
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νὰ καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καὶ αὐτοὶ δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γί’ αὐτὸ ἄφησε μὲ ἐμπιστοσύνη τὸν ἑαυτό σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ ζήτησε τὴ βοήθειά Του, ὥστε νὰ σὲ δυναμώσει στὸν ἀγώνα σου. Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δὲν ὁδηγεῖ ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοὶ φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεὸς ξέρει τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός μας καὶ παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νὰ φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε μόνοι μας τὸν ἑαυτό μας σὲ πειρασμό.
Ἐμπιστευτεῖτε στὸ Θεὸ τὸν Ἀγαθό, τὸν Ἰσχυρό, τὸν Ζῶντα, καὶ Αὐτὸς θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάπαυση. Μετὰ τὶς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματικὴ χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς θλίψεις γιὰ τὴ δική Του ἀγάπη. Μὴ λιποψυχεῖτε λοιπὸν καὶ μὴ δειλιάζετε.
Δὲν θέλω νὰ θλίβεστε καὶ νὰ συγχύζεστε γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα στὴ θέλησή σας, ὅσο δίκαιη κι ἂν εἶναι αὐτή. Μία τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωϊσμοῦ. Προσέχετε τὸν ἐγωϊσμό, ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη, δημιουργεῖται ὕστερ’ ἀπὸ ἕναν δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτὴ ποὺ δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Φροντίζετε νὰ περιφρουρεῖτε στὴν καρδιά σας τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέπετε στὸν πονηρὸ νὰ χύνει τὸ φαρμάκι του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ παράδεισος, ποὺ ὑπάρχει μέσα σας, μετατραπεῖ σὲ κόλαση.
Πηγή: (Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς), Ορθόδοξοι Πατέρες
Ἐν Πειραιεῖ 20-5-2017
Ἀγαπητοί ἀδελφοί, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Μέ τήν Χάρη τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας ἑορτάζουμε σήμερα τήν μνήμη τῶν ἁγίων θεοστέπτων Βασιλέων καί Ἱσαποστόλων Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καί Ελένης, τῆς μητρός αὐτοῦ.
Ἠ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας προσέδωσε στόν ἅγιο Κωνσταντῖνο τήν προσωνυμία, τό ἐπίθετο «Μέγας». Σέ ἐλάχιστες μόνο περιπτώσεις ἡ Ἐκκλησία δίνει αὐτό τόν τίτλο. Στό σύνολο τῶν ἁγίων, δέν ὑπάρχουν πολλοί μέ τό ἐπίθετο «Μέγας». Εἶναι ἐλάχιστοι. Ὀκτώ τόν ἀριθμό. Μέγας Βασίλειος, Μέγας Ἀντώνιος, Μέγας Ἀθανάσιος, Μέγας Εὐθύμιος, Μέγας Ἰωαννίκιος, Μέγας Φώτιος, Μέγας Ἰλαρίων καί ὁ σήμερον ἑορτάζων Μέγας Κωνσταντῖνος.
Γιατί, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία μας χαρακτήρισε τόν ἅγιο Κωνσταντῖνο «Μεγάλο»; Ποιά εἶναι ἡ προσφορά τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου πρός τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία δικαιολογεῖ τόν τίτλο «Μέγας»;
α) Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ὑπῆρξε ὁ πρῶτος Χριστιανός αὐτοκράτορας.
β) Τοῦ ἀποκαλύφθηκε τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μέ τό ὁποῖο νικοῦσε ὅλους τούς ἐχθρούς. «Ἐν τούτῳ νίκα».
γ) Παραμέρισε καί κατέρριψε τήν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας, ἐνῶ ἀνέδειξε τόν Χριστιανισμό.
δ) Ἐξέδωσε τό περίφημο «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» τό 313 μ.Χ. Στήν προοδευτική στροφή τοῦ Μ. Κωνσταντίνου πρός τόν Χριστιανισμό, μέχρις ὅτου καταλήξει προστάτης καί εὐεργέτης τῆς Ἐκκλησίας καί καταστήσει τόν Χριστιανισμό ἐπίσημη θρησκεία τῆς μεγάλης ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, μέχρις ὅτου δηλ. θεμελιώσει τό πρῶτο στήν ἱστορία χριστιανικό κράτος, σημαντικό σταθμό σ᾽ αὐτήν τήν πορεία ἀπετέλεσε τό λεγόμενο «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων». Τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» θεράπευσε τήν ἄνιση μεταχείριση τῶν Χριστιανῶν, σέ σχέση μέ τούς ὀπαδούς τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων ἐνέταξαν κατ᾽ ἰσονομία καί τόν μέχρι τότε διωκόμενο Χριστιανισμό στά πλαίσια μιᾶς θεσμικά κατοχυρωμένης ἀνεξιθρησκίας καί θρησκευτικῆς ἐλευθερίας[1] , καί ἄνοιξαν πλέον τόν δρόμο, μέσα στά ἑπόμενα δέκα ἔτη, γιά νά θεμελιωθεῖ τό πρῶτο καί μοναδικό σέ πολιτισμική καρποφορία καί χρονική διάρκεια χριστιανικό κράτος. Ἄνοιξαν τόν δρόμο ἐπίσης γιά τήν πλήρη ἐκχριστιάνιση τῆς Εὐρώπης, ἡ ὁποία τώρα δυστυχῶς ἔχει σχεδόν ἀποχριστιανισθεῖ. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ σύγχρονη Εὐρώπη, διά τῶν ἡγετῶν της, μέ τήν «Χάρτα γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα», πού ψηφίσθηκε τόν Δεκέμβριο τοῦ 2000 στή Νίκαια τῆς Γαλλίας, ἀρνήθηκε ὁποιαδήποτε ἀναφορά στό χριστιανικό παρελθόν της καί τίς χριστιανικές ρίζες της[2] . Χωρίς ἀμφιβολία τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων, μέ τήν ἐπίσημη νομική κατοχύρωση τῶν δύο ἀρχῶν, δηλ. τῆς ἐντάξεως καί τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἀλλά καί τῆς ἐλευθερίας συνειδήσεως τῶν Ρωμαίων γιά τήν ἐπιλογή ὁποιασδήποτε θρησκευτικῆς πίστεως καί εἰδικότερα τῆς χριστιανικῆς, εὐνοοῦσε κυρίως τόν Χριστιανισμό[3] καί ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τό μεγαλειῶδες χριστιανικό κράτος τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, γιά τήν χριστιανική Οἰκουμένη καί τήν χριστιανική Εὐρώπη[4] .
ε) Συνεκάλεσε τήν Α΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό 325 μ.Χ., ἡ ὁποία καταδίκασε καί ἀναθεμάτισε τήν αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί τόν πρωτομάχο καί θεομάχο Ἄρειο, ὁ ὁποῖος πρέσβευε ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός, ἀλλά κτίσμα. Ἡ Σύνοδος ἀνακήρυξε τήν ὁμοουσιότητα τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα.
στ) Ἔκτισε, μετά ἀπό θεϊκό ὅραμα, τήν Κων/πολη, τήν ὁποία ἀφιέρωσε στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
ζ) Ἔστειλε τήν μητέρα του, ἁγία Ἐλένη, στούς Ἁγίους Τόπους, ἡ ὁποία, μετά ἀπό ἀνασκαφές, ἀνακάλυψε τόν Τίμιο Σταυρό, στόν ὁποῖο σταυρώθηκε ὁ Κύριός μας, ὅπως ἐπίσης καί τούς σταυρούς τῶν δύο συσταυρωθέντων ληστῶν καί τά τέσσερα τίμια καρφιά, μέ τά ὁποία κάρφωσαν τόν Χριστό.
η) Διακρινόταν γιά τά θεάρεστα ἔργα του, ὅπως κτίσιμο Ἱερῶν Ναῶν καί πλουτισμός τους μέ βασιλικά εἰσοδήματα, χρυσάφι καί ἀσήμι καί φροντίδα πτωχῶν.
θ) Εἶχε χριστιανικό χαρακτήρα, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιά τήν φιλοτιμία, τήν εὐσπλαγχικότητα, τήν γενναιοδωρία του κ.ἄ., πρίν ἀκόμη βαπτισθεῖ χριστιανός. Ἧταν δηλ. Χριστιανός πρίν βαπτιστεῖ Χριστιανός. Ζοῦσε χριστιανικά, πρίν ἀσπασθεῖ τόν Χριστιανισμό.
ι) καί τελευταῖο, ἀφοῦ μετενόησε εἰλικρινῶς γιά τά ἐγκλήματα τοῦ φόνου, πού εἶχε διαπράξει ὡς εἰδωλολάτρης, βαπτίσθηκε Χριστιανός στό τέλος τῆς ζωῆς του ὕστερα ἀπό δική του ἐκζήτηση. Τήν βάπτισή του θεωροῦσε ὡς τήν μεγαλύτερη εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ πρός αὐτόν καί ἡ ὁποία ὑπῆρξε τό ἐπισφράγισμα τῆς ἀκλόνητης καί ἀκράδαντης πίστεώς του.
Ἀπό τα προαναφερθέντα, θά σταθοῦμε μόνον στά ἐξῆς σημεία.
Πρῶτον, ο Μέγας Κωνσταντῖνος ἀναγνώρισε τόν Χριστιανισμό ὡς ἐπίσημη θρησκεία τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους καί στήριξε στήν Ἐκκλησία ὅλες του τίς ἐλπίδες, ἐπειδή αυτή θά ἀποτελοῦσε τήν συνεκτική καί πνευματική δύναμη τῆς αὐτοκρατορίας. Γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι ἡ Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία ἦταν ἕνα ἀχανές, οἰκουμενικό, παγκόσμιο κράτος, πού ἀπλωνόταν στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀσία. Τό κράτος, ὅμως, αὐτό δέν εἶχε ἐσωτερική ἑνότητα. Κυριαρχοῦσε ἡ πολυθεΐα, ἡ πολυαρχία, ἡ εἰδωλολατρεία, ὁ συγκρητισμός καί ὁ κόσμος ἦταν πνευματικά διεσπασμένος. Ἄλλος πίστευε ἐδῶ, ἄλλος ἐκεῖ, στοῦ κόσμου τούς θεούς καί τίς θεότητες. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ἰδιαίτερα φωτισμένος, μετά τήν ἀποκάλυψη τοῦ σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στόν οὐρανό καί ἀφοῦ νίκησε τόν Μαξέντιο καί τόν Λικίνιο, στή συνέχεια, φωτισμένος ἀπό τόν Θεό, σκέφθηκε πώς μόνο μία πνευματική δύναμη ὑπάρχει, ἡ ὁποία θά μποροῦσε νά ἑνώσει τό κράτος, νά δώσει πνευματική δύναμη καί νά ἑνοποιήσει ὅλους τούς ἀνθρώπους˙ νά πιστεύουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στήν ἴδια πίστη, νά ἔχουν ὅλοι τήν ἴδια πίστη. Καί αὐτή ἡ πίστη ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη πίστη, ἡ ὁποία ἤδη εἶχε δοκιμασθεῖ κατά τή διάρκεια τῶν τριῶν αἰώνων τῶν διωγμῶν. Ἀπέδειξε ὁ Χριστιανισμός πώς δέν φοβᾶται τίποτε˙ οὔτε τό μαρτύριο, οὔτε τόν θάνατο. Καί ἀποδείχθηκε ἐκείνη ἡ δύναμη, ἡ ὁποία εἶναι ἡ μόνη ἰκανή νά ἰκανοποιήσει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, ἑνωτική γιά τούς ἀνθρώπους.
Σέ σχετικό μέ τόν Μέγα Κωνσταντῖνο βιβλίο, μέ τίτλο : «Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί οἱ μικροί τῶν καιρῶν μας», ὑπάρχει ἡ ἐξῆς πολύ ἐνδιαφέρουσα τοποθέτηση. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἦταν Μέγας, γιατί ἦταν φωτισμένος καί ἀντιλήφθηκε τήν ἑνοποιό καί σωστική δύναμη, πού ἔχει τό χριστιανικό κήρυγμα καί τό Εὐαγγέλιο. Οἱ σημερινοί πολιτικοί ηγέτες ἀπανταχοῦ τῆς γῆς εἶναι μικροί. Τί εἶναι οἱ ἡγέτες τῶν Η.Π.Α., τῆς Ε.Ε. καί τῆς Ἀνατολῆς; Θά περίμενε κανείς ἀπ’ αὐτούς ν’ ἀντιληφθοῦν ὅτι πρέπει νά δώσουν στόν κόσμο μιά ἑνοποιό δύναμη, νά εἰρηνεύσουν τόν κόσμο, νά ἑνωθεῖ ὁ κόσμος, ὅπως τό ἀντιλήφθηκε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Αὐτοί, ὅμως, ἀντί νά εἰρηνεύσουν καί νά ἑνοποιήσουν τόν κόσμο κάτω ἀπό μιά σωτηριώδη καί ὑπερφυσική δύναμη, διαιροῦν τόν κόσμο μέ τούς πολέμους καί δημιουργοῦν τοῦ κόσμου τίς πίστεις. Μέγας, λοιπόν, ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος καί μικροί, νάνοι ἀκόμη καί οἱ δικοί μας πολιτικοί ἡγέτες, οἱ κληρονόμοι τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οἱ πολιτικοί ἡγέτες στήν Ἑλλάδα μας, ἡ ὁποία κληρονόμησε αὐτή τή Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία, εἶναι κι αὐτοί μικροί, γιατί δέν καταλαβαίνουν τήν δύναμη, πού ἔχει ἡ Χριστιανική πίστη, ὅπως τό ἀντιλήφθηκε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Καί ἀντί νά ἐνισχύουν αὐτή τήν πίστη τῆς πλειοψηφίας τῶν Ἑλλήνων, διαρκῶς παίρνουν μέτρα ἐναντίον της, πειθαρχώντας σέ ἐντολές ξένων καί ἀντίχριστων κέντρων. Μάλιστα εἶναι πασιφανές ὅτι ὑπάρχει διακομματική συμφωνία ἀσκήσεως ἐκκλησιομάχου καί ἀντιχριστιανικῆς πολιτικῆς.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὅμως, στήριξε στό Εὐαγγέλιο καί στόν Χριστιανισμό τήν ἐλπίδα νά ἐπικρατήσει στόν κόσμο ἡ ἑνότητα, νά μεταβληθεῖ ἡ PAX ROMANA σέ PAX CHRISTIANA, ἡ ρωμαϊκή εἰρήνη νά μεταβληθεῖ σέ χριστιανική εἰρήνη.
