Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 8 η Ιουνίου 2017
ΕΚΤΑΚΤΗ ΔΙΠΛΗ ΣΥΝΑΞΗ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΡΟΥΤΙΝΑΣ Ή ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ;
Το αγιώνυμο Όρος υπήρξε ανέκαθεν, στην ιστορική του πορεία, το ισχυρό προπύργιο της Ορθοδοξίας, ο ισχυρός κυματοθραύστης των ποικιλώνυμων αιρέσεων, ο θεματοφύλακας της Ορθοδόξου πίστεως, την οποία μας παρέδωσαν οι άγιοι και θεοκήρυκες απόστολοι και διατήρησαν απαραχάρακτη οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες διά των αγίων Οικουμενικών Συνόδων.
Ανέδειξε διά μέσου των αιώνων πλήθος οσιομαρτύρων και νεομαρτύρων, όπως οι άγιοι οσιομάρτυρες οι υπό των λατινοφρόνων, (Πατριάρχου Ιωάννου Βέκκου και αυτοκράτορος Μιχαήλ Η΄ του Παλαιολόγου), μαρτυρήσαντες το 1275, αλλά και πολλούς άλλους οσίους μοναχούς που κατά καιρούς εδιώχθηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, ή μαρτύρησαν για να κρατήσουν απαραχάρακτη την Ορθόδοξη πίστη. Το ρωμαλέο Ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα των αγιορειτών Πατέρων, όπως πάντα ασυμβίβαστο και μαχητικό, εκδηλώθηκε στα νεώτερα χρόνια, στην δεκαετία του 70, μετά την Άρση των Αναθεμάτων μεταξύ Ορθοδοξίας και παπικής αιρέσεως το 1965, επί των ημερών του Οικουμενικού Πατριάρχου κυρού Αθηναγόρου και του Πάπα Παύλου του ΣΤ΄, με την εξέγερση των περισσοτέρων αγιορειτικών Μονών, όλων των Σκήτεων και πολλών κελλιωτών Πατέρων, (μεταξύ αυτών και του αγίου Παϊσίου), και την διακοπή υπ’ αυτών της μνημονεύσεως των ονομάτων του κυρού Αθηναγόρου και του διαδόχου του Δημητρίου. Είναι γνωστήεπίσης η ομολογιακή και αγωνιστική στάση που τήρησε επί δεκαετίες το Άγιον Όρος στην πορεία των Διαχριστιανικών Διαλόγων και ιδιαιτέρως η σημαντικότατη συμβολή του στην ανάδειξη της χρεοκοπίας των Διαλόγων με τους Μονοφυσίτες στην δεκαετία του 90.
Ωστόσο είναι επίσης γνωστή και η ένοχη σιωπή, δυστυχώς, που ακολουθούν εδώ και αρκετά χρόνια όλες σχεδόν οι αγιορειτικές Μονές, με το πρόσχημα της διακρίσεως, πίσω από το οποίο προφανώς κρύβεται ο φόβος και η δειλία. Πρόκειται για την ένοχη σιωπή απέναντι σε μία σωρεία οικουμενιστικών παρεκτροπών από την πλευρά του Οικουμενικού Πατριαρχείου και όχι μόνον. Σιωπή, η οποία συνεχίζεται ακόμη και μέχρι σήμερα, μετά δηλαδή την «Σύνοδο» της Κρήτης. Είναι εκπληκτικό, άλλα συγχρόνως και τραγικό, το γεγονός ότι το Άγιον Όρος, εδώ και ένα χρόνο περίπου μετά την εν λόγω «Σύνοδο», εξακολουθεί να φοβείται να λάβει επίσημη θέση και να καταγγείλει με θάρρος και ομολογιακό φρόνημα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και σ’ όλο τον Ορθόδοξο κόσμο, όσα απαράδεκτα απεφασίσθησαν στην «Σύνοδο» και να εισηγηθεί την απόρριψη, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον του κειμένου με τίτλο: «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Πονάει και θλίβεται κανείς, όταν αναλογίζεται ότι αι πάλαι ποτέ διαλάμψασαι για τους αντιαιρετικούς των αγώνες Ιερές Μονές του αγίου Όρους,τώρα έχουν φθάσει σε τέτοια πνευματική καθίζηση, ώστε να μην έχουν το θάρρος και την τόλμη, να πράξουν το αυτονόητοκαι να μιμηθούντους προκατόχους των.
Την 1η Μαΐου ε. ε., Δευτέρα των Μυροφόρων, πραγματοποιήθηκε στις Καρυές του Άθωνα, έκτακτη Διπλή Σύναξη των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους, προκειμένου να συζητηθούν και να ληφθούν αποφάσεις πάνω σε σημαντικά θέματα που αφορούν την αγιορείτικη Πολιτεία, αλλά και γενικότερα. Με αγωνία περίμενε ο πιστός λαός του Θεού να πληροφορηθεί, αν οι αγιορείτες Πατέρες σ’ αυτή τουλάχιστον τη Σύναξη, συζήτησαν και έλαβαν κάποια επίσημη θέση πάνω στην «Σύνοδο» της Κρήτης και τις αποφάσεις που αυτή έλαβε, αφού όπως είναι γνωστό, η εν λόγω «Σύνοδος» αποτέλεσε, ένα παγκόσμιο, όσο και κατ’ εξοχήν θλιβερό, εκκλησιαστικό γεγονός, που έχει καταγραφεί στην ιστορία της Εκκλησίας μας. Δυστυχώς δεν ανακοινώθηκε τίποτε και ως εκ τούτου δε γνωρίζουμε, αν συζητήθηκαν οι αποφάσεις της «Συνόδου» της Κρήτης, και πως αυτές αξιολογήθηκαν. Το μόνο που είναι γνωστό μέχρι στιγμής είναι οι συνεχιζόμενοι διωγμοί από τις αγιορείτικες Μονές των κελλιωτών Πατέρων. Οι πατέρες αυτοί βρίσκονται σε απόγνωση, μη έχοντες, που να βρουν φιλοξενία και διαμονή.
Προ ημερών διαβάσαμε στο διαδίκτυο, (ιστ. Ακτίνες), ένα επιτυχημένο σχόλιο του Μοναχού Ιλαρίωνα του Αγιορείτη, ο οποίος σχολιάζει με πολύ εύστοχο τρόπο την Διπλή Σύναξη των αγιορειτών. Ο π. Ιλαρίων παραθέτει στοιχεία και καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι τελικά οι επίσημοι εκπρόσωποι των 20 Ιερών Μονών έχουν καταστεί πειθήνια όργανα και θεράποντες του Οικουμενισμού. Φοβάται ότι το θέμα τη «Συνόδου» της Κρήτης συζητήθηκε μεν, όχι όμως για να γίνει κριτική στις αποφάσεις της, αλλά για να αποφασισθεί τι θα γίνει με όσους διέκοψαν το μνημόσυνο.
Γράφει: «Σήμερα, Δευτέρα των Μυροφόρων, μπορεί να είναι μία σημαντική ημέρα για την Εκκλησία μας πού χρειάζεται όλοι να προσευχηθούμε να τούς φωτίσουν ο Χριστός και η Παναγία, διότι ακούγεται σ’ όλο το Άγιον Όρος ότι η Διπλή Ιερά Κοινότης θ’ αποφασίσει την δίωξη των πατέρων που δεν μνημονεύουν τον Οικουμενιστή Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Μήπως αυτός ήταν ο λόγος που προ ολίγων ημερών συναντήθηκαν πολλοί Ηγούμενοι και Αντιπρόσωποι στην Ι.Μ. Βατοπαιδίου; Αυτό ίσως φανερώνει ότι ο Γέροντας Εφραίμ ο Βατοπαιδινός προεξάρχει σ’ αυτή την ενέργεια, ίσως μετά την επίσκεψή του στο Φανάρι και αυτό κινεί τον θαυμασμό, πώς μετά την «θαυματουργική» δικαίωσή του από το μεγαλύτερο σκάνδαλο στην ιστορία τού Αγίου Όρους, ν’ αγωνίζεται για την καταπολέμηση τού αντιοικουμενιστικού πανορθοδόξου αγώνα, προβάλλοντας την Σύνοδο της Κρήτης θεμελιώδη ως προς την ορθόδοξη πίστη και τούς αντιδρώντες ως αναρχικούς, αντάρτες και βλαμμένους ευλαβείς. Μήπως και η χθεσινή επίσκεψη τού Σιμωνοπετρίτη Ηγουμένου στο Φανάρι έγινε για να λάβει κατευθυντήριες οδηγίες από τον «Μεγάλο Αδελφό» της Εκκλησίας μας;». Είναι, πιστεύουμε, δικαιολογημένοι οι φόβοι του π. Ιλαρίωνος. Οι ηγούμενοι των αγιορειτικών Ιερών Μονών όχι μόνο δεν προέβαλαν κριτικό και ελεγκτικό λόγο κατά των καταφανώς αντορθοδόξων αποφάσεων της «Συνόδου» της Κρήτης, αλλά έκαναν το αντίθετο.
Παρά κάτω γράφει: «Πάντως είναι άξιον απορίας πώς δεν ανησυχούν οι υπεύθυνοι τού Αγίου Όρους, κι αν ανησυχούν, πώς δεν το εκδηλώνουν για όσα συμβαίνουν, όπως η μεγαλοπρεπής εκδήλωση συμπροσευχής στο Κάιρο στις 28/4 με συμμετοχή 3 οικουμενιστών αρχηγών, Πάπα – Κόπτου – Οικουμενικού και τόσα άλλα, πού συμβαίνουν καθημερινά και τούς ενοχλεί πού κάτι φτωχοί μοναχοί εκδηλώνουν την αντίθεσή τους σ’ όλη αυτή την παναιρετική παρανομία, πού η Ορθόδοξη Εκκλησία την έχει καταδικάσει με αναθέματα, καθαιρέσεις και αφορισμούς (βλέπε Αποστολικούς Κανόνες, Οικουμενικές Συνόδους και Πηδάλιο Ιερών Κανόνων)». Είναι όντως απορίας άξιον πως δεν ευαισθητοποιούνται οι αγιορείτες ηγούμενοι από αυτά, που ανέφερε ο π. Ιλαρίων, για τα οποία αντιδρούν απλοί λαϊκοί, που δεν διαθέτουν θεολογικές γνώσεις, αλλά σωστό και υγιές ορθόδοξο φρόνημα, το οποίο, απ’ ότι φαίνεται λείπει από τους αγιορείτες ηγουμένους.
Παρά κάτω φέρνει παραδείγματα μοναχών, άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίοι δεν συμμερίζονται τις αφωνίες των αγιορειτών ηγουμένων και εκδηλώνουν δυναμικά και σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας την αντίθεσή τους στον κατεδαφιστικό ρόλο της «Συνόδου» της Κρήτης. Γράφει: «Στην Ρουμανία 150 Ιερείς δεν μνημονεύουν τον Οικουμενιστή Πατριάρχη Δανιήλ και τούς καθαιρούν. Και Μοναχές πού δεν συμμετέχουν στις Λειτουργίες πού μνημονεύετε ο Πατριάρχης τους, αποσχηματίζονται και αποβάλλονται από τα Μοναστήρια τους και το Άγιον Όρος κοιμάται ήσυχα και κτίζει ντουβάρια με τα κονδύλια τού ΕΣΠΑ;»! Δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε μαζί του. Φαίνεται ότι τα ντουβάρια και οι δρόμοι έχουν μεγαλύτερη αξία από την αμώμητη και σώζουσα ορθόδοξη πίστη!
Και καταλήγει με μια αισιόδοξη πλευρά της τραγικής κατάστασης, την οποία βιώνει η Εκκλησία μας τον τελευταίο καιρό: «Ωστόσο ίσως θα είναι ευεργετικό να διωχθούν οι ομολογητές πατέρες, όπως διώχθηκαν οι άγιοι κολλυβάδες Πατέρες, για να κατηχηθεί το ποίμνιο τού Χριστού και να φουντώσει ο αντιαιρετικός αγώνας μέσα στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας τού Χριστού. Αμήν, γένοιτο»! Προφανώς, ο Θεός, ο οποίος περιποιείται την Εκκλησία Του, «δια του ιδίου αίματος» (Πραξ.20,28), χρησιμοποιεί την αμετανοησία ορισμένων ανθρώπων για να επιτελέσει τη σωτηρία των πολλών. Εν προκειμένω, οι διωγμένοι αγιορείτες και όχι μόνον, μοναχοί και κληρικοί, θα γίνουν οι γοερές κραυγές της Ορθοδοξίας μας, οι οποίες θα μπορέσουν να ξυπνήσουν από τον «μακάριο» πνευματικό τους ύπνο πολλούς λαϊκούς πιστούς, οι οποίοιπεριμένουν να δουν στα πρόσωπά τους νέους Γρηγορίους Παλαμάδες και Μάρκους Ευγενικούς.
Περαίνοντας το σχόλιό μας στην έκτακτη διπλή σύναξη των αγιορειτικών Ιερών Μονών, κάνουμε ύστατη έκκληση στους αγιορείτες ηγουμένους και με ειλικρίνεια, ταπείνωση,αγαθήπροαίρεση και τον προσήκοντα σεβασμό τους παρακαλούμε: Άγιοι Καθηγούμενοι. Αγωνιστείτε να φανείτε αντάξιοι των προκατόχων σας και νασταθείτε στο ύψος των τραγικών περιστάσεων, που βιώνει σήμερα η Εκκλησία μας. Οι πολυάριθμοι αγιορείτες μάρτυρες και ομολογητές, οι υπέρ της αληθείας μαρτυρήσαντες, Σας δείχνουν τον δρόμο, που πρέπει να ακολουθήσετε. Ο δρόμος αυτός είναι μεν δύσκολος και ανηφορικός, γεμάτος θλίψεις,διωγμούς και στερήσεις, αλλά οδηγεί στην αιώνια δόξα και χαρά της βασιλείας των ουρανών. Μην προτιμήσετε τις ανέσεις, τις ευκολίες και την πρόσκαιρη δόξα του ηγουμενικού Σας αξιώματος. Μη συμπορευτείτε με τους σύγχρονους εκκλησιαστικούς ηγέτες, Πατριάρχες και αρχιεπισκόπους, που έχουν διαβρωθεί από την παναίρεση του Οικουμενισμού και εγκωμιάζουν την «Σύνοδο» της Κρήτης. Δεν αγνοούμε το καθήκον σας να φροντίσετε για την διατήρηση των προνομίων του αγίου Όρους και των μετοχίων του, καθώς και την προσπάθειά Σας για την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων για την συντήρηση των μοναχών, των φιλοξενουμένων και των κτιριακών συγκροτημάτωνκαι κειμηλίων της Ιεράς Μονής Σας. Όμως πάνω από τα πάσης φύσεως αγιορειτικά προνόμια, πάνω από κάθε άλλη υλική φροντίδα και μέριμνα, έχετε πρώτιστο χρέος και καθήκον, να διαφυλάξετε ως κόρη οφθαλμού και έναντι πάσης θυσίας την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως. Μη διστάσετε λοιπόν να θυσιάσετε τα πάντα, ακόμη και το ηγουμενικό Σας αξίωμα, εάν χρειασθεί, στον αντιαιαρετικό Σας αγώνα κατά του Οικουμενισμού, ο οποίος παρασύρει στην αίρεση χιλιάδες ανυποψίαστους πιστούς, με τα ωραιοποιημένα, (δαιμονικής προελεύσεως), συνθήματα της αγάπης, της ειρήνης, της συναδελφώσεως των ανθρώπων, μέσω της καταλαγής, συνεννοήσεως και εν τέλει ενώσεως των αιρέσεων και των θρησκειών! Υψώστε το ανάστημά Σας και διακηρύξτε με θάρρος και ομολογιακό φρόνημα προς πάσαν κατεύθυνση ότι η «Σύνοδος» της Κρήτης ήταν μια «Σύνοδος», που δεν τήρησε τους αγίους και Ιερούς Κανόνες και δεν βάδισε στα ίχνη των αγίων Θ΄ Οικουμενικών Συνόδων, διότι δεν κατέγνωσε τις υφιστάμενες εν χώρω και χρόνω Αιρέσεις. Τι τραγικότερο από αυτό; Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία να μην καταγιγνώσκει τις Αιρέσεις! Ίλεως γενού ημίν Κύριε!!! Έτσι μόνο θα μπορέσετε την ημέρα της Κρίσεως να σταθείτε στεφανωμένοι με αμάραντα στεφάνια δόξης δίπλα στους αγίους οσιομάρτυρες τους επί πατριάρχου Βέκκου μαρτυρήσαντας και όλους τους ομολογητάς της πίστεώς μας. Αμήν.
Εκ του Γραφείου επί τω Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
Πηγή: Ακτίνες
Άγιοι Καθηγούμενοι και πατέρες, επιθυμούμε να καταθέσουμε με όλον τον σεβασμό μας, προς εσάς που έχετε την πνευματική και την διοικητική ευθύνη του Ιερού ημών Τοπου, με φόβο Θεού και αγάπη αλλά και με ευθύτητα και απλότητα, τον πόνο και την αγωνία μας για την Ορθόδοξη πίστη μας, για το μέλλον του Ιερού ημών Τόπου, όσο και για την σωτηρία των ψυχών μας, η οποία έχει άμεση σχέση με όλα αυτά.
Πιστεύουμε ότι ο Αγιορείτικος Μοναχισμός στις ημέρες μας διέρχεται μία ιδιαίτερη κρίση, όσον αφορά κυρίως στα θέματα της πίστεως και της αγιορειτικής παραδόσεως. Εμείς θα επικεντρώσουμε την προσοχή σας περισσότερον στα θέματα της πίστεως. Όλοι μας ζούμε κατά τις τελευταίες δεκαετίες μία πνευματική κρίση, η οποία εξελίσσεται όσον ούπω σε μία τραγικότητα. Η σημερινή πραγματικότητα, όπως διαμορφώνεται από την λεγόμενη «Νεα Εποχή» η Παγκοσμιοποίηση (Θρησκευτική, Οικονομική και Πολιτική), επιδιώκει να επιβάλει σε ολόκληρη την ανθρωπότητα τρεις «θηλιές»:
Α . Μια παγκόσμια κυβέρνηση.
Β . Μια παγκόσμια οικονομία και
Γ . Μια παγκόσμια θρησκεία.
Το Άγιον Όρος έχει μια ιστορία γεμάτη από διαρκείς και ασυμβίβαστους αγώνες για την Ορθόδοξη πίστη, για την αγιότητα και την αρετή. Από τότε και μέχρι σήμερα στο Άγιον Όρος έχουν αλλάξει πολλά. Σήμερα, το Άγιον Όρος διέρχεται μία νέα ιστορική περίοδο παλεύοντας κάτω από τελείως νέες ιστορικές, γεωπολιτικές, πολυπολιτισμικές, οικονομικές συνθήκες, κ.α. Το Άγιον Όρος έρχεται τώρα αντιμέτωπο με την ίδια την πνευματική του υπόσταση, με την ίδια την ταυτότητά του, με την ίδια την ιστορία του. Τι θα πράξει;
Το μέλλον του εξαρτάται άμεσα από το κατά πόσον θα κατορθώσει να διαφυλάξει αυτή την μοναστική ιδιαιτερότητά του μέσα σ’ ένα κόσμο που μεταβάλλεται συνεχώς με μεγάλη ταχύτητα, όταν, μάλιστα, η Νέα Τάξη Πραγμάτων, δια της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, σαφώς επιδιώκει με οικονομικές και άλλες μεθόδους, να αλλοιώσει και να αλώσει τον χαρακτήρα του ως προπυργίου της Ορθοδόξου Πίστεως και Πνευματικής Ζωής.
Πρωτίστως είναι αδήριτη ανάγκη να διαφυλάξει το Άγιον Όρος την Ορθόδοξη πίστη ανόθευτη από την πιο ύπουλη και πιο υποκριτική αίρεση από όλες τις άλλες αιρέσεις, που έχουν απειλήσει μέχρι σήμερα την Εκκλησία, που είναι ο οικουμενισμός και η πανθρησκεία παράλληλα.
Επίσης, το μέλλον του εξαρτάται, από το κατά πόσο θα ημπορέσει το Άγιον Όρος να διαφυλάξει τον ασκητικό του χαρακτήρα μακριά από την εκκοσμίκευση, με την ευρύτερη έννοια. Το μέλλον του εξαρτάται από την ησυχαστική και νηπτική ζωή του. Την αποχή από τον κόσμο και τα του κόσμου. Το κοσμικό φρόνημα.
Το φρόνημα των Αγίων
Στην ιστορία δεν έχουμε ούτε ένα άγιο της Εκκλησίας, που να ήταν αδιάφορος στα θέματα της πίστεως και της Ιεράς παραδόσεως. Σήμερα, μόνον άρχισε να διαφαίνεται στον πνευματικό ορίζοντα μια νέα απειλή, αποτέλεσμα και αυτή του οικουμενισμού, ότι δηλαδή, να νομίζει κάποιος ότι μπορεί να αγιάζεται και να είναι συγχρόνως και αδιάφορος στα θέματα της πίστεως, και να σιωπά ως δήθεν «πολύ διακριτικός»…
Σήμερα, λοιπόν στο Άγιον Όρος παρατηρούμε με πολλή θλίψη, αυτό το πρωτοφανές φαινόμενο. Παρατηρούμε να υπάρχει μία αδιαφορία η αφωνία και εφησυχασμός στα θέματα της πίστεως, ακόμη δε και ηθελημένη άγνοια (;) Στα Μοναστήρια, πλην σπανίας εξαιρέσεως, δεν γίνεται ενημέρωση προς τούς πατέρες, για την παναίρεση του οικουμενισμού, ώστε να γνωρίζουν τι πρέπει να πράττουν. Μόνο η Ιερά Κοινότης δημοσιεύει κάποια κείμενα, και αυτά μόνον όταν παροξύνονται τα πράγματα, αλλά σε ανεπαίσθητους τόνους. Αυτό μας ανησυχεί πολύ, μας προβληματίζει σοβαρά για το μέλλον του Αγίου Όρους και πολλές φορές, σαν άνθρωποι που είμαστε, μας σκανδαλίζει και μας απελπίζει.
Ο άγιος Γεροντας Παΐσιος, τον οποίον προσφάτως το οικουμενικόν Πατριαρχείον μας έχει αγιοκατατάξει, όσο ζούσε μιλούσε και διαμαρτυρόταν για την παναίρεση του οικουμενισμού και για την εκκοσμίκευση. Το Πατριαρχείον, όμως φαίνεται πως δεν έχει διδαχθεί κάτι από την οσιακή ζωη του και την διδασκαλία του κατά της παναιρέσεως του οικουμενισμού, καθότι συνεχίζει όλο και με περισσότερο ζήλο, ου κατά Θεόν, βέβαια, και ου κατ ἐπίγνωσιν, επίσης των ευθυνών του, έναντι της Εκκλησίας και του ποιμνίου του.
Έχοντας, λοιπόν ο όσιος, αυτήν την καλή ανησυχία μας διδάσκει:
«Η ησυχία που επικρατεί [όχι φυσικά η ησυχία των Ησυχαστών αγίων], με ανησυχεί. Δεν έχουμε καταλάβει καλά σε τι χρόνια ζούμε ούτε σκεφτόμαστε ότι θα πεθάνουμε… Η τύχη του κόσμου κρέμεται από τα χέρια μερικών, αλλά ακόμη ο Θεός κρατά φρένο… Έχει πέσει πολλή στάχτη, σαβούρα, αδιαφορία, θέλει πολύ φύσημα, για να φύγη. Οι παλιοί έλεγαν ότι θα έρθει ώρα που θα κλωτσήσουν οι άνθρωποι. Πετάνε τούς φράκτες, δεν υπολογίζουν τίποτε. Είναι φοβερο! Έγινε μία Βαβυλωνία». Και αλλού πάλι έλεγε «Το να αντιδράς για να υπεραπιστής σοβαρά θέματα, που αφορούν την πίστη μας, την ορθοδοξία, αυτό είναι καθήκον σου». Και προς όλους τούς οικουμενιστές – ενωτικούς και φιλενωτικούς έγραφε σε μία επιστολή του, το 1969:
«Μετά λύπης μου, από όσους φιλενωτικούς έχω γνωρίσει, δεν είδα να έχουν ούτε ψίχα πνευματική ούτε φλοιό. Ξέρουν, όμως, να ομιλούν για αγάπη και ενότητα, ενώ οι ίδιοι δεν είναι ενωμένοι με τον Θεόν, διότι δεν τον έχουν αγαπήσει… ας γνωρίζωμεν ότι δεν υπάρχουν μόνον φυσικοί νόμοι, αλλά και πνευματικοί… Επίσης ας γνωρίσωμεν καλά ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία μας δεν έχει καμμίαν έλλειψιν. Η μόνη έλλειψις, που παρουσιάζεται, είναι η έλλειψις σοβαρών Ιεραρχών και Ποιμένων με πατερικές αρχές. Είναι ολίγοι οι εκλεκτοί».
Έχοντας λοιπόν και εμείς, ως αγιορείτες μοναχοί, αυτήν την ανησυχία και θέλοντες να είμεθα «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι», σας παρακαλούμε να δείξετε την πατρική σας κατανόηση και να εγκύψετε με αγάπη και όχι ως εξουσίαν έχοντες, σε ο,τι θα σας θέσουμε, ως θέματα προβληματισμού και πνευματικής αφυπνίσεως για όλους μας. Οι προσκυνητές οι οποίοι έρχονται κατά χιλιάδες κάθε χρόνο, στο Άγιο Όρος διαπιστώνουν δυστυχώς ότι οι σύγχρονοι αγιορείτες μοναχοί, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν ακολουθούν την γραμμή των προκατόχων τους. Δεν ακολουθούν την πορεία των Αγίων μας, των μαρτύρων, των ομολογητών, και των αγιασμένων Γερόντων μας. Αντιθέτως σιωπούν και κωφεύουν, αδρανούν και εφησυχάζουν ενόχως, επιδεικνύοντες μία συμπεριφορά παντελώς ξένη και αντίθετη προς τα μοναχικά ειωθότα και θέσμια και τις παρακαταθήκες των Αγίων Πατέρων και Γερόντων μας. Όλα αυτά τα ακούμε συνέχεια από τον πιστό λαο, όπως φυσικά και εσείς. Και ερωτούν: Γιατί δεν αγωνίζεστε, οι σημερινοί Αγιορείτες, για την Ορθοδοξία και την Ορθοπραξία, όπως οι παλαιοί Αγιορείτες Πατέρες και δη ο Άγιος Κοσμάς ο Πρώτος και οι λοιποί υπό των Λατινοφρόνων–αναιρεθέντες, με τούς οποίους είναι ομόφρονες και οι σημερινοί φιλοενωτικοί Οικουμενιστές;
Η νέα γενεά Αγιορειτών
Ένας άλλος λόγος είναι, ότι, η δική μας γενεά, η γενεά των προερχομένων από τον Κόσμο νέων αδελφοτήτων, οι οποίες επάνδρωσαν τις Ιερές Μονές, φοβούμενοι, δυστυχώς, τα άκρα των Ζηλωτών, θεώρησαν καλό να μη θίγουν ποτέ θέματα αθλήσεως υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως, ενώ, κατά το Γεροντικό, η άσκηση στους εσχάτους χρόνους, στους οποίους ζούμε, συνίσταται μόνον από την Ομολογία της Ορθόδοξης Πίστεως (βλ. προφητεία Αββά Μωϋσέως του Αιθίοπος 4ος αι. και του Αββά Παμβω). Οι σημερινοί μοναχοί επικεντρώνουν όλη τους την σπουδή μόνο στα «καθαρώς πνευματικά» θέματα, όπως την νοερά προσευχή, την καθημερινή ακολουθία, τις αγρυπνίες και γενικώς οι Γεροντες μας επιδιώκουν να μας μυήσουν σε μία ανώτερη και υψηλή νηπτική ζωη, ωσάν η ορθόδοξη πίστη και θεολογία και η ομολογία της έναντι στην παναίρεση του οικουμενισμού και της εκκοσμικευμένης Εκκλησίας, να μη είναι πνευματικά πράγματα για μοναχούς. Βεβαίως ως πνευματικούς μας γεννήτορες, για όλα αυτά τα τόσο σπουδαία και πνευματικά τούς ευχαριστούμε, τούς ευγνωμονούμε και θα τούς αγαπούμε. Αλλά δυστυχώς, διεχώρισαν την πίστη και το δόγμα από την ζωή της ασκήσεως και την καλλιέργεια των αρετών. Διότι είναι πραγματική αίρεση ο σοφιστικός διαχωρισμός της Ορθοδόξου πίστεως (με τη Μη Ομολογία της) από το Ορθόδοξο Ήθος και την Άσκηση, προκειμένου να μη ενοχληθεί η συγκρητιστική οικουμενιστική γραμμή του Φαναρίου.
Οι Γέροντες αυτών των Αδελφοτήτων, μας άφησαν, κατ αὐτόν τον τρόπο, ακατήχητους και μέσα στην άγνοια για τόσο σοβαρά θέματα, όπως είναι η Ορθοδοξία, τα Δόγματα και οι Ιεροί Κανόνες. Και τώρα ο καθένας μας ψάχνεται με την συνείδησή του να ξετυλίξει ένα μπερδεμένο κουβάρι, για να βρει την ορθόδοξη πίστη και την αγιοπατερική οδό και ποιόν δρόμο πρέπει να ακολουθήσει. Αυτό είναι αποτέλεσμα της άγνοιας που, κατά τούς Αγίους πατέρες, είναι ένας από τούς γίγαντες των αιρέσεων και των παθών μαζί με την λήθη και την αμέλεια. Γιατί να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο; Έχουν μεγάλη ευθύνη. Αυτό μας θλίβει πολύ.
Ύστερα λοιπόν από όλα αυτά και μετά από 40 χρόνια μοναχικής αγιορειτικής ζωής, για την νέα γενεά των Αγιορειτών που επάνδρωσαν το Άγιον Όρος, διαπιστώνουμε ότι δεν είναι σε θέση να διακρίνουν την Ορθόδοξη πίστη από την αίρεση ούτε και να επισημάνουν τον κίνδυνό της. Εάν, όμως συνεχίσουμε αυτή την πορεία, φοβούμαστε ότι η νεώτερη γενιά των Μοναχών, γαλουχούμενη με αυτή την άγνοια, θα κάνει αδιάκριτη υπακοή σε ο,τι της ζητήσουν, ακόμη και εις βάρος της Ορθοδόξου πίστεως, μπλεγμένη μέσα στα πλοκάμια του Συγκρητιστικού Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας.
