Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΜΕΛΕΤΗ ΛΒ’
Στην Ανάσταση του Κυρίου, στην οποία οφείλουμε να χαρούμε μαζί
Α’. Με τον Χριστό που αναστήθηκε.
Β’. Με την αγιώτατη μητέρα του.
Γ’. Με το σώμα μας.
Α’.
Σκέψου, αγαπητέ, ότι εμείς παρακινούμενοι από τον προφήτη Δαυίδ που λέει να ευφραινώμαστε στην ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου λέγοντας· «Αυτή είναι η ημέρα, την οποία έκανε ο Κύριος· ας χαρούμε και ας ευφρανθούμε σ’ αυτήν» (Ψαλμ. 117, 23), είμαστε υποχρεωμένοι πρώτα απ’ όλα να χαρούμε μαζί με τον Ιησού Χριστό, ο οποίος στην χαρμόσυνη Ανάστασί του απέκτησε πάλι, και μάλιστα με αμέτρητο κέρδος όλα εκείνα που είχε χάσει στο πάθος του. Τέσσερα πράγματα είχε χάσει τότε· την χαρά, την ωραιότητα, την τιμή και την ζωή. Τώρα, όμως που αναστήθηκε, έλαβε πάλι την ζωή· αλλά τι είδους ζωή; μία ζωή, που θανάτωσε εντελώς τον θάνατο και γι’ αυτό θα είναι για πάντα μόνο ζωή, χωρίς να φοβάται να δεχθή άλλη φορά τον θάνατο· «Ο Χριστός αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς δεν θα πεθάνη πια· ο θάνατος δεν έχει πια εξουσία επάνω του» (Ρωμ. 6, 9). Έλαβε πάλι την τιμή και την εξουσία, επειδή εκείνος ο ίδιος που προηγουμένως λογαριαζόταν κατώτερος από άνθρωπο και καταφρονείτο χειρότερα από ένα σκουλήκι, τώρα ανασταίνεται και αρχίζει να βασιλεύη στον ουρανό και στην γη· γι’ αυτό και έλεγε μετά την Ανάστασι· «Μου δόθηκε κάθε εξουσία στον ουρανό και στην γη» (Ματθ. 28, 18). Έλαβε πάλι την χαρά, επειδή γκρεμίστηκαν εντελώς τα μεσότοιχα, που κρατούσαν προηγούμενως εκείνο το πέλαγος της χαράς μόνο στο ανώτερο μέρος της ψυχής του Κυρίου· και τώρα όλο το πλήρωμα της χαράς εκείνης που ήταν δέσμιο για τριάντα τρία ολόκληρα χρόνια, ξεχύθηκε, για να πλημμυρίση τις κατώτερες δυνάμεις της ψυχής και τα μέλη του λυτρωτή. Γι’ αυτό και, όταν αναστήθηκε από τον τάφο, ο πρώτος λόγος που έβγαλε από το άγιο στόμα του, φανέρωνε αυτή του την χαρά· «Και να, τις συνάντησε ο Ιησούς και τις είπε χαίρετε» (Ματθ. 28, 9). Έλαβε πάλι την ωραιότητα και την δόξα, διότι εκείνος που ήταν χθες και προχθές άμορφος, άδοξος, ανείδεος, τώρα αναστήθηκε από το μνήμα σαν ένας νυμφίος από τον νυφικό θάλαμο, πάρα πολύ ωραίος, όλος δόξα, όλος με την μορφή του ηλίου· επειδή η χάρις και η δόξα του σώματος του Χριστού, που αναστήθηκε, είναι τόσο υπερβολική, που στον ουρανό αυτή θα είναι η ανώτατη μακαριότητα της ψυχής και του σώματος και όλων των αισθήσεών μας. Και θα είναι αρκετή να γνωρίση σε όλους τους μακαρίους, τόσο αγγέλους όσο και ανθρώπους, έναν παράδεισο, μέσα στον οποίο θα ευφραίνονται αχόρταγα σε όλους τους αιώνες· θέλεις να το καταλάβης καλλίτερα;
Σχημάτισε με τον νου σου έναν ήλιο τόσο λαμπρό, που με το φως του να σκεπάζη χιλιάδες ήλιους, όπως και αυτός ο αισθητός ήλιος σκεπάζει όλα τα άστρα. Τώρα, ένας ήλιος τόσο λαμπρός, θα είναι σαν ένα μικρό κάρβουνο συγκρινόμενος με το ένδοξο σώμα του Ιησού, το οποίο με την υπερβολική του λάμψι θα απορροφήση την λάμψι τόσων μυριάδων μακάριων σωμάτων των αγίων, από τα οποία το καθένα θα είναι λαμπρότερο από αυτόν τον ήλιο, καθώς είναι γραμμένο· «Τότε οι δίκαιοι θα λάμψουν ως ο ήλιος στην βασιλεία του πατέρα τους» (Ματθ. 13, 43)· εδώ το «ως» δεν σημαίνει ομοίωσι, αλλά υπεροχή· δηλαδή θα λάμψουν περισσότερο από τον ήλιο, όπως ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος. Αυτή είναι εκείνη η δόξα και ωραιότητα που ζητούσε ο Χριστός με τόση παράκλησι από τον ουράνιο Πατέρα του πριν από το πάθος λέγοντας· «Δόξασέ με, συ, πατέρα, κοντά σου με την δόξα που είχα μαζί σου, πριν να υπάρξη ο κόσμος» (Ιω. 17, 5)· με αυτά τα λόγια δείχνει, ότι επιζητούσε και ήθελε να εξαπλωθή η δόξα της θεότητάς του, για να δοξασθή πάρα πολύ έτσι και η ανθρωπότητά του, διότι χωρίς αυτή την δόξα και ωραιότητα της ανθρώπινης φύσεως του Ιησού Χριστού, κανένας δεν θα μπορούσε να δεχθή την δόξα και μακαριότητα και στην συνέχεια κανένας δεν θα μπορούσε να γίνη μακάριος, ούτε άγγελος ούτε άνθρωπος· διότι η ανθρωπότητα του Θεού Λόγου, που έμεινε σαν γέφυρα ανάμεσα στον Κτίστη και στα λοιπά χτίσματα, δέχεται από τον Θεό όλο το πλήρωμα της δόξας και της μακαριότητάς του, το μετριάζει κατά κάποιο τρόπο κι έτσι μέσα από αυτή μεταδίδει την δόξα αυτή σε όλους τους μακάριους και αγγέλους και ανθρώπους. Αλλά δεν την μεταδίδει όπως η ίδια την δέχεται από τον Θεό ακέραιη και ολόκληρη, διότι είναι αδύνατο να την δεχθή έτσι κανένα απλό κτίσμα· αλλά συσκιασμένη και μετριότερη, για να την δεχθούν οι μακάριοι, τόσο οι άγγελοι, όσο και οι άνθρωποι.
Το ότι οι άγγελοι δέχονται την δόξα και μακαριότητα μέσα από τον αναστημένο Ιησού Χριστού, μαρτυρεί ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος λέγοντας ότι τα τάγματα των αγγέλων μετέχουν στην φωτοδοσία του Ιησού όχι με κάποιες εικόνες αλλά με άμεση μετουσία στην γνώσι των θεουργικών του φώτων [Τα λόγια του θείου Διονυσίου, που αναφέρει για την πρώτη τάξι των Θρόνων, των Χερουβίμ και των Σεραφίμ είναι τα εξής: «Επίσης αξιώνονται να μετέχουν του Ιησού όχι από εικόνες πλασμένες μ’ ευλάβεια που αποτυπώνουν σε μορφές το καθ’ ομοίωσι, αλλά πλησιάζοντας τον πραγματικά με μία άμεση πρώτη μετουσία της γνώσεως των θεϊκών φώτων» (Περί ουρανίου ιεραρχίας, κεφ.ζ’)]. Και ο σοφός Θεοδώρητος ο Κύρου λέγει: «Μετά την σάρκωσι φανερώθηκε ο Θεός στους αγγέλους όχι σε ομοίωμα της δόξας του, αλλά χρησιμοποιώντας σαν περιβολή το αληθινό και ζωντανό κάλυμμα της σάρκας» (Διάλ. α’ κατά Ευτυχ.)· ο άγιος Ισαάκ μάλιστα λέει, ότι «πριν από την σάρκωσι δεν μπορούσαν οι άγγελοι να εισέλθουν στα υψηλότερα μυστήρια της θεώσεως, όταν όμως έλαβε σάρκα ο Λόγος του Θεού, τους ανοίχθηκε θύρα μέσω του Ιησού» (Λόγ. πδ’ σελ. 478). Και πάλι· «Αυτή η πρώτη τάξις των ασωμάτων με θάρρος λέει, ότι δεν γνωρίζει τίποτε από μόνη της, αλλά έχει διδάσκαλό της τον μεσίτη Ιησού εκείνον, από τον οποίον δέχεται την γνώσι και την μεταδίδει στους κατωτέρους» (αυτόθι σελ. 477).
Ότι δε και οι μακάριοι άγιοι μέσα από την ανθρώπινη φύσι του Ιησού βλέπουν την δόξα του Θεού, βεβαίωσε ο Κύριος λέγοντας· «Πατέρα, θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι μαζί μου και εκείνοι που μου έδωσες για να βλέπουν την δόξα μου» (Ιω. 17, 24)· και δεν σταματάει μέχρις εδώ, αλλά προσθέτει· «την οποία μου έδωσες», για να φανερώση με αυτό την δόξα, που δόθηκε στην ανθρώπινη φύσι του. Ω δόξες! ω λαμπρότητες! ω μεγαλεία της Αναστάσεως του Κυρίου! Πραγματικά «αυτή είναι η ημέρα, την οποία δημιούργησε ο Κύριος». Διότι την δεύτερη και τρίτη ημέρα δημιούργησε το πρωτόγονο εκείνο φως και την τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη είχε το φως ο ήλιος που τον δημιούργησε την τέταρτη μέρα. Την Κυριακή, που είναι και η πρώτη μέρα, την δημιούργησε ο Κύριος από την ανυπαρξία στην ύπαρξι μόνος και άμεσα και κατά την κοσμογενεσία, (γιατί σύμφωνα με τους θεολόγους το φως της πρώτης ημέρας δεν άρχισε από το πρωί αλλά από το μεσημέρι), και τώρα πάλι μόνος ο νοητός Ήλιος Χριστός την δημιούργησε, όταν αναστήθηκε από το μνήμα σαν από ορίζοντα· και αυτή η Κυριακή τώρα, βέβαια, είναι εικόνα του μέλλοντος αιώνος· ενώ τότε θα είναι αυτός ο ίδιος ο όγδοος αιώνας [Και τα δυο αυτά τα βεβαιώνει ο μέγας Βασίλειος· διότι απορώντας ο άγιος γιατί ο Μωυσής ωνόμασε την Κυριακή μία και όχι πρώτη, λέγει· «Θέλοντας λοιπόν, να ελκύση τον νου μας προς την μέλλουσα ζωή, ωνόμασε μία την εικόνα του μέλλοντος αιώνος την απαρχή των ημερών, την συνομίληκη του φωτός, την αγία Κυριακή· αυτήν που έχει τιμηθή με την Ανάστασι του Κυρίου. Λέγει. «Εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί ημέρα μία» (ομιλ. β’ εις την Εξαήμερον). Το ότι η Κυριακή πρόκειται να είναι αυτός ο όγδοος αιώνας λέει πάλι εκεί ο ίδιος ο μέγας Βασίλειος· «Επειδή, ο λόγος γνωρίζει, ότι η ημέρα εκείνη πρόκειται να είναι ανέσπερη και αδιάδοχη και ατέλειωτη, την οποία και ο ψαλμωδός την ωνόμασε όγδοη, γιατί βρίσκεται έξω από τον εβδομαδιαίο κύκλο, τότε είτε την αναφέρεις ως ημέρα είτε ως αιώνα, την ίδια έννοια έχει» (ό. π.). Σχεδόν τα ίδια λενε για την Κυριακή και ο θεολόγος Γρηγόριος στην Πεντηκοστή και ο Νύσσης και ο Χρυσόστομος ερμηνεύοντας την επιγραφή του 6ου ψαλμού υπέρ της ογδόης. Και ο Θεσσαλονίκης θείος Γρηγόριος “στην Καινή Κυριακή”. Γι’ αυτό και η Εκκλησία του Χριστού, όλη την διακαινήσιμη εβδομάδα την υπολογίζει ως μία ημέρα της λαμπροφόρου Κυριακής, για να δείξη με αυτό, ότι όλος ο εβδοματικός αυτός αιώνας της παρούσας ζωής πρόκειται να γίνη μία ημέρα, η όγδοη και Κυριακή, που θα είναι ο όγδοος εκείνος αιώνας της μέλλουσας ζωής· διότι κατά το μεσονύκτιο της Κυριακής πρόκειται να γίνη η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου και να έλθη ο Χριστός,ο άδυτος ήλιος της δικαιοσύνης, όπως αναφέρουν οι θεοφόροι Πατέρες. Λοιπόν, εκείνη η Κυριακή, αφού δεχθή για μία φορά το φως από τις ακτίνες εκείνου του ήλιου, δεν θα έχη πλέον εσπέρας αλλά θα είναι μία ανέσπερη ημέρα και αδιάδοχη στους αιώνες των αιώνων]. Πραγματικά! «Ας αναστηθή ο Θεός και ας διασκορπισθούν οι εχθροί του» (Ψαλμ. 117, 23)· οι εχθροί του δαίμονες· ο εχθρός του θάνατος· ο εχθρός του η αμαρτία· ο εχθρός του άδης· οι εχθροί του Ιουδαίοι που τον σταύρωσαν και τον μισούν. Πράγματι κινδύνευε το καράβι να πνίγη και δεν μπορούσε να συνεχίση να ταξιδεύη, μέχρι που ο Ιωνάς ρίχθηκε στην θάλασσα και τον κατάπιε το κήτος. Καράβι είναι ο κόσμος που δεν μπορούσε να προχωρήση στο αγαθό·θάλασσα είναι τα πάθη και οι θλίψεις του κόσμου·Ιωνάς ο Χριστός·κήτος ήταν ο θάνατος και ο άδης. Ρίχθηκε ο Χριστός στην θάλασσα και τα πάθη· τον κατάπιε ο θάνατος και ο άδης· και επειδή η ζωοποιός θεότητα δεν χωρίσθηκε ούτε από το νεκρό σώμα, που βρισκόταν στον τάφο, ούτε από την ψυχή που κατέβηκε στον άδη, γι’ αυτό νέκρωσε και τον θάνατο, νέκρωσε και τον άδη και αναστήθηκε τριήμερος και έτσι ο κόσμος που κινδύνευε σώθηκε· «Όπως ο Ιωνάς ήταν στην κοιλιά του κήτους τρεις μέρες και τρεις νύχτες, έτσι θα είναι και ο Υιός του ανθρώπου στην καρδιά της γης τρεις μέρες και τρεις νύχτες» (Ματθ. 12, 40).
Τώρα εσύ, αδελφέ, μπορείς να μελετήσης αυτές τις αλήθειες και να μη γεμίση η καρδιά σου από χαρά για την υπέρτατη ευδαιμονία και δόξα, στην οποία βλέπεις ότι έφθασε ο Λυτρωτής σου με την Ανάστασι όχι μόνον κατά την ψυχή αλλά και κατά το πανάγιο σώμα του; Γι’ αυτό επιθύμησε, λοιπόν, ν’ απολαύσης όλες τις χάρες των αγγέλων και όλων των αγίων, που συναναστήθηκαν σήμερα και ελευθερώθηκαν από τον άδη, για να συγχαρής μαζί τους τον αναστάντα Δεσπότη και για να ευφρανθής με όλη σου την καρδιά για την καινούργια αυτή χαρά και δόξα και νίκη του, στοχαζόμενος πως η δική του χαρά είναι και χαρά δική σου· η δική του δόξα είναι και δόξα δική σου· και η δική του νίκη είναι και νίκη δική σου· και γενικά, όσα προνόμια και αξιώματα έλαβε αυτός με την Ανάστασί του, όλα γίνονται και δικά σου με την πίστι και την θερμή σου αγάπη προς αυτόν. Δικά του ως κεφαλής που είναι· δικά σου ως μέλους που είσαι· εκείνου ως πατέρα· και δικά σου ως υιού· εκείνου ως αρχιστράτηγου και βασιλιά και δικά σου ως στρατιώτη και υποτακτικού του βασιλιά· εκείνου αγαπώμενου και εσένα ως αγαπώντα, επειδή η αγάπη έχει φυσικό ιδίωμα να κάνη κοινά τα των φίλων, σύμφωνα με την παροιμία: «Τα των φίλων κοινά». Και όπως χθες και προχθές γίνατε κοινωνοί στα πάθη και στην θλίψι του Κυρίου με την πίστι και την αγάπη, έτσι και σήμερα, είναι δίκαιο να γίνετε κοινωνοί στην χαρά, στην δόξα και στην Ανάστασί του· «Κατά το μέτρο που γίνεσθε κοινωνοί των παθημάτων του Χριστού, να χαίρεσθε, για να αισθανθήτε χαρά και αγαλλίασι και όταν αποκαλυφθή η δόξα του» (Α’ Πέτρ. 4,13).
Και αν ο Αβραάμ, τρεις χιλιάδες χρόνια πριν, είδε αυτή την ημέρα της Αναστάσεως του Σωτήρα και χάρηκε, όταν έλαβε ζωντανό τον γυιο του, όπως είπε ο Κύριος· «Ο Αβραάμ, ο πατέρας σας αισθάνθηκε αγαλλίασι, διότι περίμενε να δη την ημέρα μου και την είδε και χάρηκε» (Ιω. 8, 56)· πώς λοιπόν, εσύ, αδελφέ, να μη χαρής σ’ αυτή την ημέρα του Κυρίου, κατά την οποία η φθορά μεταβλήθηκε σε αφθαρσία, ο θάνατος σε ζωή, ο ακάνθινος στέφανος σε ρόδα και άνθη, ο κάλαμος, η λόγχη, τα καρφιά, ο σταυρός και τα λοιπά όργανα του πάθους και της ατιμίας έγιναν όργανα δόξης και απαθείας; Πώς να μη ευφρανθής αυτήν την ημέρα, κατά την οποία οι άγγελοι στον ουρανό αγάλλονται απολαμβάνοντας και αυτοί με την Ανάστασι την σωτηρία; δηλαδή την τέλεια ατρεψία και ακινησία προς το κακό, την οποία δεν είχαν προηγουμένως, όπως μαρτυρεί ο Θεολόγος Γρηγόριος στον λόγο του στο Πάσχα λέγοντας· «Σήμερα σωτηρία στον κόσμο, και όσος ορατός και όσος αόρατος»· και ο σχολιαστής του Νικήτας [Τα λόγια του σοφού Νικήτα είναι τα εξής· «Οι άγγελοι όντας δυσκίνητοι προς το κακό αλλ’ όχι ακίνητοι, μετά την Ανάστασι του Χριστού έγιναν, λοιπόν, και ακίνητοι, όχι από την φύσι, αλλά με την χάρι του Θεού· η ατρεψία τους είναι η σωτηρία τους, διότι δεν φοβούνται πλέον την μεταβολή προς το χειρότερο και την καταστροφή, που προέρχεται από αυτήν. Ακίνητοι, όμως, έγιναν οι Άγγελοι προς το κακό μετά την Ανάστασι, επειδή και έμπρακτα έμαθαν από τον Δεσπότη Χριστό την ταπείνωσι, ο οποίος ταπεινώθηκε όχι μόνο επειδή έγινε άνθρωπος, αλλά κυρίως επειδή καταδέχθηκε να πλένη τα πόδια των μαθητών του και έγινε υπήκοος μέχρι των παθών και του σταυρικού θανάτου και της ταφής». Γι’ αυτό και ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος είπε· «Από εδώ οι άγγελοι δέχθηκαν την ατρεψία, έμπρακτα μαθαίνοντας από τον Κύριο, ότι δρόμος, που οδηγεί στον ουρανό και μας κάνει όμοιους με τον Θεό, δεν είναι η έπαρσις, αλλά η ταπείνωσις» (Λόγος εις την Χριστού Γέννησιν)] ερμηνεύει· Οι προπάτορες στον άδη ευφραίνονται, όσοι είναι στα μνήματα ανασταίνονται, οι Απόστολοι στην γη χαίρονται και ο άδης ο ίδιος πανηγυρίζει μαζί με όλα τα επίγεια και τα επουράνια και άλλο δεν ακούγεται σε κάθε μέρος παρά το «Χριστός ανέστη». Πώς εσύ να μη χαίρεσαι αυτήν την ημέρα της χαράς που είναι των «εορτών εορτή και πανήγυρις των πανηγύρεων», κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο; Άνοιξι της Εκκλησίας ανάμεσα στις εποχές· ήλιος ανάμεσα στ’ άστρα, χρυσός ανάμεσα στα μέταλλα και βασίλισσα των ημερών μεταξύ όλων των ημερών του χρόνου; Γνώριζε ότι, αν δεν χαρής πνευματικά σε όλα αυτά τα υπερφυσικά χαρίσματα της Αναστάσεως του Χριστού, είναι κακό σημάδι για σένα ότι δεν αγαπάς τον αναστάντα Χριστό και άρα δεν είσαι αληθινός χριστιανός αλλά ξένος και αλλότριος του Χριστού, διότι δεν συγχαίρεις στην χαρά και την δόξα του Κυρίου σου.
