
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Συνήλθε χθες και σήμερα η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος της 161ης Συνοδικής Περιόδου, για τον μήνα Νοέμβριο, υπό την προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.
Κατά τη χθεσινή και σημερινή Συνεδρία:
Η Δ.Ι.Σ. ενέκρινε την πρόταση της Συνοδικής Επιτροπής επί της Κοινωνικής Προνοίας και Ευποιίας περί εκδόσεως Συνοδικού Εγκυκλίου Σημειώματος «περί υποβολής Απολογισμού των Δαπανών διά την Φιλανθρωπικήν Διακονίαν κατά το έτος 2017 υπό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Επίσης, ενέκρινε νέες Ιερές Ακολουθίες, την ανασύσταση παλαιών Ιερών Μονών και το αίτημα της Διευθύνσεως Στρατιωτικών Ιερέων του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμύνης περί ανακηρύξεως του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ως Προστάτου του Στρατιωτικού Σώματος των Διαβιβάσεων.
Τέλος η Δ.Ι.Σ. ασχολήθηκε με θέματα Ιερών Μητροπόλεων, Εισηγήσεις Συνοδικών Επιτροπών, αποσπάσεις κληρικών και τρέχοντα υπηρεσιακά θέματα.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
«Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ»
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ορθοδόξου Ιεραποστολής «Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ» συνήλθε εκτάκτως σήμερα 9 Νοεμβρίου 2017 εορτή του Αγίου Νεκταρίου, επί τη πληροφορία της προς Κύριον εκδημίας του Μητροπολίτου Πενταπόλεως Ιγνατίου Μαδενλίδη.
Ο μακαριστός Ιεράρχης εκτός από τη γόνιμη πολυετή και καρποφόρο διακονία του εις την Ελλάδα, υπηρέτησε θεοφιλώς επί σειρά ετών μετά παραδειγματικού ζήλου και αυταπαρνήσεως, ως λαμπάς καιομένη, εις την Ορθόδοξον Ιεραποστολή εις τα έθνη.
Η αγιασμένη πορεία της κατά Χριστόν βιοτής του θα παραμένει αφυπνιστικό σάπλισμα δια τους ανθρώπους κάθε εποχής.
Με την Χάρη του Θεού κατόπιν κατηχήσεως οδήγησε δια του Αγίου Βαπτίσματος χιλιάδες Αφρικανούς εις την Ορθόδοξο Πίστη.
Αξιώθηκε να προάγει εις την Ιερωσύνη δεκάδες Αφρικανούς πνευματικά του τέκνα διά να διακονούν το Άγιον Θυσιαστήριον.
Με προσωπικούς του μόχθους και με συμπαράσταση από τα μετώπισθεν του Ιεραποστολικού Συλλόγου «Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ»-άλλων Αδελφοτήτων και φίλων της Ιεραποστολής από την Ελλάδα και το εξωτερικό, πρωτοστάτησε εις την ανέγερση πλειάδος Ιερών Ναών.
Η μεγάλη πόλη της Κανάνγκα σεμνύνεται διά τον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέου τον μεγαλύτερο και επιβλητικότερο Ορθόδοξο Ναό εις την Αφρική.
Ένα ακόμη τεράστιο επίτευγμά του ήταν η ανοικοδόμηση και λειτουργία του πρώτου Ορθοδόξου Πανεπιστημίου εις την Κινσάσα του Κογκό, εκ της Θεολογικής Σχολής του οποίου αποφοιτούν κάθε έτος δεκάδες στελέχη της Εκκλησίας
Οι ευλογίες του Θεού επιδαψιλεύθηκαν πλούσιες εις την ζωή και το έργο του διακεκριμένου Ιεράρχου, που από τον ουρανό πλέον θα πρεσβεύει, ώστε να απλώνεται η Ορθοδοξία εις τα έθνη και να επικρατεί η Βασιλεία του Θεού επί της γης.
Διά τη σπουδαία συμβολή του εις το ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας μας και τις σπάνιες αρετές του μεταστάντος, ο οποίος υπήρξε φαινόμενον προσφοράς και αυτοθυσίας, παραμένοντας μέχρι τέλους εις τας επάλξεις του ωραίου αγώνος «των ευαγγελιζομένων την ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά».
Τό Διοικητικό Συμβούλιο του «ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ» αποτίον ελάχιστο φόρο τιμής
Ομόφωνα αποφάσισε:
- Να παραστεί το Δ.Σ. και μέλη του Συλλόγου εις την εξόδιον ακολουθία που θα πραγματοποιηθεί εις τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Πευκακίων Αθηνών το Σάββατο 11 Νοεμβρίου, ώρα 11 π.μ.
- Να διαθέσει σημαντικό χρηματικό ποσό δια τις ιεραποστολικές ανάγκες.
- Να κυμματίζει μεσίστιος η σημαία εις τα Γραφεία του Συλλόγου επί τριήμερον.
- Να εκφραστούν τα θερμά συλλυπητήρια εις το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, την Ιερά Μητρόπολη Κινσάσα-Ιεραποστολικό Κλιμάκιο Κανάνγκα και την Αδελφότητα Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ», της οποίας ήταν επίλεκτο μέλος.
- Να τελεσθεί με τις ευλογίες του Σεβ. Μητροπολίτου Πατρών Θεία Λειτουργία και επιμνημόσυνος δέησις εις τον Ιερό Ναό του Συλλόγου την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017.
- Να αφιερωθεί το επόμενο τεύχος του περιοδικού «ΦΩΣ ΕΘΝΩΝ» εις την προσωπικότητα και το έργο του μακαριστού Ιεράρχου.
- Να αργήσουν τα Γραφεία του Συλλόγου κατά την ημέρα της εξοδίου ακολουθίας.
- Να δημοσιευθεί το παρόν εις τον τοπικό Τύπο.
Πάτρα 9/11/2017
Tο Διοικητικόν Συμβούλιον
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΠΑΤΡΩΝ
ΨΗΦΙΣΜΑ
Τό Διοικητικό Συμβούλιο τῆς Χριστιανικῆς Ἑστίας Πατρῶν , ἀμέσως μὀλις πληροφορήθηκε την εἰς Κύριον ἐκδημίαν τοῦ Μητροπολίτου Πενταπόλεως Ιγνατίου Μαδενλίδη, επιλέκτου μέλους της Αδελφότητος του ‘’ΣΩΤΗΡΟΣ’’ συνῆλθε σε ἔκτακτη συνεδρίαση.
Όλα τα μέλη του ΔΣ επεσήμαναν ότι ο αείμνηστος ιεράρχης υπήρξε μια πολυσύνθετη προσωπικότητα και παρουσίασε έργο πολύπτυχο.
Πρώτα –πρώτα έδειξε τι σημαίνει να έχει κάποιος όραμα ζωής. Ο αοίδιμος Μητροπολίτης εθέλγετο από το όραμα να απλωθεί η βασιλεία του Θεού σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, οι οποίοι θα μοιράζονται και θα γεύονται τον ανεκτίμητο πλούτο του ευαγγελίου της αληθινής πίστεως και αυθεντικής αγάπης. Εργάσθηκε μεθοδικά και συστηματικά. Υπερβαίνοντας εαυτόν (την εύθραυστη υγεία του και την προχωρημένη ηλικία του) ανήγειρε ναούς και εκπαιδευτήρια, μέσω των οποίων φωτίζονται οι ψυχές μικρών και μεγάλων, για να πραγματοποιήσουν τον κοινό σκοπό της ζωής και της παιδείας που είναι η « μετάληψις της αγιότητος».
Έπειτα δίδαξε τι σημαίνει να μιμείται ο άνθρωπος τα πρότυπα των αγίων. Ο μακαριστός επίσκοπος ήταν προικισμένος με πολλά χαρίσματα, τα οποία καλλιέργησε και αξιοποίησε στον αγρό της εσωτερικής και εξωτερικής ιεραποστολής. Το πέτυχε αυτό μιμούμενος το παράδειγμα των αγίων. Βίωνε τον στίχο των χαιρετισμών: Υπήρξε ‘’ των αποστόλων το ασίγητον στόμα’’, καθώς ως διάδοχός των εκδαπανήθηκε κηρύττοντας τον λόγον του Θεού στην Κανάγκα κυρίως υπό την στέγην και την ευλογίαν του Αποστόλου Ανδρέου. Υπήρξε και ‘’ των αθλοφόρων το ανίκητον θάρσος’’, καθώς δεν λύγισε μπροστά στις δυσκολίες του έργου του εμπνεόμενος από τον άγιο Αχίλλιο της Λαρίσσης , τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης και τον άγιο Νεκτάριο.
Τέλος ενέπνευσε τι σημαίνει να τιμά κάποιος το όνομά του. Ο Πενταπόλεως τίμησε με την όλη του βιοτή το όνομα Ιγνάτιος, διότι ήταν πράγματι ιγνάτιος, δηλαδή πυρφόρος φλογερός ιεραπόστολος. Στην ψυχή του έκαιγε το πύρ του αγίου Πνεύματος, που δεν αφήνει τον άνθρωπο να γίνει νωθρός και καταπτοημένος. Επαληθεύθηκε το του Ιερού Χρυσοστόμου: ‘’Ενας άνθρωπος ζήλω πεπυρωμένος μπορεί να διορθώσει ολόκληρο λαό’’. Όσοι τον εγνώρισαν, εμπνέονταν από τον ζήλο του , τον ενθουσιασμό του και την ακάματη δημιουργικότητά του.
Η προσευχή όλων είναι να βρεθούν μιμητές του έργου του, η δε φωτεινή και πατρική μορφή του να απολαμβάνει τη φωτεινή και διαυγή σαν κρύσταλλο Βασιλεία του Θεού στους ατελεύτητους αιώνες.
Να έχουμε την ευχή του! Αιωνία του η μνήμη και καλή ανάσταση!
Για ὅλα αυτά τά Δ.Σ.- μετά ἀπό εἰσήγηση τοῦ προέδρου- ἐξέδωσε ὁμόφωνα το ἀκόλουθο ψήφισμα:
1. Μέλη του Δ.Σ να παρακολουθήσουν την ἐξόδιο ἀκολουθία.
2. Να δημοσιευθεῖ το παρόν ψήφισμα σε τοπικές ἐφημερίδες.
3. Ἀντίγραφο τοῦ παρόντος ψηφίσματος να ἐπιδοθεῖ στην αδελφότητα θεολόγων ‘’Ο ΣΩΤΗΡ’’
Πάτρα 9/11/2017
Για το Δ.Σ.
Καραγεωργόπουλος Γεώργιος
Πρόεδρος
Σκόνδρας Ηλίας
Γεν. Γραμματεύς
Σε κλίμα συγκίνησης τελέστηκε σήμερα, Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017 η εξόδιος ακολουθία του μακαριστού Μητροπολίτη Πενταπόλεως Ιγνατίου, του Παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.
Της εξοδίου ακολουθίας προεξήρχε ο Εκπρόσωπος του Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας κ. Θεοδώρου Β΄ στην Αθήνα, Σεβ. Μητροπολίτης Γουινέας κ. Γεώργιος.
Επίσης παρέστησαν συμπροσευχόμενοι οι Μητροπολίτες Ναυπάκτου Ιερόθεος, Δημητριάδος Ιγνάτιος, Μεσογαίας Νικόλαος, Αιτωλίας Κοσμάς, Κίτρους Γεώργιος, Ειρηνουπολεως Δημήτριος, Ηλιουπόλεως Θεόδωρος, Κεντρώας Αφρικής Νικηφόρος, Καμερούν Γρηγόριος και ο Επίσκοπος Ανδίδων κ. Χριστοφόρος.
Στην εξόδιο από το Ιερό Βήμα συμπροσευχήθηκαν οι Μητροπολίτες Νέας Σμύρνης Συμεών, Γλυφάδας Παύλος, Κυθήρων Σεραφείμ και Πτολεμαϊδος Εμμανουήλ.
Να αναφερθεί ότι ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου Πευκακίων, ήταν κατάμεστος από πλήθος πιστών, κληρικών και πνευματικών παιδιών του μακαριστού Μητροπολίτη κυρού Ιγνατίου.
Για τον πολιό Ιεράρχη μίλησαν ο Μητροπολίτης Γουινέας, ο Μητροπολίτης Βελεστίνου ως Εκπρόσωπος του Μακαριωτάτου, ο κ. Χρήστος Αλεξίου από τα Ορθόδοξα Χριστιανικά Σωματεία Λαρίσης και ο ένας Ιθαγενής Αφρικανός μαζί με τον υιό του Αρχιμ. π. Χαρίτωνα που εβαπτίστηκαν από τα χέρια του αειμνήστου.
Πηγή: Ρομφαία
Εκοιμήθη εν Κυρίω το πρωί, Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2017 στην Αθήνα, ανήμερα της εορτής του Αγίου Νεκταρίου, του και προστάτου του, ο φλογερός Ιεροκήρυξ της Εκκλησίας, μεγάλος και διακεκριμένος Ιεραπόστολος και τίμιος εργάτης του Ευαγγελίου, αείμνηστος Μητροπολίτης Πενταπόλεως κυρός Ιγνάτιος, ο ευλογημένος άνθρωπος του Θεού και ο πνευματικός ποδηγέτης πολλών ευσεβών χριστιανών.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πενταπόλεως κ.Ιγνάτιος Μαδενλίδης γεννήθηκε το 1930 στην Έδεσσα.
Έλαβε το πτυχίο της Θεολογίας το 1950. Υπηρέτησε ως λαϊκός Ιεροκήρυκας από το 1950 μέχρι το 1968.
Συνδέθηκε με την αδελφότητα Θεολόγων «Ο Σωτήρ», στην οποία προσέφερε πολλά και της οποίας ηγάπησε όσο κανείς το ευλογημένο της έργο.
Διάκονος χειροτονήθηκε το 1968 και Πρεσβύτερος το 1969, από τον Μακαριστό Μητροπολίτη Λαρίσης κυρό Θεολόγο.
Στην Λάρισα επετέλεσε για πολλές δεκαετίες πολύ μεγάλο και σπουδαίο πνευματικό, λειτουργικό, φιλανθρωπικό και κυρίως κατηχητικό και νεανικό έργο, διακρινόμενος πάντοτε για την ενάρετη και ασκητική βιοτή και πολιτεία του καθώς και για την ιδιαίτερη και γεμάτη αγάπη προθυμία του για την καλλιέργεια του λόγου του Θεού στις διψασμένες ψυχές των ανθρώπων και κυρίως των νέων εκείνων που κοντά του γνώρισαν τον Χριστό και αγάπησαν την αγία Του Εκκλησία.
Ακόμη, υπακούοντας στην φωνή της Αγίας μας Εκκλησίας, υπηρέτησε επί πολλά έτη στο Ιεραποστολικό Κλιμάκιο της Κανάγκα (Ζαΐρ, σημερινό Κονγκό), πλησίον του μακαριστού αγίου γέροντός του, φλογερού Ιεραποστόλου π.Χαρίτωνος Πνευματικάκη.
Στις 16/3/2003 εξελέγη και χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κεντρώας Αφρικής, από τον Μακαριστό Πατριάρχη Αλεξανδρείας κυρό Πέτρο και λίγο αργότερα ενθρονίσθηκε στην καρδιά της Ιεραποστολικής Μητροπόλεώς του, επιτελώντας και από την θέση αυτή μεγάλο πνευματικό, ποιμαντικό και ιεραποστολικό έργο, καθιστώντας την αχανή μητροπολιτική του περιφέρεια πρότυπο ιεραποστολικής εργασίας αλλά και Ορθοδόξου μαρτυρίας σε όλη την Αφρικανική ήπειρο.
Στις 4/3/2010 παραιτήθηκε για λόγους υγείας και ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ.Θεόδωρος τιμητικώς τον ανύψωσε στις 23/11/2010 σε τιτουλάριο Μητροπολίτη Πενταπόλεως, δίδοντάς του για πρώτη φορά τον τίτλο της επισκοπής του μεγάλου Αγίου των ημερών μας, Οσίου Νεκταρίου, επισκόπου Πενταπόλεως, του εν Αιγίνη, του θαυματουργού.
Αξιώθηκε δε, να δει συνεχιζόμενο το Θεάρεστο έργο της ιεραποστολικής του επαρχίας, από τον άξιο διάδοχό του, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κινσάσας κ.Νικηφόρο.
Ο Κύριος της δόξης τον εκάλεσε κοντά του τις πρωϊνές ώρες της Πέμπτης 9 Νοεμβρίου 2017, ανήμερα του προστάτου του Αγίου Νεκταρίου, για να αυλίζεται τώρα πλησίον του, στην άληκτη χαρά της βασιλείας των Ουρανών, όπου ο Δικαιοκρίτης Κύριος θα του απονείμει όλα εκέινα τα ουράνια έπαθλα για όσα υπέρ Εκείνου έπραξε και υπέμεινε καθ’ όλη την διάρκεια της ευλογημένης, κοπιαστικής και τόσο αγωνιστικής ιερατικής και αρχιερατικής βιοτής του.
Πηγή: Ρομφαία, Ομοθυμαδόν
Τό θαῦμα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς ‘Υπεραγίας Θεοτόκου πού ἑορτάζουμε κάθε 28 Ὀκτωβρίου ἔγινε ὡς ἑξῆς:
Βρισκόμαστε στά μέσα τοῦ 9ου αἰ. στήν Κωνσταντινούπολη. Στό παρεκκλήσιο τῆς ἁγίας Σοροῦ πού βρίσκεται στόν ναό τῶν Βλαχερνῶν, γινόταν ὁλονυκτία. Στό παρεκκλήσιο αὐτό φυλάσσονταν ἡ ἐσθήτα, ὁ πέπλος καί μέρος τῆς ἁγίας ζώνης τῆς Θεοτόκου. Ἐκεῖ πῆγε καί ὁ μακάριος Ἀνδρέας, ὁ «διά Χριστόν σαλός» κάνοντας τίς συνηθισμένες τρέλες του.