Και δεν θα είναι μακριά η εποχή στην οποία θα ζητήσουν να εγκαταβιώσουν στο Αγιώνυμο Όρος ακόμη και παπικοί και βουδιστές μοναχοί! Διότι, κατά την Εωσφορική Πλάνη των πάσης φύσεως Οικουμενιστών, συμπεριλαμβανομένων των κατ’ όνομα Ορθοδόξων, δήθεν «ένας είναι ο Θεός», δήθεν «κάθε θρησκεία τον περιγράφει και τον λατρεύει με τον δικό της τρόπο», αν και υπάρχουν θρησκείες χωρίς θεό (όπως ενδεικτικά ο κλάδος Θιραβάντα του Βουδισμού, ο οποίος είναι αθεϊστικός). Κατ’ αυτούς, δήθεν «όλοι οι οπαδοί των θρησκειών είναι λάτρεις του απροσδιόριστου, από άποψη πίστεως, Θεού», δήθεν «ο Θεός είναι [μόνον] αγάπη» και όχι δικαιοσύνη, δήθεν «όλοι οι οπαδοί των θρησκειών πιστεύουν στην αγάπη», έστω και αν μόνον στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Παραδόσεως υπάρχει η αγάπη, αλλά πάντοτε εν αληθεία (κατά τον Ευαγγελιστή της Αγάπης, τον Απόστολο Ιωάννη),. Μέσα, λοιπόν σε αυτό το παγκοσμιοποιημένο κλίμα της συνύπαρξης, της διαφορετικότητας και της αγαπολογίας, που είναι απλά ένας γλυκανάλατος συναισθηματισμός, τέτοιου είδους «αγάπη» συνιστά αίρεση. Η αγάπη είναι άκτιστη ενέργεια του Αγίου Τριαδικού Θεού και αν δεν συνοδεύεται από την δικαιοσύνη, ως επίσης άκτιστη ενέργεια του Αγίου Τριαδικού Θεού, όχι μόνον δεν οδηγεί στον Χριστό τον αληθινό Θεό, αλλά αντίθετα οδηγεί στον Αντίχριστο, του οποίου το πνεύμα σήμερα επικρατεί και στις χριστιανικές κοινωνίες.
Οι νέοι μοναχοί φαίνονται να διακρίνονται μεν για τούς πνευματικούς αγώνες τους, τις αγρυπνίες, την προσευχή, την υπακοή, την θεία λατρεία και άλλα πολλά καλά στοιχεία που έχουν, όπως η μόρφωση, πανεπιστημιακά πτυχία κ.λπ. Λείπει όμως, κάτι, πολύ σημαντικό, το πιο σπουδαίο απ’ όλα. Η ανδρεία (η οποία τόσο για τους αρχαίους μας προγόνους, όσο και για την Αγία Γραφή συνιστά μία από τις τέσσερις κεφαλαιώδεις και περιεκτικές άλλων αρετές) και ο ηρωισμός, όπως έλεγε και ο άγιος Γέροντας Παΐσιος, και γενικά δεν καλλιεργείται το μαρτυρικό φρόνημα και το πνεύμα της αυτοθυσίας, ωσάν αυτά να είναι λιγότερο πνευματικά από τα άλλα.
Δύο μέτρα και δύο σταθμά!
Επίσης και κάτι άλλο. Πολλοί από τούς σύγχρονους αγιορείτες, ναι μεν δεν ασχολούνται με θέματα Ορθοδόξου πίστεως, και καθόλου δεν ανησυχούν δια την παναίρεση του Οικουμενισμού, ούτε και τούς ενδιαφέρει, φαίνεται, πλην όμως γνωρίζουν πολύ καλά, από την άλλη πλευρά, να κατηγορούν, και να κατακρίνουν και μάλιστα με θυμό να καταδικάζουν, υπό τύπο ρετσινιάς, στην κόλαση κάθε «ζηλωτή». Αυτό, βέβαια δεν το θεωρούν, κατάκριση γιατί χτυπάνε τούς «πλανεμένους ζηλωτές»! Αυτό άραγε, επιτρέπεται; Η αυτό τους βολεύει, για να παραπλανούν με αυτόν τον τρόπο την ελέγχουσα αυτούς μοναχική τους συνείδηση;
Αλλά γνωρίζουν, όμως αντίθετα πολύ καλά να υποδέχονται γεμάτοι από «αγάπη», με τιμές και δόξες, καμπάνες και δοξολογίες, κάθε επίσκοπο οικουμενιστή, που συνηθίζει να συμπροσεύχεται με πάσαν άνεσιν μετά παντός αιρετικού παπικού και προτεστάντη, αφού τις αναγνωρίζουν ως κανονικές «εκκλησίες» με ισόκυρα μυστήρια! Τούς οικουμενιστές, έτσι, ποτέ δεν τους επικρίνουν! Ούτε καν να τούς προβληματίσουν! Τελευταίως, μάλιστα, τούς καλούν και εις τας ιεράς πανηγύρεις! Τι συμβαίνει λοιπόν; Φοβούνται να πάρουν θέση η συμφωνούν μαζί τους γι’ αυτά που κάνουν; Δυο μέτρα και δύο σταθμα! Πάντως, η Ιερά Αποκάλυψη του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννη, προς το τέλος της, προαναγγέλλει ότι τη χειρότερη κόλαση θα έχουν οι δειλοί («γέγονεν, εγώ το Α και το Ω, η αρχη και το τέλος, εγώ τω διψώντι δώσω εκ της πηγής του ύδατος της ζωής δωρεάν…τοις δε δειλοίς και απίστοις…και πάσι τοις ψευδέσι το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη εν πυρί και θείω, ο έστιν ο θάνατος ο δεύτερος»(Αποκ. 21,8)).
Όλα αυτά φανερώνουν ένα πολύ λυπηρό φαινόμενο, μια πνευματική έκπτωση και είναι πολύ επικίνδυνο για το μέλλον του Αγίου Όρους. Διότι, χωρίς την αντίσταση με την Ομολογία της Ορθοδόξου Πίστεως εναντίον του Εωσφορικού, Συγκρητιστικού Οικουμενισμού, θα συμμονάζουν, σε λίγο, κατ’ όνομα ορθόδοξοι μοναχοί με παπικούς και βουδιστές μοναχούς, αφού ο οικουμενιστής καθηγητής θεολογίας Σάββας Αγουρίδης, σε μία μελέτη του, ταυτίζει τον μυστικισμό της Ορθοδοξίας με τον βουδιστικό μυστικισμό!
Πρέπει, δηλαδή, εδώ που φθάσαμε, κάποιος να είναι ένα από τα δύο: ή οικουμενιστής και φιλο-οικουμενιστής- κρυπτο-οικουμενιστής, ή «ζηλωτής», με την αρνητική έννοια που έλαβε ο όρος, να ανήκει δηλ. σε ένα από τα δύο άκρα. Ορθόδοξοι λοιπόν, απαγορεύεται να είμαστε;…
Ποίον Άγιον Όρος θα παραδώσουμε;
Οι παλαιοί Αγιορείτες, πριν 50 χρόνια, είχαν διακόψει και το μνημόσυνο του Πατριάρχη εις ένδειξη διαμαρτυρίας, στα περισσότερα Μοναστήρια, σε όλες τις Σκήτες και όλοι σχεδόν οι κελλιώτες μοναχοί. Με αυτή τη σημερινή στάση σας, σχετικά με όλα τα ανωτέρω, μας υπενθυμίζετε το του Ευαγγελίου «διϋλίζοντες τον κώνωπα και καταπίνοντες την κάμηλον» (Ματθ. 23,24).
Πρωτίστως, ας αναλογισθούν όλα τα ανωτέρω, οι Άγιοι Καθηγούμενοι και οι Αντιπρόσωποι των Ιερών Μονών. Αυτοί έχουν και την μεγαλύτερη απολογητική ευθύνη. Από τα χέρια τους θα ζητήσει να πάρει πίσω, η Παναγία, το Άγιον Όρος που τούς παρέδωσε, καθότι αυτοί διοικούν και αποφασίζουν ανθρωπίνως και θα λογοδοτήσουν ενώπιόν Της εν ημέρα Κρίσεως. Ποίον Άγιον Όρος θα της παραδώσουν;
Αλλά και εμείς όλοι οι Αγιορείτες έχουμε λόγον ευθύνης, αναλόγως ο καθένας από την θέση που έχει. Όλοι έχουμε λόγο και ευθύνη για θέματα Ορθόδοξου πίστεως. Η Υπεραγία Θεοτόκος, η Έφορος του Ιερού ημών Τόπου, θα ζητήσει να πάρει πίσω το «Περιβόλι Της», τον Ιερό Άθωνα, το Άγιον Όρος. Ποίον Άγιον Όρος θα της παραδώσουμε;
Παρακαλούμεν
Ύστερα από όλες αυτές τις θλιβερές διαπιστώσεις, τις οποίες χρόνια τώρα παρατηρούμε να εξελίσσονται και στο Άγιον Όρος, την πνευματική πατρίδα μας, και μάλιστα, μετά τις δωροδοκητικές οικονομικές επιχορηγήσεις της Νέας Τάξης Πραγμάτων, δια της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, οι οποίες διαπιστώσεις καθημερινώς σχεδόν πληγώνουν και ματώνουν την συνείδησή μας, ως Αγιορείτες μοναχοί, με την χάρη του Χριστού και την προστασία της Κυρίας Θεοτόκου, αισθανόμεθα την ανάγκη για λόγους συνειδήσεως να εκφράσουμε και εμείς ταπεινά, σεβαστικά και ξεκάθαρα, προς όλους, τα κατωτέρω:
Δια την πορεία η οποία ακολουθείται, τις τελευταίες δεκαετίες στο Άγιον Όρος, όσον αφορά στα θέματα της μη αθλήσεως υπέρ της Ορθοδόξου Πίστεως, πλην κάποιων εξαιρέσεων, οφείλουμε να σας δηλώσουμε ότι:
Διαχωρίζουμε την θέση μας, δεν συμφωνούμε, ούτε συνευδοκούμε με αυτή την στάση στα θέματα της μη αθλήσεως υπέρ της Ορθοδόξου Πίστεως, κατά της παναιρέσεως του Συγκρητιστικού Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, ο οποίος φέρνει την πανθρησκεία του Σατανισμού και του Αντιχρίστου, τα οποία προωθεί συνεχώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο μας. Διαφωνούμε ριζικά με όλους όσους ακολουθούν αυτή την στάση η την στηρίζουν με την αδιαφορία τους, την σιωπή τους και την ηθελημένη άγνοια.
Προς το Πατριαρχείον μας παρακαλούμε να αποχωρήσει από όλους τους διαχριστιανικούς και διαθρησκειακούς οικουμενιστικούς οργανισμούς, όπως το Παγκόσμιο Συμβούλιο των ψευδο-εκκλησιών και το Συνέδριο των Ηγετών των Παγκόσμιων και Παραδοσιακών Θρησκειών της Αστανά και να αποκηρύξει την παναίρεση του Συγκρητιστικού Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας. Έπειτα, να ζητήσει, δημοσίως, συγχώρεση από τούς ορθοδόξους πιστούς, τους οποίους, επί 120 χρόνια, ταλαιπωρεί και σκανδαλίζει. Λυπούμεθα διότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο ακόμη δεν θεολόγησε την ιστορία, με βάση την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, για να αντιληφθεί ότι –όπως ανέφερε, στην εγκυρότερη Ερμηνεία της Αποκαλύψεως, ο Όσιος Γέροντας Αθανάσιος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Στομίου Λαρίσης– ήδη από την έναρξη της προσχωρήσεώς του στον Εωσφορικό Οικουμενισμό, το 1902, επαληθεύθηκε πλήρως, η Αποκάλυψη, το 1922, με την εξόντωση η εκρίζωση από τις πατρογονικές τους εστίες των μελών των Εκκλησιών η «λυχνιών της Αποκαλύψεως». Η Ιερά Αποκάλυψη του Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννη, προφητεύει το σβήσιμο των εκκλησιών η επισκοπών του Πατριαρχείου, στις τρεις διοικήσεις του, ήτοι της Ασίας, του Πόντου και της Θράκης, επειδή το Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι επίσκοποί του δεν σεβάστηκαν την εντολή του Δοξασμένου Ιησού Χριστού προς αυτούς, δια του Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννη: «Μνημόνευε ουν πόθεν εκπέπτωκας, και μετανόησον, και τα πρώτα έργα ποίησον. Ει δε μη έρχομαί σοι ταχύ, και κινήσω την λυχνίαν σου εκ του τόπου αυτής, εάν μη μετανοήσης» (Αποκ. 2, 5).
Επίσης, ζητούμε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να σταματήσει την υιοθέτηση της Παναίρεσης του Συγκρητιστικού Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, όπως εμείς και ολόκληρος ο ορθόδοξος λαός αντιλαμβανόμαστε ευλόγως τα πράγματα από τα γνωστά οικουμενιστικά κείμενα, λόγους, συμπροσευχές, φωτογραφίες και βίντεο.
Παρακαλούμε ωσαύτως και την Ημετέρα Ιερά Κοινότητα να σταματήσει την αμφίσημη στάση της για την Παναίρεση του Συγκρητιστικού Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού (την οποία ναι μεν από την μία καταδικάζετε και διαμαρτύρεσθε κατά καιρούς με πολύ ωραία κείμενα, αλλά μένετε μόνο στα λόγια και όχι στην πράξη, είτε συμφωνείτε είτε ανέχεσθε την σχετική δράση του Οικουμενικού Πατριαρχείου).
Δια του λόγου το αληθές αναφέρουμε κάποια μόνον παραδείγματα αυτής τη αμφίσημης στάσης σας. Κατά την εορτή του αγίου Αποστόλου Ανδρέου στο Φανάρι, το 2006 δέχθηκε ο πατριάρχης τον αιρετικό πάπα με μεγάλες τιμές, ως να ήταν ο Μεσσίας – Χριστός, ψάλλοντας «ευλογημένος ο ερχόμενος», και κάνοντας δέησι, όπου τον μνημόνευσαν «Υπέρ του αγιωτάτου επισκόπου και πάπα Ρωμης» κ.α.· ενέργειες και λόγοι, που αποτελούν βλασφημία κατά του Θεανδρικού Προσώπου του Κυρίου Ιησού Χριστού και ταυτοχρόνως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, αφού διαιωνίζουν την αμετανοησία και την πλάνη. Αμέσως μετά, το 2007, λόγω του σκανδαλισμού μας, η Ιερά Κοινότητα έγραφε :
«Το Άγιον Όρος δεν συμφωνεί με τις συμπροσευχές, τις συμμετοχές σε λατρευτικές συνάξεις, που δίνουν την εντύπωσι ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία δέχεται τούς Ρωμαιοκαθολικούς ως πλήρη Εκκλησία και τον Παπα ως κανονικό επίσκοπον Ρωμης».
Εφέτος όπου επαναλείφθηκε το ίδιο «οικουμενιστικό θέατρον», προχώρησαν έτι περισσότερον και μνημόνευσαν τον πάπα εις την Θ. Λειτουργία, όπου ο Πατριάρχης εξήλθεν εκ του ιερού και έδωσε πρώτα τον λειτουργικόν ασπασμό στον Παπα- Αιρεσιάρχη, πράγμα πρωτοφανές στην εκκλησιαστική ιστορία! Η επιστολή σας, την οποίαν εστείλατε τότε, και πάλιν κατόπιν πιέσεων και του σκανδαλισμού των πιστών ήταν πιο χαλαρή και μετριοπαθής από τις προηγούμενες, με τάση μάλλον προς την σιωπή και προς τον συμβιβασμό με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Σας υπενθυμίζουμε, όμως ότι μέχρι το 1974, όταν άρχισαν να έρχονται οι αδελφότητες από τον Κόσμο, δια να επανδρώσουν τις Ιερές Μονές, όπως έχουμε αναφέρει ανωτέρω, διεξοδικώς, η Ιερά Κοινότης με έκτατη Διπλή εδήλωνε:
«Εμμένομεν εις την πιστήν τήρησιν της αποφάσεως της Εκτάκτου Διπλής Συνάξεως, Συνεδρία ΝΒʹτης 13/11/1971, δια το μνημόσυνον, ήτις έλεγεν :
«Επαφίεται εις την συνείδησιν εκάστης μονής η διαμνημόνευσις του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου».
Αυτή η στάσις σας, μετά από 40 χρόνια «διακριτικής» ανοχής έναντι των οικουμενιστικών- αιρετικών ανοιγμάτων του Πατριαρχείου, Άγιοι Πατέρες, σας δηλώνουμε, ότι δεν μας αναπαύει, διότι πιστεύουμε ότι μόνον δια της διακοπής του μνημοσύνου θα σταματήσει και θα αναγκασθεί η Εκκλησία δια Συνόδου να καταδικάσει την παναίρεσι του Οικουμενισμού. Όλα τα άλλα τα κείμενα κ.λ.π. μοιάζουν, μάλλον, με χαρτοπόλεμον, όπως ελέχθη, και όχι με αγώνα εναντίον αυτής της Παναιρέσεως. Δια τούτο έχετε και τεράστια πνευματική ευθύνη ενώπιον της Εκκλησίας ως Σώματος του Χριστού. Η Παναίρεση αυτή θα είχε εκλείψει, εάν το Άγιον Όρος συνέχιζε τον αγώνα της ομολογίας της Ορθοδόξου πίστεως, δια της διακοπής του μνημοσύνου του Οικουμενικού Πατριάρχη, ως Επισκόπου του Αγίου Όρους.
Εμείς, οι άσημοι και ταπεινοί Αγιορείτες μοναχοί, επιθυμούμε με την δύναμη και την χάρη του Χριστού και της Υπεραγίας Θεοτόκου, να ακολουθήσουμε την ίδια στάση και πορεία, την οποίαν χάραξαν και μας παρέδωσαν οι προ ημών όσιοι Αγιορείτες Πατέρες, όπως ο άγιος οσιομάρτυς Κοσμάς ο Πρώτος και οι λοιποί υπό Λατινοφρόνων αναιρεθέντες οσιομάρτυρες, των οποίων την μνήμην τιμούμε και εορτάζουμε. Δεν τους μιμούμεθα, όμως, δια της στάσεως που κρατούμε, περιφρονώντας τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος διακήρυξε: «Τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος».
Επίσης, λυπούμεθα πάρα πολύ και διαμαρτυρόμεθα έναντι σε ο,τι κοσμικό και αντίθετο με την αγιορειτική παράδοση διενεργείται, τα τελευταία χρόνια στο Άγιον Όρος, όπως η εκκοσμίκευση, και η τουριστικοποίησή του.
Επίσης διαμαρτυρόμεθα δια την παρουσία του Δημάρχου Θεσσαλονίκης Μπουτάρη (οποίον κατάντημα των Θεσσαλονικέων ψηφοφόρων του για δεύτερη φορά και το δις εξαμαρτείν ουκ ανθρώπου σοφού!), ο οποίος έρχεται πρώτα χάριν «ευλογίας» στο Άγιον Όρος, στην Αλλαγή του Πρωτεπιστάτου και στη συνέχεια διενεργεί τις σοδομιτικές και θεομίσητες παρελάσεις στην Θεσσαλονίκη, καθώς επίσης και όταν υποδέχεσθε με εκκλησιαστική υποδοχή και κάνετε δέηση για πολιτικά πρόσωπα, προέδρους και πρωθυπουργούς, καθ’ ήν στιγμήν γνωρίζουμε σαφώς, ότι είναι μασώνοι (άλλωστε, κανένας από αυτούς δεν το έχει διαψεύσει),και μέλη τεκτονικών στοών – πράγμα ασυμβίβαστον με την χριστιανική πίστη, αλλά και εάν ακόμη δεν είναι μασώνοι, είναι αρκετόν το ότι ως πολιτικοί έχουν ψηφίσει πληθώρα από νόμους κατά της χριστιανικής μας πίστεως, όπως, νομοποίηση των εκτρώσεων, του σοδομιτισμού, κ.α, για τα οποία ως Αγιορείτες Πατέρες έχουμε διαμαρτυρηθεί δι ἀνοιχτῆς Επιστολής προς όλους τούς υπευθύνους φορείς, όπως και την ημετέρα Ιερά Κοινότητα, και εσείς όχι μόνον τούς υποδέχεσθε αλλά και εύχεσθε “υπέρ υγείας και μακροημερεύσεώς’’, τους. Όλα αυτά σας εκθέτουν και σας κατακρίνουν αιώνια ενώπιον της Εκκλησίας και του φρικτού βήματος του Χριστού, εν ημέρα Κρίσεως. Δεν υπάρχουν λόγια δια να εκφράσουμε την λύπη μας και την ουρανομήκη διαμαρτυρία μας! Όλα αυτά πιστεύουμε ότι θα έχουν ολέθριες συνέπειες για το μέλλον του Ιερού ημών Τόπου.
Οι υπεύθυνοι οφείλουν να εκφράζουν πάντα την διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας και των Αγίων Πατέρων. Τα θέματα της Πιστεως δεν είναι προσωπική υπόθεση κανενός! Οι άγιοι Αντιπρόσωποι ας το γνωρίζουν, ότι, όταν δεν ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας και της Ορθοδοξίας και ορθοπραξίας, τότε δεν είναι αντιπρόσωποί μας, αλλά εκφράζουν μόνο τους εαυτούς τους και όχι εμάς τούς αγιορείτες. Λυπούμεθα, που σας στεναχωρούμε, αλλά αυτή η στάση τους δεν μας αντιπροσωπεύει. Επιθυμητόν είναι όλοι μας να είμεθα ομόφρονες και ομόψυχοι, τα αυτά φρονούντες και πράττοντες, ακολουθούντες την παράκληση του Αποστόλου:
«Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, δια του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού, ίνα το αυτό λέγητε πάντες, και μη η εν υμίν σχίσματα, ήτε δε κατηρτισμένοι εν τω αυτώ νοϊ και τη αυτή γνώμη» (Αʹ Κορ. Αʹ 10).
Να κρατήσουμε το Άγιον Όρος, το οποίο παραλάβαμε από τούς προ ημών Αγιορείτες πατέρες, μιμούμενοι αυτών τον βίον, την πίστιν και τις αρετές. Το Άγιον Όρος, πιστεύουμε ότι έχει ως κυρία αποστολή του να παραμείνει το φως του κόσμου και να μεταλαμπαδεύει τις πανανθρώπινες αξίες, που είναι, η Ορθόδοξη πίστη και ο Ελληνορθόδοξος πολιτισμός, όπως βιώνεται εδώ και χίλια εκατόν τόσα χρόνια σε τούτον τον Ιερό Τοπο, «το Περιβόλι της Παναγίας», όπως το αποκαλεί όλη η οικουμένη.
Το Άγιον Όρος, αυτό το μοναδικό και ανεπανάληπτο θαύμα της Παναγίας σε όλους τούς αιώνες, πρέπει να ζήσει, για να ζωοποιεί τον κόσμο.
Το Άγιον Όρος Κληρονομιά και Περιβόλι της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία γέννησε εν χρόνω τον αμήτορα εκ πατρός και απάτορα εκ μητρός Θεάνθρωπον Κύριον Ιησούν Χριστόν, το δεύτερο πρόσωπο της προσκυνητής Αγίας Τριάδος, τον λυτρωτή και κριτή των αγγέλων και των ανθρώπων. Αμήν.
19 ΙΟΥΛΙΟΥ 2016
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 15/7/2016), Θρησκευτικά
Τό 381 εἶχε συγκροτηθεῖ στήν Κωνσταντινούπολη ἡ Β’ Οἰκουμενική Σύνοδος, στήν ὁποία ἀποφασίστηκαν τέσσερα πράγματα:
Πρῶτον, καταδικάστηκε ὁ Μακεδόνιος, ὁ ὁποῖος ἀμφισβητοῦσε τήν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δεύτερον, καταδικάστηκε γιά μιά φορά ἀκόμη ὁ Ἄρειος.
Τρίτον, συμπληρώθηκε τό Σύμβολον τῆς Πίστεως καί τέταρτον, διετυπώθησαν ὀκτώ Ἱεροί Κανόνες.
Τό 2016 συνῆλθε στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης ἡ ‘’ἁγία καί μεγάλη σύνοδος’’, στήν ὁποία ἐπίσης πάρθηκαν τέσσερις ἀντίστοιχες ἀποφάσεις:
Πρῶτον, ἀμνηστεύθηκαν ὅλοι οἱ καταδικασθέντες ἀπό προηγούμενες Οἰκουμενικές Συνόδους αἱρετικοί (Ὄχι μονάχα δέν καταδικάστηκαν γιά μιά φορά ακόμη, ἀλλά τοὐναντίον παρακάθησαν στίς ἐργασίες τῆς συνόδου ὡς ἐπίσημοι προσκεκλημένοι).
Δεύτερον, ἀναγνωρίσθηκε καί χαιρετίστηκε μέ ἐπαίνους τό δῆθεν ἔργο τοῦ λεγόμενου ΠΣΕ, τῆς κουρελοῦς τοῦ διαβόλου κατά τόν Ἅγιο Γέροντα Παΐσιο.
Τρίτον, ἀκυρώθηκαν ὁλόκληρα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως (ἀναγνωρίσθηκαν οἱ αἱρετικοί ὡς τάχα ἐκκλησίες) καί τέταρτον, καταπατήθηκαν καί περιφρονήθηκαν πλεἰστοι ὅσοι Ἰεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας( συμπροσευχή με αιρετικούς ἀνήμερα τῆς Πεντηκοστῆς στό Κολυμπάρι, ἀναγνώριση μυστηρίων σέ αἱρετικούς, ἀπελευθέρωση μεικτῶν γάμων κ.α.).
Μέ ἄλλα λόγια, τό 381 ὁριοθετήθηκε καί στερεώθηκε ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες ἡ ἐκκλησιολογική καί δογματική συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων, ἐνῶ τό 2016 ἀποφασίστηκαν τά ἐντελῶς ἀνάποδα.
Τό 381, στήν Β’ Οἰκουμενική Σύνοδο, πρόεδρος τῆς Συνόδου ἦταν ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας: Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Δίπλα του συμμετεῖχαν 150 Ἐπίσκοποι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ δεσπόζουσες προσωπικότητες τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, τόν Ἅγιο Κύριλλο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, τόν Ἅγιο Νεκτάριο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τόν Ἅγιο Μελέτιο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας, τόν Ἅγιο Δονάτο Ἐπίσκοπο Εὐροίας κ.α.
Καθίσταται ὁλοφάνερο, λοιπόν, ὅτι τό 381 οἱ ἀποφάσεις πάρθηκαν μέ τίς προσευχές καί τήν φυσική παρουσία τοὐλάχιστον ἕξι ἀναγνωρισμένων Ἁγίων. Ἑνῷ τό 2016, ἀντί τοῦ λόγου τῶν Ἁγίων, ἐπεκράτησε ὁ λόγος ὁ διπλωματικός.(1)
Ἀξίζει στό σημεῖο αὐτό νά δοῦμε, ἔστω ἐπιγραμματικά, ποιά ἦταν ἡ στάση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί ποιά εἶναι σήμερα ἡ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου ἀπέναντι στήν αἵρεση καί τούς αἱρετικούς ἔτσι, ὥστε νά κατανοήσουμε ὅσο γίνεται πληρέστερα καί τίς ἀποφάσεις, πού ἔλαβαν τό 381 καί τό 2016 ἀντίστοιχα.
Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἀναφερόμενος στούς αἱρετικούς – παπικούς, μονοφυσίτες καί προτεστάντες- τούς καταδικασθέντες μάλιστα ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους, μιλάει γιά ‘’ἀδελφές ἐκκλησίες’’.(2)
Ἀνάβει τήν ‘’λυχνία τοῦ κοινοῦ θεοῦ’’ μαζί μέ αἱρετικούς καί ἀλλοθρήσκους.(3) Συμπροσεύχεται κάθε τόσο μέ ἐκπροσώπους τῶν 350 δῆθεν ἐκκλησιῶν μελῶν τοῦ λεγόμενου π.σ.ε.. (4)
Συμμετέχει σέ τελετές ἐντός συναγωγῆς.(5)
Συμπροσεύχεται μέ τόν πάπα, μέ καρδιναλίους καί πάστορες μέσα στόν Ἰερό Ναό τοῦ Σεπτού μας Πατριαρχείου κ.α.π.(6)
Ἐνῷ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καταδικάζει κάθε αἵρεση καί μᾶς παραδίδει ἀνεκτίμητη πνευματική παρακαταθήκη, γράφοντας:
‘’Μικρόν ὅσον τόν τοῦ πολέμου καιρόν διαφέρειν, καί τήν τῶν αἱρετικῶν
δυναστείαν’’.
(Λόγος ΜΓ’, Εἰς Μέγα Βασίλειον, ΕΠΕ 6,246. ΒΕΠΕΣ 60, 171. PG 36,588 Α)
Ἡ περίοδος τοῦ πολέμου ἔχει πολύ μικρή διαφορά ἀπό τήν δυναστεία τῶν αἱρετικῶν (Ἀπό τήν περίοδο πού ἐξουσιάζουν ἁπόλυτα οἱ αἱρετικοί).
Ὡς ἐγώ δέδοικα τούς βαρεῖς λύκους.... Δέδοικα δέ τούς λῃστάς καί κλέπτας, μή διά τῆς αὐλῆς ὑπερβάντες, ἤ ἀναιδείᾳ συλλήσωσιν ἤ δι’ ἀπάτης κλέψωσιν, ὥστε θῦσαι καί κτεῖναι καί ἀπολέσαι, ἁρπάζοντες ἁρπάγματα, ψυχάς κατεσθίοντες, ὥς τις ἔφη τῶν προφητῶν. Δέδοικα δέ τήν παράθυρον, μή τις ἄκλειστον εὑρών τῶν χθές ἡμετέρων καί πρώην, εἶτα ὡς ἴδιος εἰσελθών, ἐπιβουλεύσῃ ὡς ἀλλότριος’’.
(Λόγος ΚΣΤ’, Εἰς ἑαυτόν καί εἰς λαόν καί εἰς τούς ποιμένας, ΕΠΕ 2,156. ΒΕΠΕΣ 59,202. PG 35,1229D-1232A)
Πραγματικά, ἐγώ φοβοῦμαι τούς βαρεῖς λύκους... Φοβοῦμαι τούς ληστές καί τούς κλέπτες, μήπως πηδώντας στήν αὐλή ἀπό τόν φράκτη, ληστέψουν μέ ἀναίδεια ἤ κλέψουν μέ ἀπάτη, ὥστε νά θυσιάσουν, νά σκοτώσουν καί νά καταστρέψουν, ἁρπάζοντας λεία, κατεσθίοντας ψυχές, ὅπως εἶπε κάποιος ἀπό τούς προφῆτες. Φοβοῦμαι τήν πόρτα, μήπως τήν βρεῖ ἀνοικτή κάποιος ἀπό ἐκείνους, πού μέχρι χθές καί πρίν ἀπό λίγο ἦταν δικός μας, καί κατόπιν, ἀφοῦ μπεῖ ὡς δικός μας, ζημιώσει τό ποίμνιο ὡς ξένος.(7)
Οἱ εὐθῦνες μας, κλήρου καί λαοῦ, ἀπέναντι στίς ἀποφάσεις τοῦ Κολυμπαρίου καί ἀπέναντι στά οικουμενιστικά ἀνοίγματα πολλῶν ἐκκλησιαστικῶν μας ἀξιωματούχων, εἶναι τεράστιες.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς καλεῖ, νά βγάλουμε νηφαλίως τά συμπεράσματά μας καί με την βοήθεια του Τριαδικού μας Θεού νά πάρουμε ἀναλόγως τίς πρέπουσες ἀποφάσεις.(8,9,10)
2/5/2017
__________________________________________________________________________________
http://trelogiannis.blogspot.gr/2017/03/blog-post_711.html
http://aktines.blogspot.gr/2013/05/scola_16.html
http://yiorgosthalassis.blogspot.com/2016/09/blog-post_938.html
http://fanarion.blogspot.gr/2017/04/blog-post_46.html
http://redskywarning.blogspot.gr/2009/11/28-2009-synagoge.html
Ἀπό τό ‘’Χρυσοστομικό λεξικό’’ τοῦ π. Δανιήλ Ἀεράκη.
http://aktines.blogspot.gr/2017/05/blog-post_20.html
http://aktines.blogspot.gr/2016/09/blog-post_65.html
http://thriskeftika.blogspot.gr/2016/07/blog-post_53.html
Ἡ ἀνωτέρω σεπτή ἱερά εἰκόνα τῶν Πατέρων καί ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἦλθε στήν κατάλληλη καί μοιραία ὥρα γιά τό ἔθνος μας. Τά ἱστορούμενα στήν εἰκόνα φρικτά μαρτύρια τῶν Πατέρων πού σφαγιάσθηκαν ὑπό τῶν λατινοφρόνων καί Λατίνων χτυποῦν μέ ἕνα τσεκούρι τήν ψυχή καί ὅλες μας τίς αἰσθήσεις, τίς νεκρωμένες ἀπό τήν ἀποστασία∙ γιά νά συγκλονίσουν, γιά νά μᾶς ξυπνήσουν, γιά νά μᾶς θυμίσουν πώς οἱ ὁμολογηταί αὐτοί προτίμησαν τά μαρτύρια καί τόν θάνατο ἀπό τόν ἐκλατινισμό, ἔστω καί στό ἐλάχιστο, λέγοντας «ἡμεῖς βουλόμεθα ἀποθανεῖν ἤ λατινῖσαί ποτε».
