Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
"Εκεί που ο Χριστός είναι περισσότερο απών, εκεί περισσεύει το χυδαίο και το βάρβαρο..."
Στην εποχή μας πάλι, όλες οι αιρετικές εκκλησίες οικοδόμησαν αμυντικά τείχη γύρω από το Ευαγγέλιο χρησιμοποιώντας τις επιστημονικές θεωρίες και υιοθετώντας πολλές από αυτές ως κάτι αυθεντικό. Μολονότι οι μεγαλύτεροι επιστήμονες του καιρού μας σταμάτησαν να θεωρούν και τη θετική ακόμα γνώση –για να μη μιλήσουμε για τις θεωρίες- ως κάτι το αυθεντικό.
Όπως οι στρατιώτες του Πιλάτου ενέδυσαν με φτηνή πορφύρα τον Κύριο Ιησού και ο Ηρώδης με λευκό ένδυμα, έτσι και οι θεολόγοι των αιρετικών περιέβαλαν τον Σωτήρα με το φτηνό ένδυμα της ειδωλολατρικής φιλοσοφίας και της ψευδοεπιστήμης για να τον ενδύσουν δήθεν και να τον στολίσουν πιο όμορφα! Μα και στις δύο περιπτώσεις ο Χριστός είναι το ίδιο ονειδιζόμενος και ταπεινούμενος.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μόνη στον κόσμο η οποία διατήρησε την πίστη στο Ευαγγέλιο σαν τη μόνη απόλυτη αλήθεια που δεν χρειάζεται υπεράσπιση μήτε και υποστήριξη από καμία φιλοσοφία ή κοσμική επιστήμη. Γι’ αυτό, όταν αναγινώσκουμε το ένατο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως· Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, ως Μία Εκκλησία εννοούμε την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Οι αιρετικοί θεολόγοι ονόμασαν περιφρονητικά την Ορθόδοξη Εκκλησία ως «απολιθωμένη εκκλησία» (Harnack: das Wesen des Christenthums). Για ποιο λόγο; Επειδή, όπως λένε, τούτη η Εκκλησία «δεν πορεύεται κατά την εποχή της» ή «δεν προσαρμόζεται στους καιρούς»! Όμως, αυτή ακριβώς είναι η δόξα της Ορθοδοξίας, στο ότι αυτή δεν συμπορεύεται με την κάθε εποχή μήτε και προσαρμόζεται σε αυτήν ακολουθώντας την εντολή του Αποστόλου Παύλου: και μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω (Ρμ. 12, 2).
Πώς μπορεί το αιώνιο να συμπορεύεται με το χρόνο; Πώς το απόλυτο να προσαρμοστεί με αυτό που παρέρχεται; Πώς η Βασιλεία των Ουρανών να συμφιλιωθεί με το βασίλειο του κόσμου και το ακριβό να φιλιώσει με το φτηνό; Εάν ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται (Α’ Ιω. 5, 19) πώς μπορούμε να περιορίσουμε το αιώνιο αγαθό και να το υποστηρίζουμε με τη βοήθεια του κακού, να ενισχύουμε το ουράνιο φως με τις καπνογόνες φλόγες που βγάζει το κάρβουνο και το πετρέλαιο;
Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι θεολόγοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία οι οποίοι βαδίζουν στα ίχνη των αιρετικών θεολόγων, θεωρώντας ότι το Ευαγγέλιο δεν είναι αρκετά ισχυρό να συντηρηθεί και να αμυνθεί από μόνο του μέσα στην κοσμική θύελλα. Αυτοί τονώνονται από αιρετικές θεωρίες και αιρετικές μεθόδους. Είναι, με όλη τους την ψυχή, στο πλευρό των αιρετικών, εξωτερικά όμως παραμένουν συνδεδεμένοι με την Ορθόδοξη Εκκλησία, τόσο μόνον, όσο για να συντηρούνται. Είναι οι δήθεν γνήσιοι Βαλκάνιοι για τους οποίους, όλα όσα βρίσκονται πέρα από το φράχτη φαίνονται καλύτερα και σοφότερα από τα ενδότερα –ακόμα και η συμβιβαστική, ανάμεικτη θεολογία (η παγανοχριστολογία).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ως σύνολο απορρίπτει τέτοιους θεολόγους και δεν τους αναγνωρίζει ως δικούς της. Τους ανέχεται όμως για δύο λόγους: πρώτον, επειδή περιμένει να μετανοήσουν και ν’ αλλάξουν και δεύτερον, μην τυχόν αποβάλλοντάς τους κάμει το κακό χειρότερο δηλαδή τους ωθήσει στην αβυσσαλέα αγκάλη των αιρετικών. Έτσι, θα προκαλούσε την αριθμητική αύξηση των αιρετικών αλλά και θα οδηγούσε σε απώλεια τις ψυχές των άλλων. Τέτοιοι θεολόγοι, δεν είναι φορείς του ορθοδόξου φρονήματος και της ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας αλλά πάσχοντα μέλη του εκκλησιαστικού σώματος (Α’ Κορ. 12, 26). Φορείς του ορθοδόξου φρονήματος και της ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας είναι ο λαός, ο μοναχισμός και οι ενοριακοί ιερείς.
Είπε ο ένδοξος Κύριός μας: δόξαν παρά ανθρώπων ου λαμβάνω (Ιω. 5, 41). Η θέση των αιρετικών είναι ακριβώς αντίθετη με τη θέση του Σωτήρος του κόσμου. Αυτοί επιζητούν τη δόξα των ανθρώπων. Αυτοί φοβούνται τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και γαντζώνονται στους αποκαλούμενους «ενδόξους ανθρώπους» μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, για να στηρίξουν το Ευαγγέλιο και να γίνουν πιο ευάρεστοι στους ανθρώπους του κόσμου τούτου. Και απολογούνται γι’ αυτό λέγοντας: το κάνουμε για να τους κερδίσουμε! Ω! Πόσο έχουν εξαπατηθεί! Όσο περισσότερο κολακεύουν τον κόσμο –για να τραβήξουν δήθεν τον κόσμο στην εκκλησία- τόσο αυτός ο κολακευόμενος κόσμος φεύγει ακόμη πιο μακριά από αυτήν. Όσο περισσότερο καμώνονται τους «φωτισμένους», τους «αποπνευματοποιημένους» και τους «σύγχρονους», τόσο ο κόσμος τους περιφρονεί περισσότερο. Είναι στ’ αλήθεια αδύνατον να ευαρεστήσει κάποιος και Θεό και ανθρώπους. Εξάλλου κάθε έμπειρος Χριστιανός γνωρίζει ότι είναι σε κάποιο μέτρο εφικτό το να ευαρεστήσει κανείς το Θεό εν αληθεία και δικαιοσύνη ενώ τον κόσμο δεν είναι δυνατόν διόλου να τον ευαρεστήσει, ούτε με την αλήθεια ή το ψεύδος ούτε και με το δίκαιο ή την αδικία. Επειδή, ο Θεός είναι αιώνιος και αμετάβλητος ενώ ο κόσμος παροδικός και μεταβαλλόμενος.
Είπε ακόμα στους Εβραίους ο ένδοξος Κύριός μας: Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες, και την δόξαν την παρά μόνου του Θεού ου ζητείτε; (Ιω. 5, 44). Λόγος που αρμόζει απόλυτα στους αιρετικούς θεολόγους και εξηγεί με πληρότητα τη στάση τους ως ικανοποιητική κρίση του Θεού γι’ αυτούς. Αν επιζητούσαν τη δόξα που προέρχεται από Θεού τότε θα πίστευαν και στο Ευαγγέλιο του Θεού και δεν θα στρεφόταν μήτε δεξιά μήτε και αριστερά. Μα εκείνοι επιθυμούν τη δόξα και τον έπαινο των ανθρώπων και γι’ αυτό πασχίζουν, τη μαρτυρία του Θεού να την τεκμηριώσουν και υποστηρίξουν με μαρτυρίες ανθρώπινες. Τούτο είναι και εφάμαρτο και λανθασμένο. Θα ήταν τέτοιο ακόμη και τότε, όταν αυτοί δεν θα επιζητούσαν τη δόξα των ανθρώπων προσωπικά για τον εαυτό τους αλλά για την εκκλησία τους. Επειδή αποτελεί ύβρη για τον Ύψιστο, το να τεκμηριώνουμε τη μαρτυρία Του με ανθρώπινες μαρτυρίες, να αποδεικνύουν δηλαδή οι άνθρωποι εκείνο που ο Θεός λέει!
Ποιες είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας αιρετικής προσέγγισης του κόσμου; Καταστροφικές! Αλήθεια, καταστροφικές για το Ευαγγέλιο, καταστροφικές για τον κόσμο ολόκληρο, ατομικά και κοινωνικά, στους λαούς που είναι αιρετικοί. Καταστροφικές για την πίστη, τον πολιτισμό, την οικονομία, την πολιτική, το γάμο, για όλα και σε όλα. Γιατί η σχέση μας με το Χριστό, καθορίζει με μαθηματική ακρίβεια όλες τις άλλες σχέσεις μας με όλους και με όλα.
Ενώ ο Χριστός λέει: χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν (Ιω. 15, 5), ο αιρετικός κόσμος με χίλιους τρόπους εκφράζει την ακόλουθη σκέψη: χωρίς το Χριστό μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Όλος ο σύγχρονος πολιτισμός είναι στραμμένος εναντίον του Χριστού. Όλες οι μοντέρνες επιστήμες συναγωνίζονται ποια θα καταφέρει το ισχυρότερο χτύπημα στη διδαχή του Χριστού. Είναι η επανάσταση των χυδαίων υπηρετριών εναντίον της κυρίας τους· είναι επανάσταση της κοσμικής επιστήμης εναντίον της ουράνιας επιστήμης του Χριστού. Όμως, όλη αυτή η επανάσταση καταλήγει στις μέρες μας σε αυτό που είναι γραμμένο, με τόση μάλιστα σαφήνεια: φάσκοντες είναι σοφοί, εμωράνθησαν (Ρμ. 1, 22).
Στ’ αλήθεια δεν ξέρει κανείς πού βρίσκεται η μεγαλύτερη παραφροσύνη του σύγχρονου κόσμου που έχει εκπέσει από το Χριστό: στην προσωπική ζωή του καθενός ή στο γάμο; στο σχολείο ή στην πολιτική; στις οικονομικές δομές ή στις νομικές διατάξεις; στον πόλεμο ή στην ειρήνη; Παντού βλέπει κανείς αυτό που ονομάζουμε χυδαίο και βάρβαρο. Εκεί που ο Χριστός είναι περισσότερο απών, εκεί περισσεύει το χυδαίο και το βάρβαρο. Το ψεύδος και η βία θριαμβεύουν.
Ας αισχύνονται οι αιρετικοί θεολόγοι και οι προϊστάμενοι των αιρετικών εκκλησιών που με τη βοήθεια του Χριστού αναδείχθηκαν κυρίαρχοι και ηγεμόνες όλων των λαών της γης. Έχουν κάθε λόγο να αισχύνονται. Γιατί σαν άλλοι ανόητοι Γαλάτες, ενώ άρχισαν με το πνεύμα τελειώνουν στη σάρκα –ω ανόητοι Γαλάται… ούτως ανόητοί εστε; εναρξάμενοι πνεύματι νυν σαρκί επιτελείσθε; (Γαλ, 3. 1, 3). Αυτοί είναι οι κύριοι ένοχοι για το ότι οι λαοί τους ξέφυγαν από τον ορθό δρόμο και άρχισαν να χωλαίνουν και από τα δύο πόδια, προσκυνώντας πότε το Θεό στην Ιερουσαλήμ και πότε τους χρυσούς μόσχους στη Σαμάρεια.
Όπως κάποτε οι άπιστοι Εβραίοι καταπατούσαν τις εντολές του Θεού τη μία μετά την άλλη και πορευόταν κατά τις επιθυμίες του κόσμου και των καρδιών τους, το ίδιο έπραξαν τώρα και τούτοι με τη διδαχή του Χριστού, του κυρίαρχου όλων των διδαχών. Υπονόμευσαν και κατήργησαν το ένα δόγμα μετά το άλλο, εξαφάνισαν όλες τις ευαγγελικές εντολές, απέρριψαν τις αποστολικές και πατερικές διατάξεις, εξευτέλισαν όλους τους λόγους των Αγίων και τα ασκητικά παραδείγματα τα κατέστησαν μύθους.
Το ισχυρότερο πλήγμα που κατέφεραν στο Ευαγγέλιο οι αιρετικοί θεολόγοι είναι το ότι αμφισβήτησαν τη θεότητα του Μεσσία του κόσμου, κάποιοι μονάχα αμφιβάλλοντας ενώ κάποιοι άλλοι απορρίπτοντάς την ολοκληρωτικά. Ακολούθησε ολόκληρη σειρά άρνησης των πνευματικών αληθειών όπως η ύπαρξη των Αγγέλων και των Δαιμόνων, του Παραδείσου και της Κολάσεως, της αιωνίου δόξης των Αγίων και των Δικαίων, της νηστείας, της δυνάμεως του Σταυρού και της αξίας της προσευχής κ.ο.κ.
Με μια λέξη, οι αιρετικοί θεολόγοι ασχολήθηκαν με τις προσαρμογές και εξομοιώσεις ακόμα από το σχίσμα της Δύσης από την Ανατολή, μα πιο εντατικά τα τελευταία 150 έτη. Προσάρμοσαν τον ουρανό στη γη, το Χριστό στους άλλους «ιδρυτές θρησκειών» και το Χαρμόσυνο Άγγελμα στις άλλες θρησκείες· την ισραηλιτική, την μωαμεθανική και την παγανιστική. Όλα δήθεν στο όνομα της «ανεκτικότητας» και «προς όφελος της ειρήνης» μεταξύ ανθρώπων και λαών. Όμως, ακριβώς εδώ βρίσκεται η αρχή και η σύλληψη πολέμων και επαναστάσεων πρωτάκουστων στην ιστορία του κόσμου. Γιατί η αλήθεια με τίποτε δεν ανέχεται να ενωθεί με την ημιαλήθεια και το ψεύδος.
Η θεοσοφική άποψη ότι η αλήθεια βρίσκεται διασκορπισμένη σε όλες τις θρησκείες, φιλοσοφίες και μυστήρια, υπερίσχυε και στους αιρετικούς θεολόγους του δυτικού κόσμου. Έτσι, λένε, θα πρέπει και στο Χριστιανισμό να υπάρχει κάποια δόση αλήθειας όπως και στο Ισλάμ και στον Ινδουϊσμό ή στον Βραχμανισμό, στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη, στη Ζεντ-Αβέστα, στις Τάντρες και Μάντρες του Θιβέτ. Αν ήταν έτσι, τότε η κιβωτός της ανθρωπότητας θα έπλεε δίχως ελπίδα μέσα στο σκοτεινό ωκεανό της ζωής, χωρίς πυξίδα και καπετάνιο.
(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επισκόπου Αχρίδος 1956 "ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ", ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ")
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2191
Τὰ ἑξῆς παραγγέλνει ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους: «κανεὶς ἀπὸ σᾶς ἂς μὴ διατηρεῖ στὴν καρδιά του κακία γιὰ τὸν ἀδελφό του» (Ζαχ. ζ´ 10) καὶ «κανεὶς ἂς μὴν συλλογίζεται τὴν κακία τοῦ ἄλλου» (Ζαχ. η´ 17). Δὲν λέει μόνο, συγχώρεσε τὸ κακὸ τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ μὴν τὸ ἔχεις οὔτε στὴ σκέψη σου, μὴ τὸ συλλογίζεσαι, ἄφησε ὅλη τὴν ὀργή, ἐξαφάνισε τὴν πληγή.
Νομίζεις, βεβαίως, ὅτι μὲ τὴν ἐκδικητικότητα τιμωρεῖς ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἔβλαψε. Γιατὶ ἐσὺ ὁ ἴδιος σὰν ἄλλο δήμιο ἐγκατέστησες μέσα σου τὸ θυμὸ καὶ καταξεσκίζεις τὰ ἴδια σου τὰ σπλάχνα.Ἔχεις ἀδικηθεῖ πολὺ καὶ στερήθηκες πολλὰ ἐξαιτίας κάποιου, κακολογήθηκες καὶ ζημιώθηκες σὲ πολὺ σοβαρὰ θέματά σου καὶ γι᾿ αὐτὸ θέλεις νὰ δεῖς νὰ τιμωρεῖται ὁ ἀδελφός σου; Καὶ ἐδῶ πάλι εἶναι χρήσιμο νὰ τὸν συγχωρήσεις. Γιατὶ, ἐὰν θελήσεις, ἐσὺ ὁ ἴδιος νὰ ἐκδικηθεῖς καὶ νὰ ἐπιτεθεῖς ἐναντίον του εἴτε μὲ τὰ λόγια σου, εἴτε μὲ κάποια ἐνέργειά σου, ἢ μὲ τὴν κατάρα σου, ὁ Θεὸς ὄχι μόνο δὲν θὰ ἐπέμβει κατ᾿ αὐτοῦ -ἐφόσον ἐσὺ ἀνέλαβες τὴν τιμωρία του- ἀλλὰ ἐπιπλέον θὰ σὲ τιμωρήσει ὡς θεομάχο.
Ἄφησε τὰ πράγματα στὸν Θεό. Αὐτὸς θὰ τὰ τακτοποιήσει πολὺ καλύτερα ἀπ᾿ ὅ,τι ἐσὺ θέλεις. Σὲ σένα ἔδωσε μόνο τὴν ἐντολὴ νὰ προσεύχεσαι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ σὲ λύπησε.
Ἐμάλωσες μὲ κάποιον καὶ κρατᾶς μέσα σου κακία; Μὴν προσέλθεις στὴ Θεία Κοινωνία! Θέλεις νὰ προσέλθεις; Συμφιλιώσου πρῶτα καὶ τότε νὰ ἔλθεις νὰ ἐγγίσεις τὰ Ἄχραντα Μυστήρια! Αὐτὰ δὲν τὰ λέγω ἐγώ, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Αὐτὸς γιὰ νὰ σὲ συμφιλιώσει μὲ τὸν Πατέρα, δὲν ἀρνήθηκε οὔτε νὰ σφαγιασθεῖ, οὔτε τὸ αἷμα Του νὰ χύσει. Καὶ σύ, γιὰ νὰ συμφιλιωθεῖς μὲ τὸν συνάνθρωπό σου, οὔτε μία λέξη δὲν καταδέχεσαι νὰ βγάλεις ἀπὸ τὸ στόμα σου; Καὶ διστάζεις νὰ τρέξεις πρῶτος; Ἄκουσε τί λέει γιὰ ὅσους κρατοῦν τὴ στάση αὐτή: «Ἂν προσφέρεις τὸ δῶρο σου στὸ θυσιαστήριο καὶ ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει κάτι ἐναντίον σου, πήγαινε πρῶτα νὰ συμφιλιωθεῖς μὲ τὸν ἀδελφό σου» (Ματθ. ε´ 23-24).
Ἂν ἔβλεπες ἕνα μέλος τοῦ σώματός σου ἀποκομμένο, δὲν θὰ ἔκανες τὰ πάντα γιὰ νὰ τὸ ἑνώσεις μὰ τὸ σῶμα σου; Αὐτὸ κάνε καὶ γιὰ τοὺς ἀδελφούς σου. Ὅταν τοὺς δεῖς νὰ ἔχουν ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη σου, τρέξε γρήγορα καὶ περιμάζεψέ τους· μὴν περιμένεις ἐκείνους νὰ ἔλθουν, σπεῦσε ἐσὺ πρῶτος, γιὰ νὰ λάβεις τὰ βραβεῖα! Ἕνα μόνο ἐχθρὸ διαταχθήκαμε νὰ ἔχουμε, τὸν διάβολο. Μὲ αὐτὸν νὰ μὴν συμφιλιωθεῖς ποτέ· πρὸς τὸν ἀδελφό σου ὅμως ποτὲ νὰ μὴν ἔχεις βαριὰ καρδιά.Κι ἂν ἀκόμη συμβεῖ κάποια μικροψυχία, ἂς εἶναι παροδική, ἂς μὴν ὑπερβαίνει τὸ διάστημα τῆς ἡμέρας. «Ἡ δύση τοῦ ἡλίου νὰ μὴ σᾶς προφθάνει ὀργισμένους», λέει ὁ Ἀπόστολος (Ἐφεσ. δ´ 26). «…Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν…» (Ματθ. στ´ 12).
Βλέπεις; Ὁ Θεὸς ἐσένα τὸν ἴδιο ἔκανε κριτὴ τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτημάτων σου. Ἂν συγχωρήσεις λίγα, λίγα θὰ σοῦ συγχωρεθοῦν. Ἂν συγχωρήσεις πολλά, θὰ σοῦ συγχωρηθοῦν πολλά. Ἂν τὰ συγχωρήσεις μὲ εἰλικρίνεια καὶ μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο θὰ συγχωρήσει καὶ τὰ δικά σου ὁ Θεός.Ἂν μετὰ τὴν συγχώρηση, κάνεις φίλο σου τὸν ἐχθρό σου, ἔτσι θὰ διάκειται καὶ ὁ Θεὸς ἀπέναντί σου.
Ποιᾶς, λοιπόν, τιμωρίας δὲν εἶναι ἄξιος ἐκεῖνος, ποὺ ἐνῷ πρόκειται νὰ κερδίσει δέκα χιλιάδες τάλαντα, ἐὰν χάσει ἑκατὸ μόνο δηνάρια, οὔτε καὶ τὰ λίγα δὲν συγχωρεῖ, ἀλλὰ στρέφει ἐναντίον του τὰ ἴδια τὰ λόγια τῆς προσευχῆς; Γιατί ὅταν λὲς στὸν Θεὸ «συγχώρεσέ μας, ὅπως καὶ ἐμεῖς συγχωροῦμε τοὺς ἐχθρούς μας» καὶ κατόπιν ἐσὺ δὲν συγχωρεῖς, γιὰ τίποτε ἄλλο δὲν παρακαλεῖς τὸν Θεό, παρὰ νὰ σὲ στερήσει ἀπὸ κάθε ἀπολογία καὶ συγγνώμη…
(Ἀπό τὴν ὁμιλία κ´ «Εἰς τοὺς Ἀνδριάντας»)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2632
ιε. «…Δεν ξαναπήρε παυσίπονο…»
«Ερχόμαστε στο Μοναστήρι του Οσίου Δαυίδ εδώ και 15 χρόνια, δύο φορές τουλάχιστον το χρόνο. Μένουμε αρκετά μακριά, στη Νεάπολη Κοζάνης.
Είναι πολλά αυτά που θα μπορούσα να πώ για τον Γέροντα Κύριλλο, τον παππούλη μας.
Το πρώτο θαύμα από τον παππούλη το ζήσαμε, όταν σε κάποιο από τα πρώτα ταξίδια μας στο Μοναστήρι, ο Δημήτρης, ο άντρας μου, του είπε ότι έπασχε από αγκυλοποιητική σπόνδυλο-αρθρίτιδα και ότι υπέφερε από δυνατούς πόνους στην μέση, σε σημείο να χρειάζεται δύο αντιφλεγμονώδη την ημέρα. Ο Γέροντας του είπε: έλα μαζί μου, Δημήτρη.
Τον πήρε, μαζί με τον πατέρα Γαβριήλ και κάποιον άλλο πατέρα, και τον πήγε στο κελλί του. Τον έβαλε να ξαπλώσει μπρούμυτα στο ξύλινο κρεβάτι του, του τράβηξε «τα πάκια» όπως τα έλεγε, και τον ευλόγησε με το χέρι του. Έκτοτε ο Δημήτρης δεν ξαναπήρε παυσίπονο.
Σε άλλο ταξίδι μας στην Μονή ήμασταν προβληματισμένοι, γιατί στις εξετάσεις του Δημήτρη φαινόταν μία σκιά στον πνεύμονα και οι γιατροί μιλούσαν για φυματίωση. «Μή φοβάσαι, Δημήτρη», του είπε, ο Γέροντας. «Λίγο λαδάκι θα πιείς από το καντήλι του Οσίου Δαυίδ, και όλα καλά θα πάνε». Έτσι κι έγινε!
Άλλη πάλι φορά, τον Αύγουστο του 2011, μετά από μία γαστροσκόπηση του Δημήτρη, για έναν έλεγχο ρουτίνας, βρέθηκε ένας όγκος. Άμεση βιοψία, θετική η απάντηση. Φάνηκε πως άρχιζε ο Γολγοθάς μας. Ο χειρούργος συνιστά, όσο πιο γρήγορα, ολική γαστρεκτομή.
Επειδή ο παππούλης μας ήταν άρρωστος και μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία, του τηλεφωνήσαμε, δεν πήγαμε στη Μονή. «Δημήτρη, υπομονή και προσευχή, κι όλα θα πάνε καλά», ήταν η απάντηση του παππούλη.
Πράγματι, έγινε μία πολύ μικρή, μερική γαστρεκτομή και όλα πήγαν, όπως είπε ο παππούλης.
Το τελευταίο «θαύμα» του ο παππούλης μας το έδειξε, όταν κοιμήθηκε. Στον «τελευταίο ασπασμό» είδαμε ότι το χεράκι του ήτανε μαλακό, ευλύγιστο και ζεστό, όπως πάντα, και ότι ήταν ολοζώντανος! Δεν θά τον ξεχάσουμε ποτέ!
Σοφία, σύζ. Δημητρίου Κοσμίδη, Φαρμακοποιός, Νεάπολη Κοζάνης, Φεβρουάριος 2013
ιστ. «Ποιος ήταν ο θεραπευτής; Εμείς ή Εσύ;»
Ο Εντατικολόγος γιατρός κ. Μιχαήλ Παιδονόμος, Διευδυντής της Μονάδος Εντατικής Θεραπείας στο Γενικό Νομαρχιακό Νοσοκομείο Αθηνών «Γεννηματάς», τον Ιούνιο του 2012, ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Γέροντα Κύριλλε, απευθυνόμαστε σε σένα στο δεύτερο ενικό πρόσωπο, γιατί σίγουρα είσαι εδώ, είσαι στους χώρους της Μονής σου, εδώ που πραγματικά, τύχαμε μιας υπέροχης, σήμερα και χθές, φιλοξενίας. Θελήσαμε, να πούμε λίγα λόγια σε σένα παίρνοντας αυτή την οδυνηρή, κυριολεκτικά, τιμή. Οδυνηρή, από τον πόνο της απώλειας, αλλά και κυριολεκτικά τιμή, σε μας, σε μένα, που δεν θά άξιζα μπροστά στην αγιότητα σου ν’ αρθρώσω μια λέξη.
Μαζί με μένα μιλάει, πιστεύουμε, και όλο το προσωπικό του Νοσοκομείου, όλο το προσωπικό, εκεί πέρα, όπου δεκάδες φορές, μας χάρισες τα πάντα, στην Ουρολογική Κλινική, αρχικά, του Γενικού Κρατικού, στην Μονάδα Εντατικής θεραπείας, αργότερα, που ήταν και μια από τις πιο δύσκολες περιόδους, στον Ευαγγελισμό, στη συνέχεια και όπου αλλού, κατόπιν, εσύ μας δεχόσουν πάντα με την ίδια αγάπη.
Σε θυμόμαστε! Θυμόμαστε, την φυσιογνωμία σου, εκείνη την υπέροχη, με την ευγένεια, την γαλήνη, την ανάταση!
Αγίαζες, κυριολεκτικά, με την παρουσία σου, τον χώρο, εισχωρούσες στο κάθε τι, ευλογούσες τα πάντα. Και εκεί, στην μορφή σου αποτυπωνόταν όλη η πραότητα, η εγκαρτέρηση και η αγάπη.
Με όλη την παρουσία σου ήταν σαν να μας έλεγες: «Στώμεν καλώς»! Και σύ, πάντοτε, στάθηκες καλά!