Ἡ «διά Χριστόν σαλότης» εἶναι μιά ἰδιαίτερη μορφή χριστιανικῆς ζωῆς, ἕνα εἰδικό χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ διά Χριστόν σαλοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι γιά νά κατακτήσουν τήν κορυφή τῆς ἁγιότητος αὐτοταπεινώνονται σέ ὕψιστο βαθμό κάνοντας τόν σαλό δηλ. τόν τρελλό. Δέν θέλουν νά ἔχουν καμμία ὑπόληψι, καμμία τιμή, κανένα ἔπαινο μέσα στόν κόσμο αὐτόν. Θέλουν καί ποθοῦν μάλιστα τήν ἀνυποληψία, τήν περιφρόνηση, τήν κατηγορία, τήν συκοφαντία, πράγματα πού τόσο ἀντιπαθοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄλλοι, οἱ τάχα λογικοί καί ἀξιοπρεπεῖς. Ἀρνοῦνται τίς τιμές, τίς ἐπίσημες θέσεις, τίς καλές συστάσεις γιά τόν ἑαυτό τους, τίς δόξες καί τούς ἐπαίνους ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη ἐπιθυμοῦν διακαῶς καί ζητοῦν ἐπιμόνως τήν καταφρόνηση τοῦ κόσμου, τήν κάθοδο στόν ἅδη τῆς ταπεινώσεως βιώνοντας τό ψαλμικό: «ἐγώ εἰμί σκώληξ καί οὐκ ἄνθρωπος, ὄνειδος ἀνθρώπων καί ἐξουδένημα λαοῦ» Ψαλμ. κα’ 7). Ξεχωρίζουν ὄχι τόσο για τίς ὑπεράνθρωπες νηστεῖες καί τούς ἀπεριόριστους κόπους, γιά τίς πολύωρες ἀγρυπνίες καί τά ἀείρροα δάκρυα, γιά τήν ὑπερβολική σκληραγωγία καί ἄσκηση. Ξεχωρίζουν, γιατί σημάδεψαν πάνω στόν κεντρικώτερο στόχο τῆς πνευματικῆς ζωῆς: στήν ταπείνωση. Γνωρίζουν ὅτι γιά νά ἐπιτύχουν τήν τέλεια ταπείνωση πού εἶναι θεία δωρεά, πρέπει νά ἐξουδενώσουν ὁλοκληρωτικά τό «ἐγώ». Γιαυτό μέ προσποιητές τρέλλες καί ἀλλοπρόσαλλες ἐνέργειες ἐξουδενώνονται στά μάτια ὅλου τοῦ κόσμου. Κρύβονται ἐσκεμμένα, κρύβουν τήν ἀρετή καί ἁγιότητά τους κάτω ἀπό τόν ἐπίπλαστο μανδύα τῆς σαλότητας καί τῆς τρέλλας των. Οἱ ἅγιοι διά Χριστόν σαλοί παίζουν ἕνα ἱερό παιχνίδι. Ἐμπαίζουν τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ μάταιου καί φιλόδοξου. Ἐμπαίζουν τά κοσμικά σχήματα, τήν δῆθεν ἀξιοπρέπεια καί κοσμική εὐγένεια, τήν διπλωματία καί τήν ὑποκρισία, τήν πολιτική καί τήν ἐπιτήδευση, τήν ἐπίδειξη καί τόν φαρισαϊσμό. Ἐμπαίζουν αὐτό τό γελοῖο κοσμικό δόγμα ὡρισμένων, πού ἐκφράζεται μέ τό «τί θά πῆ ὁ κόσμος», μέ τό «πῶς θά φανῶ στόν κόσμο». Τελικά ἐμπαίζουν τούς ἴδιους τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι στό πρόσωπο τῶν ἁγίων σαλῶν βρῆκαν τούς ἰσχυρότερους ἀντιπάλους. Πρέπει ὅμως νά τονιστεῖ ὅτι γιά νά ζήσει κάποιος τή ζωή τοῦ σαλοῦ, πρέπει νά ἔχει κληθεῖ ἀπό τό Θεό στή ζωή αὐτή, διαφορετικά δέν ἐμπαίζει τόν κόσμο, ἀλλά ἐμπαίζεται ἀπ’ αὐτόν. Πρέπει νά ἔχει μέσα του ζωντανή τή φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅπως οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, τούς ὁποίους τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τούς ἐνέπαιζαν, χλεύαζαν καί κορόϊδευαν σάν μεθυσμένους. Πρέπει νά ἔχει ἀπόκτήσει τό θεῖο ἔρωτα πρός τόν νυμφίο τῆς ψυχῆς του Χριστό σέ ὕψιστο βαθμό καί βέβαια νά ἔχει τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του πατρός γιά τό συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς.
Αὐτά τά εἶχε ὅλα ὁ ἅγιος πού προαναφέραμε, ὁ ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός. Τόν εἴχαμε ἀφήσει στό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σωροῦ στό ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν. Ἦταν ἡ ὥρα περίπου τετάρτη νυκτερινή (μέ τό βυζαντινό ὡρολόγιο), ὁπότε βλέπει ὁ μακάριος Ἀνδρέας τή Θεοτόκο Μαρία νά προχωρῆ ἀπό τίς βασιλικές πύλες (οἱ κεντρικές πύλες τοῦ κυρίως ναοῦ) πρός τό θυσιαστήριο. Φαινόταν πολύ ὑψηλή καί εἶχε λαμπρή τιμητική συνοδεία λευκοφόρων ἁγίων. Ἀνάμεσά τους ξεχώριζαν ὁ Τίμιος Πρόδρομος καί ὁ Θεολόγος Ἰωάννης, πού παράστεκαν δεξιά καί ἀριστερά τή Θεοτόκο. Ἀπό τούς λευκοφόρους, ἄλλοι προπορεύονταν καί ἄλλοι ἀκολουθοῦσαν ψάλλοντας ὕμνους καί ἅσματα πνευματικά. Ὅταν πλησίασε στόν ἅμβωνα, εἶπε ὁ ὅσιος στόν Ἐπιφάνιο:
› Βλέπεις, παιδί μου,τήν Κυρία καί Δέσποινα τοῦ κόσμοῦ;
› Ναί ,τίμιε πάτερ, ἀποκρίθηκε ὁ νέος.
Ἡ Θεοτόκος ἐν τῷ μεταξύ εἶχε γονατίσει καί προσευχόταν γιά πολλή ὥρα. Παρακαλοῦσε τόν Υἱό Της γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί ἔρραινε μέ δάκρυα τό ἅγιο πρόσωπό Της. Μετά τή δέηση μπῆκε στό θυσιαστήριο, ἔβγαλε ἀπό τήν ἄχραντη κεφαλή τό ἀστραφτερό Της μαφόριο (Μαφόριο ἤ ἐσθήτα εἶναι τό ἔνδυμα τῆς Θεοτόκου πού μοιάζει μέ ἐσάρπα, ἀλλά καλύπτει καί τήν κεφαλή, καί εἰκονίζεται στήν ἁγιογραφία πάντοτε μέ βαθύ κόκκινο χρῶμα), μέ μιά κίνηση χαριτωμένη καί σεμνή, καί καθώς ἦταν μεγάλο καί ἐπιβλητικό, τό ἅπλωσε σάν Σκέπη μέ τά πανάγια χέρια της ἐπάνω στό ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τό ἔβλεπαν κι οἱ δυό τους γιά πολλή ὥρα νά ἐκπέμπει δόξα θεϊκή σάν ἤλεκτρο. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Κυρία Θεοτόκος, φαινόταν καί ἡ ἱερή ἐσθήτα νά σκορπίζει τή χάρι της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νά ἀνεβαίνει στόν οὐρανό, ἄρχισε καί ἡ θεία Σκέπη νά συστέλλεται λίγο-λίγο καί νά χάνεται. Τό ἱερό αὐτό μαφόριο πού φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τή χάρι πού παρέχει ἡ Θεοτόκος στούς πιστούς.
Αὐτή τήν ὁπτασία τήν εἶδε καί ὁ Ἐπιφάνιος μέ τή δύναμη καί μεσιτεία τοῦ ὁσίου.
Μέ ἀφορμή αὐτό τό ὅραμα καθιερώθηκε ἠ ἑορτή τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου . Γιορτάζεται κανονικά τήν α’ Ὀκτωβρίου . Ἀλλά τό 1952 μετατέθηκε ὁ ἑορτασμός της στίς 28 Ὀκτωβρίου διότι ἡ νίκη τοῦ στρατοῦ μας στά 1940 ἀποδόθηκε στήν Θεοτόκο. Ἡ φήμη τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα πέρασε καί στή Ρωσία. Ἄλλωστε ὁ ἅγιος ἦταν Σκύθης στήν καταγωγή. Ἐκεῖ γίνεται ὁ εἰσηγητής τῆς ζωῆς τῆς σαλότητας καί «πνευματικός δάσκαλος» τῶν ρώσων «Γιουροντίβι». Ἐπίσης καθιερώνεται καί στή Ρωσία ἡ γιορτή τῆς ἁγ. Σκέπης (Πόκροβ), ἡ ὁποία πῆρε ὄχι μόνο θρησκευτικές ἀλλά καί ἐθνικές διαστάσεις. Τό «Γιουροντστβο» γίνεται ἔνα «κίνημα» πολύ σεβαστό. Κάθε ρωσική πόλη τιμᾶ κι ἕνα «δικό της» σαλό ἅγιο.
Τό ὅραμα τοῦ ἁγίου Άνδρέα εἶναι μιά ἀποκάλυψη. Φανέρωσε τήν χάρη τῆς Θεοτόκου, τίς δακρύρροες προσευχές της, τήν ἀπέραντη ἀγάπη της γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα καί τήν παρρησία της στό Θεό. Εἶναι πράγματι ἡ ἀκαταμάχητη προστασία μας καί ἠ ἀκαταίσχυντη μεσίτρια μας πρός τόν Θεό Πατέρα. Εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως. Συνέβαλλε ἀποφασιστικά στήν ἀνάπλαση τῆς πεσμένης ἀνθρώπινης φύσης· εἶναι Αὐτή πού δάνεισε τήν σάρκα Της στόν Χριστό καί συνήργησε στήν θέωση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας.
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940
Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο σημαντικότερες εθνικές γιορτές του έθνους μας έχουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να συνεορτάζονται με μία γιορτή της Παναγίας. Την 25η Μαρτίου γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και την 28η Οκτωβρίου την Αγία Σκέπη της Θεοτόκου.
Η γιορτή αυτή μετατέθηκε από την εκκλησία μας το 1952 από την 1η Οκτωβρίου την 28η ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τη μητέρα του Θεού για τη σκέπη και την προστασία της στον αγώνα των Ελλήνων απέναντι στον αλαζονικό ιταλικό στρατό.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η εποποιία του 1940, αποτελεί ένα θαύμα, είναι ένα από τα πολλά θαύματα στην ιστορία των Ελλήνων. Δεν μπορεί να είναι καρπός αποκλειστικά ανθρώπινου αγώνα. Η θεϊκή χάρη συνεργάσθηκε με την ανθρώπινη προσπάθεια. Και είναι δίκαιο που μαζί με τα θριαμβευτικά σαλπίσματα πάνω από τους τάφους των ηρώων, σήμαναν δοξαστικές καμπάνες για ένα ‘’ευχαριστώ’’ στην Παναγία, σ' εκείνη, στην οποία η εθνική συνείδηση απέδωσε για μια ακόμα φορά ‘’τα νικητήρια’’. Τη Σκέπη των αγωνιστών. Την Ελευθερώτρια των σκλαβωμένων.
Γιατί στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου οι Έλληνες εμπιστεύθηκαν στα χέρια της Παναγίας τον αγώνα τους. Ζήτησαν τη μητρική προστασία της για να υπερασπιστούν τα δίκαιά τους. Και ήταν τόση η πίστη τους, ώστε την έβλεπαν να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, καθώς πολεμούσαν απεγνωσμένα στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Αλβανίας. Η άλλοτε Υπέρμαχος Στρατηγός των Ρωμηών γίνεται η Αγία Σκέπη των αγωνιστών και το θαύμα επαναλαμβάνεται. Χάρη στην πίστη που θερμαίνει τις ψυχές τους οι μαχητές περιφρονούν τη λογική των αριθμών και αντιστέκονται στις σιδερόφρακτες εχθρικές στρατιές με ηρωισμό που κινεί τον παγκόσμιο θαυμασμό.
ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΚΕΠΗΣ
ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940
Στὸ μέτωπο, σ᾿ ὅλη τὴ γραμμή, ἀπὸ τὴ γαλανὴ θάλασσα τοῦ Ἰονίου μέχρι ψηλὰ τὶς παγωμένες Πρέσπες, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἄρχιζε νὰ βλέπει παντοῦ τὸ ἴδιο ὅραμα: Ἔβλεπε τὶς νύχτες μία γυναικεία μορφὴ νὰ βαδίζει ψηλόλιγνη, ἄλαφροπερπατητη, μὲ τὴν καλύπτρα τῆς ἄναριγμενη ἀπὸ τὸ κεφάλι στοὺς ὤμους. Τὴν ἀναγνώριζε, τὴν ἤξερε ἀπὸ παλιά, τοῦ τὴν εἶχαν τραγουδήσει ὅταν ἦταν μωρὸ κι ὀνειρευόταν στὴν κούνια. Ἦταν ἡ μάνα ἡ μεγαλόψυχη στὸν πόνο καὶ στὴν δόξα, ἡ λαβωμένη τῆς Τήνου, ἡ ὑπέρμαχος Στρατηγός.
Γράμμα ἀπὸ τὴ Μόροβα
Ὁ Τάσος Ρηγοπούλας, στρατευμένος στὴν Ἀλβανία τὸ 1940, ἔστειλε ἀπὸ τὸ μέτωπο τὸ παρακάτω γράμμα στὸν ἀδελφό του. «Ἀδελφέ μου Νίκο.
Σοὺ γράφω ἀπὸ μία ἀετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς Πάρνηθας. Ἡ φύση τριγύρω εἶναι πάλλευκη. Σκοπός μου ὅμως δὲν εἶναι νὰ σοῦ περιγράψω τὰ θέλγητρα μίας χιονισμένης Μόροβας μὲ ὅλο τὸ ἄγριο μεγαλεῖο της. Σκοπός μου εἶναι νὰ σοῦ μεταδώσω αὐτὸ ποὺ ἔζησα, ποὺ τὸ εἶδα μὲ τὰ μάτια μου καὶ ποὺ φοβᾶμαι μήπως, ἀκούγοντας τὸ ἀπὸ ἄλλους, δὲν τὸ πιστέψεις.
Λίγες στιγμὲς πρὶν ὁρμήσουμε γιὰ τὰ ὀχυρὰ τῆς Μόροβας, εἴδαμε σὲ ἀπόσταση καμιὰ δεκαριὰ μέτρων μία ψηλὴ μαυροφόρα νὰ στέκει ἀκίνητη.
› Τὶς εἶ;
Μιλιά... Ὁ σκοπὸς θυμωμένος ξαναφώναξε:
› Τὶς εἰ;
Τότε, σὰν νὰ μᾶς πέρασε ὅλους ἠλεκτρικὸ ρεῦμα, ψιθυρίσαμε:
› Ἡ ΠΑΝΑΓΙΑ!
Ἐκείνη ὅρμησε ἐμπρὸς σὰν νὰ εἶχε φτερὰ ἀετοῦ. Ἐμεῖς ἀπὸ πίσω της. Συνεχῶς τὴν αἰσθανόμασταν νὰ μᾶς μεταγγίζει ἀντρειοσύνη. Ὁλόκληρη ἑβδομάδα παλέψαμε σκληρά, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὰ ὀχυρὰ Ἰβάν-Μόροβας.
Ὑπογραμμίζω πὼς ἡ ἐπίθεσή μας πέτυχε τοὺς Ἰταλοὺς στὴν ἀλλαγὴ τῶν μονάδων τους. Τὰ παλιὰ τμήματα εἶχαν τραβηχτεῖ πίσω καὶ τὰ καινούργια... κοιμοῦνταν! Τὸ τί ἔπαθαν δὲν περιγράφεται. Ἐκείνη ὁρμοῦσε πάντα μπροστά. Κι ὅταν πιὰ νικητὲς ροβολούσαμε πρὸς τὴν ἀνυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε ἡ Ὑπέρμαχος ἔγινε ἀτμός, νέφος ἁπαλὸ καὶ χάθηκε».
Θαῦμα στὸ Μπούμπεση
Ζωντανὸ θαῦμα τῆς Παναγίας ἔζησαν στὸν ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο οἱ στρατιῶτες τοῦ 51ου ἀνεξαρτήτου τάγματος, μὲ διοικητὴ τὸν ταγματάρχη Πετράκη, στὴν κορυφογραμμὴ τοῦ Ροντένη, δεξιά της θρυλικῆς Κλεισούρας.
Κάθε βράδυ, ἀπὸ τὶς 22-1-1941 καὶ ἔπειτα, στὶς 9.20 ἀκριβῶς, τὸ βαρὺ ἰταλικὸ πυροβολικὸ ἄρχιζε βολὴ ἐναντίον τοῦ τάγματος Πετράκη καὶ τοῦ δρόμου, ἀπ᾿ ὅπου περνοῦσαν τὰ μεταγωγικά. Πέρασαν ἡμέρες καὶ τὸ κακὸ συνεχιζόταν, δημιουργώντας ἐκνευρισμὸ καὶ ἀπώλειες. Τολμηροὶ ἀνιχνευτὲς τῶν ἐμπροσθοφυλακῶν καὶ ἀεροπόροι ἐξαπολύθηκαν μέχρι βαθιὰ στὶς ἰταλικὲς γραμμές, ἀλλὰ ἐπέστρεψαν ἄπρακτοι. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἐντοπίσουν τὰ ἰταλικὰ πυροβόλα, ἴσως γιατὶ οἱ Ἰταλοὶ κάθε βράδυ τὰ μετακινοῦσαν.
Ἦταν ὅμως ἀπόλυτη ἀνάγκη νὰ ἐντοπισθοῦν οἱ ἐχθρικὲς θέσεις. Ἕνα βράδυ τοῦ Φεβρουαρίου ἀκούστηκαν πάλι οἱ ὁμοβροντίες τῶν ἰταλικῶν κανονιῶν.
› Παναγία μου, φώναξε τότε ὁ ταγματάρχης ἐντελῶς αὐθόρμητα, βοήθησέ μας! Σῶσε μας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς δαίμονες.
Ἀμέσως στὸ βάθος πρόβαλε ἕνα φωτεινὸ σύννεφο. Σιγὰ-σιγὰ σχημάτισε κάτι σὰν φωτοστέφανο. Καὶ κάτω ἀπ᾿ αὐτὸ μερικὰ ἀσημένια συννεφάκια σχημάτισαν τὴ μορφὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ γέρνει πρὸς τὴ γῆ καὶ στάθηκε σ᾿ ἕνα φαράγγι, ἀνάμεσα σὲ δυὸ ὑψώματα τοῦ Μπούμπεση. Τὸ ὅραμα τὸ εἶδαν ὅλοι στὸ τάγμα καὶ ρίγησαν.
› Θαῦμα! βροντοφώναξε ὁ ταγματάρχης.
› Θαῦμα! Θαῦμα! ἐπανέλαβαν οἱ στρατιῶτες καὶ σταυροκοπήθηκαν.
Ἀμέσως ἔφυγε ἕνας σύνδεσμος μὲ σημείωμα τοῦ Πετράκη γιὰ τὴν πυροβολαρχία τοῦ Τζήμα. Σὲ δέκα λεπτὰ βρόντησαν τὰ ἑλληνικὰ κανόνια καὶ σὲ εἴκοσι ἐσίγησαν τὰ ἰταλικά. οἱ ὀβίδες μας εἶχαν πετύχει ἀπόλυτα τὸν στόχο.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Σκέπης σου Παρθένε ἀνυμνοῦμεν τὰς χάριτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς· σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προμηθείᾳ Ἄχραντε.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’. Θεοτόκε Ἀειπάρθενε.