Σέ ὅσους ὀρθοδόξους ἔμειναν ἀκατήχητοι, ἀμόρφωτοι, ἀκόμη καί μέ masters καί ντοκτορά, σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν χάσει τόν πνευματικό τους προσανατολισμό μέσα στή σύγχυση καί τήν πολυγνωμία, πού τόν βύθισαν οἱ συντελεστές τῆς πανθρησκειακῆς δαιμονικῆς συνάξεως στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, ἡ παραπάνω συγκλονιστική ἁγία εἰκόνα διαμηνύει τήν ἀντίθεση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τόν Παπισμό∙ τήν ἀπόσταση πού εἶναι τόσο μεγάλη, ὅση ἡ ἀπόσταση ἡ ὁποία χωρίζει τόν Παράδεισο ἀπό τήν Κόλαση.
Στήν ἀέναη διαδρομή τοῦ χρόνου ἐπί αἰῶνες μακρούς ἐργάστηκε ἡ «Ἁγία Ἕδρα» μέ τό εἰρηνόφιλο προσωπεῖο της καί τούς ἐργάτες τοῦ παπικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ νὰ καθυποτάξει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἁγία Ὀρθοδοξία.
Τά ὅσα λοιπόν ἀπίστευτα συνέβησαν μέ τή διεξαγωγή αὐτῆς τῆς Συνέλευσης τῶν προκαθημένων στό Κολυμπάρι, βεβαίωσαν σχεδόν ὅλο τόν λαό ὅτι «ὅλες οἱ μεγάλες αἱρέσεις πού ἐμφανίστηκαν στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ὠχριοῦν μπροστά στήν παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ».
Ἐσήμανε λοιπόν ἡ ὥρα, μέ τή Σύναξη αὐτήν, ἐπειδή οἱ ἐμπνευστές της καί ὀργανωτές της συνεχίζουν τό πονηρό τους ἔργο, νά φωνάξουμε «urbietorbi», ἀφοῦ «ὁ παπικός θρόνος μερίμνησε νά μήν παραλείψει οὔτε μία ἀνήθικη, βδελυρή, ἐγκληματική ἀποτροπιαστική κατά τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐνέργεια»∙ Πῶς πράγματι ὁ τόπος αὐτός πρίν πολλές δεκαετίες παραδόθηκε σέ μία «ἀνελέητη αἰχμαλωσία πού ἤδη μέχρι τώρα ἔκανε τόση ζημιά ὅσο καμμιά ἄλλη συμφορά στή Νεώτερη Ἱστορία»; Ὁ χῶρος δέν ἐπιτρέπει ἀνάλυση, ἡ ὁποία ἄλλωστε περιττεύει, ἀφοῦ ἡ βιβλιογραφία ἡ ὁποία ὑπάρχει εἶναι φοβερή.
Ἡ Ὕβρις
Ὕβρις = ἔπαρσις, αὐθάδεια, θρασύτης, ἀναισχυντία. Ὅλα αὐτά πού εἶναι τό περιεχόμενο τῆς ὑπερηφανείας ὁδήγησαν στήν πτώση ἀπό τήν ἀλήθεια καί τήν κατάπτωση στό βάραθρο τῆς αἱρέσεως, τήν παπική «ἐκκλησία». Αὐτό ἐπεφύλαττε καί γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ οἰκουμενιστική σύναξη στό Κολυμπάρι. Τά ἴδια συστατικά στοιχεῖα χαρακτηρίζουν καί τήν περίεργη στήν Κρήτη —τήν παναίρεση τοῦ πανθρησκειακοῦ οἰκουμενισμοῦ— «Σύνοδο». Ὡστόσο ἀποδείχθηκε καί μέ τίς χιλιάδες ὑπογραφές πού συγκεντρώθηκαν —δηλώνοντας ὅτι ἀκυρώνουν τή «Σύνοδο»— πώς τά πραγματικά πνευματικά ἀντισώματα τοῦ λαοῦ μας, πού ζεῖ τήν ἡσυχαστική παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, δέν χάθηκαν. Ἔτσι ὡς ἀπότοκο εἶχε ὅλη αὐτή ἡ ἀναστάτωση τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας νά ἀνακαλύψει ὁ λαός πώς ὁ πολυκέφαλος ὄφις τῆς πλάνης «ὅ,τι δέν κατάφερε ἀνά τούς αἰῶνες μπορεῖ πλέον νά τό πραγματοποιήσει διά τοῦ οἰκουμενισμοῦ»!
Ἡ ὑψηλοφροσύνη, πού ὡς πύργος ὑψώθηκε καί ἐμπόδισε τότε τούς ἀνθρώπους νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια, κατέρρευσε. «Δεῦτε καί καταβάντες συγχέωμεν αὐτῶν τήν γλῶσσαν». Τά σκεφθήκαμε αὐτά γιατί ἡ σύγχυση πού ἐπικρατεῖ μεταξύ αὐτῶν πού ἀποβλέπουν σ’ ἕναν ἀλλόκοτο συγκρητισμό τῶν λαῶν μᾶς φέρνει πίσω στήν ἐποχή του πύργου τῆς Βαβέλ. Ὅπως τότε, τό ἔργο τους σκόρπισε καί διαλύθηκε.
Σύγχυση γλωσσῶν, ἀσυνεννοησία, ὅπως συμβαίνει καί στίς μέρες μας. Σύγχυση, ταραχή, πρό καί μετά προπαντός τή διεξαγωγή, τήν πραγματοποίηση τῆς «Συνόδου», ἡ ὁποία μοναδικό στόχο εἶχε τήν ἑδραίωση, τήν ἐπίσημη ἀναγνώριση τῆς καταφρόνησης τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τοῦ ὀρθοῦ φρονήματος καί ἤθους ὀρθόδοξου ἐκκλησιαστικοῦ, ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν μας.
Ὅμως ἡ «νέμεσις» παροῦσα καί σ’ αὐτήν τήν ἱστορική στιγμή τῆς ἀνθρωπότητος. Γιατί ἕναν νέο πύργο πού ὀνομάζεται πανθρησκεία, ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ, ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, πού συμπορεύεται μέ τόν οἰκουμενισμό καί ὑπηρετεῖται ἀπ’ αὐτόν, προσπάθησαν ὅλοι αὐτοί νά ὑψώσουν.
Ὅμως «πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατά τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ κρημνίζεται». Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης ἀκυρώθηκε στή συνείδηση τοῦ ὀρθόδοξου λαοῦ καί θεωρεῖται ὡς μή γενόμενη. Καί διαπιστώσαμε, μέσα στόν ἀνεκλάλητο πόνο μας γιά τήν πίστη καί τή σωτηρία μας, πού κινδυνεύουν, πώς τά ἐννιακόσια ἑξήντα τόσα χρόνια παπισμοῦ, τά ὁποῖα διέβρωσαν τό γένος τῶν Ἑλλήνων, στάθηκαν ἱκανά νά διαβρώσουν ὥς καί τόν κλῆρο μας. Ἔγραψε πρό πολλῶν ἐτῶν ὁ ἀείμνηστος Κώστας Σαρδελῆς:
«Ὁ ἀγώνας τῶν γραικύλων πέρασε στήν τελευταία καί ἀποφασιστική φάση τοῦ σατανικοῦ τους σχεδίου καί ἀπεργάζεται ὑπό τούς ἐκκωφαντικούς τυμπανισμούς κάποιου μανιακοῦ ὄχλου τόν πνευματικό μας θάνατο».
Μέσα στήν πλάνη μας ὅμως δέν κατανοοῦμε πώς βοηθᾶμε τούς γραικύλους. Γι’ αὐτό καί οἱ πλεῖστοι ἀπό τούς Μητροπολίτες μας κωφεύουν ἤ σιωποῦν. Γι’ αὐτό καί δέν ξεσηκώθηκαν, ἐνῶ τούς περιμένουμε ἐναγωνίως νά μᾶς εἰποῦν: «Φωνάξτε “ὁ Θεός ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν».
Τί εἶναι ὅμως πλάνη;
Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Ἡ ἔλλειψη συνείδησης τῆς ἁμαρτωλότητας».
Γι’ αὐτό καί ἔννιοι ὑψηλόβαθμοι ὀρθόδοξοι ἱερωμένοι ἐφησυχάζουν ἀκόμη. Γι’ αὐτό ἐξακολουθοῦν νά διαπραγματεύονται (παζαρεύουν) τά Ἱερά τῆς Ὀρθόξοξης Ἐκκλησίας. Διότι δέν ἀντελήφθησαν οὔτε σ’ αὐτήν τήν κομβική στιγμή τῆς Ἱστορίας ὅπου διακυβεύονται οἱ τύχες τῶν λαῶν καί τῶν Ἐθνῶν πώς ὁ Οἰκουμενισμός πού προωθεῖ τήν πανθρησκεία συνδράμει καί στήν ταχύτατη ἐπέλευση τῆς Παγκόσμιας Διακυβέρνησης, τῆς Παγκόσμιας δηλαδή Δικτατορίας πού εἶναι ἐπί θύραις!
Ἀκόμη καί ἀπό τά βάθη τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητος, ὁ τραγικός μας ἔρχεται ἀπό τήν Ε΄ π.Χ. ἑκατονταετηρίδα καί μᾶς φωνάζει:
«εἰδυίαι γάρ
καί οὐκ ἐξαίφνης οὐδέ λαθραίως
εἰς ἀπέραντον δίκτυον ἄτης
ἐμπλεχθήσεσθ’ ὑπό ἀνοίας»
(Γνωρίζοντας καλά κι ὄχι ἔξαφνα ἤ ἀπατηλά στό ἀπέραντο μπλεχτήκατε δίχτυ τοῦ κακοῦ ἀπό ἄνοια).
Ἐν τούτοις τόσες καί τόσες σθεναρές ἀντιδράσεις καί κραυγές ἔναντι τοῦ «θηρίου τῆς Ἀποκάλυψης» ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἀντιμετωπίζονται χλιαρά ἀπό τούς πλείστους τῶν Ἱεραρχῶν, γιατί... προφασίζονται τόν φόβο «διαρρήξεως» τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος!
Ὁποία εἰρωνεία!
Ὅταν οἱ ἴδιοι μέ τά ὅσα διέπραξαν στούς Οἰκουμενιστικούς κύκλους, διακυβεύουν τήν σωτηρία μας. Ὅταν μέ ὅσα ἀκόμη ἐξακολουθοῦν νά πραγματοποιοῦν1, γίνονται ἡ αἰτία νά ἐπαληθεύεται ὁ προφητικός λόγος «κεκορεσμένος ἔρωτος θείας καί χριστιανικῆς ὀδύνης λόγος» τοῦ Σέρβου Καθηγητοῦ τοῦ Βελιγραδίου καί Ἀθηνῶν, ἁγίου μας Ἰουστίνου Πόποβιτς:
«Τίποτε καλό νά μήν περιμένουμε ἀπό μία τέτοια Σύνοδο παρά μόνο σχίσματα, σχίσματα, σχίσματα».
Προβάλλουμε τόν γραπτό λόγο τοῦ καθηγητοῦ π. Ἰουστίνου, ὄχι γιατί τόν εἴδαμε ὡς δογματικό μόνον, ἀλλά, ἀπό τότε καί ὡς ὅσιον καί ὡς προφήτη, διότι ζῆ μέσα στό φῶς τοῦ Θεοῦ τήν τραγωδία τῶν ἀνθρώπων, πρός τούς ὁποίους μέσα ἀπό τά ἔργα του ἐξαγγέλει τήν μοναδικότητα τοῦ Θεανθρώπου, τήν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἐκτροπή τοῦ Εὐρωπαίου ἀνθρώπου ἀπό τῆς Ἀληθείας2 .
Ἀγαπητοί μας πλανηθέντες πατέρες
Μέ τίς συνάξεις καί τίς ἐγκυκλίους τίς ὁποῖες παρά τίς καταγγελίες τοῦ λαοῦ ἐξακολουθεῖτε νά πραγματοποιεῖτε καί νά ἐκδίδετε, θεωρεῖστε ἐσεῖς, οἱ ἀποκλειστικῶς ὑπεύθυνοι γιά τά σχίσματα καί τήν πρόκληση τόσο κακοῦ.
Ὅμως, ἡ γνωστή παραβολή τοῦ Χριστοῦ (ἡ ἐπιστροφή τοῦ Ἀσώτου) ἐπειδή ἀποτελεῖ ἀπό κάθε ἄποψη τήν κορωνίδα τῶν παραβολῶν, καί ὡς ἡ ἀνακεφαλαίωση τῆς διδασκαλίας Του, θεωρήσαμε ὅτι ὑπεύθυνοι καί ἔνοχοι εἴμαστε καί ἐμεῖς , ὁ λαός. Γιατί εἴμαστε καί ἐμεῖς ὡς ὁ «ἄσωτος» υἱός τῆς παραβολῆς. Τά σκεφτήμακαμε αὐτά, διότι ὁ φιλόσοφος τῆς Ἑλλάδος Ἀριστοτέλης, πού μέ τόν δικό του τρόπο ἑρμηνεύει σέ μεγάλο βάθος τήν ἔννοια τῆς λέξεως «ἄσωτος» γράφει:» τούς γάρ ἀκρατεῖς καί εἰς ἀκολασίαν δαπανηρούς, ἀσώτους καλοῦμεν». ( ἀκρατής = ὁ ἀνίσχυρος, ὁ μή ἐλέγχων, ἀδύναμος.
Ἡ ἀξία τῆς λογοτεχνικῆς αὐτοτέλειας τῆς παραβολῆς, ἔγκειται στήν παραστατικότητα τῆς διηγήσεως μιᾶς ἱστορίας ὑψηλῶν ἐννοιῶν. Αὐτές τίς ὑψηλές ἔννοιες ἀναλύοντας καί αὐτοανακρινόμενοι ἐμεῖς ὁ λαός, πού ἀποτελοῦμε μαζί σας (τόν κλῆρο) τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, αὐτοχαρακτηριοστήκαμε καί ὡς ἀνίσχυροι καί ἀδύναμοι στήν πίστη, ἀφοῦ τόσα χρόνια ἀφήσαμε νά γίνονται ἀποδεκτά τά τετελεσμένα τῆς πεπλανημένης πορείας ὑμῶν τῶν οἰκουμενιστῶν Ἱεραρχῶν. Γιατί δέν κινήσαμε τίς σειρῆνες νά σᾶς ξυπνήσουν, γιά νά ἀφουγκραστεῖτε τόν ἀχό τῆς σεισμικῆς καταστροφῆς πού προκάλεσε ἡ ἐκκλησιαστική ἐκτροπή σας, ἀγαπητοί μας Ἱεράρχες, καί γενικῶς ὁ κλῆρος μας.
1. Περιοδ. (ἔκδοση Συνάξεως Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ»Τ.Θ. 107 Τ.Κ. 421 32 Τρίκαλα Σεπτέμβριος 2016 σελ 27) «Ἀποτελεῖ , πραγματικά, τεράστια πρόκληση γιά τό ὀρθόδοξο αἴσθημα τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἡ ἐπιμονή πλέον τῆς Ι. Συνόδου νά ὁρίζει τούς συγκεκριμένους ἀντιπροσώπους στούς διαλόγους, ἐνῶ γνωρίζει τίς ἐκπεφρασμένες οίκουμενιστικές ἀντιλήψεις τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ἀποτελοῦν οἱ Μητροπολῖτες Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος καί Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιος»κ.λ.π. Καί φιλοϊσλαμιστής ὁ κ. Ἰγνάτιος!!!
2. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ» Ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη ( Ἀρχιμ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ Θεσ/κη 1974 «Ὁ Οἰκουμενισμός χωρίς μάσκα» κ. ἄ.
Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ
Πηγή: ΑΚΤΕ- ΑΓΑΘΟΣ ΛΟΓΟΣ -ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ – Από orthodoxia.gr, Ακτίνες
Η Ι.Μ. Κουτλουμουσίου από καιρό έχει ξεκινήσει διωγμούς κατά τών πατέρων τής Μονής πού δέν συμφωνούν μέ τήν Σύνοδο τής Κρήτης καί τόν Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος τήν συγκάλεσε, καί έχει προχωρήσει σέ εξώσεις από τά κελλιά τους.
Αγαπητοί μου Πατέρες, γιατί νά φορτώνεστε ξένες αμαρτίες; Οποίον κι΄άν ρωτήσεις, κανείς δέν δέχετε ότι είναι οικουμενιστής, κι΄άς είναι βουτιγμένος ώς τόν λαιμό στόν οικουμενισμό. Αλλά δέν γίνεστε χειρότεροι από τούς οικουμενιστές όταν διώκετε τούς αντιοικουμενιστές πατέρες;
Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας όταν τού έλεγαν ότι δέν τόν μνημονεύουν οί Αγιορείτες, έλεγε «Άσε τούς πατέρες, μπορεί νά έχουν δίκαιο» καί δέν τούς εδίωκε – καί εσείς αναλαμβάνετε τήν προάσπιση τού Βαρθολομαίου, διώκοντας όσους αντιδρούν;
Δέν αφήνετε καλύτερα τήν κρίση στόν Θεό, διότι:
- άν μέν έχει δίκαιο ο Πατριάρχης, θά δικαιωθείτε πού τόν ακολουθείτε,
- άν όμως έχει άδικο, γιατί νά επιβαρυνθείτε; Καθώς είπε καί ο Γαμαλιήλ:«άνδρες Ισραηλίται προσέχετε εαυτοίς επί τοίς ανθρώποις τούτοις τί μέλλετε πράσσειν· ότι εάν ή έξ ανθρώπων τό έργον τούτο, καταλυθήσεται· εί δέ έκ Θεού εστίν, ού δύνασθε καταλύσαι αυτό, μή ποτε καί θεομάχοι ευρεθήτε»(Πραξ. 5,34).
Άν όμως ο Πατριάρχης είναι αιρετικός καί μάλιστα παναιρετικός, τότε τί κάνουμε; Πολλοί παπικοί δέν συμφωνούν μέ τόν Πάπα, όμως παραμένουν ενωμένοι μέ τόν Πάπα. Είναι ή δέν είναι παπικοί;
Ο Πατριάρχης αυτός καί οί προηγούμενοι είπαν τόσες βλασφημίες καί έκαναν αμέτρητες εκκλησιαστικές παρανομίες πού δέν χρειάζεται νά τής απαριθμήσουμε, διότι τίς γνωρίζουν καί οί πέτρες, κι΄εσείς, άγιοι Καθηγούμενοι, Αντιπρόσωποι καί Προϊστάμενοι τών Ιερών Μονών τού Αγίου Όρους, επαναπαύετε τήν συνείδησή σας μέ μία εγκύκλιο πού αναφέρει μέν πολλά στραβά καί ασεβή τής Συνόδου, αλλ΄ ώ τού παραδόξου θαύματος, εξυψώνει έως τρίτου ουρανού τόν υπαίτιο όλης αυτής τής ασεβείας, αλλ΄«ο Θεός ού μυκτηρίζεται», εξ΄άλλου βλέπουμε τ΄ αποτελέσματα τής Ιεροκοινοτικής παρέμβασης, ο Πατριάρχης έτι καί έτι έν ειρήνη τούς ορθοδόξους παροργίζει.
Άν όμως υλοποιήσετε τά σχέδια πού ακούγονται περί διώξεως 44 κελλίων πού δέν μνημονεύουν τόν Πατριάρχη, μή νομίζετε ότι θά σβύσετε τήν φλόγα τού αντιοικουμενισμού, αλλά θά τήν φουντώσετε καί μακάρι νά συμβεί αυτό, γιά νά σταματήσει αυτή η γάγγραινα πού εξαπλώνεται μέσα στήν Εκκλησία μας, αλλά δέν είναι κρίμα και αλοίμονο σέ σάς πού θά τό κάνετε;
Είθε ο Θεός νά σάς φωτίσει νά πράξετε τό θέλημά Του γιά νά μήν εκπληρωθεί ο λόγος τού Κυρίου «δόξη λατρείαν προσφέρειν τώ Θεώ» (Ιω. 16,2), δηλ. αυτοί πού θά σάς διώκουν θά νομίζουν ότι προσφέρουν λατρεία στόν Θεό, ενώ στήν πραγματικότητα θά εξυπηρετούν τό έργο τού διαβόλου καί θά γίνονται συνεργοί του.
Κύριε Ιησού Χριστέ, λυπήσου τήν αφιέρωση τών Πατέρων καί σώσε αυτούς από τήν φοβερή κρίση τών διωκτών.
Υπεραγία θεοτόκε, φώτισε τούς Πατέρες τού Περιβολιού Σου, νά κάνουν ομολογία ορθοδόξου πίστεως καί όχι συγκαταβάσεις μέ «προφάσεις έν αμαρτίαις» (Ψαλμ. 140,4).
Πηγή: Ακτίνες
«Διαρρήξωμεν τους δεσμούς αυτών και απορρίψωμεν αφ’ ημών τον ζυγόν αυτών» (Ψαλμ. Β’3)
Πονηροτέρα αίρεση όλων των αιώνων από τον Οικουμενισμό, δεν θα υπάρξει στην Ιστορία της Ανθρωπότητος, αφού μαζί με την Παγκοσμιοποίηση στον κοινωνικό -πολιτικό-οικονομικό χώρο αποτελούν το απαισιότερο και φρικωδέστερο δίδυμο-κίνημα που γνώρισε και βιώνει ο πλανήτης με τελικό στόχο, όπως όλοι μας γνωρίζουμε από την Ιερά Αποκάλυψη, την επικράτηση και κυριαρχία του «υιού της απωλείας».
Διαισθανόμενος ο Βύθιος Δράκων, ο πλανών την Οικουμένην, ότι ο «καιρός εγγύς εστίν» παίζει το τελευταίο του χαρτί, χρησιμοποιώντας όλα τα πτυχία και διπλώματα του ο αλητήριος, για να κερδίσει όσο περισσότερες ψυχές μπορέσει στην αιώνια καταδίκη του. Γνωρίζει δε, πολύ καλά, ότι τούτο το κατορθώνει όχι τόσο δια της βίας (διωγμούς, εξορίες κ.α.), όσο δια μέσου της αιρέσεως, εφ’ όσονέχει αποδειχθεί το ισχυρότερό του όπλο στο διάβα των αιώνων. Και πράγματι, ο εκ της αιρέσεως κίνδυνος καθίσταται σαφώς ισχυρότερος, επειδή δια της νοθείας της πίστεως επιδιώκεται η ματαίωσης της εν Χριστώ απολυτρώσεως και άρα η κατά χάριν θέωσις τού Ανθρώπου. Αξίους, κατά πάντα συμμάχους στο καταστροφικό του αυτό έργο βρίσκει πάντοτε «καλοθελητές» μόνο που τώρα σε τούτη την εσχατιά των αιώνων, όλοι τούτοι οι «παρατρεχάμενοι» έχουν βαλθεί να ξεπεράσουν και αυτόν τον ίδιο τον «Μέντορά»τους στην δολιότητα και την πανουργία του.
Τελικά οι οικουμενιστές αποδεικνύονται οι χειρότεροι εχθροί της εκκλησίας, ύπουλος εχθρός και δια τούτο ο πιο θανάσιμος κίνδυνος. Άνθρωποι αξιοθρήνητοι, έρμαια των ακορέστωνφιλοδοξιών τους για εξουσία και δόξα τού αιώνος τούτου. Οδηγοί τυφλοί, δεινότατοι. Αρέσκονται να αναμειγνύουν την αλήθεια με το ψεύδος στα παράνομα σχέδιά τους για να κερδίσουν το θαυμασμό και τον έπαινο των ανθρώπων. «οὐαὶ αὐτοῖς, ὅτι τῇ ὁδῷ τοῦ Κάϊν ἐπορεύθησαν, καὶ τῇ πλάνῃ τοῦ Βαλαὰμ μισθοῦ ἐξεχύθησαν,καὶ τῇ ἀντιλογίᾳ τοῦ Κορὲ ἀπώλοντο.»[1] . Γεμάτοι αυθάδεια με εωσφορικό εγωισμό και άμετρη αλαζονεία διαστρεβλώνουν κυριολεκτικά τα λόγια του Θεού και των Αγίων Του. Εδώ επαληθεύεται πάλι ο λόγος του Χριστού: «ὑποκριταί! καλῶς προεφήτευσε περὶ ὑμῶν Ἡσαΐας λέγων· μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας ἐντάλματα ἀνθρώπων»[2] . Και αλλού πάλι: «ὑμεῖς οὖν πολὺ πλανᾶσθε»[3] . Εναντιώνονται συνεχώς στον Θεό πειράζοντες Αυτόν σαν να μην έχει επανειλημμένως μιλήσει και δώσει τέρατα και σημεία για όλα αυτά που αυτοί υπερμαχούν μανιωδώς. Ενδεικτικά μόνο να αναφέρουμε για τον «Τόμο» της Αγίας Ευφημίας, για την φοβερά οργή Του, που ξέσπασε στην Κέρκυρα (Άγιος Σπυρίδων) και την παραδειγματική τιμωρία στους τολμήσαντας την άμικτον-μίξην Λατινόφρονας επί Βέκκου στο Άγιον Όρος. «Οὐ γάρ εἰσιν ἐν γωνίᾳ πεπραγμένα τοῦτα.»[4]
Προκαλούμε λοιπόν, κάποιον από όλους αυτούς τους καταφρονητές που λαλούν υπέρογκα. Τολμά μήπως δημόσια να αμφισβητήσει κάτι από αυτά; Αλλά τι λέμε τώρα; Αυτά δεν τους αγγίζουν επειδή δεν έχουμε την ίδια Πίστη. Έχουν δημιουργήσει στην φαντασία τους έναν δικό τους θεό, στα μέτρα τους. Και σίγουρα, όχι βέβαια, τον Έναν και Μοναδικό, Αληθινό Θεό της Ορθοδοξίας. Γιατί ο Θεός ημών είναι ταπεινός και αποστρέφεται τους απειθείς και υπερηφάνους. Ξένοι παντελώς από τον Χριστό και αλλότριοι Αυτού. Σπουδαγμένοι στην Εσπερία, σε Βατικάνιες Σχολές και με προτεσταντικές αντιλήψεις και πρακτικές, έχουν διαποτιστεί «ἄχρι ἁρμῶν τε καὶ μυελῶν»[5] από τα θολά νερά και ρεύματα του ορθολογισμού και εν πολλοίς του αθεϊσμού και έτσι από μόνοι τους έχουν αποκοπεί από τον ομφάλιο λώρο της ορθόδοξηςπνευματικότητας και πατερικής παραδόσεως που αποτελούν την μόνη απλανή οδό προς την ουράνια μακαριότητα. Τους μοναδικούς πυλώνας εισόδου στην πόλη του Ζώντος Θεού. Το απύθμενο θράσος τους φθάνει στον παραλογισμό, αφού και αυτόν τον Θεόν θέλουν να διορθώσουν. Χρόνια τώρα, δυστυχώς δηλητηριάζουν τις ψυχές των πιστών, αφού όπως χαρακτηριστικά λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος «είναι χειρότεροι και από το δηλητήριο, γιατί αυτό φθάνει μέχρι την βλάβη του σώματος, ενώ αυτοί την σωτηρία της ψυχής λυμαίνονται»[6] . Περιφρονούν τους πάντες και υποτιμούν την νοημοσύνη των πιστών επειδή απορρίπτουν τα αιρετικά τους φρονήματα και ανοίγματα με αποκορύφωμα την περιβόητη ψευδοσύνοδο. Τι και αν γράφονται τόσα και άλλα τόσα λέγονται που αποδεικνύουν περίτρανα την παρανομία και την αναισχυντία τους; Το χαβά τους αυτοί. Ξέρουν όμως να λοιδορούν, να συκοφαντούν, ναυβρίζουν και να απειλούν. Ουκ ηβουλήθησαν συνιέναι. Και δυστυχέστατα επαληθεύτηκαν οι φόβοι μας για την στάση της Ιεραρχίας αλλά και της Ι. Κοινότητος του Αγίου Όρους, σχετικά με τις αποφάσεις της ψευδοσυνόδου…ως συνευδοκούντες αυτής!!! Για αυτούς λέγει ο Κύριος «εἰ τυφλοὶ ἦτε, οὐκ ἂν εἴχετε ἁμαρτίαν· νῦν δὲ λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὖν ἁμαρτία ὑμῶν μένει»[7] . Και πάλιν «ουχ ομολόγουν, εφοβούντο γαρ, ίνα μη αποσυνάγωγοι γένονται»[8]. Πάντως η μεθοδικότητα, η σπουδή και η τακτική των οικουμενιστών προς υλοποίηση και εφαρμογή των αποφάσεων της Β’ Βατικανής Συνόδου είναι πράγματι «αξιοζήλευτες». Αφού και ο ίδιος ο Πάπας, ο πάτρωνάς τους, δεν θα πιστεύει ότι έχει τόσο υπάκουα κοπέλια, που και αυτοί οι Ουνίτες ωχριούν μπροστά στην δολιότητα και την υποκρισία τους.
Όμως έχουν ήδη διανύσει πολύ και μακρύ δρόμο μέσα στα χαώδη και ζοφερά μονοπάτια της αιρέσεως και δια τούτο δεν μπορούν να διακρίνουν το φως από το σκοτάδι και την αλήθεια από το ψεύδος (αίρεση) «οὐκ ἔγνωσαν οὐδὲ συνῆκαν, ἐν σκότει διαπορεύονται·»[9] λέει ο Ψαλμωδός. Αλλά αρκετά τώρα ασχοληθήκαμε με όλους αυτούς τους καταφρονητές και πραγματικά θεομπαίχτες Οικουμενιστές. Όπως έστρωσαν, ας κοιμηθούν.Αυτοί όψονται.