Κι ακόμη: «άνω σχώμεν τας καρδίας!». Είχες προς τον Ουρανό, πάντοτε, ανοιχτή και στραμμένη την καρδιά. Είχες την καρδιά σου ανοιχτή και είχες όρθια την ψυχή, κατακόρυφο το φρόνημα. Και δεν λύγισες ποτέ!
Εσύ, ο άγιος άνθρωπος, ο άγιος γέροντας, που ήλθε ο πόνος και τόσο πολύμηνος, ενάμισυ χρόνο ολόκληρο και περισσότερο, για να δώσει σε σένα, εκείνη την γονιμοποίηση της ψυχής, που εξασκεί η οδύνη, εκείνη την λυτρωτική δύναμη του πόνου και εκείνο το καθαρτήριο της φωτιάς, το οποίο, δεν το χρειαζόσουν. Από πριν ήσουν άγιος! Αλλά μέσα απ’ αυτή όλη την επώδυνη κυοφορία της συνειδητοποίησης των έννομων, των συμπαντικών, εμείς όλοι, βλέπαμε, να βγαίνει εκείνη η ίδια αρετή που απέπνεε η μορφή σου, το χαμόγελο, που ποτέ, μέσα σε τόση αγωνία και αγώνα, δεν βαρυγκόμησες. Ποτέ, μα, ποτέ!
Και ήταν εκεί, και σ’ αυτό σ’ ευχαριστούμε, που πραγματικά αγίασες τον χώρο της Μονάδας, την Μονάδα μας, όπου κάθε σου βλέμμα, κάθε κίνηση του χεριού σου, κάθε ακινησία του σώματος σου, ήταν εκεί μία λειτουργία, μία θεία λειτουργία, μία ιερουργία, μία μέθεξη!
Ήταν, μία «θεία μετάληψη»! Μεταλαμβάναμε το φως, την ηρεμία και την πραότητα της παρουσίας σου. Ήταν, ακριβώς, μία μυσταγωγία, μία μυσταγωγία, που μας άνοιξε κόσμους, που μας βάθυνε και μας πλάτυνε τις συνειδήσεις. Κάτι που ήταν ασύλληπτο, υπέρμετρο, πανάκριβο δώρο! Κάτι, που, αλήθεια, πολλοί από μας, κι εγώ, που φτωχικά μιλώ, αυτήν την στιγμή σε σένα, θά το πάρουμε μαζί μας, μέχρι το τέλος της ζωής μας, ανεκτίμητη προσφορά σου!
Σ’ ευχαριστούμε! Σ’ ευχαριστούμε!
Δεν μας οφείλεις τίποτε. Λένε, ότι αυτός που φροντίζουμε, αυτός είναι ο οφειλέτης. Αλλά, στην πραγματικότητα, δεν είναι έτσι.
Εμείς σου οφείλουμε το θάρρος και το κουράγιο και την διδαχή, που παίρναμε, που φεύγαμε, πάντα, από εσένα, ανακουφισμένοι.
Ερώτηση: ποιος ήταν ο θεραπευτής; Εμείς ή Εσύ;
Το ξέρουμε, το ξέρουμε τώρα, το ξέραμε και τότε…
Θεραπευτής ήσουν πάντα εσύ! Εμείς παίρναμε την θεραπεία από σένα!
Θυμόμαστε, ακόμη, και κάποιοι -εκτός Μονάδας-, που ερχόντουσαν, νοσηλευτές, γιατροί, προσωπικό του Νοσοκομείου να σε δούν, να πάρουν την ευλογία σου, που φεύγανε μ’ εκείνη την υπέρτατη γαλήνη στην καρδιά!
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτοί… Ήταν κι άλλοι άνθρωποι, συνάδελφοι εκεί, συνοδοιπόροι στον δύσκολο αγώνα να ανακουφίσουμε τον ανθρώπινο πόνο, που δήλωναν άθεοι ή αγνωστικιστές και που, όμως, σε είχαν νωρίτερα συναντήσει και ερχόντουσαν να δούν τη μορφή σου και να πάρουν την γαλήνη που τόσο την έχουμε ανάγκη.
Θυμάμαι κι εγώ ταπεινός προσκυνητής στο μεγαλείο σου, ακουμπισμένος εκεί, στον πάγκο των νοσηλευτών, ακουμπισμένος, σχεδόν με αδιακρισία, να παρακολουθώ, απέναντι από τους θαλάμους, εκεί στο χώρισμα των θαλάμων 12 και 13, να σε βλέπω, μ’ εκείνη την υπέρτατη γαλήνη. Να ζω με άλλο τρόπο, ακριβώς, αυτή την μέθεξη κι αυτή τη μυσταγωγία. Ακουμπισμένος εκεί, οτόν πάγκο των νοσηλευτών, ναι!, ακουμπισμένος…. Έτσι, το νοιώθαμε, έτσι το ένοιωδα στην ρίζα της ψυχής μου…
Και συ με ταξίδευες, Γέροντα Κύριλλε, από την μία άκρη της ψυχής μου στην άλλη, κι ήταν το πιο μακρινό και ένα από τα πιο σημαντικά ταξίδια που έχω κάνει ποτέ! Από την μία άκρη της ψυχής μου στην άλλη…
Γέροντα Κύριλλε, σ’ αγαπάμε, το ξέρεις!
Κι ήταν μαζί σου, εκεί, ο πατέρας τότε, Γέροντας τώρα Γαβριήλ, και ο π. Νεόφυτος, φύλακες άγγελοι κι ακοίμητοι φρουροί, που πήρανε, τόσο στην καρδιά και στο πρόσωπο τους και στο μέτωπο τους τον πόνο σου, την αγωνία και την ελπίδα και την μάχη που αποτυπώθηκαν στη μορφή τους, στο μέτωπό τους, όλη η δική σου μορφή και παρουσία, έτσι, όπως σ’ εκείνη την ανηφορική οδό του μαρτυρίου, στο μαντήλι της Αγίας Βερονίκης, αποτυπώθηκε η μορφή του Χριστού.
Και ήταν εκεί, και θυμόμαστε και την κάρα του Οσίου Δαβίδ, που ήλθε δύο ή τρεις φορές, να βοηθήσει στην ίασή σου και που επισκέφθηκε και τους άλλους ασθενείς στη Μονάδα.
Θυμόμαστε, τότε, με την παρουσία σου, Γέροντα Κύριλλε, που κυριολεκτικά εκείνο το διάστημα, όπως, -άνθρωποι είμαστε-, είχαμε όλοι ανάμεσα μας, γιατροί, νοσηλευτές, φυσιοθεραπευτές, μεταξύ μας, όλο το προσωπικό, αντιθέσεις, αντιπαραθέσεις, αντεγκλήσεις, διενέξεις, διαφωνίες έντονες, εκείνο το διάστημα που νοσηλευόσουν, να το πούμε διαφορετικά, που μας νοσήλευες, εκείνο το διάστημα των τριών εβδομάδων, όλοι αυτοί οι αρνητικοί παράγοντες, οι αρνητικές εκδηλώσεις, είχαν παύσει και είχαμε γαλήνη και πραότητα και ηρεμία και ευδυκρισία!
Θυμόμαστε μία νοσηλεύτρια από άλλη κλινική, μία φορά που ήλθε και είπε ότι από το θάλαμο που ήσασταν εσείς, Γέροντα Κύριλλε έβγαινε φως και ότι όλη η ατμόσφαιρα, σ’ έκανε να νοιώθεις εκείνη την άλλη ιερότητα της ύπαρξης και της ζωής.
Τώρα πιά, Γέροντα Κύριλλε, βρίσκεσαι σε μία από εκείνες τις υπέροχες Μονές που αιώνες ολόκληρους σου έχει ετοιμασθεί.
Από εκεί επιδαψίλευε, ναι, όλη την ευλογία σου. Μεταλαμπάδευε όλο το φως σου, μέσα από εκείνη την αγιότητα και την ιερουργία, που εμείς την ζήσαμε, παλαιότερα, και στα Νοσοκομεία. Στέλνε τα στην δύσκολη σημερινή ημέρα. Στέλνε τα και αύριο που μπορεί να είναι ακόμα πιο δύσκολα, αλλά έχουμε ελπίδα, έχουμε ελπίδα στον Θεό και τους αγίους και σε σένα!
Τώρα, που είσαι πολίτης του Σύμπαντος, τώρα, που μεθάς και που μαγεύεσαι, τις σιωπηλές ακούγοντας φωνές των ουρανών…
Εσύ μ’ εκείνη την πραότητα, την υπομονή, την ταπεινοφροσύνη, την καλοσύνη και την αγάπη, μ’ εκείνο το χαμόγελο, μ’ εκείνο το βλέμμα που αγκάλιαζε τα πάντα, ήξερες, κυριολεκτικά, να οριοθετείς καταστάσεις, ν’ ανοίγεις δρόμους και να μας δείχνεις τον δρόμο προς την τελείωση.
Γέροντα Κύριλλε, εσένα που έτσι σε γνωρίσαμε, σ’ ευχαριστούμε, σ’ ευγνωμονούμε, σ’ αγαπάμε!
Γι’ αυτό, λοιπόν, πήραμε αυτό το θάρρος και την τιμή και τόλμη ν’ απευθύνουμε λίγα λόγια σε σένα γιατί «εάν ούτοι σιωπήσωσιν, οι λίθοι κεκράξονται», ναι, «κεκράξονται». Γιατί, αν εμείς δεν τα λέγαμε, ναι, θά μιλούσαν, θά φώναζαν τα μόνιτορ, οι αναπνευστήρες, οι οθόνες, εκεί, της τηλεόρασης, τα μηχανήματα, τα φάρμακα, τα κρεβάτια κι ακόμη περισσότερο το κρεβάτι, που σε νοσήλευσε, θά φώναζαν, ίσως και κάποιοι άνθρωποι-εμείς είμαστε πιο σκληροί-. Θα φώναζαν τα άψυχα αντικείμενα που προσπάθησαν να σε θεραπεύσουν, που εσύ τα καθαγίασες προσβλέποντας και προσδοκώντας στον Ύψιστο Πατέρα και την μεγάλη φιλευσπλαγχνία για όλους εμάς, εμάς που θεράπευες. Αυτή την κραυγή τους, μέσα από την άφωνη γλώσσα τους, και τη σιωπή τους, ναι, εγώ την πήρα και την λέω με την δική μου φωνή.
Εσένα που είσαι το ουράνιο τόξο του ουρανού του δικού σου και του δικού μας, σ’ ευχαριστούμε, σ’ ευγνωμονούμε, σε αγαπούμε, εσένα που πρώτος μας αγάπησες.
Γέροντα Κύριλλε, σιωπούμε πλέον και κρατάμε ενός λεπτού σιγή, εις τιμήν και μνήμην σου, απίστευτα πιο άξια από τον οποίο λόγο θά μπορούσε ν’ ακουστεί, ενός λεπτού σιγή με απείρως έκτατη διάρκεια!».
ΠΗΓΗ: http://www.pemptousia.gr
Μ’ αυτό το έργο του ο μεγάλος άγιος και θεολόγος του 8ου αιώνα συνοψίζει τη διδασκαλία της Εκκλησία μας για τα μνημόσυνα και, χρησιμοποιώντας πλήθος πατερικών μαρτυριών, απαντά σε πολλά ερωτήματα, που σχετίζονται με την ιστορική προέλευση, τη σημασία και τη σκοπιμότητά τους.
Πρόλογος
Σύμφωνα με ομόφωνη αγιοπατερική μαρτυρία την οποία επιβεβαιώνει αδιάκοπη εκκλησιαστική παράδοση αιώνων, οι ειδικές ευχές για τους νεκρούς θεσπίστηκαν από τους αγίους αποστόλους (1). H θέσπιση αυτή έχει δύο βασικά δογματικά θεμέλια: α) την έννοια της Εκκλησίας ως κοινωνίας αγίων, που αποτελείται όχι μόνο από τους ζωντανούς αλλά και τους «κεκοιμημένους» χριστιανούς και β) την πίστη στη μεταθανάτια ζωή, την ανάσταση και την τελική κρίση.
Επιπλέoν, η διδασκαλία και η διαχρονική πράξη της Εκκλησίας, μας προτρέπουν να εκδηλώνουμε τη μέριμνα μας για την ανάπαυση μιας ψυχής όχι μόνο με προσευχές, αλλά και με έργα αγάπης. Έτσι, οι Αποστολικές Διαταγές παραγγέλνουν να προσφέρονται στους φτωχούς ορισμένα από τα υπάρχοντα του νεκρού στη μνήμη του. Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, συμβουλεύει να κάνουμε τέτοιες αγαθοεργίες, «ώστε, αν μεν ο νεκρός είναι αμαρτωλός, ν’ απαλλαγεί από τις αμαρτίες του· και αν είναι δίκαιος, να λάβει μεγαλύτερο μισθό και ανταπόδοση». Οι προσευχές, από το άλλο μέρος, για τους νεκρούς περιλαμβάνουν τόσο την μνημόνευση των ονομάτων τους στις θείες λειτουργίες, όσο και την τέλεση ειδικών ακολουθιών, των μνημοσύνων.
Ήδη στις Αποστολικές Διδαχές βρίσκεται η διάκριση των μνημοσύνων σε «τρίτα», «ένατα», «τεσσαρακοστά» και ενιαύσια» (ετήσια), ανάλογα με το χρόνο τελέσεως τους από την ημέρα του θανάτου.
Πολλοί συμβολισμοί των επιμέρους μνημοσύνων αναφέρονται από τους πατέρες. Οι κυριότεροι είναι οι εξής: Τα «τρίτα» συμβολίζουν την ανάσταση του Κυρίου μετά την τριήμερη παραμονή Του στον τάφο και τελούνται με την ευχή ν’ αναστηθεί και ο νεκρός στην ουράνια βασιλεία (2). Τα «ένατα» τελούνται για τα εννέα τάγματα των άυλων αγγέλων, με την ευχή να βρεθεί κοντά τους η άυλη ψυχή του νεκρού. Τα «τεσσαρακοστά» τελούνται για την ανάληψη του Κυρίου, που έγινε σαράντα μέρες μετά την ανάστασή Του. Με την ευχή να ν’ «αναληφθεί» και ο νεκρός, να συναντήσει το Χριστό στους ουρανούς και να ζήσει για πάντα μαζί Του. Τα «ενιαύσια» (ετήσια), τέλος, τελούνται την επέτειο ημέρα του θανάτου, σε ανάμνηση των γενεθλίων του νεκρού, καθώς, για τους πιστούς χριστιανούς, ημέρα της αληθινής γεννήσεως είναι η ημέρα του σωματικού θανάτου και της μεταστάσεως στην αιώνια ζωή. Μνημόσυνα, αντίστοιχα με τα παραπάνω, τελούνται τον τρίτο, έκτο και ένατο μήνα από την ημέρα του θανάτου («τρίμηνα», «εξάμηνα», «εννεάμηνα»).
Τη μεγαλύτερη ωφέλεια, πάντως, στους νεκρούς την προξενεί η τέλεση της θείας ευχαριστίας στη μνήμη τους, γιατί τότε, με τις μερίδες τους στο άγιο δισκάριο, «ενώνονται αόρατα με το Θεό και επικοινωνούν μαζί Του και παρηγορούνται και σώζονται και ευφραίνονται εν Χριστώ» (άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης).
Εκτός από τα ειδικά για κάθε νεκρό μνημόσυνα, η Εκκλησία έχει στις καθημερινές ακολουθίες της, γενικές δεήσεις για τους «κεκοιμημένους», όπως είναι λ.χ. το νεκρώσιμο μέρος του μεσονυκτικού και οι σχετικές αναφορές στις εκτενείς του εσπερινού, του όρθρου και της θείας λειτουργίας. Έχει, επίσης, καθιερώσει και ειδικές ημέρες μνημοσύνων. Τα Σάββατα σχεδόν όλου του εκκλησιαστικού έτους, και ιδιαίτερα τα προηγούμενα των Κυριακών της Απόκρεω και της Πεντηκοστής (Ψυχοσάββατα), είναι αφιερωμένα στη μνήμη των νεκρών.
Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί, αν και αυτονόητο, ότι η Εκκλησία τελεί μνημόσυνα μόνο για του χριστιανούς που κοιμήθηκαν μέσα στους κόλπους της.
Όσα συνοπτικά αναφέρθηκαν πιο πάνω για τα μνημόσυνα και, γενικότερα, την κοινωνία των ζωντανών με τα «κεκοιμημένα» μέλη της Εκκλησίας, δηλαδή όλων των μελών του θεανθρώπινου σώματος του Χριστού, είναι αφενός ενημερωτικά για τον «αμύητο» αναγνώστη και αφετέρου προοιμιακά της πραγματείας του οσίου Ιωάννου του Δαμασκηνού «Περί των εν πίστει κεκοιμημένων», αποσπάσματα της οποίας ακολουθούν σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοση.
Μ’ αυτό το έργο του ο μεγάλος άγιος και θεολόγος του 8ου αιώνα συνοψίζει τη διδασκαλία της Εκκλησία μας για τα μνημόσυνα και, χρησιμοποιώντας πλήθος πατερικών μαρτυριών, απαντά σε πολλά ερωτήματα, που σχετίζονται με την ιστορική προέλευση, τη σημασία και τη σκοπιμότητά τους.
Εκ της Ιεράς Μονής Παρακλήτου
(1) Και οι Ιουδαίοι πρόσφεραν θυσίες για την εξάλειψη των αμαρτιών «των μετ’ ευσεβείας κοιμωμένων» (Β΄ Μακ.12:45)
(2) Σχετικός είναι και ο θεολογικός συμβολισμός των κολλύβων που προστίθενται σε κάθε μνημόσυνο. Το σιτάρι συμβολίζει την ταφή, την ανάσταση και την πέρα από τον τάφο ζωή του ανθρώπου, καθώς, πέφτοντας στη γη, σαπίζει και «πεθαίνει». Απ’ αυτόν το «θάνατό» του όμως βλασταίνει μια νέα ζωή.
Η ωφέλεια από τα μνημόσυνα
Ο διάβολος, ο άδειος από καθετί καλό και θεάρεστο, με πρόσχημα αλλόκοτο και παράδοξο και ολότελα άθεσμο, έπεσε πάνω σε κάποιους και τους φύτεψε την ιδέα ότι τάχα δεν ωφελούν σε τίποτα τους νεκρούς όλες οι θεάρεστες πράξεις, που γίνονται για τις ψυχές. Γιατί λένε, χρησιμοποιώντας αγιογραφικά χωρία για να στηρίξουν την άποψή τους, «Ο καθένας θα πάρει την αμοιβή του ανάλογα με τα όσα καλά ή κακά έπραξε σ’ αυτή τη ζωή» (Β΄ Κορ.5:10) και «Στον άδη ποιος θα μετανοήσει ενώποιόν Σου;» (πρβλ.Ψαλμ.6:6) και «Εσύ, Κύριε, θα αμείψεις ή θα τιμωρήσεις τον καθένα ανάλογα με τα έργα του» (Ψαλμ.61:13) και «ό,τι έσπειρε ο καθένας, αυτό και θα θερίσει». (πρβλ.Γαλ.6:7).
Αλλά, σοφοί μου, θα λέγαμε σ’ αυτούς, ερευνήστε και μάθετε, ότι όσο μεγάλος κι αν είναι ο φόβος που μας εμπνέει ο Θεός, ο Κύριος των όλων, πολύ πιο μεγάλη είναι η αγαθότητά Του. Και οι απειλές Του είναι, βέβαια φοβερές, μα και η φιλανθρωπία Του αφάνταστα μεγάλη. Και οι καταδίκες Του είναι φρικτές, μα και η ευσπλαχνία Του πέλαγος απέραντο.
Προσέξτε τι λέει η Αγία Γραφή:
Όταν στη Σιών, την πόλη του μεγάλου βασιλιά, ο Ιούδας ο Μακκαβαίος είδε το λαό του θανατωμένο από τους εχθρούς, έψαξε και βρήκε μέσα στους κόρφους τους μικρά είδωλα. Αμέσως, με κάθε ευλάβεια και αγάπη, πρόσφερε για τον καθένα τους εξιλαστήρια θυσία στον σπλαχνικό Κύριο. Γι’ αυτό και στη Γραφή θαυμάζεται για την πράξη του εκείνη, καθώς και για όλες τις άλλες (βλ. Β΄ Μακκ. 12:38-45).
Οι μαθητές του Σωτήρα μας, πάλι, οι μύστες και αυτόπτες του Λόγου, οι θείοι απόστολοι, που σαγήνεψαν τον κόσμο, θέσπισαν να γίνεται μνημόνευση των πιστών νεκρών κατά την τέλεση των αχράντων και ζωοποιών μυστηρίων. Από τότε μέχρι τώρα η αποστολική και καθολική Εκκλησία του Χριστού, σ’ όλα τα μέρη της γης, κρατάει σταθερά και αναντίρρητα αυτή την παράδοση, και θα την κρατάει ως τη συντέλεια του κόσμου.
Αυτό, οπωσδήποτε, δεν το θέσπισαν ούτε αλόγιστα ούτε άσκοπα ούτε τυχαία. Γιατί τίποτε ανώφελο δεν έχει παραλάβει η αλάθητη χριστιανική θρησκεία και τίποτε άχρηστο δεν έχει διατηρήσει σταθερά τόσους αιώνες. Όλα όσα έχει παραλάβει και διατηρήσει είναι και χρήσιμα και θεάρεστα και πολύ ωφέλιμα και πολύ σωτήρια.
Ας δούμε, όμως, τι έχουν πει γι’ αυτό το θέμα οι παλαιότεροι άγιοι πατέρες.
Ο μεγάλος και βαθύς γνώστης των θείων Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, στο έργο του για την εκκλησιαστική ιεραρχία, γράφει ακριβώς τα εξής: «Οι προσευχές των αγίων και σ’ αυτή τη ζωή και, πολύ περισσότερο, μετά το θάνατο, επιδρούν σ’ εκείνους που είναι άξιοι ιερών ευχών, δηλαδή στους πιστούς». Και πάλι: «Ο πανάγαθος Θεός ζητάει να συγχωρήσει όλα τα πταίσματα, που οφείλονται στην ανθρώπινη αδυναμία, και να τους τοποθετήσει στη χώρα των ζωντανών, στους κόλπους του Αβραάμ και του Ισαάκ και του Ιακώβ, απ’ όπου έχουν φυγαδευθεί ο πόνος, η λύπη και ο στεναγμός, παραβλέποντας με την αγαθότητα της θεαρχικής Του δυνάμεως τις αμαρτίες που έκανε ο νεκρός από ανθρώπινη αδυναμία, αφού, όπως λέει η Γραφή, κανένας δεν είναι καθαρός από αμαρτία.
Βλέπεις εσύ που αντιλέγεις, πώς βεβαιώνει ότι είναι ωφέλιμες οι δεήσεις γι’ αυτούς που πέθαναν με την ελπίδα τους στον Θεό;
Ο επώνυμος της θεολογίας, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, λέει για τη μητέρα του στον επιτάφιο λόγο του αδερφού του Καισαρίου: «Ακούστηκε κήρυγμα αξιοπρόσεκτο και ο πόνος της μητέρας γίνεται πιο ελαφρός με την καλή και θεάρεστη υπόσχεση, ότι θα τα δώσει όλα για χάρη του παιδιού, θα δώσει τον πλούτο του ως επιτάφιο δώρο γι’ αυτό». Και πιο κάτω: «Όσα, λοιπόν, εξαρτώνται από μας, είναι αυτά. Και άλλα τα κάναμε ήδη, αλλά θα τα κάνουμε στο μέλλον, προσφέροντας τις ετήσιες τιμές και τα μνημόσυνα, αν φυσικά μείνουμε στη ζωή».
Βλέπεις πώς βεβαιώνει και χαρακτηρίζει καλές και θεάρεστες τις προσφορές που γίνονται για όσους πέθαναν, και επιτρέπει τα ετήσια μνημόσυνα;
Μετά απ’ αυτόν, ο χρυσώνυμος και πραγματικά Χρυσόστομος Ιωάννης, στη θεοφώτιστη ερμηνεία του στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο, λέει: «Αν οι ειδωλολάτρες καίνε μαζί με τους νεκρούς και τα πράγματα που τους ανήκουν, πόσο μάλλον εσύ, ο πιστός, πρέπει να συνοδέψεις μαζί με τον πιστό και τα πράγματα του, όχι για την στάχτη, όπως εκείνα των ειδωλολατρών, αλλά για να του εξασφαλίσεις μεγαλύτερη δόξα: Αν δηλαδή ο νεκρός είναι αμαρτωλός, για ν’ απαλλαγεί από τις αμαρτίες του· αν πάλι είναι δίκαιος για ν’ αυξηθούν ο μισθός και η ανταμοιβή του». Και στην ερμηνεία του στην προς Φιλιππησίους επιστολή γράφει: «Ας σοφιστούμε κάποιαν ωφέλεια γι’ αυτούς που έφυγαν. Ας τους προσφέρουμε κάθε δυνατή βοήθεια. Μιλάω για τις ελεημοσύνες και τις προσφορές, αυτές που πραγματικά τους εξασφαλίζουν πολλή ανακούφιση, μεγάλη απολαβή και ωφέλεια. Γιατί αυτά που νομοθετήθηκαν ούτε παραδοθήκαν έτσι άσκοπα και τυχαία στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς μαθητές Του. Και δεν θα μας άφηναν εκείνη την παράδοση να κάνει ευχή ο ιερέας, κατά την τέλεση των φρικτών μυστηρίων, για τους πιστούς που κοιμήθηκαν, αν δεν γνώριζαν ότι θα είχαν απ’ αυτό πολύ κέρδος και μεγάλη ωφέλεια.
Ο σοφός Γρηγόριος ο Νύσσης, πάλι γράφει: «Τίποτα δεν παραδόθηκε ασυλλόγιστα και ανώφελα από τους μαθητές και κήρυκες του Χριστού, μα και τίποτα δεν διατηρήθηκε ασυλλόγιστα και ανώφελα σ’ ολόκληρη την Εκκλησία του Θεού. Το να μνημονεύουμε κατά τη θεία κι ολόλαμπρη μυσταγωγία εκείνους που κοιμήθηκαν ορθόδοξοι, είναι οπωσδήποτε ωφέλιμο και θεάρεστο».
Γιατί τα λόγια, «Εσύ, Κύριε, θ’ αμείψεις ή θα τιμωρήσεις τον καθένα ανάλογα με τα έργα του» (Ψαλμ. 61:13) και «Ο καθένας θα θερίσει αυτό που έσπειρε» (πρβλ. Γάλ.6:7) και τα άλλα παρόμοια, έχουν λεχθεί οπωσδήποτε για τη Δευτέρα παρουσία του Κυρίου, τη φοβερή κρίση και τη συντέλεια του κόσμου. Τότε, βέβαια, δεν θα υπάρχει δυνατότητα βοήθειας. Τότε κάθε ικεσία θα είναι ανώφελη. Γιατί, όταν τελειώσει το παζάρι, δεν υπάρχει πια εμπόρευμα διαπραγματεύσιμο. Πραγματικά, πού θα είναι τότε οι φτωχοί; Πού θα είναι οι ιερείς για την τέλεση της λατρείας; Πού οι ψαλμωδίες; Πού οι ευεργεσίες; Πού οι αγαθοεργίες;
Γι’ αυτό, πριν έρθει εκείνη η ώρα, ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον και ας προσφέρουμε στον φιλάνθρωπο Θεό τα έργα της αγάπης μας στους αδερφούς. Γιατί δέχεται με ευχαρίστηση τις προσφορές μας για χάρη όσων δεν πρόλαβαν και έφυγαν, θα λέγαμε, απροετοίμαστοι. Τις δέχεται και τις λογαριάζει σαν πράξεις και προσφορές εκείνων. Έτσι θέλει ο φιλάνθρωπος Κύριος, να Του ζητάνε τα πλάσματά Του και να τους δίνει όσα είναι για τη σωτηρία τους. Και μάλιστα λυγίζει ολοκληρωτικά, όταν κάποιος δεν αγωνίζεται μόνο για την δική του ψυχή, αλλά ενδιαφέρεται και για την ψυχή του πλησίον του. Στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος γίνεται μιμητής του Θεού και τις δωρεές των άλλων τις ζητάει σαν δικές του χάρες. Έτσι εκπληρώνει την προϋπόθεση της τέλειας αγάπης, εξασφαλίζει τον μακαρισμό («μακάριοι είναι όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ’ αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεος Του», Ματθ.5: 7) και, μαζί με την ψυχή του πλησίον, ευεργετεί πάρα πολύ και τη δική του ψυχή.