Θεοτόκε Ἀειπάρθενε, τὴν ἁγίαν σοῦ Σκέπην, δι' ἧς περισκέπεις, τοὺς εἰς σὲ ἐλπίζοντας, κραταιὰν τῷ Ἔθνει σου καταφυγὴν ἐδωρήσω‧ ὅτι ὡς πάλαι καὶ νῦν θαυμαστῶς ἡμᾶς ἔσωσας, ὡς νοητὴ νεφέλη, τὸν σὸν λαὸν περιβαλοῦσα. Διὸ δυσωποῦμεν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὥσπερ νεφέλη ἀγλαῶς ἐπισκιάζουσα, τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε, ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ Βασιλίδι. Ἀλλ' ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος, περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως, τοὺς κραυγάζοντας· Χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.
Πηγή: Χριστός - Παναγία blog, Ορθόδοξοι Ορίζοντες, Ορθόδοξη Δικτυακή Παρουσία
Ο εν αγίοις Πατὴρ ἡμῶν Δημήτριος, βλαστὸς οἰκογενείας Κοζάκων,γεννήθηκε τὸ 1651 στὸ Μακάροβο, σαράντα χιλιόμετρα ἀπὸ τὸ Κίεβο.
Στὸ ἅγιο Βάπτισμα ἔλαβε τὸ ὄνομα Δανιήλ. ῾Ο πατέρας του,Σάββας Τουπτάλα, ἦταν στρατιωτικὸς καὶ ἀπουσίαζε συχνά· ἔτσι,τὴν μόρφωσι τοῦ παιδιοῦ ἀνέλαβε κυρίως ἡ μητέρα του, ἡ ὁποία τοῦ ἐνεφύτευσε τὰ σπέρματα τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν.
Σὲ ἡλικία ἕνδεκα ἐτῶν, ὁ Δανιὴλ εἰσῆλθε στὴν νεοπαγῆ ῾Ιερατικὴ Σχολὴ τοῦ Κιέβου, τῆς ὁποίας ὁ Σχολάρχης ᾿Ιωαννίκιος Γολιατόφσκυ ἦταν λαμπρὸς ἱεροκήρυξ καὶ ἔνθερμος ὑπέρμαχος τῆς ᾿Ορθοδοξίας.
Χάρις στὸν ᾿Ιωαννίκιο, ὁ μελλοντικὸς ῾Ιεράρχης ἀξιώθηκε νὰ ἀναπτύξη τὸ ἀξιοθαύμαστο χάρισμά του νὰ ἐξηγῆ τὶς ῞Αγιες Γραφές· ἐπίσης,εὐαισθητοποιήθηκε στὴν ἀνάγκη διδαχῆς τοῦ πληρώματος τῆς ᾿Εκκλησίας Μερικὰ χρόνια ἀργότερα, ὅταν ἦταν δεκαεπτὰ ἐτῶν, τὸ 1668,εἰσῆλθε στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ τοῦ ῾Αγίου Κυρίλλου, ὅπου τὴν 9ην ᾿Ιουλίου ἔλαβε στὴν μοναχική του κουρὰ τὸ ὄνομα Δημήτριος, πρὸς τιμὴν τοῦ Θεσσαλονικέως Μεγαλομάρτυρος.
᾿Εκτὸς ἀπὸ τὰ διακονήματα τῆς Μονῆς, τὰ ὁποῖα ἐκτελοῦσε με ὑποδειγματικὴ ὑπακοή, ὁ νέος διεκρίθη γιὰ τὴν ἀσκητική του ζωή,τὴν πραότητα καὶ τὴν ταπείνωσι, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ἐθαυμάζετο ὑπὸ τῶν Γερόντων, ἐπὶ πλέον δὲ κατώρθωσε νὰ ὁλοκληρώση τὶς σπουδές του καὶ νὰ ἀρχίση τὸ συγγραφικό του ἔργο.
᾿Εχειροτονήθη Πρεσβύτερος τὴν 23η Μαΐου 1675 ὑπὸ τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Λαζάρου Μπαράνοβιτς τοῦ Τσερνιγκὼφ καὶ τὸ 1677 διωρίσθηκε ὑπ᾿ αὐτοῦ ῾Ιεροκήρυξ στὴν ἕδρα του.
᾿Εν συνεχείᾳ, ἀνέλαβε καθήκοντα διοικήσεως διαφόρων ῾Ιερῶν Μονῶν, παρὰ τὴν θέλησί του, ἐφ᾿ ὅσον μοναδική του ἐπιθυμία ἦταν νὰ ζῆ στὴν ἄσκησι καὶ τὴν ἡσυχία.
Δύο φορὲς ἐπιχείρησε νὰ παραιτηθῆ, ἀλλὰ τὸ ἐγχείρημα ἀπέτυχε καὶ οἱ φίλοι του, μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ μετέπειτα ῞Αγιος Θεοδόσιος τοῦ Τσερνιγκώφ, κατώρθωσαν τελικὰ νὰ τὸν ἀποτρέψουν.
ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ τῶν εἰσβολῶν Τατάρων, Λιθουανῶν καὶ Πολωνῶν, πολλὰ ἐκκλησιαστικὰ συγγράμματα, ὅπως οἱ Βίοι τῶν ῾Αγίων, εἶχαν καταστραφῆ.
῾Ο ᾿Αρχιμανδρίτης Βαρλαὰμ τῆς ῾Ιερᾶς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ἀναζητοῦσε ἕνα πρόσωπο ἱκανὸ νὰ ἀναλάβη τὸ τεράστιο ἔργο τῆς συλλογῆς, ἐπιμελείας καὶ ἐκδόσεως τοῦ ἁγιολογικοῦ ὑλικοῦ. Τότε, ἐστράφη στὸν Δημήτριο, ξακουστὸν ἤδη ὡς συγγραφέα ψυχωφελῶν ἔργων.
Δέος κατέλαβε τὸν ταπεινόφρονα ᾿Ασκητὴ ἐνώπιον τοῦ βάρους τοῦ ἐγχειρήματος καὶ προσεπάθησε νὰ ἀποποιηθῆ τὴν μεγάλη αὐτὴ εὐθύνη. Φοβούμενος ὅμως μήπως ὑποπέσει στὸ σφάλμα τῆς παρακοῆς καὶ γνωρίζοντας τὶς ἀδήριτες ἀνάγκες τῆς ᾿Εκκλησίας, ὑπετάγη τελικὰ στὸ πιεστικὸ αἴτημα τῶν ἀνωτέρων του καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν ῾Ιερὰ Λαύρα τοῦ Κιέβου.
᾿Επὶ μίαν εἰκοσαετία, 1684-1705, ὁ ῞Αγιος Δημήτριος ἀφιέρωσε ὅλες τὶς δυνάμεις του στὸ ἱερὸ αὐτὸ ἔργο. ᾿Εκτὸς ἀπὸ τὸν χρόνο τῆς προσευχῆς στὸν Ναὸ καὶ κατὰ μόνας, ἀφιέρωνε τὸν ὑπόλοιπο χρόνο στὴν σύνταξι τῶν Βίων τῶν ῾Αγίων.
Ζοῦσε μὲ τοὺς ῾Αγίους, ἐβίωνε τὸν Βίο τους, ὑπέφερε μαζί τους τὰ βασανιστήριά τους καὶ μελετοῦσε ὣς τὴν παραμικρὴ λεπτομέρεια ὅλα τὰ σχετικὰ τεκμήρια.Εἰς ἀνταμοιβὴν τῆς ἀγάπης του αὐτῆς πρὸς τοὺς ῾Αγίους, ὁ Θεὸς τοῦ ἐχάριζε συχνὰ ὁράματα.
Ετσι, τὴν 10η Αὐγούστου 1685, εἶδε σὲ ἐνύπνιο τὴν ῾Αγία Μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα, τὴν ὁποία ἰδιαιτέρως εὐλαβεῖτο. Τῆς ἐζήτησε νὰ μεσιτεύση ὑπὲρ αὐτοῦ στὸν Κύριο, ἀλλὰ ἡ ῾Αγία ἦταν διστακτικὴ καὶ τοῦ εἶπε:
› Δὲν ξέρω... Θὰ προσευχηθῶ ἢ ὄχι... Σὺ προσεύχεσαι μὲ τρόπο ρωμαιοκαθολικό....
Βλέπουσα ὅμως τὴν ταραχή του, ἡ ῾Αγία Βαρβάρα ἐμειδίασε, τὸν καθησύχασε καὶ τὸν ἐπαρηγόρησε. ῾Ο ῞Αγιος Δημήτριος ἑρμήνευσε τὴν ἐπίπληξι αὐτὴ τῆς ῾Αγίας, διότι εἶχε συνήθεια, ὅπως καὶ οἱ Παπικοί, νὰ μὴ προσεύχεται ἀδιαλείπτως καὶ ἐκτενῶς.
Τὴν 10η Νοεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους, παρουσιάσθηκε στὸν Δημήτριο ὁ ῞Αγιος Μάρτυς ᾿Ορέστης, τοῦ ὁποίου τὸν Βίο εἶχε συντάξει ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα, καὶ τοῦ εἶπε:
› ῾Υπέφερα περισσότερες βασάνους γιὰ τὸν Χριστὸ ἀπὸ ὅσες μνημονεύεις.
Τότε, τοῦ ἔδειξε μία βαθειὰ πληγὴ στὴν ἀριστερά του πλευρά, λέγων:
› ᾿Ιδού, διὰ σιδήρου ἐγένετο τοῦτο.
Κατόπιν, ἅπλωσε τὸν δεξιό του βραχίονα κατοῦ ἔδειξε τὶς φλέβες, οἱ ὁποῖες εἶχαν κατακοπῆ στὸ ὕψος τοῦ ἀγκῶνος, συμπληρώνων:
› Νά, αὐτὲς κατεκόπησαν.
῞Υστερα, τοῦ ἔδειξε ἀνάλογες πληγὲς στὸν ἀριστερὸ βραχίονα, ἐπαναλαμβάνων τὰ ἴδια λόγια, μετὰ δὲ τοῦ ἔδειξε τὶς πληγὲς στὰ γόνατα, λέγων:
› Ταῦτα ἀπεκόπησαν. ᾿
Εν συνεχείᾳ, ἐστάθη ὄρθιος καὶ καταλήγων,τοῦ εἶπε:
› Βλέπεις, λοιπόν, ὅτι ὑπέστην περισσότερα μαρτύρια ὅσων μνημονεύεις!.
῾Ο ῞Αγιος Δημήτριος ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἐσκέφθη,ὅτι ἦταν ὁ ῞Αγιος ᾿Ορέστης τῶν ῾Αγίων Πέντε Μαρτύρων, τῶν ὁποίων ἡ μνήμη τιμᾶται τὴν 13η Δεκεμβρίου, ὁ δὲ Μάρτυς ἀπάντησε στὸν λογισμό του:
› Δὲν εἶμαι ὁ ᾿Ορέστης τῶν ῾Αγίων Πέντε Μαρτύρων, ἀλλὰ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τιμᾶται σήμερα καὶ τοῦ ὁποίου τὸν Βίο μόλις συνέταξες.
ΚΑΤΑ τὸ ἔτος 1701, σὲ ἡλικία 50 ἐτῶν, ὁ ῞Αγιος Δημήτριος ἐξελέγη᾿Επίσκοπος τῆς Μητροπόλεως Σιβηρίας καὶ Τομπόλσκ καὶ ἐχειροτονήθη στὴν Μόσχα. Λόγῳ τῆς εὐθραύστου ὑγείας του καὶ τῆς θεοφιλοῦς ἐπιθυμίας του νὰ συνεχίση καὶ ὁλοκληρώση τὴν συγγραφὴ τῶν Βίων τῶν ῾Αγίων, ἐστενοχωρήθη καὶ ἠσθένησε βαρέως. Τότε, τὸν ἐπεσκέφθη ὁ Τσάρος Πέτρος Αʹ καὶ τοῦ ὑπεσχέθη, ὅτι θὰ διορισθῆ σὲ πλησιέστερη ᾿Επισκοπή. Πράγματι, τοῦ ἀνετέθη ἡ Μητρόπολις Ροστοβίας καὶ ᾿Ιαροσλαβίας τὸ 1702, ὅπου σὲ ὅραμα ἐπληροφορήθη ὅτι ἐκεῖ θὰ ἐκμετρήση τὸ ζῆν. ᾿Επέλεξε ἕνα τόπο γιὰ τὸ μνῆμα του στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ ῾Αγίου ᾿Ιακώβου καὶ ἀνεφώνησε:
› ᾿Ιδού, ἡ ἀνάπαυσίς μου, ὧδε κατοικήσω εἰς αἰῶνα αἰώνων.
Τὸ 1705 ὡλοκλήρωσε τὴν σύνταξι τοῦ μνημειώδους ἔργου του Βίοι ῾Αγίων (Τσέτι-μηνέϊ), τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ τὴν καρδιὰ τοῦ ὀγκώδους γραπτοῦ ἔργου του.
› Διὰ νὰ συντάξῃ τὰ ῾῾Τσέτι-μηνέϊ᾿᾿ ἐχρησιμοποίησε τὸ ἔργον τοῦ Μητροπολίτου Μόσχας Μακαρίου († 1564), [τὰ βυζαντινὰ Μηνολόγια,δίως τοῦ ῾Αγίου Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ, ὡς καὶ τὰς Χρονογραφίας], ἀλλὰ καὶ δυτικὰς συλλογάς... ῍Αν τὸ ἐπιστημονικὸν ἐπίπεδον τῆς συνθέσεως τοῦ Δημητρίου δὲν εἶναι πολὺ ὑψηλόν, ἡ γλῶσσα του εἶναι εὐκόλως ἀφομοιώσιμος. Οὕτω τὰ ῾῾Τσέτι-μηνέϊ᾿᾿ ἐγνώρισαν μεγάλην κυκλοφορίαν εἰς Ρωσίαν, ὡς μαρτυροῦν αἱ πολλαὶ ἐπανεκδόσεις, καὶ διεδραμάτισαν σπουδαῖον μέρος εἰς τὴν ρωσικὴν εὐλάβειαν.
ΕΦ᾿ ΕΞΗΣ, ἀφιερώθηκε στὴν μέριμνα γιὰ τὸ πνευματικό του ποίμνιο. ᾿Αγωνίσθηκε σκληρὰ γιὰ νὰ ἐπανορθώση τὸν θρησκευτικὸ βίο καὶ τὰ ἤθη τῶν συγχρόνων του, τὰ ὁποῖα εὗρε σὲ πολὺ δυσάρεστη κατάστασι.
Συνέταξε πολλὰ ψυχωφελῆ ἔργα καὶ ἵδρυσε τὸ 1702, στὸ Ροστώβ,μία ῾Ιερατικὴ Σχολὴ γιὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ῾Ιερέων, στὴν προσπάθειά του νὰ ἐξυψώση τὸ διανοητικό, πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ ἐπίπεδο τοῦΚλήρου· ἀνέλαβε ὁ ἴδιος μεγάλο μέρος τῆς διδασκαλίας, ἀλλὰ δυστυχῶς, λόγῳ τῶν ἐλλιπῶν οἰκονομικῶν μέσων, ἡ Σχολὴ ἔκλεισε τὸ 1706.
῾Οι μεγάλες ὑλικὲς δυσκολίες τῆς Μητροπόλεως ὠφείλοντο οὐσιαστικῶς στὴν κυβερνητικὴ πολιτική, ἡ ὁποία ἐπεδίωκε νὰ περιορίση τὶς οἰκονομικὲς δυνατότητες τῆς ᾿Εκκλησίας.
Συνέγραψε ἐπίσης πολλὰ ἔργα γιὰ νὰ ἐπαναφέρη τοὺς σχισματικοὺς Παλαιοπίστους στοὺς κόλπους τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀποδεικνύων εἰς αὐτούς, ὅτι τὸ πνεῦμα καὶ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς Παραδόσεως εἶναι σημαντικώτερα ἀπὸ τὶς ἐξωτερικὲς τυπικὲς λεπτομέρειες· ἐκτὸς ἀπὸ τὰ πολυάριθμα σχετικὰ κηρύγματά του, συνέγραψε ἕνα ἰδικὸ ἔργο, ἀφιερωμένο στὴν κριτικὴ τῆς διδασκαλίας τῶν Σχισματικῶν:
«῎Ερευναι περὶ τῆς Πίστεως τοῦ Μπρὺνσκ (περιοχῆς, ὅπου ἔζων πολυάριθμοι Παλαιόπιστοι)» (1709).
Παρὰ τὶς συχνὲς ἀσθένειες, ἀκολουθοῦσε αὐστηρὸ κανόνα στὴν ζωή του καὶ ποτὲ δὲν ἐγκατέλειψε τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Μέσῳ τῆς ὑποδειγματικῆς του βιοτῆς, ἐδίδασκε στὸ ποίμνιό του τὴν ἀγάπη τῆς νηστείας καὶ τῆς προσευχῆς, καθὼς καὶ τὴν συμπόνια καὶ φιλευσπλαγχνία πρὸς ὅλους, δικαίους καὶ ἁμαρτωλούς.
῾Ο ῞Αγιος Δημήτριος προεῖδε τὴν ἐκδημία του τρεῖς ἡμέρες ἐνωρίτερα. ᾿Αφοῦ μὲ ἐδαφιαία μετάνοια ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς Κληρικοὺς καὶ τοὺς ψάλτες νὰ τὸν συγχωρήσουν, περιωρίσθηκε στὸ κελλί του μὲ διάπυρη τὴν προσευχὴ στὰ χείλη.
Τὴν ἑπομένη, τὸ πρωῒ τῆς 28ης ᾿Οκτωβρίου 1709, εὑρέθη σὲ στάσι γονυκλισίας νὰ ἔχη παραδώσει τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.Τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου εὑρέθησαν ἄφθορα κατὰ τὸ ἔτος 1752 καὶ ἐπετέλεσαν πλεῖστες ἰάσεις.
῾Η Ρωσικὴ ᾿Εκκλησία προέβη στὴν ἐπίσημη ἀναγνώρισί του πολὺ σύντομα, τὸ 1757.
