
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«… Mνήμη ποιείσθαι των πίστεως κοιμηθέντων εθέσπισαν…» (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού)
Αληθώς οκταετές μνημόσυνο προσάγεται σημερον εις το υπερουράνιο της υπερθέου τριάδος θυσιαστήριο, στους εν Πειραιεί Ιερούς Ναούς (Υπαπαντή του Κύριου και Ρόδο το Αμάραντο), δια ευχών πάντων των ευλαβών πειραιωτών χριστιανών υπέρ αιωνίας μνήμης και αναπαύσεως της ευσεβούς ψυχής του ταπεινού εν χριστώ αδελφού και πάτερα πάντων ημών Μοναχού Νικοδήμου Γρηγοριάτη.
…
Αδυνατούν τα πτωχά λόγια να περιγράψουν ταπεινές, αγίες, ευαίσθητες ψυχές, σύγχρονες ή παλιές μη εναρμονισμένες στο κοσμικό πνεύμα του δήθεν μοντέρνου. Πώς περιγράφεις μία πολυτάλαντη ιεροπρεπή μορφή – προσωπικότητα ρώτησα έναν αδελφό που είχε την ευλογία να τον γνωρίσει κι αυτός από κοντά.....
Πατέρας Νικόδημος ο Γρηγοριάτης ο καρδιακός, o οσιομάρτυρας, ο μη δεχόμενος μόσχευμα καρδιάς από τον βαριά πάσχοντα αδελφό. Αυτό τα λέει όλα, μου απαντά ορθά και κοφτά! Επιμένω να αντιλέγω, πώς σκιαγραφείς αυτόν που φρονεί τα γήινα και τα υλικά αγαθά ως όντως κατώτερα, αλλά συγχρόνως σέβεται με άγιο πόθο τον κτίσαντα και την κτίση όλη. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να αναφερθούμε στους ασκητικούς αγώνες ενός ξένου από τον κόσμο τούτο, αλλά και τόσο δικό μου άνθρωπο, τόσο δικό σου, τόσο δικό μας. Είναι εφικτό τελικά για εμάς τους κοσμικούς να αναμετρηθούμε με έναν μοναχό που με την άσκηση και την υπακοή που κάνει από νεαρής ηλικίας,στον γέροντα του τον μακαριστό προηγούμενο Πατήρ Γεώργιο Καψανη να βρίσκεται εντός τόπου και εκτός τόπου, εντός χρόνου και εκτός αυτού,ακούραστος μπροστάρης στον στίβο της πνευματικής ζωής.
Από πιο απύθμενο πηγάδι αντλείς τις δυνάμεις για να πάρεις τελικά την απόφαση να γράψεις για αυτόν που απομακρύνεται από όλα τα δημιουργήματα καθώς παρευρίσκεται νοερώς και πρακτικώς κοντά στον Δημιουργό.
Ποιόν να δοξολογήσουμε και ποιόν να ευχαριστήσουμε!!!
Ποιόν να αγαπήσουμε έτι περισσότερο!!!
Πού και πώς να εναποθέσουμε την ευγνωμοσύνη μας για την επί γης γνωριμία μας, με τον πατέρα Νικόδημο τον, Αγιορείτη, τον Γρηγοριάτη. Πόσο ευγνώμονες πρέπει να είμεθα απέναντι στον Πανάγαθο Θεό, στον δωροθέτη του παντός επιστητού και μη, ορατού και αοράτου. Με ποιόν τρόπο να ευχαριστήσουμε την του Θεού άπειρη σοφία που πολλάκις σε κάθε εποχή μας αγκαλιάζει μέσα από τους αγίους και τα θαύματα τους και μας ελεεί, όστις ήθελε ελεηθεί, αποκαλύπτοντας λίγο - λίγο εις στους αποστατούντες, την μεγάλη και λαμπροτάτη, υπερκόσμια αγάπη και δόξα του.
΄Ω! Κύριε και δημιουργέ του παντός!! Σε, αγαπούμε, σε, δοξολογούμε, σε ευχαριστούμε δια την μεγάλη σου κατανόηση, δόξα και δικαιοσύνη!!
Μόνε αληθινέ, μόνε φωτοδότα όλου του κόσμου δυνάμωσέ μας την κλίση στο αγαθό, δίδαξέ μας να μην σπαταλούμε αλόγιστα την δύναμη της αγάπης σε καταστροφικά για εμάς και τους άλλους πράγματα πρόσωπα και καταστάσεις. Βοήθα μας να ακολουθούμε με σοφία, πίστη, και ελπίδα εσένα τον μόνον επουράνιο Θεό και Πατέρα, ώστε να μην μείνουμε έξω από την πατρική οικία σαν απερίσκεπτα παιδιά, που εγκλωβίστηκαν από τα ψεύτικα και μιαρά παιχνίδια, αυτής της ζωής . Φανέρωσε μας Κύριε ως οδηγό το άκτιστο Φώς σου, έλα η αέναη πηγή όλων των καλών και όλων των αρετών εις τους κακούς, η πηγή της ευγνωμοσύνης στους αχαρίστους, η πηγή της σωφροσύνης στους άφρονες. Βοήθα μας να αναγνωρίζουμε εσένα και μόνο εσένα, μέσα από τα μυριάδες χρηστά δώρα, που μας μοιράζεις απλόχερα με περίσσια πατρική αγάπη, απ αρχής γενομένης του κόσμου, της ζωής μας. Έλα, ξανά και ξανά, μακρόθυμούντα και φιλάνθρωπε Κύριε εις τις καρδιές μας,ξέχνα ξανά και ξανά την καθημερινή μας απληστία - αχαριστία. Ευλόγησε μας με την Εσταυρωμένη αγάπη όλου του κόσμου τον Εσταυρωμένο. Αυτήν την αγάπη, ξεχώριζες στα διεισδυτικά λαμπερογάλανα ταπεινά μάτια του πατρός Νικοδήμου, που ξεχείλιζε στον βίο και τον πλούσιο λόγο του ως χείμαρρος ζωοποιού ποταμού.
Η δίψα Θεού που κόχλαζε στην καρδιά του, μετέδιδε δίψα Θεού στην καρδιά μας, ενεργοποιώντας την κουρασμένη ψυχή μας να κατευθυνθεί και αυτή, στην αέναη πηγή των πάντων (την Εσταυρωμένη αγάπη). Γνωρίζουμε από τον ίδιο ότι, το πρώτο βήμα στην ένωση του με τον Θεό έγινε ως μοναχική κλήση στην παιδική δωδεκαετή καρδιά του, όταν μαζί με την μητέρα του βρέθηκε σε ένα συγγενικό σπίτι, για προσευχή – απόδειπνο. Από τότε έβαλε στόχο και σκοπό της ζωής του, το τελικό, αδιαχώριστο και μοναδικό εξελικτικό όριο του ανθρωπίνου γένους την ένωση Θεού-ανθρώπου - το καθ’ ομοίωσιν. Με την αγάπη του Χριστού, που φλόγιζε τα σπλάχνα του ως άλλη καιομένη βάτο, χωρίς όμως να βλάπτεται η καταπονημένη καρδιά του, έσβηνε με ευκολία τις δήθεν - παραπλανητικές αγάπες - του απατηλού κόσμου και του αιώνα τούτου, εκ παιδιόθεν. Προσπαθώντας να ζήσει το Ίνα ώσιν εν του Κυρίου, η αγάπη του ενός έγινε η αγάπη του άλλου,η συμπόνια του ενός συμπόνια του άλλου, ο λόγος του ενός λόγος του άλλου, η ζωή του ενός ζωή του άλλου. Με την άσβεστη φλόγα της αγάπης του Κυρίου καθαρίζονταν, αγιάζονταν, λαμποκοπούσε και ευωδίαζε η καρδιά του πατρός Νικοδήμου μέρα με την ημέρα με αποτέλεσμα να βιώσει εν τέλει το ζω δε ουκέτι εγώ ζεί εν εμοί Χριστός, Χριστός τα πάντα και εν πάση.
Ο καλοκάγαθος νηπτικός μοναχός της πόλης μας, αρνιόταν να αψηφήσει οτιδήποτε ορατό ή αόρατο, επιβλέπει ή έχει δημιουργήσει η χείρ του Κυρίου του Παντοκράτορος, σεβόμενος τις ενέργειες του Θεού στην κτίση, χωρίς να τις παρερμηνεύει, με έννοιες όπως (big bang, εξέλιξη) συγχέοντας τον Κτίσαντα ή τις προαιώνιες, άρα και άκτιστες ενέργειες του με αυτήν …. Καθημερινά, ως γνήσιος κι ευγνώμων δούλος του αφέντη Χριστού, ζούσε, προωθούσε και αντανακλούσε, την προσωπικότητα και το πρόσωπο του Θεού και κυρίως αυτό στις σχέσεις του με όλους τους ανθρώπους... Παρότι μοναχός, μακράν έξω του κοσμικού πνεύματος, άκουγε τα προβλήματα που απασχολούσαν τον κόσμο σαν δικά του και με αγία εσταυρωμένη αγάπη τα αγκάλιαζε και προσπαθούσε ταπεινά να τα λύσει. Αναζητώντας καθημερινώς και αδιαλείπτως την τελεία ένωση του ιδίου με τον Θεό, ερχόταν αβίαστα και η αρμονική συνύπαρξη του με την κοινωνία και όλη την δημιουργία. Χαρά Θεού και ειρήνη πλημύριζε τις καρδιές μας και την ατμόσφαιρα του μικρού αλλά καθαρού σπιτιού του κάθε φορά που βρισκόμασταν κοντά του. Ό χρόνος, ένα από τα μυριάδες κτιστά δημιουργήματα, ως γνήσιος υποτακτικός των ανθρώπων του Θεού, έκλινε γόνυ κι αυτός και υποτασσόταν σε άλλους ρυθμούς. Άλλοτε σταματούσε για να ακούσει ρήματα ζωής μαζί με εμάς και άλλοτε έτρεχε πολύ γρήγορα, για να παρασύρει μακριά την μισητή θλίψη – απογοήτευση φέρνοντας πάλι, την του Θεού ειρήνη, ασφαλώς, μέσω της μεσιτείας του πατρός Νικοδήμου. Η φιλία – συνεργασία εν Χριστώ με αυτόν τον μοναχό κατέλυε τα δεσμά του διαβόλου και έφερνε πρόγευση παραδείσου, λίγο ή πολύ στην ζωή μας δωρεάν και αβίαστα κατά αναλογία της δεκτικότητας μας. Μεγάλη ευλογία από τον Θεό να σε φανερώσει και να σε γνωρίσουμε από κοντά άγιε πατέρα!!
Πιστεύουμε ότι προσωρινά μας κρύφτηκες,για να βρούμε Θεού θέλοντος αιώνια, έναν επιστήθιο φίλο,έναν μειλίχιο αδελφό, έναν σώφρων πνευματικό μοναχό και πατέρα. Πολλοί από εμάς αργήσαμε εξ αρχής να κατανοήσουμε το πνευματικό σου ύψος, κάποιοι κατάλαβαν γρήγορα την προσωπικότητα και το πρόσωπο του Θεού να περιφέρεται ανάμεσα μας, καθώς αντανακλούσε και ζούσε μέσα από τα ηγιασμένα από τον Θεό στοιχεία της δικής σου προσωπικότητας του δικού σου προσώπου. Συνέβη και κάποιοι να αργήσουν να αντιληφθούν το κενό που άφησε η απουσία σου στην ζωή μας … Συγχώρα μας όλους μας άλλη μια φορά για την ελλιπή και αδύναμη κατανόηση της δύναμης της υπακοής, μεταξύ μας, στον πνευματικό, στον Θεό. Περπατώντας ο ίδιος την στενή και αιματηρή οδό της υπακοής από μικρό παιδί ως καλογεράκι στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Αρμά Χαλκίδος και ύστερα στη Μονή Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους ένιωσε στο πετσί του και βίωσε μέρα με την ημέρα την ενεργή και ευεργετική δύναμη της υπακοής και της προσευχής. Ο πατέρας Νικόδημος με αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, υπεράνθρωπες δυνάμεις λόγω της καρδιακής ανεπάρκειας και αγία παρότρυνση, προσπαθούσε να διαβιβάσει την πολύχρονη εμπειρία του δωρεάν με αγάπη, σεβόμενος συγχρόνως την ελευθερία και την δυνατότητα του κάθε προσώπου σε αυτά τα ζητήματα. Ως Ορατό Θεό, ακολούθησε με υπακοή τον γέροντα του,ως το τέλος της ζωής του και έτσι με πανάγιο σεβασμό τοποθετούσε τον πνευματικό πατέρα στην ζωή του καθενός μας. Άλλη μια Χρυσή παρακαταθήκη - μαρτυρία της πνευματικής διδαχής του ιερού αποστάγματος,της επίπονης μοναχικής ζωής του επί της γης, που μας την κληροδότησε, με λόγο και με πράξεις. << Βάλτε αρχή >>, βροντοφώναζε ιεροκρυφίως η ζωή του σε όλους μας. «Έχει πολύ αγώνα η ζωή». Πολλαπλός όμως ο αγώνας που χρειάζεται και επιβάλλεται να καταβληθεί για όσους επιζητούν την τελείωση της πνευματικής ζωής τους. Μετάνοια, νηστεία, άσκηση με μέτρο, υπακοή εις τον ορατό Θεό, ταπείνωση και όχι ταπεινολογία, συμπάσχουμε με κατανόηση αλλά δεν συνταυτιζόμεθα.
Αγάπη με διάκριση, πρόγευση παραδείσου εν ταπεινώση, όταν και εάν, Κύριος θελήσει. Έχει απαιτήσεις η αγάπη του Θεού από το πλάσμα του και γιατί όχι!! Εν πολύ σοφία και δικαιοσύνη άλλωστε, αφού αυτόν (κι εμάς) έστεψε βασιλέα της κτίσης, αυτόν (κι εμάς) έχρισε ιερέα όλης της δημιουργίας αυτός (κι εμείς) και μόνο το ανθρώπινο γένος από την χωματένια φύση – κτίση ευλογήθηκε να υψωθεί τόσο πολύ,που να μπορεί να επικοινωνεί με τον Δημιουργό του μέσω του προφητικού χαρίσματος. Αφού αυτός και μόνο αυτός επλάσθει ιδιαιτέρως και επιλέχθει μέσα από όλα τα δημιουργήματα της κτίσης και ευλογήθηκε με τόσα δωρεάν χαρίσματα, υποχρεούται εις στο ελάχιστον από φιλότιμο και μόνο, να αγωνίζεται , να αγρυπνεί και να τα φυλάττει με την ζωή του τα τάλαντα, εάν και όποτε χρειαστεί για να μην τα χάσει. (ο Αδάμ και εν συνεχεία όλο το ανθρώπινο γένος). Βαρυσήμαντος ο ρόλος του θεματοφύλακα όλης της κτίσης, καταστροφικά τα αποτελέσματα της επιπόλαιας και κακής φύλαξης της δημιουργίας. Ορατά τότε, ακόμα πιο ορατά, έντονα και επίπονα σήμερα, δυστυχία, κακία, πόνος και αρρώστια πλημύρισαν την γη μετά την πτώση. Ως δήθεν «λυτρωτής» έρχεται κάποια στιγμή βίαιος και οδυνηρός ο καταπέλτης του θανάτου. Τυραννικός, ο καινούργιος Βασιλιάς, ο πνευματικός και ο βιολογικός θάνατος ήλθε για να μείνει, απειλεί καθημερινά τον πρώην βασιλιά (τον Αδάμ). Σκοτώνει ανελέητα και αδυσώπητα η καινούργια βασιλεία, με υποκινητή – αρχηγό τον διάβολο, όλους ανεξαιρέτως ζωντανούς και μη, οργανισμούς. Συστενάζει η δημιουργία – η φύσης όλη! Έπεσε ο βασιλιάς, ο ιερέας, ο προφήτης!!! Ανετράπη η ευλογημένη από τον Θεό ημιευθεία της ζωής, επήλθε η αμαρτία και το χάος, ήρθε ο φαύλος κύκλος στον κόσμο ζωή – θάνατος – ζωή – θάνατος!! (τα οψώνια της αμαρτίας ίσον θάνατος). Ήρθε, ο αίρων τας αστοχίας και τας αμαρτίας του κόσμου όλου, ήρθε να σώσει το πληγωμένο έως θανάτου πλάσμα του και να αποκαταστήσει την βασιλική καταγωγή του.Δόξα εις τον Θεό Πατέρα Χριστός εσαρκώθη, Χριστός εσταυρώθη, Χριστός Ανέστη!!! Εσφαλμένη εντύπωση σε όποιον σκέφτηκε ότι μέσα από την καθημερινή ζωή που διανύουμε, δεν μπορεί να έρθει η χάρις του Θεού στον άνθρωπο. Ακόμη μία ζωντανή απόδειξη, η ζωή ενός απλού μοναχού του πατρός Νικοδήμου που φεύγει από το Άγιο Όρος, χωρίς να έχει φύγει, εν υπακοή του γέροντος του πατρός Γεωργίου ως «αποκλειστικός νοσοκόμος» της μητέρας του. Αποτέλεσμα της θυσίας και της υπακοής του αυτής είναι να λάβει την χάρη ενεργώς από τον Θεό, ώστε να μπορεί να απαλύνει τον πόνο από ανθρώπινες καταρρακωμένες ψυχές, που τον πλησίασαν λόγω συγκυριών ή που τους πλησίασε αυτός λόγω Θεϊκής παροτρύνσεως.
Ήρθε ο πατήρ Νικόδημος στην πόλη μας και έφερε μαζί του την χάρη του μοναστηριού του , την χάρη του Αγίου Όρους. Παρουσία Θεού, η παρουσία του κοντά μας, ζωντανή η μαρτυρία του Χριστού μας μέσω ενός ακόμα απλού, πράου, ταπεινού, και προσεχτικού μαθητού του Κυρίου. Αξιώνονται τα πλάσματα του Θεού να ακούσουν τον λόγο του Θεού, από έναν ακόμη γνήσιο απόστολο του Κυρίου με έργα και λόγο. Απαγορεύεται αυστηρώς η αποστήθιση, ή, η ξερή πανεπιστημιακή γνώση, ως μοναδικό προσόν! Ενδείκνυται η βαθιά και εμπειρική διείσδυση στα δαιδαλώδη μονοπάτια της ψυχής που περπατήθηκαν και καθαρίσθηκαν μαζί, χέρι με χέρι επιμελώς με και από, τον φιλάνθρωπο δημιουργό.
Τον ίδιο και μοναδικό τρόπο που πήγε να εφαρμοσθεί από την αρχή της δημιουργίας την συνεργασία Θεού – ανθρώπων, δια το καθ΄ ομοίωση, τάραξε τότε και συνεχίζει να ταράσσει τώρα ο διάβολος. Αδιάσπαστη συνεργασία συνιστά ο Χριστός μας Άνευ εμού ουδέν ποιείν ουδέν, το επαναλαμβάνει ακούραστα ο πατέρας Νικόδημος σε εμάς , ίνα μη σκοντάψει χωρίς οδηγό ο επόμενος που θα θελήσει να αξιωθεί αυτής της χάρης, και να λιάνει μαζί με τον Θεό του, τον Θεό σου,τον Θεό μας,τα μονοπάτια της ψυχής του. Ο εργάτης του Θεού,ξεριζώνει με αγία υπακοή, εν συνεχή μετανοία,τα πάθη του ένα – ένα καθημερινά. Έτσι, μετά από σκληρή προσωπική άσκηση και υπακοή γνωρίζει και γνωρίζεται ως οικιακός στον αμπελώνα του Κυρίου του, του Κυρίου μας. Σε αυτήν την περίπτωση ο αμπελώνας δεν είναι τίποτα άλλο από τα χωράφια της ψυχής μας... Η χάρις του Θεού εδραιώνεται μέσα μας από την μεταξύ μας αγάπη, την αμοιβαία και συνεχή αγάπη του υιού προς τον Θεό Πατέρα. Ο αγαπών εμέ τηρεί τας εντολάς μου λέγει ο Χριστός μας, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο...
Έτσι σθεναρά,από μικρό παιδί αγάπησε εξ όλης της καρδίας του και διαπαντός ο πατήρ Νικόδημος τον Χριστό μας και τον νοητό Γολγοθά, που οδηγεί εις στην βασιλεία του Θεού . Αναρωτηθήκαμε αδέλφια μου ποτέ, με πόσο παράπονο μας κοίταξε από ψηλά με ανοικτή την ματωμένη αγκαλιά ο καρδιογνώστης, Εσταυρωμένος Χριστός, την ώρα που ζητούσε νερό από εμάς τα πλάσμα τα του και εμείς αντί νερού του προσφέραμε ξύδι από χαμηλά, ξεπέφτοντας ακόμα, πιο χαμηλά!!!
Αναρωτηθήκαμε άραγε και με πόσο παράπονο η καρδιά του Νικοδήμου κοιτούσε τις σκληρές καρδιές μας, καθώς με την ανυπακοή μας εις στο θέμα της πενιχρής αγάπης, απομακρυνόμεθα όχι από τον δύσκολη και σκληρή σταύρωση του Γολγοθά, αλλά από μικρά και απλά αιτήματα του αδελφού, του πλησίον, του συγγενή. Κωφεύουμε σκανδαλίζοντας τους γύρω μας, ενώ όλοι,έχομε ξεκάθαρη εντολή του Χριστού μας να διανύομε δύο μίλια εάν ο αδελφός, μας ζητήσει να περπατήσουμε μαζί του έστω ένα Επίσης όλοι έχομε εντολή να δίνουμε απλόχερα, κάνοντας τον συνάνθρωπο να ζει στην πράξη ζωντανό τον λόγο του Χριστού έως σήμερα, δωρεάν λάβατε δωρεάνδώτε, και έτσι να δοξάζετε ο μόνος αγαπημένος και υπαίτιος όλων των υλικών και πνευματικών αγαθών στην ζωή μας, ο δωροθέτης Θεός. Έχοντας συνεχώς στον νου του να μην λυπήσει τον Κύριο ή άθελά του σκανδαλίσει οιοδήποτε ο Νικόδημος, πρόσεχε την παραμικρή πράξη που θα κάνει έννοια ή λέξη που θα πει μέχρι το τέλος της ζωής του, ως ύστατη προσπάθεια αποχαιρετιστήριου, ορθοδόξου, ευαγγελισμού μας. Η απλή αλλά έντονη, η διαχρονική αλλά συγχρόνως νηπτική παρουσία του, ταξίδευε τον οποιοδήποτε άνθρωπο - ακροατή που ερχόταν κοντά του σε ένα μέρος ιερό, ησυχαστικό. Ένα μέρος που τίποτα δεν μένει κρυφό από τον παντογνώστη Θεό, ένα μέρος που οι αναστεναγμοί της ψυχής εκεί και μένουν. Ένα μέρος που καταλύει το πνεύμα της εποχής, ως απαράδεκτο και μη αναγκαίο που η εμφάνιση και τα μεγαλοπρεπή ντουβάρια δεν είναι τελικά αυτά που καθορίζουν τον χώρο και την σπουδαιότητα του.
