Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
23 Νοεμβρίου 2024

martyres apo papikoys 01


Ἡ ἀνωτέρω σεπτή ἱερά εἰκόνα τῶν Πατέρων καί ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἦλθε στήν κατάλληλη καί μοιραία ὥρα γιά τό ἔθνος μας. Τά ἱστορούμενα στήν εἰκόνα φρικτά μαρτύρια τῶν Πατέρων πού σφαγιάσθηκαν ὑπό τῶν λατινοφρόνων καί Λατίνων χτυποῦν μέ ἕνα τσεκούρι τήν ψυχή καί ὅλες μας τίς αἰσθήσεις, τίς νεκρωμένες ἀπό τήν ἀποστασία∙ γιά νά συγκλονίσουν, γιά νά μᾶς ξυπνήσουν, γιά νά μᾶς θυμίσουν πώς οἱ ὁμολογηταί αὐτοί προτίμησαν τά μαρτύρια καί τόν θάνατο ἀπό τόν ἐκλατινισμό, ἔστω καί στό ἐλάχιστο, λέγοντας «ἡμεῖς βουλόμεθα ἀποθανεῖν ἤ λατινῖσαί ποτε».

Σέ ὅσους ὀρθοδόξους ἔμειναν ἀκατήχητοι, ἀμόρφωτοι, ἀκόμη καί μέ masters καί ντοκτορά, σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν χάσει τόν πνευματικό τους προσανατολισμό μέσα στή σύγχυση καί τήν πολυγνωμία, πού τόν βύθισαν οἱ συντελεστές τῆς πανθρησκειακῆς δαιμονικῆς συνάξεως στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, ἡ παραπάνω συγκλονιστική ἁγία εἰκόνα διαμηνύει τήν ἀντίθεση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τόν Παπισμό∙ τήν ἀπόσταση πού εἶναι τόσο μεγάλη, ὅση ἡ ἀπόσταση ἡ ὁποία χωρίζει τόν Παράδεισο ἀπό τήν Κόλαση.

Στήν ἀέναη διαδρομή τοῦ χρόνου ἐπί αἰῶνες μακρούς ἐργάστηκε ἡ «Ἁγία Ἕδρα» μέ τό εἰρηνόφιλο προσωπεῖο της καί τούς ἐργάτες τοῦ παπικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ νὰ καθυποτάξει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἁγία Ὀρθοδοξία.

Τά ὅσα λοιπόν ἀπίστευτα συνέβησαν μέ τή διεξαγωγή αὐτῆς τῆς Συνέλευσης τῶν προκαθημένων στό Κολυμπάρι, βεβαίωσαν σχεδόν ὅλο τόν λαό ὅτι «ὅλες οἱ μεγάλες αἱρέσεις πού ἐμφανίστηκαν στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ὠχριοῦν μπροστά στήν παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ».

Ἐσήμανε λοιπόν ἡ ὥρα, μέ τή Σύναξη αὐτήν, ἐπειδή οἱ ἐμπνευστές της καί ὀργανωτές της συνεχίζουν τό πονηρό τους ἔργο, νά φωνάξουμε «urbietorbi», ἀφοῦ «ὁ παπικός θρόνος μερίμνησε νά μήν παραλείψει οὔτε μία ἀνήθικη, βδελυρή, ἐγκληματική ἀποτροπιαστική κατά τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐνέργεια»∙ Πῶς πράγματι ὁ τόπος αὐτός πρίν πολλές δεκαετίες παραδόθηκε σέ μία «ἀνελέητη αἰχμαλωσία πού ἤδη μέχρι τώρα ἔκανε τόση ζημιά ὅσο καμμιά ἄλλη συμφορά στή Νεώτερη Ἱστορία»; Ὁ χῶρος δέν ἐπιτρέπει ἀνάλυση, ἡ ὁποία ἄλλωστε περιττεύει, ἀφοῦ ἡ βιβλιογραφία ἡ ὁποία ὑπάρχει εἶναι φοβερή.

Ἡ Ὕβρις

Ὕβρις = ἔπαρσις, αὐθάδεια, θρασύτης, ἀναισχυντία. Ὅλα αὐτά πού εἶναι τό περιεχόμενο τῆς ὑπερηφανείας ὁδήγησαν στήν πτώση ἀπό τήν ἀλήθεια καί τήν κατάπτωση στό βάραθρο τῆς αἱρέσεως, τήν παπική «ἐκκλησία». Αὐτό ἐπεφύλαττε καί γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ οἰκουμενιστική σύναξη στό Κολυμπάρι. Τά ἴδια συστατικά στοιχεῖα χαρακτηρίζουν καί τήν περίεργη στήν Κρήτη —τήν παναίρεση τοῦ πανθρησκειακοῦ οἰκουμενισμοῦ— «Σύνοδο». Ὡστόσο ἀποδείχθηκε καί μέ τίς χιλιάδες ὑπογραφές πού συγκεντρώθηκαν  —δηλώνοντας ὅτι ἀκυρώνουν τή «Σύνοδο»— πώς τά πραγματικά πνευματικά ἀντισώματα τοῦ λαοῦ μας, πού ζεῖ τήν ἡσυχαστική παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, δέν χάθηκαν. Ἔτσι ὡς ἀπότοκο εἶχε ὅλη αὐτή ἡ ἀναστάτωση τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας νά ἀνακαλύψει ὁ λαός πώς ὁ πολυκέφαλος ὄφις τῆς πλάνης «ὅ,τι δέν κατάφερε ἀνά τούς αἰῶνες μπορεῖ πλέον νά τό πραγματοποιήσει διά τοῦ οἰκουμενισμοῦ»!

Ἡ ὑψηλοφροσύνη, πού ὡς πύργος ὑψώθηκε καί ἐμπόδισε τότε τούς ἀνθρώπους νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια, κατέρρευσε. «Δεῦτε καί καταβάντες συγχέωμεν αὐτῶν τήν γλῶσσαν». Τά σκεφθήκαμε αὐτά γιατί ἡ σύγχυση πού ἐπικρατεῖ μεταξύ αὐτῶν πού ἀποβλέπουν σ’ ἕναν ἀλλόκοτο συγκρητισμό τῶν λαῶν μᾶς φέρνει πίσω στήν ἐποχή του πύργου τῆς Βαβέλ. Ὅπως τότε, τό ἔργο τους σκόρπισε καί διαλύθηκε.

Σύγχυση γλωσσῶν, ἀσυνεννοησία, ὅπως συμβαίνει καί στίς μέρες μας. Σύγχυση, ταραχή, πρό καί μετά προπαντός τή διεξαγωγή, τήν πραγματοποίηση τῆς «Συνόδου», ἡ ὁποία μοναδικό στόχο εἶχε τήν ἑδραίωση, τήν ἐπίσημη ἀναγνώριση τῆς καταφρόνησης τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τοῦ ὀρθοῦ φρονήματος καί ἤθους ὀρθόδοξου ἐκκλησιαστικοῦ, ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν μας.

Ὅμως ἡ «νέμεσις» παροῦσα καί σ’ αὐτήν τήν ἱστορική στιγμή τῆς ἀνθρωπότητος. Γιατί ἕναν νέο πύργο πού ὀνομάζεται πανθρησκεία, ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ, ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, πού συμπορεύεται μέ τόν οἰκουμενισμό καί ὑπηρετεῖται ἀπ’ αὐτόν, προσπάθησαν ὅλοι αὐτοί νά ὑψώσουν.

Ὅμως «πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατά τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ κρημνίζεται». Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης ἀκυρώθηκε στή συνείδηση τοῦ ὀρθόδοξου λαοῦ καί θεωρεῖται ὡς μή γενόμενη. Καί διαπιστώσαμε, μέσα στόν ἀνεκλάλητο πόνο μας γιά τήν πίστη καί τή σωτηρία μας, πού κινδυνεύουν, πώς τά ἐννιακόσια ἑξήντα τόσα χρόνια παπισμοῦ, τά ὁποῖα διέβρωσαν τό γένος τῶν Ἑλλήνων, στάθηκαν ἱκανά νά διαβρώσουν ὥς καί τόν κλῆρο μας. Ἔγραψε πρό πολλῶν ἐτῶν ὁ ἀείμνηστος Κώστας Σαρδελῆς:

«Ὁ ἀγώνας τῶν γραικύλων πέρασε στήν τελευταία καί ἀποφασιστική φάση τοῦ σατανικοῦ τους σχεδίου καί ἀπεργάζεται ὑπό τούς ἐκκωφαντικούς τυμπανισμούς κάποιου μανιακοῦ ὄχλου τόν πνευματικό μας θάνατο».

Μέσα στήν πλάνη μας ὅμως δέν κατανοοῦμε πώς βοηθᾶμε τούς γραικύλους. Γι’ αὐτό καί οἱ πλεῖστοι ἀπό τούς Μητροπολίτες μας κωφεύουν ἤ σιωποῦν. Γι’ αὐτό καί δέν ξεσηκώθηκαν, ἐνῶ τούς περιμένουμε ἐναγωνίως νά μᾶς εἰποῦν: «Φωνάξτε “ὁ Θεός ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν».

Τί εἶναι ὅμως πλάνη;

Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Ἡ ἔλλειψη συνείδησης τῆς ἁμαρτωλότητας».

Γι’ αὐτό καί ἔννιοι ὑψηλόβαθμοι ὀρθόδοξοι ἱερωμένοι ἐφησυχάζουν ἀκόμη. Γι’ αὐτό ἐξακολουθοῦν νά διαπραγματεύονται (παζαρεύουν) τά Ἱερά τῆς Ὀρθόξοξης Ἐκκλησίας. Διότι δέν ἀντελήφθησαν οὔτε σ’ αὐτήν τήν κομβική στιγμή τῆς Ἱστορίας ὅπου διακυβεύονται οἱ τύχες τῶν λαῶν καί τῶν Ἐθνῶν πώς ὁ Οἰκουμενισμός πού προωθεῖ τήν πανθρησκεία συνδράμει καί στήν ταχύτατη ἐπέλευση τῆς Παγκόσμιας Διακυβέρνησης, τῆς Παγκόσμιας δηλαδή Δικτατορίας πού εἶναι ἐπί θύραις!

Ἀκόμη καί ἀπό τά βάθη τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητος, ὁ τραγικός μας ἔρχεται ἀπό τήν Ε΄ π.Χ. ἑκατονταετηρίδα καί μᾶς φωνάζει:

«εἰδυίαι γάρ

καί οὐκ ἐξαίφνης οὐδέ λαθραίως

εἰς ἀπέραντον δίκτυον ἄτης

ἐμπλεχθήσεσθ’ ὑπό ἀνοίας»

(Γνωρίζοντας καλά κι ὄχι ἔξαφνα ἤ ἀπατηλά στό ἀπέραντο μπλεχτήκατε δίχτυ τοῦ κακοῦ ἀπό ἄνοια).

Ἐν τούτοις τόσες καί τόσες σθεναρές ἀντιδράσεις καί κραυγές ἔναντι τοῦ «θηρίου τῆς Ἀποκάλυψης» ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἀντιμετωπίζονται χλιαρά ἀπό τούς πλείστους τῶν Ἱεραρχῶν, γιατί... προφασίζονται τόν φόβο «διαρρήξεως» τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος!

Ὁποία εἰρωνεία!

Ὅταν οἱ ἴδιοι μέ τά ὅσα διέπραξαν στούς Οἰκουμενιστικούς κύκλους, διακυβεύουν τήν σωτηρία μας. Ὅταν μέ ὅσα ἀκόμη ἐξακολουθοῦν νά πραγματοποιοῦν1, γίνονται ἡ αἰτία νά ἐπαληθεύεται ὁ προφητικός λόγος «κεκορεσμένος ἔρωτος θείας καί χριστιανικῆς ὀδύνης λόγος» τοῦ Σέρβου Καθηγητοῦ τοῦ Βελιγραδίου καί Ἀθηνῶν, ἁγίου μας Ἰουστίνου Πόποβιτς:

«Τίποτε καλό νά μήν περιμένουμε ἀπό μία τέτοια Σύνοδο παρά μόνο σχίσματα, σχίσματα, σχίσματα».

Προβάλλουμε τόν γραπτό λόγο τοῦ καθηγητοῦ π. Ἰουστίνου, ὄχι γιατί τόν εἴδαμε ὡς δογματικό μόνον, ἀλλά, ἀπό τότε καί ὡς ὅσιον καί ὡς προφήτη, διότι ζῆ μέσα στό φῶς τοῦ Θεοῦ τήν τραγωδία τῶν ἀνθρώπων, πρός τούς ὁποίους μέσα ἀπό τά ἔργα του ἐξαγγέλει τήν μοναδικότητα τοῦ Θεανθρώπου, τήν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἐκτροπή τοῦ Εὐρωπαίου ἀνθρώπου ἀπό τῆς Ἀληθείας.

Ἀγαπητοί μας πλανηθέντες πατέρες

Μέ τίς συνάξεις καί τίς ἐγκυκλίους τίς ὁποῖες παρά τίς καταγγελίες τοῦ λαοῦ ἐξακολουθεῖτε νά πραγματοποιεῖτε καί νά ἐκδίδετε, θεωρεῖστε ἐσεῖς, οἱ ἀποκλειστικῶς ὑπεύθυνοι γιά τά σχίσματα καί τήν πρόκληση τόσο κακοῦ.

Ὅμως, ἡ γνωστή παραβολή τοῦ Χριστοῦ (ἡ ἐπιστροφή τοῦ Ἀσώτου) ἐπειδή ἀποτελεῖ ἀπό κάθε ἄποψη τήν κορωνίδα τῶν παραβολῶν, καί ὡς ἡ ἀνακεφαλαίωση τῆς διδασκαλίας Του, θεωρήσαμε ὅτι ὑπεύθυνοι καί ἔνοχοι εἴμαστε καί ἐμεῖς , ὁ λαός. Γιατί εἴμαστε καί ἐμεῖς ὡς ὁ «ἄσωτος» υἱός τῆς παραβολῆς. Τά σκεφτήμακαμε αὐτά, διότι ὁ φιλόσοφος τῆς Ἑλλάδος Ἀριστοτέλης, πού μέ τόν δικό του τρόπο ἑρμηνεύει σέ μεγάλο βάθος τήν ἔννοια τῆς λέξεως «ἄσωτος» γράφει:» τούς γάρ ἀκρατεῖς καί εἰς ἀκολασίαν δαπανηρούς, ἀσώτους καλοῦμεν». ( ἀκρατής = ὁ ἀνίσχυρος, ὁ μή ἐλέγχων, ἀδύναμος.

