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς, ποὺ ἔχει δύο φύσεις, θεία καὶ ἀνθρωπίνη, ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως ἑνωμένες, δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶναι Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, θεάνθρωπος. Ὄχι ὑπεράνθρωπος, ποὺ λέγουν οἱ αἱρετικοί. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι καὶ τέλειος ἄνθρωπος, ἀπεικονίζεται εἰς τὶς εἰκόνες, λόγῳ τῆς περιγραπτῆς ἀνθρωπίνης Του φύσεως, καὶ προσκυνεῖται λατρευτικῶς, ὡς Θεὸς Λόγος. Ὁ Πατὴρ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν ἀπεικονίζονται, διότι δὲν μοιάζουν μὲ τίποτε ἀπὸ ὅσα ὑπάρχουν εἰς τὸν κόσμον. Εἶναι Φῶτα ἄκτιστα, δηλ. ὄχι τοῦ κόσμου τούτου, ποὺ σημαίνει ὅτι οὔτε ὡς φῶς πρέπει νὰ ἀπεικονίζωνται, διότι τὸ φῶς τοῦ κόσμου τούτου, ὡς κτιστόν, δὲν ἔχει καμμίαν ὁμοιότητα μὲ τὸ ἄκτιστον Φῶς τοῦ Θεοῦ. Πῶς, λοιπόν, προσκυνεῖται καὶ λατρεύεται ὁ Θεὸς; Νοερῶς, ὡς ἄκτιστον Πνεῦμα, καὶ διὰ τῆς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ σαρκωμένου Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Β. Περὶ τοῦ ἀνθρώπου
Ὁ Χριστὸς, ὁ σαρκωμένος Λόγος, εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἰς τὸν κόσμον, ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πρωτότυπον τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἀδὰμ ἐπλάσθη κατὰ τὸ μεταγενέστερον χρονικὰ πρωτότυπόν του, ποὺ εἶναι ὁ Χριστὸς. Ὁ Ἅγιος γίνεται ὅμοιος μὲ τὸν Χριστόν, κατὰ τὴν καθαρότητα καὶ τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Ἅγιος γίνεται κατὰ Χάριν αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ Χριστὸς κατὰ φύσιν, ἐφ' ὅσον φθάση εἰς τὸ μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος εἶναι καθαρὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἁμαρτωλός, εἶναι ἀμαυρωμένη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ καλεῖται, διὰ τῆς μετανοίας, νὰ γίνη καθαρὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, δηλ. ἅγιος. Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, ἐπλάσθηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Τριάδα «κατ' εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ. Τὶ σημαίνει, ὅμως, αὐτό; Σημαίνει τὸ ἑξῆς:
Ὁ Θεὸς εἶναι Πατήρ, Υἱός, Ἅγιον Πνεῦμα. Νοῦς (Πατήρ), Λόγος (Υἱός), Πνεῦμα (Ἅγιον Πνεῦμα). Ἀλλά, καὶ ἡ κατὰ προσέγγισιν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος, ἔχει νοῦν, λόγον καὶ πνεῦμα. Ἡ διαφορά, ὅμως, ποιὰ εἶναι; Ὁ Θεὸς, ποὺ εἶναι Νοῦς, Λόγος, Πνεῦμα, ἔχει τρεῖς Ὑποστάσεις. Ὁ Νοῦς εἶναι ὑπόστασις (ὁ Πατήρ), ὁ Λόγος εἶναι ὑπόστασις (ὁ Υἱός), τὸ Πνεῦμα εἶναι ὑπόστασις (τὸ Ἅγιον Πνεῦμα). Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, ἂν καὶ ἔχη, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, νοῦν, λόγον καὶ πνεῦμα, εἶναι μία ὑπόστασις. Κάθε ἄνθρωπος εἶναι μία ὑπόστασις. Ὁ Θεὸς ὅμως εἶναι Τρεῖς Ὑποστάσεις. Ἄρα, ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία κατὰ προσέγγισιν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, εἶναι ἀκριβής εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου καλεῖται νὰ ὁμοιάση.
Καὶ, ὅπως ὁ Θεὸς ἔχει Νοῦν, ποὺ βούλεται καὶ ἀποφασίζει, Λόγον, ποὺ ἀποκαλύπτει τὴν βουλὴν καὶ ἀπόφασιν τοῦ Νοῦ καὶ ἐντέλλεται, καὶ Πνεῦμα, ποὺ φέρει εἰς πέρας καὶ πραγματοποιεῖ τὴν βουλὴν τοῦ Νοῦ διὰ τοῦ Λόγου, τὸ ἴδιο ἔχει καὶ ὁ ἄνθρωπος: Νοῦν, ποὺ βούλεται καὶ ἀποφασίζει, λόγον, ποὺ ἀποκαλύπτει καὶ ἐκφράζει (ἐνδιαθέτως, προφορικῶς ἢ γραπτῶς) τὴν βουλήν, τὴν ἐπιλογήν, τὴν ἀπόφασιν καὶ τὸ θέλημα τοῦ νοῦ, καὶ πνεῦμα (δύναμιν), τὸ ὁποῖον πραγματοποιεῖ τὴν ἐκπεφρασμένην διὰ τοῦ λόγου βουλὴν τοῦ νοῦ. Παράδειγμα: Ἀποφασίζει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νὰ πάη ὁ ἄνθρωπος ἕνα ταξείδι. Ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου ἀποκαλύπτει, ἐκφράζει τὴν βούλησιν καὶ ἀπόφασιν τοῦ νοῦ καὶ ἐπεξεργάζεται λογικὰ τὴν βουλὴν τοῦ νοῦ. Δηλ., κρίνει ὁ λόγος τὴν βουλὴν τοῦ νοῦ καὶ, ἂν τὴν ἐγκρίνη ὡς ἐπιθυμητή, χρήσιμη καὶ πραγματοποιήσιμη, ἐξαγγέλει ὁ ἄνθρωπος, διὰ τοῦ λόγου, τὴν ἀπόφασίν του νὰ πάη αὐτὸ τὸ ταξείδι. Γιὰ νὰ τὸ πραγματοποιήση, ὅμως, αὐτὸ τὸ ταξείδι, ἀναλαμβάνει τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου νὰ κινήση τὸ σῶμα, ὥστε νὰ φέρη εἰς πέρας τὴν ἐγκεκριμένην ὑπὸ τοῦ λόγου βουλὴν τοῦ νοῦ. Τότε, τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου κινεῖ τὸ σῶμα, ὥστε νὰ σηκωθῆ τὸ χέρι καὶ νὰ τηλεφωνήση εἰς τὸ πρακτορεῖο ταξειδίων, ἢ νὰ περιπατήση ὁ ἄνθρωπος μέχρι τὸ πρακτορεῖο ἐκδόσεως εἰσητηρίων, κλπ. Δηλ., ἡ πηγὴ τῶν πάντων εἰς τὸν ἄνθρωπον εἶναι ὁ νοῦς του. Ἀπὸ αὐτὸν ξεκινοῦν ὅλα. Εἶναι ἡ κατὰ φύσιν πηγὴ τῶν σκέψεων καὶ τῶν λογισμῶν του.
Τὶ ἀκριβῶς, ὅμως, ἐννοοῦμεν ὅταν λέγωμεν "νοῦν"; Τὶ εἶναι ὁ "νοῦς" τοῦ ἀνθρώπου; Εἰς τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὁ ἴδιος ὅρος, "νοῦς", χρησιμοποιεῖται καὶ γιὰ τὸ κέντρο, τὸ μάτι, τῆς ψυχῆς, καὶ γιὰ τὴν διάνοια, ποὺ εἶναι μία δύναμις τῆς ψυχῆς. "Νοῦς", γιὰ τὸν ἐπιστήμονα, σημαίνει διάνοια (mind), ὄχι τὸν ὀφθαλμὸ τῆς ψυχῆς. "Νοῦς", γιὰ τὸν πιστό, μπορεῖ νὰ σημαίνη διάνοια, ὅταν μιλᾶ γιὰ τὴν δύναμι τῆς ψυχῆς ποὺ κινεῖ τὸν ἐγκέφαλο, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ σημαίνη καὶ τὸν ὀφθαλμό, τὸν πυρῆνα τῆς ψυχῆς, τὴν πηγὴ τῶν σκέψεων καὶ τῶν λογισμῶν, ὅταν μιλᾶ γιὰ τὴν ψυχή. Ἡ διάνοια εἶναι τὸ ὄργανο τοῦ λόγου, τὸ «λογισμικὸ» τοῦ ἐγκεφάλου, ὄχι ἡ πηγὴ τοῦ λόγου. Καὶ ἑδράζεται εἰς τὸν ἐγκέφαλον. Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ὁ ἐπεξεργαστής τοῦ λόγου, τὸ ὑλικὸ εἰς τὸ ὁποῖο «ἐγκαθίσταται» τὸ λογισμικό, δηλ. ἡ διάνοια. Ἡ διάνοια λειτουργεῖ καὶ ἀποκαλύπτεται ὅτι λειτουργεῖ διὰ τοῦ ἐγκεφάλου. Ἕνας κατεστραμμένος ἐγκέφαλος δὲν μπορεῖ νὰ κάνη μία πρόσθεση, ἐπειδὴ δὲν λειτουργεῖ ἡ διάνοια. Ἐμᾶς, ὅμως, δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ διάνοια, ποὺ εἶναι τὸ λογισμικὸ τοῦ ἐγκεφάλου. Μᾶς ἐνδιαφέρει νὰ γνωρίσωμε ποιὰ εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ λόγου, ἡ πηγὴ τῶν σκέψεων καὶ τῶν λογισμῶν. Αὐτὴ ἡ πηγὴ εἶναι ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου; Ὄχι. Εἶναι ὁ ἐγκέφαλος τοῦ ἀνθρώπου; Ὄχι, βέβαια. Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ἁπλὰ ὁ ἐπεξεργαστὴς τῶν σκέψεων τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ὁ ἠλεκτρονικὸς ὑπολογιστὴς τοῦ ἀνθρώπου. Ποιός, ὅμως, κινεῖ τὸν ἐγκέφαλο; Ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ δὲν εἶναι ἡ διάνοια ἡ πηγὴ τῶν σκέψεων. Καὶ, τὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ποιὸς τὴν κινεῖ; Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς, δηλ. ἡ ψυχή. Αὐτὴ εἶναι ἡ πηγὴ τῶν σκέψεων τοῦ ἀνθρώπου, καὶ συγκεκριμένα ὁ πυρῆνας της, ποὺ εἶναι ὁ νοῦς. Τὴν δὲ ψυχὴ ποιὸς τὴν κινεῖ; Ὁ Θεός, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον.
Ἡ διάνοια εἶναι ἁπλὰ μία ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ νοῦ, τῆς ψυχῆς. Ὁ νοῦς, ὁ πυρῆνας τῆς ψυχῆς, γεννᾶ τὸν λόγον, τὴν σκέψιν, ἢ ἀποδέχεται τὴν σκέψιν, τὸν λογισμόν, ποὺ τοῦ ὑποβάλλει ὁ Θεός, ἢ ὁ διάβολος. Ἡ διάνοια ἐπεξεργάζεται, διὰ τοῦ ἐγκεφάλου καὶ τῆς λογικῆς, τὴν σκέψιν, καὶ, ἐὰν ὁ νοῦς τὴν ἐγκρίνη καὶ τὴν ἀποδεχθῆ, ἐὰν δηλ. κάνη συγκατάθεσιν εἰς ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ὑποδεικνύει ἡ σκέψις, ὁ λογισμός, τότε δίδει ἐντολὴν εἰς τὴν διάνοιαν νὰ κάνη πρᾶξιν τὴν σκέψιν. Καὶ ἡ διάνοια κινεῖ τὸν ἐγκέφαλον, ὁ δὲ ἐγκέφαλος τὸ σῶμα, ποὺ πραγματοποιεῖ, φέρει εἰς πέρας, ἐκεῖνο ποὺ προέτεινε ἡ σκέψις. Ἔτσι κινεῖται ὁ ἄνθρωπος. Ὅπως, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος χειρίζεται τὸν ἠλεκτρονικὸ ὑπολογιστή του, διὰ τῆς διανοίας του, ἔτσι καὶ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πυρῆνας τῆς ψυχῆς του, χειρίζεται, διὰ τῆς διανοίας, τὸν ἐγκέφαλο τοῦ ἀνθρώπου.
Κάθε, ὅμως, σκέψις ἢ λογισμὸς ποὺ γεννᾶται ε ἰς τὸν ἄνθρωπον προέρχεται πάντα ἀπὸ τὴν φυσικήν του πηγήν, ποὺ εἶναι ὁ νοῦς του; Ὄχι πάντα. Διότι, σκέψεις ἢ λογισμοὶ ὑποβάλλονται εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ ἀπὸ δύο ἄλλες ὀντότητες: Ἀπὸ τὸν Θεόν, ἢ ἀπὸ τὸν διάβολον. Δηλ., μία σκέψις ποὺ γεννᾶται εἰς τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ προέρχεται, εἴτε ἀπὸ τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου, τὴν φυσικήν του πηγήν, εἴτε ἀπὸ τὸν ὑπέρτατον Νοῦν, τὸν Θεόν, ποὺ θέλει νὰ σώση καὶ βοηθήση τὸν ἄνθρωπον, εἴτε ἀπὸ τὸν διάβολον, ποὺ θέλει νὰ πλανήση καὶ καταστρέψη τὸν ἄνθρωπον. Ὁ νοῦς, λοιπόν, τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ πηγὴ τῶν σκέψεών του, ἐὰν αὐτὲς δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεὸν ἢ τὸν διάβολον. Καὶ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πυρῆνας τῆς ψυχῆς του, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ γεννᾶ τὸν λόγον, κινεῖ τὴν διάνοιαν καὶ τὸν ἐγκέφαλον καὶ εἶναι ὑπεύθυνος διὰ τὶς πράξεις τοῦ ἀνθρώπου.
Συμβαίνει, ὅμως, ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, νοουμένου ὡς ἡ πηγὴ τῶν σκέψεων καὶ τῶν λογισμῶν του, ποὺ εἶναι ὁ ὀφθαλμός, ὁ πυρῆνας, τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, δηλ. ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, νὰ εἶναι ἕνα αύθυπόστατον κτίσμα, νὰ ἔχη δηλ. ἰδικήν του ὑπόστασιν, ξεχωριστὴν ἀπὸ ἐκείνην τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου, τὸ ὁποῖον παραμένει ζωντανὸ καὶ ἀθάνατο καὶ μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι δηλ. μία ὀντότητα ξεχωριστὴ ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ζεῖ καὶ μετὰ τὸν βιολογικό του θάνατο, κάτι ποὺ δὲν συμβαίνει εἰς τὰ ζῶα. Τὰ ζῶα, καὶ δὴ ὁ χιμπαντζής, ποὺ λέγουν οἱ ἐξελικτικοὶ ὅτι εἶναι τὸ πλησιέστερο πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ἐξελικτικά, ζῶο, δὲν ἔχουν ψυχὴ ὡς αὐθυπόστατη ὀντότητα. Ἡ ψυχὴ τῶν ζώων πεθαίνει μαζὶ μὲ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ σώματός τους. Καὶ, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν ψυχὴ ὅμοια μὲ τοῦ ἀνθρώπου, δηλ. ποὺ νὰ εἶναι αὐθύπαρκτο κτίσμα καὶ νὰ συνίσταται ἀπὸ νοῦν, λόγον καὶ πνεῦμα, γι' αὐτὸ καὶ τὰ ζῶα δὲν ἔχουν λόγον. Ἔχουν φωνήν, ἀλλὰ δὲν ἔχουν λόγον. Ἔχουν ὑποτυπώδη λογικήν, ἀλλὰ δὲν ἔχουν λόγον. Γιατὶ δὲν ἔχουν λόγον; Ἐπειδὴ δὲν ἔχουν νοῦν, ψυχήν, ζῶσαν πέραν τοῦ τάφου, ποὺ εἶναι, ὅπως εἴπαμε, αὐθύπαρκτον κτίσμα καὶ ἡ πηγὴ τοῦ λόγου. Οὔτε αὐτεξούσιον ἔχουν, ἀλλὰ κινοῦνται νομοτελειακά. Δὲν ὑπάρχει περίπτωσις ἕνα ζῶο ποὺ πεινάει νὰ μὴ προσεγγίση τὴν τροφήν, ὅταν αὐτὴ τοῦ προσφερθῆ. Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, μπορεῖ νὰ τὴν ἁρνηθῆ, ἐπειδὴ ἔχει αὐτεξούσιον. Ἐξ ἄλλου, ποτὲ εἰς τὴν ἀνθρωπίνην ἱστορίαν δὲν ἔχει καταγραφῆ περιστατικόν, κατὰ τὸ ὁποῖον ἕνα ζῶον νὰ ἐμφανίσθηκε εἰς ἕναν ζῶντα ἄνθρωπον μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ζώου αὐτοῦ. Καὶ τοῦτο, διότι ἁπλούστατα τὰ ζῶα δὲν ἔχουν ψυχὴν ποὺ νὰ ζῆ μετὰ τὸν βιολογικό τους θάνατο. Ὑπάρχουν, ὅμως, καταγεγραμμένες χιλιάδες μαρτυρίες ἐμφανίσεως νεκρῶν ἀνθρώπων, ἁγίων καὶ μὴ, εἰς ἄλλους ἀνθρώπους ποὺ ζοῦν. Τὶ εμφανίζεται εἰς τοὺς ζῶντας; Ἡ ψυχὴ τοῦ νεκροῦ, ἡ ὁποία ζεῖ καὶ μετὰ τὸν βιολογικό του θάνατο.
Ἐδῶ, τώρα, συναντοῦμε καὶ τὸ μέγα χάσμα ποὺ ὑπάρχει μεταξὺ τῆς Ἐπιστήμης καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνθρωπολογίας εἰς τὸ ἀνθρωπολογικὸ ζήτημα. Διότι, ἡ μὲν Ο.Α. (Ὀρθόδοξη Ἀνθρωπολογία) διδάσκει ὅλα τὰ ἀνωτέρω, ἐπειδὴ γνωρίζει, ἐξ ἀποκαλύψεως, τὴν φύσιν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ δὲ Ε. (Ἐπιστήμη) διδάσκει καὶ αὐτὴ περὶ τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου, βασισμένη ὅμως εἰς τὴν παρατήρησιν, τὸ πείραμα, εἰς τὴν φαινομενολογία καὶ εἰς τὴν Ἐξελικτικὴ Θεωρία, ποὺ εἶναι ἡ φιλοσοφία της.
Καί, τὶ διδάσκει ἡ Ε.; Ὅτι ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου - μὲ αὐτὸν τὸν ὅρον, "νοῦν", ἡ Ε. ἐννοεῖ μόνον τὴν διάνοιαν (mind) τοῦ ἀνθρώπου - εἶναι μία ψυχικὴ ἐνέργεια, μία ψυχικὴ δύναμις, τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Ε. δὲν ὁμιλεῖ , δὲν ἀσχολεῖται, δὲν γνωρίζει, ὅτι ὑπάρχει, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν διάνοια, καὶ ἕνας ἄλλος "νοῦς", ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ὀφθαλμός, ὁ πυρῆνας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν γνωρίζει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σῶμα του, ἔχει καὶ αὐθυπόστατην ψυχήν, ἡ ὁποία τὸ ζωοποιεῖ καὶ τῆς ὁποίας ὁ πυρῆνας εἶναι αὐτὸς ὁ ἄλλος νοῦς. Δὲν γνωρίζει, ὅτι τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου τὴν ζωοποιεῖ ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν γνωρίζει, ὅτι αὐτὸς ὁ ἄλλος "νοῦς", καὶ κατ' ἐπέκτασιν ἡ ψυχή, ὑφίσταται, ὑπάρχει, καὶ μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, πάλι σὰν αὐθυπόστατη ὀντότητα. Ἡ Ε., ἐπειδὴ δὲν κατέχει τὴν γνῶσι ἐξ ἀποκαλύψεως, ὑποστηρίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐπιστρέφει εἰς τὴν ἀνυπαρξία μετὰ τὸν βιολογικό του θάνατο, ὅπως τὰ ζῶα. Ὅτι, δηλ., πέραν τοῦ τάφου δὲν ὑπάρχει τίποτε ἁπολύτως. Τοῦτο τὸ συμπέρασμα, βεβαίως, δὲν εἶναι ἄσχετο μὲ τὸ ὅτι ἡ Ε. δὲν ἀποδέχεται ὕπαρξιν Θεοῦ Δημιουργοῦ, ἀφοῦ ἀδυνατεῖ νὰ Τὸν ἀνιχνεύση μὲ ἐπιστημονικὰ ὄργανα, δεχομένη ὅτι ὅλα τὰ ὑλικὰ ὄντα εἶναι ἀποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων.