Δεύτερον, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὅταν εἶδε ὅτι ἕνας αἱρετικός, ὁ Ἄρειος, δημιουργεῖ προβλήματα καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία, στήν ὁποία στηριζόταν, ἔχει ἐσωτερικές διενέξεις καί ἔριδες καί κινδύνευε νά διασπαθεῖ ἡ ἑνότητα, συνεκάλεσε τήν Α΄ ἐν Νικαίᾳ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία καταδίκασε καί ἀναθεμάτισε τόν αἱρετικό Ἄρειο, τήν αἵρεσή του καί τούς ὀπαδούς του, καί μ’αὐτόν τόν τρόπο ἐπῆλθε ἡ γαλήνη στό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας. Στήν ἐποχή μας, ὑπάρχει ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ καί ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἱ ὁποῖες ἐπευλάνουν καί ἔχουν αἰχμαλωτήσει τούς περισσοτέρους διοικητικούς ἡγέτες τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Μάλιστα εἶναι γνωστό ὅτι ὁ μέν αἱρεσιάρχης «Πάπας» τῆς Ρώμης νόθευσε τό πνεῦμα τοῦ Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων, μέ σκόπο τήν προβολή τοῦ παγκοσμίου πρωτείου ἐξουσίας του καί τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐφηῦρε τήν μεγάλη ἱστορική ἀπάτη τῆς «ψευδοκωνσταντίνειας δωρεᾶς», τῶν «ψευδοϊσιδωρείων διατάξεων» καί τῆς «ψευδοπιπίνιας δωρεᾶς». Σύμφωνα μέ τούς εἰδικούς, «καμμία ἄλλη νοθεία στήν παγκόσμια ἱστορία δέν συντελέσθηκε μέ τόση τέχνη καί καμμία ἄλλη δέν εἶχε τόσο μεγάλα ἀποτελέσματα»[5] . Σύμφωνα μέ τήν «ψευδοκωνσταντίνεια δωρεά», ὁ Μ. Κωνσταντῖνος, ἀναχωρώντας ἀπό τήν Δύση, γιά να μεταφέρει τήν πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας στήν Ἀνατολή, παρεχώρησε δῆθεν στόν αἱρεσιάρχη «Πάπα» τήν πολιτική καί ἐκκλησιαστική διοίκηση τοῦ δυτικοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους. Μέ βάση τό μεγάλο ἱστορικό αὐτό ψέμμα, ἡ Δύση συνταράχθηκε ἐπί αἰῶνες ἀπό τόν παποκαισαρισμό, τούς ἀγῶνες δηλ. τοῦ «Πάπα» νά ἐπιβληθεῖ καί ἐπί τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας ἔναντι τῶν δυτικῶν ἡγεμόνων. Πολλές φορές, ὅμως, ὁ «Πάπας» ἐπεχείρησε, μέ πολιτικές καί ἐκκλησιαστικές ἐπεμβάσεις του, νά ἐπιβληθεῖ καί στήν Ἀνατολή.
Ὀ δέ Οἰκουμενισμός, σύμφωνα μέ τόν Ὅσιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, εἶναι παναίρεση καί ἡ μεγαλύτερη ἐκκλησιολογική αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἐπειδή ἐξισώνει ὄλες τίς θρησκείες καί τίς πίστεις σέ μία πανθρηκεία.
Καί τίθεται τό ἀδυσώπητο ἐρώτημα : Ποιός θά τολμήσει σήμερα νά βρεῖ τό θάρρος ὥστε νά συγκληθεῖ μία Πανορθόδοξη Οἰκουμενική Σύνοδος, γιά νά καταδικασθοῦν καί νά ἀναθεματισθοῦν αὐτές οἱ δύο τρομερές καί φοβερές αἱρέσεις καί τόσες ἄλλες, ὥστε νά γαληνέψει τό θαλασσοδαρμένο σκάφος τῆς Ἐκκλησίας; Δέν θά ἔπρεπε νά ἔχει πρό πολλοῦ ξεκαθαρίσει αὐτό τό θέμα μέ μία Πανορθόδοξη Οἰκουμενική Σύνοδο; Ἀντί, ὅμως, νά συνέλθει ἡ Ἐκκλησία σέ Οἰκουμενική Σύνοδο καί νά καταδικάσει τόν Πάπα, τόν Παπισμό, τόν Οἰκουμενισμό καί τίς ἄλλες αἱρέσεις, ὅπως παλαιότερα καταδίκαζε ὅλους τούς αἱρετικούς καί τίς αἱρέσεις μέ Οἰκουμενικές Συνόδους, δυστυχῶς, τόν περασμένο Ἰούνιο τοῦ 2016, γίναμε μάρτυρες μιᾶς ἄλλης, ξένης καί ἀλλοτρίας στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας «Συνόδου», τῆς λεγομένης καί θεωρουμένης ἀπό τούς Οἰκουμενιστές «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης. Οὐσιαστικά αὐτή δέν ἦταν οὔτε Ἁγία, οὔτε Μεγάλη, οὔτε Σύνοδος, ἀλλά μία ληστρική, αἱρετική, οἰκουμενιστική ψευδοσύνοδος τῶν λατινοφρόνων και οἰκουμενιστῶν ἐπισκόπων. Ὁπως φάνηκε ἀπό τήν μεθοδολογία, τόν κανονισμό λειτουργίας καί τά τελικά ἐπίσημα κείμενά της, αὐτή ἐδράστηκε ὄχι σέ ὀρθόδοξα, ἁγιοπατερικά, ἱεροκανονικά καί παραδοσιακά κριτήρια, ἀλλά σέ αἱρετικά, παπικά καί βατικάνεια τοιαύτα. Ἡ ψευδοσύνοδος τοῦ Κολυμπαρίου ἀπέκλεισε τήν συμμετοχή ὅλων τῶν ἀπανταχοῦ τῆς γῆς Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων, κατέλυσε τήν ὀρθόδοξη συνοδικότητα, δέν ἐνημέρωσε ἀντικειμενικά τό ὀρθόδοξο πλήρωμα, κλῆρο καί λαό, διακρίθηκε γιά τίς θεολογικές ἀσυνέπειες καί ἀντιφάσεις της, ἀπέδωσε στόν ἑαυτό της ἀποκλειστικό ρόλο «ἀρμοδίου καί ἐσχάτου κριτοῦ» σέ θέματα πίστεως, ἐπέβαλλε καί κατοχύρωσε «ἀλάθητες» ἀποφάσεις, δημιούργησε ἀλλοιωμένη ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, καθιέρωσε τήν μεταπατερική αἵρεση, τίς θεωρίες τῆς «Μιᾶς καί Διηρημένης Ἐκκλησίας» καί τῆς «ἀποκαταστάσεως τῆς ἀπολεσθεῖσης ἑνότητος», τούς μικτούς γάμους μέ τούς αἱρετικούς, ἐπέβαλλε ὡς ἐπίσημη πλέον γραμμή τῆς Ἐκκλησίας τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τήν ἀναγνώριση ἐκκλησιαστικότητας στούς αἱρετικούς Παπικούς, Προτεστάντες καί Μονοφυσῖτες καί τήν μόνιμη συμμετοχή στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.) δηλ. αἱρέσεων, τό ὁποῖο οὐσιαστικά εἶναι ἕνας παμπροτεσταντικός ὁμογενοποιητικός ὀργανισμός, ξένος καί ἀλλότριος πρός τήν Ὀρθοδοξία.
Γι’αὐτό θεωροῦμε ὅτι εἶναι ἀδήριτη ἡ ἀνάγκη οἱ Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, καί μάλιστα ὅσες δέν ἔλαβαν μέρος σ’αὐτήν, ἀλλά καί μία νέα Πανορθόδοξη Σύνοδος α) νά καταδικάσουν τήν λεγομένη «σύνοδο» τῆς Κρήτης ὡς ληστρική, αἱρετική καί οἰκουμενιστική ψευδοσύνοδο, β) νά ἀπορρίψουν τά κείμενά της ὡς αἱρετικά, ἰδιαίτερα τό κείμενο γιά τίς σχέσεις μέ τούς ἑτεροδόξους, γ) νά καταδικάσουν τούς διοργανωτές, τούς πρωταγωνιστές, τούς συμμετέχοντες σ'αὐτήν, τούς ὑπογράψαντας καί ἀποδεχομένους τά αἱρετικά κείμενά της, δ) νά καταδικάσουν τόν διαχριστιανικό καί διαθρησκειακό συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό ὡς παναίρεση, ε) νά ἀποφασίσουν τήν ἀποχώρηση ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν ἀπό τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δηλ. αἱρέσεων, στ) νά τερματίσουν κάθε κοινή ἐμφάνιση τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς ἀλλοθρήσκους καί αἱρετικούς, καί ζ) νά ἀποχωρήσουν ἀπό τόν ἄγονο διάλογο τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τούς πάσης φύσεως αἱρετικούς.
Ἑορτάζοντας, λοιπόν, σήμερα τήν μνήμη τῶν ἁγίων ἐνδόξων θεοστέπτων Βασιλέων καί Ἱσαποστόλων Κωνσταντίνου καί Ἐλένης θά πρέπει ἐν πρώτοις νά μᾶς μείνει ὅτι ὁ Χριστιανισμός καί δή ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐκείνη ἡ δύναμη, ἡ ὁποία ἑνώνει καί ἡ ὁποία πρέπει καί στό νεοελληνικό κράτος μας νά ἀποτελέσει τήν συνεκτική καί πνευματική δύναμη, πού πρέπει ὅλους νά μᾶς ἑνώνει.
Καί πρέπει, ἐπίσης, νά μᾶς μείνει καί τό γεγονός ὅτι, ὅταν παρατηρεῖται αἵρεση, πλάνη καί ἑτεροδιδασκαλία, θά πρέπει νά εἴμαστε αὐστηροί˙ νά μήν τά θεωροῦμε ὅλα τίποτε, ἐφησυχάζοντας, καλοπερνώντας, μή προβληματιζόμενοι γιά πνευματικά θέματα καί ἐπιδεικνύοντας ἀδιαφορία γιά θέματα πίστεως. Ἀλλά, νά μιλᾶμε γιά τήν ἀλήθεια, γιά τήν Ὀρθοδοξία μας, νά ὑπερασπιζόμαστε καί νά ἀκολουθοῦμε τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ἔκαναν οἱ σήμερον ἑορταζόμενοι Μέγας Κωνσταντῖνος καί ἁγία Ἐλένη.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
[1] ΒΛΑΣΙΟΣ ΦΕΙΔΑΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. Α΄, Ἀθῆναι 1992, σ. 334.
[2] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας στή Νίκαια τῆς Γαλλίας. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί οἱ μικροί τῶν καιρῶν μας, Θεσ/κη 2001.
[3] ΒΛΑΣΙΟΣ ΦΕΙΔΑΣ, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σ. 330.
[4] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Πρός «Κοινόν Ποτήριον» Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν εἰς τάς ἐκδηλώσεις διά τό διάταγμα τῶν Μεδιολάνων; 25-1-2013,https://katanixis.blogspot.gr/2013/01/blog-post_7793.html
[5] ΑΡΧΙΜ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Ἀθῆναι 1959, σσ. 299-300.
Πηγή: Θρησκευτικά
Σήμερα διερχόμαστε την χειρότερη κρίση από κτίσεως κόσμου. Βλέπετε τους ανθρώπους, ενώ ο Θεός έδωσε τη σοφία για το αγαθό, αυτοί την καταχρώνται για το πονηρό. Έχουν αποθηριωθεί, πράγμα που δεν συμβαίνει στα θηρία.
Κανένα καλό δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς τη μετάνοια. Ας ανατρέξουμε στην Παλαιά Διαθήκη στο εξής περιστατικό. Λέει ο προφήτης Ιωνάς: «Ακόμη τρεις ημέρες και η Νινευΐ καταστρέφεται». Τι έκαναν τότε οι Νινευΐτες; Μετανόησαν και νήστεψαν οι πάντες, ακόμη και τα ζώα τους. Το ίδιο και μείς, ας υψώσουμε τους νοητούς οφθαλμούς μας προς τον Θεό, να ζητήσουμε το θείο έλεος για μας, το Έθνος, την Εκκλησία, τον κόσμο ολόκληρο, λέγοντας: «Κύριε, κατάπεμψον το έλεός σου επί τον λαόν σου και συγχώρησον ημάς τους αμαρτωλούς και όλον τον κόσμον σου».
Στην περίοδο της Νέας Διαθήκης, διαβάζουμε για τον Μεγα Βαρσανούφιο, ότι έβλεπε να ξεσπά στον κόσμο μεγάλο κακό. Τότε τρεις άνδρες εμπόδιζαν να εξαπλωθεί στον κόσμο αυτό το κακό. Ο ένας ήταν ασκητής στην Ρώμη, ο άλλος στην Κόρινθο και ο τρίτος ο ίδιος ο άγιος Βαρσανούφιος. Οι προσευχές αυτών των τριών απέτρεψαν τον δίκαιο θυμό και την οργή του Μεγάλου Βασιλέως Χριστού.
Πιστεύω ότι και μέχρι σήμερα υπάρχουν τέτοιοι Άγιοι που προσεύχονται. Έχει τόσο οργιάσει ο σατανάς με τα όργανά του, ώστε θέλουν να καταπιούν τα πάντα. Ας προσευχόμαστε λοιπόν όλοι, διότι χανόμαστε.
Η ταπείνωση θα μας αναστήσει από κάθε χαμερπή διαλογισμό, όπως ο Κύριος «παθών και σταυρούμενος ανεστήθη και εδοξάσθη». Η ταπείνωση φέρει τη μετάνοια, που προέρχεται εκ του ρήματος μεταμελούμαι, δηλαδή αυτό το κακό που έκαμα δεν το ξανακάνω. Ο αμαρτωλός, εάν μετανοήσει, γίνεται αναμάρτητος. Ο προφήτης Δαβίδ είπε: «Ημάρτηκα τω Κυρίω», και ο προφήτης Ναθαν του είπε: «Αφείλετο ο Κύριος το αμάρτημά σου».
Να προσπαθήσουμε όλοι με τη μετάνοια να κερδίσουμε τα αιώνια αγαθά. Δύο τόποι εντεύθεν υπάρχουν: αιώνια ζωή και αιώνια κόλαση. Όσο ενάρετοι και να νομίζουμε ότι είμαστε, όμως ο ανθρώπινος νους εκ νεότητος αυτού ρέπει στα πονηρά «καν μία ώρα η ζωή ημών», διότι έτσι μας κατάντησε η απιστία των Πρωτοπλάστων.
Να έχουμε πίστη θερμή, διότι «ο πιστεύσας εις εμέ ζήσεται», λέει ο Κύριος, και «ο αγαπών εμέ, αγαπά τον αποστείλαντά με».
Αν δεν εξομολογούμαστε τους λογισμούς στον πνευματικό, θα γίνουν θηρία και θα μας φάνε. Ο γεωργός που βρήκε το παγωμένο φίδι και τό ‘βαλε στον κόρφο του, μόλις αυτό ζεστάθηκε, αμέσως τον δάγκασε. Κι εμείς, αν δεν τους εξαγορεύσουμε, θα γίνουν έργα, «η δε αμαρτία τελεσθείσα», λέει ο απόστολος Ιάκωβος, «αποκύει θάνατον».