Ἡ ἀξία τῆς λογοτεχνικῆς αὐτοτέλειας τῆς παραβολῆς, ἔγκειται στήν παραστατικότητα τῆς διηγήσεως μιᾶς ἱστορίας ὑψηλῶν  ἐννοιῶν.  Αὐτές τίς ὑψηλές ἔννοιες ἀναλύοντας καί αὐτοανακρινόμενοι ἐμεῖς ὁ λαός, πού ἀποτελοῦμε μαζί σας (τόν κλῆρο) τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, αὐτοχαρακτηριοστήκαμε καί ὡς ἀνίσχυροι καί ἀδύναμοι στήν πίστη, ἀφοῦ τόσα χρόνια ἀφήσαμε νά γίνονται ἀποδεκτά τά τετελεσμένα τῆς πεπλανημένης πορείας ὑμῶν τῶν οἰκουμενιστῶν Ἱεραρχῶν. Γιατί δέν κινήσαμε τίς σειρῆνες νά σᾶς ξυπνήσουν, γιά νά ἀφουγκραστεῖτε τόν ἀχό τῆς σεισμικῆς καταστροφῆς πού προκάλεσε ἡ ἐκκλησιαστική ἐκτροπή σας, ἀγαπητοί μας Ἱεράρχες, καί γενικῶς ὁ κλῆρος μας.

1. Περιοδ. (ἔκδοση Συνάξεως Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ»Τ.Θ. 107  Τ.Κ. 421 32 Τρίκαλα Σεπτέμβριος 2016 σελ 27) «Ἀποτελεῖ , πραγματικά, τεράστια πρόκληση γιά τό ὀρθόδοξο αἴσθημα τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἡ ἐπιμονή πλέον τῆς Ι. Συνόδου νά ὁρίζει τούς συγκεκριμένους ἀντιπροσώπους στούς διαλόγους, ἐνῶ γνωρίζει  τίς ἐκπεφρασμένες οίκουμενιστικές ἀντιλήψεις τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ἀποτελοῦν οἱ Μητροπολῖτες Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος καί Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιος»κ.λ.π. Καί φιλοϊσλαμιστής ὁ κ. Ἰγνάτιος!!!

2. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ» Ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη ( Ἀρχιμ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ Θεσ/κη 1974 «Ὁ Οἰκουμενισμός χωρίς μάσκα» κ. ἄ.

Ὁ  λαός τοῦ Θεοῦ


Πηγή: ΑΚΤΕ- ΑΓΑΘΟΣ ΛΟΓΟΣ -ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ – Από orthodoxia.gr, Ακτίνες

agion oros 07


Η Ι.Μ. Κουτλουμουσίου από καιρό έχει ξεκινήσει διωγμούς κατά τών πατέρων  τής Μονής πού δέν συμφωνούν μέ τήν Σύνοδο τής Κρήτης καί τόν Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος τήν συγκάλεσε, καί έχει προχωρήσει σέ εξώσεις από τά κελλιά τους.

Αγαπητοί μου Πατέρες, γιατί νά φορτώνεστε ξένες αμαρτίες; Οποίον κι΄άν ρωτήσεις, κανείς δέν δέχετε ότι είναι οικουμενιστής, κι΄άς είναι βουτιγμένος ώς τόν λαιμό στόν οικουμενισμό. Αλλά δέν γίνεστε  χειρότεροι από τούς οικουμενιστές όταν διώκετε τούς αντιοικουμενιστές πατέρες;

Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας όταν τού έλεγαν ότι δέν τόν μνημονεύουν οί Αγιορείτες, έλεγε «Άσε τούς πατέρες, μπορεί νά έχουν δίκαιο» καί δέν τούς εδίωκε – καί εσείς αναλαμβάνετε τήν προάσπιση τού Βαρθολομαίου, διώκοντας όσους αντιδρούν;

Δέν αφήνετε καλύτερα τήν κρίση στόν Θεό, διότι:  

- άν μέν έχει δίκαιο ο Πατριάρχης, θά δικαιωθείτε πού τόν ακολουθείτε,

- άν όμως έχει άδικο, γιατί νά επιβαρυνθείτε; Καθώς είπε καί ο Γαμαλιήλ:«άνδρες Ισραηλίται προσέχετε εαυτοίς επί τοίς ανθρώποις τούτοις τί μέλλετε πράσσειν· ότι εάν ή έξ ανθρώπων τό έργον τούτο, καταλυθήσεται· εί δέ έκ Θεού εστίν, ού δύνασθε καταλύσαι αυτό, μή ποτε καί θεομάχοι ευρεθήτε»(Πραξ. 5,34).

Άν όμως ο Πατριάρχης είναι αιρετικός καί μάλιστα παναιρετικός, τότε τί κάνουμε; Πολλοί παπικοί δέν συμφωνούν μέ τόν Πάπα, όμως παραμένουν ενωμένοι μέ τόν Πάπα. Είναι ή δέν είναι παπικοί;

Ο Πατριάρχης αυτός καί οί προηγούμενοι είπαν τόσες βλασφημίες καί έκαναν αμέτρητες εκκλησιαστικές παρανομίες πού δέν χρειάζεται νά τής απαριθμήσουμε, διότι τίς γνωρίζουν καί οί πέτρες, κι΄εσείς, άγιοι Καθηγούμενοι, Αντιπρόσωποι καί Προϊστάμενοι τών Ιερών Μονών τού Αγίου Όρους, επαναπαύετε τήν συνείδησή σας μέ μία εγκύκλιο πού αναφέρει μέν πολλά στραβά καί ασεβή τής Συνόδου, αλλ΄ ώ τού παραδόξου θαύματος, εξυψώνει έως τρίτου ουρανού τόν υπαίτιο όλης αυτής τής ασεβείας, αλλ΄«ο Θεός ού μυκτηρίζεται», εξ΄άλλου βλέπουμε τ΄ αποτελέσματα τής Ιεροκοινοτικής παρέμβασης, ο Πατριάρχης έτι καί έτι έν ειρήνη τούς ορθοδόξους παροργίζει.

Άν όμως υλοποιήσετε τά σχέδια πού ακούγονται περί διώξεως 44 κελλίων πού δέν μνημονεύουν τόν Πατριάρχη, μή νομίζετε ότι θά σβύσετε τήν φλόγα τού αντιοικουμενισμού, αλλά θά τήν φουντώσετε καί μακάρι νά συμβεί αυτό, γιά νά σταματήσει αυτή η γάγγραινα πού εξαπλώνεται μέσα στήν Εκκλησία μας, αλλά δέν είναι κρίμα και αλοίμονο σέ σάς πού θά τό κάνετε;

Είθε ο Θεός νά σάς φωτίσει νά πράξετε τό θέλημά Του γιά νά μήν εκπληρωθεί ο λόγος τού Κυρίου «δόξη λατρείαν προσφέρειν τώ Θεώ»    (Ιω. 16,2), δηλ. αυτοί πού θά σάς διώκουν θά νομίζουν ότι προσφέρουν λατρεία στόν Θεό, ενώ στήν πραγματικότητα θά εξυπηρετούν τό έργο τού διαβόλου καί θά γίνονται συνεργοί  του.

Κύριε Ιησού Χριστέ, λυπήσου τήν αφιέρωση τών Πατέρων καί σώσε αυτούς από τήν φοβερή κρίση τών διωκτών.

Υπεραγία θεοτόκε, φώτισε τούς Πατέρες τού Περιβολιού Σου, νά κάνουν ομολογία ορθοδόξου πίστεως καί όχι συγκαταβάσεις μέ «προφάσεις έν αμαρτίαις» (Ψαλμ. 140,4).

 

Πηγή: Ακτίνες

agion oros 07


«Διαρρήξωμεν τους δεσμούς αυτών και απορρίψωμεν αφ’ ημών τον ζυγόν αυτών» (Ψαλμ. Β’3)

Πονηροτέρα αίρεση όλων των αιώνων από τον Οικουμενισμό, δεν θα υπάρξει στην Ιστορία της Ανθρωπότητος, αφού μαζί με την Παγκοσμιοποίηση στον κοινωνικό -πολιτικό-οικονομικό χώρο αποτελούν το απαισιότερο και φρικωδέστερο δίδυμο-κίνημα που γνώρισε και βιώνει ο πλανήτης με τελικό στόχο, όπως όλοι μας γνωρίζουμε από την Ιερά Αποκάλυψη, την επικράτηση και κυριαρχία του «υιού της απωλείας».

Διαισθανόμενος ο Βύθιος Δράκων, ο πλανών την Οικουμένην, ότι ο «καιρός εγγύς εστίν» παίζει το τελευταίο του χαρτί, χρησιμοποιώντας όλα τα πτυχία και διπλώματα του ο αλητήριος, για να κερδίσει όσο περισσότερες ψυχές μπορέσει στην αιώνια καταδίκη του. Γνωρίζει δε, πολύ καλά, ότι τούτο το κατορθώνει όχι τόσο δια της βίας (διωγμούς, εξορίες κ.α.), όσο δια μέσου της αιρέσεως, εφ’ όσονέχει αποδειχθεί το ισχυρότερό του όπλο στο διάβα των αιώνων. Και πράγματι, ο εκ της αιρέσεως κίνδυνος καθίσταται σαφώς ισχυρότερος, επειδή δια της νοθείας της πίστεως επιδιώκεται η ματαίωσης της εν Χριστώ απολυτρώσεως και άρα η κατά χάριν θέωσις τού Ανθρώπου. Αξίους, κατά πάντα συμμάχους στο καταστροφικό του αυτό έργο βρίσκει πάντοτε «καλοθελητές» μόνο που τώρα σε τούτη την εσχατιά των αιώνων, όλοι τούτοι οι «παρατρεχάμενοι» έχουν βαλθεί να ξεπεράσουν και αυτόν τον ίδιο τον «Μέντορά»τους στην δολιότητα και την πανουργία του.

Τελικά οι οικουμενιστές αποδεικνύονται οι χειρότεροι εχθροί της εκκλησίας, ύπουλος εχθρός και δια τούτο ο πιο θανάσιμος κίνδυνος. Άνθρωποι αξιοθρήνητοι, έρμαια των ακορέστωνφιλοδοξιών τους για εξουσία και δόξα τού αιώνος τούτου. Οδηγοί τυφλοί, δεινότατοι. Αρέσκονται να αναμειγνύουν την αλήθεια με το ψεύδος στα παράνομα σχέδιά τους για να κερδίσουν το θαυμασμό και τον έπαινο των ανθρώπων. «οὐαὶ αὐτοῖς, ὅτι τῇ ὁδῷ τοῦ Κάϊν ἐπορεύθησαν, καὶ τῇ πλάνῃ τοῦ Βαλαὰμ μισθοῦ ἐξεχύθησαν,καὶ τῇ ἀντιλογίᾳ τοῦ Κορὲ ἀπώλοντο.»[1] . Γεμάτοι αυθάδεια με εωσφορικό εγωισμό και άμετρη αλαζονεία διαστρεβλώνουν κυριολεκτικά τα λόγια του Θεού και των Αγίων Του. Εδώ επαληθεύεται πάλι ο λόγος του Χριστού: «ὑποκριταί! καλῶς προεφήτευσε περὶ ὑμῶν Ἡσαΐας λέγων· μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας ἐντάλματα ἀνθρώπων»[2] . Και αλλού πάλι: «ὑμεῖς οὖν πολὺ πλανᾶσθε»[3] . Εναντιώνονται συνεχώς στον Θεό πειράζοντες Αυτόν σαν να μην έχει επανειλημμένως μιλήσει και δώσει τέρατα και σημεία για όλα αυτά που αυτοί υπερμαχούν μανιωδώς. Ενδεικτικά μόνο να αναφέρουμε για τον «Τόμο» της Αγίας Ευφημίας, για την φοβερά οργή Του, που ξέσπασε στην Κέρκυρα (Άγιος Σπυρίδων) και την παραδειγματική τιμωρία στους τολμήσαντας την άμικτον-μίξην Λατινόφρονας επί Βέκκου στο Άγιον Όρος. «Οὐ γάρ εἰσιν ἐν γωνίᾳ πεπραγμένα τοῦτα.»[4]

Προκαλούμε λοιπόν, κάποιον από όλους αυτούς τους καταφρονητές που λαλούν υπέρογκα. Τολμά μήπως δημόσια να αμφισβητήσει κάτι από αυτά; Αλλά τι λέμε τώρα; Αυτά δεν τους αγγίζουν επειδή δεν έχουμε την ίδια Πίστη. Έχουν δημιουργήσει στην φαντασία τους έναν δικό τους θεό, στα μέτρα τους. Και σίγουρα, όχι βέβαια, τον Έναν και Μοναδικό, Αληθινό Θεό της Ορθοδοξίας. Γιατί ο Θεός ημών είναι ταπεινός και αποστρέφεται τους απειθείς και υπερηφάνους. Ξένοι παντελώς από τον Χριστό και αλλότριοι Αυτού. Σπουδαγμένοι στην Εσπερία, σε Βατικάνιες Σχολές και με προτεσταντικές αντιλήψεις και πρακτικές, έχουν διαποτιστεί «ἄχρι ἁρμῶν τε καὶ μυελῶν»[5] από τα θολά νερά και ρεύματα του ορθολογισμού και εν πολλοίς του αθεϊσμού και έτσι από μόνοι τους έχουν αποκοπεί από τον ομφάλιο λώρο της ορθόδοξηςπνευματικότητας και πατερικής παραδόσεως που αποτελούν την μόνη απλανή οδό προς την ουράνια μακαριότητα. Τους μοναδικούς πυλώνας εισόδου στην πόλη του Ζώντος Θεού. Το απύθμενο θράσος τους φθάνει στον παραλογισμό, αφού και αυτόν τον Θεόν θέλουν να διορθώσουν. Χρόνια τώρα, δυστυχώς δηλητηριάζουν τις ψυχές των πιστών, αφού όπως χαρακτηριστικά λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος «είναι χειρότεροι και από το δηλητήριο, γιατί αυτό φθάνει μέχρι την βλάβη του σώματος, ενώ αυτοί την σωτηρία της ψυχής λυμαίνονται»[6] . Περιφρονούν τους πάντες και υποτιμούν την νοημοσύνη των πιστών επειδή απορρίπτουν τα αιρετικά τους φρονήματα και ανοίγματα με αποκορύφωμα την περιβόητη ψευδοσύνοδο. Τι και αν γράφονται τόσα και άλλα τόσα λέγονται που αποδεικνύουν περίτρανα την παρανομία και την αναισχυντία τους; Το χαβά τους αυτοί. Ξέρουν όμως να λοιδορούν, να συκοφαντούν, ναυβρίζουν και να απειλούν. Ουκ ηβουλήθησαν συνιέναι. Και δυστυχέστατα επαληθεύτηκαν οι φόβοι μας για την στάση της Ιεραρχίας αλλά και της Ι. Κοινότητος του Αγίου Όρους, σχετικά με τις αποφάσεις της ψευδοσυνόδου…ως συνευδοκούντες αυτής!!! Για αυτούς λέγει ο Κύριος «εἰ τυφλοὶ ἦτε, οὐκ ἂν εἴχετε ἁμαρτίαν· νῦν δὲ λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὖν ἁμαρτία ὑμῶν μένει»[7] . Και πάλιν «ουχ ομολόγουν, εφοβούντο γαρ, ίνα μη αποσυνάγωγοι γένονται»[8]. Πάντως η μεθοδικότητα, η σπουδή και η τακτική των οικουμενιστών προς υλοποίηση και εφαρμογή των αποφάσεων της Β’ Βατικανής Συνόδου είναι πράγματι «αξιοζήλευτες». Αφού και ο ίδιος ο Πάπας, ο πάτρωνάς τους, δεν θα πιστεύει ότι έχει τόσο υπάκουα κοπέλια, που και αυτοί οι Ουνίτες ωχριούν μπροστά στην δολιότητα και την υποκρισία τους.