Κατὰ τὴν Ο.Α., ὅμως, ὅπως εἴπαμε, ὁ "νοῦς" τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ὀφθαλμός, τὸ κέντρο, ὁ πυρῆνας τῆς ψυχῆς του ἀνθρώπου. Αὐτὸς ὁ "νοῦς" τοῦ ἀνθρώπου ταυτίζεται μὲ τὴν "καρδιὰ" τοῦ ἀνθρώπου, τὸ πνευματικὸ δηλ. κέντρο τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐκπορεύονται, κατὰ τὸν Κύριο, οἱ πονηροὶ διαλογισμοὶ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ κέντρο ὑπάρξεως, δηλ. τὸν "νοῦν", τὴν "καρδίαν", δὲν ἐκπορεύονται μόνον οἱ πονηροὶ λογισμοί, ἀλλὰ ὅλοι οἱ λογισμοί, οἱ σκέψεις, τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε αὐτὲς πηγάζουν ἀπὸ τὸν ἴδιο, εἴτε ὑποβάλλονται εἰς αὐτὸν ἀπὸ τὸν Θεὸν ἢ ἀπὸ τὸν διάβολον. Καὶ, αὐτὸ τὸ κέντρο τῶν λογισμῶν τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι καὶ ἡ πηγὴ τοῦ λόγου τοῦ ἀνθρώπου, δηλ. ὁ νοῦς του, πού, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ὁ ὀφθαλμός, τὸ κέντρο, τὸ βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἑδράζεται, ὄχι εἰς τὸν ἐγκέφαλο τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ εἰς τὸν χῶρο τῆς φυσικῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ χῶρος τῆς φυσικῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ τόπος, ἡ ἕδρα, τῆς πνευματικῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἕδρα τοῦ νοῦ, διότι ὁ νοῦς ταυτίζεται μὲ τὴν πνευματικὴ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι τὸ κέντρο ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου κατανέμεται, διαχέεται, εἰς ὅλο τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ζωοποιεῖ τὸ σῶμα. Ἡ ψυχὴ περικλείει, συνέχει τὸ σῶμα. Ἔχει, ὅμως, τὸ φυσικό της κέντρο, ποὺ εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ὁ χῶρος τῆς φυσικῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ ἑδράζεται ὁ "νοῦς" (ὄχι ἡ διάνοια), ἡ πνευματικὴ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὸ κέντρο, ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς. Εἰς αὐτὸ τὸ κέντρο, εἰς τὴν πνευματικὴ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὸν χῶρο τῆς φυσικῆς του καρδιᾶς, ἔρχεται καὶ ἐνεργεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι δεκτικὸς τῆς Χάριτος, κράζον «ἀββᾶ ὁ πατήρ», κατὰ τὸν Ἀπὸστολον, καὶ ποεῖ τὸν ἄνθρωπον πνευματικόν, δηλ. υἱὸν Θεοῦ. Εἰς τὰ ζῶα δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ δυνατότης, ἐπειδὴ τὰ ζῶα δὲν ἔχουν νοῦν, ποὺ νὰ δέχεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, οὔτε νοῦν ὁ ὁποῖος νὰ εἶναι πηγὴ λόγου καὶ γι' αὐτὸ δὲν ἔχουν οὔτε λόγον. Πῶς, λοιπόν, εἶναι δυνατὸν ποτὲ ὁ ἄνθρωπος νὰ προέρχεται, ἐξελικτικά, ἀπὸ τὰ ζῶα;
Ἡ διάνοια, ποὺ εἶναι μία ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ νοῦ, ἑδράζεται εἰς τὸν ἐγκέφαλο τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖο ἡ διάνοια χρησιμοποιεῖ, ὥστε ὁ ἐγκέφαλος νὰ κινήση τὸ σῶμα καὶ νὰ φέρη εἰς πέρας, νὰ ἐκτελέση, ἐκεῖνο ποὺ τὸν διατάσσει ἡ διάνοια. Ἡ δὲ διάνοια, ὅπως εἴπαμε, κατὰ τὴν Ο. Α., παίρνει ἐντολὲς ἀπὸ τὸν νοῦν, τὸ κέντρο, τὸ μάτι τῆς ψυχῆς. Ἄν, τώρα, ἐρωτήσωμε ἕναν ἐπιστήμονα «ἔχεις νοῦν;», θὰ μᾶς ἀπαντήση «ναὶ» ἐννοῶντας τὴν διάνοιά του, ἡ ὁποία κινεῖ τὸν ἐγκέφαλό του. Καί, ἂν πάλι τὸν ἐρωτήσωμε «πῶς ξέρεις ὅτι ἔχεις νοῦν (διάνοιαν), ἀφοῦ δὲν τὸν βλέπης;», θὰ μᾶς ἀπαντήση «ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος, ἀφοῦ λειτουργῆ λογικὰ ὁ ἐγκέφαλός μου». Δὲν τὸν βλέπει τὸν νοῦν του, τὴν διάνοιά του, ὁ ἐπιστήμων, ὅμως συμπεραίνει ὅτι ἔχει διάνοια ἐπειδὴ σκέπτεται, ἐπειδὴ λειτουργεῖ ὁ ἐγκέφαλός του, ἐπειδὴ γνωρίζει ὅτι ἡ κινητήρια δύναμις τοῦ ἐγκεφάλου του εἶναι ἡ διάνοια. Δὲν γνωρίζει, ὅμως, ὅτι ἡ κινητήρια δύναμις τῆς διανοίας εἶναι ἡ ψυχή, ὁ νοῦς, ὡς ὁ πυρῆνας τῆς ψυχῆς. Οὔτε γνωρίζει, ὅτι ἡ κινητήρια δύναμις τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ, κατ' ἐπέκτασιν, δὲν γνωρίζει ὅτι ἡ κινητήρια δύναμις τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ Ε., λοιπόν, δὲν δέχεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι διττός, δηλ. ὅτι συνίσταται ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή, ἡ ὁποία ζωοποιεῖ τὸ σῶμα καὶ ζεῖ σὰν αὐθύπαρκτη ὀντότητα μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ σώματος, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀνιχνεύση, οὔτε δέχεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει καὶ κάτι ἄλλο πέραν τοῦ ἐξελιγμένου ἐγκεφάλου του, ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῶν σκέψεών του καὶ τὸ ὄργανο ποὺ ἐνεργεῖ εἰς τὸν ἄνθρωπον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, δηλ. ὁ νοῦς, ἡ πνευματική του καρδιά, ποὺ εἶναι ὁ πυρῆνας, τὸ μάτι τῆς ψυχῆς του. Ἡ Ε. δέχεται μόνον, ὅτι οἱ σκέψεις τοῦ ἀνθρώπου πηγάζουν ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλό του, ὁ ὁποῖος, λέγουν, ὅτι εἶναι ἡ ἕδρα ὄχι μόνο τῶν σκέψεων, ἀλλὰ καὶ τῶν συναισθημάτων καὶ τοῦ αὐτεξουσίου (τὸ ὁποῖο κατ' αὐτοὺς εἶναι ἀνελεύθερο ὡς ἐπηρεαζόμενο ἀπὸ τὴν κληρονομικότητα, τὸ DNA, καὶ ὡς ἀποτέλεσμα χημικῶν διεργασιῶν). Ἡ Ε. δέχεται, ἔτσι, ὅτι ὁ ἄνθρωπος λειτουργεῖ λίγο-πολὺ νομοτελειακά, ὅπως τὰ ζῶα, ἡ δὲ ἐλευθερία ἐπιλογῆς ποὺ ἔχει εἶναι προϊὸν τοῦ ἐξελιγμένου ἐγκεφάλου του, ὁ ὁποῖος τοῦ παρέχει καὶ μία πιὸ ἐξελιγμένη λογική. Ὅμως, εἰς τὴν πραγματικότητα, ἡ διαφορὰ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ ζῶα εἶναι τεράστια, ὅπως ἀνεφέρθη παραπάνω. Καὶ, αὐτή, γιὰ μᾶς, εἶναι μία ἐπὶ πλέον ἀπόδειξις ὅτι δὲν προερχόμεθα ἀπὸ τὰ ζῶα.
Ἀποτέλεσμα, τώρα, αὐτῆς τῆς ὡς ἄνω θεωρήσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν Ε. εἶναι νὰ καταβάλλεται σήμερα προσπάθεια ἀπὸ τὴν Ε. νὰ χαρτογραφηθῆ ὁ ἀνθρώπινος ἐγκέφαλος γιὰ νὰ ἀνιχνευθοῦν καὶ ἐντοπισθοῦν τὰ κέντρα τοῦ αὐτεξουσίου, τῶν συναισθημάτων, τῆς μνήμης, τῶν σκέψεων, τοῦ λόγου, κλπ., τὰ ὁποῖα, βέβαια, δὲν πρόκειται νὰ εὑρεθοῦν εἰς τὸν ἐγκέφαλον, ἁπλούστατα διότι δὲν εὑρίσκονται εἰς τὸν ἐγκέφαλον, ἀλλὰ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπόδειξις τούτου, εἶναι τὸ ὅτι, μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ψυχή του διατηρεῖ τὰ πάντα, ὅλα ὅσα εἶχε ὁ ἄνθρωπος πρὸ τοῦ θανάτου του. Μετὰ θάνατον, ὁ ἄνθρωπος διατηρεῖ καὶ τὴν προσωπικότητά του, καὶ τὴν μνήμη του, πλήρως, καὶ τὰ συναισθήματά του. Αὐτὸ τὸ γνωρίζομε ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν μαρτυρία τῆς ψυχῆς, μετὰ θάνατον, κατὰ τὴν κοινὴ μαρτυρία ὅλων ὅσων ἐνεφανίσθησαν μετὰ θάνατον εἰς τοὺς ζῶντες καὶ ἀπεκάλυψαν τὴν κατάστασιν τῆς ψυχῆς των πέραν τοῦ τάφου. Πῶς ἐμφανίζονται εἰς τοὺς ζῶντες ἀνθρώπους οἱ κεκοιμημένοι Ἅγιοι καὶ διαλέγονται μαζί τους; Ποιὸς ὁμιλεῖ, ἀφοῦ τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου εἶναι εἰς τὸν τάφον; Ἀσφαλῶς, ἡ ψυχὴ τοῦ Ἁγίου. Ἀλλά, τὸ γνωρίζομε καὶ ἀπὸ μαρτυρίες ζώντων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι, κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ, εἶχαν ἐξωσωματικὴ ἐμπειρία περὶ τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς τους. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ βγῆκαν πρὸς στιγμὴν ἀπὸ τὸ σῶμα τους, ποὺ πέθαναν δηλ. γιὰ λίγο, καὶ εἶδαν τὸ σῶμα τους νεκρό, ὅπως τὸ ἔβλεπαν καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι γύρω τους. Καὶ, μετὰ ἀπὸ λίγο, ἐπανῆλθαν εἰς τὸ σῶμα τους, τὸ ὁποῖο ἔκειτο νεκρό, καὶ συνέχισαν νὰ ζοῦν. Πῶς ἀνεστήθη τὸ σῶμα τους καὶ ζωοποιήθηκε, ἀφοῦ πρὶν λίγο ἔκειτο νεκρό; Ἀσφαλῶς, μὲ τὴν ζωοποιὸ δύναμι τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία πῆρε ἐντολὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εἰσέλθη πάλιν εἰς τὸ σῶμα. Καὶ, ὅταν ἡ ψυχή τους εἶχε χωρισθῆ ἀπὸ τὸ σῶμα τους, μὲ ποιὸ ὄργανο ἔβλεπαν τὸ σῶμα τους; Ἀσφαλῶς μὲ τὸν νοῦν, τὴν ψυχή τους.
Εἰς τὴν Παράδοσι τῆς Έκκλησίας ἔχουν καταγραφῆ μαρτυρίες ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι "εἶδαν" τὸν Παράδεισο καὶ τὴν Κόλαση. Τέτοιοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν καὶ σήμερα, ζῶντες. Καὶ ἐδῶ, πάλι πρόκειται γιὰ ἐξωσωματικὴ ἐμπειρία, κατὰ τὴν ὁποία ὅμως παίρνει ὁ ἄγγελος τοῦ ἀνθρώπου τὴν ψυχή του, τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κοιμᾶται, καὶ τὴν πηγαίνει εἰς τὸν τόπον τοῦ Παραδείσου ἢ τῆς Κολάσεως, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀποκτήση ἐμπειρία περὶ τῆς ἀληθείας τῶν καταστάσεων αὐτῶν. Μετά, ὁ ἄγγελος ἐπαναφέρει εἰς τὸ σῶμα τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, καὶ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ξυπνήση, διηγεῖται πράγματα ὄχι τοῦ κόσμου τούτου. Εἰς αὐτὴν τὴν περίπτωσιν, τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου δὲν πεθαίνει, ἂν καὶ βγῆκε ἡ ψυχή του, ἀλλὰ συντηρεῖται εἰς τὴν ζωὴν, ὡς εἰς κῶμα, ἀπὸ τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ Ε., λοιπόν, ἐφ' ὅσον δὲν δέχεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀθάνατη ψυχή, ἡ ὁποία ζεῖ σὰν αὐθυπόστατο κτίσμα καὶ μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ σώματος, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθῆ σὰν πηγὴ τῶν σκέψεων καὶ τῶν λογισμῶν τοῦ ἀνθρώπου κάτι ἄλλο ἔξω ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο τοῦ ἀνθρώπου . Ἡ Ε. νομίζει ὅτι ἡ πηγὴ τῶν σκέψεων τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἐγκέφαλος, ὅπως νομίζει ὅτι καὶ ἡ πηγὴ τῶν συναισθημάτων ε ἶναι ὁ ἐγκέφαλος. Ἐμεῖς, λέμε, ὅτι ἡ πηγὴ τῶν σκέψεων καὶ τῶν συναισθημάτων τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, καί, συγκεκριμένα, τὸ κέντρο τῆς ψυχῆς του, ὁ νοῦς, καὶ ὄχι ὁ ἐγκέφαλος τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ τὴν Ο. Α. τὸ κέντρο τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ὁ χῶρος τῆς φυσικῆς καρδιᾶς. Γιὰ τὴν Ε. αὐτὸ τὸ κέντρο εἶναι ὁ χῶρος τοῦ ἐγκεφάλου. Αὐτὸ διδάσκουν ἡ Ψυχολογία καὶ ἡ Ιατρική. Καὶ ἐδῶ εὑρίσκεται τὸ ἄλλο μέγα χάσμα μεταξὺ τῆς Ε. καὶ τῆς Ο. Α.
Ἡ Ε., λοιπόν, μιλᾶ γιὰ ψυχή, ἀλλὰ ἐννοεῖ τὴν ψυχικὴ ἐνέργεια τοῦ ἐγκεφάλου, ἡ ὁποία, φυσικά, παύει μὲ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ ἀνθρώπου. Γι' αὐτό, καὶ ἡ Ε. δὲν δέχεται ὕπαρξι ψυχῆς, ὡς αὐθυποστάτου ὀντότητος, μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι μόνο ἐπειδὴ ἡ ἐνέργεια τοῦ ἐγκεφάλου παύει νὰ ὑπάρχη μετὰ τὸν βιολογικὸ θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ ἡ Ε. δὲν μπορεῖ νὰ ἀνιχνεύση, μὲ ἐπιστημονικὰ ὄργανα, τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε πρὶν τὸν βιολογικό του θάνατο, εἴτε μετά. Εἶναι ἔτσι καταδικασμένη νὰ ἔχη ἐσφαλμένη εἰκόνα καὶ ἀντίληψι περὶ τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐμεῖς, πιστεύομε, ἐπειδὴ γνωρίζει ἡ Έκκλησία, ὅτι ὁ Θεὸς κτίζει, δημιουργεῖ, τὴν ψυχὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς συλλήψεως τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὴν μήτρα τῆς μητέρας του, ἀγνώστως καὶ ἀρρήτως, ἐπειδὴ ἐνεργεῖ ἡ ἄκτιστη δύναμις τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅτι αὐτὴ ἡ ψυχὴ εἶναι ἄρρηκτα δεμένη μὲ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, τὸ ὁποῖο καὶ ζωοποιεῖ . Ὁ βιολογικὸς θάνατος, κατὰ ταὸν ὁποῖο συμβαίνει βίαιος χωρισμὸς ψυχῆς καὶ σώματος, εἶναι μία ἀφύσικη κατάστασις γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γι' αὐτό, καὶ ὁ Θεὸς θὰ ξαναδώση τὸ σῶμα εἰς τοὺς νεκροὺς κατὰ τὴν μέλλουσαν κοινὴν Ανάστασιν τῶν σωμάτων τῶν νεκρῶν.
Ἡ ζωὴ εἰς τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου όφείλεται εἰς τὴν ὕπαρξι τῆς ψυχῆς του. Ἐὰν ἡ ψυχὴ ἀποχωρισθῆ ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, πρᾶγμα ποὺ συμβαίνει κατὰ τὴν στιγμὴν τοῦ βιολογικοῦ θανάτου, τότε τὸ σῶμα νεκροῦται, πεθαίνει. Ὅταν ὁ Χριστὸς ἀνέστησε ἄνθρωπο, ἐπανέφερε τὴν ψυχὴ εἰς τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου καὶ τὸ σῶμα ἀνεστήθη. Ἡ Ε. δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύση πῶς γίνεται μία ἀνάστασις ἑνὸς νεκροὺ σώματος, ἀφοῦ δὲν δέχεται ὕπαρξι ψυχῆς εἰς τὸν ἄνθρωπο. Ἀναστάσεις, ὅμως, νεκρῶν σωμάτων εἶναι ἕνα ἀδιαμφισβήτητο γεγονὸς μέσα εἰς τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ψυχή, λοιπόν, ζωοποιεῖ καὶ συντηρεῖ ζωντανὸ τὸ σῶμα τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἡ ἴδια ἡ ψυχὴ ζωοποιεῖται ἀπὸ τὴν Χάρη, τὴν ἐνέργεια, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δηλ., ζωὴ τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ζωὴ τοῦ σώματος εἶναι ἡ ψυχή. Φεύγει ἡ Χάρις ἀπὸ τὴν ψυχή; Ἀρρωσταίνει ἡ ψυχὴ καὶ νεκρώνεται. Φεύγει ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα; Τὸ σῶμα πεθαίνει. Αὐτὰ συμβαίνουν εἰς τὸν ἄνθρωπο.
Δαμασκηνὸς μοναχὸς Ἁγιορείτης
[1] Σεβ. Ἱωάννου Ζηζιούλα: "Ἐπιστήμη καὶ περιβάλλον: Μία θεολογικὴ προσέγγισις", περιοδ. ΤΟΛΜΗ, Ὀκτώβριος 2001, σελ. 23-27 (ἀνάτυπον ἀπὸ τὴν ἔκδοση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου 'Θρησκεία, Ἐπιστήμη καὶ Περιβάλλον - Ἡ Μαύρη θάλασσα σὲ Κίνδυνο', 1998).
[2] Π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, ἔνθ' ἀνωτ., σελ. 173-187.
(Πηγή: «ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΕΩΣ, ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ», Θεοδρομία )
Πηγή: Αντίφωνο , Πατερικός , Ενοριακό ιστο-Λόγιο , Θεοδρομία
Οι δύο πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για τα Θρησκευτικά ανέτρεψαν την παρερμηνεία του άρθρου 16 του Συντάγματος, που αναφέρεται στην «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων», την οποία, τα τελευταία χρόνια, μια μερίδα συνταγματολόγων, επιστημόνων και διανοουμένων προσπαθεί να επιβάλλει, μακράν κάθε παιδοκεντρικής προοπτικής, ως κυρίαρχηγραμμή της θρησκευτικής αγωγής στη χώρα μας.
Κεντρικό οπλοστάσιο της συγκεκριμένης παρερμηνευτικής γραμμής, όσον αφορά στην «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης», αποτέλεσαν οι θέσεις του κ. Σωτηρέλη στο βιβλίο του «Θρησκεία και Εκπαίδευση». Στο ως άνω βιβλίο του ο κ. Σωτηρέλης αναφέρει ότι το μάθημα των Θρησκευτικών, με το περιεχόμενο και τον τρόπο που διδάσκεται, προδιαγράφει τους μαθητές, ως δεδομένους υπό εκκόλαψη πιστούς, κάτι που απέχει από την κριτική σκέψη και την ελεύθερη επιλογή και προσεγγίζει προς τον δογματισμό (Βλ. Γ. Σωτηρέλη, Θρησκεία και Εκπαίδευση κατά το Σύνταγμα και την ευρωπαϊκή Σύμβαση. Από τον κατηχητισμό στην πολυφωνία, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 31998, σ. 48-49).
Το μάθημα των θρησκευτικών, σύμφωνα με τις θέσεις του βιβλίου, επιβάλλει μονομερώς ένα συγκεκριμένο σύστημα θρησκευτικών αξιών (ό.π., σ. 53) και έχει προπαγανδιστικό χαρακτήρα (ό.π., σ. 276). Η πρόταση του κ. Σωτηρέλη είναι «να παρέχεται στους μαθητές μια σφαιρική, αντικειμενική, ουδέτερη και απροκάλυπτη ενημέρωση για το θρησκευτικό φαινόμενο και τις διάφορες εκφάνσεις του» (ό.π., σ. 402).
Υποστηρίζεται ακόμη ότι το μάθημα «θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει την εξέταση των θεμελιωδών εξηγήσεων της ύπαρξης που δίδεται από άλλες θρησκείες ή φιλοσοφίες και ότι για τα θέματα αυτά επαρκείς εξηγήσεις μπορούν να διατυπωθούν χωρίς αναφορά στο μεταφυσικό» (ό.π., σ. 334-335).
Με άλλα λόγια, η πρόταση του ως άνω βιβλίου είναι να διδάσκονται τα παιδιά θρησκείες και φιλοσοφίες αλλά, όμως, χωρίς συγκεκριμένη πίστη και συγκεκριμένο Θεό. Μάλιστα, στο βιβλίο, λαμβάνοντας υπόψη την οικογενειακή ανατροφή και τον νηπιοβαπτισμό, χαρακτηρίζεται «ιδιαίτερα επικίνδυνο και το οικογενειακό περιβάλλον, που είναι δυνατόν να εγχαράξει ανεξίτηλα στη συνείδηση του παιδιού τον φανατισμό και τη μισαλλοδοξία». Μπροστά σ’ αυτήν την, κατά τις θέσεις του βιβλίου, «προπαγάνδα», που κάνουν οι γονείς και το σχολείο εναντίον των παιδιών τους, θεωρείται το πολυθρησκειακό συνονθύλευμα ως «λύτρωση από τον κίνδυνο αυτό», με τον ισχυρισμό ότι αυτό θα μπορέσει να απεγκλωβίσει τα παιδιά «από ολοκληρωτικές νοοτροπίες και πρακτικές απαίδευτων ή φανατικών γονέων» (ό.π., σ. 345).
Σε άρθρο του (25-04-2018), επίσης, με τίτλο: «Θεοκρατία ή Δημοκρατία», ο ίδιος συγγραφέας εξανίσταται ως προς τις πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για τα Θρησκευτικά, επαναλαμβάνοντας τις ίδιες περίπου απόψεις: «Η θέση της πλειοψηφίας (του ΣτΕ) είναι ανερμάτιστη αλλά και ανατριχιαστική, διότι αφ’ ενός απομακρύνεται εμφανώς από τις αρχές και τις αξίες μιας σύγχρονης –ανοιχτής και δημοκρατικής– ευρωπαϊκής κοινωνίας, αφ’ ετέρου, μηρυκάζει τις πλέον ακραίες θεοκρατικές αντιλήψεις…, αντιμετωπίζει την εκπαίδευση σαν προέκταση των κατηχητικών σχολείων της Εκκλησίας, επανεισάγοντας, εν τέλει, μια εκδοχή απροκάλυπτου θρησκευτικού ολοκληρωτισμού, αποκόπτει πλήρως την “ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης” από την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και από την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης, επικαλούμενη αυθαίρετα μια θεοκρατική ερμηνεία της “επικρατούσας θρησκείας”».
Με βάση τα παραπάνω σημειώνουμε ότι:
α) Υπάρχει σύγχυση ως προς την ερμηνεία που δίνεται στη «θρησκευτική ουδετερότητα», διότι άλλο είναι η θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους ως ισότιμη και ισάξια αντιμετώπιση των διαφόρων θρησκευτικών δογμάτων ή θρησκειών και άλλο η θρησκευτική ουδετερότητα ως κοινή υποχρεωτική διδασκαλία σε παιδιά που ανήκουν σε διάφορα δόγματα ή θρησκείες. Διότι αυτής της μορφής η ουδετερότητα οδηγεί στον ομαδικό προσηλυτισμό, που τα αποξενώνει από τη δική τους πίστη και τους μεταλλάσσει τη θρησκευτική τους συνείδηση σε ουδέτερη. Αυτό δεν είναι πλέον ανάπτυξη, αλλά μετάλλαξη ή απόπνιξη της θρησκευτικής συνείδησης, κατ΄ουσίαν επομένως προσηλυτισμός στην α-θεϊα ή την πανθρησκεία που είναι το ίδιο.
β) Από παιδαγωγικής πλευράς, το άρθρο 16, όταν ορίζει «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης» δεν ομιλεί για ουδέτερη ούτε για μια νέα θρησκευτική συνείδηση ούτε φυσικά για μια πολυθρησκειακή συνείδηση. Το Σύνταγμα δεν ορίζει τη δημιουργία νέας, ουδέτερης, δηλαδή μηδενικής θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων, αλλά την ανάπτυξη της ήδη υπάρχουσας θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων, όπως την εννοεί και η απόφαση του ΣτΕ.
