Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
1. Η προσωπικότητα του Μ. Βασιλείου
Ο Μ. Βασίλειος υπήρξε ένας μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, αλλά και ένας οικουμενικός διδάσκαλος. Το σημαντικό είναι ότι ο τίτλος Μέγας του αποδόθηκε από τα αδέλφια του, πράγμα το οποίο δείχνει την μεγάλη επιρροή που είχε στα μέλη της οικογενείας του. Από τα εννέα αδέλφια της οικογενείας του οι πέντε είναι γνωστοί άγιοι της Εκκλησίας μας.
Δεν πρόκειται να παρουσιάσω τα στοιχεία της προσωπικότητος του, αλλά να αναπτύξω με συντομία τα τρία σημεία τα οποία περιγράφονται στο απολυτίκιό του. Το απολυτίκιο είναι το εξής:
« Εις πάσαν την γήν εξήλθεν ο φθόγγος σου,
ως δεξαμένην τον λόγον σου,
δι’ ου θεοπρεπώς εδογμάτισας,
τήν φύσιν των όντων ετράνωσας,
τά των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας,
Βασίλειον ιεράτευμα, πάτερ όσιε,
πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ σωθήναι τα ψυχάς ημών» .Τα τρία σημεία, τα οποία θα υπογραμμίσω, είναι τα εξής: Το ένα « δι’ ου θεοπρεπώς εδογμάτισας» , το δεύτερο « τήν φύσιν των όντων ετράνωσας» και το τρίτο « τά των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας» .
« Δι’ ου θεοπρεπώς εδογμάτισας»
Ο Μ. Βασίλειος έζησε ως επίσκοπος σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της Εκκλησιαστικής ιστορίας. Εννοώ την περίοδο μεταξύ της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, που έγινε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ., και της Β´ Οικουμενικής Συνόδου, που έγινε το 381 μ.Χ. Ο Μ. Βασίλειος αντιμετώπισε όλα τα θεολογικά ζητήματα της εποχής εκείνης με σοφία, διάκριση, σύνεση, αλλά και θεολογική προοπτική και ενώ εκοιμήθη σε ηλικία 49 ετών δύο μόλις χρόνια –τό 379– πριν συνέλθη η Β´ Οικουμενική Σύνοδος το έτος 381, εν τούτοις είχε προετοιμάσει όλο το θεολογικό έδαφος πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η Σύνοδος αυτή.
Ο Μ. Βασίλειος δογμάτισε για τον Τριαδικό Θεό χρησιμοποιώντας νέα ορολογία και αυτό έγινε για να αντιμετωπίση τις διάφορες αιρέσεις που εμφανίσθηκαν και οι οποίες χρησιμοποιούσαν την αρχαία ελληνική φιλοσοφία για να κατανοήσουν την αποκεκαλυμμένη αλήθεια. Ο Φωστήρ της Καισαρείας δογμάτισε για το Άγιον Πνεύμα, για τις σχέσεις μεταξύ των Προσώπων της Αγίας Τριάδος. Το σημαντικό και πρωτόγνωρο, ακόμη και για την φιλοσοφία, είναι ότι για πρώτη φορά ο Μ. Βασίλειος ταύτισε την υπόσταση με το πρόσωπο.
Μέχρι τότε το πρόσωπο σήμαινε το προσωπείο, την μάσκα που χρησιμοποιούσε ο ηθοποιός για να παίξη έναν ρόλο, δηλαδή το πρόσωπο ήταν ένα επίθεμα του όντος. Ο Μ. Βασίλειος ανέπτυξε την άποψη ότι το πρόσωπο δεν είναι επίθεμα του όντος, αλλά ταυτίζεται με την υπόσταση, δηλαδή είναι αυτό που κάνει το όν να είναι όντως όν.
Όλη αυτήν την θεολογία ο Μ. Βασίλειος την ανέπτυξε « θεοπρεπώς» , ακριβώς γιατί ζούσε την υπαρξιακή θεολογία, είχε εμπειρίες του Θεού, όπως φαίνεται στα κείμενά του. Η θεολογία του δεν ήταν ακαδημαϊκή, ορθολογιστική, συναισθηματική, αισθητική, αλλά καθαρά υπαρξιακή.
« Την φύσιν των όντων ετράνωσας».
Στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία γινόταν διαρκώς λόγος για τα όντα, που υπάρχουν στον κόσμο, και το όν, του οποίου αντιγραφή είναι τα όντα. Βασικό κεντρικό ερώτημα της αρχαίας ελληνικής μεταφυσικής, όπως ισχυρίζεται ο Χάϊντεγκερ, είναι « γιατί να υπάρχουν τα όντα και όχι το τίποτε». Ο Μ. Βασίλειος σπούδασε στην Αθήνα την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, αλλά και όλη την επιστήμη της εποχής του, που ησχολείτο με τα όντα. Κατά την μαρτυρία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, που ήταν προσωπικός του φίλος και συμμαθητής του στην Αθήνα, έμαθε εννέα επιστήμες της εποχής εκείνης.
Αν διαβάση κανείς την « εξαήμερό» του, δηλαδή την ερμηνεία που κάνει στην δημιουργία του κόσμου σε έξι ημέρες, θα διαπιστώση ότι μέσα στο βιβλίο αυτό κατόρθωσε να συγκεντρώση όλες τις επιστημονικές γνώσεις της εποχής του για τον κόσμο και την δημιουργία του. Ερεύνησε την φύση και τα όντα –τά φυτά, τα έντομα, τα πτηνά, τα ψάρια, τα ζώα κλπ.– είδε την ουσία των όντων, τις ενέργειες του Θεού στην κτίση, καθώς και την εντελέχεια και την τελολογία όλων των αισθητών πραγμάτων. Ο Μ. Βασίλειος αγάπησε την φύση και έκανε στις επιστολές του υπέροχες περιγραφές του τοπίου στο οποίο εμόναζε παρά τον Ίρι ποταμό.
« Τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας»
Ο Μ. Βασίλειος δεν ήταν ένας θεωρητικός Θεολόγος και επιστήμονας, αλλά ήταν και μεγάλος μεταρρυθμιστής. Ενδιαφερόταν για τους δούλους, τους πτωχούς, για την ελάφρυνση της φορολογίας του λαού, για τις αδικίες που υφίσταντο διάφοροι άνθρωποι, διοργάνωσε την φιλανθρωπία. Είναι ο θεμελιωτής των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Μέχρι τότε το Κράτος δεν είχε αναπτύξει την κοινωνική πρόνοια.
Ο Μ. Βασίλειος εμφορούμενος από τις Χριστιανικές του αρχές ανέπτυξε σε μεγάλο βαθμό την φιλανθρωπία. Είναι γνωστή στην ιστορία η « Βασιλειάδα» του. Ο ιστορικός Σωζόμενος κάνει λόγο περί « Βασιλειάδος ό πτωχών εστιν επισημότατον καταγώγιον, υπό Βασιλείου κατασκευασθέν, αφ’ ου την προσηγορίαν την αρχήν έλαβε και εις έτι νυν έχει» . Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος κάνει λόγο για την « καινήν πόλιν» όπου « νόσος φιλοσοφείται και συμφορά μακαρίζεται και το συμπαθές δοκιμάζεται» . Πρόκειται για μια καινούρια πόλη.
Ο ίδιος ο Μ. Βασίλειος σε μια επιστολή του (επιστολή 94 προς Ηλίαν) δίδει μια μαρτυρία για το κέντρο αυτό της φιλανθρωπίας. Μέσα στην « Βασιλειάδα» υπήρχε μεγαλοπρεπής καθεδρικός Ναός, οικήματα γύρω από τον Ναό για τον Επίσκοπο και τους Κληρικούς, οικήματα για την φιλοξενία των αρχόντων και των δημοσίων λειτουργών, ξενώνας για την φιλοξενία των ξένων και των περαστικών από την πόλη, νοσοκομείο για την θεραπεία των ασθενών με το αναγκαίο προσωπικό από ιατρούς, νοσοκόμους, οδηγούς, υποζύγια, οίκους για στέγαση των απαραιτήτων εργαστηρίων και τεχνητών.
Υπάρχει πληροφορία που διασώζεται από τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο ότι τους λεπρούς, οι οποίοι την εποχή εκείνη ήταν απόβλητοι από την κοινωνία, διότι είχαν την αθεράπευτη και κολλητική ασθένεια της λέπρας, που ομοίαζε κάπως με την σημερινή ασθένεια του ααάέ, τους φρόντιζε ο ίδιος ο Μ. Βασίλειος και μάλιστα αφού τους καθάριζε τις πληγές στην συνέχεια τις ασπαζόταν για να τους δείξη την αγάπη του. Ποιός θα το έκανε αυτό σήμερα για τους ασθενείς του Εϊτζ;
Το σπουδαιότερο είναι ότι ο Μ. Βασίλειος έκανε όλο αυτό το έργο της φιλανθρωπίας, δείχνοντας το προσωπικό του παράδειγμα, αφού καίτοι ήταν εύπορος έδωσε όλην την περιουσία του σε όσους είχαν ανάγκη και μάλιστα όταν απέθανε είχε ως μόνα περουσιακά στοιχεία ένα τρίχινο ράσο και λίγα βιβλία. Αλλά η αγάπη του ήταν τέτοια, ώστε στην κηδεία του, από τον συνωστισμό του κόσμου, απέθαναν και άνθρωποι.
Η κοινωνική προσφορά του Μ. Βασιλείου σε συνδυασμό με την αγάπη του, την εξυπνάδα του και τις θαυματουργικές του επεμβάσεις φαίνεται και στο περιστατικό σύμφωνα με το οποίο υπάρχει η παράδοση της Βασιλόπιττας, όπως την διέσωσε ο Καθηγητής Φαίδων Κουκουλές, κατά την παρουσίαση του Δημήτρη Λουκάτου. Σύμφωνα με αυτήν « όταν ο άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισάρεια, ο τότε Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι εζήτησαν την προστασία του ποιμενάρχη τους. –"Σάς προτρέπω ευθύς, τους είπε εκείνος, να μου φέρει έκαστος ό,τι πολύτιμον έχει αντικείμενον". Μάζεψαν πολλά δώρα, και βγήκαν μαζί με τον Δεσπότη τους οι Καισαρείς να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο.
Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μ. Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραΰνθηκε, χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι, κι ο άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα τιμαλφή. Ο χωρισμός όμως ήτο δυσχερής, διότι πολλά όμοια είχον προσφέρει, δακτυλίους δηλαδή, νομίσματα κλπ.
Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα θαυματουργόν τρόπο: Διέταξε να κατασκευασθώσι την εσπέραν του Σαββάτου πλακούντια (δηλ. μικρές πίτες) και εντός ενός εκάστου έθηκεν ανά έν αντικείμενον, την δ’ επομένην έδωκεν ανά έν εις έκαστον Χριστιανόν. Ποίον θαύμα! Εντός του πλακουντίου του εύρεν έκαστος ό,τι είχε προσφέρει! Από τότε, λέγει η παράδοση, κάθε στη γιορτή του αγ. Βασιλείου κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα».Ο Μ. Βασίλειος υπήρξε μεγάλη προσωπικότητα που δεν εξαντλείται στα λίγα που ανέφερα πιο πάνω. Αλλά ο χρόνος είναι περιορισμένος και δεν μπορώ να αναφερθώ και σε άλλα σημεία.
2. Η μορφή του αι-Βασίλη
Ενώ η Εκκλησία με την λατρεία της, την θεολογία της, την εικονογραφία της και το συναξάριο της τιμά σε μεγάλο βαθμό την μεγάλη προσωπικότητα του Μ. Βασιλείου, εν τούτοις η λαϊκή παράδοση και κυρίως η δυτική –ευρωπαϊκή και αμερικανική– νοοτροπία παρουσιάζει κατά ιδιαίτερο τρόπο τον Μ. Βασίλειο, δηλαδή από Μέγα Βασίλειο τον έκανε αι-Βασίλη, με πολλές παραλλαγές.Όταν διαβάση κανείς σχετικά κείμενα και αναλύσεις θα διαπιστώση ότι η μορφή του Μ. Βασιλείου αλλοιώθηκε στην Ευρώπη και τον Νέο Κόσμο. Ο καθηγητής της Λαογραφίας Δημήτρης Λουκάτος στο βιβλίο του « Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών» γράφει ότι ο δικός μας άγιος Βασίλης « ήταν ένας καθαρά πρωτοχρονιάτικος άγιος, κάτι ανάμεσα στον πραγματικό Ιεράρχη της Καισάρειας και σ’ ένα πρόσωπο συμβολικό του Ελληνισμού, που ξεκινούσε από τα βάθη της ελληνικής Ασίας, κι έφτανε την ίδια μέρα σ’ όλα τα πλάτη, από τον Πόντο ώς την Επτάνησο κι από την Ήπειρο ώς την Κύπρο.
Ξεκινούσε σαν μεσαιωνικός πεζοπόρος, αμέσως ύστερ’ από τα Χριστούγεννα, με το ραβδί στο χέρι, και περνούσε απ’ τους διάφορους τόπους, καλόβολος πάντα και κουβεντιαστής με όσους συναντούσε» . Και συνεχίζει ο Καθηγητής: « Δεν κρατούσε κοφίνι στην πλάτη του ούτε σακκί φορτωμένο με δώρα. Εκείνο που έφερνε στους ανθρώπους ήταν περισσότερο συμβολικό: η καλή τύχη ιδιαίτερα κι η ιερατική ευλογία του.
Το μόνο κάπως συγκεκριμένο ήταν το μαγικό ραβδί του, απ’ όπου με θαυμαστόν τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευαν κλαδιά και πέρδικες, σύμβολα των αντίστοιχων δώρων, που θα μπορούσε να μοιράσει στους ευνοουμένους του» . Και συνεχίζει ο Καθηγητής: “Δεν έφερνε τίποτα ο άγιος Βασίλης. Αντίθετα λές και ζητούσαν την ευλογία του, με το να μοιράζουν από δική τους πρόθεση οι άνθρωποι δώρα και λεφτά”, δηλαδή “γονείς και συγγενείς έδιναν στα παιδιά τους μπουναμάδες ή και μεταξύ τους τα δώρα"” (ένθ. ανωτ., σελ. 121). Γενικά στην δική μας παράδοση ο αι-Βασίλης ήταν « μικρασιάτης, μελαχρινός, αδύνατος, γελαστός, με μαύρα γένια και καμαρωτά φρύδια. Ντυμένος σαν βυζαντινός πεζοπόρος, με σκουφί και πέδιλα, στο χέρι του κρατούσε ένα ραβδί» (Σπύρος Δημητρέλης). Η πατρίδα του ανατολικού αι-Βασίλη είναι η Μικρά Ασία, και είναι γραμματισμένος, κατάγεται από την Καισάρεια και « βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι» και προσφέρει ως δώρο « τή σταθερή και διαχρονική χαρά της γνώσης» .
Στην Δύση υπήρχε άλλος τύπος του δικού μας αι-Βασίλη. Στην Ευρώπη και ιδίως στην Ολλανδία ήταν ο Sinter Klaas, ο οποίος ήταν « ο προστάτης των ναυτικών, των εμπόρων και των παιδιών, έτσι όπως αυτός λατρεύτηκε στις κάτω Χώρες, κυρίως από τον 12ο αιώνα και μετά» . Τον 17ο αιώνα Ολλανδοί Καλβινιστές « μεταναστεύοντας στην Αμερική έπαιρναν μαζί τους και την εικόνα του Αγίου Νικολάου» , και έγινε ο Saint Nick και ο Santa Claus. Μετακινήθηκε όμως μερικές εβδομάδες αργότερα για να επισκεφθή τα παιδιά την παραμονή των Χριστουγέννων. Ο τύπος αυτός ταξίδευσε και σε άλλες Χώρες. « Γύρω στα 1870 η γλυκιά και γενναιόδωρη μορφή του ταξίδεψε και στην Βρεταννία, όπου και συγχωνεύτηκε με τον σκανδιναυϊκής προέλευσης, πατέρα των Χριστουγέννων και γέννησε μύθους, θρύλους, τραγουδάκια και αξεπέραστες συνήθειες» .
Ταυτιζόμενος ο Saint Nick, με τον Santa Claus και τον Father Christmas μεταφέρθηκε στην Αμερική από τους Ευρωπαίους μετανάστες και όπως ήταν επόμενο εκεί αλλάζει μορφή, αποκτά την μορφή « τού καλοθρεμμένου και ολοπόρφυρου αγίου, που επειδή δεν μπορεί να ζεί στις χιονισμένες πλαγιές του Άσπεν ή του Βερμόντ για λόγους παραδοσιακής αλλά και εμπορικής αποστασιοποίησης μένει κάπου στον Βόρειο Πόλο» .
Βεβαίως, εδώ πρέπει να σημειωθή ότι αυτός ο “τύπος”, που στην Ευρώπη και την Αμερική ονομάσθηκε Saint Nick, Santa Claus και Father Cristmas, από μας ονομάζεται αι-Βασίλης. Οι δυτικοί δεν τον ονομάζουν αι-Βασίλη, αλλά Saint Nick, Santa Claus και Father Cristmas. Εμείς ταυτίσαμε τον δυτικό αυτόν “τύπο” με τον αι-Βασίλη, αφού εξοβελίσαμε τον δικό μας Άγιο Βασίλειο. Ο Καθηγητής Δημ. Λουκάτος λέγει ότι αυτός ο δυτικός τύπος ήρθε σε μας “μέ πρωτοβουλία των αστικών τάξεων” και ονομάσθηκε αι-Βασίλης. Χάρη συννενοήσεως στα επόμενα θα τον τιτλοφορώ αι-Βασίλη.
Ο σημερινός αι-Βασίλης είναι δημιούργημα του αγγλοσαξωνικού κόσμου και απηχεί την νοοτροπία του. Ο αι-Βασίλης αυτός γεννήθηκε αρχές του 19ου αιώνα από έναν αστό προτεστάντη καθηγητή, τον Κλημέντιο Κλάρκ Μούρ « πού έγραψε για τα παιδιά του μια ιστορία με ήρωα έναν αι-Βασίλη, την The Night Before Christmas » και δημοσιεύθηκε την 23 Δεκεμβρίου του έτους 1823 στην εφημερίδα « Sentinel» . Η ιστορία αυτή εικονογραφήθηκε από τον πατέρα του χιουμοριστικού αμερικανικού σχεδίου Τόμας Νάστ, ο οποίος ήταν γερμανικής καταγωγής και « δανείστηκε στοιχεία από την γερμανική λαϊκή παράδοση των Χριστουγέννων αλλά και την παραδομένη μορφή του πλανόδιου γερμανού εμπόρου» .
Υπάρχουν αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες « ο Άγιος Βασίλης γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του αμερικανικού Εμφυλίου, όταν ο Νάστ εργαζόταν στο Harper’s Weekly, στο μεγαλύτερο περιοδικό της εποχής, και του είχε ανατεθεί να απεικονίζει με αλληγορικές εικόνες τα δρώμενα του πολέμου. Μία από αυτές ήταν “ο Άγιος Βασίλης στο στρατόπεδο”, όπου παρουσιάζεται για πρώτη φορά ο Άγιος με τα χαρακτηριστικά ενός ευτραφούς άνδρα, ολοστρόγγυλου και ροδαλού, καλυμμένου από άστρα, ο οποίος μοίραζε δώρα σε ένα στρατόπεδο των Βορείων.
Ο Άγιος Βασίλης του Νάστ δεν εξελίχθηκε, παρέμεινε ο ίδιος με το κόκκινο κουστούμι με τα λευκά γουνάκια, την άσπρη γενιάδα και τα παιχνίδια του. Με αυτό το σκίτσο, τα Χριστούγεννα έγιναν ημέρα αργίας και ο Άγιος Βασίλης αναγορεύτηκε σε τοπική θεότητα - καλόκαρδο πνεύμα που αντιπροσώπευε την ευημερία και την οικογενειακή ζωή των Βορείων, σε αντίθεση με το μύθο της ιπποτικής παράδοσης και της βαθύτατα ιθαγενούς κολτούρας του Νότου.
