Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου συμπίπτουν μέ τούς τρεῖς μεγαλύτερους σταθμούς στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Τήν ἀρχή, τή μέση καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Θά μᾶς δωθῆ ἑπομένως ή δυνατότητα μέ τό σημερινό μας θέμα νά ἔχουμε μία πανοραμική θέα ὅλης τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου
Μέ αἰσθήματα δοξολογίας πρός τόν Τρισάγιον Κύριον, τόν δοτήρα παντός Ἀγαθοῦ φθάνουμε μέ τήν ἀποψινή ἐκδήλωση στό τέλος τῆς σειρᾶς τῶν έκδηλώσεων τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τοῦ τομέως ἐπιστημόνων πού παρακολουθήσαμε ὅλοι αύτή τή χρονιά. Τό θέμα τῆς ἀποψινῆς όμιλίας εἶναι: «Οί τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου». Καί βέβαια στό νοῦ ὅλων μας μία συντέλεια ἒρχεται εὒκολα, ή κατά τούς ἐσχάτους χρόνους συντέλεια τοῦ κόσμου. Θά πρέπει νά καθορίσουμε τό θέμα καί νά δοῦμε ποιές εἶναι αύτές οί τρεῖς συντέλειες πού θά μᾶς ἀπασχολήσουν σήμερα. Τί σημαίνει ή λέξη συντέλεια; Βέβαια δέ σημαίνει αύτό τό όποῖο οί περισσότεροι έννοοῦν καταστροφή. Ή λέξη συντέλεια σημαίνει συντέλεση, ἐπιτέλεση, συμπλήρωση, τελείωση, ὁλοκλήρωση.
Οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου, ὅπως θά ἐξηγήσουμε στή συνέχεια συμπίπτουν μέ τούς τρεῖς μεγαλύτερους σταθμούς στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Τήν ἀρχή, τή μέση καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Θά μᾶς δωθῆ ἑπομένως ή δυνατότητα μέ τό σημερινό μας θέμα νά ἔχουμε μία πανοραμική θέα ὅλης τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, νά παρακολουθήσουμε τό δρᾶμα τοῦ κόσμου σέ τρεῖς πράξεις, νά μελετήσουμε σάν ἐξωτερικοί παρατηρητές τήν ἀρχή τοῦ κόσμου, τήν πορεία του μέσα στό χρόνο καί τό τέλος του. Ἰδιαίτερα τό βαθύτερο νόημα ὅλης τῆς ἱστορίας. Βεβαίως δέν προλαβαίνουμε ν’ ἀσχοληθοῦμε ἀναλυτικά μέ τήν κάθε συντέλεια ὅπως αὐτή παρουσιάζεται στήν ίστορία τοῦ κόσμου. Θά ποῦμε ὅμως λἰγα λόγια γιά τήν κάθε μία ἐξηγῶντας καί γιατί τήν ὀνομάζουμε συντέλεια. Θά ἐπιμείνουμε ὅμως περισσότερο στή σχέση πού ἒχουν οὶ τρεῖς συντέλειες μεταξύ τους πού εἶναι τόσο στενή ὅσο τελικῶς νά μιλοῦμε γιά μία πράξη πού νά νοηματοδοτεῖ τήν ίστορία ὅλου τοῦ κόσμου καί τήν πορεία του μέσα στὀ χρόνο. Στό Α΄ κεφ. τῆς Γενέσεως ό θεόπτης Μωυσής ἐκθέτει μέ γλώσσα λιτή, άπλή καί μεγαλοπρεπή τή δημιουργία τοῦ κόσμου πού ἒγινε σέ ἕξι μέρες. Ό τελευταῖος στίχος τοῦ Α΄ κεφ. παρουσιάζει τόν παντοδύναμο καί πάνσοφο δημιουργό νά ἐπιθεωρῆ μέ τήν ἀνέκφραστη σοφία του τά κτίσματα καί λέει: «καί εἶδεν ό Θεός τά πάντα ὅσα ἐποίησε καί ἰδού καλά λίαν. Καί ἐγένετο έσπέρα καί ἐγένετο πρωί ήμέρα ἕκτη». Τό Β΄ κεφ. τῆς Γενέσεως άρχίζει μέ λόγους πού δηλώνουν τό τέλος τῆς Δημιουργίας. Καί συνετελέσθησαν.... Ἐδῶ εἶναι ή πρώτη συντέλεια. Συνετελέσθησαν δηλ. συμπληρώθηκαν, όλοκληρώθηκαν ό ούρανός καί ή γῆ καί πᾶς ό κόσμος αύτῶν. Καί συνετέλεσεν, όλοκλήρωσεν ό Θεός έν τῆ ήμέρα τῆ ἕκτη τά ἒργα Αύτοῦ ἃ ἐποίησε καί κατέπαυσε, σταμάτησε τῆ ήμέρα τῆ έβδόμη ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αύτοῦ, ὦν έποίησε. Καί εύλόγησεν ό Θεός τῆ ήμέρα τῆ Έβδόμη καί ήγίασεν αύτήν, ὃτι έν αύτῆ κατέπαυσεν ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αύτοῦ ὦν ἢρξατο ό Θεός ποιῆσαι. Ἒχουμε λοιπόν τήν πρώτη συντέλεια, τήν όλοκλήρωση τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου πού ή παντοδυναμία, ή παναγαθότητα καί ή πανσοφία τοῦ Θεοῦ ἒφερε στήν ὒπαρξη ἀπό τό μηδέν. Ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Θεοῦ κατά τήν έβδόμη ήμέρα. Ή δημιουργία δηλ. όλοκληρώνεται καί μέ τήν κατάπαυση τοῦ Θεοῦ στίς έπτά ήμέρες. Ὁ άριθμός ἑπτά παρουσιάζει τό τέλειο, τό πλῆρες στήν Άγία Γραφή. Ό Θεός ἒπλασε τόν κόσμο καί τόν ἂνθρωπο καί ὅταν εἶδε τόν κόσμο εἶπε ὅτι εἶναι καλός λίαν καί τόν ἒθεσε σέ πορεία ἀνοδική. Στήν πορεία ὅμως αύτή συνέβη ἕνα τραγικό γεγονός πού εἶναι ή πτώση τῶν Πρωτοπλάστων. Καί ή πτώση αύτή συμπαρασύρει ὅλο τό σύστημα τῆς δημιουργίας στή φθορά, τήν καταστροφή καί τὀν θάνατο.
Ό Θεός ὅμως δέν βρίσκεται ἀνέτοιμος ν’ ἀντιμετωπίση αὐτή τή δυσάρεστη τροπή τῶν πραγμάτων. Ἒχει προαιωνίως τό μεγαλειῶδες σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου ἐκπονήσει στήν ἀείδοια βουλή Του. Καί στέλνει τόν υίό του στόν κόσμο γιά νά σωθῆ ό κόσμος διά τῆς ἀπολυτρωτικῆς θυσίας του. Τό χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου στόν κόσμο καί τῆς θυσίας Του ή Άγία Γραφή τόν όνομάζει Συντέλεια τῶν αἰώνων. Λέγει ό Ἀπόστολος στήν πρός Έβρ. Ἐπιστ. «νύν δέ ἃπαξ ἐπί συντελεία τῶν αἰώνων εἰς ἀθἐτηση τῆς άμαρτίας διά τῆς θυσίας αὐτοῦ πεφανέρωται». Μιά φορά ἐνηνθρώπησε καί ἐφανερώθη. Στό τἐλος τῶν χρόνων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά νά ἐξαληφθῆ ή άμαρτία διά τῆς θυσίας Του. Τό τέλος τῆς πρώτης ἐλεύσεως τοῦ Μεσίου χρονικῆς περιόδου ὀνομάζεται έπομένως συντέλεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ταυτόσημη ἒκφραση πρός τήν ἒκφραση πού χρησιμοποιεῖται στόν πρῶτο κιὅλας στίχο τῆς πρός Ἐβρ. ἐπιστολῆς καί λέει «τό ἒσχατον τῶν ἡμερῶν». Ὁ Θεός λέει «ὡς ἐπ’ ἐσχάτω τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῶ. Ἑπομένως συντέλεια τῶν αἰώνων καί ἒσχατες ἡμέρες εἶναι καί οἱ ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ἒρχεται ό Κύριος γιά νά ἐργαστῆ» τό ἀπολυτρωτικόν του ἒργον ἐπί τῆς γῆς. Εἶναι τό πλήρωμα τοῦ χρόνου τότε ὅπως ὀνομάζεται στήν πρός Γαλάτ. ἐπιστολή ἢ τό πλήρωμα τῶν καιρῶν κατά τούς ὁποίους ὁ Θεός μᾶς ἐγνώρισε τό μυστήριο τοῦ θελήματος Αὐτοῦ, τό μυστήριο τῆς ἀγάπης του τό ἀποκεκρυμένον ἀπό τῶν αἰώνων μέσα στά βάθη τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης του πῶς θά σώση τόν κόσμο. Παρατηροῦν οἱ ἱεροί ἑρμηνευτές πλήρωμα καιρῶν οἱ ἒσχατοι χρόνοι ἐν οἷς ἡ σωτήριος οἰκονομία γέγονε τῆς ἐνανθρωπίσεως. Πλήρωμα τῶν καιρῶν, ἒσχατοι χρόνοι συντέλεια τῶν αἰὠνων εἶναι τά χρόνια τοῦ Χριστοῦ. Γιά τήν ἐκκλησία λοιπόν συντέλεια δέν εἶναι μόνον ἡ κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καταστροφή τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι καί ή κατά τήν Πρώτην παρουσία ἐπί τῆς γῆς τοῦ Κυρίου μας ἀπολύτρωση τοῦ κόσμου. Ἕνα ἀπό τά στιχηρά ἀναστάσημα τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλαγίου τοῦ πρώτου ἢχου λέει: «ἑσπερινἠ προσκύνησιν προσφέρομέν σοί τῶ ἀνεσπέρω φωτί....». Σέ σένα Κύριε, πού εἶσαι τό ἀνέσπερο φῶς προσφέρομεν τήν ἑσπερινή λατρείαν καί προσκύνησή μας «τῶ ἐπί τέλει τῶν αίώνων ὡς ἐν ἐσόπτρῳ.διά σαρκός.....» Πρὠτη λοιπόν συντέλεια τοῦ κόσμου εἶναι ἡ Δημιουργία. Δευτέρα συντέλεια εἶναι ἡ Ἀναδημιουργία, ἡ Ἀπολύτρωσις διά τοῦ ἒργου τοῦ Κυρίου. Τό ἒργο τοῦ Χριστοῦ συνεπληρώθη, συνετελέσθη, ὁλοκληρώθη ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Ὁ λόγος πού εἶπε ὁ Χριστός πρίν παραδώσει τό πνεῦμα Του πάνω στό σταυρό, τό τετέλεσται τοῦ σταυροῦ δηλώνει τή Δεύτερη συντέλεια τοῦ κόσμου. Κατά τή διάρκεια τῆς δημοσίας δράσεως Του ὁ Κύριος ἒλεγε: «ἐμόν βρῶμα ἐστί ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω, νά όλοκληρώσω, νά φέρω εἰς πλῆρες πέρας τό ἒργο αὐτοῦ. Καί λίγο πρό τοῦ Πάθους στήν περίφημη ἀρχιερατική Του προσευχή ἀπευθυνόμενος πρός τόν θεόν πατέρα εἶπε: Ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς, τό ἒργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω ἒφερα εἰς πλῆρες πέρας τό ἒργο πού μοῦ ἀνέθεσες. Καί πάνω στό Σταυρό λέει αὐτή τή λέξη «τετέλεσται» μέ τό ὁποῖο σφραγίζεται ἡ θυσία Του, ὅλοι οἱ λόγοι Του, τά ἒργα Του καί ἡ ἁγία ζωή Του. Τετέλεσται. Ή λέξη αύτή συνεπώς ἒχει βαθύτατο νόημα. Δέν σημαίνει ἁπλῶς ὃτι τελείωσαν τά παθήματα, οἱ πόνοι, ἡ δοκιμασία τοῦ σταυροῦ, οἱ ταλαιπωρίες, οἱ σωματικές καί ψυχικές, ἡ ἁγία ζωή τοῦ λυτρωτοῦ. Οὒτε ὃτι ἐπληρώθησαν ὅλες οἱ προφητεῖες πού ἀναφέρονται στή ζωή καί τά παθήματά του. Κυρίως σημαίνει ὅτι τελείωσε καί ὁλοκληρώθηκε τό ἀπολυτρωτικό ἒργο τοῦ Κυρίου διά τοῦ ὁποίου ἦρθε στόν κόσμο. Τό ἒφερε σέ αἲσιον πέρας. Ὁ μέγας ἀγών ὑπἐρ τῆς ἀνθρωπότητος συνετελέσθη ἐπιτυχῶς. Ἡ βουλή τοῦ πατρός πραγματοποιήθηκε. Ἡ δύναμη τῆς ἁμαρτίας συντρίφτηκε. Ό ἀρχαῖος ἐχθρός κατανικήθηκε. Ὁ Ἂδης νεκρώθηκε. Ὁ Παράδεισος ἂνοιξε. Νέα κατάστασις, νέος κόσμος. Καινή κτήση δημιουργήθηκε. Ὁ ἂνθρωπος καί ὁ κόσμος ἀνακαινίστηκαν. Τό τετέλεσται δέν εἶναι θλιβερός λόγος πού δηλώνει τό τέλος μιᾶς ζωῆς. Εἶναι νικητήρια ἰαχή ἡ ὁποία ἐκφέρεται μετά κραυγῆς ίσχυρᾶς γιά νά δηλώση τό τέλος τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου, τό τέλος τοῦ παλαιοῦ κράτους τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἀρχή μιᾶς ἂλλης ἐποχῆς, τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὅπου τά πάντα γίνονται καινά. Τετέλεσται ὃπως ἒχει γράψει ὁ πατήρ Σωφρόνιος Σαχάρωφ «εἶναι ἂγνωστα εἰς ἡμᾶς τά βάθη τῆς σκέψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά γνωρίζομε ὅτι τότε ἐπῆλθε μεγάλη ἀλλαγή εἰς ὅλον τό κοσμικόν «εἶναι». Ὁ Χριστός ἀπέθανε ἀλλά διά τῆς ὁδοῦ ταύτης ἒκτισεν ὃλον τόν κόσμον. Μετέβαλε ριζιδόν τόν ροῦν τῆς ἱστορίας ἒσωσεν γιά τήν ἀγαθήν αἰωνιότητα δισεκατομμύρια ἀνθρώπους εὐηργέτησε ὅλην τήν κτίσιν.
Μέ τόν ὃρον συντέλειαν ὅμως κυρίως ἐννοοῦμε ὃ,τι θά συμβῆ στό τέλος τῆς ἱστορίας κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί τήν Παγκόσμιον Κρίσιν. Οἱ μαθητές ἐρωτοῦν τόν Κύριον «τί τό σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας διά τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος - ἐδῶ ἡ συντέλεια εἶναι στό τέλος τῆς ἱστορίας- κι ὁ Κύριος πρίν ἀναληφθῆ στούς οὐρανούς δίνει τήν τελευταία ὑπόσχεσή του πρός τούς Ἁγίους μαθητάς Του καί σ’ ὅλους τούς χριστιανούς διά μέσου τῶν αἰώνων ὃταν ὑπόσχεται ὃτι θά εἶναι βοηθός καί συμπαραστάτης τους πάσας τάς ἡμέρας ἓως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Συντέλεια εἶναι τό τέλος τοῦ κόσμου. Εἶναι σαφής ἡ διδασκαλία τῆς Άγίας Ἐκκλησίας μας ὅτι ὁ κόσμος ὑπό τήν παρούσα μορφή θά γνωρίση κάποιο τέλος. Ὁ Ἲδιος ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται». Ἢδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθἠκη, 800 χρόνια π.Χ. ὁ Προφήτης Ἠσαΐας εἶχε προαναγγείλει «τακήσονται πᾶσαι αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν, καὶ ἑλιγήσεται ὁ οὐρανὸς ὡς βιβλίον, καὶ πάντα τὰ ἄστρα πεσεῖται ὡς φύλλα ἐξ ἀμπέλου καὶ ὡς πίπτει φύλλα ἀπὸ συκῆς». Βέβαια ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου δέν πρέπει νά θεωρεῖται ὡς ἐκμηδενισμός καί ἐξαφάνισις τοῦ κόσμου, ἀλλά ὠς ἀνακαίνιση καί ἀνανέωση τοῦ κόσμου. Ὀ Θεός δέν καταστρέφει ποτέ τά ἃἒργα Του, τά άναβαθμίζει. Ὁ Προφήτης Δαβίδ ἒγραφε «Οἱ οὐρανοί ἀπολοῦνται καί πάντες ὡς ἰμάτιον παλαιοθήσωνται». Ὅλα θά παλιώσουν ὅπως τό ροῦχο. καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτοὺς καὶ ἀλλαγήσονται». Ὅπως τό πανωφόρι τό τυλίγει κάποιος ἒτσι θά τυλίξη καί ὁ Κύριος ὃλον τόν κόσμον καί θά ἀλλάξη ὁ κόσμος. Ἀλλαγήσωνται οἱ οὐρανοί. Αὐτή τήν ἀνανέωση ὁ Κύριος τήν ὀνομάζει παλιγγενεσία. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μιλῶντας κάπως λεπτομερέστερα γιά τήν καταστροφή καί ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου λέει ὅτι κατά τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου ριζιδόν δηλ. μέ βοή καί πάταγο παρελεύσονται, θά χαθοῦν οἱ οὐρανοί. Τά ούράνια σώματα καί ἡ γῆ θά διαλυθοῦν καί κατακαήσονται. Ὁ κόσμος θά καταστραφῆ. Μέσα ὃμως ἀπό αὐτή τή φωτιά τῆς παρουσίας καί τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ νέος κόσμος θά προέλθη ἀπό τόν ὁποῖον θά ἒχει φυγαδευτεῖ τό κράτος τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου καί κάθε σκιά ἁμαρτίας. Σ’ αὐτόν τόν ἂφθαρτον καί αἰώνιον καί ἀθάνατον κόσμο θά ἐγκατασταθῆ ἡ ἒνδοξη βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρός αύτόν τόν κόσμον στρέφονται μέ νοσταλγία καί βαθιά προσδοκία τά βλέματα τῶν πιστῶν. Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου ἐμεῖς προσδοκοῦμε «....ἐν οἷς δικαιοσύνη, ἀρετή καί ἁγιότητα κατοικεῖ». Αὐτή εἶναι ἡ προσδοκία τῆς ἐκκλησίας μας. Ὅταν λέμε κάθε φορά στό Σύμβολο τῆς Πίστεως «προσδοκῶ άνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος» προϋποθέτουμε αὐτή τήν ἀλλαγή καί οἱ νεκροί πού θά ἀναστηθοῦν ἀπό τούς τάφους καί αὐτοί θά ἀλλαγοῦν ὃπως καί ὃλος ὁ κόσμος θά ἀλλαγῆ. Θά καταστραφῆ ὁ κόσμος ὑπό τήν παροὐσα του μορφή καί τήν συντέλειά του αὐτή θά τήν ἀκολουθήση ἡ ἂμεση ἀνακαίνισή του. Ή πορεία του στή φθορά καί στήν ἀφθαρσία. Αὐτές εἶναι ἐν συντομία οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου. Εἶναι ὃμως ἐνδιαφέρον νά μελετήσουμε τή σχέση στήν ὁποία βρίσκονται μεταξύ των. Τό δοξαστικό τῶν αἲνων στόν ὂρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου λέει: «Τήν σήμερον μυστικῶς ὁ μέγας Μωϋσής προδιετυποῦτο λέγων «καί εὐλόγησεν ὁ Θεός τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην. Τοῦτο γάρ ἐστί τό εὐλογημένον Σάββατον. Αὒτη έστί ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα, ἐν ᾗ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς κατὰ τὸν θάνατον οἰκονομίας, τῇ σαρκὶ σαββατίσας, καὶ εἰς ὃ ἦν, πάλιν ἐπανελθών, διὰ τῆς Ἀναστάσεως, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.». Σ’αὐτό τό πολύ ὡραῖο τροπάριο ὑπάρχουν καί οἱ τρεῖς συντέλειες. Τήν σήμερον ὁ Μέγας Μωυσής μυστικῶς προδιετυποῦτο λέγων «καί εὐλόγησεν ὁ Θεός τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην». Μιλάει ὁ Μωυσῆς γιά τήν ἑβδόμη ἡμέρα τῆς Δημιουργίας τήν ὁποίαν εὐλόγησεν ὁ Θεός. Ἀλλά μέ ἐκείνην τήν ἡμέραν λέει στό τροπάριο ὁ ἱερός ὑμνογράφος προδιετύπωνε τήν σήμερον ἡμέραν.Τήν σημερινήν ἡμέραν τοῦ Μεγάλου Σαββάτου «ἐν ἧ κατέπαυσεν ὁ Υἱός Αὐτοῦ ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αὐτοῦ». Τοῦτο γάρ ἐστί τό εὐλογημένον Σάββατο. Αὓτη ἐστίν ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα κατά τήν ὁποίαν κατέπαυσεν ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αὐτοῦ ὁ μονογενής υἱός τοῦ Θεοῦ διά τῆς κατά τόν θάνατον οίκονομίας τῆ σαρκί σαββατίσας. Σαββατισμός σημαίνει ἡ παῦσις, ὁ ἑορτασμός, ἡ ἀνάπαυσις τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου. Ἀνεπαύθη ὁ Κύριος μέ τό τέλος τοῦ ἒργου Του. Μέ τό τετέλεσται είσῆλθε εἰς τήν κατάπαυσή του. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος πολύ χαρακτηριστικά «Χριστός ἐπί σταυροῦ ἀναπέπαυται». Ἐκεῖ ἀνεπαύθη ὁ Κύριος. Στόν Σταυρό καί τόν Τάφο Του. Αύτή εἶναι ἡ Δευτέρα Συντέλεια. Μέ τό Ἒργο Του ὅμως αὐτό ὁ Κύριος ἐδωρίσατο ἡμῖν ζωήν τήν αἰώνιον. Καί ἐδῶ ἒχουμε τήν κατάπαυσιν στήν ὁποίαν θά είσέλθουν οἱ πιστοί μέ τήν τρίτην συντέλεια.
