Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
«Αφήστε με να ζήσω!»:
ΗΜΕΡΙΔΑ υπέρ της ζωής και εναντίον των εκτρώσεων.
6 Μαΐου 2018, Πολεμικό Μουσείο Αθηνών
Το νέο κίνημα «Αφήστε με να ζήσω!», το οποίο εδώ και καιρό έχει αγκαλιαστεί από Φορείς, Σωματεία και γενικότερα απ’ όσους σέβονται το θαύμα της ζωής του εμβρύου, από τη σύλληψή του, οργανώνει Ημερίδα, με θέμα την προστασία του αγέννητου παιδιού.
Επί δεκαετίες ολόκληρες μαίνεται στη Χώρα μας η φοβερή μάστιγα των εκτρώσεων, που:
Για την ευαισθητοποίηση όλων μας σχετικά με τα παραπάνω ζητήματα θα πραγματοποιηθεί ημερίδα με τίτλο: «Αφήστε με να ζήσω!» την Κυριακή 6 Μαΐου 2018 στο Αμφιθέατρο του Πολεμικού Μουσείου Αθηνών (Ριζάρη 2, Αθήνα, στάση ΜΕΤΡΟ «Ευαγγελισμός»).
Το πρώτο-πρωινό μέρος (11:00’ – 18:00’) θα είναι αφιερωμένο κυρίως σε εφήβους και νέους, με προβολές ταινιών μικρού μήκους και συζήτηση (ανά ώρα).
Στο δεύτερο-απογευματινό μέρος (18:30’ – 20:30’) θα υπάρξει Ιατρική, Νομική, Θεολογική και Βιωματική προσέγγιση από ειδικούς επιστήμονες εγνωσμένου κύρους.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας θα υπάρξει παράλληλη δημιουργική απασχόληση μικρών παιδιών από παιδαγωγούς σε διπλανή αίθουσα, για όσους γονείς επιθυμούν να παρακολουθήσουν την εκδήλωση.
Για ομαδικές επισκέψεις σχολείων, νεανικών κινήσεων κλπ. στο πρώτο-πρωινό μέρος θερμή παράκληση να υπάρξει προηγούμενη συνεννόηση (email: info@afistemenaziso.gr).
Ακολουθήστε το κίνημα στο
- https://facebook.com/profile.php?id=100024894848169
- https://twitter.com/afistemenaziso
- https://vimeo.com/afistemenaziso
Συμμετέχουν τα Ορθόδοξα Χριστιανικά Σωματεία:
· Ἑνωμένη Ρωμηοσύνη (Ε.ΡΩ.)
· Ἕνωση Ἐπιστημόνων Γυναικῶν
· Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν
· Μητέρες Ἐπιστήμονες Πολύτεκνες
· Μουσική Συντροφιά
· Πανελλήνια Ἕνωση Γυναικῶν
· Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ.)
· Πανελλήνια Ἕνωση Φίλων τῶν Πολυτέκνων (Π.Ε.ΦΙ.Π.)
· Πανελλήνιος Ἕνωσις Γονέων «Ἡ Χριστιανική Ἀγωγή» (ΓΕΧΑ)
· Πανελλήνιος Ὀρθόδοξος Ἕνωσις (Π.Ο.Ε.)
· Πανελλήνιος Σύνδεσμος Βορειοηπειρωτικοῦ Ἀγώνα (ΠΑ.ΣΥ.Β.Α.)
· Σύλλογος «Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης»
· Σύλλογος Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολικῆς Δράσεως «Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ»
· Σύνδεσμος Ὀρθοδόξων Γυναικῶν Εὐρώπης
· Συντονιστική Φοιτητική Ἕνωση Βορειοηπειρωτικοῦ Ἀγώνα (Σ.Φ.Ε.Β.Α.)
· Χριστιανική Ἕνωση Ἐπιστημόνων (Χ.Ε.Ε.)
· Χριστιανική Φοιτητική Δράση (Χ.Φ.Δ.)
· Χριστιανική Φοιτητική Ἕνωση (Χ.Φ.Ε.)
· Χριστιανική Ἕνωση Ἐκπαιδευτικῶν Λειτουργῶν (Χ.Ε.Ε.Λ.)
Η ημερίδα υποστηρίζεται από
· Ανωτάτη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος (Α.Σ.Π.Ε.)
Το πρόγραμμα μπορείτε να το δείτε από
το κανάλι 4Ε
την ιστοσελίδα «Αφήστε με να ζήσω!»
«Αφήστε με να ζήσω!»
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε το Δελτίο Τύπου.
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε την πρώτη αφίσα.
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε τη δεύτερη αφίσα.
Πηγή: Αφήστε με να ζήσω!
Μια εντυπωσιακή επίδειξη των δυνατοτήτων των δυνάμεων αυτοάμυνας στο νήσο Κω, καταγεγραμμένες σε ένα σύντομο αλλά περιεκτικό βίντεο.
Προσέξτε την γωνία της κάννης των α/κ πυροβόλων Μ109Α3G για την εκμετάλλευση του μέγιστου βεληνεκούς και την παροχή πυρών υποστήριξης σε γειτονικά νησιά ή την εμπλοκή εχθρικών δυνάμεων στη μικρασιατική ακτή.
Πηγή: YouTube
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Μὲ μεγάλη τιμὴ σᾶς προσκαλοῦμε στὴ Θεία Λειτουργία ποὺ θὰ τελεσθεῖ στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἀσωμάτων - Ἁγίου Γεωργίου (Ροτόντα), τὴν παλαιὰ Μητρόπολη τῆς Θεσσαλονίκης, τὸν πρῶτο χριστιανικὸ αὐτοκρατορικὸ Ναὸ μετὰ τὸ τέλος τῶν διωγμῶν.
Ἃς βρεθοῦμε γιὰ λίγο μέσα στὸ μεγαλοπρεπὲς οἰκοδόμημα, μὲ τὸν θαυμάσιο χριστιανικὸ διάκοσμο, ὅπως τὰ ψηφιδωτά τῆς ζώνης τῶν μαρτύρων, ποὺ προβάλλουν μπροστά μας, μέσα σὲ μιὰ ὑπερκόσμια λιτανεία.
Ἐλᾶτε νὰ ζήσουμε μέσα στὸν ὑπέροχο αὐτὸν Ναὸ τὴ δόξα τοῦ Βυζαντίου, τὴν ἱστορία καὶ τὰ θαύματα τῆς Θεσσαλονίκης.
Δευτέρα, 23 Ἀπριλίου 2018
Ἡ παρουσία μας στίς Ἱερές Ἀκολουθίες συμβάλλει καί διακηρύσσει τήν Ἱερότητα τοῦ Πρωτοχριστιανικοῦ, Αὐτοκρατορικοῦ, Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τῆς Θεσσαλονίκης
Μέ τιμή
Ὁ Τομέας Ἐπιστημόνων
Μεγάλου Βασιλείου
Η ιστορία της Δέσποινας Αχλαδιώτη, που ύψωσε πρώτη φορά τη σημαία το 1929, προτού το νησί δοθεί στην Ελλάδα,και συνέχισε έως τον θάνατό της, έξι δεκαετίες αργότερα
Το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης αποτελεί στόχο της Τουρκίας ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. «Το Καστελόριζο ανήκει στην ανατολική Μεσόγειο» έχουν πει οι Τούρκοι και, αν ήταν δυνατόν, θα ήθελαν να το εξαφανίσουν από τον χάρτη, καθώς τους κόβει την έξοδο στα πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων νότια της Κρήτης και μέχρι την κυπριακή ΑΟΖ. Το ίδιο ισχύει για τη Στρογγύλη και τη Ρω. Σε αυτά τα δύο μικρά νησιά δεν υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι, αλλά στρατιωτική φρουρά. Στη δε τελευταία δεσπόζει ο θρύλος της κυράς της Ρω, της Δέσποινας Αχλαδιώτη, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, που με την εμβληματική παρουσία της έστελνε καθημερινά -από το 1943 και επί 40 χρόνια- το μήνυμα στην Τουρκία για την ελληνικότητα του νησιού υψώνοντας τη γαλανόλευκη. Κάτω από τον ιστό της σημαίας ήταν η επιθυμία της να ταφεί και αυτό έγινε πράξη με τιμές εθνικής ηρωίδας στις 13 Μαΐου του 1982.
«Την κυρά της Ρω δεν την ενοχλεί κανείς» ήταν το μήνυμα που έστειλε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Πάνος Καμμένος, κάνοντας retweet την ανάρτηση της Χρύσας Ούτση (μέλος του Εθνικού Συμβουλίου των ΑΝ.ΕΛ.) μετά την πρωτοφανή πρόκληση της Τουρκίας τη Δευτέρα του Πάσχα να στείλει ελικόπτερο να πετάξει πάνω από το νησί, νύχτα και με σβηστά φώτα (πράξη επιθετική). Σε αυτό το σοβαρό επεισόδιο οι Ελληνες στρατιώτες απάντησαν με τροχιοδεικτικά πυρά, κάνοντας σαφή την ετοιμότητά τους και βεβαίως την αποδέσμευση των κανόνων εμπλοκής και τη χρήση πυρών σε όποιους επιχειρήσουν να αμφισβητήσουν την ελληνική κυριαρχία του νησιού. Λειτούργησαν με αποφασιστικότητα, όπως η κυρά της Ρω το 1975 (και δεν ήταν η μόνη φορά).
Συμπαράσταση
Τον Αύγουστο του 1975 ο Τούρκος δημοσιογράφος Ομάρ Κασάρ μαζί με ακόμη δύο άτομα επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν την ολιγοήμερη απουσία της Δέσποινας Αχλαδιώτη για λόγους υγείας από το νησί, για να υψώσουν την τουρκική σημαία. Ομως, όταν επέστρεψε η κυρά της Ρω την κατέβασε αμέσως και ύψωσε την ελληνική. Την 1η Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους κατέπλευσε στο Καστελόριζο το ανθυποβρυχιακό σκάφος «Γ. Πεζόπουλος» για συμπαράστασή της, με την ίδια να δηλώνει αργότερα στην εκπομπή του Φρέντυ Γερμανού: «Η ζωή των Καστελοριζιτών ήταν η βραχονησίδα Ρω. αν οι Τούρκοι την έπαιρναν, δεν θα υπήρχε Καστελόριζο». Στην ακριτική νησίδα Ρω, μία ανάσα από τις τουρκικές ακτές, η πίστη και η δύναμη που είχε τόσο έντονες μέσα της «γέμιζαν» τις ώρες μοναξιάς της. Επί 40 ολόκληρα χρόνια -σχεδόν μια ζωή- η κυρά της Ρω, η γυναίκα-σύμβολο γενναιότητας και πατριωτισμού, κάθε πρωί ύψωνε την ελληνική σημαία για να τη βλέπουν τα διερχόμενα πλοία και να υπενθυμίζει στους Τούρκους την ελληνικότητα του νησιού.
Η παρουσία της Δέσποινας Αχλαδιώτη στην απομακρυσμένη βραχονησίδα στοχοποιήθηκε από τους Τούρκους και συχνά δοκίμαζαν τις αντοχές της. Πρώτη φορά ανέβηκαν και ύψωσαν την τουρκική σημαία στη Ρω το 1929. Μόλις την είδε, πήρε ένα λευκό σεντόνι και γαλάζιο ύφασμα και έραψε την ελληνική σημαία. Εκείνη και ο άνδρας της κατέβασαν την τουρκική και ύψωσαν την ελληνική. Η Δέσποινα Αχλαδιώτη αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες κατά την παραμονή της στο ξερονήσι. Το 1940 ο άνδρας της αρρώστησε βαριά και πέθανε. Η κυρά της Ρω επέστρεψε το 1943 με την τυφλή μητέρα της στο νησί και συνέχισε να υψώνει την ελληνική σημαία.
«Νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα χαμένος στο πέλαγος»
«Τα ξερονήσια του Καστελόριζου και της Ρω τα αγαπώ. Εμεινα μόνη μου το 1943 στο Καστελόριζο με την τυφλή μου μάνα, όταν έφευγαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού στη Μέση Ανατολή και την Κύπρο. Με την ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες. Βέβαια, η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις τούρκικες ακτές. Την ελληνική σημαία θέλω να τη βάλουν στον τάφο μου».
Αυτά ήταν τα λόγια της κυράς της Ρω, η οποία γεννήθηκε το 1890 και πέθανε πλήρης ημερών το 1982 σε ηλικία 92 ετών, σε νοσοκομείο της Ρόδου.
Η κηδεία της έγινε δημοσία δαπάνη στο Καστελόριζο με τιμές εθνικής ηρωίδας, παρουσία του τότε υφυπουργού Αμυνας Αντώνη Δροσογιάννη, και η σορός της μεταφέρθηκε στη Ρω και ετάφη κάτω από τον ιστό όπου ύψωνε τη σημαία, όπως ήταν η τελευταία επιθυμία της.
Ο θάνατος του άνδρα της το 1940, η επιστροφή με την τυφλή μητέρα της και η βοήθεια προς τους ιερολοχίτες
Η Δέσποινα Αχλαδιώτη εγκαταστάθηκε με τον σύζυγό της Κώστα στη Ρω το 1927, για να ασχοληθούν με την κτηνοτροφία, εντελώς μόνοι τους έως το 1940. Ομως εκείνη τη χρονιά αρρώστησε βαριά ο Κώστας Αχλαδιώτης. Η φωτιά που άναψε η γυναίκα του για να ειδοποιήσει με σινιάλα καπνού τους κατοίκους του Καστελόριζου και τους παραπλέοντες ψαράδες δεν έγινε εγκαίρως αντιληπτή. Ο σύζυγός της άφησε την τελευταία του πνοή μέσα σε μια ψαρόβαρκα που τον παρέλαβε καθυστερημένα για να τον μεταφέρει στον γιατρό του Καστελόριζου.
Η κυρά της Ρω φρόντισε μόνη της για την ταφή του συντρόφου της. Επειτα, γύρισε πάλι στη Ρω, αυτήν τη φορά με τη γριά μητέρα της, όπου πέρασε τα χρόνια της Κατοχής. Εκεί προσέφερε υπηρεσίες σε στρατιώτες του Ιερού Λόχου. «Με δυνατή φωνή και γοργή περπατησιά», όπως την περιγράφει ο βιογράφος της Κυριάκος Χονδρός, δεν εγκατέλειψε ποτέ το νησί, ακόμη και όταν το Καστελόριζο βομβαρδίστηκε από τους Αγγλους στη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1943 για πρώτη φορά ελληνικό αντιτορπιλικό, το «Παύλος Κουντουριώτης», κατέπλευσε στο Καστελόριζο, καθώς ήταν πλέον ελεύθερο από τους Ιταλούς.
Αρωγή
Το νησί μετατράπηκε σε έδρα των Συμμάχων, οι οποίοι, όταν άκουσαν για μια γυναίκα που κατοικούσε στην απέναντι βραχονησίδα, έστειλαν ναύτες να τη χαιρετήσουν και να της δώσουν τρόφιμα και εφόδια. Η Δέσποινα Αχλαδιώτη τούς βοηθούσε καθ’ όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων και, όταν τα πλοία περνούσαν μπροστά από τη Ρω, έτρεχε και τα χαιρετούσε κουνώντας τη σημαία... Αυτό έως τον βομβαρδισμό του Καστελόριζου τον Νοέμβριο του 1943 από τα γερμανικά στούκας. Οι κάτοικοι αναγκάστηκαν πάλι να φύγουν με συμμαχικά πλοία είτε προς Κύπρο είτε προς τις μικρασιατικές ακτές. Ωστόσο, η κυρά της Ρω παρέμεινε στο νησί να υψώνει κάθε πρωί την ελληνική σημαία, προσφέροντας τη βοήθειά της σε ιερολοχίτες που βρήκαν καταφύγιο εκεί. Με τη λήξη του πολέμου ορισμένοι κάτοικοι επέστρεψαν στο Καστελόριζο κατά ομάδες.
Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τα Δωδεκάνησα και μαζί με αυτά το Καστελόριζο και όλες οι παρακείμενες νησίδες και βραχονησίδες, σύμφωνα με τη Συνθήκη των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947, περιήλθαν στην Ελλάδα. Η μοίρα της Ρω ήταν, λοιπόν, αναπόσπαστα συνδεδεμένη με του Καστελόριζου.
Για την προσφορά της στην πατρίδα έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις, όπως -μεταξύ άλλων- από την Ακαδημία Αθηνών, το Πολεμικό Ναυτικό και τη Βουλή. Το υπουργείο Εθνικής Αμυνας έστειλε ναυτικό άγημα και αντιπροσωπία του ΓΕΝ στο Καστελόριζο, όπου στις 23 Νοεμβρίου 1975 της απένειμε το μετάλλιο για την πολεμική περίοδο 1941-1944 για τις «προσφερθείσες εθνικές υπηρεσίες της».
Οι εξελίξεις στη Συρία κάνουν πιο απρόβλεπτο τον Ερντογάν στο Αιγαίο!
Η κρίση στη Συρία έρχεται να προσθέσει περαιτέρω ανησυχία στην ελληνική κυβέρνηση για τη συμπεριφορά της Τουρκίας στο Αιγαίο και το ενδεχόμενο πρόκλησης μείζονος συμβάντος ή, αλλιώς, θερμού επεισοδίου. Η Αγκυρα από αυτά που συμβαίνουν στη γειτονία της δείχνει μία νευρικότητα, καθώς βρίσκεται μεταξύ δύο υπερδυνάμεων, ΗΠΑ και Ρωσίας, που η μία απειλεί την άλλη και θα πρέπει η ίδια να ισορροπήσει σε επικίνδυνα τεντωμένο σχοινί, ενώ έχει αποδείξει πως ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
Οι εξελίξεις καταρχάς στη Συρία δεν είναι θετικές για κανέναν. Ούτε ασφαλώς για την Ελλάδα. Μία επίθεση κατά της χώρας θα προκαλέσει νέα κύματα προσφύγων, τα οποία πιθανώς θα κινηθούν στην Τουρκία, και ο Ερντογάν θα τους χρησιμοποιεί για να εκβιάζει την Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά πρωτίστως τη χώρα μας. Δεν μιλάμε, βεβαίως, για γενικευμένη σύρραξη με στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και δυτικών συμμάχων με τη Ρωσία και των δικών της συμμάχων.
Το βασικό ζήτημα είναι ότι η Αγκυρα έχει επενδύσει στη συνεργασία με τη Ρωσία, που της έχει επιτρέψει και την εισβολή στη Συρία, και το γεγονός ότι η Δύση παίρνει θέση απέναντι από τις ρωσικές δυνάμεις και τον στρατό του Ασαντ κάθε άλλο παρά χαροποιεί τον Ερντογάν. Πόσο μάλλον αν εξαπολυθεί στρατιωτική επίθεση. Σημειώνεται πως στη Μαντμπίζ, λίγο πιο μακριά από την Αφρίν που έχει καταλάβει ο τουρκικός στρατός, έχουν λάβει θέση πέραν των Αμερικανών και Γάλλοι.
Ο κίνδυνος λοιπόν να καταρρεύσουν τα σχέδια του Ερντογάν είναι υπαρκτός, όπως και τα αντίποινα σε βάρος της Ελλάδας στο Αιγαίο. Η Τουρκία έχει δείξει πως την τρέχουσα περίοδο παίζει σε δύο μέτωπα και προσπαθεί να προάγει τα αναθεωρητικά σχέδιά της. Με τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη Ρωσία, το Ισραήλ και την Αίγυπτο να έχουν εστιάσει την προσοχή τους στη Συρία, είναι πολύ πιθανόν η Αγκυρα να εκμεταλλευτεί το γεγονός και να θελήσει να στήσει μια κρίση στο Αιγαίο αξιώνοντας εδάφη. Η πτήση του ελικοπτέρου πάνω από τη Ρω τη Δευτέρα του Πάσχα κρίνεται ως ένα πολύ σοβαρό επεισόδιο. Το ελικόπτερο της τουρκικής ακτοφυλακής πέταξε με σβηστά φώτα και νύχτα πάνω από τη Ρω, κάτι που συνιστά καθαρά επιθετική ενέργεια. Η αντίδραση της στρατιωτικής φρουράς του νησιού με τη ρίψη τροχιοδεικτικών πυρών έδειξε επίσης και τις διαθέσεις της Ελλάδας. «Με αυτή την κυβέρνηση δεν θα υπάρξουν νέα Ιμια» έχει δηλώσει ο Πάνος Καμμένος.
Υπερπτήσεις
Το επεισόδιο στη Ρω, που, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, είχε επαναληφθεί το Μεγάλο Σάββατο, οι υπερπτήσεις ανήμερα του Πάσχα σε Παναγιά και Οινούσσες και γενικώς η ένταση που διατηρεί σε υψηλά επίπεδα η Τουρκία στο Αιγαίο, σε συνέχεια της σύλληψης και της κράτησης στις φυλακές της Αδριανούπολης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, συνιστούν ένα εκρηκτικό μείγμα και βεβαίως ανά πάσα στιγμή μπορεί να προκύψει το θερμό επεισόδιο είτε ηθελημένα είτε από ατύχημα. «Ετσι όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα η κατάσταση, αν επαναλαμβανόταν, για παράδειγμα, ο εμβολισμός ενός ελληνικού μαχητικού αλά Ηλιάκη, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αποκλιμακωθεί η ένταση όπως συνέβη τον Μάιο του 2006» ανέφερε ανώτατος αξιωματικός του Πενταγώνου, εκφράζοντας τον προβληματισμό του για το πού το πάει η Αγκυρα.
Την Πέμπτη, όταν συνετρίβη το Mirage 2000-5 και βρήκε τραγικό θάνατο ο χειριστής του, σμηναγός Γιώργος Μπαλταδώρος, έπειτα από μία αποστολή αναγνώρισης - αναχαίτισης τουρκικών μαχητικών στη Λέσβο, οι Τούρκοι έσπευσαν να πουν πως δεν είχαν στην περιοχή αεροσκάφη, ενώ ο πρωθυπουργός της χώρας Μπιναλί Γιλντιρίμ τηλεφώνησε στον Αλέξη Τσίπρα για να του εκφράσει τα συλλυπητήριά του για την απώλεια του πιλότου. Οι κινήσεις αυτές είναι βεβαίως εκ του πονηρού και η Αγκυρα έχει στόχο να σύρει την Ελλάδα σε έναν διάλογο για τα θέματα του Αιγαίου, διεκδικώντας βεβαίως τη συνδιαχείρισή του.
Τίποτε άλλο δεν σημαίνουν. Αυτός είναι ο μοναδικός σκοπός που προσπαθεί συνεχώς και αδιαλείπτως να πετύχει από το 1974 η Τουρκία, βάζοντας συνεχώς μαχητικά αεροσκάφη και πλοία στο Αιγαίο να παραβιάζουν τον εθνικό εναέριο χώρο και τα εθνικά χωρικά ύδατα. Ο ακήρυχτος πόλεμος στο Αρχιπέλαγος έχει δεκάδες νεκρούς τα τελευταία χρόνια και η Τουρκία τον συνεχίζει για να φθείρει τις Ενοπλες Δυνάμεις και να προκαλεί στην Ελλάδα οικονομική αιμορραγία. Θύμα αυτού του ακήρυχτου πολέμου είναι και ο σμηναγός Γιώργος Μπαλταδώρος, που πέρασε στο πάνθεον των ηρώων υπερασπιζόμενος την εθνική κυριαρχία.
Πηγή: Δημοκρατία
8.7 JOHN WYCLIF – Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
Α’ ΜΕΡΟΣ – Η ΖΩΗ ΤΟΥ
8.7.1 Εισαγωγή – Το περιβάλλον ως παράγοντας εμφανίσεως της αίρεσης
Η περίπτωση του John Wyclif δίνει ένα έξοχο ιστορικό μάθημα για την εμπλοκή της πολιτικής υπέρ της αίρεσης, ενάντια στο ήδη υπάρχον θρησκευτικό καθεστώς. Η εναντίωση της Πολιτείας στο παπικό εκκλησιαστικό καθεστώς, βρήκε στην Αγγλία έκφραση πολύ πριν την βασιλεία του Ερρίκου του Η’ και χρησιμοποίησε έναν πρόθυμο καθηγητή της Οξφόρδης, τον John Wyclif, για να στήσει το θεωρητικό υπόβαθρο, πάνω στο οποίο θα στηρίζονταν η υπόλοιπη αντιπαπική πολιτική των Άγγλων. Παράλληλα, επετράπη η εισβολή της αίρεσης σε μια χώρα η οποία μέχρι τότε, ήταν υπερήφανη για την έλλειψη αιρέσεων στο έδαφός της, και η δημιουργία μιας θρησκευτικής σέκτας με σαφείς πολιτικές αντιεκκλησιαστικές κατευθύνσεις και προϋποθέσεις επιτυχίας πολύ καλύτερες από τις αντίστοιχες στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτό που θα φανεί από την παρούσα ενότητα είναι η πολιτική διάσταση της αίρεσης και ο ρόλος της στην διαπλοκή που αργότερα οδήγησε στην υποταγή της αγγλικής εκκλησίας στο Κράτος και έδωσε παράδειγμα προς μίμηση στους Γερμανούς μεταρρυθμιστές.
Την εποχή που εμφανίζεται ο John Wyclif στο ιστορικό προσκήνιο, τα τρέχοντα γεγονότα προετοιμάζουν τις αγγλικές αρχές για την επίσημη υιοθέτηση αντιπαπικής στάσης. Από θρησκευτικής απόψεως μια τέτοια στάση δεν είχε επικρατήσει μέχρι τότε, διότι κάθε προσπάθεια εισβολής της αίρεσης στην Γηραιά Αλβιόνα είχε αντιμετωπιστεί επιτυχώς (Βλ. κεφ. 7.2.4) και οι αρχές φρόντιζαν να φιλτράρουν εξονυχιστικά την ποιότητα των φορέων κάθε νέας ιδέας που επιθυμούσε να εισέλθει στην νήσο. Όταν το 1224 έφθασαν οι Φραγκισκανοί, κρατήθηκαν στο κάστρο του Dover μέχρι ν’ αποδείξουν ότι ήταν κανονικοί κατά τα παπικά πρότυπα[1]. Με αυτό τον τρόπο οι πολιτιστικές επιρροές από την ήπειρο παρέμεναν ελεγχόμενες.
Οι σχέσεις του αγγλικού στέμματος με την Ρώμη παρέμεναν σε ικανοποιητικά επίπεδα, με την εκλογή των Άγγλων επισκοπών να παραμένει εσωτερική υπόθεση. Η διαμάχη της περιβολής που συντάραξε τις σχέσεις του πάπα με τον Γερμανό αυτοκράτορα ήταν σύντομη στην Αγγλία κι έληξε με την επιλογή των προσώπων των ανώτερων εκκλησιαστικών θέσεων στη δικαιοδοσία του στέμματος. Οι θέσεις αυτές καλύπτονταν χωρίς να προκύπτουν τα συνταρακτικά σκάνδαλα που παρατηρήθηκαν στην Ευρώπη και έδωσαν τροφή στην ανάπτυξη των αιρέσεων. Ακόμη και η έκπτωση των Φραγκισκανών που οδήγησε στη γέννηση των fraticelli, δεν συμπαρέσυρε το αγγλικό τμήμα. Ο εκκλησιαστικός προσανατολισμός, λοιπόν, παρέμενε σταθερός μέχρι τα μέσα του ΙΔ’ αι. Έκτοτε η ειδυλλιακή αυτή κατάσταση άρχισε ν’ αλλάζει. Ποιοι παράγοντες συνέβαλλαν σ’ αυτό;
Το 1337 ξεκίνησε η σειρά πολέμων μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας που έμεινε γνωστή ως Εκατονταετής πόλεμος. Η πρώτη φάση του πολέμου τελείωσε το 1360 με μια εύθραυστη ειρήνη (Συνθήκη του Brétigny), η οποία όπως φαίνονταν δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια σύντομη ανακωχή για την αναδιοργάνωση των εμπλεκομένων μερών και των συμμάχων τους. Μέχρι την έναρξη της δεύτερης φάσης (1369-1389) η Αγγλία έπρεπε να εξοικονομήσει πόρους και μέσα για την συνέχιση της διεξαγωγής του πολέμου. Στην παρούσα φάση η εκκλησιαστική περιουσία ήταν ο πρώτος στόχος των στρατοκρατών κι έπρεπε να βρεθεί η φόρμουλα για την κατάσχεσή της, όπως και η ηθική και θεολογική αιτιολόγηση της πράξης. Χρειαζόταν δηλαδή μια αντιεκκλησιαστική φόρμουλα και τέτοια παρείχε έτοιμη η αίρεση .