Ας περάσουμε τώρα απ’ αυτά σε άλλα παρόμοια και ισοδύναμα. Ο Παλλάδιος, στη Λαυσαϊκή Ιστορία του, αναφέρει με ακρίβεια τα θαύματα του μεγάλου Μακαρίου. Εκεί γράφει πως ο όσιος Μακάριος, ρωτώντας κάποτε το κρανίο ενός νεκρού έμαθε όλα τα σχετικά μ’ αυτούς που έχουν πεθάνει. Και στο τέλος τον ρώτησε: ‘‘Δεν βρίσκετε, λοιπόν, καμιά παρηγοριά;’’ Αυτή την ερώτηση την έκανε, γιατί συνήθιζε να προσεύχεται για τους νεκρούς και ήθελε να ξέρει αν πραγματικά τους ωφελούσε. Τότε ο φιλάνθρωπος Κύριος θέλησε ν’ αποκαλύψει την αλήθεια στο πιστό υπηρέτη Του. Τον πληροφόρησε, λοιπόν, μέσω του κρανίου: ‘‘Όταν προσφέρεις τις δεήσεις για τους νεκρούς, αισθανόμαστε μια μικρή ανακούφιση’’.
Κάποιος άλλος, πάλι, από τους οσίους πατέρες είχε έναν μαθητή που ζούσε απρόσεκτα. Έτσι, μέσα στη ραθυμία, έφτασε στο τέλος της ζωής του. Ο πολυεύσπλαχνος και φιλάνθρωπος Κύριος φανέρωσε στο γέροντα, που τον παρακάλεσε με δάκρυα, ότι θα ρίξει τον μαθητή του στην φωτιά μέχρι το λαιμό, όπως τον πλούσιο της παραβολής του Λαζάρου (Λουκ. 16:23-24). Όταν ο όσιος γέροντας άρχισε να κτυπιέται και να ικετεύει κλαίγοντας το Θεό, Εκείνος του αποκάλυψε ότι θα τον βάλει στη φωτιά μόνο μέχρι τη ζώνη. Μα όταν και πάλι ο γέροντας Τον παρακάλεσε με μεγάλη επιμονή, ο Θεός του έδειξε σε όραμα ότι λύτρωσε τελείως το μαθητή του από τη φωτιά της κολάσεως.
Αλλά ποιος θα μπορούσε να διηγηθεί με τη σειρά όλες τις μαρτυρίες, που βρίσκονται σκόρπιες μέσα στους βίους των αγίων, στα μαρτυρολόγια και στις ιερές αποκαλύψεις, απ’ όπου ολοφάνερα αποδεικνύεται ότι οι προσευχές, οι λειτουργίες και οι ελεημοσύνες για τους νεκρούς ωφελούν πολύ τις ψυχές τους; Γιατί, απ’ όσα δανείστηκαν στο Θεό, τίποτα δεν πάει χαμένο. Όλα τα ανταποδίδει ο Κύριος με το παραπάνω.
Όσο για το λόγο του προφήτη, «Στον άδη ποιος θα μετανοήσει ενώπιον Σου;» (πρβ. Ψαλμ. 6:6), είπαμε ήδη πως οι απειλές του παντοκράτορα Θεού είναι, βέβαια, φοβερές, αλλά τελικά τις εξουδετερώνει η ανυπολόγιστη φιλανθρωπία Του. Άλλωστε, και μετά απ’ αυτόν τον λόγο του προφήτη, έγινε οπωσδήποτε μετάνοια στον άδη. Εννοώ τη μετάνοια εκείνων που πίστεψαν εκεί, όταν κετέβηκε ο Κύριος για να τους σώσει. Αλλά και στον άδη δεν τους έσωσε όλους ο Ζωοδότης. Έσωσε μόνο όσους τον πίστεψαν. Αυτό δεν σημαίνει ότι καταργείται η προφητεία. Όχι, ποτέ. Απλά αποδεικνύεται ότι ο πανάγαθος Κύριος νικιέται από την αγάπη Του στον άνθρωπο. Το ίδιο και με τον προφητικό λόγο του Ιωνά, «Η Νινευΐ θα καταστραφεί» (Ιων.3:4). Και όμως δεν καταστράφηκε, γιατί η αγαθότητα του Θεού νίκησε τη δικαιοσύνη Του. Και στον Εζεκία είπε με το στόμα του προφήτη Ησαΐα: «Τακτοποίησε τις υποθέσεις του σπιτιού σου, γιατί θα πεθάνεις. (Δ΄ Βασ. 20:1). Και όμως δεν πέθανε. Στον Αχαάβ, πάλι, έστειλε τον προφήτη Ηλία για να τον προειδοποιήσει: «θα σου στείλω συμφορές» (Γ΄ Βασ. 20:21). Και δεν του έστειλε. Γιατί; Το εξήγησε στον προφήτη. Είδες πως μετανόησε ο Αχαάβ; Γι’ αυτό δεν θα του στείλω συμφορές όσο ζει» (Γ΄ Βασ. 20:29). Πάλι, δηλαδή, η αγαθότητα Του νίκησε την απόφαση του, όπως έγινε και σε πάρα πολλές άλλες περιπτώσεις και όπως θα γίνεται μέχρι τη συντέλεια του κόσμου, τότε που θα τελειώσει το πανηγύρι, τότε που δεν θα είναι πια καιρός για βοήθεια αλλά κάθε άνθρωπος θα βρεθεί μόνος με το φορτίο του. Ενώ τώρα είναι ακόμα καιρός, καιρός για φροντίδα, καιρός για συναλλαγή, καιρός για κόπο και τρεχάματα και αγώνα. Και μακάριος είναι εκείνος που δεν απόκαμε, ούτε έχασε την ελπίδα του. Μα πιο μακάριος είναι εκείνος που αγωνίστηκε και για τον εαυτό του και για τον πλησίον του.
Γιατί αυτό, το να τρέχει δηλαδή ο καθένας σε βοήθεια του πλησίον, ευχαριστεί περισσότερο τον φιλεύσπλαχνο Κύριο. Αυτό θέλει και επιθυμεί, να ευεργετούμε ο ένας τον άλλο και στην παρούσα ζωή και μετά το θάνατο. Αν δεν έβλεπε σωστό κάτι τέτοιο, δεν θα μας έδινε το δικαίωμα να μνημονεύουμε τους νεκρούς στη θεία λειτουργία, καθώς και να τους κάνουμε μνημόσυνα στις τρεις ημέρες, στις εννέα, στις σαράντα και στο χρόνο, όπως χωρίς καμιάν αντίρρηση τα τηρεί ο ευσεβέστατος λαός της. Αν, δηλαδή, αυτά ήταν μια κοροϊδία δίχως κέρδος και ωφέλεια, οπωσδήποτε σε κάποιον από τους πολλούς προγενέστερους θεοφόρους αγίους, πατριάρχες, πατέρες και διδασκάλους θα ερχόταν η φώτιση να σταματήσει την πλάνη. Κανένας τους, όμως, δεν δοκίμασε ποτέ να καταργήσει τα μνημόσυνα. Απεναντίας, μάλιστα, όλοι τα επικύρωσαν, κι έτσι καθημερινά η πρακτική αυτή όχι μόνο απλώνεται και ριζώνει, αλλά δέχεται και αλλεπάλληλες προσθήκες.
Ας δούμε, όμως τι λέει και ο Μέγας Αθανάσιος στον ωραιότατο λόγο του για τους κοιμηθέντες: «Κι αν ακόμα ο νεκρός τελείωσε τη ζωή του με ευσέβεια και τοποθετήθηκε στο ουρανό, μην αρνείσαι να προσφέρεις λάδι και ν’ ανάβεις κεριά στον τάφο του, ζητώντας το έλεος του Χριστού. Γιατί αυτά είναι ευπρόσδεκτα από το Θεό και φέρνουν πλούσια την ανταπόδοση Του, αφού το λάδι και το κερί είναι θυσία, η θεία λειτουργία είναι εξιλέωση, και η αγαθοεργία στους φτωχούς φέρνει κάθε αγαθή ανταπόδοση προσαυξημένη. Ο σκοπός, λοιπόν, εκείνου που κάνει την προσφορά για τον νεκρό, είναι ίδιος μ’ εκείνου που έχει ένα παιδί άλαλο, αδύναμο και άρρωστο, και για χάρη του προσφέρει με πίστη στον ιερό ναό, ως θυσία, κεριά, λιβάνι και λάδι. Αυτά, λοιπόν, δεν είναι σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρει το ίδιο το παιδί; Κάτι ανάλογο δεν γίνεται και στο μυστήριο του θείου βαπτίσματος, οπότε ο ανάδοχος ‘‘αποτάσσεται τω σατανά’’ και ‘‘συντάσσεται τω Χριστώ’’ για λογαριασμό του νηπίου που βαπτίζεται; Όμοια πρέπει να κατανοούμε και την περίπτωση εκείνου που πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι δηλαδή ο ίδιος κρατάει και προσφέρει τα κεριά, το λάδι και όλα όσα εμείς προσφέρουμε για την λύτρωση του. Έτσι, με τη χάρη του Θεού, η επιδίωξη, που συνοδεύεται από την πίστη, δεν θα ματαιωθεί. Γιατί οι θεολόγοι απόστολοι και οι μυσταγωγοί και οι πνευματοφόροι πατέρες, αφού πρώτα ενώθηκαν με το Θεό και έγιναν μέτοχοι της εκστατικής δυνάμεως Του, θέσπισαν θεάρεστα τις λειτουργίες, τις προσευχές και τις ψαλμωδίες, που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη των νεκρών».
Έρχεται, όμως, ένας αντίθετος και λέει: ‘‘Αν είναι έτσι, όλοι θα σωθούν και κανένας δεν θα κολαστεί’’.
Σωστά. Και μακάρι να γίνει κάτι τέτοιο. Είναι αυτό που ποθεί και θέλει και επιδιώκει ο πανάγαθος Κύριος, είναι αυτό που Του δίνει χαρά και ευφροσύνη, το να μη στερηθεί κανείς τις θείες δωρεές Του. Μήπως τα βραβεία και τα στεφάνια τα ετοίμασε για τους αγγέλους; Μήπως ήρθε στη γη και σαρκώθηκε από την Παρθένο και έγινε άνθρωπος και έπαθε και πέθανε για να σώσει τις ουράνιες δυνάμεις; Μήπως στους αγγέλους θα πει, «Ελάτε, οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί» (Ματθ. 25:34); Δεν μπορείς εσύ, ο αντιρρησίας, να ισχυριστείς ότι θα γίνει αυτό. Αφού όλα για τον άνθρωπο τα υπέφερε ο Χριστός, όλα για τον άνθρωπο και τα ετοίμασε. Ποιος άλλωστε, καλώντας τους φίλους του σε πλούσιο γεύμα, δεν θέλει να έρθουν όλοι και να χορτάσουν απ’ τα καλά του; Για ποιο σκοπό, δηλαδή, ετοίμασε το φαγοπότι, αν όχι για να περιποιηθεί τους φίλους του; Αν, λοιπόν, αυτό θέλουμε εμείς, δεν θα το θέλει πολύ περισσότερο ο μεγαλόδωρος Θεός, που από τη φύση Του είναι πανάγαθος και φιλάνθρωπος και που, μοιράζοντας και δίνοντας δώρα, χαίρεται και αγάλλεται περισσότερο απ’ όσο εκείνος που τα παίρνει;
Κάθε άνθρωπος που απέκτησε μικρή ζύμη αρετών και, μολονότι ήθελε, δεν πρόφτασε να την κάνει ψωμί από ραθυμία ή αμέλεια ή αναβλητικότητα, κι έτσι μια μέρα, χωρίς να το περιμένει, τον θέρισε ο θάνατος, αυτός δεν θα λησμονηθεί από τον δίκαιο Κριτή. Ο Κύριος θα συγκινήσει τις ψυχές των οικείων του, για να τον βοηθήσουν, αναπληρώνοντας τα υστερήματα του νεκρού.
Απεναντίας, όποιος έζησε ζωή αμαρτωλή, όποιος δεν πορεύθηκε ποτέ σύμφωνα με τη συνείδηση του, αλλά κυλιόταν άφοβα και αδιάντροπα στις δυσωδίες των ηδονών, ικανοποιώντας όλες τις ορέξεις της σάρκας και αδιαφορώντας ολότελα για την ψυχή του, όταν θα φύγει απ’ αυτή την ζωή, από κανέναν δεν θα βοηθηθεί. Ο Θεός, επειδή δεν τον λογαριάζει για δικό Του, θα οικονομήσει να τον ξεχάσουν και η γυναίκα του και τα παιδιά του και τ’ αδέλφια του και οι φίλοι του.
Εμένα, λοιπόν, όποιος είναι φίλος μου, εύχομαι να με βοηθήσει, αν είναι δυνατόν, ώστε να μην αφήσω πίσω μου κανένα υστέρημα. Αν, όμως, φτάσω στο τέλος της ζωής μου χωρίς να είμαι απόλυτα έτοιμος, παρακαλώ τον πολυέλαιο Κύριο να συγκινήσει τους συγγενείς και τους φίλους μου και να θερμάνει τις καρδιές τους, ώστε, αν ως άνθρωπος αφήσω κάποιο υστέρημα, να με βοηθήσουν ολοπρόθυμα και να το αναπληρώσουν με καλά και θεάρεστα έργα. Έτσι, άλλωστε, διδάσκει και διακηρύσσει ο θεολόγος Χρυσόστομος, που τον ανέφερα και πιο πάνω. «Αν δεν πρόλαβες», λέει, «να τακτοποιήσεις όλα τα ζητήματα της ψυχής σου όσο ζούσες, τότε, έστω και στα τελευταία σου, άφησε εντολή στους δικούς σου να στείλουν μαζί σου τα υπάρχοντα σου, όταν πεθάνεις, να σε βοηθήσουν δηλαδή με αγαθοεργίες, ελεημοσύνες και προσφορές. Έτσι θα κάνεις το Λυτρωτή να σε αντιμετωπίσει με επιείκεια, γιατί αυτά τα δέχεται με ευχαρίστηση».
Ο ίδιος, πάλι γράφει κάπου αλλού: «Στη διαθήκη σου βάλε συγκληρονόμο, μαζί με τα παιδιά και τους συγγενείς σου, και τον Κύριο. Ας έχει το χαρτί και το όνομα του Κριτή. Ας μην παραλείπει, ακόμα, ν’ αναφέρει και τους φτωχούς. Εγώ γίνομαι εγγυητής τους. Αυτό, βέβαια, δεν πρέπει να το χρησιμοποιήσει κανείς ως πρόφαση, για να μην κάνει ελεημοσύνες όσο είναι ζωντανός. Και όσο ζει να κάνει, αλλά και μετά το θάνατο να τις συνεχίζει. Το αντίθετο είναι τελείως παράλογο, βέβηλο και ασύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Πολύ καλό και αρεστό και ευπρόσδεκτο απ’ το Θεό είναι το να καθαρίζει κάθε ευσεβής και φιλόχρηστος άνθρωπος τον εαυτό του με όλες τις αγαθοεργίες, να αποφεύγει κάθε αμαρτία και να τηρεί τις φωτεινές εντολές του Θεού, για να μπορέσει, όταν φτάσει στο τέλος της ζωής του, να πει θαρρετά στον Κύριο: ‘‘Έτοιμη είναι η καρδιά μου, Θεέ μου, έτοιμη είναι η καρδιά μου’’ (Ψαλ. 107:2). Και έτσι με χαρά να υποδεχτεί τους αγγέλους, που θα κατέβουν για να τον παραλάβουν».
Αυτό βέβαια, το κάνουν λίγοι και σε λίγες περιπτώσεις, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, «αυτοί που θα σωθούν θα είναι λίγοι» (πρβλ. Λουκ. 13:23), λόγο που είπε ο Πάνσοφος με κάποια λύπη. Γνωρίζοντας, λοιπόν, ότι είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν άνθρωποι σ’ αυτή την πρώτη κατηγορία των σωζομένων, πάμε αναγκαστικά στη δεύτερη κατηγορία, σύμφωνα με τη διδασκαλία των αποστόλων και των πατέρων. Έτσι, με την αγαθότητα του Θεού, και οι νεκροί ωφελούνται και η φιλανθρωπία αυξάνει και η ελπίδα της αναστάσεως επιβεβαιώνεται και η προσευχή στο Θεό δυναμώνει και το εκκλησίασμα των ιερών ναών πυκνώνει και η αγαθοεργία στους φτωχούς απλώνεται.
Οι θεοφώτιστοι άνθρωποι λένε, πως οι πράξεις των ανθρώπων, στην ύστατη πνοή τους, δοκιμάζονται σαν σε ζυγαριά. Και αν η δεξιά πλάστιγγα είναι πιο πάνω από την αριστερή, είναι ολοφάνερο πως ο ετοιμοθάνατος θα παραδώσει την ψυχή του στους αγίους αγγέλους. Αν πάλι και οι δύο πλάστιγγες είναι ίσες, νικάει οπωσδήποτε η φιλανθρωπία του Θεού. Μα κι αν ακόμα η ζυγαριά γέρνει λίγο προς τα’ αριστερά, όπως λένε οι θεολόγοι, η ευσπλαχνία του Θεού θα αναπληρώσει όσο χρειάζεται. Να οι τρεις θείες κρίσεις του Κυρίου: η πρώτη είναι δίκαιη· η δεύτερη είναι φιλάνθρωπη· η Τρίτη είναι υπεράγαθη. Μετά απ’ αυτές έρχεται η τέταρτη, όταν οι εφάμαρτες πράξεις είναι πολύ βαρύτερες. Αλίμονο τότε, αδερφοί! Και αυτή όμως η κρίση του Θεού είναι δίκαιη και θεσπίζει δίκαια για τους ανθρώπους που κρίνονται.
Μετά απ’ αυτά, λοιπόν, ας στρέψουμε όλη μας την προσοχή στη φοβερή ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου και ας αναρωτηθούμε, μήπως τότε κατηγορηθούμε, από τους συγγενείς μας ότι παραμελήσαμε τις υποχρεώσεις μας απέναντί τους.
Αλίμονο σ’ όλους, όσοι είναι σαν εμένα, που θα κληρωθούν εκείνη την ημέρα στ’ αριστερά του Κριτή. Μακάριοι εκείνοι, που ο Κύριος θα τους βάλει στα δεξιά Του και θ’ ακούσουν την ευλογημένη φωνή. «Ελάτε, οι ευλογημένοι απ’ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ’ την αρχή του κόσμου» (Ματθ. 25:34). Αυτή τη φωνή μακάρι ν’ αξιωθούμε να την ακούμε όλοι, όσοι θα φυλάξουμε την ορθόδοξη πίστη, και ν’ απολαύσουμε τ’ αγαθά που την ομορφιά τους «μάτι ανθρώπινο ποτέ δεν είδε και αυτί ποτέ δεν άκουσε και νους δεν μπόρεσε ποτέ να σκεφτεί». (Α΄ Κορ. 2:9).
Αμήν.
(Από τη σειρά των φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=446
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος, σε συνέντευξή του στην Πεμπτουσία, μιλά για το θέμα: Ο πόνος, οι θλίψεις, η αδικία και η αντιμετώπισή τους μέσα στην Εκκλησία.
Η προσευχή είναι μεγάλο αγαθό, αν γίνεται και με λογισμό αγαθό· αν ευχαριστούμε το Θεό όχι μόνο όταν μας δίνει, αλλά και όταν δεν μας δίνει ό,τι Του ζητάμε, αφού και τα δύο τα κάνει για την ωφέλειά μας.
Έτσι, και όταν δεν παίρνουμε, ουσιαστικά παίρνουμε με το να μην πάρουμε ό,τι δεν μας συμφέρει. Υπάρχουν, βλέπετε, περιπτώσεις που η μη ικανοποίηση του αιτήματός μας είναι πιο ωφέλιμη. Και τότε ό,τι θεωρούμε σαν αποτυχία είναι επιτυχία.
Ας μη στεναχωριόμαστε, λοιπόν, όταν ο Θεός αργεί να εισακούσει την προσευχή μας. Ας μη χάνουμε την υπομονή μας. Μήπως και πριν ζητήσουμε κάτι, δεν μπορεί να μας το δώσει ο Πανάγαθος; Μπορεί, φυσικά, αλλά περιμένει από μας κάποιαν αφορμή, ώστε να μας βοηθήσει δίκαια. Γι’ αυτό ας Του δίνουμε την αφορμή με την προσευχή και ας περιμένουμε με πίστη, με ελπίδα, με εμπιστοσύνη στην πανσοφία και στη φιλανθρωπία Του. Μας έδωσε ό,τι ζητήσαμε; Ας Τον ευχαριστούμε. Δεν μας έδωσε; Και πάλι ας Τον ευχαριστούμε, γιατί δεν γνωρίζουμε, όπως γνωρίζει Εκείνος, τι είναι καλό για μας.
Ας έχουμε ακόμα υπόψη μας, πως ο Θεός συχνά δεν αρνείται, αλλά μόνο αναβάλλει την ικανοποίηση κάποιου αιτήματός μας. Και γιατί αναβάλλει; Επειδή, χρησιμοποιώντας ως μέσο τη δική μας επιμονή στο αίτημα, θέλει να μας ελκύσει και να μας κρατήσει κοντά Του. Κι ένας φιλόστοργος πατέρας, άλλωστε, όταν του ζητάει κάτι το παιδί του, πολλές φορές αρνείται να του το δώσει, όχι γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο το παιδί μένει κοντά του.
Πηγή: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3034
...Ὁ Βόρις κατὰ τὴν βάπτισί του ἐπῆρε τὸ ὄνομα Μιχαὴλ καὶ ὁ Φώτιος τοῦ ἔστειλε ὑπὸ τύπον ἐπιστολῆς αὐτὸ τὸ Παραινετικὸ δοκίμιο. Τὸν προσφωνεῖ μὲ λόγια ποὺ δείχνουν ὅλη τὴν πατρικὴ φροντίδα, «περιφανέστατε καὶ ἠγαπημένε υἱὲ ἡμῶν». Καὶ ποὺ ἐπιβεβαιώνουν τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ πνευματικὴ γέννησις εἶναι καρπὸς τῶν ἐνεργειῶν τοῦ πατριάρχη, «τῶν ἐμῶν πνευματικῶν ὠδίνων εὐγενὲς καὶ γνήσιον γέννημα».
Ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ παραινετικὰ δοκίμια, καὶ ἰδιαίτερα τὰ κατηχητικά, ἔτσι κι' αὐτὸ τὸ δοκίμιο, ἐκτὸς τοῦ προλόγου καὶ τοῦ ἐπιλόγου (παραγρ. 1-3 καὶ 132-134 κατὰ τὴν ἀρίθμησί μας) ἁπλώνεται σὲ δυὸ τμήματα, τὸ θεωρητικὸ καὶ τὸ πρακτικό, ἢ ἀλλοιῶς τὸ θεολογικὸ (4-36) καὶ τὸ ἠθικὸ (37-131).
Τὸ θεολογικὸ μέρος καλύπτεται ἀπὸ τὴν παράθεσι τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως, τὴν ἔκθεσι περὶ τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν συνόδων καὶ τὴν προτροπὴ γιὰ τὴν τήρησι τοῦ κανόνος τῆς εὐσέβειας καὶ ὀρθοδοξίας. Μέσα ἀπὸ τὶς λιτὲς καὶ ἁδρὲς γραμμὲς αὐτῆς τῆς διαπραγματεύσεως ἐξαίρεται πρῶτα τὸ τριαδολογικὸ δόγμα καὶ διαφαίνεται ἡ πεποίθησις ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι συγχρόνως κάτι σταθερὸ καὶ δυναμικό.
...
Ἔρχεται ἔπειτα τὸ δόγμα περὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου τοῦ Θεοῦ.
...
Τέλος ἔρχεται τὸ δόγμα περὶ τῆς εἰκόνος, στὸ ὁποῖο ὁ Φώτιος δίνει μεγαλύτερη ἔκτασι, ἀφοῦ μάλιστα εἶχε καὶ ὁ ἴδιος ἐμπλακῆ στὶς σχετικὲς συγκρούσεις κατὰ τὴν νεότητά του.
...
Τὸ ἠθικὸ τμῆμα τοῦ δοκιμίου εἶναι συντεταγμένο κατὰ τὸ γνωμολογικὸ εἶδος σὲ σύντομες ἀποφθεγματικὲς κι' ἐντυπωσιακὲς προτάσεις. Ἐπωφελούμενος ἀπὸ τὴν σχετικὴ γραμματεία τῆς κλασικῆς καὶ χριστιανικῆς ἀρχαιότητος, ἰδίως ἀπὸ τὸν Ἰσοκράτη, ὁ Φώτιος δίνει μιὰ εἰκόνα τοῦ ἡγεμόνος, πλημμυρισμένη ἀπὸ ἀγάπη καὶ ὑπευθυνότητα:
- «Κυβέρνα τοὺς ὑπηκόους, στηριζόμενος ὄχι στὴ βία ἀλλὰ στὴν ἀγάπη τῶν ἀρχομένων διότι ἡ ἀγάπη εἶναι μεγαλύτερο καὶ ἀσφαλέστερο βάθρο γιὰ τὴν ἐξουσία παρὰ ὁ φόβος».
- «Μόνο ἂν κυβερνᾶ κανεὶς τὸν ἑαυτὸ του μπορεῖ νὰ πιστεύη ὅτι κυβερνᾶ ἀληθινὰ καὶ τοὺς ὑπηκόους».
- «Τὶς εὐεργεσίες ποὺ δέχεσαι, νὰ τὶς θυμᾶσαι παντοτινά• τὶς εὐεργεσίες ποὺ κάμεις, νὰ τὶς ξεχνᾶς γρήγορα».
Τὸ δοκίμιο αὐτὸ τοῦ Φωτίου, προβάλλοντας ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὴν Χριστιανικὴ πίστι καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τὸν ἑλληνικὸ λόγο, τὰ δύο στοιχεῖα ποὺ ἀπετέλεσαν τὰ θεμέλια τῆς ἀγωγῆς αὐτοῦ τοῦ ἰδίου, προσφέρει τὸ πενταστάλαγμα αὐτοῦ ποὺ μπορεῖ νὰ ὀνομασθῆ ἑλληνοχριστιανικὸς πολιτισμός, ὅπως τὸν διεμόρφωσαν καὶ τὸν ἀντιλήφθηκαν οἱ Ἕλληνες στὶς μεγάλες ὧρες τοῦ βυζαντινοῦ μεγαλείου καὶ στοὺς πονεμένους αἰῶνες τῆς αἰχμαλωσίας ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς.
Τὸ δοκίμιο μεταφράσθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν παλαιοσλαβικὴ γλώσσα κι ἀργότερα στὴ βουλγαρική, τὴν ρωσσικὴ καὶ ἄλλες νεώτερες γλῶσσες.
Μπορεῖ αὐτὲς οἱ παραινέσεις, νὰ μὴ ἐφαρμόσθηκαν σὲ ὅλη τους τὴν ἔκτασι ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἡγεμόνα, ἀλλὰ σὲ γενικὲς γραμμὲς συνετέλεσαν στὴν ἡμέρωσι καὶ τὴν ἠθικὴ ἀφύπνιση τῶν λαῶν γιὰ τοὺς ὁποίους προορίζονταν.
