Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Σαράντα μέρες μετὰ τὰ Χριστούγεννα, οἱ ἐνορίες τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιορτάζουν τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου. Ὅμως ἐπειδὴ συνήθως ἡ γιορτὴ πέφτει σὲ ἐργάσιμη μέρα, ἔχει σχεδὸν μισοξεχαστεῖ· παρ’ ὅλα αὐτά ἔρχεται ὅταν ἡ Ἐκκλησία ὁλοκληρώνει “τὸ χρόνο τῶν Χριστουγέννων”, ἀποκαλύπτοντας καὶ συγκεφαλαιώνοντας τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων σ’ ἕνα ρεῦμα καθαρῆς καὶ βαθιᾶς χαρᾶς. Ἡ ἑορτὴ ἀναφέρεται σ’ ἕνα γεγονὸς πού καταγράφεται στὸ εὐαγγέλιο τοῦ ἀποστόλου Λουκᾶ.
Σαράντα μέρες μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴ Βηθλεέμ, ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία, ἀκολουθώντας τὴ θρησκευτικὴ συνήθεια τῆς ἐποχῆς, “ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παράστησαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου…” (Λουκ. 2, 22-23). Τὸ εὐαγγέλιο συνεχίζει:
«Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν ῾Ιεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ ᾿Ισραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ ῾Αγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον ᾿Ιησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου ᾿Ισραήλ. Καὶ ἦν ᾿Ιωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ. καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί». (Λουκ. 2. 26-35).
Πόσο ἐκπληκτικὴ καὶ ὄμορφη εἶναι ἡ εἰκόνα, ὁ πρεσβύτερος νὰ κρατᾶ στὴν ἀγκαλιὰ του τὸ βρέφος, καὶ πόσο παράξενα τὰ λόγια του: “ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου…”.
Συλλογιζόμενοι αὐτά τὰ λόγια ἀρχίζουμε νὰ ἐκτιμοῦμε τὸ βάθος αὐτοῦ τοῦ γεγονότος καὶ τὴ σχέση πού ἔχει μέ μᾶς, μὲ μένα, μὲ τὴν πίστη μας. Ὑπάρχει στὸν κόσμο κάτι πιὸ χαρούμενο ἀπὸ μιὰ συνάντηση, μιὰ “ὑπαπαντὴ” μὲ κάποιον πού ἀγαπᾶς; Εἶναι ἀλήθεια πώς τὸ νὰ ζεῖς σημαίνει νὰ περιμένεις, νὰ ἀποβλέπεις σὲ μιὰ συνάντηση. Δὲν εἶναι ἄραγε ἡ ὑπερβατικὴ καὶ ὄμορφη προσδοκία τοῦ Συμεὼν τὸ σύμβολό της; Δὲν εἶναι ἡ πολύχρονη ζωὴ του σύμβολο τῆς προσδοκίας, αὐτὸς ὁ “πρεσβύτης” πού περνᾶ ὁλόκληρη τὴ ζωὴ του περιμένοντας τὸ φῶς πού φωτίζει τοὺς πάντες καὶ τὴ χαρὰ πού πληρώνει τὰ πάντα; Πόσο δὲ ἀπροσδόκητο, πόσο ἄρρητα ὄμορφο εἶναι τὸ ὅτι τὸ πολυαναμενόμενο φῶς καὶ ἡ χαρὰ ἔρχεται στὸν πρεσβύτη Συμεὼν μὲ ἕνα παιδί!
Φαντασθεῖτε τὰ τρεμάμενα χέρια τοῦ γέροντα Συμεὼν καθὼς παίρνει στὴν ἀγκαλιὰ του τὸ σαρανταήμερο βρέφος τόσο τρυφερὰ καὶ προσεκτικά, ἀτενίζοντας τὸ μικρὸ πλάσμα, καὶ πλημμυρίζοντας ἀπὸ δοξολογία: “νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου”. Ὁ Συμεὼν περίμενε. Περίμενε σὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή του, καὶ εἶναι βέβαιο πώς στοχαζόταν, προσευχόταν καὶ βάθαινε καθὼς περίμενε ἔτσι, ὥστε στὸ τέλος ὁλόκληρη ἡ ζωή του νὰ εἶναι μιὰ συνεχὴς “Παραμονὴ” τῆς χαρούμενης συνάντησης.
Δὲν εἶναι καιρὸς νὰ ἀναρωτηθοῦμε τί περιμένουμε; Τί ἐπιμένει ἡ καρδιά μας νὰ μᾶς ὑπενθυμίζει συνεχῶς; Μεταμορφώνεται βαθμιαία ἡ ζωή μας σὲ μιὰ ἀναμονή, καθὼς περιμένουμε νὰ συναντηθοῦμε μὲ τὰ οὐσιώδη; αὐτά εἶναι τὰ ἐρωτήματα πού θέτει ἡ Ὑπαπαντή. Ἐδῶ, σ’ αὐτή τὴ γιορτὴ ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀποκαλύπτεται ὡς ἀνυπέρβλητη ὀμορφιὰ μιᾶς ὥριμης ψυχῆς, πού ἔχει ἀπελευθερωθεῖ, βαθύνει καὶ καθαριστεῖ ἀπὸ καθετί τὸ μικρόψυχο, τὸ ἀνόητο καὶ τυχαῖο. Ἀκόμη καὶ τὰ γηρατειὰ καὶ ὁ θάνατος, ἡ γήινη μοίρα πού ὅλοι μας μοιραζόμαστε, παρουσιάζονται ἐδῶ τόσο ἁπλά καὶ πειστικὰ ὡς ἀνάπτυξη καὶ ἄνοδος πρὸς ἐκείνη τὴ στιγμή, ὅταν μὲ ὅλη μου τὴν καρδιά, στὴν πληρότητα τῆς εὐχαριστίας, θὰ πῶ: “νῦν ἀπολύεις”. Εἶδα τὸ φῶς πού διαπερνᾶ τὸν κόσμο. Εἶδα τὸ “Παιδίον”, πού φέρνει στὸν κόσμο τόση θεϊκὴ ἀγάπη, καὶ πού παραδίνεται σὲ μένα. Τίποτε δὲν προκαλεῖ φόβο, τίποτε δὲν εἶναι ἄγνωστο, ὅλα τώρα εἶναι εἰρήνη, εὐχαριστία, ἀγάπη.
Αὐτά φέρνει ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου. Ἑορτάζει τὴ συνάντηση τῆς ψυχῆς μὲ τὴν Ἀγάπη, τὴ συνάντηση μ’ Αὐτὸν πού μοῦ ἔδωσε τὴ ζωή, καὶ πού μοῦ ἔδωσε τὸ κουράγιο νὰ τὴ μεταμορφώσω σὲ ἀναμονή.
ΠΗΓΗ: Ἀπό τό βιβλίο:ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟ,
Ἐκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ
"Ἂν συνεχιστεῖ ὁ τρόπος σκέψεως καὶ ζωῆς τοῦ παλιοῦ χρόνου καὶ στὸν νέο, τότε τί νόημα ἔχει κάθε εἶδος ἑορτῆς;"
Γράφει ὁ μοναχὸς Μωυσῆς Ἁγιορείτης
Εἶναι μία χαρὰ κάθε νέα ἀρχή. Πρόκειται γιὰ ἕνα καινούργιο ξεκίνημα. Ἕναν φωτεινὸ ἥλιο ποὺ ἀνατέλλει μὲ νόημα καὶ ἐλπίδα. Κάθε νέο ξεκίνημα εἶναι ἕνα εὐχάριστο ἄθλημα. Ὁ νέος χρόνος δημιουργεῖ ἀπολογισμούς, σκέψεις, σχέδια, προγράμματα, συγκινητικοὺς ἐνθουσιασμούς. Χρειάζεται ὁπωσδήποτε γιὰ ὅλα αὐτὰ ὑπεύθυνος ἀγώνας. Ἡ κάθε ἀρχὴ μᾶς ἀνανεώνει σημαντικά. Λησμονοῦμε τὰ παλαιὰ κι ἐπεκτεινόμαστε στὰ νέα.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διδάσκει ὡραία πὼς ὁ χρόνος θὰ περάσει εὐτυχισμένα ἂν ποιεῖς εὐχάριστα τὸ θεῖο θέλημα. Ἂν ἐργάζεσαι τὴ δικαιοσύνη, ἡ ἡμέρα σου θὰ εἶναι καλή. Ἂν ἁμαρτάνεις, ἡ ἡμέρα σου θὰ εἶναι πονηρή, ταραγμένη καὶ σκοτεινή. Ἂν πιστεύεις στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἐφαρμόζεις, ὅλος ὁ χρόνος σου θὰ πηγαίνει καλά. Ἂν ὅμως παραμελεῖς τὴν ἀρετὴ κι ἐξαρτᾶσαι ἀπὸ τοὺς ἀριθμοὺς τῶν ἡμερῶν, θὰ μείνεις ἔρημος καὶ φτωχὸς ἀπὸ ὅλα τὰ ἀγαθά.
Τὸ πρόσφατο παρελθὸν ποὺ ἔφυγε πῆρε μαζί του πολλὰ στοιχεῖα ἱερότητος, ὡραιότητος, εἰρήνης, ἡσυχίας καὶ χαρᾶς. Ἑορτάζουμε τί; Τὴν ἀπώλεια τῆς σοφίας, τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ πραγματικοῦ πλούτου; Ἑορτάζουμε τὴν εἴσοδο τοῦ νέου χρόνου γιὰ νὰ ἐπαναλάβουμε πρόσφατα κακὰ καὶ νὰ ὁλοκληρώσουμε καταστροφές; Ὁ χρόνος ποὺ πέρασε εἶχε θυμό, μίσος, κακία, οἴηση καὶ μεγάλη ταραχή. Δυστυχῶς ἡ ἴδια κατάσταση συνεχίζεται. Ἐπικρατεῖ τὸ συμφέρον, ὁ ἀτομισμός, ἡ κερδοσκοπία καὶ μόνο....
ἡ προσωπικὴ καλοπέραση.
Οἱ χριστιανοὶ ἔμειναν θεατὲς ἁπλοὶ τῶν πικρῶν γεγονότων, κάποιοι ἐπηρεάστηκαν κιόλας καὶ ἄλλοι παρασύρθηκαν. Δὲν χαμογελᾶμε πιά, δὲν λέμε ζεστὰ καλημέρα, δὲν συμπαραστεκόμαστε εἰλικρινά. Δὲν ἀφήσαμε τὴν πονηριά, τὴν παραξενιά, τὴν γκρίνια, τὸ κουτσομπολιό, τὴν κατάκριση καὶ τὴν ἀχόρταγη ἐγωκεντρικότητά μας. Παρασυρθήκαμε ἀπὸ τὴ νοσηρὴ ἀπληστία, τὴ δαιμονοκίνητη χαιρεκακία καὶ τὸ κλείσιμο στὸ καβούκι τοῦ ἐγώ μας.
Ἂν συνεχιστεῖ ὁ τρόπος σκέψεως καὶ ζωῆς τοῦ παλιοῦ χρόνου καὶ στὸν νέο, τότε τί νόημα ἔχει κάθε εἶδος ἑορτῆς; Ἂν ὁ νέος χρόνος εἶναι ὁλόιδιος, γιὰ νὰ μὴν πῶ χειρότερος, τί διαφορὰ ὑπάρχει; Τί νέα ἀρχὴ θὰ τεθεῖ; Μήπως τὰ γέλια θὰ πρέπει νὰ μᾶς ὁδηγήσουν σὲ δάκρυα; Μήπως θὰ πρέπει νὰ ξαναμιλήσουμε σοβαρὰ γιὰ εἰλικρινῆ μετάνοια; Ἀξίζει νὰ κάνουμε αὐτὸ τὸ πολύτιμο δῶρο στὸν ἑαυτό μας. Ἂς ἀναχωρήσει ὁ παλιὸς χρόνος μὲ τὶς κακίες τοῦ ἀνεπίστρεπτα. Ἂς εἶναι ὁ νέος χρόνος ἀρχὴ οὐσιαστικῆς ἀλλαγῆς. Ἂς ἀποτελέσει σταθμὸ τῆς πνευματικῆς μας πορείας. Νὰ ἀναγεννηθεῖ ἕνας νέος ἐαυτὸς καὶ νὰ παραμείνει νέος στὸ πέρασμα τῶν χρόνων.
Δὲν γνωρίζουμε καθόλου τί μᾶς κρύβει τὸ νέο ἔτος. Γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστὸς εὐλογεῖ χρόνους καὶ καιρούς. Εἶναι Αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε καὶ βαπτίσθηκε ὡς ἄνθρωπος. Πειράχθηκε ὡς ἄνθρωπος, ἀλλὰ νίκησε ὡς Θεὸς καὶ μᾶς παρακινεῖ σὲ ἀντίσταση. Πείνασε, δίψασε, κουράστηκε, ἀποκοιμήθηκε, πλήρωσε φόρους, γιὰ νὰ πλησιάσει πιὸ πολὺ τὸ πλάσμα του. Τὸν ὀνομάζουν Σαμαρείτη, τὸν θεωροῦν δαιμονισμένο, τὸν πετροβολοῦν καὶ ὑπομένει ἀγέρωχα. Τὸν πετροβολοῦν, τὸν πουλοῦν, τὸν τραυματίζουν, τὸν κακοποιοῦν, τὸν ποτίζουν ξίδι, τὸν σταυρώνουν, τὸν λογχίζουν καὶ τὸν θάβουν. Προσεύχεται, δακρύζει, κατεβαίνει στὸν Ἅδη, ἀνίσταται, ἀναλαμβάνεται στοὺς οὐρανούς. Ἀποτελεῖ τὸ αἰώνιο πρότυπο καὶ γιὰ τὸν καινούργιο χρόνο καὶ γιὰ μία νέα ἀρχή.
ΠΗΓΗ :Εφημεριδα Μακεδονία 30/12/2012
Ὁ Ἱερεύς: Εὐλογητός ὁ Θεός ἠμῶν πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ὁ Ἀναγνώστης: Ἀμήν.
Δόξα σοί, ὁ Θεός ἠμῶν, δόξα σοί.
Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἠμίν καί
καθάρισον ἠμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος καί σῶσον, Ἀγαθέ τάς ψυχᾶς ἠμῶν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός
ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.
Ψαλμός ρμβ΄ (142)
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τήν δέησίν μου ἐν τή ἀληθεία σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τή δικαιοσύνη σού• καί μή εἰσέλθης εἰς κρίσιν μετά τοῦ δούλου σου, ὅτι
οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρός τήν ψυχήν μου, ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τήν ζωήν μου, ἐκάθισε μέ ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκρούς αἰῶνος καί ἠκηδίασεν
ἔπ ἐμέ τό πνεῦμά μου, ἐν ἐμοί ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πάσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. διεπέτασα
πρός σέ τάς χεῖράς μου, ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρος σοί. Ταχύ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τό πνεῦμά μου μή ἀποστρέψης τό πρόσωπόν σου ἄπ ἐμοῦ, καί ὁμοιωθήσομαι
τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. ἀκουστόν ποίησον μοί τό πρωί τό ἔλεός σου, ὅτι ἐπί σοῖ ἤλπισα• γνώρισον μοί, Κύριε, ὁδόν, ἐν ἤ πορεύσομαι, ὅτι πρός σέ ἤρα τήν ψυχήν μού•
ἐξελού μέ ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, ὅτι πρός σέ κατέφυγον. δίδαξον μέ τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου, ὅτι σύ εἰ ὁ Θεός μού• τό πνεῦμά σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει μέ ἐν γῆ εὐθεία.
Ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου, Κύριε, ζήσεις μέ, ἐν τή δικαιοσύνη σου ἑξάξεις ἐκ θλίψεως τήν ψυχήν μου καί ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τούς ἐχθρούς μου καί ἀπολεῖς πάντας
τούς θλίβοντας τήν ψυχήν μου, ὅτι ἐγώ δοῦλός σου εἰμι.Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος ἅ΄. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίω, καί ἐπικαλεῖσθε τό ὄνομα τό ἅγιον αὐτοῦ.
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος β΄. Πάντα τά ἔθνη ἐκύκλωσαν μέ, καί τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος γ΄. Παρά Κυρίου ἐγένετο αὔτη, καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἠμῶν.
Θεός Κύριος, καί ἐπέφανεν ἠμίν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.Εἴτα τά παρόντα Τροπάρια.