H αγάπη είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Αγάπη είναι ο ίδιος ο Χριστός. Ο Χριστός μάς αγάπησε μέχρι θυσίας. Ας αγαπήσουμε κι εμείς ο ένας τον άλλο με την αγάπη της θυσίας. Θέλει βία μια τέτοια αγάπη, καθώς λέει και το Ευαγγέλιο για την Βασιλεία των Ουρανών, ότι «βιασταί αρπάζουσιν αυτήν». Αρχή και οδός προς τον Θεό να είναι το «αεί βιάζεσθαι εαυτόν».
Η σωτηρία μας είναι το πρωταρχικό έργο της ευδοκίας του Θεού, διότι «πάντας θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». Δεν έχει προσωποληψία ο Θεός. Όλους ελεεί, αλλά σώζει τους πιστούς ορθοδόξους Χριστιανούς, διότι έχουν το αληθινό βάπτισμα και την αληθινή διδασκαλία. Αν θέλουμε τη σωτηρία μας σημαίνει ότι πρέπει να φυλάξουμε τις εντολές του Θεού, χωρίς τις οποίες δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε τον Θεό και τον άνθρωπο.
Το Ευαγγέλιο μας λέει: Αν λες, άνθρωπε, ότι αγαπάς τον Θεό, που δεν βλέπεις, και μισείς τον πλησίον σου που βλέπεις κάθε μέρα, είσαι ψεύτης. Η σωτηρία μας λοιπόν εξαρτάται από την στάση που θα πάρουμε απέναντι στους άλλους ανθρώπους.
Προσευχή σημαίνει επικοινωνία απευθείας με τον Θεό. Ο Ψαλμωδός λέει: «Εκχεώ ενώπιον αυτού την δέησίν μου, την θλίψιν μου ενώπιον αυτού απαγγελώ». Προ της προσευχής χρειάζεται να αυτοσυγκεντρωθούμε με ταπεινωμένο φρόνημα, όπως κάνουμε όταν πάμε να ζητήσουμε βοήθεια από κάποιον ανώτερό μας. Με τη βοήθεια της προσευχής λυτρωνόμαστε από λογισμούς και φαντασίες.
Να ετοιμαστούμε, για να μην πεθάνουμε. Ένα ρητό λέει: «Εάν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις». Η προετοιμασία μας, που θα πρέπει να γίνεται σ’ ολόκληρη τη ζωή μας, συνίσταται στα εξής τέσσερα σημεία:
α) Να πεθαίνουμε συνεχώς ως προς την αμαρτία,
β) να μη θαρρούμε για ό,τι καλό κάναμε και αυτοεπαινούμαστε,
γ) όσο και αν σφάλλουμε, να μην απελπιζόμαστε, και
δ) να γνωρίζουμε ότι ο Θεός παραχωρεί να αμαρτάνουμε για να ταπεινωθούμε, διότι χωρίς ταπείνωση δεν μπορούμε να εισέλθουμε στη Βασιλεία των Ουρανών.
Πηγή: (Από το βιβλίο: Μοναχού Δαμασκηνού Γρηγοριάτου, «Σύγχρονοι Γεροντάδες του Άθωνος», Ιερομόναχος Άνθιμος Αγιαννανίτης Πνευματικός († 1910-1996). Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου 2005), Η άλλη όψη
Ἡ ὁδὸς τοῦ χριστιανοῦ σὲ γενικὲς γραμμὲς εἶναι τέτοιας λογῆς.
Στὴν ἀρχὴ ὁ ἄνθρωπος προσελκύεται ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ τὴ δωρεὰ τῆς χάρης, κι ὅταν ἔχει πιὰ προσελκυσθεῖ, τότε ἀρχίζει μακρὰ περίοδος δοκιμασίας. Δοκιμάζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη του στὸ Θεό, καὶ δοκιμάζεται «σκληρά».
Στὴν ἀρχὴ οἱ αἰτήσεις πρὸς τὸ Θεό, μικρὲς καὶ μεγάλες, ἀκόμη καὶ οἱ παρακλήσεις πού μόλις ἐκφράζονται, ἐκπληρώνονται συνήθως μὲ γρήγορο καὶ θαυμαστὸ τρόπο ἀπὸ τὸ Θεό.
Ὅταν ὅμως ἔλθει ἡ περίοδος τῆς δοκιμασίας, τότε ὅλα ἀλλάζουν καί σάν νὰ κλείνεται ο οὐρανὸς καί νά γίνεται κουφὸς σ' ὅλες τὶς δεήσεις.
Γιὰ τὸ θερμὸ χριστιανὸ ὅλα στὴ ζωὴ του γίνονται δύσκολα. Ἡ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντί του χειροτερεύει, παύουν νὰ τὸν ἐκτιμοῦν αὐτὸ πού ἀνέχονται σ' ἄλλους, σ' αὐτόν δέν τὸ συγχωροῦν, ἡ ἐργασία του πληρώνεται, σχεδὸν πάντοτε, κάτω ἀπὸ τὸ νόμιμο, τὸ σῶμα του εὔκολα προσβάλλεται ἀπὸ ἀσθένειες. Ἡ φύση, οἱ ἄνθρωποι, ὅλα στρέφονται ἐναντίον του.
Παρότι τὰ φυσικά του χαρίσματα δὲν εἶναι κατώτερα ἀπὸ τὰ χαρίσματα τῶν ἄλλων, δὲν βρίσκει εὐνοϊκὲς συνθῆκες νὰ τὰ χρησιμοποίηση. Ἐπὶ πλέον ὑπομένει πολλὲς ἐπιθέσεις ἀπὸ τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις καὶ τὸ ἀποκορύφωμα εἶναι ἡ ἀνυπόφορη θλίψη ἀπὸ τὴ θεία ἐγκατάλειψη.
Τότε κορυφώνεται τὸ πάθος του, γιατί πλήττεται ὁ ὅλος ἄνθρωπος σ' ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς ὑπάρξεώς του.
Ὁ Θεὸς ἐγκαταλείπει τὸν ἄνθρωπο;... Εἶναι δυνατὸ αὐτό;
Κι ἐν τούτοις στὴ θέση τοῦ βιώματος τῆς ἐγγύτητας τοῦ Θεοῦ ἔρχεται στὴν ψυχὴ τὸ αἴσθημα πώς Ἐκεῖνος εἶναι ἀπείρως, ἀπροσίτως μακριά, πέρα ἀπὸ τοὺς ἀστρικοὺς κόσμους κι ὅλες οἱ ἐπικλήσεις πρὸς Αὐτὸν χάνονται ἀβοήθητες στὸ ἀχανές τοῦ κοσμικοῦ διαστήματος. Ἡ ψυχὴ ἐντείνει ἐσωτερικὰ τὴν κραυγή της πρὸς Αὐτόν, ἀλλὰ δὲν βλέπει ἀκόμα οὔτε βοήθεια ΟΥΤΕ προσοχή. Όλα τότε γίνονται φορτικά.
Ὅλα κατορθώνονται μέ δυσανάλογα μεγάλο κόπο. Ἡ ζωὴ γεμίζει ἀπὸ μόχθους κι ἀναδεύει μέσα στὸν ἄνθρωπο τὸ αἴσθημα πώς βαραίνει πάνω του ἡ κατάρα καὶ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ὅμως περάσουν αὐτὲς οἱ δοκιμασίες, τότε θὰ δεῖ πώς ἡ θαυμαστὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τὸν φύλαγε προσεκτικὰ σ' ὅλες τὶς πτυχὲς τῆς ζωῆς του.
Χιλιόχρονη πείρα, πού παραδίνεται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά, λέει πώς, ὅταν ὁ Θεὸς δεῖ τὴν πίστη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀγωνιστῆ γι' Αὐτόν, ὅπως εἶδε τὴν πίστη τοῦ Ἰώβ, τότε τὸν ὁδηγεῖ σὲ ἀβύσσους καὶ ὕψη πού εἶναι ἀπρόσιτα σ' ἄλλους.
Ὅσο πληρέστερη καὶ ἰσχυρότερη εἶναι ἡ πίστη καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη τοῦ ἀνθρώπου στὸ θεό, τόσο μεγαλύτερο θὰ εἶναι καὶ τὸ μέτρο τῆς δοκιμασίας καὶ ἡ πληρότητα τῆς πείρας, πού μπορεῖ νὰ φτάσει σὲ μεγάλο βαθμό.
Τότε γίνεται ὁλοφάνερο πώς ἔφτασε στὰ ὅρια, πού δὲν μπορεῖ νὰ ξεπεράσει ὁ ἄνθρωπος.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
- Χριστός Ανέστη !
- Επίσης, να είσαι καλά !
------------------------------
- Χριστός Ανέστη !
- Ευχαριστώ πολύ !
------------------------------
- Χριστός Ανέστη και Χρόνια πολλά.
- Επίσης !
------------------------------
- Χριστός Ανέστη !
- Ε αφού το είπαμε. Πάλι;
------------------------------
- Χριστός Ανέστη !
- Ε μέχρι πότε θα το λέμε;
------------------------------
- Χριστός Ανέστη σε όλους !
------------------------------
Είναι μερικές από τις "ανόητες" εκ-φράσεις, τις οποίες συναντώ αυτές τις μέρες στον αναστάσιμο ασπασμό, τον οποίον απευθύνω, και με βάζουν σε σκέψη.
Το "Χριστός Ανέστη" δεν είναι μια ευχή, την οποία τη λέμε το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου και τέλειωσε.
Το "Χριστός Ανέστη" δεν είναι μια φράση, η οποία συνηθίζεται να λέγεται στα πλαίσια της Κυριακής του Πάσχα.
Το "Χριστός Ανέστη" δεν περιορίζεται σε χρονικά όρια.
Το "Χριστός Ανέστη" είναι κήρυγμα, είναι μαρτυρία.
Το "Χριστός Ανέστη" είναι πραγματικότητα.
Το "Χριστός Ανέστη" είναι ζωή.
Το "Χριστός Ανέστη" είναι χαρά.
Κάθε φορά που το λες το κορμί σου σκιρτά από αγαλλίαση.
Τα μάτια σου γεμίζουν από φως.
Η καρδιά σου φτερουγίζει από λαμπρότητα.
Γίνεσαι μάρτυρας της πίστεως και απόστολος της Αναστάσεως.
Λες το "Χριστός Ανέστη" και ο αδερφός σου αποδέχεται και μαρτυρεί μαζί σου.
" Αληθώς Ανέστη ο Κύριος ! "
Χαίρεται κι αυτός.
Μαρτυρεί κι αυτός.
Λένε μερικοί ευσεβείς: "Μέχρι της Αναλήψεως το λέμε ! ".
Όχι ! Δεν το λέμε μέχρι της Αναλήψεως.
Το λέμε πάντα. Κάθε μέρα.
Ώσπου να κλείσεις τα μάτια σου...
Διότι το "Χριστός Ανέστη" είναι χαρά κι εγώ θέλω να είμαι χαρούμενος ώσπου να πεθάνω.
Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ καθημερινά χαιρετούσε τους πάντες λέγοντας: "Χριστός Ανέστη, χαρά μου ! ".
Αυτό είναι χαρά.
Αυτό είναι βίωμα.
Αυτό είναι ζωή.
Αυτό είναι και όπλο.
Μια φορά πλησίασα ένα περίπτερο Μαρτύρων του Ιεχωβά και τους λέω "Χριστός Ανέστη !" και μου απάντησε ένας: "Να είστε καλά ! ".
- Εγώ είμαι καλά, τους λέω, εσύ δεν είσαι καλά ! Και κοίτα να αναστηθείς κι εσύ.
Το γεγονός της Αναστάσεως πέρα από ένα ιστορικό γεγονός της ανθρωπότητας αποτελεί και ένα συνεχές βίωμα της Εκκλησίας. Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου ψάλλουμε το "Χριστός Ανέστη" 99 φορές μέσα στην ακολουθία. Επομένως, όταν γυρίζω στο σπίτι το ψέλνω άλλη μία και γίνονται 100.
Αυτή είναι χαρά.
Αυτή είναι ζωή.
Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μας χωρίς την Ανάσταση.
Δεν υπάρχει Ζωή χωρίς την Ανάσταση.
Δεν μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς την Ανάσταση.
Χριστός Ανέστη...όχι σε όλους, αλλά ...για όλους !
“Αγαπητοί χριστιανοί, συνηθίζουμε να λέμε: “Αλλοίμονο! Πώς είναι δυνατόν να μην αγαπάει κανείς το Θεό; Ποιον ν΄αγαπήσεις, αν όχι το Θεό;” Και πολύ σωστά. Ο Θεός είναι το ύψιστο, αδημιούργητο, άναρχο, ατελεύτητο και αναλλοίωτο Αγαθό. “Ουδείς αγαθός ει μη εις ο Θεός” (Ματθ. 19, 17). Όπως ο ήλιος πάντοτε φέγγει, όπως η φωτιά πάντοτε θερμαίνει, έτσι και ο Θεός που από τη φύση Του είναι αγαθός, πάντοτε αγαθοποιεί. Τα παντοδύναμα χέρια Του μας έπλασαν. Μας έπλασαν όχι όπως και τ΄ άλλα πλάσματα, δίχως αισθήματα, δίχως λογική. Μας έπλασαν με την ξεχωριστή θεία Του βουλή. “Ποιήσωμεν άνθρωπον…” (Γεν. 1, 26), είπε. Για τ΄άλλα δημιουργήματα “αυτός είπε, και εγενήθησαν, αυτός ενετείλατο (πρόσταξε) και εκτίσθησαν” (Ψαλμ. 148, 5). Αλλά για τον άνθρωπο δεν έγινε το ίδιο. Αλλά τι; “Ποιήσωμεν“, είπε, “άνθρωπον“.
