Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Δυστυχῶς πολλοί χριστιανοί πάσχουμε ἀπό μία πολυμερῆ διάχυση πρός τά ἔξω. Ζοῦμε στόν αἰῶνα τῶν αἰσθήσεων. Ἡ ἐξωστρέφεια, ἡ πολυπραγμοσύνη, ὁ σκορπισμός τῆς ψυχῆς μας στά ἀνθρώπινα καί κοσμικά ἀποτελοῦν τόν χαρακτῆρα τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων. Ἡ ὑλική λάμψη τοῦ μηχανικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ Κίρκη αὐτή τῶν ὀφθαλμῶν, μετέβαλε τούς ἀνθρώπους σέ ἄνοα (χωρίς νοημοσύνη) ὄντα.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι “ἐντός ἡμῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν” καί ἡ ἐνασχόληση μέ κοσμικά πράγματα, περισσότερο τοῦ πρέποντος εἶναι ἔργο τοῦ σατανᾶ. Δέν φθάνει νά ἐπιθυμοῦμε τό ἀγαθό, ἀλλά χρειάζεται νά γνωρίσουμε καί πού βρίσκεται καί πώς κατακτιέται. Ἡ ψυχική οἰκοδομή εἶναι ὑπόθεση ἐσωτερικοῦ πόνου, γιατί κάθε ἁμαρτία εἰσέρχεται στή ψυχή ἀπό ἡδονή καί εἶναι λογικό νά ἐξέρχεται διά τοῦ πόνου.Ἡ ἀπαλλαγή της γίνεται μέ τόν πόνο.
Δέν θά ἦταν προτιμότερο ἀντί νά τρέχουμε δεξιά καί ἀριστερά νά κλεισθοῦμε στό σπίτι μας, νά λησμονήσουμε γιά λίγο ἀκόμη καί τόν ἑαυτό μας καί νά εἰσέλθουμε στό “ταμιεῖον μας;” Νά πάρουμε τό κοσμβοσχοίνι καί νά ἀρχίσουμε μέ ταπείνωση, μέ μετά-νοια καί μέ συντριβή νά λέμε τήν εὐχή τό: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησον ἡμᾶς”.
Ἡ προσευχή εἶναι τό πνευματικό ὀξυγόνο. “Ὁ Κύριος εἶναι πάντοτε κοντά σ’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι τόν ἐπικαλοῦνται μέ πίστη, σέ ὅλους ὅσοι τόν ἐπικαλοῦνται μέ εἰλικρίνεια καρδιᾶς. Τά δίκαια θελήματα καί αἰτήματα αὐτῶν πού Τόν εὐλαβοῦνται, θά ἐκπληρώσει ὁ Κύριος, θά κάνει δεκτή τήν δέησή των καί θά τούς σώσει ἀπό τούς διαφόρους κινδύνους. (Ψαλμ.144, 18-19). “Ὅταν προφέρωμεν τό Ὄνομα τοῦτο τοῦ Χριστοῦ, ἐπικαλούμενοι Αὐτόν εἰς κοινωνίαν μεθ’ ἡμῶν, τότε Οὗτος, ὁ τά πάντα πλη-ρῶν, προσέχει ἡμᾶς καί ἡμεῖς εἰσερχόμεθα εἰς ζῶσαν ἐπαφήν μετ’ Αυτοῦ”. [1]
Ἔτσι καί μέ τόν καιρό θά ἀξιωθοῦμε νά δοῦμε τόν Χριστό μυστικά μέσα στήν καρδιά μας, νά μᾶς χορτάσει ἀπό ἀγάπη καί ἀλήθεια.[2]
Γιά τούς ἐν τῷ κόσμῳ εὑρισκόμενους χριστιανούς, οἱ Γέροντες τῆς Ἱ. Μονῆς Βαλαάμ, (Φιλαμνδίας), συμβουλεύουν:”Ὅταν δέν σᾶς εἶναι δυνατόν ἤ δέν ἔχετε διαθέσιμον χρόνον διά νά ἀσκῆσθε εἰς τήν προσευχήν, τότε κατά τήν ἀπασχόλησίν σας προσπα-θήσατε νά διατηρεῖτε παντοιοτρόπως τό “πνεῦμα τῆς προσευχῆς” τ. ἔ. ἔχετε τήν μνήμην τοῦ Θεοῦ καί μέ κάθε τρόπο ἐντείνατε τήν νοεράν ὅρασίν σας ἵνα βλέπετε Αὐτόν ἐνώπιόν σας, ὄντως ὄντα, μετ’ εὐλαβοῦς ὑποταγῆς εἰς Αὐτόν καθ’ ὅλας τάς ὥρας τῆς ἐργασίας σας. Παραδώσατε ἑαυτούς εἰς τήν παντοδυναμίαν Του, εἰς τήν παντοκρατορίαν Του, εἰς τήν παντογνωσίαν, οὕτως ὥστε εἰς κάθε ἔργον σας, εἰς κάθε λόγον σας καί εἰς κάθε διαλογισμόν σας νά ἐπιμνημονεύτεαι ὁ Θεός καί τό ἅγιον Αὐτοῦ θέλημα. Ἰδού ἐν ὀλίγοις εἰς τί ἔγκειταιτό λεγόμενον “τό νεῦμα τῆς προσευχῆς”.[3]
Λόγω τοῦ σπουδαιοτάτου αὐτοῦ θέματος τῆς προσευχῆς, κρίναμε σκόπιμο νά παρουσιάσουμε στήν ἀγάπη σας τήν ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ σεβαστοῦ Ἁγιορείτου Μοναχοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, ἡ ὁποία παρουσιάστηκε στόν Ραδιο-φωνικό σταθμό τῆς Ἒκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τό Σάββατο 22 Αὐγούστου 2004. Γιά τήν πληρέστερη κατανόηση τῆς ὁμιλίας, στήν εἰσαγωγή πού ἀκολουθεῖ ἀναφέρουμε τήν δημιουργία καί τήν ζωή πρό καί μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων μέσα ἀπό κείμενα ἀπό τούς ἁγ. Πατέρες μας ἀλλά καί τοῦ ὁμιλοῦντος σχετικά μέ τήν ἡσυχαστική – ἀσκητική Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Γιά τίς ἐλλείψεις ζητοῦμε τήν ἐπιείκειάν σας.
Κων/νος Ἡρ. Δεσπότης
Εἰσαγωγή
Ὁ Θεός άρχικά δημιούργησε τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τή γῆ καί στή συνέχεια “ἐνεφύσησε” καί ἐδημιούργησε τήν ψυχή. Τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τριαδική φύση ὅπως ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός (Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα), Νοῦς ὁ πατήρ, Λόγος ὁ Υἱός καί Πνεῦμα, ἔτσι καί ἡ ψυχή ἔχει νοῦ, λόγο καί πνεῦμα. Ὁ νοῦς, πού εἶναι θά λέγαμε ὁ πυρήνας τῆς ὑπάρξεώς μας, ὁ λόγος, πού γεννιέται ἀπό τόν νοῦ καί τό πνεῦμα πού εἶναι “ὁ νοερός ἔρως τοῦ ἀνθρώπου”. Ὁ Θεός ἔχει οὐσία, – πού εἶναι ἀμέθεκτη – καί ἐνέργεια, (ἡ θεία Χάρις, μέ τήν ὁποία μπορεῖ νά ἔχει κοινωνία ὁ ἄνθρωπος), πού εἶναι ἄκτιστες ἀλλά καί ἡ ψυχή ἔχει οὐσία καί ἐνέργεια. Ἡ οὐσία της βρίσκεται στήν καρδιά ὄχι σάν σέ ἀγγεῖο ἀλλά σάν σέ ὄργανο, ἐνῶ ἡ ἐνέργειά της (ὁ νοῦς) λειτουργεῖ μά τούς λογισμούς. Στή φυσική κατάσταση ὁ νοῦς βρίσκεται στήν καρδιά καί ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή, ὁ λόγος ἐνεργεῖ στόν ἐγκέφαλο. Ἡ λογική ἐργάζεται καί ἔχει συνείδηση τοῦ περιβάλλοντος, ἀσχολεῖται μέ τίς γήϊνες φροντίδες.
Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἡ ψυχή λέγεται καί νοῦς. Ἀλλά νοῦς λέγεται τόσο ἡ οὐσία της πού εἶναι ἡ καρδιἀ, ὅσο καί ἡ ἐνέργειά της, πού συνίσταται στούς λογισμούς. Γιά νά μή γίνεται ὅμως καμμιά σύγχυση οἱ ὅροι αὐτοί στήν βιβλιοπατερική Παράδοση ἐναλλάσσονται, μποροῦμε νά μιλοῦμε γιά τήν ψυχή ὡς τό πνευματικό στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς μας, γιά τήν καρδιά, ὡς τήν οὐσία τῆς ψυχῆς καί γιά τόν νοῦ, ὡς τήν ἐνέργειά της.
Καρδιά εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχοσωματικῆς συγκροτήσεως τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ χῶρος ἐκεῖνος πού ἀνακαλύπτεται μέ τήν ἐν Χάριτι ἄσκηση (τήν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν) καί ὁ χῶρος ὅπου ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός. Εἶναι τό κέντρο καί ἡ συνισταμένη τῶν τριῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς ἤτοι τοῦ λογιστικοῦ (ἤ λόγος), τοῦ ἐπιθυμητικοῦ (ἤ ἐπιθυμία) καί τοῦ θυμικοῦ (ἤ θυμός). Ἡ ἐπιθυμία καί ὁ θυμός ἀποτελοῦν τό παθητικό μέρος τῆς ψυχῆς.[4] “Ὁ μέν λόγος ἀναζητεῖ τόν Θεό, ἡ ἐπιθυμία νά ἐπιθυμῆ τόν Θεό καί ὁ θυμός πρέπει νά κάνη τά πάντα γιά νά ἐπιτύχη αὐτήν τήν τήν κοινωνία καί ἑνότητα”.[5]
“Ὁ Ἀδάμ στόν Παράδεισο πρίν ἀπό τήν πτώση βρισκόταν στήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ἡ μελέτη τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως δείχνει ὅτι ὁ Αδάμ εἶχε κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀλλά ἔπρεπε μέ τόν ἐλεύθερο ἀγώνα του νά παραμείνη σ’ αὐτήν τήν κατάσταση, νά σταθε-ροποιηθῆ περισσότερο καί νά φθάση στήν τελεία κοινωνία καί ἑνότητα μαζί Του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά αὐτήν τήν κατάσταση τῆς ἀρχεγόνου δικαιοσύνης. Ὁ Ἀδάμ ἦταν κεκαθαρμένος καί συγχρόνως τρεφόταν ἀπό τήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ νοῦς του ἦταν φωτισμένος, καί αὐτό σημαίνει κυρίως ὅτι ἦταν ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶχε ἀδιάλειπτη μνήμη Θεοῦ”.[6] Οἱ πρωτόπλαστοι ἀκολούθησαν τήν πονηρή συμβουλή τοῦ διαβόλου, νά αὐτονομηθοῦν καί νά φθάσουν στήν θέωση χωρίς τόν Θεό, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπη τούς πρότεινε νά μήν φάνε ἀπό τόν καρ-πό γιατί θά πεθάνουν. Κι’ αὐτό δέν ἀποτελοῦσε μία ἀπειλή ἀλλά τήν φανέρωση τῶν ὁρίων τῆς ζωῆς. Γιατί δέν ὑπάρχει ζωή ἔξω ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν συνειδητοποιεῖ αὐτή τήν δωρεά πού τοῦ δόθηκε μέ ἀποτέλεσμα νά ἀκολουθήση ἡ πτώση. Τό προπατορικό ἁμάρτημα συνίσταται στόν σκοτασμό τοῦ νοῦ καί τήν ἀπώλεια τῆς Θεοκοινωνίας. Ὁ νοῦς ὑπολειτουργεῖ καί ὑποδουλώνεται στά πάθη, στό ἄγχος, στίς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος, διασκορπίζεται καί διαχέεται στόν κόσμο διά τῶν αἰσθή-σεων. Ἔπαθε πλήρη ἐσωτερική ἀποδιοργάνωση, οἱ ψυχικές δυνάμεις σκορπίστηκαν καί ἡ λογική θεοποιήθηκε καί καί νεκρώθηκε.
Ἑπομένως ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά θεραπευθῆ μέ τήν βοήθεια τῆς θείας Χάριτος τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πού χορηγεῖται διά τῶν μυστηρίων καί τῆς Εὐαγγελικῆς ζωῆς, ἀκολουθώντας τήν ἡσυχαστική ἀγωγή[7] τῆς Ἐκκλησίας μας νά διέλθη τά τρία στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού εἶναι ἡ κάθαρση,[8] ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ, πού ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση, καί ἔπειτα νά φθάση στήν θέωση. [9]
Ἡ Θεοτόκος διά τῆς ἡσυχίας ἐπιτυγχάνει τήν τελεία ἕνωσί της μέ τόν Θεό.[10]
“Τήν ἡσυχία, τήν στάσι τοῦ νοῦ καί τοῦ κόσμου, τήν λησμονιά τῶν κάτω, τήν μυσταγωγό τῶν ἄνω, τήν ἀπώθηση τῶν νοημάτων πρός τό ἀνώτερο. Αὐτή ἡ πρᾶξις ἀληθῶς εἶναι ἐπίβασις τῆς ἀληθινῆς θεωρίας ἤ θεοπτίας, γιά νά μιλήσω σαφέστερα, εἶναι δεῖγμα τῆς ἀληθοῦς ὑγιοῦς ψυχῆς. Διότι κάθε ἄλλη ἀρετή εἶναι σάν φάρμακο ἀντίδοτο πρός τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς καί τά κατερριζώμενα πονηρά παθήματα ἀπό τή ραθυμία.[11]
Ἡ ἡσυχία ὅπως τήν ἐβίωσε ἡ Παναγία δέν εἶναι ἀδράνεια. Εἶναι κοπιώδης πνευματική ἐργασία, εἶναι συνεχής ἀγών πνευματικῶν καρδιακῶν ἀναβάσεων, πού μόνο ψυχές ἐκκαιόμενες ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί χαριτωμένες ἀπό τήν θεία Χάρι ἠ-μποροῦν νά ἀναλάβουν. Ἡ Θεοτόκος, ἐγκαινίασε στόν κόσμο τήν ἡσυχαστική ὁδό ἀναβάσεως πρός τόν Θεό: ” Ἀποβάλλοντας λοιπόν ἡ Πάναγνος ὅλες (τίς σχέσεις) ἀπό αὐτήν τήν ἀφετηρία τοῦ βίου της (καθώς λένε), ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους. καί ἀποφεύγοντας τόν ἔγγαμο βίο,προτίμησε τήν ἀόρατη σέ ὅλους καί ἀσυνδύαστη ζωή, διαβιώνοντας μέσα στά ἄδυτα, (Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ Ναοῦ), ὅπου λυμένη ἀπό κάθε δεσμό καί ἐκτινάσσοντας κάθε σχέσι καί ὑπερνικώντας καί αὐτήν τή συμπάθεια πρός τό δικό της σῶμα, συνένωσε τόν νοῦ μέ τήν στροφή καί τήν προσοχή πρός τόν ἑαυτόν της (τήν καρδιά) καί μέ τήν ἀδιάλειπτη θεία προσευχή (πού ἔδωσε στόν νοῦ της). Καί ἀφοῦ εἰσῆλθε δι’ αὐτῆς ἐντός τοῦ ἑαυτοῦ της, καί ὑπερέβηκε τόν πολύμορφο συρφετό τῶν λογισμῶν καί, γιά νά μιλήσω μέ ἁπλᾶ λόγια, κάθε εἴδους (νοήματα), οἰκοδόμησε καινούργια καί ἀπόρρητη ὁδό πρός τούς οὐρανούς, γιά νά μιλήσω ἔτσι, τήν νοητή σιγή. Καί προσηλώνοντας σ’ αὐτήν τόν νοῦ ὑπερίπταται πάνω ἀπό κάθε κτιστό, καί βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ πολύ ἀνώτερα κι ἀπό τόν Μωϋσῆ καί ἀντικρύζει τήν θεία Χάρι, πού δέν ὑποπίπτει καθόλου στίς αἰσθήσεις, ἀλλά εἶναι εὔχαρι, καί ἱερό θέαμα τῶν ἀμολύντων ψυχῶν καί νόων. Ἐπιτυγχάνοντας λοιπόν αὐτό τό θέαμα, γίνεται σύμφωνα μέ τούς θείους ὑμνωδούς,νεφέλη φωτεινή τοῦ ὄντως ζῶντος ὕδατος καί αὐγή μυστικῆς ἡμέρας καί πρυρίμορφο ὄχημα τοῦ Λόγου. [12] Γι’ αὐτό καί ἀφοῦ μέ αὐτές τίς τελειότατες θεωρίες ἔφθασε σέ τελεία καθαρότητα καί ἀφοῦ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ἑνώθηκε καί ἔγινε ὁμοία μέ τόν Θεό, μοναδική ἀπό τούς ἀνά τούς αἰῶνες ἀνθρώπους”.[13]
Ὁ ἀναγνώτης μπορεῖ νά πληροφορηθῆ γιά τήν ἡσυχαστική-ἀσκητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό τά ἔργα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, σχετικά μέ τήν Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία, 4 τόμοι, ἔκδοση Ἱ. Μονῆς Πελαγίας.
Tό θέμα τό ὁποῖον ἐπέλεξα διά νά σᾶς μιλήσω εἶναι τό θέμα τῆς προσευχῆς τό ὁποῖον τόσον συνδέεται μέ τήν πνευματικήν ζωήν τῶν χριστιανῶν.[14] Ἡ προσευχή ἀποτελεῖ ἕνα θέμα τό ὁποῖον ἀποτελεῖ τήν καρδίαν τῆς πίστεώς μας χωρίς τό ὁποῖον δέν μπορεῖ νά νοηθῇ πνευματική ζωή, χριστιανική ὀρθόδοξος ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ προσευχή προϋποθέτει μίαν ἀδιάλειπτον προσπάθειαν συνομιλίας καί ἑνώσεως μέ τόν Θεόν ἀπό τόν ὁποῖον προερχόμεθα καί εἰς τόν ὁποῖον πάλιν ἐπιστρέφωμεν. Ἑπομένως, ἡ προσευχή, εἶναι ἕνα ἀπό τά κέραια θέματα (τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς) ὄχι μόνον ὡς οὐσιώδης ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καί ὡς μέσον ἑνώσεως μέ τόν Θεόν ἀλλά καί ὡς στοιχεῖον τό ὁποῖον κρίνει τόν βαθμόν τῆς χριστιανικότητός μας. Διότι εἶναι ἀδύνατον νά νοηθῇ χριστιανός ὀρθόδοξος χωρίς νά εὑρίσκεται εἰς ἀδιάλειπτον ἐπαφήν μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς ὅπως λέγει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ τήν σύστασίν του:” ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε”. Ὁ Κύριός μας: “ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεσθε” καί γενικῶς ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑπογραμμίζουν τήν ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς[15] ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τόν πνεύμονα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καί χωρίς τήν ὁποίαν δέν μποροῦμε νά νοηθοῦμε χριστιανοί. Εἶναι θά ἔλεγε κανείς ἀδελφοί μου ἡ προσευχή τό πιό χαρακτηριστικό γνώρισμα αὐτῆς τῆς ἀνθρωπίνης ὑποστάσεώς μας ὡς λογικῶν ὅντων καί ὡς ἕνα μέσον διά τοῦ ὁποίου ἑνούμεθα μέ τόν Θεόν καί μαρτυροῦμεν μέ τήν ἀδιάλειπτον τήν ἄρρηκτον σχέσιν πού ἔχομεν μέ τόν Πατέρα Δημιουργόν μας. Γι’ αὐτό λοιπόν εἶπα: “ὅτι αὐτό τό θέμα πρέπει νά μᾶς ἀπασχολῇ πάντοτε ἀδελφοί μου, καί αὐτό μάλιστα γιατί ἡ προσευχή εἶναι κάτι στό ὁποῖο προσκρούωμε οἱ πολλοί διότι ἡ προσευχή προϋποθέτει κάτι τό ὁποῖον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν ἁγίων Πατέρων ὀνομάζεται ἀμεριμνίαν,[16] ἡσυχίαν, προϋποθέσεις ἐντελῶς ἀπαραίτητες. Καί ξέρετε ὅτι δημιουργεῖται ἕνα εἶδος ἀντινομίας θά ἔλεγε κανείς ἀπό τό γεγονός νά θέλῃ κανείς νά προσευχηθῇ ὑπό την προϋπόθεσιν ὅτι θέλει νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεόν σέ συνθῆκες καταλυτικές, ὅπως εἶναι οἱ σύγχρονες συνθῆκες τῆς ζωῆς μας κατά τίς ὁποῖες διασπᾶται ἡ ἑνότης τῆς ψυχῆς κατακερματίζεται ἡ καρδία καί δέν μποροῦμεν νά ἀναφερθοῦμεν εἰς τόν Θεῖον.
Θά ἔλεγε κανείς ὅτι συνδέεται ἡ προσευχή μέ τήν προσπάθειαν ἐκτοπίσεως ὅσων τό δυνατόν περισσοτέρων διαφόρων μεριμνῶν τῆς ἀφαιρέσεως ὅσων τό δυνατόν περισσοτέρων στοιχείων τά ὁποῖα παρεμβάλλονται ἐμποδιστικῶς μέσα στήν προσπάθειάν μας νά τά προσπεράσωμεν καί νά ἑνωθοῦμε μέ τό Θεῖον. Ἑπομένως ἡ προσευχή εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα ἀθλήματα γι’ αὐτό μάλιστα καί οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν θεωροῦν ὡς καθρέπτην τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τῶν χριστιανῶν[17] . “Πές μου πώς προσεύχεσαι νά σοῦ πῶ ποιός εἶσαι”. Καί ξέρετε ἀδελφοί μου ὅπως εἶπα προηγουμένως, ὅτι εἶναι τρομακτική ἀντινομία νά σκεφθῇ κανείς ὅτι ἔχοντες τήν συνείδησιν ὅτι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος καί ἔχοντες αὐτόν τόν νοερόν ἐργαστήριον, ἔχοντες αὐτήν τήν ποιότητα τήν πνευματικήν ὡς νοερά ὅντα, ὡς ψυχοπνευματικῶν ἀνήκοντες περισσότερον εἰς τόν Θεόν καί ὁλιγότερον εἰς τόν κόσμον νά μήν ἔχωμεν τήν δυνατότητα ἤ τουλάχιστον νά ἐμποδιζόμεθα τόσον πολύ ἀπό τήν προσευχήν.[18]
Βέβαια περί τῶν μοναχῶν δέν γίνεται κἄν λόγος καί θά ἔλεγε κανείς εἶναι ἕνα τάγμα τό ὁποῖον ἀδιαλείπτως προσεύχεται ἀκριβῶς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἔχουν εξασφαλισμένες τίς προϋποθέσεις τῆς προσευχῆς πού εἶναι ἡ ἀμεριμνία καί ἡ ἡσυχία.[19]
Ἡ ζωή μας εἶναι ὁργανωμένη ὅπως θά τό ξέρετε ἔτσι ὥστε ἡ ψυχή τοῦ μοναχοῦ ἀπηλλαγμέγη ἀπό διάφορες ὀχλήσεις ἐξωτερικῶν πραγμάτων χωρίς εἰκόνες, χωρίς τύπους τίς διασπαστικές μέριμνες, χωρίς νά ἔχουν τήν ἐμποδιστικήν τῶν διαφόρων ἀνθρωπίνων περιπασμῶν, ἀντίρρησιν, τήν ἄρνησιν νά μποροῦν νά ἔχουν αὐτήν τήν δυνατότητα τῆς ἀμεσότερης προσευχῆς γι’ αὐτό μάλιστα θά ἔλεγε κανείς εἶναι οἱ ὑμνητικοί ἐρωδιοί, εἶναι πνεύματα ἀδιαλείπτως κινούμενα στόν χῶρο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἑνώσεως μέ τόν Θεόν. Οἱ μοναχοί ἰδίως μάλιστα οἱ ἡσυχασταί ἀπό τούς ὁποίους ἔχουν ἀναδειχθεῖ μεγάλοι Πατέρες θεολόγοι εἶχαν αὐτήν τήν ἱκανότητα καί τήν ἐνέργειαν τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἦσαν μέσα εἰς τόν χῶρον τόν ἡσυχαστικόν καί ἐάν μέσα εἰς τήν ἡσυχίαν ἀπαιτεῖται μία προσπάθειαν διά τήν ἑνότητα μέ τήν προσευχή εἶναι προφανές ὅτι ἐσεῖς ἔχετε ἐδῶ εἰς τόν κόσμον “περιπεπληγμένη ταῖς τοῦ βίου πραγματεῖες”, περισσοτέραν τήν ἀνάγκην αὐτῆς τῆς προσπαθείας ὑπερβάσεως τῶν διαφόρων ἐμποδίων τῶν ὁποίων ἐγείρονται εἰς τήν ζωήν σας διά νά μπορέσετε νά ἔρθετε εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον.[20]
Κατ’ ἀρχήν ἀδελφοί μου ὅταν λέγωμεν προσευχήν ἐννοοῦμε αὐτό πού λέγουν οἱ Πατέρες εἶναι ὁμιλία ἐν τῆ ἐννοία του ὁμοῦ δηλ. τῆς ἑνότητος κάνωμεν μίαν προσπάθειαν ἑνώσεως καί ἑνότητος μέ τόν Θεόν. Εἶναι μία χάρις ἰδιαιτέρα εἰς τόν ἄνθρωπον ἀλλά διά νά πραγματοποιηθῇ αὐτή ἡ ἑνότης δέν φθάνει μόνον ὅπως εἶπα προηγουμένως νά εἴμαστε ἀπηλλαγμένοι ἀπό τίς πολλές μέριμνες καί μήν ξεχνᾶτε πώς καί ἡ προσευχή εἶναι μία ἀπό τις λειτουργίες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς μέσα στά πλαίσια ὅλων τῶν ἄλλων προσπαθειῶν διά νά ἀπαλλαγῇ ἡ ψυχή μας ἀπό τά διάφορα πάθη καί ἀπό τίς διάφορες παρενέργειες. Δηλ. δεν μποροῦμε νά ἐννοήσουμε προσευχήν ἐάν δέν τηροῦμε τάς ἐντολάς[21] μίαν ἐκ τῶν ὁποίων καί ἐκ τῶν θεμελιωδεστέρων εἶναι ἀδελφοί μου·” μή μεριμνᾶτε τί φάγετε ἤ τί ἐνδύσητε ..κλπ”. Καί νά μήν διασποῦμε τήν προσευχή μας μέ αὐτές τίς μέριμνες, τίς καθημερινές ἀναπόφευκτες δέ ἀλλά ἐπειδή εἶναι ἀναπόφευκτες μποροῦν νά ἀντιμετωπιστοῦν. Πῶς; Μέ τήν πίστιν. Ἡ πίστις εἶναι αὐτή ἡ ὁποία μᾶς ἱκανώνη ὥστε τίς μέριμνες οἱ ὁποῖες εἶναι μέσα στό δρόμο τῆς συνθέσεως τῆς οἰκογενειακῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς εἶναι ἀναπόφευκτες ὅμως μποροῦν νά γίνουν χωρίς προσπάθεια. Νά γίνονται μέ πνεῦμα πίστεως μέ καρδίαν ὑψωμένην εἰς τόν Θεόν ἔτσι ὥστε νά ἐνεργῇ ὁ ἄνθρωπος μέσα εἰς τήν ζωήν του μέ πίστιν καί μέ ἀπάθεια. Δηλ. νά γίνεται αὐτό τό ὁποῖο λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: “χρώμενοι τῷ κόσμῳ καί οὐ καταχρώμενοι” Νά εἴμαστε μέσα εἰς τά πλαίσια τοῦ πιστεύοντος ἀνθρώπου πού εὑρῆκε θέσι συνεργείας μέ τόν Θεόν καί δέν παραδίδει τόν ἑαυτόν του, τήν ψυχήν ὅπως λέγει ὁ Κύριος διά τῆς μερίμνης νά διασπᾶται καί νά κατακερματίζεται ἡ ἑνότης. Ἡ ἑνότης δέ τῆς ψυχῆς ἀδελφοί μου, συνίσταται εἰς τήν μετριοπάθειαν εἰς τήν ἀπάθειαν, δηλ. ὅταν ἔ-χουμε μέριμνες ἐξωτερικές νά μήν ἔχουμε, ὅταν ὅμως ἔχουμεν πάθη εἰς τήν ψυχή μας καί εὑρισκόμενοι μέσα εἰς χώρους ἡσυχαστικούς καί τότε ἀκόμη δέν ἔχουμε τήν βασικήν προϋπόθεσιν τῆς προσευχῆς ἐφ’ ὅσον τά πάθη τά ἴδια διασποῦν καί περισποῦν αὐτήν τήν ἑνότητα. Δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά ἑνωθοῦμε γι’ αὐτό μάλιστα καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅταν ἔλεγε διά νά ἑξάρη τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἑνοποιήσεως τῆς ψυχῆς προκειμένου νά προσευχηθῇ ὁ ἄνθρωπος, ὁ χριστιανός ὁ μοναχός ἔλεγε: “ὅταν τό ἑνιαῖον τῆς ψυχῆς γίνεται τρισσόν μένον ἑνιαῖον ἀνέρχεται εἰς τήν θεανδρικήν Τριάδα, ὑπεράνω καθεστώς σαρκός κόσμου καί κοσμοκράτορος καί δημιουργεῖ μίαν ἑνότητα δηλ. ὅταν τό τρισσόν ἐννοεῖ τήν ψυχήν μας ὡς οὐσίαν, τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς μας, τήν διανοητικότητα καί τήν βούλησίν μας τήν ἀγαπητικήν.[22] Πρέπει νά συνέλθουν οἱ παράγοντες αὐτοί διά νά μποροῦμε νά ἀναβαίνωμεν εἰς τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς. Ὅπως μάλιστα καί ὁ μέγας Βασίλειος σέ ἕνα ἄλλο σημεῖον λέγει ὅτι: “νοῦς μή σκυ-δεννύμενος ἐπί τά ἔξω μηδέ διά τῶν αἰσθητηρίων διά τόν κόσμον ἐπάνω δέ πρός ἑαυτόν καί πρός τοῦ Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει κα-κείνῳ τῷ κάλλει περιλαμπόμενος…..λαμβάνη”.[23]
Πάλιν οἱ ἅγιοι Πατέρες τονίζουν αὐτήν τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἑνοποιήσεως, δέν μποροῦμε ἐν Χριστῷ ἀδελφοί μου νά ἔχουμε προσευχήν ἐάν δέν ἔχουμε κάποιαν ἑνοποίησιν καί δέν μποροῦμε νά προσευχόμεθα ὅταν ἔχουμε κατακερματισμένες τίς ψυχές μας ἀπό τίς διάφορες μέριμνες κι ἄν δέν ἀντιμετωπίζουμε τά διάφορα προβλήματά μας διά τῆς πίστεως ὥστε ἡ ψυχή παραμένουσα σέ κάποιον βαθμόν ἀπαθής ἤ μετριοπαθής νά μπορῇ τουλάχιστον νά ἔρχεται εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον.
Ξέρετε ὅτι προσευχές ἔχουμε πάρα πολλές, πολλά εἴδη. Ἔχουμε Ἐκκλησιαστικές προσευχές, ἔχουμεν τίς ἐκτεταμμένες προσευχές, τίς στενώτερες τό: “Πάτερ ἡμῶν…” διάφορες αὐτοσχέδειες προσευχές πού ἔχουν κάνει οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἐκεῖνες οἱ προσευχές οἱ ὁποιες προσχεδιάζουν πρός στούς μοναχούς: “ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ” καί “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό” κ.λ.π.[24] Μάλιστα καί ἡ εὐχή αὐτή ἡ νοερά λεγομένη προσευχή ἀποδεικνύει μέ τήν ἐλαχιστότητα μέ τούς πέντε λόγους ἀπό τούς ὁποίους συγκροτεῖται ἀποδεικνύει πώς ὅσο περισσότερο ἑννοποιεῖται ἡ ψυχή τόσο περισσότερον ἐπιτυγχάνει αὐτήν τήν ἑνότητα με τόν Θεόν.[25] Βέβαια, ὅπως εἶπα προηγουμένως ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔχουν ὁρίσει τήν προσευχήν ὡς τήν μεγαλυτέραν πνευματικήν κατάστασιν τοῦ ἀνθρώπου καί ὡς τό κάτοπτρον τῆς πνευματικότητός του. Γιατί ἀκριβῶς ὁ νούς μας διακεχυμμένος εἰς τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου διά τῶν αἰσθητηρίων καί προπαντός διά τῶν ἐνεργούντων παθῶν μέσα εἰς τήν ψυχήν μας πρός τά διάφορα ἀντικείμενά των προκαλεῖται μία σύγχυσις προκαλεῖται μία διάσπασις, προκαλεῖται ἕνας κερματισμός αὐτής τῆς ἑνότητος. Γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά νοηθῆ προσευχή ὡς ἐπιδιωκομένη ἐνέργεια καί ἐπιθυμία νά ἑνούμεθα μέ τόν Θεόν παρά μέσα στά πλαίσια ἐργασίας τῶν ἐντολῶν, ὅσον περισσότερον ἐργαζώμεθα τίς ἐντολές, ὅσον περισσότερον ἐλευθερούμεθα ἀπό τά πάθη ὅσον περισσότερον ἀγαπῶμεν τόν Θεόν ὅσον περισσότερον ταπεινούμεθα καί συντριβώμενοι ἐν ταπεινώσει τόσον πιό πολύ ἔχουμε τίς ἀναγκαῖες προϋποθέσεις καί τούς ὅρους διά νά ἔλθωμεν εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον καί νά ἐκφράσουμε ἐν στεναγμοῖς ἀλαλλήτοις τούς πόθους καί τά αἰτήματά μας. Εἶπα ἀδελφοί μου ὅτι δέν μπορεῖ νά νοηθῇ προσευχή χωρίς αὐτές τίς προϋποθέσεις πράγματι.[26]
Ἐμεῖς στό Ἅγιον Ὄρος ἐπειδή λόγω τῆς ὁργανωμένης μοναχικῆς ζωῆς εἴμαστε ἀπηλλαγμένοι ἀπό τίς μέριμνες τίς δικές σας μποροῦμε νά ἀφήνουμε τόν νοῦν μας ἐλεύθερο νά πετᾶ εἰς τόν Θεόν εἴτε μέ τήν προσευχήν αὐτή εἴτε μέ μελέτες Θεολογικές, εἴτε μέ θεωρίες πνευματικές ἔτσι ὥστε νά ἐπιτυγχάνωμε τήν ἀμεσοτέραν ἐπαφήν μέ τό Θεῖον. Μάλιστα αὐτή ἡ ἐπαφή εἶναι αἴτημα τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Αἴτημα δηλ. τοῦ Χριστοῦ ἑρμηνευμένο ὀρθοδόξως. Διότι ὅταν λέγη ὁ Χριστός: “ἐγώ θέλω νά εἶμαι ἐν ἡμῖν καί ὑμεῖς ἐν ἐμοί, (ἐγώ μέσα σας καί ἐσεῖς μέσα μου) δηλ. ζητᾶ μίαν ἀγαπη-τικήν, ἐρωτικήν θά ἔλεγε κανείς ἀλληλοπεριχώρησιν, μίαν ἕνωσιν πραγματικήν ἡ ὁποία μάλιστα θά ἐκφράζεται καί μέ τό εἰκονικόν ἐκεῖνο τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου: “Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος καί ὑμεῖς τά κλήματα”. Ἄμπελος εἶναι, ὄχι τό ἀμπέλι πού κακῶς τό ἑρμη-νεύουν τινές, εἶναι τό κλῆμα καί τά κλήματα εἶναι οἱ παραφυᾶδες τῶν κλημάτων γιά νά παρουσιάση αὐτήν τήν ἀδιάσπαστη καί θά ἔλεγε κανείς ὁργανική ἕνωσι τοῦ κλήματος μέ τίς παραφυᾶδας μέ τίς κληματσῖδες μέ τά κλήματα. Μᾶς θέλει λοιπόν, ἀποτελεῖ αἴτημα, γι’ αὐτό μάλιστα καί ὁ θεῖος Παῦλος συνεχῶς μᾶς ὑπομιμνήσκη ὅτι: “ἐμεῖς οὐκ ἔχωμεν ὦδε μένουσαν πόλιν, τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τά συνεχῶς τά ἄνω ἀφοῦ καί τό πολίτευμα ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει”.
Μέσα στήν Ὀρθοδοξίαν ἀδελφοί μου ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχουμεν ὡς πλοῦτον ἄρρητον καί ὡς εὐεργεσίαν ἀνέκφραστην ἀπό τόν Θεόν εἶναι αὐτή ἡ δυνατότης τήν ὁποίαν μᾶς ἔχει δώσει ὡς πλάσματα, ὅπως εἴμαστε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσίν Του νά φθάσουμε νά γίνουμε ὅμοιοι μέ Αὐτόν. Ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅλες οἱ ἀρετές οἱ ἐνεργούμενες διά τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ δέν ἑνώνουν μέ τόν Θεόν ἀλλά παρασκευάζουν καταλλήλως τό ἔδαφος διά νά ἐνωθοῦμε μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς. “Ὅντες λοιπόν κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν καί ὁδηγούμενοι μέ τήν ἐλευθερίαν πού ἔχουμε μέ τό καθ’ ὁμοίωσιν καί μέ τήν δυνατότητα ὁμοιώσεως μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς ὁδηγούμεθα εἰς τήν θέωσιν. Ὅπως λέγει ἕνα δοξαστικό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ: “….ἦλθεν ἵνα τοῦ χείρονος μεταλαβών ὁ Χριστός μεταδῶ μοι τοῦ βελτίονος. Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, καί Θεός ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν· ἄνθρωπος γίνεται Θεός ἵνα Θεόν τόν Ἀδάμ ἀπηργάσηται”. Μᾶς θέλει, ὅπως Αὐτός εἶναι Θεός κατά φύσιν νά γίνωμεν Θεοί κατά χάριν, καί γινώμεθα μέσα εἰς τό χῶρον τῶν ἐντολῶν ὅπως λέγει μάλιστα ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ὁ μέγας ἐκεῖνος πατήρ ὅτι: “ἡ πρός Θεόν ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις ταῖς τῶν σεβα-σμιωτάτων ἐντολῶν ἱερουργίες καί ἀγαπήσεσιν μόνοις τελεῖται”. Διά τῶν ἐντολῶν λοιπόν ὁδηγούμεθα ἀλλά θεούμεθα ὅμως καί ὁμοιούμεθα διά τῆς προσευχῆς. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων δογματικῶν καί μυστικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ὑπέστη τόσας προσβολάς ἀπό τήν Δυτικήν Θεολογίαν ὥστε νά ἀποβῆ ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων, θά ἔλεγε κανείς, ὑπερασπιστῶν τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἶχεν ὡς βάσιν τήν προσευχήν καί ὅλη του ἡ Θεολογία του στρέφεται περί τήν προσευχήν ὑπό τήν προϋπόθεσιν βεβαίως τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν. Γι’ αὐτό μάλιστα στίς διάφορες ἐκφάνσεις ἀντιλογίας πρός τόν Βαρλαάμ τόν Καλαμβρόν, αὐτόν τόν μοναχόν ὁ ὁποῖος κατεδικάσθη ὑπό τῶν Συνόδων του 14ου αἰῶνος, διετύπωνε συνεχῶς τήν ἄποψιν ὅτι πρέπη νά φεύγουν πολλά περιττά πράγματα καί μάταια ἀπό τήν ψυχήν τοῦ Ὀρθοδόξου, προκειμένου νά γίνη τέλειος. Γι’ αὐτό καί ἐπικαλεῖται ὁ Κύριος: “εἰ θέλης τέλειος εἶναι ὕπαγε πώλησον τά ὑπάρχοντά σου, διάδως πτωχοῖς καί δεῦρο ἀκολούθει μοι..” κ.λ.π. Δηλ. δέν μποροῦμε νά ἀναχθοῦμε εἰς τό Θεῖον δέν ἠμποροῦμεν νά ἑνωθοῦμε παρά μόνον ἀφαιροῦντες συνεχῶς τά μάταια καί τά περιττά. Βέβαια ἀδελφοί μου ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου στήν σύγχρονη ἐποχή καί μάλιστα ὑπό τό πρίσμα τῆς ὑφέσεως τῆς πνευματικῆς τήν ὁποίαν ἐφιστάμεθα ἐξ ἀφομῆς τοῦ ἐπηρεασμοῦ τῆς κοσμικῆς ζωῆς μέ τίς κοσμικές μέριμνες κ.λ.π. φαίνεται ἀπραγματοποίητος ἐν τούτοις ὅμως εἶναι ἐπιβεβλημμένη “γίνεσθε τέλειοι, γίνεσθε ἅγιοι ὅπως ὁ πατήρ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐ ρανοῖς τέλειος ἐστί καί ἅγιος”. Εἶναι ἀνάγκη ὁπωσδήποτε νά αὐξάνωμεν τήν πίστιν μας καί αὐτό γίνεται μέ τήν φροντίδα τῆς ἐπιτελέσεως τῶν ἐντολῶν καί τῆς ἀδιαλείπτου εἰ δυνατόν ἐργασίας τῆς προσευχῆς.