Αδελφοί μου, προσοχή!! Έφτασε η βασιλεία του Θεού και η μετάβαση μας στους ουρανούς. Καλό είναι να βάλουμε αρχή μετανοίας - αλλαγή της κακής νοοτροπίας μας επί της γής. Ας αναθαρρήσουμε και ας χαρούμε, διότι ο αρχηγός μας Χριστός ενίκησε το κοσμικό πνεύμα και τον θάνατο με την ανάστασή του.
Η αληθινή ευδαιμονία εις την άλλη ζωή ξεκινά και συνεχίζει, Aιωνίως, Aμήν …....!!!
Aδελφότητα Πειραιωτών Χριστιανών
23-01- /5-02/2017
ΑΓΑΠΗΤΟΙ μου ἀδελφοί, ἀκοῦστε γιὰ τὴ δεύτερη καὶ φοβερὴ παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἔφερα στὸ νοῦ μου τὴν ὥρα ἐκείνη καί, καθὼς ἀναλογίστηκα ὅσα πρόκειται τότε νὰ συμβοῦν, κατατρόμαξα. Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὰ διηγηθεῖ; Ποιὰ γλώσσα μπορεῖ νὰ τὰ περιγράψει; Ποιὰ αὐτιὰ μποροῦν νὰ τ' ἀκούσουν;
Τότε ὁ Βασιλιὰς τῆς οἰκουμένης θὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ θρόνο τῆς δόξας Του καὶ θὰ ἔρθει γιὰ νὰ κρίνει ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς γῆς, ἀμοίβοντας μὲ αἰώνια μακαριότητα τοὺς ἄξιους καὶ τιμωρώντας μὲ αἰώνια κόλαση τοὺς ἁμαρτωλούς!
Ὅταν τὰ φέρνω αὐτὰ στὸ νοῦ μου, τρόμος μὲ κυριεύει. Παραλύω ὁλόκληρος. Τὰ μάτια μου δακρύζουν. Ἡ φωνή μου κόβεται. Τὰ χείλη μου παγώνουν. Ἡ γλώσσα μου τρέμει. Οἱ λογισμοί μου σταματοῦν.
Ἂν καὶ ὁ φόβος μὲ πιέζει νὰ σωπάσω, ἀναγκάζομαι νὰ μιλήσω γιὰ χάρη τῆς δικῆς σας ὠφέλειας.
Θὰ συμβοῦν τόσο μεγάλα καὶ τρομακτικὰ γεγονότα, ποὺ οὔτε ἔγιναν ἀπὸ τὴν κτίση τοῦ κόσμου οὔτε θὰ γίνουν σ' ὅλες τὶς γενιές.
Ἂν μία δυνατὴ βροντὴ πολλὲς φορὲς μᾶς τρομάζει καὶ μᾶς κόβει τὰ πόδια, γιὰ σκεφτεῖτε, πὼς θ' ἀντέξουμε ν' ἀκούσουμε τὸν ἦχο ἐκείνης τῆς σάλπιγγας, ποὺ θὰ ἠχήσει στὰ οὐράνια δυνατότερα ἀπὸ κάθε βροντή, γιὰ νὰ ξυπνήσει ὅλους τους νεκρούς, δίκαιους καὶ ἄδικους;
Τότε τὰ ὀστὰ τῶν νεκρῶν θὰ συναρμολογηθοῦν. Θὰ προστάξει ὁ μεγάλος Βασιλιάς, ποὺ ἐξουσιάζει ὅλη τὴν κτίση, κι εὐθὺς ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα θὰ δώσουν μὲ τρόμο τοὺς νεκρούς τους. Ἀκόμα κι ὅσοι κατασπαράχθηκαν ἀπὸ τὰ θηρία, ὅσοι φαγώθηκαν ἀπὸ τὰ ψάρια ἢ τὰ ὄρνια, ὅλοι, «ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ», θὰ παρουσιαστοῦν μπροστὰ στὸν ἀδέκαστο Κριτή.
Τότε οἱ ποταμοὶ καὶ οἱ πηγὲς θὰ ἐξαφανιστοῦν, τ' ἀστέρια θὰ πέσουν, ὁ ἥλιος θὰ σβήσει, ἡ σελήνη θὰ χαθεῖ.
Ἄγγελοι σταλμένοι ἀπὸ τὸ Θεὸ θὰ διασχίζουν τὴν ὑφήλιο καὶ θὰ συγκεντρώνουν τοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ κάθε σημεῖο τῆς γῆς.
Τότε θ' ἀντικρύσουμε «νέους οὐρανοὺς καὶ νέα γῆ» (Β' Πέτρ. 3:13) , σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου.
Πῶς θ' ἀντέξουμε, ὅταν θὰ δοῦμε νὰ ἑτοιμάζεται ὁ φοβερὸς θρόνος καὶ νὰ προβάλλει ὁ Σταυρός, ποὺ πάνω του θυσιάστηκε ἑκούσια ὁ Χριστὸς γιὰ μᾶς; Τότε θὰ θυμηθοῦμε καὶ θὰ κατανοήσουμε τὸ λόγο τοῦ Κυρίου γιὰ «τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 24:30) . Τότε θὰ πληροφορηθοῦμε ὅλοι, ὅτι πρόκειται νὰ παρουσιαστεῖ ὁ μεγάλος Βασιλιάς. Τὴ φοβερὴ ἐκείνη ὥρα, ὁ καθένας μας θὰ συλλογίζεται τὶς πράξεις του καὶ θὰ σκέφτεται τί θὰ Τοῦ ἀπολογηθεῖ...
Ὅταν θ' ἀκούσουμε τὴ βροντερὴ ἐκείνη φωνὴ ἀπὸ τὰ ὕψη τ' οὐρανοῦ νὰ διακηρύσσει, «Νά, ὁ Νυμφίος ἔρχεται» (Ματθ. 25:6) , «Ὁ Κριτὴς φτάνει γιὰ νὰ κρίνει ζωντανοὺς καὶ νεκρούς», τότε, ἀπὸ τὴν κραυγὴ ἐκείνη, θὰ σαλέψουν συθέμελα τὰ ἔγκατα τῆς γῆς, ἀπ' τὴ μίαν ἄκρη ὣς τὴν ἄλλη. Τότε, ἀδελφοί μου, στενοχώρια καὶ φόβος καὶ τρόμος θὰ καταλάβει κάθε ἄνθρωπο γι' αὐτὰ ποὺ θὰ συμβοῦν στὴν οἰκουμένη. Οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν θὰ σαλευθοῦν. Οἱ οὐρανοὶ θὰ σχιστοῦν. Καὶ ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων, ὁ ἅγιος καὶ ἔνδοξος Θεός μας, θὰ παρουσιαστεῖ σὰν ἀστραπὴ φοβερή, μὲ ἐξουσία καὶ δόξα ἀπερίγραπτη.
Ἔκσταση καὶ φρίκη θὰ μᾶς κυριέψουν τὴν ὥρα ἐκείνη, ὅταν θὰ καθίσει στὸ κριτήριο ὁ ἀμερόληπτος Κριτὴς καὶ θ' ἀνοίξει τὰ φοβερὰ βιβλία, ὅπου εἶναι γραμμένα τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια μας, ὅλα ὅσα κάναμε καὶ εἴπαμε στὴν ζωὴ αὐτή, νομίζοντας ὅτι μποροῦμε ν' ἀπατήσουμε τὸν καρδιογνώστη Θεό.
Ὤ! Πόσα δάκρυα πρέπει νὰ χύνουμε, ὅταν συλλογιζόμαστε ἐκείνη τὴν ὥρα! Καὶ ὅμως, εἴμαστε τόσο ἀμελεῖς!
Πόσο θὰ κλάψουμε καὶ θὰ στενάξουμε τότε, ὅταν θὰ δοῦμε ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὶς μεγάλες δωρεὲς καὶ τὴν ἀσύλληπτη μεγαλοπρέπεια καὶ λαμπρότητα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ θ' ἀπολαύσουν ὅσοι πάλεψαν σκληρὰ γιὰ νὰ τηρήσουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τὶς φοβερὲς τιμωρίες, ποὺ θὰ ὑποστοῦν ὅσοι ὑποδουλώθηκαν στὴν ἁμαρτία! Καὶ στὴ μέση, ἔντρομοι, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἀπὸ κάθε φυλή, ἀπὸ τὸν πρωτόπλαστο Ἀδὰμ ὣς τὸν τελευταῖο, θὰ γονατίζουν καὶ θὰ προσκυνοῦν τὸ Θεό, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τῆς Γραφῆς: «Ἐγώ, ὁ ζωντανὸς Κύριος, τὸ λέω πὼς ὅλοι θὰ μὲ προσκυνήσουν» (Ρωμ. 14:11) .
Τότε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, καθὼς θὰ βρίσκεται ἀνάμεσα στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο, ἀνάμεσα στὴ μακάρια ἀνάπαυση καὶ στὴν αἰώνια καταδίκη, θὰ περιμένει μὲ ἀγωνία τὴ φοβερὴ Κρίση. Καὶ κανένας τὴν ὥρα αὐτὴ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ βοηθήσει τὸν διπλανό του.
Θὰ ρωτηθοῦν οἱ ἐπίσκοποι καὶ γιὰ τὸν δικό τους τρόπο ζωῆς καὶ γιὰ τὸ ποίμνιό τους. Θὰ τοὺς ζητηθεῖ λόγος γιὰ τὰ λογικὰ πρόβατα, ποὺ παρέλαβαν ἀπὸ τὸν ἀρχιποιμένα Χριστό. Ἂν ἀπὸ ἀμέλειά τους χάθηκε κάποιο πρόβατο, τὸ αἷμα του θὰ ζητηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Παρόμοια καὶ οἱ ἱερεῖς θὰ δώσουν λόγο γιὰ τὶς ἐνορίες τους. Ἐπίσης καὶ κάθε πιστὸς θὰ δώσει λόγο γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ τὸ σπίτι του, γιὰ τὴ γυναίκα του, γιὰ τὰ παιδιά του, γιὰ τοὺς ὑπαλλήλους καὶ τοὺς δουλευτάδες του.
Θὰ ἐξεταστοῦν βασιλιάδες καὶ ἄρχοντες, πλούσιοι καὶ φτωχοί, μικροὶ καὶ μεγάλοι, γιὰ ὅλα ὅσα ἔκαναν: «Γιατί ὅλοι μας πρέπει νὰ παρουσιαστοῦμε μπροστὰ στὸ βῆμα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ πάρει καθένας τὴν ἀμοιβή του ἀνάλογα μὲ τὰ ὅσα καλὰ ἢ κακὰ ἔπραξε σ' αὐτὴ τὴ ζωή» (Β' Κoρ. 5:10) .
Ὅλων μας τὰ ἔργα θὰ ἐρευνηθοῦν καὶ θὰ φανερωθοῦν μπροστὰ σὲ ἀγγέλους καὶ ἀνθρώπους. Οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ θὰ κατασυντριβοῦν. Θὰ καταργηθεῖ κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία καὶ δύναμη (Α' Κορ. 15:24) . Τότε, καθὼς εἶναι γραμμένο, ὁ Κύριος θὰ ξεχωρίσει «τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια» (Ματθ. 25:32) . Ἔτσι, ὅσοι ἔχουν καλὰ ἔργα καὶ πνευματικοὺς καρπούς, θὰ χωριστοῦν ἀπὸ τοὺς ἄκαρπους καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς.
Οἱ πρῶτοι θὰ λάμψουν σὰν τὸν ἥλιο, γιατί φύλαξαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἐλεήμονες, οἱ φιλόξενοι, οἱ βοηθοὶ τῶν δυστυχισμένων, οἱ συμπαραστάτες τῶν ἀσθενῶν, οἱ προστάτες τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ὀρφανῶν, ὅσοι ἕντυναν τοὺς γυμνούς, ὅσοι ἐπισκέπτονταν τοὺς φυλακισμένους, ὅσοι ἔγιναν φτωχοὶ γιὰ τὸν πλοῦτο ποὺ ὑπάρχει στοὺς οὐρανούς, ὅσοι συγχώρησαν τὰ παραπτώματα τῶν ἀδελφῶν τους, ὅσοι φύλαξαν τὴ σφραγίδα τῆς πίστεως ἀκέραιη καὶ ἀμόλυντη ἀπὸ κάθε αἵρεση. Αὐτοὺς θὰ τοὺς βάλει στὰ δεξιά Του, ἐνῶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς στ' ἀριστερά Του.
Οἱ δεύτεροι εἰν' ἐκεῖνοι ποὺ παρόργιζαν τὸν καλὸ Ποιμένα καὶ περιφρονοῦσαν τοὺς λόγους Του. Εἶναι οἱ περήφανοι, οἱ ἀδιόρθωτοι, οἱ φίλοι τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν ἀπολαύσεων, ὅσοι ξόδεψαν στὴν ἀκολασία καὶ τὴ μέθη καὶ τὴν ἀσπλαχνία ὁλόκληρο τὸ χρόνο τῆς ζωῆς τους, σὰν ἐκεῖνο τὸν πλούσιο ποὺ ποτὲ δὲν ἐλέησε τὸν φτωχὸ Λάζαρο (Λουκ. 16:19-31) . Αὐτοὶ θὰ καταδικαστοῦν καὶ θὰ σταθοῦν στ' ἀριστερά, γιατί δὲν ἔδειξαν συμπόνια. Ἦταν σκληροὶ καὶ δὲν εἶχαν καρποὺς μετάνοιας, δὲν εἶχαν λάδι στὰ λυχνάρια τους (βλ. Ματθ. 25:1-12) . Ὅσοι ὅμως ἀγόρασαν τὸ λάδι τῆς ἐλεημοσύνης ἀπὸ τοὺς φτωχοὺς καὶ γέμισαν τὰ λυχνάρια τους, θὰ σταθοῦν στὰ δεξιά, κρατώντας τὰ ἀναμμένα, ἔνδοξοι καὶ χαρωποί, καὶ θ' ἀκούσουν τὴ γαλήνια ἐκείνη καὶ ποθητὴ φωνή: «Ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι ἀπ' τὸν Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴ βασιλεία, ποὺ σᾶς ἔχει ἑτοιμαστεῖ ἀπ' τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου» (Ματθ. 25:34) .
Ὅσοι πάλι εἶναι στ' ἀριστερά, θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη καὶ φοβερὴ ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὸ διάβολο καὶ τοὺς δικούς του» (Ματθ. 25:41) . Ὅπως δὲν ἐλεήσατε, ἔτσι τώρα δὲν θὰ ἐλεηθεῖτε. Ὅπως δὲν ἀκούσατε τὴ φωνή Μου, οὐτ' Ἐγὼ τώρα θ' ἀκούσω τὸν ἀπαρηγόρητο θρῆνο σας.
Γιατί δὲν Μὲ θρέψατε ὅταν πεινοῦσα.
Δὲν Μὲ ποτίσατε ὅταν διψοῦσα.
Δὲν Μὲ φιλοξενήσατε ὅταν ἦρθα κοντά σας.
Δὲν Μὲ ντύσατε ὅταν ἤμουν γυμνός.
Δὲν Μ' ἐπισκεφθήκατε ὅταν ἤμουν ἄρρωστος
οὔτε ὅταν ἤμουν στὴ φυλακή.
Δὲν ὑπηρετήσατε Ἐμένα.
Σὲ ἄλλο κύριο γίνατε ὑπηρέτες καὶ δοῦλοι, στὸ διάβολο.
Φύγετε λοιπὸν μακριά Μου, ἐργάτες τῆς ἀδικίας.
Τότε θὰ ὁδηγηθοῦν αὐτοὶ στὴν αἰώνια κόλαση, ἐνῶ οἱ δίκαιοι στὴν αἰώνια ζωὴ (βλ. Ματθ. 25:41-46) .
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀφήνουν ἀνεκμετάλλευτο τὸν καιρὸ τοῦτο τῆς μετάνοιας καὶ παραδίνονται σὲ πράγματα ἄσκοπα καὶ γελοία. Θὰ ζητήσουν τότε τὸ χρόνο ποὺ ξόδεψαν μάταια, καὶ δὲν θὰ τὸν βροῦν.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ δίνουν σημασία σὲ πνεύματα πλάνης καὶ διδασκαλίες δαιμονικές, γιατί αὐτὰ θὰ τοὺς ἐξασφαλίσουν τὴν καταδίκη στὴν ἄλλη ζωή.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ μαντεῖες καὶ ἀνηθικότητες.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ στεροῦν ἀπὸ τοὺς ἐργάτες τὸν δίκαιο μισθό τους, γιατί εἶναι ὅμοιοι μ' αὐτοὺς ποὺ χύνουν αἷμα.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ κρίνουν ἄδικα, δικαιώνοντας τὸ φταίχτη καὶ καταδικάζοντας τὸν ἀθῷο.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ μολύνουν τὴν ἅγια πίστη μας μ' αἱρετικὲς διδασκαλίες ἢ συναναστρέφονται μ' αἱρετικούς. Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν τ' ἀνόητα πάθη τοῦ φθόνου καὶ τοῦ μίσους.
Καὶ γιὰ νὰ μὴ λέω πολλά: Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ θὰ βρεθοῦν στ' ἀριστερὰ τὴ φοβερὴ μέρα τῆς Κρίσεως. Θὰ κλάψουν πικρὰ ἀλλ' ἀνώφελα, ὅταν θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά» (Ματθ. 25:41) .
Ὅσοι ἔχετε δάκρυα καὶ κατάνυξη, θρηνῆστε μαζί μου.
Ὅταν συλλογίζομαι τὸν αἰώνιο ἐκεῖνο χωρισμό, νιώθω ἀβάσταχτη θλίψη. Γιατί τότε ἀποχωρίζονται ὁ ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ φεύγουν σὲ ἀποδημία ποὺ δὲν ἔχει ἐπιστροφή. Ποιὸς εἶναι τόσο σκληρόκαρδος καὶ ἀναίσθητος, ὥστε νὰ μὴν κλάψει ἀπὸ δῶ γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη;
Τότε, ὅσοι ἦταν κάποτε βασιλιάδες, θὰ ὀδύρονται σὰν αἰχμάλωτοι.
Τότε θὰ στενάζουν οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ἄσπλαχνοι πλούσιοι καὶ θὰ ζητοῦν βοήθεια, ἀλλὰ κανεὶς δὲν θὰ τοὺς δίνει. Γιατί ἐκεῖ δὲν ἔχουν καμιὰν ἄξια οὔτε ὁ πλοῦτος οὔτε οἱ κόλακες. Καὶ δὲν θὰ βροῦν ἔλεος, ἐπειδὴ δὲν ἐλέησαν κανένα.
Τότε θ' ἀποχωριστοῦν γονεῖς ἀπὸ τὰ παιδιά τους καὶ φίλοι ἀπὸ τοὺς φίλους τους.
Τότε θὰ διαλυθοῦν οἱ συζυγικοὶ δεσμοὶ ποὺ δὲν κρατήθηκαν ἀμόλυντοι καὶ ἁγνοί.
Τότε θ' ἀποδιωχτοῦν οἱ παρθένοι στὸ σῶμα ἀλλ' ἄκαρδοι καὶ ἄσπλαχνοι στὸν τρόπο, γιατί ἡ κρίση θὰ εἶναι ἀνελέητη σ' ὅποιον δὲν εἶχε ἔλεος (Ἰακ. 2:13) .
Θὰ παραλείψω ὅμως τὰ πολλά, γιατί κυριεύομαι ἀπὸ φόβο καὶ φρίκη. Ἄγγελοι φοβεροὶ θ' ἀπομακρύνουν βίαια ὅλους τους ἀμετανόητους ἀσεβεῖς, ποὺ θὰ τρίζουν μὲ τρόμο τὰ δόντια τους καὶ θὰ γυρίζουν συχνά, γιὰ νὰ βλέπουν τοὺς δικαίους καὶ τὴν εὐδαιμονία ποὺ ἔχασαν. Θὰ βλέπουν τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ περίλαμπρο καὶ τὰ κάλλη τοῦ παραδείσου. Θὰ βλέπουν τοὺς γνωστούς τους στὴν τρισμακάρια ἐκείνη χώρα καὶ τὶς μεγάλες δωρεές, ποὺ θὰ παίρνουν ἀπὸ τὸ Βασιλιὰ τῆς δόξας ὅσοι ἀγωνίστηκαν γιὰ τὴ σωτηρία τους σ' αὐτὸν τὸν κόσμο.
Ὓστερ' ἀπὸ λίγο, ἀφοῦ θὰ ἔχουν ἀποχωριστεῖ ἀπ' ὅλους τοὺς δικαίους καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γνωστούς τους, θ' ἀποχωριστοῦν κι ἀπ' αὐτὸν τὸ Θεό. Δὲν θὰ μποροῦν πιὰ νὰ βλέπουν τὴ χαρὰ καὶ τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό.
Τέλος, θὰ ὁδηγηθοῦν στὶς διάφορες κολάσεις γιὰ νὰ παραδοθοῦν στὴν αἰώνια τιμωρία.