Ω! αγιοτάτη και γεμάτη αγάπη βουλή του Θεού! Ο τρισυπόστατος Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, είπε για τον άνθρωπο: “Ποιήσωμεν άνθρωπον“. Αλλά τι άνθρωπο; “Κατ΄εικόνα“, είπε, “ημετέραν και καθ΄ομοίωσιν“. Ω! θαυμαστή αγαθότητα του Θεού για τον άνθρωπο! Ω! ύψιστη ανθρώπινη τιμή! Ο άνθρωπος πλάστηκε “κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωσιν“. Ποιο πλάσμα αξιώθηκε μια τέτοια τιμή; Δεν ξέρουμε άλλο όμοιο. Μόνο ο άνθρωπος τιμήθηκε από το Θεό να γίνει η θεία εικόνα Του. Ω! αγαπημένο και ωραιότατο δημιούργημα του Θεού! Ο άνθρωπος! Έχει την εικόνα του Θεού επάνω του σαν βασιλική σφραγίδα. Τιμάται ο βασιλιάς, τιμάται και το πορτραίτο του. Ο Θεός, ο βασιλιάς των ουρανών, είναι άξιος για κάθε τιμή. Το ίδιο και ο άνθρωπος, η εικόνα Του. Τέτοια χάρη μας έδωσε ο Θεός στη δημιουργία μας. Πώς λοιπόν να μην Τον αγαπήσουμε; Ξεπέσαμε από τον Παράδεισο, και μάλιστα τόσο χαμηλά, που δεν μπορούσαμε να κλάψουμε επάξια την πτώση μας. “Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς” (Ψαλμ. 48,13). Μα ο Φιλάνθρωπος, και στην κατάσταση αυτή, δεν μας εγκατέλειψε. Βρήκε τον θαυμαστό τρόπο της σωτηρίας μας. Έστειλε τον Μονογενή Του Υιό να μας συναντήσει, να μας σώσει και να μας φέρει κοντά Του πάλι. “Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον” (Ιω. 3, 16). Πώς λοιπόν το Θεό που μας αγάπησε τόσο, να μην Τον αγαπήσουμε; Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, όπως όλοι Τον ονομάζουν. Αλλά και ο άνθρωπος πρέπει να είναι φιλόθεος. Η αγάπη δεν ανταποδίδεται με τίποτε άλλο, παρά με αγάπη και ευγνωμοσύνη.
Ο Θεός είναι ο προνοητής μας. Προνοεί και φροντίζει για όλους. Μας δίνει την τροφή, τα ρούχα και το σπίτι που μένουμε. Δικά Του είναι ο ήλιος, το φεγγάρι και τ΄άστρα που μας φωτίζουν. Με τη δική Του φωτιά ζεσταινόμαστε και ετοιμάζουμε το φαγητό μας. Με το δικό Του νερό πλενόμαστε και δροσιζόμαστε. Τα ζώα Του μας υπηρετούν. Ο αέρας Του μας ζωογονεί. Το οξυγόνο Του μας κρατάει στη ζωή. Με λίγα λόγια, από την αγάπη και τ΄αγαθά Του εξαρτιόμαστε. Χωρίς αυτά, ούτε στιγμή δεν μπορούμε να ζήσουμε. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να μην αγαπήσουμε κι εμείς τέτοιον ευεργέτη; Κάθε άνθρωπο που μας ευεργετεί, τον αγαπάμε. Πόσο περισσότερο πρέπει ν΄αγαπάμε τον ευεργέτη Θεό, στον οποίο ανήκουν όλα, και ο εαυτός μας και ό,τι έχουμε! Όλη η δημιουργία και ο ίδιος ο άνθρωπος είναι κτήμα του Θεού. “Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής” (Ψαλμ. 23,1).
Ο Θεός είναι Πατέρας μας. Όταν προσευχόμαστε Του λέμε: “Πάτερ ημών ο εν τοίς ουρανοίς“. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να μην αγαπάμε τον Πατέρα μας; Τ΄αφοσιωμένα παιδιά αγαπούν αδιάκριτα τον πατέρα τους. Αν λοιπόν κι εμείς θέλουμε να είμαστε αληθινά παιδιά του Θεού και να Τον ονομάζουμε Πατέρα, τότε πρέπει και να Τον αγαπάμε. Δίκαια επομένως λέμε: “Πώς να μην αγαπήσεις το Θεό;”
Μα όπως κάθε αρετή, έτσι και η αγάπη πρέπει να ζει στην καρδιά. Όταν δεν ζει στην καρδιά, τότε δεν υπάρχει ούτε στην πράξη. Γιατί ο Θεός δεν το είπε για τ΄αυτιά μας, “αγάπα”, “ταπεινώσου”, “σπλαχνίσου”, “προσευχήσου” κ.λ.π., αλλά για την καρδιά μας. Πρέπει λοιπόν να έχουμε αγάπη, ταπείνωση, ευσπλαχνία, προσευχή και όλες τις άλλες αρετές μέσα στην καρδιά μας. Και όταν υπάρχουν στην καρδιά τότε οπωσδήποτε θα εκδηλώνονται και εξωτερικά, όπως ξεχύνεται από τη φωτιά η θερμότητα και από το μύρο η ευωδία.
Με τον ίδιο τρόπο και ο προφήτης Δαβίδ εκδήλωνε την αγάπη του προς το Θεό με τους γλυκούς του ύμνους: “Αγαπήσω σε, Κύριε, η ισχύς μου. Κύριος στερέωμά μου και καταφυγή μου και ρύστης μου. Ο Θεός μου βοηθός μου, ελπιώ επ΄αυτόν, υπερασπιστής μου και κέρας σωτηρίας μου και αντιλήπτωρ μου” (Ψαλμ. 17, 2-3). Η αγάπη, αν και φυλάγεται μέσα στην καρδιά, δεν μπορεί να κρυφτεί. Φανερώνεται με τα δικά της εξωτερικά σημάδια”.
Πηγή: (Ἀπό τό βιβλίο: “ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ”, Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττική), Η άλλη όψη
Ο Αντίχριστος δεν ξέρω αν γεννήθηκε, το αντίχριστο σύστημα όμως λειτουργεί .. και αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να ζήσουμε την Εκκλησία ως Μυστήριο, οι πιστοί, και όχι ως λέσχη ημών που έχουμε συγκεκριμένες και ίδιες και ανάλογες μεταξύ μας συνήθειες.
Να πω και κάτι άλλο. Υπάρχουν μερικές διατυπώσεις μέσα σ’ αυτά τα Κεφάλαια που είναι πάρα πολύ σημαντικές. Λέει επί παραδείγματι κάπου, στο 13ο αν δεν κάνω λάθος Κεφάλαιο της Αποκαλύψεως, γι’ αυτή τη μάχη που θα γίνει του Αντιχρίστου με την Εκκλησία. Λέει την εξής έκφραση:
ἐδόθη αὐτῷ (στον αντίχριστο, δόθηκε)πόλεμον ποιῆσαι μετὰ τῶν ἁγίων καὶ νικῆσαι αὐτούς
Δόθηκε η δύναμη και η εξουσία από τον Θεό στον Αντίχριστο να κάνει πόλεμο με την Εκκλησία και να νικήσει.
Θέλω ερμηνεία. Τι θα πει αυτό το πράγμα.
Μα αυτό δεν κατανοείται αν δεν κατανοήσουμε την ήττα του Σταυρού, η οποία ήταν η μεγαλύτερη νίκη και δόξα. Και εδώ όλα όταν γίνονται κάτω από το βλέμμα του Θεού που του επιτρέπει του Αντιχρίστου να κάνει πόλεμο και κοσμικώς να νικήσει.
Πρέπει να καλλιεργήσουμε ένα φρόνημα που να ξέρουμε ότι κοσμικά μπορεί να ηττώμεθα αλλά πνευματικά να είμαστε νικητές. Αυτό το φρόνημα είναι η κάρτα του πολίτη της Βασιλείας του Θεού.
μείζων ἐστὶν ὁ ἐν ὑμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ
[῾Υμεῖς ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστε, τεκνία, καὶ νενικήκατε αὐτούς, ὅτι μείζων ἐστὶν ὁ ἐν ὑμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ.
Εσείς, παιδάκια μου, είστε από το Θεό, και τους έχετε νικήσει, γιατί Αυτός που είναι μέσα σας είναι μεγαλύτερος από αυτόν που είναι μέσα στον κόσμο. – ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΩΑΝΝΟΥ Α’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4]
Ότι … μπορεί να είναι κοσμοκράτορας του σκότους, του αιώνος τούτου ο διάβολος, αλλά ο Παντοκράτορας είναι ο Θεός. Όλα αυτά μέσα στην ιστορία γίνονταν και γίνονται και για όσο θα υπάρξει ιστορία θα συνεχίσουν να γίνονται, αλλά κάτω από το βλέμμα του Θεού. Και ότι αυτό το οποίο χρειάζεται να κάνει ο καθένας είναι, ναι, να παλέψει με τις δυνάμεις του σκότους και όχι προς αίμα και σάρκα αλλά προς τα αρχάς και εξουσίας του αιώνος τούτου που είναι ο διάβολος. Tαυτόχρονα όμως να μπορέσει να παραδοθεί δια της Πίστεως στην αγάπη του Θεού και να δημιουργήσει σχέση κοινωνίας με τον Θεό. Όχι συμφωνίας με το μυαλό του, ορισμένων απόψεων περί του Θεού, αλλά κοινωνίας με τον Θεό. Και να νοιώσει ότι,
αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν
Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε σαν κοινωνίες, σαν Εκκλησία, σαν Παράδοση, είναι αυτή η Πίστη που υπάρχει ριζωμένη στην ταυτότητα της ζωής μας και της ιστορίας μας. Αυτή η Πίστη είναι που δημιουργεί τη σχέση με τον Θεό και που αφήνει τον Θεό να ενεργήσει στη ζωή μας. Και επαναλαμβάνω ότι μείζων ἐστὶν ὁ ἐν ὑμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ.
ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ
Τελικά η νίκη θα είναι με το Θεό και οι χαμένοι στον αγώνα με το διάβολο και τον Αντίχριστο θα είναι οι μεγάλοι νικητές, διότι θα είναι αυτοί οι οποίοι θα έχουν κρατήσει την Πίστη στον αληθινό Θεό, στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, στην Τριαδική Θεότητα. Γι’ αυτό ακριβώς έχουμε την εσωτερική βεβαιότητα και από εκεί και πέρα ο Θεός φροντίζει, κι Εκείνος θα χαρίσει αυτά που μας χρειάζονται και σε μας και στην ιστορία Του.
Πηγή: Αβέρωφ
Χαιρετισμός κατά τήν παγκόσμια ἡμέρα αὐτισμοῦ
Ἔχουμε κέντρο τῆς ζωῆς μας τόν ἑαυτό μας καί ἑρμηνεύουμε τά πράγματα ἀνάλογα μέ τό πῶς μᾶς δέχονται ἤ μᾶς ἐκτιμοῦν οἱ ἄλλοι. Ἑπομένως, ὑπάρχει καί ἕνας πνευματικός αὐτισμός, ἀπό τόν ὁποῖο πάσχουμε κατά διαφόρους βαθμούς ὅλοι καί χρειάζεται νά θεραπευόμαστε.... |
Κατ’ ἀρχήν θέλω νά συγχαρῶ τό Κέντρο Ἡμέρας γιά παιδιά μέ Ἀναπτυξιακές Διαταραχές, καί ἰδιαίτερα τόν Πρόεδρο τῆς ΕΨΥΠΕΑ (Ἑταιρεία Ψυχικῆς Ὑγείας Παιδιοῦ καί Ἐφήβου Αἰτωλοακαρνανίας) κ. Σωτήρη Κωτσόπουλο γιά τήν διοργάνωση αὐτῆς τῆς ἐκδήλωσης μέ ἀφορμή τήν Παγκόσμια Ἡμέρα γιά τόν Αὐτισμό, καί γιά τήν σημαντική δουλειά πού κάνει στό Κέντρο αὐτό μέ τούς Συνεργάτες του. Τό ἐπισκέφθηκα, ἐνημερώθηκα γιά τήν σημαντική ἐργασία του καί τούς συγχαίρω ὅλους ὁλοκάρδια.
Συγχαίρω καί ἐπικροτῶ κάθε προσπάθεια πού γίνεται γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν Ἀναπτυξιακῶν Διαταραχῶν, κυρίως στά μικρά παιδιά, ὥστε καί αὐτά νά βοηθοῦνται, ἀλλά νά βοηθοῦνται καί οἱ γονεῖς καί γενικότερα τό οἰκογενειακό περιβάλλον. Ἄλλωστε, ὁ βαθμός πολιτισμοῦ μιᾶς κοινωνίας ἐξαρτᾶται ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίζει τέτοια προβλήματα, γιατί ἔτσι δείχνει ὅτι δέν εἶναι μιά κοινωνία μόνον ὑγιῶν ἀνθρώπων μέ τήν νοοτροπία τῆς ἀπόρριψης τῶν λεγομένων ἄχρηστων ἀνθρώπων. Ἡ πολιτισμένη κοινωνία προσδιορίζεται ἀπό τόν ἀλτρουϊσμό καί τήν ἀλληλοβοήθεια, ἰδιαίτερα σέ εὐπαθεῖς ὁμάδες τοῦ πληθυσμοῦ.
Ἡ σημερινή συνάντηση γίνεται μέ ἀφορμή τήν Παγκόσμια Ἡμέρα γιά τόν Αὐτισμό. Εἶναι ἕνα πρόβλημα πού ἐντάσσεται στίς Ἀναπτυξιακές Διαταραχές πού παρατηροῦνται σέ μικρά παιδιά. Ὁ ὁρισμός τοῦ αὐτισμοῦ εἶναι ὅτι πρόκειται γιά «διαταραχή τῆς ὁποίας κύριο χαρακτηριστικό εἶναι ἡ ἀπορρόφηση στόν ἑαυτό, μέ τίς σκέψεις, τά συναισθήματα καί τίς ἐπιθυμίες νά ρυθμίζονται ἀπό τήν ἐσωτερική ἀντίληψη τοῦ ἀτόμου γιά τόν κόσμο, ἀποκλείοντας κάθε ἐνδιαφέρον γιά τήν πραγματικότητα καί ἐμποδίζοντας τήν ὁμαλή ἀνάπτυξη τῆς αὐτοαντίληψης καί τήν δημιουργία σχέσεων μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Εἶναι ἡ τάση τοῦ ἀτόμου γιά ἐνασχόληση μέ τόν κόσμο τῆς φαντασίας, πού δέν ἀγγίζει τήν παθολογία».
Ὁ ὅρος αὐτισμός προέρχεται ἀπό τήν ἑλληνική λέξη ἑαυτός καί τήν κατάληξη -ισμός, πού σημαίνει κατεύθυνση, θέση. Δηλώνει, ἑπομένως, τήν στροφή τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν ἑαυτό του, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀπορροφημένος ἀπό τόν ἑαυτό του καί τά αἰσθήματά του καί οἱ ἐπιθυμίες του «κυριαρχοῦνται ἀπό τήν ὑποκειμενική ἐσωτερική ἀντίληψη τοῦ κόσμου». Ἡ στροφή αὐτή στόν κόσμο τῆς φαντασίας και τῆς ὀνειροπόλησης εἶναι μᾶλλον ἐκδήλωση ἐσωστρέφειας καί ὄχι ὁπωσδήποτε ἐκδήλωση παθολογίας. Ὁ αὐτισμός παρουσιάζεται στήν βρεφική ἡλικία καί ἀποδίδεται σέ βλάβες τοῦ ἐγκεφάλου. Ὁ ὅρος αὐτισμός χρησιμοποιήθηκε ἀπό τόν Μπλόϊερ (1857-1939) καί τόν Ἄσπεργκερ (1923) (Λεξικό Ψυχολογίας, Ἀναστασίας Χουντουμάδη - Λένα Πατεράκη καί Νίκος Παπαδόπουλος)
Μέ τήν ἀνάπτυξη σήμερα τῆς ἐπιστήμης τῆς νευρολογίας ἔχει διαπιστωθῆ ὅτι οἱ Διαταραχές εἶναι συνδυασμός ἀλληλεπιδράσεως τῆς γενετικῆς καί τοῦ περιβάλλοντος, μέ διάφορα ποσοστά σέ κάθε διαταραχή. Γιά παράδειγμα, μέ τά σύγχρονα δεδομένα ὁ αὐτισμός ἔχει συντελεστή κληρονομικότητας σχεδόν 80%. Τά συμπτώματα περιλαμβάνουν τεράστια δυσκολία κοινωνικῆς συσχέτισης, γλωσσικά προβλήματα καί ἐπαναλαμβανόμενες κινήσεις (Ἡρακλῆς Παναγιωτίδης).