Το λοιπόν αδελφοί και πατέρες, όλοι όσοι έχουμε την Αληθινή Πίστη και ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού, όσοι εβαπτίσθημεν και ενεδύθημεν Αυτόν, όσοι φρονούμε, όσοι ομολογούμε Αυτόν και όσοι τιμούμε τους Πατέρες μας «ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη που ἐπιποθούμε τὸ λογικὸν και ἄδολον γάλα»[10] της διδασκαλίας των, ας γίνουμε και εμείς άξιοι μιμητές των, κατά πάντα, για να μας δεχτούν μετά θάνατον, στις αιώνιες σκηνές ως τέκνα των αγαπητά και γνώριμους φίλους κατά τον Μ. Αντώνιο.
Γνωρίζουμε όλοι μας ότι λειτουργούν πνευματικοί νόμοι που δεν υπόκεινται, ούτε επηρεάζονται από ανθρώπινες παρεμβάσεις και κοσμικούς συμβιβασμούς κατά το γεγραμμένον«πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ λαμβάνει ἔνδικον μισθαποδοσίαν»[11] . Τα σημερινά αδιέξοδα, οι ανασφάλειες κυρίως στον κοινωνικό χώρο, η καταρράκωσιςτων ανθρωπίνων αξιών, ως μη ώφειλε,και γενικά η απαξίωσις της αγαπημένης μας Πατρίδος είναι σίγουρα τα οψώνια της αποστασίας μας από τον Θεό μας. Εκείνο όμως, που ιδιαίτερα επισύρει τη θεία οργή περισσότερο όλων, όπως έχει συμβεί και σε άλλεςιστορικέςστιγμές, είναι, φευ, η προδοσία της Πίστεως. Πιστεύουμε ακράδαντα και είμεθα πεπεισμένοι πως σε τούτη ακριβώς την χρονική συγκυρία, η προσωπική ευθύνη της επιλογής του καθ΄ ενός εξ ημών απέναντι της στάσης του προς τον σατανοκίνητο Οικουμενισμό, έχει προεκτάσεις σωτηριολογικού χαρακτήρος, πλέον βαρυνούσης σημασίας επειδή το διακύβευμα είναι αυτή η Πίστις ήτοι η σωτηρία μας. Ό λόγος των Πατέρων είναι σαφής και ξεκάθαροςκαι δεν επιδέχεται παρερμηνεία. Θα αναφέρουμε εδώ μόνο δύο Πατέρες ενδεικτικά. Ο Μ. Αθανάσιος μας προειδοποιεί: «κάθε άνθρωπος που έχει την δυνατότητα να κρίνει, θα κολασθεί ακολουθώντας αμαθή και πλανεμένο ποιμένα που δέχεται ψευδή δοξασία ως αληθινή»[12] και επίσης μας λέγει:«όποιος θέλει να σωθεί, πρώτα από όλα πρέπει να κρατήσει την καθολική (Αποστολική) πίστη. Αν κάποιος δεν την κρατήσει καθαρή και ολόκληρη, χωρίς αμφιβολία θα κολασθεί»[13] . Ο δε Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος χαρακτηρίζει τους αιρετικούς άθεους ενώ όσοι αποδέχονται αιρετικές διδασκαλίες καταδικασμένους «εις απώλειαν»[14] . Ο πάνσοφος Δημιουργός και Κύριος μας Ιησούς ζητεί και τώρα να καθαρίσει την Άλωνά Του, την ήρα από το σιτάρι, την Πανάμωμο Νύμφη Του Εκκλησία από τον μολυσμό της αιρέσεως. Ανάγκη επιτακτική είναι πλέον να διακόψουμε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους, ακολουθώντας το παράδειγμα των Αγίων μας, που όσο πιο πολύ απομακρύνονταν από τους αιρετικούς, τόσο πιο πολύ ενώνονταν με τον Θεόν. Εξάλλου είναι η μόνη ενδεδειγμένη οδός. Δεν δύναται πλέον, ορθόδοξη συνείδηση που ζει και αγαπά τον Χριστό να ανέχεται αυτούς. Δια τούτο και εμείς εδώ στο Άγιον Όρος αρκετοί Πατέρες, διακόψαμε το μνημόσυνο, επειδή ποθούμε και αγαπούμε να είμεθα με τον Χριστό και τους Αγίους μας, εφαρμόζοντας την εντολή Του «διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι υμάς»[15] . Και ενώ θα έπρεπε σύσσωμο το Άγιον Όρος να προβεί στην διακοπή μνημοσύνου, συνταράσσοντας τα θεμέλια της οικουμένης δίνοντας αλλά και δεικνύοντας τον μοναδικό δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί,όχι μόνον αυτό δεν έγινε αλλά και όσους αυτόν ακολουθούμε αντιμετωπίζουμε την μήνιν και τα επακόλουθα αυτής. Και επειδή αρκούντος έχουν αναλυθεί και απαντηθεί τα περί νομίμου δικαιώματος (ως θεραπευτικού μέσου και τρόπου) θεολογικώς και…Αγιορειτικώς, ιερών κανόνων και δη του ΙΕ’ της Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861) ως δήθεν «δυνητικού» και επειδή δεν είναι λίγοι, δυστυχώς, αυτοί που μας καταλογίζουν πως δημιουργούμε σχίσμα και διαιρέσεις!!! Έτι δε, και πως είμαστε εκτός Εκκλησίας (sic). Θα θέλαμε λοιπόν να ρωτήσουμε. Πρώτον: Επί Αθηναγόρου οι διακόψαντες «ένθεν – κακείθεν» το μνημόσυνον, ήταν εκτός Εκκλησίας και δημιούργησαν σχίσματα και διαιρέσεις; Και δεύτερον, επειδή πάλι από πολλούς ακούγεται να λένε πώς πρέπει όλοι μαζί να προχωρήσουμε στη διακοπή μνημοσύνου. Απλά ρωτάμε. Δεν θα ισχύουν πια αυτές οι «ΘΕΩΡΙΕΣ» τους; «Ω συμβουλίας εχθίστης! Ω παραινέσεως του δυσμενούς»[16] . Ικανόν εστί[17]. Το λοιπόν, όποια άλλη προσέγγιση είναι αμάρτυρη εκκλησιαστικώς και αθεμελίωτη καθώς και θεολογικά ανακριβής ή μάλλον ειπείν, είναι επιλογή του «ΒΟΛΕΜΑΤΟΣ».
Άπειρες ευχαριστίες και δοξολογίες αναπέμπομεν στον Ποιμένα τον καλόν και μόνο Αρχιποίμενα Χριστόν μας, που και σήμερα όπως έλεγε και ο «παππούλης μας», μας χαρίζει ήδη«νέους Μάρκους Ευγενικούς και Γρηγορίους Παλαμάδες, δια να συγκεντρώσουν όλα τα κατασκανδαλισμένα αδέλφια μας, δια να ομολογήσουν την Ορθόδοξον Πίστιν, να στερεώσουν την Παράδοσιν και να δώσουν χαράν μεγάλην εις την Μητέρα μας».[18] Ημέρα τη ημέρα γινόμαστε μάρτυρες και κάποιας νέας απομακρύνσεως-διακοπής μνημοσύνου από τους φιλενωτικούς Οικουμενιστές, είτε μέσα στον Άγιον Όρος είτε εκτός αυτού, και δια τούτο χαιρόμαστε αλλά και θα χαιρόμαστε. Προσευχόμεθα και ευελπιστούμε στον Κύριο μας, αυτό που ξεκίνησε να γίνει χιονοστιβάδα που στο πέρασμά της να εξαλείψει κάθε πονηρά και δόλια επιθυμία όλων αυτών που επιβουλεύονται την Μητέρας μας Ευσέβεια για να μεγαλύνεται ο Δομήτωρ Αυτής και Κύριος των δυνάμεων Ιησούς Χριστός.
Ιδού λοιπόν, ο αγώνας ο καλός άρχισε και η πρόσκλησις είναι προσωπική και εξίσου βέβαια και ο στέφανος της ομολογίας «ὃν ἐπηγγείλατο ὁ ἀψευδὴς Θεὸς»[19] και «ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος Κριτής»[20]
Ας ακολουθήσουμε όλοι μας στα ίχνη που βάδισαν οι Θεορρήμονες και Πνευματέμφοροι Πατέρες μας και ας γίνουμε μιμητές των καθώς γέγραπται, τιμή Οσίου, μίμησις Οσίου, ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΑ, και έτσι και αυτοί με την σειρά τους να μας παρουσιάσουν μπροστά στον Χριστόν μας, καυχώμενοι εν Κυρίω και λέγοντες «ιδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία, ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός» (ΗΣ. Η’ ,18). Γένοιτο – γένοιτο.
Τω δε μόνω σοφώ Θεώ σωτήρι ημών, δόξα και μεγαλοσύνη, κράτος και εξουσία και νυν και εις πάντας τους αιώνας· αμήν.
ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ
ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ Ι.Μ. ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
[1] ΙΟΥΔΑ, 11
[2] ΜΑΤΘ ΙΕ’ 7-9
[3] ΜΑΡΚ ΙΒ’ 27
[4] ΠΡΑΞ ΚΖ’ 26
[5] ΕΒΡ Δ’ 12
[6] ΕΠΕ 30,340
[7] ΙΩΑΝ Θ’ 41
[8] ΙΩΑΝ Θ’ 22
[9] ΨΑΛΜ 81, 5
[10] ΠΕΤΡΟΥ Α’ Β’2
[11] ΕΒΡ Β’2
[12] ΒΕΠΕΣ 33, 214
[13] ΣΥΜΒ ΠΙΣΤΕΩΣ
[14] ΚΑΤΗΧΗΣΙΣ ΗΘ’, Τ.Γ’ Σ.257
[15] Β’ ΚΟΡΙΝΘ. ΣΤ’ 17
[16] ΘΕΟΤΟΚΑΡΙΟΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΣΠΕΡΑΣ ΗΧΟΣ ΒΑΡΥΣ ΩΔΗ Θ’
[17] ΛΟΥΚ ΚΒ’ 38
[18] ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ 1969
[19] ΤΙΤ Α’ 2
[20] TIMB’,Δ’ 8
Πηγή: Ακτίνες
Ἡ νηστεία στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιὰς Διαθήκης.
Ὁ θεσμός τῆς νηστείας εἶναι συνομήλικος τοῦ ἀνθρώπινου γένους, θεσπισμένος ὡς ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ δώθηκε στὸν πρωτόπλαστο: “καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ λέγων· ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ·” (Γεν. 2, 16-17).
Τὸ νόημα καὶ ἡ οὐσία της δὲν βρισκόταν σὲ αὐτὸ ποὺ φαινόταν, δηλαδὴ στὴν παρουσία τοῦ “ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν ” στὸν “παράδεισον ἐν Ἐδὲμ ” (Γεν. 2, 8), οὔτε σὲ αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο προοριζόταν ὁ καρπός του, δηλαδὴ γιὰ τὴν κοιλία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ εἶχε πλάσει ὁ Θεός, ἀλλὰ ἡ σημασία καὶ ἡ ὠφέλεια τῆς ἐντολῆς γιὰ νηστεία βρισκόταν στὴν ζητούμενη ὑπακοή του πλάσματος πρὸς τὸν Κτίστη του. Αὐτὸ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ ἀντιληφθεῖ καλὰ καὶ νὰ κατανοήσει βαθιὰ καὶ ἀμετάβλητα εἰς τὸ ἐξῆς ὡς μόνιμη καὶ ἀναλλοίωτη γνώση του, ὅτι δὲν εἶναι ἀνεξάρτητος, οὔτε μπορεῖ νὰ γίνει ποτέ, ἀλλὰ ἔχει αἰτία καὶ ἀναφορὰ τῆς ὑπάρξεως καὶ ζωῆς του πρὸς τὸν Πλάστη του, ποὺ μονίμως ἔχει τὴν ἀνάγκη Του καὶ Ἐκεῖνος γι᾿ αὐτὸ δὲν παύει νὰ εἶναι κοντά Του: “Ἀδάμ, ποῦ εἶ;“ (Γεν. 3, 9). Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν ἀπαραίτητη τροφὴ γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του “ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ”, Ἐκεῖνος ὅμως ἔχει τὴν ἐξουσία καὶ τὸ δικαίωμα νὰ τοῦ ἀπαγορέψει μιὰ τροφή: “ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ·”. Ὁ Ἀδάμ εἶχε τὴν ἐπιλογὴ νὰ ἀναγνωρίσει αὐτὴ τὴν πραγματικότητα ποὺ διδασκόταν ἀπὸ αὐτὴ τὴν θεῖα ἐντολὴ μὲ τὴν τήρησή της, ἤ νὰ τὴν παρέλθει καὶ νὰ μὴν τῆς δώσει τὴν ὀφειλομένη σημασία σὰν νὰ ἤταν κάτι δευτερεύον. Ἦταν ὅμως πρωτεύων, γιατὶ μέσω αὐτῆς τῆς ἀναγνώρισης πρὸς τὸν Δημιουργό Του μποροῦσε ἀπὸ τὴν μιὰ νὰ διασφαλίσει τὴν ἀτερμάτιστη συνέχιση τῆς ἀθάνατης ζωῆς ποὺ τοῦ εἶχε δωρηθεῖ, καὶ μάλιστα ζωῆς ἐν τῆ τρυφῆ τοῦ Παραδείσου, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀποτελοῦσε αὐτὴ μιὰ μοναδικὴ εὐκαιρία νὰ ἐκφράσει τὴν ἀπέραντη εὐχαριστία καὶ λατρεία Του πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ζωή του ποὺ ἔλαβε ἀπὸ Αὐτόν, γιὰ τὰ ἀγαθά του ποὺ τοῦ εἶχε παρέχει ἄφθονα στὴν διάθεσή του γιὰ νὰ τὰ ἀπολαμβάνει καὶ γιατὶ τὸν εἶχε τάξει διαχειριστὴ τῆς Δημιουργίας Του, Βασιλέα της, ὡς κορωνίδα αὐτῆς, ὑποτάσσοντάς την στὴν ἐξουσία του.
Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ Ἀδάμ ἀποδεικνύεται τόσο ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς Δημιουργίας του (“καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν.”, Γεν. 2, 7, ὅπως καὶ “εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν”, Γεν. 2, 26), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ποιότητα αὐτῆς ποὺ τοῦ ἐξασφάλισε ἡ Πλάστης του μὲ τὰ πλούσια ἀγαθὰ, μὲ τὰ ὁποία τοῦ ἱκανοποιοῦσε τὶς ἀνάγκες του καὶ τὸν γέμιζε εὐχαρίστηση (“Καὶ ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασε. καὶ ἐξανέτειλεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου”, Γεν. 2, 8,9, καὶ ἐπίσης “ποταμὸς δὲ ἐκπορεύεται ἐξ Ἐδὲμ ποτίζειν τὸν παράδεισον· ἐκεῖθεν ἀφορίζεται εἰς τέσσαρας ἀρχάς… τὸ δὲ χρυσίον τῆς γῆς ἐκείνης καλόν· καὶ ἐκεῖ ἐστιν ὁ ἄνθραξ καὶ ὁ λίθος ὁ πράσινος.”, Γεν. 2, 10-12), ὅπως καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι τὸν κατέστησε ἀρμόδιο στὸν Παράδεισο (“ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν.”, Γεν. 2, 15) καὶ κυρίαρχο ὅλης τῆς κτίσης (“καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς.”, Γεν. 1, 26, καὶ “καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ ὀνόματα πᾶσι τοῖς κτήνεσι καὶ πᾶσι τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τοῦ ἀγροῦ·”, Γεν. 2, 20). Θὰ ἐκτιμοῦσε λοιπὸν μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὁ πρωτόπλαστος τὴν πατρικὴ ἀγάπη καὶ πρόνοια τοῦ εὐεργέτη του Θεοῦ του πρὸς αὐτὸν; Θὰ ἐπίλεγε τελικὰ τὴν τήρηση τῆς ἐντολῆς Του, ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα; Θὰ τὸν ὑπάκουε ὡς ὄφειλε ἔως τέλους; Θὰ ἀντιλαμβανόταν τὴν βαρύτητα τῆς σημασίας τῆς ὑπακοῆς σὲ Ἐκείνον ποὺ τὸν ἔφερε στὴν ὕπαρξη καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν ζωή, καὶ μάλιστα Βασιλική ζωὴ ἐν τῶ Παραδείσω; Ἄλλωστε στὴν πραγματικότητα μὲ τὴν ἐντολή αὐτὴ ὁ Κτίστης δὲν τοῦ στεροῦσε ἀπολύτως τίποτα, ἀλλὰ ἐκεῖ γύρω ἀπὸ τὸ ἀπαγορευμένο δένδρο, ἦταν καὶ τὰ ὑπόλοιπα δένδρα ποὺ μποροῦσε νὰ γευθεῖ, καθένα ἔχοντας καρπὸ ”ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν” (Γεν. 2, 9), ὅπου μάλιστα ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἦταν καὶ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς.
Ἡ πρώτη αὐτὴ ἐντολὴ τοῦ Κτίστου θὰ τὸν βοηθοῦσε ἐκτὸς τῶν παραπάνω καὶ σὲ κάτι ἀκόμα: ὡς κορωνίδα καὶ κυρίαρχος τῆς Δημιουργίας τοῦ Πλάστη, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποδείξει τὴν ἀξία του γι’ αὐτὴ τὴν μέγιστη τιμὴ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Δημιουργό, κυριαρχῶντας μὲ τὸν ἡγεμονικό νοῦ που τοῦ χάρισε ὁ Δημιουργός πάνω στὸ ἴδιο του τὸ σῶμα, μὴν ἐπιτρέποντας στὶς σωματικὲς ἐπιθυμίες του νὰ εἶναι ἀνεξέλεγκτες, ἀλλά θέτοντάς τους κάποιο ὅριο, κάνοντας τὴν ὁρισμένη ἀπὸ Ἐκείνον ἐγκράτεια, ὅντως ἀξιοποιῶντας ἔτσι τὸ αὐτεξούσιο που του χάρισε Ἐκεῖνος, καὶ ὁδηγούμενος ἔτσι στὴν πνευματική καὶ ἀληθινὴ ἐλευθερία. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ ἀποτελοῦσε τὴν πραγμάτωση τοῦ καθ᾿ ὁμοίωση, τῆς δυνατότητας αὐτῆς ποὺ τοῦ χάρησε ὁ Δημιουργὸς ὅταν τὸν ἔφερε στὴν ζωή. Ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει στὴ καθ᾿ ὁμοίωση του μὲ τὸν Κτίστη του, μέσω Αὐτοῦ καὶ σὲ ἀναφορὰ μὲ Αὐτόν, μὲ τὴν χάρη Του, καὶ ὄχι μέσω τῆς χειραφέτησής του ἀπὸ Αὐτὸν, ἀνεξαρτηποιημένος ἀπὸ Αὐτόν, μόνος του ἀτομικὰ καὶ ἐγωιστικά, ὅπως τελικά ἐπιδίωξε μὲ τὴν ἀθέτηση τῆς ἐντολῆς. Ἡ ὁδός πρὸς θέωση καὶ τὴν γνώση τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἦταν ἀκριβῶς ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ νὰ μὴν φάνε ἀπὸ “τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν”. Tότε ὄχι μόνο θὰ ζούσαν, ἀλλὰ καὶ ἡ ὑπακοὴ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε στὸν προορισμό τους, στὴ θέωση, ἐνῶ ἡ ἀνυπακοὴ ὄχι μόνο θὰ τοὺς στεροῦσε τὴν θέωση, ἀλλὰ καὶ τὴν ζωή. Θὰ γνώριζαν τὸ κακὸ, γιατὶ ἐγκατέλειψαν τὸ Θεὸ ποὺ εἶναι τὸ καλὸ, καὶ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ κακὸ θὰ ἤταν ἡ τιμωρία τους: “ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε.” (Γεν. 2, 17).
Ἀπὸ μόνος του ὁ Ἀδάμ βέβαια ἔμενε κοντὰ στὸν Δημιουργό Του καὶ δὲν πρόκειται μόνος του νὰ προχωροῦσε νὰ Τὸν δυσαρεστοῦσε, κάνοντας ἀνυπακοὴ στὴν ἐντολή, ὅμως ὅταν εἶχε δίπλα του καὶ τὴν σύντροφό του, βρήκε ὁ παραμονεύον γιὰ νὰ τοὺς παρασύρει, περιθώριο νὰ ἐμπλακεῖ στὴν σχέση τους μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ διέβαλε Αὐτὸν καὶ τὰ λόγια Του (“καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί· οὐ θανάτῳ ἀποθανεῖσθε· ᾔδει γὰρ ὁ Θεός, ὅτι ᾗ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑμῶν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν.”, Γεν. 3, 4-5). Ἔτσι, σὲ μιὰ στιγμὴ ἀνετοιμότητας τοῦ ζεύγους, παρέσυρε αὐτὴν καὶ μέσω αὐτῆς καὶ τὸν σύντροφό της (“καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖον ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον”, Γεν. 3, 6). Ἔτσι ἡ πρώτη ἀνυπακοὴ, ποὺ ἀποτέλεσε τὴν πρώτη πτώση, συντελέστηκε λόγω ἀκράτειας στὸ φαγητὸ καὶ νίκης τῆς σωματικῆς ἐπιθυμίας τῆς κοιλίας πάνω στὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, κάνοντάς τον δούλο της, μὲ ὀδυνηρὲς συνέπειες: “ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ·” (Γεν. 3, 18-19) καὶ συνεχίζοντας “εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν· καὶ νῦν μή ποτε ἐκτείνῃ τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθη. καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.” (Γεν. 3, 22-24).
Αὐτὸ ἤταν τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι δὲν κατάλαβαν ἔγκαιρα ὅτι θεοὺς μπορεί νὰ τοὺς κάνει, ὅπως καὶ μπορεῖ νὰ τοὺς δώσει τὴν ἀληθινὴ γνώση, Ἐκεῖνος μόνο ποὺ τοὺς ἔπλασε καὶ τοὺς ἔδωσε αὐτὴ τὴν δυνατότητα τῆς θέωσης, καὶ Τοῦ ὀφείλουν πάντα εὐχαριστία καὶ δοξολογία ὡς Ἐκείνον ἀπὸ τὸν ὁποῖο λαμβάνουν τὴν ζωὴ και πάντα τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν καὶ ἀπολαμβάνουν, ἐνῶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ ἀπὸ ἕναν καρπὸ, ἤ τὸν ὄφιν, ποὺ χρησιμοποίησε τὸν καρπὸ σὰν δόλωμα γιὰ νὰ τοὺς παρασύρει στὴν ανυπακοή καὶ στὸ θάνατο, ποὺ καὶ αὐτὰ ὁ Θεὸς τὰ δημιούργησε. Ἡ ὁδός πρὸς τὴν θέωση διανύεται ἀπὸ τὸν νοῦ μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, καὶ ἡ ἐγκράτεια εἶναι ἀπαραίτητη ὥστε νὰ μὴν παρασύρεται ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἐπιθυμίες καὶ ὑποδουλώνεται ἀπὸ τὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας, τὸ ὁποῖο τὸν σέρνει ἔρμαιο τῆς κοιλίας, ἡ ὁποῖα καὶ ἔτσι θεοποιεῖται, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο σωματικὸ πάθος. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ πρώτος αἴτιος τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, ποὺ τὸν παρέσυρε νὰ ἁμαρτήσει μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῆς κοιλίας του, ὁ ὄφις, τιμωρήθηκε ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ ἔγινε πράξη ἡ ἁμαρτία ποὺ προξένησε, δηλαδὴ στὴν κοιλία: “ἐπὶ τῷ στήθει σου καὶ τῇ κοιλίᾳ πορεύσῃ καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου.” (Γεν. 3, 14). Ὄχι μόνο νὰ κινεῖται σερνόμενος μὲ τὴν κοιλία, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν γεμίζει τρώγοντας χώμα σὲ ὅλη του τὴν ζωή.
Ἡ νηστεία στὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ὁ θάνατος ποὺ εἰσήλθε στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν πτώση τοῦ πρωτοπλάστου λόγω τῆς ἀνυπακοή του στὴν πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀποτελοῦσε κανόνα νηστείας, τελικὰ νικήθηκε καὶ ἐξουδετερώθηκε χάρη στὴν ἔλευση τοῦ Σωτήρος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο μὲ τὴν ἐνανθρώπισή Του, ἡ ὁποία κατέληξε στὴν σταυρική θυσία Του ὑπέρ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους μέσα στὴν ἄφατο γι᾿ αὐτό ἀγάπη Του. Καταργήθηκε αὐτὸς πνευματικὰ γιὰ ὅσους πιστεύουν στὸ Χριστό, ἄν καὶ φυσικῶς συνεχίζει νὰ ὑφίσταται γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους, μέχρι ὅμως τὴν ἡμέρα τῆς μέλλουσας καθολικῆς ἀνάστασης ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς ἀνακαίνισης τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἡ ἴδρυση τῆς Ἐκκλησίας ὡς σῶμα Χριστοῦ μετὰ τὴν ἔλευση, τὸ πάθος, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔδωσε στὴν νηστεία καὶ ἕνα ἄλλο νόημα καὶ σκοπὸ ἐκτὸς τῶν παραπάνω στοὺς ὁποίους ἀναφερθήκαμε. Ἔχοντας ὁρίσει συγκεκριμένες ἡμέρες καὶ χρονικὲς περιόδους νηστείας κρατάει τὰ ζωντανά μέλη Της, ποὺ τηροῦν τὶς νηστείες ὑπακούοντας στοὺς ἱεροὺς κανόνες Της, πορευόμενα ἑνωμένα μαζὶ ὡς συνοδοιπόροι στὸν δρόμο ἑνὸς κοινοῦ ἀγώνα, μὲ σύμπνοια καὶ ὁμόνοια, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα καὶ στὸ θέμα “τῆς βρώσις καὶ τῆς πόσις”. Μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι δυνατὸν νὰ παρακαθίσουμε ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας στὸ ἴδιο τραπέζι στὸν ἴδιο τόπο, ὅμως μποροῦμε νὰ μεταβάλλουμε τὴν δίαιτά μας μὲ τὸν ἴδιο τρόπο σὲ διάφορα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα καὶ συγκεκριμένες ἡμέρες, ὥστε μαζί νὰ καταλύουμε καὶ μαζί νὰ νηστεύουμε. Καὶ ἔτσι γίνεται κατὰ κάποιο τρόπο καὶ μιὰ σύνδεση καὶ ἀναφορὰ στὴν κοινοβιακὴ ζωὴ τῆς μικρῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων καὶ τὶς “’ἀγάπες” τῆς τότε ἐποχῆς. Ἄν καὶ ἄλλαξε ὁ τρόπος, καὶ στὶς δύο περιπτώσεις τῶν διαφορετικῶν ἐποχῶν στὸ ἴδιο θέμα ἐκφράζεται τὸ ἴδιο πνεύμα. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θέλει τὰ παιδιά της ἐνωμένα σὰν ἀδέλφια καὶ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο.
Καὶ αὐτὸ ἰσχύει σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις. Ἀκόμα καὶ οἱ αὐστηρὰ ἀσκούμενοι ἀναχωρητές, ποὺ ἡ ἐγκράτειά τους εἶναι γιὰ ὅλους τοὺς ἄλλους, ὑπεράνθρωπη, ὅμως καὶ αὐτοὶ ἀκολουθοῦν τὶς καθιερωμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία χρονικὲς περιόδους ἐναλλαγῆς κατάλυσης-νηστείας καὶ μειώνουν ἤ αὐξάνουν τὴν ἐγκράτειά τους ἀνάλογα. Ἐπίσης ὅσον ἀφορὰ τὴν διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν στὰ ἡμερολόγια, μεταξὺ τῶν ἐν κοινωνία τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ κάποιες ἀκολουθοῦν τὸ παλαιό καὶ οἱ ὑπόλοιπες ἀκολουθοῦν τὸ νέο, καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ μεγαλύτερη νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐπειδὴ ἀκολουθεῖ τὶς κινητὲς ἑορτὲς ποὺ εἶναι ἀνεξάρτητες ἀπὸ τὶς ἀκριβεῖς ἡμερομηνίες καὶ κοινὲς καὶ στὰ δύο ἡμερολόγια, συμπίπτει καὶ αὐτὴ χρονικὰ ἀκριβῶς τὴν ἴδια περίοδο σὲ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἀλλὰ καὶ στὴ δεύτερη μεγάλη νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι ἡ σαρανταήμερη τῶν Χριστουγέννων, τὶς περισσότερες ἡμέρες τῆς νηστείας (εἱκοσιεπτὰ) συμπίπτουν χρονικὰ οἱ περίοδοι διάρκειάς της μεταξὺ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν μὲ διαφορετικὰ ἡμερολόγια, ἄν καὶ ἡ ἑορτὴ κάθε ἡμέρας δὲν εἶναι βέβαια ἡ ἴδια, ἐξαρτώμενη ἀπὸ τὸ τοπικό ἡμερολόγιο. Ἔτσι οἱ νηστείες τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελοῦν ἕναν ἑνωτικὸ δεσμὸ τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων, μὲ τὴν σύγχρονη ἀπὸ ὅλους τήρησή της, ἀκολουθῶντας ὅλοι μαζὶ μὲ αὐτὲς τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησία τους καὶ Λυτρωτοῦ τῶν ἀνθρώπων, ὁ ὁποῖος πρὶν τὴν ἔναρξη τῆς δημόσιας δράσης του νήστευσε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, ἄν καὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ ὑπακούσει σὲ ἐντολές, καθῶς ὁ ἴδιος ἤταν ὁ ἐντολοδότης, οὔτε εἶχε ἀνάγκη νὰ ὑποτάξει τὶς ἐπιθυμίες του, καθῶς δὲν εἶχε τὴν παραμικρὴ ροπὴ πρὸς διαβλητὰ πάθη.
Τὸ θέμα τῆς νηστείας στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης.
