![ti_08_mobile.png](/images/template/ti_08_mobile.png)
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ὁ Ἰωάννης ὁ Δ´ ἦτο Καππαδόκης τῇ καταγωγή καὶ ἐπατριάρχευσε εἰς τὴν Κωνσταντινούπολι μετὰ τὸν Ἰωάννη τὸν Σχολαστικό ἀπὸ τὸ 585 μέχρι το 595 μ.Χ. Διὰ τὴν θεολογική του κατάρτισι καὶ τὴν ἄκρα ἐκρατειά του ὠνομάσθη Νηστευτής, ἐνῷ διὰ τὴν ὁλόκληρό του ἐνάρετο ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του ἀνεκηρύχθη Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μνήμη αὖτου τιμᾶται τῇ 2ᾳ Σεπτεμβρίου μετὰ τοῦ ἁγίου Μάρτυρος Μάμμα.
Ἔγινε ἰδιαιτέρως γνωστὸς διὰ τὴν ἔριδα μεταξὺ Ῥώμης καὶ Κωνσταντινουπόλεως ὡς πρὸς τὸν τίτλο οἰκουμενικός, τὸν ὁποῖο ἐδέχετο ἀποδιδόμενο ὁ πατριάρχης Ἰωάννης Δ´. Ἡ ἀντίδραση τῶν παπῶν Ῥώμης Πελαγίου Β´ καὶ Γρηγορίου Α´ ἀπετυπώθη εἰς τὰς πηγὰς καὶ τὰς περιφήμους ἐπιστολὰς τοῦ πάπα Γρηγορίου Α´. Τὰ κείμενα ταῦτα ἀποδεικνύουν ὅτι ὑπῆρχε διαφορετικὴ κατανόησις τοῦ τίτλου οἰκουμενικὸς εἰς τὴν Ἀνατολὴ καὶ τὴν Δύση, ὁπωσδήποτε δὲ δὲν μπορεῖ νὰ συνδεθῇ μὲ φιλόδοξας τάσεις τοῦ ἀσκητικοῦ πατριάρχου. Στὴ συνάφεια τῆς ἔριδος ταύτης ὁ πάπας Γρηγόριος Α´ ἐχαρακτήρισε ἀντιθετικῶς τὸν ἑαυτὸ του, ὡς δοῦλον τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ (servus servorum Dei).
π. Συμεών Κραγιόπουλος: Ομιλία επί τη εορτή του Αγίου Ιωάννου του Νηστευτού
Ο εν αγίοις Πατήρ ημών Ιωάννης ο νηστευτής έζη κατά τους χρόνους Ιουστίνου και Τιβερίου και Μαυρικίου των βασιλέων, εν έτει φπ' (580), εγεννήθη δε εν Κωνσταντινουπόλει· και ότε ήλθεν εις ηλικίαν, έγινε χαράκτης κατά την τέχνην. Ήτον δε ευσεβής ομού και φιλόπτωχος και φιλόξενος και φοβούμενος τον Θεόν.
Ούτος μίαν φοράν εδέχθη ένα μοναχόν καταγόμενον από την Παλαιστίνην, ονόματι Ευσέβιον, ο οποίος περιπατών εις την οδόν ομού με τον άγιον Ιωάννην, και ευρισκόμενος κατά τα δεξιά μέρη του αγίου, ήκουσεν αοράτως φωνήν λέγουσαν:
«Δεν είναι συγκεχωρημένον εις σε, αββά, να περιπατάς εις τα δεξιά μέρη του μεγάλου Ιωάννου»·
επρομήνυε δε ο Θεός με την φωνήν ταύτην το μέγα αξίωμα της Αρχιερωσύνης, όπερ έμελλε να λάβη ο Ιωάννης.
Μετά ταύτα γίνεται γνώριμος και φίλος ο νηστευτής ούτος Ιωάννης με τον συνώνυμόν του άγιον Ιωάννην τον τρίτον, τον από Σχολαστικών καλούμενον, όστις και Πατριάρχης εχρημάτισε Κωνσταντινουπόλεως· ο οποίος εσυναρίθμησεν αυτόν εις την τάξιν των αναγνωστών· έπειτα εχειροτόνησεν αυτόν διάκονον, και μετά ταύτα πρεσβύτερον.
Ενώ δε ήτο ακόμη διάκονος ο άγιος ούτος, επήγεν εις τον Ναόν του Αγίου Λαυρεντίου κατά την ώραν της μεσημβρίας και εκεί ευρίσκει εναν ερημίτην, τον οποίον δεν εγνώριζε κανείς από τους εκεί, ποίος είναι· ούτος λοιπόν εδείκνυεν εις τον θείον Ιωάννην τους αναβαθμούς και τα σκαλοπάτια, άτινα ευρίσκονται όπισθεν της αγίας Τραπέζης και αναβαίνουν εις το ιερόν σύνθρονον, όπου κάθηται ο Αρχιερεύς· και ταύτα δεικνύοντος αυτού, ιδού εφάνησαν μυριάδες Αγίων, και ηκούετο εξ αυτών μία φωνή μεμιγμένη και μία μελωδία γλυκύτατη και παναρμόνιος· όλοι δε οι φαινόμενοι εκείνοι Άγιοι ήσαν ενδεδυμένοι με στολάς λευκάς και λαμπράς.
Αύτη δε η οπτασία ήτο σημείον αληθινόν της λαμπρότητος, την οποίαν έμελλε να λάβη ο άγιος Ιωάννης ούτος· επειδή δε ήτο διαμοιραστής των χρημάτων της εν Κωνσταντινουπόλει Εκκλησίας ο άγιος, ενώ εγύριζεν από τον έξωθεν πεδινόν τόπον της Κωνσταντινουπόλεως, έμεινε μόνον εν σακκίον χρήματα, από το οποίον εμοίραζε πλουσίως ελεημοσύνην και επειδή εσύντρεχον ακόμη πτωχοί περισσότεροι, δια τούτο και αυτός έδιδεν ακόμη περισσοτέραν την ελεημοσύνην· το δε σακκίον τελείως δεν ευκαιρώνετο, αλλά και περισσότερον εγέμιζεν.
Όταν δε ο άγιος έφθασεν εις την αγοράν την επονομαζομένην Βουν, σκορπίζων εις όλους την ελεημοσύνην, τότε ευρέθη εκεί ένας φθονερός άνθρωπος, ο οποίος εφώναξε και είπε·
› Κύριε ελέησον, έως πότε δεν ευκαιρώνεται εις ημάς το βαλάντιον τούτο;
Και παρευθύς, (ως και τι δεν κάμνει ο φθόνος!) το μεν βαλάντιον ευρέθη εύκαιρον, ο δε Άγιος βλέπων με λεοντικόν και άγριον βλέμμα τον άνθρωπον εκείνον, ο Θεός, είπε, να σοι συγχωρήση αδελφέ, διότι, αν συ δεν έλεγες τον φθονερόν αυτόν λόγον, εις πολλήν ώραν ήθελε διαρκέση το πουγκείον διαμοιραζόμενον και μη ευκαιρωνόμενον.
Να προσέχουμε από τους φθονερούς
Λέγαμε και άλλη φορά, θα θυμάσθε, ότι ενόσω κανείς είναι υπό την επήρεια του φθόνου, είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση. Είναι πολύ άσπλαχνος αυτός ο άνθρωπος και κάνει κακό.
«Φθόνος ουκ οίδε προτιμάν το συμφέρον.»
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Κατά κάποιο τρόπο, ίσως θα μπορούσαμε να πούμε, ο φθόνος, το δηλητήριο αυτό, το μίσος αυτό, το κεντρί αυτό του φθόνου, για να μείνει χωρίς κάποια αφορμή, για να μείνει χωρίς τροφή και έτσι να μην εκδηλώνεται, γι' αυτό εξαφανίζεται το καλό, χάνεται το καλό, όπως έγινε σ' αυτήν εδώ την περίπτωση.
Όπως έχουμε πει, όταν κάτι δεν μπορεί να βρει τροφή, πεθαίνει ένεκα ελλείψεως τροφής. Είπε αυτός τον φθονερό λόγο και το σακκίο, όπως λέει, το βαλάντιο άδειασε αμέσως. Έπαυσε να είναι γεμάτο, όπως ήταν πρώτα. Ο διάβολος που κρύφθηκε μέσα στην ψυχή αυτού του φθονερού άνθρωπου, τις οίδε πόσο φθόνο εξετόξευσε και, ας πούμε, εξαφανίσθηκε το καλό, αυτό ακριβώς που προκαλούσε τον φθόνο. Όχι με την έννοια ότι είναι αδύνατος ο Θεός μπροστά στη δύναμη του διαβόλου, όχι ότι το καλό είναι πιο αδύνατο από το κακό, αλλά είναι ίσως μια οικονομία Θεού, αφ' ενός για να φαίνεται η δύναμη του κακού -όχι ότι είναι μεγαλύτερη η δύναμη του κακού από το καλό, αλλά για να φαίνεται η δύναμη του κακού- και να μισήσει έτσι ο άνθρωπος το κακό, και αφ' ετέρου για να πεθάνει το κακό ένεκα ελλείψεως τροφής. Γι' αυτό ας προσέχουμε από τους φθονερούς.
Και άλλη φορά λέγαμε, αν θυμάσθε, καλό είναι να προσέχει κανείς από τους φθονερούς. Όσο μπορεί να μην τους προκαλεί. Όσο μπορεί να μην τους δίνει αφορμή. Όσο μπορεί να ξεφεύγει από τις παγίδες που στήνουν οι φθονεροί. Θα λέγαμε, και από μια διάθεση ευσπλαχνίας. Ο άνθρωπος που είναι κυριευμένος από το πάθος αυτό αμαρτάνει πολύ, και όσο γίνεται, ας μη δίνουμε εμείς αφορμή να αμαρτάνει. αλλά και ας μη δίνουμε αφορμή να γιγαντώνεται αυτό το κακό και να εκδηλώνεται με όλη την κακία του.
Επειδή δε ο Άγιος ούτος επιάσθη δια να χειροτονήθη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ύστερον αφ' ου εκοιμήθη ο Ευτύχιος, και δεν επείθετο, τούτου χάριν είδε μίαν έκστασιν φοβεράν, ήτις ήτο τοιαύτη. Εφάνη εις αυτόν μία θάλασσα τόσον μεγάλη, ώστε έφθανεν από την γην έως του ουρανού· ομοίως εφάνη και μία φοβερά κάμινος ανημμένη· εφάνη δε προς τούτοις και πλήθος Αγγέλων, οι οποίοι έλεγον εις τον θείον Ιωάννην:
«Δεν είναι δυνατόν να γένη το πράγμα κατ' άλλον τρόπον μόνον σιώπα, ει δε και αντιλέγεις, ήξευρε ότι θα δοκιμάσης και τας δύο παιδείας ταύτας, και της θαλάσσης και της καμίνου.»
Εφαίνοντο δε ότι έλεγον ταύτα με μεγάλον φοβερισμόν όθεν αφ' ου ταύτα είδεν ο Άγιος, και μη θέλων παρέδωκε τον εαυτόν του εις το θέλημα του Θεού και εχειροτονήθη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, και τούτο πότε; ύστερον αφ' ου δια μέσου της άκρας ασκήσεως διεπέρασεν εις την τελειότητα πάσης αρετής.
Μίαν φοράν διαπερών ο Άγιος από τον τόπον τον ονομαζόμενον Έβδομον, είδεν ότι εσηκώθη μεγάλη τρικυμία εις την θάλασσαν όθεν δια προσευχής του μετέβαλεν αυτήν εις γαλήνην, ποιήσας τον τύπον του Σταυρού· ο δε Γαζεύς Ιωάννης ο Σχολαστικός είχεν εις τους οφθαλμούς του επίχυσιν αίματος και δεν έβλεπε, διά τούτο επρόστρεξεν εις τον Άγιον τούτον Ιωάννην και εκοινώνησεν από αυτόν τα θεία Μυστήρια.
Όταν δε εκοινώνει αυτόν ο Άγιος, είπε:
«Τούτο το Σώμα του Ιησού Χριστού, του ιατρεύσαντος τον εκ γενετής τυφλόν, αυτό θέλει ιατρεύσει και την εδικήν σου τύφλωσιν.»
Και ώ του θαύματος! όμού με τον λόγον ιατρεύθη ο πριν τυφλός Ιωάννης.
Ένα καιρόν συνέβη μέγα θανατικόν εις την Κωνσταντινούπολιν· όθεν έδωκεν ο Άγιος εις ενα του υπηρέτην δύο κοφφίνια, το μεν εν εύκαιρον, το δε άλλο γεμάτον από πέτρας μικράς, και είπεν αυτώ· ύπαγε στάσου εις τον δρόμον τον ονομαζόμενον Βουν, και μέτρα τους νεκρούς, όσοι περνούν από εκεί· και όσοι είναι οι νεκροί, τόσας πέτρας ρίπτε μέσα εις το εύκαιρον κοφφίνιον· τούτο λοιπόν ποιήσας ο υπηρέτης όλην την ημέραν, το βράδυ εμέτρησε τας πέτρας και ευρήκεν, ότι κατ' εκείνην την ημέραν εβγήκαν νεκροί τριακόσιοι εικοσιτρείς· ομοίως τούτο ποιήσας και την ερχομένην ημέραν, εβρήκεν ότι εβγήκαν νεκροί ολιγώτεροι· και ακολούθως τούτο ποιήσας εως εις επτά ημέρας, εύρεν ότι έπαυσε παντελώς το θανατικόν με την εκτενή προσευχήν του Αγίου.
Τόσην δε επιμέλειαν εδείκνυεν εις την εγκράτειαν ο Άγιος ούτος, ώστε επί εξ μήνας δεν έπιε νερόν· το δε φαγητόν και ποτόν του ήτον, ένα μαρούλι και ολίγον πεπόνιον ή σταφύλιον ή σύκα ολίγα· έτρωγε δε ταύτα εέως εις τους δεκατρείς ήμισυ χρόνους της Πατριαρχείας του.
Ο δε ύπνος του αγίου τούτου με τοιούτον τρόπον εγίνετο· καθήμενος εις ένα τόπον, εσυμμάζωνε τα στήθη του εις τα γόνατά του και ούτως εκοιμάτο· πλην δια να μη κοιμάται περισσότερον καιρόν από όσον αυτός ήθελεν, ήναπτε κηρίον, εις δε το κηρίον επήγνυε μίαν μεγάλην βελόνην, υποκάτω δε εις το κηρίον και εις την βελόνην έβαζε μίαν λεκάνην. Όταν λοιπόν καίον το κηρίον και διαλυόμενον έφθανεν εις τον τόπον, όπου ήτον η βελόνη, τότε ερρίπτετο η βελόνη μέσα εις την λεκάνην· από δε τον κτύπον της βελόνης έξυπνα ο άγιος και ευθύς εσηκώνετο· ανίσως δε καμμίαν φοράν δεν ήκουε κατά τύχην τον κτύπον της βελόνης, επέρνα άγρυπνος όλην την ερχομένην νύκτα· με τοιούτον τρόπον επολέμει τα πάθη ο τρισμακάριστος, δια προσευχής και νηστείας και αγρυπνίας.
Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή
Όλοι οι άγιοι, όλοι οι ασκητές, όλοι οι όσιοι, όλοι οι Πατέρες, έτσι πολέμησαν τα πάθη. Διά προσευχής, διά νηστείας και αγρυπνίας.
«Νηστεία αγρυπνία προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών...»
Να το προσέξουμε αυτό. Γι' αυτό κάνουμε, μέσα στις δυνατότητες που έχουμε, τις αγρυπνίες και τελούμε συνεχώς τη Θεία Λειτουργία και γι' αυτό προσπαθούμε να μαθαίνουμε να λέμε την ευχή. Άμα τη μάθουμε, άμα γλυκαθεί η ψυχή από την ευχή, μετά και στη δουλειά και στον δρόμο και παντού θα λέμε την ευχή και θα είμαστε προσευχόμενοι.
Κάνουμε κι εμείς αυτά, όσο μπορούμε, για να ελεηθούμε. Να ελεηθούμε κι εμείς, όσο γίνεται. Δεν μπορεί ένας που ζει στον κόσμο να προσεύχεται, όπως ένας ερημίτης. Μπορεί όμως κι αυτός να προσευχηθεί. Να κάνει προσευχή, όσο μπορεί. Δεν μπορεί να αγρυπνεί, όσο ο ερημίτης· αλλά μπορεί κάτι να κάνει. Αυτό που μπορεί, να το κάνει. Δεν μπορεί να νηστεύει, όσο ο ερημίτης· αλλά μπορεί κάτι να κάνει. Αυτό που μπορεί, να το κάνει.
Αυτό να προσέξουμε. Να θυμηθούμε εδώ τον άγιο που πήρε ειδικό βιβλίο από τον πνευματικό του να διαβάζει, για να βοηθηθεί στην πνευματική ζωή. Κι εκεί βρήκε κάτι που του έκανε εντύπωση και το εφάρμοσε: να μην αφήσεις τον εαυτό σου να κοιμηθεί, αν σε ελέγχει η συνείδηση· αν δηλαδή σου λέει η συνείδηση ότι κάτι μπορούσες να κάνεις και δεν το έκανες. Αυτό θέλει ο Θεός. Δεν θέλει ο Θεός να κάνουμε κάτι που δεν μπορούμε. Αλλά στάσου ενώπιον του Θεού ειλικρινά, τίμια, με απλότητα, με ταπείνωση, με διάθεση καλή, και πρόσεξε τι θα πει η συνείδησή σου.
Αν η συνείδηση σου λέει ότι μπορείς λίγο ακόμη να προσευχηθείς και δεν το κάνεις, αυτό είναι φυγή, είναι παράπτωμα, και δεν μπορείς να δικαιολογηθείς. Αν δεν μπορείς, δεν μπορείς· αλλά όντως δεν μπορείς; Αν σου πει η συνείδηση ότι δεν μπορείς, καλώς. Όπως λέει ο άγιος, επειδή ακριβώς διάβασε αυτό και του έκανε εντύπωση, κάθε βράδυ πρόσεχε τη συνείδησή του και δεν άφηνε τον εαυτό του να κοιμηθεί, αν τον έλεγχε η συνείδησή του. Γι' αυτό κάθε βράδυ παρέτεινε την προσευχή όλο και περισσότερο και αξιώθηκε, από τα μικρά του ακόμη χρόνια, από τον πρώτο ακόμη καιρό, να έχει την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος, την επίσκεψη του Θείου Φωτός.
Το ίδιο ισχύει και για τη νηστεία και για την αγρυπνία και για όλα.
Ούτος ο άγιος διά προσευχής του εματαίωνε και τους των βαρβάρων πολέμους και διέλυε τας βλάβας, όσαι κατά της Κωνσταντινουπόλεως ήρχοντο· και όλην την ποίμνην αυτού εφύλαττεν από τους ορατούς και αόρατους εχθρούς.
Μίαν φοράν, ούσης ημέρας Παρασκευής, είπον μερικοί εις τον άγιον· αύριον, δέσποτα, θέλει γένη θέατρον και ιπποδρόμιον, ήγουν παρατρέξιμον των αλόγων· ήτον δε η ερχομένη ημέρα Σάββατον της Πεντηκοστής· ο δε άγιος αποκριθείς είπεν ιπποδρόμιον θέλει γένη εις την Πεντηκοστήν! παρεκάλει λοιπόν τον Θεόν να δείξη σημείον δια να φοβηθούν οι άνθρωποι και να εμποδισθούν από το τοιούτον παιγνίδιον· και ω του θαύματος! όταν ήλθε το δειλινόν του Σαββάτου, ένω ήτον ανέφελος ο ουρανός, έγιναν ανεμοστρόβιλοι φοβεροί και πλήθος ανέμων· και τόση ραγδαία βροχή έπεσεν, ώστε έφυγεν ευθύς ο λαός όλος από τον τόπον του ιπποδρομίου και ενόμισεν ότι έφθασεν η του κόσμου συντέλεια· διότι τοιαύτη μεγάλη ταραχή των στοιχείων δεν ενθυμούντο να ηκολούθησε πώποτε εις τον καιρόν τους, φοβίζουσα άπαντας.
Γυνή, έχουσα άνδρα δαιμονισμένον, επρόστρεξεν εις ενα ερημίτην δια να τον ιατρεύση· ο δε ερημίτης είπε προς αυτήν· ύπαγε εις τον αγιώτατον πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννην, και εκείνος θέλει ιατρεύσει τον άνδρα σου· όθεν τούτο ποιήσασα η γυνή, δεν απέτυχε του ποθουμένου, επειδή δια προσευχής του θείου Ιωάννου έλαβε την ιατρείαν ο άνδρας της· και παίρνουσα αυτόν υγιή, εγύρισεν εις τον οίκόν της χαίρουσα. Με την ευχήν του αγίου τούτου και πολλαί στείραι γυναίκες ετεκνοποίησαν κaι πολλοί ασθενείς την θεραπείαν έλαβον.
Πατριαρχεύσας λοιπόν ούτος έτη δεκατρία και μήνας πέντε εκοιμήθη εν έτει 595 τη δευτέρα του Σεπτεμβρίου· και έγινε μετά τούτον Πατριάρχης ο Κυριακός, όστις εορτάζεται κατά την εικοστήν εβδόμην του Οκτωβρίου.
Όταν δε ο άγιος εκοιμήθη εν ειρήνη και απήλθε προς Κύριον, ετέθη εις το μέσον το λείψανόν του δια να το ασπασθούν οι χριστιανοί· τότε ελθών Νείλος ο ενδοξότατος έπαρχος δια να ασπασθή, ώ του θαύματος! καθώς αυτός εφίλησε το λείψανον, ευθύς εσηκώθη και το λείψανον και αντεφίλησεν αυτόν, ωσάν να ήτο ζωντανόν· και λόγια δε τινα μυστικά είπεν εις το ους του, τα οποία ο θείος Νείλος εις κανένα δεν εφανέρωσεν εις όλην του την ζωήν· ώστε βλέπων όλος ο λαός το τοιούτον θαυμάσιον, εξεπλάγησαν και εδόξαζον τον Θεόν, τον ούτω δοξάζοντα τους αγίους του. Έπειτα εκηδεύθη ευλαβώς και εντίμως, και κατετέθη μέσα εις το άγιον Βήμα της Εκκλησίας των αγίων Αποστόλων (εποίησε δε και βιβλίον ο θείος ούτος Ιωάννης ο νηστευτής, Κανονικόν ονομαζόμενον).
Κανόνες και επιτίμια
Πράγματι, υπάρχουν οι κανόνες του αγίου Ιωάννου του Νηστευτού, ο οποίος με τους κανόνες αυτούς συντέμνει πολύ τον χρόνο των επιτιμίων. Δηλαδή για παραπτώματα, για αμαρτήματα, που οι παλαιότεροι Πατέρες έβαζαν αποχή από τα μυστήρια, από τη Θεία Κοινωνία, 15-20 χρόνια, αυτός βάζει 3 χρόνια. Όμως το κάνει αυτό από τη μια πλευρά από φιλανθρωπία προς τους αμαρτάνοντας, αλλά από την άλλη πλευρά όμως δεν λέει απλώς 3 χρόνια αποχή από τη Θεία Κοινωνία, αλλά λέει και άλλα πράγματα. Και κυρίως λέει ξηροφαγία. Νηστεία δηλαδή. Τρεις χρόνους αλλά τρεις χρόνους, λέει,θα ξηροφαγείς. Θα τρως ξηρά τροφή. Και μάλιστα λέει ότι όποιος δεν τηρεί αυτά, τότε να φυλάσσει τους παλαιούς κανόνες που βάζουν επιτίμιο 15, 20, 25 χρόνια.
Τώρα οι πνευματικοί κατά κανόνα χρησιμοποιούν αυτούς τους κανόνες του αγίου Ιωάννου του Νηστευτού, αλλά δυστυχώς δεν λαμβάνουν υπ' όψιν και τα άλλα που λέει ο άγιος. Πολλές φορές μάλιστα ακόμη και τον χρόνο αποχής από τη Θεία Κοινωνία που λέει ο άγιος Ιωάννης στους κανόνες τον μειώνουν. Αλλά αυτά είναι λίγο επικίνδυνα. Βέβαια, έχουμε να κάνουμε με χριστιανούς της εποχής μας, και είναι διαφορετικές οι συνθήκες. Οπωσδήποτε, όπως λένε πάλι οι ίδιοι οι κανόνες, γενικότερα δεν θα παίρνουμε το γράμμα των κανόνων αλλά το πνεύμα των κανόνων. Όμως χρειάζεται προσοχή, διότι με την πολλή επιείκεια μπορεί να κάνουμε ζημία αντί να ωφελήσουμε. Όπως λέει ένας κανόνας -νομίζω ο 102ος της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου- όλα γίνονται, για να θεραπευθεί η ψυχή, όλα γίνονται, για να σωθεί ο άνθρωπος.
Θυμάστε, λέγαμε και άλλη φορά ότι το θέμα δεν είναι, κάνε αυτό, κάνε εκείνο. Τρόπον τινά σαν να χρωστούμε στον Θεό και θέλουμε να εξαγοράσουμε το χρέος. Αυτά όλα που λέει το Ευαγγέλιο, αυτά όλα που λένε οι Πατέρες, αυτά όλα που λένε οι κανόνες, αυτά όλα που λέει η Εκκλησία, είναι σαν γιατρικά, για να θεραπευθεί κανείς. Είναι δηλαδή όπως όταν σου λέει ο γιατρός ότι θα κάνεις αυτό, θα κάνεις εκείνο και έτσι θα γιατρευτείς. Μπορεί να είναι δύσκολα, να είναι πικρά, να είναι οδυνηρά, αυτά τα οποία σου λέει να κάνεις, αλλά έτσι θα γιατρευτείς. Αυτή την έννοια έχουν τα επίτιμια και οι κανόνες. Δεν είναι ότι θέλουμε να βασανίσουμε, θέλει δηλαδή η Εκκλησία να βασανίσει κάποιον, σαν να τον τιμωρεί: «Α, έκανες αυτό; Τώρα θα δεις τι θα πάθεις». Μοιάζει καμιά φορά και έτσι. Όμως η Εκκλησία έχει παιδαγωγικό σκοπό, για να βοηθήσει τον χριστιανό να μετανοήσει, να ταπεινωθεί, να συντριβεί. Τελικά, έχει σκοπό να βοηθήσει τον χριστιανό να θεραπευθεί.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἰωάννη Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Χρισθείς θείω Πνεύματι, της Εκκλησίας ποιμήν, Θεώ Ίεράτευσας, άγγελικώς επί γης, Ιωάννη Πατήρ ημών, συ γαρ δια νηστείας, σεαυτόν έκκαθάρας, κάθαρσιν των πταισμάτων, τώ σω λόγω παρέχεις, τοίς πόθω Ίεράρχα θερμώς προστρέχουσι.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς τοῦ Προδρόμου κοινωνὸς ἐν τῇ κλήσει, τούτου ἐφάνης μιμητὴς καὶ τῇ πράξει· νηστείᾳ γὰς διέλαμψας καὶ βίῳ καθαρῷ· ὅθεν Ποιμενάρχην σε, τῶν οἰκείων προβάτων, ὁ Χριστὸς κατέστησεν, Ἰωάννη ἀξίως. Ὃν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἡμᾶς, τοὺς ἐκτελοῦντας, τὴν πάνσεπτον μνήμην σου.
Μεγαλυνάριον
Ἔχων τὴν νηστείαν οἷα τρυφήν, τὴν ψυχὴν ἐτράφης, ταῖς τοῦ Πνεύματος δωρεαῖς· ὅθεν διατρέφεις, τῆς χάριτος τῷ λόγῳ, παμμάκαρ Ἰωάννη, πιστῶν τὸ πλήρωμα.
Πηγή: Διακόνημα, Ομολογία Πίστεως, Ορθόδοξος Συναξαριστής, Μέγας Συναξαριστής
Ο όσιος Συμεών ο στυλίτης (ο πρεσβύτερος ή «ο εν τη μάνδρα»), που τιμάται από την Εκκλησία μας την 1η Σεπτεμβρίου, είναι ο πρώτος γνωστός μοναχός που ασκήτεψε πάνω σε στύλο. Γεννήθηκε γύρω στα 389 στο χωριό Σισάν, στα όρια Συρίας και Κιλικίας. Ήταν βοσκός των πατρικών προβάτων, όταν γνώρισε κάποιους ασκητές, πόθησε εξαιτίας τους τη μοναχική ζωή και ήρθε σ’ ένα μοναστήρι, στο χωριό Τελεδάν, όπου έζησε δέκα χρόνια (403-413) με αυστηρότατη άσκηση. Ύστερα έζησε έγκλειστος τρία χρόνια σε μια σπηλιά, κοντά στην Αντιόχεια, και στη συνέχεια πήγε στο χωριό Τελάνισσο, όπου ασκήθηκε αλλά τρία χρόνια σ’ ένα σπιτάκι. Τέλος, αποσύρθηκε στην κορυφή ενός λόφου και περιορίσθηκε σ’ έναν μικρό κυκλικό περίβολο («μάνδρα»), φτιαγμένο με μιαν αλυσίδα είκοσι πήχεων.