Ὅπως ἔχει γράψει ἕνας ψυχολόγος πού συνεργάζεται μέ τίς νευροεπιστῆμες, ὁ Ἡρακλῆς Παναγιωτίδης, «τά αὐτιστικά ἄτομα ἔχουν δυσκολία νά ἀναγνωρίσουν τούς ἀνθρώπους κοιτάζοντας τό πρόσωπό τους. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι ἐξάγουν κοινωνικές ἐνδείξεις ἀπό τούς ἄλλους ἀποκωδικοποιώντας τίς ἐκφράσεις τοῦ προσώπου τους, ἐνῶ ἡ ἀδυναμία «ἀνάγνωσης» τοῦ προσώπου κάνει κάποιον τυφλό, ὡς πρός τά συναισθήματα καί τίς σκέψεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Αὐτή ἡ ἀνωμαλία μπορεῖ νά συλληφθῆ στά κύματα τοῦ ἠλεκτροεγκεφαλογραφήματος, χρησιμοποιώντας μιά τεχνική γνωστή ὡς Event Related Potentials (ERP). Τά αὐτιστικά ἄτομα δείχνουν ἀνώμαλη ERP ἀντιδρώντας σέ πρόσωπα. Μιά ὁμάδα ἐπιστημόνων ἀπό τό Πανεπιστήμιο τῆς Οὐάσιγκτον χρησιμοποίησε ERP γιά νά ἐλέγξη ἀνεπηρέαστα μέλη τῆς οἰκογένειας, ὅπως οἱ γονεῖς καί τά ἀδέλφια τῶν νεαρῶν ἀτόμων μέ αὐτισμό. Δέν ἀποτελεῖ ἔκπληξη ὅτι παρατηρεῖται ἀνώμαλη κυματομορφή ERP στό πρόσωπο καί τῶν μή προσβεβλημένων μελῶν τῆς οἰκογένειας. Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι εἶχαν ἐπίσης δυσκολία νά ἀναγνωρίζουν πρόσωπα. Αὐτά τά κατά τά ἄλλα ὑγιῆ ἄτομα μοιράζονται τήν ἴδια ἀνωμαλία τοῦ γονιδίου ἐπεξεργασίας προσώπου μέ τούς αὐτιστικούς συγγενεῖς τους. Οἱ ἐπιστήμονες σέ ὅλον τόν κόσμο διαπιστώνουν ὅτι ὅλο καί περισσότερες ἀναπτυξιακές ψυχιατρικές διαταραχές ἔχουν ἰσχυρές γενετικές αἰτίες» (Περί σώματος καί πνεύματος).
Ἡ ἀντιμετώπιση τέτοιων διαταραχῶν πού προέρχονται ἀπό βιο-ψυχο-κοινωνικούς παράγοντες ἀπαιτεῖ ἱκανῆ ἐπιστημονική γνώση, ὑπομονή, ἀγάπη, ἐνδιαφέρον καί προσευχή. Ὅλοι πρέπει νά συνδράμουν γιά τόν σκοπό αὐτόν. Ἐκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους πού πάσχουν ἀπό αὐτισμό, συγχρόνως χρειάζεται πολλή βοήθεια τό συγγενικό περιβάλλον, οἱ συγγενεῖς πού ζοῦν ὅλη τήν ἡμέρα μέ ἀνθρώπους πού ἔχουν τέτοια προβλήματα. Καί γνωρίζουμε πόσες δυσκολίες ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι ζοῦν συνεχῶς μέ αὐτιστικά παιδιά. Τούς ἀπασχολοῦν θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τό παρελθόν, τό παρόν καί τό μέλλον. Ὅμως, ὅλες οἱ σκέψεις πρέπει νά ἐλέγχονται καί νά μή ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας νά κυριαρχηθῆ ἀπό ἔντονους λογισμούς, γιατί αὐτό συντελεῖ καί στήν δική μας ψυχική ὑγεία.
Φυσικά, ὅπως φαίνεται ἀπό ὅσα ἀνέφερα προηγουμένως, τά αὐτιστικά προβλήματα συνδέονται μέ ἐγκεφαλικές διαταραχές καί χρειάζεται ἰδιαίτερη καί ἐξειδικευμένη βοήθεια. Ἀλλά ἀπό πλευρᾶς ψυχολογικῆς καί πνευματικῆς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μέ διάφορα ποσοστά καί ἰδιαιτερότητες πάσχουν ἀπό τό σύνδρομο τοῦ ψυχολογικοῦ καί τοῦ πνευματικοῦ αὐτισμοῦ. Ἄν θελήσω νά χρησιμοποιήσω τήν γλώσσα τῆς Ὀρθοδόξου Ψυχοθεραπείας θά ἔλεγα ὅτι ὁ αὐτισμός ἀπό πλευρᾶς θεολογίας συνδέεται μέ τήν φιλαυτία, ἤτοι τήν ἄλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος στρέφεται καί κλείεται στόν ἑαυτό του καί ἀγνοεῖ τούς ἄλλους. Ἡ φιλαυτία εἶναι ἄρνηση τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς φιλοθεΐας. Ὅποιος εἶναι φίλαυτος, εἶναι καί μισάνθρωπος καί μισόθεος. Παρατηρεῖται καί σέ ὑγιεῖς ἀνθρώπους.
Ἔτσι, διαρκής σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ἀπαλλάσσεται ἀπό τήν φιλαυτία καί νά ἀποκτᾶ φιλοθεΐα καί φιλανθρωπία, νά βγαίνη ἀγαπητικά ἀπό τόν ἑαυτό του καί νά εἰσέρχεται κενωτικά καί ἀγαπητικά στήν ὕπαρξη τῶν ἄλλων. Πόσοι δέν διαμαρτυρόμαστε ὅτι δέν μᾶς καταλαβαίνουν οἱ ἄλλοι, δέν μᾶς ἀγαποῦν! Αὐτό γίνεται γιατί ἔχουμε κέντρο τῆς ζωῆς μας τόν ἑαυτό μας καί ἑρμηνεύουμε τά πράγματα ἀνάλογα μέ τό πῶς μᾶς δέχονται ἤ μᾶς ἐκτιμοῦν οἱ ἄλλοι. Ἑπομένως, ὑπάρχει καί ἕνας πνευματικός αὐτισμός, ἀπό τόν ὁποῖο πάσχουμε κατά διαφόρους βαθμούς ὅλοι καί χρειάζεται νά θεραπευόμαστε. Ὅσο κανείς ἀπαλλάσσεται ἀπό τόν πνευματικό καί κοινωνικό αὐτισμό, τόσο μπορεῖ νά βοηθήση αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού πάσχουν ἀπό τήν διαταραχή τοῦ αὐτισμοῦ.
Θέλω νά εὐχαριστήσω τόν κ. Σωτήρη Κωτσόπουλο καί τούς Συνεργάτες του, γιατί σέ δύσκολες ἐποχές ἐργάζονται θυσιαστικά γιά τό καλό τῆς κοινωνίας καί τῶν οἰκογενειῶν, καί νά εὐχηθῶ καλή ἐπιτυχία στήν σημαντική αὐτή ἐκδήλωση.
Πηγή: Ἐκκλησιαστική Παρέμβαση, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
ΣΥΝΤΟΜΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
1. Τόν Θεό, ἀγαπητοί μου, δέν μποροῦμε νά τόν κατανοήσουμε μέ τό μυαλό, γι᾽ αὐτό καί λέγουμε «πιστεύουμε» σ᾽ Αὐτόν. Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς λέγει ὅτι ὁ Θεός κατοικεῖ σέ «ἀπρόσιτο φῶς», σέ φῶς, δηλαδή, πού δέν μποροῦμε νά τό δοῦμε καί δέν μποροῦμε νά τό πλησιάσουμε. Ὁ Θεός εἶναι «ὁ φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον, ὅν εἶδεν οὐδείς ἀνθρώπων, οὐδέ ἰδεῖν δύναται» (Α´ Τιμ. 6,16). Εἶναι «ἀνεξεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι οἱ ὁδοί αὐτοῦ» (Ρωμ. 11,33.34). Δέν ὑπάρχει κανένας πού μπορεῖ νά γνωρίσει τόν Θεό παρά μόνο Αὐτός ὁ Ἴδιος (βλ. Α´ Κορ. 2,11).
2. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ὅμως ἡ Ἁγία Γραφή πάλι μᾶς λέει ὅτι Αὐτός ὁ ἀόρατος καί ἀκατάληπτος Θεός ἀποκαλύπτεται στούς ἀνθρώπους καί ἔτσι ἔχουμε κάποια γνώση τοῦ Θεοῦ. Τήν γνώση αὐτή τοῦ Θεοῦ τήν ἔχουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας καί ἀπό ὅλη τήν δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Γιατί «τά ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καί θειότης» (Ρωμ. 1,20). Δηλαδή: Παρότι ἡ αἰώνια δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ θεϊκή Του ἰδιότητα εἶναι ἀόρατες, ὅμως οἱ ἄνθρωποι μποροῦσαν νά τίς δοῦν μέσα στήν δημιουργία ἀπό τότε πού ἔγινε ὁ κόσμος. Γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀναπολόγητοι οἱ ἄνθρωποι πού δέν πίστεψαν τόν Θεό, λέει στήν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος. Ἀλλά καί ἀπό τόν ἑαυτό του λέει ὁ Δαυίδ ὅτι ἐγνώρισε τόν Θεό: «Ἐθαυμαστώθη ἡ γνῶσίς σου ἐξ ἐμοῦ» (Ψαλμ. 138,6). «Ὁ κόσμος εἶναι ἕνα βασίλειο τῆς θείας σκέψης», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης.
3. Ἀλλά τήν πληρέστερη γνώση τοῦ Θεοῦ τήν ἔχουμε ἀπό τήν ἀποκάλυψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού μᾶς ἔφερε μέ τήν σάρκωσή Του. Ἀκοῦστε τί μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἀφοῦ ὁ Θεός τά παλαιά τά χρόνια μίλησε στούς προπάτορες πολλές φορές καί μέ ποικίλους τρόπους διά τῶν προφητῶν, σ᾽ αὐτούς ἐδῶ τούς ἐσχάτους καιρούς μίλησε σ᾽ ἐμᾶς μέσω τοῦ Υἱοῦ» (Ἑβρ. 1,1)! Καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός κήρυξε τήν διδασκαλία Του μέ τούς Ἀποστόλους Του, ἀφοῦ ἔστειλε σ᾽ αὐτούς τό «Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας», τό Ὁποῖο «ἐξετάζει τά πάντα, ἀκόμη καί τά πιό βαθιά σχέδια τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 2,10).
Ὅσοι, λοιπόν, ἔχουν τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἔχουν θεογνωσία, γιατί νοοῦν αὐτή τήν θεία ἀποστολική διδασκαλία, πού κηρύχθηκε διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά καί μετά τήν θεία ἀποκάλυψη πού μᾶς ἔφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί πάλι δέν ἔχουμε καθαρή γνώση τοῦ Θεοῦ, γιατί τό νά νοήσουμε αὐτήν τήν ἀποκάλυψη ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ψυχική μας καθαρότητα. Γι᾽ αὐτό καί πρέπει νά καταφεύγουμε στούς ἁγίους Πατέρες πού καθάρισαν τήν καρδιά τους ἀπό τά πάθη καί κατενόησαν τήν περί Θεοῦ γνώση, πού μᾶς ἔδωσε ὁ Σωτήρας μας. Αὐτούς τούς ἁγίους Πατέρες πρέπει νά ἔχουμε καθοδηγούς στήν θεολογική μας σπουδή.
4. Τά παραπάνω γιά τήν γνώση τοῦ Θεοῦ (καί γιά τήν ἀκαταληψία Του, ἀλλά καί γιά τήν γνώση μας περί τοῦ Θεοῦ, πού λάβαμε μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ) τά ἀνέπτυξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες καί διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά νά ἀντικρούσουν τούς αἱρετικούς. Ἄλλοι αἱρετικοί αὐτοί ἔλεγαν ὅτι ὁ Θεός μπορεῖ νά γίνει τέλεια καταληπτός ἀπό μᾶς τούς ἀνθρώπους• ὅτι μποροῦμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό τόσο καλά, ὅσο Αὐτός ὁ Ἴδιος γνωρίζει τόν Ἑαυτό Του• καί ὅτι τά ὀνόματα πού ἀποδίδονται στόν Θεό ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ἐκφράζουν τήν ἴδια τήν οὐσία Του. Τέτοιοι αἱρετικοί ἦταν κυρίως ὁ Ἀέτιος καί ὁ Εὐνόμιος μέ τούς ὀπαδούς τους. Αὐτούς τούς πολέμησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες (ὁ Γρηγόριος ὁ Νύσσης, ὁ Γρηγόριος ὁ θεολόγος, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί ἄλλοι) λέγοντας ὅτι ἡ Οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκατάληπτη ἀπό μᾶς. Ὡραῖο εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ὅτι, ἄν ὁ Θεός ἦταν τέλεια καταληπτός ἀπό μᾶς, θά ἔπαυε νά ἦταν Θεός γιά μᾶς: «Θεός γάρ καταλαμβανόμενος, οὐκ ἔστι Θεός»!
5. Ἄλλοι ὅμως αἱρετικοί ἔλεγαν τό ἀντίθετο, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστος σέ μᾶς. Τέτοιοι αἱρετικοί ἦταν οἱ λεγόμενοι Μαρκιωνῖτες καί ἄλλοι παρόμοιοι σύγχρονοί τους αἱρετικοί. Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπαντῶντες σ᾽ αὐτούς τούς αἱρετικούς ἔλεγαν ὅτι, ναί μέν ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστη καί ἀκατάληπτη στόν ἄνθρωπο, ἀλλά μποροῦμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό στά ἔργα Του, στήν δημιουργία Του καί στήν Πρόνοιά Του, στίς θεῖες Του ἐνέργειες. Στήν ἀποκάλυψη πού μᾶς ἔδωσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ὡραῖο εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος ὅτι, ἄν μᾶς ἦταν ἐντελῶς ἀδύνατο νά γνωρίσουμε τόν Θεό, τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου θά ἦταν μάταιο, ὅπως θἆταν καί ἡ πίστη μας, πού θά ἔφερνε κατ᾽ εὐθεῖαν στόν ἀθεϊσμό.