(Αποσπάσματα από την Εισαγωγή, Παν. Χ. Χρήστου, Περιοδικό "Εποπτεία", Φεβ. 1992)
Φώτιος ὁ Μέγας: Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα
Προσευχὴ καὶ λατρεία
38. Ἐσὺ πάντως πρόσεξε ἐπιμελῶς, γιὰ νὰ μὴ εἶσαι μόνο ἀκροατής, ἀλλὰ καὶ ἐκτελεστὴς τῶν καλῶν καὶ ἀξιέπαινων πράξεων. Καὶ σ' αὐτὸ τὸ μέρος θὰ ἀρχίσωμε ἀπὸ τὰ θεῖα. Ἡ προσευχὴ λοιπὸν συνάπτει καὶ ἐξοικειώνει μὲ τὸν Θεό, διότι εἶναι ἔνθεος συνομιλία καὶ συνάφεια νοερὰ μὲ τὸ κάλλιστο καὶ πολυτιμότατο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχεται κάθε οὐσίωσις καὶ συντήρησις, κάθε πρόνοια καὶ χορηγία ἀγαθῶν, κάθε τελειότης καὶ κάθαρσις παθῶν. Ὥστε καὶ κανένα ἄλλο κέρδος νὰ μὴ ἀπέρρεε ἀπὸ τὴν προσευχή, θὰ ἀρκοῦσε καὶ αὐτὸ μόνο του γιὰ τοὺς φιλόθεους καὶ τοὺς φιλοθεάμονες τοῦ ἀγαθοῦ ἀντὶ κάθε ἄλλης εὐφροσύνης, καὶ κάθε μακαριότητας καὶ εὐτυχίας στὸν βίο. Ὅταν πάλι λαμβάνωμε δι' αὐτῆς καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν καὶ ἐξασφαλίζωμε τὶς ἀγαθοειδεῖς καὶ τελειοποιοὺς δωρεὲς μὲ τὰ ἄλλα αἰτήματα, ὅσα συμφέρουν, καὶ γινώμαστε ἄξιοι ν' ἀνταμείβωμε τὸν εὐεργέτη μὲ τὴν εὐχαριστία μας γιὰ τὶς ἀνέκφραστες πράξεις καὶ δωρεές του πρὸς ἐμᾶς, καὶ μάλιστα νὰ τοῦ προσφέρωμε σὰν ἀπαρχὲς τῆς νοερᾶς μας δοξολογίας καὶ λογικῆς οὐσιώσεως τὶς κινήσεις τοῦ νοῦ καὶ τὶς δοξολογίες κατ' αὐτὴν τὴν προσευχή• ὅταν λοιπὸν στὴν προσευχὴ συμπεριλαμβάνωνται τόσο πολλὰ καὶ μεγάλα, πῶς δὲν χρειάζεται νὰ ἐπιδιδώμαστε σ' αὐτὴν πρόθυμα, νὰ τὴν ἀγαποῦμε καὶ ν' ἀσχολούμαστε μὲ αὐτήν;
39. Ἐσὺ λοιπὸν νὰ προσεύχεσαι διαπαντὸς μὲ εὐχὲς κατ' ἰδὶαν καὶ μόνος σου πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος καὶ φανερά. Καὶ μὲ τὰ δύο εἴδη, ὅταν τελοῦνται θεοφιλῶς εἶναι δυνατὸ ν' ἀποδίδεται ἡ εὐσέβεια• ὅσο δὲ τὸ πρῶτο ὑπερτερεῖ σὲ καθαρότητα διανοίας, τόσο τὸ δεύτερο προσκαλεῖ σὲ μίμησι ὅσους βλέπουν. Τὸ ἕνα συντελεῖ σὲ προσωπικὸ κέρδος, τὸ ἄλλο ὠφελεῖ καὶ τοὺς ἄλλους, τῶν ὁποίων ἡ σωτηρία καὶ προκοπὴ εἶναι πάλι μεγάλη μαρτυρία τῆς ἀρετῆς τοῦ ἄρχοντος.
40. Νὰ οἰκοδομῆς ναοὺς στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων του σύμφωνα μὲ τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέσμια, καὶ συνήθιζε τὸν λαὸ νὰ ἐκκλησιάζεται σ' αὐτούς, ὥστε ἐξιλεώνοντας ἀπὸ κοινοῦ τὸ θεῖο καὶ προσφέροντας κοινὴ δοξολογία, νὰ ὁδηγοῦνται σὲ κοινὴ ὁμόνοια καὶ νὰ κερδίζουν κοινὴ σωτηρία καὶ ὠφέλεια.
41. Οἱ θυσίες τῆς ἱερᾶς λατρείας μας εἶναι ἀνατεθειμένες στοὺς ἱερεῖς• ἂν ὑπηρετῆς σ' αὐτοὺς καὶ προσφέρης προθύμως, διὰ μέσου αὐτῶν θ' ἀπολαύσης πολλὴν εὐεργεσία καὶ χάρι. Θὰ μποροῦσες μάλιστα καὶ σύ, ἂν θέλης νὰ παρουσίασης μόνος σου ἕνα κάλλιστο καὶ ἀγαπητότατο θῦμα στὸ Θεό, προσφέροντάς του καθαρὸν βίον καὶ ὀρθότητα διανοίας.
Μελέτη
42. Κι' ἐπειδὴ γνωρίζεις πόσο πολὺ συμβάλλει στὴν διακυβέρνησι τῶν κοινῶν ἡ δύναμις καὶ ταχύτης τῆς διανοίας, νὰ μὴ παραλείπης καὶ αὐτὴν τὴ φροντίδα. Βέβαια εἶναι ἀδύνατο νὰ γίνη ἀγχίνους αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἐκ φύσεως αὐτὸ τὸ προσὸν• ἡ μελέτη ὅμως καὶ ἡ πεῖρα τῶν πραγμάτων, ποὺ καθιστοῦν τὴ γνῶσι εὔκολη, πολλὲς φορὲς στὴν πρᾶξι ἀποδεικνύουν τὸν γυμνασμένο ὀξύτερο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν αὐτὴν τὴν ἱκανότητα ἐκ φύσεως. Γι' αὐτὸ πρέπει ν' ἀσκοῦμε τὴ φρόνησι σὲ ὅλο μας τὸν βίο• κι' αὐτὴ ἔρχεται μὲ τὴν μελέτη καὶ τὴν ἀνάμνησι πράξεων τῶν πρεσβυτέρων, μὲ τὴν συνομιλία καὶ συναναστροφὴ τῶν φρονίμων ἀνδρῶν ποὺ ὑπάρχουν(34) καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τῶν πρακτέων του βίου. Διότι ἡ πρᾶξίς, ποὺ ἀντλεῖ τὴν δύναμι ἀπὸ τὴν μίμησι καὶ τὴ βουλὴ καὶ τὸν χειρισμό, ἂν δὲν ἀντιπράττη ἡ ἀπὸ ἄνω πνοή, καταλήγει σὲ τέλος συμφέρον.
Ἐμφάνισις τοῦ ἄρχοντος
43. Νὰ μὴ περιφρονῆς οὔτε ἀκόμη τὶς σχετικὲς μὲ τὸ σῶμα συνήθειες καὶ ἐμφανίσεις καὶ κινήσεις μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι τάχα εὐτελῆ πράγματα• διότι ἡ καλὴ εὐταξία καὶ κατάστασις καὶ σ' αὐτὰ δὲν θεωρεῖται νὰ εἶναι μικρὸ δεῖγμα φρονήσεως καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀντιληφθοῦν εὔκολα τὴν δύναμι καὶ τὸ κάλλος ποὺ εἶναι μέσα στὴν ψυχή, αὐτοὶ γίνονται ἐρασταὶ καὶ ἐπαινετὲς καὶ τῶν ἀδήλων προσόντων καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ θεάματα. Γι' αὐτὸ ὁ ἄρχων πρέπει νὰ φαίνεται κόσμιος καὶ σεμνὸς καὶ μὲ τὴν ἐμφάνισι τοῦ προσώπου, τὴν περιποίησι τῆς κόμης, καὶ τὴν ἐνδυμασία ποὺ φορεῖ, χωρὶς νὰ προχωρῆ πρὸς τὸ μαλθακὸ καὶ ἒξαλλο ὕφος οὔτε πάλι νὰ κατεβαίνη πρὸς τὸ ἀτημέλητο καὶ ράθυμο• διότι καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο εἶναι ξένο πρὸς τὴ διαγωγὴ τοῦ ἄρχοντος. Χρειάζεται ἐπίσης ὁ ἄρχων καὶ βάδισμα εὔτακτο ποὺ οὔτε ἀσχημίζει τὴν κίνησι πρὸς τὸ θηλυπρεπὲς καὶ τὸ ἔκλυτο οὔτε τὴν στρέφει πρὸς τὸ ἀπότομο καὶ ταραγμένο καὶ ἀνώμαλο. Καὶ γενικὰ κάθε κίνησις ἂς στολίζεται μὲ τὴν τάξι.
44. Πρέπει ἐπίσης νὰ προσέχη κανεὶς καὶ τὴν ταχύτητα στὰ λόγια• διότι, ἂν ἡ ταχυλογία δὲν εἶναι ἴσως κάτι τὸ εὐκαταφρόνητο καὶ ἀσήμαντο στὰ ρητορικὰ διαγωνίσματα, ἀλλὰ στὶς δημηγορίες εἶναι κάτι τὸ ἀνόητο καὶ ἐπιζήμιο• στὰ προστάγματα δέ, καὶ μάλιστα τὰ πολιτικὰ καὶ δημόσια, εἶναι κάτι εὐτελὲς καὶ ταπεινό. Γιὰ νὰ ἐκφρασθῶ δὲ ἀκριβέστερα, ἡ ταχύτης στὴν πράξι καὶ τὰ λόγια καὶ τὶς κινήσεις, συνοδευόμενη ἀπὸ εὐταξία, ἀναδεικνύει τὸν κάτοχο σὲ θεῖο καὶ ὑπερφυὲς πρόσωπο, ἀλλὰ εἶναι κάτι σπάνιο καὶ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ συμπέσουν ὅλα μαζί• ἡ συμμετρία ὅμως σ' αὐτὰ μαζὶ μὲ τὴν εὐταξία εἶναι κάτι σεμνὸ καὶ ἀξιοθαύμαστο καὶ ἀξιοπρεπές, καὶ μαζὶ μὲ τὴν εὐλάβεια καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο ἐπιθυμητὸ νὰ βλέπεται καὶ καταλληλότερο νὰ ἐξουσιάζη. Ἡ δὲ ταχύτης μαζὶ μὲ τὴν ἀταξία εἶναι κάτι παραπληγικὸ καὶ μανιακό• μερικὲς φορὲς κατορθώνει μεγάλα, συχνότερα ὅμως ἀποτυγχάνει φοβερά. Ἡ δὲ βραδύτης συνοδευόμενη ἀπὸ ἀταξία εἶναι κάτι νωθρὸ καὶ ἠλίθιο, χάνει μερικὲς φορὲς σὲ μεγάλα θέματα, κατορθώνει δὲ ἐλάχιστα, καὶ μάλιστα πολὺ ταπεινὰ κατορθώματα, ἀνάλογα μόνο πρὸς τὶς ἄλλες πράξεις ἐκείνου.
45. Τὸ ξέσπασμα σὲ γέλοια ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀσχήμια ποὺ ἐπιφέρει στὸ πρόσωπο ἀποτελεῖ καὶ προσβολὴ τῆς ἀξιοπρέπειας τοῦ ἤθους.(35)
46. Καὶ ἡ ἀκοὴ καὶ ἡ γλώσσα πρέπει νὰ ἀπέχουν ἀπὸ κάθε αἰσχρολογία. Διότι ὅσα εὐχαριστεῖται κανεὶς ν' ἀκούη, αὐτὰ δὲν ἐντρέπεται καὶ νὰ τὰ λέγη• ὅσα πάλι δὲν ἐντρέπεται κανεὶς νὰ λέγη, ὅτι δὲν θὰ ἐντραπῆ καὶ νὰ τὰ πράξη, τὸ ἀποδεικνύει ὁ ἴδιος ἐντυπωσιακά. Γενικὰ μάλιστα πρέπει νὰ φυλάγεσαι μὴ ξεφύγη ἡ γλώσσα σου• διότι πολλὲς φορὲς λαθεύοντας κανεὶς σὲ μία μικρὴ λέξι προκάλεσε μεγάλη ζημιά, πετώντας ἀκόμη καὶ τοὺς τελευταίους κύβους γιὰ τὴ ζωή.
47. Ἔχε τ' αὐτιά σου στοὺς μὲν ἀδικουμένους ἀνοικτά, πρὸς δὲ τὶς δικαιολογίες καὶ πιθανολογίες τῶν ἀδικούντων κλειστά.
48. Ν' ἀποστρέφεσαι τὰ φιλοκατήγορα καὶ συκοφαντικὰ χείλη• διότι αὐτὰ πολλὲς φορὲς ἐξερέθισαν καὶ παιδιὰ ἐναντίον πατέρων καὶ πατέρες ἐναντίον παιδιῶν, διέσπασαν ἀνδρόγυνα κι ἐξεσήκωσαν συγγενεῖς ἐναντίον ἀλλήλων• καὶ τί λέγω μόνο αὐτά; ἀκόμα καὶ ὁλόκληρες πόλεις καὶ οἰκισμοὺς ἀπέτρεψε μιὰ φωνὴ συκοφάντη.
Ἡ φιλία
49. Νὰ μὴ εἶσαι γρήγορος στὴ σύναψι φιλίας• ὅταν ὅμως συνάψης δεσμό, νὰ τὸν διατηρῆς ἄλυτο μὲ κάθε τρόπο,(36) σηκώνοντας ὅλο τὸ βάρος τοῦ συνανθρώπου, μὲ τὴν προϋπόθεσι ὅτι δὲν ἐπιφέρει κίνδυνο στὴν ψυχή. Διότι οἱ διαστάσεις πρὸς τοὺς φίλους ἐκφαυλίζουν ὅλη τὴν προαίρεσι τῶν ἀνθρώπων καὶ ὑποβάλλουν ὄχι μόνο τὸν ὑπαίτιο ἀλλὰ καὶ τὸν ἀναίτιο στὴν ἴδια ὑπόνοια. Φίλους νὰ κάμης ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι διατηροῦν παντοτινὰ ἄδολη τὴν φιλία πρὸς τοὺς ἄλλους καὶ μήτε ὅταν εὐημεροῦσαν τοὺς ἐφθόνησαν μήτε ὅταν δυστυχοῦσαν τοὺς παραμέλησαν. Πράγματι πολλοὶ ἐβοήθησαν κι ἐπόνεσαν τοὺς φίλους ὅταν εὑρίσκονταν σὲ δυστυχία, ἀλλὰ ὅταν ἦσαν εὐτυχεῖς δὲν ἐβάσταξαν τὴν εὐημερία τους• ἔτσι αὐτοὺς ποὺ δὲν τοὺς ἤλεγξε ὁ καιρὸς τῆς συμπαθείας, τοὺς ἐξεσκέπασε τὸ πάθος τοῦ φθόνου. Ν' ἀποκτᾶς λοιπὸν φίλους ὄχι τοὺς φαύλους ἀλλὰ τοὺς ἀρίστους• διότι τὰ ἤθη τῶν φίλων κρίνονται συνήθως ἀπὸ τὴν ποιότητα τῶν φιλουμένων(37) διὰ τῶν ἐντίμων φίλων εὔκολα ἐπαναφέρεται κανεὶς καὶ ὅταν παραπέση, οἱ φαῦλοι ὅμως φθείρουν καὶ τὴν ὑπάρχουσα καλοκαγαθία• οἱ πρῶτοι καλύπτοντας οἱ ἴδιοι τὴν ἔλλειψι τῶν φίλων στὴν ἀρετὴ τὴν κάμουν νὰ φαίνεται ἀνελλιπής, ἐνῶ ἡ συναναστροφὴ μὲ τοὺς φαύλους καθιστὰ νόθο καὶ ὅ,τι ὑπόλοιπο ἀρετῆς ὑπάρχει.
50. Νὰ μὴ ζητῆς ν' ἀκούης τὰ εὐχάριστα ἀπὸ τοὺς φίλους, ἀλλὰ μᾶλλον τὰ ἀληθινά. Διότι, ἂν δὲν πρέπει νὰ πιστεύσωμε στοὺς ἐχθροὺς ἀκόμη καὶ ὅταν λέγουν τὴν ἀλήθεια, ἀπὸ τοὺς φίλους δὲ ἔχει φθαρεῖ ἡ ἀλήθεια καὶ ζητοῦν κι ἐκεῖνοι νὰ λέγωνται τὰ εὐχάριστα, ἀπὸ ποῦ ἀλλοῦ θὰ προέλθη γιὰ μᾶς ἡ γνῶσις τῆς ἀληθείας καὶ ἡ διόρθωσις τῶν τυχὸν ἀνοσίων λόγων καὶ πράξεών μας; Γι' αὐτὸ νὰ θεωρῆς σπουδαῖο πράγμα τὸ νὰ διαφέρουν οἱ φίλοι τῶν κολάκων. Οἱ μὲν κόλακες, ἐπαινώντας σε κατὰ πρόσωπο, καὶ σένα τὸν ἴδιο δὲν ἀφήνουν νὰ λάβης συναίσθησι τῶν σφαλμάτων ποὺ φυσικὰ διαπράττεις καὶ μεγαλύτερα τὰ καθιστοῦν μὲ τὶς διαβολὲς πρὸς τοὺς ἄλλους• οἱ φίλοι ὅμως μὲ τὸν φιλικὸ ἔλεγχο καὶ σένα τὸν ἴδιο ἐνισχύουν περισσότερο, ὥστε ν' ἀντιληφθῆς τὴν παρανομία, καί, ἂν χρειασθῆ νὰ λεχθῆ κάτι καὶ πρὸς τοὺς ἔξω, τότε ἀντὶ κατηγορίας εὑρίσκουν ἀπολογία γιὰ τὴν πράξι. Ὅσο λοιπὸν διαφέρει ἡ ἄσκησις τῆς ἀρετῆς ἀπὸ τὴν προκοπὴ στὴν κακία καὶ τὸ νὰ διαλύη κανεὶς τὶς διαβολὲς ἀπὸ τὸ νὰ διαβάλλη στοὺς ὑπηκόους, τόσο πρέπει καὶ σὺ νὰ προτιμᾶς τοὺς φίλους ἀπὸ τοὺς κόλακες.(38)
51. Ὅσα ἀπὸ τὰ μυστικὰ αὐξάνουν τὴν ἀρετή σου, νὰ τὰ γνωστοποιῆς στοὺς φίλους• ὅσα ὅμως ἐκφαυλίζουν τὴ γνώμη, αὐτὰ οὔτε ὁ ἴδιος νὰ τὰ ἐκτελῆς οὔτε στοὺς φίλους νὰ τὰ διαβιβάζης.(39) Αὐτὸ εἶναι ἄριστο καὶ χωρὶς ἄλλη αἰτιολογία• πλὴν ὅμως, ὅταν ἡ φιλία, ὅπως συχνὰ συμβαίνει στὰ ἀνθρώπινα, μεταστραφῆ σὲ κορεσμό, τότε γίνεται περισσότερο ἀντιληπτὴ ἡ χρησιμότης τῆς παραινέσεως. Πράγματι, τὸ φαῦλο μυστικό, καὶ μάλιστα αὐτὸ ποὺ ὑπεισέρχεται στοὺς λογισμοὺς τοῦ συμμεριζομένου καὶ τοὺς διασείει, ἀπομακρύνει γρήγορα καὶ χωρὶς καθυστέρησι ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἀποβλέψη πρὸς τὴν ἐπιστροφή• καὶ ὅταν δημοσιοποιηθῆ θὰ σοῦ προκαλέση βαρειὰ βλάβη καὶ θὰ σὲ διαθέση δυσμενῶς πρὸς αὐτὸν ποὺ τὸ διέδωσε. Τὸ χρηστὸ ὅμως μυστικὸ καὶ τὸν συμμεριζόμενο θὰ συγκρατήση ἀπὸ τὴν διάσπασι τῆς φιλίας, ἐκβιάζοντάς τον μ' ἕνα δυνατὸ δεσμό, τὴν ἀρετή, καὶ εἰσερχόμενο στὸ νοῦ του θὰ τὸν καλέση σ' ἔπαινο τῆς σπουδαίας σου γνώμης, ἀλλὰ ὁπωσδήποτε καὶ σένα, ἂν παραφέρθηκες σὲ κάτι, θὰ σὲ πείση, βλέποντας αὐτά, νὰ ἀναλάβης χωρὶς δυσαρέσκεια πάλι τὴν πρὸς αὐτὸν συναναστροφὴ καὶ φιλικὴ σχέσι. Πάντοτε λοιπὸν νὰ καλολογῆς τοὺς φίλους, καὶ μάλιστα τοὺς ἀπόντας ἐνώπιον τῶν παρόντων ἔτσι μπορεῖ καὶ τὸ κακὸ τῆς κολακείας ν' ἀποφύγης, μὴ ἐπιτρέποντας νὰ φανῆ στὴ συμπεριφορά σου οὔτε ἴχνος της, καὶ στοὺς φίλους θὰ παρουσιασθῆς εὐαρέστως ἀφοῦ διεβεβαίωσες τοὺς παρόντες ὅτι εἶσαι τέτοιας διαθέσεως, ὅπως ἐφάνηκες σ' αὐτοὺς μὲ τὰ λόγια σου περὶ τῶν ἀπόντων.
Οἱ λεπτομέρειες τῆς εὐνομίας
52. Κι' ἔτσι περιτειχίζοντας τὸν ἑαυτό σου μὲ φιλία, νὰ εἶσαι σ' ἐκείνους μὲν ποὺ ἀδικοῦν ἄλλους ἀμείλικτος, σ' ἐκείνους δὲ ποὺ ἀδικοῦν ἐσένα, ἐπιεικέστατος. Μὲ τὸ πρῶτο θὰ ὑπάρξη εὐνομία στὴν πολιτεία καὶ θὰ εἶναι ὁλοφάνερη ἡ φροντίδα καὶ ἡ κηδεμονία σου πρὸς τοὺς ὑπηκόους• μὲ τὸ δεύτερο διακηρύσσεται ἡ φιλανθρωπία τῆς γνώμης καὶ ὁ ἀληθινὰ βασιλικὸς τρόπος. Οἱ τύραννοι μὲν πολλὲς φορὲς παραβλέπουν τὰ κοινὰ ἀδικήματα καὶ τὰ πρὸς ἀλλήλους, ἀλλὰ κρίνουν σκληρὰ τὰ πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἴδιους• ἐνῶ τοῦ βασιλέως καὶ τῆς ἔννομης τάξεως ἔργο εἶναι νὰ φέρη μὲ φιλανθρωπία τὰ πρὸς αὐτὸν ἀδικήματα, καὶ ἀντιθέτως νὰ διευθετῆ καὶ νὰ ρυθμίζη μὲ δικαιοσύνη ὅσα ἀναφέρονται στὰ κοινὰ καὶ πρὸς ἀλλήλους.
53. Ὅπως ἐκεῖνος πού, ἐνῶ ἔχει μεγάλη ἐλευθερία νὰ ἀδικῆ, ἐνεργεῖ δίκαια, εἶναι ἄξιος πολλῶν ἐπαίνων, ἔτσι εἶναι ἀξιοκατάκριτος ἐκεῖνος πού, ἐνῶ δὲν στερεῖται τίποτε ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα, ἁπλώνει τὰ χέρια του σὲ ξένα πράγματα. Στὸν πτωχὸ ἄνθρωπο ἡ πτώχεια εἶναι πρόφασις ἀδικίας, ἂν καὶ παράλογη• ἐκεῖνος ὅμως ποὺ κατέχει ἐξουσία καὶ δὲν στερεῖται ἔχει ἀναπολόγητη τὴν ἁμαρτία ἀπὸ τὶς ἀδικίες του.
54. Ὅσο ὑπερέχει κανεὶς στὴν ἐξουσία, τόσο ὀφείλει νὰ πρωτεύη καὶ στὴν ἀρετή.(40) Ἐκεῖνος δὲ ποὺ πράττει τὸ ἀντίθετο, ἐπιτελεῖ τρία κάκιστα πράγματα• καταστρέφει τὸν ἑαυτό του, παρακινεῖ τοὺς βλέποντας στὴν κακία, προετοιμάζει τὸ ἔδαφος νὰ βλασφημῆται ὁ Θεός, διότι μία τόσο μεγάλη ἀρχὴ ἀνέθεσε σὲ τέτοιον ἄνθρωπο. Γι' αὐτὸ ἡ κακία πρέπει ν' ἀποφεύγεται ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο, κυρίως ὅμως ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες.
55. Κυβέρνα λοιπὸν τοὺς ὑπηκόους σου, ἔχοντας πεποίθησι ὄχι στὴν τυραννίδα, ἀλλὰ στὴν ἀγάπη τῶν ἀρχομένων•(41) διότι ἡ εὔνοια εἶναι σταθερώτερο καὶ ἀσφαλέστερο βάθρο τῆς ἀρχῆς παρὰ ὁ φόβος. Τοῦτο δὲ τὸ ἐπιτυγχάνουν ἡ ἀπόκτησις τῶν ἀρετῶν, καθὼς καὶ οἱ κόποι καὶ οἱ φροντίδες πρὸς τοὺς ὑπηκόους. Ἔτσι καὶ σὺ ὁ ἴδιος θὰ ζήσης βασιλικὰ καὶ εὐχάριστα καὶ σ' ἐκείνους θὰ διατηρήσης τὸν βίο ἐλεύθερο ἀπὸ ἐπιβουλὴ καὶ ἀλόγιστες συμφορὲς καὶ θὰ ἀφήσης ἀείμνηστη τὴ φήμη σου διαπαντός.
56. Νὰ ἐπαινῆς καὶ νὰ δέχεσαι τοὺς ἀκριβεστάτους νόμους καὶ νὰ ρυθμίζης τὸν βίο σου κυττάζοντας πάντοτε πρὸς αὐτούς• νὰ μὴ ἐπιβάλλης ὅμως σκληρὲς τιμωρίες πρὸς τοὺς ὑπηκόους κατὰ τὶς διατάξεις ἐκείνων, ἀλλὰ νὰ τοὺς παιδαγωγῆς μᾶλλον διὰ τῶν φιλανθρωποτέρων μέτρων. Ἔτσι μὲ τὴν αὐστηρότητά σου ἀπέναντι στὸν ἑαυτό σου θὰ φανῆς φοβερὸς στοὺς ἀδικοῦντας καὶ ἐπιεικὴς στοὺς ὑπηκόους.
57. Πρέπει νὰ ἐπιβάλλης τὴν ἐξουσία σου ὄχι τιμωρώντας, ἀλλὰ φαινόμενος ὡς τιμωρός.(42) Τοῦτο ἐπιτυγχάνεται ἀπὸ τὴν σοβαρότητα τοῦ ἤθους, καθὼς καὶ τὴν σεμνότητα καὶ ἐπιμέλεια τῶν τρόπων ἐνῶ οἱ τιμωρίες εἶναι γνώρισμα ὀργίλων μᾶλλον ἀνθρώπων παρὰ φρονίμων, οἱ ὁποῖοι στρέφονται εὔκολα πρὸς τὴν τιμωρία ἀπὸ ἀδυναμία νὰ καθοδηγήσουν τὸν λαὸ φρονίμως. Τὸ ἕνα μπορεῖ νὰ τὸ πράξη καὶ ὁ τυραννικώτατος ἡγεμών, τὸ ἄλλο ὅμως μόνο ὁ ἱκανὸς ἄρχων, ἂν ἀρετὴ τοῦ ἄρχοντος δὲν εἶναι νὰ καταστρέφη τοὺς ὑπηκόους, ἀλλὰ νὰ τοὺς αὐξάνη καὶ νὰ τους βελτιώνη.