Εἶναι προφανής ἡ σχέση τῶν τριῶν αὐτῶν πράξεων. Ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Δημιουργοῦ τήν ἑβδόμη μέρα τῆς Δημιουργίας, ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Λυτρωτοῦ τό εὐλογημένον μέγα Σάββατο κι ἒχουμε τήν κατάπαυση τῶν πιστῶν στήν αἰωνιότητα. Ἡ πρώτη προτυπώνει τήν Δεύτερη καί ἡ δεύτερη ἐξασφαλίζει τήν Τρίτη. Ἡ Τρίτη πάλι ἐξασφαλίζει στούς σεσωσμένους τήν ἀνάπαυση ἀπό τά ἒργα τους ὅπως ἀκριβώς ὁ Θεός ἀνεπαύθη ἀπό τά δικά του ἒργα κατά τήν δημιουργία. Τό λέει ό Ἀπόστολος Παῦλος «ἀπολείπεται σαββατισμός στό λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ γάρ εἰσελθών εἰς τήν κατἀπαυσιν αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ κι’αὐτός κατέπαυσεν ἀπό τῶν ἒργων αὐτοῦ ὣσπερ ἀπό τῶν ἰδίων ὁ Θεός», ὃπως ὁ Θεός ἀνεπαύθη ἀπό τά ἒργα του ἒτσι θά ἀναπαυθῆ ὁ πιστός ὃταν θά εἰσέλθη στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰς ἐκείνην τήν κατάστασιν. Ἒχουμε τή δημιουργία καί τήν ἀναδημιουργία, τήν ἀπολύτρωσιν τήν ἐν Χριστῶ διά τῆς ὁποίας γινόμαστε καινοί. Πάλιν ἐξ ἀρχῆς κτιζόμενοι, λένε οἱ πατέρες. Ὁ Θεός διά τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῶ ἂνωθεν ἡμᾶς δημιουργεῖ καί κατασκευάζει, μᾶς δημιουργεῖ καί μᾶς ἀνακατασκευάζει. Καί αὐτή ἡ ἀναδημιουργία εἶναι πολύ ὑπεροχώτερη τῆς πρώτης. Τό μέγα Σάββατο, τό πρωί, ἂν θυμᾶστε, πού εἶναι ἠ θεία λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου μαζί μέ τόν ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα διαβάζουμε ὡς πρῶτο ἀνάγνωσμα τούς πρώτους στίχους τῆς Γενέσεως. Τότε δηλ. πού ζοῦμε τήν ἀναδημιουργία θυμόμαστε τήν δημιουργία. Τό Μέγα Σάββατο θυμόμαστε τήν Ἑβδόμη ἡμέρα τῆς καταπαύσεως τοῦ Θεοῦ ἀπό τῶν ἒργων τῆς Δημιουργίας. Ἒχουμε τότε τόν πρῶτο Ἀδάμ, ἒχουμε μετά τόν δεύτερο. Ἒχουμε τήν πρώτη παρουσία τοῦ δευτέρου Ἀδάμ καί κατόπιν περιμένουμε τήν Δευτέρα του παρουσία . Βλέπετε τή σχέση αὐτῶν τῶν κορυφαίων γεγονότων στήν ἱστορία τοῦ κόσμου πού εἶναι στήν ἀρχή, στό μέσον καί στό τέλος τῆς ἱστορίας. Στή δημιουργία τοῦ κόσμου πρωτοστατεῖ τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Βέβαια ἡ Δημιουργία θεωρεῖται κοινόν ἒργον καί τῶν τριῶν προσώπων στά ὁποία ὑπάρχει ταυτότητα βουλήσεως καί ἐνεργείας. Εἶναι ὅμως σαφές καί σταθερό δίδαγμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς πατερικῆς διδασκαλίας ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο διά τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου Του, «πάντα δι’ Αὐτοῦ ἐγένετο» λέγει ὁ Ἃγιος Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Καί στήν πρός Ἑβρ. ἐπιστ. ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεός διά τοῦ Υἱοῦ καί τούς αἰῶνας ἐποίησε. Ὅλα γίνονται διά τοῦ Υἱοῦ. Ἀλλά καί τήν ἀναδημιουργία ἐργάζεται ὁ Υἱός. Μέ τήν ἐνανθρώπιση τῆς Ἁγίας Τριάδος ἒχουμε τόν Σωτήρα Χριστόν ἐπί τῆς γῆς. Στήν ἀπορία γιατί ἐνηνθρώπησε ὁ Θεός λόγος καί ὂχι ἓτερον ἂλλο ἀπό τά θεῖα πρόσωπα μία ἀπό τἰς ἀπαντήσεις πού δίνουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ὅτι Αὐτός πού ἐτέλεσε τήν πρώτη δημιουργία, Αὐτός πού δημιούργησε τόν ἂνθρωπο κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, αὐτός πού εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τόν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἂνθρωπο ἕπρεπε ὁ ἲδιος νά ἀναδημιουργήση νά τόν φέρει στήν πρώτη κατάσταση καί σέ πολύ ἀνώτερη τῆς πρώτης καταστάσεως διότι ἐκεῖ εἶναι τό θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὂχι μόνον δέν σαστίζει ὁ Θεός ὃταν βλέπει τό ἒργο του νά καταστρέφεται μέ τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν πονηρή είσήγηση τοῦ διαβόλου ἀλλά βρίσκει ἀφορμή τήν πτώση γιά νά δώση περισσότερα δωρήματα στόν ἂνθρωπο, γιἀ νά τόν άνεβάση διά τῆς έν Χριστῶ ἀπολυτρώσεως πολύ ψηλώτερα ἀπό κεῖ ἀπ’ ὅπου ἒπεσε .Αὐτή εἶναι ἡ ἀγἀπη τοῦ Θεοῦ, ἠ σοφία καί ἡ παντοδυναμία του. Λοιπόν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, δημιουργεῖ τόν κόσμο. Διά τοῦ Υἱοῦ τοῡ Θεοῦ σώζεται ὁ κόσμος γιά νά γίνη ἡ άναδημιουργία. Ἀλλά καί στήν Τρίτη συντέλεια τοῦ κόσμου ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ θά ἒρθη γιά νά κρίνη τόν κόσμο. Αὐτός εἶναι λοιπόν ἡ ἀρχή, τό μέσον καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Καί έδῶ εἶναι ἲσως ταιριαστοί οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νἐου Θεολόγου. «Ἀπαρχή Χριστός, μεσότης καί τελειότης ἐν πᾶσι γάρ ὁ ἐν τοῖς πρώτοις, ἔν τε τοῖς μέσοις καί τελευταίοις, ὡς ἐν τοῖς πρώτοις ἐστίν τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός». «Ἐγώ τό ἂλφα καί τό ὠμέγα. Ὁ πρῶτος καί ὁ ἒσχατος.» Ἀρχή καί τέλος, λέει στήν Άποκάλυψη ὁ Ἲδιος. «Εἶμαι τό Α καί τό Ω». Ὁ πρῶτος πού ὑπἀρχει πρὀ πάσης τῆς κτήσεως καί ὁ ἒσχατος πού θά ὑπάρχω πάντοτε. Εἶμαι ἡ ἀρχή καί τό τέλος. Ἡ δημιουργική ἀρχή τοῦ κόσμου ὃλου ἀλλά καί τό τέλος. Ὁ ὓψιστος σκοπός στόν ὁποῖον ὃλος ὁ κόσμος κατατείνει. Ὑπάρχει λοιπόν ἓνα πρόσωπο πού κυριαρχεῖ σ’ ὃλη τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, πού εἶναι αὐτός ὁ Κύριος, δημιουργός, λυτρωτής καί ἀνακαινιστής τοῦ παντός στίς τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου. Εἶναι τόση ἡ σχέση αὐτῶν τῶν τριῶν πράξεων στό δράμα τοῦ κόσμου ὣστε νά μή μπορεῖ τό καθένα νά διατηρῆ τήν αὐτοτέλειά του. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὃτι πρόκειται περί ἑνός γεγονότος πού φανερώνει τήν ἂπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὃλα ἑνώνονται σέ μία πράξη πού δέν ἒχει διάρκεια ἀλλά περιπτύσεται τά πάντα. Ὃλα ἑνώνονται στό ἀείδιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι πρό πάντων τῶν αἰώνων καταρτισμένον καί δέν συμπληρώνεται καί δέν διαμορφώνεται στή συνέχεια κατά τίς περιστάσεις. Ὃλα εἶναι προαποφασισμένα ἀπό τήν πάνσοφη καί παντοδύναμη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέει ὃτι ἒχουμε σωθεῖ «τιμίω αἳματι ὡς ἁγνοῦ ἀμώμου καί ἀσπίλου Χριστοῦ προεγνωσμένου πρό καταβολῆς κόσμου». Ὂχι πρίν πέσει ὁ ἂνθρωπος οὒτε πρίν δημιουργηθεῖ ὁ ἂνθρωπος οὒτε πρίν δημιουργηθεῖ ὁ κόσμος, ἀλλά πρό πάντων τῶν αἰώνων. Πρό καταβολῆς κόσμου. Εἶναι προεγνωσμένος ὁ ἀμνός διά τοῦ τιμίου αἳματος τοῦ ὁποίου θά σωθῆ ὁ κόσμος. Φανερώθηκε ἐπ’ αἰσχάτων τῶν χρόνων δι’ ἡμᾶς. Βλέπετε πάλι οἱ ἒσχατοι χρόνοι εἶναι καί οἱ χρόνοι τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Τά Πάθη τοῦ Κυρίου περιγράφονται σάν τετελεσμένα γεγονότα 800 χρόνια πρίν συμβοῦν ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα. Καί πιό μπροστά ἀπό τόν προφήτη Δανιήλ, ὁ προφήτης Ἠσαΐας λέει «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἢχθη». «οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται». «οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδέ κάλλος». Σάν νά βλέπη τά Πάθη Του 800 χρόνια πρίν. Ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας στή Μεταμόρφωση, στό Ὂρος Θαβώρ ἒλεγον τήν ἒξοδον αὐτοῦ ἣν ἒμελλον εἰδεῖν ἐν Ἱερουσαλήμ. Συζητοῦν γιά τήν ἒξοδόν Του πού θά γίνη ἀργότερα. Ὀ Ἲδιος ὁ Κύριος κατ’ ἐπανάληψιν κάνει λόγον γιά τά παθήματά Του καί τήν Ἀνάστασίν Του στούς μαθητάς Του. Καί πρίν τελειώσει τό ἒργο Του ἀπευθυνόμενος πρός τόν ούράνιο Πατέρα λέγει τό ἒργο ἐτελείωσα «ὃ δέδωκάς μοι ἳνα ποιήσω» . Πρίν τό τελειώσει λέει ὃτι τό τελείωσε. Ἡ δέ θυσία τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία εἶναι ζωντανή ἀνάμνηση καί πραγματική ἀναπαράσταση καί μυστηριακή ἐπανάληψη τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ ἀναίμακτος. Ὁ Κύριος τήν προσφέρει στό ‘Υπερῶον τῆς Ἱερουσαλήμ ἀναίμακτον πρίν ἀκόμη συμβῆ, λίγες ὦρες πρίν. Στό ἱστορικό δηλ. ἐπίπεδο ἀγνοεῖται σέ ὃλα αύτά τά γεγονότα ἡ χρονική ἀκολουθία. Τέτοιες χρονικές ἀνακολουθίες καί προθύστερα φανερώνουν ὃτι τά μεγάλα γεγονότα αὐτά δέν ἒχουν τόν πρόσκαιρο χαρακτήρα τῶν ἐπί μέρους συνήθων γεγονότων τῆς ζωῆς. Ἒχουν αἰώνια άξία. Σάν νά συμβαίνουν κάπου ἀλλοῦ ὅπου ὁ ἱστορικός χρόνος ὃπως τόν γνωρίζομε ἒχει καταργηθῆ. Ἢδη ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡτοιμασμένη ἡμῖν πρό καταβολῆς κόσμου. Τά ἀναμενόμενα εἶναι ἢδη ἓτοιμα. Τά μέλλοντα ὑπάρχουν πρό αἰωνίως καί συνεπώς εἶναι διαρκώς παρόντα. Στή θεία Λειτουργεία ὅλα ἑνώνονται σέ μία θεωρία καί προσευχή. Ὁ ἱερεύς λέγει στήν εὐχή τῆς Ἀγίας Ἀναφορᾶς ἀπευθυνόμενος πρός τόν θεόν πατέρα: «Σύ ἐκ τοῦ μή ὂντος εἰς τό εἶναι ἡμᾶς παρήγαγες ...» {ἡ Δημιουργία} ἡ πρώτη Συντέλεια, καί «παραπεσόντας ἀνέστησας πάλι...» ἡ δεύτερη Συντέλεια [ ἡ ἐν Χριστῶ ἀναδημιουργία ] «καί οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν ἓως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες καί τήν βασιλείαν σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν. Ὅλα τά ἒκανες ὅσα χρειάζονταν γιά νά μᾶς ὁδηγήσης μετά τήν Τρίτη συντέλεια στόν ούρανό στή Βασιλεία Του. Σέ μία πρόταση πού ἂν τό ἒργον τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου καί ἡ μέλλουσα βασιλεία μᾶς ἒχει ἢδη χαριστεῖ. Ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν Βασιλείαν. Λίγο πιό ὓστερα ὁ ἱερεύς κλινόμενος ἐπεύχεται: «Μεμνημένοι τοίνυν τῆς σωτηρίου ταύτης ἐντολῆς καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων,τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς άναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας» προσθέτει «τῆς Δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας» . Ἡ Δευτέρα Παρουσία δέν ἒχει γίνει, ἀλλά τήν ἀναφέρει στά γεγενημένα. Τρίτη εἶναι γεγονός πού μαζί μέ ὃλα τά ἂλλα συνοψίζεται στή μία πράξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τή θεωρεῖ τετελεσμένο γεγονός καί τή Δευτέρα Παρουσία, ἀφ’ ἑνός γιατί εἶναι βέβαιο ὃτι θά συμβῆ, ἀφ’ ἑτέρου γιατί εἶναι συνδεδεμένο μέ ὃλες τίς ἂλλες πράξεις τῆς σωτηρίου οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Ὃλη ἡ ἱστορία σάν νά συμπυκνώνεται σέ μιά στιγμή πού διαρκεῖ «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος τῆς Θείας Λειτουργείας. Αὐτή εἶναι ἡ αἰωνιότητα ἡ ἀναμενομένη καί παρούσα. Οἱ Τρεῖς Συντέλειες εἶναι τελικά μία Συντἐλεια. Εἶναι ἡ τέλεια καί αἰώνια πράξη πού ἐκφράζει τήν τέλεια καί αἰώνια ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Μέχρις ἐδῶ εἲπαμε ποιές εἶναι οἱ τρεῖς Συντέλειες τοῦ κόσμου καί γιατί τίς ὀνομάζουμε ἒτσι μέ βάση τή διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων. Δημιουργία, Ἀναδημιουργία, Ἀνακαίνιση τοῦ Σύμπαντος. Καί εἲπαμε ἀκόμη στή συνέχεια ὃτι αὐτές οἱ τρεῖς ἀποτελοῦν μία πράξη. Τήν πράξη διά τῆς ὁποίας ἐκφρἀζεται πρός τόν κόσμο ἡ ἀγάπη τοῦ Ἀπείρου Θεοῦ κι ὃτι πρωτοστατεῖ καί στίς τρεῖς τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τίς συνδέει στό Ἓνα τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου,τῆς φροντίδος τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Σ’ αὐτή τήν πράξη τό ἒργο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου ὑπάρχει κάποιο μέγεθος τό ὁποῖο διατηρεῖται σ’ ὃλες τίς φάσεις ἀπό τίς ὁποῖες περνάει ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Δέν τό θίγει κανένας. Τό σέβεται καί ὁ Θεός. Κι ὁ σεβασμός του ἀπό μέρος τοῦ Θεοῦ λάμπει μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου τελείως ἀπροσδόκητα καί θαυμαστά. Εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ κόσμου. Ὁ Θεός ἀπό ἀγάπη θέλει νά δημιουργήση Πνευματική Βασιλεία. Ὁ Θεός γιατί δημιουργεῖ τόν κόσμο καί τόν ἂνθρωπο καί τούς ἀγγέλους, τά ὂντα τά πνευματικά. Τὀ λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σέ μιά πρόταση. Δέν ἦταν δυνατόν, λέει, στήν ἀγαθότητα στήν αὐτοαγαθότητα τοῦ Θεοῦ..................νά ζῆ μόνος Του ὁ Θεός τήν μακαριότητα τῆς παναγαθότητάς Του. Ἒπρεπε νά βγῆ αύτή ἠ ἀγαθότητα πρός τά ἒξω.........γιά νά ὑπάρχουν κι ἂλλα ὂντα πού θά εὐεργετηθοῦν. Ὁ Θεός δηλ. δημιουργεῖ κι ἂλλα ὂντα γιά νά τά ἀξιώση νά μετέχουν τῆς δικῆς Του μακαριότητος καί νά ζοῦν ἒτσι ἒνδοξα καί εὐτυχῆ στήν αἰωνιότητα. Ἡ εὐτυχία ὃμως εἶναι πνευματικό μέγεθος, καί γι’αὐτό ὁ Θεός δημιουργεῖ πνευματική βασιλεία. Ἡ πνευματικότητα ὃμως ἀπαιτεῖ ἐλευθερία. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχουν πνευματικά ρομπότ. Ἡ ἐλευθερία ὃμως διακινδυνεύει τό ἒργο τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε πῶς πηγαίνουν. Ἡ εὐτυχία ἀπαιτεῖ πνευματικότητα. Ἡ πνευματικότητα ἀπαιτεῖ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία μπορεῖ νά διακινδυνεύση τό ἒργο τοῦ Θεοῦ. Ἒτσι ὁ Θεός πού ἢθελε νά χαρίση εὐτυχία διακινδύνευσε τό ἒργο του. Δημιούργησε κόσμο καλόν λίαν καί τοῦ ἒδωσε τήν ἐλευθερία. Ὁ καλός λίαν κόσμος ὃμως ἒπεσε στό κακό. Αὐτό στοίχισε στόν θεόν τόν θάνατον. Ἓναν θάνατον πού παρά τό μεγαλεῖο του καί τήν ἀπροσμέτρητη ἀξία του δέν εἶχε πάρει ὑποχρεωτικές συνέπειες γιά ὃλους. Ὁ ἂνθρωπος καί τήν πρώτη φορά, στήν πρώτη δημιουργία μποροῦσε νά ἀθετήση τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Καί τή δεύτερη φορά στήν ἀπολύτρωση μποροῦσε νά θεωρήση κοινό τό αἷμα τοῦ Λυτρωτῆ, νά περιφρονήση τή Θυσία Του. Πάντα ἒχει τό δικαίωμα ν’ ἀκολουθήση τό δικό του δρόμο. Τήν ἐλευθερία μας κανείς δέν μπορεῖ νά τή θίξη. Πρέπει ὃμως νά ὑπογραμμίσουμε έδῶ ὃτι καί ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ νά ἐπιτελεῖ τό ἒργο Του δέν θίγεται καθόλου. Καί τήν πρώτη φορά στήν πρώτη δημιουργία δημιουργεῖ ἐλευθέρως. «Ὁ Θεός ἡμῶν ἐν τῶ οὐρανῶ καί ἐν τῆ γῆ πάντα ὃσα ἠθέλησεν ἐποίησε». Καί στή δεύτερη συντέλεια πάσχει ἑκουσίως. Εἶναι θαυμαστός ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο συνδυάζονται στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Οἱ ἂνθρωποι ἐκεῖ, στό Πάθος τοῦ Κυρίου ἀναδεικνύονται τόσο έλεύθεροι ὣστε μποροῦν νά ὁδηγήσουν άκόμη καί τόν θεόν στό θάνατο. Ὁ Θεός εἶναι τόσο ἐλεύθερος ὣστε μ’ αὐτόν τόν θάνατον μπορεῖ νά χαρίση στούς ἀνθρώπους τή ζωἠ. Ἓνα τροπάριο λέγει: «Ἑκουσία Σου βουλή Σταυρόν ὑπέμεινας Σωτήρ καί ἐν μνήματι κενόν ἂνθρωποι ἒθεντο θνητοί τόν διά λόγου τά πέρατα συστησάμενον». Εἶναι φοβερό αὐτὀν πού διά τοῦ λόγου του μόνον, μέ ἓναν λόγον Του συνέστησε τά σύμπαντα, δημιούργησε τό κόσμο, τόν ἒφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὓπαρξη, Αὐτόν, τόν παντοδύναμον Θεόν, οἱ θνητοί ἂνθρωποι τόν ἒθεντο ἐν μνἠματι κενῶ. Ὃλα αὐτά ὃμως ἒγιναν μέ τἠν ἑκούσια βουλή Του. Ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ μέγεθος ἀπαραμοίωτο. Θά μπορούσαμε νἀ μιλήσουμε γιά μία ἀρχή διατηρήσεως τῆς ἐλευθερίας μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν θά εἲμαστε ἀκριβεῖς. Πρέπει μᾶλλον νά ποῦμε γιά μιά ἀρχή ἐξυψώσεως τῆς ἐλευθερίας. Ἒχουμε τήν ἐλευθερία τοῦ ἐπιγείου Παραδείσου στήν Πρώτη Δημιουργία, ἡ ὁποία μᾶλλον εἶναι ἓνα κατώτερο στάδιο ἐλευθερίας, τό ὁποῖο ὑπογραμμίζεται ἀπό τήν δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπιλέγη τό καλό ἢ τό κακό. Ἒχουμε τήν ἐλευθερία «ἣ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωτε» μέ τήν ὁποία μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἁγίου πού δέν μπορεῖ νά κάνη τό κακό. Μοιάζει μέ τήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ πρῶτος καί μόνος καί ἀπολύτως καί πλήρως ἐλεύθερος, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνη τό κακό. Δηλαδή ὁ ἂνθρωπος ἀπό τή δυνατότητα πού εἶχε νά μήν ἁμαρτάνη θά ἒπρεπε νά φτάση σέ μιά κατάσταση ὃπου δέν θά ἒχει τήν δυνατότητα νά ἁμαρτάνη. Κι αὐτή εἶναι ἡ ἐν Χριστῶ ἐλευθερία. Καί ἀκολουθεῖ ἡ ἐλευθερία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Σέ κάθε συντέλεια, σέ κάθε μία ἀπό τίς τρεῖς πράξεις πού εἲπαμε ἒχουμε ἓνα ἀνώτερο ἐπίπεδο ἐλευθερίας. Καί ἡ κτήση ἀκόμη κατακτᾶ τήν ἐλευθερία της. Ἡ Δευτέρα παρουσία καί αὐτή ἐλευθερωθήσεται ἀπό τἠ δουλεία τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Θά ἐλευθερωθῆ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στήν φθορά. Θά γίνη ἂφθαρτη κτήση καί θά μετέχη στή ἒνδοξη κατάσταση τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Τήν ἲδια ἂνοδο μπορεῖ νά δῆ κανείς στόν κόσμο τῶν ἀγγέλων. Δημιουργοῦνται ἐλεύθεροι μέ δυνατότητα πτὠσεως. Οἱ δαἰμονες εἶναι τάγμα ἀγγελικό πού ἒπεσε. Στή δεύτερη συντέλεια ἀποκτοῦν τό ἂτρεπτο καί μένουν πλέον ἀκίνητοι στό ἀγαθὀ. Δέν μποροῦν πλέον νά πέσουν. Καί στήν τρίτη συντέλεια τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ παύουν πλέον τό ἒργο τῆς διακονίας τῶν ἀνθρὠπων καί δοξάζουν μαζί τους αἰωνίως τόν θεόν. Ἡ ἀντίθετη ἀκριβώς πορεία ἀκολουθεῖται στό σκοτεινό βασίλειο τῶν παγκάκων δαιμόνων. Κι αὐτοί ἐλεύθεροι ἦσαν κι ἒπεσαν στό κακό. Στήν πρώτη συντέλεια φθονοῦν τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ, τόν ἂνθρωπο, τόν ρίχνουν στήν ἁμαρτία καί παγιώνονται στό κακό. Στή δεύτερη μέ τό ἒργο τοῦ Κυρίου μας οἱ τὀτε κατά κράτος ὃμως συνεχίζουν τήν περιορισμένη δράση τους καί στήν Τρίτη θά ριχτοῦν στήν λίμνη τοῦ πυρός, τήν καιομένη γιά νά βασανίζονται αἰώνια. Ἡ ἐλευθερία ἒχει δωθῆ σέ ὃλον τόν πνευματικό κόσμο. Οἱ δύο ὃμως κόσμοι πού πορεύεται ὁ καθένας ἐλεύθερα τόν δρὀμο του διαρκῶς ἀπομακρυνόμενοι. Ὁ κόσμος τοῦ Θεοῦ κατακτᾶ διαρκώς μεγαλύτερη ἐλευθερία καί γνωρίζει διαρκεῖς άνόδους, ἐνώ ὁ κόσμος τοῦ Σατανᾶ ὑποδουλώνεται σέ δουλεία διαρκῶς σκληρότερη καί πέφτει ὁλοένα πρισσότερο. Μ’ αὐτή τή διαδικασία τῆς ἐν Χριστῶ ἀπολυτρώσεως ὁ κόσμος ὁδηγῆται ἀπό τήν κατάσταση τοῦ καλά λίαν στήν τελειότητα καί λαμπρότητα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὑπάρχει ἓνα ἐρώτημα: «Γιατί ὁ κὀσμος δέν ἒγινε ἐξαρχῆς τέλειος»; Καί βέβαια θά μποροῦσε νά πῆ κανείς καί τό λένε: Ὁ Θεός προγνωρίζοντας τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἁμαρτία καί ἑπομένως καί τήν πτώση τοῦ κόσμου μαζί του στή φθορά ἒβαλε μέσα στή δημιουργία τοῦ κόσμου ὁρισμένα στοιχεῖα τά ὁποῖα κατόπιν θά τά χρησιμοποιοῦσε γιά τήν παιδαγωγία τοῦ ἀνθρώπου ἒτσι ὣστε καί μέσα ἀπό τίς δυσκολίες πού θά συναντοῦσε στή ζωή του καί μέσα σ’ αὐτόν τόν καλόν λίαν κόσμον νά ὁδηγῆται στή μετάνοια καί σωτηρία. Ὑπάρχει ὃμως καί μία ἂλλη ἀπάντηση, ὃτι ὁ κόσμος ἒγινε καλός λίαν καί ἂρα δέν εἶναι οὒτε ὁ χείριστος ὃλων ὃπως θά ἢθελεν ὁ πεσιμισμός οὒτε ὃμως καί ὁ ἂριστος ὃλων ὃπως θά ἢθελε ἡ ἂκρατος αἰσιοδοξία. Εἶναι δέ φύσει ἀδύνατον στόν πεπερασμένο κόσμο - πεπερασμένος εἶναι ὁ κόσμος- νά ἐνσωματωθοῦν οἱ τελειὀτητες τοῦ ἀπείρου ἀπό τόν ὁποῖον καί μόνον κανείς δέν μπορεῖ νά σκεφθῆ κάτι τελειότερο καί ἀνώτερο. Ἒπρεπε ἑπομένως νά ἐρθη ὁ ἂπειρος στό πεπερασμένο, νά εἰσέλθη ὁ ἂχρονος στό χρὀνο, νά γίνη ὁ Θεός ἂνθρωπος. Ὃλα αὐτά ἒγιναν μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν μεγαλειώδη συγκατάβασή Του αὐτή ἀνέβασε τόν κόσμο ὂχι ἁπλῶς τόν πεπερασμένο ἀλλά τόν πεσμένο καἰ τόν ἀνέβασε ὂχι ἁπλῶς στό καλά λίαν, ἀλλά στήν λαμπρότητα τῆς θείας Του βασιλείας. Καί ἒγινε ὁ χρόνος αἰωνιότητα καί ἡ κτῆσις παράδεισος καί ὁ ἂνθρωπος Θεός κατά χάριν. Χωρίς νά θιγῆ ἡ ἐλευθερία, μέσα ἀπό δρόμο παράδοξο καί μεγαλειώδη ὁδηγηθήκαμε στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μέ τήν Τρίτη συντέλεια συμπίπτει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ παγκόσμια κρίση. Εἶναι θά ἒλεγε κανείς τρἰα πράγματα πού συμβαίνουν στήν τρίτη συντέλεια. Ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἡ Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ Παγκόσμια Κρίση. Τί θά ἐπακολουθήση μετά καί πρίν ἀρχίσει ἡ ἀτελεύτητη Βασιλεία. Κάτι θά γίνη μετά. Μιά πράξη, πού εἶναι ἡ τελευταία πράξη, τό «Ἀμήν» τῆς ἱστορίας. Μετά ἀπό τή συντέλεια, τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν τήν παγκόσμια κρίση καί πρίν ἀρχίσει ἡ ἀτελεύτητη βασιλεία. Τί θά γίνη; Τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: Εἲτα τό τέλος. Ὃταν ὁ Κύριος παραδῶ τήν βασιλείαν τῶ θεῶ καί πατρί. Ὃταν, ἀφοῦ τελειώσει πλέον τό ἒργο τοῦ Χριστοῦ καί ἀφοῦ συντελεσθῆ ἡ θεία Οἰκονομία τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρὠπων ὁ Χριστός θά παραδώση ὡς ἂνθρωπος τή Βασιλεία στό θεό καί πατέρα. Τότε καί αὐτός «ὑποταγήσεται τῶ ὑποτάξαντι αὐτῶ τά πάντα». Θά ὑποταγῆ κι Αὐτὀς στόν θεό πατέρα ὁ ὁποῖος ὑπέταξε στόν υἱόν τά πάντα. Σημειώνει ὃμως πολύ χαρακτηριστικά ὁ ἀείμνηστος Παναγιώτης Τρεμπέλας «ἁλλά ἡ ὑποταγή αύτή τοῦ Υἱοῦ στόν Θεό Πατέρα μετά τήν ὁλοκλήρωση τοῦ Ἒργου Του δέν ἐνέχει τίποτε τό δουλικόν, ἀλλά εἶναι τέτοια πού ταιριάζει στόν Υἱό καί θεό, ὁ ὁποῖος διατηρεῖ κάθε ἐλευθερία κι ἒχει πάσαν ἐξουσίαν ἐν οὐρανῶ καἰ ἐπί γῆς. Παραδίδει δέ τήν Βασιλείαν εἰς τόν Θεόν «μή ἐκπίπτων Αὐτός ταύτης ἀλλ’ ὡς τό ἒργον τελειώσας «ὃ ὁ πατήρ αὐτῶ ἐνεχείρησε καί κοινωνόν ποιούμενος τόν πατέρα τοῦ ἰδίου κατορθώματος». Παραδίδει τήν βασιλεία καί κατά κάποιον τρόπο κάνει κοινωνόν τοῦ κατορθώματός του τόν θεό Πατέρα. Ἡ ἱστορία σ’ αὐτό τό σημεῖο τελειώνει. Ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ ἒχει ἐκπληρωθῆ. Ὁ κόσμος κερδήθηκε. Εἶχε κλωνισθῆ καί ἒπεσε. Ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶχε τόν τρόπο ὂχι μόνο νά τόν ἀναστήση καί πάλι ἀλλά νά τόν ἀναδείξη τελείως νέον. Ἰδού ἒγιναν καινά τά πάντα. Τό μεγαλειῶδες αὐτό ἒργο τό ἐργάστηκε ὁ Υἱός καί λόγος τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία. Τώρα μέ τό τέλος της ἐνίκησε.Πἐτυχε θριάμβευσε καί παρουσιάζει τό ἒργο αὐτό τέλειο καί ὁλοκληρωμένο στόν θεό πατέρα. Παραδἰδει πλέον τήν ἐντολή καί αὐτή ἡ τελευταία πράξη εἶναι τό «’Αμήν» τῆς ἱστορίας. Τίθεται ἡ σφραγίδα τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου καί τή σφραγίδα τἠν θέτει αὐτός πού εἶναι ὁ «’Αμήν». Ὁ μάρτυς, ὁ πιστός καί ὁ ἀληθινός, ἡ αὐτοαλήθεια, ὁ ἀξιόπιστος καί ἀληθής μάρτυς. Γιά τίς ἓξι μέρες τῆς δημιουργίας ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς λέει: καἰ ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί ἡμέρα Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη... Γιά τήν Ἑβδόμη ἡμέρα δέν λέει κάτι τέτοιο. Γιατί ἡ Ἑβδόμη ἡμέρα δέν ἒκλεισε ἀκόμη. Ζοῦμε στή διάρκειά της. Οἱ τρεῖς συντέλειες πού μᾶς ἀπησχόλησαν σήμερα εἶναι ἡ ἀρχή τό μέσον καί τό τέλος τῆς Ἑβδόμης ἡμέρας . Ἡ Ἑβδόμη ἡμέρα θά κλείση μέ τήν Τρίτη συντέλεια. Μετά θά ἀρχίση ἡ ὀγδόη ἡμέρα τῆς αἰωνίου Βασιλείας πού αὐτή πιά δέν θά ἒχει τέλος. Κάθε μέρα ἀρχίζει ἀπό τήν ἑσπέρα, «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί .....» καί στήν ἀρχή τῆς Ἑβδόμης ἡμέρας ἦταν ἐκεῖνο τὀ δειλινό ἐκείνη ἡ ἑσπέρα πού οἱ Πρωτόπλαστοι μετά τήν πτώση τους ἀπέφυγαν τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἐφοβήθηκαν γιά πρώτη φορά τόν θεό. Ἐμπῆκε στήν ψυχή τους γιἀ πρώτη φορά τό αἲσθημα τοῦ φόβου καί κρύφτηκαν ἀπό τόν θεό. Κατόπιν ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου βυθίστηκε στό σκοτάδι. Ἡ αὐγή τῆς μυστικῆς ὀγδόης ἡμέρας εἶναι ἡ Θεοτόκος, ὃπως λέμε στούς Χαιρετισμούς. «Χαῖρε αὐγή μυστικῆς ἡμέρας». Ἡ Θεοτόκος φέρνει τήν αὐγή τῆς ὀγδόης μυστικῆς ἡμέρας. Τό πρωί θά ἒλθη ὃταν θά λάμψη ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός, ὁ πρωινός, ὁ Χριστός ὃταν θά ἒρθη μέ ὃλη τή δόξα Του κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Τότε θἀ μπορέση νά λεχθῆ τό «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί, ἡμέρα ἑβδόμη». Ὃμως εἲπαμε ὃτι ἡ μέλλουσα ἐκείνη ἐποχἠ ἢδη εἶναι έν μέρει περούσα στή ζωή τῆς ἐκκλησίας μας. Ἡ ὀγδόη ἡμέρα ἢδη ρίχνει στά πρόσωπά μας τό ἀχνό φῶς της. Οἱ ἀκτίνες τοῦ λυκαυγοῦς της ἢδη φωτίζουν τό γεμάτο ἐλπίδες καί προσδοκίες πρόσωπο τῆς ἱστορίας. Ἡ μεταϊστορική ἐποχή, ἡ ὀγδόη ἡμέρα σχεδόν ἂρχισε. Καί αύτή δέν θἂχει τέλος. Σέ κείνη τήν κατάσταση, ὃπως λέει ἡ Ἀποκάλυψη «καί νύξ οὐκ ἒσται ἒτι» θά κατοικοῦμε μακάριοι, ἒνδοξοι καί εὐτυχεῖς στόν οἶκο τοῦ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν, σέ ἀτελεύτητη διαδοχή ἡμερῶν, ἀνάμεσα στίς ὁποῖες δέν θά παρεμβάλλονται νύχτες.
Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς, Σεβαστοί Πατέρες, Ἀξιότιμοι Κύριοι Καθηγηταί, Ἀγαπητοί Ἀδελφοί ἐν Κυρίῳ στή Μεγάλη Περίοδο τοῦ Τριωδίου καί Πεντηκοσταρίου, πού εἶναι ἠ μεγαλύτερη ἑορταστική περίοδος στή διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἒτους θυμηθήκαμε, ζήσαμε καί τίς τρεῖς συντέλειες γιά τίς ὁποῖες σήμερα κάναμε λόγο. Ἢδη κατά τή διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς διαβάζαμε τή Γένεση καί τό πρωί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τότε πού εἲμαστε μεταξύ τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τῆς Δευτέρας Συντέλειας, τῆς Ἀναδημιουργίας διαβάζουμε τή Γένεση τή Δημιουργία. Σέ λίγες μέρες γιορτάζουμε τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατά τήν ὁποία οἱ Ἂγγελοι πού παρίστανται ἀπευθυνόμενοι στούς παρακολουθούντας ἐκστατικῶς μαθητάς εἶπαν: Τί βλέπετε στόν οὐρανό; Αὐτός, ὁ Χριστός, ὃπως ἦλθε, ὃπως ἀνέβηκε στούς οὐρανούς ἒτσι θά ἒλθη. Σέ σύννεφο, ἒνδοξος. Ἡ Τρίτη Συντέλεια. Εἲδαμε αὐτή τήν περίοδο ὃλη τήν ἱστορία τοῦ σύμπαντος κὀσμου τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας νά εἶναι στήν καρδιά τῆς ἱστορίας μας. Ὃμως ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ λούζεται στό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί καθώς τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως πέφτει ἐπάνω του ἁπλώνει τή σκιά του σ’ ὃλη τή διάρκεια τῆς ἱστορίας. Σ’ ὃλο τό μῆκος τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος. Ἀρχίζει ἀπό τούς λόγους τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἀρχαῖον ὂφι, τό Πρωτευαγγέλιον. «Θά σοῦ τηρἠση τήν κεφαλή» πάνω στό Σταυρό. Καί φθάνει στό σημεῖο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, στά ἒσχατα τῆς ἱστορίας. Τό Σταυρό πού θά προηγεῖται κατά τή Δευτέρα ἒνδοξη ἒλευση τοῦ Κυρίου. Καί προχωρεῖ ἀκόμη πιό μπροστά στό προαιώνιο σχέδιο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία ὃλου τοῦ κόσμου. Στόν ἀμνό τόν προεγνωσμένον πρό καταβολῆς κόσμου καί συνεχίζεται καί μετά τή λήξη τῆς ἱστορίας στήν αἰώνια δόξα τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου. Μῆκος καί εὖρος Σταυροῦ, οὐρανοῦ ἰσοστάσιον. Ἡ Θεία Χάρη ἁγιάζει τά σύμπαντα. Λέει ἓνα τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὁ σταυρός ἁγιάζει τά σὐμπαντα. Ὁ Ἀναστημένος Χριστός φωτίζει μέ τό ἀνἐσπερο φῶς τῆς ἀναστάσεώς Του «οὐρανόν τε καί γήν καί τά καταχθόνια». Τό μυστήριον τῆς ἀγάπης Του καλύπτει σύμπασα τήν ἱστορία καί ὃ,τι προηγήθηκε αὐτῆς καί ὃ,τι θά τήν ἀκολουθῆ εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.-
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, Ιούνιος 2013
Τι σημαίνει Ινδικτιών
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζει σήμερα τήν ἀρχή τῆς Ἰνδικτιῶνος– ἀπό τή λατινική λέξη «indictio», ἡ ὁποία σημαίνει ὁρισμός– δηλαδή τήν ἔναρξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ ὅρος προῆλθε ἀπό τήν συνήθεια τῶν Ρωμαίων αὐτοκρατόρων νά ὁρίζουν διά θεσπίσματος γιά διάστημα δεκαπέντε χρόνων τό ποσό τοῦ ἐτήσιου φόρου, πού εἰσέπρατταν αὐτή τήν ἐποχή γιά τή συντήρηση τοῦ στρατοῦ. Κατ’ ἐπέκτασιν καθιερώθηκε νά ὀνομάζονται ἰνδικτιῶνες καί οἱ δεκαπενταετεῖς αὐτοί κύκλοι πού ἄρχισαν ἐπί Καίσαρος Αὐγούστου, τρία χρόνια πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Γιατί ο Σεπτέμβριος θεωρείται αρχή του Εκκλησιαστικού έτους.
Ἐπειδή ὁ Σεπτέμβριος εἶναι ἐποχή συγκομιδῆς καρπῶν καί προετοιμασίας γιά τό νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε νά ἑορτάζουν οἱ χριστιανοί τήν ἀρχή τῆς γεωργικῆς περιόδου ἀποδίδοντας εὐχαριστίες στόν Θεό γιά τήν εὔνοιά του πρός τήν κτίση. Εἶναι αὐτό πού ἤδη ἔκαναν οἱ Ἰουδαῖοι σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου· τήν πρώτη δηλαδή μέρα τοῦ ἑβδόμου ἰουδαϊκοῦ μηνός, ἀρχές Σεπτεμβρίου, τελοῦσαν τήν ἑορτή τῆς Νεομηνίας ἤ τῶν Σαλπίγγων, κατά τήν ὁποία ἐσχόλαζαν ἀπό κάθε ἐργασία, γιά νά προσφέρουν θυσίες ὁλοκαυτωμάτων «εἰς ὀσμήν εὐωδίας Κυρίῳ» (Λευιτ. 23,18).
Ὁ Χριστός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ δημιουργός τοῦ χρόνου καί τοῦ σύμπαντος, ὁ προάναρχος Βασιλεύς τῶν αἰώνων, ὁ ὁποῖος ἐσαρκώθη, γιά νά ἀποκαταλλάξει τά πάντα εἰς Ἑαυτόν καί νά συναγάγει Ἰουδαίους καί Ἐθνικούς σέ μία Ἐκκλησία, ἤθελε νά ἀνακαφαλαιώσει ἐν ἑαυτῷ τόν αἰσθητό κόσμο καί τό γραπτό Νόμο. Ἔτσι, αὐτή τήν ἡμέρα πού ἡ φύση ἑτοιμάζεται νά διατρέξει ἕνα νέο κύκλο ἐποχῶν, ἑορτάζουμε τό γεγονός, κατά τό ὁποῖο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός εἰσῆλθε στή Συναγωγή καί ἀνοίγοντας τό βιβλίο τοῦ Ἠσαΐου ἀνέγνωσε τό χωρίο, ὅπου ὁ Προφήτης ὁμιλεῖ ἐπ’ ὀνόματος τοῦ Σωτῆρος: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ’ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με (…), κηρῦξαι ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18).
Ὅλες οἱ Ἐκκλησίες, συναθροισμένες «ἐπί τό αὐτό», ἀναπέμπουν σήμερα δοξολογία πρός τόν ἕνα τρισυπόστατο Θεό, ὁ ὁποῖος διαμένει στήν αἰώνια μακαριότητα, διακρατεῖ τά πάντα στή ζωή καί στέλνει ἄφθονες τίς εὐλογίες του κάθε ἐποχή στά κτίσματά του. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἀνοίγει τίς θύρες τοῦ νέου ἔτους καί μᾶς προσκαλεῖ νά τόν ἀκολουθήσουμε, γιά νά γίνουμε μέτοχοι τῆς αἰωνιότητός του.
* * *Συναξάριο της α΄Σεπτεμβρίου.
Tῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν ΣΥΜΕΩΝ τοῦ ΣΤΥΛΙΤΟΥ τοῦ ἐν τῇ Μάνδρᾳ, τοῦ ἐπιλεγομένου ΠΑΛΑΙΟΥ.
* * *
Mνήμη τῆς ὁσίας MΑΡΘΑΣ, μητρός τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στυλίτου.
* * *
Mνήμη τοῦ δικαίου IΗΣΟΥ τοῦ NΑΥΗ.
* * *
Mνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων καί αὐταδέλφων ΑΓΑΘΟΚΛΕΙΑΣ, EΥΟΔΟΥ, KΑΛΛΙΣΤΗΣ καί EΡΜΟΓΕΝΟΥΣ, ξίφει τελειωθέντων.
* * *
Mνήμη τῆς ὁσίας EΥΑΝΘΙΑΣ, ἐν εἰρήνῃ τελειωθήσης.
* * *
Mνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν MΕΛΕΤΙΟΥ τοῦ νέου, τοῦ ἐν τῷ ὄρει τοῦ ΚΙΘΑΙΡΩΝΟΣ ἀσκήσαντος καί ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντος.
* * *
Mνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος AΓΓΕΛΗ, τοῦ ἐν Kωνσταντινουπόλει μαρτυρήσαντος κατά τό ‚αχπ΄ (1680) ἔτος, ξίφει τελειωθέντος.
* * *
Μνήμη τῶν ἁγίων ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ καί ΑΜΜΟΥΝ τοῦ διακόνου καί διδασκάλου αὐτῶν.
Οἱ Ἅγιες αὐτές γυναῖκες ἔζησαν τήν ἐποχή τοῦ βασιλέως Λικινίου (307-324) στήν Ἀδριανούπολη τῆς Θράκης. Ὁ ἡγεμών τῆς περιοχῆς Βάβδος τίς συνέλαβε ὡς χριστιανές καί τίς προέτρεπε νά προσκυνήσουν τά εἴδωλα. Ἡ Κελσίνα, μία ἐξ αὐτῶν καί ἡ πρώτη τῆς πόλεως, μετά τή θαρραλέα ὁμολογία τῆς πίστεώς της τίς ἐσύναξε ὅλες στήν οἰκία της μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους, διάκονο ἅγιο Ἀμμούν, γιά νά ἐνισχυθοῦν πρός τό μαρτύριο. Ὁ Ἀμμούν πῆρε τό χαρτί μέ τά ὀνόματά τους καί τά διάβασε δυνατά ἕνα-ἕνα. Ὕστερα εἶπε: «Ἀγωνισθῆτε ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ διά τοῦ μαρτυρίου, διότι ἔτσι θά καθίσει καί ὁ Δεσπότης Χριστός στήν πύλη τῆς οὐρανίου βασιλείας καί θά σᾶς προσκαλεῖ μία-μία κατ’ ὄνομα, γιά νά σᾶς ἀποδώσει τόν στέφανο τῆς αἰωνίου ζωῆς».
Ὅταν καί πάλι τίς ἀνέκρινε ὁ ἡγεμών, ὁμολόγησαν ὅλες σταθερά τήν πίστη τους. Μέ τήν προσευχή τους συνέτριψαν τά εἴδωλα καί ὁ ἱερεύς τῶν εἰδώλων ἀνυψώθηκε στόν ἀέρα, μέχρις ὅτου, βασανιζόμενος ἀπό πύρινους ἀγγέλους, ἔπεσε νεκρός στή γῆ. Τότε ὁ Βάβδος πρόσταξε νά κρεμάσουν τόν ἅγιο Ἀμμούν, νά τοῦ ξύσουν τίς πλευρές, νά καύσουν τίς πληγές του μέ ἀναμμένες λαμπάδες καί νά τοῦ φορέσουν στήν κεφαλή χάλκινη πυρακτωμένη περικεφαλαία.
Ἐπειδή ὁ ἅγιος διαφυλάχθηκε ἀβλαβής ἀπό τά μαρτύρια, ὁδηγήθηκε μαζί μέ τίς μαθήτριές του ἀπό τή Βερόη (σημερ. Στάρα Ζαγορά τῆς Βουλγαρίας) στήν Ἡράκλεια, στόν βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ ὁδόν ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριος καί τούς ἐνεθάρρυνε. Φθάνοντας στήν πόλη πῆγαν στόν τόπο, ὅπου εἶχαν κατατεθεῖ τά τίμια λείψανα τῆς ἁγίας μάρτυρος Γλυκερίας. Ἐνῶ διανυκτέρευαν ἐκεῖ προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε ἡ Ἁγία λέγοντας: «Καλῶς ἤλθατε, ἅγιες δοῦλες τοῦ Θεοῦ! Πρό πολλοῦ περίμενα τήν λαμπρή ἐν Χριστῷ συνοδία σας, γιά νά χορεύσωμε στεφανωμένες ὅλες μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους στήν βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο μέχρις αἵματος ὁμολογήσαμε».
Στήν Ἡράκλεια τούς ἔρριξαν στά θηρία. Οἱ ἅγιες γυναῖκες μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους προσηύχοντο ὄρθιες μέ ὑψωμένα τά χέρια, τά δέ θηρία κατελήφθησαν ἀπό ὕπνο καί δέν τούς ἤγγισαν. Τήν ὥρα πού οἱ στρατιῶτες ἄναβαν φωτιά γιά νά τίς ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στόν ἀσεβῆ Λικίνιο τήν ἐπικράτηση τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τή νίκη τοῦ χριστιανισμοῦ καί τήν κατάργηση τῆς εἰδωλολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί δέκα ἀπό αὐτές πήδησαν ἀγαλλόμενες μέσα στίς φλόγες ὑμνῶντας τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἐδρόσισε τό πῦρ. Ἔτσι, αὐτές μέν ἐτελειώθησαν ἐν εἰρήνῃ στήν πυρά, ὀκτώ δέ ἀποκεφαλίσθησαν μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους Ἀμμούν. Ἀπό τίς ὑπόλοιπες οἱ δήμιοι ἄλλες κατέσφαξαν καί σέ ἄλλες ἔβαλαν στό στόμα πυρακτωμένα σίδερα.
Τά ὀνόματά τους ἔχουν διασωθεῖ στό ἀρχαῖο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) καί εἶναι: Λαυρεντία ἡ διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (ἤ Θεόκλεια), Δωροθέα, Εὐτυχιανή, Θέκλα, Ἀρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Εὐλαλία (ἤ Εὐθυμία), Λαμπροτάτη, Εὐφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ἀκυλίνα, Θεοδούλη, Ἁπλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παῦλα, Ἰουλιάνα, Ἀμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (ἤ Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Ἀγαθονίκη, Ἰούστα, Εἰρήνη, Ματρῶνα (ἤ Ἀγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Ἄννα (ἤ Ἀνθοῦσα).
Ὡστόσο, στήν ἀσματική Ἀκολουθία καί σέ νεότερους Συναξαριστές ἀπαντοῦν τά ἑξῆς ὀνόματα: Ἀδαμαντίνη, Ἀθηνᾶ, Ἀκριβή, Ἀντιγόνη, Ἀριβοία, Ἀσπασία, Ἀφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ἐλπινίκη, Ἐρασμία, Ἐρατώ, Ἑρμηνεία, Εὐτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεανόη, Θεόνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Οὐρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω καί Χαρίκλεια (βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, ῾Εορτολόγιον τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, Ἀποστολική Διακονία, ἔκδ. Δ΄, 1997, σελ. 23 ὑποσ.).
[Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου (Ἱερομονάχου), Νέος Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόμ. A΄ Σεπτέμβριος (Ὁρμύλια: Ἱ. Κοιν. Εὐαγγ. Θεοτόκου, 2007), 1-3, 11-13].
1. Κανείς από όσους σκέπτονται ορθά δεν θα έχη, νομίζω, αντίρρησι ότι η καταλαλιά γεννάται από το μίσος και την μνησικακία. Γι΄αυτό και την ετοποθετήσαμε στην σειρά της μετά τους προγόνους της. Καταλαλιά σημαίνει γέννημα του μίσους, ασθένεια λεπτή, αλλά και παχειά∙ παχειά βδέλλα, κρυμμένη και αφανής, πού απορροφά και εξαφανίζει το αίμα της αγάπης. Σημαίνει υπόκρισις αγάπης, αιτία της ακαθαρσίας, αιτία του βάρους της καρδιάς, εξαφάνισις της αγνότητος.
Ὅσο καθαρίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο ἀποκτᾶ τὴ δυνατότητα τῆς ἀληθινῆς κοινωνίας μὲ τὸ Θεὸ καὶ τὰ ἄλλα ἀνθρώπινα πρόσωπα.
Ὅσοι βλέπουν τὸν ἄνθρωπο ρομαντικὰ καὶ ἐξωτερικὰ μεταθέτουν τὸ κακὸ ἀπὸ τὰ πρόσωπα στὴν κοινωνία, γι’ αὐτὸ καὶ πρεσβεύουν ὅτι ἡ βελτίωση τῆς κοινωνίας θὰ φέρει καὶ βελτίωση τῶν προσώπων. Ἀλλὰ οἱ Ὀρθόδοξοι χωρὶς νὰ ἀρνούμεθα τὴ σημασία τῆς κοινωνικῆς ἐπιδράσεως στὰ πρόσωπα, δίνουμε τὴν προτεραιότητα στὴ μεταμόρφωση τοῦ προσώπου διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῆς Θ. Χάριτος.
Εἶναι μεγάλη πλάνη νὰ θέλουμε νὰ ἀλλάξουμε τὴν κοινωνία χωρὶς νὰ ἀγωνισθοῦμε, νὰ ἀλλάξουμε τὸν ἑαυτό μας. Εἶναι τουλάχιστον ἀφελὲς νὰ πιστεύουμε ὅτι ἡ ἀλλαγὴ μερικῶν κοινωνικῶν θεσμῶν θὰ φέρει καὶ τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων χωρὶς μετάνοια.
Ὁ ἄρρωστος ἄνθρωπος κάνει ἄρρωστες κοινωνίες καὶ οἱ ἄρρωστες κοινωνίες ἀρρωσταίνουν χειρότερα τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ νὰ θεραπεύουμε τὶς κοινωνικὲς ἀρρώστιες χωρὶς νὰ θεραπεύσουμε τὴν προσωπικὴ ἀρρώστια, ἀποτελεῖ μετάθεση τοῦ προβλήματος, ἄρνηση τῆς ἀποδοχῆς τῆς προσωπικῆς μας εὐθύνης, ὑπεκφυγὴ ἀπὸ τὴ μετάνοια, κατάφαση στὸν ἐγωισμό μας, ἀπροθυμία νὰ δοῦμε τὸν πραγματικό μας ἑαυτό. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Κύριος ἔθεσε τὴν προσωπικὴ μετάνοια σὰν προϋπόθεση γιὰ τὴ συμμετοχὴ στὴ Βασιλεία Του.
Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ παραγνωρίζεται τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου στὴ διάλυση τῶν προσώπων καὶ τῶν κοινωνιῶν καὶ στὴν ἐπικράτηση τοῦ κακού. Ἡ ἀνθρωπιστικὴ ἁπλούστευση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων ἀρνεῖται τὴν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου. Ἀντίθετα, στὸ Εὐαγγέλιο καὶ στὴ χριστιανικὴ ἐμπειρία φανερώνεται ἡ ἔκταση τῶν διαβολικῶν ἐνεργειῶν σὲ πρόσωπα καὶ κοινωνικὲς καταστάσεις καὶ ἡ ἀνάγκη ἀγῶνος κατὰ τοῦ διαβόλου, ἀποταγῆς καὶ ἐξορκισμοῦ τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἔργο τῶν χαρισματούχων ἱερωμένων, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν εἶναι ἡ διάκριση τῶν πνευμάτων, γιὰ νὰ μὴ πέφτει ὁ Χριστιανὸς στὶς παγίδες ποὺ τοῦ στήνει ὁ πονηρός, ὅταν ἐμφανίζεται μὲ τὸ προσωπεῖο τοῦ καλοῦ.
Τονίσαμε τὴ δύναμη τῶν ἀντιθέτων ἀντιευχαριστιακῶν καὶ ἀντικοινωνικῶν δυνάμεων ὄχι γιὰ νὰ δείξουμε τὴν ἀδυναμία ὑπερνικήσεώς τους, ἀλλὰ τὴν ἀνάγκη νὰ λαμβάνονται ὑπ’ ὄψιν ἀπὸ τὸν ἀγωνιζόμενο Χριστιανό. Ὁ Χριστὸς ἐνίκησε τὶς δυνάμεις αὐτὲς καὶ ὁ Χριστιανὸς μπορεῖ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ συνεργασία τῆς Θείας Χάριτος νὰ συμμετάσχει στὴ νίκη αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ διαφοροποιεῖται ριζικὰ ὁ χριστιανικὸς κοινωνικὸς ἀγώνας ἀπὸ κάθε ἄλλο ἀγώνα. Ἡ κοινωνία ποὺ θέλουν νὰ δημιουργήσουν τὰ οὑμανιστικὰ συστήματα (ἰδεαλιστικὰ καὶ ὑλιστικὰ) εἶναι ἀνθρωποκεντρική. Ἡ κοινωνία τῶν χριστιανῶν εἶναι Θεανθρωποκεντρική. Ἀλλὰ καὶ τὰ μέσα τῶν οὑμανιστῶν εἶναι ἀνθρώπινα. Τῶν χριστιανῶν Θεανθρώπινα. Στὴ βάση δηλαδὴ τοῦ χριστιανικοῦ κοινωνισμοῦ βρίσκεται ἡ ταπείνωση. Ἐνῶ στὴν βάση τοῦ οὑμανιστικοῦ κοινωνισμοῦ ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ αὐτάρκεια, τὸ κλείσιμο ἀπὸ τὸ Θεό. Πρόκειται γιὰ τὴν ἐπανάληψη τῆς ἴδιας τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ: Ἡ ἐπιδίωξη τῆς θεώσεως χωρὶς τὸ Θεό.
Ἴσως νὰ μὴν εἶναι τυχαῖο ὅτι καὶ τὰ δύο αὐτὰ οὑμανιστικὰ συστήματα μὲ τὶς ἐφαρμογές τους στὴν οἰκονομία (καπιταλισμός, κομμουνισμὸς) γεννήθηκαν στὴν αἱρετικὴ δύση, στὴν ὁποία προηγήθηκε ὁ θρησκευτικὸς ἀνθρωποκεντρισμὸς τοῦ «ἀλάθητου» Πάπα καὶ τοῦ Filioque. Ἂς σκεφθοῦν στὸ θέμα αὐτὸ οἱ Ὀρθόδοξοι ἤ πρώην Ὀρθόδοξοι ποὺ ἀβασάνιστα ἀρνοῦνται τὴν ὀρθόδοξη παράδοσή μας, συνήθως ἀπὸ ἄγνοια, γιὰ νὰ προσκολληθοῦν στὰ δυτικὰ συστήματα.
Ὁ ἀνθρώπινος μόνο χαρακτήρας τοῦ μὴ χριστιανικοῦ κοινωνισμοῦ, τοῦ ἀφαιρεῖ τὴ δυνατότητα νὰ δώσει εἰρήνη στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, γιατί τὸν ἀφήνει ἀσυμφιλίωτο μὲ τὸν Οὐράνιο Πατέρα του, καὶ γι’ αὐτὸ ἀνέστιο. Ἂς θυμηθοῦμε τὸ λόγο τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου, ποὺ ἐκφράζει ἀνθρωπολογικὴ ἐμπειρία: «Μᾶς ἔπλασες Κύριε γιὰ Σένα καὶ ἡ καρδιὰ μας εἶναι ἀνήσυχη ὡσότου ἀναπαυθεῖ κοντά Σου».
Τὰ ἄθεα κοινωνικὰ συστήματα βοηθοῦν νὰ λύσουμε μερικὰ κοινωνικὰ καὶ οἰκονομικὰ προβλήματα, ἀλλὰ ὄχι νὰ συναντήσουμε ἀληθινὰ καὶ οὐσιαστικὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Δὲν ἀπαντοῦν ἱκανοποιητικὰ στὰ ὑπαρξιακά μας ἐρωτήματα καὶ ἰδίως στὸ κεντρικὸ πρόβλημα τοῦ θανάτου. Ὁ κόσμος τακτοποιεῖται ὡραῖα γιὰ νὰ πεθάνει. Ἂν καὶ τὰ συστήματα αὐτά, καὶ ἰδίως ὁ μαρξισμός, χαρακτηρίζονται ἀπὸ ἕνα ἔντονο ἐγκόσμιο μεσσιανισμό, στὴν πραγματικότητα δὲν «μετάγουν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν», καὶ γι’ αὐτὸ δημιουργοῦν ἀνθρώπους τραγικούς, χωρὶς ἐλπίδα. Ἡ ἔντονη μάλιστα ἀνθρωπιστικὴ ἤ καὶ ἐπιχειρηματικὴ δράση κάποτε εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς προσπάθειας νὰ ξεχάσουμε τὸ βασικό μας πρόβλημα, τὸ πρόβλημα τοῦ θανάτου, καὶ νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὸ ἄγχος, τὸ κενὸ καὶ τὴν πλήξη ποὺ σημαδεύει τὴ ζωὴ τὴ χωρισμένη ἀπὸ τὴν πηγή της, τὸν Τριαδικὸ Θεό.
Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ συστήματα αὐτά, παρὰ τὶς καλὲς καὶ ἁγνὲς προθέσεις πολλῶν εὐγενῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀγωνίζονται καὶ θυσιάζονται γιὰ τὰ ἰδεώδη τους, στὸ βάθος εἶναι κατὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐν ὀνόματι μιᾶς καλύτερης καὶ δικαιότερης κοινωνίας ἐμποδίζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν πλήρη θεανθρωπινη κοινωνία, ποὺ μόνη τελικὰ ἀναπαύει καὶ ὁλοκληρώνει τὴ φύση του, τὸν ἐγκλωβίζουν στὶς περιορισμένες διαστάσεις ἑνὸς κλειστοῦ μηχανοκρατουμένου ἀπρόσωπου ὑλιστικοῦ σύμπαντος, τοῦ στεροῦν τὴ θέα τοῦ Οὐρανοῦ. Τί νόημα μπορεῖ ἀλήθεια νὰ ἔχει ἡ ζωή μας, ἂν εἴμαστε ἐξελιγμένα ζῶα καὶ ὄχι εἰκόνες τοῦ Θεοῦ; Ἂν εἴμαστε καταδικασμένοι μελλοθάνατοι, χωρὶς δυνατότητα μεθέξεως στὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ Θεοῦ;
Οι κοσμικοί λένε: “Καλότυχοι αυτοί που ζουν στα παλάτια και έχουν όλες τις ευκολίες”. Αλλ’ όμως μακάριοι είναι αυτοί που κατόρθωσαν να απλοποιήσουν την ζωή τους και ελευθερώθηκαν από την θηλειά της κοσμικής αυτής εξελίξεως των πολλών ευκολιών, ίσον των πολλών δυσκολιών, και απαλλάχθηκαν από τον φοβερό άγχος της σημερινής εποχής μας. Αν δεν απλοποιήση την ζωή του ο άνθρωπος, βασανίζεται. Ενώ, αν την απλοποιήση, δεν θα έχη αυτό το άγχος.
Ένας Γερμανός μια φορά στο Σινά είπε σε ένα Βεδουϊνάκι που ήταν πανέξυπνο: “Εσύ είσαι έξυπνο, μπορείς να μάθης γράμματα”. “Και μετά;” τον ρωτάει εκείνο. “Μετά θα γίνης μηχανικός”. “Και μετά;” “Μετά θ’ ανοίξης ένα συνεργείο αυτοκινήτων”. “Και μετά;” “Μετά θα το μεγαλώσης”. “Και μετά;” “Μετά θα πάρης και άλλους να δουλεύουν και θα έχης πολύ προσωπικό”. “Δηλαδή, του λέει, να έχω έναν πονοκέφαλο, να βάλω άλλον έναν πονοκέφαλο και μετά να βάλω και έναν άλλον; Δεν είναι καλύτερα τώρα που έχω ήσυχο το κεφάλι μου;” Ο περισσότερος πονοκέφαλος είναι από αυτές τις σκέψεις, να κάνουμε αυτό, να κάνουμε εκείνο. Αν ήταν πνευματικές οι σκέψεις, θα ένιωθε κανείς πνευματική παρηγοριά και δεν θα είχε πονοκέφαλο.
Τώρα και στους κοσμικούς τονίζω πολύ την απλότητα. Γιατί πολλά από αυτά που κάνουν, δεν χρειάζονται και τους τρώει το άγχος. Τους μιλάω για την λιτότητα και την ασκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: “Απλοποιήστε την ζωή σας, για να φύγη το άγχος”. Και τα περισσότερα διαζύγια από ‘κει ξεκινούν. Πολλές δουλειές, πολλά πράγματα έχουν να κάνουν οι άνθρωποι και ζαλίζονται. Δουλεύουν και οι δύο, πατέρας και μάνα, αφήνουν και τα παιδιά εγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεύρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγάς – αυτόματο διαζύγιο μετά, εκεί φθάνουν. Αν απλοποιούσαν όμως την ζωή τους, θα ήταν και ξεκούραστοι και χαρούμενοι. Αυτό το άγχος είναι καταστροφή!
Μια φορά βρέθηκα σε ένα σπίτι που ήταν όλο πολυτέλεια και, καθώς συζητούσαμε, μου είπαν: “Ζούμε στον Παράδεισο, ενώ άλλοι άνθρωποι στερούνται”. “Ζήτε στην κόλαση, τους λέω. “Άφρον, ταύτη τη νυκτί” (Λουκ. 12, 20), είπε ο Θεός στον πλούσιο. Αν ο Χριστός με ρωτούσε: “Πού θέλεις να σε βάλουμε, σε μια φυλακή ή σε ένα σπίτι σαν αυτό;” θα έλεγα: “Σε μια σκοτεινή φυλακή”. Γιατί η φυλακή θα με βοηθούσε. Θα μου θύμιζε τον Χριστό, θα μου θύμιζε τους αγίους Μάρτυρες, θα μου θύμιζε τους ασκητές που ήταν στις οπές της γης, θα μου θύμιζε καλογερική. Η φυλακή θα έμοιαζε και λίγο με το κελλί μου και θα χαιρόμουν. Αυτό το δικό σας τι θα μου θύμιζε και σε τι θα με βοηθούσε; Γι’ αυτό οι φυλακές με αναπαύουν καλύτερα όχι μόνον από ένα σαλόνι κοσμικό αλλά και απ’ένα ωραίο κελλί μοναχού. Χίλιες φορές στην φυλακή παρά σε ένα τέτοιο σπίτι”.