Γι’ αυτό, αδελφέ, άναψε στην καρδιά σου μία φλόγα αγάπης προς τον αναστάντα Χριστό, ευφραινόμενος στην ευτυχία και στο δικό του καλό περισσότερο, απ’ όσο θα ευφραινόσουν, αν ήταν δικό σου. Και επειδή σήμερα έγιναν καινούργια όλα, τα πάντα, όπως λέγει ο Παύλος· «Τα αρχαία πέρασαν, έχουν γίνει όλα καινούργια» (Β’ Κορ. 5, 17)· καινούργιος ο τάφος· καινούργια τα σινδόνια· καινούργια η Ανάστασις του Κυρίου· καινούργιοι oι αναστάντες προπάτορες και δίκαιοι· καινούργιος ο ουρανός· καινούργια η γη· ψάλλε και συ, λοιπόν, καινούργια άσματα, όπως σε προστάζει ο Δαβίδ· «Ψάλατε στον Κύριο καινούργιο τραγούδι» (Ψαλμ. 149, 1). Και συλλογίζου καινούργιους λογισμούς· κάνε έργα καινούργια· ζήσε ζωή καινούργια και αντάξια της καινούργιας Αναστάσεως του Χριστού·εσύ όταν βαπτίσθηκες συμπέθανες και συντάφηκες μαζί με τον Χριστό στην αγία κολυμβήθρα και συναναστήθηκες μαζί του και υποσχέθηκες να ζήσης μία καινούργια ζωή, όπως λέει ο Παύλος· «Με το βάπτισμα έχουμε ταφή μαζί του στον θάνατο ώστε, όπως ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς με την δόξα του Πατέρα, έτσι και εμείς να ζήσουμε μία νέα ζωή» (Ρωμ. 6, 4). Πρέπει να ντραπής που μέχρι τώρα παρέβαινες την υπόσχεσι αυτή κι έζησες μία ζωή παλιά και διεφθαρμένη· και αποφάσισε από σήμερα και στο εξής να ανακαινίσης την πρώτη εκείνη υπόσχεσι, που έδωσες στο άγιο βάπτισμα και να ζήσης μία άλλη, καινούργια ζωή· όχι με διασκεδάσεις και ξεφαντώματα και χορούς και τραγούδια· όχι με φιληδονίες και φιλοδοξίες· όχι με φιλαργυρίες και άλλες αμαρτίες· διότι αυτά είναι της παλιάς ζωής και του ανθρώπου, πουαπέβαλες στο άγιο Βάπτισμα και, όποιος τα κάνει αυτά, θα πεθάνη· «Διότι, εάν ζήτε κάτω από την εξουσία της σάρκας θα πεθάνετε» (Ρωμ. 8, 13). Αλλά με την παρθενία και την αφθαρσία του σώματος· με την καθαρότητα και απάθεια της ψυχής· με την πνευματική γνώσι και θεωρία του νου και με τις υπόλοιπες αρετές που δίνουν ζωή, και με καλά έργα, τα οποία είναι γνωρίσματα της νέας ζωής του καινούργιου ανθρώπου και της αναστάσεως του Χριστού, ο οποίος αφού αναστήθηκε έζησε μία νέα ζωή, ελεύθερη μέχρι και από τα αδιάβλητα πάθη της ανθρωπίνης φύσεως όπως η πείνα, η δίψα, το ψύχος και τα λοιπά, έτσι κι εσύ, αφού με την πίστι αναστήθηκες με τον Χριστό, οφείλεις να ζης ελεύθερος τουλάχιστον από τα διαβλητά πάθη και αμαρτίες και να διατηρής καθαρή αυτή τη νέα ζωή που σου χάρισε ο Χριστός·και μη σε πλανήση ο διάβολος λέγοντάς σου αυτές τις άγιες ημέρες· “τώρα είναι ανάστασις και λαμπρή· φάγε, πιες διασκέδαζε, ξεφάντωνε”. Διότι λέει ο ιερός Χρυσόστομος ότι, μολονότι πέρασε ο καιρός της νηστείας, ο καιρός όμως της εγκράτειας είναι πάντοτε μαζί μας και μάλιστα διότι η Αγία Πεντηκοστή ακολουθεί και μας αναμένει και μας προσμένει και πρέπει τις ημέρες αυτές να καθαριζώμαστε, για να δεχθούμε στην ψυχή μας την έλευσι και την χάρι του Αγίου Πνεύματος· διότι έτσι ψάλλει και η Εκκλησία μας· «Αφού διδαχθήκαμε από τον Χριστό νέο και καινούργιο τρόπο ζωής ας τον διατηρήσουμε μέχρι τέλους, ιδιαίτερα, όμως ας φροντίσουμε, να απολαύσουμε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος». Γι’ αυτό και ο Μέγας Βασίλειος είπε· «Πώς θα μας υποδεχθή η Πεντηκοστή, όταν με τέτοιο τρόπο περιφρονήθηκε η εορτή του Πάσχα; Την Πεντηκοστή έγινε σε όλους φανερή η αρχή και η επιδημία του Αγίου Πνεύματος· εσύ, όμως, πρόλαβες και έκανες τον εαυτό σου κατοικητήριο του αντίθετου πνεύματος, έγινες ναός ειδώλων, αντί να γίνης ναός του Θεού με την ενοίκησι του Αγίου Πνεύματος, και επέσυρες έτσι την κατάρα του Προφήτη, που είπε από μέρους του Θεού· “Θα μεταστρέψω τις εορτές τους σε πένθος” (Αμώς 6, 16)». (Στο τέλος του λόγου κατά μεθυόντων). Ευχαρίστησε τον Κύριο για τα χαρίσματα, που σου έδωσε μέσα από την Ανάστασί του και ιδιαίτερα διότι με την ανάστασί του σε έκανε καινούργιο αντί παλιό· «Εάν κανείς είναι ενωμένος με τον Χριστό, αυτός είναι καινούργια κτίσις» (Β’ Κορ. 5, 17). Και επειδή, σύμφωνα με τους νηπτικούς και θεόσοφους Πατέρες τρεις είναι οι αναστάσεις που ενεργούνται μυστικά και ηθικά στον άνθρωπο, η μία του σώματος, η άλλη της ψυχής και η άλλη του νου [Μη απορήσης, αναγνώστα, αν λέμε εδώ τρεις αναστάσεις, ενώ στον επόμενο συλλογισμό της Μελέτης αυτής αναφέρουμε δύο αναστάσεις, ψυχής και σώματος· διότι αυτές σε δυο συμπεριλαμβάνονται, της ψυχής και του νου, επειδή ο νους με την επίνοια ξεχωρίζει από την ψυχή]·η μία της αρετής που κατορθώνεται με την πρακτική φιλοσοφία, η άλλη του λόγου, που κατορθώνεται με την θεωρία των όντων και την πνευματική γνώσι και η άλλη της υπέρλογης σιγής που κατορθώνεται με την αρπαγή προς τον Θεό. Παρακάλεσε τον Κύριο, που αναστήθηκε σήμερα, να ενεργήση και σε σένα με την χάρι του τις τρεις αυτές αναστάσεις και να ζωοποιήση το σώμα σου, που νεκρώθηκε από την εμπάθεια, την ψυχή σου, που νεκρώθηκε από την ηδυπάθεια, και τον νου σου, που νεκρώθηκε από την προσπάθεια· και έτσι, αφού ζωοποιήση αυτά τα τρία μέρη με την απάθεια, να σε αξιώση να αναστηθής από εδώ μαζί με αυτόν όχι μόνο με την απλή πίστι, αλλά με την πείρα και με την νοερή αίσθησι, ώστε να λες αληθινά και όχι με τα λόγια μόνο το· «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον»· και να βασιλεύη και να ζη ο Χριστός μόνο μέσα σου κι εσύ αντίστροφα να βασιλεύεσαι και να ζης μόνο μέσα στον Χριστό, σύμφωνα με την παραγγελία που σου δίνει ο Απόστολος· «Ώστε εκείνοι που ζουν, να μη ζουν πλέον για τον εαυτό τους αλλά για εκείνον που πέθανε γι’ αυτούς και αναστήθηκε» (Β’ Κορ. 5, 15).
Β’
Σκέψου, αγαπητέ, ότι κατά δεύτερο λόγο έχουμε χρέος να συγχαρούμε με την Παναγία Παρθένο, που, όταν είδε τον Υιό και Θεό της ότι αναστήθηκε, γέμισε αμέσως από τόση μεγάλη χαρά, όσο μεγάλη ήταν και η προηγούμενη θλίψις που δοκίμασε στα πάθη του. Οι πόνοι και οι θλίψεις της μετριούνται με την γνώσι, που είχε για την αμέτρητη αξία του σαρκωμένου Λόγου, και από την αγάπη που είχε προς αυτόν, όχι μόνο ως Θεό μαζί και γέννημα των σπλάγχνων της, αλλά ως μονογενή Υιό της και επειδή αυτή μόνη ήταν μητέρα του χωρίς πατέρα, θέματα τα οποία δεν άφηναν την αγάπη της να μοιρασθή σε άλλα πράγματα, αλλά την πολλαπλασίαζαν μόνο στον γλυκό της Υιό. Έτσι, επειδή τον γνώριζε περισσότερο, τον αγαπούσε και περισσότερο από όσο τον γνώριζαν και τον αγαπούσαν όλοι οι άγγελοι στον ουρανό· έτσι επόμενο είναι να πούμε ότι η Παναγία Παρθένος έπαθε στο πάθος του Υιού της περισσότερο από όσο έπαθαν όλα μαζί τα κτίσματα· και ότι η λύπη της δεν βρίσκει άλλη παρόμοια για να συγκριθή, παρά μόνο την λύπη, που δοκίμασε ο αγαπημένος της Ιησούς· «Και την δική σου την ψυχή, θα την διαπεράση ρομφαία» (Λουκ. 2, 35). Αφού όμως αυτή πρώτη πήγε κατά το μεσονύκτιο, για να δη τον τάφο του Υιού της· και αφού γι’ αυτή και μόνη έγινε ο σεισμός και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, ο συνήθης διακονητής και τροφέας και ευαγγελιστής της [Ότι ο θείος Γαβριήλ ήταν αυτός, που κατέβηκε από τον ουρανό και αποκύλισε τον μεγάλο λίθο από την πόρτα του μνημείου του Κυρίου, το αναφέρουν πολλά ασματικά τροπάρια της Εκκλησίας], κατέβηκε από τους ουρανούς και κύλησε την πέτρα από την πόρτα του τάφου και καθόταν πάνω σ’ αυτήν σαν αστραπή και με μορφή ολόλευκη σαν το χιόνι· «Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό, πλησίασε και κύλισε τον λίθο από την πόρτα του μνήματος και καθόταν πάνω του. Το πρόσωπό του ήταν σαν αστραπή και το ένδυμά του λευκό σαν χιόνι» (Ματθ. 28, 2-3). Αφού, λέω, κατέβηκε ο θείος Γαβριήλ, ω, πώς μεταβλήθηκε αμέσως σε υπερβολική χαρά η υπερβολική της λύπη! ω, πόσο αγαλλίασε το πνεύμα της όταν είδε ότι γι’ αυτή μόνο ανοίχθηκε ο τάφος του Υιού της; (Γιατί όπως για την Θεοτόκο ανοίχθηκαν στους ανθρώπους τα ουράνια και τα επίγεια, έτσι και για την Θεοτόκο ανοίχθηκε ο ζωοποιός τάφος του Κυρίου) καθώς λέει ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος· «Εγώ πάντως νομίζω ότι γι’ αυτήν πρώτα ανοίχθηκε εκείνος ο ζωηφόρος τάφος· διότι γι’ αυτήν πρώτη και μέσω αυτής όλα ανοίχθηκαν σ’ εμάς, όσα βρίσκονται πάνω στον ουρανό και όσα βρίσκονται κάτω στη γη» (Λόγος εις την Κυριακήν των Μυροφόρων). Και όταν πρώτη αυτή είδε την Ανάστασι του Υιού της, ω! πόσο χάρηκε, όταν πλησιάζοντας στον αγαπητό της Ιησού έπιασε με απόλυτη ευλάβεια και αγάπη τα άγια πόδια του και τα προσκύνησε! Και όταν είδε ότι είναι γεμάτα από θείο φως και από το φως της Αναστάσεως τα μέλη του γλυκύτατου Υιού της, που πριν από λίγο ήταν όλα καταξεσχισμένα· όλα άτιμα και άμορφα! Ιδιαίτερα, όμως πόσο χάρηκε, όταν άκουσε από το θεϊκό στόμα του Υιού της τον χαροποιό εκείνο λόγο, που της είπε το χαίρε. Μολονότι και ο ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρει, ότι ήταν μαζί της και η Μαγδαληνή Μαρία και έπιασε και αυτή τα πόδια του Κυρίου και άκουσε και αυτή το χαίρε, με σκοπό να μη αμφισβητήται η Ανάστασις του Κυρίου, αν μαρτυρείτο μόνο από την Παναγία Μητέρα του, λόγω της φυσικής συγγένειας όπως το αποδεικνύει ισχυρά ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (Λόγος εις την Κυριακήν των Μυροφόρων). Και, λοιπόν, ποιος νους μπορεί να καταλάβη τι είδος τελειότητα αγάπης και χαράς υπήρξε μεταξύ της Θεοτόκου και του Χριστού, μεταξύ μίας τέτοιας Μητέρας και ενός τέτοιου Υιού;
Έτσι, αν η Θεοτόκος είναι φυσική Μητέρα του Χριστού και θετή και πνευματική μητέρα όλων των χριστιανών και τέτοια μητέρα, ώστε, όπως ο Χριστός μας παραγγέλλει να μη ονομάσουμε πατέρα στην γη, επειδή κυρίως ένας είναι ο πατέρας μας, ο επουράνιος· «Και κανένα μη ονομάσετε πατέρα σας στην γη, διότι ένας είναι ο Πατέρας σας εκείνος που είναι στους ουρανούς» (Ματθ. 23, 9)· έτσι ακριβώς έχουμε δίκαιο να πούμε ότι και εμείς άλλη κυρίως μητέρα δεν έχουμε, παρά μόνο την Θεοτόκο. Αν, λέω, η Θεοτόκος είναι η μητέρα των χριστιανών, οφείλεις και συ, αδελφέ, ως χριστιανός και υιός της Παρθένου να χαρής μαζί της σ’ αυτή την μεγάλη χαρά της· διότι, αν στον καιρό της τόσης ευτυχίας της δεν χαρής μαζί με την Παναγία, σίγουρα θα φανής ανάξιος της αγάπης της. Και αν φανής ανάξιος της αγάπης της, θα φανής και ανάξιος να γίνης δεκτός κάτω από την σκέπη της· κι αν αυτή, η μητέρα όλων μας, δεν σε δεχθή κάτω από την σκέπη της, αλλοίμονο σε σένα! Ποια ελπίδα θα απομείνη για την σωτηρία σου; Επειδή αυτή είναι η μητέρα της ελεημοσύνης και μέσα από τα χέρια της περνούν όλες οι χάρες του Θεού, τόσο στον ουρανό, όσο και στην γη, τόσο στους αγγέλους όσο και στους ανθρώπους· διότι αυτή, αφού έγινε μεθόριο μεταξύ του Θεού και των κτισμάτων, δέχεται από την Τρισήλια Θεαρχία όλες τις υπερφυσικές δωρεές και τα χαρίσματα και τα μεταδίδει σαν πολύ φιλάνθρωπη βασίλισσα σ’ όλες τις τάξεις των αγγέλων και των ανθρώπων, ανάλογα με την αγάπη που έχουν προς αυτήν· αυτή, λοιπόν, είναι και ο ταμιούχος αλλά ταυτόχρονα και χορηγός του πλούτου της θεότητας και χωρίς την μεσιτεία της δεν μπορεί να πλησιάση κανείς τον Θεό, ούτε άγγελος ούτε άνθρωπος όπως αναφέρει υπέροχα γι’ αυτήν ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος στον α’ λόγο των Εισοδίων [Τα λόγια του ιερού Πατέρα είναι τα εξης· «… Μόνο αυτή είναι μεθόριο της κτιστής και άκτιστης φύσεως και κανείς δεν θα μπορούσε να έλθη προς τον Θεό, παρά μόνο μέσω αυτής και του μεσίτη που προήλθε από αυτήν και κανένα από τα χαρίσματα του Θεού δεν θα δινόταν στους αγγέλους και στους ανθρώπους παρά μέσω αυτής». Και πάλι· «Κάθε πρόοδος θείας φωτοφάνειας και κάθε αποκάλυψις θείων μυστηρίων και κάθε ιδέα πνευματικών χαρισμάτων χωρίς αυτήν είναι για όλους αδύνατη. Αυτή, δεχόμενη πρώτη το πλήρωμα του πληρούντος τα σύμπαντα, το καθιστά χωρητό σε όλους κατανέμοντας στον καθένα κατά την δύναμί του, σύμφωνα με την αναλογία και το μέτρο της καθαρότητάς του, ώστε αυτή να είναι ταμείο και πρύτανις του πλούτου της θεότητας» (Λόγος ΛΖ’ Εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου). «Και προς αυτήν προσβλέπουν και σ’ αυτήν έχουν πεποίθησι οι ανώτατες χερουβικές ιεραρχίες, και γενικά σε όλους και σε όλες κατά το μέτρο του απαθούς και θείου πόθου προς αυτήν και του αΰλου και ατελεύτητου έρωτα θα επακολουθήση και η στάσις και η καθαρότητα του θείου φωτισμού» (Λόγος ΝΓ’ εις την Είσοδον… της Θεοτόκου)]. Γι’ αυτό και ο Κύριος θέλησε οι πρεσβείες της Θεοτόκου να είναι νόμοι απαράβατοι και να δέχωνται το έλεος και την ευσπλαγχνία του για όσους εκείνη πρεσβεύει· «Το στόμα της ανοίγει σοφά και όπως αρμόζει, ενώ η ελεημοσύνη ανέστησε τα τέκνα της και πλούτησαν» (Παροιμ. 29, 28). Και ο άγιος Γερμανός λέγει· «Δεν πρόκειται ποτέ να σε παρακούση· επειδή πειθαρχεί σε όλα και για όλα ως Θεός, επειδή είσαι η αληθινή άχραντη Μητέρα του» (Λόγ. εις την Κοίμησιν). Να χαίρεσαι, λοιπόν, με όλη σου την καρδιά μαζί με αυτήν την Δέσποινα του ουρανού και της γης της χαράς το δοχείο· επειδή σ’ αυτήν πρώτη δόθηκε η χαρά και πριν από την Ανάστασι στον Ευαγγελισμό της και μετά την Ανάστασι, σήμερα. Να χαίρεσαι μαζί με την Θεοτόκο, όπως χαίρεται μαζί της και όλη η Εκκλησία του Χριστού σε αμέτρητα μέρη των ασματικών τροπαρίων της ψάλλοντάς της χαρμόσυνα και πανηγυρικά, άλλοτε: «Ο άγγελος εβόα τη Κεχαριτωμένη, αγνή Παρθένε, χαίρε και πάλιν ερώ χαίρε· ο σος υιός ανέστη τριήμερος εκ τάφου»· άλλοτε πάλι· «Εσύ αγνή Θεοτόκε να χαίρεσαι κατά την έγερσι του τόκου σου», άλλοτε πάλι· «Βλέποντας αναστημένο τον Υιό σου και Θεό σου να χαίρεσαι, Θεοχαρίτωτε, αγνή, με τους Αποστόλους»· και άλλοτε πάλι· «Αυτή που σαν Μητέρα πόνεσε στο πάθος σου περισσότερο από όλους, έπρεπε και κατά την δόξα της ανθρωπίνης φύσεώς σου να απολαύση υπερβολική χαρά». Τι λέω; Να χαίρεσαι μαζί με την Θεοτόκο, όπωςχαίρεται μαζί της και όλη η άλογη και αναίσθητη κτίσις και χαίρεται στην Ανάστασι του Υιού της και της προσφέρει ως δώρα όλα τα καλλίτερα και εξαιρετικά δώρα και χάρες της γλυκυτάτης ανοίξεως. Και δεν βλέπεις μόνος με τα μάτια σου, ότι τώρα ο ουρανός είναι καθαρώτερος; ότι ο κύκλος της σελήνης είναι λαμπρότερος και αργυροειδέστερος και όλος ο χορός των αστέρων φαίνεται καθαρώτερος; Δεν βλέπεις ότι τώρα η γη είναι στεφανωμένη με τα πολυποίκιλά της χορτάρια, με τα ανοιγμένα διάφορα δένδρα της και με τα ποικιλόχρωμα και ευωδέστατα άνθη και ρόδα της, που άλλα βγήκαν τελείως από τους κάλυκές τους και δείχνουν σε όσους τα βλέπουν την ροδόπνοη χάρι τους, ενώ άλλα βγήκαν λίγο και άλλα ακόμη είναι κλεισμένα στους κάλυκές τους σαν σε νυφικό θάλαμο; Δεν ακούς με τα αυτιά σου την συμφωνία και την εναρμόνια μουσική, που τώρα μελωδούν με τις γλυκύτατες φωνές τους πάνω στα χρυσοπράσινα και πυκνόφυλλα δέντρα τα αηδόνια, τα χελιδόνια, τα τρυγόνια, τα κοτσύφια, οι κούκοι, οι πέρδικες, οι κίσσες, οι φάσσες, οι σπίνοι και όλα τα ωδικά όρνια και πουλιά και πως συναγωνίζονται να νικήσουν το ένα το άλλο με τα ποικιλόφθογγα και γοργογλυκόστροφα κελαηδήματά τους; Και ότι κατασκευάζουν με τόση τέχνη τις φωλιές τους και τα μεν θηλυκά κάθονται και ζεσταίνουν τα αυγά μέσα σ’ αυτές, ενώ τα αρσενικά πετούν τριγύρω και κελαηδούν γλυκύτατα; Δεν βλέπεις ότι τώρα οι βρύσες τρέχουν καθαρώτερα; ότι οι ποταμοί ελεύθεροι από τους χειμωνιάτικους πάγους τρέχουν πλουσιώτερα και ποτίζουν, από όπου περνούν, το πρόσωπο της γης; Ότι τα περιβόλια ευωδιάζουν; Ότι το χορτάρι κόβεται; Ότι τα μικρά και τρυφερά αρνάκια πηδούν και χορεύουν πάνω στους χλοηφόρους κάμπους και τα χωράφια; Δεν βλέπεις ότι οι φιλόπονες μέλισσες βγαίνοντας τώρα από τις κυψέλες τους βομβούν γλυκύτατα και πετούν τριγύρω από τους λειμώνες και τα περιβόλια και κλέβουν τα άνθη και πλάθουν τις κηρήθρες τους, τοποθετώντας τις ευθείες γραμμές απέναντι στις γωνίες για μεγαλύτερη ασφάλεια και ομορφιά συγχρόνως του έργου τους και κατασκευάζουν το γλυκύτατο μέλι; Δεν βλέπεις ότι τώρα ησυχάζουν οι άνεμοι; Ότι πνέουν οι γλυκιές αύρες του ζέφυρου; Ότι η θάλασσα είναι γαλήνια και ήρεμη· ότι οι ναύτες ταξιδεύουν άφοβα και ότι τα δελφίνια συνταξιδεύουν με τα πλοία φυσώντας και κολυμπώντας πάρα πολύ όμορφα και ξεπροβοδίζουν τους ναύτες με ευθυμία; Δεν βλέπεις ότι τώρα οι γεωργοί ζέβοντας τα βόδια και οργώνοντας την γη με το άροτρο είναι γεμάτοι χαρά με τις καλές ελπίδες των καρπών; Ότι οι ποιμένες και οι βοσκοί κατασκευάζοντας φλογέρες και σουραύλια περνούν την άνοιξι μέσα στα δένδρα και ότι οι ψαράδες ρίχνοντας τα δίχτυα και τους γρίπους στην θάλασσα τα βγάζουν τώρα γεμάτα ψάρια; Δεν βλέπεις ότι τώρα όλα τα ορατά κτίσματα, όπου κι αν γυρίσης να δης είναι τερπνά, ευωδιαστά, δροσερά, πολύ χαρούμενα και ευφρόσυνα ευχαριστώντας τις πέντε αισθήσεις του σώματος; Και ότι φαίνονται σαν να αναστήθηκαν και αυτά μαζί με τον Χριστό και να ζωντάνεψαν, ενώ προηγουμένως ήταν σαν νεκρωμένα και θαμμένα από την ψύχρα και δριμύτητα του χειμώνα; Και, για να μιλήσω με συντομία, να χαίρεσαι και εσύ, αδελφέ, με την Θεοτόκο, όπως χάρηκαν μαζί της και οι θείες Μυροφόρες, η Μαγδαληνή Μαρία, η Σαλώμη και η Ιωάννα. Γιατί, μπορείς αν θέλης να γίνης και συ στην ψυχή σαν αυτές, όπως σε παρακινεί ο Θεολόγος Γρηγόριος στον λόγο του “Εις το Πάσχα” λέγοντας· «Και αν είσαι κάποια Μαρία ή Σαλώμη ή Ιωάννα, δάκρυσε κατά τα χαράματα, δες πρώτη τον λίθο κυλισμένο, ίσως και τους αγγέλους και τον ίδιο τον Ιησού»· εδώ ο σχολιαστής Νικήτας λέγει· «Μαρία Μαγδαληνή είναι κάθε ψυχή πρακτική, που καθαρίσθηκε με τον λόγο των ευαγγελικών εντολών, σαν από δαιμόνια, από την προσκόλλησι στα γήϊνα της εβδοματικής αυτής ζωής. Σαλώμη, που ερμηνεύεται ειρήνη, είναι η ψυχή εκείνη, που θα νικήση τα πάθη, και θα υποτάξη το σώμα στην ψυχή και με την θεωρία των πνευματικών νοημάτων θα αποκτήση την γνώσι των όντων και γι’ αυτό θα κατέχη την τέλεια ειρήνη. Ιωάννα πάλι, ερμηνεύεται περιστερά, και είναι η ψυχή εκείνη η άκακη και πολύ καρποφόρα στις αρετές που με την πραότητα απέβαλε κάθε πάθος και είναι θερμή στο να γεννά τα πνευματικά νοήματα με γνώσι και διάκρισι. Αν γίνη τέτοια η ψυχή σου, αγαπητέ, πήγαινε σαν τις μυροφόρες με προθυμία και γρηγοράδα (γιατί ο όρθρος δηλώνει προθυμία και ταχύτητα) στον τάφο, δηλαδή στο βάθος όπου είναι κρυμμένος ο λόγος των επίγειων και των ουράνιων και στην δική σου καρδιά [Διότι λέει ο άγιος Μάξιμος ότι «μνημείο δεσποτικό είναι η καρδιά κάθε πιστού» (κεφ. ξα’ της α’ εκατοντ. των θεολογικών)] και ζήτησε με δάκρυα νοητά και αισθητά να μάθης αν αναστήθηκε μέσα σου ο λόγος της αρετής και της γνώσεως. Αν ζητήσης με τέτοιον τρόπο, πρώτα θα δης να φεύγη από την καρδιά σου ο λίθος, δηλαδή η πώρωσις της ασάφειας του λόγου, και αφού φύγει αυτή, θα δης τους αγγέλους, δηλαδή τις κινήσεις της συνειδήσεώς σου να σου κηρύττουν ότι αναστήθηκε μέσα σου ο λόγος της αρετής και της γνώσεως, που είχε νεκρωθή εξ αιτίας της κακίας, επειδή στην ψυχή του φαυλόβιου ανθρώπου ο λόγος δεν ενεργεί, αλλά, κατά κάποιον τρόπο, είναι σαν νεκρός. Και κατόπιν θα δης και αυτόν τον ίδιο τον λόγο να σου εμφανίζεται στον νου γυμνός και χωρίς τύπους και σύμβολα και να γεμίζη από πνευματική χαρά τις νοερές δυνάμεις της ψυχής σου. Έτσι, αφού πληροφορηθής την ανάστασι του λόγου με την πρακτική, να χαίρεσαι και με την άλλη Μαρία, δηλαδή την Μητέρα του Θεού, που περιέχεται στον τύπο της θεωρητικής ζωής που αφού πρόλαβε και είδε μία φορά την Ανάστασι του Υιού της πληροφορήθηκε και ησύχασε και δεν ξαναπήγε στον τάφο σαν τις άλλες Μυροφόρες επειδή και η θεωρία προηγείται και νοεί απλά, ενώ η πράξις ακολουθεί και αποκτά την γνώσι με την πείρα [Από το παράδειγμα του Ιωάννη, που είναι τύπος της θεωρίας και του Πέτρου, που είναι τύπος της πράξεως, πίστεψέ τα αυτά. Διότι, όπως λέει το Ευαγγέλιο, οι δύο αυτοί έτρεχαν μαζί, αλλά ο Ιωάννης έφθασε νωρίτερα από τον Πέτρο· «Ο άλλος μαθητής λέει, έδραμε τάχιον του Πέτρου». Πάλι· Ο μεν Ιωάννης βλέπει «τα οθόνια κείμενα μόνα» και πιστεύει, ενώ ο Πέτρος εισέρχεται στον τάφο και περιεργάζεται τα οθόνια και το σουδάριο και τα υπόλοιπα και έτσι πιστεύει»]. Η μεγαλύτερη όμως χαρά που μπορείς να προξενήσης στην Θεοτόκο, είναι να πάρης απόφασι να νικάς κάθε στιγμή τα πάθη σου και να παρθενεύης για την αγάπη της Παρθένου· και για να γίνης άξιος να σε υπερασπίζεται και να σε έχη για παιδί της, φρόντιζε να υποτάσσεσαι και να υπηρετής όσο μπορείς περισσότερο αυτήν και τον μονογενή της Υιό και να δουλεύης και παρακάλεσέ την να σε συναριθμήση με τους ευλαβείς δούλους της και να σε αξιώση να χαίρεσαι μαζί της αιώνια στον ουρανό, ψάλλοντας σ’ αυτήν εκείνο το δαβιτικό· «Θα θυμηθώ το όνομά σου σε όλες τις γενιές· γι’ αυτό οι λαοί θα σε δοξολογήσουν στον αιώνα και στον αιώνα του αιώνος» (Ψαλμ. 44, 17).