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῶ.
Ταῖς τῶν ἁγίων σου Νηπίων πρεσβείαις, τῶν ὡς θυσίαν λογικήν προσαχθέντων, τῷ ἐκ Παρθένου τόκω σου φιλάνθρωπε, λύτρωσαι τούς δούλους σου, πολυτρόπων κινδύνων,
δίδου δέ Σωτήρ ἠμῶν, ὀφλημάτων τήν λύσιν, καί βασιλείας τῆς τῶν οὐρανῶν, ἠμᾶς ἀξίωσον, Δέσποτα Κύριε.
Θεοτοκίον.
Οὐ σιωπήσομεν πότε, Θεοτόκε, τά, δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀναξιοι• εἰ μή γάρ σύ προίστασο πρεσβεύουσα, τίς ἠμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δέ διεφύλαξεν ἕως
νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σού• σούς γάρ δούλους σώζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.
Ψαλμός ν΄ (50)
Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἑξάλειψον τό ἀνόμημα μου•επί πλεῖον πλῦνον μέ ἀπό τῆς ἀνομίας μου καί ἀπό τῆς ἁμαρτίας
μοῦ καθάρισον μέ. Ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω, καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστι διαπαντός. Σοί μόνω ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἄν
δικαιωθῆς ἐν τοῖς λόγοις σου, καί νικήσης ἐν τῷ κρίνεσθαι σέ. Ἰδού γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησε μέ ἡ μήτηρ μου. Ἰδού γάρ ἀλήθειαν ἠγάπησας,
τά ἄδηλα καί τά κρύφια της σοφίας σου ἐδήλωσας μοί. Ραντιεῖς μέ ὑσσώπω, καί καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς μέ, καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοί ἀγαλλίασιν καί
εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀποστρεψον τό πρόσωπόν σου ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν μου καί πάσας τάς ἀνομίας μου ἑξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον
ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μή ἀπορρίψης μέ ἀπό τοῦ προσώπου σου καί τό πνεῦμά σου τό ἅγιον μή ἀντανέλης ἄπ ἐμοῦ. Ἀπόδος
μοί τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καί πνεύματι ἠγεμονικῶ στήριξον μέ. Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς σου, καί ἀσεβεῖς ἐπί σέ ἐπιστρέψουσι. Ρύσαι μέ ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός,
ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου•αγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τήν δικαιοσύνην σου. Κύριε, τά χείλη μου ἀνοίξεις, καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν,
ἔδωκα ἀν•ολοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῶ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε,
ἐν τή εὐδοκία σου τήν Σιῶν, καί οἰκοδομηθήτω τά τείχη Ἱερουσαλήμ• τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφοράν καί ὁλοκαυτώματα• τότε ἀνοίσουσιν ἐπί τό θυσιαστήριον
σού μόσχους.
Εἴτα ψάλλομεν τάς Ὠδάς τοῦ Κανόνος.
Ὠδή ἅ΄. Ἦχος πλ. α΄. Ὑγρᾶν διοδεύσας.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἰσχύϊ νευρούμενοι θεϊκή, οἱ ἄκακοι Παῖδες, τοῦ Ἡρώδου τήν χαλεπήν, ἤσχυναν κακίαν καί αἰτοῦνται, παρά Κυρίου ἠμίν θεῖον ἔλεος.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Τήν ἄκακον φύσιν τῶν νεογνῶν, ἐδέξω Οἰκτίρμον, ὥσπερ ἄμωμον προσφοράν, ἀδίκως σφαγέντων πάρ΄ Ἡρώδου, δί΄ ὧν γενοῦ καί ἠμίν Σῶτερ ἴλεως.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἁγία Παρθένε Μῆτερ Θεοῦ, Ἀγγέλων ἡ δόξα, καί ἀνθρώπων καταφυγή, δίδου μετανοίας ἀφορμᾶς μοί, ἴνα ρυσθῶ τῶν παγίδων τοῦ ὄφεως.
Ὠδή γ΄. Οὐρανίας ἁψίδος.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἱερώτατος δῆμος, νεοσφαγῆ θύματα, οἴα νεομάρτυρες θεῖοι, σοί προσηνέχθησαν, Σῶτερ φιλάνθρωπε, ὧν ταῖς λιταῖς ἠμίν πάσι, δίδου τά ἐλέη σου, τοῖς σοί λατρεύουσι.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Συντριβεῖς τή ἀπάτη, τοῦ δυσμενοῦς δράκοντος, Νήπια ἁγνά καταφεύγω ὑμῶν τή χάριτι, ὡς ἄν ρυσθῶ τῆς φθορᾶς, ὑμῶν θερμαῖς ἰκεσίαις, πρός τόν προσδεξάμενον, ὑμῶν τά αἵματα.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Νηπιόφρονα γνώμην, νοΐ σαθρῶ ἔσχηκα, καί ἀπεμακρύνθην Κυρίου, πράττων τά ἄτοπα Νήπια ἄμωμα, δότε μοί φρόνησιν θείαν, ὡς ἄν τῷ θελήματι, Θεοῦ πορεύσωμαι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἡ Θεόν τετοκυία, δίχα φθορᾶς Ἄχραντε, καί μετά τόν ἄσπορον τόκον, παρθένος μείνασα, ρύσαι μέ Δέσποινα, φθοροποιῶν νοημάτων, καί τόν νοῦν μου πλήρωσον, θείας φρονήσεως.
Διασωσον ταῖς τῶν ἀκάκων Νηπίων λιταῖς Οἰκτίρμον, τῆς κακίας τοῦ παλαιοῦ πολεμήτορος, τούς ἐκζητούντας, τό ἄμετρον ἔλεός σου.
Ἐπιβλεψον ἐν εὐμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπί τήν ἐμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν, καί ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τό ἄλγος.
Αἴτησις καί τό Κάθισμα.
Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Νηπίων πληθύς, ἁγίων πολυάριθμε, Χριστόν τόν Θεόν, τόν ἐν ἐλέει πλούσιον, διά παντός πρεσβεύετε, διδόναι ἠμίν παθῶν λύτρωσιν, καί βασιλείας τῆς τῶν οὐρανῶν, τυχεῖν τούς
ὑμᾶς θερμῶς γεραίροντας.
Ὠδή δ΄. Εἰσακήκοα Κύριε.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Πληθύς θεία, προσήχθη σοί, τῶν ἀπειροκάκων Νηπίων Κύριε, ὧν τά αἵματα δεξάμενος, κάθαρον ἠμᾶς πάσης μολύνσεως.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἰσχύν θείαν λαμβάνομεν μέλποντες ἐν πίστει ὑμῶν τήν ἄθλησιν, ἡλικία νηπιάζουσα, ἤν ὑπέρ Κυρίου ὑπεμείνατε.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ὥσπερ ρόδα νεοδρεπτα, Νήπια ἁγνά ἠμίν διαπνέετε, τήν ὀσμήν τῆς θείας χάριτος, δυσωδίαν πάσαν ἀπελαύνουσαν.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Νεκρωθέντα μέ πάθεσιν, ἔγειρον Παρθένε τή σή χρηστότητι, καί μετάνοιαν μοί δώρησαι, καν ἐν γήρα Δέσποινα καί σῶσον μέ.
Ὠδή ἐ΄. Φώτισον ἠμᾶς.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Σθένωσον ἠμῶν, τήν διάνοιαν Φιλάνθρωπε, τῶν ἁγίων σου Νηπίων ταῖς λιταῖς, τῶν σφαγέντων πάρ΄Ἡρώδου τοῦ παράφρονος.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ὥσπερ προσφοραί, τῷ τεχθέντι οἴα νήπιον, προσηνέχθητε ὤ Νήπια ἁγνά, ἑξαιτοῦνται ἠμίν πάσι τά σωτήρια.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Τίμιος ὑμῶν, ἀληθῶς ὤφθη ὁ θάνατος, ἐναντίον τοῦ Παντάνακτος Χριστοῦ, ἀπειρόκακε χορεία νηπιάζουσα.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ηὔγασας ἠμίν, φῶς ἀνέσπερον τῷ τόκω σου, Θεοτόκε διο σκέδασον καμού, τήν ὁμίχλην τῶν παθῶν τή φωταυγεία σου.
Ὠδή ς΄. Τήν δέησιν.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ρευμάτων, ὑμῶν αἱμάτων τοῖς ρείθροις, ἀπειρόκακοι καί ἅγιοι Παῖδες, ἡ τοῦ πανώλους Ἡρώδου μανία, κατεποντίσθη εἰς τέλος καί ὤφθησαν, τή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, δροσισμός
ἀφθαρσίας καί χάριτος.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Μαρτύρων, ὡς συνημμένοι τοῖς δήμοις, ἀπειρόκακοι καί ἅγιοι Παῖδες, διά παντός σύν αὐτοῖς δυσωπεῖτε, ὑπέρ ἠμῶν τόν φιλάνθρωπον Κύριον, ὡς ἄν πταισμάτων ἱλασμόν, καί
παθῶν ἀπολύτρωσιν εὔρωμεν.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ἐν κόλποις, τοῦ Ἀβραάμ αἰωνίως, ἀγαλλόμενοι μακάριοι Παῖδες, καί φωτισμοῦ ἐντρυφῶντες ἀΰλου, ἐκ σκοτασμοῦ παθημάτων λυτρώσασθε, τούς μακαρίζοντας ὑμᾶς, ὡς
Κυρίου νεοθυτα θύματα.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Σωτήρα, καί λυτρωτήν τετοκυΐα, τῶν ἀνθρώπων Ἀειπάρθενε Κόρη, τόν Ποιητήν τῶν ἁπάντων καί κτίστην, τῆς κακουργίας τοῦ ὄφεως ρύσαι μέ, καί σῶσον μέ ὡς συμπαθής, τῆς
δεινῶς τυραννούσης μέ ἕξεως.
Διασωσον ταῖς τῶν ἀκάκων Νηπίων λιταῖς Οἰκτίρμον, τῆς κακίας τοῦ παλαιοῦ πολεμήτορος, τούς ἐκζητούντας τό ἄμετρον ἔλεός σου.
Ἄχραντε ἡ διά λόγου τόν Λόγον ἀνερμηνεύτως ἔπ΄ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα, δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικήν παρρησίαν.
Αἴτησις καί τό Κοντάκιον Ἦχος β΄. Ταῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὥσπερ νεοθυτοι ἄρνες ἐτύθητε, τῷ ἐκ Παρθένου τεχθέντι νεάνιδες, κτανθέντες ἀδίκως μακάριοι, καί τοῖς Ἀγγέλοις ὡς Παῖδες συνήφθητε, ἠμίν τόν Χριστόν ἰλεούμενοι.
Προκείμενον.
Δικαίων ψυχαί ἐν χειρί Θεοῦ καί οὐ μή ἄψηται αὐτῶν βάσανος.
Στίχ.: Εὐφρανθήσονται δίκαιοι ἐν Κυρίω.
Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον β΄ 13-23.
Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων, ἰδού ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κάτ΄ ὄναρ τῷ Ἰωσήφ λέγων, Ἐγερθεῖς παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καί ἴσθι ἐκεῖ
ἕως ἄν εἴπω σοί, μέλλει γάρ Ἡρώδης ζητεῖν τό παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό. Ὁ δέ ἐγερθεῖς παρέλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ νυκτός καί ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον, καί ἤν
ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς Ἡρώδου, ἴνα πληρωθῆ τό ρηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου λέγοντος, Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου. Τότε Ἡρώδης ἰδών ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπό τῶν
μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καί ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τούς παίδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πάσι τοῖς ὀρίοις αὐτῆς ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω, κατά τόν χρόνον ὄν ἠκρίβωσε παρά τῶν
μάγων. Τότε ἐπληρώθη τό ρηθέν ὑπό Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος, Φωνή ἐν Ραμά ἠκούσθη, θρῆνος καί κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς, «Ραχήλ κλαίουσα τά τέκνα αὐτῆς, καί
οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν. Τελευτήσαντος δέ τοῦ Ἡρώδου ἰδού ἄγγελος Κυρίου κάτ΄ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσήφ ἐν Αἰγύπτω λέγων, Ἐγερθεῖς παράλαβε τό παιδίον καί
τήν μητέρα αὐτοῦ καί πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ, τεθνήκασι γάρ οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν τοῦ παιδίου. Ὁ δέ ἐγερθεῖς παρέλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί ἦλθεν εἰς γῆν
Ἰσραήλ. Ἀκούσας δέ ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει ἐπί τῆς Ἰουδαίας ἀντί Ἡρώδου τοῦ πατρός αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν, χρηματισθεῖς δέ κάτ΄ ὄναρ ἀνεχώρησεν εἰς τά μέρη τῆς
Γαλιλαίας, καί ἐλθῶν κατώκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῆ τό ρηθέν διά τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται.Δόξα σοί, Κύριε, δόξα σοί.
Ἦχος β΄.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ταῖς τῶν σῶν Νηπίων πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἑξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἑξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Στίχ.: Ἐλέησον μέ ὁ Θεός κατά τό μέγα ἔλεός σου, καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἑξάλειψον τό ἀνόμημά μου.
Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι.
Σφάγια ὡς ἄμωμα, τῷ ἐκ Παρθένου τεχθέντι, ἀληθῶς προσήχθητε, τῶν Νηπίων ὅμιλος ὁ μακάριος, καί ζωῆς κρείττονος, καί ὑπερκοσμίου, σύν Ἀγγέλοις ἠξιώθητε, μέθ΄ὧν
πρεσβεύσατε, τῷ παμβασιλεῖ καί Θεῶ ἠμῶν, πταισμάτων δοῦναι ἄφεσιν, καί τῶν πειρασμῶν ἀπολύτρωσιν, τοῖς ὑμνολογούσιν, τήν ἄθλησιν ὑμῶν τήν ἱεράν, δί΄ἤς Ἡρώδου
καθείλετε, μένος τό ὀλέθριον.
Ὁ Ἱερεύς:
Σῶσον ὁ Θεός τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σού• ἐπισκεψαι τόν κόσμον σου ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς. Ὑψωσον κέρας Χριστιανῶν ὀρθοδόξων καί καταπεμψον
ἐφ’ ἠμᾶς τά ἐλέη σου τά πλούσια• πρεσβείαις τῆς παναχράντου Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας• δυνάμει τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυρού• προστασίαις
τῶν τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων Ἀσωμάτων• ἰκεσίαις τοῦ Τιμίου καί Ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου• τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων Ἀποστόλων•
ὧν ἐν Ἁγίοις Πατέρων ἠμῶν, μεγάλων ἱεραρχῶν καί οἰκουμενικῶν διδασκάλων Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἀθανασίου καί
Κυρίλλου, Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμμονος, πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας. Νικολάου τοῦ ἐν Μύροις, Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, τῶν Θαυματουργών• τῶν ἁγίων ἐνδόξων
μεγαλομαρτύρων Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, Δημητρίου τοῦ Μυροβλήτου, Θεοδώρων Τύρωνος καί Στρατηλάτου, τῶν ἱερομαρτύρων Χαραλάμπους καί Ἐλευθερίου, τῶν ἁγίων
ἐνδόξων καί καλλινίκων Μαρτύρων. Τῶν ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων ἠμῶν. Τῶν ἁγίων καί δικαίων θεοπατόρων Ἰωακείμ καί ’Ἄννης. Τῶν σῶν Νηπίων Σφαγιασθέντων ὑπό τοῦ Ἡρώδου,
καί πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἰκετεύομεν σέ, μόνε πολυέλεε Κύριε. Ἐπάκουσον ἠμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν δεομένων σου καί ἐλέησον ἠμᾶς.
Ὠδή ζ΄. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ὥσπερ θήρ ὁ Ἡρώδης, ἐφορμήσας τούς Παίδας πικρῶς ἐθέρισεν, ἄλλ΄οὗτοι ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Ἀβραάμ σκιρτῶσι, καί χορεύουσι ψάλλοντες, Ὁ τῶν πατέρων ἠμῶν, Θεός εὐλογητός εἰ.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ὁ μακάριος δῆμος, ὁ τῶν ἁγίων Νηπίων πικρῶς σφαττόμενος, συνήφθη τοῖς Ἀγγέλοις, καί ἱλασμόν αἰτεῖται, τοῖς βοῶσιν ἑκάστοτε, Ὁ τῶν πατέρων ἠμῶν, Θεός εὐλογητός εἰ.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Νεκρωθεῖς τή κακία, ἁμαρτίας τή κλίνη ἤδη κατακεῖμαι, ἄλλ΄ὤ Θεογεννῆτορ, ὡς τήν ζωήν τεκοῦσα, ἑξανάστησον ψάλλοντα, ὁ τῶν Πατέρων ἠμῶν, Θεός εὐλογητός εἰ.