Επειδή δε η πλειονότητα των Ελλήνων είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, γι αυτό ο εν ισχύει εκπαιδευτικός Νόμος 1566/1985, ο οποίος είναι εκείνος που ερμήνευσε, εφάρμοσε και εφαρμόζει το Σύνταγμα το Σύνταγμα από το 1985 έως σήμερα, όρισε, ως σκοπό της παιδείας, την υποβοήθηση των μαθητών στο σχολείο, προκειμένου «να έχουν πίστη στα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης παράδοσης». Πού ήταν κάποιοι Συνταγματολόγοι όλα αυτά τα χρόνια (33 χρόνια) που εφαρμόζεται στην ελληνική παιδεία αυτή και όχι η νεόκοπη ερμηνεία του Συντάγματος; Πού ήταν όταν δημιουργήθηκε με βάση αυτήν την ερμηνεία το Αναλυτικό Διαθεματικό Πρόγραμμα Σπουδών 2003- 2006 και τα Βιβλία των Θρησκευτικών;
Εξάλλου, τι σημαίνει η ουδέτερη, κατά τον συγγραφέα, θρησκευτικότητα. Υπάρχει στην ουσία ουδέτερη θρησκευτικότητα ή ουδέτερος θρησκευόμενος ή άθεος θρησκευόμενος. Και φυσικά υπάρχει, αλλά μόνον στα θεωρητικά μυαλά εκείνων που μεθοδεύουν με αρρωστημένες βερμπαλιστικές και ανεπιστημονικές θέσεις να επιβάλουν ξενόφερτους και παρακμιακούς στόχους στη θρησκευτική ζωή της χώρας.
Ωστόσο, για όσους την ευαγγελίζονται και την μεθοδεύουν, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι για τις θρησκευτικές μειονότητες των Ελλήνων (Εβραίων, Μουσουλμάνων, Ρωμαιοκαθολικών), οι οποίοι καλώς απολαμβάνουν την ανάπτυξη της δικής τους, αποκλειστικά, θρησκευτικής συνειδήσεως, κανείς από τους λαλίστατους πλουραλιστές «προοδευτικούς» συνταγματολόγους και άλλους «ειδικούς» δεν ενοχλείται και δεν διαμαρτύρεται! Στην αμιγή θρησκευτική αγωγή των θρησκευτικών μειονοτήτων δεν βλέπουν μονοφωνία, κατηχητισμό, ομολογιακότητα, φανατισμό, μισαλλοδοξία, δογματική επιβολή θρησκευτικών δοξασιών ή ανάγκη ουδέτερης αντικειμενικής και απροκάλυπτης ενημέρωσης! Μόνον η ορθόδοξη διδασκαλία έχει τέτοια κουσούρια και τους ενοχλεί! Μόνον η Ορθοδοξία οδηγεί στη θεοκρατία και σε ένα απροκάλυπτο θρησκευτικό ολοκληρωτισμό! Μόνον την Ορθοδοξία παρερμηνεύουν και θεωρούν εχθρό της πολιτείας.
γ) Το ακυρωθέν από το ΣτΕ πολυθρησκειακό μάθημα, από παιδαγωγικής πλευράς, οδηγεί στην απομάκρυνση του παιδιού από την ορθόδοξη παράδοση των γονέων του, με ταυτόχρονη παραβίαση των δικαιωμάτων και του παιδιού και των γονέων, γεγονός νομικά κολάσιμο, που δεν βλέπουμε, όμως, να ευαισθητοποιεί τις κατά τα άλλα δημοκρατικές ευαισθησίες των υπερασπιστών της θρησκευτικής ανοικτότητας και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της ελευθερίας της συνειδήσεως των παιδιών.
δ) Από παιδαγωγικής πλευράς, η ύπαρξη σταθερών αληθειών, κανόνων και δογμάτων στο σχολικό χριστιανικό θρησκευτικό μάθημα δεν αποτελεί δογματισμό, όπως δεν αποτελούν δογματισμό για το μάθημα της φυσικής οι υπάρχουσες σταθερές θεωρίες που ισχύουν σε αυτήν. Εξάλλου όλες οι θρησκείες του κόσμου και αυτές που διδάσκονται στην Ελλάδα πέρα της χριστιανικής πίστεως έχουν παρόμοιες δογματικές αλήθειες και κανόνες ζωής. Πρόβλημα μπορεί να υπάρχει μόνον, αν το μάθημα διδάσκεται με δογματικό τρόπο, δηλαδή, αν υπάρχει βίαιη εγχάραξη ιδεών και πεποιθήσεων.
Στο μάθημα όμως των Θρησκευτικών είναι σε όλους γνωστό ότι ο μαθητής, χωρίς να παρεμποδίζεται ή να αποθαρρύνεται, μπορεί ελεύθερα να αμφισβητήσει ή να προβληματισθεί σχετικά με την ορθότητα του υλικού που του προσφέρεται ή ακόμη και να το απορρίψει.
Ο δογματισμός υποδηλώνει άμεσο ή έμμεσο εξαναγκασμό ή πίεση του μαθητή από τον διδάσκοντα για να αποδεχθεί άκριτα την προς μάθηση ύλη. Για να γίνεται λόγος για δογματισμό, συνεπώς, πρέπει να υπάρχει αποδεδειγμένα και όχι με ανεπιστημονικές εμμονές διδακτικός αυταρχισμός ή κατεξουσιασμός, απόκρυψη σχετικών με το θέμα μαρτυριών, άρνηση παροχής ευκαιριών για κριτική θεώρηση του εκάστοτε διδακτικού θέματος, αποφυγή διαλόγου και ο, τιδήποτε άλλο μπορεί να συντελέσει στην επιβολή των μεταδιδομένων και στην καταπάτηση της ελευθερίας του μαθητή.
ε) Ως προς τις απαράδεκτες ύβρεις εναντίον των γονέων, που υπάρχουν εντός του ως άνω βιβλίου, είναι ανάγκη να μάθουν όσοι αποδεικνύουν την άγνοιά τους ότι η επιστημονική παιδαγωγική κοινότητα βλέπει το σχολείο ως προέκταση της οικογένειας και τη σχέση οικογένειας - σχολείου, ως πνευματική επικοινωνία μεγάλης μορφωτικής σημασίας.
Η παιδαγωγική επιστήμη, επομένως, θεωρεί τους γονείς ως φυσικούς παιδαγωγούς των παιδιών τους και την επίδραση που ασκούν σ’ αυτά, ως ανθρωπολογική ανάγκη του αναπτυσσόμενου ανθρώπου.
Οι συκοφαντικοί λοιπόν χαρακτηρισμοί: «φανατικοί γονείς με ολοκληρωτικές νοοτροπίες» και άλλα πολλά, που δεν αναφέρθηκαν στο παρόν άρθρο, αποδεικνύουν ότι η ενασχόληση ορισμένων με θέματα θρησκευτικής αγωγής διεξάγεται στο πλαίσιο έλλειψης κριτηρίων παιδαγωγικής επάρκειας, που συνοδεύεται μάλιστα από ένα ακατάλληλο και μη δημοκρατικό πνεύμα επιβλητικότητας, αυταρχισμού, αυθάδειας, ολοκληρωτισμού και επιθετικότητας που δεν συνάδει με τη σπουδαία και λεπτή λειτουργία της αγωγής.
Ἡ Διεθνὴς Ὁμοσπονδία Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ (International Planned Parenthood Federation) εἶναι μιὰ παγκόσμια ὀργάνωση ποὺ προωθεῖ τὶς ἐλεύθερες καὶ δωρεὰν ἐκτρώσεις καὶ μάλιστα χωρὶς αἰτιολόγηση, φτάνει ἁπλῶς νὰ τὸ ζητήσει μιὰ γυναίκα (“abortion on demand”).
Ἐπιπλέον ὑποστηρίζει τὶς ἐλεύθερες καὶ χωρὶς ἠθικούς, κοινωνικοὺς ἢ ἡλικιακοὺς περιορισμοὺς γενετήσιες σχέσεις «μὲ ὅποιον (ἢ ὅποιους) θέλεις, ὅταν θέλεις καὶ ὅπως θέλεις» μὲ μοναδικὸ προαπαιτούμενο τὴν ἀμοιβαία συναίνεση τῶν συμμετεχόντων. Στὶς Η.Π.Α. ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς διατηρεῖ ἁλυσίδες ἐκτρωτικῶν κλινικῶν καὶ θεωρεῖται ὁ μεγαλύτερος παροχέας ἐκτρώσεων στὴ χώρα αὐτή. Ἀσφαλῶς τὰ χρηματικὰ κέρδη ποὺ ἀποκομίζει ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ἀπὸ τὶς ἐκτρώσεις εἶναι τεράστια. Μάλιστα ἀποκαλύφθηκε ὅτι ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς κερδίζει χρήματα ὄχι μόνο ἀπὸ τὴ διεξαγωγὴ τῶν φονικῶν ἐκτρώσεων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν πώληση τῶν ἐκτρωμένων ἐμβρύων.
Τὸ καλοκαίρι ποὺ μᾶς πέρασε τὸ Κέντρο γιὰ τὴν Ἰατρικὴ Πρόοδο (Center for Medical Progress), ποὺ εἶναι ἕνας ὀργανισμὸς ἀφοσιωμένος στὴν καταπολέμηση τῶν ἐκτρώσεων καὶ στὴν προάσπιση τῆς ζωῆς τοῦ ἀγέννητου παιδιοῦ, ἔθεσε στὴ δημοσιότητα μιὰ σειρὰ ἀπὸ μικρὲς ταινίες ποὺ χρησιμοποιοῦν τὴ μέθοδο τοῦ ἀόρατου φακοῦ. Μέλη καὶ συνεργατὲς τοῦ Κέντρου γιὰ τὴν Ἰατρικὴ Πρόοδο προσποιοῦνται ὅτι ἀνήκουν σὲ μιὰ ὀργάνωση ποὺ κάνει βιολογικὲς ἔρευνες, προσεγγίζουν ἀνώτερα στελέχη τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ ἐκδηλώνοντας ἐνδιαφέρον γιὰ ἀγορὰ ὀργάνων ἀπὸ ἐκτρωμένα ἔμβρυα. Τὰ στελέχη τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ, χωρὶς νὰ γνωρίζουν ποιοὶ εἶναι πραγματικὰ αὐτοὶ μὲ τοὺς ὁποίους μιλοῦν, φανερώνουν τὶς πρακτικὲς ποὺ ἀκολουθοῦν ἀναφορικὰ μὲ τὴν πώληση τῶν ὀργάνων τῶν ἐκτρωμένων ἐμβρύων.
Ἡ δολοφονία ἀγέννητων παιδιῶν μὲ τὶς ἀπάνθρωπες ἐκτρώσεις εἶναι μέγα καὶ πρώτιστο κακό. Ἡ διεξαγωγὴ πειραμάτων πάνω σὲ ἐκτρωμένα ἔμβρυα ἢ πάνω σὲ συγκεκριμένα ὄργανά τους εἶναι δευτερεῦον κακό, ἐπακόλουθο τοῦ πρώτου. Ὅμως εἶναι σημαντικὸ νὰ ἀπαγορευθοῦν τέτοιου εἴδους πειράματα γιὰ τοὺς ἑξῆς δύο λόγους:
(α) Εἶναι ἀνήθικο, ἀντιανθρωπιστικὸ καὶ ἀπαράδεκτο νὰ γίνονται πειράματα πάνω σὲ ἐκτρωμένα ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Ἐὰν στὶς μέρες μας γίνονται συζητήσεις γιὰ τὸ κατὰ πόσο εἶναι ἠθικὰ σωστὸ νὰ γίνονται πειράματα πάνω σὲ ζῶα, πόσο περισσότερο πρέπει νὰ θεωροῦμε προσβλητικὸ τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καὶ ὄντως κανιβαλιστικὸ νὰ γίνονται πειράματα πάνω σὲ ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Ὑπενθυμίζουμε ὅτι τὸν περασμένο χρόνο ἔγινε μιὰ πανευρωπαϊκὴ προσπάθεια γιὰ τὴ συλλογὴ ὑπογραφῶν μὲ τὴν ἐπωνυμία “One of us” (Ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς). Αἴτημα τῆς πρωτοβουλίας αὐτῆς ἦταν νὰ σταματήσει ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση νὰ χρηματοδοτεῖ ἔρευνες ποὺ διενεργοῦν πειράματα πάνω σὲ ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ ἡ ἐκστρατεία σημείωσε ρεκὸρ ἐπιτυχίας (μαζεύτηκαν 1.800.000 ὑπογραφὲς), ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἐπιτροπὴ ἀπέρριψε κατὰ τρόπο σκληρὸ καὶ ἀλαζονικὸ τὸ δίκαιο αὐτὸ αἴτημα τῶν Εὐρωπαίων πολιτῶν. Κι αὐτὸ διότι ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ἔχει ἰσχυρὰ πολιτικὰ ἐρείσματα μέσα στὶς διάφορες δομὲς τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως.
(β) Ἡ διενέργεια τέτοιων ἐρευνῶν δίνει τὸ ἔναυσμα γιὰ κερδοσκοπικὴ καὶ αἰσχροκερδῆ διακίνηση ἀνθρώπινων ἐμβρύων ἢ ὀργάνων ἀπὸ ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Ἐπιπλέον ἀποτελεῖ ἀκόμη ἕνα πονηρὸ δέλεαρ γιὰ τοὺς διάφορους ὀργανισμούς, ἰατροὺς ἢ κλινικὲς ποὺ ὑποστηρίζουν ἢ κάνουν ἐκτρώσεις νὰ ἐνθαρρύνουν καὶ νὰ προωθοῦν τὴ διενέργεια ὅσο γίνεται περισσότερο ἐκτρώσεων, διότι τὸ αἰσχρὸ οἰκονομικὸ κέρδος θὰ εἶναι διπλό: κέρδος ἀπὸ τὴ διενέργεια τῶν ἐκτρώσεων καὶ κέρδος ἀπὸ τὴν πώληση τῶν ἐκτρωμένων ἐμβρύων ἢ τῶν ὀργάνων τους. Δὲν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο ποὺ ἡ Διεθνὴς Ὁμοσπονδία Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ ἐξέφρασε ἀνησυχίες ὅτι θὰ ἐπηρεαστοῦν τὰ οἰκονομικά της συμφέροντα, ἐὰν τελικὰ τὸ αἴτημα τῆς ἐκστρατείας “One of us” γίνει ἀποδεκτὸ ἀπὸ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἐπιτροπή. Γι’ αὐτὸ ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ζήτησε νὰ καταθέσει ἐναντίον τῆς ἐκστρατείας “One of us” στὴν ἐπερχόμενη ἀκρόαση ποὺ θὰ γίνει στὸ Λουξεμβοῦργο. Ἀλήθεια, γιατὶ τόση πολεμικὴ τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ ἐναντίον τῆς ἐκστρατείας “One of us”; Ἡ συγκεκριμένη ἐκστρατεία ζητᾶ νὰ σταματήσουν νὰ μετατρέπονται σὲ πειραματόζωα τὰ ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ἀποκομίζει σημαντικὰ κέρδη ἀπὸ τὴν πώληση ἀνθρώπινων ἐμβρύων ἢ ὀργάνων ἀπὸ ἀνθρώπινα ἔμβρυα, ποὺ καθημερινὰ περισυλλέγει ἀπὸ τὶς πάμπολλες ἐκτρωτικὲς κλινικές του ἢ ἀπὸ μαιευτῆρες μὲ τοὺς ὁποίους συνεργάζεται.
Ἀκριβῶς τὴν πιὸ πάνω τραγικὴ πραγματικότητα ἐπιβεβαιώνουν οἱ ταινίες ποὺ εἶδαν πρόσφατα τὸ φῶς τῆς δημοσιότητας. Τεκμηριώνουν ὅτι ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς κερδοσκοπεῖ πωλώντας ὄργανα ἀπὸ ἀνθρώπινα ἔμβρυα. Τὸ σκάνδαλο καθίσταται ἀκόμη μεγαλύτερο, ἂν ἀναλογιστεῖ κανεὶς ὅτι ἡ πώληση ὀργάνων ἀνθρώπινων ἐμβρύων μὲ σκοπὸ τὸ κέρδος συνιστᾶ ποινικὸ ἀδίκημα σύμφωνα μὲ τὴ νομοθεσία τῶν Η.Π.Α.
Ἕνα ἄλλο σοβαρὸ ζήτημα ποὺ σχετίζεται μὲ τὴν πώληση ὀργάνων ἐκτρωμένων ἐμβρύων εἶναι καὶ ἡ διαδικασία ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν ἀπόκτηση αὐτῶν τῶν ὀργάνων. Γιὰ νὰ εἶναι τὰ ὄργανα ποὺ θὰ πωληθοῦν «φρέσκα» καὶ χρησιμοποιήσιμα γίνεται ἡ λεγόμενη «ἔκτρωση μερικῆς γεννήσεως» (partial birth abortion). Συνήθως τὸ ἔμβρυο γιὰ νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴ μητέρα λαμβάνει ὕπτια θέση μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὴν ἔξοδο τῆς μήτρας. Στὴν «ἔκτρωση μερικῆς γεννήσεως» ὁ ἐκτρωτὴς βάζει τσιμπίδες μέσα στὴ μήτρα τῆς μητέρας, ἀναποδογυρίζει τὸ ἔμβρυο, τὸ φέρνει σὲ πρηνηδὸν θέση καὶ ταυτοχρόνως τοῦ ἀλλάζει κατεύθυνση: Βάζει τὸ κεφάλι πρὸς τὰ μεσα καὶ τὰ πόδια πρὸς τὴν ἔξοδο τῆς μήτρας. Κατόπιν τραβᾶ τὸ ἔμβρυο ἀπὸ τὰ πόδια καὶ τὸ βγάζει ζωντανὸ ἀπὸ τὴ μήτρα. Ἕνα τέτοιο «ἄθικτο» ἔμβρυο εἶναι «ἰδανικὸ» γιὰ νὰ τεμαχιστεῖ καὶ νὰ πωληθοῦν τὰ διάφορα ὄργανά του. Ἀντιθέτως στὶς συνήθεις μορφὲς ἐκτρώσεως τὸ ἔμβρυο, ἐνῶ εἶναι μέσα στὴ μήτρα, τεμαχίζεται ἢ καίγεται μὲ διάφορες θανατηφόρες οὐσίες. Ὅμως τὰ τεμαχισμένα ἢ καμένα ἔμβρυα πολὺ λίγο μποροῦν νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ πειράματα. Συνεπῶς δὲν ἔχουν ζήτηση καὶ εἶναι οἰκονομικὰ ἀσύμφορα.
Στὶς Η.Π.Α. διὰ νόμου ἀπαγορεύεται ἡ «ἔκτρωση μερικῆς γεννήσεως», διότι εἶναι ἄκρως ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν ὑγεία τῆς μητέρας. Βεβαίως ὅλες οἱ μορφὲς ἐκτρώσεως εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνες γιὰ τὴ μητέρα, ὅμως ὁ κίνδυνος αὐξάνεται κατακόρυφα μὲ τὴν «ἔκτρωση μερικῆς γεννήσεως». Ἡ ἔκτρωση αὐτοῦ τοῦ εἴδους μπορεῖ νὰ προκαλέσει στὴ μητέρα στείρωση, ρήξη τῆς μήτρας, ἀποκόλληση, ἐμβολὴ τοῦ ἀμνιακοῦ ὑγροῦ, αἱμορραγία, ἀκόμη καὶ θάνατο. Ὅμως –παρὰ τὴ διὰ νόμου ἀπαγόρευση αὐτῆς τῆς μορφῆς ἐκτρώσεως καὶ παρὰ τὴν ὑψηλὴ ἐπικινδυνότητά της γιὰ τὴν ὑγεία τῆς μητέρας– στὶς ταινίες ποὺ ἀναφέραμε παρουσιάζεται ἡ Deborah Nucatola, γενικὴ διευθύντρια τῶν ἰατρικῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ ἀμερικανικοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ, νὰ ἀποκαλύπτει στοὺς συνομιλητές της ὅτι οἱ ἐκτρωτικὲς κλινικὲς τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ ἐφαρμόζουν τὴ μέθοδο αὐτή, γιὰ νὰ ἔχουν ζωντανὰ καὶ «ἄθικτα» ἔμβρυα, κατάλληλα πρὸς διαμελισμὸ καὶ πώληση!
Τρία ἄλλα μεγάλα ἐρωτήματα εἶναι τὰ ἑξῆς: (α) Ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ἐνημερώνει τὶς μητέρες ὅτι θὰ ὑποστοῦν αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν ἔκτρωση; (β) Ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ἐνημερώνει τὶς μητέρες γιὰ τὴν αὐξημένη ἐπικινδυνότητα καὶ τὶς πιθανὲς ἐπιπλοκὲς αὐτοῦ τοῦ εἴδους τῆς ἔκτρωσης; (γ) Ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς ἐνημερώνει τὶς μητέρες ὅτι τὰ ἔμβρυά τους θὰ πωληθοῦν γιὰ κερδοσκοπικοὺς σκοπούς; Ἔχει τὴ συγκατάθεσή τῶν μητέρων γιὰ κάτι τέτοιο; Κατὰ πάσαν πιθανότητα ἡ ἀπάντηση καὶ στὶς τρεῖς ἐρωτήσεις εἶναι «Ὄχι!». Εἶναι σὲ ὅλους γνωστὸ ὅτι ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς διεθνῶς διαφημίζει τὴν ἔκτρωση ὡς «ἀσφαλῆ» διαδικασία καὶ εἶναι προσφιλὴς τακτικὴ του νὰ παραπλανᾶ τὶς γυναῖκες ἀποκρύπτοντάς τους οὐσιώδεις ἀλήθειες σχετικὰ μὲ τὴν ἐπικινδυνότητα τῶν ἐκτρώσεων. «Γιὰ νὰ μὴν τρομοκρατεῖ τὶς γυναῖκες», ὅπως ἰσχυρίζεται, καὶ «γιὰ νὰ μὴν τοὺς παρεμβάλλει ἐμπόδια στὸ “δικαίωμά” τους γιὰ ἔκτρωση»… Καταδεικνύεται καὶ πάλι ἡ ὑποκρισία τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ. Ἀπὸ τὴ μιὰ κόπτεται γιὰ ἀνύπαρκτα γυναικεῖα «δικαιώματα» (τὸ «δικαίωμα» στὴν ἔκτρωση!) καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μὲ τὴν «ἔκτρωση μερικῆς γεννήσεως» θέτει σὲ ἀπροκάλυπτο κίνδυνο τὴν ὑγεία τῶν γυναικῶν, γιὰ νὰ συλλέγει ὁ ἴδιος ἀρτιμελῆ ἔμβρυα καὶ νὰ κερδοσκοπεῖ πουλώντας τα.
