Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
21 Νοεμβρίου 2024

panorthoksh synodos 08


ΕΝΑΣ εἶναι ὁ σκοπός τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῶν Ὀρθοδόξων: Νά ἀρθροῦν ὅλα τά ἐµπόδια στήν πορεία τῶν οἰκουµενιστῶν πρός τήν ἕνωση τῶν “ἐκκλησιῶν” µέ τήν Μία καί µοναδική Ἐκκλησία, χωρίς τήν παραµικρή µετακίνηση τῶν αἱρετικῶν ἀπό τίς διαστρεβλωτικές τους ἀπόψεις σχετικά µέ τή διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτό τό ἐπιβεβαιώνουν οἱ ἀτέλειωτοι θεολογικοί διάλογοι, οἱ ὁποῖοι ἐπί δεκαετίες διεξάγονται καί ποτέ δέν ἔχουν καταλήξει σέ κάτι θετικό.

Ἡ Σύνοδος θέλει νά διευκολύνει τήν ἕνωση τῶν “ἐκκλησιῶν” ἀφαιρώντας καθετί πού τήν ἐµποδίζει καί ἀδιαφορεῖ γιά τά ὑπαρκτά µεγάλα προβλήµατα, πού ἀντιµετωπίζει ἡ Ἐκκλησία καί κυρίως τόν φοβερό δαιµονοκίνητο οἰκουµενισµό, ὁ ὁποῖος ἔχει αἰχµαλωτίσει τούς µεγαλόσχηµους ρασοφόρους τοῦ Φαναρίου καί δέν τούς ἀφήνει νά δοῦν τήν λαµπρότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι’ αὐτό καί καταφεύγουν στό σκοτάδι τῶν παπικῶν καί προτεσταντῶν. Ἐνεργοῦν γιά ἐγκόσµιους καί ἐφήµερους σκοπούς καί ὄχι ἀπό ἁγνό ἐνδιαφέρον γιά τούς ἀµετανόητους αὐτούς αἱρετικούς. Ἐξ ἄλλου οἱ ἴδιοι δέν τούς θεωροῦν αἱρετικούς οὔτε καί τούς ζητοῦν νά µετανοήσουν. Γι’αὐτούς οἱ ἑτερόδοξοι εἶναι ἀδελφοί ἰσότιµοι καί ἀξιαγάπητοι, ἐνῶ ἐκεῖνοι πού καταπολεµοῦν τόν θεοµίσητο οἰκουµενισµό εἶναι ἐπικίνδυνοι, φανατικοί, φονταµενταλιστές, ἐχθροί τοῦ γνησίου ὀρθοδόξου φρονήµατος καί ὅ,τι ἄλλο µπορεῖ νά ἐξαγάγει ἡ ἀβυσσαλέα καί ἐµπαθής καρδία τους.

Εἶναι παρήγορο καί ἐλπιδοφόρο ὅτι ὁ λέων βρυχᾶται καί οἱ οἰκουµενιστές θά πτοηθοῦν. ∆έν δροῦν πιά µόνοι τους. ∆έν εἶναι δική τους δικαιοδοσία ἡ πορεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν ἐπίσκοποι, κληρικοί, µοναχοί καί πιστός λαός, πού µέ µαρτυρικό φρόνηµα θά ὑπερασπιστοῦν τήν πίστη τους, ἡ ὁποία εἶναι ὁ πολυτιµότερος θησαυρός τους.

Πολλοί διερωτῶνται, γιατί οἱ µεγαλόσχηµοι τοῦ Φαναρίου ἀσχολοῦνται τόσο ἔντονα µέ τόν οἰκουµενισµό; Γιατί θέλουν νά θυσιάσουν τά ἱερά καί τά ὅσια µέ τόση εὐκολία; ∆έν ἔχουν νά κάνουν τίποτα ἄλλο καλύτερο; Προφανῶς καί δέν ἐπιλέγουν κάτι ἄλλο, ἀφοῦ εἶναι ποιµένες χωρίς ποίµνιο καί ἄρα ἀµέριµνοι καί ἀδιάφοροι, δίχως καλή ἀνησυχία, ἀλλά καί δίχως πνευµατικά ἐνδιαφέροντα. Ἔχουν ὅµως “εὐγενικές” φιλοδοξίες. Θέλουν νά ἑνώσουν τήν Ὀρθοδοξία µέ τούς αἱρετικούς, νά σφιχταγκαλιαστοῦν µέ τούς κοσµικούς παπικούς καί τούς ἄδειους πνευµατικά προτεστάντες - οἱ ὁποῖοι ὡς γνωστό εἶναι διαιρεµένοι σέ ἑκατοντάδες κοµµάτια! Πρόκεται γιά µεγάλη πλάνη. Ὁ οἰκουµενισµός δέν εἶναι πορεία πρός τούς πλανεµένους, γιά νά σωθοῦν διά τῆς µετανοίας καί ἐπιστροφῆς στήν Ἐκκλησία, ἀλλά πορεία χωρίς φόβο Θεοῦ, µέ ἄρνηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί µέ ἄγνοια τῆς σκληρῆς πραγµατικότητας. Οἱ οἰκουµενιστές δέν ἀποδέχτηκαν ἀκόµα ὅτι οἱ αἱρετικοί δέν ἐπιτρέπουν νά µπεῖ στό σπήλαιό τους καί ἡ παραµικρή ἀκτίνα φωτός.

Ἐάν οἱ ἀποφάσεις τῆς “ Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου” εἶναι σύµφωνες μέ τά προκατασκευασµένα κείµενα - καί αὐτό εἶναι σχεδόν σίγουρο - ἡ Ἐκκλησία θα µπεῖ σε περιπέτειες και  τά πνευµατικά θύµατα θά εἶναι πολλά. Θά ἐπικρατήσει ἀναταραχή, θά ἐκτοξευθοῦν ἀπειλές ἀπό τούς ἰσχυρούς, θά γίνει προσπάθεια ἐκφοβισµοῦ τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν καί ἡ εἰρήνη στήν Ἐκκλησία θά ἐκλείψει, ὅσο θά δραστηριοποιοῦνται στόν δαιµονικό οἰκουµενισµό τά ἴδια πρόσωπα, πού ἔχουν χάσει τόν πνευµατικό προσανατολισµό καί περιµένουν ἀπό τή δύση τήν ἀνατολή!

Ὅµως ἐµεῖς εἴµαστε ἐδῶ. Παρακολουθοῦµε ἀπό τή βίγλα µας καί φυλᾶµε τά πνευµατικά σύνορα. Οἱ αἱρετικοί δέν θά εἰσέλθουν στά ἅγια τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας µας.


Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος,10/06/2016), Ακτίνες

serbian orthodox church. 01


Το Πατριαρχείο Σερβίας με επιστολές του 
προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη και προς τους Ορθόδοξους Προκαθημένους δηλώνει ότι: «βλέπει εμπόδια στην συμμετοχή του στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο και προτείνει να αναβληθεί». 


Η επιστολή του Πατριαρχείου Σερβίας στον Οικουμενικό Πατριάρχη  σύμφωνα με μετάφραση από το tovima.gr αναφέρει:
«Θεωρούμαι αναγκαίο ότι πρέπει να υπογραμμίσουμε πως εμείς ελπίζουμε και ειλικρινά δεσμευόμαστε να συμβάλουμε με τις δικές μας δυνάμεις με τις οποίες η Εκκλησία μας συμμετείχε στην προετοιμασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου ωστόσο πρέπει να λάβουμε υπ΄ όψιν μας την δυσαρέσκεια και την κριτική που κάνανε ορισμένες τοπικές Εκκλησίες όσον αφορά ορισμένα κείμενα τα οποία προετοιμάστηκαν στην προσυνοδική περίοδο» σημειώνει η Εκκλησία της Σερβίας και προσθέτει: «Πρέπει να εξετάσουμε την αμετάκλητη απόφαση των Πατριαρχών της Αντιόχειας και της Βουλγαρίας να απόσχουν και να μην συμμετάσχουν στην Σύνοδο, τα προβλήματα στις σχέσεις και την κοινωνία των Εκκλησιών (Αντιοχείας και Ιεροσολύμων) για το Κατάρ, τις σχέσεις οι οποίες δυσχεραίνουν μεταξύ ημών και του Πατριαρχείου Ρουμανίας και οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να τις υπερβούμε καθώς εισχώρησαν με αντικανονικό τρόπο στην Ανατολική Σερβία και ίδρυσαν μια παράλληλη εκκλησιαστική δικαιοδοσία γεγονός που θα οδηγήσει στην επιδείνωση τις σχέσεις και τελικά σε διακοπή της κοινωνίας των δύο Εκκλησιών εφ’  όσον δεν βρεθεί άμεσα λύση». Ακόμη δηλώνεται οτι «αφού δεν επιτρέπεται να λυθούν αυτά τα ζητήματα στην Σύνοδο αλλά θα μεταφερθούν προς συζήτηση μετά την ολοκλήρωση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, λες και υπάρχει άλλη αρχή που είναι υψηλότερη από την Πανορθοδοξη Σύνοδο».
Η έλλειψη θέλησης, λέει το Πατριαρχείο Σερβίας «της Μητέρας Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης να έχει τουλάχιστον μια πρόταση για τα προβλήματα της δικής μας Εκκλησίας όπως το δικαίωμα των Επισκόπων να ψηφίσουνε στην Σύνοδο, όπως έγινε στις Συνόδους του 9ου και του 14ου αιώνα που ήταν κι εκείνες Οικουμενικές (…).  Είμαστε υποχρεωμένοι μετά λύπης αλλά και την απόλυτη αίσθηση του εκκλησιαστικού μας καθήκοντος να Σας ενημερώσουμε (…) ότι εφ΄ όσον όλα αυτά παραμένουν ως έχουν η Εκκλησία μας θεωρεί ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να συμμετάσχει στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο που έχετε συγκαλέσει. Και προτείνουμε την αναβολή της για ένα χρονικό διάστημα (…). 
 
ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΟΙ ΔΥΟ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΣΕΡΒΙΑΣ
 
Referring to the Holy and Great Council of the Orthodox Church
 
1. Message of the Holy Assembly of Bishops of the Serbian Orthodox Church concerning the convocation of the Holy and Great Council to be held on  Crete on the occasion  of the feast-day of the Holy Trinity, from 17th to the 27th of June 2016.
The Holy Assembly of Bishops of
the Serbian Orthodox Church
№ 62/min. 164
25.
Мay 2016
Belgrade
МESSAGE OF THE HOLY ASSEMBLY OF BISHOPS OF THE SERBIAN ORTHODOX CHURCH
to Primates and Holy Synods of the Local Orthodox Churches
In the days of the most joyful Christian Feast, which fills every human being and all of creation with catholic meaning and good tidings of salvation in Christ, we welcome the summoning of autocephalous Orthodox Churches to the Holy and Great Synod which, if God allows it, will be held at the Orthodox Academy in Crete, on Pentecost, from 17 to 26 June 2016.
In brotherly love, with responsibility and great hopes, we reflect on this Holy and Great Synod during the session of our Local Church’s Assembly, and remind ourselves as well as others that the Orthodox Church is a Synod (Council), called by God in Christ and inspired by His Holy Spirit, as was the Synod of Holy Apostles, which took the following words as its guiding hand: “For it has seemed good to the Holy Spirit and to us” (Acts 15, 28). We rejoice at the prospect of commencement of the Holy and Great Synod on the Feast of descent of the Holy Spirit. For, it is and should be a pneumatic, Pentecostal event of communion (κοινωνία) of Churches. Assembled in order to “accordantly celebrate the All-Holy Spirit”, we believe that where the Church abides, there the Holy Spirit abides as well; and, where the Spirit of God abides, there abide the Church and all grace, and the Spirit is truth” (Saint Irenaeus of Lyons, Against Heresies 3, 2, 4, 1).
Being aware of the magnitude and importance of this Synod, with sacred trepidation we wonder whether the pending Synod fulfills the criteria and measure of true synods from the history of the Orthodox Church. Alongside, we ask whether the Synod will express the unity of the Church of Christ in the Holy Spirit, to the glory of God the Father: that unity which we ceaselessly witness and invoke in the Holy Liturgy: “Having prayed for the unity of faith and for the communion of the Holy Spirit”. We remind ourselves and others: this unity is a concrete unity according to the image of the Holy Trinity (Jn. 17, 21), the unity of the Body of Christ, “by good will of the Father…, and the communion of the Holy Spirit”. This is the unity in One Christ as One and Only Head of the divine-human Body of the Church regarded as Home of the Father, Abiding place of the Holy Spirit and Body of Christ the Savior.
In thoughts and in feelings we immerse ourselves into the theme of the oncoming Synod and, with reason, we ask whether and in what measure the imminent Synod expresses the One, Holy, Catholic and Apostolic Church (as we confess in the Creed). Therefore, aware of the historic importance of this Great Synod for the witness and mission of the Orthodox Church in the contemporary world, the Holy Assembly of Bishops of the Serbian Orthodox Church, with regard to the issue of composition of membership, themes and rules regulating the work of the Holy and Great Synod, offers the following standpoints to the attention of Forestanders and Holy Synods of Local Orthodox Churches:
1. With regard to the accepted Code of Regulations for organizing the work of the Holy and Great Synod of the Orthodox Church, it is our position that it allows the introduction of a practice unknown in the synods of the Orthodox Church which have hitherto come to pass: mostly due to the imparity and inequality of all bishops at the Synod. We do not discern in it the centennial living conciliar Tradition of summoning, of presiding at a Synod, of realizing a Synod and of administrating it. So far no one in history has determined and prescribed in advance the code of regulations of work of the Synod. For, this was realized by the Holy Synod itself in virtue of its conciliarity. One could gain the impression that the accentuation of certain “rights” of summoning and presiding makes the Synod a function of one man, even if he happens to be the first. It is Saint Paul who advises as follows: “… Outdo one another in showing honor” (Rom. 12, 10). If it happens to be the case that this Code of Regulations anticipates and controls the work of the Synod in advance, then little space will be left for freedom of the members of the Synod in the Holy Spirit and for what the Apostles formulate by the following words: “For it has seemed good to the Holy Spirit and to us” (Acts 15, 28).
2. The mentioned weaknesses of this Code of Regulations lead us to the question about the role and status of bishops at this Synod. Are bishops at the Synod to be regarded as participants or as viewers? Apart from the unjustified limiting of the number of participants in the Synod, we hold that the fact that not all bishops have the right of vote is unjustified as well. We believe that the right of vote is not contrary to the proclaimed principle of consensus (which, by rule, is preceded by consultations) and we hold that free and responsible voting by bishops would not restrain the unanimous witness of the Orthodox Church to the glory of God celebrated in the Trinity. The conciliar Tradition of the One Church presupposes the right to vote of each bishop in the Synod, from regional to ecumenical one. This Synod is an occasion to manifest the multitude of local Churches (most of them) to the joy of the Mother Church, — the first in throne Church of Constantinople, — as well as the Mother of all Churches, the Church of Sion.
3. In view of the fact that the question of communion between autocephalous Churches is of crucial importance for the mission of the Orthodox Church in the world, we deem it necessary to discuss the theme of autocephaly, and our Church has insisted on this incessantly. This Synod has a sufficient number of theological and pastoral motifs to acknowledge that today fourteen autocephalous Churches exist and that this is sufficient to confirm their status. Besides, within current preparations for the Synod the theme of autocephaly has been explored in detail, as well as the way in which it is proclaimed, except for the way of signing. Therefore, it is wholly justified and appropriate at the Holy and Great Synod to accept and proclaim that which for decades has been processed and completed.
4. Confessing the unity and unbroken conciliar Tradition of the Orthodox Church, we think that it is not true that there were no synods within the Orthodox Church during the centuries; although it stands as true that in the newer centuries we have not held a single pan-Orthodox or ecumenical Synod. Bearing in mind their dogmatic-ecclesiological importance and pan-Orthodox endorsement, our local Church proposes that the ecumenical importance of the Holy Synod of 879/880, held in the time of Saint Photius of Constantinople, should be confirmed, and that the hesychastic Synod held in 1351 should be confirmed as well. In proposing the conciliar confirmation of these Holy Synods, we have in mind the word of Saint Maximus the Confessor: “The God-revering rule of the Church recognizes as holy and confirmed those synods which have been confirmed by rightness of the dogmas”.
5. Acting in the spirit of the decision of all most holy local Orthodox Churches, namely that each of them is called to actively and ceaselessly participate in the conciliar event of the Church, we express our standpoint that the six prepared texts, although basically good, need amendment and re-working in order to be brought into concordance with the demands of life and mission of the Church. The text Оn the Mission of the Church in the Contemporary World stands in need of enrichment by the Gospel, that is, by soteriological and cosmological dimensions of salvation. In connection to the text Оn the Relation With the Christian World we think that the highly condescending attitude towards other religions should not stifle awareness of the need for the evangelization of this world. We stress that the question of Diaspora should be solved conciliarily, by agreement and pan-Orthodox consensus, under the presidency of the Primate of Constantinople, but, with equal participation of throne co-holders, Orthodox Primates, and their Holy Assemblies or Synods.
Last but not least, the Holy and Great Synod of the Orthodox Church, also, is a call for repentance of all, according to the decree of Christ: “The time is fulfilled, and the kingdom of God is at hand; repent, and believe in the gospel!” (Мk. 1, 15). In that way this Holy and Great Synod of the Orthodox Church will be a renewal and confirmation of the living, true and salvific faith, “… which was once for all delivered to the saints” (Јu. 3); and, it will confirm the true divine-human catholicity (ecumenicity) of Orthodoxy, in time and space, for “Jesus Christ is the same yesterday and today and for ever” (Heb. 13, 8).
Аrchbishop of Peć, Metropolitan of Belgrade-Karlovci and
Serbian Patriarch
Irinej
President of the Holy Assembly of Bishops
2. Letter of the Holy Synod of Bishops of the Serbian Orthodox Church to His Holiness Ecumenical Patriarch Sir Sir Bartholomew, a copy of which has been sent to all the Primates of Orthodox Churches and their Holy Synods
The Holy Synod of Bishops of
the Serbian Orthodox Church
№ 793
6. jun 2016
Belgrade
To His Holiness
Archbishop of Constantinople, New Rome, and Ecumenical Patriarch
Sir Sir Bartholomew
Constantinople
Subject: Holy and Great Synod
Christ is risen!
Most Holy Archbishop of Constantinople, New Rome, and Ecumenical Patriarch, beloved brother in Christ and co-celebrant of Our humbleness, Sir Bartholomew, most wholeheartedly we greet Your respected Holiness with brotherly embrace in the Lord.
We deem it unnecessary to stress the measure of hope, sincere commitment and contribution, according to our capacity, with which our Church participated in the preparation of the Holy and Great Synod of the Orthodox Catholic Church.
However, having taken into consideration:
1. the dissatisfaction and critical remarks of certain local Churches in regard to particular texts, prepared in the pre-Synodal period;
2. the irrevocable decision of the Patriarchates of Antiochia and Bulgaria to refrain from participating in the Synod;
3. the problems in relations and communion between Churches (Jerusalem — Аntioch because of Catar; deteriorating relations between us and the Patriarchate of Romania, which are now hard to overcome, due to the anti-canonical incursion of the latter into Eastern Serbia and the founding of a parallel diocese there, which will lead to severing of liturgical and canonical communion of the two neighbouring Churches if the behavior described above is not terminated, and so on), conjointly with the perspective of allowing these problems to not be solved at the Synod but, rather, to be deferred to the post-Synodal period, as if any commission can be an organ higher than the pan-Orthodox Synod, and
4. the lack of will from our Mother Church of Constantinople to have at least one of the proposals of our Church (such as the discussion on autocephaly, right of bishops to vote at the Synod, on regarding the synods from the ninth and fourteenth centuries as ecumenical already, in the consciousness and practice of the Orthodox Church, and some other ones, perhaps less significant) included into the thematic and agenda of the Synod,  and, as long as we remain obligated by the standpoints of the Holy Assembly of Bishops of our Church, officially formulated two years ago, as well as recently, at the end of the past month of May,
we are compelled, with sadness — but also with full feeling of our pastoral and, generally, ecclesial responsibility — to inform Your dear and respected Holiness and Your Holy and Sacred Synod that, since all this is so, our Church feels it difficult to participate in the summoned Holy and Great Synod, and proposes that it be postponed for a certain time: while our pending gathering at Crete, with the help of God, would be regarded as a pre-Synodal inter-Orthodox consultation with the aim of additionally preparing the Synod and improving its texts, or, at the most, as the inaugural phase of the whole synodal process, which is to be completed in subsequent continuation, in the next phase, when all disagreements are removed in favor of unity of mind and consensus of Churches. In this way, with the aid of God, the fruit of the Synod will be seen as witness given to our uncorrupted faith, answer to hope which abides in us as the message of salvation in Christ, directed to all, both to those who are close to us and to those who are remote, and in no case, God forbid, as germination of new pestilent schismas and para-synagogues under the excuse of falsely proclaimed zealousness and alleged preservation of Orthodoxy.
In regard to the said we remain Your Holiness’ humble brother and co-celebrant in the risen Christ
Аrchbishop of Peć, Metropolitan of Belgrade-Karlovci and
Serbian Patrijarch


Irinej
President of the Holy Synod of Bishops

 

Πηγή: Ακτίνες

mhtropoliths ierotheos megalh synodos 01


Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος πού πρόκειται νά συνέλθη τόν Ἰούνιο τοῦ 2016 στήν Κρήτη ἦταν «προσδοκία» πολλῶν, πού τήν ὁραµατίσθηκαν, ἑτοιµάσθηκαν, κουράστηκαν, καί τώρα ὁδηγεῖται πρός τήν σύγκλησή της. Τά ἐρωτήµατα τά ὁποῖα τίθενται εἶναι ἐάν ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος εἶναι αὐτή πού περίµεναν ὅσοι τήν ὁραµατίσθηκαν. Γράφονται καί λέγονται πολλά γιά τό θέµα αὐτό, ἄλλοι ἐκφράζουν τήν χαρά τους, γιατί ἐπιτέλους ἦλθε αὐτή ἡ ποθητή ὥρα, ἄλλοι ἐκφράζουν ἔντονο προβληµατισµό, ἔντονο δισταγµό καί ἄλλοι αἰσθάνονται πλήρη ἀπογοήτευση. Στήν µικρή αὐτή τοποθέτηση θά περιορισθῶ σέ µερικές ἐπισηµάνσεις.