Μια τέτοια πράξη θα είχε βέβαια και το ανάλογο αντίκτυπο στο διεθνές περιβάλλον και θα μπορούσε να στρέψει πολλούς συμμάχους των Άγγλων εναντίον τους, εφόσον ο πάπας θα προσπαθούσε να προστατέψει τα συμφέροντά του. Ωστόσο, ήταν ο ίδιος ο παπισμός της Avignon που έδωσε την αφορμή για την στροφή του αγγλικού στέμματος εναντίον του και βοήθησε να φανεί η στροφή της εκκλησιαστικής πολιτικής των Άγγλων ως προσπάθεια αυτοπροστασίας. Ο φράγκικος παπισμός της Avignon ήταν αδύνατο να παραμείνει αμέτοχος στην πολυετή σύρραξη και λόγω των φυλετικών καταβολών του επιχείρησε να ευνοήσει την πλευρά των Γάλλων. Έτσι το 1365 ο πάπας Ουρβανός V (1362-1370) απαίτησε την πληρωμή του φόρου υποτέλειας από τους Άγγλους, μια πληρωμή που είχε πάψει να γίνεται για πάνω από 3 δεκαετίες, από την εποχή του βασιλιά Ιωάννη (John Lackland, 1199-1216). Μια τέτοια απαίτηση ειδικά σε μια εποχή οικονομικής ένδειας, όπως η συγκεκριμένη, ήταν κάτι παραπάνω από πρόκληση. Ήταν αιτία διαζυγίου.
Η πολιτική επιδίωξη των στρατοκρατών πέτυχε εν τέλει την αντικατάσταση όλων των ιερωμένων αξιωματούχων της αυλής το 1371. Οι ιερείς που κατείχαν θέσεις στην αυλή, όπως αυτές των συμβούλων, του θησαυροφύλακα, του σφραγιδοφύλακα, του θαλαμηπόλου κλπ, αντικαταστάθηκαν από λαϊκούς. Είναι σίγουρο ότι η κυβερνητική πολιτική διακατέχονταν από ένα αντικληρικαλιστικό πνεύμα, ωστόσο δεν μπορεί να γίνει δεκτή η άποψη Προτεσταντών ιστορικών ότι το πνεύμα της εποχής είχε ως βάση του τη λαϊκή βούληση.
Αυτό γίνεται κατανοητό από την εξέγερση των ιπποτών το 1376 και των χωρικών το 1381, οπότε και έχουμε αντίδραση του λαού και της κατώτερης αριστοκρατίας στην νέα κυβέρνηση. Δεν υπάρχει κίνδυνος υπερεκτίμησης των δύο αυτών εξεγέρσεων. Ναι μεν τις εξεγέρσεις προκαλούν συγκεκριμένα κυβερνητικά μέτρα, αλλά όταν αυτές συμβαίνουν, κατευθύνονται εναντίον των προσώπων που εκφράζουν τα ανεπιθύμητα κυβερνητικά μέτρα, των οποίων την απομάκρυνση από την εξουσία ζητούν. Επομένως η ορθή εκτίμηση απαιτεί την απόδοση των πράξεων στα πρόσωπα. Καταλήγουμε, λοιπόν, ότι η απομάκρυνση των εκκλησιαστικών ανδρών από τα διοικητικά κέντρα ήταν απόφαση που επιβλήθηκε από πάνω, από συγκεκριμένα μέλη της ανώτερης αριστοκρατίας και δεν είχε λαϊκό έρεισμα, δεν ανταποκρίνονταν σε κοινωνικές απαιτήσεις.
Είναι λογικότερο, λοιπόν, να δεχθούμε ότι η πολιτική σκοπιμότητα πίσω από την αντικατάσταση των ιερωμένων απέβλεπε στην κατάληψη της διοίκησης από ανθρώπους που θα μπορούσαν ν’ ανταποκριθούν καλύτερα στις απαιτήσεις των πολεμικών επιχειρήσεων και για να γίνει αυτό θα έπρεπε να μην δεσμεύονται από υποχρεώσεις έναντι του πάπα. Άρα ο συγκεκριμένος αντικληρικαλισμός φαίνεται ότι ήταν άνευ θεολογικού περιεχομένου[2]. Πάντως προετοίμασε το έδαφος και επέτρεψε την δράση του Wyclif, διότι άφησε την αγγλική εκκλησία χωρίς εκπροσώπηση στο παλάτι.
Οι Άγγλοι επίσκοποι, στερημένοι των εξουσιών που θα τους έδιναν την δυνατότητα ν’ αντιδράσουν και ν’ αντιμετωπίσουν την επίθεση ενάντια στην εκκλησία τους, βρέθηκαν εντελώς απροετοίμαστοι όταν αυτή ξεκίνησε. Μέσα στην ρευστή κατάσταση που προκάλεσαν οι πρόσφατες αλλαγές, χωρίς να έχουν παγιωθεί οι νέες ισορροπίες, η αντίδρασή τους ήταν ανεπιτυχής διότι η επίθεση υποστηρίζονταν από αριστοκράτες με επιρροή και θέσεις στην κυβέρνηση και αυτό την καθιστούσε εξωτερική απειλή, ακόμη και αν ο Wyclif ήταν μέλος της αγγλικής εκκλησίας. Έπειτα η διεθνής συγκυρία δεν επέτρεπε την προσφυγή στον πάπα για υποστήριξη. Κάτι τέτοιο θα έδινε αφορμή να δεχθούν ακόμη μεγαλύτερη επίθεση, ενώ τ’ αποτελέσματα θα ήταν μηδαμινά, εφόσον ο Γάλλος ποντίφικας είχε στερηθεί της δυνατότητας να επεμβαίνει στις υποθέσεις της Αγγλίας.
Ωστόσο, το αγγλικό παπικό κατεστημένο είχε ακόμη στέρεες λαϊκές βάσεις, όπως θα φανεί από κάποια περιστατικά και η νέα πολιτική είχε κύριο θιασώτη και υποστηρικτή έναν αντιβασιλέα, όχι τον ίδιο το βασιλιά. Νόμιμος διάδοχος του Εδουάρδου Γ’ του οίκου των Πλανταγενέτων ήταν ο γιος του Εδουάρδος της Ουαλίας (δούκας της Κορνουάλης, πρίγκιπας της Ακουιτανίας). Αυτός για τις έξοχες πολεμικές του ικανότητες έλαβε το προσωνύμιο «Μαύρος Πρίγκιπας», του έμελε όμως να πεθάνει από καρκίνο το 1376 και όχι σε κάποια ένδοξη μάχη, έναν χρόνο πριν από τον πατέρα του (ο Εδουάρδος ο Γ’ πέθανε το 1377). Έτσι ο Ριχάρδος Β’ (1376-1400) διαδέχθηκε τον παππού του και όχι τον πατέρα του. Επειδή ήταν ανήλικος την αντιβασιλεία ανέλαβε μία σκοτεινή προσωπικότητα, ο θείος του Ιωάννης της Γάνδης (John of Gaunt), πρώτος δούκας του Lancaster (πρόγονος του γνωστού Ερρίκου Η’, ο οποίος ολοκλήρωσε την προσπάθεια που ξεκίνησε ο Ιωάννης για τον χωρισμό της εκκλησίας της Αγγλίας από την Ρώμη), ο πρωτεργάτης της διαπλοκής που θα οδηγούσε στην ένταση των σχέσεων μεταξύ πολιτείας και εκκλησίας και τη ανάδειξη της αίρεσης του Wyclif, μέσω της απροκάλυπτης και αμέριστης εύνοιας, συμπαράστασης και κάλυψης των ενεργειών του δευτέρου.
Στο πρώτο μέρος, λοιπόν, θα εξετάσουμε την ζωή του Wyclif – ή αν θέλουμε να είμαστε περισσότερο ακριβείς, τα ελάχιστα περιστατικά από την ζωή του που μας είναι γνωστά – και τη σχέση των δύο πρωτεργατών της εκκλησιαστικής αναστάτωσης της Αγγλίας, του θεωρητικού John Wyclif του πολιτικού John of Gaunt, η οποία θ’ αποδειχθεί σχέση διαπλοκής.
8.7.2. Τα δύο μυστήρια της υπόθεσης Wyclif
Μοναδική και αναντικατάστατη πηγή πληροφοριών για την ζωή του John Wyclif είναι ένα σύγχρονο αγγλικό χρονικό το «Fasciculi Zizianiorum»[3] (Δεμάτι Ζιζανίων), το οποίο αποδίδεται στον Thomas Netter τον Walden ή Waldensis. Αυτός ήταν περιφερειάρχης του τάγματος των Καρμελιτών και εξομολόγος του Ερρίκου V. Το όνομα Waldensis το έλαβε λόγω της καταγωγής του από το Saffron Walden στο Έσσεξ˙ δεν σχετίζεται με τους Βάλδιους αιρετικούς. Γεννήθηκε περί το 1380 και σπούδασε στην Οξφόρδη, όπως και ο Wyclif. Σύμφωνα με την παράδοση, του αποδίδεται η συγγραφή του Fasciculi Zizianorum και αυτό δεν έχει αμφισβητηθεί ποτέ και από κανέναν, ακόμη και αν στα χειρόγραφα του χρονικού δεν αναφέρεται ως συγγραφέας.
Τα στοιχεία που δίνει το έργο αυτό είναι πολύ συγκεκριμένα και για την ακρίβεια, γεγονότα στα οποία συμμετείχε ο Wyclif παρουσιάζοντας τον αιρετικό προσανατολισμό του. Δεν αποτελεί πλήρη βιογραφία του. Προσπαθώντας κάποιος να στηριχθεί σ’ αυτά τα γεγονότα μόνο, όσα έχει στη διάθεσή του, για να σκαρώσει την βιογραφία του, κινδυνεύει να γράψει για έναν άλλο Wyclif και όχι για τον πραγματικό. Με αυτή την πολύ ωραία φράση ο K. B. McFarlane προειδοποιεί για τον κίνδυνο που διατρέχει ο ιστορικός όταν επιχειρεί να πει περισσότερα από όσα του επιτρέπουν οι πηγές[4]. O Joseph Dahmus συμπληρώνει ότι σήμερα, μετά την αναίρεση των παλαιότερων θεωριών, ο Wyclif παραμένει περισσότερο μυστηριώδης από ό,τι πριν κάποια χρόνια[5].
Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι οι σύντομες ματιές που επιτρέπονται από τις πηγές στον βίο του, δεν είναι αρκετές για να ικανοποιήσουν την επιθυμία να γίνει καλύτερα γνωστός ένας άνθρωπος που επηρέασε με μοναδικό τρόπο την εκκλησιαστική ζωή της Αγγλίας. Και πού είναι το μυστήριο; Στο ότι η προσωπικότητα αυτού του ανθρώπου, όπως μπορεί να γίνει κατανοητή από τις σύντομες αυτές ματιές, δεν εξηγεί την επιρροή του στην ιστορία της εποχής του. Ο βαρετός ακαδημαϊκός τύπος, με την έλλειψη πρωτοτυπίας στη σκέψη, τις δανεικές ιδέες, την αδυναμία ν’ αντιπαρατεθεί σωστά απέναντι στους συναδέλφους του ακαδημαϊκούς ή τους κατηγόρους του, ο άνθρωπος με το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπο, που έχανε την αυτοκυριαρχία του όταν οι άλλοι δεν πείθονταν από την ασθενή υπεράσπιση των ιδεών του, απέχει πολύ από την χαρισματική προσωπικότητα, η οποία απαιτείται για την δημιουργία της αιρετικής σέκτας των Λολλάρδων.
Κι όμως η δημιουργία της αίρεσης των Λολλάρδων, οι οποίοι θα πρωτοστατήσουν τα επόμενα χρόνια στην αντιεκκλησιαστική πολιτική της Αγγλίας και θα υποστούν με τον σκληρότερο τρόπο τις συνέπειες των επιλογών τους, δείχνει ότι ο John Wyclif κατάφερε αυτό που δεν έπραξε κανένας άλλος ακαδημαϊκός, όσο και αν διαφωνούσε με τον παπισμό. Αυτό περιγράφεται με πολύ κατανοητό τρόπο από τον Malcolm Lambert[6], ως εξής. Γίνεται δεκτό ότι λόγω της ακαδημαϊκής μόρφωσής του ο John Wyclif δέχτηκε επιρροές από δύο γνωστά ονόματα φιλοσόφων του ύστερου Μεσαίωνα, τον Marsiglio της Πάδοβα και τον Γουίλλιαμ του Όκκαμ. Και οι δύο αυτοί στοχαστές του ΙΔ’ αιώνα ανέπτυξαν θεωρίες, των οποίων τα ίχνη εντοπίζονται εύκολα στην σκέψη του Wyclif, θεωρίες αποστασιοποιημένες από την επίσημη παπική γραμμή, κανείς όμως από αυτούς δεν ίδρυσε δικιά του σέκτα. Ο Γουίλλιαμ του Όκκαμ εντάχθηκε στο σχίσμα του Μιχαήλ της Cesena και ανέπτυξε της εκκλησιολογικές του απόψεις από την ασφάλεια της βαυαρικής αυλής του Λουδοβίκου IV στο Μόναχο. Το ίδιο και ο Marsiglio, ο οποίος θα μπορούσε να εκληφθεί ως αυτό που σήμερα ονομάζουμε πολιτικός επιστήμων παρά θεολόγος.
Από την άλλη μεριά, σε όλες τις περιπτώσεις δημιουργίας σέκτας κυριαρχεί μια ηγετική φυσιογνωμία με αξιοσημείωτες επιδόσεις στην δημαγωγία και όχι στο συλλογισμό, με προσωπικό μαγνητισμό, στερημένη κατά κανόνα και στοιχειώδους μορφώσεως. Οι σέκτες σχηματίζονται με προσωποπαγή χαρακτήρα και μόνο μετά τον θάνατο του «χαρισματικού» αρχηγού βρίσκουν την δυνατότητα να αναπτύξουν την στοιχειώδη οργανωτική δομή που θα τους επιτρέψει να συνεχίσουν την πορεία τους, απαγκιστρωμένες από την προσκόλληση στον «εκλεκτό» και με την προϋπόθεση ότι δεν διαλύονται.
Η προσωπικότητα του Wyclif ωστόσο, απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί «χαρισματική» φυσιογνωμία. Η παρουσία του ούτε κατά διάνοια δεν μπορεί ν’ αποτελέσει έμπνευση, ώστε να βρει πιστούς ακόλουθους των ιδεών του. Τις ιδέες του δεν μπορούσε να τις υπερασπίσει ούτε καν ενώπιον των συναδέλφων του, ανθρώπων με μόρφωση παρόμοια με την δική του, πολύ περισσότερο σε ένα απλοϊκό ακροατήριο. Ειδικά όταν αυτές οι ιδέες χειρίζονται απόμακρες για την εποχή φιλοσοφικές ή πολιτικές έννοιες με σκοπό να καταλήξουν σε ασταθή εκκλησιολογικά συμπεράσματα. Αν και ήταν κληρικός, ελάχιστα ασχολήθηκε με το δικό του ποίμνιο πριν την απομάκρυνσή του από τον δημόσιο βίο, απορροφημένος καθώς ήταν από την ακαδημαϊκή του καριέρα, και οι πρώτοι και μόνοι πειθήνιοι ακροατές του ήταν οι μαθητές του. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κήρυκας, πολύ περισσότερο δημοφιλής κήρυκας. Πώς λοιπόν, προέκυψε η σέκτα από την διδασκαλία του; Αυτό είναι το ένα μυστήριο.
Δίπλα σ’ αυτό υπάρχει και ένα δεύτερο. Πώς ενεπλάκη ο Wyclif με την αίρεση; Ή για να το θέσουμε πιο πλατεία, πώς προέκυψε η αίρεση στην Αγγλία; Αν οι αιρετικές πεποιθήσεις του Wyclif παρέμεναν σε επίπεδο στοχασμού, όπως συνέβη με την περίπτωση του Όκκαμ και του Μιχαήλ της Cesena, τότε μια απλή εξήγηση για την χρήση των ίδιων φιλοσοφικών προϋποθέσεων θα ήταν αρκετή. Δεν συνέβη όμως αυτό. Οι αιρετικές πεποιθήσεις του Wyclif ξεπέρασαν το διαλεκτικό επίπεδο και δημιούργησαν σέκτα. Όχι απλώς σέκτα, αλλά μια σέκτα παρόμοια σε εκπληκτικό βαθμό με αυτή των Βάλδιων. Όταν οι Λολλάρδοι πήγαιναν να κατηχήσουν τους χωρικούς κρατούσαν τη Βίβλο μεταφρασμένη και όχι το ξυράφι του Όκκαμ.
Αυτό συνέβη σε ένα περιβάλλον, το οποίο έδειχνε στεγανοποιημένο. Πώς λοιπόν να καταλήξουμε σε παρθενογένεση όταν η αίρεση των Λολλάρδων γεννιέται σε ένα διεθνές περιβάλλον που την ευνοεί; Πώς να αρνηθούμε την επίδραση του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος, μόνο και μόνο επειδή δεν αναφέρεται στις πηγές; Είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε την επίδραση του εξωτερικού περιβάλλοντος ακόμα και αν δεν μπορούμε να την καθορίσουμε με ακρίβεια. Η αδυναμία των πηγών να μας παρέχουν ακριβείς πληροφορίες μπορεί, κατά μία άποψη, να μην παρέχει τα στοιχεία για την ανασύνθεση της ακριβούς πορείας για την γέννηση της αίρεσης στην Αγγλία, αφήνει όμως, σύμφωνα με άλλη προσέγγιση, ελεύθερο το πεδίο για την διατύπωση πιθανών υποθέσεων, οι οποίες δεν μπορούν ν’ απορριφθούν, όπως δεν μπορούν και ν’ αποδειχθούν. Είναι πάραυτα ευλογοφανείς, όταν εξετάζονται σε συνδυασμό με τα σχετικά γεγονότα.
Φαίνεται ότι η αίρεση βρήκε τον δρόμο για την νησιωτική χώρα μέσω των επαφών που προκάλεσαν οι πολεμικές εκστρατείες με την ήπειρο. Αν θέλουμε ένα ιστορικό αντίστοιχο, μπορούμε να επικαλεστούμε τις θεωρίες για την μεταφορά αιρετικών πεποιθήσεων από την Ανατολή στη Δύση κατά την διάρκεια των Σταυροφοριών. Στην πρώτη φάση του Εκατονταετούς πολέμου πολλοί Άγγλοι στρατιώτες και ευγενείς ταξίδευσαν στην Ευρώπη, ήρθαν σ’ επαφή με τα εκεί τεκταινόμενα, γνώρισαν περιοχές που είχαν ήδη υποκύψει στην αίρεση, συμμάχησαν με δυνάμεις που αντιτίθονταν στον πάπα και το πνευματικοπαίδι του τον Φράγκο βασιλιά, και μέσα από αυτή την διαδικασία, ενδέχεται να υιοθέτησαν αιρετικές απόψεις, που βρίσκονταν σε πλεονασμό σ’ αυτές τις περιοχές και να τις μετέφεραν στην Αγγλία. Αυτό, ωστόσο, παραμένει υπόθεση και θα παραμένει εκτός και αν έρθουν στο φως περισσότερα στοιχεία, από καινούργιες πηγές, όπως εξίσου υπόθεση παραμένει και κάθε άλλη προσπάθεια καθορισμού της ακριβούς μετάδοσης της αίρεσης.
Στο πλαίσιο της ερμηνευτικής μας, που βλέπει την γέννηση της αίρεσης στην Αγγλία ως επίδραση του ευρωπαϊκού περίγυρου, άνθρωπος κλειδί για την λύση των δύο μυστηρίων είναι ο Ιωάννης της Γάνδης, πρώτος δούκας του Lancaster και πρόγονος του Ερρίκου του Η’. Ο Ιωάννης, όπως μαρτυρεί και το όνομά του, γεννήθηκε στο Gaunt ή Ghent της ανατολικής Φλάνδρας, στο σημερινό Βέλγιο. Η Φλάνδρα ήταν χώρος δράσης πολλών αιρετικών ομάδων ήδη από τον πρώιμο Μεσαίωνα. Μέχρι τον ΙΓ’ αιώνα ήταν η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή πόλη μετά το Παρίσι. Κύρια απασχόληση η κατεργασία του μαλλιού, δημιούργησε στον Ύστερο Μεσαίωνα, δηλαδή στην υπό εξέταση εποχή, βιομηχανία στον κλάδο και η πόλη μετετράπη σε βιομηχανική ζώνη. Λόγω της συγκεκριμένης παραγωγής η πόλη απέκτησε εμπορικούς δεσμούς με την Αγγλία και την Σκωτία, ανοίγοντας τους συνήθεις δρόμους για την μετάδοση της αίρεσης στο νησί[7].
Από αυτή την πόλη καταγόταν ο John of Gaunt και ενώ θεωρείται γενικά ότι ήταν τρίτος γιος του Εδουάρδου, όταν αργοτερα έπεσε η δημοτικότητά του, κυκλοφορούσε η φήμη ότι ήταν ο γιος ενός χασάπη από το Ghent, νόθο και όχι γνήσιο τέκνο του Εδουάρδου[8]. Αυτό, βέβαια, δεν τον καθιστά αυτόματα αιρετικό. Δείχνει ότι το υπόβαθρό του μπορούσε να επιτρέψει εκείνες τις αιρετικές επιρροές που θα εξηγήσουν τις μετέπειτα πράξεις του. Παρότι, γίνεται δεκτό ότι ο Ιωάννης δεν ήταν αιρετικός, τα αντιεκκλησιαστικά και αντικληρικαλιστικά αισθήματά του έφθαναν το επίπεδο του μίσους. Οι ενέργειές του ενάντια στην παπική εκκλησία δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο εχθρικές, δεδομένης της θέσης και των προσχημάτων που έπρεπε να τηρήσει ως δημόσιο πρόσωπο, ακόμη και αν είχε δηλωθεί επίσημα ως αιρετικός.
Επανερχόμενοι στην περίπτωση του Wyclif βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το ερώτημα πότε ολίσθησε στην αίρεση, αν ολίσθησε ή ήταν ήδη αιρετικός πριν καν ξεκινήσει την δημόσια εμφάνισή του. Η άποψη που τον θέλει να ξεκινά ως ακαδημαϊκός στοχαστής και στην συνέχεια να πέφτει σε αίρεση καθώς αναπτύσσει τις θεωρίες του, εκτός του ότι είναι αυθαίρετη, δεν μπορεί να στηριχθεί στα έργα του, όπως προσπαθεί. Ο λόγος είναι απλός. Τα έργα του Wyclif είναι αδύνατο να χρονολογηθούν οριστικά, ώστε να μπουν σε μια σειρά μελέτης, μέσα από την οποία θα μπορούσε να διαπιστωθεί μια εξέλιξη ιδεών. Ακόμη και στις λίγες περιπτώσεις όπου αναφέρεται μέσα σ’ αυτά ένα γεγονός (όπως για παράδειγμα η σύνοδος που τον καταδίκασε το 1382 ή η εξέγερση των χωρικών το 1381), η αναφορά δεν βοηθά διότι τα έργα αυτά έχουν υποστεί πέραν της μίας επεξεργασίας και οι αναφορές θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί σε κάποια άλλη φάση πέραν της πρώτης, οπότε η χρονολόγηση καθίσταται επισφαλής.
Εκτός αυτού δεν μπορεί να ειπωθεί για κανένα από τα χειρόγραφα με σιγουριά αν είναι γραμμένο από το χέρι του ίδιου του Wyclif. Δεν είναι γνωστό, λοιπόν, ποια έργα είναι γραμμένα από τον ίδιο και ποια είναι αντίγραφα. Αυτό καθιστά άχρηστες τις εσωτερικές εκείνες αναφορές ενός έργου σε ένα άλλο, οι οποίες θα βοηθούσαν να διαχωρίσουμε έργα προγενέστερα και έργα μεταγενέστερα. Εφόσον το έργο στο οποίο υπάρχει μια τέτοια αναφορά μπορεί να είναι αντίγραφο και όχι αυθεντικό, η ίδια η αναφορά μπορεί να είναι μετέπειτα προσθήκη αντιγραφέα. Αυτή η πιθανότητα συμφωνεί με την διατύπωση των αναφορών σε τρίτο πρόσωπο (ut dicitur= λέγεται ή ut patet est= είναι φανερό). Άρα τα ίδια τα έργα δεν μπορούν να μας βοηθήσουν στο να επιμείνουμε στην άποψη περί εξέλιξης των αιρετικών ιδεών στο μυαλό του Wyclif. Οδηγούν σε αδιέξοδη συζήτηση.
Αντίθετα, σ’ αυτά κυριαρχεί μια εικόνα στατικότητας ολοκληρωμένων ιδεών, όχι εξέλιξης. Αυτό επιβεβαιώνει το γεγονός ότι έργα που φαίνεται ότι γράφτηκαν σε μια πρώιμη περίοδο, όπως το «De Logica», υπέστησαν συνεχείς επεξεργασίες, αναθεωρήσεις και βελτιώσεις, μέχρι το τέλος της ζωής του, οπότε περιέχουν και ιδέες που σύμφωνα με την θεωρία της εξέλιξης θα έπρεπε να είναι μεταγενέστερες, όπως αυτές για την Θ. Ευχαριστία[9]. Έτσι έχουμε την εικόνα κατασταλαγμένου αιρετικού στα κείμενα.
Αυτή η εικόνα συμφωνεί με μια αναφορά σε έργο του ίδιου του Wyclif, το «Determinatio quedam magistri Johannis Wycliff de dominio»[10]. Εκεί χαρακτηρίζει τον εαυτό του “peculiaris Regis Clericus” . Οι ιστορικοί μένοντας στο “regis clericus” προσπαθούν να καθορίσουν το πότε μπήκε ο Wyclif στην υπηρεσία του Στέμμματος και χρονολογούν το έργο στις αρχές της δεκαετίας του 1370. Εμάς όμως μας ενδιαφέρει ο αυτοχαρακτηρισμός “peculiaris”. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Ότι ήταν ήδη αιρετικός; ότι είχε ήδη ιδιάζουσες απόψεις; Ότι δεν είχε από τότε σχέσεις με τους παπικούς; Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι στο ξεκίνημα της καριέρας του είχε την επίγνωση της διαφορετικότητάς του και αυτό μας βοηθάει να κατανοήσουμε την σύνδεσή του με τον John of Gaunt, την απαρχή της οποίας θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε παρακάτω.