Τότε, βλέποντας τὴν τέλεια ἐγκατάλειψή τους, βλέποντας ὅτι κάθε ἐλπίδα τους χάθηκε, βλέποντας ὅτι κανένας πιὰ δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς βοηθήσει, θὰ λένε κλαίγοντας ἀπαρηγόρητα μὲ πικρὰ δάκρυα:
"Ὤ! Πόσο καιρὸ χάσαμε στὴν ἀμέλεια! Πόσο χλευαστήκαμε ἀπὸ τὸν πονηρό! Ὅταν ἀκούγαμε στὶς Γραφὲς νὰ μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὄχι μόνο δὲν προσέχαμε, ἀλλὰ καὶ γελούσαμε. Τώρα κραυγάζουμε, κι Αὐτὸς ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό Του ἀπὸ μᾶς! Τί μᾶς ὠφέλησαν λοιπὸν τ' ἀγαθὰ τοῦ κόσμου; Ποῦ εἶναι ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα ποὺ μᾶς γέννησαν; Ποῦ εἶναι οἱ ἄδελφοι; Ποῦ τὰ παιδιά; Ποῦ οἱ φίλοι; Ποῦ ὁ πλοῦτος; Ποῦ τὰ ὑπάρχοντα; Ποῦ οἱ ἄρχοντες κι οἱ ἡγεμόνες; Κανένας ἀπ' ὅλους αὐτοὺς δὲν μπορεῖ τώρα νὰ μᾶς σώσει. Οὔτε κι ἐμεῖς μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας. Ἀλλὰ ἐγκαταλειφθήκαμε ἐντελῶς κι ἀπὸ τὸ Θεὸ κι ἀπὸ τοὺς ἁγίους. Τί μποροῦμε λοιπὸν νὰ κάνουμε; Τώρα πιὰ δὲν εἶναι καιρὸς μετάνοιας. Δὲν ἰσχύουν πιὰ οἱ προσευχές. Δὲν ὠφελοῦν πιὰ τὰ δάκρυα. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ οἱ πωλητὲς τοῦ λαδιοῦ, δηλαδὴ οἱ φτωχοὶ καὶ οἱ δυστυχισμένοι. Ὅταν μᾶς παρακαλοῦσαν ν' ἀγοράσουμε, ἐμεῖς κλείναμε τ' αὐτιά μας. Τώρα ζητᾶμε καὶ δὲν βρίσκουμε. Δὲν ὑπάρχει λύτρωση γιὰ μᾶς, τοὺς ἀξιοθρήνητους. Δὲν θὰ βροῦμε εὐσπλαχνία, γιατί δὲν εἴμαστε ἄξιοι".
Τότε λοιπὸν θὰ πάει ὁ καθένας στὸν τόπο τῶν βασάνων, στὸν τόπο ποὺ ὁ ἴδιος ἑτοίμασε γιὰ τὸν ἑαυτό του μὲ τὶς πονηρὲς πράξεις του, ἐκεῖ «ὅπου τὸ σκουλήκι δὲν πεθαίνει καὶ ἡ φωτιὰ δὲν σβήνει» (Μάρκ. 9:44) .
Νά, ἀκούσατε τί κερδίζουν ὅσοι ἀμελοῦν καὶ ραθυμοῦν καὶ δὲν μετανοοῦν. Ἀκούσατε πὼς χλευάζονται ὅσοι χλεύαζαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.
Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν ἀποστόλων, μᾶς προειδοποιεῖ γιὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη λέγοντας: «Ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου θὰ ἔρθει ὅπως ὁ κλέφτης τὴ νύχτα, καὶ τότε οἱ οὐρανοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν μὲ τρομερὸ πάταγο, τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ διαλυθοῦν στὴ φωτιά, καὶ ἡ γῆ, ὅπως καὶ ὅλα ὅσα ἔγιναν πάνω σ' αὐτήν, θὰ κατακαοῦν» (Β' Πέτρ. 3:10) . Ἀλλὰ καὶ πρωτύτερα, ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης καὶ Κύριός μας μᾶς ἀποκάλυψε τὰ ἑξῆς: «Προσέξτε καλὰ τοὺς ἑαυτούς σας. Μὴν παραδοθεῖτε στὴν κραιπάλη καὶ στὴ μέθη καὶ στὶς βιοτικὲς ἀνάγκες, καὶ σᾶς αἰφνιδιάσει ἡ ἡμέρα ἐκείνη. Γιατί θὰ ἔρθει σὰν τὴν παγίδα σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους ποὺ κατοικοῦν στὴ γῆ» (Λουκ. 21:34-35) . Καὶ ἀλλοῦ: «Μπεῖτε ἀπὸ τὴ στενὴ πύλη... Στενὴ εἶναι ἡ πύλη καὶ γεμάτη δυσκολίες ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωή» (Ματθ. 7:13-14) .
Ἀδελφοί μου, ἂς βαδίσουμε τὸν δύσκολο αὐτὸ δρόμο γιὰ νὰ κληρονομήσουμε τὴν αἰώνια ζωή.
Αὐτὸς ὁ δρόμος ἀπαιτεῖ μετάνοια, νηστεία, προσευχή, ἀγρυπνία, ταπεινοφροσύνη, περιφρόνηση τῆς σάρκας, ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς, ἐλεημοσύνη, δάκρυα, πένθος. Νὰ μισεῖται κανεὶς καὶ νὰ μὴ μισεῖ• νὰ συγχωρεῖ αὐτοὺς ποὺ τοῦ κάνουν κακόν" ἀδικεῖται καὶ νὰ εὐεργετεῖ• τέλος, νὰ χύσει καὶ τὸ αἷμα του γιὰ τὸ Χριστό, ὅταν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτήσουν.
Ἀντίθετα, εἶναι «πλατειὰ ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή» (Ματθ. 7:13) . Ἡ πορεία αὐτοῦ τοῦ δρόμου ἐδῶ εἶναι εὐχάριστη, ἀλλὰ ἐκεῖ εἶναι θλιβερή. Ἐδῶ εἶναι γλυκιά, ἐκεῖ ὅμως πικρότερη κι ἀπὸ τὴ χολή. Ἐδῶ εἶναι εὔκολη, ἐκεῖ ὅμως δύσκολη καὶ ὀδυνηρή. Γνωρίσματα αὐτῆς τῆς πορείας εἶναι ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ἀσέλγεια, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ φιλονικία, ὁ θυμός, ἡ διχόνοια, οἱ φθόνοι, οἱ φόνοι, τὰ γλέντια, τὰ πολυτελῆ γεύματα, ἡ λαιμαργία καὶ τὰ ὅμοια μ' αὐτά. Μὰ τὸ χειρότερο ἀπ' ὅλα, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ τέλεια λησμοσύνη τῆς ὥρας τοῦ θανάτου.
Αὐτὴ τὴν ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Χριστοῦ συλλογίστηκαν οἱ ἅγιοι μάρτυρες καὶ δὲν λυπήθηκαν τὰ σώματά τους, ἀλλὰ ὑπέμειναν κάθε εἶδος βασάνων μὲ χαρὰ καὶ μὲ τὴν προσδοκία τῶν οὐράνιων στεφανιῶν. Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ἀγωνίστηκαν στὶς ἐρημιὲς καὶ στὰ βουνά, μὲ νηστεία καὶ ἁγνεία, ὄχι μόνο ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, βαδίζοντας καρτερικὰ τὸ στενὸ καὶ θλιμμένο μονοπάτι, κι ἔτσι κέρδισαν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Αὐτὸ τὸ φοβερὸ δικαστήριο συλλογίστηκε καὶ ὁ μακάριος Δαβίδ, γι' αὐτὸ ἔβρεχε κάθε νύχτα μὲ δάκρυα τὸ στρῶμα του καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεό, λέγοντας: «Κύριε, ...μὴ μὲ δικάσεις, τὸ δοῦλο σου, γιατί κανένας ζωντανὸς δὲν εἶναι δίκαιος μπροστά σου» (Ψαλμ. 142:2) .
Ἐμπρὸς λοιπὸν κι ἐμεῖς, πρὶν φτάσει ἡ μέρα ἐκείνη, πρὶν τελειώσει τὸ πανηγύρι τῆς σύντομης τούτης ζωῆς, πρὶν ἔρθει ὁ Θεὸς καὶ μᾶς βρεῖ ἀπροετοίμαστους, ἂς ἑτοιμαστοῦμε γιὰ τὴν ὑποδοχή Του μὲ ἐξομολόγηση, μὲ μετάνοια, μὲ νηστεία, μὲ δάκρυα, μὲ ἀγαθοεργίες.
Προσέξτε, μὴν τολμήσει κανεὶς νὰ πεῖ ὅτι δὲν ἁμάρτησε. Ὅποιος τὸ λέει αὐτό, εἶναι τυφλὸς καὶ ἀπατᾶ τὸν ἑαυτό του, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ὁ σατανᾶς μπορεῖ νὰ τὸν κυριεύει καὶ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα καὶ μὲ τὴν ἀκοὴ καὶ μὲ τὴν ὅραση καὶ μὲ τὴν ἁφὴ καὶ μὲ τοὺς λογισμούς. Ποιὸς μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ ὅτι ἔχει ἁγνὴ καρδιὰ καὶ καθαρὲς ὅλες τὶς αἰσθήσεις του; Κανένας δὲν εἶναι ἀναμάρτητος, κανένας δὲν εἶναι καθαρός, παρὰ μόνο Ἐκεῖνος, πού, ἂν καὶ πλούσιος, «ἐπτώχευσε» γιὰ μᾶς. Αὐτὸς μόνο εἶναι ἀναμάρτητος. Αὐτὸς βαστάζει τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου καὶ δὲν θέλει τὸ θάνατο τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ τὴ σωτηρία τους. Σ' Αὐτὸν ἂς καταφύγουμε κι ἐμεῖς, γιατί ὅσοι ἁμαρτωλοὶ πῆγαν κοντά Του, σώθηκαν.
Ἂς μὴν ἀπελπιστοῦμε, ἀδελφοί μου, γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ἁμαρτήσαμε; Ἂς μετανοήσουμε.
Μύριες φορὲς ἁμαρτήσαμε; Μύριες φορὲς ἂς μετανοήσουμε.
Γιὰ κάθε ἔργο ἀγαθὸ χαίρεται ὁ Θεός, ἐξαιρετικὰ ὅμως χαίρεται γιὰ μία ψυχὴ ποὺ μετανοεῖ.
Ἐλᾶτε λοιπόν, ἂς πέσουμε στὰ πόδια Του κι ἃς ἐξομολογηθοῦμε τὶς ἁμαρτίες μας.
Δόξα στὴ φιλανθρωπία Του.
Δόξα στὴ μακροθυμία Του.
Δόξα στὴν ἀγαθότητα καὶ τὴ συγκατάβασή Του.
Δόξα στὴν εὐσπλαχνία Του.
Δόξα στὴ βασιλεία Του.
Δόξα καὶ τιμὴ καὶ προσκύνηση στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πηγή: Orthodox Fathers
Ὁ κατὰ φύσιν ἄνθρωπος, ὁ ἔμφρων καὶ σώφρων, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς παρουσίας τοῦ ἐπάνω στὴ γῆ, ἔζησε καὶ κατόρθωσε νὰ διαιωνίσει τὸ εἶδος τοῦ μέσα ἀπὸ μιὰ δεδομένη φυσικὴ πραγματικότητα. Πίστευε καὶ πιστεύει, πὼς γὶ` αὐτὸν ὑπάρχει καὶ λειτουργεῖ ἕνας συγκεκριμένος ἀριθμὸς «νόμων» καὶ ἔπρεπε νὰ ζήσει ὁπωσδήποτε ἰσορροπώντας μεταξύ των ἐπιθυμιῶν καὶ τοῦ θελήματός του καὶ τῆς δύναμης αὐτῶν τῶν νόμων.
Ἀπόλαυσε αὐτὰ ποὺ τοῦ προσέφερε ἡ φύση καὶ πάλεψε, γιὰ νὰ ἀποφύγει, ὅσο τοῦ ἦταν δυνατόν, τοὺς κινδύνους ποὺ κρύβονταν πίσω ἀπὸ τὴ φοβερὴ δύναμή της. Τελικά, συνεργάστηκε μὲ τὴ φύση, σύμφωνα μὲ τὰ δεδομένα καὶ τὶς σταθερὲς ποὺ τοῦ φανέρωνε. Μὲ τοὺς κανόνες της καὶ τὶς ἔκτακτες ἀποκλίσεις της ἢ τὶς κατ` ἐξαίρεση ἐκφυγὲς ἀπὸ τὴν τάξη της, τὶς ὁποῖες εἶδε καὶ ἐπιβεβαίωσε μέσα στὸ χρόνο.
Παρέμεινε ὅμως σταθερὸς συνεργάτης τῆς ἐπὶ αἰῶνες. Καὶ δὲν τὸ ἔκανε αὐτὸ ἀπὸ κανέναν ἄλλο λόγο, παρὰ ἀπὸ σωφροσύνη. Δὲν ἐπιχείρησε νὰ ὑπερβεῖ τοὺς κανόνες της, διότι πῆρε ἀναμφίβολα καὶ τὰ μαθήματά του. Ὅταν τὸ τόλμησε κάποιες φορές, δέχτηκε τὴν ἀντεπίθεσή της, τὴν ἐκδίκησή της καὶ ἀντιλήφθηκε, ὡς λογικὸ ὅν, πὼς δὲν εἶναι ἐκεῖ το συμφέρον του.
Ἂν εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα, δὲν παραξενεύεται σήμερα ὁ ἄνθρωπος, βλέποντας τὸ δρόμο πού πῆρε τὸ τρένο τῆς ζωῆς; Δὲν νιώθει πὼς κάτι σπουδαῖο καὶ οὐσιῶδες προσβάλλεται καὶ χάνεται, μὲ τὶς κινήσεις πού γίνονται στὸ θέμα αὐτὸ ἀπὸ τὸν «ἄλλο ἄνθρωπο»; Ὁ ὁποῖος ἐπιχειρεῖ, μὲ τὴ συγκατάβαση καί, φεῦ, μὲ τὴ συνεργασία τῶν κρατῶν καὶ φυσικά των οἰκονομικὰ ἰσχυρῶν, νὰ καταλύσει τὰ τῆς φύσεως; Νὰ πιστέψει καί, εἰ δυνατόν, νὰ γίνει κάτι ἄλλο καὶ ἔξω ἀπ` αὐτὸ ποῦ εἶναι; Νὰ εἰσαγάγει νέες ἰδέες καὶ νέα δεδομένα περὶ φύσεως; Νὰ ἐπιχειρήσει νὰ ἀλλάξει (εἶναι δυνατόν;) αὐτὴν τὴν τάξη κατὰ τὴν ἐπιθυμία τῶν παθῶν του, νομιμοποιώντας μάλιστα ὅ,τι παρὰ φύσιν ἀνόητο ἀχυρόπλασμα καὶ κοπροκατασκεύασμα; Καὶ στὴ συνέχεια διαφημίζοντάς το, παντὶ τρόπω, ὡς τὸ ὄντως ἐκ τῆς ἐλευθέρας ἐπιλογῆς τοῦ ἀνθρώπου δικαιούμενο ἀγαθό, νὰ τὸ βάλει ὑποχρεωτικὰ στὴ ζωὴ καὶ μάλιστα τῶν ἀπείρως περισσοτέρων;
Νέας μορφῆς δικτατορία ξαπλώνεται καὶ ἐγκαθίσταται. Δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν παραδοσιακὴ ἔννοια τοῦ ὄρου. Οὔτε μὲ ἀριστερὰ οὔτε μὲ δεξιὰ καὶ τὰ τοιαῦτα. Δικτατορία, ποὺ λιώνει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση. Ἐκμηδενίζει τὴν ἀξία τοῦ προσώπου καὶ μάλιστα τοῦ δυνάμει θεούμενου πλάσματος, καθὼς δὲν τοῦ δίνει χῶρο φυσικὸ καὶ πνευματικό, νὰ ἀνασάνει ἡ ψυχή του. Δημιουργεῖ βρομερή, ἀποπνικτικὴ ἀτμόσφαιρα, στὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργήσει ὁ ὑγιὴς νοῦς καὶ ἡ καρδιά. Κατασκευάζει μιὰ πραγματικότητα, ποὺ ὁδηγεῖ μὲ κάθε ἀκρίβεια τὸν ἄνθρωπο στὴν ὑποταγή, ἀφοῦ πρῶτα τὸν ἀφοπλίσει ἀπὸ τὶς ἐσωτερικὲς ἠθικὲς καὶ πνευματικὲς ἀντιστάσεις. Κι αὐτὴν τὴν προωθεῖ λίγο λίγο, μὲ τρόπο, ποὺ νὰ μὴν γίνεται εὔκολα ἀντιληπτὸς καί, ὅταν ἔρθει ἡ κατάλληλη ὥρα, μὲ μιὰ κίνηση νὰ καταστήσει τοὺς πολλοὺς ὑποχείριούς των λίγων.
Ἡ τάξη τῆς φύσεως εἶναι πρόσκαιρη μέν, ἀλλὰ ἀξιοσέβαστη, ὡς ἀσφαλὴς σταθερὴ ἐγγύηση γιὰ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν εὐτυχέστερη ἐπίγεια ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, θέλει δὲ θέλει, εἶναι συγκεκριμένη φύση καὶ κομμάτι τῆς φύσεως. Αὐτὴ τοῦ διαμηνύει στὰ ἐνδότερά του, ὡς ἕνα βαθμό, ἐνστικτωδῶς θὰ λέγαμε, πῶς καὶ τί νὰ πράξει. Δὲν ἐκβιάζεται. Δὲν ἀλλοιώνεται. Δὲν παραβιάζεται.
Εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὸν μεταπτωτικὸ ἄνθρωπο ἡ συνύπαρξή του καὶ ἡ κοπιώδης συμβίωσή του μὲ τὴ φύση: «καὶ τὴ γυναικὶ εἶπε• πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν σου• ἐν λύπαις τέξη τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει. τῷ δὲ Ἀδὰμ εἶπεν• ὅτι ἤκουσας τῆς φωνῆς τῆς γυναικός σου καὶ ἔφαγες ἀπὸ τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετειλάμην σοὶ τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἂπ αὐτοῦ ἔφαγες, ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου• ἐν λύπαις φαγῆ αὐτὴν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου• ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοί, καὶ φαγῆ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. ἐν ἰδρώτι τοῦ προσώπου σου φαγῆ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σὲ εἰς γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἰ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύση». (Γέν.3,16-19)
Ἀλλὰ καὶ στὴ Νέα Διαθήκη, στὴ ζωὴ τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, εἶναι καταφανὴς αὐτὴ παράδοση. Τὸ ἀσκητικὸ πνεῦμα, τὸ ὁποῖο μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι, θεωρεῖ δεδομένη τὴν ἀγάπη στὴ φύση καὶ στὸ «φυσικῶς ζῆν». Ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμὸς εἶναι τὸ κλασικὸ παράδειγμα, ποὺ μᾶς τὸ ἐπαληθεύει στὴν πράξη.
Εἶναι δύσκολη ἡ ὑπακοὴ-ὑποταγὴ στὴ φύση, ἀλλὰ ἔξω ἀπ` αὐτήν, ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ὁπωσδήποτε ἀφύσικη, ἄρα δυσκολοτερη καὶ μπορεῖ νὰ καταντήσει κόλαση.
Γιὰ ὅσους συμμετέχουν στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ διαβάζουν τὰ βιβλία της, θὰ θυμοῦνται τὴ γνωστὴ ὑμνολογικὴ φράση τοῦ ὄρθρου τῶν Χριστουγέννων: «ὅπου Θεὸς βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις», ἡ ὁποία ἔρχεται στὸ νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ σὰν καταπραϋντικὸ φάρμακο καὶ ἀναπαύει καὶ ἠρεμεῖ τὸν ἀνήσυχο κατὰ τὰ ἄλλα ἄνθρωπο, ὀριοθετώντας στὸ δικό του «δύνασθαι» τὴ δράση καὶ τὰ τολμήματά του.
Ἄν, καὶ ὅταν θέλει ὁ Θεός, καὶ μόνο γιὰ τὸ πνευματικὸ συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου, θὰ ὑπερβεῖ ἢ θὰ καταλύσει προσωρινὰ τὴ σειρὰ τῶν φυσικῶν πραγμάτων. «Θὰ κάνει τὸ θαῦμα», ὅπως λέει ὁ πιστὸς λαὸς καὶ θὰ ἐπαναφέρει τὰ πράγματα στὴ θέση τους. Συνεπῶς εἶναι τεράστια ὕβρις τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τοῦ Θεοῦ, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἀλλοιώσει τὰ τῆς φύσεως, μὲ τὰ μέσα ποὺ τοῦ χάρισε πάλι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι μέγιστη ἀχαριστία καὶ ἀσυγχώρητη δαιμονικὴ μανία αὐτοκαταστροφῆς.