Ἴσως κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι αὐτὰ ἀφοροῦν στὶς Η.Π.Α. καὶ δὲν ἐνοχοποιοῦν τὸν κυπριακὸ ἢ τὸν ἑλλαδικὸ Οἰκογενειακὸ Προγραμματισμό. Αὐτὸς ὁ ἰσχυρισμὸς δηλώνει ἄγνοια τοῦ τρόπου ὀργανώσεως καὶ δράσως τοῦ ἐν λόγῳ ὀργανισμοῦ. Ὁ Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς εἶναι μιὰ διεθνὴς ὀργάνωση μὲ κοινὲς ἀρχές, κοινὴ ἰδεολογία καὶ κατευθυνόμενο τρόπο δράσεως ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὸν κεντρικὸ φορέα καὶ διοχετεύεται στὶς τοπικὲς ὀργανώσεις. Οἱ τοπικὲς ὀργανώσεις τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ λαμβάνουν κατευθυντήριες γραμμὲς ἀπὸ τὸ διεθνὲς κέντρο τους καὶ εἶναι ὑπόλογες σὲ αὐτό. Εἶναι μάλιστα ὑποχρεωμένες νὰ δίνουν ἀναφορὰ στὸ διεθνὲς κέντρο τους γιὰ τὶς ἐνέργειες καὶ τὶς δράσεις τους. Οἱ πρακτικὲς τοῦ ἀμερικανικοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ (ποὺ εἶναι ὁ ἰσχυρότερος καὶ μὲ μεγαλύτερη ἐπιρροὴ παγκοσμίως) ἀντανακλοῦν τὴν ἰδεολογία τῆς διεθνοῦς αὐτῆς ὀργάνωσης: «Τὰ ἀγέννητα παιδιὰ δὲν εἶναι ἄνθρωποι καὶ δὲν ἔχουν κανένα δικαίωμα!» Τόσο ὁ κυπριακὸς ὅσο καὶ ὁ ἑλλαδικὸς Οἰκογενειακὸς Προγραμματισμὸς οἰστρηλατοῦνται ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἰδεολογία.
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι μετὰ τὴ δημοσιοποίηση τῶν ἐν λόγῳ ταινιῶν δημιουργήθηκε μεῖζον ζήτημα στὶς Η.Π.Α. Ὅλοι ὅσοι ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς ἀπαίτησαν ἀπὸ τὸ ἀμερικανικὸ κογκρέσο νὰ διακόψει τὴν τεράστια οἰκονομικὴ ἐνίσχυση ποὺ παρέχει στὸν Οἰκογενειακὸ Προγραμματισμό. Στὴν Κύπρο καὶ στὴν κυρίως Ἑλλάδα οἱ ἀντίστοιχες ὀργανώσεις τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ ἐπίσης λαμβάνουν ἁδρὲς κρατικὲς ἐνισχύσεις. Ἐπιπλέον ἐπισκέπτονται σχολεῖα, πανεπιστήμια, στρατόπεδα καὶ νοσοκομεῖα διαδίδοντας τὴν ἰδεολογία τους: ἐλεύθερες ἐκτρώσεις καὶ ἐλεύθερες γενετήσιες σχέσεις. Εἶναι καιρὸς καὶ στὴν πατρίδα μας νὰ ἀναχαιτίσουμε τὴν ὀλέθρια δράση τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ. Νὰ ἀποκαλύψουμε τὸ αἱμοσταγὲς πρόσωπό του, νὰ διαφωτίσουμε τοὺς συμπατριῶτες μας γιὰ τὴν ἀντιανθρωπιστικὴ ἰδεολογία του καὶ τὶς ὕποπτες πρακτικές του καὶ νὰ ἀπαιτήσουμε ἀπὸ τὸ κράτος νὰ διακόψει κάθε χρηματοδότηση πρὸς αὐτὸν ἀλλὰ καὶ κάθε συνεργασία μαζί του.
Ὅμιλος Ἐπιστημόνων «Εὐθύνη»
Πηγὲς
http://www.centerformedicalprogress.org/cmp/investigative-footage/
Bioethics Defence Fund, “Partial Birth Abortion: Health Risks to the Mother,” http://www.bdfund.org/pbahealth
The Center for Medical Progress, Human Capital Project, Fact-Sheet: Partial-Birth Abortion, http://www.centerformedicalprogress.org/human-capital/fact-sheets/
In the Wake of the US “Planned Parenthood” Human Trafficking Scandal: One of Us Federation Launches its Appeal by European Experts and Demands the European Commission to Stop Funding Unethical Programs, http://www.oneofus.eu/
Ανοιχτή επιστολή στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, δημοσιοποίησαν οι διοργανωτές των μεγάλων συλλαλητηρίων σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, τον περασμένο Ιανουάριο και Φεβρουάριο, για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων.
Στην επιστολή, και λόγω της έντονης φημολογίας πως επίκειται συμφωνία των πρωθυπουργών Ελλάδος και Σκοπίων, οι διοργανωτές –με προεξάρχοντες της Πάμμακεδονικές Ενώσεις Υφηλίου και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Μακεδόνων, ζητούν από την κυβέρνηση να μην προχωρήσει σε έναν συμβιβασμό που επί της ουσίας θα είναι ετεροβαρής κατά της χώρας μας. Παράλληλα προειδοποιεί τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, πως θα «αναλάβει την ευθύνη για ότι επακολουθήσει».
Αναλυτικά η επιστολή έχει ως εξής :
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Πληροφορούμαστε, από τις πρόσφατες σχετικές συνεντεύξεις του Εκπροσώπου Τύπου της Κυβέρνησης σας αλλά και άλλων υπουργών σας, ότι σκέφτεστε σοβαρά (αν δεν το έχετε ήδη αποφασίσει) το ενδεχόμενο υπογραφής μίας Συνθήκης με την ΠΓΔΜ, δια της οποίας η Ελλάδα θα αποδέχεται τη χρήση του ονόματος Μακεδονία σ' ένα σύνθετο όνομα της Χώρας αυτής.
Δεν μπαίνουμε στη διαδικασία έρευνας κατά το πόσο υπάρχουν ή δεν υπάρχουν διεθνείς εγγυήσεις για την τήρηση των υποχρεώσεων που θα αναλάβει η ΠΓΔΜ, καθώς οι υποχρεώσεις αυτές δεν αποτελούν τίποτε άλλο παρά μία κάλυψη της ανόσιας πράξης που φαίνεται πως ετοιμάζεστε να κάνετε, συνηγορώντας σε μία πιθανή μελλοντική αναπηρία της Ελλάδας, για το ενδεχόμενο της οποίας πάτε να ξεκλειδώσετε την πόρτα.
Κύριε Πρωθυπουργέ,
είμαστε αναγκασμένοι να σας πείσουμε να μη προβείτε σ' αυτό το τραγικό πολιτικό ολίσθημα διότι, κατά τα δύο επικά λαϊκά συλλαλητήρια, που έγιναν εντελώς αυθόρμητα (χωρίς την παραμικρή κομματική ή άλλη υποδαύλιση και βοήθεια τους) από τον Λαό στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα για την προστασία της Μακεδονίας μας, φάνηκε πως το θέμα αυτό, είναι ικανό να συνταράξει συθέμελα την ομαλότητα (αν μπορούμε να πούμε έτσι την τρέχουσα κατάσταση) την ηρεμία και την ομόνοια που χρειάζεται η Χώρα μας αυτές τις στιγμές, απειλούμενη ανοιχτά, εξ Ανατολών.
Η αντίθετη με τη θέληση του λαού ενδεχόμενη ενέργεια σας, να παραδώσετε το όνομα Μακεδονία στην ΠΔΓΜ, θα πυροδοτήσει λαϊκές αντιδράσεις τεράστιας έκτασης και έντασης.
Δεν θα είναι απλώς ένα ακόμη παλλαϊκό Συλλαλητήριο, αλλά ασυγκράτητος όγκος αποφασισμένων πολιτών που δεν θα επιτρέψουν να υπογραφεί Συνθήκη εμπεριέχουσα δυνατότητα μελλοντικού διαμελισμού της Πατρίδας μας.
Σας παρακαλούμε να μην επικαλεστείτε το ρητορικό “εξωτερική πολιτική κάνει η Κυβέρνηση και όχι ο λαός και τα συλλαλητήρια”, καθώς δεν χρειάζεται καμία ειδική μόρφωση για να καταλάβει και ένας αμόρφωτος, ότι ο κλέφτης ποτέ δεν μπορεί να νομιμοποιήσει τα κλοπιμαία, όταν αυτά είναι γνωστά σε όλους. Και είναι τοις πάσι γνωστό πως, το όνομα Μακεδονία ανήκει στους Έλληνες από αρχαιοτάτων χρόνων, πολλούς αιώνες πριν εμφανισθούν στην περιοχή, αυτοί που θέλουν να το οικειοποιηθούν, μετά την (ιστορικά, πρόσφατη) κλοπή του.
Αν, παρ' όλ' αυτά που σας αναφέρουμε καλόπιστα, αποφασίσετε να προχωρήσετε στη σχεδιαζόμενη ανιστόρητη παραχώρηση τού ονόματος Μακεδονία στους Σλάβους της ΠΓΔΜ, αναλαμβάνετε εσείς την ευθύνη για ότι επακολουθήσει.
Απλώς, έχουμε υποχρέωση να σας ενημερώσουμε (ώστε στο “Δικαστήριο της Ιστορίας”, “να πάει ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του”) πως ο λαός που κατέβηκε στα συλλαλητήρια, δεν είναι ο κομματικός συρφετός που πάει βόλτα στην κομματική φιέστα, με πληρωμένα τα ναύλα του από το κόμμα.
Ο λαός που κατέβηκε στα συλλαλητήρια από το υστέρημα του, είναι αποφασισμένος να ακουστεί και να επιβάλλει τη βούληση του στην κυβέρνηση του, ως ο εκ του Συντάγματος εντολέας που εντέλλεται την απόφασή του στους εντολοδόχους του.
Μην αποπειραθείτε να αλλάξετε τους συνταγματικά κατοχυρωμένους αυτούς ρόλους, για να παραχωρήσετε το όνομα της Μακεδονίας μας σε αλλοεθνείς.
Ούτως ή άλλως, η Μακεδονία (ως όνομα) δεν μπορεί και δεν πρόκειται να παραδοθεί.
Αυτό, το εγγυάται σύσσωμος ο κυρίαρχος της Χώρας, Ελληνικός Λαός, με την αποφασιστικότητα που έδειξε στα δύο μεγαλειώδη συλλαλητήρια.
Μη βάλετε μπουρλότο στα ξερά χόρτα.
Σας ικετεύουμε....
Ευπειθέστατοι
- Οι Παμμακεδονικές Ενώσεις Υφηλίου
- Η “ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΠΙΚΩΝ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΠΓΔΜ”
Πηγή: Πρώτο Θέμα, Κατάνυξις
Ἡ νεοελληνικὴ γλῶσσα, ἡ ὁποία συνεχίζει τὴν ἀπρόσκοπτη τρισχιλιετῆ καὶ πλέον πορεία (τουλάχιστον σὲ γραπτὴ μορφὴ)τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, δὲν πρέπει νὰ θεωρεῖται ὡς ἑνιαία καὶ ὁμοιόμορφη. Κάτι τέτοιο θὰ ἦταν οὐτοπικὸ καθὼς θὰ παραγνώριζε τὶς ἐπιμέρους τοπικὲς (καὶ ὄχι μόνο) διαφοροποιήσεις ἐνῷ παράλληλα θὰ ἐνεῖχε τὸν κίνδυνο νὰ ταυτιστεῖ αὐτὴ μὲ τὴν ἐπίσημή της μορφή, τὴν Νεοελληνικὴ Κοινή, ἡ ὁποία καὶ ἀποτελεῖ τὸ ἐπίσημο ὄργανο προφορικῆς καὶ γραπτῆς ἐπικοινωνίας τῶν ὁμιλούντων τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ ὡς ἐκ τούτου ἔχει ἑνιαία μορφή. Ἔτσι, ἡ νεοελληνικὴ γλῶσσα δὲν ἀποτελεῖ μία μεμονωμένη γλωσσικὴ μορφή, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ παραλληλιστεῖ μᾶλλον μὲ ἕνα μεγάλο καὶ πολύχρωμο ψηφιδωτό, καθεμιὰ ἀπὸ τὶς ψηφίδες τοῦ ὁποίου κατέχει –ἀναλόγως τοῦ χρώματος,τοῦ σχήματος καὶ τῆς θέσεώς της –ἰδιαίτερη θέση σὲ αὐτὸ συντελῶντας τὰ μέγιστα στὴν τελείωση καὶ τὴν ἁρμονία τῆς μορφῆς του. Κατ’ ἀντιστοιχία καὶ ἡ νεοελληνικὴ γλῶσσα ἀποτελεῖται ἀπὸ 6 διαλέκτους (Κυπριακή, Κρητική, Τσακωνική, Ποντιακή, Καππαδοκική, Κατωιταλικὴ) καὶ ἑκατοντάδες μικρότερα ἰδιώματα (π.χ.: Ζακύνθου, Λέσβου, Ἴμβρου, Σίφνου, Καστοριᾶς κ.λπ.) τὰ ὁποία μὲ τὴ σειρὰ τους μποροῦν νὰ ἐνταχθοῦν σὲ δεκάδες εὐρύτερες κατηγορίες (π.χ.:Ἑπτανησιακά,Κυκλαδικά, Δωδεκανησιακά, Πελοποννησιακά, Θρακικά, Θεσσαλικά, Ἠπειρώτικα, Μακεδονικά, Βόρεια, Νότια,Μικρασιατικά, κ.λπ.).Ὡστόσο, οἱ τοπικὲς αὐτὲς παραλλαγὲς τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες μάλιστα ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι εἶναι καὶ ἡ ἴδια ἡ ἐπίσημη Νεοελληνικὴ Κοινή, ἀντιμετωπίζονται συνήθως ὑποτιμητικά, ὡς ὑποδεέστερες ἐνῷ οἱ φορεῖς αὐτῶν συχνὰ γίνονται ἀποδέκτες ἄμεσου ἢ ἔμμεσου γλωσσικοῦ ρατσισμοῦ καὶ κοινωνικοῦ στιγματισμοῦ. Παρόλα αὐτά, ἡ ὕπαρξη καὶ διατήρησή τους, ὅπως θὰ δοῦμε, ἔχει πολλαπλὴ καὶ σημαντικὴ ἀξία.Ἔτσι, οἱ τοπικὲς διαλεκτικὲς παραλλαγές, σὲ ἀντίθεση μὲ ὅ,τι πιστεύουμε συνήθως, χαρακτηρίζονται ἀπὸ ἀξιοσημείωτο λεξιλογικὸ πλοῦτο καὶ ποικιλία ἐκφράσεων ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἔντονης φαντασίας καὶ γλωσσοπλαστικῆς ἱκανότητας τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ. Χιλιάδες λέξεις ποὺ ἀποτυπώνουν ἔννοιες ποὺ πλέον ἔχουν ἢ τείνουν νὰ ἐκλείψουν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη νεοελληνικὴ γλώσσα καὶ σχετίζονται κυρίως μὲ τὸν παραδοσιακὸ τρόπο ζωῆς, τὸν γεωργικό, κτηνοτροφικὸ βίο, τὶς προλήψεις, τὰ ἤθη-ἔθιμα ἐμφανίζονται στὰ τοπικὰ ἰδιώματα σὲ ὅλο τους τὸ εὖρος. Ἀκόμη, εἶναι πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστη ἡ ἄνεση μὲ τὴν ὁποία ὁ ἁπλός, ἀμόρφωτος λαὸς μπορεῖ καὶ ἀποδίδει ἰδιαίτερα λεπτὲς σημασιολογικὲς ἀποχρώσεις, οἱ ὁποῖες δὲν ἀποτυπώνονται στὴν Νεοελληνικὴ Κοινή,μὲ τὴ χρήση δεκάδων συνωνύμων λέξεων.Ἐξάλλου, σημαντικὴ εἶναι ἡ προσφορὰ τῶν νεοελληνικῶν ἰδιωμάτων σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴ διατήρηση πλήθους στοιχείων ἀπὸ παλαιότερες χρονικὰ περιόδους τῆς γλώσσας μας. Ἔτσι, σὲ ὅλες τὶς τοπικὲς νεοελληνικὲς γλωσσικὲς παραλλαγὲς ὑπάρχει πληθώρα μεσαιωνικῶν καὶ κυρίως ἀρχαιοελληνικῶν στοιχείων τόσο σὲ λεξιλογικὸ ὅσο καὶ σὲ γραμματικὸ ἐπίπεδο, τὰ ὁποῖα ἔχουν πλέον ἐκλείψει ἀπὸ τὴν ἐπίσημη Νέα Ἑλληνική.Τὸ φαινόμενο μάλιστα αὐτὸ παρατηρεῖται πιὸ ἔντονα σὲ περιοχὲς ποὺ γιὰ διάφορους (πολιτικούς, γεωγραφικούς,κ.λπ.) λόγους ἦταν περισσότερο ἀπομονωμένες (π.χ.: ἰδιώματα καὶ διάλεκτοι ὀρεινῶν ἢ νησιωτικῶν περιοχῶν).Τέλος, ἡ συστηματικὴ καὶ πολύπλευρη γλωσσολογικὴ μελέτη καθεμιᾶς ἀπὸ τὶς τοπικὲς παραλλαγὲς τῆς Νέας Ἑλληνικῆς μπορεῖ νὰ ἀποκαλύψει πολύτιμες γνώσεις σχετικὰ μὲ τὴν Νεοελληνικὴ Γλῶσσα, οἱ ὁποῖες θὰ ὁδηγήσουν στὴν πληρέστερη κατανόηση καὶ ἑρμηνεία τῶν γλωσσικῶν μηχανισμῶν ἀκόμα καὶ αὐτῆς τῆς Νεοελληνικῆς Κοινῆς. Καὶ αὐτὸ διότι, σὲ ἀντίθεση μὲ ὅ,τι συνήθως πιστεύεται, ἀκόμα καὶ τὸ μικρότερο νεοελληνικὸ ἰδίωμα διαθέτει ὁμαλὴ καὶ αὐτόνομη γραμματικὴ δομὴ ποὺ ὑπακούει σὲ δικούς της ἐσωτερικοὺς-γλωσσικοὺς κανόνες, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νὰ μελετηθοῦν καὶ νὰ περιγραφοῦν, ὥστε οἱ ὅποιες διαφοροποιήσεις παρουσιάζονται σὲ σχέση μὲ τὴν ἐπίσημη γλωσσικὴ μορφὴ νὰ μποροῦν νὰ ἑρμηνευθοῦν μὲ ἐπάρκεια.Ἐντούτοις, παρὰ τὴν μεγάλη σημασία ποὺ ἔχει ἡ ὕπαρξη καὶ ἡ διατήρηση τῶν κάθε λογὴς νεοελληνικῶν ἰδιωμάτων στὶς μέρες μᾶς παρατηρεῖται ραγδαία συρρίκνωση αὐτῶν ποὺ φαίνεται ὅτι θὰ ὁδηγήσει στὴν βαθμιαία ἐξαφάνισή τους.Οἱ βασικότεροι λόγοι στοὺς ὁποίους ὀφείλεται ὁ διενεργούμενος αὐτὸς ὁ γλωσσικὸς θάνατος ἐντοπίζονται στὴν δομὴ καὶ ἐξέλιξη ὁλόκληρής της κοινωνίας καθὼς σχετίζονται ἄμεσα μὲ πρωταρχικοὺς τομεῖς καὶ θεσμοὺς ὅπως τὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα, ἡ αὔξηση τοῦ μορφωτικοῦ ἐπιπέδου, τὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, ἡ γενικότερη βελτίωση τῆς ἐπικοινωνίας-συγκοινωνίας καὶ ἡ συνακόλουθη ἄρση τῆς ἀπομόνωσης τῶν περισσότερων ἐπαρχιακῶν περιοχῶν, ἡ αὔξηση τοῦ (ἐσωτερικοῦ κυρίως) τουρισμοῦ, ἡ ἀστυφιλία, ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ παραδοσιακὰ ἐπαγγέλματα καὶ συνήθειες, κ.λπ..
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ένα έγγραφο του CIA της 27 Οκτωβρίου 1951, που τώρα είναι αποχαρακτηρισμένο, ρίχνει φως για την κατάσταση που επικρατούσε στο κομμουνιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης της Τεπελένης, όπου από το 1949 κρατούνταν πάνω από 3600 εξόριστοι.
Το έγγραφο αναφέρεται στην δύσκολη κατάσταση που επικρατούσε στο στρατόπεδο αυτό, το μεγάλο αριθμό των θανάτων κυρίως των παιδιών και των ανδρών, όπως επίσης αναφέρει το όνομα του διοικητή του στρατοπέδου, τον Τζαφέρ Πογάτση. Για τον ίδιο αναφέρεται πως βίαζε γυναίκες που δεν δέχονταν να έχουν «προσωπικές» σχέσεις μαζί του.
ΈΝΑ ΜΈΡΟΣ ΤΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ
«Είναι 3600 εξόριστοι στο στρατόπεδο της Τεπελένης, οι οποίοι είναι εκεί από το 1949, το παλαιότερο και το μεγαλύτερο στρατόπεδο στην Αλβανία, ενώ στο στρατόπεδο Μπεντέν στην Καβάγια είναι περίπου 2000 εξόριστοι, 70 % των εξόριστων είναι γυναίκες και παιδιά.
Η θνησιμότητα είναι μεγαλύτερη στα παιδιά. Τα παιδιά που απεβίωσαν το 1949 ήταν τα δίδυμα της Λούλιε Τζέρτζε από το Κοπλίκ, και δεν ήταν μεγαλύτερα του ενός έτους, το μικρό παιδί του Ζέφ Μιράσα από την Μπάγιζα, του ενός ετών παιδί του Φράν Χάσα από την Μπάγιζα, τα δύο παιδιά του Πρενάς Τζέρτζε από την Λιόχε, και τα τρία παιδιά του Τζούστε Γκόραϊ, 10 ετών , 6 ετών και 6 μηνών.
Ο διοικητής του στρατοπέδου είναι ο Τζαφέρ Πογάτση. Αυτός είναι ένας «χωριάτης», ηλίθιος και τύρρανος που έχει βιάσει γυναίκες και κορίτσια, οι οποίες είχαν απορρίψει τις προτάσεις του για «ιδιαίτερες» σχέσεις. Αυτός επιθυμεί να βλέπει παιδιά καθώς πεθαίνουν. Οι εξόριστοι στο στρατόπεδο της Τεπελένης κοιμούνται σε τετραώροφα ξύλινα κρεβάτια. Οι οικογένειες δεν χωρίζονται. Η οικοδομή δεν έχει παπαφίγκο, δεν έχει σκεπή, ζουν σε ανοιχτό ουρανό. Το στρατόπεδο του εξασφαλίζει ένα ξύλινο κρεβάτι και σαπούνι για ένα μήνα. Το καθημερινό φαγητό είναι για πρωινό τσάι σούπα και 650 γραμμάρια ψωμί για μεσημεριανό και βραδινό. Δεν υπάρχει κανένα έπιπλο για να τοποθετήσουν φαγητό ή τα ενδύματα. Τίποτα συμπληρωματικό για τα παιδιά.
Είναι δύσκολο να διατηρήσεις την καθαρότητα στο στρατόπεδο. Δεν τους δίνονται σκούπες, αλλά αναγκάζονται να σκουπίζουν με κλαδιά δέντρων. Το μέρος είναι γεμάτο παράσιτα, η φυματίωση θερίζει. Πολλοί πεθαίνουν, κυρίως παιδιά και άνδρες. Τα παιδιά πεθαίνουν εξαιτίας από τις αρρώστιες ενώ οι άντρες από την δουλειά που κάνουν ως σκλάβοι.