Όμως έχουν ήδη διανύσει πολύ και μακρύ δρόμο μέσα στα χαώδη και ζοφερά μονοπάτια της αιρέσεως και δια τούτο δεν μπορούν να διακρίνουν το φως από το σκοτάδι και την αλήθεια από το ψεύδος (αίρεση) «οὐκ ἔγνωσαν οὐδὲ συνῆκαν, ἐν σκότει διαπορεύονται·»[9] λέει ο Ψαλμωδός. Αλλά αρκετά τώρα ασχοληθήκαμε με όλους αυτούς τους καταφρονητές και πραγματικά θεομπαίχτες Οικουμενιστές. Όπως έστρωσαν, ας κοιμηθούν.Αυτοί όψονται.

Το λοιπόν αδελφοί και πατέρες, όλοι όσοι έχουμε την Αληθινή Πίστη και ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού, όσοι εβαπτίσθημεν και ενεδύθημεν Αυτόν, όσοι φρονούμε, όσοι ομολογούμε Αυτόν και όσοι τιμούμε τους Πατέρες μας «ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη που ἐπιποθούμε τὸ λογικὸν και ἄδολον γάλα»[10] της διδασκαλίας των, ας γίνουμε και εμείς άξιοι μιμητές των, κατά πάντα, για να μας δεχτούν μετά θάνατον, στις αιώνιες σκηνές ως τέκνα των αγαπητά και γνώριμους φίλους κατά τον Μ. Αντώνιο.

Γνωρίζουμε όλοι μας ότι λειτουργούν πνευματικοί νόμοι που δεν υπόκεινται, ούτε επηρεάζονται από ανθρώπινες παρεμβάσεις και κοσμικούς συμβιβασμούς κατά το γεγραμμένον«πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ λαμβάνει ἔνδικον μισθαποδοσίαν»[11] . Τα σημερινά αδιέξοδα, οι ανασφάλειες κυρίως στον κοινωνικό χώρο, η καταρράκωσιςτων ανθρωπίνων αξιών, ως μη ώφειλε,και γενικά η απαξίωσις της αγαπημένης μας Πατρίδος είναι σίγουρα τα οψώνια της αποστασίας μας από τον Θεό μας. Εκείνο όμως, που ιδιαίτερα επισύρει τη θεία οργή περισσότερο όλων, όπως έχει συμβεί και σε άλλεςιστορικέςστιγμές, είναι, φευ, η προδοσία της Πίστεως. Πιστεύουμε ακράδαντα και είμεθα πεπεισμένοι πως σε τούτη ακριβώς την χρονική συγκυρία, η προσωπική ευθύνη της επιλογής του καθ΄ ενός εξ ημών απέναντι της στάσης του προς τον σατανοκίνητο Οικουμενισμό, έχει προεκτάσεις σωτηριολογικού χαρακτήρος, πλέον βαρυνούσης σημασίας επειδή το διακύβευμα είναι αυτή η Πίστις ήτοι η σωτηρία μας. Ό λόγος των Πατέρων είναι σαφής και ξεκάθαροςκαι δεν επιδέχεται παρερμηνεία. Θα αναφέρουμε εδώ μόνο δύο Πατέρες ενδεικτικά. Ο Μ. Αθανάσιος μας προειδοποιεί: «κάθε άνθρωπος που έχει την δυνατότητα να κρίνει, θα κολασθεί ακολουθώντας αμαθή και πλανεμένο ποιμένα που δέχεται ψευδή δοξασία ως αληθινή»[12] και επίσης μας λέγει:«όποιος θέλει να σωθεί, πρώτα από όλα πρέπει να κρατήσει την καθολική (Αποστολική) πίστη. Αν κάποιος δεν την κρατήσει καθαρή και ολόκληρη, χωρίς αμφιβολία θα κολασθεί»[13] . Ο δε Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος χαρακτηρίζει τους αιρετικούς άθεους ενώ όσοι αποδέχονται αιρετικές διδασκαλίες καταδικασμένους «εις απώλειαν»[14] . Ο πάνσοφος Δημιουργός και Κύριος μας Ιησούς ζητεί και τώρα να καθαρίσει την Άλωνά Του, την ήρα από το σιτάρι, την Πανάμωμο Νύμφη Του Εκκλησία από τον μολυσμό της αιρέσεως. Ανάγκη επιτακτική είναι πλέον να διακόψουμε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους, ακολουθώντας το παράδειγμα των Αγίων μας, που όσο πιο πολύ απομακρύνονταν από τους αιρετικούς, τόσο πιο πολύ ενώνονταν με τον Θεόν. Εξάλλου είναι η μόνη ενδεδειγμένη οδός. Δεν δύναται πλέον, ορθόδοξη συνείδηση που ζει και αγαπά τον Χριστό να ανέχεται αυτούς. Δια τούτο και εμείς εδώ στο Άγιον Όρος αρκετοί Πατέρες, διακόψαμε το μνημόσυνο, επειδή ποθούμε και αγαπούμε να είμεθα με τον Χριστό και τους Αγίους μας, εφαρμόζοντας την εντολή Του «διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι υμάς»[15] . Και ενώ θα έπρεπε σύσσωμο το Άγιον Όρος να προβεί στην διακοπή μνημοσύνου, συνταράσσοντας τα θεμέλια της οικουμένης δίνοντας αλλά και δεικνύοντας τον μοναδικό δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί,όχι μόνον αυτό δεν έγινε αλλά και όσους αυτόν ακολουθούμε αντιμετωπίζουμε την μήνιν και τα επακόλουθα αυτής. Και επειδή αρκούντος έχουν αναλυθεί και απαντηθεί τα περί νομίμου δικαιώματος (ως θεραπευτικού μέσου και τρόπου) θεολογικώς και…Αγιορειτικώς, ιερών κανόνων και δη του ΙΕ’ της Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861) ως δήθεν «δυνητικού» και επειδή δεν είναι λίγοι, δυστυχώς, αυτοί που μας καταλογίζουν πως δημιουργούμε σχίσμα και διαιρέσεις!!! Έτι δε, και πως είμαστε εκτός Εκκλησίας (sic). Θα θέλαμε λοιπόν να ρωτήσουμε. Πρώτον: Επί Αθηναγόρου οι διακόψαντες «ένθεν – κακείθεν» το μνημόσυνον, ήταν εκτός Εκκλησίας και δημιούργησαν σχίσματα και διαιρέσεις; Και δεύτερον, επειδή πάλι από πολλούς ακούγεται να λένε πώς πρέπει όλοι μαζί να προχωρήσουμε στη διακοπή μνημοσύνου. Απλά ρωτάμε. Δεν θα ισχύουν πια αυτές οι «ΘΕΩΡΙΕΣ» τους; «Ω συμβουλίας εχθίστης! Ω παραινέσεως του δυσμενούς»[16] . Ικανόν εστί[17]. Το λοιπόν, όποια άλλη προσέγγιση είναι αμάρτυρη εκκλησιαστικώς και αθεμελίωτη καθώς και θεολογικά ανακριβής ή μάλλον ειπείν, είναι επιλογή του «ΒΟΛΕΜΑΤΟΣ».

Άπειρες ευχαριστίες και δοξολογίες αναπέμπομεν στον Ποιμένα τον καλόν και μόνο Αρχιποίμενα Χριστόν μας, που και σήμερα όπως έλεγε και ο «παππούλης μας», μας χαρίζει ήδη«νέους Μάρκους Ευγενικούς και Γρηγορίους Παλαμάδες, δια να συγκεντρώσουν όλα τα κατασκανδαλισμένα αδέλφια μας, δια να ομολο­γήσουν την Ορθόδοξον Πίστιν, να στερεώσουν την Παράδοσιν και να δώσουν χαράν μεγάλην εις την Μητέρα μας».[18] Ημέρα τη ημέρα γινόμαστε μάρτυρες και κάποιας νέας απομακρύνσεως-διακοπής μνημοσύνου από τους φιλενωτικούς Οικουμενιστές, είτε μέσα στον Άγιον Όρος είτε εκτός αυτού, και δια τούτο χαιρόμαστε αλλά και θα χαιρόμαστε. Προσευχόμεθα και ευελπιστούμε στον Κύριο μας, αυτό που ξεκίνησε να γίνει χιονοστιβάδα που στο πέρασμά της να εξαλείψει κάθε πονηρά και δόλια επιθυμία όλων αυτών που επιβουλεύονται την Μητέρας μας Ευσέβεια για να μεγαλύνεται ο Δομήτωρ Αυτής και Κύριος των δυνάμεων Ιησούς Χριστός.

Ιδού λοιπόν, ο αγώνας ο καλός άρχισε και η πρόσκλησις είναι προσωπική και εξίσου βέβαια και ο στέφανος της ομολογίας «ὃν ἐπηγγείλατο ὁ ἀψευδὴς Θεὸς»[19] και «ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος Κριτής»[20]

Ας ακολουθήσουμε όλοι μας στα ίχνη που βάδισαν οι Θεορρήμονες και Πνευματέμφοροι Πατέρες μας και ας γίνουμε μιμητές των καθώς γέγραπται, τιμή Οσίου, μίμησις Οσίου, ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΑ, και έτσι και αυτοί με την σειρά τους να μας παρουσιάσουν μπροστά στον Χριστόν μας, καυχώμενοι εν Κυρίω και λέγοντες «ιδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία, ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός» (ΗΣ. Η’ ,18). Γένοιτο – γένοιτο.

Τω δε μόνω σοφώ Θεώ σωτήρι ημών, δόξα και μεγαλοσύνη, κράτος και εξουσία και νυν και εις πάντας τους αιώνας· αμήν.

ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ

ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ Ι.Μ. ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ




[1] ΙΟΥΔΑ, 11

 

 

[2] ΜΑΤΘ ΙΕ’ 7-9

 

 

[3] ΜΑΡΚ ΙΒ’ 27

 

 

[4] ΠΡΑΞ ΚΖ’ 26

 

 

[5] ΕΒΡ Δ’ 12

 

 

[6] ΕΠΕ 30,340

 

 

[7] ΙΩΑΝ Θ’ 41

 

 

[8] ΙΩΑΝ Θ’ 22

 

 

[9] ΨΑΛΜ 81, 5

 

 

[10] ΠΕΤΡΟΥ Α’ Β’2

 

 

[11] ΕΒΡ Β’2

 

 

[12] ΒΕΠΕΣ 33, 214

 

 

[13] ΣΥΜΒ ΠΙΣΤΕΩΣ

 

 

[14] ΚΑΤΗΧΗΣΙΣ ΗΘ’, Τ.Γ’ Σ.257

 

 

[15] Β’ ΚΟΡΙΝΘ. ΣΤ’ 17

 

 

[16] ΘΕΟΤΟΚΑΡΙΟΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΣΠΕΡΑΣ ΗΧΟΣ ΒΑΡΥΣ ΩΔΗ Θ’

 

 

[17] ΛΟΥΚ ΚΒ’ 38

 

 

[18] ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ 1969

 

 

[19] ΤΙΤ Α’ 2

 

[20] TIMB’,Δ’ 8

 

Πηγή: Ακτίνες

panorthoksh synodos 44


Ἡ νηστεία στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιὰς Διαθήκης.

Ὁ θεσμός τῆς νηστείας εἶναι συνομήλικος τοῦ ἀνθρώπινου γένους, θεσπισμένος ὡς ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ δώθηκε στὸν πρωτόπλαστο: “καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ λέγων· ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ·” (Γεν. 2, 16-17).

Τὸ νόημα καὶ ἡ οὐσία της δὲν βρισκόταν σὲ αὐτὸ ποὺ φαινόταν, δηλαδὴ στὴν παρουσία τοῦ “ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν ”  στὸν “παράδεισον ἐν Ἐδὲμ ” (Γεν. 2, 8), οὔτε σὲ αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο προοριζόταν ὁ καρπός του, δηλαδὴ γιὰ τὴν κοιλία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ εἶχε πλάσει ὁ Θεός, ἀλλὰ ἡ σημασία καὶ ἡ ὠφέλεια τῆς ἐντολῆς γιὰ νηστεία βρισκόταν στὴν ζητούμενη ὑπακοή του πλάσματος πρὸς τὸν Κτίστη του.  Αὐτὸ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ ἀντιληφθεῖ καλὰ καὶ νὰ κατανοήσει βαθιὰ καὶ ἀμετάβλητα εἰς τὸ ἐξῆς ὡς μόνιμη καὶ ἀναλλοίωτη γνώση του, ὅτι δὲν εἶναι ἀνεξάρτητος, οὔτε μπορεῖ νὰ γίνει ποτέ, ἀλλὰ ἔχει αἰτία καὶ ἀναφορὰ τῆς ὑπάρξεως καὶ ζωῆς του πρὸς τὸν Πλάστη του, ποὺ μονίμως ἔχει τὴν ἀνάγκη Του καὶ Ἐκεῖνος γι᾿ αὐτὸ δὲν παύει νὰ εἶναι κοντά Του: “Ἀδάμ, ποῦ εἶ;“ (Γεν. 3, 9). Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν ἀπαραίτητη τροφὴ γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του  “ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ”, Ἐκεῖνος ὅμως ἔχει τὴν ἐξουσία καὶ τὸ δικαίωμα νὰ τοῦ ἀπαγορέψει μιὰ τροφή: “ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ·”. Ὁ Ἀδάμ εἶχε τὴν ἐπιλογὴ νὰ ἀναγνωρίσει αὐτὴ τὴν πραγματικότητα ποὺ διδασκόταν ἀπὸ αὐτὴ τὴν θεῖα ἐντολὴ μὲ τὴν τήρησή της, ἤ νὰ τὴν παρέλθει καὶ νὰ μὴν τῆς δώσει τὴν ὀφειλομένη σημασία σὰν νὰ ἤταν κάτι δευτερεύον. Ἦταν ὅμως πρωτεύων, γιατὶ μέσω αὐτῆς τῆς ἀναγνώρισης πρὸς τὸν Δημιουργό Του μποροῦσε ἀπὸ τὴν μιὰ νὰ διασφαλίσει τὴν ἀτερμάτιστη συνέχιση τῆς ἀθάνατης ζωῆς ποὺ τοῦ εἶχε δωρηθεῖ, καὶ μάλιστα ζωῆς ἐν τῆ τρυφῆ τοῦ Παραδείσου, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀποτελοῦσε αὐτὴ μιὰ μοναδικὴ εὐκαιρία νὰ ἐκφράσει τὴν ἀπέραντη εὐχαριστία καὶ λατρεία Του πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ζωή του ποὺ ἔλαβε ἀπὸ Αὐτόν, γιὰ τὰ ἀγαθά του ποὺ τοῦ εἶχε παρέχει ἄφθονα στὴν διάθεσή του γιὰ νὰ τὰ ἀπολαμβάνει καὶ γιατὶ τὸν εἶχε τάξει διαχειριστὴ τῆς Δημιουργίας Του, Βασιλέα της, ὡς κορωνίδα αὐτῆς, ὑποτάσσοντάς την στὴν ἐξουσία του.

Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ Ἀδάμ ἀποδεικνύεται τόσο ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς Δημιουργίας του (“καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν.”, Γεν. 2, 7, ὅπως καὶ “εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν”, Γεν. 2, 26), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ποιότητα αὐτῆς ποὺ τοῦ ἐξασφάλισε ἡ Πλάστης του μὲ τὰ πλούσια ἀγαθὰ, μὲ τὰ ὁποία τοῦ ἱκανοποιοῦσε τὶς ἀνάγκες του καὶ τὸν γέμιζε εὐχαρίστηση (“Καὶ ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασε. καὶ ἐξανέτειλεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου”, Γεν. 2, 8,9, καὶ ἐπίσης “ποταμὸς δὲ ἐκπορεύεται ἐξ Ἐδὲμ ποτίζειν τὸν παράδεισον· ἐκεῖθεν ἀφορίζεται εἰς τέσσαρας ἀρχάς… τὸ δὲ χρυσίον τῆς γῆς ἐκείνης καλόν· καὶ ἐκεῖ ἐστιν ὁ ἄνθραξ καὶ ὁ λίθος ὁ πράσινος.”, Γεν. 2, 10-12), ὅπως καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι τὸν κατέστησε ἀρμόδιο στὸν Παράδεισο (“ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν.”, Γεν. 2, 15) καὶ κυρίαρχο ὅλης τῆς κτίσης (“καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς.”, Γεν. 1, 26, καὶ “καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ ὀνόματα πᾶσι τοῖς κτήνεσι καὶ πᾶσι τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τοῦ ἀγροῦ·”, Γεν. 2, 20). Θὰ ἐκτιμοῦσε λοιπὸν μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὁ πρωτόπλαστος τὴν πατρικὴ ἀγάπη καὶ πρόνοια τοῦ εὐεργέτη του Θεοῦ του πρὸς αὐτὸν; Θὰ ἐπίλεγε τελικὰ τὴν τήρηση τῆς ἐντολῆς Του, ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα; Θὰ τὸν ὑπάκουε ὡς ὄφειλε ἔως τέλους; Θὰ ἀντιλαμβανόταν τὴν βαρύτητα τῆς σημασίας τῆς ὑπακοῆς σὲ Ἐκείνον ποὺ τὸν ἔφερε στὴν ὕπαρξη καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν ζωή, καὶ μάλιστα Βασιλική ζωὴ ἐν τῶ Παραδείσω; Ἄλλωστε στὴν πραγματικότητα μὲ τὴν ἐντολή αὐτὴ ὁ Κτίστης δὲν τοῦ στεροῦσε ἀπολύτως τίποτα, ἀλλὰ ἐκεῖ γύρω ἀπὸ τὸ ἀπαγορευμένο δένδρο, ἦταν καὶ τὰ ὑπόλοιπα δένδρα ποὺ μποροῦσε νὰ γευθεῖ, καθένα ἔχοντας καρπὸ ”ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν” (Γεν. 2, 9),  ὅπου μάλιστα ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἦταν καὶ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς.

Ἡ πρώτη αὐτὴ ἐντολὴ τοῦ Κτίστου θὰ τὸν βοηθοῦσε ἐκτὸς τῶν παραπάνω καὶ σὲ κάτι ἀκόμα: ὡς κορωνίδα καὶ κυρίαρχος τῆς Δημιουργίας τοῦ Πλάστη, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποδείξει τὴν ἀξία του γι’ αὐτὴ τὴν μέγιστη τιμὴ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Δημιουργό, κυριαρχῶντας μὲ τὸν ἡγεμονικό νοῦ που τοῦ χάρισε ὁ Δημιουργός πάνω στὸ ἴδιο του τὸ σῶμα, μὴν ἐπιτρέποντας στὶς σωματικὲς ἐπιθυμίες του νὰ εἶναι ἀνεξέλεγκτες, ἀλλά θέτοντάς τους κάποιο ὅριο, κάνοντας τὴν ὁρισμένη ἀπὸ Ἐκείνον ἐγκράτεια, ὅντως ἀξιοποιῶντας ἔτσι τὸ αὐτεξούσιο που του χάρισε Ἐκεῖνος, καὶ ὁδηγούμενος ἔτσι στὴν πνευματική καὶ ἀληθινὴ ἐλευθερία. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ ἀποτελοῦσε τὴν πραγμάτωση τοῦ καθ᾿ ὁμοίωση, τῆς δυνατότητας αὐτῆς ποὺ τοῦ χάρησε ὁ Δημιουργὸς ὅταν τὸν ἔφερε στὴν ζωή. Ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει στὴ καθ᾿ ὁμοίωση του μὲ τὸν Κτίστη του, μέσω Αὐτοῦ καὶ σὲ ἀναφορὰ μὲ Αὐτόν, μὲ τὴν χάρη Του, καὶ ὄχι μέσω τῆς χειραφέτησής του ἀπὸ Αὐτὸν, ἀνεξαρτηποιημένος ἀπὸ Αὐτόν, μόνος του ἀτομικὰ καὶ ἐγωιστικά, ὅπως τελικά ἐπιδίωξε μὲ τὴν ἀθέτηση τῆς ἐντολῆς. Ἡ ὁδός πρὸς θέωση καὶ τὴν γνώση τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἦταν ἀκριβῶς ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ νὰ μὴν φάνε ἀπὸ “τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν”. Tότε ὄχι μόνο θὰ ζούσαν, ἀλλὰ καὶ ἡ ὑπακοὴ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε στὸν προορισμό τους, στὴ θέωση, ἐνῶ ἡ ἀνυπακοὴ ὄχι μόνο θὰ τοὺς στεροῦσε τὴν θέωση, ἀλλὰ καὶ τὴν ζωή. Θὰ γνώριζαν τὸ κακὸ, γιατὶ ἐγκατέλειψαν τὸ Θεὸ ποὺ εἶναι τὸ καλὸ, καὶ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ κακὸ  θὰ ἤταν ἡ τιμωρία τους: “ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε.” (Γεν. 2, 17).

Ἀπὸ μόνος του ὁ Ἀδάμ βέβαια ἔμενε κοντὰ στὸν Δημιουργό Του καὶ δὲν πρόκειται μόνος του νὰ προχωροῦσε νὰ Τὸν δυσαρεστοῦσε, κάνοντας ἀνυπακοὴ στὴν ἐντολή, ὅμως ὅταν εἶχε δίπλα του καὶ τὴν σύντροφό του, βρήκε ὁ παραμονεύον γιὰ νὰ τοὺς παρασύρει, περιθώριο νὰ ἐμπλακεῖ στὴν σχέση τους  μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ διέβαλε Αὐτὸν καὶ τὰ λόγια Του (“καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί· οὐ θανάτῳ ἀποθανεῖσθε· ᾔδει γὰρ ὁ Θεός, ὅτι ᾗ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑμῶν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν.”, Γεν. 3, 4-5). Ἔτσι, σὲ μιὰ στιγμὴ ἀνετοιμότητας τοῦ ζεύγους, παρέσυρε αὐτὴν καὶ μέσω αὐτῆς καὶ τὸν σύντροφό της (“καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖον ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον”, Γεν. 3, 6). Ἔτσι ἡ πρώτη ἀνυπακοὴ, ποὺ ἀποτέλεσε τὴν πρώτη πτώση, συντελέστηκε λόγω ἀκράτειας στὸ φαγητὸ καὶ νίκης τῆς σωματικῆς ἐπιθυμίας τῆς κοιλίας πάνω στὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, κάνοντάς τον δούλο της, μὲ ὀδυνηρὲς συνέπειες: “ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ·” (Γεν. 3, 18-19) καὶ συνεχίζοντας “εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν· καὶ νῦν μή ποτε ἐκτείνῃ τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθη. καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.” (Γεν. 3, 22-24).

Αὐτὸ ἤταν τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι δὲν κατάλαβαν ἔγκαιρα ὅτι θεοὺς μπορεί νὰ τοὺς κάνει, ὅπως καὶ μπορεῖ νὰ τοὺς δώσει τὴν ἀληθινὴ γνώση, Ἐκεῖνος μόνο ποὺ τοὺς ἔπλασε καὶ τοὺς ἔδωσε αὐτὴ τὴν δυνατότητα τῆς θέωσης, καὶ Τοῦ ὀφείλουν πάντα εὐχαριστία καὶ δοξολογία ὡς Ἐκείνον ἀπὸ τὸν ὁποῖο λαμβάνουν τὴν ζωὴ και πάντα τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν καὶ ἀπολαμβάνουν, ἐνῶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ ἀπὸ ἕναν καρπὸ, ἤ τὸν ὄφιν, ποὺ χρησιμοποίησε τὸν καρπὸ σὰν δόλωμα γιὰ νὰ τοὺς παρασύρει στὴν ανυπακοή καὶ στὸ θάνατο, ποὺ καὶ αὐτὰ ὁ Θεὸς τὰ δημιούργησε. Ἡ ὁδός πρὸς τὴν θέωση διανύεται ἀπὸ τὸν νοῦ μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα  τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, καὶ ἡ ἐγκράτεια εἶναι ἀπαραίτητη ὥστε νὰ μὴν παρασύρεται ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἐπιθυμίες καὶ ὑποδουλώνεται ἀπὸ τὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας, τὸ ὁποῖο τὸν σέρνει ἔρμαιο τῆς κοιλίας, ἡ ὁποῖα καὶ ἔτσι θεοποιεῖται, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο σωματικὸ πάθος. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ πρώτος αἴτιος τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, ποὺ τὸν παρέσυρε νὰ ἁμαρτήσει μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῆς κοιλίας του, ὁ ὄφις, τιμωρήθηκε ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ ἔγινε πράξη ἡ ἁμαρτία ποὺ προξένησε, δηλαδὴ στὴν κοιλία: “ἐπὶ τῷ στήθει σου καὶ τῇ κοιλίᾳ πορεύσῃ καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου.” (Γεν. 3, 14).  Ὄχι μόνο νὰ κινεῖται σερνόμενος μὲ τὴν κοιλία, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν γεμίζει τρώγοντας χώμα σὲ ὅλη του τὴν ζωή.

Ἡ νηστεία στὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Ὁ θάνατος ποὺ εἰσήλθε στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν πτώση τοῦ πρωτοπλάστου λόγω τῆς ἀνυπακοή του στὴν πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀποτελοῦσε κανόνα νηστείας, τελικὰ νικήθηκε καὶ ἐξουδετερώθηκε χάρη στὴν ἔλευση τοῦ Σωτήρος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο μὲ τὴν ἐνανθρώπισή Του, ἡ ὁποία κατέληξε στὴν σταυρική θυσία Του ὑπέρ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους μέσα στὴν ἄφατο γι᾿ αὐτό ἀγάπη Του. Καταργήθηκε αὐτὸς πνευματικὰ γιὰ ὅσους πιστεύουν στὸ Χριστό, ἄν καὶ φυσικῶς συνεχίζει νὰ ὑφίσταται γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους, μέχρι ὅμως τὴν ἡμέρα τῆς μέλλουσας καθολικῆς ἀνάστασης ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς ἀνακαίνισης τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἡ ἴδρυση τῆς Ἐκκλησίας ὡς σῶμα Χριστοῦ μετὰ τὴν ἔλευση, τὸ πάθος, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔδωσε στὴν νηστεία καὶ ἕνα ἄλλο νόημα καὶ σκοπὸ ἐκτὸς τῶν παραπάνω στοὺς ὁποίους ἀναφερθήκαμε. Ἔχοντας ὁρίσει συγκεκριμένες ἡμέρες καὶ χρονικὲς περιόδους νηστείας κρατάει τὰ ζωντανά μέλη Της, ποὺ τηροῦν τὶς νηστείες ὑπακούοντας στοὺς ἱεροὺς κανόνες Της, πορευόμενα ἑνωμένα μαζὶ ὡς  συνοδοιπόροι στὸν δρόμο ἑνὸς κοινοῦ ἀγώνα, μὲ σύμπνοια καὶ ὁμόνοια, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα καὶ στὸ θέμα “τῆς βρώσις καὶ τῆς πόσις”. Μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι δυνατὸν νὰ παρακαθίσουμε ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας στὸ ἴδιο τραπέζι στὸν ἴδιο τόπο, ὅμως μποροῦμε νὰ μεταβάλλουμε τὴν δίαιτά μας μὲ τὸν ἴδιο τρόπο σὲ διάφορα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα καὶ συγκεκριμένες ἡμέρες, ὥστε μαζί νὰ καταλύουμε καὶ μαζί νὰ νηστεύουμε. Καὶ ἔτσι γίνεται κατὰ κάποιο τρόπο καὶ μιὰ σύνδεση καὶ ἀναφορὰ στὴν κοινοβιακὴ ζωὴ τῆς μικρῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων καὶ τὶς “’ἀγάπες” τῆς τότε ἐποχῆς. Ἄν καὶ ἄλλαξε ὁ τρόπος, καὶ στὶς δύο περιπτώσεις τῶν διαφορετικῶν ἐποχῶν στὸ ἴδιο θέμα ἐκφράζεται τὸ ἴδιο πνεύμα. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θέλει τὰ παιδιά της ἐνωμένα σὰν ἀδέλφια καὶ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο.