Η απίθανη αυστηρότητα της ζωής του και το θαυματουργικό χάρισμα συγκέντρωναν γύρω του πλήθη ανθρώπων, που του προξενούσαν μεγάλη ενόχληση. Για αυτό άρχισε ν’ ανεβαίνει σε στύλους ολοένα και ψηλότεροι. Ο τελευταίος, όπου έζησε πάνω από είκοσι χρόνια, είχε ύψος 16 – 18 μ.
Ο όσιος αφιέρωνε το μεγαλύτερο μέρος του εικοσιτετραώρου στην προσευχή. Έτρωγε ελάχιστα. Ήταν συνεχώς όρθιος, χωρίς προφύλαξη από τον ήλιο, τη βροχή, τον άνεμο ή το κρύο. Δυο φορές την ήμερα διέκοπτε τον ασκητικό του κανόνα και νουθετούσε το λαό, μεριμνούσε για τούς αρρώστους και τούς δυστυχισμένους, έκανε συμβιβασμούς διαφορών, έλυνε προβλήματα και μετέστρεφε στη χριστιανική πίστη τούς αλλόδοξους που πρόστρεχαν σ’ αυτόν μαζί με τούς χριστιανούς απ’ όλα τα σημεία τής Ανατολής και τής Δύσης. Κοιμήθηκε το 459 και κηδεύτηκε από τον πατριάρχη Αντιόχειας Μαρτύριο στη μεγάλη εκκλησία της Αντιόχειας.
Στο εκπληκτικό Ιεραποστολικό έργο, που, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, πραγματοποίησε από την κορυφή του στύλου του ο αυστηρός αυτός ασκητής, θα αναφερθούμε στις επόμενες γραμμές, σταχυολογώντας τα σχετικά αποσπάσματα από την «Φιλόθεο Ιστορία» του Θεοδώρητου Κύρου, τον ελληνικό βίο του οσίου, γραμμένο από τον μαθητή του Αντώνιο, και τον συριακό βίο του.
Η φήμη του οσίου απλώθηκε γοργά παντού. Όλοι, κι από τα κοντινά κι από τα μακρινά μέρη, έτρεχαν κοντά του. Άλλοι έφερναν παράλυτους, άλλοι ζητούσαν να γιατρέψει αρρώστους, άλλοι παρακαλούσαν να μεσιτέψει στο Θεό για ν’ αποκτήσουν παιδιά. Μετά την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, έφευγαν γεμάτοι χαρά. Και διαλαλώντας τις ευεργεσίες που δέχτηκαν, έστελναν στον όσιο πολύ περισσότερους ανθρώπους, που ζητούσαν κι εκείνοι τα ίδια. Έτσι, καθώς άρχισαν να καταφθάνουν από κάθε στράτα σαν ποτάμια οι προσκυνητές, σχηματίστηκε σ’ αυτόν τον τόπο ένα ανθρώπινο πέλαγος, που δεχόταν από παντού ποτάμια! Όχι μόνο ντόπιοι ούτε μόνο Χριστιανοί, αλλά και Ισμαηλίτες και Πέρσες και Αρμένιοι και Ίβηρες και Ομηρίτες κι εκείνοι που κατοικούν ακόμα πιο βαθιά μαζεύονταν στο ασκητήριο του οσίου. Ήρθαν και πολλοί που κατοικούσαν στα πέρατα της Δύσης, Ισπανοί και Βρετανοί και Γαλάτες. Όσο για την Ιταλία, λένε πως ο Συμεών είχε γίνει τόσο περιβόητος εκεί, ώστε κρεμούσαν μικρές εικόνες στις εισόδους όλων των εργαστηρίων, για να παίρνουν απ’ αυτές προστασία και ασφάλεια.
Ήταν αμέτρητοι, λοιπόν, όσοι έφταναν και ζητούσαν να τον αγγίξουν, ν’ ακουμπήσουν μόνο την άκρη του δερμάτινου χιτώνα του, πιστεύοντας πως έτσι θα έπαιρναν κάποια ευλογία. Ο άγιος, όμως, ένιωθε πως δεν ήταν άξιος ν’ απολαμβάνει τέτοια τιμή. Τον κούραζαν, άλλωστε, όλα αυτά. Έτσι, σοφίστηκε ν’ ανέβει σ’ έναν στύλο. Το ύψος του ήταν στην αρχή μικρό, έξι πήχες. Αργότερα ανέβηκε σε άλλον πιο ψηλό, ύστερα σε ψηλότερο και τέλος σ’ έναν που έφτανε τις τριάντα έξι πήχες. Γιατί το έκανε αυτό; Επειδή λαχταρούσε να πετάει στα ουράνια, ελεύθερος από καθετί γήινο. Και επειδή, φωτισμένος από το Θεό, στόχευε στην ωφέλεια και τη σωτηρία πολλών ψυχών. Βλέπετε, όσοι δεν πείθονται με λόγια και δεν ανέχονται τα κηρύγματα, σαγηνεύονται από τα παράδοξα θεάματα. Το παράδοξο τραβάει όλους και τους αναγκάζει να το προσέξουν, προετοιμάζοντας τους έτσι και στο να διδαχθούν. Έτσι έγινε και με τον όσιο Συμεών. Το παράδοξο θέαμα που παρουσίαζε ανεβασμένος σ’ έναν ψηλό στύλο, τραβούσε αμέτρητους περιέργους, που ήθελαν να πληροφορηθούν γιατί απομακρύνθηκε από τον κόσμο με τέτοιον τρόπο. Με την αφορμή αυτή ο όσιος τους δίδασκε και τούς κήρυσσε το λόγο του Θεού, μεταστρέφοντας πολλούς από την απιστία στην πίστη και από τα έργα της ανομίας στα έργα της ευσέβειας. Ίβηρες και Αρμένιοι και Πέρσες, όπως είπαμε, απαρνιόντουσαν κάτω απ’ το στύλο την προγονική τους πλάνη και δέχονταν την θεία αλήθεια με το άγιο βάπτισμα. Οι Ισμαηλίτες, μάλιστα, έφταναν σε ομάδες, διακόσιοι, τετρακόσιοι, κάποτε και χίλιοι. Με βοή αποκήρυσσαν την πατρική τους θρησκεία, έσπαζαν τα είδωλα που λάτρευαν πρώτα, εγκατέλειπαν μια για πάντα τα μυστηριώδη όργια τής Αφροδίτης και απολάμβαναν τα θεία μυστήρια του Χριστού, αφού άκουγαν από το αγιασμένο στόμα του στυλίτη σωτήριες διδαχές.
Ο Θεοδώρητος Κύρου, σύγχρονος και γνώριμος του οσίου, περιγράφει συνοπτικά το κοινωνικό και αποστολικό έργο του: «Νουθετώντας (το λαό) δυο φορές την ήμερα, πλημμυρίζει τ’ αυτιά των ακροατών με τα χαριτωμένα λόγια του και τους προσφέρει όσα το Άγιο Πνεύμα διδάσκει. Προτρέπει να στρέφουν το βλέμμα στον ουρανό, να πετάνε αφήνοντας τη γη και να οραματίζονται τη βασιλεία των ουρανών, να φοβούνται την κόλαση και να περιφρονούν τα γήινα, προσμένοντας τη μέλλουσα ζωή. Μπορεί να τον δεις να δικάζει, βγάζοντας σωστές και δίκαιες αποφάσεις. Όλα αυτά τα κάνει μετά την ακολουθία της ενάτης ώρας. Γιατί όλη τη νύχτα και τη μέρα, ως την ενάτη ώρα προσεύχεται. Ύστερα από την ενάτη ώρα, προσφέρει πρώτα τη θεία διδαχή σ’ όσους βρίσκονται εκεί, και στη συνέχεια ακούει το αίτημα του καθενός. Και αφού θεραπεύσει μερικούς, λύνει τις διαφορές όσων φιλονικούν. Γύρω στη δύση του ήλιου αρχίζει πάλι να προσεύχεται. Δεν παραμελεί όμως, να φροντίζει και για τις άγιες Εκκλησίες. Άλλοτε πολεμάει την πλάνη των ειδωλολατρών, άλλοτε συντρίβει τη θρασύτητα του Ιουδαίων, άλλοτε διαλύει τις ομάδες των αιρετικών. Και όλα τούτα τα κατορθώνει είτε στέλνοντας γράμματα στο βασιλιά, είτε εμπνέοντας στους άρχοντες το ζήλο για το Θεό, είτε παρακινώντας και τους επισκόπους ακόμα να φροντίζουν περισσότερο για το ποίμνιο».
Αξίζει, όμως, να διηγηθούμε, ενδεικτικά, μερικά από τα θαύματα του οσίου Συμεών, που είχαν ως αποτέλεσμα τη μεταστροφή των ευεργετημένων στην αληθινή πίστη. Κάποτε ένας Σαρακηνός φύλαρχος έφερε στο στυλίτη κάποιον παράλυτο ομόφυλό του και παρακάλεσε για τη θεραπεία του. Ο άγιος του ζήτησε ν’ απαρνηθεί την προγονική του ασέβεια. Εκείνος δέχτηκε πρόθυμα.
› Πιστεύει στον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα; τον ρώτησε ο ασκητής.
› Πιστεύω, ομολόγησε ο Σαρακηνός.
› Αφοί πιστεύεις, σήκω πάνω!
Ο παράλυτος σηκώθηκε και περπάτησε.
› Τώρα πάρε το φύλαρχο στους ώμους σου! τον πρόσταξε ο όσιος.
Ο γιατρεμένος σήκωσε τον κατάπληκτο φύλαρχο, που ήταν εξαιρετικά μεγαλόσωμος, τον έβαλε στους ώμους του κι έφυγε ενθουσιασμένος, δοξάζοντας τον τρισυπόστατο αληθινό θεό.
Σε μια πόλη τής Παλαιστίνης ήταν διοικητής κάποιος ειδωλολάτρης, καμπούρης τόσο, που το κεφάλι του ακουμπούσε στο στήθος του και δεν μπορούσε να περιστραφεί. Κάποιοι φίλοι του, έχοντας ακούσει για τα θαύματα του στυλίτη, τον έφεραν κάτω από το στύλο και παρακάλεσαν για τη θεραπεία του. Μα και ο ίδιος καμπούρης άρχισε να ικετεύει τον όσιο κραυγάζοντας τόσο δυνατά, ώστε Εκείνος δεν μπορούσε να προσευχηθεί για χάρη του στον Κύριο. Ο ειδωλολάτρης, πιστεύοντας πως ο Συμεών είχε δική του θαυματουργική δύναμη, του ζητούσε ν’ ακουμπήσει το χέρι του στο κεφάλι του, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα γινόταν καλά αμέσως. Ο όσιος, όμως, του είπε:
› Είμαι ένας αμαρτωλός και τιποτένιος άνθρωπος. Το χέρι μου δεν έχει καμιά ξεχωριστή δύναμη. Μόνο αν ευδοκήσει ο Θεός, θα πραγματοποιηθεί η επιθυμία σου, γιατί μόνο αυτός έχει τη δύναμη να θαυματουργεί. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να θεραπεύσει άλλον, αν ο Κύριος δεν το θέλει. Παραδόσου, λοιπόν, στην παντοδυναμία του αληθινού Θεού, του δημιουργού και κυβερνήτη του κόσμου, και θα ευεργετηθείς.
Τότε ο καμπούρης σταμάτησε να φωνάζει, αφήνοντας τον όσιο να προσευχηθεί απερίσπαστος. Και μόλις Εκείνος τέλειωσε την προσευχή του, το θαύμα έγινε. Ο ταλαίπωρος άνθρωπος ορθώθηκε, στάθηκε ίσια και άρχισε να χοροπηδάει χαρούμενος σαν παιδί. Άνοιξε τότε τις κασέλες, που είχε φέρει μαζί του, και πρόσφερε στον ευεργέτη του ανεκτίμητα χρυσαφικά κι ασημικά. Ο στυλίτης κοίταξε τα δώρα με περιφρόνηση και του είπε:
› Αν θέλεις να μ’ ευχαριστήσεις, να δεχτείς το φως της αλήθειας. Να βαπτιστείς, για να πάρεις την άφεση. Κι ακόμα να ελευθερώσεις όλους τούς δούλους σου, για να ελευθερωθεί και η δική σου ψυχή από το ζυγό του σατανά.
Ο γιατρεμένος πρόθυμα έκανε ότι του είπε ο άγιος. Και αργότερα, γεμάτος χαρά και χάρη Θεού, έφυγε για την πόλη του.
Ένας άρχοντας των Περσών ήταν πολύ δυστυχισμένος, γιατί ο μονάκριβος γιος του κειτόταν δεκαπέντε χρόνια παράλυτος. Έστειλε, λοιπόν, στον όσιο τον επίσκοπο της τοπικής Εκκλησίας, με την παράκληση να προσευχηθεί στον Κύριο για τη θεραπεία του παιδιού του. Του έδωσε, μάλιστα, και δυο υφάσματα από πολύτιμο μετάξι με κεντημένους επάνω χρυσούς σταυρούς, για να τα προσφέρει στον στυλίτη. Ο επίσκοπος διηγήθηκε στο Συμεών το δράμα του παιδιού και του πατέρα του. Ο όσιος σπλαχνίστηκε και είπε στον επίσκοπο:
› Πάρε αυτά τα υφάσματα που έφερες, έτσι διπλωμένα όπως είναι, και πήγαινε στο καλό. Όταν φτάσεις κοντά στην πόλη σας, κατέβα από το ζώο σου, κράτησε τα υφάσματα στο στήθος σου και προχώρησε ως το σπίτι του άρχοντα πεζός και αμίλητος. Μπες μέσα, στάσου πάνω απ’ το παιδί σκέπασε το με τα υφάσματα και πες του: Ο αμαρτωλός Συμεών σου παραγγέλλει: Στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, σήκω!».
Ο επίσκοπος έφυγε κι έκανε όπως του υπέδειξε ο όσιος. Μόλις σκέπασε το παιδί με τα υφάσματα, αυτό πετάχτηκε όρθιο και θεραπευμένο. Ο Πέρσης άρχοντας και ολόκληρη η οικογένειά του ευχαρίστησαν και δόξασαν το Θεό. Και ο επίσκοπος, μετά από σχετικό αίτημά τους, τους κατήχησε και τους βάπτισε.