Κιλκίς, 19-1-2017
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
"...Μόνον παράφρονες θα απεφάσιζαν ποτέ να "αφελληνίσουν" την Λειτουργίαν και τας άλλας εκκλησιαστικός ακολουθίας και να δώσουν εις αυτάς ένα ύφος περισσότερον "σύγχρονον...". (Eκ του Βιβλίου: Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι)
…Ο πατήρ Γ. Φλορόφσκυ, Ρώσος της διασποράς και εκ των πλέον διακεκριμένων συγχρόνων ορθοδόξων θεολόγων, αφού επισημαίνει τας ολέθριας επιδράσεις της Δύσεως επί της ρωσικής θεολογίας, όπερ ισχύει και διά την νεοελληνικήν θεολογίαν, λέγει τα εξής αξιοπρόσεκτα σχετικώς προς το πρόβλημα του λεγομένου "εξελληνισμού" του Χριστιανισμού:
"Δεν θα ημπορούσε κανείς να υποστήριξη ότι η ρωσική θεολογία, εις την δημιουργικήν της ανάπτυξιν, ησθάνθη αρκετά πλήρως η αρκετά βαθέως εις τους κόλπους της την παρουσίαν των Πατέρων και του Βυζαντίου. Της απομένει ακόμη να το κάμη. Της απομένει ακόμη να φοίτηση εις το αυστηρόν σχολείον του χριστιανικού ελληνισμού. Ο ελληνισμός έχει αποκτήσει αιώνιον χαρακτήρα μέσα εις την Έκκλησίαν έχει ενσωματωθή εις την σάρκα της· έχει γίνει αιωνία κατηγορία της χριστιανικής υπάρξεως. Δεν εννοώ φυσικά τον ελληνισμόν ως εθνικήν ίδέαν η τον έλληνισμόν της συγχρόνου Ελλάδος η εκείνον τον καθυστερημένον και κάθε άλλο παρά νόμιμον ελληνικόν "φυλετισμόν". Εννοώ την χριστιανικήν αρχαιότητα, τον ελληνισμόν των δογμάτων, τον ελληνισμόν της λατρείας, τον έλληνισμόν της εικόνος. Η χριστιανική λατρεία έχει σφραγισθή διά παντός με το ελληνικόν ύφος της "ευσέβειας των μυστηρίων". Και αυτό έχει γίνει μέχρι τοιούτου βαθμού, ώστε να μη ημπορούμεν να διεισδύσωμεν εις τον ρυθμόν της λειτουργικής μυσταγωγίας, αν πρηγουμένως δεν υποβληθώμεν εις ένα είδος μυστικού "εξελληνισμού".
Μόνον παράφρονες θα απεφάσιζαν ποτέ να "αφελληνίσουν" την Λειτουργίαν και τας άλλας εκκλησιαστικός ακολουθίας και να δώσουν εις αυτάς ένα ύφος περισσότερον "σύγχρονον". Το στερεώτερον στοιχείον του ρωσικού εκκλησιαστικού πολιτισμού είναι κατά γενικήν ομολογίαν η εικών. Που οφείλεται όμως η σταθερότης αύτη; Μήπως εις το γεγονός ότι οι μεγάλοι Ρώσοι εικονογράφοι κατώρθωσαν να αφομοιώσουν πνευματικώς την ελληνικήν εικονογραφικήν πείραν και να την αποδώσουν εις τω καθ' ημάς με μίαν οικειότητα γνησίως δημιουργικήν; Αυτή είναι η λογικωτέρα απάντησις. Όχι. Ο ελληνισμός δεν είναι απλώς μία φάσις της εκκλησιαστικής ιστορίας, ένας σταθμός εις την πορείαν της Εκκλησίας. Όταν ο θεολόγος αρχίζη να πιστεύη ότι αι "έλληνικαί κατηγορίαι" έχουν ξεπερασθή, αυτό σημαίνει απλούστατα ότι ο ίδιος έχει εξέλθει από τον ρυθμόν της εκκλησιαστικής κοινωνίας, ότι ο ίδιος έχει χάσει το αίσθημα της εκκλησιαστικής ζωής.
Ένας μόνον τρόπος υπάρχει διά να είναι η θεολογία μας καθολική: να είναι ελληνική. Μόνον εν τω ελληνισμώ ημπορεί να είναι κανείς αληθώς καθολικός (δηλ. Ορθόδοξος). Αυτό το τελευταίον είναι κάπως διφορούμενον. Το αντιχριστιανικόν στοιχείον εδέσποζεν, ως γνωστόν, εις το αρχαίον πνεύμα. Ακόμη και σήμερον πολυάριθμοι είναι εκείνοι πού καταφεύγουν εις τον έλληνισμόν, διά να υψώσουν το ανάστημα των και να καταπολεμήσουν τον Χριστιανισμόν. (Κλασσικόν παράδειγμα ο Nietzche). Δεν πρέπει όμως να λησμονήται ότι ο ελληνισμός ενεσωματώθη εις την Εκκλησίαν. Αυτό ακριβώς είναι το ιστορικόν νόημα της πατερικής θεολογίας.
Και αυτή η ενσωμάτωσις του ελληνισμού εις την Εκκλησίαν εχάραξεν επί του σώματος της ιστορίας μίαν μόνιμον και οριστικήν τομήν πασίδηλον σημείον της οποίας παραμένει το ευαγγελικόν κήρυγμα, η ιστορική φανέρωσις του σαρκωθέντος Λόγου. Ο χριστιανικός ελληνισμός, ο μεταμορφωθείς διά της επιφανείας του Λόγου και της ελεύσεως του Πνεύματος, είναι πλέον εξ ολοκλήρου γεγονός της ιστορίας. Η πατερική θεολογία είναι "θεολογία των γεγονότων", μας καθιστά δηλαδή συγχρόνους ωρισμένων ιστορικών γεγονότων, των γεγονότων της Ιεράς Ιστορίας. Αλλά το βασικώτερον και αποφασιστικώτερον από τα γεγονότα αυτά είναι ακριβώς η σάρκωσις του Θεού και η εν μέσω ημών σκήνωσίς του, η οποία εσημειώθη ιστορικώς διά της εντάξεως και της ενσωματώσεως του ελληνισμού εις την Έκκλησίαν. Όλα τα λάθη, όλαι αι πλάναι, όλοι οι πειρασμοί ενός υπερβολικού εξελληνισμού του Ευαγγελίου, φαινόμενον αρκετά συχνόν κατά την διάρκειαν των αιώνων, δεν είναι δυνατόν να εξασθενήσουν την σημασίαν του θεμελιώδους αυτού γεγονότος: διά την κήρυξιν και την διάδοσιν του χαρμόσυνου αγγέλματος της εν Χριστώ σωτηρίας, διά την έκθεσιν και την διατύπωσιν της χριστιανικής θεολογίας έχρησιμοποιήθησαν ευθύς έξ αρχής κατηγορίαι ελληνικαί. Πατερική θεολογία και καθολικότης, ελληνισμός και ιστορικότης αποτελούν τας συζύγους όψεις ενός μοναδικού και αδιαιρέτου δεδομένου"1.
1. "Η πορεία της Ρωσικής Θεολογίας", εν Θεολογία, Αλήθεια και Ζωή. Αθήναι 1962, σελ. 32 έ.
Πηγή: (Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι, σελ. 71-72, Πατερικά 1 εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1997), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Ἕ
νας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει να ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες και τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα και τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση και τήν πνευματική προκοπή μας1...
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Πηγή: (Ἁγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄, Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς), Αγιορείτικα
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Ἁγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς.
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Η αρχή του νέου έτους είναι μια καλή ευκαιρία για κοινωνική επικοινωνία και ανταλλαγή ευχών, αλλά, προ πάντων, για αυτοκριτική και επίγνωση των ορίων μας. Στο υπόλοιπο του έτους παγιδευόμαστε σε πολλούς περισπασμούς, που μας αποπροσανατολίζουν και μας απομακρύνουν από το νόημα της ζωής. Αν σκεφθούμε νηφάλια τότε θα αναγνωρίσουμε ότι τα όρια μας είναι δεδομένα, όπως και η θέση του πλανήτη μας στο σύμπαν.
Είναι εντυπωσιακά τα όσα αναφέρονται στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» της 4ης Ιανουαρίου 2017 για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Τίτλος του σχετικού άρθρου: «Ο άνθρωπος έφτασε στα όριά του;». Σ’ αυτό αναγράφεται ότι με βάση έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο τεύχος του Οκτωβρίου 2016 της επιστημονικής επιθεώρησης «Nature» το προσδόκιμο της ζωής του ανθρώπου , αλλά και η ανάπτυξη του ύψους του και οι αθλητικές του επιδόσεις φθάνουν στα όριά τους. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι πως μέσα σε μια δεκαετία (1999-2009) ο δείκτης νοημοσύνης και ευφυίας IQ μειώθηκε σε χώρες που έγινε η σχετική μελέτη... Μεγάλη μείωση παρατηρήθηκε στη Γαλλία, στη Δανία και στη Φινλανδία και μικρή στη Σουηδία και στη Νορβηγία. Έρευνα δεν έγινε στην Ελλάδα...
Από τα μέσα του 20ού αιώνα κυριαρχούν οι φανταστικές ιστορίες με υπεράνθρωπους, εξωγήινους και διαστημικούς πολέμους. Αυτές, εν γνώσει των δημιουργών τους, δίνουν την εντύπωση πως στο κοντινό μέλλον θα γίνουν πραγματικότητα, όπως έγιναν του Βερν. Πρόκειται για μεγάλο ψέμα. Ο άνθρωπος ολοκληρώνει την εξερεύνηση της Γης και πλέον ουδέν άλλο μπορεί να πράξει, παρά να βελτιώσει τη ζωή του σ’ αυτήν ή να την καταστρέψει... Είναι αδύνατο να κατοικήσει σε άλλον πλανήτη του ηλιακού μας συστήματος και είναι αδύνατο να επισκεφθεί κάποιον άλλον του σύμπαντος, ή να μας επισκεφθούν...
Ο Λι Μπίλινγκς, associate editor του αμερικανικού επιστημονικού περιοδικού «Scientific American», στη συνέντευξή του στον Μάρκο Καρασαρίνη και στο «ΒΗΜΑgazino» μπορεί να δείχνει αισιόδοξος στις έρευνες που γίνονται για την ανακάλυψη ύπαρξης ζωής εκτός του ηλιακού συστήματος. αλλά αναγνωρίζει ότι «τα ( Σημ. Με τα δεκάδες θύματα) διαστημικά λεωφορεία υπήρξαν εμβληματικά των μεγάλων τεχνολογικών μας φιλοδοξιών – και των περιορισμών μας» και διατυπώνει, έστω υποθετικά, την άποψη ότι είμαστε μόνοι στο σύμπαν: «Ας φαντασθούμε ότι ανακαλύπτουμε ότι δεν υπάρχει άλλη Γη, ούτε άλλες διάνοιες. Ίσως αυτό να μας ωθούσε να εκτιμήσουμε περισσότερο τον πλανήτη και τους συνανθρώπους μας».
Στο έργο του «Δόκτωρ Φάουστους» ο Κρίστοφερ Μάρλοου (1564-1593) τονίζει ότι ο ουρανός είναι μεν σπουδαίος, αλλά φτιάχτηκε για τον άνθρωπο και συνεπώς αυτός είναι καλύτερος από τον ουρανό... Αν συνειδητοποιήσουμε τα όριά μας και παύσουμε να κυριαρχούμαστε από την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να τα υπερβούμε και να υποκαταστήσουμε τον Θεό, τότε η ζωή μας στον φιλόξενο αυτόν πλανήτη θα είναι πιο δίκαιη και πιο υπεύθυνη.-
Πηγή: Ακτίνες
Είναι γεγονός ότι ζούμε σε αποκαλυπτικούς καιρούς, αφού βλέπουμε να επικρατή μια μεγάλη αποστασία των ανθρώπων από το θέλημα του Θεού και κυρίως, βέβαια, από τον ζωντανό Θεό. Το πρόβλημα όμως είναι το πώς αντιμετωπίζει κανείς αυτήν την κατάσταση.
Η Εκκλησία, όπως το βλέπουμε στην διδασκαλία των Πατέρων και των αγίων, εξασκούσε πάντοτε την αντιαιρετική τακτική και αντιμετώπιζε τους αιρετικούς, αναιρώντας τα επιχειρήματά τους, αλλά όμως προχωρούσε και σε ένα άλλο βασικότερο σημείο, δηλαδή οριοθετούσε την Ορθόδοξη πίστη και βοηθούσε τους πιστούς να την βιώνουν και να αποκτήσουν ενότητα με τον Χριστό.
Δηλαδή, βοηθούσε τους Χριστιανούς να ζουν μέσα στην Εκκλησία, με την θεολογία και τα μυστήρια, ώστε να αντιμετωπίζουν κάθε αίρεση, αλλά και τις ενέργειες του αντιχρίστου.
Είναι γνωστό από τα έργα των Πατέρων ότι όταν εμφανίζονται αιρέσεις και όταν θα έλθη ο αντίχριστος, θα πλανηθούν όσοι δεν έχουν προσωπική πείρα των αληθειών της πίστεως, όσοι δεν είναι πραγματικά παιδιά του Θεού και δεν μπορούν να κάνουν την διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, μεταξύ ενεργειών του Θεού και ενεργειών του διαβόλου.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι έργο της Εκκλησίας δεν είναι αποκλειστικά και μόνον να μάχεται με τους αιρετικούς, αλλά να καταρτίζη τους πιστούς, ώστε στον κατάλληλο καιρό να γίνουν ομολογητές του Χριστού και μάρτυρες από αγάπη για Αυτόν. Και γνωρίζουμε καλά ότι το να ομολογή κανείς τον Χριστό και να μαρτυρήση για Αυτόν δεν είναι ένα ανθρωποκεντρικό έργο, ούτε αποτέλεσμα ενός φροντιστηρίου αντιαιρετικού αγώνος, αλλά μέθεξη της Χάριτος του Θεού.
Ο Χριστός είπε: “Πάς όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων…” (Ματθ. ι’, 32). Η ομολογία γίνεται εν Χριστώ, όταν ο άνθρωπος είναι ενωμένος με τον Χριστό. Σε άλλο σημείο είπε: “Θέσθε ουν εις τας καρδίας υμών μη προμελετάν απολογηθήναι· εγώ γαρ δώσω υμίν στόμα και σοφίαν ή ου δυνήσονται αντειπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενοι υμίν” (Λουκ. κα’, 13-14).
Έτσι, ο Χριστιανός προετοιμάζεται, καθαρίζοντας την καρδιά του, αποκτώντας εκκλησιαστικό φρόνημα και ζωή και όλα τα άλλα έρχονται μόνα τους.
Πάντοτε θα υπάρχουν εχθροί, αιρετικοί και αντικείμενοι. Ο Χριστός είπε: “Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων…” (Ματθ. ι’, 16). Οι Μαθηταί έγιναν Απόστολοι και εστάλησαν μέσα στους λύκους. Ο Χριστός δεν επαγγέλλεται να κονιορτοποιήση τους λύκους, ούτε να καταργήση την δύναμη του Σατανά στον νυν καιρό· αυτό θα γίνη μετά την Δεύτερη έλευσή Του, στον άλλο αιώνα. Αλλά εκείνο που υπόσχεται είναι να καταρτίζη μαθητάς, να δημιουργή δικά Του πρόβατα, και να τους αποστέλη στους λύκους για να τους αντιμετωπίσουν.
Τελικά, η Εκκλησία δεν πρέπει να καταναλίσκη όλες τις δυνάμεις της στον πόλεμο εναντίον των αιρετικών, ούτε να φοβίζη τους ανθρώπους, αλλά να προετοιμάζη τους Χριστιανούς με όλα τα μέσα που διαθέτει, δηλαδή την Ορθόδοξη θεολογία, την νοερά προσευχή, την μυστηριακή ζωή κ.λ.π. για να γίνουν αυτοί στον κατάλληλο καιρό ομολογητές του Χριστού και μάρτυρες για την δόξα Του.
Ὁ ἅγιος Γεώργιος ὁ Χοζεβίτης τιμᾶται ἀπό τήν Ἐκκλησία στίς 8 Ἰανουαρίου
Ὅταν συνέβη αὐτό καί ἔγινε γνωστό, λέγει κάποιος ἀπό τούς ἀδελφούς στό Γέροντα μιά μέρα. Ἄν πάθαινες ζημιά, πάτερ, ἀπό λεοπάρδαλη ἤ ἀπό φίδι ἤ ἀπό ἄλλο θηρίο, τί θά γινόταν; Ἀπαντᾶ ὁ Γέροντας· παιδί μου, δέν φοβούμαστε τά πονηρά πνεύματα καί θά φοβηθοῦμε τά θηρία; ὅμως, ἀγαπητέ, ποτέ δέν ἀκούστηκε, ὅτι ἔπαθε ποτέ κανείς ζημιά ἀπό λεοπάρδαλη, ἐκτός ἀπό ἕναν μ᾽ αὐτό τόν τρόπο· περπατοῦσε, δηλαδή, ἕνας ἀδελφός τό μονοπάτι τῶν κελλιῶν καί ἦλθε σέ ἕνα ἀπόκρημνο μέρος. Ἀπό πάνω ἦταν ψηλός ὁ βράχος. Καί ἀφοῦ συνάντησε ἐκεῖ ὁ ἀδελφός τήν λεοπάρδαλη, ὅταν τήν εἶδε, φοβήθηκε νά γυρίσει πίσω, ἀλλά οὔτε τό θηρίο θέλησε νά παρακάμψει. Στέκονταν, λοιπόν, καί ἀλληλοκοιτάζονταν. Βλέποντας ὁ ἀδελφός ὅτι δέν παραμερίζει τό θηρίο, τοῦ λέγει· «ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ κάνε μου τόπο νά περάσω». Κι αὐτό μόλις ἄκουσε τό ὄνομα τοῦ Κυρίου πετάχτηκε στό γκρεμό, ἐνῶ εἶχε μέγεθος διπλάσιο ἑνός ἀνθρώπου. Ἀλλά ὁ ἀδελφός δέν φοβήθηκε τό Θεό, τόν Ὁποῖον τρόμαξε τό θηρίο, ἀλλά, ἀφοῦ πῆρε μεγάλες πέτρες, πετροβολοῦσε τό θηρίο. Κι αὐτό, ἀφοῦ θύμωσε πολύ, ἀνέβηκε γρήγορα ἀπό ἄλλο μέρος, πρόλαβε τόν ἀδελφό καί, ἀφοῦ τοῦ ἔδωσε δυό–τρία χτυπήματα, ἔφυγε ἀφήνοντάς τον πληγωμένο χωρίς ὅμως καθόλου νά τόν ἀγγίξει μέ τό στόμα του. Ἀφοῦ τόν βρήκαμε ἐμεῖς, τόν μεταφέραμε στό νοσοκομεῖο καί σὲ λίγες μέρες ἔγινε καλά ὁ ἀδελφός.
Ὅσο γιά τά φίδια ὅτι εἶναι φοβερά καί θανατηφόρα σ᾽αὐτή τήν περιοχή, γνωρίζω κάποιον κηπουρό πού σκότωσε ἕνα φίδι στόν κῆπο καί τό κρέμασε στό φράκτη καί ἐνῶ ἔμεινε δυό ἑβδομάδες κρεμασμένο, οὔτε θηρίο, οὔτε ὄρνεο θέλησε νά τό ἀγγίξει, ἐκτός ἀπό τά μυρμήγκια πού μπῆκαν ἀπό τά μάτια καί τό στόμα του καί τοῦ κατέφαγαν τίς σάρκες. Καί πάλιν ὅταν ξυλοκόβαμε, σήκωσε κάποιος ἀδελφός μιά πέτρα γιά νά τή βάλει στό φορτίο. Ἦταν ὅμως ἕνα φίδι κάτω ἀπό τήν πέτρα, πού σήκωσε τό λαιμό του νά ἁρπάξει τόν ἀδελφό· ὅμως δέν τόν πέτυχε, ἀλλά δάγκωσε μιά ρίζα μεγάλου δέντρου πού ἦταν ἐκεῖ, σάν νά δάγκωνε τόν ἀδελφό (γιατί ἦταν τυφλό καί κωφό ἀπό τό πολύ του δηλητήριο) καί ἀμέσως ξεράθηκε τό δέντρο σάν νά κάηκε ἀπό φωτιά. Καί ἐνῶ ὑπάρχουν τέτοια φίδια καί ἀκόμη φοβερότερα, οὐδέποτε ἀκούστηκε ὅτι δαγκώθηκε κανείς ἀπό φίδι σ᾽ αὐτόν τόν ἅγιο τόπο τῆς ἁγίας Δέσποινάς μας, τῆς εὐλογημένης Θεοτόκου, γιατί φυλάττει τούς δούλους της ἀπό κάθε κίνδυνο.
Παρακαλοῦσε ὁ Γέροντας τούς ἑκάστοτε κελλαρίτες νά μήν γίνεται χωρίς αὐτόν κατασκευή ἄρτων, γιατί ἔλεγε ὅτι εἶναι πολύ μεγάλος ὁ μισθός αὐτῆς τῆς ἐργασίας σ᾽ αὐτόν τόν ἅγιο τόπο· γιατί τά περισσότερα ψωμιά ξοδεύονταν στούς ξένους. Πῆρε καί τό διακόνημα τῶν πουλαριῶν, πού ἦταν πρός τό δρόμο τῆς Ἱεριχοῦς. Βοηθοῦσε ἀκόμη καί συνεργαζόταν μέ τούς κηπουρούς καί σέ κάθε ἄλλο διακόνημα μέ προθυμία· φρόντιζε δέ νά συμμετέχει κατά πολύ στίς ἐργασίες τοῦ ξενῶνα, ὄχι μόνο γιά τό μισθό, ἀλλά καί γιατί ἤθελε νά γίνει παράδειγμα προθυμίας στούς ἀδελφούς. Στό ἀρτοποιεῖο σύν τοῖς ἄλλοις ἔκαιε καί τό φοῦρνο. Γνωρίζετε πόσο ἀφόρητη εἶναι ἡ ζέστη στό μέρος μας τό καλοκαίρι· πολλές φορές βρήκαμε τά κεριά τοῦ κηροπηγείου τοῦ ναοῦ λιωμένα καί πεσμένα ἀπό τήν ὑπερβολική πύρωση τοῦ ἀέρα. Ὅμως ὁ Γέροντας μέσα σ᾽ αὐτόν τόν καύσωνα καθόταν συχνά καί πύρωνε τό φοῦρνο καί δύο καί τρεῖς φορές, κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας τῆς ἀρτοποιΐας, πρᾶγμα πού, ἐνῶ δοκίμασαν νά κάνουν πολλοί ἀπό τούς ἀδελφούς, κανείς δέν ἄντεξε χωρίς ἀλληλοδιαδοχή· γι᾽ αὐτό καί ἔλεγαν οἱ ἀδελφοί· αὐτός ὁ Γέροντας εἶναι σιδερένιος.