*****
Στην Αλβανία οι συλλήψεις γίνονται χωρίς εντολή ενώ η φυλάκιση γίνεται χωρίς δίκη. Οι φυλακισμένοι δεν χωρίζονται σε κατηγορίες, εγκληματίες ποινικού κώδικα, πολιτικοί κρατούμενοι, θάνατος είναι δεδομένος για όλους. Περίπου δύο χρόνια νωρίτερα, ο Ιάκ Μάρκο, ένας αστυνομικός, σκότωσε τον Ζεφ Κόλια Πρέντσια, πρόεδρο της οργάνωσης των έων στην περιοχή Μπαρμπουλούς. Την επόμενη , ο Μετούς Μπόγο, αξιωματικός από την Σκόδρα, αξιολόγησε το φόνο ως μια συνάντηση που έκανε με τον λαό. Το επιχείρημα που έδωσε για το φόνο ήταν, πως το θύμα είχε συμπάθεια προς την Γιουγκοσλαβία. Οι αρχές επίσης σκότωσαν τον Σοκόλ Μπαγιάρμη, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, αφού σε μια συνάντηση είπε πως ο θόρυβος που δημιουργούνταν γύρω από την Γιουγκοσλαβία δεν ήταν πραγματικός.
Μετέφρασε, ετοίμασε Πελασγός Κορυτσάς.
Πηγή: panorama.com.al, Πελασγός Κορυτσάς, Αβέρωφ
Σχόλιο Τ.Ι.: Δεν θα κουραστεί ο λαός να γράφει την αλήθεια, παρότι απέδειξαν, σε προηγούμενες διαβουλέυσεις, ότι ο σεβασμός της γνώμης του λαού είναι μηδενικός.
Ισλαμικό τέμενος στην Αθήνα: Η κυβέρνηση ζητά τη γνώμη σας – Σε δημόσια διαβούλευση στο νομοσχέδιο του υπουργείου παιδείας με το σχέδιο Προεδρικού διατάγματος για το Τζαμί
Σε δημόσια διαβούλευση δόθηκε τελικά απο το υπουργείο Παιδείας σήμερα, μετά απο διαβουλεύσεις μηνών, το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος «Οργανισμός Λειτουργίας του Ν.Π.Ι.Δ. -Διοικούσα Επιτροπή Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών».
Το Προεδρικό Διάταγμα περιλαμβάνει διατάξεις για τη διάρθρωση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ., τον αριθμό, τις θέσεις, τις κατηγορίες, τα προσόντα, την κατάσταση και τα καθήκοντα του απασχολούμενου προσωπικού, καθώς και το πειθαρχικό δίκαιό τους, τα θέματα εκπόνησης μελετών, εκτέλεσης έργου, εκμισθώσεως ή μισθώσεως ακινήτων και παροχής υπηρεσιών που αφορούν στη λειτουργία και συντήρηση του Τεμένους και της διενέργειας προμηθειών, την οικονομική διαχείρισή του και την υπαγωγή του στο κατάλληλο σύστημα λογιστικής διαχείρισης.
Δεδομένης της σπουδαιότητας της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας, το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων σας καλεί να συμμετέχετε στη δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση, διατυπώνοντας τις απόψεις και τις παρατηρήσεις σας στις σχετικές ρυθμίσεις. Μπορείτε να δείτε το σχέδιο του προεδρικού διατάγματος κάνοντας κλικ ΕΔΩ
Η διαβούλευση θα ολοκληρωθεί την Πέμπτη 31 Μαΐου 2018 και ώρα 12:00΄.
Όροι Συμμετοχής
Η κατασκευή των πρώτων Ελληνικών φορητών Όπλων και βαλλιστικών Πυραύλων από την ΧΡΩ.ΠΕΙ. Η θωράκιση της χώρας αξιοποιώντας την εγχώρια πολεμική βιομηχανία που… δεν έγινε.
-η πολεμική βιομηχανία στην ΧΡΩ.ΠΕΙ.
-η κατασκευή φορητού οπλισμού από Ελληνική βιομηχανία
-η κατασκευή βαλλιστικών πυραύλων, το όραμα που έγινε πραγματικότητα αλλά προδόθηκε
-ο λησμονημένος εφευρέτης των τηλεκατευθυνόμενων πυραύλων Ευάγγελος Αρτέμης
Ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει στο μνημειώδες έργο του ότι πρέπει να μελετούμε την ιστορία μας για να μαθαίνουμε από τα λάθη του παρελθόντος ώστε να τα αποφεύγουμε στο παρόν και να μην τα επαναλάβουμε στο μέλλον.
Τα τελευταία χρόνια – με την ένταση των γεγονότων – θα λέγαμε τους τελευταίους μήνες και ημέρες, η τουρκική προκλητικότητα έχει ξεπεράσει τα όρια. Οι κυβερνώντες τα τελευταία 40-45 χρόνια απέτυχαν -ηθελημένα ή όχι το κρίνει ο καθένας μας – να εκφράσουν το φρόνημα του Έλληνα για την ελευθερία και ακεραιότητα της πατρίδος μας.
Τραγικές αποδείξεις η εισβολή και κατοχή της Κύπρου, η άρση του εμπολέμου με την Αλβανία από τον πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κάρολο Παπούλια τον Αύγουστο του 1987 επί Ανδρέα Παπανδρέου αφήνοντας στην μοίρα του το κομμάτι του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, η πλαδαρή στάση – όλων των κυβερνήσεων στον αλυτρωτισμό των Σκοπιανών, ο τραγικός χειρισμός – ενδοτισμός στα Ίμια – που συνεχίζεται μέχρι σήμερα με την απαγόρευση (!) του ‘’ελληνικού’’ κράτους σε οποιονδήποτε Έλληνα να ανέβει στις δυο βραχονησίδες, τις απειράριθμες παραβάσεις και παραβιάσεις του εθνικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου της ιερής Πατρίδας μας και τόσα άλλα.
Οι προφάσεις εν αμαρτίαις των πολιτικών – κυβερνώντων – για τον ενδοτισμό – πολλές και τουλάχιστον ανόητες αν όχι προδοτικές. Τοποθετήσεις του τύπου: ‘’είμαστε μια μικρή χώρα’’, ‘’δεν έχουμε εγχώρια πολεμική βιομηχανία’’, ‘’οι εξοπλισμοί είναι μονόδρομος από το εξωτερικό και δεν έχουμε τα οικονομικά μέσα’’ και λοιπά – που καταπίνουν αμάσητα τα μμε σε ρόλο προπαγανδιστή – είναι κάποιες μόνον που έχουμε ακούσει την περίοδο μετά τα Ίμια.
Σκοπός του παρόντος άρθρου μας είναι να μελετήσουμε κάποιες – αν θέλετε 1-2 ιστορίες – από τις απειράριθμες επιστημονικές και επιχειρηματικές προσπάθειες [1] που έλαβαν χώρα στην πατρίδα μας από Έλληνες οραματιστές και φιλοπάτριδες που θέλησαν να θωρακίσουν την άμυνα της χώρας μας με σύγχρονη – τότε – πολεμική βιομηχανία. Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας ενώ στο τέλος του κειμένου υπάρχει Παράρτημα όπου αναπτύσσονται οι αριθμημένες σημειώσεις.
Πολεμική Βιομηχανία στην ΧΡΩ.ΠΕΙ.
Η προσπάθεια για την δημιουργία πολεμικής βιομηχανίας στην ΧΡΩ.ΠΕΙ. (1) ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1974. Γράφει – σε σχετική του επιστολή [2] – ο ιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλος της ΧΡΩ.ΠΕΙ. χημικός Σωτήρης Σοφιανόπουλος προς την εφημερίδα ‘’Το Βήμα’’ το Νοέμβριο του 1981:
‘’Άρχισε η προσπάθεια τον Αύγουστο του 1974 μετά το Κυπριακό. Επίστευα τότε και εγώ ότι πράγματι δεν είχαμε όπλα να πολεμήσουμε. Τώρα βλέπω ότι είχαμε και παρά είχαμε. Απλώς η κρατική μηχανή για πολλοστή φορά έλεγε ψέματα στον λαό για να δικαιολογήσει την στάση της έναντι της Τουρκίας κατ’εντολή των δήθεν συμμάχων μας ως συνέβη και το 1922 (βλέπε Theodor Hertzel [3] απόφαση του Σιωνιστικού συνεδρίου Βασιλείας 1899 και δηλώσεις του Balfoor Υπουργού Εξωτερικών Μεγάλης Βρετανίας 1920 έχουσα σχέση με Κύπρο – Παλαιστίνη και Σινά).
Είχε δοθεί έγκριση αρ.145/3/5.1.77 της νομισματικής επιτροπής για δάνειο 100.000.000 δρχ. για όπλα και πυραύλους βαλλιστικούς, ακτίνας δράσεως σε α’ φάση 50 Km (κατασκευαστικά σχέδια στην κυριότητά μας), απόφαση Υπουργού Οικονομικών αρ.16715/70, ημερομηνία 22.2.1977.
Θα βοηθούσε οικονομικά και πολιτικά την χώρα μας και οικονομικά την ΧΡΩ.ΠΕΙ. διότι εξεδηλώθει αμέσως ενδιαφέρον από τον Αραβικό κόσμο και με γράμματα μάλιστα (εις την διάθεση οποιουδήποτε) για παραγγελίες 200.000 όπλων αξίας 2 δισεκατομμυρίων δραχμών (2.000.000.000) τον Απρίλιο του 1975. Η επένδυση δεν ολοκληρώθηκε:
α. διότι μάς ενέπαιξε τόσο το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης (υπουργός κ. Αβέρωφ και υπουργός Ζαΐμης) ως και ολόκληρος η τότε κυβέρνηση (όλος ο φάκελος που αποδεικνύει το ισχυρισμό μου εις την διάθεση οποιουδήποτε).
Το πυροβόλο όπλο [4] της ΧΡΩ.ΠΕΙ. διαμετρήματος 7,62*39mm
β. διότι η Εθνική Τράπεζα παρ’ όλην την έγκριση της Νομισματικής Επιτροπής και την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου και με καθαρά θέση της ΧΡΩ.ΠΕΙ. τότε, άνω των 2.500.000.000, δεν έδωσε τα χρήματα παρά μόνον μέρος αυτών κατόπιν εντολής προφανώς και η επένδυση παρέμεινε και παραμένει ημιτελής. Υπενθυμίζω ότι η τότε κυβέρνηση υπέγραψε μόλις τον Νοέμβριο του 1977 για το εργοστάσιο του Αιγίου με ξένον οίκο και μας αγνόησε παντελώς παρ’ όλο που εμείς είχαμε αρχίσει τον Αύγουστο του 1974 και προσφερθήκαμε αφιλοκερδώς να συμμετέχουμε σε διαπραγματεύσεις όπως και άλλες βιομηχανίες της πατρίδος μας π.χ. Καλυκοποιείο [5] (δεν μπορεί τον πατριωτισμό να τον μονοπωλούν ορισμένοι μόνον. Υπάρχουν και άλλοι πατριώτες και ας μην το διαφημίζουν). Υπήρχε δε η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν οι εγκαταστάσεις των ΧΡΩ.ΠΕΙ. σαν υποκατασκευαστές για την Ε.Β.Ο. αλλά ούτε αυτό έγινε. Υπάρχουν δε και πολλά άλλα επ’ αυτού’’.
Πως επετεύχθη η παραγωγή φορητού οπλισμού στην ΧΡΩ.ΠΕΙ.
Όπως διηγείται σε συνέντευξή [6] του ο Σωτήρης Σοφιανόπουλος (στο εξής Σ.Σ.) η προσπάθεια για την κατασκευή φορητού οπλισμού ξεκίνησε με τον Κύπριο Λάκη Ψημολοφίτη. Ο Σ.Σ., αμέσως μετά την εισβολή των Τούρκων του 1974 είχε συνάντηση μαζί του στην ΧΡΩ.ΠΕΙ. Τον ρώτησε τι θα γινόταν αν κάθε κυπριακό σπίτι είχε το δικό του όπλο και ο Λ. Ψημολοφίτης του αποκάλυψε ό,τι είχαν αρχίσει τον σχεδιασμό φορητού οπλισμού. Άλλωστε ο Λάκης Ψημολοφίτης υπήρξε μέλος της ΕΟΚΑ, φυλακίστηκε και κρατήθηκε μέχρι την λήξη του απελευθερωτικού αγώνα το 1959.
Ο Σ.Σ. του πρότεινε άμεσα συνεργασία, δεδομένου ό,τι γνώριζε περί της κατασκευής φορητών όπλων και συνεργάστηκαν. Ο Λ. Ψημολοφίτης [7] επέστρεψε στην Κύπρο το 1979 όπου και ίδρυσε την βιομηχανία κατασκευής φυσιγγίων G & L Calibers LTD. Έφυγε από την ζωή [8], το 2015.
Πρέπει να σημειωθεί ό,τι η ΧΡΩ.ΠΕΙ. διέθετε, στο Ελληνικό κράτος, το πυροβόλο τυφέκιο προς 700 δρχ την περίοδο που το ίδιο το κράτος αγόραζε, (όπως αναφέρεται και στο βίντεο) τα FN προς 17.000 δρχ.
Πλέον τούτου ο Σ.Σ. με την επιστημονική του ομάδα στην ΧΡΩ.ΠΕΙ. ανέπτυξε και υποπολυβόλο το GP-10 [9] με διαμέτρημα 9*19mm. Όμως και στην περίπτωση αυτή το κράτος δεν στήριξε την προσπάθεια ώστε να υπάρξουν σε δεύτερο χρόνο και οι – οπωσδήποτε – απαιτούμενες βελτιώσεις οπότε και η προσπάθεια δεν προχώρησε. Η εύκολη λύση των βιομηχανιών του εξωτερικού ήταν πάλι επιλογή -μονόδρομος – για το κράτος, δυστυχώς.
Να σημειωθεί ότι τα αυτόματα φορητά όπλα της ΧΡΩ.ΠΕΙ. δεν ήταν αντιγραφή οποιουδήποτε αντιστοίχου, κατασκευάστηκαν βάσει ερευνών και υποβλήθηκαν επιτυχώς σε σειρά δοκιμών.
Παράλληλα ο Σ.Σ. σημειώνει πως: ‘’…και πολλοί άλλοι – μετά την Κυπριακή τραγωδία – και με κίνητρα πηγάζοντα εκ καθαρώς εθνικής εξάρσεως, άρχισαν να ασχολούνται με την πολεμική βιομηχανία στη χώρα μας ώστε να δύναται σήμερον (σημ. 1977-78 οπότε και γράφονταν) με βεβαιότητα, να θεωρηθεί ότι τόσον η κατασκευή αρίστων φορητών όπλων, όσον και η ναυπήγησις πρωτοποριακών ελαφρών πολεμικών σκαφών και πολλών άλλων, είναι δυνατή’’.
Ο φορητός οπλισμός που κατασκεύασε η ΧΡΩ.ΠΕΙ. ΜΕΤΆ ΤΟ 1974
Η εταιρεία όπλων και φυσιγγίων των Αδελφών Μαλτσινιώτη – άλλη μια τραγική ιστορία
Αξίζει να σημειώσουμε – για να βρεθούμε μια ακόμη φορά απέναντι στην τραγικότητα κυβερνώντων και κράτους – αυτό που επισημαίνει στο βίντεο και ο Σ.Σ. ήτοι σχετικά με τους αδελφούς Μαλτσινιώτη.
Οι Αδελφοί Μαλτσινιώτη είχαν εταιρεία όπλων και φυσιγγίων η οποία το 1908 συγχωνεύτηκε με το Ελληνικό Πυριτιδοποιείο Χημικών & Βιομηχανικών Προϊόντων. Όραμα των αδελφών Μαλτσινιώτη -όπως σημειώνει ο Σ.Σ.- ήταν τα ελληνικά όπλα να έχουν και ελληνικά πυρομαχικά. Οι παραγγελίες που ανέμεναν οι Αδελφοί Μαλτσινιώτη δεν υπεγράφησαν από το ελληνικό κράτος και ο Μαλτσινιώτης αηδιασμένος από την υπονομευτική και προδοτική συμπεριφορά των τότε κυβερνώντων έφυγε για το Μεξικό, με παραγγελία μάλιστα ούτε τα οστά του να επαναπατρισθούν ποτέ. Αυτά συνέβησαν πριν αναλάβει την εταιρεία ο Πρόδρομος Μποδοσάκης το 1934.
Η κατασκευή τηλεκατευθυνόμενων βαλλιστικών πυραύλων από την ΧΡΩ.ΠΕΙ.
Ο αναγνώστης δεν θα πρέπει να ξενίζεται. Η ιστορία της εύρεσης τεχνολογίας κατασκευής τηλεκατευθυνόμενων πυραύλων είναι όντως συγκλονιστική. Υπάρχει βίντεο στο οποίο την διηγείται ο ίδιος ο Σωτήρης Σοφιανόπουλος.
Εν ολίγοις ο Σ.Σ. είχε προσκαλέσει έναν Γερμανό αρχιμηχανικό ονόματι κ. Σμίθ για την συναρμολόγηση ενός εργοστασίου στην ΧΡΩ.ΠΕΙ. Πράγματι ο κ. Σμίθ ολοκλήρωσε την εγκατάσταση βοηθούμενος από τον υιό του, επίσης μηχανικό. Ο Σμίθ, στην περίοδο του πολέμου είχε συνεργαστεί – στον Γερμανικό στρατό – με τον Βέρνερ Φον Μπράουν [10] ο οποίος, ως γνωστόν, ήταν ο δημιουργός των βαλλιστικών πυραύλων V2 της ναζιστικής Γερμανίας. Μετά τον πόλεμο και την μεταφορά του Β. Φ. Μπράουν στις Η.Π.Α. – μέσω του προγράμματος ”Paperclip” – ο Σμίθ συνέχιζε να διατηρεί άριστες σχέσεις με τον Μάγκνους Φον Μπράουν, αδελφό του Βέρνερ.
Ο Σ. Σοφιανόπουλος πίεσε τον Σμίθ να τον βοηθήσει στην μεταφορά τεχνογνωσίας κατασκευής τηλεκατευθυνόμενων πυραύλων, που τότε ελάχιστα κράτη διέθεταν – είμαστε περίπου στα 1972 -. Μετά από λίγους μήνες, από την αποχώρηση του Σμίθ για την Γερμανία, ο Σ. Σοφιανόπουλος λαμβάνει κλήση από το τελωνείο για δυο κιβώτια. Κατά τον εκτελωνισμό οι τελωνειακοί βλέπουν τους πυραύλους και προσπαθούν να σταματήσουν την παραλαβή. Ο Σ. Σοφιανόπουλος άμεσα πηγαίνει και συναντάει τον αρμόδιο Υπουργό και του εξηγεί δήθεν ότι πρόκειται για κάτι ειδικούς σωλήνες για τα εργαστήρια της ΧΡΩ.ΠΕΙ. κλπ και καταφέρνει να τους παραλάβει.
Εκεί στα εργαστήρια της ΧΡΩ.ΠΕΙ. κλείνεται μαζί με την ομάδα επιστημόνων και κάνουν φύλλο και φτερό τους πυραύλους.
Ο ίδιος ο Σ. Σοφιανόπουλος κατευθύνει την όλη προσπάθεια και αντιλαμβάνεται ό,τι το μόνο υλικό που δεν έχουν εγχωρίως και πρέπει να παραχθεί είναι ο πυροσωλήνας των 200 χιλιοστών. Ο Σ.Σ. γνώριζε όμως πολύ καλά ό,τι τον τορναδόρο που μπορούσε να τον φτιάξει τον διέθετε ο Στασινόπουλος της ΒΙΟΧΑΛΚΟ [11]. Έρχεται άμεσα σε επαφή και τον παραγγέλνει.
Επομένως, καταλήγει ο Σ.Σ., ό,τι η Ελλάδα θα μπορούσε να διαθέτει από το 1972 τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους αλλά το κράτος παρενέβη και διέλυσε την όλη προσπάθεια. (2)
Υπάρχει πληθώρα και άλλων λεπτομερειών εξόχως σημαντικών, που διηγείται με στοιχεία, ονόματα, ημερομηνίες ο ίδιος ο Σ. Σοφιανόπουλος στο σχετικό βίντεο [12].
Το πυροβόλο όπλο της ΠΥΡ.ΚΑΛ. [13] διαμετρήματος 7,92*36 mm βάρους 4,15 Kgr σχεδιασμού 1939
Οι προτάσεις του Σωτ. Σοφιανόπουλου για την πολεμική βιομηχανία και την άμυνα της χώρας
Ο Σωτ. Σοφιανόπουλος υπέβαλλε στους υπευθύνους αλλά και δημοσίως – σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές του – προτάσεις για την πολεμική βιομηχανία και την άμυνα της χώρας. Μέχρι ίσως και την δεκαετία του 1990 – με την ύπαρξη των ελληνικών κρατικών πολεμικών βιομηχανιών, που σήμερα αν δεν έχουν πωληθεί πνέουν τα λοίσθια – τα όσα πρότεινε ήταν εφικτά. Σήμερα εξ’ αιτίας της υπονόμευσης τόσων δεκαετιών τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ωστόσο, αν υπήρχε έστω και σήμερα πολιτική βούληση πολλά – εφικτά και εύκολο να γίνουν – θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή.
Κυτίο 100 φυσιγγίων της ΧΡΩ.ΠΕΙ.
‘’Πρότεινε λοιπόν ο Σ.Σ για να αποκτήσουμε μεγαλύτερη αυτοδυναμία στα απλά πολεμικά μέσα, να αρχίσει η κατασκευή στην χώρα:
1) Των Π.Α.Ο [14]. των 90 και 106 χιλ.
2) Η κατασκευή πετρελαιοκινητήρων ΜΑΛΚΟΤΣΗ [15] 106 ίππων χωρίς συμπιεστή των οποίων είχε αρχίσει η κατασκευή και σταμάτησε.
3) Με αυτή τη μηχανή και ένα ΠΑΟ των 106 χιλιοστών έχουμε ένα ελαφρό άρμα μάχης, αφού υπάρχει γραντζοκόπτης 2.000 χιλιοστών.
4) Η κατασκευή πυροβόλων των 100 χιλιοστών αφού υπάρχει μηχανή ψυχράς σφυρηλατήσεως μέχρι 120 χιλιοστών.
5) Η ναυπήγηση πυραυλακάτων και τορπιλακάτων 26 μ., 50 τόνων, με 2 μηχανές M.T.U. 3.500 ίππων εκάστη, που θα δίνουν ταχύτητα στα σκάφη 46 κόμβους. Τα σκάφη αυτά θα γίνουν από FΙBER GLΑSS.
Επίσης θα ναυπηγηθούν και παρόμοιες ΤΟΡΠΙΛΆΚΑΤΟΙ, οπλισμένες και με 1 ή 2 Π.Α.Ο. των 106 χιλιοστών.
6) Η κατασκευή γυροσκοπικής πυξίδας, ώστε να μπορέσουμε να κατασκευάσουμε ελληνικές τορπίλες και κατευθυνόμενους βαλλιστικούς πυραύλους.
Οι πύραυλοι θα κινούνται με νιτρική υδραζίνη που η ένυδρος μορφή της χρησιμοποιείται και κατά την ειρήνη για τον καθαρισμό των δεξαμενοπλοίων. Η υδραζίνη θα παραχθεί από άνυδρο αμμωνία που παράγεται στην Ελλάδα, είτε δια της μεθόδου RΑSCHΙΝG είτε δια ΡΑΔΙΟΛΥΣΕΩΣ με βόμβα ΚΟΒΑΛΤΙΟΥ, την οποίαν επίσης διαθέτει η χώρα μας. Και πολλά άλλα.
