Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Κάποτε μοῦ εἶχε πεῖ ὁ πατὴρ Πορφύριος, που τὸν εἶχα πνευματικό μου, ὅτι ὅταν βλέπεις καὶ γίνεται ἕνα κακὸ γύρω σου, γενικά, καὶ δὲν διαμαρτύρεσαι, εἶσαι συνένοχη. Καὶ μάλιστα, μοῦ τὸ εἶχε πεῖ σὲ κάποιο θέμα ποὺ εἶχε δημιουργηθεῖ στὴν Ὑπηρεσία, ποὺ κι ἐγὼ φοβόμουν...
Κάποιος πρωθυπουργὸς παλιά, μόλις ἀνέβηκε κατήργησε τὴν ἀργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπὸ τὴ θέση μου πῆρα ὅλα τα ὑποκαταστήματα ποὺ εἶχε τὸ Ταμεῖο Ἐμπόρων στὴν ἐπαρχία, Πρέβεζα, Θεσσαλονίκη … ὅλα, καὶ τοὺς εἶπα ὅτι καθένας ἀπὸ σᾶς θὰ στείλει ἕνα τηλεγράφημα διαμαρτυριας στον ὑπουργὸ καὶ στὸν πρωθυπουργό. Ἕνας ἀπὸ σᾶς θὰ πάρει ἄλλους εἴκοσι, οἱ ἄλλοι εἴκοσι ἄλλους εἴκοσι καὶ ὄντως ἔγινε. Τελικά, ἡ ἀργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπανῆλθε σὲ ἕνα μήνα μὲ Προεδρικὸ Διάταγμα.
Θέλω νὰ πῶ δηλαδὴ δὲν τὸ ἔκανα ἐγώ, τὸ ξεκίνησα ἔτσι μὲ εὐλογία τοῦ πατρὸς Πορφυρίου. Μην νομίζει κανεὶς ὅτι....
εἶναι μόνος του καὶ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τίποτα. Μπορεῖ ὁ κάθε ἕνας ἄνθρωπος, ἔχει τὴ δύναμη νὰ διαμαρτυρηθεῖ διότι εἶναι συνένοχος καὶ ὑπεύθυνος.
Εὐχαριστῶ.
***
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Α] Το βδέλυγμα της ερημώσεως είναι ο Αντίχριστος που θα καθίσει ως πολιτικός, στρατιωτικός και θρησκευτικός αρχηγός στο Ναό του Θεού, «εν τόπω αγίω».
«Βδέλυγμα όμως ερημώσεως είναι και ό,τι άλλο ακάθαρτο πρίν από τον ερχομό του Αντιχρίστου εισέρχεται και κάθεται σε άγιο τόπο και ερημώνει το όποιο ιερό περιβάλλον.
Είναι η αίρεση και οι αιρετικοί που μολύνουν την ορθόδοξη κοινωνία και εισέρχονται με βέβηλα πόδια στην Αγία Ορθοδοξία μας.
Όταν για παράδειγμα πλήν λίγο καιρό κλήθηκε ο αιρεσιάρχης πάπας να επισκεφθεί τη Λέσβο, όλοι οι ορθόδοξοι τόλεγαν ότι κάτι κακό θα συμβεί.
Έτσι και έγινε: από κείνη την ώρα μέχρι τώρα δεν ησύχασε το Νησί μας. Μεγάλη αναταραχή και ένταση στον καταυλισμό των προσφύγων. Είχαμε και δύο νεκρούς. Όπου πατήσει πόδι αιρετικών, δεν φυτρώνει ούτε χορτάρι.
Σχετικό είναι και το γεγονός σύμφωνα με το οποίο σε χρόνο που ο άγιος Ιωάννης ο θεολόγος λουζόταν στο δημόσιο λουτρό της Εφέσου και έμαθε ότι παραδίπλα ήταν και ο αιρετικός Κήρινθος, έφυγε αμέσως μαζί με τους συνοδούς του λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ας φύγουμε καλύτερα μη πέσει και μας πλακώσει η στέγη του λουτρού».
Είναι πηγή δυστυχίας, κακοδαιμονίας και απωλείας η αίρεση.
Β] Βδέλυγμα της ερημώσεως είναι επίσης και το σχίσμα, το οποίο δεν ξεπλένεται ούτε με αίμα μαρτυρίου. Το σχίσμα είναι η χειρότερη βόμβα στα θεμέλια του έθνους και όσες φορές η ενότητα των Ορθοδόξων υποβαθμιζόταν, ακολουθούσαν με μαθηματική ακρίβεια συμφορές και ακαταστασίες.
Δεν υπάρχει λοιπόν χειρότερο πράγμα από την αίρεση και το σχίσμα. Άνθρωποι που έχασαν την αλήθεια της Εκκλησίας και έσχισαν τον άρραφο χιτώνα της Ορθοδοξίας δεν έχουν κανένα καρπό της χάριτος και μόνο πρόξενοι συμφορών μπορεί να γίνουν. Τους ακολουθεί ο διάβολος.
Τόπος άγιος όμως δεν είναι μόνο η Εκκλησία και η Ορθοδοξία. Τηρουμένων των αναλογιών άγια αγίων έχει και η Οικογένεια και η Πατρίδα, η ελληνορθόδοξη κοινωνία και το ελληνικό σχολείο.
Τόπος άγιος είναι και η ψυχή κάθε ανθρώπου και δή νέου και παιδιού όπου με αναίδεια και αναισχυντία επεμβαίνουν κάποιοι τρίτοι και διαφθείρουν, κάποιοι βαμμένοι κομματικοί κήρυκες, χρηματολάτρες έμποροι ψυχών και σωμάτων, μαντατοφόροι σάπιων ιδεών και απόψεων, άγγελοι του θανάτου των εκτρώσεων, δούλοι των στοών και των λεσχών, εκπαιδευτικοί που πάτησαν τον όρκο και το σύνταγμα, αποτυχημένοι μαρξιστές παλαιάς κοπής.
Γ] Τελευταία, «επ΄ εσχάτων των ημερών» η ομοφυλοφιλική θεωρητική πτέρυγα της διεθνούς των ασεβών αποφάσισε να εισβάλλει και με μια θεματική εβδομάδα να θρονιαστεί, στις έδρες και τις αίθουσες, στα μυαλά και τις ψυχές των μαθητών των Γυμνασίων της χώρας μας.
«Επειγόντως, ολιστικώς και βιωματικώς», με ταυτόχρονη ακύρωση του συνήθους γνωστού εβδομαδιαίου προγράμματος μαθημάτων, σύμφωνα με την εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας, πρέπει να πιστέψουν και να αποδεχθούν οι μαθητές την ανατροπή και αποδόμηση των έμφυλων στερεοτύπων που έχει μέχρι τώρα η ελληνορθόδοξη κοινωνία, δηλαδή τις αρχές και της αξίες του Ευαγγελίου και της ελληνορθόδοξης παράδοσης.
Αυτό το βδέλυγμα της ερημώσεως του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής βιάζεται πολύ και θέλει να προλάβει Γονείς, Εκκλησία, Ιερείς κλπ και να ερημοποιήσει ψυχές «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» σπέρνοντας τον αμοραλισμό, δηλ. την ηθική αδιαφορία, στις νεανικές ψυχές. ΄Εχει καλέσει γι΄ αυτό το σκοπό την «αδελφή του θανάτου», την ομοφυλοφιλία και επισκέπτονται μαζί τις σχολικές αίθουσες, εκεί όπου δεσπόζει η Εικόνα Του Χριστού και η Αγία Πίστη μας.
Το βδέλυγμα της ερημώσεως, όποιο και νάναι, τελικά και σίγουρα θα το εξαφανίσει από προσώπου γης με ένα φύσημα του στόματός Του ο Ίδιος ο Χριστός. Περιμένουμε λοιπόν με έμπονη προσευχή την απάντηση του ουρανού και το τελευταίο λεπτό του Θεού.
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
Το ημερολόγιο έδειχνε 5 Φεβρουρίου 2009. Ήταν η ημέρα που ο πατήρ Νικόδημος Γρηγοριάτης πέρασε από τα παρόντα στα μέλλοντα, από τα πρόσκαιρα στα αιώνια. Κι ήταν η ημέρα που έγιναν όλα καινούρια για εκείνον. Ήταν καιρός ευπρόσδεκτος, ήταν ημέρα σωτηρίας για το μοναχό με τη ζέουσα καρδιά. Ήταν η ημέρα που η καταβεβλημένη από βαρύτατη ασθένεια καρδιά του έπαψε πια να χτυπά.
Βέβαια, ήταν του πατρός Νικοδήμου η καρδιά μια καρδιά κουρασμένη από τον πόνο, τις θλίψεις, τις δοκιμασίες και τις ανηφοριές της σταυρικής του ζωής.
Και όμως η κουρασμένη αυτή καρδιά ήταν συνάμα ακούραστη στο να αγαπά, να συμπονά, να κλαίει μετά κλαιόντων, να χαίρει μετά χαιρόντων και να προσεύχεται ακαταπαύστως, διαπύρως, εμπόνως, ενθέρμως, αδιαλείπτως, ασιγήτως, ακορέστως φλεγόμενη σε έναν έρωτα θείο και σε μια διαρκή προσφορά αγάπης προς τον συνάνθρωπο, τον κάθε έναν ως αδελφό του Χριστού.
Έτσι, όταν του γνωρίστηκε η διάγνωση της ανιάτου ασθενείας της καρδιάς του και δεν αποδέχτηκε την προταθείσα μεταμόσχευση καρδιάς, ειρηνικά δέχτηκε ο πατήρ Νικόδημος ότι το τέλος της επιγείου ζωής του θα ήταν επώδυνο και βασανιστικό και ότι του έμενε μόνο να οπλιστεί με βαθειά καρτερία και να υπομείνει ως λυπούμενος, αεί δε χαίρων.
Και είχε ιδιαίτερη αξία η καρτερία του αυτή και η αγία του υπομονή, καθώς είχαν θεμέλιο στην αληθινή και βαθειά του αγάπη για τον αγωνοθέτη Κύριό του Ιησού Χριστό και για τον κάθε πονεμένο συνάνθρωπό του, τον κάθε θεωρούμενο ως εγκεφαλικά νεκρό, που είναι βαρύτατα πάσχων κι όχι νεκρός και διέρχεται τις κρισιμότερες στιγμές της επιγείου ζωής του, καθώς επίκειται ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα.
Αναμφίβολα, ο πατήρ Νικόδημος βίωνε με ενάργεια την πεποίθηση ότι ο χρόνος και ιδιαιτέρως η τελευταία στιγμή της ζωής έχει ανεκτίμητη αξία για κάθε ψυχή. Από πολύ νωρίς η θεία Πρόνοια είχε αποκαλύψει μυστικά στον πατέρα Νικόδημο το πόσο ιερές και κρίσιμες είναι οι τελευταίες στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου κατά το χωρισμό της ψυχής από το σώμα, όταν ως νέος μοναχός διακονούσε γέροντα μοναχό απερχόμενο για την άνω ζωή και βασιλεία.
Έτσι, ο πατήρ Νικόδημος εμπειρικώς γνώριζε την ανεκτίμητη αξία της τελευταίας στιγμή μιας ζωής και όχι απλώς διανοητικώς.
Αναντίρρητα, ο μανικός του ζήλος για τον Χριστό υπήρξε η κινητήριος δύναμη κάθε του πράξης, κάθε του λόγου, κάθε του σκέψης. Ζήλος μανικός για το Χριστό που έφτανε μέχρι τον πόθο του μαρτυρίου. Κι ο πόθος του μαρτυρίου του πραγματωνόταν στην υπομονή και την εγκαρτέρηση κατά τα τραγικά γεγονότα της οικογένειάς του, αλλά κυρίως μέσα στην μακαρία υπακοή προς τον αγαπημένο γέροντά του.
Η υπακοή του ήταν πράγματι νέκρωσις μελών και εκούσιος θάνατος, όπως την όριζε κι ο Άγιος της Κλίμακος κι όπως του ζήτησε κι ο Γέροντας Παΐσιος όταν διέκρινε στα βάθη της καρδιάς του το ζήλο των μαρτύρων.
Ο πατήρ Νικόδημος σφράγισε τη σταυρική του ζωή με το ανάλογο οσιακό του τέλος και συνεχίζει να περιβάλει με αγάπη όλους εμάς προσφέροντας για όλους ικετήριες προσευχές στον Ζώντα Άγιο Τριαδικό Θεό.
Περάσαν ήδη τέσσερα χρόνια απ’τη μέρα που ο π.Νικόδημος Γρηγοριάτης με το μαρτυρικό του τέλος επισφράγισε την οσιακή ζωή του και η ελπίδα του γέμισε μ’ αθανασία. Δαπάνησε oλόκληρη τη ζωή του στην αγία ταπείνωση που γεννούσε μέσα του δίψα ακόρεστη γι’ αγάπη.
Όταν ο θεράπων ιατρός έθεσε ενώπιον του το δίλημμα «μεταμόσχευση καρδιάς ή θάνατος» εκείνος επέλεξε αυτό που υπαγόρευε η μέχρι θανάτου αγαπώσα καρδιά του.
«Θέλω να ζήσω. Βάλτε μου την τεχνητή καρδιά ή ό,τι άλλο τεχνικό μέσο διαθέτει η επιστήμη. Όμως ποτέ δεν πρόκειται να δεχθώ μια καρδιά που θα προέρχεται από έναν "εγκεφαλικά νεκρό", ο οποίος για μένα δεν είναι νεκρός αλλά ζων και βαρύτατα πάσχων ασθενής ».
Όσοι ζήσαμε από κοντά τον π. Νικόδημο ξέραμε πως ήταν έτοιμος από καιρό για αυτή τη μαρτυρία Αγάπης που καρποφόρησε και το μαρτύριό του. Είναι πολλά τα θαυμαστά που συνδέονται με την οσιακή ζωή του.
Μέχρι να’ρθει η ώρα όλα αυτά να φανερωθούν προς δόξαν Θεού και ωφέλεια των συνανθρώπων μας, θα σταχυολογήσουμε απλώς τις πρώτες συγγραφικέςαντιδράσεις μετά το μαρτυρικό του τέλος. Ευχή μας είναι ο Παντεπόπτης Θεός, σύντομα να φανερώσει την κεκρυμμένη από τον κόσμο σταυροαναστάσιμη μοναχική του ζωή.
Θα κλείσουμε αυτό το σύντομο σημείωμα αντιπροσφέροντάς του τον χαιρετισμό με τον οποίο
εκείνος μας στήριζε και μας εμψύχωνε πάντα.
Να χαίρεστε πάτερ Νικόδημε! Να χαίρεστε πάτερ Νικόδημε και τώρα και πάντα!
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ
ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΕΙΣ
ΜΟΝΑΧΟΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΝ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΝ
(24-1/6-2-2009)
Στό πάνσεπτο αὐτό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς μας, τό ἔτος 1975 ὁ π. Νικόδημος ἔλαβε τό Μέγα καί Ἀγγελικό Σχῆμα καί ἔδωσε τίς ὑποσχέσεις τοῦ Μεγαλοσχήμου Μοναχοῦ.
Σήμερα, κεκοιμημένος, στήν ἴδια θέσι, μπορεῖ νά κάνη τόν ἀπολογισμό τῆς μοναχικῆς του ζωῆς. Ὁ ἴδιος, βαθύτατα ταπεινός, ποτέ δέν θά ἐπαναλάμβανε γιά τόν ἑαυτό του τούς λόγους τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἠγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα, λοιπόν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὅν ἀποδώσει μοι Κύριος ἐν ἐκείνη τῆ ἡμέρα, ὁ δίκαιος κριτής» (Β΄ Τιμ. δ΄ 7-8).
Ἐμεῖς ὅμως πού τόν ζήσαμε, μποροῦμε νά βεβαιώσουμε ὅτι εἶναι ἄξιος νά εἰπῆ αὐτά τά λόγια στόν Κύριό του. Ὁ ἀγώνας ἐτελείωσε. Τό μαρτύριον τῆς συνειδήσεως, καί αὐτό ἐτελείωσε. Νομίμως ἤθλησε, καί τώρα στεφανοῦται.
Γι’ αὐτό σήμερα συγκιρνοῦμε τήν λύπη μέ τήν χαρά. Λύπη γιά τόν σωματικό χωρισμό, καί χαρά γιά τήν νίκη τοῦ πολυάθλου ἀδελφοῦ.
Ἐτήρησε τίς εὐαγγελικές ἀρετές τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ὑπομονῆς, τῆς πίστεως, ὅπως ἐπίσης καί τίς μοναχικές ἀρετές καί ὑποσχέσεις τοῦ Ἀγγελικοῦ Σχήματος τῆς ὑπακοῆς, τῆς ἀκτημοσύνης, τῆς παρθενίας, τῆς κεκρυμμένης ἀπό τόν κόσμο ζωῆς.
Ἐπίστευε ὁ μακαριστός ἀδελφός καί ἤλπιζε στόν λόγο τοῦ Μεγάλου Ἀποστόλου: «ἡ ζωή ὑμῶν έκρυπται σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῶ Θεῷ, ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, ἡ ζωή ὑμῶν τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξη» (Κολ. γ΄ 3-4).
Μακαριστέ ἀδελφέ καί τέκνον ἐν Κυρίω, Νικόδημε, κατά τό διάστημα τῆς σταυροαναστασίμου μοναχικῆς σου ζωῆς εἶχες πάντα τήν πτωχή μου πατρική ἀγάπη. Καί σύ ἤσουν γιά μένα καί γιά ὅλη τήν Ἀδελφότητα παράδειγμα ταπεινοῦ Μοναχοῦ πού φλέγεται ἀπό ἀγάπη γιά τόν Χριστό, τήν Ἐκκλησία καί τούς ἀνθρώπους.
Ζοῦσες τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, καί μάλιστα στίς δύσκολες στιγμές τραγικῶν γεγονότων στήν ζωή τῶν συγγενῶν σου. Νοιώθοντας τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀνταπέδιδες τήν δική σου ἀφοσίωσι, λατρεία καί ἀγάπη στόν Κύριο.
Τώρα, λυθέντων Τῶν δεσμῶν τοῦ σώματος, μπορεῖ ἡ μακαρία ψυχή σου νά χαίρεται πληρέστερα τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός, τήν Χάρι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εὔχου καί γιά μᾶς, νά τελειώσουμε τόν ἀγῶνα καί νά εὐαρεστήσουμε τόν Κύριο. Ὄντως, «μακαρία ἡ ὁδός, ᾖ πορεύῃ σήμερον, ὅτι ἡτοιμάσθη σοι τόπος ἀναπαύσεως».
Εἰς τήν κοίμησιν τοῦ ὁσιωτάτου Ἀδελφοῦ ἡμῶν
καί πολυαγαπητοῦ μας μακαριστοῦ μοναχού Νικοδήμου Γρηγοριάτου
(+23 Ἰανουαρίου 2009)
Σέ γνώρισα, φιλάγιε,
φιλόχριστε, Ἀδελφέ μου,
ὅταν κι ἐγώ ὡς
Δόκιμος, ἦλθον, ἀγαπητέ μου
εἰς Γρηγορίου τήν
Μονήν, ἐν Ἄθωνος τῶ Ὄρει
τοῦ πλοίου μου τοῦ τῆς
ψυχῆς νά ἑτοιμάσω πλώρη
νά ταξιδεύσω, ὡς ἐσύ ἤδη
καλῶς ἀνῆλθες,
εἰς οὐρανῶν ἀκύμαντον
λιμένα καί ἀπῆλθες
τῶν ἐγκοσμίων καί
τερπνῶν, ἅτινα θεοφρόνως
ἐμίσησας πανόλβιε ἠγάπησας
προφρόνως
τόν Ἰησοῦν, τήν ἀρετήν,
ταπείνωσιν ἐμπόνως.
Πολύ μ’ ἐντυπωσίαζε
τό ἅγιον μετωπόν σου
τά καθαρά σου ὄμματα,
ὁ ζῆλος ο θεϊκός σου,
ἡ ἄπειρος ἀγάπη σου εἰς
ἅγιον Γέροντά σου
ὑπακοή ἀδιάκριτος σ’
αυτόν μέ τήν καρδιά σου.
Ὅπου κι ἄν διηκόνησας,
ἐπέδειξας ἀγάπην,
ὑπομονήν καί
φρόνησιν, ξένος ἀπό τά πάθη.
Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου
μας, ἐσκήνωσεν ἐντός σου
καί ἀπό νεότητος ἐσύ
εἶχες εἰς τό πλευρόν σου
γηθόμενον τόν ἄγγελον,
φύλακα καί προστάτην
ὅστις σέ περιφύλαξε ἀπό
ποικίλα πάθη.
Δι’ ἀσθενείας ἔφοδον,
θελήματι τῶ θείῳ
σκληρῶς ἐν χρόνοις ἱκανοῖς
ἐπλήγης καί ὁσίως
ὑπέμεινας, θεόσοφε,
καρτερικῶς καί ὤφθης
μαρτύρων ἰσοστάσιος
καθ’ ὅ Θεῶ ἐτρώθης
τῶν οὐρανίων καλλονῶν
λαβεῖν τάς ἀντιδόσεις,
καί ἐραστῆ σου Ἰησοῦ,
ψυχήν νά παραδώσης.
Ἐπέδειξες,
παμφίλτατε, ζῆλον Χριστοῦ καί πόθον
καί διά δακρύων ὀχετοῖς
ἀνῆλθες εἰς τόν Λόφον
τοῦ Γολγοθᾶ, διά Ἰησοῦν
ἰδεῖν Ἐσταυρωμένον
διά νά τόν κλαύσης
στοργικῶς νά χαίρεσαι ἀσμένως.
Ἐτίμησας, σύν Χάριτι,
μοναστικόν σου βίον
ὅτι Χριστόν ἠγάπησας ὑπέρ
τόν κόσμον πλεῖον.
Καί πλήθη νέων μοναχῶν
καί λαϊκῶν ἐνθέως
κατηύφρανας τοῖς
λόγοις σου, τούς ἔθρεψας εὐκαίρως
καί τούτους
καθωδήγησας εἰς τάς ὁδούς Κυρίου
καί δι’ ἁγίων σου εὐχῶν
τοῦ Πνεύματος Ἁγίου,
ἐστήριξας τούς ἐνδεεῖς, τούς ὀρφανούς,τούς
νέους
θερμῶς ὑπεραγάπησας, ἐδίδαξας
τους γέρους
λαβεῖν ἁγίων ἀρετάς
καί τέλους ἀνωδύνου
ἀξιωθῆναι ἅπαντες κι ἀπαλλαγήν
τοῦ θρήνου.
Δοχεῖον πλῆρες ἀρετῶν
ὤφθης Θεῶ τρισμάκαρ
κι ἐφώτισας τοῖς
λόγοις σου τόν κόσμον, θεομάκαρ.
Οὐδέποτε παρώξυνας, ἐπλήγωσας
τό Πνεῦμα
ἐκράτησας ταπείνωσιν
καί ἤχθης εἰς τό τέρμα
λαμπροφανής, ἀγνότατος
ὑπό Χριστοῦ ἐκλήθης
εἰς οὐρανῶν σκηνώματα
περιφανῶς ἀνήχθης.
Δι’ ἅπαντα τόν βίον
σου ἡμεῖς σ’ εὐχαριστοῦμεν
καθ’ ὅτι μᾶς ὑπέδειξας
ὁδόν ν’ ἀκολουθοῦμεν,
τῆς μετανοίας, τῆς εὐχῆς,
ὑπομονῆς, ἀγάπης,
δι’ ὧν προσήλθες τῶ
Χριστῶ καί ὅλως ἐδοξάσθης.
Ἡμεῖς περιλειπόμενοι
σύν Γέροντι ἁγίῳ
ἐλπίζομεν ταῖς σαῖς εὐχαῖς
νά τύχωμεν ἐν βίω
ἐλέους τοῦ Παντάνακτος, θερμῶς ν’ ἀγωνισθῶμεν
καί μετά σοῦ διηνεκῶς ποτέ νά εὑρεθῶμεν.
Χαῖρε,οὖν, πάντων
καύχημα καί ἀρετῶν ταμεῖον
τῆς εὐσεβείας ἐραστά, ὑπομονῆς δοχεῖον
καί μοναζόντων τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου
ἐξαίσιον ὑπόδειγμα καί ἐναρέτου βίου.
Μοναχού Δαμασκηνού
«΄Ένα λουλούδι στον Τάφο του αδελφού π. Νικοδήμου»
Στις 23-1-2009 (Π.Ημ.) εκοιμήθη ο πολυαγαπητός μας αδελφός π. Νικόδημος στο Ωνάσειο νοσοκομείο και στις 24-1-2009 έγινε η κηδεία του στην Ιερά Μονή της Μετανοίας του.
Τα συναισθήματα μεικτά. Λύπη βαθειά για την κοίμηση και τον αποχωρισμό νέου αδελφού και χαρά διότι η ψυχή μας αισθάνεται ότι πήγε κοντά στον Χριστό μας.
Ποτέ δεν θα Ξεχάσουμε την μεγάλη του αγάπη για όλους μας, την ανεξικακία του, την εγκράτειά του, την μεγάλη υπομονή στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής του και κυρίως το Οσιακό τέλος του με δοξολογία στον Θεό, χωρίς ίχνος δυσαρέσκειας ή ερωτιματικών, αλλά με μεγάλη Πίστι έλεγε πάντοτε να γίνεται το θέλημα του Θεού.
Από παιδί 18 ετών μόλις τελείωσε το λύκειο, μέχρι 54 ετών που εκοιμήθη, 35 ολόκληρα χρόνια τέλειος υποτακτικός σε όλα, καλλιέργησε όλες ανεξαιρέτως τις αρετές στο μέγιστο βαθμό, γι’ αυτό και ηξιώθη μεγάλων ευλογιών και ανωτέρων πνευματικών καταστάσεων και εμπειριών.