Μιά μέρα, λοιπόν, μετά τό γεῦμα, ὁ καθένας ξάπλωσε, ὅπου ἤθελε, νά ἀναπαυθεῖ· ὁ Γέροντας ἔγειρε λίγο κάπου ἀπόμακρα, ὄχι γιά νά κοιμηθεῖ, ἀλλά γιά νά ἀπαγγείλλει ψαλμούς. Καί ξαφνικά πετάχτηκε φωτιά ἀπό τό παραφούρνι πού ἦταν ἀνοιχτό ἀπό δαιμονική ἐνέργεια, καί ἅρπαξαν οἱ θάμνοι πού ἦταν ἐκεῖ καί ἦταν πάρα πολλοί καί ἀνέβηκε ἡ φωτιά μέχρι τή σκεπή. Καί βλέπει τήν ἁγία εὐλογημένη Θεοτόκο νά στέκεται ἀνάμεσα στή στέγη καί στή γῆ καί νά σβήνει τή φωτιά μέ τά ἴδια της τά χέρια. Καί ὁ Γέροντας εἶδε καί ἐθαύμασε. Ὅταν σηκώθηκαν οἱ ἀδελφοί διηγήθηκε σ᾽ αὐτούς τό θαῦμα τῆς Θεοτόκου καί ἐθαύμασαν ὑμνολογῶντας την· ὑπῆρχε δέ ἀληθινή ἀπόδειξη τοῦ θαύματος οἱ καμένοι θάμνοι.
Πηγή: (Ἀπόσπασμα τοῦ βιβλίου: «Ὁ ἅγιος Γεώργιος ὁ Χοζεβίτης»), Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Πανιερώτατε,
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ πατέρες καὶ ἀδελφοί,
Συνεχίζουμε σήμερα, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐντρύφηση καὶ ἀναδίφηση στὸ σπουδαῖο δίτομο ἔργο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη», ποὺ θὰ ἀπασχολήσει στὸ σύνολό τους τὶς Συναντήσεις τοῦ Σεμιναρίου μας κατὰ τὸ τρέχον ἀκαδημαϊκὸ ἔτος.
Τὸ θέμα, μᾶλλον τὰ θέματα τῆς σημερινῆς μας Συνάντησης, εἶναι βασικὰ δύο: «Ἡ θεολογία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος» καί, «Ἡ δημιουργία τῆς κτίσεως καὶ τῶν ἀγγέλων», σύμφωνα πάντοτε μὲ τὸ ἀνωτέρω ἔργο.
Κάτι ἀναγκαῖο εἰσαγωγικά: Θὰ προσέξουμε ὅτι στὰ ὑπὸ ἐξέταση βιβλία -καί, ἑπομένως, καὶ στὴν παροῦσα μας εἰσήγηση- ὁ συγγραφέας ἐπανέρχεται συχνὰ στὰ ἴδια θέματα καὶ παρατηροῦνται κάποιες ἀναπόφευκτες ἐπαναλήψεις. Τοῦτο ὀφείλεται στὴ φύση τῶν θεμάτων τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς», ποὺ τυγχάνουν ἀλληλοεφαπτόμενα καὶ ἀλληλοεξαρτώμενα.
Πρὶν προχωρήσουμε ὅμως στὴν παρουσίαση τῶν θεμάτων μας, θὰ ἤθελα νὰ ἐπισημάνω ξανὰ καὶ συνοπτικὰ κάτι σημαντικό, ποὺ ἀναφέρθηκε καὶ στὴν προηγούμενη Συνάντησή μας καὶ ποὺ ἀφορᾶ στὸ ὅλο ὑπὸ παρουσίαση ἔργο: Ἑρμηνευτικὸ κλειδὶ καὶ προϋπόθεση τῆς ἐμπειρικῆς αὐτῆς προσέγγισης τῆς Δογματικῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη ἀποτελοῦν τὰ τρία στάδια τῆς πνευματικῆς μεθηλικίωσης τοῦ πιστοῦ, δηλ. ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση (ἢ δοξασμὸς ἢ ἁγιασμός). Ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανός, ἔχοντας λάβει τὸ Βάπτισμα καὶ τὸ ἅγιο Χρῖσμα, μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ μέσα στὴ μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν προσωπικό του ἀγώνα, ἀγωνίζεται νὰ καθαρθεῖ ἀπὸ τὰ φθοροποιὰ ἁμαρτωλὰ πάθη.
Καί, ὅσο καθαίρεται, τόσο φωτίζεται. Ὁ φωτισμὸς αὐτὸς ποὺ λαμβάνει εἶναι ἐνυπόστατος, δηλ. παρέχεται ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅσοι δὲ πιστοὶ προκόψουν στὴν πορεία αὐτὴ τοῦ φωτισμοῦ, φθάνουν, ὅταν καὶ ὅπως εὐδοκήσει ὁ Τριαδικός μας Θεός, στὴ θέωση, δηλ. κοινωνοῦν, μετέχουν πληρέστερα στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, καὶ γίνονται κατὰ χάριν θεοί, αὐτὸ δηλ. ποὺ εἶναι καὶ ὁ ἄκρος σκοπὸς τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ θεούμενοι πιστοὶ γνωρίζουν πλέον τὸν Θεὸ ἐμπειρικὰ -ὄχι ἁπλῶς γνωσιολογικά. Καὶ αὐτὴ ἡ ἐμπειρικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ τὴν ἀληθινὴ δογματικὴ συνείδηση.
Καὶ εἶναι αὐτὴ τὴ δογματικὴ ἐμπειρικὴ συνείδηση τῶν θεωμένων ἁγίων, ποὺ μᾶς παρέδωσαν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι στοὺς δογματικοὺς Ὅρους καὶ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, ποὺ θέσπισαν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Καὶ ἡ ἀπόλυτη αὐθεντικότητα καὶ ἀλήθεια τῶν δογμάτων αὐτῶν ἐπιβεβαιώνεται διαχρονικὰ ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας, ὅσους δηλαδὴ πιστοὺς φθάνουν στὴ θέωση ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Καὶ ἐμεῖς, ποὺ δὲν φθάσαμε στὰ μέτρα αὐτὰ τῶν ἁγίων μας, ὀφείλουμε νὰ ἀκολουθοῦμε ταπεινὰ καὶ μὲ πεποίθηση τὴν ἐμπειρικὴ διδασκαλία τους, ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ μὲ ἀσφάλεια στὴ σωτηρία, στὸν ἁγιασμό μας.
Στὴ συνάφεια αὐτή, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πανιερωτάτου θὰ καταθέσουμε μία σύγχρονη σχετικὴ ἐμπειρία θεοπτίας καὶ κοινωνίας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μίας ἁγιασμένης Γερόντισσας ἀπὸ τὴν Κρήτη, ὅπως τὴν κοινοποίησε πρόσφατα στὸν Πανιερώτατο γνωστὸς εὐλαβὴς κληρικός. «Ὅταν κλαίω καὶ στενάζω γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, βαθαίνει ἡ καρδιά μου. Ἀναστενάζω ἀπὸ τὰ τρίσβαθα τῆς ψυχῆς μου καὶ ἀνακουφίζομαι. Ἡ εὐχὴ τρέχει, τρέχει... καί, σὲ ἀνύποπτο χρόνο, δὲν ξέρω πῶς, μὲ τὰ ‘‘κυάλια’’ τῆς καρδιᾶς βλέπω τὸ ἄπλετον ἐκεῖνο Φῶς, ποὺ νοῦς δὲν χωράει καὶ γλῶσσα δὲν διηγᾶται... Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ περιγράψει τὸ μεγαλεῖο τοῦ οὐρανοῦ!
Ὁ οὐρανὸς κρύβει πολλὰ μυστήρια... Τὸ Φῶς εἶναι ἄπλετον, δὲν ἔχει ἀρχὴ, μέση καὶ τέλος. Εἶναι ἀσχημάτιστο, ὅμοιο. Εἶναι γεμάτο πληροφορίες. Πολλὰ ἀνεξήγητα ἐξηγοῦντα μέσα σ᾽ αὐτό. Κάποια μπορεῖς νὰ διηγηθεῖς, ἀλλὰ τὰ περισσότερα ὄχι. Εἶναι τὸ Φῶς τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σ᾽ ἕνα Φῶς φαίνονται καὶ οἱ Τρεῖς, ἀλλὰ διακρίνονται καὶ σὰν τρία Φῶτα, ποὺ εἶναι ἕνα Φῶς! Δὲν ξέρω νὰ σᾶς τὸ περιγράψω... Ὁ ἄναρχος Πατέρας δὲν φαίνεται... Οὐδεὶς τὸν εἶδε, οὔτε θὰ τὸν δεῖ ποτέ· οὔτε οἱ ἄγγελοι. Τὸν κρύβει τὸ πολὺ Φῶς...
Φαίνεται ὅμως ἡ ἀγαθότητά του, ἡ ἀγάπη του ποὺ δὲν περιγράφεται, ἡ πρόνοιά του γιὰ τὸν κόσμο, ἡ ἀνεκτικότητα καὶ ἡ μακροθυμία του. Ο Υἱὸς φαίνεται, γιατὶ ἔγινε σὰν ἐμᾶς: Πῆρε ἀνθρώπινο σῶμα καὶ φαίνεται καθαρὰ νὰ βγάζει Φῶς! Ἔχει γαλάζια μάτια, καστανόξανθα μαλλιὰ καὶ διχαλωτὰ γενάκια, μέτριο ἀνάστημα καὶ συμμετρικὸ σῶμα. Ἔχει ἀθεράπευτες τὶς πληγὲς τοῦ Σταυροῦ γιὰ νὰ τὸν ἀναγνωρίζουμε, γιατὶ πολλοὶ τὸν εἶπαν ‘‘πλάνο’’, ‘‘σοφό’’, κ.λπ. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο δὲν φαίνεται. Εἶναι Φῶς! Ἦρθε στὸν κόσμο καὶ δὲν ἔφυγε. Κινεῖται μὲ μεγάλο κρότο, ἀλλὰ δὲν τὸ ἀκούει κανείς!
Περνάει ἀπ᾽ ὅλους συνεχῶς, ἀλλὰ σκηνώνει ὅπου ὑπάρχει μετάνοια. Τὰ θεϊκὰ εὐωδιάζουν. Φέρνουν γαλήνη, ἠρεμία καὶ παράδεισο στὴν ψυχὴ καὶ ἔλεγχο γιὰ τὰ χάλια μας. Βλέπω μέσα στὸ Φῶς ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι τὸ πᾶν καὶ ἐγὼ μηδέν...». Ἡ σημαντικὴ αὐτὴ σύγχρονη αὐθεντικὴ ἐμπειρία μᾶς ἐπιβεβαιώνει αὐτὸ ποὺ εἴπαμε καὶ πολλὰ ἀπὸ ὅσα θεωρητικὰ θὰ ἀναφέρουμε στὴ συνέχεια.
Α´. Ἡ θεολογία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος
1. Δόγμα καὶ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος
α. Ἡ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ
Ὅπως τονίζεται στὸ ὅλο ἔργο τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ ὀρθὴ δόξα-πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεό, δὲν εἶναι θρησκεία, δηλ. ἀνθρώπινο δημιούργημα γιὰ νὰ καλύψει τὶς μεταφυσικὲς ἀνάγκες καὶ ἀνησυχίες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἀποκάλυψη. «Ὁ Θεὸς ποὺ ὑπάρχει εἶναι ἐκεῖνος ποὺ εἶναι γνωστὸς στὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.» Ἡ πίστη στὴν ὕπαρξη, ἀλλὰ καὶ στὸν τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στηρίζεται στὴν ἀποκάλυψη τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ, ἀλλὰ καὶ στὴν ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς ἀποκάλυψης μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καθὼς καὶ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων στὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Πρόκειται λοιπὸν γιὰ πίστη ἐμπειρικὴ καὶ ὄχι στοχαστικὴ διακήρυξη.
Οἱ θεόπτες, κατὰ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, βλέπουν, κοινωνοῦν «τρίφωτον Θεότητα». Τὰ δύο Φῶτα (ὁ Λόγος καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα), ἔχουν ὡς πηγὴ τὸ πρῶτο Φῶς, τὸν Πατέρα. Καὶ αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Δογματικὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅτι δηλ. τὰ τρία αὐτὰ Φῶτα δὲν εἶναι ἀνεξάρτητα μεταξύ τους, ἀλλὰ μία Θεότητα, τὸ γνωρίζουν ἐπίσης οἱ θεούμενοι ἐμπειρικά. «Ἐν τῷ Φωτὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διὰ τοῦ Φωτὸς (τοῦ Χριστοῦ) βλέπουν τὴν πηγὴ τοῦ Φωτός, τὸν Πατέρα.»
Εἶναι σημαντικὸ νὰ τονισθεῖ ὅτι ὁ θεόπτης ἅγιος στὴν κατάσταση αὐτὴ τῆς θεώσεως δὲν κοινωνεῖ στὴν ἄκτιστη φύση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ -διαφορετικὰ θὰ γινόταν καὶ ὁ ἴδιος κατὰ φύσιν θεός-, ἀλλὰ στὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του, ποὺ τὸν καθιστοῦν κατὰ Χάριν θεό. Παραθέτουμε ἐδῶ τὸ ὡραιότατο ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως, ποὺ μᾶς μυσταγωγεῖ θεολογικώτατα στὴ θεοπτικὴ αὐτὴ ἐμπειρία τῆς Τριφώτου Ἁγίας Τριάδος: «Φῶς ἀναλλοίωτον Λόγε, φωτὸς Πατρὸς ἀγεννήτου, ἐν τῷ φανέντι φωτί σου, σήμερον ἐν Θαβωρίῳ, φῶς εἴδομεν τὸν Πατέρα, φῶς καὶ τὸ Πνεῦμα, φωταγωγοῦν πᾶσαν Κτίσιν.»
Περαιτέρω, ὁ π. Ἰωάννης τονίζει ὅτι ἡ Δυτικὴ Σχολαστικὴ θεολογία, ἐπειδὴ ἀπώλεσε τὴν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας, στηρίζει τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ὄχι στὴν ἐμπειρική Του γνώση, ἀλλὰ στὸν συλλογισμὸ ὅτι, ἐὰν δὲν ὑπάρχει Θεός, τότε δὲν θὰ ἱκανοποιηθοῦν οἱ ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου γιὰ εὐδαιμονία, οὔτε ἐπὶ γῆς, οὔτε στοὺς οὐρανούς! Ἐπειδὴ δέ, συνεχίζουν οἱ σχολαστικοὶ θεολόγοι, ὁ ἄνθρωπος κατὰ φύσιν ρέπει πρὸς τὴν εὐδαιμονία, ἄρα αὐτὴ ὑπάρχει.
Καί, ἀφοῦ αὐτὴ ὑπάρχει, ὑπάρχει καὶ ὁ Θεὸς ποὺ τὴν παρέχει! Ἔτσι, ἡ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ συνδέθηκε στὴ Δύση, δηλ. στὸν παπισμὸ καὶ προτεστανισμὸ καί, γενικώτερα, τὴ Δυτικὴ κουλτούρα, ὄχι μὲ τὴν αὐθεντικὴ ἐμπειρική Του γνώση, ἀλλὰ μὲ τὴ λογική· ἡ λογικὴ μάλιστα θεωρήθηκε πὼς δὲν εἶναι ὑλική, ἀφοῦ τὰ ζῶα δὲν ἔχουν λογική, ἀλλὰ ἄϋλη. Στὴ λογική, μάλιστα τὴ λογικοκρατία, στηρίχθηκε λοιπὸν ἡ Σχολαστικὴ θεολογία.
Γιὰ τοὺς Πατέρες ὅμως τῆς Ἐκκλησίας, ἡ λογικὴ μπορεῖ νὰ γνωρίσει μόνο τὰ ὑλικὰ φαινόμενα, τὰ κτιστά. Μεταξὺ κτιστοῦ κόσμου καὶ ἄκτιστου Θεοῦ δὲν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα. Ὁ μόνος τρόπος, ποὺ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ γνωρίσει τὸν Θεό, νὰ φθάσει στὴ θεογνωσία, εἶναι μὲ τὴ νοερὰ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς του, τὸν νοῦ, ποὺ λέγεται καὶ καρδία, ἀφοῦ αὐτὸς καθαρθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη καὶ μεταμορφωθεῖ ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει καὶ ὁ Κύριος στοὺς Μακαρισμούς: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 4, 8).
β. Γνώση τοῦ Θεοῦ-Θεολογία
Ἐφόσον ὁ Θεὸς συγκαταβαίνει καὶ ἀποκαλύπτεται στὸν θεούμενο πιστό, τότε αὐτὸς μετέχει στὴ δόξα Του καὶ ἀποκτᾶ γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνώση ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι γνώση τῆς λογικῆς, ἀλλὰ τοῦ νοῦ, τῆς καρδίας. Στὴν πραγματικότητα, ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη γνώση. Ἡ λογικὴ ὅμως, ἀνάλογα μὲ τὴ δυνατότητα τοῦ κάθε θεουμένου πιστοῦ, ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ τὴ διατυπώνει. Καὶ αὐτὸς ὁ λόγος περὶ Θεοῦ τοῦ θεουμένου ἀποτελεῖ τὴν αὐθεντικὴ Θεολογία. Στὴν πατερικὴ παράδοση γίνεται σαφὴς διάκριση μεταξὺ γνώσεως τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς ἀποκαλυπτικῆς Του ἐμπειρίας, καὶ γνώσεως περὶ Θεοῦ διὰ τῆς πίστεως ἐξ ἀκοῆς.
Βεβαίως ὁ πιστὸς ἀρχίζει ἀπὸ τὴ δεύτερη καί, ὅταν ζεῖ ἐν μετανοίᾳ καὶ κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση, τηρώντας τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, σταδιακὰ ἀρχίζει νὰ ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ἡ αὐθεντικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς Ὀρθοδόξου Κατηχήσεως. Ὅπως τονίζει ὁ π. Ρωμανίδης: «Γνώση τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ ἔχει μόνον ὁ θεούμενος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὸν Θεὸ ἀπ᾽ εὐθείας· καὶ ἡ ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ θεουμένου εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως περὶ τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, ὁ θεούμενος γνωρίζει τὸν Θεὸν ἀπ᾽ εὐθείας, μετὰ μᾶς μεταδίδει τὰ περὶ Θεοῦ... Ὁπότε, ὁ Προφήτης καὶ ὁ Ἀπόστολος καὶ ὁ Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ αὐθεντία ἡ δική μας περὶ Θεοῦ...».
γ. Διατύπωση τῆς ἐμπειρίας-τοῦ Δόγματος
Οἱ θεόπτες διατυπώνουν τὴν ἐμπειρία τους περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος γιὰ λόγους ποιμαντικοὺς ἢ καὶ ἀντιαιρετικούς, ὅπως στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὁπόταν, ἕνεκα τῆς παραχάραξης τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης, ἦταν ἀνάγκη νὰ τὴν ὁριοθετήσουν. Καὶ ἀσφαλῶς, ἡ ὁρολογία ποὺ χρησιμοποιεῖ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία λαμβάνεται ἀπὸ εἰκόνες καὶ νοήματα τοῦ κτιστοῦ τούτου κόσμου καὶ ἀνάλογα μὲ τὴν αἵρεση ποὺ κατὰ καιροὺς ἀναφυόταν, μὲ στόχο νὰ ὁδηγήσουν τὸν ἄνθρωπο μὲ ἀσφάλεια πρὸς τὸν Θεό, πρὸς τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, οἱ θεόπτες ἅγιοι Πατέρες δὲν ἦταν ποτὲ προσκολλημένοι σὲ συγκεκριμένη ὁρολογία στὴ διατύπωση τῶν περὶ Θεοῦ Δογμάτων, ἀλλὰ εἶχαν τὴ διακριτικὴ ἐξουσία καὶ εὐχέρεια νὰ ρυθμίζουν τὴν περὶ Θεοῦ ὁρολογία ἀνάλογα μὲ τὴν ἐποχή τους, τὶς ἑκάστοτε συνθῆκες. Ἡ δογματικὴ ὁρολογία καθορίζεται λοιπὸν καὶ κατοχυρώνεται ἀπὸ τοὺς θεούμενους Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ στὴ συνέχεια γίνεται αὐθεντικὸ τμῆμα τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης. Ἔτσι, τὸ Δόγμα περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος δὲν ἀποτελεῖ καρπὸ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ, ἀλλὰ Θείας ἀποκαλύψεως. Βεβαίως, πρέπει νὰ λεχθεῖ πώς, παρὰ τὸ ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες προσπαθοῦν νὰ ὁριοθετήσουν τὴν ἀποκάλυψη περὶ Θεοῦ, ὁ Θεός, ἡ Ἁγία Τριάδα, παραμένει πάντοτε ἀπόρρητο μυστήριο, ἀκόμη καὶ στὴν ἄλλη, τὴν αἰώνια ζωή.
2. Πρόσωπα, οὐσία καὶ ἐνέργεια
Οἱ ὅροι, ποὺ χρησιμοποίησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι γιὰ νὰ διατυπώσουν τὸ δόγμα, τὴν ἀλήθεια περὶ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, εἶναι: Πρόσωπο, ὑπόσταση, φύση, οὐσία, ἐνέργεια καὶ τρόπος ὑπάρξεως. Ἐπειδὴ οἱ ὅροι αὐτοὶ χρησιμοποιοῦνταν πρωταρχικὰ ἀπὸ τὴ φιλοσοφικὴ γλώσσα τῆς ἐποχῆς τους, οἱ ἅγιοι Πατέρες, σύμφωνα μὲ τὴν ἐμπειρία τοῦ δοξασμοῦ τους, καθόρισαν θεόπνευστα καὶ ὀρθόδοξα τὸ ἀκριβές τους νόημα. Ἔτσι, ταύτισαν τὸ πρόσωπο μὲ τὴν ὑπόσταση καὶ τὴ φύση μὲ τὴν οὐσία, ἐνῶ καθόρισαν τὴν ἐνέργεια ὡς τὴν δραστικὴ καὶ οὐσιώδη κίνηση τῆς φύσεως. Περαιτέρω, καθόρισαν καὶ τὸν τρόπο ὑπάρξεως τῶν τριῶν Προσώπων τοῦ Ἑνὸς Θεοῦ: Ὁ Πατὴρ εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱὸς γεννητὸς ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός.