Κάποιος πλούσιοι από το Σαβά έπασχε από πονοκέφαλο συνεχή και οδυνηρό τόσο, που ένιωσε να του σουβλίζουν κάθε στιγμή το μυαλό. Ανακουφιζόταν λίγο, μόνο όταν χτυπούσε το κεφάλι του πάνω στα δοκάρια των τοίχων του σπιτιού του! Μόλις έμαθε για τον θαυματουργό στυλίτη, ετοιμάστηκε για το μακρύ ταξίδι και ξεκίνησε, αδιαφορώντας για τον κίνδυνο των θηρίων και των ληστών, που παραμόνευαν εδώ κι εκεί μέσα στην απέραντη έρημο. Σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο ταξίδευε ο άρρωστος. Και όσο πλησίαζε, πράγμα παράδοξο, οι πόνοι του λιγόστευαν. Αντίθετα, όσο κι αν έτρωγε, οι προμήθειές του έμεναν απείραχτες!
Έφτασε επιτέλους στο στύλο του οσίου. Εκείνος, αφού πληροφορήθηκε το πρόβλημά του, ζήτησε να του φέρουν νερό από την κοντινή πηγή. Προσευχήθηκε, το ευλόγησε και πρόσταξε τον άρρωστο να το πιει στο όνομα του Χριστού. Ύστερα, παίρνοντας από το ίδιο νερό, του ράντισε και το κεφάλι. Δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο. Ο λίγος πόνος που είχε απομείνει, εξαφανίστηκε κι αυτός. Ο άνθρωπος ευχαρίστησε τον όσιο και δόξασε το Θεό. Ζήτησε, μάλιστα, και να βαπτιστεί. Λίγο αργότερα, φεύγοντας Χριστιανός πια, διαλαλούσε τα μεγαλεία του Κυρίου ως τη μακρινή πατρίδα του.
Ένα παρόμοιο μακρύ ταξίδι έκανε και μια ομάδα από τέσσερις λεπρούς και τρεις δαιμονισμένους, που ξεκίνησαν από τα βάθη της Ανατολής κι έκαναν δεκατρείς μήνες ώσπου να φτάσουν στον όσιο. Και εκείνοι, παρά τη μεγάλη απόσταση, ούτε μια φορά δεν έχασαν το δρόμο, μα ούτε κι οι τροφές ή το νερό τούς έλειψαν καθόλου.
Φτάνοντας κάτω απ’ τον στύλο, διηγήθηκαν στον όσιο τα παθήματα τους και ζήτησαν τη βοήθεια του.
› Ο Θεός, αποκρίθηκε Εκείνος, που σου έδειξε το δρόμο να έρθετε ως εδώ, θα σας δώσει και την υγεία σας.
Ζήτησε νερό, το ευλόγησε και τούς το έδωσε να πιουν και να ραντιστούν στο όνομα του Κυρίου. Μόλις το έκαναν, έγιναν και οι επτά καλά! Ύστερα απ’ αυτό, αρνήθηκαν τη λατρεία των ειδώλων, βαπτίστηκαν και έφυγαν δοξάζοντας το Θεό.
Κάποτε ήρθαν κάτω απ’ το στύλο αντιπρόσωποι των κατοίκων της οροσειράς του Λιβάνου και ανάστατοι είπαν στον όσιο:
› Στον τόπο μας παρουσιάστηκαν κάτι αγρία θηρία, πρωτοφανέρωτα και άγνωστα, που κατασπαράζουν ανθρώπους και ζώα. Πολλές φορές μπαίνουν στα σπίτια, αρπάζουν τα παιδιά και τα καταβροχθίζουν μπροστά στα έντρομα μάτια των μανάδων τους. Ο φόβος και ο θρήνος έχουν απλωθεί παντού.
› Μην παραξενεύεστε για τη συμφορά που σας βρήκε, είπε ο άγιος. Είναι η τιμωρία για τα έργα σας. Οι προγονοί σας εγκατέλειψαν τον αληθινό Θεό, τον πλάστη και ευεργέτη μας, και λάτρεψαν τα βουβά είδωλα. Κι εσείς επιμένετε στην πλάνη αυτή. Τα θηρία σας ταλαιπωρούν με παραχώρηση του Κυρίου, που θέλει να σας οδηγήσει στη μετάνοια και να σας φέρει κοντά Του. Αν όμως δεν έχετε σκοπό να μετανοήσετε, άδικα ήρθατε ως εδώ. Να ζητήσετε τη βοήθεια των ειδώλων που προσκυνάτε!
Εκείνοι τότε έπεσαν στα γόνατα και άρχισαν να παρακαλούν με δάκρυα το στυλίτη:
› Λυπήσου μας! Μεσίτεψε για μας στο Θεό! θα μετανοήσουμε!…
Μαζί τους ικέτευαν τον όσιο και άλλοι, που έτυχε να βρίσκονται εκεί, και τους σπλαχνίστηκαν.
› Μόλις απαρνηθείτε την πλάνη σας, αποκρίθηκε πάνω απ’ το στύλο του ο γέροντας και βαπτιστείτε στο όνομα του Χριστού, τότε θα παρακαλέσω τον Κύριο να σας δείξει τη φιλανθρωπία Του.
Μ’ ένα στόμα οι ειδωλολάτρες υποσχέθηκαν πως, όταν θα γύριζαν στην πατρίδα τους, θα κατεδάφιζαν αμέσως τα Ιερά των ειδώλων και θα έριχναν στη φωτιά τα ξόανα. Ο άγιος κατάλαβε πως η μεταστροφή τους ήταν αληθινή. Τούς έδωσε, λοιπόν, ένα κουτάκι με ευλογημένη σκόνη και τούς είπε:
› Να πάτε στο καλό! Μόλις φτάσετε στον τόπο σας, να περάσετε απ’ όλα τα χωριά. Στην εμπασιά κάθε χωριού, να χώνετε στη γη τέσσερις πέτρες. Και πάνω σε κάθε πέτρα να σχηματίζετε με τούτη τη σκόνη τρεις σταυρούς. Αν υπάρχουν εκεί Χριστιανοί ιερείς, φωνάξτε τους να σας βοηθήσουν και να τελέσουν νυχτερινές λειτουργίες. Τότε ο Θεός θα κάνει το θαύμα Του. Κανένας άνθρωπος δεν θα χαθεί πια από τα θηρία.
Επιστρέφοντας στη χώρα τους οι ειδωλολάτρες διαπίστωσαν ότι, από την ώρα που ο Συμεών είχε προσευχηθεί γι’ αυτούς, όλα τα θηρία είχαν φύγει από τα χωριά και αποτραβηχτεί στα δάση. Όταν, λοιπόν, έκαναν ότι τούς συμβούλεψε ο όσιος, είδαν τα θηρία να τρέχουν και να έρχονται γύρω από τις πέτρες, ουρλιάζοντας απαίσια. Πολλά έπεφταν και ψοφούσαν επιτόπου. Αλλά έφευγαν αλαφιασμένα και χάνονταν. Σε δέκα μέρες δεν είχε απομείνει κανένα.
Πήραν τρία τομάρια από τα ψόφια θηρία και τα έφεραν στον όσιο. Και αφού του διηγήθηκαν το θαύμα, βαπτίστηκαν όλοι κι έγιναν Χριστιανοί. Μια βδομάδα έμειναν εκεί, ακούγοντας τις σοφές διδαχές του πνευματοφόρου στυλίτη, και μετά έφυγαν χαρούμενοι για την πατρίδα τους, δοξάζοντας το Θεό.
Αλλά σταματάμε εδώ τη διήγηση, γιατί τα μεγάλα και θαυμαστά έργα του οσίου Συμεών δεν έχουν τέλος. Όπως σημειώνει ωραιότατα ο Σύρος βιογράφος του, «ποιο στόμα θ’ αποτολμούσε να διηγηθεί ή ποιο χέρι θα μπορούσε να γράψει ή ποιο σοφό μυαλό θα μπορούσε να υπολογίσει τις αναρίθμητες ευεργεσίες που έκανε ο Θεός στον κόσμο μέσω του αγίου; Πόσους ανθρώπους, που ήταν μακριά από τον Κύριο, έφερε κοντά Του; Πόσοι πλανεμένοι γύρισαν με τη διδαχή του από την άγνοια στην αληθινή γνώση; Πόσες χιλιάδες και μυριάδες «αλλότριων», χάρη στο κήρυγμά του, έγιναν μέλη τής Εκκλησίας και υποτάχθηκαν στο Χριστό; Ποιος μπορεί να λογαριάσει τις τόσες και τόσες χιλιάδες αγρίων, που, βλέποντας και ακούγοντας τον, με χαρά εγκολπώθηκαν τη χριστιανική πίστη και έγιναν υπηρέτες της αλήθειας; Γιατί η φήμη των ευεργεσιών, που έκανε ο Κύριος με τα χέρια του οσίου, ταξίδεψε απ’ τη μιαν άκρη του κόσμου ως την άλλη.
Κι έτσι εκπληρώθηκε το γραφικό: «Εις πάσαν την γην εξήλθεν οι φθόγγοι αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών (Ψαλμ. 18:5)».
(Περιοδικό "Πάντα τα Έθνη", Τεύχος 91, Ιούλιος - Αύγουστος - Σεπτέμβριος 2004)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στήλην θεόγραφον τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, τοῦ βίου σου ἔλειπες τὰς ἀναβάσεις ἡμῖν, Συμεὼν παμμακάριστε· σὺ γὰρ ἐπὶ τοῦ στύλου ὡς πυρσὸς διαλάμπων, ἕλκεις ἡμᾶς χαμόθεν πρὸς ζωὴν οὐρανίαν, τὸν τρόπον τῆς εὐδρομίας φαίνων τοῖς ἔργοις σου.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Ὑπομονῆς στύλος γέγονας, ζηλώσας τοὺς προπάτορας Ὅσιε, τὸν Ἰὼβ ἐν τοῖς πάθεσι, τὸν Ἰωσὴφ ἐν τοῖς πειρασμοῖς, καὶ τὴν τῶν Ἀσωμάτων πολιτείαν, ὑπάρχων ἐν σώματι, Συμεὼν Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Τὰ ἄνω ζητῶν, τοῖς κάτω συναπτόμενος, καὶ ἅρμα πυρός, τὸν στύλον ἐργασάμενος, δι᾽ αὐτοῦ συνόμιλος, τῶν Ἀγγέλων γέγονας Ὅσιε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Κάθισμα. Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὑπερζέσας τῇ πίστει Πάτερ σοφέ, καὶ προσκαίρων ἁπάντων ὑπεριδών, Χριστῷ ἠκολούθησας, τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος, ἐγκρατείᾳ τήξας, τὸ σῶμά σου Ὅσιε, οὐρανῶν τὴν δόξαν, ἀεὶ προορώμενος· ὅθεν καὶ ἐφεῦρες, πρὸς ἀνάβασιν θείαν, τοῦ στύλου τὴν κλίμακα, τῷ σῷ πόθῳ κατάλληλον, Συμεὼν ἱερώτατε. Πρέσβευε Χριστῷ τῶ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Ὁ Οἶκος
Τοῦ Συμεὼν τὸν ἄμεμπτον βίον, ποία γλῶσσα ἀνθρώπων ἐξαρκέσει ποτέ, πρὸς ἔπαινον ἐξηγήσασθαι; ὅμως ὑμνήσω Θεοῦ σοφία, τὰ τοῦ ἥρωος ἆθλα καὶ τοὺς ἀγῶνας, τοῦ ἐν τῇ γῇ ὡς φωστῆρος φανέντος τοῖς πᾶσι βροτοῖς, καὶ μεγάλως τῇ καρτερίᾳ τῷ χορῷ τῶν Ἀγγέλων ἐκλάμψαντος· σὺν τούτοις γὰρ ψάλλων ἀπαύστως Χριστῷ, πρεσβεύων οὐ παύει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Πηγή: Πηγή ζωής, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Σ’ ένα τόπο όπως η Κρήτη, οπού γέννησε, ανέδειξε πολλούς Αγίους, Μάρτυρες, Ιεράρχες, Οσίους, είναι φυσικό και αναμενόμενο ο λαός να είναι ευσεβής, να αγαπά την Εκκλησία και να είναι φιλομόναχος. Είναι λογικό να αναπτυχθεί ο Μοναχισμός και μάλιστα να αναδειχθούν μεγάλα οσιακά αναστήματα, όπως ο εν λόγω ερημοπολίτης Άγιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης.
Γεννήθηκε στον Ασώματο (ή κατ’ άλλους στο Φραττί) της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης στο τέλος της Ενετοκρατίας και στην αρχή της Τουρκοκρατίας. Από την παιδική του ηλικία διεκρίνετο για την ευσέβειά του αλλά και την ελεημοσύνη του. Η αγάπη του προς τους πτωχούς και αδυνάτους γινόταν η κινητήριος δύναμις της εκφράσεώς του. Από την σοδειά και τα γεννήματα της πατρικής του περιουσίας μοίραζε άλλοτε κουκιά, άλλοτε σταφύλια κι άλλες φορές διάφορα γεωργικά προϊόντα τα οποία λόγω της περιουσίας τους παρήγαγαν με αφθονία. Οι γονείς του τον καμάρωναν για την θεοφιλή πολιτεία του κι ευχαριστούσαν τον Θεό που τους χάρισε τέτοιο τέκνο. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που θεωρούσαν τους εαυτούς των αναξίους να μεγαλώνουν ένα τέτοιο παιδί και να συμβιώνουν μαζί του. Βλέποντας λοιπόν την οσιακή πραγματικά, βιωτή του, τον προέτρεψαν να αφοσιωθεί στον Θεό και να ενδυθεί το αγγελικό σχήμα.
Με μεγάλη χαρά αποδέχεται και ενστερνίζεται την ευσεβή πρόταση των γονέων του κι έτσι αναχωρεί από την πατρική του εστία και έρχεται αρχικώς στη Μεσσαρά, στο χωριό Ζαρό σε ένα σπήλαιο κοντά σε μια πηγή. Στο σπήλαιο αυτό έμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα βιώνοντας την προσευχή ως τρόπο ζωής. Κατόπιν εγκαταλείπει το σπήλαιο στην πράσινη χαράδρα του Ζαρού, και έρχεται στην περιοχή Πρέβελη Ρεθύμνης, σε μία άβατη και άνυδρη βουνοπλαγιά. Εκεί ακολουθεί ακόμη αυστηρότερη ασκητική καθώς ήδη βρίσκεται σε μεγάλο ύψος αρετής κι επιθυμεί ν’ ανέβη ακόμη περισσότερο.