Βασισμένος στην επιτυχία που γνώρισε το έργο του το 1862, ο Νάστ συνέχισε να παράγει σχέδια του Άγιου Βασίλη κάθε Χριστούγεννα κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Και η σύλληψή του έγινε αποδεκτή, διότι έδωσε στην παραδοσιακή ασκητική αυστηρή και αποστεωμένη εικόνα του Father Christmas του Pelze - Nicol και του Pere Noel, μια άλλη διάσταση που αντικατόπτριζε την αφθονία και την ευμάρεια.
Ο Ντίκενς είχε ήδη μετατρέψει τα Χριστούγεννα σε γιορτή της αστικής τάξης. Όμως ο Άγιος Βασίλης δεν διαδραματίζει κανένα ρόλο στις εορταστικές προετοιμασίες του Ντίκενς. Τα Χριστούγεννα του Ντίκενς στρέφονται ενάντια στον πυρήνα του βικτωριανού καπιταλισμού και υπογραμμίζουν την ατομική συνείδηση, το κοινωνικό σύνολο, την φιλανθρωπία.
Τα Χριστούγεννα του Εμφυλίου του Νάστ –καί του Άγιου Βασίλη που τα συνοδεύει– βρίσκονται σε τέλεια συμφωνία με την ουσία της παράδοσης των Βορείων, η οποία είναι ο συγκερασμός της αρετής με το εμπόριο. Βέβαια ο Άγιος του Νάστ διανέμει δώρα αρχικά σε στρατιώτες και έπειτα σε παιδιά, μια ανταμοιβή για όποιον υπήρξε καλός κατά την διάρκεια της χρονιάς. Η πιο διάσημη απεικόνιση του Αγίου, κυκλοφόρησε το 1866 –στό τέλος του πρώτου ειρηνικού χρόνου– και εδραίωσε την εικονογραφία του χαρακτήρα. Τον βλέπουμε να διακοσμεί ένα έλατο, να φτιάχνει παιχνίδια, να διαβάζει το βιβλίο του με τα παραμύθια, να ράβει τα ρούχα του και τέλος να εξερευνά τον κόσμο με το τηλεσκόπιό του “πρός αναζήτηση σοφών παιδιών”. Με αυτόν τον τρόπο αποδίδεται η πολυάσχολη πλευρά του χαρακτήρα του και το πρότυπο του περιπετειώδους Yankee.
Ίσως αυτό που αποτελεί το πιο συμπαθητικό στοιχείο στον Άγιο Βασίλη του Νάστ είναι η τρυφερότητα που δείχνει απέναντι στα παιδιά. Τα παιδιά, τα οποία παρουσιάζονται τόσο συχνά όσο και ο Άγιος Βασίλης στο έργο του Νάστ, δεν μοιάζουν σε τίποτα με τα δυστυχισμένα παιδιά του δρόμου της βικτωριανής εποχής» .
Είναι φανερό ότι ο αι-Βασίλης του Τόμας Νάστ δείχνει το όνειρο της αμερικανικής κοινωνίας, που στηρίζεται στην ευημερία, την ευδαιμονία, την καλοπέραση, την αγαθωσύνη και την μακροημέρευση του ανθρώπου. Ένας τέτοιος αι-Βασίλης « είναι προσωποποίηση του αμερικανικού υλισμού, της αφθονίας, της χαράς και της ευδαιμονίας» . Βεβαίως πρέπει να σημειωθή ότι « ο εφευρέτης του χοντρούλη και αγαθούλη γέροντα είναι ο ίδιος που σχεδίασε τα σήματα των αμερικανικών κομμάτων, δηλαδή του γαϊδάρου για τους Δημοκρατικούς και του ελέφαντα για τους Ρεμπουμπλικανούς»
Στις αρχές του αιώνα μας ο αι-Βασίλης άλλαξε κάπως μορφή, και έγινε όπως ακριβώς τον γνωρίζουμε σήμερα. Σε αυτό συνετέλεσε η Κόκα-Κόλα. « Κι αν ήταν ο σκιτσογράφος Τόμας Νάστ που τον φαντάστηκε πρώτος, περίπου όπως είναι σήμερα, η Κόκα-Κόλα αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει η μορφή του τόσο δημοφιλής.
Στα 1931, που η Κόκα Κόλα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον Σάντα Κλάους στη χειμωνιάτικη διαφημιστική της εκστρατεία και ανέθεσε σε έναν άλλο Αμερικανό καλλιτέχνη, τον Χάντον Σάνμπλομ, να τον σχεδιάσει. Εκείνος διάλεξε για τον Άγιο τα χρώματα της Κόκα Κόλα καί... να τος, με τις μαύρες μπότες του, το μακρύ σκουφί του, το κόκκινο κοστούμι του και την άσπρη του γούνα, όπως τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε» .
Η παράδοση σύμφωνα με την οποία ο αι-Βασίλης περνά μέσα από καμινάδες για να δώση δώρα στα παιδιά προέρχεται από το ποίημα του Κλέμεντ Μούρ με τίτλο « μιά επίσκεψη του Αγίου Νικόλα» , ο οποίος « δανείστηκε την ιδέα της καμινάδας, μαζί με την ιδέα του έλκηθρου και των οκτώ ελαφιών που το σέρνουν, από ένα φινλανδικό παραμύθι» .
Εν τω μεταξύ, αυτές τις ημέρες σε περιοδικά και εφημερίδες διαβάσαμε πολλά παράξενα γύρω από τον αι-Βασίλη. Το ένα από αυτά είναι ότι ο αι-Βασίλης έγινε “υποκείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης και όργανο οικονομικών συμφερόντων”, ότι “χωρίζει αντί να ενώνει” τους ανθρώπους και ότι “ο παγκοσμιοποιημένος Santa Claus” προκαλεί “τίς αντανακλαστικές αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών”, από την άποψη ότι πολλά Κράτη διεκδικούν, ερίζουν για την καταγωγή του αι-Βασίλη, από την “Γροιλανδία μέχρι την Αυστραλία και από την Λαπωνία μέχρι την Αυστρία”.
Και βέβαια αυτό συσχετίζεται με το εμπόριο, την διαφήμιση και την πολιτική. Το άλλο είναι ότι εφέτος είδαμε σε περιοδικό, αλλά αυτό γίνεται και αλλού, μαζί με τον αι-Βασίλη και αι-βασιλοπούλες, γυναίκες ντυμένες ως αι-Βασίληδες. Έξι στάρ του Χόλιγουντ “φόρεσαν την κόκκινη στολή και στάθηκαν μπροστά στο φακό όπως μόνο αυτές ξέρουν”. Είναι και αυτό γνώρισμα της εποχής μας.
Επομένως ο αι-Βασίλης της Μικράς Ασίας που είναι εγγράμματος και δίδει ως δώρο την γνώση, μετατρέπεται στον Σάντα Κλάους που δίδει « τήν εφήμερη ηδονή της κατανάλωσης» και έρχεται σε μας μετονομαζόμενος σε αι-Βασίλη. Δεν είναι ένα πρόσωπο με τα υπαρξιακά του ερωτήματα και τις αγωνίες, με την ασκητική του διάσταση, αλλά διακρίνεται για την « προτεταμένη κοιλιά, τα ροδοκόκκινα μάγουλα» και είναι η εικόνα της « καλοπέρασης και της αισιοδοξίας» .Είναι δε γνωστόν από τις διάφορες μελέτες ότι όλη η νοοτροπία της Αμερικανικής κοινωνίας διακρίνεται από ένα κράμα μεταξύ του πουριτανικού-καλβινιστικού πνεύματος σε συνδυασμό με μερικές απόψεις του διαφωτισμού και του ρομαντισμού, όπως απέδειξε δια πολλών ο Schaeffer. Κατά κάποιο τρόπο ο αμερικανικός αι-Βασίλης είναι έκφραση αυτού του πνεύματος. Αυτό δε το πνεύμα δημιούργησε διάφορα προβλήματα, με τα οποία θέλησε να ασχοληθή η επιστήμη της ψυχανάλυσης, γιατί η απώθηση των υπαρξιακών προβλημάτων δημιουργεί ποικίλες αρρώστιες, σωματικές και ψυχολογικές.
Αγαπητοί μου,
Η πορεία του ανθρώπου από τον Μ. Βασίλειο της Ορθοδόξου Παραδόσεως στον αι-Βασίλη αγγλοσαξωνικού τύπου δείχνει την υποβάθμιση του πολιτισμού, την πορεία από την οντολογία στον ευδαιμονισμό, τον ωφελιμισμό και την χρησιμοθηρία. Ο ιστορικός Ντανιελού έχει παρατηρήσει ότι οι αρχαίοι Έλληνες εξετάζοντας τον κόσμο ερωτούσαν τί είναι το όν και τί είναι τα όντα, έκαναν, δηλαδή οντολογία. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ασχολήθηκαν με το νόημα του κόσμου, αλλά κυρίως απαντούσαν στο ερώτημα ποιός έκανε τον κόσμο και ποιός είναι ο σκοπός του.
Οι δυτικοί όμως, αντίθετα από τις προηγούμενες παραδόσεις, ερωτούν τί μας χρησιμεύει ο κόσμος, δηλαδή αναπτύχθηκε η χρησιμοθηρία και ο ωφελισμός. Εάν η πορεία από τον Μ. Βασίλειο στον αι-Βασίλη δείχνη την επιπεδοποίηση του ανθρώπου, αλλά και την υποβάθμισή του, η αντίστροφη πορεία από τον αι-Βασίλη του καταναλωτισμού και του ευδαιμονισμού στον Μ. Βασίλειο της Εκκλησίας δείχνει την αναβάθμιση του ανθρώπου, την ανύψωσή του, την πορεία του δηλαδή από το πράγμα στην υπόσταση, από το άτομο στο πρόσωπο. Αυτό είναι το νόημα των εορτών. Αυτό ας ευχηθούμε για εαυτούς και αλλήλους τον νέο χρόνο.
«ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ»- ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2003
Αγίου Κοσμά του Αιτωλού Όταν, αγαπητοί μου, όταν ο κόσμος ακούη τη λέξι μάρτυρες, η σκέψις του πηγαίνει στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού. Είνε βέβαια αλήθεια πως στους πρώτους αιώνες η πίεσις ήταν τρομερή. Ειδωλολάτρες, άπιστοι και άθεοι, τύραννοι και αυτοκράτορες καταδίωκαν πολύ τους χριστιανούς με σκοπό να εξοντώσουν τελείως το Χριστιανισμό, ώστε να μην ακούγεται πουθενά το όνομα του Χριστού. Χιλιάδες τότε άντρες και γυναίκες και μικρά ακόμη παιδιά προτίμησαν να μαρτυρήσουν παρά ν’αρνηθούν την πίστι του Χριστού. Είνε οι μάρτυρες των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού. Αλλά θα ήταν σφάλμα να ισχυρισθή κανένας ότι μάρτυρες του Χριστού υπήρχαν μονάχα στους πρώτους αιώνες. Μάρτυρες υπάρχουν υπάρχουν σ’όλες τις εποχές. Υπάρχουν και σήμερα.
Μερικές όμως εποχές ξεχωρίζουν απ’τις άλλες για το πλήθος των μαρτύρων. Είνε εποχές σκληρών διωγμών εναντίον των χριστιανών. Οι διωγμοί των εποχών αυτών δεν διαφέρουν απ’τους διωγμούς των πρώτων αιώνων, σε μερικές δε περιπτώσεις οι διωγμοί αυτοί ξεπερνούν σε αγριότητα και τους διωγμούς της αρχαίας εποχής.
Μια τέτοια εποχή σκληρών διωγμών κατά της ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως είνε κι η εποχή της τουρκοκρατίας. Πολύ υπέφεραν τότε οι χριστιανοί, ιδιαίτερα των Βαλκανίων. Οι Τούρκοι στα μέρη αυτά πίεζαν τους χριστιανούς ν’ αλλαξοπιστήσουν, και πολλοί τότε χριστιανοί, ακόμα και χωριά και επαρχίες ολόκληρες, υπέκυπταν στη βία και στην καταπίεσι, άφηναν την αληθινή θρησκεία και προσκυνούσαν το Μωάμεθ. Όλη π.χ. η γειτονική μας Αλβανία κατοικείτο άλλοτε από ορθοδόξους χριστιανούς. Η χώρα αυτή ήταν γεμάτη από εκκλησίες και μοναστήρια, από ενορίες και επισκοπές. Αλλ’ εξασκήθηκε τόση πίεσις στα μέρη αυτά, ώστε οι κάτοικοι αλλαξοπίστησαν, αρνήθηκαν το Χριστό και πήγαν στη μωαμεθανική θρησκεία. Και μια μικρή μονάχα μειονότης κατοίκων, αυτοί που κατοικούσαν στις περιοχές Χειμάρρας, Κορυτσάς και Αργυροκάστρου, στη νότια δηλαδή Αλβανία, έμειναν σταθεροί. Και αυτοί θα είχαν υποκύψει αν απ’αυτά τα μέρη αυτά της Αλβανίας δεν περνούσε ένας φλογερός κήρυκας του Ευαγγελίου, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Αυτός με το κήρυγμά του και το μαρτύριό του κατώρθωσε να συγκρατήση το λαό της Αλβανίας, αλλά και άλλων επαρχιών απ’την αλλαξοπιστία. Αναδείχτηκε ιεραπόστολος της Ελλάδος αλλά και των άλλων βαλκανικών χωρών. Η μνήμη του ιεραποστόλου τούτου γιορτάζεται στις 24 Αυγούστου.
Σ’ αυτόν τον άγιο Κοσμά θ’ αφιερώσουμε αυτή την ομιλία μας. Να μιλήσουμε για τον άγιο Κοσμά; Αλλ’εμείς για τον άγιο Κοσμά έχουμε γράψει ιδιαίτερο βιβλίο και μέσα στο βιβλίο αυτό διαβάζει κανένας τις ομιλίες, τα θαύματα και τις προφητείες του. Πολλοί που έχουν διαβάσει το βιβλίο αυτό έχουν ωφεληθή. Είνε τόσο δυνατά τα λόγια που είπε ο άγιος Κοσμάς, ώστε και σήμερα ο χριστιανός που τα διαβάζει φωτίζεται, συγκινείται, συναισθάνεται τα αμαρτήματά του, μετανοεί και γίνεται πάλι ζωντανός χριστιανός και ευχαριστεί το Θεό, γιατί στον κόσμο έστειλε έναν τέτοιο φλογερό κήρυκα του Ευαγγελίου του, που και ύστερα από δύο αιώνες εξακολουθεί να διδάσκη το λαό.
Ο άγιος Κοσμάς γεννήθηκε σ’ένα χωριό της Ακαρνανίας. Αφού έμαθε εκεί τα πρώτα γράμματα, έφυγε και πήγε στο Άγιον Όρος και άκουσε μαθήματα από έναν περίφημο διδάσκαλο της Εκκλησίας, τον Ευγένιο Βούλγαρι. Στο Άγιον Όρος έζησε αυστηρή καλογερική ζωή. Νήστευε, προσευχόταν και μελετούσε την Αγία Γραφή και τους πατέρας της Εκκλησίας. Αλλά δεν έμεινε για πάντα στο Άγιον Όρος. Γιατί μέσα του άκουγε μια φωνή που του έλεγε, πως πρέπει μα πάη να κηρύξη και να παρηγορήση το βασανισμένο λαό. Δεν μπορούσε να ησυχάση όσο σκεπτόταν ότι κάτω, σε χωριά και σε πολιτείες, οι χριστιανοί υπέφεραν και μαρτυρούσαν για την πίστι στο Χριστό. Έφυγε λοιπόν ο άγιος Κοσμάς από το Άγιον Όρος και πήγε στην Πόλι. Ανακοίνωσε την επιθυμία του στον πατριάρχη, και έτσι με την ευλογία του πατριάρχου ο άγιος Κοσμάς σε ηλικία περίπου 45 χρόνων ξεκίνησε για τη μεγάλη του αποστολή. Δεύτερος απόστολος Παύλος έγινε. Τέσσερις μεγάλες περιοδείες έκαμε, όπως εκείνος. Σε πολλά μέρη πήγε αλλά ιδιαίτερα περιώδευσε τη Θεσσαλία, τη Δυτική Μακεδονία, την Ήπειρο και την Αλβανία, τα μέρη δηλαδή εκείνα που υπέφεραν πολύ απ’τους Τούρκους.
Παντού κήρυττε το λόγο του Θεού. Στο μέρος που κήρυττε έστηνε ένα σταυρό, και κάτω απ’το σταυρό, ανεβασμένος πάνω σ’ένα σκαμνί – πρόχειρο άμβωνα, κήρυττε το λόγο του Θεού. Κόσμος πολύς μαζευόταν. Τα λόγια του έβγαιναν απ’το στόμα του σαν φωτιά. Το Πνεύμα το Άγιο μιλούσε με την πύρινη γλώσσα του αγίου Κοσμά. Τέτοια ήταν η χάρις της διδασκαλίας του, ώστε γυναίκες, που ζούσαν στην ασωτία και στην πολυτέλεια, μετανοούσαν και άφηναν στα πόδια του τα χρυσαφικά τους, και μ’αυτά ο άγιος Κοσμάς αγόραζε κολυμβήθρες και βιβλία για τις φτωχές εκκλησίες και έχτιζε σχολεία για να μαθαίνουν γράμματα τα σκλαβόπουλα. Ληστές που ζούσαν στα βουνά, μόλις άκουγαν το λόγο του Κοσμά, μετανοούσαν και άφηναν τη ληστεία. Και Τούρκοι ακόμα, που άκουγαν και έβλεπαν τα θαύματα του Κοσμά, συγκινούνταν και έλεγαν πως ο άνθρωπος αυτός είνε άγιος.
Τέλος κακοί άνθρωποι τον συκοφάντησαν στους Τούρκους και ο πασάς του Βερατίου διέταξε να τον πιάσουν και να τον κρεμάσουν. Τον πήγαν στον Αώο ποταμό και στην όχθη του, στις 24 Αυγούστου 1779, τον κρέμασαν από ένα δέντρο. Πριν να τον κρεμάσουν ο άγιος προσευχήθηκε. Ευχαρίστησε το Θεό που τον αξίωνε να μαρτυρήση για τη δόξα του. Η αγία του ψυχή πέταξε στους ουρανούς και από κει ψηλά που είνε δεν παύει να προσεύχεται για μας και να μας διδάσκη με τις άγιες διδαχές που μας άφησε.
Ας τελειώσουμε την ομιλία αυτή με τα εξής λόγια του αγίου Κοσμά:
<<Τούτο σας λέγω πάλιν τώρα εις το τέλος. Να χαίρεστε και να ευφραίνεστε, πως αξιωθήκατε να είσθε ευσεβείς ορθόδοξοι χριστιανοί. Ομοίως πάλιν να κλαίγετε και να θρηνήτε δια τους ασεβείς και άπιστους και αιρετικούς όπου περιπατούνε εις το σκότος, είς τας χείρας του διαβόλου. Προσέχετε, αδελφοί μου, να μην υπερηφανεύεστε, να μην φονεύετε, να μην κλέφτετε, να μην κάμνετε όρκους, να μην φονεύετε, να μην λέγετε ψέματα, να μην κατατρέχετε ο ένας τον άλλον, να μην συκοφαντήτε, να μην στολίζετε ετούτο το σώμα το βρώμικο, όπου αύριον θα το φάνε τα σκουλήκια, αλλά να στολίζετε την ψυχήν σας, όπου είνε τιμιώτερα από όλον τον κόσμον. Νηστεύετε το κατά δύναμιν, προσεύχεσθε το κατά δύναμιν και να έχετε τον θάνατον πάντοτε εμπρός εις τα μάτια σας. Και άλλος καλύτερος διδάσκαλος δεν είνε άλλος από τον θάνατον.