2.α.Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη
Πολλοὶ νεώτεροι Ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τοὺς Δυτικοὺς ἑρμηνευτές, πρεσβεύουν ἐσφαλμένα ὅτι ἡ τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ δὲν ἀποκαλύφθηκε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, παρὰ μόνο στὴν Καινὴ Διαθήκη. Βεβαίως, ὁ σαρκωμένος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀποκάλυψε μὲ σαφήνεια τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἀλλὰ καὶ ἡ Παλαιὰ Διάθηκη, ὅταν μελετηθεῖ ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς Καινῆς Διαθήκης, μᾶς φανερώνει τὸ τριαδικὸν τοῦ Θεοῦ, μὲ ἄλλη ὅμως ὁρολογία.
Ἔτσι, στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὁ ὅρος Θεὸς φανερώνει τὸν Πατέρα, οἱ ὅροι Γιαχβὲ (= ὁ Ὤν) ἢ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος ἢ Κύριος τῆς Δόξης τὸν ἄσαρκο Υἱὸ καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Στὴν Καινὴ Διαθήκη, παράλληλα μὲ τὴν ὁρολογία αὐτή, χρησιμοποιοῦνται καὶ οἱ ὅροι Πατήρ, Υἱὸς ἢ Λόγος, καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, γιὰ νὰ προσδιορίσουν τὰ τρία Πρόσωπα τοῦ Θεοῦ. Στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ οἱ αἱρετικοὶ χρησιμοποιοῦσαν μὲ φιλοσοφικὴ ἔννοια τοὺς ὅρους οὐσία, ἐνέργεια, πρόσωπα καὶ ὑποστάσεις ἀναφερόμενοι στὸν Τριαδικὸ Θεό, οἱ ἅγιοι Πατέρες διατύπωσαν βάσει τῆς θεοπτικῆς τους ἐμπειρίας τὴ διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, καθὼς καὶ τῶν τριῶν Ὑποστάσεων ἢ Προσώπων τοῦ ἑνὸς Θεοῦ.
2.α.i.-ii. Ὁ ἄσαρκος Λόγος-Ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος
Οἱ ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη εἶναι ἀποκαλύψεις-ἐμφάνειες τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλ. τοῦ ἀσάρκου τότε Λόγου τοῦ Θεοῦ. Τότε ἔχουμε τὸν κεκρυμμένο Θεὸ Ἐλωχίμ, δηλ. τὸν Πατέρα, καὶ τὸν ἐμφανιζόμενο στοὺς ἀνθρώπους Γιαχβὲ (=ὁ Ὤν), ποὺ εἶναι ὁ ἄσαρκος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Βλέποντας ὅμως οἱ Προφῆτες τὸν Υἱό, δι᾽ αὐτοῦ, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ἔβλεπαν καὶ τὸν Πατέρα, ὅπως λέγει ὁ Χριστός: «ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα» (Ἰω. 14, 9). Ἔτσι, οἱ Προφῆτες, ἔχοντας ἐμπειρία τῆς θεώσεως, διδάσκουν καὶ αὐτοὶ τὴν ἀληθινὴ διδασκαλία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὄχι μόνον ἡ Καινὴ Διαθήκη.
Σύμφωνα μὲ τὴν πατερικὴ διδασκαλία, ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, ὁ Ἄγγελος Θεοῦ, ποὺ ἐμφανίζεται συνεχῶς στοὺς Προφῆτες, εἶναι ὁ ἄσαρκος Χριστός. Καὶ ἔχουμε ἐν προκειμένῳ τὸν ἑρμηνευτικὸ κανόνα-κλειδὶ ἀπὸ τὸν Μεγάλο Βασίλειο, ποὺ γράφει ὅτι ὅπου ὁ Ἄγγελος στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὀνομάζεται ρητὰ Θεός, εἶναι ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐμφανίζεται στοὺς Προφῆτες. Βεβαίως, πρὶν τὴ σάρκωση τοῦ Μεγάλης Βουλῆς Ἀγγέλου, τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ εἶναι ἄσαρκος δὲν μπορεῖ νὰ εἰκονίζεται. Στὴν ἐποχὴ λοιπὸν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἔχουν μὲν οἱ Προφῆτες ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἀποκαλυπτόμενος σ᾽ αὐτοὺς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ δὲν εἶχε ἀκόμη λάβει σάρκα, ἀπαγορεύεται αὐστηρὰ νὰ ἀπεικονισθεῖ ὁ Θεός. Ἡ ἀπεικόνισή του ἐπιτρέπεται μετὰ τὴν ἐνανθρώπησή Του.
Καὶ ἐδῶ ἕνα σχόλιο: Σὲ νεώτερες δυτικότροπες εἰκόνες (τουρκοκρατία κ. ἑξ.), ποὺ νομίζω οἱ πλεῖστοι ἀπὸ ἐμᾶς ἔχουν ἰδεῖ, ὑπάρχει μία ἐσφαλμένη κατὰ πολὺ ἀπεικόνιση τῆς Ἁγίας Τριάδος: Ὁ Θεὸς Πατὴρ ἀπεικονίζεται ὡς γέρων ἀσπρομάλλης, ἔχοντας στὰ δεξιά Του τὸν Χριστὸ ὡς νέο μαυρομάλλη καὶ ἀπὸ ἐπάνω τους τὸ Ἅγιον Πνεῦμα «ἐν εἴδει περιστερᾶς». Ἡ ἀπεικόνιση τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ὡς ἐνθρόνου γέροντος ἀσφαλῶς παραπέμπει στὴν ἐμφάνιση τοῦ «Παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν» στὴν Π.Δ. (Δαν. 7, 9 καὶ 22), ἀντίστοιχη αὐτῆς στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου (Ἀποκ. 1, 12-18). Κατὰ τὴν ὁμόφωνη ὅμως ἑρμηνεία τῶν Πατέρων, ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν εἶναι ὁ ἄσαρκος Υἱὸς καὶ Λόγος καὶ ὄχι ὁ Πατήρ, ὁ ὁποῖος δὲν ἀπεικονίζεται. Καὶ τὸ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν δὲν σημαίνει τὸν ἡλικιωμένο, ἀλλὰ τὸν προαιώνιο Λόγο τοῦ Θεοῦ.
2. β. Πρόσωπα-οὐσία-ἐνέργεια
Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία οἱ Πατέρες δὲν χρησιμοποιοῦσαν τοὺς ὅρους οὐσία καὶ ὑποστάσεις, στὴν ὁρολογία περὶ τοῦ Τριαδικοῦ Δόγματος. Τοὺς ὅρους ὑπόσταση, φύση καὶ οὐσία χρησιμοποίησαν οἱ Πατέρες ἀπὸ τὸν 4ο αἰ. κ. ἑξ. γιὰ νὰ διατυπώσουν Ὀρθόδοξα τὴν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας τους, δηλ. τῆς κοινωνίας μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα, μὲ ἀφορμὴ τὶς πλανεμένες αἱρετικὲς διδασκαλίες τῶν ἐξελληνισμένων φιλοσοφούντων Χριστιανῶν, ποὺ ἀλλοίωναν τὴ Θεία ἀποκάλυψη. Βεβαίως, τὰ νοήματα τῶν ὅρων αὐτῶν ἐνυπάρχουν, τόσο στὴν Παλαιά, ὅσο καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη.
Μάλιστα, οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου υἱοθέτησαν τὴ θεολογία τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων περὶ διάκρισης οὐσίας καὶ ὑπόστασης, γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἡ αἵρεση τῶν Σαβελλίου καὶ Παύλου τοῦ Σαμοσατέως, ποὺ πρέσβευαν ὅτι ὁ Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς ἔχουν τὴν ἴδια οὐσία καὶ τὴν ἴδια ὑπόσταση, ὁπότε θεωροῦσαν πὼς ἦταν δύο ἐνέργειες τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, ἄρα δὲν ἦταν πραγματικὰ πρόσωπα. Συγχρόνως, οἱ ἅγιοι Πατέρες κάνουν διάκριση μεταξὺ τῆς ἀμέθεκτης οὐσίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς μεθεκτῆς Του ἐνέργειας. Ἡ οὐσιώδης αὐτὴ θεολογικὴ ἀλήθεια δὲν ἦταν καρπὸς φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ τῶν Πατέρων, ἀλλὰ καρπὸς τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως ποὺ εἶχαν:
Κατ᾽ αὐτὴν ἔβλεπαν τὸ ἄκτιστον Φῶς, τὸ ὁποῖο ἀποκάλεσαν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν ἔβλεπαν τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, δὲν μετεῖχαν σ᾽ αὐτήν, καθότι τοῦτο εἶναι τελείως ἀδύνατο στὴ κτιστὴ φύση, τόσο τὴν ἀνθρώπινη, ὅσο καὶ τὴν ἀγγελική. Διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἐνέργειας στὸν Θεὸ ἔκαναν καὶ ὁρισμένοι αἱρετικοί, ὅπως ὁ Παῦλος Σαμοσατέας, ὁ Ἄρειος καὶ ὁ Νεστόριος. Ἡ διάκρισή τους ὅμως αὐτὴ ἦταν μία φιλοσοφικὴ ἑρμηνεία καὶ ὄχι καρπὸς ἐμπειρίας δοξασμοῦ. Ἀσφαλῶς, μὲ τὸν ὅρο οὐσία ἐκφράζουμε αὐτὸ ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ μεθέξουμε στὸν Θεό, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ἀμέθεκτο τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ὁρισθεῖ ἐπακριβῶς, καθότι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγνωστη καὶ ἀκατάληπτη. Ὁ Θεός, ὅπως οἱ ἴδιοι Πατέρες τὸν ἀποκαλοῦν, εἶναι ὑπερούσιος.
Γιὰ τοῦτο καὶ οἱ Πατέρες, στὶς μὲν ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, τῶν ὁποίων ἦταν μέτοχοι, προσδίδουν διάφορα ὀνόματα, ἀνάλογα μὲ τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ φέρουν, ὅπως, ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, πραότητα, δικαιοσύνη, κ.λπ., στὴν Θεία οὐσία ὅμως δὲν δίδουν ὀνόματα, ἀφοῦ τὴ θεωροῦν ἀνώνυμη ὡς ἀμέθεκτη. Οἱ Πατέρες τὴν ὀνομάζουν καὶ «ὑπερούσιον κρυφιότητα». Καὶ βεβαίως στὴν πατερικὴ παράδοση καὶ τὸ γνωστὸν τοῦ Θεοῦ κατανοεῖται πάνω ἀπὸ τὴ νόηση, καθὼς μετέχουμε σ᾽ αὐτὸ μὲ τὴ νοερὰ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καὶ ὄχι μὲ τὴν ἐνασχόληση τῆς λογικῆς, ἐγκεφαλικῆς ἐνέργειας, ὅπως ἀκριβέστατα τὸ συνοψίζει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος: «Θεὸν φρᾶσαι ἀδύνατον· νοῆσαι ἀδυνατώτερον». Γράφει ὁ π. Ἰωάννης: «Στὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ὄχι μόνον καταργοῦνται τὰ νοήματα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ προσευχή... ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ὑπερβαίνει τὰ νοήματα καὶ τὰ ρήματα».]
Ἕνα σημαντικὸ χάρισμα, ποὺ ἀποκτᾶ ὁ πιστὸς ποὺ φθάνει στὴν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, εἶναι αὐτὸ τῆς διακρίσεως τῶν πνευμάτων. Ὁ φωτισμένος δηλαδὴ πιστός, ἀπὸ τὴν ἐμπειρία του καὶ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση διακριτικοῦ Πνευματικοῦ Πατρός, μαθαίνει νὰ διακρίνει μεταξὺ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν κτιστῶν ἐνεργειῶν, κυρίως αὐτῶν τοῦ διαβόλου. Κατὰ τὸν π. Ρωμανίδη, «ἡ ὅλη ὑπόθεση εἶναι νὰ μάθουμε πότε ἐνεργεῖ μέσα μας ὁ Θεὸς καὶ πότε ὁ διάβολος. Αὐτὴ εἶναι ἡ Θεολογία.» Ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας πόσο σημαντικὸ εἶναι τοῦτο τὸ χάρισμα γιὰ τὸν κάθε Πνευματικὸ Πατέρα.
Γιὰ νὰ συνοψίσουμε, θὰ πρέπει νὰ ποῦμε πὼς ἡ διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ γίνεται ἀπὸ δική μας πείρα, ἀλλὰ γιὰ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι ὑπαρκτή, ἀφοῦ ὑπάρχει ἄμεση σχέση οὐσίας καὶ ἐνέργειας σ᾽ Αὐτόν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ ἐνέργειά Του καλεῖται ἀπὸ τοὺς Πατέρες οὐσιώδης ἐνέργεια. Κι ἀκόμη, οἱ ἅγιοι γνωρίζουν ἐκ πείρας ὅτι ἡ οὐσία καὶ ἡ ἐνέργεια δὲν εἶναι ἀνεξάρτητες ἀπὸ τὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, δὲν εἶναι ἀπρόσωπες, δὲν εἶναι κάτι τρίτο ἢ τέταρτο. Καὶ ἀντιλαμβάνονται ὅτι τὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἔχουν τὴν ἴδια οὐσία καὶ τὴν ἴδια ἐνέργεια, κοινωνοῦν τῆς αὐτῆς οὐσίας, ἀλλὰ ἔχουν χωριστὴ τὸ καθένα ὑπόσταση.
Ἡ οὐσία ἢ ἡ φύση καὶ ἡ φυσική της θέληση, δύναμη καὶ ἐνέργεια ἀνήκουν ἀπὸ κοινοῦ στὶς τρεῖς Ὑποστάσεις κατὰ φύσιν καὶ μὲ ἀπόλυτη ἰσότητα καὶ κυριότητα, ἐνῶ τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα ἢ προσόντα (ὁ τρόπος ὑπάρξεως τῶν τριῶν Προσώπων) ἀνήκουν τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ σὲ μία Ὑπόσταση καὶ εἶναι γιὰ πάντα καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἀκοινώνητα.
2. γ. Τρόπος ὑπάρξεως τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος
Οἱ θεόπτες ἅγιοι, βασισμένοι στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὴν Καινὴ Διαθήκη ἀλλὰ καὶ στὴν προσωπική τους ἐμπειρία, γιὰ νὰ δηλώσουν τὶς σχέσεις τῶν Τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, χρησιμοποίησαν τὶς λέξεις Πατήρ, Υἱὸς-Λόγος καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, καθὼς καὶ τὶς ἐκφράσεις αἰτία καὶ τρόπος ὑπάρξεως. Ὁ τρόπος ὑπάρξεως τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος κατὰ τοὺς Πατέρες εἶναι τὸ ἀγέννητο τοῦ Πατρός, τὸ γεννητὸ τοῦ Υἱοῦ καὶ τὸ ἐκπορευτὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰ ὁποῖα εἶναι τὰ λεγόμενα ὑποστατικὰ ἰδιώματα τῶν Τριῶν Προσώπων. Ὁ Πατὴρ γεννᾶ τὸν Υἱὸ καὶ ἐκπορεύει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων.
Οἱ Καππαδόκες Πατέρες δίδαξαν ὅτι ὁ Πατὴρ γεννᾶ τὸν Υἱὸ καὶ ἐκπορεύει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὡς Πατρικὴ Ὑπόστασις καὶ ὄχι ὡς θεϊκὴ οὐσία. Ἀκόμη εἰσήγαγαν αὐτοὶ γιὰ πρώτη φορὰ τὴν ἔννοια τῆς αἰτίας. Τὸ γεννᾶν σημαίνει αἰτία ὑπάρξεως. Ὁ Πατὴρ εἶναι ἡ αἰτία τῆς ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Θεϊκὴ οὐσία ὅμως δὲν γεννᾶται, οὔτε ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός, ἀλλὰ ὁ Πατὴρ διὰ τῆς γεννήσεως κοινωνεῖ τὴν οὐσία του στὸν Υἱὸ καὶ διὰ τῆς ἐκπορεύσεως στὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Πατὴρ ὀνομάζεται ἀναίτιος (δὲν ἔχει αἰτία ὑπάρξεως), πρωταίτιος ἢ πανταιτία. Ὁ Πατήρ, μαζὶ μὲ τὴ Θεία οὐσία, κοινωνεῖ στὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ὅλες τὶς φυσικὲς δυνάμεις καὶ ἐνέργειες αὐτῆς τῆς οὐσίας.
Ὁ Υἱὸς λοιπόν, ὡς ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα, ἔχει ὅλα ὅσα καὶ ὁ Πατήρ, ἐκτὸς τῆς Πατρότητος καὶ τοῦ νὰ εἶναι Πηγὴ τῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἑαυτοῦ του καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀνάλογα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἔτσι, στὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχουν κοινὰ (οὐσία, φυσικὴ δύναμις καὶ ἐνέργεια) καὶ ἀκοινώνητα (τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα), γι᾽ αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ «κοινωνία Προσώπων». Ὁ ὅρος «τρόπος ὑπάρξεως» δὲν ἀναφέρεται στὴ Θεία οὐσία, ἀλλὰ μόνον στὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα.
2. δ. Ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὁμοούσιοι μὲ τὸν Πατέρα
i. Τὸ ὁμοούσιον τοῦ Υἱοῦ πρὸς τὸν Πατέρα
Στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν ὑπάρχει ὁ ὅρος ὁμοούσιος, γιὰ νὰ ἐκφραστεῖ ἡ δογματικὴ ἀλήθεια ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ὁμοούσιοι μὲ τὸν Πατέρα. Οἱ θεοφόροι συγγραφεῖς τῆς Ἁγίας Γραφῆς κατέγραψαν αὐτὸ ποὺ ἔβλεπαν στὴν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας ποὺ εἶχαν, ὅτι δηλ. ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἔχουν τὴν ἴδια δόξα μὲ τὸν Πατέρα. Ὁ ὅρος ὁμοούσιος χρησιμοποιήθηκε ἀργότερα ἀπὸ τοὺς Πατέρες γιὰ νὰ καθορίσει αὐτὴ τὴν ταυτότητα δόξας τῶν Τριῶν Προσώπων. Μάλιστα, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στὴν ἀρχὴ χρησιμοποίησε τὸν ὅρο ὁμοιούσιος (δηλ. ὅμοιος κατὰ πάντα) γιὰ τὴ σχέση τοῦ Υἱοῦ πρὸς τὸν Πατέρα μὲ τὴν Ὀρθόδοξη ἔννοια: Ἐφόσον μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου δὲν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότης, ὅταν λέμε ὅμοιος κατὰ πάντα ὁ Υἱός, σημαίνει Θεὸς ἄκτιστος, μὲ τὴν ἴδια οὐσία.
Ὅταν ὅμως ὁ ὅρος αὐτὸς χρησιμοποιήθηκε ἐσφαλμένα ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς (ὅτι τάχα ἡ οὐσία τοῦ Υἱοῦ εἶναι παρόμοια μὲ αὐτὴ τοῦ Πατέρα), τότε οἱ Πατέρες δημιούργησαν τὸν ὅρο ὁμοούσιος (χωρὶς τὸ ἰῶτα), μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ταυτούσιος, ὄχι ὅμως καὶ τῆς ἰδίας ὑπόστασης. Ἐπεκράτησε τελικὰ τὸ ὁμοούσιος, γιατὶ ἐκφράζει καλύτερα τὴν ἀποκαλυφθεῖσα δογματικὴ ἀλήθεια ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι Θεός. Εἶναι σημαντικὸ νὰ λεχθεῖ ὅτι τὸ νόημα ποὺ ἐκφράζει ὁ ὅρος ὁμοούσιος εἶναι ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων, δηλ. ὑπάρχει στὴν Ἁγία Γραφή. Βεβαίως, ὁ ὅρος αὐτὸς δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθεῖ λογικά. Εἶναι ὅμως μέσον γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει μὲ ἀσφάλεια στὴν ἐμπειρία καὶ βίωση τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη νὰ ποῦμε ὅτι στὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ὑπάρχουν δύο ὁμοούσια: Εἶναι ὁμοούσιος τῷ Πατρὶ κατὰ τὴ Θεότητα καὶ ὁμοούσιος ἡμῖν κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα.
ii. Τὸ ὁμοούσιον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τὸν Πατέρα
Ὅ,τι ἔχει ὁ Πατήρ, ὡς πρὸς τὴν οὐσία καὶ τὴν ἐνέργεια, ἔχει καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ὁπόταν, ὄχι μόνον ὁ Υἱὸς εἶναι ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ τὰ τρία πρόσωπα εἶναι ὁμοούσια, ἀλλὰ διαφέρουν ὡς πρὸς τὶς ὑποστάσεις. Ὅταν λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀκολουθώντας τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴ θεοπτική τους ἐμπειρία, ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, ἀναφέρονται στὸν τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Πνεύματος.
Ὁ Υἱὸς δὲν εἶναι αἰτία ἢ συναιτία τῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθὼς Αὐτὸ ἔχει τὴν ὕπαρξή Του ἀπὸ μόνο τὸν Πατέρα. Οἱ Πατέρες ὅμως θεολογοῦν καὶ γιὰ τὴν οὐσιώδη πέμψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μία πέμψη ποὺ δὲν εἶναι ἐν χρόνῳ, ἀλλὰ ἄχρονη, καὶ ἐννοοῦν τὴν κοινοποίηση, δηλ. τὴν κοινωνία τῆς Θεϊκῆς οὐσίας καὶ οὐσιώδους ἐνέργειας ἀπὸ τὸν Πατέρα στὸν Υἱὸ καὶ διὰ τοῦ Υἱοῦ στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον.