Γ’.
Σκέψου, αγαπητέ, ότι κατά τρίτο λόγο πρέπει να χαρούμε μαζί με το σώμα μας· διότι ο Κύριος που αναστήθηκε από τους νεκρούς δεν ευχαριστήθηκε μόνο με τον τύπο του θανάτου και της αναστάσεώς του, που είναι το άγιο Βάπτισμα. Διότι το άγιο Βάπτισμα αυτά έχει ως τύπο, όπως λέει ο θείος Παύλος·«Αν ενωθήκαμε μαζί του σε έναν θάνατο σαν τον δικό του, τότε θα ενωθούμε μαζί του και σε μία ανάστασι σαν την δική του» (Ρωμ. 6, 5), δεν ευχαριστήθηκε, λέω, με τον τύπο της αναστάσεώς του να συγχωρήση το προπατορικό μόνον αμάρτημα και να αφήση την ποινή και τα αποτελέσματά του να ενεργούν, αλλά σήμερα με την πραγματική του ανάστασι εξαλείφει ακόμη και αυτήν την ποινή και το αποτέλεσμα του προπατορικού αμαρτήματος που είναι ο θάνατος· «Τελευταίος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α’ Κορ. 15, 26) και έτσι με τελειότητα, ως νέος Αδάμ, σηκώνει από την μέση την αμαρτία του παλαιού Αδάμ με όλες τις ρίζες και τους κλάδους και τους καρπούς της. Διότι με την δύναμι της σημερινής αναστάσεως χαρίζει σε όλους τους ανθρώπους την ανάστασι των σωμάτων, τόσο εκείνων που πιστεύουν σ’ αυτόν, όσο και εκείνων που απιστούν. Και ως προς αυτό το σημείο είναι ανώτερο το χάρισμα του νέου Αδάμ από την αμαρτία του παλαιού Αδάμ, διότι όσοι ήταν συμμέτοχοι του αμαρτήματος εκείνου, εκείνοι πέθαναν· όσοι όμως μετέχουν στην πίστι του Χριστού, δεν ανασταίνονται μόνοι, αλλά ακόμη και όσοι δεν έγιναν μέτοχοι της πίστεως όπως λέει ο κριτικός Φώτιος ερμηνεύοντας το αποστολικό εκείνο· «Αλλά το δώρο της χάριτος δεν είναι όπως το αμάρτημα. Διότι, εάν λόγω του αμαρτήματος του ενός πέθαναν οι πολλοί, η χάρις και η δωρεά του ενός ανθρώπου Ιησού Χριστού, περίσσευε στους πολλούς» (Ρωμ. 5, 15)·
Και η αιτία είναι η εξής· όπως ο Κύριος ανέλαβε όλη την φύσι των ανθρώπων στην θεϊκή του υπόστασι, έτσι ανακαίνισε και όλη την φύσι, αφού ανέστησε και αυτούς τους άπιστους οι οποίοι αμάρτησαν μαζί με τον Αδάμ φυσικά και όχι προαιρετικά·επειδή, όμως δεν ήθελαν να πιστέψουν στον νέο Αδάμ, γι’ αυτό και τα σώματά τους τα οποία πρόκειται να αναστηθούν, θα έχουν μεγάλη και ασύγκριτη διαφορά με τα σώματα των πιστών, που θα αναστηθούν. Διότι εκείνα θα είναι σκληρά, βαρεία, άσχημα, άτιμα, μαύρα, σκοτεινά, ψυχρά και χοντρά και όλα αυτά τα χαρακτηριστικά τους πρόκειται να αυξάνουν ή να ελαττώνωνται ανάλογα με την απιστία τους και την κακία τους· ενώ αντίθετα, τα σώματα των πιστών και ορθοδόξων θα είναι μαλακά, ελαφριά, ωραία, ένδοξα, διαφανή, φωτεινά, θερμά και πνευματικά. Και όλα αυτά τα ευλογημένα χαρακτηριστικά τους πρόκειται να αυξάνουν ή να ελαττώνωνται ανάλογα με την πίστι και την αρετή τους, όπως αναφέρει γενικά για τα γνωρίσματα αυτά ο Απόστολος Παύλος στην Α’ προς Κορινθίους κεφ. 15, 42 λέγοντας· «Εκείνο που σπείρεται είναι φθαρτό, εκείνο που ανασταίνεται άφθαρτο. Σπέρνεται άδοξο, ανασταίνεται ένδοξο· σπέρνεται σε κατάστασι αδυναμίας, ανασταίνεται σε κατάστασι δυνάμεως· σπέρνεται σώμα φυσικό, ανασταίνεται σώμα πνευματικό».
Σκέψου, λοιπόν, αδελφέ, πόσο μας αγάπησε ο δεσπότης μας Ιησούς Χριστός ώστε δεν θέλησε να είναι αθάνατος και μακάριος κατά την ψυχή και το σώμα χωρίς εμάς, αλλά θέλησε και τα δικά μας σώματα να θριαμβεύσουν κατά του θανάτου και να ζουν πάλι μαζί μ’ αυτόν για πάντα δοξασμένα και μακάρια· «Διότι, αν πιστεύουμε ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός με τον Ιησού, θα φέρη μαζί του εκείνους που κοιμήθηκαν» (Α’ Θεσσαλ. 4, 14). Επειδή με τον θάνατο και την Ανάστασί του μας έκανε άξιους για μία τέτοια ζωή και μακαριότητα, γενόμενος για χάρι μας πατέρας μας αθάνατος κι εμείς αθάνατα τέκνα του στους αιώνες των αιώνων, σύμφωνα με τον τίτλο που του έδωσε ο προφήτης «Πατήρ του μέλλοντος αιώνος» (Ησ. 9, 6). Μάλιστα, θέλησε να υπηρετήση στην ανάστασί μας· όχι μόνον σαν μισθός δικός μας αλλά και σαν αρχέτυπο· ώστε το σώμα μας όταν αναστηθή, να έχη μεγάλη αναλογία και ομοιότητα συγκρινόμενο με εκείνο το δοξασμένο δικό του σώμα· «Θα μεταμορφώση το ταπεινό μας σώμα, ώστε να λάβη την ίδια μορφή προς το ένδοξο σώμα του» (Φιλιπ. 3, 21). Και όπως ο αισθητός ήλιος όταν στέλνη τις ακτίνες του σ’ ένα καθαρό καθρέφτη, ο καθρέφτης εκείνος γίνεται άλλος ήλιος, έτσι κι ο νοητός Ήλιος, ο Χριστός, στην μέλλουσα ανάστασι στέλνοντας τις ακτίνες του στα αναστημένα σώματά μας, θα τα κάνη να λάμπουν όπως άλλοι ήλιοι όμοιοί του, όπως είναι γραμμένο: «Τότε οι δίκαιοι θα λάμψουν όπως τον ήλιο στην βασιλεία του πατέρα τους» (Ματθ. 13, 43).
Ω θαυμάσιες εφευρέσεις που βρήκε ο γλυκύτατός μας Ιησούς για να μας ευεργετήση! Ω ασύγκριτα χαρίσματα, που μας χάρισε με την Ανάστασί του! Και τι άλλο μεγαλύτερο και θεοπρεπέστερο μπορούσε να μας χαρίση απ’ αυτό που μας χάρισε, δηλαδή το να δοξάση αιώνια με τόση μεγαλοπρέπεια όχι μόνο την ψυχή, αλλά και αυτό το σώμα μας; Έστω, η ψυχή είναι τελικά καθαρό πνεύμα· είναι συγγενές με τους αγγέλους και εικόνα της θεότητας· γι’ αυτό δεν φαίνεται τόσο υπερβολική αγάπη το να πάθη ο Κύριος για να την δοξάση αιώνια. Αλλά τι είδος υπερβολή αγάπης είναι αυτή, το να πάθη τόσο ένας Υιός του Θεού, για ν’ αξιώση μιας αιωνίας δόξας το σώμα μας που είναι χώμα και στάχτη; Που είναι ένα σκεύος γεμάτο από δυσωδία και ακαθαρσία και που απομακρύνθηκε μάλιστα τόσες και τόσες φορές από το θεϊκό του θέλημα με τις κακές του επιθυμίες; Αλήθεια, αν εμείς θέλαμε να καταξεσχίσουμε το σώμα μας με χίλια μαρτύρια για τον Ιησού Χριστό· αν θέλαμε να το καρφώσουμε στον σταυρό για την αγάπη του· ή, το λιγότερο, αν το κρατούσαμε καθαρό από κάθε είδους αμαρτίας και μολυσμό, πάλι δεν άξιζε το σώμα μας ν’ απολαύση στον ουρανό ένα προνόμιο τόσο υψηλό, ώστε να δοξασθή μαζί με το σώμα του Λυτρωτή μας· «Τα παθήματα του παρόντος καιρού δεν έχουν καμμία αξία συγκρινόμενα με την δόξα, που πρόκειται να αποκαλυφθή» (Ρωμ. 8, 18). Και τώρα να απολαύση αυτό το προνόμιο αυτό το σώμα, αφού πρόσβαλε τον Θεό, για να ικανοποιήση τον εαυτό του και αφού μολύνθηκε με τόσες αμαρτίες, μόνο διότι καθαρίστηκε κάπως με την μετάνοια; Αυτό εκπλήττει κάθε νου, αυτό αφήνει άφωνη κάθε γλώσσα.
Ω μακάριες λοιπόν, που είναι οι ελπίδες των χριστιανών, που αναμένουν με βεβαιότητα ν’ απολαύσουν τα σώματά τους μία τέτοια ανάστασι και δόξα! Αυτές οι ελπίδες της αναστάσεως κάνουν σήμερα να χαίρωνται οι προπάτορες και οι προφήτες. Ο Άβελ, που τον σκότωσαν· ο Νώε, που δεν πιστευόταν· αυτός που φιλοξενήθηκε στα ξένα, δηλαδή ο Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ· ο Ιώβ, που λεπρώθηκε· ο Μωυσής που διώχθηκε, ο Ααρών, που συκοφαντήθηκε· ο Ιησούς του Ναυή, που πολεμούσε· ο πεινασμένος Δαυίδ, ο απελπισμένος Ηλίας, ο Ελισσαίος που τον κορόιδευαν, ο Ησαΐας που τον πριόνισαν· ο Ιερεμίας που τον έρριξαν στον λάκκο· ο Μιχαίας που τον ράπισαν, ο Ναβουθαί, που τον λιθοβόλησαν. Αυτές οι ελπίδες κάνουν να ευφραίνωνται οι απόστολοι και οι μάρτυρες ο Ιάκωβος και Παύλος που αποκεφαλίσθηκαν· ο Πέτρος και ο Ανδρέας που σταυρώθηκαν· ο Ιωάννης ο θεολόγος που ήπιε δηλητήριο και ρίχθηκε σε βραστό λάδι· ο Ματθαίος και ο Πολύκαρπος, που πυρπολήθηκαν· οι Γεώργιοι, οι Δημήτριοι, οι Ευστάθιοι και όλοι οι υπόλοιποι· αυτές οι ελπίδες κάνουν σήμερα να χαίρωνται όλοι οι όσιοι και οι ασκητές, που περιπλανήθηκαν σε ερημιές σε όρη και σε σπήλαια ταλαιπωρούμενοι και βασανίζοντας την σάρκα τους με διάφορες κακοπάθειες και όσο περισσότερο βασανίζονταν, τόσο περισσότερο χαίρονταν· γιατί; για να δεχθούν ενδοξότερη ανάστασι· «Δεν δέχθηκαν την σωτηρία, για να επιτύχουν καλλίτερη ανάστασι» (Εβρ. 11, 35).
Αυτές οι μακάριες ελπίδες της αναστάσεώς σου πρέπει να κάνουν και σένα, αδελφέ, να χαίρεσαι στις θλίψεις σου, να πλουτίζης στη φτώχεια σου· να παρηγορήσαι στις ασθένειές σου και να ευφραίνεσαι σε όλες τις δυστυχίες που σου έρχονται· γιατί όσο περισσότερο θλιβείς και κακοπαθήσεις εδώ, τόσο πιο ένδοξη ανάστασι θα δεχθής· «Για να επιτύχουν καλλίτερη ανάστασι». Ώστε, αν τυφλωθής να χαίρεσαι, γιατί αυτά τα μάτια θα λαμπρυνθούν περισσότερο και θα δουν καθαρότερα το φως της τρισήλιου θεότητας· αν μείνης κουλός να χαίρεσαι, γιατί αυτά τα χέρια θα υψώνωνται με περισσότερη παρρησία στον Θεό· αν μείνης κουτσός να χαίρεσαι, γιατί θα χορεύης καλλίτερα στον παράδεισο· αν λεπρωθή όλο σου το σώμα, να χαίρεσαι, γιατί θα αναστηθή ενδοξότερο, λαμπρότερο και ωραιότερο. Αν μετανοής και κλαις για τις αμαρτίες σου, να χαίρεσαι, γιατί με τα δάκρυα αυτά θα πλυθής από κάθε μολυσμό και θα αναστηθής καθαρότερος. Και για ποιο λόγο τότε φρίττεις και τρέμεις τόσο πολύ την μετάνοια; γιατί αποφεύγεις τόσο κάθε είδους πειρασμό και θλίψι, αντί να επιθυμής να έλθουν επάνω σου όλες οι τιμωρίες για να δοκιμασθή τώρα σε αυτές σαν το χρυσάφι και να αναστηθής λαμπρότερος; Και τι νομίζεις; ένας αναμάρτητος Ιησούς ήταν ανάγκη να πάθη τόσα βάσανα, για να μπη στην δόξα, που οφειλόταν στο θεϊκό σώμα του για πολλούς λόγους; «Δεν έπρεπε ο Χριστός να τα πάθη όλα αυτά και να εισέλθη στην δόξα του;» (Λουκ. 14, 26)·και συ θέλεις να μη πάθης τίποτε και να μπης στην ίδια δόξα, αφού έγινες ανάξιος γι’ αυτήν τόσες φορές όσες αμάρτησες;
Βγάλε από τον νου σου αυτή την πλάνη· ανάμεσα από όλο το πλήθος των δικαίων, όπως αναφέρει ο Θεολόγος Ιωάννης στην Αποκάλυψί του, κανένας δεν μπόρεσε να απολαύση τόση ευδαιμονία με άλλον τρόπο, παρά μόνο με την μεγάλη θλίψι· «Αυτοί είναι εκείνοι που έρχονται από την μεγάλη θλίψι» (Αποκ. 9, 14)· και συ επιθυμείς να γίνη για σένα μία καινούργια πόρτα στον Παράδεισο, για να περάσης άκοπα και να χαίρεσαι με την ψυχή και το σώμα όλες τις απολαύσεις του ουρανού, αφού υπηρέτησες τις αισθήσεις σου με όλες τις απολαύσεις της γης; Ανόητος που είσαι! Ένας Παύλος χαιρόταν να συγκοινωνή με τα παθήματα του Χριστού με τα βάσανα και να συμμετέχη στον θάνατό του, για να απολαύση την μελλοντική δόξα της αναστάσεως· «Να βρεθώ ενωμένος μαζί του… συμμετέχοντας στα παθήματά του, συμμετέχοντας στον θάνατό του με την ελπίδα να φθάσω στην ανάστασι των νεκρών» (Φιλιπ. 3, 10) και συ θέλεις να απολαύσης αυτή την δόξα της αναστάσεως τρώγοντας και πίνοντας και χωρίς να δοκιμάσης καμμία θλίψι και δοκιμασία; πλανεμένος που είσαι από τον κόσμο και τον διάβολο! Διότι πρέπει να γνωρίζης ότι όπως ο άνθρωπος είναι διπλός αποτελούμενος από ψυχή και σώμα, έτσι και η ανάστασις είναι διπλή, πρώτη και δεύτερη. Η πρώτη είναι της ψυχής που την ενεργεί η χάρις του αγίου Πνεύματος στην παρούσα ζωή, μέσα από την εργασία τωνεντολών του Χριστού και την κάθαρσι των ψυχικών και σωματικών παθών, για την οποία ανάστασι έχει γραφή στην Αποκάλυψι: «Αυτή είναι η ανάστασις η πρώτη» (Αποκάλ. 20, 5). Η δεύτερη ανάστασις είναι του σώματος που πρόκειται να γίνη στην συντέλεια του κόσμου. Και όποιος αξιωθή από εδώ ν’ αναστηθή κατά την ψυχή, αυτός δεν θα δοκιμάση τον δεύτερο θάνατο, που είναι η κόλασις αλλά θα αναστηθή με το σώμα, για να ζήση και να συμβασιλεύση αιώνια με τον Χριστό, κατά την Αποκάλυψι πάλι· «Μακάριος και άγιος αυτός που συμμετέχει στην πρώτη ανάστασι· επάνω του δεν έχει εξουσία ο δεύτερος θάνατος» (Αποκ. 20, 6). Όποιος όμως δεν αναστηθή από εδώ κατά την ψυχή, αυτός κινδυνεύει όχι να δοξασθή με την ανάστασι του σώματος, αλλά να κολασθή με το σώμα και με την ψυχή. Διότι λέει και ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ότι, όπως ο αληθινός θάνατος δηλαδή η αμαρτία, ο αίτιος του πρώτου και του δευτέρου, δηλαδή του πρόσκαιρου και του παντοτινού θανάτου της ψυχής και του σώματος άρχισε μέσα στον τόπο της ζωής, δηλαδή στον Παράδεισο, έτσι και η αληθινή ζωή, που είναι η αρετή και η ένωσις με τον Θεό, πρέπει να αρχίση από τον τόπο του θανάτου, δηλαδή από την παρούσα ζωή. Και όποιος αυτή την ζωή δεν φροντίσει να την αποκτήση από εδώ, αυτός ας μη απατά τον εαυτό του με κενές ελπίδες ότι θα την αποκτήση εκεί· «Ώστε και η πραγματική ζωή, η πρόξενη της αθάνατης και της πραγματικής ζωής έχει την αρχή της σ’ αυτόν τον τόπο του θανάτου και όποιος δέν φροντίζει να την αποκτήση εδώ στην ψυχή του, ας μη απατά τον εαυτό του με κενές ελπίδες ότι θα την λάβη εκεί» (Λόγος εις την Ξένην).
Πρέπει να ντραπής αδελφέ, για την άγνοια, που είχες γύρω από αυτές τις αλήθειες και γιατί νόμισες ότι θ’ απολαύσης την μέλλουσα δόξα της αναστάσεως χωρίς θλίψεις και βάσανα· γι’ αυτό μη αφήσης τον εαυτό σου να πλανηθή άλλο. Αποφάσισε από τώρα και μπρος να υπομένης θεληματικά κάθε κόπο για την αρετή· να υπομένης ευχάριστα και κάθε ακούσιο πειρασμό για την ελπίδα της μελλοντικής αναστάσεως που σε προσμένει. Όπως ο γεωργός για την ελπίδα των καρπών υπομένει κόπους, χιόνια, βροχές, χειμώνες και καλοκαίρια· και ο πραγματευτής για το κέρδος τρέχει πάνω – κάτω μέσα από ξηρά και θάλασσα· και ο στρατιώτης για την ελπίδα της νίκης δεν σκέπτεται καθόλου τον πόλεμο· και ο ασθενής για την ελπίδα της υγείας πίνει με χαρά τα πικρά φάρμακα. Και επειδή ο Κύριος είναι η ανάστασις και η ζωή· «Όποιος πιστεύει σε μένα, κι αν πεθάνη, θα ζήση» (Ιω. 11, 25)· γι’ αυτό παρακάλεσέ τον να τυπώση μέσα στην καρδιά σου αυτόν τον λογισμό· “Εγώ θα αναστηθώ οπωσδήποτε και θα συνδοξασθώ μαζί με τον Ιησού, πρέπει, λοιπόν, να ετοιμάζομαι“· ώστε με αυτόν τον λογισμό και την ελπίδα να καθαρίζης τις αισθήσεις και όλα τα μέλη σου από κάθε είδος μολυσμού και αμαρτίας, όπως είναι γραμμένα «Όποιος έχει αυτήν την ελπίδα σ’ αυτόν, αγνίζεται, όπως εκείνος είναι αγνός» (Α’ Ιω. 3, 3)· και έτσι ενεργώντας, θα ετοιμασθής από εδώ με μία ζωή καθαρή, αγία και άξια, για να δεχθής έμπρακτα τέτοιες εξαίρετες επαγγελίες κατά τόν καιρό εκείνο· δηλαδή για να αναστηθής όχι σε ανάστασι κρίσεως, όπως πρόκειται να αναστηθούν οι αμαρτωλοί, αλλά σε ανάστασι ζωής, όπως πρόκειται να αναστηθούν οι δίκαιοι· «Εκείνοι που έκαναν το καλό θα αναστηθούν για ζωή, ενώ εκείνοι που έκαναν το κακό θα αναστηθούν για την καταδίκη» (Ιω. 5, 29).