8.7.3 Τα ακαδημαϊκά χρόνια του John Wyclif
Το Fsciculi Zizianorum δεν αναφέρει ούτε τόπο ούτε χρονολογία γέννησης του John Wyclif. Προτείνεται και γίνεται αποδεκτό από πολλούς ιστορικούς ότι καταγόταν από είτε από το Hipswell είτε από το Wycliff-on-Tees του Γιορκσάιρ. Η οικογένειά του ήταν μέλος της κατώτερης αριστοκρατίας της περιοχής και οι γονείς του παντρεύτηκαν το 1319. Επομένως εκτιμάται ότι ο χρόνος γέννησής του πρέπει να τοποθετηθεί κάπου μεταξύ του 1320 και 1328[11]. Η οικογένειά του ανήκε στην κατώτερη αριστοκρατία της περιοχής και το αρχειακό υλικό μας δίνει το 1319 ως χρονιά τέλεσης των γάμων των γονέων Wyclif. O John ήταν ο νεώτερος γιος της φαμίλιας και σύμφωνα με το φεουδαρχικό καθεστώς της εποχής έμελε ν’ ακολουθήσει καριέρα κληρικού. Ως πρώτος του διδάσκαλος αναφέρεται κάποιος Ιωάννης του Κλαιρβώ, ιερατικός προϊστάμενος του ναού στο Wycliffe μέχρι τον θάνατό του το 1362. Το ίδιο αρχειακό υλικό αναφέρει ότι ο πατέρας Wyclif έγινε λόρδος του τιμαρίου το 1360, οπότε και ορίστηκε υπεύθυνος για την αντικατάσταση του προϊστάμενου του ναού, όταν αυτός θα πέθαινε[12]. Τον Ιωάννη του Κλαιρβώ αντικατέστησε ο William Wyclif, εξάδελφος του John και συμμαθητής του στην Οξφόρδη. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία να ειπωθεί είναι το ότι επικυρίαρχος της ακριτικής αυτής περιοχής των συνόρων με την Σκωτία και συνεπώς επικυρίαρχος και του λόρδου Wyclif ήταν ο δούκας του Lancaster. Ο Wyclif, λοιπόν, ήταν υποτελής του Ιωάννη της Γάνδης, συνεπώς γνωρίζονταν πολύ πριν την έναρξη της συνεργασίας τους. Είναι σίγουρο ότι ο δούκας παρακολουθούσε την πορεία του νεαρού John Wyclif, τον οποίο αργότερα θα χρησιμοποιούσε στις ιδιωτικές και κρατικές υποθέσεις και θα εκδήλωνε την πατρωνία του, όσες φορές θα χρειαζόταν.
Ο John Wyclif ξεκίνησε τις ακαδημαϊκές σπουδές του στο Βασιλικό Κολέγιο της Οξφόρδης στα τέλη περίπου της δεκαετίας του 1340 και είναι πιθανό, η πρώτη επιλογή του να ήταν η νομική. Ως έτος αποφοίτησής του καθορίζεται το 1356, οπότε και έγινε μέλος του Metron College. Την εποχή των σπουδών του επιφανείς καθηγητές της λογικής ήταν οι Richard Brinkley, Richard Kilvington και William Heytesbury, ενώ οι παλαιότεροι συνάδελφοί τους Walter Burley και Richard Fitzralph είχαν αποσυρθεί από την διδασκαλία στην Οξφόρδη, όταν ξεκίνησε τις σπουδές του.
Στις 12 Μαρτίου του 1351 ο John Wyclif χειροτονήθηκε υποδιάκονος στον ναό St. Mary του Yorkshire. Στις 18 Απριλίου της ίδιας χρονιάς χειροτονήθηκε διάκονος και στις 24 Σεπτεμβρίου πρεσβύτερος από τον Αρχιεπίσκοπο της Υόρκης, William de la Zouche. Αυτός πέθανε λίγο αργότερα (19 Ιουλίου 1352) και αντικαταστάθηκε από τον John of Thoresby. Ο Thoresby ήλκε την καταγωγή του από την Υόρκη και είχε χρηματίσει αρχικά επίσκοπος St. Davids και στην συνέχεια επίσκοπος Worcester, μέχρι την άνοδό του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ταυτόχρονα κατείχε και υψηλόβαθμη θέση την αυλή ως λόρδος καγκελάριος, υπό τον Εδουάρδο ΙΙΙ. Η σημασία της εκλογής του Thoresby στην μελέτη της ιστορία του Wyclif, έγκειται στο ότι ο πρώτος συνέγραψε μία Κατήχηση στα λατινικά, την οποία μετέφρασε αργότερα στα αγγλικά ο John Gaytrick (of Tavistock), ένας Βενεδικτίνος που υπηρέτησε στον ίδιο ναό με τον Wyclif. Η Κατήχηση αυτή περιελάμβανε τα στοιχεία της πίστης, όσα θεωρούνταν απαραίτητα για την σωτηρία των πιστών. Σκοπός της ήταν η χρήση από τους λαϊκούς και σύντομα έγινε ευρέως γνωστή με το όνομα Thoresby ’s Lay-Folk ’s Catechism. Στην συνέχεια αντιγράφηκε από τους Λολλάρδους χωρίς ωστόσο ν’ αναφέρεται το όνομα του Thoresby ή σχέση του με τον Wyclif[13].
Το φθινόπωρο του 1363 ο Wyclif ξεκίνησε τις σπουδές του στην θεολογία. Μετά τα τέσσερα χρόνια παρακολούθησης διαλέξεων, όφειλε να ολοκληρώσει μια εργασία πάνω στις Προτάσεις του Πέτρου Λομβαρδού, ώστε να λάβει ντοκτορά. Το πτυχίο θεολογίας το έλαβε το Μάρτιο του 1369 και το διδακτορικό τέλη του 1372. Ταυτόχρονα, υπηρετούσε και ως εφημέριος στο Fillingham μέχρι τον Νοέμβριο του 1368 και στη συνέχεια στο Ludgershall, του Buckinghamshire.
Ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι Simon Islip ίδρυσε το Canterbury College στην Οξφόρδη το 1361. Σε αυτό φοιτούσαν μοναχοί και λαϊκοί, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν δύο αντίστοιχες φατρίες. Οι διενέξεις και οι διαπληκτισμοί, μεταξύ των δύο αυτών ομάδων, οδήγησαν τον πρώτο πρύτανη του κολλεγίου Woodhull σε παραίτηση. Ο Islip θυμήθηκε τότε τον Wyclif, τον οποίο είχε γνωρίσει μέσω του Thoresby, και του ανέθεσε την πρυτανεία. Οι μοναχοί του κολλεγίου δεν έδειξαν ιδιαίτερο σεβασμό εξαιτίας του ότι ήταν ενοριακός ιερέας. Ο Islip στήριξε την επιλογή του για έναν χρόνο, μέχρι τον θάνατό του. Ο διάδοχός του John Langham ήταν ηγούμενος των Βενεδικτίνων πριν γίνει αρχιεπίσκοπος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καθαιρέσει τον Wyclif από τη θέση του πρύτανη. Ο τελευταίος δεν αποδέχθηκε την απόφαση του προϊσταμένου του και κατέφυγε στον πάπα Ουρβανό τον Ε’ στην Αβινιόν. Ο Ουρβανός ήταν δυσαρεστημένος με τον Langham διότι δεν είχε στηρίξει τις απαιτήσεις του για την πληρωμή φόρου από το αγγλικό στέμμα. Συνηθισμένη παπική τακτική ήταν να διατηρεί άλυτες τις διαφορές που προσέφευγαν στην Αγία Έδρα, μέχρι την στιγμή που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως διαπραγματευτικό χαρτί και την εκπλήρωση παπικών αξιώσεων . Έτσι πέρασε μια πενταετία μέχρι την έκδοση απόφασης, η οποία τελικά ήταν κατά του Wyclif.
8.7.4. Η αποστολή στην Μπρυζ (1374)
Η μελέτη της συγγραφικής δραστηριότητας του Wyclif, κατά το διάστημα της ακαδημαϊκής καριέρας του μέχρι το 1372, είναι οπωσδήποτε απαραίτητη για την κατανόηση των γεγονότων που ακολουθούν και φυσικά για την κατανόηση των λόγων επιλογής του για υπηρεσία στην αυλή από τον αντιβασιλέα John Gaunt. Επειδή, όμως, μια τέτοια παρουσίαση, ταιριάζει και θα γίνει στο Β’ μέρος, το οποίο αφορά την διδασκαλία του John Wyclif, εδώ θα δίδονται μόνο οι απαραίτητες εξηγήσεις.
Τον Νοέμβριο του 1372 ο Wyclif εισήλθε στην υπηρεσία του δούκα Ιωάννη, του πιο ισχυρού και συνάμα πιο μισητού ανθρώπου στο αγγλικό βασίλειο[14]. Ο δούκας βρισκόταν σε δικαστικές διενέξεις με πολλούς επισκόπους για θέματα πολιτικής αρμοδιότητας αλλά και διεκδικήσεις σε εκκλησιαστικές γαίες που θα ενίσχυαν το ήδη πλούσιο δουκάτο του και το αδύναμο οικονομικά βασίλειο. Ως αντιβασιλέας είχε μεν την ευθύνη της διοίκησης, όχι όμως και την πλήρη κυριαρχία που θα του επέτρεπε να επιβάλλει τυραννικές αποφάσεις. Χρειαζόταν, λοιπόν, ακαδημαϊκούς, αφοσιωμένους σ’ αυτόν, με πλήρη γνώση των εκκλησιαστικών ζητημάτων και της πολιτικής. Ο Wyclif ήταν κατώτερος ιερωμένος, μέλος της υποτελούς του Ιωάννη αριστοκρατίας και είχε δείξει εργατικότητα κατά την διάρκεια των σπουδών, σφοδρή αγάπη για τις αντιπαραθέσεις, ακόμη και αν δεν διέθετε το κοφτερό μυαλό και την ρητορεία που θα προκαλούσαν τον θαυμασμό. Την έλλειψη αυτή αντιστάθμιζε με την τόλμη να έρχεται σε διαφωνία, ακόμη και σύγκρουση με το εκκλησιαστικό κατεστημένο και τους ανωτέρους του, όπως είχε δείξει η διαφωνία του με τον Langham.
Όταν εισήλθε στην υπηρεσία του John Gaunt, του ανατέθηκε νέα ενορία αυτή του Lutterworth στο Lincolnshire. Τον Ιούλιο του 1374 του ανατέθηκε η πρώτη του αποστολή στην υπηρεσία του βασιλιά. Κλήθηκε να λάβει μέρος σε μια αντιπροσωπεία που στάλθηκε στην Μπρυζ και συζήτησε με αντιπροσώπους του πάπα για θέματα φορολόγησης της εκκλησίας της Αγγλίας από την Αγία Έδρα. Σύμφωνα με το Polychronicon Ranulphi Higden ο Wyclif δεν κατονομάζεται στην αντιπροσωπεία˙ αποκαλείται “cum uno magistro in theologia”[15] και εξ αυτού συμπεραίνεται με σιγουριά για ποιον πρόκειται. Δεν έχουν σωθεί πρακτικά της συνάντησης και δεν γνωρίζουμε ακριβώς τι συζητήθηκε. Είναι, λοιπόν, δύσκολο να καθοριστεί ο ρόλος και η συμμετοχή του Wyclif σ’ αυτήν. Έπειτα η παρουσία νομικών έθετε στο περιθώριο της συμμετοχή ενός θεολόγου, γι’ αυτό και ο Wyclif επέστρεψε στην Αγγλία τον Σεπτέμβριο[16]. Ωστόσο η παρακολούθηση της συζήτησης υπήρξε καθοριστική του θέματος που θα τον απασχολούσε στο εξής και αυτό ήταν η σχέση της Δημιουργίας και της κυριαρχίας (lordship), με επέκταση στην εκκλησιαστική περιουσία, την ατομική ιδιοκτησία και το αστικό δίκαιο.
Ήδη από το 1373 είχε ξεκινήσει το «De Domionio Divino», μια διατριβή σε τρία βιβλία, όπου εξέταζε την φύση της κυριαρχίας του Θεού επί της δημιουργίας. Οι σύγχρονοι μελετητές του έργου του Wyclif βλέπουν την επίδραση του ρεαλισμού στο έργο αυτό και συμπεραίνουν ότι ερμήνευε ως πρωταρχική αιτία της ανθρώπινης κυριαρχίας την θεία κυριαρχία, κατά τον τρόπο που οι ρεαλιστές έβλεπαν τον άνθρωπο ως ατελή αντανάκλαση του δημιουργού του, τον οποίο θεωρούν μεν ως άυλη και καθαρή μορφή και ότι περιέχει δε την εμπραγμάτωση, κατά την σχέση των καθολικών αρχετύπων (universalia) με τα επιμέρους αντίτυπα[17] (particulars).
Αποτέλεσμα αυτής της διατύπωσης του θέματος από τον Wyclif ήταν η άμεση αμφισβήτηση της κυριαρχίας του πάπα, ως απόρροιας της παπικής αίρεσης περί της εκπροσώπησης του Θεού από αυτόν (βλ. σχ. κεφ. 6.2.3). Ο Wyclif θεμελίωσε την δυνατότητα της πολιτικής αρχής να είναι η ίδια κυρίαρχος, και όχι υποτελής του πάπα . Αυτό ήταν πολύ σημαντικό, εφόσον όλη η συζήτηση για την καταβολή φόρου στον ποντίφικα αφορούσε φόρο υποτέλειας του στέμματος στην Αγία Έδρα. Ο βασιλιάς απαλλάσσονταν από την παπική επικυριαρχία και την υποχρέωση να πληρώνει φόρο. Με αυτό την προοπτική ο Wyclif παρακολούθησε την συζήτηση στην Μπρυζ κι επέστρεψε στην Αγγλία για να επιδοθεί στην πρακτική εφαρμογή της θεωρίας του[18].
Μετά την επεξεργασία της πολιτικής του θεωρίας ως προϊόν της μεταφυσικής του με προεκτάσεις στη θεολογία, ο Wyclif επικεντρώθηκε στην συγγραφή της «Summa Theologiαe». Πρόκειται για συλλογή θεολογικών δοκίμιων, όπου ως βάση κάθε ανθρώπινου νόμου εκλαμβάνεται ο θείος νόμος. Στα δοκίμια αυτά ο Wyclif ανέπτυξε τις ιδέες του για το τι αυτό συνεπάγεται για την πολιτική, την εκκλησιολογία, την ερμηνευτική και το κανονικό δίκαιο. Τα πρώτα δοκίμια της Summa ήταν αιτία διαμάχης του Wyclif με την παπική ιεραρχία. Στο «De Mandatis Divinis» (1375) διατύπωσε ότι θεμέλιο του ανθρώπινου νόμου πρέπει να είναι οι Δέκα Εντολές. Στο «De Statu Innocencie» (1376), στο οποίο περιέγραφε την δική του ιδεατή κατάσταση των πρωτοπλάστων στην Εδέμ, διατύπωσε ότι η ατομική ιδιοκτησία είναι αποτέλεσμα της προπατορικής αμαρτίας. Τέλος, στο «De Civili Dominio» (1376-7) ασχολήθηκε εκτενέστερα με το θέμα της κοσμικής κυριαρχίας και κατέληξε ότι η εκκλησία δεν πρέπει να έχει ιδιοκτησία. Κάλεσε μάλιστα τον βασιλιά να κατάσχει την εκκλησιαστική περιουσία. Σε αυτή του την πραγματεία έκανε χρήση των επιχειρημάτων των ακραίων ομάδων των Φραγκσικανών και όλων των άλλων αιρέσεων που απαιτούσαν επιστροφή στην κακώς νοούμενη αποστολική επαιτεία. Αυτές οι αιρέσεις γνωστικού τύπου, όπως εξηγήσαμε στα οικεία κεφάλαια, έβλεπαν την ατομική ιδιοκτησία ως διαβολική. Ο Wyclif, εκτός από τα επιχειρήματά τους για την εκκλησιαστική περιουσία, υιοθέτησε και τα ανάλογα για τα θέματα της υποταγής των ιερέων στις κοσμικές αρχές (εξ ου και η υπαγωγή του κλήρου στο δημόσιο σήμερα) και της υπαγωγής τους στο κοσμικό και όχι στο εκκλησιαστικό δίκαιο, για την άποψη ότι οι καταδικασμένοι παύουν να είναι μέλη της εκκλησίας και τέλος για το ότι τα μυστήρια των ανάξιων ιερέων είναι άκυρα.
Είναι άξιο παρατήρησης το ότι ενώ η μεθοδολογία του «De Dominio» οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ατομική ιδιοκτησία είναι δικαίωμα του ανθρώπου που απορρέει από την σχέση αρχετύπου-αντιτύπου, ο Wyclif καταλήγει στο ακριβώς αντίθετο, επιτρέποντας την ιδιοκτησία μόνο στην αριστοκρατία, ούτε καν στην εκκλησία. Αυτό το πετυχαίνει εφαρμόζοντας δύο μέτρα και δύο σταθμά και με μπόλικη σοφιστεία. Θα το αναλύσουμε εκτενέστερα στο Β’ Μέρος. Οι απόψεις αυτές ήταν ευνοϊκές για την αριστοκρατία και χτυπήματα κάτω από την ζώνη για τον παπισμό. Τα γεγονότα που ακολούθησαν σχετίζονταν με την προσπάθεια επιβολής των απόψεων αυτών στην εκκλησιαστική ζωή της Αγγλίας, είτε με απευθείας σύγκρουση του Wyclif, πίσω από τον οποίο κρύβονταν ο Ιωάννης της Γάνδης και η λοιπή αριστοκρατία, είτε με την άλωση της λαϊκής βάσης του παπισμού, μέσω της αίρεσης των Λολλάρδων.
8.7.5. Η έγκληση του 1377
Η ιδέες του Wyclif που διατυπώθηκαν παραπάνω δεν ήταν οι μόνες αιρετικές. Η σημαντικότερη διαφωνία του με τον παπισμό σε δογματικό επίπεδο ήταν η άρνηση της παπικής κακοδοξίας της μετουσίωσης . Με τέτοιες απόψεις ήταν θέμα χρόνου να κληθεί από τις παπικές εκκλησιαστικές αρχές για ανάκριση. Αυτό συνέβη τον Φεβρουάριο του 1377. Στις 19 του μήνα ο Wyclif βρέθηκε ενώπιον εκκλησιαστικού δικαστηρίου για να λογοδοτήσει. Η σύνοδος που θα τον εξέταζε αποτελούνταν από τον αρχιεπίσκοπο Καντέρμπουρι Simon Sudbury, τον επίσκοπο του Λονδίνου William Courtenay και άλλους εκκλησιαστικούς του καθεδρικού του Αγ. Παύλου στο Λονδίνο.
Κάποια σημεία αυτής της συνάντησης θεωρούνται σημαντικά για τον καθορισμό του ρόλου του Wyclif στην ιστορία, ως συνεργάτη του Ιωάννη της Γάνδης με σκοπό την επιβολή της αίρεσης. Στη σύνοδο ο Wyclif δεν εμφανίστηκε μόνος. Συνοδεύονταν από τον προστάτη του Ιωάννη, τον σερίφη του Λονδίνου Henry Percy και αρκετούς αριστοκράτες της ακολουθίας του δούκα. Μαζί τους στέκονταν και τέσσερις μοναχοί των επαιτικών ταγμάτων. Όλοι αυτοί βρίσκονταν εκεί για έναν μόνο λόγο. Να εξασφαλίσουν ότι ο Wyclif δεν θα καταδικαστεί. Και πράγματι, όχι μόνο δεν καταδικάστηκε, ούτε καν εξετάστηκε. Με την εμφάνιση της ομάδας, ο σερίφης Henry Percy ξεκίνησε να κατηγορεί τον Courtenay. Ακολούθησαν ύβρεις και απειλές. Στην συνέχεια επενέβη ο δούκας και απείλησε με την σειρά του τον επίσκοπο του Λονδίνου, ότι θα τον αρπάξει από τα μαλλιά και θα τον πετάξει έξω.
Εδώ έρχεται η κορύφωση του δράματος. Η ακρόαση γινόταν δημόσια και παρακολουθούνταν από πλήθος Λονδρέζων. Το πλήθος, όταν άκουσε τον δούκα ν’ απειλεί τον επίσκοπό τους εξεγέρθηκε εναντίον των αριστοκρατών και η ακρόαση τελείωσε πριν καν αρχίσει, καθώς επικράτησε κομφούζιο. Ο δούκας είχε προνοήσει και είχε φέρει μαζί του πλήθος στρατιωτών, οι οποίοι εξασφάλισαν σ’ αυτόν και τους δικούς του ασφαλή έξοδο και στην συνέχεια κατέστειλαν την εξέγερση . Οι Λονδρέζοι μάταια αναζητούσαν όλη την υπόλοιπη μέρα να βρουν τον δούκα, αναστατώνοντας την πόλη.
Τα γεγονότα αυτά προέκυψαν από πολύ έξυπνες και καλά παιγμένες στρατηγικές κινήσεις. Αρχικά σημειώνουμε ότι ο Sudbury έχει καταχωρηθεί στην ιστορία ως φίλος του δούκα Ιωάννη και μέλος της παράταξής του: “eo quod ipse esse partium ducis videbatur[19]”. Ο Courtenay, όμως, βρισκόταν στην ακριβώς αντίθετη παράταξη, αυτήν που εκπροσωπούσε ο William Wykeham, επίσκοπος Winchester, και με την εύνοια του Εδουάρδου Γ’ καγκελάριος της Αγγλίας από το 1367 ως το 1371, οπότε και παραιτήθηκε, όταν ξεκίνησε η αντιπαράθεσή του με τον δούκα Ιωάννη. Η συμμετοχή του Courtenay στην διαμάχη των δύο ήταν αποφασιστικής σημασίας. Ο δούκας επιχείρησε να πλήξει την δημοτικότητα του Courtenay και του Wykeham στο Λονδίνο, βάζοντας τον παρατρεχάμενό του Wyclif, να περιφέρεται από ναό σε ναό και να εκτοξεύει πύρινους λόγους εναντίον τους. Δικαίως ο McFarlane χαρακτηρίζει τον Wyclif μισθωτό του δούκα κληρικό[20], ακολουθώντας τον χρονογράφο Thomas Walsingham.
Ο τόπος διεξαγωγής της ανάκρισης έχει επίσης σημασία. Το Λονδίνο, ως εχθρικά διακείμενο προς τον δούκα, καθησύχαζε τους επισκόπους, ότι θα μπορέσουν να διεξάγουν ανενόχλητοι τις εργασίες τους. Ωστόσο, ο δούκας επέδειξε αξιοσημείωτη πονηριά εκμεταλλευόμενος αυτό που οι αντίπαλοί του θεωρούσαν ως ατού τους. Την δυσαρέσκεια των Λονδρέζων. Το ότι αυτά έχουν έτσι, μπορεί ο αναγνώστης να το καταλάβει, αν αναλογιστεί το εξής απλό. Κανονικά ο Wyclif θα έπρεπε να έχει κληθεί για εξέταση είτε στην Οξφόρδη, όπου δραστηριοποιούνταν, είτε στο Lincoln, όπου διέμενε. Κλήθηκε όμως στο Λονδίνο για τους λόγους που ειπώθηκαν. Η επιβεβαίωση έρχεται από το Chronicon Anonimalle[21]. Σύμφωνα με την εκεί καταγραφή πριν την δίκη κυκλοφόρησε η φήμη στο Λονδίνο ότι ο δούκας έρχεται για ν’ αναστείλει τις αστικές ελευθερίες. Επομένως, όταν οι Λονδρέζοι κατέφθασαν για να παρακολουθήσουν την δίκη, έπνεαν ήδη τα μένεα κατά της παράταξης του Ιωάννη και ίσως τα θέματα τα αφορούντα τον Wyclif να ήταν δευτερευούσης σημασίας. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν μια σπίθα για να ξεκινήσει η εξέγερση. Η σπίθα ήταν η αυθάδεια των αριστοκρατών απέναντι στον επίσκοπο. Εν τέλει ο Courtenay απαγόρευσε στον εξεγερμένο όχλο να καταστρέψει το παλάτι του, το Savoy.
Το γεγονός φανερώνει δύο πράγματα. Πρώτον, την αντιπάθεια του Ιωάννη της Γάνδης απέναντι στην παπική εκκλησία, αντιπάθεια που έγινε δημόσια γνωστή ως φανερή αντιπαράθεση. Δεύτερον την σύμπραξη, την άνομη συμμαχία των δύο, δούκα και Wyclif, στην προσπάθεια να τεθεί η παπική εκκλησία της Αγγλίας υπό τον έλεγχο της κοσμικής εξουσίας. Από την άλλη ο πραγματικός στόχος των επισκόπων ήταν ο Ιωάννης της Γάνδης και όχι ο Wyclif.
8.7.6 Η δίκη στην Labeth το 1377
Η προσωπική ανάμειξη του δούκα στην υπόθεση Wyclif έστειλε στον πάπα Γρηγόριο ΧΙ το μήνυμα, ότι οι Άγγλοι επίσκοποι δεν θα μπορούσαν να χειριστούν την υπόθεση. Ήταν πέραν της δικής τους εμβέλειας, οπότε χρειαζόταν η επέμβαση ανώτερης αρχής και αυτή δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από τον ίδιο τον πάπα. Έτσι στις 22 Μαΐου του 1377 ο Γρηγόριος εξέδωσε μια σειρά από πέντε βούλες. Με τρεις από αυτές εξουσιοδοτούσε τους αρχιεπίσκοπο Καντέρμπουρι Sudbury και τον επίσκοπο Λονδίνου Courtenay, ν’ ανακρίνουν τον Wyclif, να του αποσπάσουν ομολογία, να την στείλουν στη Ρώμη και να περιμένουν την απόφαση της Αγίας Έδρας. Οι υπόλοιπες δύο απευθύνονταν, η μία στον βασιλιά και η άλλη στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Η έδρα του παπισμού είχε μόλις μεταφερθεί από την Avignon στη Ρώμη και επρόκειτο να ξεκινήσει η περιπέτεια που έμεινε στην ιστορία γνωστή ως Μεγάλο Σχίσμα. Την εποχή εκείνη ο πάπας προσπαθούσε, ειλικρινά ή όχι, να συμφιλιώσει την Γαλλία και την Αγγλία, ωστόσο οι προσπάθειές του ήταν ανεπιτυχείς και ο πόλεμος θα διάνυε πολλά έτη ακόμη πριν συμπληρώσει την εκατονταετή πορεία του. Το παρακάτω απόσπασμα δείχνει την σοβαρότητα, με την οποία αντιμετώπιζε την υπόθεση Wyclif ο πάπας, ίσως θέλοντας να την χρησιμοποιήσει σε συνδυασμό με τις δικές του επιδιώξεις και αξιώσεις από τους Άγγλους:
«Πρόσφατα, με μεγάλη πίκρα στην καρδιά, μάθαμε από την αναφορά πολλών αξιόπιστων προσώπων, ότι ο Ιωάννης του Wycliffe, ιερατικός προϊστάμενος της εκκλησίας του Lutterworth, στην επαρχία Lincoln, καθηγητής των Γραφών – θα ήταν αν δεν ήταν καθηγητής πλανών – πρόβαλλε ξαφνικά τόσο βδελυρή και αποτρόπαια απερισκεψία, ώστε δεν φοβάται να εμμένει δογματικά στο αναφερθέν βασίλειο και να διδάσκει δημόσια, ή καλύτερα να ξερνά από το δηλητηριώδες περιεχόμενο του στήθους του, μερικές προτάσεις και συμπεράσματα…, τα οποία απειλούν ν’ ανατρέψουν και ν’ αποδυναμώσουν την κατάσταση ολόκληρης της εκκλησίας[22].»