Επειδή γνωρίζω ότι η ταπεινή ψυχή του δεν θέλει επαίνους, γι’αυτό τα περιγράφω γενικά και οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι καταλαβαίνουν περισσότερα.
Άλλοι πιο ειδήμονες στα πνευματικά θέματα ελπίζω να γράψουν λεπτομερώς για την οσιακή βιωτή του. Ποτέ δεν διανοήθηκε να κάνει κάτι χωρίς ευλογία ή κάποια παραχώρηση στην τέλεια κι άνευ όρων υπακοή του στον Γέροντα.
Παρηγορούσε όλους η ευαίσθητη καρδιά του, από τον Γέροντα και τους πατέρες μέχρι τον κάθε επισκέπτη και πτωχό. Με πόθο μεγάλο διάβαζε και λάτρευε τον άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο και τον όσιο Ισαάκ.
Ο αδελφός του Παρασκευάς σκοτώθηκε νέος σε τροχαίο δυστύχημα, ο πατέρας του Χρήστος πέθανε από την λύπη του με καρκίνο στον πνεύμονα. Απέμεινε μόνη η μητέρα του Χρυσούλα με προβλήματα αναπνευστικά και με κλονισμένη υγεία.
Με ευλογία του σεβαστού Γέροντός μας ο π. Νικόδημος επί πολλά έτη με υπομονή και προθυμία διηκόνησε στον Πειραιά την απλουστάτη και εναρέτη κ. Χρυσούλα μέχρι το ευλογημένο τέλος της.
Η εύαισθητη καρδιά του που είχε από χρόνια προβλήματα σταμάτησε να κτυπά στις 23-1-2000 (Π. Ημ.) στο Ωνάσειο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν συχνά κι όπου όλοι τον αγαπούσαν πολύ. Καλή αντάμωση π. Νικόδημε!
Ο υποτακτικός σου στην Τραπεζαρία της Ιεράς Μονής μας: Μοναχός Ισαάκ Γρηγοριάτης
__________________
© Επιμελήθηκαν οι αδελφοί στην σύνταξη των Αναβάσεων, Κωνσταντίνος και Δημήτριος τους οποίους και ευχαριστούμε για την αγάπη τους και το φωτογραφικό, οπτικό και ηχητικό υλικό, το οποίο όταν υπάρξει ευλογία από την Ιερά Μονή Γρηγορίου θα το δημοσιεύσουμε προς χαράν και ψυχική ωφέλεια των ανθρώπων που τον γνώρισαν.
Διαβάστε επίσης από το διαδίκτυο για τον Μοναχό Νικόδημο Γρηγοριάτη. (1955-2009)
'Ένας άγγελος έφυγε από ανάμεσά μας' Με αυτή την φράση, την οποία πολλές φορές επανέλαβε ο σεβαστός Γέροντας μας π. Γεώργιος, εξέφρασε αυτό που ένοιωθε όλη η αδελφότητά μας αλλά και όλοι όσοι έζησαν τον π. Νικόδημο στο σύντομο χρονικό διάστημα που η αγάπη του Θεού τον άφησε κοντά μας.
Και όντως! Ο π. Νικόδημος ήταν μία αγγελική ύπαρξη, ολοκληρωτικά αφιερωμένη στον Θεό εξ απαλών ονύχων. Όπως οι άγιοι Αγγελοι έχουν ως κύριο έργο τους την ακατάπαυστο δοξολογία του Θεού, έτσι και ο π. Νικόδημος. Λάτρευε από μικράς ηλικίας τον Αγιο Θεό με όλη την ψυχή του και την καρδία του και Τον δόξαζε με έργα και λόγους.
Όπως οι άγιοι Αγγελοι αγαπούν και λατρεύουν με όλη την ύπαρξή τους τον Πανάγιο Τριαδικό Θεό, εξου «πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον» για όλη την κτίσι, γι` αυτό και υπακούουν αδιακρίτως στο θέλημά Του, και το όνομα του Θεού αποτελεί γι' αυτούς υπόθεση απεράντου χαράς και ευφροσύνης, έτσι και ο π. Νικόδημος.
Λάτρευε με όλο του το είναι τον Θεό, το όνομά Του είχε συνεχώς στο στόμα και την καρδιά του και μέχρι τελευταίας του αναπνοής ένα μόνο ζητούσε, πως θα εκτελεί το θέλημα του Θεού εν πάση πληρότητι και τελειότητα.
Και επειδή γνώριζε εκ πείρας ότι εκφραστής του θείου θελήματος για τον υποτακτικό είναι ο Γέροντάς του και ότι κάθε ευλογία του Θεού έρχεται στον υποτακτικό μέσω του Γέροντός του, υπεραγαπούσε τον Γέροντα. Το όνομα του Γέροντος ήταν πάντοτε στην καρδιά και τα χείλη του π. Νικοδήμου και το θέλημα του Γέροντος απαρέγκλιτος κανών για την ζωή του.
Έλεγε χαρακτηριστικά: «Χριστέ μου, θέλω να σε απολαύσω. Όμως δεν θέλω να σε απολαύσω άμεσα, επειδή δεν είμαι άξιος γι' αυτό, αλλά μέσω του Γέροντός μου. Βλέποντας τον Γέροντα, θέλω να βλέπω Εσένα. Ακούοντας την φωνή του Γέροντος, θέλω να ακούω την δική Σου φωνή.
Το θέλημα του Γέροντος να είναι για μένα το θέλημά Σου». Είχε απόλυτη εφαρμογή για τον π. Νικόδημο αυτό που αναφέρει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στον λόγο του «περί υπακοής», όπου περιγράφει την θαυμαστή ζωή των μοναχών ενός κοινοβίου: «Εσωτερικά, στα βάθη της ψυχής τους ανέπνεαν σαν άκακα νήπια τον Θεόν και τον Γέροντα».
Η υπακοή του π. Νικοδήμου στο θέλημα του Θεού ήταν μαρτυρική. Όλη η ζωή του ήταν ένα ατελείωτο μαρτύριο, το οποίο όμως υπέμεινε αγόγγυστα, με χαρά και αισιοδοξία αξιοθαύμαστη, δοξάζοντας τον Θεό. Γι' αυτό και πήρε πολλή Χάρι από τον Θεό.
Η σχέσις του π. Νικόδημου με τον Χριστό και την αγία Του Εκκλησία δεν ήταν συμφεροντολογική. Δεν διάλεξε τον Χριστό, για να πέραση καλά στην παρούσα ζωή. Αγάπησε την σταυρό του Χριστού, γι αυτό και αξιώθηκε και της αναστάσεώς Του.
Αποδέχθηκε ολοκαρδίως τον λόγο του Χριστού: «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Ματθ. ιστ' 24). Γι' αυτό και έλαβε την παρά του Θεού ενίσχυση στα μακρά και επίπονα αγωνίσματα της υπομονής: «Εν τω κοσμώ θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιωάν. ιστ' 33).
Όπως οι άγιοι Αγγελοι έχουν ανεπιφύλακτη πίστη και εμπιστοσύνη στον Θεό, έτσι και ο π. Νικόδημος. Η αδιάκριτος υπακοή του στο θέλημα του Θεού, όπως του το εξέφραζε ο Γέροντάς του, που για τον π. Νικόδημο ήταν ένα συνεχές πέρασμα μέσα από τον πόνο και το μαρτύριο, αυτό απέδειξε. Την αμετακίνητη εμπιστοσύνη του και πίστη του στον Θεό και στον Γέροντά του, στο πρόσωπο του οποίου, όπως προείπαμε, έβλεπε τον ίδιο τον Χριστό.
Όπως γνώρισμα των αγίων Αγγέλων είναι η τελεία καθαρότης, η παρθενία και η αγιότης, έτσι και ο π. Νικόδημος, αν και αναγκάσθηκε να ζήση μεγάλο μέρος της ζωής του εν μέσω του κόσμου, διατήρησε το σώμα και την ψυχή του καθαρά και παρθένα έως και ψιλού λογισμού, κατά τον λόγο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «ακριβής παρθενία η προς πάσαν κακίαν ασυνδύαστος γνώμη» (Εις τον Ευαγγελιστήν Ιωάννη ν, 3).
Γι` αυτό και εξομολογείτο συνεχώς, ακόμη και τον παραμικρό λογισμό που πήγαινε να τον χωρίσει από τον Θεό, τον Γέροντα ή τους αδελφούς του. Η συνείδησίς του ήταν λεπτότατη. Αμέσως συνελάμβανε κάθε τι το αντίθεο, το οποίο αμέσως εξομολογείτο.
Όπως οι άγιοι Αγγελοι είναι «λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Εβρ. α' 14), έτσι και ο π. Νικόδημος κατεφλέγετο από ανείκαστο πόθο να ευεργετή τους άλλους και να κερδίζη ψυχές προς σωτηρίαν.
Έλεγε: «Χριστέ μου, θέλω με ότι συμβαίνει στην ζωή μου να δοξάζεται το Πανάγιό σου Όνομα, να ωφελούνται οι αδελφοί μου και εγώ να σώζωμαι». Για τον π. Νικόδημο ο εαυτός του ήταν πάντοτε σε δεύτερη μοίρα.
Πρώτα έπρεπε να αναπαυθούν οι άλλοι. Αναφέρουμε στο σημείο αυτό την μεγάλη αγάπη με την οποία διακόνησε τους αδελφούς του, μοναχούς και λαϊκούς, όσο καιρό ήταν στο μοναστήρι, τακτοποιώντας με υπερβολική σχολαστικότητα τα του διακονήματός του, στο οποίο παρέμενε ατελείωτες ώρες, και υπηρετώντας όλους με αυτοθυσία, είτε ως παραηγουμενιάρης είτε ως αρχοντάρης είτε ως γηροκόμος είτε ως διακονητής οποιουδήποτε άλλου διακονήματος.
Τίποτε δεν κρατούσε για τον εαυτό του. Χαρά του ήταν να χαίρωνται και να ωφελούνται οι άλλοι. Από τα χέρια του πέρασαν πολλά υλικά αντικείμενα και χρήματα, γιατί οι άνθρωποι τον αγαπούσαν και του τα εμπιστεύονταν.
Όμως όλα τα χρησιμοποιούσε για να δίνη χαρά στους άλλους. «Για να χαρούν», όπως πολύ χαρακτηριστικά έλεγε: «Έδωσα στον τάδε το τάδε αντικείμενο για να χαρή» ή «του έψαλα το τάδε τροπάριο για να χαρή».
Όμως εκεί που δαπάνησε απλόχερα τον εαυτό του ήταν στο να παρηγορή ατελείωτες ώρες τους απελπισμένους, να χαροποιοί τους λυπημένους, να γλυτώνει από τα νύχια του νοητού δράκοντος τους πλανεμένους, να οδηγεί στην πνευματική ζωή τους απομακρυσμένους από τον Χριστό και την σωτηρία, να ειρηνεύει τους ταραγμένους και να προσπαθεί να λυτρώνει από την σύγχυση των λογισμών και των παθών τους συγχυσμένους ανθρώπους της εποχής μας.
Η μεγάλη κοσμοσυρροή κατά την νεκρώσιμη ακολουθία, που τελέσθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τον Πειραιά, καθώς και οι αυθόρμητες εκδηλώσεις ακόμη και αγνώστων ανθρώπων που έτυχε να γευθούν τα γλυκύτατα και παρηγορητικά του λόγια, αποτελούν έκφραση της μεγάλης αγάπης που ο λαός του Θεού, και μάλιστα της ιδιαιτέρας του πατρίδος, έτρεφε προς τον π. Νικόδημο, χάριν της ιδικής του αγάπης και ουσιαστικής προσφοράς του προς αυτόν.
Τί να πούμε για την θεομίμητη ταπείνωση του; Ήταν από τους αρχαιότερους μονάχους της Μονής μας. Ήταν καθαρότατος ψυχή και σώματι και υπεράξιος για την ιεροσύνη. Ο πόθος του για τον Θεό ανείκαστος και για την αγία ιεροσύνη ανείπωτος. Γι` αυτό εξ αλλού τελείωσε και την Ριζάρειο εκκλησιαστική σχολή.
Όμως όταν ο Γέροντας του ανακοίνωσε ότι δεν θα τον προωθήση στην ιεροσύνη, αποδέχθηκε αναντίρρητα την απόφασή του αυτή. Ήρχοντο νεώτεροί του στην Μονή και εγίνοντο ιερείς. Και ο π. Νικόδημος ούτε ζήλευε, ούτε φθονούσε γι' αυτό.
Απεναντίας εχαίρετο με τους νέους ιερείς και εξέφραζε τον πόθο του προς την αγία ιεροσύνη με την βαθειά τιμή και τον σεβασμό που απέδιδε σε αυτούς. Μας έλεγε τελευταία ο σεβαστός Γέροντάς μας: «Αναρωτιόμουν πώς ο π. Νικόδημος διατηρούσε αδιάλειπτα την μνήμη του Θεού μέσα του». Και βρήκα την απάντηση: «Διότι είχε πάντοτε βαθειά ταπείνωση».
Οι άγιοι Αγγελοι ως ασώματοι δεν έχουν ανάγκη πραγμάτων και υπαρχόντων, αλλά και ο π. Νικόδημος δεν θησαύρισε ποτέ θησαυρούς επί της γης, «οπού σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι» (Ματθ. στ' 19), αλλά «εν ουρανώ», διαμοιράζοντας, όπως προείπαμε, όλα όσα περνούσαν από τα χέρια του στους άλλους.
Ο π. Νικόδημος -κατά κόσμον Ιωάννης Κάντζας-γεννήθηκε στον Πειραιά από απλούς, ευλαβείς και ενάρετους γονείς, τον Χρήστο και την Χρυσούλα, το 1955. Είχε ακόμη ένα αδελφό, νεώτερο, τον Παρασκευά, ο οποίος κρίμασιν οις οιδε Κύριος εφονεύθη σε τροχαίο δυστύχημα παραμονές του γάμου του σε ηλικία μόλις 25 ετών.
Ο π, Νικόδημος από πολύ μικρή ηλικία πόθησε την αγγελική ζωή των μοναχών. Ήταν εκ κοιλίας μητρός αφορισμένος για να αφιερωθεί στην λατρεία του Θεού. Γνώρισε τον σεβαστό Γέροντά μας στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Αρμα Χαλκίδος το 1972, όταν ο Γέροντας ήταν ηγούμενος σ' αυτήν. Από νεαρής ηλικίας διεκρίνετο για την ευλάβειά του, τον Θείο του έρωτα, την αγνότητά του, την σοβαρότητά του, την πίστη του στον Θεό, την δοξολογική του στάση απέναντί Του, την ταπείνωσή του, την υπομονή του στις θλίψεις, την ανυπόκριτη αγάπη του προς όλους.
Ευρισκόμενος ήδη στην επιθανάτιο κλίνη εκμυστηρεύθηκε σε κάποιο αδελφό: «Από μικρό παιδί πολύ αγάπησα τον Θεό. Ζήλευα τους αγίους Μάρτυρας και τους παρακαλούσα: "Αγιοι Μάρτυρες, σας παρακαλώ, δώστε μου μία σταγονίτσα από την αγάπη σας προς τον Χριστό"». Και συνέχισε: «Αδελφέ μου, ειλικρινά σου λέω. Αυτό που τότε ζητούσα, τώρα το γεύομαι».
Και μετά από λίγο πρόσθεσε: «Δεν μπορούσα να καταλάβω τον λόγο του Αποστόλου "ζω δε ουκέτι εγώ, ζή δε εν εμοί Χριστός". Ειλικρινά σου λέγω, αδελφέ μου, τώρα τον ζω». Έλεγε τα λόγια αυτά λίγο πριν την κοίμησή του, ενώ έφερε στο σώμα του τα στίγματα των παθημάτων που υπέμεινε από αγάπη προς τον Χριστό και τον πλησίον.
Θα μπορούσαμε να διαβεβαιώσουμε ότι ὂ π. Νικόδημος ξεπλήρωσε με κάθε δυνατή τελειότητα την εντολή του Χριστού «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου... και τον πλησίον σου ως εαυτόν» (Μαρκ. ιβ' 30-31).
Δεν είναι λοιπόν παράδοξο που αξιώθηκε να λάβη μικρή γεύση από αυτά που οι Αγιοι έζησαν, εφ' όσον και ο π. Νικόδημος ακολούθησε το παράδειγμά των. Τον ενθυμείται ο Γέροντάς μας, όταν τον πρωτογνώρισε στον Αγιο Γεώργιο της Χαλκίδος, ως ένα ευλαβέστατο νέο, που στέκετε πλησίον κάποιου κίονος του ναού, όλον στραμμένο στον εαυτό του και προσευχόμενο μετά δακρύων και κατανύξεως, που προεδήλωνε έτσι πριν από την έναρξη των μοναχικών αγωνισμάτων του την μετέπειτα θαυμαστή βιωτή του.
Όταν συνέβη το θλιβερό γεγονός του τραγικού θανάτου του αδελφού του, ο π. Νικόδημος ήταν ήδη μοναχός στο Αγιον Όρος. Πληροφορήθηκε το λυπηρό άκουσμα με πολλή ηρεμία. Πόνεσε βαθύτατα μεν αλλά δεν άφησε τον εαυτό του να σκεφτεί, να ειπεί ή να πράξη κάτι ανάρμοστο.
Έφυγε εσπευσμένα από το Αγιον Όρος για να παρευρέθη στην κηδεία. Κατά την διάρκεια της νεκρώσιμου Ακολουθίας στέκετε πλησίον του νεκρού, σύννους, εκστατικός και μετά δακρύων. Όταν αργότερα ερωτήθηκε τί σκέπτετε την ώρα εκείνη, αυτός απήντησε: «Μελετούσα και θαύμαζα τα μεγαλεία του Θεού».
Ιδού τεκμήριο ψυχής θεοφιλούς, που ζη και αναπνέει μόνο για τον Θεό και την δόξα Του! Ευρισκόμενος προ του κεκοιμημένου φίλτατου αδελφού του δεν λυγίζετε από τα βλεπόμενα λυπηρά, αλλά κινείτο προς δοξολογία του Θεού για τα μη βλεπόμενα αγαθά της βασιλείας Του, στα οποία μετέβαινε ο αδελφός του.
Όμως ό απροσδόκητος θάνατος του αδελφού του βύθισε σε ανέκφραστο πένθος την οικογένειά του. Ο πατέρας του, μη υποφέροντας το τραγικό γεγονός, πολύ σύντομα εγκατέλειψε την παρούσα ζωή προσβεβλημένος από βαρεία και ανίατο νόσο.
Όταν η συνοδεία του Γέροντος μεταφυτεύθηκε από τον Αγιο Γεώργιο Αρμα Χαλκίδος στο Αγιον Όρος, το καλοκαίρι του 1974, ως ένας εξ αυτών και ο π. Νικόδημος ευρέθη στο Αγιον Όρος. Πιστός τηρητής των επιταγών των Αγίων Πατέρων σκέφθηκε ότι δεν θα μπορούσε να ξαναβγεί από το Αγιον Όρος.
Γι' αυτό και δεν κατανοούσε πώς θα ήταν δυνατόν να βοηθή τους άλλους, με έργα και λόγους, πόθος που όπως προείπαμε κατέφλεγε από μικρας ηλικίας την ψυχή του. Όμως ο Αγιος Θεός δεν άφησε ανεκπλήρωτη ούτε την επιθυμία του αυτή.
Μετά την κοίμηση του αδελφού του και του πατέρα του έμεινε μόνη και απροστάτευτη ανθρωπίνως η μητέρα του, κ. Χρυσούλα, και μάλιστα με πολλά και σοβαρά προβλήματα υγείας, χωρίς κάποιον συγγενή που θα μπορούσε να την φροντίζει.
Ο σεβαστός Γέροντάς μας, που αγαπά όχι μόνον τα πνευματικά του τέκνα αλλά και τους γονείς των, που τα προσέφεραν στον Χριστό και την Παναγία, φροντίζοντας και για την κ. Χρυσούλα, απέστειλε τον π. Νικόδημο στην πατρίδα του, τον Πειραιά, για να της συμπαρασταθεί.
Βέβαια ο συμφυρμός του μονάχου με τον κόσμο, και μάλιστα για μακρό χρονικό διάστημα, είναι πράγμα πολύ επικίνδυνο.
Στην περίπτωση όμως του π. Νικοδήμου ο Γέροντάς μας δεν δίστασε να τον στείλει εν μέσω των θορύβων του κόσμου, εμπιστευόμενος βέβαια στην πανσθενουργό θεία Χάρι αλλά και στην υψηλή πνευματική κατάστασι του π. Νικόδημου, η οποία ήταν θεμελιωμένη στην ακράδαντη βάσι της πίστεως στον Θεό και της εμπιστοσύνης στον Γέροντα,
Και δεν αστόχησε στην απόφασή του αυτή. Συγχρόνως όμως και ο π. Νικόδημος έβλεπε πίσω από την απόφαση αυτή του Γέροντος το σχέδιο της αγάπης του Θεού αλλά και την θεία νεύσι στην θεοφιλή επιθυμία του να συμπαρίσταται στους χειμαζομένους αδελφούς του εκ του κόσμου, τους καταπονούμενους από τους ποικίλους πειρασμούς και τα βάσανα.
Επί μία δεκαετία -μέχρι την κοίμησή της- παρέμεινε ο π. Νικόδημος κοντά στην μητέρα του, υπηρετώντας την με αυτοθυσία και αυταπάρνηση και έχοντας συνείδηση ότι η υπακοή του αυτή είναι η λογική συνέχεια της υπακοής του στον Γέροντά του και την αδελφότητά του, συμφώνως προς τις μοναχικές του υποσχέσεις κατά την Ακολουθία της κουράς του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος. Διότι δεν εξήλθε αυτεξουσίως στον κόσμο αλλ' εξ υπακοής.
Και πράγματι, ο π. Νικόδημος έζησε με κάθε ακρίβεια, πληρότητα και τελειότητα την μοναχική ζωή εν μέσω Πειραιεί. Ξεπέρασε όλους εμάς, που κατά το διάστημα αυτό δεν απομακρυνθήκαμε καθόλου από την Μονή μας.
Έκανε πολύ καθαρότερη και ακριβέστερη υπακοή από εμάς, που ήμασταν συνεχώς κάτω από την σκέπη του Γέροντος. Ο π. Νικόδημος, συμφώνως και προς την μαρτυρία πολλών, λαϊκών και μοναχών, ανέπνεε, ζούσε και ενεργούσε κάθε τι έχοντας συνεχώς το όνομα και τις εντολές του Γέροντος στο στόμα και την καρδιά του.
Γι αυτό και ευλογήθηκε πολύ από τον Θεό. Διατήρησε καθαρότητα ψυχής πολύ ανώτερη από όλους εμάς, που δεν αντικρίσαμε κάτι από την ματαιότητα του κόσμου ευρισκόμενοι διαρκώς μέσα στο Περιβόλι της Παναγίας μας.
Και αξιώθηκε πολλών χαρισμάτων από τον Θεό, της υπομονής, της καρδιακής χαράς, της ατελευτήτου δοξολογίας του Θεού, του παρηγορητικού λόγου προς τους τεθλιμμένους, της αγάπης προς όλους, λόγω της καθαρότητάς του αυτής, κατά τον λόγο του Κυρίου: «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. ε' 8).
Αυτά είναι τα θαυμαστά έργα που επιτελεί η Χάρις του Θεού, όταν βρει ανθρώπους άξιους Εαυτού και δεκτικούς των θείων επιλάμψεων. Όσο καιρό παρέμεινε στον Πειραιά, δεν έπαυσε να ευεργετή τον λαό του Θεού με το παράδειγμά του, τα έργα του και τους λόγους του. Τα λόγια του ήταν πάντοτε θεοφιλή.
Ποτέ δεν αργολογούσε ούτε αστειευόταν. Μιλούσε ατελείωτες ώρες, είτε δια ζώσης είτε τηλεφωνικά, χωρίς όμως ποτέ να εκστομίζει πράγματα μάταια ή ψυχοβλαβή. Μοναδικός σκοπός του ήταν πάντοτε η ωφέλεια του πλησίον.
Αγαπούσε όλους ως γνησίους αδελφούς του. Μέχρι τα τελευταία του, αν και η δύσπνοια τον δυσκόλευε να ομιλεί ελεύθερα, δεν σταμάτησε να διδάσκει, να παρήγορη και να ενισχύει τους άλλους.
Δεν υστέρησε όμως καθόλου και στην έμπρακτη ελεημοσύνη αυτών που είχαν ανάγκη. Θα μπορούσαμε ανεπιφύλακτα να επαναλάβουμε και για τον π. Νικόδημο τον ψαλμικό λόγο: «σκόρπισε, έδωκε τοις πένησιν η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα του αιώνος» (Ψαλμ. ρια' 9). Πέρασαν από τα χέρια του πολλά πράγματα αξίας αλλά και χρήματα που του εμπιστεύονταν ευλαβείς Χριστιανοί. Την ίδια στιγμή όμως τα χάριζε απλόχερα σε όσους η αγαπώσα καρδία του έκρινε ότι τα είχαν ανάγκη.
Όταν μετά την κοίμηση της μητέρας του ευρέθη και πάλι για λίγο στο Μοναστήρι μας, συμπεριφερόταν σαν να μη είχε λείψει καθόλου από την Μονή, αποδεικνύοντας έτσι ότι ουδέποτε απομακρύνθηκε από Αυτήν νοερά και καρδιακά. Η μακρά ενασχόλησής του με τα προβλήματα της υγείας της μητέρας του δεν του επέτρεπε να ασχοληθεί με κάποια προβλήματα της δικής του υγείας, των οποίων η σοβαρότης από λάθος εκτίμηση των ιατρών δεν είχε γίνει αντιληπτή. Όταν όμως μετά την κοίμηση της μητέρας του θέλησε να ασχοληθεί πιο προσεκτικά με αυτά, διεγνώσθη βαρεία καρδιακή ανεπάρκεια τελικού σταδίου.