Στούς αἱρετικούς, πού ἰσχυρίζονταν ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστος σέ μᾶς, πρέπει νά προσθέσουμε καί τόν δυτικό Βαρλαάμ. Αὐτός, πραγματικά, ἔλεγε ὅτι δέν μποροῦμε καθόλου νά νοήσουμε τόν Θεό οὔτε νά ἔχουμε καμμία ἐπαφή μαζί Του. Τήν πλάνη τοῦ Βαρλαάμ καί τῶν ὀπαδῶν του τήν πολέμησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.
Mέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Τo βιβλίο του Ιώβ αποτελεί, σχετικά με το ζήτημα του πόνου, έναν από τους βαθύτερους και δυνατότερους στοχασμούς που έχουν ποτέ γραφτεί. Το συγκεκριμένο βιβλίο με το πνεύμα που το διατρέχει τοποθετείται στο μεταίχμιο Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.
Ο Θεός δεν είναι η αιτία των δεινών που συμβαίνουν ξαφνικά στον Ιώβ
Αποτελεί διδαχή του βιβλίου του Ιώβ το ότι ο Θεός δεν είναι η αιτία των δεινών που συμβαίνουν ξαφνικά στον Ιώβ, και πέρα από αυτόν, στους ανθρώπους.
Ο Ιώβ, βέβαια, σε όλο το βιβλίο, φαίνεται να βλέπει στον Θεό τον δημιουργό αυτών που του έχουν συμβεί. Αυτό μαρτυρεί τη βαθιά πίστη του στον Θεό, την αφοσίωσή του σ’ Αυτόν, τον σεβασμό στην παντοδυναμία Του, την ελπίδα του στο πρόσωπό Του. Η συγκεκριμένη στάση μαρτυρείται και από το γεγονός ότι ο Ιώβ, ενώ θεωρούσε ότι ο Θεός βρίσκεται στην αρχή αυτών που του συμβαίνουν, αρνείται να Τον κατηγορήσει, να αμφισβητήσει τη δικαιοσύνη και την αγαθότητά Του, και να ξεσηκωθεί εναντίον Του.
Θα σημειώσουμε, ωστόσο, ότι ο Ιώβ βλέπει στο πρόσωπο του Θεού Εκείνον που του έχει δώσει όλα τα προηγούμενα αγαθά του. Στη δυστυχία του, εξακολουθεί να Τον δοξολογεί για αυτά, και θεωρεί φυσιολογικό ότι εκείνα τα αγαθά, που δεν τα άξιζε και του δόθηκαν από τον Θεό δωρεάν, του αφαιρέθηκαν επίσης χωρίς λόγο: «Γυμνός απ’ την κοιλιά βγήκα της μάνας μου, γυμνός και θα γυρίσω πίσω στη μάνα γη. Ο Κύριος όλα τα έδωσε, ο Κύριος και τα πήρε πίσω. Ευλογημένο να είναι το όνομά Του στους αιώνες» (Ιώβ 1, 21). Όπως παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος στο Υπόμνημά του για το συγκεκριμένο χωρίο, ο Ιώβ, μακράν από το να κατηγορήσει τον Θεό ότι του έχει αφαιρέσει αυτά τα αγαθά, θεωρεί ότι δεν του ανήκαν, και Τον δοξολογεί ιδιαίτερα για το γεγονός ότι του τα προσέφερε. Την ίδια στάση τηρεί ο Ιώβ και απέναντι στη γυναίκα του, όταν αυτή έρχεται να του προτείνει να καταραστεί τον Θεό• και πραγματικά τής απαντάει: «Μόνο τα καλά θα δεχόμαστε από τον Θεό; Δεν πρέπει να δεχτούμε και τα άσχημα;» (Ιώβ 2, 10). Και ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος σχολιάζει αυτούς τους λόγους ως εξής: «Για ποιο λόγο έδωσε τα αγαθά; Όχι επειδή το άξιζαν. Ούτε λοιπόν και τώρα να θλιβόμαστε, επειδή ταλαιπωρούμαστε ενώ δεν αξίζουμε κάτι τέτοιο. Όταν μάλιστα εκείνος ήταν κυρίαρχος και μπορούσε να δώσει μόνο τα κακά. Αφού όμως έδωσε και αγαθά, γιατί στενοχωριόμαστε;».
Ο Θεός, λοιπόν, που εμφανιζόταν πρωτίστως ως Εκείνος που έδωσε στον Ιώβ τα προηγούμενα αγαθά του, παρουσιάζεται επίσης, και τούτο είναι πολύ ζωηρό στον επίλογο του βιβλίου, και ως Εκείνος που τον αποκαθιστά στα αγαθά του και μάλιστα του παρέχει μεγαλύτερα αγαθά (Ιώβ 42, 10-16). Μεταξύ των δύο αυτών χρονικών σημείων, ο Θεός εμφανίζεται ως Εκείνος στον Οποίο ο Ιώβ πρέπει και οφείλει νόμιμα να ελπίζει, ώστε να υποφέρει τα δεινά που τον συνθλίβουν, και επίσης να ελευθερωθεί από αυτά.
Τα δεινά που συμβαίνουν στον Ιώβ δεν αποτελούν τιμωρία για τις προσωπικές του αμαρτίες
Συνιστά θεμελιώδη διδαχή του βιβλίου του Ιώβ η διδασκαλία ότι τα δεινά που του συμβαίνουν (όπως και αντίστοιχα αυτά που συμβαίνουν γενικά στους ανθρώπους) δεν αποτελούν τιμωρία για κάποιο προσωπικό αμάρτημα.
Οι φίλοι του Ιώβ επιζητούν να του αποδείξουν και να τον κάνουν να παραδεχτεί το αντίθετο, δηλαδή ότι οι δυστυχίες του είναι μια δίκαιη τιμωρία του Θεού για τις αμαρτίες του.
Οι φίλοι του Ιώβ τοποθετούνται σε μια λογική που κυριαρχεί στην Παλαιά Διαθήκη σύμφωνα με την οποία, σε τούτο τον κόσμο, ο Θεός ανταμείβει τους δίκαιους και τιμωρεί τους πονηρούς. Αυτό το σχήμα επιβεβαιώνεται σε όλο το χρονικό διάστημα με τα λόγια τους: «Όσοι καλλιεργούν την αδικία και σπέρνουν τη συμφορά, αυτοί αδικία και συμφορά θερίζουν. Με ένα φύσημα του Θεού καταστρέφονται, με την πνοή της οργής του αφανίζονται» (Ιώβ 4, 8-9)• «Όλη η ζωή του ασεβούς είναι ένα συνεχές μαρτύριο» (Ιώβ 15, 20)• «Έτσι θα συμβεί και σε όλους εκείνους που τον Θεό ξεχνούν» (Ιώβ 8,13)• «Μα δεν αφήνει ο Θεός ποτέ τον ευσεβή, ενώ βοήθεια στους κακούς δεν πρόκειται να δώσει» (Ιώβ 8,20)• «Ο κακός γίνεται το θύμα τρομακτικών φόβων που τον ακολουθούν βήμα προς βήμα. Η πείνα γίνεται ο σύντροφός του και η δυστυχία στέκει πλάι του. Η αρρώστια θα του καταφάει το δέρμα» (Ιώβ 18, 11-13)• «Αφότου έβαλε ο Θεός πάνω στη γη τον άνθρωπο, ο θρίαμβος των κακών δεν διαρκεί πολύ και η χαρά του ασεβούς δεν διαρκεί παρά μια στιγμή μονάχα» (Ιώβ 20, 4-5)• «Αυτή είναι η ανταπόδοση που θα έχει ο ασεβής, αυτή είναι η κληρονομιά που ο Θεός τού ορίζει» «αύτη η μερίς ανθρώπου ασεβούς παρά Κυρίου και κτήμα υπαρχόντων αυτώ παρά του επισκόπου» (Ιώβ 20, 29• πρβλ. 20, 5-28• 27,13-24)• «[Ο Κύριος] πληρώνει τον καθένα σύμφωνα με τα έργα του, και στον καθένα δίνει ανάλογα με τη διαγωγή του» (Ιώβ 34, 11)• «Να γνωρίζεις […] ότι ό Κύριος δεν απορρίπτει τον άκακο, και δεν αφήνει τον ασεβή να ζει με όλη την ισχύ του» (Ιώβ 36, 5-6).
Ξεκινώντας από αυτές τις αρχές, οι φίλοι του Ιώβ συμπεραίνουν ότι βασανίζεται και υποφέρει διάφορες δυστυχίες, αναγκαστικά επειδή είναι αμαρτωλός• αν ήταν δίκαιος, όπως συνεχίζει αδιάκοπα να διατείνεται, θα εξακολουθούσε να απολαμβάνει όλες τις μορφές της ευημερίας και του πλούτου, και δεν θα τον είχε αφανίσει η δυστυχία. Ο πρώτος στόχος όλων των λόγων τους είναι λοιπόν να προκαλέσουν την εμφάνιση, αν όχι της προφανούς και συνειδητής ενοχής του Ιώβ, τουλάχιστον της κρυμμένης και ασυνείδητης ενοχής του, και να τον πείσουν γι’ αυτή: «Η συνείδηση του λάθους σου υπαγορεύει τα λόγια σου» (Ιώβ 15, 5)• «Εξαιτίας της ευσέβειάς σου [ο Κύριος] σε ελέγχει; […] Μήπως μάλλον για τη μεγάλη κακία σου και τις δίχως τέλος ανομίες σου;» (Ιώβ 22, 4-5)• «Είπες: “Η συμπεριφορά μου είναι καθαρή κι άμεμπτος είμαι στα μάτια Του”. Αλλά αν ο Θεός ήθελε να μιλήσει, […] θα μάθαινες ότι σου ζητά λογαριασμό για το λάθος σου. […] Εκείνος γνωρίζει την πανουργία του ανθρώπου. Βλέπει την ανομία και την παρακολουθεί» (Ιώβ 11, 4-11).
Επειδή θεωρούν ότι η αμαρτία του Ιώβ αποτελεί την αρχή των δεινών του, τον προσκαλούν να μεταμεληθεί, και βλέπουν τη μετάνοια ως το μόνο μέσο για να βάλει τέρμα στην αμαρτία του: «Λοιπόν, να συμφιλιωθείς με τον [Κύριο] και να κάνεις ειρήνη μαζί Του: έτσι θα βρεις την ευτυχία. […] Κι αν γυρίσεις πίσω [στον Κύριο] κι αν διώξεις μακριά από το σπίτι σου την αδικία […] ό,τι αποφασίζεις θα το πετυχαίνεις. […] Τα χέρια σου να είναι καθαρά και θα σωθείς» (Ιώβ 22, 21-30)• «Αλλά αν συ προσφεύγεις στον Θεό και δέεσαι στον Κύριο από τώρα, Αυτός θα σου στείλει τη χάρη Του και θα αποκαταστήσει το σπίτι ενός δικαίου» (Ιώβ 8, 5-6)• «Στρέψε την καρδιά σου προς τον Θεό, ύψωσε τα χέρια σου προς Αυτόν. Αποκήρυξε την ανομία που λερώνει τα χέρια σου, και μην αφήσεις την αδικία να μένει άλλο στο σπίτι σου. […] Τότε θα λησμονήσεις τη δοκιμασία σου» (Ιώβ 11, 13-16).
Εκφράζουν έτσι μια λαθεμένη αντίληψη για τον Θεό, την αγαθότητά Του και τη δικαιοσύνη Του. Αποκαλύπτουν όμως και μια εσφαλμένη άποψη θεωρώντας ότι τα παθήματα και τα δεινά που συμβαίνουν στον άνθρωπο αποτελούν τιμωρία για λάθη του παρόντος και του παρελθόντος, ποινή για τη δική του ενοχή, ή ότι οπωσδήποτε συνδέονται υποχρεωτικά με τις προσωπικές του αμαρτίες.
Όταν, πεπεισμένοι από τις απαντήσεις του Ιώβ που αδιάκοπα διακηρύσσει την αθωότητά του, οι τρεις φίλοι του σταματούν να μέμφονται την υπευθυνότητά του, (Ιώβ 32,1) ενεργούν με τον τρόπο αυτό απλά και μόνο για να κατηγορήσουν τον Θεό για αδικία. Συνεχίζουν, με άλλα λόγια, να δημιουργούν, με τη μια ή την άλλη σημασία, μια αναγκαία σχέση αιτίου-αποτελέσματος μεταξύ των δεινών που συμβαίνουν σε έναν άνθρωπο, της αμαρτίας του και της δικαιοσύνης του Θεού: Αν ο άνθρωπος υποφέρει, αυτό γίνεται επειδή έχει αμαρτήσει κι ο Θεός τον τιμωρεί δικαίως. Αν, κατά συνέπεια, επιβεβαιωθεί ότι ο Ιώβ υποφέρει χωρίς να έχει αμαρτήσει, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είναι άδικος. Δεν ξεφεύγουν από αυτή τη δυαδική λογική και αποδεικνύονται ανίκανοι να αντιμετωπίσουν, για παράδειγμα, το ενδεχόμενο να υποφέρει ο άνθρωπος χωρίς να έχει αμαρτήσει ή να έχει πιθανόν αμαρτήσει χωρίς όμως να υποφέρει κατ’ ανάγκη, κι ότι στις δύο αυτές περιπτώσεις ο Θεός εξακολουθεί να είναι δίκαιος.
Η άποψη και η στάση των φίλων του Ιώβ αποδοκιμάζονται τόσο από θεολογική σκοπιά όσο και από ηθική και πνευματική. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί σχολιαστές έχουν διακρίνει στη σύζυγο και τους φίλους του Ιώβ κρυμμένους τύπους του διαβόλου πίσω από το προσωπείο όχι μόνο μιας ψεύτικης σοφίας αλλά και μιας υποκριτικής συμπόνιας.
Πραγματικά, η στάση τους είναι ύπουλη και δόλια καθώς, ενώ ισχυρίζονται ότι βοηθούν τον Ιώβ να κατανοήσει τα αίτια των δοκιμασιών του και τον παρηγορούν γι’ αυτές, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να τον εξουθενώσουν ακόμη πιο πολύ, προσθέτοντας και ηθικά και πνευματικά βάσανα στα φυσικά που περνάει, όταν επιχειρούν να τον κάνουν να παραδεχτεί ότι είναι ο ίδιος υπεύθυνος για ό,τι του συμβαίνει, εξαιτίας των σφαλμάτων του.