Η διαθήκη του Αγίου Δημητρίου Μητροπολίτη Ροστόφ
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού
και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
Εγώ ο ταπεινός αρχιερεύς Δημήτριος, μητροπολίτης Ροστόφ και Γιαροσλάβ άκουσα τη φωνή του Κυρίου μου να λέει μέσα από το άγιο Ευαγγέλιο: «Γίνεσθε έτοιμοι, ότι η ώρα ου δοκεΐτε ο υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ. 24. 44), «οψέ μεσονυκτίου ή άλεκτοροφωνίας ή πρωΐ. μη ελθών εξαίφνης εύρη υμάς καθεύδοντας» (Μαρκ. 13. 35-36). Ακούγοντας αυτή τη φωνή του Κυρίου, κυριεύθηκα από φόβο. Επειδή μάλιστα συχνά προσβάλλομαι από ασθένειες και μέρα με τη μέρα καταβάλλομαι σωματικά, προσδοκώ δε κάθε στιγμή την ώρα του θανάτου και ετοιμάζομαι κατά τις δυνάμεις μου για την αναχώρησι από τη ζωή αυτή, έκρινα σωστό να γράψω την παρούσα διαθήκη μου. Θέλω μ' αυτή να καταστήσω γνωστό σε όλους ότι από τότε που αξιώθηκα του αγίου μοναχικού Σχήματος (στη μονή Κυριλλοφσκυ του Κιέβου, σε ηλικία 18 ετών) και υποσχέθηκα ενώπιον του Θεού να ζήσω με εκούσια πτώχεια, δεν απέκτησα καμμιά περιουσία ούτε δέχθηκα ποτέ δώρα, εκτός από τα ιερά βιβλία. Ας μην ταλαιπωρηθή λοιπόν κανείς αναζητώντας περιουσιακά στοιχεία στο κελλί μου. Ούτε να ταλαιπωρήσει τους ανθρώπους πού για την αγάπη του Θεού με υπηρέτησαν, για να του αποκαλύψουν που έχω τάχα κρυμμένους θησαυρούς ή πλούτη. Από τα νεανικά μου χρόνια δεν μάζεψα ποτέ χρυσό ή άργυρο, ούτε επέτρεψα στον εαυτό μου ν' απόκτησει περιττά ενδύματα ή οποιαδήποτε άλλα πράγματα, εκτός από τα απολύτως απαραίτητα. Προσπαθούσα πάντοτε, κατά το δυνατόν, να τηρήσω με ακρίβεια, στη θεωρία και στην πράξη, τη μοναχική ακτημοσύνη. Ουδέποτε μερίμνησα για τον εαυτό μου. Εμπιστευόμουν και ακουμπούσα τα πάντα στην πρόνοια του Θεού, πού ποτέ δεν μ' εγκατέλειψε. Όσες προσφορές έπαιρνα από τους ευεργέτες μου για τη συντήρηση μου τις χρησιμοποιούσα για τις λίγες προσωπικές μου ανάγκες και για τις πολλές ανάγκες των μοναστηριών της επαρχίας μου. Όπου υπηρέτησα, είτε ως ηγούμενος είτε ως αρχιερεύς, δεν αποθησαύρισα ποτέ τις εισφορές των πιστών και των ενοριτών, οι οποίες άλλωστε δεν ήσαν πολλές. Τις ξόδευα για τις ανάγκες εκείνων πού είχαν ανάγκη, όπως κάθε φορά πρόσταζε ο Θεός.
Κανείς λοιπόν ας μην κοπιάσει μετά τον θάνατο μου ερωτώντας ή ψάχνοντας για κάποιο περιουσιακό μου στοιχείο. Ούτε για την ταφή μου αφήνω κάτι, ούτε για τα μνημόσυνα μου. Κι αυτό, για να λάμψη η αξία της μοναχικής πτώχειας ενώπιον του Θεού. ιδιαίτερα τώρα στα τέλη μου. Πιστεύω ότι θα είμαι πιο ευάρεστος στον Θεό, αν μετά τον θάνατο μου δεν βρεθεί ούτε ένα δηνάριο, παρά να βρεθεί πλούτος πολύς και να μοιρασθή στους φτωχούς.
Και αν, ως πάμπτωχο, δεν θα θελήσει κανείς να με κηδεύσει, όπως συνήθως συμβαίνει με τους απόρους, παρακαλώ εκείνους που συλλογίζονται τα δικά τους τέλη, να σύρουν τουλάχιστον το αμαρτωλό σώμα μου μέχρι έναν απέριττο ομαδικό τάφο, και να το πετάξουν εκεί ανάμεσα στα άλλα πτώματα.
Αν πάλι προστάξει ο άρχοντας να κηδευθώ με δημόσια δαπάνη, τότε παρακαλώ τους φιλόχριστους κηδευτές μου να με ενταφιάσουν στο μοναστήρι του προστάτη μου Αγίου Ιακώβου, επισκόπου Ροστώφ, σε μια γωνία του ναού, που έχω ήδη επιλέξει. Για τον κόπο και την αγάπη τους, τους βάζω με ευγνωμοσύνη βαθειά μετάνοια.
Όσο για τα μνημόσυνα μου, αν κάποιος απαιτή αμοιβή, τον παρακαλώ, ας μη με μνημονεύει τον φτωχό. Όποιος θελήσει όμως χωρίς χρήματα να θυμάται την αμαρτωλή μου ψυχή στις προσευχές του για την αγάπη του Θεού, θα θυμηθει και εκείνον ο Κύριος στη βασιλεία των ουρανών.
Ο Θεός ας γίνει ίλεως σε όλους μας, και προ παντός σε μένα τον αμαρτωλό, στους αιώνες. Αμήν.
Έγραψα με το χέρι μου αυτή τη διαθήκη, στο επισκοπείο της Θεόσωστης πόλεως του Ροστώφ, στις 4 Απριλίου του 1706.
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Ἡ Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν στὰ πλαίδια τῶν Φιλολογικῶν καὶ Θεολογικῶν μαθημάτων της διοργανώνει στὸ Δημαρχεῖο Ἁμαρουσίου (στὴν αἴθουσα ἐκδηλώσεων) δύο διαλέξεις τοῦ ὁμοτίμου καθηγητῆ τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κ. Φώτη Δημητρακόπουλου μὲ θέμα: «Ὁ ἅγιος αὐτοκράτωρ Ἰωάννης Γ' Βατάτζης ὁ ἐλεήμων καὶ τὰ θρυλούμενα γιὰ τὴν ἐπανάκτηση τῆς Κωνσταντινούπολης» καὶ στὶς κάτωθι ἡμερομηνίες:
Κυριακὴ 29/10/2017 ὥρα 11.00 π.μ. - 13.00 μ.μ.
Τετάρτη 08/11/2017 ὥρα 19.00 μ.μ. - 21.00 μ.μ.
(Εἴσοδος ἐλεύθερη)
Ἐκ τῆς Γραμματείας
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΑΤΡΩΝΗΣ
Ἡ Ματρῶνα ἡ Ὁσία καὶ θαυματουργὸς Μήτηρ ἡμῶν ἦτο ἀπὸ τὴν νῆσον Χίον, ἀπὸ τὸ χωρίον τὸ καλούμενον ἕως τὴν σήμερον Βολισσός, τὸ ὁποῖον εἶναι εἰς τὸ ἐπάνω βόρειον μέρος τῆς Χίου· καὶ ὁ μὲν πατὴρ αὐτῆς ὠνομάζετο Λέων, ἡ δὲ μήτηρ Ἄννα, ἦσαν δὲ οὗτοι εὐσεβεῖς χριστιανοί, καὶ μὲ ὅλα τὰ χριστιανικὰ ἤθη καὶ ἔργα κεκοσμημένοι, προσέτι καὶ εἰς τὸν πλοῦτον καὶ εἰς τὰ ἄλλα κοσμικὰ ἀγαθὰ ἦσαν ἐπισημότεροι τῶν ἄλλων τοῦ χωρίου. Εἶχον δὲ αὐτοὶ καὶ ἄλλας ἓξ θυγατέρας καὶ μὲ τὴν Μαρίαν ἑπτά (διότι Μαρία, ὠνομάζετο ἡ Ἁγία καὶ μετωνομάσθη ὕστερον Ματρῶνα). Αὕτη λοιπὸν ἡ Μαρία (ἡ ὁποία ἦτο ἡ μικροτέρα τῶν ἄλλων θυγατέρων), ὅταν ἦλθε καιρὸς νὰ τὴν νυμφεύσωσιν οἱ γονεῖς της, δὲν ἠθέλησεν, ἀλλ᾿ ἐπρόκρινεν, ὡς φρονίμη, νὰ φυλάξῃ παρθενίαν καὶ καθαρότητα, διὰ νὰ γίνῃ νύμφη καλὴ καὶ ἄμωμος τοῦ ἀθανάτου Νυμφίου Χριστοῦ· ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἡ ἀληθὴς παρθενία καὶ καθαρότητα, καὶ ἡ ἀφθορία δὲν εἶναι εὔκολον νὰ κατορθωθῆ μέσα εἰς τὸν κόσμον, εἰς τὴν συναναστροφὴν τῶν πολλῶν, ὁμοίως καὶ τὰ ἄλλα καλά, μὲ τὰ ὁποῖα λαμπρύνεται ἡ λαμπὰς τῆς παρθενίας, μέσα εἰς τὸν κόσμον ἀπαντῶσα πολλὰ ἐμπόδια, διὰ τοῦτο ἡ μακαρία ἀνεχώρησε κρυφίως ἐκ τῆς συγγενείας της ἀφῆκε τὸν πατέρα, τὴν μητέρα καὶ τὰς ἀδελφάς της καὶ ἦλθεν εἰς ἕνα ὄρος πλησίον του χωρίου, ὅπερ καλεῖται Κατάβασις καὶ ἐκεῖ ἤνοιξε τὸ στάδιον τῶν ἀσκητικῶν της ἀγώνων καὶ τὴν κατὰ τῶν παθῶν καὶ τῶν δαιμόνων ἔστησε πάλην, νηστεύουσα, ἀγρυπνοῦσα, καὶ μόνη μόνῳ τῷ Θεῷ προσευχομένη ἡ ἀοίδιμος.
Ἔχαιρε λοιπὸν ἡ Ἁγία καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν, λυτρωθεῖσα τῶν ταραχῶν καὶ τῶν θορύβων τοῦ κόσμου. Οἱ γονεῖς της ὅμως ἀγνοοῦντες τί ἔγινε καὶ ποῦ κατήντησεν, ἐλυποῦντο βαρέως καὶ δὲν ἔπαυον ἀπὸ τοῦ νὰ τὴν ἀναζητῶσιν. Ἐρευνῶντες δὲ εἰς κάθε τόπον, ἀνεῦρον αὐτὴν εἰς τὸ ὄρος καὶ μὴ κρίναντες εὔλογον νὰ τὴν ἀφήσωσιν ἐκεῖ μόνην, τὴν παρεκίνησαν νὰ ἔλθῃ εἰς τὴν οἰκίαν των, αὐτὴ δὲ ὑπήκουσεν, ὡς Θεοῦ δούλη, εἰς τὸ εὐλογοφανὲς πρόσταγμα τῶν γονέων της, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν πατρικήν της οἰκίαν καὶ εἰς μὲν τὰ ἄλλα ὑπετάσσετο καὶ ὑπήκουεν εἰς αὐτοὺς μὲ πολλὴν ταπείνωσιν, εἰς τὸ νὰ ὑπανδρευτῇ ὅμως παντελῶς δὲν ὑπήκουεν· ὅθεν βλέποντες ἐκεῖνοι ὅτι δὲν τοὺς ὑπακούει, καὶ γνωρίσαντες τὸ ἀμετάθετον τῆς γνώμης της, καὶ τὸν μεγάλον πόθον τὸν ὁποῖον εἶχε διὰ τὴν μοναχικὴν ζωήν, τέλος πάντων ἔδωκαν εἰς αὐτὴν τὴν ἄδειαν νὰ ὑπάγῃ νὰ ἡσυχάσῃ καὶ νὰ πολιτεύηται τὴν κατὰ Χριστὸν Πολιτείαν, ὅπου εὐχαριστεῖται καὶ ἀρέσκηται, ἀλλὰ καὶ τὴν πατρογονικήν της κληρονομίαν ἐξεχώρισαν καὶ τὴν ἀφῆκαν εἰς τὴν ἐξουσίαν της, νὰ τὴν οἰκονομήσῃ ὡς θέλει.
Ἡ δὲ Μαρία τὰ μὲν κινητὰ πάντα διεμοίρασε, κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου, εἰς τὰς χήρας καὶ τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς πτωχούς, τὰ δὲ ἀκίνητα, χωράφια δηλαδὴ καὶ ἄλλα παρόμοια, τὰ ἄφησεν εἰς τὰς ἀδελφάς της, νὰ τὰ καλλιεργῶσι καὶ νὰ τὰ ἐπιμελῶνται, ἕως οὗ νὰ τὴν φωτίσῃ ὁ Θεὸς νὰ τὰ οἰκονομήσῃ κατὰ τὸ θέλημά του, πρὸς ψυχικήν της ὠφέλειαν. Καὶ λοιπὸν ἀφ᾿ οὗ οὕτω καλῶς διετάξατο τὰ ἑαυτῆς πάντα, ἄφησε τὴν Βολισσὸν καὶ ἦλθε πάλιν εἰς τὴν Κατάβασιν, εἰς τὸ πρῶτον τῆς ἡσυχαστήριον· τὴν δὲ ὀλίγην ἐκείνην τροφήν, ἥτις ἦτο ἀναγκαία πρὸς συντήρησιν τοῦ σώματός της διὰ νὰ μὴ ἀποθάνῃ ἀπὸ τὴν παντελῆ ἀσιτίαν, ἐφρόντιζε καὶ ἔφερε μία ἀδελφή της. Ἔμεινε δὲ ἐκεῖ εἰς τὴν Κατάβασιν ἠσυχάζουσα καὶ ἀγωνιζομένη τρεῖς ὁλοκλήρους χρόνους, ἀλλὰ κατὰ μὲν τὸ σῶμα εὑρίσκετο εἰς τὴν Κατάβασιν, κατὰ δὲ τὴν ψυχὴν καὶ τὴν καρδίαν καὶ τὴν διάνοιαν εὑρίσκετο εἰς τὴν ἀνάβασιν καὶ εἰς τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, φανταζομένη τὰ ἀνεκλάλητα ἐκεῖνα κάλλη καὶ τὰς ὡραιότητας καὶ ἀναβάσεις ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς. Μετὰ δὲ τὰ τρία ἔτη, θέλων ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς νὰ φανερώσῃ τὸν κρυπτόμενον θησαυρόν, διὰ νὰ πλουτίσῃ καὶ ἄλλους μὲ τὸν οὐράνιον πλοῦτον τῶν ἀρετῶν καὶ νὰ θέσῃ τὸν λύχνον ἐπάνω εἰς τὴν λυχνίαν, διὰ νὰ φωτίσῃ καὶ νὰ ὁδηγήσῃ καὶ ἄλλους εἰς ὀδὸν σωτηρίας, καθὼς ἔδειξαν τὰ πράγματα ὕστερον, ἐνέπνευσεν εἰς τὴν διάνοιάν της λογισμὸν ἀγαθὸν καὶ πόθον ἔβαλεν εἰς τὴν καρδίαν της θερμόν, νὰ καταβῇ εἰς τὴν χώραν, ὅπου ἦσαν τότε πολλὰ γυναικεῖα Μοναστήρια, διὰ νὰ εὕρῃ παραδείγματα ἀρετῶν καὶ νὰ ὑποταχθῇ εἰς Γερόντισσαν, κατὰ τοὺς νόμους τῆς μοναχικῆς πολιτείας.
Ἐλθοῦσα λοιπὸν εἰς τὴν χώραν καὶ τὰ ἐν αὐτῇ γυναικεῖα Μοναστήρια θεωρήσασα, καὶ πολλῶν ἐναρέτων Μοναζουσῶν τὰς ἀρετὰς μιμησαμένη ὡς πάλαι ὁ μέγας Ἀντώνιος, εὗρε μικρὸν Μοναστήριον, τὸ ὁποῖον τῆς ἤρεσε περισσότερον ἀπὸ τὰ ἄλλα, ἐπειδὴ ἦσαν εἰς αὐτὸ τρεῖς μόνον Μονάζουσαι, μήτηρ καὶ δύο θυγατέρες, καὶ ἦτο μεγάλη ἡσυχία καὶ εἰρήνη· ὅθεν τὰς παρεκάλεσε νὰ δεχθῶσι καὶ αὐτὴν εἰς τὴν συνοδείαν των, αὐταὶ δὲ τὴν ἐδέχθησαν, βλέπουσαι τὴν σεμνότητα, τὴν εὐταξίαν καὶ τὸ ταπεινὸν αὐτῆς ἦθος· ἔμεινε λοιπὸν ὑποτασσομένη εἰς αὐτὰς καὶ δοκιμαζομένη εἰς τοὺς κόπους καὶ τὰς κακοπαθείας τῆς ἀσκήσεως. Δὲν παρῆλθεν ὅμως πολὺς καιρὸς καὶ ἐφάνησαν, ἢ μᾶλλον ἔλαμψαν αἱ ἀρεταί της καὶ τῶν προτέρων της πνευματικῶν ἀσκήσεων οἱ καρποί· ὅθεν τὴν ἔκειραν Μοναχὴν καὶ τὴν ἐνέδυσαν τὸ Μοναχικὸν Σχῆμα, ἀντὶ δὲ τῆς ΜΑΡΙΑΣ μετωνομάσθη ΜΑΤΡΩΝΑ. Καὶ ὅσον τὰ ἔτη της προέβαινον καὶ ἡ ἡλικία της ηὕξανε, τόσον καὶ αὐτὴ προέβαινε καὶ ἐπρόκοπτεν εἰς τὰς ἀρετὰς καὶ εἰς τοὺς νέους ἀσκητικοὺς ἀγῶνας καὶ τοὺς πόνους. Καὶ διεδόθη ἡ φήμη της καὶ πολλὰς ἄλλας παρεκίνη καθ᾿ ἑκάστην, αἵτινες ἤρχοντο εἰς τὸ Μονύδριον ἐκεῖνο καὶ ἐκοινοβίαζον.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Ἐκκλησία των ἦτο πολὺ μικρά, διότι δὲν ἦτο Ἐκκλησία Μοναστηρίου, ἀλλ᾿ ἦτο πατρογονικὴ καὶ κτιτορικὴ τῶν τριῶν ἐκείνων Μοναχῶν καὶ εἶχον στενοχωρίαν εἰς αὐτὴν μεγάλην, λέγει ἡ Ματρῶνα πρὸς τὴν Γερόντισσάν της:
› Θέλεις, Κυρία μου, νὰ μεγαλώσωμεν τὸν Ναὸν τοῦτον καὶ νὰ κτίσωμεν καί τινα κελλία;
› Ναί, πολλὰ τὸ ἠγάπων, κυρία μου, καὶ ἐγὼ νὰ γίνῃ αὐτὸ ὅπου λέγεις, ἀλλὰ τί νὰ κάμω; γνωρίζεις καὶ σὺ ὅτι ἔξοδα δὲν ἔχω.
ἀπεκρίθη ἐκείνη. Τῆς λέγει ἡ Ματρῶνα,
› Μὴ στενοχωρεῖσαι, καὶ ὁ Κύριος οἰκονομεῖ.
καὶ τῆς ἐφανέρωσεν πόθεν ἠδύναντο νὰ εὑρεθῶσι τὰ ἔξοδα τῆς οἰκοδομῆς καὶ οὕτω λαβοῦσι τὴν ἄδειαν, ἐπώλησε τὰ ἀκίνητα πράγματα τὰ ὁποῖα εἶχον αἱ ἀδελφαί της εἰς τὴν Βολισσόν, καὶ πρῶτον μὲν ἔκτισεν ἕνα λουτρόν, μετὰ γνώμης καὶ ἀδείας τῆς Γεροντίσσης, διὰ νὰ λούωνται οἱ πτωχοὶ καὶ ξένοι, κατὰ τὴν συνήθειαν, τὴν ὁποίαν εἶχον τὸν καιρὸν ἐκεῖνον οἱ ἄνθρωποι, ἔπειτα ἀρχίζει τὴν οἰκοδομὴν τοῦ Ναοῦ.