58. Μερικοὶ εἶπαν ὅτι ἀρετὴ τοῦ ἄρχοντος εἶναι τὸ νὰ κάμη μεγάλη μία μικρὴ πολιτεία•(43) ἐγὼ θὰ ἔλεγα ὅτι μᾶλλον εἶναι τὸ νὰ τὴν καταστήση σπουδαία ἀπὸ φαύλη. Τὸ πρῶτο μπορεῖ νὰ συμβῆ πολλὲς φορὲς καὶ ἀπὸ τὴ φορὰ τῶν πραγμάτων, τὸ δεύτερο δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτευχθῆ παρὰ μόνο ἀπὸ τὸν ἄριστο κυβερνήτη. Μιμούμενος αὐτὸν κι ἐσὺ μὲ τὰ κατορθώματά σου, θὰ αὐξήσης τὴν πολιτεία τῶν ὑπηκόων μὲ τὴν ἀρετή.
59. Ὅπως ἕνα σαθρὸ τεῖχος ἀκόμη κι ἂν μέσα του ἔχη λαμπρὰ σπίτια, εὐκρασία ἀέρων καὶ ἀφθονία ἀγαθῶν, ἐξευτελίζει τὴν πόλι, ἔτσι καὶ οἱ φαῦλοι ἄνθρωποι ποὺ εἶναι στὸ περιβάλλον τοῦ ἄρχοντος διαβάλλουν καὶ τὸν δικό του τρόπο• διότι ὅσοι λαμβάνουν πεῖρα τῆς πονηρίας ἐκείνων, ὑποθέτουν ὅτι καὶ ὁ ἀπ' αὐτοὺς δορυφορούμενος εἶναι παρόμοιος.(44)
60. Νὰ μὴ ἐπαινέσης κανενὸς τὴν παρανομία, ἔστω κι ἂν φαίνεται νὰ εὐημερῆ δι' αὐτῆς• διότι κι' ἐκεῖνον θὰ παρακινήσης περισσότερο στὴν κακία καὶ ἐσὺ ὁ ἴδιος θ' ἀποδειχθῆς ὅτι ζητεῖς εὐκαιρία γιὰ παρόμοια πρᾶξι. Ἐκεῖνος πράγματι ποὺ ἐγκρίνει καὶ τιμᾶ αὐτὰ ποὺ ἐπαινεῖ ἀκαίρως, τί δὲν θὰ κάμη, ἂν τοῦ δοθῆ τέτοια εὐκαιρία;(45)
61. Ὁ τρόπος τῶν ἀρχόντων γίνεται νόμος στοὺς ὑπηκόους. Ἂν λοιπὸν τὸ πλῆθος γιὰ ὅλα τὰ σφάλματά του ἀποδίδη τὰ αἴτια στὸν ἄρχοντα, πόσο νομίζεις ἐσὺ ὅτι πρέπει νὰ ἐπιμελῆσαι τῆς ἀρετῆς καὶ νὰ ἀγρυπνῆς γιὰ τὰ καλὰ ἔργα;
62. Κάθε πράξεως πρέπει νὰ προηγῆται σκέψις, διότι οἱ ἀπερίσκεπτες πράξεις εἶναι συνήθως σφαλερὲς καὶ τὸ ἐπίτευγμά τους δικαίως θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθῆ ἔργο ἄλλης μᾶλλον αἰτίας παρὰ τῆς ὁρμῆς καὶ περιπετείας ἐκείνου ποὺ πολλὲς φορὲς παρατράπηκε.(46)
63. Πράγματα ποὺ δὲν κατάφεραν χέρια πολλῶν καὶ πολλὲς φορές, τὰ κατορθώνει μιὰ βουλὴ καὶ διαμιᾶς• γι' αὐτὸ νὰ προτιμᾶς τὴν εὐβουλία ἀπὸ τὴν πολυχειρία.(47)
64. Βοηθὸς τῆς προνοίας εἶναι ἡ μετάνοια. Ὅσα λοιπὸν διέφυγαν ἀπὸ ἐκείνη καὶ ἐκπίπτουν, ἂς ἀναλάβη αὐτὴ νὰ τὰ διορθώση καὶ νὰ τὰ περισώση.
65. Ὁ φθόνος εἶναι μεγάλη ἀρρώστια γιὰ κάθε ψυχή, εἶναι ὅμως μεγίστη κυρίως γιὰ τοὺς ἄρχοντες• διότι αὐτοὶ κατ' ἀνάγκην, ὅσους πρόκειται νὰ χρησιμοποιήσουν ὡς συνεργάτες γιὰ τὴν εὐημερία καὶ τοῦ βίου καὶ τῆς πόλεως, τοὺς βλέπουν ἀπὸ φθόνο ὡς ἐχθροὺς λόγω τῆς ἀρετῆς των καὶ τοὺς ἐπιβουλεύονται ὡς ἀντιπάλους• τί θὰ ἦταν ὀλεθριώτερο καὶ ἀφρονέστερο ἀπὸ αὐτό;
66. Ὅσο πρέπει ν' ἀποφεύγωμε τὸ φθονεῖν, τόσο πρέπει νὰ ἐπιδιώκωμε τὸ φθονεῖσθαι• αὐτὸ ἁρμόζει ἰδιαιτέρως στὸν ἄρχοντα ὅπου δὲν εἶναι εὔκολο νὰ φθάση ἡ βλάβη ἀπὸ τοὺς φθονερούς. Ἂν ὅμως χρειασθῆ νὰ περιστείλη τὸν φθόνο (διότι αὐτὸ τὸ θηρίο εἶναι πολυμήχανο καὶ παράτολμο) δὲν θὰ ἀποκρουσθοῦν οἱ βολίδες του μὲ τὴν ἐλάττωσι τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ μὲ τὴν μετριοφροσύνη, καθὼς καὶ μὲ τὴν μείωσι καὶ περικοπὴ τῆς ἐπιδείξεως καὶ πλεονεξίας στὰ μὴ ἀναγκαῖα.
67. Ὅταν κανεὶς κυβερνᾶ τὸν ἑαυτό του, τότε ἂς νομίζη ὅτι κυβερνᾶ ἀληθινὰ καὶ τοὺς ὑπηκόους του.(48) Διότι αὐτοί, ὅταν ἰδοῦν τὸν ἡγέτη νὰ εἶναι ἄρχων τῶν παθῶν καὶ κυρίαρχος τῶν ἡδονῶν, τότε ἀπὸ πόθο θὰ ὑποταγοῦν καὶ αὐτοὶ ἑκουσίως• ἂν ὅμως τὸν ἰδοῦν νὰ εἶναι ὑπόδουλος τῆς ἡδονῆς καὶ τῶν παθῶν, θὰ θεωρήσουν ἀνυπόφορο τὸ νὰ δουλεύουν σ' ἕναν ὑπόδουλο.
68. Νὰ θεωρῆς ἄριστον τὸν δικαστή, ὁ ὁποῖος καταδιώκει τὴν φύσι τοῦ δικαίου μὲ ταχύτητα λογισμῶν καὶ ὅταν τὴν πιάση, τὴν προωθεῖ μὲ ὀρθότητα• ὁ ὁποῖος εἶναι γρήγορος στὸ νὰ ἐξασφαλίζη ἄνεσι στοὺς ἀδικουμένους ἀλλὰ βραδὺς στὴν τιμωρία τῶν ἀδικούντων, ἀνώτερος χρημάτων ἀλλ' ὄχι κατώτερος ἐξουσίας, νικητὴς τῆς ὀργῆς ἀλλ' ὄχι αἰχμάλωτος τῆς συμπαθείας• ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν κρίσι ὡς μόνη συγγένεια καὶ φιλία καὶ δόξα γνωρίζει τὴν δικαιοσύνη, ὡς μόνη δὲ ἀλλοτρίωσι καὶ ἔχθρα καὶ ἀδοξία τὴν ἀδικία.
69. Νὰ μὴ ἀλλάζης καθόλου διάθεσι πρὸς τοὺς ὁμοφύλους εὔκολα καὶ χωρὶς ἐμφανῆ αἰτία. Διότι ἀκόμα καὶ ἂν ὑπολανθάνουσες ἀπ' αὐτοὺς αἰτίες καθιστοῦν δικαία τὴν ἀλλαγὴ στάσεως πρὸς αὐτούς, ὅμως ὅσοι δὲν τὶς ἀντιλαμβάνονται, δὲν θὰ κατηγορήσουν ἐκείνους γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῆς στάσεώς σου πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ θὰ κατηγορήσουν ἐσένα γιὰ ἀσθενῆ καὶ ἐπιπόλαια γνώμη.
70. Δὲν στολίζει καὶ δὲν σώζει τόσο καλὰ τὸν ἄρχοντα, ἡ ἀνδρεία στὸν πόλεμο, ὅσο ἡ εὔνοια καὶ ἡ φιλανθρωπία πρὸς τοὺς ὁμοφύλους. Πράγματι πολλοί, ποὺ ἐνίκησαν τοὺς ἐχθρούς, καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς δικούς τους λόγω τῆς σκληρότητός των καὶ πολλοί, ποὺ μόλις ἀπέφυγαν τὴ σύλληψι ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, διασώθηκαν ἀπὸ τοὺς ὁμοφύλους, ποὺ δὲν προτίμησαν οὔτε τὴν ἴδια τὴ ζωή τους ἀπὸ τὴ σωτηρία τοῦ ἄρχοντος.
71. Πρέπει νὰ τοποθετῆς ὡς ἀξιωματούχους ἀνθρώπους ποὺ διαθέτουν ὅλες τὶς ἀρετές, κι ἂν αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο, πάντως τοὺς δικαιοτάτους• διότι ὅσες παρανομίες διαπράττονται ἀπὸ τοὺς ἀξιωματούχους, αὐτὲς μεταφέρουν πρός αὐτὸν ποὺ τοὺς δώρισε τὸ μῖσος καὶ τὴν ὀργὴ τοῦ πλήθους.(49)
72. Ὁ ἄρχων πρέπει νὰ ἐπιζητῆ μὲ κάθε ἐνέργεια τὶς γνῶμες τῶν ὑπηκόων κι ἔτσι νὰ τοὺς ἔχη κοινωνοὺς τῆς φιλίας καὶ τῆς ἐξουσίας καὶ τῶν ἀποφάσεων πρῶτα, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ρυθμίζει ὁ ἴδιος τὴν οἰκία του• δεύτερον, μὲ τὸν τρόπο ποὺ φέρεται πρὸς τὴ γυναίκα, τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς δούλους• τρίτο, μὲ τὸν τρόπο ποὺ χρησιμοποιεῖ τοὺς φίλους• τέταρτο, μὲ τὸν τρόπο ποὺ φέρεται πρὸς τοὺς γείτονές του• καὶ πέμπτο, μὲ τὸν τρόπο ποὺ δέχεται τὴν ἔχθρα καὶ ἀμύνεται, καὶ πάλι μὲ τὸν τρόπο ποὺ καταθέτει τὰ ὅπλα καὶ συνδιαλλάσσεται. Αὐτὰ εἶναι ἱκανὰ νὰ τεκμηριώσουν τὴν φύσι τοῦ ἀνδρὸς καὶ νὰ τὸν δείξουν γυμνὸ ἀπὸ προσωπεῖο καὶ σ' αὐτοὺς ποὺ βλέπουν τὸν ἄνθρωπο σὰν ἐπάνω στὴ θεατρικὴ σκηνή.
73. Τότε θὰ εἶσαι ἄριστος κριτὴς τῶν ἄλλων, ὅταν ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό σου δίνης λόγο γιὰ κάθε πράξι μὲ κριτὴ τὴ συνείδησι καὶ ἐπινοῆς διόρθωσι τῶν σφαλμάτων.(50) Διότι, πῶς δὲν θὰ ἐντρέπεσαι νὰ ἐπιτιμᾶς τοὺς ἄλλους γιὰ πράγματα ποὺ ἐσὺ ἁμαρτάνεις παρομοίως; Καὶ πῶς νομίζεις ὅτι θὰ σοῦ φερθοῦν ἐκεῖνοι, ὅταν αὐτοὶ ὑποχρεώνονται νὰ καταδικασθοῦν γιὰ πράξεις γιὰ τὶς ὁποῖες ἐσένα σὲ βλέπουν ἀτιμώρητο;
74. Νὰ ἐπαινῆς τὶς ἄριστες πράξεις• νὰ τὶς ἐπαινῆς δὲ ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἀντίστοιχες πράξεις σου, διὰ τῶν ὁποίων ἀποδεικνύεις τοὺς μιμητὰς ἐντίμους, προτιμώντας τους ἀπὸ τοὺς ἄλλους• ὁ ἔπαινος μὲ τὰ λόγια εἶναι ἰδιότης τῶν ὁποιωνδήποτε, μὲ τὶς πράξεις εἶναι ἰδιότης τῶν ἀξίων νὰ κυβερνοῦν.
75. Νὰ προνοῆς γιὰ ὅλους, γιὰ τοὺς ἀγαθοὺς μὲν ὥστε νὰ γίνουν ἄριστοι καὶ ν' ἀπολαύσουν τῆς ὀφειλομένης σ' αὐτοὺς τιμῆς καὶ δικαιοδοσίας, γιὰ τοὺς ἄλλους δὲ ὥστε νὰ βελτιωθοῦν στὶς γνῶμες καὶ ν' ἀπαλλαγοῦν τῆς ἀπὸ τοὺς νόμους ἀτιμίας• κι' αὐτὸ εἶναι πράγματι γνώρισμα τῆς εὐνομουμένης ἐξουσίας καὶ κυβερνήσεως.
76. Νὰ μετάθεσης τὶς μεταξὺ τοὺς ἔριδες τῶν ὑπηκόων μεταφέροντάς τες στοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν ἐχθρῶν ὑπὲρ τῆς πατρίδος. Τῶν τυράννων ἔργο εἶναι νὰ προκαλοῦν στάσεις ἀνάμεσα στὰ πλήθη, διότι ἡ τυραννία διασφαλίζεται μὲ τὴν κοινὴ φθορὰ καὶ διχοστασία• τοῦ ἄρχοντος δὲ καὶ τοῦ βασιλέως ἔργο εἶναι νὰ διατηρῆ ἀστασίαστη τὴν ὁμόνοια τῶν ὑπηκόων, διότι τὸ βάθρο τῆς ἐξουσίας των εἶναι ἐμπηγμένο στὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων.
77. Ὅπως ὁ ἄρχων πρέπει νὰ εἶναι φοβερὸς στοὺς ἀδικοῦντας, ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι φύλακας καὶ προασπιστὴς τῶν μὴ ἀδικούντων, ἀλλὰ τηρούντων τοὺς νόμους.(51)
78. Τρεῖς ἀποδόσεις γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ὑπάρχουν τιμωρία, ψόγος, ἔπαινος, καὶ ἂν θέλης, κι εὐεργεσία. Τῆς τιμωρίας ἄξιος εἶναι ὁ ἐχθρός, τοῦ ψόγου εἶναι οἱ πολίτες ποὺ ἀδικοῦν μέτρια, τοῦ δὲ ἐπαίνου καὶ τῆς εὐεργεσίας ἐκεῖνοι ποὺ διακρίνονται σὲ κατορθώματα. Ἂν κανεὶς ἀπὸ τοὺς τελευταίους μεταταχθῆ στὴν ἀγριότητα καὶ μίμησι τῶν ἐχθρῶν, αὐτὸς ἐπιφέρει στὸν ἑαυτό του καὶ τὴν ποινὴ ἐκείνου. Ὅποιος ἀλλάζει κάτι ἀπ' αὐτὰ καὶ μεταβάλλει τὴ διάταξι, αὐτὸς εἶναι ἐχθρός της πολιτείας μεγαλύτερος ἀπὸ τοὺς πολεμίους. Πράγματι, ὅποιος εὐεργετεῖ τοὺς πολεμίους εἶναι προδότης, ὅποιος ἐπαινεῖ τοὺς φαύλους ἀνατρέπει τὴν πόλι (διότι παρακινεῖ τοὺς πολίτες πρὸς τὴν κακία) καὶ ὅποιος δὲν τιμᾶ τοὺς διακρινόμενους σὲ κατορθώματα ὁδηγεῖ τὴν πολιτεία στὴν ἴδια ἀκαταστασία.
79. Εἶναι βαρὺ νὰ ἀνακατεύωμε τὸν φόβο μὲ τὴν ἀγάπη• διότι ὅσοι ἀγαποῦν δὲν ἔχουν καθόλου δέος καὶ ὅσοι φοβοῦνται δὲν θέλουν ν' ἀγαποῦν. Ἐσὺ νὰ τὰ ξεχωρίσης• νὰ εἶσαι ἕτοιμος ν' ἀγαπᾶς τοὺς ἀρίστους (διότι σὲ τέτοιους ἀνθρώπους δὲν χρειάζεται φόβος)• τοὺς ἄλλους πρέπει νὰ ἐκφοβίζης, γιὰ ν’ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ φαῦλα. θὰ φοβηθοῦν δὲ χωρὶς μίσος, ἂν σὲ βλέπουν νὰ τιμωρῆς χωρὶς ὀργή, ἀλλὰ σὰν πατέρας ποὺ παιδαγωγεῖ• στὰ ἀδικήματα νὰ τιμωρῆς χωρὶς εὐχαρίστησι καὶ στὶς συμφορὲς καὶ στὰ δυστυχήματα νὰ βοηθῆς ἀπροφάσιστα καὶ πρόθυμα.
80. Ὅσοι χρησιμοποιοῦν τὰ φιλικά τους πλεονεκτήματα γιὰ ὑπηρεσία τῆς πονηρίας καὶ ὄχι γιὰ τὴν εὐεργεσία τῶν συνανθρώπων, αὐτοὶ καὶ τὴ φύσι ἐκφαυλίζουν καὶ τὴν πρὸς αὐτοὺς ἐκτίμησι τοῦ δημιουργοῦ μετατρέπουν σὲ ὕβρι καὶ ἀχαριστία.
81. Ὅπως εἶναι αἰσχρὸ καὶ ταπεινὸ νὰ ὁμιλῆ κανεὶς πρὸς τὰ πλήθη γιὰ νὰ τὰ εὐχαριστῆ, ἔτσι εἶναι ἐπικίνδυνο καὶ σφαλερὸ νὰ σοβαρεύεται πάντοτε καὶ νὰ εἶναι βαρύς. Πρέπει λοιπόν, ἀποφεύγοντας τὰ δύο ἄκρα, νὰ ἐπιδιώκη τὴν μεσότητα σὰν ἀρετὴ καὶ νὰ ἀπονέμη τὸ κατάλληλο στὸν καιρό του.
82. Ὁ αὐθάδης ὅρκος φέρει πρόχειρη τὴν ἐπιορκία• ἄλλωστε γενικὰ ἡ ὁρκωμοσία δὲν δείχνει ἦθος κόσμιο οὔτε φρόνημα εὐγενές• ὁ ἀξιοπρεπὴς καὶ μεγαλόψυχος ἄνδρας θὰ ἐντραπῆ νὰ ἐπιβεβαιώνη μὲ ὅρκο τὴν πιστότητα τῶν λόγων του καὶ νὰ ἀτιμάζη τὴν πίστι μὲ τοὺς τρόπους του.(52) Εἶναι λοιπὸν πρὸς τὸ συμφέρον μας τὸ ὅτι ὁ νόμος τοῦ Κυρίου ἀπαγορεύει κηδεμονικῶς τὸν ὅρκο.(53)
83. Ὅσα εὐεργετήματα δεχθῆς, νὰ τὰ θυμᾶσαι πάντοτε• ὅσα ὅμως εὐεργήματα κάμης νὰ τὰ λησμονῆς γρήγορα• τὸ πρῶτο εἶναι δεῖγμα χρηστότητας καὶ εὐγνωμοσύνης, τὸ δεύτερο εἶναι δεῖγμα καθαρῆς μεγαλοψυχίας καὶ φυλάττει καθαρὴ τὴν εὐεργεσία.
84. Τὸ νὰ ὀνειδίζη κανεὶς συγχρόνως εὐεργεσίες καὶ συμφορές, νὰ θεωρῆς ὅτι δείχνει παρόμοια ἐλαφρότητα καὶ ἀπανθρωπιά.
85. Ἡ ἀπάτη σημαίνει παντοῦ ὁμολογία ἀσθενείας. Ἂν γίνεται πρὸς φίλους, εἶναι χείριστο κακὸ ποὺ δείχνει ὑπερβολικὴ μοχθηρία. Ἂν πάλι γίνεται πρὸς ἐχθροὺς καὶ πολεμίους, σὲ περίπτωσι ποὺ δὲν τὸ γνωρίζουν ἀπὸ πρίν, δὲν ἀπέχει ἀπὸ στρατήγημα, ὅταν ὅμως τοὺς γνωστοποιηθῆ ἡ ἀπαίτησις καὶ αὐτοὶ δὲν τὴν ἀπορρίψουν, τότε ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴν παλληκαριὰ καὶ τὴν ἀνδραγαθία. Γι' αὐτὸ νὰ μὴ μεταχειρίζεσαι ἀπάτη οὔτε πρὸς τοὺς πολεμίους ποὺ σὲ ἐμπιστεύονταν διότι, ἀκόμη καὶ ἂν εἶναι πολέμιοι, ἀλλ' ὅμως δὲν εἶναι λιγώτερο ἀπατεώνας καὶ πλανευτὴς αὐτὸς ποὺ ἐξαπατᾶ ὅσους τὸν ἐμπιστεύθηκαν.
86. Συνήθως τὸν προδότη οἱ ἄνθρωποι τὸν ἀγαποῦν ὅταν προδίδη, ἀλλὰ τὸν μισοῦν ὅταν ἔχη προδώσει. Ἐσὺ ὅμως νὰ ἐξετάζης• ἂν κάποιος πρόδωσε ἀφοῦ ἐπιβουλεύθηκε κι ἔπαθε φοβερὰ ἀπὸ τοὺς δικούς του, δὲν εἶναι ἀπίθανο νὰ γίνη καλὸς φίλος• ἂν ὅμως πρόδωσε χωρὶς νὰ πάθη τίποτε, νὰ τὸν θεωρῆς ἐξ ἴσου καὶ δικό σου προδότη. Διότι τὸ ν' ἀνταποδώση κακὰ σ' αὐτοὺς ποὺ τὸν ἐλύπησαν, εἶναι ἀνθρώπινο πάθος• τὸ νὰ ἀρχίση ὅμως ὁ ἴδιος κακούργημα, εἶναι ἀνίατη μοχθηρία.
87. Ὁ χρυσὸς ἀναποδογυρίζει ὅλα τὰ ἀνθρώπινα. Φύλαγε λοιπὸν τὸ ἔντιμο ἔθος τῆς πατρίδος, θεωρώντας κι ἐπιδεικνύοντας σὲ ὅλους ἄχρηστον τὸν χρυσό, ποὺ εἶναι ἰσχυρὸς ἐπίβουλος γιὰ τοὺς φίλους του.
88. Πρέπει ὅσα ἐνοχλήματά σου ἐπέρχονται προσωπικῶς, νὰ τὰ ὑποφέρης εὐχαρίστως καὶ γενναίως, ὅσα πάλι ἐπέρχονται στοὺς ὑπηκόους, νὰ τὰ ἀντιμετωπίζης μὲ συμπάθεια καὶ ὄχι μὲ ἀναλγησία. Τὸ πρῶτο εἶναι δεῖγμα καρτερίας καὶ ἀνδρείου φρονήματος, τὸ δεύτερο εἶναι δεῖγμα ἀδιαφορίας καὶ ἀνάξιο γιὰ τὴν πρόνοια καὶ φροντίδα τοῦ ἄρχοντος.
89. Νὰ μὴ ἐκδικῆσαι ὁμοφύλους ἐχθρούς• αὐτὸ προβλέπει ὁ θεῖος(54) καὶ φιλάνθρωπος νόμος, ποὺ εἶναι καὶ πολὺ χρήσιμος στὰ ἴδια τὰ πράγματα. Ἔκεῖνος ποὺ ἐκδικεῖται, ἔχει πάλι σκληρότερο ἐχθρό, ἐκεῖνος ὅμως ποὺ εὐεργετεῖ, ἢ κατασκευάζει ἕνα φίλο ἀπὸ ἐχθρὸ ἢ πάντως ἕνα πραότερο ἐχθρό.
90. Νὰ μὴ παραβαίνης τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀποφάσισες νὰ ὑποσχεθῆς σὲ ἄλλους. Διότι ἡ ψευδολογία σὲ μερικὰ θέματα ἀποδεικνύει ἄπιστο ὅλο τὸν τρόπο καὶ οἱ διαψευσθέντες δὲν αἰσθάνονται ἐντροπὴ νὰ ἀνταποδώσουν τὰ ἴδια. Γι' αὐτὸ λοιπὸν κάθε ἄνθρωπος πρέπει ν' ἀποφεύγη τὸ ψεῦδος, κυρίως ὅμως οἱ κυβερνῆτες• διότι οἱ ἄλλοι ἔχουν μερικὲς φορὲς σὰν ἀπολογία τὴν ἀδυναμία, οἱ ἄρχοντες ὅμως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποφύγουν νὰ ἀποδειχθοῦν μὲ κάθε τρόπο ὅταν εἶναι μοχθηροὶ στὶς γνῶμες.
91. Πρέπει νὰ ἀποφεύγης τὶς ἔντονες ὑποσχέσεις. Διότι, ἂν τὶς ἐκπληρώσης, προαφαίρεσες τὴν μεγαλύτερη χάρι, ἀφοῦ μὲ τὴν ἔντασι τῆς ὑποσχέσεως τὴν ἐτεμάχισες ἀπὸ πρὶν κι' ἐμίκρυνες σὲ δυὸ τὴν μία δωρεά• ἂν πάλι δὲν τὶς ἐκπλήρωσης, ἐπῆρες διπλὴ ἐντροπή, ὅτι δηλαδὴ ὑποσχέθηκες καὶ ὅτι δὲν ἔδωσες τίποτε ἀπὸ ὅσα ὑποσχέθηκες, καὶ ἀντὶ φίλου παρουσιάσθηκες ἐχθρικός• διότι ἀφαίρεσες αὐτὰ ποὺ πρόσφεραν οἱ ἐλπίδες. Ἄλλωστε οἱ ἔντονες ὑποσχέσεις ἁρμόζουν σ' ἐκείνους ποὺ δὲν εἶναι πολὺ πιστευτοί• ἀποδεικνύουν δὲ καὶ ὅτι προσφέρουν χάρι ὄχι γιὰ κηδεμονία ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ ἀνάγκη.
92. Ἄξιος χαρίτων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σέβεται καὶ τὴ φύσι καὶ τὴν ὀνομασία τῆς χάριτος καὶ δὲν παύει νὰ τὴν μελετᾶ, ἕως ὅτου τὴν ἀνταποδώση. Ὅπως δὲ ἀνάξιος τῶν χαρίτων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀνταμείβει τὸν εὐεργέτη μὲ ἀχαριστία, ἔτσι εἶναι ἄξιος του τίτλου τῆς εὐεργεσίας, ἐκεῖνος ποὺ χαρίζει μὲ τὸν ὄρο νὰ μὴ ἀνταπολάβη τὴν χάρι.
93. Νὰ μὴ χαρίζης τίποτε παράνομο οὔτε στοὺς φίλους, διότι ἂν μὲν αὐτοὶ εἶναι ἔντιμοι, θὰ σὲ μισήσουν περισσότερο γιὰ τὴν παρανομία ἀπὸ ὅσο θὰ σὲ ἀγαπήσουν γιὰ τὴν εὐεργεσία• ἂν πάλι εἶναι φαῦλοι, παθαίνεις διπλῆ ζημιά, εὐεργετώντας κακοὺς καὶ ἀπεχθανόμενος ἀγαθούς. Ἐκτος ἀπὸ αὐτά, τὸ νὰ ἀνταλλάξη κανεὶς μιὰ πρόσκαιρη καὶ ἰδιωτικὴ εὐχαρίστησι μὲ αἰώνιο καὶ κοινὸ ὄνειδος, εἶναι γνώρισμα μεγάλης παρανοίας.