Κάποτε που είχα φιλοξενηθή στην Αθήνα σ’ έναν φίλο μου, με παρακάλεσε να δεχθώ έναν οικογενειάρχη πριν φωτίση, γιατί άλλη ώρα δεν ευκαιρούσε. Ήρθε λοιπόν χαρούμενος και συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό. Είχε και πολλή ταπείνωση και απλότητα και με παρακαλούσε να εύχωμαι για την οικογένειά του. Ο αδελφός αυτός ήταν περίπου τριάντα οκτώ ετών και είχε επτά παιδιά. Δυό το ανδρόγυνο και άλλοι δυό οι γονείς του, εν όλω έντεκα ψυχές, και έμεναν όλοι σε ένα δωμάτιο. Μου έλεγε με την απλότητα που είχε: “Όρθιους μας χωράει το δωμάτιο, αλλά, όταν ξαπλώνουμε, δεν μας παίρνει, είναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τω Θεώ, τώρα κάναμε ένα υπόστεγο για κουζίνα και βολευτήκαμε. Εμείς έχουμε και στέγη. Πάτερ μου, ενώ είναι άλλοι που μένουν στην ύπαιθρο”. Η εργασία του ήταν σιδερωτής. Έμενε στην Αθήνα και έφευγε πριν φωτίση, για να βρεθή εγκαίρως στον Πειραιά όπου εργαζόταν. Από την ορθοστασία και τις πολλές υπερωρίες τα πόδια του είχαν κιρσούς και τον ενοχλούσαν, αλλά η πολλή αγάπη του προς την οικογένειά του τον έκανε να ξεχνάη τους πόνους και τις ενοχλήσεις. Ελεεινολογούσε μάλιστα τον εαυτό του συνέχεια και έλεγε ότι δεν έχει αγάπη, γιατί δεν κάνει καλωσύνες σαν Χριστιανός, και επαινούσε την γυναίκα του ότι εκείνη κάνει καλωσύνες, γιατί εκτός από τα παιδιά και τα πεθερικά της που φρόντιζε, πήγαινε και έπαιρνε τα ρούχα από τους γέρους της γειτονιάς, τα έπλενε, τους συγύριζε και τα σπίτια, τους έφτιαχνε και καμμιά σούπα. Έβλεπε κανείς στο πρόσωπο του καλού αυτού οικογενειάρχη ζωγραφισμένη την θεία Χάρη. Είχε μέσα του τον Χριστό και ήταν γεμάτος χαρά και το δωμάτιό του γεμάτο από παραδεισένια χαρά. Ενώ αυτοί που δεν έχουν μέσα τους τον Χριστό, είναι γεμάτοι από άγχος, και δυό άνθρωποι να είναι, δεν χωράνε μέσα σε έντεκα δωμάτια. Ενώ οι έντεκα αυτοί άνθρωποι με τον Χριστό, χωρούσαν μέσα σ’ ένα δωμάτιο.
Ακόμη και πνευματικοί άνθρωποι, όσους χώρους και να έχουν, βλέπεις να μη χωρούν, γιατί μέσα τους δεν έχει χωρέσει ο Χριστός ολόκληρος. Αν οι γυναίκες που ζούσαν στα Φάρασα έβλεπαν την πολυτέλεια που υπάρχει σήμερα, ακόμη και σε πολλά Μοναστήρια, θα έλεγαν: “Θα ρίξη ο Θεός φωτιά να μας κάψη! Εγκατάλειψη Θεού!” Εκείνες μάζευαν τις δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί έπρεπε να βγάλουν τα γίδια, μετά να συμμάσουν το σπίτι. Ύστερα πήγαιναν στα εξωκκλήσια ή μαζεύονταν στις σπηλιές, και μια που ήξερε λίγα γράμματα διάβαζε το Συναξάρι του Αγίου της ημέρας. Μετά δωσ’ του μετάνοιες, έλεγαν και την ευχή. Και δούλευαν, κουράζονταν. Μια γυναίκα έπρεπε να ξέρη να ράβη όλα τα ρούχα του σπιτιού. Και τα έρραβαν με το χέρι. Μηχανές του χεριού λίγες είχαν σε καμμιά πόλη, στα χωριά δεν είχαν. Αν υπήρχε στα Φάρασα όλο και όλο μια μηχανή του χεριού. Έρραβαν ακόμη και του άνδρα τα ρούχα και ήταν πιο άνετα, και τις κάλτες τις έπλεκαν στο χέρι. Είχαν γούστο, μεράκι, αλλά τους περίσσευε και χρόνος, γιατί τα είχαν όλα απλά. Οι Φαρασιώτες δεν κοιτούσαν λεπτομέρειες. Ζούσαν την χαρά της καλογερικής. Και αν, για παράδειγμα, η κουβέρα δεν ήταν καλά στρωμένη και κρεμόταν λίγο από την μια μεριά και έλεγες: “Σιάξε την κουβέρτα”, θα σου έλεγαν: “Σε εμποδίζει στην προσευχή σου;”
Αυτήν την χαρά της καλογερικής οι άνθρωποι σήμερα δεν την γνωρίζουν. Νομίζουν ότι δεν πρέπει να στερηθούν, να ταλαιπωρηθούν. Αν σκέφτονταν οι άνθρωποι λίγο καλογερικά, αν ζούσαν πιο απλά, θα ήταν ήσυχοι. Τώρα βασανίζονται. Άγχος και απελπισία στην ψυχή. “Ο τάδε πέτυχε που έφτιαξε δυο πολυκατοικίες ή που έμαθε πέντε γλώσσες κ.λπ.! Εγώ δεν έχω ούτε ένα διαμέρισμα, δεν ξέρω ούτε μια ξένη γλώσσα. Ωχ, χάθηκα!” Έχει κάποιος ένα αυτοκίνητο και αρχίζει: “Ο άλλος έχει καλύτερο. Να πάρω και εγώ”. Παίρνει το καλύτερο, ύστερα μαθαίνει ότι άλλοι έχουν αεροπλάνα ατομικά και πάλι βασανίζεται. Τελειωμό δεν έχουν. Ενώ άλλος που δεν έχει αυτοκίνητο, όταν δοξάζη τον Θεό, χαίρεται: “Δόξα τω Θεώ, λέει, ας μην έχω αυτοκίνητο, έχω γερά τα πόδια μου και μπορώ να περπατήσω. Πόσοι άνθρωποι είναι με κομμένα πόδια, δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν, να βγουν έναν περίπατο, θέλουν έναν άνθρωπο να τους υπηρετή, ενώ εγώ έχω τα πόδια μου!” Κια ένας κουτσός που λέει: “Και άλλοι που δεν έχουν και τα δυό πόδια;” και αυτός χαίρεται.
Η αχαριστία και η απληστία είναι μεγάλο κακό. Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή. Μια μέρα ήρθε ένας πλούσιος από την Αθήνα και μου λέει: “Πάτερ, έχασα την επαφή με τα παιδιά μου, έχασα τα παιδιά μου”. “Πόσα παιδιά έχεις;” του λέω. “Δύο, μου λέει. Τα μεγάλωσα με το πουλιού το γάλα. Τι ήθελαν και δεν το είχαν! Ακόμη και αυτοκίνητο τα πήρα”. Από την συζήτηση βγήκε ότι είχε και αυτός δικό του αυτοκίνητο και η γυναίκα του δικό της και τα παιδιά δικό τους. “Ευλογημένε, του λέω, εσύ, αντί να λύσης τα προβλήματά σου, τα μεγάλωσες. Τώρα θέλεις ένα μεγάλο γκαράζ για τα αυτοκίνητα, έναν μηχανικό να τον πληρώνης τετραπλάσια, για να τα διορθώνης, χώρια που κινδυνεύετε και οι τέσσερις κάθε στιγμή να σκοτωθήτε. Ενώ, αν είχες απλοποιήσει την ζωή σου, θα ήταν ενωμένη η οικογένειά σου, θα καταλάβαινε ο ένας τον άλλο και δεν θα είχες αυτά τα προβλήματα. Δεν φταίνε τα παιδιά σου τώρα, εσύ φταις που δεν φρόντισες να δώσης άλλη αγωγή στα παιδιά σου”. Μια οικογένεια τέσσερα αυτοκίνητα, ένα γκαράζ, έναν μηχανικό κ.λπ.! Ας πάη ο άλλος λίγο αργότερα. Όλη αυτή η ευκολία γεννάει δυσκολίες.
Άλλη φορά ήρθε ένας άλλος οικογενειάρχης στο Καλύβι -ήταν πέντε άτομα η οικογένειά του- και μου λέει: “Πάτερ, έχουμε ένα αυτοκίνητο και σκέφτομαι να πάρουμε άλλα δύο. Θα μας διευκολύνη”. “Και πόσο θα σας δυσκολέψη το σκέφτηκες; του λέω. Το ένα το βάζεις εκεί σε μια τρύπα, τα τρία πού θα τα βάλης; Θα θέλης ένα γκαράζ και μια αποθήκη για καύσιμα. Θα διατρέχετε τρεις κινδύνους. Καλύτερα να έχετε ένα και να περιορίσετε τις εξόδους σας. Θα έχετε χρόνο να δήτε τα παιδιά σας. Θα έχετε την ηρεμία σας. Η απλοποίηση είναι το παν”. “Δεν το σκέφθηκα αυτό”, μου λέει.
- Γέροντα, μας είπε κάποιος ότι δυό φορές δεν μπορούσε να σταματήση τον συναγερμό του αυτοκινήτου. Την μια φορά, γιατί είχε μπη μια μύγα, και την άλλη, γιατί είχε μη ο ίδιος αντικανονικά στο αυτοκίνητο.
- Μαρτυρική είναι η ζωή τους, γιατί δεν απλοποιούν τα πράγματα… Οι περισσότερες ευκολίες δυσκολίες προξενούν. Οι κοσμικοί πνίγονται από τα πολλά. Έχουν γεμίσει ευκολίες-ευκολίες και έκαναν την ζωή τους δύσκολη. Αν δεν απλοποιήση κανείς τα πράγματα, μια ευκολία γεννάει ένα σωρό δυσκολίες.
Όταν ήμασταν μικρά, κόβαμε το καρούλι στις άκρες, βάζαμε μια σφήνα μέσα και κάναμε ένα ωραίο παιχνίδι και χαιρόμασταν μ’ αυτό. Τα μικρά παιδιά χαίρονται με ένα αυτοκινητάκι πιο πολύ από ό,τι ο πατέρας τους, όταν αγοράζη μερσεντές. Αν ρωτήσης ένα κοριτσάκι: “Τι θέλεις, ένα κουκλάκι ή μια πολυκατοικία;” να δης, θα σου πη: “Ένα κουκλάκι”. Και τελικά τα μικρά παιδιά γνωρίζουν την ματαιότητα του κόσμου.
- Γέροντα, τι βοηθάει περισσότερο, για να καταλάβη κανείς αυτήν την χαρά της λιτότητος;
- Να συλλάβη κανείς το βαθύτερο νόημα της ζωής. “Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού…” (Ματθ. 6, 33). Από εκεί ξεκινά η απλότητα και κάθε σωστή αντιμετώπιση.
(Απόσπασμα από το βιβλίο "ΛΟΓΟΙ Α’ – ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ")
Πηγή: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2811
Οι αληθινά άγιοι αγωνίζονται να κρατούν πάντοτε το γνήσιο ταπεινό φρόνημα του τελώνη. Ποτέ δεν πίστευαν στην «αγιότητά τους και στα χαρίσματά τους». Και φυσικά, έστω κι αν ήταν φανερά κάποια χαρίσματα του Θεού στην ζωή τους, ποτέ δεν το διαφήμιζαν. Αντίθετα το έκρυβαν και πολλές φορές ζητούσαν από τον Θεό να τους αφαιρέσει από τον φόβο του πάθους της κενοδοξίας.
Το 1929 κοιμήθηκε ο Ρώσος Ομολογητής Αρχιεπίσκοπος Άγιος Ιλαρίων Τρόϊτσκι.
Στον βίο του διαβάζουμε ότι ήταν «ορκισμένος εχθρός της υποκρισίας και κάθε είδους ευσεβισμού».
Κατά την διάρκεια της εξορίας του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης ήταν σε ομάδα εργασίας μαζί με άλλους εξόριστους κληρικούς. Όλοι είχαν καταλάβει ότι ο άγιος Ιλαρίων δεν επικροτούσε κάποιες συμπεριφορές, όπως «το να αποκαλείς τον εαυτό σου αμαρτωλό, το να κάνεις μακρές «ευσεβείς» συζητήσεις ή το να επιδεικνύεις την αυστηρότητα της ζωής σου…. Ακόμα περισσότερο το «να σκεφτείς για τον εαυτό σου κάτι περισσότερο από ό,τι είσαι στην πραγματικότητα».
Έφεραν κάποτε στην ομάδα τους έναν καινούργιο εξόριστο, που ήταν ηγούμενος.
Τον ρώτησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων.
- Γιατί σας συνέλαβαν;
- Τελούσα ακολουθίες στο σπίτι μου, όταν έκλεισαν το μοναστήρι, απάντησε ο ηγούμενος. Μαζευόταν κόσμος και γίνονταν θαύματα.
- Ά! έτσι; Ώστε γίνονταν «θαύματα»; Και πόσα χρόνια σας έριξαν εξορία;
- Τρία χρόνια.
- Μμμ! Λίγα είναι! Για τα « θαύματα» έπρεπε να σας ρίξουν περισσότερα! Η σοβιετική εξουσία δεν πρόσεξε….
Και καταλήγει ο βιογράφος του Αγίου Ιλαρίωνα, μητροπολίτης Ιωάνης Σνίτσεφ.
«Είναι αυτονόητο ότι, το να μιλάς για «θαύματα» που γίνονται με τις δικές σου προσευχές, είναι κάτι περισσότερο από αναίδεια».
Πηγή: Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων Τρόϊσκι.Εκδ.ΑΘΩΣ-ΣΤΑΜΟΥΛΗ, μετάφραση πρωτ.Ιωάννη Φωτόπουλου, http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr/2013/08/blog-post_2996.html#more
Τή σύγχρονη ἐποχή μας, δίχως ἀμφιβολία, τή χαρακτηρίζει ἡ ἀπουσία τοῦ ἤθους, τῆς σεμνότητας καί τῆς αἰδοῦς. Δέν πλεονάζει μονάχα, ἀλλά ὑπερπλεονάζει ἡ ἀναισχυντία. Γι’ αυτό και θυμήθηκα τό σοφό λόγο τοῦ ἀββᾶ Δωροθέου, ὅτι «ἡ ἀναισχυντία μήτηρ ἐστί τῆς πορνείας».
Δέν ὑπάρχει κακό καί ἄσεμνο καί ἀνεπίτρεπτο, πού νά μή ἔχει γιά μάνα του τήν ἀδιαντροπιά, τήν ἀναισχυντία. Τήν ἀναισχυντία θά τη συναντήσεις στό κάθε σου βῆμα. Στά Μ.Μ.Ε., στά ἔντυπα, τά περιοδικά, τό θέατρο, τόν κινηματογράφο, στίς κουβέντες, στίς συντροφιές, στό γυναικεῖο ντύσιμο - ἤ μᾶλλον γδύσιμο! - στά τραγούδια... καί ὅπου ἀλλοῦ.
Ἡ ἀναισχυντία εἶναι ἡ πιο εὐτελιστική προδοσία τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας. Εἶναι συντριβή τῆς ἀξιοπρέπειας καί ἀναστολή κάθε ἠθικοῦ κανόνα καί κάθε δεοντολογίας. Εἶναι ἔνδειξη νοσηρῆς καί πλεγματικῆς ψυχῆς. Ὁ ἀναίσχυντος οὔτε τόν ἑαυτό του σέβεται, οὔτε τούς ἄλλους. Εἶναι, συνήθως, καταφρονητής καί ἀμοραλιστής. Κατά τόν Παροιμιαστή: «Ὅταν ἔλθη ἀσεβής εἰς βάθος κακῶν, καταφρονεῖ» (ΙΗ´ 3). Ὅταν ὁ κακός καί ἀσεβής, καί χωρίς φόβο Θεοῦ, ἄνθρωπος, πέσει τόσο χαμηλά, περιφρονεῖ καί ἀξίες καί ἰδανικά. Ἀποτελεῖ πιά, κίνδυνο γιά τήν κοινωνία και τούς γύρω του.
«Αἰδώς ἀποιχομένη, πάντων γενέτειρα κακίστων», λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἡ ἀπώλεια τῆς ντροπῆς καί τῆς σεμνότητας, εἶναι πηγή τῶν πιο φοβερῶν κακῶν. Ποιά καθαρότητα μπορεῖ νά ἔχει ἐκεῖνος πού μέσα του κουβαλάει σκουπίδια βρωμιᾶς καί δυσωδίας;
Ὁ Κύριος εἶπε: «Μή δῶτε τό ἅγιον τοῖς κυσί, μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων...» (Ματθ. Ζ´ 6). Τά σκυλιά, δηλαδή, καί οἱ χοῖροι δέν ἀναγνωρίζουν τήν ἀξία τῶν μαργαριταριῶν τῆς πίστης και τῆς ἠθικῆς. Καί οἱ ἀναίσχυντοι δέ μποροῦν νά ἐκτιμήσουν την ἀξία τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἀνώτερης ζωῆς.
Τό θέμα τῆς ἀναισχυντίας ἐνδιαφέρει καί ἄντρες καί γυναῖκες. Ἰδιαίτερα, ὡστόσο, τίς γυναῖκες, τῶν ὁποίων ὁ ρόλος εἶναι πάντοτε, τόσο σοβαρός, ὥστε, καθώς εἰπώθηκε: «Σ᾽ ὅλες τις κοινωνίες, ἡ γυναίκα δίνει τον ἠθικό καί πολιτιστικό τόνο. Ἡ γυναίκα δημιουργεῖ πολιτισμούς ἤ τούς ἀφανίζει. Δέν εἶναι ὑπερβολή ἄν θεωρήσουμε τή γυναίκα ὑπεύθυνη ἀκμῆς ἤ παρακμῆς τῶν ἐθνῶν».
Ἡ γυναίκα ἦταν πάντα γυναίκα, μέ τά σύνδρομα τῆς ἐπίδειξης, τῆς κενοδοξίας καί τῆς ματαιοδοξίας. Ὅταν ὅμως ἀποβάλλει τή ντροπή - τήν αἰδῶ, ὅπως τη λέγανε οἱ ἀρχαῖοι - τότε ξεφεύγει ἀπ᾽ τόν προορισμό της, καί καταντάει ἕνα ρετάλι, ἕνα ἀποκαΐδι, μιά εὐτελιστική ὕπαρξη. Μεταβάλλεται σέ ἔξαλλη μαινάδα. Καταστρέφει τή φύση της και πνίγει κάθε ὡραῖο αἴσθημα, πού φωλιάζει μέσα της. Ἰδιαίτερα ὁ σύγχρονος - καί χωρίς Χριστό- φεμινισμός, τήν ἔχει καθοδηγήσει σέ κάθε παραστράτημα και σέ κάθε παρεκτροπή. Οἱ φεμινίστριες πέτυχαν τή νομιμοποίηση τῆς μοιχείας, τῶν ἀμβλώσεων, τοῦ πολιτικοῦ γάμου καί τή «σεξουαλική ἀπελευθέρωση» μέ ὅλες τίς συνέπειες τῆς ὀλέθριας χειραφέτησης τῶν γυναικῶν. Ἔχει εὐθύνη καί ὁ δικτάτορας... πού λέγεται "μόδα"!
Ἡ ἀνδροποίηση τῆς γυναίκας ἤ ἡ γυναικοποίηση τοῦ ἄντρα, δέν εἶναι κατόρθωμα, ἀλλά ξεπεσμός καί προσβολή τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. «Αἰσχρόν γυναίοις ἄρσεν ἦθος ἐκφέρειν», τονίζει ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Εἶναι αἰσχρό, οἱ γυναῖκες νά φέρονται σάν ἄντρες. Οὔτε πρέπει οἱ γυναῖκες νά ντύνονται σαν ἄντρες, ἀλλ᾽ οὔτε οἱ ἄντρες να ντύνονται σάν γυναῖκες. «Οὐκ ἔσται σκεύη ἀνδρός ἐπί γυναικί, οὐδέ μή ἐνδύσηται ἀνήρ στολήν γυναικείαν, ὅτι βδέλυγμα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου ἐστί πᾶς ποιῶν ταῦτα» (Δευτ. ΚΒ´ 5). Εἶναι ρητή ἡ διάταξη τοῦ Νόμου. Ὁ δέ Θεός μέ τή γραφίδα τοῦ προφήτη Σοφονία, λέγει: «Ἐκδικήσω ἐπί πάντας τούς ἐνδεδυμένους ἐνδύματα ἀλλότρια» (Σοφ. Α´ 8).
Οἱ γυναῖκες ἄς μελετήσουν προσεκτικά τή μικρή περικοπή: Α´ Πέτρου, Γ´ 1-6.
(Πηγή: «Ορθόδοξος Τύπος» 2/8/2013)
ΣΧΕΤΙΚΟ:
«Α ΠΕΤΡΟΥ:
Α Πε. 3,1 Ὁμοίως αἱ γυναῖκες ὑποτασσόμεναι τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν, ἵνα καὶ εἴ τινες ἀπειθοῦσι τῷ λόγῳ, διὰ τῆς τῶν γυναικῶν ἀναστροφῆς ἄνευ λόγου κερδηθήσονται,
Α Πε. 3,1 Οπως οι δούλοι, δια τους οποίους είπα προηγουμένως, έτσι και αι γυναίκες πρέπει να υποτάσσωνται στους άνδρας των, ώστε, και εάν μερικοί από αυτούς δεν υπακούουν στον λόγον του Ευαγγελίου, να κερδηθούν εις την κατά Χριστόν πίστιν και ζωήν, χωρίς λόγια και διδασκαλίας, (αλλά με την ενάρετον, την ευγενή και σεμνήν συμπεριφοράν των γυναικών),
Α Πε. 3,2 ἐποπτεύσαντες τὴν ἐν φόβῳ ἁγνὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν.
Α Πε. 3,2 όταν θα ίδουν και θα εννοήσουν καλά την αγνήν και αγίαν συμπεριφοράν σας, που θα την εμπνέη ο φόβος και ο σεβασμός του Θεού.
Α Πε. 3,3 ὧν ἔστω οὐχ ὁ ἔξωθεν ἐμπλοκῆς τριχῶν καὶ περιθέσεως χρυσίων ἢ ἐνδύσεως ἱματίων κόσμος,
Α Πε. 3,3 Αι καλαί δε αυταί σύζυγοι ας μη επιδιώκουν να έχουν εξωτερικόν στολισμόν, το εξεζητημένον πλέξιμο των μαλλιών της κεφαλής των και τα χρυσά περιδέραια η το ντύσιμό των με πολυτελή φορέματα,
Α Πε. 3,4 ἀλλ᾿ ὁ κρυπτὸς τῆς καρδίας ἄνθρωπος ἐν τῷ ἀφθάρτῳ τοῦ πραέος καὶ ἡσυχίου πνεύματος, ὅ ἐστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές.
Α Πε. 3,4 αλλ' ας έχουν ως στολισμόν των τον κρυμμένον από τα μάτια των ανθρώπων εσωτερικόν άνθρωπον της καρδίας, που έχει τον άφθαρτον και ανεκτίμητον στολισμόν του πράου και ειρηνικού και ησύχου πνεύματος, που ενώπιον του Θεού έχει μεγάλην αξίαν και πολυτέλειαν.
Α Πε. 3,5 οὕτω γάρ ποτε καὶ αἱ ἅγιαι γυναῖκες αἱ ἐλπίζουσαι ἐπὶ τὸν Θεὸν ἐκόσμουν ἑαυτάς, ὑποτασσόμεναι τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν,
Α Πε. 3,5 Διότι έτσι και άλλοτε εις την Παλαιάν Διαθήκην αι άγιαι γυναίκες, που είχαν την ελπίδα και την πίστιν των στον Θεόν, εστόλιζαν τον ευατόν τους, υποτασσόμεναι, στους άνδρας των.
Α Πε. 3,6 ὡς Σάῤῥα ὑπήκουσε τῷ Ἀβραάμ, κύριον αὐτὸν καλοῦσα· ἧς ἐγενήθητε τέκνα· -ἀγαθοποιοῦσαι καὶ μὴ φοβούμεναι μηδεμίαν πτόησιν.
Α Πε. 3,6 Οπως και η Σαρρα εδείκνυεν υπακοήν στον Αβραάμ, καλούσα αυτόν με σεβασμόν και ταπείνωσιν “κύριον”. Αυτής δε της Σαρρας εγίνατε και σεις πνευματικαί θυγατέρες με το να πράττετε το αγαθόν χωρίς να φοβήσθε, μήπως τυχόν αγανακτήσουν εναντίον σας οι σύζυγοι σας.» (paterikiorthodoxia.com)
Πηγή: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2791
Το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας κατά τον Άγιο Νικόδημο
Το όνομα του αγίου Νικοδήμου Αγιορείτη συνδέεται στενά με το ησυχαστικό κίνημα των Κολυβάδων στα τέλη του 18ου αιώνα. Οι αντιπρόσωποι αυτού του κινήματος επέμεναν στην αναγέννηση της Πατερικής κατανόησης της Ορθόδοξης θεολογίας και πνευματικότητας. Και μάλιστα, σε στενή σχέση πάντα με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Ο άγιος Νικόδημος είναι ένας από τους πιο διακεκριμένους αντιπροσώπους του κινήματος χάρη στο συγγραφικό του ταλέντο και στις εγκυκλοπαιδικές του ικανότητες να παραπέμπει με απόλυτη ακρίβεια σε έργα των Πατέρων. Προτρεπόμενος από τους πνευματικούς του αδελφούς ο Νικόδημος επιμελώς συντάσσει φιλοκαλικές συλλογές, επεξεργάζεται παλαιότερα πνευματικά κείμενα και τα μεταφράζει σε νεοελληνικό ιδίωμα.
Ένα από τα πιο γνωστά βιβλία του αγίου Νικοδήμου είναι το «Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως». Η υπόθεση της «συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» είναι από τα πιο καυτά θέματα του κινήματος των Κολυβάδων Πατέρων. Ένα τεράστιο μέρος από τους πιστούς στο 18ο αιώνα κοινωνούσαν μόνο μία φορά το χρόνο, οι μοναχοί του Αγίου Όρους μία φορά σε 40 ημέρες. Οι Κολυβάδες συνειδητοποίησαν ότι αυτή η πρακτική ισοδυναμεί με μία πνευματική απόσταση από την Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Έτσι, ήταν προετοιμασμένοι ακόμη και για συγκρούσεις με την εκκλησιαστική ιεραρχία, για να συμβάλουν στην επιστροφή της πατερικής και αρχαίας πρακτικής της «συνεχούς μεταλήψεως».
Το βιβλίο «Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» εκδόθηκε πρώτη φορά στη Βενετία, ως ανώνυμο, το 1783, με την οικονομική υποστήρηξη του Ιταλού Αντωνίου Bartolli. Το βιβλίο φέρει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του αγίου Νικοδήμου, αλλά αυτός εργάστηκε μαζί με τον επίσκοπο Κορίνθου άγιο Μακάριο Νοταρά. Το 19ο και 20ό αιώνα το ίδιο βιβλίο εκδόθηκε ακόμα μερικές φορές αλλά υπό το όνομα του αγίου Νικοδήμου. Οι τελευταίες εκδόσεις είναι στο Βόλο, το 1971, και την Αθήνα, το 1991. Με τη βοήθεια του εκδοτικού οίκου «Μυριόβιβλος» εκδόθηκε στη νεοελληνική γλώσσα το 2004 και το 2006.
Βασικά θέματα του βιβλίου
Α΄. Η πρώτη ενασχόληση του αγίου Νικοδήμου είναι η εξήγηση της Κυριακής προσευχής «Πάτερ ημών» η οποία φανερά φέρει ευχαριστιακό χαρακτήρα. Το «Πάτερ ημών» χωρίζεται σε τρία μέρη: α΄) δοξολογία του Θεού, β΄) ευχαρίστηση στο Θεό για τα αγαθά του, γ΄) προσευχές για την άφεση των αμαρτιών μας και άλλες παρακλήσεις, στο σύνολο επτά.
Εξηγώντας την Κυριακή Προσευχή, εφιστά μεγάλη προσοχή στη παράκληση για τον άρτον τον επισούσιον: «τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν». Ευδήλως, κατανοεί την προσευχή ως προετοιμασία για τη θεία Ευχαριστία. Σ’ αυτήν την περίπτωση, βασίζεται σε μία παραδεκτή από όλους κατανόηση αυτής της παράκλησης. Εμείς παρακαλούμε το Θεό για την τροφή μας, η οποία υποστηρίζει το σώμα μας και όχι για κάποια περίσσεια τροφίμων και τη συνδεδεμένη μ’ αυτήν κοσμική ευπορία. Ο άγιος Νικόδημος θυμίσει στους αναγνώστες τα λόγια: «μην μαζεύετε πλούτη εδώ στη γη».