Τί δὲ ποιεῖ ὁ ἀρχέκακος καὶ μισόκαλος; ἐπιχειρεῖ ὁ πονηρότατος νὰ τὴν ρίψῃ εἰς κανὲν ἄτοπον· ὅθεν ἐκεῖ ὅπου ἤνοιγαν οἱ ἐργάται τὰ θεμέλια, ἰδοὺ φαίνεται αἴφνης μέγας θησαυρός· ἀλλ᾿ ἤθελεν ἀπορήσει τις, τί κακὸν ἐνδέχεται νὰ πάθῃ ἡ Ὁσία ἀπὸ τὴν εὕρεσιν τοῦ θησαυροῦ; ἐκεῖνος μόνος ὁ δόλιος καὶ πανοῦργος ἠξεύρει τοὺς δόλους καὶ τὰς πανουργίας του· ἴσως ἐδοκίμαζε νὰ τὴν ρίψῃ εἰς φιλαργυρίαν ἢ εἰς ὑψηλοφροσύνην, ὅτι δηλαδὴ ἔφθασεν εἰς μεγάλα μέτρα ἀρετῆς, καὶ ὁ Θεὸς διὰ τὴν ἀρετὴν αὐτῆς τῆς ἔδωκε τὸν ἀνέλπιστον θησαυρόν· ἢ διὰ τοῦτο ἢ δι᾿ ἄλλον αἴτιον, ἐκεῖνος ὁ πονηρότατος ἠξεύρει τὴν πονηρίαν του, ὁ δὲ πανάγαθος Θεὸς δὲν τὸν ἐμπόδισεν, ἀλλὰ τὸν ἄφησε, διὰ νὰ νικηθῆ καὶ νὰ καταισχυνθῇ ἀπὸ τὴν ἀπάθειαν τῆς Ὁσίας, καθώς ποτε ἐνικήθη καὶ ἀπὸ τὴν ἀπάθειαν καὶ ἀφιλάργυρον γνώμην τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, ὅταν τοῦ ἔδειξεν εἰς τὴν ἔρημον τὸν θησαυρόν.
Δὲν ἐχάρη, λοιπὸν ἡ Ὁσία, οὐδὲ ἐσκίρτησεν, ἰδοῦσα παρ᾿ ἐλπίδα τοιοῦτον θησαυρόν, καθὼς ἤθελε κάμει ἄλλος ἐμπαθὴς καὶ φιλάργυρος, ἀλλὰ ἔλεγε μετὰ δακρύων
› Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, εἰ μὲν τὸ χρυσίον τοῦτο εἶναι ἀπεσταλμένον ἀπὸ τὴν χάριν Σου, φανέρωσον εἰς ἡμᾶς, εἰ δὲ εἶναι ἀπὸ πανουργίαν τοῦ δαίμονος, ἂς ἀφανισθῇ.
Ταῦτα προσευχομένης τῆς Ἁγίας (ὢ τοῦ θαύματος!) εὐθὺς ἐφάνη τὸ λαμπρότατον χρυσίον ἐσβεσμένοι ἄνθρακες· καὶ ὅλοι οἱ ἰδόντες καὶ ἀκούσαντες τὸ παράδοξον τοῦτο ἐδόξασαν τὸν ἐν Ἁγίοις Αὐτοῦ δεδοξασμένον Θεόν. Καὶ οὕτως ἡ μὲν Ὁσία ἐδοξάσθη διὰ τὴν ἀπάθειαν καὶ τὴν πρὸς τὸν Θεὸν παρρησίαν της, ὁ δὲ διάβολος κατῃσχύνθη, καὶ τὸ ἐναντίον ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐδολιεύθη νὰ πράξῃ ἐγένετο, ἐπειδὴ ἡ μὲν Ματρῶνα μετὰ τῶν συνασκουμένων ἔλαβε θάρρος μεγάλον εἰς τὴν οἰκοδομὴν τοῦ Ναοῦ, οἱ δὲ δουλεύοντες ἔγιναν προθυμότεροι εἰς τὸ ἔργον των ἀπὸ τὴν θαυματουργίαν ταύτην.
Ἀφ᾿ οὗ ἐτελείωσε τὸν Ναὸν μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἀρτεμίου, εἰς τοῦ ὁποίου τὸ θεῖον ὄνομα ἐτιμᾶτο, τότε ἐτελείωσε καὶ ἡ Γερόντισσά της τὴν πρόσκαιρον ταύτην ζωήν, καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν αἰώνιον, αἱ δὲ συνασκούμεναι ἀδελφαὶ παρεκάλουν θερμῶς τὴν Ματρῶναν νὰ δεχθῇ τὴνν προστασίαν καὶ ἡγουμενίαν τοῦ Μονυδρίου καὶ τέλος πάντων καὶ μὴ θέλουσαν τὴν ἐψήφισαν Ἡγουμένην καὶ ὑπετάσσοντο εἰς αὐτήν. Ἐπειδὴ δὲ εἰς τὰ γυναικεῖα Μοναστήρια συνηθίζουσι νὰ λέγουσι τὴν ἡγουμένην, κυράν, τὴν ἔλεγον οὕτως· ὅθεν ἐπεκράτησεν ἔκτοτε καὶ λέγεται ἀκόμη καὶ τὴν σήμερον Ἁγία Κυρά· διότι καὶ τὰ κύριά της ὀνόματα Μαρία καὶ Ματρῶνα, τοῦτο δηλοῦσιν, ἤτοι Κυρία, ὡς καὶ τὸ ἐπίθετον, καὶ οἰκείως καὶ καταλλήλως καὶ ἀπὸ θείαν νεῦσιν τῆς ἐδόθησαν ὅλα· ὅτι οὐχὶ μόνον φερωνύμως ἐκυρίευσε τὰ πάθη καὶ τὸν κόσμον καὶ τοὺς κοσμοκράτορας, ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τὸν θάνατον τὸν κυριεύοντα παντὸς ἀνθρωπίνου γένους ἐκυρίευσε καὶ ἐνίκησε, καὶ ὡς ἕνα ὕπνον ἀπέδειξε· καὶ ἀκούσατε διὰ νὰ θαυμάσητε καὶ νὰ βεβαιωθῆτε διὰ τὴν ἀλήθειαν.
Τὸν καιρὸν κατὰ τὸν ὁποῖον ἐξουσίαζον οἱ Γενοβέζοι τὴν Χίον ἦλθε πλῆθος πολὺ ἀπὸ βάρβαρόν τι ἔθνος τῆς Δύσεως, ἄνθρωποι βάρβαροι καὶ κατὰ τὴν γλῶσσαν καὶ κατὰ τὸ ἦθος ἀγριώτατοι καὶ ἀπανθρωπότατοι καὶ ἐποίουν πολλὰς ἁρπαγὰς καὶ ζημίας εἰς τὴν Χίον· ἐλθόντες δὲ καὶ εἰς τὸ μοναστήριον τῆς Ὁσίας ὤρμησεν εἷς ἀπὸ αὐτούς, ὁ πλέον ἀναιδέστερος καὶ ἀναισχυντότερος τῶν ἄλλων, νὰ βιάσῃ μίαν μοναχήν, ἀλλ᾿ ὢ τοῦ θαύματος! «παρεμβαλεῖ Ἄγγελος Κυρίου κύκλῳ τῶν φοβουμένων αὐτὸν καὶ ρύσεται αὐτούς» (Ψαλμ. λγ´ 8)· ἔφθασεν ἡ θεία δίκη τὸν ἄδικον, καὶ ἔπεσε τὴν ὥραν ἐκείνην νεκρὸς εἰς τὴν γῆν. Ἡ Ὁσία λοιπόν, ἥτις εἶχεν ὅλην της τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν πεποίθησιν εἰς τὸν Θεόν, καὶ ἐκεῖθεν ἐζήτει διὰ προσευχῆς τὴν βοήθειαν, βλέπουσα τοῦτο ἐδόξασε τὴν ταχεῖαν τοῦ Θεοῦ ἀντίληψιν, ἀλλὰ καὶ ἐσπλαγχνίσθη τὸν ἄσπλαγχνον ἐκεῖνον βάρβαρον, καὶ προσευξαμένη εἰς τὸν Θεόν, τὸν ἔχοντα ζωῆς καὶ θανάτου τὴν ἐξουσίαν, τὸν ἀνέστησε, πρὸς θαῦμα καὶ ἔκπληξιν τῶν ἰδόντων καὶ ἀκουσάντων τὸ γεγονός. Ἀφ᾿ οὗ δὲ τὸν ἀνέστησε καὶ κατεφόβησε μὲ τὰ δύο ταῦτα, μὲ τὸν θάνατον καὶ τὴν ἀνάστασιν, ἐνουθέτησε καὶ τοὺς φοβεροὺς ἐκείνους βαρβάρους, ὡς ἔπρεπε, καὶ τοὺς ἀπέλυσεν· οἱ δὲ ἀνεχώρησαν ἐκ Χίου ἔμφοβοι καὶ ἔντρομοι· ὅθεν ἐλθόντες καὶ δευτέραν φοράν, δὲν ἐτόλμησαν νὰ ὑπάγουν πλέον εἰς τὸ Μοναστήριον τῆς Ἁγίας, ὄχι δὲ μόνον τοῦτο ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλην τὴν πόλιν ἐφάνησαν ἡμερώτεροι καὶ φιλανθρωπότεροι καὶ τὰ πρότερα δεινὰ δὲν ἐτόλμησαν πλέον νὰ πράξωσιν.
Πλὴν τὸ νὰ ἀναστήσῃ διὰ τῆς προσευχῆς τὸν νεκρὸν ἡ Ὁσία ἦτο τῆς θείας Χάριτος κατόρθωμα καὶ τῆς πρὸς τὸν Θεὸν παρρησίας της ἔνδειξις· τὸ δὲ νὰ ἀποθάνῃ καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια ὡς ἄνθρωπος εἶναι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως νόμος κοινός, καὶ χρέος ἀπαραίτητον· ὅθεν ὅταν ηὐδόκησεν ὁ ἀθάνατος αὐτῆς Νυμφίος Χριστὸς νὰ τὴν παραλάβῃ διὰ θανάτου εἰς τοὺς ἀθανάτους καὶ οὐρανίους νυμφῶνας αὐτοῦ καὶ νὰ τὴν ἀναπαύσῃ ἀπὸ τοὺς ἀσκητικοὺς αὐτῆς κόπους εἰς τὴν αἰώνιον ἐκείνην μακαριότητα τοῦ οὐρανοῦ, τότε τῆς ἀπεκάλυψε πρὸ ἑπτὰ ἡμερῶν τὸ μακάριον τέλος της, καὶ τὴν πρὸς αὐτὸν ἐκδημίαν της καὶ μικρὸν ἀσθενήσασα, προσεκάλεσε τὰς ἀδελφὰς καὶ ὑποτακτικάς της, καὶ τὰς ἐνουθέτησε ὡς μήτηρ, καὶ τὰς συνεχώρησεν, ἔπειτα δὲ καὶ αὐτὴ συγχώρησιν λαβοῦσα παρ᾿ ἐκείνων, καὶ ὅλα τὰ χριστιανικὰ τελέσασα, καὶ τὴν κοινωνίαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων δεξαμένη, παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν της εἰς τὰς ἀχράντους χείρας τοῦ ψυχοσώστου Θεοῦ. Ἐκοιμήθη δὲ ἡ μακαρία μήτηρ ἡμῶν Ματρῶνα ἐν ἔτει ἀπὸ Χριστοῦ 1462, τῇ 20ῃ τοῦ Ὀκτωβρίου, καὶ ἐτάφη τὸ ἱερὸν αὐτῆς σῶμα εἰς τὸν Ναὸν τὸν ὁποῖον ἔκτισεν ἡ ἴδια. Ὁ δὲ τῶν θαυμασίων Θεός, τὸν ὁποῖον ἐδόξασε μὲ τοὺς ἀσκητικούς της ἀγῶνας καὶ μὲ τὰς ἀρετάς της, τὴν ἐδόξασε μετὰ θάνατον μὲ τὴν θείαν του χάριν, καὶ ἀνέδειξεν εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὰ θεῖα της λείψανα καὶ τὸ ἱερόν της Ναὸν πηγὴν θαυμάτωων ἀέναον, καὶ ἰατρεῖον ἄμισθον παντὸς πάθους καὶ πάσης ἀσθενείας· ἀπὸ τὰ ὁποῖα θέλομεν καὶ ἡμεῖς διηγηθῇ ὀλίγα τινα, εἰς δόξαν Θεοῦ, τοῦ δοξαζομένου ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ, καὶ εἰς ὠφέλειαν τῶν ἀναγινωσκόντων καὶ ἀκουόντων.
Εἰς τὴν Μαγνησίαν, πόλιν μεγάλην τῆς Ἀνατολῆς, ἦτο Ἀγαρηνός τις πλούσιος πολὺ καὶ ἀσθενήσας ἔμεινε καθ᾿ ὅλον τὸ ἀριστερὸν μέρος τοῦ σώματός του ξηρός· ἐποίησαν λοιπὸν οἱ ἰατροὶ εἰς αὐτὸν πολλὰ ἰατρικά, πλὴν νὰ τὸν βοηθήσωσι δὲν ἠδυνήθησαν, αὐτὸς δὲ πολλὰ χρήματα δαπανήσας, οὐδὲν ὄφελος ἔλαβεν. Εἶχεν ὅμως οὗτος μίαν δούλην Χριστιανήν, Μαρίαν ὀνομαζομένην, ἡ ὁποία βλέπουσα αὐτὸν νὰ ἐξοδεύῃ τὸν πλοῦτον του ματαίως καὶ νὰ μὴ λαμβάνῃ θεραπείαν, ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν λέγει πρὸς αὐτόν·
› Αὐθέντα μου, ἐγὼ ἠξεύρω ἕνα ἰατρὸν εἰς τὸν ὁποῖον, ἐὰν θελήσῃς νὰ ὑπάγῃς, λαμβάνεις ἀναμφιβόλως παρ᾿ αὐτοῦ τὴν ὑγείαν σου.
Ἡ ἀνάγκη βιάζει τὸν αὐθέντην νὰ ἀκούσῃ μετὰ προσοχῆς μεγάλης τοὺς λόγους τῆς δούλης, καὶ ἐρωτᾷ νὰ μάθῃ τὸν ἰατρόν. Τότε τοῦ λέγει ἐκείνη:
› Εἰς τὴν Χίον εἶναι μία γυνὴ τῶν χριστιανῶν, ἡ ὁποία ἰατρεύει παντὸς εἴδους ἀσθένειαν, χωρὶς βότανα καὶ ἔμπλαστρα, καὶ ἂς ὑπάγωμεν ἐκεῖ νὰ σὲ ἰατρεύσῃ.
Πείθεται ὁ αὐθέντης καὶ λαμβάνει τὴν Μαρίαν καὶ ἄλλους τινας εἰς τὴν συνοδείαν του καὶ ἔρχεται εἰς τὴν Χίον, βασταζόμενος δὲ ὑπὸ τῶν δούλων του ἐφέρθη εἰς τὸν Ναὸν τῆς Ἁγίας.
Ἐλθὼν λοιπὸν ὁ ἀσθενὴς εἰς τὸν Ναὸν ζητεῖ ἐκεῖ νὰ εὕρῃ τὴν ἰατρόν, καὶ νομίζει ἀκόμη ὅτι εἶναι ζῶσα τις γυνὴ καθὼς ἐξ ἀρχῆς ὑπέθεσεν· ἡ δὲ δούλη τοῦ λέγει·
› Ἀναπαύσου ὀλίγον καὶ ἔρχεται ἡ γυνή, ἥτις ἐξάπαντος θέλει σε θεραπεύσῃ.
Ἀληθῶς ἀδελφοί, δίκαιον εἶναι νὰ εἴπωμεν περὶ ταύτης τῆς γυναικὸς ἐκεῖνα τὰ εὐαγγελικά: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις» (Ματθ. ιε´ 28)· διότι καὶ τῇ ἀληθείᾳ, μεγάλη καὶ ἀδίστακτος ἦτο ἡ πίστις αὐτῆς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ ἡ εὐλάβειά της πρὸς τὴν Ἁγίαν· δὲν ἐδίστασε νὰ εἴπῃ καθ᾿ ἑαυτήν:
› Καλά, κινῶ ἐγὼ τὸν αὐθέντη μου, ἄρρωστον ὄντα, νὰ ποιήσῃ τοσοῦτον μακρὸν ταξίδιον καὶ διὰ θαλάσσης, ἀλλ᾿ ἀνίσως τὸν βδελυχθῇ ἡ Ὁσία ὡς ἄπιστον καὶ ἀκούσω καὶ ἐγὼ ὡς ἡ Χαναναία "Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις;" (Ματθ. ιε´ 26)· ἀνίσως λέγω δὲν τὸν θεραπεύσῃ, τί θὰ ποιήσῃ πρός με ὕστερον;
Ναί, δὲν ἐδίστασεν, οὐδὲ ἐφοβήθη, ἀλλ᾿ οὐδὲ ἡ προσευχὴ δὲν ἔφευγε ἀπὸ τὸν νοῦν της, οὐδὲ τὰ δάκρυα ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς της· ὅθεν καὶ μὲ θάρρος καὶ μὲ μεγάλην πεποίθησιν τοῦ λέγει·
› Ἀναπαύσου, καὶ θέλεις ἰατρευθῇ.
Ἀναπαύεται ὁ αὐθέντης καὶ μὲ καλὴν ἐλπίδα τῆς ὑγείας του ἡσυχάζει.
Τί δὲ ἡ Ὁσία Ματρῶνα ᾠκονόμησεν; ἀκούσατε παρευθύς. Τὴν πρώτην ἐκείνην νύκτα φαίνεται εἰς τὸν ἀσθενῆ ἐν ὁράματι καὶ τοῦ λέγει:
› Διὰ τὰ δάκρυα, τὰς προσευχὰς καὶ τὴν πίστιν τῆς ὁμωνύμου μου Μαρίας τῆς δούλης σου, σὲ ἰατρεύω· ἐγέρθητι καὶ περιπάτει ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου μου καὶ ὕπαγε ὑγιὴς εἰς τὸν οἶκον σου.