Καὶ αὐτὸ ἰσχύει σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις. Ἀκόμα καὶ οἱ αὐστηρὰ ἀσκούμενοι ἀναχωρητές, ποὺ ἡ ἐγκράτειά τους εἶναι γιὰ ὅλους τοὺς ἄλλους, ὑπεράνθρωπη, ὅμως καὶ αὐτοὶ ἀκολουθοῦν τὶς καθιερωμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία χρονικὲς περιόδους ἐναλλαγῆς κατάλυσης-νηστείας καὶ μειώνουν ἤ αὐξάνουν τὴν ἐγκράτειά τους ἀνάλογα. Ἐπίσης ὅσον ἀφορὰ τὴν διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν στὰ ἡμερολόγια, μεταξὺ τῶν ἐν κοινωνία τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ κάποιες ἀκολουθοῦν τὸ παλαιό καὶ οἱ ὑπόλοιπες ἀκολουθοῦν τὸ νέο, καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ μεγαλύτερη νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐπειδὴ ἀκολουθεῖ τὶς κινητὲς ἑορτὲς ποὺ εἶναι ἀνεξάρτητες ἀπὸ τὶς ἀκριβεῖς ἡμερομηνίες καὶ κοινὲς καὶ στὰ δύο ἡμερολόγια, συμπίπτει καὶ αὐτὴ χρονικὰ ἀκριβῶς τὴν ἴδια περίοδο σὲ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἀλλὰ καὶ στὴ δεύτερη μεγάλη νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι ἡ σαρανταήμερη τῶν Χριστουγέννων, τὶς περισσότερες ἡμέρες τῆς νηστείας (εἱκοσιεπτὰ) συμπίπτουν χρονικὰ οἱ περίοδοι διάρκειάς της μεταξὺ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν μὲ διαφορετικὰ ἡμερολόγια, ἄν καὶ ἡ ἑορτὴ κάθε ἡμέρας δὲν εἶναι βέβαια ἡ ἴδια, ἐξαρτώμενη ἀπὸ τὸ τοπικό ἡμερολόγιο. Ἔτσι οἱ νηστείες τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελοῦν ἕναν ἑνωτικὸ δεσμὸ τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων, μὲ τὴν σύγχρονη ἀπὸ ὅλους τήρησή της, ἀκολουθῶντας ὅλοι μαζὶ μὲ αὐτὲς τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησία τους καὶ Λυτρωτοῦ τῶν ἀνθρώπων, ὁ ὁποῖος πρὶν τὴν ἔναρξη τῆς δημόσιας δράσης του νήστευσε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, ἄν καὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ ὑπακούσει σὲ ἐντολές, καθῶς ὁ ἴδιος ἤταν ὁ ἐντολοδότης, οὔτε εἶχε ἀνάγκη νὰ ὑποτάξει τὶς ἐπιθυμίες του, καθῶς δὲν εἶχε τὴν παραμικρὴ ροπὴ πρὸς διαβλητὰ πάθη.

Τὸ θέμα τῆς νηστείας στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης.

Μὲ τὸ θέμα τῶν νηστειῶν, τὴν ὁποία θέσπισαν μὲ σοφία οἱ ἁγίοι Πατέρες συνοδικά, φωτιζόμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεύμα, μέσα στοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, πρίν πολλοὺς αἰῶνες, προβλέποντας καὶ τὴν οἰκονομία σὲ αὐτὴν σὲ μερικὲς περιπτώσεις ἀνάγκης, ποὺ δὲν ἐπιτρέπουν τὴν τήρησή της, ὅπως μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ περίπτωση ἀσθένειας, ἀσχολήθηκε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας καὶ ἡ Σύνοδος ποὺ ἔλαβε χώρα στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης τὸν περασμένο Ἰούνιο καὶ συμμετείχαν δέκα τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Καὶ ἐνῶ τὸ σχετικὸ κείμενό της (“Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καὶ ἡ τήρησης αὐτῆς σήμερον“) ἀναφέρεται στὶς ἑπτὰ πρώτες παραγράφους του καθῶς ὄφειλε στὸ θεσμὸ τῆς νηστείας, στὴν ἱστορία της, στὴν σημασία καὶ σπουδαιότητά της, καὶ στην ἀναγκαιότητα τῆς τήρησης τῶν ἱερῶν νηστειῶν ποὺ ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία στοὺς ἱεροὺς κανόνες της, ὡστόσο στὴν ὅγδοη παράγραφο μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς «ὅτι σήμερον πολλοί πιστοί δέν τηροῦν ἁπάσας τάς περί νηστείας διατάξεις, εἴτε ἐξ ὀλιγωρίας εἴτε λόγῳ τῶν ὑπαρχουσῶν συνθηκῶν ζωῆς, οἱαιδήποτε κἄν ὦσιν αὗται» καὶ ἀποτελοῦν αὐτὲς οἱ  περιπτώσεις τὶς «περιπτώσεις αὗται τῆς χαλαρώσεως τῶν περί νηστείας ἱερῶν διατάξεων, εἴτε εἶναι γενικώτεραι, εἴτε ἀτομικαί», καταλήγει σὲ μιὰ διεύρυνση πέρα τῶν ὁρίων στὴν οἰκονομία ὅσον ἀφορὰ τὴν νηστεία, τὰ ὁποία ὅρια εἶχαν θεσπίσει οἱ ἁγίοι Πατέρες γιὰ νὰ καθορίζουν ποιὲς εἶναι οἱ δυνατότητες ποὺ ὑπάρχουν γιὰ ἐφαρμογὴ αὐτῆς, μεταθέτοντάς τα αόριστα καὶ ἀσαφὴ «ἐπί τό ἐπιεικέστερον». Ἔτσι ὥστε νὰ «ἀπαλύνουσαι» τὸν  «τυχὸν» «στυφὸν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν., Γράφει ἀκριβῶς τὸ σχετικὸ συνοδικὸ κείμενο σχετικὰ μὲ τὴν ἐφαρμογὴ οἰκονομίας στὴν νηστεία: «ἐπαφίεται εἰς τήν διάκρισιν τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νά καθορίσουν τήν φιλάνθρωπον οἰκονομίαν καί ἐπιείκειαν, ἀπαλύνουσαι, κατά τάς εἰδικὰς ταύτας περιπτώσεις, τὸ τυχὸν «στυφόν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν. Πάντα δέ ταῦτα ἐντός τῶν πλαισίων τῶν ὡς ἄνω λεχθέντων καί ἐπί τῷ σκοπῷ νά μή ἀτονήσῃ ποσῶς ὁ ἱερός θεσμός τῆς νηστείας. Ἡ φιλάνθρωπος αὕτη συγκατάβασις πρέπει νά ἀσκηθῇ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας μετά πάσης φειδοῦς, ὁπωσδήποτε δέ ἐπί τό ἐπιεικέστερον διά τάς νηστείας ἐκείνας, δι’ ἅς δέν ὑπάρχει ὁμοιόμορφος πάντοτε καί εἰς ἁπάσας τάς περιπτώσεις παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ».

Ὅμως γιὰ ὅποιον πιστόν ἔχει γνήσια πνευματικὴ ζωή, ἡ ἔκφραση γιὰ τὸ τυχὸν «στυφόν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν δὲν μπορεῖ παρά νὰ εἶναι ἀκατανόητη καὶ ἄστοχη, ἄν δὲν ὑπάρχει κάποιος ἐξωτερικὸς παράγοντας ποὺ ἀντικειμενικὰ δυσχεραίνει ἤ καὶ καθιστὰ ἀδύνατη τὴν τήρησή της. Τὸ πρόβλημα καὶ ἡ δυσκολία στὴν σημερινὴ ἐποχὴ ὅσον ἀφορὰ τὴν νηστεία δὲν βρίσκεται σὲ αὐτή, ἀλλὰ στὴν ἐκκοσμίκευση τῆς ζωῆς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποῖα θέλει ἀνέσεις καὶ κατὰ κόσμον χαρὲς καὶ δὲν ἀρέσκεται σὲ νηστείες, ἐγκράτειες καὶ φιλόπονους πνευματικοὺς ἀγῶνες, βλέποντάς τα αὐτὰ σὰν «στυφόν». Σὲ περιπτώσεις ὅμως ποὺ πραγματικὰ ὑπάρχουν ἐξωτερικὲς ἀντικειμενικὲς συνθήκες, ποὺ κάνουν δύσκολη ἤ ἀδύνατη τὴν τήρηση τῆς νηστείας, ὅπως τὸ συνοδικὸ κείμενο ἀναφέρει (τόσο “ἀσθένεια, στράτευσις, συνθῆκαι ἐργασίας κ.λπ”, ὅσο καὶ “εἰδικαί συνθῆκαι ἐπικρατοῦσαι εἴς τινας χώρας ἀπό πλευρᾶς κλίματος, καθώς καί κοινωνικο-οἰκονομικαί ἰδιαιτερότητες τινῶν χωρῶν λ.χ. ἀδυναμία εὑρέσεως νηστησίμων τροφῶν”), τότε σὲ τέτοιες περιπτώσεις, ὅσον ἀφορὰ καταστάσεις ὅπως τοῦ στρατοῦ ἤ κάποιων θέσεων ἐργασίας, ὅπου μπορεῖ νὰ μὴν ἔχει κάποιος ἐπιλογὲς δίαιτας νηστίσιμης ἤ ὄχι, καὶ ὅπου γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὰ καθήκοντά του χρειάζεται τὴν ἀπαραίτητη τροφὴ, τέτοια ποὺ δὲν ἀφήνει περιθώριο τήρησης νηστείας, τότε μπορεῖ κάποιος νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ κάτι στὸ ὁποῖο δὲν ἔχει ἐπιλογὴ, ἅν ὅντως δὲν ἔχει, ἤ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ ἄν δὲν φάει αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ ἀνταπεξέλθει στὴ ὅντως ἐπιβαρυμένη ἐργασία ποὺ ἔχει νὰ κάνει;  Καὶ ὅσον ἀφορὰ περιοχὲς ποὺ ὑπάρχουν περιορισμένα εἴδη τροφῶν ἤ γενικῶς ὑπάρχουν σοβαρὲς ἐλλείψεις βασικῶν τροφῶν, οἱ ἄνθρωποι τότε βρίσκονται, καὶ μάλιστα συνεχῶς, σὲ ἕνα είδος νηστείας ἀπὸ τροφὴ, καὶ εἶναι καὶ αὐτὸ ἄσκηση, ἡ ὁποία ὄχι μόνο μπορεῖ νὰ ἀποβαίνει ἰδιαίτερα βαριά, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ φτάνει νὰ δημιουργεῖ καὶ ζήτημα ἐπιβίωσης. Τέτοιες περιπτώσεις, ὡς εὐκολονόητο, ἤδη τοποθετοῦνται στὴν περιοχὴ τῆς οἰκονομίας, κατὰ τὸ πνεύμα τῶν ἱερῶν κανόνων (ποὺ εἶναι παθοκτόνοι, καὶ ὄχι σωματοκτόνοι), λόγω τῶν εἰδικῶν ἀναγκῶν διατροφῆς ποὺ ὑπάρχουν σὲ αὐτὲς, ὅπως ἔχουν οἱ ἀσθενεῖς.

Ἄρα στὴν πραγματικότητα τὸ συνοδικὸ κείμενο δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ προσθέσει τίποτα στὰ ὅσα ἤδη ὁρίζουν οἱ σοφοὶ ἱεροὶ κανόνες τῶν θεοφόρων ἁγίων Πατέρων, καὶ ἄν καὶ μποροῦσε νὰ ἀναφερθεῖ σὲ ἐπισημάνσεις σὰν τὶς παραπάνω, ὅμως δὲν ὠφελεῖ ἡ ἀναφορὰ τουλάχιστον στὸ “ὅτι σήμερον πολλοί πιστοί δέν τηροῦν ἁπάσας τάς περί νηστείας διατάξεις, εἴτε ἐξ ὀλιγωρίας”. Γιατὶ ἡ ὀλιγωρία δὲν μπορεῖ νὰ συμπεριληφθεῖ στοὺς λόγους οἰκονομίας, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ἡ συγκεκριμένη παράγραφο, καὶ ἡ ὁποία γίνεται πάντα, σύμφωνα μὲ τὸ ἁγιοπατερικὸ πνεύμα, ὅταν τὸ ἐπιβάλλει πραγματικὴ ἀνάγκη. Ἐπίσης δὲν εἶναι κατάλληλο γιὰ τέτοιο κείμενο νὰ ἀναγράφει τὸν χαρακτηρισμὸ «στυφόν» σχετίζοντάς τον μὲ τὸν ὁποιοδήποτε τρόπο μὲ τὴν νηστεία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τρόπο ἔνθεου ἀγώνα καὶ μέσο ἐπισκέψεως καὶ φώτισης ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη τοῦ ἀνθρώπου. Τέλος δὲν βοηθάει καὶ ἡ ἐξῆς ἀναφορὰ στὴν οἰκονομία: “ἐπί τό ἐπιεικέστερον διά τάς νηστείας ἐκείνας, δι’ ἅς δέν ὑπάρχει ὁμοιόμορφος πάντοτε καί εἰς ἁπάσας τάς περιπτώσεις παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἀναζητοῦνται περιθώρια διαφοροποίησης καὶ ἀνομοιομορφίας, βάση τῆς “παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”, χάριν μιὰς ἐλαστικότερης καὶ εὔκολα διευρυνόμενης οἰκονομίας, ἀντὶ νὰ τονίζεται ἡ ἀνάγκη ὁμοιομορφίας σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε, βασισμένης στοὺς κοινοὺς ἱεροὺς κανόνες, οἱ ὁποῖοι προβλέπουν βέβαια καὶ τὴν οἰκονομία ὅπου εἶναι ἀναγκαία αὐτή, καὶ ἡ ὁποία ὁμοιομορφία θὰ ἐνισχύει τὴν ἑνότητα, σὲ συμφωνία μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης.  Θὰ ἤταν καλὸ καὶ θὰ ἐνέπνεε ἐμπιστοσύνη ἄν τὸ κείμενο ἔκφραζε μὲ σαφήνεια καὶ ἦταν ἰκανὸ νὰ πείσει ὅτι στὶς μέρες μας αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ὑπάρχει μεγάλη ἀνάγκη εἶναι νὰ τηροῦνται οἱ νηστείες ὅπως μας παραδώθηκαν, ὅπου καὶ ὅποτε κάποιος σοβαρὸς λόγος δὲν ἐπιτάσσει κάτι διαφορετικό, ὥστε μεταξύ τῶν ἄλλων ὠφελειῶν τους πρὸς ἐμᾶς, ὅλες αὐτὲς τὶς ὁποῖες ἐξηγήσαμε παραπάνω, εἶναι οἱ νηστείες καὶ σημαντικὸ μέσο ἐνότητας τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.   