7) Στα νησιά του Αιγαίου, και σε συγκεκριμένα από αυτά, θα τοποθετηθούν αυτοκινούμενα πυροβόλα των 175 χιλιοστών. Έτσι θα ελέγχουμε όλο το Αιγαίο. Δεν μπορούμε να πούμε σε ποια, διότι αυτό είναι απόρρητο’’.
Παράρτημα
Σημείωση 1: Βιομηχανία ΧΡΩ.ΠΕΙ.
Η ΧΡΩ.ΠΕΙ. του Σωτήρη Σοφιανόπουλου πρωταγωνίστησε, κυρίως τις δεκαετίες του 1960 και ‘70 και πριν την καταστρέψουν ολοκληρωτικά οι κυβερνώντες με το Νόμο 1083/1980 ή νόμο των πανωτοκίων.
Μεταφέρουμε κάποια αποσπάσματα από το ιστορικό των προσπαθειών του χημικού Σωτήρη Σοφιανόπουλου:
Επί 11 χρόνια διετέλεσε Αντιπρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας ΧΡΩ.ΠΕΙ. Προήγαγε τις εξαγωγές της ως άνω εταιρείας σε περισσότερες από 20 χώρες και σε ύψος άνω των 5.000.000 δολαρίων ετησίως.
Ειδικεύτηκε στην Αναπτυξιακή Έρευνα και Τεχνολογία, δημιούργησε Πρότυπο Ερευνητικό εργαστήριο στον τομέα αυτό, όπου μεταξύ άλλων κατασκεύασε τα πρώτα Ελληνικά όπλα μετά την τραγωδία του 1974! Η κρατική μηχανή όμως δεν του επέτρεψε να συνεχίσει. Είχε αρχίσει και την κατασκευή βαλλιστικών πυραύλων τους οποίους και αυτούς το κράτος εμπόδισε να γίνουν!
Στα Εργαστήρια της ΧΡΩ.ΠΕΙ. συνέθεσε και το προωθητικό πυραύλων, το υγρό Υδραζίνη.
Στα Ναυπηγεία Αυλίδας (ιδιοκτησίας της ΧΡΩ.ΠΕΙ.) κατασκεύασε τορπιλακάτους τις οποίες… τορπίλισε το ελληνικό κράτος.
Την περίοδο του θέρους 1975, έφερε εις πέρας, για λογαριασμό του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, υψηλοτάτης τεχνολογίας υλικό Εφηρμοσμένης Έρευνας, με άκρως απόρρητη σύμβαση, η οποία χαρακτηρίστηκε Υψίστης Εθνικής Ασφαλείας Θέμα. Το ευχαριστώ του κράτους προς τον Σ. Σοφιανόπουλο ήταν ότι δεν προσεκλήθη ούτε στις δοκιμές.
Διετέλεσε Πρόεδρος της ΕΛΒΥΝ (3), του μοναδικού Διυλιστηρίου βαρέων ορυκτελαίων της χώρας μας, Γενικός Διευθυντής της αυτοκινητοβιομηχανίας NAMCO και Αντιπρόεδρος της βιομηχανίας κατασκευής σκαφών ΙΘΑΚΗ γιότς. Ένεκα όμως διαφόρων σκοπιμοτήτων του, κατ’ επίφαση, Ελληνικού κράτους, οι ως άνω βιομηχανίες έπαψαν να λειτουργούν!
Σημείωση 2: Ο Έλληνας εφευρέτης των τηλεκατευθυνόμενων βλεμμάτων Ευάγγελος Αρτέμης [16].
Επί τη ευκαιρία παρουσίασης της προσπάθειας κατασκευής βαλλιστικών πυραύλων από την ΧΡΩ.ΠΕΙ. θα ήταν άδικο να μην αναφερθούμε στον Έλληνα εφευρέτη των τηλεκατευθυνόμενων πυραύλων Ευάγγελο Αρτέμη. Υπήρξε όχι μόνον εξαίρετος επιστήμονας αλλά και πατριώτης με υψηλό ήθος και ακεραιότητα. Η ιστορία του είναι συγκλονιστική.
Ο Αρτέμης ήταν ένας μηχανικός που δούλευε σαν πολίτης στο Πολεμικό Ναυτικό προπολεμικά και ανέπτυξε τους τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους κάθε είδους. Σπούδασε Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος στην Γαλλία και την Αυστρία και εργάστηκε στην Γαλλία, την Αγγλία και την Γερμανία. Σύμφωνα με τον Αρτέμη η ιδέα του ήρθε όταν μελετούσε τους Γερμανικούς βομβαρδισμούς του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Αφού ανέπτυξε συστήματα τηλεχειρισμού άρχισε το 1933 να εργάζεται στο Πολεμικό Ναυτικό με κρατική υποστήριξη. Τα πρωτότυπα δοκιμάσθηκαν με επιτυχία στην Σαλαμίνα το καλοκαίρι του 1938. Έκτοτε αγνοείτε η τύχη τους. Ο ίδιος έλεγε ότι δοθήκανε σε “ξένη δύναμη” και αρνήθηκε οποιαδήποτε περαιτέρω ανάπτυξη των ιδεών του.
Στην φωτογραφία επάνω βλέπεται την άδεια του Αρτέμη για την είσοδο του στο Α.Ζ. Φλεβών, όπου επέβλεπε και κατηύθυνε τα πειράματα. Αργότερα τον δίκασαν για “κατασκοπεία” επειδή έμπαινε στην απαγορευμένη ζώνη!!!
Σε συνέντευξή του [17] ο γιός του Αννίβας Αρτέμης (δημιουργός του θρυλικού Hannibal, βλέπε παρακάτω) σημείωνε για τον αείμνηστο πατέρα του:
‘’…Έκανε λοιπόν κάποια διαβήματα στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας και δημιουργήθηκε μια επιτροπή από καθηγητές του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου. Ο Χόνδρος ήταν ένας από τους καθηγητές Φυσικής του Πανεπιστημίου που συμμετείχε σ’ εκείνη την επιτροπή.
Όταν τα μέλη της επιτροπής διαπίστωσαν ότι τα σχέδια του πατέρα μου και η θεωρία έστεκαν, μας παραχώρησαν ένα σπίτι στην παραλία της Βούλας δίπλα στο ΠΙΚΠΑ και αποφασίστηκε να ξεκινήσει η κατασκευή της βολίδας στον ναύσταθμο της Σαλαμίνας.Το ζητούμενο ήταν να δοθεί στο βλήμα η δυνατότητα να αλλάζει κατεύθυνση, γιατί η προώθηση ήταν γνωστή και σχετικώς εύκολη υπόθεση. Η αλλαγή της κατεύθυνσης του βλήματος, σύμφωνα με τα σχέδια του πατέρα μου, μπορούσε να επιτευχθεί με ακτινοβολίες, ορατές και μη. Το πείραμα πέτυχε και τότε ήταν που έπεσαν τα μεγάλα “λαβράκια”. Οι κλειδαριές του εργαστηρίου βρέθηκαν κάποια μέρα σπασμένες! Ήταν προφανές ότι κάποιοι προσπάθησαν να κλέψουν τα σχέδια και την ιδέα κατασκευής! Υπήρχαν όμως μυστικά και ο πατέρας μου αποσυναρμολογούσε το κατασκεύασμα κάθε βράδυ προτού φύγει απ’ το εργαστήριο. Οπότε, κάποιος που δεν γνώριζε καλά καλά ούτε τι είναι ραδιόφωνο, πώς να το συναρμολογήσει και να κατανοήσει τον τρόπο λειτουργίας του; Τελικώς κατηγορήθηκε ο πατέρας μου και θέλησαν να τον περάσουν στρατοδικείο! Η μητέρα μου όμως, της οποίας η οικογένεια διατηρούσε φιλικές σχέσεις με την βασιλική αυλή, μεσολάβησε και τον απήλλαξαν.
Θυμάμαι, γύρω στα 1938 πρέπει να ήταν, είχαμε πάει σινεμά στο “Μαϊάμι” της Γλυφάδας, μαζί με τους γονείς μου. Όταν επιστρέψαμε, βρήκαμε το σπίτι άνω κάτω! Κάποιοι έψαχναν προφανώς να βρουν σχέδια! Αυτή η ιστορία με το τηλεκατευθυνόμενο βλήμα έληξε τελικώς κακοίν κακώς, μεσολάβησε στη συνέχεια ο πόλεμος του ’40 και παρ’ όλο που ο πατέρας μου έζησε είκοσι χρόνια στο εξωτερικό, τον έντυσαν στρατιώτη και θέλησαν να τον στείλουν, σαράντα ετών άνθρωπο, στην πρώτη γραμμή! Σαράντα ετών με έξι παιδιά, και σήμερα ακόμη, δεν πας στην πρώτη γραμμή! Προσπαθούσαν όμως να τον στριμώξουν με κάθε τρόπο!’’
Μεταπολεμικά το 1950 έφτιαξε μια βιοτεχνία στην Χαλκίδα και έφτιαχνε ένα χρώμα – primer για καράβια. Αυτό μπορούσε να κατασκευασθεί με υλικά που υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα. Ήταν το τέλειο χρώμα -primer γιατί το περνούσες μόνο μια φορά και για την διάρκεια της ζωής του πλοίου δεν χρειαζόταν άλλο βάψιμο και το κυριότερο δεν έπιανε φύκια και στρείδια που μειώνουν την ταχύτητα και είναι το μόνιμο πρόβλημα των πλοίων. Φυσικά δεν θα τον αφήνανε, έτσι τον κατέστρεψε κάποια εθνική μας τράπεζα. (σημ. δηλαδή η Εθνική Τράπεζα με το Νόμο 1083/1980 ή αλλιώς νόμο των πανωτοκίων με τον οποίο καταστράφηκε η ‘’ραχοκοκαλιά’’ των Ελληνικών Βιομηχανιών).
Το 1968 – ο Αννίβας Αρτέμης- γιός και ένα εκ των έξι τέκνων του εφευρέτη Ευάγγελου Αρτέμη φτιάχνει το σκάφος Hannibal με το τελειότερο υδροδυναμικό σχήμα στον πλανήτη. Φτιάχνονται κάπου 5 δοκιμαστικές τορπιλάκατοι με κόντρα πλακέ θαλάσσης μήκους 25 μέτρων. Είχαν Γερμανική μηχανή που ήταν τοποθετημένη κάτω από το επίπεδο της θάλασσας. Επίσης δεν είχαν τορπίλες, αλλά 4 ΠΑΟ (πυροβόλα άνευ οπισθοδρομήσεως) των 105 mm, προσέξτε Ελληνικής κατασκευής, με την βοήθεια της ΧΡΩ.ΠΕΙ. Το σκάφος ήταν STEALTH δηλαδή αόρατο στα ραντάρ. Έπλεε με 60 μίλια σε φουρτούνα και έβαλε με τα ΠΑΟ με ηλεκτρομηχανικό σύστημα σταθεροποιήσεως.
Επειδή κατάλαβε ότι θα το πουλούσαν και αυτό, δεν έδωσε τα σχέδια. Υπολόγιζε ότι με 25 -50 τέτοια σκάφη (κωμικού κόστους για το δημόσιο), αν τολμούσε να περάσει ο Τουρκικός στόλος σε λίγη ώρα ολόκληρος θα ήταν στον βυθό, ή και όποιος άλλος στόλος ! Θυμηθείτε stealth, 60 μίλια με φουρτούνα και αρκετές βολές ΠΑΟ το λεπτό, σε λίγα λεπτά οι επίδοξοι εισβολείς, θα κάνανε παρέα στα σφουγγάρια…
Ένας τύπος του θρυλικού Hannibal εν πτήσει [18].
Σημείωση 3: Στην ΕΛΒΥΝ [19] εργάστηκε ο Σ. Σοφιανόπουλος μετά την παραίτησή του από την ΧΡΩ.ΠΕΙ. όταν η Εθνική Τράπεζα μέσω του επαίσχυντου Νόμου 1083/1980 πήρε τον έλεγχο της [20], έως ότου την οδηγήσει στην χρεοκοπία και στο οριστικό κλείσιμο.
Το κράτος της Συρίας προέβη σε μια τεράστια παραγγελία ειδικού τύπου ορυκτελαίων προς την ΕΛΒΥΝ. Οι Σύριοι είχαν τεράστιο πρόβλημα με τα λάδια που χρησιμοποιούσαν στα ρωσικά άρματά μάχης τους με αποτέλεσμα λόγω της υψηλής θερμοκρασίας το καλοκαίρι και των χαμηλών τον χειμώνα να ακινητοποιούνται. Στάλθηκαν από την ΕΛΒΥΝ δυο βαρέλια λιπαντικά τα οποία και δοκιμάστηκαν εξαντλητικά. Τα αποτελέσματα ήταν καλύτερα των αναμενόμενων και η Συρία παρήγγειλε μια τεράστια ποσότητα για όλα τα άρματά του στρατού της.
Ωστόσο, η Εθνική Τράπεζα, σε συνεννόηση προφανώς με το κυβερνητικό πολιτικό κατεστημένο, αρνήθηκε να δώσει την σχετική πίστωση και όταν βρέθηκε λύση και σε αυτό από την ΕΛΒΥΝ και τον Σ. Σοφιανόπουλο δημιούργησε πρόβλημα στην μεταβίβαση του ποσού. Οπότε η όλη προσπάθεια ναυάγησε. Ο αναγνώστης ας βγάλει μόνος του τα συμπεράσματά του.
Για την Ενωμένη Ρωμηοσύνη,
Αντώνης Καλόγηρος
Εκπαιδευτικός-οικονομολόγος
[1] Ας θυμηθούμε το αντιαεροπορικό σύστημα ‘’Άρτεμις’’ του Γ.Γκιόλβα (ενδεικτικά δείτε εδώ, εδώ κι εδώ), το εκατοστομετρικό ραντάρ του Καθηγητή του Ε.Μ.Π. Παύλου Σαντορίνη (ενδεικτικά δείτε εδώ κι εδώ) και τόσα άλλα.
[2] Η επιστολή περιέχεται στο βιβλίο: ‘’Ντοκουμέντα, τόμος 2ος’’, Σωτήρης Σοφιανόπουλος, Μάιος 2007.
[3] Σχετικά με τον σύγχρονο πατέρα του πολιτικού Σιωνισμού Theodor Hertzel (Benjamin Ze’ev Herzl), (2.5.1860–3.7.1904) βλέπε εδώ και συνοπτικά στα Ελληνικά εδώ.
[4] Βλέπε σχετικά τεχνικά χαρακτηριστικά http://guns.wikia.com/wiki/Chropi_rifle
[5] Σχετικά με το Ελληνικό Πυριτιδοποιείο και Καλυκοποιείο βλέπε εδώ.
[6] Βλέπε το σχετικό βίντεο με την συνέντευξη του Σωτήρη Σοφιανόπουλου https://www.youtube.com/watch?time_continue=6&v=On35Ob2civc (Εστιάζουμε στα λεγόμενα του Σ.Σ. αδιαφορώντας για τον παρουσιαστή και την εμπλοκή του με την πολιτική).
[7] Το βιογραφικό του κ.Λάκη Ψημολοφίτη μπορείτε να δείτε εδώ
[8] Ένα άρθρο σχετικά με την έξοδο του από την ζωή δείτε εδώ.
[9] Δείτε κάποια επιπλέον στοιχεία για το υποπολυβόλο GP-10 της ΧΡΩ.ΠΕΙ. εδώ.
[10] Σχετικά με τον Βέρνερ Φον Μπράουν βλέπε εδώ κι εδώ.
[11] Η VIOHALCO έχει έδρα πλέον τις Βρυξέλλες όπου συστήθηκε μια Βελγική εταιρεία η οποία και απορρόφησε την μητρική ΒΙΟΧΑΛΚΟ και τις λοιπές εταιρείες τις οποίες έλεγχε, βλέπε εδώ και εδώ.
[12] Ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει τις εκπομπές-συνεντεύξεις του Σωτήρη Σοφιανόπουλου με τον έγκριτο δημοσιογράφο κο Κ.Χούντα στο youtube. Ενδεικτικά –για διάφορα θέματα- βλέπε εδώ.
[13] Για το πυροβόλο όπλο της ΠΥΡ.ΚΑΛ. μελέτησε https://en.wikipedia.org/wiki/EPK_(Pyrkal)_machine_gun
[14] Σχετικά με τα Πυροβόλα άνευ Οπισθοδρομήσεως βλέπε http://www.ellinikos-stratos.com/stratos/atopla_3.asp
[15] Για τον Σωκράτη Μαλκότση και την θρυλική εταιρεία του κατασκευής πετρελαιομηχανών, τρακτέρ κλπ βλέπε εδώ.
[16] Μέρος του κειμένου καθώς και τις φώτο με τα αποκόμματα αντλήσαμε από τον παρακάτω σύνδεσμο https://greek1.blogspot.gr/2014/09/blog-post_938.html#axzz5DIa4AOvc
[17] Διαβάστε εδώ http://www.ribandsea.com/face/311-qhannibalq.html την συνέντευξη που παραχώρησε ο Αννίβας Αρτέμης για την ζωή του, τον πατέρα του και την κατασκευή του ‘’Hannibal’’.
[18] Οι σχετικές φώτο του Hannibal βρίσκονται στον ανωτέρω σύνδεσμο http://www.ribandsea.com/face/311-qhannibalq.html
[19] Περισσότερα για την Ελληνική Βιομηχανία Υπολειμμάτων Νάφθης (ΕΛ.Β.Υ.Ν.) μελετήστε εδώ http://jupiter.chem.uoa.gr/thanost/konstas/SK_112_EMP_2009.pdf
[20] Ιστορικό και λεπτομέρειες για το Νόμο 1083/1980 υπό τον τίτλο: Η αρχή του τέλους για την Ελληνική Βιομηχανία θα βρείτε στο βιβλίο: ‘’Οι ‘’Άγνωστες’’ πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδας και η πολιτική τους σημασία’’, Σωτήρης Σοφιανόπουλος, Αθήνα 2003.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Εάν η κεντρική τράπεζα επρόκειτο να επιβάλει επιτόκια σε καταθέσεις αρκετά κάτω από το μηδέν, τότε θα πραγματοποιούταν ένας τραπεζικός πανικός, καθώς οι άνθρωποι καταφεύγουν σε μετρητά που φέρουν μηδενικό επιτόκιο σε αντίθεση με τις καταθέσεις που θα φέρουν αρνητικά επιτόκια.
Εισαγωγή
Το Ινστιτούτο Adam Smith δημοσίευσε πρόσφατα την έκθεσή μου σχετικά με την πρόταση του Andy Haldane («Πόσο χαμηλά μπορείτε να πέσετε;» ) για την κατάργηση των μετρητών. Η έκθεση μου: «Killing the Cash Cow: Why Andy Haldane is Wrong on Demonetisation» είναι επικριτική. [Γνωστοποίηση: Ο Andy και εγώ είμαστε παλιοί φίλοι και τον επικρίνω με βαριά καρδιά.] Νομίζω ότι ο Andy έχει κάνει μερικές σπουδαίες συνεισφορές στη συζήτηση για την οικονομική πολιτική από την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά αυτή σχετικά με τα μετρητά δεν είναι μια από αυτές. Προχωρώντας περισσότερο, πιστεύω ότι αυτοί που υποστηρίζουν ή που είναι πρόθυμοι να ωραιοποιήσουν την κατάργηση των μετρητών, υποστηρίζουν μια εξαιρετικά κακή ιδέα.
Σε αυτή την ανάλυση, θα ήθελα να περιγράψω την κριτική μου για την πρόταση του Haldane και να την θέσω στο πλαίσιο του ευρύτερου πολέμου κατά των μετρητών (ΠκΜ).
Η πρόταση για κατάργηση των μετρητών στην Αγγλία
Ο Andy έκανε την πρότασή του σε μια ομιλία στο Portadown στη Βόρεια Ιρλανδία στις 18 Σεπτεμβρίου 2015. Ομολογώ ότι τρομοκρατήθηκα, όταν τη διάβασα, και έγραψα ένα προσχέδιο απάντησης αμέσως μετά. Για διάφορους λόγους, δεν μπόρεσα να την ολοκληρώσω μέχρι το τρέχον έτος και έτσι προέκυψε η καθυστέρηση στη δημοσίευση. Κατά την ενδιάμεση περίοδο, σημειώθηκαν περαιτέρω σημαντικές εξελίξεις, εκ των οποίων δύο ξεχωρίζουν ιδιαίτερα. Η πρώτη αφορά την έκδοση του βιβλίου του Ken Rogoff «Η κατάρα των μετρητών» τον Αύγουστο του 2016 και η δεύτερη ήταν ο ινδικός ΠκΜ (Πόλεμος κατά των Μετρητών), η πολιτική που ακολουθήθηκε απροσδόκητα από τον πρωθυπουργό Narendra Modi το Νοέμβριο του περασμένου έτους, με την οποία τα χαρτονομίσματα της υψηλότερης ονομαστικής αξίας των 500 και 1.000 rupees, που αποτελούσαν το 86% των χαρτονομισμάτων, αποσύρθηκαν σχεδόν αμέσως από την κυκλοφορία.
Ασχολήθηκα με αυτά τα γεγονότα στην αναθεωρημένη έκδοση της έκθεσής μου, αλλά επέλεξα να μην τα αναλύσω επί μακρόν, διότι η έκθεσή μου ήταν ήδη μακροσκελής και το ινδικό πείραμα βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη.
Ο Πόλεμος κατά των μετρητών δεν είναι θέμα καθαρά τεχνικό
Το πρώτο σημείο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι ο ΠκΜ δεν αφορά μόνο τεχνοκρατικά ζητήματα που σχετίζονται με τις τεχνολογίες πληρωμών: τα συστήματα ηλεκτρονικών πληρωμών είναι ήδη συνηθισμένα και εξαπλώνονται. Όσον αφορά τα μετρητά εναντίον του ψηφιακού χρήματος, μερικές φορές τα μετρητά είναι καλύτερα (π.χ. για μικρές ανώνυμες συναλλαγές) και άλλες φορές το ηλεκτρονικό χρήμα (π.χ. όταν τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν την τεχνολογία και η ανωνυμία δεν είναι πρόβλημα). Αντ’ αυτού, το βασικό ζήτημα στον ΠκΜ είναι, αν οι άνθρωποι πρέπει να υποχρεωθούν στο να μην χρησιμοποιούν τα μετρητά, και αυτό το ζήτημα έχει μεγάλη σημασία.
Με λίγα λόγια, το επιχείρημά μου είναι ότι η κατάργηση των μετρητών απειλεί να προκαλέσει εκτεταμένες οικονομικές ζημίες – για παράδειγμα, απλά ας δούμε τι συμβαίνει στην Ινδία – και να έχει ολέθριες επιπτώσεις σε πολλούς από τους πιο ευάλωτους ανθρώπους στην κοινωνία μας. Απειλεί επίσης να καταστρέψει ό,τι έχει απομείνει από την ιδιωτική μας ζωή και από την οικονομική μας ελευθερία: δεν θα μπορούσαμε να αγοράσουμε ούτε μία τσίχλα χωρίς να το γνωρίζει η κυβέρνηση και να δίνει την έγκρισή της.