Δεν είμαι άξιος, αδελφοί μου, να σας διδάσκω και να σας συμβουλεύω. Πλην αποτολμώ και παρακαλώ τον γλυκύτατον μου Ιησούν Χριστόν και Θεόν να στείλη ουρανόθεν την χάριν και την ευλογίαν του, να ευλογήσει και αυτήν την χώραν και όλα τα χωρία των χριστιανών, να ευλογήση τα σπίτια σας και τα πράγματά σας και τα έργα των χειρών σας. Και πρώτον, αδελφοί μου, άμποτε να ευσπλαγχνισθή ο Κύριος, να συγχωρήση τα αμαρτήματά σας και να σας αξιώση να περάσετε εδώ καλά, ειρηνικά, ηγαπημένα και εις αυτήν την μάταιαν ζωήν, και μετά ταύτα να πηγαίνετε εις τον παράδεισον, εις την πατρίδα μας την αληθινήν, να χαίρεσθε και να ευφραίνεσθε, να δοξάζετε, να προσκυνήτε Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον>>. Αμήν.
(Από το βιβλίο <<Μυρίπνοα άνθη>> του Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου, σελ.168-172)
Α'.
Κάποτε ο Κύριός μας, παρατηρώντας το πλήθος του λαού που τον ακολουθούσε, τους συμπόνεσε, καθώς τους είδε να είνε «ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα». Γιατί πρόβατα χωρίς ποιμένα μένουν αφρόντιστα, νηστικά και διψασμένα, απροστάτευτα από κινδύνους και επιθέσεις λύκων. Και τότε στους μεν μαθητάς του είπε «Παρακαλέστε τον Κύριο να βγάλη εργάτες για τον θερισμό του» (Ματθ. 9,36-38), ο ίδιος δε «άρχισε να διδάσκη πολλά πράγματα» τον λαό, και τέλος φρόντισε και για την υλική διατροφή τους στο έρημο εκείνο μέρος που βρίσκονταν (Μάρκ. 6,34 κ.ε.).
Ο Χριστός, ο δημιουργός και σωτήρας μας, φροντίζει πάντοτε για όλους. Όταν ήταν στη γη, φρόντιζε ο ίδιος αυτοπροσώπως· εν συνεχεία, από της αναλήψεώς του στους ουρανούς και εξής, ανέθεσε τη φροντίδα αυτή στους αγίους αποστόλους, και αυτοί πάλι στους διαδόχους των.
Έτσι ο Κύριος, διά της Εκκλησίας του και των απεσταλμένων του, συνεχίζει απαύστως να φροντίζη για όλη την ανθρωπότητα, για όλα τα πλάσματά του. Φροντίζει δε για τον όλο άνθρωπο, και ως ψυχή και ως σώμα, αφού με την ενανθρώπησί του τον ανέλαβε ολόκληρο. Τον φωτίζει με την αλήθεια που του αποκαλύπτει, τον κατευθύνει με τις εντολές που του δίνει, τον οδηγεί με το παράδειγμα του επί γης βίου του, τον θεραπεύει από τις ασθένειές του με την θαυματουργό χάρι που του χορηγεί, τον παιδαγωγεί και τον παιδεύει όταν παρεκκλίνη από το δρόμο του, τον προστατεύει με τη σκέπη των αγγέλων του. Εκείνος είνε ο κατ' εξοχήν φροντιστής και οδηγός, και στα ίχνη του Κυρίου ακολουθούν έπειτα οι εντολοδόχοι του, οι απόστολοι, οι πατέρες και οι διδάσκαλοι, όλοι οι ποιμένες της Εκκλησίας.
Η ιστορία μαρτυρεί, ότι ήλθαν περίοδοι που ορισμένοι εργάτες της Εκκλησίας, όταν το εκάλεσε ειδική και επείγουσα ανάγκη, πέρα από το καθαρώς πνευματικό έργο ανέλαβαν και τη φροντίδα να σώσουν το λαό από δεινές περιστάσεις, εκτεινόμενοι θα έλεγε κανείς πέρα των αυστηρώς εκκλησιαστικών αρμοδιοτήτων τους (λ.χ. ο ι. Χρυσόστομος ως πρεσβύτερος στην Αντιόχεια και ο επίσκοπός του Φλαβιανός όταν έγινε εκεί η καταστροφή των ανδριάντων και μεσολάβησαν να αποτραπή η σκληρή τιμωρία από τον αυτοκράτορα, ή ο πατριάρχης Σέργιος στην Κωνσταντινούπολι όταν έλειπε ο Ηράκλειος και κινδύνευε η Πόλις και ενίσχυσε την άμυνα, κ.ά.).
Και αργότερα, όχι σπανίως αλλά πολύ συχνά, κληρικοί πρωτοστάτησαν σε εθνικούς αγώνες (όπως ο Παπαφλέσσας στο Μοριά, ο Αθανάσιος Διάκος στη Ρούμελη, ο Ρωγών Ιωσήφ στο Μεσολόγγι, ο Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης στο Μακεδονικό αγώνα, ο Χρυσόστομος Σμύρνης στη Μικρασιατική καταστροφή, ή επί των ημερών μας ο Σεβαστιανός Κονίτσης για τα δίκαια της Β. Ηπείρου). Κάποτε μάλιστα ωρισμένοι ιεράρχαι ανεδέχθησαν και εθναρχικά ακόμη καθήκοντα (όπως λ.χ. ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' κατά την τουρκοκρατία ή ο αρχιεπίσκοπος και αντιβασιλεύς Δαμασκηνός επί γερμανικής κατοχής), δυστυχώς όμως όχι πάντοτε προσωρινά (όπως ο αρχιεπίσκοπος και πρόεδρος της Κύπρου Μακάριος επί αγγλικής κατοχής). Στις περιπτώσεις αυτές μπορούμε να πούμε, ότι η ποιμαίνουσα Εκκλησία, υπερβαίνουσα τα όρια της αποστολής της, που είνε να οδηγή τις ψυχές στην οδό προς την ουράνιο πατρίδα, ή κάποτε και εκτρεπομένη από αυτήν, υπέστη χάριν του ποιμνίου της μίαν «κένωσιν», όπως έλεγε ο αείμνηστος μητροπολίτης Κοζάνης Διονύσιος (Ψαριανός).
Επρεπε άραγε να γίνη αυτό; Αν ο άνθρωπος έχη και υλικές - βιοτικές ανάγκες, δεν μπορεί ο πνευματικός του πατέρας να αδιαφορήση γι' αυτές, σύμφωνα με το παράδειγμα του Κυρίου που μνημονεύσαμε. Το ότι τις περισσότερες φορές ήταν ανάγκη κληρικοί να παίξουν και αυτό το ρόλο, το ομολογούν εμμέσως ακόμη και εχθρικώς διακείμενοι προς την Εκκλησία. Μπορεί από το ένα μέρος να τους ακούτε να μιλούν για «διακριτούς ρόλους» και να θέλουν να περιορίσουν την Εκκλησία εντός των ι. ναών μόνο ή να εποφθαλμιούν την εκκλησιαστική περιουσία, από το άλλο όμως μέρος θα τους ακούσετε να της ζητούν πάντοτε να προσφέρη οικονομική βοήθεια και να απαιτούν να δίνη το παρών σε δύσκολες στιγμές της ζωής του λαού. Δεν έθεταν λ.χ. το ερώτημα «Πού ήταν η Εκκλησία τον καιρό της δικτατορίας;...»; Τι σημαίνουν αυτά; ότι σε τέτοιες ώρες επιθυμούν την παρέμβασί της και δεν θεωρούν ότι έτσι εξέρχεται των ορίων της.
Πάντως, εκτός από τις περιπτώσεις αναλήψεως θεσμικής εξουσίας (προέδρου δημοκρατίας ή αντιβασιλέως), που είνε σχετικώς λίγες, σε πάρα πολλές άλλες περιπτώσεις κληρικοί ανέλαβαν τον άτυπο αλλά πολύ ουσιαστικό ρόλο του οδηγού του λαού, χωρίς καθόλου να εκτραπούν από την αποστολή τους αλλά «πληροφορούντες» μάλιστα την διακονία τους (Β' Τιμ. 4,5). Αντιμετώπισαν τον άνθρωπο στην ολότητά του, όχι μόνο σαν άυλη ψυχή άλλα και ως σωματική ύπαρξι, έσκυψαν πάνω του με στοργή και ήλθαν αρωγοί σε όλες τις ανάγκες του, φροντίζοντας για όλες τις πλευρές της ζωής του.
Μία τέτοια αγνή, αγία και μαρτυρική εκκλησιαστική μορφή, που σπλαχνίστηκε όπως ο Κύριος τους αδελφούς του ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα και ήσκησε το ανεκτίμητο έργο της καθοδηγήσεως του λαού μας στα δύσκολα χρόνια της μακράς δουλείας υπό τους Οθωμανούς, είνε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, τον οποίο τιμά σήμερα όλη η Όρθοδοξία και ιδιαιτέρως η ι. αυτή μονή, που σεμνύνεται επ' ονόματί του, πανηγυρίζει τη μνήμη του, και φιλοξενεί το Η' τούτο Πνευματικό Συμπόσιο με θέμα «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Γέροντας του Γένους, τότε και σήμερα».
Β'.
Το Γένος μας, μέσα στη μακροχρόνια εκείνη σκλαβιά, ζητούσε κυβέρνησι να το διοίκηση, ζητούσε δασκάλους να το φωτίσουν, ζητούσε παπάδες να το αγιάσουν, ζητούσε οπλαρχηγούς να το ελευθερώσουν. Κυρίως όμως του χρειαζόταν ένας άγιος Γέροντας, ν' άνάψη φως μπροστά του, ν' αναλάβη όλη τη φροντίδα του, να το κατευθύνη· αυτός να το ξυπνήση από το λήθαργο, να το πάρη σαν μικρό παιδί από το χέρι, να το βάλη κάτω από το πετραχήλι του και να το ειρηνεύση, να του ανοίξη τα μάτια με το Ευαγγέλιο, να το διδάξη με τη σοφία του και να το παιδαγωγήση με την πείρα του. Και η θεία Πρόνοια έστειλε τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό· που δεν ήταν βέβαια ο μόνος (βλ. επισκ. Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Κοσμάς ο Αιτωλός, Αθήναι 200526, σελ. 34, σημ. 7), μπορούμε όμως να πούμε ότι ήταν ο κατ' εξοχήν απεσταλμένος Της τότε για το λαό μας.
Ο άγιος Κοσμάς ήταν η απάντησι του Θεού στις προσευχές και τα αιτήματα, τα δάκρυα και τους αναστεναγμούς των επί αιώνες σκλάβων. Ήταν ο Γέροντας που ζητούσαν.
Όταν λέμε Γέροντας, στην εκκλησιαστική γλώσσα, δεν εννοούμε τόσο τον γηραλέο, τον μεγάλο στην ηλικία -χωρίς ν' αποκλείεται να συντρέχη και το στοιχείο τούτο. Στη μοναχική ειδικά ορολογία Γέροντας είνε ο ηγούμενος μιας αδελφότητος ή συνοδείας, αυτός που έχει τη γενική ευθύνη για όλη τη ζωή του κοινοβίου. Στο μοναστήρι ο Γέροντας είνε αυτός που προνοεί για τη διαποίμανσι των μοναχών (την εξομολόγησί τους, την εξαγόρευσι των λογισμών, την παρακολούθησι της πνευματικής πορείας τους, τον έλεγχο της ζωής και της καταστάσεως τους, την στήριξί τους με συμβουλές και οδηγίες στον αγώνα τους, την ενίσχυσι και παρηγοριά τους στις θλίψεις, τη θεραπεία τους από τα πάθη και τα ψυχικά τραύματα, την κατάρτισι και την πρόοδό τους κατά Χριστόν), αυτός δηλαδή που νοιάζεται για την αιώνια σωτηρία τους. Ο Γέροντας όμως δεν αδιαφορεί και για τις υλικές ανάγκες των μοναχών του, την τροφή και το ένδυμά τους, την ασφαλή διαβίωσί τους, την προστασία από κινδύνους, την σωματική υγεία ή τη θεραπεία τους από ασθένειες, πολλές φορές ακόμη και για ανάγκες οικείων και συγγενών τους.
Αλλά στην ορθόδοξο Εκκλησία ο όρος Γέροντας επεκτείνεται, τηρουμένων κάποιων αναλογιών, και στους λαϊκούς που ζουν στον κόσμο, ακούνε την εντολή του Κυρίου «έσεσθε τέλειοι» (Ματθ. 5,48), και έχουν ζωντανό υπόδειγμα τη ζωή αγίων μοναχών, αφού κατά τον πατερικό λόγο οι μοναχοί είνε φως για το λαό όπως γι' αυτούς φως είνε οι άγγελοι. Έτσι και σ' εκείνους τους πιστούς που ζουν μεν στον κόσμο αλλ' αποζητούν ανώτερα στάδια πνευματικής ζωής, χρειάζεται ένας Γέροντας. Ο γέροντας είνε κάτι παραπάνω από τον απλό εξομολόγο· είνε ο πνευματικός γεννήτωρ και τροφεύς, ο φροντιστής και κηδεμών, ο δάσκαλος και παιδαγωγός, ο ιατρός και θεραπευτής, ο έμπειρος οδηγός εκείνων που τον ακολουθούν.
Όλα λοιπόν αυτά ήταν ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός για ολόκληρο το Γένος μας την εποχή εκείνη. Το βλέπει κανείς αυτό μελετώντας τον βίο και τη διδασκαλία του. Η αποστολή που ανέλαβε, όπως γράφει ο μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Αυγουστίνος στο σχετικό γνωστό έργο του, ήταν «να πολεμήση τον Εωσφόρον, να πολεμήση το θηρίον εις τα ιδιά του κέντρα. Ν' αφυπνίση συνειδήσεις βεβαρημένας. Να παρηγορήση. Να σπογγίση δάκρυα. Ν' αναπτερώση το φρόνημα, να θερμάνη το συναίσθημα των πιστών, να σταματήση το κύμα του εξισλαμισμού, να υψώση κέρας χριστιανών Ορθοδόξων, να πέση επί τέλους μαχόμενος διά την Πίστιν» (Κ. 36-7).
Ο άγιος Κοσμάς, όπως είνε γνωστό, δεν εργάσθηκε σε μία μόνο περιοχή της πατρίδος, αλλά την διέτρεξε όλη με τις περιοδείες του. Κι αυτό όχι σε μία ειρηνική περίοδο αλλά μέσα στα μαύρα χρόνια της επί αιώνες παρατεινομένης οθωμανικής σκλαβιάς, που απειλούσε με αλλαξοπιστία, με πνευματικό θάνατο αλλά και με φυσικό - εθνολογικό αφανισμό τους Έλληνες. Πήρε απ' το χέρι το γένος μας - το πνευματικοπαίδι του, και το έβγαλε απ’ το σκοτάδι στο φως της ζωής, στον ευλογημένο δρόμο του Χριστού, σ' ένα νέο στάδιο εθνικού βίου. Δικαίως λοιπόν χαρακτηρίζεται ως «ο Γέροντας του σκλαβωμένου Γένους». Αυτός σαν πατέρας το γέννησε εν Χριστώ, αυτός σαν γιατρός το γιάτρεψε, αυτός σαν δάσκαλος το μόρφωσε, αυτός σαν έμπειρος οδηγός το κυβέρνησε.
Γ'.
Διαβάζοντας λοιπόν τις Διδαχές του μπορεί κανείς να δη τους τομείς στους οποίους εκτάθηκε η μέριμνά του για το λαό.
Πρώτη φροντίδα του βέβαια ήταν να οδηγήση το γένος στην οδό της σωτηρίας. Κήρυττε τη μετάνοια. Καλούσε στην επίγνωσι του μόνου αληθινού εν Τριάδι Θεού και σε επιστροφή σ' Αυτόν διά μετοχής στην εν Χριστώ απολύτρωσι. «Τι καρτερούμε, αδελφοί μου;» ρωτούσε· «σήμερον αύριον το τέλος του κόσμου· διά τούτο φροντίζετε να διορθωθήτε» (Κ. 272). Για τους βαρέως αμαρτήσαντας επρόβαλλε ως πρότυπο μετανοίας αγίους, όπως την οσία Μαρία την Αιγυπτία, και προέτρεπε επειγόντως· «Ανίσως και είνε κανένας από σας ωσάν την οσίαν Μαρίαν, αυτήν την ώραν να κλαύση και μετανοήση, τώρα όπου έχει καιρόν, και ας είνε βέβαιος ότι θα σωθή καθώς και η οσία Μαρία» (Κ. 142).
Τόνιζε τη μοναδικότητα της Εκκλησίας, αποκλειστικής ταμιούχου της θείας χάριτος, καθώς και την υπεροχή της Ορθοδόξου πίστεως έναντι όλων των άλλων δογμάτων, θρησκευμάτων και πίστεων Ανατολής και Δύσεως (μωαμεθανών - εβραίων, πάπα - ορθολογιστών). Δεν προέβαλλε έναν αδογμάτιστο χριστιανισμό· καλλιεργούσε στους ακροατάς του την ομολογιακή ακρίβεια και την προσήλωσι στα ορθόδοξα δόγματα. «Να ευφραίνεσθε οπού είσθε ορθόδοξοι χριστιανοί», έλεγε, «και να κλαίετε δια τους ασεβείς και αιρετικούς όπου περιπατούν εις το σκότος» (Κ. 132).
Σκοπός του ήταν να μορφωθούν οι ακροαταί του εν Χριστώ και ν' αποκτήσουν γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα. Δεν περιωριζόταν στο να διαμορφώνη στις ψυχές τους μία επιφανειακή θρησκευτικότητα, αλλά ύψωνε τον πήχυ καλώντας τους σε ολοένα ανώτερη πνευματική ζωή.
Κέντρο της εν Χριστώ ζωής ώριζε το ναό με τις ακολουθίες του, συνδέοντας αχώριστα το κήρυγμά του με συμμετοχή στη λατρεία και τα ιερά μυστήρια. Γι' αυτό καλούσε· «Να συμμαζωχθήτε εις τις οχτώ ώρες, να διαβάσωμεν τον Εσπερινόν μας, να ειπούμε και μίαν Παράκλησιν, να βάλωμεν την Δέσποινα μας την Θεοτόκον μεσίτρια, να μεσιτεύση εις τον Χριστόν, επειδή και ο Υιός της είνε ωργισμένος κατά πάνου μας από τις πολλές μας αμαρτίες και θέλει να μας καταποντίση» (Κ. 272). Και κάποια άλλη φορά, έχοντας μιλήσει για το δύσκολο θέμα του τριαδικού δόγματος, που λογικώς δεν κατανοείται, είπε· «Είνε και άλλος τρόπος να καταλάβετε την παναγίαν Τριάδα. Πώς; Να εξομολογηθήτε καθαρά, να μεταλάβετε τα άχραντα μυστήρια με φόβον και με ευλάβειαν, και τότε θα σας φωτίση η χάρις του παναγίου Πνεύματος να καταλάβετε καλύτερα...» (Κ. 107-8). «Με πόσην πίστιν ομιλεί περί της αγίας Τριάδος ο άγιος Κοσμάς!», παρατηρεί ο μητροπολίτης Αυγουστίνος που εξέδωκε τις Διδαχές του και τον έκανε ευρύτερα γνωστό. «Την διδασκαλίαν περί της αγίας Τριάδος θεωρεί θεμελιώδη αλήθειαν της Ορθοδόξου πίστεως. Δεν θέλει καμμίαν πνευματικήν επαφήν με αιρετικούς που δεν παραδέχονται την αλήθειαν ταύτην. Των τοιούτων θεός είνε ο... διάβολος!» (έ.α., σημ. 19).