Σημείωση. Ἡ ὅλη ἐργασία μας ποὺ ἔχουμε δημοσιεύσει ἕως τῶρα γύρω ἀπὸ τὸ σχετικό θέμα εἶναι ἡ ἐξῆς:

1) Κατὰ Θεὸ ἤ κατὰ ἄνθρωπο ἡ «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο»;

2) Ἡ προδοσία τοῦ Χριστοῦ ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης.

3α) Ἡ μεγάλη τρύπα στὸ καράβι καὶ τὸ ΠΣΕ.

3β) Ποιὸ καλὸ μπορεῖ νὰ ἔχει ἡ συμμετοχή μας στὸ ΠΣΕ;

4) Εἰσδοχὴ στὴν Ὀρθοδοξία μὲ ἀκρίβεια ἤ μὲ οἰκονομία - Ἐγκυρότητα ἑτέρων βαπτισμάτων.

5) Ἡ "ἱστορικὴ ὀνομασία ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν".

6) Ἡ "ὀνομασία…Ἐκκλησιῶν", τὸ "ἀνθρώπινο πρόσωπο" καὶ ἡ μοντέρνα θεολογία τῆς Δύσης.

7) Oἰκουμενισμὸς - Ὁ  Χριστὸς ξανασταυρώνεται.

8) Στὰ ἐνδότερα τῆς ἐν Κολυμπάρι Συνόδου. - Κριτικὴ στὶς σχετικὲς δηλώσεις τοῦ κ.Βλ.Φειδᾶ.

9) Οἱ μικτοὶ γάμοι καὶ ὁ Φινεές.

10) Τὸ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ – ἡ ἐν Κρήτη Σύνοδος καὶ ἡ θέση τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας, οἱ θέσεις τῶν ἄλλων καὶ τὸ μέλλον της.

11) Περὶ τῶν θέσεων τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐπὶ τῶν κειμένων τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης.

12) Ὅλη ἡ ἀλήθεια περὶ τῆς ὀνομασίας “ἐκκλησίες” γιὰ τοὺς ἐτεροδόξους.

13) Περὶ νηστείας, γενικὰ καὶ κατὰ τὴν ἐν Κρήτη Σύνοδο.
 

Πηγή: Ακτίνες

Ἡ νηστεία στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιὰς Διαθήκης.
Ὁ θεσμός τῆς νηστείας εἶναι συνομήλικος τοῦ ἀνθρώπινου γένους, θεσπισμένος ὡς ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ δώθηκε στὸν πρωτόπλαστο: “καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ λέγων· ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ·” (Γεν. 2, 16-17). 