Θά ἤθελα λοιπόν νά σᾶς ἀπασχολήσω γιατί ξέρετε ὁ νοῦς μας, ὅπως εἶπε καί ὁ Μ. Βασίλειος διαχέεται εἰς τόν κόσμον διά τῶν αἰσθητηρίων καί διασπᾶται ἡ ἑνότης καί πολλές φορές καί ἀπό ἄγνοια καί ἡ ζωή ἡ πνευματική θέλει τέχνην, εἶναι μία τέχνη θά ἔλεγεν κανείς ἀπό τήν γνώσιν. Ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. ἡ Παράδοσις τῶν ἁγίων Πατέρων, ἡ ἐμπειρία ἡ καθολική τῶν ἁγίων Πατέρων μᾶς διδάσκουν τήν τέχνην καί τήν γνῶσιν μέ τήν ὁποίαν δυνάμεθα νά γινώμεθα ἀληθινά χριστιανοί. Συνιστοῦν λοιπόν τήν ἀδιάλειπτον προσευχήν καί τήν συνιστοῦν διότι εἶναι τό ἀσφαλέστερον καί εὐκολότερον μέσον διά νά μποροῦμε νά κρατοῦμεν τήν ψυχήν μας καθαρή, ἀπρόσβλητη ὅσον τό δυνατόν ἑνοποιημένη καί νά μᾶς θωρακίζη ἀπό τίς διάφορες προσβολές τίς ὁποῖες ἐφιστάμεθα ἀπό τόν κόσμον, ἀπό τόν διάβολον καί ἀπό τά πάθη. Γι’ αὐτό νομίζω ὅτι ἕνα ἀπό τά μέσα τοῦ ἀποφασιστικοῦ χαρακτῆρος πού μᾶς ἐγγυῶνται μίαν πνευματικήν πρόοδον εἶναι τό νά μάθωμεν νά προσευχόμεθα. Ὅπως μάλιστα λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος τό πώς “δεῖ προσεύχσθε ἐν στεναγμοῖς ἀλαλλήτοις” καί ὅπως μάλιστα λέγει ἀλλοῦ: ” οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰμί ἐν Πνεύματι Ἁγίω”. Ὅταν λέμε μέσα εἰς αὐτήν τήν διάχυσιν τοῦ κόσμου εἰς τόν ὁποῖον εὑρισκόμεθα ὅταν ἐπιμελούμεθα τήν προσευχή αὐτήν καί κάνουμε δύο ἐργασίες, μίαν ἐπαναλαμβάνοντες τό ὄνομα, τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, τό γλυκύτατον ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας καί Σωτῆρος μας ἀπό τό ἄλλο μέρος καλλιεργοῦμεν τήν συντριπτικήν διάθεσιν τῆς ψυχῆς ἐν ταπεινώσει νά ἐκζητοῦμεν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν ἐπαναλαμβάνοντες αὐτό καί ἐκτοπίζοντες τά διάφορα ἄλλα νοήματα τότε σταδιακά εἰσερχόμεθα εἰς τήν καρδίαν μας καί τότε γίνεται μία ἀληθινή ἑνοποίησις πού “τό τρισσόν γίνεται ἑνιαῖον μένον τρισσόν” δηλ. ἡ ἐνέργεια καί ἡ οὐσία τοῦ νοῦ μας καί ἡ ἀγαπητική βούλησις μέ τήν ὁποίαν κάνωμεν μίαν ἑνότητα.
Μέσα λοιπόν εἰς τόν χῶρον αὐτόν ἀδελφοί μου μποροῦμε σταδιακά νά καθαιρόμεθα, νά καθαίρεται ἡ ψυχή μας ἀπό τά πάθη, διότι μήν ξεχνᾶμε ότι ὅλες οἱ κακίες, ὅλα τά πάθη προέρχονται ἀπό τήν κακήν καί μή ὀρθήν χρῆσιν τῶν λογισμῶν μας.[27] Τά πάθη σχηματίζονται ἀπό τήν ἐπανάληψιν τῶν λογισμῶν καί στερεώνονται μέσα καί γίνονται ὅπως λέγει καί ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ καί γίνονται σκληρές οὐσίες. Ἔτσι λοιπόν ὅταν φθάσωμεν σέ ἡλικία καί κατανοήσουμεν ποιά πάθη μᾶς καταδυναστεύουν, ποιοί λο-γισμοί μᾶς προσβάλλουν μονιμότερον πρᾶγμα ἐκφραστικόν παραμονῆς τῶν παθῶν πού βρίσκονται μέσα μας ὅταν τό κατανοήσωμεν αὐτό μέ κλαυθμόν νά παρακαλοῦμε τόν Θεόν νά μᾶς ἐλευθερώση διά τῆς ἀγωγῆς αὐτῆς τῆς μονολογίστου λεγομένης προ- σευχῆς νοερᾶς πού γίνεται ἀργότερα καρδιακή. Πολλοί χριστιανοί πού ζοῦν εἰς τόν κόσμον κυρίως δέν γνωρίζουν αὐτήν τήν ἀνθρωπολογικήν δομήν, καί δεν ξέρουν τίς λειτουργίες τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού νομίζουν ἄν δέν κάνωμεν κάποια ἐξωτερικά κακά ἤ ἄν κάνωμεν κάποια ἐξωτερικά καλά ὑποτίθεται ὅτι εἴμαστε ἀληθινοί χριστιανοί ἀλλά αὐτό εἶναι λάθος μεγάλο. Ὁ Χριστός δέν ἦρθε στή γῆ γιά νά μᾶς κάνη καλούς ἀνθρώπους καί νά τακτοποιήση τά ἤθη μας καί νά μᾶς δημιουργήση τίς προυποθέσεις μιᾶς, θά ἔλεγε κανείς, ἁρμονικῆς συμβιώσεως στόν χῶρον τῆς κοινωνικῆς καί ‘Εκκλησιαστικῆς μας ζωῆς. Ἦρθε γιά νά μᾶς θεώση.Ἑπομένως τό ἅπαν εὑρίσκεται μέσα εἰς τήν ψυχήν μας καί ἐκεῖ πού διαφιλονικεῖται ἡ τελειότης μας εἶναι ἀκριβῶς εἰς τόν χῶ-ρον αὐτόν ὁ ὁποῖος προσβάλλεται ἀπό τά πάθη ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ὅτι δέν ξέρωμεν νά κάνουμε ἀγωγήν εἰς τόν νοῦν μας. Θά ξέρετε ὅτι ὅλοι μας ἔχωμεν τήν πεῖρα ὅτι προσβαλλώμεθα ἀπό λογισμούς. Εἶναι τραγωδία ἀληθινή νά νομίζωμεν ὅτι οἱ ποικίλοι λογισμοί, οἱ κακοί λογισμοί ὅτι ἀγνοοῦνται ἀπό τόν Θεόν. Μέσα εἰς τήν σιωπήν τῆς λειτουργίας τῆς διανοητικῆς και πνευματικῆς νομίζωμεν ὅτι δέν βλεπόμεθα ἀπό τόν Θεόν, εἶναι λάθος. Διότι βλέπει τούς ἐλαχίστοτάτους λογισμούς καί τίς πλέον μικρές ἐλαχίστους κινήσεις τῆς καρδίας μας ὁ Θεός. Καί λοιπόν ἔτσι ἐάν ξέρωμεν τίς συνέπειες τῶν λογισμῶν θά δώσωμεν ὅλο τό βάρος, νά πέση ἀκριβῶς ἐπάνω στήν προσοχήν τῶν λογισμῶν.Ἐάν δέν προηγηθοῦν οἱ λογισμοί στόν νοῦ εἶναι ἀδύνατον νά θιγῇ ἡ ψυχή καί τά πάθη τά ἐνυπάρχοντα ἀκόμη εἰς τήν ψυχήν δέν διερεθίζονται ἐάν δέν λειτουργήσουν, ἐάν δέν ἐνεργήσουν οἱ λογισμοί. Γι’ αὐτό ὅλη ἡ προσπάθειά μας πρέπει νά τείνη εἰς τήν προσοχήν τῶν λογισμῶν ὥστε νά ἀναστέλλεται ἡ ἐπιδείνωσις τῶν λογισμῶν καί ἀκόμη νά δημιουργοῦμε προϋποθέσεις συνεχοῦς καθάρσεως καί συνεχοῦς ἀφαιρέσεως ἀπό τά ξένα στοιχεῖα πού εἶναι μέσα μας.
Κατά τήν διδασκαλίαν τῶν ἁγίων Πατέρων ὅπως εἶπα προηγουμένως τά πάθη σχηματίζονται ἀπό τήν κακήν χρῆσιν τῆς ἐλευθερίας μας διά τῆς ἀποδοχῆς καί ἐπαναλήψεως τῶν διαφόρων ποιότητος λογισμῶν.
Ἡ ἐργασία αὐτή ἀφιερώνεται στόν σεβαστό Γέροντα π. Θεόκλητο καί στή συνοδεία του ὡς ἕνα ἀντίδωρο τῆς ἀγάπης των.
10 Νοεμβρίου 2004, ἑορτή τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου.
[1] Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Ζαχάρωφ), “Περί προσευχῆς”,ἔκδ. βα,Ἱ. Πατριαρχική Μο-νή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ, Ἀγγλίας 1994, σελ.145).
[2] Ἀπόσπασμα ἀπό κείμενο τοῦ Γέροντα π. Θεοκλήτου μοναχοῦ Διονυσιάτου, δημοσιευμένο τά “Ἀθωνικά ἄνθη”, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ. 106. Διασκευασμένο στήν δημοτική.
[3] Ἡ νοερά ἄθλησις, ἤτοι περί προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ,Γέροντος Κλήμεντος, μετάφρασις ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ, Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους, 1976, ἔκδοσις 1η, σελ.281).
[4] Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθόδοξη πνευ-ματικότητα, ἔκδ. β. τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.31 καί ἑξῆς.
[5] π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Φωνή Κυρίου, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθή-να 1985, σελ. 86.
[6] Μητροπολίτου Νυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος”….., σελ.48 καί ἑξῆς
[7] Ἡ ἡσυχία εἶναι μιά ἁγιοπνευματική κατάσταση, πού ἐκφράζεται μέ τήν μετά-νοια καί τό (κατά Θεόν) πένθος. Γεννᾶται ὀργανικῶς ἐκ τῆς βαθείας μετανοίας καί ἐκζητήσεως τῆς φυλάξεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ δι’ αὐτῶν τῶν ἐντολῶν γεννῶνται οἱ ἀρετές.. Ἡ ταπείνωση καί ἡ ὑπομονή εἶναι τά δύο θεμέ-λιά της. Σκοπός της ὁ καθαρμός τῆς καρδιᾶς καί τοῦ νοῦ.
Ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ διά τῆς σωματικῆς ἒξωτερικῆς ἡσυχίας (πού εἶναι ἡ προσπάθεια νά μειώση ὁ ἄνθρωπος, κατά τό δυνατόν, τόν περιορισμό τῆς γλώσσης, τῆς ὁράσεως, τῆς ἀκοῆς καί τῶν λόγων. Νά μειωθοῦν οἱ ἐξωτερι-κές παραστάσεις, οἱ εἰκόνες πού δέχονται καί προσφέρουν στήν ψυχή οἱ αἰσθή-σεις).Ἡ ψυχική ἡσυχία ἔγκειται στό νά ἀποκτήση ὁ νοῦς τήν ἱκανότητα καί τήν δυνατότητα νά μή δέχεται καμμιά πειρασμική περιπλάνηση, διακατεχόμενος ἀπό τήν νήψη (ἐγρήγορση) καί τήν κατάνυξη νά εἶναι στραμμένος μέσα στήν καρδιά. Ὁ νοῦς ἑνώνεται ἐν Ἁγίω Πνεύματι μέ τήν καρδιά καί τότε γίνεται ἀδι-άλειπτη προσευχή στήν καρδιά.Τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύ-ματος”. (Μητροπολίτου Ναυπάκτου, κ. Ἱεροθέου, “Καιρός τοῦ ποιῆσαι.” Ἱ.Μ. Πελαγίας, β, ἔκδ. 2000, σελ. 72-80)
[8] Οἱ ἅγιοι Πατέρες μιλώντας γιά τήν κάθαρση ἐννοοῦν τήν κάθαρση τῆς καρ-διᾶς ἀπό τούς λογισμούς πού παραμένοντας στήν καρδιά γίνονται πάθη.Νά θε-ραπευθοῦν οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς). (Μητροπολίτου Ναυπάκτου, κ.Ἱεροθέου, “Καιρός τοῦ ποιῆσαι.”….σελ.131)
[9] Μητροπολίτου Νυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθόδοξη πνευ-ματικότητα, ἔκδ. β. τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.44, 51-53.
[10] Ἀρχιμ. Γεωργίου Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, ἔκδ.β, Ἱ.Μ. Ὁ-σίου Γρηγορίου, Ἁγίου Ὄρους, 1998,
[11] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, πρός Μοναχήν Ξένης, Φιλοκ. τ. Δ, σελ. 170 -171.
[12] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, πρός Μοναχήν Ξένης, Φιλοκ. τ. Δ, σελ. 170 -176.
[13] Ὁμιλίαι, ἔνθ ἀνωτέρω, σελ. 177.
[14] Βασικές προϋποθέσεις τῆς πνευματικῆ ζωῆς εἶναι:”Ἡ θέλησις, ἡ θυσία, ἡ χά-ρις. Οὔτε μόνη ἡ θέλησις, οὔτε μόνη ἡ θυσία, οὔτε μόνη ἡ χάρις. Προηγεῖται ἡ θέλησις τοῦ ἀνθρώπου, ἀκολουθεῖ ἡ θυσία καί ἕπεται ἡ χάρις. Σπανιωτάτη εἶ-ναι ἡ ἀντιστροφή τῆς ἀκολουθίας ταύτης. Ἀλλ’ ὅταν λέγωμεν θυσίαν ἐννοοῦ-μεν τήν ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν. Διότι ἡ ἐκτέλεσις τῶν ἐντολῶν ἀπαιτεῖ θυσίας καί μάλιστα μεγάλας μάλιστα θυσίας. Διατί εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεσις τῆς μετά τοῦ Χριστοῦ μυστικῆς ἑνώσεως, ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν; Διότι καθαίρομεν τήν καρδίαν ἀπό τῶν ψεκτῶν (ἀξιοκατακρίτων) παθῶν καί ἑτοιμάζομεν οὕτω τόπον πρός τόν εἰπόντα:”ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσο-μεν. Ἤ καί καθαιρομένης τῆς καρδίας ἀπό τῶν παρά φύσιν παθῶν, ἡ ἐν ἐν αὐ-τῇ χάρις, ἥν ἐλάβομεν διά τοῦ Βαπτίσματος, ἀνάλάμπει κατά τό μέτρον τῆς κα-θάρσεως”.(Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικά Ἄνθη, ἐκδ. Παπαδημη-τρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ.49)
[15] “Περισσότερο ἀπό ὅλα ἀγάπησε τήν προσευχή, λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος,, διότι σέ φέρνει κοντά τοῦ καρποῦ, πού ἡ γλῶσσα ἀδυνατεῖ νά τόν ἐξηγήσει”. (Λόγος λδ΄)
[16] “Τό ἀπερίσπαστο καί τό ἀμέριμνο φέρνουν τήν ἐσωτερική ἡσυχία καί τήν πν-ευματική ἐπιτυχία. Οἱ μέριμνες ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὑπάρχη πο-λύς περισπασμός, ὑπάρχουν πολλά πνευματικά παράσιτα καί οἱ πνευματικοί ἀ-σύρματοι δέν ἐργάζονται μέ σήματα καλά.
Πρέπει νά ζητοῦμε πρῶτα τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καί αὐτή νά εἶναι ἡ μέρι-μνά μας, καί ὅλα τά ἄλλα θά μᾶς δοθοῦν. (Ματ.6,33). (Γέροντος Παϊσίου Λόγοι “τ. Α, “Μέ πόνο καί μέ ἀγάπη, ἔκδ.Ἱερόν Ἡσυχαστήριον “Εὐαγγελιστής Ἰωάν-νης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης,1998, σελ. 200).
Ἀμεριμνίαν ἀπό κάθε πρᾶγμα, δηλ. νέκρωσις ἀπό ὅλα, ὁποῦ νά μήν σέ ἐλέγχη ἡ συνείδησις εἰς κανένα πρᾶγμα”. Ἡ νοερά ἄθλησις, ἤτοι περί προσευχῆς τοῦ Ἰη-σοῦ,Γέροντος Κλήμεντος, μετάφρασις ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ, Κατουνάκια Ἁγίου Ὄ-ρους, 1976, ἔκδοσις 1η, σελ.211).
[17] Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, Κλῖμαξ, λόγος κη, περί προσευχῆς παρ. 38)
[18] Προσευχή καί λαϊκοί.Οἱ χριστιανοί πού ζοῦν στόν κόσμο ἡ προσευχή τους δέν εἶναι καθαρή, δηλ. δέν μποροῦν νά συγκεντρωθοῦν, παρεμβαίνουν λογι-σμοί καί ἀποροῦν. Ἡ καθαρή προσευχή εἶναι δῶρο Θεοῦ, καί θά τήν δώσει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν πλευρά του θά κάνει αὐτό πού πρέπει νά κάνει. Τί μένει λοιπόν στόν ἄνθρωπο; Στόν ἄνθρωπο μένει ἁπλῶς νά κάνει προσευχή. Ἡ ποσότητα τῆς προσευχῆς λέγει ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου “περιπέτειες ἑνός προ-σκυνητοῦ” . Καί αὐτό τό τονίζουν ὅλοι οἱ Πατέρες. Στήν προσευχή σου ἔφυγε ὁ νοῦς; Τό ἔργο σου εἶναι πάλι νά τόν φέρεις, καί πάλι θά φύγει καί πάλι νά φέ-ρεις τό νοῦ. Ἔτσι θά δείξεις στόν Θεό τήν καλή σου διάθεση, ἔτσι θά δεῖ ὁ Θεός τήν φιλοτιμία σου καί θά σέ δεχθεῖ. Μήν κάνεις προσευχή καί αὐτοδικαιώνεσαι καί περιμένεις ἀπό τόν Θεό τρόπον τινά πληρωμή. Δέν εἶναι ἔτσι. Νά ζητοῦμε γιά νά μᾶς δώσει ὁ Θεός: ” αἰτεῖτε καί δοθήσετε ὑμῖν” (Λουκ. 11, 9). Πῶς θά ζη-τᾶμε; Μέ ταπείνωση, μέ μετάνοια, μέ πίστη. Νά προσπαθήσουμε μέσα ἀπό τήν καρδιά, ἔστω καί ἄν εἶναι ἀκάθαρτη, προσπάθησε νά λές τήν προσευχή σου ἀδιαλείπτως.
Νά λές τήν εὐχή μέ συναίσθηση, μέ μυστηριακή ζωή (σελ. 249). Ὁ ἄνθρωπος, ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου διακρίνεται σέ τρία ἄς ποῦμε μέρη: Εἶναι ὁ νοῦς εἶναι δηλ. ἡ νοητική δύναμη ὁ νοῦς,εἶναι ἀγαπητική δύναμη πού εἶναι ἐκεῖ τό συναίσθημα καί ἡ βούληση (καρδιά), καί εἶναι καί ἡ λο-γιστική δύναμη. Δηλ. ὁ ἄνθρωπος ἔχει νοῦ, καρδία, ἀγαπᾶ, χαίρεται,ὁ ἄνθρωπος ἔχει λόγον ἤ μιλάει ἐκφώνως καί ἀκούγεται ἤ μιλάει ἀπό μέσα του. Ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος, ὅπως καί ἡ καρδία. Γι’ αὐτό λένε οἱ Πατέρες “δῶσε δουλειά στόν νοῦ” γιατί θά βρεῖ ἄλλα πράγ-ματα. καί δουλειά ἐννοοῦν τήν εὐχή, νά ἐπικαλειται ὁ νοῦς τόν Χριστό. Θά λές μέ τήν λογιστική δύναμη τήν εὐχή, ἀκατάπαυστα, ὅσο μπορεῖς. Μέ τήν εὐχή ἀναγκάζεις τόν νοῦ νά προσέχει ἐκεῖ θέλει δέν θέλει. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλί-μακος λέει: ” Ἐγκλείειν τόν νοῦν εἰς τά λόγια” Λέει ὁ π. Σωφρόνιος ὅτι: ὅταν ὁ νοῦς, ἡ νοητική δύναμη καί ἡ ἀγαπητική δύναμη ἑνωθοῦν – καί ἑνώνονται αἀτά γύρω ἀπό τό ὄνομα τοῦ Κυρίου – καί ἐν τῷ μεταξύ εἶναι καί ὁ ἐνδιάθετος λόγος ἤ ὁ προφορικός λόγος, οἱ τρεῖς δυνάμεις πού λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γίνουν ἕνα δηλ. καί ἑνώνονται μόνο στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστ-οῦ,μόνο στό ὄνομά Του, ὁ Χριστός μπαίνοντας στήν καρδία καθαρίζει λίγο λίγο τήν καρδία. Ὅταν τά τρία γίνουν ἕνα καί τό ἕνα τρία, τότε “ὁφθήσεταί σοι ἡ Ἁγία Τριάς” .(Ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες τοῦ π.Συμεών Κραγιοπού-λου, “τό μυστήριο τῆς σωτηρίας”, ζηλος, γονίδια, εὐχή. Πανόραμα Θεσ/ κης, 1998, σελ. 231- 233)
[19] “Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, πού ἔγινε γιά μᾶς σέ ὅλα τύπος καί ὑπο-γραμμός, ὑπέδειξε μέ τό παράδειγμά του πόσο πολύτιμη καί ἀναγκαί εἶναι ἡ κατά μόνας συνομιλία μέ τό Θεό καί ἡ ἐνώπιος ἐνωπίῳ προσευχή.“Καί ἀπολύ-σας τούς ὄχλους ἀνέβη εἰς τό ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὁψίας δέ γενομέ-νης μόνος ἦν ἐκεῖ” (Ματθ. ιδ’ 23). “Ἐγένετο δέ ἐν ταῖς ᾑμέραις ταύταις ἐξῆλθεν εἰς τό ὄρος προσεύξασθαι καί ἦν διανυκτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ” (Λουκ. στ. 12). “Καί ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἀπῆλθεν εἰς τό ὄρος προσεύξασθαι. Καί ὁψίας γενομένης ἦν τό πλοῖον ἐν μέσω της θαλάσσης καί αὐτός μόνος ἐπί τῆς γῆς” (Μάρκ. στ. 46,47).“Διήρχετο δέ μᾶλλον ὁ λόγος περί αὐτοῦ καί συνήρ-χοντο ὅχλοι πολλοί ἀκούειν καί θεραπεύεσθαι ὑπ’ αὐτού ἀπό τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν* αὐτός δέ τήν ὑποχωρών ἐν ταῖς ἐρήμοις καί προσευχόμενος”. (Λουκ. 15, 16). Ὁ δρόμος τῆς κοινωνίας μέ τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους περνᾶ μέσα ἀπό τήν ἔρημο τῆς μόνωσης τῆς σιωπῆς καί τῆς ἡσυχίας. “Σύ δέ ὅταν προσεύχη εἴ-σελθε εἰς τό ταμεῖον σου, καί κλείσας τήν θύραν σου πρόσευξαι τῳ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ” (Ματθ. στ’, 6). “Εἰρήνευσον ἐν σεαυτῷ καί εἰρηνεύσει σοι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ. Σπούδασον εἰσελθεῖν εἰς τό ταμεῖον τό ένδοθέν σου καί ὅψει τό τα-μεῖον τό οὐράνιον* εἐν γάρ έστι τοῦτο κακεῖνο. Καί ἐν μιᾶ εἰσόδῳ θεωρεῖς τά ἀμφότερα. Ἡ κλίμαξ τῆς Βασιλείας ἐκείνης ἔνδοθέν σου ἐστί, κεκρυμμένη ἐν τῇ ψυχῇ σου” (Άγ.Ισαάκ Λ, 127).Σύμφωνα μέ τήν γνώμη τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁ πε-ρισπασμός εἶναι αἰτία τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοός. Διότι ἐάν δέν συμμαζευτεῖ ἀπό παντοῦ ὁ νοῦς, ὅπως τό νερό περιορίζεται μέσα σέ ἕνα σωλήνα, δέν εἶναι δυνα-τόν στή διάνοια νά συγκεντρωθεῖ πρός τόν ἑαυτόν της ὥστε καί πρός τόν Θεό νά ανεβεῖ. “Μή ανελθών δέ τιςς νοερῶς καί μή γευσάμενος τι τῶν ἄνω, πῶς εὐ-χερῶς τῶν κάτω καταφρονῆσαι δύναται;” (Φιλοκ. Γ’,90). Μόνωση καί ἡσυχία. Ἐπίγνωση ἀρ. 48, Χειμώνας 1993-94.)
[20] Ὅταν προσεύχεσαι θά πετᾶς σάν ἀετόπουλο στά ὕψη.
Ἡ προσευχή εἶναι συναναστροφή τοῦ νοῦ μέ τό Θεό. Σκεφθεῖτε λοιπόν σέ ποιά κατάσταση πρέπει νά βρίσκεται ὁ νοῦς μας γιά νά μπορεῖ νά ἀπευθύνεται στόν Κύριο καί νά συνομιλεῖ μαζί Του χωρίς νά στρέφεται ἀλλοῦ καί χωρίς τή μεσολάβηση κανενός ἄλλου.
Ἡ προσευχή εἶναι καρπός τῆς πραότητας καί τῆς εἰρήνης πού δέν τήν ταράζει θυμός.
Ἡπροσευχή εἶναι προέκταση χαράς καί εὐχαριστίας.
Ἡ προσευχή εἶναι ἀσπίδα γιά κάθε λύπη καί στενοχώρια.
Μή στενοχωριέσαι ἄν δέν πάρεις ἀμέσως ἀπό τό Θεό αὐτό πού ζητᾶς. Θέλει νά σέ εὐεργετήσει περισσότερο γι’ αὐτό σέ κρατάει περισσότερο στήν προσευχή. Ὑπάρχει ἄραγε κάτι ἀνώτερο ἀπό τό νά συνομιλεῖς μέ τό Θεό κι ἀπό τό νά χρονοτριβεῖς στή συνάντηση μαζί Του ;
Ἡ ἀπερίσπαστη προσευχή εἶναι ἡ ἀπόλυτη χρήση τοῦ νοῦ μας.
Ἡ προσευχή εἶναι ἀνάβαση τοῦ νοῦ πρός τό Θεό.
Εἴτε προσεύχεσαι μέ ἄλλους εἴτε μόνος, ἀγωνίσου νά μήν τό κάνεις ἀπό συ-νήθεια ἀλλά μέ αἴσθηση.
Προσευχήσου μέ γλυκύτητα καί χωρίς ταραχή καί ψάλλε μέ συγκέντρωση καί ἁρμονία, καί θά εἶσαι σά νιογέννητο ἀετόπουλο πού πετᾶ στά ὕψη.
Ἡ προσευχή εἶναι ἐνέργεια ἀντάξια τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ. Δηλαδή εἶναι ἡ καλύτερη καί ἡ καθαρή χρήση τοῦ νοῦ.
Νά μή θέλεις νά γίνεται στή ζωή σου ὅ,τι ἐσύ νομίζεις σωστό ἀλλά ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, καί τότε θά προσεύχεσαι χωρίς ταραχή καί μέ εὐγνωμοσύνη.
(Ἅγιος Νεῖλος ὁ Ἀσκητής, Λόγος περί προσευχῆς, κεφάλαια γ΄,ιδ΄,ιε΄,ιστ΄,λδ΄, λε΄, μβ΄,πβ΄,πδ΄,πθ΄).
[21] Σκοπός ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά καθαρίσουν καί νά ἁγιά-σουν τήν καρδίαν τῶν πιστῶν. (Μον.Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικοί Διά-λογοι, “Θεολογία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, Θεσ/κη 1975, σελ. 44).
“Ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐφαρμόση τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ λέγεται ἄσκηση. Διά τῶν ἐντολῶν ὁ ἄνθρωπος διέρχεται ἀπό τά τρία πνευματικά στά-δια τῆς πνευματικῆς ζωῆς:τήν κάθαρση, (κακοπάθεια, νηστεία, – νά προσέχη μή βρεθῆ ὁ νοῦς ἀφύλακτος καί ἀθωράκιστος, – ἀγρύπνους προσευχάς καί τό ἀδι-άλειπτον δάκρυον διά νά φθάσουν στόν φωτισμό τοῦ νοῦ, – (Μον.Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικά Ἄνθη, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ.18) καί τήν θέωση”.Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθό-δοξη πνευματικότητα, ἔκδ. β.τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.150.
[22] “…τό τρισσόν ἐννοεῖ τήν ψυχήν μας ὡς οὐσίαν, τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς μας τήν διανοητικότητα καί τήν βούλησίν μας τήν ἀγαπητικήν”. Ὁ Γέροντας π. Θεό-κλητος στό βιβλίο του:”Ἀθωνικοί Διάλογοι, Ἡ Θεολογία τῆς Νοερᾶς προσευ-χῆς”, Θεσ/κη 1975 στή σελ.43, διευκρινίζει αὐτή τήν παράγραφο ὡς ἑξῆς:”Ὁ νοῦς, ἡ βούλησις, τό συναίσθημα ἤ, μέ ἄλλην ὁρολογία, τό θυμικόν, τό ἐπιθυμη-τικόν καί τό λογιστικόν, ὀνομάζονται “καρδία” (ψυχή) εἰς τό σύνολόν των, ἀ-φοῦ παρά τό διακεκριμένον τῶν λειτουργιῶν των, εἶναι ἀδιαίρετοι τῆς ψυχῆς δυνάμεις”.
Ὁπότε, γράφει ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ὅταν ὁ νοῦς ἔρχεται στήν καρδιά καί ἐνεργεῖται ἐκεῖ τότε ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ τοῦ νοῦ (ἐνέρ-γεια), καρδιᾶς (οὐσία) καί ψυχῆς”. (Μικρά εἴσοδος στήν Ὀρθόδοξη Πνευμα-τικότητα, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἔκδ. βα, Ἀθῆναι 1998, σελ. 38)
[23] Πνευματική ρύθμιση.
“Ἅγνιζε καί κάθαρε καί ρύθμιζέ με”. (Ἀκολουθία θείας Μεταλήψεως).
Τό μεγαλύτερο πρόβλημα πού ἀπασχολεῖ τόν ἄνθρωπο εἶναι τό θέμα τῆς ἐσω-τερικῆς ρυθμίσεως,νά ρυθμισθεῖ ὁ νοῦς. Πρέπει νά ἀποκτήση πνευματική ὑγεία, ὥστε νά ἀντιδρᾶ φυσιολογικά σέ ὅλα τά ἐμφανιζόμενα στήν ζωή προβλήματα. Ὁ νοῦς νά προσανατολισθῆ πρός τόν Θεό καί νά λειτουργῆ γι’ Αὐτόν. Νά χρη-σιμοποιήση ὁ ἄνθρωπος διάφορες μεθόδους,κυρίως τήν μετάνοια, τήν προσευχή καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Νά ἀποσπασθῆ ὁ νοῦς ἀπό τό ἄγ-χος, τό περιβάλλον καί κυρίως ἀπό τήν τυραννία τῆς λογικῆς καί νά ἔχει ἀδι-άλειπτη μνήμη Θεοῦ, παρά τίς καθημερινές του ἀσχολίες τοῦ σώματος.
Αὐτό ἐπιτυγχάνεται, ὅπως ἀναφέρει ὁ μέγας Βασίλειος σέ μία ἐπιστολή στόν φίλο του ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο.
“Ἐν ἡσυχία τόν νοῦν ἔχει πειρᾶσθαι προσήκει”.(Πρέπει νά προσπαθῶμεν νά κρατῶμεν τόν οῦν εἰς κατάστασιν ἡσυχίας.(Μ. Βασιλείου, ἐπιστολαί, Ε.Π. Ε. 2α ἐπιστολή πρός τόν φίλον Γρηγόριον. σελ. 60)
Τό πρῶτο εἶναι ἡ ἡσυχία τοῦ νοῦ. Ὅπως ὁ ὀφθαλμός, ἄν δέν προσηλοῦται σ’ ἕνα ὁρισμένο σημεῖο δέν μπορεῖ νά δῆ καθαρά ὅ, τι εὑρίσκεται μπροστά του τό ἴδιο γίνεται καί μέ τόν νοῦ. Ὁ νοῦς πρέπει νά προσανατολισθῆ πρός τόν Θεό καί νά τόν ἀπασχολῆ μόνον ὁ Θεός καί τά ἔχοντα σχέση μέ Αὐτόν. Αὐτό στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ ἀναχώρηση ἐκ τοῦ κόσμου.Ἡ ψυχή πρέπει νά ἀποσπα-σθῆ ἀπό τήν συμπάθεια πρός τό σῶμα. Νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τήν δουλεία στό κοσ-μικό καί σαρκικό φρόνημα καί νά ἀναφερθῆ πρός τόν Θεό.
“Νοῦς μέν γάρ μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω, μηδέ ὑπό τῶν αἰσθητηρίων ἐπί τόν κόσμον διαχεόμενος, ἐπάνεισιν μέν πρός ἑαυτόν,δι’ ἑαυτοῦ δέ πρός τήν περί Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει· κἀκείνω τῷ κάλλει περιλαμπόμενός τε καί ἐλλα-μπόμενος καί αὐτῆς τῆς φύσεως λήθην λαμβάνει, μήτε πρός τροφῆς φροντίδα, μήτε πρός περιβολαίων μέριμναν τήν ψυχήν καθελκόμενος, ἀλλά, σχολήν ἀπό τῶν γηΐνων φροντίδων ἄγων· τήν πᾶσαν ἑαυτοῦ σπουδήν ἐπί τήν κτῆσιν τῶν αἰωνίων μετατίθησι”.
(Διότι ὁ νοῦς, ὅταν δέν διασκορπίζεται πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τόν κό-σμον,ἐπιστρέφει πρός τόν ἑαυτόν του καί ἀπό τόν ἑαυτόν του ἀναβαίνει πρός τήν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ. Καθώς δέ περιαυγάζεται καί φωτίζεται ἀπό ἐκεῖνο τό κάλλος, λησμονεῖ καί τήν ἰδικήν του φύσιν ἀκόμη· δέν ἑλκύει τήν ψυχήν εἰς φροντίδα διά τήν τροφήν οὔτε εἰς μειμναν διά τήν ἐνδυναίαν, ἀλλά, ἐλεύθερος ἀπό γήινας φροντίδας,ὅλην του τήν προσοχήν μεταθέτει εἰς τήν ἀπόκτηιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν). (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 64)
Αὐτό εἶναι τό δεύτερο σημεῖο, εἶναι ἡ πορεία τοῦ νοῦ.Ὁ νοῦς δέν δέν πρέπει νά διαχέεται πρός τόν κόσμο διά τῶν αἰσθητηρίων οὔτε νά διασκορπίζεται πρός τά ἔξω, ἀλλά νά ἐπιστρέφη στόν ἑαυτό του καί διά τοῦ ἑαυτοῦ του νά ἀνέρχε-ται στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ κυκλική κίνηση. Ὁ νοῦς ἀφήνει τόν κόσμο καί στρέφεται πρός τόν ἑαυτό του, ὁπότε ἀνέρχεται στόν Θεό. Σέ αὐτήν τήν περίπτωση, καίτοι ζῆ ὁ ἄνθρωπος στόν κόσμο ἐν τού-τοις λαμβάνει λήθη τῆς φύσεως καί ἔχει μιά διηνεκῆ ἀδολεσχία μέ τόν Θεό.
“Καί τοῦτό ἐστι τοῦ Θεοῦ ἐνοίκησις, τό διά τῆς μνήμης ἐνιδρυμένον ἔχειν ἐν ἑαυτῷ τόν Θεόν. Οὕτω γινόμεθα ναός Θεοῦ, ὅταν μή φροντίσι γηΐναις τό συνεχές τῆς μνήμης διακόπτηται….”
(Ἐνοίκησις δέ τοῦ Θεοῦ εἶναι τοῦτο, τό νά ἔχῃ κανείς τόν Θεόν ἱδρυμένον μέσα του διά τῆς μνήμης.Τότε γινόμεθα ναοί τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἡ συνοχή τῆς μνήμης δέν διακόπτεται ἀπό γήινας φροντίδας…”). (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 64)
Εἶναι τό τρίτο σημεῖο στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος, παρά τίς γήϊνες φροντίδες, ἔχη διαρ-κῆ μνήμη Θεοῦ καί δέν διακόπτεται ἡ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς κα-θημερινές ἐργασίες, τότε δείχνει τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί ἀκόμη φανερώνει ὅτι γίναμε ναός τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά γιά νά ἐπιτευχθῆ αὐτό εἶναι ἀπα-ραίτητη ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη. Ἀρχή δέ τῆς καθάρσεως εἶναι ἡ ἡσυχία:”Ἡσυχία οὖν ἀρχή καθάρσεως τῇ ψυχῇ”. (Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Θεραπευτική ἀγωγή, τόμ. 2, ἔκδ. δ., Ἱ.Μ.Γενεθλίου τῆς Παναγίας, σελ. 64 καί ἑξῆς,1998)
[24] Μέ τήν βοεράν κραυγήν “Κύριε”, δοξολογοῦμεν τόν Θεόν, τήν ἔνδοξον μεγα-λειότητά Του, τόν δημιουργόν τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως, ὅν φρίττουσι τά Σεραφείμ καί τά Χερουβείμ.
Μέ τήν γλυκυτάτην ἐπίκλησιν καί πρόσκλησιν”Ἰησοῦ”, μαρτυροῦμεν, ὅτι εἶναι παρών ὁ Χριστός, ὁ σωτήρ ἡμῶν, καί εὐγνωμόνως τόν εὐχαριστοῦμεν, διότι μᾶς ἠτοίμασε ζωήν αἰώνιον. Μέ τήν τρίτη λέξιν “Χριστέ”, θεολογοῦμεν, ὁμολογοῦν-τες ὅτι ὁ Χριστός εἶναι αὐτός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός. Δέν μᾶς ἔσωσε κάποιος ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, ἀλλά ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἀληθινός Θεός.