Μὲ τὸ θέμα τῶν νηστειῶν, τὴν ὁποία θέσπισαν μὲ σοφία οἱ ἁγίοι Πατέρες συνοδικά, φωτιζόμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεύμα, μέσα στοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, πρίν πολλοὺς αἰῶνες, προβλέποντας καὶ τὴν οἰκονομία σὲ αὐτὴν σὲ μερικὲς περιπτώσεις ἀνάγκης, ποὺ δὲν ἐπιτρέπουν τὴν τήρησή της, ὅπως μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ περίπτωση ἀσθένειας, ἀσχολήθηκε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας καὶ ἡ Σύνοδος ποὺ ἔλαβε χώρα στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης τὸν περασμένο Ἰούνιο καὶ συμμετείχαν δέκα τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Καὶ ἐνῶ τὸ σχετικὸ κείμενό της (“Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καὶ ἡ τήρησης αὐτῆς σήμερον“) ἀναφέρεται στὶς ἑπτὰ πρώτες παραγράφους του καθῶς ὄφειλε στὸ θεσμὸ τῆς νηστείας, στὴν ἱστορία της, στὴν σημασία καὶ σπουδαιότητά της, καὶ στην ἀναγκαιότητα τῆς τήρησης τῶν ἱερῶν νηστειῶν ποὺ ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία στοὺς ἱεροὺς κανόνες της, ὡστόσο στὴν ὅγδοη παράγραφο μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς «ὅτι σήμερον πολλοί πιστοί δέν τηροῦν ἁπάσας τάς περί νηστείας διατάξεις, εἴτε ἐξ ὀλιγωρίας εἴτε λόγῳ τῶν ὑπαρχουσῶν συνθηκῶν ζωῆς, οἱαιδήποτε κἄν ὦσιν αὗται» καὶ ἀποτελοῦν αὐτὲς οἱ περιπτώσεις τὶς «περιπτώσεις αὗται τῆς χαλαρώσεως τῶν περί νηστείας ἱερῶν διατάξεων, εἴτε εἶναι γενικώτεραι, εἴτε ἀτομικαί», καταλήγει σὲ μιὰ διεύρυνση πέρα τῶν ὁρίων στὴν οἰκονομία ὅσον ἀφορὰ τὴν νηστεία, τὰ ὁποία ὅρια εἶχαν θεσπίσει οἱ ἁγίοι Πατέρες γιὰ νὰ καθορίζουν ποιὲς εἶναι οἱ δυνατότητες ποὺ ὑπάρχουν γιὰ ἐφαρμογὴ αὐτῆς, μεταθέτοντάς τα αόριστα καὶ ἀσαφὴ «ἐπί τό ἐπιεικέστερον». Ἔτσι ὥστε νὰ «ἀπαλύνουσαι» τὸν «τυχὸν» «στυφὸν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν., Γράφει ἀκριβῶς τὸ σχετικὸ συνοδικὸ κείμενο σχετικὰ μὲ τὴν ἐφαρμογὴ οἰκονομίας στὴν νηστεία: «ἐπαφίεται εἰς τήν διάκρισιν τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νά καθορίσουν τήν φιλάνθρωπον οἰκονομίαν καί ἐπιείκειαν, ἀπαλύνουσαι, κατά τάς εἰδικὰς ταύτας περιπτώσεις, τὸ τυχὸν «στυφόν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν. Πάντα δέ ταῦτα ἐντός τῶν πλαισίων τῶν ὡς ἄνω λεχθέντων καί ἐπί τῷ σκοπῷ νά μή ἀτονήσῃ ποσῶς ὁ ἱερός θεσμός τῆς νηστείας. Ἡ φιλάνθρωπος αὕτη συγκατάβασις πρέπει νά ἀσκηθῇ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας μετά πάσης φειδοῦς, ὁπωσδήποτε δέ ἐπί τό ἐπιεικέστερον διά τάς νηστείας ἐκείνας, δι’ ἅς δέν ὑπάρχει ὁμοιόμορφος πάντοτε καί εἰς ἁπάσας τάς περιπτώσεις παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ».
Ὅμως γιὰ ὅποιον πιστόν ἔχει γνήσια πνευματικὴ ζωή, ἡ ἔκφραση γιὰ τὸ τυχὸν «στυφόν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν δὲν μπορεῖ παρά νὰ εἶναι ἀκατανόητη καὶ ἄστοχη, ἄν δὲν ὑπάρχει κάποιος ἐξωτερικὸς παράγοντας ποὺ ἀντικειμενικὰ δυσχεραίνει ἤ καὶ καθιστὰ ἀδύνατη τὴν τήρησή της. Τὸ πρόβλημα καὶ ἡ δυσκολία στὴν σημερινὴ ἐποχὴ ὅσον ἀφορὰ τὴν νηστεία δὲν βρίσκεται σὲ αὐτή, ἀλλὰ στὴν ἐκκοσμίκευση τῆς ζωῆς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποῖα θέλει ἀνέσεις καὶ κατὰ κόσμον χαρὲς καὶ δὲν ἀρέσκεται σὲ νηστείες, ἐγκράτειες καὶ φιλόπονους πνευματικοὺς ἀγῶνες, βλέποντάς τα αὐτὰ σὰν «στυφόν». Σὲ περιπτώσεις ὅμως ποὺ πραγματικὰ ὑπάρχουν ἐξωτερικὲς ἀντικειμενικὲς συνθήκες, ποὺ κάνουν δύσκολη ἤ ἀδύνατη τὴν τήρηση τῆς νηστείας, ὅπως τὸ συνοδικὸ κείμενο ἀναφέρει (τόσο “ἀσθένεια, στράτευσις, συνθῆκαι ἐργασίας κ.λπ”, ὅσο καὶ “εἰδικαί συνθῆκαι ἐπικρατοῦσαι εἴς τινας χώρας ἀπό πλευρᾶς κλίματος, καθώς καί κοινωνικο-οἰκονομικαί ἰδιαιτερότητες τινῶν χωρῶν λ.χ. ἀδυναμία εὑρέσεως νηστησίμων τροφῶν”), τότε σὲ τέτοιες περιπτώσεις, ὅσον ἀφορὰ καταστάσεις ὅπως τοῦ στρατοῦ ἤ κάποιων θέσεων ἐργασίας, ὅπου μπορεῖ νὰ μὴν ἔχει κάποιος ἐπιλογὲς δίαιτας νηστίσιμης ἤ ὄχι, καὶ ὅπου γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὰ καθήκοντά του χρειάζεται τὴν ἀπαραίτητη τροφὴ, τέτοια ποὺ δὲν ἀφήνει περιθώριο τήρησης νηστείας, τότε μπορεῖ κάποιος νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ κάτι στὸ ὁποῖο δὲν ἔχει ἐπιλογὴ, ἅν ὅντως δὲν ἔχει, ἤ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ ἄν δὲν φάει αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ ἀνταπεξέλθει στὴ ὅντως ἐπιβαρυμένη ἐργασία ποὺ ἔχει νὰ κάνει; Καὶ ὅσον ἀφορὰ περιοχὲς ποὺ ὑπάρχουν περιορισμένα εἴδη τροφῶν ἤ γενικῶς ὑπάρχουν σοβαρὲς ἐλλείψεις βασικῶν τροφῶν, οἱ ἄνθρωποι τότε βρίσκονται, καὶ μάλιστα συνεχῶς, σὲ ἕνα είδος νηστείας ἀπὸ τροφὴ, καὶ εἶναι καὶ αὐτὸ ἄσκηση, ἡ ὁποία ὄχι μόνο μπορεῖ νὰ ἀποβαίνει ἰδιαίτερα βαριά, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ φτάνει νὰ δημιουργεῖ καὶ ζήτημα ἐπιβίωσης. Τέτοιες περιπτώσεις, ὡς εὐκολονόητο, ἤδη τοποθετοῦνται στὴν περιοχὴ τῆς οἰκονομίας, κατὰ τὸ πνεύμα τῶν ἱερῶν κανόνων (ποὺ εἶναι παθοκτόνοι, καὶ ὄχι σωματοκτόνοι), λόγω τῶν εἰδικῶν ἀναγκῶν διατροφῆς ποὺ ὑπάρχουν σὲ αὐτὲς, ὅπως ἔχουν οἱ ἀσθενεῖς.
Ἄρα στὴν πραγματικότητα τὸ συνοδικὸ κείμενο δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ προσθέσει τίποτα στὰ ὅσα ἤδη ὁρίζουν οἱ σοφοὶ ἱεροὶ κανόνες τῶν θεοφόρων ἁγίων Πατέρων, καὶ ἄν καὶ μποροῦσε νὰ ἀναφερθεῖ σὲ ἐπισημάνσεις σὰν τὶς παραπάνω, ὅμως δὲν ὠφελεῖ ἡ ἀναφορὰ τουλάχιστον στὸ “ὅτι σήμερον πολλοί πιστοί δέν τηροῦν ἁπάσας τάς περί νηστείας διατάξεις, εἴτε ἐξ ὀλιγωρίας”. Γιατὶ ἡ ὀλιγωρία δὲν μπορεῖ νὰ συμπεριληφθεῖ στοὺς λόγους οἰκονομίας, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ἡ συγκεκριμένη παράγραφο, καὶ ἡ ὁποία γίνεται πάντα, σύμφωνα μὲ τὸ ἁγιοπατερικὸ πνεύμα, ὅταν τὸ ἐπιβάλλει πραγματικὴ ἀνάγκη. Ἐπίσης δὲν εἶναι κατάλληλο γιὰ τέτοιο κείμενο νὰ ἀναγράφει τὸν χαρακτηρισμὸ «στυφόν» σχετίζοντάς τον μὲ τὸν ὁποιοδήποτε τρόπο μὲ τὴν νηστεία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τρόπο ἔνθεου ἀγώνα καὶ μέσο ἐπισκέψεως καὶ φώτισης ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη τοῦ ἀνθρώπου. Τέλος δὲν βοηθάει καὶ ἡ ἐξῆς ἀναφορὰ στὴν οἰκονομία: “ἐπί τό ἐπιεικέστερον διά τάς νηστείας ἐκείνας, δι’ ἅς δέν ὑπάρχει ὁμοιόμορφος πάντοτε καί εἰς ἁπάσας τάς περιπτώσεις παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἀναζητοῦνται περιθώρια διαφοροποίησης καὶ ἀνομοιομορφίας, βάση τῆς “παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”, χάριν μιὰς ἐλαστικότερης καὶ εὔκολα διευρυνόμενης οἰκονομίας, ἀντὶ νὰ τονίζεται ἡ ἀνάγκη ὁμοιομορφίας σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε, βασισμένης στοὺς κοινοὺς ἱεροὺς κανόνες, οἱ ὁποῖοι προβλέπουν βέβαια καὶ τὴν οἰκονομία ὅπου εἶναι ἀναγκαία αὐτή, καὶ ἡ ὁποία ὁμοιομορφία θὰ ἐνισχύει τὴν ἑνότητα, σὲ συμφωνία μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης. Θὰ ἤταν καλὸ καὶ θὰ ἐνέπνεε ἐμπιστοσύνη ἄν τὸ κείμενο ἔκφραζε μὲ σαφήνεια καὶ ἦταν ἰκανὸ νὰ πείσει ὅτι στὶς μέρες μας αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ὑπάρχει μεγάλη ἀνάγκη εἶναι νὰ τηροῦνται οἱ νηστείες ὅπως μας παραδώθηκαν, ὅπου καὶ ὅποτε κάποιος σοβαρὸς λόγος δὲν ἐπιτάσσει κάτι διαφορετικό, ὥστε μεταξύ τῶν ἄλλων ὠφελειῶν τους πρὸς ἐμᾶς, ὅλες αὐτὲς τὶς ὁποῖες ἐξηγήσαμε παραπάνω, εἶναι οἱ νηστείες καὶ σημαντικὸ μέσο ἐνότητας τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Σημείωση. Ἡ ὅλη ἐργασία μας ποὺ ἔχουμε δημοσιεύσει ἕως τῶρα γύρω ἀπὸ τὸ σχετικό θέμα εἶναι ἡ ἐξῆς:
1) Κατὰ Θεὸ ἤ κατὰ ἄνθρωπο ἡ «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο»;
2) Ἡ προδοσία τοῦ Χριστοῦ ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης.
3α) Ἡ μεγάλη τρύπα στὸ καράβι καὶ τὸ ΠΣΕ.
3β) Ποιὸ καλὸ μπορεῖ νὰ ἔχει ἡ συμμετοχή μας στὸ ΠΣΕ;
4) Εἰσδοχὴ στὴν Ὀρθοδοξία μὲ ἀκρίβεια ἤ μὲ οἰκονομία - Ἐγκυρότητα ἑτέρων βαπτισμάτων.
5) Ἡ "ἱστορικὴ ὀνομασία ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν".
6) Ἡ "ὀνομασία…Ἐκκλησιῶν", τὸ "ἀνθρώπινο πρόσωπο" καὶ ἡ μοντέρνα θεολογία τῆς Δύσης.
7) Oἰκουμενισμὸς - Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται.
8) Στὰ ἐνδότερα τῆς ἐν Κολυμπάρι Συνόδου. - Κριτικὴ στὶς σχετικὲς δηλώσεις τοῦ κ.Βλ.Φειδᾶ.
9) Οἱ μικτοὶ γάμοι καὶ ὁ Φινεές.
10) Τὸ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ – ἡ ἐν Κρήτη Σύνοδος καὶ ἡ θέση τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας, οἱ θέσεις τῶν ἄλλων καὶ τὸ μέλλον της.
11) Περὶ τῶν θέσεων τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐπὶ τῶν κειμένων τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης.
12) Ὅλη ἡ ἀλήθεια περὶ τῆς ὀνομασίας “ἐκκλησίες” γιὰ τοὺς ἐτεροδόξους.
13) Περὶ νηστείας, γενικὰ καὶ κατὰ τὴν ἐν Κρήτη Σύνοδο.
Πηγή: Ακτίνες
ΚΑΤΑΓΝΩΣΙΣ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ
Διατυπωθεισῶν ὑπὸ τῆς αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ Ι. ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ὅπως λαβοῦσα γνῶσιν διαπιστώσῃ, ἀποκηρύξῃ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.
Κατατεθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Ν. Πήχου, Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς «Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας Πάρου.
——
Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καὶ
Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως αὐτὴ λειτουργεῖ δυνάμει τοῦ Συνοδικοῦ τόμου τοῦ 1850 καὶ τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως τοῦ 1928 ἐκδοθέντων ἀμφοτέρων ὑπὸ τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως,
Εὐλογεῖτε.
Διὰ τῆς παρούσης καταθέτω ἐνώπιόν σας, ἐνώπιον τοῦ σεπτοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν σκανδαλισμὸν ἐμοῦ προσωπικῶς, τῆς συνοδείας μου, κληρικῶν, μοναχῶν καὶ πλήθους κόσμου, ὁ ὁποῖος κλυδωνίζεται ταρασσόμενος ὡς ὑπὸ κυμάτων πολλῶν λόγῳ τῶν ἀλλεπαλλήλων ἑτεροδιδασκαλιῶν, αἱ ὁποῖαι διετυπώθησαν κατὰ καιροὺς ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου μὲ ἀποκορύφωμα τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον (ΑκΜΣ) τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης.
Ἐκ προοιμίου σᾶς ἀναφέρω, ὅτι τὰ ὅσα θὰ ἀναγνώσετε καταγγελλόμενα κατωτέρω δὲν εἶναι καρπὸς ἀντιπαθείας ἢ ἀπαρεσκείας εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Παναγιωτάτου οὔτε κἂν πνεῦμα ἀντιλογίας ἢ ἄλλης τινὸς κακοθυμίας ἔναντι αὐτοῦ, ἡ νόμιμος δὲ προσφυγή μου εἰς Ὑμᾶς γίνεται καθηκόντως, μὲ πρόδηλον πνευματικὴν ἀνησυχίαν, μὲ πεποίθησιν ἀληθείας καὶ ἀπὸ ἔντονον καὶ δικαιολογημένον ἐνδιαφέρον. Κατανοῶ ἀπολύτως ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον τελεῖ ὑπὸ αἰχμαλωσίαν. Ἡ σῴζουσα ἀλήθεια εἰς τὴν ἡνωμένην «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» εἶναι τὸ ζητούμενον, καὶ αὐτὸ ἐπιθυμοῦμε νὰ καταφανῇ χωρὶς φόβον καὶ πάθος. Ἐκ παραλλήλου ἡ ἀναίρεσις ὑφ᾽ Ὑμῶν τῶν διατυπωθεισῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν θὰ προλάβῃ τὸ ἐπαπειλούμενον νέον σχίσμα εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀνασκοποῦντες λοιπὸν τὴν μέχρι σήμερον πορείαν τοῦ παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας θὰ παρουσιάσωμεν μερικὰ σημεῖα, διὰ τῶν ὁποίων στοιχειοθετοῦνται αἱ ἑτεροδιδασκαλίαι αὐτοῦ.
1.α΄) Ὁ Παναγιώτατος, ἀπὸ τὰ χρόνια διευρύνσεως τῶν σπουδῶν του, εἰς τὴν διδακτορική του διατριβὴν μὲ τίτλον «Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονικῶν διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ» ἐκθέτει τὰς ἀπόψεις του διὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας ποὺ ῥυθμίζουν τὰς σχέσεις τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους διὰ τῶν ἑξῆς: «Δὲν δύνανται», γράφει, «νὰ ἐφαρμοσθοῦν σήμερον καὶ πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν αἱ διατάξεις αἱ κανονίζουσαι τὰς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους. Δὲν δύναται ἡ Ἐκκλησία νὰ ἔχῃ διατάξεις ἀπαγορευούσας τὴν εἴσοδον εἰς τοὺς ναοὺς τῶν ἑτεροδόξων καὶ τὴν μετ᾽ αὐτῶν συμπροσευχήν, καθ᾽ ἣν στιγμὴν αὕτη διὰ τῶν ἐκπροσώπων αὐτῆς προσεύχεται ἀπὸ κοινοῦ μετ᾽ αὐτῶν διὰ τὴν τελικὴν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ἐλπίδι. Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νὰ “ἀρδεύσῃ” πολλὰς κανονικὰς διατάξεις πρὸς “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁρισμένων διατάξεων ἐπὶ τὸ φιλανθρωπότερον καὶ ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δὲν δύναται καὶ δὲν πρέπει νὰ ζῇ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου».
Οἱ ἱ. Κανόνες, διὰ τοὺς ὁποίους γίνεται λόγος ἀνωτέρω, διὰ τῆς συνεχοῦς παραβάσεώς των ἔχουν καταργηθῆ ἐν τῇ πράξει. Ἡ ἑτεροδιδασκαλία ἔγινε πρᾶξις. Ἁπλῶς μὲ τὴν ΑκΜΣ ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθῇ σιωπηλῶς μὲ συνοδικὸν κῦρος. Αἱ θέσεις αὐταὶ τοῦ Παναγιωτάτου δὲν ἀποτελοῦν ἑτεροδιδασκαλία, καὶ αἱ παραβάσεις ἱεροκανονικὰ παραπτώματα; Ἀσφαλῶς.
β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα οἱ ἱ. Κανόνες χαρακτηρίζονται ὡς μὴ ἔχοντες στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ. Ὅτι πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν, καὶ θὰ ἀναζωογονηθοῦν ἐὰν ποτισθοῦν μὲ νάματα ἀγάπης. Δηλαδή, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα παρήγαγε, τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, καρποὺς (τοὺς ἱ. Κανόνας) ἐστερημένους ζωογόνου ἀγάπης; Ὅμως αἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν Συνόδων ξεκινοῦν μὲ τὸ «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν»· πῶς εἶναι δυνατὸν αἱ ἐκφάνσεις αὐταὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ μὴ ἔχουν στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ, νὰ πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν καὶ νὰ ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ τὴν ζωογόνον ἀγάπην τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
2.α΄) Κατὰ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τοῦ Φαναρίου 30-11-1998 ὁ Παναγιώτατος προσφωνῶν τὴν Παπικὴν ἀντιπροσωπείαν λέγει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε William Η. Keeler καὶ λοιποὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ οἱ ἀποτελοῦντες τὴν Ἀντιπροσωπείαν τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης, …Δὲν πρέπει νὰ σπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζητήσεις εὐθυνῶν. Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὀφείλομεν ἐνώπιον Αὐτοῦ ὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων. …Εἴθε νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν» (περ. «Ἐπίσκεψις» τ. 563/1998, σελ. 22-29).
Παρατηροῦμεν εἰς τὸ ἀπόσπασμα αὐτό, ὅτι ἡ τοποθέτησις τοῦ Παναγιωτάτου ἔναντι τῶν ἱ. Κανόνων δὲν παραμένει ἁπλῶς ἡ ἰδία ἀλλὰ ἐπεκτείνεται ἀκόμη καὶ εἰς τὰ πρόσωπα τῶν θεοφόρων πατέρων, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζονται «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ὡς πύργοι ἄσειστοι καὶ ὡς ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος, κατὰ τὸν ὑμνῳδόν, φωτίζουν τὸν δρόμον ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Νὰ εἴπωμεν, ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς ἐπεκτείνεται καὶ εἰς τοὺς ἀναριθμήτους μάρτυρας καὶ ὁσιομάρτυρας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ τίμιον αἷμά τους ἐπότισαν καὶ ποτίζουν τὸ ἀειθαλὲς δένδρον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ ἑτεροδιδασκαλία;
β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα διαβάζουμε, ὅτι ὁ Παναγιώτατος διατυπώνει ἐνώπιον τῆς Παπικῆς ἀντιπροσωπείας τὴν εὐχὴν «νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν». Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πάσχει κατὰ τὴν ἑνότητά της καὶ δὲν εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως μέχρι τώρα πιστεύομεν; Ἡ ἑνότης τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησιας εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει τὴν ἀνάστασίν της;
γ΄) Ὁ Παναγιώτατος τὸ 1991, ὡς μητροπολίτης Φιλαδελφείας, μιλώντας σὲ παπικούς, εἶχε διατυπώσει μίαν διαφοροποιημένην ἀπὸ τὰ Ὀρθόδοξα δεδομένα Ἐκκλησιολογίαν· «Δὲν εἶναι δυνατό», εἶπε, «νὰ θεωρήσουμε ὅτι, εἴτε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, εἴτε ἐσεῖς οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἔχουμε ἀποκλειστικὴ ἰδιοκτησία τὴν διαδοχὴ τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 464/1-7-1991, σ. 9). Ὥστε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ ὄντως Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀπώλεσε τὴν αὐτοσυνειδησίαν της, εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει διὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ δῇ τὴν ἀνάστασίν της; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
3. α΄) Ὁ Παναγιώτατος πραγματοποιῶν ἐπίσημον ἐπίσκεψιν εἰς τὸ Βατικανὸν τὴν 27-6-1995 καὶ ὁμιλῶν σὲ νεαροὺς παπικοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Τέκνα τῆς Ἐκκλησίας ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα καὶ ἀγαπητά…, συνεορτάζομεν ἡ Ἀνατολὴ καὶ ἡ Δύσις (ἐννοεῖ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τῆς ῾Ρώμης). Θεοῦ τὸ δῶρον… Ἑορτάζομεν, διότι εἴμεθα ἡ ἐπὶ γῆς πορευομένη κοινωνία τῶν Ἁγίων…, εἶναι δὲ ἡ ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας πεπληρωμένη ὅταν εἶναι παροῦσα καὶ συνεορτάζουσα ἡ νεολαία… Ἐλάβατε διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Φέρετε ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τῷ μετώπῳ ὑμῶν τὰ σημεῖα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 520/31-7-1995, σσ. 19, 20, 5 καὶ 6).
Δηλαδή, δὲν μᾶς χωρίζει τίποτε; Ἀπὸ πότε ἀπέκτησαν Χάριν τὰ μυστήρια τῶν Παπικῶν; Αὐτὴν τὴν παρακαταθήκην παρελάβομεν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
4. α΄) Ὁ Παναγιώτατος κατὰ τὴν ὁμιλίαν του τὴν 4-11-1994, σὲ διαθρησκειακὴν συνάντησιν εἰς τὴν ἰταλικὴν πόλιν Riva del Garda, ὅπου ὡμίλησε σὲ παρισταμένους ἡγέτας διαφόρων θρησκειῶν, εἶπε· «Πρέπει νὰ συμβάλωμεν ὥστε νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Πράγματι, διὰ τὸν λόγον αὐτὸν συνεκεντρώθημεν ἐδῶ! Αὐτὸς εἶναι ἕνας τρόπος, διὰ τοῦ ὁποίου ἡμεῖς οἱ κληρικοὶ δυνάμεθα νὰ βοηθήσωμεν αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι κυβερνοῦν. Ἡ βαθεῖα καὶ σταθερὰ πνευματικότης μας ἔρχεται εἰς ὀξεῖαν ἀντίθεσιν μὲ τὸν ἐγκόσμιον χαρακτῆρα τῆς συγχρόνου πολιτικῆς. …Αὐταὶ αἱ δυνατότητες ἀνακύπτουν ἀπὸ τὴν ἰδίαν τὴν φύσιν τῆς ἰδιότητος ποὺ φέρομεν, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ὡς κλητοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὡς μία κοινότης πίστεως δυνάμεθα νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὸν κοσμικὸν οὐμανισμὸν καὶ τὸν ἐθνικισμὸν μὲ ἀγάπην, μὲ πνεῦμα Οἰκουμενισμοῦ καὶ μὲ τὸν ὑγιῆ σεβασμόν μας πρὸς τὴν παράδοσιν. Ἀλλὰ τοῦτο δυνάμεθα νὰ ἐπιτύχωμεν μόνον ἐὰν εἴμεθα ἡνωμένοι ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…» (περιοδικὸν «Ὀρθοδοξία» τοῦ Πατριαρχείου, τ. Ὀκτωβρ.-Δεκεμβρίου 1994, κατὰ μετάφρασιν). Ἀγαστὴ συνεργασία τῶν κληρικῶν μὲ τοὺς κυβερνήτας τῶν λαῶν ὑπὸ τὸ προπέτασμα τῆς ἀγάπης!
Δηλαδή, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστὸς ἔχασε τὸ φῶς του, τὰς πνευματικάς του ἀξίας, ἔγινε φανάρι ποὺ τρεμοσβήνει, καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς ἀπέμεινεν εἶναι «νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης»;
Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα καλεῖ νὰ ἑνωθοῦν «ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…». Κύριε, ἐλέησον!… Δηλαδὴ εἰς τὸν ἴδιον Θεὸν πιστεύουν Χριστιανοί, Μουσουλμᾶνοι, Ἰνδουϊσταί, Βουδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
Δυστυχῶς ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Παναγιωτάτου πάσχει· δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος, εἶναι Οἰκουμενιστική.
β΄) Ὁμιλῶν ὁ Παναγιώτατος τὴν 20-12-2001 εἰς τὴν Α΄ Διαθρησκειακὴν Συνάντησιν τῶν Βρυξελλῶν καὶ ἀπευθυνόμενος σὲ ἐκπροσώπους τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν χρησιμοποίησε ὁμοειδῆ Θεολογία καὶ διὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους (Ἰουδαϊσμοῦ, Μουσουλμανισμοῦ, Χριστιανισμοῦ) καὶ εἶπε· «Παρακαλοῦμεν θερμῶς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους νὰ δώσωμεν εἰς τοὺς πιστούς μας καὶ τὸν κόσμον ὅλον ἀνόθευτον τὸ εἰρηνοποιὸν μήνυμα τοῦ ἑνὸς καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς συνεκέντρωσεν ἐν τῇ ἀγάπῃ Του ἐνταῦθα. …Ἡμεῖς οἱ πιστεύοντες εἰς ἕνα προσωπικὸν Θεὸν ἔχομεν τὴν ἐμπειρίαν τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ καὶ τῆς εἰρήνης, ἡ ὁποία ἐγκαθίσταται εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ πληροῖ καὶ ἀναπαύει αὐτήν, ὅταν ἀποκαθίσταται ἡ κοινωνία τῶν προσωπικῶν ὑπάρξεων τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ μεγάλου Θεοῦ… Ἐὰν σταθῶμεν μὲ τὸ προσῆκον δέος ἀπέναντι τῶν προσωπικῶν ἀναζητήσεων ἑκάστης ψυχῆς, ἡ ὁποία, γεννηθεῖσα εἰς ὡρισμένην θρησκευτικὴν παράδοσιν, ἀνοίγει τὰς πτέρυγάς της διὰ νὰ πετάξῃ εἰς ἀναζήτησιν τοῦ Ἠγαπημένου, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἔχομεν ἀνθρώπινον χρέος νὰ σεβασθῶμεν ἀπολύτως τὴν προσωπικὴν πορείαν ἑκάστου πρὸς τὴν ὑπερτάτην ἀγάπην. Τότε ἐναγκαλιζόμεθα ἐν εἰρήνῃ τὴν ψυχὴν αὐτὴν καὶ παρακολουθοῦμεν ἐν ἄκρᾳ σιωπῇ καὶ προσευχῇ τὴν πορείαν της, εἴτε συμβαδίζει μὲ ἡμᾶς (τοὺς Χριστιανοὺς) εἴτε ἀκολουθεῖ ἄλλον δρόμον (λ.χ. τὸν Ἰουδαϊσμὸν ἢ τὸ Ἰσλάμ), διότι ὁ Ἠγαπημένος Θεός, ὁ Κύριός της, τὴν ἀναμένει καὶ θὰ τῆς δείξῃ τὸν δρόμον. Δὲν χρειάζεται ἀπὸ μέρους ἡμῶν οὐδεμία βία, οὐδεμία πίεσις, μόνον στοργὴ καὶ εἰρήνη» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 603/31-12-2001).
Ἔχουν λοιπὸν καὶ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ Μουσουλμᾶνοι τὴν ἐμπειρίαν τοῦ ἑνὸς προσωπικοῦ Θεοῦ, τοῦ πλήρους ἀγάπης ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ; Ἔτσι κατανοεῖ ὁ Παναγιώτατος τὸ «Τζιχάντ» τῶν μουσουλμάνων ἢ τὰς ἐκκαθαριστικὰς ἐπιχειρήσεις τῶν Ἰσραηλιτῶν; Ἡ θεολογία τοῦ Παναγιωτάτου δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος. Εἶναι ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὴν βλάσφημον θεωρίαν τῶν Ἀβρααμικῶν θρησκειῶν, τὴν ὁποίαν διετύπωσεν ὁ Γάλλος Ἰσλαμολόγος Louis Massignon (1883-1962), δι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ θεολογία του παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον τοιαύτην. Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
5. α΄) Συνεπὴς πρὸς τὴν καινοφανῆ ἐκκλησιολογίαν του, ὁ Παναγιώτατος ἔχει παραιτηθῆ ἀπὸ τὴν θεόθεν καθωρισμένην ἀποστολὴν τῆς Ἐκκλησίας «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς…» (Ματθ. 28,19). Δὲν ἐπιδιώκει νὰ ὁδηγήσῃ ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ διεκήρυξε «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» εἰς τὸ Durban τῆς Ν. Ἀφρικῆς τὴν 17-3-2001 σὲ μήνυμά του μὲ τὴν εὐκαιρίαν Παγκοσμίου Διασκέψεως λέγοντας· «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείσῃ τοὺς ἄλλους περὶ συγκεκριμένης τινὸς ἀντιλήψεως τῆς ἀληθείας ἢ τῆς ἀποκαλύψεως, οὔτε ἐπιδιώκει νὰ τοὺς μεταστρέψῃ εἰς συγκεκριμένον τινὰ τρόπον σκέψεως» (ἱστοσελίδα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἐσθονίας· http://www.orthodoxa.org/GB/patriarchate/speech/statement.htm). Εἰς τὴν θείαν ὅμως λειτουργίαν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, εἰς τὴν εὐχὴν ποὺ ἀκολουθεῖ ἀμέσως μετὰ τὸν καθαγιασμόν, παρακαλοῦμεν τὸν Κύριον λέγοντες· «τοὺς ἐσκοτισμένους ἐπισυνάγαγε· τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία». Πῶς θὰ γίνῃ αὐτό; διὰ τῆς σιωπῆς καὶ ὄχι διὰ τῆς μαθητείας καὶ τοῦ κηρύγματος; Διὰ τῆς σιωπῆς θὰ γίνῃ ἡ εἰσδοχὴ τῶν ἑτεροδόξων καὶ τῶν ἑτεροθρήσκων εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ» (Ρωμ. 10, 17). Εἰς τὴν Κόρινθον ὁ ἴδιος Ἀπόστολος λαμβάνει συγκλονιστικὸν μήνυμα ἀπὸ τὸν Κύριον· «… μὴ φοβοῦ, ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς» (Πραξ. 18, 9). Δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ τοῦ Παναγιωτάτου καταστρατήγησις Κυριακῆς ἐντολῆς; Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
β΄) Ὁ Παναγιώτατος προσφέρει ὡς δῶρον τὸ Κοράνιον καὶ τὸ ὀνομάζει ἱερὸν καὶ ἅγιον. Τὴν 29-10-2009 μετέβη εἰς τὴν Ἀτλάντα τῶν Η.Π.Α., ἐπισκέφθηκε τὸν πρόεδρον τῆς Coca-Cola κ. Muhtar Kent καὶ τοῦ προσέφερεν ἕνα Κοράνιον λέγοντας· «Ἔχω ἕνα μικρὸ ἀναμνηστικό. Μικρὸ καὶ σπουδαῖο. Ἀναμνηστικὸ (γιὰ) τὸν Muhtar. Αὐτὸ εἶναι τὸ Ἅγιο Κοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν μουσουλμάνων ἀδελφῶν μας» (www.youtube.com/watch?v=5p7DqpeTJM8). Δυστυχῶς τὴν χειρονομίαν αὐτὴν τὴν ἐμιμήθησαν καὶ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς ἐπὶ μεγάλῳ σκανδαλισμῷ τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν.