Ανθρωπίνως η μόνη δυνατή θεραπεία που υπήρχε ήταν η μεταμόσχευσης καρδίας. Όμως παρά τις επανειλημμένες προτάσεις των ιατρών μέχρι και την τελευταία ημέρα της ζωής του, δεν δέχθηκε να μεταμοσχευθεί. Αγαπούσε και εχαίρετο την ζωή. Με πολύ μεγάλη σχολαστικότητα τηρούσε τις οδηγίες των ιατρών, θεωρώντας την αμέλεια ως εφάμαρτη κατά τον αποστολικό λόγο: «ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν; ει τις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός» (Α' Κορ. γ' 16).
Έλεγε χαρακτηριστικά: «θέλω να ζήσω. Βάλτε μου την τεχνητή καρδιά ή ότι άλλο τεχνικό μέσο διαθέτει η επιστήμη. Όμως ποτέ δεν πρόκειται να δεχθώ μία καρδιά που θα προέρχεται από ένα "εγκεφαλικά νεκρό", ο οποίος για μένα δεν είναι νεκρός αλλά ζων και βαρύτατα πάσχων ασθενής». Την πεποίθησή του αυτή, την οποία πολλές φορές είχε υπερασπιστή στο παρελθόν, πριν ακόμη εμφανιστή το πρόβλημα της υγείας του, υπεστήριξε και τώρα με απόλυτη ειρήνη και σταθερότητα αλλά και με το παράδειγμά του.
Ο π. Νικόδημος αισθανόταν το «Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο» σαν «δεύτερο μοναστήρι του», όπως χαρακτηριστικά έλεγε. Αγαπούσε όλους τους εργαζομένους στο Ίδρυμα, ιατρούς, νοσηλευτικό και υπηρετικό προσωπικό, αλλά και πολύ ήγαπατο από αυτούς.
Βοηθήθηκε πολύ από όλους, και μάλιστα από τον κ. Γ. Α., που τον θεωρούσε κατ' εξοχήν ιατρό του, άριστο επιστήμονα, ανιδιοτελή, γεμάτο από αγάπη για όλους τους ασθενείς του και όλως ιδιαιτέρως για τον π. Νικόδημο.
Ο συγκεκριμένος ιατρός αγωνίσθηκε με όλες τις δυνάμεις του να παρατείνει την ζωή του π. Νικόδημου, ελπίζοντας και σε κάποιο νεώτερο επίτευγμα της επιστήμης, «προκειμένου να συνέχιση την υψηλή αποστολή του», όπως έλεγε, επειδή έβλεπε την μεγάλη βοήθεια που ελάμβαναν όσοι τον πλησίαζαν. Παρετάθη μάλιστα ή ζωή του π. Νικόδημου με την θεία βοήθεια και χάρις στις προσπάθειες των ιατρών πολύ περισσότερο από όσο προέβλεπαν τα κατά καιρούς δημοσιευόμενα στα επιστημονικά περιοδικά πορίσματα της επιστήμης.
Όμως και ο π. Νικόδημος παραμένοντας στο «Ωνάσειο» βοήθησε πολύ με την Χάρι του Θεού και τους ασθενείς και τους συνοδούς των και το νοσηλευτικό προσωπικό του. Η υπερβάλλουσα αγάπη του π. Νικόδημου για τον Θεό ξεχείλιζε ως ποταμός με γλυκύρροα νάματα και αγκάλιαζε κάθε εικόνα του Θεού που τον πλησίαζε.
Δεν υπήρχε ψυχή πονεμένη, λυπημένη, ταραγμένη, συγχυσμένη, που να έφυγε από κοντά του χωρίς να λαβή βάλσαμο, παρηγοριά και ανάπαυση. Ήταν πολύ συνηθισμένη στα χείλη του ή φράσις: «Να χαίρεσαι! Να χαίρεσαι!» που απηύθυνε προς όλους. Αναφέρουμε σαν παράδειγμα την περίπτωση μιας ευλαβούς νοσηλεύτριας, πού κάποια Μ. Παρασκευή ήταν υποχρεωμένη να μείνει στο Νοσοκομείο λόγω υπηρεσίας. Ήταν πολύ λυπημένη πού δεν θα μπορούσε να εκκλησιασθεί.
Ο π. Νικόδημος, νοσηλευόμενος τότε και αυτός, κατόρθωσε με τους θεοπρεπείς του λόγους να την ενίσχυση και να την χαροποίηση, τονίζοντας της την αλήθεια ότι ο Χριστός ήταν γι` αυτήν πολύ περισσότερο εκεί στο Νοσοκομείο, στα πρόσωπα των ασθενών που υπηρετούσε, από ότι ήταν στην Εκκλησία. Το έργο του αυτό δεν το σταμάτησε μέχρι το τέλος.
Ο ίδιος πέθαινε, εφ' όσον δεν εδέχετο την μεταμόσχευση, και ζωοποιούσε τους άλλους. Αν και εύρισκετο στην κλίνη της ασθενείας, δεν έπαυε να δίνη χαρά και ανακούφιση στους γύρω του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ή ουσιαστική συμπαράσταση του με ευλογίες των ευλαβών Χριστιανών και με οικονομίες του στον αγαπητό αδελφό Ιωάννη, ευλογημένο λαϊκό αδελφό, πού με αυτοθυσία του συμπαραστάθηκε σε όλες τις δύσκολες ώρες του μέχρι τέλους.
Η ασθένεια του π. Νικόδημου ήταν πολύ βασανιστική, λόγω της μεγάλης δύσπνοιας ακόμη και εν ηρεμία, που δεν του επέτρεπε ούτε και τον ύπνο. Παρά την ταλαιπωρία, τις αϋπνίες και την σαφή γνώσι ότι ο θάνατος πλησιάζει, βασίλευε μονίμως στην ψυχή του ή θεϊκή χαρά, της οποίας έκανε κοινωνούς όλους όσους τον προσέγγιζαν.
Τον τελευταίο καιρό τραγουδούσε πολύ συχνά με πολλή χάρι ένα τραγουδάκι, εκφραστικό των βιωμάτων του: «Όμορφη μικρή βαρκούλα, για που έβαλες πανί, έχει θάλασσα κι αγέρα, δεν φοβάσαι μοναχή; Μη με βλέπετε μικρούλα κι αραγμένη στο γιαλό, τ' όνομα μου είναι πίστης και τα κύματα' αψηφώ...».
"Ομιλώντας τηλεφωνικώς με ένα αδελφό στην Μονή, του έψαλε με την γλυκεία φωνή του τον Αναστάσιμο Κανόνα, πανηγυρικά και μεγαλόπρεπα: «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί...». "Έψαλε όλη την α' ωδή μαζί με τα τρία ακροτελεύτια «Χριστός Ανέστη» και το «Αναστάς ό Ιησούς από του τάφου».
Εάν ό αδελφός δεν τον διέκοπτε, θα συνέχιζε και τις υπόλοιπες ωδές του Κανόνος. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κίτρους κ. Αγαθόνικος ευρέθη στο «Ωνάσειο», για να συμπαρασταθεί στην εγχείρηση της ευλαβέστατης αδελφής του, τότε που και ό π. Νικόδημος νοσηλεύετε εκεί. Η συνάντησης του Σεβασμιωτάτου με τον π. Νικόδημο ήταν αφορμή μεγάλης χαράς για τον π. Νικόδημο αλλά και για τον άγιο Κίτρους.
Ερχόταν καθημερινώς για την αδελφή του, αλλά παρέμενε πολλή ώρα στον θάλαμο του π. Νικοδήμου ρουφώντας κυριολεκτικά τα λόγια του. Έβλεπε κανείς τότε ένα παράδοξο πράγμα: Ο Αρχιερεύς να ακούει σιωπηλός ομιλούντα ένα απλό μοναχό. Απόδειξης της αγιότητας του Σεβασμιότατου αλλά και της χαριτωμένης ψυχής του π. Νικόδημου. Αυτό βέβαια δεν είναι αφύσικο, εφ' όσον μόνον οι άγιοι καταλαβαίνουν τους αγίους.
Αργότερα έλεγε ό Αρχιερεύς προς τους παρευρισκομένους: «Το πρόσωπό του -του π. Νικοδήμου- είναι σαν του Χριστούλη», μαρτυρία που επιβεβαίωναν και πολλοί άλλοι. Τον π. Νικόδημο επισκέφθηκε στο «Ωνάσειο» και ό επίσκοπος της ιδιαιτέρας του πατρίδος, ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ.
Πολύ χάρηκε, ενισχύθηκε και παρηγορήθηκε από την επίσκεψι αυτή. Συγχρόνως βρήκε την ευκαιρία να έκφραση την ευγνωμοσύνη του στον Σεβασμιότατο για το πολυσχιδές ποιμαντικό έργο του στην Επαρχία του και να τον ενθαρρύνει στους πεπαρρησιασμένους υπέρ της Ορθοδοξίας και κατά του Οικουμενισμού αγώνας του.
Όμως πολύ σύντομα ο π. Νικόδημος καθηλώθηκε στην επιθανάτιο κλίνη με πολύ ισχυρούς πόνους και βαρεία δύσπνοια. Όμως η θεολόγος γλώσσα του δεν έπαυε να κελαηδή ύμνους και δοξολογίες στον Θεό. Έλεγε με φωνή σβησμένη και συνεχώς διακοπτόμενη από την δύσπνοια: «Με ερωτούν: "Γιατί π. Νικόδημε όλες οι συμφορές σε σένα; Θάνατος του αδελφού, του πατέρα, βαρεία ασθένεια της μητέρας, απομάκρυνσης από την αγαπημένη σου Μονή, βαρεία και ανίατη ασθένεια;" Και εγώ τους απαντώ: "Γιατί πολύ με αγαπά ό Χριστός. Και εγώ πολύ" Τον αγαπώ. Πολύ Τον αγαπώ"» και συνέχισε κλαίων με τα δάκρυα ίου θείου έρωτος.
Λίγο αργότερα πάλι έλεγε: «Μέσα από τον βυθό της πολυκύμαντης ζωής μου αισθάνομαι χαρά, ειρήνη, δοξολογία, ευχαριστία, ευγνωμοσύνη, τον Χριστό. Τώρα χαίρω εν τοις παθήμασί μου». Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια του π. Νικόδημου. Μετά από λίγο ή τρισευλογημένη και χαριτωμένη καρδιά του π. Νικόδημου έπαυσε να πάλλη. Ο θάλαμος του γέμισε από το προσωπικό του Νοσοκομείου.
Όλοι έτρεξαν για να διαδηλώσουν με τον τρόπο τους τον θαυμασμό και την εκτίμηση τους προς τον ταπεινό μοναχό π. Νικόδημο, τον άνθρωπο του Θεού που έθεσε ως στόχο της ζωής του όχι το ίδιον όφελος αλλά την δόξα του Θεού και την ανάπαυση του αδελφού, τον άνθρωπο που παρά τις μεγάλες δοκιμασίες του δεν έπαυσε ουδέ επί στιγμήν να δοξολογεί τον Θεό, τον άνθρωπο της ακράδαντου πίστεως και ελπίδος στον Θεό, που εστάλη από τον Θεό κατά τις πονηρές ήμερες μας για να μας δείξει με το παράδειγμα του την οδό του αγιασμού και της σωτηρίας.
Γι` αυτό δεν είναι παράδοξο ότι ομολογήθηκε από τους θεράποντες του ότι «δεν πέρασε άλλος άρρωστος από το Ώνάσειο σαν τον Νικόδημο». Και ο αγαπητός του ιατρός, κ. Γ. Α., μετά την Αγρυπνία-κηδεία που ετελέσθη στον Ι. Ναό της Υπαπαντής του Πειραιά εξέφρασε την θερμή επιθυμία να συγκεντρώνονται από καιρού εις καιρόν όσοι γνώρισαν τον π. Νικόδημο, για να τον θυμούνται και να ανανεώνουν μέσα τους όλα αυτά που έζησαν κοντά του.
Ο ίδιος σε άλλη στιγμή είχε πει: «Πολύ μου μιλά στην καρδιά αυτός ο άνθρωπος». Μετά την νυκτερινή ακολουθία στον Πειραιά το σκήνωμα του μετεφέρθη στην Ιερά Μονή μας, όπου επανελήφθη η νεκρώσιμος Ακολουθία.
Το σκήνωμα του π. Νικόδημου εναπετέθη στο κοιμητήριο της Μονής προσδοκώντας «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος» ή δε ψυχή του χαίρεται και αγάλλεται «εν χώρα ζώντων» και «εν σκηναίς δικαίων», ένθα καταλάμπει το φως του Χριστού, τον οποίο θερμώς εξ όλης ψυχής και καρδίας αγάπησε.
Αιωνία σου η μνήμη, αξιομακάριστε και αείμνηστε αδελφέ ημών π. Νικόδημε!
Ι. Δ. Γ.
(ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ)
διαδικτυακή πηγή alopsis.gr
π. Νικόδημος Γρηγοριάτης. Δημοσίευση από Νικήτας
Εϊχα την τύχη να γνωρίσω τον Αγιορείτη μοναχό π. Νικόδημο όταν έκανα τα πρώτα μου βήματα στην Εκκλησία. Θυμάμαι κάποτε στο Όρος όταν έβαζα σε όλους τους μοναχούς το ερώτημα "Είναι ο Χριστός μονογενής Υιός του Θεού"; ο π. Νικόδημος μου έκοψε το ερώτημα με το πάθος της Αγάπης του για το Χριστό ... κόντεψε να μου βάλει φωτιά με το λόγο του ... και έτσι σταμάτησα να αναρωτιέμαι.
Προχθές που ήμουν στη Παλαιόχωρα Χανίων έγραψα για αυτόν το παρακάτω πρόχειρο κειμενάκι σε ένα ταβερνάκι κοιτάζοντας το πέλαγος (όπως πάντα): -Φωτιά ερωτική στην καρδιά πληρότητα απόλυτη της Θείας Αγάπης.
Μόνον ο Χριστός, ο μόνος Αγαπημένος. Ατέρμονη χαρά της Ανάστασης. Φως μυστικό καταυγάζει όλη την ύπαρξη μέχρι το μεδούλι των οστών. Μόνο ο Χριστός η όντως Ζωή, ο Όν το Α και το Ω. Η προσευχή του Ιησού, μοναδική μέριμνα, βρασμός της ευχής στην καρδιά, αναπομπή Θείας ευωδίας, αγιασμός του χώρου και του χρόνου.
Αγάπη ακόρεστη, βαθιά. Έμπονη αγάπη για όλο τον κόσμο. Πάθος ευαγγελισμού καταναλίσκον. Πίστη ερωτικής πληρότητας, πίστη της προαίρεσης, της καρδιάς, του σώματος, της Χάριτος. Πίστη εκ των οστέων.
Φωτιά, φωτιά κράζουσα η μαρτυρία της απανταχού παρουσίας του Θεού. Κάμινος ερωτική για τον Χριστό. Καθαρός Ναός του Σωτήρος,. Συντριπτική δύναμη της μετάνοιας. Μετάνοια σχέση ζωντανή με τον σαρκωμένο Θεό της Αγάπης τον εσταυρωμένο.
Τρέλα ερωτική απροϋπόθετης υπομονής. Σφιχτή αγκαλιά με τον βαστάζοντα την οδύνη της ανθρωπινότητας. Μυστική χαρά στον πυθμένα της ταπείνωσης.
www.psyche.gr/forum/viewtopic.php?
Ο θάνατος ενός Μοναχού
Μοναχός Νικόδημος Γρηγοριάτης (1955-2009)
"και είδον ουρανόν καινόν και γην καινήν" Γεννήθηκε στον Πειραιά και όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος του (βλ. blogspot ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ και apandaorthdoxias.blogspot com/2009/12) ηράσθη το μοναχικό σχήμα από νεαρής ηλικίας.
Δεν τον γνώριζα. Τη σχετικά σύντομη αλλά μεγαλειώδη πορεία του στις τάξεις των Μοναχών την πληροφορήθηκα από τα ιστολόγια που αναφέρω και συνιστώ στον αναγνώστη να τα διαβάσουν.
Η αιτία που με παρακινεί να του αφιερώσω τον ατελή δικό μου λόγο, είναι διότι θέλω να κρατήσω τη μνήμη του και το Ορθόδοξο φρόνημά του, ζωντανό παράδειγμα μίμησης: Στην πίστη και στην αγιότητα. Στην εποχή μας σπανίζει η έμπρακτη φανέρωση του φρονήματος αυτού. Το υποκαθιστούν άλλα και το διαφθείρουν.
Βίος θλίψεων και οδύνης ήταν η ζωή του. Έχασε τον αδελφό του και σύντομα τον πατέρα του. Έμεινε μόνη η μητέρα του. Κι αυτή άρρωστη. Χρειάστηκε να αφήσει τον τόπο της μοναστικής άσκησης για να υπηρετήσει την μητέρα του.
Όταν εκείνη πέθανε, ήρθε μετά και η δική του δοκιμασία. Καρδιακή ανεπάρκεια βαρειάς μορφής. Νοσηλεύθηκε στο Ωνάσειο και του συστήθηκε η θεραπεία της μεταμόσχευσης. Δεν τη δέχθηκε. Επέμενε ότι οι εγκεφαλικά "νεκροί" είναι βαρύτατα πάσχοντες και προτίμησε να παραμείνει στη ζωή όσο ο Κύριος το επέτρεπε ακολουθώντας τη συμβατική αγωγή.
Όποιος δεν γνωρίζει τι σημαίνει καρδιακή ανεπάρκεια τελικού σταδίου, όποιος δεν έχει ζήσει τα περιστατικά αυτών των ασθενών, δεν θα μπορέσει να καταλάβει ποτέ τη δοκιμασία του Μοναχού Νικοδήμου.
Η επιστήμη του πρόσφερε την εναλλακτική λυσιτελή θεραπεία της μεταμόσχευσης. Εκείνος όμως την απέρριψε. Ω, ναι! Το γνωρίζω. Οι φιλάνθρωποι και φιλόϋλοι θα διαμαρτυρηθούν. Θα μπορούσε να είχε ζήσει και να υμνεί τον Κύριο για το θαύμα που συνετελέσθη.
Θα μπορούσε μετά να ελεεινολογεί τον εαυτό του, γιατί στάθηκε αυτός η αφορμή να πεθάνει ένας άλλος συνάνθρωπος, και με δάκρυα να εκζητεί αδιαλείπτως το έλεος του Θεού για το έγκλημα που διεπράχθη.
Αυτός έζησε, αλλά ένας άλλος πέθανε. Ήταν ήδη νεκρός, θα τον διαβεβαίωναν οι γιατροί. Το ίδιο μπορεί να του έλεγαν και κάποιοι συμμοναστές του ή μερικοί άλλοι, της ιεροσύνης υψλόβαθμοι και της θεολογίας οι εγκρατείς.
Δεν στάθηκαν όμως ικανά αυτά να μεταστρέψουν το Ορθόδοξο φρόνημα που είχε. Η άμβλυνση και η αλλοίωση που προσπαθούν να μας επιβάλουν οι σοφοί τεχνολόγοι της επιστήμης, μάλιστα εν ονόματι της αγάπης, φαίνεται ότι θα συναντά ακόμη ισχυρά εμπόδια στην ευλογημένη χώρα μας. Οι Μοναχοί δεν ζούν για το σήμερα.
Ζούν το αιωνίως και αφθάρτως ζειν. Αυτό είναι η πίστη μας, αυτό και το φρόνημά μας. Προ του θανάτου μας έχουμε ήδη πεθάνει και κάθε Κυριακή, κάθε μικρή ή μεγάλη γιορτή, βιώνουμε την Ανάσταση. Κρύβουμε πάντα ένα Μοναχό μέσα στην καρδιά μας.
Ο Μοναχός Νικόδημος Γρηγοριάτης είχε συναίσθηση και συνείδηση του γεγονότος της Αναστάσεως. "Μακάριος και άγιος ο έχων μέρος εν τη αναστάσει τη πρώτη. επί τούτων ο δεύτερος θάνατος ουκ έχει εξουσίαν".
Η μνήμη του ας είναι αιωνία και η ευχή του να μας συνοδεύει όλους.
Πρωτοσύγκελλος π. Δαμασκηνός (Πνευματικός της Ιεράς Μονής Τροοδιτίσσης Κύπρου)
Η παρούσα μελέτη1 αφιερούται εις τον μετά των αγίων αναπαυόμενον Αγιορείτην (†)μοναχόν Νικόδημον Γρηγοριάτην2 , με αφορμήν τριών χρόνων από την οσιακήν κοίμησίν του, ο οποίος αν και εις νέαν σχετικώς ηλικίαν υπήρξε μάρτυς με την ιδίαν του την ζωήν, εις την σταθεράν και αμετάκλητον απόφασίν του -παρά τις ασφυκτικές πιέσεις- να μην δεχθή μεταμόσχευσιν καρδίας, με αποτέλεσμα την εν Κυρίω κοίμησίν του εις τας 5 Φεβρουαρίου 2009.
Αξιώτερον πρόσωπον δι’ αφιέρωσιν της παρούσης μελέτης δεν θα ημπορούσεν να ευρεθή. Ο αξιομνημόνευτος και αξιομίμητος πατήρ Νικόδημος δεν υστερεί των άλλων αγίων μαρτύρων της Εκκλησίας μας.
Μάλιστα εις τούτο ξεχωρίζει ότι ενώ οι άγιοι μάρτυρες εθυσίαζον την ζωήν των ίνα μη αρνηθώσι τον γλυκύτατόν των Ιησούν, εις τον μακαριστόν πατέρα Νικόδημον δεν εζητήθη τοιούτον τι (έτσι τουλάχιστον φαίνεται εξωτερικώς).
Μάλιστα, ο αείμνηστος φιλοτίμως και με κόστος την ιδίαν του ζωήν ηρνήθη την μεταμόσχευσιν καρδίας λέγων χαρακτηριστικά: «Θέλω να ζήσω. Βάλτε μου την τεχνητήν καρδίαν ή ότι άλλο τεχνικόν μέσον διαθέτει η επιστήμη. Όμως ποτέ δεν πρόκειται να δεχθώ μίαν καρδίαν που θα προέρχεται από ένα "εγκεφαλικά νεκρόν", ο οποίος για μένα δεν είναι νεκρός αλλά ζων και βαρύτατα πάσχων ασθενής».
Η πράξις αυτή του μακαριστού πατρός Νικοδήμου ήτο και θα είναι η επιτυχεστέρα και ευγενεστέρα “μελέτη” εξ όσων υπήρξαν (γιατί την εσφράγισε με την ιδίαν του την ζωήν) δια την αναίρεσιν της κακοδοξίας των μεταμοσχεύσεων ανθρωπίνων οργάνων και του δαιμονοφυούς κλινικονομικού κατασκευάσματος όπερ λέγεται "εγκεφαλικός θάνατος".
Με αυτήν του την πράξιν εφήρμοσε κατά γράμμα και κατά πνεύμα το του Κυρίου «μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θή υπέρ των φίλων αυτού». Προετίμησε δηλαδή να αποθάνη αυτός (αντί της δι’ αρκετόν καιρόν παράτασης της ζωής του) παρά να συγκατατεθή εις την αφαίρεσιν της ζωής του πλησίον, ο οποίος ενδεχομένως να μην είχε και πάρα πολλά χρονικά περιθώρια ζωής.
Ιδού παράδειγμα εφηρμοσμένης ερμηνείας της ως άνω Δεσποτικής εντολής, δια τους ως μη όφειλε παραχαράσσοντας το νόημα της εντολής ταύτης, προς άστοχον θεμελίωσιν των μεταμοσχευτικών των αντιχριστιανικών θεωριών (βλ. εις την παρούσαν μελέτην, ΕΝΣΤΑΣΙΣ αρ. 12 και ΕΝΣΤΑΣΙΣ αρ. 43).
Ο Κύριος μας ετόνισεν ότι «ος εάν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών· ος δ’ αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών».
Και εσύ, αδελφέ Νικόδημε, και “εποίησας και εδίδαξας” και συνεχίζεις και μετά θάνατον να μας διδάσκης τρανότερον... Τοιούτος βλαστός ως ο μακαριστός πατήρ Νικόδημος ήτο φυσικόν να υπάρξη ενόσω είχε τοιούτον Πατέρα και Γέροντα με πνευματικόν ανάστημα, τον σεβαστόν μας π. Γεώργιον Καψάνην, υπέρμαχον του Ορθοδόξου Μοναχισμού και της Ορθοδόξου και αμωμήτου ημών πίστεως!
Αιωνία σου η μνήμη αξιομακάριστε και αείμνηστε αδελφέ ημών, πάτερ Νικόδημε.
Εύχου και πρέσβευε και υπέρ ημών των αμαρτωλών....
Μετ’ απείρου σεβασμού, Πρωτοσύγκελλος Δαμασκηνός.
Πηγή: Αναβάσεις
Η αυτοεκτίμηση που βλάπτει την ψυχή…
Προσέχετε τον εαυτό σας. Η πρόοδος στην πνευματική ζωή διακρίνεται με την ολοένα και περισσότερη συναίσθησι της μηδαμινότητός μας. Ενώ όσο αυξάνει η εκτίμησις του εαυτού μας σε κάτι, τόσο βαδίζουμε στην καταστροφή. Ο εχθρός θα το εκμεταλλευθή αυτό. Θα πλησιάση και θα επιχειρήση να πετάξη κανένα πετραδάκι στον δρόμο μας για να σκοντάψουμε. Μια ψυχή που δίνει στον εαυτό της αξία, μοιάζει με τον κόρακα του Αισώπου που ακούγοντας τις κολακείες της αλεπούς για την «ωραία» του φωνή, άνοιξε το στόμα και του έπεσε το τυρί…».