Ὠδή ἡ΄. Τόν Βασιλέα.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἐν τοῖς ὑψίστοις, ὤ ἀπειρόκακοι Παῖδες, ἀγαλλόμενοι ἀεί σύν τοῖς Ἁγίοις, ἀπασιν αἰτεῖσθε, ἠμίν πταισμάτων λύσιν.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Ρείθροις αἱμάτων, τήν τοῦ Ἡρώδου μανίαν, ἀπεπνίξατε Νηπίων ἡ χορεία, ἠμᾶς δέ τή θεία, εὐφραίνετε νῦν δρόσω.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἁγνή Παρθένε, τήν ἀναγνόν μου καρδίαν, ἀποκάθαρον ἐλέους σου, τοῖς ρείθροις, καί τῆς ψυχοφθόρου, ρύσαι μέ ἀθυμίας.
Ὠδή θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Συνόντες τοῖς Ἀγγέλοις, καί Ἁγίων δήμοις, ἡ τῶν ἁγίων Νηπίων ὁμήγυρις, ὑπέρ ἠμῶν δυσωπεῖτε Χριστόν τόν Κύριον.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Ἰσχύν ἠμίν αἰτεῖσθε, κατά τῶν δαιμόνων, ὤ καθαρώτατα ἅγια Νήπια, ὡς ἄν ὁσίως Κυρίω εὐαρεστήσωμεν.
Ἅγια Νήπια πρεσβεύσατε ὑπέρ ἠμῶν.
Μεθέξει Τρισηλίω, ὤ ἅγιοι Παῖδες, ἀγαλλιώμενοι ἤδη καί χαίροντες, ἐκ χαλεπῆς ἀθυμίας ἠμᾶς λυτρώσασθε.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Οἱ πάσαν του Ἡρώδου, λύσαντες κακίαν, ὡς τοῦ Σωτῆρος νεοστεπτοι μάρτυρες, ὑπέρ ἠμῶν δυσωπεῖτε ἅγια Νήπια.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ὑψίστου χαῖρε Μῆτερ, Κεχαριτωμένη, χαῖρε Παρθένε τοῦ κόσμου βοήθεια, χαῖρε ἠμῶν σωτηρία καί καταφύγιον.
Ἄξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἠμῶν. Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξοτέραν
ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ, τήν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν τήν ὄντως Θεοτόκον σέ μεγαλύνομεν.
Μεγαλυνάρια.
Δῆμος ἀπειρόκακος καί σεπτός, ἁγίων Νηπίων, προσηνέχθη μαρτυρικῶς, τή μετά σαρκός σου, γεννήσει Ζωοδότα, ὧν ταῖς λιταῖς παρασχου, ἠμίν τήν χάριν.
Ἡρώδης λυττήσας ὁ δυσμενής, κατά σου Οἰκτίρμον, χείρα ὤπλισε φονικήν, καί χορόν Νηπίων, ἀπέκτεινεν ἀκάκων, οὖς δόξης οὐρανίου, Σῶτερ ἠξίωσας.
Ἐκ χειρῶν μητρώων καί ἀγκαλῶν, ὡς θήρ ἀφαρπάσας, ὁ παράνομος βασιλεύς, ἀνεύθυνα βρέφη, ἀπέκτεινε τῷ ξίφει, ἄλλ΄ ὁ Δεσπότης πάντων, ταῦτα ἐδόξασε.
Αἵμασι Νηπίων ἡ Βηθλεέμ, ἀκάκων ἐβάφη, Ἐκκλησία δέ τοῦ Χριστοῦ, ὡς μάρτυρας τούτους, νεοσφαγεῖς γεραίρει, τόν ἀθλοθέτην πάντων, Χριστόν δοξάζουσα.
Χαίροις τῶν Νηπίων θεῖος χορός, ἄμωμοι θυσίαι, καί καρπώματα λογικά, οἱ τῷ Ζωοδότη, Χριστῷ προσενεχθέντες, καί πάσιν ἑξαιτοῦντες, τό θεῖον ἔλεος.
Δέξαι ἐπουράνιε βασιλεῦ, τῶν ἁγνῶν Νηπίων, τάς δεήσεις ὑπέρ ἠμῶν, καί παρασχου πάσι, τούς οἰκτισμούς σου Σῶτερ, καί τῆς ἀλήκτου δόξης, ἠμᾶς ἀξίωσον.
Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἵ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἠμᾶς.
Τό Τρισάγιον
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές)
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι.
Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον
δός ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.
Ὁ Ἱερεύς: Ὅτι σου ἐστίν ἡ βασιλεία, καί ἡ δύναμις, καί ἡ δόξα, τοῦ Πατρός, καί τοῦ Υἱοῦ, καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν ἁγίων Νηπίων τόν θεῖον ὅμιλον, ὧν ὁ Ἡρώδης φονία χειρί ἀπέκτεινεν, ἀνυμνήσωμεν πιστοί ὡς θείους Μάρτυρας, ὅτι προσήχθησαν Χριστῷ, Νηπιάσαντι σαρκί, ὡς ἄμωμα ἱερεία,
ἐκδυσωπούντα ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τάς ψυχᾶς ἠμῶν.
Ἐκτενής καί Ἀπόλυσις μέθ΄ἤν ψάλλομεν τό ἑξῆς:
Ἦχος β΄. Ὄτε ἐκ τοῦ ξύλου.
Σῶτερ ὁ τεχθεῖς ἐκ τῆς Ἁγνῆς, καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, δί΄ἀγαθότητα, καί ἠμᾶς ρυσάμενος, ἐκ τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς, τῶν ἁγίων Νηπίων σου δέχου τάς δεήσεις, ἄς σοί
ἀναφέρουσιν, ὑπέρ ἠμῶν συμπαθῶς, σύ γάρ ἐμεγάλυνας ταῦτα καί τοῖς τούτων αἵμασι Λόγε, τήν σήν Ἐκκλησίαν ἐπορφύρωσας.
Κοντάκιον
Ἦχος θ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀστήρ Μάγους ἔπεμψε, πρός τόν τεχθέντα, καί Ἡρώδης ἄδικον, στρατόν ἀπέστειλε κενῶς, φονοκτονῆσαι οἰόμενος, τόν ἐν τή φάτνη, ὡς Νήπιον κείμενον.
Συναξάριον
Τή ΚΘ΄τοῦ μηνός Δεκεμβρίου, Μνήμη τῶν Ἁγίων Νηπίων, τῶν ὑπό Ἡρώδου ἀναιρεθέντων, χιλιάδων δεκατεσσάρων.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός ἐλέησον ἠμᾶς. Ἀμήν.
Ἦχος πλ. δ΄.
Δέσποινα προσδεξαι, τάς δεήσεις τῶν δούλων σου, καί λύτρωσαι ἠμᾶς, ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως.
Ἦχος β΄.
Τήν πάσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον μέ ὑπό τήν σκέπην σου.
Ὁ Ἱερεύς: Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς.
Πηγή: http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=3572
Ενώπιον της αγίας φάτνης ας ομολογήσουμε ειλικρινά ότι απατηθήκαμε προσκυνώντας αλλότριους θεούς, θυσιάζοντας σε ξένα είδωλα.Νομίσαμε τους εαυτούς μας ελεύθερους κι ευτυχισμένους. Ανομήσαμε,παρακούσαμε, τίποτε δεν συντηρήσαμε απ’ όσα ωραία μας ζήτησε. Όμως ο Χριστός έρχεται και για μας, γιατί είναι πάντοτε πλούσιος σε αγαθότητα. Η απογοήτευση μας κούρασε αλλά και μας ταπείνωσε. Η ταπείνωση μας οδηγεί στην άκρα ταπείνωση.
Οι άγγελοι, λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο Αγιορείτης, με την κατά σάρκα γέννηση του Σωτήρος γνώρισαν, κατά το εξαίσιο παράδειγμά του, ότι υψώνεται κανείς όχι με την υπερηφάνεια αλλά με την ταπείνωση. Έτσι και οι άνθρωποι γνώρισαν με τον καλύτερο τρόπο πως η οδός της σωτηρίας είναι το ταπεινό φρόνημα. Με την ταπείνωση επανορθώνεται η αποστασία.Ο δαίμονας καταντροπιάστηκε και ηττήθηκε με το γεγονός της ενανθρωπίσεως του Θεού Λόγου. Έτσι, η άγνωστη για τον δαίμονα ταπείνωση τον κατανικά με τη στάση των ταπεινών. Ο μεγάλος Θεός γίνεται μικρός από αγάπη στον άνθρωπο.
Το μεγαλείο των Χριστουγέννων μπορούν να αισθανθούν περισσότερο οι ταπεινοί. Τη χαρά τη βιώνει καλύτερα ο ταπεινός, όπως οι αγραυλούντες ποιμένες της Βηθλεέμ και οι σοφοί Μάγοι της Ανατολής, που προσκυνούν το νεογέννητο βρέφος του σπηλαίου. Η μεγάλη έκφραση της ταπεινώσεως είναι η σεμνή κόρη της Γενησαρέτ, η Υπεραγία Θεοτόκος. Το ίδιο ταπεινός είναι και ο σιωπηλός μνήστορας Ιωσήφ. Ο Χριστός έρχεται σε ένα δύσκολο και ανάστατο τόπο με τον πιο ταπεινό τρόπο. Δεν γινόταν να ταπεινωθεί πιο πολύ. Γεννήθηκε σε μια σπηλιά ζώων, δεν τον αντιλήφθηκε κανένας, Αυτόν που χάριζε νέα ζωή. Ο κόσμος έτρεχε σε ξέφρενους ρυθμούς, σε διαφορετικά προγράμματα, με άλλους στόχους. Έτσι τότε, έτσι και τώρα.
Μόνοι τους οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να βρουν τη σωτήρια ταπείνωση. Τους την υπέδειξε ο ίδιος ο ταπεινός Ιησούς με το παράδειγμά του. Παράδειγμα δίνει και η Παναγία με τη σεμνότητά της, την απλότητά της, τη σιωπή της και την ταπείνωσή της. Δίχως αυτή την εμβάθυνση η εορτή των Χριστουγέννων παραμένει τυπική και συνηθισμένη. Θα πρέπει να έχει ουσιαστική επίπτωση στη ζωή μας. Το βάθος, το νόημα, το μυστήριο, η αξία και η σημασία της εορτής έγκειται στην αναμόρφωση και ανακαίνιση του έσω ανθρώπου. Το βαθύ αυτό περιεχόμενο πλημμυρίζει τον άνθρωπο αισιοδοξία, ελπίδα και χαρά.Δίνει λύτρωση από την απόγνωση. Χρειάζεται βιωματική αίσθηση του υπερφυούς γεγονότος της Σαρκώσεως του Ιησού και Λόγου του Θεού. Μη μείνουμε σε αποπροσανατολιστικούς τρόπους που απομακρύνουν από τον Ζωοδότη, Φωτοδότη και Ειρηνοδότη Χριστό.
Θα πρέπει να ταπεινωθούμε ενώπιον του ταπεινωθέντος Ιησού, αδελφοί μου. Άφησε τη μεγαλειώδη δόξα των ουρανών και ήλθε να σκηνώσει μεταξύ αλόγων ζώων. Να μας συγκινήσει η άφατη κένωσή του, να μας παροτρύνει σε ομοίωση. Η ωραία και γνήσια ταπείνωση εμάς θα ωφελήσει, θα ειρηνοποιήσει και θα χαροποιήσει. Τα εφετινά άγια Χριστούγεννα ας γίνουν σταθμός στην πνευματική μας πορεία. Ας αγαπήσουμε την ταπείνωση, ας προσκυνήσουμε ευγνώμονα τον ταπεινό Χριστό της αγρυπνούσης Βηθλεέμ. Το αταπείνωτο φρόνημα μας οδήγησε σε αδιέξοδα. Το ταπεινό φρόνημα ας μας συνοδεύσει στο νέο πολιτικό έτος 2013.
Μακεδονία - 22/12/2012
«Ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον · Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α΄ Τιμ. γ΄ 16).
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΔΡYΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ , ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ & ΚΟΝΙΤΣΗΣ
Ἀριθ. Πρωτ. 95
Ἐν τῷ Ἱερῷ Ἐπισκοπείῳ
Νύκτα Χριστουγέννων 2012
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 161ῃ
ΘΕΜΑ: «Ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον · Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α΄ Τιμ. γ΄ 16).
Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
Αὐτὸν τὸν καιρό, ὅλοι μας, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ζοῦμε ἕνα μεγάλο μυστήριο. Ἕνα μυστήριο, ποὺ ἡ περιωρισμένη διάνοιά μας καὶ ἡ σκέψη μας δὲν μπορεῖ νὰ τὸ καταλάβῃ καὶ νὰ τὸ ἐννοήσῃ. Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος θὰ διερωτηθῇ : «Ὁ ἀχώρητος παντὶ πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί ;» Δηλαδή, αὐτὸς ποὺ δὲν τὸν χωρᾶνε τὰ σύμπαντα, πῶς χώρεσε στὴν γαστέρα τῆς Θεοτόκου ; Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ στέκεται κατάπληκτος μπροστὰ στὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, θὰ γράψῃ στὸν νεαρὸ Τιμόθεο : «Ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α΄ Τιμ. γ΄16). Πράγματι, κατὰ τὴν ὁμολογία ὅλων τῶν πιστῶν, μέγα εἶναι τὸ μυστήριο τῆς ἀληθινῆς θρησκείας, ποὺ ἀποκαλύφθηκε καὶ σὰν θησαυρὸς αἰώνιος παραδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν Ἐκκλησία. Δηλαδή, ὁ Θεὸς φανερώθηκε καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους.
-Β-
Τὸ εἶχε ἤδη πῆ στὴν Παρθένο Μαρία ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ὅτι θὰ γίνῃ ἡ Μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἆρά γε, ὅμως, τὶ κατάλαβε ἡ Μαριὰμ ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου ; Τὸ μόνο βέβαιο εἶναι, ὅτι βρισκόταν μπροστὰ σ' ἕνα μυστήριο. Γι' αὐτὸ σκύβει τὸ κεφάλι, ὑποτάσσεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ λέει ταπεινά: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου · γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκᾶ α΄ 38). Δὲν τὸ καταλαβαίνω καὶ δὲν τὸ χωράει τὸ μυαλό μου αὐτὸ ποὺ μοῦ ἀνήγγειλες. Εἶναι τὸ μυστηριῶδες σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, νά, εἶμαι ἡ δούλη τοῦ Κυρίου, ἡ πρόθυμη νὰ ὑπηρετήσω τὸ θέλημά Του. Εἴθε νὰ γίνῃ σὲ μένα σύμφωνα μ' αὐτὸ ποὺ εἶπες.
-Γ-
Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀσύγκριτα μεγάλη εὐλογία τοῦ Οὐρανοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ποὺ περιπλανιόταν στὰ ἄγρια καὶ ἀπόκρημνα μονοπάτια τῆς εἰδωλολατρείας καὶ τῶν ποικίλων παθῶν τῆς «εὐπερίστατης» ἁμαρτίας. Στὴν περίφημη ὡδή της ἡ Θεοτόκος θὰ τὸ διαλαλήσῃ : «Τὸ ἔλεος αὐτοῦ (τοῦ Θεοῦ) εἰς γενεὰς γενεῶν τοῖς φοβουμένοις αὐτόν. Ἐποίησε κράτος ἐν βραχίονι αὐτοῦ, διεσκόρπισεν ὑπερηφάνους διανοίᾳ καρδίας αὐτῶν · καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ θρόνων καὶ ὕψωσε ταπεινούς, πεινῶντας ἐνέπλησεν ἀγαθῶν ...» ) Λουκᾶ α΄ 50-53). Ὁ ἑρμηνευτὴς θὰ σημειώσῃ χαρακτηριστικά, ὅτι ὁ Θεὸς ἔδωσε ἄφθονες τὶς πνευματικὲς δωρεὲς τῆς σωτηρίας σὲ ὅσους τὶς ἐπόθησαν πολύ.