94. Οἱ χάριτες, ποὺ μὲ τὶς ἀναβολὲς καὶ τὶς παρατάσεις τοῦ χρόνου εἶναι σὰν νὰ ἔφθασαν σὲ γεράματα, μαραίνουν τὸ κάλλος τους• διότι, ἀποβάλλοντας τὸ ἄνθος τῆς προθυμίας, μὲ τὴν ὁποία καθιστοῦσαν ὑπέροχη καὶ λαμπρὴ τὴν εὐχαρίστησι, δὲν φέρουν τὴν εὐφροσύνη στὴν ὥρα της.(55)
95. Οἱ χάριτες, ποὺ εἶναι ἡμιτελεῖς, δὲν μποροῦν νὰ εἶναι χάριτες, θὰ γίνουν ὅμως, ὅταν τελειωθοῦν ἐκεῖνος πάντως ποὺ τὶς διαθέτει κατὰ τὸ ἥμισυ καὶ τὸν ἑαυτό του ζημιώνει καὶ τὸν λαμβάνοντα δὲν εὐφραίνει. Διότι ἐκεῖνος ποὺ ἐπῆρε μισοκομμένη τὴν χάρι, δὲν θὰ χαρῆ τόσο πολὺ γιὰ τὴν μισή, ὅσο θὰ στενοχωρηθῆ γιὰ τὴν ὑπολειπόμενη μισή.
96. Ἐκεῖνος ποὺ ὀνειδίζει τὶς χάριτες, εἶναι ὅμοιος μὲ γεωργὸ ποὺ σπείρει προθύμως, ἀλλ' ἀφήνει χοίρους καὶ θηρία στὴ σπορά. Ὅπως δηλαδὴ ὁ χοῖρος καταστρέφει καὶ τὸ σπόρο καὶ τὸν ἀπ' αὐτὸν καρπό, ἒτσὶ κι' αὐτὸς συγκαταστρέφει καὶ τὰ καταβληθέντα ἀγαθὰ καὶ τὴν εὐχαριστία ποὺ βλαστάνει ἀπ' αὐτὰ γι' αὐτόν.
97. Νὰ μὴ νομίζης βέβαια ὅτι, ἂν εὐεργετῆς πρῶτα καὶ ἔπειτα ἀμελῆς, οἱ εὐεργετηθέντες θὰ διαφυλάξουν τὴν ἀρχικὴ εὐγνωμοσύνη. Πράγματι ἐγὼ ὁ ἴδιος ἐγνώρισα πολλοὺς προσωπικῶς, ποὺ στηριζόμενοι στὸ πλῆθος καὶ μέγεθος τῆς ἀρχικῆς εὐεργεσίας, δὲν ἐφρόντισαν στὴ συνέχεια νὰ δείξουν κάτι παρόμοιο• διότι ἤλπισαν ὅτι ἡ ἀρχικὴ γενναιοδωρία ἀρκοῦσε στοὺς εὐεργετηθέντες γιὰ ἰσόβια εὐχαριστία καὶ ὅτι δὲν θὰ ἔλθη ποτὲ καιρὸς ποὺ οἱ εὐεργετηθέντες θὰ λησμονήσουν τὴν εὐεργεσία• τὸ πρᾶγμα ὅμως ὄχι μόνο δὲν κατέληξε σύμφωνα μὲ τὶς ἐλπίδες των, ἀλλὰ καὶ μεταστράφηκε πρὸς τὸ ἀντίθετο. Ἀλλά, ὡς πρὸς τὴν προαίρεσι τῶν φαύλων δὲν ὑπάρχει καμμιὰ ἀπορία• διότι τέτοιοι ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ ἂν ἲσως ἔρρεε στὰ χέρια τους ἡ εὐεργεσία, καὶ τότε δὲν θὰ ἀνταπέδιδαν τὶς εὐεργεσίες μὲ καθαρὰ λόγια. Ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωση τῶν ἄλλων, θὰ μποροῦσες νὰ ἰδῆς ἐκείνους μὲν ποὺ καλλιεργοῦσαν τὴν καλοκαγαθία ὅτι ἐμνημόνευαν ὅσα εἶχαν δεχθῆ καὶ δὲν ἔπαυαν νὰ ἐγκωμιάζουν τὸν εὐεργέτη, ὅμως, ὅταν ἐσταματοῦσαν οἱ ἀπολαυές, δὲν διατηροῦσαν καθαρὴ καὶ ἀκέραιη τὴν ἀρχαία εὐγνωμοσύνη, ἀλλὰ μὲ τὸν καιρό, ὑποβαθμίζοντας τὸ αἴσθημα εὐχαριστίας (ἀφοῦ δὲν εἶχαν νέες εἰσφορές), ἔχαναν τὴν ἔντασι καὶ δροσιὰ τῆς συμπάθειας. Ἐκεῖνοι πάλι ποὺ θεωροῦνταν ὅτι ἀνήκουν στὴ μέση διάθεσι, ὅταν εὐεργετοῦνταν, εἶχαν τὸ αἴσθημα τῆς εὐχαριστίας, ὅταν ὅμως παραμελοῦνταν, κι αὐτοὶ δὲν ἐντράπηκαν νὰ μεταφέρουν τὴν προηγούμενη διάθεσί τους στὸ ἀντίθετο, καθὼς μάλιστα ἔβλεπαν ἄλλους νὰ ἀπολαύουν εὐεργεσιῶν. Διότι δὲν ἐσκέπτονταν, ὅπως ἔπρεπε, ὅσα εἶχαν δεχθῆ αὐτοὶ προηγουμένως, ἀλλὰ ἐκύτταζαν τὰ εὐεργετήματα ποὺ ἐλάμβαναν οἱ διπλανοί τους, καὶ ἐρεθιζόμενοι ἀπ' αὐτὰ μετέτρεπαν τὴν εὐχαριστία σὲ ἀχαριστία. Εἶναι λοιπὸν πολὺ ὠφέλιμο γιὰ τὸν ἄρχοντα, ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν ἄσκησι τῆς κυβερνητικῆς του ἐξουσίας, νὰ κερδίζη τὴν ἀγάπη τῶν ὑπηκόων μὲ δωρεὲς ποὺ παρέχονται κατὰ δόσεις καὶ ἰσοβίως, ὄχι ἀπότομα καὶ διαμιᾶς• τὸ δὲ πλῆθος καὶ τὸ βάρος τῶν δοσμάτων ἁρμόζει περισσότερο σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἐπιτύχει κάποιο μεγάλο καὶ παράδοξο κατόρθωμα γιὰ τὴν κοινὴ σωτηρία τῆς πατρίδος παρὰ σ' ἐκείνους ποὺ χρειάζονται λιγοστὴ ἀπὸ ἐμᾶς βοήθεια.
98. Ὁ θυμὸς εἶναι ἐκουσία ἔκστασις καὶ ἀλλοτρίωσις τῶν φρενῶν• διότι ἐκεῖνα ποὺ πράττουν οἱ πάσχοντες ἀπὸ χρονὶα μελαγχολία, παρόμοια μὲ αὐτὰ διαπράττουν καὶ οἱ βαρεμένοι ἀπὸ τὸν θυμὸ τὴν ὥρα ἐκείνη.
99. Ὅπως ἡ φωτιὰ ἀφανίζει τὰ ξύλα ποὺ τὴν τρέφουν, ἔτσι καὶ ὁ θυμὸς κατατρώγει τὴν ψυχὴ ποὺ τὸν ἔχει• πολλὲς φορὲς μάλιστα φθείρει καὶ ὁλόκληρο τὸν ζωντανὸ ὀργανισμό.
100. Νὰ μὴ τιμωρήσης θυμωμένος ἀπολύτως κανένα, οὔτε δικαίως• διότι μόλις τιμωρηθῆ ὁ πολίτης, ἐσὺ χωρὶς ἀμφιβολία θὰ ἀποδειχθῆς ὅτι προέβηκες ἐσφαλμένως στὴν ἐνέργεια. Γι' αὐτὸ ἄριστα κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους ἐδήλωσε πρὸς τὸν ἀδικήσαντα• «θὰ σ' ἐτιμωροῦσα, ἂν δὲν ἤμουν θυμωμένος».(56)
101. Ὁ θυμὸς εἶναι τυφλὸ πάθος, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ κρίνη ἀπὸ τὸ χειρότερο τὸ καλύτερο. Γι' αὐτὸ καμμιὰ ὠφέλεια δὲν φέρει ἡ παραίνεσις τοῦ ὀργιζομένου• ὅταν ὅμως παύση, πρέπει νὰ προσφέρη τὴν θεραπεία διὰ τῶν ἐλέγχων ἀνάμικτη μὲ τὴν ἐπιείκεια.(57) Διότι οὔτε οἱ ἰατροὶ προσφέρουν τὰ πικρότερα φάρμακα χωρὶς μέλι στοὺς ἀσθενεῖς οὔτε ἡ ψυχὴ τῶν ἀπαιδεύτων δέχεται ἀκράτους τοὺς ἐλέγχους.
102. Ὁ ἄρχων, ὅπως ἁρμόζει νὰ εἶναι γρήγορος στὴν εὐεργέτησι τῶν ἀξίων, ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι βραδὺς στὴν τιμωρία τῶν ἐνόχων• καὶ νὰ χαίρεται, ὅταν τιμᾶ τοὺς σπουδαίους, νὰ στενοχωρῆται δὲ ὅταν τιμωρῆ τοὺς ἐνόχους.
103. Νὰ μὴ φανῆς ποτὲ σὲ κανένα ἄνθρωπο, ποὺ σοῦ ἔδειξε ἐμπιστοσύνη, ἄπιστος• διότι ἂν φανοῦμε ἄπιστοι σ' αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἐμπιστεύθηκαν, τί θὰ φανοῦμε στοὺς ἄλλους; Μὲ ποιοὺς λοιπὸν θὰ ζήσωμε ἀφόβως καὶ εὐχαρίστως;
104. Τὸ εἶναι δὲν θέλει νὰ συνυπάρχη μὲ τὸ οἴεσθαι. Γι' αὐτὸ ὅπου βλέπεις οἴησι, νὰ νομίζης ὅτι ἡ πράξις εἶναι ἀποῦσα καὶ τὸ εἶναι ἔχει φύγει.
105. Εἶναι ἐντροπὴ σ' ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀρχηγὸς καὶ δεσπότης ἀνδρῶν νὰ φανῆ ἡττημένος ἀπὸ γυναῖκες καὶ δοῦλος ἡδονῶν. Ἂν ὅμως συζῆ μὲ τὴν γυναίκα ποὺ νομίμως ἀπέκτησε βοηθὸ τοῦ βίου, δὲν ἁμαρτάνει.
106. Ἡ ἀγαμία εἶναι θεῖο πράγμα καὶ ὑπερφυές, ἀνώτερο ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἀρετὴ καὶ εὐνομία• ἡ δὲ μονογαμία εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως γιὰ τὴν διαδοχὴ τοῦ γένους, γιὰ μιά ἤρεμη καὶ φιλάνθρωπη συμβίωσι καὶ γιὰ μιὰ εὐνομούμενη πολιτεία• ἡ δὲ πολυγαμία εἶναι κάτι τὸ αἰσχρότατο καὶ μιαρό, ποὺ ταιριάζει στὴν ἀκολασία καὶ ἀκαθαρσία τῶν ἀλόγων.
107. Ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών, ποὺ ἔγινε κυρίαρχος τῆς Ἀσίας μὲ τὰ ὅπλα, ἔλεγε ὅτι οἱ Περσίδες εἶναι βολίδες τῶν ματιών•(58) ὁ πραγματικὰ σώφρων ὅμως καὶ φύλακας τῶν δεσποτικῶν ἐντολῶν θ' ἀποφύγη καὶ θ' ἀποστραφῆ, ὄχι μόνο τὶς Περσίδες, ἀλλὰ καὶ κάθε γυναίκας πρόσωπο ὡς ὀξὺ καὶ θανατηφόρο βέλος τῆς ψυχῆς.
108. Ὁ ἦχος τῆς φωνῆς πλήττει τὴν ἀκοὴ καὶ δι' αὐτῆς ἐντυπώνεται στὴν ψυχὴ τὸ πάθος• τὸ κάλλος δὲ τῶν σωμάτων ἑλκύει τὸν ὀφθαλμὸ καὶ δεσμεύοντάς τον μὲ αὐτὸ ὑποδουλώνει τὸν αὺτοδέσποτο λογισμό.
109. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νὰ μείνη ἀπείρακτος ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ ζαλάδα ὅποιος πλέει στὴ θάλασσα, ἔτσι εἶναι ἀδιανόητο γιὰ ὅποιον παρατηρεῖ καὶ ἐξετάζει τὰ κάλλη τῶν σωμάτων νὰ παραμείνη ἔξω ἀπὸ τὰ κύματα καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἐκεῖ. Γι' αὐτὸ πρέπει ν' ἀποφεύγης τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς αἰτίες τῶν παθημάτων διότι αὐτὸ εἶναι καὶ συμφέρον καὶ ἐλαφρό. Ὅταν ὅμως τὸ κακὸ ἐνσκήψη στοὺς λογισμοὺς κι ἐντυπώσης σ' αὐτοὺς τὸ εἴδωλο τῆς ἐπιθυμίας, τὸ πάθος γίνεται δυσαπόβλητο καὶ εἶναι δύσκολο ν' ἀπαλλαγῆ κανεὶς ἀπ' αὐτό.
110. Μερικοὶ λέγουν ὅτι οἱ ἐρωτευμένοι ἔχουν τὴν ψυχὴ σὲ ξένα σώματα• νομίζω ὅμως ὅτι εἶναι εὐλογώτερο νὰ λέγουν ὅτι αὐτοὶ ἔχουν χάσει σὲ ξένα σώματα τὸν νοῦ μαζὶ μὲ τὴν ψυχή.
111. Τὴν μέθη καὶ μαλθακότητα τῶν ἀρχόντων νὰ τὴ θεωρῆς ναυάγιο τῶν ἀρχομένων διότι, ὅταν ὁ κυβερνήτης καταποντίζεται μὲ τὸν κορεσμὸ καὶ τὸ κρασί, πῶς ἡ κυβερνώμενη πολιτεία δὲν θὰ πέση σὲ ἀτελείωτα κύματα καὶ φοβερὲς τρικυμίες καὶ δὲν θὰ καταποντισθῆ μαζὶ μὲ τὴν ἀπώλεια τοῦ κυβερνήτη;(59)
112. Ποτὲ νὰ μὴ φέρης σὲ σημεῖο ἀπογνώσεως κανένα ἄνθρωπο, οὔτε τὸν τυχόντα• διότι ἡ ἀπόγνωσις εἶναι ἰσχυρὸ καὶ ἀκαταμάχητο ὅπλο καὶ πολλὲς φορὲς ἡ ἀνάγκη, χρησιμοποιώντας παράτολμες πράξεις, ἐπιφέρει ἀνέλπιστες μεταβολές, ποὺ πρὶν συμβοῦν ἐθεωροῦνταν μύθοι.
113. Τὸ ἄριστο γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι νὰ μὴ ἀστοχήση καὶ νὰ μὴ ξεπέση ἀπὸ τὴν ὀρθὴ κρίσι• τοῦ δὲ συνετοῦ γνώρισμα εἶναι, ὅταν πέση, νὰ σηκωθῆ γρήγορα καὶ νὰ χρησιμοποιήση τὸ πταῖσμα, γιὰ νὰ μὴ πέση πάλι σὲ παράπτωμα.
114. Ἡ ἑκουσία ἐπίδοσις στοὺς κόπους ἀφαιρεῖ τὸ ἀφόρητο καὶ βαρὺ τῶν ἀκουσίων• γι' αὐτὸ εἶναι χρήσιμη ἡ ἐπίδοσις καὶ μελέτη στοὺς ἑκουσίους.(60)
115. Γνώρισμα τῆς τελείας ἀρετῆς τοῦ ἄρχοντος εἶναι νὰ μὴ ἐντρέπεται μόνο τὸ πλῆθος ὥστε νὰ μὴ ἁμαρτάνη, ἀλλὰ καὶ τὸν ἑαυτὸ του πρὶν ἀπὸ τὸ πλῆθος.
116. Στοὺς ἐλεύθερους ἀνθρώπους ἡ ὕβρις μὲ λόγια δὲν παραλλάσσει πολὺ ἀπὸ τὶς πληγὲς καὶ τὶς μάστιγες. Πρέπει λοιπὸν νὰ συγκρατοῦμε τὴν αὐθάδεια ποὺ ὑπάρχει σ' αὐτά• διότι, ἐνῶ φαίνεται ὅτι δὲν εἶναι μεγάλο πρᾶγμα, φέρει μεγάλες ζημίες.
117. Πολλοὺς ἔβλαψε ἡ εὐφυολογία• διότι, ὅταν ἐκπέση ἀπὸ τὴν παιγνιώδη γνώμη, γίνεται καίρια πληγὴ τῶν ἐμπαιζομένων καὶ μὲ τὴ σύντομη τέρψι τῶν τυχαίων γεννᾶ μεγάλες ἔχθρες τῶν σπουδαίων. Κάθε φρόνιμος ἄνθρωπος πρέπει νὰ τὴν ἀποφεύγη, περισσότερο δὲ ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὁ ἄρχων, διότι καὶ χυδαῖο εἶναι καὶ τὸν καταντᾶ νὰ καταφρονῆται μᾶλλον παρὰ νὰ χαριεντίζεται.
118. Ὅταν εὐεργετῆς, νὰ περιφρουρῆς τοὺς ὑπηκόους σὰν νεῦρο τῆς ἀρχῆς καὶ σὰν μέλη σου• ἂν διασπασθοῦν ἐκεῖνοι, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ καταλυθῆ μαζί τους καὶ ἡ δική σου ἐξουσία.
119. Τὶς σχεδιαζόμενες στάσεις, ὅσες δὲν εἶναι εὔκολο νὰ τὶς σβήσης, καλύτερα νὰ ὑποκριθῆς ὅτι τὶς ἀγνοεῖς καὶ νὰ τὶς καλύψης μὲ τὴν λήθη, παρὰ νὰ τὶς καταστείλης θριαμβευτικῶς• διότι ἡ ἐκδικητικὴ ἀντιμετώπισις μερικὲς φορὲς ἀνάβει τὴ φλόγα περισσότερο καὶ φέρει φοβεροὺς κινδύνους, καὶ προκαλεῖ πολλὴ ζημιὰ καὶ στὸν διασωθέντα, ἐνῶ ἡ λήθη κοιμίζει ἤρεμα καὶ μαζὶ μὲ τὸ ἀκίνδυνο περιέχει καὶ τὸ φιλάνθρωπο καὶ συνετὸ καὶ ἀζήμιο.
120. Ὁ ἄρχων πρέπει νὰ ἀσφαλίζη καὶ ρυθμίζη τὰ πράγματα σὰν νὰ σαλεύωνται, ἀκόμη καὶ ὅταν τοῦ ἔρχωνται εὐνοϊκά• ὅταν πάλι ἀνατρέπωνται καὶ διαταράσσωνται, νὰ σκέπτεται καὶ νὰ φροντίζη πῶς θὰ ἐπανέλθουν σὲ ὁμαλότητα καὶ θὰ ἑδραιωθοῦν. Ἡ πεῖρα δὲν δείχνει ἀνέλπιστο κανένα ἀπὸ τὰ δύο ἀντίθετα ἐνδεχόμενα, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς μικρὴ ραθυμία καταρρίπτει μεγάλες καὶ ὑπέρογκες δυναστεῖες, καὶ ἀντιθέτως ὁ ζῆλος μαζὶ μὲ τὴν σύνεσι ἐπαναφέρουν τοὺς ἐκπτώτους σὲ μέγα ὕψος δυνάμεως.
121. Οἱ σώφρονες καὶ σοβαροὶ ἄνθρωποι, ὅταν ἐπιτυγχάνουν, δὲν γίνονται ὑπερόπτες, ἀλλὰ τὸν ὄγκο τῆς ἐπιτυχίας στολίζουν μὲ μετριοφροσύνη καὶ ἔτσι καταπραΰνουν τὸ πάθος τῶν φθονερῶν• ὅταν ἀποτυγχάνουν, ὑποφέρουν γενναίως καὶ καθιστώντας τὴν συμφορὰ ἀφετηρία ἀρετῆς, μὲ τὴν ἰσχύ της δυναμώνουν τὴν γνώμη κι ἐξορίζουν τὴν ἀθυμία ἀπὸ τὴν διάνοια• διότι γνωρίζουν ὅτι τὰ ἀνθρώπινα τρέπονται καὶ πρὸς τὶς δύο ἀντίθετες κατευθύνσεις, εἶναι ἄστατα καὶ ἀβέβαια.(61) Εἶναι δὲ δεῖγμα ἀφροσύνης, ἐπιπολαιότητος καὶ ἀμορφωσιᾶς καὶ τὰ δύο, δηλαδὴ καὶ τὸ νὰ ἐπαίρεται καὶ ἐξογκώνεται κανεὶς στὶς ἐπιτυχίες καὶ τὸ νὰ ἀπογοητεύεται τελείως καὶ νὰ καταλαμβάνεται ἀπὸ ἀθυμία στὶς ἀτυχίες.
122. Τῶν συνετῶν ἀνδρῶν ἔργο εἶναι νὰ προβλέπουν τὶς δυσχέρειες καὶ μὲ φρονιμάδα νὰ τὶς ἀπομακρύνουν• δὲν εἶναι ὅμως κατωτέρων ἀνδρῶν ἔργο καὶ τὸ νὰ ρυθμίζουν καὶ ἐξοικονομοῦν καλὰ τὰ συμβάντα.
123. Γνωρίζω περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ἐπῆλθαν ἐνέργειες ἀπότομα καὶ οἱ θεαταὶ ἐξεπλάγησαν ἀπὸ τὸ ἀπροσδόκητο τοῦ συμβάντος καὶ ἐβάστασαν ἥσυχα τὶς συμφορὲς καὶ δὲν ἐξεσηκώθηκαν οὔτε ἀργότερα γιὰ νὰ ἀποσείσουν τὸ βάρος, χωρὶς μάλιστα νὰ συναυξάνεται ἡ ἀπὸ αὐτὲς προερχομένη βλάβη, ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλους πραότερους τρόπους νὰ χαλαρώνεται. Πράγματι εἶδα μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς τὶς πράξεις νὰ ἔχουν ρυθμισθῆ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ μὲ τὴν συνήθεια βαθμιαίως νὰ ἐλαφρύνωνται περισσότερο καὶ νὰ καταντοῦν νὰ εἶναι ἄλυπες• ἀντιθέτως, ἄλλες νὰ ἔχουν σηκώσει σὰν ἀπὸ ὕπνο κι ἐκείνους ποὺ ζοῦν μὲ ἀμέλεια καὶ ἀτολμία. Διότι ὁ καθένας, ἐρεθισμένος ἀπὸ τὸ παράλογο καὶ αἰφνίδιο τῶν συμβάντων, ἔρχεται μέσα στὰ πράγματα, καὶ ἡ καινοτομία δὲν ἀντέχει νὰ κρατήση οὔτε μία ἡμέρα.
124. Ἄλλες πάλι ἐνέργειες, καὶ μάλιστα ὄχι ἀπὸ τὶς συνηθισμένες, ἐπερχόμενες βαθμιαίως καὶ ὑποκλέπτοντας τὴν συναίσθησι τῆς καινοτομίας μὲ τὸν ἤρεμο καὶ ἀτάραχο τρόπο τους, παρεισδύουν χωρὶς κόπο καὶ χωρὶς νὰ γίνουν ἀντιληπτὲς οὔτε ἀπὸ τοὺς πεπειραμένους ἀκόμη. Μερικὲς ἐπίσης, ποὺ ἐπιχείρησαν νὰ παρεισδύσουν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ κατηγορήθηκαν γιὰ δειλία, ἐπειδὴ δὲν ἐνέσκηψαν μὲ βία οὔτε μὲ αὐτόνομη δύναμι φανερά, γρήγορα ἀνατράπηκαν ἀπὸ τοὺς ἐπιτυχόντας• διότι ἐξοπλίζοντας καὶ ἐκείνους ποὺ ἐφάνηκαν προηγουμένως ἐπιεικέστατοι μὲ τὴν δική τους μεγαλύτερη ἐπιφύλαξι στὸ ἀσυγκράτητο θράσος καὶ τὴν παράλογη τόλμη, καταστράφηκαν μὲ τὴν ἴδια τὴν ἐπιχείρισι.
125. Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτύχη κανεὶς τὸν σκοπό; Διότι φαίνονται τὰ ἀντίθετα νὰ συντελοῦνται διὰ τῶν ἰδίων μέσων. Προτιμότερο εἶναι νὰ μὴ ἀρχίζη τέτοιες ἐνέργειες• διότι οἱ καινοτομίες εἶναι, καὶ χωρὶς ἄλλη λυπηρὴ ἐπίπτωσι, ἱκανὲς νὰ θορυβήσουν καὶ νὰ πλήξουν διάνοιες καὶ νὰ προσκαλοῦν τὸ πλῆθος σὲ διαβολὲς καὶ ὕβρεις. Ἐπειδὴ ὅμως μερικὲς φορὲς ὑπάρχει ἐπείγουσα ἀνάγκη καὶ ὁ ἡγέτης χρειάζεται μία καινοτόμο πρᾶξι, ἂν ἀπ' αὐτὴ τὴν πρᾶξι τὸ κοινὸ εὑρίσκει μεγάλο ὄφελος καὶ εὐφροσύνη, δὲν χρειάζεται σκέψι καὶ μελέτη• ἀλλοιῶς, ἂν εἶναι λυπηρή, δὲν νομίζω ὅτι μπορεῖ νὰ ἀναπτυχθῆ ἄριστα μὲ τὰ λόγια (διότι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ συλλάβωμε ἀκριβῶς μὲ τὸν ἁπλὸ λόγο καὶ μακριὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τὰ ἐπακόλουθα κάποιων ἰδιωτικῶν περιστάσεων), ἀλλὰ πάντως ἐκεῖνος ποὺ εἶναι καλὰ γυμνασμένος στὰ προειρημένα κι ἔχει πρὸς αὐτὰ τὴν ἀπὸ ἄνω βοήθεια θὰ μάθη ὅτι ἔχει συγκεντρώσει μεγάλη δύναμι.
126. Νὰ νομίσης ὅτι ὅπλο ἰσχυρότερο καὶ ἀσφαλέστερο ἀπὸ τὴν ἀνδρεία καὶ τὴν στρατηγία εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν ὑπηκόων.(62) Διότι ὅταν εἶναι αὐτὴ παροῦσα καὶ στρατηγῆ, καθιστᾶ κι ἐκεῖνα χρήσιμα καὶ προσφέρει μεγάλη δύναμι πρὸς ὅλα• ὅταν ὅμως ἀναιρεθῆ ἡ ἀγάπη, καλύτερα ν' ἀναιρεθοῦν μαζὶ κι ἐκεῖνα, διότι γρήγορα θὰ θελήσουν νὰ κινηθοῦν πρὸς τὴν μισούμενη ἐξουσία παρὰ κατὰ τῶν ἐχθρῶν.
127. Τοὺς λόγους ἐλέγχουν πολλὲς φορὲς τὰ δόρατα, σὲ πολλὰ μέρη ὅμως καὶ ἡ ἰσχὺς τῶν λόγων ἀμβλύνει τὴν ὀξύτητα τοῦ πολέμου καὶ διαλύει τὴν ὁρμὴ μεγάλων στρατευμάτων. Ἑπομένως τὰ χέρια μαζὶ μὲ τὸν λόγο εἶναι διπλὸ τρόπαιο.