Ο Γρηγόριος κατηγορούσε τον Wyclif για μια σειρά 19 πλανών, ώστε να τονιστεί η σοβαρότητα της κατάστασης στον βασιλιά Εδουάρδο. Για άγνωστους λόγους οι επιστολές έφθασαν στην Αγγλία τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, όταν πια ο βασιλιάς ήταν νεκρός. Ατυχώς για τον πάπα, η επιστολή που απευθύνονταν στον Εδουάρδο δόθηκε στον Ιωάννη, ο οποίος ήταν πλέον αντιβασιλέας. Ακολούθησε ένα δυσκολοερμήνευτο γεγονός που σηματοδοτούσε μια στροφή της κυβερνητικής πολιτικής στην υπόθεση Wyclif. Το προηγούμενο έτος ένας παπικός απεσταλμένος, ο Arnald Garnier, επιφορτισμένος να συλλέξει τους φόρους της Αγγλίας προς τον πάπα, απαίτησε από το Στέμμα την πληρωμή ενός σημαντικού ποσού. Αρχικά, το συμβούλιο, που είχε την επιτροπεία του ανήλικου Ριχάρδου, απευθύνθηκε στον Wyclif να γνωμοδοτήσει για την εγκυρότητα της απαίτησης. Ο Wyclif κατέθεσε την Responsio στο συμβούλιο το 1377, ακολουθώντας το σκεπτικό που είχε αναπτύξει στο De Civili Dominio. Το συμβούλιο διαφώνησε με τις προτάσεις του Wyclif, απαίτησε από αυτόν να σταματήσει τις επιθέσεις του ενάντια στην εκκλησία και προσφέρθηκε να ικανοποιήσει το αίτημα του Garnier.
Τα Χριστούγεννα κοινοποιήθηκαν επισήμως οι βούλες του πάπα. Ο Wyclif βρισκόταν κατ’ ιδίαν στο σπίτι του στην Οξφόρδη. Ο διευθυντής του ιδρύματος διέταξε να συλληφθεί και να κρατηθεί στο Black Hall, μια οικία με κήπο που είχε εκχωρηθεί για χρήση του πανεπιστημίου.
Ο αρχιεπίσκοπος Sudbury και ο επίσκοπος Courtenay δεν έχασαν τον χρόνο τους. Διέταξαν την προσαγωγή του Wyclif στο παλάτι Lambeth στις 27 Μαρτίου του 1378. Αυτή τη φορά ο Ιωάννης της Γάνδης δεν διακινδύνευσε μια απευθείας αντιπαράθεση με τον πάπα. Μπορεί να ήταν ο ισχυρός άνδρας της αυλής, φαίνεται όμως ότι δεν ήθελε να δώσει δικαίωμα σε επίδοξους και φιλόδοξους αντικαταστάτες. Το συμβούλιο είχε δείξει ότι δεν ήταν έτοιμο να συμμεριστεί τις απόψεις και τις προτάσεις του για εκκλησιαστική μεταρρύθμιση. Το ίδιο και ο λαός. Θα απαιτούνταν ο «ευαγγελισμός» της μεταρρύθμισης πριν αυτή καταφέρει να επιβληθεί και τον ρόλο αυτό ανέλαβαν οι Λολλάρδοι. Το βασίλειο δεν θα ήταν έτοιμο πριν τους Τυδόρ.
Πριν την δίκη κυκλοφόρησε η φήμη ότι η σύνοδος των ιεραρχών ήταν έτοιμη και αποφασισμένη να διαπομπεύσει τον Wyclif και να τον υποβάλει σε ένα κοπιαστικό ταξίδι στην Ρώμη, όπου τον περίμενε ειρκτή και θάνατος. Αυτή την φορά επενέβη για χάρη του η ίδια η βασιλομήτωρ Ιωάννα. Παρουσιάστηκε εκ μέρους της στην συνάθροιση ο Sir Lewis Clifford, ένας ιππότης της βασιλικής ακολουθίας, και ανήγγειλε στους επισκόπους ότι η βασιλομήτωρ και χήρα του Μαύρου Πρίγκιπα, Ιωάννα, ζητούσε να μην καταδικαστεί ο Wyclif. Η σύνοδος πάγωσε για μερικά λεπτά. Κανείς δεν ήξερε πώς έπρεπε να προχωρήσει μια διαδικασία που δεν έμελλε να καταλήξει πουθενά. Ο Wyclif εμφανώς ανακουφισμένος ξεκίνησε να επιχειρηματολογεί υπέρ των θέσεών του. Η σύνοδος του ζήτησε να σιωπήσει. Το ίδιο ζήτησε και από τον John de Acley, τον Βενεδικτίνο που είχε αναλάβει ν’ αντικρούσει τον Wyclif. Η σύνοδος έληξε άδοξα με μια γενικόλογη αναφορά στην ειρήνη και την ηρεμία, ως δικαιολογία για την μη έκδοση απόφασης και την απαγόρευση στον Wyclif να μιλά δημόσια.
Τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτά τα γεγονότα; Η συμπεριφορά της βασιλομήτορος παραμένει ακόμη και σήμερα ανεξήγητη, τουλάχιστον από τα διαθέσιμα στοιχεία, και αυτό οδήγησε μερικούς ιστορικούς να υποθέσουν ότι ο Sir Lewis Clifford μπορεί να μην ενήργησε εκ μέρους της. Αν ξεκινήσουμε από την επιλογή του Lambeth Palace, της επίσημης έδρας του αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι στην νότια όχθη του Τάμεση, καταλαβαίνουμε την επιθυμία των επισκόπων να δώσουν ένα οριστικό τέλος στην υπόθεση Wyclif. Εκεί δεν υπήρχε κίνδυνος να διακοπεί ξανά η συνάντηση εξαιτίας του πλήθους. Και πραγματικά, αν δεν είχε εμφανιστεί ο βασιλικός απεσταλμένος αυτό θα είχε γίνει.
Υπάρχει περίπτωση ο Sir Lewis Clifford να εκπροσωπούσε κάποιον άλλον εκτός από την Ιωάννα; Έχει προταθεί από τον Dahmus[23], ότι εκπροσωπούσε τον Ιωάννη της Γάνδης στην πραγματικότητα. Αυτό θα μπορούσε να είναι σωστό, αλλά δεν υπάρχει καμιά απόδειξη. Επίσης, έχει προταθεί ότι o Clifford ήταν κρυφός οπαδός του Wyclif και ενήργησε από μόνος του. Το ότι ήταν όντως οπαδός του Wyclif, τουλάχιστον το 1396, οπότε κι έγινε Λολλάρδος είναι αλήθεια[24]. Η εξήγηση όμως αυτή δεν μπορεί να σταθεί, εφόσον η αυτόβουλη ενέργεια θ’ αποκαλύπτονταν και η απάτη θα ήταν κολάσιμη. Κανείς δεν τον κατηγόρησε για κάτι τέτοιο. Το πιο πιθανό είναι ότι η έκφραση της βούλησης της βασιλομήτορος ήταν πραγματική και ίσως ο Ιωάννης της Γάνδης να ήταν ο άνθρωπος που κίνησε τα νήματα υπέρ του προστατευόμενου του. Για το πώς θα μπορούσε να έχει πείσει την Ιωάννα να παρέμβει μόνο υποθέσεις μπορεί να γίνουν.
8.7.7. Η περίπτωση της καταπάτησης του ασύλου
Ο Wyclif κλήθηκε να υποστηρίξει τον πάτρωνά του σε μια περίπτωση καταπάτησης ασύλου αργότερα τον ίδιο χρόνο. Κατά την διάρκεια της πρώτης φάσης του Εκατονταετούς πολέμου έντεκα χρόνια πριν, δύο Άγγλοι στρατιώτες, ο Robert Hawley και ο John Shakell, είχαν συλλάβει έναν Ισπανό αριστοκράτη, σε μια επιχείρηση του Μαύρου Πρίγκιπα. Σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου της εποχής, είχαν το δικαίωμα να τον κρατήσουν και να ζητήσουν λύτρα για την απελευθέρωσή του, ασχέτως αν είχαν λήξει οι εχθροπραξίες. Η επικαρπία ανήκε δικαιωματικά σ’ αυτούς. Ωστόσο, το 1377 το Στέμμα αποφάσισε ότι μπορούσε να επωφεληθεί και ζήτησε από τους στρατιώτες να παραδώσουν τον όμηρό τους. Αυτοί αρνήθηκαν και κλείστηκαν φυλακή. Το ερχόμενο καλοκαίρι κατάφεραν ν’ αποδράσουν και ζήτησαν άσυλο στο αββαείο του Westminster.
Στις 11 Αυγούστου οι στρατιώτες του δούκα εισέβαλαν στον ναό κατά τη διάρκεια της λειτουργίας. Ο Thomas Walsingham, σύγχρονος χρονογράφος, περιγράφει τις εξής σκηνές:
«Έχοντας εισβάλει στο άσυλο του Αγ. Πέτρου (σσ. ο δούκας έστειλε 50 στρατιώτες νύκτα για να μην γίνουν αντιληπτοί από το λαό), με πονηριά περικύκλωσαν τον John Shakell στερώντας του την ελευθερία της εκκλησίας και από κει τον οδήγησαν πίσω στον Πύργο[25]. Όταν ήρθαν στον δεύτερο άντρα, τον Robert Hawley, αυτός παρακολουθούσε τη Θεία Λειτουργία, επειδή ήταν η μέρα μετά την εορτή του Αγίου Λαυρεντίου. Τον κάλεσαν να ξεπληρώσει το χρέος του στον βασιλιά λόγω της προσβολής που του είχε κάνει, λέγοντας ότι όταν ήταν στην υπηρεσία του, όχι μόνο αντιδρούσε στις εντολές τους βασιλιά αλλά και στις απαιτήσεις του, και εκούσια στράφηκε εναντίον του. Αυτός από την πλευρά του τους κατηγόρησε διαμαρτυρόμενος, όχι τον ίδιο τον βασιλιά αλλά τους συμβούλους του, για αδικία, απληστία και ψευδομαρτυρία. Όταν προσπάθησαν να τον συλλάβουν και να τον σύρουν με τη βία έξω από την εκκλησία κι ένας από τους στρατιώτες τράβηξε το κοντόσπαθό του, αυτός αν και άοπλος τους ανάγκασε να οπισθοχωρήσουν. Προσπαθώντας να ξεφύγει έτρεξε προς τον χορό των μοναχών, ψάχνοντας καταφύγιο.
Τελικά τον περικύκλωσαν εκεί στο αναλόγιο. Τι να πούμε παραπάνω; Αποκλείσθηκε από όλες τις πλευρές από άνδρες με σπαθιά στα χέρια που με τρομακτικές φωνές του ζητούσαν να παραδοθεί. Γέμισαν με φόβο το πανίερο εντευκτήριο των μοναχών και των ιερέων που παράστεκαν στο αλτάριο και είχαν μόλις αναγνώσει το Ιερό Ευαγγέλιο και αυτοί εξοργίστηκαν ακόμη περισσότερο˙ τόσο πολύ ώστε, δεν αδιαφόρησαν μόνο για τον οίκο του Θεού, αλλά και για τους λειτουργούς του Χριστού, οι οποίοι βρίσκονταν τώρα πίσω από τον κύριό τους στον χορό. Διότι, θέτοντας στην υπηρεσία τους τα όργανα του κακού, έστρεψαν τα σπαθιά στους σε κάθε έναν από τους μοναχούς, απαιτώντας με την απειλή επώδυνου θανάτου, να μην βοηθήσουν αυτόν που επείγονταν να καταστρέψουν. Οι άνδρες περικύκλωσαν τον Robert Hawley που επικαλούνταν το άσυλο της εκκλησίας και ζητούσε το λόγο της κακουργίας˙ και καθώς σταυροκοπιόταν έλεγε τα εξής παρακλητικά λόγια στο Θεό και την εκκλησία:
› Παραδίδω τον εαυτό μου στον Θεό, τον εκδικητή αδικιών όπως αυτή, και στην ελευθερία της αγίας μητέρας εκκλησίας.
Τότε ένας από τους άνδρες τον χτύπησε στο κεφάλι με το σπαθί του καθώς μιλούσε και του έχυσε τα μυαλά εκεί που στέκονταν στον χορό κοντά στο θυσιαστήριο. Κάποιος άλλος την ίδια στιγμή, τρύπησε το σώμα του με ένα στιλέτο από πίσω. Ένας από τους λειτουργούς της εκκλησίας, ο οποίος προσπάθησε να τους αποτρέψει από τέτοιο παράφορο έγκλημα, παρακαλώντας τους και εξορκίζοντας να μην μολύνουν τον ιερό ναό που ήταν αφιερωμένος στον πρωτοκορυφαίο απόστολο και μέχρι τότε αμόλυντος, αμέσως μαχαιρώθηκε στην πλευρά από κάποιον απ’ αυτούς, ακριβώς εκεί που στέκονταν και πέθανε, πιστεύουμε, ως μάρτυρας. Αυτοί οι εγκληματίες και προάγγελοι του αντιχρίστου, ανικανοποίητοι από τις θρασύδειλες πράξεις τους, άρπαξαν το άψυχο σώμα του Robert Hawley από τα πόδια, και σέρνοντάς το αποτρόπαια πάνω στο ιερό πάτωμα του χορού και μέσα από τον ναό, μόλυναν με το αίμα και τα μυαλά του τα πάντα, μέχρι που το έφεραν έξω στο δρόμο και το πέταξαν εκεί[26].»
Η αντίδραση του αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι ήταν συγκρατημένη. Περίμενε να περάσουν τρεις μέρες πριν αφορίσει τους στρατιώτες. Τον Οκτώβριο, όταν συνεδρίασε το κοινοβούλιο στο Glouncester, ζήτησε να λογοδοτήσουν οι ηθικοί αυτουργοί της παραβίασης του ασύλου, εννοώντας τον Ιωάννη της Γάνδης. Ο δούκας ζήτησε από τον Wyclif να τον εκπροσωπήσει. Η απλούστερη υπερασπιστική γραμμή που θα έπρεπε ν’ ακολουθήσει ο Wyclif ήταν ν’ αρνηθεί την εμπλοκή του δούκα στην υπόθεση. Εφόσον υπήρχαν δύο πτώματα, του Hawley και του ιερέα και δεν μπορούσε ν’ αρνηθεί την παραβίαση του ασύλου, έπρεπε να στηριχθεί στο ότι η εμπλοκή του Ιωάννη της Γάνδης δεν στηρίζονταν πουθενά, πέρα από τη φημολογία. Έπρεπε απλά να πει ότι ο δούκας δεν είχε δώσει εντολή για παραβίαση του ασύλου και ότι οι στρατιώτες έδρασαν αυτοβούλως επηρεασμένοι από την ένταση της στιγμής Εξάλλου, η εκκλησία είχε από μόνη της απαλλάξει την βασιλική οικογένεια από κάθε ευθύνη.
Ο Wyclif δεν έπραξε αυτό που έπρεπε να πράξει. Συνηθισμένος στις ακαδημαϊκές λογομαχίες κι εφόσον δεν μπορούσε ν’ αρνηθεί την βέβηλη πράξη, προχώρησε σε συζήτηση επί της αρχής, δηλαδή σε αμφισβήτηση του ασύλου . Κατ’ ουσίαν ενοχοποίησε ο ίδιος τον εργοδότη του, μη αρνούμενος τη ανάμειξή του και δείχνοντας ότι το άσυλο ήταν θέμα προτεραιότητας της πολιτικής του δούκα. Αν απλά ισχυρίζονταν ότι οι στρατιώτες έδρασαν αυτόβουλα και απέδιδε τις πράξεις τους στην ένταση της στιγμής θα είχε πετύχει και θα είχε διασκεδάσει τις υποψίες εναντίον του δούκα. Αντ’ αυτού τις επιβεβαίωσε. Η δημοτικότητα του Ιωάννη της Γάνδης δεν θα μπορούσε να καταρρακωθεί περισσότερο, εφόσον εμφανίζονταν ως προβοκάτορας. Η αποτυχία του Wyclif είχε ως αποτέλεσμα να άρει ο δούκας την εκτίμηση στο πρόσωπό του[27].
Ύστερα από αυτό το γεγονός ο Shakell έτυχε ευνοϊκής αντιμετώπισης. Κράτησε τον αιχμάλωτό του μέχρι το 1383 και το κοινοβούλιο καταλόγισε υπέρ του 20.000 φράγκα ως αποζημίωση. Η αδελφή του Hawley έκανε μήνυση, η οποία έμπλεξε στην περίφημη χρονοκαθυστέρηση του αγγλικού δικαστικού συστήματος και δεν εκδικάστηκε πριν το 1409. Μέχρι τότε ο Shakell είχε πεθάνει από γηρατειά.
8.7.8. Η καταδίκη του Wyclif στην Οξφόρδη (1381)
Ο πάπας Γρηγόριος ΧΙ πέθανε τον Μάρτιο του 1378. Τον διαδέχθηκε ο Bartolomeo Pignano, ως πάπας Ουρβανός VI. Αυτός είχε τη φήμη ανθρώπου που υποστήριζε την λεγόμενη «αποστολική» πτωχεία των επαιτικών ταγμάτων. Με την εκλογή του οι ελπίδες του Wyclif για έναν ουσιαστικό διάλογο με την παποσύνη αναπτερώθηκαν, αλλά αυτή η ευφορία δεν έμελε να κρατήσει. Ο Ουρβανός προκάλεσε το κολλέγιο των καρδιναλίων με την στάση του, ενεπλάκη πάλι η πολιτική της περιόδου που απαιτούσε γαλλόφιλο πάπα και αντικαταστάθηκε μέσα σε λίγους μήνες από τον Ροβέρτο της Γενεύης, ως πάπα Κλήμεντα VII. Έτσι ξεκίνησε το δυτικό Μεγάλο Σχίσμα του παπισμού, αφαιρώντας από τον μεν Wyclif τη δυνατότητα ν’ αναφερθεί στη Ρώμη υπέρ των απόψεών του και από τη Ρώμη το χρόνο ν’ ασχοληθεί μαζί του.
Απαλλαγμένος από τις υποχρεώσεις του έναντι της κυβερνήσεως, ο Wyclif επιδόθηκε στη συγγραφή πολλών έργων. Σ’ αυτή την περίοδο χρονολογούνται τα «De Veritate Sacrae Scripturae» (1377-8), «De Ecclesia» (1378-9), «De Officio Regis» (1379), «De Officio Pastoralis» (1379), «De Potestate Pape» (1379). Ταυτόχρονα αφοσιώθηκε σε δύο μεγάλα έργα. Πρώτον, την «Cura Animalis», την θεραπεία των ψυχών του ποιμνίου του (δεν ξεχνάμε ότι ήταν ενοριακός ιερέας) με πλήθος ομιλιών, οι οποίες είχαν στόχο να πείσουν τον κόσμο για την ανάγκη μεταρρύθμισης του παπισμού. Δεύτερον, την μετάφραση της Βίβλου από τη λατινική Βουλγάτα. Στο σχέδιο αυτό βοήθησαν πολλοί από τους μαθητές του στην Οξφόρδη. Προηγούμενες μεταφράσεις υπήρχαν ήδη, όπως του βασιλιά Αλφρέδου του Μεγάλου, του Βέδα και του Aelfric. Κυκλοφορούσαν επίσης γαλλικές μεταφράσεις, ωστόσο η ανάγκη για μια σύγχρονη ήταν επιτακτική. Περισσότερα θα πούμε στο Β’ Μέρος.
Η άρση της ιδιότητας του Wyclif ως σύμβουλου της κυβερνήσεως έδωσε την ευκαιρία στους συναδέλφους του στην Οξφόρδη ν’ ασχοληθούν με το πρόβλημα που συνιστούσε η παρουσία του εκεί. Ο William Berton, νέος σχολάρχης στο Metron College και σύμβουλος στην Οξφόρδη κατάλαβε ότι ο άστατος άνεμος της πολιτικής δεν έπνεε πλέον ευνοϊκά για τον Wyclif. Κάλεσε λοιπόν, ένα συμβούλιο 12 καθηγητών, τους οποίους επέλεξε προσωπικά ο ίδιος και ζήτησε να εξετάσουν την «ορθοδοξία» του. Από αυτούς οι 8 ήταν κληρικοί και οι 4 λαϊκοί. Οι τέσσερις αποφάνθηκαν ότι ήταν «ορθόδοξος». Υπήρξε μία αποχή και οι υπόλοιποι τον καταδίκασαν ως αιρετικό ζητώντας την απομάκρυνσή του από το πανεπιστήμιο.
Ο Wyclif άσκησε έφεση. Κανονικά έπρεπε το θέμα ν’ αναφερθεί στον πάπα, εφόσον επρόκειτο για δογματικό ζήτημα – εξετάζονταν οι απόψεις του για την Θ. Ευχαριστία. Ο Wyclif δεν αποτάθηκε στον πάπα, αλλά στον βασιλιά, περιμένοντας την υποστήριξη αυτού που αποκαλούσε “domini mei, ducis mei[28]”. Πράγματι, ο Ιωάννης της Γάνδης παρουσιάστηκε στην Οξφόρδη και ζήτησε από το συμβούλιο να μην αποπέμψει τον Wyclif. Παράλληλα, του απαγόρευσε να διαδίδει δημόσια τις απόψεις του και ειδικά στις παραδόσεις των μαθημάτων. Ο Wyclif δεν μπόρεσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό και απάντησε δημόσια με την «Confessio» του, στις 10 Μαΐου του 1381. Στην «Confessio» ανταπάντησαν ο Φραγκισκανός Thomas Tissington, ο Thomas Winterton του τάγματος του Αυγουστίνου και μερικοί Βενεδικτίνοι. Τελικά, αναγκάστηκε να σταματήσει να διδάσκει και να μετακινηθεί στην ενορία του στο Lutterwarth, μέχρι τον θάνατό του το 1384.
8.7.9. Η επανάσταση των χωρικών το 1381
Το παρακάτω γεγονός μας θυμίζει έντονα την επανάσταση των χωρικών την εποχή του Λούθηρου. Το καλοκαίρι του 1381 ήταν αρκετά ταραγμένη περίοδος για το αγγλικό βασίλειο. Στις αρχές του Ιούνη ξέσπασε επανάσταση στο Έσσεξ με αφορμή την υψηλή φορολόγηση. Η εξέγερση μεταδόθηκε μέσα σ’ ένα δεκαπενθήμερο στις κομητείες του Kent, Middlesex, Hertfordshire, Cambridgeshire, Norfolk, Suffolk μέχρι το Λονδίνο. Αρχηγοί της ήταν κάποιος ιερέας, ο John Ball και ένας λαϊκός, ο Wat Tyler. Με πύρινα κηρύγματα ενάντια στις αδικίες του κοσμικού και εκκλησιαστικού δικαίου, κατάφεραν να ξεσηκώσουν τον όχλο ενάντια στην Αρχιεπισκοπή και το Στέμμα. Στο Λονδίνο σημειώθηκαν επιδρομές και πυρπολήσεις κτηρίων. Θύμα του εξαγριωμένου πλήθους έπεσε ο αρχιεπίσκοπος Simon Sudbury. Ακολούθησε καταστροφή του Savoy, του παλατιού του Ιωάννη της Γάνδης. Ο ίδιος έλειπε στη Σκωτία και παρέμεινε εκεί μέχρι το τέλος των ταραχών.
Το διάστημα 15-17 Ιουνίου οι ταραχές εξαπλώθηκαν σε όλη την νότια πλευρά του νησιού. Η αντιμετώπισή τους ανέδειξε τον νεαρό βασιλιά Ριχάρδο Β’ σε ικανό ηγέτη. Αξιοποιώντας την ορμητικότητα της νεότητάς του κατάφερε να καταπνίξει την εξέγερση στο Λονδίνο. Συνέλαβε τους ηγέτες Tyler και Ball και τους εκτέλεσε. Στην συνέχεια επέβαλε την τάξη στις εξεγερμένες περιοχές. Η εξέγερση είχε έντονα αντιεκκλησιαστικό χαρακτήρα. Τα αποτελέσματά της ήταν πενιχρά, ωστόσο κατάφερε να σπείρει τον τρόμο στις αρχές λόγω της έκτασης των γεγονότων. Ο απόηχός της κράτησε για τον επόμενο μισό αιώνα. Ειπώθηκε, και όχι άδικα, ότι αιτία του ξεσηκωμού του πλήθους ήταν τα αντιδραστικά κηρύγματα του Wyclif[29]. Πράγματι, το προηγούμενο διάστημα οι «ευαγγελιστές» των ιδεών του όργωναν τις περιοχές που ξεσηκώθηκαν, γεμίζοντας τα μυαλά τους με τις ιδέες τις μεταρρύθμισης και τις καρδιές τους μίσος για την καθεστώσα παπική εκκλησία. Το λυντσάρισμα του αρχιεπισκόπου δεν αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις. Ούτε και το σχόλιο του Wyclif, ο οποίος είπε ότι οι εξεγερμένοι έδρασαν «λίγο έξω από τον νόμο[30]».
Ερωτηματικά γεννά η στάση του Ιωάννη της Γάνδης. Η απουσία του, αν και δικαιολογημένη, μπορεί να σημαίνει ότι ήταν γνώστης των όσων επρόκειτο να επακολουθήσουν. Δεν πρόκειται για ευφάνταστη υπόθεση. Κανονικά, αυτό που όφειλε ήταν να επιστρέψει αμέσως στην έδρα της κυβερνήσεως. Δεν το έπραξε και μπορούμε να δούμε την σκοπιμότητα πίσω από αυτή τη στάση του. Πιθανόν να πίστευε ότι θα μπορούσε να ελέγχει καλύτερα έναν νεαρό τρομοκρατημένο βασιλιά, αλλά ο Ριχάρδος απέδειξε ότι απείχε πολύ από το να είναι τέτοιος. Κρίνοντας εκ των υστέρων και έχοντας υπόψη τα γεγονότα που ακολούθησαν και ειδικά την ανάληψη της εξουσίας το 1387 από συμβούλιο αριστοκρατών γνωστό ως το Εφετείο των Λόρδων (Lords Apellant), μπορούμε να πούμε ότι ο σφετερισμός της εξουσίας του νεαρού Ριχάρδου απασχολούσε τη σκέψη του Ιωάννη.
Η διδασκαλία του Wyclif είχε έντονα μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα και γι’ αυτό είχε ευρεία απήχηση στο ήδη δυσαρεστημένο πλήθος. Μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες κρίσης και ο Ιωάννης της Γάνδης, μαζί με όσους επιθυμούσαν να επωφεληθούν από αλλαγές του πολιτικοθρησκευτικού κατεστημένου, έβλεπε ευμενώς τη δράση του. Είναι απλό να το καταλάβει κανείς και να κατανοήσει την συμπαιγνία. Ο Wyclif και οι Λολλάρδοι, μπορούσαν να διδάσκουν την μεταρρύθμιση, μπορούσαν να υποδαυλίσουν το πλήθος για να την απαιτήσει, αλλά δεν μπορούσαν να την καθορίσουν. Εκ των πραγμάτων, στις θέσεις που μπορούσαν ν’ αποφασίσουν για το τι αλλαγές και τι μεταρρυθμίσεις θα γίνουν κάθονταν οι αριστοκράτες. Μέσω της μεταρρύθμισης θα έβγαιναν αυτοί ωφελημένοι, διότι θα στερούσαν από το Στέμμα και την παπική εκκλησία την εξουσία . Συνεπώς, η μεταρρύθμιση ξεκίνησε μεν ως εκκλησιαστικό θέμα, βασισμένο στην κακοδοξία και την κακοπραγία του παπισμού, εξαιτίας της αίρεσης και του παποκαισαρισμού, κατέληξε όμως να είναι ζήτημα πολιτικό, γι’ αυτό και ήταν οι πολιτικές εξελίξεις αυτές που θα την ευνοούσαν αργότερα να επικρατήσει.