«Ο άρτος ο επιούσιος» κατά τον άγιο Νικόδημο έχει ακόμη ένα νόημα. Αυτό είναι ο λόγος του Κυρίου, όπως περιγράφεται στο Ευαγγέλιο: «…δεν τρέφει τον άνθρωπο μόνο ο άρτος, αλλά και καθένας λόγος ερχόμενος από το στόμα του Θεού».
Η πνευματική σημασία της έκφρασης «άρτος επιούσιος» εξηγείται σε ένα χωρίο: «Ο θείος λόγος, ολόκληρες η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, παρουσιάζει τη διδασκαλία περί του Αγίου Πνεύματος. Από τη Γραφή σαν από πηγή, οι άγιοι πατέρες της Εκκλησίας αντλούν κρύο νερό για τη θεόπνευστη διδασκαλία τους, για να μας ενώσουν μ’ αυτή. Γι’ αυτό αποδεχόμαστε τη διδασκαλία και τα συγγράμματά τους σαν “άρτον τον επιούσιον”. Αλλιώς η ψυχή μας θα πεθάνει από πείνα, επειδή θα της λείπει ο λόγος της ζωής. Θα πεθάνει ακόμη πριν έρθει ο θάνατος του σώματός μας, καθώς ο Αδάμ πέθανε όταν παραβίασε τις εντολές του Θεού».
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης έχει κάνει ακόμη μία εξήγηση της ίδιας έκφρασης. «Επιούσιος» σημαίνει, κατ’ αυτόν, το σώμα και το αίμα του Χριστού. Ο άγιος Νικόδημος επικυρώνει τη γνώμη του αναφέροντας πολλά χωρία από τα έργα των αγίων πατέρων της Εκκλησίας. Θα σημειώσουμε μόνο τα λόγια του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού: «Η φράση τον άρτον ημών τον επιούσιον επισημαίνει την ύπαρξη του άρτου στους μέλλοντες αιώνες, δηλαδή μ’ αυτόν τον άρτον τρέφουμε το σώμα μας. Έτσι ή αλλιώς ως άρτος επιούσιος αναδεικνύεται το σώμα του Κυρίου». Οι άγιοι πατέρες, όταν λένε τον άρτον τον επιούσιον, δεν αρνούνται τη σημασία του απλού άρτου για το χορτασμό του σώματος. Για τους χριστιανούς όμως είναι παρά πολύ σημαντική και η πνευματική τροφή, «για να ζήσουν πνευματική ζωή και για να μείνουν ακέραιοι από το δηλητήριο του Διαβόλου. Έτσι και ο Αδάμ αν δεν είχε φάει από το ψωμί του Διαβόλου, δεν θα πέθαινε ούτε πνευματικά ούτε σωματικά».
Η τρίτη, καθαρά ευχαριστιακή εξήγηση της σημασίας του «επιούσιου άρτου», έδωσε ευκαιρία στον συγγραφέα χρησιμοποιώντας το λόγο «σήμερον» να διερμηνεύσει την ανάγκη της συνεχούς μεταλήψεως. Λέμε στις προσευχές μας προς τον Κύριο: Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον. Αυτό το «σήμερον» έχει κατά τον άγιο Νικόδημο τριπλή σημασία. Α΄) Να κοινωνούμε κάθε μέρα, Β΄) Να κοινωνούμε κατά τη διάρκεια όλης της ζωής μας, και Γ΄) Να κοινωνούμε μάλιστα σ’ αυτή τη ζωή».
Ο γραματικός μέλλοντας δεν είναι ούτε χθες, ούτε αύριο: υπάρχει μόνο μία ημέρα που διαρκεί εις τους αιώνες των αιώνων. Γι’ αυτό μετά από το βάπτισμα χρειάζεται κατά τη διάρκεια όλης της ζωής μας να κοινωνούμε, να αποδεχόμαστε τα θεία μυστήρια – τον άρτον τον επιούσιον – για τον οποίο προσευχόμαστε στον ουράνιο Πατέρα μας.
Β΄. Το δεύτερο ζήτημα που απασχολεί το συγγραφέα επικεντρώνεται στη συνεχή θεία μετάληψη. Η Θεία Ευχαριστία όμως είναι θέμα που συναντάται και σε άλλα συγγράμματά του, π.χ. στο «Μυστικό Αγώνα». Σε αντίθεση με το «Περί Συνεχούς Θείας Μεταλήψεως», εδώ είναι πολύ πιο ασυμβίβαστος και εξηγεί τα βιβλικά, πατερικά και συνοδικά χωρία ως υποχρέωση των Ορθοδόξων Χριστιανών για τη συνεχή θεία μετάληψη. Περαιτέρω, αποδεικνύει πόσο απαραίτητη για τη σωτηρία μας είναι η συνεχής μετάληψη των Τιμίων Δώρων, η οποία επιπλέον ενισχύει και την αγάπη των πιστών στον Χριστό. Χριστιανός που κοινωνεί συνεχώς, βιώνει και την πραγματική ανάσταση (δηλαδή το προσωπικό του Πάσχα).
Αυτή τη θέση αναδεικνύουν και οι αναστάσιμες ευχές του αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου. «Πραγματικά, κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής αποδεχόμασθε τρείς ή τέσσερεις φορές την εβδομάδα ή καλύτερα πόσες φορές θα θέλαμε τα άγια δώρα. Το Πάσχα δεν είναι νηστεία, το Πάσχα είναι η Θεία Μετάληψη σε κάθε Θεία Λειτουργία. Μάθε αυτή την αλήθεια και άκου τον θείο Παύλο που λέγει ότι το Πάσχα μας είναι ο Χριστός, ο οποίος έδωσε τον εαυτό του θυσία για μας με αγάπη. Κάθε φορά όταν δέχεσαι τα άγια δώρα, εορτάζεις το λαμπρό Πάσχα».
Συχνά η Θεία Μετάληψη καθαρίζει τη ψυχή και βοηθάει την υγεία μας: «Άκου χριστιανέ μου, πόσο αγαθότητα δέχεσαι από τη συνεχή θεία μετάληψη! Ιατρεύονται οι πληγές σου και αποδέχεσαι ολοκληρωτική θεραπεία».
Στο βιβλίο αυτό κρύβεται και η κατανόηση της Θείας Ευχαριστίας ως φάρμακο και της Θείας Μετάληψης ως θεραπεία της άρρωστης ψυχής και του σώματος. Αυτή η κατανόηση συνδέεται στενά με τη πατερική διδασκαλία για τη σημασία της ζωής εν Χριστώ. Ο συγγραφέας δεν αναπτύσσει το συγκεκριμένο θέμα, αλλά επισημαίνει πόσο σημαντικό είναι και πόσα μπορούν να λεχθούν πάνω σ’ αυτό: «… όλη αυτή η υπερφυσική αγαθότητα για την οποία είπαμε μέχρι εδώ, δεσμεύει καθένα χριστιανό που έχει καθαρή συνείδηση με τα Θεία Μυστήρια του Ιησού Χριστού μας, αποδέχεται όμως και πολλά παραπάνω, αλλά εδώ δεν θα ασχοληθούμε λεπτομερώς μ’ αυτό το θέμα…».
Γ΄. Στο βιβλίο του ο άγιος Νικόδημος δίνει μεγαλύτερη σημασία στους αντιλέγοντες κατά της συνεχούς Θείας Μετάληψης. Διαπραγματεύεται συστηματικά όλα τα γνωστά του επιχερτήματα κατά της συνεχούς μετάληψης και τα απορρίπτει ένα-ένα με σοβαρότητα και σεβασμό. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, χρησιμοποιεί επισταμένως εκλογή κατάλληλων χωρίων της Αγ. Γραφής, των αποστολικών και συνοδικών κανόνων και των έργων των αγίων Πατέρων.
Από τα 13 επιχειρήματα κατά της συνεχούς μετάληψης που βρίσκονται σ’ αυτό το μέρος του βιβλίου, το σημαντικότατο είναι πως αυτή η πρακτική δεν είναι δόγμα της Εκκλησίας και γι’ αυτό δεν πρέπει να τη ακολουθούμε. Ο άγιος Νικόδημος σ’ αυτή τη σχέση αποδείχνει ότι η συνεχής θεία μετάληψη είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό από το δόγμα. Αυτή είναι εντολή του Θεού. Ο άγιος Νικόδημος επικυρώνει το λεγόμενο με τα λόγια του Κυρίου: «αυτό να πράττετε στην μνήμη Μου». Τα λόγια αυτά συνιστούν τον ευχαριστιακό κανόνα και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κοινωνούμε κάθε μέρα έως του τέλους της ζωής μας, όπως έκαναν οι άγιοι Απόστολοι μετά την ίδρυση της Εκκλησίας. Η εντολή του Κυρίου έχει μεγαλύτερο βάρος από τα υπόλοιπα εκκλησιαστικά έθη. Αυτό διδάσκει ο άγιος Νικόδημος ακολουθώντας τους αγίους Πατέρες. Η πίστη του είναι κατεξοχήν Χριστοκεντρική και βρίσκεται στο πνεύμα των πατερικών σκέψεων.
Συμπέρασμα
Το βιβλίο του αγίου Νικοδήμου περί της συνεχούς θείας μεταλήψεως εισήγαγε εκείνη την εποχή μια διαφωνία στους εκκλησιαστικούς κύκλους του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η συνεχής μετάληψη δεν ήταν έθιμο στις τοπικές ορθόδοξες εκκλησίες τότε. Τελικά, μετά από πολλές συζητήσεις το βιβλίο πήρε την επίσημη ευλογία της Εκκλησίας και συστήθηκε ως «λίαν καλό και χρήσιμο». Αλλά ακόμη και σήμερα οι ιδέες του αγίου Νικοδήμου δεν γίνονται δεκτές χωρίς αμφιβολίες παντού στον Ορθόδοξο κόσμο και το ζήτημα της συνεχούς Θείας Μετάληψης ακόμη υφίσταται. Στους πιστούς ο άγιος Νικόδημος απευθύνει τα εξής λόγια: «Σας παρακαλώ από τα βάθη της καρδιάς μου και με αδελφική αγάπη, ξυπνήστε από το βαθύ ύπνο της αμέλειας και προσέξτε όταν γίνεται λόγος για τη συνεχή αποδοχή των τιμίων δώρων των Μυστηρίων του Χριστού».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΒΙΒΛΙΟΥ:
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΝΕΧΟΥΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ ΤΩΝ ΑΧΡΑΝΤΩΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: όταν καλώς και αξίως μεταλαμβάνουν το ιερό και πανάγιο Σώμα του Κυρίου μας, αυτό γίνεται όπλο για όσους πολεμούνται και επαναστροφή για όσους έχουν απομακρυνθεί από τον Θεό. Ενδυναμώνει τους ασθενείς, ευφραίνει τους υγιείς, θεραπεύει τις ασθένειες, διαφυλάσσει την υγεία. Με τη Θεία Μετάληψη διορθωνόμαστε ευκολότερα και γινόμαστε περισσότερο μακρόθυμοι και υπομονετικοί στους πόνους και στις θλίψεις. Μας καθιστά περισσότερο θερμούς στην αγάπη, λεπτούς στη γνώση, πρόθυμους στην υπακοή, οξείς και γρήγορους στην ενέργεια των χαρισμάτων. Σε όσους δε δεν μεταλαμβάνουν συχνά συμβαίνουν τα αντίθετα, αφού δεν είναι σφραγισμένοι με το Τίμιο Αίμα του Κυρίου μας. Σφάζεται τότε το Πρόβατο και με το Τίμιο Αίμα Του σφραγίζονται η πράξη και η θεωρία, δηλαδή η έξη και η ενέργεια, οι παραστάδες των δικών μου θυρών, των κινήσεων του νοός. Αυτά ανοίγονται καλώς στη θεωρία και κλείνονται πάλι σαν θύρες από τη θεωρία των υψηλότερων και ακατάληπτων νοημάτων.
Ο θείος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέει ότι με τη θεία Μετάληψη οι νοητοί κλέφτες, οι δαίμονες, δεν βρίσκουν την ψυχή μας άδεια, ώστε να μπουν σε αυτή μέσω των αισθήσεων. Πρέπει να εννοήσεις σαν θύρα της οικίας τις αισθήσεις. Μέσω αυτών εισέρχονται στην καρδιά οι εικόνες όλων των πραγμάτων και χύνεται σε αυτήν το άμετρο πλήθος των επιθυμιών. Ο προφήτης Ιωήλ ονομάζει αυτές τις αισθήσεις παράθυρα λέγοντας ότι από αυτά θα μπουν οι κλέφτες, επειδή δεν ήταν χτισμένα με το Τίμιο Αίμα του Χριστού. Ο Άγιος Κύριλλος λέει ακόμη πως με τη θεία Κοινωνία καθαριζόμαστε από κάθε ψυχική ακαθαρσία και λαμβάνουμε προθυμία και ζέση για τις αρετές. Το Τίμιο Αίμα του Χριστού όχι μόνο μας ελευθερώνει από κάθε φθορά, αλλά μας καθαρίζει και από κάθε ακαθαρσία που κρύβεται μέσα στην ψυχή μας. Δεν μας αφήνει να ψυχρανθούμε από την αμέλεια, αλλά μας κάνει ζέοντες και θερμούς στο Άγιο Πνεύμα.
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης επισημαίνει: τα δάκρυα και η κατάνυξη έχουν μεγάλη δύναμη. Πέρα όμως από όλα μαζί, η αγία Κοινωνία έχει μεγάλη δύναμη και ωφέλεια και από ό,τι βλέπω είσθε πολύ αμελείς σε αυτό το ζήτημα. Δεν προσέρχεστε στη θεία Μετάληψη. Απορώ και εξίσταμαι, γιατί σας βλέπω να κοινωνείτε μόνο την Κυριακή, ενώ δεν μεταλαμβάνετε αν τελείται Λειτουργία κάποια άλλη μέρα. Αυτά δε σας τα λέω, για να κοινωνείτε απλά και όπως έτυχε, δίχως προετοιμασία - ο Απόστολος γράφει να δοκιμάζει κανείς τη συνείδησή του και έτσι να τρέφεται από τον άγιο Άρτο και να πίνει από το θείο Ποτήριο. Όποιος μεταλαμβάνει ανάξια θα κατακριθεί, επειδή δε διακρίνει καλά, ώστε να ευλαβείται το άγιο Σώμα και Αίμα του Κυρίου. Μη γένοιτο. Σας λέω να κοινωνούμε συχνά, να καθαρίζουμε όσο μπορούμε τους εαυτούς μας με την επιθυμία μας και την αγάπη μας για τη θεία Κοινωνία και έτσι καθαροί να μεταλαμβάνουμε.
Βλέπεις το ανερμήνευτο χάρισμα; Όχι μόνο πέθανε για μας, αλλά προσέφερε ακόμη και τον Εαυτό Του στην αγία Τράπεζα για να Τον κοινωνούμε. Αν λοιπόν, αδελφοί μου, πράττουμε όπως μας προστάζουν οι άγιοι Πατέρες και κοινωνούμε συχνά, θα έχουμε συνεργό και βοηθό σε αυτήν την ολιγοχρόνια ζωή τη θεία Χάρη. Θα έχουμε συμβοηθούς τους αγγέλους του Θεού και ακόμη και τον ίδιο τον Δεσπότη των αγγέλων. Επιπλέον, θα αποδιώξουμε μακριά μας τους εχθρικούς δαίμονες, όπως λέει και ο θείος Χρυσόστομος (τόμος 13ος, σελ.580-583)· σαν λιοντάρια που αποπνέουν φωτιά, έτσι αναχωρούμε από την πνευματική εκείνη Τράπεζα των Μυστηρίων. Προκαλούμε φόβο στο διάβολο επειδή έχουμε μαζί μας ως κεφαλή τον Χριστό και την αγάπη που μας έδειξε. Αυτό το Αίμα λαμπρύνει τη βασιλική εικόνα της ψυχής μας, δηλαδή το νου μας, το λόγο και το πνεύμα. Αυτό το Αίμα γεννά κάλλος και υπερθαύμαστη ωραιότητα. Δεν αφήνει να απομακρυνθεί η ευγένεια και η λαμπρότητα της ψυχής, την οποία ποτίζει και τρέφει συνεχώς.
Αυτό το Αίμα, όταν μεταλαμβάνεται αξίως, καταδιώκει τους δαίμονες και τους απομακρύνει από εμάς, προσκαλεί όμως τους αγγέλους και τον Δεσπότη των αγγέλων. Αυτό συμβαίνει, επειδή οι δαίμονες φεύγουν από όπου δουν το Αίμα το Δεσποτικό, ενώ οι άγγελοι συντρέχουν και βοηθούν. Αυτό το Αίμα είναι η σωτηρία των ψυχών μας. Με αυτό χαίρεται η ψυχή, με αυτό καλλωπίζεται, με αυτό θερμαίνεται. Αυτό το Αίμα κάνει το νου μας περισσότερο λαμπρό και από τη φωτιά και την ψυχή μας πιο ωραία από το χρυσάφι. Όσοι μεταλαμβάνουν αυτό το Σώμα στέκονται μαζί με τους αγγέλους, αρχαγέλλους και τις άνω δυνάμεις, επειδή είναι ενδεδυμένοι με το φόρεμα το βασιλικό και έχουν μαζί τους πνευματικά όπλα. Ακόμη, όμως, δε σας είπα το μεγαλύτερο χάρισμα · όσοι μεταλαμβάνουν φορούν τον ίδιο τον Βασιλέα.
Ακούτε αδελφοί μου τι συμφορές παθαίνουν όσοι δεν μεταλαμβάνουν συχνά και απομακρύνονται από τα Μυστήρια; Ακούτε ότι δαιμονίζονται ή και μεταμορφώνονται σε κάποιο είδος αλόγων ζώων όπως τα παλιά χρόνια ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας μεταμορφώθηκε σε βόδι; Και δίκαια υποφέρουν, διότι ενώ μπορούν να γίνουν από άνθρωποι θεοί κατά χάρη με τη συνεχή θεία Κοινωνία, δεν το θέλουν. Απομακρυνόμενοι όμως από τη θεία Μετάληψη χάνουν και την ανθρώπινη μορφή που έχουν, μετασχηματίζονται σε άλογα ζώα και παραδίνονται στην εξουσία του Σατανά, όπως λέει και ο ψαλμωδός «Ω Κύριε, ιδού, χάνονται εντελώς εκείνοι που απομακρύνονται από την Χάρη Σου» (Ψαλμός ΟΒ 27).
Μάλλον πρέπει να πω, ότι αν αιφνιδίως έρθει ο θάνατος σε εκείνους που αργοπορούν να μεταλάβουν και τους βρει ανέτοιμους χωρίς τη θεία Μετάληψη, τι άραγε θα γίνουν οι ταλαίπωροι; Πώς θα μπορέσουν να διέλθουν με ελευθερία τους τελωνάρχες δαίμονες του αέρος; Ποιο φόβο και τρόμο θα δοκιμάσει η ψυχή τους ενώ μπορούσαν να ελευθερωθούν από όλα αυτά με τη συχνή Κοινωνία, όπως έχει πει ο θείος Χρυσόστομος; Έλεος, Θεέ μου.
Όσοι μεταλαμβάνουν με καθαρά συνείδηση λίγο πριν το θάνατό τους τα άχραντα Μυστήρια, όταν πια εξέλθει η ψυχή τους, λόγω της χάρης της θείας Κοινωνίας, τους περικυκλώνουν οι άγγελοι και τους αναβιβάζουν στον ουρανό. Και συ αδελφέ μου, δε γνωρίζεις πότε θα έρθει ο θάνατος, σήμερα ή αύριο ή αυτή την ώρα. Πρέπει πάντοτε να είσαι κοινωνημένος και έτοιμος. Αν είναι θέλημα Θεού να ζήσεις ακόμα, με τη χάρη της θείας Κοινωνίας, θα περάσεις μια ζωή γεμάτη από χαρά, ειρήνη, αγάπη, συνοδευμένη και από όλες τις άλλες αρετές. Εάν πάλι είναι θέλημα Θεού να πεθάνεις, τότε με την αγία Κοινωνία θα περάσεις ελεύθερα από τα τελώνια των δαιμόνων που βρίσκονται στον αέρα, και θα κατοικήσεις με ανεκλάλητη χαρά στις αιώνιες μονές. Αφού με τη συχνή θεία Μετάληψη είσαι ενωμένος πάντοτε με τον γλυκύ Ιησού Χριστό, τον παντοδύναμο Βασιλέα, και εδώ θα ζήσεις μακάρια ζωή και όταν πεθάνεις, οι δαίμονες θα φύγουν μακριά σου αστραπιαία, ενώ οι άγιοι άγγελοι θα σου ανοίξουν την ουράνια είσοδο και θα σε πέμψουν με συνοδεία ως το θρόνο της μακαρίας Τριάδος.
Πηγή: Η άλλη όψη
Δύο ώρες περίπου προσευχόταν κλαίγοντας ο κ. Κωνσταντίνος Πολυχρονίου, ανώτερος κρατικός υπάλληλος μπροστά στη Λάρνακα του Οσίου Ρώσου.
Φορούσε πιζάμες και ένα ταξί τον περίμενε στην Βορεινή πύλη της Εκκλησίας. Όταν τελείωσε τη μυστική του συνομιλία με τον Όσιο, ξεκίνησε με αργά βήματα, σέρνοντας τις παντόφλες στο δάπεδο και προχωρούσε προς την έξοδο.
Τον σταμάτησε ένας ιερέας της μονής και τον ρώτησε γιατί έκλαιγε τόση ώρα, γιατί δεν ήταν ντυμένος κανονικά και ήρθε στην εκκλησία με πιζάμες και αν... επιθυμούσε νατου έδινε δωμάτιο στον ξενώνα να αναπαυθεί για λίγο αν το είχε ανάγκη.
- Όχι πάτερ, απάντησε και συνέχισε, με ξεκούρασε για πολλά χρόνια ο Άγιος, αυτός, ο μεγάλος και θαυματουργός γιατρός που υπηρετείτε. Σήμερα το πρωί στον «Ευαγγελισμό», στο Νοσοκομείο, ήρθε η γυναίκα μου να με δει.
Έχει περάσει δεκαετία και πλέον να σταθώ όρθιος όπως με βλέπετε τώρα. Μία χρόνια πάθηση του νευρικού συστήματος και μία αρρώστια που είχα περάσει μου έφεραν αναπηρία τόση που έχασα τη θέση μου, πήρα πρόωρα σύνταξη και οδηγήθηκα στα Νοσοκομεία γιατί μετά το δεύτερο χρόνο είχα πάνω από 80% παράλυση των κάτω άκρων.
Ή παράλυση, η κακή ψυχολογική κατάσταση, η πρόωρη έξοδος μου από τη δραστηριότητα της ζωής με οδηγούσαν σε μαρασμό, σχεδόν στο θάνατο.
Σήμερα, λοιπόν, το πρωί η γυναίκα μου ήρθε στο Νοσοκομείο, με βρήκε να κοιμάμαι, δεν με ξύπνησε, παρά κάθισε δίπλα στο κρεβάτι μου σε μια καρέκλα. Για λίγα δευτερόλεπτα την πήρε ο ύπνος.
Βλέπει στο όνειρο της ότι, στο διπλανό θάλαμο γινόταν επισκεπτήριο γιατρών. Ανάμεσα τους ήταν ένας άγνωστος ξένος γιατρός.
Τον πλησιάζει η γυναίκα μου και του λέει: Γιατρέ μου, είστε ξένος; Σας βλέπω για πρώτη φορά στο Νοσοκομείο. Σας παρακαλώ στο διπλανό θάλαμο έχω τον άνδρα μου πάνω από δέκα χρόνια παράλυτο. Οι γιατροί μου έχουν πει την αλήθεια, ότι χάνω το σύντροφο μου. Χάνω το στήριγμα μου. Θα πεθάνει ο σύζυγος μου. Ελάτε, γιατρέ μου, να τον δείτε, να του δώσετε κουράγιο, να μας πείτε κάτι και σεις.
- Πήγαινε, κυρία μου, περίμενε και θα δω και το σύζυγο σου.
Ναι, γιατρέ μου, πέστε μου το όνομα σας, να σας περιμένω…
- Ιωάννης Ρώσος, της απαντά.
Ξυπνάει, πετιέται από το κάθισμα της.
Με βλέπει που προσπαθώ μόνος μου, στηριγμένος στους αγκώνες μου, να σηκωθώ.
Βοήθησε με, γυναίκα, της λέγω, κάποιος με κρατάει άπ’ τις μασχάλες και με σηκώνει, βοήθησε και συ…
Σηκώθηκα, πάτησα στο έδαφος, όταν τα κλάματα της γυναίκας μου είχαν φέρει γύρω μας γιατρούς και βοηθητικό προσωπικό.
Ό υπεύθυνος γιατρός του τμήματος, ένας πιστός χριστιανός, συγκλονίζεται από τη διήγηση της συζύγου μου και προτρέπει: Κύριε Πολυχρονίου όπως είσαι, μη ζητάς, να αλλάξεις τις πιζάμες σου, φύγετε, πάρτε ταξί στην είσοδο του Νοσοκομείου και πηγαίνετε στο Πνευματικό θεραπευτήριο, στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου, που είναι στην καταπράσινη κοιλάδα του Προκοπίου της Ευβοίας, όπου και ολόκληρο το ιερό του Λείψανο. Πηγαίνετε, πέστε το μεγάλο σας ευχαριστώ και γυρίστε για το εξιτήριο που αυτή τη φορά –σπάνια βέβαια– το υπογράφει όχι γιατρός αλλά ένας “Άγιος!
Και σαν χριστιανός και σαν επιστήμονας ό,τι είπα το πιστεύω. Πάνω από την επιστήμη μας είναι η παντοδυναμία του Θεού και των Αγίων του.
Αυτά μας είπε, Πάτερ. Αυτά … Δώστε μας και σεις την ευλογία σας.
Αυτά είπε, αυτά είδαμε από τον ευλογημένο αυτό άνθρωπο που με τα κλάματα του (οι άνδρες για να κλάψουν πρέπει κάτι το πολύ σοβαρό να συμβαίνει) έλεγε στον Άγιο εκείνο το «ευχαριστώ» που είναι πρόθυμοι να το πουν όσοι άρρωστοι στα Νοσοκομεία, στα παντός είδους Νοσηλευτικά Ιδρύματα και Άσυλα ανιάτων περιμένουν κάποιον Άγγελο, κάποιον Άγιο, τον Ίδιο τον Κύριο να ταράξει τα νερά για να μπουν σ’ αυτό το μυστήριο που λέγεται θαυματουργική θεραπεία, που όντως γίνεται κατά καιρούς σε ασθενείς που ο Θεός επιλέγει με τα δικά του κριτήρια, σχεδόν άγνωστα σε μάς.
Πηγή: http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr/2013/07/blog-post_3353.html
Και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. ούτοι εισιν αι δύο ελαίαι και αι δύο λυχνίαι αι ενώπιον του Κυρίου της γης εστώσαι και ει τις αυτούς θέλει αδικήσαι, πυρ εκπορεύεται εκ του στόματος αυτών και κατεσθίει τους εχθρούς αυτών· και ει τις θέλει αυτούς αδικήσαι, ούτω δει αυτόν αποκτανθήναι. (Αποκ. ια’, 3-5)
Οπως μας έχει υποσχεθεί ο ίδιος ο Κύριός μας, στα πολύ δύσκολα χρόνια του Αντιχρίστου, δεν θα μας αφήσει μόνους, αβοήθητους και απροστάτευτους, χωρίς απλανείς πνευματικούς οδηγούς.
Θα μας στείλει τους δύο Μάρτυρες και Προφήτες Του, οι οποίοι δεν έχουν ακόμη γευθεί θάνατο. Τον Προφήτη Ηλία και τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην. Κατ’ άλλους τον Ηλία και τον Ενώχ. Και κατ’ άλλους και τους τρεις. Ηλία, Ενώχ και Ιωάννη τον Θεολόγον.
«Βλέπε και θαύμαζε την μεγάλη αγάπη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας, διότι ακόμη και στα τελευταία χρόνια (παρ ὅλα όσα του έχουμε κάνει) Εκείνος μας λυπάται και μας ελεεί, όλους εμάς τους ανθρώπους, τα παιδιά Του, και δεν μας αφήνει μόνους μας, αλλά μας στέλνει τους δύο Προφήτας Του, προκειμένου να μας διδάξουν και να μας πληροφορήσουν τα σχετικά με τον Αντίχριστον, αλλά και ταυτόχρονα να μας βοηθήσουν, και γλυτώσουν από τις παγίδες και τα τεχνάσματα αυτού, αλλά και για να μας επιστρέψουν εις την αλήθεια, από την μεγάλη πλάνη που θα δημιουργηθεί εξ αιτίας της παρουσίας του Αντιχρίστου».[79] (Αγίου Ιππολύτου)
Ο Προφήτης Ηλίας
Ο ένδοξος και μεγάλος Προφήτης Ηλίας ήταν υιός του Σωβάκ, και καταγόταν από τη φυλή του Ααρών. Γεννήθηκε στην Θέσβη, πόλη της Γαλαάδ η οποία βρισκόταν πέραν του Ιορδάνου. Η δε Θέσβη, από το όνομα της οποίας εκλήθη ο άγιος και Θεσβίτης, ήταν δοσμένη εις τους ιερείς.