Αυτός ο δεύτερος τόπος της ασκήσεώς του βρίσκεται κοντά στην ιστορική μονή του Πρέβελη. Οι απότομες πλαγιές του όρους Κουρούπα σχηματίζουν το Κουρταλιώτικο φαράγγι. Η ονομασία αυτή προέρχεται από τα «κούρταλα» ή όπως είναι πιο γνωστά, «κρόταλα» δηλ. τα σφυρίγματα και τους κρότους που δημιουργεί ο δυνατός βοριάς, όταν πνέει στην περιοχή και περνά μέσα απ’ το φαράγγι. Το τοπίο είναι άγριο, σκληρό και δύσβατο. Κι όμως εδώ καταφεύγει ο ερημοπολίτης Όσιος Νικόλαος για να αποφεύγει τον κόσμο με τον θόρυβό του, και τις ταραχές των ανθρώπων. Όσον όμως κι αν απέφευγε τον κόσμο, όσον κι αν έφευγε από τόπο σε τόπο όταν γινόταν γνωστός (καθώς τότε οι ευσεβείς Κρήτες συνέρεαν προς αυτόν για να λάβουν συμβουλές, και ευλογία), όσο κι αν σκαρφάλωνε εκεί που ζούσαν μόνο τα αγρίμια και τα όρνεα της Κρήτης κι όσον κι αν κρυβόταν, δεν μπορούσε να κρύψει την χάρη του Θεού που έλαμπε.
«Ού δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη», λέγει ο Κύριος. Έτσι κι ο Όσιος Νικόλαος, λάμποντας από αρετές και χάριτες δεν μπορούσε να κρυφτεί. Τον αναδείκνυε ο Χριστός όπου κι αν ο Κουρταλιωτης πήγαινε για να έχουν οι σκλάβοι Έλληνες στήριγμα και βοηθό, και οι πεπλανημένοι Τούρκοι, οδηγό και φωτιστή. Αναδείκνυε την δύναμη της Ορθοδόξου Πίστεως και όχι μόνον τον ευλαβούνταν, όχι μόνον λάμβαναν ακόμη κι εκείνοι θαύματα από τα χέρια του αλλά ακολουθούσαν και την ίδια την Πίστη μας, βαπτιζόμενοι στο όνομα της Παναγίας Τριάδος.
Τούρκοι και Χριστιανοί μαρτυρούν για την αγιότητα του βίου του αλλά και για τα θαύματά του, που δαψιλώς ο Κύριος επιχέοντας την χάρη του Παναγίου Πνεύματός του έδειχνε την ευδοκία Του επί τον Όσιο Νικόλαο. Πασίγνωστος είναι ο ποταμός που κυλά μέσα στο Κουρταλιώτικο Φαράγγι. Μέσα σ’ εκείνη την άγρια όσο και ξηρή ομορφιά του τόπου αποτελεί «δρόσο Κυρίου» για όλη την περιοχή. Σε μικρό ύψος από την κοίτη του ποταμού, μέσα από έναν θεόρατο βράχο, τρέχουν πέντε πηγές που σχηματίζουν έναν καταράκτη και αρδεύουν την άγονη εκείνη περιοχή. Οι πηγές αυτές αποδίδονται σε θαύμα του Οσίου Νικολάου του Κουρταλιώτη, ο οποίος ως άλλος Μωυσής στο όρος Χωρήβ, άπλωσε την παλάμη του επί του βράχου και ανέβλυσαν τόσες πηγές όσο και τα δάκτυλά του!
Ολόκληρο το κουρταλιώτικο φαράγγι ομιλεί σήμερα για την ισάγγελη πολιτεία του. Ο Ναΐσκος που έχει κτιστεί προς τιμήν του, μαρτυρεί τόσον την ευλαβεια των Ορθοδόξων Χριστιανών της Ρεθύμνης, όσον και το μέγεθος της αγιότητος και της προσφοράς του Οσίου. Κάθε χρόνο την πρωτοχρονιά του εκκλησιαστικού έτους, την 1η του Σεπτεμβρίου, πιστοί απ’ όλη την Κρήτη έρχονται να τιμήσουν τον Όσιο Νικόλαο και να πανηγυρίσουν την μνήμη του.
Ο θρύλος για την κοίμηση του Οσίου
Ψηλορείτης, στο χωριό Ζαρός, 17 ος αιώνας. Στο μοναστήρι του αγίου Νικολάου, ψηλότερα απ' το χωριό, οι μοναχές διαπιστώνουν πως κάποιο ζώο τρυπώνει τη νύχτα στο περιβόλι τους και βοσκάει στα λαχανικά. Κάποιο αγρίμι του Ψηλορείτη σίγουρα θά 'ναι. Βρίσκουν λοιπόν έναν κυνηγό και του ζητάνε να παραφυλάξει και να το σκοτώσει με το τόξο του. Τη νύχτα, ο κυνηγός τοξεύει την ογκώδη φιγούρα που βλέπει να ξετρυπώνει μέσα απ' τις σκιές και να κατεβαίνει απ' την πλαγιά πάνω απ' το μοναστήρι. Μα, τι παράξενο, δεν είναι κανένα ζώο, αλλά ένας γέροντας ασκητής!
Τον μεταφέρουν με φρίκη σ' ένα κελί κι εκείνος μειλίχιος τους λέει:
› Μη λυπάστε, δεν έχετε αμαρτία. Έτσι ήθελε ο Θεός να μάθετε για μένα. Μόνο, παρακαλώ, ο άνθρωπος που με πλήγωσε να με μεταφέρει στον τόπο μου, να κοιμηθώ εκεί.
Κι όταν τον ρωτάνε:
› Γιατί, γέροντα, τόσα χρόνια δεν ήρθες ποτέ να σε γνωρίσουμε;
Απαντάει:
› Δεν ήρθα, γιατί δεν πέρασε ούτε μια μέρα που να μην πέσετε σε αμαρτωλούς λογισμούς…
Το όνομα του γέροντα ήταν Ευθύμιος.
Ο κυνηγός τον σηκώνει στην πλάτη του και τον μεταφέρει χιλιόμετρα μακριά, στον ποταμό Κουρταλιώτη, νότια του σημερινού νομού Ρεθύμνης. Εκεί ήταν η πατρίδα του, στο χωριό Ασώματος. Στο άγριο και πανέμορφο Κουρταλιώτικο Φαράγγι, ο κυνηγός δίψασε – και ο άγιος χτύπησε με το χέρι του την πλαγιά, στο δρόμο που περνούσε πολλά μέτρα πάνω απ' το ποτάμι, και ξεπήδησαν πηγές για να ξεδιψάσει ο ακούσιος φονιάς του. Κοντά σ' αυτές τις πηγές είναι σήμερα το εκκλησάκι του, χτισμένο από κάποιον Τούρκο, που έχασε το φως του και τον θεράπευσε ο άγιος. Μόνο που σ' αυτά τα μέρη τον λένε Νικόλαο (ίσως ήταν το κοσμικό του όνομα) και πανηγυρίζουν τη μνήμη του με λαμπρότητα την 1η του Σεπτέμβρη.
(Πηγή: «Ο όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης και ο μύθος του», Κρήτη)
Απολυτίκιο. Ήχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Του βίου τερπνότητα καταπεφρόνηκας, ερήμοις και φάραγξιν, δρόμον ασκήσεως, Νικόλαε ήνυσας, όθεν των ουρανίων αγαθών ηξιώθης, πάσαις ταις των Οσίων συναγάλλη αγέλαις, διό ταις ικεσίαις ταις σαίς ρύσαι κινδύνων ημάς.
Πηγή: Ορθόδοξες Απαντήσεις, Κρήτη
Οι Σαράντα γυναίκες μάρτυρες άσκήτριες κατήγοντο από την Άδριανούπολιν της Θράκης και ζούσαν εκει ως μαθήτριες του Διακόνου Αμμούν.Την εποχή έκείνην το έτος 305 μ.Χ. βασίλευε ό αύτοκράτορας Λικίνιος οτό ανατολικό μέρος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, φοβερός διώκτης των Χριστιανών. Ό Λικίνιος λοιπόν είχε δώσει διάταγμα γιά έξόντωση των Χριστιανών, και ή τυραννική του διαταγή έφταοε σ' όλες τις πόλεις και τα χωριά, και οι Χριστιανοί πεφτανε στον ιερό αγώνα της πίστεως μέ αυτοθυσία, διότι δεν ύπετάχθησαν στην απειλή του και δεν προσκύνησαν τα είδωλα.
Σ’ αυτήν την φοβερή εποχή για τους Χριστιανούς, έζήσαν και μαρτύρησαν οί Σαράντα παρθένες – ασκήτριες, μαθήτριες του Διακόνου Αμμούν, τα όνόματα των οποίων είναι τα εξής: Αδαμαντινή, Καλλιρόη, Χαρίκλεια, Πηνελόπη, Κλειώ, Θάλεια, Μαριάνθη, Ευτέρπη, Τερψιχόρη, Ουρανία, Κλεονίκη, Σαπφώ, Ερατώ, Πολύμνια, Δωδώνη, Αθηνά, Τρωάδα, Κλεοπάτρα, Κοραλία, Καλλίστη, Θεανόη, Θεανώ, Ασπασία, Πολυνίκη, Διόνη, Θεοφάνη, Ερασμία, Ερμηνεία, Αφροδίτη, Μαργαρίτα, Αντιγόνη, Πανδώρα, Χάιδω, Λάμπρω, Μόσχω, Αριβοία, Θεονύμφη, Ακριβή, Μελπομένη και Ελπινίκη. Ήσαν πλασμένες με αστραφτερή ομορφιά στο σώμα και την ψυχή, και την ομορφιά τους αυτή δεν ήθελαν να την χαρίσουν στην θλιβερή ματαιότητα των υλικών αγαθών. Είχαν προορισμό για ανώτερα αγαθά, τα αγαθά του παραδείσου!
Το μαρτύριο τους
Δεν υπέκυψαν λοιπόν στις προκλήσεις του τυράννου Λικινίου, ώστε να προσκυνήσουν τα είδωλα και μαρτύρησαν με φρικτά βασανιστήρια την 1ην Σεπτεμβρίου, ημέραν κατά την οποίαν εορτάζεται και η μνήμη τους, όπως γράφεται στο Μηναίο του Σεπτεμβρίου:
«Μνήμη των αγίων Τεσσαράκοντα γυναικών μαρτύρων, παρθένων και άσκητριών και Αμμούν διακόνου του διδασκάλου αυτών.»
Με απόφαση λοιπόν του τυράννου Λικινίου, «αι μεν δέκα ερρίφθησαν» μέσα σε φωτιά, «αι δε οκτώ μετά του διδασκάλου αυτών Αμμούν άπεκεφαλίσθησαν», άλλες δέκα έτελειώθησαν με ξίφος «κατά στόμα και καρδίαν», έξι κατεκόπησαν ύπό μαχαιρών και αί λοιποί έξι «σίδηρα πυρακτωμένα, κατά στόμα λαβούσαι, προς Κυριον έξεδήμησαν». Τα βασανιστήρια πού υπέστησαν οι Σαράντα μάρτυρες παρθένες και άσκήτριες ήσαν φοβερά, όπως αναφέρουν τα επίσημα στοιχεία που βρήκαμε στο Μηναίον του Σεπτεμβρίου. Με αυτά τα βασανιστικά μαρτύρια οι σαράντα παρθένες και ο δάσκαλος τους Διάκονος Αμμοϋν, έξεδήμησαν εις Κυριον και τώρα ακτινοβολούν στο στερέωμα της Εκκλησίας.
Εγιναν ένδοξες μάρτυρες με την θερμή τους θέληση, και όταν έβασανίζοντο, βλέπανε ανοιχτούς τους ουρανούς και στα δεξιά τους τον Υίόν του Θεού, πού και εκείνος μαρτύρησε πριν άπ’ αυτές, άπ’ τους σταυρωτές του. Ο σκληρός Λικίνιος διέταξε να τις θανατώσουν και τις σαράντα με φρικτά μαρτύρια. Δεν γνώριζε όμως πώς στους μάρτυρες δεν υπάρχει θάνατος, διότι όλο το είναι τους είναι γεμάτο από τον μόνον αθάνατον, Κυριον και Θεόν μας Ιησούν Χριστόν και ότι νικούν κάθε θάνατον και κάθε άμαρτίαν με την δύναμιν του Ύπεραθανάτου Κυρίου μας. Ούτε αισθάνονται φόβον για τα μαρτύρια, και αυτό μας το βεβαιώνουν όλα τα Μαρτυρολόγια, πού διηγούνται και εξυμνούν την δύναμιν και την άφοβίαν των Μαρτύρων ενώπιον των βασανιστηρίων!
Η πνευματικότητα τους
Είναι μεγάλο μυστήριο το, πώς την εποχή εκείνη, υπήρχε ώργανωμένη η πίστη των Αγίων Παρθένων και πώς φύτρωσε μέσα τους ο θείος και γόνιμος σπόρος της εγκράτειας και της αγιότητος. Στά ασκητικά τους καθήκοντα, τα όποια εμείς δεν γνωρίζουμε έπι πόσα χρόνια ασκούσαν, όσο δύσκολα και αν ήσαν αυτά, υπηρετούσαν με πλήρη υποταγή. Η ενδόμυχη πνευματική άφύπνισι της πίστεως και της πνευματικότητος, είχαν ανυψώσει το είναι τους στο πνευματικό και ακατάλυτο θαύμα να μπορέσουν να θυσιασθούν για τον Χριστό. Η άφοσίωση στα πνευματικά τους καθήκοντα τους έδωσε την δύναμι να διατηρήσουν την λάμψι της αγνότητας και της παρθενίας, στοιχεία απαραίτητα για κάθε γυναίκα. Κοντά στον Διάκονο καϊ δάσκαλο τους Αμμούν, αναγεννήθηκαν και απέκτησαν την αγιότητα και την αγάπη προς τον πλησίον. Η συνείδησή τους ακουγόταν από μέσα τους σαν φωνή θεϊκής αποστολής και ήσαν έτοιμες για το μαρτύριο.
Η πνευματική ζωή είναι άνύψωσις πνεύματος, και οι σαράντα μάρτυρες το είχαν βάλει στήν αγνή τους καρδιά για τα καλά, γι’ αυτό δεν λογάριασαν πλούτη και υλικά αγαθά, ούτε στολίδια και κοσμική ζωή, που τους προσέφερε ο άρχοντας της Άδριανουπόλεως. Προτίμησαν τα στολίδια της αγάπης και της πίστεως στόν Λυτρωτή του κόσμου. Έμειναν ασυμβίβαστες με τους Νόμους της ειδωλολατρίας και αγωνίσθηκαν τον καλόν αγώνα της πίστεως με την φώτιση του Αγίου Πνεύματος, πού είχαν για οδηγό τους. Η καρδιά τους ήταν καθαρή από λογισμούς, και με κατάνυξι πνευματική, προσηύχοντο στον μόνο αληθινό Θεό, για να τους δώση δύναμι να μη λυγίσουν ποτέ μπροστά στα μαρτύρια πού τις περίμεναν. Είχαν επιλέξει για επίγεια πνευματική τροφή την πνευματική άγαλλίασι και την ουράνια ευφροσύνη. Η αγάπη σ’ όλους τους ανθρώπους ήταν η μοναδική. Με αυτά τα βασανιστικά μαρτύρια οι σαράντα παρθένες και ο δάσκαλος τους Διάκονος Αμμούν, έξεδήμησαν εις Κυριον και τώρα ακτινοβολούν στο στερέωμα της Εκκλησίας.