Πηγή: («ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ» ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Έκδοσις Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2008), Η άλλη όψη
2. Πάσχα του Κυρίου, Πάσχα, και πάλι θα πω Πάσχα, προς τιμή της Αγίας Τριάδας. Αυτή είναι η γιορτή των γιορτών και το πανηγύρι των πανηγυριών, που ξεπερνά τόσο πολύ όλες τις άλλες, όχι μόνο τις ανθρώπινες και από τα κάτω προερχόμενες, αλλά ακόμη και τις γιορτές του ίδιου του Χριστού και αυτές που τελούνται προς τιμήν Του, όσο ξεπερνά ο ήλιος τους αστέρες…
Σήμερα αυτήν την Ανάσταση γιορτάζουμε, όχι πια ως κάτι που ελπίζουμε, αλλ’ ήδη ως γεγονός, που συνάζει κοντά της όλον τον κόσμο. Ο καθένας λοιπόν ας προσφέρει ως καρπό κάτι διαφορετικό τον καιρό αυτό, και ας φέρει δώρο γιορτινό, ή μικρό ή μεγάλο, απ’ όσα είναι πνευματικά κι αγαπητά στο Θεό, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Γιατί, δώρο αντάξιο προς τη γιορτή, μόλις και μετά βίας θα μπορούσαν να πετύχουν και οι άγγελοι, οι πρώτοι νοεροί και καθαροί, και επόπτες και μάρτυρες της θεϊκής δόξας, έστω κι αν είναι εφικτό σ’ αυτούς κάθε είδος υμνολογίας.
Εμείς θα προσφέρουμε λόγο, το πιο ωραίο και πολύτιμο απ’ όσα αγαθά έχουμε υμνώντας το Λόγο και μ’ άλλον τρόπο, για την ευεργεσία του προς τους ανθρώπους. Θ’ αρχίσω δε από το σημείο αυτό. Γιατί δεν ανέχομαι να προσφέρω θυσία τους λόγους, για το μεγάλο θύμα και τη μέγιστη ημέρα και να μην ανατρέξω προς το Θεό και να ξεκινήσω από κει. Καθαρίστε προς χάρη μου και το νου και την ακοή και τη διάνοια, όσοι εντρυφάτε στα τέτοια πράγματα (επειδή για το Θεό και θεϊκός είναι ο λόγος), ώστε να φύγετε, αφού εντρυφήσετε πράγματι σ’ αυτά που δεν τελειώνουν ποτέ…
17…Γιατί αν κι είναι καλός ο νέος ζυγός και το φορτίο ελαφρό, όπως ακούς στο Ευαγγέλιο, όμως εξαιτίας της ελπίδας και της ανταπόδοσης της άλλης ζωής το λέει, που είναι αυτή η ανταπόδοση πολύ πιο πλουσιοπάροχη απ’ την κακοπάθεια της εδώ ζωής. Επειδή αλλιώς ποιός δε θα’ λεγε, ότι το Ευαγγέλιο είναι πολύ κοπιαστικότερο και δυσκολότερο απ’ τις διατάξεις του νόμου; Διότι ο νόμος απαγορεύει τη διάπραξη των αμαρτημάτων, ενώ εμείς κατηγορούμαστε και για τις αιτίες τους σχεδόν σαν να τα είχαμε διαπράξει. «Δεν θα μοιχεύσεις», λέει ο νόμος. Ενώ εσύ πρέπει ούτε και να επιθυμήσεις, αναφλέγοντας το πάθος από το περίεργο και πονηρό βλέμμα. «Δεν θα φονεύσεις», λέει εκείνος. Συ δε όχι μόνο δεν πρέπει να ανταποδώσεις το κτύπημα, αλλά ν’ αφήσεις και τον εαυτό σου στη διάθεση αυτού που κτυπά.
Πόσο είναι πιο φιλοσοφημένα από εκείνα! «Δεν θα παραβείς τους όρκους σου», λέει εκείνος. Συ δε δεν θα πρέπει ούτε και να ορκιστείς καθόλου, ούτε λίγο ούτε πολύ, κι αυτό γιατί την επιορκία την γεννάει ο όρκος. «Δεν θα ενώσεις άλλο σπίτι με το σπίτι σου και άλλο χωράφι με το χωράφι σου, καταπιέζοντας τον φτωχό», λέει εκείνος ο νόμος. Συ όμως παίρνεις την εντολή να κάνεις πέρα, με προθυμία, κι από αυτά που απέκτησες δίκαια, και να μείνεις γυμνός για χάρη των φτωχών, έτσι ώστε ανάλαφρα να σηκώνεις το σταυρό και ν’ αποκτήσεις πλούτο εκεί που δεν βλέπονται.
23. Θα γίνουμε δε μέτοχοι του Πάσχα, τώρα μεν τυπικά ακόμη, και, αν είναι το παλαιό, ακόμη πιο ανεπίσημα (διότι το νομικό Πάσχα, τολμώ να το πω, ήταν πιο αμυδρός τύπος του τύπου). Ύστερα δε από λίγο τελειότερα και καθαρότερα, όταν θα το πίνει καινούργιο μαζί μας ο Λόγος στη βασιλεία του πατρός, αποκαλύπτοντας και διδάσκοντάς μας όσα τώρα φανέρωσε με μέτρο.
Διότι είναι καινούργιο πάντοτε αυτό που τώ ρα γίνεται γνωστό. Ποιά δε είναι η πόση και η απόλαυση, εμείς μεν πρέπει να το μάθουμε, εκείνος δε να το διδάξει και να ανακοινώσει το λόγο στους μαθητές του. Γιατί η διδασκαλία είναι τροφή και γι’ αυτόν που τρέφει. Αλλά εμπρός κι εμείς ας γίνουμε μέτοχοι του νόμου με τον τρόπο που λέει το Ευαγγέλιο, δηλ. πνευματικά και όχι κατά γράμμα. Με τρόπο τέλειο και όχι ατελή. Αιώνιο και όχι πρόσκαιρο.
Ας κάνουμε πρωτεύουσά μας, όχι την κάτω Ιερουσαλήμ, αλλά την ουράνια Μητρόπολη. Όχι αυτήν που καταπατείται τώρα από στρατόπεδα, αλλ ‘ αυτήν που δοξάζεται από τους αγγέλους. Ας θυσιάσουμε, όχι νέα μοσχάρια, ούτε αρνιά «που έχουν κέρατα και νύχια», στα οποία υπάρχει κατά μεγάλος μέρος νέκρα και αναισθησία. Αλλά ας προσφέρουμε στο Θεό θυσία ευχαριστίας στο ουράνιο θυσιαστήριο μαζί με τις αγγελικές χοροστασίες.
Ας διασχίσουμε το πρώτο καταπέτασμα, ας προσέλθουμε στο δεύτερο, ας πλησιάσουμε με σεβασμό στα ’για των Αγίων. Θα πω το μεγαλύτερο, ας προσφέρουμε θυσία στο Θεό τους εαυτούς μας. Μάλλον ας προσφέρουμε θυσία την κάθε μέρα μας και την κάθε μας κίνηση. Ας δεχόμαστε τα πάντα για χάρη του Λόγου, ας μιμούμεθα το πάθος Του με τα πάθη μας, ας τιμάμε το αίμα Του με το αίμα μας, ας ανερχόμαστε στο σταυρό με προθυμία. Είναι γλυκά τα καρφιά, κι ας είναι πολύ οδυνηρά. Γιατί το να πάσχουμε μαζί με το Χριστό και για χάρη του Χριστού είναι προτιμότερο απ’ την τρυφή με άλλους.
[…] 24. Αν είσαι Σίμων Κυρηναίος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάστηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ’ την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. ’σε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ’ το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα.
Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ’ αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, πού ‘πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα.
Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ’ τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ’ αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ’ αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. Αν κατεβαίνει στον ’δη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση Του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;
28. Τώρα δε είμαστε αναγκασμένοι ν’ ανακεφαλαιώσουμε το λόγο ως εξής: Δημιουργηθήκαμε, για να ευεργετηθούμε. Ευεργετηθήκαμε, επειδή δημιουργηθήκαμε. Μας δόθηκε ο Παράδεισος, για να ευτυχήσουμε. Λάβαμε εντολή, για να ευδοκιμήσουμε με τη διαφύλαξή της, όχι γιατί ο Θεός αγνοούσε αυτό που θα γινόταν, αλλά γιατί νομοθετούσε το αυτεξούσιο.
Απατηθήκαμε, γιατί μας φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε την εντολή. Είμαστε αναγκασμένοι σε νηστεία, γιατί δε νηστεύσαμε, καθώς εξουσιασθήκαμε απ’ το δένδρο της γνώσης. Γιατί ήταν παλιά η εντολή και σύγχρονη με μας, σαν κάποια διαπαιδαγώγηση της ψυχής και σωφρονισμό απ’ τις απολαύσεις. Τη λάβαμε εύλογα, για να απολαύσουμε με την τήρησή της αυτό που χάσαμε με τη μη διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεό που σαρκώθηκε και πέθανε, για να ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, για να καθαρισθούμε. Αναστηθήκαμε μαζί Του, επειδή μαζί Του και νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, επειδή συναναστηθήκαμε.
29. Είναι πολλά μεν λοιπόν τα θαύματα της τότε εποχής: Θεός που σταυρώνεται, ήλιος που σκοτίζεται και πάλι ανατέλλει (γιατί έπρεπε και τα κτίσματα να συμπάσχουν με τον Κτίστη). Καταπέτασμα που σχίζεται, αίμα και νερό που χύνεται απ’ την πλευρά (το μεν αίμα, γιατί ήταν άνθρωπος, το δε νερό γιατί ήταν πάνω απ’ τον άνθρωπο). Γη, που σείεται, πέτρες που σχίζονται για χάρη της πέτρας (που είναι ο Χριστός), νεκροί που ανασταίνονται, ως επιβεβαίωση της τελευταίας και κοινής αναστάσεως. Τα σημεία δε στον τάφο, τα μετά τον τάφο, ποιος θα μπορούσε επάξια να τα υμνήσει; Τίποτε δε δεν υπάρχει σαν το θαύμα της σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αίματος αναπλάθουν τον κόσμο όλο και γίνονται σαν χυμός γάλακτος για όλους τους ανθρώπους, που συνδέουν και συνάγουν εμάς σε μια ενότητα.
30. Αλλ ‘ ω Πάσχα, το μέγα και ιερό, που καθαρίζεις τον κόσμο όλο! Γιατί θα σου μιλήσω σαν κάτι έμψυχο. Ω Λόγε Θεού και φως και ζωή και σοφία και δύναμη! Γιατί χαίρομαι μ’ όλα σου τα ονόματα! Ω γέννημα κι ορμή και σφραγίδα του μεγάλου νου! Ω Λόγε που νοείσαι κι άνθρωπε που φαίνεσαι, ο οποίος φέρεις τα πάντα προσδεδεμένα στο λόγο της δυνάμεώς σου! Τώρα μεν ας δεχθείς το λόγο αυτό, όχι ως απαρχή, αλλ ‘ ως συμπλήρωση ίσως της δικιάς μας καρποφορίας, ευχαριστία το ίδιο κι ικεσία, για να μην κακοπάθουμε εμείς τίποτε περισσότερο πέρα απ’ τους αναγκαίους κόπους κι ιερούς πόνους για τις εντολές σου, με τους οποίους ζήσαμε μέχρι τώρα.
Κι ας σταματήσεις την εναντίον μας τυραννία του σώματος (βλέπεις, Κύριε, πόσο μεγάλη είναι και πόσο μας λυγίζει), ή την κρίση σου, αν θέλαμε να καθαρισθούμε από σένα. Αν δε τερματίσουμε άξια με τον πόθο μας και γίνουμε δεκτοί στις ουράνιες σκηνές, αμέσως κι εδώ θα σου προσφέρουμε θυσίες δεκτές στο άγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα και Λόγε και Πνεύμα άγιο. Γιατί σε σένα αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
«Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος,
εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991, σελ. 47-51»
Απόδοση στη νεοελληνική Πρωτοπρ. Γωργίου Δορμπαράκη
Πηγή: Αποστολική Διακονία, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Κατηχητικός λόγος του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου σχετικά με τη σημασία της θυσίας του Ιησού Χριστού, για την ζωή του ανθρώπου.
Πηγή: (από το βιβλίο «Σταυροαναστάσιμα», έκδοσις Ι.Μ. Αγίου Συμεών Νέου Θεολόγου), Χριστιανική Φοιτητική Δράση, Η άλλη όψη
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
(Ματθ. 27, 62- 28, 10)
«Την δε επομένην ημέραν, μετά την Παρασκευήν, συνεκεντρώθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι εις τον Πιλάτον και του είπαν· Κύριε, ενεθυμήθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν, όταν ακόμη εζούσε, μετά τρεις ημέρας θα αναστηθώ. Δώσε λοιπόν διαταγήν να ασφαλισθή ο τάφος έως την τρίτην ημέραν, μήπως έλθουν οι μαθηταί Του και τον κλέψουν και ειπούν εις τον λαόν ότι ανεστήθη από τους νεκρούς, οπότε η τελευταία αυτή απάτη θα είναι χειροτέρα από την πρώτη»
Παντού η πλάνη συγκρούεται με τον εαυτό της και άθελά της συνηγορεί υπέρ της αληθείας. Πρόσεξε όμως. Έπρεπε να πιστευθή ότι απέθανεν, ότι ετάφη και ότι ανέστη. Και όλα αυτά γίνονται από τους εχθρούς. Κύτταξε λοιπόν ότι τα λόγια αυτά βεβαιώνουν όλα αυτά. «Ενεθυμήθημεν», λέγει, «ότι εκείνος ο πλάνος είπεν ενώ ακόμη εζούσεν»· άρα απέθανεν· «Ότι μετά από τρεις ημέρας θα αναστηθώ. Δώσε λοιπόν διαταγήν να σφραγισθή ο τάφος»· άρα ετάφη· «Μήπως έλθουν οι μαθηταί του και τον κλέψουν». Άρα, εάν ο τάφος σφραγισθή δε θα γίνη καμμία απάτη. Δεν έγινε λοιπόν. Επομένως η απόδειξις της αναστάσεως, με όσα επροτείνατε σεις, έγινεν αναντίρρητος. Διότι αφού εσφραγίσθη, δεν συνέβη καμμία απάτη. Εάν δε δεν έγινε καμμία απάτη, ευρέθη όμως κενός ο τάφος, είναι φανερόν ότι ανέστη σαφώς και αναντιρρήτως.
Είδες ότι και χωρίς να το θέλουν υποστηρίζουν την απόδειξιν της αληθείας; Συ δε κάνε μου την χάριν να προσέξης την φιλαλήθειαν των μαθητών· ότι δεν αποκρύπτουν τίποτε από όσα λέγουν οι εχθροί, και όταν ακόμη λέγουν πράγματα υβριστικά. Να που τον ονομάζουν και πλάνον και αυτοί δεν το αποσιωπούν. Αυτά δε δείχνουν και την σκληρότητα εκείνων, αφού ούτε με τον θάνατον απέβαλαν την οργήν, και αυτών την απλότητα και φιλαλήθειαν.
Αξίζει δε να αναζητήσωμεν και τούτο, που είπεν ότι «μετά τρεις ημέρας θα αναστηθώ;» Διότι δεν θα το εύρη κανείς πουθενά να λέγεται τόσον σαφώς, εκτός από το παράδειγμα του Ιωνά. Ώστε λοιπόν εγνώριζαν αυτά που έλεγαν και ηθελημένως τα παραποιούσαν. Τι απαντά δε ο Πιλάτος; «Έχετε φρουράν, ασφαλίσατέ τον όπως γνωρίζετε. Και τον ησφάλησαν σφραγίσαντες τον λίθον μαζί με την φρουράν». Διατί αφήνει μόνους τους στρατιώτας να τον σφραγίσουν; Διότι, επειδή είχε μάθει τα σχετικά με Αυτόν, δεν ήθελε πλέον να συμπράξη με αυτούς. Αλλά διά να απαλλαγή από αυτά ανέχεται και τούτο και λέγει· Σφραγίσατέ τον όπως θέλετε σεις, διά να μη ημπορήτε να κατηγορήτε άλλους. Διότι εάν τον εσφράγιζαν μόνοι οι στρατιώται, θα ημπορούσαν να ειπούν (αν και θα ήσαν απίθανα και ψευδή όσα θα έλεγαν, αλλ’ όμως, όπως εις τα άλλα έδειχναν αναισχυντίαν, έτσι θα ημπορούσαν να ειπούν και εις την περίπτωσιν αυτήν), ότι οι στρατιώται επιτρέψαντες να κλαπή το σώμα, έδωσαν το δικαίωμα εις τους μαθητάς να πλάσουν το κήρυγμα της αναστάσεως. Τώρα όμως που οι ίδιοι εσφράγισαν τον τάφον, ούτε αυτό ημπορούν να ειπούν.
Είδες πώς πασχίζουν άθελά τους υπέρ της αληθείας; Διότι αυτοί προσήλθαν εις τον Πιλάτον, αυτοί εζήτησαν να ασφαλισθή ο τάφος, αυτοί τον εσφράγισαν μαζί με την φρουράν, ώστε να είναι κατήγοροι και ελεγκταί των εαυτών των. Αν και πότε θα ημπορούσαν να τον κλέψουν; Το Σάββατον; Και με ποίον τρόπον, αφού ούτε να εξέλθουν ήτο δυνατόν; Εάν πάλιν παρέβαιναν τον νόμον, πώς θα ετόλμων να εξέλθουν αυτοί οι τόσον δειλοί; Πώς ακόμη θα ημπορούσαν να πείσουν το πλήθος; Τί θα έλεγαν; Τί θα έκαναν; Με ποίαν διάθεσιν θα ετάσσοντο με το μέρος του νεκρού; Ποίαν επί τέλους αντιμισθίαν θα επερίμεναν; Ποίαν ανταμοιβήν; Ενώ ακόμη ήτο ζωντανός, και μόνον όταν τον είδαν να συλλαμβάνεται, έφυγαν. Και θα ωμιλούσαν με θάρρος μετά τον θάνατόν Του υπέρ Αυτού εάν δεν είχεν αναστηθή;
Και πώς θα ημπορούσαν αυτά να δικαιολογηθούν; Διότι ότι ούτε εσκέφθησαν ούτε ημπορούσαν να πλάσουν μίαν ανάστασιν η οποία δεν έγινεν, είναι φανερόν από τα εξής: Πολλά τους είχεν ειπεί και συνεχώς τους έλεγε περί της αναστάσεως, όπως είπαν και αυτοί οι ίδιοι ότι «μετά τρεις ημέρας θα αναστηθώ». Εάν όμως δεν ανίστατο, είναι ολοφάνερον ότι, επειδή αυτοί είχαν απατηθή και είχαν παρασυρθή εξ αιτίας Του εις πόλεμον προς ολόκληρον το έθνος, και είχαν μείνει χωρίς οικογένειαν και χωρίς πατρίδα, θα τον απεστρέφοντο και δεν θα ήθελαν να του προσδώσουν τοιαύτην δόξαν, καθόσον είχαν απατηθή και είχαν περιέλθει εις έσχατον κίνδυνον δι΄ Αυτόν.
Ότι δε δεν θα ημπορούσαν, εάν η ανάστασις δεν ήτο αληθινή, να την πλάσουν, αυτό δεν χρειάζεται ούτε απόδειξιν. Διότι εις τι θα εβασίζοντο; Εις την δεινότητα των λόγων; Αλλ’ αυτοί ήσαν πιο αμαθείς από όλους. Μήπως εις τα πολλά τους χρήματα; Αλλ’ αυτοί δεν είχαν ούτε ράβδον ούτε υποδήματα. Μήπως εις την ευγενή καταγωγήν των; Αλλ’ αυτοί ήσαν άσημοι και κατήγοντο από ασήμους γονείς. Μήπως εις την μεγάλην πατρίδα των; Αλλά κατήγοντο από ασήμαντα χωριά. Μήπως εις τον μεγάλον αριθμόν των; Αλλά δεν ήσαν περισσότεροι από ένδεκα και αυτοί μάλιστα διεσπαρμένοι. Μήπως εις τας υποσχέσεις του Διδασκάλου των; Ποίας; Διότι εάν δεν ανίστατο, ούτε εκείναι θα ήσαν δι’ αυτούς αξιόπιστοι.
Πώς δε θα υπέφεραν τον μαινόμενον όχλον; Διότι εάν ο κορυφαίος από αυτούς δεν άντεξε τον λόγον της θυρωρού που ήτο γυναίκα, όλοι δε οι υπόλοιποι όταν τον είδαν δεμένον διεσκορπίσθησαν, πώς θα διενοούντο να τρέξουν εις τα πέρατα της οικουμένης και να σπείρουν το φανταστικόν κήρυγμα της αναστάσεως; Διότι, εάν ο μεν πρώτος δεν αντέστη εις την απειλήν της γυναικός, οι δε άλλοι ούτε εις την θέαν της δεσμεύσεως, πώς ημπορούσαν να αντισταθούν εις βασιλείς και άρχοντας και πλήθη, όπου υπήρχαν ξίφη και τηγάνια και κάμινοι και μυρίου είδους θανατώσεως καθημερινώς, εάν δεν εδέχοντο την δύναμιν και την τόνωσιν του αναστάντος; Τόσα και τοιούτου είδους θαύματα είχαν γίνει και τίποτε από αυτά δεν εσεβάσθησαν οι Ιουδαίοι, αλλά εσταύρωσαν Αυτόν που τα έκαμεν· και θα έλεγαν εις αυτούς απλώς να πιστεύσουν εις την ανάστασιν; Δεν είναι δυνατά αυτά, δεν είναι· αλλά μόνον η δύναμις του αναστάντος τα έκαμεν.
Κάνε μου δε την χάριν να προσέξης την καταγέλαστον απάτην των. «Ενεθημήθημεν», λέγει, «ότι εκείνος ο πλάνος είπεν όταν ακόμη εζούσεν, ότι μετά από τρεις ημέρας θα αναστηθώ». Και εφ’ όσον ήτο πλάνος και εκαυχάτο ψευδώς, διατί εφοβήθητε και τρέχετε τριγύρω και δείχνετε τόσην βιασύνην; Φοβούμεθα, λέγει, μήπως Τον κλέψουν οι μαθηταί και εξαπατήσουν τα πλήθη. Αν και βεβαίως απεδείχθη ότι ο φόβος των αυτός δεν είχε κανένα λόγον, αλλά η κακία είναι πράγμα φιλόνεικον και αναιδές και επιχειρεί και τα παράλογα. Έτσι παρακαλούν να ασφαλισθή ο τάφος επί τρεις ημέρας, ωσάν να ηγωνίζοντο περί αποφάσεων, και θέλοντες να δείξουν ότι και πριν από αυτό ότι είναι πλάνος, δι’ αυτό επεκτείνουν την κακίαν των μέχρι του τάφου.
Διά τούτο ακριβώς ανεστήθη ενωρίτερα, διά να μη λέγουν ότι διεψεύσθη και ότι εκλάπη. Διότι αυτό μεν, το να αναστηθή ενωρίτερα, δεν επέτρεπε κατηγορίαν, ενώ το να αναστηθή βραδύτερον, ήτο γεμάτον υποψίας. Διότι, εάν δεν ανίστατο τότε, όταν εκάθηντο αυτοί εκεί και εφύλασσαν τον τάφον, αλλά όταν θα ανεχώρουν μετά τρεις ημέρας, θα είχαν κάτι να ισχυρισθούν και να αντείπουν, έστω και ανοήτως. Δι’ αυτό λοιπόν τους επρόλαβε. Διότι έπρεπε καθώς εκάθηντο κοντά εις τον τάφον και τον εφύλασσαν να γίνη η ανάστασις. Επίσης έπρεπε να γίνη εντός των τριών ημερών, διότι εάν εγίνετο όταν παρήρχοντο αυταί και ανεχώρουν, θα εθεωρείτο ύποπτον το πράγμα. Δι’ αυτό και επέτρεψε να σφραγίσουν τον τάφον όπως ήθελαν και στρατιώται εφύλασσαν.
Και δεν τους έμελε που έκαναν αυτά εις ημέραν Σαββάτου και ότι ειργάζοντο, αλλά μόνον εις ένα πράγμα απέβλεπαν, την πονηρίαν των, πώς δηλαδή θα επικρατήσουν με αυτήν, πράγμα το οποίον ήτο δείγμα εσχάτης μωρίας και φόβου ο οποίος τους ετάρασσε δυνατά. Διότι αυτοί οι οποίοι Τον συνέλαβαν ζωντανόν, τον εφοβούντο νεκρόν. Αν και, εάν ήτο απλός άνθρωπος, έπρεπε να έχουν θάρρος. Αλλά διά να μάθουν ότι και όταν ήτο ζωντανός με την θέλησίν Του έπαθε αυτά τα οποία έπαθεν, ετοποθετήθη και η σφραγίς και ο λίθος και η φρουρά, και δεν ημπόρεσαν να τον κρατήσουν. Με όλα αυτά ένα πράγμα μόνον επιτυγχάνεται, να γίνη γνωστή δημοσία η ταφή και έτσι να πιστευθή η ανάστασις. Διότι και στρατιώται εφύλασσαν και οι Ιουδαίοι εκάθηντο πλησίον.