«Πόσο χρήσιμο θα ‘ταν να βρισκόταν κάποιος να σας κατηγορή. Να χαίρεσθε, αν ποτέ συμβή αυτό. Είναι πολύ επικίνδυνο να σας επαινούν όλοι και κανείς να μην σας λέει την αλήθεια. Είναι νομίζετε δύσκολο να πλανηθή ή να σκοντάψη κανείς; Απέχετε πολύ από το να θεωρήτε τον εαυτό σας άγιο και άξιο να συμβουλεύη τους άλλους;».
«Στο Κίεβο ασκήτευε κάποτε κάποιος με πολλή νηστεία και μόνωσι. Τον πολέμησε όμως ο εγωισμός και άλλα πάθη. Πήγε λοιπόν και εξωμολογήθηκε τους λογισμούς του στον μακαριστό στάρετς Παρθένιο. Εκείνος του έδωσε χρήματα και τον έστειλε στην αγορά λέγοντας: «Αγόρασε κρέας και φάγε το μπροστά στους άλλους». Ο ασκητής ακολούθησε την συμβουλή του στάρετς και όλοι οι πειρασμοί του φύγανε. Να πώς οι Πατέρες πολεμούσαν την υπερηφάνεια.
Συχνά να ελέγχετε και σεις τον εαυτό σας στο σημείο αυτό. Γιατί δεν είναι μικρή συμφορά… Λένε ότι η υπερηφάνεια είναι κλέφτης που βρίσκεται μέσα στο σπίτι. Έρχεται συχνά σε συνεννόησι με τους εξωτερικούς κλέφτες, τους ανοίγει πόρτες και παράθυρα, κι εκείνοι μπαίνουν και αρπάζουν κάθε θησαυρό».
«Αγωνισθήτε, ενώ συναναστρέφεσθε με άλλους και φροντίζετε για τις βιοτικές υποθέσεις, συγχρόνως να σκέπτεσθε τον Θεό και να έχετε την συναίσθησι ότι βρίσκεται κοντά σας και σας κατευθύνει σύμφωνα με το άγιό Του θέλημα. Έτσι δεν θα διασπάσθε στην εσωτερική σας εργασία. Η διάσπασις είναι η πρώτη επιτυχία του διαβόλου.
Η δεύτερη επιτυχία του είναι η προσκόλλησις της καρδιάς σε κάτι το γήινο και η αιχμαλωσία των αισθημάτων και των σκέψεων σ’ αυτό. Αυτή είναι χειρότερη επιτυχία του εχθρού.
Προσπαθήστε ν’ αποδεσμεύεσθε από κάθε αιχμαλωσία της καρδιάς και από κάθε διάσπασι της εσωτερικής σας εργασίας. Ο τρόπος είναι ένας: Να μην απομακρύνεται η προσοχή από τον Κύριο και την συναίσθησι της παρουσίας Του.
Οι υπερβολές δεν οδηγούν ποτέ σε καλό. Το πρώτο βήμα για την υπερηφάνεια είναι η κενοδοξία, η πεποίθησις δηλαδή ότι είμαι κάτι. Το δεύτερο είναι η οίησις, η συναίσθησις δηλαδή του ότι όχι απλώς είμαι κάτι, αλλά κάτι σπουδαίο ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Από την κενοδοξία και την οίησι γεννιέται πλήθος υπερήφανων λογισμών, βδελυκτών στον Θεό. Η αυτογνωσία και η βίωσι της μηδαμινότητός μας μπορεί εδώ να βοηθήση. Συχνά ας φέρνουμε στην μνήμη μας σφάλματα του παρελθόντος και ας κατακρίνουμε τον εαυτό μας γι΄ αυτά».
«Τιμιώτατε πρωτοπρεσβύτερε. Σας ευχαριστώ πολύ για την πολύτιμη διδασκαλία σας. Απλή και βαθειά, σύντομη και ολοκληρωμένη, μεστή και απέριττη. Ας ευλογήση ο Κύριος τους ποιμαντικούς σας κόπους σ’ όλο το πλάτος τους. Σας δόθηκε η χάρις όχι μόνο να διδάσκετε, αλλά και να πράττετε. Ας σας ενισχύη ο Κύριος να υπηρετήτε καρποφόρα τους αδελφούς χριστιανούς.
Εσείς βρίσκεσθε σε δράσι. Για μένα ήλθε ο καιρός να παραδώσω τα όπλα. Εσείς είσθε ο ποιμένας ο καλός, εγώ ο αρχιποιμένας ο άχρηστος. Για τις αμαρτίες μου αδυνάτισα σωματικά και ακόμη περισσότερο πνευματικά. Πίσω μου τίποτε καλό δεν φαίνεται, μπροστά μου τίποτε αξιόλογο δεν ελπίζεται. Μένει μόνο: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Είθε να ευδοκήση ο Κύριος, έστω κι αυτή η κραυγή να βγαίνη μέσ’ απ’ την καρδιά».
«Να καλλιεργήτε μέσα σας τον φόβο του Θεού και την ευλάβεια ενώπιον του απερίγραπτου μεγαλείου Του. Να έχετε καρδιά συντετριμμένη και τεταπεινωμένη. Να θεωρήτε όλους ανώτερούς σας. Ν’ αγαπάτε την σιωπή, την μόνωσι, την συνομιλία με τον Κύριο, που θα γίνη χειραγωγός και διδάσκαλός σας.
Τα άγια δάκρυα αποτελούν εκδήλωση θείου ελέους και ασφάλεια στην πνευματική ξηρασία και στην σκλήρυνσι των αισθημάτων. Μην τα περιφρονήτε και μην τα διώχνετε.
Τα αμαρτωλά δάκρυα προκαλούν οίησι, αγαπούν την επίδειξι και παρέρχονται σύντομα.
Όταν σας πλησιάζη η υπερηφάνεια διώξτε την και τοποθετήστε στην θέσι της το ταπεινό φρόνημα και την συντριβή».
«Δεν υπάρχει λόγος να επαναλαμβάνω ότι το απόρθητο φρούριό μας είναι η ταπείνωσις. Δύσκολα την αποκτά κανείς. Μπορεί να θεωρή ταπεινό τον εαυτό του και να μην έχη ίχνος απ’ αυτή. Ο σωστότερος ή ο μοναδικός δρόμος για την ταπείνωσι είναι η υπακοή και η απάρνησις του ιδίου θελήματος. Χωρίς αυτά είναι δυνατόν ν’ αναπτύξη κανείς εσωτερικά εωσφορικό εγωισμό, παρά την εξωτερική ταπεινή συμπεριφορά και τις ταπεινολογίες.
Σταθήτε λοιπόν και αναρωτηθήτε, αν έχετε υποκοή και απάρνησι του ιδίου θελήματος».
«Αγωνισθήτε ν’ αποκτήσετε ταπείνωσι. Η ταπείνωσις είναι ευωδία Χριστού και ένδυμα Χριστού. Για χάρι της όλα θα τα συγχωρήση ο Θεός. Δεν θα εξετάση τις ελλείψεις που είχε ο αγώνας μας. Ενώ χωρίς ταπείνωσι καμιά άσκησι δεν μπορεί να μας βοηθήση.
Με το ταπεινό φρόνημα μπορεί ο άνθρωπος να σωθή. Χωρίς όμως αυτό το εισητήριο δεν θα του επιτρέψουν να μπη στον παράδεισο που είναι γεμάτος από ταπεινούς».
«Η ταπείνωσις πρέπει ν’ αποτελή το φόντο της ζωής σας, όπως και του καθενός που ζη ειλικρινά την εν Χριστώ ζωή».
«Αγωνισθήτε στον εαυτό σας με όλες σας τις δυνάμεις και ο Θεός θα σας βοηθήση. Έχετε σαν σκοπό ν’ αποκτήσετε «πνεύμα συντετριμμένον», «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην» (Ψαλμ. 50, 19). Όταν υπάρχουν αυτά, σημαίνει ότι βρίσκεσθε σε καλή κατάστασι. Τότε έχετε την σκέπη και την βοήθεια του Θεού. Τότε η προσήλωσις στον Θεό είναι σταθερή και η ενθύμησίς Του αδιάλειπτη».
«Προσπαθήστε να παλέψετε με το ευέξαπτο του χαρακτήρος σας. Το πάθος αυτό εκδηλώνεται όταν κάποιος ενεργήση αντίθετα με την δική σας θέλησι, επιθυμία ή εντολή. Όσο όμως ζη μέσα σας η υπερηφάνεια τίποτε δεν θα κατορθώσετε. Αυτή όλα τα κυβερνά. Αν μπορήτε πετάξτε την πέρα από την εξώπορτα του σπιτιού σας και απαγορέψτε της να ξαναπαρουσιασθή.
Να σκέπτεσθε την πανταχού παρουσία του Θεού, καθώς και την ώρα του θανάτου. Η μνήμη του Θεού και του θανάτου είναι οι καλύτεροι διδάσκαλοι για την θεραπεία των παθών».
«Είθε να σας διατηρήση ο Κύριος το χάρισμα των δακρύων για πάντα. Αυτά μαλακώνουν την καρδιά και χαρίζουν την κατάνυξι. Πρέπει όμως να τα κρύβετε. Διότι η υπερηφάνεια ολόγυρά τους περιφέρεται, όπως ο σκύλος γύρω από την τροφή».
Πηγή: (Από το βιβλίο: «Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ», Μετάφρασις από τα ρωσικά, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ), Η άλλη όψη
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία εἶναι ἡ Κιβωτός τῆς σωτηρίας μας!
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτὴ —διὰ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἐνδόξου Ἀναστάσεώς Του, διὰ τοῦ Τιμίου καὶ Παναγίου καὶ Ζωοποιοῦ Αἵματός Του— μπορεῖ νὰ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν ἄφεση τοῦ πλήθους τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτή, μπορεῖ νὰ παίρνει ληστές, φονιάδες καὶ ἐγκληματίες· ἔκφυλους, πόρνους καὶ μοιχούς· φιλάργυρους, φίλαυτους καὶ ὑπερήφανους· καὶ νὰ τοὺς μεταπλάθει σὲ δικαίους καὶ ἁγίους. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτή, ἔχει τὴ δύναμη νὰ παίρνει σκιὲς ἀνθρώπων, συντρίμματα ψυχῶν· νὰ παίρνει λάσπη καὶ βοῦρκο καὶ μὲ αὐτὰ τὰ ὑλικὰ νὰ δημιουργεῖ καλλιτεχνήματα, ἀνθρώπινα πρότυπα. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτή, μπορεῖ νὰ παίρνει βαρυποινίτες ἀπὸ τὰ κάτεργα τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ τοὺς ἀναδεικνύει ἀσκητὲς καὶ ὁσίους, μάρτυρες καὶ ὁμολογητές. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ θαυμάσια μὲ μοναδικὸ ἀντίτιμο ἕνα δάκρυ· ἕναν λόγο, «ἁμάρτησα, Κύριε»· ἕνα «Θεέ μου, ἐλέησέ με καὶ συγχώρησέ με τὸν ἁμαρτωλό»· ἕνα ταπεινὸ γονάτισμα καὶ μία ταπεινὴ, εἰλικρινή καί ἐκ βάθους ψυχῆς ὁμολογία ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν μας, κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι τοῦ Πνευματικοῦ.
Κι ὅμως αὐτή τή Μάνα, μέ τίς ἄπειρες εὐεργεσίες, ὄχι μόνο δέν τήν εὐχαριστοῦμε καί δέν τήν εὐγνωμονοῦμε, ὅσο θά τῆς ἄξιζε, ἀλλά πολλές φορές καί τήν ἀγνοοῦμε καί τή λησμονοῦμε καί τήν πικραίνουμε. Ἀδικοῦμε πραγματικά τούς ἴδιους τούς ἑαυτούς μας, ὅταν ἀρνούμαστε τήν μητρική ἀγκαλιά τῆς Ἐκκλησίας μας ἤ μετέχουμε σ’ Αὐτή μέ ἕνα ἀλλοτριωμένο κοσμικό καί ὀρθολογιστικό τρόπο, χωρίς οὐσιαστικό βίωμα, χωρίς συνειδητή συμμετοχή στά Ἱερά Μυστήριά Της, χωρίς ἀποδοχή καί τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας.
Ἀγνοώντας, ὅμως, καί λησμονώντας τήν Ἐκκλησία, ἀγνοοῦμε καί λησμονοῦμε τόν ἴδιο τό Χριστό, ἀφοῦ Αὐτός εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, Αὐτός ἐνεργεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία, Αὐτός μᾶς ἀγαπᾶ, μᾶς σώζει καί μᾶς ἁγιάζει καί μᾶς δοξάζει καί τελικά μᾶς θεώνει διά τῆς Ἐκκλησίας.
Κι ἐνῶ ὁ Κύριος καί Θεός μας Ἰησοῦς Χριστός, πού ταπεινώθηκε, σαρκώθηκε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε καί ἀναλήφθηκε γιά νά θεώσει τήν ἀνθρώπινη φύση μας, εἶναι τό κέντρο τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, τό κέντρο τῆς Ἱστορίας καί τῆς Πίστεώς μας, τό κέντρο τῶν Θείων Γραφῶν καί τῆς Θείας Λατρείας, δυστυχῶς, δέν ἀποτελεῖ πάντοτε καί τό κέντρο τῆς ψυχῆς μας, τῆς διανοίας μας, τῆς καρδιᾶς μας, τό κέντρο τοῦ εἶναι μας. Δέν γίνεται ὁ κύριος σκοπός τῆς ζωῆς μας, τό ἀγαλλίαμά μας, ὁ πόθος μας καί ἡ λαχτάρα μας. Πολλές φορές ἐκθρονίζουμε στήν πράξη τόν Χριστό ἀπό τή ζωή μας, ἀπό τίς συναναστροφές μας, τίς συζητήσεις μας καί τίς ἀναζητήσεις μας, ἀπό τή σκέψη μας καί τή γλώσσα μας, ἀκόμα κι ἀπ’ τήν προσευχή μας. Ἡ πρώτη ἐντολή Του, τό «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου» (Μάρκ. ιβ´, 30) δέν δονεῖ τό εἶναι μας, δέν ἀποτελεῖ τήν κύρια μέριμνά μας, τήν πεμπτουσία τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγώνα.
Ἀλλά, παρά τή δική μας ἀμέλεια, τή ραθυμία, τή χλιαρότητα καί τήν περί τά πνευματικά νωθρότητά μας, ὁ ἐράσμιος Νυμφίος τῶν ψυχῶν μας, ὁ γλυκύτατος Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, δέν παύει νά κρούει τή θύρα τῆς ψυχῆς μας καί νά μᾶς ἀπευθύνει στοργικά, ἐπίμονα, ἀλλά καί διακριτικά τόν παρήγορο λόγο Του ζητώντας τήν ἐπιστροφή μας στό σπίτι τοῦ Πατέρα μας.
Ἀλήθεια, πόσο ἀγνώμονες, πόσο ἄσοφοι ἀοδεικνυόμαστε, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Δημιουργός τοῦ Παντός, ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων, ὁ ἀνενδεής καί Παντοδύναμος Κύριος, ὁ φοβερός Θεός, «Ὅν φρίσσει καί τρέμει τά Χερουβείμ», ὁ Πλάστης καί Θεός μας, ἔρχεται τόσο κοντά μας! Γίνεται ὁ πολυεύσπλαγχνος Πατέρας μας, ὁ ἀδελφός μας καί ὁ πιστός φίλος μας, ἕτοιμος νά μᾶς προσφέρει τά πάντα, θυσιάζοντας τόν ἴδιο τόν ἑαυτό Του! Ἔρχεται νά μᾶς ὑπηρετήσει «ὡς ὁ διακονῶν», νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά βάρη καί τίς θλίψεις, νά μᾶς χαρίσει τά παρόντα καί τά μέλλοντα ἀγαθά Του! Κι ἐμεῖς —ὤ τῆς παραφροσύνης!— τολμοῦμε πολλάκις νά Τόν ἀγνοοῦμε, νά τόν περιφρονοῦμε, δυστυχῶς, ἀκόμη καί νά Τόν ὑβρίζουμε καί νά Τόν βλασφημοῦμε, κατόπιν βέβαια τῆς ὑποκινήσεως τοῦ διαβόλου! Ὤ τῆς μεγάλης σου εὐσπλαχνίας Κύριε!
Ἀδελφοί, «ἰδοὺ νῦν (τώρα, σήμερα, ὄχι αὔριο) καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν (τώρα, σήμερα, ὄχι αὔριο) ἡμέρα σωτηρίας», μᾶς παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Β´ Κορ. ϛ´, 2). Τώρα νά μετανοήσουμε, σ’ αὐτή τή ζωή μόνο ὑπάρχει τό ἔλεος καί ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ὁ θάνατος καραδοκεῖ ἀνά πᾶσα στιγμή, ἡ αὐλαία πέφτει ὁσονούπω, ἡ Κρίσις ἐγγύς, ἀκριβοδίκαιη καί ἀδέκαστη.
Ἀδελφοί μας ἀγαπητοί καί περιπόθητοι!
«Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου»! Εἶναι φοβερή ἡ ὥρα τῆς Κρίσεως καί ἡ κόλαση ἡ μεγαλύτερη συμφορά, τό φοβερώτερο κακό. Τά δεινά τῆς κολάσεως δέν ἔχουν καμμία σύγκριση μέ τίς συμφορές τῆς παρούσης ζωῆς. Ἄς εὐχόμαστε κανείς ἄνθρωπος στόν κόσμο νά μήν δοκιμάσει τήν ἄφατη ὀδύνη της. Ἄς μή παίζουμε «ἐν οὐ παικτοῖς». Τό διακυβευόμενο εἶναι ἡ ἀθάνατη ψυχή μας καί τό αἰώνιο μέλλον μας. Δυστυχῶς, πολλοί ἄνθρωποι, ἀκόμη καί χριστιανοί, δέν πιστεύουν ἤ ἀμφιβάλλουν γιά τήν ὕπαρξη τῆς ἄλλης ζωῆς, δέν πιστεύουν στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, δέν πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει Παράδεισος καί Κόλαση. Εἶναι πραγματικά φοβερό! Στήν μέλλουσα κρίση τά σώματα ὅλων τῶν κεκοιμημένων θά ἀναστηθοῦν καί θά ἐπανασυνδεθοῦν τό καθένα μέ τήν ψυχή του καί θά ἀνασυγκροτηθεῖ, ἔτσι, ὁ ὅλος ἄνθρωπος ἀνακαινισμένος καί ἀφθαρτοποιημένος.
Στήν ἄλλη ζωή ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θά δοῦμε τόν Θεό, θά δοῦμε τήν ἄκτιστη δόξα, τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ, αὐτό τό ἔνδοξο φῶς καί τήν ἄκτιστη δόξα πού εἶδαν οἱ τρεῖς μαθητές στό ὄρος Θαβώρ κατά τήν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου μας. Τό ἄκτιστο αὐτό φῶς εἶναι ἀνέσπερο, γλυκύτατο, χαριέστατο, αἰώνιο, καί πληροῖ τόν ἄνθρωπο ψυχοσωματικά μέ ὑπερκόσμια καί ἀκατάληπτη εὐφροσύνη καί ἀνέκφραστη ἡδονή, εἰρήνη καί χαρά. Ὅσοι, ὅμως, δέν θά εἶναι κατάλληλα προετοιμασμένοι ἀπό αὐτή τήν ζωή, μᾶς τονίζουν οἱ Πατέρες, αὐτοί θά δοῦν αὐτή τήν δόξα, αὐτό τό φῶς ὡς πῦρ καταναλίσκον, δηλαδή ὡς πνευματική φωτιά πού κατακαίει. Εἶναι ἕνα θέμα τεράστιο, δύσκολο, ἀλλά κεφαλαιώδους καί μοναδικῆς σημασίας, γιά τό ὁποῖο ταπεινά προτείνουμε, ὁ Σύλλογός σας, κύριε Πρόεδρε, νά διοργανώσει σύντομα μία εἰδική ὁμιλία ἤ μᾶλλον ἡμερίδα στήν ὁποία θά μποροῦν νά ὑποβληθοῦν καί ἐρωτήσεις.
Καλό θά ἦταν, λοιπόν, καί στίς εὐχές μας, σέ γιορτές ἤ διάφορες ἄλλες περιστάσεις, νά χρησιμοποιεῖται κι ἀπό τούς λαϊκούς ἀδελφούς μας, ἡ εὐχή τῶν Μοναχῶν: «Καλή μετάνοια, καλόν Παράδεισο» καί νά μήν κτυποῦμε ξύλο, ὅταν ἀκοῦμε τήν λέξη θάνατος, ἀφοῦ αὐτός εἶναι τό πιό βέβαιο γεγονός πού θά μᾶς συμβεῖ. Ἄλλωστε, δέν εἴμαστε μόνιμοι κάτοικοι αὐτῆς τῆς γῆς, ἀλλά πάροικοι, ἔνοικοι τῆς γῆς. Εἴμαστε ὁδίτες καί ὄχι πολίτες αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ὁ δρόμος γιά τόν Παράδεισο, ἀδελφοί, εἶναι ἕνας. Εἶναι ὁ δρόμος πού βάδισαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι: ὁ δρόμος τῆς μετανοίας, τῆς θεογνωσίας, τῆς ἐπιστροφῆς στό σπίτι τοῦ Πατέρα μας. Ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς στήν Ἐκκλησία μας καί στήν Ἁγία Παράδοσή της.
Ἡ σύγχρονη κοινωνία ἔχει περιέλθει σέ ἀφάνταστο βαθμό καταπτώσεως καί ἀποστασίας. Γι’ αὐτό καί πρέπει νά ἐπανέλθουμε στήν παλιά εὐσέβεια, στό φόβο τοῦ Θεοῦ, στήν ἁγία ἁπλότητα. Νά ἐπανέλθουμε ὅλοι, Κληρικοί, Μοναχοί καί λαϊκοί, στήν πραότητα, στήν ταπείνωση, στήν ἀκακία, στήν ἀφελότητα τῆς καρδίας, στήν κατά Θεόν γνώση καί σοφία. Καί ν’ ἀρχίσουμε ἀπό ἁπλά, μικρά καί ἴσως τυπικά, κατά τό φαινόμενο, πράγματα· ἀλλά στήν πραγματικότητα πολύ σπουδαῖα καί οὐσιαστικά.
Καί ἄν ἡ μετάνοια καί ἡ πνευματική ἐγρήγορση εἶναι ἀπαραίτητη γιά κάθε περίοδο τῆς ζωῆς μας, εἶναι πολύ περισσότερο ἀπαραίτητες σήμερα, πού τό κύμα τῆς ἀθεΐας, τῆς ἀντιθεΐας, τοῦ νεοπαγανισμοῦ, τῆς εἰδωλολατρείας, τῆς σύγχυσης, τοῦ θρησκευτικοῦ ἀποχρωματισμοῦ, τοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας τῆς Νέας Ἐποχῆς μᾶς κατακλύζει καί σάν πνευματικός λίβας μαραίνει καί κατακαίει τά ἄνθη καί τούς καρπούς τῆς πατροπαράδοτης εὐλάβειας, τῆς παράδοσης, τῶν ἀξιῶν καί τῶν ἰδανικῶν τοῦ λαοῦ μας.
Ἐδῶ βρίσκεται, πιστεύουμε, ἡ βασική αἰτία τῆς σύγχρονης ἀπαξίας καί παρακμῆς, πού βιώνουμε ὡς λαός καί ὡς χώρα. Ἀπεμπολήσαμε ἀρχές καί ἀξίες, ἀλλάξαμε ἤθη, ἔθιμα καί συμπεριφορές, θέσαμε ἄλλους στόχους καί προτεραιότητες, νοθεύσαμε τά μέσα καί τίς διαδικασίες, ἀπωλέσαμε τό μέτρο, ἐγκαταλείψαμε τήν χαρμολύπη. Βγάλαμε τόν Θεό ἀπό τήν ζωή μας καί θεοποιήσαμε τούς ἑαυτούς μας, τήν λογική μας, τήν ἀτομική μας κρίση, τίς ἀτομικές μας δεξιότητες, τό ἀτομικό μας θέλημα, τό ὑπερτροφικό καί θεοποιημένο ΕΓΩ μας. Κι ὅλα αὐτά μέ τίμημα τήν ἀπώλεια τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς συνειδήσεώς μας, τῆς ψυχικῆς μας ἠρεμίας καί ἰσορροπίας, τῆς προσωπικῆς, οἰκογενειακῆς καί κοινωνικῆς μας γαλήνης καί εὐτυχίας.
Καί εἶναι πραγματικά ὀξύμωρο τό γεγονός, ὅτι ἐνῶ ἡ σύχρονη ἐποχή τῆς συνεχοῦς ροῆς πληροφοριῶν καί εἰδήσεων μᾶς παρέχει τήν δυνατότητα νά κατέχουμε σέ καθημερινή βάση ἀμέτρητες γνώσεις γιά κάθε τί πού συμβαίνει σέ κάθε γωνιά τοῦ πλανήτη μας, νά μένουμε ἀδαεῖς καί ἀπληροφόρητοι γιά τά καίρια καί σωτηριολογικῆς καί αἰώνιας σημασίας ζητήματα τῆς ζωῆς μας, λόγῳ τῆς πολυμέριμνας καί τῶν ἀπαιτήσεων τῆς καθημερινότητας, πού συνεχῶς αὐξάνουν. Αὐτή ἡ καθημερινότητα μᾶς ἀπορροφᾶ καί καταλήγουμε νά ταυτιζόμαστε μαζί της σέ βαθμό, πού εἶναι πλέον δύσκολο νά ἀπεγκλωβιστοῦμε καί μάλιστα ὅταν ἔχουν περάσει καί τά χρόνια, καθώς δύσκολα ἀλλάζει ὁ ἄνθρωπος σέ μεγάλη ἡλικία. Ζῶντας ἔτσι, οὐσιαστικά δέν προλαβαίνουμε νά γνωρίσουμε καί νά μάθουμε γιατί ζοῦμε, ποιός εἶναι ὁ τελικός σκοπός τῆς ζωῆς μας, ἄν ὑπάρχει ἄλλη ζωή καί τί θά συναντήσουμε σ’ αὐτή, τί εἶναι ἡ ψυχή μας καί ποιά εἶναι τά γνωρίσματά της, τί εἶναι ἡ Κόλαση καί τί ὁ Παράδεισος.