Έτσι ο άγιός μας απεδείχθη απλανής οδηγός των ορθοδόξων στην πορεία προς τον παράδεισο.
Ωστόσο, βλέποντας την άγνοια που είχαν και το πνευματικό σκοτάδι που κυριαρχούσε, συγκατέβαινε και ερχόταν στο επίπεδο τους. Διότι είνε γεγονός ότι βρήκε τους Έλληνες σε χαμηλή πνευματική στάθμη. Γι' αυτό άρχιζε από το άλφα, από τα στοιχειώδη, δι¬δάσκοντας ακόμα και πώς θα μπουν στην εκκλησία και πώς θα κάνουν το σταυρό τους. «Εμβαίνετε, αδελ¬φοί μου, άνδρες και γυναίκες, μέσα εις την έκκλησίαν με φόβον και τρόμον και να μη κάμνετε κουβέντες· και να μη εμβαίνετε μέσα εις την έκκλησίαν διά να βλέπετε οι άνδρες τας γυναίκας και αι γυναίκες τους άνδρας, αλλά να κάμνετε τον σταυρόν σας με φόβον και τρόμον, να ακούετε την θείαν λειτουργίαν, να φωτίζεσθε και να καθαρίζεσθε από τας αμαρτίας σας» (Κ. 213). Αλλού πάλι λέει πιο συγκεκριμένα· «Ακού¬σατε, αδελφοί μου, πώς πρέπει να γίνεται ο σταυρός και τι σημαίνει...», και εξηγεί τις κινήσεις του χεριού και τη σημασία τους (Κ. 155). Δεν έμενε όμως στα στοιχειώδη· προχωρούσε. Μυούσε, όλους αδιακρίτως, στη ζωή της προσευχής, της νήψεως και της ασκήσε¬ως λέγοντας· «Σας συμβουλεύω να κάμετε από ένα κομβολόγι (= κομποσχοίνι) μικροί και μεγάλοι και να το κρατήτε με το αριστερό χέρι, και με το δεξιό να κάμνετε τον σταυρόν σας και να λέγετε· Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, διά της Θεοτόκου και πάντων των αγίων ελέησόν με τον αμαρτωλόν και ανάξιον δούλον σου» (Κ. 154-5).
Εχοντας όμως ο άγιος Κοσμάς το βλέμμα στραμμένο στη βασιλεία των ουρανών δεν αδιαφορούσε για το ηθικό επίπεδο της επιγείου ζωής των συμπατριωτών του, αφού ως γνωστόν από την εδώ διαγωγή εξαρτάται η εκεί καταταγή. Έβλεπε πόση αξεστοσύνη και βαρβαρότης είχε επικρατήσει και, για να τους φέρη σε συναίσθησι, ρωτούσε· «Δεν βλέπετε ότι αγρίωσε το γένος μας από την αμάθειαν και εγίναμεν ωσάν θηρία;» (Κ. 150). Γι' αυτό ο σοφός Γέροντας φρόντιζε και για τον εξευγενισμό των χαρακτήρων και την ειρηνική κοινωνική συμβίωσι των σκλάβων αδελφών του.
Πώς να μαλάξη τις σκληρές καρδιές; Ένας θεοδίδακτος τρόπος που χρησιμοποιούσε ήταν να ταπεινώνεται ο ίδιος μπροστά τους, δίδοντας έτσι το παράδειγμα. Ποιος μπορούσε να μείνη ασυγκίνητος όταν π.χ. τον άκουγε να λέη δημοσία «Με βλέπετε και εμέ με αυτά τα γένεια; Είνε γεμάτα υπερηφάνειαν, και ο Θεός να την ξερριζώση από την καρδίαν μας»; (Κ. 117).
«Θαυμάζομεν εδώ», σημειώνει ο π. Αυγουστίνος, «όχι μόνον το βάθος της ταπεινώσεως του αγίου Κοσμά, αλλά και τον παιδαγωγικόν τρόπον, με τον οποίον καθοδηγεί τους ακροατάς του, ίνα ανακαλύψουν και τα τελευταία ίχνη της υπερηφάνειας, η οποία κατορθώνει να παρεισδύη παντού...» (Κ. 117, σημ. 21). Αλλά το ύψιστο υπόδειγμα ταπεινώσεως είνε ασφαλώς ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός· και ο άγιος Κοσμάς, όταν διδάσκοντας φθάνη στην εξιστόρησι του ιερού νιπτήρος την εσπέρα της Μεγάλης Πέμπτης, λέει· «Ο Κύριος ...επήρε και έπλυνε τα πόδια των αγίων αποστόλων, διά να σου δείξη παράδειγμα και εσένα, και βασιλεύς να είσαι, πάντοτε να ταπεινώνεσαι και να τιμάς εκείνον τον πτωχόν...» (Κ. 267). Στηλίτευε την υπερηφάνεια και σκληροκαρδία λέγοντας· «Πρέπει να στοχασθώμεν πως ο πανάγαθος Θεός μισεί τον υπερήφανον και αγαπά τον ταπεινόν. Και όχι μόνον ο Θεός, αλλά και ημείς, όταν ιδούμέν τινα ταπεινόν, τον βλέπομεν ως άγγελον, μας φαίνεται ν' ανοίξωμεν την καρδίαν μας να τον βάλωμεν μέσα· και όταν ιδούμέν τινα υπερήφανον, τον βλέπομεν ως διάβολον, γυρίζομεν το πρόσωπόν μας εις άλλον μέ¬ρος να μη τον βλέπωμεν (Κ. 116-7). Πόση αλήθεια, πόση ψυχολογική πραγματικότητα κλείνουν τα λόγια αυτά!
Ιδιαίτερη μέριμνα έδειχνε ο άγιός μας για την καταλλαγή και συμφιλίωσι των πιστών μεταξύ τους. Τους προέτρεπε να αλληλοσυγχωρούνται δίνοντας πρώτος αυτός το παράδειγμα. «Παρακαλώ σας, αδελφοί μου, να ειπήτε και δι' εμέ τον αμαρτωλόν τρεις φοράς· Συγχωρήσατε με και ο Θεός συγχωρήσοι σας. Συγχωρηθήτε και μεταξύ σας (Κ. 133). Επιμένοντας στο δύσκολο τούτο ζήτημα, που δημιουργεί συχνά η αδικία μεταξύ συνανθρώπων, λέει πάλι αλλού·
«Να κλαύσης και να παρακάλεσης να σε συγχωρήση ο Θεός διά τας ιδικάς σου αμαρτίας. Ολοι οι πνευματικοί, πατριάρχαι, αρχιερείς, όλος ο κόσμος να σε συγχωρήση, ασυγχώρητος είσαι. Αμή ποίος έχει την εξουσίαν να σε συγχωρήση; Εκείνος οπού τον αδίκησες» (Κ. 176). Στην ακραία δε και απευκτέα περίπτωσι που η διαφορά μεταξύ δύο ορθοδόξων αδελφών πρέπει να οδηγηθή σε δικαστήριο, ο άγιος Κοσμάς θεωρούσε μεγάλη αμαρτία οι Χριστιανοί να καταφεύγουν στους αλλόθρησκους κατακτητάς και συνιστούσε να καταφεύγουν στον επίσκοπο· «Αν σου πταίση ο αδελφός σου ή άλλος χριστιανός, πήγαινε τον εις τον δεσπότην και μη τον πηγαίνεις εις κρίσιν των Τούρκων, ότι μεγάλην αμαρτίαν έχεις και θέλεις κολασθή αιώνια» (Κ. 294).
Την προσπάθειά του για εξημέρωσι και εξευγενισμό του λαού συνοψίζει σε τρία σημεία λέγοντας· «Τα άλλα οπού έχομεν να είπωμεν ομοιάζουν ωσάν σκεπήν. Ποία είνε η σκεπή; Εγώ βλέπω το Γένος μας οπού έπεσεν εις πολλά κακά· έχουν κατάρες, αφορισμούς, αναθεματισμούς, όρκους, βλασφημίας και άλλα τοιαύτα. [Το πρώτον είνε] να καθαρισθούν οι χριστιανοί, να αγιασθούν τα χωρία των, και να καθαρισθούν ψυχικώς και σωματικώς. Το δεύτερον παρακινώ τους χριστιανούς να φτειάσουν σταυρούς και κομποσχοίνια, και παρακαλώ τον Χριστόν μας και τα ευλογεί, διά να τα έχουν οι χριστιανοί φυλακτήρια. Τρίτον είνε οπού κάμνω τους χριστιανούς όλους και συγχωρούν ζωντανούς και αποθαμένους. Αυτά τα τρία μου λέγει ο λογισμός μου» (Κ. 201). Άλλοτε πάλι τον ακούμε να συνιστά ως αναγκαία τέσσερα πράγματα· εξομολόγησι, αγάπη, εκκλησιασμό, ελεημοσύνη (Κ. 291).
Πάσχιζε να περικόπτη την εγωιστική αυτάρκεια και τις διχαστικές διακρίσεις μεταξύ των συνανθρώπων, αλλά -και τούτο αξίζει να το προσέξουμε ιδιαιτέρως- χωρίς και να εξισώνη συγκρητιστικά την Ορθόδοξο πίστι με τα διάφορα θρησκεύματα, που «αλώνιζαν» τότε στην σκλαβωμένη πατρίδα. Έτερον εκάτερον. «Όλοι οι άνθρωποι», έλεγε, «είνε από ένα πατέρα και από μίαν μητέρα, και διά τούτο είμεθα όλοι οι άνθρωποι αδελφοί· μόνον η πίστις μας χωρίζει» (Κ. 128). Δηλαδή· συμβιώνουμε μεν ανεκτικά και με αλληλοσεβασμό όλοι μαζί στον παρόντα κόσμο -σιτάρι και ζιζάνια κατά την παραβολή του Κυρίου-, αλλά δεν ξεχνάμε ότι με κάποιους διαφέρουμε στην πίστι. Αλλοίμονο αν, εν ονόματι μιας ειρηνικής συνυπάρξεως, είμαστε έτοιμοι να νοθεύσουμε, έστω και λίγο, την πίστι μας. Και αυτό που κήρυττε το εννοούσε και το τηρούσε. Αν δεν υπήρχε πράγματι αυτή η στερεά προσήλωσι στην Ορθόδοξο πίστι, ούτε ο ίδιος ο άγιος Κοσμάς θα ετιμάτο σήμερα ως ιερομάρτυς ούτε το πλήθος των άλλων νεομαρτύρων της τουρκοκρατίας θα είχαν αγιάσει. Θα μπορούσαν και εκείνοι, επικαλούμενοι τις όντως έκτακτες και αφόρητες συνθήκες, να επινοήσουν συναινετικές «φόρμουλες» και άγνωστα ως τότε θρησκευτικά σχήματα και μορφώματα, εκκλησιολογικώς αθεμελίωτα και αστήρικτα, ώστε να δικαιολογούν συμβιβασμούς και υποχωρήσεις, και να μη εμφανίζωνται στους κατακτητάς Οθωμανούς και στους κυριάρχους εβραίους ανυπότακτοι και στους ασύδοτους δυτικούς (παπικούς και προτεστάντες) αντιδραστικοί, διχαστικοί, ασύμβατοι με το κατεστημένο και τελικά οβελιστέοι, ήγουν άξιοι μαρτυρικού θανάτου.
Στα κοινωνικά ζητήματα ο άγιος Κοσμάς δίδασκε την ισότητα ανδρός και γυναικός και χτυπούσε τον αντρικό εγωισμό. «Ανίσως, αδελφοί μου», έλεγε, «και θέλετε να είσθε καλύτεροι οι άνδρες από τας γυναίκας, πρέπει να κάμνετε και έργα καλύτερα από αυτάς· ει δε και αι γυναίκες κάμνουν καλύτερα και πηγαίνουν εις τον παράδεισον και ημείς εις την κόλασιν, τι μας ωφελεί;
Είμεθα άνδρες και κάμνομεν χειρότερα. Εγώ βλέπω εδώ που περιπατώ και διδάσκω· είπα ένα λόγον διά τας γυναίκας και σκέπτονται να ρίψουν τα περιττά σκουλαρίκια, δακτυλίδια, και με ήκουσαν ευθύς» (Κ. 121). «Εδώ ο άγιος κτυπά τον ανδρικόν εγωισμόν και εξαίρει την ευσέβειαν της γυναικός, της οποίας η καρδία ευκολώτερον μαλακώνει και δέχεται τον λόγον του Θεού...», σημειώνει ο μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης (Κ. 121, σημ. 22).
Μέσα όμως στην οικογένεια, σύμφωνα με τον θείο νόμο, συνιστά «να είναι ο άνδρας ωσάν βασιλεύς και η γυναίκα ωσάν βεζύρης, ήτοι ο άνδρας ωσάν η κεφαλή και η γυναίκα ωσάν το σώμα» (Μ. 134). Διδάσκει τις γυναίκες να είνε ταπεινές, ολιγόλογες, σκεπασμένες με το φόβο του Θεού. «Αφήσατε την υπερηφάνειαν», τους έλεγε, «και κάμετε ταπεινοσύνην. Μη βάνετε εις την κεφαλήν σας ασήμια και μαλάματα και κόκκινα και κίτρινα μανδήλια, αμή άσπρα μανδήλια και νέες και γερόντισσσες και αρχόντισσες και πτωχές» (Κ. 294). «Να είσθε σκεπασμένες με την εντροπήν, και φαίνεσθε ωσάν μάλαμα» (Κ. 124). Στον γάμο ομως εκήρυττε ότι η Εκκλησία οφείλει -μερίμνη του Ιερέως- να διασώζη την ελευθερία της γυναίκας· δεν πρέπει η γυναίκα να οδηγήται σε γάμο με κάποιον που αυτή δεν θέλει και της τον επιβάλλουν. Προέβαλλε θερμά την πολυτεκνία και εγκωμίαζε την ανεμπόδιστη τεκνογονία. Πολλά δίδασκε γύρω και από την χριστιανική διαπαιδαγώγησι των παιδιών.
Ήλεγχε την πλεονεξία και συνιστούσε την απλότητα, την αυτάρκεια και τον περιορισμό στα αναγκαία. Θερμά προέτρεπε στην ελεημοσύνη, που είνε έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον. Συχνά καυτηρίαζε τη φιλαργυρία λέγοντας· «Ακούετε, αδελφοί μου, τι κακόν πράγμα είνε η φιλαργυρία;... Εκαταλάβατε, αδελφοί μου, το νόημα, όποιος έχει το πάθος της φιλαργυρίας τι παθαίνει; Παθαίνει καθώς έπαθε και ο Ιούδας» (Κ. 271). Ο φιλόλογος Ιωάννης Μενούνος, που εξέδωκε τις Διδαχές του αγίου Κοσμά μετά από πολυετή επιστημονική μελέτη, γράφει· «Η ταπείνωση, που την επαινεί, και η περηφάνεια, που την καταδικάζει, είναι ένα ακόμη από τα θέματά του. Νομίζω ότι η συχνή αναφορά του σ' αυτό το σημείο γίνεται για να χτυπηθούν οι πλούσιοι καθώς και οι αγέρωχοι κοτσαμπάσηδες και να εξυψωθεί από το άλλο μέρος το φρόνημα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού που ζούσε φτωχικά» (Μ. 85).
Τέλος το ζήτημα της αργίας της Κυριακής, στο οποίο ο άγιος Κοσμάς επέμενε, τον έκανε μισητό στους Εβραίους. Με την επίδρασι του κηρύγματός του τα παζάρια έπαυσαν να γίνωνται Κυριακή -πράγμα που δείχνει και πόσο τον άκουγε ο λαός- και μεταφέρθηκαν το Σάββατο που οι Εβραίοι έχουν αργία. Αυτό όμως έπληττε τα συμφέροντά τους, και γι' αυτό με τις διαβολές τους στους Τούρκους προκάλεσαν το μαρτυρικό θάνατο του. «Τις Κυριακές να μη δουλέψητε ολότελα. Μήτε να πωλήσετε μήτε να αγοράσητε, ούτε χωράφι ούτε αμπέλι να κοιτάζετε, μήτε να φωκαλίζετε τα αχούρια σας· μονάχα να διαβάζετε βιβλία, να μαθαίνετε το καλόν και το τέλος της ζωής μας, ότι όλοι θέλομεν αποθάνει καθώς το βλέπομεν καθ' εκάστην» (Κ. 294).
Δεν πρέπει να παραλείψουμε την προσφορά του αγίου μας στην παιδεία του σκλαβωμένου Γένους. «Θερμός φίλος της μορφώσεως των Ελληνοπαίδων ήτο ο άγιος Κοσμάς», γράφει ο μητροπολίτης Αυγουστίνος. «Αλλ' ως θεμέλιον της μορφώσεως αυτής έθετεν απαραιτήτως τον φόβον του Θεού, την καλλιέργειαν της ευσέβειας, της αρετής...» (Κ. 131, σημ. 25). Τα γράμματα τα έβλεπε άμεσα συνδεδεμένα με την πνευματική κατάρτισι και την εκκλησιαστική ζωή των Χριστιανών. «Καλύτερα», έλεγε, «να έχης εις την χώραν σου σχολείον ελληνικόν παρά να έχης βρύσες και ποταμούς, διατί η βρύσις ποτίζει το σώμα, το δε σχολείον ποτίζει την ψυχήν· το σχολείον ανοίγει τες εκκλησίες, το σχολείον ανοίγει τα μοναστήρια» (Μ. 142, 209).
Είνε γνωστό ότι με δική του μέριμνα, όπως δείχνουν και οι σωζόμενες επιστολές, ιδρύθηκαν στην υπόδουλη πατρίδα πλήθος σχολεία για στοιχειώδη και μέση εκπαίδευσι. Αυτά λειτουργούσαν υπό την επίβλεψι επιτρόπων, που διώριζε εκείνος κατά τόπους, και αυτά καλλιέργησαν τα γράμματα, τη χριστιανική πίστι και την εθνική συνείδησι. Επιμόνως συνιστούσε, να μιλούν όλοι ελληνικά, δημοσίως και κατ' οίκον. Προκειμένου να πείση τους Έλληνες να σταματήσουν να μιλούν αρβανίτικα, φθάνει στο σημείο να πη τούτο τον τολμηρό λόγο· «Όποιος χριστιανός, άνδρας ή γυναίκα, υπόσχεται μέσα εις το σπίτι του να μην κουβεντιάζη αρβανίτικα, ας σηκωθή απάνου να μου το ειπή, και εγώ να πάρω όλα του τα αμαρτήματα εις τον λαιμόν μου από τον καιρόν όπου εγεννήθη έως τώρα, και να βάλω και όλους τους χριστιανούς να τον συγχωρέσουνε και να λάβη μίαν συγχώρεσιν, οπού, αν έδινε χιλιάδες πουγγιά, δεν την εματάβρισκε» (Μ. 207-8).
Μαζί με τη μέριμνά του για να έχουν οι υπόδουλοι σχολείο και δάσκαλο, ο άγιος Κοσμάς φρόντιζε και για τον ι. κλήρο. Διεζωγράφιζε το αγγελικό ύψος του λειτουργήματος της ιερωσύνης, την ασύγκριτη εξουσία του ιερέως να τελή τα ιερά μυστήρια και να συγχωρή αμαρτήματα, την απαιτουμένη καθαρότητά του, την άψογη προσωπική του ζωή και την υποδειγματική οικογενειακή του κατάστασι. Υπεδείκνυε κριτήρια για την επιλογή των καταλλήλων ως υποψηφίων για χειροτονία και την ανάγκη αυτοί να γνωρίζουν γράμματα.