-Δ-
Ἔτσι, οἱ ἄγγελοι τὴν μοναδικὴ ἐκείνη νύχτα τῆς Γεννήσεως, δικαιολογημένα δοξολογοῦσαν τὸν Θεὸ καὶ ἔλεγαν : «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνῃ, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκᾶ β΄14). Στὴν γῆ ὁλόκληρη, ποὺ εἶναι ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ βίαια πάθη της, ἄς βασιλεύσῃ ἡ θεϊκὴ εἰρήνη · διότι ὁ Θεὸς ἐξεδήλωσε τώρα λαμπρὰ τὴν εὔνοια καὶ τὴν εὐαρέσκειά του στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἄγγελος ἔφερε στοὺς ἄδολους ποιμένες τὸ μήνυμα τῆς μεγάλης χαρᾶς, ἡ ὁποία θὰ ἦταν καὶ ὁλόκληρου τοῦ λαοῦ χαρά, γιατὶ γεννήθηκε σήμερα ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. «Ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ» (Λουκᾶ β΄ 10-11).
-Ε-
Ναὶ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί ! Μυστήριο εἶναι ἡ Γέννηση τοῦ Σωτῆρος. Μυστήριο, πού, ὅπως εἴπαμε, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κατανοήσουμε. Ὅμως, ἐμεῖς ἄς κάνουμε τὴν καρδιά μας φάτνη. Φάτνη καθαρὴ μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση. Φάτνη ζεστὴ ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπό μας καὶ ἀπὸ τὴν πίστη μας πρὸς τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος - καὶ μόνον Αὐτὸς - μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλῃ ἀπὸ τὰ σημερινὰ ἀδιέξοδα. Χαιρετίζω, πατρικῶς καὶ ἀδελφικῶς τοὺς Βορειοηπειρῶτες καὶ τοὺς Κυπρίους ἀδελφούς. Καὶ εὔχομαι σὲ ὅλους πλούσια τὴν χάρη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Γεννηθέντος Κυρίου καὶ γιὰ τὸ ἐπὶ θύραις Νέον Ἔτος καὶ γιὰ πάντα.
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν εὐχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Α Ν Δ Ρ Ε Α Σ
Τι είναι τα Χριστούγεννα: Μυστήριο παράξενο και παράδοξο Πανηγυρίζουμε όλοι, βλέποντας το Θεό στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Πήρε το σώμα μας. Μας προσφέρει το Πνεύμα Του. Κι ο διάβολος, που είχε υποδουλώσει τον άνθρωπο, τράπηκε σε φυγή. Σε φάτνη αναπαύεται, Αυτός που έχει θρόνο τον ουρανό! Χέρια ανθρώπινα αγγίζουν τον απρόσιτο κι ασώματο! Με σπάργανα είναι σφιχτοδεμένος, Αυτός που σπάει τα δεσμά της αμαρτίας! Όμως... τούτο είναι το θέλημά Του: με δόξα να ντύσει την ευτέλεια· και την προσβολή να μεταπλάσει σ' αρετή. Ο Πλούσιος έγινε φτωχός για χάρη μας. Δεν έχει ούτε κρεβάτι ούτε στρώμα. Μέσα σε ταπεινό παχνί Τον έχουν αποθέσει... η φτώχεια Του, πλούτου πηγή! Ο πλούτος ο αμέτρητος, κρυμμένος μες στη φτώχεια! Μέσα στη φάτνη κείτεται και την οικουμένη σαλεύει. Μέσα σε σπάργανα τυλίγεσαι και σπάει τα δεσμά της αμαρτίας. Σήμερα λύθηκαν τα μακροχρόνια δεσμά. Ο διάβολος καταντροπιάστηκε. Οι δαίμονες δραπέτευσαν. Ο θάνατος καταργήθηκε. Ο παράδεισος ανοίχτηκε. Η κατάρα εξαφανίστηκε. Η αμαρτία διώχτηκε. Η πλάνη απομακρύνθηκε. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε. Το κήρυγμα της ευσέβειας ξεχύθηκε και διαδόθηκε παντού. Η βασιλεία των ουρανών μεταφυτεύθηκε στη γη. Οι άγγελοι συνομιλούν με τους ανθρώπους.
Μας χαρίζει σήμερα το θησαυρό της αιώνιας ζωής. Παίρνει τη σάρκα μου για να με αγιάσει· μου δίνει το Πνεύμα Του για να με σώσει. Ήρθαν έτσι, Θεός και άνθρωπος, σε μυστική ένωση. Να λοιπόν το νόημα των Χριστουγέννων.
Το πρώτο μας βήμα για να ζήσουμε έτσι, είναι να γνωρίσουμε φέτος πιο πολύ τον Χριστό μας. Λέξη ακόμα δεν άρθρωσε ως άνθρωπος στη φάτνη και δίδαξε στους μάγους τη θεογνωσία.[i] Τα Χριστούγεννα έφεραν την Πεντηκοστή. Το Άγιο Πνεύμα «πλάθει και διαμορφώνει μέσα μας τη γνώση του Θεού». Γνωρίζουμε το Άγιο Πνεύμα ως θεία ενέργεια που μας καθιστά καινή κτίση. Αναφέρεται ότι το Άγιο Πνεύμα που ενοικεί στον άνθρωπο τον διαποτίζει έως «μυελού των οστέων». Το να είναι κανείς πεπληρωμένος από το Άγιο Πνεύμα σημαίνει να είναι συμμέτοχος της θεότητας του ίδιου του Θεού. Όσα γνωρίζουμε βέβαια για το Άγιο Πνεύμα είναι όσα ο Χριστός είπε και αποκάλυψε γι Αυτό.
Ας δούμε τι είναι αυτό που μας εμποδίζει να κάνουμε το πρώτο βήμα: Υπάρχει μέσα μας μια οδυνηρή αντινομία, μια θρηνώδης αίσθηση ότι ανήκουμε σε δύο κόσμους, ενώ θα έπρεπε να τους έχουμε φέρει μέσα μας σε ενότητα. Πρέπει επιτέλους να πιστέψουμε ότι μας δίνεται η δύναμη να ζήσουμε στον κόσμο, μολονότι έχουμε κληθεί να είμαστε εν αυτώ, χωρίς να είμαστε ταυτόχρονα εξ αυτού. Παράδειγμα: Ζούμε και μεις δοκιμασίες, όπως οι άλλοι άνθρωποι, εμείς όμως έχουμε τη δυνατότητα να χαιρόμαστε όπως ο Απόστολος Παύλος. «Χαίρω εν τοις παθήμασι», γιατί είναι μεταμορφωμένες ευλογίες.
Το δεύτερο βήμα είναι να αναπτύξουμε μία προσωπική σχέση με τον Νεογέννητο. Αυτό που η Ορθοδοξία μας τόνιζε πάντα όσο δυνατόν πιο σθεναρά, ήταν ότι στον Θεό δεν μπορούν να υπάρξουν απρόσωπες σχέσεις, αλλά μόνο προσωπικές. Αυτή η σχέση μας με τον Ιησού Χριστό είναι η σχέση που μας μεταμορφώνει. Ανάμεσα στους δύο ερχομούς του Χριστού, ανάμεσα στην ταπείνωση του πρώτου ερχομού και τη δόξα του δεύτερου υπάρχει ή θα έπρεπε να υπάρχει μία ολοένα αυξανόμενη προκοπή της γνώσης του Θεού μέσα στην καρδιά, μέσα στο νου και την όλη ύπαρξη του κάθε χριστιανού.
Αυτό που μας εμποδίζει να κάνουμε το δεύτερο βήμα είναι ότι συνεχίζουμε να ασχολούμαστε συνεχώς με τις προσωπικές μας ανάγκες και με τις αδυναμίες των άλλων. Συνεχίζουμε δηλαδή να ασχολούμαστε εγωιστικά με τα δικά μας και να κατακρίνουμε τους άλλους. Έτσι δεν μπορούμε ποτέ να γίνουμε ένα με τον Χριστό.
Ήρθαν οι ποιμένες να προσκυνήσουν τον καλό Ποιμένα, που θυσίασε τη ζωή Του για χάρη των προβάτων και άφησαν τα πρόβατά τους. Οι μάγοι άφησαν τον τόπο της σοφίας τους για να Τον προσκυνήσουν Οι μαθητές αργότερα θα αφήσουν τα δίκτυα τους.
Το τρίτο βήμα μετά την ανάπτυξη της προσωπικής μας σχέσης με τον Θεό είναι γευτούμε και να δεχτούμε όση Χάρη περισσότερη μπορούμε. Όλος ο Χριστός μας μας προσφέρεται αλλά μπορούμε να «αδράξουμε» μόνο όσο η καρδιά μας μπορεί να κρατήσει . Ο Θεός αποκαλύπτεται στο μέτρο των ανθρωπίνων δυνατοτήτων. Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι το συνεχιζόμενο θαύμα της παρουσίας του Θεού στη ζωή μας. Μπορεί κανείς να πει ότι το Άγιο Πνεύμα ενοικεί στην Εκκλησία στην πληρότητά Του, αλλά ο καθένας μας συμμετέχει σ΄ αυτό, στο μέτρο που είναι ικανός να Το δεχτεί και να το κομίσει. Τα Χριστούγεννα ανοίγονται για κάθε ψυχή προοπτικές αγιότητας και μετοχής στη Θεία Χάρη.
Όμως ο Θεός δεν πρόκειται ποτέ να μας εγκαταλείψει αν δεν του πούμε απλά «Φύγε» πήρα την απόφασή μου. Και ακόμη και τότε δεν θα μας εγκαταλείψει με το να γίνει αδιάφορος. Θα χτυπά την πόρτα μας μέσα από τις αναμνήσεις μας, μέσα από την απόκριση της καρδιάς μας, μέσα από τη φωνή Του, μέσα από τις περιστάσεις και μέσα από τους ανθρώπους. Η δική του αγάπη θα βρει μια χαραμάδα και στη δική μας σκληρή καρδιά για να εργαστεί και να μας φωτίσει και φέτος τα Χριστούγεννα. Και μη ζητάς να μάθεις το πώς. Γιατί όπου θέλει ο Θεός, ανατρέπονται οι φυσικοί νόμοι.
Ελάτε λοιπόν να γιορτάσουμε! Ελάτε να πανηγυρίσουμε! Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει : Αφού λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, θέλω κι εγώ να σκιρτήσω, θέλω να χορέψω, θέλω να πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αυλό, δίχως λαμπάδες αναμμένες στα χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, αντί γι' αυτά, τα σπάργανα του Χριστού. Αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου. Γι' αυτό τα 'χω μαζί μου: Για να πάρω από τη δύναμή τους δύναμη, για να φωνάξω μαζί με τους αγγέλους, «δόξα στον ύψιστο Θεό», και με τους ποιμένες, «και ειρήνη στη γη, ευλογία στους ανθρώπους» (Λουκ. 2:14).
[i] Η ομιλία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εις το γενέθλιον του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού», εκφωνήθηκε στην Αντιόχεια, κάποια Χριστούγεννα της προτελευταίας δεκαετίας του 4ου αιώνα.
ομιλία της κ. Μαγδαληνής Κωνστα
«Ιωσήφ, υιός Δαβίδ, μη φοβηθείς παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου. Το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν αγίου. Τέξεται δε υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν. Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από την αμαρτίαν αυτών. Τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθεί το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος. Ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν, και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστί μεθερμηνευόμενον «μεθ’ ημών ο Θεός»».
Αγνείας σύντροφοι και σωφροσύνης μαθηταί, ας ανυμνήσωμε με αγνισμένα χείλη τον Θεόν που εγεννήθη από την Πάναγνον Παρθένον. Εμείς που έχουμε καταξιωθή να μεταλάβωμε την σάρκα του νοητού προβάτου, ελάτε να μεταλάβωμε την κεφαλήν και τους πόδες. Ως κεφαλήν να εννοήσωμε την Θεότητα και ως πόδες να εκλάβωμε την ανθρωπότητα. Οι ακροαταί των αγίων Ευαγγελίων, ας πεισθούμε στον θεολόγον Ιωάννην, ο οποίος, αφού είπε «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος», προσέθεσε. «Και ο Λόγος σαρξ εγένετο». Πράγματι, δεν είναι ευσεβές ούτε να τον προσκυνούμε ως απλόν άνθρωπο, ούτε να τον ευλογούμε μόνον Θεόν χωρίς την ανθρωπίνην φύση Του. Διότι εάν ο Χριστός είναι Θεός, όπως βεβαίως και είναι, αλλά δεν ανέλαβε την ανθρωπίνη φύση, τότε δεν έχουμε καμμίαν σχέση με την σωτηρία. Να τον προσκυνούμε μεν ως Θεόν, αλλά να πιστεύωμε ότι και ενηνθρώπησε. Διότι ούτε να τον ομολογούμε άνθρωπο χωρίς την Θεότητα μας οφελεί, ούτε το να μην ομολογούμε ότι μαζί με την θείαν φύσιν έχει και την ανθρωπίνη, ημπορεί να μας σώση. Ας ομολογήσωμε την παρουσία του Βασιλέως και ιατρού. Διότι ο Βασιλεύς Ιησούς, προκειμένου να μας θεραπεύση, εζώσθη αντί στολής διακονητού, την ανθρωπίνη φύση και θεράπευσε την ασθένειά μας. Ο τέλειος διδάσκαλος των νηπίων, έγινε μαζί μας νήπιο για να σοφίση τους ανοήτους. Ο επουράνιος άρτος κατέβη στην γη, για να θρέψει τους πεινασμένους.
Και οι γνήσιοι απόγονοι των Ιουδαίων, αρνούμενοι αυτόν που ήλθε, προσδοκούν τον κακώς ερχόμενον. Απεξενώθησαν από τον αληθινόν Χριστόν, και περιμένουν οι πλανημένοι τον πλάνον. «Εγώ ελήλυθα εν τω ονόματι του Πατρός μου, και ου λαμβάνετέ με, εάν δε άλλος έλθη εν τω ονόματι τω ιδίω, εκείνον λήψεσθε».
Καλόν ακόμη είναι να απευθύνωμε και μίαν ερώτηση στους Ιουδαίους: Αληθεύει ο Προφήτης Ησαϊας όταν λέγη πως ο Εμμανουήλ θα γεννηθεί από Παρθένον ή ψεύδεται; Εάν τον κατηγορούν ότι ψεύδεται, αυτό δεν είναι θαυμαστόν, αφού είναι συνηθισμένοι όχι μόνο να κατηγορούν τους Προφήτες ως ψεύστες, αλλά και να τους λιθοβολούν. Εάν όμως ο Προφήτης λέγει την αλήθεια, δείξετε τον Εμμανουήλ, και πείτε μας: αυτός που πρόκειται να έλθη, ο προσδοκώμενος από σας, θα γεννηθή από Παρθένον ή όχι; Και αν δεν γεννάται από παρθένο, τότε κατηγορείτε τον Προφητην ως ψεύστη. Αν όμως προσδοκάτε να συμβή αυτό στο μέλλον, για ποίον λόγον απορρίπτετε αυτό που ήδη έγινε;
Ας πλανώνται λοιπόν οι Ιουδαίοι, αφού το θέλουν, και ας δοξάζεται η Εκκλησία του Θεού. Διότι εμείς παραδεχόμεθα ότι ο Θεός Λόγος αληθώς έγινεν άνθρωπος, χωρίς να μεσολαβήση σαρκική επιθυμία, όπως λέγουν οι αιρετικοί. Αλλά ενηνθρώπησε, όπως λέγει το Ευαγγέλιον, με την συνέργεια της Παρθένου και του Αγίου Πνεύματος, όχι κατά φαντασίαν, αλλά πραγματικώς. Και για το ότι αληθώς ενηνθρώπησε, περίμενε την συνέχεια του λόγου και θα λάβης σε λίγο τις αποδείξεις. Διότι είναι πολύπλοκος η πλάνη των αιρετικών, και άλλοι μεν λέγουν ότι κατά κανένα τρόπον δεν εγεννήθη από Παρθένον, άλλοι δε ότι εγεννήθη βεβαίως, όχι όμως από Παρθένον, αλλά από γυναίκα που ήλθε σε σχέση με άνδρα. Άλλοι πάλι λέγουν ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός που ενηνθρώπησε, αλλά άνθρωπος που εθεοποιήθη. Ετόλμησαν δηλαδή να είπουν ότι δεν ήταν ο προϋπάρχων Λόγος που ενηνθρώπησε, αλλά κάποιος άνθρωπος που προέκοψε πολύ στην αρετή, και έλαβεν ως έπαθλο την θέωση. Συ όμως μνημόνευσε όσα έχουμε ειπεί για την Θεότητα, πίστευσε ότι αυτός ο ίδιος ο Μονογενής Υιός του Θεού εγεννήθη πάλιν από την Παρθένο. Να πεισθής σ’ αυτό που λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Ο μεν Λόγος βεβαίως είναι αιώνιος, αφού εγεννήθη προ πάντων των αιώνων από τον Πατέρα. Την δε σάρκα την ανέλαβε προσφάτως για να μας σώση. Αλλά πολλοί προβάλλουν αντιρρήσεις και λέγουν: Ποία τόσο μεγάλη ανάγκη έκανε τον Θεό να κατέλθη μέχρι την ανθρωπίνη φύση; Και είναι ποτέ δυνατόν να συναναστραφή η Θεία φύσις με τους ανθρώπους ή να γεννήση παρθένος χωρίς συνάφειαν ανδρός; Εμπρός λοιπόν, επειδή υπάρχουν πολλές αντιρρήσεις και η μάχη είναι πολύπλευρος, ας διαλύσωμε με την χάρη του Χριστού και με τις ευχές των παρόντων κάθε μία χωριστά.