1. Σύνοδος Προκαθηµένων
Ἡ µέλλουσα νά συνέλθη Σύνοδος ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στήν πραγµατικότητα ὅµως θά εἶναι Σύνοδος τῶν Προκαθηµένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Τήν ἄποψη αὐτήν τήν στηρίζω στό ὅτι ὅλες οἱ κρίσιµες ἀποφάσεις ἐλήφθησαν ἀπό τούς Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Στίς 6-9 Μαρτίου τοῦ 2014 στήν Κωνσταντινούπολη οἱ Προκαθήµενοι ἔλαβαν τήν ἀπόφαση νά συγκληθῆ ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τόν Ἰούνιο τοῦ ἔτους 2016 καί καθόρισαν τήν θεµατολογία της. Στίς 27-28 Ἰανουαρίου 2016 οἱ Προκαθήµενοι στό Σαµπεζύ τῆς Γενεύης ἐψήφισαν τόν Κανονισµό λειτουργίας (ἐκτός τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας) καί τά ἑτοιµασθέντα κείµενα ἀπό τίς Ἐπιτροπές, πλήν ἑνός θέµατος τό ὁποῖο δέν ὑπεγράφη ἀπό δύο Πατριαρχεῖα (Ἀντιοχείας καί Γεωργίας). Πρό τῆς ἐνάρξεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου οἱ Προκαθήµενοι θά ὑπογράψουν τό µήνυµα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τό ὁποῖο θά καταρτισθῆ ἀπό ἕναν ἐκπρόσωπο ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Τό πρόγραµµα τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου θά καταρτισθῆ ἀπό τούς Προκαθηµένους.
 Τέλος δέ τά κείµενα στήν τελική τους µορφή θά ψηφισθοῦν καί θά ὑπογραφοῦν ἀπό τούς Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ἑποµένως, ὅπως φαίνεται ἀπό τά ἀνωτέρω ἡ Σύνοδος αὐτή εἶναι κυρίως Σύνοδος τῶν Προκαθηµένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Καί αὐτό εἶναι συµβατικό, γιατί ἕως τώρα ἦταν ἐλλιπής ἤ ἀνύπαρκτη ἡ παρουσία τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἰωάννου, ἀµφισβητεῖται δέ πρός τό παρόν ἡ παρουσία του κατά τίς ἐργασίες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου. Ἑποµένως, οὔτε ὅλων τῶν Προκαθηµένων εἶναι Σύνοδος. Θεωρητικά, βέβαια, ὑποτίθεται ὅτι οἱ Προκαθήµενοι ἐξέφρασαν ἤ ἐκφράζουν τίς ἀποφάσεις τῶν περί αὐτῶν Συνόδων. Αὐτό εἶναι θεωρητικό. Καίτοι τό σύστηµα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι συνοδικό, ἐν τούτοις ὅµως σέ πολλά θέµατα δέν λαµβάνονται ἀποφάσεις ἀπό τίς Συνόδους.
∆έν γνωρίζω ἐπαρκῶς τί γίνεται στίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλά γνωρίζω ἐκ τοῦ σύνεγγυς τί γίνεται στήν δική µας Ἐκκλησία. Γιά τήν ἀπόφαση συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου πού ἐλήφθη τόν Μάρτιο τοῦ 2014, γιά τά κείµενα πού ὑπεγράφησαν τόν Ἰανουάριο τοῦ 2016 δέν ἐζητήθη ἡ ἄποψη τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δέν συζητήθηκαν κατά τίς συνεδριάσεις της. Γιά τά ὑπόλοιπα, ὅπως γιά τό µήνυµα τό ὁποῖο θά ἐκδώση ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος, δέν γνωρίζω ἄν θά ὑπάρξη ἡ συγκατάθεση καί ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας µας. Ἑποµένως, ἡ µέλλουσα νά συγκληθῆ Ἱερά Σύνοδος εἶναι Σύνοδος τῶν Προκαθηµένων καί ὄχι Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ἐπιπροσθέτως, πρέπει νά τονισθῆ ὅτι σέβοµαι ἀπολύτως τόν Μακαριώ- τατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυµο, ὁ ὁποῖος διευθύνει τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος µέ σεβασµό στό Συνοδικό σύστηµα, ἀκούει τίς ἀπόψεις τῶν Ἱεραρχῶν καί πάντοτε ἀποδέχεται τίς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας, χωρίς νά ἐπιδιώκη νά τήν χειραγωγῆ.
Ὅµως, ὑπάρχει Πατριαρχικό Γράµµα, τό ὁποῖο ἀπεστάλη στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τήν 30ή Σεπτεµβρίου τοῦ ἔτους 1999, σύµφωνα µέ τό ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν ἔχει Προκαθήµενον, ἀλλά Προκαθηµένη εἶναι ἡ Ἱερά Σύνοδος. Μήπως µπορεῖ νά ἑρµηνευθῆ αὐτό ὡς ὑπαναχώρηση ἤ διαφορετικά; Τελικά, οἱ ὁποιεσδήποτε ἀπόρροιες τῆς Ἱερᾶς Αὐτῆς Συνόδου θά εἶναι ἀποφάσεις τῶν Προκαθηµένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
 
2. Ἡ παράκαµψη Μεγάλων Συνόδων
Ἡ Σύνοδος αὐτή σχεδιάσθηκε καί προετοιµάσθηκε ὡς µιά Οἰκουµενική Σύνοδος καί µάλιστα ἡ πρώτη σκέψη διατυπώθηκε τό 1923 µέ τήν 1600η ἐπέτειο τῆς Α΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου. Ἐτέθησαν περίπου ἑκατό (100) θέµατα τά ὁποῖα προέκυψαν ὅλο τό διάστηµα τῆς δεύτερης χιλιετίας, µέ τήν ἀπόσχιση τοῦ δυτικοῦ τµήµατος τῆς Ρωµαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (8ο-11ο αἰώνα), τήν διαίρεση καί τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισµοῦ (15ο αἰώνα), τήν ἀνάπτυξη ποικίλων ἰδεολογικῶν ρευµάτων, ὅπως τοῦ ∆ιαφωτισµοῦ, τοῦ Ροµαντισµοῦ, τοῦ Γερµανικοῦ ἰδεαλισµοῦ, τοῦ ὑπαρξισµοῦ, ἀλλά καί τῆς ἐκκοσµίκευσης τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστιανισµοῦ.
Τελικά, ὅλο αὐτό τό ὅραµα τῶν «Πατέρων» τῆς ἰδέας αὐτῆς κατέληξε στό νά γίνη ὄχι µιά Οἰκουµενική Σύνοδος, ἀλλά µία Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος πού δέν µπορεῖ ἀκόµη νά βρῆ τήν ταυτότητά της, µέ µόνον ἕξι θέµατα ἄνευρα, ἀνεπίκαιρα, χωρίς ἰδιαίτερη στοχοθεσία, καί µερικά ἀπό αὐτά εἶναι ἀποδεσµευµένα ἀπό τήν παράδοση τῶν Πατέρων. Ἔχω ἀκούσει καί διαβάσει ὅτι ἀπό πολλούς ὑποστηρίζεται ὅτι ἔχει νά συγκληθῆ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος περίπου 1.200 χρόνια καί αὐτή συνέρχεται γιά πρώτη φορά µετά ἀπό µιά τέτοια µεγάλη χρονική περίοδο. Αὐτό δηµιουργεῖ ἔντονο προβληµατισµό σέ ὅλους ὅσοι ἀσχολοῦνται µέ τά θεολογικά γράµµατα καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ αὐτόν τόν λόγο, παρουσιάζεται ὡσάν νά ὑπάρχη ἕνα ἐκκλησιαστικό κενό µετά τήν Ζ΄ Οἰκουµενική Σύνοδο πού ἔπρεπε νά καλυφθῆ, ἐνῶ ἔχουν συγκροτηθῆ µεγάλες καί σηµαντικές Σύνοδοι, ὅπως ἐπί Μεγάλου Φωτίου (879-80), ἐπί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαµᾶ (1341-1351), ὅπως ἐπίσης σηµαντικές Σύνοδοι ἔγιναν µεταξύ τοῦ 15ου-18ου αἰῶνος, µέ καθοριστικές ἀποφάσεις. ∆ίνεται, λοιπόν, ἡ ἐντύπωση ὅτι παρακάµπτονται καί περιθωριοποιοῦνται ὅλες αὐτές οἱ σηµαντικές Σύνοδοι. Αὐτό τό θεωρῶ «προσβολή» ἐκ µέρους µας πρός τούς ἁγίους µας, Μέγα Φώτιο, ἅγιο Συµεών τόν Νέο Θεολόγο, ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαµᾶ, ἁγίους Κάλλιστο καί Φιλόθεο Κόκκινο, Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, ἅγιο Μᾶρκο τόν Εὐγενικό καί ὅλους τούς Ὀρθοδόξους Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, κατά τόν 15ο-18ο αἰώνα. Φυσικά, αὐτοί οἱ ἅγιοι δέν προσβάλλονται, ἀφοῦ οἱ διδασκαλίες τους ἔχουν ἀποκτήσει οἰκουµενικό κῦρος, ἡ ἀπόφαση τῆς Θ΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου (1351) ἔχει συµπεριληφθῆ στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας, πού διαβάζεται κατά τήν Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἀλλά εἶναι προσβολή καί πτώση δική µας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση.
Φαίνεται ὅτι µέ τήν Σύνοδο αὐτή ἐπιδιώκεται νά ἀρχίση µιά νέα ἐποχή τῆς ἐκκλησιαστικῆς µας ἀποστασιοποίησης ἀπό τήν θεολογία καί τήν ὁρολογία τῶν Οἰκουµενικῶν καί Πανορθοδόξων Συνόδων, ἀπό τήν Ζ΄ Οἰκουµενική Σύνοδο καί µετά.
Ἔτσι, θά παρουσιασθῆ ὅτι ὑπάρχει ἕνα «κενό µνήµης», ἕνα «πνευµατικό ἀλτσχάϊµερ» στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. ∆έν ἐξηγοῦνται ἀλλιῶς µερικά σηµεῖα τῶν κειµένων πού ἔχουν ἑτοιµασθῆ, ὅπως καί οἱ ἑρµηνευτικές ἀναλύσεις τῶν ὑποστηρικτῶν τους. Φαίνεται νά εἶναι µιά κακέκτυπη µίµηση τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος ὡς ἰδέα ξεκίνησε µέ τήν προσπάθεια γιά τήν σύγκληση τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου. Ὅπως ἡ Β΄ Βατικανή Σύνοδος ἀνέπτυξε µιά «νέα ἐκκλησιολογία» πού ἀπό τήν ἔννοια «τῆς ἀποκλειστικότητας» πέρασε στήν θεολογία «τῆς περιεκτικότητας» ἤ «βαπτισµατικῆς θεολογίας», κατά ἀνάλογο τρόπο µερικά σηµεῖα τῶν κειµένων πού ἑτοιµάσθηκαν γιά τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο ὑπενθυµίζουν µιά «νέα ἐκκλησιολογία» καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐφ’ ὅσον ἀναγνωρίζονται Μυστήρια καί ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
 