Γι’ αὐτό καί εἶναι κατεπείγουσα ἀνάγκη:
Α´. Νά πάρουμε καί πάλι στά χέρια μας τόν Συναξαριστή, τούς βίους τῶν Ἁγίων μας, πού κατά τόν Ἅγιο Ἰουστῖνο τόν Πόποβιτς εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐγκυκλοπαίδεια, τόν Εὐεργετινό, τά Γεροντικά, τήν Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία, τόν Ἅγιο Νικόδημο, τόν Ἀββᾶ Δωρόθεο, τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, τόν Παπουλάκο… Καί κυρίως καί πρωτίστως νά ἀρχίσουμε νά μελετᾶμε τακτικά καί εὐλαβικά τήν Ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, καί τά πατερικά κείμενα, πού ἑρμηνεύουν καί ἀναλύουν τήν Ἁγία Γραφή.
Β´. Νά ἔχουμε εὐπρεπισμένο εἰκονοστάσι στό σπίτι μας —ὄχι στό σαλόνι γιά ἐπίδειξη—, ἀλλά σέ ἰδιαίτερο χῶρο, ἄν ὑπάρχει ἡ δυνατότητα, ὅπου θά μποροῦμε νά ἀποσυρθοῦμε γιά προσευχή. Εἰκονοστάσι μέ εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων, τῶν ὁποίων φέρουμε τά ὀνόματα, μέ Σταυρό, μέ ἀναμμένη κανδήλα, μέ τή Σύνοψη, τό Συνέκδημο, τά Προσευχητάρια. Εἰκονοστάσι, ὅπου, ὅπως οἱ παλιές εὐλαβεῖς οἰκογένειες, θά φυλάσσουμε καί ὅλα τά ἁγιαστικά (τά βάγια, τόν βασιλικό, λάδι ἤ μῦρο ἀπό προσκυνήματα, τό Μεγάλο ἁγιασμό κ.λπ.). Τό ἀναμμένο καντήλι, ὅπως λένε οἱ γεροντάδες, δείχνει τήν ζωντανή μας σχέση μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία.
Γ´. Νά μάθουμε νά λέμε τήν ἁγιασμένη, πολύ θεολογική καί περιεκτική μονολόγιστη εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, δηλαδή τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό». Νά τήν λέμε μέ πόθο καί λαχτάρα, ἐπικαλούμενοι τό γλυκύτατο Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά τήν εἰρήνευση καί τήν προκοπή τήν δική μας, τῆς οἰκογενείας μας, γιά τήν ὑγεία καί τήν πρόοδο τῶν παιδιῶν μας, γιά τήν ἴαση τῶν ἀσθενῶν, γιά τήν ἀνάπαυση καί τήν σωτηρία τῶν κεκοιμημένων μας, γιά τήν ἐπίλυση τῶν ποικίλων προβλημάτων καί δυσκολιῶν μας, γιά τήν σωτηρία τῆς πατρίδος μας καί τήν εἰρήνη ὁλόκληρου τοῦ κόσμου.
Ἄς προσπαθοῦμε νά διατηροῦμε τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ καί τό Πανάγιο Ὄνομά Του στό νοῦ καί τήν καρδιά μας, ἀκόμη καί μέσα στίς μέριμνες, ἀκόμη καί μέσα στήν πίεση καί τήν κόπωση τῆς καθημερινότητος, ὅπου κι ἄν βρισκόμαστε καί ὅσο μποροῦμε. Ὁ χαριτωμένος ἅγιος Γέροντας Ἐφραίμ Καντουνακιώτης μᾶς προέτρεπε: «Νὰ λέγῃς παιδί μου τὴν εὐχή, “Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με”, ἡμέρα καὶ νύχτα συνέχεια. Ἡ εὐχὴ θὰ τὰ φέρῃ ὅλα. Ἡ εὐχὴ περιέχει τὰ πάντα, περικλείει τὰ πάντα, αἴτησι, παράκλησι, πίστι, ὁμολογία, θεολογία κλπ. Ἡ εὐχὴ νὰ λέγεται χωρὶς διακοπή. Ἡ εὐχὴ θὰ φέρῃ ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον εἰρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα».
Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει μέ γλαφυρότητα γιά τήν μονολόγιστη εὐχή: «Μέγα γάρ ὅπλον εὐχή, θησαυρός ἀνελλιπής, πλοῦτος μηδέποτε δαπανώμενος, λιμήν ἀκύμαντος, γαλήνης ὑπόθεσις, καί μυρίων ἀγαθῶν ῥίζα καί πηγή καί μήτηρ ἐστίν ἡ εὐχή, καί αὐτῆς τῆς βασιλείας δυνατωτέρα. Εὐχή χειμαζομένων λιμήν, κλυδωνιζομένων ἄγκυρα, σαλευομένων βακτηρία, πενήτων θησαυρός, πλουτούντων ἀσφάλεια, νοσημάτων ἀναίρεσις, ὑγιείας φυλακή· εὐχή καί τά ἀγαθά ἡμῖν ἀκίνητα διατηρεῖ, καί τά κακά μεταβάλλει ταχέως· κᾄν πειρασμός ἐπέλθῃ, ῥᾳδίως ἀποκρούεται· κᾄν ζημία χρημάτων, κᾄν ὁτιοῦν ἕτερον τῶν λυπούντων ἡμῶν τήν ψυχήν, ἅπαντα ἀπελαύνει ταχέως· εὐχή λύπης ἁπάσης φυγαδευτήριον, εὐθυμίας ὑπόθεσις, διηνεκοῦς ἡδονῆς ἀφορμή, φιλοσοφίας μήτηρ· ὁ δυνάμενος εὔχεσθαι μετά ἀκριβείας, κᾄν ἁπάντων πενέστερος ᾖ [κι ἄν εἶναι φτωχότερος ὅλων], πάντων ἐστί πλουσιώτερος· ὥσπερ ὁ τῆς εὐχῆς πάλιν ἐστερημένος, κᾄν ἐν αὐτῷ καθέζηται τῷ θρόνῳ τῷ βασιλικῷ πάντων ἐστί πενέστερος [ἔτσι, αὐτός πού δέν κάνει τήν εὐχή, ἀκόμη κι ἄν κάθεται σέ βασιλικό θρόνο, εἶναι φτωχότερος ἀπό ὅλους]».
Ἀδελφοί, σᾶς βεβαιώνω ὅτι τά προβλήματά μας καί τά θέματά μας τά λύνει ὁ Χριστός μας, διά πρεσβειῶν τῆς Παναγίας μας καί τῶν Ἁγίων μας, καί ὄχι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴτε κληρικοί εἴτε μοναχοί εἴτε λαϊκοί. Εἶναι κατεπείγουσα ἀνάγκη νά μάθουμε νά προσευχόμαστε καί γιά τά δικά μας προβλήματα καί γιά αὐτά τῶν συγγενῶν καί φίλων μας. Ἡ ἔμπονη καί ἐπίμονη προσευχή εἶναι αὐτή πού θά δώσει τίς, κατά Θεόν καί συμφέρουσες γιά μᾶς, λύσεις σέ ὅλα τά ζητήματά μας, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι καί μεῖς, στό μέτρο τοῦ δυνατοῦ, δέν θά παύουμε νά βοηθοῦμε καί νά συμπαραστεκόμαστε στούς συνανθρώπους μας. Δέν θά ἀντικαθιστοῦμε, ὅμως, τόν Πάνσοφο καί Πανελεήμονα Κύριό μας καί Θεό μας.
Δ´. Νά μάθουμε νά ἐκκλησιαζόμαστε μέ εὐλάβεια, τακτικότατα -ὄχι μόνο στίς κηδεῖες, τούς γάμους καί τίς βαπτίσεις- καί μέ προσοχή στά τελούμενα. Νά μήν ἀπουσιάζουμε ἀπό τίς θεῖες Λειτουργίες τῶν Κυριακῶν καί τῶν μεγάλων ἑορτῶν ἐπικαλούμενοι ἄτοπες δικαιολογίες. Νά προετοιμαζόμαστε ἀπό τήν προηγούμενη ἡμέρα, μέ σωματική καί ψυχική καθαρότητα καί προετοιμασία, μέ περισυλλογή, μέ ἀνάπαυση, μέ προσευχή καί μελέτη τῶν βίων τῶν Ἁγίων, τῶν Εὐαγγελικῶν καί Ἀποστολικῶν Ἀναγνωσμάτων καί τῶν ὑποθέσων τῶν μεγάλων Ἑορτῶν.
Ε´. Νά τελοῦμε, κατά διαστήματα, τόν Μικρό Ἁγιασμό καί –μιά φορά τουλάχιστον τόν χρόνο– τό Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Εὐχελαίου στά σπίτια μας γιά νά ἀποτρέπουμε μέ αὐτά, ὡς θεῖα ἀλεξικέραυνα, τήν ἐπήρεια καί τήν ἐνέργεια τῶν δαιμόνων ἀπό τήν οἰκογένειά μας καί τό σπίτι μας, καθώς καί τήν βασκανία, τήν ζηλοφθονία καί τήν βοή τῶν πονηρῶν καί κακοποιῶν ἀνθρώπων. Ἐπισημαίνουμε στό σημεῖο αὐτό καί ἐπιμένουμε ἰδιαιτέρως: ὅτι ὁ Χριστιανός δέν πρέπει ποτέ, σέ καμμία περίπτωση, νά καταφεύγει γιά τήν ἐπίλυση προβλημάτων (ἀρρώστιες παιδιῶν, συγγενῶν, ἀποκατάσταση κ.λπ.) σέ μάγους, φωτισμένους, φωτισμένες ἀστρολόγους, χαρτορίχτρες, μέντιουμ κ.λπ.). Εἶναι μεγίστη ἁμαρτία καί μέγας κίνδυνος, τό νά προστρέχουμε σέ τέτοια πρόσωπα τοῦ Σατανᾶ. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τό θεωρεῖ μάλιστα «ξεβάπτισμα». Εἶναι προτιμώτερο νά πεθάνει τό παιδί μέσα στήν Ἐκκλησία, μᾶς λέγει ὁ ἴδιος ἅγιος, νά μήν παντρευτεῖ τό παιδί, παρά νά ζήσει ἤ νά ἀποκατασταθεῖ, μέ τή βοήθεια τοῦ Σατανᾶ —κι αὐτό, βεβαίως, ἀμφίβολο— παρά νά χάσει τήν ψυχή του. Οἱ ἐξαρτημένοι, ἄλλωστε, ἀπό τήν μαγεία καί τόν σατανισμό, ἄν δέν ἀπελευθερωθοῦν μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό τήν ἐξάρτηση αὐτή, καταλήγουν τελικά καί ψυχασθενεῖς.
Νά μήν παραλείπουμε τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ —καί μάλιστα σωστά— καί τήν προσευχή πρίν καί μετά τό φαγητό. Δέν εἶναι καθόλου μιά τυπική συνήθεια αὐτό· εἶναι εὐλογία καί προστασία ἀπό κάθε ἐπήρεια δαιμονική καί βασκανία (πολλές φορές φαγητά ἤ γλυκίσματα, πού μᾶς προσφέρθηκαν, ἦταν μολυσμένα ἀπό μαγικά)… Ἀλλά ἀποτελεῖ καί εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστία πρός τόν δωρεοδότη καί τροφοδότη Κύριό μας καί Θεό μας.
Νά κάνουμε πολλές φορές κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας καί σωστά τό σημεῖο τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ —εἶναι ὁμολογία αὐτό καί πολύ δυνατή προσευχή—, κατά τήν εἴσοδο καί ἔξοδο ἀπό τό σπίτι μας, ἀπό τό χῶρο τῆς ἐργασίας μας, ἀπό τό αὐτοκίνητό μας, σέ στιγμές δύσκολες πού χρειαζόμαστε περισσότερο τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μήν κυκλοφοροῦμε ποτέ χωρίς τόν ἐπιστήθιο σταυρό ἐπάνω μας.
Νά μάθουμε νά βαδίζουμε τόν ἴσιο δρόμο καί μέ τό σταυρό στό χέρι καί νά εἴμαστε σίγουροι —παρά τά λεγόμενα περί τοῦ ἀντιθέτου— ὅτι θά ἔχουμε σ’ αὐτή τή ζωή τή διαρκή εὐλογία καί προστασία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί στήν ἄλλη ζωή θά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός τῶν ἐπουρανίων Του ἀγαθῶν.
Ϛ´. Νά ἀρχίσουν οἱ νοικοκυρές, ὅσες δέν τό κάνουν, νά ζυμώνουν πρόσφορα μέ εὐλάβεια καί μέ εἰδική προετοιμασία, νά προσφέρουν τό νᾶμα, τό καθαρό κερί καί τό θυμίαμα γιά τήν Θεία Λειτουργία, μαζί μέ τά ὀνόματα, ζώντων καί κεκοιμημένων, σημειώνοντας καί ὑπογραμμίζοντας τό ὄνομα μέ ἰδιαίτερη ἀνάγκη (καλό θά ἦταν καί μέ τό αἴτημά του). Ἡ μνημόνευση τῶν ὀνομάτων καί ἡ προσφορά τῶν δώρων γιά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀποδίδουν τή μεγαλύτερη ὠφέλεια σέ ζῶντες καί κεκοιμημένους, ὅση ὠφέλεια δέν μπορεῖ νά προσφέρει καμμία ἄλλη προσευχή ἐπί τῆς γῆς. Ἰδίως γιά τούς κεκοιμημένους μας, πού δέν ἔχουν πλέον τή δυνατότητα νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους καί περιμένουν μόνον ἀπό ἐμᾶς. Καλές οἱ δωρεές καί τά στεφάνια, ἀλλά ἡ Θεία Λειτουργία γιά τούς ἀνθρώπους μας εἶναι ἡ ἀναντικατάστατη ἀνακούφιση καί παρηγοριά τους.
Πολύ ὠφέλιμο θά ἦταν νά τελοῦμε καί Θεῖες Λειτουργίες (ν’ ἀνοίγουμε τίς Ἐκκλησιές, ὅπως συνηθίζει νά τό λέει ὁ λαός μας) ὑπέρ τῶν οἰκογενειῶν μας, τῶν συγγενῶν μας, τῶν φίλων μας καί τῶν κεκοιμημένων μας, μή παραλείποντας καί ὅλα τά διατεταγμένα (κόλλυβα καί ὑψώματα γιά τούς Ἁγίους μας, ἀρτοκλασίες, μνημόσυνα, τρισάγια καί κόλλυβα γιά τούς κεκοιμημένους μας).
Ζ´. Νά ἀφήνουμε στόν Θεό μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί ἐλπίδα τόν ἑαυτό μας, τήν οἰκογένειά μας, τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων καί τῶν ὑποθέσεών μας, ἀποφεύγοντας τήν ὀρθολογιστκή ὀργάνωση καί ἀντιμετώπιση τῆς προσωπικῆς καί οἰκογενειακῆς ζωῆς.
Νά διδάξουμε στά παιδιά μας ἀπό μικρά τό φόβο τοῦ Θεοῦ, τίς Ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου, τό σκοπό τῆς ζωῆς μας, τό ἐφήμερο τῶν ἐγκοσμίων, τή μεταφυσική-ὑπερβατική πραγματικότητα, τήν ἀγάπη στήν Ἐκκλησία, στά Ἱερά Μυστήρια καί στήν προσευχή. Μαζί μέ τή μόρφωση τοῦ ἐγκεφάλου καί τῶν σωματικῶν δεξιοτήτων, πού θεωρεῖται σήμερα πανάκεια, νά μορφώσουμε συγχρόνως καί τίς ψυχές τῶν παιδιῶν μας, τόν νοῦ τους καί τήν καρδιά τους, γιά νά διαπλάσουμε ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες καί νά τούς δώσουμε τά σημαντικώτερα ἐφόδια.
Νά τά μάθουμε ἀπό μικρά νά εἶναι ταπεινά, ὄχι ἐγωκεντρικά καί φίλαυτα, νά ἔχουν σεβασμό στούς γονεῖς καί στούς μεγαλυτέρους, γενικώτερα. Εἶναι σημαντικό ἀπό μικρά νά μάθουν νά φιλοῦν τό χέρι τῶν γονέων καί τῶν παπούδων, ἄν ὑπάρχουν, κάθε βράδυ καί νά ζητοῦν συγχώρηση γιά τυχόν ἀταξίες, ὅπως καί νά δίνουν πρόθυμα συγχώρεση στά ἀδέλφια τους, ἀλλά καί στούς γονεῖς τους γιά τυχόν παραλείψεις, αὐστηρότητες καί προστριβές. Ἔχει μεγάλη σημασία, ἀδελφοί, νά γνωρίζουν τά παιδιά ὅτι παντοῦ καί μέσα στήν οἰκογένεια ὑπάρχει τάξη καί ἱεραρχία καί ὅτι οἱ γονεῖς εἶναι, μετά τόν Θεό καί τούς Ἁγίους, τά πιό σεβαστά καἱ ἱερά πρόσωπα. Γι’ αὐτό καί δέν πρέπει νά ἀντιδροῦμε μέ ἀσέβεια πρός τούς γονεῖς μας, ἤ νά τούς ὑβρίζουμε καί νά τούς ἀπειλοῦμε ἤ καί τό πιό φοβερό νά «σηκώσουμε χέρι» ἐπάνω τους, ὅσο ἁμαρτωλοί καί ἄν εἶναι. Τά πρόσωπα τῶν γονέων μας εἶναι κάτω ἀπό τά εἰκονίσματα τῶν Ἁγίων μας. «Εὐχαί γονέων στηρίζουσι τέκνα».
Θά θέλαμε νά ἐπιμείνουμε μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση στό ζήτημα τῆς συγχωρήσεως, καθώς καί τῆς φιλοτιμίας, τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἀνοικτοκαρδίας. Οἱ δύο αὐτές ἀρετές, ἡ φιλανθρωπία καί ἡ συγχώρηση, μᾶς κάνουν νά ὁμοιάζουμε μέ τόν Θεό μας, ὁ Ὁποῖος εἶναι, κυρίως, φιλάνθρωπος καί συγχωρητικός. Ὅσοι διαθέτουν αὐτές τίς δύο ἀρετές ποτέ δέν θά τούς ἀφήσει ὁ Θεός νά φύγουν ἀμετανόητοι ἀπό αὐτή τήν γῆ. Ἡ ἀγάπη Του θά τούς συντροφεύει καί σέ αὐτή τήν ζωή καί στήν ἄλλη ζωή.
Νά μιλοῦμε περισσότερο στόν Θεό γιά τά παιδιά μας, παρά στά παιδιά μας γιά τόν Θεό. Ἡ μεγαλύτερη περιουσία πού θά τούς ἀφήσουμε εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη καί ζωή, ἡ ἐλπίδα τους στόν Θεό καί ἡ βαθειά συναίσθηση ὅτι χωρίς τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει προκοπή καί εὐτυχία.
Ἡ ὑπερβολική μέριμνα νά ἐξασφαλίσουμε τό μέλλον τῶν παιδιῶν μας μέ ὅσα περισσότερα μποροῦμε χρήματα, κτήματα, οἰκήματα κ.λπ. ὄχι μόνο δέν συμβαδίζει μέ τό γνήσιο χριστιανικό φρόνημα, ἀλλά συσσωρεύει στούς μέν γονεῖς ἄγχος, ὑπερπροστασία, ὑπερεργασία, ὑπερκόπωση, συχνά καί ἀπροθυμία στή φιλανθρωπία, ἀλλά καί στά παιδιά καλλιεργεῖ τή φιλοκτημοσύνη, τήν φιλαργυρία, τήν ὀκνηρία, τήν πονηρία, τήν ἀχαριστία, τίς διαρκεῖς ἀπαιτήσεις, ἀλλά καί τήν ἀδυναμία νά ἐκτιμήσουν τούς κόπους τῶν γονέων τους καί γι᾿ αὐτό συχνά ὁδηγοῦνται στήν κατασπατάληση τῶν ἀγαθῶν πού κληρονομοῦν καί ὄντας ἀνίκανα νά σταθοῦν στή ζωή ἐξαθλιώνονται.
Μή ζητᾶμε εὐτυχία κοσμικοῦ τύπου, πολλά χρήματα, κτήματα, οἰκήματα καί ἐπιτυχίες. Εἶναι πλάνη φοβερή νά ἐκζητοῦμε ἄλυπο, ἄκοπο καί ἀναίμακτο βίο. «Οὐδείς ἀνέβη εἰς τόν Οὐρανόν μετ’ ἀνέσεως», μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος.
Νά ἐπιμείνουμε στίς Ἑορτές τῶν Ἁγίων μας· μή καταλύοντας, τιμώντας τόν Ἅγιο, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα φέρουμε, καί τήν νηστεία, ὅταν εἶναι ἡμέρα νηστείας. Νά καταργήσουμε τά πάρτι καί τά γενέθλια, τά ἐκ τῆς Δύσεως προερχόμενα καί γιά λόγους ἐμπορικούς προβαλλόμενα καί ἐπιβαλλόμενα, ἀλλά καί γιά λόγους οἰκογενειακῆς προβολῆς προτιμώμενα…
Η´. Φοβερές πληγές γιά τίς οἰκογένειες, ἀκόμη καί τίς χριστιανικές, εἶναι ἡ πανούργα καί πλανερή μόδα, τό ἀκριβό ντύσιμο, πού κρύβει κοσμικότητα, φιλαρέσκεια, ἐνίοτε καί ἀνηθικότητα, τό πολυτελές σπίτι καί αὐτοκίνητο, τά ἄφθονα καί ἐξεζητημένα ξενικά φαγητά καί ποτά, ἡ κοσμική ζωή καί διασκέδαση, ἡ ἄσκοπη ἐνασχόληση μέ θέματα ἀνούσια καί συχνά ἐπιβλαβῆ (χόμπυ, πολυέξοδα παιχνίδια κ.λπ.), ἡ σπατάλη χρημάτων καί χρόνου, πού ἀφαιρεῖται πάντοτε ἀπό τό χρόνο πού ἀνήκει στήν ψυχή μας, ἄν ὑπάρχει τέτοιος χρόνος, καί πολλά ἄλλα. Ὅλα αὐτά, ἀλλότρια τῆς εὐλαβείας καί τοῦ χριστιανικοῦ τρόπου ζωῆς, πέραν τοῦ ὅτι μᾶς ἀποπροσανατολίζουν, καθηλώνοντάς μας σέ φθηνά καί ἀνάξια λόγου γήϊνα πράγματα, γίνονται πολλές φορές αἰτίες τραγωδιῶν μέσα στίς οἰκογένειες: γιά νά ἱκανοποιηθοῦν ἀπαιτήσεις προτιμᾶται τό εὔκολο κέρδος διά τῆς πλαγίας ὁδοῦ, κλοπές, χρηματιστήρια, συζυγικές ἀπιστίες, διαζύγια, κ.λπ.
Γνώμη μας εἶναι —θά φανεῖ ἴσως σκληρή καί γιά πολλούς ἀνεφάρμοστη- ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά βγεῖ ἡ τηλεόραση ἀπό τό σπίτι ἤ ἔστω νά ἐλέγχεται πολύ αὐστηρά ἡ χρήση της. Εἶναι τό μεγαλύτερο κακό μέσα στό ἴδιο μας τό σπίτι, στό ἴδιο μας τό δωμάτιο, πού εἶναι τό ἱερό καί τό ἄσυλό μας. Πόσο διορατικός καί προφητικός εἶναι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός! Ἡ τηλεόραση δέν εἶναι ἁπλῶς ὁ διάβολος μές στό κουτί μέ τά κέρατά του στίς στέγες τῶν σπιτιῶν μας· εἶναι λεγεῶνες διαβόλων μέσα στά σπίτια μας καί μέ τή θέλησή μας καί μέ τήν πληρωμή μας. Εἶναι σχολεῖο τοῦ κακοῦ, τοῦ ἐγκλήματος, τῆς διαφθορᾶς, τῆς κάθε εἴδους διαστροφῆς, τοῦ νεοεποχίτικου τρόπου σκέψεως καί ζωῆς, τοῦ σατανισμοῦ…. Εἶναι φοβερή ἡ ἀλλοίωση ἀπό τήν τηλεόραση, ὄχι μόνο στά παιδιά καί στούς νέους, ἀλλά καί στούς ἐνηλίκους καί στούς γέρους.
Τά ἴδια, βεβαίως, ἰσχύουν καί γιά τά κινητά τηλέφωνα καί τό internet καί κυρίως γιά τά λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ὅπως τό facebook (φέισμπουκ) κ.ἄ. πού ἀποτελοῦν μία ἀνοικτή πληγή καί μία συνεχή ἀπειλή γιά τά παιδιά, ἀλλά πολλές φορές καί γιά τούς ἐνήλικες.
Ἡ τηλεόραση, τό internet, τά κινητά τηλέφωνα (ρόζ τηλέφωνα κ.λπ.) ἀποτελοῦν τά σύγχρονα διαφθορεῖα πού ἀναπαράγουν καί προβάλλουν ὅλες τίς ἔκφυλες καί διεστραμμένες καταστάσεις, τήν ὁμοφυλοφιλία, τούς γκέι γάμους, τίς ἐλεύθερες σχέσεις, τά σύμφωνα συμβίωσης καί τόσα ἄλλα.