Και πρώτα ας εξετάσωμε για ποιον λόγο κατήλθε στη γην ο Ιησούς. Και μην προσέξης στις ιδικές μου ευρεσιολογίες, διότι με αυτές ίσως εξαπατηθής. Μην πιστέψης στα λεγόμενα, εάν δεν ακούσης για καθένα από τα γεγονότα κάποιαν μαρτυρία προφητικήν. Εάν δεν μάθεις και περί της Παρθένου και του τόπου και του χρόνου και του τρόπου από τις Θείες Γραφές, μη παραδεχθής κανενός ανθρώπου την μαρτυρία. Διότι αυτόν που βλέπει κανείς ενώπιόν του να διδάσκει, είναι δυνατόν να τον υποπτευθή. Ποίος όμως, εάν διαθέτη κοινόν νουν, ημπορεί να θεωρήση ύποπτον εκείνον που έχει προφητεύσει πριν από χίλια και περισσότερα χρόνια;
Εάν λοιπόν ζητής την αιτία της παρουσίας του Χριστού στον κόσμο, να καταφύγης στο πρώτο βιβλίο της Γραφής. Σε έξι ημέρες εποίησεν ο Θεός τον κόσμον. Ο κόσμος όμως έγινε για τον άνθρωπο. Πράγματι και, ο ήλιος, ο οποίος ακτινοβολεί με τις λαμπρότατες ακτίνες του, έγινε για να φωτίζη τον άνθρωπο. Αλλά και όλα τα ζώα για να μας υπηρετούν εδημιουργήθησαν. Τα φυτά και τα δένδρα εκτίσθησαν για την ιδική μας απόλαυση. Όλα τα δημιουργήματα καλά και ωραία είναι, κανένα όμως από αυτά δεν είναι εικόνα του Θεού, παρά μόνον ο άνθρωπος. Ο ήλιος εδημιουργήθη μόνο με το πρόσταγμα του Θεού, ο άνθρωπος όμως επλάσθη με τα χέρια του Θεού, δηλαδή με ιδιαιτέραν ενέργεια και επιμέλεια: «ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν. Εάν η ξύλινη εικόνα του επιγείου βασιλέως τιμάται, πόσο μάλλον η λογική εικόνα του Θεού; Αλλά αυτό το πλάσμα, το μεγαλύτερον από τα δημιουργήματα του Θεού, το οποίον εχόρευε μέσα στον Παράδεισο, το έβγαλεν από εκεί ο φθόνος του διαβόλου. Και έχαιρεν ο εχθρός για την πτώσιν εκείνου που αυτός εφθόνησε. Μήπως άραγε συ ήθελες να εξακολουθή να χαίρεται αιωνίως ο εχθρός; Αυτός, επειδή δεν ετόλμησε τότε να πλησιάση τον άνδρα, που ήταν ισχυρός, επλησίασε την Εύαν, ως ασθενεστέραν, η οποία ήταν ακόμη παρθένος, διότι ο «Αδάμ έγνω Εύαν την γυναίκα αυτού» μετά την πτώση και την έξωση από τον Παράδεισον.
Δεύτεροι διάδοχοι του ανθρωπίνου γένους ήταν ο Κάιν και ο Άβελ. Ο Κάιν ήταν και ο πρώτος ανθρωποκτόνος. Έπειτα επηκολούθησε ο κατακλυσμός εξ αιτίας της πολλής κακίας των ανθρώπων. Αργότερα κατήλθε πυρ επάνω στους Σοδομίτες για την παρανομία τους. Έπειτα από χρόνια εξέλεξεν ο Θεός τον λαό τού Ισραήλ, αλλά και αυτός διεστράφη, και έτσι το εκλεκτόν γένος ετραυματίσθη. Πράγματι, την στιγμήν που ο Μωυσής παρίστατο ενώπιον του Θεού επάνω στο Όρος, κάτω ο λαός προσκυνούσε αντί του Θεού τον μόσχον. Την εποχήν του νομοθέτου Μωυσέως, ο οποίος είπε το «Μη μοιχεύσης», κάποιος άνδρας ετόλμησε να εισέλθη σε ένα καμίνι και να πράξη την ακολασία. Μετά τον Μωυσή απεστάλησαν Προφήτες για να θεραπεύσουν τον Ισραήλ, αλλά δεν κατώρθωναν να νικήσουν την πνευματικήν του ασθένεια, και θρηνούσαν γι’ αυτό, ώστε κάποιος από αυτούς να λέγη: «οίμοι ότι απόλωλεν ευλαβής από της γής, και ο κατορθών εν ανθρώποις ουχ υπάρχει». Και πάλιν: «πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός». Και πάλιν: «αρά και κλοπή και μοιχεία και φόνος εκκέχυται επί της γης», «τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας έθυσαν τοις δαιμονίοις» «οιωνίζοντο και εκληδονίζοντο (ησχολούντο δηλαδή με οιωνούς και μάγια)».
Πολύ βαθειά λοιπόν προχωρημένο και εκτεταμένο το τραύμα της ανθρωπότητος. «Από ποδών έως κεφαλής ουκ ην αυτώ ολοκληρία. Ουκ ην μάλαγμα επιθείναι (δεν ήταν δυνατόν δηλαδή να θεραπευθή με κατάπλασμα) ούτε έλαιον ούτε καταδέσμους». Και έλεγαν κατόπιν οι Προφήτες, θρηνώντας και υποφέροντας γι’ αυτήν την κατάσταση. «Τις δώσει εκ Σιών το σωτήριον»; Και άλλος Προφήτης παρακαλούσε λέγοντας: «Κύριε κλίνον ουρανούς και κατάβηθι», τα τραύματα της ανθρωπότητος υπερβαίνουν τις θεραπευτικές μας ικανότητες. «Τους Προφήτας σου απέκτειναν και τα θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν». Από εμάς είναι αδύνατον να διορθωθή το κακό, μόνο συ ημπορείς να το διορθώσης.
Και ο Κύριος επήκουσε της δεήσεως των Προφητών. Δεν παρέβλεψε ο Πατέρας το γένος μας που εχάνετο. Εξαπέστειλε ιατρόν από τον Ουρανόν, τον Κύριον, τον Υιόν Του… Όταν δηλαδή απεδείχθη η δική μας αδυναμία, ανέλαβεν ο Κύριος να κάνη αυτό που επιζητούσε ο άνθρωπος. Και επειδή ο άνθρωπος ήθελε να ακούση κάποιον όμοιό του, ανέλαβε την ιδικήν μας φθαρτήν φύσιν ο Σωτήρ, ώστε να παιδαγωγηθούν πιο αποτελεσματικά οι άνθρωποι.
Υπάρχει όμως και άλλος λόγος. Ο Χριστός ήλθε κοντά μας για να βαπτισθή, και να αγιάση το Βάπτισμα. Ήλθε για να θαυματουργήση περιπατώντας στην επιφάνεια της θαλάσσης. Επειδή πριν από την ένσαρκον οικονομίαν «η θάλασσα είδε και έφυγε και ο Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω», ανέλαβεν ο Κύριος το σώμα, ώστε η θάλασσα, όταν τον ιδή, να τον δεχθή επάνω της, και ο Ιορδάνης να τον υποδεχθή αφόβως. Αυτή λοιπόν είναι μία αιτία, υπάρχει όμως και δευτέρα.
Ο θάνατος ήλθε στον κόσμο δια παρθένου, της Εύας. Έπρεπε δια παρθένου, ή μάλλον από παρθένο, να φανερωθή και η ζωή, ώστε καθώς εκείνην την είχεν πατήσει ο όφις, έτσι και αυτήν να την ευαγγελισθή ο Γαβριήλ.
Αφού οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τον Θεόν, εδημιούργησαν ανθρωπόμορφα είδωλα. Επειδή λοιπόν μέσα στην πλάνη τους οι άνθρωποι προσκυνούσαν ψευδή μορφήν ανθρώπου, έγινεν ο Θεός αληθώς άνθρωπος, ώστε να διαλυθή το ψεύδος. Ο διάβολος είχε χρησιμοποιήσει ως όργανον εναντίον μας την σάρκα. Και αυτό γνωρίζοντας ο Παύλος λέγει: «Βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου, αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου και αιχμαλωτίζοντά με» και τα λοιπά. Με τα ίδια λοιπόν όπλα με τα οποία μας πολεμούσε ο διάβολος, με αυτά ακριβώς και έχουμε σωθή. Ανέλαβεν ο Κύριος από εμάς την ιδική μας φύση, ώστε να της δώση ό,τι της έλειπε, την πλουσίαν χάρη. Για να γίνη η φύσις των ανθρώπων η αμαρτωλός, Θεού κοινωνός. Και έτσι «όπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις». Έπρεπεν ο Κύριος να πάθη υπέρ ημών. Δεν θα τολμούσε όμως ο διάβολος να τον πλησιάση, εάν τον ανεγνώριζε. Το σώμα δηλαδή έγινε δόλωμα για τον θάνατον, ώστε ο δράκοντας, ενώ ήλπιζε ότι θα τον καταπιή, να εμέση και όσους είχεν ήδη καταπιή. «Κατέπιε γαρ ο θάνατος ισχύσας» και «αφείλεν ο Θεός παν δάκρυον από προσώπου παντός», είχε προείπει ο Ησαϊας. Μήπως ο Χριστός ματαίως έγινεν άνθρωπος; Μήπως οι διδασκαλίες του είναι ρητορικά εφευρήματα και ανθρώπινα σοφίσματα; Δεν είναι οι θείες Γραφές που μας οδηγούν στην σωτηρία; Εκεί μέσα δεν συναντούμε τις προρρήσεις των Προφητών; Κράτα, λοιπόν, σε παρακαλώ σταθερά μέσα σου αυτήν την παρακαταθήκη, και κανείς ας μη σε μετακινήση. Πίστευε ότι αληθώς ο Θεός έγινεν άνθρωπος.
Το ότι ήταν λοιπόν δυνατόν ο Θεός να γίνη άνθρωπος έχει αποδειχθή. Αν όμως οι Ιουδαίοι ακόμη απιστούν, θα τους κάνωμε την εξής ερώτηση: Τί παράδοξο κηρύττουμε λέγοντας ότι ο Θεός έγινεν άνθρωπος, αφού σεις οι ίδιοι λέγετε ότι ο Αβραάμ υπεδέχθη τον Κύριον; Τί παράδοξο κηρύττουμε αφού και ο Ιακώβ λέγει: «είδον γαρ Θεόν πρόσωπον προς πρόσωπον, και εσώθη μου η ψυχή». Ο Κύριος, ο οποίος εφιλοξενήθη και έφαγε στην σκηνήν του Αβραάμ, έφαγε και μαζί μας. Τί το παράδοξον λοιπόν κηρύττουμε; Έχουμε όμως να παρουσιάσωμε και δύο μάρτυρες, οι οποίοι εστάθησαν στο όρος Σινά ενώπιον του ιδίου του Κυρίου. Ο Μωυσής, όταν ευρίσκετο μέσα στην οπή του βράχου, και ο Ηλίας αργότερα, που τον είδε επίσης μέσα στην οπή ενός σπηλαίου. Εκείνοι παρουσιάσθησαν κατά την Μεταμόρφωσή του και στο Όρος Θαβώρ και «έλεγον τοις μαθηταίς την έξοδον, ην έμελλε πληρούν εν Ιερουσαλήμ». Αλλά όπως προείπα, έχει αποδειχθή ότι ήταν δυνατόν να λάβη ο Θεός την ανθρωπίνη φύση. Ας αφήσωμε λοιπόν να ασχολούνται με τις αποδείξεις εκείνοι που αρέσκονται να επανέρχωνται συνεχώς στα ίδια.
Έχουμε όμως υποσχεθή να ομιλήσωμε και για τον χρόνο, και για τον τόπο της ελεύσεως του Σωτήρος. Και δεν πρέπει να αναχωρήσωμε από εδώ, κατηγορούμενοι για ψεύδος, αλλά μάλλον να βοηθήσωμε τους νέους βλαστούς της Εκκλησίας να φύγουν από εδώ πιο εδραιωμένοι στην πίστη. Ας αναζητήσωμε λοιπόν τον χρόνο, πότε δηλαδή ήλθε εδώ ο Κύριος. Επειδή η παρουσία του είναι πρόσφατος και, γι’ αυτό αμφισβητείται, και ακόμη επειδή «Χριστός Ιησούς χθες και σήμερον είναι ο αυτός και εις τους αιώνας». Λέγει λοιπόν ο Προφήτης Μωυσής. «Προφήτην υμίν αναστήσει Κύριος ο Θεός υμών ως εμέ». Ας αφήσωμε προς το παρόν το «ως εμέ» για να εξετασθή εκεί που πρέπει. Αλλά πότε θα έλθη αυτός ο προσδοκώμενος Προφήτης; Ανάτρεξε, λέγει, σ’ αυτά που έχω γράψει. Ερεύνησε με προσοχήν την προφητεία που είπε ο Ιακώβ προς τoν Ιούδα: «Ιούδα, σε αινέσαισαν (θα σε υμνήσουν) οι αδελφοί σου», και τα υπόλοιπα, για να μην τα ειπούμε όλα. Και στην συνέχεια «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα ουδέ ηγούμενος εκ των μηρών αυτού (από τους απογόνους του δηλαδή) έως αν έλθη ω απόκειται, (αυτός στον οποίον έχει επιφυλαχθή), και αυτός προσδοκία» όχι των Ιουδαίων, αλλά «Εθνών». Το ότι λοιπόν έπαυσε η εξουσία των Ιουδαίων είναι σημείον της παρουσίας του Χριστού. Εάν τώρα δεν ευρίσκωνται υπό την εξουσία των Ρωμαίων, δεν έχει έλθει ακόμη ο Χριστός. Εάν τους κυβερνά απόγονος του Ιούδα και του Δαυϊδ, δεν ήλθεν ακόμη ο προσδοκώμενος. Και εντρέπομαι να ομιλώ για τα πρόσφατα γεγονότα που συνέβησαν σ’ αυτούς, σχετικά με εκείνους που ονομάζουν τώρα πατριάρχες. Ποία δηλαδή είναι η καταγωγή τους και ποία η μητέρα τους. Τα αφήνω γι’ αυτούς που τα γνωρίζουν. Αλλά αυτός ο ερχόμενος, η προσδοκία των εθνών, ποίον άλλο σημείο έχει άραγε; Λέγει στην συνέχεια η Γραφή «δεσμεύων προς άμπελον τον πώλον (τον νεαρόν όνον δηλαδή) αυτού». Βλέπεις και εδώ σαφώς τον πώλο, τον οποίο προανήγγειλεν ο Ζαχαρίας, και εχρησιμοποίησεν ο Ιησούς.