(Πηγή: από το βιβλίο «Οι Άγιες Σαράντα Παρθενομάρτυρες», Βασιλική Σ. Βασιλοπούλου, εκδ. Αποκάλυψις, )
(σ.σ.: Τα ονόματά τους έχουν διασωθεί στο αρχαίο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) και είναι: Λαυρεντία η διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (η Θεόκλεια), Δωροθέα, Ευτυχιανή, Θέκλα, Αρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Ευλαλία (η Ευθυμία), Λαμπροτάτη, Ευφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ακυλίνα, Θεοδούλη, Απλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παύλα, Ιουλιάνα, Αμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (η Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Αγαθονίκη, Ιούστα, Ειρήνη, Ματρώνα (η Αγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Άννα (η Ανθούσα).
Ωστόσο, στην ασματική Ακολουθία και σε νεότερους Συναξαριστές απαντούν τα εξής ονόματα: Αδαμαντίνη, Αθηνά, Ακριβή, Αντιγόνη, Αριβοία, Ασπασία, Αφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ελπινίκη, Ερασμία, Ερατώ, Ερμηνεία, Ευτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεανόη, Θεόνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Ουρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω και Χαρίκλεια (βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, Εορτολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αποστολική Διακονία, εκδ. Δ , 1997, σελ. 23 υποσ.)
Ἀπολυτίκιον
Ἀθλητῶν αἱ χορείαι, δεῦτε συνδράμετε καὶ τεσσαράκοντα κόρας μετὰ Ἀμμοὺν εὐσεβοῦς μεγαλύνατε, λαμπρῶς πανηγυρίζουσι ὅτι ἐνήθλησαν στερρῶς τῇ ἀσκήσει ἐν Χριστῷ, ῥωσθεῖσαι καὶ λαμπρυνθῆσαι πρεσβεύουσαι τῷ Κυρίῳ, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κάθισμα. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τῶν ἁγίων Γυναικῶν
Ἀμνάδες λογικαί, τῷ ἀμνῷ καὶ ποιμένι, προσήχθητε πιστῶς, διὰ τοῦ μαρτυρίου, τὸν δρόμον τελέσασαι, καὶ τὴν πίστιν τηρήσασαι· ὅθεν σήμερον, περιχαρῶς εὐφημοῦμεν, Ἀξιάγαστοι, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, Χριστὸν μεγαλύνοντες.
Στὶς 31 Αὐγούστου ἑορτάζουμε τὴν Κατάθεση τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου. Ἀποτελεῖ τὸ μοναδικὸ ἱερὸ κειμήλιο ποὺ σχετίζεται μὲ τὸν ἐπίγειο βίο τῆς Θεοτόκου καὶ διασῴζεται μέχρι σήμερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Βατοπαιδίου στὸ Ἅγιο Ὅρος, στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος τὴν ὕφανε ἀπὸ τρίχες καμήλας.
Ἦταν, ὅπως λέγουν, «ἀποστολικοὶς χαρίσμασι λαμπρυνόμενος». Σὰν πρεσβύτερος ἀκόμα, διακρινόταν γιὰ τὴ μεγάλη του εὐσέβεια, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἀγαθότητά του.
«Το νικάν αυτόν εαυτόν, αύτη πασών των νικών πρώτη τε και αρίστη», λέει ένας αρχαίος σοφός. (Πλάτων)
Ἑορτή, ἀγαπητοί μου, ἑορτὴ καὶ πανήγυρις μεγάλη. Σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἑορτάζει τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ καὶ Προδρόμου.
Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης: Σαν σήμερα, στις 28/8/2010, αναχώρησε για τους ουρανούς η αγία και ηρωική ψυχή του Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Αυγουστίνου Καντιώτη, του νέου «Κοσμά του Αιτωλού», όπως τον αποκαλούσε ο Ορθόδοξος λαός, εξυμνώντας τον για την απαράμιλλη αγωνιστικότητα που επέδειξε σε ολόκληρο τον βίο του, άλλα και για το προφητικό χάρισμα που διέθετε.
Είναι εκατοντάδες οι Άγιοι Μάρτυρες που βασανίστηκαν και μαρτύρησαν για τον Κύριο μας και θυσίασαν τη ζωή τους για να μην αρνηθούν την πίστη τους. Στα δεκατέσσερα εκατομμύρια ανέρχονται μόνο οι γνωστοί Μάρτυρες των δύο πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού.
Άγνωστος ο αριθμός εκείνων, που δε γνωρίζουμε. Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλεγόταν και ο Άγιος Φανούριος ο Θαυματουργός, ο οποίος έζησε την εποχή της Τουρκοκρατίας, όταν οι ορδές των βαρβάρων της Ασίας, οι Τούρκοι, είχαν κατακλύσει το χώρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και μεθυσμένοι από τις νίκες τους έσφαζαν και σκότωναν τους Χριστιανούς, αφού κατά τη Μωαμεθανική θρησκεία τους θεωρούνταν άπιστοι.
Τότε που «όλα τάσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά» και οι βάρβαροι κατακτητές προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να αλλαξοπιστήσουν τον ορθόδοξο Ελληνισμό και καμιά δύναμη δεν μπορούσε να συγκρατήσει αυτό το βίαιο εξισλαμισμό μικρών και μεγάλων, με το παιδομάζωμα και τη δημιουργία των σκληρών ορδών των Γενιτσάρων.
Η εποχή ήταν κρίσιμη για την Εκκλησία, που προσπαθούσε να προστατεύσει, όσο μπορούσε, το ποίμνιο της. Και τότε ακριβώς ο Πολυέλεος Θεός της αγάπης φανέρωσε τον λαμπρό Άγιο Φανούριο, ένα γενναίο πολεμιστή της Πίστεως, για να συμπαρασταθεί στους πιστούς, που βρίσκονταν σε μεγάλη δοκιμασία. Οι πληροφορίες που υπάρχουν και διασώθησαν μέχρι σήμερα, αναφέρουν ότι η ανεύρεση της ιεράς εικόνος έγινε «από τυχαίο γεγονός». Στον κόσμο του Θεού όμως δεν υπάρχουν τύχη και τυχαία γεγονότα. Ήταν μια παραχώρηση, μια ευεργεσία του Θεού προς το χειμαζόμενο Γένος μας.
Έτσι μας φανέρωσε την ύπαρξη και την παρουσία του Αγίου Φανουρίου, γύρω στο έτος 1500 μ.Χ. Επίσης οι γραπτές πηγές σημειώνουν ότι η εικόνα του Αγίου Φανουρίου βρέθηκε στη νήσο Ρόδο, ενώ μια άλλη παράδοση αναφέρει ως τόπο εύρεσης την Κύπρο. Τα στοιχεία όμως που υπάρχουν και δεν μπορούν να αμφισβητηθούν στηρίζουν αυτό, που αναφέρεται και στα «συναξάρια», ότι η εικόνα βρέθηκε στη Ρόδο το έτος 1500μ.Χ.
Δεν γνωρίζουμε την καταγωγή του Αγίου, ούτε τον τόπο που γεννήθηκε, ούτε τους γονείς, ούτε τη μόρφωσή του. Από την εικόνα του όμως, που βρέθηκε σε πολύ καλή κατάσταση και από τις δώδεκα σχετικές παραστάσεις, που υπάρχουν σαν κορνίζα ολόγυρα στην εικόνα, μπορούμε να συμπεράνουμε και να βρούμε κάποια συμπληρωματικά στοιχεία.
Η ανεύρεση της εικόνας
Το μικρό χρονικό της ανεύρεσης της εικόνας αναφέρει, ότι τον καιρό που οι Αγαρηνοί κατέλαβαν τη νήσο Ρόδο θέλησαν να οχυρώσουν και πάλι το όμορφο νησί και να ξαναφτιάξουν τα τείχη της πόλης, τα οποία είχαν καταστραφεί σε πολλά σημεία από τις αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις.
Προς το νότιο μέρος του φρουρίου της πόλης που ήταν και το κατεστραμμένο υπήρχαν πολλά μισογκρεμισμένα σπίτια και προς τα εκεί στράφηκαν οι κατακτητές να πάρουν πέτρες για τις ανάγκες του φρουρίου. Πήραν λοιπόν μαζί τους και πολλούς Χριστιανούς, σαν εργάτες και άρχισαν να σκάβουν τα ερείπια. Εκεί μέσα ανακάλυψαν καταπλακωμένη μια ωραιότατη Εκκλησία και πλήθος εικόνων, που ήταν όμως σε άσχημη κατάσταση και δεν μπορούσε κανείς να διακρίνει λεπτομέρειες, παραστάσεις ή γράμματα.
Ξαφνικά όμως, καθώς σκάλιζαν οι εργάτες μέσα στο ναό, βρήκαν μια θαυμάσια, ολοκάθαρη και άφθαρτη εικόνα, που έμοιαζε σαν να είχε αγιογραφηθεί την ίδια ημέρα. Και αυτό είναι μια πρόσθετη απόδειξη ότι η ανεύρεση δεν ήταν τυχαία, αλλά δωρεά του Θεού. Η χαρά των χριστιανών εργατών ήταν μεγάλη και σε λίγο μαθεύτηκε σε όλη την πόλη η ανεύρεση της εικόνας και του ναού. Αμέσως ο Μητροπολίτης του Νησιού, που λεγόταν Νείλος και ήταν πολύ μορφωμένος και πολύ πιστός, έτρεξε στην γκρεμισμένη Εκκλησία και πήρε την εικόνα, όπου έγραφε καθαρά «Άγιος Φανούριος». Ήταν Αγία Φανέρωση. Η εικόνα έδειχνε τον Άγιο Φανούριο ντυμένο στρατιωτικά, νέο στην ηλικία, στο χέρι του κρατούσε ένα Σταυρό και πάνω από τον σταυρό υπήρχε μια λαμπάδα αναμμένη.
Ολόγυρα στην εικόνα, κατά την πανάρχαια συνήθεια των αγιογράφων, που ζωγράφιζαν την πίστη τους και δίδασκαν με εικόνες τους αγράμματους, υπήρχαν δώδεκα παραστάσεις από τα μαρτύρια του Αγίου. Σκηνές από σκληρά και μεγάλα μαρτύρια που αποκαλύπτουν ότι πρόκειται για μεγάλο και γενναίο αθλητή της πίστεως. Οι δώδεκα αυτές παραστάσεις περιείχαν τα κάτωθι:
Πρώτη παράσταση
Στην εικόνα αυτή εμφανίζεται ο Άγιος Φανούριος, όρθιος μπροστά στον Ρωμαίο άρχοντα και φαίνεται σαν να απολογείται με παρρησία και να ομολογεί την Αγία Πίστη στο Χριστό. Μια σκηνή που αντιπροσωπεύει τους αγώνες και την ευψυχία των εκατομμυρίων μαρτύρων της Εκκλησίας μας.
Δεύτερη παράσταση
Ό Άγιος στην παράσταση αυτή βρίσκεται ανάμεσα στους στρατιώτες, που τον βασανίζουν και τον χτυπούν με πέτρες στο κεφάλι και στο στόμα. Είναι μια πρώτη μορφή των μαρτυρίων, που υπέστη για να μη αρνηθεί τον Κύριο.
Τρίτη παράσταση
Η τρίτη παράσταση δείχνει τη συνέχιση των βασανιστηρίων που γίνονται τώρα πιο σκληρά. Οι στρατιώτες έχουν ρίξει στο έδαφος τον Άγιο και τον χτυπούν μανιασμένα με ρόπαλα και ξύλα, ενώ ο Άγιος σωπαίνει και προσεύχεται.
Τέταρτη παράσταση
Νέα μορφή βασανισμών εμφανίζεται στην τέταρτη παράσταση. Ο Άγιος Φανούριος, χωρίς στολή, αιμόφυρτος και γυμνός, έχει κλειστεί στη φυλακή και οι δήμιοί του τον δένουν με σιδερένια εργαλεία. Εκείνος υπομένει ατάραχος τα μαρτύρια, ενώ το βλέμμα του είναι στραμμένο στον ουρανό.
Πέμπτη παράσταση
Εδώ φαίνεται ο Άγιος και πάλι μπροστά στο σκληρό τύραννο και απολογείται μετά τους βασανισμούς. Η έκφρασή του φανερώνει ότι ο πόνος και το μαρτύριο δεν τον λύγισαν. Αντίθετα στέκει αποφασιστικά και αδιαφορεί για τις απειλές και τις φοβέρες των δημίων του.
Έκτη παράσταση
Αυτή η σκηνή, η έκτη στη σειρά, παρουσιάζει τον Άγιο να προσεύχεται μόνος του μέσα στη φυλακή. Έχει υψώσει τα χέρια προς τον ουρανό και ζητεί κατανυκτικά τη θεία βοήθεια, για να αντέξει τους πόνους ως το τέλος. Ξέρει ότι ο αγώνας δεν τελείωσε και χρειάζεται ακόμη πολλή πίστη και υπομονή.
Έβδομη παράσταση
Στην εικόνα αυτή ο Άγιος περνά σε νέα και πιο οδυνηρά βασανιστήρια. Βρίσκεται και πάλι στη φυλακή γυμνός και καταματωμένος, ενώ γύρω του οι δήμοι καίνε το σώμα του με αναμμένες λαμπάδες. Είναι μια φοβερή σκηνή ζωντανής θυσίας προς τον Κύριο. Τέλεια περιφρόνηση των γήινων πραγμάτων και ολόψυχος αγάπη και ομολογία του Κυρίου Ιησού Χριστού. Ένα θαύμα ορατό και ανυπέρβλητο.
Όγδοη παράσταση
Ακόμη πιο θηριώδης είναι η όγδοη παράσταση. Ό Άγιος εμφανίζεται καταπλακωμένος κάτω από μια μεγάλη πέτρα και ολόγυρά του βρίσκονται άγρια θηρία για να τον κατασπαράξουν. Η αγιότητα όμως και η χάρη του Θεού τα έχει ξημερώσει και μοιάζουν, καθώς τον περιτριγυρίζουν, σαν να του προσφέρουν προστασία.