128. Οἱ ἐλπίδες νεκρώνουν τοὺς πόνους καὶ οἱ πόνοι γεννοῦν ἐλπίδες. Ἐσὺ δέ, ἐξιλεώνοντας τὸ θεῖο, νὰ μὴ ἀμελήσης τίποτε ἀπὸ τὰ πρακτέα, καὶ θὰ θερίσης καλὲς καὶ μεγάλες ἐλπίδες.
129. Τὸ νὰ βοηθῆ κανεὶς τὸν καθένα σὲ ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη, εἶναι γνώρισμα ἀρχηγικῆς καὶ σώφρονος διανοίας, καὶ μάλιστα ἐκείνου ποὺ ἔχουν περιπέσει σὲ συμφορές• διότι πλὴν τῶν ἄλλων ἔχουν τὴν ἰδιότητα νὰ διατηροῦν ἀλησμόνητη τὴν εὐεργεσία.
130. Ἢ εὐδαιμονία τῶν ὑπηκόων μαρτυρεῖ τὴν ἄκρα σύνεσι καὶ δικαιοσύνη τῆς ἐξουσίας.(63)
131. Γιὰ ὅσες ἐπιτυχίες ἔχεις, εἴτε στὸν ἰδιωτικὸ βίο εἴτε στὸ δημόσιο βίο τῆς πολιτείας, πρέπει ν' ἀποδίδης τὴν αἰτία στὸν Θεό• διότι ἔτσι θὰ τὸν ἔχης σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ βοηθὸ καὶ θὰ φανῆς θεοφιλής, δὲν θὰ παρουσίασης τὸν ἑαυτό σου ἐλαφρὸ καὶ ἀλαζονικὸ καὶ θὰ δείξης σπασμένες τὶς ἀκίδες τοῦ φθόνου.
Σημειώσεις
34. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 13.
35. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 15
36. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Προς Δημόνικον 24.
37. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 27.
38. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 28.
39. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 22.
40. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 11.
41. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 21.
42. Αὐτόθι 24• 23.
43. Αὐτόθι 9.
44. Αὐτόθι 27.
45. Αὐτόθι 37.
46. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 34.
47. Εὐριπίδης, ἀπόσπασμα 200.
48. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 29.
49. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 27 Πρὸς Δημόνικον 37.
50. Πρὸς Νικοκλέα 33.
51. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 23.
52. Ψευδό-Ἰσοκράτης, Προς Δημόνικον22.
53. Ματθ. 5, 34.
54. Ματθ. 5, 38 ἑ
55. Ψευδο-Ἰσοκράτης. Πρὸς Δημόνικον 31.
56. Διογένης Λαέρτιος, Βίος Φιλοσόφων, 3, 39, περὶ τοῦ Πλάτωνος.
57. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 31.
58. Πλούταρχος, Ἀλέξανδρος 21, 11.
59. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 32.
60. Αὐτόθι, 21.
61. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Προς Δημόνικον 42.
62. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 21.
63. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 31.
(Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση καὶ σημειώσεις: Παν. Κ. Χρήστου. Περιοδικό Ἐποπτεία, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα.)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3024
Τὸ μεγαλύτερο καὶ τελειότερο κατόρθωμα, ποὺ μπορεῖ νὰ πῇ ἢ νὰ συλλογισθῇ ὁ ἄνθρωπος, εἶναι τὸ νὰ πλησίαση κάπως στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ αὐτόν.
Λοιπόν, ἐὰν ἐσύ, ἀγαπητέ μου ἐν Χριστῷ ἀναγνώστη, ἐπιθυμεῖς νὰ φθάσης σὲ αὐτὴν τὴν κορυφή, πρῶτα πρέπει νὰ γνωρίσῃς, ἀπὸ τί ἀποτελεῖται ἡ πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἡ χριστιανικὴ τελειότητα (1). Γιατὶ, εἶναι πολλοί, ποὺ λένε, πὼς αὐτὴ ἡ ζωὴ καὶ ἡ τελειότητα βρίσκεται στὶς νηστεῖες, στὶς ἀγρυπνίες, στὶς γονυκλισίες, στὶς χαμαικοιτίες καὶ σὲ ἄλλες παρόμοιες σκληραγωγίες τοῦ σώματος. Ἄλλοι πάλι λένε πὼς βρίσκεται στὶς πολλὲς προσευχὲς καὶ στὶς μεγάλες ἀκολουθίες. Καὶ ἄλλοι πολλοὶ νομίζουν, ὅτι ἡ τελειότητα βρίσκεται ὁλόκληρη στὴ νοερὰ προσευχή (2), στὴ μοναξιὰ καὶ στὴν ἀναχώρησι, στὴ σιωπὴ καὶ στὴν ἐκπαίδευσι μὲ τὸν κανόνα· δηλαδή, τὸ νὰ βαδίζουν μὲ τὸν κανόνα καὶ τὸ μέτρο, καὶ οὔτε νὰ φτάνουν σὲ ὑπερβολές, οὔτε σὲ ἐλλείψεις. Οἱ ἀρετὲς ὅμως αὐτές, μόνες τους, δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε ὡς χριστιανικὴ τελειότητα, ἀλλὰ εἶναι ἄλλοτε μέσα καὶ ὄργανα, γιὰ νὰ ἀπολαύσῃ κάποιος τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄλλοτε πάλι εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καὶ ὅτι μὲν εἶναι πολὺ δυνατὰ ὄργανα, γιὰ τὴν ἀπόλαυσι τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία, γιατὶ βλέπουμε πολλοὺς ἐνάρετους ποὺ τὰ μεταχειρίζονται ὅπως πρέπει, μὲ αὐτὸ τὸν σκοπόν, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν δηλαδὴ ἰσχὺ καὶ δύναμι κατὰ τῆς κακίας καὶ τῆς χαλαρότητας, γιὰ νὰ δυναμώνουν ἐναντίον τῶν πειρασμῶν καὶ τῆς πλάνης τῶν τριῶν κοινῶν ἐχθρῶν, δηλαδὴ τῆς σάρκας, τοῦ κόσμου καὶ τοῦ διαβόλου, γιὰ νὰ παίρνουν ἀπὸ ἐκεῖνες τὴν πνευματικὴ βοήθεια, ποὺ εἶναι ἀναγκαῖες σὲ ὅλους τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ, καὶ μάλιστα στοὺς ἀρχαρίους, καὶ ἁπλά, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦν νὰ πάρουν τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· δηλαδή, «Πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας· Πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχύος· Πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως· Πνεῦμα φόβου Θεοῦ», καθὼς τὰ ἀπαριθμεῖ ὁ Ἡσαΐας (11,2).
Ὅτι αὐτὲς οἱ πράξεις εἶναι καὶ καρπὸς τοῦ Πνεύματος καὶ ἔχουν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν «ἀγάπη, χαρά, πίστι, ἐγκράτεια» (Γάλ. 5,22), ὅπως εἶπε ὁ Παῦλος, καὶ αὐτὸ εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία. Γιατὶ οἱ πνευματικοὶ ἄνδρες παιδεύουν τὸ σῶμα μὲ αὐτὲς τὶς σκληραγωγίες, γιατὶ λύπησε τὸν Ποιητή του (3) καὶ γιὰ νὰ τὸ κρατᾶνε πάντα ταπεινωμένο καὶ ὑποτεταγμένο στὸ νὰ ἐργάζεται τὰ τοῦ Θεοῦ. Σιωποῦν καὶ μονάζουν, γιὰ νὰ ἀποφεύγουν καὶ τὴν παραμικρὴ λύπη πρὸς τὸν Θεό. Προσεύχονται καὶ προσέχουν στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ στὰ ἔργα τῆς εὐσέβειας, γιὰ νὰ ἔχουν τὸ πολίτευμά τους στοὺς οὐρανούς· μελετᾶνε τὴ ζωὴ καὶ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου μας, ὄχι γιὰ τίποτα ἄλλο, παρὰ νὰ γνωρίσουν περισσότερο τὴν δική τους κακία, καὶ τὴν ἀγαθότητα καὶ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθοῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ τὸ νὰ ἀπαρνοῦνται τὸν ἑαυτό τους καὶ μὲ τὸ σταυρὸ στοὺς ὤμους, γιὰ νὰ θερμαίνωνται περισσότερο στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ των.
Οἱ ἀρετὲς ὅμως ποὺ ἀναφέρθηκαν, μποροῦν νὰ προξενήσουν σὲ ἐκείνους, ποὺ θέτουν ὅλο τους τὸ βάρος σὲ αὐτές, περισσοτέρη βλάβη ἀπὸ τὶς φανερὲς ἁμαρτίες· ὄχι ἐξαιτίας αὐτῶν (γιατί, αὐτὲς εἶναι ὅλες ἁγιώτατες), ἀλλ᾿ ἐξ αἰτίας ἐκείνων ποὺ τὶς μεταχειρίζονται, ἐπειδή, αὐτοὶ προσέχοντας σ᾿ αὐτὲς μόνο, ἀφήνουν τὴν καρδιά τους νὰ τρέχῃ στὰ δικά τους θελήματα καὶ τὰ θελήματα τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος βλέποντάς τους πὼς πηγαίνουν ἀπὸ τὸν εὐθὺ δρόμο, τοὺς ἀφήνει ὄχι μόνον νὰ ἀγωνίζωνται μὲ χαρὰ σὲ αὐτοὺς τοὺς σωματικοὺς ἀγῶνες, ἀλλὰ ἀκόμη νὰ ἐπεκτείνωνται, μὲ τὸν μάταιο λογισμό τους, καὶ ὡς στὰ μεγαλεῖα του Παραδείσου. Ὅθεν καὶ νομίζουν οἱ τοιοῦτοι πὼς ὑψώθησαν μέχρι τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ πὼς αἰσθάνονται τὸν Θεὸ μέσα τους· καὶ κάποτε, βυθισμένοι μέσα σὲ κάποιες σκέψεις καὶ λογισμοὺς περιέργους καὶ ὑψηλούς, νομίζουν πὼς ἄφησαν σχεδὸν τὸν κόσμο αὐτὸν καὶ ἁρπάγησαν μέχρι τὸν τρίτο οὐρανό.
Ἀλλά, σὲ πόσα σφάλματα εἶναι μπλεγμένοι αὐτοὶ καὶ πόσο εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ τελειότητα, μπορεῖ νὰ τὸ καταλάβη ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἤθη τους. Γιατὶ, αὐτοὶ θέλουν νὰ προτιμοῦνται ἀπὸ τοὺς ἄλλους σὲ κάθε τί ποὺ ὑπάρχει· εἶναι ἰδιόρρυθμοι καὶ ἰσχυρογνώμονες στὸ θέλημά τους, εἶναι τυφλοὶ σε ὅλα τὰ δικά τους, μὲ ἐπιμέλεια ὅμως ἐξετάζουν τοὺς λόγους καὶ τὶς πράξεις τῶν ἄλλων, ἂν τοὺς ἀγγίξη κάποιος λίγο στὴ μάταιη ὑπόληψι τῆς τιμῆς τους, ποὺ αὐτοὶ νομίζουν πὼς ἔχουν καὶ ποὺ (σὲ ὑπόληψι) θέλουν νὰ τοὺς ἔχουν καὶ οἱ ἄλλοι· ἢ ἐὰν τοὺς ἐμπόδιση κάποιος ἀπὸ κεῖνες τὶς εὐλάβειες καὶ τὶς ἀρετές, μὲ τὶς ὁποῖες καταπιάνονται (ὁ Θεὸς νὰ φυλάει!) ἀμέσως συγχύζονται, ἀμέσως ἀνάβουν ὅλοι ἀπὸ θυμὸ καὶ γίνονται ἔξαλλοι.
Καί, ἂν ὁ Θεὸς θέλοντας νὰ τοὺς φέρῃ σὲ ἀκριβὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ στὸν ἀληθινὸ δρόμο τῆς τελειότητας, τοὺς στείλη θλίψεις καὶ ἀρρώστειες ἢ παραχωρήσῃ νὰ τοὺς ἔρθουν διωγμοὶ (οἱ ὁποῖοι εἶναι τὸ δοκιμαστήριο ποὺ δοκιμάζει τοὺς γνήσιους καὶ ἀληθινοὺς δούλους του), τότε φανερώνουν τὰ κρυφὰ τῆς καρδιᾶς τους, πὼς εἶναι διεφθαρμένοι ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Γιατὶ, σὲ κάθε λυπηρὸ γεγονὸς ποὺ συμβαίνει, δὲν θέλουν νὰ ἀκολουθήσουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μένουν ἀναπαυμένοι στὶς δίκαιες, ἂν καὶ κρυφὲς κρίσεις τοῦ Θεοῦ, οὔτε θέλουν κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ ταπεινωθέντα καὶ παθόντα Υἱοῦ αὐτοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ταπεινωθοῦν κάτω ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα, ἔχοντας γιὰ ἀγαπητοὺς φίλους τους τοὺς διῶκτες, σὰν ὄργανα τῆς θείας ἀγαθότητας καὶ συνεργοὺς τῆς σωτηρίας τους.
Ὁπότε εἶναι φανερὸ πὼς βρίσκονται σὲ μεγάλο κίνδυνο. Γιατὶ, ἔχοντας τὸ ἐσωτερικὸ μάτι, δηλαδὴ τὸν νοῦ τους, σκοτεινό, βλέπουν μὲ ἐκεῖνο τὸν ἑαυτόν τους· καὶ σκεπτόμενοι νὰ πετύχουν τὶς ἐξωτερικὲς πράξεις ποὺ κάνουν, πὼς εἶναι καλές, νομίζουν πὼς ἔφτασαν στὴν τελειότητα· καὶ κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο ὑπερηφανευόμενοι, κατακρίνουν τοὺς ἄλλους. Γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀλλάξη ἄλλος κάποιους ἀπὸ αὐτούς, πάρα μόνο μία ξεχωριστὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ εὐκολώτερα μετατρέπεται στὸ καλὸ ὁ φανερὸς ἁμαρτωλός, παρὰ ὁ ἀπόκρυφος καὶ σκεπασμένος μὲ τὸ κάλυμμα τῶν φαινομενικῶν ἀρετῶν.
Τώρα λοιπὸν ποὺ γνώρισες πολὺ καλὰ ὅτι ἡ πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἡ τελειότητα δὲν στέκεται σὲ αὐτὲς τὶς ἀρετές, ποὺ εἴπαμε, γνώριζε ὅτι δὲν ἀποτελεῖται ἀπὸ ἄλλα παρὰ ἀπὸ (4) τὴν γνῶσι τῆς ἀγαθότητας καὶ τῆς μεγαλειότητας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δικῆς μας μηδεναμηνότητας καὶ κλίσεως σὲ κάθε κακὸ στὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ μας· στὴν ὑποταγή, ὄχι μόνο του Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν κτισμάτων, γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὴν ἀποστροφὴ κάθε δικοῦ μας θελήματος, τέλειας ὑπακοῆς στὸ Θεῖο θέλημα· καὶ ἀκόμη, νὰ τὰ θέλουμε ὅλα αὐτὰ καὶ νὰ τὰ κάνουμε ξεκάθαρα γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ (5) καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀρέσουμε σὲ αὐτόν, καὶ γιατὶ ἔτσι θέλει καὶ αὐτὸς καὶ ἔτσι πρέπει νὰ τὸν ἀγαπᾶμε καὶ νὰ τὸν ὑπηρετοῦμε.
Αὐτὸς εἶναι ὁ νόμος τῆς ἀγάπης, αὐτὸς ποὺ ἔχει γραφτεῖ ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στὶς καρδίες τῶν πιστῶν δούλων του. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάρνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας, τὴν ὁποία ζητεῖ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Θεός. Αὐτὸς εἶναι ὁ γλυκὸς ζυγὸς τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸ φορτίο του τὸ ἐλαφρό. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὴν ὁποία μᾶς προσκαλεῖ ὁ λυτρωτής μας καὶ Διδάσκαλος μὲ τὸ δικό του παράδειγμα καὶ μὲ τὴ φωνή του (6).
Λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ, ποὺ ἐπιθυμεῖς νὰ φθάσης στὸ ὕψος αὐτῆς τῆς τελειότητας, ἐπειδὴ καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ κάνῃς μία ἀκατάπαυστη πάλη μὲ τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ νικήσῃς γενναῖα καὶ νὰ ἐξουδετερώσῃς ὅλα τὰ θελήματα μεγάλα καὶ μικρά, ἀναγκαστικά, πρέπει νὰ ἑτοιμασθῇς μὲ κάθε προθυμία τῆς ψυχῆς σου σὲ αὐτὸ τὸν πόλεμο (γιατί, τὸ στεφάνι δὲν δίνεται σὲ ἄλλο, παρὰ μόνο στὸν γενναῖο πολεμιστή)· ὁ ὁποῖος πόλεμος, καθὼς εἶναι δυσκολώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλο πόλεμο (γιατὶ πολεμώντας ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, πολεμούμαστε ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτό μας), ἔτσι καὶ ἡ νίκη ποὺ πετυχαίνουε σὲ αὐτόν, θὰ εἶναι ἐνδοξότερη ἀπὸ κάθε ἄλλη, καὶ περισσότερο εὐπρόσδεκτη στὸν Θεό. Γιατὶ ἂν θελήσῃς νὰ θανατώσῃς τὰ ἄτακτα πάθη σου, καὶ τὶς ἐπιθυμίες καὶ θελήματά σου, θὰ ἀρέσῃς στὸν Θεὸ περισσότερο, καὶ θὰ τὸν ὑπηρετῆς καλύτερα, παρὰ νὰ μαστιγώνεσαι μέχρι νὰ βγάλης αἷμα, καὶ νὰ νηστεύῃς περισσότερο ἀπὸ τοὺς παλιοὺς ἐρημῖτες, καὶ παρὰ νὰ ἐπέστρεφες στὸ καλὸ χιλιάδες ψυχές, ὄντας ἐσὺ κυριευμένος ἀπὸ τὰ πάθη (7).
Γιατὶ, ἂν κι ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ περισσότερο τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ψυχῶν, ἀπὸ τὴ νέκρωσι ἑνὸς μικροῦ θελήματος, ὅμως ἐσύ, ἀγαπητέ, δὲν πρέπει νὰ θέλῃς, οὔτε νὰ κάνῃς τίποτα ἄλλο βασικώτερο, ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ὁ Θεὸς ζητᾷ, καὶ θέλει πλέον ἀποκλειστικὰ ἀπὸ σένα· γιατὶ αὐτός, βεβαιότατα, καλύτερα εὐχαριστεῖται στὸ νὰ ἀγωνίζεσαι γιὰ νὰ ἀπονεκρώσῃς ἐσὺ τὰ δικά σου πάθη, παρὰ στὸ νὰ κάνῃς ὁποιοδήποτε ἄλλο πρᾶγμα, καὶ ἂς εἶναι μεγάλο καὶ σπουδαῖο, παραβλέποντας τὰ πάθη σου.
Τώρα λοιπόν, ποὺ ἔμαθες ἀπὸ τί ἀποτελεῖται ἡ χριστιανικὴ τελειότητα καὶ ὅτι γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃς πρέπει νὰ ἔχῃς ἕνα παντοτινὸ καὶ σκληρότατο πόλεμο ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ σου, εἶναι ἀνάγκη νὰ προμηθευτῇς τέσσερα πράγματα, σὰν ὁπλισμὸ πολὺ ἀσφαλῆ καὶ ἀναγκαῖο, γιὰ νὰ γίνῃς νικητὴς σὲ αὐτὸν τὸν ἀόρατο πόλεμο καὶ νὰ λάβης τὸ στεφάνι. Καὶ αὐτὰ εἶναι: α) τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι ποτὲ τὸν ἑαυτόν σου, β) τὸ νὰ ἔχῃς πάντα ὅλο σου τὸ θάρρος καὶ τὴν ἐλπίδα στὸ Θεὸ γ) τὸ νὰ ἀγωνίζεσαι πάντα· καὶ δ) τὸ νὰ προσεύχεσαι. Γιὰ αὐτὰ θέλω νὰ σοῦ μιλήσω ξεχωριστά, σὺν Θεῷ, σύντομα.
1. Ἡ τελειότητα τῶν χριστιανῶν ἀπαιτεῖται σὰν ἐντολὴ καὶ παραδίδεται στὴν Καινὴ Διαθήκη γιατὶ λέγει ὁ Κύριος· «νὰ εἶσθε τέλειοι, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι καὶ ὁ Πατέρας σας» (Ματθ. 5,48). Καὶ ὁ Παῦλος λέει «τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε» (Α´ Κορινθ. 14,20)· καὶ πάλι «νὰ εἶσθε τέλειοι καὶ νὰ ἐκπληρώνετε σὲ ὅλα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ» (Κολοσ. 4,12). Καὶ πάλι· «Στὴν τελειότητα ἂς ὁδηγούμαστε» (Ἐβρ. 6,1). Προανεκηρύχθηκε αὐτὴ σὰν ἐντολὴ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, γιατὶ λέει στοὺς Ἰουδαίους ὁ Θεὸς στὸ Δευτερονόμιο: «Νὰ εἶσαι τέλειος ἀπέναντι Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου» (18,18). Καὶ ὁ Δαβὶδ διατάζει τὰ ἴδια στὸν υἱό του τὸν Σολομῶντα. «Καὶ τώρα παιδί μου Σολομῶντα, νὰ γνωρίσῃς τὸν Θεὸ τῶν πατέρων σου καὶ νὰ τὸν ὑπηρετήσῃς μὲ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ προθυμία ψυχῆς» (Α´ Παραλ. 28,9). Συμπεραίνουμε λοιπόν, ὅτι ἀπαιτεῖ ὁ Θεὸς ἀπὸ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ ἀσκοῦν καὶ νὰ εἶναι γεμάτοι ἀπὸ τὴν τελειότητα, δηλαδὴ ζητάει ἀπὸ μᾶς ὁ Θεός, νὰ γίνουμε τέλειοι σὲ ὅλες τὶς ἀρετές.
2. Γιὰ αὐτὴ βλέπε στὸ μς᾿ κεφάλαιο.
3. Σημείωσε, ὅτι, κατὰ τοὺς θεολόγους, βλάβη τοῦ Θεοῦ λέγεται, κάθε ἁμαρτία ἁπλά, γιατὶ βλάπτει, πληγώνει καὶ ἐναντιώνεται στὸ Θεόν. Καὶ κατὰ τὸ ὅτι αὐτὴ μὲν δὲν ὑπάρχει σὰν ζωντανὸς ὀργανισμός, βλάπτει καὶ ἐναντιώνεται στὸ εἶναι τοῦ Θεοῦ, καὶ καθότι εἶναι κακό, βλάπτει τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, καθότι εἶναι ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία, βλάπτει τὴν δύναμί του, καθότι ἀγνωσία, βλάπτει τὴν σοφία του. Καὶ ἁπλά, καθότι αὐτὴ εἶναι καὶ λέγεται ἀτελειότητα καὶ παράλειψη, βλάπτει καὶ ἐναντιώνεται στὶς ἄπειρες τελειότητες τοῦ Θεοῦ καὶ καθότι παράβαση καὶ ἀνομία βλάπτει καὶ πληγώνει τοὺς νόμους καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ καθώς, κάθε λόγος ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὀνομάζεται βλασφημία, γιατὶ βλάπτει τὴν φήμη καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καὶ κάθε ἁμαρτία βλάβη λέγεται τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο γιατὶ ἀπὸ μόνη της ἐναντιώνεται σὰν μεγαλύτερο κακὸ στὸ μεγαλύτερο κακό, ἀλλὰ γιατὶ καὶ σὰν γίνεται στὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, κάνει νὰ βλασφημῆται ὁ Κτίστης αὐτῶν, πὼς εἶναι καὶ αὐτὸς τέτοιος κακός, καὶ στὴ συνέχεια ὅτι ἔκτισε καὶ τέτοια κακά· καθὼς καὶ ἡ ἀρετὴ τῶν κτισμάτων, κάνει νὰ δοξάζεται καὶ ὁ Κτίστης τους.
4. Βλέπε ἀγαπητέ, πόσο ἄριστη εἶναι ἡ τάξι καὶ ἡ μέθοδος, ποὺ μεταχειρίζεται αὐτὸ τὸ βιβλίο. Ἐπειδὴ κάθε τάξι καὶ τέχνη, ἀπὸ τὸ σκοπό της γνωρίζεται, σύμφωνα μὲ τὸ φιλοσοφικὸ ἀξίωμα καὶ τὸ τέλος ποὺ προκατασκευάζεται καὶ στοχεύεται σύμφωνα μὲ τὴν διάνοια, ἀρχὴ γίνεται καὶ λόγος τῆς ἐργασίας καὶ τῆς ἐπιχειρήσεως κάθε πράγματος· γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ βιβλίο αὐτό, πρὶν ἀπὸ κάθε τί ἄλλο, προσθέτει ἐδῶ στὴν ἀρχή, τὴν τελειότητα καὶ τὸ σκοπὸ ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀοράτου πολέμου, ὥστε γνωρίζοντας τὰ ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ πρόκειται νὰ πολεμήσουν, νὰ μὴν πλανηθοῦν μὲ τίποτα ἄλλο, ἀλλὰ νὰ κατευθύνωνται πρὸς αὐτό, σὰν σὲ σημεῖο καὶ πρὸς μία κατεύθυνσι νὰ ὁδηγοῦν ὅλες τὶς πράξεις τους.
5. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Ἀπόστολος διατάζει νὰ κάνουμε γενικὰ ὅλα μας τὰ ἔργα γιὰ μόνο τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ λέγοντας «Εἴτε τρῶτε, εἴτε πίνετε, εἴτε κάτι ἄλλο κάνετε, ὅλα νὰ τὰ κάνετε γιὰ τὴν δόξα» (Α´ Κορ. 10,31).
6. Καὶ ἀληθινά, τὸ νὰ ὑποτασσώμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ πάντα καὶ νὰ προτιμᾶμε αὐτὸ ἀπὸ τὸ δικό μας, καὶ μὲ τὴν φωνή του μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ ἀρχηγὸς καὶ τελειωτὴς τῆς σωτηρίας μας Ἰησοῦς, ὁ ὁποῖος μᾶς παράγγειλε νὰ προσευχώμαστε καὶ νὰ λέμε «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς... γεννηθήτω τὸ θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6,10), καὶ μὲ τὸ παράδειγμά του, γιατὶ καὶ στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς του, ἀμέσως ποὺ μπῆκε στὸ κόσμο, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐζήτησε νὰ κάνῃ κατὰ τὸν Παῦλο ποὺ λέει: «Νά, ἔρχομαι νὰ κάνω τὸ θέλημά σου» (Ἑβρ. 10,9)· καὶ στὸ μέσον τοῦ Εὐαγγελίου του, αὐτὸ ἔλεγε «κατέβηκα ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὄχι γιὰ νὰ κάνω τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ θέλημα ἐκείνου ποὺ μ᾿ ἔστειλε» (Ἰωάν. 6,38)· καὶ στὸ τέλος τῆς ζωῆς του, αὐτὸ τὸ ἴδιο ἐσφράγισε λέγοντας, στὴν προσευχή· «Πάτερ, ἂς μὴ γίνῃ τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ δικό σου» (Λουκ. 22,42).
7. Τὰ ἴδια σχεδὸν λέει καὶ ὁ ἄββας Ἰσαὰκ (λόγ. κγ´), ὅπου λέει: «Εἶναι καλύτερο νὰ λύσῃς τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὸν σύνδεσμο τῆς ἁμαρτίας, παρὰ νὰ ἐλευθερώσῃς δούλους ἀπὸ τὴν δουλεία»· καὶ ἄλλα πολλὰ σύμφωνα μὲ αὐτὰ ποὺ ἐξηγοῦνται ἐδῶ (ἀνάγνωσε καὶ τὸν νς᾿ λόγο τοῦ ἰδίου).