Αλλά ζητείς και άλλην μαρτυρία για τον χρόνο της παρουσίας του; «Κύριος είπε προς με. Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε», και μετά από λίγο λέγει «ποιμανείς αυτούς εν ράβδω σιδηρά». Είπα και προηγουμένως ότι ράβδος σιδηρά ονομάζεται σαφώς η βασιλεία των Ρωμαίων. Σχετικώς με αυτήν ας ξαναθυμηθουμε το χωρίον του Προφήτου Δανιήλ. Όταν δηλαδή εδιηγείτο και εξηγούσε στον Ναβουχοδονόσορα την εικόνα του αδριάντος, αναφέρει και όλη την οπτασία που είχε δει γι’ αυτόν, και «λίθον άνευ χειρός εξ όρους τμηθέντα», ο οποίος δεν κατεσκευάσθη από άνθρωπο, και θα επικρατήση σε όλην την οικουμένην. Και λέγει καθαρώτατα ότι «και εν ταις ημέραις των βασιλειών εκείνων αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τον αιώνα ου διαφθαρήσεται, και η βασιλεία αυτού λαώ ετέρω ουχ υπολειφθήσεται (δεν θα έχη διαδοχήν δηλαδή, θα είναι αιώνιος)».
Ζητούμε όμως να μας αποδείξης με ακόμη μεγαλυτέραν διαφάνεια τον χρόνο της ελεύσεώς του, επειδή ο άνθρωπος είναι δύσπιστος, και εάν δεν του υπολογίσης και την ακριβή χρονολογία, δεν πιστεύει στα λεγόμενα. Ποίος είναι λοιπόν ο καιρός και ποίος ο χρόνος; Όταν παύσουν πλέον να υπάρχουν βασιλείς από την γενεάν του Ιούδα και βασιλεύση στο εξής αλλόφυλος, ο Ηρώδης δηλαδή. Λέγει λοιπόν ο άγγελος στον Δανιήλ: «Συ δε μοι σημείωσαι τα λεγόμενα, και γνώσει και συνήσεις (θα κατανοήσης δηλαδή). Από εξόδου λόγου του αποκριθήναι (από την ημέρα που θα εκδοθή διάταγμα) του ανοικοδομηθήναι Ιερουσαλήμ έως Χριστού ηγουμένου, εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο». Εξήντα εννέα όμως εβδομάδες ετών απαριθμούν τετρακόσια ογδόντα τρία ετη. Είπε λοιπόν ότι αφού περάσουν τετρακόσια ογδόντα τρία έτη από την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ, και εκλείψουν οι άρχοντες που προέρχονται από την φυλήν του Ιούδα, τότε έρχεται βασιλεύς αλλόφυλος, στις ημέρες του οποίου θα γεννηθή ο Χριστός. Ο Δαρείος λοιπόν ο Μήδος την ανοικοδόμησε κατά το έκτον έτος της βασιλείας του, που αντιστοιχεί στο πρώτον έτος της εξηκοστής έκτης Ολυμπιάδος των Ελλήνων. Οι Έλληνες ονομάζουν Ολυμπιάδα τον αγώνα που τελείται κάθε τέσσερα χρόνια χάριν της ημέρας που συμπληρώνεται κάθε τετραετία. Διότι, σύμφωνα με την πορεία του ηλίου, περισσεύουν κάθε έτος τρεις ώρες. Ο Ηρώδης λοιπόν εβασίλευσε το τέταρτον έτος της εκατοστής ογδοηκοστής έκτης Ολυμπιάδος. Από την εξηκοστήν έκτη λοιπόν μέχρι την εκατοστήν ογδοηκοστήν έκτη μεσολαβούν εκατόν είκοσι Ολυμπιάδες και κάτι ακόμη. Οι εκατόν είκοσι λοιπόν Ολυμπιάδες αντιστοιχούν σε τετρακόσια ογδόντα έτη. Τα υπόλοιπα τρία έτη ίσως είναι αυτά που περιλαμβάνονται μεταξύ του πρώτου και του τετάρτου, κατά το οποίον εβασίλευσε ο Ηρώδης. Έχεις λοιπόν την απόδειξη σύμφωνο με αυτό που λέγει η Γραφή, ότι «από εξόδου λόγου του αποκριθήναι και του οικοδομηθήναι Ιερουσαλήμ, έως Χριστού ηγουμένου, εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο», δηλαδή τετρακόσια ογδόντα τρία έτη. Έχεις λοιπόν τώρα πλέον την απόδειξη της χρονολογίας ελεύσεως του Χριστού, αν και υπάρχουν και άλλοι τρόποι που δίδουν το ίδιο αποτέλεσμα με βάση τις εβδομάδες των ετών για τις οποίες προείπεν ο Δανιήλ.
Ακου τώρα τι λέγει ο Μιχαίας, σχετικά με τον τόπο της Γεννήσεως του Θεανθρώπου. «Και συ Βηθλεέμ οίκος του Ευφραθά, μη ολιγοστός ει του είναι εν χιλιάσιν Ιούδα (δέν έχεις ουτε χιλίους κατοίκους δηλαδή). Εκ σου γαρ μοι εξελεύσεται ηγούμενος του είναι εις άρχοντα εν τω Ισραήλ, και αι έξοδοι αυτού (η εξουσία του δηλαδή) απ’ αρχής εξ ημερών αιώνος». Ήδη όμως γνωρίζεις, αφού είσαι Ιεροσολυμίτης, ότι και στον εκατοστόν τριακοστόν πρώτον ψαλμόν αναφέρεται η περιοχή στην οποία θα γεννηθή ο Μεσσίας. «Ιδού ηκούσαμεν αυτήν εν Ευφραθά, εύρομεν αυτήν εν τοις πεδίοις του δρυμού». Και πράγματι, μέχρι προ ολίγων ετών ο τόπος αυτός ήταν δασώδης. Ήκουσες πάλι τον Αββακούμ που λέγει προς τον Κύριον. «Εν τω εγγίζειν τα έτη επιγνωσθήση, εν τω παρείναι τον καιρόν αναδειχθήση». Και ποιον είναι το σημείον, ω Προφήτα, του ερχομένου Κυρίου; Και αυτός συνεχίζει: «εν μέσω δύο ζώων (ανάμεσα σε δύο ζωές δηλαδή) γνωσθήση». Λέγει δηλαδή σαφώς προς τον Κύριον, ότι θα έλθης κοντά μας ένσαρκος, θα ζήσης την μία ζωή, θα αποθάνης, και αφού αναστηθής θα ζήσης πάλι.
Και από ποιό περίχωρο της Ιερουσαλήμ έρχεται; Από την Ανατολή, την Δύσι, τον Βορρά, τον Νότο; Ειπέ μας ακριβώς. Και αυτός αποκρίνεται σαφέστατα και λέγει: «ο Θεός από Θαιμάν ήξει (θα έλθει από τον Νότο, διότι Θαιμάν ερμηνεύεται νότος) και ο άγιος εξ όρους (Φαράν) κατασκίου (σκιερού) δασέος». Πράγμα με το οποίον συμφωνεί και ο Ψαλμωδός, ο οποίος είπεν «εύρομεν αυτήν εν τοις πεδίοις του δρυμού (στη δασώδη πεδιάδα)».
Τώρα λοιπόν ζητούμε από ποιόν έρχεται και πώς έρχεται. Αυτό μας το λέγει ο Ησαϊας. «Ιδού η παρθένος εν γαστρί λήψεται, και τέξεται υιόν, και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ». Οι Ιουδαίοι όμως αντιλέγουν σ’ αυτά (διότι έχουν συνηθίσει από παλαιά να αντιδρούν κακοπροαίρετα στην αλήθεια), και υποστηρίζουν ότι ο Προφήτης δεν έγραφε «η παρθένος» αλλά «η νεάνις» (η κόρη δηλαδή). Αλλά εγώ, και αν δεχθώ ως ορθόν αυτό που λέγουν, καταλήγω πάλι στην ιδίαν αλήθεια. Διότι πρέπει να τους ερωτήσωμε: Πότε φωνάζει μία παρθένος που βιάζεται; Καλεί σε βοήθεια πριν την διαφθείρουν ή μετά; Αν λοιπόν σε άλλο σημείο η Γραφή λέγει «εβόησεν η νεάνις και ουκ ην ο βοηθών αυτήν, άραγε δεν αναφέρεται σε παρθένον; Και για να μάθης σαφέστερα ότι στην θεία Γραφή και η παρθένος ονομάζεται νεάνις, άκου τι λέγει το βιβλίο των Βασιλειών για την Αβισάκ την Σουναμίτιδα. «Και ην η νεάνις καλή (ωραία) σφόδρα» και το ότι εξελέγη και προσεφέρθη στον Δαυίδ, επειδή ήταν παρθένος, έχει σαφώς ομολογηθή.
Λέγουν όμως πάλιν οι Ιουδαίοι, ότι αυτό ελέχθη από τον Προφήτη στον Άχαζ για τον Εζεκία. Ας αναγνώσωμε λοιπόν την Γραφή. Λέγει ο Θεός στον Άχαζ. «Αίτησαι σεαυτώ σημείον παρά Κυρίου του Θεού σου εις βάθος της γης ή εις ύψος του ουρανού». Αυτό το σημείο θα πρέπει να είναι πολύ παράδοξο, διότι σημείον είναι το ύδωρ που ανέβλυσε από την πέτρα, η θάλασσα που διεχωρίσθη, ο ήλιος που εστράφη οπίσω και τα παρόμοια. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο σημείο το να συλλάβη μια νέα, αλλά το να παραμείνη παρά ταύτα παρθένος. Αυτά όμως που θα λεχθούν στην συνέχεια, θα ελέγξουν φανερώτερα τους Ιουδαίους. Γνωρίζω ότι λέγω πολλά, και οι ακροαταί έχουν κουρασθή. Ανεχθείτε όμως το πλήθος των λόγων, επειδή λέγονται για τον Χριστό και όχι για τυχαία πράγματα. Αυτό λοιπόν ελέχθη από τον Ησαϊαν, όταν εβασίλευεν ο Άχαζ, ο οποίος εβασίλευσε μόνο δέκα έξι ετη, και η προφητεία ελέχθη προς αυτόν κατά την διάρκειαν αυτών των ετών. Έτσι την αντίρρηση των Ιουδαίων την καταρρίπτει ο ίδιος ο Εζεκίας, ο υιός και διάδοχος του Άχαζ, ο οποίος όταν έγινε βασιλεύς ήταν εικοσιπέντε ετών. Αφού λοιπόν η προφητεία ελέχθη μέσα στα δέκα έξι προηγούμενα έτη, ο Εζεκίας είχε γεννηθή εννέα έτη πριν την προφητεία. Ποία ανάγκη λοιπόν υπήρχε να λεχθή η προφητεία γι’ αυτόν ο οποίος είχεν ήδη γεννηθή, πριν από εννέα έτη και μάλιστα ο πατέρας του Άχαζ δεν είχε γίνει ακόμη βασιλεύς; Διότι δεν είπεν ότι «εν γαστρί έλαβεν η παρθένος» αλλά ότι «λήψεται (θα συλλάβη δηλαδή)» αφού ομίλησε προγνωστικώς…
Αλλά και οι εθνικοί και οι Ιουδαίοι μας χλευάζουν, και ισχυρίζονται ότι ήταν αδύνατον ο Χριστός να γεννηθή από παρθένο. Τους εθνικούς κατ’ αρχήν θα τους αποστομώσωμε από τους ιδίους τους μύθους των. Σεις λοιπόν οι οποίοι υποστηρίζετε ότι είναι δυνατόν λίθοι ριπτόμενοι να μεταβάλλωνται σε ανθρώπους, πώς ισχυρίζεσθε ότι είναι αδύνατον να γεννήση παρθένος; Σεις που μυθολογείτε ότι έχει γεννηθή θυγατέρα από τον εγκέφαλο του πατέρα της, πώς λέγετε ότι είναι αδύνατον να γεννηθή υιός από παρθενικήν γαστέρα; Σεις που ισχυρίζεσθε ψευδώς ότι ο Διόνυσος εκυοφορήθη από τον μηρόν του Διός σας, πώς απορρίπτετε την ιδική μας αλήθεια; Γνωρίζω ότι με αυτά που λέγω υποτιμώ το πνευματικόν επίπεδο του ακροατηρίου αυτού, αλλά ανέφερα αυτά τα επιχειρήματα από την μυθολογία τους ώστε, όταν χρειασθή, να τους εντροπιάσης εσύ με τα ιδικά τους. Προς δε τους Ιουδαίους απάντησε με την εξής ερώτηση: Ποίον είναι δύσκολο, να γεννήση μία γυναίκα ηλικιωμένη και στείρα, στην οποίαν έχουν εκλείνει οι προϋποθέσεις της γονιμότητος, ή μία νεαρά παρθένος; Στείρα ήταν η Σάρρα, και ενώ το γεννητικό της σύστηνα είχε παύσει να λειτουργή, εγέννησε με τρόπον υπερφυσικό. Και το να γεννήση λοιπόν στείρα, και το να γεννήση παρθένος είναι ξένο προς την φύση. Ή θα απορρίψης λοιπόν και τα δύο ή θα δεχθής και τα δύο. Διότι ο ίδιος Θεός είναι που πραγματοποίησε και εκείνο στην στείρα και τούτο στην Παρθένο.
[Πολλά άλλα θαυμαστά γεγονότα ημπορούμε να υπενθυμίσωμε από την ιστορία των Ιουδαίων], αλλά αυτοί δεν πείθονται με αυτά, εάν δεν πληροφορηθούν πειστικώς με άλλες παρόμοιες και παράδοξες περιπτώσεις αντιθέτων προς την φύση τοκετών. Υπόβαλέ τους λοιπόν την εξής ερώτηση: Η Εύα, η πρώτη γυναίκα, από ποιόν εγεννήθη; Ποία μητέρα την συνέλαβε, αφού δεν υπήρχε άλλη γυναίκα; Απαντά η Γραφή, ότι εδημιουργήθη από την πλευρά του Αδάμ. Άραγε λοιπόν η μεν Εύα εγεννήθη από την πλευρά του ανδρός χωρίς μητέρα, όμως δεν ημπορεί να γεννηθή παιδί άνευ ανδρός από παρθενικήν γαστέρα; Την χρεωστούσε στους άνδρες το γένος του θήλεος αυτή την χάρη, διότι η Εύα εγεννήθη από τον Αδάμ και μάλιστα χωρίς να συλληφθή από μητέρα, αλλά προήλθε μόνον από άνδρα. Ανταπέδωσε λοιπόν η Μαρία το χρέος της χάριτος, γεννώντας με την δύναμη του Θεού, χωρίς την συμμετοχήν ανδρός, αλλά αφθόρως, μόνη της, «εκ Πνεύματος Αγίου».