«Αργά δε το Σάββατον, μόλις ήρχισε να φωτίζη η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, ήλθεν η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία διά να ιδούν τον τάφον. Και τότε έγινε μεγάλος σεισμός, διότι ένας άγγελος του Κυρίου κατέβη από τον ουρανόν και αφού επλησίασεν απεκύλισε τον λίθον από την θύραν του μνήματος και εκάθητο επάνω εις αυτόν. Το πρόσωπόν του δε ήτο ωσάν αστραπή και το ένδυμά του λευκόν ωσάν το χιόνι». Μετά την ανάστασιν ήλθεν ο άγγελος. Διατί λοιπόν ήλθε και εσήκωσε τον λίθον; Διά τας γυναίκας. Διότι αυταί τον είδαν τότε εις τον τάφον. Διά να πιστεύσουν λοιπόν ότι ανεστήθη, βλέπουν τον τάφον να είναι άδειος από το σώμα. Δι’ αυτό εσήκωσε τον λίθον, δι’ αυτό έγινε και σεισμός, διά να ξυπνήσουν και να σηκωθούν. Διότι είχαν έλθει διά να βάλουν έλαιον και αυτά εγίνοντο κατά την διάρκειαν της νυκτός και ήτο φυσικόν μερικαί να έχουν αποκοιμηθή.
Και ένεκα τίνος και διατί λέγει· «Μη φοβείσθε εσείς»; Πρώτα τας απαλλάσει από τον φόβον και έπειτα ομιλεί περί της αναστάσεως. Και το «εσείς» περιέχει πολύ μεγάλην τιμήν και δείχνει ότι η εσχάτη τιμωρία αναμένει εκείνους που διέπραξαν όσα απετόλμησαν, εάν δεν μετανοήσουν. Λέγει δηλαδή, δεν πρέπει σεις να φοβήσθε, αλλά εκείνοι που Τον εσταύρωσαν.
Αφού τας απήλλαξε λοιπόν από τον φόβον, και με τα λόγια και με την εμφάνισίν του (διότι και η εμφάνισίς του ήτο χαρωπή, εφ΄ όσον έφερε τέτοιαν χαρμόσυνον αγγελίαν), επρόσθεσε λέγων «γνωρίζω ότι ζητείτε τον Ιησούν τον εσταυρωμένον». Και δεν εντρέπεται να Τον αποκαλή εσταυρωμένον, διότι αυτό ήτο η απαρχή των αγαθών. «Ανέστη». Από πού είναι φανερόν; «όπως είπεν». Ώστε και αν δυσπιστήτε εις εμέ, λέγει, θυμηθείτε τα λόγια Εκείνου και έτσι ούτε εις εμέ, θα δυσπιστήσετε.
Έπειτα ακολουθεί και άλλη απόδειξις· «Ελάτε να ιδήτε τον τόπον όπου ευρίσκετο». Δι’ αυτό εσήκωσε τον λίθον, ώστε και από αυτό να πάρουν αυταί απόδειξιν. «Και να ειπήτε εις τους μαθητάς, ότι θα τον ιδήτε εις την Γαλιλαίαν». Και με άλλα τας προετοιμάζει να διαδώσουν το χαρμόσυνον μήνυμα, πράγμα το οποίον τας κάνει να πιστεύσουν καλύτερα. Και καλώς είπεν «εις την Γαλιλαίαν», απαλλάσσων από ενοχλήσεις και κινδύνους, ώστε να μη παρεμποδίση ο φόβος την πίστιν των.
«Και εβγήκαν από το μνήμα με φόβον και με χαράν». Διατί άραγε; Διότι είδαν καταπληκτικόν και παράδοξον πράγμα, κενόν τον τάφον, όπου προηγουμένως τον είχαν ιδεί να τοποθετήται. Δι’ αυτό και τας ωδήγησε να ιδούν, διά να γίνουν μάρτυρες και των δύο, και του ενταφιασμού και της αναστάσεως. Διότι κατενόουν ότι κανείς δεν ημπορούσε να Τον πάρη, αφού εφύλασσαν τόσοι στρατιώται, εάν δεν ανέστησεν ο ίδιος τον εαυτόν Του. Δι’ αυτό και χαίρονται και απορούν και αμοίβονται για την τόσην παραμονήν των, με το να ιδούν πρώται και να διακηρύξουν όχι μόνον όσα ελέχθησαν, αλλά και όσα ωράθησαν.
Όταν λοιπόν εξήλθαν με φόβον και χαράν «τας συνήντησεν ο Ιησούς και είπε· χαίρεται. Αυταί δε έπιασαν τα πόδια Του». Και αφού έτρεξαν πλησίον του με μεγάλην χαράν, έλαβαν και διά της αφής απόδειξιν και διαβεβαίωσιν της αναστάσεως. «Και τον επροσκύνησαν». Τι τους λέγει δε Εκείνος; «Μη φοβάσθε». Και αυτός δηλαδή εκδιώκει τον φόβον των και προετοιμάζει την οδόν διά την πίστιν. «Αλλά πηγαίνετε και να ειπήτε εις τους αδελφούς μου να αναχωρήσουν εις την Γαλιλαίαν· και εκεί θα με ιδούν». Πρόσεξε ότι και Αυτός διά μέσου αυτών κηρύσσει εις τους μαθητάς το χαρμόσυνον άγγελμα, πράγμα το οποίον ανέφερα πολλές φορές, τιμών και αναθέτων χρηστάς ελπίδας εις το γένος, που κατ’ εξοχήν είχε περιφρονηθή και θεραπεύων το ασθενές φύλον.
Μήπως κανείς από σας θα ήθελε να ευρίσκετο εις την θέσιν των και να κρατήση τα πόδια του Ιησού; Ημπορείτε και τώρα όσοι θέλετε, όχι μόνον τα πόδια και τα χέρια, αλλά ακόμη και την ιεράν εκείνην κεφαλήν να αγκαλιάσετε, συμμετέχοντες εις τα φρικτά μυστήρια με καθαράν συνείδησιν. Και όχι μόνον εδώ, αλλά και κατ’ εκείνην την ημέραν θα τον ιδήτε να έρχεται με την απερίγραπτον εκείνην δόξαν και με το πλήθος των αγγέλων, εάν θελήσετε να γίνετε φιλάνθρωποι. Και θα ακούσετε όχι μόνον τα λόγια αυτά, όπως το «χαίρετε», αλλά και τα άλλα· «Ελάτε οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήσατε την βασιλείαν η οποία είναι ητοιμασμένη προς χάριν σας από τον καιρόν της δημιουργίας» (Ματθ. 25, 34).
Γίνετε λοιπόν φιλάνθρωποι, διά να ακούσετε αυτά και σεις αι χρυσοφορεμέναι γυναίκες, αι οποίαι είδατε την διαδρομήν των γυναικών αυτών, αφού αποβάλετε έστω και καθυστερημένα την αρρώστιαν της επιθυμίας των χρυσαφικών. Εις τρόπον ώστε, εάν θαυμάζετε τας γυναίκας, να αντικαταστήσετε τα κοσμήματα που φορείτε με την ελεημοσύνην. Ειπέ μου, ποιον είναι το όφελος αυτών των πολυτίμων λίθων και των χρυσοκεντήτων ενδυμάτων; Χαίρεται μ’ αυτά, ισχυρίζεται, η ψυχή και ευφραίνεται.
Εγώ σε ερώτησα ποιον είναι το κέρδος· ενώ συ μου ανέφερες την ζημίαν. Διότι δεν υπάρχει χειρότερον πράγμα από το να ασχολήσθε με αυτά και να χαίρεσθε και να προσηλώνεσθε εις αυτά. Μάλιστα η φοβερά αυτή δουλεία γίνεται ακόμη πιο οδυνηρά, όταν κανείς, ενώ καθίσταται δούλος, χαίρεται. Διότι διά ποίον από τα πνευματικά πράγματα θα ενδιαφερθή ποτέ όπως πρέπει και πότε θα περιγελάση όπως αξίζει τα βιωτικά πράγματα, αυτή η οποία νομίζει ότι είναι άξιον χαράς το να είναι δεμένη με χρυσόν; Διότι αυτός που μένει εις το δεσμωτήριον και ευχαριστείται, ποτέ δεν θα θελήση να απαλλαγή, όπως και αυτή εδώ. Αλλ’ επειδή έχει γίνει αιχμάλωτος αυτής της κακής επιθυμίας, δεν ανέχεται ούτε φωνήν πνευματικήν να ακούση με όσην χρειάζεται επιθυμίαν και προθυμίαν, από φόβον μήπως αλλάξη ασχολίαν.
Ειπέ μου λοιπόν ποιον είναι το κέρδος αυτών των κοσμημάτων και αυτής της μωρίας; Ευχαριστούμαι, λέγει. Πάλιν όμως μου ανέφερες την ζημίαν και την καταστροφήν. Αλλά απολαμβάνω και πολλάς τιμάς, λέγει, από εκείνους που με βλέπουν. Και τι σημαίνει αυτό; Διότι αυτό είναι άλλη αιτία διαφθοράς, όταν ωθή εις αλαζονείαν και εις ανοησίαν. Έλα λοιπόν, αφού εσύ δεν ανέφερες το κέρδος, ανέξου εμένα να σου διηγηθώ τας ζημίας.
Ποίαι λοιπόν είναι αι ζημίαι που προκύπτουν από αυτά; η φροντίς, η οποία είναι μεγαλυτέρα από την ευχαρίστησιν. Δι’ αυτό, πολλοί από εκείνους που βλέπουν, με αυτά τα παχύτερα ευχαριστιούνται περισσότερον, παρά συ η οποία τα φορείς. Διότι συ καλλωπίζεσαι με φροντίδα, ενώ εκείνοι χωρίς αυτήν δίνουν τροφήν εις τους οφθαλμούς των. Άλλη πάλιν ζημία είναι ότι ταπεινώνεται η ψυχή και συκοφαντείται από παντού. Διότι όσαι είναι κοντά, πληγωθείσαι οπλίζονται εναντίον των ανδρών των και σου ανάπτουν φοβερούς πολέμους. Μαζί με αυτά ζημία είναι και το ότι δαπανάς όλον τον ελεύθερον χρόνον σου και όλας τας φροντίδας σου προς τον σκοπόν αυτόν, ότι δεν επιδίδεσαι πάρα πολύ εις τα πνευματικά κατορθώματα, ότι γεμίζεις από αλαζονείαν και ανοησίαν και ματαιοδοξίαν, ότι προσηλώνεσαι εις την γην και μαδιέσαι, και αντί να είσαι αετός, γίνεσαι σκύλος και χοίρος. Διότι έπαψες να βλέπης προς τον ουρανόν και να πετάς και όπως οι χοίροι κυττάζεις κάτω, περιεργαζομένη μέταλλα και κοιλώματα και κάμνουσα την ψυχήν σου άνανδρον και ανελευθέραν.
Αλλά περιφέρεσαι εμφανιζομένη εις όσους ευρίσκονται εις την αγοράν; Δι’ αυτό ακριβώς δεν έπρεπε να χρυσοφορής, διά να μη γίνεσαι δημόσιον θέαμα και ανοίγης τα στόματα πολλών φιλοκατηγόρων. Διότι κανείς από όσους συναναστρέφεσαι δεν σε θαυμάζει, αλλά σε κοροϊδεύουν ως φιλάρεσκον, ως αλαζόνα, ως γυναίκα αισθησιακήν. Και εις την εκκλησίαν εάν εισέλθης, θα εξέλθης χωρίς να λάβης τίποτε, εκτός από άπειρα σκώμματα και κακολογίας και κατάρας, όχι μόνον από εκείνους που σε βλέπουν, αλλά και από τον προφήτην. Διότι αμέσως μόλις σε ιδή ο μεγαλοφωνότατος προφήτης Ησαΐας θα φωνάξη «Τα εξής λέγει ο Κύριος εις τας θυγατέρας της Σιών αι οποίαι άρχουν· επειδή βαδίζουν με τεντωμένον τον τράχηλον και με νεύματα των οφθαλμών, και κατά το βάδισμα των ποδιών των σύρουν τους χιτώνας των και συγχρόνως παίζουν με τα πόδια των· θα ξεσκεπάση ο Κύριος τον διάκοσμόν των και αντί της ευχαρίστου οσμής θα γίνη σκόνη, θα τας ζώση δε με σχοινί αντί ζώνης» (Ησ. 3, 16, 17 και 24).
Αυτά απειλούνται εναντίον σου, εξ αιτίας τουκαλλωπισμού. Διότι δεν ελέχθησαν μόνον εναντίον εκείνων αυτά, αλλά προς κάθε γυναίκαν η οποία τας μιμείται. Και ο Παύλος όμως μαζί με εκείνον εμφανίζεται κατήγορος λέγων εις τον Τιμόθεον να συστήση εις τας γυναίκας «να στολίζωνται όχι με πλέξιμο των μαλλιών, ή με χρυσά κοσμήματα ή μαργαριτάρια ή με πολυτελή φορέματα» (Α’ Τιμ. 2, 9). Ώστε παντού η πολυτελής εμφάνησις είναι βλαβερά, ιδιαιτέρως μάλιστα όταν εισέρχεσαι εις την εκκλησίαν, όταν περνάς μέσα από τους πτωχούς. Διότι εάν επιθυμούσες να κατηγορήσης τον εαυτόν σου πάρα πολύ, δεν θα εχρησιμοποιούσες άλλην εμφάνισιν, παρά αυτό το προσωπείον της σκληρότητος και της απανθρωπίας.
Σκέψου λοιπόν πόσας πεινασμένας κοιλίας προσπερνάς με αυτήν την περιβολήν, πόσα γυμνωμένα σώματα με αυτήν την σατανικήν εμφάνισιν. Σκέψου πόσον καλύτερον είναι να διατρέφης πεινασμένας ψυχάς, παρά να διατρυπάς το κάτω μέρος των αυτιών σου και να κρεμάς τας τροφάς μυρίων πτωχών αλόγιστα και μάταια! Μήπως ο πλούτος αποτελεί εγκώμιον; Μήπως το να φορής χρυσοκέντητα είναι έπαινος; Ακόμη και αν προήρχοντο αυτά που φορείς από τιμίους κόπους, και πάλιν θα ήτο πολύ μεγάλη κατηγορία αυτό που κάμνεις. Όταν μάλιστα προέρχωνται από αδικίαν, φαντάσου πόσον περισσότερον.
Αλλά αγαπάς τους επαίνους και την δόξαν; Βγάλε λοιπόν αυτήν την γελοίαν αμφίεσιν και τότε θα σε θαυμάσουν όλοι· τότε και δόξαν θα απολαύσης και καθαράν ευχαρίστησιν, ακριβώς όπως τώρα είσαι γεμάτη από σκώμματα, δημιουργούσα από αυτά εις βάρος σου πολλάς αφορμάς στενοχωρίας. Διότι εάν κάποιο από αυτά πέση, σκέψου πόσα κακά δημιουργούνται από αυτό. Πόσαι υπηρέτριαι θα μαστιγωθούν, πόσοι άνδρες θα ενοχληθούν, πόσοι θα οδηγηθούν εις τα δικαστήρια, πόσοι θα κλεισθούν εις την φυλακήν. Και δικαστήρια εξ αιτίας αυτού, και προσαγωγαί εις δίκην και μύριαι από παντού κατάραι και κατηγορίαι, της γυναικός από τον άνδρα, του ανδρός από τους φίλους, της ψυχής από τον εαυτόν της.
Ας υποθέσωμεν όμως ότι δεν χάνονται. Αν και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολον, αλλά και να ακόμη διασωθούν διά παντός, και όταν διασώζωνται πάλιν προκαλούν πολλήν μέριμναν και φροντίδα και δυσαρέσκειαν, και κέρδος κανένα. Διότι ποίον έσοδον γίνεται από αυτά εις την οικίαν; Ποίον όφελος εις αυτήν που τα φορεί; Όφελος βέβαια κανένα, αλλά πολλή ακαταστασία και κατηγορία από παντού. Πώς θα ημπορέσης να φιλήσης και να κρατήσης τα πόδια του Χριστού, έτσι όπως είσαι στολισμένη; Αυτόν τον στολισμόν Εκείνος τον αποστρέφεται. Δι’ αυτό κατεδέχθη να γεννηθή εις την οικίαν του μαραγκού, ή μάλλον ούτε εις εκείνην την οικίαν, αλλά εις καλύβην και φάτνην.
Πώς λοιπόν θα δυνηθής να Τον ιδής, χωρίς να έχης ωραιότητα η οποία του είναι ποθητή, χωρίς να φορής στολισμόν αξιαγάπητον εις Αυτόν, αλλά μισητόν; Διότι εκείνος που Τον πλησιάζει δεν πρέπει να καλλωπίζεται με τέτοια ιμάτια, αλλά να ενδύεται με αρετήν. Σκέψου τι είναι επί τέλους αυτό το χρυσάφι. Τίποτε άλλο παρά χώμα και στάχτη. Βάλε νερό και θα γίνη πηλός. Σκέψου και δοκίμασε εντροπήν διότι κάνεις τον πηλόν κύριον και αφήνεις τα πάντα και κάθεσαι κοντά του και τον φορείς παντού και τον περιφέρεις και όταν ακόμη εισέρχεσαι εις την εκκλησίαν, όπου προ παντός έπρεπε να τον αποφεύγης. Διότι η εκκλησία δεν εκτίσθη δι’ αυτό, διά να επιδεικνύης εις αυτήν τον πλούτον αυτόν, αλλά τον πνευματικόν πλούτον.
Συ όμως καλλωπίζεις τον εαυτόν σου από κάθε άποψιν μιμουμένη τας γυναίκας του θεάτρου και φορείς με αφθονίαν αυτά τα καταγέλαστα φρύγανα, ωσάν να εισέρχεσαι εις πομπήν. Ακριβώς δι’ αυτό εις πολλούς προκαλείται καταστροφή, και όταν τελειώση η εκκλησία, εις τας οικίας, εις τα τραπέζια, θα ακούση κανείς αυτά να διηγούνται οι περισσότεροι. Διότι αντί να συζητούν ότι αυτό και αυτό είπεν ο προφήτης και ο Απόστολος, σχολιάζουν την πολυτέλειαν των ενδυμάτων, το μέγεθος των πολυτίμων λίθων και όλην την άλλην ασχημοσύνην εκείνων που φορούν αυτά.
Αυτά και σας κάνουν αδρανείς προς την ελεημοσύνην, και εκείνους που κατοικούν μαζί σας. Διότι καμμία από σας δεν θα επροτιμούσεν εύκολα να σπάση κάποιο από τα χρυσαφικά αυτά και να θρέψη ένα πεινασμένον. Όταν δε κι η ιδία θα επροτιμούσες να ευρεθής εις στενοχωρίαν, παρά να ιδής αυτά να θραύωνται εις δύο, πώς θα ημπορούσες να θρέψης άλλον με αυτά; Διότι αι περισσότεραι διάκεινται προς αυτά ως προς έμψυχα και όχι κατώτερα από ό,τι προς τα παιδιά των.
Μακρυά από εδώ κάτι τέτοιο, λέγει. Δείξατέ το μου λοιπόν αυτό, δείξετέ το με τα έργα, διότι τώρα τουλάχιστον βλέπω τα αντίθετα. Διότι ποίος ποτέ από εκείνους που έχουν κυριευθή πάρα πολύ από αυτό το πάθος, έλυωσεν αυτά διά να γλυτώση από τον θάνατον την ψυχήν ενός παιδιού; Και διατί λέγω παιδιού; Ποίος εξηγόρασε με αυτά την ιδικήν του ψυχήν όταν εχάνετο; Αντιθέτως μάλιστα οι περισσότεροι καθημερινώς την πωλούν εξ αιτίας αυτών. Και εάν μεν τους εύρη σωματική ασθένεια κάνουν τα πάντα. Όταν όμως βλέπουν την ψυχήν να διαφθείρεται, δεν κάνουν τίποτε τέτοιο, αλλά παραμελούν και τους απογόνους και την ψυχήν των, μόνον και μόνον διά να παραμένουν αυτά δια μέσου του χρόνου. Και συ μεν φορείς μυρίων ταλάντων χρυσαφικά, ενώ το μέλος του Χριστού δεν έχει ούτε την απόλαυσιν της αναγκαίας τροφής. Αλλ’ ο μεν κοινός όλων Δεσπότης, και του ουρανού, και αυτών που ευρίσκονται εις τους ουρανούς, προσέφερε και την πνευματικήν τράπεζαν εις όλους εξ ίσου· ενώ συ δεν προσφέρεις εις Αυτόν ούτε αυτά που καταστρέφονται, διά να μείνης δεμένη συνεχώς με τας φοβεράς αυτάς αλυσίδας.
Από εδώ προέρχονται τα μύρια κακά. Από εδώ προέρχονται αι πορνείαι των ανδρών, όταν αντί να τους προετοιμάζετε να υπομένουν, τους εκπαιδεύετε να χαίρωνται με αυτά, με τα οποία στολίζονται αι γυναίκες που πορνεύονται. Δι’ αυτό και νικώνται γρήγορα. Διότι εάν τον εξεπαίδευες αυτά μεν να τα παραβλέπη, να χαίρεται δε με την σωφροσύνην, την ευλάβειαν, την ταπεινοφροσύνην, δεν θα εσκλαβώνετο εύκολα από τα πτερά της πορνείας. Διότι έτσι ημπορεί να στολισθή η πόρνη και ακόμη περισσότερον· με εκείνα όμως όχι πια. Συνήθεσέ τον λοιπόν να χαίρεται με αυτόν τον στολισμόν, τον οποίον δεν ημπορεί να τον εύρη εις την πόρνην. Πώς δε θα τον οδηγήσης εις αυτήν την συνήθειαν; Εάν αφαιρέσης αυτόν τον στολισμόν και φορέσης εκείνον. Έτσι και ο άνδρας θα βρίσκεται εν ασφαλεία και συ θα εκτιμάσαι και ο Θεός θα σας λυπηθή και όλοι οι άνθρωποι θα σας θαυμάζουν και τα μελλοντικά αγαθά θα επιτύχετε, με την χάριν και φιλανθρωπίαν του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, εις τον οποίον ανήκει η δόξα και η δύναμις αιωνίως. Αμήν.
Πηγή: Η άλλη όψη
1.-. Ἐκεῖνος πού χθές, μέσα στήν ἄπειρη συγκατάβασί Του, δέν ἐκαλοῦσε νά τόν βοηθήσουν οἱ λεγεῶνες τῶν Ἀγγέλων, λέγοντας στόν Πέτρο, ὅτι εἶναι στό χέρι μου νά παρατάξω τώρα ἀμέσως, περισσότερες ἀπό δώδεκα λεγεῶνες Ἀγγέλων (Ματθ. κστ´ 53), σήμερα κατέρχεται μέ τόν θάνατό Του κατά τοῦ ἅδου καί τοῦ θανάτου, τοῦ τυράννου, ὅπως ταιριάζει σέ Θεό καί Κυρίαρχο, ἐπί κεφαλῆς τῶν ἀθανάτων καί ἀσωμάτων στρατευμάτων καί τῶν ἀοράτων ταγμάτων, ὄχι μέ δώδεκα μόνο λεγεῶνες, ἀλλά μέ μύριες μυριάδες καί χίλιες χιλιάδες Ἀγγέλων, Ἀρχαγγέλων, Ἐξουσιῶν, Θρόνων, Ἐξαπτερύγων, Πολυομμάτων, οὐρανίων ταγμάτων, τά ὁποῖα, ὡς Βασιλέα καί Κύριό τους, προπέμπουν, δορυφοροῦν καί τιμοῦν τόν Χριστό. Ὄχι, ὅτι συμμαχοῦν καί συμπολεμοῦν μαζί Του. Ὄχι, ποτέ! Γιατί ἀπό ποιά συμμαχία ἔχει ἀνάγκη ὁ παντοδύναμος Χριστός; Τόν συνοδεύουν γιατί χρωστοῦν πάντοτε καί ποθοῦν νά εἶναι κοντά στόν Θεό τους.