Πηγή: (Ἀόρατος Πόλεμος - Μέρος 1ον - Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης), Ορθόδοξοι Πατέρες
Ζαλίζεται κανένας κι ἀπελπίζεται, βλέποντας σὲ ποιὸν καιρὸν ζοῦμε. Σ ̓ ἕναν καιρὸ ὁλότελα παλαβὸν καὶ σκοτισμένον ποὺ ἡ τρέλλα κι ἡ ἀνοησία ἔχουνε κυριαρχήσει ἐπάνω σ ̓ ὅλον τὸν κόσμο... Κάθουμαι καὶ συλλογίζουμαι κι ἀπορῶ πῶς οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι ἔχουνε τὴν ἰδέα πὼς πηγαίνουνε μπροστά, πὼς προοδεύουνε σὲ ὅλα, ἐνῶ στ ̓ ἀλήθεια πηγαίνουνε ὅλο καὶ πίσω, κατεβαίνουνε ὅλο καὶ παρακάτω;...
Ἀπ ̓ ὅλα λείπει κάποια οὐσία, κάποια νοστιμάδα, ποὺ εἴχανε ἄλλη φορά, λείπει ἡ θέρμη τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀγάπης, γιατὶ ἅπλωσε ἡ ψύχρα τοῦ θανάτου, ἡ ἀπιστία στὸν Θεὸ κι ἡ πίστη στὴ μηχανή. Ἡ μηχανὴ στόμωσε τὰ αἰσθήματά μας καὶ σφάλισε μέσα μας τὴν πηγὴ ποὺ ἀνάβρυζε κάθε ἀληθινὴ πνευματικὴ χαρά. Σκότωσε τὴν ἁπλότητα. Ἡ μηχανὴ εἶναι ψυχρὴ γιατὶ εἶναι γέννημα τοῦ μυαλοῦ, γέννημα τῆς «ψυχρῆς λογικῆς». Πῶς νὰ μὴν παγώση ὁ μέσα μας ἄνθρωπος καθισμένος ἐπάνω στὸν Βόρειο Πόλο τοῦ μυαλοῦ; Θυσιάσαμε τὰ πρωτοτόκια γιὰ νὰ φᾶμε τὴ φακή. Χαλάσαμε τὸν μέσα μας ἄνθρωπο γιὰ νὰ βολέψουμε μόνο τὸν ἀπ ̓ ἔξω ἄνθρωπο. Σβήσαμε τὴν ἀπὸ μέσα φωτιὰ πού μας ζέσταινε, γιὰ νὰ ἀνάψουμε ἀπ ̓ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι μας μιὰ φωτιὰ ψυχρή, ποὺ δὲ ζεσταίνει, καὶ θαρροῦμε πὼς θὰ ζεσταθοῦμε κυττάζοντας τὴν ψεύτικη φεγγοβολή της. Πιστέψαμε πὼς ἔτσι θὰ βροῦμε τὴν ἄκρη τῶν δεινῶν μας καὶ πάσα εὐτυχία, κι ἀντὶς αὐτό, περιπλεχθήκαμε σὲ μεγάλες ἀγωνίες καὶ σὲ βάσανα καινούρια ποὺ δὲν τὰ ξέραμε πρωτύτερα. Ἀλλὰ μία φορὰ ποὺ πήραμε αὐτὸν τὸν δρόμο, τραβᾶμε τὸν κατήφορο ὅλο με περισσότερη φόρα, ἂν καὶ βλέπουμε πὼς ὁ δρόμος ποὺ περπατᾶμε εἶναι ἔρημος καὶ κρύος. Γυρεύουμε νὰ βροῦμε ξεκούραση τρέχοντας ἀπάνω σὲ τριβόλους, ὀνειρευόμαστε περιβόλια στὴ Σαχαλίνα ποὺ δὲν φυτρώνει τίποτα...
Αὐτὴ λοιπὸν ἡ κρυάδα σκεπάζει σήμερα ὅσα κάνει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὰ χέρια του, μὲ τὸ μυαλό του καὶ μὲ τὴν καρδιά του. Κύτταξε τὰ σπίτια του, τ ̓ ἁμάξια του, τ ̓ ἅρματά του, τὰ ροῦχα του, τὰ καράβια του, τὰ μαγαζιά του, τὰ βιβλία του, ὅλα ὅ,τι κάνει. Ἂν ὑπάρχει ἀκόμα πουθενὰ λιγοστὴ πνοή, λιγοστὴ ζεστασιά, αὐτὴ βγαίνει ἀπ ̓ ὅ,τι βαστᾶ ἀπ ̓ τὰ περασμένα, εἴτε στὸ χτίριο, εἴτε στὸ καράβι, εἴτε στὴ ζωγραφική, εἴτε στὸ βιβλίο, ἀπ ̓ ὅ,τι γεννήθηκε τότε ποὺ ἤτανε πιὸ ἁπλὸς καὶ πιὸ ἀληθινός.
Γιατὶ, ὅπως τὸ κάθε πράγμα, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄνθρωπος ὅσο στέκεται μέσα στὰ φυσικὰ σύνορά του. «Μὰ ποιὰ εἶναι αὐτὰ τὰ φυσικὰ σύνορά του;» ρωτᾶνε πολλοί. «Μήπως δὲν βρίσκεται μέσα στὰ σύνορά του κάνοντας ὅ,τι μπορεῖ νὰ κάνει κι ὅ,τι θέλει νὰ κάνει;» Κατὰ τὴ δική μου τὴν ἁπλὴ γνώμη δὲν βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος μέσα στὰ σύνορά του κάνοντας ὅ,τι μπορεῖ καὶ ὅ,τι θέλει. Εἶναι σὰν τὸ μωρὸ παιδί, ποὺ σὰν τ ̓ ἀφήσεις νὰ κάνει ὅ,τι θέλει, γρήγορα θὰ γκρεμισθεῖ καὶ θὰ σκοτωθεῖ. Ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ περηφάνεια θὰ τὸν σπρώξει σ ̓ ἕνα δρόμο ποὺ δὲν εἶναι γιὰ τὰ πόδια του. Γι ̓ αὐτὸ κι ὁ Θεὸς τοῦ ἔβαλε σύνορο, γιὰ νὰ μὴν πάγει στὴν καταστροφή του. Τοῦ ̔δωσε νόμο πού, σύμφωνα μ ̓ αὐτόν, χρωστᾶ νὰ πορεύεται. «Ἂν ἀκούσετε αὐτὰ ποὺ λέγω, εἶπε, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς θὰ φᾶτε. Μὰ ἂν δὲν μ ̓ ἀκούσετε, θὰ σᾶς φάγει ἡ μάχαιρα (ὁ θάνατος)». Νά, γύρισε καὶ κύτταξε, τί γίνεται σήμερα; Ὁ ἄνθρωπος ποτὲ δὲν εἶχε στολίσει μὲ τόσα ψεύτικα στολίδια «τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος». Γέμισε τὸν κόσμο ἀπὸ μηχανές, δοῦλες τάχα ποὺ ὑπηρετᾶνε τὸν ἀφέντη τους. Μὰ ποτὲ δὲν ἤτανε ὁ ἄνθρωπος τόσο δυστυχισμένος, τόσο φοβισμένος, τόσο ἀπροστάτευτος, τόσο σαστισμένος, τόσο φτωχὸς σὲ ἀληθινὰ πλούτη!
∆ὲν εἶναι παράξενο τὸ πῶς γίνεται, ὑστέρα ἀπὸ τόσα μέσα, ὑστέρα ἀπὸ τέτοια μηχανικὴ ἁρματωσιά, ποὺ ζαλίσθηκε κι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ὅ,τι μπόρεσε νὰ κάνει, νὰ μὴ βρίσκει ἡσυχία κι ἀνάπαυση ἐνῶ ἴσια-ἴσια γι ̓ αὐτὴν τὴν ἡσυχία τοῦ τά ̔φτιαξε; Χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει, ὅσα κάνει γιὰ τὸ καλό του, γυρίζουνε σὲ κακό...
Ἔβαλε ὅλη τὴν τέχνη του καὶ φιλοτέχνησε ἕνα στεφάνι μαλαματένιο καὶ στολισμένο μὲ τὰ πιὸ ἀκριβὰ πετράδια, γιὰ νὰ τὸ φορέσει στὸ κεφάλι του σὰν νικητὴς τῆς φύσης καὶ τῆς «τυφλῆς μοίρας» ποὺ θαρρεῖ πὼς κυβερνᾶ τὸν κόσμο, καὶ μόλις τὸ βάζει στὸ κεφάλι του γίνεται στέφανος ἐξ ἀκανθῶν ποὺ τρυπᾶ τὰ μηλίγκια του καὶ τὸ μέτωπό του τὸ γεμάτο περηφάνεια, καὶ τρέχει τὸ αἷμα στὰ μάτια του ποὺ θαρρούσανε πὼς τὰ βλέπανε ὅλα, ὡς τὴν ἄκρη τοῦ παντός.
Ποιὸ εἶναι λοιπὸν τὸ κρυμμένο αὐτὸ χέρι ποὺ τὰ ἀλλάζει ὅλα καὶ τὰ κάνει ἀνάποδα ἀπὸ τοὺς πόθους του, ποὺ κάνει ἄμμο τὸ χρυσάφι του, ποὺ τὸν ἐξευτελίζει καὶ τσαλαπατᾶ τὴν περηφάνειά του; Καὶ ποῦ ὅσο περισσότερο περηφανεύεται, τόσο χειρότερος εἶναι ὁ ἐξευτελισμός του; Καὶ ποὺ ἀντὶ νὰ παίρνει ἀντάμειψη γιὰ τὰ μεγάλα καὶ τὰ τρανὰ ποὺ κατορθώνει νὰ κάνει, παιδεύεται σκληρὰ σὰν νὰ τὸν βρίσκει ἡ τιμωρία γιὰ κάποια μεγάλη ἁμαρτία ποὺ ἔκανε; Κι ὄχι μονάχα δὲν στρέφει πίσω ἀπὸ τὸν δρόμο ποὺ πῆρε ἀλλὰ τρέχει καὶ μὲ περισσότερο πεῖσμα, κι ἂς εἶναι ματωμένα τὰ πόδια του. Ὁ ἴδιος «ὁ ὄφις ὁ ἀρχαῖος» ποὺ ἀπάτησε τοὺς πρωτόπλαστους καὶ τοὺς παρακίνησε νὰ ἀπογευθοῦνε ἀπὸ τὸ δέντρο τῆς Γνώσης λέγοντάς τους πὼς θὰ γίνουνε Θεοί, ὁ ἴδιος ὄφις μιλᾶ στὸ αὐτὶ τῆς ἀνθρωπότητας κάθε φορὰ ποὺ σταματᾶ κουρασμένη σ ̓ αὐτὸν τὸν δρόμο ποὺ δὲν βγάζει πουθενά, καὶ τὴν μποδίζει νὰ πάρει ἄλλον δρόμο πιὸ ταπεινόν, πιὸ εἰρηνικόν, πιὸ ἥμερον, καὶ τῆς λέγει:
«Ἐσὺ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶσαι γιὰ τὴν ταπεινὴ ζωὴ ποὺ ζοῦνε τὰ ἁπλὰ τὰ πλάσματα ὁποῦ ὑποτάζονται στὸ θέλημα Ἐκείνου, ποὺ τὰ ἔπλασε. Γιὰ σένα δὲν ὑπάρχει κανένα σύνορο, ἐσὺ εἶσαι ὁ κύριος τοῦ παντός, ἐσὺ βάζεις σύνορα γιὰ τὰ ἄλλα πλάσματα. Γιὰ σένα δὲν ὑπάρχει νόμος· ἡ δική σου ἡ θέληση εἶναι ὁ νόμος. Ἡ ὑποταγὴ κι ἡ ταπείνωση εἶναι μιζέριες ποὺ πρέπουνε σὲ σκλάβους, κι ὄχι σὲ σένα ποὺ σκλαβώνεις τὰ πάντα καὶ τὰ κάνεις νὰ δουλεύουνε στὴν ὑπηρεσία σου. Κύτταξε τί φοβερὰ κι ἀπίστευτα πράγματα ἔφτιαξε ἡ περηφάνειά σου. Μπορεῖ νὰ φτιάξει τέτοια θαυμαστὰ πράγματα ἡ ταπείνωση;
Μὴν κυττᾶς πὼς εἶσαι ματωμένος καὶ γεμάτος ἀγωνία, καὶ πὼς δὲν κάθισες ἀκόμα ἐπάνω στὸν χρυσὸ θρόνο τῆς δόξας σου. Τράβα μπροστά! Νά, κοντεύεις νὰ φτάξεις! Θὰ γίνεις Θεὸς καὶ θὰ ὑποταχθοῦνε ὅλα σε σένα. Μὴν πιστεύεις στὰ παραμύθια. Παραμύθι εἶναι πὼς ὑπάρχει Θεὸς ἄλλος ἀπὸ μένα κι ἀπὸ σένα ποὺ σὲ προσκαλῶ νὰ βασιλέψεις μαζί μου.... Μὴν θαρρεῖς πῶς θὰ σὲ θρέψει τὸ δέντρο τῆς Ζωῆς, ὅπως σοῦ εἴπανε. Μὴν τρῶς πιὰ ἀπ ̓ αὐτὸ μαζί με τ ̓ ἄλλα τὰ ζῶα. Παράτησέ το αὐτὸ τὸ δένδρο. Πάρε καὶ φάγε ἀπὸ τὸ δέντρο τῆς Γνώσης, γιὰ νὰ γίνεις Θεός. Αὐτὸς ποὺ σοῦ εἶπε νὰ φυλαχθεῖς καὶ νὰ μὴ φᾶς ἀπὸ τὸν καρπό του, τὸ ἔκανε ἀπὸ ζήλεια γιὰ νὰ σ ̓ ἔχει στὶς προσταγές του, γιὰ νὰ μὴν ἀνοίξεις τὰ μάτια σου...».
«Τί ἔκανες μὲ τὴ Γνώση ποὺ ἀπόχτησες τρώγοντας ἀπὸ τὸ δέντρο της; Ἔκανες τοῦτον τὸν κόσμο σου, εἶναι πιὸ τέλειος ἀπὸ κεῖνον τὸν χοντροκαμωμένον ποὺ ἔφτιαξε ὁ Θεὸς μὲ τὸ δέντρο τῆς Ζωῆς. Κύτταξε τί θαυμαστὲς μηχανὲς ἔβαλες στὴν ὑπηρεσία σου, καὶ βγάλε ἀπὸ τὸ μυαλό σου αὐτὸ ποὺ δυνάμωσε μονομιᾶς σὰν ἄκουσες τὰ λόγια μου κι ἔφαγες ἀπὸ τὸ δέντρο τὸ δικό μου. Μὴν χασομερᾶς, μὴν διστάζεις, μὴν σταματᾶς μέρα-νύχτα...»
«Νά ̔χεις πάντα στὸ νοῦ σου πὼς οἱ περήφανοι δὲν θέλουνε νὰ καθίσουνε στὴ μάντρα ποὺ τὴ λένε Παράδεισο γιατὶ εἶναι πλασμένοι γιὰ τὸ δικό μου βασίλειο ποὺ τὸ λένε Κόλαση. Ἐγὼ εἶμαι ἐκεῖνος ποὺ μὲ λέγανε μία φορὰ Ἑωσφόρο, δηλαδὴ Αὐγερινό, καὶ τώρα μὲ λένε Σατανᾶ. Ἀπὸ τὸ πεῖσμα μου γκρεμίσθηκα, γιατὶ θέλησα νὰ στήσω τὸν θρόνο μου πιὸ πάνω ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Μὰ δὲν μετάνοιωσα, γιατὶ ἂν μετάνοιωνα θὰ γινόμουν σκλάβος, σὰν κι αὐτούς, ποὺ εἶναι γεννημένοι γιὰ νὰ κάθουνται μέσα στὴ μάντρα τοῦ Παραδείσου. Ἔτσι κι ἐσύ, θὰ ματώνεσαι καὶ θὰ κατρακυλᾶς στὴ λάσπη τὴν ὥρα ποὺ θαρρεῖς πὼς ἔγινες ἀφέντης τοῦ κόσμου, μὰ δὲν θὰ σκύψεις τὸ κεφάλι σου. Γιατὶ ἐγὼ εἶμαι «ὁ ὄφις ὁ ἀρχαῖος» με τὶς πολλὲς βόλτες στὸ μακρὺ κορμί μου, κι ἂν γλυτώσεις ἀπὸ τὴ μιά, σὲ σφίγγω μὲ τὴν ἄλλη καὶ σὲ ξαναφέρνω στὸ θέλημά μου. Ἐγὼ θὰ παλεύω ἕως τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου.
Θέλω νὰ σ ̓ ἔχω παντοτεινὰ στὴν προσταγή μου, καὶ στὸ τέλος θὰ μὲ φχαριστήσεις, γιατὶ θὰ νικήσουμε μία μέρα, καὶ θὰ κάνουμε τὸν κόσμο ὅπως τὸν θέλουμε ἐμεῖς, κι ὄχι ὅπως τὸν θέλησε Αὐτὸς ποὺ σοῦ εἶπε νὰ μὴν φᾶς ἀπὸ τὸ ἁψὺ τὸ δέντρο μου, παρὰ νὰ θρέφεσαι ἀπὸ τὸ μαλαχτικὸ δέντρο τῆς Ζωῆς, ποὺ τὰ φύλλα του τ ̓ ἀργοσαλεύει εἰρηνικὰ τὸ ἥμερο ἀγέρι τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς ἁπλότητας, καὶ δὲν τὰ ταράζει ποτὲς ὁ ἀνεμοστρίφουλας τῆς ἀλαζονείας καὶ τῆς παρακοῆς, ποὺ ἀναμαλλιάζει τὸ δέντρο τῆς Γνώσης, τὸ δέντρο τὸ δικό μου...».
Απόσπασμα από το βιβλίο «Μυστικά Ανθη» του Φώτη Κόντογλου, Εκδόσεις: Αστήρ – Παπαδημητρίου
Για το πολυσυζητημένο θέμα του αβάτου, αλλά και -πριν και έπειτα από αυτό- γενικότερα για την ουσία και σημασία του Μοναχισμού μάς ομιλεί στη σημερινή επικοινωνία μας ο σεπτός Καθηγούμενος της Σιμωνόπετρας Αρχιμανδρίτης κ. Ελισαίος.
– Μανώλης Μελινός: Γέροντα, πώς εισέρχεται, πώς εντάσσεται ο υποψήφιος στο μοναστήρι; Είναι συγκεκριμένη η περίοδος της δοκιμασίας;
– Αρχιμ. Ελισαίος Σιμωνοπετρίτης: Κάθε ψυχικώς υγιής άνθρωπος που το επιθυμεί πολύ είναι δεκτός στο μοναστήρι. Αυτό δεν σημαίνει ότι οπωσδήποτε θα μείνει ή ότι θα τον κρατήσει το μοναστήρι. Ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος αναφέρει ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι θείας κλήσεως. Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειώσουμε ότι για την ασφάλεια του προσώπου πρέπει να υπάρξει ένα στάδιο προδοκιμασίας, όπως το λέμε στη νεότερη γλώσσα. Οταν αυτό που αισθάνεται σταθεροποιηθεί σαν έφεση και αναζήτηση, τότε υποβάλλει γραπτώς αίτηση στο μοναστήρι και η Γεροντική Σύναξις αποφασίζει αν πρέπει να τον εγγράψει στους δοκίμους της μονής. Συνήθως η δοκιμή του κυμαίνεται από ένα έως τρία χρόνια. Αν κάποιος, για παράδειγμα, δεν έχει εκκλησιαστική παιδεία από παλαιά, πρέπει να εξαντλούνται τα τρία χρόνια και ίσως κάποτε κάποτε και περισσότερο...
– Μ. Μ.: Λιγότερο από έναν χρόνο σε ποιες περιπτώσεις;
– Αρχιμ. Ελ. Σιμ.: Σε περιπτώσεις εξαιρετικές. Αν κάποιος έχει εκκλησιαστική παιδεία και σταθερότητα, ναι. Γιατί αυτό δεν ξεκινά από την ασφάλεια του μοναστηριού, αλλ’ από την ασφάλεια του προσώπου. Μη φθάσει, ο μη γένοιτο, ο μοναχός να πει κάποτε «γιατί βιάσθηκα τόσο πολύ...».
– Μ.Μ.: Τι εξυπηρετεί η αλλαγή ονόματος;
– Αρχιμ. Ελ. Σιμ.: Ο μοναχός προσερχόμενος απαρνείται τα πάντα· πολλά που για τον κόσμο είναι καταξίωση, για τον μοναχό είναι απάρνησις όπως λ.χ. οι γονείς, ένα ιδανικό, η προσφορά στην κοινωνία... Πλ’ αυτά, όχι από μίσος γι’ αυτά, αλλ’ από γνησίαν αγάπη προς Τον χορηγό παντός αγαθού και ιδανικού, τον Χριστό.
– Μ. Μ.: Γέροντα, λένε μερικοί ότι οι μοναχοί απαρνούνται τον κόσμο επειδή τον μισούν... Αλλοι ισχυρίζονται ότι στο μοναστήρι πάνε αποτυχημένοι, περιθωριακοί τύποι, που δεν έχουν άλλη διέξοδο. Παρακαλώ απαντήστε τους.
– Αρχιμ. Ελ. Σιμ.: Σημασία δεν έχει ν’ απαντήσω έτσι απλά, να πληροφορήσω γι’ αυτά και για άλλα· σημασία έχει ν’ αποκαλύψω -αν μπορώ και αν η ζωή μου το αποδεικνύει αυτό- την παρηγοριά του ανθρώπου, τον Θεό, με τη συμπεριφορά, με το βίωμα, με τον τρόπο, με την εμφάνισή μου. Αυτόν πρέπει να υποδεικνύω. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη προσφορά τού ν’ αποκαλύψεις σε κάποιον αυτό που πραγματικώς αναζητεί. Αν οι μοναχοί το κάνουν αυτό, είναι κατ’ εμέ καταξιωμένοι, τίποτε άλλο να μη κάνουν. Γιατί είναι οι στιγμές οι καίριες του ανθρώπου, που μπορεί να έχει προσφέρει στην κοινωνία τα πάντα και να του λείπει «κάτι». Αν λοιπόν ένας μοναχός μιλήσει σ’ έναν εξηντάχρονο, εβδομηντάχρονο -ο οποίος έχει παρακολουθήσει 700 κηρύγματα που δεν «μίλησαν» στην καρδιά του- και τον βοηθήσει αποτελεσματικώς, να το μεγάλο κέρδος. Αυτό σημαίνει πολλά και για τον μοναχό και για την κοινωνική καταξίωση. Οπως εσείς χρειάζεσθε τον κόσμον, έτσι κι εμείς χρειαζόμαστε το μοναστήρι, καθώς λειτουργούμε ως μέλη ενός σώματος. Η προσφορά του μοναχού, λοιπόν, είναι η προσφορά ενός μέλους προς το κοινωνικό σύνολο, προς την Εκκλησία σε τελευταία ανάλυση. Η παράδοση λέει ότι οι μοναχοί είναι το νεύρο της Εκκλησίας! Αποτελούν την εμπροσθοφυλακή του Σώματος.
– Μ. Μ.: Γέροντα, ας μιλήσουμε για το άβατο του Αγίου Ορους. Απ’ όσο γνωρίζω, ο νόμος περί του αβάτου εκδόθηκε καταρχάς από τον Κωνσταντίνο Μονομάχο, περί τα μέσα του 11ου αιώνος. Μάλιστα έχω πληροφορηθεί παράδοση που λέγει ότι την εποχή της Τουρκοκρατίας Τούρκος υπάλληλος -περιφρονώντας τον κανόνα που περιλαμβάνει και τα θηλυκά παραγωγικά ζώα- μετέφερε μία κατσίκα στις Καρυές, το γάλα όμως της οποίας μεταβλήθηκε σε αίμα! Δεν δέχεσθε εδώ -κατά παράδοση- το θηλυκό στοιχείο;
– Αρχιμ. Ελ. Σιμ.: Δεν είναι απόλυτο αυτό. Δεν μπορούμε να πούμε έτσι γενικευμένα «το θηλυκό στοιχείο».
– Μ. Μ.: Το να μην μπαίνει η γυναίκα στο Αγιον Ορος κάπου είναι κατανοητό. Βοηθείται ο μοναχός να ολοκληρώσει απερίσπαστος το έργο του. Σε άλλο επίπεδο, σε άλλη έκφραση της ζωής, θα μπορούσατε κάλλιστα λ.χ. να έχετε τις κότες σας, ώστε να μην αγοράζετε αβγά από τον κόσμον.
– Αρχιμ. Ελ. Σιμ.: Ας θέσουμε το θέμα πιο γενικά· έχει σημασία, γιατί στο Αγιον Ορος διατηρήθηκε αυτή η παράδοση. Σε όλα τα μοναστήρια απ’ αρχής υπήρχε το άβατο και στ’ ανδρικά και στα γυναικεία. Αυτό λοιπόν που είναι βασικό και αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία των μοναστηριών διατηρήθηκε στο Αγιον Ορος. Τώρα, γιατί γίνεται αυτό; Στο πλαίσιο της αποταγής των πάντων -δεν θέτω σε ηθική βάση το ζήτημα- ακόμη και του πολύ ιερού δεσμού της συζυγίας, είναι φυσικό ν’ αρνούμασθε αυτή τη δυνατότητα της επικοινωνίας με το άλλο φύλο. Αυτό, εν τέλει, για να δημιουργηθούν στο Αγιον Ορος -που είναι κατεξοχήν μοναστικός χώρος- οι άριστες προϋποθέσεις και συνθήκες για τη μοναχική ζωή. Μέσα σε αυτά περιλαμβάνεται και η αποταγή των πάντων. Γι’ αυτό και δεν δεχόμαστε την είσοδο των γυναικών, όχι από αντίληψη μισογυνισμού, αλλ’ από το ακριβώς αντίθετον: Από βαθιά αξιοπρέπεια σε αυτό που κάνουμε. Να κρατήσουμε τις προϋποθέσεις για να είναι η μοναχική ζωή απερίσπαστη και απόλυτη, όπως έκαναν και κάνουν και οι γυναίκες για τα δικά τους μοναστήρια. Μακάρι να υπήρχε ένα Αγιον Ορος και για τις γυναίκες... Θα ήτο πάρα πολύ καλό. Μέσα λοιπόν στο γενικότερο πλαίσιο, επικράτησε να μην υπάρχουν θηλυκά ζώα στο Αγιον Ορος. Με την πάροδο των ετών η παράδοσις αυτή περιβλήθηκε ένα μανδύα ιερότητος, ότι τίποτε το θηλυκό δεν υπάρχει στο Αγιον Ορος. Αυτό βεβαίως δεν είναι και τόσον αληθινό, γιατί π.χ. δεν εφαρμόσθηκε πάντα. Απλούστατα η πανίδα και η χλωρίδα έχουν και τα θηλυκά και τ’ αρσενικά. Ομως καθιερώθηκε τα ζώα που εντάσσονται στη ζωή του μοναστηριού -τα χρησιμοποιεί δηλαδή η μονή- να μην είναι θηλυκά. Οταν ο Αγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης έφερε βόδια και αγελάδες στο μοναστήρι του και μεταφορικά ζώα, οι ασκητές αντέδρασαν. Μετά, με το τυπικό του Τσιμισκή, καθιερώθηκε να έχει ζώα μόνον η Μεγίστη Λαύρα -το πρώτο τη τάξει μοναστήρι- που είχε και έχει πολλές ανάγκες.
Αυτό λοιπόν ξεκίνησε -όπως τα περισσότερα πράγματα- απλά και στη συνέχεια περιβλήθηκε μίαν αίσθησιν ιερότητος κατά την πορεία των πραγμάτων. Επαναλαμβάνω για το θέμα του αβάτου: Εφαρμόσθηκε και στο Αγιον Ορος -όπως αναφέραμε- ως παράδοση του Μοναχισμού.
Μανώλης Μελινός
Θεολόγος συγγραφέας,
διευθυντής Βιβλιοθήκης της Ι. Συνόδου
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...