Oι αρνητικές αντιδράσεις κατά της κατάργησης των μετρητών
Η υποστήριξη του Haldane για την κατάργηση των μετρητών δεν έλαβε τη γενικά θετική ανταπόκριση που συνήθως χαιρετίζει τις προτάσεις του. Η πρόχειρη δημοσκόπηση μου στους σχολιασμούς στο ιστολόγιο στην Financial Times αμέσως μετά δείχνει ότι περίπου 75-80% των αναγνωστών αντιτίθενται σε αυτό, μερικοί έντονα. «Είναι σχεδόν φασιστική η πρόταση. Μια ολοκληρωτική κίνηση για τον εντοπισμό και τον έλεγχο όλων των δαπανών», έγραψε ένας blogger. «Ζει σε πνευματική φούσκα. Θα θέσει σε κίνδυνο τη δημοκρατική μας ελευθερία για οικονομικούς πειραματισμούς», έγραψε ένας άλλος. Οι επικριτές του συμπεριελάμβαναν τον Andrew Sentance, πρώην μέλος της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας: «Συγγνώμη, αλλά ο Andy Haldane σε αυτή την περίπτωση προτείνει ανοησίες», ανέφερε ο Sentance στο Twitter.
Η κεντρική τράπεζα δεν επιθυμεί τα μετρητά ώστε να χειραγωγεί ανενόχλητη τα επιτόκια
Ο πυρήνας του επιχειρήματός του έχει ως εξής. Πρωταρχικός του προβληματισμός είναι το περιθώριο ελιγμών της κεντρικής τράπεζας: το πόσο εύκολα μπορεί να δράσει για τη μείωση των επιτοκίων, αν το θεωρεί αναγκαίο. Αυτό το περιθώριο ελιγμών εξαρτάται από τρεις παράγοντες. Oι πρώτοι δύο αφορούν το πραγματικό επιτόκιο και το στοχευμένο επίπεδο πληθωρισμού, ο δε ρυθμός πληθωρισμού και το πραγματικό επιτόκιο καθορίζουν μαζί το ονομαστικό επιτόκιο. Το τρίτο είναι το Zero Lower Bound (ZLB), το χαμηλότερο επιτόκιο που μπορεί να επιτύχει η κεντρική τράπεζα χωρίς να προκαλέσει ευρεία μετακίνηση από καταθέσεις όψεως σε μετρητά (Βank Run/τραπεζικός πανικός), και στην πράξη αυτό το «ZLB» θα είναι μια σφήνα κάτω από το 0%.
Το πρόβλημα στο οποίο εστιάζει είναι ότι οι μακροπρόθεσμες μειώσεις των πραγματικών επιτοκίων – λόγω παραγόντων που είναι εκτός ελέγχου της Τράπεζας της Αγγλίας – έχουν μειώσει αυτό το περιθώριο ελιγμών και αναζητεί μέσα για να το ανακτήσει. Μεταξύ των επιλογών που σκέφτεται είναι η κατάργηση των μετρητών σε περίπτωση που η κεντρική τράπεζα θα ήθελε να εφαρμόσει μια Πολιτική Αρνητικού Επιτοκίου (NIRP). Χωρίς μετρητά, δεν υπάρχει πλέον ένα ZLB για να εμποδίσει την είσοδο της κεντρικής τράπεζας σε περιοχή αρνητικού επιτοκίου.
Για να είμαι δίκαιος, δεν λέει στην πραγματικότητα ότι θέλει αρνητικά επιτόκια ή ότι θέλει να καταργήσει τα μετρητά. Αντ’ αυτού, δίνει μια τεχνοκρατική οπτική στην οποία θεωρεί αυτές τις επιλογές ως εναλλακτικές λύσεις που πρέπει να εξεταστούν μαζί με πιο συμβατικές επιλογές, όπως π.χ. η αύξηση του επιπέδου πληθωρισμού. Αλλά για μένα, ανησυχητικό είναι ότι είναι διατεθειμένος ακόμη και να θέσει αυτές τις επιλογές στο τραπέζι σαν το NIRP και η απαγόρευση μετρητών να ήταν απλά πειράματα που δεν συνεπάγονταν μια σειρά σημαντικών οικονομικών, κοινωνικών και άλλων επιπλοκών. Είναι αυτά τα προβλήματα στα οποία επικεντρώνομαι στην έκθεσή μου.
Γιατί η Πολιτική αρνητικών επιτοκίων είναι λάθος
Επιτρέψτε μου να προτείνω κάποιες παρατηρήσεις σχετικά με το NIRP. Ένα πρόβλημα είναι ότι επιδιώκει να διπλασιάσει τη μη συμβατική νομισματική πολιτική – τις πολιτικές χαμηλού επιτοκίου (LIRP) και τις πολιτικές μηδενικού επιτοκίου (ZIRP) ειδικότερα. Ωστόσο, είχαμε μια σχεδόν δεκαετία τέτοιας πολιτικής και τα αποτελέσματα ήταν θλιβερά. Αντιμετωπίζοντας ένα τέτοιο ρεκόρ, θα πρότεινα ότι το φυσικό συμπέρασμα είναι ότι οι πολιτικές που προσπαθούν να επιτύχουν ρευστότητα μέσω των χαμηλότερων επιτοκίων έχουν δοκιμαστεί καταστροφικά και πρέπει να διαγραφούν ως αποτυχίες.
Ωστόσο, οι πιο ακραίοι Κεϋνσιανοί – συμπεριλαμβανομένου και του Haldane – κατάφεραν να πείσουν ότι το πρόβλημα δεν είναι ότι οι πολιτικές επιτοκίων τους είναι ανυπόστατες, αλλά ότι δεν έχουν δοκιμαστεί σε μια αρκετά φιλόδοξη κλίμακα: πρώτα μας διαβεβαίωσαν με βεβαιότητα ότι χρειαζόμασταν LIRP. Όταν αυτό απέτυχε, μας διαβεβαίωσαν ότι χρειαζόμασταν το ZIRP και τώρα που το ZIRP απέτυχε, μας βεβαιώνουν με βεβαιότητα ότι πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά το NIRP.
Με την ίδια λογική, αυτοί που υποστηρίζουν ότι ο κεντρικός σχεδιασμός απέτυχε είναι λανθασμένοι. O κεντρικός σχεδιασμός φαίνεται να έχει αποτύχει μόνο επειδή δεν έχει δοκιμαστεί με αρκετό ενθουσιασμό. Προσωπικά, δεν είμαι πεπεισμένος. Res ipse locquitur , όπως λένε οι δικηγόροι: το ίδιο το πράγμα μιλάει για τον εαυτό του.
Τα αρνητικά επιτόκια είναι αφύσικα
Ένα άλλο πρόβλημα με το NIRP είναι ότι τα αρνητικά επιτόκια είναι αφύσικα. Όπως εξηγεί κάθε αξιοπρεπές εγχειρίδιο οικονομικών, η οικονομική θεωρία υποδηλώνει ότι τα επιτόκια θα πρέπει να είναι θετικά για δύο διαφορετικούς λόγους. Το πρώτο αφορά την προτίμηση χρόνου – την προτίμησή μας να καταναλώνουμε τώρα και όχι αργότερα, γεγονός που οδηγεί σε θετικό επιτόκιο ως αντιστάθμιση για την αναβολή της κατανάλωσης. Ο φίλος μου Alasdair Macleod το λέει ωραία στο σημείο εδώ:
«Το NIRP είναι μια παράδοξη ιδέα. Παραβιάζει τους νόμους της χρονικής προτίμησης, ορίζοντας δικτατορικά ότι τα μετρητά αξίζουν λιγότερο από την πίστωση».
Ο δεύτερος αφορά την παραγωγικότητα του κεφαλαίου ως αποζημίωση για τον κίνδυνο αθέτησης: θα σας δανείσω για να μπορέσετε να προχωρήσετε με το επενδυτικό σας έργο, αλλά μόνο εάν μου προσφέρετε κάποιο κίνητρο για να το πράξω, π.χ. θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει ένα πρόσθετο ασφάλιστρο για να με αποζημιώσει για τον κίνδυνο του ότι θα μπορούσατε να χρεοκοπήσετε. Ως εκ τούτου, το NIRP περιγράφεται καλύτερα ως πολιτική εντελώς περίεργων επιτοκίων ή TWIRP.
Πόσο χαμηλά μπορούν να πέσουν τα επιτόκια;
Ο Bagehot έγραψε κάποτε ότι «ο John Bull μπορεί να ανεχθεί πολλά πράγματα, αλλά δεν μπορεί να αντέξει το 2%». Με αυτό εννοούσε ότι ο John Bull δεν μπορούσε να αντέξει ένα επιτόκιο τόσο χαμηλό όσο 2%, πόσο μάλλον ένα αρνητικό επιτόκιο. Στην πραγματικότητα, για 315 χρόνια πριν από το 2009, το επιτόκιο δεν ήταν ποτέ χαμηλότερο από το 2%.
Στην πραγματικότητα, τα πρόσφατα επιτόκια ήταν χαμηλότερα από οποιαδήποτε στιγμή κατά τα τελευταία 5.000 χρόνια. Προτείνω ότι τα γεγονότα αυτά μας λένε κάτι: επιβεβαιώνουν ότι τα αρνητικά επιτόκια είναι αφύσικα και υποδηλώνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παίζουν με τη φωτιά, όταν προσπαθούν να μετατρέψουν τα επιτόκια σε αρνητικά. Σε κάθε περίπτωση, για εκείνους που τάσσονται υπέρ των αρνητικών επιτοκίων, τότε παρακαλώ πείτε μου: γιατί δεν είχαμε ποτέ αρνητικά επιτόκια για 5 χιλιετίες από τον Hammurabi, αλλά τα χρειαζόμαστε τώρα; Δεν βλέπω πώς ο κόσμος άλλαξε ξαφνικά ή γιατί κάτι που θεωρούταν ανεύθυνο πριν από την κρίση πρέπει τώρα να θεωρηθεί απαραίτητο. Πράγματι, αναρωτιέμαι πώς ο Haldane θα απαντούσε στη δική του ερώτηση: πόσο χαμηλά μπορείς να πέσεις; Καθώς τα επιτόκια ενδέχεται να κινηθούν σε αρνητικό έδαφος, πώς θα ξέρετε πού να σταματήσετε;
Τα προβλήματα με τα αρνητικά επιτόκια
Τρέμω στη σκέψη για τις ακούσιες συνέπειες ενός τέτοιου ταξιδιού σε άγνωστα νομισματικά μονοπάτια, καθώς δεν γνωρίζουμε σε ποια στιγμή κατά αυτή τη διαδικασία – καθώς τα επιτόκια μειώνονται συνεχώς – η εξοικονόμηση θα σταματούσε, οι επενδύσεις θα σταματούσαν, η συσσώρευση κεφαλαίου θα σταματούσε, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, που βασίζεται στα θετικά επιτόκια, θα κατέρρεε. Η αντίφαση μεταξύ της θετικής χρονικής προτίμησης και της απόδοσης του κεφαλαίου, αφενός, και των ολοένα και πιο αρνητικών επιτοκίων, αφετέρου, θα κατακερμάτιζε την οικονομία με τρόπους που μόλις αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε. Και πάλι, πόσο χαμηλά μπορείς να πέσεις; Δεν έχουμε ιδέα, αλλά ας το δοκιμάσουμε.
Ίσως να νομίζετε ότι αυτό είναι αρκετά άσχημο, αλλά υπάρχουν και άλλα προβλήματα. Ας υποθέσουμε ότι το NIRP θα μπορούσε να εφαρμοστεί και η κεντρική τράπεζα είχε επιλέξει το «σωστό» αρνητικό επιτόκιο – ας πούμε μείον 5 τοις εκατό χάριν συζήτησης. Στη συνέχεια, θα έχουμε μια σταθερή κατάσταση στην οποία οι τραπεζικές καταθέσεις φορολογούνται με συντελεστή 5% ετησίως, οπότε κατά προσέγγιση η προσφορά χρήματος θα μειωνόταν περίπου στο ίδιο ποσοστό. Επομένως, το NIRP θα περιλάμβανε φόρο επί των καταθέσεων και πτώση της προσφοράς χρήματος. Άρα για τι ένεση ρευστότητας μιλάμε; Πότε είναι η φορολογία ένεση ρευστότητας; Οι υποστηρικτές των αρνητικών επιτοκίων δεν το έχουν σκεφτεί διεξοδικά.
Η εφαρμογή είναι επίσης ένα μεγάλο πρόβλημα. Εάν η κεντρική τράπεζα επρόκειτο να επιβάλει επιτόκια σε καταθέσεις αρκετά κάτω από το μηδέν, τότε θα πραγματοποιούταν ένας τραπεζικός πανικός καθώς οι άνθρωποι θα προτιμήσουν τα μετρητά που φέρουν μηδενικό επιτόκιο σε αντίθεση με τις καταθέσεις που θα φέρουν αρνητικά επιτόκια. πέραν του ότι αυτή η μετακίνηση προς τα μετρητά θα προκαλούσε σημαντικά προβλήματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, θα σταματούσε επίσης την πολιτική αρνητικών επιτοκίων από τη ρίζα της.
Καταργώντας τα μετρητά
Φτάνουμε λοιπόν στην λύση του Haldane σε αυτό το τελευταίο πρόβλημα: να καταργήσουμε τα μετρητά. Δεν θα υποθέσω ότι μπορώ να περιγράψω όλες τις αρνητικές επιπτώσεις της κατάργησης των μετρητών, αλλά μερικές είναι προφανείς. Υπάρχουν πολλές συναλλαγές για τις οποίες τα μετρητά είναι το ιδανικό μέσο πληρωμής και δεν χρησιμοποιείται το μετρητό χωρίς λόγο για το 85% των παγκόσμιων συναλλαγών. Τα μετρητά είναι ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος πραγματοποίησης μικρών συναλλαγών. Είναι απλά και εύκολα στη χρήση. οι συναλλαγές σε μετρητά είναι άμεσες και ευέλικτες. Τα μετρητά είναι εξαιρετικά ανώνυμα και παραδοσιακά, η ανωνυμία των μετρητών θεωρήθηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα οφέλη τους.
Τα μετρητά δεν χρειάζονται κωδικό πρόσβασης και, σε αντίθεση με έναν τραπεζικό λογαριασμό, δεν μπορούν να χακαριστούν, ότι καλύτερο όσον αφορά την άμυνα ενάντια στην παραποίηση/ απομίμηση (σκεφτείτε το δολάριο του Καναδά, όχι το Δολάριο ΗΠΑ!). Καθιστά επίσης πιο δύσκολη τη φθορά από πολλά ψηφιακά νομίσματα. Και η χρησιμότητα των μετρητών δεν εξαρτάται από την τεχνολογία που μπορεί να καταρρεύσει.
Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε βιώσει καταστάσεις όπου είχαμε δυσκολία να πληρώσουμε έναν λογαριασμό σε εστιατόριο ή βενζινάδικο εξαιτίας κάποιας αποτυχίας του συστήματος από τον πάροχο χρεωστικών καρτών ή πιστωτικών καρτών μας και στη συνέχεια έπρεπε να καταφύγουμε σε μετρητά για να λύσουμε το πρόβλημα. Καλή τύχη στην προσπάθεια να λύσετε τέτοια προβλήματα, όταν η κυβέρνηση δεν θα σας επιτρέψει να χρησιμοποιήσετε καθόλου μετρητά. Αυτά είναι σημαντικά οφέλη που θα εξαλειφθούν εάν καταργηθούν τα μετρητά.
Οι ευάλωτες ομάδες τίθενται σε κίνδυνο
Θα πρέπει επίσης να εξετάσουμε τον αντίκτυπο που θα είχε η απαγόρευση μετρητών στις ευάλωτες ομάδες. Για να δουλέψει όπως έχει σχεδιαστεί, ο καθένας θα πρέπει να έχει την ψηφιακή τεχνολογία και να είναι σε θέση να τη λειτουργήσει. Λοιπόν, πολλοί άνθρωποι δεν διαθέτουν αυτή την τεχνολογία και υπάρχουν πολλοί περισσότεροι που θα δυσκολεύονταν να εργαστούν μαζί της ή / και θα γίνονταν πολύ ευάλωτοι εάν αναγκάζονταν να εξαρτηθούν από αυτήν.
Εξετάστε τους άπορους, που εξαρτώνται για την επιβίωσή τους από δωρεές σε μετρητά από τους περαστικούς. Η ίδια η ύπαρξή τους εξαρτάται από τα μετρητά και δεν μπορεί ευλόγως να αναμένεται ότι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν εύκολα να μεταβούν σε μια οικονομία χωρίς μετρητά: πολλοί δεν έχουν κινητά τηλέφωνα και δεν θα ξέρουν πώς να τα χρησιμοποιούν εάν τα είχαν. Και, περιττό να αναφέρουμε, η απαγόρευση μετρητών θα προκαλούσε μεγάλα προβλήματα για τους ηλικιωμένους.
Όσοι από εμάς που είμαστε μιας συγκεκριμένης ηλικίας στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία, θυμόμαστε πάρα πολύ καλά τις δυσκολίες που επέβαλε η ψηφιοποίηση στους παππούδες μας. Δεν μου άρεσε ούτε εμένα το ψηφιακό νόμισμα – τα παλιά νομίσματα ήταν υπέροχα – αλλά θα μπορούσα εύκολα να προσαρμοστώ. Η γιαγιά μου όμως είχε τρομερές δυσκολίες και ποτέ δεν το συνήθισε. Η απαγόρευση μετρητών θα προκαλούσε παρόμοια προβλήματα για τους ηλικιωμένους και ίσως και χειρότερα.
Η άποψή μου είναι ότι είναι παράλογο να περιμένουμε σημαντικά τμήματα της κοινωνίας μας – τα πιο ευάλωτα τμήματα, ειδικά – να είναι σε θέση να προσαρμοστούν στην κατάργηση των μετρητών. Πράγματι, νομίζω ότι μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι ένας μεγάλος αριθμός αυτών των ανθρώπων – οι άποροι, οι άρρωστοι και οι ηλικιωμένοι – δεν θα ήταν τόσο αποδυναμωμένοι αλλά θα καταστρέφονταν από την κατάργηση των μετρητών. Από αυτή την άποψη, η πρόταση για την κατάργηση των μετρητών είναι απλά απάνθρωπη: είναι δύσκολο να φανταστούμε κάθε άλλο οικονομικό μέτρο που θα μπορούσε να προκαλέσει τόσο ανθρώπινο πόνο.
Καλές προθέσεις με χειρότερες συνέπειες
Φυσικά, δεν ισχυρίζομαι διόλου ότι οποιοσδήποτε από τους υποστηρικτές της κατάργησης των μετρητών προτίθεται να επιφέρει τέτοιες συνέπειες. Ισχυρίζομαι ότι δεν έχουν ιδέα ποιες θα είναι οι συνέπειες των προτάσεών τους. Δεν είναι μόνο αυτές οι ομάδες που θα επηρεαστούν αρνητικά, αλλά όσοι δεν έχουν τραπεζικό λογαριασμό και πιθανώς οποιοσδήποτε με ένα μη συμβατικό ψηφιακό προφίλ που δεν σημειώνει όλα τα πλαίσια. Όπως γράφει ο Brett Scott:
«Έτσι, καλή τύχη για εσάς, αν εμφανίζεστε σποραδικά στα επίσημα βιβλία του κράτους, εάν είστε αγροτικός μετανάστης χωρίς καταγεγραμμένη ημερομηνία γέννησης, αναγνωρίσιμους γονείς ή έναν αριθμό ταυτότητας. Λυπούμαστε, αν δεν διαθέτετε δείκτες σταθερότητας, αν είστε φυγάς ταξιδιώτης χωρίς μόνιμη διεύθυνση, αριθμό τηλεφώνου ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Συγνώμη, αν δεν έχετε κανένα αποδεικτικό πάνω σας, αν είστε ένας άτυπος οικονομικός καταφερτζής χωρίς περιουσιακά στοιχεία και χαμηλό, ασταθές εισόδημα. Συλλυπητήρια, εάν δεν έχετε επίσημα έγγραφα έγκρισης από αρχές, όπως πιστοποιητικά πανεπιστημίου ή αρχεία απασχόλησης σε μια επίσημη εταιρεία. Αντίο, αν έχετε φτωχή ποιότητα συναλλαγών με αναγνωρισμένα ιδρύματα, όπως ένα ποινικό μητρώο ή αρχείο αθετημένων πληρωμών».
Αυτό δεν είναι μικρό πρόβλημα. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι υπάρχουν δύο δισεκατομμύρια ενήλικοι χωρίς τραπεζικούς λογαριασμούς και ακόμη και εκείνοι που έχουν, εξακολουθούν να βασίζονται συχνά στην ανεπίσημη ευελιξία των μετρητών για καθημερινές συναλλαγές. Αυτοί είναι άνθρωποι που φέρουν ανεξίτηλους δείκτες ότι είναι ασυμβίβαστοι με τον επίσημο θεσμικό χώρο. Συχνά είναι πολύ ασύμφορο για τις τράπεζες να δικαιολογούν τη δαπάνη για τη δημιουργία λογαριασμών γι’ αυτούς. Αυτή είναι η σκιώδης οικονομία, αόρατη στα συστήματά μας.
Η σκιώδης οικονομία δεν είναι μόνο «φτωχοί» άνθρωποι. Είναι πιθανώς οποιοσδήποτε δεν έχει εσωτερικεύσει το κρατικό-κορπορατικό αφήγημα περί κανονικότητας, και όποιος αναζητά έναν τρόπο ζωής έξω από τα κατεστημένα. Το μέλλον που παρουσιάζεται από τους αυτο-αποκαλούμενους γκουρού της καινοτομίας δεν έχει περιθώρια για ευέλικτους, απρόβλεπτους ή αόρατους ανθρώπους.
Πόλεμος κατά των μετρητών και ιδιωτική ζωή
Στη συνέχεια, η έκθεσή μου αναλύει τις συνέπειες του ΠκΜ για την ιδιωτική ζωή και την πολιτική ελευθερία και τελειώνει με κάποιες διαμαρτυρίες σχετικά με τη μετατροπή της κεντρικής τράπεζας από το να είναι ο συνετός θεματοφύλακας του χρηματοπιστωτικού συστήματος στον πιο απερίσκεπτο κίνδυνο από όλους: η μοναδική κεντρική θέση της εκθέτει ολόκληρο το σύστημα στις συνέπειες τυχόν λαθών που κάνει με τρόπο που κανένας άλλος θεσμός δεν μπορεί να το πράξει. <
Τα μετρητά τα χρησιμοποιούν κακοποιοί, και;
Μια πτυχή του ΠκΜ που αναφέρεται, αλλά δεν αναπτύσσεται στην εργασία του Haldane είναι το επιχείρημα ότι τα μετρητά πρέπει να καταργηθούν επειδή οι κακοποιοί τα χρησιμοποιούν. Αυτό το επιχείρημα είναι στην πραγματικότητα ο κεντρικός πυλώνας της υπόθεσης του Rogoff για την κατάργηση των μετρητών. Το βιβλίο του Rogoff έχει καταρριφθεί σε μια σειρά από κριτικές από τους ανθρώπους που σέβομαι – τον Martin Armstrong, τον Peter Diekmeyer, τον Doug French, τον David Gordon, τον Jim Grant, τον Dan Joppich, τον Norbert Michel και τον Tim Worstall – αλλά επιτρέψτε μου να προσθέσω μερικά δικά μου σχόλια:
Το πρώτο είναι ο προφανής παραλογισμός οποιουδήποτε επιχειρήματος, σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει να απαγορευθεί κάποια ευκολία απλώς και μόνο επειδή οι κακοποιοί την χρησιμοποιούν. Λοιπόν, κακοί άνθρωποι χρησιμοποιούν συνδετήρες και πεζοδρόμια, οπότε γιατί να μην ξεφορτωθούμε και αυτά; Αν το σκεφτούμε καλύτερα, οι κακοί κάνουν πολύ χρήση των δικηγόρων υπεράσπισης, οπότε πρέπει να τους ξεφορτωθούμε και αυτούς. Μπορείτε να δείτε πού το πηγαίνω. Με αυτή τη λογική, θα πρέπει να απαγορεύουμε όλες τις ανέσεις και υπηρεσίες και να καταστρέψουμε ολόκληρο τον πολιτισμό μας κατά τη διαδικασία, μόνο και μόνο επειδή μοχθηροί τύποι επωφελούνται από αυτές. Ναι, οι κακοί τις χρησιμοποιούν, αλλά όλοι μας επωφελούμαστε επίσης. Και αν πραγματικά πρέπει να πειστούμε για κάτι τέτοιο, τη νοοτροπία της κατάργησης, τότε έχω μια πολύ απλούστερη λύση που θα λύσει το πρόβλημα στη ρίζα του: ας καταργήσουμε απλώς τους κακούς και αφήσουμε τους υπόλοιπους να ζήσουν ειρηνικά.