Ὁ δὲ Ἀγαρηνός, ἀποτινάξας τὸν ὕπνον, ἐγνώρισε τὸν ἑαυτόν του ὅλον ὑγιᾶ, χωρὶς οὐδὲν ἴχνος τοῦ πάθους του· καὶ οὕτως μὲν ἐκεῖνον ἠλευθέρωσεν ἡ Ἁγία, ἡ θαυματουργὸς Ματρῶνα, ἀπὸ τὸ πάθος του, τὴν δὲ Μαρίαν ἠλευθέρωσεν ἀπὸ τὴν σωματικὴν δουλείαν, ᾠκονόμησε δὲ καὶ τὴν ψυχικήν της σωτηρίαν· Διότι ὁ Ἀγαρηνὸς ἐκεῖνος εἰς μὲν τὸν Ναὸν τῆς Ἁγίας ἀφιέρωσε πολλὰ πράγματα, τὴν δὲ δούλην ἠλευθέρωσε, καὶ τὰ χρειώδη πρὸς τὴν ζωοτροφίαν της ἔδωκε· καὶ αὐτὴ μὲν ὡς εὐγνώμων καὶ εὐλαβὴς ἔμεινεν ὑπηρετοῦσα τὸν Ναὸν τῆς Ὁσίας ἕως τέλους τῆς ζωῆς της, καὶ θεαρέστως ζήσασα ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ. Τοῦτο τὸ θαῦμα κοινολογηθὲν εἰς τὴν Μαγνησίαν, ἐνεποίησε μεγάλην ἐντύπωσιν καὶ εἰς μεγάλην εὐλάβειαν πρὸς τὴν Ἁγίαν ἐκίνησε τοὺς ἐκεῖ χριστιανούς, καὶ ἔκτοτε συνηθίζουσι καὶ ἔρχονται πολλοὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν χώραν εἰς τὴν μνήμην αὐτῆς εἰς προσκύνησιν τῶν ἱερῶν λειψάνων· ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα μέρη ἤρχοντο καὶ ἔρχονται, καὶ ὅλοι σχεδὸν οἱ ἄνθρωποι τῆς νήσου συνέτρεχον, καθὼς ἔτι καὶ σήμερον συντρέχουσιν.
Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ Ναὸς ἦτο μικρὸς καὶ ὑπῆρχε μεγάλη στενοχωρία ἐκ τοῦ πλήθους τῶν συνερχομένων, διὰ τοῦτο οἱ μεταγενέστεροι πολῖται τῆς Χίου ἠθέλησαν νὰ τὸν μεγενθύνωσι. Λοιπὸν ἐπῆραν ἐντὸς τῆς περιοχῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν τόπον εἰς τὸν ὁποῖον ἦτο ὁ τάφος τῆς Ὁσίας καὶ ἐνῶ ἔσκαπτον ἐντὸς τοῦ τάφου, εὑρέθη κατὰ θείαν οἰκονομίαν κεκρυμμένη, ἄρρητον εὐωδίαν ἀποπνέουσα καὶ μὲ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς θείας Χάριτος δεδοξασμένη ἡ ἁγία καὶ σεβασμία της κεφαλή· διότι τὴν ὥραν ἐκείνην ἀσπασάμενος αὐτὴν παράλυτός τις ἠνωρθώθη καὶ γυνή τις μογίλαλος ὡμίλησε καθαρῶς. Ἔγινε δὲ μεγάλη χαρὰ καὶ μεγάλη συνδρομὴ τῶν χριστιανῶν εἰς προσκύνησίν της, καὶ οὐχὶ μόνον οἱ ἡμέτεροι, ἀλλὰ καὶ ὁ τότε ἐξουσιαστὴς τῆς Χίου Γενοβέζος τὴν εἶδε καὶ μαρτυρίας ἔγγραφον ἔδωκεν, ὅτι εἶναι ἀληθῶς ἡ κάρα τῆς Ὁσίας Ματρώνης, ὅθεν καὶ ἑορτὴ τελεῖται εἰς τὰς 15 τοῦ Ἰουλίου μηνός, εἰς μνήμην τῆς εὑρέσεως.
Πολλὰ δὲ καὶ ἐξαίσια θαύματα ἐτέλεσεν ἡ Ἁγία εἰς διαφόρους περιστάσεις. Καὶ ἄλλα πολλὰ θαύματα ἐπετέλεσεν ἡ Ἁγία, ὧν ὁ ἀριθμὸς οὐκ ἔχει τέλος. Ἀλλ᾿ ἂς ἴδωμεν τὴν χάριν τῶν ἰαμάτων αὐτῆς εἰς δύο ἀκόμη θαύματα.
Κατὰ τὸ ἔτος 1700 ἦλθεν ἀπὸ τὴν Εὐρώπην εἷς ἄνθρωπος χωλὸς καὶ κατὰ τοὺς δύο πόδας, μὴ δυνάμενος παντελῶς νὰ σταθῇ καὶ καθήμενος ἐπάνω εἰς ὑποζύγιον ἐπῆγεν εἰς τὸν Ναὸν τῆς Ὁσίας. Βασταζόμενος ὑπὸ δύο καὶ ὑποστηριζόμενος εἰσῆλθεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ μετὰ πίστεως πολλῆς ἔπεσεν ἐπὶ τοῦ τάφου τῆς Ἁγίας καὶ διῆλθεν ἐκεῖ ἡμέρας τινας, ἕως τῆς 20ης Ὀκτωβρίου μηνός, κατὰ τὴν ὁποίαν τελεῖται ἡ θεία μνήμη αὐτῆς. Κατὰ δὲ τὴν νύκτα ἐκείνην ἠνωρθώθη παραδόξως ὁ ἄνθρωπος καὶ περιεπάτησε χωρὶς φόβον οὐδαμῶς ὑποστηριζόμενος ὑπὸ τῆς ράβδου του. Καὶ εἰς τὸ ἑξῆς περιεπάτει ἀνεμπόδιστα. Διὰ τοῦτο καὶ ἐχρύσωσε δι᾿ ἐξόδων του τὸ κουβούκλιον τὸ ὁποῖον εἶναι ἐπάνω εἰς τὸν ἱερὸν τάφον τῆς Ὁσίας, καθὼς ἔτι καὶ σήμερον φαίνεται. Ἔπειτα ἀπελθὼν εἰς Βενετίαν καὶ ἐπιστρέψας προσέφερε τρία ὀρειχάλκινα κηροπήγια μεγάλα καὶ ἕνα πολυέλαιον εἰς μνήμην τοῦ εἰς αὐτὸν γενομένου θαύματος.
Ἀκούσατε δὲ καὶ τὸ ἀκόλουθον τὸ ὁποῖον ἔχει ἀρκετὴν δόσιν ἀστειότητος. Ἦλθον ποτὲ εἰς τὸν Ναὸν ἕνας τυφλός, ἕνας χωλὸς καὶ κάποια γυναίκα ἄλαλος. Κατὰ τὴν νύκτα ἐκείνην βλέπει ἡ ἄλαλος γυναίκα ὅτι τὴν κατεδίωκεν ὁ χωλὸς καὶ φοβηθεῖσα ἐφώναζεν. Εἰς τὸν χωλὸν ἐφάνη καθ᾿ ὕπνον ὅτι ἤκουε τὰς φωνὰς τῆς ἀλάλου γυναικὸς καὶ ἐξεπλάγη καὶ ἐτρόμαξεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἔτρεχεν ἀνεμποδίστως. Εἰς δὲ τὸν τυφλὸν ἐφάνη ὅτι ἥκουσε τὰς φωνὰς καὶ τὸ τρέξιμον καὶ σὰν νὰ εἶχε τὸ φῶς του ἐστράφη κατὰ τὸ μέρος ποὺ ἤρχοντο αὐτά. Αὐτὰ εἶδον ἐν ὁράματι ταυτοχρόνως καὶ οἱ τρεῖς καί, ὢ τοῦ θαύματος, ἀποτινάξαντες τὸν ὕπνον ἡ μὲν ἄλαλος γυνὴ ὡμίλει, ὁ χωλὸς περιεπάτει καὶ ὁ τυφλὸς ἔβλεπε καθαρῶς.
Τὰ παράδοξα καὶ ὑπερφυσικὰ ταῦτα θαύματα ἀκουσθέντα καὶ κοινολογηθέντα ἐκίνησαν ὅλον σχεδὸν τὸ πλῆθος τῆς πόλεως, ἵνα ἔλθωσιν εἰς θέαν αὐτῶν καὶ οὕτως ἔγιναν πασίδηλα καὶ κοινότατα, οὕτως ὥστε καὶ ὁ τότε ἀγᾶς τοῦ τόπου τὸ ἔμαθε καὶ μὴ πιστεύσας εἰς τὴν κοινὴν φήμην, ἔφερεν ἐνώπιόν του τὸν τυφλόν, τὸν χωλὸν καὶ τὴν ἄλαλον γυναίκα καὶ ἰδὼν αὐτοὺς καὶ ἐρευνήσας, ἐβεβαιώθη καὶ ὑπερεθαύμασε καὶ αὐτὸς μετὰ πάντων τῶν ἄλλων.
Οὐχὶ δὲ μόνον εἰς τοὺς μετὰ πίστεως προσερχομένους εἰς τὸν Ναόν της θαυματουργεῖ ἡ Ὁσία, ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς μακρόθεν ἐπικαλουμένους τὴν αὐτῆς θείαν Χάριν καὶ Ἀντίληψιν σπεύδει παρευθὺς ὡς ἄμισθος ἰατρὸς νὰ παράσχῃ βοήθειαν.
Αὐτῆς ταῖς ἁγίαις πρεσβείαις ῥυσθείημεν ἅπαντες ἀπὸ παντὸς κινδύνου καὶ πάσης ἀσθενείας καὶ ἀξιωθείημεν τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Ἀμήν.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Χριστοῦ τοῖς ἴχνεσιν, ἀκολουθήσασα, κόσμου τερπνότητα, Ὁσία ἔλιπες, καὶ ἐμιμήσω ἐν σαρκί, Ἀγγέλων τὴν πολιτείαν· ὅθεν ταῖς τοῦ Πνεύματος, δωρεαῖς κατεφαίδρυνας, τὴν ἐνεγκαμένην σε, νῆσον Χίον πανεύφημε· διὸ χαρμονικῶς ἐκβοᾷ σοι· χαίροις Ματρῶνα πανολβία.
Κοντάκιον Ἦχος γ’.
Οὐδαμῶς τὸ θῆλύ σοι, ἐμποδὼν ὤφθη Ματρῶνα, πρὸς τοὺς ὑπὲρ ἄνθρωπον, ἀγῶνας ὄντως καὶ ἄθλους· ᾔσχυνας, διὸ τὸν μέγαν νοῦν θεοφόρε· εὔφρανας, τὸ γυναικεῖον μεγάλως γένος, τὸ ἐκείνου ταῖς σαῖς νίκαις, προσαφελοῦσα τῆς ἥττης ὄνειδος.
Μεγαλυνάριον
Ἔβλυσας ἱδρῶτας ἀσκητικούς, ἐν τῇ Χίῳ Μῆτερ, ὡς καλλίκρουνός τις πηγή, ἐξ ὧν ἀπαντλοῦντες, Ματρῶνα μακαρία, παθῶν τῶν ψυχοφθόρων, ἐκκαθαιρόμεθα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Έχοντες Εικόνα σου την σεπτήν, ένδοξε Ματρώνα, ως προπύργιον οχυρόν προσφεύγομεν ταύτη, εν πάσι τοις κινδύνοις, και εκ παντοίας βλάβης, απολυτρούμεθα.
Πηγή: Ενορία Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιμασίας, Ορθόδοξος Συναξαριστής
1.Καταγωγή - Επάγγελμα
Ο άγιος Λογγίνος έζησε κατά τους χρόνους της ενσάρκου οικονομίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ο Συμεών ο Μεταφραστής στους βίους και την πολιτεία Αγίων Μηνός Μαρτίου αναφέρει ότι, ανήκε στην Ιουδαϊκή συναγωγή (P.G., Τόμ. 115, σ. 32 Α).
Ο Άγιος καταγόταν από την κωμόπολη Σανδιάλη της Καππαδοκίας (P.G., Τόμος 115, σελ. 41). Εκεί, λοιπόν, αποσύρθηκε μετά την Ανάσταση του Κυρίου, όταν παραιτήθηκε από το Ρωμαϊκό στρατό που υπηρετούσε και εκήρυξε «Χριστόν εσταυρωμένον και αναστάντα εκ νεκρών».
Ο Λογγίνος υπηρέτησε ως Αξιωματικός στο Ρωμαϊκό στρατό κα έφερε το βαθμό του Κεντυρίωνα - Εκατόνταρχου.
(Η λέξη Κεντυρίων προέρχεται από τη λατινική λέξη Centum που σημαίνει εκατό, διοικητής δηλαδή εκατό στρατιωτών , εκατόνταρχος).
Κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του Κυρίου επί της γης τελούσε υπό τις διαταγές του Ποντίου Πιλάτου, Ρωμαίου Επάρχου στην Ιουδαία (26 - 33 μ.Χ.).
2. Εποπτεύει κατά τη Σταύρωση του Χριστού
Κατά την παράδοση του Ιησού στους Εβραίους για να τον σταυρώσουν, ο Πιλάτος έδωκε εντολή στον εκατόνταρχο Λογγίνο να υπηρετήσει στα τίμια πάθη και τη σταύρωση, μετά των στρατιωτών του.
Το όνομα του Εκατόνταρχου δεν αναγράφεται σε κανένα από τα Ευαγγέλια. Σ' όλα μνημονεύεται με το αξίωμά του, είτε ως Κεντυρίων, είτε ως Εκατόνταρχος.
Έτσι, ο Λογγίνος, εκτελώντας τη διαταγή του Πιλάτου, επιστάτησε καθ' όλη τη διάρκεια των φρικτών Παθών του Κυρίου στο Γολγοθά. Ως εκ τούτου, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας όλων των εκεί θαυμαστών γεγονότων κατά τη Σταύρωση του Κυρίου.
Ο μακάριος θα μπορούσε να φαντασθεί, όταν έφθασε στο Γολγοθά, ότι - ευθύς μετά τη Σταύρωση του Χριστού - θα γινόταν ο πρώτος ομολογητής της Θεότητας Αυτού; Αδύνατον! Όπως γνωρίζουμε, μετά τη θεία Σταύρωση, οι Απόστολοι και οι άλλοι μαθητές του Κυρίου για το φόβο των Ιουδαίων απομακρύνθηκαν από το Γολγοθά.
Ο Λογγίνος όμως έμεινε κοντά στον Εσταυρωμένο. Η ψυχή του είχε συγκινηθεί από την άδικη Σταύρωση του αθώου Ιησού. Η προσωπικότητα του Ναζωραίου τον είχε σαγηνεύσει. Κάτι του έλεγε μέσα του πως αυτός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος.
Και όντως, έτσι ήταν! Τα θαυμαστά γεγονότα που επακολούθησαν τον συντάραξαν και του μετέβαλαν σιγά - σιγά, αλλά σταθερά, την εσωτερική του αυτή φωνή σε ακλόνητη πίστη.
Την έκτη ώρα απλώθηκε πυκνό σκοτάδι σ' όλη τη γη, που διήρκεσε τρεις ώρες (Ματθ. κζ' 45, Μάρκου ε' 33 και Λουκά κγ' 44).
Την ενάτη ώρα ο Χριστός παρέδωκε το πνεύμα Του, όχι σαν κοινός άνθρωπος. Παραδόξως, δεν περιήλθε σε κωματώδη κατάσταση, ενώ βρισκόταν επί έξι (6)ώρες στο Σταυρό, γεγονός ανθρωπίνως αδύνατο και παντελώς άγνωστο στην ιστορία των σταυρικών εκτελέσεων. Αλλά, πριν να παραδώσει το πνεύμα Του, με δυνατή φωνή αναβόησε το: «ηλί, ηλί, λιμά σαβαχθανί» δηλαδή «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με έγκατέλιπες» (Ματθ. κζ 46, Μάρκου ιε, 34).
Και ευθύς, μετά τον θάνατό Του, η γη σείσθηκε, βουνά και πέτρες εσχίσθηκαν και μνημεία ανοίχθηκαν, άγιοι δε αναστήθηκαν και εμφανίσθηκαν σε πολλούς, μέσα στην Ιερουσαλήμ, μετά την ανάσταση του Κυρίου (Ματθ. κζ' 51-53, Μάρκου ιε' 38 και Λουκά κγ' 45-46).
Ο Λογγίνος ως συνετός άνθρωπος καταλήφθηκε από ιερό φόβο. Όλα αυτά τα παράδοξα γεγονότα δεν τα έβλεπε τυχαία. Εξ άλλου, για πρώτη φορά συνέβαιναν στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Ήταν θαύματα του Θεού, τα οποία οπωσδήποτε έγιναν χάριν αυτού που σταυρώθηκε στον Γολγοθά. Αυτού, που, όπως θα μάθει μετά την Ανάστασή Του, από άπειρη ευσπλαχνία, κατέβηκε από τον ουρανό, Θεός όντας, στη γη και έγινε και τέλειος άνθρωπος για να μας λυτρώσει από την αμαρτία, με τη σταυρική Του θυσία.
Ο Εκατόνταρχος συναισθάνεται την Παντοδυναμία του Θεού να μαρτυρεί την οργή Του γι' αυτόν τον αθώο.
3. Ομολογεί ότι ο Ιησούς «αληθώς Θεού Υιός ήν».
Μετ' απ' όλα αυτά τα θαύματα, που είδε και άκουσε ο Λογγίνος, άλλο ένα θαύμα εξίσου μεγάλο και συγκλονιστικό άρχισε να συντελείται στην ψυχή του. Αυτό, βέβαια, δεν μπορούσε να το συλλάβει, γιατί ήταν έργο της Θείας Χάριτος. Μετά το ληστή, ο Εκατόνταρχος, βλέπει τα γενόμενα, τα κρίνει όσο μπορεί ψύχραιμα και οδηγείται στη μετάνοια, στην αληθινή πίστη.
Ο Λογγίνος ήταν καλοπροαίρετος και ειλικρινής άνθρωπος. Κάτω από το επιβλητικό παράστημά του και το αυστηρό ύφος του κρυβόταν αγαθή διάθεση. Αφού παρακολούθησε με ενδιαφέρον όλα τα θαυμάσια και είδε τον άδικο και παράδοξο θάνατο του Ιησού, αισθάνθηκε συμπάθεια και συγκίνηση, αλλά και θαυμασμό προς τον εσταυρωμένο.
Τώρα πια, δεν είχε καμιά αμφιβολία, ότι ο Ιησούς ήταν Υιός του Θεού. Αυτό το επίστευσε με όλη τη δύναμη της ψυχής του. Εκεί, επάνω στο λόφο του Γολγοθά, εμπρός στον εσταυρωμένο Ιησού, ο Λογγίνος, κατεχόμενος από τη δύναμη της αληθείας που διέλαμψε μέσω των τόσων θαυμαστών γεγονότων, ανοίγει το στόμα του για να κάνει - αυτός πρώτος - τη μεγάλη ομολογία:
› Αληθώς ο άνθρωπος ούτος, Υιός ήν Θεού
(Μάρκου ιε' 39, Λουκά κγ' 47 και Ματθ. κζ' 54). Είναι ο πρώτος Αξιωματικός, αλλά και ο πρώτος από τους επισήμους που ομολογεί τη Θεότητα του Χριστού ευθύς μετά την σταύρωσή Του.
Την ιδίαν ομολογίαν έκαναν και οι στρατιώτες, που φρουρούσαν τον Ιησού και ήταν υπό τις διαταγές του (Ματθ. κζ' 54).