Οἱ ἀγγελικές δυνάμεις ἔτρεχαν σάν δορυφόροι ὁπλῖτες, ὡπλισμένοι μέ ξίφη καί σάν ἀστραπόμορφοι κεραυνοβόλοι, ὡπλισμένοι μέ τούς θεϊκούς καί παντοδύναμους κεραυνούς τοῦ Βασιλέως των, οἱ ὁποῖοι πρόφθαιναν μέ πολύ ζῆλο καί ξεπερνοῦσαν ὁ ἕνας τόν ἄλλο στή γρηγοράδα, ὑπακούοντας στό θεϊκό μόνο νεῦμα καί κάνοντας ἔργο καί πρᾶξι τή διαταγή καί στεφανωμένοι μέ τό στέφανο τῆς νίκης κατά τῆς παρατάξεως τῶν ἐχθρῶν καί τυράννων. Γι᾿ αὐτό καί κατέρχονται στά ὑποχθόνια δεσμωτήρια τῶν πανάρχαιων νεκρῶν, πού ἦταν μέσα στήν καρδιά τοῦ Ἅδη καί βαθύτερα ἀπ᾿ ὅλη τή γῆ, γιά νά βγάλουν ἀπό ἐκεῖ μέσα τούς ἁλυσοδεμένους καί ἀπό αἰῶνες τώρα κεκοιμημένους.
2.-. Μόλις δέ φάνηκε στά κλεισμένα ἀπ᾿ ὅλες τίς πόρτες, τά ἀνήλια καί κατασκότεινα δεσμωτήρια, στά ὑπόγεια καί τά σπήλαια τοῦ Ἅδη ἡ θεϊκή καί λαμπρή παρουσία τοῦ Κυρίου, προβαίνει ἐμπρός ἀπ᾿ ὅλους ὁ ἀρχιστράτηγος Γαβριήλ, ἐπειδή εἶχε συνηθίσει νά φέρνη χαρᾶς εὐαγγέλια στούς ἀνθρώπους, καί μέ φωνή δυνατή, ἀρχαγγελικώτατη, ἔντονη καί λιονταρίσια φωνάζει πρός τίς ἀντίπαλες δυνάμεις: «ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν». Καί μαζί του φωνάζει ὁ Μιχαήλ: «γκρεμισθῆτε προαιώνιες πύλες». Ἔπειτα οἱ Δυνάμεις συμπληρώνουν: «κάνετε πέρα παράνομοι θυρωροί». Οἱ δέ Ἐξουσίες διατάζουν μέ ἐξουσία: «Σπᾶτε ἄλυτες ἁλυσίδες». Κι᾿ ἕνας ἄλλος Ἀρχάγγελος προσθέτει: «Αἶσχος σέ σᾶς, ἀνάλγητοι τύραννοι».
Καί καθώς συμβαίνει ὅταν παρουσιασθῆ μιά φοβερή, ἀήτητη καί παντοδύναμη βασιλική στρατιωτική παράταξι, φρίκη μαζί καί τρόπος καί ταραχή καί ὀδυνηρός φόβος κυριεύει τούς ἐχθρούς τοῦ ἀκαταγώνιστου Στρατηγοῦ, τό ἴδιο ἔγινε ξαφνικά, μόλις παρουσιάσθηκε τόσο παράδοξα ὁ Χριστός στά καταχθόνια τοῦ Ἅδη. Ἀπό ἐπάνω μιά δυνατή ἀστραπή ἐτύφλωνε τά πρόσωπα τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων τοῦ Ἅδη καί ταυτόχρονα ἀκούονταν βροντερές στρατιωτικές φωνές πού διέταζαν: «Ἄρατε πύλας, ὄχι ἀνοίξετε, ἀλλά ξερριζῶστε τις ἀπό τά θεμέλια, βγάλτε τις τελείως ἀπό τόν τόπο τους, ὥστε νά μή μποροῦν πιά νά ξανακλείσουν. Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, ὄχι γιατί δέν μπορεῖ νά τίς ἀνοίξη ὁ Κύριός μας, πού ὅταν θέλη, διατάζει καί μπαίνει μέ κλεισμένες τίς πόρτες, ἀλλά σᾶς διατάζει, σάν δραπέτες δούλους, νά σηκώσετε καί νά μεταφέρετε αὐτές τίς προαιώνιες πύλες. Γιά τοῦτο καί δέν διατάζει τούς ὄχλους σας, ἀλλά σᾶς πού παρουσιάζεσθε σάν ἀρχηγοί τους: ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν» (Ψαλμ. κγ´ 7-10).
Ἀπό τώρα καί ἔπειτα δέν θά εἶσθε πιά ἄρχοντες κανενός, παρ᾿ ὅλο πού κάκιστα κυριαρχήσατε πάνω στούς μέχρι τώρα κεκοιμημένους. Οὔτε αὐτῶν θά εἶσθε πλέον ἄρχοντες, οὔτε ἄλλων, οὔτε τῶν ἑαυτῶν σας ἀκόμη. Ἄρατε πύλας, γιατί ἦρθε ὁ Χριστός, ἡ οὐράνια θύρα. Ἀνοίξετε δρόμο σ᾿ Αὐτόν πού ἔβαλε τό πόδι Του στή φυλακή τοῦ Ἅδη. Τό ὄνομά του εἶναι Κύριος καί ὁ Κύριος ἔχει τό δικαίωμα καί τή δύναμι νά περάση τίς πύλες τοῦ θανάτου. Γιατί τή μέν εἴσοδο τοῦ θανάτου τή φτιάξατε σεῖς, Αὐτός δέ ἦρθε γιά νά ἐπιτύχη τό πέρασμά της. Γι᾿ αὐτό ἀνοίξετε γρήγορα καί μήν ἀργοπορῆτε. Ἀνοίξετε καί κάνετε γρήγορα. Ἀνοίξετε καί μήν ἀναβάλλετε. Ἄν νομίζετε πῶς θά σᾶς περιμένουμε, κάνετε λάθος. Θά διατάξουμε τίς ἴδιες τίς πύλες νά ἀνοίξουν αὐτομάτως καί χωρίς νά βάλουμε χέρι: Ἀνοῖξτε πύλες αἰώνιες!
3.-. Καί μόλις οἱ ἀγγελικές δυνάμεις ἐβόησαν, τήν ἴδια στιγμή ἄνοιξαν οἱ πύλες! Τήν ἴδια στιγμή ἔσπασαν οἱ ἁλυσίδες καί οἱ μοχλοί. Ἔπεσαν τά κλειδιά καί συγκλονίσθηκαν τά θεμέλια τῆς φυλακῆς. Οἱ ἐχθρικές δυνάμεις ἐτράπησαν σέ ἄτακτη φυγή, ὁ ἕνας ἔσπρωχνε τόν ἄλλο, ἄλλος μπερδευόταν στά πόδια τοῦ ἄλλου καί καθένας φώναζε στό διπλανό του νά φεύγη γρήγορα. Ἔφριξαν, συγκλονίσθηκαν, τά ἔχασαν, ἐταράχθηκαν, ἄλλαξε τό χρῶμα τους, φοβήθηκαν, στάθηκαν καί ἀπόρησαν, ἀπόρησαν καί τρόμαξαν. Ὁ ἕνας ἔμεινε μέ ἀνοιχτό στόμα. Ἄλλος ἔκρυψε τό πρόσωπο μέσα στά γόνατά του. Ἄλλος ἔπεσε κάτω, παγωμένος ἀπό τό φόβο. Ἄλλος στάθηκε ἀκίνητος, σάν νεκρός. Ἄλλος κυριεύθηκε ἀπό δέος καί ἄλλος ἔτρεξε νά σωθῆ σέ βαθύτερο μέρος.
4.-. Τήν ὥρα αὐτή ὁ Χριστός ἀπεκεφάλισε τούς σαστισμένους τυράννους. Τότε χαλάρωσαν τά χαλινάρια τους καί ρωτοῦσαν: «Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης; Ποιός εἶναι αὐτός πού ἦρθε ἐδῶ, κάνοντας τόσα παράδοξα πράγματα; Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης, πού κατορθώνει τώρα στόν Ἅδη, αὐτά πού δέν ἔγιναν ποτέ; Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης, πού βγάζει ἀπό ἐδῶ τούς προαιώνιους φυλακισμένους; Ποιός εἶναι αὐτός πού διέλυσε καί κατέλυσε τό ἀήτητο κράτος καί τό θράσος μας; »
Σ᾿ αὐτούς ἀπαντοῦσαν οἱ δυνάμεις τοῦ Κυρίου καί τούς ἔλεγαν: «Θέλετε νά μάθετε ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης; Εἶναι ὁ Κύριος, ὁ κραταιός καί δυνατός, ὁ Κύριος, ὁ δυνατός καί πανίσχυρος στόν πόλεμο. Εἶναι ἐκεῖνος, ἐλεεινοί καί παράνομοι τύραννοι, πού σᾶς ἐξόρισε καί σᾶς ἔρριξε κάτω ἀπό τίς οὐράνιες ἀψίδες. Εἶναι αὐτός πού συνέτριψε μέσα στά νερά τοῦ Ἰορδάνη τίς κεφαλές τῶν δρακόντων σας. Εἶναι ἐκεῖνος πού ἐπάνω στό Σταυρό του σᾶς ἔκανε θέατρο, σᾶς διεπόμπευσε καί σᾶς ἀφαίρεσε κάθε δύναμι. Εἶναι αὐτός πού σᾶς ἔδεσε καί σᾶς ἔρριξε στό ζόφο καί στήν ἄβυσσο. Αὐτός εἶναι πού θά σᾶς ἐξοντώση τελειωτικά μέσα στήν αἰώνια φωτιά καί τή γέεννα. Μήν ἀργῆτε, μήν περιμένετε, ἀλλά τρέξετε γρήγορα καί βγάλετε τούς φυλακισμένους, τούς ὁποίους μέχρι τώρα κακῶς ἔχετε καταπιῆ. Ἀπό ἐδῶ κι᾿ ἐμπρός καταλύεται τό κράτος σας. Καταργεῖται ἡ τυραννική ἐξουσία σας. Ἡ ἀλαζονεία σας καταπατήθηκε οἰκτρά. Ἡ ὑπερήφανη καύχησί σας ξεκουρελιάσθηκε. ἡ δύναμί σας ἔσβησε καί χάθηκε γιά πάντα»
5.-. Αὐτά φώναζαν οἱ νικήτριες δυνάμεις τοῦ Κυρίου στίς δυνάμεις τοῦ Ἐχθροῦ καί συγχρόνως ἐνεργοῦσαν μέ βιασύνη. Ἄλλοι γκρέμιζαν τήν φυλακή ἀπό τά θεμέλια της. Ἄλλοι καταδίωκαν τούς ἐχθρούς πού ἔφευγαν γιά νά σωθοῦν στά βαθύτερα μέρη. Ἄλλοι ἔτρεχαν καί ἐρευνοῦσαν τά ὑπόγεια, τά φρούρια καί τά σπήλαια. Καί ὅλοι, ἀπό διάφορες κατευθύνσεις καθένας, ἔφερναν τούς δεσμῶτες ἐμπρός στόν Κύριο. Ἄλλοι ἔδεναν τόν τύραννο, ἐνῶ ἄλλοι ἀπελευθέρωναν τούς προαιώνιους δεσμῶτες. Καί ἄλλοι μέν ἔτρεχαν μπροστά ἀπό τόν Κύριο, καθώς προχωροῦσε βαθύτερα. Ἄλλοι δέ τόν ἀκουλουθοῦσαν νικηφόροι, ὡς Θεόν καί Βασιλέα.
6.-. Ἐνῶ λοιπόν αὐτά διεδραματίζοντο καί ἐλέγοντο στόν Ἅδη καί ἐσείοντο τά πάντα, ὁ δέ Κύριος ἐπλησίαζε νά φθάση στά πιό ἔσχατα βάθη, ὁ Ἀδάμ ὁ πρωτοδημιούργητος καί πρωτόπλαστος καί πρωτόθνητος πού βρισκόταν δεμένος γερά καί βαθύτερα ἀπό ὅλους, ἄκουσε τά βήματα τοῦ Κυρίου, πού ἐρχόταν στούς φυλακισμένους καί ἀμέσως ἀνεγνώρισε τήν φωνή Του, καθώς ἐπερπατοῦσε μέσα στή φυλακή. Στράφηκε τότε πρός ὅλους τούς ἐπί αἰῶνες συγκρατουμένους του καί τούς φώναξε: Ὦ φίλοι μου! Ἀκούω νά πλησιάζη σ᾿ ἐμᾶς ὁ ἦχος τῶν βημάτων Κάποιου. Ἐάν πραγματικά μᾶς ἀξίωσε νά ἔρθη ἕως ἐδῶ, τότε εἴμαστε ἐλεύθεροι! Ἐάν τόν ἰδοῦμε ἀνάμεσά μας, σωθήκαμε ἀπό τόν Ἅδη!
7.-. Καί τήν ὥρα πού ὁ Ἀδάμ ἔλεγε αὐτά πρός τούς συγκαταδίκους του, εἰσέρχεται ὁ Κύριος, κρατῶντας τό νικηφόρο ὅπλο τοῦ Σταυροῦ. Μόλις τόν ἀντίκρυσε ὁ Ἀδάμ, χτύπησε τό στῆθος ἀπό τήν χαρούμενη ἔκπληξι καί φώναξε πρός ὅλους τούς ἐπί αίῶνες κεκοιμημένους: «ὁ Κύριός μου ἄς εἶναι μαζί μέ ὅλους»! Καί ὁ Χριστός ἀπάντησε στόν Ἀδάμ: «Καί μετά τοῦ πνεύματός σου».
Ὕστερα τόν πιάνει ἀπό τό χέρι, τόν σηκώνει ἐπάνω καί τοῦ λέει: «Σήκω σύ πού κοιμᾶσαι καί ἀνάστα ἀπό τούς νεκρούς, γιατί σέ καταφωτίζει ὁ Χριστός! (Ἐφεσ. 5, 14). Ἐγώ ὁ Θεός, πού γιά χάρι σου ἔγινα υἱός σου, ἔχοντας δικούς μου πλέον καί σένα καί τούς ἀπογόνους σου, μέ τήν θεϊκή ἐξουσία μου δίνω ἐλευθερία καί λέω στούς φυλακισμένους: ἐξέλθετε. Σ᾿ αὐτούς πού κείτονται στό σκοτάδι: ξεσκεπασθῆτε. Καί σ᾿ ἐκείνους πού εἶναι πεσμένοι κάτω: σηκωθῆτε!
Σένα, Ἀδάμ, σέ προστάζω: σήκω ἀπό τόν αἰώνιο ὕπνο σου. Δέν σέ ἔπλασα, γιά νά μένης φυλακισμένος τόν Ἅδη. Ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν, γιατί ἐγώ εἶμαι ἡ ζωή τῶν θνητῶν. Σήκω ἐπάνω, πλάσμα δικό μου, σήκω ἐπάνω σύ πού εἶσαι ἡ μορφή μου, πού σέ δημιούργησα κατ᾿ εἰκόνα μου.Σήκω νά φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Γιατί σύ εἶσαι μέσα σέ μένα καί ἐγώ μέσα σέ σένα! Γιά σένα ὁ Κύριος ἔλαβε τή δική σου μορφή τοῦ δούλου. Γιά δική σου χάρι, ἐγώ πού βρίσκομαι ψηλότερα ἀπό τούς οὐρανούς, κατέβηκα στή γῆ καί πιό κάτω ἀπό τή γῆ. Γιά σένα τόν ἄνθρωπο ἔγινα σάν ἕνας ἀνυπεράσπιστος ἄνθρωπος, βρέθηκα χωρισμένος κι᾿ ἐγώ ἀπό τή ζωή, ἀνάμεσα σ᾿ ὅλους τούς ἄλλους νεκρούς (Ψαλμ. 87, 5). Γιά σένα πού βγῆκες μέσα ἀπό τόν κῆπο τοῦ παραδείσου, μέσα σέ κῆπο παραδόθηκα στούς Ἰουδαίους καί μέσα σέ κῆπο ἐσταυρώθηκα (Ἰωάν. 19, 41).
Κύτταξε στό πρόσωπό μου τά φτυσίματα, πού καταδέχθηκα πρός χάριν σου, γιά νά σέ ἀποκαταστήσω στήν παλαιά σου δόξα, πού εἶχα δώσει μέ τό ἐμφύσημά μου (Γεν. 2, 7). Κύτταξε στά μάγουλά μου τά ραπίσματα, πού καταδέχθηκα, γιά νά ἐπανορθώσω τήν διεστραμμένη μορφή σου καί νά τήν φέρω στήν ὄψι πού εἶχε σάν εἰκόνα μου. Κύτταξε στή ράχη μου τή μαστίγωσι πού καταδέχθηκα, γιά νά διασκορπίσω τό φορτίο τῶν ἁμαρτημάτων σου. Κύτταξε τά καρφωμένα χέρια μου, πού τά ἅπλωσα καλῶς ἀπάνω στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιά νά συχωρεθῆς σύ πού ἅπλωσες κακῶς τό χέρι σου στό ἀπαγορευμένο δένδρο. Κύτταξε τά πόδια μου πού καρφώθηκαν καί τρυπήθηκαν στό Σταυρό, γιά νά ἐξαγνισθοῦν τά δικά σου πόδια πού ἔτρεξαν κακῶς στό δένδρο τῆς ἁμαρτίας.
Τήν ἕκτη ἡμέρα βγῆκε εἰς βάρος σου τότε ἡ καταδικαστική ἀπόφασις. Γι᾿ αὐτό πάλι τήν ἕκτη ἡμέρα σέ ἀναπλάττω καί ἀνοίγω τόν παράδεισο. Πρός χάριν σου γεύθηκα τήν χολή, γιά νά σοῦ θεραπεύσω τήν πικρή ἡδονή πού γεύθηκες ἀπό ἐκεῖνον τόν γλυκό καρπό. Γεύθηκα τό ξύδι, γιά νά βγάλω ἀπό τή ζωή σου τό δριμύ καί ἔξω ἀπό τή φύσι σου ποτῆρι τοῦ θανάτου. Δέχθηκα τόν σπόγγο, γιά νά σβήσω τό κατάστιχο τῶν ἁμαρτιῶν σου. Δέχθηκα τό καλάμι, γιά νά ὑπογράψω τήν ἀπελευθέρωσι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὕπνωσα στόν Σταυρό καί τρυπήθηκα στήν πλευρά μου, γιά σένα πού ὕπνωσα στόν παράδεισο καί ἔβγαλα ἀπό τήν πλευρά σου τήν Εὔα. Ἡ πληγωμένη πλευρά μου ἐθεράπευσε τόν πόνο τῆς πλευρᾶς σου. Ὁ δικός μου ὕπνος θά σέ βγάλη ἀπό τόν ὕπνο σου μέσα στόν Ἅδη. Ἡ ρομφαία πού χτύπησε ἐμένα, σταμάτησε τή ρομφαία πού στρεφόταν ἐναντίον σου (Γεν. 3, 24).
Σήκω, λοιπόν. Ἄς φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Τότε σέ ἐξώρισα ἀπό τόν γήϊνο παράδεισο. Τώρα σέ ἀποκαθιστῶ, ὄχι πλέον σ᾿ ἐκεῖνον τόν παράδεισο, ἀλλά σέ οὐράνιο θρόνο. Τότε σ᾿ ἐμπόδισα νά φᾶς ἀπό τό ξύλο τῆς ζωῆς (Γεν. 3, 22). Νά ὅμως τώρα πού ἑνώθηκα πλήρως μέ σένα, ἐγώ πού εἶμαι ἡ ἴδια ἡ ζωή. Ἔταξα τά Χερουβίμ νά σέ φρουροῦν σάν δοῦλο. Τώρα ὁδηγῶ τά Σεραφίμ νά σέ προσκυνήσουν σά Θεό. Κρύφθηκες τότε μπροστά στόν Θεό, ἐπειδή ἤσουν γυμνός. Νά ὅμως πού ἀξιώθηκες νά κρύψης μέσα σου γυμνό τόν ἴδιο τόν Θεό. Γι᾿ αὐτό σηκωθῆτε, ἄς φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Ἀπό τήν φθορά στήν ἀφθαρσία. Ἀπό τό σκοτάδι στό αἰώνιο φῶς. Ἀπό τήν ὀδύνη στήν ἐλευθερία. Ἀπό τή φυλακή τοῦ Ἅδη στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Ἀπό τά δεσμά στήν ἄνεσι. Ἀπό τή σκλαβιά στήν τρυφή τοῦ Παραδείσου. Ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό.
8.-. Γι᾿ αὐτό τόν σκοπό ὁ Χριστός ἀπέθανε καί ἀνέστη: γιά νά γίνη Κύριος καί νεκρῶν καί ζώντων (Ρωμ. 14, 9). Σηκωθῆτε, λοιπόν. Ἄς φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Ὁ οὐράνιος Πατέρας περιμένει μέ λαχτάρα τό χαμένο πρόβατο. Τά ἐνενῆντα ἐννέα πρόβατα τῶν ἀγγέλων (Ματθ. 18, 12) περιμένουν τόν σύνδουλό τους Ἀδάμ, πότε θά ἀναστηθῆ, πότε θά ἀνέλθη καί θά ἐπανέλθη πρός τόν Θεό. Ὁ χερουβικός θρόνος εἶναι ἕτοιμος. Αὐτοί πού θά σᾶς ἀνεβάσουν εἶναι γρήγοροι καί βιάζονται. Ὁ νυμφικός θάλαμος ἔχει προετοιμασθῆ. Τό μεγάλο ἑορταστικό δεῖπνο εἶναι στρωμένο (Ἀποκ. 19, 9, Λουκ. 14, 16). Τά θησαυροφυλάκια τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἄνοιξαν. Ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἔχει ἑτοιμασθῆ «ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. 25, 34). Ἀγαθά πού μάτια δέν τά εἶδαν καί αὐτιά δέν τά ἄκουσαν περιμένουν τόν ἄνθρωπο (Α´ Κορ 2, 9).
Αὐτά καί ἄλλα παρόμοια εἶπεν ὁ Κύριος. Καί ἀμέσως ἀνασταίνεται μαζί Του ὁ ἑνωμένος σ᾿ αὐτόν Ἀδάμ καί μαζί τους καί ἡ Εὔα. Ἀκόμη δέ καί «πολλά σώματα δικαίων, πού εἶχαν πεθάνει πρίν ἀπό αἰῶνες, ἀναστήθηκαν» (Ματθ. 27, 52), διακηρύσσοντας τήν τριήμερο Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτήν ἄς τήν ὑποδεχθοῦμε καί ἄς τήν ἀγκαλιάσουμε οἱ πιστοί μέ πολλή χαρά, χορεύοντες μέ τούς ἀγγέλους καί ἑορτάζοντες μέ τούς ἀρχαγγέλους καί δοξάζοντες τόν Χριστό, πού μᾶς ἀνέστησε ἀπό τήν φθορά. Εἰς Αὐτόν ἁρμόζει ἡ δόξα καί ἡ δύναμις, μαζί μέ τόν ἀθάνατο Πατέρα καί τό πανάγιο καί ἀγαθό καί ζωοποιό καί ὁμοούσιο Πνεῦμα, εἰς ὅλους τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πηγή: Η άλλη όψη
Κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Εβδομάδα, με τα ιστορούμενα γεγονότα, τις κατανυκτικές ακολουθίες και την επίκαιρη υπέροχη υμνογραφία, οι Χριστιανοί βοηθιούνται, περισσότερο από τις άλλες ημέρες του χρόνου, να βιώσουν την αγάπη του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού προς τον άνθρωπο. Είναι μέγα το μυστήριο της Δημιουργίας και της υπέρτατης θυσίας του Θεανθρώπου, για να διδάξει στον άνθρωπο τον τρόπο της ευλογημένης επίγειας ζωής του και της σωτηρίας του.
Ο Νικόλαος Αρσένιεφ στο βιβλίο του «Αποκάλυψη αιώνιας ζωής» σημειώνει: « Η φάτνη, η δίχως σπίτι ζωή του οδοιπόρου, η διδασκαλία και η υπηρεσία, συνυφασμένα με τους διωγμούς, που Του επέβαλαν οι εχθροί Του, η σύλληψή Του, η δίκη, τα δεινοπαθήματα, η Σταύρωση και ο θάνατός Του - όλα τούτα τα πασίγνωστα συνιστούν μιαν αποκάλυψη βαθύτατης ταπεινοσύνης και αγάπης, που αποκρυσταλλώνεται στην αυτοθυσία Του. Προσέξετε όμως πόσο αυτή η πραότητα – ταπεινοσύνη συγχρόνως διαπνέεται από άρωμα Θείου μεγαλείου. Μια υπέρτατη Παρουσία ευωδιάζει σ’ αυτή την πραότητα – ταπεινοσύνη» (Ματθ. ια΄29).