Απέκλειε την αυτοπροβολή και τη σιμωνία. Στις ψυχές των κληρικών προσπαθούσε να αναζωπυρώνη το χάρισμα που είχαν λάβει, για να εκτελούν τη διακονία τους όχι ως αγγαρεία και βιοπορισμό αλλά με αγάπη στο ποίμνιό τους και όσο το δυνατόν περισσότερο αποδοτικά. Τους ήθελε φιλακόλουθους και εργατικούς, να λειτουργούν καθημερινώς. «Η αγία μας Εκκλησία», έλεγε, «είνε μία πηγή, και ποτίζει όλους τους διψασμένους· και πρέπει κάθε ημέραν να λειτουργούν οι ιερείς, διά να ευλογή ο Χριστός τους ανθρώπους και να φυλάγη την χώραν από πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν» (Κ. 298). Ως προς την εγκυρότητα, τέλος, των μυστηρίων που τελούν οι ιερείς, ο άγιος Κοσμάς, χωρίς να δικαιολογή και να αμνηστεύη προσωπικά τους αμαρτήματα, την αποσυνδέει από αυτά και την θεωρεί δεδομένη, όπως δείχνει το γνωστό παράδειγμα της βρύσης και του ψόφιου σκύλου.
Ήταν, τέλος, οδηγός και στην πορεία του Γένους προς την εθνεγερσία. Σ' αυτό συνέβαλε όχι με άμεση ή επιτελική ανάμειξι σε πολεμικές επιχειρήσεις ούτε με ρητές αναφορές και προτροπές επ' αύτού, αλλά εμμέσως· με την καλλιέργεια της αυτοσυνειδησίας του Γένους, με την υπενθύμισι της αξίας της χριστιανικής ιδιότητος και προ παντός με το ξύπνημα του πόθου για πνευματική απελευθέρωσι από τα πάθη. Ο μελετητής του αγίου μας Ιωάννης Μενούνος γράφει επ' αυτού·
«Φαίνεται ότι ο Αιτωλός ενθάρρυνε με προφητείες τους υπόδουλους Έλληνες και έκανε λόγο για την απελευθέρωση, "το ποθούμενο", όπως έλεγε συγκαλυμμένα, καθώς και ότι πρόβλεπε πως οι Χριστιανοί θα κυνηγήσουν τους αντίχριστους ως την Κόκκινη Μηλιά... Υποστηρίχθηκε, χωρίς σοβαρή τεκμηρίωση, ότι ο Αιτωλός πήρε μέρος στην επανάσταση του 1770 και γενικά εμφανίζεται ως κήρυκας της εξεγέρσεως και της ελευθερίας. Το βέβαιο είναι ότι στις επιστολές δεν έγραψε και στις διδαχές δεν είπε τίποτα σχετικά, το αντίθετο μάλιστα, ενώ οι προφητείες κάνουν λόγο για απελευθέρωση στην τρίτη γενεά από την εποχή του. Φαίνεται δηλαδή πως συνιστούσε την υποταγή στην προσωρινή εξουσία των Τούρκων, πρόβλεπε όμως και προφήτευε την Επανάσταση στο μέλλον. Το βέβαιο είναι ότι οι διδαχές, καθώς και τα σχολεία που ίδρυσε, συγκράτησαν και τόνωσαν τη θρησκευτική και εθνική συνείδηση σ' ένα μεγάλο μέρος των υποδούλων και μ' αυτό τον τρόπο ο Κοσμάς έγινε πρόδρομος του '21» (Μ. 86-7).
Μπορούμε να πούμε ότι, όπως το ευαγγελικό κήρυγμα του αποστόλου Παύλου, χωρίς να ωθή τους δούλους σε εξέγερσι κατά των κυρίων, κατήργησε ο¬ριστικά την κοινωνική δουλεία, έτσι και το αποστολικό κήρυγμα του αγίου Κοσμά, χωρίς να ωθή τους υπόδουλους Έλληνες να πάρουν αμέσως τα όπλα, ετοίμασε ουσιαστικά και θεμελίωσε βαθειά την εθνική τους απελευθέρωσι. Ο απόστολος Παύλος, διδάσκοντας κυρίους και δούλους ότι είνε αδελφοί εν Χριστώ, στην πραγματικότητα κατηύθυνε τη μεγαλύτερη κοινωνική επανάστασι· και ο άγιος Κοσμάς, οδηγώντας τους αδελφούς του στην εν Χριστώ ελευθερία από την άγνοια και τα πάθη, τους χάριζε πνευματική υπεροπλία με την οποία έφθασαν κατόπιν και στην εθνική ελευθερία. Γιατί οποίος δε νικά το μίσος και δεν υψώνεται στην αγάπη, δεν είνε άξιος της ελευθερίας. Το είπε και ο εθνικός ποιητής· «Εάν μισούνται ανάμεσό τους, δεν τους πρέπει ελευθεριά» (Διον. Σολωμού, Ύμνος εις την ελευθερίαν, στροφή 147).
Η μεγάλη δύναμις δεν είνε στα όπλα και στο μακελλειό· η μεγάλη δύναμις βρίσκεται στην προστασία του Θεού, την οποία απολαμβάνουν αυτοί που την ελπίδα τους έχουν μόνο σ' αυτόν. Σε ένα χαρακτηριστικό σημείο των Διδαχών του ο άγιος Κοσμάς ανοίγει εποπτικό διάλογο και λέει- «Δώσετε μου ένα χαντζάρι. Σήκω απάνου η ευγένεια σου οπού βαστάς την πιστόλα. Εγώ τραβάω το μαχαίρι να σε σκοτώσω. Είπε την αλήθειαν: ο νους σου ευθύς που επήγε; -Εις την πιστόλα. -Αφερούμου, κάθισε. Σήκω εσύ οπού δεν βαστάς άρματα. Θέλω να σε σκοτώσω. Είπε μου, τώρα οπού δεν βαστάς άρματα, ο νους σου που επήγε; -Εις τον Θεόν, άγιε του Θεού.
-Λοιπόν έτσι και η ευγένεια σας πάντοτε την ελπίδα σας εις τον Θεόν να την έχετε και έτσι δεν φοβάσθε να πάθετε κανένα κακόν» (Μ. 272-3). Και αλλού λέει επίσης· «Ένας άνθρωπος, αδελφοί μου, οπού φυλάγει τα προστάγματα του Θεού, γίνεται σοφός και δεν φοβείται όλον τον κόσμον· άλλος πάλιν, οπού δεν φυλάγει τα προστάγματα του Θεού, γίνεται μωρός, φοβείται και από τον ίσκιον του, ας είνε και βασιλεύς να ορίζη όλον τον κόσμον» (Κ. 125). «Όστις έχει τον Χριστόν μέσα εις την καρδίαν του, δεν φοβείται όλον τον κόσμον. Ανίσως θέλωμεν και ημείς να μη φοβούμεθα μήτε ανθρώπους μήτε δαίμονας, να έχωμεν τον Θεόν εις την καρδίαν μας» (Κ. 143). «Όστις έχει πίστιν εις τον Χριστόν μας και είνε καθαρός δεν παθαίνει κανέν κακόν» (Κ. 159).
Καλλιεργώντας λοιπόν την αγάπη, την πίστι και την ελπίδα στο Θεό, θωράκιζε τις ψυχές, ώπλιζε το φρόνημα, φώτιζε το νου και ενίσχυε τη θέλησι. Έτσι ετοίμασε, μακροπροθέσμως και με υπομονή, το έδαφος για την παλιγγενεσία. Όπως σημειώνει ο επίσκοπος Αυγουστίνος, οι προφητείες του αγίου Κοσμά, ιδίως οι αναφερόμενες στην απελευθέρωσι του Γένους, «εξήσκουν τεραστίαν επίδρασιν επί των πνευμάτων των υποδούλων, ανεπτέρωνον το ηθικόν αυτών και ως ζωγόνος ήλιος ελπίδων κατηύγαζον το Πανελλήνιον. Είνε δε γεγονός ότι οι ήρωες του 1821 ενεθαρρύνοντο εις τον υπέρ όλων αγώνα ενθυμούμενοι τάς προφητείας του Αγίου, και προς τον Θεόν της δικαιοσύνης απευθυνόμενοι τας πρεσβείας του αγίου Κοσμά επεκαλούντο διά την νικηφόρον έκβασιν του απελευθερωτικού των αγώνος, ως δεικνύει το δίστιχον τούτο·
"Βοήθα μας, άι Γιώργη, και συ, άγιε Κοσμά, να πάρουμε την Πόλι και την Άγια - Σοφιά"»
(Κ. 335).
Μέ ποιους τρόπους τώρα ο άγιος Κοσμάς ωδήγησε το Γένος στην αναγεννητική πορεία του; Πρώτα-πρώτα με το παράδειγμα της ζωής του, που την χαρακτήριζε η αγάπη για το Θεό και τον αδελφό, και την οποία βεβαίωνε με την αυταπάρνησί του. Έπειτα με το χαριτωμένο λόγο και την απλή διδαχή του. «Εκήρυττε τόσον απλά, ώστε και ένα παιδί ακόμη ηδύνατο να εννοήση.
Εκήρυττε με συναίσθησιν. Εκήρυττε με δάκρυα. Εκήρυττε κάτω από την σκιάν του Σταυρού. Έκοπτε τον πνευματικόν άρτον εις μικρά τεμάχια και τον διένεμεν εις όλους, όπως ο ιερεύς με το άγιον κοχλιάριον μεταδίδει την θείαν Κοινωνίαν, το τίμιον Σώμα και Αίμα του Κυρίου. Όντως ιερουργίαν επετέλει κηρύττων το Ευαγγέλιον» (Κ. 38). Ως προς τον χρόνο, το σχέδιο και το περιεχόμενο των διδαχών, ο Ιωάννης Μενούνος λέει· «Το κήρυγμα γινόταν πρωινές ή βραδινές ώρες, πριν δηλαδή οι, χωρικοί συνήθως, ακροατές του αρχίσουν τις εργασίες τους ή μετά την επιστροφή από αυτές... Η πρώτη διδαχή γινόταν βράδυ. Θέμα της ήταν η δημιουργία των αγγέλων και του υλικού κόσμου, η πτώση των Πρωτοπλάστων, η έξωσή τους από τον Παράδεισο και η τιμωρία τους τόσο εδώ στη γη όσο και, μετά το θάνατο τους, στον άλλο κόσμο. Το πρωί που ακολουθούσε διδασκόταν η δεύτερη διδαχή. Περιεχόμενο της η διήγηση για τη γέννηση και τη ζωή της Παναγίας, η γέννηση και η ζωή του Χριστού ως τη Μ. Πέμπτη, η προδοσία και αυτοκτονία του Ιούδα. Το δεύτερο τέλος βράδυ ο Κοσμάς κήρυττε την τρίτη διδαχή. Το θέμα τώρα ήταν η Ανάσταση, το έργο των αποστόλων και η εξάπλωση της χριστιανικής πίστης με κατάληξη τη Δευτέρα Παρουσία, όπου οι αμαρτωλοί τιμωρούνται και οι δίκαιοι αμείβονται. Με τους τρεις αυτούς τύπους διδαχών παρουσιαζόταν ολοκληρωμένη η ιστορία κατά τη χριστιανική διδασκαλία, που αρχίζει από τη δημιουργία του πνευματικού και υλικού κόσμου και καταλήγει στη "συντέλεια του αιώνος"» (Μ. 91-2). Το κήρυγμά του ο άγιος ζωντάνευε συχνά και με την προσωπική επικοινωνία ανοίγοντας διάλογο, όπως είδαμε ανωτέρω.
Γι' αυτούς τέλος που ήταν μακριά του χρησιμοποιούσε και την αλληλογραφία απευθύνοντάς τους επιστολές, εκ των οποίων σώζονται αρκετές.
Μετά από αυτά ευνόητο είνε το πώς τον έβλεπε ο λαός. Ενώ οι Εβραίοι τον μισούσαν και οι Τούρκοι μόλις τον ανέχονταν, ο απλός λαός τον εμπιστευόταν, ενθουσιαζόταν, κρεμόταν απ’ το στόμα του και τον ακολουθούσε.
Γιατί; Διότι στάθηκε δίπλα στο λαό, όταν άλλοι είχαν φύγει μακριά του στη Δύσι. Ένιωσε τον πόνο και την ανάγκη του. Δεν εκώφευσε. Συγκακουχήθηκε και συγκακοπάθησε με τα σκλαβωμένα παιδιά του.
«Είχε σπλάγχνα πατρικά. Επόνει, συνέπασχε, συνεσταυρούτο με τον καθημερινώς σταυρούμενον επί μυριάδων σταυρών λαόν του Κυρίου. Ησθάνετο τας ανάγκας των χριστιανών, υλικάς και πνευματικάς, ως ιδίας ανάγκας, συνελάμβανε τους ήχους των πόνων των δυστυχούντων της εποχής και, συγκεκινημένος ο ίδιος εκ της θέας της ανθρωπίνης δυστυχίας, με τέχνην ωμίλει, έπληττε τας χορδάς των καρδιών των ακροατών του, προεκάλει την συμπάθειαν, διήγειρεν όσον ουδείς άλλος τα φιλάνθρωπα αισθήματα και με γιγαντιαίαν δύναμιν, την δύναμιν της θείας χάριτος, ώθει τον λαόν προς έργα κοινής αγαθοεργίας. Και τι δεν έπραξεν υπέρ του Γένους ο κοινωφελέστατος ούτος άνθρωπος!» (Κ. 42-3). Δίδαξε τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, οικογενειακή αγωγή, αγωγή πολίτου, οικολογική αγωγή, πολιτιστική αγωγή, τα πάντα.
Αν σήμερα η διδαχή του βρίσκη τόση ανταπόκρισι και μιλάη τόσο ζωντανά σ' εμάς, φαντάζεται κανείς τι απήχησι είχε στους προγόνους και προπάτορές μας. Σαν ποθητή βροχή έπεφταν τα λόγια του και σαν διψασμένη γη τα ρουφούσαν οι ψυχές τους. Μετά τον απόστολο Παύλο και τον ι. Χρυσόστομο μπορούμε να πούμε ότι ο άγιος Κοσμάς είνε εκείνος που μίλησε και μιλάει στην καρδιά του λαού μας. Είνε πράγματι «ο Γέροντας του Γένους».
Δ'.
Αν το Γένος μας ξεχάση τις υποθήκες του αγίου Κοσμά, του Γέροντός του, θα διαπράξη μεγάλη αμαρτία και το περιμένουν δεινά παθήματα, ταλαιπωρίες και τιμωρίες. Αν τις φυλάξη, εκείνος θα συνεχίση να το οδηγή στον ασφαλή δρόμο. Διότι και σήμερα ο λαός μας έχει ανάγκη από Γέροντα, πνευματικό οδηγό και ένθεο εμπνευστή. Οι ορθολογισταί, οι οπαδοί της χειραφετήσεως και του απογαλακτισμού από την Εκκλησία, οι κήρυκες του εχθρικού χωρισμού κράτους και εκκλησίας και θιασώται του μοντέλου ενός λαϊκού κράτους μπορεί να διαφωνούν. Η άποψί τους όμως δεν βρίσκει ιστορική επιβεβαίωσι. Η ιστορία αντιθέτως μαρτυρεί ότι, όσες φορές ο λαός ελεήθηκε από το Θεό ώστε να έχη μπροστά του τέτοια αναστήματα, βγήκε από τον κλοιό, φωτίστηκε, ωρθοπόδησε, ανυψώθηκε, μεγαλούργησε.
[ι. μονή Αγ. Κοσμά του Αιτωλού Αρναίας - Χαλκιδικής
Κυριακή 23 Αυγούστου 2009]
Συντομογραφίες πηγών
Κ. = Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779) - Συναξάριον -Διδαχαί - Προφητείαι - Ακολουθία, Πρόλογος - σημειώ-σεις επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου μητροπολίτου Φλωρίνης, εκδ. «Σταυρός», Αθήναι 200526 (σσ. 426).
Μ. = Ιωάννου Β. Μενούνου, Κοσμά του Αιτωλού Διδαχές - Φιλολογική μελέτη - Κείμενα, εκδ. «Τήνος», Αθήνα 1979 (σσ. 319).
Απολυτίκιον
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, διδασκαλία, κατεκόσμησας, την Εκκλησίαν, ζηλωτής των Αποστόλων γενόμενος· και κατασπείρας τα θεία διδάγματα, μαρτυρικώς τον αγώνα ετέλεσας, Κοσμά ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον
Ήχος δ'. Επεφάνης σήμερον.
Ως φωστήρ νεόφωτος την Έκκλησίαν, καταυγάζεις άπασαν, Ευαγγελίου διδαχαίς, Κοσμά Χριστού Ισαπόστολε· διό αξίως γεραίρει την μνήμην σου.
Μεγαλυνάριον
Ως ο Παύλος πάτερ περιελθών, πόλεις και χωρία, ταις καρδίαις των ευσεβών πίστεως την φλόγα, ανήψας της αγίας, και έφλεξας της πλάνης, άπαν ζιζάνιον.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Iσαπόστολος, φωτιστής του υπόδουλου Γένους, θαυματουργός όσιος, ένδοξος και λαοφιλής ιερομάρτυς.
Γεννήθηκε στο χωριό Μεγάλο Δένδρο της Αιτωλίας περί το 1714. Αφού έλαβε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του, ήλθε για ανώτερη μόρφωση στην Αθωνιάδα Ακαδημία, όπου είχε για δασκάλους τον Παναγιώτη Παλαμά, τον Νικόλαο Τζαρτζούλιο και τον Ευγένιο Βούλγαρη.
Αναφέρεται επίσης να μαθήτεψε στη Σιγδίτσα Παρνασίδος, κοντά στον ιεροδιάκονο Γεράσιμο Λύτσικα, και στο Ελληνομουσείο της Αγίας Παρασκευής Γούβας Αγράφων. Δίδαξε στο σχολείο Λομποτινάς Ταξιάρχη και στα σχολεία των γύρω χωριών.
Το 1759 εκάρη μοναχός στη μονή Φιλόθεου «και εις τους πόνους της μοναδικής ζωής εχώρησε προθυμότατα». Κατόπιν χειροτονήθηκε ιερεύς και χρημάτισε εφημέριος της μονής του. Η φλόγα όμως που καθημερινά έκαιγε στην ταπεινή του καρδιά, για τη διάδοση του ευαγγελίου στους υπόδουλους αδελφούς του, τον έφερε στην Κωνσταντινούπολη, αφού πριν είχε ασκηθεί επί δεκαεπτά έτη, όπως λέγει ο ίδιος σε μία διδαχή του, στο Άγιον Όρος. Ζήτησε την ευλογία του πατριάρχη Σεραφείμ Β' και τις συμβουλές του αδελφού του δασκάλου Χρύσανθου. Έλαβε θεϊκή πληροφορία για το έργο του και την προς τούτο ευλογία έμπειρων Αγιορειτών Γερόντων. Έτσι άρχισε τη μεγάλη κι εθνοσωτήρια ιεραποστολική του δράση.
Με φλογερή αγάπη προς τον Χριστό και βαθύ ζήλο για το Γένος πραγματοποίησε τέσσερις μεγάλες περιοδείες, διαβαίνοντας όλη σχεδόν την Ελλάδα, που προκαλούν κατάπληξη και θαυμασμό. «Όπου αν επήγαινεν ο τρισμακάριστος, εγίνετο μεγάλη σύναξις των Χριστιανών, και άκουαν μετά κατανύξεως, και ευλαβείας την χάριν και γλυκύτητα των λόγων του, και ακολούθως εγίνετο και μεγάλη διόρθωσις, και ωφέλεια ψυχική»".
Η διδασκαλία του ήταν «απλούστατη, ωσάν εκείνη των αλιέων ήταν γαλήνιος, και ησύχιος, όπου εφαίνετο καθολικά, να ήναι γεμάτη από την χαράν του ιλαρού, και ήσυχου Αγίου Πvεύματoς».