Η εξέγερση των χωρικών όπως συνέβη εδώ και όπως θα συμβεί αργότερα, την εποχή του Λούθηρου, αποδείχθηκε υποκινούμενη. Η χρησιμότητά της εστιάζεται σε δύο σημεία˙ πρώτον, σκόπευε ν’ αποτελέσει μοχλό πίεσης προς τις αρχές και ίσως τα κατάφερνε, αν ο Ριχάρδος δεν την κατέστειλε με επιτυχία˙ δεύτερον, μέσω της τρομοκρατίας – ο αναγνώστης καλείται να θυμηθεί ότι η τρομοκρατία ακολουθεί τις περισσότερες μεγάλες επαναστάσεις της παγκόσμιας ιστορίας – σκόπευε να πείσει το υπόλοιπο της κοινωνίας ν’ αποδεχθεί την μεταρρυθμιστική ιδεολογία και τις αλλαγές. Το 1381 δεν ήταν ο κατάλληλος χρόνος για να πετύχει κάτι τέτοιο.
8.7.10. Η Σύνοδος του σεισμού το 1382
Τον Sudbury αντικατέστησε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ο William Courtenay, ο επίσκοπος Λονδίνου. Εκλέχθηκε τον Ιανουάριο του 1382, έπρεπε όμως να περιμένει μέχρι τον Μάιο να του στείλει το pallium ο πάπας, για ν’ αναλάβει τα καθήκοντά του. Αυτός ήταν αποφασισμένος να καταδικάσει τον Wyclif και τις ιδέες του και να ξεριζώσει την αίρεση από την Οξφόρδη. Συγκάλεσε γι’ αυτόν τον σκοπό μια σύνοδο, στο μοναστήρι των Δομινικανών (γνωστών και ως μαύρων μοναχών λόγω του ότι συνέχιζαν την παράδοση και φορούσαν μαύρα ράσα) στο Λονδίνο. Στη σύνοδο συμμετείχαν επτά ακόμη επίσκοποι, είκοσι δύο καθηγητές θεολόγοι και δεκατέσσερις καθηγητές του αστικού και κανονικού δικαίου.
Οι εργασίες της συνόδου ξεκίνησαν στις 17 Μαΐου, οπότε και ο Courtenay διένειμε στους συνέδρους 24 θέσεις του Wyclif που έπρεπε να εξεταστούν. Η επόμενη συνεδρίαση έγινε στις 21 Μαΐου, όταν πια οι σύνεδροι έπρεπε να γνωμοδοτήσουν για τις θέσεις που διάβασαν. Την ημέρα εκείνη το Λονδίνο ταρακουνήθηκε από ισχυρό σεισμό, οπότε οι σύνεδροι ταράχθηκαν. Ο Courtenay ανέλαβε να διασκεδάσει τις ανησυχίες:
«Διότι, όπως είναι εγκλωβισμένα στα κοιλώματα της γης ο αέρας και το πνεύμα της μόλυνσης, τα οποία απελευθερώνονται μέσω κάποιου σεισμού, μέσω του οποίου η γη καθαρίζεται, όχι χωρίς μεγάλη βία, έτσι και πριν ήταν κρυμμένες στις καρδιές των αδόκιμων πολλές αιρέσεις, από τις οποίες το βασίλειο καθαρίστηκε μετά την καταδίκη τους, όχι όμως χωρίς κόπο και μεγάλη προσπάθεια[31].»
Στην συνέχεια καταδικάστηκαν οι απόψεις του Wyclif που αφορούσαν την άρνηση της αποτελεσματικότητας της Θείας Ευχαριστίας στη σωτηρία του ανθρώπου, την άρνηση του αιρετικού παπικού δόγματος της μετουσίωσης, την άρνηση της εξουσίας του πάπα και την άρνηση της εγκυρότητας των μυστηρίων όταν τελούνταν από αμαρτωλό ιερέα. Η τελευταία αυτή δονατιστική άποψη φανερώνει το πόσο απείχε η θεολογία του Wyclif από αυτή του Αυγουστίνου . Τονίζεται το σημείο αυτό, διότι πολλοί ακόμη και σήμερα θεωρούν ότι ο Wyclif ακολουθούσε τον άγιο Αυγουστίνο, στηριζόμενοι στις φιλοσοφικές προϋποθέσεις και των δύο. Ο Wyclif αποκήρυξε τις αποφάσεις της συνόδου. Ωστόσο αυτές επικυρώθηκαν από το Στέμμα, οπότε ο αρχιεπίσκοπος είχε στα χέρια του την νομιμότητα να διώξει τον Wyclif και τους οπαδούς του. Την αιρετική παράδοση συνέχιζε στην Οξφόρδη ο Philip Repingdon, ο οποίος στρατολογούσε εκεί νέους «ευαγγελιστές» για τους Λολλάρδους. Ο πρύτανης της Οξφόρδης δεν δέχθηκε την παρέμβαση του αρχιεπισκόπου. Για την στάση του αυτή κλήθηκε να λογοδοτήσει σε μια δεύτερη σύνοδο, στις 12 Ιουνίου του 1382, και αναγκάστηκε να ενδώσει. Στην ίδια σύνοδο κλήθηκαν για απολογία ο Repingdon και ο βοηθός του John Aston. Τους ζητήθηκε να μετανοήσουν, αρνήθηκαν και αφορίστηκαν. Η άρνηση της μετάνοιας για κακοδοξίες του Wyclif συνεπάγονταν αφορισμό και αυτό ήταν όνειδος για κάθε ακαδημαϊκό της εποχής. Έτσι, όσοι ασπάζονταν τις απόψεις του έπρεπε είτε να μετανοήσουν, είτε να εγκαταλείψουν την Οξφόρδη. Το πανεπιστήμιο απαλλάχθηκε από την επιρροή του.
8.7.11. Τα τελευταία χρόνια
Μετά την απομάκρυνσή του από την Οξφόρδη, ο Wyclif επιδόθηκε στην συγγραφή νέων έργων και στην αναθεώρηση των παλαιών. Σε αυτή την περίοδο δεν ανέλαβε μακροσκελή συγγράμματα, διότι το τέλος ήταν κοντά. Προτιμούσε σύντομα πολεμικά έργα, που αφορούσαν τα προβλήματα του παπισμού. Αρκετά είχαν στόχο τον ίδιο τον πάπα και τους μοναχούς. Άλλα αφορούσαν τα τρέχοντα εκκλησιαστικά γεγονότα, όπως το Δυτικό Μεγάλο Σχίσμα.
Στα πλαίσια της αντίθεσης των Άγγλων επισκόπων προς τον γαλλόφιλο πάπα, ο επίσκοπος Norwich Henry Despenser ανέλαβε μια εκστρατεία στη Γαλλία, για να πολεμήσει τους υποστηρικτές του Κλήμεντος VII. Ο Despenser ηγούνταν στρατού μισθοφόρων και άλλων καθαρμάτων, οι οποίοι επιδόθηκαν σε λεηλασίες, φόνους και πυρπολήσεις στην περιοχή της Φλάνδρας το καλοκαίρι του 1383. Όταν έφτασε στην περιοχή ο γαλλικός στρατός, οι μισθοφόροι οπισθοχώρησαν και ο επίσκοπος επέστρεψε ντροπιασμένος στην Αγγλία. Ο Wyclif δεν έχασε την ευκαιρία να επιτεθεί στον πολεμοχαρή επίσκοπο με το έργο του «Κατά του πολέμου των κληρικών».
Από τα τελευταία του έργα είναι το «Trialogus»[32]. Πρόκειται για μια σύνοψη όλων των φιλοσοφικών και θεολογικών απόψεών του από τα πρώτα ακαδημαϊκά του χρόνια μέχρι την εποχή που γράφτηκε. Έχει τη μορφή διαλόγου μεταξύ τριών προσώπων˙ της Αλήθειας, της Φρόνησης και του Ψεύτη. Τελευταίο έργο του είναι το «Opus Evangelicum», μια ερμηνεία στα Κατά Ματθαίον 5-7, 23-25 και Κατά Ιωάννην 13-17. Σκοπός του έργου δεν ήταν η ερμηνεία αυτή καθ’ εαυτή, αλλά η αντιμοναχική και αντιπαπική πολεμική. Οι τελευταίοι δύο τόμοι ονομάζονται «Περί του Αντιχρίστου». Σ’ αυτό ο πάπας αντιστοιχίζεται στον Αντίχριστο, ωστόσο παραδέχεται ότι:
«Οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε άτομο είτε ομάδα, το οποίο είναι εναντίον του Χριστού κατ’ επίγνωση, είναι Αντίχριστος, σύμφωνα με την Γραφή[33].»
Τον Ιούνιο του 1382 υπέστη το πρώτο εγκεφαλικό. Παρότι, οι κινητικές του δεξιότητες περιορίστηκαν και είχε στην υπηρεσία του έναν βοηθό, τον John Horn, συνέχισε να συγγράφει μέχρι τέλους. Στα τέλη Δεκεμβρίου του 1384 υπέστη και δεύτερο. Κατά την διάρκεια της Θ. Ευχαριστίας και τη στιγμή που ο ιερέας ύψωσε την όστια, ο Wyclif σωριάστηκε παράλυτος και ανίκανος να μιλήσει. Πέθανε τρείς μέρες αργότερα, στις 31 Δεκεμβρίου.
Η διδασκαλία του και τα γραπτά του καταδικάστηκαν από την Σύνοδο της Κωνσταντίας του 1415. Στην ίδια Σύνοδο καταδικάστηκε και ένας άλλος ακαδημαϊκός, ο οποίος επηρεάστηκε βαθύτατα από το έργο του, ο Ιωάννης Ούσιος (Jan Hus). Η Σύνοδος τον αναθεμάτισε ως αιρεσιάρχη και διέταξε την εκταφή και το κάψιμο των οστών του. Η απόφαση πάρθηκε στις 4 Μαΐου του 1415, αλλά δεν εκτελέστηκε παρά την άνοιξη του 1428, επειδή ο αρμόδιος επίσκοπος του Lincoln, Philip Repingdon, δεν ήθελε να το κάνει.
Δεν μπορούμε ν’ αρνηθούμε ότι η διδασκαλία του Wyclif επηρέασε σημαντικά την ιστορία της Αγγλίας μέσω της αίρεσης των Λολλάρδων. Επίσης, βρήκε τον δρόμο της μέσα από ακαδημαϊκούς διαύλους για την ηπειρωτική Ευρώπη, όπου επέδρασε σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη αντίστοιχης διδασκαλίας από τους Ιωάννη Ούσιο και Ιερώνυμο της Πράγας. Σ’ αυτό συνέβαλε σε πολιτικό επίπεδο ο γάμος του Ριχάρδου Β’ με την Άννα της Βοημίας. Αυτό που φάνηκε καθαρά από όσα ειπώθηκαν μέχρι στιγμής είναι το ότι οι πολιτικές σκοπιμότητες επέλεξαν να προσεταιρισθούν την αίρεση στην παρούσα φάση. Αυτό δεν έγινε χωρίς λόγο, αντίθετα ήταν ο παποκαισαρισμός του Ρώμης και οι πολιτικές επιδιώξεις του ιδίου και των εκπροσώπων του ο παράγοντας, που υποδαύλισε έμμεσα μια τέτοια εξέλιξη .
* * * * * *
[1] Chronica de Lanercost, ed. J. Stevenson, Edinbourgh 1839, p.30.
[2] Με αυτή την θεώρηση J. E. Healey, John of Gaunt and John Wyclif, Canadian Catholic Historical Association, Report 29 (1962), 41-42.
[3] Fasciculi Zizianorum magistri Johannis Wyclif cum tritico, ed. W. W. Shirley, στη σειρά Rerum Britannicarum Medii Aevi Scriptores 5, London 1858.
[4] Kenneth B. McFarlane, John Wyclife and the Beginnings of English Non-conformity, London 1952, 9.
[5] Joseph H. Dahmus, John Wyclif and the English Government, in Speculum 35 (1960), 68.
[6] Malcolm Lambert, Medieval Heresy, p.249.
[7] http://en.wikipedia.org/wiki/Ghent
[8] Jonathan Sumption, The Hundred Years War: III Divided Houses, London 2009, p. 274.
[9] Stephen Lahey, John Wyclif, Oxford 2009, p. 8.
[10] H. B. Workman, John Wyclif, a Study of the English Medieval Church, Oxford 1926, vol. 1 p. 254.
[11] Εκτιμήσεις και βιβλιογραφία στο Stephen Lahey, John Wyclif, Oxford 2009, p. 4 & p. 246 n.2. Ενδεικτική βιβλιογραφία βιογραφιών του Wyclif˙ H. B. Workman, John Wyclif: A Study of the English Medieval Church, Oxford 1926, 2 vols. Joseph Dahmus, The Persecution of John Wyclif, New Haven 1952 (ύστερα χρόνια). J. A. Robson, Wyclif and the Oxford Schools, Cambridge 1966 (τα χρόνια στην Οξφόρδη).
[12] Stephen Lahey, John Wyclif, p. 4.
[13] Και οι δύο Κατηχήσεις, του Thoresby και των Λολλάρδων, υπάρχουν στο The Lay Folk ’s Catechism, ed. T. F. Simon- H. E. Nolloth, EETS 118 (London 1901).
[14] Stephen Lahey, John Wyclif,… p.15.
[15] Polycronicon Ranulphi Higden monachi cestrensis with an English translation of John Trevisa and of an unknown writer of the 15th c., ed. Joseph Rawson Lumby, (9 volumes) vol.8 (London 1882) p. 380: “Circa principium mensis Augusti missi fuerunt ad villam de Bruges episcopus Bangorensis et Willelmus Burton, de quibus supra fit mentio, cum uno magistro in theologia et uno legume doctore et duobus juris regni peritis, ad tractandum super diversis pendentibus in discordia inter regem Angliae et papam” .
[16] Stephen Lahey, John Wyclif,… p.16.
[17] Για την πολιτική θεωρία του Wyclif ως απόρροια της μεταφυσικής του βλ. Stephen Lahey, John Wyclif,…, ch. 4 pp.102-134 και του ιδίου, Philosophy and Politics in the Thought of John Wyclif, Cambridge 2003. Παλαιότεροι μελετητές προσπερνούσαν το θέμα διότι πίστευαν ότι το μοναδικό αντίγραφο του De Dominium δεν είχε σωθεί ολοκληρωμένο. Εμείς θα επεκταθούμε στο θέμα στο Β’ Μέρος.
[18] De Dominio I.1 & I.6. Κατά τον W. Thompson το De Dominio ξεκίνησε το 1373 και ολοκληρώθηκε αργότερα. Πάντως μπορεί να γίνει δεκτό ότι ολοκληρώθηκε το 1373, αλλά ξαναδουλεύτηκε κατά την προσφιλή τακτική του Wyclif.
[19] Chronicon Anglie XI, η παραπομπή από το Joseph Dahmus, The Prosecution of John Wyclif, …p. 18.
[20] Kenneth B. McFarlane, John Wyclife…, p. 70.
[21] Anonimalle Chronicon CIII: “mesme celle temps de parlement comensat une graunte debate parentre le duk de Loncastre et citisayans de Loundres par cause qe une meastre de divynite meastre Johan Wycliff nome, avoit preche en Londres et aliours come home arage diverses poyntes encontre le clergie”.
[22] Stephen Lahey, John Wyclif,… p.18.
[23] J. H. Dahmus, John Wyclif and the English Government, in Speculum XXXV (1960), 55.
[24] Ο Sir Lewis Clifford ήταν ένας από τους επτά ιππότες σε υψηλόβαθμες θέσεις που κατηγορήθηκαν ως Λολλάρδοι τις πρώτες μέρες της σέκτας. S. Lahey, John Wyclif, …, p. 20.
[25] Ο Πύργος του Λονδίνου ήταν η κρατική φυλακή.
[26] The St Alban’s Chronicle, Volume I 1376-1394, The Chronica Maiora of Thomas Walsingham, eds Taylor-Childs-Watkiss, στη σειρά Oxford Medieval Texts, Oxford University Press 2003, pp. 241-3.
[27] Η επιχειρηματολογία του Wyclif παρουσιάζεται στο έβδομο κεφάλαιο του De Ecclesia. Γίνεται φανερό ότι αντιμετωπίζει το θέμα ως θεολόγος, ενώ θα έπρεπε να το χειριστεί ως νομικός.
[28] De Ecclesia XII.266.
[29] Η σχέση των ηγετών της επανάστασης, ειδικά του John Ball, με τον Wyclif, μαρτυρείται από τους σύγχρονους χρονογράφους, όπως ο Thomas Walsingham, βλ. The St Alban’s Chronicle, p. . Υπέρ της άποψης με προϋποθέσεις τάσσεται η Anne Hudson, Premature Reformation: Wycliffite Texts and Lollard History, Oxford 1988, p.69. Το θέμα εξετάζεται στα Michael Wilks, Reformatio Regni: Wyclif and Hus as Leaders of Religious Protest Movements, in Studies in Church History 9 (1972), 109-130˙ του ιδίου, Wyclif and the Great Persecution, in Studies in Church History Subsidia 10 (1994), 39-63.
[30] De Blasphemia XIII, 190.
[31] Fasciculi Zizaniorum 272-3, μετάφραση Joseph Dahmus, The Persecution…, 93.
[32] Johannis Wiclif Trialogus cum Supplemento Trialogi, ed. Gotthard Lechler, Oxford 1869.
[33] Opus Evangelicum III 107.19-22.
(Πηγή: «John Wyclif – Ο Εωσφόρος της Μεταρρύθμισης», Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου )
8.8 JOHN WYCLIF B’ – Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Η ακαδημαϊκή ιδιότητα του John Wyclif είχε δύο πλευρές, του φιλοσόφου και του θεολόγου. Στο παρόν θ’ αποφύγουμε να υπεισέλθουμε στα θέματα της διδασκαλίας του που αφορούν την φιλοσοφία (κυρίως θέματα λογικής και μεταφυσικής), διότι η αναγκαία παρουσίασή τους μέσα στο πλαίσιο της μεσαιωνικής τους εξέλιξης θα ξέφευγε από τους σκοπούς αυτής της εργασίας. Θα παρουσιάσουμε την διδασκαλία του Wyclif στα τρία εκείνα θέματα που έπεισαν τον John Bale[1] ότι ήταν αυτός ο Εωσφόρος της Μεταρρύθμισης . Τα υπό εξέταση θέματα είναι η διδασκαλία του περί του Dominium (πολιτική θεωρία με βάσεις στη θεολογία), περί του απόλυτου προορισμού και περί της Αγίας Γραφής .
8.8.1 Dominium – Κυριότητα και Κυριαρχία
Το 1373 ο Wyclif αποφάσισε να στρέψει την ακαδημαϊκή του σκέψη από την φιλοσοφία στην θεολογία. Βέβαια, μέχρι τότε και στο βαθμό που οι δύο τομείς αλληλεπιδρούσαν στο νου του μεσαιωνικού στοχαστή, ο καθορισμός της διδασκαλίας του σε θέματα μεταφυσικά ήταν μια άλλη έκφραση της θεολογικής του σκέψης. Ο στοχασμός, όμως, παρέμενε σε καθαρά θεωρητικά θέματα. Η απόφαση δηλαδή του 1373 προανήγγειλε την ενασχόληση του με θέματα περισσότερο πρακτικά[2]. Η βάση της θεολογικής σκέψης του Wyclif παρέμενε ο μεσαιωνικός ρεαλισμός (πραγματισμός). Παραπαίοντας μεταξύ των δύο ακραίων τάσεων της εποχής, εκφραστές των οποίων είναι οι Grosseteste και Ockham, ο Wyclif έθεσε το dominium που καθορίζει την σχέση του Θεού με την δημιουργία, ως αρχέτυπο του ανθρώπινου dominium, είτε αυτό παρουσιαζόταν ως κυριαρχία του βασιλιά, του φεουδάρχη ή του ιερέα. Παρόμοιες θεωρίες προϋπήρχαν του Wyclif, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω. Η διαφορά είναι ότι οι πρόδρομοι στοχαστές δεν έβλεπαν το Dominium με μεταφυσικούς όρους. Σε αντίθεση μ’ αυτούς ο Wyclif έβλεπε το dominium μέσα στα πλαίσια της ρεαλιστικής οντολογίας, ως καθολικό αρχέτυπο.
Τι είναι όμως το dominium; Ο Wyclif για να το καθορίσει χρησιμοποίησε έννοιες του ρωμαϊκού δίκαιου, όπως οι propietas (ιδιοκτησία), iurisdictio (δικαιοδοσία), ius (δικαίωμα). Και πάλι είναι δύσκολο για τον άνθρωπο που δεν είναι συνηθισμένος στους θεσμούς της φεουδαρχικής Ευρώπης να το κατανοήσει πλήρως. Η «κυριαρχία» ως έννοια υπεροχής ενός ατόμου επί ενός άλλου και περιέχοντας επίσης τις έννοιες της ιδιοκτησίας και της εξουσίας, ως απορρέοντος δικαιώματος, δίνουν μόνο μία διάσταση του όρου. Στο δίκαιο της φεουδαρχίας, ο φεουδάρχης ήταν ο ιδιοκτήτης της γης. Ταυτόχρονα, από την ιδιοκτησία της γης απέρρεαν και δικαιώματα επί όσων βρίσκονταν επάνω σε αυτή και βέβαια η κυριαρχία επί των ανθρώπων που ζούσαν σ’ αυτή. Κυριαρχία και κυριότητα ήταν συνδεδεμένες με την ιδιοκτησία.
8.8.2 Οι θεωρίες για το Dominium πριν τον Wyclif
Η σύνδεση της προηγούμενης πρότασης συνιστούσε ουσιαστικά τυραννία. Το φεουδαρχικό σύστημα, εκ γενετής, ήταν ένα τυραννικό σύστημα, που προέκυψε μετά την κατάκτηση της ρωμαϊκής Δύσης από τους βάρβαρους. Αργότερα, οι θεωρητικοί της πολιτικής προσπάθησαν να το ωραιοποιήσουν και να του δώσουν θεολογική υποστήριξη. Για παράδειγμα ο Θωμάς Ακινάτης είπε ότι ο άρχοντας του οποίου η εξουσία πήγαζε μόνο από την ιδιοκτησία και δεν στηρίζονταν σε κάποιον καταστατικό θεσμό, ήταν απλά τύραννος [3]. Οι σχολαστικοί συμφώνησαν μαζί του, αλλά τα συμφέροντά τους ήταν συνταγμένα με την πολιτική εξουσία του πάπα, τον κατεξοχήν θεσμικό άρχοντα, γι’ αυτούς. Απέχουν οι εποχές, όπου ο καταστατικός θεσμός θα ήταν το Σύνταγμα.
1. Άγιος Αυγουστίνος: Παρακολουθούμε μια εποχή, όπου ο κάθε παπικός θεολόγος προσπαθεί να ανάγει τις θεωρίες του στον Άγιο Αυγουστίνο. Έτσι γίνεται αναφορά στο «De Civitate Dei» για τον συσχετισμό του πολιτικού δίκαιου και της ιδιοκτησίας με την θεία αρχή. Στο έργο αυτό οι άνθρωποι κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες:
α) στα μέλη της πολιτείας των ανθρώπων, με κίνητρό τους τον εγωισμό, που τους ωθεί μακριά από το θέλημα του Θεού και στην διάπραξη του ιδίου θελήματος, κάτι που συνεπάγεται απομάκρυνση από την θεία δικαιοσύνη, και
β) στα μέλη της πολιτείας του Θεού , με κίνητρο της αγάπη του Θεού και αποτέλεσμα τον αλτρουισμό.
Περί της αρχής στις δύο αυτές πολιτείες ο Άγιος Αυγουστίνος γράφει:
«Στην μία οι άρχοντες και τα έθνη που περιλαμβάνει κυβερνώνται από την φιλαρχία˙ στην άλλη, οι άρχοντες και οι υπήκοοι υπηρετούν ο ένας τον άλλο με αγάπη, οι τελευταίοι υπακούοντας ενώ οι πρώτοι μεριμνούν για όλα[4].»
Με βάση αυτό το σκεπτικό, στην «πολιτεία του Θεού» δεν υπάρχει η έννοια της κυριαρχίας, όπως γίνεται κατανοητή στην «πολιτεία του ανθρώπου» και αυτό διότι η επικυριαρχία είναι μεταπτωτική κατάσταση. Η μόνη αποδεκτή κατά τον Άγιο Αυγουστίνο επικυριαρχία είναι η πατρική, η εξουσία των γονέων επί των παιδιών, διότι πηγάζει από την αγάπη των γονέων. Η πατρική εξουσία γίνεται πρότυπο για την εξουσία των αρχόντων στην «πολιτεία του Θεού».
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ο Άγιος Αυγουστίνος κατανοεί την ιδιοκτησία, ως μεταπτωτική κατάσταση, επίσης. Ωστόσο δεν καταλήγει στην άρνηση της ατομικής ιδιοκτησίας, όπως θα φαντάζονταν κανείς λανθασμένα. Είναι γνωστή η θέση του: «όλα ανήκουν στον δίκαιο[5]». Εκείνο που προτείνει δεν είναι η αποχή από την ιδιοκτησία, αλλά από την αγάπη γι’ αυτήν[6]. Ο Άγιος Αυγουστίνος δίνει τις κατευθυντήριες γραμμές της θεολογικής σκέψης επί του θέματος, χωρίς να καταλήγει σε μια πολιτική θεωρία. Αυτό ανέλαβαν να το κάνουν αργότερα οι παπικοί χρησιμοποιώντας μεν την αυθεντία του, αποφεύγοντας όμως να παραμείνουν στην ελαστικότητά του.
2. Αιγίδιος της Ρώμης[7]: Το 1301 ο Αιγίδιος ασχολήθηκε με την θεωρητική στήριξη των παπικών θέσεων στην αντιπαράθεση του βασιλιά των Φράγκων Φίλιππου ΙV με τον πάπα Βονιφάτιο VIII. Στην διατριβή του «De Ecclesiastica Potestate» (Περί της Εκκλησιαστικής Εξουσίας) προσπάθησε να υποστηρίξει την απόλυτη ανωτερότητα της παπικής πολιτικής εξουσίας, έναντι κάθε κοσμικής. Ο Αιγίδιος δεν επιλέχθηκε τυχαία γι’ αυτή την αποστολή. Είχε διοριστεί από τον Φίλιππο ΙΙΙ διδάσκαλος του υιού του και του είχε ετοιμάσει ένα έργο, το «De regimine principum», στο οποίο δίδασκε στον νεαρό πρίγκιπα την χρήση των αριστοτελικών αρχών στην άσκηση της βασιλικής εξουσίας. Επίσης στο «De renunciation Papae» επιχειρηματολόγησε υπέρ της εγκυρότητας της παραίτησης του Κελεστίνου και της ανόδου του Βονιφάτιου στην Αγία Έδρα.
Αν και ο Αιγίδιος θεωρούνταν άνθρωπος της φράγκικης αυλής, το «De Ecclesiastica Potestate» εμφανίζεται ως αντιγραφή της παπικής βούλας «Clericos Laicos» (1296), στην οποία ο πάπας απαγόρευε την μεταβίβαση εκκλησιαστικής περιουσίας από τους κληρικούς, χωρίς παπική έγκριση, και της παπικής βούλας Unam Sanctam (1302), όπου η κοσμική εξουσία κηρύχθηκε υποτελής της παπικής. Το έργο του ήταν η θεωρητική επεξήγηση των όσων οι βούλες αυτές διατύπωναν. Ο Αιγίδιος πρότεινε ότι πηγή κάθε πνευματικής και κοσμικής εξουσίας είναι ο παπισμός, τον οποίο εξομοιώνει με ποτάμι, του οποίου παραπόταμοι είναι οι επιμέρους εξουσίες. Πηγή του ποταμού, δηλαδή της παπικής εξουσίας, θέτει τον Θεό, ως θάλασσα:
«Ο Θεός είναι ένα είδος δεξαμενής και ένα είδος θάλασσας δύναμης και εξουσίας, από την οποία θάλασσα πηγάζουν όλες οι δυνάμεις και όλες οι εξουσίες ως ρεύματα[8].»