Η ομολογία ήταν ενσυνείδητη, σαφής και σταθερή. Η ευστοχώτερη της ώρας εκείνης. Απαντητική φωνή προς την ταραγμένη και πενθούσα φύση, προς τους φοβισμένους και κατηφείς μαθητές του Θείου Διδασκάλου. Ομολογία συγκλονιστική, αξιωματούχου της Ρωμαϊκής Διοικήσεως στην Ιουδαία, της οποίας ο αντίλαλος θ΄ ακούγεται, όσο θα υπάρχει ζωή στον πλανήτη αυτό. Αναμφισβήτητα, υπήρξε πολύτιμη, γιατί από κάθε εχέφρονα εκτιμάται και σαν αποδεικτικό μέσο της Θεότητας του Ιησού Χριστού.
Έτσι, μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα της παρανομίας, της μοχθηρίας και της κακίας, των βλασφημιών και ύβρεων, βρέθηκε και ένα στόμα από το οποίο εξήλθε το άρωμα της ομολογίας και της δοξολογίας προς το Θεό, συνάμα δε και το μεγαλείο της ταπεινώσεως.
«Και φωνήσας φωνή μεγάλη ο Ιησούς είπε˙ πάτερ, εις χείρας σου παρατίθεμαι το πνεύμα μου˙ και ταύτα ειπών, εξέπνευσεν˙ ιδών δε ο Εκατόνταρχος το γενόμενον εδόξασε τον Θεόν, λέγων, όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ήν» (Λουκά κγ' 46 - 47 και Μάρκου ιε' 39).
Και το στόμα αυτό δεν ήταν, ούτε των Γραμματέων, ούτε των Πρεσβυτέρων και Φαρισαίων, που και αυτοί είδαν και άκουσαν τα εξαιρετικά συμβάντα και ημπορούσαν να τα κατανοήσουν, αλλά του Εκατοντάρχου που υπηρετούσε υπό τις διαταγές του Πιλάτου.
Όμως, ο θεός, δεν τους αξίωσε. Γιατί ο Κύριος, ως παντογνώστης που είναι, δεν ημπορούσε να αξιώσει τέτοιας εξαιρετικής τιμής ανθρώπους, υποκριτές, συμφεροντολόγους, αδίκους, μοχθηρούς, φαντασμένους, υπερήφανους και αχάριστους. Με αυτή την τιμή αξίωσε τον Εκατόνταρχο, που είχε αγαθή ψυχή και διάθεση.
Ο Εκατόνταρχος Λογγίνος, αφού εγνώρισε την αλήθεια, με ενθουσιασμό, αλλά και απόλυτη πίστη στη Θεότητα του Χριστού, χωρίς κανένα φόβο και με ελευθέρα γλώσσα εμφανίσθηκε στο μέσο της συναγωγής των Ιουδαίων και επανέλαβε:
› Αληθώς Θεού Υιός ήν ούτος.
Ακολούθως, όταν ενταφίασαν το ζωοποιό και πανακήρατο σώμα του Κυρίου, ο Εκατόνταρχος διατάχθηκε από τον Πιλάτο να φυλάξει με την κουστωδία του τον τάφο, καίτοι είχε ευνοϊκή γνώμη για τον Χριστό και επίστευε, πως είναι Υιός Θεού. Προφανώς, στην ανάθεση και πάλι της φυλάξεως από τον Λογγίνο, οι Ιουδαίοι δεν αντέδρασαν, διότι, μετά τα τόσα θαυμαστά γεγονότα, κατά και μετά τη Σταύρωση του Κυρίου, οπωσδήποτε ευρίσκονταν υπό μεγάλη σύγχυση.
Έτσι, ο Εκατόνταρχος Λογγίνος, εκτελώντας τη διαταγή του προϊσταμένου του, βρέθηκε αυτόπτης μάρτυρας των όσων συνέβησαν κατά τη, με τρόπο θαυμαστό, αναγγελία της Αναστάσεως του Χριστού υπό του Γαβριήλ στις Μυροφόρες.
Συγκλονίστηκε μαζί με τους στρατιώτες του από το δυνατό σεισμό. Είδε το αστραπόμορφο άγγελο, ο οποίος εκύλησε το μέγα λίθο από τη θύρα του μνημείου και έζησε τα μετά το άγγελμα της Αναστάσεως του Χριστού θαυμάσια, μέσα σε αγωνία, φόβο, συγκίνηση αλλά και ανεκλάλητη χαρά. Η συγκίνησή του έγινε «πιστεύω». Η ξεχωριστή τιμή που του έκανε ο Κύριος να είναι «παρών» στο μνήμα Του, κατά τη διαπίστωση της Εγέρσεώς Του, εσφραγισμένου του Τάφου, από τους φρουρούς - Ρωμαίους στρατιώτες, Μαθητές Του και Μυροφόρες, έγινε «θρησκεία». Έλεγε:
› Τώρα, ποιος μπορεί να μου κλονίσει το "πιστεύω" μου. Ιδού ο κενός Τάφος, τα εντάφια, το σουδάριο, ο αποκυλισθείς λίθος.
Οι Ευαγγελιστές δεν αναφέρουν πότε έγινε η Ανάσταση ακριβώς και αν είδε κανείς το Χριστό την ώρα της Αναστάσεώς Του. Ο Κύριος ηγέρθη του Τάφου, εσφραγισμένου - όντως - αυτού και φυλασσομένου από Ρωμαϊκή κουστωδία.
4. Συκοφαντείται η Ανάσταση, δωροδοκούνται φρουροί.
Μετά το θαυμαστό άνοιγμα του Τάφου και τη βεβαίωση των φρουρών, περί της Αναστάσεως του Κυρίου, έτρεξαν μερικοί από αυτούς και ανήγγειλαν τα γενόμενα στους Αρχιερείς.
Εκείνοι δε, επειδή εθεώρησαν μεγάλη ντροπή τους την Ανάσταση του Χριστού, έκαναν αμέσως με τους Πρεσβυτέρους συμβούλιο και για να σκεπάσουν το σφάλμα τους σκέφθηκαν την δωροδοκία.
Έδωκαν στου φρουρούς αρκετά χρήματα να συκοφαντήσουν την Ανάσταση και να διαδώσουν, ότι οι μαθητές του πήγαν κρυφά τη νύχτα, την ώρα που αυτοί εκοιμούντο, και έκλεψαν το σώμα του Χριστού (Ματθ. κη' 13).
Αυτά, λοιπόν, διεκήρυξαν οι στρατιώτες της κουστωδίας. Αλλά, πως ήταν δυνατό να είναι όλοι συγχρόνως κοιμώμενοι, όταν γνώριζαν ότι, μια τέτοια αμέλεια ο Ρωμαϊκός Νόμος την τιμωρούσε με θάνατο; Και, το σπουδαιότερο. Πως η σκηνή αυτή μαρτυρείται από ανθρώπους, οι οποίοι εκοιμούντο;
Ο πιστός Λογγίνος δεν έλαβε κανένα αργύριο, αλλ' ούτε και θέλησε να ενδώσει στις πιέσεις των Προεστώτων Ιουδαίων. Απεναντίας, με παρρησία ήλεγξε την συκοφαντία των Εβραίων και εκήρυξε ότι ο Χριστός είναι Θεός αληθινός και ηγέρθη εκ νεκρών. Ο Κύριος όμως, τον Οποίον ομολόγησε ως Θεόν, επεφύλαξε στον αγαθό Εκατόνταρχο και άλλη τιμή. Την τιμή του μαρτυρίου υπέρ αυτού.
5. Παραιτείται από το Ρωμαϊκό στρατό.
Αυτά, όταν τα έμαθαν ο Πιλάτος, οι Αρχιερείς και το Συνέδριο των Ιουδαίων, έστρεψαν κατά του Λογγίνου όλο το μίσος που είχαν κατά του Χριστού και ζητούσαν ευκαιρία να τον θανατώσουν. Ο Εκατόνταρχος, μόλις πληροφορήθηκε από ένα φίλο του το σχέδιο των Ιουδαίων και για να απαλλαγεί, όσο το δυνατόν ενωρίτερα απ' αυτούς, τους φθονερούς και θεοκτόνους, απορρίπτει τη ζώνη και τη χλαμύδα, περιφρονεί το αξίωμά του, απαρνείται τους συναδέλφους του, τους συνεργάτες του, τους συγγενείς και τους φίλους του και πηγαίνει στην πατρίδα του, την Καππαδοκία, μαζί με δύο στρατιώτες της συνοδείας του που επίστευσαν στον Χριστό.
Εκεί, λοιπόν, γίνεται - μετά των συντρόφων του - κήρυκας των παραδόξων και θαυμασίων του Χριστού και άλλος απόστολος. Κηρύττει δε, όσα έζησε κατά την Σταύρωση και Ανάσταση. Ομολογεί τον Χριστό Υιό του Θεού. Η ομολογία του διαδόθηκε σχεδόν σ' όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Χωρίς φόβο κηρύττει, ότι ο Εσταυρωμένος Ιησούς είναι Θεός αληθινός.
Αυτό, όταν το έμαθαν οι Χριστομάχοι Ιουδαίοι, όχι μόνο θορυβήθηκαν, αλλά και εξεμάνησαν εναντίον του. Μαζεύθηκαν και κατάφεραν τον Πιλάτο να γράψει κατηγορίες για τον Λογγίνο προς τον Καίσαρα της Ρώμης Τιβέριο.
Ο Πιλάτος ανέφερε, ότι ο Λογγίνος περιφρόνησε το αξίωμά του και την πίστη του και εκήρυττε έναν άνθρωπο Ιησού Χριστό για βασιλέα αιώνιο, παρέσυρε δε στη γνώμη αυτή τους περισσοτέρους από τους Καππαδόκες. Οι Ιουδαίοι, μαζί με την επιστολή προς τον Τιβέριο, έστειλαν και αργύρια για να τον πείσουν να καταδικάσει το Λογγίνο σε θάνατο.
6. Εκδίδεται διάταγμα καταδίκης του σε θάνατο.
Έτσι, αφού διέβαλαν τον Λογγίνο στη Ρωμαϊκή εξουσία, επέτυχαν την έκδοση αυτοκρατορικού διατάγματος, σύμφωνα με το οποίο ο Πιλάτος επροστάσσετο όπως φονεύσει αυτόν και τους δύο συντρόφους του.
Μόλις έλαβαν γνώση της αποφάσεως του Καίσαρα οι Ιουδαίοι, αμέσως, ως γύπες σαρκοβόροι εκινήθηκαν να τους θανατώσουν, αποστέλλοντας στην Καππαδοκία στρατιώτες προς το σκοπό αυτό.
Ο αγαθός Λογγίνος διέμενε έξω από την πόλη σ' ένα κτήμα που ήταν πατρικό του, ζώντας με τους δύο συντρόφους του μία ασκητική και ήρεμη ζωή Μπορεί δε, και να χαρακτηριστεί ως ιδρυτής του ατύπου κοινοβιακού χριστιανικού βίου.
Οι στρατιώτες, λοιπόν, που πήγαιναν να φονεύσουν το Λογγίνο, έφθασαν ένα βράδυ στο σπίτι του και μη γνωρίζοντες, ότι ήταν εκείνος που ζητούσαν, τον ρώτησαν μυστικά να τους υποδείξει τον τόπο που κατοικούσε ο πρώην Αξιωματικός του Ρωμαϊκού στρατού, Εκατόνταρχος Λογγίνος. Το είπαν αυτό, γιατί ήθελαν να υπάγουν αιφνιδίως να τον συλλάβουν. Επίστευαν, ότι αν το επληροφορείτο θα έφευγε και δε θα μπορούσαν να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους. Δεν ήταν ποτέ δυνατό να εννοήσουν οι άφρονες, ότι εκείνος δικαίως επιθυμούσε να θανατωθεί για την αγάπη του Χριστού, ο Οποίος τόσα φρικτά μαρτύρια υπέστη για τη δική μας σωτηρία, μιμούμενος το Πάθος Του.
7. Φιλοξενεί τους δημίους του.
Οι διώκτες του τον καταζητούν και μπαίνουν στο σπίτι του, αγνοώντας ποιος είναι ο οικοδεσπότης. Ο Λογγίνος εγνώρισε από πνεύμα Άγιο τι τον ήθελαν. Παρ' όλα αυτά τους είπε με φωνή ήρεμη και γεμάτη καλωσύνη.
› Μην ανησυχείτε, εγώ θα σας τον υποδείξω αυτόν που ζητείτε.
Ανίκητη μυστική έλξη προς το μαρτύριο αποδεικνύεται, κυρίως, η αγάπη προς τον Κύριο. Ο Λογγίνος φλογερός εραστής του θείου Νυμφίου επιθυμεί να αποθάνει στην παλαίστρα, να ενωθεί με τον Χριστό. Νοσταλγεί την Άνω Ιερουσαλήμ και σπεύδει να Τον συναντήσει.
Επειδή εγνώριζε προ του μαρτυρίου, πόση ευχαρίστηση επρόκειτο να απολαύσει μετά τον θάνατό του, σκεπτόμενος έλεγε προς τον εαυτό του: «Ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά» (Ρωμ. Ι' 15, Ησαΐου νβ' 7).
› Τώρα , αξιώνομαι να ίδω τους ουρανούς ανοιγμένους, να ιστορήσω τη δόξα του μονογενούς Υιού του Πατρός, να θωρήσω την ανέκφραστη αστραπή του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τώρα, θα είπω, Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου, όπως ο πρώτος των Μαρτύρων, Στέφανος. Τώρα, απέρχομαι στην ανωτάτη χρυσόπυργο Ιερουσαλήμ, όπου είναι η πατρίδα των αγγέλων και η μητρόπολη όλου του χορού των αγίων...Τώρα, γυμνώνομαι από τον πήλινο χιτώνα, ελευθερώνομαι από τους πολυστενάκτους δεσμούς της σάρκας και απαλλάσσομαι από τη φθορά. Ενδύομαι με τη μεγάλη χαρά, την αφθαρσία και πηγαίνω προς το λιμένα εκείνον της ζωής, όπου κατοικούν οι άγιοι. Ευφραίνου, λοιπόν, ψυχή μου, γιατί πηγαίνεις προς τον Σωτήρα και Ποιητή σου. Δείξε, ώ Λογγίνε, ευχάριστο και γελαστό πρόσωπο, γι' αυτή σου την κλήση.
Με αυτές τις σκέψεις που έκαμε, επήρε ο μακάριος τους δημίους στο σπίτι του. Μάλιστα, έδωκε εντολή στους οικείους του:
› Πολυτελή παραθήσωμεν τράπεζαν, τοις επί το δείπνον ημών καλούσι το βασιλικόν.
Οποία θεία φιλοσοφία κρύβεται στους λόγους του μελλοθανάτου. Οι δήμιοι φονεύοντας το Μάρτυρα προσκαλούν στο βασιλικό Δείπνο του Ουρανού. Ο Μάρτυς Λογγίνος οραματίζεται το Ουράνιο Δείπνο, θεωρεί ευεργέτες τους δημίους και παρακάθεται στο ίδιο τραπέζι με αυτούς. Αφού τους εφιλοξένησε πλουσιώτατα, τους ερώτησε για ποια αιτία ζητούσαν το Λογγίνο.
Εκείνοι ανύποπτοι, αφού τον όρκισαν να μην ανακοινώσει σε κανένα την υπόθεση, του ανέφεραν ότι ο Τιβέριος έγραψε στον Πιλάτο μα θανατώσει τον πρώην Εκατόνταρχο και τους δύο στρατιώτες που τον ακολούθησαν.
Τότε, ο Λογγίνος, ερώτησε να μάθει τα ονόματα των στρατιωτών και αφού βεβαιώθηκε ότι πρόκειται περί των συντρόφων του, τους είπε:
› Αναπαυθείτε δύο μέρες στο σπίτι μου, γιατί αυτοί οι τρεις έρχονται εδώ μεθαύριο και θα σας τους παραδώσω, χωρίς να πάτε εσείς να τους αναζητήσετε.
Αυτό το είπε, γιατί οι άλλοι δύο έλειπαν σε κάποια υπηρεσία.
Έχοντας πόθο να μαρτυρήσουν και οι τρεις μαζί, τους ειδοποίησε να επιστρέψουν αμέσως. Εν τω μεταξύ ο Λογγίνος περιποιήθηκε τους δημίους του πλουσιοπάροχα, σαν τέλειος μαθητής του Δεσπότου Χριστού. Το επικείμενο μαρτύριο, καθόλου δεν τον εμπόδισε στη φιλοξενία των ανθρώπων που μετ' ολίγον θα τον αποκεφάλιζαν.
Απεναντίας έχαιρε και περίμενε πότε να επιστρέψουν οι αδελφοί-στρατιώτες του.
8. Αποκαλύπτεται στους δημίους του.
Όταν άκουσε πως έρχονταν και οι άλλοι δύο, τότε είπε προς τους δημίους του ο Λογγίνος:
› Αγαπητοί μου φίλοι, ήλθε η ώρα να σας ανακοινώσω το μυστικό, που σας έκρυβα μέχρι τώρα. Εγώ είμαι ο Εκατόνταρχος Λογγίνος, τον οποίον εσείς ζητείτε.
Εκείνοι, μόλις άκουσαν την πληροφορία - απο0κάλυψη, εξεπλάγησαν. Επειδή τον έβλεπαν με πρόσωπο χαρωπό στην αρχή δεν τον επίστευσαν. Όταν όμως, βεβαιώθηκαν ότι αυτός ήταν ο καταζητούμενος, επόνεσε η ψυχή τους και βαρειά αναστέναξαν. Τους έτυπτε η συνείδησή τους, γιατί ήταν υποχρεωμένοι να του ανταποδώσουν τέτοιο κακό, παρ' ότι τους εφιλοξένησε με τόση καλωσύνη και αγάπη, γνωρίζοντας ότι ήταν οι δήμιοί του. Του έλεγαν δε, με πόνο και θλίψη:
› Γιατί, φίλε Λογγίνε, έκαμες τέτοιο εγχείρημα να υποδεχθείς τους δημίους σου στο σπίτι σου και η φιλοξενία τους να γίνει για σένα θάνατος; Τι σε έκανε να φιλοξενήσεις τόσο πλούσια τους σφαγείς σου, επί τρεις ημέρες;
Πήγαινε εις ειρήνην, ώ άνθρωπε, ας είναι η ζωή σου χάρισμα για το μισθό της φιλοξενίας σου. Φοβούμεθα να βάλουμε το μαχαίρι στο λαιμό σου. Ευλαβούμεθα το αλάτι και τα φιλεύματα που φάγαμε στο σπίτι σου. Φοβούμεθα ακόμα το Θεό, ου είναι ο έφορος της φιλοξενίας. Πώς να σηκώσουμε τα χέρια μας επάνω σου; Δειλιάζουν, όχι μόνο τα χέρια μας, αλλά και τα πόδια μας και όλο το σώμα. Πώς να κάνουμε τέτοιο κακό; Δεν μπορούμε να γίνουμε φονευτές του ευεργέτου και ξενοδόχου μας. Καλλίτερα να κινδυνεύσουμε από τον Πιλάτο, παρά να μολύνουμε τη συνείδησή μας και να διαπράξουμε ένα τέτοιο ανοσιούργημα.
Αυτά έλεγαν οι δήμιοι, στρατιώτες του Πιλάτου, διότι συμπονούσαν τον Άγιο. Αλλ' εκείνος }πρόθυμος και εύψυχος αθλητής» δεν παραιτείται του αγώνα υπέρ του ονόματος του Κυρίου και προς αυτούς «ευθαρσώς αποκρίνεται».