γ΄) Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον προωθεῖ τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν. Τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν προωθοῦσε ἀρχικὰ τὸ Βατικανὸν ἀπὸ τὸ 1960, τὸν στόχον του ὅμως αὐτὸν τὸν ἐπισημοποίησε κατὰ τὴν Β´ Βατικανὴν Σύνοδον (1965) καὶ τὸν ἀπεδέχθη ὁ μακαριστὸς πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὁ ὁποῖος ἔγινεν ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἰδέας αὐτῆς. Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθμ. 150 πρωτ. 420/26-5-1995 ἐγκύκλιόν του ἔκανε λόγον διὰ «τὸν καθορισμὸν κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τῆς Μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πάσχα». Ἀγνοεῖ ὁ Παναγιώτατος ἢ περιφρονεῖ τὰ περὶ τούτου διακελευόμενα ὑπὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων;
6. ῾Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος σὲ παλαιότερον δημοσίευμά του εἰς τὸ Ρωμαιοκαθολικὸν περιοδικὸν «The National Catholic Reporter» (in the January 21, 1977) ἔγραψε τὰ ἑξῆς ἀποκαλυπτικὰ τῶν προθέσεών του διὰ τὴν μέλλουσαν νὰ συνέλθῃ Πανορθόδοξον Σύνοδον: «Οἱ δικοί μας στόχοι εἶναι ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τοῦ πάπα Ἰωάννου 23ου νὰ ἐκσυγχρονίσωμεν τὴν Ἐκκλησίαν καὶ νὰ προωθήσωμεν τὴν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν. Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος θὰ σημάνῃ τὸ ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας εἰς τὰς μὴ Χριστιανικὰ́ς θρησκείας καὶ εἰς ὁλό́κληρον τὴν ἀνθρωπό́τητα. Αὐτὸ́ σημαί́νει μί́αν νέ́αν στάσιν ἔ́ναντι τοῦ Ἰσλά́μ, τοῦ Βουδισμοῦ́, τοῦ σύγχρόνου πολιτισμοῦ́ καὶ ὅ́σον ἀφορᾷ́ τὰς ἐπιδιώ́ξεις διὰ ἀδελφό́τητα χωρὶ́ς ρατσιστικὰ́ς διακρί́σεις … μὲ ἄ́λλα λό́για θὰ σημά́νῃ τὸ τέ́λος δώ́δεκα αἰώ́νων ἀπομονώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας». Συνεπῶς «ὅπερ ἔδει δεῖξαι»!
Tὸ Ἀγγλικὸ κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς· In an article dating back from when Ecumenical Patriarch Bartholomew was still a Metropolitan, in the journal The National Catholic Reporter, the Patriarch said the following, revealing his intentions for the Pan-Orthodox Council: “Our aims are the same an John’s (Pope John XXIII): to update the Church and promote Christian unity… The Council will also signify the opening of the Orthodox Church to non-Christian religions, to humanity as a whole. This means a new attitude toward Islam, toward Buddhism, toward contemporary culture, toward aspirations for brotherhood free from racial discrimination…in other words, it will mark the end of twelve centuries of isolation of the Orthodox Church.”[4]
[4] “Council Coming for Orthodox», interview by Desmond O’Grady, The National Catholic Reporter, in the January 21, 1977 edition. See also: http://orthodoxinfo.com/ecumenism/towards.aspx.
Μακαριώτατε, Ἅγιοι Συνοδικοί.
Ἐκ τῶν παρατεθέντων ἀνωτέρω σταχυολογημάτων ἀποδεικνύεται, ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος εἶχε τὴν ἀτυχῆ ἔμπνευσιν νὰ διατυπώσῃ ἑτεροδιδασκαλίας καὶ νὰ ὑποπέσῃ οὕτως εἰς σωρείαν ἱεροκανονικῶν παραβάσεων, αἱ ὁποῖαι καταδικάζονται ὑπὸ τῶν κατωτέρω παρατιθεμένων ἱερῶν Κανόνων.
στ΄ Κανὼν τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς Ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾽ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας· πρὸς δὲ τούτοις, καὶ τοὺς τὴν πίστιν μὲν τὴν ὑγιῆ προσποιουμένους ὁμολογεῖν, ἀποσχίσαντας δὲ καὶ ἀντισυνάγοντας τοῖς κανονικοῖς ἡμῶν ἐπισκόποις».
ι΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικοῦ ἢ ἀφωρισμένου δι᾽ ἀφορισμοῦ τιμωρεῖται».
με΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν διὰ κληρικούς, ἀλλ᾽ οὗτοι ἐπὶ πλέον καθαιροῦνται ἐὰν δεχθῶσι τοὺς αἱρετικοὺς ὡς κληρικούς».
ξδ΄ Ἀποστόλων· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν οἴκοι. Ἐὰν γίνῃ εἰς συναγωγὴν Ἑβραίων ἢ αἱρετικῶν, συνεπάγεται καθαίρεσιν διὰ κληρικὸν καὶ ἀφορισμὸν διὰ λαϊκόν».
στ΄ Λαοδικείας· «Αἱρετικοὶ μὴ ἀπαρνούμενοι τὴς αἵρεσιν ἑαυτῶν ἐμποδίζονται εἰσελθεῖν εἰς Ναὸν Ὀρθόδοξον».
ξη΄ Ἀποστόλων· «Χειροτονία, βάπτισμα κ.λπ. μυστήρια αἱρετικῶν ἄκυρά εἰσι».
ιδ΄ Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου· «Γάμος μεθ᾽ αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων ἀπαγορεύεται».
ρλα΄, ρλβ΄, ρλγ΄ τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)· κανόνες οἱ ὁποῖοι ὑπενθυμίζουν τὸ ἱερὸν χρέος τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐπαναφορᾶς τῶν αἱρετικῶν (τῶν πεπλανημένων) εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
ζ΄ Ἀποστόλων· «Εἴτις Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἢ Διάκονος τὴν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρὸ τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετὰ Ἰουδαίων ἐπιτελέσῃ, καθαιρείσθω».
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι τὸ Πανάγιον Πνεῦμα δὲν συνηγορεῖ εἰς τὴν καταπάτησιν τῶν ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τὴν ἐπίπνοιάν Του διετυπώθησαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ θεοφόρους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε ὑπῆρξαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι οἱ Κανόνες τῶν Ἱερῶν Σύνόδων εἶναι Ἁγιοπνευματικοὶ καὶ διατυπώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας μὲ φιλανθρωπίαν, ἀγάπην καὶ ρεαλισμόν, αἰσθανόμεθα δὲ τὴν ζωογόνον δρόσον καὶ τὴν διαχρονικότητά των ὅταν καλούμεθα νὰ τοὺς ἐφαρμόσωμεν, χωρὶς νὰ χρειάζωνται ἀναζωογόνησι ἀπὸ τὴν παναίρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἐπειδὴ φρονοῦμεν ὅτι διὰ τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν καὶ τῶν ἱεροκανονικῶν παραπτωμάτων τοῦ Παναγιωτάτου ἐπέρχεται μεγάλος σκανδαλισμὸς τῶν πιστῶν, Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, μὲ ὁρατὸν πλέον τὸν κίνδυνον σχίσματος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι, ἀκολουθοῦν καὶ μερικοὶ ἄλλοι κληρικοὶ τὸν Παναγιώτατον εἰς τὰς ἱεροκανονικὰς του παραβάσεις καὶ ὑπάρχῃ κίνδυνος αὐτὸ νὰ γενικευθῇ καὶ νὰ γίνͺῃ θεσμὸς εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
Ἐπειδὴ διὰ τῆς συγκλήσεως τῆς ΑκΜΣ, τῆς ὑπὸ ἐξωεκκλησιαστικῶν παραγόντων –ὅπως ἀπεδείχθη– ἐπιβληθείσης, ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθοῦν μὲ Συνοδικὸν κῦρος ὅλα τὰ μέχρι σήμερα ἀντικανονικῶς λεχθέντα καὶ πραχθέντα ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, διὰ νὰ μένουν ἀναντίρρητα εἰς διηνεκές.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Παρακαλοῦμεν τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱ. Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως συσκεφθεῖσα καθ᾽ ἑαυτὴν διαπιστώσῃ καὶ κάνῃ δεκτὴν τὴν κατάγνωσιν τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν, ἀποκηρύξῃ δὲ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ ἐφαρμοσθῶσι τὰ ὑπὸ τῶν ἱερῶν Κανόνων προβλεπόμενα, μὲ ἀπώτερον σκοπὸν νὰ κοπάσῃ ὁ κλυδωνισμὸς ὄχι μόνον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Πλείονα στοιχεῖα θὰ καταθέσω διὰ λεπτομεροῦς Ὑπομνήματός μου, ὅταν κληθῶ ὑπὸ τοῦ Ἀνακριτοῦ. Μάρτυρας προτείνω τοὺς κατωτέρω:
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΑΣ:
Σεβ. Μητροπολίτην Κονίτσης κ. Ἀνδρέαν, ΚΟΝΙΤΣΑΝ,
Σεβ. Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης κ. Εὐστάθιον ΣΠΑΡΤΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἠλείας κ. Γερμανόν, ΠΥΡΓΟΝ,
Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον, ΝΑΥΠΑΚΤΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ΠΕΙΡΑΙΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ν. Σμύρνης κ. Συμεών, Ν. ΣΜΥΡΝΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γλυφάδας κ. Παῦλον, ΓΛΥΦΑΔΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Κυθήρων κ. Σεραφείμ, ΚΥΘΗΡΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Αἰτωλίας κ. Κοσμᾶν, ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ἰερεμίαν, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Μόρφου κ. Νεόφυτον – ΜΟΡΦΟΥ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιον – ΛΕΜΕΣΟΝ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἀντινόης Παντελεήμονα Λαμπαδάριον ΚΑΛΥΜΝΟΝ <metropolitanantinoes@gmail.com>.
ΚΑΘΗΓΗΤΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ:
Πρωτοπρεσβύτερον π. Γεώργιον Μεταλληνόν, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν,
Πρωτοπρεσβύτερον π. Θεόδωρον Ζήσην, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.,
κ. Δημήτριον Τσελεγγίδην, Ὁμ. Καθηγητὴν Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.,
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥΣ – ΙΕΡΕΙΣ – ΜΟΝΑΧΟΥΣ:
Ἀρχιμ. π. Ἀθανάσιον Ἀναστασίου, Προηγούμενον τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Μεγάλου Μετεώρου, Καλαμπάκαν,
Ἀρχιμ. π. Μάξιμον Καραβᾶν, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Παρασκευῆς Μηλοχωρίου Ἑορδαίας, Πτολεμαΐδα
Ἀρχιμ. π. Γρηγόριον Χατζηνικολάου, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Τριάδος Γατζέας Βόλου,
Ἀρχιμ. π. Σαράντην Σαράντον, Διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀμαρούσιον
Ἀρχιμ. π. Νικόδημον Πετρόπουλον, Προϊστάμενον ἱ. Ν. Ἁγίου Παύλου Πατρῶν – Πάτρας,
Ἀρχιμ. π. Παῦλον Δημητρακόπουλον, Θεολόγον (Mr Θεολογίας), Διευθυντὴν τοῦ Γραφείου Αἱρέσεων τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
Ἀρχιμ. π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρον, Ἱεροκήρυκα, Ἱ. Μητροπόλεως Κονίτσης, Κόνιτσαν,
Ἀρχιμ. π. Κύριλλον Κωστόπουλον, (Dr. Θεολογίας) Ἱεροκήρυκα Ἱ. Μητροπόλεως Πατρῶν, Ἀσημάκη Φωτήλα 14-16 – τ.κ. 262 24 Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Πέτρον Heers, διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ, e-mail: info@ uncutmountain.com,
Πρωτ/ρον π. Ἀναστάσιον Γκοτσόπουλον, Θεολόγον, (Μr. Θεολογίας), ἐφημέριον Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν, Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Ἄγγελον Ἀγγελακόπουλον, Θεολόγον, κληρικὸν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
ὁσ. Μοναχὸν Ἀρσένιον Βλιαγκόφτην, Ἱ. Μονὴν Ἁγ. Ἀρσενίου Καπαδόκου, Βατοπέδι Χαλκιδικῆς.
ὁσ. Μοναχὸν Ἐπιφάνιον Καψαλιώτην, Καψάλαν Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ὁσ. Μοναχὸν Δαμασκηνόν, Κελλίον Φιλαδέλφου Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ:
κ. Σταῦρον Μποζοβίτην, Θεολόγον – Συγγραφέα, μέλος τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», – Ἰσαύρων 42, Ἀθήνας
κ. Νικόλαον Σαββόπουλον, Θεολόγον, Ἐπιδαύρου 1, Ἁλμυρὴ Γαλατακίου, 201 00 Κόρινθον
κ. Δημήτριον Ρίζον, τηλ. 23850-28940, Φλώριναν,
κ. Ἰωάννην Τάτσην, Καρτάλη 12Α, 453 32 Ἰωάννινα, thriskeftika.blogspot.com/. τηλ. 26510-68589
ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΑΣ:
κ. Δημήτριον Νατσιόν, Διδάσκαλον, Μεσημβρίας 20, 611 00 Κιλκὶς
κ. Βασίλειον Κερμενιώτην, Ἐκπαιδευτικόν, Κ. Ἀδαμοπούλου 11, 502 00 Πτολεμαΐδα
Λογγοβάρδᾳ τῇ 25 Φεβρουαρίου 2017
Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ταρασίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Μετὰ σεβασμοῦ
† Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Ν. Πῆχος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς
«Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας Πάρου
Γιατί ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία δὲν συμμετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης
Ἀρχιμ. Τύχων: Ἡ Ἑλλάδα γιὰ τὴ Ρωσία εἶναι ἀσυνήθιστα κοντινή. Πρέπει νὰ εἶναι κατανοητὸ ὅτι οἱ διμερεῖς σχέσεις ποικίλουν, διάφορα μπορεῖ νὰ συνέβησαν, ὅμως οἱ Ἕλληνες ἦταν πάντοτε οἰκεῖοι, γιατί ἡ Ρωσία αἰσθάνεται καὶ παραμένει εὐγνώμων γιὰ ὅσα ἡ Ἑλλάδα προσέφερε στὸν λαό μας.
Τ.Κ.: Ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία δὲν συμμετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης. Πρόκειται γιὰ σχίσμα;
Ἀρχιμ. Τύχων: Ἐλᾶτε τώρα, ποιὸ σχίσμα; Δὲν ὑπάρχει καμμία διάσπαση, οὔτε κάτι παραπλήσιο. Ὑπῆρξε μία διοικητικοῦ τύπου ἀπόφαση. Ἐλᾶτε νὰ συναντηθοῦμε καὶ νὰ συζητήσουμε. Κι ἐμεῖς ἀποροῦμε: Τί νὰ συζητήσουμε; Τί ἰδιαίτερο ὑπάρχει; Οἱ θεολόγοι ἐπινόησαν. Σᾶς μιλῶ ὡς ἁπλὸς ἄνθρωπος. Κάθισαν καὶ σκέφτηκαν τί πρέπει νὰ συζητηθεῖ. Μπορεῖ νὰ ἔχουν δίκιο, ὅμως ὁ ἁπλὸς Ὀρθόδοξος, ὁ Ἕλληνας, Σέρβος, Ρῶσος, Ἄραβας Ὀρθόδοξος δὲν αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη ὅτι οἱ ἱεράρχες του πρέπει ἐπειγόντως κάτι νὰ συζητήσουν. Γιὰ ποιὸ λόγο συγκαλοῦνταν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι (ἀφοῦ ἔγινε τώρα τέτοια ἀπόπειρα ἢ ὑπῆρξε μία ἀξίωση γιὰ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο); Ἐμφανίστηκε ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ποὺ κατέστρεφε τὴν Ἐκκλησία. Διαδίδεται μία ἰδέα μεταξὺ ὅλων τῶν...
Χριστιανῶν ἢ τῆς πλειονότητάς τους, ἡ ὁποία διαλύει πλήρως τὴν Ἐκκλησία. Διακηρύσσει ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καταστρέφεται τὸ θεμέλιο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συγκαλεῖται Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι τῆς Οἰκουμένης συγκεντρώνονται μαζὶ γιὰ νὰ ἀποφασίσουν τί θὰ κάνουν. Νὰ δοῦν ποιὸς καὶ ποῦ ἔχει δίκιο. Ὑπῆρχαν οἱ ὑπερασπιστὲς καὶ οἱ πολέμιοι τοῦ θεολόγου Ἀρείου. Ἦταν ὅμως ἕνα θέμα ζωῆς καὶ θανάτου. Γι΄ αὐτὸ καὶ συγκεντρώθηκαν ἅπαντες.
Ἐνῶ τώρα τέτοια ἀναγκαιότητα εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι δὲν ὑπῆρχε. Ὑπάρχει καὶ μία ὁλόκληρη σειρὰ λόγων ποὺ ὅλοι ἀντιμετώπισαν αὐτὴ τὴ Σύνοδο πολὺ ἀδιάφορα – εἴτε ὑπῆρξε, εἴτε ὄχι, τὸ ἴδιο κάνει – καὶ μὲ ὁρισμένη καχυποψία. Γιατί τέθηκαν ὁρισμένα ζητήματα ποὺ εἶναι κάτι παραπάνω ἀπὸ ἀμφιλεγόμενα στὴ συνείδηση πάρα πολλῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν: ἡ σχέση μὲ τοὺς ἀλλόδοξους, γιὰ παράδειγμα. Ὅλοι μας ἀγαπᾶμε τοὺς καθολικούς, πολλοὶ μάλιστα ἔχουμε εἰλικρινεῖς σχέσεις, ἔχω πολλοὺς φίλους Ἰταλοὺς κ.λ.π. Νὰ ἀρχίζει ὅμως ἕνα θέμα γιὰ κάτι παραπάνω ἀπὸ φιλία, δὲν λέω γιὰ ἐνοποίηση Ἐκκλησιῶν, δόξα τῷ Θεῷ τέτοιο ζήτημα δὲν τέθηκε, εἶναι πάντοτε μία διαδικασία ἐπώδυνη. Γιὰ ἕνα νέο στάδιο κατοχύρωσης τῶν σχέσεών μας. Ἴσως ἄξιζε λίγο ἀκόμη νὰ ἐργαστοῦμε. Ἴσως ἄξιζε νὰ πετύχουμε ὅλοι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νὰ προσέλθουν ἐλεύθερα – τὸ ὑπογραμμίζω – καὶ μὲ χαρὰ σὲ αὐτὴ τὴ Σύνοδο.
Ὅμως, πάντοτε ὅταν ἐφαρμόζονται μέτρα διοικητικῆς λογικῆς – ὅπως λέμε στὴ Ρωσία, «Ἀπὸ τὰ γόνατα λυγίζει ὁ ἄνθρωπος» – εἶναι πάντα βαρετὸ καὶ ἀδιάφορο, θὰ προκαλεῖ πάντοτε ἀντίδραση, ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης καὶ συμπάθειας. Καὶ προεργασία ὑπῆρξε συνολικὰ τεράστια. Πολλὲς δεκαετίες ἐπιδιώκαμε τὸν στόχο αὐτό. Ἔπρεπε μᾶλλον λίγο ἀκόμη νὰ περιμένουμε καὶ νὰ δράσουμε μὲ τρόπο κατανοητὸ γιὰ τοὺς πιστούς, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρξει αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἀπόρριψη.
[...]
Τ.Κ.: Θα θέλατε νὰ εὐχηθεῖτε κάτι στοὺς τηλεθεατές μας;
Ἀρχιμ. Τύχων: Θὰ ἤθελα νὰ εὐχηθῶ καὶ νὰ παρακαλέσω. Οἱ Ἕλληνες ἦταν γιὰ ἐμᾶς πάντα παράδειγμα. Παράδειγμα πίστης, πραγματικῆς ὀρθῆς κρίσης, παράδειγμα ἀφοσίωσης στὸν Θεό, τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν ἐξαίρετο πολιτισμὸ τοῦ ὁποίου εἶναι κληρονόμοι. Θὰ εὐχόμουν νὰ παραμείνετε γιὰ ἐμᾶς τὸ πιὸ ἀξιοθαύμαστο καὶ ὑπέροχο παράδειγμα σὲ ὅλα.
Τ.Κ.: Ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ γιὰ τὸν χρόνο ποὺ μᾶς ἀφιερώσατε
Ἀρχιμ. Τύχων: Παρακαλῶ. Νὰ εἶστε καλά.
Σημ.:
Ἀρχιμ. Τύχων: Ἀρχιμανδρίτης Τύχων Σεβκούνωφ, Ἡγούμενος Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Σρέτενσκ (Ὑπαπαντῆς) στὴ Μόσχα.
Τ.Κ.: Ταμίλα Κουλίεβα, παρουσιάστρια.
Μετάφραση ἀπὸ τὰ Ρωσικά: Γ. Καραντινάκης.
Πηγή: (Ντοκιμαντὲρ τῆς ΕΡΤ «ΑΘΗΝΑ ΚΑΛΕΙ ΜΟΣΧΑ», 19 Φεβρουαρίου 2017), Ιερά Μητρόπολις Γλυφάδας, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Τώρα τελευταῖα κατά κόρον ἔχει ὑποστηριχθῆ ἀπό μερικούς ὅτι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική» καί αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε τόν ὅρο «Ἐκκλησίες» καί γιά τούς ἑτεροδόξους καί στήν περίπτωση αὐτή πρόκειται γιά «τεχνικό ὅρο (terminus technicus)».
Ἡ ἄποψη αὐτή προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση, γιατί δέν γράφεται μόνον σέ κείμενα, ἀλλά ὑποστηρίζεται καί ἀπό Ἐπισκόπους καί μάλιστα σέ Συνοδικά Ὄργανα, γιά νά ὑποστηριχθῆ ἡ ἀπόφαση τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνομασίαν τῶν μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ’ αὐτῆς ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν».
Φυσικά ἔχω διαφορετική ἄποψη, τήν ὁποία θά ἤθελα νά διατυπώσω στό κείμενο αὐτό.
1. Τι σημαίνει «τεχνικός όρος»
«Τεχνικός ὅρος» (terminus technicus), σύμφωνα μέ τό Λεξικό τοῦ Γ. Μπαμπινιώτη, εἶναι «ὅρος τόν ὁποῖον χρησιμοποιεῖ μιά τέχνη, μιά ἐπιστήμη ἤ μιά ἐπαγγελματική εἰδικότητα».
Ἄν ἀνατρέξουμε στήν Πύλη γιά τήν Ἑλληνική Γλώσσα καί στήν ἀναφορά στίς εἰδικές γλῶσσες θά συμπεράνουμε ὅτι τεχνικός ὅρος (terminus technicus) εἶναι ὁ ὅρος πού χρησιμοποιεῖται στό πλαίσιο μιᾶς τεχνικῆς γλώσσας, τῶν ἐπιστημόνων κάθε εἰδικότητας, ὅταν ἐξετάζουν ζητήματα τῆς εἰδικότητάς τους. Τεχνικός ὅρος, δηλαδή, εἶναι ὁ ὅρος πού χρησιμοποιεῖται γιά νά περιγραφοῦν ἀντικείμενα ἢ ἔννοιες πού εἴτε δέν ἔχουν ὄνομα στήν τρέχουσα χρήση εἴτε καλύπτουν τήν ἀνάγκη νά περιγράψουν μέ ἕναν ὅρο πιό συγκεκριμένο, ἀποκλείοντας κάθε ἀμφισημία, ἀντικείμενα τά ὁποῖα ἡ κανονική γλώσσα (τό κοινό λεξιλόγιο) ἤδη περιγράφει. Μέ ἄλλα λόγια τεχνικός ὅρος μπορεῖ νά εἶναι μιά νέα δημιουργημένη λέξη ἢ μιά λέξη ὑπαρκτή στό κοινό λεξιλόγιο μέ πιό συγκεκριμένη σημασία, λίγο ἢ πολύ διαφορετική ἀπό τήν σημασία πού ἔχει στό κοινό λεξιλόγιο.
Στήν συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή, στό κείμενο τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἡ ἔκφραση «τεχνικός ὅρος» σημαίνει ὅτι δέν ἀναγνωρίζεται ὅτι αὐτές οἱ «Χριστιανικές κοινότητες καί ὁμολογίες» εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλά χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη Ἐκκλησία γιά τίς Χριστιανικές αὐτές ὁμάδες συμβατικά, χάριν συνεννοήσεως μεταξύ μας.
Μέ βάση τόν ὁρισμό τοῦ τεχνικοῦ ὅρου στόν ὁποῖο καταλήξαμε βασιζόμενοι σέ ὑλικό πού ἀντλήσαμε ἀπό τήν Πύλη γιά τήν Ἑλληνική Γλώσσα,θά μπορούσαμε νά ἐπισημάνουμε τά ἀκόλουθα σχετικά μέ τήν χρήση τοῦ ὅρου Ἐκκλησία ὡς τεχνικοῦ ὅρου:
Οἱ τεχνικοί ὅροι ἀποτελοῦν προϊόν συμφωνίας μεταξύ τῶν ἐπιστημόνων, ἡ σημασία τους προσδιορίζεται μέ ἀπόλυτη ἀκρίβεια καί σαφήνεια καί χρησιμοποιοῦνται ἀπό τούς εἰδικούς κάθε τομέα γιά λόγους συνεννόησης προκειμένου νά ἀποφευχθῆ ἡ ἀμφισημία. Ἀπό τήν στιγμή ὅμως πού τό περιεχόμενο μιᾶς λέξης τίθεται ἐν ἀμφιβόλῳ καί ἐγείρει συζητήσεις, εἶναι προφανές ὅτι ἡ χρήση της δέν προσδιορίζεται μέ ἀκρίβεια καί δέν ἀποτελεῖ προϊόν συμφωνίας, αὐτοκαταργεῖται ὡς τεχνικός ὅρος.
Οἱ τεχνικοί ὅροι ἐξάλλου καταχωρίζονται σέ εἰδικά λεξικά ὁρολογίας καί καθιερώνονται. Ἑπομένως δέν χρησιμοποιοῦνται εὐκαιριακά καί συμβατικά χάριν συνεννοήσεως γιά νά ἐξυπηρετήσουν μιά συγκεκριμένη περίσταση. Στήν περίπτωση δηλαδή τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἡ χρήση τῆς λέξης Ἐκκλησία καί γιά τίς ἑτερόδοξες ὁμολογίες προτείνεται γιά νά ἐξυπηρετήση μιά σύμβαση καί μιά ἀνάγκη ἐπικοινωνίας μέ τήν ἐπίγνωση ὅτι, στήν συγκεκριμένη περίπτωση, καταχρηστικά, χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη μέ διαφορετική σημασία ἀπό αὐτή στήν ὁποία εἶχε συμφωνηθῆ ἀρχικά. Στήν προκειμένη περίπτωση ὅμως δέν ἔχουμε νά κάνουμε μέ τεχνικό ὅρο, ἀλλά μέ ἐπιλογή μιᾶς ἀπό τίς σημασίες τῆς λέξης.
Πράγματι, ἄν ἀνατρέξουμε στά λεξικά θά παρατηρήσουμε ὅτι παρατίθενται οἱ διαφορετικές σημασίες τῆς λέξης. Ἀκριβῶς αὐτός ὅμως εἶναι ὁ σκοπός τῶν λεξικῶν, νά παραθέτουν τίς σημασίες μιᾶς λέξης καί νά ἀποτυπώνουν τήν χρήση τους μέ τήν παράθεση παραδειγμάτων.
Τά πράγματα ὅμως εἶναι διαφορετικά σέ ἕνα κείμενο. Ἡ σημασία τῆς λέξης μέσα στό κείμενο δέν μπορεῖ παρά νά προσδιορισθῆ, ὅπως μᾶς ἔχει μάθει ἡ Γλωσσολογία, καί συγκεκριμένα ἡ Πραγματολογία, ἀπό τό «συμφραστικό πλαίσιο –γλωσσικό καί ἐξωγλωσσικό– τῆς ἐκφώνησης». Ἡ σημασία, δηλαδή, εἶναι στενά συναρτημένη μέ τήν περίσταση, τίς συνθῆκες τοῦ χώρου, τοῦ χρόνου, τοῦ ἐπιδιωκόμενου στόχου κλπ. Ἑπομένως, ἡ σημασία τῆς λέξης Ἐκκλησία στό συγκεκριμένο ἐκκλησιολογικό κείμενο τῆς Μεγάλης Συνόδου μπορεῖ νά προσδιορισθῆ μόνο σέ σχέση μέ ἄλλα ὁμόλογα δογματικά - ἐκκλησιολογικά κείμενα –ἐνῶ, ὅπως θά τονισθῆ πιό κάτω, ὁ «τεχνικός ὅρος» χρησιμοποιεῖται ὡς οὐσιαστικός ὅρος– καί μέ ἐσωτερικά κειμενικά κριτήρια.