Στο θέμα της ιδιοκτησίας ο Αιγίδιος ακολουθεί παρόμοιο σκεπτικό. Οποιαδήποτε αξίωση σε θέματα ιδιοκτησίας πηγάζει από την παπική εκκλησία, στο βαθμό που είναι δίκαιη και ο μόνος που μπορεί να εγείρει τέτοιου είδους αξιώσεις είναι ο πιστός υπηρέτης της «εκκλησίας» (δηλ. του πάπα), ο οποίος με την συμμετοχή του στα μυστήρια λαμβάνει την χάρη που θα του επιτρέψει να έχει αξιώσεις. Χωρίς την μυστηριακή χάρη, κατά τον Αιγίδιο, οποιαδήποτε κοσμική εξουσία και ιδιοκτησία είναι κενές περιεχομένου και στερούνται νομιμοποίησης. Εδώ βλέπουμε ότι ο Αιγίδιος συνδέει την κοσμική εξουσία και την ιδιοκτησία σε μία έννοια , χωρίς να χρησιμοποιεί τον όρο «dominium».
3. Πάπας Ιωάννης ΧΧΙΙ: Στο θέμα της ιδιοκτησίας οι Φραγκισκανοί είχαν να πουν πολλά. Το 1269 είχαν απορρίψει κάθε έννοια ιδιοκτησίας (ατομικής ή κοινοκτημοσύνης) με το έργο του Μποναβεντούρα, «Apologia Pauperum» (1269). Γι’ αυτούς η ιδιοκτησία ήταν μια αφύσικη μεταπτωτική κατάσταση και η επαναφορά στην φυσική τάξη προέβλεπε την αποκήρυξή της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνει σχίσμα στους κόλπους του τάγματος και να δημιουργηθούν δύο ομάδες˙ οι «πνευματικοί», αυτοί δηλαδή που υιοθετούσαν την απόλυτη πτώχεια (usus pauper) ως μέσο πνευματικής τελείωσης, και οι «συμβιβαστικοί», αυτοί που έβλεπαν με περισσότερη ελαστικότητα τον κανόνα.
Οι «πνευματικοί» Φραγκισκανοί υπερίσχυσαν αριθμητικά μέχρι το τέλος του ΙΓ’ αι., με αρχηγούς τους Πέτρο-Ιωάννη Olivi και Ubertino de Casale[9]. Ο θόρυβος που προκλήθηκε στους κόλπους του τάγματος τράβηξε την προσοχή της Ρώμης. Ο Κλήμης V εξέτασε το θέμα την περίοδο 1309-1312 και προσπάθησε να βρει την χρυσή τομή για την λειτουργία του τάγματος. Ο διάδοχός του Ιωάννης XXII δεν ακολούθησε το συμβιβαστικό παράδειγμα του προκατόχου του. Η αντιπάθειά του για τους «πνευματικούς» Φραγκισκανούς ήταν έντονη και φοβόταν το αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει μια ενδεχόμενη επικράτησή τους, κυρίως επειδή έξω από την παπική «εκκλησία» καραδοκούσαν οι Βάλδιοι με παρόμοιες ιδέες.
Η αντιρρητική του πάπα Ιωάννη ΧΧΙΙ στηρίζονταν στο ότι η ιδιοκτησία δεν ήταν αφύσικη μεταπτωτική κατάσταση, αλλά δώρο από τον Θεό στον Αδάμ. Από την άλλη, η χάρις της «εκκλησίας» (δηλ. η σύνταξη με τον πάπα) παρέχει την απαιτούμενη ευλογία και δικαίωση και μ’ αυτήν ο ιδιοκτήτης θέτει την ιδιοκτησία του υπό της ασυλία του dominium του Θεού. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι σ’ αυτήν την περίπτωση συνδέονται με το dominium οι έννοιες της iurisdictio & proprietas, και το θείο dominium δίνει τη βάση για κάθε ανθρώπινο dominium. Αυτή την ιδέα θα επαναλάβει αργότερα ο John Wyclif και σε συνδυασμό με τα επιχειρήματα των Φραγκισκανών (πρόκειται για αντίφαση εφόσον η ιδέα αυτή χρησιμοποιήθηκε για ν’ αντικρούσει τα επιχειρήματα των Φραγκισκανών) θα καταλήξει στα ακριβώς αντίθετα συμπεράσματα από αυτά που επιδίωκε ο πάπας[10].
4. Richard Fitzralph: Την εποχή εκείνη οι Φραγκισκανοί παρείχαν ποιμαντικό έργο, ανεξάρτητο από την επίβλεψη του επισκόπου της επαρχίας, στην οποία δραστηριοποιούνταν. Αυτό έδωσε την κατάλληλη επιχειρηματολογία στους πολέμιους του επαιτικού ιδεώδους[11]. Πού στηριζόταν η νομιμοποίησή τους, όταν οι ίδιοι δεν υπόκειντο στην αρμοδιότητα του επισκόπου; Από πού λάμβαναν την εξουσία να τελούν μυστήρια; Το θέμα βρίσκει αντικείμενο συζήτησης στον παπισμό, επειδή ο παπικός ιερέας τελεί τα μυστήρια, όχι ως λειτουργός, αλλά ως έχων ο ίδιος εξουσία.
Ο Richard Fitzralph, Ιρλανδός Θεολόγος, καγκελάριος στην Οξφόρδη και υπέρμαχος του παπισμού της Αβινιόν, έγραψε το «De Pauperie Salvatoris», έργο που ξεκίνησε στην Αβινιόν και συνέχισε στην Armagh, επαρχία της πατρίδας του, όπου υπηρέτησε ως αρχιεπίσκοπος. Έφερε το έργο στην Οξφόρδη το 1356 και παρέδωσε μια σειρά έξι διαλέξεων επί του θέματος της νομιμοποίησης των επαιτικών ταγμάτων. Οι ομιλίες του είχαν ως αποτέλεσμα την αντίδραση των ταγμάτων και το ζήτημα ήρθε ενώπιον του βασιλιά. Ο Εδουάρδος ΙΙΙ διέταξε την παραμονή του Fitzralph στην Αγγλία, ωστόσο ο τελευταίος δεν υπάκουσε και πήγε στην Αβινιόν, όπου και έγραψε το όγδοο και τελευταίο βιβλίο του «De Pauperie» το 1360[12].
Ο κεντρικός προβληματισμός του Fitzralph ήταν ο εξής: νομιμοποιείται ο Φραγκισκανός ή όποιος άλλος μοναχός επαιτικού τάγματος, ο οποίος αποποιείται κάθε έννοια ιδιοκτησίας, να κάνει χρήση της ιδιοκτησίας κάποιου άλλου – και στην συγκεκριμένη περίπτωση της ιδιοκτησίας του οικείου επισκόπου – χωρίς ν’ αναλαμβάνει και τις ανάλογες υποχρεώσεις; Γιατί στην περίπτωση αυτή να μην μεταφέρονται και οι υποχρεώσεις μαζί με το δικαίωμα χρήσης; Εφόσον οι μοναχοί βασίζονται στο δίκαιο του ιδιοκτήτη των όσων χρησιμοποιούν θα πρέπει να υπόκεινται στους ίδιους νόμους που αφορούν αυτόν, και εφόσον χρησιμοποιούν εκκλησιαστική περιουσία θα πρέπει να υπόκεινται στο κανονικό δίκαιο, οπότε θα πρέπει να υπακούουν στην ιεραρχία.
Η θέση του Fitzralph για το dominium ήταν ότι πρώτον αυτό για να είναι δίκαιο θα πρέπει να πηγάζει από το θείο dominium, και δεύτερον ότι η χάρις είναι που νομιμοποιεί το ανθρώπινο dominium. Αν και ο Fitzralph δεν σκόπευε να καταλήξει σε πολιτική θεωρία και ενδιαφέρονταν κυρίως για την ιδιοκτησία, η ενασχόληση με τα δικαιώματα χρήσης τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η πολιτική εξουσία ασκείται κατά παραχώρηση της εκκλησιαστικής εξουσίας. Το σκεπτικό του ήταν ότι η αυθεντική εξουσία είναι απόρροια της δημιουργικής πράξης και εν συνεχεία της θείας πρόνοιας δια της οποίας κυβερνάται το σύμπαν από τον Θεό. Ο άνθρωπος, ως λογικό ον, κάνει χρήση της δημιουργίας, και κατά συνέπεια μαζί με την χρήση αναλαμβάνει και την υποχρέωση της υποταγής στην θεία εξουσία, στην οποία είναι υπόλογη κάθε ανθρώπινη εξουσία.
Με την προπατορική αμαρτία η παραχώρηση της χρήσης της δημιουργίας στερήθηκε της χάριτος, συνεπώς και της νομιμοποίησης, αλλά ο άνθρωπος δεν στερήθηκε της δυνατότητας χρήσης. Παρόλα αυτά ο Fitzralph υποστήριξε ότι υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις όπου στο ανθρώπινο dominium εκχέεται η χάρις και το νομιμοποιεί, χωρίς να καθορίζει ποιες είναι αυτές. Εκείνο που τις διακρίνει είναι η άσκηση της caritas, του νόμου της αγάπης, που χαρακτηρίζει το θείο dominium. Η χάρις είναι ο απαραίτητος παράγοντας νομιμοποίησης που θέτει αναγκαστικά κάθε κοσμική εξουσία υπό εκκλησιαστική αναγνώριση, κατά τον Fitzralph.
8.8.3 Το dominium κατά τον Wyclif
Γίνεται κατανοητό, από όσα ειπώθηκαν στο Α’ Μέρος για τις σχέσεις του Wyclif με το πολιτικό κατεστημένο της πατρίδας του, ότι ο ρόλος του ήταν η αντιμετώπιση του επιχειρημάτων του Fitzralph, και κατ’ επέκταση των αξιώσεων του παπισμού επί της κοσμικής εξουσίας, ώστε η τελευταία να μπορέσει ν’ απαγκιστρωθεί από την παπική πατρωνία.
1. De Dominio Divino: Για τον Wyclif το θείο dominium είναι η γενική αιτία και προϋπόθεση για κάθε άλλο dominium.
«Αν ένα δημιούργημα έχει dominium πάνω σε κάτι, τότε ο Θεός ήδη έχει dominium πάνω σε αυτό, οπότε κάθε δημιουργημένο dominium ακολουθεί το θείο dominium[13].»
Ως γενική αιτία, το θείο dominium είναι πολύ παραπάνω από ένα απλό παράδειγμα. Μεταβιβάζεται μέσω της χάριτος στους ανθρώπινους κυρίαρχους, στους οποίους ενσταλάζει την caritas. Η caritas χαρακτηρίζει την κάθε τους πράξη σε περίπτωση δίκαιου dominium. Το θείο dominium έχει έξι πτυχές˙ οι τρεις χαρακτηρίζουν την φύση του, δηλ. δημιουργία, συντήρηση και διακυβέρνηση, και οι άλλες την ποιότητά του, δηλ. δούναι, λαβείν και παραχωρείν. Η δημιουργία είναι μοναδικό χαρακτηριστικό του θείου dominium, το καθιστά αυθεντικό και πηγή κάθε άλλου δημιουργημένου dominium. Επειδή οι ιδέες προηγούνται των δημιουργημένων αντιτύπων τους και κατά συνέπεια η ιδέα της ανθρωπότητας προηγείται της γέννησης κάθε ξεχωριστού ατόμου, η δημιουργία, συντήρηση και διακυβέρνηση της ανθρωπότητας από τον Θεό προηγείται της γνώσης και πρόνοιας αυτού για κάθε άτομο ξεχωριστά . Κατ’ ουσίαν ο Wyclif εισάγει χρόνο στην πρόγνωση του Θεού και αυτό θα τον οδηγήσει στον απόλυτο προορισμό, όπως θα δούμε παρακάτω .
Σημαντικές στην ανάπτυξη της πολιτικής θεωρίας του είναι οι τρεις επόμενες πτυχές του θείου dominium, το δούναι, λαβείν και παραχωρείν. Αυτές παρέχουν τα συστατικά στοιχεία του ανθρώπινου dominium. Ακολουθώντας την αδυναμία των δυτικών να καταλάβουν την διάκριση θείας ουσίας και θείων ενεργειών, ο Wyclif θεωρεί ότι επειδή είναι αδύνατον ο Θεός να δώσει ή να πάρει κάτι από την θεία ουσία του στην δημιουργία, το μόνο που μένει ως πραγματική σχέση Θεού και δημιουργίας είναι η παραχώρηση, οπότε ο,τιδήποτε ο άνθρωπος θεωρεί ως δικό του είναι στην πραγματικότητα παραχωρημένο από τη θεία αυθεντία, μέσω της χάριτος. Κάθε ανθρώπινο dominium είναι, κατ’ αυτό τον τρόπο, παραχωρημένο από το Θεό μέσω της χάριτος .
Δύο σημεία της θέσης του Wyclif, ζωτικά για την ανάπτυξη της θεωρίας του είναι, πρώτον ότι ο Θεός παραχωρεί την χάρη του κατ’ αξίαν:
«... είναι αδιάλλακτος νόμος του Θεού το ότι κανείς δεν επιβραβεύεται με ευλογία εκτός και αν την αξίζει[14].»
Δεύτερον, ακολουθώντας την παπική κακοδοξία περί κτιστών ενεργειών του Θεού, αυτός που λαμβάνει τη χάρη, λαμβάνει κατά παραχώρηση κτιστή χάρη σε κάθε περίπτωση ανθρώπινου dominium, που διαφέρει αν και στηρίζεται στην άκτιστη χάρη του Αγ. Πνεύματος (κατά τους παπικούς πάντα). Συνεπώς, κανένας κοσμικός άρχοντας δεν είναι στην πραγματικότητα «κύριος», αλλά υπηρέτης και οικονόμος χάριτι Θεού[15]. Γι’ αυτό δεν χρειάζεται κανέναν μεσολαβητή, αλλά η κτιστή χάρις του παραχωρείται απευθείας από τον Θεό, κατ’ αξίαν. Με αυτό τον τρόπο ο Wyclif απαλείφει την παπική αξίωση για τον διορισμό των αρχόντων από τον πάπα.
2. De Civili Dominium[16]: Ο Wyclif διαχωρίζει τρεις πτυχές του ανθρώπινου dominium˙ το φυσικό, το πολιτικό και το ευαγγελικό. Ορίζει το πολιτικό dominium ως την ιδιοκτησιακή κυριότητα που θα μπορούσε να έχει ο άνθρωπος (εξαιρούνται οι μοναχοί), θεωρούμενος ως οδοιπόρος σε αυτή τη σύντομη ζωή, πάνω σε αγαθά και σύμφωνα με το ισχύον ανθρώπινο δίκαιο[17]. Πριν την Πτώση ίσχυε η κοινοκτημοσύνη, καθώς ο εγωισμός ήταν άγνωστος στον άνθρωπο. Μετά την Πτώση ο Wyclif διακρίνει τρεις περιπτώσεις χρήσης˙ αυτήν που απορρέει από το αστικό δίκαιο λόγο άμεσης κυριότητας, την χρήση χωρίς κυριότητα και την ευαγγελική χρήση. Αυτά τα νομικά καθεστώτα οδηγούν αναγκαστικά, κατά τον Wyclif σε δύο δομές διακυβέρνησης, την μοναρχία και την αριστοκρατία. Ως αριστοκρατία αντιλαμβάνεται το σύστημα των Κριτών που αναφέρεται στο ομώνυμο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Την θεωρεί προτιμότερη διότι ομοιάζει στην κατάσταση που προϋπήρχε της Πτώσης, ωστόσο πιστεύει ότι είναι ανεφάρμοστη στην παρούσα κατάσταση.
Δέχεται ως αναγκαία μορφή διακυβέρνησης του μεταπτωτικού κόσμου την μοναρχία για δύο λόγους. Πρώτον για την διατήρηση της τάξης στην πολιτική δράση, από μία απόλυτη νομοθετική αυθεντία. Δεύτερον, λόγω της Πτώσης δεν μπορούν όλοι να κυβερνήσουν. Η δεύτερη πρόταση εισάγει ελιτισμό στην μοναρχία και στην πραγματικότητα αναιρεί την αριστοτελική πολιτική αρετή. Το De Civili Dominium ξεκινά με την φράση:
«Η πολιτική δικαιοσύνη προϋποθέτει την θεία δικαιοσύνη˙ το πολιτικό dominium προϋποθέτει το φυσικό dominium.»
Από όσα ειπώθηκαν γεννούνται τα εξής ερωτήματα. Αν το πολιτικό dominium προκύπτει ως μεταπτωτική κατάσταση και σε αντικατάσταση του φυσικού dominium, το οποίο προβλεπόταν ως υποστασιοποίηση του θείου, τότε πώς μπορεί να είναι δίκαιο (το πολιτικό); Αν στο φυσικό dominium δεν προβλεπόταν η ατομική ιδιοκτησία, ενώ το πολιτικό προκύπτει από αυτήν, τότε πώς μπορεί να ισχύει η εισαγωγική πρόταση; Για την λύση αυτών των προβλημάτων ο Wyclif χρησιμοποιεί έναν τρίτο παράγοντα, το ευαγγελικό dominium. Το ευαγγελικό dominium είναι η κατάσταση που εισάγεται με την ενσάρκωση του Χριστού, ως ενδιάμεση της παρούσας με το φυσικό dominium:
«Ο Χριστός ήταν αληθινός πτωχός, όπως προφητεύθηκε στην Παλαιά Διαθήκη, γι’ αυτό ήρθε στον κόσμο για να καταστρέψει την αμαρτία, και πάνω από όλα τα έθιμα της ανθρώπινης κοσμικής συμπεριφοράς που είχαν αναπτυχθεί μετά την κατάσταση της αθωότητας … κάτι το οποίο δεν θα μπορούσε να είχε καταφέρει εκτός και αν υιοθετούσε την ακριβώς αντίθετη συμπεριφορά, δηλαδή την πτώχεια[18].»
Αυτή η πτώχεια δεν είναι απλώς η κατάσταση της ένδειας. Η αποστολική πτώχεια που χαρακτηρίζει την ζωή του Χριστού και της πρώτης εκκλησίας είναι μια πνευματική και όχι οικονομική κατάσταση, αντίστοιχη της κατάστασης πριν την επικράτηση του πολιτικού dominium:
«Ο άνθρωπος πριν την πτώση είχε την κυριότητα όλων όσων αποτελούν τον αισθητό κόσμο˙ με την αρετή του θείου πάθους στον δίκαιο συγχωρούνται όλες η αμαρτίες και αυτός αποκαθίσταται στην κυριότητα˙ οι κοσμικοί αποδέκτες της χάριτος λαμβάνουν και την πληρότητα του καθολικού dominium[19].»
Το τρίτο βιβλίο του «De Civili Dominio» είναι μια επανάληψη των απόψεων του Μποναβεντούρα και των ακραίων Φραγκισκανών για την αποστολική πτώχεια. Τα κίνητρα όμως του Wyclif είναι διαφορετικά. Οι Φραγκισκανοί στηρίζονταν στην εφαρμογή του κανόνα του τάγματός τους για την επίτευξη της αποστολικής πτώχειας και την μίμηση των πρώτων Χριστιανών. Ο Wyclif δέχεται ότι με την θυσία του Χριστού και την αποκατάσταση της ανθρώπινης φύσης, όλοι οι άνθρωποι γίνονται αποδέκτες του φυσικού dominium.
8.8.4 Το dominium ως καθοριστικός παράγοντας στις σχέσεις Πολιτείας-Εκκλησίας
Παρακάτω ο Wyclif εφαρμόζει τις ιδέες του στην Εκκλησία. Η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, οφείλει να διατηρήσει την αποστολική πτώχεια πέρα από κάθε ανθρώπινο νόμο:
«... διότι ο νόμος του Χριστού διδάσκει την δόξα των θλίψεων και καταδικάζει την κοσμική δόξα, την ευπορία, και τα πλούτη του κόσμου, προτείνοντας την απαλλαγή από την ιδιοκτησιακή κυριότητα˙ οι κοσμικοί νόμοι διατάζουν τα αντίθετα από αυτά[20].»
Έτσι, η Εκκλησία κατά τον Wyclif οφείλει να είναι απαλλαγμένη από κάθε εκκλησιαστική περιουσία, για να εφαρμόζει το lex Christi και την αποστολική πτώχεια. Κάθε υλικό αγαθό στην κατοχή της πρέπει να δαπανάται σε αγαθοεργίες, όχι για την άσκηση της φιλανθρωπίας, αλλά για την μίμηση του παραδείγματος του Χριστού και την απεμπλοκή της από το πολιτικό dominium. O Wyclif δεν εννοεί μόνο την παραχώρηση της χρήσης, αλλά την ολοκληρωτική απόδοση της ιδιοκτησίας. Ο Wyclif ψέγει τον κλήρο της εποχής του στο έργο του «Dialogus, sive Speculum Ecclesie Militantis» (Διάλογος, ήτοι Κάτοπτρο της Στρατευομένης Εκκλησίας):
«Ο διάβολος διέστρεψε τους ιερείς από την αποστολική πτώχεια στην κοσμική κυριότητα και τους απομάκρυνε από την ταπείνωση, τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και από κάθε άλλο καθήκον που τους ανέθεσε ο Χριστός[21].»
Και καταλήγει στην γνωστή μας πλέον «αποστασία» της Εκκλησίας. Σημείο καμπής είναι η Κωνσταντίνεια Δωρεά, διότι σε αυτήν στήριξαν οι παπικοί τις κοσμικές τους αξιώσεις. Με αυτήν η Εκκλησία έλαβε το πολιτικό dominium . O Wyclif, ωστόσο, αρνείται ότι ένας κοσμικός άρχοντας είχε την εξουσία να κάνει μια τέτοια δωρεά. Με την αποδοχή της, η Εκκλησία ενεπλάκη στο πολιτικό dominium και απομακρύνθηκε από την caritas. Όταν φτάνει στο σημείο να εφαρμόσει τις ίδιες αρχές και στην περίπτωση της κοσμικής εξουσίας, o Wyclif επιδεικνύει απίστευτη διγλωσσία. Εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά, όπως είπαμε σχετικά στο Α’ Μέρος, κι εδώ θα εξηγήσουμε το γιατί. Η εφαρμογή της αποστολικής πτώχειας, ως απαλλαγής από τα υλικά αγαθά, ισχύει μόνο για την Εκκλησία, κατ’ αυτόν. Αντίθετα, στην περίπτωση των κοσμικών αρχόντων η μίμηση του Χριστού δεν έχει να κάνει με την πτώχεια αλλά με την caritas. Δέχεται, λοιπόν, ότι κάθε ιδιοκτησία δεν αποκλείει την caritas, εφόσον ένας κοσμικός άρχοντας αναγνωρίζει την θέση του ως οικονόμος του Θεού και υποστασιοποιεί το θεϊκό dominium με την χάρη. Νομιμοποιεί ουσιαστικά το φεουδαρχικό σύστημα της εποχής του, διαφωνώντας μόνο σε δύο σημεία˙ την κληρονομική διαδοχή και την υποτέλεια.
Ταυτόχρονα, αναγνωρίζει τους κοσμικούς άρχοντες ως τα όργανα εκείνα που απαλλάσσουν την Εκκλησία από το βάρος της ιδιοκτησίας. Καλεί μάλιστα τον μονάρχη ν’ απαλλάξει έστω και με την βία την Εκκλησία που έχει παγιδευτεί στις βιοτικές μέριμνες, από την εκκλησιαστική περιουσία. Ο δίκαιος μονάρχης κατά τον Wyclif, οφείλει να ενεργεί ως προστάτης της Εκκλησίας. Οφείλει να την προστατεύει από τους κλέφτες, τους άπιστους και τους αιρετικούς, ώστε οι ιερείς να επιδίδονται απερίσπαστοι στην διδασκαλία του Ευαγγελίου και τη μέριμνα των ψυχών των πιστών.
«Είναι δίκαιο για τον Θεό να έχει δύο βικάριους στην Εκκλησία Του, δηλαδή έναν μονάρχη για τις κοσμικές υποθέσεις και έναν ιερέα για τις πνευματικές. Ο μονάρχης θα πρέπει να ελέγχει δριμύτατα την αποστασία, όπως ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη, ενώ οι ιερείς πρέπει να διδάσκουν με ιερότητα…, όπως ο Χριστός που ήταν ταυτόχρονα και βασιλεύς και ιερέας[22].»
Παρόμοια άποψη είχε διατυπωθεί και από τον Ανώνυμο Νορμανδό[23] τον ΙΒ’ αι. Σύμφωνα μ’ αυτόν, ο βασιλιάς είναι εικόνα του Θεού, του παντοδύναμου Κυρίου, ενώ ο ιερέας είναι εικόνα του Χριστού, του πνευματικού διδάσκαλου. Και οι δύο αρνούνται την μετάδοση του βασιλικού αξιώματος του Χριστού στους ιερείς. Ο Wyclif καθιερώνει τον ρόλο του βασιλιά, ως υπερασπιστή της πίστης (paladin) του Χριστού:
«Εφόσον ο βασιλιάς είναι διάκονος του Θεού, σύμφωνα με την ταιριαστή εξοχότητα της αρετής, γίνεται φανερό ότι θα πρέπει να κυβερνά κατά τον θείο νόμο, υπό τον οποίο τάσσονται οι άνθρωποι. Εφόσον αντικείμενο της δικαιοσύνης είναι η απομάκρυνση από το κακό και η διάπραξη του αγαθού, ο βασιλιάς θα πρέπει να πειθαναγκάζει τους αποστάτες του θείου νόμου και των άλλων αρχών και να προάγει τους παράγοντες της δικαιοσύνης σύμφωνα με τους κανόνες της caritas. Ο βασιλιάς θα πρέπει να έχει την εξουσία να κυβερνά του υπηκόους του ως διάκονος του Θεού και όχι με βάση τον ανθρώπινο νόμο χωρίς θεία επικύρωση[24].»
Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο Wyclif δεν εξετάζει το θέμα ως πολιτικός επιστήμων, όπως έκανε ο Γουίλλιαμ Όκκαμ και άλλοι στοχαστές της εποχής του. Δεν ασχολείται για παράδειγμα, με το θέμα του κοινοβουλίου ή με τις σχέσεις μεταξύ των βασιλέων. Ασχολείται μόνο με τις σχέσεις της Πολιτείας, δηλ. του βασιλιά με την Εκκλησία. Παροτρύνει συνεχώς τον μονάρχη να κατάσχει κάθε είδους εκκλησιαστική περιουσία, ακόμη και τους ναούς. Είναι σίγουρο ότι η ιεραρχία από την πλευρά της θα αφορίσει τον βασιλέα μετά από μια τέτοια πράξη, αλλά όπως ισχυρίζεται, κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να αποτρέψει τον μονάρχη από την υποχρέωσή του, διότι ενεργεί σύμφωνα με την χάρη του Θεού και συνεπώς δεν αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού. Μάλιστα προτείνει σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης οι ναοί να κατεδαφιστούν και με τα υλικά να ανεγερθούν πύργοι και οχυρά. Με αυτό τον τρόπο ο βασιλέας κάνει έργα φιλανθρωπίας εκ μέρους της Εκκλησίας.