› Γιατί φθονείτε τα αγαθά, που μου δίνετε παρά τη θέλησή σας; Γιατί οδύρεσθε για τον θάνατό μου, που είναι η απαρχή της ζωής μου και βασιλεία αιώνιος; Μη λυπείσθε, φίλοι μου, αλλά παρηγορηθείτε, διότι τούτο το τέλος μου προξενεί αιώνιο αγαλλίαση, αφού με αξιώνει να συνευφραίνομαι πάντοτε στον Παράδεισο με το Δεσπότη μου Χριστό. Αυτός είναι Θεός αληθέστατος, όπως - όλα τα κτίσματά του κατά την ώρα του εκουσίου πάθους του - ομολόγησαν. Ο ουρανός εμαύρισε. Ο ήλιος εσκοτίσθη. Η γη εταλαντεύθη. Οι πέτρες εσχίσθηκαν. Και εγώ να γίνω αναισθητότερος από τα λιθάρια και τα άλλα κτίσματα; Να μη γνωρίσω τον κτίστη μου; Μη θελήσετε να με δείτε προδότην της ζωής κι' αποστερημένον της θείας χάριτος. Φοβούμαι, ότι θα εύρω κατήγορον την κτίσιν αν δείξω τέτοια απιστία. Δεν πρόκειται να αρνηθώ Εκείνον, τον οποίον άπαξ ωμολόγησα. Μη θελήσετε να ζημιωθώ την δόξαν εκείνην. Μη γένοιτο.
Αυτά και έτερα, έλεγε ο Άγιος, για να πείσει τους απεσταλμένους να εκτελέσουν τη διαταγή που πήραν από τον Πιλάτο. Εν τω μεταξύ έφθασαν και οι δύο σύντροφοι του Λογγίνου. Μόλις τους αντίκρυσε, χάρηκε πάρα πολύ και αφού τους αγκάλιασε και τους κατεφίλησε αδελφικά, τους είπε:
› Χαίρετε, ώ συστρατιώτες του Χριστού, νικητές των θείων αγώνων και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών. Χαίρετε, γιατί άνοιξε για μας η πύλη του Ουρανού και άγγελοι του Θεού μέλλουν να παραλάβουν τις ψυχές μας και να τις προσφέρουν στο μονογενή Υιό του Θεού. Ιδού, βλέπω τις λαμπάδες και κατοπτεύω τα στεφάνια και τα βραβεία στοχάζομαι, με τα οποία θα σταθούμε προ του βήματος του Νυμφίου, αγαλλόμενοι.
Το θαύμα οφείλεται στην πίστη την «δι' αγάπης ενεργουμένην» (Γαλάτ. ε' 6). Ο Άγιος Μάρτυς Λογγίνος ντύνεται «στολήν καθαράν...ως επί γάμον και νυμφώνα καλούμενος», ευφραίνεται, μελετά τη θυσία του μαρτυρίου και βαδίζει χαίροντας προς τον Κύριο και Δεσπότη.
Μία μόνο επιθυμία είχε. Το σώμα του ήθελε να ενταφιασθεί σ' ένα λόφο, τον οποίον και υπέδειξε στους «φίλους» του δημίους.
9. Η αποκεφάλιση του Εκατοντάρχου και των δύο στρατιωτών του.
Ο άγιος Λογγίνος εραστής του Εσταυρωμένου, έχοντας το πλήρωμα της αγάπης προς το Χριστό και τους δημίους, πείθει τους φιλοξενηθέντες στρατιώτες - δημίους, κάμπτει το γόνατο, αποκεφαλίζεται και εγγράφεται στους χορούς των Αποστόλων και Μαρτύρων. Ακολούθως και οι σύντροφοί του πανευτυχείς, λαμπροστολισμένοι, έσκυψαν τις τίμιες κεφαλές τους και οι απεσταλμένοι τις απέκοψαν, εκτελώντας το αυτοκρατορικό πρόσταγμα. Έτσι, προστέθηκαν και αυτοί οι δύο στους πρώτους υπέρ του Χριστού ενδόξους Μάρτυρες.
Η αποκεφάλισή τους έλαβε χώραν την 16ην Οκτωβρίου. Οι μακάριες ψυχές των τριών «Αθλητών» της πίστεώς μας ανέβηκαν παρευθύς στα ουράνια, για να συναντήσουν τον νικητή του θανάτου, τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος υπέρ της σωτηρίας αυτών και όλου του κόσμου απέθανε.
Όντως, στο Λογγίνο και στους δύο στρατιώτες του «εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνο εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και υπέρ αυτού πάσχειν» (Φιλιπ. α' 29).
Είναι γεγονός, ότι η πίστη και ο μαρτυρικός θάνατος του Εκατοντάρχου, ο οποίος θανατώθηκε γιατί εκήρυττε την Ανάσταση του Κυρίου, ως και το μαρτύριο των δύο στρατιωτών του, για τον ίδιο λόγο αποτελούν, θα λέγαμε, αμάχητη απόδειξη της Αναστάσεως του Κυρίου εκ νεκρών.
Οι δήμιοι, μετά την αποκεφάλιση, πήραν την κεφαλή του Μάρτυρα Λογγίνου και την έφεραν στον Πιλάτο για να βεβαιωθεί πως τον θανάτωσαν και να ευφρανθούν και οι Ιουδαίοι βλέποντας αυτή.
Οι Ιουδαίοι, όταν είδαν την κεφαλή του Εκατοντάρχου Λογγίνου, χάρηκαν και έδωκαν στους δημίους - στρατιώτες πολλά αργύρια. Ο Πιλάτος, για να ικανοποιήσει πιο πολύ τους μοχθηρούς Ιουδαίους, διέταξε και πέταξαν την τίμια κεφαλή του Μάρτυρα περιφρονητικά, έξω από την Πόλη. Αλλά ο Κύριος, για τον Οποίον κόπηκε η τιμία αυτή κεφαλή, δεν την άφησε να μείνει καταφρονημένη εκεί στις ακαθαρσίες που την έρριψαν. Την εφύλαξε αοράτως και δεν έπαθε καμία αλλοίωση, παρ' ότι έμεινε αρκετό χρονικό διάστημα μέσα σε βρώμικο τόπο.
Όχι μόνο το σημείο τούτο ετέλεσε, αλλά και άλλο πιο θαυμαστό.
10. Χήρα ανευρίσκει την τιμία κεφαλή του Μάρτυρα, μετά από όνειρο
Μία γυναίκα χήρα ήταν τυφλή και είχε μικρή παρηγορία στη χηρεία της και την τυφλότητά της ένα γυιό μονάκριβο. Αυτή, λοιπόν, είχε στο Θεό μεγάλη πίστη και ευλάβεια. Γι' αυτό, μίαν ημέρα πήρε το ραβδί της και με οδηγό το γιο της έφυγε για τα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο. Ήλπιζε, ότι ο Δεσπότης Χριστός, ως παντοδύναμος που είναι, θα την ελυπείτο και θα της έδινε το φως της.
Όταν έφθασε στους Αγίους Τόπους, επήρε χώμα και με ευλάβεια το έβαλε επάνω στα μάτια της. Δυστυχώς όμως, δεν αποκαταστάθηκε η όρασή της . Κοντά σ' αυτή τη στενοχώρια, τη βρίσκει κι' άλλη μεγαλύτερη συμφορά. Απρόοπτα, αρρώστησε ο γιος της, τον οποίο είχε - αντί των ματιών της - οδηγό και βοήθεια και απέθανε. Έκλαιε η ταλαίπωρη και οδυρόταν για τις συμφορές που την είχαν εύρει και έλεγε:
› Διατί, Κύριέ μου, με εγκατέλειπες τελείως την ταλαίπωρη; Εβαρύνθη εις εμέ η αγία σου χειρ και έκαμεν εις όλους παραβολήν και αισχύνονται εις εμέ οι δούλοι σου; Τάχα, εγώ μόνο αμάρτησα και δια τούτο μόνη κολάζομαι και με εστέρησες του μονογενούς μου υιού, το οποίον είχα αντί του φωτός των οφθαλμών μου; Ποία ελπίς σωτηρίας και παραμυθίας μου έμεινεν; Ώ γλυκύτατον τέκνον μου. παρηγορία του πάθους μου, τι να γίνω η ταλαίπωρος; Πώς να κυβερνηθώ χωρίς εσέ;
Αυτά και άλλα παρόμοια μοιρολόγια, κατά τη συνήθεια των γυναικών, έλεγε η δυστυχής εκείνη γυναίκα. Καθώς ήταν κουρασμένη, από τον πόνο και τα δάκρυα, την πήρε ο ύπνος. Και, ώ του θαύματος! Βλέπει στο όνειρό της τον Άγιο Λογγίνο, ο οποίος, όχι μόνο της έδωκε κουράγιο, αλλά της υποσχέθηκε ότι θα γίνει καλά:
› Εγώ είμαι ο Λογγίνος ο Εκατόνταρχος, ο οποίος, όταν οι Εβραίοι σταύρωσαν το Χριστό και Σωτήρα μας, ομολόγησα ότι είναι Θεού Υιός και ο Πιλάτος, κατά διαταγήν του Τιβερίου, έστειλε στρατιώτες και με αποκεφάλισαν στην πατρίδα μου, την Καππαδοκία. Για να πεισθούν δε οι αιμοχαρείς Εβραίοι έφεραν την κεφαλήν μου εδώ και την έρριψαν εις την κοπριάν έξω της πόλεως. Ύπαγε, λοιπόν, εις τον τόπον αυτόν σκάλισε βαθέως εις την κοπριάν και θέλεις εύρεις την κεφαλήν μου. Έγγισον αυτήν εις τους οφθαλμούς σου και θα αναβλέψης. Τότε, θα σου δείξω και τον υιόν σου εις πόσην δόξαν ευρίσκεται και θα παρηγορηθής δια τα παθήματά σου.
Μόλις εξύπνησε η τυφλή επήγε στο τόπο που της είπε ο Άγιος, με κόπο πολύ, βοηθουμένη από άλλον, άρχισε δε με προθυμία να σκαλίζει την κοπριά με τα χέρια της. Και, ώ του θαύματος! Καθώς ερευνούσε βρήκε την τιμία κεφαλή του Αγίου Λογγίνου.
11. Η τιμία κεφαλή του Αγίου θαυματουργεί.
Η χαρά της τυφλής ήταν πολύ μεγάλη. Κατασυγκινημένη ακούμπησε την τιμία κεφαλή, όπως της είπε ο Άγιος στον ύπνο της, στα μάτια της και αμέσως ανέβλεψε. Ο ατίμητος αυτός θησαυρός έλαμπε σαν αστέρι υπέρλαμπρο. Ασπαζόταν, λοιπόν, και κατεφίλει - με θερμότατα δάκρυα - την τιμία κεφαλή του Μάρτυρα Λογγίνου. Δοξολογούσε το Θεό, διότι της έδωκε το φως της και ευχαριστούσε τον Άγιο για τη βοήθειά του. Έπειτα, αφού εκαθάρισε με επιμέλεια την τιμία κεφαλή του Αγίου, την άλειψε με μύρα και επέστρεψε στο σπίτι της, έχοντας προστασία, συντροφιά και ευλογία ένα τέτοιο πολύτιμο μαργαρίτη.
Κατά την επομένη νύχτα φάνηκε πάλι στον ύπνο της ο Μάρτυρας, κρατώντας το γιό της στην αγκαλιά του, σαν παιδί του. Ήταν δε ο γιός της ντυμένος με πλούσια ενδύματα γάμου και χαρούμενος. Τότε, της είπε ο Άγιος.
› Ιδέ τον υιόν σου, δια τον οποίον εθρήνεις, πόσην απόλαυσιν εύρε, μη λυπήσαι λοιπόν, αλλά χαίρε, ότι ο Θεός τον αξίωσε της Βασιλείας Του και μου τον έδωκε συνοδείαν, να μη αποχωρισθή ποτέ από εμέ. Λάβε, λοιπόν, την κεφαλήν μου και το λείψανον του υιού σου και θάψον εις ένα τάφον αμφότερα, ευχαρίστει δε τον Κύριον, όστις τον ανέπαυσεν εις τόσην δόξαν και ευφροσύνην αιώνιον.
Αυτά, μόλις άκουσε η γυναίκα, έβαλε σε θήκη την κεφαλή του Μάρτυρα και το λείψανο του γιού της και τα μετέφερε στην πατρίδα του αγίου, την Καππαδοκία, στην κωμόπολη Σανδιάλη. Παραδόξως και αυτή έπαθε το ίδιο, που έπαθε και ο Σαούλ. Διότι , καθώς εκείνος ζητούσε τους όνους του πατέρα του και βρήκε - παρ' ελπίδα - βασιλεία, έτσι κι΄ αυτή, καθώς ζητούσε να απολάβει το φως των ματιών της και αυτό έλαβε και θερμόν προστάτην τον Άγιον Λογγίνο βρήκε.
Μετά ταύτα, έκτισε Εκκλησία προς τιμή του Αγίου και αποθησαύρισε σε αυτή την ιερά κεφαλή του Μάρτυρα. Έτσι, απόκτησε για τον εαυτό της, αλλά και για όλους τους συμπατριώτες της Χριστιανούς πηγή ιαμάτων. Στις ευχαριστίες που ανέπεμπε προς τον Θεό, έλεγε:
› Τώρα εγνώρισα πόσων αγαθών αξιούνται όσοι αγαπώσι τον Κύριον»! Οφθαλμούς εζήτουν σώματος, εγώ δε και τους του πνεύματος έλαβον, ελυπούμην δια την ζημίαν του τέκνου μου και είδα αυτό εις δόξαν μεγάλην, συγκληρονόμον των Αγίων, πλησίον Θεού παριστάμενον, συναυλιζόμενον μετά των Προφητών και των Μαρτύρων και μετά του Εκατοντάρχου Λογγίνου, ενδεδυμένους λαμπρότατα και ψάλλοντας ομού ωδήν επινίκιον, λέγοντες την ιεράν εκείνην φωνήν. «Αληθώς Θεού Υιός ήν ούτος (Ματθ. κζ' 54) και έστι και έσται η Βασιλεία Αυτού αιώνιος και η δεσποτεία Αυτού ατελεύτητος. Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
12. Παρεκκλήσιο του Αγίου στο Ναό της Αναστάσεως.
Εντός του πανθαυμάστου κτιριακού συγκροτήματος του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως, όπου ο Ιερός Γολγοθάς και ο ζωηφόρος Πανάγιος Τάφος, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ανήγειρε προς τιμήν του αγίου Λογγίνου, ακριβώς όπισθεν του Ιερού του ναού των Ορθοδόξων, παρεκκλήσιο.
Το παρεκκλήσιο ανήκει στους Ορθοδόξους και μέσα σ' αυτό φυλάσσεται μέρος από τα κομμάτια του Γολγοθά, που κόπηκαν για την ανοικοδόμηση του Ναού της Αναστάσεως το έτος 1810 μ.Χ.
Κατά μία πληροφορία, στην τοποθεσία όπου βρίσκεται το παρεκκλήσιο, ενταφιάσθηκε η τιμία κάρα του Αγίου, ενώ κατ' άλλους, είναι η θέση στην οποία βρισκόταν ο Άγιος, όταν θαυματουργικά πετάχθηκε στον «πάσχοντα οφθαλμό του» σταγόνα αίματος - κατά τη Σταύρωση του Κυρίου - και τον εθεράπευσε (κατά τον αείμνηστο ιεροκήρυκα Δημ. Παναγόπουλον).
Οι προσκυνητές του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως δε χάνουν και την ευκαιρία να προσέλθουν και στο παρεκκλήσιο του Αγίου Λογγίνου. Θα σταθούν με ευλάβεια και ταπείνωση και θα ζητήσουν στη δέησή τους να αποκτήσουν και αυτοί, αν όχι το θριαμβευτικό μαρτύριό του, τουλάχιστον τα χάρισμα της καλής ομολογίας.
13. Ανέγερση ναϋδρίου επ' ονόματι του Αγίου.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι, με ιδιαιτέρα χαρά - ο ευσεβής Ελληνικός λαός - πληροφορήθηκε από το περιοδικό «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» (φύλλο 462/1988) την απόφαση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου να ανεγείρει ναΰδριο προς τιμήν του Αγίου Λογγίνου, του Εκατοντάρχου, στο χωριό Πύργοι - Εορδαίας, το οποίο κατά την εποχή της κατοχής είχε 318 νεκρούς - μάρτυρες, σφαγιασθέντες από τις χιτλερικές ορδές. Το ναΰδριο αυτό θα είναι μοναδικό στην Ελλάδα επ' ονόματι του γενναίου τούτου Ομολογητού της πίστεώς μας και των συμμαρτυρησάντων δύο στρατιωτών του.
Επίσης, πρέπει να γνωρίσουμε προς τους ευσεβείς αναγνώστες, ιδία δε προς τους φιλακολούθους, ότι ο Οσιολογιώτατος π. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, Υμνογράφος της Εκκλησίας μας το έτος 1987 συνέταξε στο Άγιον Όρος, εις τον γενναίον τούτον Ομολογητήν και Μάρτυρα Ασματική Ακολουθία μετά Παρακλητικού Κανόνος.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Σταυρῶ προσηλωθέντα, καὶ τοὶς ἐν σκιᾷ τοῦ θανάτου ἐκλάμποντα ὡς εἶδες, ηὐνάσθης αὐτοῦ ταὶς ἀστραπαίς, καὶ ἤθλησας Λογγίνε εὐσεβῶς, διὰ τοῦτο νοσημάτων παντοδαπῶν, λυτρούσαι τοὺς ἐκβοώντας, δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σου, πάσιν ἰάματα.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύvως γέγηθεν ἡ Ἐκκλησία, ἐν τῇ μνὴμη σήμεροv, τοῦ ἀοιδίμου ἀθλητοῦ, Λογγίvου ἀνακραυγάζουσα. Σὺ μου τὸ κράτος, Χριστὲ καὶ στερέωμα.
Ὁ Οἶκος
Τὸν οὐρανὸν σκότει πολλῷ, τὴν γῆν τε σειομένην, καὶ πέτρας ῥηγνυμένας, ναοῦ τε τὸ καταπέτασμα σχισθὲν εἰς δύο θεωρῶν ἐν τῷ θείῳ πάθει τοῦ Χριστοῦ ὁ ἀθλητής, Θεοῦ Υἱὸν αὐτὸν ἐγνώρισε, πάσχοντα τῇ οἰκείᾳ εὐσπλαγχνίᾳ, ἀπαθῆ δὲ ὄντα τῇ θεότητι καὶ δόξῃ, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ Πνεύματι Ἁγίῳ συνέχοντα τὸ πᾶν καὶ διακρατοῦντα, ὡς Θεὸν ἀληθινὸν καὶ Βασιλέα· ὅθεν ἐν χαρᾷ Λογγῖνος ἀνακραυγάζει· Σύ μου τὸ κράτος Χριστὲ καὶ στερέωμα.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...