Τὸ νόημα καὶ ἡ οὐσία της δὲν βρισκόταν σὲ αὐτὸ ποὺ φαινόταν, δηλαδὴ στὴν παρουσία τοῦ “ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν ”  στὸν “παράδεισον ἐν Ἐδὲμ ” (Γεν. 2, 8), οὔτε σὲ αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο προοριζόταν ὁ καρπός του, δηλαδὴ γιὰ τὴν κοιλία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ εἶχε πλάσει ὁ Θεός, ἀλλὰ ἡ σημασία καὶ ἡ ὠφέλεια τῆς ἐντολῆς γιὰ νηστεία βρισκόταν στὴν ζητούμενη ὑπακοή του πλάσματος πρὸς τὸν Κτίστη του.  Αὐτὸ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ ἀντιληφθεῖ καλὰ καὶ νὰ κατανοήσει βαθιὰ καὶ ἀμετάβλητα εἰς τὸ ἐξῆς ὡς μόνιμη καὶ ἀναλλοίωτη γνώση του, ὅτι δὲν εἶναι ἀνεξάρτητος, οὔτε μπορεῖ νὰ γίνει ποτέ, ἀλλὰ ἔχει αἰτία καὶ ἀναφορὰ τῆς ὑπάρξεως καὶ ζωῆς του πρὸς τὸν Πλάστη του, ποὺ μονίμως ἔχει τὴν ἀνάγκη Του καὶ Ἐκεῖνος γι᾿ αὐτὸ δὲν παύει νὰ εἶναι κοντά Του: “Ἀδάμ, ποῦ εἶ;“ (Γεν. 3, 9). Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν ἀπαραίτητη τροφὴ γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του  “ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ”, Ἐκεῖνος ὅμως ἔχει τὴν ἐξουσία καὶ τὸ δικαίωμα νὰ τοῦ ἀπαγορέψει μιὰ τροφή: “ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ·”. Ὁ Ἀδάμ εἶχε τὴν ἐπιλογὴ νὰ ἀναγνωρίσει αὐτὴ τὴν πραγματικότητα ποὺ διδασκόταν ἀπὸ αὐτὴ τὴν θεῖα ἐντολὴ μὲ τὴν τήρησή της, ἤ νὰ τὴν παρέλθει καὶ νὰ μὴν τῆς δώσει τὴν ὀφειλομένη σημασία σὰν νὰ ἤταν κάτι δευτερεύον. Ἦταν ὅμως πρωτεύων, γιατὶ μέσω αὐτῆς τῆς ἀναγνώρισης πρὸς τὸν Δημιουργό Του μποροῦσε ἀπὸ τὴν μιὰ νὰ διασφαλίσει τὴν ἀτερμάτιστη συνέχιση τῆς ἀθάνατης ζωῆς ποὺ τοῦ εἶχε δωρηθεῖ, καὶ μάλιστα ζωῆς ἐν τῆ τρυφῆ τοῦ Παραδείσου, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀποτελοῦσε αὐτὴ μιὰ μοναδικὴ εὐκαιρία νὰ ἐκφράσει τὴν ἀπέραντη εὐχαριστία καὶ λατρεία Του πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ζωή του ποὺ ἔλαβε ἀπὸ Αὐτόν, γιὰ τὰ ἀγαθά του ποὺ τοῦ εἶχε παρέχει ἄφθονα στὴν διάθεσή του γιὰ νὰ τὰ ἀπολαμβάνει καὶ γιατὶ τὸν εἶχε τάξει διαχειριστὴ τῆς Δημιουργίας Του, Βασιλέα της, ὡς κορωνίδα αὐτῆς, ὑποτάσσοντάς την στὴν ἐξουσία του.
Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ Ἀδάμ ἀποδεικνύεται τόσο ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς Δημιουργίας του (“καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν.”, Γεν. 2, 7, ὅπως καὶ “εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν”, Γεν. 2, 26), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ποιότητα αὐτῆς ποὺ τοῦ ἐξασφάλισε ἡ Πλάστης του μὲ τὰ πλούσια ἀγαθὰ, μὲ τὰ ὁποία τοῦ ἱκανοποιοῦσε τὶς ἀνάγκες του καὶ τὸν γέμιζε εὐχαρίστηση (“Καὶ ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασε. καὶ ἐξανέτειλεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου”, Γεν. 2, 8,9, καὶ ἐπίσης “ποταμὸς δὲ ἐκπορεύεται ἐξ Ἐδὲμ ποτίζειν τὸν παράδεισον· ἐκεῖθεν ἀφορίζεται εἰς τέσσαρας ἀρχάς… τὸ δὲ χρυσίον τῆς γῆς ἐκείνης καλόν· καὶ ἐκεῖ ἐστιν ὁ ἄνθραξ καὶ ὁ λίθος ὁ πράσινος.”, Γεν. 2, 10-12), ὅπως καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι τὸν κατέστησε ἀρμόδιο στὸν Παράδεισο (“ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν.”, Γεν. 2, 15) καὶ κυρίαρχο ὅλης τῆς κτίσης (“καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς.”, Γεν. 1, 26, καὶ “καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ ὀνόματα πᾶσι τοῖς κτήνεσι καὶ πᾶσι τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τοῦ ἀγροῦ·”, Γεν. 2, 20). Θὰ ἐκτιμοῦσε λοιπὸν μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὁ πρωτόπλαστος τὴν πατρικὴ ἀγάπη καὶ πρόνοια τοῦ εὐεργέτη του Θεοῦ του πρὸς αὐτὸν; Θὰ ἐπίλεγε τελικὰ τὴν τήρηση τῆς ἐντολῆς Του, ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα; Θὰ τὸν ὑπάκουε ὡς ὄφειλε ἔως τέλους; Θὰ ἀντιλαμβανόταν τὴν βαρύτητα τῆς σημασίας τῆς ὑπακοῆς σὲ Ἐκείνον ποὺ τὸν ἔφερε στὴν ὕπαρξη καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν ζωή, καὶ μάλιστα Βασιλική ζωὴ ἐν τῶ Παραδείσω; Ἄλλωστε στὴν πραγματικότητα μὲ τὴν ἐντολή αὐτὴ ὁ Κτίστης δὲν τοῦ στεροῦσε ἀπολύτως τίποτα, ἀλλὰ ἐκεῖ γύρω ἀπὸ τὸ ἀπαγορευμένο δένδρο, ἦταν καὶ τὰ ὑπόλοιπα δένδρα ποὺ μποροῦσε νὰ γευθεῖ, καθένα ἔχοντας καρπὸ ”ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν” (Γεν. 2, 9),  ὅπου μάλιστα ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἦταν καὶ τὸ δένδρο τῆς ζωῆς.
Ἡ πρώτη αὐτὴ ἐντολὴ τοῦ Κτίστου θὰ τὸν βοηθοῦσε ἐκτὸς τῶν παραπάνω καὶ σὲ κάτι ἀκόμα: ὡς κορωνίδα καὶ κυρίαρχος τῆς Δημιουργίας τοῦ Πλάστη, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποδείξει τὴν ἀξία του γι’ αὐτὴ τὴν μέγιστη τιμὴ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Δημιουργό, κυριαρχῶντας μὲ τὸν ἡγεμονικό νοῦ που τοῦ χάρισε ὁ Δημιουργός πάνω στὸ ἴδιο του τὸ σῶμα, μὴν ἐπιτρέποντας στὶς σωματικὲς ἐπιθυμίες του νὰ εἶναι ἀνεξέλεγκτες, ἀλλά θέτοντάς τους κάποιο ὅριο, κάνοντας τὴν ὁρισμένη ἀπὸ Ἐκείνον ἐγκράτεια, ὅντως ἀξιοποιῶντας ἔτσι τὸ αὐτεξούσιο που του χάρισε Ἐκεῖνος, καὶ ὁδηγούμενος ἔτσι στὴν πνευματική καὶ ἀληθινὴ ἐλευθερία. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ ἀποτελοῦσε τὴν πραγμάτωση τοῦ καθ᾿ ὁμοίωση, τῆς δυνατότητας αὐτῆς ποὺ τοῦ χάρησε ὁ Δημιουργὸς ὅταν τὸν ἔφερε στὴν ζωή. Ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει στὴ καθ᾿ ὁμοίωση του μὲ τὸν Κτίστη του, μέσω Αὐτοῦ καὶ σὲ ἀναφορὰ μὲ Αὐτόν, μὲ τὴν χάρη Του, καὶ ὄχι μέσω τῆς χειραφέτησής του ἀπὸ Αὐτὸν, ἀνεξαρτηποιημένος ἀπὸ Αὐτόν, μόνος του ἀτομικὰ καὶ ἐγωιστικά, ὅπως τελικά ἐπιδίωξε μὲ τὴν ἀθέτηση τῆς ἐντολῆς. Ἡ ὁδός πρὸς θέωση καὶ τὴν γνώση τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἦταν ἀκριβῶς ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ νὰ μὴν φάνε ἀπὸ “τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν”. Tότε ὄχι μόνο θὰ ζούσαν, ἀλλὰ καὶ ἡ ὑπακοὴ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε στὸν προορισμό τους, στὴ θέωση, ἐνῶ ἡ ἀνυπακοὴ ὄχι μόνο θὰ τοὺς στεροῦσε τὴν θέωση, ἀλλὰ καὶ τὴν ζωή. Θὰ γνώριζαν τὸ κακὸ, γιατὶ ἐγκατέλειψαν τὸ Θεὸ ποὺ εἶναι τὸ καλὸ, καὶ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ κακὸ  θὰ ἤταν ἡ τιμωρία τους: “ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε.” (Γεν. 2, 17).
Ἀπὸ μόνος του ὁ Ἀδάμ βέβαια ἔμενε κοντὰ στὸν Δημιουργό Του καὶ δὲν πρόκειται μόνος του νὰ προχωροῦσε νὰ Τὸν δυσαρεστοῦσε, κάνοντας ἀνυπακοὴ στὴν ἐντολή, ὅμως ὅταν εἶχε δίπλα του καὶ τὴν σύντροφό του, βρήκε ὁ παραμονεύον γιὰ νὰ τοὺς παρασύρει, περιθώριο νὰ ἐμπλακεῖ στὴν σχέση τους  μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ διέβαλε Αὐτὸν καὶ τὰ λόγια Του (“καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί· οὐ θανάτῳ ἀποθανεῖσθε· ᾔδει γὰρ ὁ Θεός, ὅτι ᾗ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑμῶν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν.”, Γεν. 3, 4-5). Ἔτσι, σὲ μιὰ στιγμὴ ἀνετοιμότητας τοῦ ζεύγους, παρέσυρε αὐτὴν καὶ μέσω αὐτῆς καὶ τὸν σύντροφό της (“καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖον ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον”, Γεν. 3, 6). Ἔτσι ἡ πρώτη ἀνυπακοὴ, ποὺ ἀποτέλεσε τὴν πρώτη πτώση, συντελέστηκε λόγω ἀκράτειας στὸ φαγητὸ καὶ νίκης τῆς σωματικῆς ἐπιθυμίας τῆς κοιλίας πάνω στὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, κάνοντάς τον δούλο της, μὲ ὀδυνηρὲς συνέπειες: “ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ·” (Γεν. 3, 18-19) καὶ συνεχίζοντας “εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν· καὶ νῦν μή ποτε ἐκτείνῃ τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθη. καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.” (Γεν. 3, 22-24).
Αὐτὸ ἤταν τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι δὲν κατάλαβαν ἔγκαιρα ὅτι θεοὺς μπορεί νὰ τοὺς κάνει, ὅπως καὶ μπορεῖ νὰ τοὺς δώσει τὴν ἀληθινὴ γνώση, Ἐκεῖνος μόνο ποὺ τοὺς ἔπλασε καὶ τοὺς ἔδωσε αὐτὴ τὴν δυνατότητα τῆς θέωσης, καὶ Τοῦ ὀφείλουν πάντα εὐχαριστία καὶ δοξολογία ὡς Ἐκείνον ἀπὸ τὸν ὁποῖο λαμβάνουν τὴν ζωὴ και πάντα τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν καὶ ἀπολαμβάνουν, ἐνῶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ ἀπὸ ἕναν καρπὸ, ἤ τὸν ὄφιν, ποὺ χρησιμοποίησε τὸν καρπὸ σὰν δόλωμα γιὰ νὰ τοὺς παρασύρει στὴν ανυπακοή καὶ στὸ θάνατο, ποὺ καὶ αὐτὰ ὁ Θεὸς τὰ δημιούργησε. Ἡ ὁδός πρὸς τὴν θέωση διανύεται ἀπὸ τὸν νοῦ μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα  τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, καὶ ἡ ἐγκράτεια εἶναι ἀπαραίτητη ὥστε νὰ μὴν παρασύρεται ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἐπιθυμίες καὶ ὑποδουλώνεται ἀπὸ τὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας, τὸ ὁποῖο τὸν σέρνει ἔρμαιο τῆς κοιλίας, ἡ ὁποῖα καὶ ἔτσι θεοποιεῖται, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο σωματικὸ πάθος. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ πρώτος αἴτιος τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, ποὺ τὸν παρέσυρε νὰ ἁμαρτήσει μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῆς κοιλίας του, ὁ ὄφις, τιμωρήθηκε ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ ἔγινε πράξη ἡ ἁμαρτία ποὺ προξένησε, δηλαδὴ στὴν κοιλία: “ἐπὶ τῷ στήθει σου καὶ τῇ κοιλίᾳ πορεύσῃ καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου.” (Γεν. 3, 14).  Ὄχι μόνο νὰ κινεῖται σερνόμενος μὲ τὴν κοιλία, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν γεμίζει τρώγοντας χώμα σὲ ὅλη του τὴν ζωή.
Ἡ νηστεία στὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ὁ θάνατος ποὺ εἰσήλθε στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν πτώση τοῦ πρωτοπλάστου λόγω τῆς ἀνυπακοή του στὴν πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀποτελοῦσε κανόνα νηστείας, τελικὰ νικήθηκε καὶ ἐξουδετερώθηκε χάρη στὴν ἔλευση τοῦ Σωτήρος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο μὲ τὴν ἐνανθρώπισή Του, ἡ ὁποία κατέληξε στὴν σταυρική θυσία Του ὑπέρ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους μέσα στὴν ἄφατο γι᾿ αὐτό ἀγάπη Του. Καταργήθηκε αὐτὸς πνευματικὰ γιὰ ὅσους πιστεύουν στὸ Χριστό, ἄν καὶ φυσικῶς συνεχίζει νὰ ὑφίσταται γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους, μέχρι ὅμως τὴν ἡμέρα τῆς μέλλουσας καθολικῆς ἀνάστασης ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς ἀνακαίνισης τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἡ ἴδρυση τῆς Ἐκκλησίας ὡς σῶμα Χριστοῦ μετὰ τὴν ἔλευση, τὸ πάθος, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔδωσε στὴν νηστεία καὶ ἕνα ἄλλο νόημα καὶ σκοπὸ ἐκτὸς τῶν παραπάνω στοὺς ὁποίους ἀναφερθήκαμε. Ἔχοντας ὁρίσει συγκεκριμένες ἡμέρες καὶ χρονικὲς περιόδους νηστείας κρατάει τὰ ζωντανά μέλη Της, ποὺ τηροῦν τὶς νηστείες ὑπακούοντας στοὺς ἱεροὺς κανόνες Της, πορευόμενα ἑνωμένα μαζὶ ὡς  συνοδοιπόροι στὸν δρόμο ἑνὸς κοινοῦ ἀγώνα, μὲ σύμπνοια καὶ ὁμόνοια, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα καὶ στὸ θέμα “τῆς βρώσις καὶ τῆς πόσις”. Μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι δυνατὸν νὰ παρακαθίσουμε ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας στὸ ἴδιο τραπέζι στὸν ἴδιο τόπο, ὅμως μποροῦμε νὰ μεταβάλλουμε τὴν δίαιτά μας μὲ τὸν ἴδιο τρόπο σὲ διάφορα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα καὶ συγκεκριμένες ἡμέρες, ὥστε μαζί νὰ καταλύουμε καὶ μαζί νὰ νηστεύουμε. Καὶ ἔτσι γίνεται κατὰ κάποιο τρόπο καὶ μιὰ σύνδεση καὶ ἀναφορὰ στὴν κοινοβιακὴ ζωὴ τῆς μικρῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων καὶ τὶς “’ἀγάπες” τῆς τότε ἐποχῆς. Ἄν καὶ ἄλλαξε ὁ τρόπος, καὶ στὶς δύο περιπτώσεις τῶν διαφορετικῶν ἐποχῶν στὸ ἴδιο θέμα ἐκφράζεται τὸ ἴδιο πνεύμα. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θέλει τὰ παιδιά της ἐνωμένα σὰν ἀδέλφια καὶ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο. 
Καὶ αὐτὸ ἰσχύει σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις. Ἀκόμα καὶ οἱ αὐστηρὰ ἀσκούμενοι ἀναχωρητές, ποὺ ἡ ἐγκράτειά τους εἶναι γιὰ ὅλους τοὺς ἄλλους, ὑπεράνθρωπη, ὅμως καὶ αὐτοὶ ἀκολουθοῦν τὶς καθιερωμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία χρονικὲς περιόδους ἐναλλαγῆς κατάλυσης-νηστείας καὶ μειώνουν ἤ αὐξάνουν τὴν ἐγκράτειά τους ἀνάλογα. Ἐπίσης ὅσον ἀφορὰ τὴν διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν στὰ ἡμερολόγια, μεταξὺ τῶν ἐν κοινωνία τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ κάποιες ἀκολουθοῦν τὸ παλαιό καὶ οἱ ὑπόλοιπες ἀκολουθοῦν τὸ νέο, καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ μεγαλύτερη νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐπειδὴ ἀκολουθεῖ τὶς κινητὲς ἑορτὲς ποὺ εἶναι ἀνεξάρτητες ἀπὸ τὶς ἀκριβεῖς ἡμερομηνίες καὶ κοινὲς καὶ στὰ δύο ἡμερολόγια, συμπίπτει καὶ αὐτὴ χρονικὰ ἀκριβῶς τὴν ἴδια περίοδο σὲ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἀλλὰ καὶ στὴ δεύτερη μεγάλη νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι ἡ σαρανταήμερη τῶν Χριστουγέννων, τὶς περισσότερες ἡμέρες τῆς νηστείας (εἱκοσιεπτὰ) συμπίπτουν χρονικὰ οἱ περίοδοι διάρκειάς της μεταξὺ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν μὲ διαφορετικὰ ἡμερολόγια, ἄν καὶ ἡ ἑορτὴ κάθε ἡμέρας δὲν εἶναι βέβαια ἡ ἴδια, ἐξαρτώμενη ἀπὸ τὸ τοπικό ἡμερολόγιο. Ἔτσι οἱ νηστείες τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελοῦν ἕναν ἑνωτικὸ δεσμὸ τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων, μὲ τὴν σύγχρονη ἀπὸ ὅλους τήρησή της, ἀκολουθῶντας ὅλοι μαζὶ μὲ αὐτὲς τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησία τους καὶ Λυτρωτοῦ τῶν ἀνθρώπων, ὁ ὁποῖος πρὶν τὴν ἔναρξη τῆς δημόσιας δράσης του νήστευσε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, ἄν καὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ ὑπακούσει σὲ ἐντολές, καθῶς ὁ ἴδιος ἤταν ὁ ἐντολοδότης, οὔτε εἶχε ἀνάγκη νὰ ὑποτάξει τὶς ἐπιθυμίες του, καθῶς δὲν εἶχε τὴν παραμικρὴ ροπὴ πρὸς διαβλητὰ πάθη. 
Τὸ θέμα τῆς νηστείας στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης.
Μὲ τὸ θέμα τῶν νηστειῶν, τὴν ὁποία θέσπισαν μὲ σοφία οἱ ἁγίοι Πατέρες συνοδικά, φωτιζόμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεύμα, μέσα στοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, πρίν πολλοὺς αἰῶνες, προβλέποντας καὶ τὴν οἰκονομία σὲ αὐτὴν σὲ μερικὲς περιπτώσεις ἀνάγκης, ποὺ δὲν ἐπιτρέπουν τὴν τήρησή της, ὅπως μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ περίπτωση ἀσθένειας, ἀσχολήθηκε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας καὶ ἡ Σύνοδος ποὺ ἔλαβε χώρα στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης τὸν περασμένο Ἰούνιο καὶ συμμετείχαν δέκα τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Καὶ ἐνῶ τὸ σχετικὸ κείμενό της (“Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καὶ ἡ τήρησης αὐτῆς σήμερον“) ἀναφέρεται στὶς ἑπτὰ πρώτες παραγράφους του καθῶς ὄφειλε στὸ θεσμὸ τῆς νηστείας, στὴν ἱστορία της, στὴν σημασία καὶ σπουδαιότητά της, καὶ στην ἀναγκαιότητα τῆς τήρησης τῶν ἱερῶν νηστειῶν ποὺ ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία στοὺς ἱεροὺς κανόνες της, ὡστόσο στὴν ὅγδοη παράγραφο μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς «ὅτι σήμερον πολλοί πιστοί δέν τηροῦν ἁπάσας τάς περί νηστείας διατάξεις, εἴτε ἐξ ὀλιγωρίας εἴτε λόγῳ τῶν ὑπαρχουσῶν συνθηκῶν ζωῆς, οἱαιδήποτε κἄν ὦσιν αὗται» καὶ ἀποτελοῦν αὐτὲς οἱ  περιπτώσεις τὶς «περιπτώσεις αὗται τῆς χαλαρώσεως τῶν περί νηστείας ἱερῶν διατάξεων, εἴτε εἶναι γενικώτεραι, εἴτε ἀτομικαί», καταλήγει σὲ μιὰ διεύρυνση πέρα τῶν ὁρίων στὴν οἰκονομία ὅσον ἀφορὰ τὴν νηστεία, τὰ ὁποία ὅρια εἶχαν θεσπίσει οἱ ἁγίοι Πατέρες γιὰ νὰ καθορίζουν ποιὲς εἶναι οἱ δυνατότητες ποὺ ὑπάρχουν γιὰ ἐφαρμογὴ αὐτῆς, μεταθέτοντάς τα αόριστα καὶ ἀσαφὴ «ἐπί τό ἐπιεικέστερον». Ἔτσι ὥστε νὰ «ἀπαλύνουσαι» τὸν  «τυχὸν» «στυφὸν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν., Γράφει ἀκριβῶς τὸ σχετικὸ συνοδικὸ κείμενο σχετικὰ μὲ τὴν ἐφαρμογὴ οἰκονομίας στὴν νηστεία: «ἐπαφίεται εἰς τήν διάκρισιν τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νά καθορίσουν τήν φιλάνθρωπον οἰκονομίαν καί ἐπιείκειαν, ἀπαλύνουσαι, κατά τάς εἰδικὰς ταύτας περιπτώσεις, τὸ τυχὸν «στυφόν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν. Πάντα δέ ταῦτα ἐντός τῶν πλαισίων τῶν ὡς ἄνω λεχθέντων καί ἐπί τῷ σκοπῷ νά μή ἀτονήσῃ ποσῶς ὁ ἱερός θεσμός τῆς νηστείας. Ἡ φιλάνθρωπος αὕτη συγκατάβασις πρέπει νά ἀσκηθῇ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας μετά πάσης φειδοῦς, ὁπωσδήποτε δέ ἐπί τό ἐπιεικέστερον διά τάς νηστείας ἐκείνας, δι’ ἅς δέν ὑπάρχει ὁμοιόμορφος πάντοτε καί εἰς ἁπάσας τάς περιπτώσεις παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ».
Ὅμως γιὰ ὅποιον πιστόν ἔχει γνήσια πνευματικὴ ζωή, ἡ ἔκφραση γιὰ τὸ τυχὸν «στυφόν» τῶν ἱερῶν νηστειῶν δὲν μπορεῖ παρά νὰ εἶναι ἀκατανόητη καὶ ἄστοχη, ἄν δὲν ὑπάρχει κάποιος ἐξωτερικὸς παράγοντας ποὺ ἀντικειμενικὰ δυσχεραίνει ἤ καὶ καθιστὰ ἀδύνατη τὴν τήρησή της. Τὸ πρόβλημα καὶ ἡ δυσκολία στὴν σημερινὴ ἐποχὴ ὅσον ἀφορὰ τὴν νηστεία δὲν βρίσκεται σὲ αὐτή, ἀλλὰ στὴν ἐκκοσμίκευση τῆς ζωῆς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποῖα θέλει ἀνέσεις καὶ κατὰ κόσμον χαρὲς καὶ δὲν ἀρέσκεται σὲ νηστείες, ἐγκράτειες καὶ φιλόπονους πνευματικοὺς ἀγῶνες, βλέποντάς τα αὐτὰ σὰν «στυφόν». Σὲ περιπτώσεις ὅμως ποὺ πραγματικὰ ὑπάρχουν ἐξωτερικὲς ἀντικειμενικὲς συνθήκες, ποὺ κάνουν δύσκολη ἤ ἀδύνατη τὴν τήρηση τῆς νηστείας, ὅπως τὸ συνοδικὸ κείμενο ἀναφέρει (τόσο “ἀσθένεια, στράτευσις, συνθῆκαι ἐργασίας κ.λπ”, ὅσο καὶ “εἰδικαί συνθῆκαι ἐπικρατοῦσαι εἴς τινας χώρας ἀπό πλευρᾶς κλίματος, καθώς καί κοινωνικο-οἰκονομικαί ἰδιαιτερότητες τινῶν χωρῶν λ.χ. ἀδυναμία εὑρέσεως νηστησίμων τροφῶν”), τότε σὲ τέτοιες περιπτώσεις, ὅσον ἀφορὰ καταστάσεις ὅπως τοῦ στρατοῦ ἤ κάποιων θέσεων ἐργασίας, ὅπου μπορεῖ νὰ μὴν ἔχει κάποιος ἐπιλογὲς δίαιτας νηστίσιμης ἤ ὄχι, καὶ ὅπου γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὰ καθήκοντά του χρειάζεται τὴν ἀπαραίτητη τροφὴ, τέτοια ποὺ δὲν ἀφήνει περιθώριο τήρησης νηστείας, τότε μπορεῖ κάποιος νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ κάτι στὸ ὁποῖο δὲν ἔχει ἐπιλογὴ, ἅν ὅντως δὲν ἔχει, ἤ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ ἄν δὲν φάει αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ ἀνταπεξέλθει στὴ ὅντως ἐπιβαρυμένη ἐργασία ποὺ ἔχει νὰ κάνει;  Καὶ ὅσον ἀφορὰ περιοχὲς ποὺ ὑπάρχουν περιορισμένα εἴδη τροφῶν ἤ γενικῶς ὑπάρχουν σοβαρὲς ἐλλείψεις βασικῶν τροφῶν, οἱ ἄνθρωποι τότε βρίσκονται, καὶ μάλιστα συνεχῶς, σὲ ἕνα είδος νηστείας ἀπὸ τροφὴ, καὶ εἶναι καὶ αὐτὸ ἄσκηση, ἡ ὁποία ὄχι μόνο μπορεῖ νὰ ἀποβαίνει ἰδιαίτερα βαριά, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ φτάνει νὰ δημιουργεῖ καὶ ζήτημα ἐπιβίωσης. Τέτοιες περιπτώσεις, ὡς εὐκολονόητο, ἤδη τοποθετοῦνται στὴν περιοχὴ τῆς οἰκονομίας, κατὰ τὸ πνεύμα τῶν ἱερῶν κανόνων (ποὺ εἶναι παθοκτόνοι, καὶ ὄχι σωματοκτόνοι), λόγω τῶν εἰδικῶν ἀναγκῶν διατροφῆς ποὺ ὑπάρχουν σὲ αὐτὲς, ὅπως ἔχουν οἱ ἀσθενεῖς.
Ἄρα στὴν πραγματικότητα τὸ συνοδικὸ κείμενο δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ προσθέσει τίποτα στὰ ὅσα ἤδη ὁρίζουν οἱ σοφοὶ ἱεροὶ κανόνες τῶν θεοφόρων ἁγίων Πατέρων, καὶ ἄν καὶ μποροῦσε νὰ ἀναφερθεῖ σὲ ἐπισημάνσεις σὰν τὶς παραπάνω, ὅμως δὲν ὠφελεῖ ἡ ἀναφορὰ τουλάχιστον στὸ “ὅτι σήμερον πολλοί πιστοί δέν τηροῦν ἁπάσας τάς περί νηστείας διατάξεις, εἴτε ἐξ ὀλιγωρίας”. Γιατὶ ἡ ὀλιγωρία δὲν μπορεῖ νὰ συμπεριληφθεῖ στοὺς λόγους οἰκονομίας, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ἡ συγκεκριμένη παράγραφο, καὶ ἡ ὁποία γίνεται πάντα, σύμφωνα μὲ τὸ ἁγιοπατερικὸ πνεύμα, ὅταν τὸ ἐπιβάλλει πραγματικὴ ἀνάγκη. Ἐπίσης δὲν εἶναι κατάλληλο γιὰ τέτοιο κείμενο νὰ ἀναγράφει τὸν χαρακτηρισμὸ «στυφόν» σχετίζοντάς τον μὲ τὸν ὁποιοδήποτε τρόπο μὲ τὴν νηστεία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τρόπο ἔνθεου ἀγώνα καὶ μέσο ἐπισκέψεως καὶ φώτισης ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη τοῦ ἀνθρώπου. Τέλος δὲν βοηθάει καὶ ἡ ἐξῆς ἀναφορὰ στὴν οἰκονομία: “ἐπί τό ἐπιεικέστερον διά τάς νηστείας ἐκείνας, δι’ ἅς δέν ὑπάρχει ὁμοιόμορφος πάντοτε καί εἰς ἁπάσας τάς περιπτώσεις παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἀναζητοῦνται περιθώρια διαφοροποίησης καὶ ἀνομοιομορφίας, βάση τῆς “παράδοσις καί πρᾶξις ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ”, χάριν μιὰς ἐλαστικότερης καὶ εὔκολα διευρυνόμενης οἰκονομίας, ἀντὶ νὰ τονίζεται ἡ ἀνάγκη ὁμοιομορφίας σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε, βασισμένης στοὺς κοινοὺς ἱεροὺς κανόνες, οἱ ὁποῖοι προβλέπουν βέβαια καὶ τὴν οἰκονομία ὅπου εἶναι ἀναγκαία αὐτή, καὶ ἡ ὁποία ὁμοιομορφία θὰ ἐνισχύει τὴν ἑνότητα, σὲ συμφωνία μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης.  Θὰ ἤταν καλὸ καὶ θὰ ἐνέπνεε ἐμπιστοσύνη ἄν τὸ κείμενο ἔκφραζε μὲ σαφήνεια καὶ ἦταν ἰκανὸ νὰ πείσει ὅτι στὶς μέρες μας αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ὑπάρχει μεγάλη ἀνάγκη εἶναι νὰ τηροῦνται οἱ νηστείες ὅπως μας παραδώθηκαν, ὅπου καὶ ὅποτε κάποιος σοβαρὸς λόγος δὲν ἐπιτάσσει κάτι διαφορετικό, ὥστε μεταξύ τῶν ἄλλων ὠφελειῶν τους πρὸς ἐμᾶς, ὅλες αὐτὲς τὶς ὁποῖες ἐξηγήσαμε παραπάνω, εἶναι οἱ νηστείες καὶ σημαντικὸ μέσο ἐνότητας τῶν ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.    
Σημείωση. Ἡ ὅλη ἐργασία μας ποὺ ἔχουμε δημοσιεύσει ἕως τῶρα γύρω ἀπὸ τὸ σχετικό θέμα εἶναι ἡ ἐξῆς:
1) Κατὰ Θεὸ ἤ κατὰ ἄνθρωπο ἡ «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο»;
2) Ἡ προδοσία τοῦ Χριστοῦ ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης.
3α) Ἡ μεγάλη τρύπα στὸ καράβι καὶ τὸ ΠΣΕ.
3β) Ποιὸ καλὸ μπορεῖ νὰ ἔχει ἡ συμμετοχή μας στὸ ΠΣΕ;
4) Εἰσδοχὴ στὴν Ὀρθοδοξία μὲ ἀκρίβεια ἤ μὲ οἰκονομία - Ἐγκυρότητα ἑτέρων βαπτισμάτων.
5) Ἡ "ἱστορικὴ ὀνομασία ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν".
6) Ἡ "ὀνομασία…Ἐκκλησιῶν", τὸ "ἀνθρώπινο πρόσωπο" καὶ ἡ μοντέρνα θεολογία τῆς Δύσης.
7) Oἰκουμενισμὸς - Ὁ  Χριστὸς ξανασταυρώνεται.
8) Στὰ ἐνδότερα τῆς ἐν Κολυμπάρι Συνόδου. - Κριτικὴ στὶς σχετικὲς δηλώσεις τοῦ κ.Βλ.Φειδᾶ.
9) Οἱ μικτοὶ γάμοι καὶ ὁ Φινεές.
10) Τὸ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ – ἡ ἐν Κρήτη Σύνοδος καὶ ἡ θέση τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας, οἱ θέσεις τῶν ἄλλων καὶ τὸ μέλλον της.
11) Περὶ τῶν θέσεων τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐπὶ τῶν κειμένων τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης.
12) Ὅλη ἡ ἀλήθεια περὶ τῆς ὀνομασίας “ἐκκλησίες” γιὰ τοὺς ἐτεροδόξους.