Ένατη παράσταση
Στη σκηνή αυτή ο Άγιος παρουσιάζεται στην αρχή του θριάμβου του. Δεν αρνήθηκε το Χριστό και ο Κύριος δυναμώνει τον πιστό στρατιώτη του. Στέκει μπροστά στα είδωλα με αναμμένα κάρβουνα στα χέρια, αλλά αρνείται να θυσιάσει στους ψεύτικους θεούς. Γι’ αυτό ένας πονηρός, που φαίνεται να πετά στον αέρα, θρηνεί για την αποτυχία του να νικήσει τον νεαρό, αλλά πιστό Φανούριο.
Δέκατη παράσταση
Τον πνευματικό θρίαμβο του Αγίου αναπαριστά η δέκατη σκηνή. Βρίσκεται και πάλι όρθιος, που σημαίνει ότι δε λύγισε στα μαρτύρια. Έχει υψώσει τα χέρια του στον ουρανό και στο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμένη η γαλήνη και το φως του θείου ελέους.
Ενδέκατη παράσταση
Την κορύφωση του μαρτυρίου εικονίζει η ενδέκατη παράσταση. Είναι ολόγυρα οι εξαγριωμένοι βασανιστές του Αγίου, που τον έχουν στη μέση, πάνω σε ένα μεγάλο μάγκανο και του τσακίζουν τα κόκκαλα. Εκείνος ενισχυόμενος από τον Κύριο, παραμένει με ήρεμο πρόσωπο και υπομένει με καρτερία το φρικτό μαρτύριο. Έτσι ο Άγιος Φανούριος αναδεικνύεται ως ένας από τους εκλεκτούς Μάρτυρες της Εκκλησίας μας, αληθής Μεγαλομάρτυρας, όπως φανερώνουν τα πολλά και μεγάλα βασανιστήρια που υπέστη.
Δωδέκατη παράσταση
Εδώ η τελευταία σκηνή βασάνων δείχνει και το τέλος, το τέλος των μαρτυρίων του, να καίγεται ζωντανός από τους δημίους του, αφού μέχρι τέλους, «άχρι θανάτου», έμεινε πιστός στον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Εμφανίζει η τελευταία παράσταση τον Άγιο Φανούριο όρθιο και πάλι, αλλά μέσα σε ένα λάκκο, πάνω σε αναμμένα ξύλα και περιτριγυρισμένο από φλόγες και καπνούς. Και πάλι όμως είναι ήρεμος και ατάραχος νικητής. Διότι ενώ οι βασανιστές του τον ψήνουν ζωντανό, εκείνος αντί να παραπονιέται και να διαμαρτύρεται, αντί να φωνάζει έντρομος, προσεύχεται με ακλόνητη πίστη στον Μέγιστο Αρχιμάρτυρα Ιησού Χριστό και τον ευχαριστεί για τη μεγάλη αυτή δωρεά του Μαρτυρίου και τον δοξολογεί, όπως και εμείς πρέπει να κάνουμε καθημερινά, για τις τόσες και τόσες ανεκτίμητες δωρεές της ζωής που μας προσφέρει.
Τι αποκαλύπτει η εικόνα
Βλέποντας την εικόνα του Αγίου Φανουρίου που βρέθηκε στη Ρόδο, εξάγουμε πολλά αξιόλογα στοιχεία που είναι τα ακόλουθα:
1. Σαν διαβάσουμε στην εικόνα το όνομα του Αγίου συμπεραίνομε αμέσως, πως είναι ελληνικής καταγωγής.
2. Επίσης συμπεραίνομε πως οι γονείς του ήταν πολύ ευσεβείς, για να του δώσουν ένα τόσο χριστιανικό όνομα.
3. Ο νέος αυτός ακόμα θα ήταν πολύ μορφωμένος για να γίνει στρατιωτικός.
4. Υπολογίζουμε ακόμα πως τα μαρτύρια του Αγίου Φανουρίου έγιναν τον β' και γ' αιώνα, όταν οι διωγμοί των χριστιανών βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους.
5. Ο Φανούριος ολοφάνερα αποδεικνύεται πως ήταν Μεγαλομάρτυρας απ' τα πολλά και φοβερά μαρτύρια που υπέφερε.
6. Βεβαιωνόμαστε επίσης πως ετιμάτο απ' τους πιστούς χριστιανούς απ' τα χρόνια του μαρτυρίου του σε χριστιανικούς ναούς, για να βρεθεί μάλιστα ένας τέτοιος ναός και στη Ρόδο.
7. Απ' την απεικόνιση του Αγίου φαίνεται πως ο Φανούριος μαρτύρησε σε νεαρά ηλικία.
Η ανακαίνιση του Ναού
Μόλις ο ευσεβής και πιστός Μητροπολίτης της Ρόδου, Νείλος, μελέτησε προσεκτικά την ιερή εικόνα, που τόσο θαυμαστά διατηρήθηκε και βρέθηκε μέσα στα ερείπια και διαπίστωσε ότι πρόκειται για Άγιο και μάλιστα Μεγαλομάρτυρα, έκανε πανηγυρική δοξολογία και λειτουργία προς τιμή του Αγίου. Ύστερα πήρε την απόφαση να ανακαινίσει τον Ιερό Ναό που βρέθηκε η εικόνα και έστειλε αντιπροσωπεία στον ηγεμόνα του νησιού για να λάβει την σχετική άδεια. Ό ηγεμόνας όμως αρνήθηκε. Τότε ο Επίσκοπος, παρά τις δυσκολίες της εποχής εκείνης, ξεκίνησε ο ίδιος, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και πήρε την άδεια από την Υψηλή πύλη του Σουλτάνου. Επέστρεψε αμέσως στη Ρόδο και αναστήλωσε τον Ναό του Αγίου Φανουρίου στην ίδια θέση των ερείπιων, όπου βρέθηκε η εικόνα του, έξω από τα τείχη της πόλης (σημερινή παλαιά αγορά). Ο Ναός αυτός διασώζεται μέχρι σήμερα και πολλοί πηγαίνουν να προσκυνήσουν στη Ρόδο τη θαυματουργή εικόνα.
Ο ενοριακός ναός του Αγίου Φανουρίου βρίσκεται εντός των τειχών της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου και σε απόσταση μόλις 100μ. από τα νότια όρια της οχύρωσής. Η εκκλησία οικοδομημένη στα κατάλοιπα κτηρίων της υστερορρωμαϊκής περιόδου αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα του τοπικού πληθυσμού και των επισκεπτών του νησιού.
Ο ναός, υφιστάμενος ήδη την εποχή της ιπποτοκρατίας, αποδόθηκε στον Άγιο Φανούριο μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και συγκεκριμένα το 1946, περίοδο κατά την οποία πολλές εκκλησίες παραχωρήθηκαν στην ορθόδοξη κοινότητα, στην οποία αρχικά ανήκαν. Κατά την περίοδο της επικυριαρχίας της Ρόδου από τους Οθωμανούς ο ναός, κατά τα ειωθότα, μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος με την επωνυμία Peial el Din Medjid (Παϊάλ ελ ντιν μετζίτ). Ως Peial el Din Medjid αναφέρεται καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας και της ιταλοκρατίας.
Καθώς το όνομα του αγίου, στη μνήμη του οποίου ήταν αφιερωμένος ο σημερινός ναός, δεν ήταν γνωστό και σύμφωνα με τις αρχειακές πηγές, ο ναός του που με σαφήνεια τοποθετείται εκτός τειχισμένης πόλης, ήταν ήδη κατεστραμμένος όταν οι ιππότες ξεκίνησαν τις εργασίες για την επέκταση του βυζαντινού τείχους (ή κατ’ άλλους αποδομήθηκε το 1481 με σκοπό να αποτραπεί η χρήση του ως έρεισμα από τους Οθωμανούς), θεωρήθηκε σκόπιμο η συγκεκριμένη εκκλησία να αφιερωθεί στον τοπικό μάρτυρα του νησιού, η λατρεία του οποίου είχε ήδη διαδοθεί και στην Κρήτη. Από το 1946 και εξής ο Άγιος Φανούριος τιμάται σταθερά στο ναό επί της ομώνυμης οδού και μάλιστα θεωρείται ως σημείο αναφοράς της διάδοσης της λατρείας του.
Στην εκκλησία του Αγίου Φανουρίου, ανεγερμένη στον τύπο του ελεύθερου σταυρού με τρούλο με ελαφρώς μεταγενέστερο νάρθηκα στο εκτεταμένο δυτικό άκρο, αναγνωρίζονται τρεις διαφορετικές φάσεις τοιχογράφησης. Η πρώτη, χρονολογημένη στο α΄ μισό του 13ου αι. εντοπίζεται στο χώρο του ιερού, ενώ η δεύτερη του 1335/6 στο σύνολο του σταυρικού ναού και στο νάρθηκα. Το δεύτερο στρώμα σε γενικές γραμμές φαίνεται να επαναλαμβάνει με παραλλαγές τα θέματα που αναπτύσσονται στο πρώτο εικονογραφικό πρόγραμμα. Η τρίτη φάση, πιθανόν στα μέσα του 15ου αι., έχει αναγνωριστεί κατά τόπους σε όλη την έκταση του κυρίως ναού.
Το εικονογραφικό πρόγραμμα του πρώτου στρώματος πιθανολογείται ότι είναι το αποτέλεσμα μιας γενναίας χορηγίας από κάποιον παραγγελιοδότη, μέλος της ανώτερης, ή και ανώτατης, κοινωνικής τάξης της πόλης, καθώς θεωρείται έργο ενός ώριμου εμπνευσμένου καλλιτέχνη, πιθανόν μετακληθέντος από μεγαλύτερο κέντρο, με σαφείς επιρροές από την τέχνη της αυτοκρατορίας της Νίκαιας της Μικράς Ασίας.
Από το δεύτερο στρώμα ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκτεταμένη παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας, διατεταγμένης πάνω από τα αψιδώματα των αρκοσολίων που βρίσκονται εκατέρωθεν του θυρώματος. Το εσχατολογικό περιεχόμενο του εικονογραφικού διακόσμου φαίνεται να αποτέλεσε προσωπική επιλογή των κτιτόρων που παριστάνονται μέσα σε παραδείσιο τοπίο στο τύμπανο του νότιου αρκοσολίου του δυτικού σκέλους του ναού.
Οι τοιχογραφίες του τελευταίου στρώματος συντηρήθηκαν και αποκαταστάθηκαν αισθητικά με επιζωγραφίσεις στο πλαίσιο αναστηλωτικών εργασιών που πραγματοποίησε η ιταλική αρχαιολογική υπηρεσία κατά τη διάρκεια της κατοχής. Η απεικόνιση δωρητών συνεχίζεται και σε αυτό το στρώμα, το οποίο αποτελεί και το πλέον εκτεταμένο.
Παρά την αλγεινή κατάσταση διατήρησης των τοιχογραφιών του, ο Άγιος Φανούριος αποτελεί ενδιαφέρον δείγμα σωζόμενου ναού με πλήρες εικονογραφικό πρόγραμμα στην πόλη της Ρόδου. Η ακριβής αναφορά του έτους 1355/6, βάσει του οποίου μπορεί να προσεγγιστεί η εικονογραφική απόδοση άλλων ναών, αποδεικνύεται σημαντική για τη γνώση της ιστορίας του νησιού και αποτελεί σημείο αναφοράς στην προσέγγιση της ζωγραφικής της περιόδου.
(Ιερά Μητρόπολις Ρόδου, Ιερός Ναός Αγίου Φανουρίου)
Θαύματα του Αγίου Φανουρίου
Πολλά είναι τα θαύματα του Αγίου Φανουρίου, που έγιναν από τότε και μέχρι σήμερα. Όσοι επικαλούνται τη βοήθεια και την πρεσβεία του Αγίου, πάντα βρίσκουν προστασία και ο Άγιος φανερώνει το ζητούμενο, εφ’ όσον αυτό είναι δίκαιο και κατά Θεό και όχι μάταια και εγωιστικά αιτήματα. Ένα από τα θαύματα του Αγίου, που σήμερα συνεχίζει να θαυματουργεί σε όσους τον επικαλούνται ταπεινά και με πίστη ανυπόκριτη, για να φανεί ότι ο Θεός φανέρωσε τον Άγιο Φανούριο βοηθό και προστάτη του βασανισμένου Γένους των Ελλήνων Ορθοδόξων από τότε μέχρι σήμερα παρατίθεται παρακάτω:
Εκείνη την εποχή η μεγαλόνησος Κρήτη βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Βενετσιάνων παπικών και δεν επέτρεπαν να υπάρχει Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος, αλλά μόνο Λατίνος. Και ακόμα όταν πέθαινε κάποιος Μητροπολίτης, δεν επέτρεπαν να εκλεγεί άλλος Αρχιερέας, ώστε οι Ορθόδοξοι να παρασυρθούν με τον καιρό στον Παπισμό και να αλλαξοπιστήσουν. Τα συστήματά τους ήταν πάντοτε πονηρά για να παρασύρουν τους Ορθοδόξους στην αίρεση του Παπισμού. Έτσι όσοι ήθελαν να γίνουν ιερείς, έπρεπε να μεταβούν στα Κύθηρα, για να χειροτονηθούν από Ορθόδοξο Αρχιερέα, αφού δεν υπήρχε στην Κρήτη.
Κάποτε λοιπόν, ξεκίνησαν από την Κρήτη τρεις Διάκονοι και πήγαν στον Μητροπολίτη των Κυθήρων για να τους χειροτονήσει ιερείς. Ό Αρχιερέας τους δέχθηκε με χαρά και αφού τους έδωσε τη μεγάλη Χάρη της ιεροσύνης, το μέγα αυτό προνόμιο της Χάριτος, τους έστειλε με τις ευχές του να υπηρετήσουν το δυναστευόμενο τότε Κρητικό λαό. Όταν όμως επέστρεφαν οι τρεις ιερείς στην Κρήτη, τους αιχμαλώτισαν οι Αγαρηνοί στο πέλαγος και τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου και τους πούλησαν σκλάβους σε άλλους Αγαρηνούς. Οι τρεις ιερείς θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε και ζούσαν τη σκληρή ζωή του σκλάβου κοντά στους αλλοθρήσκους αφέντες τους.
Κάποια μέρα όμως άκουσαν από τους Ροδίτες για τη θαυματουργή εικόνα του Αγίου Φανουρίου, που βρέθηκε στη Ρόδο και άρχισαν με την πίστη τους και με αληθινά δάκρυα να παρακαλούν τον νεοφανέντα Άγιο να τους ελευθερώσει από τα δεσμά της αιχμαλωσίας και της απάνθρωπης δουλείας. Ζήτησαν μάλιστα και οι τρεις, αλλά ο καθένας ξεχωριστά και χωρίς να γνωρίζει ο ένας την ενέργεια του άλλου την άδεια από τους αφέντες τους να μεταβούν στον Ιερό Ναό να προσκυνήσουν την εικόνα του Αγίου. Και κατά παραχώρηση του Πανάγαθου Θεού πήραν και οι τρεις την άδεια να πάνε να προσκυνήσουν.