Σε ό,τι αφορά τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τον Θεό και τις σχέσεις Του με τους ανθρώπους, αυτός αποδοκιμάζεται από τον Ιώβ [«Θεωρείτε ότι υπερασπίζεστε τον Θεό με λόγους πονηρούς και την αιτία Του με λόγους ψεύδους;» (Ιώβ 13, 7)], αλλά επίσης και κατεξοχήν από Αυτόν τον ίδιο τον Θεό, ο Οποίος αναδεικνύει τη ριζική υποκρισία, ενώ κάνει την αλήθεια να λάμψει από την πλευρά του Ιώβ: «Είπε ο Κύριος στον Ελιφάζ τον Θαιμανίτη “Θύμωσα πολύ με σένα και με τους δύο φίλους σου γιατί δεν μιλήσατε σωστά για μένα όπως ο δούλος μου ο Ιώβ”» (Ιώβ 42, 7).
Από τη μελέτη του βιβλίου του Ιώβ συνάγεται ότι καμιά σχέση δεν υπάρχει αναγκαστικά ανάμεσα στα δεινά που υποφέρει ένας άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ζωής του και στις αμαρτίες που θα έχει προσωπικά διαπράξει.
Η άποψη ότι ο άνθρωπος πρέπει να υφίσταται δεινά ως τιμωρία για τις αμαρτίες που έχουν κάνει οι πλησίον του απορρίπτεται με τον ίδιο τρόπο. Η άποψη ότι τα δεινά θα έχουν αποδοθεί σε μια ενοχή της φύσης, της οποίας υπεραμύνονται οι φίλοι του Ιώβ, δεν φαίνεται να γίνεται αποδεκτή από τον ίδιο τον Ιώβ.
Ο Ιώβ δικαιολογημένα αρνείται να συνδέσει την προσωπική του ενοχή με τα δεινά που του συμβαίνουν
Η αντίληψη του Ιώβ είναι αντίθετη με αυτή των φίλων του. Η συνείδησή του δεν του απαγγέλλει καμιά κατηγορία• επικαλείται την εντιμότητα της στάσης του και της συμπεριφοράς του απέναντι στον Θεό (Ιώβ 23, 11-12), κάνει μνεία των αρετών του (Ιώβ 29,12-17• 30, 24-25• 31, 1-34) και δεν παύει να διακηρύσσει την αθωότητά του (πρβλ. Ιώβ 6, 24• 7, 20• 9, 20• 11, 4• 13, 15-18.23• 23,10• 27, 3-6• 32,1). Ενδόμυχα πιστεύει ότι τα βάσανα που περνάει δεν είναι δυνατόν να αποτελούν ποινή για τα παραπτώματά του ούτε και φυσικό επακόλουθό τους.
Παρά ταύτα, ο Ιώβ δεν είναι υπερήφανος και αλαζόνας. Τα λόγια του μαρτυρούν την ταπείνωσή του, καθώς και το πνεύμα της μετάνοιας. Φαίνεται εντελώς διατεθειμένος να αναγνωρίσει την αμαρτωλότητά του: «Διδάξτε με, λοιπόν, κι εγώ σωπαίνω• δείξτε μου σε τι έσφαλα» (Ιώβ 6, 24). Γνωρίζει ότι, πέρα από κάθε αμφιβολία, δεν είναι εντελώς αγνός: «Ποιος είναι καθαρός από ρύπο; Κανένας βέβαια» (Ιώβ 14, 4). Εντούτοις, υπάρχει τόσο μεγάλη δυσαναλογία ανάμεσα στην ενδεχόμενη ενοχή του και τα δεινά που καλείται να υποφέρει, ώστε να μην έχει τη δυνατότητα να διακρίνει τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος ούτε και τον δεσμό μεταξύ αυτής και των δεινών.
Αντίστροφα εξάλλου, ο Ιώβ αρνείται να συσχετίσει το γεγονός ότι είναι δίκαιος με τον πλούτο που απολάμβανε προηγουμένως, αναγνωρίζοντας τον τελευταίο ως δωρεάν προσφορά του Θεού και όχι ως ανταμοιβή για τα καλά του έργα (πρβλ. Ιώβ 2, ΙΟ175).
Ο Ιώβ δεν τρέφει αυταπάτες θεωρώντας τον εαυτό του δίκαιο. Η δικαιοσύνη του επιβεβαιώνεται από τον συγγραφέα του βιβλίου που αρχίζει τη διήγησή του ως εξής: «Στην Αυσίτιδα ζούσε κάποτε ένας άνθρωπος που ονομαζόταν Ιώβ. Ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και τέλειος, σεβόταν τον Θεό και αποστρεφόταν το κακό» (Ιώβ 1, 1). Στο υπόμνημά του ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος επιμένει ιδιαίτερα στη λέξη «άμεμπτος»: «Το κείμενο δεν γράφει αναμάρτητος αλλά άμεμπτος, δηλαδή ότι δεν του έβρισκες ψεγάδι. Όχι μόνο δεν έπραττε πράξεις βεβαρημένες με την αμαρτία αλλά ούτε αξιόμεμπτες και αξιοκατάκριτες πράξεις». Επιπλέον και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του Ιώβ επιβεβαιώνονται από τον Ίδιο τον Θεό, ο οποίος, δύο φορές, λέει στον Σατανά όταν αυτός εμφανίζεται μπροστά Του: «Πρόσεξες τον δούλο μου τον Ιώβ; Δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν πάνω στη γη. Είναι άνθρωπος ακέραιος, δίκαιος, ευθύς, με σέβεται και αποστρέφεται το κακό» (Ιώβ 1, 8• 2, 3). Όπως παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, «Ο Θεός δίνει τη μαρτυρία ότι [ο Ιώβ] είναι άμεμπτος». Στα μάτια του Θεού, ο Ιώβ είναι ακόμη ο πιο άγιος άνθρωπος της εποχής του. Θεωρεί ανύπαρκτη την ακαθαρσία που ο Ιώβ είναι διατεθειμένος να ομολογήσει (πρβλ. Ιώβ 14, 4).
Ο Ιώβ δεν ασπάζεται την αντίληψη της «έμφυτης δικαιοσύνης» του Θεού, την οποία εκφράζουν οι φίλοι του. Η πραγματικότητα διαψεύδει την άποψη ότι τα δεινά που ο άνθρωπος καλείται να υποστεί θα αποτελούσαν τιμωρίες για τα παραπτώματά του, επειδή έχουμε τη δυνατότητα να παρατηρούμε πολλούς αθώους που έχουν υποστεί τέτοια δεινά. Ο Ιώβ υπενθυμίζει κυρίως ολόκληρους πληθυσμούς που, αν και πιστοί στον Θεό, έχουν πέσει άδικα θύματα καταπίεσης και εκμετάλλευσης και έχουν καταντήσει να υφίστανται κάθε είδους ταλαιπωρία και εξαθλίωση (Ιώβ 24, 1-12• βλέπε και 9, 23).
Ο Ιώβ παρατηρεί αντίθετα ότι πολλοί από όσους διαπράττουν το κακό είναι πλούσιοι: «Γιατί ο Θεός αφήνει να ζουν οι ασεβείς, να γερνάνε και τα αγαθά τους να πληθαίνουν; Βλέπουν τους απογόνους τους να στεριώνουν. […] Η ειρήνη στα σπίτια τους δεν απειλείται και το μαστίγιο του Θεού τούς προστατεύει. Πάντα σφριγηλός και γόνιμος ο ταύρος τους κι η αγελάδα τους γεννάει δίχως αποβολές. […] Τραγούδια λένε με τύμπανα και κιθάρες και με τον ήχο της φλογέρας χαίρονται. Περνούν ευτυχισμένα τη ζωή τους• […] Ωστόσο λένε στον Θεό: “Άσε μας ήσυχους. Δεν θέλουμε να μάθουμε το θέλημά Σου!”. Μα δεν κρατούν την ευτυχία τους στο χέρι, χωρίς να ’ναι ο Θεός στις συμβουλές τους μέσα; Βλέπεις συχνά να σβήνει το λυχνάρι της ζωής του ασεβούς, να τον χτυπάει η δυστυχία, η θεία οργή να καταστρέφει τ’ αγαθά του, ο άνεμος σαν άχυρο να τον σκορπά και η λαίλαπα σαν σκύβαλο να τον πηγαίνει και να τον φέρνει;» (Ιώβ 21, 7-18• πρβλ. 21,19-34). Η ίδια διαπίστωση απαντά και σε άλλα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι ο Ψαλμωδός αναφωνεί: «Ζήλεψα τους ασεβείς βλέποντας την ειρήνη των αμαρτωλών. […] Ο μόχθος των ανθρώπων σε εκείνους δεν υπάρχει. Και σαν τους άλλους σκληρά δεν τιμωρούνται. […] Και ο λαός μου στρέφεται σε αυτούς, καθώς σε αυτούς βρίσκει ευτυχισμένες μέρες. […] Να ποιοι είναι οι αμαρτωλοί: αυτοί που ευημερούν και ακμάζουν» (Ψαλμ. 72, 3-12). Ο προφήτης Ιερεμίας ρωτάει τον Θεό: «Γιατί ευτυχούν οι ασεβείς; Γιατί όλοι οι άπιστοι απολαμβάνουν την ασφάλεια και την ειρήνη;» (Ιερ. 12, 1). Και ο προφήτης Μαλαχίας διαπιστώνει: «Τώρα φτάσαμε εμείς να καλοτυχίζουμε τους υπερόπτες: Όσοι αμαρτάνουν ευημερούν προκαλούν τον Θεό και σώζονται» (Μαλ. 3,15).
Ο διάβολος είναι η πρώτη αιτία των παθημάτων και των άλλων δεινών του Ιώβ
Ο Σατανάς με κίνητρο τη μοχθηρία και τον φθόνο του είναι η πρωταρχική αιτία των δεινών που συμβαίνουν στον Ιώβ. Σαφή ένδειξη γι’ αυτό μας δίνει ο συγγραφέας της διήγησης. Όταν ο Σατανάς λέει στον Θεό: «Βάλε το χέρι σου και ακούμπησε τα υπάρχοντά του• σου ορκίζομαι ότι θα σε βλασφημήσει δημόσια» (Ιώβ 1, 11). Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα να πράξει κάτι τέτοιο ο Θεός. Ο Σατανάς είναι αυτός που, σύμφωνα με το δικό του θέλημα, θα επιφορτιστεί με τούτο το έργο και θα γίνει ο πρόξενος όλων των δυστυχιών του Ιώβ που θα ακολουθήσουν. Στον δεύτερο κύκλο της συζήτησης, επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία και ο Σατανάς ακόμη σαφέστερα προσδιορίζεται ως ο αυτουργός της ασθένειας και των παθημάτων που εμφανίζονται στον Ιώβ: «Ο Σατανάς αποχώρησε από τη σύναξη του Θεού και πλήγωσε τον Ιώβ με κακόηθες έλκος από τα πόδια ως την κορυφή της κεφαλής» (Ιώβ 2, 7). Όπως παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: «Γιατί καμιά επίθεση εναντίον αυτού (του Ιώβ) δεν προκλήθηκε από τον Θεό, αλλά όλα προέρχονταν από το χέρι του διαβόλου».
Ο ίδιος ο διάβολος διατηρεί εξάλλου την πρωτοβουλία σε όλη τη διαδικασία κατασυκοφάντησης του Ιώβ ενώπιον του Θεού, όταν διαβεβαιώνει ότι αποκλειστικά και μόνο για λόγους συμφέροντος ο Ιώβ Τού είναι πιστός (πρβλ. Ιώβ 1, 9- 2, 4).
Αν δεν είχε επέμβει ο Σατανάς, ο Ιώβ κατά πάσα πιθανότητα θα είχε συνεχίσει να απολαμβάνει την ευημερία που του είχε δωρίσει ο Θεός αρχικά, και στην οποία θα τον αποκαταστήσει τελικά. Και τούτο δείχνει διπλά ότι δεν είναι το θέλημα του Θεού ουσιαστικά να συμβαίνουν στον Ιώβ δεινά.
Ο Ιώβ ήταν δίκαιος την περίοδο της ευημερίας του, πριν να χτυπηθεί από τη δυστυχία. Και τούτο δείχνει ότι η δυστυχία δεν αποτελεί προϋπόθεση της δικαιοσύνης ούτε και μέσο για να φτάσει κάποιος σε αυτή, ακόμη και αν είναι αλήθεια ότι αφού ξεπέρασε τη δοκιμασία, η αρετή του Ιώβ εκδηλώθηκε με ακόμη λαμπρότερο τρόπο.
Παρ’ όλα αυτά, ο διάβολος, και όχι ο Θεός, αμφέβαλλε για τη σταθερότητα της συμπεριφοράς του και είχε ανάγκη να την επαληθεύσει. Το βιβλίο του Ιώβ παρέχει σαφή μαρτυρία για τον καθοριστικό ρόλο των ενεργειών του διαβόλου στον κόσμο για να γεννήσει μέσα σ’ αυτόν δεινά και παθήματα, με κίνητρο τον φθόνο και τη μοχθηρία του.
Τίθεται, ωστόσο, ένα πρόβλημα εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να ενεργήσει όπως ενεργεί. Ο Σατανάς για να πραγματώσει τα σχέδιά του, ζητάει και παίρνει την άδεια από τον Θεό (Ιώβ, 1,11-12• 2, 5-6).
Θεωρούμε, στο σημείο αυτό ότι αξίζει, εκ μέρους του συγγραφέα της διήγησης, η ίδια προσοχή και φροντίδα που θα κινητοποιήσει τους Πατέρες όταν θα υποστηρίξουν ότι τα δεινά συμβαίνουν στον άνθρωπο με την παραχώρηση του Θεού: να αποφύγουμε να δημιουργήσουμε την εσφαλμένη πεποίθηση ότι υπάρχει κάποια αυτόνομη αρχή του κακού που αντιπαλεύει μια αντίστοιχη αρχή του καλού, με ενδεχόμενο η πρώτη να έχει την ικανότητα να επικρατεί και να υποσκελίζει τη δεύτερη. Η ιδέα της παντοδυναμίας του Θεού κυριαρχεί στο σύνολο του βιβλίου του Ιώβ: αυτή η ιδέα απαντά στα λόγια των φίλων του Ιώβ, αλλά και στα λόγια του ίδιου του Ιώβ (Ιώβ 9, 4-13• 12,10.14-25• 42, 2) και, τέλος, κατέχει σημαίνουσα θέση και στον λόγο αυτού του Ίδιου του Θεού (Ιώβ 38, 4-40, 26).