Όταν δε γεννήθηκε ο Ηλίας, ο πατέρας του ο Σωβάκ είδε μία οπτασία, ότι άνδρες λευκοφόροι τον ονόμαζαν Ηλία (το οποίο σημαίνει θεός η θείος, παραγόμενο από το Ηλί, το οποίο στα εβραϊκά σημαίνει Θεός), ότι τον εσπαργάνωναν με φωτιά, και ότι του έδιναν φωτιά να φάει. Γι αυτό, πηγαίνοντας εις τα Ιεροσόλυμα εφανέρωσε την οπτασία αυτή στους ιερείς, οι οποίοι του είπαν μέσω προφητικής ενοράσεως και αποκαλύψεως τα εξής: «Μη φοβηθείς, ω άνθρωπε, ότι η κατοίκησις του τέκνου θα είναι φως, ο λόγος του απόφασις, η ζωή του κατά Κύριον, και ο ζήλος του θα φανή ευάρεστος εις τον Θεόν, θέλει δε κρίνει τον Ισραήλ δια πυρός και μαχαίρας».
Ο Προφήτης Ηλίας έδρασε εννιακόσια περίπου χρόνια πριν την έλευση του Χριστού και προφήτευσε συνολικά εικοσιπέντε χρόνια, από το 921 896 π.Χ. Η μνήμη του εορτάζεται στις 20 Ιουλίου.
Όλοι οι Προφήται της Παλαιάς Διαθήκης ήταν αναμφίβολα χαρισματικά και σημαντικά πρόσωπα, που ο καθένας έπαιξε τον δικό του, σημαντικό και καθοριστικό ρόλο, σε κάθε ταραγμένη και δύσκολη εποχή, σύμφωνα με τη θεία Πρόνοια.
Μελετώντας όμως κανείς τον τρόπον σκέψεως, τη συμπεριφορά και γενικώτερα τη ζωή του Προφήτου Ηλιού, δεν μπορεί να μην μείνει έκπληκτος και να μην θαυμάσει το μεγαλείο της ψυχής του, την δύναμη της προσευχής του, την φλόγα της πίστεώς του, τον θείον του ζήλο για τις εντολές του Θεού, τη μεγάλη του αγάπη για τον Θεό αλλά και τους ανθρώπους, το θάρρος και τη μαχητικότητα με την οποία πολέμησε τους αντιπάλους του, την εγκράτεια της σαρκός του, την υπομονή, την καρτερία και την ταπείνωση, που επέδειξε εις τας διαφόρους θλίψεις και ιδιαίτερα όταν εδιώκετο από τους βασιλείς Αχαάβ και Ιεζάβελ, αλλά και την ιερή αγανάκτησι και την δικαία οργή του, όταν έπρεπε, εναντίον των 450 ψευτοϊερέων του Βάαλ αλλά και των 400 ιερέων του Υψίστου, που απεστάτησαν και ακολουθούσαν τον ψεύτικο θεό Βάαλ.
Ίσως, για όλους αυτούς τους ανωτέρω λόγους, και για πολλούς άλλους ακόμη, ο Θεός να διάλεξε τον Προφήτη Ηλία, για να γίνει ο Δεύτερός Του Πρόδρομος (ο πρώτος ήταν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος) στην Δεύτερη Παρουσία Του, όπως αναφέρει και το τροπάριό του:
«Ο ένσαρκος Άγγελος των Προφητών η κρηπίς, ο δεύτερος Πρόδρομος της Παρουσίας Χριστού, Ηλίας ο ένδοξος. Άνωθεν καταπέμψας Ελισσαίω την χάριν, νόσους αποδιώκει και λεπρούς καθαρίζει, διο και τοις τιμώσιν αυτώ βρύει ιάματα». (Απολυτίκιον Προφήτου Ηλιού)
Ο Μεγάλος λοιπόν και σπουδαίος αυτός Προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης ο «Ζηλωτής Ηλίας», δεν έχει ακόμη γευθεί θάνατο, για όλα όσα αναφέραμε ανωτέρω. Ο Θεός τον έχει κρατήσει ζωντανό, (δεν γνωρίζουμε που· το πιο πιθανό είναι εδώ στη γη και όχι στον ουρανό), εδώ και 2900 περίπου χρόνια, προκειμένου να έρθει, το πιθανότερο, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της εμφανίσεως του Αντιχρίστου, για να στηρίξει επί 1260 ημέρες (τρισήμισυ χρόνια) τους πιστούς που θα ζούνε την εποχή εκείνη, αλλά και να ελέγξει τον Αντίχριστο και τα όργανά του.
Λέγει σχετικά ο Συναξαριστής:
«Ο Προφήτης ούτος εφάνη μεν ότι ανελήφθη ως εις τον ουρανόν, καθώς το ηκούσατε, αλλά εις τον ουρανόν δεν ανέβη· δια τούτο λέγει και η Παλαιά Γραφή, ότι ανέβη ως εις τον ουρανόν, επειδή δεν είναι δυνατόν σώμα φθαρτόν να αναβή εις τον ουρανόν. Ουδέ άλλος τις ανέβη ποτέ εις τους ουρανούς μετά του σώματος, μόνον ο Χριστός, καθώς το λέγει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης εις το τρίτον αυτού Κεφάλαιον· “Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ειμή ο εκ του ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου, ο ων εν τω ουρανώ”.
Ο δε Απόστολος Παύλος, εν τη προς Εφεσίους Επιστολή, εις το τέταρτον Κεφάλαιον, τούτο αποδεικνύει λέγων· “Ο καταβάς, αυτός εστι (τουτέστι ο Χριστός) και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών, ίνα πληρώση τα πάντα”. Αλλ ὁ Θεός, θέλων να φυλάξη τον Προφήτην Ηλίαν, δια να έλθη εις το τέλος του κόσμου να ελέγξη τον Αντίχριστον, δια τούτο άφησε μεν να φανή ότι ανελήφθη ως εις τον ουρανόν, πλην εδώ κάτω εις την γην ευρίσκεται ζων μετά του φθαρτού σώματος, αν και ημείς δεν τον βλέπομεν με τους αισθητούς οφθαλμούς ως ανάξιοι όντες της τοιαύτης θεωρίας. Εις ποίον δε τόπον ευρίσκεται ουδείς Άγιος, ούτε διδάσκαλος της Εκκλησίας μας το έγραψε, και δια τούτο μήτε ημείς δεν δυνάμεθα να αποφασίσωμεν περί του τόπου, τόσον δε μόνον γνωρίζομεν, ότι ο Θεός, όστις τον έτρεφε και άλλοτε δια κόρακος, αυτός δύναται και τώρα δι Αγγέλου να τον τρέφη μέχρι της συντελείας του κόσμου»[80]
Φαίνεται απίστευτο, βέβαια, στους πολλούς αλλά είναι αληθινό.
Στην Παλαιά Διαθήκη, Βασιλειών Γ , διαβάζουμε ότι ένα πύρινο άρμα παρέλαβε ζωντανό τον Προφήτη Ηλία και τον μετέφερε «ως» εις τον ουρανόν. Εκεί τον έχει κρυμμένο ο Θεός μέχρι να έλθη η ώρα, λίγο πριν την Δευτέρα Παρουσία Του, για να τον ξαναστείλει μαζί με τον Ιωάννη τον Θεολόγον. Ιδού πως περιγράφει η Παλαιά Διαθήκη το συγκεκριμένο γεγονός· «και εγένετο αυτών πορευομένων, επορεύοντο και ελάλουν· και ιδού άρμα πυρός και ίπποι πυρός και διέστειλαν ανά μέσον αμφοτέρων, και ανελήφθη Ηλιού εν συσσεισμώ ως εις τον ουρανόν» (Δ’ Βασ. β’, 11).
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης
Ο Ιωάννης ο Θεολόγος είχε αδελφό τον Ιάκωβον (όχι τον αδελφόθεον) και ήταν παιδιά του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης. Η Σαλώμη ήταν ένα από τα επτά παιδιά (τέσσερις υιοί και τρεις θυγατέρες) του Μνήστωρος Ιωσήφ. Από αυτό λοιπόν συνάγεται ότι ο Χριστός ήταν θείος του Ιωάννου, ως αδελφός λογιζόμενος της Σαλώμης, της θυγατέρας του Ιωσήφ, του νομιζομένου ως πατέρα του Κυρίου μας.
Ήταν ο μόνος από τους μαθητές του Χριστού, που Τον αγάπησε με όλη τη δύναμη της ψυχής του, της καρδίας του, της διανοίας του, σύμφωνα με τον λόγον του Κυρίου μας «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου» (Μαρκ. ιβ’, 30).
Δεν έλειψε στιγμή από κοντά Του και δεν Τον εγκατέλειψε ποτέ, ούτε όταν Τον συνέλαβαν, Τον δίκαζαν και Τον σταύρωναν, τη στιγμή μάλιστα που όλοι οι άλλοι μαθητές είχαν εξαφανισθεί και κρυφθεί δια τον «φόβο των Ιουδαίων».
Γι αὐτό και υπήρξε ο ηγαπημένος μαθητής του Κυρίου μας.
Γι αὐτό και σ αὐτόν μόνο εμπιστεύθηκε ποιός ήταν αυτός που θα τον πρόδιδε.
Γι αὐτό και τον πήρε μαζί με άλλους δύο, τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, εις το Όρος Θαβώρ και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, αποκαλύπτοντάς τους μέρος της θεϊκής Του δόξας.
Γι αὐτό και τον είχε πάντα κοντά Του.
Γι αὐτό και του εμπιστεύθηκε όταν ήταν επάνω στο Σταυρό, λίγο πριν το «τετέλεσται», την Παναγία Μητέρα Του.
Γι αὐτό και του απεκάλυψε εν τέλει, όλα εκείνα τα φοβερά και καταπληκτικά, μελλοντικά γεγονότα γύρω από τα έσχατα χρόνια, αλλά και όλα τα γεγονότα που σημειώθηκαν και θα σημειωθούν, από την στιγμή της Δημιουργίας του Κόσμου έως και της Δευτέρας Παρουσίας του Θεού και ακόμη πέραν αυτής. Γι αὐτό, ίσως, και δεν τον άφησε να γευθεί θάνατο, μέχρι σήμερα.
Ο Άγιος Ιωάννης δεν έχει γευθεί θάνατο
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή και πολλούς Αγίους Πατέρες μας, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν έχει γευθεί θάνατο, γι αὐτό και η Εκκλησία μας, δεν εορτάζει κοίμηση του Αγίου Ιωάννη αλλά Μετάσταση.
Στο βίο του Αγίου Ιωάννου, διαβάζουμε σχετικά με την Μετάστασή του:
«Αφού επεστρέψαμεν εις την Έφεσον από την εξορίαν, διεμείναμεν εις αυτήν έτη είκοσιν εξ· εμείναμεν δε και εις την νήσον Πάτμον έτη δέκα πέντε· και προ της εξορίας ημών διετρίψαμεν εξ Ιεροσολύμων ετών πεντήκοντα. Και αφού συνεπληρώθησαν είκοσιν εξ έτη από της επιστροφής ημών εκ της εξορίας εις την Έφεσον, μίαν ημέραν παραλαβών ο Ιωάννης εμέ και ετέρους εξ μαθητάς αυτού, είπε· “Λάβετε σκαπτήρια εις τας χείράς σας και ακολουθήσατέ με”· ελάβομεν δε δύο σκαπτήρια και ακολουθήσαντες αυτόν εξήλθομεν της πόλεως· φθάσαντες δε εις ένα τόπον, είπε προς ημάς ο Ιωάννης· “Καθήσατε ενταύθα”· και εκαθήσαμεν, αυτός δε επροχώρησεν ολίγον δια να έχη ησυχίαν, και εκεί προσηύχετο· ήτο δε ώρα του όρθρου, νυξ δηλαδή αρκετή προ της ανατολής του ηλίου. Και μετά την ευχήν ελθών προς ημάς λέγει· Σκάψατε εις την γην εις μέτρον του αναστήματός μου σταυροειδώς.
Αφού λοιπόν ημείς εσκάψαμεν, προσηύξατο ο Ιωάννης· και μετά την ευχήν εισήλθεν εις τον τάφον τον οποίον εσκάψαμεν, και εκείθεν είπε προς με· “Τέκνον Πρόχορε, να υπάγης εις τα Ιεροσόλυμα· διότι εκεί πρέπει να τελειώσης τον βίον”· διδάξας δε ημάς και ασπασάμενος, είπε· “Σύρατε το χώμα της μητρός μου γης και σκεπάσατέ με”· ημείς δε ασπασάμενοι αυτόν, και σύραντες χώμα εσκεπάσαμεν μέχρι των γονάτων. Πάλιν εκείνος ασπασάμενος ημάς, είπε· “Σύραντες χώμα σκεπάσατέ με έως του τραχήλου”· και ασπασάμενοι αυτόν εποιήσαμεν ούτω· είτα δε πάλιν είπε προς ημάς· “Φέρετε λεπτόν πανίον και σκεπάσατε δι αὐτοῦ το πρόσωπόν μου, και ασπάσασθέ με δια τελευταίαν φοράν· διότι δεν θα με ίδητε πλέον εις την ζωήν ταύτην”. Και ποιήσαντες ούτως, ησπασάμεθα αυτόν πάλιν κλαίοντες· αυτός δε δους εις ημάς την ειρήνην απέλυσεν ημάς. Και ούτω κλαίοντες πικρώς εσκεπάσαμεν όλον το σώμά του. Τότε και ο ήλιος ανέτειλε, και αυτός παρέδωκε το πνεύμά του.
Επιστρέψαντες ημείς εις την πόλιν ηρωτήθημεν παρά των αδελφών· “Που ευρίσκεται ο Διδάσκαλος ημών;” ημείς δε διηγήθημεν προς αυτούς λεπτομερώς πάντα τα γεγονότα· και εκείνοι παρεκάλεσαν ημάς ίνα δείξωμεν εις αυτούς τον τόπον. Απελθόντες όθεν μετά των αδελφών εις τον τόπον εκείνον, τον μεν Ιωάννην δεν εύρομεν, εύρομεν δε μόνον τα υποδήματα αυτού. Και τότε ενεθυμήθημεν τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον είπε προς τον Πέτρον περί του Αποστόλου τούτου, ότι “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;” και εδοξάσαμεν δια ταύτα πάντα τον Πατέρα και τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα τον ένα Θεόν· ω πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».[81]
Διαβάζουμε ακόμη στην Καινή Διαθήκη ότι, όταν ο Απόστολος Πέτρος ρώτησε τον Χριστό μας περί του Ιωάννη «ούτος δε τι; δηλαδή, αυτός τι θα απογίνει; καλά, εμένα μου είπες τι θα γίνω, αλλά ο Ιωάννης; Ο Κύριός μας απήντησε: «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 22) δηλαδή· «εάν εγώ θέλω να τον κρατήσω ζωντανό μέχρι που θα ξαναέλθω, στην Δεύτερη Παρουσία μου, εσένα τι σε νοιάζει; τι σε ενδιαφέρει; αυτό είναι θέμα δικό μου».
Γι αὐτό και οι Απόστολοι, άρχισαν να πιστεύουν και να το συζητούν μεταξύ τους, ότι ο Ιωάννης δεν πρόκειται να αποθάνει· «εξήλθεν ουν ο λόγος ούτος εις τους αδελφούς ότι ο μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει» (Ιω. κα’, 23).
Όμως, ο ίδιος ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, μας διευκρινίζει τα λόγια του Κυρίου μας, λέγοντας ότι ο Χριστός δεν είπε ότι δε θα αποθάνει, αλλά εάν θέλει να τον κρατήσει ζωντανό μέχρι να ξαναέλθει.
Πότε όμως θα έλθει ξανά ο Κύριός μας; Φυσικά στη Δευτέρα παρουσία Του. Δεν έχουμε άλλους ερχομούς η παρουσίες του Χριστού μας. Μόνο δύο. Την πρώτη, όταν έγινε άνθρωπος και εσταυρώθη για τη σωτηρία του κόσμου, και την Δεύτερη, όταν θα έλθει στο τέλος του κόσμου για να κρίνει ζώντες και νεκρούς.
Άρα, αφού ο ίδιος ο Ιωάννης βεβαιώνει ότι σίγουρα θα πεθάνει, όπως όλοι οι άνθρωποι της γης, δύο εκδοχές υπάρχουν·
Ή πέθανε τότε, κανονικά, όταν ζούσε στην εποχή του Χριστού, ή θα πεθάνει στο τέλος του κόσμου.
Εάν όμως πάρουμε την πρώτη εκδοχή, ότι δηλαδή πέθανε τότε, τότε προς τι ο λόγος του Κυρίου μας «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 22).
Πως θα ερμηνεύσουμε το· «μένειν έως έρχομαι;»
Το «έως έρχομαι» σημαίνει την Δευτέρα Παρουσία Του, άρα θα τον κρατάει πεθαμένο μέχρι να ξανάρθει; Δεν ευσταθεί.
Εάν υποθέσουμε πάλι ότι πέθανε και στη συνέχεια τον ανέστησε, όπως και την Παναγία μας, και τον έχει κοντά Του, τότε και πάλι το «μένειν έως έρχομαι» πως θα το εξηγήσουμε; Αφού είναι ήδη κοντά Του ανεστημένος και θα είναι πάντοτε πλέον, εις τους αιώνας των αιώνων, πως θα τον κρατήσει μέχρι να ξανάρθει;
Μόνο λοιπόν αυτή η εξήγηση, κατά την ταπεινή μας άποψη, ταιριάζει απόλυτα. Ότι θα μείνει ζωντανός, μέχρι την Δευτέρα Παρουσία Του, και έπειτα θα αποθάνει και μάλιστα με μαρτυρικόν θάνατον, «και ουκ είπεν αυτώ ο Ιησούς ότι ουκ αποθνήσκει, αλλ ἐάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 23).
Τον κράτησε λοιπόν στη ζωή ο Θεός, προφανώς λόγω της μεγάλης αγάπης που είχε στον Θεό και τους ανθρώπους· για να ξαναέλθει και να κηρύξει, στηρίξει και βοηθήσει τους πιστούς της εποχής μας· οι οποίοι θα παραπαίουν από τα πάθη και τις αμαρτίες, αλλά και από τα τεχνάσματα και τις πανουργίες του διαβόλου και του Αντιχρίστου, και στη συνέχεια να αποθάνη, όπως κάθε άνθρωπος επί της γης.
Μην ξεχνάμε, ότι είναι και ο κατ εξοχήν μαθητής της Αγάπης. Τα λιγοστά λόγια, που έλεγε τα τελευταία χρόνια στους μαθητάς του ήταν: «Τεκνία, αγαπάτε αλλήλους»· «Παιδιά μου, να αγαπάτε ειλικρινά ο ένας τον άλλον».
Ίσως ακόμη, και την ώρα που διετάχθη να καταπιεί το βιβλίο της Αποκαλύψεως, ενώ στην αρχή ένοιωσε μια γλυκιά γεύση στο στόμα του, προφανώς από την αίσθηση της αποκαλύψεως των θαυμασίων και των μυστηρίων του Θεού, στη συνέχεια, όταν το βιβλίο κατέβηκε στην κοιλίαν του, όταν το «χώνεψε» δηλαδή, όταν άρχισε και το επεξεργαζόταν και συνειδητοποιούσε όλα εκείνα τα οποία επρόκειτο να περάσουν οι άνθρωποι της έσχατης γενιάς, ένιωσε μια πίκρα, μια στεναχώρια μέσα του· «και έλαβον το βιβλίο εκ της χειρός του αγγέλου και κατέφαγον αυτό, και ην εν τω στόματί μου ως μέλι γλυκύ· και ότε έφαγον αυτό, επικράνθη η κοιλία μου» (Αποκ. ι’, 10) και ίσως, λέγω ίσως, εκείνη την ώρα να ζήτησε και να παρακάλεσε από τον Θεό, να τον αφήσει να ζήσει μέχρι την εποχή εκείνη, δηλαδή τη δικιά μας, για να μπορέσει να βοηθήσει και να εμψυχώσει τους πιστούς.
Ή ακόμη, μπορεί, ανακαλύπτοντας ότι ο Θεός τον είχε διαλέξει να ξαναέλθει στα έσχατα, προς στιγμήν ένιωσε θλίψη, στεναχώρια και πίκρα που θα έμενε ακόμη τόσα πολλά χρόνια κάτω στη γη, μακριά από τον Κύριο και Θεό Του που τόσο πολύ αγάπησε και πίστεψε, όπως και ο Απόστολος Παύλος, αλλά και πολλοί άλλοι άγιοι, που παρακαλούσαν να φύγουν γρήγορα από αυτή τη ζωή για να πάνε κοντά στο Θεό.
Αλλά και όταν κάποτε τα δύο αδέλφια, Ιάκωβος και Ιωάννης, μη έχοντας ακόμη συνειδητοποιήσει κάποια πράγματα (διότι δεν είχε έλθει ακόμη η Πεντηκοστή και δεν είχαν λάβει το Πνεύμα το Άγιον, όπου τους μεταμόρφωσε και τους έκανε άλλους ανθρώπους, Χριστοφόρους, Θεοφόρους, Πνευματοφόρους), ζήτησαν από τον Κύριο, όταν θα έλθει στη γήϊνη Βασιλεία Του, να βάλει τον ένα εκ δεξιών και τον άλλον εξ ευωνύμων, ο Χριστός τους απήντησε· «Δεν γνωρίζετε τι ζητάτε, διότι η Βασιλεία η δική μου, δεν είναι εδώ στη γη. Μπορείτε να πιείτε το ποτήριον με τις θλίψεις, τις δοκιμασίες και τους διωγμούς που ήπια εγώ και να βαπτισθείτε με το βάπτισμα (τον θάνατον) τον δικό μου;» Και εκείνοι απήντησαν· «Μπορούμε Κύριε». Και ο Χριστός τους απαντά, ότι πράγματι έτσι θα γίνει. Δηλαδή θα περάσουν όλα αυτά που πέρασε εκείνος και στο τέλος θα μαρτυρήσουν για την πίστη τους (Μαρκ. ι’, 35-39).
Ο Ιάκωβος πράγματι εμαρτύρησε, όπως γνωρίζουμε από τη βιογραφία του·
«...Τόσον δε πολύ ηγάπησεν αυτούς ο Δεσπότης Χριστός (τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην δηλαδή), ώστε εις μεν τον ένα αδελφόν, τον Ιωάννην, προσέφερε το στήθος του, ίνα ανακλιθή επ αὐτοῦ, εις δε τον άλλον αδελφόν, τούτον δηλαδή τον θείον Ιάκωβον, έδωκε την τιμήν να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον Αυτός ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έπιεν... Τα περί του μακαρίου τούτου Ιακώβου, πληροφορούμενος ο Ηρώδης ο Αγρίππας, ο του Αριστοβούλου υιός, του οποίου θείος ήτο ο Ηρώδης ο θανατώσας τον Πρόδρομον και μη υποφέρων να βλέπη αυτόν μετά τόσης παρρησίας διδάσκοντα το Ευαγγέλιον μετά το Πάθος και το σωτήριον κήρυγμα του Χριστού, εθανάτωσεν αυτόν δια μαχαίρας εν έτει από Χριστού μδ’ (44ω). Ούτω μετά τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον δεύτερον Μάρτυρα έστειλε τούτον προς τον Χριστόν, ως γράφεται εις το βιβλίον των Πράξεων (ιβ’, 1-2): «Κατ ἐκεῖνον δε τον καιρόν επέβαλεν Ηρώδης ο βασιλεύς τας χείρας κακώσαί τινας των από της εκκλησίας. ανείλε δε Ιάκωβον τον αδελφόν Ιωάννου μαχαίρα».82\
Ο Ιάκωβος λοιπόν, ο αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου εμαρτύρησε, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου μας.
Ο Ιωάννης; δεν πρέπει και αυτός όχι μόνον να πεθάνει ως άνθρωπος, αλλά και να ΜΑΡΤΥΡΗΣΕΙ όπως προεφήτευσε ο Χριστός μας;
Φυσικά και έτσι θα γίνει· Είναι αδύνατον να διαψευστεί ο Θεάνθρωπος Ιησούς· «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι» (Ματθ. κδ’, 35).
Πρέπει λοιπόν λογικά, να «ξαναέλθει» για να πεθάνει και μάλιστα με μαρτυρικό θάνατο.
Αλλά και εις την Αποκάλυψιν διαβάζουμε: «δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς και έθνεσι και γλώσσαις και βασιλεύσι πολλοίς» (Αποκ. ι’, 11).
Του λέει ο Άγγελος να καταπιεί το βιβλίο της Αποκαλύψεως, προφανώς για να το χωνέψει και κατανοήσει απόλυτα επειδή του έχει ορίσει πάλι ο Θεός να ξαναπροφητεύσει στα έσχατα χρόνια, σε πολλούς βασιλείς, λαούς, φυλές, γλώσσες και έθνη σε όλο τον κόσμο.
Άλλωστε, ποιός θα ήτο καταλληλότερος του Ιωάννου, για να ερμηνεύσει και εξηγήσει όλα εκείνα τα διαδραματισθέντα εις την «Αποκάλυψη», τα οποία του απεκάλυψε ο ίδιος ο Θεός και έχουν σχέση με τον Αντίχριστο, το σφράγισμα, τα σχέδιά του και την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας;
Η γνώμη βέβαια αυτή, δεν είναι μόνον ιδική μας, ούτε και τα επινοούμε εμείς όλα αυτά.
«Ταύτα δε διδάσκομεν, ουχ ευρεσιλογούντες, αλλ ἐκ των θείων εκκλησιαζομένων Γραφών...»[83] (Αγίου Κυρίλλου).
Πολλοί Πατέρες έχουν καταγράψει τα ανωτέρω πολύ όμορφα, γλαφυρά και ξεκάθαρα. Ας δούμε μερικούς.
Μαρτυρίες Αγίων Πατέρων σχετικές με το ότι
ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν έχει κοιμηθεί
1. Ανθίμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων
«Το δε ειπείν τον άγγελον προς αυτόν, δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς και έθνεσι και λοιπά, βεβαιοί το παρ ἡμῖν τοις Γραικοίς δόγμα περί τούτου του αγίου και ενδόξου Ευγγελιστού Ιωάννου, ότι ουκ απέθανε θάνατον κατά διάζευξιν ψυχής εκ του σώματος, αλλά μετέστη εν χώρω, ον είδε μόνος ο Κύριος, και ζη ως και ο Ηλίας, ίνα πάλιν έλθη επί του αντιχρίστου μετά του Ηλιού και Ενώχ, και διδάξη τους ανθρώπους α εκελεύσθη σφραγίσαι μέχρι του τηνικαύτα καιρού· τω γαρ γένει των ανθρώπων τρεις νόμους δέδωκεν ο Θεός, τον φυσικόν λέγω, ον ενομοθέτησεν ο Θεός τω Αδάμ εν τω παραδείσω, και αυτοδίδακτον τη ημών εκάστου ενεκόλαψε φύσει, και τον γραπτόν, ον δια του Μωϋσέως δέδωκε τοις Ισραηλίταις εν τω Σινά, και τον ευγγελικόν, ον δια των αγίων Αποστόλων παρέδωκεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εν Ιερουσαλήμ. Δει ουν εν εσχάτοις καιροίς παραγενέσθαι και μάρτυρας τούτων· όθεν του μεν φυσικού, ελεύσεται ο Ενώχ, του δε Μωσαϊκού, ο Ηλίας, του δε ευαγγελικού, ο παρών Ευαγγελιστής, όστις και συναποκτανθήσεται τω Ενώχ και τω Ηλία επί αντιχρίστου· είρηται γαρ αυτώ και τω ομαίμονι αυτού Ιακώβω παρά του Κυρίου· “Το ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα, ο εγώ βαπτίζομαι, βαπτισθήσεσθε” (Μαρκ. ι’, 39)· δηλούντος τον δια μαρτυρίου θάνατον· και ο μεν Ιάκωβος υπό Ηρώδου ανηρέθη, και έπιε το ποτήριον του Χριστού, και εβαπτίσθη κατά τον θάνατον αυτού· ο δε Ιωάννης ούπω του τοιούτου τετύχηκε τέλος. Εικότως ουν λέγομεν, ότι αποκτανθήσεται επί αντιχρίστου, και αμφοτέροις πληρωθήσεται το του Κυρίου λόγιον».[84]
2. Αγίου Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας
«Έστοντας να ακούση ο Πέτρος, λέγουσιν, ότι μέλλει να αποθάνη δια τον Χριστόν, είπεν, αλλά ο Ιωάννης τι; δεν θέλει αποθάνει και αυτός; ο δε Χριστός δεν το απηγόρευσε τούτο, δηλαδή δεν το εβεβαίωσε να ειπή, ότι δεν αποθαίνει· διότι κάθε άνθρωπος που θα γεννηθή, είναι βέβαιο ότι και θα αποθάνη. Είπε δε το, εάν θέλω αυτόν μένειν, δηλαδή να ζη, έως της συντελείας του κόσμου, και τότε να μαρτυρήση δι ἐμέ. Δια τούτο και λέγουσιν, ότι ζη αυτός, πρόκειται δε να φονευθή υπό του Αντιχρίστου μαζί με τον Ηλίαν, κηρύττοντες τον Χριστόν. Εάν δε και το μνήμα αυτού φαίνεται, τι προς αυτό; διότι ζωντανός μεν εισήλθεν εις αυτό, και έπειτα μετεστάθη. Καθώς και ο Ενώχ και ο Ηλίας. Ανατρέπει λοιπόν ο Ευαγγελιστής την ψευδή δόξαν, δηλαδή εμποδίζει τον ψεύτικον λογισμόν εκείνων οπού νομίζουν, ότι δεν αποθαίνει ο μαθητής αυτός, αλλά θέλει είναι αθάνατος· διότι κατά αλήθειαν ψευδές είναι, το να είναι άνθρωπος αθάνατος. Διότι αν και ο Ενώχ, και ο Ηλίας δεν απέθαναν, αλλ ὅμως πρόκειται στο μέλλον να αποθάνουν· έτσι λοιπόν και αυτός, εάν και δεν απέθανεν, αλλά θέλει αποθάνει. Το δε λεγόμενον και λογιζόμενον ότι δεν θα αποθάνει ποτέ, δηλαδή, το ότι θα είναι αθάνατος, είναι ψεύδος...»[85]
3. Αγίου Ιππολύτου
«Η μεν πρώτη Παρουσία του Κυρίου μας είχε Πρόδρομον τον Βαπτιστή Ιωάννη, η δε Δευτέρα Παρουσία, εις την οποία πρόκειται να έλθει με μεγάλη δόξα, θα έχει Προδρόμους τον Ενώχ, τον Ηλίαν και Ιωάννην τον Θεολόγον».