Ο ιδιοφυής ποιητής και στοχαστής Γιώργος Σαραντάρης (1908-1941) στο φιλοσοφικό δοκίμιό του «Η παρουσία του ανθρώπου» τονίζει ότι ο Χριστιανισμός «διδάσκει ως μέσο για να μπορεί το άτομο να νιώσει τ’ άλλα άτομα, την αγάπη και είναι φανερό πως το τωρινό άτομο δε μπορεί να σβήσει μήτε την ιστορία, μήτε το αιώνιο παράδειγμα του Χριστού». Σε άλλο σημείο του ίδιου δοκιμίου ο Σαραντάρης αναφέρει πως η αγάπη δεν μπορεί να βιωθεί από το τωρινό άτομο, γιατί αυτό είναι προσκολλημένο στην ατομική του ζωή και στον ατομικό του θάνατο, φαινόμενο, που «κατά παρεξήγηση» ονομάζεται «εγωισμός».
Προχωρώντας τη σκέψη του ο Σαραντάρης υπογραμμίζει: «Το παράδειγμα του Χριστού, το παράδειγμα του Θεού – Ανθρώπου, είναι παράδειγμα, είμαστε βέβαιοι για τούτο, για μας και για τους χριστιανούς όλων των εποχών, και, πιστεύουμε, για όλα τα άτομα της γης και όλων των μελλούμενων εποχών...Για μας η πίστη στον Θεό – Άνθρωπο οφείλει να είναι το ιδανικό των ατόμων όλων των εποχών. Πάνω σε τούτο σχεδόν δεν δεχόμαστε συζήτηση».
Το ζήτημα είναι ότι την υπέρτατη θυσία του Θεανθρώπου δεν εννόησαν και δεν εβίωσαν πολλοί άνθρωποι. Έμειναν και μένουν κλεισμένοι στον ηδονισμό τους, όποια μορφή και αν έχει αυτός. Ευλόγως ο Σαραντάρης στο ίδιο πόνημά του διερωτάται πώς όσα άτομα έχουν στις φλέβες τους το δηλητήριο του ηδονισμού των πρόσφατων αιώνων της ευρωπαϊκής ιστορίας, και που κατά συνέπεια τους αποκλείεται η οδός της αγάπης...πώς θα πετύχουν ο Θεός – Άνθρωπος να διαμορφώσει ολάκερο τον βίο τους, να βρίσκεται παρών σε όλες τις πράξεις τους;
Οι άνθρωποι που αρνούνται να αποδεχθούν την αγάπη του Θεανθρώπου προσφεύγουν στα ανθρώπινα συστήματα για να πορευθούν. Όλα ξεκινούν με μιαν αισιοδοξία και όλα καταλήγουν στην απογοήτευση της αποτυχίας... Όσο ο άνθρωπος δεν ακολουθεί τον Θεάνθρωπο ακολουθεί στην πορεία του τον Σίσυφο.-
Πηγή: Ακτίνες
Το Σάββατο του Λαζάρου κατέχει ξεχωριστή θέση στο λειτουργικό ημερολόγιο. Δεν ανήκει στις σαράντα ημέρες της μετάνοιας της Μ. Τεσσαρακοστής, ούτε και στις οδυνηρές ημέρες της Μ. Εβδομάδας, αυτές που αρχίζουν από τη Μ. Δευτέρα και τελειώνουν τη Μ. Παρασκευή. Μαζί με την Κυριακή των Βαΐων συνθέτουν ένα σύντομο χαρούμενο πρελούδιο των γεμάτων πόνο ημερών που ακολουθούν. Δύο σημαντικά περιστατικά συνδέονται με τη Βηθανία: Εκεί ανέστησε τον Λάζαρο και από εκεί ξεκίνησε ο Ιησούς την πορεία και άνοδο Του προς τα Ιεροσόλυμα.
Η ανάσταση του Λαζάρου είναι ένα γεγονός που, όπως θα δούμε, έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Συνδέεται μυστηριωδώς με την Ανάσταση του Κυρίου μας και παίζει, ως προς αυτή, το ρόλο μιας έμπρακτης προφητείας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότιο Λάζαρος μας παρουσιάζεται στο κατώφλι της Μ. Εβδομάδας αναστημένος, ως προάγγελος της νίκης του Χριστού επί του θανάτου, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, παραμονές των Θεοφανείων, προανήγγειλε τον Επιφανέντα Χριστό. Πέρα όμως από τον πρωταρχικό αυτό χαρακτήρα της, η ανάσταση του Λαζάρου έχει και κάποιες δευτερεύουσες πτυχές τις οποίες είναι χρήσιμο να εξετάσουμε:
Η ανάσταση του Λαζάρου αναγγέλλει την ανάσταση των νεκρών η οποία έρχεται ως συνέπεια της Αναστάσεως του Κυρίου: «Λάζαρον τεθνεώτα τετραήμερον ανέστησας εξ Άδου, Χριστέ, προ του σου θανάτου διασείσας του θανάτου το κράτος και δι’ ενός προσφιλούς την πάντων ανθρώπων προμηνύων εκ φθοράς ελευθερίαν». Το Σάββατο του Λαζάρου είναι, κατά κάποιο τρόπο, η εορτή όλων των νεκρών. Μας δίνει την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε και να συγκεκριμενοποιήσουμε την πίστη μας στην Ανάσταση. Ο Κύριός μας, τονώνοντας το ηθικό της Μάρθας, μας δίνει σχετικά με τους κεκοιμημένους μας μια πολύτιμη διδασκαλία. Είπε στη Μάρθα: «Αναστήσεται ο αδελφός σου». Η Μάρθα απάντησε: «Γνωρίζω ότι ο αδελφός μου θα αναστηθεί κατά τη γενική ανάσταση της εσχάτης ημέρας». Και ο Ιησούς ανταπάντησε: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή». Η πίστη της Μάρθας ήταν ανεπαρκής σε δύο σημεία. Προέβαλε στο μέλλον, και μόνο στο μέλλον, την ανάσταση του αδελφού της και, δεύτερον, δεν αντιλαμβανόταν αυτή την ανάσταση παρά μόνο σε σχέση με ένα γενικό νόμο. Ο Ιησούς όμως της δείχνει ότι η ανάσταση είναι ένα γεγονός ήδη παρόν, επειδή Αυτός δεν προξενεί απλώς, αλλά είναι η ανάσταση και η ζωή. Οι κεκοιμημένοι μας ζουν διά και εν Χριστώ. Η ζωή τους συνδέεται με την προσωπική παρουσία του Χριστού και εκδηλώνεται εν αυτή. Εάν θελήσουμε να ενωθούμε πνευματικά με ένα κεκοιμημένο αδελφό μας που αγαπούσαμε πολύ, δεν θα προσπαθήσουμε να τον ζωντανέψουμε στη φαντασία μας, αλλά θα έρθουμε σε επικοινωνία με τον Ιησού και εν Αυτώ θα τον βρούμε.
Η ανάσταση του Λαζάρου είναι μια θαυμάσια επεξήγηση του χριστολογικού δόγματος. Μας δείχνει πώς, στο πρόσωπο του Ιησού, η θεία και η ανθρώπινη φύση ενώνονται χωρίς να συγχέονται: «Ανάστασις και ζωή των ανθρώπων υπάρχων, Χριστέ, εν τω μνήματι Λαζάρου επέστης, πιστούμενος ημίν τας δύο ουσίας σου». Αφενός, στον Ιησού ο άνθρωπος μπορεί να λυγίσει μπροστά στη συγκίνηση και να θλιβεί για την απώλεια ενός φίλου: «Εδάκρυσεν ο Ιησούς. Έλεγον δε οι Ιουδαίοι, ίδε πως εφίλει αυτόν». Αφετέρου, ο Θεός, εν Χριστώ, μπορεί να διατάξει τον θάνατο ως έχων εξουσία: «Φωνή μεγάλη εκραύγασε· Λάζαρε, δεύρο έξω. Και εξήλθεν ο τεθνηκώς…».
Τέλος, η ανάσταση του Λαζάρου παρακινεί τον αμαρτωλό να ελπίζει ότι, ακόμη και αν είναι πνευματικά νεκρός, μπορεί να ξαναζήσει: «Καμέ, φιλάνθρωπε, νεκρόν τοις πάθεσιν, ως συμπαθής εξανάστησον, δέομαι». Είναι κάποιες φορές που μια τέτοια πνευματική ανάσταση φαίνεται εξίσου αδύνατη όπως και η ανάσταση του Λαζάρου: «Κύριε, ήδη όζει, τεταρταίος γαρ εστί». Όλα όμως είναι δυνατά για τον Ιησού, από το να μεταστρέψει τον πιο σκληρόκαρδο αμαρτωλό μέχρι να αναστήσει ένα νεκρό: «Λέγει ο Ιησούς, άρατε τον λίθον…».
Να λοιπόν τι θα μάθουμε, αν πάμε το Σάββατο αυτό στη Βηθανία, στον τάφο του Λαζάρου. Εμείς όμως δεν θέλουμε να συναντήσουμε τον Λάζαρο. Θέλουμε να συναντήσουμε στη Βηθανία τον Ιησού και να ξεκινήσουμε μαζί Του τη φετινή Μ. Εβδομάδα. Μας προσκαλεί ο ίδιος και μας περιμένει. Η Μάρθα ήρθε κρυφά να πει στην αδελφή της: «Ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σοι». Και η Μαρία «ως ήκουσεν, εγείρεται ταχύ και έρχεται προς Αυτόν». Ο Κύριος με καλεί. Θέλει κατά τις ημέρες του Πάθους Του να μην τον εγκαταλείψω. Θέλει, αυτές ακριβώς τις μέρες να αποκαλυφθεί σε μένα – που μπορεί ήδη να «όζω» – με ένα τρόπο καινούριο και υπέροχο. Κύριε, έρχομαι.
Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε, εσύ που κυοφόρησες τον Σωτήρα Χριστό και Θεό μας, σ’ εσένα αναθέτω όλη την ελπίδα μου, και σ’ εσένα, την υψηλότερη από όλες τις ουράνιες αγγελικές Δυνάμεις, έχω την εμπιστοσύνη μου.
Εσύ, Πανάχραντη, φρούρησέ με με τη θεία χάρη σου. Κυβέρνησε τη ζωή μου και οδήγησέ με στο άγιο θέλημα του Υιού σου και Θεού μας. Εσύ δώρισέ μου τη συγχώρηση των αμαρτιών μου. Γίνε για μένα καταφύγιο, προστασία και βοήθεια και οδηγός, που με μεταφέρει στην αιώνια ζωή. Τη φοβερή μάλιστα ώρα του θανάτου μου, Δέσποινά μου, μη με εγκαταλείψεις, αλλά σπεύσε να με βοηθήσεις, και άρπαξέ με και σώσε με από την πικρή εξουσία των δαιμόνων· διότι έχεις στη θέλησή σου τη δυνατότητα, ως αληθινή Μητέρα του Θεού και Κυρία όλων.
Δέξου, πανευμενέστατη Παναγία Δέσποινα Θεομήτωρ, από μας τους ανάξιους δούλους σου, δώρα πολύτιμα και πρέποντα σ’ εσένα μόνο, εσύ που είσαι διαλεγμένη από όλες τις γενεές, εσύ που φάνηκες ανώτερη από κάθε δημιουργία των ουρανίων και των επιγείων, επειδή με τη μεσολάβησή σου γνωρίσαμε τον Υιό του Θεού, και με τη μεσολάβησή σου ο Κύριος των ουρανίων Δυνάμεων παρουσιάσθηκε ανάμεσά μας, και γίναμε άξιοι να λάβουμε το άγιο σώμα και αίμα του. Είσαι μακάρια εσύ στις γενεές των γενεών, Θεομακάριστη, εσύ που είσαι λαμπρότερη από τα Χερουβείμ, και ενδοξότερη από τα Σεραφείμ.
Και τώρα, πανύμνητη Παναγία Θεοτόκε, μην παύσεις να μεσιτεύεις για μας τους ανάξιους δούλους σου, για να σωθούμε από κάθε επιβουλή του Πονηρού και από κάθε δυσκολία, και να φυλαχθούμε άτρωτοι από κάθε επίθεση προερχόμενη από τα φαρμακερά βέλη του· αλλά και ως το τέλος φύλαξέ μας, με τις ικεσίες σου ακατάκριτους, ώστε σωζόμενοι με τη δική σου βοήθεια και αρωγή να αναπέμπουμε δοξολογία και αίνεση και ευχαριστία και προσκύνηση πάντοτε στον μόνο Τριαδικό Θεό και Δημιουργό όλων των δημιουργημάτων.
Αγαθή Δέσποινα και πανευγενέστατη Μητέρα του αγαθού και πανάγαθου και υπεράγαθου Θεού, ρίξε το βλέμμα σου στην προσευχή του ανάξιου και αχρείου δούλου σου με το σπλαχνικό σου μάτι, και πρόσφερε τη βοήθειά σου σ’ εμένα σύμφωνα με το πολύ έλεος της ανέκφραστης ευσπλαχνίας σου, και παράβλεψε τα αμαρτήματά μου, αυτά που έπραξα με λόγια και αυτά που έπραξα με έργα, αυτά που έπραξα με κάθε αίσθηση, τα εκούσια και τα ακούσια, αυτά που έπραξα συνειδητά και από άγνοια, και κάνε με όλον καινούριο άνθρωπο, με το να με καταστήσεις ναό του παναγίου και ζωοποιού και εξουσιαστικού Πνεύματος, που κατοίκησε και έριξε τη σκιά του στην πανάχραντη μήτρα σου, και που είναι η δύναμη του ύψιστου Θεού· διότι εσύ είσαι βοηθός εκείνων που εξαντλήθηκαν από τους κόπους, προστάτης εκείνων που κινδυνεύουν, σωτήρας εκείνων που βρέθηκαν σε κακοκαιρία, λιμάνι εκείνων που έπεσαν σε τρικυμία, ενίσχυση και βοηθός εκείνων που περικυκλώθηκαν από δυσκολίες.
Δώρισε στο δούλο σου κατάνυξη, γαλήνη των λογισμών, σταθερότητα του νου, συνετό νου, προσοχή της ψυχής, ταπεινό φρόνημα, αγιοπρεπή και ήρεμη κατάσταση, συνετό και συγκρατημένο ήθος, που φανερώνει ως αποδείξεις της εσωτερικής κατάστασης την τάξη της ψυχής και την ειρήνη, την οποία ο Κύριός μας χάρισε στους μαθητές του. Ας φθάσει η δέησή μου στον άγιο ναό σου και στο κατοικητήριο της δόξας σου. Ας χύσουν τα μάτια μου άφθονα δάκρυα, για να με καθαρίσεις από το ρύπο με τα δάκρυά μου, και να με σφουγγίσεις με τα νάματα των δακρύων, καθαρίζοντάς με από το ρύπο των παθών.
Διάγραψε το χρεόγραφο των αμαρτημάτων μου. Διασκόρπισε τα σύννεφα της λύπης μου, την ομίχλη και την ταραχή των λογισμών. Απομάκρυνε από μένα την καταιγίδα και τη θύελλα των παθών, και φύλαξέ με μέσα σε αταραξία και γαλήνη. Πλάτυνε την καρδιά μου με πνευματικό πλατυσμό. Εύφρανε και χαροποίησέ με με ανέκφραστη χαρά και με παντοτινή ευφροσύνη, ώστε να διανύσω σωστά τους ίσιους δρόμους των εντολών του Υιού σου, και να βαδίσω με ακατάκριτη συνείδηση και με άμεμπτη συμπεριφορά.
Χάρισε επίσης και καθαρή προσευχή σ’ εμένα που προσεύχομαι σ’ εσένα, ώστε με αθόλωτο νου και απερίσπαστο λογισμό να μελετώ αδιάκοπα με αχόρταγη ψυχή, νύχτα και μέρα, τα λόγια των θείων Γραφών, και να ψάλλω με ευχαριστία, και να προσεύχομαι με αγαλλίαση της καρδιάς μου, για να δοξάσω και να τιμήσω και να επαινέσω τον μονογενή σου Υιό και Κύριό μας Ιησού Χριστό, στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: (Από το βιβλίο: Οσίου Εφραίμ του Σύρου Έργα, τ. ΣΤ’, «Προσευχές». Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 358), Κοινωνία Ορθοδοξίας, Η άλλη όψη
Εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Ιδού η πέμπτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Κυριακή [που σφραγίζει την εβδομάδα] των μεγάλων αγρυπνιών και των μεγάλων ασκήσεων, την εβδομάδα των μεγάλων θρήνων και αναστεναγμών, η Κυριακή της πιο μεγάλης μεταξύ των αγίων γυναικών Αγίας, της οσίας μητρός ημών Μαρίας της Αιγυπτίας.
Σαράντα επτά χρόνια έκανε στην έρημο, και ο Κύριος της έδωσε εκείνο που σπάνια δίνει σε κάποιον από τους Αγίους. Χρόνια ολόκληρα δεν γεύθηκε ψωμί και νερό. Στην ερώτηση του αββά Ζωσιμά εκείνη απάντησε: «Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. 4, 4). Ο Κύριος την έτρεφε με έναν ιδιαίτερο τρόπο και την οδηγούσε στην ερημητική ζωή, στους ερημητικούς της αγώνες.
Και ποιό ήταν το αποτέλεσμα; Η Αγία μετέτρεψε την κόλασή της σε παράδεισο! Νίκησε το διάβολο και ανέβηκε ψηλά στον Θεό! Πώς, με τι; Με τη νηστεία και την προσευχή, με νηστεία και προσευχή! Διότι η νηστεία, η νηστεία μαζί με την προσευχή, είναι δύναμη που νικά τα πάντα. Ένας θαυμάσιος ύμνος της Μ. Τεσσαρακοστής λέει: «ακολουθήσωμεν τω διά νηστείας ημίν, την κατά του διαβόλου νίκην υποδείξαντι, Σωτήρι των ψυχών ημών». Με τη νηστεία μας έδειξε τη νίκη κατά του διαβόλου… Δεν υπάρχει άλλο όπλο, δεν υπάρχει άλλο μέσον.
Νηστεία! Ιδού το μέσον για να νικήσεις το διάβολο, τον κάθε διάβολο. Παράδειγμα νίκης, η αγία Μαρία η Αιγυπτία. Τι θεία δύναμη η νηστεία!Νηστεία δεν είναι τίποτε άλλο παρά να σταυρώνεις το σώμα, να σταυρώνεις ο ίδιος τον εαυτό σου.
Εφόσον υπάρχει σταυρός, η νίκη είναι σίγουρη. Το σώμα της πρώην πόρνης της Αλεξάνδρειας, της Μαρίας, με την αμαρτία παραδόθηκε στη δουλεία του διαβόλου. Αλλά όταν αγκάλιασε το Σταυρό του Χριστού, όταν πήρε αυτό το όπλο στα χέρια της, νίκησε το διάβολο. Νηστεία είναι η ανάσταση της ψυχής εκ νεκρών. Η νηστεία και η προσευχή ανοίγουν τα μάτια του ανθρώπου, ώστε να αντικρύσει και να καταλάβει πραγματικά τον εαυτό του, να δει τον εαυτό του. Βλέπει τότε ότι κάθε αμαρτία στη ψυχή του είναι ο τάφος του, ο θάνατός του. Καταλαβαίνει ότι η αμαρτία μέσα στη ψυχή του δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μετατρέπει σε πτώματα όλα όσα ανήκουν στη ψυχή: τους λογισμούς της, τα συναισθήματά της και τις διαθέσεις της· σειρά από τάφους. Και τότε…, τότε ξεχύνεται θρηνητική κραυγή από τη ψυχή: «Πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με». Αυτή είναι η κραυγή μας κατά την αγία αυτή εβδομάδα: Κύριε, προτού χαθώ τελείως, σώσέ με. Έτσι προσευχηθήκαμε αυτή την εβδομάδα στον Κύριο, τέτοιες προσευχητικές αναβοήσεις μας παρέδωσε στο Μ. Κανόνα του ο μεγάλος άγιος πατήρ ημών Ανδρέας Κρήτης.
«Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με». Αυτή η κραυγή μας αφορά όλους, όλους όσοι έχουμε αμαρτίες. Ποιός δεν έχει αμαρτίες; Είναι αδύνατον αν κυττάξεις τον εαυτό σου να μή βρεις κάπου, σε κάποια γωνιά της ψυχης σου, να μη εντοπίσεις σε κάποια άκρη της μία ξεχασμένη ίσως αμαρτία. Και… κάθε αμαρτία, για την οποία δεν έχεις μετανοήσει, ειναι ο τάφος σου, είναι ο θάνατός σου. Και εσύ, για να μπορέσεις να σωθείς και να αναστήσεις τον εαυτό σου από τον τάφο σου, κράζε με τις προσευχητικές θρηνητικές κραυγές της Μ. Τεσσαρακοστής: «Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με».
Ας μη ξεγελάμε τον εαυτό μας, αδελφοί, ας μη απατώμεθα. Και μία μόνο αμαρτία αν έμεινε στη ψυχή σου, και συ δεν μετανοείς και δεν την εξομολογείσαι αλλά την ανέχεσαι μέσα σου, αυτή η αμαρτία θα σε οδηγήσει στο βασίλειο της κολάσεως. Για την αμαρτία δεν υπάρχει τόπος στον παράδεισο του Θεού. Για την αμαρτία δεν υπάρχει τόπος στη Βασιλεία των Ουρανών. Για να αξιωθείς της Βασιλείας των Ουρανών, φρόντισε να διώξεις από μέσα σου κάθε αμαρτία, να ξεριζώσεις από μέσα σου με τη μετάνοια κάθε αμαρτία. Διότι, τίποτε δεν γλυτώνει από τη μετάνοια του ανθρώπου. Τέτοια δύναμη έδωσε ο Κύριος στην Αγία Μετάνοια.
Κοίταξε! Αφού η μετάνοια μπόρεσε να σώσει μία τόσο μεγάλη άσωτη γυναίκα, όπως ήταν κάποτε η Μαρία η Αιγυπτία, πως να μη σώσει και άλλους αμαρτωλούς, τον κάθε αμαρτωλό, και τον πιο μεγάλο αμαρτωλό και εγκληματία; Ναι, η Αγία και Μ. Τεσσαρακοστή είναι το πεδίο της μάχης, επί του οποίου εμείς οι Χριστιανοί με τη νηστεία και την προσευχή νικάμε το διάβολο, νικάμε όλες τις αμαρτίες, νικάμε όλα τα πάθη και εξασφαλίζουμε στον εαυτό μας την αθανασία και την αιώνιο ζωή. Στη ζωή των αγίων και αληθινών Χριστιανών υπάρχουν αναρίθμητα παραδείγματα που δείχνουν ότι όντως μόνο με την προσευχή και τη νηστεία εμείς οι Χριστιανοί νικάμε τους δαίμονες, όλους εκείνους που μας βασανίζουν και θέλουν να μας παρασύρουν στο βασίλειο του κακού, στην κόλαση. Αυτή η Αγία Νηστεία…! είναι νηστεία των αγίων αρετών μας. Κάθε αγία αρετή ανασταίνει τη ψυχή μου και τη ψυχή σου εκ των νεκρών.
Προσευχή! Τι είναι η προσευχή; Είναι η μεγάλη αρετή που σε ανασταίνει και με ανασταίνει. Σηκώθηκες μήπως για προσευχή, έκραξες προς τον Κύριο να καθαρίσει τη ψυχή σου από τις αμαρτίες, από το κάθε κακό, από κάθε πάθος; Τότε οι τάφοι σου και οι τάφοι μου ανοίγουν και οι νεκροί ανασταίνονται. Ό,τι είναι αμαρτωλό φεύγει, ό,τι σύρει προς το κακό εξαφανίζεται. Η αγία προσευχή ανασταίνει τον καθένα από μας, όταν είναι ειλικρινής, όταν φέρνει όλη τη ψυχή στον ουρανό, όταν εσύ με φόβο και τρόμο λες στον Κύριο: « Δες, δες τους τάφους μου, αναρίθμητοι είναι οι τάφοι μου, Κύριε! Μέσα σε κάθε ένα από αυτούς τους τάφους, νάτην η ψυχή μου, νάτην νεκρή, μακρυά από Σένα, Κύριε! Ειπέ λόγον και ανάστησον πάντας τους νεκρούς μου! Διότι, Συ, Συ, Κύριε, μας έδωσες πολλές θείες δυνάμεις να μας ανασταίνουν διά της αγίας Αναστάσεως, να μας ανασταίνουν από τον τάφο της ραθυμίας».