Τέλος, δέν μποροῦμε νά συνδέουμε τόν «τεχνικό ὅρο» μέ τήν ἀποφατικότητα. Κατ' ἀρχήν ἡ ἔννοια τῆς ἀποφατικότητας ἀφορᾶ μόνο τόν Θεό, ὅπως θά ποῦμε παρακάτω, καί δέν μποροῦμε ξαφνικά νά κάνουμε διεσταλμένη ἑρμηνεία τοῦ ἀποφατισμοῦ καί γιά τόν ὅρο Ἐκκλησία, μόνο καί μόνο ἐπειδή μᾶς ἐξυπηρετεῖ. Ἐξάλλου, ἡ ἔννοια τοῦ «τεχνικοῦ ὅρου» βρίσκεται στόν ἀντίποδα τῆς ἀποφατικῆς ἔκφρασης. Ἡ ἀποφατικότητα ἀφορᾶ κυρίως τήν ἀδυναμία ὁρισμοῦ καί ἀκριβοῦς ὀνοματοδοσίας. Ὁ «τεχνικός ὅρος» ἀντίθετα ἀποτελεῖ ἀπόπειρα ἀκριβοῦς, κατά τό δυνατόν, προσδιορισμοῦ μιᾶς ἔννοιας.
Πάντως, ἡ χρήση «τεχνικός ὅρος» γιά τίς ἄλλες Χριστιανικές Ὁμολογίες στήν πραγματικότητα εἶναι παραπλανητική καί θά ἐξηγήσω στήν συνέχεια τούς λόγους πού ὑποστηρίζουν τήν ἄποψή μου αὐτή.
2. Οἱ «τεχνικοί ὅροι» σέ ὁμολογιακά κείμενα
Στόν καθημερινό λόγο καί τήν ἐπικοινωνία μέ Χριστιανούς ἄλλων Ὁμολογιῶν χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος Ἐκκλησία καταχρηστικά καί συγκαταβατικά, χάριν μιᾶς συνεννοήσεως, διότι ἔτσι αὐτοπροσδιορίζονται οἱ ὁμάδες αὐτές. Ὁ ὅρος Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖται καί μέ τήν κοινωνική ἔννοια (ἡ Ἐκκλησία τοῦ Δήμου) καί γιά τίς θρησκευτικές καί παραθρησκευτικές ὁμάδες (Ἐκκλησία τοῦ Σατανᾶ).
Στήν πρόσφατη ἐπίσκεψή μου στήν Ἀμερική μέ πληροφόρησαν ὅτι περίπου 55.000 «Χριστιανικές» ὁμάδες αὐτοαποκαλοῦνται «Ἐκκλησίες». Τό ἐνδιαφέρον δέ εἶναι ὅτι ὅλες αὐτές οἱ «Χριστιανικές ὁμάδες» δέν πληροῦν τούς ὅρους καί τίς προϋποθέσεις γιά νά γίνουν μέλη τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν».
Εἶναι γνωστόν ὅτι γιά νά γίνη κάποια «Χριστιανική ὁμάδα» μέλος τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» πρέπει νά ὑποβάλη αἴτηση καί νά γίνη ἔρευνα ἄν πληροῖ τίς προϋποθέσεις γιά νά θεωρηθῆ μέλος του. Αὐτή ἡ διαδικασία διαρκεῖ ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ἔτσι, ὅσες ὁμάδες χρησιμοποιοῦν τόν ὅρο «Ἐκκλησία» δέν εἶναι «Ἐκκλησίες», ἁπλῶς αὐτοαποκαλοῦνται ἔτσι. Τό ὅτι τό κείμενο πού ἐξεδόθη ἀπό τήν «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο» τῆς Κρήτης δέν κάνει αὐτήν τήν διασάφηση-ἐπεξήγηση, ἀλλά χαρακτηρίζει ὅλες τίς «Χριστιανικές ὁμάδες» ὡς «ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες καί ὁμολογίες» εἶναι προβληματικό.
Σέ ἄλλο κείμενό μου, τό ὁποῖο κατέθεσα καί στά Πρακτικά τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου», ὑποστήριξα ὅτι ἡ χρήση τοῦ ὅρου Ἐκκλησία καί γιά τίς ἑτερόδοξες Χριστιανικές Κοινότητες - Ὁμολογίες, ἀπό παλαιούς καί συγχρόνους Πατέρας, Ἐπισκόπους καί θεολόγους, δέν σημαίνει ὅτι μπορεῖ νά θεωρηθῆ ὡς δικαιολογία γιά τήν χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου αὐτοῦ καί στήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης. Καί αὐτό γιατί πρέπει νά γίνη σαφής διασάφηση-ἐπεξήγηση. Ἄλλο εἶναι νά χρησιμοποιῆται ἐνδεχομένως ἡ λέξη Ἐκκλησία καταχρηστικά και συμβατικά γιά ἑτερόδοξες ὁμάδες, ἄν καί δέν πιστεύουμε ὅτι εἶναι πραγματικά μέλη τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, καί ἄλλο εἶναι νά τεθῆ σέ κείμενο τῆς Μεγάλης αὐτῆς Συνόδου, ὡς δογματική καί κανονική ἀπόφασή της. Ὅπως εἴπαμε καί παραπάνω, ἡ χρήση καί ἡ σημασία μιᾶς λέξης προσδιορίζεται ἀνάλογα μέ τό συμφραστικό πλαίσιο στό ὁποῖο ἐντάσσεται.
Τό ἐρώτημα εἶναι καίριο: Ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης εἶναι Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος ἤ ὄχι; Ἄν εἶναι Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος, συνέχεια τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τότε δέν μπορεῖ στίς ἀποφάσεις της νά χρησιμοποιῆ τίς λέξεις ὡς ὑποτιθέμενους «τεχνικούς ὅρους». Δέν μπορῶ νά διανοηθῶ ὅτι οἱ Πατέρες τῶν Α΄ καί Β΄ Οἰκουμενικῶν Συνόδων πού ἀποφάσισαν τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» θά μποροῦσαν νά χρησιμοποιήσουν «τεχνικούς ὅρους», ἤ οἱ μετέπειτα Πατέρες τῶν ἄλλων Οἰκουμενικῶν Συνόδων πού ἀποφάσισαν γιά χριστολογικά θέματα θά μποροῦσαν νά χρησιμοποιήσουν «τεχνικούς ὅρους». Τέτοιες ἀπόψεις εἶναι ἀπαράδεκτες ἀπό κάθε πλευρᾶς.
Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, ὡς γνωστόν, ἔδωσαν μάχες γιά τήν ἀκριβῆ χρήση τῶν λέξεων - ὅρων πού ἀφοροῦσαν δογματικᾶ ζητήματα. Γιά κανέναν λόγο δέν μπορεῖ ἕνας σοβαρός ἄνθρωπος νά ὑποστηρίξη ὅτι ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης εἶναι Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος καί ὅμως ταυτόχρονα μέ συνείδηση τῶν Ἱεραρχῶν - θεολόγων νά περιλαμβάνη στίς ἀποφάσεις της «τεχνικούς ὅρους» καί μάλιστα σέ σοβαρά ἐκκλησιολογικά θέματα, τά ὁποῖα ταυτόχρονα εἶναι Χριστολογικά θέματα.
Πάντως, ἡ ἀντίληψη τοῦ ὅρου «ἐκκλησία» ὡς «τεχνικοῦ ὅρου» παραπέμπει καί στήν πολιτική ὑστεροβουλία τῶν μονοθελητῶν, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ μιλοῦσαν γιά τό ἕνα θέλημα τοῦ Χριστοῦ, βεβαίωναν τόν ἅγιο Μάξιμο ὅτι δέν ἐννοοῦν ἕνα θέλημα στόν Χριστό γιά ἀμφότερες τίς φύσεις Του, ἀλλά τό γράφουν ἔτσι γιά νά ἠρεμήση ὁ κόσμος καί νά εἰρηνεύση ἡ οἰκουμένη… Τοῦ λοιποῦ προωθοῦσαν τό ἕνα θέλημα μέ τήν ἐλπίδα ἐγκόλπωσης τῶν μονοφυσιτῶν στήν αὐτοκρατορική Ἐκκλησία.
Ἡ συσχέτιση μέ τό σήμερα εἶναι προφανής. Ἀπό τήν μιά ὁ ὅρος Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖται δῆθεν ὡς «τεχνικός ὅρος», χωρίς νά σημαίνη ἀπόδοση ἐκκλησιαστικότητας στούς ἑτεροδόξους, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη στήν συζήτηση μέσα στήν ἴδια τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης γιά τούς μεικτούς γάμους, θεμελιωνόταν τό ἔγκυρο τοῦ βαπτίσματος τῶν ἑτεροδόξων καί συναφῶς τῆς ἀπόδοσης ἐκκλησιαστικότητας στίς κοινότητές τους. Αὐτό τό θέμα θά τό δοῦμε πιό κάτω.
3. Τό πράγμα καί τό ὄνομα, ὡς πρός τόν ὅρο Ἐκκλησία-Ἐκκλησίες
Γιά νά ὑποστηριχθῆ ὅτι ὁ ὅρος Ἐκκλησία εἶναι «τεχνικός ὅρος», ἐπιστρατεύθηκε τό ἐπιχείρημα ὅτι στήν πατερική παράδοση ὑφίσταται διάκριση μεταξύ τοῦ πράγματος καί τῶν ὀνομάτων (ὅρων-λέξεων), ὅπως φαίνεται στήν ἀντιμετώπιση τῶν θεωριῶν τοῦ Εὐνομίου ἀπό τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας.
Τό ὅτι οἱ ὅροι δέν περιγράφουν τήν φύση τῶν πραγμάτων εἶναι κοινός πατερικός τόπος γιά ὅλα τά πράγματα καί μάλιστα ἀκόμα καί τά κτιστά. Συνεπῶς ἡ ὅποια ἀποφατικότητα –χρησιμοποιώντας ἐδῶ αὐτόν τόν ἐντελῶς ἀδόκιμο ὅρο– ἀφορᾶ ὅλα τά πράγματα, τά ὁποῖα στό σύνολό τους γνωρίζονται ἀπό τίς ἐνέργειές τους, ἐνῶ ἡ φύση τους παραμένει ἄγνωστη. Ἑπομένως, ἡ ὅλη εἰσαγωγή τῆς καππαδοκικῆς ἐπιχειρηματολογίας περισσότερο χρησιμοποιεῖται ρητορικά μέ σκοπό νά ρίξη τόν «λίθο τοῦ ἀναθέματος» στούς μή δεχομένους τόν ὅρο Ἐκκλησία γιά τούς ἑτεροδόξους παρά γιά νά κομίση ἕνα θεολογικό ἐπιχείρημα.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Εὐνόμιος, ὁ ὁποῖος «ἔδωσε λογικό ὁρισμό στήν διαλεκτική τοῦ Ἀετίου», κατά τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι, κήρυττε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἁπλοῦς καί ἀμέριστος, καί μοναδικό στοιχεῖο τῆς ἁπλῆς οὐσίας του εἶναι ἡ ἀγεννησία, ἡ ὁποία τόν καθορίζει. Ἡ τέλεια ἁπλότητα τοῦ Θεοῦ συνεπαγόταν τήν ταύτιση.Ἔτσι, ταύτιζε τήν οὐσία μέ τήν ἐνέργειά Του. Ἐπίσης, δίδασκε ὅτι λόγῳ τῆς ἁπλότητος τοῦ Θεοῦ καί ἐμεῖς γνωρίζουμε τό πᾶν γιά τόν Θεό, ὅπως γνωρίζει ὁ Θεός τόν ἑαυτό Του. «Ὁ Θεός περί τῆς ἑαυτοῦ οὐσίας οὐδέν πλέον ἡμῶν ἐπίσταται, οὐδέ ἔστιν αὕτη μᾶλλον μέν ἐκείνῳ, ἧττον δέ ἡμῖν γινωσκομένη».
Ὁ Μέγας Βασίλειος κατ' ἀρχάς καί στήν συνέχεια ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὅπως καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί οἱ μεταγενέστεροι Πατέρες ὁμιλοῦσαν γιά τήν ἀδιαίρετη διάκριση μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργείας στόν Θεό, καί ὑποστήριζαν ὅτι ἐμεῖς γνωρίζουμε τόν Θεό ἀπό τίς ἐνέργειές Του, ἀγνοοοῦμε δέ παντελῶς τήν οὐσία Του. Ἐπίσης ὑπεστήριζαν ὅτι ὁ Θεός εἶναι πολυώνυμος ὡς πρός τίς ἐνέργειές Του καί ἀνώνυμος ὡς πρός τήν οὐσία Του. Ἐμεῖς δίνουμε ὀνόματα στόν Θεό ἀπό τίς ἐνέργειές Του, ἀλλά ἐκφράζοντας τόν ἀποφατισμό ἀφαιροῦμε ὀνόματα. Ἔτσι, δέν ταυτίζονται τά ὀνόματα τοῦ Θεοῦ μέ τήν φύση Του καί αὐτόν τόν Θεό.
Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης τό ἐξέφρασε καθαρά, ὅταν ἔλεγε ὅτι ὁ Θεός ἔχει ὀνόματα, ἤτοι εἶναι ἀγαθός, ζωή, σοφία, δύναμη καί ὅλα ὅσα ἀνήκουν στήν νοητή θεωνυμία, ἀλλά εἶναι Τριάδα ὑπερούσια, ὑπέρθεη, ὑπεράγαθη. Ὁ Θεός εἶναι φῶς, ἀλλά καί γνόφος, ὁρᾶται ἀλλά εἶναι καί ἀόρατος, θεᾶται ὑπέρ νόησιν καί ὑπέρ αἴσθησιν.
Γενικά οἱ Πατέρες δίδαξαν ὅτι ὑπάρχουν τά ρήματα, ἤτοι οἱ λέξεις, καί τά νοήματα, ἤτοι τό περιεχόμενο τῶν λέξεων. Δέν ταυτίζονται τά ρήματα μέ τά νοήματα καί ἡ ἐμπειρία δέν μπορεῖ νά ἐκφρασθῆ ἀπολύτως μέ τά ρήματα καί τά νοήματα.
Πάντως, οἱ Πατέρες χρησιμοποιοῦσαν τά κτιστά ρήματα καί νοήματα πού συναντοῦσαν στό περιβάλλον γιά νά διατυπωθῆ ἡ θεοπτική ἐμπειρία τους, ἀλλά δίδασκαν ὅτι ὅταν ὁ θεόπτης φθάση στήν ἐμπειρία, τότε καταργοῦνται καί τά ρήματα καί τά νοήματα, γιατί ἡ θεοπτική ἐμπειρία γίνεται ἐν Χάριτι ὑπέρ νόησιν καί ὑπέρ αἴσθησιν. Αὐτά εἶναι τά ἄρρητα ρήματα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού καταγράφονται μέ ρητά ρήματα καί νοήματα.
Αὐτή εἶναι ἡ βασική ἀρχή τῆς καταφατικῆς καί ἀποφατικῆς θεολογίας, ἀφοῦ ὁ Θεός ὁρᾶται ἀοράτως καί ἀκούγεται ἀνηκούστως καί μετέχεται ἀμεθέκτως καί πολλαπλασιάζεται ἀπολλαπλασιάστως.
Ὅμως αὐτό πού γίνεται στήν θεοπτική ἐμπειρία καί ἀναφέρεται στόν Τριαδικό Θεό, δηλαδή στήν θεολογία, δέν μπορεῖ νά ἐφαρμοσθῆ γιά τήν περιγραφή τοῦ γεγονότος τῆς Ἐκκλησίας. Δέν μποροῦμε νά ἰσχυριζόμαστε ὅτι ἡ διδασκαλία τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἀντιτάχθηκαν στίς αἱρετικές ἀπόψεις τοῦ Εὐνομίου, ἐφαρμόζεται γιά τήν περιγραφή τοῦ γεγονότος τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅποιος ἐπιμένει σέ αὐτό διαπράττει τό θεολογικό σφάλμα νά μή κάνη διάκριση μεταξύ θεολογίας καί οἰκονομίας, καί κατ' ἐπέκταση μεταφέρει ὅ,τι ἰσχύει στόν Τριαδικό Θεό στήν Ἐκκλησιολογία, δηλαδή τήν οἰκονομία. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τήν εὐδοκία τοῦ Πατρός καί τήν συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσέλαβε ἀνθρωπίνη φύση καί ἕνωσε τό ἄκτιστο με τό κτιστό, τό ἀθάνατο μέ τό θνητό, ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως.
Ἔπειτα, οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ παραπέμπουν σέ συγκεκριμένα πράγματα, ὁπότε δέν δηλώνονται διά κενῶν ὀνομάτων πού ἀλλάζουν εὐκαίρως ἀκαίρως, λόγῳ τῆς ἀνυπαρξίας τοῦ πράγματος τό ὁποῖο δηλώνουν. Τίθενται, λοιπόν, πολλά ἐρωτήματα: Τό ὄνομα Ἐκκλησία στούς Ὀρθοδόξους, παραπέμπει ἢ ὄχι στό πλήρωμα τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν τοῦ σώματος τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ; Οἱ ἑτερόδοξες ὁμάδες, χαρακτηριζόμενες μέ τόν ὅρο Ἐκκλησίες, παραπέμπουν ἢ ὄχι γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους στήν κοινωνία θεώσεως πού ἐκπορεύεται ἀπό τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Οἱ ἑτερόδοξες ὁμάδες, χαρακτηριζόμενες μέ τόν ὅρο Ἐκκλησίες, παραπέμπουν ἢ ὄχι γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους στό πλήρωμα τῆς ἀλήθειας; Εἶναι ἢ δέν εἶναι διγλωσσία καί θεολογική διπλωματία, ἕνα ὄνομα πού οἱ Ὀρθόδοξοι χρησιμοποιοῦν γιά νά παραπέμπη σέ συγκεκριμένο σημαινόμενο, νά χρησιμοποιῆται μέ ἄλλο σημαινόμενο γιά ἄλλες θρησκευτικές ὁμάδες; Πόσο διαφέρει αὐτό ἀπό τήν πολιτική τῶν μονοθελητῶν, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἴδια ἔκφραση «τό ἕνα θέλημα στό Χριστό» διαβεβαίωναν τούς ὀρθόδοξους ὅτι ἕνα θέλημα σημαίνει σύμπτωση δυό φυσικῶν θελημάτων (ἄρα δύο φύσεων) καί στούς μονοφυσίτες ἄφηναν νά ἐννοηθῆ ὅτι ἕνα θέλημα προφανῶς παραπέμπει σέ μιά φύση στόν Χριστό;
Ὅλα αὐτά τά ἐρωτήματα εἶναι καίριας σημασίας καί σπουδαιότητας.
Οἱ Πατέρες μιλοῦν γιά τήν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων καί διακηρύττουν στούς διαφωνοῦντες ὅτι δέν θά ζυγομαχήσουν γιά τίς λέξεις καί τά ὀνόματα ἂν συμφωνήσουν γιά τήν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων. Ἡ ἐπιμονή στίς λέξεις δέν ἀφορᾶ κάποια ἀπόδοση σταθερῆς καί ἀμετάβλητης ἀλήθειας στά ὀνόματα, ὅπως σοφιστικά ρίπτεται ὁ «λίθος τοῦ ἀναθέματος» στούς ἐπιμένοντες ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι δέν εἶναι Ἐκκλησία. Ἀφορᾶ τήν ρητή ἀπαίτηση νά συμφωνοῦν ἅπαντες οἱ συμμετέχοντες στήν Σύνοδο, ὅτι ὅταν τίθεται μιά λέξη γιά νά περιγράψη μιά πραγματικότητα κατανοεῖται ἀπό ὅλους μέ τόν ἴδιο τρόπο.
Ἄλλωστε, ὅλοι οἱ δογματικοί ἀγῶνες πάνω στήν ὁρολογία ἀφοροῦσαν ἀκριβῶς τό νά συμφωνήσουν ἅπαντες στά πράγματα. Κλασσικό παράδειγμα ἡ Ε' Οἰκουμενική Σύνοδος, στήν ὁποία τίθενται ὅλες οἱ ἀσφαλιστικές δικλεῖδες προκειμένου γλωσσικά ὁ ὅρος τῆς Χαλκηδόνας νά νοηθῆ ὀρθοδόξως καί ὄχι νεστοριανικῶς ἢ μονοφυσιτικῶς. Χρησιμοποιοῦνται λέξεις καί ὁρολογία, οἱ ὁποῖες δέν ἐκφράζουν ὅλες τίς χριστιανικές παραδόσεις, ἀλλά τίθενται τόσες ἐπεξηγηματικές προτάσεις, ὥστε νά ἀποκλείωνται παρερμηνεῖες ἀπό ὁποιοδήποτε μέρος τῆς Συνόδου. Αὐτό δέν ἔγινε στό κείμενο τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης.
Ἑπομένως, ὁ ὅρος, ἡ λέξη κωδικοποιεῖ, ὁριοθετεῖ, ὅσο εἶναι δυνατόν, τήν ἄρρητη ἐμπειρία καί αὐτό δέν εἶναι οὔτε ἁπλό οὔτε ἀσήμαντο οὔτε τυχαῖο. Τό γεγονός ὅτι ὁ ὅρος δέν ταυτοποιεῖ, ἀλλά περιγράφει, δέν τόν καθιστᾶ ἄχρηστο οὔτε μας νομιμοποιεῖ νά τόν χρησιμοποιοῦμε ὅπως θέλουμε ἢ ὅπως μᾶς ἐξυπηρετεῖ κάθε φορά, γιατί ἁπλούστατα ἔτσι δέν μποροῦμε νά συνεννοηθοῦμε. Καί ἡ συνεννόηση, ὡς γνωστόν, εἶναι κάτι πολύ σημαντικό. Ἐκτός ἂν ἐπιδιώκουμε τό ἀντίθετο, δηλαδή θέλουμε νά συσκοτίσουμε τά πάντα ὥστε νά καταστήσουμε τήν συνεννόηση δύσκολη καί προβληματική καί μέσα στήν γενικότερη σύγχυση πού θά προκαλέσουμε, νά προωθήσουμε τά σχέδια μας.
4. Ὁρισμός, ἀποφατισμός καί ἑτεροπροσδιορισμός
Συνέχεια τοῦ προηγουμένου εἶναι ὅτι τό θέμα τοῦ «τεχνικοῦ ὅρου» γιά τήν Ἐκκλησία συνδέθηκε ἀπό μερικούς καί μέ ἄλλα ἐκκλησιολογικά θέματα, πού ἀφοροῦν τόν ὁρισμό ἤ τόν ἀποφατισμό τῆς Ἐκκλησίας καί τόν ἑτεροπροσδιορισμό ἤ τόν αὐτοπροσδιορισμό τῶν ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν. Γι' αὐτό πρέπει νά ἐξετασθῆ τό θέμα τοῦ ὁρισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας σέ σχέση μέ τήν ἀποφατικότητα καί τόν ἑτεροπροσδιορισμό ἤ αὐτοπροσδιορισμό.
Ὡς πρός τό θέμα τοῦ ὁρισμοῦ, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι τά παλαιότερα δογματικά ἐγχειρίδια, πού εἶχαν ἐπηρεασθῆ ἀπό σχολαστικές παραδόσεις, ἔδιναν ἕναν ὁρισμό γιά τήν Ἐκκλησία, περίπου ὡς ἑξῆς: ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν Χριστό, πού ὁμολογοῦν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ Κεφαλή της, εἶναι ὁ Θεός καί Κύριός τους, πού ἔχουν τήν ἴδια πίστη καί ὁμολογία, πού ἁγιάζονται διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων, πού κατευθύνονται πρός σωτηρία ἀπό τούς Ποιμένες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀδιάκοπη ἀποστολική διαδοχή κλπ.
Ἔχει ὅμως παρατηρηθῆ ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀπέφυγαν νά δώσουν τέτοιους ὁρισμούς γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἔκαναν περιγραφές, χρησιμοποίησαν εἰκόνες, ὅπως ἔκανε καί ὁ Χριστός μέ τίς παραβολές Του (π.χ. οἰκία, γάμος, ποίμνη, ἄμπελος, κλπ.). Αὐτό κάνει μερικούς νά ὑποστηρίζουν ὅτι δέν μποροῦμε νά δώσουμε ὁρισμό γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά νά χρησιμοποιήσουμε μόνον εἰκόνες.
Ὅμως αὐτό δέν μπορεῖ νά χρησιμοποιηθῆ ὡς ἐπιχείρημα γιά τόν ὅρο Ἐκκλησία, ὡς τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἔκφραση ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ δέν εἶναι εἰκόνα. Τό Σῶμα δέν εἶναι εἰκόνα, ἀλλά πραγματικότητα. Ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του δέν προσέλαβε ...εἰκόνα, ἀλλά τήν ἀνθρώπινη φύση, δηλαδή σαρκώθηκε: «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν. καί ἐθεασάμεθα τόν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά πατρός, πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰω. α΄, 14).
Οἱ τρεῖς Μαθητές ἐπάνω στό Ὄρος Θαβώρ, δέν εἶδαν τήν δόξα μιᾶς εἰκόνας, ἀλλά τήν δόξα τοῦ τεθεωμένου Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πορευόμενος πρός Δαμασκό εἶδε τόν Χριστό μέσα στήν δόξα Του, δέν εἶδε τόν ἄσαρκο Λόγο, ἀλλά τόν σεσαρκωμένο Λόγο. Γι' αὐτό στίς ἐπιστολές του συνεχῶς ἔγραφε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Θά παραθέσω μερικά χωρία: «Καί αὐτόν ἔδωκε κεφαλήν ὑπέρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστί τό σῶμα αὐτοῦ, τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» (Ἐφ. α΄, 22-23). «Καί αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλή τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας» (Κολ. α΄, 18). «Ἀνταναπληρῶ τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπέρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία» (Κολ. α΄, 24). Τό «ἐστίν» εἶναι ἀπόλυτο καί καθοριστικό καί δέν ἀφήνει δυνατότητα ἄλλης ἑρμηνείας, ὅτι πρόκειται περί εἰκόνος.
Ἐπίσης, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει ὅτι ὅσοι εἴμαστε Χριστιανοί βαπτισθήκαμε στό ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ: «Καί γάρ ἐν ἑνί Πνεύματι ἡμεῖς πάντες εἰς ἕν σῶμα ἐβαπτίσθημεν» (Α' Κορ. ιβ΄, 13), καί γι' αὐτό ἀνήκουμε στό ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ: «οἱ πολλοί ἕν σῶμα ἐσμέν ἐν Χριστῷ οἱ δέ καθ' εἷς ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. ιβ', 5).
Εἶναι χαρακτηριστικό τό ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὡς ὁ καλύτερος ἑρμηνευτής τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, συνεχίζει τήν ἴδια θεολογική σκέψη μέ ἐκεῖνον. Σέ ὁμιλίες του γράφει: «Ἡ Ἐκκλησία σῶμά ἐστιν, ὀφθαλμόν ἔχει, καί κεφαλήν ἔχει». Σέ ἄλλη ὁμιλία γράφει: «Τό πλήρωμα τοῦ Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία καί πλήρωμα τοῦ σώματος κεφαλή».
Στό σημεῖο αὐτό θά μποροῦσα νά παραθέσω πληθώρα καί ἄλλων πατερικῶν χωρίων πού κάνουν λόγο γιά τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο προσέλαβε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καί τό θέωσε ἅμα τῇ προσλήψει. Θά ἀρκεσθῶ, ὅμως, σέ ἕνα χωρίο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου ἀπό τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή του, στό ὁποῖο κάνει λόγο γιά τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἐγκεκραμένη μέ τόν Χριστό: «πόσο μᾶλλον ὑμᾶς μακαρίζω τούς ἐνκεκραμένους αὐτῷ (τῷ ἐπισκόπῳ) ὡς ἡ ἐκκλησία Ἰησοῦ Χριστῷ, καί ὡς ὁ Ἰησοῦς Χριστός τῷ πατρί, ἵνα πάντα ἐν ἑνότητι ᾖ» (Ἐφεσ., 5).
Εἶναι φανερό ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι κεφαλή μιᾶς εἰκόνος τοῦ σώματος, ἀλλά εἶναι κεφαλή τοῦ πραγματικοῦ Σώματος πού προσέλαβε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ σώματος πού ἔχει μιά ἀνυπόστατη κεφαλή. Ὁ Χριστός σαρκώθηκε καί εἶναι κεφαλή τοῦ πραγματικοῦ σώματος καί δέν ἀποσαρκώθηκε μετά τήν Ἀνάστασή Του, γιατί οἱ δύο φύσεις, θεία καί ἀνθρωπίνη, ἑνώθηκαν ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως. Ἐμεῖς, μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα γινόμαστε μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί γι' αὐτό μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί δέν εἴμαστε μέλη μιᾶς εἰκόνος τοῦ σώματος!
Ὅταν κοινωνοῦμε δέν τρῶμε τήν ...εἰκόνα καί τήν περιγραφή τοῦ Σώματος, ἀλλά τό πραγματικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶπε: «Λάβετε φάγετε τοῦτό ἐστι τό σῶμά μου» (Ματθ. κς΄ , 26) καί «ἡ γάρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καί τό αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις. ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένει, κἀγώ ἐν αὐτῷ» (Ἰω. στ΄, 54-56).
Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θά ὁμολογήση: «Ταῦτά σοι γράφω ἐλπίζων ἐλθεῖν πρός σε τάχιον· ἐάν δέ βραδύνω, ἵνα εἰδῇς πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστίν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος, στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. γ΄ , 14-15). Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι περιγραφικός ὅρος, ἀλλά τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι Ἐκκλησία ζῶντος Θεοῦ, στύλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας.
Ἀπό τήν ἀποκαλυπτική διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἐξάγεται ὅτι «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα» (Ἐφ. δ΄ , 5), δηλαδή ἕνας εἶναι ὁ Κύριος, μία εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας, μία πίστη, ἕνα Βάπτισμα.
Ὡς πρός τό θέμα τοῦ ἀποφατισμοῦ, θεωρῶ ὅτι εἶναι θεολογικά ἀπαράδεκτο νά μεταφέρωνται τά περί ἀποφατισμοῦ ὡς πρός τόν Τριαδικό Θεό, καί κυρίως στά ἐνδότερα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ (Θεολογία) στό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας (οἰκονομία), πού εἶναι τό πραγματικο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο προσέλαβε ὁ Χριστός ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, μέ τήν ἐνανθρώπηση, καί τοῦ ὁποίου Σώματος εἴμαστε μέλη –καί δέν εἴμαστε μέλη τῆς εἰκόνος τοῦ σώματος– καί τό ὁποῖο τεθεωμένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ κοινωνοῦμε στό μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας καί γινόμαστε σύσσωμοι καί σύναιμοι Αὐτοῦ.
Ἄν ὁ ὅρος Ἐκκλησία εἶναι περιγραφικός ὅρος, καί δέν εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἡ εἰκόνα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τότε ὅταν λειτουργοῦμε παίζουμε θέατρο!