Εἶναι, ἐπίσης, τραγικό αὐτό πού συμβαίνει καί γιά τό ὁποῖο κατά μέγα μέρος εὐθύνονται ἡ τηλεόραση, τό internet καί τά κινητά τηλέφωνα: ἡ ἔλλειψη ἐπικοινωνίας καί διαλόγου μεταξύ τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας καί κυρίως μεταξύ τῶν συζύγων. Ἡ ὑπεραπασχόληση, ἡ ὑπερεργασία πού συμπληρώνεται μέ τήν ἐπί ὧρες καθήλωση μπροστά στήν τηλεόραση, στό κινητό ἤ τόν ὑπολογιστή, μέχρι καί τίς μεταμεσονύκτιες ὧρες, οἱ ὁποῖες ἀφαιροῦν καί τόν ἐλάχιστο ἐλεύθερο χρόνο ἀπό τούς συζύγους καί τά παιδιά, δημιουργοῦν συνεχή ἐκνευρισμό, κόπωση, ἀποξένωση καί μύρια ὅσα δεινά. Γιά νά εἴμαστε, ὅμως, εἰλικρινεῖς, τήν ἀπομόνωση, τόν ἐκνευρισμό, τίς ἀτέλειωτες λογομαχίες καί τόν τραυματισμό τῆς ψυχῆς τῶν παιδιῶν τά δημιουργοῦν καί τά καλλιεργοῦν κυρίως ὁ ἐγωϊσμός τῶν γονέων, ἡ φιλαυτία τους καί ἡ αὐτοδικαίωσή τους, ἡ ὁποία δέν γνωρίζει ἀγάπη, δέν γνωρίζει συγχώρηση, δέν γνωρίζει σιωπή καί ὑπομονή. Σπίτι χωρίς συγγνώμη τό ἐπισκέπτεται συχνά ἤ μᾶλλον κατοικεῖ μονίμως μέσα σ᾿ αὐτό ὁ σατανᾶς.
Νά ἔχουμε συναίσθηση τῆς μηδαμινότητός μας. Ἀκόμη κι ἄν εἴχαμε τηρήσει ὅλο τό Νόμο —πρᾶγμα δύσκολο γιά τόν ἄνθρωπο— καί πάλι ἀχρεῖοι δοῦλοι θά εἴμασταν, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Σαφέστατα καί κατηγορηματικώτατα μᾶς τό βεβαιώνει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν… ἐὰν εἴπωμεν ὅτι οὐχ ἡμαρτήκαμεν, ψεύστην ποιοῦμεν αὐτόν (τὸν Θεὸν), καὶ ὁ λόγος αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν» (Α´ Ἰωάν. 1, 8-10). Ἔτσι καλλιεργοῦμε τήν πραγματική ταπείνωση, στήν ὁποία ἀναπαύεται ὁ Θεός καί ὄχι τήν ταπεινολογία καί τήν ταπεινοσχημία. Κατά τό πατερικό λόγιο, ὁ Θεός εὐλογεῖ ὅλο τόν κόσμο κάθε μέρα μέ τό ἕνα Του χέρι, τόν ταπεινό, ὅμως, τόν εὐλογεῖ μέ τά δυό Του χέρια. Ἔτσι ἐξηγεῖται αὐτό πού τόνιζε συχνά-πυκνά ὁ Γέροντας Γερμανός, ὅτι ὁ Θεός ἀγαπᾶ καί σώζει τόν ταπεινό ἁμαρτωλό καί ἀποστρέφεται τόν ἀσεβή καί ὑπερήφανο δίκαιο. Γι’ αὐτό καί νά μήν κάνουμε φίλους αὐτούς πού νομίζουν καί ὑποστηρίζουν ὅτι δέν ἔχουν ἁμαρτίες. Εἶναι ψεύτες, ἀνόητοι καί ἀλαζόνες.
Θ´. Ἀφήσαμε τελευταῖο τό σπουδαιότατο ζήτημα τῆς τακτικῆς, εἰλικρινοῦς καί ἐν μετανοίᾳ Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, χωρίς τήν ὁποία δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχουμε πνευματική ζωή καί, κατά συνέπειαν, σωτηρία καί ἁγιασμό, καί μετοχή στήν Θεία Κοινωνία, στήν ὁποία πρέπει νά προσερχόμαστε τακτικά κι ἐμεῖς καί τά παιδιά μας, μέ τήν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ. Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο, πού θά τό ἀνοίξουμε, ὅμως, σέ μιά ἄλλη εὐκαιρία.
Προσφιλέστατοι ἀδελφοί μας,
Ὅλα αὐτά τά ἐπισημαίνουμε ὄχι γιά νά σᾶς ἀπελπίσουμε, ἀλλά γιά νά βάλουμε νέα ἀρχή μετανοίας, σύν Θεῷ, διά πρεσβειῶν καί δι’ εὐχῶν. Κι ἄν ἀκόμη δέν μποροῦμε νά τά ἐπιτύχουμε ὅλα αὐτά, τοὐλάχιστον νά ἔχουμε τήν αἴσθηση τῆς πνευματικῆς μας πενίας, τῶν πολλῶν μας ἐλλείψεων, τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας καί νά ζητοῦμε διαρκῶς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ καλός Θεός, βλέποντας τήν συναίσθηση αὐτή, θά ἀναπληρώσει τά ἐλλείποντα, ἀρκεῖ νά δεῖ καί τόν δικό μας συνεχή καί φιλότιμο ἀγώνα.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί καί φίλοι,
Καλή ἀρχή στόν ἀγώνα μας, μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας μας καί τῶν Ἁγίων μας. Καλή καί Εὐλογημένη Χρονιά, καλή Μετάνοια, καλόν Παράδεισο. Εὐχαριστοῦμε γιά τήν ἐγκάρδια ἀγάπη σας καί τήν θυσιαστική παρουσία σας.
«… Mνήμη ποιείσθαι των πίστεως κοιμηθέντων εθέσπισαν…» (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού)
Αληθώς οκταετές μνημόσυνο προσάγεται σημερον εις το υπερουράνιο της υπερθέου τριάδος θυσιαστήριο, στους εν Πειραιεί Ιερούς Ναούς (Υπαπαντή του Κύριου και Ρόδο το Αμάραντο), δια ευχών πάντων των ευλαβών πειραιωτών χριστιανών υπέρ αιωνίας μνήμης και αναπαύσεως της ευσεβούς ψυχής του ταπεινού εν χριστώ αδελφού και πάτερα πάντων ημών Μοναχού Νικοδήμου Γρηγοριάτη.
…
Αδυνατούν τα πτωχά λόγια να περιγράψουν ταπεινές, αγίες, ευαίσθητες ψυχές, σύγχρονες ή παλιές μη εναρμονισμένες στο κοσμικό πνεύμα του δήθεν μοντέρνου. Πώς περιγράφεις μία πολυτάλαντη ιεροπρεπή μορφή – προσωπικότητα ρώτησα έναν αδελφό που είχε την ευλογία να τον γνωρίσει κι αυτός από κοντά.....
Πατέρας Νικόδημος ο Γρηγοριάτης ο καρδιακός, o οσιομάρτυρας, ο μη δεχόμενος μόσχευμα καρδιάς από τον βαριά πάσχοντα αδελφό. Αυτό τα λέει όλα, μου απαντά ορθά και κοφτά! Επιμένω να αντιλέγω, πώς σκιαγραφείς αυτόν που φρονεί τα γήινα και τα υλικά αγαθά ως όντως κατώτερα, αλλά συγχρόνως σέβεται με άγιο πόθο τον κτίσαντα και την κτίση όλη. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να αναφερθούμε στους ασκητικούς αγώνες ενός ξένου από τον κόσμο τούτο, αλλά και τόσο δικό μου άνθρωπο, τόσο δικό σου, τόσο δικό μας. Είναι εφικτό τελικά για εμάς τους κοσμικούς να αναμετρηθούμε με έναν μοναχό που με την άσκηση και την υπακοή που κάνει από νεαρής ηλικίας,στον γέροντα του τον μακαριστό προηγούμενο Πατήρ Γεώργιο Καψανη να βρίσκεται εντός τόπου και εκτός τόπου, εντός χρόνου και εκτός αυτού,ακούραστος μπροστάρης στον στίβο της πνευματικής ζωής.
Από πιο απύθμενο πηγάδι αντλείς τις δυνάμεις για να πάρεις τελικά την απόφαση να γράψεις για αυτόν που απομακρύνεται από όλα τα δημιουργήματα καθώς παρευρίσκεται νοερώς και πρακτικώς κοντά στον Δημιουργό.
Ποιόν να δοξολογήσουμε και ποιόν να ευχαριστήσουμε!!!
Ποιόν να αγαπήσουμε έτι περισσότερο!!!
Πού και πώς να εναποθέσουμε την ευγνωμοσύνη μας για την επί γης γνωριμία μας, με τον πατέρα Νικόδημο τον, Αγιορείτη, τον Γρηγοριάτη. Πόσο ευγνώμονες πρέπει να είμεθα απέναντι στον Πανάγαθο Θεό, στον δωροθέτη του παντός επιστητού και μη, ορατού και αοράτου. Με ποιόν τρόπο να ευχαριστήσουμε την του Θεού άπειρη σοφία που πολλάκις σε κάθε εποχή μας αγκαλιάζει μέσα από τους αγίους και τα θαύματα τους και μας ελεεί, όστις ήθελε ελεηθεί, αποκαλύπτοντας λίγο - λίγο εις στους αποστατούντες, την μεγάλη και λαμπροτάτη, υπερκόσμια αγάπη και δόξα του.
΄Ω! Κύριε και δημιουργέ του παντός!! Σε, αγαπούμε, σε, δοξολογούμε, σε ευχαριστούμε δια την μεγάλη σου κατανόηση, δόξα και δικαιοσύνη!!
Μόνε αληθινέ, μόνε φωτοδότα όλου του κόσμου δυνάμωσέ μας την κλίση στο αγαθό, δίδαξέ μας να μην σπαταλούμε αλόγιστα την δύναμη της αγάπης σε καταστροφικά για εμάς και τους άλλους πράγματα πρόσωπα και καταστάσεις. Βοήθα μας να ακολουθούμε με σοφία, πίστη, και ελπίδα εσένα τον μόνον επουράνιο Θεό και Πατέρα, ώστε να μην μείνουμε έξω από την πατρική οικία σαν απερίσκεπτα παιδιά, που εγκλωβίστηκαν από τα ψεύτικα και μιαρά παιχνίδια, αυτής της ζωής . Φανέρωσε μας Κύριε ως οδηγό το άκτιστο Φώς σου, έλα η αέναη πηγή όλων των καλών και όλων των αρετών εις τους κακούς, η πηγή της ευγνωμοσύνης στους αχαρίστους, η πηγή της σωφροσύνης στους άφρονες. Βοήθα μας να αναγνωρίζουμε εσένα και μόνο εσένα, μέσα από τα μυριάδες χρηστά δώρα, που μας μοιράζεις απλόχερα με περίσσια πατρική αγάπη, απ αρχής γενομένης του κόσμου, της ζωής μας. Έλα, ξανά και ξανά, μακρόθυμούντα και φιλάνθρωπε Κύριε εις τις καρδιές μας,ξέχνα ξανά και ξανά την καθημερινή μας απληστία - αχαριστία. Ευλόγησε μας με την Εσταυρωμένη αγάπη όλου του κόσμου τον Εσταυρωμένο. Αυτήν την αγάπη, ξεχώριζες στα διεισδυτικά λαμπερογάλανα ταπεινά μάτια του πατρός Νικοδήμου, που ξεχείλιζε στον βίο και τον πλούσιο λόγο του ως χείμαρρος ζωοποιού ποταμού.
Η δίψα Θεού που κόχλαζε στην καρδιά του, μετέδιδε δίψα Θεού στην καρδιά μας, ενεργοποιώντας την κουρασμένη ψυχή μας να κατευθυνθεί και αυτή, στην αέναη πηγή των πάντων (την Εσταυρωμένη αγάπη). Γνωρίζουμε από τον ίδιο ότι, το πρώτο βήμα στην ένωση του με τον Θεό έγινε ως μοναχική κλήση στην παιδική δωδεκαετή καρδιά του, όταν μαζί με την μητέρα του βρέθηκε σε ένα συγγενικό σπίτι, για προσευχή – απόδειπνο. Από τότε έβαλε στόχο και σκοπό της ζωής του, το τελικό, αδιαχώριστο και μοναδικό εξελικτικό όριο του ανθρωπίνου γένους την ένωση Θεού-ανθρώπου - το καθ’ ομοίωσιν. Με την αγάπη του Χριστού, που φλόγιζε τα σπλάχνα του ως άλλη καιομένη βάτο, χωρίς όμως να βλάπτεται η καταπονημένη καρδιά του, έσβηνε με ευκολία τις δήθεν - παραπλανητικές αγάπες - του απατηλού κόσμου και του αιώνα τούτου, εκ παιδιόθεν. Προσπαθώντας να ζήσει το Ίνα ώσιν εν του Κυρίου, η αγάπη του ενός έγινε η αγάπη του άλλου,η συμπόνια του ενός συμπόνια του άλλου, ο λόγος του ενός λόγος του άλλου, η ζωή του ενός ζωή του άλλου. Με την άσβεστη φλόγα της αγάπης του Κυρίου καθαρίζονταν, αγιάζονταν, λαμποκοπούσε και ευωδίαζε η καρδιά του πατρός Νικοδήμου μέρα με την ημέρα με αποτέλεσμα να βιώσει εν τέλει το ζω δε ουκέτι εγώ ζεί εν εμοί Χριστός, Χριστός τα πάντα και εν πάση.
Ο καλοκάγαθος νηπτικός μοναχός της πόλης μας, αρνιόταν να αψηφήσει οτιδήποτε ορατό ή αόρατο, επιβλέπει ή έχει δημιουργήσει η χείρ του Κυρίου του Παντοκράτορος, σεβόμενος τις ενέργειες του Θεού στην κτίση, χωρίς να τις παρερμηνεύει, με έννοιες όπως (big bang, εξέλιξη) συγχέοντας τον Κτίσαντα ή τις προαιώνιες, άρα και άκτιστες ενέργειες του με αυτήν …. Καθημερινά, ως γνήσιος κι ευγνώμων δούλος του αφέντη Χριστού, ζούσε, προωθούσε και αντανακλούσε, την προσωπικότητα και το πρόσωπο του Θεού και κυρίως αυτό στις σχέσεις του με όλους τους ανθρώπους... Παρότι μοναχός, μακράν έξω του κοσμικού πνεύματος, άκουγε τα προβλήματα που απασχολούσαν τον κόσμο σαν δικά του και με αγία εσταυρωμένη αγάπη τα αγκάλιαζε και προσπαθούσε ταπεινά να τα λύσει. Αναζητώντας καθημερινώς και αδιαλείπτως την τελεία ένωση του ιδίου με τον Θεό, ερχόταν αβίαστα και η αρμονική συνύπαρξη του με την κοινωνία και όλη την δημιουργία. Χαρά Θεού και ειρήνη πλημύριζε τις καρδιές μας και την ατμόσφαιρα του μικρού αλλά καθαρού σπιτιού του κάθε φορά που βρισκόμασταν κοντά του. Ό χρόνος, ένα από τα μυριάδες κτιστά δημιουργήματα, ως γνήσιος υποτακτικός των ανθρώπων του Θεού, έκλινε γόνυ κι αυτός και υποτασσόταν σε άλλους ρυθμούς. Άλλοτε σταματούσε για να ακούσει ρήματα ζωής μαζί με εμάς και άλλοτε έτρεχε πολύ γρήγορα, για να παρασύρει μακριά την μισητή θλίψη – απογοήτευση φέρνοντας πάλι, την του Θεού ειρήνη, ασφαλώς, μέσω της μεσιτείας του πατρός Νικοδήμου. Η φιλία – συνεργασία εν Χριστώ με αυτόν τον μοναχό κατέλυε τα δεσμά του διαβόλου και έφερνε πρόγευση παραδείσου, λίγο ή πολύ στην ζωή μας δωρεάν και αβίαστα κατά αναλογία της δεκτικότητας μας. Μεγάλη ευλογία από τον Θεό να σε φανερώσει και να σε γνωρίσουμε από κοντά άγιε πατέρα!!
Πιστεύουμε ότι προσωρινά μας κρύφτηκες,για να βρούμε Θεού θέλοντος αιώνια, έναν επιστήθιο φίλο,έναν μειλίχιο αδελφό, έναν σώφρων πνευματικό μοναχό και πατέρα. Πολλοί από εμάς αργήσαμε εξ αρχής να κατανοήσουμε το πνευματικό σου ύψος, κάποιοι κατάλαβαν γρήγορα την προσωπικότητα και το πρόσωπο του Θεού να περιφέρεται ανάμεσα μας, καθώς αντανακλούσε και ζούσε μέσα από τα ηγιασμένα από τον Θεό στοιχεία της δικής σου προσωπικότητας του δικού σου προσώπου. Συνέβη και κάποιοι να αργήσουν να αντιληφθούν το κενό που άφησε η απουσία σου στην ζωή μας … Συγχώρα μας όλους μας άλλη μια φορά για την ελλιπή και αδύναμη κατανόηση της δύναμης της υπακοής, μεταξύ μας, στον πνευματικό, στον Θεό. Περπατώντας ο ίδιος την στενή και αιματηρή οδό της υπακοής από μικρό παιδί ως καλογεράκι στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Αρμά Χαλκίδος και ύστερα στη Μονή Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους ένιωσε στο πετσί του και βίωσε μέρα με την ημέρα την ενεργή και ευεργετική δύναμη της υπακοής και της προσευχής. Ο πατέρας Νικόδημος με αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, υπεράνθρωπες δυνάμεις λόγω της καρδιακής ανεπάρκειας και αγία παρότρυνση, προσπαθούσε να διαβιβάσει την πολύχρονη εμπειρία του δωρεάν με αγάπη, σεβόμενος συγχρόνως την ελευθερία και την δυνατότητα του κάθε προσώπου σε αυτά τα ζητήματα. Ως Ορατό Θεό, ακολούθησε με υπακοή τον γέροντα του,ως το τέλος της ζωής του και έτσι με πανάγιο σεβασμό τοποθετούσε τον πνευματικό πατέρα στην ζωή του καθενός μας. Άλλη μια Χρυσή παρακαταθήκη - μαρτυρία της πνευματικής διδαχής του ιερού αποστάγματος,της επίπονης μοναχικής ζωής του επί της γης, που μας την κληροδότησε, με λόγο και με πράξεις. << Βάλτε αρχή >>, βροντοφώναζε ιεροκρυφίως η ζωή του σε όλους μας. «Έχει πολύ αγώνα η ζωή». Πολλαπλός όμως ο αγώνας που χρειάζεται και επιβάλλεται να καταβληθεί για όσους επιζητούν την τελείωση της πνευματικής ζωής τους. Μετάνοια, νηστεία, άσκηση με μέτρο, υπακοή εις τον ορατό Θεό, ταπείνωση και όχι ταπεινολογία, συμπάσχουμε με κατανόηση αλλά δεν συνταυτιζόμεθα.
Αγάπη με διάκριση, πρόγευση παραδείσου εν ταπεινώση, όταν και εάν, Κύριος θελήσει. Έχει απαιτήσεις η αγάπη του Θεού από το πλάσμα του και γιατί όχι!! Εν πολύ σοφία και δικαιοσύνη άλλωστε, αφού αυτόν (κι εμάς) έστεψε βασιλέα της κτίσης, αυτόν (κι εμάς) έχρισε ιερέα όλης της δημιουργίας αυτός (κι εμείς) και μόνο το ανθρώπινο γένος από την χωματένια φύση – κτίση ευλογήθηκε να υψωθεί τόσο πολύ,που να μπορεί να επικοινωνεί με τον Δημιουργό του μέσω του προφητικού χαρίσματος. Αφού αυτός και μόνο αυτός επλάσθει ιδιαιτέρως και επιλέχθει μέσα από όλα τα δημιουργήματα της κτίσης και ευλογήθηκε με τόσα δωρεάν χαρίσματα, υποχρεούται εις στο ελάχιστον από φιλότιμο και μόνο, να αγωνίζεται , να αγρυπνεί και να τα φυλάττει με την ζωή του τα τάλαντα, εάν και όποτε χρειαστεί για να μην τα χάσει. (ο Αδάμ και εν συνεχεία όλο το ανθρώπινο γένος). Βαρυσήμαντος ο ρόλος του θεματοφύλακα όλης της κτίσης, καταστροφικά τα αποτελέσματα της επιπόλαιας και κακής φύλαξης της δημιουργίας. Ορατά τότε, ακόμα πιο ορατά, έντονα και επίπονα σήμερα, δυστυχία, κακία, πόνος και αρρώστια πλημύρισαν την γη μετά την πτώση. Ως δήθεν «λυτρωτής» έρχεται κάποια στιγμή βίαιος και οδυνηρός ο καταπέλτης του θανάτου. Τυραννικός, ο καινούργιος Βασιλιάς, ο πνευματικός και ο βιολογικός θάνατος ήλθε για να μείνει, απειλεί καθημερινά τον πρώην βασιλιά (τον Αδάμ). Σκοτώνει ανελέητα και αδυσώπητα η καινούργια βασιλεία, με υποκινητή – αρχηγό τον διάβολο, όλους ανεξαιρέτως ζωντανούς και μη, οργανισμούς. Συστενάζει η δημιουργία – η φύσης όλη! Έπεσε ο βασιλιάς, ο ιερέας, ο προφήτης!!! Ανετράπη η ευλογημένη από τον Θεό ημιευθεία της ζωής, επήλθε η αμαρτία και το χάος, ήρθε ο φαύλος κύκλος στον κόσμο ζωή – θάνατος – ζωή – θάνατος!! (τα οψώνια της αμαρτίας ίσον θάνατος). Ήρθε, ο αίρων τας αστοχίας και τας αμαρτίας του κόσμου όλου, ήρθε να σώσει το πληγωμένο έως θανάτου πλάσμα του και να αποκαταστήσει την βασιλική καταγωγή του.Δόξα εις τον Θεό Πατέρα Χριστός εσαρκώθη, Χριστός εσταυρώθη, Χριστός Ανέστη!!! Εσφαλμένη εντύπωση σε όποιον σκέφτηκε ότι μέσα από την καθημερινή ζωή που διανύουμε, δεν μπορεί να έρθει η χάρις του Θεού στον άνθρωπο. Ακόμη μία ζωντανή απόδειξη, η ζωή ενός απλού μοναχού του πατρός Νικοδήμου που φεύγει από το Άγιο Όρος, χωρίς να έχει φύγει, εν υπακοή του γέροντος του πατρός Γεωργίου ως «αποκλειστικός νοσοκόμος» της μητέρας του. Αποτέλεσμα της θυσίας και της υπακοής του αυτής είναι να λάβει την χάρη ενεργώς από τον Θεό, ώστε να μπορεί να απαλύνει τον πόνο από ανθρώπινες καταρρακωμένες ψυχές, που τον πλησίασαν λόγω συγκυριών ή που τους πλησίασε αυτός λόγω Θεϊκής παροτρύνσεως.
Ήρθε ο πατήρ Νικόδημος στην πόλη μας και έφερε μαζί του την χάρη του μοναστηριού του , την χάρη του Αγίου Όρους. Παρουσία Θεού, η παρουσία του κοντά μας, ζωντανή η μαρτυρία του Χριστού μας μέσω ενός ακόμα απλού, πράου, ταπεινού, και προσεχτικού μαθητού του Κυρίου. Αξιώνονται τα πλάσματα του Θεού να ακούσουν τον λόγο του Θεού, από έναν ακόμη γνήσιο απόστολο του Κυρίου με έργα και λόγο. Απαγορεύεται αυστηρώς η αποστήθιση, ή, η ξερή πανεπιστημιακή γνώση, ως μοναδικό προσόν! Ενδείκνυται η βαθιά και εμπειρική διείσδυση στα δαιδαλώδη μονοπάτια της ψυχής που περπατήθηκαν και καθαρίσθηκαν μαζί, χέρι με χέρι επιμελώς με και από, τον φιλάνθρωπο δημιουργό.
Τον ίδιο και μοναδικό τρόπο που πήγε να εφαρμοσθεί από την αρχή της δημιουργίας την συνεργασία Θεού – ανθρώπων, δια το καθ΄ ομοίωση, τάραξε τότε και συνεχίζει να ταράσσει τώρα ο διάβολος. Αδιάσπαστη συνεργασία συνιστά ο Χριστός μας Άνευ εμού ουδέν ποιείν ουδέν, το επαναλαμβάνει ακούραστα ο πατέρας Νικόδημος σε εμάς , ίνα μη σκοντάψει χωρίς οδηγό ο επόμενος που θα θελήσει να αξιωθεί αυτής της χάρης, και να λιάνει μαζί με τον Θεό του, τον Θεό σου,τον Θεό μας,τα μονοπάτια της ψυχής του. Ο εργάτης του Θεού,ξεριζώνει με αγία υπακοή, εν συνεχή μετανοία,τα πάθη του ένα – ένα καθημερινά. Έτσι, μετά από σκληρή προσωπική άσκηση και υπακοή γνωρίζει και γνωρίζεται ως οικιακός στον αμπελώνα του Κυρίου του, του Κυρίου μας. Σε αυτήν την περίπτωση ο αμπελώνας δεν είναι τίποτα άλλο από τα χωράφια της ψυχής μας... Η χάρις του Θεού εδραιώνεται μέσα μας από την μεταξύ μας αγάπη, την αμοιβαία και συνεχή αγάπη του υιού προς τον Θεό Πατέρα. Ο αγαπών εμέ τηρεί τας εντολάς μου λέγει ο Χριστός μας, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο...
Έτσι σθεναρά,από μικρό παιδί αγάπησε εξ όλης της καρδίας του και διαπαντός ο πατήρ Νικόδημος τον Χριστό μας και τον νοητό Γολγοθά, που οδηγεί εις στην βασιλεία του Θεού . Αναρωτηθήκαμε αδέλφια μου ποτέ, με πόσο παράπονο μας κοίταξε από ψηλά με ανοικτή την ματωμένη αγκαλιά ο καρδιογνώστης, Εσταυρωμένος Χριστός, την ώρα που ζητούσε νερό από εμάς τα πλάσμα τα του και εμείς αντί νερού του προσφέραμε ξύδι από χαμηλά, ξεπέφτοντας ακόμα, πιο χαμηλά!!!