Σὲ αὐτὲς τὶς δογματικὲς ἀλήθειες ὑπῆρχε πλήρης θεολογικὴ συμφωνία μεταξὺ τῶν Ρωμαίων Πατέρων Ἀνατολῆς καὶ Δύσης τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας μέχρι τὸν 8ο αἰώνα. Οἱ Φράγκοι θεολόγοι ὅμως, χρησιμοποιώντας μερικὰ χωρία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, πού, ὅπως εἴπαμε, δὲν εἶχε στὸ θέμα θεολογικὴ ἀλλὰ φιλοσοφικὴ προσέγγιση, κατέληξαν στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ αἱρετικοῦ filioque στὸ Πιστεύω, ὅτι δηλ. τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν Πατέρα ἀλλὰ καὶ τὸν Υἱό, θεωρώντας ἔτσι καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ ὡς αἰτία τῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τὸ 794 οἱ Φράγκοι κατεδίκασαν τὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, τὸ 809 ἀνεκήρυξαν ὡς δόγμα τὴν προσθήκη τοῦ filioque στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, καὶ τὸ 1009 ἐπέβαλαν τὴν αἵρεση τούτη καὶ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἐνῶ στὴ Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας (1439) ἐπισημοποιεῖται ὡς δόγμα τοῦ παπισμοῦ. Ἡ αἵρεση αὐτὴ δὲν εἶναι παρονυχίδα, καθὼς ὑποβιβάζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἰσάγει δυαρχία στὴν Τριάδα καὶ συγχέει τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα τῶν Τριῶν Προσώπων, διαστρεβλώνοντας καίρια τὴν Ὀρθόδοξη Τριαδολογία.
3. Ἄκτιστο καὶ κτιστὸ
α. Διαφορὰ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ
Βασικὴ διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν θεωμένων ἁγίων Πατέρων ἀποτελεῖ τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα μεταξὺ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ. Ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, εἶναι ἄκτιστος καὶ προϋπῆρχε τῆς κτίσεως. Ὁ Θεὸς Πατὴρ εἶναι ἄκτιστος, ὅπως καὶ ὁ Υἱός, ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων, καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ ἐκπορεύεται προαιωνίως ἀπὸ τὸν Πατέρα. Ὁλόκληρο ὅμως τὸ σύμπαν, ἡ κτίση, δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ μὴ ὄν, ἦλθε δηλ. στὴν ὕπαρξη ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία, μὲ τὴ δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τὸ παντοδύναμο «γενηθήτω» Του.
Ἔτσι, κτιστὸ εἶναι ὅ,τι ὀφείλει τὴν ὕπαρξή του στὸν ἄκτιστο Θεό. Καί, ἄκτιστη δὲν εἶναι μόνον ἡ Θεία οὐσία, ἀλλὰ καὶ ἡ Θεία δόξα, οἱ Θεῖες ἐνέργειες. Αὐτός, ποὺ φθάνει στὴ θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς γνωρίζει αὐτὲς τὶς δογματικὲς ἀλήθειες καὶ ἐμπειρικά. Καὶ ὁ ὅρος ὁμοούσιος, στὸν ὁποῖο ἤδη ἀναφερθήκαμε, ἀποδίδει ἀκριβῶς τὸ ἄκτιστο τοῦ Λόγου, τὸν Ὁποῖον ἔβλεπαν οἱ Προφῆτες στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
3. β-γ. Γέφυρα ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ.
Θεωρία τῆς ἀκτίστου δόξης τῆς Ἁγίας Τριάδος
Παρὰ τὴ διαφορὰ μεταξὺ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ, ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ μεθέξει τῆς ἀκτίστου δόξης καὶ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, νὰ ἑνωθεῖ μαζί της καὶ νὰ ἀποκτήσει ἔτσι πνευματικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. Οἱ φιλόσοφοι ἀνὰ τοὺς αἰῶνες κάνουν λόγο γιὰ φυσικὸ καὶ μεταφυσικὸ καὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ λογικὴ τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ κατανοήσει τὸ μεταφυσικό. Κατὰ τοὺς Πατέρες ὅμως, μὲ τὴ λογικὴ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ κατανοήσει μόνο τὰ κτίσματα, ἐνῶ ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι δῶρο Θεοῦ καὶ ἐνεργεῖται μὲ τὴν ἴδια τὴν ἄκτιστη δόξα-ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ γέφυρα, ποὺ ἑνώνει τὸ κτιστὸ μὲ τὸ ἄκτιστο, εἶναι ἡ ἴδια ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν πατερικὴ ἑρμηνεία στὸ Ψαλμικὸ χωρίο, «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» (Ψαλμ. 35, 10). Στὴν κατάσταση τῆς θεοπτίας, ὁ θεούμενος γνωρίζει ὅτι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστη, καὶ διακρίνει τὸ ἄκτιστο Φῶς, τόσο ἀπὸ τὸ κτιστὸ φῶς τοῦ ἡλίου (ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ τὴ χαρακτηριστικὴ περίπτωση τῆς περίφημης συνομιλίας τοῦ ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ μὲ τὸν Νικόλαο Μοτοβίλωφ), ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ κτιστὸ ‘φῶς’ τοῦ διαβόλου, ποὺ μερικὲς φορὲς «μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός» (Β´ Κορ. 11, 14). Στὴ θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς δὲν μπορεῖ νὰ ὑπεισέλθει ψεῦδος καὶ πλάνη.
Β´. Ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου
1. Ἡ δημιουργία τῆς κτίσεως
α. Ὁ δημιουργὸς Θεὸς
Ἡ διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ καὶ μεταξὺ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ, ποὺ εἴδαμε στὰ προηγούμενα κεφάλαια, ἔχουν μεγάλη σημασία γιὰ τὸ θέμα τῆς δημιουργίας τῆς κτίσεως. Ὡς πρὸς τὴν πρώτη διάκριση, τὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἔχουν ἑνότητα μεταξύ τους κατ᾽ οὐσίαν, ἐνῶ ἡ κτίση μετέχει ποικιλότροπα στὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως ὁ Θεὸς δὲν εἶναι κατ᾽ οὐσίαν δημιουργός, ἀλλὰ κατ᾽ ἐνέργειαν καὶ κατὰ βούλησιν. Ὅλη δηλ. ἡ κτίση δημιουργήθηκε μὲ τὴν ἐνέργεια καὶ ἐλεύθερη βούληση τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν κοινωνεῖ τῆς οὐσίας Του.
Γι᾽ αὐτό, θὰ μποροῦσε ὁ κόσμος νὰ μὴν ὑπάρχει, ἀφοῦ δὲν προσθέτει τίποτα στὸν ἀνενδεὴ Θεό. Ἡ οὐσία καὶ ἐνέργεια τῶν κτισμάτων εἶναι κτιστές, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν Θεία οὐσία καὶ ἐνέργεια, ποὺ εἶναι ἄκτιστες. Σημαντικὴ ἀκόμη ἀλήθεια τῆς Πίστεως, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴ θεοπτικὴ ἐμπειρία τῶν ἁγίων εἶναι ὅτι ὅλη ἡ κτιστὴ δημιουργία προέρχεται ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, καὶ ὄχι ἀπὸ προϋπάρχουσα ὕλη. Αὐτὴ ἡ διδασκαλία περὶ δημιουργίας ἀνατρέπει τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ φιλοσοφία, τόσο τοῦ Πλάτωνα, ποὺ ὑποστήριζε ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε κατὰ ἀντιγραφὴ τῶν ἀρχετύπων ἰδεῶν, ποὺ ὑπῆρχαν στὸν Θεό, ὅσο καὶ τοῦ Ἀριστοτέλη, ποὺ πρέσβευε ὅτι ὁ Θεὸς εἶχε ἀνάγκη νὰ δημιουργήσει τὸν κόσμο, γιὰ νὰ τελειοποιηθεῖ τὸ «μεταβλητό», μεταβαίνοντας ἀπὸ τὸ «δυνάμει» στὸ «ἐνεργείᾳ».
Γιὰ τοὺς Πατέρες, ὅ,τι προέρχεται ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἶναι κτίσμα, ἐνῶ ὅλα τὰ ἄκτιστα εἶναι ἐκ τοῦ Πατρός. Ὁ Λόγος λοιπὸν εἶναι ἄκτιστος, ὅπως καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἀφοῦ ἔχουν αἰτία ὑπάρξεως τὸν Πατέρα. Ὅποιος φθάσει στὴ θέωση, γνωρίζει ἐμπειρικὰ καὶ βλέπει τὰ ἐκ τοῦ Πατρὸς ὡς ἄκτιστα, καὶ ὅσα ἔγιναν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος ὡς κτιστά.
β. Τὰ δημιουργήματα
Τὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ διαιροῦνται σὲ ὁρατὰ (ὅλη ἡ κτίση) καὶ ἀόρατα ἢ ἀσώματα (οἱ ἄγγελοι). Ὅλα τὰ κτιστὰ ἔχουν καὶ ὁμοιότητα, ἔχουν καὶ διαφορές. Αὐτό, μποροῦμε νὰ τὸ δοῦμε μεταξὺ τῶν ἀλόγων κτισμάτων καὶ τῶν ἀνθρώπων, μεταξὺ τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀνθρώπων, τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν δαιμόνων. Μεταξὺ ὅμως Θεοῦ καὶ κτισμάτων δὲν ὑπάρχει καμμία ἀπολύτως ὁμοιότητα. Στὴν πατερικὴ παράδοση γίνεται ἀκόμη διάκριση μεταξὺ ἀϊδίου, αἰωνίου καὶ χρόνου. Τὸ ἀΐδιο (=ἄναρχο καὶ ἀτελεύτητο) ἀνήκει στὸν Τριαδικὸ Θεό, στὸ αἰώνιο ἀνήκουν οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἅγιοι, καὶ στὸν χρόνο ζεῖ καὶ κινεῖται ὅλη ἡ κτίση, συμπερι-λαμβανομένου καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Χρόνος καὶ αἰώνας εἶναι δημιουργήματα, ἀλλὰ διαφέρουν μεταξύ τους. Ὁ πρῶτος εἶναι ὁ ἡλιακὸς χρόνος, ἐνῶ ὁ αἰώνας εἶναι χρόνος τῶν ἀγγέλων, ποὺ δὲν περιορίζονται ἀπὸ τὴν ὕλη. Ἡ διάκριση αὐτὴ δὲν εἶναι φιλοσοφική, ἀλλὰ ἀποκαλυπτικὴ πείρα τῶν θεοπτῶν ἁγίων. Γι᾽ αὐτὸ καὶ καθιερώθηκε στὴν ἀρχὴ τῶν ἐκκλησιαστικῶν Μυστηρίων ἡ ἱερατικὴ ἐκφώνηση-Τριαδολογικὴ δοξολογία, «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν», ποὺ συναρμόζει καὶ τὶς τρεῖς μορφὲς τοῦ χρόνου, τοῦ ἡλιακοῦ, τοῦ αἰωνίου καὶ τοῦ ἀϊδίου.
γ. Ὁ σκοπὸς τῆς δημιουργίας
Μιὰ ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις, ποὺ συναντοῦμε στὴν πατερικὴ διδασκαλία γιὰ τὸ ἐν λόγῳ ἐρώτημα, εἶναι ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε μὲ σκοπὸ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Δὲν ἔγινε ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἡ Οἰκονομία αὐτὴ τοῦ Θεοῦ ἦταν στὴν προαιώνια βουλὴ τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ δημιουργήθηκε ὁ κόσμος καὶ παρεμβάλλεται ἡ πτώση καὶ ἡ σωτηρία. Βεβαίως, ὁ σκοπὸς τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἦταν ἡ θέωση. Καί, δὲν θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ ἐπιτευχθεῖ, ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ Πρόσωπο ἐκεῖνο, στὸ ὁποῖο θὰ ἑνωνόταν ἡ θεία μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Τὸ Πρόσωπο αὐτὸ εἶναι ὁ Χριστός
δ. Ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ στὴν κτίση
Τὰ βασικὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως σχετικὰ μὲ τὴν κτίση εἶναι δύο: Τὸ πρῶτο, ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴν κτίση ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, καὶ τὸ δεύτερο, ὅτι ὁ Θεὸς τὴν κυβερνᾶ καὶ συντηρεῖ καὶ προνοεῖ γι᾽ αὐτὴν μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργειά Του καὶ ὄχι μὲ κτιστοὺς νόμους. Ἀσφαλῶς, μία εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά, ἀνάλογα μὲ τὰ ἀποτελέσματά της διακρίνεται σὲ ζωοποιό, σοφοποιό, θεοποιό, καθὼς καὶ σὲ δημιουργική, συντηρητική, προνοητική, θεωτική. Ὅλα τὰ κτίσματα μετέχουν στὴ δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾽ ὄχι στὴ θεωτική, στὴν ὁποία μετέχουν μόνοι οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἅγιοι.
Στὸ σύμπαν, ἀπὸ ἀπόψεως θεολογικῆς, δὲν ὑπάρχουν ἀπρόσωποι φυσικοὶ νόμοι, τοὺς ὁποίους δῆθεν ἔθεσε ὁ Θεὸς καὶ κατόπιν ἐγκατέλειψε τὴ κτίση, ἀλλ᾽ ἡ συνεκτική, δηλ. συντηρητικὴ ἐνέργεια τοῦ Δημιουργοῦ, ποὺ τὴ διακρατεῖ σὲ λειτουργία. Πολλοὶ Πατέρες, μάλιστα ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὅταν ἀναφέρονται στὴ συνεκτικὴ αὐτὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ποὺ βρίσκεται πανταχοῦ παροῦσα σὲ ὅλο τὸ σύμπαν, κάνουν λόγο γιὰ τοὺς «λόγους τῶν ὄντων», γιατὶ δηλ. ὑπάρχουν τὰ ὄντα καὶ πῶς συντηροῦνται ἀπὸ τὴ Θεία ἐνέργεια.
Ὑπάρχουν ἀσφαλῶς διαβαθμίσεις πνευματικῆς γνώσεως. Ἡ πρώτη, ἡ εἰσαγωγική, εἶναι νὰ βλέπεις, νὰ ἀντιλαμβάνεσαι διὰ τῆς πίστεως αὐτὴ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν κτίση, ἀποδεχόμενος τὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων. Ἡ τελειώτερη ὅμως εἶναι ὅταν μὲ τὴ φωτιστικὴ καὶ ἁγιαστικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος φθάνει στὴ λεγόμενη «φυσικὴ θεωρία τῶν ὄντων» καὶ ἀντιλαμβάνεται μὲ τὴν ἐνέργεια τῆς Θείας Χάρης τὴ συνεκτικὴ αὐτὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
ε. Καταγραφὴ τῆς ἀποκαλυπτικῆς ἐμπειρίας
Τὴν ἀποκαλυπτική τους ἐμπειρία γιὰ τὸ ἄκτιστο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τὴ δημιουργία τῶν ὄντων ἐκ τοῦ μὴ ὄντος ἀπὸ Αὐτόν, καθὼς καὶ τὴν ἐπικοινωνία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν κτίση διὰ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν Του, οἱ θεόπτες Προφῆτες, Ἀπόστολοι καὶ Πατέρες διατυπώνουν καὶ καταγράφουν μὲ κτιστὰ νοήματα καὶ ρήματα, ἀνάλογα μὲ τὴ δεκτικότητα καὶ παιδεία τοῦ καθενός τους, καὶ χρησιμοποιώντας ἀναπόφευκτα τὶς ἀντιλήψεις τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τους. Γιὰ παράδειγμα, ἡ κοσμολογία, ἡ κοσμογένεση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι ἐπηρεασμένη στὴ διατύπωση ἀπὸ τὴ βαβυλωνιακὴ κοσμολογία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἀκόμη, γιὰ τὴ χρονολόγηση τῆς δημιουργίας στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, χρησιμοποιοῦνται τὰ γνωστὰ στοὺς συγγραφεῖς γενεαλογικὰ δεδομένα, βάσει τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε μερικὲς (7-8) χιλιάδες χρόνια πρίν.
Σήμερα ὅμως γνωρίζουμε ὅτι τὸ σύμπαν ἔχει δισεκατομμύρια ἔτη ἡλικία, ἀλλὰ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐμφανίζεται στὴ γῆ παλαιότερα (κατὰ μία ἄποψη πρὶν ἀπὸ 10.000-100.000 χρόνια). Οἱ θεόπτες λοιπὸν ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν δὲν κάνουν ἐπιστήμη, ἀλλὰ ἐκφράζουν τὴν ἀποκαλυπτική τους ἐμπειρία μέσα ἀπὸ τὶς ἐπιστημονικὲς γνώσεις τῆς ἐποχῆς τους. Σκοπὸς τῆς καταγραφῆς αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας ἀπὸ τοὺς ἁγίους συγγραφεῖς της δὲν ἦταν νὰ διδάξουν ἐπιστημονικὲς γνώσεις τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσουν στὴν προσωπικὴ γνώση τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ κόσμου. Ἔτσι, ἡ ἐξέλιξη τῆς Ἐπιστήμης, ποὺ διερευνᾶ τὸ σύμπαν καὶ ἀνακαλύπτει νεώτερα εὑρήματα ποὺ δὲν ἀναφέρονται στὴν Ἁγία Γραφή, καθόλου δὲν ἐπηρεάζει ἢ μειώνει τὴν Πίστη μας. Ἀντίθετα, πρέπει νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅ,τι ἔπλασε καὶ ποὺ διακυβερνᾶ μὲ τὴν πανσοφία καὶ συνεκτική, προνοητική Του ἐνέργεια τὴν κτίση.
Β´. 2. Ἡ δημιουργία τῶν ἀγγέλων
2.α. Οἱ φωτεινοὶ ἄγγελοι
Οἱ ἄγγελοι εἶναι νοερὰ πνεύματα, ποὺ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ζοῦν στοὺς αἰῶνες, ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο χρόνου ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο, ποὺ διακρίνεται ὅμως καὶ ἀπὸ τὸ ἀΐδιο, ποὺ ἀποδίδεται σὲ μόνο τὸν Θεό. Ὅπως καὶ τὰ λοιπὰ κτίσματα, ἔτσι καὶ οἱ ἄγγελοι ἦλθαν στὸ εἶναι ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, ἄρα εἶναι κτιστοὶ καὶ ἔχουν ἀρχή. Ἔχουν βέβαια λεπτότερη ὑλικὴ φύση ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ καλοῦνται ἄυλοι, παρὰ ἀσώματοι. Οὔτε λοιπὸν οἱ ἄγγελοι οὔτε ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ εἶναι ἄυλα ὄντα καὶ φύσει ἀθάνατα, καθὼς ὁ μόνος ἄυλος καὶ φύσει ἀθάνατος εἶναι ὁ ἄκτιστος Θεός. Ἔτσι, οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀνθρώπινες ψυχὲς εἶναι «φύσει θνητοὶ» ἀλλὰ Χάριτι ἀθάνατοι, ἐπειδὴ ἔτσι τὸ θέλησε ὁ Δημιουργός. Οἱ ἄγγελοι εἶναι δοξολογικὰ τοῦ Θεοῦ πνεύματα, ἀλλ᾽ εἶναι καὶ «λειτουργικὰ πνεύματα, εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν» (Ἑβρ. 1, 14).
Οἱ ἄγγελοι λέγονται καὶ νόες, γιατὶ ἔχουν νοερὰ ἐνέργεια, ὄχι ὅμως καὶ λογική. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἔχει καὶ νοερὰ καὶ λογικὴ ἐνέργεια. Σύμφωνα μὲ τὴν πατερικὴ αὐτὴ ἀνθρωπολογικὴ διάκριση, ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴ νοερὰ ἐνέργεια κοινωνεῖ μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ μὲ τὴ λογικὴ ἐνέργεια ἔρχεται σὲ ἐπικοινωνία μὲ τὰ πράγματα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, μέσα στὸν ἀνθρώπινο χωροχρόνο.
Βασικὴ ἀκόμη πατερικὴ διδασκαλία εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἀμετάβλητα ὄντα, οὔτε καὶ οἱ ἄγγελοι εἶναι ἀμετάβλητοι, καὶ δὲν θὰ εἶναι οὔτε καὶ στὸν μέλλοντα αἰώνα, ἀλλὰ πορεύονται ἀπὸ δόξα σὲ δόξα καὶ βρίσκονται σὲ συνεχὴ ἀνοδικὴ πορεία. Παρὰ τὴ συνεχή τους αὐτὴ ὅμως κίνηση, ποτὲ δὲν θὰ φθάσουν, ὡς κτιστὰ ὄντα, στὴ γνώση τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα ἀκόμη μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρες, μὲ τὴ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄγγελοι λαμβάνουν τὸ χάρισμα τῆς ἀτρεψίας πρὸς τὸ κακό, ποὺ μέχρι τότε δὲν εἶχαν.
2. β. Οἱ σκοτεινοὶ δαίμονες
Σύμφωνα μὲ τὴν ὅλη Ἁγία Γραφὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν ἁγίων Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Θεοφόρων Πατέρων, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ὑπάρχουν καὶ οἱ δαίμονες, ἀρχικὰ ἄγγελοι, ποὺ ἐξέπεσαν τῆς θείας δόξης, ἕνεκα τῆς ὑπερηφάνειάς τους. Οἱ δαίμονες, ὡς δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καὶ πνεύματα, εἶναι μὲν «αἰθέρια ὄντα», ἀλλά, ἐξαιτίας τῆς πτώσης καὶ ἀμετανοησίας τους, δὲν μετέχουν τοῦ Θεϊκοῦ Φωτός, γι᾽ αὐτὸ καὶ εἶναι σκοτεινοί. Μετέχουν δηλ., ὅπως καὶ ὅλη ἡ δημιουργία, στὴν ἄκτιστη δημιουργικὴ καὶ συνεκτικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ὄχι ὅμως στὴ θεοποιό Του ἐνέργεια, ἀλλὰ τὴν κολαστικὴ (τιμωρητική). Ὡς νοερὰ πνεύματα οἱ δαίμονες, ὅπως καὶ οἱ ἄγγελοι, δὲν δεσμεύονται ἀπὸ τὸν χωροχρόνο, ἀλλὰ κινοῦνται μὲ μεγάλη ταχύτητα, χωρὶς βεβαίως νὰ εἶναι πανταχοῦ παρόντες. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ καὶ τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ δὲν θὰ σωθοῦν, ἐπειδὴ οἱ ἴδιοι δὲν τὸ θέλουν, δὲν θέλουν νὰ ταπεινωθοῦν καὶ νὰ μετανοήσουν.