Ἐν συνεχεία μέ τήν ἐνδόμυχον αἴτησιν “ἐλέησόν με”, προσκυνοῦμεν καί παρα-καλοῦμεν νά γίνῃ ἵλεως ὁ Θεός, ἐκπληρῶν τά σωτήρια αἰτήματά μας, τούς πό-θους καί τά ἀνάγκας τῶν καρδιῶν μας. καί ἐκεῖνο τό “με”, τί εὗρος ἔχει! Δέν εἶ-ναι μόνον ὁ ἑαυτός μου· εἶναι ἅπαντες οἱ πολιτογραφηθέντες εἰς τό κράτος τοῦ Χριστοῦ, εἰς τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν, εἶναι ὅλοι αὐτοί πού ἀποτελοῦν μέλος τοῦ ἰδικοῦ του σώματος.Καί, τέλος, διά νά εἶναι πληρεστάτη ἡ προσευχή μας, κατα-κλείομεν μέ τήν λέξιν “τόν ἁμαρτωλόν”, ἐξομολογούμενοι – πάντες γάρ ἁμαρτω-λοί ἐσμεν – καθώς ἐξωμολογοῦντο καί ὅλοι οἱ ἅγιοι καί ἐγίνοντο διά ταύτης τῆς φωνῆς υἱοί φωτός καί ἡμέρας. Ἐξ αὐτῶν ἀντιλαμβανόμεθα, ὅτι ἡ εὐχή ἐμπεριέ-χει δοξολογίαν, εὐχαριστίαν, θεολογίαν, παράκλησιν καί ἐξομολόγησιν”. (Ἀρχ. Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου, ἡ προσευχή τοῦ Ἁγ. Ὄρους, Ἁγιορείτικη Μαρτυ-ρία, τεῦχος 3,Μάρτιος – Μάϊος 1989, σελ. 124)
[25] Προσευχῆς νοερά, πρακτικές συμβουλές. Μόλις ξυπνοῦμε νά κάνουμε τρεῖς μετάνοιες, τό βράδυ πρίν ἀποσυρθοῦμε πάλι νά κάνουμε τίς τρεῖς μετάνοιες καί τήν προσευχή μας. Κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας εὐκαίρως ἀκαίρως μέσα μας, νά λέμε τήν εὐχή νοερά. Μισή ὥρα τήν ἡμέρα νά προσπαθήσουμε νά ποῦμε τήν εὐχή, κατά τήν δύναμή του ο καθένας. θά αισθανθεις μεγάλη ὠφέλεια. Θά μα-λακώσει ἀμέσως ἡ καρδιά καί λίγο ἄν ἐπιμείνει κανείς, ερχονται καί τά δάκρυα από τήν Χάρι του Θεου. (Ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες π. Συμεών Κραγιοπού-λου, τό μυστήριο τῆς σωτηρίας, ζῆλος, γονίδια, εὐχή.Πανόραμα Θεσ/ κης, 1998, σελ. 274- 275)
[26] Ἡ προσευχή εἶναι ἀπό τις κυριώτερες καί ἰσχυρότερες δυνάμεις, πού κάνουν τόν προσευχόμενο νά ξαναγεννιέται καί τοῦ χαρίζουν σωματική καί πνευματι-κή εὐεξία. Χωρίς τήν προσευχή οὔτε οἱ αμαρτίες μας συγχωροῦνται οὔτε Μυ-στήριον κάνουμε οὔτε καί ὁ Θεός μᾶς δίνει τή βοήθειά του καί τή Χάρη Του.
Ἡ προσευχή εἶναι τά μάτια καί τά φτερά τῆς ψυχῆς μας καί μᾶς δίνει θάρρος καί δύναμη ν’ ἀντικρίσουμε τόν Θεό. Ὅμως κατά τήν προσευχή πρέπει:
α) Τό ἦθος μας νά εἶναι ταπεινό, τρεφόμενο μ’ ἁγνές ἐλπίδες,
β) Νά μεταχειριζόμαστε ὅσα ταπεινώνουν καί ἡσυχάζουν τό σῶμα ἐλευθερώ-νοντας τό νοῦ ἀπό κάθε ἐνόχληση,
δ) Οἱ τροφές μας νά εἶναι ἐκείνες πού πρέπει καί τά πιοτά μας ἐλαφρά καί μέ μέτρο.
ε) Ἡ ὁρθοστασία μας καί οἱ γονυκλισίες μας ἀνάλογες μέ τίς δυνάμεις μας,
στ) Ὁ ὕπνος μας νά εἶναι ὁλίγος καί σέ σκληρά στρώματα,
ζ) Νά μεταχειριζόμαστε ὅσα δαμάζουν τό σῶμα καί ξυπνοῦν τό νοῦ φέροντάς μας κοντά στό Θεό. Σ’ αὐτό βοηθοῦν πολύ ἡ ἀνάγνωση τῶν Θείων Γραφῶν καί τῶν ἑρμηνειῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων, τά νηπτικά ἀποφθέγματα τῶν Ὁσίων καί οἱ κατανυκτικές ψαλμωδίες, καί
η) Νά νιώθουμε σ’ ὅλη τους τήν ἔκταση τά θαύματα, πού ἔγιναν καί γίνονται σ’ ὅλον τόν κόσμο.
Προσευχήσου, λοιπόν, ἀδελφέ μου, μέ τό στόμα, ὥσπου νά σέ φωτίσει ἡ Θεία Χάρη νά προσεύχεσαι καί μέ τήν καρδιά σου. Τότε θά συντελεσθεῖ μέσα σου μέ θαυματουργικό τρόπο ἑορτή καί πανήγυρη καί δέν θά προσεύχεσαι πιά μέ τό στόμα ἀλλά μέ τήν καρδιά. Σε κάθε σου ἐργασία ἀπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ, ἄς προηγεῖται ἡ προσευχή! Αὐτή ἄς κυβερνάει ὅλες σου τίς πράξεις! Αὐτή γεν-νάει τή μετάνοια καί τό δάκρυ! Αὐτή προχωρεῖ ὡς τά μύχια τῶν λογισμῶν μας. Αὐτή εἶναι ἡ γεννήτρια τῆς Θείας Ἀγάπης! Αὐτή καθορίζει τό λογιστικό τῆς ψυχής. Αὐτή ἐξαγνίζει τούς Ἀγγέλους καί τούς Ἁγίους!… Αὐτή φυλάγει καθαρό τό ἐπιθυμητικό τῆς ψυχῆς μέ τό νά βρίσκεται μπροστά στό Θεό, νά ὁμιλεῖ καί νά προσκολλᾶται σ’ Αὐτόν μ’ ὅλη της τήν ἐπιθυμία. Γιατί καθένας πού ἀγαπάει καί φοβᾶται τόν Θεό εἶναι ἀδύνατο νά μή σκέπτεται ταπεινά, εἶναι ἀδύνατο νά κυβερνᾶται ἀπό τό θυμό. Γι’ αὐτό καί λέμε πώς ἡ ὁσία ταπείνωση καθαρίζει τήν ψυχή. Ἀπό τό βιβλίο ἀνωνύμου Ἁγιορείτου Μοναχοῦ «Ἀδιαλείπτως προσεύχε-σθε»:31 ἐντρυφήματα γιά τήν προσευχή»,ἔκδοσις “Ὀρθόδοξος Κυψέλη”, Θεσ/κη
[27] Λογισμός εἶναι συνδυασμός εἰκόνος καί σκέψεως καί συνδυάζεται ὁπωσ-δήποτε καί μέ τήν φαντασία.Ἐνεργοῦν στό λογιστικό μέρος τῆς ψυχῆς, ἐρεθί-ζουν τό ἐπιθυμητικό καί προσπαθοῦν νά αἰχμαλωτίσουν τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώ-που. Ὅταν οἱ ρυπαροί λογισμοί κυριαρχήσουν στήν ψυχή, τότε τήν δηλητηριά-ζουν καί τήν νεκρώνουν. Ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀνασφαλής, κυριαρχεῖται ἀπό ἄγχος, ἀϋπνία, ταραχή καί νευρικότητα.
Στήν ὀρθόδοξη θεραπευτική ἀγωγή χρεάζεται προληπτική καί θεραπευτική ἀ-γωγή. Στήν προληπτική ἐντάσσεται ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἀπωθή-σεως τῶν λογισμῶν. Χρειάζεται ἐγρήγορση τοῦ νοῦ πού λέγεται νήψη καί προ-σευχή, ἡ ἀποφυγή τῶν αἰτίων πού προκαλοῦν τούς λογισμούς. Ὁ ἅγιος Θεοφά-νης ὁ Ἔγκλειτος ἀναλύει ὡς ἑξῆς τά στάδια τῆς ἁμαρτίας:.
α) Ἐμφανίζεται στό νοῦ μιά ἄσχημη σκέψη ἤ προσβολή. Ὅταν ἀντιδράσεις ἀμέσως καί στραφεῖς πρός τόν Κύριο, κέρδισες ἕνα στεφάνι. Ἐάν ὅμως ἀρχίσεις νά ἀσχολεῖσαι μέ τήν σκέψη ἤ συζητᾶς μαζί της ἡ ψυχή κλονίζεται καί πραγ-ματοποιεῖ ἕνα βῆμα πρός τήν ἁμαρτία. γ) Ἡ ἱκανοποίηση ἤ ἡ εὐχαρίστηση, πού ἀρχίζει νά προξενεῖ στήν ψυχή ἡ παράταση τοῦ πειρασμοῦ καί ἡ κουβέντα μαζί του. Στήν φάση αὐτή ἔχεις μολυνθεῖ. δ) Ἡ κάμψη τῆς θελήσεως. Στό ση-μεῖο αὐτό ὑπάρχει ἐνοχή. ε) Ἡ συγκατάθεση στήν ἁμαρτία ἤ ἡ ἀπόφαση νά ἁ-μαρτήσει κανείς. Ἐδῶ ἔχουμε ὁπωσδήποτε ἁμαρτία ἐσωτερική, πού τήν βιώνει ὁ ἄνθρωπος στήν ψυχή του ὡς διαστροφή τῶν ἐνργειῶν τῆς ψυχῆς. στ) ἡ διά-πραξη τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ τελευταία φάση. Ἔχουμε τήν ὁλοκληρωμένη πτώ-ση, στέρηση τῆς θείας Χάριτος, τήν ὑποταγή στήν ἐξουσία τοῦ ἐχθροῦ”.(Πρωτ. Εὐαγγ.Παχυγιαννάκη, Εὐαγγελικά Μηνύματα, ἔκδ. Ἐνορίας Ἁγίας Τριάδος, Ἁγ. Νικολάου Κρήτης,2000, σελ.35)
Ὅταν μιά ἁμαρτία ἐπαναλαμβάνεται συχνά καί ἐμφωλεύει πολύ χρόνο μἐσα στή ψυχή μας, λέγεται πάθος. Ἔχουμε διαστροφή τῶν ψυχικῶν δυνάμεων.Ἡ φυσική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὕπαρξη τῶν ἀρετῶν, ἐνῶ τά πάθη εἶναι ἡ παρά φύση κατάσταση. Ἀποτελεσματικός τρόπος ἀπαλλαγῆς ἀπό τούς λογισμούς εἶναι ἡ ἐξαγόρευσή τους σέ ἔμπειρο πνευματικό πατέρα. Ἄλλος τρό-πος εἶναι νά δημιουργοῦμε καλούς λογισμούς. Ἡ καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, ἡ ἀ-νάγνωση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί οἱ βίοι τῶν ἁγίων. Ὅπως διαλύεται ὁ καπνός στόν ἀέρα, ἔτσι διαλύονται οἱ λογισμοί μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. (Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος). Ὁ καλύτερος τρόπος ἀπό τόν διά-λογο εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ λογισμοῦ. Συνιστᾶται σάν καλός τρόπος ἰδίως ἀπό τούς ἀρχαρίους στόν ἀγώνα αὐτόν. (Ἀρχ. Ἱεροθέου Βλάχου, Ὀρθόδοξη ψυχοθεραπεία,Ἱ.Μ. Τιμίου Σταυροῦ, Ἔδεσσα 1986, σελ.216, 231 καί ἑξῆς).
“’Eγώ δέν γνώρισα ἄλλη πτώση ἀνθρώπου, ἀπό ἐκείνη πού προκύπτει ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στό λογισμό του.…Είδες κάποιον να πέσει στήν ἁμαρτία; Μάθε ὅτι ἐμπιστεύτηκε τόν λογισμό του. Τίποτε δέν εἶναι βαρύτερο καί πιό ὁλέθριο ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μας.
Μέ σκέπασε μέ τή Χάρη Του ὁ Θεός καί πάντοτε φοβόμουνα αὐτόν τόν κίν-δυνο. Γιατί ποτέ, δέν ἀποφάσιζα νά κάνω κάτι, χωρίς νά ἔχω τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μου. Καί πιστέψτε με, ἀδελφοί μου, ἡ ψυχή μου ἦταν πολύ ξε-κούραστη, χωρίς καμιά μέριμνα… Γιατί ἄκουγα ὅτι πρέπει νά μποῦμε στή Βα-σιλεία τῶν Oὐρανῶν, περνώντας μέσα ἀπό πολλές θλίψεις καί ἔβλεπα πώς ἐγώ δέν εἶχα καμιά θλίψη καί φοβόμουνα καί βρισκόμουνα σέ ἀπορία, ἐπειδή δέν ἤξερα τήν αἰτία τῆς τόσης ἀναπαύσεως, μέχρις ὅτου μοῦ εἶπε ὁ Γέροντας: «Μή στενοχωριέσαι. Καθένας πού μπαίνει κάτω ἀπ’ τήν ὑπακοή τῶν Πα-τέρων, τέτοια ἀνάπαυση καί ἀμέριμνη ζωή ἔχει».
Φροντίστε καί σεῖς νά ρωτᾶτε γιά ὅλα, ἀδελφοί μου, καί νά μήν ἔχετε ἐμπι-στοσύνη στόν ἑαυτό σας. Μάθετε πόση ξεγνοιασιά, πόση χαρά, πόση ἀνά-παυση ἔχει ὅποιος τό ἐφαρμόζει.
Ἐπιμέλεια: Kατερίνα Xούπα –Xημικός Mη-χανικός E.M.Π. Ἀββᾶ Δωροθέου Ἔργα Ἀσκητικά” Ἐκδόσεις: “Ἑτοιμασία”
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ & ΚΟΝΙΤΣΗΣ
Αριθ. Πρωτ.: 33
Εν Δελβινακίω τη 25η Μαΐου 2015
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. ΑΝΔΡΕΑΣ,
έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις :
«Πολλές φορές έχω τονίσει, ότι οι Αλβανοί φέρονται με ιταμότητα και θρασύτητα απέναντι στην Ελλάδα. Κι’ αυτό το αποδείκνυαν αλλεπάλληλα γεγονότα, που αφορούσαν στην Ελληνική Εθνική Κοινότητα της Βορείου Ηπείρου. Τώρα, όμως, όπως έγραψε με πηχυαίους πρωτοσέλιδους τίτλους ημερήσια γιαννιώτικη εφημερίδα, έγκυρη και με ευρύτατη κυκλοφορία (Τετάρτη, 20 Μαΐου 2015), «κάθε όριο έχει ξεπεράσει το θράσος της αλβανικής πλευράς προς την Ελλάδα, αφού μετά το θέμα με την υφαλοκρηπίδα που ... επινόησε, αντιδρώντας ουσιαστικά στις έρευνες που θα κάνει η Χώρα μας για υδρογονάνθρακες στο Ιόνιο, τα Τίρανα, μέσω διαβήματος, ζήτησαν και τους χάρτες χερσαίων ερευνών για υδρογονάνθρακες, που θα γίνουν στην Ήπειρο, εγείροντας επί της ουσίας θέμα συνόρων».
Ναι! «ΘΕΜΑ ΣΥΝΟΡΩΝ ΕΓΕΙΡΕΙ Η ΑΛΒΑΝΙΑ!». Διότι δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ τα σχέδιά της για την δημιουργία της ... «Μεγάλης Αλβανίας». Και ξεχνάει, ότι και τα σημερινά σύνορά της, προς Νότον τουλάχιστον, προέρχονται από την κλοπή των Ελληνικών εδαφών της Βορείου Ηπείρου με την βοήθεια κυρίως της Ιταλίας το 1914. Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί και θρασύτητα και ντροπή , αφού χάρη στην Ελλάδα μπόρεσε η Αλβανία - μετά την πτώση του αθεϊστικού κομμουνιστικού καθεστώτος - να σταθή στα πόδια της οικονομικώς. Η αχαριστία είναι ίδιο των μικρών ανθρώπων και των ανέντιμων κρατών.
Ένα ακόμη πρόσφατο δείγμα της αλβανικής αχαριστίας, αλλά και της ανθελληνικής πολιτικής της είναι, ότι το Σοσιαλιστικό κόμμα του πρωθυπουργού Έντι Ράμα τοποθέτησε στη θέση του τρίτου αντιπροέδρου της αλβανικής Βουλής τον Σπετίμ Ιντρίζι, που είναι πρόεδρος του εθνικιστικού κόμματος των Τσάμηδων. Ο οποίος, μάλιστα, εδήλωσε, ότι αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του θα λυθή και το ζήτημα «των εδαφικών διεκδικήσεων στην Ελλάδα», που προβάλλουν οι Τσάμηδες. Κι’ ακόμη, ότι ευελπιστεί μελλοντικά να υπάρχη εκπρόσωπος του Τσάμικου Κόμματος και στην ... Ελληνική Βουλή !!! Αυτός ο διορισμός προκάλεσε την παραίτηση από την θέση του αντιπροέδρου της αλβανικής Βουλής του κ. Βαγγέλη Ντούλε, ο οποίος, είναι πρόεδρος του Ελληνικού Βορειοηπειρωτικού Κόμματος «Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ)».
Ενώ, όμως, οι εξελίξεις στην γείτονα είναι ραγδαίες, η Ελληνική Κυβέρνηση παρακολουθεί αμήχανη τις κινήσεις των Αλβανών, και τους κινδύνους της Βορειοηπειρωτικής Κοινότητος ιδιαίτερα, από τους εγκληματίες «Τσάμηδες», τους οποίους η Αλβανία φανερά πλέον υποκινεί σε ανθελληνισμό.
Εκφράζοντας για μία ακόμη φορά την αγωνία μας, προσευχόμαστε και, παράλληλα, φωνάζουμε δυνατά στην Κυβέρνηση και σε όλο τον πολιτικό κόσμο : Κύριοι, ξυπνήστε ! Η Χώρα και η Βόρειος Ήπειρος κινδυνεύουν τα έσχατα. Γιατί, αν συνεχίσετε να αδιαφορήτε, θα πληρώσουμε πολύ ακριβά μιαν - ο μη γένοιτο - εθνική ταπείνωση και καταστροφή ».
( Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως )
Στις αρχές Φεβρουάριου του 2015 η Αγγλική Βουβή των Κοινοτήτων, με ψήφους 382 έναντι 128 ενέκρινε τη δημιουργία μωρών με τρεις βιολογικούς γονείς, δύο γυναίκες και έναν άνδρα, και περίπου τρεις εβδομάδες αργότερα η Βουβή των Λόρδων, με ψήφους 280 έναντι 48, την επικύρωσε. Η δημιουργία τέτοιων μωρών υπολογίζεται ότι θα αρχίσει το φθινόπωρο του 2015, και η γέννηση των πρώτων τέτοιων παιδιών αναμένεται το 2016.
Στόχος των επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο του Newcastle της Αγγλίας που ανέπτυξαν τη μέθοδο, είναι η επιδίωξη γέννησης υγιών παιδιών από γυναίκες με ελαττωματικό μιτοχονδριακό DNA. Τα μιτοχόνδρια αποτελούν το ενεργειακό «εργοστάσιο» του κυττάρου, περιέχουν δικό τους DNA, 36 με 37 γονίδια, και κληρονομούνται μόνο από τη μητέρα. Έτσι μητέρες με ελαττωματικό μιτοχονδριακό DNA γεννούν παιδιά με δύσκολα και θανατηφόρα γενετικά νοσήματα, τα μιτοχονδριακά αποκαλούμενα νοσήματα.
Στόχος της προτεινόμενης μεθόδου είναι η αντικατάσταση των ελαττωματικών μιτοχονδρίων της μητέρας με υγιή μιτοχόνδρια από δότρια γυναίκα για τη γέννηση υγιών παιδιών.
Η μέθοδος είναι παραλλαγή της εξωσωματικής γονιμοποίησης, και η αντικατάσταση των ελαττωματικών μιτοχονδρίων της μητέρας από τα υγιή μιτοχόνδρια της δότριας μπορεί να γίνει είτε στο επίπεδο του ωαρίου είτε στο επίπεδο του γονιμοποιημένου ωαρίου, δηλαδή του ζυμωτού. Τα μωρά αυτά με τους τρεις βιολογικούς γονείς (πατέρας, μητέρα και δότρια) έχουν το 99,98% του γενετικού τους υλικού από τον πατέρα και τη μητέρα (πυρηνικό DNA) και το 0,02% από την δότρια (μιτοχονδριακό DNA). Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι το μιτοχονδριακό DNA της δότριας κληρονομείται στους απογόνους των παιδιών αυτών.
Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο η πρόταση αυτή δημιούργησε αντιδράσεις, πολύ πριν και μετά την έγκρισή της, αφού ως ιδέα συζητείτο από το 2012. Αρκετοί ειδικοί επιστήμονες επισημαίνουν ότι η τεχνολογία αυτή είναι πειραματική και υπάρχουν περιορισμένες πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά της. Ακόμη επισημαίνουν ότι υπάρχει δικαιολογημένη ανησυχία για την υγεία των παιδιών αυτών και για πιθανές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες βλάβες, τόσο των παιδιών αυτών όσο και των απογόνων τους. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι όταν η μεταφορά των μιτοχονδρίων γίνεται με τη δεύτερη μέθοδο, στο επίπεδο του ζυγωτού, δημιουργούνται δύο έμβρυα από τα οποία προκύπτει ένα τρίτο με το γενετικό υλικό από τους τρεις γονείς, το οποίο και εμφυτεύεται στη μήτρα της μητέρας προς κυοφορία, ενώ τα δύο πρώτα καταστρέφονται. Αν μάλιστα χρησιμοποιηθεί το πρωτόκολλο της εξωσωματικής γονιμοποίησης, τότε θα δημιουργούνται περισσότερα του ενός έμβρυα, και τα έμβρυα που θα καταστρέφονται θα είναι πολλαπλάσια των δύο. Όμως το ζυγωτό δεν είναι μια απλή βιολογική οντότητα, αλλά μια έμψυχη ανθρώπινη ύπαρξη σύμφωνα με τη γνώμη πολλών επιστημόνων, αλλά και με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, και άρα η μέθοδος αυτή πάσχει ηθικά και θεολογικά, αφού θα υπάρχει καταστροφή ανθρώπινης ζωής.
Η καταπολέμηση των ασθενειών και η γέννηση υγιών παιδιών ασφαλώς είναι στόχος απόλυτα θεμιτός, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει με παρεμβάσεις που αλλοιώνουν αυτή την ίδια τη ζωή ή καταστρέφουν ζωή για να δημιουργήσουν μια άλλη ζωή. Ο σκοπός σε καμία περίπτωση δεν αγιάζει τα μέσα. Βέβαια υπάρχουν και άλλα ηθικά - υπό την ευρεία έννοια - ζητήματα. Ποιά θα είναι π.χ. η σχέση του παιδιού με τη δότρια. Θα έχει δικαίωμα το παιδί να γνωρίζει τον τρίτο γονέα του ή αυτός θα παραμένει ανώνυμος. Αλλο ζήτημα είναι η κάλυψη του κόστους αυτής της παρέμβασης, που θα είναι πολύ υψηλό, όπως άλλωστε είναι και το κόστος όλων των υποβοηθητικών της αναπαραγωγής τεχνολογιών. Αν αυτό δεν καλυφθεί από δημόσια η ιδιωτική ασφάλεια, η μέθοδος θα απευθύνεται μόνο στους πλουσίους, δημιουργώντας έτσι ζήτημα κοινωνικής διάκρισης.
Η όλη συζήτηση για τα μωρά από τρεις γονείς έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της δημιουργίας σχεδιασμένων μωρών, δηλαδή παιδιών με προκαθορισμένα χαρακτηριστικά, επιθυμητά στους γονείς τους, όπως π.χ. εξωτερική εμφάνιση, εξυπνάδα, μυϊκή δύναμη, ύψος, ή παιδιών απαλλαγμένων από νοσήματα και νοσηρές προδιαθέσεις.
Οι τεχνολογίες της γενετικής μηχανικής έχουν προχωρήσει αρκετά, και η γενετική τροποποίηση ανθρώπινων εμβρύων προς την κατεύθυνση δημιουργίας σχεδιασμένων μωρών φαίνεται ότι σχετικά σύντομα θα περάσει από το μύθο στην πραγματικότητα. Εάν και όταν αυτό συμβεί, η κοινωνία θα περάσει στην εποχή της θετικής ευγονικής, που σημαίνει παρεμβάσεις για τη βελτίωση του ανθρωπίνου είδους. Τα τελευταία χρόνια μέσα στην επιστημονική κοινότητα υπάρχουν έντονες συζητήσεις για τα σχεδιασμένα μωρά, το διαδίκτυο φιλοξενεί μεγάλο αριθμό αναρτήσεων με τα υπέρ και τα κατά αυτής της τεχνολογίας, ενώ πρόσφατα (Ιανουάριος 2015) σε εκπομπή του BBC κορυφαίοι σχετικοί επιστήμονες δηλώνουν ότι η κοινωνία πρέπει να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο αυτό που πάντως έρχεται. Το ζήτημα είναι αν η κοινωνία τελικά θα επιτρέψει τέτοιες ακραίες παρεμβάσεις στον πυρήνα της ζωής, ικανοποιώντας τις φιλοδοξίες των επιστημόνων και τις εγωιστικές επιθυμίες κάποιων γονέων, ή θα θέσει κόκκινες γραμμές. Μέχρι τώρα οι κληρονομήσιμες στην επόμενη γενεά παρεμβάσεις στον γενετικό κώδικα απαγορεύονταν. Με τη δημιουργία μωρών από τρεις γονείς η κόκκινη αυτή γραμμή παραβιάζεται, αφού το μιτοχονδριακό DNA της δότριας θα περάσει στους απογόνους των παιδιών αυτών. Όμως, άπαξ κάποιος περάσει την πιο πάνω κόκκινη γραμμή, είναι πολύ δύσκολο να μην κάνει το επόμενο βήμα, που είναι η δημιουργία σχεδιασμένων μωρών. Αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος αντίθεσης προς τη δημιουργία παιδιών από τρεις γονείς. Συχνά οι επιστήμονες που ασχολούνται με τη γενετική και τις παρεμβάσεις της, κατηγορούνται ότι προσπαθούν να σφετεριστούν το ρόλο του Θεού (play God). Αντικρούοντας την κατηγορία αυτή ο λόρδος Winston, κορυφαίος ειδικός επιστήμονας σε θέματα γονιμότητας δήλωσε: «Μερικές φορές μας κατηγορούν ότι παίζουμε τον Θεό. Δεν προσπαθούμε να τον υποκαταστήσουμε, απλά προσπαθούμε να επαυξήσουμε τα έργα του».
Το ερώτημα είναι: Έχουν οι επιστήμονες τέτοια εξουσία, χρησιμοποιώντας τα επιτεύγματα της γενετικής μηχανικής, να αλλάξουν τον κόσμο και την ανθρώπινη ζωή σύμφωνα με τις δικές τους φιλόδοξες επιθυμίες και τις χρησιμοθηρικές απαιτήσεις της κοινωνίας; Μήπως με τη συμπεριφορά τους αυτή οδεύουν στην περιοχή της «ύβρεως», της αναιδούς δηλαδή πρόκλησης του Θεού; Μήπως κάποιοι από τους επιστήμονες επιδιώκουν ενσυνείδητα να παίξουν το ρόλο του Θεού, θεωρώντας την επιστήμη παντοδύναμη και ικανή να δίνει πάντοτε λύσεις;
Πηγή: «Η Δράση μας», Μάιος 2015, Η άλλη όψη
Αψηφώντας τις στρατιές των Οθωμανών έξω από τα τείχη της Βασιλεύουσας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αποφασίζει πως προτιμά να πεθάνει μαζί με τους στρατιώτες του, παρά υποταχθεί και να παραδώσει γη και ύδωρ. Το κείμενο είναι του Γεώργιου Φραντζή.
Πρωτότυπο κείμενο:
Ἀπαρτίσας οὖν τὰ πάντα, ὡς αὐτῷ ἐδόκει καλῶς, ἔπεμψεν ἔνδον λέγων τῷ βασιλεῖ «Γίνωσκε τὰ τοῦ πολέμου ἤδη ἀπήρτησθαι• καὶ καιρός ἐστιν ἀπό τοῦ νῦν πρᾶξαι τὸ ἐνθυμηθὲν πρὸ πολλοῦ παρ' ἡμῖν νῦν• τὴν δὲ ἔκβασιν τοῦ σκοποῦ τῷ Θεῷ ἐφίεμεν. Τί λέγεις; Βούλει καταλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀπελθεῖν, ἔνθα καὶ βούλει, μετὰ τῶν σῶν ἀρχόντων καὶ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῖς, καταλιπὼν τὸν δῆμον ἀζήμιον εἶναι καὶ παρ' ἡμῶν καὶ παρά σοῦ; ἤἀντιστῆναι καὶ σὺν τῇ ζωῇ καὶ τὰ ὑπάρχοντα ἀπολέσεις σύ τε καὶ οἱ μετὰ σέ, ὁ δὲ δῆμος αἰχμαλωτιστθεὶς παρὰ τῶν Τούρκων διασπαρῶσιν ἐν πάσῃ τῇ γῇ;»
Ὁ βασιλεὺς δ' ἀπεκρίνατο σὺν τῇ συγκλήτῳ• «Εἰ μἐν βούλει, καθὼς καὶ οἱ πατέρες σου ἔζησαν, εἰρηνικῶς σὺν ἡμῖν συζῆσαι καὶ σύ, τῷ Θεῷ χάρις. Ἐκεῖνοι γὰρ τοὺς ἐμοὺς γονεῖς ὡς πατέρας ἐλόγιζον καὶ οὕτως ἐτίμων, τὴν δὲ πόλιν ταύτην ὡς πατρίδα• καὶ γὰρ ἐν καιρῷ περιστάσεως ἅπαντες ἐντὸς ταύτης εἰσιόντες ἐσώθησαν καὶ οὐδεὶς ὁ ἀντισταίνων ἐμακροβίω. Ἔχε δὲ καὶ τὰ παρ' ἡμῖν ἁρπαχθέντα ἀδίκως κάστρα καὶ γῆν ὡς δίκαια καὶ ἀπόκοψον καὶ τοὺς φόρους τόσους, ὅσους κατὰ τὴν ἡμετέραν δύναμιν, κατ' ἔτος τοῦ δοῦναι σοι καὶ ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ. Τί γὰρ οἶδας, εἰ θαῤῥῶν κερδᾶναι εὐρεθῇς κερδανθείς; Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ' ἐμόν ἐστιν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Απόδοση:
(Ο Μεχεμέτ), αφού ετοίμασε τα πάντα όπως καλύτερα νόμιζε, έστειλε μήνυμα λέγοντας στο βασιλιά: «Μάθε ότι έχουν τελειώσει οι πολεμικές προετοιμασίες. Ήρθε πια η ώρα να κάνουμε πράξη αυτό που θέλουμε εδώ και πολύ καιρό. Την έκβασή του την αφήνουμε στο Θεό. Τι λες; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να φύγεις, όπου θέλεις, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο το λαό και από μένα και από σένα; Ή θέλεις να αντισταθείς και να χάσεις τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου και συ και οι μετά σου, κι ο λαός αφού αιχμαλωτιστεί από τους Τούρκους, να διασκορπιστεί σ' όλη τη γη;»
Κι ο βασιλιάς με τη σύγκλητο αποκρίθηκε: «Αν θέλεις να ζήσεις μαζί μας ειρηνικά, όπως και οι πρόγονοί σου, ας έχεις την ευλογία του Θεού. Γιατί εκείνοι θεωρούσαν τους γονείς μου ως πατέρες τους και τους τιμούσαν ανάλογα, κι αυτή την πόλη τη θεωρούσαν ως πατρίδα τους. Σε καιρό ανάγκης όλοι τους έτρεχαν μέσα να σωθούν και κανένας αντίπαλός της δεν έζησε πολλά χρόνια. Κράτα τα κάστρα και τη γη που μας άρπαξες άδικα, όρισε και ετήσιους φόρους ανάλογα με τη δύναμή μας κα φύγε ειρηνικά. Σκέφτηκες ότι ενώ νομίζεις πως θα κερδίσεις μπορεί να βρεθείς χαμένος; Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της• γιατί όλοι με μια ψυχή προτιμούμε να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε λυπόμαστε για τη ζωή μας».
Πηγή: Εφημερίδα "Δημοκρατία"
Τό σημερινό μας θέμα ἀναφέρεται εἰς τήν Ἁγία Τριάδα καί κυρίως εἰς τήν ἐκπόρευσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἐκπόρευσις εἶναι μία ἀπό τίς πάμπολλες διαφορές μας πού ἔχομε μέ τούς αἱρετικούς Παπικούς.
Ὁ πρῶτος ὁ ὁποῖος ἀσχολήθηκε μέ τήν Θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦταν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος
κατά τόν τέταρτο αἰῶνα, ὁ ὁποῖος διεσφάλισε τήν ''ὁμοουσιότητα'' τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρός τόν Πατέρα, ἀλλά καί μεταξύ των, ὅτι δηλαδή ἔχουν καί τά τρία Πρόσωπα, ὄχι ἁπλῶς ὁμοία, ἀλλά τήν ἰδία κοινή οὐσία μεταξύ των.
Ἐτόνισε ἐπί πλέον τήν ἑνότητα τῆς ἐνεργείας τῆς Ἁγίας Τριάδος ἐκδηλουμένης ''ἐκ τοῦ Πατρός δι᾽ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι''. Ὑπάρχει δηλαδή κοινή ἐνέργεια τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος καί φυσικά κοινή βούλησις, ἤ θέλησις. ''Ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή'' - γιά τόν Θεό ὅμως ἀχρόνως - καί τά τρία Πρόσωπα ἐνεργοῦν καί θέλουν τά ἴδια ἀκριβῶς πράγματα. Εἶναι καί αὐτό ἄλλωστε ἕνα ἰδίωμα διά τοῦ ὁποίου κατ᾽ ἄνθρωπον προσεγγίζεται ἐντελῶς ἁμυδρᾶ ἡ ὄντως ἀκατάληπτη μονοθεΐα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τῆς τρισηλίου μιᾶς Θεότητος.
Ὁ Θεός εἶναι ἕνας, ἀλλά δέν εἶναι μόνος. Ὁ ἕνας Θεός εἶναι τρία Πρόσωπα. Ἐνῷ, ἐπί παραδείγματι, ἄν πάρωμε τρεῖς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί ἄν εἶναι κατά τό δυνατόν ἴδιοι σέ ὅλα - πρᾶγμα ἀδύνατον βέβαια -, ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή θά σκέφτωνται καί θά θέλουν διαφορετικά πράγματα ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Δηλαδή εἰς τούς τρεῖς αὐτούς ἀνθρώπους δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά ὑπάρξη ταυτόχρονα κοινή βούλησις καί κοινή ἀνθρωπίνη ἐνέργεια.
Ὁ καθορισμός ὅμως τῶν σχέσεων τῶν τριῶν Προσώπων καί τοῦ τρόπου ὑπάρξεώς Των, ἔγινε ἀπό τούς Καππαδόκες μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν Μέγα Βασίλειο, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης.
Αὐτοί, γιά πρώτη φορά, ἐταύτισαν τόν ὅρο ''ὑπόστασις'' μέ τόν ὅρο ''πρόσωπο''. Ὕστερα ἀποδέσμευσαν τόν ὅρο ''ὑπόστασις'' ἀπό τό ὅρο ''οὐσία''. Οἱ Καππαδόκες Πατέρες τόν ἀποδέσμευσαν ἅπαξ διά παντός καί εἰσήγαγαν ἐπί πλέον τήν ἔννοια τῆς ''αἰτίας'' στό εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Δηλαδή, εἰς τόν Θεόν δέν προηγεῖται ἡ κοινή οὐσία, ὅπως ἐσφαλμένως νομίζουν οἱ λατινόφρονες, ἀλλά προηγεῖται τό Πρόσωπο τοῦ Πατρός πού κάνει τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ νά ὑφίσταται. Ὅπως λέγουν «ἐκ τοῦ ὄντος, ἐκ τοῦ προσώπου δηλαδή, ἡ οὐσία» καί ποτέ «ἐκ τῆς οὐσίας ὁ ὤν.
Τό πρόσωπο εἶναι λοιπόν τό αἴτιο τῆς ὑπάρξεως καί αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει ἐλεύθερα καί ὄχι λόγῳ μιᾶς δεδομένης οὐσίας, μιᾶς δεδομένης ἀρχικῆς πραγματικότητος.
Ὁ Θεός ὑπάρχει μόνον ἐπειδή τό θέλει ὁ ἴδιος καί ὄχι γιατί ἐπειδή τό ἠθέλησε κάποιος ἄλλος νά ὑπάρχη. Αὐτό εἶναι ἕνα ἀπό τά ἰδιώματα τοῦ ἀκτίστου ὄντος. Ἐνῷ ἐμεῖς, πού εἴμαστε κτιστοί, ὑπάρχωμε ὄχι ἐπειδή τό ἠθελήσαμε ἀπό μόνοι μας - ἄλλωστε, πῶς νά τό θελήσωμε ἀφοῦ κἄν δέν ὑπήρχαμε -, ἀλλά ὑπάρχομε ἐπειδή τό ἠθέλησε ὁ Θεός.
Ἡ Ἁγία Τριάς εἶναι πρωταρχική ὀντολογική ἔννοια καί δέν πρόκειται γιά κάτι πού προσθέτομε στό εἶναι τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει καί προσθέτομε στήν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ τήν Ἁγία Τριάδα. Αὐτό εἶναι βλάσφημο καί αἱρετικό, εἶναι λάθος. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἄν βγῆ ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός δέν ὑπάρχει. Δηλαδή, δέν ὑπάρχει ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ κάπου ἕτοιμη, ἤ σχεδόν ἕτοιμη, ἤ κάποια μορφή θεότητος, κάποια μορφή ''θεϊκῆς στόφας'' ἀκατέργαστης, κατεργασμένης, κλπ. - συγγνώμη γιά τίς ἐκφράσεις - καί μετά ἔρχεται ἡ Τριάς καί γίνεται ὁ τελικός γνωστός Θεός, ἔστω κι ὅλα αὐτά ἀχρόνως. Αὐτό εἶναι ἐσφαλμένο.
Τό λάθος τῶν Δυτικῶν εἶναι ὅτι ἀναζητοῦν ἀνθρωπομορφικό μοντέλλο σέ ἕναν ἄνθρωπο γιά τόν Θεό. Ἐνῷ οἱ Καππαδόκες χρειάζονται τρεῖς ἀνθρώπους. Στούς Δυτικούς, ὁ ἕνας Θεός εἶναι ἡ μία οὐσία. Ἔτσι ξεκινοῦν. Ἡ ἀπρόσωπη οὐσία. Δηλαδή, γι᾽ αὐτούς ὁ Πατήρ, τό πρῶτο Πρόσωπο, εἶναι δευτερογενής ἔννοια ἐν σχέσει μέ τόν Θεό, μέ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ εἶναι τό πρῶτο μεγάλο καθοριστικό λάθος τους. Πρῶτα ὁμιλοῦν περί ἑνός Θεοῦ ὡς οὐσία καί μετά περί Ἁγίας Τριάδος. Ἔτσι, ἐκτός τῶν ἄλλων, χάνεται ἡ ἔννοια τῆς αἰτιότητος καί ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας εἰς τήν Ἁγία Τριάδα.
Ἐπίσης, οἱ Καππαδόκες Πατέρες ἔκαναν πρῶτοι διάκρισι μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἄλλο ἡ ἀμέθεκτος καί ἀκοινώνητος οὐσία τοῦ Θεοῦ, καί ἄλλο ἡ ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὅ,τι ξεκινάει ἀπό τόν Θεό καί ''φθάνει'' εἰς τά κτίσματα καί τά διέπει.
Ἡ ἑνότης τοῦ Θεοῦ περιποιεῖ δύο κατηγορίες λοιπόν. Τήν οὐσία, πού εἶναι παντελῶς ἀκοινώνητη, ἀπρόσιτος καί ἀμέθεκτος, καί στούς ἀγγέλους, καί στούς ἀνθρώπους, καί τήν ἄκτιστο θεία ἐνέργεια.
Ἡ οὐσία εἶναι μία εἰς τόν Τριαδικό Θεό καί εἶναι κοινή εἰς τίς τρεῖς Ὑποστάσεις, εἰς τά τρία δηλαδή Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἰς τό κάθε Πρόσωπο ὑπάρχει ὅλη ἡ θεία οὐσία, ἡ κοινή θεία οὐσία, ἤ, ὅπως λέγωμε διαφορετικά, ὑπάρχει ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος.
Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κοινές καί στά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί συνιστοῦν τίς παντοειδεῖς σχέσεις τοῦ Θεοῦ μέ τήν κτίσι. Ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ θεία Χάρις, στήν ὁποία μετέχουν οἱ ἄξιοι, κλπ., ὅλα αὐτά εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ.
Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, σχολιάζοντας τούς Πατέρες, λέγει τά ἑξῆς:
Κατά τόν Μέγαν Βασίλειον τά ποιήματα εἶναι μέν ἐνδεικτικά τῆς δυνάμεως καί τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὄχι καί τῆς οὐσίας Του. «Ἡμεῖς, ἔγραφε εἰς τόν Ἀμφιλόχιον Ἰκονίου, ἐκ μέν τῶν ἐνεργειῶν γνωρίζειν λέγομεν τόν Θεόν, τῇ δέ οὐσίᾳ Αὐτοῦ προσεγγίζειν οὐχ ὑπισχνούμεθα· αἱ μέν γάρ ἐνέργειαι Αὐτοῦ πρός ἡμᾶς καταβαίνουσιν, ἡ δέ οὐσία Αὐτοῦ μένει ἀπρόσιτος». Καί «αἱ μέν ἐνέργειαι Αὐτοῦ ποικίλαι, ἡ δέ οὐσία Αὐτοῦ ἁπλῆ». Διά τόν ἄνθρωπον ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκατανόητος καί ἄρρητος· γνωστή εἶναι μόνον εἰς τόν Μονογενῆ καί εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα. Κατά τόν ἅγιον Γρηγόριον τόν Θεολόγον, «ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ''τά ἅγια τῶν ἁγίων'', ἅ καί τοῖς Σεραφείμ συγκαλύπτεται καί δοξάζεται τρισίν ἁγιασμοῖς, εἰς μίαν συνιοῦσι κυριότητα καί θεότητα».
Πάντως ὅμως εἶναι εἰς τόν κτιστόν νοῦν δυνατόν νά σκιαγραφήσῃ ποιάν τινα ἁμυδράν εἰκόνα τῆς ἀληθείας, πού ἐμπερικλείεται εἰς τό ἀπέραντον πέλαγος τῆς θείας οὐσίας, ὄχι ὅμως ἐκ τοῦ τί εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά ««ἐκ τῶν περί Αὐτῶν». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέγει: «Ἡ θεία φύσις παντελῶς ἐστιν ἀκατάληπτος καί ἀσύγκριτος, διά δέ μόνων τῶν ἐνεργειῶν Αὐτῆς γινώσκεται», ὅλα δέ, ὅσα λέγομεν περί τοῦ Θεοῦ, δέν δείχνουν τήν θείαν φύσιν, ἀλλά «τά περί Αὐτήν», τάς ἐνεργείας Της. Ἡ θεία φύσις εἶναι ἀκατάληπτος, ἀνώνυμος, ἄρρητος. Τά πολυάριθμα σχετικά ὀνόματα πού ἀποδίδονται εἰς τόν Θεόν ὁμιλοῦν ὄχι διά τήν φύσιν ἤ οὐσίαν Του, ἀλλά διά τάς θείας ἰδιότητάς Του. Ὅμως αἱ θεῖαι ἰδιότητες...... εἶναι δυνάμεις καί ἐνέργειαι πραγματικαί, οὐσιώδεις, ζωοποιοί· ἀποκαλύψεις τῆς θείας ζωῆς· πραγματικαί εἰκόνες τῆς σχέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τήν κτίσιν, πού συνδέονται ἄμεσα μέ τήν εἰκόνα τῆς κτίσεως ἐν τῇ αἰωνίᾳ γνώσει καί περί αὐτῆς βουλῇ τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δέ εἶναι «τό γνωστόν τοῦ Θεοῦ».
Δέν ὑπάρχει διαίρεσις ἤ χωρισμός τοῦ Θεοῦ εἰς οὐσίαν καί ἐνεργείας. Ἡ διαφορά ἔγκειται κυρίως εἰς τό ὅτι ἡ μέν οὐσία εἶναι ἐντελῶς ἀκοινοποίητος (ἀμέθεκτος) καί ἀπρόσιτος εἰς τά κτίσματα, ἐνῷ διά τῆς μεθέξεως ἔρχονται εἰς πραγματικήν καί τελείαν κοινωνίαν καί ἕνωσιν μέ τόν Θεόν καί λαμβάνουν τήν θέωσιν, πού εἶναι «φυσική καί ἀχώριστος ἐνέργεια καί δύναμις τοῦ Θεοῦ», δηλαδή ἡ κοινή καί θεία δύναμις καί ἐνέργεια τοῦ Τρισυποστάτου Θεοῦ». Ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ προέρχεται, ''προΐησι'', ἀπό τήν οὐσία Του, ἀλλά καί «προϊοῦσα'' δέν χωρίζεται ἀπό αὐτήν. Ὅπως ἀναφέρεται εἰς τό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχομεν «.... ἕνωσιν θείας οὐσίας καί ἐνεργείας ἀσύγχυτον.... καί διαφοράν ἀδιάστατον...».
Ὁ Θεός εἶναι πολυώνυμος, διότι εἰς τήν πραγματικότητα εἶναι ἀνώνυμος. Καί εἶναι ἀνώνυμος, διότι τό ὄνομα ὁρίζει, ἐνῷ ὁ Θεός δέν ὁρίζεται.
Τήν διάκρισι ἐντός τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ ἡ ὕπαρξις τῶν τριαδικῶν Ὑποστάσεων - Προσώπων. Ἑκάστη Ὑπόστασις ἔχει τά αὐστηρῶς προσωπικά Της ἰδιώματα - χαρακτηριστικά, τά ὁποῖα εἶναι ἀκοινώνητα μεταξύ των καί διακρίνουν, ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως, τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἄν καί εἶναι σέ γένος οὐδέτερο εἰς τά Ἑλληνικά, ὅμως εἶναι πρόσωπον. Εἶναι τό τρίτο Πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ὁμόδοξα, ἔχουν τήν ἴδια δόξα, ὁμόθρονα, τήν ἴδια τιμή καί ἀξία, καί εἶναι συναΐδια, δηλαδή δέν ἔχει, τό καθένα ἀπό αὐτά, οὔτε χρονική ἀρχή, οὔτε χρονικό τέλος. Εἶναι ἐκτός χρόνου. Ἄλλωστε, καί τά τρία ἐδημιούργησαν τόν χωροχρόνο. Γιά κανένα ἀπό τά τρία Πρόσωπα δέν ἰσχύει ἡ φρᾶσις «ἦν ποτέ ὅτε οὐκ ἦν». Εἶναι ἄκτιστα, δηλαδή ἀδημιούργητα, σύνθρονα, εἶναι καί συμπλαστουργά, ἔχουν δηλαδή συμμετάσχει στήν Δημιουργία τῆς κτίσεως.
Ἡ μονοθεΐα εἰς τήν Ἁγία Τριάδα ἐξασφαλίζεται ἀπό τήν μοναρχία τοῦ Πατρός. Δηλαδή, αἰτία ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ - τοῦ δευτέρου Προσώπου - καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος - τοῦ τρίτου Προσώπου - εἶναι μόνον ὁ Θεός Πατήρ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος ἀναίτιος, δέν ἔχει δηλαδή αἰτία ὑπάρξεως.
Κατά τήν τριαδολογία τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων, ἡ ὑπόστασις τοῦ Πατρός καί ὄχι ἡ φύσις τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ αἰτία τῶν δύο ἄλλων ὑποστάσεων, δηλαδή τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης «τό αἴτιον εἶναι τό ἀκοινώνητον ὑποστατικόν ἰδίωμα τοῦ Πατρός», διά τοῦτο ἡ ἔννοια τῆς αἰτίας δέν εἶναι δυνατόν νά ἐφαρμοσθῆ καί εἰς τόν Υἱόν. Ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «πάντα ὅσα ἔχει ὁ Πατήρ τοῦ Υἱοῦ ἐστί πλήν τῆς αἰτίας». Διά τοῦτο ὁ Πατήρ εἶναι τό μοναδικόν αἴτιον τῆς ὑποστατικῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῆς καθ᾽ ὕπαρξιν ἐκπορεύσεως Αὐτοῦ.
Ὅλα τά ἰδιώματα-χαρακτηριστικά τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι κοινά, ἐκτός ἀπό τά λεγόμενα ''ὑποστατικά'' - προσωπικά, πού εἶναι ἄκρως ἀκοινώνητα. Αὐτά τά ἄκρως προσωπικά ἰδιώματα κάνουν νά διαφέρουν μεταξύ των τά τρία Πρόσωπα. Αὐτά τά ''ὑποστατικά'' ἰδιώματα εἶναι ἡ ''ἀγεννησία'' γιά τόν Πατέρα, ἡ ''γέννησις'' γιά τόν Υἱό καί ἡ ''ἐκπόρευσις'' γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτά τά ὑποστατικά ἰδιώματα ἔχουν σχέσι τώρα μέ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὑπάρχουν, ἐννοεῖται ἀχρόνως, τά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι διάφορος τοῦ τρόπου ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ.
Κατά τόν Μέγα Ἀθανάσιο, ἡ ἑνότης τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ ὁποία δηλοῖ τήν ὁμοουσιότητα καί τήν ἰσότητα Πατρός, Υἱοῦ καί Ἁγίου Πνεύματος, μαρτυρεῖται πολλαχοῦ τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Ματθ. ΚΗ´, 19) (Ἰωάν. ΙΔ´, 2) (Α´ Κορ. ΙΒ´, 4-6) (Β´ Κορ. ΙΓ´, 13) (Α´ Ἰωάν. Α´, 5) (Ἑβρ. Α´, 3).
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος εἰς τήν ἐπιστολήν του πρός Σεραπίωνα σημειώνει, ὅτι ὁλόκληρος ἡ Τριάς εἶναι Θεός καί ὄχι ὡρισμένα Πρόσωπα Αὐτῆς. Αὕτη εἶναι ἀδιαίρετος καί ἡνωμένη. Λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅτι ὁ Υἱός ὑπάρχει ἐκ τοῦ Πατρός γεννητῶς, τό Πνεῦμα ἐκπορευτῶς, «αὐθυποστάτως μέν ἀμφότερα - ἔχουν ἰδίαν ὑπόστασιν - τά δέ ἄλλα πάντα ὡς κτίσματα ἐκ τοῦ Δημιουργοῦ».
Ὁ Πατήρ ὑπάρχει ἀϊδίως, ἐκτός χρόνου δηλαδή, ''πρό τῶν αἰώνων'', καί ἐλευθέρως, ὄχι δηλαδή κατ᾽ ἀνάγκην, ἀλλ᾽ ὑπάρχει ἐπειδή τό θέλει ἀπό μόνος Του. Γεννᾶ ἀχρόνως, ἀϊδίως τόν Υἱό, τόν μονογενῆ καί ἐκπορεύει, πάλι ἀχρόνως, μόνον τό τρίτο ξεχωριστό καί αὐτοτελές Πρόσωπο, τό ὁμόδοξον μέ τά ἄλλα δύο, πού εἶναι τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής σημειώνει ὅτι ἡ αἰτία τῆς ἑνώσεως καί τῆς διακρίσεως τῶν θείων Προσώπων εἶναι ἡ ὑπόστασις τοῦ Πατρός. Ὁ Πατήρ, ὡς ὑπόστασις, μεταδίδει τήν κοινήν θείαν οὐσίαν εἰς τόν Υἱόν διά τῆς γεννήσεως καί εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα διά τῆς ἐκπορεύσεως, ''ἀχρόνως'' καί ''ἀγαπητικῶς''. Διά τοῦτο ἡ πρός τόν κόσμον κοινή ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος δηλώνεται κάποιες φορές, ἀπό τόν ἅγιο Μάξιμο, μέ τόν ὅρο ''ἔρως''.
Τώρα, εἰς τό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρωμε ὅτι οἱ Καππαδόκες Πατέρες κατηγορηματικώτατα ἀποφεύγουν νά δώσουν θετικό περιεχόμενο στίς ὑποστατικές ἰδιότητες τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Π.χ. ἀποφεύγουν νά προσδιορίσουν τήν διαφορά μεταξύ γεννήσεως καί ἐκπορεύσεως. Γιατί οὐσιαστικά, τί σημαίνει ''γέννησις'' καί τί σημαίνει ''ἐκπόρευσις'' κανείς ἄνθρωπος ποτέ, κανείς ἄγγελος, κανέν κτῖσμα δέν ἠμπορεῖ νά τό συλλάβη, νά τό ἐννοήση καί νά τό καταλάβη, οὔτε κἄν φυσικά νά τό πλησιάση.
Ἔτσι, οἱ Καππαδόκες Πατέρες ἀρκοῦνται μόνον εἰς τό νά λέγουν ὅτι ὁ Υἱός διαφέρει ἀπό τόν Πατέρα, διότι δέν εἶναι Πατήρ. Καί τό Πνεῦμα δέν εἶναι Υἱός, κ.ο.κ. Καί αὐτό τό κάνουν διά νά μήν ὑπάρξη κίνδυνος ἀνθρωπομορφισμοῦ εἰς τόν ὁποῖο μοιραῖα πέφτουν ὅλοι οἱ Δυτικοί, καί ἀφ᾽ ἑτέρου γιά νά μή κινηθοῦμε ὑποχρεωτικά σέ λογική ἀνάγκη ὡς πρός τήν Οἰκονομία.
Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑπάρχει μόνον διά τῆς ἐκπορεύσεως μόνον ἐκ τοῦ Πατρός, ἄνευ δηλαδή συμμετοχῆς τοῦ Υἱοῦ.
Ὡρισμένα δέ χωρία τῶν Καππαδοκῶν, ὡς καί πολλῶν μεταγενεστέρων Πατέρων, ὅπως τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, κλπ., εἰς τά ὁποῖα φέρεται ὁ Υἱός ὡς αἴτιον τοῦ Πνεύματος, ὅλοι αὐτοί ἀναφέρονται εἰς τήν ἀποστολήν καί φανέρωσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι εἰς τήν αἰτιατήν ὕπαρξίν Του.
Τά χωρία αὐτά, δυστυχῶς, ἐχρησιμοποίησαν οἱ λατινόφρονες, κυρίως τοῦ 13ου αἰῶνος, προκειμένου νά θεμελιώσουν τήν αἱρετική τους θέσι πού εἶναι ἡ ''καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ'' ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (τό filioque, στά Λατινικά).
Ἐάν ὁ ἕνας Θεός εἶναι ὁ Πατήρ, τότε μέ τό νά κάνωμε καί τόν Υἱό πηγή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι σάν νά εἰσάγωμε δύο θεούς, δύο ὀντολογικές ἀρχές εἰς τήν Ἁγία Τριάδα. Κινδυνεύει ὁ μονοθεϊσμός.
Στήν Δύσι ὅμως, δέν ὑπῆρχε αὐτό τό πρόβλημα, διότι γι᾽ αὐτούς ὁ μονοθεϊσμός διησφαλίζετο μέ τήν μία κοινή οὐσία. Ἡ μία κοινή οὐσία ἐξέφραζε τόν ἕνα Θεό. Ἔτσι ἐδῶ ὑπῆρχε οὐσιαστικά μία διακοπή ἐπικοινωνίας. Διότι τό ἐπιχείρημα πού προέβαλε ἡ μία πλευρά δέν ἴσχυε γιά τήν ἄλλη. Καί δέν ἴσχυε γιά τήν ἄλλη, διότι ἔκαναν τό πρῶτο μεγάλο ὀλίσθημα οἱ Δυτικοί, πού ἐξασφάλιζαν τήν μονοθεΐα μέ τήν κοινή οὐσία, καθ᾽ ὅ,τι γι᾽ αὐτούς προϋπάρχει δῆθεν ἡ οὐσία καί μετά ἡ Ἁγία Τριάς, ἐνῷ γιά ἐμᾶς εἴπαμε τί ἰσχύει, ὅτι ἄν βγῆ ἡ Τριάς, ὁ Θεός δέν ὑπάρχει.
Μέ τό filioque, στήν Ἀνατολή, αὐτόματα εἰσάγονται δύο ὀντολογικές ἀρχές εἰς τήν Ἁγία Τριάδα, ἐφ᾽ ὅσον τό Ἅγιον Πνεῦμα θά ὤφειλε τήν ὕπαρξί Του καί εἰς τόν Πατέρα, καί εἰς τόν Υἱόν, δηλαδή ἔχομε αὐτόματη εἰσαγωγή διθεΐας καί σπάει ἡ Ἁγία Τριάδα. Ἐπί πλέον τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑποβιβάζεται.
Τελικά ὅμως τό filioque εἶναι ἡ παρονυχίς τῆς ὑποθέσεως καί ὄχι ἡ οὐσία. Εἶναι τό αἰτιατόν καί ὄχι τό αἴτιον. Εἶναι τό ἀποτέλεσμα. Παρά ταῦτα, εἶναι τελικά, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἀρχικοῦ αἰτίου πού προαναφέραμε, μία δογματική παρέκκλισις ἱκανή καί ἀπό μόνη της ὥστε νά ἐκπέσουν οἱ Δυτικοί τῆς ἅπαξ παραδοθείσης ἀποκεκαλυμμένης θεϊκῆς καί ἐν προκειμένῳ τριαδολογικῆς παναληθείας.
Κατά τήν Δυτικήν ''ἐκκλησίαν'', ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός εἶναι μία ἀρχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι δύο ἀρχές. Διότι, λέγουν, ὅπως ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός εἶναι ἕνας Θεός καί ἕνας Ποιητής σέ σχέσι μέ τά κτίσματα, ἔτσι ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός εἶναι μία ἀρχή, ἐν σχέσει μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἡ Δυτική ''ἐκκλησία'' ταυτίζει οὐσίαν καί ἐνεργείας, ἀποδέχεται κτιστή Χάρι, κλπ. Μέγα τό ὀλίσθημα. Διά τῆς ταυτίσεως ὅμως ταύτης ἡ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνδέεται ἀφ᾽ ἑνός μέν, μετά τοῦ τρόπου τῆς καθ᾽ ὕπαρξιν προελεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκ τοῦ Πατρός ὡς αἰτίας, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ, μετά τῆς κοινῆς ἐνεργείας τῆς θεότητος. Τοιουτοτρόπως, τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἕνεκα τῆς μή διακρίσεως οὐσίας καί ἐνεργειῶν, ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ.
Γενικώτερα, τό ὅτι εἰς τόν Θεόν δέν προηγεῖται ἡ κοινή οὐσία, ὅπως ἐσφαλμένως νομίζουν οἱ λατινόφρονες, ἀλλά προηγεῖται τό Πρόσωπο τοῦ Πατρός πού κάνει τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ νά ὑφίσταται, ἡ μή διάκρισις μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργειῶν, ὅπως ὑποστάσεως καί ἐνεργειῶν, εἰς τήν ''Σχολαστική'', ὅπως λέγεται, Θεολογία τῆς Δύσεως, ἀποτελοῦν τήν βασική αἰτία τοῦ filioque καί πολλῶν ἄλλων βέβαια πλανῶν, καί σέ δογματικό ἐπίπεδο, ἀλλά καί σέ σωτηριολογικό ἐπίπεδο.
Τί νά πρωτοαναφέρωμε; ''Φθάνομε, λέγουν, εἰς τόν Θεό μέ τήν διαλεκτική, μέ τήν ὀρθή σκέψι, μέ τούς συλλογισμούς, μέ τόν στοχασμό''. Οἱ σκέψεις, αὐτές καθ᾽ ἑαυτές, ὅταν αὐτονομοῦνται, εἶναι ἕνας ἐγκεφαλικός λαβύρινθος χωρίς ἀρχή καί χωρίς τέλος.
Εἰς τόν Θεόν ''φθάνομε'', πλησιάζομε, γνωρίζομε, μέ τήν ἐν Θεῷ σύγκρασι, μέ τό νά μετέχη δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἐμπειρικά μέ ὅλο του τό εἶναι εἰς τίς θεῖες ἐνέργειες, εἰς τήν θεία δόξα, εἰς τό Θαβώρειον ἄκτιστο Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Αὐτό εἶναι Ὀρθοδοξία, αὐτό ὄντως εἶναι θεοκοινωνία, γι᾽ αὐτό ἦλθε ὁ Χριστός εἰς τήν γῆ, αὐτήν τήν ἀλήθεια καί τήν πραγματικότητα μᾶς ἐφανέρωσε. Οἱ ἄξιοι ἠμποροῦν, θείᾳ Χάριτι πάντα, νά μετέχουν καί ἀπό αὐτήν τήν ζωή, εἰς τό μέτρον τοῦ δυνατοῦ, εἰς τήν ἀτέρμονη δόξα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι μία κατάστασις, μία θεογνωσία, μία ἐμπειρία, προοίμιο τῆς μελλοντικῆς ἐσχατολογικῆς δόξης πού θά ἔχουν ὄχι μόνον οἱ Ἅγιοι, ἀλλά γενικῶς ὅλοι οἱ σεσωσμένοι. Μία δόξα, ἡ ὁποία θά εἶναι ὄχι στατική, ἀλλά δυναμική, συνεχῶς αὐξάνουσα ἀκόπως ''σύν τῷ χρόνῳ'', ἄν καί δέν θά ὑπάρχη τότε ἐκεῖ ἡ ἔννοια τοῦ χρόνου.
Ἐπίσης νά ἀναφέρωμε ὅτι ὅλα αὐτά τά προβλήματα κατ᾽ ἀρχάς ἐνεφανίσθησαν εἰς τήν Ἰσπανία τόν 6ο αἰῶνα, μετά εἰσήχθησαν τόν 8ο αἰῶνα εἰς τό φραγκικό κράτος ἀπό τόν Κάρολο τόν Μέγα καί μετά εἰσήχθησαν εἰς τήν Γερμανία καί τήν Ἰταλία, παρά τήν ἀντίδρασι τοῦ Πάπα Λέοντος τοῦ Γ´. Ὁ πάπας Νικόλαος ὁ Α´, ἐκτός ἀπό τίς δογματικές, εἶχε καί κάποιες ἄλλες διοικητικές ἀξιώσεις, πού ἀπεκρούσθησαν ἀπό τόν Μέγα Φώτιο.
Ὁ τελευταῖος, ὑπομνημάτισε πλήρως τούς Καππαδόκες Πατέρες. Εἶπε μεταξύ τῶν ἄλλων ὅτι, ἐάν τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὁ Υἱός τότε καθίσταται αἴτιον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί αἰτιατόν, ἐννοεῖται τοῦ Πατρός, τοῦ πρώτου Προσώπου, πού οὕτως ἤ ἄλλως ὄντως εἶναι, καί ἔτσι τό ἴδιον Πρόσωπον, ὁ Υἱός, καθίσταται καί αἴτιον καί αἰτιατόν, πρᾶγμα ἄτοπον, καί προσβάλλεται ἐπί πλέον ἡ ἰσοτιμία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐπίσης, ἡ ὑποτιθέμενη καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καθιστᾶ τόν Πατέρα ἀτελές αἴτιον, πρᾶγμα πού ἀντιβαίνει εἰς τήν τελειότητα τοῦ Πατρός. Ὅμως, ὅπως τονίζει ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Πατήρ, ὡς τέλειος Θεός, τελείαν τήν ἐκπόρευσιν ποιεῖται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μηδενός προσδεόμενος τοῦ Υἱοῦ. Ἡ ἐξάρτησις ἄλλωστε τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐκ διπλοῦ αἰτίου, ὅπως προενεφέρθη, ὑποβιβάζει Αὐτό ἔναντι τῶν ἄλλων θείων Προσώπων καί ὡς ἐκ τούτου προσβάλλει τήν ἰσοτιμίαν τοῦ Πνεύματος πρός τόν Πατέρα καί τόν Υἱόν. Περιττόν νά εἴπωμε ὅτι ἔτσι θά ἔπιπτε εἰς τό κενόν τό ὅτι ἡ μονοθεΐα εἰς τήν Ἁγία Τριάδα ''ἐξασφαλίζεται'' ἀπό τήν μοναρχία τοῦ μόνου ἀναιτίου Πατρός.
Διέκρινε ἐπίσης μεταξύ ὑπάρξεως τῶν θείων Προσώπων καί ἀποστολῆς Αὐτῶν, καθώς καί μεταξύ ὑποστάσεως καί κοινῆς ἐνεργείας. Ὑπεγράμμισε ὅτι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, κατά τήν ἐνέργεια, εἶναι μία ἀρχή ποιητική καί συντηρητική τῆς κτιστῆς Δημιουργίας. Καί τά τρία Πρόσωπα, πιό ἁπλᾶ, συντηροῦν τήν Δημιουργία, τήν ὁποίαν ἐκ τοῦ μή ὄντος, ἐκ τοῦ μηδενός, ἔφεραν εἰς τήν ὕπαρξιν. Ἀντιθέτως, λέγει ὁ Μέγας Φώτιος: Ὅ,τι δέν εἶναι κοινό εἰς τήν Ἁγία Τριάδα «ἑνός ἐστί μόνον τῶν τριῶν». Δηλαδή, ὅ,τι δέν εἶναι κοινό εἰς τήν Ἁγία Τριάδα ἀνήκει μόνον σέ ἕνα ἀπό τά τρία Πρόσωπα.
Ἡ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι κοινόν, ἀλλά εἶναι ὑποστατική - αὐστηρῶς προσωπική - ἰδιότης. Ἀνήκει ἀποκλειστικά εἰς ἕνα Πρόσωπον, πού εἶναι ὁ Πατήρ. Ἡ ἀποστολή ὅμως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (τῆς ἐνεργείας Του) εἰς τόν κόσμον εἶναι κοινή ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος καί πραγματοποιεῖται ὑπό τῶν τριῶν Προσώπων, ἄρα καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ.
Τελικά, τό ἐπί Μεγάλου Φωτίου ἀρξάμενο Σχίσμα κατέστη ὁριστικό τό 1054 ἐπί τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ Κηρουλαρίου. Μετά τό Σχίσμα ἔγιναν κατά καιρούς ἑνωτικές προσπάθειες. Αὐτό φυσικά πού ἔχει σημασία εἶναι ὅτι ὁ Θεός στήν κάθε ἐποχή εἶχε τούς ἰδικούς Του ἀνθρώπους γιά νά περισώζουν, θείᾳ Χάριτι, τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτήν μόνον ἀπεκάλυψε καί παρέδωσε ὁ σεσαρκωμένος Λόγος τοῦ Πατρός ὁ ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάς, ὁ κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἄλλωστε, τότε δέν ὑπῆρχε παρά μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς Ἀρχαία Ἐκκλησία. Καί αὐτήν τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας θά ἀπαιτήση ὅταν θά ξαναέλθη ὡς ἄνθρωπος μετά δόξης ἀφάτου γιά νά κρίνη τά σύμπαντα.
Ἔτσι, συμπερασματικά, ὁ Υἱός συμμετέχει μόνον εἰς τήν ἐν χρόνῳ Ἀποστολήν τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄλλο ''πέμψις'' - ἀποστολή -, καί ἄλλο ''ἐκπόρευσις''. Ὅπως λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ''οὐ ταὐτόν'', δέν εἶναι δηλαδή τό ἴδιον πρᾶγμα. Καί τοῦτο, ἐφ᾽ ὅσον ἡ ἐκπόρευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔχη σχέσιν μέ τόν τρόπον ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἔχει ὡς μοναδική αἰτία τό πρῶτο Πρόσωπον, τόν Θεόν Πατέρα.
Εὔχομαι, τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἡ ἐνέργειά Του δηλαδή, νά μᾶς διέπη ἐξ ὁλοκλήρου καί νά μᾶς καθοδηγῆ ὅλους μας σέ ἀληθῆ ἐμπειρική Ὀρθόδοξη θεογνωσία. Ἀμήν.
(Ἑσπερινή ὁμιλία εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος - 16/6/2003)
Πηγή: Θρησκευτικά
Τρία καράβια ενετικά λοιπόν ξεκίνησαν από την πόλη γεμάτα με όλα αυτά τα κειμήλια, όπως λέει και ο θρύλος, αλλά το τρίτο από αυτά που μετέφερε την αγία τράπεζα βυθίστηκε στα νερά του Βοσπόρου στην περιοχή του Μαρμαρά. Από τότε μέχρι σήμερα στο σημείο εκείνο που είναι βυθισμένη η Αγία Τράπεζα τα νερά της θάλασσας είναι πάντοτε ήρεμα και γαλήνια, ασχέτως με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην γύρω περιοχή. Το φαινόμενο μαρτυρούν και σύγχρονοι Τούρκοι επιστήμονες, που έχουν κάνει κατά καιρούς απόπειρες να ανακαλύψουν που οφείλεται αυτό το περίεργο φαινόμενο, αλλά λόγω της λασπώδους σύστασης του βυθού, απέβησαν άκαρπες.
Στο βιβλίο του Δωροθέου Μονεμβασίας με τίτλο “Βίβλος Χρονική ” (1781) διαβάζουμε: ” Οι Ενετοί την υπερθαύμαστον και εξάκουστον Αγίαν Τράπεζαν της Αγίας Σοφίας, την πολύτιμον και ωραιότατην, έβγαλαν από τον Ναό και έβαλαν εις το καράβι, και καθώς έκαναν άρμενα και επήγαιναν προς Βενετία, ω, του θαύματος! Πλησίον της νήσου του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και έπεσεν εις την θάλασσαν η Αγία Τράπεζα και εβούλησε και είναι εκεί ως σήμερον, και τούτο είναι φανερόν και το μαρτυρούν οι πάντες, διότι όλον το μέρος εκείνο, όταν κάμνει φουρτούνα, η θάλασσα όλη κάμνει κύματα φοβερά, εις δε τον τόπο όπου είναι η Αγία Τράπεζα είναι γαλήνη και δεν ταράσσεται η θάλασσα. Και υπαγαίνουν τινές εκεί με περάματα, και λαμβάνουν από την θάλασσαν εκείνην, όπου είναι η Αγία Τράπεζα, και μυρίζει θαυμασιώματα μυρωδίαν, από το άγιον μύρον όπου έχει και των άλλων αρωμάτων “
Ο πατέρας της Ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαος Πολίτης , γράφει για το περιστατικό: “ Την ημέρα που πάρθηκεν η Πόλη έβαλαν σ’ ένα καράβι την Αγία Τράπεζα, να την πάνε στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Εκεί όμως στην θάλασσα του Μαρμαρά, άνοιξε το καράβι και η Αγία Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γαλήνη που είναι πάντα εκεί και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.”
Θα μπορούσε να είναι άλλος ένας μύθος που κατάφερε να επιβιώσει τόσους αιώνες μέσα στις καρδιές των Ελλήνων. Όμως σύμφωνα με ντόπιους Τούρκους της Κωνσταντινούπολης, το σημείο αυτό είναι υπαρκτό.
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ: Οι Ιουδαίοι κατά την περίοδο της Π. Διαθήκης γιόρταζαν την Πεντηκοστή, ή εορτή των εβδομάδων (7 επί 7), που ονομαζόταν ακόμη “εορτή θερισμού των πρωτογεννημάτων” (Εξ. κγ΄16). Κατά τη γιορτή προσφέρονταν στο Θεό θυσίες πρωτογεννημάτων (καρπών σιτηρών, οικιακών ζώων). Επίσης, κατά παράδοση, ο Δεκάλογος δόθηκε στο Μωυσή την 50η μέρα μετά το ιουδαϊκό Πάσχα. Κατ' αντιστοιχία, όπως κατά την εβραϊκή Πεντηκοστή, εκφράζονταν ευχαριστίες για τα πρωτογεννήματα, έτσι για την χριστιανική Πεντηκοστή εκφράζονται ευχαριστίες για “τας απαρχάς του Πνεύματος”.
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ: Η πρώτη αναφορά στην εορτή βρίσκεται στην απόκρυφη “Επιστολή των Αποστόλων”. Τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, Πεντηκοστή ονομαζόταν ολόκληρο το διάστημα των 50 ημερών από την Ανάσταση του Κυρίου μέχρι και την έβδομη Κυριακή μετά από αυτή. “Πάσα η Πεντηκοστή της εν τω αιώνι προσδοκώμενης αναστάσεως εστί υπόμνημα. Η γαρ μία και πρώτη εκείνη ημέρα (Ανάσταση), επτάκις πολλαπλασιασθείσα, τας επτά της ιεράς Πεντηκοστής εβδομάδας αποτελεί.” (Μ. Βασίλειος, PG 32, 192) Αυτές τις πενήντα μέρες απαγορευόταν γονυκλισία και νηστεία, λόγω του χαρμοσύνου των ημερών.
Αυτό μαρτυρείται ήδη από νωρίς (Τερτυλλιανός). Ακόμη, λόγω της ιερότητας της περιόδου, αποφεύγονταν ιπποδρομίες και θεατρικές παραστάσεις. Από τα χρόνια του Χρυσοστόμου, αποκλειστικό αποστολικό ανάγνωσμα ήταν οι περικοπές του βιβλίου των Πράξεων, που αφορούσαν άλλωστε στη γέννηση και εξάπλωση της Εκκλησίας.
Η τελευταία ημέρα της Πεντηκοστής αποκτά σπουδαιότερη από τις προηγούμενες σημασία, γιατί θεωρείται δικαίως ως η ημέρα “η τελειώσασα την Εκκλησίαν αιτία” (Θρ. Ηθ. Εγκυκλοπαίδεια). Η εκκλησία βεβαίως, ως σύνολο πιστών υπήρχε και πριν την Πεντηκοστή, εφόσον υπήρχε ιεραρχία, οργανωτικές βάσεις, παράδοση Μυστηρίων, αλλά έλειπε η κινώσα ζωτική πνοή του Θεού. Αυτή του Αγίου Πνεύματος, της τρίτης υποστάσεως του Αγίου Τριαδικού Θεού. “Εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καιί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας.”, γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος γράφει σχετικά: “Ει (εάν) μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία. Ει δε συνίσταται η Εκκλησία εύδηλον ότι Πνεύμα πάρεστιν”. Η Πεντηκοστή, “μητρόπολις των εορτών” κατά τον Ι. Χρυσόστομο, κατέστη η αφετηρία της Εκκλησίας ή καλύτερα η γενέθλιος μέρα του έργου της, διότι εκείνη τη μέρα κατήλθε το Πνεύμα το Άγιον στους πρώτους Μαθητές. Γράφει ο ίδιος Πατέρας για την εορτή: “Η φύσις η ημετέρα προ δέκα ημερών (διά της Αναλήψεως) εις τον θρόνον ανέβη τον βασιλικόν και το Πνέυμα το Άγιον κατέβη σήμερον προς την φύσιν την ημετέραν. Ανήνεγκεν ο Κύριος την απαρχήν την ημετέραν καικατήνεγκε υο Πνεύμα το Άγον.” (PG 50,454,456)
Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ: Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει αρχή ούτε τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και συναριθμείται με τον Πατέρα καί τον Υιό. [Το Άγιο Πνεύμα] πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει, οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται, παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως, αγιάζει, δεν αγιάζεται, κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, (...) είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο, αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (...). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], (...). Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται].
ΟΙ ΔΩΡΕΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Τι χορηγεί το Άγιο Πνεύμα; “Πάντα χορηγεί: βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί, αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξε, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν, όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας” (Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον). Τα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος, δύο εκ των κορυφαίων δωρεών του Αγίου Πνεύματος, τελούνταν τους πρώτους αιώνες κατά την εορταστική αγρυπνία της εορτής της Πεντηκοστής (όπως άλλωστε και των Χριστουγέννων και της Αναστάσεως). Το Άγιο Πνεύμα ακόμη και σήμερα πρέπει να εμψυχώνει τους ορθοδόξους λειτουργούς του Υψίστου, διότι κατά τον Χρυσόστομο “δυνάμεθα αεί Πεντηκοστήν επιτελείν”. Εξάλλου πρέπει να γνωρίζουμε ότι: “Το Πνεύμα το Άγιον αποτελεί την πηγή του ανακαθαρμού, της αναγέννησης και εξαγιασμού των πιστών.” (Π. Ν. Τρεμπέλας, Ομιλητική, σ.220, από τον Γρηγορίο Παλαμά).
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και της μυστικής επικοινωνίας τη ψυχής του πιστού με Αυτό, η ψυχή δέχεται και αντανακλά δόξα Κυρίου, και μεταμορφώνεται σε όμοια εικόνα με τον Αυτόν, προχωρώντας βαθμηδόν από “δόξης εις δόξαν” (Β΄Κορ. γ΄18), προοριζόμενη να φτάσει στο καθ' ομοίωσιν με τον Δημιουργό, που ήταν και ο κορυφαίος σκοπός του έργου του Τριαδικού Θεού κατά τη δημιουργία του κόσμου. Το Θείο Πνεύμα φέρνει στην ψυχή μια ατμόσφαιρα Παραδείσου, μέσα στην οποία γονιμοποιούνται όλα τα άνθη της και ωριμάζουν οι καρποί του Πνεύματος: “αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις,πραότης, εγκράτεια” (Γαλ. ε΄22). Επισφράγιση δε των δωρεών του Πνεύματος είναι η υιοθεσία που αποτελεί και τον αρραβώνα της αιώνιας κληρονομίας του Θεού.
ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑ: “Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού (...) Αυτό το Πνεύμα συμμαρτηρεί τω πνεύματι ημών, ότι εσμέν τέκνα Θεού, ει δε τέκνα καικληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού.” (Ρωμ. η΄14-17). Όλη αυτή η αγιοπνευματική βιοτή επιτυγχάνεται μόνο δια της μυστηριακής ζωής της γεννημένης δια του Αγίου Πνεύματος Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο Χριστός τήρησε την υπόσχεση που έδωσε και την ημέρα της Πεντηκοστής έστειλε στους μαθητές το Πανάγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα επεδήμησε στους Αποστόλους, στην Εκκλησία και δι'αυτών σ' όλους όσοι ανοίγουν σ' αυτό την πόρτα της ψυχής τους. Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα ψυχή ζωούται» και «περικρατείται πάντα τα ορατά συν τοις αοράτοις». Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα η κτίσις καινουργείται», δι' αυτού «ο πας πλούτος της δόξης, εξ ου χάρις και ζωή πάση τη κτίσει» δι' αυτού «πάσα ψυχή ζωούται», δι' αυτού «τα σύμπαντα το είναι έχει». (Αναβαθμοί Όρθρου)
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ: Ο Χρυσορρήμων Πατέρας της Ορθοδοξίας τονίζει ότι διά του Αγίου Πνεύματος: “δουλείας απαλλαττόμεθα, εις ελευθερίαν καλούμεθα, εις υιοθεσίαν αναγόμεθα, άνωθεν αναπλαττόμεθα, το βαρύ και δυσώδες των αμαρτημάτων φορτίων αποτιθέμεθα. Διά του Πνεύματος του Αγίου, ιερέων βλέπομεν χορούς, διδασκάλων έχουμε τάγματα. (...)
Διά της τούτου δυνάμεως εξ ανθρώπων άγγελοι γεγόναμεν οι τη χάριτι προσδραμόντες ,” χωρίς να μεταβάλλουμε τη φύση μας, αλλά κάτι το περισσότερο θαυμαστό: μένοντας στην ανθρωπινη φύση, “την των αγγέλων πολιτείαν επιδεικνύμεθα.” Και όπως η αισθητή φωτιά, όταν θερμάνει τον πηλό, όστρακον ισχυρόν τον αναδεικνύει, “ούτω δη και το πυρ του Πνεύματος, επειδάν λάβη ψυχήν ευγνώμονα και εύρη πηλού μάλλον διαλελυμένην, σιδήρου στερροτέραν αυτήν απεργάζεται. Και τον προ μικρού τω βορβόρω των αμαρτημάτων μεμολυσμένον, αθρόον του ηλίου λαμπρότερον αναδείκνυσιν” (PG 50, 463-5).
Πηγή: Ακτίνες
Προσφάτως, πρό ὀλίγων μηνῶν, ἡ Ρουμανική Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐξέδωσε καί κυκλοφόρησε δικό της ἐξαίρετο ὁμολογιακό κείμενο κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὑπογεγραμμένο ἀπό τό σύνολο τῶν Μοναχῶν τῆς Σκήτης μαζί μέ τούς Προεστῶτες καί Πνευματικούς τους· τό κείμενο αὐτό εἶχε λαμπρή ἀπήχηση στό ὀρθόδοξο πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας καί εὐρύτερα. Μέ τό εἰσαγωγικό κείμενο πού ἀκολουθεῖ, ἡ ἄτυπη «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν» ἐπαινεῖ, ἐνστερνίζεται, προσυπογράφει καί προβάλλει τήν Ὁμολογία Πίστεως τῆς Ρουμανικῆς Σκήτης, πού ἤδη κυκλοφορεῖται καί στά ἑλληνικά.