Ας αναφέρωμε όμως και το ακόμη μεγαλύτερο θαύμα. Διότι το να γεννηθούν σώματα από άλλα σώματα, αν και παράδοξον, είναι όμως δυνατόν. Το να γίνη όμως το χώμα της γης άνθρωπος, αυτό είναι θαυμαστότερον. Το να σχηματισθούν οι χιτώνες των οφθαλμών μόνον από μίγμα πηλού και να δέχωνται τις φωτεινές ακτίνες, αυτό είναι επίσης θαυμαστότερον. Το να δημιουργήται από ένα και το αυτό χώμα και η σκληρότης των οστών και η απαλότης των πνευμόνων, και οι διάφορες άλλες μορφές και δομές των μελών, αυτό είναι το θαυμαστόν. Το να λάβη ζωήν ο πηλός και να περιέρχεται αυτοκινήτως την οικουμένη και να οικοδομή, αυτό είναι το θαυμαστόν. Το να διδάσκη ο πηλός και να ομιλή, να κτίζη και να βασιλεύη, αυτό είναι το θαυμαστόν. Ω αμαθέστατοι Ιουδαίοι, από πού λοιπόν έγινεν ο Αδάμ; Δεν «έλαβεν ο Θεός χουν από της γης» και έπλασεν αυτό το θαυμάσιον πλάσμα; Έπειτα, ο πηλός ημπορεί να μεταβληθή σε οφθαλμό, και η παρθένος να γεννήση δεν ημπορεί; Εκείνο που είναι εντελώς έξω από τις ανθρώπινες δυνατότητες ημπορεί να γίνη, και αυτό που είναι σχεδόν σ’ αυτά τα πλαίσια δεν γίνεται;
Ας κρατούμε αυτά στην μνήμη μας, αδελφοί. Αυτά τα όργανα ας χρησιμοποιούμε για να αμυνώμεθα. Να μην ανεχώμεθα τους αιρετικούς, οι οποίοι διδάσκουν ότι είναι φανταστική η ένωσις των δύο φύσεων στον Χριστόν. Ας περιφρονήσωμε και αυτούς που λέγουν πως η γέννησις του Σωτήρος έγινε με την συνέργεια ανδρός και γυναικός, αυτούς οι οποίοι ετόλμησαν να ειπούν ότι προήλθε από τον Ιωσήφ και την Μαρία, επειδή γράφει «και παρέλαβε την γυναίκα αυτού». Ας ενθυμηθούμε τον Ιακώβ, ο οποίος πριν λάβη την Ραχήλ έλεγε στον Λάβαν: «Απόδος την γυναίκα μου». Όπως δηλαδή εκείνη ονομάζετο γυναίκα του Ιακώβ, πριν ακόμη τον γάμο και μόνο με την υπόσχεση που είχε δοθή, έτσι και η Μαρία, άπαξ και εμνηστεύθη ονομάζετο γυναίκα του Ιωσήφ. Και πρόσεξε την ακρίβεια του Ευαγγελίου, που λέγει «εν δε τω μηνί τω έκτω απεστάλη ο Άγγελος Γαβριήλ από του Θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας, ης όνομα Ναζαρέτ, προς παρθένον μεμνηστευμένην ανδρί, ω όνομα Ιωσήφ» και τα λοιπά. Και πάλιν, όταν ήταν η απογραφή, και ο Ιωσήφ ανέβη για να απογραφή, τί λέγει η Γραφή; «Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας, απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω». Ήταν έγκυος λοιπόν. Δεν είπεν όμως «τη γυναικί αυτού», αλλά «τη μεμνηστευμένη αυτώ». Πράγματι, όπως λέγει ο Παύλος, «εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού», ο οποίος εγεννήθη όχι από άνδρα και γυναίκα, αλλά «γενόμενον εκ γυναικός» μόνον, που σημαίνει από παρθένο. Το ότι και η παρθένος λέγεται γυναίκα το προαπεδείξαμε. Από παρθένο λοιπόν εγεννήθη ο παρθενοποιός των ψυχών.
Αλλά απορείς με αυτό το γεγονός; Και αυτή η ιδία που τον εγέννησε ευρίσκετο σε απορία. Επειδή λέγει προς τον Γαβριήλ: «Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;». Και αυτός απαντά: «Πνεύμα Αγιον επελεύσεται επί σε, και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι. Διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται, Υιός Θεού». Αχραντος και αρρύπαρος η γέννησις. Διότι όπου πνέει το Αγιον Πνεύμα, εξαφανίζεται κάθε μολυσμός. Είναι αρρύπαρος η ένσαρκος γέννησις του Μονογενούς από την Παρθένο. Και αν αντιδρούν οι αιρετικοί προς την αλήθεια, θα τους ελέγξη το Πνεύμα το Άγιον. Θα αγανακτήση η Δύναμις του Υψίστου, η οποία επεσκίασε την Παρθένο. Θα έλθουν αντιμέτωποι με τον Γαβριήλ κατά την ημέρα της Κρίσεως. Θα τους καταισχύνη ο τόπος της Φάτνης, ο οποίος εδέχθη τον Δεσπότη. Θα καταθέσουν ως μάρτυρες οι ποιμένες που ευηγγελίσθησαν τότε, και η στρατιά των αγγέλων που έψαλλαν και υμνούσαν και έλεγαν. «Δόξα εν Υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Θα μαρτυρήσουν ο Ναός, στον οποίον οδηγήθη την τεσσαρακοστήν ημέρα. Τα ζεύγη των τρυγόνων που προσεφέρθησαν υπέρ αυτού και ο Συμεών, ο οποίος τότε τον ενηγκαλίσθη και η Προφήτις Άννα που ήταν παρούσα. Αφού λοιπόν μαρτυρεί ο Θεός και συμμαρτυρεί το Αγιον Πνεύμα και ο Χριστός λέγει: «Τί με ζητείτε αποκτείναι, άνθρωπον oς την αλήθειαν υμίν λελάληκα», ας κλείσουν τα στόματά τους οι αιρετικοί που αντιλέγουν στην ανθρωπίνη φύση του Χριστού. Πράγματι έρχονται σε διαφωνία με αυτόν που λέγει: «ψηλαφήσατέ με και ίδετε, ότι πνεύμα, σάρκα και οστέα ουκ έχει, καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα». Ας προσκυνήσωμε τον Κύριο που εγεννήθη από Παρθένο, και ας μάθουν οι παρθένοι το έπαθλο της πολιτείας των. Ας μάθη και των μοναχών το τάγμα την δόξα της αγνότητος. Διότι δεν έχουμε στερηθή το αξίωμα της αγνότητος. Στην γαστέρα της Παρθένου έμεινεν ο Σωτήρ, εννέα μήνες και έγινεν ο Κύριος άνδρας τριάντα τριών ετών. Ώστε αν η Παρθένος καυχάται για το διάστημα των εννέα μηνών που τoν εκράτησε μέσα της, πολύ περισσότερον εμείς που τον είχαμε τόσο πολλά έτη κοντά μας.
Ας τρέξωμε λοιπόν όλοι, με την χάρη του Θεού, στον δρόμο της αγνότητος, «νεανίσκοι και παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων», όχι ζώντας με ακολασίες, αλλά υμνώντας το όνομα του Χριστού. Να μην αγνοήσωμε την δόξα της αγνότητος, διότι είναι αγγελικός ο στέφανος και υπεράνθρωπον το κατόρθωμα. Ας σεβασθούμε τα σώματα, που μέλλουν «να λάμψουν ως ο Ήλιος». Μη μολύνωμε για μία στιγμιαίαν ηδονή το σώμα, που έχει τοιαύτην και τόσο μεγάλην αξία. Πράγματι, η αμαρτία είναι σύντομος και προσωρινή, η εκτροπή όμως είναι πολυετής και αιώνιος. Άγγελοι που περιπατούν επάνω στην γη είναι όσοι αγωνίζονται για την αγνότητα. Οι παρθένοι θα ευρίσκωνται μαζί με την Παρθένο Μαρία.
Ας εξορισθή κάθε καλλωπισμός και κάθε ολέθριον βλέμμα, κάθε βάδισμα συρόμενο και κάθε ένδυμα και άρωμα προκλητικόν. Ας είναι για όλους μας άρωμα η ευωδία της προσευχής και των αγαθών πράξεων και ο αγιασμός των σωμάτων, ώστε ο Κύριος, ο οποίος εγεννήθη από την Παρθένον, να ειπή και για μας, τους άνδρες που ζουν με αγνότητα, και τις γυναίκες που στεφανώνονται γι’ αυτήν: «ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός και αυτοί έσονταί μοι λαός». Ω η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.
Πηγή: (4ος αιών - Κατηχήσεις Αγίου Κυρίλλου (ΙΒ' προς τους Φωτιζομένους, Εκδόσεις Ετοιμασία), σελ. 214. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 609 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς), Η άλλη όψη
Ἀπὸ τὴν κρίση στὴν ἐλπίδα :
Τα εφετινὰ Χριστούγεννα βρίσκουν τὸν λαό μας σὲ κρίσιμη ἀκόμη κατάστασι. Οἱ ἐπικυρίαρχοι δανεισταὶ μᾶς ἐπιβάλλουν ὅλο καὶ πιὸ δυσβάστακτες φορολογίες. Οἱ νέοι μας μαστίζονται ἀπὸ τὴν ἀνεργία. Οἱ ἡλικιωμένοι βιώνουν πρωτοφανῆ ἀνασφάλεια. Γιὰ πολλοὺς χάθηκε ἡ ἐλπίδα. Συνάνθρωποί μας δὲν ἀντέχουν πλέον τὴν οἰκονομικὴ δυσπραγία. Οἱ περισσότεροι ἀγωνιοῦν γιὰ περαιτέρω συνέπειες. Κάποιοι ἀπελπίζονται καί, δυστυχῶς, ὠρισμένοι αὐτοκτονοῦν.
Στὴν προσπάθεια νὰ δοθῆ κάποια λύσις γίνονται πολιτικές, οἰκονομικὲς καὶ ἄλλες ἀναλύσεις, γιὰ νὰ βρεθῆ τί φταίει, τί μᾶς ὠδήγησε μέχρις ἐδῶ.
Οἱ πιστοὶ ἄνθρωποι ὅμως θέτουν ἀλλοιῶς τὸ ἐρώτημα: Τί θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐμᾶς; Γιατί ἐπέτρεψε αὐτὴ τὴν δοκιμασία; Ἀναζητοῦν τὴν αἰτία μὲ ἐλπίδα σὲ Ἐκεῖνον ποὺ προνοεῖ μὲ ἀγάπη γιὰ τὸν κόσμο του.
Αἰσθανόμαστε ἀδύναμοι καὶ πτωχοί, γιὰ νὰ δώσουμε μία δική μας ἀνθρώπινη ἀπάντησι. Γι’ αὐτὸ προσφεύγουμε στὸν αἰώνιο λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως καταγράφηκε στὶς Ἅγιες Γραφές, διότι αὐτὸς φανερώνει τοὺς ἀπορρήτους λόγους τῆς Ἱστορίας, ποὺ εἶναι ἄγνωστοι καὶ ἀκατανόητοι σὲ ὅσους δὲν τὴν βλέπουν ὡς φιλάνθρωπη παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ δοκιμασία ποὺ περνᾶμε σήμερα ἔχει πολλὲς ὁμοιότητες μὲ τὴν ταλαιπωρία τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ κατὰ τὴν ἑβδομηκονταετῆ αἰχμαλωσία του στὴν Βαβυλώνα. Τὸ κράτος τῶν Ἰουδαίων εἶχε καταλυθῆ ἀπὸ τὸν βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, ὁ Ναὸς τοῦ Σολομῶντος εἶχε καταστραφῆ, τὰ ἱερὰ σκεύη τοῦ εἶχαν διαρπαγὴ καὶ ὁ λαὸς ἁλυσοδεμένος μεταφέρθηκε στὴν Βαβυλώνα. Ἡ θλίψις τοῦ λαοῦ γιὰ τὸν ξεριζωμὸ καὶ ἡ δυστυχία τῆς σκλαβιᾶς ἤσαν ἀπερίγραπτες. Ὁ θρῆνος καὶ ὁ ὀδυρμὸς γιὰ τὴν χαμένη ἐπίγεια Ἱερουσαλὴμ ἦταν καθημερινὸς τρόπος ζωῆς. Στὶς ὄχθες τῶν ποταμῶν τῆς Βαβυλώνας μοιρολογοῦσαν φέρνοντας στὴν μνήμη τοὺς τὴν Ἱερουσαλήμ: «Ἐπὶ τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν καὶ ἐκλαύσαμεν ἐν τῷ μνησθῆναι ἠμᾶς τῆς Σιῶν». Στὶς παρόχθιες ἰτιὲς κρεμοῦσαν οἱ ταλαίπωροι αἰχμάλωτοι τὰ μουσικά τους ὄργανα. Δὲν ἤθελαν νὰ τραγουδήσουν τὰ ἱερά τους ἄσματα σὲ ξένη γῆ. «Πῶς ἄσομαι τὴν ὠδὴν Κυρίου ἐπὶ γὴς ἀλλοτρίας;». Δὲν ἤθελαν νὰ λησμονήσουν ὅτι ἡ ἐπίγεια πατρίδα τους, ἐρημωμένη καὶ κατεσκαμμένη, τοὺς περιμένει. Ἡ λησμοσύνη θὰ ἦταν ἡ ὁλοκληρωτική τους καταστροφή. Νὰ ξεραθῆ τὸ χέρι μου, νὰ χάσω τὴν λαλιά μου, ἔλεγαν θρηνητικά, ἂν σὲ ξεχάσω, Ἱερουσαλήμ, ἂν δὲν σὲ ἔχω σὰν τὴν πρώτη μου λαχτάρα: «Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου· κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν μὴ σοὺ μνησθῶ, ἐὰν μὴ προανατάξωμαι τὴν Ἱερουσαλὴμ ὡς ἐν ἀρχὴ τῆς εὐφροσύνης μου» (Ψάλμ. 136).
Ἀνάμεσα σὲ αὐτὸν τὸν λαὸ ἔζησαν συναιχμάλωτοι καὶ τέσσερις εὐγενεῖς νέοι, ὁ προφήτης Δανιὴλ καὶ οἱ Τρεῖς Παῖδες, Ἀνανίας, Ἀζαρίας καὶ Μισαήλ. Ἀνατράφηκαν στὴν βασιλικὴ αὐλὴ τοῦ Ναβουχοδονόσορα καὶ ἔλαβαν ὑψηλὰ ἀξιώματα. Ἀλλά, γιὰ τὴν εὐσέβειά τους στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ τὴν προσήλωσι στὶς παραδόσεις τῶν πατέρων τους, συκοφαντήθηκαν καὶ δοκιμάσθηκαν σκληρά. Ὁ προφήτης Δανιὴλ ρίχθηκε στὸν λάκκο τῶν λεόντων καὶ οἱ Τρεῖς Παῖδες στὴν κάμινο τοῦ πυρός. Εὐρισκόμενοι μέσα σὲ αὐτὲς τὶς φρικτὲς συνθῆκες, ποὺ ξεπερνοῦν κάθε περιγραφή, ἐνοίωσαν θαυμαστὴ θεία παρέμβασι καὶ παρηγορία. Ἄγγελος Κυρίου ἐδρόσιζε τοὺς τρεῖς νέους μέσα στὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς καὶ ἄλλος ἄγγελος ἡμέρεψε τὰ θηρία, γιὰ νὰ μὴ βλάψουν τὸν Δανιήλ. Στὸ ἀποκορύφωμα τῆς δοκιμασίας τοὺς ἀλλὰ καὶ τῆς θείας εὐλογίας, ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν εὐσεβῶν νέων ἐπήγασε ἡ γνωστὴ ἐξομολογητικὴ καὶ δοξολογικὴ προσευχή, ὁ θαυμάσιος «Ὕμνος τῶν Τριῶν Παίδων» (Δᾶν. κέφ. 3).
Αὐτὴ ἡ προσευχή, τὴν ὁποία ἐνέπνευσε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὶς ψυχὲς τῶν μαρτύρων τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτει τὴν πραγματικὴ αἰτία τῆς βαβυλώνειας αἰχμαλωσίας τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ.
Αἰτία τῶν δεινῶν τους ἦταν οἱ ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ τους. Μέσα ἀπὸ τὴν φλόγα τῆς καμίνου, ἐξ ὀνόματος ὅλου του λαοῦ, ἂν καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι δὲν ἤσαν ποτὲ ἀνυπάκουοι στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, οἱ τρεῖς νέοι ἐξωμολογοῦντο μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: Εὐλογητὸς εἶσαι, Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν πατέρων μας. Δοξασμένο τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰώνας. Ὅ,τι ἀποφάσισες γιά μας καὶ τὴν ἁγία πόλη τῶν πατέρων μας, τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅλα εἶναι δίκαια καὶ σωστά. Ὅλα μας βρῆκαν γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Ἁμαρτήσαμε πολύ, ἀνομήσαμε καὶ σὲ ξεχάσαμε. Δὲν τηρήσαμε τὶς ἐντολές σου. Δὲν σὲ ὑπακούσαμε, ὥστε νὰ εὐτυχήσουμε. Καὶ τώρα μᾶς ἔχεις παραδώσει στὰ χέρια τῶν παρανόμων ἐχθρῶν μας, στὴν δούλευση ἀδίκου καὶ πονηροτάτου βασιλέως (πρβλ. Δᾶν. κέφ. 3).
Καὶ ὁ προφήτης Δανιήλ, συλλογιζόμενος τὴν αἰτία τῆς αἰχμαλωσίας τους, παρομοίως ἐξωμολογεῖτο ὑπὲρ ὅλου του λαοῦ: «Κύριε ὁ Θεὸς ὁ μέγας καὶ θαυμαστός, ὁ φυλάσσων τὴν διαθήκην σου καὶ τὸ ἔλεός σου τοῖς ἀγαπῶσι σὲ καὶ τοῖς φυλάσσουσι τὰς ἐντολᾶς σου, ἠμάρτομεν, ἠδικήσαμεν, ἠνομήσαμεν καὶ ἀπέστημεν καὶ ἐξεκλίναμεν ἀπὸ τῶν ἐντολῶν σου καὶ ἀπὸ τῶν κριμάτων σου καὶ οὐκ εἰσηκούσαμεν τῶν δούλων σου τῶν προφητῶν, οἱ ἐλάλουν ἐν τῷ ὀνόματί σου πρὸς τοὺς βασιλεῖς ἠμῶν καὶ ἄρχοντας ἠμῶν καὶ πατέρας ἠμῶν, καὶ πρὸς πάντα τὸν λαὸν τῆς γὴς» (Δᾶν. κέφ. 9).