3. Ἐλλιπής προετοιµασία
Ἄν ἔλθουµε στά καθ’ ἡµᾶς, διαπιστώνουµε ὅτι ἡ Ἐκκλησία µας δέν προετοιµάσθηκε κατάλληλα γιά τήν Σύνοδο αὐτή. Καί εἶναι µιά Ἐκκλησία πού ἔχει ὑψηλό θεολογικό δυναµικό, ζωντανό µοναχισµό καί καλά ὀργανωµένη ἐκκλησιαστική ζωή. Μέ ὅλα αὐτά ἡ Ἐκκλησία µας ἐκπαιδεύει, µέ τίς Θεολογικές Σχολές, Θεολόγους καί Κληρικούς ἄλλων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ἔχει παγκόσµια ἀκτινοβολία, µέ θεολογικά καί ποιµαντικά κείµενα καί πολλά ἄλλα. Ὅµως, γιά τήν ἐπεξεργασία τῶν κειµένων πού θά ὑπογραφοῦν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο δέν ὑπῆρξε ἐπαρκής προετοιµασία καί Συνοδικές Ἀποφάσεις. Τόν Μάρτιο τοῦ 2014 στήν Σύναξη τῶν Προκαθηµένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στήν Κωνσταντινούπολη ἀποφασίσθηκε ἡ Σύγκληση τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, καθώς ἐπίσης ἀποφασίσθηκε ἀπό Ἐπιτροπή νά ἐπικαιροποιηθοῦν τά ἤδη ἑτοιµασθέντα κείµενα. Ἀπό τότε µέχρι σήµερα ἔπρεπε νά συζητηθοῦν σέ Συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας, νά δοθοῦν κατευθύνσεις στούς ἐκπροσώπους µας πού θά κατέληγαν σέ ὁριστικά κείµενα, νά γίνουν συζητήσεις στίς Θεολογικές Σχολές, σέ συνάξεις Κληρικῶν καί λαϊκῶν, ὥστε νά ἐκτεθοῦν οἱ προτάσεις τῆς Ἐκκλησίας µας, γιά νά περάσουν στά τελικά κείµενα. Ἀντίθετα, ὅµως, ὅλοι ἐµεῖς οἱ Ἱεράρχες διατελούσαµε ἐν ἀγνοίᾳ καί λάβαµε τά ὁριστικά κείµενα, ἀφοῦ ὑπεγράφησαν ἀπό τούς Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, τόν Ἰανουάριο στό Σαµπεζύ τῆς Γενεύης καί παρεπέµφθησαν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο.
Ἐρχόµαστε τώρα νά συζητήσουµε γιά τά κείµενα αὐτά, ὅταν ὑπάρχουν λίγες δυνατότητες νά διορθωθοῦν. Ἔχω στά χέρια µου τίς ἐκθέσεις τῶν ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας µας στήν Εἰδική ∆ιορθόδοξη Ἐπιτροπή Ἀναθεωρήσεως τῶν κειµένων, οἱ ὁποῖες ὑποβλήθησαν στήν ∆ιαρκῆ Ἱερά Σύνοδο τοῦ ἔτους 2014-2015, καθώς ἐπίσης ἔχω καί τά ἀποσπάσµατα τῶν Πρακτικῶν τῶν Συνεδριάσεων τῆς ∆ιαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου.
Οἱ ἐκπρόσωποί µας διαβεβαίωναν µέ τίς Ἐκθέσεις τους ὅτι τά κείµενα δέν ἔχουν προβλήµατα. Ἐπίσης, ἡ ∆ιαρκής Ἱερά Σύνοδος διένειµε τίς ἐκθέσεις καί τά κείµενα στούς Ἀρχιερεῖς πρός ἐνηµέρωσή τους, χωρίς νά φαίνεται ἀπό τά πρακτικά ὅτι ἔγιναν συζητήσεις ἤ δίδονταν κατευθυντήριες γραµµές γιά ἐνδεχόµενες τροποποιήσεις ἤ προσθῆκες, ἐκτός ἀπό µία φορά πού ἐλήφθη ἀπόφαση γιά µερικές λεκτικές διορθώσεις. Κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ ἔτους 2009 γιά τόν διάλογο µέ τούς Ρωµαιοκαθολικούς ἀποφασίσθηκε: «1. ∆ιεπιστώθη ἡ ἀνάγκη περαιτέρω πληρεστέρας ἐνηµερώσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, στά σηµαντικά αὐτά ζητήµατα. ∆ηλώθηκε δέ ὅτι ἐφεξῆς ἡ Ἱεραρχία θά λαµβάνῃ γνώση ὅλων τῶν φάσεων τῶν ∆ιαλόγων, διαφορετικά κανένα κείµενο δέν δεσµεύει τήν Ἐκκλησία. Ἄλλωστε αὐτό συνιστᾶ τό Συνοδικό Πολίτευµα τῆς Ἐκκλησίας. …
 Τό κείµενο τῆς Ραβέννας καί τό κείµενο πού πρόκειται νά συζητηθεῖ στήν Κύπρο τελοῦν ὑπό τόν ὅρον τῆς ἀναφορᾶς καί ἐγκρίσεώς τους ἀπό τίς κατά τόπους Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, ἑποµένως καί ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, Συνοδικῶς διασκεπτοµένης. Αὐτό πρακτικῶς σηµαίνει ὅτι δέν θά ὑπάρξουν τετελεσµένα γεγονότα, χωρίς Συνοδική Ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας.
Οἱ Ἱεράρχες εἶναι φύλακες τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ὅπως ὁµολόγησαν κατά τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τους» (Ἀνακοινωθέν Ἱεραρχίας, 16-10-2009). Ἐάν αὐτό ἐλέχθη γιά τό κείµενο τῆς Ραβέννας, τό ἴδιο καί περισσότερο ἔπρεπε νά γίνη στήν περίπτωση αὐτή, ἀφοῦ ἐπρόκειτο νά ὑπογραφοῦν κείµενα δεσµευτικά γιά ὅλη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἔπρεπε, λοιπόν, πέρυσι νά συγκληθῆ πάραυτα ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας µας, νά µελετηθοῦν τά κείµενα ἀπό ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς, νά γίνουν συγκεκριµένες εἰσηγήσεις καί νά ληφθοῦν ἀποφάσεις. Αὐτό ἔγινε ἀπό ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀπό ὅ,τι γνωρίζω.
Ἑποµένως, αὐτό πού γίνεται σήµερα ἔπρεπε νά γίνη πρό τῆς ὑπογραφῆς τῶν κειµένων αὐτῶν ἀπό τούς 6 Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στό Σαµπεζύ τῆς Γενεύης, τόν Ἰανουάριο τοῦ ἔτους 2016. Ἔπρεπε δέ νά ἀκούσουµε καί τίς ἀπόψεις τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ἀκαδηµιῶν, ὅπως καί τῶν Ἱερέων, Μοναχῶν καί τῶν λαϊκῶν. Ἡ σοβαρότητα κάθε Συνόδου ἔχει σχέση µέ τήν σοβαρότητα µέ τήν ὁποία ἀντιµετωπίζονται τά θέµατα.
∆υστυχῶς, ἐµεῖς οἱ Ἐπίσκοποι ἀρκούµαστε µόνον σέ µιά ποιµαντική διακονία µέ κοινωνιολογική ἀναφορά καί ἔχουµε ἀφήσει τά θεολογικά θέµατα σέ µερικούς πού παριστάνουν τούς «εἰδικούς». Τοὐλάχιστον, σέ αὐτήν τήν «ἔσχατη ὥρα», τήν «δωδεκάτη», ἄς ἐπιδείξουµε ὑψηλό αἴσθηµα εὐθύνης ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικοῦ φρονήµατος καί θεολογικῆς ὁρολογίας, νά ἀποστασιοποιηθοῦµε ἀπό συναισθηµατικές «εὐαισθησίες» καί διάφορες ἐκκλησιαστικές σκοπιµότητες. ∆έν ἔχει σηµασία ποιοί θά ἐκπροσωπήσουν τῆς Ἐκκλησία µας στήν Σύνοδο αὐτή, ἀλλά τί θά ὑποστηρίξη ἡ Ἐκκλησία µας µέ τίς θέσεις πού θά παρουσιάση.
Ὁπότε, ἡ σηµερινή σύγκληση τῆς Ἱεραρχίας εἶναι πολύ σηµαντική, γιατί πρέπει νά ἀποδεχθοῦµε τήν ἀπόφαση τῆς ∆ιαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί στήν πραγµατικότητα νά ἀποφασίσουµε γιά θέσεις πού προσδιορίζονται ἀπό τήν παράδοσή µας ἤ ἐάν θά ἐπηρεασθοῦµε ἀπό σύγχρονες ἀντιλήψεις πού ἀποστασιοποιοῦνται ἀπό τήν γλώσσα καί τό πνεῦµα ὅλων τῶν Οἰκουµενικῶν καί Πανορθοδόξων Συνόδων τῆς δεύτερης χιλιετίας. Αὐτό εἶναι τό ζητούµενο. Θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουµε ὅτι δέν εἶναι µόνον τά κείµενα τῶν ἕξι θεµάτων, ἀλλά καίρια σηµασία ἔχει τό µήνυµα πού θά ἐκπονηθῆ καί θά ἀναγνωσθῆ στήν ἔναρξη τῆς Συνεδριάσεως τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου.
Ἔχει λεχθῆ ὅτι κι ἄν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο δέν συζητηθοῦν καί δέν ἀποφασισθοῦν διάφορα θέµατα, τό βασικότερο εἶναι τό µήνυµα πού θά ἀποσταλῆ σέ ὅλο τόν κόσµο. Ἔτσι, ἔχουµε ἐπιλέξει ἕναν Μητροπολίτη νά µᾶς ἐκπροσωπήση στήν σύνταξη τοῦ µηνύµατος. Θά ἔπρεπε σήµερα νά γνωρίζουµε τό περιεχόµενό του ἤ τά βασικά καί κεντρικά σηµεῖα πού θά περιλαµβάνη καί νά ἀποφασίσουµε σχετικά. Ἀπό ὅ,τι γνωρίζω ἤδη ἑτοιµάζεται τό κείµενο αὐτό, θά ὁλοκληρωθῆ ἀπό τήν Εἰδική Ἐπιτροπή πού θά συνεδριάση στήν Κρήτη µιά ἑβδοµάδα πρίν τήν σύγκληση τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, θά ὑπογραφῆ ἀπό τούς Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καί θά εἶναι τό βασικό µήνυµα τῆς Συνόδου αὐτῆς. Τό ἐρώτηµα πού τίθεται εἶναι: Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος θά ἀγνοῆ τό κείµενο αὐτό, δέν θά λάβη γνώση τοῦ περιεχοµένου του, ἀφοῦ θά εἶναι τόσο σηµαντικό;
 Ἐγώ τοὐλάχιστον, ὅπως ἐλπίζω καί πολλοί ἄλλοι ἀδελφοί, δέν ἐξουσιοδοτῶ κανέναν νά συντάξη καί νά ὑπογράψη ἕνα τέτοιο κείµενο, ἄν δέν τό διαβάσω προηγουµένως.
Προτείνω νά προστεθῆ στό Μήνυµα ἡ παράγραφος: «Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος εἶναι συνέχεια τῶν Οἰκουµενικῶν Συνόδων τῶν ὀκτώ πρώτων αἰώνων καί τῶν Μεγάλων Συνόδων ἐπί Μεγάλου Φωτίου, ἐπί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαµᾶ καί τῶν µετέπειτα Συνόδων τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς». Αὐτά εἶναι τά καίρια καί σηµαντικά θέµατα καί ὄχι ποιός θά παρευρεθῆ στήν Σύνοδο αὐτή καί ποιός θά ἀρνηθῆ νά παρευρεθῆ γιά δῆθεν «συνειδησιακούς λόγους».
 