[86]
4. Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου
«Επειδή θα είναι ολίγοι αυτοί που θα μπορέσουν να αντέξουν και να γλυτώσουν από τις παγίδες του Αντιχρίστου, ο Θεός θα στείλει τον Ηλία και τον Ενώχ, ίσως και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, δεν το γνωρίζουμε αυτό, προκειμένου να βοηθήσουν την αδύνατη και ασθενή ανθρώπινη φύση μας, ως πρωτοστάτες και αθλοφόροι στον αγώνα και ομολογία τους υπέρ της νίκης του Χριστού και κατά του Αντιχρίστου».[87]
5. Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού
«...Το συγκεκριμένο «εάν αυτός θέλω να μείνει μέχρι να ξανάρθω, εσένα τι σε νοιάζει;» έχει λεχθεί για τον Ιωάννη τον Θεολόγον, ο οποίος δεν έχει γευθεί θάνατον και διαμένει ζωντανός μέχρι την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας. Αυτή είναι η σωστή ερμηνεία που έχουν δώσει πολλοί από τους σοφούς αγίους μας στο ανωτέρω χωρίον».[88]
6. Μεγάλου Φωτίου
«...Μάρτυρες αδιάψευστοι ότι οι άνθρωποι, εάν δεν αμάρτανε ο Αδάμ, δεν θα πέθαιναν και θα είχαν τα σώματά τους αιώνια, είναι οι τρεις άνθρωποι Ενώχ, Ηλίας και Ιωάννης ο Θεολόγος, που ο Θεός κράτησε ζωντανούς. Έναν από κάθε εποχή. Ο Ενώχ, ως ζήσας προ του Νόμου· ο Ηλίας μετά τον Νόμον· και ο Ιωάννης μετά την Χάριν.
Απόδειξη δε ότι είναι ζωντανός και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ο λόγος του Κυρίου μας στο Ευαγγέλιο που λέγει “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;”. Όχι ότι δεν θα αποθάνει όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι, αλλά ότι ο Θεός τον έχει φυλάξει ζωντανό για να ξαναέλθει ως Πρόδρομος στην Δευτέρα Παρουσία Του μαζί με τον Ηλία και τον Ενώχ...».[89]
Έτσι λοιπόν καταλήγοντας, ταπεινή μας γνώμη είναι, ότι ο δεύτερος Μάρτυρας και Προφήτης δεν θα είναι ο Ενώχ, αλλά ο Ιωάννης ο Θεολόγος. Εάν βέβαια μιλάμε για δύο Μάρτυρας και Προφήτας, όπως λέγει η ιερή Αποκάλυψις. «Και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. ούτοι εισιν αι δύο ελαίαι και αι δύο λυχνίαι αι ενώπιον του Κυρίου της γης εστώσαι» (Αποκ. ια’, 3-5).
Εάν είναι τρεις οι Μάρτυρες και Προφήτες, τότε θα είναι και ο Ενώχ.
Η Αποκάλυψις όμως, είναι σαφής. Μιλάει για δύο ΜΑΡΤΥΡΑΣ και ΠΡΟΦΗΤΑΣ και όχι για τρεις· «και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου...» (Αποκ. ια’, 3).
Βέβαια, και ο Ενώχ δεν πρέπει να έχει γευθεί θάνατον σύμφωνα με τη Γραφή και τους Πατέρες, αλλά «μετέστη» επειδή ήτο δίκαιος και ενάρετος και πιστός στον Θεόν· «και ευηρέστησεν Ενώχ τω Θεώ και ουχ ευρίσκετο, ότι μετέθηκεν αυτόν ο Θεός» (Γεν. ε’, 24).
Όμως δεν υπάρχει κάτι άλλο στη Γραφή και στους Πατέρες, που να μαρτυρεί τον ερχομόν του. Καμμία, μα καμμία, αγιογραφική μαρτυρία, εκτός επαναλαμβάνω από τη συγκεκριμένη αυτή αναφορά της Αγίας Γραφής. Αυτή όμως, και μόνον αυτή. Για το συγκεκριμένο αυτό θέμα γράφει και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, τα εξής:
«Περί μεν του Ηλία συμφωνούν οι ερμηνευτές ότι πρόκειται ακριβώς περί αυτού και όχι περί του Ενώχ (υπάρχει και μία τέτοια άποψη αφού ο Ηλίας και ο Ενώχ είναι δύο μοναδικοί άνθρωποι στην ιστορία του κόσμου οι οποίοι δεν γνώρισαν θάνατο). Το γεγονός λοιπόν αυτό, οδηγεί στην επιλογή του Ενώχ ως του δευτέρου μάρτυρος, στη θέση δηλαδή του Μωϋσέως, χωρίς όμως να υπάρχει καμμιά άλλη σαφής μαρτυρία στην Αγία Γραφή».[90]
Αναφορές για τον Προφήτη Ηλία
Για τον Προφήτη Ηλία υπάρχουν πολλές αναφορές και μάλιστα ονομαστικές.
Όπως· Στον Προφήτη Μαλαχία: «και ιδού εγώ αποστελώ υμίν Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν η ελθείν την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή», (Μαλαχία δ’, 4).
Στον Ευαγγελιστή Μάρκο: «Ηλίας μεν ελθών πρώτον αποκαθιστά πάντα» (Μαρκ. θ’, 12).
Στον Ευαγγελιστή Λουκά: «εν πνεύματι και δυνάμει Ηλίου» (Λουκ. α’, 17).
Στον Ευαγγελιστή Ματθαίον: «ηρώτα τους μαθητάς αυτού (ο Ιησούς) λέγων· τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου; οι δε είπον· οι μεν Ιωάννην τον βαπτιστήν, άλλοι δε Ηλίαν, έτεροι δε Ιερεμίαν η ένα των προφητών» (Ματθ. ιστ’, 13-14). Που από εδώ βγαίνει, ότι οι τότε Ιουδαίοι περίμεναν τον Ηλία να έλθει, ως Πρόδρομο του Μεσσία τους.
Στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομον, ο οποίος ερμηνεύοντας διάφορα χωρία της Γραφής, λέγει τα εξής:
«Και ο Ηλίας θα έρθει τότε για ν ἀσφαλίσει τους πιστούς (Μαλαχ. δ’, 5). Και αυτό το λέγει ο Χριστός· “έρχεται ο Ηλίας και θ ἀποκαταστήσει τα πάντα” (Μαρκ. θ’, 12). Γι αὐτό έχει λεχθεί για τον Ιωάννη το “με δύναμη και πνεύμα του Ηλία” (Λουκ. α , 17). Γιατί ο Ιωάννης δεν έκαμε σημείο, όπως ο Ηλίας, ούτε θαύματα· γιατί λέγει “ο Ιωάννης δεν έκαμε κανένα σημείο, όλα όμως όσα είπε ο Ιωάννης γι αὐτόν, ήταν αληθινά” (Ιω. ι , 41). Πως λοιπόν “με δύναμη και πνεύμα του Ηλία;” Δηλαδή θ ἀναλάβει την ίδια διακονία. Όπως ακριβώς εκείνος υπήρξε πρόδρομος της πρώτης παρουσίας, έτσι και αυτός θα είναι πρόδρομος της δεύτερης και ένδοξης παρουσίας αυτού, και γι αὐτό το σκοπό φυλάσσεται. Ας μη φοβηθούμε λοιπόν...»[91] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Αναφορές για τον Ιωάννη τον Θεολόγο
Για τον Ευαγγελιστή Ιωάννη επίσης, υπάρχουν πολλές αναφορές.
Στην Αποκάλυψη: «δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς και έθνεσι και γλώσσαις και βασιλεύσι πολλοίς» (Αποκ. ι’, 11).
Στο Ευαγγέλιο του: «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; εξήλθεν ουν ο λόγος ούτος εις τους αδελφούς ότι ο μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει» (Ιω. κα’, 22-23).
Στον Ευαγγελιστή Μάρκο: «Και προσπορεύονται αυτώ Ιάκωβος και Ιωάννης υιοί Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ίνα ο εάν αιτήσωμεν ποιήσης ημίν. ο δε είπεν αυτοίς· τι θέλετε ποιήσαί με υμίν; οι δε είπον αυτώ· δος ημίν ίνα εις εκ δεξιών και εις εξ ευωνύμων σου καθίσωμεν εν τη δόξη σου. ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· ουκ οίδατε τι αιτείσθε. δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι; οι δε είπον αυτώ· δυνάμεθα· ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· το μεν ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε» (Μαρκ. ι’, 35-39).
Ορισμένοι λένε, ότι ο Ιωάννης, στο συγκεκριμένο χωρίο της Αποκαλύψεως (ια , 3) αναφέρει δύο και όχι τρεις από ταπείνωση. Και στο Ευαγγέλιο του, λένε, πολλές φορές δεν αναφέρει το όνομά του, από ταπείνωση, αλλά λέει· «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιω. κα’, 20) ή «ο άλλος μαθητής» (Ιω. ιη’, 15 και 16) ή κάτι παρόμοιο.
Λυπάμαι, αλλά έχουν πέρα για πέρα άδικο. Διότι αφ ενός το ομολογούν και οι ίδιοι, ότι ο ίδιος ο Ιωάννης αναφέρει «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» η «ο άλλος μαθητής». Άρα μπορεί να μην αναφέρει το όνομά του, κάνει όμως νύξη και αναφορά στο πρόσωπό του, δεν το παραλείπει. Γιατί λοιπόν να μην κάνει το ίδιο και εδώ, στο συγκεκριμένο χωρίο της Αποκαλύψεως, αναφέροντας είτε, «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» είτε «ο άλλος μαθητής» είτε ο,τιδήποτε άλλο; Αφ ἑτέρου εδώ, δεν τίθεται καν θέμα ταπεινώσεως και μετριοφροσύνης, διότι δεν αναφέρει ονόματα για τους δύο προφήτας και μάρτυρας, ώστε από ταπείνωση να παραλείπει το δικό του. Εδώ, μιλάει αριθμητικά και όχι ονομαστικά. Λέει· θα αποστείλλει ο Θεός τους δύο προφήτας και μάρτυράς του.
Τι να έγραφε δύο, όπως έγραψε, τι να έγραφε τρεις. Τι θα άλλαζε; Με το δύο θα έδειχνε ταπείνωση, ενώ με το τρεις υπερηφάνεια; Μα αφού, ούτε στο δύο αναφέρει ονόματα, ούτε στο τρεις θα ανέφερε ονόματα.
Δεν ευσταθεί λοιπόν, καθόλου, το επιχείρημά τους.
Έτσι λοιπόν για τον Προφήτη Ηλία και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη υπάρχουν πολλές αναφορές της Αγίας Γραφής. Για τον Ενώχ όμως, δεν υπάρχει καμμία άλλη αναφορά εκτός της συγκεκριμένης που ήδη αναφέραμε.
Ας είναι όμως, εγώ δεν είμαι ούτε άγιος, ούτε προφήτης για να γνωρίζω ακριβώς την αλήθεια, γύρω από το συγκεκριμένο θέμα.
Ζήτημα δευτερεύον και θεολογούμενον
Αν οι άγιοί μας, μιλώντας για το θέμα αυτό δεχόταν και το ένα και το άλλο, όπως ήδη έχουμε αναφέρει και δει σε πολλά κείμενα των αγίων μας και εάν για το ίδιο θέμα ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος γράφει, ότι ο ένας από τους δύο Προφήτας θα είναι ο Προφήτης Μωϋσής, καταλήγοντας όμως ότι: «Πολλοί ερμηνευτές βεβαίως θεωρούν ότι είναι λεπτομέρεια το ποιοί θα είναι οι δύο μάρτυρες της Αποκαλύψεως. Εκείνο όμως το οποίο εμάς κυρίως μας ενδιαφέρει και το οποίο πρέπει να τονίσουμε είναι αυτό που αναφέραμε προηγουμένως ότι δηλαδή στον καιρό της μεγάλης δοκιμασίας και της δεινής καταστάσεως εις βάρος των πιστών ο Θεός δεν θα μας αφήσει μόνους και αβοήθητους...» [92] πόσο μάλλον η ταπεινότης μου.
Άλλωστε το συγκεκριμένο θέμα, όπως λέει και ο Μέγας Φώτιος, δεν είναι θέμα πίστεως η δογματικό, ώστε να μην έχει κανείς δικαίωμα να προσθέσει ή να αφαιρέσει κάτι χωρίς τον κίνδυνο να χαρακτηρισθεί αιρετικός, αλλά είναι θέμα δευτερεύον και «θεολογούμενον» όπως λέγεται και γι αυτό, απλώς, σας εξωτερικεύω τις σκέψεις μου και σας καταθέτω την άποψή μου, όχι δογματικά και αποφαντικά, αλλά ερμηνευτικά και ταπεινά, «ο δε χρόνος και η πείρα τοις νήφουσιν»[93], όπως λέγει και ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας, σύντομα θα δείξει τι απ όλα αυτά θα γίνει.
«Εκείνο δε δήλον, ως το παρόν ζήτημα, (η έλευσις ή όχι του Ιωάννου) καν της αληθείας παρασφαλή, ου φέρει ψυχής κίνδυνον. Η μεν γαρ περί πίστεως έρευνα της αληθείας παρατραπείσα ναυάγιον μέγα τη ψυχή προξενεί, διο δη και βραχείας της εις αυτήν τελούσης αντέχεσθαι δει συλλαβής· η δε ζήτησις των παρά την ευσέβειαν προβλημάτων καλόν μεν ει προς το της αληθείας καταλήγει τέλος· ει δε γε ταύτης αστοχήσει, ου καλόν μεν, όμως όλεθρον ψυχής ου φέρει». [94] (Μεγάλου Φωτίου)
Όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις
Ορισμένοι, βέβαια, ίσως αναρωτηθούν. Καλά, είναι δυνατόν να ζει άνθρωπος, τόσα πολλά χρόνια;
Κάτω από κανονικές και φυσιολογικές συνθήκες, φυσικά και δεν είναι δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο. Αν και εις τους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης, οι άνθρωποι ζούσαν πολύ περισσότερα χρόνια, απ ὅ,τι ζουν σήμερα. Ζούσαν 200, 300, 500, έως και χίλια χρόνια.
Ο Αδάμ π.χ., έζησε 930 έτη.
Ο Νώε, έζησε 950.
Ο Μαθουσάλας έζησε τα περισσότερα χρόνια που έζησε άνθρωπος επάνω σ αὐτήν τη γη, 969 χρόνια.
Προσοχή, κάνουμε μια διευκρίνιση. Δεν υπήρχε άλλη μονάδα μετρήσεως των ετών, όπως νομίζουν και πιστεύουν κάποιοι από άγνοια, η ισχυρίζονται και υποστηρίζουν κάποιοι άλλοι, αναπόδεικτα.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι, πάνω από όλους τους Νόμους της φύσεως και πάνω από όλα τα δημιουργήματα, είναι ο Νομοθέτης και ο Δημιουργός.
Εκείνος όπου εδημιούργησε τα πάντα από το πουθενά, και έθεσε τους φυσικούς νόμους.
Εκείνος όπου, «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγε».
Εκείνος όπου, «όταν βούλεται νικάται φύσεως τάξις».
Εκείνος όπου, «ουκ αδυνατεί παρά τω Θεώ παν ρήμα».
Δεν υπάρχει ΤΙΠΟΤΑ που δεν μπορεί, εάν θέλει, να το κατορθώσει ο Θεός.
Γιατί ο Θεός θα στείλει τους δύο προφήτας Του
Έτσι λοιπόν και εδώ. Θέλησε ο Θεός και κράτησε ζωντανούς, μέχρι και σήμερα, τους Προφήτες Ηλία και Ιωάννη, για να παίξουν σημαντικό ρόλο στην περίοδο του Αντιχρίστου.
Μια που προφανώς τότε, οι περισσότεροι από εμάς, αλλά δυστυχώς και οι περισσότεροι κληρικοί, οι φύσει και θέσει φρουροί και ταγοί της Πίστεως και της Πατρίδος μας θα έχουν «προδώσει», άλλοι εν γνώσει η εν αγνοία, άλλοι εκούσια η ακούσια, δεν έχει σημασία, τον Θεό, την Εκκλησία και το Λαό Του, και θα ακολουθούν τον Αντίχριστο και το σύστημά του, σύμφωνα με τους λόγους των αγίων μας.
Οι ποιμένες ως λύκοι γενήσονται
«Οι ποιμένες ως λύκοι γενήσονται. οι ιερείς το ψεύδος ασπάσονται. οι μοναχοί τα του κόσμου ποθήσουσιν...»[95] γράφει για την εποχή του Αντιχρίστου ο άγιος Ιππόλυτος.
«Οι κληρικοί θα γίνουν οι χειρότεροι και ασεβέστεροι των όλων»[96] προφητεύει για τα έσχατα χρόνια ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
«Όταν πλησιάση ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα σκοτισθή η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη της σαρκός και θα πληθυνθή σφόδρα η ασέβεια και η ανομία... Οι ποιμένες των Χριστιανών Αρχιερείς και ιερείς θα είναι άνδρες κενόδοξοι, μη γνωρίζοντες παντελώς την δεξιάν οδόν από την αριστεράν... Αι εκκλησίαι δε του Θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών Ποιμένων και αλλοίμονον τότε εις τους εν τω κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι οποίοι θα στερηθούν τελείως την πίστιν, διότι δεν θα βλέπουν από κανένα φως επιγνώσεως...»[97] προφητεύει και ο άγιος Νείλος.
«Εν ταις ημέραις εκείναις... θέλουν προχειρίζεσθαι ηγούμενοι και ποιμένες άνδρες αδόκιμοι αρετής, άπιστοι... μη διακρίνοντες την δεξιάν οδόν εκ της αριστεράς, αμελείς, φιλομέριμνοι, τα πρωτεία με δώρα αρπάζοντες... μη γνωρίζοντες κατηχείν και νουθετείν το ποίμνιον... εκ της τοιαύτης δε αμελείας και καταφρονήσεως των ποιμένων απολούνται οι αδελφοί...»[98] προφητεύει και ο Αββάς Μωϋσής.
Και ο άγιος Κύριλλος·
«Αλλά ζητάμε δικό μας σημείο της παρουσίας του Κυρίου. Εμείς οι εκκλησιαστικοί ζητάμε εκκλησιαστικό σημείο, και ο Κύριος λέγει· “και τότε θα σκανδαλισθούν πολλοί και θα παραδώσουν ο ένας τον άλλο και θα μισήσουν ο ένας τον άλλο” (Ματθ. κ , ις ). Αν ακούσεις ότι, επίσκοποι στρέφονται εναντίον επισκόπων, και κληρικοί εναντίον κληρικών, και λαοί εναντίον λαών, και φτάνουν μέχρι να χυθεί αίμα, να μην ταραχθείς. Διότι κάτι τέτοιο είναι ήδη γραμμένο».[99] (Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων)
Ο καιρός της εμφανίσεως των Προφητών και ο σκοπός τους
Οι δύο Προφήτες θα εμφανιστούν, ταυτόχρονα σχεδόν με τον Αντίχριστο και θα κηρύξουν 1260 μέρες· «και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους...» (Αποκ. ια’, 3).
Δηλαδή, 42 μήνες η τρισήμισυ περίπου χρόνια (για την ακρίβεια, τρία χρόνια και πεντέμισυ μήνες).
(3ι365=1095 και 5ι30=150 και 15. Εάν αθροίσουμε το 1095+150+15 =1.260 ημέρες).
Οι δυό Προφήτες μας, θα έλθουν για να καταδείξουν και να στιγματίσουν τον Αντίχριστο σε όλους. Θα έλθουν για να προφυλάξουν τους πιστούς από τα τεχνάσματα και τις πανουργίες του Αντιχρίστου. Θα έλθουν για να κηρύξουν σε όλους τους ανθρώπους την αλήθεια του Θεού. Θα έλθουν για να αποκαταστήσουν τις καρδιές και τις σχέσεις των ανθρώπων. Θα έλθουν για να βοηθήσουν τους Εβραίους και να τους δώσουν μια τελευταία ευκαιρία, πριν το τέλος, μήπως και αποδεχθούν τον αληθινό Μεσσία και Σωτήρα τους, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν. Θα έλθουν για να επιστρέψουν καρδίας πατέρων προς τα παιδιά τους, όπως λέγει ο Προφήτης Μαλαχίας·
«και ιδού εγώ αποστελώ υμίν Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν η ελθείν την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή, ος αποκαταστήσει καρδίαν πατρός προς υιόν και καρδίαν ανθρώπου προς τον πλησίον αυτού, μη ελθών πατάξω την γην άρδην» (Μαλαχ. δ’, 4-5).
Ερμηνεύοντας το συγκεκριμμένο χωρίο ο άγιος Χρυσόστομος, λέγει τα εξής σημαντικά: «Προσέξτε δεν είπε ότι θα αποκαταστήσει την καρδία του υιού προς τον πατέρα του, αλλά “του πατρός προς τον υιόν”. Γιατί επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν πατέρες των Αποστόλων, λέγει αυτό, ότι ο Προφήτης Ηλίας θα οδηγήση εις το να πιστέψουν οι Εβραίοι εις τας αλήθειας των υιών τους, δηλαδή των Αποστόλων»[100] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου).
Θα έλθουν για να βοηθήσουν και να στηρίξουν, όλους εκείνους που θα έχουν καλή προαίρεση, η θα ολιγοπιστούν και θα αμφιταλαντεύονται λόγω των πολλών, «ισχυρών» φωνών που θα ακούγονται υπέρ του Αντιχρίστου, αλλά και τα πολλά «σημεία και τέρατα» που θα πράττει ο ίδιος και ο ψευδοπροφήτης του, ο Πάπας.
Θα έλθουν τέλος, δια να οδηγήσουν και να καθοδηγήσουν όσους θα έχουν απομείνει πιστοί εις τον Ένα και Αληθινό Τριαδικό Θεό, εις την Μία και Μοναδική εξ αποκαλύψεως Αλήθεια, αυτήν της Ορθοδόξου Πίστεως.
Θα έλθουν, με μια λέξη, για να «αποκαταστήσουν τα πάντα».
«Προτού μάλιστα να συμβούν αυτά, θα στείλει ο Κύριος, ως εύσπλαχνος, τον Ηλία τον Θεσβίτη και τον Ενώχ, για να διδάξουν αυτοί την ευσέβεια στο γένος των ανθρώπων και να κηρύξουν με παρρησία σε όλους τη γνώση του Θεού, ώστε να μην πιστεύσουν στον τύραννο από φόβο, και θα κραυγάζουν και θα λένε· Άνθρωποι, είναι απατεώνας· κανείς να μην πιστεύσει εντελώς σ αὐτόν, ούτε να υπακούσει στον θεομάχο». [101] (Οσίου Εφραίμ του Σύρου)
«Τέλος θα σταλούν ο Ενώχ και ο Ηλίας ο Θεσβίτης και θα φέρουν πίσω πατέρες στα παιδιά τους, δηλαδή τη συναγωγή στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και στο κήρυγμα των αποστόλων, και γι αυτό θα φονευθούν».[102] (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού)
«Και ο Ηλίας θα έρθει τότε για ν ασφαλίσει τους πιστούς. Και αυτό το λέγει ο Χριστός· “έρχεται ο Ηλίας και θ΄ αποκαταστήσει τα πάντα”... Όπως ακριβώς εκείνος υπήρξε πρόδρομος της πρώτης παρουσίας, έτσι και αυτός θα είναι πρόδρομος της δεύτερης και ένδοξης παρουσίας αυτού, και γι αὐτό το σκοπό φυλάσσεται. Ας μη φοβηθούμε λοιπόν...»[103] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Η Δράσις των δύο Προφητών για τρισήμισυ έτη
Στο διάστημα αυτό των 1.260 ημερών, οι δύο Προφήτες θα μπορούν να κηρύττουν ελεύθερα σε όλη την οικουμένη και συγχρόνως να ελέγχουν δριμύτατα τον Αντίχριστον και τα όργανά του, χωρίς να μπορεί κανείς να τους εμποδίσει, η να τους συλλάβει, η να τους κάνει οποιοδήποτε κακό. Ανθρώπινο χέρι δεν θα μπορέσει να τους αγγίξει. Ούτε καν να τους πλησιάσει κάποιος. Θα έχουν λάβει το χάρισμα και τη δύναμιν εξ ουρανού, ώστε, όποτε θελήσουν, να «βγαίνει φωτιά από το στόμα τους» και να κατακαίει όσους θα επιχειρήσουν να τους συλλάβουν η να τους κάμουν κακό.
Δηλαδή ο Θεός δεν θα επιτρέπει σε κανέναν να τους βλάψει στο ελάχιστο. Μόλις δε συμπληρωθούν τα χρόνια δράσης τους και έχει επιτελεσθεί το έργο και ο σκοπός τους, τότε θα επιτρέψει ο Θεός να συλληφθούν και να θανατωθούν.
Για τους λόγους αυτούς, όλοι εκείνοι οι οποίοι θα υπηρετούν τον Αντίχριστον, μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες και ιδιαίτερα, οι πολιτικοί και εκκλησιαστικοί άρχοντες, θα μισήσουν τόσο πολύ τους δύο αυτούς Προφήτες, ώστε μόνη τους σκέψη και επιθυμία θα είναι η σύλληψη και θανάτωσή τους. Με αυτήν τη σκέψη θα κοιμούνται και μ αυτήν τη σκέψη θα ξυπνούν· (Θεέ μου, φύλαξε μας από τοιαύτην πώρωσιν και διαστροφήν)!
Μάταια όμως θα προσπαθούν επί τρισήμισυ χρόνια να τους συλλάβουν και να τους θανατώσουν. Μόνο όταν ολοκληρώσουν το έργο τους και την αποστολή τους ο Θεός θα επιτρέψει να συλληφθούν και να θανατωθούν με μαρτυρικό θάνατο, για να λάβουν και αυτοί, ως θνητοί άνθρωποι, πείρα θανάτου και να εκπληρωθεί ο αδιάψευστος Λόγος του Θεού μας, που λέγει· «Γη ει και εις γην απελεύση» (Γεν. γ’, 19) και «ουκ έστι άνθρωπος ος ζήσεται και ουκ όψεται θάνατον» (Ψαλμ. πη’, 49).
«...και πληρώσουσι την μαρτυρίαν αυτών, καθώς φησι και τούτο Δανιήλ, προεωρακώς ότι το θηρίον το αναβαίνον εκ της αβύσσου ποιήσει μετ΄ αυτών πόλεμον, ήγουν μετά Ενώχ, Ηλία και Ιωάννου, και νικήσει αυτούς και αποκτενεί αυτούς δια το μη θέλειν αυτούς δόξαν δούναι τω διαβόλω τουτέστι το αναφανέν μικρόν κέρας, ος επαρθείς τη καρδία λοιπόν άρχεται εαυτόν υψούν και δοξάζειν ως θεόν, διώκων τους αγίους και βλασφημών τον Χριστόν»[104] (Αγίου Ιππολύτου).
Ο θάνατος και η Ανάστασις των δύο Προφητών
Αφού λοιπόν περάσουν οι 1.260 ημέρες (3.5 έτη) τότε ο Αντίχριστος, κατά παραχώρηση Κυρίου, θα συλλάβει τους δύο Προφήτας, Ηλία και Ιωάννη, και θα τους κρεμάσει στην πλατεία της Ιερουσαλήμ.
Η Πλατεία αυτή, σύμφωνα με την Ιερά Αποκάλυψη και την μέχρι σήμερα παράδοση των Αγιοταφιτών Πατέρων, πρέπει να είναι η Αγία Αυλή, η οποία ευρίσκεται έξω από το Ναό της Αναστάσεως του Κυρίου μας «εκεί όπου και ο Κύριος αυτών εσταυρώθη» (Αποκ. ια’, 8), ετάφη και ανεστήθη, ο Ιησούς Χριστός, για να τους ιδεί όλος ο κόσμος και αφ΄ ενός μεν να κάμει επίδειξη της δυνάμεώς του ο Αντίχριστος, και να στείλει ένα μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις, αφ΄ ετέρου δε για να χαρούν, να γλεντήσουν και να ησυχάσουν όλοι εκείνοι που ηλέγχοντο και μισούσαν τους Προφήτες.