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΝΕΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Πηγή: Θρησκευτικά
Ποῦ πορεύεται ὁ κόσμος; Τί μέλλει νὰ μᾶς συναντήσει; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ τὰ βγάλουμε πέρα ὡς ἄτομα, οἰκογένειες, ἔθνος;
Πηγή: Ο Σωτήρ
Ο Ιωσήφ Βρυένιος , ονομαστός διδάσκαλος του Γένους μας, σε λόγο του ενώπιον του αυτοκράτορα, τριανταπέντε χρόνια πριν από την Άλωση, όρισε την αιτία, της διαφαινόμενης πτώσης της Πόλης, με τα παρακάτω λόγια:
«Όλοι οι Χριστιανοί έγιναν υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς, λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι. Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι νεώτεροι ακόλαστοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι χωρικοί άλαλοι και οι πάντες αχρείοι. Χάθηκε ευλαβής από της γης, εξέλιπε στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την αυτοκρατορία».
Στο τέλος της ομιλίας του, ως ανάχωμα στην επερχόμενη Άλωση, πρότεινε, σε όλους, μετάνοια και υπακοή στις εντολές του Θεού.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός ήταν μαθητής του Ιωσήφ Βρυένιου και ως επίσκοπος Εφέσου, συμμετείχε και αυτός σ’ εκείνη την ψευτοσύνοδο της Φερράρας, στην οποία, δεκαπέντε χρόνια πριν από την Άλωση, σύρθηκαν οι Έλληνες κάτω από την απειλή των Τούρκων και τις εκβιαστικές απαιτήσεις του πάπα, να ζητήσουν βοήθεια από την Δύση.
Τελικά, την δυσσεβή εκείνη συμφωνία περιφρόνησης της Ανατολικής Ορθόδοξης παράδοσης και της υποταγής μας στην παπική αίρεση, την υπέγραψαν όλοι, πλην ενός. Του Μάρκου του Ευγενικού.
Θα μου πείτε, και τι θα μπορούσε να πετύχει η αντίσταση του ενός; Και όμως! Τα αποτελέσματα της αντίστασης, του ενός και μόνον, προέκυψαν καθοριστικά.
Πρώτον, ανάγκασε τον τότε πάπα να παραδεχθεί την πλήρη αποτυχία του, στην προσπάθειά του να υποτάξει την Ορθοδοξία, λέγοντας την γνωστή φράση: «Ει Μάρκος ουχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαμεν». Εάν ο Μάρκος δεν υπέγραψε, δεν κάναμε τίποτε.
Και δεύτερον, η αντίσταση του ενός παραδειγμάτισε τόσο δυνατά τους Ρωμηούς, που πίστεψαν ακράδαντα, ότι τα Έθνη χάνονται, όχι όταν απωλέσουν την κρατική τους οντότητα, αλλά όταν χάσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα, δηλαδή, την ψυχή τους.
Ο Γεννάδιος Σχολάριος, εξέχων λόγιος, μαθητής του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού και πρώτος Πατριάρχης του υπόδουλου Γένους, μέσα από τις διασωθείσες επιστολές του, παραδίδει υψηλής πνευματικής και πολιτικής στάθμης μαθήματα, όχι μόνον για τους Ρωμηούς των ημερών του, αλλά και για ολόκληρη την σύγχρονη Ρωμηοσύνη, που όλο και ανθεί σε ολόκληρη την οικουμένη.
Ανάμεσα στα άλλα γράφει ο Γεννάδιος:
«Οι ηγέτες πρέπει να ξυπνήσουν την Πόλη, που φαίνεται ότι κοιμάται.
Οι περισσότεροι νομίζουν, ότι θα σωθούν χωρίς θυσίες, διότι πιστεύουν στην σκιά και στο παραμύθι της παπικής βοήθειας, αφού προηγηθεί η προδοσία της Πίστεως.
Αυτό, που απαιτείται, είναι η τόνωση του φρονήματος του λαού και όχι μοιρολατρική εγκαρτέρηση και ηττοπάθεια. Εάν χρειαστεί, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και την ζωή μας ακόμη να θυσιάσουμε.
Όσες φορές η Πόλη εναπέθετε τις ελπίδες της στον Θεό και όχι σε δυσσεβείς συμμαχίες ανθρώπων, εσώζετο.
Πώς, όμως, να κρατήσει το θάρρος του ο λαός και να πιστέψει στην σωτηρία της Βασιλεύουσας, όταν βλέπει τους πλουσίους και τους μορφωμένους να φεύγουν στην Δύση και στις αυλές των Φράγκων ηγεμόνων, με τις περιουσίες τους και τις ανέσεις τους, απ’ όπου δήθεν φροντίζουν να στείλουν βοήθεια» ;
Η Πόλις εάλω. Η Ρωμιοσύνη, όμως, δεν έσβησε ποτέ.
Το Πνεύμα της Ρωμηοσύνης, παρά τα μύρια εμπόδια, κατάφερε να φτάσει, μέχρι και τις ημέρες μας, ακέραιο και ρωμαλέο.
Είναι το πνεύμα των ησυχαστών Πατέρων της Εκκλησίας μας, που οι δυνάμεις του σκότους το τρέμουν και το πολεμάνε με μανία, από τότε μέχρι και σήμερα.
Είναι εκείνο το Πνεύμα, που σαν ωριμάσει στις ψυχές μας, θα φέρει και την πολυπόθητη λύτρωση του Γένους μας από την σημερινή «κάμινο του πυρός, την καιομένη επταπλασίως».
29/5/2015
Πηγή: Αβέρωφ
Α´. Μεταβολήν τοῦ νοῦ.
Β´. Μεταβολήν τῆς καρδίας.
Γ´. Μεταβολήν τῆς γλώσσης.
Συλλογίσου ἀγαπητέ, πῶς τό Πανάγιον Πνεῦμα ὅταν κατέβη εἰς τό ὑπερῷον ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν, ὡσάν ἕνας σφοδρότατος ἄνεμος καί βροντή, ἐγέμισεν ὅλον τόν οἶκον, εἰς τόν ὁποῖον ἦσαν καθήμενοι οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι καί ἐπροσηύχοντο· «καί ἐπλήρωσε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι» (Πραξ. β´. 2)· καί τόν ἔκαμεν ὡσάν μίαν κολυμβήθραν, ὡς λέγει ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, διά νά βαπτίσῃ τούς Ἀποστόλους μέ τήν θείαν χάριν του, περί τοῦ ὁποίου τούτου βαπτίσματος προεῖπεν εἰς αὐτούς ὁ Κύριος· «ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ οὐ μετά πολλάς ταύτας ἡμέρας (Πράξ. α´ 5).
Ἐπλήρωσε δέ τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι, κολυμβήθραν αὐτόν ἀπεργαζομένη πνευματικήν, καί πληροῦσα τήν τοῦ Σωτῆρος ἐπαγγελίαν, ἥν καί αὐτήν ἀναλαμβανόμενος πρός αὐτούς ἔλεγεν, ὅτι Ἰωάννης μέν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ…ἀλλά καί τήν κλῆσιν ἥν αὐτοῖς ἐπέθηκεν, ἐπαληθεύουσαν ἔδειξε· διά γάρ τοῦ ἐξ οὐρανοῦ τούτου ἤχου, ὄντως υἱοί βροντῆς γεγόνασιν οἱ Ἀπόστολοι» (Λόγος εἰς τήν Πεντηκ.) Τότε δή τότε αὐτό τό Πανάγιον Πνεῦμα ἐνήργησεν εἰς τούς Ἀποστόλους τρεῖς μεταβολάς (καί αὐταί αἱ μεταβολαί εἶναι κυρίως ὁ καρπός καί τῶν παρόντων πνευματικῶν γυμνασμάτων).
Ἡ α´ μεταβολή ἦτο τοῦ νοός τῶν Ἀποστόλων, ἡ ὁποία μετέβαλεν εἰς αὐτούς ἐκείνας τάς πρώτας ἰδέας ὅπου εἶχον περί τῶν πράγματων τοῦ κόσμου τούτου καί τούς ἔκαμε νά γνωρίσουν καθαρά τό ταπεινόν καί μάταιον τῶν παρόντων ἀγαθῶν, καί ἐξεναντίας νά γνωρίσουν τό μεγαλεῖον καί αἰώνιον τῶν μελλόντων, ὥστε ἐκεῖνοι οἱ ἴδιοι ὅπου ὀλίγον προτήτερα φιλονικοῦσαν ἀναμεταξύ τους ποῖος ἀπό αὐτούς νά ἦτο ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος· «ἐγένετο δέ καί φιλονικία ἐν αὐτοῖς τό τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων» (Λουκ. κβ´ 24). Ὕστερα ἀφ᾿ οὗ ἔλαβαν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐμετροῦσαν διά μεγάλην εὐτυχίαν, τό νά εἶναι μικρότεροι ἀπό ὅλους· τό νά καταφρονοῦνται ἀπό ὅλους διά τόν Χριστόν καί τό νά λογίζωνται ἀσθενεῖς, μωροί, ἄτιμοι, ὄνειδος, σκύβαλα καί σκουπίδια τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων· «ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν, ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ἡμεῖς ἄτιμοι, ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγεννήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι» (Α´ Κορ. δ´ 10).
Τώρα ἀδελφέ στοχάσου ἀνίσως ἔγινε καί εἰς ἐσέ αὐτή ἡ μεταβολή τοῦ νοός διά μέσου τούτων τῶν πνευματικῶν γυμνασμάτων ὅπου ἀνάγνωσες καί ἕως εἰς ποῖον βαθμόν ἔφθασες, διότι ἀνίσως καί ἕως τώρα ἐνόμισες ἕνα μεγάλον καλόν, τό νά σέ τιμοῦν καί νά σέ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι εἰς ὑπόληψιν, τό νά ζῇς εἰς τήν καρδίαν πάντων, ἤγουν τό νά σέ ἀγαποῦν ὅλοι, τό νά γυρεύης πάντοτε καινούργιαις ἡδοναῖς καί νά ἐξοδεύης εἰς αὐταῖς τόν καιρόν ὅπου σοῦ ἐδόθη διά νά κερδίσης τά αἰώνια ἀγαθά καί τό νά ζῇς μέ τέλη καί ἀντιρρήσεις κοσμικάς, φανερόν εἶναι ὅτι ὁ νοῦς σου ὡδηγεῖτο ἕως τώρα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί ὄχι ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί πρέπει διά τοῦτο νά λυπῆσαι καί νά μετανοῇς διότι ἀπέθανεν ὁ Χριστός καί ἀνέστη καί ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς, ὄχι διά νά σοῦ δώσῃ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου.'Aλλά διά νά σοῦ δώσῃ τό Πνεῦμα τό ἰδικόν του καί ἐσύ μέ τήν κακήν ζωήν ὅπου ἔζησες δέν ἔγινες δεκτικός τοῦ θείου του Πνεύματος· «ἡμεῖς δέ οὐ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλά τό πνεῦμα τό ἐκ τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. β´ 12).
Πρέπει ὅμως ἀπό τώρα καί ὕστερα νά εἶσαι ἀποφασισμένος νά κάμνης ὅλα τά ἐναντία, ἤγουν νά ὁδηγῆσαι μέ τάς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά μή λογιάζῃς ἄλλην τιμήν, παρά ἐκείνην ὅπου σέ μεγαλύνει ἐμπρός εἰς τόν Θεόν καί νά μή ψηφᾷς ἄλλο καλόν, παρά ἐκεῖνο ὅπου σοῦ προξενεῖ τήν ἀπόλαυσιν τοῦ Παραδείσου.
Εἶναι καλόν σημάδι πῶς ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἄρχισε νά φωτίζῃ τόν νοῦν σου καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό ἐκεῖνον ὅπου ἤσουν εἰς ἄνδρα ἄλλον, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σαούλ· «καί ἐφαλεῖται ἐπί σέ Πνεῦμα Κυρίου, καί στραφήσῃ εἰς ἄνδρα ἄλλον» (Α´. Βασιλ. ι´. 6) καί πρέπει διά τοῦτο νά χαίρῃς καί νά εὐχαριστῇς τόν Κύριον ὅπου σέ ἐφώτισε μέ τό Ἅγιόν του Πνεῦμα, διά νά μή περιπατῇς πλέον ὡσάν νήπιος, ἀλλά ὡσάν ἄνδρας τέλειος· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐφρόνουν ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δέ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τά τοῦ νηπίου» (Α´. Κορ. ιγ´ 11)· καί διά νά μή ἀκολουθῇς πλέον τό φρόνημα τῆς σαρκός ὅπου εἶναι θάνατος ἀλλά τό φρόνημα τοῦ Πνεύματος ὅπου εἶναι ζωή· «τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος· τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος, ζωή καί εἰρήνη» (Ρωμ. η´. 6).
Αἰσχύνθητι λοιπόν διά τήν περασμένην ζωήν ὅπου ἔζησες ὄχι ὡσάν οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὡσάν ξένος καί ἀλλότριος, μέ τό νά μή εἶχες τό Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή κατά τόν Ἀπόστολον· «εἴ τις Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ οὐκ ἔχει οὗτος, οὐκ ἔστιν αὐτοῦ» (Ρωμ. η´ 9). Καί παρακάλεσαι ταπεινῶς τό Ἅγιον Πνεῦμα νά μεταβάλη τελείως τόν νοῦν σου εἰς τό θεῖον του θέλημα, φωτίζωντάς τον μέ τήν χάριν του. Ὄχι κατά τήν ἐπιφάνειαν ἀλλά κατά βάθος διά νά μή ὑστερηθῇς καί ἐσύ τόν φωτισμόν καί τήν χάριν του καί νά λέγῃς μέ τόν Δαβίδ· «καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, καί αὐτό οὐκ ἔστι μετ᾿ ἐμοῦ» (Ψαλμ. λζ´ 10)· ἀλλά μᾶλλον νά λαμβάνης ἐπάνω εἰς τόν ἁμυδρότερον φωτισμόν, ἄλλον καθαρώτερον καί λαμπρότερον φωτισμόν καί νά λέγῃς· «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» (Ψαλμ. λε´ 10).
Πῶς δέ νά συγκρατῇς τόν φωτισμόν τοῦτον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν νοῦν σου καί πῶς νά μή τόν ἀφήσῃς νά σβύσῃ; Ἄκουσον τί σοῦ λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος· καθώς τό φῶς τοῦ λύχνου μέ τό λάδι ἀνάπτει καί συγκρατεῖται, καί ὅταν σωθῇ τό λάδι τότε σβύνει καί αὐτό, ἔτσι καί ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀνάπτει καί μᾶς φωτίζει, ὅταν ἔχωμεν καλά ἔργα, καί ἐλεημοσύνην εἰς τήν ψυχήν μας. Ὅταν δέ τά καλά ἔργα λείψουν καί ἡ ἐλεημοσύνη, ἀναχωρεῖ ἀπό ἡμᾶς καί τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· «καθάπερ γάρ τό λυχνιαῖον φῶς ἐλαίῳ κατέχεται καί ἀναλωθέντος τούτου, κᾀκεῖνο σβέννυται, οὕτω δή καί ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις, παρόντων μέν ἡμῖν ἔργων ἀγαθῶν, καί ἐλεημοσύνης πολλῆς ἐπιχεομένης τῇ ψυχῇ, μένει καθάπερ ἐλαίῳ κατεχομένη ἡ φλόξ· ταύτης δέ οὐκ οὔσης, ἄπεισι καί ἀναχωρεῖ» (Τόμ. Θ´ λόγος 55). Καθώς καί τό Πνεῦμα Κυρίου ὅπου ἐδόθη εἰς τόν Σαούλ, ἀνεχώρησεν ἀπό λόγου του μέ τό νά μή εἶχε γνώμην ὀρθήν καί ἔργα θεάρεστα· «Πνεῦμα Κυρίου ἀπέστη ἀπό Σαούλ» (Α´. Βασιλ. ις´ 14· διά τοῦτο καί ὁ Παῦλος παραγγέλει γράφων· «τό Πνεῦμα μή σβέννυτε» (Α´. Θεσσ. ε´ 19).
Λέγει γάρ ὁ μέγας Βασίλειος καί καθώς ἄλλη μέν θερμότης εὑρίσκεται εἰς τά σώματα καθ᾿ ἕξιν πολυχρόνιος, ἄλλη δέ κατά διάθεσιν ὀλιγοχρόνιος, ἔτσι καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, εἰς ἄλλους μέν παραμένει καθ᾿ ἕξιν διά τήν στρεότητα τῆς καλῆς των γνώμης, ὡς ἠκολούθησεν εἰς τόν Ἐλδάδ καί Μωδάδ, περί τῶν ὁποίων γράφουσιν οἱ ἀριθμοί, ὅτι ἐπροφήτευον πάντοτε· εἰς ἄλλους δέ μόνον εὑρίσκεται ὡς διάθεσις, καί γρήγορα ἀναχωρεῖ διά τό ἀστερέωτον τῆς γνώμης των, ὡς ἠκολούθησεν εἰς τόν Σαούλ καί εἰς τούς ἑβδομήκοντα πρεσβυτέρους, οἱ ὁποῖοι μίαν φοράν μόνον ἐπροφήτευσαν, καί ὕστερον ἔχασαν τῆς προφητείας τό χάρισμα. Ὡς ἐν σώμασιν ὑγίεια, ἤ θερμότης, ἤ ὅλως εὐκίνητοι διαθέσεις, οὕτω καί ἐν ψυχῇ πολλάκις ὑπάρχει τό πνεῦμα, τοῖς διά τό τῆς γνώμης ἀνίδρυτον εὐκόλως ἥν ἐδέξατο χάριν ἀπωθουμένοις οἷος ὁ Σαούλ καί οἱ πρεσβύτεροι οἱ ἑβδομήκοντα τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, πλήν τοῦ Ἐλδάδ καί Μωδάδ· «τούτοις γάρ μόνοις ἐκ πάντων φαίνεται παραμεῖναν τό Πνεῦμα· καί ὅλως εἴ τις τούτοις τήν προαίρεσιν παραπλήσιος» (Κεφ. κς´. Περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).
Συλλογίσου ἀγαπητέ τήν β´. μεταβολήν ὅπου ἔκαμε τό Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τήν καρδίαν τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι εἰς τήν ἀρχήν ἦσαν τόσον φιλόζωοι, τόσον φιλόσαρκοι, τόσον δειλοί, ὅπου διά νά φυλάξουν τήν ζωήν τους, ὁ ἕνας ἄφησε τόν διδάσκαλόν του εἰς τό πάθος καί ἔφυγε γυμνός· «καί εἷς τις νεανίσκος ἠκολούθει αὐτῷ περιβεβλημένος σινδόνα ἐπί γυμνοῦ… ὁ δέ καταλιπών τήν συνδόνα γυμνός ἔφυγεν ἀπ᾿ αὐτῶν» (Μαρκ. Ιδ´ 51. (Οὗτος ἦτο ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, ὅστις ἐφόρει ἕνα μόνον ἱμάτιον εἰς ὅλην του τήν ζωήν, ὡς λέγει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος), ὁ ἄλλος τόν ἠρνήθη καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀνεχώρησαν· «καί ἀφέντες αὐτόν πάντες ἔφυγον». (Μαρκ. ιδ´. 51). Καί τόσον ἦσαν τρομαγμένοι ὡσάν λαγωοί ὅπου ἔστεκαν κεκλεισμένοι ἀπό τόν φόβον τους μέσα εἰς τό ὑπερῶον καί δέν ἐτόλμων νά εὔγουν ἔξω σχεδόν εἰς ὅλον τό διάστημα τῶν πεντήκοντα ἡμερῶν ὅπου ἐπέρασαν μετά τήν Ἀνάστασιν ἀλλ᾿ ἀφ᾿ οὗ κατέβη εἰς αὐτούς τό Ἅγιον Πνεῦμα, μετέβαλε τήν ἀσθένειαν τῆς καρδίας των εἰς ἀνδρείαν καί γενναιότητα.
Ὅθεν εὐγῆκαν ἔξω ὡσάν τόσοι ἄφοβοι λέοντες καί ἐκήρυττον τόν ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν ἐμπρός εἰς ὅλον τό πλῆθος τοῦ λαοῦ μέ μέτωπον ἀνοικτόν, μέ στῆθος ἀνδρειωμένον καί μέ τόλμην καί παρρησίαν χωρίς νά δειλιάσουν οὔτε ἀπό φοβερισμούς, οὔτε ἀπό δαρμούς, οὔτε ἀπό βάσανα καί μαρτύρια, οὔτε ἀπό τόν ἴδιον θάνατον· ἀλλ᾿ ἐπεθύμουν ταῦτα πάντα ὡς τρυφάς καί ξεφαντώματα καί ἔχαιρον ὑπερβολικά ὅταν τά ἐλάμβανον· «οἱ μέν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πραξ. ε´. 41).
Τότε ἤθελες ἰδεῖ ἐκεῖνον τόν δειλότατον καί φιλόζωον Πέτρον, ὅπου πρότερον δέν ἠδυνήθη νά ἀκούσῃ χωρίς φόβον οὔτε ἕνα ψιλόν λόγον ἑνός δυστυχισμένου κορασίου, πῶς ἐστάθη μέ τόσην ἀφοβίαν καί τόλμην καί ἐδημηγόρησε μεγαλοφώνως ἔμπροσθεν εἰς ἕνα μυριάριθμον πλῆθος ἀνθρώπων, χωρίς νά στοχάζεται πῶς εἶναι ὁλότελα ἄνθρωποι ἀλλά πῶς εἶναι κνώδαλα καί φυτά ἤ λίθοι, καί μέ τήν δημηγορίαν του εἵλκυσεν εἰς τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ τρεῖς χιλιάδας λαοῦ· «σταθείς δέ Πέτρος σύν τοῖς ἕνδεκα ἐπῆρε τήν φωνήν αὐτοῦ, καί ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς» (Πράξ. β´. 14).
Τότε ἤθελες ἰδῇ ἐκείνους τούς ἁλιεῖς καί ἀγραμμάτους πλουτισμένους ἀπό τόσην σοφίαν καί σύνεσιν, ὥστε νά κάμνουν τούς σοφούς καί γραμματισμένους νά ἐξίστανται καί νά ἀποροῦν· «καί καταλαβόμενοι, ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καί ἰδιῶται ἐθαύμαζον». (Πράξ. δ´ 13). Καί τοῦτο διατί; διότι ἔδωκεν εἰς τήν καρδίαν αὐτῶν χῦμα γνώσεως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σολομῶντος· «καί ἔδωκε Κύριος φρόνησιν τῷ Σολομών καί χῦμα καρδίας» (Γ´ Βασιλ. δ´ 29)· καί διότι " ἥψατο Κύριος καρδίας αὐτῶν ὡς γέγραπται» (Α´ Βασιλ. ι´ 26).
Ὤ χάρις! ὤ ἐνέργεια! ὤ πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖον ὅταν μίαν φοράν ἀνάψῃ τήν καρδίαν, τούς λαγῳούς κάμνει λέοντας, τούς ἀδυνάτους δυνατούς, τούς ἀσόφους σοφούς, τούς πηλίνους κατασκευάζει πυρίνους καί τούς πρῴην ἀνδριάντας μεταβάλλει εἰς ἄνδρας τελείους. Καί τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο ὅπου ὁ Θεός ὑπεσχέθη νά δώσῃ διά τοῦ Προφήτου Μιχαίου λέγων· «οὐκ ἔσται ὁ ἐπακούων αὐτῶν, ἐάν μή ἐγώ ἐμπλήσω ἰσχύν ἐκ Πνεύματος Κυρίου» (Μιχ. γ´ 8).
Τώρα καί ἐσύ ἀδελφέ ὅπου ἀναγινώκεις ταῦτα, στοχάσου, ἐάν ἔλαβες αὐτήν τήν γενναιότητα καί θέρμην εἰς τήν καρδίαν σου διά νά μή φοβῆσαι σάρκα, κόσμον καί κοσμοκράτορα, τοῦτο εἶναι σημεῖον πῶς μετεβλήθης ἀπό τό Πνεῦμα Κυρίου, καθώς εἶναι γεγραμμένον· «τότε μεταβαλεῖ τό Πνεῦμα καί διελεύσεται, καί ἐξιλάσεται· αὕτη ἡ ἰσχύς τῷ Θεῷ μου» (Ἀββακ. α´ 11).
Στοχάσου, καί ἐάν ἐσύ προτήτερα ἐγύρευες μέ ὅλην τήν ὁρμήν τῶν ἐπιθυμιῶν σου τά ἀγαθά τοῦ κόσμου, τά πλούτη, τάς δόξας, τάς ἡδονάς καί ἐλόγιαζες ὅτι ἦτο μακαριώτερος ὅποιος εἶχεν ἀπό αὐτά τά ἀγαθά περισσότερα, ἤξευρε ὅτι ἕως τώρα ἦτο ἡ καρδία σου πεπαλαιωμένη, ἀναίσθητος καί πεπωρωμένη ὡσάν πέτρα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ κόσμου καί τῆς σαρκός. Καί λυπήσου διά τοῦτο καί μετανόησον, πώς εἰς τόσους χρόνους τῆς ζωῆς σου, δέν ἔγινες ἄξιος νά λάβῃς διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μίαν καινούργιαν καρδίαν αἰσθητικήν τοῦ συμφέροντός σου, τήν ὁποίαν ὑπεσχέθη νά σοῦ δώσῃ ὁ Θεός· «καί δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν δώσω ὑμῖν· καί ἀφελῶ τήν καρδίαν τήν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκός ὑμῶν καί δώσω ὑμῖν καρδίαν σαρκίνην καί τό πνεῦμά μου δώσω ἐν ὑμῖν» (Ἰεζεκ. λς´. 26).
Ἐάν δέ τώρα γυρεύῃς ὅλα τά ἐναντία καί ἀντί νά ὑπερηφανεύεσαι διά τά πλούτη, ἐσύ περισσότερον ταπεινώνεσαι καί χαίρεις εἰς τήν πτωχείαν· ἀντί νά θέλῃς τάς τρυφάς καί τά ξεφαντώματα, ἐσύ ἀγαπᾷς τήν ὀλιγάρκειαν καί ἐγκράτειαν, ἤξευρε, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἄρχισε νά μεταβάλῃ τήν καρδίαν σου εἰς ἄλλην καρδίαν, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σαούλ. «Καί ἐγενήθη ὥστε ἐπιστραφῆναι τῷ ὤμῳ αὐτοῦ ἀπελθεῖν ἀπό Σαμουήλ, μετέστρεψεν αὐτῷ ὁ Θεός καρδίαν ἄλλην». (Α´. Βασίλ. ι´. 9)
Ὅθεν εὐφράνθητι καί εὐχαρίστησαι τόν Κύριον, ὅπου διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὄχι μόνο σοῦ ἐκαθάρισε τόν νοῦν, ἀλλά καί σοῦ ἐθέρμανε τήν καρδίαν καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό σαρκικόν εἰς πνευματικόν· ἀπό νήπιον μωρόν, εἰς ἄνδρα σοφόν· καί ἀπό κοσμικόν καί ἐθνικόν, εἰς ἀληθινόν χριστιανόν. Τοιαύτας γάρ θεοπρεπεῖς καί παραδόξους μεταβολάς συνειθίζει νά ἐνεργῇ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς θεολογεῖ περί αὐτοῦ ὁ Μέγας Θεολόγος Γρηγόριος· «τοῦτο τό Πνεῦμα (σοφώτατον γάρ καί φιλανθρωπότατον) ἄν ποιμένα λάβῃ, ψάλτην ποιεῖ πνευμάτων πονηρῶν κατεπᾴδοντα καί βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ ἀναδείκνυσιν· ἐάν αἰπόλον συκάμινα κνίζοντα, προφήτην ἐργάζεται· τόν Δαβίδ καί τόν Ἀμώς ἐνθυμήθητι· ἐάν μειράκιον εὐφυές λάβῃ πρεσβυτέρων ποιεῖ κριτήν καί παρ᾿ ἡλικίαν· μαρτυρεῖ Δανιήλ ὁ νικήσας ἐν λάκκῳ λέοντας· ἐάν ἁλιέας εὕρῃ, σαγηνεύει Χριστῷ, κόσμον ὅλον τῇ τοῦ λόγου πλοκῇ συλλαμβάνοντας. Πέτρον λάβε μοι καί Ἀνδρέαν καί τούς τῆς βροντῆς υἱούς τά πνευματικά βροντήσαντας· ἐάν τελώνας, εἰς μαθητείαν κερδαίνει καί ψυχῶν ἐμπόρους δημιουργεῖ· φησί Ματθαῖος, ὁ χθές τελώνης, καί σήμερον εὐαγγελιστής· ἐάν διώκτας θερμούς, τόν ζῆλον μετατίθησι, καί ποιεῖ Παύλους ἀντί Σαύλων καί τοσοῦτον εἰς εὐσέβειαν, ὅσον εἰς κακίαν κατέλαβε». (λογ. Εἰς τήν Πεντηκοστήν).
Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, διότι ἕως τώρα ἤσουν μακράν ἀπό τέτοιους συλλογισμούς, πορευόμενος ἐν τοῖς κακοῖς θελήμασι τῆς καρδίας σου καί μή δίδωντας τόπον εἰς αὐτήν, διά νά κατοικήσῃ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· καί συντόμως εἰπεῖν, διότι ἔζησες ὡσάν ἕνας ψυχικός μόνον ἄνθρωπος, ὅς οὐ δέχεται τά τοῦ Πνεύματος· «μωρία γάρ αὐτῷ ἐστι καί οὐ δύναται γνῶναι» (Α´. Κορ. β´ 14). Κάμε ἀπόφασιν εἰς τό ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς σου, νά μή λυπήσης πλέον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ καμμίαν ἄτακτον καί κακήν ὄρεξιν τῆς καρδίας σου, κατά τήν παραγγελίαν ὅπου σοῦ δίδει ὁ Ἀπόστολος· «καί μή λυπῆτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. δ´. 30)· μηδέ νά ἐναντιωθῇς ὡς σκληροκάρδιος εἰς τό Ἅγιον αὐτοῦ θέλημα, κατά τούς σκληροκαρδίους ἐκείνους Ἑβραίους, πρός τούς ὁποίους εἶπεν ὁ Στέφανος· «σκληροτράχηλοι καί ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καί τοῖς ὠσίν· ὑμεῖς ᾀεί τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἀντιπίπτετε» (Πράξ. ζ´. 51)· ἀλλά νά δώσῃς ὅλην τήν καρδίαν σου εἰς αὐτό μέ ὅλας της τάς ἐπιθυμίας διά νά ἐνοικήσῃ καθώς αὐτό τό ἴδιον πνεῦμα σέ προστάζει λέγον· «υἱέ δός μοι τήν καρδίαν» (Παροιμ. κγ´. 26).
Θέλεις δέ δώσει τήν καρδίαν σου εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐάν μελετᾷς πάντοτε εἰς αὐτήν τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μέ μίαν ἀδιάλειπτον προσευχήν. Ἐπειδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μολονότι καί ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, ὅμως εἶναι καί λέγεται καί Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ διά τήν ὁμοουσιότητα καί ἐν τῷ Υἱῷ ἀναπαύεται καί χαίρει ὅταν αὐτός ὀνομάζεται· «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τό Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ ἐν ταῖς καρδίαις, κράζον ἀββᾶ ὁ Πατήρ»· (Γαλ. δ´. 6)·" ἵνα διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς καί πνευματικῆς προσευχῆς , ἐν μέν τῷ Πνεύματι θεωρῇς τόν Υἱόν, ἐν δέ τῷ Υἱῳ θεωρῇς τόν Πατέρα", ὡς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· καί ἵνα καταξιωθῇς διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς ἐργασίας, νά εὕρῃς καί νά ἰδῇς νοερῶς τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ὁποίαν ἔλαβες μέν διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, τήν ἔχωσες δέ ὡσάν σπινθῆρα μέσα εἰς τά πάθη καί ἁμαρτίας.
Καί τέλος πάντων, ἐπειδή καί τό Πανάγιον Πνεῦμα· ὁ ἄλλος παράκλητος, τό συμπληρωτικόν πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος· ὁ χορηγός πάντων τῶν χαρισμάτων ἡ ζωή τῶν ζώντων· ἡ κίνησις τῶν κινουμένων· καί ἡ τελειότης ἁπάντων τῶν ὄντων, ἠθέλησεν ἐκ μόνης τῆς φιλανθρωπίας του νά εἰδοποιήσῃ εἰς τήν καρδίαν σου τάς πρώτας γραμμάς καί τό πρῶτον σχέδιον τῆς χάριτός του, παρακάλεσαί τον νά μή σέ ἀφήσῃ ἀτελῆ ἀλλά νά φέρῃ εἰς τελειότητα αὐτήν τήν εἰδοποίησιν καί τό ἔργον ὅπου ἄρχισεν εἰς ἐσέ, χαρίζωντάς σου τό χάρισμα τῆς διαμονῆς καί τῆς μέχρι τέλους ὑπομονῆς ἐν τῇ αὐτοῦ χάριτι, τό ὁποῖον χάρισμα εἶναι τό μεγαλύτερον ἀπό ὅλα τά χαρίσματα καί αὐτό μόνον συνιστᾷ καί ἐπισφραγίζει τόν ἑκάστου προορισμόν κατά τούς θεολόγους καί διά τοῦ χαρίσματος τούτου νά σέ ἀξιώσῃ ἀπό ἐδῶ ἀκόμη, νά γίνῃς ὅλος πνευματικός, ὅλος ἀγγελοειδής, ὅλος ἅγιος καί υἱός Θεοῦ, καί Θεός κατά χάριν, ἀπ᾿ ἐκεῖ ὅπου εἶσαι τώρα γῆ καί σποδός· καθώς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελθόν εἰς ψυχήν ἀνθρώπου, ἔδωκε μέν ζωήν, ἔδωκε δέ ἀθανασίαν· ἤγειρε κείμενον· τό δέ κινηθέν κίνησιν ἀΐδιον ὑπό Πνεύματος Ἁγίον, ζῶον ἅγιου ἐγένετο· ἔσχε δέ ἄνθρωπος ἀξίαν πνεύματος εἰσοικισθέντος ἐν αὐτῷ προφήτου, ἀποστόλου, ἀγγέλου Θεοῦ, ὤν πρό τοῦ, γῆ καί σποδός»· (ὁμιλ. Περί τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, ἧς ἡ ἀρχή, ἐνθυμηθῶμεν πᾶσα ψυχή).
Συλλογίσου ἀγαπητέ τήν γ´. μεταβολήν ὅπου ἐνήργησε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν Ἀποστόλων· διότι ἐκεῖνοι ὅπου προτήτερα δέν ἐλαλοῦσαν ἄλλο παρά γήϊνα καί χαμερπῆ διά δόξας καί τιμάς προσωρινάς καί ματαίας· «δός ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καί εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου» (Μάρκ. ι´. 37)· ἐκεῖνοι ὅπου ἐλάλουν περί τοῦ Χριστοῦ ταπεινά καί εὐτελῆ· «ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὦδε εἶναι καί ποιήσωμεν σκηνάς τρεῖς, μίαν σοί καί Μωσεῖ μίαν καί μίαν Ἠλίᾳ» (Λουκ. θ´. 33).
Ἐκεῖνοι ὅπου πρότερον ἔφθασαν ἕως καί νά συμφωνήσουν μέ τόν Ἰούδαν καί νά κατηγορήσουν τήν εὐλογημένην ἐκείνην Μαρίαν καί νά θυμωθοῦν καταπάνω της, διότι ἄλειψε τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ μέ τόσον πολυέξοδον μῦρον, λέγοντες μέ ἀγανάκτησιν· «εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γάρ τοῦτο πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καί δοθῆναι πτωχοῖς καί ἐνεβριμῶντο αὐτῇ» (Μάρκ. ιδ´. 4) Αὐτοί λέγω οἱ ἴδιοι, ὕστερα ἀπό τόν ἐρχομόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἐλαλοῦσαν πλέον δι᾿ ἄλλο, παρά διά τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, διά ὑψηλά καί μεγάλα πράγματα διά τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, διά τήν θεολογίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος, διά τό ἀκατανόητον μυστήριον τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας· διότι εἶναι Θεός ἀληθινός ὁ Χριστός· μέ ρητορικήν ἀνήκουστον, μέ ἐλευθεροστομίαν ἀσύγκριτον καί μέ γλῶσσας διαφόρους· «ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ". (Πράξ. β´ 11).
Τώρα στοχάσου ἐσύ ἀγαπητέ τά λόγια ὅπου ὡμιλοῦσες προτήτερα ἀπό τά παρόντα γυμνάσματα, καί τά λόγια ὅπου πρέπει τώρα νά λαλῇς, διά νά λάβῃς καί ἐσύ τήν μεταβολήν αὐτήν τῆς γλώσσης ἀπό τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· τήν γλῶσσαν σοῦ τήν ἔδωκεν ὁ Θεός ἀδελφέ ὄργανον διά νά λαλῇς ὅλα τά καλά ὄχι τά κακά. Ὅθεν πρέπει νά τήν μεταχειρίζεσαι καί ἐσύ κατά τόν σκοπόν ὅπου ὁ Θεός σοῦ τήν ἔδωκεν· ἤγουν εἰς τό νά δοξολογῇς καί νά αἰνῇς μέ αὐτήν πάντοτε τόν Θεόν, καί νά μελετᾷς τά θεῖα του λόγια καθώς γέγραπται· «πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. β´ 11).
Καί πάλιν «καί ἡ γλῶσσά μου μελετήσει τήν δικαιοσύνην σου, ὅλην τήν ἡμέραν τόν ἔπαινόν σου»· (Ψαλμ. λδ´. 32)· καί ὄχι εἰς τό νά λαλῇς λόγια ἀνευλαβῆ κατά τοῦ Θεοῦ καί εἰς τό νά ὀνομάζῃς τό θεῖον του ὄνομα εἰς πράγματα μάταια· «οὐ λήψῃ γάρ φησι τό ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπί ματαίῳ» (Ἐξοδ. κ´. 7) εἰς τό νά κατηγορῇς καί νά μέμφεσαι τόν ἑαυτόν σου καί ὄχι εἰς τό νά τόν ἐπαινῇς μόνος σου «ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας καί μή τό σόν στόμα· ἀλλότριος, καί μή τά σά χείλη» (Παροιμ. κζ´. 2).
Εἰς τό νά συμβουλεύῃς τόν ἀδελφόν σου ὅλα ἐκεῖνα ὅπου εἶναι συμφέροντα εἰς τήν σωτηρίαν του καί νά στερεώνῃς εἰς τό καλόν καί τήν ἀρετήν, καί ὄχι εἰς τό νά ἀκονᾷς ὡς μάχαιραν τήν γλῶσσάν σου κατ᾿ αὐτοῦ περιπαίζωντάς τον, κατηγορῶντάς τον καί ὑβρίζωντάς τον καταφρονητικῶς μέ θυμόν· «ἠκόνησαν ὡς ραμφαίαν τήν γλῶσσαν αὐτῶν» (Ψαλμ. ξγ´. 30) ἤ καί δίδωντάς του κακάς συμβουλάς μέ λόγια ἁπαλά μέν καί φιλικά, ἐπίβουλα δέ καί ἐχθρικά, διά νά τόν κακοποιήσῃς καί νά τόν βλάψῃς· «ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτῶν ὑπέρ ἔλαιον καί αὐτοί εἰσι βολίδες» (Ψαλμ. νδ´. 24).
Καί διά νά εἰπῶ μέ ἕνα λόγον, εἰς τήν γλῶσσάν σου πρέπει νά ἔχῃς τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, τά λόγια τῆς παλαιᾶς καί νέας Γραφῆς· τά περί τῆς θείας προνοίας· τά περί τῆς κρίσεως· καί τά περί τῆς ἀγαθότητός του· καί ὅλαι αἱ συνομιλίαι σου νά ᾖναι περί πνευματικῶν καί θείων πραγμάτων καί περί ὠφελείας ψυχικῆς. Ἐάν περί τοιούτων μεταχειρίζεσαι τήν γλῶσσάν σου, ἤξευρε, ὅτι ὁ Κύριος ἔπλασε νοερῶς τήν ἰδικήν σου γλῶσσαν, καθώς ἔπλασε ποτέ καί τοῦ κωφοῦ καί μογιλάλου· «καί πτύσας ἥψατο τῆς γλώσσης αὐτοῦ… καί ἐλύθη ὁ δεσμός τῆς γλώσσης αὐτοῦ». (Μάρκ. ζ´ 33). Καί εἶναι καλόν σημάδι, ὅτι ἄρχισε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά μεταβάλῃ καί τήν ἰδικήν σου γλῶσσαν, καί νά λαλῇ αὐτό δι᾿ αὐτῆς, ὡς ποτέ ἐλάλει καί διά τῶν Ἀποστόλων καί διά τοῦ Δαβίδ «Πνεῦμα Κυρίου ἐλάλησεν ἐν ἐμοί καί ὁ λόγος αὐτοῦ ἐπί γλώσσης μου» (Β´. Βασιλ. κγ´. 2).
Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, πῶς ἕως τώρα ἐλάλεις ὡσάν ἕνας σαρκικός καί νήπιος καί ὄχι ὡσάν πνευματικός καί τέλειος ἄνδρας· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν» (Α´. Κορ. ιγ´ 11) καί ἡ γλῶσσά σου ἐμελέτα τήν ἀδικίαν, καθώς λέγει ὁ Ἡσαΐας· «ἡ γλῶσσα ἡμῶν ἀδικίαν μελετᾷ» (νθ´. 3).
Ἀποφάσισαι εἰς τό ἑξῆς νά μή ἀφήνῃς νά εὔγουν ἀπό τό στόμα σου λόγια σαπρά, λόγια γελοιώδη καί μάταια, ἀλλά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη πρός οἰκοδομήν τῶν ἀκουόντων, καθώς σοῦ παραγγέλει ὁ Ἀπόστολος· «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ᾿ εἴτις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσιν» (Ἐφέσ. δ´ 29)· διότι ὁ λόγος εἶναι σκιά τοῦ ἔργου, καθώς εἶπεν ἕνας σοφός (Οὗτος ἐστίν ὁ Δημόκριτος εἰπών· «λόγος ἔργου σκιή»)· καί οἱ λόγοι οἱ κακοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά κακά, καθώς καί ἐκ τοῦ ἐναντίου οἱ λόγοι οἱ καλοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά καλά. Διά τοῦτο εἶπε καί ὁ Σολομῶν, ὅτι εἰς τό χέρι τῆς γλώσσης στέκεται ἡ ζωή καί ὁ θάνατος· «θάνατος καί ζωή ἐν χειρί γλώσσης» (Παροιμ. ιη´. 21). Καί καθώς ὅποιος βαστᾷ μυρωδικά καί τόν ἑαυτόν του εὐωδιάζει καί τούς ἄλλους ὁμοίως καί ὅποιος βαστᾷ βρωμερά καί τόν ἑαυτόν βρωμίζει καί τούς ἄλλους· τοιουτοτρόπως καί ὅποιος λαλεῖ τά καλά λόγια, ἤ τά κακά καί τόν ἑαυτόν του ὠφελεῖ, ἤ βλάπτει καί τούς ἀκούοντάς του.
Καί τέλος πάντων, παρακάλεσαι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά δυναμώσῃ τοῦτο ὅπου ἄρχισε νά ἐνεργῇ εἰς ἐσέ· «δυνάμωσον ὁ Θεός τοῦτο, ὅ κατειργάσω ἐν ἡμῖν» (Ψαλμ. ξζ´. 31)· καί νά δείξῃς μίαν τελείαν μεταβολήν εἰς τήν γλῶσσάν σου διά τῆς χάριτός του, ὥστε νά μή σέ ἀφήσῃ νά σφάλῃς πλέον μέ αὐτήν εἰς κανένα λόγον ἄπρεπον· «εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ (Ἰακώβ. γ´. 2)· ἀλλά νά μεταχειρισθῇ τήν γλῶσσάν σου ὡσάν ἕνα κονδύλι, διά νά τήν κινῇ μέ τήν δεξιάν του εἰς τό νά λαλῇς ἐκεῖνα μόνον ὅπου αὐτό θέλει καί βούλεται· ὥστε ὅπου, σύ μέν νά λέγῃς· «ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (Ψαλμ. μδ´ 2)· ἐκεῖνοι δέ ὅπου σέ βλέπουν καί σοῦ ἀκούουν, νά λέγουν· «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ ὑψίστου». (Ψαλμ. ος´ 10).
Πηγή: Η άλλη όψη
«…Καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν»
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος
Στὸ γόνατο ἀποκεφαλίζουν κόσμο, δὲν ὑπάρχει κτηνωδία ποὺ δὲν διαπράττουν, τρόμος ἐπικρατεῖ στὶς δυτικὲς πόλεις, μήπως ἐμφανισθεῖ κάποια ἀγέλη -ἢ μοναχικὸς λύκος- καὶ ἐπιδοθεῖ σὲ σκοποβολὴ ἐπὶ δικαίων καὶ ἀδίκων, ὅμως σιγοῦν ἰχθυοπρεπῶς οἱ θιγμένοι, ἀπὸ τὴν λαϊκὴ εὐσέβεια, τζιτζιφιόγκοι τοῦ ψευτοπροοδευτισμοῦ.
Δειλὰ καὶ τρομαγμένα ἀνθρωπάκια, ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ Ἰσλάμ, λεονταρισμοὶ καὶ διαβολὲς ὅταν προβάλλεται ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἄθεοι καὶ ἀσεβεῖς ἀπὸ τὰ γεννοφάσκια τους, παθαίνουν ψύχωση ὅταν βλέπουν ὅτι τοῦτος ὁ κατασυκοφαντημένος καὶ ἐξαπατημένος λαὸς κρύβει, ὅπως ἡ ἀνοιξιάτικη γή τὸν σάπιο σπόρο, τὸ πατροπράδοτο σέβας, τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν ἁγία Ὀρθοδοξία.
Καὶ ἐπειδὴ δὲν πάσχω ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ… «ὀνοματοκρυπτισμοῦ», ὅπως τὴν ὀνομάζει ὁ πολιὸς καὶ ἀξιοσέβαστος δάσκαλός μας πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης, δὲν κρύβω ὀνόματα μιλώντας γενικῶς καὶ ἀσαφῶς, ἀπαριθμῶ:
Κάποιος Ψαριανός, βουλευτής, τοῦ γεμάτου ἀναθυμιάσεις «Ποταμιοῦ» μὲ σκουλαρίκι στὸ αὐτὶ καὶ μὲ μάτι ποὺ γυαλίζει ἀπὸ τὸ μίσος γιὰ τὴν Ἐκκλησία, εἰρωνευόταν, ὁ ἀνεμιαίας συμπεριφορᾶς πολιτικάντης, τὶς χιλιάδες Ἑλλήνων, ποὺ ἔσπευσαν πρὸς προσκύνησιν τῶν ἱερῶν λειψάνων...
τῆς Ἁγίας Βαρβάρας.
(Κρύβουν κάτι τέτοιοι, κάτω ἀπὸ τὸ κέλυφος τοῦ δῆθεν ἀριστεροῦ, τὴν φασιστική τους νοοτροπία. Ἐνῶ ὅλη τους ἡ βιοτή, βρομάει ἀπὸ πάνω μέχρι κάτω, ὅτι εἶναι τυχοδιῶκτες καὶ τίποτε ἄλλο. Ἡ ἴδια θλιβερὴ ἱστορία κάποιων, ποὺ τὰ νιάτα τους, τὰ μοναδικὰ καὶ ἀνεπανάληπτα, τὰ ἀφιέρωσαν στὴν ἐνσάρκωση τῆς μαρξιστικῆς ἰδέας, ἡ ὁποία ἀποδείχθηκε ὄχι ἁπλῶς ἕνα πελώριο φιάσκο, ἀλλὰ τερατογονία. Ὅμως ἀφοῦ «ἄντεξαν στὰ βασανιστήρια, λύγισαν στὶς προσφορές».
Μόλις ἀναρριχήθηκαν, ἐγκαταλείποντας τὸ «ἀδειανὸ πουκάμισο» τῆς ἰδέας, καὶ γεύτηκαν τὰ καλούδια τῆς «μπουρζουαζίας», ρίχτηκαν μὲ μανία στὴν ἀπόλαυσή τους. Ὅπως ἔλεγε καὶ ἕνας ἥρωας τοῦ Κούντερα «ἡ πιὸ θλιβερὴ ἀνακάλυψη τῆς ζωῆς μου ὑπῆρξε ὅτι οἱ διωκόμενοι δὲν εἶναι καλύτεροι ἀπὸ τοὺς διῶκτες». Τὸ μόνο ποὺ διατηροῦν, ὡς ἀναλαμπὴ ἀπὸ τὰ ἀνεόρταστα νιάτα τους, εἶναι ἡ ἐκκλησιομαχία. Μπαζώνουν τὴν συνείδησή τους, ἀποφεύγοντας ἔτσι καὶ τὸν ἐσωτερικὸ ἔλεγχο γιὰ τὶς ἀσωτεῖες).
Κατὰ πόδας καὶ ὁ ἀρχηγός του, ὁ νεοφανῆς τιποτολόγος τῆς πολιτικῆς Σ. Θεοδωράκης, τὸν ὁποῖο, ὅταν τὸν βλέπουμε νὰ κόπτεται δῆθεν γιὰ τὴν πορεία τῆς χώρας, μᾶς ἔρχεται στὸ νοῦ τὸ γνωστὸ ἀνέκδοτο μὲ τὸ σαλιγκάρι.
Βρέθηκε στὴ σκεπὴ τοῦ ὑψηλότερου μεγάρου τῆς πρωτεύουσας. Πῶς βρέθηκες ἐσὺ ἐδῶ πάνω, τὸ ρωτοῦν. Καὶ ἐκεῖνο ἐξομολογεῖται: Ἕρποντας, γλείφοντας καὶ μὲ τὰ κέρατά μου!
Κάποιοι θὰ ἀντιτείνουν ὅτι τοὺς ψήφισε ὁ λαός. Τοὺς προτείνω νὰ διαβάσουν τὴν ἀειθαλῆ μελέτη τοῦ Εὐάγγελου Λεμπέση μὲ τίτλο «περὶ τῆς τεράστιας σημασίας τῶν βλακῶν ἐν τῷ συγχρόνω βίω».
Ἐπιθυμεῖ, καταπῶς λέει, καὶ τὸν χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, χωρὶς νὰ πολυκαταλαβαίνει, ὅπως ὑποψιαζόμαστε, τί ἐννοεῖ. Τοῦ ἁπαντὰ ὁ σπουδαῖος Γ. Θεοτοκᾶς:
«Ἡ Ὀρθοδοξία, ὅπως παρουσιάζεται στὰ μάτια τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, εἶναι θρησκεία ἐθνική, συνυφασμένη ἀξεδιάλυτα μὲ τὰ ἤθη του καὶ τὸν ὁμαδικό του χαρακτήρα, μὲ τὸ κλίμα καὶ μὲ τὸ ἄρωμα τοῦ τόπου, μὲ τὰ τοπία του, μὲ τὴν οἰκογενειακή του ζωὴ καὶ μὲ τὰ γυρίσματα τῶν ἐποχῶν τῆς χρονιᾶς. Ἡ ὀργάνωσή της εἶναι δημοκρατική, ἡ γλώσσα της θερμή, ἡ ἠθική της ἀνθρώπινη, ταιριαγμένη μὲ τὴν ἑλληνικὴ νοοτροπία, τὰ σύμβολά της οἰκεία καὶ ἀναντικατάστατα στὴ λαϊκὴ συνείδηση. Οἱ μεγάλες ἑορτές της, ὁ Εὐαγγελισμός, τὸ Πάσχα, ὁ Δεκαπενταύγουστος, τὰ Χριστούγεννα καὶ τὰ Δωδεκάμερα καὶ ἄλλες, εἶναι κάθε χρόνο οἱ μεγάλες μέρες τῆς Ἑλλάδας, οἱ μέρες ὅπου τὸ ἐθνικὸ σύνολο αἰσθάνεται περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ὥρα τὴν ἑνότητά του, τὴν ἀλληλεγγύη του, τὴν ἀμοιβαία ἀγάπη τῶν μελῶν του.
Αὐτὴ ἡ θαλπωρή, αὐτὰ τὰ ζεστὰ πνευματικὰ κύματα ποὺ μεταδίδονται ἀκατάπαυστα, σ’ ὅλην τὴν Ἑλλάδα, ἀπὸ τοὺς ὀρθόδοξους ναοὺς κι ἀπὸ τὶς βυζαντινές τους ἀκολουθίες, ἀποτελοῦν στοιχεῖο συστατικό, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς. Γιὰ τοῦτο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ στὴν Ἑλλάδα χωρισμὸς Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας οὔτε καὶ ὑπῆρξε ἐδῶ ποτὲ ἀντικληρικὸ πολιτικὸ κίνημα, ὅπως συνέβη ἀλλοῦ. Ἐπικρίνουμε συχνὰ τὴν Ἐκκλησία -κάποτε μάλιστα μὲ μεγάλη δριμύτητα- ἀλλὰ τὴν ἐπικρίνουμε ἀπὸ μέσα, σὰν μέλη της ποὺ ἀπαιτοῦμε ἀπ’ αὐτὴν νὰ γίνει καλύτερη. Δὲν τὴν πολεμοῦμε σὰν νὰ εἶναι ἕνα ξένο σῶμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ζητοῦμε νὰ χωριστοῦμε».
(«Πνευματικὴ Πορεία», ἔκδ. «ΕΣΤΙΑ», σελ. 134).
Ἐρχόμαστε τώρα σὲ κάτι ἀμαθέστατα, ἀνάγωγα καὶ ἐξαχρειωμένα ἄτομα ποὺ τάχα διασκεδάζουν μὲ τὶς ἀνοησίες τους τὸ φιλοθεάμον κοινό: Τοὺς συντελεστὲς καὶ παρουσιαστὲς τῆς ἐκπομπῆς «Ράδιο Ἀρβύλα» (ἢ «Ράδιο Ξεφτίλα»).
«Ἄνθρωποι παντὸς ἐστερημένοι διανοητικοῦ προτερήματος παρακάθηνται ἐκεῖ, ἔχοντες ἀνήκουστον θράσος ἀμαθείας… ἐξευτελίζουσι δὲ καὶ καταρυπαίνουσι τὸ (τηλεοπτικὸν) βῆμα, φλυαροῦντες ἄνευ αἰσχύνης ὅ,τι καὶ ἂν τοῖς κατεβῆ εἰς τὴν μεστὴν μωρίας κεφαλὴν των», ὅπως ἔγραφε ἐφημερίδα τοῦ 19ου αἱ. γιὰ τοὺς τότε βουλευτές.
Ροκανίδια τοῦ ψευτοπροοδευτισμοῦ καὶ αὐτοί, παρουσίασαν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς ἁγίας Βαρβάρας νὰ διαλέγεται, μέσω «τρύκ», μαζί τους καὶ νὰ κατακεραυνώνει τοὺς «ἀφελεῖς καὶ θεομπαῖχτες» ποὺ συμμετέχουν σὲ τέτοια πράγματα. Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ξερνοῦν δηλητήρια κατὰ τῆς ἐκκλησίας καὶ ξέρουμε ἀπὸ ποῦ παίρνουν γραμμὴ καὶ πληρώνονται αὐτὰ τὰ ὑποκείμενα.
Ἡ Νέα Ἐποχὴ τὰ προσέχει τὰ τσιράκια της, ἀλλὰ φταῖνε καὶ οἱ ἀνυποψίαστοι ἢ οἱ ὀλιγόφρενοι ποὺ τοὺς παρακολουθοῦν. Τὸ ἐρώτημα ἰσχύει καὶ γι’ αὐτὰ τὰ μειρακιώδη γραΐδια: Γιατί δὲν τολμοῦν νὰ στηλιτεύσουν τὸν λιθοβολισμὸ μίας γυναίκας μουσουλμάνας, γιὰ παράδειγμα, ἀπὸ μαινόμενο ὄχλο; Ξέρουμε τί θέλουν κάτι τέτοιοι, μᾶς τὸ διδάσκει ὁ… Μακρυγιάννης.
«- Ἦταν ἕνας μπαρμπέρης φίλος τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ τοῦ Πρωτοσύγκελου κι ἀλλουνῶν. Ἐγὼ ‘λεγα νὰ πάγω νὰ σκοτωθῶ μὲ τοὺς ὀχτρούς, αὐτὸς γύρευε νὰ μοῦ γκρεμίσει τὸν βαθμό μου. Τοῦ μίλησα δι’ αὐτό, τοῦ κακοφάνη. Εἶπε ἐνοὺ ἀνηψιού του ποῦ ‘χε εἰς τὸ ψωμὶ καὶ γεμεκλίκια καὶ μᾶς τὰ ‘κοψε. Πῆγα καὶ τὸν ἐπίασα καὶ τὸ ‘δωσα ἕνα ξύλο διὰ πεθαμόν, κι ἂν δὲν πήδαγε ἀπὸ τὸ παλεθύρι κάτου ὁ διοικητής, δὲν ξέρω ἂν ἔμενε ζωντανός».
Ὑπάρχει καὶ ὁ κὺρ-Φίλης, ποὺ ἀναρωτήθηκε «τί δουλειὰ ἔχουν τὰ λείψανα νὰ τριγυρνᾶνε ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ». Στὴν περίπτωσή του ἰσχύει τὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Βασιλείου ρηθὲν «παχεία γαστὴρ οὐ λεπτὸν τίκτει νοῦν». (Ἐκτρέπομαι σὲ βαρεῖς χαρακτηρισμούς, ἀλλὰ ὅταν «πειράζουν πίστη καὶ πατρίδα μου» καπνίζουν τὰ μάτια μου ἀπὸ ὀργή).
Νὰ κλείσω παραπέμποντας στὸν Κολοκοτρώνη. «Λίγο πρὶν τὸν πιάσουν οἱ Βαυαροὶ ὁ Ἄρμανσμπεργκ, θέλοντας νὰ τὸν δοκιμάσει, τοῦ εἶπε:
- Ἔχεις πολλοὺς ἐχθρούς, στρατηγέ;
- Ἔχω, παραδέχτηκε ὁ Κολοκοτρώνης, μὰ δύο ἀπ’ αὐτοὺς στέκονται οἱ χειρότεροι ἀπ’ ὅλους.
- Καὶ ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ δύο ἐχθροί σου, ρώτησε περίεργα ὁ προϊστάμενος τῶν ἀντιβασιλιάδων.
Ὁ Γέρος τοῦ ἀποκρίθηκε:
- Ὁ ἕνας τ’ ὄνομά μου κι ὁ ἄλλος οἱ δουλεψές μου στὸ Γένος».
(Κ. Φωτιάδης, «Κολοκοτρώνης», σελ. 13)
Ἄς μου συγχωρεθεῖ ἡ σύγκριση, ἀλλὰ τὴν ἴδια ἀπάντηση δίνει καὶ ἡ Ἐκκλησία μας στοὺς τωρινοὺς διῶκτες της. «Ἀπ’ τὰ κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά», τραγουδᾶ ὁ Σολωμός.
Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἥρωες, ὁ ποιητὴς ὑπονοεῖ καὶ «ψάλλει» καὶ γιὰ τὰ κόκαλα, τῶν ἁγίων τῶν Ἑλλήνων, τὰ ἱερά. Κι ἀπὸ ἱερὰ λείψανα βγῆκε ἡ ἐλευθερία μας, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λαὸς τὰ προσκυνᾶ.
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Ἀπὸ τὸ Χρονικὸν τοῦ Μεγάλου Λογοθέτου Γεωργίου Σφραντζῆ ἢ Φραντζῆ
Ἐκδοθὲν ἐν Κερκύρᾳ ἔτει 1477
Ἐμεῖς μέν, εὐγενέστατοι Ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλὸς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ Ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν βούλεται ἵνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήσῃ ἡμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώσῃ ἡμῶν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἵνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἰὸν ἐκχύσῃ καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τὸν Ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν. Παραδίδωμι δὲ ὑμῖν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερά τινα ὀφείλεται κοινῶέ ἐσμεν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὅπερ πατρίδος, τρίτον ὅπερ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὅπερ συγγενῶν καὶ φίλων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσταί ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλὰ μᾶλλον ὅπερ πάντων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι.
Ἐὰν διὰ τὰ ἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοῖς ἀσεβέσιν, ὅπερ τῆς...
πίστεως ἡμῶν τῆς Ἁγίας, ἣν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἡμῖν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὅ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδίσῃ τις καὶ τῶν ψυχῶν ζημιωθῇ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν. Τρίτον βασιλείαν τήν ποτε μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα. Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ἡμᾶς ἐλθὼν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχῦος καθ᾿ ἡμέραν τε καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκῶν ἡμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνῃς ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἐλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό. Ἡμεῖς πᾶσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὖτοι ἐν ἵπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις χερσὶ καὶ ῥωμαλεότητι, ἣν ἐδωρήσατο ἡμῖν ἡ θεία δύναμις. Γνωρίζω δὲ ὅτι αὕτη ἡ μυριαρίθμητος ἀγέλη τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ἡ αὐτῶν συνήθεια, ἐλεύσονται καθ᾿ ἡμῶν μετὰ βαναύσου καὶ ἐπηρμένης ὀφρῦος καὶ θάρσους πολλοῦ καὶ βίας, ἵνα διὰ τὴν ὀλιγότητα ἡμῶν θλίψωσι καὶ ἐκ τοῦ κόπου στενοχωρήσωσι, καὶ μετὰ φωνῶν μεγάλων καὶ ἀλαλαγμῶν ἀναριθμήτων, ἵνα ἡμᾶς φοβήσωσι. Τὰς τοιαύτας αὐτῶν φλυαρίας καλῶς οἴδατε, καί οὐ χρῇ λέγειν περὶ τούτων. Καὶ ὥρα ὀλίγοι τοιαῦτα ποιήσωσι, καὶ ἀναριθμήτους πέτρας καὶ ἕτερα βέλη καὶ ἐλεβολίσκους, ὡσεὶ ἄμμον θαλασσῶν ἄνωθεν ἡμῶν πτήσουσι, δι᾿ ὧν, ἐλπίζω γάρ, οὐ βλάψωσι, διότι ὑμᾶς θεωρῶ καὶ λίαν ἀγάλλομαι καὶ τοιαύταις ἐλπίσι τὸν λογισμὸν τρέφομαι, ὅτι εἰ καὶ ὀλίγοι πάνυ ἐσμέν, ἀλλὰ πάντες ἐπιδέξιοι καὶ ἐπιτήδειοι ῥωμαλέοι τε καὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγαλήτορες καὶ καλῶς προπαρασκευασμένοι ὑπάρχετε. Ταῖς ἀσπίσιν ὑμῶν καλῶς τὴν κεφαλὴν σκέπεσθε ἐπὶ τῇ συμπλοκῇ καὶ συρρήξει. Ἡ δεξιὰ ὑμῶν ἡ τὴν ῥομφαῖαν ἔχουσα μακρὰν ἔστω πάντοτε. Αἱ περικεφαλαίαι ὑμῶν καὶ οἱ θώρακες καὶ οἱ σιδηροῖ ἱματισμοὶ λίαν εἰσὶν ἱκανοὶ ἅμα καὶ τοῖς λοιποῖς ὅπλοις, καὶ ἐν τῇ συμπλοκῇ ἔσονται πάνυ ὠφέλιμα, ἃ οἱ ἐνάντιοι οὐ χρῶνται, ἀλλ᾿ οὔτε κέκτηνται.
Καὶ ὑμεῖς ἔσωθεν τῶν τειχῶν ὑπάρχετε σκεπόμενοι, οἱ δὲ ἀσκεπεῖς μετὰ κόπου ἔρχονται. Διό, ὦ συστρατιῶται γίγνεσθε ἕτοιμοι καὶ στερεοὶ καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμηθῆτε τούς ποτε τῶν Καρχηδονίων ὀλίγους ἐλέφαντας, πὼς τοσοῦτον πλῆθος ἵππων Ῥωμαίων τῇ φωνῇ καὶ θέᾳ ἐδίωξαν, καὶ ἐὰν ζῷον ἄλογον ἐδίωξε πόσον μᾶλλον ἡμεῖς ἡ τῶν ζῴων καὶ ἀλόγων ὑπάρχοντες κύριοι, καὶ οἱ καθ᾿ ἡμῶν ἐρχόμενοι ἵνα παράταξιν μεθ᾿ ἡμῶν ποιήσωσιν ὡς ζῷα ἄλογα καὶ χείρονές εἰσιν. Οἱ πέλται ὑμῶν καὶ ῥομφαῖοι καὶ τὰ τόξα καὶ ἀκόντια πρὸς αὐτοὺς πεμπέτωσαν παρ᾿ ἡμῶν. Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἵνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζῴων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ῥωμαίων. Οἴδατε καλῶς ὅτι ὁ δυσσεβὴς αὐτὸς ὁ ἀμηρὰς καὶ ἐχθρὸς τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως χωρὶς εὔλογον αἰτίας τινος τὴν ἀγάπην ἣν εἴχομεν ἔλυσεν, καὶ τοὺς ὅρκους αὐτοῦ τοὺς πολλοὺς ἠθέτησεν ἀντ᾿ οὐδενὸς λογιζόμενος καὶ ἐλθὼν αἰφνιδίως φρούριον ἐποίησεν ἐπὶ τὸ στενὸν τοῦ Ἀσωμάτου, ἵνα καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν δύνηται βλάπτειν ἡμᾶς. Τοὺς ἀγροὺς ἡμῶν καὶ κήπους καὶ παραδείσους καὶ οἴκους πυριαλώτους ἐποίησε, τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν τοὺς Χριστιανοὺς ὅσους εὗρεν, ἐθανάτωσε καὶ ἠχμαλώτευσε, τὴν φιλίαν ἡμῶν ἔλυσεν. Τοὺς δὲ τοῦ Γαλατᾶ, ἐφιλίωσε, καὶ αὐτοὶ χαίρονται, μὴ εἰδότες καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι τὸν τοῦ γεωργοῦ παιδὸς μῦθον, τοῦ ἐψήνοντος τοὺς κοχλίας καὶ εἰπόντος. Ὦ ἀνόητα ζῷα, καὶ τὰ ἐξῇς.
Ἐλθὼν οὖν ἀδελφοί, ἡμᾶς ἀπέκλεισε, καὶ καθ᾿ ἑκάστην τὸ ἀχανὲς αὐτοῦ στόμα χάσκων, πῶς εὕρῃ καιρὸν ἐπιτήδειον ἵνα καταπίῃ ἡμᾶς καὶ τὴν πόλιν ταύτην, ἣν ἀνήγειρεν ὁ τρισμακάριστος ἐκεῖνος καὶ τῇ πανάγνῳ δεσποίνῃ ἡμῶν Θεοτόκῳ καὶ ἀειπαρθένῳ Μαρίᾳ ἀφιέρωσεν καὶ ἐχαρίσατο τοῦ κυρίαν εἶναι καὶ βοηθὸν καὶ σκέπην τῇ ἡμετέρα πατρίδι καὶ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων τὸ καύχημα πᾶσι τοῖς οὖσιν ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν. Καὶ οὖτος ὁ ἀσεβέστατος τήν ποτε περιφανῆ καὶ ὀμφακλίζουσαν ὡς ῥόδον τοῦ ἀγροῦ βούλεται ποιήσαι ὑπ᾿ αὐτόν. Ἣ ἐδούλωσε σχεδόν, δύναμαι εἰπεῖν, πᾶσαν τὴν ὑφ᾿ ἥλιον καὶ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς Πόντον καὶ Ἀρμενίαν, Περσίαν καὶ Παμφλαγονίαν, Ἀμαζόνας καὶ Καππαδοκίαν, Γαλατίαν καὶ Μηδίαν, Κολχοὺς καὶ Ἴβηρας, Βοσποριανοὺς καὶ Ἀλβάνους, Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσσοποταμίαν, Φοινίκην, Βακτριανοὺς καὶ Σκύθας, Μακεδονίαν καὶ Θετταλίαν, Ἑλλάδα, Βοιωτία, Λοκροὺς καὶ Αἰτωλούς, Ἀκαρνανίαν, Ἀχαΐαν καὶ Πελοπόννησον, Ἤπειρον καὶ τὸ Ἰλλυρικὸν Λύχνιτας κατὰ τὸ Ἀδριατικόν, Ἰταλίαν, Τουσκίνους, Κέλτους καὶ Κελτογαλάτας, Ἰβηρίαν τε καὶ ἕως τῶν Γαδείρων, Λιβύαν καὶ Μαυριτανίαν καὶ Μαυρουσίαν, Αἰθιοπίαν, Βελέδας, Σκούδην, Νουμιδίαν καὶ Ἀφρικὴν καὶ Αἴγυπτον, αὐτὸς τὰ νῦν βούλεται δουλώσαι καὶ τὴν κυριεύουσαν τῶν πόλεων, ζυγῷ ὑποβαλεῖν καὶ δουλείᾳ καὶ τὰς ἁγίας ἐκκλησίας ἡμῶν, ἔνθα ἐπροσκυνεῖτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδοξολογεῖτο τὸ πανάγιον, καὶ ὅπου οἱ ἄγγελοι ἠκούοντο ὑμνεῖν τὸ θεῖον καὶ τὴν ἔνσαρκον τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίαν, βούλεται ποιῆσαι προσκύνημα τῆς αὐτοῦ βλασφημίας καὶ τοῦ φληναφοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ, καὶ κατοικητήριον ἀλόγων καὶ καμήλων. Λοιπὸν ἀδελφοὶ καὶ συστρατιῶται, κατὰ νοῦν ἐνθυμηθῆτε ἵνα τὸ μνημόσυνον ὑμῶν καὶ ἡ μνήμη καὶ ἡ φήμη καὶ ἡ ἐλευθερία αἰωνίως γενήσηται.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Σήμερα, σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά, δυστυχώς, ακόμα και μέσα στην πατρίδα μας, οι περισσότεροι μιλάνε για ’’Βυζαντινή αυτοκρατορία’’ και για ’’Βυζαντινούς’’. Οι όροι Ρωμανία και Ρωμηός, σπάνια χρησιμοποιούνται.
Εμείς, όμως, οι Έλληνες, δεν δικαιολογούμαστε να αγνοούμε την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι, ότι αυτοκρατορία με το όνομα ‘’Βυζαντινή’’ δεν υπήρξε στην πραγματικότητα ποτέ.
Οι Κωνσταντινουπολίτες, μέχρι και την Άλωση, αναφέρονται σε όλες τις ιστορικές πηγές ως Ρωμαίοι ή Ρωμηοί και η αυτοκρατορία ως Ρωμαϊκή. Ακόμα και η λαϊκή μούσα, θρηνολογώντας την πτώση της Βασιλεύουσας, αφοπλίζει κάθε δυτική ιστοριογραφική ασέλγεια, λέγοντας: ’’Η Ρωμανία πάρθεν’’.
Τους όρους ’’Βυζαντινός’’ και ’’Βυζαντινή αυτοκρατορία’’ δεν τους συναντάμε πουθενά. Τους επινόησε ο Γερμανός ιστορικός Ιερώνυμος Βόλφ, εκατό χρόνια μετά την Άλωση, δηλαδή το 1562, για να εξυπηρετήσει γεωπολιτικά συμφέροντα των Φράγκων εις βάρος των Ρωμηών.
Όπως τότε, έτσι και στις μέρες μας, οι απόγονοι του Βόλφ, δηλαδή οι σημερινοί μας ’’σύμμαχοι’’ και ’’εταίροι’’, συνεχίζουν με τον ίδιο φανατισμό, να επιβάλλουν διεθνώς την χρήση των όρων ’’Βυζαντινή αυτοκρατορία’’ και ’’Βυζαντινός’’, αρνούμενοι, εντελώς ανιστόρητα, κάθε σχέση των Ελλήνων με την Ρωμανία και την Ρωμηοσύνη.
Πολύτιμοι σύμμαχοί τους, σ’ αυτή την ανθελληνική προπαγάνδα, αναδεικνύονται, κάθε τόσο, οι λογής-λογής ιθαγενείς συνεργάτες τους, οι οποίοι σοφίζονται το παν, ώστε η Ελλάδα μας να φαίνεται εντελώς ξεκομμένη από την Ρωμιοσύνη, να μην συνδέεται με τους Έλληνες Αυτοκράτορες της Ρωμανίας, να είναι αποξενωμένη από τους Έλληνες Πατέρες της καθ’ ημάς Ανατολής και να ψάχνει για προγόνους κατευθείαν στην Αρχαιότητα, λες και προκύψαμε ως Έθνος, στα 1821, ξαφνικά από παρθενογένεση.
Για κάθε ιστορική απόδειξη, που βεβαιώνει την αδιάλειπτη ιστορική συνέχεια του Γένους μας, οι δυτικοί τρέφουνε μίσος άσβεστο. Έτσι ερμηνεύεται και το γεγονός, ότι στο Μουσείο ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες, τα εκθέματα, ενώ θα όφειλαν να αρχίζουν χρονολογικώς από την πανάρχαια πολιτισμική παρουσία των Ελλήνων στην γηραιά ήπειρο, αρχίζουν από τον Καρλομάγνο, δηλαδή, μόλις από το 800 μετά Χριστόν!
Να, λοιπόν, γιατί ονομάζουνε την αυτοκρατορία μας ’’Βυζαντινή’’, αποσιωπώντας ταυτόχρονα κάθε μας σχέση με την Ρωμηοσύνη και την Ορθόδοξη Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Για να ξεχάσουμε απαράγραπτα ιστορικά μας δικαιώματα και να παραιτηθούμε από κάθε αυτονόητη γεωπολιτική και πολιτισμική μας διεκδίκηση.
Να, γιατί – ενώ καμώνονται οι εταίροι μας το αντίθετο- μας κρατάνε με το ζόρι δεμένους πίσω από το άρμα μιας Ευρώπης του φιλιόκβε, του σχολαστικισμού, του αλάθητου, του πρωτείου, της ουνίας, του ορθολογισμού και της λεγόμενης πολιτικής ορθότητας.
Για να μην ξυπνήσουμε ποτέ από τον λήθαργο της πολιτισμικής και πνευματικής μας αφασίας και πάρουμε χαμπάρι ποιοι ήμασταν, ποιοι είμαστε, τι δικαιούμαστε και τι μας πρέπει.
Εμείς δεν είμαστε ’’Βυζαντινοί’’ ούτε και την αυτοκρατορία μας την λένε ‘’Βυζαντινή’’. Τις ενοχές του δυτικού μαύρου μεσαίωνα, δεν θα τις φορτωθούμε με το ζόρι, μέσα από αλλαγές ονομασιών.
Εμείς είμαστε Ρωμηοί, απόγονοι Ρωμηών αυτοκρατόρων και, πολιτισμικώς, δικαιούχοι και συνεχιστές του πνεύματος της Ρωμηοσύνης. Δηλαδή, του πνεύματος των ησυχαστών Πατέρων της Εκκλησίας μας, των εραστών του ουρανίου αθλήματος της κάθαρσης, του φωτισμού και της θέωσης.
Τελικά, οι αγεφύρωτες διαφορές μας με τους δυτικούς, δεν έχουν βάση ούτε οικονομική ούτε νοοτροπίας. Ξεκινάνε από πολύ βαθιά και είναι τάξεως πνευματικής. Άλλη η θεολογία των δυτικών και άλλη η δική μας.
Πηγή: Θρησκευτικά
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
Υποχρεωτικά τα Θρησκευτικά
Νέα δικαστική απόφαση δικαιώνει Χανιώτες Θεολόγους
Έστω και με καθυστέρηση το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων συμμορφώθηκε προς τις υποδείξεις του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, το οποίο με απόφαση που είχε λάβει το 2012 όριζε ότι το μάθημα των Θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές, που είναι ορθόδοξοι χριστιανοί και δεν είναι άθεοι, αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι.
Να υπενθυμίσουμε ότι το θέμα είχαν αναδείξει με ρεπορτάζ τους τα “Χ.Ν.” στις 5 Ιανουαρίου 2013, που παρουσίαζαν την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών.
Το τελευταίο επεισόδιο στην πολύχρονη υπόθεση γράφτηκε στις αίθουσες των δικαστηρίων πριν από λίγες ημέρες με την απόφαση 1/2015 του Τριμελούς Συμβουλίου του Διοικητικού Εφετείου Χανιών, μετά την αίτηση συμμόρφωσης της Διοίκησης προς την απόφαση του 2012 που είχαν υποβάλει πριν από έναν χρόνο καθηγητές Θεολογίας από τα Χανιά.
Οπως εξήγησε ο δικηγόρος των καθηγητών Σπύρος Λιονάκης η απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων έλυνε αμετάκλητα το ζήτημα των απαλλαγών από το μάθημα των Θρησκευτικών καθώς όριζε ότι είναι υποχρεωτική η διδασκαλία των θρησκευτικών για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς και προαιρετική για όλους τους ετερόδοξους ή αλλόθρησκους ή άθεους.
Παράλληλα, η απόφαση προέβλεπε ότι για να απαλλαγούν οι αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι ή άθεοι ανήλικοι μαθητές από τη διδασκαλία των Θρησκευτικών θα πρέπει οι γονείς τους να κάνουν κοινή δήλωση στην οποία να εξηγούν ότι δεν είναι ορθόδοξοι χριστιανοί.
Από εκεί και πέρα το συμβούλιο των καθηγητών απαλλάσσει τον μαθητή από το μάθημα των Θρησκευτικών. Ωστόσο, όπως προβλέπεται στον νόμο την ώρα που πραγματοποιείται το μάθημα των Θρησκευτικών το παιδί δεν θα πρέπει να περιφέρεται έξω από την τάξη, αλλά θα παρακολουθεί κάποιο άλλο μάθημα.
Ο κ. Λιονάκης επεσήμανε σχετικά ότι παρότι ο νόμος του 2012 έλυνε οριστικά το ζήτημα δεν ακολούθησε κάποια σχετική εγκύκλιος από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων γεγονός που οδήγησε, όπως είχαν δικαίωμα, τους καθηγητές θεολογίας από τα Χανιά να υποβάλουν στις 20 Μαΐου του 2014 αίτηση συμμόρφωσης της Διοίκησης.
Στο διάστημα όμως που ακολούθησε μετά την εν λόγω αίτηση -και συγκεκριμένα λίγες μόλις ημέρες πριν από τις εκλογές- το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας εξέδωσε την υπ’ αρ. πρωτ. 12733/Δ2/23-1-2015 εγκύκλιο με θέμα: “Ρύθμιση μαθητικών θεμάτων”, το περιεχόμενο της οποίας είναι σύμφωνο πλήρως με την απόφαση 115/ 2012 και καταργεί όλες τις προηγούμενες εγκυκλίους (αρ. πρωτ. 91109/ Γ2/10-07-08, 104071/Γ2/04-08-08, Φ12/977/109744/ Γ1/26-08-08 και 133099/Γ2/19-09-2013), που δημιούργησαν και παρέτειναν το πρόβλημα των απαλλαγών.
Για τον λόγο αυτό η αίτηση συμμορφώσεως κρίθηκε χωρίς αντικείμενο, αφού στο μεταξύ η Πολιτεία είχε συμμορφωθεί σε ό,τι όριζε ο νόμος 115/2012.
Πηγή: ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ
* * *
ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Απόφαση 1/2015 του Τριμελούς Συμβουλίου του Διοικητικού Εφετείου Χανίων
Το αρμόδιο Τριμελές Συμβούλιο του Διοικητικού Εφετείου Χανιών, με την απόφασή του 1/2015, έκρινε επί της από 20.5.2014 αίτησης, που κατέθεσαν Θεολόγοι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Χανίων. Με την αίτησή τους ζητούσαν να υποχρεωθεί η Διοίκηση να συμμορφωθεί προς δικαστική απόφαση κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του νόμου 3068/2002. Τούτο δε επειδή το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και η υπαγομένη σ’ αυτό Διεύθυνση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Χανίων δεν είχαν μέχρι τότε συμμορφωθεί προς την 115/2012 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, με την οποία λύθηκε αμετάκλητα το ζήτημα των απαλλαγών από το μάθημα των Θρησκευτικών.
Στο διάστημα όμως που ακολούθησε, μετά την εν λόγω αίτηση, το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων εξέδωσε την υπ’ αρ. πρωτ. 12733/Δ2/23-1-2015 εγκύκλιο με θέμα «Ρύθμιση μαθητικών θεμάτων», το περιεχόμενο της οποίας είναι σύμφωνο πλήρως με την ως άνω απόφαση 115/2012 και καταργεί όλες τις προηγούμενες εγκυκλίους (αρ. πρωτ. 91109/Γ2/10-07-08, 104071/Γ2/04-08-08, Φ12/977/109744/Γ1/26-08-08 και 133099/Γ2/19-09-2013), που δημιούργησαν και παρέτειναν το πρόβλημα των απαλλαγών.