Όταν έφθασαν στον Ιερό Ναό, ξεχωριστά ο καθένας πάντοτε, παρακάλεσαν με δάκρυα τον Άγιο Φανούριο να τους ελευθερώσει από τα χέρια των Αγαρηνών, για να μπορέσουν να υπηρετήσουν τον Κύριο στο Άγιο Θυσιαστήριο ως ιερείς. Πράγματι ο Άγιος με την θαυματουργή δύναμη, που έχει από τον Θεό, ευσπλαχνίστηκε τους ιερείς και την ίδια νύχτα παρουσιάστηκε στο όνειρο των τριών Αγαρηνών, που είχαν σαν δούλους τους ιερείς και τους διέταξε να ελευθερώσουν αυτούς. Οι Αγαρηνοί αφέντες όμως, αντί να υπακούσουν στο θέλημα του Αγίου, έκαναν τα αντίθετα. Τους αλυσόδεσαν και τους υπέβαλαν σε βασανιστήρια, γιατί νόμισαν ότι πρόκειται για μαγείες.
Την επόμενη νύχτα ο Μεγαλομάρτυρας Φανούριος εμφανίστηκε στους τρεις ιερείς και τους έλυσε από τα δεσμά και τους είπε ότι την άλλη μέρα θα τους ελευθέρωνε και από τους Αγαρηνούς αφέντες τους. Επίσης την ίδια νύχτα φανερώθηκε στους τρεις Αγαρηνούς και αφού τους έλεγξε αυστηρά για την ανυπακοή τους είπε: «Εάν δεν ελευθερώσετε αύριο το πρωί τους τρεις ιερείς που έχετε ως δούλους σας, θα δείτε τη δύναμη του Κυρίου». Το πρωί μόλις ξύπνησαν οι Αγαρηνοί και οι οικογένειές τους έχασαν το φως τους και μια γενική παράλυση με φρικτούς πόνους σκέπασε το κορμί τους. Τότε κάλεσαν τους συγγενείς τους και έκαναν συμβούλιο, πώς θα αντιμετωπίσουν την φοβερή αυτή τραγωδία. Αποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς μήπως μπορέσουν να τους βοηθήσουν. Αμέσως έστειλαν και τους έφεραν και ζήτησαν την βοήθειά τους. Εκείνοι αποκρίθηκαν: «Εμείς δεν μπορούμε να σας βοηθήσουμε. Θα παρακαλέσουμε το Θεό και εκείνος θα κάνει αυτό που είναι σωστό».
Την άλλη νύχτα ο Άγιος Φανούριος εμφανίστηκε πάλι στον ύπνο των Αγαρηνών και τους είπε: «Εάν δεν ελευθερώσετε τους τρεις ιερείς, που σας είπα και αν δεν στείλετε γραπτώς στο Ναό μου την απελευθέρωσή τους, δε θα ξαναβρείτε την υγεία σας». Τρομοκρατημένοι οι τρεις αφέντες έστειλαν ο καθένας από ένα γράμμα στον Ιερό Ναό του Αγίου Φανουρίου, όπου δήλωναν ότι χαρίζουν την ελευθερία στους τρεις δούλους – ιερείς.
Οι απεσταλμένοι τοποθέτησαν τις τρεις επιστολές στην εικόνα του Αγίου. Και το θαύμα έγινε. Πριν ακόμη επιστρέψουν οι απεσταλμένοι στους κυρίους τους, οι τρεις Αγαρηνοί και οι οικογένειές τους έγιναν τελείως καλά στην υγεία τους και ξαναείδαν το φως του ηλίου. Κατασυγκινημένοι από το θαύμα ελευθέρωσαν τους τρεις ιερείς και τους έδωσαν μάλιστα και τα έξοδα για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους την Κρήτη. Οι πρώην δούλοι και τώρα ελεύθεροι ιερείς έτρεξαν αμέσως στον Ιερό Ναό και με δάκρυα στα μάτια ευχαρίστησαν το Μεγαλομάρτυρα Άγιο Φανούριο για το θαύμα της απελευθέρωσής τους. Κατόπιν αντέγραψαν πιστά την εικόνα του και την πήραν μαζί τους στην Κρήτη, όπου και την τιμούσαν κάθε χρόνο με λειτουργίες και δοξολογίες και όπου ο Άγιος εορτάζεται μέχρι σήμερα με ιδιαίτερη ευλάβεια.
Ο Άγιος Φανούριος έκανε πολλά και μεγάλα θαύματα από τότε και μέχρι σήμερα σε όσους επικαλούνται ευλαβικά τη βοήθειά του τη θαυματουργή. Γι’ αυτό και είναι μεγάλη η αγάπη και η τιμή, με την οποία τον περιβάλλει ο Ορθόδοξος Λαός μας και εορτάζει την μνήμη του κάθε χρόνο στις 27 Αυγούστου, ημέρα ανεύρεσης της εικόνας του.
Η πίττα του Αγίου Φανουρίου
Η αγάπη και η τιμή με την οποία περιβάλλεται από το 1.500 μ.Χ. μέχρι σήμερα ο Άγιος Φανούριος έγινε αφορμή να δημιουργηθούν διάφορες ωραίες και ευλαβείς παραδόσεις στο λαό μας, ανάμεσα στις οποίες είναι και το εορταστικό έθιμο της «Πίττας του Αγίου Φανουρίου», ή πιο καλά της «Φανουρόπιττας» που γίνεται την παραμονή της εορτής του. Η πίττα αυτή, που είναι συνήθως μικρή και στρογγυλή, σαν μικρός άρτος, μοιράζεται στους πιστούς και γίνεται άλλοτε για να «φανερώσει» κάποιο χαμένο αντικείμενο ή κάποια χαμένη υπόθεση ή ακόμα να «φανερώσει την υγεία» σε κάποιο ασθενή κ.λ.π. Υπάρχει επίσης η παράδοση ότι με την πίτα αυτή γίνεται μνεία της μητέρας του Αγίου.
Η Ευχή που διαβάζεται από τον ιερέα κατά την ευλογία της Φανουρόπιτας που φτιάχνουμε προς τιμήν του Αγίου Φανουρίου και που πηγαίνουμε στο ναό για να ευλογηθεί έχει ως εξής:
Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Ουράνιος Άρτος, ο της βρώσεως της μενούσης εις τον αιώνα πλουσιοπάροχος χορηγός, ο δοτήρ των αγαθών,
ο δέ Ηλιού τροφήν αγεώργητον πηγάσας, η ελπίς των απηλπισμένων, η βοήθεια των αβοηθήτων και σωτηρία των ψυχών ημών.
Ευλόγησον τα δώρα ταύτα και τους ταύτα σοι προσκομίσαντας, εις δόξαν σήν και τιμήν του αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Φανουρίου.
Παράσχου δέ, αγαθέ, τοις ευπρεπίσασι τους πλακούντας τούτους, πάντα τά εγκόσμια καί υπερκόσμια αγαθά σου.
Εύφρανον αυτούς εν χαρά μετά του προσώπου σου, δείξον αυτοίς οδούς προς σωτηρίαν.
Τα αιτήματα τών καρδιών αυτών καί πάσαν τήν βουλήν αυτών ταχέως πλήρωσον, οδηγών αυτούς προς εργασίαν τών εντολών σου, ίνα διά παντός εν ευφροσύνη καί αγαλλιάσει υμνώσι καί δοξάσωσι το πάντιμον καί μεγαλοπρεπές όνομά σου, πρεσβείαις της υπερευλογημένης Θεοτόκου, του αγίου ένδοξου νεομάρτυρος Φανουρίου, του Θαυματουργού, καί πάντων σου τών αγίων. Αμήν.
Χαρακτηριστικό της αγάπης του λαού μας για τον θαυματουργό Μεγαλομάρτυρα είναι ότι το όνομα Φανούριος παραμένει αρκετά διαδεδομένο και εικόνες που υπάρχουν σε όλες τις περιοχές της χώρας και συχνά οι πιστοί επικαλούνται την βοήθεια και την πρεσβεία του Αγίου.
Βέβαια σήμερα δεν υπάρχουν οι Ρωμαίοι τύραννοι και οι αλλόπιστοι Αγαρηνοί που καταδίωκαν άλλοτε τους Χριστιανούς και κανείς δεν προσπαθεί με τη βία και τα βασανιστήρια να μας κάνει να αρνηθούμε την πίστη μας. Υπάρχουν όμως άλλοι διώκτες σκληροί και άγριοι, που προσπαθούν να μας απομακρύνουν από τον Χριστό. Οι διώκτες αυτοί, οι φοβεροί και αδίστακτοι είναι οι αμαρτίες μας, τα πάθη μας, η υπερηφάνεια, η υποκρισία, η κακία και η ασέβεια στην καθημερινή μας ζωή. Και μαζί με τις αμαρτίες και τα πάθη μας, κρυμμένοι και μεταμορφωμένοι οι πονηροί μας πολεμούν συνεχώς και ζητούν να μολύνουν και να σκοτώσουν την ψυχή μας με το πνευματικό θάνατο με την αμφιβολία, την ολιγοπιστία και την αδιαφορία μας προς το θέλημα του Θεού.
Ας αγωνιστούμε και εμείς, όπως ο Άγιος Φανούριος και ας ζητούμε τη βοήθεια του στην προσπάθεια μας να μείνουμε καθημερινά πιστοί και υπάκουοι στο θέλημα του Θεού μέχρι της τελευταίας μας πνοής.
(Βασιλικής Λαμπροπούλου, Ο Άγιος Φανούριος ο Θαυματουργός, Βίος και Παράκληση, Εκδόσεις «Αποκάλυψις», Αθήνα 2007)
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Οὐράνιον ἐφύμνιον, ἐν γῇ τελεῖται λαμπρῶς, ἐπίγειον πανήγυριν νῦν ἑορτάζει φαιδρῶς, ἀγγέλων πολίτευμα· ἄνωθεν ὑμνῳδίαις εὐφημοῦσι τοὺς ἄθλους, κάτωθεν Ἐκκλησίᾳ τὴν οὐράνιον δόξαν· ἣν εὗρες πόνοις καὶ ἄθλοις τοῖς σοῖς Φανούριε ἔνδοξε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φερωνύμως ἐκλάμψας, ἐκ τῆς Ῥόδου Φανούριε, ὡς φωστὴρ ἀεὶ καταυγάζεις, Ἐκκλησίας τὸ πλήρωμα· τὴν γνῶσιν φανεροῖς γὰρ τῶν κρυπτῶν, νοσήματα διώκεις χαλεπά, καὶ παρίστασαι ταχύτατος βοηθός, τῶν πίστει ἀναβοώντων· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ φανερώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, μέγιστα θαύματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν τῆς Ῥόδου προστάτην, καὶ μέγαν πρόμαχον, τὸν παραδόξως γνωσθέντα, τῇ Ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ, τῶν Μαρτύρων τὸ λαμπρόν, κλέος Φανούριον, ἀνευφημήσωμεν πιστοί, ὅτι χάριν ἐκ Θεοῦ, δεξάμενος ἰαμάτων, φερωνύμως ὡς φῶς ἐκλάμπει, ἄδυτον πᾶσι τοῖς τιμῶσι αὐτόν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄστρον ἀνέτειλας, τῇ Ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ, καὶ πάντας κατηύγασας, φανερωθεὶς θαυμαστῶς, Φανούριε ἔνδοξε· ὅθεν τοῖς εὐφημοῦσι, τὴν σὴν ἄθλησιν Μάρτυς, νέμεις τῶν σῶν θαυμάτων, τὴν σωτήριον χάριν, πρεσβεύων τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
῾Ιερεῖς διέσωσας, αἰχμαλωσίας ἀθέου, καὶ δεσμὰ συνέθλασας, δυνάμει θείᾳ θεόφρον· ᾔσχυνας, τυράννων θράση γενναιοφρόνως· εὔφρανας, Ἀγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, θεῖε ὁπλῖτα, Φανούριε ἔνδοξε.
Κάθισμα. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μαρτυρίου τελέσας καλῶς τὸ στάδιον, καὶ Χριστὸν μεγαλύνας οἰκείοις μέλεσιν, οὐρανίων δωρεῶν λαμπρῶς τετύχηκας, καὶ παρέχεις τοῖς πιστοῖς, ὡς μεσίτης πρὸς Θεόν, βοήθειαν καθ' ἑκάστην, Φανούριε ἀθλοφόρε, τοῖς καταφεύγουσι τῇ σκέπῃ σου.
Ὁ Οἶκος
Ἤθλησας Μάρτυς ἀνδρικῶς, ἐν ἔτεσιν ἀδήλοις, καὶ ὑπερεῖδες νουνεχῶς, νεότητος τὸ ἄνθος, ὑπὲρ ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, πλείστας βασάνους ὑποστάς, καὶ θάνατον γενναίως· ἀλλ' οἷς οἶδε κρίμασι Θεός, λήθης βυθοῖς, τὰ τῆς ἀθλήσεως τῆς σῆς, ἐκρύπτοντο τρόπαια· ἐν δὲ τῆ, Ῥόδῳ τῇ περιφήμῳ νήσῳ, ὁ ὑπὸ γῆν κεχωσμένος φανερωθεὶς ναός σου, ἐν ᾧ ἡ πάντιμος ὡς θησαυρὸς εἰκών σου, ἡ σὴ λαμπρὰ ἐγνώρισται ἄθλησις, καὶ πᾶσα ἡ Ἐκκλησία γνῶσιν ἔσχε τῶν ἀθλητικῶν σου ἀγώνων, καὶ τῆς πρὸς Χριστὸν λαμπρᾶς σου παῤῥησίας· ὅτι πᾶσιν ἐφαπλοῖς, τὴν θαυμαστήν σου προστασίαν, καὶ πολυειδῶν ἐξαίρεις κινδύνων καὶ θλίψεων, καὶ αἰχμαλώτους λυτροῦσαι, θεῖε ὁπλῖτα Φανούριε ἔνδοξε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ ἐν Ῥόδῳ φανερωθείς, καὶ ἐξανατείλας, ὥσπερ ἥλιος ἐξ αὐτῆς, πᾶσαν καταυγάζων, Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, θαυμάτων σου τῷ πλήθει, Μάρτυς Φανούριε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ Φανούριε ἀθλητά, ὁ πᾶσι παρέχων, τὰ αἰτήματα συμπαθῶς· χαίροις εὐσεβούντων, ὁ μέγας ἀντιλήπτωρ, καὶ πάσης Ἐκκλησίας, θεῖον ἀγλάισμα.
Πηγή: Ρωμηοσύνη, Ιερά Μητρόπολις Ρόδου, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...