Οἱ θεούμενοι, ὡς κεκαθαρμένοι ἀπὸ τὰ πάθη, βλέπουν καὶ ἀγγέλους καὶ δαίμονες, ἀλλὰ καὶ γνωρίζουν, ἀπὸ τὴν πείρα τους καὶ τὴ Θεία Χάρη, τὶς ἐνέργειές τους. Ὁ διάβολος, γιὰ παράδειγμα, γνωρίζει τέλεια καὶ τὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ τὴν ἑρμηνεύει μέσα ἀπὸ τὴ δική του πλανεμένη προοπτική, μὲ σκοπὸ τὴν ἀπώλεια ὅσων τὸν ὑπακούουν. Ἔτσι, γίνεται «κατηχητὴς» αὐτῶν ποὺ ἡ ζωὴ καὶ τὸ φρόνημά τους ἔχουν διαστρεβλωθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Ἡ πολεμικὴ λοιπὸν τοῦ διαβόλου κατὰ τῶν ἀνθρώπων εἶναι πολυποίκιλη καὶ σ᾽ αὐτὴν μετέρχεται τὰ πάντα γιὰ νὰ βλάψει τὸν ἄνθρωπο. Δημιουργεῖ λ.χ. καὶ διάφορες φαινομενικὰ καλὲς ἐμπνεύσεις, ἀκόμη καὶ ἀγαθὰ αἰσθήματα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μερικὲς ἀσκητικὲς ἐνέργειες μπορεῖ νὰ εἶναι δαιμονικές. Ἀκόμη, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ ἐπαληθεύουν οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων καὶ ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, μερικὲς φορὲς ὁ διάβολος «μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτὸς» (Β´ Κορ. 11, 14). Τὸ δαιμονικὸ ὅμως ‘φῶς’ διαφέρει πλήρως ἀπὸ τὸ ἄκτιστο Θεϊκὸ Φῶς. Τὸ τελευταῖο εἶναι ἀσχημάτιστο, χωρὶς μορφή, καὶ εἶναι πάντοτε ἔσωθεν, ἐνῶ τὸ διαβολικὸ εἶναι πάντοτε ἔξωθεν τοῦ ἀνθρώπου, περιορισμένο σὲ τόπο, καὶ ἔχει σχῆμα καὶ χρῶμα.
Παραθέτουμε καὶ πάλιν ἐδῶ τὴν ἐμπειρία ὁράσεως τοῦ ἀκτίστου Φωτός, ἀλλὰ καὶ τοῦ διαβολικοῦ ‘‘φωτὸς’’ ἀπὸ τὴν ἀνωτέρω σύγχρονη εὐλογημένη Γερόντισσα τῆς Κρήτης: «Ὅταν ἔρθει τὸ Θεϊκὸ Φῶς, ἑνώνονται οἱ αἰσθήσεις ὅλες σὲ μία. Τραβιόνται καὶ τὰ σαρκικὰ μάτια σὰν μαγνήτης, βλέπεις ὅλος, ἀπὸ τὴν κορυφὴ μέχρι τὰ νύχια, ὅλος γίνεσαι φῶς, δὲν ξέρεις ἀπὸ ποῦ βλέπεις... Ὁ ἥλιος εἶναι λυχναράκι μπροστὰ σ᾽ αὐτὸ τὸ Φῶς... Εἶναι γαλάζιο, πολὺ ἐλαφρὺ καὶ ὑπόλευκο... Κάποτε ἔρχεται ἱλαρὸ σὰν τὸ ἡλιοβασίλεμα καὶ παραμένει ὥρα πολλὴ στὴν ψυχή... Τὸ κόκκινο φῶς εἶναι τοῦ διαβόλου. Τὸ φῶς τοῦ διαβόλου εἶναι ἀηδιαστικό. Αὐτὸν τὸν τραβάει πολὺ τὸ κόκκινο χρῶμα. Εἶναι σὰν τὶς ἀστραπὲς καὶ τὶς βροντές... Ἀλλοιώτικο εἶναι... Δὲν μπορῶ νὰ περιγράψω. Δὲν εἶναι φῶς, εἶναι πῦρ! Τὸ Φῶς ὅμως τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπλετον. Δὲν ἔχει ἀρχή, μέση, τέλος...».
Κατὰ τοὺς Πατέρες, Πνευματικὸς Πατέρας καὶ θεολόγος εἶναι τὸ αὐτὸ πράγμα, δηλ. ἐκεῖνος ποὺ μὲ τὴ Χάρη τῆς διακρίσεως τῶν πνευμάτων γνωρίζει τὶς μεθοδίες τοῦ διαβόλου. Καὶ ὁ θεούμενος, ποὺ ἔχει τοῦτο τὸ χάρισμα, χαρακτηρίζεται στὴ γλώσσα τῶν Πατέρων ‘ἀπλανής’, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ παραπλανηθεῖ ἀπὸ τὰ ποικίλα σατανικὰ τεχνάσματα. Καί, γιὰ νὰ ἀποκτηθεῖ ἀπὸ κάποιον τὸ χάρισμα αὐτὸ τῆς διακρίσεως, προϋποθέτει ἀπαραίτητα ὅτι αὐτὸς ἔχει Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ πράξη. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ αἵρεση, ποὺ κατὰ τοὺς Πατέρες εἶναι ἔργο τοῦ διαβόλου, ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα τὸν ἄνθρωπο στὴν αἰώνια ἀπώλεια.
Ὁ διάβολος εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ διὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς διαφθορᾶς ἐμπλέκει τὴν ἀνθρωπότητα καὶ ὅλη τὴ δημιουργία στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο. Οἱ Χριστιανοὶ ὅμως νικοῦν τὸν διάβολο, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἁμαρτία, συμμετέχοντας στὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ κατ᾽ αὐτῶν -ὁ Ὁποῖος καταπάτησε τὸ κράτος τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του-, ὅταν εἶναι ζωντανὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἀναστημένου δηλ. Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ μετέχοντας στὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του στὴ Θεία Εὐχαριστία.
Καί, γιὰ νὰ καταλήξουμε στὸ τελευταῖο μας τοῦτο κεφάλαιο καὶ τὴν ὅλη σημερινὴ θεματική μας, ὁ ἄνθρωπος μετέχει στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἐκδίωξη τῶν δαιμόνων. Τὸ στάδιο τῆς κάθαρσης στὴν οὐσία εἶναι ἡ ἐκδίωξη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τῶν δαιμόνων. Ὅλος ὁ σκοπὸς τοῦ ἀγώνα τοῦ πιστοῦ εἶναι νὰ φθάσει νὰ διακρίνει τὶς ἄκτιστες ἀπὸ τὶς κτιστὲς ἐνέργειες, καὶ μάλιστα ἐκεῖνες τοῦ διαβόλου, ὥστε νὰ ἐκδιώκει τὶς σατανικὲς προσβολές. Κι ὅταν, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Σταυρωθέντος καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ, ἐκδιώκονται οἱ δαίμονες, ἔρχεται ἡ Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Πηγή: (Εἰσήγηση στὴν Β΄ συνάντηση (19.12.2016) τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Ε΄ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους (2016-2017). Εἰσηγητής: Ἀρχιμ. Φώτιος Ἰωακεὶμ), (Παρουσίαση τῶν ὁμωνύμων κεφαλαίων ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» (τόμος Β´, 2η ἔκδοση, σελ. 47-145)), http://www.immorfou.org.cy/, Ρωμαίϊκο Οδοιπορικό
ΕΙΜΑΙ ανυπόμονος. Πιάνω την πένα μου και αρχίζω αμέσως να σου γράφω πάλι για την ομορφιά, τη θελκτικότητα, τη γλυκύτητα της θείας χάριτος και της θεοχαρίτωτης ψυχής. Το κάνω για ν’ αυξήσω τη γνώμη σου γύρω απ’ αυτό το θέμα, για να ενισχύσω τον ιερό πόθο σου και για να φουντώσω τον ένθεο ζήλο σου. Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα χρησιμοποιήσω λόγια δικά μου, αλλά κάποιου θεόσοφου αγίου του Μεγάλου Μακαρίου, ο οποίος στη δέκατη όγδοη ομιλία του αναφέρει τα εξής: «Αν ένας άνθρωπος στον κόσμο τούτο είναι πολύ πλούσιος κι έχει στην κατοχή του κρυμμένο θησαυρό, με το θησαυρό και τον πλούτο του αποκτάει όλα όσα θέλει. Έτσι κι αυτοί που έχουν βρει και κατέχουν τον επουράνιο θησαυρό του Πνεύματος (δηλαδή τη θεία χάρη), αποκτούν κάθε αρετή απ’ αυτόν τον θησαυρό και μαζεύουν με τη δύναμή του περισσότερο ουράνιο πλούτο. Ο απόστολος λέει: «Εμείς, που έχουμε το θησαυρό τούτο, είμαστε σαν πήλινα δοχεία» (Β΄ Κορ. 4:7)∙ ενώ, δηλαδή, είμαστε ακόμα ενωμένοι με τη σάρκα, αξιωθήκαμε ν’ αποκτήσουμε μέσα μας το θησαυρό αυτό, που είναι η αγιαστική δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
»Αυτός λοιπόν, που βρήκε και έχει μέσα του τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, μπορεί με τη δύναμή Του, να πραγματοποιεί κάθε έργο δικαιοσύνης, που απορρέει από τις εντολές του Θεού, και να εκτελεί κάθε έργο αρετής αγνά και καθαρά, εύκολα και αβίαστα.
»Ας παρακαλέσουμε κι εμείς τον Θεό, ας προσευχηθούμε και ας Του ζητήσουμε να μας χαρίσει το θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε τις εντολές Του με αγνότητα και καθαρότητα.
»Πρέπει να επιμένει κανείς στην ικεσία προς τον Κύριο, για ν’ αξιωθεί να βρει και να δεχθεί τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως τον βρει, άκοπα θα κατορθώσει να εφαρμόσει όλες τις εντολές του Κυρίου με αγνότητα και καθαρότητα, τις εντολές που πρωτύτερα δεν μπορούσε να εφαρμόσει ούτε με μεγάλο κόπο. Ο θησαυρός αυτός αποκτάται ύστερα από μεγάλη αναζήτηση, με πίστη και υπομονή».
Πώς, όμως, αισθάνονται εκείνοι στους οποίους η χάρη του Αγίου Πνεύματος έχει αρχίσει να εκδηλώνεται φανερά; Να τί λέει γι’ αυτό ο άγιος Μακάριος:
«Όσοι αξιώθηκαν “να γίνουν παιδιά του Θεού” (Ιω. 1:12) και να γεννηθούν από τον ουρανό, δηλαδή από το Άγιο Πνεύμα, έχουν τον Χριστό μέσα τους, που τους φωτίζει και τους αναπαύει. Αυτοί οδηγούνται με πολλούς και διάφορους τρόπους από το Πνεύμα. Δέχονται μυστικά μέσα στην καρδιά τους τη θεία χάρη, που τους δίνει πνευματική ανάπαυση. Μερικές φορές αισθάνονται σαν να βρίσκονται σε βασιλικό δείπνο, όπου χαίρονται και ευφραίνονται με τρόπο ανέκφραστο. Άλλοτε νιώθουν σαν την νεόνυμφη γυναίκα, που η παρουσία του συζύγου της της χαρίζει ασφάλεια και ανάπαυση. Άλλοτε, μολονότι ενωμένοι με το σώμα τους, νιώθουν σαν ασώματοι άγγελοι. Άλλοτε είναι σαν μεθυσμένοι από πιοτό, ενώ στην πραγματικότητα ευφραίνονται και μεθούν από το Πνεύμα με μια θεϊκή μέθη πνευματικών μυστηρίων. Άλλοτε καίγονται τόσο από τη μεγάλη αγαλλίαση που τους δίνει το Πνεύμα, ώστε, αν ήταν δυνατό, θα έβαζαν όλους τους ανθρώπους μέσα στην καρδιά τους, χωρίς να ξεχωρίζουν τους καλούς από τους κακούς. Άλλοτε ταπεινώνονται τόσο πολύ, με την ταπεινοφροσύνη που τους χαρίζει το Πνεύμα, ώστε να θεωρούν τον εαυτό τους τελευταίο και κατώτερο απ’ όλους τους ανθρώπους. Άλλοτε αναπαύονται σε πολύ μεγάλη ησυχία, γαλήνη και ειρήνη, μέσα σε μιαν ανέκφραστη πνευματική ευφορία. Άλλοτε αποκτούν τόσο μεγάλη σοφία, γνώση και σύνεση από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που είναι αδύνατο να τις εκφράσει γλώσσα ανθρώπινη. Άλλοτε, πάλι, γίνονται σαν απλοί άνθρωποι».
Τι υπέροχη, τι ποθητή κατάσταση! Να και μια σύντομη περιγραφή της ψυχής που έχει φωτιστεί από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος:
«Όταν η ψυχή φτάσει στην τελειότητα του Πνεύματος, αφού καθαριστεί εντελώς απ’ όλα τα πάθη και ενωθεί με τον Παράκλητο σε μιαν ανέκφραστη κοινωνία, αξιώνεται και η ίδια, ως ενωμένη με το Πνεύμα, να πνευματοποιηθεί. Τότε γίνεται όλη φως, όλη οφθαλμός, όλη χαρά, όλη ανάπαυση, όλη αγαλλίαση, όλη αγάπη, όλη ευσπλαχνία, όλη αγαθότητα, όλη καλοσύνη».
Να τι αγωνίζονταν να κατορθώσουν – και κατόρθωσαν – οι άγιοι ασκητές! Δεν αξίζει ν’ αγωνιστούμε κι εμείς γι’ αυτό; Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος, τον κόσμο του Αγίου Πνεύματος, είναι ανοιχτή στον καθένα. Η βασιλεία του Θεού δεν είναι «κήπος κλεισμένος» (Άσμα 4:12). Τα αγαθά της τα έχει υποσχεθεί ο Κύριος σε όλους μας, και μπορούμε να τα αποκτήσουμε. Προκαταβολή της αποκτήσεώς τους είναι η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που μας δίνεται στα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος. Εμείς δεν έχουμε παρά να «σκάψουμε» μέσα μας, στον κήπο της ψυχής μας, όπου είναι θαμμένος αυτός ο θησαυρός, για να τον βρούμε και να τον οικειοποιηθούμε. Ας πιάσουμε το φτυάρι μας κι ας αρχίσουμε να βγάζουμε το χώμα. Με τις πρώτες φτυαριές το χρυσάφι και το ασήμι θ’ αρχίσουν να λαμποκοπούν. Έπειτα από λίγο όλος ο θησαυρός θα βγει στο φως. Τότε η χαρά μας δεν θα έχει όρια.
Στο προηγούμενο γράμμα μου σου υπέδειξα το δρόμο της αποφασιστικότητας. Δε στο ανέφερα, όμως, πώς συγκεκριμένα γεννιέται στην ψυχή η αποφασιστικότητα και πώς καταλήγει σε θετική προσπάθεια. Αυτό θα κάνω τώρα.
Ακόμα κι ένα απλό ενδιαφέρον για κάποιο αντικείμενο μπορεί να κεντρίσει την ενεργητικότητα. Στην περίπτωση, ωστόσο, του απλού ενδιαφέροντος, είναι πιθανό να μην κινητοποιηθεί η ψυχή, αλλά να μεταθέσει την έναρξη της προσπάθειας σε μελλοντικό χρόνο. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η αναβολή αυτή να παραταθεί για πολύ. Από τη στιγμή, όμως, που η ψυχή θα αντιληφθεί ότι ένα αντικείμενο ή έργο είναι επιτακτικά αναγκαίο και εξαιρετικά επείγον, ανυπέρθετα παίρνει την απόφαση για την απόκτηση ή την εκτέλεσή του. Να ένα παράδειγμα: Κάποιος άνθρωπος, νωθρός και τεμπέλης, κάθεται στο δωμάτιό του. Αν το σπίτι πιάσει φωτιά, μην του φωνάξεις. Άφησέ τον να δει τη φωτιά, και θα πεταχτεί αμέσως έξω. Αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε κι εμείς: Να νικάμε τη νωθρότητα και την αναποφασιστικότητά μας με τη μνήμη της άσβεστης φωτιάς, που μας περιμένει, να παρακινούμε τον εαυτό μας σε αγώνα με την υπόμνηση του κινδύνου της αιώνιας καταστροφής μας. Όσο περισσότερο συνειδητοποιούμε αυτή την πραγματικότητα, τόσο ζωηρότερα εκδηλώνεται η ψυχική μας ενεργητικότητα, ωθώντας μας σε δράση.
Πάρε οποιαδήποτε μικρή δυσκολία της ζωής σου, για να καταλάβεις τι αναλογικά θα κάνεις και στην περίπτωση για την οποία μιλάμε. Εγώ θα έλεγα τούτο μόνο: Ο θάνατος μπορεί να έλθει οποιαδήποτε στιγμή. Τι θα μας συμβεί τότε; Ίσως ό,τι και στον κακό δούλο της παραβολής – το τάλαντο, το δώρο της χάριτος, του αφαιρέθηκε, και ο ίδιος πετάχτηκε στο αιώνιο σκοτάδι (Ματθ. 25 : 28-30)∙ ή ίσως ό,τι και στις άμυαλες παρθένες της άλλης παραβολής, που έμειναν έξω από τη γιορτή του γάμου, ακούγοντας το «δεν σας ξέρω» (Ματθ. 25:10-12 ). Στ’ αλήθεια, είτε η μία είτε η άλλη συμφορά θα μας βρει, αν δεν αναφλέξουμε τη χάρη μέσα μας κι αν δεν φωτιστούμε απ’ αυτήν. Βάλε νοερά τον εαυτό σου στην κατάσταση είτε του κακού δούλου είτε της άμυαλης παρθένας, και η αναποφασιστικότητά σου -αν, βέβαια, είσαι αναποφάσιστη- θα εξανεμιστεί. Τίποτα, βλέπεις, δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στη μνήμη του θανάτου, της κρίσεως και της κολάσεως. Ο σοφός Σειράχ λέει: «Να θυμάσαι πάντα τα στερνά σου, και δεν θα πέσεις ποτέ σε αμαρτία» (Σοφ. Σειρ. 7:36). Κράτα, λοιπόν, σταθερά στο νου σου αυτή τη θύμηση και μην την αφήσεις να εξασθενήσει ή να χαθεί. Καλό βοήθημα είναι το βιβλίο «Βοστάνι σπιάι»(*), που σου έχω δώσει.
Μια άλλη πλευρά είναι η ύπαρξη βοήθειας. Αυτή δίνει στην ψυχή θάρρος και αγαθή ελπίδα για την αποφυγή της συμφοράς, αυτή είναι που την εμπνέει και την παρακινεί σε δράση. Διαφορετικά, η αίσθηση της επικείμενης και αναπότρεπτης καταστροφής θα την βύθιζε στην απελπισία. Στο παράδειγμα που ανέφερα παραπάνω, δεν υπήρχε μήτε μια πόρτα ξεκλείδωτη, μήτε ένα παράθυρο ανοιχτό όταν έπιασε φωτιά το σπίτι, μόνο ένα πράγμα θα μπορούσε να κάνει ο άνθρωπος που τυλιγόταν στις φλόγες: Να τραβάει τα μαλλιά του! Το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή που κινδυνεύει να κολαστεί (γιατί δίχως τη χάρη αναπόφευκτα θα στερηθούμε τη βασιλεία των ουρανών): Προβλέποντας τον κολασμό της, δεν θα είχε παρά ν’ απελπιστεί, αν δεν γνώριζε ότι της παρέχεται βοήθεια. Δοξασμένος ας είναι ο Κύριος, που μας έχει προσφέρει ήδη τα μέσα της λυτρώσεώς μας από την αιώνια απώλεια. Όλα είναι προετοιμασμένα, όλα είναι στο χέρι μας, όλα είναι στην ψυχή μας. Δεν απομένει παρά να δραστηριοποιηθούμε και ν’ αγωνιστούμε. Τι θα κάνουμε, λοιπόν; Θα συνεχίσουμε ν’ αναβάλλουμε από μέρα σε μέρα;
Ας έρθω, όμως, σ’ εσένα. Νομίζω ότι δεν έχεις ν’ αρχίσεις κάτι το ιδιαίτερο, δεν έχεις ν’ αλλάξεις τίποτα στη ζωή σου. Συνέχισε να ζεις μέσα στο πνεύμα όπου ανατράφηκες. Κράτησε τις ευσεβείς αρχές της οικογένειάς σου. Αγάπησε ολόψυχα τον πνευματικό τρόπο ζωής και αποφάσισε αυτοπροαίρετα να ζήσεις πνευματικά ως το θάνατό σου. Η μέχρι τώρα χριστιανική σου ζωή δεν ήταν στην πραγματικότητα δική σου. Άλλοι σε οδηγούσαν σ’ αυτήν. Είναι, βέβαια, πολύ καλό το ότι σ’ έβαλαν στο δρόμο του Θεού. Μετά την ενηλικίωσή σου, όμως, δεν θα συνεχίσεις να βαδίζεις στον ίδιο δρόμο, αν δεν το θέλεις εσύ η ίδια, αν δηλαδή δεν επιλέξεις, συνειδητά πια και ακούσια, τη ζωή του πνεύματος. Και την επιλογή αυτή πρέπει να την κάνεις το συντομότερο, γιατί αλλιώς ή θα σαγηνευθείς ολοκληρωτικά από το πονηρό πνεύμα της κοσμικής ζωής ή θα καταλήξεις στη χλιαρότητα, όπως ήδη σου έχω πει.
Σκέψου το, για τον Θεό, και μην αργήσεις ν’ αποφασίσεις. Ο Κύριος να σ’ ευλογεί!
(*) Το «Βοστάνι σπιάι» («Έγειρε ο καθεύδων») είναι ένα μικρό βιβλίο με επιλογή κειμένων του αγίου Τύχωνος του Ζαντόνσκ.
Πηγή: («Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ, Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ γράμματα σε μια ψυχή», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ), Η άλλη όψη
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...