4. Ἐκκλησιαστική διγλωσσία
∆ιαβάζοντας κανείς µερικά ἀπό τά κείµενα αὐτά παρατηρεῖ ὅτι διαπνέονται ἀπό ἕνα πνεῦµα διγλωσσίας.
Ἡ λέξη διγλωσσία µπορεῖ νά ξενίζη, ἀλλά ἐκφράζει µιά πραγµατικότητα ὅταν γνωρίζουµε ὅλο τό πνεῦµα πού ὑπάρχει γύρω ἀπό τά σχετικά θέµατα. Σέ ἄλλο κείµενό µου ἔχω ἐπισηµάνει τά διφορούµενα θέµατα πού ὑπάρχουν σέ µερικά κείµενα, ὅπως τό ἔχουν κάνει πολλοί ἄλλοι, Ἐπίσκοποι, Κληρικοί, µοναχοί, θεολόγοι, λαϊκοί, καί γι’ αὐτό δέν µπορεῖ κανείς νά ἐνοχλῆται. Ἡ ἐπισήµανση αὐτή εἶναι ἀναγκαία, ἄν σκεφθοῦµε ὅτι πρόκειται γιά Συνοδικά Πανορθόδοξα κείµενα, τά ὁποῖα πρέπει νά εἶναι προσεγµένα. Μπορεῖ στήν καθηµερινή µας ἐπικοινωνία ἤ κάποτε σέ κείµενά µας νά ἔχουν περάσει µερικές λέξεις πού προκαλοῦν προβληµατισµό, ὅπως γιά παράδειγµα µπορεῖ νά γράφουµε ἤ νά ποῦµε «Ρωµαιοκαθολική Ἐκκλησία» ἤ «Προτεσταντική Ἐκκλησία» κλπ., ἀλλά ὅταν συντάσσωνται ὁµολογιακά κείµενα, τά ὁποῖα θά παραµένουν ὡς ἀποφάσεις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, τότε πρέπει νά εἴµαστε προσεκτικοί. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς, κατά τήν διάρκεια τῶν θεολογικῶν καί ἡσυχαστικῶν ἀγώνων ἔχει καθιερώσει µιά βασική ἀρχή: «ἕτερον ἐστιν ἡ ὑπέρ τῆς εὐσεβείας ἀντιλογία καί ἕτερον ἡ τῆς πίστεως ὁµολογία».
Αὐτό σηµαίνει ὅτι στήν ἀντιλογία µπορεῖ κανείς νά χρησιµοποιήση κάθε εἴδους ἐπιχειρήµατα, ὅµως ὅταν γράφη ὁµολογιακά κείµενα, τότε ὁ λόγος πρέπει νά εἶναι σύντοµος καί δογµατικῶς ἀκριβής, ὅπως ἔκαναν οἱ ἅγιοι Πατέρες πού ἐδογµάτισαν «βραχύ ρήµατι καί πολύ συνέσει». 8 Ἔτσι, τά κείµενα πού τίθενται ἐνώπιόν µας καί πρόκειται νά ὑπογραφοῦν καί ἀπό τήν Ἐκκλησία µας πρέπει νά εἶναι δογµατικῶς καθαρά, καί νά µή διακρίνωνται ἀπό ἀσάφεια καί σύγχυση, διαφορετικά δέν θά εἶναι κείµενα ὀρθόδοξα.
∆ιαβάζοντας κανείς προσεκτικά τίς λέξεις πού χρησιµοποιοῦνται καταλαβαίνει ὅτι ἐπιδιώκεται νά καλυφθοῦν κάποια θέµατα, ὅπως, δυστυχῶς, γίνεται πολλές φορές µέ τούς νόµους πού ψηφίζονται στά Κοινοβούλια καί εἶναι φωτογραφικοί. Ὑπάρχει µιά ἀσαφής καί συγκεκριµένη πρακτική σέ πολλά ἐκκλησιαστικά θέµατα πού καλύπτονται κάτω ἀπό τίς λέξεις τῶν κειµένων, τά ὁποῖα κάνουν λόγο γιά ἄλλες Ἐκκλησίες. Θά ἀναφέρω τρία παραδείγµατα ἀπό τήν ἕως τώρα πρακτική. Τό πρῶτον εἶναι τό θέµα τῶν πράξεων τοῦ 1965, πού ἔγιναν στήν Κωνσταντινούπολη καί τό Βατικανό, αὐτό πού ἔχει καθορισθῆ νά γράφεται ὅτι ἔγινε ἡ ἄρση τῶν ἀναθεµάτων. Νά θυµίσω ὅτι ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος Β΄ , ἀνεψιός τοῦ Μεγάλου Φωτίου, µέ συνοδική ἀπόφαση διέγραψε τό ὄνοµα τοῦ Πάπα Ρώµης Σεργίου ∆΄ ἀπό τά δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας τό 1009, ἐπειδή στήν ἐνθρονιστήρια ἐπιστολή του συµπεριέλαβε τό Σύµβολο τῆς Πίστεως µέ τό filioque, καί ἀπό τότε κανενός Πάπα τό ὄνοµα δέν ἐτέθη στά δίπτυχα, ὁπότε ὑπάρχει ἀκοινωνησία. Ἀργότερα, τό 1054 ὁ Καρδινάλιος Οὐµβέρτος ἀναθεµάτισε τόν Πατριάρχη Κηρουλάριο καί ἄλλους δύο καί ἐκεῖνος τόν ἀναθεµάτισε. Αὐτό σηµαίνει ὅτι ἡ ἀκοινωνησία ὑπῆρξε καί πρίν τά ἀναθέµατα, καί φυσικά ἡ ἄρση τῶν ἀναθεµάτων δέν καταργεῖ τήν πράξη τῆς ἀκοινωνησίας. Τό ἐρώτηµα πού τίθεται εἶναι: Τό 1965 ἔγινε ἄρση ἀναθεµάτων ἤ ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας; Εἶναι ἐρώτηµα καίριο, διότι στήν Πράξη τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου τῆς 7ης ∆εκεµβρίου τοῦ 1965 γράφεται ὅτι ἔγινε ἄρση ἀναθεµάτων, καί ἑποµένως ὑφίσταται ἀκόµη ἡ ἀκοινωνησία, ἐνῶ σέ δήλωση πού ὑπογράφηκε στά γαλλικά µεταξύ τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Πάπα καί τήν ὁποία διάβασε ὁ Πάπας κατά τήν τελευταία ἡµέρα (7 ∆εκεµβρίου) καί πράξη τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου, γράφεται ὅτι ἔγινε ἄρση ἀκοινωνησίας.
Ἔχω στήν διάθεσή µου τό κείµενο αὐτό στήν γαλλική καί τήν ἀγγλική γλώσσα. Τό δεύτερο εἶναι συνέχεια τοῦ προηγουµένου ὅτι, δυστυχῶς, στήν ἐκκλησιαστική πρακτική ὄχι µόνον ἀναγνωρίζονται οἱ Ἑτερόδοξοι ὡς  Ἐκκλησίες, ἀλλά ὑπάρχει καί ἐκκλησιαστική καί εὐχαριστιακή κοινωνία! Ἑποµένως, ὑφίσταται µία ἐκκλησιαστική διγλωσσία, ἀσάφεια καί σύγχυση. Ἀναφέροµαι σέ ἕνα κείµενο µιᾶς Ἐκκλησίας, πού χαρακτηρίζεται ὡς «Ὁµολογία», πού ἐγκρίθηκε ἐπισήµως καί στό ὁποῖο ἐπικρατεῖ σέ µεγάλο βαθµό ἡ διγλωσσία καί ἡ σύγχυση. Ἐνῶ γίνεται λόγος γιά Μία Ἐκκλησία, συγχρόνως χαρακτηρίζονται καί ἄλλες ὁµολογίες ὡς Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες «ἀποτελοῦν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Ἐπίσης, γίνεται λόγος ἀκόµη γιά θεία Κοινωνία ἀπό τό ἴδιο ἅγιο Ποτήριο ἀπό ὅλους τούς Χριστιανούς «διά λόγους ἀνάγκης καί Χριστιανικῆς Μυστηριακῆς φιλοξενίας», ὅπως καί γιά τό ὅτι «ὅλοι οἱ Χριστιανοί µέ τό ἴδιον βάπτισµα ἐγίναµεν µέλη τοῦ Σώµατος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία».
Τό τρίτο παράδειγµα εἶναι ὅτι πρόσφατα διάβασα τό βιβλίο τοῦ καθηγητοῦ Ἀντωνίου Παπαδοπούλου µέ τίτλο «Θεολογικός διάλογος Ὀρθοδό- ξων καί Ρωµαιοκαθολικῶν (ἱστορία-κείµενα-προβλήµατα)» καί διαπίστωσα ἀκόµη γιά µιά φορά ὅτι κατά τόν διάλογο αὐτό καί τίς δηλώσεις καί τά κοινά κείµενα µεταξύ τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Πάπα, ὅπως καί τῶν ἀντιπροσώπων τους, ἐπικρατεῖ µιά γλώσσα ὅτι ἐπικρατεῖ ἕνα πνεῦµα «ἀδελφοσύνης ἥτις προκύπτει ἐκ τοῦ µοναδικοῦ βαπτίσµατος καί ἐκ τῆς συµµετοχῆς εἰς τά ἱερά µυστήρια» καί ὅτι «αἱ Ἐκκλησίαι ἡµῶν ἀναγνωρίζουσιν ἀλλήλας ὡς Ἐκκλησίας ἀδελφάς, συνυπευθύνους ἐν τῇ διαφυλάξει τῆς µόνης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ πιστῆς εἰς τό θεῖον σχέδιον, ὅλως δέ ἰδιαζούσης ἐν ὄψει τῆς ἑνότητος». Ἡ διγλωσσία σέ ἐπίσηµα ἐκκλησιαστικά ἔγγραφα εἶναι µιά ὀδυνηρή πραγµατικότητα πού δείχνει τήν ἀποµάκρυνση ἀπό τά ἐπίσηµα ἐκκλησιαστικά κείµενα δύο χιλιετιῶν. Αὐτό δέν πρέπει νά γίνη στά κείµενα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου.
 