Ο Wyclif δέχεται ότι υπάρχουν και περιπτώσεις τυραννικής διακυβέρνησης, τις οποίες όμως βλέπει ως θεία τιμωρία για τον «καθαρισμό» του βασιλείου ή της Εκκλησίας. Δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα στους ιερείς να ελέγχουν την τυραννία, διότι οι ιερείς πρέπει να είναι αφοσιωμένοι στο αποστολικό ιδεώδες και ν’ αποφεύγουν την ενασχόληση με το πολιτικό dominium (ένα επιχείρημα που ακούμε πολύ συχνά στις ημέρες μας) . Η αντίσταση στην τυραννία είναι δικαιολογημένη στις περιπτώσεις της ιερατικής τυραννίας, διότι ένας κοσμικός τύραννος μπορεί να βλάψει μόνο υλικά, ενώ ένας πνευματικός τύραννος μπορεί να βλάψει την ψυχή του ανθρώπου. Ο κοσμικός άρχοντας είναι ο φύλακας-προστάτης κατά της ιερατικής τυραννίας(!?). Οφείλει να επιβλέπει τον κλήρο στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Αυτό το δικαίωμα αποδίδεται στον κοσμικό άρχοντα από τον Θεό, ως ευθύνη για την προστασία της Εκκλησίας από εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους(!?). Στην περίπτωση του κοσμικού άρχοντα βρίσκει την σχέση του θείου και του ανθρώπινου νόμου, την οποία αρνείται σε άλλες περιπτώσεις, εφαρμόζοντας και πάλι δύο μέτρα και δύο σταθμά. Αντίθετα θεωρεί ότι το κανονικό δίκαιο είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, και ως τέτοιο εισάγει μια κοσμική δομή σε ένα πνευματικό ίδρυμα. Αφαιρεί δηλαδή την εφαρμογή του κανονικού δικαίου στην λειτουργία της Εκκλησίας και το αντικαθιστά με την εξουσία του βασιλιά ως υπέρτατου ρυθμιστικού παράγοντα .
Στο νέο αυτό πλαίσιο των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας, ο ρόλος των ιεραρχών επαναπροσδιορίζεται. Αυτοί πλέον λειτουργούν ως πράκτορες του βασιλιά στην παρακολούθηση των ιερέων της επαρχίας τους. Επίσης δρουν ως θεολογικοί σύμβουλοι του στέμματος στην κατανόηση του lex Christi, καθώς και στην νομιμοποίηση της βασιλικής νομοθεσίας, αν και στερούνται οποιουδήποτε δικαιώματος επέμβασης στο νομοθετικό έργο. Είναι επόμενο ότι ως πράκτορες του βασιλιά διορίζονται από αυτόν. Στο θέμα των επισκόπων οι απόψεις του Wyclif διέφεραν από αυτές των Μεταρρυθμιστών, πάντως ο Wyclif δεν θεωρούσε ότι οι ιεράρχες είναι ανώτεροι από τους κληρικούς ή τους λαϊκούς, αλλά μια διαφορετική διακονία με την χάρη του Θεού. Δεν θεωρεί τους ιεράρχες πνευματικούς ποιμένες, όπως φαίνεται καθαρά στο Trialogus IV.5, μόνο τους ιερείς. Οι ιεράρχες τίθενται στην υπηρεσία του κοσμικού άρχοντα.
Intermedio: Λόγω έκτασης, τα δύο επόμενα θέματα, δηλαδή οι απόψεις του Wyclif για την Αγία Γραφή και τον απόλυτο προορισμό θα εξεταστούν σε τρίτο μέρος.
* * * * * *
[1] John Bale (1495-1563), Άγγλος επίσκοπος Ossory και ιστορικός. Όντας στην εξορία έγραψε το Illustrium Majoris Britanniae Scriptorum Summarium, όπου αναφέρει τον Wycliff ως πρόδρομο της Μεταρρύθμισης. Την έκφραση αυτή χρησιμοποίησε αργότερα και ο Daniel Neal, The History of the Puritans or Protestant non-Conformists, London 1732 , vol. 1 p. 3.
[2] De Dominio Divino I.1.6: “Είναι καιρός ν’ αφιερώσω το υπόλοιπο της ζωής μου σε θέματα που θεωρούνται περισσότερο πρακτικής φύσης, στο μέτρο της δυνάμεως που μου χάρισε ο Θεός”.
[3] Summa Theologica Ia-IIae, q.56, a.5.
[4] The City of God XIV.28, (ed.) Philip Schaff, στη σειρά Post-Nicene Fathers, series 1 vol. 2 p.283.
[5] Epistola 93 XII, στη σειρά Post-Nicene Fathers, series 1 vol. 1 p.400: «Et quamvis res quaeque terrena non recte a quoquam possideri possit, nisi vel iure divino, quo cuncta iustorum sunt,…».
[6] Enarratio in Psalmam 132.4, στη σειρά Post-Nicene Fathers, series 1 vol. 8 p.617.
[7] Aegidius Romanus (1243-1316), παπικός θεολόγος, αρχιεπίσκοπος Bourges. Χαρακτηρίστηκε από τον πάπα Βενέδικτο XIV ως Doctor Fundatissimus (το όνομα προέκυψε από την συνήθεια της εποχής, κάθε επίδοξος θεολόγος να κάνει μια σχολιαστική εργασία πάνω στις Προτάσεις του Πέτρου Λομβαρδού. Από την ποιότητα της εργασίας του λάμβανε και έναν επιθετικό προσδιορισμό δίπλα στον τίτλο του Δόκτωρ).
[8] De Ecclesiastica Potestate III.2.4, ed. & trans. R. W. Dyson, Drew N. H. 1986.
[9] Malcolm Lambert, Franciscan Poverty, New York 1989.
[10] Η διαμάχη του πάπα με τον Γουίλλιαμ Όκκαμ στο έργο του τελευταίου, A Letter to the Friars Minor and Other Writings, ed. & trans. A. S. Mc Grade-John Kilcullen, Cambridge 1995.
[11] Ως επαιτικά θεωρούνταν τα εξής τάγματα, Αυγουστινιανοί, Δομινικανοί, Καρμελίτες, Φραγκισκανοί.
[12] http://theology.unl.edu/theo.fitz_intro.html#n06.ref. Τα τέσσερα πρώτα βιβλία του De Pauperie Salvatoris περιελήφθησαν στην έκδοση του De Dominio Divino της Wyclif Sosciety του 1890. Τα υπόλοιπα εκδόθηκαν από τον Richard Brock, An Edition of Richard Fitzralph ‘s ‘De Pauperie Salvatoris’ Books V, VI, VII, Ph.D. Thesis University of Colorado 1954. Η επιχειρηματολογία του δεν έχει εξεταστεί διεξοδικά. Βλ. σχ. James Doyne Dawson, Richard Fitzralph and the 14th Century Poverty Controversies, in Journal of Ecclesiastical History 34 (1983).
[13] De Dominio Divino I.3.
[14] De Dominio Divino III.4.
[15] De Dominio Divino III.6.
[16] Σε αγγλική μετάφραση A.S. McGrade-John Killcullen-Matthew Kempshall (eds), The Cambridge Translations of Medieval Philosophical Texts, vol.2 Ethics and Politics, Cambridge 2001, pp. 587-654.
[17] De Civili Dominio III.2.
[18] De Civili Dominio III.4.
[19] De Civili Dominio I.9.
[20] De Civili Dominio II.16.
[21] Dialogus, sive Speculum Ecclesie Militantis 35.
[22] De Officio Regis I.13.
[23] Ανώνυμος Νορμανδός ή αλλιώς Ανώνυμος της Ρουέν ή Ανώνυμος της Υόρκης, ονομάζεται ο συγγραφέας του έργου Tractatus Eboracenses, γραμμένου το 1100. Στο έργο αυτό εξετάζεται η σχέση του βασιλιά με την παπική «εκκλησία». Έκδοση Der Codex 415 des Corpus Christi College Cambridge : Facs.-Ausg. d. Textüberlieferung d. Normannischen Anonymus ed. Karl Pellens (1977). http://normananonymous.org/ENAP/ToC.jsp
[24] De Civili Dominio Ι.26.
(Πηγή: «John Wyclif B’ – Η Διδασκαλία. Σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας.», Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου )
8.9 JOHN WYCLIF Γ’ – Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ – ΑΠΟΛΥΤΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
Για να προχωρήσει κάποιος μεσαιωνικός θεολόγος στην απόκτηση διδακτορικού, έπρεπε να ολοκληρώσει σχολιασμό πάνω στις Προτάσεις του Πέτρου Λομβαρδού. Η ποιότητα της εργασίας αυτής τού παρείχε και έναν άτυπο τιμητικό τίτλο. Ο John Wyclif έλαβε τον τίτλο του doctor evangelicus, λόγω του κεντρικού ρόλου που έδωσε στην Αγία Γραφή. Το έθιμο αυτό καθιερώθηκε και επισημοποιήθηκε πολύ αργότερα, μόλις το 1295. Τότε οι δυτικοί θεολόγοι, όπως ο Θωμάς ο Ακινάτης, ο Μποναβεντούρα, ο Αλβέρτος Μάγνος, έγιναν δόκτορες του παπισμού επίσημα από τον πάπα Βονιφάτιο VIII. O John Wyclif δεν αναγνωρίστηκε επειδή ήταν αιρετικός και βλάσφημος. Ο τίτλος doctor evangelicus δόθηκε επίσημα στον Αντώνιο της Πάδοβα το 1246.
8.9.1 Βιβλολατρεία
Τον ΙΔ’ αι. ο Robert Holcot (Doctor firmus et indefatigabilis), επηρεασμένος από την λογική του William Ockham, υποστήριξε ότι ο φυσικός λόγος δεν επαρκεί για την ανεύρεση και κατανόηση του Θεού και εν γένει του πνευματικού κόσμου. Κατά συνέπεια αρνήθηκε την εγκυρότητα της φυσικής θεολογίας και θεώρησε ότι οποιαδήποτε αλήθεια μπορούσε να βρεθεί σε εθνικούς συγγραφείς, όπως ο Αριστοτέλης ή ο Ερμής τρισμέγιστος – εκείνη την εποχή δεν γνώριζαν ότι τα κείμενα του Ερμή είναι μεταγενέστερα του Χριστιανισμού – πρέπει να ήταν απομεινάρι γνώσης που ανάγονταν στους προπάτορες. Επίσης δέχονταν ότι οι εθνικοί αυτοί φιλόσοφοι, επειδή ζούσαν με βάση τον φυσικό νόμο αν και όχι με τον μωσαϊκό, εν τούτοις δέχτηκαν κάποιο είδος αποκάλυψης από τον Θεό. Σε καμιά περίπτωση δεν δέχονταν ότι έφθασαν στην αλήθεια μέσω της λογικής, διότι αυτή έπρεπε να υποβοηθείται από την Γραφή για να μπορεί να εξετάζει θεολογικά ζητήματα[1].
Ο Robert Holcot έδωσε κεντρικό ρόλο στην αποκάλυψη για την κατανόηση των θεολογικών ζητημάτων. Από την πλευρά του ο Wyclif, επιχειρώντας να αναιρέσει την θέση του Holctot, έδωσε κεντρική θέση στην Αγία Γραφή. Στο έργο του «De Veritate Sacrae Scripturae» (1377-8) δίνει έμφαση στην ανάγκη του αναγνώστη να καταλάβει την λογική της Αγίας Γραφής, όπως και της ερμηνευτικής δομής της. Ήδη είχε ξεκινήσει την μετάφραση της το 1371, μια προσπάθεια που κράτησε μέχρι το 1376 και συνέδεσε το όνομά του με την πρώτη αγγλική μετάφραση. Πάνω σ’ αυτή την γραμμή προχώρησε κατόπιν στον σχολιασμό των ευαγγελίων του Ματθαίου και Ιωάννη στο «Opus Evangelicum» (1383-1384) και πολλές από τις ομιλίες του που δόθηκαν στα αγγλικά, είχαν το ίδιο θέμα.
Στο «De Veritate Sacrae Scripturae» καθορίζει την σχέση του προφορικού και γραπτού λόγου στην Αγία Γραφή και εφαρμόζοντας πάλι την πραγματοκρατία, βρίσκει ότι το καθολικό αρχέτυπο αυτής είναι το Βιβλίο της Ζωής που αναφέρεται στο Αποκ. 20.12. Πιστεύει ότι το Βιβλίο σαρκώθηκε μαζί με τον Λόγο και έτσι στάλθηκε στον κόσμο από τον Πατέρα για την σωτηρία του. Σ’ αυτό περιλαμβάνεται η άκτιστη αλήθεια. Συνεπώς συνδέει την Αγία Γραφή με τον ίδιο τον Λόγο, όπως και οι Προτεστάντες σήμερα, οι οποίοι θεωρούν ότι είναι ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η άποψή τους είναι εφαρμογή πλατωνίζουσας θεολογίας . Ο Wyclif ξεκινά από το Ιωάν. 10.35-36 «πρὸς οὓς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐγένετο, καὶ οὐ δύναται λυθῆναι ἡ γραφή, ὃν ὁ πατὴρ ἡγίασε καὶ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον, ὑμεῖς λέγετε ὅτι βλασφημεῖς, ὅτι εἶπον, υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἰμι;», σχολιάζει ως εξής:
«... από αυτές τις λέξεις φαίνεται να εννοεί ότι είναι η ίδια η αλήθεια, όταν ο Χριστός σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος… ο Θεός Πατέρας έστειλε αυτό το βιβλίο στον κόσμο με σκοπό να τον σώσει[2].»
Η ταύτιση της Αγίας Γραφής με το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος δεν προέκυψε στον Wyclif ξαφνικά το 1378, όταν έγραφε το «De Veritate Sacrae Scriptura». Είναι προγενέστερη, όπως ομολογεί και ο ίδιος σε κάποιο σημείο του έργου:
«Έχω πει κατ’ επανάληψη ότι όλη η Αγία Γραφή είναι ο ένας Λόγος του Θεού, και κάθε επιμέρους σημείο της πρέπει να εκλαμβάνεται ως συμπύκνωση της ολότητας του Λόγου στον οποίο ο αγιασμένος στον ουρανό βλέπει το πλήθος των αληθειών που ειπώθηκαν από τον Θεό[3].»
Πράγματι, ήδη από το 1372 είχε γράψει στο «De Benedicta Incarnatione», ότι η Γραφή που δεν μπορεί να καταλυθεί (Ιωάν. 10.35) σημαίνει ότι ο Χριστός δεν είναι τα βιβλία, διότι αυτά καταστρέφονται, αλλά αυτά που είναι γραμμένα μέσα στα βιβλία, οι αλήθειες που αγιάστηκαν από τον θεό στον ουρανό, τα λόγια του Χριστού που δεν καταστρέφονται[4]. Ακόμη περισσότερο υποστήριξε ότι οι διάφορες Βίβλοι βρίσκονται σε υποστατική ενότητα μεταξύ τους, όπως και σε υποστατική ενότητα με τον Λόγο(!?). Όπως ο Λόγος ενώθηκε με την σάρκα, με παρόμοιο τρόπο υποστηρίζει ο Wyclif, ενώνεται και με την περγαμηνή στην οποία είναι γραμμένος. Καταλήγει, όμως, ότι δεν πρέπει να λατρεύεται το βιβλίο, διότι ομοιάζει με το σώμα του Χριστού στον τάφο.
8.9.2 Η αναγκαιότητα της ενσάρκωσης του Λόγου στη Βίβλο
Για να περιγράψει την αναγκαιότητα της ενσάρκωσης του Λόγου του Θεού στη Βίβλο, ο Wyclif λαμβάνει ως αφετηρία τις θέσεις που διατύπωσε ο Grosseteste το 1230 σε δύο διατριβές του. Στην «De Decem Mandatis» o Grosseteste κάνει μια ποιμαντική ανάλυση των Δέκα Εντολών, συνδέοντάς αυτές με την εντολή της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον. Στο «De Cessatione Legalium» περιγράφει μια εξέλιξη του θείου νόμου, του δοσμένου στους ανθρώπους, από τον μωσαϊκό νόμο στον νόμο της αγάπης του Χριστού (caritas), μέσω του οποίου πιστεύει ότι είναι δυνατή η σωτηρία. Κεντρικό σημείο αυτής της εξέλιξης τίθεται η ενσάρκωση του Χριστού και καταλήγει στην «Hexaemeron» του, ότι ακόμη και αν ο άνθρωπος δεν είχε αμαρτήσει στον παράδεισο, η ενσάρκωση θα ήταν αναγκαία για την ολοκλήρωση της δημιουργίας(!?). Πρόκειται για την καθαρά νεοπλατωνική άποψη της επιστροφής των όντων στον Θεό:
«Αλλά όταν ο Θεός έγινε άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος διαμοιράστηκε ως προς την φύση του σε όλα τα λογικά όντα με μονοσήμαντο τρόπο, και ο κύκλος ολοκληρώθηκε, και η κυκλική επιστροφή στον Θεό διασφαλίστηκε[5].»
Με αυτό τον τρόπο ο Grosseteste αποσυνδέει την θεία οικονομία από την σωτηριολογία και την συνδέει με μια νεοπλατωνική κοσμική ολοκλήρωση. Η caritas τίθεται ως η συνοχή των στοιχείων της δημιουργίας. Ο Wyclif παραλαμβάνει την caritas από το «De Decem Mandatis» του Grosseteste και υποστηρίζει στο δικό του «De Mandatis Divinis» (1376) ότι η εντολή της αγάπης που δίνεται στο Δευτερονόμιο 6.5-9 απηχεί στο Ματθ. 22.37-40 και πρέπει να είναι το θεμέλιο της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Το ζήτημα, όμως για τον Wyclif είναι ότι ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίσει αυτόν που έχει δημιουργηθεί ν’ αγαπά. Πως έρχεται αυτή η γνώση στον άνθρωπο; Ο Wyclif πιστεύει με τρεις τρόπους. Οι άγιοι αποκτούν διαισθητική αντίληψη στον παράδεισο, οι φιλόσοφοι αποκτούν παρεκβατική αντίληψη με την φιλοσοφική λογική (κεντρικό σημείο της έριδας του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά με τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό), και οι απλοί πιστοί μέσω της πίστης . Και εδώ ακριβώς βρίσκεται ο γνωστικισμός του Wyclif, στο ότι θέτοντας την γνώση ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αγάπη του Θεού, την καθιστά αναγκαίο παράγοντα σωτηρίας :
«Εφόσον τίποτα δεν μπορεί ν’ αγαπηθεί πριν γίνει γνωστό, είναι ξεκάθαρο ότι ο αληθινός τρόπος της γνώσης του Θεού οδηγεί την λογική στην αγάπη Του, και παρόλο που από τα όντα αποκτιέται φιλοσοφικά αποδεδειγμένη γνώση του Θεού… ο τρόπος είναι περισσότερο συνοπτικός και σίγουρος, όταν ακολουθώντας τους υποδειγματικούς λόγους ή τους λόγους των όντων, ανέρχεται στον Θεό[6].»
Εδώ αντιτίθεται στον εμπειρισμό της εποχής του που οδηγούσε στην απόκτηση της γνώσης των όντων για χάρη της ίδιας της γνώσης, και θέτει αυτήν ως βάση για την κατανόηση και την αγάπη του Θεού, κάτι που οδηγεί αναγκαστικά σε μια θεοσοφική επιστήμη. Εδώ βρίσκουμε το σημείο επαφής του γνωστικισμού με τον ερμητισμό που αργότερα θα γεννήσει την θεοσοφική επιστημολογία της Νέας Εποχής . Η ανάβαση του νου από τους λόγους των όντων στις θεϊκές ιδέες, κατευθείαν μέσα στον θεϊκό νου για την απόκτηση της γνώσης αυτού, είναι ο τρόπος του φιλοσόφου. Τι γίνεται, όμως, με τους απλούς πιστούς. Ο Wyclif στο «De Amore sive ad Quinque questions» εφιστά την προσοχή στην αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός καθολικού αρχέτυπου, απευθείας συνδεδεμένου με τον νου, του οποίου το επιμέρους επί της γης να βοηθά τον απλό πιστό στην απόκτηση της γνώσης και της αγάπης του Θεού. Την ανάγκη αυτή ήρθε να καλύψει η Βίβλος, ως ενσαρκωμένη αλήθεια, ως ένσαρκος Λόγος. Συνεπώς ο πιστός πρέπει συνεχώς να εντρυφά στη ευαγγελική ιστορία και μέσω αυτής να αποκτά την γνώση και την αγάπη του Θεού με αποτέλεσμα την σωτηρία[7]. Η ιστορία της ζωής του Χριστού, το κεντρικό θέμα της Αγίας Γραφής για τους μεσαιωνικούς ερμηνευτές, είναι το ίδιο σημαντική με την διδασκαλία του, είναι ο νόμος του Θεού δοσμένος παραδειγματικά. Η άποψη αυτή υιοθετήθηκε αυτούσια από τους Προτεστάντες, με αποτέλεσμα την συγγραφή πολλών βιβλίων με θέμα την ευαγγελική ιστορία, την ζωή του Χριστού[8].
8.9.3 Η οντολογία της ενσάρκωσης του Λόγου στη Βίβλο
Μετά την εξέταση της ενσάρκωσης του Λόγου στη Βίβλο από πλευράς λογικής και μεταφυσικής, ο Wyclif πέρασε στην εξέταση από την πλευρά της οντολογίας. Μια τέτοια εξέταση, όμως, δεν είναι ανεξάρτητη από τις προϋπάρχουσες απόψεις των παπικών για την ένωση της θείας και της ανθρώπινης φύσης στο Χριστό. Εξάλλου, όπως είδαμε παραπάνω, ο Wyclif έλαβε υπόψη του τις προϋπάρχουσες θεωρίες, όταν εξέτασε και τις άλλες πλευρές του ζητήματος. Η εξέταση από πλευράς οντολογίας αφορά την απάντηση κάποιων σημαντικών ερωτημάτων. Ο Wyclif θεωρεί ότι ο Χριστός, το ζων Βιβλίο της Ζωής, και η Βίβλος είναι ταυτόσημοι. Ο σαρκωθείς Λόγος περιέχεται σε ολόκληρη τη Γραφή. Πώς μπορεί η Γραφή να είναι ο ίδιος ο Χριστός και ταυτόχρονα να έχει τον Χριστό ως κεντρικό ήρωα; Πώς μπορεί να ειπώθηκε από τον ίδιο τον Χριστό, ή για να το τοποθετήσουμε ορθότερα, πώς μπορεί ο Χριστός να βγήκε από το στόμα του Χριστού; Για ν’ απαντηθούν αυτά και παρόμοια ερωτήματα ήταν σημαντικό να καθοριστεί, τι είναι Χριστός;
Η μεταφυσική και η οντολογία της ενσάρκωσης αποτέλεσε αντικείμενο του στοχασμού των μεσαιωνικών φιλοσόφων. Αυτοί ήταν πρώτα από όλα θεολόγοι και μέσα από απαντήσεις σε θεολογικά ερωτήματα, προσπαθούσαν να διαμορφώσουν τις φιλοσοφικές τους απόψεις. Το τρίτο βιβλίο των Προτάσεων του Πέτρου Λομβαρδού είναι αφιερωμένο στην ενσάρκωση του Λόγου. Για την εξήγηση της ένωσης θείας και ανθρώπινης φύσης στο Χριστό έχουν προταθεί δύο ομάδες μοντέλων από τους μεσαιωνικούς παπικούς θεολόγους. Στην πρώτη ομάδα η θεότητα και η ανθρωπότητα θεωρούνται ως μέρη του όλου. Η άποψη αυτή υποστηρίχθηκε από τους Πέτρο Αβελάρδο και Θωμά Ακινάτη. Ο Πέτρος Λομβαρδός στο «Προτάσεις», ΙΙΙ.6 δίνει τρεις επεξηγηματικές εκδοχές. Στην πρώτη, ο Λόγος ενδύθηκε την ανθρώπινη φύση ως ένδυμα. Αυτή είναι η θεωρία habitus που προτάθηκε από τον Άγιο Αυγουστίνο. Στην δεύτερη, ο Λόγος ανέλαβε έναν άνθρωπο ψυχή τε και σώματι, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε έγιναν ταυτόσημοι. Αυτή είναι η θεωρία assumptus homo, που υποστηρίχθηκε από τον Ούγο του Αγ. Βίκτωρα και τον Άνσελμο Καντερβουρίας. Στην τρίτη, ο Χριστός ξεκινά ως Θεός και συνθέτει σώμα και ψυχή σε μια συμβιωτική σχέση. Αυτή είναι η προσέγγιση του Γιλβέρτου του Πουατιέ, δοσμένη από τον Πέτρο Λομβαρδό[9]. Η καταδίκη των θεωριών habitus και assumptus homo από τον πάπα Αλέξανδρο ΙΙΙ το 1170 και 1177 αντίστοιχα, έπεισε τον Θωμά Ακινάτη ότι οποιαδήποτε θεωρία βλέπει την ανθρώπινη φύση του Χριστού ως συμβεβηκός είναι αιρετική.
Η δεύτερη ομάδα ερμηνειών ακολούθησε αυτόν ακριβώς το δρόμο. Θεολόγοι, όπως ο Μποναβεντούρα, ο Αιγίδιος της Ρώμης, ο Ερρίκος της Γάνδης και ο Δουνς Σκώτος, υποστήριξαν ότι η ανθρώπινη φύση προέκυψε στον Χριστό, ως συμβεβηκός, όπως οι ιδιότητες της κάθε φύσης. Ο Ockham από την πλευρά του το βλέπει λίγο διαφορετικά. Αρνούμενος την ύπαρξη των καθολικών αρχετύπων, ως μη αναγκαίων, αρνείται την ύπαρξη της ανθρώπινης φύσης ξεχωριστά από τις ατομικές υποστάσεις. Γι’ αυτόν η ανθρώπινη φύση του Χριστού ήταν μια ακόμη ανθρώπινη υπόσταση προστιθέμενη στην θεότητα. Αυτό, όμως οδηγεί σε δισυπόστατο Χριστό (δηλαδή το άτομο Ιησούς προστίθεται στον Λόγο και προκύπτει ο Χριστός), ή σε μία τρίτη υπόσταση, σύνθετη αποτελούμενη από την ανθρώπινη υπόσταση και την θεϊκή υπόσταση. Ο Ockham κατέληξε στον Νεστοριανισμό[10].
Από την πλευρά του Wyclif η προϋπόθεση για την κατανόηση της Χριστολογίας του βρίσκεται στο «De Compositione Hominis», στο αμέσως προηγούμενο του «De Incarnatione» (1372), όπου συζητά το θέμα της ενσάρκωσης. Ο Wyclif στοχάζεται πάνω στο αν η ενσάρκωση προηγείται της δημιουργίας, ένα ερώτημα που απασχόλησε και άλλους θεολόγους. Η συζήτηση αφορά την Πρόταση ΙΙΙ.d.12.c.i του Πέτρου Λομβαρδού. Το ότι η ανθρωπότητα, ως ιδέα, προηγείται της δημιουργίας κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, σημαίνει με πραγματιστικούς όρους, ότι κάθε ανθρώπινη ύπαρξη είναι υποστασιοποίηση ενός καθολικού αρχέτυπου λόγω κοινωνίας. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, ο Αδάμ περιέχει εν εαυτώ κάθε ανθρώπινη ύπαρξη δυνητικά. Η θέση αυτή είναι πολύ σημαντική στην ανάπτυξη της δια μόνης της πίστεως σωτηρίας, ο Wyclif, όμως, δεν κατέληξε ποτέ σε τέτοιο συμπέρασμα. Με την λογική ότι κάθε ύπαρξη υπάρχει στις raciones seminales, όλοι μας προϋπάρχουμε της ύπαρξής μας, ως ιδέες στον θεϊκό νου, που μας γνωρίζει προαιωνίως.