Η απόφαση 1/2015 του Τριμελούς Συμβουλίου του Διοικητικού Εφετείου Χανιών είναι εξαιρετικά σημαντική, διότι στηρίζει στην πράξη και αναδεικνύει την ιστορική απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων και αναγνωρίζει ότι η εγκύκλιος με αρ. πρωτ. 12733/Δ2/23-1-2015 του Υπουργείου Παιδείας είναι εκείνη που συμμορφώνεται με την εν λόγω απόφαση 115/2012. Ταυτοχρόνως δε, απαντά προς όσους, με γνώμονα τις προσωπικές, αλλά νομικά αστήρικτες αντιλήψεις τους, προσπαθούν να επαναφέρουν τεχνητά το ζήτημα των απαλλαγών με προδήλως απώτερο σκοπό, είτε την κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών, είτε τη μετατροπή του σε θρησκειολογικό – πολυθρησκευτικό. Όλα αυτά όμως έχουν επιλυθεί οριστικώς και αμετακλήτως από την Ελληνική Δικαιοσύνη.
Το μάθημα των Θρησκευτικών, μετά από δικαστικούς και άλλους αγώνες (επιστημονικού, θεολογικού και παιδαγωγικού περιεχομένου) τεσσάρων ετών (2011-2015), εξέρχεται πιο κατοχυρωμένο από ποτέ. Καιρός να επικεντρωθούν πλέον οι Θεολόγοι στο επιτακτικό αίτημα των καιρών που είναι: να συμβάλλουν γόνιμα και δημιουργικά με στόχο η Ορθόδοξη διδασκαλία και ζωή να προσφέρεται με σύγχρονους παιδαγωγικά τρόπους, ώστε οι μαθητές μας να αποκομίζουν όλα εκείνα τα στοιχεία, που θα τους στηρίζουν πνευματικά στον αγώνα τους για αληθινή πρόοδο.
ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΧΑΝΙΩΝ
* * *
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΡΙΠΠΑ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 1/2015 ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΧΑΝΙΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛ. ΕΝΩΣΕΩΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ
ΚΟΝΔΥΛΗ 35
τηλ. 2111 029 275
κιν. 69 48 240 140
FAX 210 68 51 576
e-mail: gm@aepi.gr
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Υπό της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων μου υπεβλήθη η υπ’ αριθ. 1/2015 απόφαση του Τριμελούς Συμβουλίου Εφετείου Χανίων (συγκροτηθείσα κατ’ άρθρον 2 του Νόμου 3068/2002), η οποία αποφαίνεται τελειωτικώς, οριστικώς και αμετακλήτως, αφ’ ενός επί του θέματος του ποίος δικαιούται απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών και αφ’ ετέρου επί του εάν ο ορθόδοξος μαθητής δικαιούται ή όχι της τοιαύτης απαλλαγής. Επί της αποφάσεως αυτής και επί των όσων δέχεται (ποίοι μαθηταί απαλλάσσονται και ποίοι όχι) εζητήθη η γνώμη μου προς ενημέρωση των μελών σας. Επί του εν λόγω ερωτήματος η επιστημονική μου άποψη είναι η κάτωθι:
1.- Η ως άνω απόφαση είναι οριστική και τελεσίδικη, δεν υπάγεται δε σε κανένα ένδικο μέσον (Νόμος 3068/2002 άρθρα 1 έως 5). Είναι δε υποχρεωτική διά πάσαν δημοσίαν υπηρεσία, εις βάρος της οποίας, εάν δεν συμμορφωθεί, επιβάλλεται χρηματική αποζημίωση (άρθρον 3 παρ. 3) και εξεδόθη, διά να διευκρινίσει οριστικώς, εις ποίαν έκταση η προηγουμένη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων 115/2012 επιβάλλει την υποχρεωτική συμμετοχή εις το μάθημα των θρησκευτικών ή όχι και ποίων και ποίοι και υπό ποίας προϋποθέσεις απαλλάσσονται ή όχι. Τούτο διότι είχε επακολουθήσει εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας ασαφής και δημιουργήσασα πολλές απορίες επί του προκειμένου
2.- Η εν λόγω απόφαση (παράγραφος 5 αυτής – οριστική - καταληκτική) δέχεται τα εξής σημεία παρατιθέμενα κατωτέρω επί λέξει: :
«Ειδικότερα καθίσταται σαφές, ότι η παρεχομένη δυνατότητα απαλλαγής αφορά «μόνον του μη Χριστιανούς Ορθοδόξους στο θρήσκευμα μαθητές, δηλαδή «αποκλειστικά τους ετεροδόξους ή αθρήσκους, που επικαλούμενοι λόγους «θρησκευτικής συνείδησης ζητούν, να απαλλαγούν από την παρακολούθησή του. «Τούτο δε διασφαλίζεται με την αναγραφή στην υποβαλλομένη για την απαλλαγή «από το μάθημα των θρησκευτικών , υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986 του ιδίου «του μαθητή (εάν είναι ενήλικος) ή και των δύο γονέων του αν είναι ανήλικος) ή και «του ενός εξ αυτών, μόνο στην περίπτωση που η γονική μέριμνα ασκείται από τον «ένα γονέα, ότι ο μαθητής δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος και εξ αυτού επικαλείται «λόγους θρησκευτικής συνείδησης, χωρίς στην περίπτωση αυτή να είναι «υποχρεωτική η αναφορά του θρησκεύματος στο οποίο ανήκει, εκτός εάν το «επιθυμεί, προσαπαιτείται δε, να συνυπογράφει και ο διδάσκων το μάθημα για να «καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητας της μη παρακολούθησης του «μαθήματος των Θρησκευτικών. Επίσης ρητά ορίζεται ότι η ως άνω υπεύθυνη «δήλωση με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής αυτών που κατά τα ανωτέρω «δικαιούνται να την υπογράφουν θα πρέπει να υποβάλλεται και να παραλαμβάνεται «από τον Διευθυντή της Σχολικής Μονάδος εντός της αποκλειστικής προθεσμίας από «1ης έως 20ης Σεπτεμβρίου κάθε σχολικού έτους, η δε δήλωση αυτή δίδει δικαίωμα «απαλλαγής ετησίας διαρκείας και ανανεώνεται για κάθε νέο σχολικό έτος. Κάθε άλλη «απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών, δεν είναι νόμιμη. Από αυτά παρέπεται «ότι δεν είναι νοητή η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών των Ορθοδόξων «στο θρήσκευμα Χριστιανών μαθητών προς τους οποίους, ως εκ τούτου, δεν «υφίσταται πλέον κανένα πεδίο ασαφείας για την υποχρέωσή τους να «παρακολουθούν το μάθημα αυτό κατά το οριζόμενο σε κάθε σχολείο ωρολόγιο «πρόγραμμα. Με την αποσαφήνιση του θέματος αυτού, οι Διευθυντές των κατά «τόπον σχολείων, συμπεριλαμβανομένων των διδασκόντων, υποχρεώνονται να «ενεργούν εντός του καθορισμένου σαφούς ως άνω πλαισίου, άλλως υπέχουν τις «κατά νόμον ευθύνες, για μη τήρηση των προδιαληφθέντων.
3.- Εν όψει της ως άνω υπέρ το δέον σαφούς διατυπώσεως της προαναφερομένης δικαστικής αποφάσεως (που είναι ad hoc διά την περίπτωσή μας) προκύπτουν τα εξής επί μέρους συμπεράσματα:
α) Απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών δικαιούνται αποκλειστικώς και μόνον οι αλλόθρησκοι, οι ετερόδοξοι και οι άθρησκοι ή οι άθεοι και μόνον υπό τις ως άνω αυστηρώς προδιαγραφόμενες προϋποθέσεις (υποβολή υπευθύνου δηλώσεως υπό τον προαναφερόμενον τύπον, διαδικασίαν και χρόνον).
β) Οι Ορθόδοξοι μαθητές δεν δικαιούνται απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών σε καμμία περίπτωση, όποιες προϋποθέσεις και όποιους λόγους και αν επικαλεσθούν (ούτε και αν επικαλεσθούν ακόμη και λόγους συνειδήσεως).
Επισημαίνουμε επ’ ευκαιρία, ότι διά την τελευταία αυτή περίπτωση η εν λόγω δικαστική απόφαση παραθέτει πλήρη αιτιολογία. Ητοι αναφέρει, ότι καταλήγει εις την άποψη αυτήν, διότι εις το παρελθόν διεπιστώθη εκτεταμένη κατάχρηση του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών διά λόγους που δεν συνδέονται με την ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως (δι’ αυτόν τον λόγον και προβαίνει σε πολύ αυστηρές προδιαγραφές).
γ) Κατόπιν των ανωτέρω πας εκπαιδευτικός ή κάθε άλλος κρατικός λειτουργός παρεκκλίνων τυχόν εκ των ανωτέρω ρητών υποχρεώσεων πέραν της ευθύνης του εκ του νόμου 3068/2002 (καταδίκη του σε αποζημίωση του κράτους κατ’ άρθρον 38 του Υπαλληλικού Κώδικος), παραβιάζει επίσης το άρθρον 103 του Συντάγματος, καθώς και τα άρθρα 24 και 107 του Υπαλληλικού Κώδικος διαπράττων βαρύ πειθαρχικό αδίκημα συνεπαγόμενο την υποχρεωτικήν πειθαρχικήν του δίωξη (Υπαλληλικός Κώδιξ άρθρον 110).
4.- Τέλος επειδή από κάποιες πλευρές εις το παρελθόν έγινε (παραπλανητική) επίκληση της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προβληθέντος του ισχυρισμού, ότι δήθεν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απεφάνθη, ότι οποιοσδήποτε μαθητής απεριορίστως δικαιούται, να απαλλάσσεται από το μάθημα των θρησκευτικών τη επικλήσει «λόγων συνειδήσεως», το θέμα αυτό η ως άνω δικαστική απόφαση του Διοικ. Εφετείου Χανίων το αντιμετωπίζει επικαλουμένη την ad hoc απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της 15.6.2010 (υπόθεση Grzelak κατά Πολωνίας, προσφυγή Νο 77610/02). Επισημαίνουμε, ότι η εν λόγω απόφαση έχει μεταφρασθεί εις την ελληνικήν και δημοσιευθεί εις τον νομικόν τύπον (περ. «Επιθεώρησις Δημοσίου και Διοικητικού Δικαίου», 2010 σελ. 834 επ.) δέχεται δε ότι το εν λόγω Ευρωπ. Δικαστήριο δεν επεμβαίνει, επί του πώς και υπό ποίες προϋποθέσεις, ποίους όρους και ποίες προδιαγραφές το κάθε ευρωπαϊκό κράτος, θα διδάσκει το μάθημα των θρησκευτικών, καθ’ όσον αυτό ανάγεται εις το ιδικόν του περιθώριον εκτιμήσεως, το οποίο δεν ελέγχεται από το Ευρωπ. Δικ/ριο. Το σχετικό δε επί λέξει απόσπασμα της εν προκειμένω αποφάσεως του Ευρωπ. Δικαστηρίου έχει επί λέξει ως εξής:
«Το Δικαστήριο επισημαίνει, ότι ανάγεται εις το εθνικό περιθώριο εκτιμήσεως, που αναγνωρίζεται εις τα κράτη κατ’ άρθρον 2 του Πρωτοκόλλου Νο 1, να αποφασίσουν εάν θα εισαγάγουν το μάθημα των θρησκευτικών εις τα δημόσια σχολεία και, εάν ναι, ποίο ειδικότερο σύστημα θα υιοθετήσουν».
5.- ΤΕΛΙΚΟΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΩΣ ΑΝΩ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Α) Επιτρεπτή η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών μόνον των ετεροθρήσκων, των ετεροδόξων και των αθρήσκων ή αθέων. Και μόνον υπό τις προπαρατιθέμενες αυστηρές προδιαγραφές (τύπος και διαδικασία υπευθύνων δηλώσεων και χρόνος καταλυτικός υποβολής τους)
Β) Ουδεμία απαλλαγή των Ορθοδόξων μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών, όποιους λόγους και αν επικαλεσθούν (έστω και «λόγους συνειδήσεως»).
Γ) Ευθύνες αστικές και πειθαρχικές παντός εκπαιδευτικού ή άλλου κρατικού λειτουργού εν παραβιάσει των ως άνω υποχρεώσεών του (μη αποκλειομένων και ποινικών του ευθυνών, εάν συντρέξει περίπτωση).
Αθήνα 21 Μαϊου 2015
Ο γνωμοδοτών
Δρ. Γεώργιος Κρίππας
* * *
Αριθ. Πρωτ.: 33
Εν Δελβινακίω τη 25η Μαΐου 2015
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. ΑΝΔΡΕΑΣ, έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις :
«Πολλές φορές έχω τονίσει, ότι οι Αλβανοί φέρονται με ιταμότητα και θρασύτητα απέναντι στην Ελλάδα. Κι’ αυτό το αποδείκνυαν αλλεπάλληλα γεγονότα, που αφορούσαν στην Ελληνική Εθνική Κοινότητα της Βορείου Ηπείρου.
Τώρα, όμως, όπως έγραψε με πηχυαίους πρωτοσέλιδους τίτλους ημερήσια γιαννιώτικη εφημερίδα, έγκυρη και με ευρύτατη κυκλοφορία (Τετάρτη, 20 Μαΐου 2015), «κάθε όριο έχει ξεπεράσει το θράσος της αλβανικής πλευράς προς την Ελλάδα, αφού μετά το θέμα με την υφαλοκρηπίδα που ... επινόησε, αντιδρώντας ουσιαστικά στις έρευνες που θα κάνει η Χώρα μας για υδρογονάνθρακες στο Ιόνιο, τα Τίρανα, μέσω διαβήματος, ζήτησαν και τους χάρτες χερσαίων ερευνών για υδρογονάνθρακες, που θα γίνουν στην Ήπειρο, εγείροντας επί της ουσίας θέμα συνόρων».
Ναι ! «ΘΕΜΑ ΣΥΝΟΡΩΝ ΕΓΕΙΡΕΙ Η ΑΛΒΑΝΙΑ ! ». Διότι δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ τα σχέδιά της για την δημιουργία της ... «Μεγάλης Αλβανίας». Και ξεχνάει, ότι και τα σημερινά σύνορά της, προς Νότον τουλάχιστον, προέρχονται από την κλοπή των Ελληνικών εδαφών της Βορείου Ηπείρου με την βοήθεια κυρίως της Ιταλίας το 1914. Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί και θρασύτητα και ντροπή , αφού χάρη στην Ελλάδα μπόρεσε η Αλβανία - μετά την πτώση του αθεϊστικού κομμουνιστικού καθεστώτος - να σταθή στα πόδια της οικονομικώς. Η αχαριστία είναι ίδιο των μικρών ανθρώπων και των ανέντιμων κρατών.
Ένα ακόμη πρόσφατο δείγμα της αλβανικής αχαριστίας, αλλά και της ανθελληνικής πολιτικής της είναι, ότι το Σοσιαλιστικό κόμμα του πρωθυπουργού Έντι Ράμα τοποθέτησε στη θέση του τρίτου αντιπροέδρου της αλβανικής Βουλής τον Σπετίμ Ιντρίζι, που είναι πρόεδρος του εθνικιστικού κόμματος των Τσάμηδων. Ο οποίος, μάλιστα, εδήλωσε, ότι αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του θα λυθή και το ζήτημα «των εδαφικών διεκδικήσεων στην Ελλάδα», που προβάλλουν οι Τσάμηδες. Κι’ ακόμη, ότι ευελπιστεί μελλοντικά να υπάρχη εκπρόσωπος του Τσάμικου Κόμματος και στην ... Ελληνική Βουλή !!! Αυτός ο διορισμός προκάλεσε την παραίτηση από την θέση του αντιπροέδρου της αλβανικής Βουλής του κ. Βαγγέλη Ντούλε, ο οποίος, είναι πρόεδρος του Ελληνικού Βορειοηπειρωτικού Κόμματος «Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ)».
Ενώ, όμως, οι εξελίξεις στην γείτονα είναι ραγδαίες, η Ελληνική Κυβέρνηση παρακολουθεί αμήχανη τις κινήσεις των Αλβανών, και τους κινδύνους της Βορειοηπειρωτικής Κοινότητος ιδιαίτερα, από τους εγκληματίες «Τσάμηδες», τους οποίους η Αλβανία φανερά πλέον υποκινεί σε ανθελληνισμό.
Εκφράζοντας για μία ακόμη φορά την αγωνία μας, προσευχόμαστε και, παράλληλα, φωνάζουμε δυνατά στην Κυβέρνηση και σε όλο τον πολιτικό κόσμο : Κύριοι, ξυπνήστε ! Η Χώρα και η Βόρειος Ήπειρος κινδυνεύουν τα έσχατα. Γιατί, αν συνεχίσετε να αδιαφορήτε, θα πληρώσουμε πολύ ακριβά μιαν - ο μη γένοιτο - εθνική ταπείνωση και καταστροφή ».
(Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως)
Πηγή: Θρησκευτικά
Ὁ ὅσιος ᾽Ιωάννης γεννήθηκε σέ ἕνα χωριό τῆς λεγομένης Μικρᾶς Ρωσίας, ἀπό γονεῖς εὐλαβεῖς καί ὀρθοδόξους, ὅταν βασίλευε στήν Ρωσία ὁ Μέγας Πέτρος, κατά τό ἔτος 1690 μ.Χ. Ἦταν στρατιώτης κατά τόν πόλεμο πού ἔκανε ὁ τολμηρός αὐτός τσάρος ἐναντίον τῆς Τουρκίας (τό 1711), στόν ὁποῖο ὅμως ὁ μέγας ἡγεμόνας στάθηκε ἄτυχος καί κινδύνεψε μάλιστα νά θανατωθεῖ καί ὁ ἴδιος ἀπό τούς Τούρκους. ῾Ο ᾽Ιωάννης πιάστηκε αἰχμάλωτος ἀπό τούς Τάταρους, μαζί μέ χιλιάδες Ρώσους, καί οἱ Τάταροι τόν πούλησαν σέ ἕναν ᾽Οθωμανό ἀξιωματικό ῞Ιππαρχο, πού καταγόταν ἀπό τό Προκόπι τῆς Μικρᾶς ᾽Ασίας (κοντά στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας). ῾Ο ἀγᾶς τόν πῆρε μαζί του στό χωριό του, ἐνῶ ἡ Τουρκία γέμισε ἀπό ἀμέτρητο πλῆθος δούλων Ρώσων, οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὁποίους μή ἀντέχοντας τά βάσανα ἀρνήθηκαν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί ἔγιναν Μουσουλμάνοι.
῾Ο ᾽Ιωάννης ὅμως ἦταν ἀπό παιδί ἀναθρεμμένος ῾ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου᾽ καί ἀγαποῦσε πολύ τόν Θεό καί τήν θρησκεία τῶν πατέρων του. Γι᾽ αὐτό, ἔχοντας τήν σοφία πού δίνει ὁ Θεός σ᾽ αὐτούς πού Τόν ἀγαποῦν, ἔκανε ὑπομονή στήν δουλεία καί τήν κακομεταχείριση τοῦ ἀφεντικοῦ του καί στίς ὕβρεις καί τά πειράγματα τῶν ᾽Οθωμανῶν, οἱ ὁποῖοι τόν φώναζαν ῾κιαφίρη᾽, δηλαδή ἄπιστο, φανερώνοντάς του τήν περιφρόνηση καί τήν ἀπέχθειά τους. Σημειωτέον ὅτι τό Προκόπι ἦταν στρατόπεδο τῶν χριστιανομάχων Γενιτσάρων καί ὁ ᾽Ιωάννης ἦταν τό βδέλυγμά τους, διότι στόν κύριό του καί σέ ὅσους τόν παρακινοῦσαν νά ἀρνηθεῖ τήν θρησκεία του, ἀποκρινόταν μέ σθεναρή γνώμη ὅτι προτιμοῦσε νά πεθάνει, παρά νά πέσει σέ τέτοια φοβερή ἁμαρτία. Στόν ἀγᾶ μάλιστα εἶπε: ῾῎Αν μέ ἀφήσεις ἐλεύθερο στήν θρησκεία μου, θά εἶμαι πολύ πρόθυμος στίς διαταγές σου. ῎Αν ὅμως μέ πιέσεις νά ἀλλαξοπιστήσω, γνώριζε ὅτι σοῦ παραδίδω τό κεφάλι μου παρά τήν πίστη μου. Χριστιανός γεννήθηκα καί χριστιανός θά πεθάνω᾽.
῾Ο Θεός βλέποντας τήν πίστη του καί ἀκούγοντας τήν ὁμολογία του μαλάκωσε τήν σκληρή καρδιά τοῦ κυρίου του, ὁ ὁποῖος μέ τόν καιρό τόν συμπάθησε. Σ᾽ αὐτό συνήργησε καί ἡ μεγάλη ταπείνωση πού στόλιζε τόν ᾽Ιωάννη, καθώς καί ἡ πραότητά του.
῎Εμεινε λοιπόν ἥσυχος ὁ μακάριος ᾽Ιωάννης ἀπό τίς ὑποσχέσεις καί ἀπειλές τοῦ ᾽Οθωμανοῦ κυρίου του, ὁ ὁποῖος τόν εἶχε διορίσει στόν σταῦλο του γιά νά φροντίζει τά ζῶα του. Σέ μία γωνιά τοῦ σταύλου ξάπλωνε τό κουρασμένο σῶμα του καί ἀναπαυόταν, εὐχαριστώντας τόν Θεό γιατί ἀξιώθηκε νά ἔχει ὡς κλίνη τήν φάτνη στήν ὁποία ἀνακλίθηκε κατά τήν Γέννησή Του ὡς ἄνθρωπος ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν ᾽Ιησοῦς Χριστός. ῏Ηταν δέ ἀφοσιωμένος στό ἔργο του, καθώς περιποιόταν μέ στοργή τά ζῶα τοῦ κυρίου του, τά ὁποῖα αἰσθάνονταν τήν τόση πρός αὐτά ἀγάπη τοῦ ἁγίου, ὥστε νά τόν ζητοῦν ὅταν ἀπουσίαζε, νά τόν προσβλέπουν μέ ἀγάπη καί νά χρεμετίζουν μέ χαρά ὅταν τά θώπευε, σάν νά συνομιλοῦσαν μαζί του.
Μέ τόν καιρό ὁ ἀγᾶς τόν ἀγάπησε, καθώς καί ἡ σύζυγός του καί τοῦ ἔδωσαν γιά κατοικία ἕνα μικρό διαμέρισμα κοντά στόν ἀχυρώνα. ῞Ομως ὁ ᾽Ιωάννης δέν δέχτηκε καί ἐξακολούθησε νά κοιμᾶται στόν ἀγαπητό του σταῦλο, γιά νά καταπονεῖ τό σῶμα του μέ τήν κακοπέραση καί μέ τήν ἄσκηση, μέσα στήν δυσοσμία τῶν ζώων καί τά ποδοβολητά τους. ᾽Εκεῖνος ὅμως ὁ σταῦλος γέμιζε τήν νύκτα ἀπό τίς προσευχές τοῦ ἁγίου καί ἡ κακοσμία γινόταν ὀσμή εὐωδίας πνευματικῆς. ῾Ο μακάριος ᾽Ιωάννης εἶχε ἐκεῖνον τόν σταῦλο ὡς ἀσκητήριο, καί ἐκεῖ πορευόταν κατά τούς κανόνες τῶν Πατέρων, ἐπί ὧρες γονυπετής καί προσευχόμενος, παίρνοντας λίγο ὕπνο μαζεμένος πάνω στό ἄχυρο, χωρίς ἄλλο σκέπασμα πέρα ἀπό μία παλαιά κάπα, τρώγοντας μέ διάκριση, πολλές φορές μόνο λίγο ψωμί καί νερό, νηστεύοντας τίς περισσότερες ἡμέρες καί ψάλλοντας μέ χαμηλή φωνή τούς ψαλμούς τοῦ Δαυίδ, πού τούς ἤξερε νά τούς λέει στήν Ρωσική γλώσσα. Ψαλμούς σιγόψελνε καί τήν ὥρα πού ἀκολουθοῦσε πίσω ἀπό τό ἄλογο τοῦ κυρίου του, τόν καιρό πού περιδιάβαζε ἐκεῖνος μέσα στήν χώρα, καί τοῦτο τό ἔκανε κατά τήν τάξη τῶν ἱπποκόμων. Μέ τήν εὐλογία πού ἔφερε ὁ ἅγιος στόν οἶκο τοῦ Τούρκου ῾Ιππάρχου αὐτός πλούτισε καί ἔγινε ἕνας ἀπό τούς ἰσχυρούς τοῦ Προκοπίου.
῾Ο ἅγιος ἱπποκόμος του, ἐκτός ἀπό τήν προσευχή καί τήν νηστεία πού ἔκανε νυχθημερόν μέσα στόν σταῦλο, χειμώνα καί καλοκαίρι, καθήμενος πάνω στόν κόπρο σάν ἄλλος ᾽Ιώβ, πήγαινε τήν νύκτα καί ἔκανε ὄρθιος ἀγρυπνίες στόν νάρθηκα τῆς ἐκκλησίας τοῦ ἁγίου Γεωργίου, ἡ ὁποία ἦταν κτισμένη στήν κουφάλα ἑνός βράχου καί βρισκόταν κοντά στόν οἶκο τοῦ Τούρκου κυρίου του. ᾽Εκεῖ πήγαινε κρυφά τήν νύκτα καί κοινωνοῦσε κάθε Σάββατο τά ἄχραντα μυστήρια. Καί ὁ Κύριος ῾ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς᾽, ἐπέβλεψε ἐπί τόν δοῦλο του τόν πιστό, καί ἔκανε ὥστε νά παύσουν νά τόν περιπαίζουν καί νά τόν ὑβρίζουν οἱ σύνδουλοί του καί οἱ ἄλλοι ἀλλόθρησκοι. ῎Εδωσε δέ ὁ Κύριος καί πλούτη πολλά στόν κύριο τοῦ ᾽Ιωάννη, ὁ ὁποῖος κατάλαβε ἀπό ποῦ ἦλθε στόν οἶκο του ἡ τόση εὐλογία, καί τό διαλαλοῦσε στούς συμπολίτες του.
᾽Αφοῦ λοιπόν πλούτισε, ἀποφάσισε νά πάει στήν Μέκκα γιά προσκύνημα, καί μία ἡμέρα ἔφυγε ἀπό τό Προκόπι καί μετά ἀπό διάφορες ταλαιπωρίες ἔφθασε στήν ἱερή πόλη τῶν Μωαμεθανῶν.
Πέρασαν ἀρκετές ἡμέρες ἀπό τό ταξίδι του, ὁπότε ἡ σύζυγός του παρέθεσε τραπέζι στούς συγγενεῖς καί τούς φίλους τοῦ ἄνδρα της, γιά νά εὐφρανθοῦν καί νά εὐχηθοῦν γιά τήν καλή ἐπάνοδό του. ῾Ο μακάριος ᾽Ιωάννης διακονοῦσε στό τραπέζι. Μέσα στά φαγητά πού παρέθεσαν ἦταν καί τό πιλάφι, πού ἄρεσε πολύ στόν ἀγᾶ καί τό συνηθίζουν στήν ᾽Ανατολή. Τότε ἡ οἰκοδέσποινα θυμήθηκε τόν σύζυγό της καί εἶπε στόν ᾽Ιωάννη: ῾Πόση εὐχαρίστηση θά ἔπαιρνε, Γιουβάν, ὁ ἀφέντης σου, ἄν ἦταν ἐδῶ καί ἔτρωγε μαζί μας ἀπό τό πιλάφι αὐτό!᾽ ῾Ο ᾽Ιωάννης τότε ζήτησε ἀπό τήν κυρά του ἕνα πιάτο γεμάτο πιλάφι καί εἶπε ὅτι θά τό ἔστελνε στόν ἀφένη του στήν Μέκκα. Οἱ προσκεκλημένοι γέλασαν, ἀλλά ἡ οἰκοδέσποινα ἔδωσε ἐντολή νά δώσουν τό συγκεκριμένο πιάτο στόν ᾽Ιωάννη, πιστεύοντας ὅτι ἤ θά τό φάει ὁ ἴδιος ἤ θά τό δώσει σέ καμμία πτωχή οἰκογένεια κατά τήν συνήθειά του.
῾Ο ἅγιος πῆρε τό πιάτο καί πῆγε στόν σταῦλο, καί ἐκεῖ γονατιστός ἔκανε θερμή προσευχή παρακαλώντας τόν Θεό νά στείλει τό πιάτο στόν κύριό του μέ ὅποιον τρόπο ᾽Εκεῖνος ὡς παντοδύναμος ἤξερε. Καί πράγματι τό πιάτο μέ τό φαγητό χάθηκε ἀπό τά μάτια του, καί ὁ μακάριος ᾽Ιωάννης ἐπέστρεψε στό τραπέζι καί εἶπε στήν οἰκοδέσποινα ὅτι ἔστειλε τό φαγητό στήν Μέκκα. Οἱ κεκλημένοι βεβαίως ἀκούοντας τόν λόγο γέλασαν, γιατί θεώρησαν ὅτι ὁ ᾽Ιωάννης τόν εἶπε χάριν ἀστειότητας.
Μετά ἀπό λίγες ἡμέρες γύρισε ὁ κύριός του, φέροντας μαζί του τό χάλκινο πιάτο, πρός μεγάλη ἔκπληξη τῶν οἰκείων του, περιγράφοντάς τους τό πῶς μία συγκεκριμένη ἡμέρα (ἐκείνη τοῦ συμποσίου) εἰσερχόμενος στό κλειδωμένο δωμάτιό του βρῆκε τό πιλάφι, μέσα σέ πιάτο ὅμως πού ἀνῆκε στόν ἴδιο, κάτι πού ἦταν ἀκατανόητο νά τό ἐξηγήσει. Παρ᾽ ὅλη ὅμως τήν ταραχή του, ἔφαγε τό πιλάφι καί ἔφερε πίσω τό χάλκινο πιάτο. ῾Η γυναίκα του τοῦ ἐξήγησε τά καθέκαστα τοῦ συμποσίου καί πῶς ὁ ᾽Ιωάννης ζήτησε φαγητό γιά ἐκεῖνον, κάτι πού τό γέλασαν τότε, ἀλλά νά πού ἦταν ἀληθινό.
Τό θαῦμα αὐτό διαφημίστηκε σέ ὅλο τό χωριό καί στά περίχωρα, καί ὅλοι πιά θεωροῦσαν τόν ᾽Ιωάννη ὡς ἄνθρωπο δίκαιο καί ἀγαπητό στόν Θεό, τόν ἔβλεπαν μέ φόβο καί σεβασμό καί δέν τολμοῦσε κανείς νά τόν ἐνοχλήσει. ῾Ο κύριός του καί ἡ σύζυγός του τόν περιποιοῦνταν περισσότερο καί τόν παρακαλοῦσαν πάλι νά φύγει ἀπό τόν σταῦλο καί νά κατοικήσει σέ ἕνα οἴκημα πού ἦταν κοντά στόν σταῦλο, ὅμως ἐκεῖνος δέν ἤθελε νά ἀλλάξει κατοικία. Περνοῦσε λοιπόν τήν ζωή του μέ τόν ἴδιο τρόπο ὡς ἀσκητής, ἐργαζόμενος ὅπως πρίν στήν περιποίηση τῶν ζώων καί κάνοντας μέ προθυμία τά θελήματα τοῦ κυρίου του, ἐνῶ τήν νύκτα τήν περνοῦσε μέ προσευχή καί ψαλμωδία.
᾽Αλλά ὕστερα ἀπό λίγα ἔτη ἀσθένησε καί κειτόταν πάνω στά χόρτα μέσα σ᾽ ἐκεῖνον τόν σταῦλο πού τόν εἶχε ἁγιάσει μέ τίς δεήσεις του καί μέ τήν κακοπάθεια τοῦ σώματός του γιά τό ὄνομα καί γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος σάν ἐμᾶς καί σταυρώθηκε γιά τήν δική μας ἀγάπη. Καί προαισθανόμενος τό τέλος του ζήτησε νά κοινωνήσει τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ὁπότε ἔστειλε καί κάλεσε ἕναν ἱερέα. ῾Ο ἱερέας στήν ἀρχή φοβήθηκε νά φέρει τά ἅγια μυστήρια στόν σταῦλο, λόγω τοῦ φανατισμοῦ τῶν Τούρκων, ὅμως ἔπειτα φωτίστηκε ἀπό τόν Θεό, πῆρε ἕνα μῆλο, τό ἔσκαψε, ἔβαλε μέσα τήν θεία κοινωνία, καί ἔτσι πῆγε καί κοινώνησε τόν μακάριο ᾽Ιωάννη, ὁ ὁποῖος μόλις μετέλαβε παρέδωσε τήν ἁγία του ψυχή στά χέρια τοῦ Θεοῦ πού τόσο Τόν ἀγάπησε. Αὐτό ἔγινε τήν 27η Μαΐου τοῦ 1730, σέ ἡλικία περίπου σαράντα ἐτῶν᾽.
Τά θαύματα πού ἔκτοτε ὁ Θεός ἔκανε μέσω τοῦ ἁγίου Του εἶναι πάμπολλα, ἐνῶ ἡ ἴδια χάρη τοῦ ἁγίου καί τοῦ χαριτόβρυτου λειψάνου του ἐξακολουθεῖ νά προσφέρεται καθημερινῶς σέ καθέναν πού μέ πίστη καί ταπείνωση τόν ἐπικαλεῖται καί τόν προσεγγίζει.
Κατά τό ἔτος 1924, ὁπότε καί ἔγινε ἡ ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν ῾Ελλάδος καί Τουρκίας, ἔγινε καί ἡ μετακομιδή τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη τοῦ Ρώσου ἀπό τό Προκόπι τῆς Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας στό Νέο Προκόπι τῆς Εὐβοίας, ὅπου καί βρίσκεται καί σήμερα.
Μπορεῖ ἡ Ρωσία νά καυχᾶται γιά τό σπουδαῖο γέννημά της, τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη, ἡ Μικρά ᾽Ασία νά ὑπεραίρεται διότι στόν τόπο της ἀναδείχτηκε ἡ ἁγιότητα τοῦ ὁσίου Πατέρα, τό Νέο Προκόπι τῆς νήσου Εὐβοίας νά λαμπροφορεῖ διότι ἐκεῖ κατέληξε τό χαριτόβρυτο λείψανό του, ὅμως ὅλοι οἱ πιστοί ἁπανταχοῦ τῆς γῆς ἑορτάζουν τόν μεγάλο ὅσιο νέο ὁμολογητή. Κι αὐτό γιατί οἱ ἅγιοί μας ἀποτελοῦν καύχημα καί εὐλογία ὅλων τῶν ὀρθοδόξων ἁπανταχοῦ τῆς γῆς. ῞Ενας ἄγιος δηλαδή μπορεῖ νά ἦταν ῾δεμένος᾽ μέ κάποιον τόπο ὅσο ζοῦσε στήν ζωή αὐτή, ὅμως τελικῶς ἀνήκει σέ ὅλην τήν ᾽Εκκλησία, πού σημαίνει ὅτι ὁ κάθε πιστός μπορεῖ νά θεωρεῖ δικό του τόν ἅγιο, νά τόν ἔχει φίλο καί προστάτη του, ἀδελφό καί πατέρα του. ῾Ο καλός ὑμνογράφος τοῦ ὁσίου ἱεροδιδάσκαλος ᾽Ιωσήφ ὁ ἐκ Κερμίρης τῆς Καππαδοκίας ἐπανειλημμένως ἔρχεται καί μᾶς τονίζει τήν ἀλήθεια αὐτή μέσα ἀπό τήν ἀκολουθία του: ῾Χαίροις τό τῆς Ρωσίας κάλλιστον θρέμμα καί τῶν πιστῶν ἁπάντων τό σεμνολόγημα᾽ (Χαῖρε τό πιό καλό γέννημα τῆς Ρωσίας καί τό σεμνολόγημα ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν πιστῶν) (λιτή). ῾Ρωσία σοῦ καυχᾶται τῶν σπαργάνων ἡ πάτριος, καί ἡ ἀσιᾶτις γῆ χαίρει τῷ ἁγίῳ λειψάνῳ σου᾽ (῾Η πατρίδα σου ἡ Ρωσία καυχᾶται γιά τά σπάργανά σου, ἐνῶ ἡ ἀσιατική γῆ χαίρει γιά τό ἅγιο λείψανό σου) (ἀπολυτίκιο β´). ῞Ομως ῾δεῦρο δή μοι ἅπαν τό σύστημα τῶν ὀρθοδόξων, ἑορτάσωμεν αὐτοῦ τήν θείαν μνήμην᾽ (ἐμπρός λοιπόν ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι ἄς ἑορτάσουμε τήν θεία μνήμη του) (Δοξαστικό λιτῆς).
῾Η αἰτία τῆς οἰκουμενικότητας ἑνός ἁγίου - παρ᾽ ὅλη τήν ἐν Κυρίῳ καύχηση τῶν περιοχῶν ἀπό τίς ὁποῖες πέρασε καί ἅγιασε αὐτός - ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος δέν ὑπῆρξε στήν ζωή του ἕνας αὐτονομημένος ἄνθρωπος, ὀ ὁποῖος ἐνδεχομένως ἀνέδειξε τά φυσικά χαρίσματά του μέσα στίς συγκυρίες πού βρέθηκε. Τέτοιοι ἄνθρωποι ὑπῆρξαν πολλοί στό διάβα τῶν αἰώνων, σφράγισαν ἴσως τήν ἐποχή τους εἴτε μέ τήν πολιτική εἴτε μέ τήν κοινωνική ἤ ἐπιστημονική δραστηριότητά τους, τελικῶς ὅμως παρέμειναν ῾ἀνύπαρκτοι᾽ γιά τήν ᾽Εκκλησία: δέν μνημονεύονται πουθενά στό φάσμα τῶν ἁγίων της ὡς ῾ζῶντες εἰς τόν αἰῶνα᾽. Γιά τήν ᾽Εκκλησία ὁ ἅγιος ἀφήνει τήν σφραγίδα του στόν κόσμο καί μνημονεύεται ἐσαεί, γιατί ὑπῆρξε ἕνα ἀποτύπωμα τοῦ Χριστοῦ, ἀκολουθώντας μέ ἀκρίβεια τά ἴχνη Του. Τόν Χριστό προβάλλει ὁ ἅγιος, σ᾽ ᾽Εκεῖνον παραπέμπει, σάν τό διάφανο γυαλί πού ἀφήνει τό φῶς τοῦ ἥλιου νά διαπεράσει κατακάθαρο ἀπό μέσα του. ῾Ο κάθε ἅγιος δηλαδή λειτουργεῖ σάν τόν μέγα ᾽Ιωάννη τόν Πρόδρομο πού διαρκῶς διακήρυσσε: ῾᾽Εκεῖνον (τόν Χριστόν) δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι᾽· ἤ ἀκόμη περισσότερο σάν τόν ἅγιο ἀπόστολο Παῦλο πού ταυτισμένος μέ τόν Κύριό του ὁμολογοῦσε: ῾Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός᾽. ῎Ετσι ὁ κάθε ἅγιος γίνεται μία φανέρωση τοῦ Χριστοῦ καί τόν Χριστό βλέπει ὁ πιστός στό δικό του πρόσωπο.
Κι ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καί τό ῾μυστικό᾽ τῆς ἁγιότητας τοῦ ὁσίου ᾽Ιωάννη: Προσέβλεπε πάντοτε πρός τόν Χριστό καί ὁ Χριστός ἦταν ἡ ἀδιάκοπη προτεραιότητά του. Μᾶς τό σημειώνει μεταξύ πολλῶν ἄλλων παρομοίων ὕμνων καί ὁ ὑμνογράφος του: ῾Τόν ἐπί ὤμων τόν σταυρόν τοῦ Κυρίου ἀναλαβόντα καί αὐτῷ μέχρι τέλους ἀσκητικοῖς ἀγῶσι καί παλαίσμασιν ἐπακολουθήσαντα εὐφημήσωμεν ὕμνοις ᾽Ιωάννην ἅπαντες᾽ (῎Ας δοξολογήσουμε μέ ὕμνους ὅλοι τόν ᾽Ιωάννη, αὐτόν πού ἀνέλαβε στούς ὤμους του τόν σταυρό τοῦ Κυρίου καί ἐπακολούθησε Αὐτόν μέχρι τέλους μέ ἀσκητικούς ἀγῶνες καί παλαίσματα) (κάθισμα ὄρθρου). Νά προσέξουμε ὅμως: ἡ ἀκολουθία τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἀνώδυνη. ᾽Απαιτεῖ ἄρση σταυροῦ, ἀσκητικούς ἀγῶνες, παλαίσματα. Χρειάζεται νά τό λέει ἡ καρδιά κάποιου, καθώς λέμε, προκειμένου νά εἶναι συνεπής χριστιανός. Καί πρέπει ἰδιαιτέρως στήν ἐποχή μας νά τονίζουμε τήν ἀλήθεια αὐτή, διότι συχνά οἱ σύγχρονοι χριστιανοί θεωροῦμε τήν ἀκολουθία τοῦ Κυρίου ῾ταξίδι ἀναψυχῆς᾽. ᾽Επιλέγουμε τά ἀνώδυνα καί ὡραῖα καί ὄμορφα, ἀγνοώντας ἤ μή θέλοντας νά λάβουμε σοβαρῶς ὑπ᾽ ὄψιν μας τήν ὀδύνη τοῦ σταυροῦ εἴτε ὡς πόλεμο κατά τῶν παθῶν μας εἴτε ὡς ἀντιμετώπιση τῶν ἐπιθέσεων τοῦ Πονηροῦ καί τῶν ὀργάνων του μέσα στόν κόσμο.