13) Περὶ νηστείας, γενικὰ καὶ κατὰ τὴν ἐν Κρήτη Σύνοδο.

p tyxwn sevkoynwf 01


Γιατί ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία δὲν συμμετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης

Ἀρχιμ. Τύχων: Ἡ Ἑλλάδα γιὰ τὴ Ρωσία εἶναι ἀσυνήθιστα κοντινή. Πρέπει νὰ εἶναι κατανοητὸ ὅτι οἱ διμερεῖς σχέσεις ποικίλουν, διάφορα μπορεῖ νὰ συνέβησαν, ὅμως οἱ Ἕλληνες ἦταν πάντοτε οἰκεῖοι, γιατί ἡ Ρωσία αἰσθάνεται καὶ παραμένει εὐγνώμων γιὰ ὅσα ἡ Ἑλλάδα προσέφερε στὸν λαό μας.

Τ.Κ.: Ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία δὲν συμμετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης. Πρόκειται γιὰ σχίσμα;

Ἀρχιμ. Τύχων: Ἐλᾶτε τώρα, ποιὸ σχίσμα; Δὲν ὑπάρχει καμμία διάσπαση, οὔτε κάτι παραπλήσιο. Ὑπῆρξε μία διοικητικοῦ τύπου ἀπόφαση. Ἐλᾶτε νὰ συναντηθοῦμε καὶ νὰ συζητήσουμε. Κι ἐμεῖς ἀποροῦμε: Τί νὰ συζητήσουμε; Τί ἰδιαίτερο ὑπάρχει; Οἱ θεολόγοι ἐπινόησαν. Σᾶς μιλῶ ὡς ἁπλὸς ἄνθρωπος. Κάθισαν καὶ σκέφτηκαν τί πρέπει νὰ συζητηθεῖ. Μπορεῖ νὰ ἔχουν δίκιο, ὅμως ὁ ἁπλὸς Ὀρθόδοξος, ὁ Ἕλληνας, Σέρβος, Ρῶσος, Ἄραβας Ὀρθόδοξος δὲν αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη ὅτι οἱ ἱεράρχες του πρέπει ἐπειγόντως κάτι νὰ συζητήσουν. Γιὰ ποιὸ λόγο συγκαλοῦνταν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι (ἀφοῦ ἔγινε τώρα τέτοια ἀπόπειρα ἢ ὑπῆρξε μία ἀξίωση γιὰ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο); Ἐμφανίστηκε ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ποὺ κατέστρεφε τὴν Ἐκκλησία. Διαδίδεται μία ἰδέα μεταξὺ ὅλων τῶν...

Χριστιανῶν ἢ τῆς πλειονότητάς τους, ἡ ὁποία διαλύει πλήρως τὴν Ἐκκλησία. Διακηρύσσει ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καταστρέφεται τὸ θεμέλιο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συγκαλεῖται Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι τῆς Οἰκουμένης συγκεντρώνονται μαζὶ γιὰ νὰ ἀποφασίσουν τί θὰ κάνουν. Νὰ δοῦν ποιὸς καὶ ποῦ ἔχει δίκιο. Ὑπῆρχαν οἱ ὑπερασπιστὲς καὶ οἱ πολέμιοι τοῦ θεολόγου Ἀρείου. Ἦταν ὅμως ἕνα θέμα ζωῆς καὶ θανάτου. Γι΄ αὐτὸ καὶ συγκεντρώθηκαν ἅπαντες.

Ἐνῶ τώρα τέτοια ἀναγκαιότητα εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι δὲν ὑπῆρχε. Ὑπάρχει καὶ μία ὁλόκληρη σειρὰ λόγων ποὺ ὅλοι ἀντιμετώπισαν αὐτὴ τὴ Σύνοδο πολὺ ἀδιάφορα – εἴτε ὑπῆρξε, εἴτε ὄχι, τὸ ἴδιο κάνει – καὶ μὲ ὁρισμένη καχυποψία. Γιατί τέθηκαν ὁρισμένα ζητήματα ποὺ εἶναι κάτι παραπάνω ἀπὸ ἀμφιλεγόμενα στὴ συνείδηση πάρα πολλῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν: ἡ σχέση μὲ τοὺς ἀλλόδοξους, γιὰ παράδειγμα. Ὅλοι μας ἀγαπᾶμε τοὺς καθολικούς, πολλοὶ μάλιστα ἔχουμε εἰλικρινεῖς σχέσεις, ἔχω πολλοὺς φίλους Ἰταλοὺς κ.λ.π. Νὰ ἀρχίζει ὅμως ἕνα θέμα γιὰ κάτι παραπάνω ἀπὸ φιλία, δὲν λέω γιὰ ἐνοποίηση Ἐκκλησιῶν, δόξα τῷ Θεῷ τέτοιο ζήτημα δὲν τέθηκε, εἶναι πάντοτε μία διαδικασία ἐπώδυνη. Γιὰ ἕνα νέο στάδιο κατοχύρωσης τῶν σχέσεών μας. Ἴσως ἄξιζε λίγο ἀκόμη νὰ ἐργαστοῦμε. Ἴσως ἄξιζε νὰ πετύχουμε ὅλοι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νὰ προσέλθουν ἐλεύθερα – τὸ ὑπογραμμίζω – καὶ μὲ χαρὰ σὲ αὐτὴ τὴ Σύνοδο.

Ὅμως, πάντοτε ὅταν ἐφαρμόζονται μέτρα διοικητικῆς λογικῆς – ὅπως λέμε στὴ Ρωσία, «Ἀπὸ τὰ γόνατα λυγίζει ὁ ἄνθρωπος» – εἶναι πάντα βαρετὸ καὶ ἀδιάφορο, θὰ προκαλεῖ πάντοτε ἀντίδραση, ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης καὶ συμπάθειας. Καὶ προεργασία ὑπῆρξε συνολικὰ τεράστια. Πολλὲς δεκαετίες ἐπιδιώκαμε τὸν στόχο αὐτό. Ἔπρεπε μᾶλλον λίγο ἀκόμη νὰ περιμένουμε καὶ νὰ δράσουμε μὲ τρόπο κατανοητὸ γιὰ τοὺς πιστούς, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρξει αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἀπόρριψη.

[...]

Τ.Κ.: Θα θέλατε νὰ εὐχηθεῖτε κάτι στοὺς τηλεθεατές μας;

Ἀρχιμ. Τύχων: Θὰ ἤθελα νὰ εὐχηθῶ καὶ νὰ παρακαλέσω. Οἱ Ἕλληνες ἦταν γιὰ ἐμᾶς πάντα παράδειγμα. Παράδειγμα πίστης, πραγματικῆς ὀρθῆς κρίσης, παράδειγμα ἀφοσίωσης στὸν Θεό, τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν ἐξαίρετο πολιτισμὸ τοῦ ὁποίου εἶναι κληρονόμοι. Θὰ εὐχόμουν νὰ παραμείνετε γιὰ ἐμᾶς τὸ πιὸ ἀξιοθαύμαστο καὶ ὑπέροχο παράδειγμα σὲ ὅλα.

Τ.Κ.: Ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ γιὰ τὸν χρόνο ποὺ μᾶς ἀφιερώσατε

Ἀρχιμ. Τύχων: Παρακαλῶ. Νὰ εἶστε καλά.

Σημ.:

Ἀρχιμ. Τύχων: Ἀρχιμανδρίτης Τύχων Σεβκούνωφ, Ἡγούμενος Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Σρέτενσκ (Ὑπαπαντῆς) στὴ Μόσχα.

Τ.Κ.: Ταμίλα Κουλίεβα, παρουσιάστρια.

Μετάφραση ἀπὸ τὰ Ρωσικά: Γ. Καραντινάκης.

 

Πηγή: (Ντοκιμαντὲρ τῆς ΕΡΤ «ΑΘΗΝΑ ΚΑΛΕΙ ΜΟΣΧΑ», 19 Φεβρουαρίου 2017), Ιερά Μητρόπολις Γλυφάδας, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...