Η επίδραση του στον λαό ήταν τεράστια. Πλήθη λαού συγκεντρώνονταν ν' ακούσουν τον θεόπνευστο ιεροκήρυκα. Επειδή καμμία εκκλησία δεν τους χωρούσε, αναγκαζόταν να κηρύττει στην ύπαιθρο, στήνοντας ένα σταιυρό κι ανεβαίνοντας σ' ένα σκαμνί, γιατί ήταν και κοντός. Οι μαθητές του κρατούσαν σημειώσεις κι έτσι έχουμε σήμερα τις διδαχές του. Στην περιοχή της σημερινής Αλβανίας το κήρυγμα του έδωσε πολλούς καρπούς: «τους αγρίους ημέρωσε, τους ληστάς κατεπράϋνε, τους άσπλάγχνους και ανελεήμονας έδειξεν ελεήμονας, τους ανευλαβείς, έκαμεν ευλαβείς, τους αμαθείς, και αγροίκους εις τα θεία, εμαθήτευσε, και τους έκαμε να συντρέχουν εις τας ιεράς Ακολουθίας, και όλους απλώς τους αμαρτωλούς, έφερεν εις μεγάλην μετάνοιαν, και διόρθωσιν ώστε οπού έλεγον όλοι, ότι εις τους καιρούς των εφάνη ένας νέος Απόστολος».
Τά κηρύγματα του συνόδευαν θαύματα και προφητείες. Οι καταπληκτικές προφητείες του αναφέρονται στην απελευθέρωση του Γένους, στο μέλλον προσώπων, πόλεων και της ανθρωπότητος και στις εφευρέσεις της επιστήμης. Πολλές από αυτές εκπληρώθηκαν με πιστή ακρίβεια.
Παντού ίδρυε εκκλησίες και σχολεία και με πάθος ενδιαφερόταν για τη μόρφωση των υποδούλων. Τους πλουσίους έβαζε ν' αγοράζουν κολυμβήθρες για τις βαπτίσεις των χριστιανών, βιβλία, σταυρούς και κομποσχοίνια, που τα μοίραζε στους πιστούς ως ευλογία.
Ο άγιος Κοσμάς απολάμβανε μεγάλου σεβασμού από τους Τούρκους, οι όποιοι ήταν ακροατές των διδαχών του και δωρητές του. Τον μισούσαν όμως θανάσιμα οι Εβραίοι, επειδή μετέφερε τα παζάρια των χριστιανών από την Κυριακή στο Σάββατο. Τον συκοφάντησαν στις τουρκικές αρχές και με πολλά χρήματα προς τον Κούρτ Πασά του Βερατίου κατόρθωσαν να επιτύχουν τη θανάτωση του. Ο άγιος με χαρά άκουσε την καταδίκη του.
Τον κρέμασαν από ένα δένδρο στο χωριό Κολικόντασι και το λείψανο του το έριξαν στα νερά του πόταμου Άψου. Παρά την πέτρα που του είχαν δέσει στον λαιμό, το λείψανο επέπλεε. Βρέθηκε από τον ιερέα Μάρκο κι ενταφιάσθηκε στη μονή της Θεοτόκου Αρδονίτσας Β. Ηπείρου, όπου και ανευρέθη.
Η κανονική πράξη της αναγνωρίσεως του ως αγίου έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 20.4.1961. Ακολουθία και βίο του έγραψαν ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Σαπφείριος Χριστοδουλίδης, ο Θωμάς Πασχίδης και ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Πολλοί νεώτεροι συγγραφείς ασχολήθηκαν με τον βίο και το έργο του μεγάλoυ αγίου. Πλήθος εικόνων, χαλκογραφιών, ζωγραφιών και σχεδίων φανερώνουν την τιμή και την ευγνωμοσύνη του Γένους για τον λαμπρό αστέρα του Αγίου Όρους. Η μνήμη του τιμάται στις 24 Αύγουστου.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
ΜΩΥΣΕΩΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΥΓΔΟΝΙΑ
Ὁ οὐρανὸς ἔβρεχε διαρκῶς λεπτὸν νερόχιονον, ὁ γραῖγος ἀδιάκοπος ἐφύσα καὶ ἦτο ψῦχος καὶ χειμὼν τὰς παραμονὰς τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους...
Ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος εἶχε νηστεύσει ἀνελλιπῶς ὁλόκληρον τὸ Σαρανταήμερον καὶ εἶχεν ἐξομολογηθεῖ τὰ κρίματά του (παπα-Δημήτρη τὸ χέρι σου φιλῶ!). Καὶ ἀφοῦ ἐγκαίρως παρέδωσε τὸ χριστουγεννιάτικον διήγημά του εἰς τὴν «Ἀκρόπολιν» καὶ διέθεσεν ὁλόκληρον τὴν γλίσχρον ἀντιμισθίαν του πρὸς πληρωμὴν τοῦ ἐνοικίου καὶ τῶν ὀλίγων χρεῶν του, γέρων ἤδη κεκμηκὼς ὑπὸ τῶν ἐτῶν καὶ τῆς νηστείας, ἀποφεύγων πάντοτε τὴν πολυάσχολον τύρβην, ἀλλὰ φιλακόλουθος πιστός, ἔψαλεν, ὡς συνήθως, μὲ τὴν βραχνὴν καὶ σπασμένην φωνήν του, πλήρη ὅμως ἐνθέου πάθους, ὡς δεξιὸς ψάλτης, εἰς τὸ παρεκκλήσιον τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου τὰς Μεγάλας Ὥρας, σχεδὸν ἀπὸ στήθους, καὶ ὄτε ἐπανῆλθεν εἰς τὸ πτωχικόν του δωμάτιον, δὲν εἶχεν ἀκόμη φέξει!
Ἤναψε τὸ κηρίον του καὶ τῇ βοηθείᾳ τοῦ κηρίου (καὶ τοῦ Κυρίου!) ἔβγαλε τὸ ὑπόδημά του τὸ ἀριστερόν, διότι τὸν ἠνώχλει ὁ κάλος, καὶ ἡμίκλιντος ἐπὶ τῆς πενιχρᾶς στρωμνῆς του, πολλὰ ῥεμβάζων καὶ οὐδὲν σκεπτόμενος, ἤκουε τὰς ὀρυγὰς τοῦ κραταιοῦ ἀνέμου καὶ τοὺς κρότους τῆς βροχῆς καὶ ἔβλεπε νοερῶς τὸν πορφυροῦν πόντον νὰ ῥήγνυται εἰς τοὺς σκληροὺς αἰχμηροὺς βράχους τοῦ νεφελοσκεποῦς καὶ χιονοστεφάνου Ἄθω.
Ἐκρύωνεν. Ἀλλὰ τὸ καφενεῖον τοῦ κυρ-Γιάννη τοῦ Ἀγκιστριώτη ἦτο κλειστόν. Ἀλλὰ καὶ ὀβολὸν δὲν εἶχε νὰ παραγγείλει:
- Πάτερ Ἀβραάμ, πέμψον Λάζαρον! (ἕνα ποτηράκι ῥακὴ ἢ ῥώμι).
Ἐκείνην τὴν χρονιὰν τὰ Χριστούγεννα ἔπεσαν Παρασκευήν. Τόσον τὸ καλύτερον. Θὰ νηστεύσει καὶ πάλιν, ὡς τὸ εἶχε τάμα νὰ νηστεύει διὰ βίου κάθε Παρασκευὴν διὰ νὰ ἐξαγνισθεῖ ὁ ἁμαρτωλὸς δοῦλος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ μέγα κρῖμα τῆς νεότητός του, ποὺ εἶδε τυχαίως ἀπὸ τὴν κλειδαρότρυπαν τὴν νεαράν του ἐξαδέλφην νὰ γδύνεται.
Ἔκαμε τὸν σταυρόν του κι ἐσκεπάσθη μὲ τὴν διάτρητον βατανίαν του, ὅπως ἦτο ντυμένος καὶ μὲ τὰ ὑποδήματα - πλὴν τοῦ ἀριστεροῦ.
Καὶ τότε εὑρέθη εἰς τὴν προσφιλήν του νῆσον τῶν παιδικῶν του χρόνων μὲ τὰ ῥόδιν᾿ ἀκρογιάλια, τὰς ἁλκυονίδας ἡμέρας, τὰς χλοϊζούσας πλαγιάς, μὲ τὰ κρίταμα, τὴν κάππαριν καὶ τὰς ἁρμυρήθρας τῶν παραθαλασσίων βράχων καὶ μὲ τοὺς ἁπλοὺς παλαιοὺς ἀνθρώπους, θαλασσοδαρμένους ἢ ναυαγούς, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους.
Καὶ ἦλθεν ὁ Χριστὸς μὲ τὸ τεθλιμμένον πρόσωπον, ἡ Παναγία ἡ Γλυκοφιλοῦσα μὲ τὸ λευκὸν καὶ ἔνθεον Βρέφος της, ὁ Ἅγιος Στυλιανός, ὁ φίλος καὶ φρουρὸς τῶν νηπίων, ἡ Ἁγία Βαρβάρα καὶ ἡ Ἁγία Κυριακὴ μὲ τοὺς σταυροὺς καὶ τοὺς κλάδους τῶν φοινίκων εἰς τὰς χεῖρας, ὁ ὅσιος Ἀντώνιος καὶ Εὐθύμιος καὶ Σάββας μὲ τὰς γενειάδας καὶ τὰ κομβοσχοίνια των· καὶ ἦλθε καὶ ὁ ὅσιος Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοψ, «ἄνθρωπος τὴν ὄψιν καὶ θεὸς τὴν καρδίαν», ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Φαρμακολύτρια κρατοῦσα εἰς τὰς χεῖρας τὸ μικρόν της ληκύθιον, τὸ περιέχον τὰ λυτήρια ὅλων τῶν μαγγανειῶν καὶ ἐπῳδῶν, ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος, ἡ Ἁγία Μαρίνα καὶ εἴτα ὁ Ἅγιος Γεώργιος καὶ ὁ Ἅγιος Δημήτριος μὲ τὰ χαντζάριά των, μὲ τὰς ἀσπίδας καὶ τοὺς θώρακάς των - ὁλόκληρον τὸ Τέμπλον τοῦ παρεκκλησίου τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης ἐκεῖ ἐπάνω εἰς τὸν βράχον τὸν μαστιζόμενον ἀπὸ θυέλλας καὶ λαίλαπας καὶ λικνιζόμενον ἀπὸ τὸ πολυτάραχον καὶ πολυρροιβδον κῦμα...
Φέγγος ἐαρινὸν καὶ θαλπωρὴ διεχύθησαν ἐντὸς τοῦ ὑγροῦ δωματίου καὶ ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος λησμονήσας τὸν κάλον του ἀνεσηκώθη νὰ φορέσει καὶ τὸ ἀριστερόν του ὑπόδημα διὰ ν᾿ ἀσπασθεῖ εὐλαβῶς τοὺς πόδας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων.
Ἀλλ᾿ ἡ ὀπτασία ἐξηφανίσθη καὶ ἰδοὺ εὑρέθη εἰς τὸν Ἅη-Γιάννην τὸν Κρυφόν, ποὺ ἐγιάτρευε τοὺς κρυφοὺς πόνους κι ἐδέχετο τὴν ἐξαγόρευσιν τῶν κρυφῶν ἁμαρτιῶν. Πλῆθος πιστῶν εἶχεν ἀνέλθει ἀπὸ τὴν πολίχνην, ζωντανοὶ καὶ συγχωρεμένοι, νὰ παρακολουθήσουν τὴν Λειτουργίαν, τὴν ὁποία ἐτέλει ὁ παπα-Μπεφάνης βοηθούμενος ἀπὸ τὸν μπάρμπ᾿ Ἀναγνώστην τὸν Παρθένην.
Κατὰ περίεργον ἀντινομίαν τῶν στοιχείων, ἦτο καλοκαῖρι κι ἡ Λειτουργία εἶχε τελειώσει καὶ ἦτον δὲν ἦτον τρίτη πρωϊνή, ὅτε ἡ ἀμφιλύκη ἤρχισε νὰ ῥοδίζει εἰς τὸν ἀντικρυνὸν ζυγὸν τοῦ βουνοῦ.
Ὅλοι γείτονες, λάλοι καὶ φωνασκοί, ἐκάθηντο κατὰ γὴς πέριξ ἐστρωμένης καθαρᾶς ὀθόνης. Τέσσερ᾿ ἀρνιά, τρία πρόβατα, δύο κατσίκια, ἀστακοουρές, κεφαλόπουλα καπνιστὰ τῆς λίμνης, αὐγοτάραχον καὶ ἐγχέλεις ἁλατισμένοι, πίττες, κουραμπιέδες, μπακλαβάδες, πορτοκάλια καὶ μῆλα - ὅλα τὰ καλούδια, προϊόντα της μικρῆς καὶ ὡραίας νήσου, περιέμενον τοὺς συνδαιτυμόνας.
- Καλῶς ὥρισες κυρ-Ἀλέξαντρε, κάτσε κ᾿ ἡ ἀφεντιά σου, τοῦ εἶπεν ἡ θεία ἡ Ἀμέρσα.
Ἀλλὰ τί βλέπει γύρω του; Ὅλους τους ἥρωας καὶ τὰς ἡρωίδας τῶν Χριστουγεννιάτικων διηγημάτων του. Ἐκεῖ ἦτον ἡ θεία-Ἀχτίτσα, φοροῦσα καινουργῆ μανδήλαν καὶ νέα πέδιλα, ἐπιδεικνύουσα μετ᾿ εὐγνωμοσύνης τὸ συνάλλαγμα τῶν δέκα λιρῶν, τὸ ὁποῖον μόλις ἔλαβε ἀπὸ τὸν ξενητευμένον εἰς τὴν Ἀμερικὴν υἱόν της. Δίπλα της ἐκάθητο κι ὁ Γιάννης ὁ Παλούκας, ὁ προσποιηθεὶς τὸν Καλλικάντζαρον τὴν Παραμονὴν τῶν Χριστουγέννων καὶ ληστεύσας τὸν Ἀγγελῆν, τὸν Νάσον, τὸν Τάσον - ὅλα τὰ παιδία τὰ ὁποῖα κατήρχοντο ἀπὸ τὴν Ἐπάνω ἐνορίαν, ἀφοῦ εἶχαν ψάλει τὰ Κάλανδα. Ἐσηκώθη καὶ παρέδωσεν εἰς τὸν κυρ-Ἀλέξανδρον τὰς κλεμμένας πεντάρας -δὲν εἶχε πῶς νὰ μεθύσῃ καὶ ἑορτάσῃ τὰ Χριστούγεννα ἐκείνην τὴν χρονιὰν (συχωρεμένος ἂς εἶναι!).
Ἰδοὺ κι ὁ Μπαρμπ᾿ Ἀλέξης, ὁ Καλοσκαιρῆς, ποὺ δὲν εἶχεν ἀνάγκην τοῦ πορθμείου τοῦ Χάροντος διὰ νὰ πηδήσει εἰς τὸν ἄλλον κόσμον· εἶχε τὸ ἰδικόν του, ὑπόσαθρον πλοιάριον, αὐτόχρημα σκυλοπνίχτην. Μαζί του ἦτον κι ὁ σύντροφός του ὁ Γιάννης ὁ Πανταρώτας ὁ ναυτολογημένος ὡς Ἰωαννίδης καὶ διατελῶν ἐν διαρκεῖ ἀπουσίᾳ κατὰ τὰς ὥρας τῆς ἐργασίας.
- Νὰ φροντίσῃς, τοῦ εἶπεν ὁ Πανταρώτας, νὰ πάρω τὴν σύνταξή μου!
Καὶ λησμονῶν τὴν ἱερότητα τῆς στιγμῆς ἐμούντζωσε τὸ κενὸν συνοδεύων τὴν ἄσεμνον χειρονομίαν μὲ τὴν ἀσεμνοτέραν βλασφημίαν:
- Ὅρσε, κουβέρνο!
Ἐκεῖ ἦτον κι ὁ Μπαρμπα-Διόμας, εὐτυχὴς διότι ἐγλύτωσεν ἀπὸ τὸ ναυάγιον καὶ ἐρρόφησεν ἀπνευστὶ ἐπὶ τοῦ διασώσαντος αὐτὸν τρεχαντηρίου ὁλόκληρον φιάλην πλήρη ἡδυγεύστου μαύρου οἴνου διὰ νὰ συνέλθει - ὢ πενιχρά, ἀλλ᾿ ὑπερτάτη εὐτυχία τοῦ πτωχοῦ!
Ἀλλ᾿ ἰδοὺ ἔτρεξε νὰ τοῦ σφίξη τὴν χεῖρα καὶ ὁ βοσκὸς ὁ Στάθ᾿ς τοῦ Μπόζα, τοῦ ὁποίου δύο αἶγες εἶχον βραχωθῆ εἰς τὸν κρημνὸν ὑπεράνω της ἀβύσσου, ὅπου ἔχαινεν ὁ πόντος καὶ ἦτο ἀδύνατον νὰ σωθοῦν, ἂν δὲν τὸν κατεβίβαζαν διὰ σχοινίου εἰς τὸν βράχον μὲ κίνδυνον τῆς ζωῆς του.
- Τὴν Ψαρὴ τὴν ἔχω τάξει ἀσημένια στὴν Παναγιά. Τὴ Στέρφα (τὴν ἄλλην αἶγα) θὰ τὴν σφάξω γιὰ σένα, νὰ τὴν φᾶμε.
Καὶ ἡ Ἀσημίνα τοῦ μαστρο-Στεφανῆ τοῦ βαρελᾶ, μὲ τὰς τέσσαρας κακοτυχισμένας θυγατέρας, τὴ Ῥοδαυγή, τὴν Ἑλένη, τὴ Μαργαρὼ καὶ τὴν Ἀφέντρα, ἡ Ἀσημίνα, ποὺ τὴν μίαν ἡμέραν ἑώρτασε τοὺς γάμους τῆς Ἀφέντρας μὲ τὸν Γρηγόρη τῆς Μονεβασᾶς καὶ τὴν ἄλλην ἡμέραν ἐπένθησεν τὸν θάνατον τοῦ υἱοῦ της τοῦ Θανάση.
Τέλος, ὤ! τῆς ἐκπλήξεως, ἐνεφανίσθη καὶ ὁ ἕτερος ἐαυτός του, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδημούλης, ὁ πτωχαλαζών, ὁ ἀσχολούμενος εἰς ἔργα μὴ κοινῶς παραδεδεγμένης χρησιμότητος!
Ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος ἠσθάνθη τύψεις, ὅτι ἔπλασεν ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ τόσον δυστυχεῖς καὶ ταπεινοὺς ἢ τόσον ἁμαρτωλοὺς (οὐδεὶς ἀναμάρτητος!) καὶ τὸν ἑαυτόν του τόσον ἐπηρμένον!...
Ἀλλὰ τὴν στιγμὴν ἐκείνην τὸν διέκοψεν ἡ ὀκταόκαδος τσότρα, ἡ περιφερομένη ἀπὸ χειρὸς εἰς χεῖρα. Δὲν ἐπρόλαβε νὰ τὴν ἐναγκαλισθῇ καὶ ἤχησαν τὰ λαλούμενα (βιολιτζῆδες ντόπιοι καὶ τουρκόγυφτοι μὲ κλαρινέτα) καὶ ... ἐξύπνησεν.
Ποτὲ ὁ κοσμοκαλόγηρος κυρ-Ἀλέξανδρος δὲν ἐξύπνησε τόσον χορτάτος, ὅσον ἐκείνην τὴν ἁγίαν ἡμέραν, ὁ νῆστις τοῦ Σαρανταημέρου καὶ ὁ νῆστις ὅλης της ζωῆς του! - ζωὴν νὰ ἔχει!