5. Ὁ ὅρος «ἀδελφαί Ἐκκλησίαι»
Στό κείµενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσµον», ἐνῶ γίνεται λόγος γιά τό ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι «ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία», συγχρόνως γίνεται λόγος γιά τό ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «ἀναγνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν ἤ Ὁµολογιῶν», ὁπότε γίνεται σύγχυση πρός τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό προτείνεται ἡ διόρθωση τοῦ κειµένου αὐτοῦ.  Τό θέµα αὐτό εἶναι σοβαρότατο, γιατί σέ διάφορους θεολογικούς διαλόγους µεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωµαιοκαθολικῶν, ὅπως ἐπίσης καί σέ ἐπίσηµα κείµενα γίνεται λόγος γιά «ἀδελφές Ἐκκλησίες», µεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Ρωµαιοκαθολικῶν, καί δυστυχῶς αὐτός ὁ ὅρος «ἀδελφές Ἐκκλησίες» ἀνέπτυξε µιά ἰδιαίτερη θεολογία καί ἐκκλησιολογία.
∆έν εἶναι δέ ἕνας τεχνικός ὅρος, ἀλλά µιά σύγχρονη ἐκκλησιολογική θεολογία, πού ἐπικράτησε στήν οἰκουµενική κίνηση. Γιά τόν ὅρο «ἀδελφές Ἐκκλησίες» καί µάλιστα ὅπως ἄρχισε νά χρησιµοποιῆται, γίνεται µιά ἀναφορά σέ κείµενο πού ἐξέδωσε τό Γραφεῖο τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν διδασκαλία πίστεως τοῦ Βατικανοῦ (30 Ἰουνίου 2000), τῆς ὁποίας προήδρευε ὁ Καρδινάλιος Ἰωσήφ Ράντζιγκερ, µετέπειτα Πάπας Βενέδικτος. Ὁ ὅρος αὐτός, σύµφωνα µέ τό κείµενο αὐτό, ἐµφανίσθηκε τόν 12ο καί 13ο αἰώνα, χρησιµοποιήθηκε στούς νεώτερους χρόνους ἀπό τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρα, υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Β΄ Βατικανή Σύνοδο καί ἔκτοτε χρησιµοποιήθηκε σέ παπικά ἔγγραφα, σέ προσφωνήσεις, σέ ἐπιστολές, σέ ἐγκυκλίους κλπ. Ἐπίσης, στό κείµενο πού ἐξέδωσε ἡ Ἐπιτροπή γιά τήν διδασκαλία τῆς πίστεως γίνεται µιά θεολογική ἀνάλυση τῆς ἐκφράσεως αὐτῆς καί παρουσιάζεται γιά τό πῶς τήν ἐννοοῦν οἱ «Ρωµαιοκαθολικοί», ὅτι «ἡ µία ἁγία, καθολική καί ἀποστολική παγκόσµια Ἐκκλησία», πού εἶναι ἡ Παπική, «δέν εἶναι ἀδελφή, ἀλλά µητέρα ὅλων τῶν συγκεκριµένων Ἐκκλησιῶν». Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον «θά πρέπει κάποιος νά ἀποφεύγη, ὡς αἰτία παρεξηγήσεως καί θεολογικῆς σύγχυσης, τήν χρήση ἐκφράσεων ὅπως «οἱ δυό µας Ἐκκλησίες», ἡ ὁποία ἀποδίδεται στήν Καθολική Ἐκκλησία καί στό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν (ἤ µιᾶς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας)». Πάντως, ὁ ὅρος αὐτός «ἀδελφές Ἐκκλησίες», κατά τό κείµενο, «µπορεῖ νά χρησιµοποιεῖται µόνο γιά τίς ἐκκλησιαστικές ἐκεῖνες κοινότητες, οἱ ὁποῖες διατήρησαν ἔγκυρη ἐπισκοπική διαδοχή καί εὐχαριστία».
Εἶναι φανερόν ὅτι ὁ ὅρος «ἀδελφές Ἐκκλησίες» χρησιµοποιεῖται ἀπό τούς Παπικούς µέ τήν θεολογική καί ἐκκλησιολογική ἔννοια τῆς ἐγκυρότητας τῶν µυστηρίων καί τῆς ἐπισκοπικῆς διαδοχῆς καί δέν εἶναι ἕνας τεχνικός ὅρος, µέ τήν προσθήκη ὅτι µητέρα Ἐκκλησία ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι ἡ «Καθολική Ἐκκλησία». Εἶναι ἐνδιαφέρον ὅτι ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β΄ σέ λόγο του πού ἐκφώνησε τήν 5η Ἰουνίου 1991 στό Bialystok τῆς Πολωνίας εἶπε γιά τό θέµα αὐτό: «Σήµερα βλέπουµε καθαρότερα καί ἐννοοῦµε καλύτερα ὅτι οἱ Ἐκκλησίες µας εἶναι ἀδελφές Ἐκκλησίες, ὄχι ὑπό ἔννοια ἁπλῶς µιᾶς 11 ἐκφράσεως εὐγενείας, ἀλλά ὑπό ἔννοια µιᾶς θεµελιώδους οἰκουµενικῆς ἐκκλησιολογικῆς κατηγορίας». Αὐτό προέρχεται ὄχι µόνο ἀπό τήν Β΄ Βατικανή Σύνοδο, ἀλλά καί ἀπό τά κείµενα πού ὑπογράφησαν κατά τούς θεολογικούς διαλόγους µεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί Ρωµαιοκαθολικῶν στό Μόναχο (1982), στό Μπάρι (1987), στό Νέο Βάλαµο τῆς Φινλανδίας (1988) καί ἀργότερα στήν Ραβένα (2007).
Ὑπενθυµίζω ὅτι στό Μόναχο καταρτίσθηκε κείµενο µέ θέµα «Τό µυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Εὐχαριστίας ὑπό τό φῶς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος»· στό Μπάρι καταρτίσθηκε κείµενο µέ θέµα «Πίστις, µυστήρια καί ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας»· στό Νέο Βάλαµο καταρτίσθηκε κείµενο µέ θέµα «Τό Μυστήριον τῆς Ἱερωσύνης ἐν τῇ µυστηριακῇ δοµῇ τῆς Ἐκκλησίας καί ἰδίᾳ ἡ σπουδαιότης τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς διά τόν ἁγιασµόν καί τήν ἑνότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ»· καί στήν Ραβένα καταρτίσθηκε κείµενο µέ θέµα «Ἐκκλησιολογικαί καί κανονικαί συνέπειαι τῆς µυστηριακῆς φύσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκκλησιαστική κοινωνία, συνοδικότης καί αὐθεντία».
Τά τέσσερα αὐτά κείµενα καταρτίσθηκαν καί ἐγκρίθηκαν ἀπό τούς ἀντιπροσώπους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκλησιῶν, µέ τήν προοπτική ὅταν θά ὁλοκληρωθῆ ὁ θεολογικός διάλογος, θά ἐγκριθῆ ἀπό τίς κατά τόπους Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Ὕστερα ἀπό αὐτά ἐξάγονται ἀναµφιβόλως δύο σηµαντικά συµπερά- σµατα. Τό πρῶτο συµπέρασµα εἶναι ὅτι ὁ ὅρος «ἀδελφαί Ἐκκλησίαι» καί ὁ ὅρος «Ἐκκλησία» γιά τούς Ρωµαιοκαθολικούς δέν εἶναι τεχνικός ὅρος, ἀλλά ἀπόδοση ἐκκλησιαστικότητος στίς χριστιανικές αὐτές κοινότητες. Τό δεύτερο συµπέρασµα εἶναι ὅτι τά ὡς ἄνω κείµενα ὑπεγράφησαν ἀπό τούς ἐκπροσώπους καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος µέ τήν ἀπαραίτητη ὅµως προϋπόθεση ὅτι θά ἔλθουν τελικά πρός ἔγκριση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δηλαδή τελοῦν ὑπό τόν ἀπαραίτητο ὅρο τοῦ ad referendum.
Ἄν ὅµως στό κείµενο πού πρόκειται νά ψηφισθῆ στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο στήν Κρήτη παραµείνη ἡ ἔκφραση ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορική ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁµολογιῶν» καί ἄλλες παρόµοιες ἐκφράσεις, τότε ἀναγνωρίζονται ἐµµέσως τά κείµενα πού ἤδη ἔχουν ὑπογραφῆ ἀπό τούς ἀντιπροσώπους, καίτοι εἶναι προβληµατικά, χωρίς νά ἔλθουν πρός ἔγκριση στήν Ἱεραρχία µας. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον πρέπει νά προηγηθῆ ἡ ἔγκριση ἤ µή τῶν τεσσάρων κειµένων ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. 12 Ἑποµένως, πρέπει ὁπωσδήποτε στό κείµενο πού πρόκειται νά συζητηθῆ καί νά ψηφισθῆ στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο νά µή χαρακτηρίζωνται ἄλλες Χριστιανικές Κοινότητες καί Ὁµολογίες ὡς Ἐκκλησίες.
 
6. Τό «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό» τοῦ Βαπτίσµατος
Συνέχεια τοῦ προηγουµένου εἶναι ὅτι πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι τό Βάπτισµα τῶν Ἑτεροδόξων εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό», δηλαδή δέν ταυτίζονται τά χαρισµατικά µέ τά κανονικά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ παλαιότεροι Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου χρησιµο- ποιοῦσαν τήν κανονική τάξη περί τοῦ κατ’ ἀκρίβειαν καί κατ’ οἰκονοµίαν τρόπου ἀποδοχῆς κάποιων ἑτεροδόξων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἔκαναν διάκριση ὅτι ἄλλο εἶναι ἄν ὑπάρχουν Μυστήρια ἐκτός Ἐκκλησίας –πού δέν ὑπάρχουν– καί ἄλλο εἶναι τό πῶς ἀποδεχόµαστε κάποιον ἑτερόδοξο στήν Ἐκκλησία. Κατ’ ἀκρίβειαν δέν ὑπάρχουν Μυστήρια ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά κατ’ οἰκονοµίαν ἀποδεχόµαστε κάποιον µέ Χρίσµα ἤ λίβελλο, ὅταν ἡ βάπτιση γίνεται στό ὄνοµα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως νοεῖται ὀρθοδόξως, καί µέ τριττή ἐµβάπτιση στό νερό. Αὐτό µᾶς ἀναπαύει. Ἡ ἄποψη µερικῶν νά µετατρέπουν τήν οἰκονοµία, ἀπό µία προσωρινή ὑποστολή τῆς ἀκρίβειας σέ µόνιµη κατάσταση, εἶναι ἀνεπίτρεπτη. Ἔτσι, πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι τό βάπτισµα τῶν ἑτεροδόξων-αἱρετικῶν εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό», πράγµα πού δέν τό ἰσχυρίζονται οἱ Κανόνες 7 τῆς Β΄ Οἰκουµενικῆς Συνόδου καί 95 τῆς Πενθέκτης Οἰκουµενικῆς Συνόδου.
Ἀλλά πέρα ἀπό τίς δύο αὐτές Οἰκουµενικές Συνόδους δέν πρέπει νά παροραθῆ ὅτι στήν λατινική παράδοση ἔχει εἰσαχθῆ ἡ αἵρεση τοῦ filioque, ἡ αἵρεση τοῦ actus purus, ἄλλες αἱρετικές ἀποκλίσεις, καθώς ἐπίσης καί ὁ ραντισµός στό βάπτισµα καί ἡ ἐπίχυση ὕδατος, παρακάµπτοντας τήν ἐµβάπτιση τοῦ ἐµβαπτιζοµένου στό νερό. Ἔπειτα, διερωτᾶται κανείς γιατί νά µή εἶναι «ἔγκυρα» καί «ὑποστατά» τό Χρίσµα, ἡ θεία Εὐχαριστία στούς ἑτεροδόξους µέ τήν ἴδια νοοτροπία; Καί γιατί εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό» τό βάπτισµα τῶν ἑτεροδόξων, ὅταν ταυτοχρόνως ἐµποδίζονται νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πού εἶναι ὁ βαθύτερος σκοπός τοῦ βαπτίσµατος; ∆ηλαδή, κατά µερικούς θεολόγους τό βάπτισµα τῶν ἑτεροδόξων εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό», ἀλλά δέν παράγει ἐκκλησιαστικά ἀποτελέσµατα, ἀφοῦ εἶναι ἀνενεργό , ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Αὐγουστῖνος ἐπίσκοπος Ἱππῶνος;  Ἡ ἄποψη περί «ἐγκύρου» καί «ὑποστατοῦ» βαπτίσµατος συνδέεται µέ τήν Ἀποστολική ∆ιαδοχή, δηλαδή «ἔγκυρη» καί «ὑποστατή» Ἱερωσύνη. Αὐτή ἡ θέση εἶναι παράδοξη, διότι ἡ Ἀποστολική ∆ιαδοχή δέν εἶναι «µαγική» καί µηχανική πράξη, δέν εἶναι µόνον µιά σειρά, ἀδιάκοπη ἔστω, χειροτονιῶν, ἀλλά κυρίως καί πρό παντός διαδοχή ἀποστολικοῦ τρόπου, κατά τό Ἀπολυτίκιο: «Καί τρόπων µέτοχος, καί θρόνων διάδοχος τῶν Ἀποστόλων γενόµενος, τήν πράξιν εὗρες θεόπνευστε εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτοµῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας µέχρις αἵµατος, Ἱεροµάρτυς Ἰγνάτιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡµῶν».
Ἡ ἀπώλεια τῆς Ὀρθοδόξου ἀποκαλυπτικῆς πίστεως, ἡ εἰσαγωγή τῆς σχολαστικῆς θεολογίας ὡς ἀνωτέρας ἀπό τήν ἀποστολική καί τήν πατερική θεολογία, δέν συνιστᾶ Ἀποστολική διαδοχή. Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «οἱ δέ τῆς Ἐκκλησίας ἀποστάντες, οὐκ ἔτι ἔσχον τήν χάριν τοῦ ἁγίου Πνεύµατος ἐφ’ ἑαυτούς· ἐπέλιπε γάρ ἡ µετάδοσις τῷ διακοπῆναι τήν ἀκολουθίαν» (α΄ Κανών). Ὅπως ἐπίσης εἶναι γνωστή ἡ φράση ἀπό τόν Κανόνα τῆς Συνόδου τῆς Καρχηδόνος: «Παρὰ δὲ τοῖς αἰρετικοῖς, ὅπου Ἐκκλησία οὐκ ἔστιν, ἀδύνατον ἁµαρτηµάτων ἄφεσιν λαβεῖν». Πέρα τοῦ δογµατικοῦ αὐτοῦ θέµατος τίθεται ἔντονος προβληµατισµός, καί ἀπό ἱστορικῆς πλευρᾶς, τῆς ἀδιάκοπης σειρᾶς χειροτονιῶν, ἀφοῦ παραδίδεται ἱστορικά ὅτι ὁ Καρλοµάγνος καί οἱ διάδοχοί του τοποθετοῦσαν ὡς Ἐπισκόπους λαϊκούς χωρίς χειροτονία, τούς θεωροῦσαν ὡς διοικητικά ὄργανα µέσα στό φεουδαλιστικό σύστηµα πού ἐπέβαλαν, µέ ἀποτέλεσµα νά διαµαρτύρεται, πρίν τό 1009, ἀκόµη καί ὁ Πάπας τῆς Ρώµης πρός τούς Γερµανούς Ἡγεµόνες. Ἱστορικά ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι πρίν τό σχίσµα τῆς Παλαιᾶς Ρώµης πρός τήν Νέα Ρώµη, ὑπῆρξε σχίσµα τῶν Ἐπαρχιῶν ὅπου κυριαρχοῦσε ὁ Καρλοµάγνος πρός τήν Παλαιά Ρώµη.
Τό ἔτος 794 στήν Φραγκφούρτη καταδικάστηκε ἡ Ζ΄ Οἰκουµενική Σύνοδος καί τό ἔτος 809 στό Ἄαχεν εἰσήχθη τό filioque, καί ὅλα αὐτά πέρασαν καί στήν Ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Ρώµης, ὅταν κατελήφθη ἀπό τούς Φράγκους. ∆ιαβάζοντας τό βιβλίο «∆ιάλογοι» τοῦ Πάπα Ρώµης Γρηγορίου, τοῦ ὀνοµαζοµένου ∆ιαλόγου, βλέπει κανείς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρώµης πρό τοῦ 7ου αἰῶνος µ.Χ., τήν θεολογία της καί τόν ἡσυχασµό της, τά κοινά σηµεῖα µέ τήν θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀγώνα τῶν Ὀρθοδόξων Παπῶν, Ἐπισκόπων καί µοναχῶν πρός τούς αἱρετικούς Γότθους, Βησιγότθους, Βανδάλους, Λογγοβάρδους καί ἀκόµη πρός τούς Φράγκους, ὅπως καί τά µαρτύρια, τήν σφαγή πού ὑπέστησαν οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Παλαιᾶς Ρώµης ἀπό τά Γερµανικά φῦλα. Καί ὅλα αὐτά συνέβαιναν στίς ἀρχές τοῦ 7ου 14 αἰῶνος. Τότε, γιά ποιά ἀποστολική παράδοση καί διαδοχή ὁµιλοῦµε, ὅταν ὅλα εἶναι προβληµατικά, καί τά θεολογικά, καί τά ἐκκλησιαστικά, καί τά ἱστορικά;
 