Αναρωτηθήκαμε άραγε και με πόσο παράπονο η καρδιά του Νικοδήμου κοιτούσε τις σκληρές καρδιές μας, καθώς με την ανυπακοή μας εις στο θέμα της πενιχρής αγάπης, απομακρυνόμεθα όχι από τον δύσκολη και σκληρή σταύρωση του Γολγοθά, αλλά από μικρά και απλά αιτήματα του αδελφού, του πλησίον, του συγγενή. Κωφεύουμε σκανδαλίζοντας τους γύρω μας, ενώ όλοι,έχομε ξεκάθαρη εντολή του Χριστού μας να διανύομε δύο μίλια εάν ο αδελφός, μας ζητήσει να περπατήσουμε μαζί του έστω ένα Επίσης όλοι έχομε εντολή να δίνουμε απλόχερα, κάνοντας τον συνάνθρωπο να ζει στην πράξη ζωντανό τον λόγο του Χριστού έως σήμερα, δωρεάν λάβατε δωρεάνδώτε, και έτσι να δοξάζετε ο μόνος αγαπημένος και υπαίτιος όλων των υλικών και πνευματικών αγαθών στην ζωή μας, ο δωροθέτης Θεός. Έχοντας συνεχώς στον νου του να μην λυπήσει τον Κύριο ή άθελά του σκανδαλίσει οιοδήποτε ο Νικόδημος, πρόσεχε την παραμικρή πράξη που θα κάνει έννοια ή λέξη που θα πει μέχρι το τέλος της ζωής του, ως ύστατη προσπάθεια αποχαιρετιστήριου, ορθοδόξου, ευαγγελισμού μας. Η απλή αλλά έντονη, η διαχρονική αλλά συγχρόνως νηπτική παρουσία του, ταξίδευε τον οποιοδήποτε άνθρωπο - ακροατή που ερχόταν κοντά του σε ένα μέρος ιερό, ησυχαστικό. Ένα μέρος που τίποτα δεν μένει κρυφό από τον παντογνώστη Θεό, ένα μέρος που οι αναστεναγμοί της ψυχής εκεί και μένουν. Ένα μέρος που καταλύει το πνεύμα της εποχής, ως απαράδεκτο και μη αναγκαίο που η εμφάνιση και τα μεγαλοπρεπή ντουβάρια δεν είναι τελικά αυτά που καθορίζουν τον χώρο και την σπουδαιότητα του.
Αδελφοί μου, προσοχή!! Έφτασε η βασιλεία του Θεού και η μετάβαση μας στους ουρανούς. Καλό είναι να βάλουμε αρχή μετανοίας - αλλαγή της κακής νοοτροπίας μας επί της γής. Ας αναθαρρήσουμε και ας χαρούμε, διότι ο αρχηγός μας Χριστός ενίκησε το κοσμικό πνεύμα και τον θάνατο με την ανάστασή του.
Η αληθινή ευδαιμονία εις την άλλη ζωή ξεκινά και συνεχίζει, Aιωνίως, Aμήν …....!!!
Aδελφότητα Πειραιωτών Χριστιανών
23-01- /5-02/2017
ΑΓΑΠΗΤΟΙ μου ἀδελφοί, ἀκοῦστε γιὰ τὴ δεύτερη καὶ φοβερὴ παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἔφερα στὸ νοῦ μου τὴν ὥρα ἐκείνη καί, καθὼς ἀναλογίστηκα ὅσα πρόκειται τότε νὰ συμβοῦν, κατατρόμαξα. Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὰ διηγηθεῖ; Ποιὰ γλώσσα μπορεῖ νὰ τὰ περιγράψει; Ποιὰ αὐτιὰ μποροῦν νὰ τ' ἀκούσουν;
Τότε ὁ Βασιλιὰς τῆς οἰκουμένης θὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ θρόνο τῆς δόξας Του καὶ θὰ ἔρθει γιὰ νὰ κρίνει ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς γῆς, ἀμοίβοντας μὲ αἰώνια μακαριότητα τοὺς ἄξιους καὶ τιμωρώντας μὲ αἰώνια κόλαση τοὺς ἁμαρτωλούς!
Ὅταν τὰ φέρνω αὐτὰ στὸ νοῦ μου, τρόμος μὲ κυριεύει. Παραλύω ὁλόκληρος. Τὰ μάτια μου δακρύζουν. Ἡ φωνή μου κόβεται. Τὰ χείλη μου παγώνουν. Ἡ γλώσσα μου τρέμει. Οἱ λογισμοί μου σταματοῦν.
Ἂν καὶ ὁ φόβος μὲ πιέζει νὰ σωπάσω, ἀναγκάζομαι νὰ μιλήσω γιὰ χάρη τῆς δικῆς σας ὠφέλειας.
Θὰ συμβοῦν τόσο μεγάλα καὶ τρομακτικὰ γεγονότα, ποὺ οὔτε ἔγιναν ἀπὸ τὴν κτίση τοῦ κόσμου οὔτε θὰ γίνουν σ' ὅλες τὶς γενιές.
Ἂν μία δυνατὴ βροντὴ πολλὲς φορὲς μᾶς τρομάζει καὶ μᾶς κόβει τὰ πόδια, γιὰ σκεφτεῖτε, πὼς θ' ἀντέξουμε ν' ἀκούσουμε τὸν ἦχο ἐκείνης τῆς σάλπιγγας, ποὺ θὰ ἠχήσει στὰ οὐράνια δυνατότερα ἀπὸ κάθε βροντή, γιὰ νὰ ξυπνήσει ὅλους τους νεκρούς, δίκαιους καὶ ἄδικους;
Τότε τὰ ὀστὰ τῶν νεκρῶν θὰ συναρμολογηθοῦν. Θὰ προστάξει ὁ μεγάλος Βασιλιάς, ποὺ ἐξουσιάζει ὅλη τὴν κτίση, κι εὐθὺς ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα θὰ δώσουν μὲ τρόμο τοὺς νεκρούς τους. Ἀκόμα κι ὅσοι κατασπαράχθηκαν ἀπὸ τὰ θηρία, ὅσοι φαγώθηκαν ἀπὸ τὰ ψάρια ἢ τὰ ὄρνια, ὅλοι, «ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ», θὰ παρουσιαστοῦν μπροστὰ στὸν ἀδέκαστο Κριτή.
Τότε οἱ ποταμοὶ καὶ οἱ πηγὲς θὰ ἐξαφανιστοῦν, τ' ἀστέρια θὰ πέσουν, ὁ ἥλιος θὰ σβήσει, ἡ σελήνη θὰ χαθεῖ.
Ἄγγελοι σταλμένοι ἀπὸ τὸ Θεὸ θὰ διασχίζουν τὴν ὑφήλιο καὶ θὰ συγκεντρώνουν τοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ κάθε σημεῖο τῆς γῆς.
Τότε θ' ἀντικρύσουμε «νέους οὐρανοὺς καὶ νέα γῆ» (Β' Πέτρ. 3:13) , σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου.
Πῶς θ' ἀντέξουμε, ὅταν θὰ δοῦμε νὰ ἑτοιμάζεται ὁ φοβερὸς θρόνος καὶ νὰ προβάλλει ὁ Σταυρός, ποὺ πάνω του θυσιάστηκε ἑκούσια ὁ Χριστὸς γιὰ μᾶς; Τότε θὰ θυμηθοῦμε καὶ θὰ κατανοήσουμε τὸ λόγο τοῦ Κυρίου γιὰ «τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 24:30) . Τότε θὰ πληροφορηθοῦμε ὅλοι, ὅτι πρόκειται νὰ παρουσιαστεῖ ὁ μεγάλος Βασιλιάς. Τὴ φοβερὴ ἐκείνη ὥρα, ὁ καθένας μας θὰ συλλογίζεται τὶς πράξεις του καὶ θὰ σκέφτεται τί θὰ Τοῦ ἀπολογηθεῖ...
Ὅταν θ' ἀκούσουμε τὴ βροντερὴ ἐκείνη φωνὴ ἀπὸ τὰ ὕψη τ' οὐρανοῦ νὰ διακηρύσσει, «Νά, ὁ Νυμφίος ἔρχεται» (Ματθ. 25:6) , «Ὁ Κριτὴς φτάνει γιὰ νὰ κρίνει ζωντανοὺς καὶ νεκρούς», τότε, ἀπὸ τὴν κραυγὴ ἐκείνη, θὰ σαλέψουν συθέμελα τὰ ἔγκατα τῆς γῆς, ἀπ' τὴ μίαν ἄκρη ὣς τὴν ἄλλη. Τότε, ἀδελφοί μου, στενοχώρια καὶ φόβος καὶ τρόμος θὰ καταλάβει κάθε ἄνθρωπο γι' αὐτὰ ποὺ θὰ συμβοῦν στὴν οἰκουμένη. Οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν θὰ σαλευθοῦν. Οἱ οὐρανοὶ θὰ σχιστοῦν. Καὶ ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων, ὁ ἅγιος καὶ ἔνδοξος Θεός μας, θὰ παρουσιαστεῖ σὰν ἀστραπὴ φοβερή, μὲ ἐξουσία καὶ δόξα ἀπερίγραπτη.
Ἔκσταση καὶ φρίκη θὰ μᾶς κυριέψουν τὴν ὥρα ἐκείνη, ὅταν θὰ καθίσει στὸ κριτήριο ὁ ἀμερόληπτος Κριτὴς καὶ θ' ἀνοίξει τὰ φοβερὰ βιβλία, ὅπου εἶναι γραμμένα τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια μας, ὅλα ὅσα κάναμε καὶ εἴπαμε στὴν ζωὴ αὐτή, νομίζοντας ὅτι μποροῦμε ν' ἀπατήσουμε τὸν καρδιογνώστη Θεό.
Ὤ! Πόσα δάκρυα πρέπει νὰ χύνουμε, ὅταν συλλογιζόμαστε ἐκείνη τὴν ὥρα! Καὶ ὅμως, εἴμαστε τόσο ἀμελεῖς!
Πόσο θὰ κλάψουμε καὶ θὰ στενάξουμε τότε, ὅταν θὰ δοῦμε ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὶς μεγάλες δωρεὲς καὶ τὴν ἀσύλληπτη μεγαλοπρέπεια καὶ λαμπρότητα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ θ' ἀπολαύσουν ὅσοι πάλεψαν σκληρὰ γιὰ νὰ τηρήσουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τὶς φοβερὲς τιμωρίες, ποὺ θὰ ὑποστοῦν ὅσοι ὑποδουλώθηκαν στὴν ἁμαρτία! Καὶ στὴ μέση, ἔντρομοι, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἀπὸ κάθε φυλή, ἀπὸ τὸν πρωτόπλαστο Ἀδὰμ ὣς τὸν τελευταῖο, θὰ γονατίζουν καὶ θὰ προσκυνοῦν τὸ Θεό, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τῆς Γραφῆς: «Ἐγώ, ὁ ζωντανὸς Κύριος, τὸ λέω πὼς ὅλοι θὰ μὲ προσκυνήσουν» (Ρωμ. 14:11) .
Τότε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, καθὼς θὰ βρίσκεται ἀνάμεσα στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο, ἀνάμεσα στὴ μακάρια ἀνάπαυση καὶ στὴν αἰώνια καταδίκη, θὰ περιμένει μὲ ἀγωνία τὴ φοβερὴ Κρίση. Καὶ κανένας τὴν ὥρα αὐτὴ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ βοηθήσει τὸν διπλανό του.
Θὰ ρωτηθοῦν οἱ ἐπίσκοποι καὶ γιὰ τὸν δικό τους τρόπο ζωῆς καὶ γιὰ τὸ ποίμνιό τους. Θὰ τοὺς ζητηθεῖ λόγος γιὰ τὰ λογικὰ πρόβατα, ποὺ παρέλαβαν ἀπὸ τὸν ἀρχιποιμένα Χριστό. Ἂν ἀπὸ ἀμέλειά τους χάθηκε κάποιο πρόβατο, τὸ αἷμα του θὰ ζητηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Παρόμοια καὶ οἱ ἱερεῖς θὰ δώσουν λόγο γιὰ τὶς ἐνορίες τους. Ἐπίσης καὶ κάθε πιστὸς θὰ δώσει λόγο γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ τὸ σπίτι του, γιὰ τὴ γυναίκα του, γιὰ τὰ παιδιά του, γιὰ τοὺς ὑπαλλήλους καὶ τοὺς δουλευτάδες του.
Θὰ ἐξεταστοῦν βασιλιάδες καὶ ἄρχοντες, πλούσιοι καὶ φτωχοί, μικροὶ καὶ μεγάλοι, γιὰ ὅλα ὅσα ἔκαναν: «Γιατί ὅλοι μας πρέπει νὰ παρουσιαστοῦμε μπροστὰ στὸ βῆμα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ πάρει καθένας τὴν ἀμοιβή του ἀνάλογα μὲ τὰ ὅσα καλὰ ἢ κακὰ ἔπραξε σ' αὐτὴ τὴ ζωή» (Β' Κoρ. 5:10) .
Ὅλων μας τὰ ἔργα θὰ ἐρευνηθοῦν καὶ θὰ φανερωθοῦν μπροστὰ σὲ ἀγγέλους καὶ ἀνθρώπους. Οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ θὰ κατασυντριβοῦν. Θὰ καταργηθεῖ κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία καὶ δύναμη (Α' Κορ. 15:24) . Τότε, καθὼς εἶναι γραμμένο, ὁ Κύριος θὰ ξεχωρίσει «τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια» (Ματθ. 25:32) . Ἔτσι, ὅσοι ἔχουν καλὰ ἔργα καὶ πνευματικοὺς καρπούς, θὰ χωριστοῦν ἀπὸ τοὺς ἄκαρπους καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς.
Οἱ πρῶτοι θὰ λάμψουν σὰν τὸν ἥλιο, γιατί φύλαξαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἐλεήμονες, οἱ φιλόξενοι, οἱ βοηθοὶ τῶν δυστυχισμένων, οἱ συμπαραστάτες τῶν ἀσθενῶν, οἱ προστάτες τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ὀρφανῶν, ὅσοι ἕντυναν τοὺς γυμνούς, ὅσοι ἐπισκέπτονταν τοὺς φυλακισμένους, ὅσοι ἔγιναν φτωχοὶ γιὰ τὸν πλοῦτο ποὺ ὑπάρχει στοὺς οὐρανούς, ὅσοι συγχώρησαν τὰ παραπτώματα τῶν ἀδελφῶν τους, ὅσοι φύλαξαν τὴ σφραγίδα τῆς πίστεως ἀκέραιη καὶ ἀμόλυντη ἀπὸ κάθε αἵρεση. Αὐτοὺς θὰ τοὺς βάλει στὰ δεξιά Του, ἐνῶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς στ' ἀριστερά Του.
Οἱ δεύτεροι εἰν' ἐκεῖνοι ποὺ παρόργιζαν τὸν καλὸ Ποιμένα καὶ περιφρονοῦσαν τοὺς λόγους Του. Εἶναι οἱ περήφανοι, οἱ ἀδιόρθωτοι, οἱ φίλοι τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν ἀπολαύσεων, ὅσοι ξόδεψαν στὴν ἀκολασία καὶ τὴ μέθη καὶ τὴν ἀσπλαχνία ὁλόκληρο τὸ χρόνο τῆς ζωῆς τους, σὰν ἐκεῖνο τὸν πλούσιο ποὺ ποτὲ δὲν ἐλέησε τὸν φτωχὸ Λάζαρο (Λουκ. 16:19-31) . Αὐτοὶ θὰ καταδικαστοῦν καὶ θὰ σταθοῦν στ' ἀριστερά, γιατί δὲν ἔδειξαν συμπόνια. Ἦταν σκληροὶ καὶ δὲν εἶχαν καρποὺς μετάνοιας, δὲν εἶχαν λάδι στὰ λυχνάρια τους (βλ. Ματθ. 25:1-12) . Ὅσοι ὅμως ἀγόρασαν τὸ λάδι τῆς ἐλεημοσύνης ἀπὸ τοὺς φτωχοὺς καὶ γέμισαν τὰ λυχνάρια τους, θὰ σταθοῦν στὰ δεξιά, κρατώντας τὰ ἀναμμένα, ἔνδοξοι καὶ χαρωποί, καὶ θ' ἀκούσουν τὴ γαλήνια ἐκείνη καὶ ποθητὴ φωνή: «Ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι ἀπ' τὸν Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴ βασιλεία, ποὺ σᾶς ἔχει ἑτοιμαστεῖ ἀπ' τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου» (Ματθ. 25:34) .
Ὅσοι πάλι εἶναι στ' ἀριστερά, θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη καὶ φοβερὴ ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὸ διάβολο καὶ τοὺς δικούς του» (Ματθ. 25:41) . Ὅπως δὲν ἐλεήσατε, ἔτσι τώρα δὲν θὰ ἐλεηθεῖτε. Ὅπως δὲν ἀκούσατε τὴ φωνή Μου, οὐτ' Ἐγὼ τώρα θ' ἀκούσω τὸν ἀπαρηγόρητο θρῆνο σας.
Γιατί δὲν Μὲ θρέψατε ὅταν πεινοῦσα.
Δὲν Μὲ ποτίσατε ὅταν διψοῦσα.
Δὲν Μὲ φιλοξενήσατε ὅταν ἦρθα κοντά σας.
Δὲν Μὲ ντύσατε ὅταν ἤμουν γυμνός.
Δὲν Μ' ἐπισκεφθήκατε ὅταν ἤμουν ἄρρωστος
οὔτε ὅταν ἤμουν στὴ φυλακή.
Δὲν ὑπηρετήσατε Ἐμένα.
Σὲ ἄλλο κύριο γίνατε ὑπηρέτες καὶ δοῦλοι, στὸ διάβολο.
Φύγετε λοιπὸν μακριά Μου, ἐργάτες τῆς ἀδικίας.
Τότε θὰ ὁδηγηθοῦν αὐτοὶ στὴν αἰώνια κόλαση, ἐνῶ οἱ δίκαιοι στὴν αἰώνια ζωὴ (βλ. Ματθ. 25:41-46) .
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀφήνουν ἀνεκμετάλλευτο τὸν καιρὸ τοῦτο τῆς μετάνοιας καὶ παραδίνονται σὲ πράγματα ἄσκοπα καὶ γελοία. Θὰ ζητήσουν τότε τὸ χρόνο ποὺ ξόδεψαν μάταια, καὶ δὲν θὰ τὸν βροῦν.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ δίνουν σημασία σὲ πνεύματα πλάνης καὶ διδασκαλίες δαιμονικές, γιατί αὐτὰ θὰ τοὺς ἐξασφαλίσουν τὴν καταδίκη στὴν ἄλλη ζωή.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ μαντεῖες καὶ ἀνηθικότητες.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ στεροῦν ἀπὸ τοὺς ἐργάτες τὸν δίκαιο μισθό τους, γιατί εἶναι ὅμοιοι μ' αὐτοὺς ποὺ χύνουν αἷμα.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ κρίνουν ἄδικα, δικαιώνοντας τὸ φταίχτη καὶ καταδικάζοντας τὸν ἀθῷο.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ μολύνουν τὴν ἅγια πίστη μας μ' αἱρετικὲς διδασκαλίες ἢ συναναστρέφονται μ' αἱρετικούς. Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν τ' ἀνόητα πάθη τοῦ φθόνου καὶ τοῦ μίσους.
Καὶ γιὰ νὰ μὴ λέω πολλά: Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ θὰ βρεθοῦν στ' ἀριστερὰ τὴ φοβερὴ μέρα τῆς Κρίσεως. Θὰ κλάψουν πικρὰ ἀλλ' ἀνώφελα, ὅταν θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά» (Ματθ. 25:41) .
Ὅσοι ἔχετε δάκρυα καὶ κατάνυξη, θρηνῆστε μαζί μου.
Ὅταν συλλογίζομαι τὸν αἰώνιο ἐκεῖνο χωρισμό, νιώθω ἀβάσταχτη θλίψη. Γιατί τότε ἀποχωρίζονται ὁ ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ φεύγουν σὲ ἀποδημία ποὺ δὲν ἔχει ἐπιστροφή. Ποιὸς εἶναι τόσο σκληρόκαρδος καὶ ἀναίσθητος, ὥστε νὰ μὴν κλάψει ἀπὸ δῶ γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη;
Τότε, ὅσοι ἦταν κάποτε βασιλιάδες, θὰ ὀδύρονται σὰν αἰχμάλωτοι.
Τότε θὰ στενάζουν οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ἄσπλαχνοι πλούσιοι καὶ θὰ ζητοῦν βοήθεια, ἀλλὰ κανεὶς δὲν θὰ τοὺς δίνει. Γιατί ἐκεῖ δὲν ἔχουν καμιὰν ἄξια οὔτε ὁ πλοῦτος οὔτε οἱ κόλακες. Καὶ δὲν θὰ βροῦν ἔλεος, ἐπειδὴ δὲν ἐλέησαν κανένα.
Τότε θ' ἀποχωριστοῦν γονεῖς ἀπὸ τὰ παιδιά τους καὶ φίλοι ἀπὸ τοὺς φίλους τους.
Τότε θὰ διαλυθοῦν οἱ συζυγικοὶ δεσμοὶ ποὺ δὲν κρατήθηκαν ἀμόλυντοι καὶ ἁγνοί.
Τότε θ' ἀποδιωχτοῦν οἱ παρθένοι στὸ σῶμα ἀλλ' ἄκαρδοι καὶ ἄσπλαχνοι στὸν τρόπο, γιατί ἡ κρίση θὰ εἶναι ἀνελέητη σ' ὅποιον δὲν εἶχε ἔλεος (Ἰακ. 2:13) .
Θὰ παραλείψω ὅμως τὰ πολλά, γιατί κυριεύομαι ἀπὸ φόβο καὶ φρίκη. Ἄγγελοι φοβεροὶ θ' ἀπομακρύνουν βίαια ὅλους τους ἀμετανόητους ἀσεβεῖς, ποὺ θὰ τρίζουν μὲ τρόμο τὰ δόντια τους καὶ θὰ γυρίζουν συχνά, γιὰ νὰ βλέπουν τοὺς δικαίους καὶ τὴν εὐδαιμονία ποὺ ἔχασαν. Θὰ βλέπουν τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ περίλαμπρο καὶ τὰ κάλλη τοῦ παραδείσου. Θὰ βλέπουν τοὺς γνωστούς τους στὴν τρισμακάρια ἐκείνη χώρα καὶ τὶς μεγάλες δωρεές, ποὺ θὰ παίρνουν ἀπὸ τὸ Βασιλιὰ τῆς δόξας ὅσοι ἀγωνίστηκαν γιὰ τὴ σωτηρία τους σ' αὐτὸν τὸν κόσμο.
Ὓστερ' ἀπὸ λίγο, ἀφοῦ θὰ ἔχουν ἀποχωριστεῖ ἀπ' ὅλους τοὺς δικαίους καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γνωστούς τους, θ' ἀποχωριστοῦν κι ἀπ' αὐτὸν τὸ Θεό. Δὲν θὰ μποροῦν πιὰ νὰ βλέπουν τὴ χαρὰ καὶ τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό.
Τέλος, θὰ ὁδηγηθοῦν στὶς διάφορες κολάσεις γιὰ νὰ παραδοθοῦν στὴν αἰώνια τιμωρία.
Τότε, βλέποντας τὴν τέλεια ἐγκατάλειψή τους, βλέποντας ὅτι κάθε ἐλπίδα τους χάθηκε, βλέποντας ὅτι κανένας πιὰ δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς βοηθήσει, θὰ λένε κλαίγοντας ἀπαρηγόρητα μὲ πικρὰ δάκρυα:
"Ὤ! Πόσο καιρὸ χάσαμε στὴν ἀμέλεια! Πόσο χλευαστήκαμε ἀπὸ τὸν πονηρό! Ὅταν ἀκούγαμε στὶς Γραφὲς νὰ μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὄχι μόνο δὲν προσέχαμε, ἀλλὰ καὶ γελούσαμε. Τώρα κραυγάζουμε, κι Αὐτὸς ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό Του ἀπὸ μᾶς! Τί μᾶς ὠφέλησαν λοιπὸν τ' ἀγαθὰ τοῦ κόσμου; Ποῦ εἶναι ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα ποὺ μᾶς γέννησαν; Ποῦ εἶναι οἱ ἄδελφοι; Ποῦ τὰ παιδιά; Ποῦ οἱ φίλοι; Ποῦ ὁ πλοῦτος; Ποῦ τὰ ὑπάρχοντα; Ποῦ οἱ ἄρχοντες κι οἱ ἡγεμόνες; Κανένας ἀπ' ὅλους αὐτοὺς δὲν μπορεῖ τώρα νὰ μᾶς σώσει. Οὔτε κι ἐμεῖς μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας. Ἀλλὰ ἐγκαταλειφθήκαμε ἐντελῶς κι ἀπὸ τὸ Θεὸ κι ἀπὸ τοὺς ἁγίους. Τί μποροῦμε λοιπὸν νὰ κάνουμε; Τώρα πιὰ δὲν εἶναι καιρὸς μετάνοιας. Δὲν ἰσχύουν πιὰ οἱ προσευχές. Δὲν ὠφελοῦν πιὰ τὰ δάκρυα. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ οἱ πωλητὲς τοῦ λαδιοῦ, δηλαδὴ οἱ φτωχοὶ καὶ οἱ δυστυχισμένοι. Ὅταν μᾶς παρακαλοῦσαν ν' ἀγοράσουμε, ἐμεῖς κλείναμε τ' αὐτιά μας. Τώρα ζητᾶμε καὶ δὲν βρίσκουμε. Δὲν ὑπάρχει λύτρωση γιὰ μᾶς, τοὺς ἀξιοθρήνητους. Δὲν θὰ βροῦμε εὐσπλαχνία, γιατί δὲν εἴμαστε ἄξιοι".