Το δεύτερο είναι ότι το επιχείρημα των «κακών ανθρώπων» δεν λαμβάνει υπόψη ότι οι κακοί δεν χρησιμοποιούν μόνο τα μετρητά για να διεκπεραιώσουν ή να χρηματοδοτήσουν τις φρικτές τους δραστηριότητες. Στην πραγματικότητα, τα μετρητά δεν είναι καν η νούμερο ένα επιλογή τους. Στην πιάτσα μαθαίνω (έτσι πιστεύω) ότι οι έξυπνοι κακοποιοί δεν χρειάζεται καν να χρησιμοποιήσουν μετρητά: τα δελτία δώρων του Amazon είναι πολύ καλύτερα. Πιο σοβαρά, η αξιολόγηση κινδύνου από το Ηνωμένο Βασίλειο για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας τον Οκτώβριο του 2015 κατέταξε το μετρητά ως τον τρίτο μεγαλύτερο παράγοντα κινδύνου λίγο πριν από τους παρόχους νομικών υπηρεσιών. Στη δεύτερη θέση ήταν οι πάροχοι λογιστικών υπηρεσιών και ο πρώτος παράγοντας κινδύνου ήταν οι τράπεζες.
Έτσι, η κατάργηση των μετρητών θα αντιμετώπιζε τον τρίτο σε κατάταξη παράγοντα κινδύνου, αλλά οι δύο πρώτοι παράγοντες κινδύνου θα εξακολουθούσαν να ισχύουν. Αλλά εάν είμαστε αποφασισμένοι να λύσουμε το πρόβλημα του κακού, τότε γιατί θα θέλαμε να φτάσουμε απευθείας στον παράγοντα κινδύνου στην τρίτη θέση, αλλά να προσπεράσουμε τους παράγοντες κινδύνου πρώτης και δεύτερης κατηγορίας;
Προχωρώντας περισσότερο, τόσο οι τράπεζες όσο και οι πάροχοι λογιστικών υπηρεσιών είναι ήδη σε μεγάλο βαθμό ρυθμιζόμενοι – και ιδιαίτερα στον τομέα των παράνομων συναλλαγών. Το γεγονός ότι εδώ και πολύ καιρό έχουμε θεσπίσει τέτοιους κανονισμούς και παρόλα αυτά οι τράπεζες και οι εταιρείες λογιστικής εξακολουθούν να αποτελούν τους κύριους παράγοντες κινδύνου, υποδηλώνει ότι ο κανονισμός αυτός απέτυχε καταστροφικά. Εν ολίγοις, ας μην κατηγορούμε τα μετρητά. Το κύριο πρόβλημα είναι η κανονιστική αποτυχία – φοβερή έκπληξη.
Κλείνοντας
Μου φαίνεται ότι το επόμενο σημαντικό στάδιο στην ανάπτυξη αυτής της βιβλιογραφίας θα είναι οι ισχυρές εμπειρικές μελέτες περιπτώσεων, οι οποίες θα εξηγούσαν πώς λειτουργεί στην πράξη ο ΠκΜ: πώς εφαρμόζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και γιατί, τα προβλήματα που δημιουργεί, και ιδιαίτερα τις ακούσιες συνέπειες. Οι δύο πολικές περιπτώσεις έχουν προφανές ενδιαφέρον: η Σκανδιναβία, όπου η ψηφιακή νομισματική οικονομία είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη και η χρήση μετρητών είναι περιορισμένη, και φυσικά η Ινδία, η οποία εξακολουθεί να είναι μια οικονομία βασισμένη κυρίως σε μετρητά. Στο βαθμό που μπορώ να πω, οι εμπειρίες αυτών των χωρών ικανοποιούν ευρέως τις χειρότερες ανησυχίες εκείνων που αντιτάσσονται στον ΠκΜ.
Αν αυτό το συμπέρασμα είναι σωστό και μπορούμε να περάσουμε αυτό το μήνυμα, τότε υπάρχει μια εξαιρετική ευκαιρία να μπορέσουμε να βάλουμε αυτό το συγκεκριμένο τζίνι πίσω εκεί που ανήκει, στο λυχνάρι του.
Πηγή: Ελεύθερη Αγορά , The War on Cash Is Even Worse than It Seems (δημοσιευμένο αρχικά στη σελίδα του en.irefeurope.org) του Kevin Dowd. Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής και Μιχάλης Γκουντής, ID-on't renounce my freedom
ΚΑΜΠΑΛΛΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ Μέρος Γ' – Η εξελικτική δημιουργία
Στο τρίτο μέρος της τριλογίας θα ανιχνευτεί η σχέση του φλέγοντος ζητήματος της εξελικτικής δημιουργίας με την Καμπαλλά. Όπως θα φανεί παρακάτω η θεωρία αυτή δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένα εφεύρημα των καμπαλλιστών, το οποίο έγινε αργότερα αποδεκτό και από τους Σιωνιστές για καθαρά πολιτικούς λόγους.
Σε αυτό το θέμα συνυφαίνονται τρία κεφάλαια: α) η χρονολόγηση του σύμπαντος, β) η θεωρία των προ-αδαμιαίων και γ) η εξελικτική δημιουργία.
Σ' αυτό το κεφάλαιο θα ακολουθηθεί διαφορετικός τρόπος παρουσίασης, απ' ότι στα προηγούμενα μέρη. Θα γίνει παράθεση απόσπασμάτων από τα έργα των ίδιων των καμπαλλιστών και σιωνιστών, όλοι τους Εβραίοι, οπου θα υπάρχουν και πλούσιες αναφορές στα έργα των προγενέστερων ραβίνων. Η συμβολή του γράφοντος είναι τα επεξηγηματικά σχόλια.
α. Η χρονολόγηση του σύμπαντος
Σε αυτό το κεφάλαιο τα αποσπάσματα προέρχονται από το άρθρο του Aryeh Kaplan, «The Age of the Universe», το οποίο βρίσκεται στη συλλογή των έργων του με τίτλο, «Immortality, Resurrection and the Age of the Universe», έκδοση του Yaakov Elman το 1993. O Aryeh Kaplan (1934-1983), ήταν ραββίνος στο Mason City της Iowa και , αν και ορθόδοξος Ιουδαίος, είχε πλήρη γνώση της διδασκαλίας της Καμπαλλά.
Επίσης παρατίθενται απόοσπάσματα από κείμενα του καμπαλλιστή ραβίνου του Chicago, Harav Ariel bar Tzazok, τα οποία βρίσκονται στην ιστοσελίδα του.
«Οι Σαββατικοί Κύκλοι (σ.σ. Η θεωρία των Semita, ενικός Semitot)
Η μόνη επιλογή που μας απομένει είναι να κοιτάξουμε στην κλασσική γραμματεία για την Τορά και να βρούμε αν υπάρχει κάποια συναφής αναφορά, σχετικά με την ηλικία του σύμπαντος. Είναι σημαντικό, ότι υπάρχει ένα πολύ σπουδαίο, αν και όχι τόσο γνωστό, θέμα υπό συζήτηση στο Sefer ha-Temunah, ένα αρχαίο καμπαλλιστικό έργο, το οποίο αποδίδεται στον Nehunya ben ha-Kanah, έναν ραββίνο του πρώτου αιώνα των ταναϊμ. Το έργο συζητά τις μορφές των εβραϊκών γραμμάτων και είναι η πηγή στην οποία αναφέρονται ως επι το πλείστον, πολλές γνώμες της γραμματείας της νομικής (halakha) γραμματείας. Έτσι το Sefer ha-Temunah δεν είναι κάποιο άγνωστο και ασήμαντο έργο, αλλά ένα έργο στο οποίο στηρίζοται πολλές αυθεντίες της halakha.
To Sefer ha-Teunah μιλά για τους Σαββατικούς κύκλους (shemitot). Αυτό στηρίζεται στην ταλμουδική διδασκαλία, ότι ο κόσμος θα υπάρχει για εξι χιλιάδες χρόνια και στην έβδομη χιλιετία θα καταστραφεί (Sanhedrin 97a). To Sefer ha Temunah δηλώνει ότι αυτός ο κύκλος των επτά χιλιάδων χρόνων είναι ένας Σαββατικός κύκλος. Ωστόσο, επειδή υπάρχουν επτά Σαββατικοί κύκλοι σε ένα Ιωβηλαίο, ο κόσμος είναι προορισμένος να υπάρχει για σαράντα εννέα χιλιάδες χρόνια.
Το ερώτημα που τίθεται είναι, σε ποιον Σαββατικό κύκλο βρισκόμαστε σήμερα; Μερικές αυθεντίες υποστηρίζουν ότι είμαστε στον δεύτερο Σαββατικό κύκλο. Άλλοι υποστηρίζουν ότι είμαστε στον έβδομο κύκλο. Σύμφωνα με την δεύτερη άποψη, το σύμπαν θα ήταν σαραντα δύο χιλιάδων ετών, όταν δημιουργήθηκε ο Αδαμ. Όπως θα δούμε, οι επιπτώσεις αυτού είναι πολύ σημαντικές.» (Aryeh Kaplan σ. 6)
«Σύμφωνα με το Sefer ha-Tamunah, λοιπόν, υπήρχαν άλλοι κόσμοι πριν δημιουργηθεί ο Αδαμ. Αυτοί οι κόσμοι ήταν προηγούμενων Σαββατικών κύκλων.» (ο.π. σ.7)
«Μεταξύ των προηγούμενων γενιών των καμπαλλιστών, πρίν τον Ari' zal (σ.σ. Ισαακ Λούρια 16ος αι.), για το δόγμα των Shemita είχαν γράψει σχεδόν όλοι οι καμπαλλιστές, ακόμα και ο δάσκαλος του Ari'zal, ο ραββίνος David Ibn Zimra.» (σ.σ. Εδώ ο Ariel bar Tzazok επιμένει να χρησιμοποιεί το όνομα του Λούρια για να δημιουργήσει εντυπώσεις. Ο ίδιος ο Λούρια δεν μίλησε ποτέ γι' αυτό)
«Αυτοί οι Καββαλιστές δίδαξαν ότι το δόγμα των Shemita δεν βρίσκεται μόνο στην προφορική παράδοση, αλλά πήγαν κατευθείαν στο κείμενο της Τορά για να δείξουν ότι η ιστορία του χρόνου δεν έχει ειπωθεί πλήρως στη Βίβλο.» (Ariel bar Tzazok, Pre-Adamic Civilizatios: Secrets of the kabbalistic Shemitot, p.1)
«Στη Midrash (Gen. R. 3:7) τίθεται ένα ερώτημα: με τι ήταν απασχολημένος ο Θεός, πριν από την δημιουργία αυτού του κόσμου; Η Midrash αναφέρει ότι ο Θεός ήταν απασχολημένος με το να δημιουργεί και να καταστρέφει κόσμους. Οι Καμπαλλιστές είχαν πάντα βαθειά ενόραση και κατανόηση της φύσεως αυτών των προ-αδαμιαίων κόσμων.» (ο.π.)
«Μια άλλη επίσης γνωστή μιδρασική διδασκαλία υποστηρίζει την θεωρία των Σαββατικών κύκλων. Η Midrash δηλώνει ότι ο Θεός δημιουργούσε σύμπαντα και τα κατέστρεφε. Ένα πολύ σπουδαίο κλασσικό καμπαλλίστικό κείμενο, το Ma'arekhel Elokut, δηλώνει λεπτομερώς ότι αυτό το εδάφιο αναφέρεται σε κόσμους που υπήρχαν σε προηγούμενους Σαββατικούς κύκλους, πριν τη δημιουργία του Αδαμ. Η ίδια πηγή δηλώνει λεπτομερώς ότι ημιδρασική διδασκαλία, για την ύπαρξη και άλλων χρονικών περίοδων πριν από αυτή [την δημιουργία], μιλά επίσης για τους Σαββατικούς κύκλους.» (Aryeh Kaplan σ. 7)
Παρακάτω η ανάπτυξη του θέματος φέρει ως αυθεντία τον ραββίνο Ισαάκ της Ακκο (1250-1350). Ο Ισαάκ ήταν μαθητής του Ramban ή αλλιώς Rabbi Mose ben Nahman, ενός από τις καμπαλλιστικές αυθεντίες της εποχής του. Αναφέρεται συχνά στο έργο του Rabbi Elijah de Vidas, Reshit Hokhmah. Η Ζοχάρ εκδόθηκε επί των ημερών του και ήταν από εκείνους που αποφάνθηκαν για την γνησιότητά της.
«Πριν μερικά χρόνια απόκτησα, ως μέρος ενός ερευνητικού προγράμματος, μια φωτοτυπία ενός από τα σπουδαιότερα έργα του ραββίνου Ισαάκ, του Ozar ha-Hayyim. Σε αυτό ανακάλυψα μια εντελώς νέα επεξήγηση της θεωρίας των Σαββατικών κύκλων.
Ο ραββίνος Ισαάκ γράφει ότι εφόσον οι Σαββατικοί κύκλοι υπήρχαν πριν από τον Αδάμ, η χρονολόγησή τους δεν θα πρέπει να μετράται με ανθρώπινα χρόνια, αλλά με θεϊκά χρόνια. Έτσι το Sefer ha-Temunah μιλά για θεϊκά χρόνια, όταν δηλώνει ότι το σύμπαν είναι σαράντα δυο χιλιάτων ετών. Αυτό έχει μερικές αναπάντεχες συνέπειες, διότι σύμφωνα με κάποιες μιδρασικές πηγές, μια θεϊκή ημέρα αποτελείται από χίλια γήινα έτη, οπότε ένα θεϊκό έτος ισοδυναμεί με 365,250 γήϊνα έτη.
Έτσι σύμφωνα με τον ραββίνο Ισαάκ της Άκκο, το σύμπαν έχει ηλικία 42,000Χ365,250 έτη. Αυτό φέρει ως αποτέλεσμα 15,340,500,000 έτη, ένα πολύ σημαντικό εύρημα. Από υπολογισμούς που στηρίζονται στην διαστολή του σύμπαντος και άλλες κοσμολογικές παρατηρήσεις, η σύγχρονη επιστήμη έχει συμπεράνει ότι η Μεγάλη Έκρηξη συνέβει κατά προσέγγιση 15 δισεκατομύρια χρονια πριν. Αλλά εδώ βλέπουμε το ίδιο νούμερο να δίνεται από μια πηγή της Τορά που γράφτηκε περίπου επτά αιώνες πριν» (ο.π. σ. 9)
β. Προ-Αδαμιαίοι
Όταν ο Δαρβίνος ξαμόλησε την θεωρία του για την καταγωγή των ειδών στον κόσμο, οι αθεϊστικοί κύκλοι βρήκαν τα εφόδια για να πολεμήσουν με «επιστημονικό» τρόπο τις θεϊστικές απόψεις. Οι καμπαλιστές δεν έχασαν την ψυχραιμία τους και προχώρησαν σε συμβιβασμό. Ένας από αυτούς, ο ραββίνος Yisrael Lifshitz (1760-1862, Desau και μετά στο Danzig) βρήκε τον τρόπο να συμβιβάσει τα παλαιοντολογικά ευρήματα της εποχής του (μαμούθ, δεινόσαυροι) με τις διδασκαλίες της Καμπαλλά. Στο έργο του Tiferes Yisrael, ένα σχολιαστικό κείμενο στην Μισνά και συγκεκριμένα στο 11ο κεφάλαιοτης διατριβής Sanhedrin, θεωρεί ότι το γεγονός της μη αναφοράς τη Τορά στους δεινόσαυρους οφείλεται στο ότι αυτοί υπήρξαν σε προηγούμενο Σαββατικό κύκλο. Στην συνέχεια αναφέρεται στους προ-αδαμιαίους.
Παρατίθεται απόσπασμα από το έργο του, το οποίο πάρθηκε από την αγγλική μετάφραση που βρίσκεται στο βιβλίο Challenge,Torah Views on Science and its Problems έκδοση των Aryeh Carmell & Cyril Domb, Jerusalem 2000:
«Από όλα αυτά μπορούμε να δούμε ότι όλοι οι καμπαλλιστές μας έχουν πει εδώ και πολλούς αιώνες για την τετραπλή καταστροφή και ανανέωση της γης, η οποία έχει βρει την πιο ξεκάθαρη πιθανή επιβεβαίωση στην εποχή μας....
Το πρώτο γράμμα της Τορά, με το παραδοσιακό του τετραπλό taggin κρύβει το ότι η εποχή μας είναι η τέταρτη, και το γεγονός ότι είναι ένα beth (σ.σ. Beresith), και γράφεται κεφαλαία, φανερώνει ότι η κορωνίδα της δημιουργίας, το σκεπτόμενο άτομο, τώρα κατοικεί στον κόσμο για δεύτερη φορά.
Διότι κατά την άποψή μου, οι προϊστορικοί άνθρωποι, των οποίων τα υπολλείματα ανακαλύφθηκαν στην εποχή μας, και που ζούσαν πολύ πριν τον Αδάμ, είναι οι ίδιες οι 974 προ-αδαμιαίες γενεές που αναφέρονται στο Ταλμούδ (Shabbat 88 και Hagiga 14) και ζούσαν στην αμεσως προγενέστερη από την δική μας εποχή. (σελ. 134).»
Η παραπομπή του Lifshitz είναι ολίγον ανακριβής. Πρόκεται για το Hagiga 13B, το οποίο παρατίθεται αμέσως παρακάτω:
«Διδάσκεται ότι ο ραββί Συμεών ο Ευσεβής είπε: Αυτές είναι οι εννιακόσιες και εβδομήντα τέσσερις γενεές που προόδευσαν για να δημιουργηθούν(52).
(52 - είναι σημείωση του σχολιαστή της έκδοσης)
Σύμφωνα με την ραββινική μετάφραση του Ψαλμ. 105,8, το θεϊκό σχέδιο προέβλεπε την δημιουργία χιλίων γενεών πριν να δοθεί η Τορά. Προβλέποντας την κακία τους ο Θεός παρακράτησε τις 974 γενεές και έδωσε την Τορά στις 26 γενεές από τον Αδάμ.» (πηγή εδώ)
Οι καμπαλιστές θεωρούν δηλαδή ότι αυτές οι 974 παρακρατημένες γενεές ήταν προ-αδαμιαίες. Ιστορικό ενδιαφέρον έχει το σχόλιο του μεταφραστή του Lifshitz, το οποίο δίδεται αμέσως παρακάτω:
«Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η προσέγγιση που δίνει εδώ ο Ραββί Lipschitz έχει γίνει αποδεκτή ως έγκυρα εναλλακτική από έναν από τις μεγαλύτερες αυθεντίες της Halakah του 19ου και πρώιμου 20ου αι., τον Ραββί Sholom Mordechai Schwadron του Berzhan της Πολωνίας (τον MaHaRSaM, 1835-1911). Βλ. Το έργο του Techelet Mordechai, Bereshit, (2).»
O ραββίνος Ariel bar Tzazok που αναφέρθηκε παραπάνω, γράφει στο ίδιο κείμενό του:
«Υπάρχουν κάποιοι καμπαλλιστές, όπως ο Ραββί Yehuda Fatiyah, ο οποίος στο έργο του Beit Lekhem Yehuda (2,66A) έγραψε γι' αυτά εξετάζοντας συγκεκριμένες πτυχές του δόγματος των Shemita. Ακόμα περισσότερο ο Ραββί Fatiyah, στο Minhat Yehuda (p. 222) επεκτείνεται σε ένα εδάφιο από το Ζοχάρ, το οποίο μιλά για τους προ-αδαμιαίους γονείς του Αδάμ. Δηλώνει επίσης ότι οι γονείς του Αδάμ συνουσιάστηκαν σε πνευματικό επίπεδο, ότι η μητέρα του συνέλαβε και γέννησε το σώμα του Αδάμ, το οποίο, όπως ανέφερα προηγουμένως, ήταν ολόκληρο μη-φυσικό. Από που προήλθαν οι γονείς του Αδάμ, δεν λέει ο Ραββί Fatiyah. Ωστόσο, ξεκαθαρίζει ότι ήταν υπαρκτά όντα και όχι απλά μια επωνυμία του Θεού.» (σελ. 3-4)
Και σε ένα άλλο κείμενο του το Pre-Adamic Humanity, 2013 γράφει:
«Το Ταλμουδ, Hagigah 13B, χρησιμοποιεί την μιδρασική μέθοδο για να βγάλει το συμπέρασμα από την γραφή, ότι υπήρξαν 974 γενεές της ανθρωπότητας πριν τον Αδάμ. Ένα από τα πρώιμα καμπαλιστικά έργα, το Ma'arekhet Elokut, δηλώνει ειδικότερα ότι το Ταλμούδ κάνει ξεκάθαρη αναφορά σε ανθρώπινες γενεές από προηγούμενους Σαββατικούς κύκλους.
Για κάποιο λόγο, όσο προόδευσαν, η τελευταία γενεά από αυτές τις 974 διέφθηρε τον εαυτό της και καταστράφηκε από έναν συνδυασμό του θεϊκού σχεδίου και των δικών της καταστροφικών επιλογών. Ο δικός μας Αδαμ και η βιβλική ιστορία έρχονται ως επακόλουθο της καταστροφής του.
Πράγματι, η ύστερη καμπαλλιστική γραμματεία αναφέρει ότι ο Αδάμ ήρθε στην γη από άλλη περιφέρεια (σσ. Βλέπε το δεύτερο μέρος) ή διάσταση, με συγκεκριμένο σκοπό να υπηρετήσει ως mashiah (λυτρωτής) στους προγενέστερούς του. Μεταφράζουν το Γεν 2,15 που δηλώνει ότι ο Θεός έβαλε τον Αδαμ στην Εδεμ να εργάζεται και να ασφαλίζει τον κήπο, ως αναφορά στον λυτρωτικό χαρακτήρα της αρχικής του αποστολής.» (σελ. 2)
Το παρακάτω έχει ενδιαφέρον:
«Οι σοφοί εξηγούν ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν τόσες διασταυρούμενες πολιτισμικές αναφορές σε ένα προϊστορικό προηγμένο πολιτισμό κάποιου είδους, που συνήθως αναφέρεται ως Ατλαντίδα ή Μου (Λεμούρια).»
Αναρωτιέται κανείς, οι θεωρίες συνομωσίας ποιον καμπαλλιστικό στόχο εξυπηρετούν; Να περάσουν αυτές τις θεωρίες από την σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας στην σφαίρα της αποδεκής πραγματικότητας;
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...