ΠΗΓΗ: http://orthodoxfathers.com/logos/Christougenna-tou-Papadiamanti-Kosta-Varnali
Σε τρείς τέσσερεις ημέρες αδελφοί μου, θα γιορτάσουμε Χριστούγεννα. Έτσι το σημερινό μας κήρυγμα θα το αρχίσουμε με μερικές ερωτήσεις.
Ασφαλώς όλοι σας βάλατε στα σπίτια σας Χριστουγεννιάτικο δένδρο και το στολίσατε και καλώς κάματε. Τον Χριστό όμως Τον γνωρίσατε;
Πολλοί από σας στολίσατε και τα μπαλκόνια και τις ταράτσες, ακόμα και τα φυσικά δένδρα που πιθανόν να είχατε στις μικρές αυλές σας ή στις μεγάλες, τα στολίσατε με πλήθος από φώτα και λαμπάκια και καλώς κάνατε. Τον Χριστό όμως Τον γνωρίσατε;
Και δένδρα και δώρα ψωνίσατε και τρόφιμα πολλά, και με γαλοπούλα και με κοτόπουλο και με αρνάκι και γλυκά για ένα πλούσιο γιορταστικό Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Καλώς κάνατε, και μείς στο σπίτι μας το ίδιο κάναμε. Τον Χριστό όμως Τον γνωρίσαμε;
Αγαπάμε τον Χριστό, την Παναγία μητέρα Του και τους Αγίους;
Είμεθα έτοιμοι να δώσουμε και το αίμα μας για την αγάπη του Ιησού Χριστού; Αυτό το πιστεύουμε, ναι ή όχι;
Λέμε ότι λατρεύουμε τον Χριστό, σαν αληθινό Θεό και Σωτήρα μας. Αν το πιστεύουμε αυτό το πράγμα, μπορούμε να το αποδείξουμε με έργα και πράξεις που ιδιαιτέρως έχουμε τονίσει επανειλημμένως και τα ζητάει ο Θεός ο ίδιος δια της Αγίας Γραφής;
Δηλαδή έρχεσαι στην εκκλησία κάθε Κυριακή και μεγάλη γιορτή;
Μελετάς κάθε μέρα το Ευαγγέλιο και την Καινή Διαθήκη;
Έχεις αληθινή πίστη στην Τριαδικότητα του Αγίου Θεού και στην Θεανθρωπότητα του Ιησού Χριστού;
Προσεύχεσαι το πρωί με την εωθινή προσευχή και το βράδυ με το Απόδειπνο και τους Χαιρετισμούς;
Εξομολογείσαι με απόλυτη ειλικρίνεια στον πνευματικό σου και μόνον τις δικές σου αμαρτίες;
Προσέχεις τις αισθήσεις σου και ιδιαιτέρως τα μάτια σου και τη γλώσσα σου, που κόκαλα δεν έχει αλλά κόκαλα τσακίζεις;
Κάνεις στο κατά δύναμιν τον πνευματικόν σου αγώνα με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και εγκράτεια; Τον κάνεις αυτό τον αγώνα;
Συγχωρείς τους εχθρούς σου, τους συγγενείς σου, τους φίλους σου, τους γείτονάς σου που σου έκαμαν κακό; Σε πείραξαν;
Πολεμάς τα πάθη σου, ή τα τρέφεις με οποιοδήποτε τρόπο κάθε μέρα;
Θυμώνουμε ποτέ εναντίον των κακών, των πονηρών, των αισχρών, και των βλασφήμων λογισμών που σπέρνει ο διάβολος μέσα στο νου μας κάθε μέρα;
Στενοχωρούμεθα για τα λάθη μας, για τις πτώσεις μας και για τις αμαρτίες μας που διαπράττουμε κάθε στιγμή;
Κοινωνούμε των Αχράντων με προσοχή, με συστολή και φόβο, μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης;
Μήπως γογγύζουμε για τα βάσανα, τους πόνους, τις αρρώστιες και τις θλίψεις της ζωής;
Εξετάζεις κάθε βράδυ τη συνείδησή σου, είναι ήσυχη; Μήπως δεν τήρησες όπως έπρεπε τις άγιες εντολές του Θεού, γι’ αυτό και είσαι ανήσυχος, νευρικός και γκρινιάρης;
Μιλάς για το Χριστό, και την αλήθεια του Ευαγγελίου; Τον ομολογείς; Ή μήπως ντρέπεσαι στον οποιοδήποτε συνάνθρωπό σου μπροστά;
Σ’ αυτές τις είκοσι περίπου ερωτήσεις χριστιανοί μου, η φωνή της συνειδήσεώς μας, η φωνή της καρδιάς μας μπορεί να απαντήσει μ’ ένα ολοκάθαρο «ναι»; Αν απαντήσουμε «ναι μεν αλλά…», «και ναι και όχι», «και ίσως», «και πιθανόν», «και ξέρεις», «και αυτό μου συμβαίνει», «και το άλλο μου γίνεται», όλα αυτά είναι διάφορες δικαιολογίες και οι δικαιολογίες είναι ο δικηγόρος του διαβόλου.
Τα καλύτερα Χριστούγεννα είναι εκείνα τα Χριστούγεννα που τα κάνουμε με τον Χριστό μαζί. Τι θα πει Χριστούγεννα άλλωστε; Να ζήσουμε τον Χριστό εκείνην την ημέρα μέσα στην καρδιά μας. Να Τον κλείσουμε μέσα στην καρδιά μας, με τη Θεία Κοινωνία και την όλη Εκκλησιαστική ακολουθία, και ιερά υμνολογία, ολόκληρο το νεογέννητο Χριστό μέσα στην καρδιά μας. Να γίνει δηλαδή η καρδιά μας φάτνη και λίκνον αιώνιας ζωής.
Τι σημαίνει αυτό. Σημαίνει ότι μαζί με τους κτύπους της δικής σου καρδιάς, και της δικής μου βέβαια, να νοιώσεις και να νοιώσω, να αισθανθείς και να αισθανθώ, να βιώσεις και να βιώσω, και τους κτύπους της Θεανθρώπινης καρδιάς του βρέφους Ιησού.
Να νοιώσεις δηλαδή τους νοερούς παλμούς της αιωνιότητος, τους παλμούς της Βασιλείας των Ουρανών, τους παλμούς της αθανασίας, τους παλμούς της Βασιλείας του Θεού. Και έτσι να καταστείς και συ και ’γω, όπως μας λέγει ο Απόστολος Πέτρος «κοινωνός θείας φύσεως».
Πρώτα πρώτα νοιώθεις ότι είσαι αληθινός άνθρωπος. Άνθρωπος πλασμένος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού. Άνθρωπος πνευματικός. Άνθρωπος μεν με σάρκα και οστά, με σώμα και ύλη, αλλά ταυτόχρονα και άνθρωπος ουράνιος. Και αυτό διότι μετέχεις της Θεότητος. Αφθαρτοποιείσαι. Πνευματοφορείς το Βρέφος Ιησούς μέσα στην καρδιά σου, ειδικά εκείνη την ημέρα, όταν προσέρχεσαι στην Εκκλησία, και όταν κοινωνείς των Αχράντων Μυστηρίων.
Τότε γίνεσαι ουράνια φάτνη, πνευματικόν λίκνον, πνευματική Βηθλεέμ. Μέσα και έξω όλα λάμπουν, όλα λάμπουν. Εξ ανατολών ανατέλλει στον ουρανό της καρδιάς σου ολόκληρος ο Ήλιος Χριστός. «Ο αχώρητος παντί, πως εχωρήθη εν γαστρί»; Θα ψάλουμε εκείνο το πρωινό, με τα ωραιότατα εκείνα τα τρία καθίσματα του όρθρου των Χριστουγέννων. Ναι, «ο αχώρητος όμως παντί», πως εχωρήθη εν τη καρδία σου ως Θείος Μαργαρίτης; Το σκέφτηκες αυτό ποτέ; Πώς γίνεται η καρδιά σου χώρος για να χωρέσει «ο αχώρητος παντί» με τον Θείο Μαργαρίτη;
Και όταν δεις με τα μάτια της ψυχής σου τον Χριστό μέσα στην καρδιά σου, μετά την πρωινή Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία και Θεία Κοινωνία, ω τότε! ω τότε! θα το πω και θα το φωνάξω. Άγγελοι και Αρχάγγελοι θα ζητωκραυγάζουν πανηγυρικά μέσα σου όμως, μέσα στο είναι σου, μέσα στις αισθήσεις σου, μέσα στην ψυχή σου, μέσα στην καρδιά σου, το «Δόξα εν Υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».
Μη σας φαίνεται παράξενο, δεν είναι αυτά μόνο λόγια, δεν είναι ξεροί λόγοι, ουτοπία και χίμαιρα. Όταν σας λέω και σας βεβαιώνω ότι η καρδιά σας θα γίνει φάτνη, μπορεί να γίνει μία αγιοπνευματική κατοικία, εντός της οποίας θα ανακληθεί ο Ιησούς Χριστός, δια της Θείας Κοινωνίας, διότι όλα αυτά για μας είναι πίστις, είναι πίστις αληθινή, είναι πίστις ζωντανή, είναι πίστις πραγματική, και «δια της τοιαύτης πίστεως κατοικείσαι τον Χριστόν εν ταις καρδίαις ημών», μας βεβαιώνει η Αγία Γραφή με το στόμα του Αποστόλου Παύλου.
Θέλεις να ζήσεις αληθινά Χριστούγεννα; Και ποιος δε θέλει; Όμως πρώτα απ’ όλα πρέπει να πιστέψεις, και ν’ αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου, εξ όλης καρδίας και ψυχής και διανοίας και ισχύος, και να έχεις ήδη εξομολογηθεί. Πρέπει να έχεις μισήσει και να μισείς την αμαρτία. Πρέπει να εκκλησιαστείς από τις πέντε ει δυνατόν το πρωί. Και τέλος να κοινωνήσεις των Αχράντων Μυστηρίων. Και αν για τον άλφα βήτα λόγο, δεν μπορέσεις ή δε σου επιτρέπεται να κοινωνήσεις, μπορείς να κοινωνήσεις τη Θεία Χάρη, το Άγιον Πνεύμα, τον Θείον πνευματικόν Μαργαρίτην. Αν ζήσουμε τα φετινά Χριστούγεννα μαζί με τον Χριστόν, τότε όλα γύρω μας και μέσα μας, θα πανηγυρίζουν, θα λαμπροφορούν, θα γιορτάζουν.
Οι περισσότεροι όμως δυστυχώς, από μας τους Νεοέλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς, θα γιορτάσουν, ή μάλλον θα περάσουν Χριστούγεννα χωρίς Χριστόν. Θα ’ναι γι’ αυτούς μία κοινή ημέρα κοινής αργίας, ένα ευχάριστο πρωινό για ύπνο. Όταν όμως ξυπνήσουν, όλα γύρω τους και όλα μέσα τους θα είναι έρημα, θα είναι μαύρα, θα είναι σκοτεινά. Ήδη άρχισαν να ζούνε από τώρα την Κόλαση. Δεν τους σώζουν τα λαμπάκια και οι φωταψίες, το γλέντι και ο χορός, η κραιπάλη και η μέθη ή το τυχόν πλούσιο τραπέζι.
Χριστούγεννα χωρίς Χριστό, δεν είναι Χριστούγεννα, τα Χριστούγεννα τα γιορτάζουμε μόνον με τον Χριστόν, διότι ο Χριστός σώζει. Αυτός χαρίζει το φως, τη ζωή, τη χαρά, την ευτυχία, την ειρήνη, και την γαλήνη της ψυχής. Αυτός χαρίζει και τα αληθινά Χριστούγεννα.
Μαζί Του να τα ζήσουμε, μαζί Του,
Αμήν.
ΠΗΓΗ: http://anavaseis.blogspot.gr/2010/12/blog-post_2020.html
Ο Άγιος Νικόλαος, η ήμερη πρεσβυτική μορφή μέσα στη χορεία των αγίων Ιεραρχών της Εκκλησίας, είναι ο τύπος και ο κανόνας της ιερατικής ταπεινοφροσύνης και πραότητας. «Εικόνα πραότητος» τον ονομάζει η Εκκλησία, γιατί πρώτος καρπός της ταπεινοφροσύνης είναι η πραότητα. Ο Άγιος Νικόλαος είναι ο λειτουργός της Εκκλησίας, που με την ταπεινοφροσύνη και την πραότητά του, με το φρόνημα της στερήσεως μάλλον και της εκούσιας φτώχειας, έφτασε στην πνευματική πληρότητα και απόκτησε τον ουρανό. Κανόνας και πρότυπο είναι ο άγιος Ιεράρχης, καθώς το ψάλλει η Εκκλησία στο γνωστό σε όλους τροπάριο. «Κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος εγκρατείας διδάσκαλον ανέδειξέ σε τη ποίμνη σου η των πραγμάτων αλήθεια· διά τούτο εκτήσω τη ταπεινώσει τα υψηλά τη πτωχεία τα πλούσια…».
Η υμνολογία κάθε εορτής είναι πάντα η καλύτερη γλώσσα, με την οποία η Εκκλησία εκφράζει το φρόνημά της απέναντι στα πρόσωπα και τα γεγονότα της πίστεως. Γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσωπα και γεγονότα πάντα εορτάζει· τα πρόσωπα του Ιησού Χριστού και όλων των αγίων και τα γεγονότα της θείας οικονομίας, όσα έπραξε ο Λόγος του Θεού κατά το διάστημα της ενσάρκου επιδημίας του εδώ στη γη. Και η υμνολογία λοιπόν της σημερινής εορτής κατά τον καλύτερο τρόπο και πολύ παραστατικά εκφράζει την τιμή και τα ιερά αισθήματα της Εκκλησίας προς τον άγιο Νικόλαο. Και πρέπει να προλάβουμε να πούμε πως τα εγκώμια προς τον άγιο δεν είναι απλώς ποιητικές εκφράσεις και δεν είναι καν εγκώμια, αλλά ιστορία πραγματικών γεγονότων, «η των πραγμάτων αλήθεια» από τη ζωή και την επισκοπική διακονία του αγίου Νικολάου, κι όταν ήταν εδώ στη γη κι όταν έφυγε στους ουρανούς και τελεί τώρα τη θεία Λειτουργία στο ουράνιο θυσιαστήριο. Οι άγιοι είναι οι φίλοι του Θεού και οι ευεργέτες των ανθρώπων και στη ζωή εδώ και «μετά θάνατον», όταν οι μάρτυρες με το αίμα τους και οι ιεράρχες με την ιερωσύνη τους και όλοι με την αγιωσύνη τους πρεσβεύουν για μας στο Θεό. Έτσι η Εκκλησία είναι Εκκλησία αγγέλων και ανθρώπων, ανθρώπων των «εν ουρανοίς απογεγραμμένων» και των «επί γης περιλειπομένων».
Ανεξάντλητη είναι η έμπνευση των ιερών υμνογράφων, παίρνοντας αφορμή από την αγιωσύνη και το ιερατικό του έργο, για να υμνήσει τον Άγιο Νικόλαο. Είναι εκείνος που, «πανταχού καλούμενος», προφταίνει να δείξει σε όλους την ευεργετική του προστασία. Είναι ο «μέγας αντιλήπτωρ και θερμός τοις εν κινδύνοις τελούσιν…», σε κείνους που κινδυνεύουν είτε στη στεριά είτε στη θάλασσα, «τοις εν γη και τοις πλέουσι». Στην εορτή του σήμερα η Εκκλησία εγκωμιάζει «της ευσέβειας τον πύργον των πιστών τον πρόμαχον», και ο ιερός υμνογράφος βάζει στο στόμα των πιστών αυτά τα λόγια και τους χαρακτηρισμούς για τον άγιο ιεράρχη, που ιδιαίτερα είναι προστάτης των θαλασσινών «όρμος ο γαληνότατος εν ω καταφεύγοντες οι τρικυμίαις του βίου περιστατούμενοι σώζονται…». Οι τρικυμίες δεν είναι μόνο στη θάλασσα, αλλά όλος ο βίος των ανθρώπων είναι τρικυμισμένο πέλαγος, που για να το διαπλεύσουν χρειάζονται πλοηγό, που θα τους οδηγήσει να φτάσουν στο γαληνεμένο όρμο και το λιμάνι της σωτηρίας. Και ο άγιος Νικόλαος, όπως τον βλέπει στη συνείδησή της και τον εγκωμιάζει η Εκκλησία, είναι ο μέγας και θερμός προστάτης και βοηθός εκείνων που κινδυνεύουν και στη γη και στη θάλασσα· «μέγας αντιλήπτωρ και θερμός τοις εν τοις κινδύνοις τελούσι… τοις εν γη και τοις πλέουσιν».
Αλλά ακόμα πιο πολύ, στο ιερό πρόσωπο του Αγίου Νικολάου, η Εκκλησία εγκωμιάζει τον ιερέα και το λειτουργό των θείων μυστηρίων, τον καλό ποιμένα και τον Ιεράρχη, «της ευσέβειας τον πύργο των πιστών τον πρόμαχον». Γιατί ο επίσκοπος των Μύρων της Λυκίας, μέσα σε όλη του την ταπεινοφροσύνη και την πραότητα, υπήρξε ο ισχυρός προστάτης της ορθοδοξίας, καθώς το έδειξε στην πρώτη Οικουμενική Σύνοδο, που με ένα δικό του πρακτικό τρόπο υπεράσπισε την αληθινή πίστη. Γι’ αυτό η Εκκλησία στο πρόσωπο του υμνεί «Ιεραρχών την καλλονήν και των Πατέρων κλέος», και τον ονομάζει «Ιεραρχών ωραιότατον κλέος και δόξαν». Απευθύνεται προς τον άγιο με βαθειά ευλάβεια και προσευχητική οικειότητα, για να του πει λόγια αληθινής πνευματικής ωραιότητας• «άνθρωπε του Θεού και πιστέ θεράπον και οικονόμε των αυτού μυστηρίων…».
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ιδιόμελο της εορτής της Πεντηκοστής «Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον», ψάλλεται κατά την εκλογή των Επισκόπων, και τονίζεται σ’ αυτό η φράση ότι το Άγιο Πνεύμα «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας», που ακριβώς είναι θεσμός ιερωσύνης.
Αυτού του Αγίου Πνεύματος ο άγιος Νικόλαος, «ο θείος της θειοτάτης ιερωσύνης κανών», είναι η μυροθήκη, καθώς σε ένα ιδιόμελο ποιητικότατα ψάλλει η Εκκλησία· «Πάτερ Νικόλαε του Παναγίου Πνεύματος μυροθήκη υπάρχων ως έαρ μυρίζεις ευφρόσυνον των θείων αρωμάτων Χριστού». Το όνομα Ιησούς στη θεία Γραφή λέγεται «μύρον εκκενωθέν», το μύρο που χύθηκε σαν από αλαβάστρινο δοχείο και «επλήρωσε τα σύμπαντα ευωδίας», μοσκοβόλησε ο κόσμος. Το ίδιο, σαν ανοιξιάτικα μυρόπνοα άνθη, άνθη του Παραδείσου, καθώς στην εορτή των αγίων Πατέρων ψάλλει η Εκκλησία, το ίδιο όλοι οι άγιοι, σαν μυροθήκες του Αγίου Πνεύματος, αρωματίζουν τη ζωή του κόσμου. Όχι μόνο με τα λόγια τους, όχι μόνο με τα έργα τους, αλλά και με την αγιασμένη τους μορφή, καθώς σε μια ομιλία του λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ότι «των αγίων ουχί τα ρήματα, αλλά και αυτά τα πρόσωπα πνευματικής γέμει χάριτος».