Ναι, με την αμαρτία, με τα πάθη μας, πεθαίνουμε ψυχικά. Η ψυχή πεθαίνει, όταν χωρίζεται από τον Θεό. Η αμαρτία είναι δύναμη που χωρίζει τη ψυχή από τον Θεό. Και εμείς, όταν αγαπάμε την αμαρτία, όταν αγαπάμε τις αμαρτωλές ηδονές, στην πραγματικότητα αγαπάμε τον θάνατό μας, αγαπάμε τους τάφους, τους βρωμερούς τάφους, μέσα στους οποίους η ψυχή μας αποσυντίθεται.
Αντίθετα, όταν ανανήψουμε, όταν με τον κεραυνό της μετανοίας χτυπήσουμε την καρδιά μας, τότε…, τότε οι νεκροί μας ανασταίνονται. Τότε η ψυχή μας νικά όλους τους φονείς της, νικά τον κατεξοχή δημιουργό όλων των αμαρτιών, το διάβολο, νικά με τη δύναμη του Αναστάντος Κυρίου Ιησού Χριστού.
Γι’ αυτό, για μας τους Χριστιανούς δεν υπάρχει αμαρτία πιο ισχυρή από μας. Να είσαι βέβαιος ότι πάντοτε είσαι δυνατότερος από κάθε αμαρτία που σε βασανίζει, πάντοτε είσαι δυνατότερος από κάθε πάθος που σε βασανίζει. Πώς; -ρωτάς. Με τη μετάνοια! Και τι είναι ευκολότερο απ’ αυτήν; Πάντοτε μπορείς μέσα σου, μέσα στη ψυχή σου, να κραυγάζεις: «Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με». Η βοήθεια του Θεού δεν θα σε παραβλέψει. Θα αναστήσεις τον εαυτό σου από τους νεκρούς και θα ζεις σ’ αυτόν τον κόσμο σαν κάποιος που ήρθε από εκείνον τον κόσμο, που αναστήθηκε και ζει μία νέα ζωή, τη ζωή του Αναστάντος Κυρίου, που υπάρχουν μέσα του όλες οι θείες δυνάμεις, έτσι ώστε καμμία αμαρτία πλέον δεν μπορεί να σε φονεύσει. Ίσως να ξαναπέφτεις, αλλά πλέον γνωρίζεις, γνωρίζεις το όπλο, γνωρίζεις τη δύναμη με την οποία ανασταίνεσαι εκ των νεκρών. Αν πενήντα φορές την ημέρα αμαρτήσεις, αν πενήντα φορές ντροπιασθείς, αν πενήντα τάφους σκάψεις σήμερα, μόνο φώναξε: «Κύριε, δος μου μετάνοια. Πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με».
Ο Αγαθός Κύριος, ο οποίος γνωρίζει την ασθένεια και αδυναμία της ανθρώπινης ψυχής και της ανθρώπινης θελήσεως, είπε: Έλα, αδελφέ. Ακόμη κι αν εβδομηκοντάκις την ημέρα αμαρτήσεις, πάλι έλα και πες: ήμαρτον (Ματθ. 18,21-22). Αυτή την εντολή δίνει ο Κύριος σε εμάς τους ανθρώπους, τους ασθενείς και αδυνάτους. Συγχωρεί τους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό και δήλωσε ότι χαρά μεγάλη γίνεται στον ουρανό για κάθε αμαρτωλό που μετανοεί στη γη (πρβλ. Λουκ. ιε΄ 7). Όλος ο ουράνιος κόσμος κοιτάζει εσένα, αδελφέ και αδελφή, πως ζεις στη γη. Πέφτεις στην αμαρτία και δεν μετανοείς; Να, οι Άγγελοι κλαίνε και θλίβονται στον Ουρανό εξαιτίας σου. Μόλις αρχίσεις να μετανοείς, να, οι Άγγελοι στον Ουρανό χαίρονται, και σαν ουράνιοι αδελφοί σου χορεύουν…
Να η σημερινή μεγάλη αγία, η Μαρία η Αιγυπτία. Πόσο αμαρτωλή! Απ’ αυτήν ο Κύριος έκανε μία αγία ύπαρξη σαν τα Χερουβίμ. Με τη μετάνοια έγινε ισάγγελη· με τη μετάνοια κατέστρεψε την κόλαση, στην οποία βρισκόταν, και ανέβηκε ολόκληρη στον παράδεισο του Χριστού. Δεν υπάρχει Χριστιανός αδύνατος σ’ αυτόν τον κόσμο, έστω κι αν του επιτίθενται οι φρικωδέστερες αμαρτίες και πειρασμοί αυτού του κόσμου. Αρκεί μόνο ο Χριστιανός να μη ξεχάσει τα μεγάλα του όπλα: τη μετάνοια, την προσευχή, τη νηστεία· να επιδοθεί σε κάποια ευαγγελική άσκηση, σε κάποια αρετή: είτε στην προσευχή, είτε στη νηστεία, είτε στην ευαγγελική αγάπη, είτε στην ευσπλαχνία. Ας θυμηθούμε τους μεγάλους Αγίους του Θεού, ας θυμηθούμε την εορταζομένη σήμερα μεγάλη Αγία, την Οσία Μητέρα μας Μαρία την Αιγυπτία, και ας είμαστε βέβαιοι ότι ο Κύριος θα είναι άμεσος βοηθός μας. Η αγία Μαρία βίωσε τόσο θαυμαστή βοήθεια από την Υπεραγία Θεοτόκο και σώθηκε από τη φοβερή της κόλαση, από τους φοβερούς της δαίμονες. Η Υπεραγία Θεοτόκος και σήμερα και πάντοτε μας βοηθεί σε όλες τις ευαγγελικές μας αρετές: στην προσευχή, και στη νηστεία, και στην αγρυπνία, και στην αγάπη, και στους οικτιρμούς, και στην υπομονή, και σε κάθε άλλη αρετή. Εύχομαι να μας βοηθεί πάντα και να μας καθοδηγεί…
Γι’ αυτό, ποτέ να μην αποκάμεις στον αγώνα και στον πόλεμο με τις αμαρτίες σου… Σε όλες τις δυσκολίες σου και στις πιο μεγάλες πτώσεις σου να θυμάσαι την κραυγή αυτής της αγίας εβδομάδας, που έχει τη δύναμη να σε αναστήσει: «Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με».
Πηγή: (Μετάφραση αδελφών της Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγ. Όρους, από το βιβλίο: Πασχαλινές Ομιλίες (Pashalne Besede), Βελιγράδι 1998), Η άλλη όψη
Κυριακή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος!
Γιατί ἡ Ἐκκλησία τοποθετεῖ αὐτόν τόν Ἅγιο στό μέσον τῆς νηστείας, ὡσάν τήν πιό ἅγια εἰκόνα, ὥστε νά ἀτενίζουν ὅλοι σέ Αὐτόν;
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Ποιός εἶναι αὐτός;
Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἐβίωσε καί ἔγραψε τήν Κλίμακα τοῦ Παραδείσου, πού ἐβίωσε τήν ἀνάβασι τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν κόλασι μέχρι τόν Οὐρανό, μέχρι τόν Παράδεισο. Αὐτός ἐβίωσε τήν κλίμακα ἀπό τήν γῆ μέχρι τόν Οὐρανό, τήν κλίμακα πού ἐκτείνεται ἀπό τόν πυθμένα τῆς κολάσεως τοῦ ἀνθρώπου μέχρι τήν κορυφή τοῦ παραδείσου. Ἐβίωσε καί ἔγραψε. Ἄνθρωπος πολύ μορφωμένος, πολύ σπουδαγμένος. Ἄνθρωπος πού ὡδήγησε τήν ψυχή του εἰς τάς ὁδούς τοῦ Χριστοῦ, πού τήν ὡδήγησε ὁλόκληρη ἀπό τήν κόλασι στόν παράδεισο, ἀπό τόν διάβολο στόν Θεό, ἀπό τήν ἁμαρτία στήν ἀναμαρτησία, καί πού θεόσοφα μᾶς περιέγραψε ὅλη αὐτή τήν πορεία, τί δηλαδή βιώνει ὁ ἄνθρωπος πολεμώντας μέ τόν κάθε διάβολο πού βρίσκεται πίσω ἀπό τήν ἁμαρτία.
Μέ τήν ἁμαρτία μᾶς πολεμάει ὁ διάβολος, καί μένα καί σένα, ἀδελφέ μου καί ἀδελφή μου. Σέ πολεμάει μέ κάθε ἁμαρτία. Μήν ἀπατᾶσαι, μή νομίζῃς πώς κάποια μικρή καί ἀσθενής δύναμις σοῦ ἐπιτίθεται. Ὄχι! Αὐτός σοῦ ἐπιτίθεται! Ἀκόμη κι’ ἄν εἶναι ἕνας ρυπαρός λογισμός, μόνο λογισμός, γνώριζε ὅτι αὐτός ὁρμᾶ κατεπάνω σου. Λογισμός ὑπερηφανείας, κακῆς ἐπιθυμίας, φιλαργυρίας,... ἕνα ἀναρίθμητο πλῆθος λογισμῶν ἔρχεται κατεπάνω σου ἀπό ὅλες τίς πλευρές. Καί σύ, τί εἶσαι ἐσύ;
Ὤ, Κλίμακα τοῦ Παραδείσου! Πῶς, πάτερ Ἰωάννη, μπόρεσες νά στήσῃς αὐτή τήν κλίμακα τοῦ Παραδείσου ἀνάμεσα στήν γῆ καί στόν Οὐρανό; Δέν τήν ἔσχισαν οἱ δαίμονες, δέν τήν ἔκοψαν, δέν τήν ἔσπασαν; Ὄχι!... Ἡ νηστεία του ἦταν μιά φλόγα, μιά φωτιά, μιά πυρκαϊά. Ποιός διάβολος θά τήν ἄντεχε; Ὅλοι ἔφυγαν πανικοβλημένοι, ὅλοι οἱ δαίμονες ἔφυγαν κινηγημένοι ἀπό τήν ἔνδοξη καί θεία του προσευχή, ὅλοι οἱ δαίμονες ἔφυγαν τρομοκρατημένοι ἀπό τήν νηστεία του, ὅλοι οἱ δαίμονες ἐξαφανίσθηκαν ἀπό τήν πύρινη, τήν φλογερή, προσευχή του.
Ἡ Κλίμακα τοῦ Παραδείσου!
Τί εἶναι αὐτή; Εἶναι οἱ ἅγιες ἀρετές, οἱ ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές: ἡ ταπείνωσις, ἡ πίστις, ἡ νηστεία, ἡ πραότης, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀγαθότης, ἡ καλωσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, ἡ φιλαλήθεια, ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, ἡ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, τά παθήματα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Αὐτές καί ἄλλες πολλές ἅγιες καινοδιαθηκικές ἀρετές. Κάθε ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, ἀδελφοί μου· αὐτό εἶναι ἀρετή. Τήν τηρεῖς; Τήν ἐφαρμόζεις; Π.χ. τήν ἐντολή του περί νηστείας τήν τηρεῖς, τήν ἐφαρμόζεις; Ἡ νηστεία εἶναι ἁγία ἀρετή, εἶναι σκαλοπάτι τῆς κλίμακος ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό. Ἡ νηστεία, ἡ εὐλογημένη νηστεία, ὅπως καί ὅλη ἡ κλίμακα ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό.
Κάθε ἀρετή εἶναι ἕνας μικρός παράδεισος. Κάθε ἀρετή τρέφει τήν ψυχή σου, τήν κάνει μακαρία, κατεβάζει στήν ψυχή σου θεία, οὐράνια ἀνάπαυσι. Κάθε ἀρετή εἶναι ἕνα χρυσό καί διαμαντένιο σκαλοπάτι στήν κλίμακα τῆς σωτηρίας σου, στήν κλίμακα πού ἑνώνει τήν γῆ μέ τόν Οὐρανό, πού ἐκτείνεται ἀπό τήν δική σου κόλασι μέχρι τόν δικό σου παράδεισο. Γι’ αὐτό καμμία ἀπό αὐτές δέν εἶναι ποτέ μόνη της. Ἡ πίστις στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό δέν εἶναι ποτέ μόνη της. Ἐκδηλώνεται μέ τήν προσευχή, μέ τήν νηστεία, μέ τήν ἐλεημοσύνη, μέ τήν ταπείνωσι, μέ τά παθήματα χάριν τοῦ πλησίον. Ὅχι μόνο ἐκδηλώνεται ἀλλά καί ζῆ κάθε ἀρετή, ἐπειδή ὑπάρχει ἡ ἄλλη ἀρετή. Ἡ πίστις ζῆ μέ τήν προσευχή, ἡ προσευχή ζῆ μέ τήν νηστεία, ἡ νηστεία τρέφεται μέ τήν προσευχή, ἡ νηστεία τρέφεται μέ τήν ἀγάπη, ἡ ἀγάπη τρέφεται μέ τήν εὐσπλαχνία. Ἔτσι κάθε ἀρετή ζῆ διά τῆς ἄλλης. Καί ὅταν μία ἀρετή κατοικήσῃ στήν ψυχή σου, ὅλες οἱ ἄλλες θά ἀκολουθήσουν, ὅλες σιγά-σιγά ἀπό αὐτήν θά προέλθουν καί θά ἀναπτυχθοῦν δι’ αὐτῆς καί μαζί μέ αὐτήν.
Ναί, ἡ κλίμακα τοῦ Παραδείσου ἐξαρτᾶται ἀπό σένα. Πές ὅτι νηστεύω μέ φόβο Θεοῦ, μέ εὐλάβεια, μέ πένθος, μέ δάκρυα. Μετά ὅμως τά παρατάω. Νά, ἄρχισα νά κτίζω τήν κλίμακα καί ἐγώ ὁ ἴδιος τήν γκρέμισα, τήν ἔσπασα. Ἐσύ πάλι, ἐσύ, νηστεύεις συχνά, ἐγκρατεύεσαι ἀπό κάθε σωματική τροφή. Ἀλλά νά, τόν καιρό τῆς νηστείας ἀφήνεις νά κατοικήσῃ στήν ψυχή σου ἡ ἁμαρτία, νά σπείρωνται στήν ψυχή σου διάφοροι ἀκάθαρτοι λογισμοί, ἐπιθυμίες. Σέ σένα ἀνήκει νά τούς διώχνῃς ἀμέσως μακρυά σου μέ τήν προσευχή, τό πένθος, τήν ἀνάγνωσι ἤ μέ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἄσκησι. Ἀλλά, ἄν ἐσύ, ἐνῶ νηστεύῃς σωματικῶς, τρέφῃς τήν ψυχή σου μέ κάποια ἁμαρτία ἤ μέ κάποιο κρυφό πάθος, νά! ἐσύ, ἐνῶ ἀρχίζῃς νά χτίζῃς ἕνα-ἕνα τά σκαλοπάτια τῆς νηστείας ἀπό τήν γῆ πρός τόν Οὐρανό, ἐσύ ὁ ἴδιος πάλι τά γκρεμίζεις, τά καταστρέφεις.
Ἡ νηστεία ἀπαιτεῖ εὐσπλαχνία, ταπείνωσι, πραότητα. Ὅλα αὐτά πᾶνε μαζί. Εἶναι σάν ἕνα συνεργεῖο οἰκοδόμων, τῶν ὁποίων ἀρχηγός εἶναι ἡ προσευχή. Αὐτή εἶναι ὁ ἀρχιμάστορας, ὁ ἀρχιτέκτονας, ὁ ἀρχιμηχανικός τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, τῶν πνευματικῶν μας ἐφέσεων, τῆς κλίμακος πού θά στήσουμε μεταξύ γῆς καί Οὐρανοῦ. Ἡ προσευχή κατέχει τήν πρώτη θέσι. Ὅταν ἡ προσευχή ἐγκατασταθῇ στήν καρδιά σου καί αὐτή φλέγεται ἀπό ἀδιάλειπτη δίψα γιά τόν Κύριο, ὅταν Αὐτόν συνέχεια βλέπει, Αὐτόν συνέχεια αἰσθάνεται, τότε μέ τήν προσευχή εἰσάγεις στήν ψυχή σου ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές. Τότε ὁ μηχανικός (ἡ προσευχή) ἔχει ἄριστους τεχνίτες, κτίζει γρήγορα-γρήγορα θαυμάσιες κλίμακες ἀπό τήν γῆ μέχρι τόν Οὐρανό, τίς κλίμακες τῶν σταδιακῶν σου ἀναβάσεων πρός τόν Θεό, πρός τήν τελειότητά Του. Ὅταν ἔχῃς δύναμι, δυνατή προσευχή, τότε καμμία νηστεία δέν θά σοῦ εἶναι δύσκολη, τότε καμμία ἀγάπη δέν θά σοῦ εἶναι ἀδύνατη. Ἁγία εὐαγγελική ἀγάπη!
Ἡ προσευχή ἁγιάζει τά πάντα μέσα σου, τήν κάθε ἄσκησί σου, τόν κάθε λογισμό σου, τήν κάθε αἴσθησί σου, τήν κάθε διάθεσί σου. Προσευχή! Δύναμις θεϊκή, τήν ὁποία μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος γιά νά ἁγιάζουμε ὁ,τιδήποτε ἐναγές μέσα μας, στήν ψυχή μας. Ἡ προσευχή σέ ἑνώνει μέ τόν Πανεύσπλαχνο Κύριο, καί Αὐτός ἐκχέει μέσα στήν καρδιά σου τήν συμπάθεια γιά κάθε ἄνθρωπο, γιά τόν ἁμαρτωλό, γιά τόν ἀδελφό πού εἶναι ἀδύναμος ὅπως καί σύ, πού πέφτει ὅπως καί σύ, ἀλλά καί πού μπορεῖ νά σηκωθῇ ὅπως καί σύ· πού τοῦ χρειάζεται ὅμως ἡ δική σου βοήθεια, ἡ ἀδελφική σου βοήθεια, ἡ προσευχητική σου βοήθεια, ἡ ἐκκλησιαστική σου βοήθεια. Τότε, ὅταν δώσῃς βοήθεια, χωρίς ἀμφιβολία θά κτίσῃς τήν δική σου κλίμακα, τήν κλίμακα πού ὁδηγεῖ ἀπό τήν κόλασί σου στόν παράδεισό σου· τότε, μέ βεβαιότητα στήν καρδιά θά ἀνεβαίνῃς ἀπό σκαλοπάτι σέ σκαλοπάτι, ἀπό ἀρετή σέ ἀρετή, καί θά φθάσῃς ἔτσι στήν κορυφή τῆς κλίμακος, στόν Οὐρανό, θά ἀποβιβασθῇς στόν Οὐρανό, θά ἀποβιβασθῇς στόν οὐράνιο Παράδεισο.
Ὅλα τά ἔχουμε, καί σύ καί ἐγώ: ἐννέα Μακαρισμοί, ἐννέα ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές. Αὐτό εἶναι τό εὐαγγέλιο τῆς νηστείας, τό εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος. Ἀρετές, ἀδελφοί, μεγάλες ἀρετές. Τίς δύσκολες ἀσκήσεις τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς, τῆς ταπεινώσεως, ὁ Κύριος τίς παρουσίασε ὡς Μακαρισμούς. Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. ε΄ 3)...
Ἡ ταπείνωσις! Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς πίστεώς μας, αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀρετῆς μας, αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀναβάσεώς μας πρός τόν Οὐρανό, αὐτή εἶναι τό θεμέλιο τῆς κλίμακός μας. Κύριε, ἐγώ εἶμαι ἕνα τίποτα, Ἐσύ εἶσαι τό πᾶν! Ἐγώ τίποτα, Ἐσύ τό πᾶν! Ὁ νοῦς μου εἶναι τίποτα μπροστά στόν δικό Σου Νοῦ, τό πνεῦμα μου εἶναι τίποτα μπροστά στό Πνεῦμα Σου, ἡ καρδιά μου, ἡ γνῶσις μου... ὤ! τίποτα, τίποτα, μπροστά στήν γνῶσι Σου Κύριε! Ἐγώ, ἐγώ, μηδέν, μηδέν... καί πίσω ἀπό αὐτό ἀναρίθμητα ἄλλα μηδενικά. Αὐτό εἶμαι ἐγώ μπροστά Σου, Κύριε.
Ἡ ταπείνωσις! Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη ἁγία ἀρετή, ἡ πρώτη χριστιανική ἀρετή. Ὅλα ἀρχίζουν ἀπό αὐτήν...
Ἀλλά οἱ Χριστιανοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πού οἰκοδομοῦμε τήν κλίμακα τῆς σωτηρίας μας, πάντοτε κινδυνεύουμε ἀπό τίς ἀκάθαρτες δυνάμεις. Ποιές εἶναι αὐτές; Οἱ ἁμαρτίες, οἱ ἁμαρτίες μας, τά πάθη μας. Καί πίσω ἀπό αὐτές ὁ διάβολος, ... Ὅπως οἱ ἅγιες ἀρετές οἰκοδομοῦν τήν οὐράνια κλίμακα μεταξύ Οὐρανοῦ καί γῆς, ἔτσι καί οἱ ἁμαρτίες μας φτιάχνουν μία σκάλα γιά τήν κόλασι. Κάθε ἁμαρτία. Ἄν ὑπάρχουν ἁμαρτίες στήν ψυχή σου, πρόσεχε! Ἄν κρατᾶς μῖσος στήν ψυχή σου μιά, δυό, τρεῖς, πενήντα μέρες, πρόσεξε νά δῇς σέ τί κόλασι ἔχει μεταβληθῆ ἡ ψυχή σου. Τό ἴδιο κι ἄν κρατᾶς θυμό, φιλαργυρία, αἰσχρή ἐπιθυμία... Καί σύ, τί κάνεις; Πραγματικά, μόνος σου φτιάχνεις μιά σκάλα γιά τήν κόλασι.
Ἀλλά ὁ Ἀγαθός Κύριος μᾶς δίνει θαυμαστό παράδειγμα. Νά, στό μέσον τῆς νηστείας, προβάλλει τόν μεγαλώνυμο, τόν θαυμάσιο, τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Ὅλος λάμπει ἀπό τίς ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές. Τόν βλέπουμε πῶς ἀνεβαίνει γρήγορα καί σοφά τήν κλίμακα τοῦ Παραδείσου, τήν ὁποία ἔστησε ἀνάμεσα στήν γῆ καί στόν Οὐρανό. Ὡς διδάσκαλος, ὡς ἅγιος ὁδηγός, μᾶς δίνει τήν Κλίμακά του σέ μᾶς τούς Χριστιανούς ὡς πρότυπο γιά νά ἀνεβοῦμε ἀπό τήν κόλασι στόν Παράδεισο, ἀπό τόν διάβολο στόν Θεό, ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό...
Εὔχομαι ὁ ἐλεήμων καί μέγας ἅγιος πατήρ ἡμῶν Ἰωάννης τῆς Κλίμακος... νά μᾶς χειραγωγῇ στούς ἀγῶνες μας ἐναντίον ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν μας μέ στόχο τίς ἅγιες ἀρετές· νά οἰκοδομήσουμε καί ἐμεῖς μέ τήν βοήθειά του τήν δική μας κλίμακα καί ἀκολουθώντας τον νά φθάσωμε στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στόν Παράδεισο, ὅπου ὑπάρχουν ὅλες οἱ οὐράνιες ἀναπαύσεις, ὅλες οἱ αἰώνιες χαρές, ὅπου μαζί του ἐκεῖ θά δοξάζουμε τόν Βασιλέα ὅλων ἐκείνων τῶν ἀγαθῶν, τόν Αἰώνιο Βασιλέα τῆς Οὐρανίου Βασιλείας, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ᾯ ἡ δόξα καί ἡ τιμή νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πηγή: Η άλλη όψη
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...