Πίσω ἀπό τήν ἐντελῶς ἀδόκιμη θεωρία περί ἀποφατικότητας στήν διατύπωση τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία εὐδοκιμεῖ σαφῶς ἡ πολιτική προσπάθεια ἀπόδοσης ἐκκλησιαστικότητας στούς ἑτεροδόξους. Τό ἀτυχές εἶναι, ὅπως ἔγραψα καί σέ προηγούμενο ἄρθρο μου, ὅτι μέ αὐτήν τήν θεωρία τῆς ἀποφατικότητας προωθεῖται ἐπακριβῶς ἡ προτεσταντική θεολογία τῶν Μεταρρυθμιστῶν, οἱ ὁποῖοι μιλοῦσαν ἀφ' ἑνός μέν γιά τήν ἀόρατη ἐκκλησία πού γνωρίζει μόνο ὁ Θεός καί συμπεριλαμβάνει Ρωμαιοκαθολικούς, Προτεστάντες καί ὅποιους ἄλλους θέλει ὁ Θεός, ἀφ' ἑτέρου δέ γιά τήν ὁρατή ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι διασπασμένη.
Ὡς πρός τό θέμα τοῦ ἑτεροπροσδιορισμοῦ, ἡ ἄποψη ὅτι μιά χριστιανική κοινότητα δέν ἑτεροπροσδιορίζεται ἀλλά αὐτοπροσδιορίζεται, εἰδικά ὅταν πρόκηται γιά τίς σχέσεις της μέ ἄλλες κοινότητες, θέλει νά μᾶς πῆ ὅτι ἡ κάθε κοινότητα μπορεῖ νά χρησιμοποιῆ ὅποιον ὅρο θέλει, προκειμένου νά προσδιορίση τήν ἐκκλησιολογική της ταυτότητα. Αὐτό εἶναι προφανές. Ὡστόσο, ὅταν ὁμιλοῦμε περί ἑνός δογματικοῦ ὅρου μιᾶς Συνόδου, ὁ ὁποῖος θέλει νά προσδιορίση τήν σχέση δυό πραγμάτων (Ὀρθοδόξων καί Ἑτεροδόξων), ἡ συγκεκριμένη ἄποψη περί «μή ἑτεροπροσδιορισμοῦ» καταργεῖ κάθε ἔννοια λογικῆς σύγκρισης τῶν πραγμάτων, ἀφοῦ σέ δυό συγκρινόμενα πράγματα προφανῶς καί καταρτίζονται οἱ ὁμοιότητες καί οἱ διαφορές τῶν πραγμάτων, προκειμένου νά φανερωθῆ ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ κάθε πράγματος.
Ὅλη ἡ ἱστορία τῶν Τριαδολογικῶν καί Χριστολογικῶν ὅρων στίς Συνόδους ἀφοροῦσε τήν ἐξήγησή τους καί τήν ἄρνηση τῶν Ὀρθοδόξων νά προσλάβουν οἱ ὅροι τό περιεχόμενο πού τούς ἀπέδιδαν οἱ αἱρετικοί.
Ἡ ἑρμηνεία τοῦ ὁμοουσίου ἀπό τούς Πατέρες ἀφοροῦσε τόν ἀποκλεισμό τῆς μοναρχιανῆς (τροπικῆς ἢ δυναμικῆς) ἑρμηνείας τοῦ ὁμοουσίου καί τόν ἀποκλεισμό τῆς τριθεϊτικῆς ἑρμηνείας τοῦ ὁμοουσίου.
Ἡ ἑρμηνεία τῆς μιᾶς ὑποστάσεως ἐν δύῳ φύσεσι γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀφοροῦσε εἴτε τόν ἀποκλεισμό τῆς νεστοριανῆς ἑρμηνείας τῆς σύμπτωσης δυό ὑποστάσεων σέ ἕνα πρόσωπο, κατά τό πρότυπο τῆς ἠθικῆς ἕνωσης, εἴτε τόν ἀποκλεισμό τῆς μονοφυσιτικῆς ἑρμηνείας ὡς συγχώνευσης τῶν δυό φύσεων τοῦ σαρκωθέντος Λόγου σέ μιά φύση καί μιά ὑπόσταση.
Μέ βάση τήν λογική τοῦ μή ἑτεροπροσδιορισμοῦ, θά ἔπρεπε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νά μήν προσδιορίζουν ὡς αἱρετικές τίς διδασκαλίες τῶν αἱρετικῶν κατά τήν κατάρτιση τῶν συνοδικῶν ὅρων ἀναφορικά μέ τήν Ἁγία Τριάδα καί τόν Χριστό.
Φυσικά, ἡ ὅλη λογική τοῦ «μή ἑτεροπροσδιορισμοῦ» βασίζεται στήν παντελῶς ἀντορθόδοξη ἄποψη ὅτι κανείς δέν θά ἀποφανθῆ περί τοῦ ποιός εἶναι Ἐκκλησία καί ποιός δέν εἶναι. Τό ἐρώτημα εἶναι σαφές: Τί διαφορετικό ἔλεγαν οἱ προτεστάντες Μεταρρυθμιστές, ὅταν ἔκαναν λόγο γιά ἀόρατη ἐκκλησία πού συμπεριλαμβάνει ἅπαντες: Ρωμαιοκαθολικούς, Προστεστάντες, Ὀρθοδόξους καί λοιπούς Χριστιανούς, τούς ὁποίους ὁ Θεός γνωρίζει, ἐνῶ οἱ ὁρατές ἐκκλησίες εἶναι διασπασμένες;
Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή πρέπει νά ὑπενθυμίσω τήν ἀπόφαση τῆς Α' Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (Σαμπεζύ 21-28 Νοεμβρίου 1976), στήν ὁποία καθορίσθηκε ἡ θεματολογία τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου. Μεταξύ τῶν ἑκατό (100) περίπου θεμάτων πού καθορίσθηκαν στήν Α' Πανορθόδοξη Διάσκεψη τῆς Ρόδου (1961) ἐπέλεξαν τά γνωστά δέκα (10) θέματα γιά τήν Ἡμερησία Διάταξη τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου.
Ὅμως, στήν ἴδια ἀπόφαση γράφεται ὅτι ἀπό τά ἄλλα προταθέντα θέματα ἐκεῖνα πού συγκέντρωσαν τήν προτίμηση κατά δεύτερη προτεραιότητα εἶναι τέσσερα θέματα, ἤτοι «αἱ πηγαί τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως, ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας, κωδικοποίησις ἱερῶν Κανόνων καί κανονικῶν διατάξεων, Οἰκονομία καί ἀκρίβεια». Σημειώνεται δέ στήν ἀπόφαση ὅτι τά θέματα αὐτά «παραπέμπονται εἰς τήν ἰδιαιτέραν μελέτην τῶν ἐπί μέρους Ἐκκλησιῶν, προκειμένου ἵνα ἐνδεχομένως τύχωσι μελλοντικῆς διορθοδόξου ἐξετάσεως».
Αὐτό σημαίνει ὅτι τά θέματα γιά τήν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως καί γιά τήν οἰκονομία καί τήν ἀκρίβεια, στόν τρόπο εἰσδοχῆς τῶν ἑτεροδόξων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔπρεπε νά μελετηθοῦν ἀπό τίς ἐπιμέρους Ἐκκλησίες, ὥστε νά συζητηθοῦν σέ μιά ἄλλη Σύνοδο, μετά τήν Ἁγία καί Μεγάλη. Ὅμως, ποτέ δέν ἔγινε αὐτό, τοὐλάχιστον γιά τήν δική μας Ἐκκλησία. Ἑπομένως, δέν ὑπάρχει ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τούς ἑτεροδόξους σέ σχέση μέ τήν Ἐκκλησία μας. Αὐτό σημαίνει ὅτι τά περί ἑτεροπροσδιορισμοῦ πρέπει νά λυθοῦν Συνοδικῶς.
Τελικά, εἶναι ἀπαράδεκτα ἀπό ὀρθοδόξους πλευρᾶς τά ὅσα λέγονται περί ὁρισμοῦ καί ἀποφατισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὅμως εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία θεώσεως, καί τά ὅσα λέγονται περί μή ἑτεροπροσδιορισμοῦ τῶν ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀπομακρυνθῆ ἀπό τήν πίστη καί τήν ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
5. Ὁ “τεχνικός ὅρος” χρησιμοποιεῖται ὡς οὐσιαστικός ὅρος
Ἐπανερχόμενος στόν λεγόμενο «τεχνικό ὅρο» γιά τίς Χριστιανικές Ὁμολογίες ὡς «Ἐκκλησίες», θέλω νά παρατηρήσω ὅτι καίτοι μερικοί χρησιμοποιοῦν τόν ὅρον αὐτό στούς ἑτεροδόξους ὡς δῆθεν «τεχνικό ὅρο», ἐν τούτοις στήν πραγματικότητα ἀντιφάσκουν στούς ἑαυτούς τους καί ἀποδίδουν οὐσιαστικό περιεχόμενο στόν ὅρο, ὁπότε στήν οὐσία δέν τόν θεωροῦν «τεχνικό ὅρο». Αὐτό θά τεκμηριωθῆ στά ἑπόμενα.
Εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στόν ἀγώνα του νά πείση τούς Ὁμοιουσιανούς νά ἀποδεχθοῦν τήν Σύνοδο τῆς Νικαίας τοῦ 325, ἔστω χρησιμοποιώντας ἄλλη ὁρολογία, ἔγραφε: «Εἰπάτωσαν καί φρονείτωσαν ἁπλούστερον μέν καί ἀληθῶς τόν Υἱόν φύσει Υἱόν...». Δηλαδή, ἔκανε διάκριση, ὅπως φαίνεται καί σέ ἄλλα κείμενά του, μεταξύ ρημάτων καί πραγμάτων, ρητοῦ καί νοῦ-διάνοιας τοῦ ρητοῦ. Ἔγραφε: «Οὐ γάρ αἱ λέξεις τήν φύσιν παραιροῦνται, ἀλλά μᾶλλον ἡ φύσις τάς λέξεις εἰς ἑαυτήν μεταβάλλει».
Στήν προκειμένη ὅμως περίπτωση πού μελετᾶμε τό θέμα τῆς Ἐκκλησίας, δέν εἶναι μόνον ἡ λέξη Ἐκκλησία πού χρησιμοποιεῖται ὡς “τεχνικός ὅρος”, ἀλλά καί στήν χρήση τοῦ νοήματος, τοῦ πράγματος στό ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ λέξη αὐτή, ἀφοῦ στόν ὅρο «Ἐκκλησίες», ὅπως θά ἀποδείξουμε παρακάτω, δίνεται ἐκκλησιαστικότητα. Ἑπομένως δέν ἰσχύει τό ἐπιχείρημα τῆς διακρίσεως ὀνομάτων καί πραγμάτων στόν ὅρο Ἐκκλησία. Θεωρῶ ὅτι προσωπική συνείδηση ἐκείνων πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου «ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες» εἶναι «τεχνικός ὅρος», εἶναι ὅτι στήν οὐσία δέν εἶναι «τεχνικός ὅρος», ἀλλά ἀποδίδεται σέ αὐτές τίς ὁμάδες ἐκκλησιαστικότητα.
Δέν μπορεῖ διαφορετικά νά ἐξηγηθῆ ὅτι στίς συζητήσεις πού γίνονταν στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ὑποστηριζόταν τό «ἔγκυρο καί ὑποστατό τοῦ Βαπτίσματος τῶν ἑτεροδόξων», ὅτι οἱ δυτικές «Ἐκκλησίες» ἔχουν μυστήρια, ὅτι μέ τήν ἀπόσχισή τους ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἔγινε τίποτε σπουδαῖο, ἀφοῦ «ἐσχίσθησαν» οἱ Ἐκκλησίες μεταξύ τους, ἤτοι ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολική μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ὅπως «σχίζεται ἕνα ράσο σέ δύο κομμάτια, ἀλλά παρά ταῦτα παραμένει ράσο»!!
Δέν εἶναι λογικό, ἀλλά οὔτε καί γλωσσολογικά ἀποδεκτό, νά χρησιμο¬ποιῆται ἡ ἴδια λέξη, στήν περίπτωση αὐτή ἡ λέξη Ἐκκλησία, ἀλλά καί ὅσες εἶναι στενά συναρτημένες μέ αὐτήν, δηλαδή οἱ λέξεις βάπτισμα καί μυστήριο μέ τήν «πραγματική» τους σημασία, ἐνῶ στό κείμενο τῆς Μεγάλης Συνόδου πού ἀνήκει στό ἴδιο κειμενικό εἶδος –στήν προκειμένη περίπτωση σέ ἕνα κείμενο δογματικοῦ χαρακτήρα– νά χρησιμοποιοῦνται ὡς «τεχνικοί ὅροι».
Τό ὅτι καί αὐτοί πού χρησιμοποιοῦν τόν ὅρο «Ἐκκλησίες» ὡς δῆθεν «τεχνικό ὅρο» δέν τό πιστεύουν καί στήν οὐσία τίς θεωροῦν πραγματικές Ἐκκλησίες, ἀποδεικνύεται ἀπό τήν πρακτική πού ἐπικρατεῖ στό θέμα αὐτό. Στά ἐπίσημα κείμενα πού ἔχουν ὑπογραφῆ μεταξύ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης, ὅπως καί σέ διάφορες δηλώσεις, σαφέστατα γίνεται λόγος γιά πραγματικές Ἐκκλησίες, ὁπότε στήν συνείδησή τους ὁ ὅρος Ἐκκλησίες δέν εἶναι «τεχνικός», ἀλλά οὐσιαστικός. Θά παραθέσω μερικά πρόχειρα παραδείγματα.
Στήν Ὁμολογία Θυατείρων (The Thyateira Confession) πού ἔχει γραφῆ ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων καί Μεγάλης Βρεττανίας Ἀθηναγόρα Κοκκινάκη καί ἔχει ἐγκριθῆ ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, γράφεται:
«Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν ὅτι ὅσοι βαπτίζονται εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό Ἱερέα ἤ ἀπό Λαϊκόν ἐν καιρῷ ἀνάγκης εἶναι Χριστιανοί ἀληθινοί καί ἀνήκουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι Ἕνας καί παραμένει ἀδιαίρετος ὡς Θεάνθρωπος».
Σέ ἄλλο σημεῖο γράφεται:
«Ὅλοι οἱ Χριστιανοί μέ τό ἴδιον βάπτισμα ἐγίναμεν μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὅλοι κατά διαφόρους τρόπους καί μορφάς ἀποβλέπομεν εἰς τήν Θείαν Εὐχαριστίαν ὡς πρός τό Μυστήριον τῆς Κοινωνίας πού μᾶς ἑνώνει μέ τόν Χριστόν».
Ἀλλοῦ γράφεται:
«Τό γεγονός ὅμως εἶναι ὅτι οἱ Ρωμαιοκαθολικοί λατρεύουν ὅπως καί οἱ Ὀρθόδοξοι τόν Ἰησοῦν Χριστόν εἰς τήν θείαν Εὐχαριστίαν».
Ἐπίσης, ἀλλοῦ γράφεται:
«Ἐπεκράτησε, λόγῳ τῆς φιλίας, οἱ Ὀρθόδοξοι νά κηδεύουν τούς Ἀγγλικανούς καί νά κοινωνοῦν αὐτούς ὅπου δέν ὑπάρχουν Ἀγγλικανοί Ἱερεῖς. Ἐπίσης ὅπου δέν ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι Ἱερεῖς, οἱ Ἀγγλικανοί κηδεύουν καί κοινωνοῦν τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Τοῦτο γίνεται μέ τήν γνῶσιν, ἀλλά καί μέ τήν ἄγνοιαν τῆς Ἐκκλησίας εἰς μερικούς τόπους, ἀλλά καί διά λόγους ἀνάγκης καί Χριστιανικῆς Μυστηριακῆς φιλοξενίας. Ἔπειτα εἶναι βέβαιον ὅτι οἱ Χριστιανοί μόνοι των ζητοῦν τήν Κοινωνίαν. Εἶναι τοῦτο δεῖγμα τῆς διαθέσεως τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ διά τήν ἕνωσιν τῶν Χριστιανῶν πού τούς συνδέει ἡ Παράδοσις, ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ Ἱερωσύνη καί τό Πιστεύω τῆς Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως».
Ἀκόμη, ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β΄ σέ λόγο του πού ἐκφώνησε τήν 5η Ἰουνίου 1991 στό Bialystok τῆς Πολωνίας εἶπε:
«Σήμερα βλέπουμε καθαρότερα καί ἐννοοῦμε καλύτερα τό γεγονός ὅτι οἱ Ἐκκλησίες μας εἶναι ἀδελφές Ἐκκλησίες, ὄχι ὑπό τήν ἔννοια ἁπλῶς μιᾶς ἐκφράσεως εὐγενείας ἀλλά ὑπό ἔννοια μιᾶς θεμελιώδους οἰκουμενικῆς ἐκκλησιολογικῆς κατηγορίας».
Εἶναι χαρακτηριστικά τά ὅσα ἀποφασίσθηκαν στήν «Ζ' Γενική Συνέλευση τοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν» στούς χώρους τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Μπελεμεντείου (Balamand) Πανεπιστημίου τοῦ Λιβάνου (17-24 Ἰουνίου 1993).
Στό πρῶτο μέρος τοῦ κειμένου πού τιτλοφορεῖται «Ἐκκλησιολογικαί Ἀρχαί», ἀφοῦ γίνεται ἀναφορά στό πῶς «προέκυψαν (αἱ) ἀνατολικαί Καθολικαί Ἐκκλησίαι» (Οὐνία), οἱ ὁποῖες ἀποκατέστησαν «τήν πλήρη κοινωνίαν μέ τήν Ἕδραν τῆς Ρώμης καί παρέμειναν πισταί εἰς Αὐτήν», στήν συνέχεια γράφεται ὅτι ὁ τρόπος αὐτός τῆς ἑνότητος, πού ἀποκλήθηκε «οὐνία» «δέν ἠμπορεῖ πλέον νά γίνει ἀποδεκτός οὔτε ὡς ἀκολουθητέα μέθοδος οὔτε ὡς πρότυπον τῆς ἑνότητος τήν ὁποίαν ἀναζητοῦν αἱ Ἐκκλησίαι μας», ἄν καί οἱ «Ἐκκλησίες» αὐτές (Οὐνία) «ὡς τμῆμα τῆς καθολικῆς κοινωνίας, ἔχουν δικαίωμα νά ὑπάρχουν καί νά δροῦν διά νά ἀνταποκριθοῦν εἰς τάς πνευματικάς ἀνάγκας τῶν πιστῶν των».
Γιατί, ὅμως, γράφεται αὐτό; Διότι τώρα, κατά τήν ἀπόφαση αὐτή, δέν ὑφίσταται ἰδιαίτερο πρόβλημα, ἐπειδή ἄλλαξε πλέον ἡ θεώρηση μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν, ἤτοι «λόγῳ τοῦ τρόπου διά τοῦ ὁποίου Καθολικοί καί Ὀρθόδοξοι θεωροῦν ἐκ νέου ἑαυτούς ἐν τῇ σχέσει των πρός τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας καί ἀνακαλύπτουν ἐκ νέου ἑαυτούς ὡς ἀδελφάς Ἐκκλησίας».
Διευκρινίζεται ἀκόμη περισσότερο ὅτι «οἱ δύο Ἐκκλησίες», Ὀρθόδοξη καί Ρωμαιοκαθολική, ἔχουν τήν ἴδια πίστη καί ζωή, πού ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστός στήν Ἐκκλησία. Γράφεται:
«Ἑκατέρωθεν ἀναγνωρίζεται ὅτι ὅσα ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστός εἰς τήν Ἐκκλησίαν του –ὁμολογία τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, μετοχή εἰς τά αὐτά μυστήρια, κυρίως εἰς τήν μίαν ἱερωσύνην τήν τελοῦσαν τήν μίαν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολική διαδοχή τῶν ἐπισκόπων– δέν δύνανται νά θεωρηθοῦν ὡς ἀποκλειστική ἰδιοκτησία μίας τῶν ἡμετέρων Ἐκκλησιῶν. Εἶναι σαφές ὅτι ἐντός τοῦ πλαισίου τούτου ἀποκλείεται πᾶς ἀναβαπτισμός».
Ἀμέσως στήν συνέχεια γράφεται:
«Διά τοῦτον ἀκριβῶς τόν λόγον ἡ Καθολική Ἐκκλησία καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζουν ἑαυτάς ἀμοιβαίως ὡς ἀδελφάς Ἐκκλησίας, ἀπό κοινοῦ ὑπευθύνους διά τήν τήρησιν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ πιστότητι πρός τήν θείαν οἰκονομίαν, ἰδιαίτατα ὡς πρός τήν ἑνότητα».
Διαβάζοντας τήν ἀπόφαση αὐτή, διερωτῶμαι: Γιατί μερικοί ἐξακολουθοῦν νά χαρακτηρίζουν τούς ἑτεροδόξους Χριστιανούς ὡς «Ἐκκλησίες», ὑποστηρίζοντας ὅτι δῆθεν εἶναι «τεχνικός ὅρος», ἐνῶ ἀπό ἐπίσημα κείμενα τοῦ «Διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν» ἀποδεικνύεται σαφέστατα ὅτι προσδίδεται ἐκκλησιαστικότητα στόν ὅρο αὐτό καί ἑπομένως εἶναι οὐσιαστικός ὅρος καί ὄχι τεχνικός;
Ἐπί πλέον σέ κοινές δηλώσεις μεταξύ Πάπα καί Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀποδίδεται στούς ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας Χριστιανούς ἐκκλησιαστικότητα καί ἑπομένως ὁ χρησιμοποιούμενος ὅρος Ἐκκλησία, γιά τούς ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέν εἶναι τεχνικός ὅρος, ἀλλά οὐσιαστικός. Θά παραθέσω μερικά ἀποσπάσματα ἀπό μιά τέτοια κοινή δήλωση (29-6-1995):
«Ὁ διάλογος οὗτος –διά τῆς μικτῆς διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς– ἀπεδείχθη καρποφόρος, καί ἠδυνήθη νά προοδεύσῃ οὐσιαστικῶς. Ἐξ αὐτοῦ προέκυψε κοινή τις μυστηριακή ἔννοια περί Ἐκκλησίας, στηριχθεῖσα καί μεταδοθεῖσα σύν τῷ χρόνῳ ὑπό τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς. Ἐν ταῖς Ἐκκλησίαις ἡμῶν ἡ ἀποστολική διαδοχή εἶναι θεμέλιον τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς ἑνότητος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Θεωροῦσα ὅτι ἐν πάσῃ τοπικῇ Ἐκκλησίᾳ ἐπιτελεῖται τό μυστήριον τῆς θείας ἀγάπης, καί ὅτι οὕτως ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ φανερώνει τήν ἐν ἑκάστῃ τούτων ἐνεργοῦσαν παρουσίαν αὐτῆς, ἡ μικτή Ἐπιτροπή ἠδυνήθη νά διακηρύξη ὅτι αἱ Ἐκκλησίαι ἡμῶν ἀναγνωρίζουσιν ἀλλήλας ὡς Ἐκκλησίας ἀδελφάς, συνυπευθύνους ἐν τῇ διαφυλάξει τῆς μόνης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ πιστῆς εἰς τό θεῖον σχέδιον, ὅλως δε ἰδιαζόντως ἐν ὄψει τῆς ἑνότητος».
Πιό κάτω δηλώνεται ἐπισήμως:
«Ἐν ὄψει τούτων προτρέπομεν τούς ὑφ' ἡμᾶς πιστούς, Καθολικούς καί Ὀρθοδόξους, νά ἐνισχύσωσι τό πνεῦμα τῆς ἀδελφοσύνης ἥτις προκύπτει ἐκ τοῦ μοναδικοῦ βαπτίσματος καί ἐκ τῆς συμμετοχῆς εἰς τά ἱερά μυστήρια».
Καί λίγο πιό κάτω δηλώνεται ἐπισήμως:
«Ὁ Πάπας τῆς Ρώμης καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης συναντήσαντες ἀλλήλοις προσηύξαντο ὑπέρ τῆς ἑνότητος πάντων τῶν χριστιανῶν. Ἐν τῇ προσευχῇ αὐτῶν περιέλαβον ὅλους ὅσοι ἄτε βαπτισθέντες ἀποτελοῦν μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἠτήσαντο δέ ὅπως αἱ διάφοροι κοινότητες ὦσιν ἐπί μᾶλλον καί μᾶλλον πισταί εἰς τό Εὐαγγέλιον αὐτοῦ».
Τελικά ἐκεῖνο πού ἐνοχλεῖ στήν ὑπόθεση αὐτή εἶναι ὅτι στίς συζητήσεις ἐντός καί ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας χρησιμοποιεῖται ἡ διγλωσσία, τριγλωσσία καί πολυγλωσσία, δέν ὑπάρχει ἑνιαία γλώσσα. Ἀλλιῶς ἐκφράζονται σέ ὀρθόδοξα καί μοναχικά περιβάλλοντα καί ἀλλιῶς ἐκφράζονται σέ ἑτερόδοξα περιβάλλοντα. Στήν οὐσία, ὅπως φαίνεται καθαρότατα, διολισθαίνουν ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀποκλειστικότητος στήν ἀρχή τῆς περιεκτικότητος.
Αὐτό κανείς δέν μπορεῖ νά τό ἀμφισβητήση. Αὐτή εἶναι ἡ βασική γραμμή πολλῶν συγχρόνων Κληρικῶν καί θεολόγων.
Νομίζω ἐκεῖνο πού χρειάζεται σήμερα ἀπό τούς ὑπευθύνους ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες εἶναι ὁ συνδυασμός τῆς ἀληθείας μέ τήν ἀγάπη καί ἡ ἀρετή τῆς διακρίσεως. Δέν μποροῦμε ἐν ὀνόματι τῆς ἀληθείας νά στερηθοῦμε τήν ἀγάπη καί τήν διάκριση οὔτε χάριν τῆς ἀγάπης νά στερηθοῦμε τήν ἀλήθεια. Στούς διαλόγους μέ τίς χριστιανικές ὁμάδες αὐτές πρέπει νά χαράσσωνται «κόκκινες γραμμές». Νά ξέρη κανείς μέχρι ποιό σημεῖο μπορεῖ νά προχωρήση ἤ νά ὑποχωρήση, δηλαδή νά οἰκονομῆ τά πράγματα, καί μέχρι σέ ποιό σημεῖο νά παραμένη στήν ἀκρίβεια. Αὐτή ἡ διάκριση γίνεται ὅπου ὑπάρχει φωτισμός νοῦ καί ἐμπειρική θεολογία.
Ἔτσι, οἱ ἐμπειρικοί θεολόγοι πού γνωρίζουν ἐκ πείρας τήν ἄκτιστη δόξα πού ὑπάρχει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τήν πτώση τῶν Χριστιανῶν πού ἀπομακρύνθηκαν ἀπό αὐτή, μόνον αὐτοί γνωρίζουν νά ὁμολογοῦν τήν ἀλήθεια καί νά ἀγαποῦν πραγματικά τούς ἑτεροδόξους Χριστιανούς. Ἀλλά τέτοιοι ἐμπειρικοί θεολόγοι ἀγνοοῦνται στούς διαλόγους καί δέν χρησιμοποιεῖται ἡ πείρα τους, ἀκριβῶς γιατί ἐπιλέγεται ἡ διπλωματία καί ὄχι ἡ θεολογία.
Τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι τό «τεχνικός ὅρος» προσδιορίζεται μέ ἀπόλυτη ἀκρίβεια καί σαφήνεια γιά νά ἀποφευχθῆ ἡ ἀμφισημία. Ὅταν ὅμως ὁ «τεχνικός ὅρος» τίθεται σέ ἀμφιβολία, τότε αὐτοκαταργεῖται ὡς τεχνικός ὅρος καί δέν χρησιμοποιεῖται εὐκαιριακά καί συμβατικά.
Ἔπειτα, τό νά χρησιμοποιῆται σέ κείμενο ὁμολογιακό Μεγάλης Συνόδου ὁ ὅρος Ἐκκλησία ἀπό ὀρθοδόξου θεολογικῆς πλευρᾶς καί νά ὁμολογῆται ὅτι εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί ταυτοχρόνως νά χρησιμοποιῆται καί ὁ ὅρος Ἐκκλησίες γιά τούς ἐκτός αὐτῆς ὡς «τεχνικός ὅρος», εἶναι παράδοξο, ἀντιφατικό καί ὑπερβολικά προβληματικό ἀπό κάθε ἄποψη, καί ἀπό ὀρθόδοξη πλευρά καί ἀπό γλωσσολογική.
Ἀκόμη, εἶναι διγλωσσία καί πολυγλωσσία τό νά ὑποστηρίζεται ἄλλοτε μέν ὅτι ἡ χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου «Ἐκκλησίες» γιά τούς ἑτεροδόξους εἶναι «τεχνικός ὅρος», ἄλλοτε δέ, σέ ἐπίσημες μάλιστα ἀποφάσεις, νά ἀποδίδεται στόν λεγόμενο «τεχνικό ὅρο» οὐσιαστικό νόημα καί ἐκκλησιαστικότητα. Ἔτσι, ἄλλοτε γίνεται λόγος γιά «τεχνικό ὅρο» καί ἄλλοτε γιά οὐσιαστικό ὅρο. Αὐτό δείχνει ἕνα πολύ μεγάλο πρόβλημα.
Ἐξίσου μεγάλο πρόβλημα εἶναι τό νά ὑποστηρίζεται ὅτι ὁ ὅρος Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία θεώσεως, εἶναι περιγραφικός ὅρος καί μιά ἁπλή εἰκόνα καί ὅτι δῆθεν ἐκφράζεται καί ἐδῶ ἡ ἀποφατικότητα καί ὅτι δέν μποροῦμε νά ἑτεροπροσδιορίσουμε τούς ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπό τούς Πατέρες στίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
Τελικά, τά ἐκκλησιολογικά θέματα εἶναι σοβαρά καί πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται μέ ὑπευθυνότητα καί μέσα ἀπό τήν πατερική διδασκαλία, ὅπως ἐκφράσθηκε συνοδικά. Οἱ Πατέρες ὅταν ὁμιλοῦσαν γιά δογματικά καί ἐκκλησιαστικά θέματα, χρησιμοποιοῦσαν ἀκριβεῖς ὅρους μέσα ἀπό ὀρθόδοξες προϋποθέσεις. Καί ὅταν ἔπρεπε νά κάνουν κάποια ἀλλαγή τῶν ὅρων, τό ἔκαναν μέ οὐσιαστικές προϋποθέσεις, μέ μεγάλη προσοχή, ὥστε νά ὁριοθετήσουν τήν ἀλήθεια πού ζοῦσαν ἐμπειρικά καί γιά νά διευκολύνουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι χάριν μιᾶς ἐπικοινωνιακῆς διπλωματίας.
Βεβαίως, ὅπως ἔχει σημειωθῆ ἐπανειλημμένως στό κείμενο αὐτό, ὁ ὅρος Ἐκκλησία δέν εἶναι περιγραφικός, ἀλλά εἶναι τό τεθεωμένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γι' αὐτό καί εἶναι «ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία». –
Πηγή: Ἐκκλησιαστική Παρέμβαση
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...