Τότε λοιπὸν θὰ πάει ὁ καθένας στὸν τόπο τῶν βασάνων, στὸν τόπο ποὺ ὁ ἴδιος ἑτοίμασε γιὰ τὸν ἑαυτό του μὲ τὶς πονηρὲς πράξεις του, ἐκεῖ «ὅπου τὸ σκουλήκι δὲν πεθαίνει καὶ ἡ φωτιὰ δὲν σβήνει» (Μάρκ. 9:44) .
Νά, ἀκούσατε τί κερδίζουν ὅσοι ἀμελοῦν καὶ ραθυμοῦν καὶ δὲν μετανοοῦν. Ἀκούσατε πὼς χλευάζονται ὅσοι χλεύαζαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.
Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν ἀποστόλων, μᾶς προειδοποιεῖ γιὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη λέγοντας: «Ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου θὰ ἔρθει ὅπως ὁ κλέφτης τὴ νύχτα, καὶ τότε οἱ οὐρανοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν μὲ τρομερὸ πάταγο, τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ διαλυθοῦν στὴ φωτιά, καὶ ἡ γῆ, ὅπως καὶ ὅλα ὅσα ἔγιναν πάνω σ' αὐτήν, θὰ κατακαοῦν» (Β' Πέτρ. 3:10) . Ἀλλὰ καὶ πρωτύτερα, ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης καὶ Κύριός μας μᾶς ἀποκάλυψε τὰ ἑξῆς: «Προσέξτε καλὰ τοὺς ἑαυτούς σας. Μὴν παραδοθεῖτε στὴν κραιπάλη καὶ στὴ μέθη καὶ στὶς βιοτικὲς ἀνάγκες, καὶ σᾶς αἰφνιδιάσει ἡ ἡμέρα ἐκείνη. Γιατί θὰ ἔρθει σὰν τὴν παγίδα σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους ποὺ κατοικοῦν στὴ γῆ» (Λουκ. 21:34-35) . Καὶ ἀλλοῦ: «Μπεῖτε ἀπὸ τὴ στενὴ πύλη... Στενὴ εἶναι ἡ πύλη καὶ γεμάτη δυσκολίες ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωή» (Ματθ. 7:13-14) .
Ἀδελφοί μου, ἂς βαδίσουμε τὸν δύσκολο αὐτὸ δρόμο γιὰ νὰ κληρονομήσουμε τὴν αἰώνια ζωή.
Αὐτὸς ὁ δρόμος ἀπαιτεῖ μετάνοια, νηστεία, προσευχή, ἀγρυπνία, ταπεινοφροσύνη, περιφρόνηση τῆς σάρκας, ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς, ἐλεημοσύνη, δάκρυα, πένθος. Νὰ μισεῖται κανεὶς καὶ νὰ μὴ μισεῖ• νὰ συγχωρεῖ αὐτοὺς ποὺ τοῦ κάνουν κακόν" ἀδικεῖται καὶ νὰ εὐεργετεῖ• τέλος, νὰ χύσει καὶ τὸ αἷμα του γιὰ τὸ Χριστό, ὅταν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτήσουν.
Ἀντίθετα, εἶναι «πλατειὰ ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή» (Ματθ. 7:13) . Ἡ πορεία αὐτοῦ τοῦ δρόμου ἐδῶ εἶναι εὐχάριστη, ἀλλὰ ἐκεῖ εἶναι θλιβερή. Ἐδῶ εἶναι γλυκιά, ἐκεῖ ὅμως πικρότερη κι ἀπὸ τὴ χολή. Ἐδῶ εἶναι εὔκολη, ἐκεῖ ὅμως δύσκολη καὶ ὀδυνηρή. Γνωρίσματα αὐτῆς τῆς πορείας εἶναι ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ἀσέλγεια, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ φιλονικία, ὁ θυμός, ἡ διχόνοια, οἱ φθόνοι, οἱ φόνοι, τὰ γλέντια, τὰ πολυτελῆ γεύματα, ἡ λαιμαργία καὶ τὰ ὅμοια μ' αὐτά. Μὰ τὸ χειρότερο ἀπ' ὅλα, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ τέλεια λησμοσύνη τῆς ὥρας τοῦ θανάτου.
Αὐτὴ τὴν ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Χριστοῦ συλλογίστηκαν οἱ ἅγιοι μάρτυρες καὶ δὲν λυπήθηκαν τὰ σώματά τους, ἀλλὰ ὑπέμειναν κάθε εἶδος βασάνων μὲ χαρὰ καὶ μὲ τὴν προσδοκία τῶν οὐράνιων στεφανιῶν. Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ἀγωνίστηκαν στὶς ἐρημιὲς καὶ στὰ βουνά, μὲ νηστεία καὶ ἁγνεία, ὄχι μόνο ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, βαδίζοντας καρτερικὰ τὸ στενὸ καὶ θλιμμένο μονοπάτι, κι ἔτσι κέρδισαν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Αὐτὸ τὸ φοβερὸ δικαστήριο συλλογίστηκε καὶ ὁ μακάριος Δαβίδ, γι' αὐτὸ ἔβρεχε κάθε νύχτα μὲ δάκρυα τὸ στρῶμα του καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεό, λέγοντας: «Κύριε, ...μὴ μὲ δικάσεις, τὸ δοῦλο σου, γιατί κανένας ζωντανὸς δὲν εἶναι δίκαιος μπροστά σου» (Ψαλμ. 142:2) .
Ἐμπρὸς λοιπὸν κι ἐμεῖς, πρὶν φτάσει ἡ μέρα ἐκείνη, πρὶν τελειώσει τὸ πανηγύρι τῆς σύντομης τούτης ζωῆς, πρὶν ἔρθει ὁ Θεὸς καὶ μᾶς βρεῖ ἀπροετοίμαστους, ἂς ἑτοιμαστοῦμε γιὰ τὴν ὑποδοχή Του μὲ ἐξομολόγηση, μὲ μετάνοια, μὲ νηστεία, μὲ δάκρυα, μὲ ἀγαθοεργίες.
Προσέξτε, μὴν τολμήσει κανεὶς νὰ πεῖ ὅτι δὲν ἁμάρτησε. Ὅποιος τὸ λέει αὐτό, εἶναι τυφλὸς καὶ ἀπατᾶ τὸν ἑαυτό του, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ὁ σατανᾶς μπορεῖ νὰ τὸν κυριεύει καὶ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα καὶ μὲ τὴν ἀκοὴ καὶ μὲ τὴν ὅραση καὶ μὲ τὴν ἁφὴ καὶ μὲ τοὺς λογισμούς. Ποιὸς μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ ὅτι ἔχει ἁγνὴ καρδιὰ καὶ καθαρὲς ὅλες τὶς αἰσθήσεις του; Κανένας δὲν εἶναι ἀναμάρτητος, κανένας δὲν εἶναι καθαρός, παρὰ μόνο Ἐκεῖνος, πού, ἂν καὶ πλούσιος, «ἐπτώχευσε» γιὰ μᾶς. Αὐτὸς μόνο εἶναι ἀναμάρτητος. Αὐτὸς βαστάζει τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου καὶ δὲν θέλει τὸ θάνατο τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ τὴ σωτηρία τους. Σ' Αὐτὸν ἂς καταφύγουμε κι ἐμεῖς, γιατί ὅσοι ἁμαρτωλοὶ πῆγαν κοντά Του, σώθηκαν.
Ἂς μὴν ἀπελπιστοῦμε, ἀδελφοί μου, γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ἁμαρτήσαμε; Ἂς μετανοήσουμε.
Μύριες φορὲς ἁμαρτήσαμε; Μύριες φορὲς ἂς μετανοήσουμε.
Γιὰ κάθε ἔργο ἀγαθὸ χαίρεται ὁ Θεός, ἐξαιρετικὰ ὅμως χαίρεται γιὰ μία ψυχὴ ποὺ μετανοεῖ.
Ἐλᾶτε λοιπόν, ἂς πέσουμε στὰ πόδια Του κι ἃς ἐξομολογηθοῦμε τὶς ἁμαρτίες μας.
Δόξα στὴ φιλανθρωπία Του.
Δόξα στὴ μακροθυμία Του.
Δόξα στὴν ἀγαθότητα καὶ τὴ συγκατάβασή Του.
Δόξα στὴν εὐσπλαχνία Του.
Δόξα στὴ βασιλεία Του.
Δόξα καὶ τιμὴ καὶ προσκύνηση στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Πηγή: Orthodox Fathers
Ὁ κατὰ φύσιν ἄνθρωπος, ὁ ἔμφρων καὶ σώφρων, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς παρουσίας τοῦ ἐπάνω στὴ γῆ, ἔζησε καὶ κατόρθωσε νὰ διαιωνίσει τὸ εἶδος τοῦ μέσα ἀπὸ μιὰ δεδομένη φυσικὴ πραγματικότητα. Πίστευε καὶ πιστεύει, πὼς γὶ` αὐτὸν ὑπάρχει καὶ λειτουργεῖ ἕνας συγκεκριμένος ἀριθμὸς «νόμων» καὶ ἔπρεπε νὰ ζήσει ὁπωσδήποτε ἰσορροπώντας μεταξύ των ἐπιθυμιῶν καὶ τοῦ θελήματός του καὶ τῆς δύναμης αὐτῶν τῶν νόμων.
Ἀπόλαυσε αὐτὰ ποὺ τοῦ προσέφερε ἡ φύση καὶ πάλεψε, γιὰ νὰ ἀποφύγει, ὅσο τοῦ ἦταν δυνατόν, τοὺς κινδύνους ποὺ κρύβονταν πίσω ἀπὸ τὴ φοβερὴ δύναμή της. Τελικά, συνεργάστηκε μὲ τὴ φύση, σύμφωνα μὲ τὰ δεδομένα καὶ τὶς σταθερὲς ποὺ τοῦ φανέρωνε. Μὲ τοὺς κανόνες της καὶ τὶς ἔκτακτες ἀποκλίσεις της ἢ τὶς κατ` ἐξαίρεση ἐκφυγὲς ἀπὸ τὴν τάξη της, τὶς ὁποῖες εἶδε καὶ ἐπιβεβαίωσε μέσα στὸ χρόνο.
Παρέμεινε ὅμως σταθερὸς συνεργάτης τῆς ἐπὶ αἰῶνες. Καὶ δὲν τὸ ἔκανε αὐτὸ ἀπὸ κανέναν ἄλλο λόγο, παρὰ ἀπὸ σωφροσύνη. Δὲν ἐπιχείρησε νὰ ὑπερβεῖ τοὺς κανόνες της, διότι πῆρε ἀναμφίβολα καὶ τὰ μαθήματά του. Ὅταν τὸ τόλμησε κάποιες φορές, δέχτηκε τὴν ἀντεπίθεσή της, τὴν ἐκδίκησή της καὶ ἀντιλήφθηκε, ὡς λογικὸ ὅν, πὼς δὲν εἶναι ἐκεῖ το συμφέρον του.
Ἂν εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα, δὲν παραξενεύεται σήμερα ὁ ἄνθρωπος, βλέποντας τὸ δρόμο πού πῆρε τὸ τρένο τῆς ζωῆς; Δὲν νιώθει πὼς κάτι σπουδαῖο καὶ οὐσιῶδες προσβάλλεται καὶ χάνεται, μὲ τὶς κινήσεις πού γίνονται στὸ θέμα αὐτὸ ἀπὸ τὸν «ἄλλο ἄνθρωπο»; Ὁ ὁποῖος ἐπιχειρεῖ, μὲ τὴ συγκατάβαση καί, φεῦ, μὲ τὴ συνεργασία τῶν κρατῶν καὶ φυσικά των οἰκονομικὰ ἰσχυρῶν, νὰ καταλύσει τὰ τῆς φύσεως; Νὰ πιστέψει καί, εἰ δυνατόν, νὰ γίνει κάτι ἄλλο καὶ ἔξω ἀπ` αὐτὸ ποῦ εἶναι; Νὰ εἰσαγάγει νέες ἰδέες καὶ νέα δεδομένα περὶ φύσεως; Νὰ ἐπιχειρήσει νὰ ἀλλάξει (εἶναι δυνατόν;) αὐτὴν τὴν τάξη κατὰ τὴν ἐπιθυμία τῶν παθῶν του, νομιμοποιώντας μάλιστα ὅ,τι παρὰ φύσιν ἀνόητο ἀχυρόπλασμα καὶ κοπροκατασκεύασμα; Καὶ στὴ συνέχεια διαφημίζοντάς το, παντὶ τρόπω, ὡς τὸ ὄντως ἐκ τῆς ἐλευθέρας ἐπιλογῆς τοῦ ἀνθρώπου δικαιούμενο ἀγαθό, νὰ τὸ βάλει ὑποχρεωτικὰ στὴ ζωὴ καὶ μάλιστα τῶν ἀπείρως περισσοτέρων;
Νέας μορφῆς δικτατορία ξαπλώνεται καὶ ἐγκαθίσταται. Δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν παραδοσιακὴ ἔννοια τοῦ ὄρου. Οὔτε μὲ ἀριστερὰ οὔτε μὲ δεξιὰ καὶ τὰ τοιαῦτα. Δικτατορία, ποὺ λιώνει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση. Ἐκμηδενίζει τὴν ἀξία τοῦ προσώπου καὶ μάλιστα τοῦ δυνάμει θεούμενου πλάσματος, καθὼς δὲν τοῦ δίνει χῶρο φυσικὸ καὶ πνευματικό, νὰ ἀνασάνει ἡ ψυχή του. Δημιουργεῖ βρομερή, ἀποπνικτικὴ ἀτμόσφαιρα, στὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργήσει ὁ ὑγιὴς νοῦς καὶ ἡ καρδιά. Κατασκευάζει μιὰ πραγματικότητα, ποὺ ὁδηγεῖ μὲ κάθε ἀκρίβεια τὸν ἄνθρωπο στὴν ὑποταγή, ἀφοῦ πρῶτα τὸν ἀφοπλίσει ἀπὸ τὶς ἐσωτερικὲς ἠθικὲς καὶ πνευματικὲς ἀντιστάσεις. Κι αὐτὴν τὴν προωθεῖ λίγο λίγο, μὲ τρόπο, ποὺ νὰ μὴν γίνεται εὔκολα ἀντιληπτὸς καί, ὅταν ἔρθει ἡ κατάλληλη ὥρα, μὲ μιὰ κίνηση νὰ καταστήσει τοὺς πολλοὺς ὑποχείριούς των λίγων.
Ἡ τάξη τῆς φύσεως εἶναι πρόσκαιρη μέν, ἀλλὰ ἀξιοσέβαστη, ὡς ἀσφαλὴς σταθερὴ ἐγγύηση γιὰ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν εὐτυχέστερη ἐπίγεια ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, θέλει δὲ θέλει, εἶναι συγκεκριμένη φύση καὶ κομμάτι τῆς φύσεως. Αὐτὴ τοῦ διαμηνύει στὰ ἐνδότερά του, ὡς ἕνα βαθμό, ἐνστικτωδῶς θὰ λέγαμε, πῶς καὶ τί νὰ πράξει. Δὲν ἐκβιάζεται. Δὲν ἀλλοιώνεται. Δὲν παραβιάζεται.
Εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὸν μεταπτωτικὸ ἄνθρωπο ἡ συνύπαρξή του καὶ ἡ κοπιώδης συμβίωσή του μὲ τὴ φύση: «καὶ τὴ γυναικὶ εἶπε• πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν σου• ἐν λύπαις τέξη τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει. τῷ δὲ Ἀδὰμ εἶπεν• ὅτι ἤκουσας τῆς φωνῆς τῆς γυναικός σου καὶ ἔφαγες ἀπὸ τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετειλάμην σοὶ τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἂπ αὐτοῦ ἔφαγες, ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου• ἐν λύπαις φαγῆ αὐτὴν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου• ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοί, καὶ φαγῆ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. ἐν ἰδρώτι τοῦ προσώπου σου φαγῆ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σὲ εἰς γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἰ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύση». (Γέν.3,16-19)
Ἀλλὰ καὶ στὴ Νέα Διαθήκη, στὴ ζωὴ τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, εἶναι καταφανὴς αὐτὴ παράδοση. Τὸ ἀσκητικὸ πνεῦμα, τὸ ὁποῖο μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι, θεωρεῖ δεδομένη τὴν ἀγάπη στὴ φύση καὶ στὸ «φυσικῶς ζῆν». Ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμὸς εἶναι τὸ κλασικὸ παράδειγμα, ποὺ μᾶς τὸ ἐπαληθεύει στὴν πράξη.
Εἶναι δύσκολη ἡ ὑπακοὴ-ὑποταγὴ στὴ φύση, ἀλλὰ ἔξω ἀπ` αὐτήν, ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ὁπωσδήποτε ἀφύσικη, ἄρα δυσκολοτερη καὶ μπορεῖ νὰ καταντήσει κόλαση.
Γιὰ ὅσους συμμετέχουν στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ διαβάζουν τὰ βιβλία της, θὰ θυμοῦνται τὴ γνωστὴ ὑμνολογικὴ φράση τοῦ ὄρθρου τῶν Χριστουγέννων: «ὅπου Θεὸς βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις», ἡ ὁποία ἔρχεται στὸ νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ σὰν καταπραϋντικὸ φάρμακο καὶ ἀναπαύει καὶ ἠρεμεῖ τὸν ἀνήσυχο κατὰ τὰ ἄλλα ἄνθρωπο, ὀριοθετώντας στὸ δικό του «δύνασθαι» τὴ δράση καὶ τὰ τολμήματά του.
Ἄν, καὶ ὅταν θέλει ὁ Θεός, καὶ μόνο γιὰ τὸ πνευματικὸ συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου, θὰ ὑπερβεῖ ἢ θὰ καταλύσει προσωρινὰ τὴ σειρὰ τῶν φυσικῶν πραγμάτων. «Θὰ κάνει τὸ θαῦμα», ὅπως λέει ὁ πιστὸς λαὸς καὶ θὰ ἐπαναφέρει τὰ πράγματα στὴ θέση τους. Συνεπῶς εἶναι τεράστια ὕβρις τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τοῦ Θεοῦ, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἀλλοιώσει τὰ τῆς φύσεως, μὲ τὰ μέσα ποὺ τοῦ χάρισε πάλι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι μέγιστη ἀχαριστία καὶ ἀσυγχώρητη δαιμονικὴ μανία αὐτοκαταστροφῆς.
Κιλκίς, 19-1-2017
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
"...Μόνον παράφρονες θα απεφάσιζαν ποτέ να "αφελληνίσουν" την Λειτουργίαν και τας άλλας εκκλησιαστικός ακολουθίας και να δώσουν εις αυτάς ένα ύφος περισσότερον "σύγχρονον...". (Eκ του Βιβλίου: Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι)
…Ο πατήρ Γ. Φλορόφσκυ, Ρώσος της διασποράς και εκ των πλέον διακεκριμένων συγχρόνων ορθοδόξων θεολόγων, αφού επισημαίνει τας ολέθριας επιδράσεις της Δύσεως επί της ρωσικής θεολογίας, όπερ ισχύει και διά την νεοελληνικήν θεολογίαν, λέγει τα εξής αξιοπρόσεκτα σχετικώς προς το πρόβλημα του λεγομένου "εξελληνισμού" του Χριστιανισμού:
"Δεν θα ημπορούσε κανείς να υποστήριξη ότι η ρωσική θεολογία, εις την δημιουργικήν της ανάπτυξιν, ησθάνθη αρκετά πλήρως η αρκετά βαθέως εις τους κόλπους της την παρουσίαν των Πατέρων και του Βυζαντίου. Της απομένει ακόμη να το κάμη. Της απομένει ακόμη να φοίτηση εις το αυστηρόν σχολείον του χριστιανικού ελληνισμού. Ο ελληνισμός έχει αποκτήσει αιώνιον χαρακτήρα μέσα εις την Έκκλησίαν έχει ενσωματωθή εις την σάρκα της· έχει γίνει αιωνία κατηγορία της χριστιανικής υπάρξεως. Δεν εννοώ φυσικά τον ελληνισμόν ως εθνικήν ίδέαν η τον έλληνισμόν της συγχρόνου Ελλάδος η εκείνον τον καθυστερημένον και κάθε άλλο παρά νόμιμον ελληνικόν "φυλετισμόν". Εννοώ την χριστιανικήν αρχαιότητα, τον ελληνισμόν των δογμάτων, τον ελληνισμόν της λατρείας, τον έλληνισμόν της εικόνος. Η χριστιανική λατρεία έχει σφραγισθή διά παντός με το ελληνικόν ύφος της "ευσέβειας των μυστηρίων". Και αυτό έχει γίνει μέχρι τοιούτου βαθμού, ώστε να μη ημπορούμεν να διεισδύσωμεν εις τον ρυθμόν της λειτουργικής μυσταγωγίας, αν πρηγουμένως δεν υποβληθώμεν εις ένα είδος μυστικού "εξελληνισμού".
Μόνον παράφρονες θα απεφάσιζαν ποτέ να "αφελληνίσουν" την Λειτουργίαν και τας άλλας εκκλησιαστικός ακολουθίας και να δώσουν εις αυτάς ένα ύφος περισσότερον "σύγχρονον". Το στερεώτερον στοιχείον του ρωσικού εκκλησιαστικού πολιτισμού είναι κατά γενικήν ομολογίαν η εικών. Που οφείλεται όμως η σταθερότης αύτη; Μήπως εις το γεγονός ότι οι μεγάλοι Ρώσοι εικονογράφοι κατώρθωσαν να αφομοιώσουν πνευματικώς την ελληνικήν εικονογραφικήν πείραν και να την αποδώσουν εις τω καθ' ημάς με μίαν οικειότητα γνησίως δημιουργικήν; Αυτή είναι η λογικωτέρα απάντησις. Όχι. Ο ελληνισμός δεν είναι απλώς μία φάσις της εκκλησιαστικής ιστορίας, ένας σταθμός εις την πορείαν της Εκκλησίας. Όταν ο θεολόγος αρχίζη να πιστεύη ότι αι "έλληνικαί κατηγορίαι" έχουν ξεπερασθή, αυτό σημαίνει απλούστατα ότι ο ίδιος έχει εξέλθει από τον ρυθμόν της εκκλησιαστικής κοινωνίας, ότι ο ίδιος έχει χάσει το αίσθημα της εκκλησιαστικής ζωής.
Ένας μόνον τρόπος υπάρχει διά να είναι η θεολογία μας καθολική: να είναι ελληνική. Μόνον εν τω ελληνισμώ ημπορεί να είναι κανείς αληθώς καθολικός (δηλ. Ορθόδοξος). Αυτό το τελευταίον είναι κάπως διφορούμενον. Το αντιχριστιανικόν στοιχείον εδέσποζεν, ως γνωστόν, εις το αρχαίον πνεύμα. Ακόμη και σήμερον πολυάριθμοι είναι εκείνοι πού καταφεύγουν εις τον έλληνισμόν, διά να υψώσουν το ανάστημα των και να καταπολεμήσουν τον Χριστιανισμόν. (Κλασσικόν παράδειγμα ο Nietzche). Δεν πρέπει όμως να λησμονήται ότι ο ελληνισμός ενεσωματώθη εις την Εκκλησίαν. Αυτό ακριβώς είναι το ιστορικόν νόημα της πατερικής θεολογίας.
Και αυτή η ενσωμάτωσις του ελληνισμού εις την Εκκλησίαν εχάραξεν επί του σώματος της ιστορίας μίαν μόνιμον και οριστικήν τομήν πασίδηλον σημείον της οποίας παραμένει το ευαγγελικόν κήρυγμα, η ιστορική φανέρωσις του σαρκωθέντος Λόγου. Ο χριστιανικός ελληνισμός, ο μεταμορφωθείς διά της επιφανείας του Λόγου και της ελεύσεως του Πνεύματος, είναι πλέον εξ ολοκλήρου γεγονός της ιστορίας. Η πατερική θεολογία είναι "θεολογία των γεγονότων", μας καθιστά δηλαδή συγχρόνους ωρισμένων ιστορικών γεγονότων, των γεγονότων της Ιεράς Ιστορίας. Αλλά το βασικώτερον και αποφασιστικώτερον από τα γεγονότα αυτά είναι ακριβώς η σάρκωσις του Θεού και η εν μέσω ημών σκήνωσίς του, η οποία εσημειώθη ιστορικώς διά της εντάξεως και της ενσωματώσεως του ελληνισμού εις την Έκκλησίαν. Όλα τα λάθη, όλαι αι πλάναι, όλοι οι πειρασμοί ενός υπερβολικού εξελληνισμού του Ευαγγελίου, φαινόμενον αρκετά συχνόν κατά την διάρκειαν των αιώνων, δεν είναι δυνατόν να εξασθενήσουν την σημασίαν του θεμελιώδους αυτού γεγονότος: διά την κήρυξιν και την διάδοσιν του χαρμόσυνου αγγέλματος της εν Χριστώ σωτηρίας, διά την έκθεσιν και την διατύπωσιν της χριστιανικής θεολογίας έχρησιμοποιήθησαν ευθύς έξ αρχής κατηγορίαι ελληνικαί. Πατερική θεολογία και καθολικότης, ελληνισμός και ιστορικότης αποτελούν τας συζύγους όψεις ενός μοναδικού και αδιαιρέτου δεδομένου"1.
1. "Η πορεία της Ρωσικής Θεολογίας", εν Θεολογία, Αλήθεια και Ζωή. Αθήναι 1962, σελ. 32 έ.
Πηγή: (Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι, σελ. 71-72, Πατερικά 1 εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1997), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Ἕ
νας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει να ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες και τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα και τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση και τήν πνευματική προκοπή μας1...
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Πηγή: (Ἁγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄, Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς), Αγιορείτικα
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Ἁγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς.
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...