7. Ἡ κακοδοξία τῆς ὀντολογίας τοῦ προσώπου
Τό θέµα τοῦ προσώπου δέν εἶναι «σχολαῖο», δηλαδή σχολαστικό, εἶναι µεγίστης σηµασίας.
Ἔχει εἰσαχθῆ στήν ὁρολογία µας, τό χρησιµοποιοῦµε συχνά, κάνουµε λόγο γιά τό «ἀνθρώπινο πρόσωπο» καί τήν «ἱερότητά» του, γιά τήν διαφορά µεταξύ «προσώπου καί ἀτόµου» καί πολλά ἄλλα πού εἶναι ἄρνηση τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων µας. ∆ιάβασα τό κοινό ἀνακοινωθέν πού ὑπεγράφη στήν Μυτιλήνη µεταξύ τοῦ Πάπα, τοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος. Γίνεται λόγος γιά «προστασία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς», γιά «ἀνθρωπιστική κρίση», γιά «παραβίαση τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καί τῶν θεµελιωδῶν ἀνθρωπίνων δικαιωµάτων καί ἐλευθεριῶν τους», γιά «κρίση ἀνθρωπιστική», ἀλλά ὄχι γιά «ἀνθρώπινο πρόσωπο». ∆υστυχῶς, σήµερα ἔχει ἀντικατασταθῆ ἡ ὡραιότατη καί θεολογικότατη λέξη ἄνθρωπος ἀπό τίς λέξεις πρόσωπο, ἀνθρώπινο πρόσωπο, πού µοῦ θυµίζουν τήν παλαιότερη φράση «σοσιαλισµός µέ ἀνθρώπινο πρόσωπο», καί µέ αὐτή τήν ἔννοια ἀπό τήν θεολογία φθάσαµε στήν κοινωνιολογία γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώµατα.
Βεβαίως, σεβόµαστε τά ἀνθρώπινα δικαιώµατα, ἀλλά ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν µπορεῖ νά περικλεισθῆ µόνον σέ αὐτά. Ἡ λέξη πρόσωπο καί ἄτοµο γιά τόν ἄνθρωπο καί τά σχετικά µέ τήν «ὀντολογία τοῦ προσώπου» ἔχουν µιά διαδροµή ἀπό τόν Θωµᾶ τόν Ἀκινάτη µέχρι τόν Κάντ, τόν γερµανικό ἰδεαλισµό (Φίχτε, Σέλινγ, Χαῖγκελ), τήν ρωσική θεολογία καί τόν ὑπαρξισµό, καί χρησιµοποιοῦνται κυρίως ἀπό µερικούς Ὀρθοδόξους. Πρόκειται γιά µιά µορφή «θεολογικοῦ ἰοῦ», πού ἔχει προσβάλει τήν ὀρθόδοξη θεολογία µας. Καί µπορεῖ, ἴσως, νά χρησιµοποιοῦµε τόν ὅρο αὐτόν στήν καθηµερινή µας γλώσσα, χωρίς νά τό ἀντιλαµβανόµαστε, ἀλλά ὅταν εἰσάγεται αὐτός ὁ ὅρος σέ ἐπίσηµα συνοδικά καί ἐκκλησιαστικά κείµενα, τότε ἀποτελεῖ θεολογική παρεκτροπή. Οἱ σύγχρονοι θεολόγοι πού χρησιµοποιοῦν τίς φράσεις «ἀνθρώπινο πρόσωπο», «ἀναγκαιότητα τῆς φύσεως», «βούληση ἤ ἐλευθερία τοῦ προσώπου» σαφῶς παραβιάζουν τήν ὀρθόδοξη θεολογία ὅτι ἡ φύση εἶναι καλή, καί ὄχι ἀναγκαστική, ἡ θέληση-βούληση εἶναι ὄρεξη τῆς φύσεως καί ὄχι τοῦ προσώπου, τό πρόσωπο ταυτίζεται µέ τό ἄτοµο κ.ἄ.
Ἡ σύνδεση µεταξύ τῆς θέλησης καί τοῦ προσώπου καταργεῖ τόν Τριαδικό Θεό, εἰσάγει τριθεΐα, καί ἡ σύνδεση µεταξύ φύσεως καί ἀνάγκης ἀποδίδει µοµφή στόν Θεό γιά τήν δηµιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, στό κείµενο πρέπει νά ἀντικατασταθοῦν τά περί προσώπου, µέ τήν λέξη ἄνθρωπος. Τί ὡραία εἶναι αὐτή ἡ λέξη µέ τό ὀρθόδοξο περιεχόµενο τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁµοίωση! Φυσικά, κάθε ἄνθρωπο ὡς δηµιούργηµα τοῦ Θεοῦ πρέπει νά τόν σεβόµαστε καί δέν µπορεῖ νά τόν ὀνοµάζουµε πρόσωπο γιά νά δείχνουµε τόν σεβασµό µας σέ αὐτόν. Ἐπειδή µερικοί ἐπικαλοῦνται τόν Γέροντα Σωφρόνιο πού ὁµιλοῦσε περί προσώπου θέλω νά ἐπισηµάνω ὅτι ὅσα ἔγραφε ὁ Γέροντας δέν ἔχουν καµµιά σχέση µέ ἐκεῖνα πού ἀναλύουν οἱ σύγχρονοι θεολογοῦντες περσοναλιστές.
Ὁ Γέροντας ταύτιζε τό πρόσωπο-ὑπόσταση µέ τήν πορεία ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁµοίωση καί στήν πραγµατικότητα µέ τόν ὅρο πρόσωπο «ζωγράφιζε» τόν ἅγιο Σιλουανό.
 
Συµπέρασµα
Τά κείµενα πού ἔχουν γραφῆ καί ὑπογραφῆ ἀπό τούς Προκαθηµένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί πρόκειται νά συζητηθοῦν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο προκαλοῦν σέ µερικά σηµεῖα, διότι στίς ἡµέρες µας παρατηρεῖται, ἀκόµη καί µέσα στήν Ἐκκλησία µιά σύγχυση µεταξύ τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαµᾶ καί τῆς διδασκαλίας τῶν οὑµανιστῶν πολεµίων του.
Τά κείµενα καταρτίσθηκαν χωρίς δηµόσιο διάλογο καί θεολογική «διαβούλευση», γι’ αὐτό δηµιούργησαν θεολογικές ἀντιδράσεις, καί δικαίως. Ὅµως, µερικοί «ἔξυπνοι» ὁµίλησαν σκληρά γι’ αὐτούς πού δικαίως ἀντιδροῦν µέ θεολογικά ἐπιχειρήµατα καί τούς ὀνόµασαν «»στρατευµένη φράξια» µιᾶς ἰδεολογικῆς ὀρθοδοξίας», τῆς «ὀρθοδοξίας «ἁγιατολάχ»». Στρέφονται ἐναντίον «τῆς σύναξης τῶν πεφωτισµένων καί θεουµένων γερόντων καί πνευµατικῶν πατέρων», καί γράφουν: «Καιρός πιά, γιά τούς ὑπεύθυνους ἐκκλησιαστικούς ἡγέτες καί ὅλους ἐµᾶς, νά τελειώνουµε µ’ αὐτήν τήν καρικατούρα τῆς δῆθεν πιστότητας στήν Παράδοση, µ’ αὐτούς τούς ὀρθοδόξους «ἁγιατολλάχ», πού θεωροῦν πῶς ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς ἀνά τόν κόσµον ὀρθοδοξίας…». Τό πρόβληµα, λοιπόν, εἶναι ὅτι ἐπιχειρεῖται µιά χειραφέτηση ἀπό τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀρχίζει ἀπό τήν 7η Οἰκουµενική Σύνοδο καί φθάνει µέχρι σήµερα, µιά ἀποδυνάµωση καί ἀποµάκρυνση ἀπό τήν διδασκαλία τῶν θεουµένων ἁγίων µας, κυρίως τοῦ Μεγάλου Φωτίου, τοῦ 16 ἁγίου Συµεών τοῦ Νέου Θεολόγου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαµᾶ, τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καί ὅλων τῶν ἄλλων Φιλοκαλικῶν Πατέρων. Ἄν δέν εἶναι ἔτσι, ἄς ὁµολογήσουν ἐπισήµως στό µήνυµα, πού θά ἐκπέµψουν, τήν πιστότητά τους στίς Μεγάλες Συνόδους µετά τήν Ζ΄ Οἰκουµενική Σύνοδο, ἤτοι στίς Συνόδους ἐπί Μεγάλου Φωτίου, ἐπί Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαµᾶ καί στίς ἐν συνεχείᾳ Συνόδους τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας.
Εἶναι τόσο ἁπλό!

Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου
 

 

Πηγή: Ακτίνες

mhtropoliths peirews serafeim 01



Συνέντευξη για τη Μεγάλη Σύνοδο στο Ρουμανικό τηλεοπτικό κανάλι TVR1 [29 Μαΐου 2016]. Δείτε από 7.34΄.

 

Πηγή: Ακτίνες

 

p savvas lavriwths 01


Την 29ην Μαΐου ημέραν Κυριακήν και ώραν 7 μ.μ. εις την αίθουσαν: «Αρχιμανδρίτης Μάρκος Μανώλης» της «Πανελληνίου Ορθοδόξου Ενώσεως» της εφημεριδας ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ (Λεωφ. Θησέως 25, Νέας Ερυθραίας) , πραγματοποιήθηκε ομιλία απο τον Γέρων π. Σάββα Λαυριώτη με το επίκαιρον θέμα: Η «Αγία» και «Μεγάλη» Σύνο­δος μια προσπάθεια κατοχυρώσεως της αι­ρέσεως του Οικουμενισμού.
 
Πηγή: Ακτίνες

iera synodos logo 01

 

Εγκύκλιος: «Περί τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» (2/6/2016).
Πρωτ. 2541
Ἀριθμ. Διεκπ. 1133
Ἀθήνῃσι 2ᾳ Ἰουνίου 2016
Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ 2 9 7 7
Πρός
τό Χριστεπώνυμον Πλήρωμα
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Ἀγαπητοί Πατέρες καί ἀδελφοί,
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !
ἀσφαλῶς γνωρίζετε ὅτι αὐτόν τόν μήνα,

 

ἤτοι ἀπό 17 ἕως 26 Ἰουνίου, θά συνέλθει στήν Κρήτη ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῶν Ὀρθοδόξων κατά τόπους Ἐκκλησιῶν, ὕστερα ἀπό προετοιμασία πολλῶν ἐτῶν, γιά νά συσκεφθεῖ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καί νά φανερώσει τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σέ ἐποχή πού ἡ τοπική καί παγκόσμια κοινωνία εἶναι γεμάτη ἀντιφάσεις καί ἀνταγωνισμούς. Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας πού ἐξουσιοδοτήθηκε ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, θέλει νά σᾶς ἐνημερώσει ὑπεύθυνα γιά τό σημαντικό αὐτό γεγονός.
 
Κατ' ἀρχάς τό ἐκκλησιαστικό πολίτευμα εἶναι συνοδικό καί ἱεραρχικό. Τό συνοδικό δηλώνει τήν ὕπαρξη πολλῶν ἀνθρώπων ἐπί τό αὐτό καί εἰς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ συνηγμένων καί τό ἱεραρχικό δηλώνει ὅτι ὑπάρχει ἱεράρχησή τους, ἀνάλογα μέ τά χαρίσματα πού διαθέτουν. Σέ ὅλα τά ἐκκλησιαστικά ἐπίπεδα (Ἱερά Σύνοδος, Μητροπόλεις, Ἐνορίες, Μονές) λειτουργεῖ τό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα καί ἔτσι ἐκφράζεται ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως. Αὐτό φανερώνεται ἔντονα στήν θεία Εὐχαριστία, πού ἐκφράζει τόν τρόπο λειτουργίας τοῦ συνοδικοῦ πολιτεύματος, στόν ὁποῖον ὑπάρχει ὁ Ἐπίσκοπος ὡς Πρόεδρος τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως καί διδάσκαλος τῆς ἀληθείας, οἱ κληρικοί, οἱ μοναχοί καί οἱ λαϊκοί μέ τό ἰδιαίτερο χάρισμά τους ὁ καθένας. Ἔτσι λειτουργοῦν καί οἱ Σύνοδοι τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί οἱ Πανορθόδοξοι Σύνοδοι. Μέ τόν τρόπο αὐτόν δοξάζεται ὁ Τριαδικός Θεός.
 
Πολλά χρόνια οἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες διαπίστωναν ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο νά συγκληθεῖ ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος γιά νά ἐπιλυθοῦν διάφορα χρονίζοντα ἐκκλησιαστικά θέματα πού ἀπασχολοῦν τίς κατά τόπους Ἐκκλησίες. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πάντοτε διασκέπτεται συνοδικῶς γιά τήν λύση διαφόρων δογματικῶν, ἐκκλησιαστικῶν, κανονικῶν καί ποιμαντικῶν θεμάτων.
 
Στήν πρώτη χιλιετία τοῦ Χριστιανισμοῦ συνεκλήθησαν οἱ Τοπικές καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Στήν δεύτερη χιλιετία ἐπίσης συνεκλήθησαν Μεγάλες Σύνοδοι, μέ οἰκουμενικό καί πανορθόδοξο χαρακτήρα, μέ σημαντικότερες τίς Συνόδους ἐπί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τίς μετέπειτα Συνόδους τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς. Στήν πραγματικότητα, «ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς μία συνεχής Σύνοδος», ἄλλωστε αὐτό σημαίνει καί ἡ λέξη Ἐκκλησία. Ἔτσι, στή διαχρονική αὐτή πορεία τῆς συνοδικότητος χωρίς οὐσιαστική διακοπή καί ἐκκλησιαστικά χάσματα ἐντάσσεται καί ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Οἱ δεκατέσσερεις κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ὕστερα ἀπό πολλές προπαρασκευαστικές Συνοδικές Ἐπιτροπές, ἐπέλεξαν ὁμοφώνως νά ἀντιμετωπίσουν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο ἕξι θέματα, ἤτοι: 1) «Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον». 2) «Ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά». 3) «Τό Αὐτόνομον καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ». 4) «Τό μυστήριον τοῦ γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ». 5) «Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καί ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον». 6) «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον».
 
Οἱ Ἐπιτροπές ἀπό ὅλες τίς Ἐκκλησίες ἑτοίμασαν τά κείμενα, ὑπογράφηκαν ἀπό τούς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί σέ τελική μορφή τέθηκαν στίς Ἱεραρχίες τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μέ τήν δυνατότητα νά προτείνουν διορθώσεις καί προσθῆκες, ὅπως ἐπιβάλλει τό Συνοδικό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας.
 
Μέ τόν σκοπό αὐτό συνεκλήθη πρόσφατα ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τήν 24η καί 25η Μαΐου, γιά νά συζητήσει γιά τήν Ἀπόφαση καί Πρόταση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ὕστερα ἀπό ἀποσταλεῖσες προτάσεις Ἱεραρχῶν, κατόπιν τῆς προτροπῆς τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου.
 
Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέ ἀπόλυτη πίστη στήν διδασκαλία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, καί μέ σεβασμό στό Συνοδικό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μελέτησε διεξοδικά τίς προτάσεις τῆς Διαρκοῦς Συνόδου, μίαν πρός μίαν, καί μέ πνεῦμα ὁμοψυχίας, ὑπευθυνότητας καί σοβαρότητας, μέ ὁμοφωνία στά περισσότερα σημεῖα καί ἀπόλυτη πλειοψηφία σέ ἄλλα, ἔκανε τίς διορθώσεις τῶν τεθέντων κειμένων καί ὅπου χρειάσθηκε ἔκανε καί προσθῆκες, ὥστε αὐτές νά εἶναι οἱ τελικές ἀποφάσεις τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τά κείμενα αὐτά.
 
Οἱ διορθώσεις καί οἱ προσθῆκες πού εἶναι οὐσιαστικές καί συντονίζονται στήν διαχρονική ἐμπειρία καί παράδοση τῆς Ἐκκλησίας θά κατατεθοῦν στήν Πανορθόδοξη Γραμματεία τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου στήν Κρήτη καί θά ὑποστηριχθοῦν ἀπό τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο γιά νά βελτιωθοῦν τά ἤδη ἐπεξεργασθέντα κείμενα ἀπό τούς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ἔτσι νά δοθεῖ μιά καλή ἐκκλησιαστική μαρτυρία πίστεως καί ἑνότητος στόν σύγχρονο κόσμο, συντονισμένη στήν ὅλη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀσφαλῶς, ἔγινε γνωστόν ὅτι ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συζήτησε τά σοβαρά αὐτά θέματα μέ ὑπευθυνότητα, νηφαλιότητα καί γνώση. Τό σημαντικό ὅμως εἶναι ὅτι διαφύλαξε τήν ἑνότητά της. Ἀκούστηκαν οἱ ἀπόψεις πολλῶν Ἱεραρχῶν καί οἱ ἀποφάσεις ἦσαν σχεδόν ὁμόφωνες.
 
Ἐπειδή τό προηγούμενο χρονικό διάστημα ὑπῆρξε ἀνησυχία, ἐν πολλοῖς δικαιολογημένη, σέ πολλούς Κληρικούς, μοναχούς καί λαϊκούς, γιά τά κείμενα τά ὁποῖα θά συζητήσει ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος, γι’ αὐτό συνιστοῦμε σέ ὅλους νά εἰρηνεύουν, γιατί πρῶτοι ἐμεῖς οἱ Ἱεράρχες ἔχουμε δώσει τήν ὁμολογία τῆς πίστεως κατά τήν χειροτονία μας γιά νά διασφαλίσουμε τήν Ἀποστολική καί Πατερική παρακαταθήκη πού παραλάβαμε καί ἀγρυπνοῦμε γιά τό ποίμνιό μας, γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἔπαινο τῆς Ἐκκλησίας.
 
Εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος θά διεξαγάγει τίς ἐργασίες της ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἕως τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ λοιποί Κληρικοί καί λαϊκοί πού θά ἐκπροσωπήσουν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος στήν Σύνοδο αὐτή, ὅπως θά τό κάνουν καί οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες, θά προσπαθήσουν νά ἐκφράσουν τήν ἐμπειρία καί τήν πίστη τοῦ μυστηρίου τῆς Πεντηκοστῆς καί τήν ὁμολογία τῶν Ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἡ συνέχεια τῆς Πεντηκοστῆς στήν ἱστορία.
 
Γι’ αὐτό παρακαλοῦμε τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας νά προσεύχεται γιά ὅλους, ἰδιαιτέρως γιά τούς Ἐπισκόπους, Κληρικούς, μοναχούς καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι θά παραβρεθοῦν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, ὥστε νά δώσουν τήν καλή μαρτυρία τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας καί ἡ Σύνοδος αὐτή μέ τίς Ἀποφάσεις της νά ἀποδειχθεῖ πνευματικό ὁρόσημο στήν ἐκκλησιαστική μας ζωή.
 
† Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
† Ὁ Ἠλείας Γερμανός
† Ὁ Μαντινείας καί Κυνουρίας Ἀλέξανδρος
† Ὁ Ἄρτης Ἰγνάτιος
† Ὁ Λαρίσης καί Τυρνάβου Ἰγνάτιος
† Ὁ Νικαίας Ἀλέξιος
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
† Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος
† Ὁ Καστορίας Σεραφείμ
† Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἑορδαίας Θεόκλητος
† Ὁ Κασσανδρείας Νικόδημος
† Ὁ Σερρῶν καί Νιγρίτης Θεολόγος
† Ὁ Σιδηροκάστρου Μακάριος
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Μεθώνης Κλήμης
 

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...