Η αρχή του βιβλίου μάς παρουσιάζει τον Σατανά, έναν άγγελο που είχε πέσει, ο οποίος μαζί με τους αγγέλους καλείται να δίνει αναφορά στον Θεό για τη δράση του πάνω στη γη (πρβλ. Ιώβ 1,6-7• 2,1-2). Μπορούμε να διακρίνουμε ότι, ενώ επιτρέπει τη συγκεκριμένη δράση, ο Θεός δεν την προκρίνει, αλλά αντίθετα την περιορίζει σε μια κατεύθυνση που ευνοεί τον άνθρωπο και τη δημιουργία, που αποτελεί έκφραση της Πρόνοιάς Του, (γιατί, παρατηρήσαμε, ότι χωρίς Αυτή -με άλλα λόγια, αν οι δυνάμεις του πονηρού κινούνταν ελεύθερα- ο κόσμος θα είχε βουλιάξει και καταστραφεί από αυτές): «Είπε τότε ο Κύριος στον Σατανά: “Ορίστε, σου παραδίδω όλα τα υπάρχοντά του• μόνο πάνω στον ίδιο να μην απλώσεις χέρι”» (Ιώβ 1,12)• «Είπε τότε ο Κύριος στον Σατανά: “Ορί¬στε, σου τον παραδίδω• μόνο να μην πειράξεις τη ζωή του”» (Ιώβ 2, 6).
Στο σημείο αυτό συναντάμε και πάλι την πηγή του κακού: είναι η ελευθερία που χορήγησε ο Θεός σε όλα τα λογικά όντα (αγγέλους και ανθρώπους) κατά τη δημιουργία τους. Πρόκειται για μια δωρεά, της οποίας τη χρήση, από σεβασμό προς αυτά, τους παραχώρησε σε μεγάλο βαθμό, ακόμη και αν αυτή η χρήση δεν είναι «επ’ αγαθώ».
Από την άποψη αυτή, ο Ιώβ πρέπει να υποφέρει επειδή είναι δίκαιος και όχι αμαρτωλός
Ο διάβολος καταπιάνεται λοιπόν με τον Ιώβ, με σκοπό, προπαντός, να τον κάνει να πέσει, να αμαρτήσει. Κίνητρά του είναι η μοχθηρία και ο φθόνος.
Αυτό το γεγονός επιβεβαιώνει με έναν άλλο τρόπο ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να υποφέρει επειδή είναι αμαρτωλός, και αναιρεί την ιδέα ότι το πάθημα θα ήταν αναγκαστικά μια τιμωρία για ένα προσωπικό αμάρτημα ή μια φυσική συνέπεια αυτού. Μπορούμε, πραγματικά, να πούμε αντίστροφα ότι επειδή είναι δίκαιος και όχι αμαρτωλός πρέπει ο Ιώβ να υποφέρει: η αγιότητα του προκαλεί τον φθόνο του διαβόλου και διεγείρει την εμπαθή δραστηριότητα του.
Πρέπει να επισημανθεί ότι στο σημείο αυτό εντοπίζουμε και πάλι τον αρνητικό δεσμό που αναπτύσσεται μεταξύ του παθήματος και της αμαρτίας, τον οποίο υπογραμμίσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο: ο διάβολος χρησιμοποιεί το πάθημα, στηρίζεται σε αυτό, για να σπρώξει τον άνθρωπο στην αμαρτία.
Ο Ιώβ ενοχοποιεί την πεπτωκυία φύση ως δεύτερη αιτία
Ο Ιώβ φαίνεται να αγνοεί ότι είναι ο διάβολος αυτός που τον πολεμάει. Πιστεύει ότι ο Θεός βρίσκεται πίσω από τα παθήματά του, αρνείται όμως να Τον κατηγορήσει, και δεν αντιλαμβάνεται για ποιο λόγο θα τον πολεμούσε ο Θεός, καθώς θεωρεί τον εαυτό του άμεμπτο απέναντι Του. Τούτη η άγνοια του Ιώβ, οι αναρωτήσεις και η αμφιβολία που γεννά μέσα του η άγνοια, η αβεβαιότητα και η ανησυχία που προκύπτουν από αυτή αποτελούν μέρος των δοκιμασιών του Ιώβ και συμβάλλουν με τον πιο ηχηρό και εντυπωσιακό τρόπο στην εκδήλωση της τυφλής εμπιστοσύνης του στον Θεό και την έκφραση της απόλυτης πίστης του σε Αυτόν.
Αναζητώντας μια απάντηση στα ερωτήματα που αναφύονται, ο Ιώβ ενοχοποιεί παρά ταύτα την ακαθαρσία που θα επηρέαζε κάθε άνθρωπο από τη σύλληψή του: «Γιατί ποιος είναι ο καθαρός από τον ρύπο; Κανείς βέβαια. Ακόμη κι αν η ζωή του πάνω στη γη διαρκούσε μόνο μία μέρα» (Ιώβ 14, 4-5). Το συγκεκριμένο χωρίο συσχετίζεται συχνά από τους ερμηνευτές με τον 7ο στίχο του 50ού ψαλμού: «Δες ότι μέσα στην ανομία γεννήθηκα• στην αμαρτία ζω, αφότου με γέννησε η μητέρα μου». Η ουσία του προβλήματος, ωστόσο, είναι να μάθουμε πώς πρέπει να κατανοούμε τις έννοιες του «ρύπου» και της «αμαρτίας». Κάποιοι ερμηνευτές τις έχουν προσεγγίσει στο πλαίσιο μιας αμαρτίας για την οποία κάθε άνθρωπος θα ήταν ένοχος εκ φύσεως: πρόκειται για εξήγηση που προεξοφλεί ή επιβεβαιώνει το δόγμα του ιερού Αυγουστίνου περί προπατορικού αμαρτήματος. Άλλοι πάλι θεώρησαν ότι αυτές οι καταφάσεις στόχευαν στη (φυσική) ακαθαρσία που συνοδεύει τον άνθρωπο κατά τη σύλληψη (πρβλ. Λευιτ. 15,19 κ.ε.) και τη γέννησή του (πρβλ. Λευιτ. 12, 2), χωρίς αυτή η ακαθαρσία να εμπλέκει κάποιον άλλο παράγοντα παρά μόνο κάποια ηθική αδυναμία και κάποια ροπή προς την αμαρτία, και άλλοι, τέλος, υπενθυμίζουν τον όρο «ο νόμος της αμαρτίας», δηλαδή τις περιοριστικές συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος που επηρεάζουν κάθε άνθρωπο από την ώρα που γεννιέται, χωρίς ωστόσο για όλες αυτές να είναι προσωπικά αμαρτωλός ή ένοχος. Σχολιάζοντας αυτούς τους στίχους του Ιώβ, ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρεί εύλογα ότι ο Ιώβ μοιάζει να έχει υπόψη του την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης. Και η συγκεκριμένη αδυναμία αφορά στη φύση μετά την πτώση, που είναι φορέας όλων των αρνητικών συνεπειών του προπατορικού αμαρτήματος. Θα παρατηρήσουμε ότι ο ίδιος ο Ιώβ δεν φαίνεται να στοχεύει σε κάποια προσωπική αμαρτία, καθώς τούτη η εκτίμηση δεν τον εμποδίζει να συνεχίσει να θεωρεί τον εαυτό του ως δίκαιο• ας θυμηθούμε ότι και ο Ίδιος ο Θεός θεωρεί τον Ιώβ «άμεμπτον», πραγματικότητα που επιβεβαιώνει παρόμοια και ο συγγραφέας του βιβλίου. Αντίθετα, οι φίλοι του Ιώβ, υποκριτικά, δημιουργούν ένα δεσμό ανάμεσα στην ακαθαρσία, που αυτοί αποδίδουν σε κάθε άνθρωπο από τη σύλληψή του, και στην ενοχή (πρβλ. Ιώβ 4,17• 15,14• 25, 4). Είναι σημαντικό και το στοιχείο ότι η έκφραση: «θνητός […] που γεννιέται από γυναίκα», που χρησιμοποιείται από τον Ιώβ (14, 1), και η οποία στο στόμα του «δεν αποκαλύπτει τίποτε άλλο παρά τη φθίση της ανθρώπινης ύπαρξης», βρίσκει το αποκλίνον νόημά της στους φίλους του (πρβλ. Ιώβ 15, 14• 25, 4): «από την έννοια της περατότητας, ο Ελιφάζ ολισθαίνει μεμιάς σε αυτή της ενοχής. Ο Βιλδάδ, με τη σειρά του, επαναλαμβάνει […] τον ίδιο τύπο συλλογισμού».
Μπορούμε λοιπόν να πούμε, ότι εδώ ο Ιώβ υπενθυμίζει, ως μια αιτία των δεινών του, τις συνέπειες της προπατορικής αμαρτίας, η οποία επηρεάζει την ανθρώπινη φύση. Ωστόσο, αυτό παρουσιαζόταν στον λόγο του απλά και μόνο σύντομα, υπαινικτικά και έμμεσα: δεν αποτελεί παρά «πρώτη αίσθηση, σαν μέσα από την καταχνιά, για ό,τι στην Καινή Διαθήκη, θα είναι ορατό “ως εν εσόπτρω”».
Το πάθημα του Ιώβ ως πειρασμός
Το πάθημα και όλα τα δεινά που περνάει ο Ιώβ μοιάζουν ξεκάθαρα σαν πειρασμοί. Ο διάβολος του ασκεί πίεση με τους πειρασμούς, ώστε να τον οδηγήσει στην αμαρτία και τα πάθη. Ο διάβολος ελπίζει ότι ο Ιώβ θα κατηγορήσει τον Θεό και θα οδηγηθεί έτσι στην προσβολή της αγαθότητάς Του, και επιπλέον θα στραφεί εναντίον Του και τελικά θα Τον απορρίψει. Ο στόχος αυτός που θέλει να πετύχει ο διάβολος εκφράζεται σαφώς από τη γυναίκα του Ιώβ: «Ακόμα επιμένεις σε αυτή την ευσέβειά σου; […] Βλαστήμα λοιπόν τον Θεό και πέθανε» (Ιώβ 2, 9). Και είναι τόσο σαφής ο τρόπος ώστε ορισμένοι ερμηνευτές έχουν δει στο πρόσωπο της γυναίκας του Ιώβ όχι μόνο ένα εκτελεστικό όργανο του διαβόλου, αλλά και μια ενσάρκωσή του. Μέσα από τα λόγια τούτα διατυπώνονται οι τέσσερις μεγαλύτεροι πειρασμοί που είναι δυνατόν να δεχτεί ο άνθρωπος στη συνάντησή του με τον πόνο: 1) Απώλεια της υπομονής, 2) Παράδοση σε πάθη που συνδέονται με την αποφυγή του παθήματος, 3) Κατηγορία και κατάρα εναντίον του Θεού, 4) Παράδοση στον θάνατο. Αλλά η τελευταία προσβολή («πέθανε») έχει και ένα άλλο νόημα: προλέγει τι θα συμβεί στον άνθρωπο που θα ενδώσει σε τούτους τους πειρασμούς και εκφράζει επίσης σαφέστατα το πιο χθόνιο σχέδιο του διαβόλου, τον πνευματικό θάνατο του ανθρώπου. Αυτός επέρχεται ιδιαίτερα αν ο άνθρωπος υποχωρήσει στον τρίτο πειρασμό, σε αυτόν που καταρχάς στοχεύει ο διάβολος, όπως αποκαλύπτουν δύο φορές τα λόγια του ενώπιον του Θεού: «Βάλε το χέρι σου και ακούμπησε τα υπάρχοντά του• σου ορκίζομαι ότι θα σε βλασφημήσει δημόσια» (Ιώβ 1,11)• «Κάνε, λοιπόν, πως αγγίζεις το ίδιο του το σώμα και να δεις αν δημόσια δεν σε βλασφημήσει!» (Ιώβ 2, 5)
Ο εξαιρετικός χαρακτήρας του Ιώβ
Αυτό που θα προκαλούσε την πτώση του κοινού θνητού δεν οδήγησε και τον Ιώβ στην πτώση. «Έτσι παρ’ όλες αυτές τις συμφορές, ο Ιώβ δεν αμάρτησε και δεν ξεστόμισε τίποτα το απρεπές εναντίον του Θεού» (Ιώβ 1, 22• πρβλ. 22, 10). Όχι μόνο δεν βλασφήμησε ο Ιώβ τον Θεό κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του, αλλά Τον δοξολογούσε (πρβλ. Ιώβ 1, 21).
Στους πειρασμούς του Σατανά ο Ιώβ αντέταξε τρεις βασικές στάσεις: 1) Σταθερή υπομονή στις δοκι¬μασίες, 2) Αταλάντευτη πίστη στον Θεό, στο πλαίσιο της οποίας όχι μόνο δεν Τον βλασφήμησε, αλλά και δεν Τον κατηγόρησε και, μολονότι ήταν πεπεισμένος για το δίκιο του, δεν θεώρησε ως ένοχη τη δικαιοσύνη Του και έφτασε μέχρι του σημείου να παραδεχτεί ότι θα μπορούσε να ήταν Εκείνος ο δημιουργός των δεινών του, 3) Αληθινή ελπίδα στον Θεό, δίχως υπεκφυγές.
Την αντίσταση και τη νίκη του επί των πειρασμών, ο Ιώβ δεν τις απέδιδε μόνο στις δικές του δυνάμεις, αλλά στην ενίσχυση και στήριξη από τη θεία δύναμη ως απάντηση στην προσευχή του.
Μπορούμε να διαπιστώσουμε επίσης ότι, όπως όλοι οι Δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης τους οποίους ο Θεός είχε επιστρατεύσει σε μια αποστολή παιδαγωγίας και προφητείας, ο Ιώβ εδώ παρέχει τη μαρτυρία για κάποια ιδιαίτερη χάρη, η οποία του έχει δώσει τη δυνατότητα, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, να ξεφεύγει από την κοινή μοίρα της ανθρωπότητας που βρίσκεται υπό το κράτος των συνεπειών του προπατορικού αμαρτήματος. Και στην προκειμένη περίπτωση, του επιτρέπει να αντισταθεί στην πίεση που, άμεσα ή έμμεσα, του ασκεί ο διάβολος διά μέσου του σώματος ή του παθητικού στοιχείου της ψυχής, και επομένως να μην ηττηθεί από τα δεινά, να μην υποχωρήσει εύκολα στους πειρασμούς, και να μην υποταχτεί στην αμαρτία και τα πάθη. Έχουμε επισημάνει ότι τούτο το χαρακτηριστικό που αφορά στους Δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης συνδεόταν με την αποστολή που τους είχε αναθέσει ο Θεός: να αναγγείλουν τον ερχομό του Χριστού και να προεικονίσουν τη σωτηριώδη οικονομία Του.
Πηγή: (Απόσπασμα από το βιβλίο του Jean Claude Larchet “Ο Θεός δεν θέλει τον πόνο των ανθρώπων“, Εκδόσεις “Εν πλω”. Στο βιβλίο μπορεί ο αναγνώστης να βρει τις παραπομπές του παρόντος αποσπάσματος), Η άλλη όψη
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...