Ὁ πόνος τῆς σκληρῆς ἐξορίας εἶχε πιὰ μαλακώσει τοὺς σκληροκάρδιους Ἰουδαίους, τοὺς εἶχε θυμήσει τὰ παρακλητικὰ καὶ ἀφυπνιστικὰ κηρύγματα τοῦ προφήτου Ἱερεμία, τότε ποὺ σὲ ἡμέρες εὐμάρειας οἱ ἄρχοντες, οἱ ἱερεῖς καὶ ὁ λαὸς εἶχαν ἐγκαταλείψει τὴν πίστι στὸν ἀληθινὸ Θεό, προσέθεταν παρανομίες πάνω στὶς παρανομίες καὶ ἐμόλυναν μὲ εἴδωλα τὸν Ναὸ τοῦ Σολομῶντος: «καὶ πάντες οἱ ἔνδοξοι Ἰούδα καὶ οἱ ἱερεῖς καὶ ὁ λαὸς τῆς γὴς ἐπλήθυναν τοῦ ἀθετῆσαι ἀθετήματα βδελυγμάτων ἐθνῶν καὶ ἐμίαναν τὸν οἶκον Κυρίου τὸν ἐν Ἱερουσαλὴμ» (Β Παραλ. 36, 14). Τότε ποὺ μὲ ἀλαζονεία περιγελοῦσαν τοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, ἐξευτέλιζαν τὰ λόγια Του καὶ μὲ ἀφροσύνη καὶ ἀγνωμοσύνη περιφρονοῦσαν τὴν φιλανθρωπία Του, μέχρι ποὺ ἔφθασε ἡ ὀργή Του, γιατί ἔμειναν ἀδιόρθωτοι: «καὶ ἐξαπέστειλε Κύριος ὁ Θεὸς τῶν πατέρων αὐτῶν ἐν χειρὶ προφητῶν ὀρθρίζων καὶ ἀποστέλλων τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ, ὅτι ἢν φειδόμενος τοῦ λαοῦ αὐτοῦ καὶ τοῦ ἁγιάσματος αὐτοῦ· καὶ ἤσαν μυκτηρίζοντες τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ καὶ ἐξουδενοῦντες τοὺς λόγους αὐτοῦ καὶ ἐμπαίζοντες ἐν τοῖς προφήταις αὐτοῦ, ἕως ἀνέβη ὁ θυμὸς Κυρίου ἐν τῷ λαῶ αὐτοῦ, ἕως οὐκ ἢν ἴαμα» (Β Παραλ. 36, 15-16). Θυμήθηκαν οἱ ταλαίπωροι ἐξόριστοί της Βαβυλώνας ὅτι τότε ἦλθε ἡ ὀργὴ τοῦ ἐξανδραποδισμοῦ, ὅταν πιὰ ἡ ἀσέβειά τους καὶ ἡ ἀλαζονεία τους δὲν ἔπαιρναν ἄλλη διόρθωσι.
Εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὴν ἐξομολόγησι τῶν ἁγίων Τριῶν νέων καὶ τοῦ Δανιὴλ ὅτι ἡ αἰτία τῶν δοκιμασιῶν τοῦ λαοῦ τοὺς ἦταν ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸ τῶν πατέρων τους, ἡ ἀνυπακοὴ στὸ θέλημά Του, καὶ ὅτι οἱ δοκιμασίες ἦταν φανέρωσις τῆς παιδαγωγούσης ἀγάπης Του πρὸς τὸν λαό Του, ἀπὸ τὸν ὁποῖο περίμενε μετάνοια καὶ διόρθωσι.
Ἡ ἀποστασία τῶν Ἰουδαίων ἦταν, ὅπως φαίνεται, καθολική. Καὶ οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ἀρχόμενοι εἶχαν τὸ δικό τους μερίδιο στὴν ἀποστασία. Οἱ ἄρχοντες μπορεῖ νὰ εἶχαν μεγαλύτερη εὐθύνη, ἀλλὰ καὶ ὁ λαὸς εἶχε τὶς δικές του εὐθύνες.
Ὁ Ναβουχοδονόσορ εἶχε γίνει τὸ παιδαγωγικὸ ὄργανο τοῦ Θεοῦ. Ἐδυνάστευε τοὺς Ἰουδαίους κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν τὰ λάθη καὶ τὶς παρεκτροπές τους καὶ νὰ ἔλθουν σὲ μετάνοια.
Χρειάσθηκε ὅμως νὰ εὑρεθοῦν καὶ πρόσωπα μὲ προφητικὸ χάρισμα, τὰ ὁποία μέσα στὴν κόλασι τῆς δυστυχίας θὰ διέσωζαν τὴν εὐσέβεια καὶ θὰ ἀποτελοῦσαν τὸ ἐκλεκτὸ λείμμα, χάριν τοῦ ὁποίου ὁ Θεὸς θὰ ἔσωζε ὅλον τὸν ταλαιπωρημένο λαό.
Ἑβδομήντα χρόνια κράτησε ἡ αἰχμαλωσία τῶν Ἰουδαίων στὴν Βαβυλώνα. Ἀνάλογες ἡ καὶ πιὸ μακρόχρονες ἤσαν καὶ οἱ νεώτερες δοκιμασίες τοῦ χριστιανικοῦ μας λαοῦ. Δὲν ξέρουμε πόσο θὰ κρατήση ἡ τωρινὴ δική μας δοκιμασία. Τὸ μήνυμα τῶν ἁγίων Τριῶν Παίδων, τὸ ὁποῖο διαχρονικὰ περνᾶ μέχρις ἐμᾶς σήμερα, εἶναι ἡ πρόσκλησις σὲ μετάνοια, στὴν μετάνοια ποὺ ἐκφράζει ἡ προσευχή τους. Μᾶς προσκαλοῦν νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν πνευματικὴ παρακαταθήκη, τὴν ὁποία μᾶς ἄφησαν οἱ πατέρες μας καὶ ἐμεῖς τὴν ξεχάσαμε, θαμπωμένοι ἀπὸ τὴν αἴγλη τῶν φώτων τῆς Ἑσπερίας καὶ ἀποχαυνωμένοι ἀπὸ τὴν εὐμάρεια τῆς οἰκονομικῆς της δῆθεν ἀκμῆς. Ἐποιήσαμε καὶ ἐμεῖς, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, «τὸ πονηρὸν ἐνώπιον Κυρίου» καὶ ἴσως τώρα συνειδητοποιοῦμε καλλίτερα τὶς μεγάλες μας ἁμαρτίες: Διώχνουμε τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν παιδεία, γιὰ νὰ τὴν κάνουμε πανθρησκειακή. Τὸν ἀπομακρύνουμε ἀπὸ τὴν δημόσια ζωή, διότι μᾶς ἐνοχλεῖ ἡ παρουσία Του. Καταργοῦμε τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, ἐπειδὴ ἐξυπηρετοῦνται τὰ μεγάλα οἰκονομικὰ συμφέροντα. Βλασφημοῦμε τὸ πανάγιο Πρόσωπό Του μὲ χυδαῖες θεατρικὲς καὶ κινηματογραφικὲς ταινίες καὶ βιβλία. Νομιμοποιήσαμε τὴν διάλυσι τῆς οἰκογένειας καὶ τὴν φρικτὴ ἁμαρτία τῶν ἐκτρώσεων. Ἀνεχθήκαμε τὴν πλεονεξία τῶν πλουτοκρατῶν καὶ τὴν διαφθορὰ στὴν δημόσια διοίκησι. Παραδοθήκαμε στὸ χρῆμα, στὴν σάρκα, στὴν δόξα. Χάσαμε τὴν ἀνθρωπιά μας, κλειστήκαμε στὴν φιλαυτία μας. Ἐγκαταλείψαμε τὴν πατροπαράδοτη εὐσέβεια ὡς ἀναχρονιστικὴ καὶ ἐκκοσμικευθήκαμε, γιὰ νὰ εἴμαστε σύγχρονοι καὶ κοινωνικὰ παραδεκτοί. Νοθεύσαμε τὰ Ὀρθόδοξα θεολογικά μας κριτήρια, δημιουργήσαμε διάφορες «θεολογίες» ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὴν θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, αὐτοσχεδιάζουμε μὲ αὐθάδεια, γιὰ νὰ ἐγκλιματισθοῦμε δῆθεν στὸ παγκοσμιοποιμένο περιβάλλον.
Χάσαμε τὸν προσανατολισμό μας, καὶ γι’ αὐτὸ γίναμε ὑποχείριοι τῶν δυναστῶν. Τὸ ἔχει δείξει ἐπανειλημμένως ἡ Ἱστορία, ὅτι οὔτε οἱ ἰσχυροί του κόσμου οὔτε οἱ κραταιοὶ οἰκονομικοὶ μηχανισμοὶ θὰ μποροῦσαν νὰ μᾶς ὑποδουλώσουν, ἐὰν ἐμεῖς δὲν εἴχαμε παρακούσει τὸν Ἅγιο Θεό.
Πλησιάζουμε στὴν παγχαρμόσυνη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων. Ἡ ἐλπίδα πάλι προβάλλει. Κατὰ τὴν προεόρτιο αὐτὴ περίοδο ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἰδιαιτέρως τὸν προφήτη Δανιὴλ καὶ τοὺς ἁγίους Τρεῖς Παίδας. Μὲ τὴν ζωὴ τοὺς προετύπωσαν καὶ προεφήτευσαν τὰ γεγονότα τῆς ἐνσάρκου θείας Οἰκονομίας. Ὁ προφήτης Δανιὴλ μάλιστα εἶχε πολλὲς καὶ μεγάλες θεϊκὲς ἀποκαλύψεις. Εἶδε μεταξὺ ἄλλων τὸν Παλαιὸ τῶν Ἡμερῶν, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν σαρκωθέντα Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ Σωτήρα μας.
Τὴν γέννησί Του ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία θὰ ἑορτάσουμε καὶ πάλι. Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς παρηγορήση, νὰ μᾶς δώση ἐλπίδα καὶ νὰ μᾶς διαβεβαιώση ὅτι κανεὶς Ναβουχοδονόσορ, ὅποια σημερινὴ ὀνομασία καὶ ἂν ἔχη, δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ὑποδουλώση, ἐὰν ἐμεῖς μένουμε στερεοὶ στὴν Πίστι καὶ τὴν ζωὴ τῶν Πατέρων μας.
Ἱκετεύομε τὸν ἐκ φιλανθρωπίας σαρκωθέντα καὶ νηπιάσαντα Θεό, τὸν Παλαιὸν τῶν Ἡμερῶν καὶ δὶ’ ἠμᾶς γενόμενον Παιδίον Νέον, νὰ μᾶς συγχωρήση καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήση στὴν χριστιανικὴ ζωή, γιὰ νὰ ἀμβλυνθῆ καὶ τελικὰ νὰ ξεπερασθῆ ἡ παροῦσα δεινὴ οἰκονομική, κοινωνική, ἠθικὴ καὶ κυρίως πνευματικὴ κρίσις.
Εὐλογημένα Χριστούγεννα.
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Ἀρχιμ.Γεώργιος
Ἅγια Χριστούγεννα 2012
Πηγή: http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2012/12/blog-post_6402.html
Νύχτα Χριστουγέννων. Ἕνας ἅγιος καὶ σοφὸς ἀσκητὴς προσεύχεται ἀπὸ ὥρα γονατιστὸς μέσα στὸ ἅγιο Σπήλαιο, στὴ Βηθλεέμ. Στὸ σπήλαιο ποὺ πρὶν ἀπὸ περίπου 400 χρόνια εἶχε φιλοξενήσει τὸν νεογέννητο Χριστό μας. Ὁ ἀσκητὴς δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν ἅγιο Ἱερώνυμο, ποὺ κατέγραψε καὶ τὰ ὅσα συνέβησαν ἐκεῖ.
Ἐκείνη τὴ νύχτα ὁ Ὅσιος εἶχε ἀφήσει τὸ ἀσκητήριο του, ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ ἅγιο Σπήλαιο, καὶ εἶχε ἀποφασίσει νὰ τὴν περάσει ξάγρυπνος καὶ προσευχόμενος μπροστὰ στὴν ἁγία Φάτνη.
Ἡ καρδιά του ἦταν γεμάτη εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ μεγάλη δωρεὰ τοῦ Θεοῦ: νὰ ἔλθει ὁ Ἴδιος στὴ γῆ, νὰ γίνει ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου καὶ τὰ νύχια τοῦ θανάτου!
Ἀπόλυτη σιωπὴ ἐπικρατοῦσε μέσα στὴ νύχτα στὸν ἱερὸ χῶρο...
Ξαφνικὰ ἀκούστηκε νὰ προφέρει τὸ ὄνομά του μιὰ γλυκιὰ φωνή:
–Ἱερώνυμε!
Ξαφνιάστηκε ὁ Ὅσιος... Κοίταξε παραξενεμένος γύρω του... Τίποτε... Δὲν ὑπῆρχε κανείς.
–Ἱερώνυμε! ξανακούστηκε ἡ φωνή...
Ναί! Ἐρχόταν ἀπὸ τὴν ἁγία Φάτνη... καὶ ἔκανε τὴν καρδιά του νὰ τρέμει συγκλονισμένη.
–Ἱερώνυμε, τί δῶρο θὰ μοῦ κάνεις ἀπόψε στὴ γιορτή μου;
Ἦταν πράγματι ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ.
Ξέσπασε σὲ λυγμοὺς ὁ Ἅγιος:
–Ὦ Κύριε, τὸ ξέρεις ὅτι γιὰ Σένα τὰ ἄφησα ὅλα: τὸ παλάτι τοῦ αὐτοκράτορα, τὰ μεγαλεῖα τῆς Ρώμης, τὶς ἀνέσεις. Ἡ καρδιά μου, ἡ σκέψη μου, ὅλα σὲ Σένα εἶναι στραμμένα! Τί ἄλλο μπορῶ νὰ Σοῦ προσφέρω; Δὲν ἔχω τίποτε!
–Καὶ ὅμως, Ἱερώνυμε, ἔχεις κάτι ἀκόμα ποὺ μπορεῖς καὶ πρέπει νὰ μοῦ τὸ προσφέρεις... Αὐτὸ θὰ μὲ εὐχαριστήσει πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, καὶ αὐτὸ θέλω...
Ἔπεσε σὲ συλλογὴ ὁ Ὅσιος... Πέρασαν λίγα λεπτὰ καὶ μετὰ τόλμησε νὰ ψελλίσει:
–Κύριε, δὲν βρίσκω κάτι... Πές μου, τί θὰ μποροῦσα ἀκόμη νὰ Σοῦ προσφέρω καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸ σκεφτῶ;
Μεσολάβησε μικρὸ διάστημα σιγῆς καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ ξανακούστηκε:
–Ἱερώνυμε, τὶς ἁμαρτίες σου θέλω. Δῶσε μου τὶς ἁμαρτίες σου!
–Τὶς ἁμαρτίες μου; Τί νὰ τὶς κάνεις, Κύριε, τὶς ἁμαρτίες μου;
–Θέλω τὶς ἁμαρτίες σου γιὰ νὰ σοῦ τὶς συγχωρήσω, ἀφοῦ γι᾿ αὐτὸ ἦρθα στὸν κόσμο, ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐπικράτησε βαθιὰ σιωπή.
Συγκλονισμένος ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος ἄφησε τὰ δάκρυά του, δάκρυα εὐγνωμοσύνης, νὰ πλημμυρίσουν τὸν ἱερὸ χῶρο ὅλη τὴ νύχτα.
Ἄφησε καὶ σὲ μᾶς τὴν ἔμπρακτη παραγγελία νὰ μὴ λησμονοῦμε κάθε Χριστούγεννα τὸ ὡραιότερο δῶρο πρὸς τὸν Σωτήρα μας, τὴ μετάνοιά μας γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ καλύτερος ἑορτασμὸς τῆς μεγάλης ἑορτῆς...
ΠΗΓΗ: Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», Τεῦχ. 2057.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...