῾Ο ὑμνογράφος τοῦ ὁσίου προκειμένου νά δείξει τήν ἀσκητική αὐτή διάσταση τοῦ ἀκολουθεῖν τῷ Χριστῷ ἀπό τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη ὑπενθυμίζει ὄχι μόνο τό γεγονός τῆς αἰχμαλωσίας του ἀπό τούς Τούρκους, ὄχι μόνο τούς ὀνειδισμούς πού ὑπέστη σέ ξένη χώρα ὡς ὑπόδουλος, οὔτε ἀκόμη καί τήν φτώχεια καί τήν στέρησή του ζώντας μέσα σέ ἕναν σταῦλο – πράγματα πού δείχνουν τούς ἀκούσιους πειρασμούς του - ἀλλά καί τούς ἑκούσιους λεγόμενους, αὐτούς δηλαδή πού ὁ ἴδιος προσέθετε πάνω στούς ἄλλους: τήν παννύχια προσευχητική στάση του, τά θερμότατα δάκρυα κατανύξεώς του, τήν ἐπιλογή τῆς φτώχειας ὅταν τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία ὑπέρβασής της. Στό δοξαστικό τῶν αἴνων δέν μπορεῖ ὁ ὑμνογράφος παρά νά θαυμάσει τήν παραδοξότητα αὐτή: ῾Τίς μή ἐπαινέσει σε, τόν ὄντως ἀξιέπαινον; ῎Η τίς μή θαυμάσει σου τόν τρόπον τόν ἀξιοθαύμαστον; Οὐ γάρ ἠρκέσθης, χαριτώνυμε, ἐν τῇ τῆς αἰχμαλωσίας κακουχίᾳ, ἀλλ᾽ ἔσπευσας αὐξῆσαι αὐτήν, διά τῶν ἀσκητικῶν καμάτων καί ἱδρώτων᾽ (Ποιός δέν θά σέ ἐπαινέσει, ἐσένα τόν πράγματι ἀξιέπαινο; ῎Η ποιός δέν θά θαυμάσει τόν ἀξιοθαύμαστο τρόπο τῆς ζωῆς σου; Διότι δέν ἀρκέστηκες, χαριτώνυμε, στήν κακουχία τῆς αἰχμαλωσίας, ἀλλά ἔσπευσες νά αὐξήσεις αὐτήν, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους καί τούς ἱδρῶτες).
Δέν εἶναι τυχαῖο λοιπόν ὅτι ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής τόν παραλληλίζει μέ τόν δίκαιο ᾽Ιώβ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἤ καί μέ τόν μέγα ᾽Ιωάννη τόν Πρόδρομο πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐπαίνεσε τόσο πολύ. ῾Ξένην ἐβίωσας πολιτείαν, ἔνδοξε, οἰκήσας σταύλῳ τινί, ὡς ᾽Ιώβ ἄλλος ὅσιε, ὁ ἐπί κοπρίας στένων καί θλιβόμενος᾽ (῎Εζησες παράξενο τρόπο ζωῆς, ἔνδοξε, καθώς κατοίκησες σέ κάποιον σταῦλο, σάν ἄλλος ᾽Ιώβ, ὅσιε, πού στέναζε καί θλιβόταν πάνω στήν κοπριά) (ἀπόστιχα ἑσπερινοῦ). ῾᾽Εμιμήσω, θεσπέσιε, τόν κείμενον ᾽Ιώβ ἐπί κοπρίας, κατοικίαν ἔχων, σοφέ τό ἱπποστάσιον᾽ (Μιμήθηκες, θεσπέσιε, τόν ᾽Ιώβ πού βρισκόταν στήν κοπριά, γιατί εἶχες κι ἐσύ ὡς κατοικία τόν σταῦλο τῶν ἀλόγων) (ὠδή δ´). ῾Ο ἔπαινός του ὅμως γιά τόν ὅσιο ἀνεβαίνει κλίμακα, καθώς προβαίνει στήν ἐξαιρετική ἀποτίμησή του σέ σχέση μέ τόν μέγα Πρόδρομο: ῾Φερωνύμως ἡ κλῆσίς σου γέγονε χαριτώνυμος, ὅσιε Πάτερ· ὡς γάρ ὁ θεῖος βαπτιστής, μεταξύ τοῦ ᾽Ιουδαϊκοῦ λαοῦ ἐχαριτώθη, καί παρά Χριστοῦ σαφῶς ἐμαρτυρήθη, οὕτω καί σύ ὁ ὁμώνυμος αὐτοῦ καί μιμητής, μεταξύ τοῦ ματαιόφρονος λαοῦ, χάριν οὐρανόθεν εἴληφας, τῇ θεαρέστῳ πολιτείᾳ σου, ὦ ᾽Ιωάννη᾽ (Τό ὄνομα ᾽Ιωάννης πού ἔφερες ἔγινε ὄνομα τῆς χάρης, ὅσιε Πατέρα. Διότι ὅπως ὁ θεῖος βαπτιστής χαριτώθηκε μεταξύ τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ καί μαρτυρήθηκε σαφῶς ἀπό τόν Χριστό, ἔτσι καί σύ ὁ ὁμώνυμός του καί μιμητής, ζώντας ἀνάμεσα σέ ματαιόφρονα λαό, ἔλαβες χάρη ἀπό τόν Θεό μέ τήν θεάρεστη πολιτεία σου, ᾽Ιωάννη) (λιτή).
῾Η ἔνθεη ζωή τοῦ ὁσίου μέσα σέ χώρα ῾ματαιοφρόνων᾽ καί ἐν αἰχμαλωσίᾳ γίνεται ἀφορμή γιά γενικότερες διαπιστώσεις: ὁ ὅσιος δέν παρασύρθηκε στήν πίστη τῶν ἀλλοθρήσκων παρ᾽ ὅλες τίς δυσκολίες, ἀλλά κράτησε τήν πίστη του καί μεγαλούργησε σ᾽ αὐτήν. ῾Οὗτος οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ τῶν ἀπίστων, εἰ καί ἠχμαλωτίσθη ὑπ᾽ αὐτῶν ὁ θεόφρων, ἀλλ᾽ ἔστη ἐν τῷ νόμῳ τοῦ Θεοῦ, μέχρι τοῦ ζῆν ὁ χαριτώνυμος᾽ (Αὐτός δέν ἀλλαξοπίστησε, ἄν καί αἰχμαλωτίσθηκε ἀπό τούς ἀπίστους, ἀλλά στάθηκε στόν νόμο τοῦ Θεοῦ ὅσο ζοῦσε ὁ χαριτώνυμος) (δοξαστικό καθισμάτων γ´ ὠδῆς). Πού σημαίνει: ὅταν κανείς εἶναι στερεωμένος στήν πίστη του, τό κοινωνικό περιβάλλον δέν μπορεῖ τελικῶς νά τόν κλονήσει. ῎Ισα ἴσα γίνεται ἀφορμή γιά μεγαλύτερη ἁγιότητα. Πρόκειται ὄντως γιά παράδοξο θαῦμα. ῾῎Ω τοῦ παραδόξου θαύματος! ἐν ἀκαθάρτοις συνών ᾽Ιωάννης ὁ ἔνθεος καθαρός τῷ σώματι καί ψυχῇ ὅλος γέγονε᾽ (Παράδοξο θαῦμα! ῾Ο ἔνθεος ᾽Ιωάννης ζώντας μαζί μέ ἀκαθάρτους ἔγινε ὅλος καθαρός στό σῶμα καί στήν ψυχή) (ἀπό τούς αἴνους). ῾Οπότε τό συμπέρασμα ἔρχεται ἀβίαστο ἀπό τόν ἱεροδιδάσκαλο ᾽Ιωσήφ: ὁ αἰχμάλωτος ᾽Ιωάννης αἰχμαλώτισε καί τά πάθη του καί τόν διάβολο. ῾Τῶν παθῶν τά ὁρμήματα σοφῶς ἠχμαλώτισας, Ἰωάννη, τοῖς ᾽Αγαρηνοῖς γενόμενος αἰχμάλωτος᾽ (Μέ σοφό τρόπο αἰχμαλώτισες τίς ὁρμές τῶν παθῶν, ᾽Ιωάννη, ἀφοῦ ἔγινες αἰχμάλωτος στούς ᾽Αγαρηνούς) (ὠδή δ´). ῾Πλήρης χαρίτων ὁ αἰχμάλωτος ὤφθη. Αἰχμαλωτίσας τοῦ σκότους τόν προστάτην᾽ (Φάνηκες ὁ αἰχμάλωτος γεμάτος ἀπό τίς χάρες τοῦ Θεοῦ. Γιατί αἰχμαλώτισε τόν προστάτη τοῦ σκότους διάβολο) (στίχοι συναξαρίου).
Μακρηγοροῦμε, ἀλλά δέν μποροῦμε παραλείποντας ἄλλες ἐπισημάνσεις τοῦ ποιητῆ νά μήν ἀναφέρουμε κάτι πού θεωροῦμε ἀπό τά πιό καίρια γιά τήν ζωή τοῦ ὁσίου ᾽Ιωάννη: ὁ ἅγιος εἶχε ἐνεργοῦσα τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ στήν καρδιά του (ὠδή α´), ἐπειδή πρῶτον βοηθεῖτο ἀπό τόν θεάρεστο βίο του - ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἐνεργεῖ ἄν δέν βρεῖ κατάλληλο ἔδαφος στόν ἄνθρωπο - καί δεύτερον καί σημαντικότερο εἶχε ὡς καθοδηγό του τήν ἴδια τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας. Δέν εἶναι δυνατόν δηλαδή νά ὑπάρξει πνευματικός ἀγώνας καί μάλιστα ἐπιτυχής, ἄν δέν συντρέξουν μαζί μέ τόν Κύριο οἱ ἅγιοί μας μέ πρώτη τήν ὑπεραγία Θεοτόκο. ᾽Εκείνη ὡς στοργική Μάνα μας μᾶς παρακολουθεῖ, μᾶς βοηθεῖ καί ἱκετεύει γιά ἐμᾶς, ἰδίως ὅταν βλέπει τόν ἀγώνα καί τήν καλή μας διάθεση. ῎Ας φανταστοῦμε μέ πόση ἀγάπη θά προσέβλεπε Αὐτή πάνω στό ἀγαθό παιδί της, τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη, πού ἐπέμενε στήν ἀγάπη τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της μέσα στίς ἄπειρες δοκιμασίες πού περνοῦσε. ῾Αἰχμαλωσίᾳ καίτοι κρατυνόμενος εἶχες ὁδηγοῦσάν σε τήν Παρθένον Μαρίαν, εἶχες συμμαχοῦντά σοι τόν θεάρεστον βίον, ὦ ᾽Ιωάννη μέγιστε φωστήρ᾽ (Μολονότι ἤσουν αἰχμάλωτος, εἶχες τήν Παρθένο Μαρία νά σέ ὁδηγεῖ, εἶχες σύμμαχό σου τόν θεάρεστο βίο σου, ᾽Ιωάννη μέγιστε φωστήρα) (᾽Από τά καθίσματα τοῦ ὄρθρου).
Πηγή: Ακολουθείν, Ακτίνες
Πρίν ἀπό τριάντα χρόνια οἱ κυβερνήσεις διαφόρων προηγμένων κρατῶν προσπαθοῦσαν νά πείσουν τούς πολῖτες τους, ὅτι μεγάλη ἐξυπηρέτηση στή δημόσια καί στήν ἰδιωτική ζωή τους θά εἶχαν ἄν ὅλες οἱ συναλλαγές τους γίνονταν μέ ἠλεκτρονική ταυτότητα.
Πολλοί ὅμως δημοκρατικοί, ἀλλά καί χριστιανικοί φορεῖς ἀνθίσταντο παρουσιάζοντας τά δεινά μιᾶς ἠλεκτρονικῆς φυλακῆς πού δένει τούς ἀνθρώπους σέ μιά στυγνή καί παγκόσμια δικτατορία καί τούς ὁδηγεῖ στό σφράγισμα μέ τόν ἀριθμό τοῦ ἀντιχρίστου.
Ἡ ἠλεκτρονική ταυτότητα πῆρε καί ἄλλες ὀνομασίες, ὅπως Κάρτα τοῦ Πολίτη ἐπί Γιώργου Παπανδρέου. Μέ τήν ἴδια ὀνομασία, Κάρτα Πολίτη, ἐμφανίστηκε στίς ἡμέρες ΣΥΡΙΖΑ. Ἐνῷ, ὅσο ἦταν ἀντιπολίτευση, συναγωνιζόταν μαζί μας τονίζοντας τά ἀρνητικά, τώρα τή θεωρεῖ σανίδα σωτηρίας γιά τούς φτωχούς πού θά ἐπιδοτοῦνται μέ ἀστεῖα ποσά διαβίωσης καί ἐνοικίου. Ἡ δημόσια διαβούλευση, μέ τό ἐπίπεδο τῶν ὑγιῶν καί ἀξιοπρεπῶν ἐπιχειρημάτων, τούς ἀνάγκασε νά τήν πάρουν πίσω. Μέσῳ ἄλλου ὅμως ὑπουργοῦ προσπαθοῦν νά τήν ἐπιβάλουν ὡς πιστωτική ἤ χρεωστική κάρτα καί μάλιστα πιλοτικά σέ ὅλα τά νησιά τοῦ Αἰγαίου μέ πληθυσμό ἄνω τῶν τριῶν χιλιάδων κατοίκων. Οἱ φτωχοί κάτοικοι ἀντιδροῦν, γιατί τούς δίνεται τό περιθώριο ἀπό τόν τουρισμό τοῦ καλοκαιριοῦ νά βγάλουν λίγα χρηματάκια γιά διαβίωση καθ΄ὅλο τό ὑπόλοιπο ἔτος ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων μηνῶν πού εἶναι οἰκονομικά ἄγονοι, μέχρι τό ἑπόμενο καλοκαίρι. Οἱ κυβερνῶντες ἐξαντλοῦν τήν αὐστηρότητά τους σ' αὐτούς τούς ἀδύνατους οἰκονομικά νησιῶτες, τάχα μεγαλοεπιχειρηματίες, φροντίζοντας δῆθεν γιά τήν ὑπόληψή τους ὡς ἐντίμων ἐπιχειρηματιῶν, γιατί δέν θά φοροδιαφεύγουν.
Εἶναι πέραν πάσης ἀμφιβολίας καί στόν πιό ἀφελῆ Ἕλληνα πολίτη, ὅτι ἡ ὕπουλα εἰσαγόμενη πιστωτική ἤ ἄλλως πως ὀνομαζόμενη ὑποχρεωτική κάρτα συναλλαγῶν:
α. Μπορεῖ νά περιέχει τό τσιπάκι RFID, ἀναπρογραμματιζόμενο,
β. Εἶναι μικρῆς ἤ μεγάλης χωρητικότητας ἀλλά σέ κάθε περίπτωση
γ. ἐπικοινωνεῖ μέ βάση δεδομένων, ὅπου περιέχονται τώρα ἅπαντα τά οἰκονομικά δεδομένα ἀλλά ἐν συνεχεία ἅπαντα τά προσωπικά δεδομένα ὅλης τῆς δημόσιας καί ἰδιωτικῆς ζωῆς.
Εἶναι πεπεισμένοι οἱ συμπολῖτές μας, ὅτι ἡ νέα ὕπουλη Κάρτα Συναλλαγῶν ἀντικαθιστᾷ πλήρως τήν Κάρτα τοῦ Πολίτη, τήν ὁποία ἀπέρριψαν μέσῳ διαβούλευσης, ὅλοι οἱ δημοκρατικοί φορεῖς τῆς χώρας μας, ἐκτός κάποιων κομματικῶς πειθαρχούντων ἀφελῶν.
Κανένας κομματικός παράγοντας δέν ἐπιτρέπεται πλέον νά μᾶς παραπλανᾷ καί νά ἐμπαίζει ἐμᾶς τούς καταταλαιπωρημένους Ἕλληνες πολῖτες, ἀφοῦ ὅλοι γνωρίζουμε, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά παταχθεῖ ἡ φοροδιαφυγή ἀφοῦ ἡ Κάρτα Συναλλαγῆς:
α. Ἐπιβάλλεται μόνο στόν πάμφτωχο ἤ ψευδομικρομεσαῖο Ἕλληνα πολίτη,
β. Δέν ἐπιβάλλεται στούς ἔχοντας ἄφθονα χρήματα, ἀφοῦ ἔχουν τή δυνατότητα ἰδιαιτέρων, μυστικῶν εὐνοϊκοτάτων συμφωνιῶν, μέ τίς τράπεζες καί
γ. Ἡ Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος, μέ ρυθμιστικό ρόλο στίς συναλλαγές, ἔχει τό δικαίωμα νά νομοθετεῖ πάνω σέ θέματα οἰκονομικῶν καί οἱ ἀποφάσεις της νά περνοῦν ὄχι πρός ψήφιση στό ἑλληνικό κοινοβούλιο, ἀλλά μέ Φ.Ε.Κ. καί νά ἰσχύουν ὡς νόμοι τοῦ «Κράτους».
Εἶναι τοῖς πᾶσι πλέον τά ἀνωτέρω γνωστά. Οἱ ἄνω τῶν ἑκατό χιλιάδων συμπολῖτες μας πού κατέθεσαν ἠλεκτρονικά ἤ καί γραπτά τήν ἀπόφασή τους νά μή δεχθοῦν τήν Κάρτα τοῦ Πολίτη, ἔχουν ἀποκτήσει τήν αὐτονόητη ἁπλῆ ἱκανότητα νά ἀντιλαμβάνο¬νται τίς σκοπιμότητες τῶν ὑπουργῶν πού μεθοδεύουν ἑκάστοτε τή θέσπιση τέτοιων Καρτῶν. Τώρα ἐπανανεώνουν τή βούλησή τους νά μή πέσουν θύματα στά ἀδυσώπητα σχέδια τῆς Νέας Ἐποχῆς, πού ἐπιδιώκει τά πάντα νά ἰσοπεδωθοῦν κάτω ἀπό τήν πιό δεινή παγκόσμια δικτατορία της.
Οἱ λίστες Λαγκάρντ, Λουξεμβούργου καί ἄλλες, ἐνδεικτικά μόνο ἔφεραν στό φῶς κάποιους παρανόμως πλουτούντας, ὅμως δέν ἔφεραν κανένα ἄλλο ποθητό ἀποτέλεσμα, δηλαδή τήν πάταξη τῆς φοροδιαφυγῆς. Φυσικά δέν γίνεται καμιά συζήτηση γιά ἐπιστροφή χρημάτων... Ἐξακολουθεῖ νά ἐπιβεβαιώνει ὁ λαός μας τό «ὅπου φτωχός καί ἡ μοῖρά του». Ὡστόσο ὁ λαός μας ἀντιστέκεται καί ἐπιμένει μέ ἀξιοπρέπεια σέ ὅλα τά ἐπίπεδα ζωῆς ἐνάντια στόν ἐμπαιγμό, τόν οἰκονομικό εὐτελισμό καί τό σφυροκόπημα ὅλων τῶν κορυφῶν τῆς μακραίωνης ἑλληνοχριστιανικῆς παραδόσεώς του. Ξέρει ὅμως νά λέει καί τό ὄχι, ὅταν μαίνεται ἡ Νέα Ἐποχή ἐνάντια στά ὑψηλά ἀναλλοίωτα πιστεύματά του. Τώρα λέει τό ὄχι καί στίς Κάρτες Συναλλαγῆς.
Ἐν τῷ μεταξύ «χαμός» γίνεται στά ΜΜΕ γιά τό ἱερό λείψανο τῆς ἁγίας Βαρβάρας, τό ὁποῖο ἔχει τεθεῖ πρός προσκύνηση στόν ὁμώνυμο Ἱερό Ναό της, στήν περιοχή ἁγίας Βαρβάρας. Κι ἐδῶ κομματικοί παράγοντες μαίνονται, ἐνῷ ἄλλοι συμπολιτευόμενοί τους προσπαθοῦν νά τούς συμμαζέψουν, ἀφοῦ ἡ πραγματικότητα τοῦ πλήθους τῶν προσκυνητῶν καί ὁ χρόνος ἀναμονῆς πού εἶναι πάνω ἀπό δύο ὧρες, δείχνει τή δύναμη τῆς ὀρθοδόξου πίστεως τοῦ λαοῦ μας. Ὁ ἴδιος πιστός λαός λέει ὄχι καί στή Κάρτα Συναλλαγῆς. Φυσικά δέν εἶναι μόνο οἱ καθαρά θρησκευόμενοι πού δέν θέλουν μέ τίποτα τήν Κάρτα Συναλλαγῶν ἀλλά καί πολλοί ἄλλοι.
Στ΄ἀλήθεια οἱ κυβερνῶντες δέν ἔχουν αὐτιά, δέν ἔχουν μάτια νά παρακολουθοῦν τή βάση τοῦ λαοῦ μας;
Πηγή: orthros.eu , Ακτίνες
Στη βαθιά και παρατεταμένη κρίση που διέρχεται η χώρα μας, όχι μόνο οικονομική, αλλά και σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής και δημιουργίας, έρχεται η μελετώμενη αλλαγή στην παιδεία να βυθίσει ακόμη πιο πολύ σε απύθμενο πνευματικό και οικονομικό χάος την Ελληνική κοινωνία. Ενώ στην Ελλάδα ανέκαθεν δινόταν πρώτιστη σημασία στην παιδεία, αν όχι πάντοτε από την πολιτική, πάντως από το σύνολο της πνευματικής ηγεσίας και των πραγματικά πεπαιδευμένων ελλήνων, για την ποιοτική άνοδο της ζωής, την ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου του λαού, την ανάδειξη αξίων ηγετών, την οικονομική πρόοδο και ευημερία, την πολιτιστική άνθηση, την επιστημονική εξέλιξη και την ανάπτυξη των γραμμάτων, σήμερα βρισκόμαστε σε μια πραγματική, από κάθε πλευρά, κατάρρευση. Γιατί, βελτίωση της παιδείας σημαίνει ελπίδα και βεβαιότητα για πρόοδο σε όλους τους τομείς. Αντίθετα, οπισθοδρόμηση της παιδείας χάνεται κάθε ελπίδα και δυνατότητα. Ψηφίζονται νόμοι, με τους οποίους οι λίγες, πάντως σημαντικές, θετικές αλλαγές που θεσπίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, καταργούνται και επαναφέρονται παθογένειες που είχαν κάπως θεραπευθεί.
Αλλά «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος». Οι σημερινοί υπεύθυνοι για την παιδεία, φαίνεται να μην έχουν γευθεί ουσιαστική παιδεία και να μην γνωρίζουν ή να μην θέλουν να γνωρίζουν τη μεγάλη σημασία της για μία χώρα, για να είναι ελεύθεροι να κρίνουν και να αποφασίζουν για τα εκπαιδευτικά πράγματα, όχι με κριτήρια επιστημονικά και δεοντολογικά, δηλαδή αντικειμενικά και δίκαια, αλλά με μόνο το κομματικό συμφέρον που συνδυάζεται και με τις απαιτήσεις των συνδικαλιστικών μειοψηφιών. Μια κακοδαιμονία που ταλανίζει την παιδεία μας και τον τόπο μας επί δεκαετίες τώρα, που όμως και η νέα ηγεσία φαίνεται να μην έχει κανένα δισταγμό να την συνεχίσει ή και να την επιδεινώσει, αγνοώντας τις οδυνηρές συνέπειες για την λειτουργία της πολιτείας, το μέλλον της νέας γενεάς και την προκοπή του τόπου. Είναι πολύ δικαιολογημένη η αγανάκτηση και η αντίδραση που εκδηλώνεται τις ημέρες αυτές από μέλη της Ακαδημίας Αθηνών, Πανεπιστημιακούς Καθηγητές και μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας από όλες τις βαθμίδες. Η Κυβέρνηση οφείλει να ακούσει τους ειδικούς και τη φωνή ασφαλώς ολόκληρου του λαού, ώστε οι αλλαγές που επιφέρει στην παιδεία να είναι προς την κατεύθυνση της προόδου και της εξόδου από τη γενική κρίση και όχι οπισθοδρόμηση.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Τά προβλήματα τῆς Ἑλλάδας σήμερα, εἶναι καί διαχειριστικά, ἀλλά εἶναι κυρίως ζητήματα οὐσίας:
Ποιά εἶναι καί ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ Ἑλλάδα μας; Ποιό τό γεωστρατηγικό της μέγεθος; Μαζί σέ ὅλα μέ τήν Κύπρο; Ἤ διαφοροποιούμενες τεχνητῶς; -ἤ ἐντέχνως; Ἔτσι ὥστε νά συμπορευόμεθα ἐπ' ὠφελείᾳ καί Ἐλλάδος καί Κύπρου; Καί μέ ποιόν ρόλο ὡς κράτη καί ὡς λαοί, ἐντός τοῦ διεθνοῦς γίγνεσθαι;
Πῶς πρέπει νά ζοῦμε ὡς Ἕλληνες; Μέ ποιές ἀξίες καί μέ ποιά σχέδια γιά τό συλλογικό μέλλον μας; Τούς μετανάστες, χρειάζεται πράγματι νά τούς ἑλληνοποιήσουμε νομικῶς, προτοῦ νά ἐξελληνισθοῦν πραγματικῶς σέ διάστημα τριῶν περίπου γενεῶν πού ἀπαιτεῖται πρός τοῦτο;
Ὁ ἐλιτισμός καί ὁ κοσμοπολιτισμός τῆς φιλο-Εὐρωπαϊκῆς «πολιτικῆς τάξεως», εἴτε στήν δεξιά εἴτε στήν ἀριστερή ἐκδοχή τους , ἀποτελοῦν λύση; Ἤ πηγή ἀδιεξόδων; Καί, ἐν τέλει, πηγή εἰκονικῶν διλημμάτων;
Ὁ ἐκσυγχρονισμός τῶν μηχανημάτων, μπορεῖ νά μεταφέρεται στήν κοινωνία καί νά γίνεται ἐκσυγχρονισμός τῆς....κοινωνίας; Μέ ποιά κριτήρια καί σύμφωνα μέ τί, πρέπει νά αὐτο-ἐκσυγχρονισθοῦμε; Ἤ θά πρέπει νά μᾶς ἐκσυγχρονίσουν ἄλλοι; Ποιοί καί γιατί καί πρός τί; Ἤ καλλίτερα, νά μήν (αὐτο-)ἐκσυγχρονισθοῦμε, ἀλλά ἁπλῶς νά βελτιωθοῦμε καί νά ἀγωνισθοῦμε;
Πῶς θά διατηρήσουμε τό ἰδιαίτερο ἀγωνιστικό φρόνημα, πού μᾶς χαρακτήριζε ἀνέκαθεν ὡς Ἕλληνες, σέ ἕναν κόσμο πού θέλει «ποιότητα ζωῆς» , μέ τήν ἕννοια ὅτι θεωρεῖ δικαίωμα τό νά ἀπολαμβάνῃ τό κάθε τί;
Ὑπάρχει πραγματικά Ἑλληνισμός καί Ἐλλάδα, χωρίς τήν ἀρχαία Ἑλληνική γραμματεία καί χωρίς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία;
Ὑπάρχει κανένας λόγος χωρισμοῦ τοῦ Ἔλληνα ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Χωρίς Χριστό, ἔχει νόημα νά μιλᾶμε γιά Ἐλλάδα; Ἤ θά ξαναχτίσουμε ἀνιστόρητα Ἀκαδημίες Πλάτωνος καί Περιπατητικές σχολές Ἀριστοτέλους προσπαθώντας νά ξαναποῦμε τά ἴδια ἤ παρόμοια; Πρός τί ἄλλωστε; Δέν θά ὑπάρχῃ τότε κίνδυνος, νά «μηδίσουμε» (νά «ἀμερικανίσουμε») μέσα στήν γενική βαρβαρική φιληδονία καί πλεονεξία τοῦ συγχρόνου κόσμου;
Ἄν πάλι καταλάβουμε ὅτι μόνο μέσα στήν Ὀρθοδοξία ἔχουμε ἐλπίδα, καί ὡς πρόσωπα καί ὡς λαός, τότε, συμβιβάζεται μέ αὐτό, τό νά ἀποκοπτόμαστε ἀπό τούς ἄλλους Ὀρθοδόξους, εἴτε λαούς εἴτε ἄτομα; Ἄλλοτε γιατί ἔτσι τό θέλουν οἱ φίλοι μας οἱ ὑπερατλάντιοι, ἄλλοτε γιατί μᾶς χωρίζουνε ἐθνικές καί γλωσσικές διαφοροποιήσεις; Καί π.χ. νά μήν ταυτιζόμεθα μέ τούς Ἀραβόφωνους Ὀρθοδόξους τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, καί νά ἀφίνουμε νά κάνουν θανατηφόρα παιχνίδια σέ βάρος τους, κυκλώματα τῶν ὑπερατλαντίων φίλων μας, ἤ ὁ Ρετζέπ Νταγίπ Ἐρντογκάν μετά τῆς συνοδείας αὐτοῦ;
Ἐπιτρέπεται νά μᾶς χωρίζει ἡ δεξιά καί ἡ ἀριστερά; Δέν ἔχουμε δικαιοκρισία ὁ καθένας μας;
Προέχει ἡ προώθηση ἀπό τούς ταγούς μας, μιᾶς προσειλημμένης ἔξωθεν παγκόσμιας ἰδεολογίας διεθνισμοῦ, δεξιᾶς ἤ ἀριστερᾶς, ἤ ἡ ὑπεράσπιση τῶν διαχρονικῶν δικῶν μας κοινωνικῶν ἀξιῶν τοῦ κοινοτισμοῦ καί τοῦ πολιτικῶς δημοσίου συμφέροντος;
Πῶς αὐτές οἱ ἀξίες μποροῦν νά ἐπιβιώσουν, παρά τίς ἀντιξοότητες, μέσα σέ ἕνα διεθνές περιβάλλον μεγάλων ἐπιχειρηματικῶν συμφερόντων; Μήπως εἶναι δυνατή ἡ μίξη γιά λόγους τακτικῆς, στοιχείων δεξιᾶς καί ἀριστερᾶς ἰδεολογίας, πού ὅμως θά πρέπῃ νά ἀνανεώνεται, ὥστε νά μήν καταστῆ ἀρτηριοσκληρωτική; Καί εἶναι δυνατόν νά ἐπιτευχθῆ μία καλή τέτοια μίξη, σέ ἰδεολογικό, πολιτικό καί γεωστρατηγικό ἐπίπεδο, τυχαῖα; Μέ μόνη τήν συγκυρία καί τά γυρίσματα τῶν ἐκλογικῶν ἀποτελεσμάτων, καί μέσα ἀπό συγκυβερνήσεις εἰδικοῦ ἤ γενικοῦ σκοποῦ; Ἤ χρειάζεται ἐθνικός σχεδιασμός μέ ἀπαγκίστρωση κατά τό δυνατόν ἀπό προσωπικές φιλοδοξίες τῶν ἡγετῶν;
Πῶς θά μπορέσῃ νά μήν ἐπαναληφθῆ τό φαινόμενο τῶν κυβερνήσεων τῶν ἀπαρτιζομένων, κυρίως, ἀπό πολιτικούς μέ δεσμεύσεις; Καί πῶς οἱ κατόπιν ἐκλογῆς στήν κυβέρνηση ἀνακύπτουσες δυσκολίες καί σχετικές προσωπικές δεσμεύσεις εἶναι δυνατόν νά μήν μετατρέπονται σέ μονιμώτερες ἐξαρτήσεις;
Μπορεῖ νά γίνῃ κάτι σχετικῶς, ἤδη σέ ἐπίπεδο θεσμῶν; Ἤ θά συνεχίσῃ τό ἴδιο πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο νά στοιχειώνῃ τό κράτος μας; Καί νά διαιωνίζῃ τήν ἀσυνέπεια λόγων καί ἔργων χάριν παλαιῶν (πρό ἐκλογῶν) καί νέων (μετά τίς ἐκλογές) «ἐργολαβιῶν»;
Πῳς θά εἶναι ἐξασφαλισμένος ὁ λαός ὅτι θά λάμβάνῃ τά ὑπεσχημένα ἀπό τούς πολιτικούς, περισσότερο ἀπό ὅ,τι οἱ δανειστές τους; Καί πῶς θά γίνῃ στούς δανειστές τῶν πολιτικῶν, νά μήν ὀφείλῃ ὁ λαός;
Νοεῖται πραγματικά πολιτική δημοκρατία μέ ἔλεγχο τῆς ποσότητας καί τῶν τομέων διαθέσεως τοῦ χρήματος ἀπό ἰδιῶτες; Οἱ business leaders πῶς θά γίνῃ νά ὑπηρετοῦν τόν λαό, καί ὄχι τό ἀντίστροφο;
Ἐπιτρέπεται νά μήν ὑπάρχῃ συνεχής δημόσιος ἔλεγχος, ἀκόμη καί μετά ἀπό λαϊκή ἀγωγή-καταγγελία, τῶν χρηματοδοτήσεων τῶν πολιτικῶν προσώπων καί τῶν μελῶν τῶν οἰκογενειῶν τους ἤ τῶν φίλων τους, ἀπό Τράπεζες καί Ἐπιχειρήσεις;
Ποιά ἀρχή θά πρέπει μόνιμα νά ἐλέγχῃ ἄν πράγματι ὀφείλεται ὅ,τι ἐμφανίζεται ὡς ὀφειλόμενο λόγῳ δημοσίου χρέους; Μέ ποιές ἀνακριτικές καί διωκτικές ἁρμοδιότητες;
Πῶς ἀντιμετωπίζεται ἡ οἰκογενειοκρατία στήν πολιτική; Στίς μεγάλες ἐπιχειρήσεις; Στούς συνδικαλιστικούς φορεῖς; Πῶς ἀντικαθίσταται ἀπό τήν ἀξιοκρατία τῶν μή αὐτο-προωθουμένων; Στούς Ρωμαίους πού δέν εἶχαν ἄρρενα τέκνα, ἐχρησιμοποιεῖτο ὁ θεσμός τῆς υἱοθεσίας ἐνηλίκου, γιά τόν νέο διαχειριστή τῆς μεγάλης περιουσίας, ἀλλά σήμερα πού αὐτό δέν προσφέρεται γιά μερική ἀνανέωση τῶν ἡγετικῶν στελεχῶν τοῦ ἰδιωτικοῦ τομέως ἀξιοκρατικῶς, τί δέον γενέσθαι; Ὥστε νά μήν δημιουργοῦνται παγιωμένα «συντεχνιακά» καθεστῶτα....
Εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξῃ ΣΩΣΤΗ παιδεία σέ αὐτόν τόν τόπο; Τό μοντέλο μαθήσεως πού ἔχουμε, ὑπηρετεῖ τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς καί τοῦ νοῦ, μέ ἀγωνιστική ἄσκηση γιά τήν σωστή σωματική διάπλαση, ἤ, ἀντιθέτως, τήν σκοταδιστική ὑπερπληροφόρηση καί συνακόλουθα τίς ἐξαρτήσεις ἀπό πνευματικῶς ἀκαλλιέργητες ἐπιθυμίες πού ἀπαιτοῦν ἱκανοποίηση; Τόν ὑλιστικό καί οἰκονομιστικό ἐκμαυλισμό, πού ἐξευγενισμένα μάθαμε, ἀπό τήν δεκαετία τοῦβ1980 καί μετά, νά ἀποκαλοῦμε «ποιότητα ζωῆς»;
Ἡ παρεχόμενη ἐκπαίδευση μέχρι σήμερα, δέν αὐτο-ἀπαξιωνόταν ἀπό τό γεγονός ὅτι ἐξυπηρετοῦσε μόνο ἤ κυρίως τόν διεθνῆ καταμερισμό ἐργασίας καί ὄχι τόν ἐθνικά ἀναγκαῖο καταμερισμό ἐργασίας, οὔτε τίς ἀνάγκες τοῦ Ἕλληνος πού θέλει ἁπλῶς νά ζήσῃ καλλίτερα στόν τόπο του;
Πῶς θά συνενοούμεθα καλλίτερα, ἀνιδιοτελέστερα καί ἀποτελεσματικώτερα στόν δημόσιο χῶρο; Μέ κομματικά ΜΜΕ, καί μέ κερδοσκοπικές καί διαπλεκόμενες ἐπιχειρήσεις τῶν ΜΜΕ; Καί πῶς θά προλάβουμε τήν καταστροφή τοῦ δημοσίου φόρουμ στίς ψυχές τῶν παιδιῶν καί τῶν νέων, αὐριανῶν καί νέων ψηφοφόρων, ἀπό τίς παγίδες συλλήψεως, συλήσεως καί ἐξανδραποδισμοῦ τῆς φυσικῆς προσοχῆς, πού ἐλλοχεύουν στούς ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστές καί στίς διαφημίσεις;
Νά ἡγοῦνται ἡμῶν «χαρισματικοί» ἤ ἄχαροι πολιτικοί, μέ μονοκομματικές ἤ πολυκομματικές διακυβερνήσεις, κάνοντας ὅ,τι θέλουν (γιά νά διατηροῦνται στήν ἐξουσία) καί διαιωνίζοντας καταστροφικές καταστάσεις; Ἤ ὑπερκομματικές κυβερνήσεις ὑπό γενικό δημοκρατικό καί εἰδικό γεω-στρατηγικό ἔλεγχο (ἀπό ὑπηρεσιακούς γνῶστες, στρατιωτικούς και διπλωμάτες) γιά τήν ἐξυπηρέτηση τοῦ πραγματικοῦ ἐθνικοῦ καί δημοσίου συμφέροντος;
Θά μᾶς λύσῃ τά προβλήματα αὐτά, ἡ ὅποια συμφωνία ἤ ἀσυμφωνία στά Γιούρογκρουπ; Ἤ εἶναι δυνατόν νά ληφθοῦν ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν Γιούρογκρουπ, σοβαρές ἀποφάσεις γιά τήν πορεία τῆς Ἑλλάδας, χωρίς προηγούμενη νηφάλια καί φωτισμένη στάθμιση τῶν προαναφερθέντων;
Εἴτε στά Γιούρογκρουπ ἐπιτευχθῆ συμφωνία εἴτε προκύψει ἀσυμφωνία , εἶναι κατά βάθος δευτερεῦον. Τό πρωτεῦον εἶναι νά δοῦμε τά προαναφερθέντα προβλήματα καί νά ἀποφασίσουμε ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΣ (ὅχι μόνο διά τῆς Βουλῆς) πρῶτα ὡς ἔθνος καί ὕστερα ὡς λαός, πῶς θά πορευθοῦμε.
Γι' αὐτό, δέν χρειαζόμαστε ἐκλογές, παρά μόνο ἀφοῦ προηγηθῆ ἀναδιάταξη καί ἀνασυγκρότηση, σέ ὑγιεῖς βάσεις, ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν πολιτικῶν χώρων. Μέ ἀνθρώπους τοῦ πραγματικοῦ μόχθου καί τῆς ἐργασίας, ὄχι μέ πρόσωπα τῶν ΜΜΕ. Πρόσωπα κατά τό δυνατόν ἀνιδιοτελῆ καί καθόλου φιλόδοξα, μέ πολύτιμη ὅμως πείρα ζωῆς. Καί πρό παντός, μέ βαθεία ὀρθόδοξη χριστιανική πνευματική ζωή, μέ σεβασμό στήν παράδοσή μας ὡς ἔθνους καί ὡς λαοῦ, μέ ταπείνωση καί μέ ἱκανότητα νά ἀκοῦνε προσεκτικά καί νά καταλαβαίνουν μέ ἀκρίβεια καί σέ βάθος.
Ὄχι νά τά προσποιοῦνται ὅλα αὐτά. Οὔτε νά τά φαντάζονται γιά τόν ἑαυτό τους.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...