Το αισθανόμαστε και το ζούμε αυτό, όταν βλέπουμε και την εικόνα του αγίου Νικολάου· στα ιερό πρόσωπο του αγίου, έτσι όπως η μορφή του σώζεται στην παράδοση της ορθόδοξης εικονογραφίας, διαλάμπει μια πνευματική χάρη, μια ψυχική γαλήνη και μια εσωτερική ομορφιά, που όλα αυτά είναι καρπός του πνεύματος της ταπεινοφροσύνης και της πραότητας. Αυτές οι αρετές πρώτες είναι που ανεβάζουν και υψώνουν τους αγίους και τους κάνουν σαν αγγέλους στη γη, ώστε να τους εγκωμιάζει η Εκκλησία και να μην κινδυνεύει να κατηγορηθώ για υπερβολή όταν ψάλλει, καθώς τώρα στον άγιο Νικόλαο «Βροτός υπάρχων ουράνιος ισάγγελος εν γη πεφανέρωσαι».
Αλλά καιρός είναι να συναγάγουμε τα πρακτικά συμπεράσματα από την υμνολογία της εορτής του αγίου Νικολάου και να συγκροτήσουμε την ευαγγελική διδαχή της ταπεινοφροσύνης και της πραότητας, που είναι τα κύρια γνωρίσματα της ιερής προσωπικότητας, που εορτάζει και τιμά σήμερα η Εκκλησία. Δεν είναι λοιπόν ο εξωτερικός θόρυβος και η κοσμική επίδειξη, που επιβάλλουν και καθιερώνουν τον ιερό ποιμένα στη συνείδηση του εκκλησιαστικού ποιμνίου του· δεν είναι η κοινωνική λαμπρότητα και επιβολή, που τον αναδεικνύουν. Είναι «η των πραγμάτων αλήθεια». Τούτο πάντα το ξεχνάμε και οι εκκλησιαστικοί ποιμένες και ο λαός, γιατί μας ξεγελά η επιφάνεια και δεν προσέχουμε στο βάθος των πραγμάτων. Εκεί στο βάθος είναι η αλήθεια, μα για να τη βρει κανείς και να την αγαπήσει πρέπει να έχει ταπεινό φρόνημα. Να μην τον ξεγελά ό,τι λάμπει κι ό,τι κάνει θόρυβο, κι αλλοίμονο, αν πιστέψουμε και οι ποιμένες και ο λαός πως η ιερατική μας διακονία είναι ζήτημα κοσμικών συνθηκών και προσωπικών μας μόνο ικανοτήτων. Τότε θα μας αφήσει η θεία Χάρη και θα μείνουμε κενοί και άχρηστοι, γιατί ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».
Η πρώτη ευαγγελική αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη. Όχι το συναίσθημα της μειονεξίας, για το οποίο κάνουν λόγο η σύγχρονη παιδαγωγική και η ψυχολογία. Ούτε πολύ περισσότερο η ταπεινολογία, που είναι υποκρισία και ψεύδος. Αλλά η ταπεινοφροσύνη, που είναι η βαθειά και άγια αρετή στον πιστό άνθρωπο, να θέλει να γνωρίζει καλά τον εαυτό του. Ένα τέτοιο φρόνημα είναι η βάση και η αρχή της προκοπής· της πνευματικής προκοπής, γιατί αυτό μας ενδιαφέρει πάντα. Κανένας δεν πηγαίνει πιο πάνω στη σκάλα της αγιωσύνης, αν δεν ομολογήσει στον εαυτό του πως είναι χαμηλά, πως του λείπουν ακόμα πολλά, πως δεν είναι εκείνος που έπρεπε και μπορούσε να είναι. Ο Ιησούς Χριστός το είπε επιγραμματικά· «πας ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»· υψοποιός αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη.
Επάνω στην ταπεινοφροσύνη στηρίζεται όλο το οικοδόμημα του χριστιανικού βίου. Γι’ αυτό ο Ιησούς Χριστός άρχισε την «επί του όρους» ομιλία με το μακαρισμό των ταπεινοφρόνων ανθρώπων «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι…». Χαρά σε κείνους που έχουν ταπεινό φρόνημα, μικρή γνώμη για τον εαυτό τους· που δεν βλέπουν τους άλλους ανθρώπους παρακάτω απ’ αυτούς, που δεν έχουν την αξίωση όλος ο κόσμος να τους προσκυνά και να τους υπηρετεί· αντίθετα αισθάνονται χρέος τους αυτοί να διακονήσουν τούς άλλους· «ουκ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι…», είπε ο Ιησούς Χριστός. Κι όχι μόνο το είπε, αλλά και το έπραξε. Το ίδιο ο μεγάλος Απόστολος το έγραψε με αυτά τα λόγια· «Μηδείς το εαυτού ζητήτω, αλλά το ετέρου έκαστος». Αυτό είναι η ταπεινοφροσύνη σε μια θετική και ευεργετική της έκφραση, συνδυασμένη με την αγάπη· και δεν υπάρχει αμφιβολία πως από τούτο εδώ το σημείο αρχίζει η λύση όλων των προβλημάτων, που απασχολούν πάντα την κοινωνική ζωή των ανθρώπων, και ίσως περισσότερα σήμερα.
Λίγοι κέρδισαν τόση αγάπη και τόση συμπάθεια στις συνειδήσεις των ανθρώπων, όσο ο Άγιος Νικόλαος, του οποίου σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά τη μνήμη. Στον άγιο Νικόλαο πραγματοποιήθηκε κατά λέξη ο λόγος του Κυρίου Ιησού Χριστού· «Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην». «Πράος και ταπεινός τη καρδία», καθώς ο Ιησούς Χριστός, ο Άγιος Νικόλαος είναι γνωστός και τιμάται σε κάθε τόπο. Το όνομά του είναι γνωστό σ’ όλο τον κόσμο, και σχεδόν δεν υπάρχει χριστιανική οικογένεια, που να μην το τιμά σ’ ένα της πρόσωπο. Η Εκκλησία, καθώς το ακούσαμε, τον ονομάζει «μυροθήκην του Αγίου Πνεύματος», «κανόνα πίστεως» και «εικόνα πραότητος». Η υμνολογία της εορτής του αγίου είναι πλούσια σε πνευματικά άνθη και ιερό ποιητικό λυρισμό, που φανερώνει ακριβώς την ευλάβεια της Εκκλησίας προς τον «κατ’ εξοχήν» οικογενειακό, προστάτη και πατέρα άγιο. «Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων», λέει η θεία Γραφή, και πραγματικά η μνήμη του αγίου επισκόπου των Μύρων με πολλά εγκώμια διατηρείται και σώζεται στο πέρασμα του χρόνου μέσα στις συνειδήσεις των χριστιανών.
(+Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητρ. Σερβίων και Κοζάνης, Ο Λόγος του Θεού, τ. Α΄, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ.549-555, αποσπάσματα)
ΠΗΓΗ: http://nefthalim.blogspot.gr/2013/12/blog-post_8401.html
Ἡ κυρία Ἀ.Σ., πνευματικὸ παιδὶ τοῦ ὁσίου Γέροντος Πορφυρίου, ἀφηγεῖται ἕνα θαυμαστὸ γεγονός, ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν δυνατὴ πίστη ἀλλὰ καὶ τὴν εὐαισθησία τοῦ ὁσίου Γέροντος καὶ μᾶς ταξιδεύει σὲ ὀνειρικοὺς κόσμους τοῦ ἐπέκεινα, ὅπου αἴρεται ἡ νομοτελειακὴ τάξη τοῦ φυσικοῦ κόσμου καὶ ἡ παραδοξότητα τῶν φαινομένων προκαλεῖ τὸν ὀρθὸ λόγο:
«Τὸ φθινόπωρο τοῦ 1986 εἶχα ξεκινήσει μὲ τὴν εὐλογία καὶ καθοδήγηση τοῦ πατρὸς Πορφυρίου ἔργο προνοίας.
Ἐπισκεπτόμουν ἄπορες οἰκογένειες, κυρίως πολυτέκνων, μὲ οἰκονομικὰ προβλήματα, ἄλλες οἰκογένειες μὲ χρόνια προβλήματα ὑγείας καὶ ἰδιαιτέρως μὲ προβλήματα συναισθηματικῆς καὶ ψυχολογικῆς φύσεως. Τὸ βασικὸ ἔργο μου ἦταν ἡ λειτουργία ἀντιμετώπισης τῶν προαναφερθέντων προβλημάτων, ἀλλὰ καὶ ἡ συμβουλευτικὴ καὶ ψυχολογικὴ ὑποστήριξη τῶν πασχόντων. Τὸ προνοιακὸ αὐτὸ ἔργο συνέχισα καὶ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Γέροντος μέχρι σήμερα.
Ἕνα χειμωνιάτικο ἀπόγευμα τοῦ 1986 βρισκόμουν στὸ κελλὶ τοῦ πατρὸς Πορφυρίου στὸ Μήλεσι. Ὁ οὐρανὸς ἦταν συννεφιασμένος. Βαριὰ καταχνιὰ παντοῦ καὶ ψιλόβροχο. Καθόμουν μπροστὰ στὸ κρεβάτι τοῦ Γέροντα καὶ μιλούσαμε γιὰ τὸ ἔργο ποὺ εἶχα ἀναλάβει, ἀκούγοντας τὶς συμβουλές του. Φαίνεται πὼς ὁ Παππούλης μᾶς προετοίμαζε γιὰ δυσκολότερες μέρες.
Ἐνῶ μιλούσαμε, ξαφνικὰ μὲ διακόπτει:
- Νά, μοῦ λέει, αὐτὴ τὴ στιγμὴ μᾶς παίρνει ἀπὸ τὴ Λάρισα τηλέφωνο μιὰ κυρία.
Πράγματι, ἐκείνη τὴν ὥρα χτύπησε τὸ τηλέφωνο. Σηκώνω τὸ ἀκουστικὸ καὶ τὸ δίνω στὸν Γέροντα.
- Γέροντα, τὴν εὐχή σου.
- Εὔχομαι, παιδί μου, ἀπαντᾶ ἐκεῖνος.
- Γέροντα, ἔχω τὴν κόρη μου στὸ Λονδίνο. Σπουδάζει στὸ Πανεπιστήμιο. Ζεῖ μόνη της. Μὲ παίρνει συνεχῶς τηλέφωνο καὶ μοῦ λέει ὅτι νιώθει μοναξιὰ κι ἀπογοήτευση. Εἶναι κουρασμένη συνεχῶς καὶ θλιμμένη. Ἀλλὰ κι ὁ οὐρανὸς τῆς πλακώνει τὴν ψυχή. Ὁ λονδρέζικος οὐρανὸς εἶναι πάντοτε μουντός, συννεφιασμένος καὶ βρέχει. Φοβᾶμαι, Γέροντα, ὅτι ἡ κόρη μου ὁδηγεῖται στὴν κατάθλιψη.
- Εὔχομαι, εὔχομαι, εὔχομαι, παιδί μου… ἀπήντησε ὁ Γέροντας καὶ ἔκλεισε τὸ τηλέφωνο.
Σὲ λίγο, πολὺ συγκινημένος ὁ Παππούλης λέει:
- Νά! Τῆς ἔστειλε παρέα ὁ Θεός, τῆς ἔστειλε παρέα στὸ Λονδίνο. Ὁ καλὸς Θεὸς μᾶς ἄκουσε κι ἔστειλε στὴν κοπέλα συντροφιὰ ἕνα πουλάκι. Δόξα τῷ Θεῷ, τῆς ἔστειλε ἕνα ὡραῖο πουλάκι, πάρα πολὺ ὄμορφο. Δὲν εἶναι συνηθισμένο πουλί, εἶναι ἕνα ξεχωριστὸ πουλί. Δὲν εἶναι αὐτὸ τυχαῖο γεγονός.Τὸ πουλάκι αὐτὸ θὰ εἶναι ὁ φίλος της. Θὰ κάνουν παρέα, θὰ τὴν βοηθήσει νὰ τελειώσει τὶς σπουδές της.
Σὲ λίγο, τὴν ὥρα ποὺ μιλάει ἀκόμη ὁ Γέροντας, χτυπάει τὸ τηλέφωνο. Τὸ σηκώνω ἐγὼ καὶ τοῦ τὸ δίνω. Εἶναι ἡ κυρία πάλι ἀπὸ τὴ Λάρισα.
- Γέροντα, μὲ πῆρε πρὸ ὀλίγου πάλι στὸ τηλέφωνο ἡ κόρη μου ἀπὸ τὸ Λονδίνο καὶ μοῦ εἶπε χαρούμενη πὼς στὸ παράθυρό της εἶναι ἕνα πουλάκι καὶ τῆς χτυπάει τὸ τζάμι!
- Νὰ τῆς πεῖς νὰ τοῦ ἀνοίξει τὸ παράθυρο καὶ νὰ τὸ βάλει μέσα. Αὐτὸ τὸ πουλάκι θὰ εἶναι στὸ ἑξῆς ἡ ἀχώριστη συντροφιά της. Εἶναι ἕνα ξεχωριστὸ πουλάκι, πολὺ ὄμορφο καὶ φωτεινό… Τῆς τὸ ἔστειλε ὁ Θεὸς νὰ διαλύσει τὰ νέφη τῶν θλίψεων καὶ νὰ φωτίσει τὰ σκοτάδια τῆς μοναξιᾶς. Θὰ ζήσουν εἰς τὸ ἑξῆς μαζί… Νὰ προσεύχεσθε μὲ θέρμη στὸ Θεό. Σᾶς ἀγαπάει πολύ!
Καὶ ὁ ὅσιος Γέροντας συνέχισε μὲ πρακτικές συμβουλές:
- Τὶς πρωινὲς ὥρες, νὰ πεῖς στὴν κορούλα σου, νὰ ἀερίζει τὸ δωμάτιο. Νὰ ἀνοίγει τὰ παράθυρα νὰ βγαίνει λίγο ἔξω τὸ πουλάκι, νὰ πετᾶ στὸν οὐρανό. Ἔπειτα ἐκεῖνο θὰ ἐπιστρέφει μόνο του στὴν ὥρα του. Νὰ προσέχει τί θὰ τὸ ταΐζει. Νὰ μάθει νὰ τοῦ μιλάει, νὰ ἀκούει τὸ κελάηδημά του, νὰ τὸ χαϊδεύει. Ὅταν θὰ φεύγει γιὰ τὰ μαθήματά της στὸ Πανεπιστήμιο, αὐτὸ θὰ τῆς «προσέχει» τὸ σπίτι. Ὅταν θὰ γυρίζει, θὰ εἶναι ἡ καλύτερή της συντροφιά. Ἔτσι θὰ ζήσουν μαζὶ μὲχρι νὰ πάρει τὸ πτυχίο της.
Ὅλη τὴν ὥρα ποὺ μιλοῦσε, ὁ ὅσιος Γέροντας ἔλαμπε. Βρισκόταν σὲ ἕναν ἄλλο κόσμο, μέσα σὲ ἕνα ἄπλετο φῶς. Ἔβλεπε καὶ ζοῦσε καταστάσεις ποὺ μόνο αὐτὸς ἦταν δυνατὸ νὰ περιγράψει. Μετεῖχε σὲ μιὰ ὑπερκόσμια πνευματικὴ πανδαισία.
Ὁ Ἅγιος εὐχήθηκε καὶ ὁ Θεὸς ἔδωσε τὴ λύση: πρόληψη καὶ θεραπεία διὰ τῆς ἐπενέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ συμβάν, ἀλλὰ καὶ ὁ συμβολισμός του, ὅπως ἐπίσης καὶ ὁ συμβουλευτικὸς λόγος τοῦ Γέροντος, ποὺ ἀκολούθησε, αἰσθάνθηκα ἐκείνη τὴν ὥρα πὼς λειτούργησαν καὶ γιὰ μένα προσωπικὰ ὡς ὑποστηρικτικὸ καὶ παιδευτικὸ μήνυμα. Μὲ βοήθησαν νὰ συλλάβω στὶς πραγματικές του διαστάσεις τὸ «θαῦμα» τῆς συμβουλευτικῆς λειτουργίας. Φωτίστηκε ὁ νοῦς καὶ ἡ ψυχή μου καὶ δόθηκε ἀπάντηση σὲ καίρια ἐρωτήματα ποὺ μὲ ἀπασχολοῦσαν ἐκεῖνο τὸν καιρὸ σχετκὰ μὲ τὸ συμβουλευτικὸ ἔργο ποὺ πρόσφατα μοῦ εἶχε ἀνατεθεῖ:
Κατάλαβα κυρίως πὼς μοναχικοὺς ἀνθρώπους καὶ πρόσωπα βυθισμένα στὸ τέλμα τῆς θλίψης καὶ τῆς ὀδύνης δὲν μπορεῖς νὰ συναντήσεις, παρὰ μόνο ἀκολουθώντας τὸ δρόμο τὸ λιγότερο ταξιδεμένο, τῆς πίστης στὸν Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης.
Γεωργίου Κρουσταλάκη
“Γέρων Πορφύριος. Ὁ πνευματικὸς πατέρας καὶ παιδαγωγός”, σελ. 264-268
ΠΗΓΗ: http://tokandylaki.blogspot.gr/2012/09/blog-post_1421.html
Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού, αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.
Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.
Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.
Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μια αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία, αλλά δεν είναι υγιές.
Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.
Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μια ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.
Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ...». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία. να μη ακέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ...» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.
Η μετάβαση στην άλλη ζωή γίνεται όπως ανοίγεις μια πόρτα και βρίσκεσαι σε διπλανό χώρο, όπως περνάεις μια γέφυρα και πάεις απέναντι. Κανονικά δεν πρέπει να λέμε "άλλη ζωή".
Μία είναι η ζωή, κι αν ζούμε κατά το θέλημα του Θεού εδώ στη γη, θα μας φανερώσει πως θα είμαστε μετά θάνατον. Ακούστε τι μας λέει ο μαθητής της αγάπης, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: "Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα του Θεού, αλλ' ακόμη δεν έχει φανερωθή τι θα είμεθα στο μέλλον. Γνωρίζομεν όμως ότι όταν ο Χριστός φανερωθή με όλην αυτού την δόξαν, θα γίνωμεν και ημείς όμοιοι με αυτόν κατά την δόξαν, διότι θα τον ίδωμεν όπως είναι εις όλην του την θείαν δόξαν, η οποία θα είναι και ιδική μας δόξα". (Α' Ιω. 3,2).
Είναι απερίγραπτο το τι θα μας αποκαλυφθεί στη ζωή μετά το θάνατο. Είναι αυτό που λέει ο Απόστολος Παύλος: "...εκείνα που έχει ετοιμάσει ο Θεός από καταβολής κόσμου δια τους αγαπώντας αυτόν είναι τέτοια, τα οποία μάτι δεν είδε ποτέ και αυτί δεν έχει ακούσει και ανθρώπινος νους δεν έχει φαντασθή". (Α' Κορ. 2,9).
Κάποτε είχα πεθάνει για λίγο. Είχα πάει στον άλλο κόσμο. Είδα τις ομορφιές που υπάρχουν εκεί. Δεν ήθελα να φύγω. Στενοχωρέθηκα που γύρισα πίσω. Εκεί ήταν όλα φωτεινά, χαρά απερίγραπτη. Παράδεισος!
"Χριστός Ανέστη εκ νεκρών,
θανάτω θάνατον πατήσας
και τοις εν τοις μνήμασιν,
ζωήν χαρισάμενος".
Μου είπε μια μέρα ο Απόστολος:
- Γέροντα, βρίσκεσαι σε τέτοια ηλικία (85 ετών) και κάνεις ακόμη σχέδια για το μοναστήρι;
Του απήντησα:
- Εγώ είμαι αιώνιος. Και όλοι έτσι πρέπει να νιώθομε, να εργαζόμαστε ως αθάνατοι και να ζούμε ως ετοιμοθάνατοι.
Επομένως, μπορούμε να φυτεύομε, να κτίζομε, να προσφέρομε, χωρίς να σκεπτόμεθα αν θα προλάβομε ν' απολαύσομε οι ίδιοι.
Βίος και Λόγοι Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου. σελ 583, http://agapienxristou.blogspot.gr/2013/10/blog-post_3121.html
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...