Πράγματι, μέχρι δώρα θα ανταλλάσουν μεταξύ τους όλοι αυτοί· «και οι κατοικούντες επί της γης χαίρουσιν επ΄ αυτοίς, και ευφρανθήσονται και δώρα πέμψουσιν αλλήλοις» (Αποκ. ια’, 10), επειδή επιτέλους συνελήφθησαν οι δύο «πλάνοι και απατεώνες», οι δύο «ψευδοδιδάσκαλοι και ψευδοπροφήτες», οι δύο «τρομοκράτες», οι δύο...
Και ενώ αυτοί θα πανηγυρίζουν, οι δυστυχείς, για τη μεγάλη τους «επιτυχία», που επιτέλους γλύτωσαν από τους δύο Προφήτας, και ενώ όλος ο κόσμος θα βλέπει (δορυφορικά μέσω των τηλεοράσεών τους) τα άψυχα σώματα των δύο Προφητών να είναι κρεμασμένα επί τρεις και ήμισυ ημέρας, ξαφνικά θα πραγματοποιηθεί ένα μεγάλο θαύμα!
Τα σώματα των δύο Προφητών θα αναστηθούν και θα αναληφθούν εις τους ουρανούς, πιστοποιώντας για μία ακόμη φορά την πίστη μας στην ανάσταση των νεκρών, αλλά και την ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ του Θεού, μην αφήνοντας πλέον κανένα περιθώριο αμφισβητήσεως εις ουδένα και αφήνοντας έντρομους και έκπληκτους όλους τους κατοικούντας επί της γης, και ιδιαίτερα τους εχθρούς αυτών.
Και δεν είναι μόνον αυτό. Αλλά κατά την ίδιαν ημέραν θα γίνει μέγας σεισμός, κατά τον οποίον θα καταστραφεί το 1/10 της πόλεως της Ιερουσαλήμ και θα σκοτωθούν 7.000 άνθρωποι. Τόσος δε θα είναι ο φόβος και ο τρόμος όλων, ώστε πολλοί θα δοξάσουν τον Θεό του ουρανού.
«Και μετά τας τρεις ημέρας και ήμισυ, πνεύμα ζωής εκ του Θεού εισήλθεν εις αυτούς, και έστησαν επί τους πόδας αυτών, και φόβος μέγας επέπεσεν επί τους θεωρούντας αυτούς. και ήκουσα φωνήν μεγάλην εκ του ουρανού λέγουσαν αυτοίς· ανάβητε ώδε. και ανέβησαν εις τον ουρανόν εν τη νεφέλη, και εθεώρησαν αυτούς οι εχθροί αυτών. Και εν εκείνη τη ημέρα εγένετο σεισμός μέγας, και το δέκατον της πόλεως έπεσε, και απεκτάνθησαν εν τω σεισμώ ονόματα ανθρώπων χιλιάδες επτά, και οι λοιποί έμφοβοι εγένοντο και έδωκαν δόξαν τω Θεώ του ουρανού» (Αποκ. ια’, 11-13).
Απαραίτητο λοιπόν ΣΗΜΕΙΟ για την εμφάνιση του Αντιχρίστου είναι και η έλευσις, ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ, των δύο Προφητών.
Προσοχή όμως, διότι όπως πάντα άλλωστε, ο διάβολος θα θελήσει και εδώ να μας μπερδέψει και σίγουρα κάποιους ψευτοπροφήτες θα στείλει, οι οποίοι θα παριστάνουν τον Ηλία και τον Ιωάννη, προκειμένου να μας δημιουργήσουν σύγχυση και ταραχή.
Για όσους είναι καλοπροαίρετοι, γνωρίζουν τα ανωτέρω και έχουν σώας τας φρένας, ζουν μυστηριακή ζωή και μελετούν το Λόγο του Θεού, έχουν ταπείνωση και παρακαλούν με δάκρυα τον Θεόν να τους βοηθήσει σ αὐτές τις πολύ δύσκολες στιγμές, σίγουρα ο Θεός θα τους βοηθήσει να μην πλανηθούν και να αντιληφθούν ποιοί θα είναι οι αληθινοί Προφήτες Του. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και θα αξιωθούν να τους δουν από κοντά, να πάρουν την ευχή και ευλογία τους, να συνομιλήσουν μαζί τους, να τους ρωτήσουν και να τους συμβουλευθούν για διάφορα προσωπικά τους θέματα (ο νοών νοείτω...) αλλά και άλλα πολλά.
Εύχομαι ειλικρινά να είμαστε όλοι μας. Αμήν.
Γιατί δεν θα δεχθούν οι περισσότεροι άνθρωποι τους δύο Προφήτας
Ένα ερώτημα που απασχολεί πολλούς και τους δημιουργεί διάφορα ερωτήματα και αμφιβολίες είναι, το πως είναι δυνατόν αφού θα έλθουν οι δύο Προφήτες για να κηρύξουν και να βοηθήσουν τον κόσμο να μην πλανηθεί, οι πιστοί, δεν θα τους ακούσουν, δεν θα τους δεχθούν, και δεν θα τους ακολουθήσουν;
Και ακόμη μάλιστα, πως είναι δυνατόν, ιδιαίτερα οι Χριστιανοί, όχι μόνο να μην αναγνωρίσουν, να μη δεχθούν και να μην ακολουθήσουν τους δύο Προφήτας, αλλά αντιθέτως να δεχθούν και να προσκυνήσουν τον Αντίχριστο; Τους φαίνεται πολύ περίεργο, αδιανόητο και απίστευτο να συμβεί.
Η απάντηση όμως είναι απλή.
Για τους ίδιους ακριβώς λόγους που δεν δέχθησαν και δεν ακολούθησαν τον Χριστόν, τότε, οι άνθρωποι και ειδικώτερα οι Ιουδαίοι, οι Γραμματείς και οι Φαρισσαίοι, που ενώ γνώριζαν την Γραφή, ενώ ήξεραν τις Προφητείες για την έλευση του Μεσσία, ενώ ήταν κοινή πεποίθηση ότι θα έλθη η ότι έρχεται ο Μεσσίας τους, όταν τελικά ήλθε δεν Τον αναγνώρισαν, δεν Τον δέχθηκαν και Τον σταύρωσαν.
Ο διάβολος, αφού δεν μπόρεσε τους Ιουδαίους να τους απομακρύνει από τους Νόμους του Μωϋσέως και την προσκύνηση του Αληθινού Θεού, όπως τους άλλους λαούς που λάτρευαν τα είδωλα και τα δαιμόνια, κατάφερε σιγά-σιγά να τους αλλοιώσει πνευματικά.
Κατάφερε να τους υποδουλώσει στα πάθη τους και τους εγωϊσμούς τους, κάνοντάς τους να προσέχουν τους τύπους και όχι την ουσία των εντολών του Θεού, προσθέτοντας κατά καιρούς διάφορες παραδόσεις των πρεσβυτέρων που ερχόταν σε αντίθεση με τον Νόμο του Θεού.
Κατάφερε ακόμη σιγά-σιγά να διαστρέψει το νόημα και το πνεύμα των προφητειών για την έλευση του Χριστού, κάνοντάς τους όλους να περιμένουν με προσμονή, αγωνία και αδημονία την έλευσή Του, αλλά όχι ως Μεσσία και Σωτήρα της ψυχής τους που θα τους ελευθέρωνε από την αμαρτία, την φθορά, τον θάνατο και την κυριαρχία του Διαβόλου, αλλά ως Μεσσία και Σωτήρα των σωμάτων τους, που θα τους ελευθέρωνε και θα τους έσωζε από την σκλαβιά και την κυριαρχίαν των Ρωμαίων, αλλά και των υπολοίπων λαών, εγκαθιδρύοντας μία παγκόσμιο κυριαρχία με Βασιλέα τον Χριστό και κυρίαρχο λαό τους Εβραίους.
Κάτι παρόμοιο λοιπόν συμβαίνει και σήμερα.
Ο,τι ίσχυε και γινόταν πριν έλθη ο Κύριος στην Πρώτη Του Παρουσία, τα ίδια περίπου θα ισχύουν και για την Δεύτερη Παρουσία Του. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους οι άνθρωποι δεν θα δεχθούν και δεν θα ακολουθήσουν τους δύο Προφήτας του Θεού, ενώ θα αποδεχθούν και θα προσκυνήσουν με μεγάλη ευκολία και χαρά θα έλεγα, τον Αντίχριστο, ο οποίος, για να ξεγελάσει τους ανθρώπους θα έλθει ακριβώς στην θέση του Χριστού, προσφέροντάς τους μάλιστα, ο,τι θα θέλει και θα επιθυμεί ο καθένας τους και εκπληρώνοντας τις προσδοκίες και όλα εκείνα τα οποία είχε δημιουργήσει και πιστέψει ο καθένας, μέσα στην αρρωστημένη φαντασία του και εγκαταλελειμένο από τη χάρη του Θεού μυαλό του.
Ο Σατανάς έχοντας πάντα σε ενέργεια και εφαρμογή «το μυστήριον της ανομίας» που «ήδη ενεργείται» μπόρεσε να απομακρύνει τους πιστούς από τον δρόμον του Θεού και την Ορθόδοξον Εκκλησία Του, είτε με διάφορες αμαρτίες και παρανομίες, είτε με διάφορες πλάνες και αιρέσεις, καταφέρνοντας έτσι να αποκόπτει την πνευματική πρόοδο των πιστών και να εμποδίζει την έλευση της θείας χάριτος και του Αγίου Πνεύματος εις τους ανθρώπους και εις τον κόσμον. Διότι είναι γνωστόν ότι οι αιρέσεις και η αμαρτία διώχνουν και απομακρύνουν την χάρη του Θεού, σκοτίζοντας στην συνέχεια τον νου του ανθρώπου, ο οποίος δεν μπορεί να δει καθαρά η νομίζει ότι βλέπει καθαρά.
«Ένθα χοιρώδης βίος και δυσωδία και βόρβορος και παραίτησις καλού, ο Χριστός ου μένει εκεί»[105] (Αγίου Ιωάννου Ξιφιλίνου) και «η αίρεσις χωρίζει από της Εκκλησίας πάντα άνθρωπον»[106] (Ζ’ Οικ. Συνόδου).
Έτσι λοιπόν πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους θα φαίνεται και θα νομίζουν ότι είναι ευσεβείς και ότι είναι κοντά στον Θεό, αλλά μέσα τους θα είναι άδειοι, κενοί, χωρίς Θεό, χωρίς ζωντανή πίστη. Οι άνθρωποι αυτοί θα έχουν μεν «μόρφωση ευσεβείας» όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, θα έχουν αρνηθεί όμως την δύναμη αυτή της ευσεβείας «έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β’ Τιμ. γ’, 5), αφού «το μυστήριον της ανομίας» θα έχει κάνει την δουλειά του πολύ καλά.
Θα έχει φροντίσει ο διάβολος, να τους αλλοιώσει το ορθόδοξο φρόνημα, την πίστη, τις παραδόσεις, την αγάπη στο Θεό και στους ανθρώπους, τις αρετές και άλλα πολλά.
Θα έχει φροντίσει να τους υποδουλώσει στα πάθη τους και στους εγωϊσμούς τους και εν τέλει, θα έχει καταφέρει να νεκρώσει την ψυχή τους.
Μία τέτοια νεκρωμένη και πωρωμένη ψυχή, δε νοιώθει και δεν καταλαβαίνει τίποτε. Ακόμη και εάν δει το μεγαλύτερο θαύμα του κόσμου. Ακόμα και εάν δει μπροστά της τον ίδιο το Θεό, όχι δύο προφήτας Του, οι οποίοι μάλιστα θα τους ελέγχουν και θα τους καυτηριάζουν ακριβώς για τους ανωτέρω λόγους.
Πολύ ωραία μας περιγράφει μια τέτοια ψυχική κατάσταση ο πάντοτε επίκαιρος, άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος:
«Προς ποίον σκοπόν δεν διέλυσε την δύναμίν των; διότι έτσι θα ήτο δυνατόν να πιστεύσουν. Παράλυτον εθεράπευσε και δεν επίστευσαν, άλλα αμέτρητα θαύματα έκαμε και κατά το πάθος του ακόμη τους έρριψεν υπτίους (Ιω. ιη’, 6), και επεσκότωσε τους οφθαλμούς των, και δεν επίστευσαν, και πως ήτο δυνατόν να πιστεύσουν, εάν διέλυε την δύναμίν των; Διότι τίποτε δεν υπάρχει χειρότερον από απεγνωσμένην ψυχήν· και αν ακόμη ιδή θαύματα, και αν ακόμη ιδή τέρατα, εξακολουθεί να δεικνύη την ιδίαν αναισχυντίαν. Καθ ὅσον και ο Φαραώ, αν και εδέχετο μυρίας πληγάς, μόνον όταν ετιμωρείτο, εσωφρονίζετο, και μέχρι την τελευταίαν ημέραν τέτοιος παρέμεινε, καταδιώκων αυτούς που ηλευθέρωσε (Εξ. ζ , 14). Δια τούτο και ο Παύλος συνεχώς λέγει· “Να μη σκληρυνθή κανείς σας από την απατηλήν αμαρτίαν”. Διότι, όπως ακριβώς τα μέλη του σώματος νεκρώνονται εις το τέλος και δεν αισθάνονται τίποτε, έτσι και η ψυχή, όταν κυριευθή από πολλά πάθη, νεκρώνεται ως προς την αρετήν. Και ο,τιδήποτε και αν της προσφέρης, δεν αισθάνεται αυτό που της προσφέρεται, αλλά και αν ακόμη την απειλήσης με τιμωρίαν, και αν ακόμη με ο,τιδήποτε άλλο παραμένει αναίσθητος».[107] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Και συμπληρώνει ο άγιος Επιφάνιος:
«Χείρων γαρ η κακοπιστία της απιστίας. η μεν γαρ απιστία πίστιν λαμβάνουσα διορθωθήσεται· η δε κακοπιστία ακατόρθωτος, δυσχερώς σωζομένη, μη τι αν άρα το χάρισμα άνωθεν επιφοιτήση»[108] (Αγίου Επιφανίου).
Από το βιβλίο του πατρός Μαξίμου
"Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ ΗΛΘΕΝ 1983, 2013"
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
79. «Όρα του δεσπότου την φιλανθρωπίαν, ότι και εν τοις υστέροις χρόνοις πως του των βροτών γένους κήδεται και ελεεί, ότι ουδέ τότε χωρίς προφητών ημάς καταλιμπάνει, αλλά πέμψει αυτούς προς διδαχήν ημών και πληροφορίαν και επιστροφήν της του αντικειμένου παρουσίας...». (Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 283)
80. (Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τόμος Ζ’, σελ. 385)
81. (Η Μετάστασις του Αγίου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου - 26 Σεπτεμβρίου. Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τόμος Θ’, σελ. 622-623)
82. (Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τόμος Δ’, σελ. 614)
83. (Αγίου Κυρίλλου, ΕΠΕ 2, 138)
84. (Ανθίμου Ιεροσολύμων, Ερμηνείαν εις την Ιεράν Αποκάλυψιν, σελ. 104-105, Εκδόσεις Ρηγόπουλου)
85. «Ακούσας, φασίν, ο Πέτρος, ότι θανείται υπέρ Χριστού, είπεν, ότι και Ιωάννης τι; ου θανείται και αυτός; Ο δε Χριστός ουκ απηγόρευσε μεν τούτο (πας γαρ ο γεννηθείς, και θανείται), είπε δε το, “Εάν θέλω αυτόν μένειν·” τουτέστι, Ζην άχρι της του κόσμου συντελείας, και τότε μαρτυρήσαι περί εμού. Όθεν και φασι ζην αυτόν, υπό δε του Αντιχρίστου μέλλειν αναιρεθήναι, συν τω Ηλία κηρύττοντα τον Χριστόν. Ει δε και μνήμα αυτού δείκνυνται, τι τούτο; Ζων μεν γαρ εισήλθεν εν αυτώ, είτα μετέστη, ώσπερ και Ενώχ και Ηλίας. Ανατρέπει τοίνυν ο ευαγγελιστής την ψευδή δόξαν των οιομένων, ότι ουκ αποθνήσκει ο μαθητής ούτος, αλλ ἀθάνατος έσται. Ψευδές γαρ όντως, το αθάνατον είναι άνθρωπον. Καν γαρ Ενώχ και Ηλίας ουκ απέθανεν, αλλ ὅμως θνητοί. Ούτως ουν και ούτος, καν ουκ απέθανεν, αλλ ἀποθανεῖται. Το ουν, “Ουκ αποθνήσκει,” τουτέστιν, αθάνατος έσται, ψευδές». (Θεοφύλακτου Βουλγαρίας, Ρ.υ. 124, 316, Ερμηνεία εις τα τέσσαρα Ιερά Ευαγγέλια, Τόμος Β’, σελ. 417-418)
86. «Η μεν πρώτη αυτού παρουσία Ιωάννην τον βαπτιστήν είχε πρόδρομον, η δε δευτέρα αυτού, εν η μέλλει έρχεσθαι εν δόξη, Ενώχ και Ηλίαν και Ιωάννην τον θεολόγον αναδείξει».
(Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 283)
87. «Και ίδε εισήλθεν εν τω λόγω αυτών πάντως ο Αντίχριστος. Βασιλεύς γαρ ων κακείνος, τούτο μόνον επιζητήσοι, ο θέλει και λέγει γίνεσθαι·..., και οπόσοι δυνάμει Θεού ανταγωνιζόμενοι στώσιν, είεν αν και ταις ημέραις εκείναις νικώντες τον Αντίχριστον εν θανάτω μετά Χριστού... Δια τούτο ολίγοι οι μέλλοντες στήναι. Δια τούτο Ηλίας και Ενώχ· ουκ οίδαμεν ει και ο Θεολόγος και ευαγγελιστής, αρωγοί της ανθρωπίνης ασθενείας, και πρωτοστάται, και αθλοφόροι της υπέρ ομολογίας Χριστού νίκης». (Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Ρ.G. 99, 1033)
88. «Εισί τινες, έλεγε, των ώδε εστώτων, οι ου μη γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βασιλεία αυτού. Ει μεν ουν, ως εφ ἑνός έφησεν, Έστι τις των ώδε εστώτων, ταυτό μηνύειν υπετοπήσαμεν, τω, Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι τι προς σε; περί Ιωάννου του Θεολόγου ειρημένω, ως θανάτου άγευστον διαμένειν, μέχρι της Χριστού παρουσίας· ούτω γαρ ήδη τινές εκείνο των λίαν σοφών εξελάβοντο». (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Ρ.G. 96, 556-557)
89. «Μαρτυρεί δε τοις ειρημένοις Ενώχ και Ηλίας και ο της βροντής υιός Ιωάννης, έτι περιόντες εν τω σώματι· και γαρ τούτους ως απαρχήν του όλου φυράματος ημών ο Δημιουργός λαβών έδειξε πάσι ως ει μη ήμαρτεν ο Αδάμ, έτι αν περιήν μετά του σώματος. Πλην και ούτοι πολυχρόνιον βίον ανύοντες γεύσονταί ποτε θανάτου, καν εν ριπή οφθαλμού. Όρα δε την δι αὐτῶν πίστιν, ως εκ των τριών προάγεται γενεών, εκ μεν των προ νόμου ληφθέντος του Ενώχ, εκ δε των μετά νόμον του Ηλία, εκ δε των μετά την χάριν του επιστηθίου των μαθητών. Ουκούν και ο Αδάμ, ει την εντολήν εφύλαττε, τούτοις αν αδιστάκτως συμπεριήν. Ότι δε περίεστιν ο παρθένος Ιωάννης, όπερ εζήτησας, ώσπερ τον Ενώχ και τον Ηλίαν παράδοσις μαρτυρεί, ούτω και τούτον. Και το εν τοις Ευαγγελίοις δε ειρημένον εις τον αυτόν ημάς νουν έλκει. Είπε μεν γαρ ο Χριστός τον τρόπον του θανάτου, ον έμελλεν υπέρ αυτού αποθνήσκειν ο Πέτρος· ο δε Πέτρος τον οικείον θάνατον ακούσας ευθύς επερωτά περί του ευαγγελιστού Ιωάννου, δήλον κακείνου ουκ άλλο τι αλλ ἤ τον τρόπον του θανάτου αυτού μαθείν επιζητών, Ούτος δε τι; ου γαρ άλλο μεν ήκουε παρά του Σωτήρος περί αυτού, εις άλλο δε τι ανακόλουθον την ερώτησιν μετήγεν, ώσπερ παρορών και παρά φαύλον ποιούμενος την του διδασκάλου περί αυτού προφητείαν. Της δε του Πέτρου ερωτήσεως περί του θανάτου, ον έμελλεν αποθνήσκειν ο Ιωάννης, επερω-τώντος, και του Σωτήρος ειπόντος, Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; Πως ουχί την μέχρι της παρουσίας αυτού διαμονήν η αλήθεια προλέγει; διο και ο εν αγίοις Κύριλλος το Ακολούθει μοι περί του θανάτου του αγίου Πέτρου ειρήσθαι τω Σωτήρι εκδέχεται. Το δε, ότι Εξήλθεν ο λόγος ούτος εις τους μαθητάς, ότι ο μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει και τα εξής ου μόνον ουδέν μάχεται, αλλά και συνάδει. Ου γαρ τις αυτόν αθάνατον είναί φησιν, αλλά διαμένειν μετά Ενώχ και Ηλία μέχρι της δευτέρας του Δεσπότου παρουσίας· ο και μαθητής αυτός βεβαιών φησιν, ότι ουκ είπε δε αυτώ ο Ιησούς ότι ουκ αποθνήσκει, αλλ, εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; Και φανερόν ότι το μεν αθάνατον είναι ανέτρεψε, το δε μένειν έως της παρουσίας εβεβαίωσεν. Ει δε ο Παμφίλου Ευσέβιος, την εκκλησιαστικήν γράφων Ιστορίαν και τους χρόνους αυτού, καθ οὕς εβίωσεν, αριθμητούς έθετο, και ως μέχρι των Τραϊανού χρόνων διήρκεσεν, ουδέν μαχόμενον, καν δοκή, λέγει. Εκείνο γαρ έκαστος κατά νουν λαμβανέτω, ως οι του Ενώχ κατάδηλοι χρόνοι, και όσα έτη εν τω κόσμω εβίω, σαφώς· η θεία Γραφή παραδίδωσιν· αλλ οὐ δια τούτο την μετά σώματος αρνήσεταί τις του δικαίου μετάθεσιν. Ταύτη τη δόξη συνάδουσι και αι πράξεις του ηγαπημένου Ιωάννου και ο βίος, ας ουκ ολίγοι προφέρουσι. Κατατεθείς γαρ, φασί, κατά την αυτού εκείνου προτροπήν εν τινι τόπω, ζητηθείς αιφνίδιον ουχ ευρίσκετο, αλλά μόνον το αγίασμα βρύον εξ αυτού του τόπου εν ω προς βραχείαν ροπήν ετέθη· αφ οὗ πάντες, ως πηγήν αγιασμού, το άγιον εκείνο μύρον αρυόμεθα». (Μεγάλου Φωτίου, Ρ.G. 103, 985-988)
90. (Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, Η Δευτέρα Παρουσία, σελ. 53)
91.«Και γαρ και ο Ηλίας ήξει τότε τους πιστούς ασφαλιζόμενος. Και τούτο ο Χριστός φησίν, “Ηλίας έρχεται, και αποκαταστήσει πάντα”. Δια τούτο είρηται περί Ιωάννου το, “εν δυνάμει και πνεύματι Ηλίου”. Ούτε γαρ σημεία ειργάσατο, καθάπερ Ηλίας, ούτε θαύματα· “Ιωάννης μεν” γαρ, φησί, “σημείον εποίησεν ουδέν· πάντα δε, όσα είπεν Ιωάννης περί τούτου, αληθή ην”. Πως ουν “εν δυνάμει και πνεύματι Ηλίου;” Τουτέστι, την αυτήν αναλήψεται διακονίαν. Καθάπερ ούτος πρόδρομος της προτέρας παρουσίας, ούτω κακείνος πρόδρομος της δευτέρας και ενδόξου αυτού παρουσίας, και εις τούτο φυλάττεται. Μη τοίνυν δείσωμεν...» (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 23, 72)
92. (Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, Η Δευτέρα Παρουσία, σελ. 53)
93. (Ο Άγιος Ανδρέας Καισαρείας (Ρ.G. 106, 340 ε)
94. (Μεγάλου Φωτίου, Ρ.G. 103, 988 Β)
95. (Ο Άγιος Ιππόλυτος (ΒΕΠΕΣ 6, 278)
96. (Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, «Πατροκοσμάς», σελ. 39)
97. (Προφητεία Αγίου Νείλου. Πιστόν αντίγραφον από το Βιβλίον «Ευαγγελικός Κήπος», της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου)
98. (Δ. Παναγόπουλου, «Άγιοι και Σοφοί περί των μελλόντων να συμβώσι», Προφητεία Αββά Μωϋσέως, σελ. 6).
99. «Αλλά ζητούμεν της παρουσίας ημέτερον σημείον, εκκλησιαστικόν ζητούμεν οι εκκλησιαστικοί. ο δε Σωτήρ φησι· “και τότε σκανδαλισθήσονται πολλοί, και αλλήλους παραδώσουσι, και μισήσουσιν αλλήλους”. Εάν ακούσης, ότι επίσκοποι κατά επισκόπων, και κληρικοί κατά κληρικών, και λαοί κατά λαών μέχρις αιμάτων έρχονται, μη ταραχθής· προγέγραπται γαρ». (Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, ΕΠΕ 2, 130)
100. (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 11 Α’, 10)
101. «Πριν δε ταύτα γίνωσι, θ ἀποστείλῃ ο Κύριος Ηλίαν τον Θεσβίτην και τον Ενώχ, ως εύσπλαχνος, δια να παρακινήσωσιν εις την ευσέβειαν το γένος των ανθρώπων, και κηρύξωσι παρρησία την θεογνωσίαν εις πάντας τους ανθρώπους, δια να μη πιστεύσωσιν εις τον Τύραννον ένεκα φόβου, και θέλουσι κράζει και λέγει. Πλάνος είναι, ω άνθρωποι, ας μη πιστεύση κανείς εις αυτόν παντελώς, μηδέ να υπακούση εις τον θεομάχον». (Οσίου Εφραίμ του Σύρου, Τόμος Δ’, σελ. 125, Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσ/νίκη 1992)
102. «Αποσταλήσεται δε Ενώχ και Ηλίας ο Θεσβίτης και επιστρέψουσι καρδίας πατέρων επί τέκνα, τουτέστι την συναγωγήν επί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν και το των αποστόλων κήρυγμα, και υπ αυτού αναιρεθήσονται...». (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Ρ.G. 94, 1217)
103. «Και γαρ και ο Ηλίας ήξει τότε τους πιστούς ασφαλιζόμενος. Και τούτο ο Χριστός φησίν, “Ηλίας έρχεται, και αποκαταστήσει πάντα” (Μαρκ. θ’, 12)... Καθάπερ ούτος πρόδρομος της προτέρας παρουσίας, ούτω κακείνος πρόδρομος της δευτέρας και ενδόξου αυτού παρουσίας, και εις τούτο φυλάττεται. Μη τοίνυν δείσωμεν...». (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 23, 72)
104. (Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 284)
105. (Αγίου Ιωάννου Ξιφιλίνου, Ρ.G. 120, 1248)
106. (Πρακτικά Ζ’ Οικ. Συνόδου Β’ Τόμος, σελ. 733)
107. «Τίνος ένεκεν ουκ εξέλυσεν αυτών την δύναμιν; ούτω γαρ αν επίστευσαν. Παραλελυμένον εθεράπευσε, και ουκ επίστευσαν, αλλά μυρία ειργάσατο, και εν αυτώ δε τω πάθει έρριψεν αυτούς υπτίους, και εσκότωσεν αυτών τας όψεις, και ουκ επίστευσαν, και πως αν επίστευσαν, ει την δύναμιν αυτών εξέλυσε; Ψυχής γαρ απεγνωκυίας χείρον ουδέν, καν σημεία ίδη, καν τέρατα, μένει την αυτήν αναισχυντίαν έχουσα· και γαρ ο Φαραώ, μυρίας δεχόμενος πληγάς, ότε εκολάζετο μόνο, εσωφρονίζετο, και μέχρι της εσχάτης ημέρας τοιούτος έμεινε, διώκων ους απέλυσε. Δια τούτο άνω και κάτω ο Παύλός φησι· “Μη σκληρυνθή τις εξ υμών απάτη της αμαρτίας”. Καθάπερ γαρ οι στύλοι του σώματος νεκρούνται λοιπόν, και ουδεμίαν αίσθησιν έχουσιν, ούτω και ψυχή, όταν πολλοίς κατασχεθή πάθεσι, νεκρούται προς την αρετήν. Καν ετιούν προσενέγκης, ου λαμβάνει του πράγματος αίσθησιν, αλλά καν κόλασιν, καν οτιούν απειλήσης, ανάλγητος μένει».
(Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 14, 18)
108. (Αγίου Επιφανίου, Ρ.G. 43, 32)
ΠΗΓΗ: http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr/2013/07/blog-post_4147.html
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...