Ο τρόπος που η ανθρωπότητα υποστασιοποιείται σε κάθε άτομο, ερμηνεύθηκε από κάθε μεσαιωνικό πραγματιστή φιλόσοφο αντίστοιχα με τον τρόπο που κάθε πραγματιστική σχολή ερμήνευε την σχέση του καθολικού αρχέτυπου με το επιμέρους. Δεν έχουμε υπεισέλθει σε αυτό το θέμα και δεν σκοπεύουμε να το κάνουμε, αφενός μεν διότι είναι τεράστιο, και αφετέρου, διότι ο Wyclif υποστήριξε ότι ο Λόγος έγινε άνθρωπος διαφορετικά. Ο Λόγος προϋπήρχε του αρχετύπου της ανθρωπότητας, το οποίο δημιούργησε. Στην συνέχεια όμως, ανέλαβε την ανθρώπινη φύση κι έγινε το διευρυμένο όλο και κάθε επιμέρους. Έτσι, ο Wyclif δέχεται ότι ο Χριστός αποτελείται από τρεις ακοινώνητες φύσεις, θεότητα, σώμα, ψυχή[11]. Ο Χριστός, λοιπόν, δεν ανέλαβε κατ’ αυτόν την ίδια την ανθρώπινη φύση, αλλά το καθολικό αρχέτυπο της ανθρωπότητας. Συνεπώς, ο Χριστός ανέλαβε και κάθε άνθρωπο ξεχωριστά και αυτό είναι το χονδροειδέστατο λάθος που κάνουν οι Προτεστάντες και καταλήγουν ότι αρκεί η δια πίστεως αποδοχή της σωτηρίας στο πρόσωπο του Χριστού. Η ορθή άποψη είναι ότι ο Χριστός ανέλαβε μόνο την ανθρώπινη φύση, όχι όμως και κάθε ανθρώπινη υπόσταση. Συνεπώς κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη υπόσταση, κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη ύπαρξη δεν αγιάστηκε με την ενσάρκωση του Χριστού, γι’ αυτό και είναι αναγκαίος ο αγιασμός μέσω της κοινωνίας με το αγιασμένο Σώμα, ήτοι την Εκκλησία. Γι’ αυτό και εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία [12].
Πώς συνδέονται όλα αυτά με την ενσάρκωση του Χριστού στην Βίβλο; Ο Wyclif θεωρεί ότι ο Χριστός εισέρχεται στη δημιουργία μέσω των καθορισμένων αληθειών. Στο «De Veritate Sacrae Scripturae» περιγράφει πέντε διαβαθμίσεις αληθειών, μέσω των οποίων ταυτίζει τον Χριστό με την Γραφή. Στην πρώτη διαβάθμιση βρίσκεται η Βίβλος της Ζωής, όπως αναφέρεται στην Αποκάλυψη, την οποία εκλαμβάνει ως εκπροσώπηση του θεϊκού νου, αποκεκαλυμμένου εν δόξη ως νομοθέτη και κριτή. Στην δεύτερη διαβάθμιση βρίσκονται οι αλήθειες που περιέχονται στην Βίβλο της Ζωής. Αυτές διακρίνονται από τον Χριστό, όχι ως προς την ουσία, αλλά ως προς το είδος. Αφού είναι διακριτές ως προς το είδος μπορούν να θεωρηθούν έξω από την ύπαρξη του Λόγου. Με αυτόν τον τρόπο απαντά στις εισαγωγικές ερωτήσεις. Στην τρίτη διαβάθμιση βρίσκονται οι αλήθειες που βρίσκονται μέσα στην δημιουργία και βάσει των αντιλήψεων εκείνης της εποχής είναι υποστασιοποιήσεις αμετάβλητων και αιώνιων ιδεών. Στην τέταρτη διαβάθμιση βρίσκονται οι αλήθειες που μπορούμε να κατανοήσουμε μέσω της παρατήρησης του κόσμου και ν’ αποκτήσουμε γνώση. Αυτές οι αλήθειες εξετάζονται από την επιστήμη και οδηγούν στην κατανόηση των καθολικών αρχετύπων. Στην πέμπτη διαβάθμιση βρίσκεται η αλήθεια του Χριστού στην Αγία Γραφή, σε κάθε αντίτυπό της ξεχωριστά[13].
8.9.4 Απόλυτος προορισμός
Ο ντετερμινιστικός χαρακτήρας της σκέψης του Wyclif εκδηλώνεται σε μια φράση που εμφανίζεται αρκετές φορές στα έργα του: «ο,τιδήποτε συμβαίνει, συμβαίνει κατ’ ανάγκην[14]». O ντετερμινισμός αυτός είναι αναπόφευκτος, εφόσον ο Wyclif συνδέει τις αιώνιες θεϊκές ιδέες, τα αρχέτυπα και τα επιμέρους, με το Βιβλίο της Ζωής, την Αγία Γραφή και τις αλήθειες στη δημιουργία, όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Εφόσον όλες οι αλήθειες συνδέονται με την Γραφή και η Γραφή με το Βιβλίο της Ζωής, τότε αυτό που ο Θεός προγνωρίζει, θα γίνει αναγκαστικά, με άμεσο αντίκτυπο στην σωτηρία του ανθρώπου.
Όταν ο απόστολος Παύλος γράφει (Α’ Κορ. 12.27) «Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους.» , λέει ο Wyclif, ο Θεός γνωρίζει σε ποιους αναφέρεται το «Υμείς» και σε ποιους όχι. Έτσι ορίζει την Εκκλησία ως τους εκλεκτούς εκείνους που είναι αιωνίως προεγνωσμένοι να δεχθούν την σωτηρία και κανείς άλλος[15]. Η άποψη ότι η Εκκλησία είναι η σύναξη των εκλεκτών προς σωτηρία, έχει την ρίζα της στη φιλοσοφική αναγκαιότητα:
«Αν ο Θεός γνωρίζει τον Πέτρο, είναι ορθό ότι ο Πέτρος είναι γνωστός στον Θεό. Εφόσον, αυτή η αλήθεια δεν μπορεί να εξαρτάται από την ύπαρξη του Πέτρου, συμπεραίνεται ότι είναι αιώνια… και αυτή η αλήθεια είναι η αιτία ή η Ιδέα του Πέτρου, που ονομάζεται η αντιληπτή ύπαρξή του[16].»
Αν αυτό είναι αλήθεια για ένα άτομο και για ένα είδος, τότε πρέπει να είναι αλήθεια και για μια σύναξη (σύνολο), όπως η Εκκλησία προαιωνία γνωστή στον Θεό. Αν όμως ο,τιδήποτε συμβαίνει, συμβαίνει από αναγκαιότητα, αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις στο θέμα της βούλησης, της ανθρώπινης αμαρτίας και στο βαθμό συνεργίας του Θεού σ’ αυτήν. Ο κίνδυνος για την υιοθέτηση μανιχαϊκών αντιλήψεων είναι ορατός. Οι μεσαιωνικοί παπικοί θεολόγοι δεν έμειναν αμέτοχοι στη συζήτηση. Το ερώτημα που τίθεται είναι, εφόσον οι προφήτες προείπαν τον ερχομό του Χριστού και τον θάνατό του, μήπως τα γεγονότα αυτά συνέβησαν λόγω αναγκαιότητας, έχοντας ως αιτία κάτι που συνέβη εν χρόνω, δηλαδή την ανθρώπινη αμαρτία; Ο Άνσελμος Καντερβουρίας εξηγεί:
«Υπάρχει αναγκαιότητα που προηγείται, όντας η αιτία για την ύπαρξη της πραγματικότητας, και υπάρχει αναγκαιότητα που έπεται, έχοντας ως αιτία μια πραγματικότητα[17].»
Υποστηρίζει ότι ο Θεός γνωρίζει την ανθρώπινη αμαρτία ως κατά συνέπεια αναγκαιότητα, επόμενη αυτού που είναι αληθινό, και όχι ως πρότερη και εξαναγκαστική (προηγούμενη αναγκαιότητα).
Ο Πέτρος Λομβαρδός προχώρησε σε διάκριση ειδών κατά συνέπεια αναγκαιότητας. Αν είναι αναγκαστικά αλήθεια ότι «αν ο Θεός γνωρίζει ότι ο άνθρωπος θα αμαρτήσει, τότε ο άνθρωπος θα αμαρτήσει», τότε ακολουθεί ότι «αν ο Θεός γνωρίζει ότι ο άνθρωπος θα αμαρτήσει, τότε η ανθρώπινη αμαρτία είναι αναγκαία(?!)» ως αλήθεια. Ο Θωμάς Ακινάτης ονόμασε το πρώτο είδος αναγκαιότητα κατά συνέπεια (necessitas cosequentiae) και το δεύτερο είδος αναγκαιότητα κατά συνθήκη (necessitas consequentis). Στο πρώτο είδος η ανθρώπινη ελευθερία παραμένει ακέραια, εφόσον η ανθρώπινη αμαρτία δεν προκύπτει από την γνώση του Θεού. Στο δεύτερο είδος η ανθρώπινη ελευθερία συμβιβάζεται, επειδή το επόμενο ακολουθεί αναγκαστικά το προηγούμενο. Όπως προτείνει, δεν πρέπει να λέγεται ότι η βούληση του Θεού έχει άμεση σχέση με την ανθρώπινη αμαρτία, αλλά ότι προκύπτει ανάγκη εξ υποθέσεως[18].
8.9.5 Η αναγκαιότητα κατά Wyclif
Ο Wyclif παρουσιάζει την θεωρία του για την αναγκαιότητα σε τέσσερα σημεία των έργων του: «Logice continuacio I.11», «De Logica III.10», «De Actibus Anime I και De Universalibus 14». Επειδή δεν είναι συνεπής στην ορολογία του όσον αφορά τα είδη αναγκαιότητας, είναι εύκολο να προκύψει σύγχυση. Στο «De Logica» κάνει διάκριση μεταξύ αυτών που α) δεν μπορούν να υπάρξουν παρά μόνο εξ ιδίας, ‘πρωτεύουσα per se αναγκαιότητα’ (π.χ. η ύπαρξη του Θεού) β) σε αυτά που δεν μπορούν να υπάρξουν παρά μόνο εξαιτίας κάποιου εκτός των ίδιων, ‘δευτερεύουσα per se αναγκαιότητα’, και γ) σε αυτά που υπάρχουν αναγκαστικά, αλλά θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, ‘συμβαίνουσα αναγκαιότητα’.
Στο «De Actibus Anime» ονομάζει την αναγκαιότητα της ύπαρξης του Θεού ‘απλή, απόλυτη αναγκαιότητα’ (Α.1) και δείχνει πρόθυμος να συμπεριλάβει και την ύπαρξη του κόσμο, ενώ βάση του προηγούμενου διαχωρισμού θα έπρεπε ν’ ανήκει στη δευτερεύουσα αναγκαιότητα. Σ’ αυτήν όμως την περίπτωση την ονομάζει ‘δημιουργημένη απόλυτη αναγκαιότητα’.
Στο «De Universalibus» διαχωρίζει την αναγκαιότητα εξ υποθέσεως σε α) μη-βουλητική φυσική αναγκαιότητα, β) σε βουλητική φυσική αναγκαιότητα γ) σε παραγοντική φυσική αναγκαιότητα και δ) ελεύθερη αναγκαιότητα. Η ‘φυσική αναγκαιότητα’ προκύπτει από το «De Logica III.10» όπου μιλώντας για την προηγούμενη αναγκαιότητα διακρίνει α) σε αναγκαιότητα της βούλησης, β) σε αναγκαιότητα της φύσης (όπως για παράδειγμα μια φωτιά που καίει αναγκαστικά ο,τιδήποτε εύφλεκτο), γ) σε αναγκαιότητα του εξαναγκασμού (όταν για παράδειγμα μια δράση προκαλεί αντίδραση ακυρώνοντας την ελευθερία) και δ) σε ελεύθερη αναγκαιότητα, ως προηγούμενη εξ υποθέσεως αναγκαιότητα που στερείται αιτίου.
O Wyclif οραματίζεται την θεωρία της αναγκαιότητας ως ένα σύμπλεγμα πολλών πιθανών αναγκαίων αληθειών, όπου η μια εξαρτάται ή σχετίζεται με την άλλη. Μέσα σ’ αυτό το σύμπλεγμα κάθε υπόθεση θα πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με το αποτέλεσμα που παράγει. Μ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, καθιερώνει τον υποκειμενισμό. Οι τιμές αληθείας των παραγόμενων εκ της εξ υποθέσεως αναγκαιότητας προτάσεων εξαρτώνται από αυτόν που τις εκτιμά . Και πράγματι ο Wyclif στοχάζονταν σε όλη του την ζωή κατ’ αυτόν τον τρόπο. Όλες οι θεωρίες του προέκυψαν έχοντας ως γνώμονα αυτό που ο ίδιος επιδίωκε, ως άνθρωπος του Ιωάννη της Γάνδης. Ο Wyclif δεν στοχάστηκε μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο. Έζησε όλη του την ζωή κατ’ αυτόν τον τρόπο. Από την άλλη, η οπτική του συμπλέγματος είναι ο μόνος λόγος που επέτρεψε στον Wyclif να διατηρήσει την ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης, μέσα σε έναν κυκεώνα αναγκαίων αληθειών. Αν η οπτική του ήταν γραμμική τότε θα έπρεπε να αρνηθεί την ελευθερία αυτή και να καταλήξει σε δούλη θέληση, όπως οι Προτεστάντες[19].
Αντικειμενικά, ο απόλυτος προορισμός και η ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης δεν μπορούν να ταιριάξουν με κανένα τρόπο, όπως πολύ καλά είχε κατανοήσει ο Λούθηρος . Από την πλευρά του ο Wyclif, παραδομένος στον απόλυτο υποκειμενισμό, το προσπαθεί διαμορφώνοντας έναν άλλο Χριστό και έναν άλλο Θεό. «Στο De Dominio Divino» I.14-18 δέχεται μια άποψη, την οποία αποδίδει στον Fitzralph. Σύμφωνα μ’ αυτήν την άποψη, η γνώση του Χριστού για το μέλλον ήταν ατελής στο χρονικό διάστημα που αυτός βρίσκονταν στην γη. Συνεπώς οι προβλέψεις του για το μέλλον μπορεί να είναι ατελείς. Για παράδειγμα, όταν προλέγει ότι ο Πέτρος θα τον προδώσει, η ατέλεια της γνώσης αυτής επιτρέπει στον Πέτρο να μην τον προδώσει. Αν η γνώση ήταν τέλεια, τότε ο Πέτρος θα τον πρόδιδε αναγκαστικά και θα καταργούνταν η ανθρώπινη ελευθερία και συνεκδοχικά η ανθρώπινη βούληση θα ήταν δούλη. Η ατέλεια αυτή επιτρέπει στην ανθρώπινη βούληση να είναι ελεύθερη. Πρόκειται για τρομερή σοφιστεία (φιλοσοφικά) και βλασφημία (θεολογικά). Χρησιμοποιεί αυτήν την θέση για να καθορίσει την σχέση της πρόγνωσης και βούλησης του Θεού με την ανθρώπινη ενέργεια, στο «De Volucione Dei» (Summa de Ente II.1-3). Αυτό που προτείνει είναι ότι οι ανθρώπινες πράξεις έχουν επίδραση ως αιτίες πάνω στην γνώση του Θεού και στις θεϊκές ιδέες. Αισθάνεται μάλιστα πολύ περήφανος γι’ αυτή του την εξήγηση:
«Είμαι σίγουρος ότι κανείς δεν μπορεί ν’ ανακαλύψει τη λύση στο επιχείρημα για την αναγκαιότητα των μελλόντων, ακόμα και αν μελετούσε με επιμέλεια μια ζωή μακρά σαν του Μαθουσάλα[20].»
Προκύπτει, όμως, άλλο ερώτημα˙ αν η κτιστή ανθρώπινη δράση έχει αιτιατό αποτέλεσμα στην γνώση του Θεού, μήπως έχει τέτοιου είδους αποτέλεσμα και στην θέλησή Του; Στο παράδειγμα της άρνησης του Πέτρου, ο Θεός προγνωρίζει την άρνηση. Σε ποιο βαθμό, όμως βούλεται κάτι τέτοιο; Η απάντηση του Wyclif είναι, ότι η βούληση του Θεού είναι αποτέλεσμα της άρνησης του Πέτρου κατά τον ίδιο τρόπο που είναι και η γνώση. Το ότι ο Θεός βούλεται σε σχέση με την άρνηση του Πέτρου είναι απόλυτη αναγκαιότητα. Το ότι ο Θεός βούλεται την άρνηση του Πέτρου είναι εξ υποθέσεως αναγκαιότητα˙ θα μπορούσε να είναι διαφορετικά αν ο Πέτρος δεν είχε αρνηθεί τον Χριστό. Το πλάσμα οφείλει την ύπαρξή του στην θεϊκή ιδέα, η οποία υπάρχει προαιωνίως. Ο Θεός έχει την θεϊκή αυτή ιδέα εξαιτίας της εν χρόνω ύπαρξης, η οποία γίνεται αντιληπτή καθώς το πλάσμα ζει τη δεδομένη χρονική στιγμή[21]. Αυτό που λέει εδώ ο Wyclif, συνειδητά ή ασυνείδητα, είναι ότι σε τελική ανάλυση ο Θεός ολοκληρώνεται με την δημιουργία εν χρόνω, καθώς από αυτήν εξαρτάται η πληρότητα των θεϊκών ιδεών στον θείο νου . Προσπαθώντας δηλαδή να ξεφύγει από την μοιρολατρία, καθιστά τον άνθρωπο αναγκαιότητα του Θεού.
Συναινεί ο Θεός στην αμαρτία; Εφόσον τους αμαρτωλούς τους αναμένει η τιμωρία, τότε η τιμωρία αυτή είναι άδικη ή ο Θεός έφτιαξε μερικούς ανθρώπους γνωρίζοντας και θέλοντας να καταδικαστούν. Για να το λύσει αυτό ο Wyclif προτείνει ότι παρά το ότι αιτία κάθε δράσης είναι ο Θεός, δεν προκαλεί την αμαρτία στον άνθρωπο, διότι αυτή βρίσκεται στην υποκειμενική αποδοχή εκ μέρους του ανθρώπου και όχι στην φύση της δράσης[22]. Ωστόσο στο «De Volucione Dei» δέχεται ότι ο Θεός βούλεται την αμαρτία, αλλά όχι την διάπραξή της από τους ανθρώπους. Αυτό όμως σημαίνει με την σειρά του ότι ο Θεός δεν βούλεται την σωτηρία όλης της ανθρωπότητας, κάτι που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α’ Τιμ. 2.4). Εδώ ο Wyclif σηκώνει ψηλά τα χέρια:
«Μου φαίνεται προτιμότερο να σιωπώ γι’ αυτά στους αμόρφωτους και κοινούς ανθρώπους, κυρίως επειδή δεν είναι διατεθειμένοι ν’ αντιμετωπίσουν την Γραφή με λεπτότητα και εξαιτίας της αίσθησης ότι μπορεί να πέσουν σε αίρεση κάνοντας την υπόθεση ότι ο Θεός διατάζει πράγματα με τρόπο ένοχο και αδικαιολόγητο[23].»
Δηλαδή, λέει ότι δεν είναι λάθος η σκέψη του, που εμφανίζει τον Θεό ένοχο και αδικαιολόγητο, αλλά η σκέψη των αμόρφωτων και κοινών ανθρώπων, που καταλαβαίνουν από αυτά που λέει ότι ο Θεός είναι ένοχος και αδικαιολόγητος. Αφού τα έκανε μαντάρα προτείνει την ρήση του αποστόλου Παύλου «μενοῦν γε, ὦ ἄνθρωπε, σὺ τίς εἶ ὁ ἀνταποκρινόμενος τῷ Θεῷ; μὴ ἐρεῖ τὸ πλάσμα τῷ πλάσαντι, τί με ἐποίησας οὕτως; ἢ οὐκ ἔχει ἐξουσίαν ὁ κεραμεὺς τοῦ πηλοῦ, ἐκ τοῦ αὐτοῦ φυράματος ποιῆσαι ὃ μὲν εἰς τιμὴν σκεῦος, ὃ δὲ εἰς ἀτιμίαν;» (Ρωμ. 9.20-21).
Με αυτό τον τρόπο ο Wyclif εισάγει διπλό προορισμένο. Όχι μόνο ο Θεός δημιούργησε ανθρώπους που είναι προορισμένοι να σωθούν, αλλά και ανθρώπους που είναι προορισμένοι να καταδικαστούν. Ακόμη περισσότερο η ελεύθερη βούληση εφαρμοσμένη στον απόλυτο προορισμό, παράγει δύο είδη καταδικασμένων˙ αυτών που καταδικάστηκαν επειδή δεν ήθελαν να σωθούν και αυτών που καταδικάστηκαν αν και ήθελαν να σωθούν. Έπειτα η επίδραση των ανθρώπινων πράξεων πάνω στη βούληση του Θεού δημιουργεί ένα κόμη αδιέξοδο˙ αυτοί που καταδικάστηκαν αν και ήθελαν να σωθούν επιδρώντας ανάλογα πάνω στην βούληση του Θεού τον παρουσιάζουν, ως ανίκανο ή αδύναμο να τους σώσει, αν και θέλει. Ο Wyclif δεν μπορεί να λύσει αυτά τα ζητήματα, παρά μόνο σοφιστικά. Εφόσον οι ένχρονες κτιστές πράξεις έχουν αντίκτυπο στην γνώση και την βούληση του Θεού, ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος διότι με τις πράξεις του μεταβάλει την σχετική γνώση και βούληση του Θεού. Δέχεται, λοιπόν, μια προηγούμενη και τέλεια γνώση και βούληση του Θεού και μια επόμενη και ατελή. Όπως είπαμε και σε προηγούμενο κεφάλαιο εισάγει χρόνο στην πρόγνωση του Θεού για να καταλήξει στον απόλυτο προορισμό.
Ο Θεός του Wyclif είναι ατελής και μεταβλητός. Όταν εξετάζαμε την αίρεση των Καθαρών είδαμε ότι στο βιβλίο τους εξετάζονταν ακριβώς τα ίδια θέματα. Οι Καθαροί έλυναν τα ίδια προβλήματα αποδεχόμενοι την ύπαρξη δύο αρχών, μία του καλού και μία του κακού. O Wyclif αποδέχεται δύο θελήματα στον Θεό.
8.9.6 Η Εκκλησία ως το άγνωστο σώμα των Εκλεκτών
Αποδεχόμενος τον απόλυτο προορισμό ο Wyclif ισχυρίζεται ότι η Εκκλησία είναι το σώμα των εκλεκτών, των προορισμένων να σωθούν. Αυτοί είναι γνωστοί μόνο στον Θεό. Εφόσον σε μας είναι άγνωστοι η Εκκλησία καθίσταται αόρατη. Αρνείται την Εκκλησία ως το Σώμα του Χριστού στον κόσμο και στον χρόνο. Δεν υπάρχει ιστορική Εκκλησία γι’ αυτόν. Ακολουθεί λοιπόν παλαιότερες αιρέσεις, όπως οι Καθαροί και οι Βάλδιοι[24]. Παρά τα νέα δεδομένα, δέχεται τριπλό διαχωρισμό σε εκκλησία στρατευόμενη, εκκλησία αδρανή (οι κεκοιμημένοι) και θριαμβεύουσα εκκλησία (μετά την κρίση). Ξεκινώντας το «De Ecclesia» ισχυρίζεται ότι η στρατευόμενη εκκλησία δεν περιλαμβάνει του καταδικασμένους. Την εξήγηση την δίνει πολύ παρακάτω. Τα αληθινά μέλη της εκκλησίας συνδέονται μεταξύ τους αιώνια με την χάρη του προορισμού που τους επιτρέπει να παραμένουν στην κατάσταση των εκλεκτών μέχρι τέλους[25]. Η στάση του Wyclif απέναντι στην ιστορική εκκλησία, που γι’ αυτόν είναι ο παπισμός, προκύπτει από το γεγονός ότι το σώμα των εκλεκτών είναι άγνωστο:
«Είναι ξεκάθαρο το ότι οι προσευχές των προορισμένων να σωθούν είναι απείρως καλύτερες από τις προσευχές των προορισμένων να καταδικαστούν, εφόσον ο Θεός, που δεν είναι δυνατόν να σφάλει στην κρίση Του, δέχεται τις πρώτες ως απείρως καλύτερες από τις δεύτερες. Αυτός πιστεύουμε είναι ο λόγος για τον οποίο ο Θεός βούλεται οι Εκλεκτοί και οι καταδικασμένοι να είναι άγνωστοι σε μας σε αυτή την ζωή, ώστε ν’ αποφύγουμε την επιθυμία ν’ αγοράζουμε την προσευχή του ιερέως[26].»
Το άγνωστο της εκκλησίας των Εκλεκτών υποσκάπτει όλη τη δομή της στρατευόμενης εκκλησίας. Αν μόνο στον Θεό είναι γνωστοί οι Εκλεκτοί και μόνο αυτοί επιλέχθηκαν από τον Θεό, ως μέλη της εκκλησίας, τότε δεν υπάρχει λόγος αποδοχής κάποιας ορατής ιεραρχίας, δεν υπάρχει λόγος αποδοχής ιερατικής αρμοδιότητας και εξουσίας, και σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει ανάγκη ύπαρξης ιερέων και μυστηρίων, διότι έτσι κι αλλιώς, όσοι είναι να σωθούν θα σωθούν και όσοι είναι να καταδικαστούν, θα καταδικαστούν, όπως είναι προορισμένο. Τίποτα δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό, ούτε ο ίδιος ο Θεός, όπως είδαμε παραπάνω. Η παραδοσιακή δομή της εκκλησίας δεν έχει λόγο ύπαρξης[27] (raison d’ êntre).
Ακυρώνοντας την ορατή εκκλησία στο όνομα της αόρατης το μόνο που μένει είναι με μεταφυσικούς όρους το καθολικό αρχέτυπο αυτής. Έτσι το σώμα των Εκλεκτών μένει ανεξάρτητο από τον χώρο και τον χρόνο, και η εκκλησία, όπως νοείται από τον Wyclif, προηγείται και αυτής της Ενσάρκωσης του Χριστού. Η μόνη αναγνωρισμένη αρμοδιότητα στην εκκλησία αυτή είναι ο ίδιος ο Χριστός, όχι η ιεραρχία. Η μόνη αναγνωρισμένη πηγή διδασκαλίας και δόγματος είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος είναι σαρκωμένος στην Βίβλο. Συνεπώς μόνη πηγή διδασκαλίας και δόγματος είναι η Βίβλος (sola Scriptura) και όλα τα άλλα, Ιερά Παράδοση και πάπας (ως πηγή διδασκαλίας για τους παπικούς) ακυρώνονται[28].
Κάθε ένας από τους Εκλεκτούς είναι ipso facto ιερέας και όχι λαϊκός, διορισμένος από τον Θεό[29]. Αυτό που αρνείται δεν είναι η ιερωσύνη, αλλά η ιερατική τάξη. Δεν είναι ανάγκη να είναι κάποιος κληρικός για να είναι ιερέας και αντίστροφα, το να είναι κάποιος κληρικός δεν παρέχει εγγύηση αποδοχής από τον Θεό. Αν ο Θεός δεν παρέχει αυτή την εγγύηση, τότε ποιος διορίζει τους κληρικούς; Όπως οι εξτρεμιστές Φραγκισκανοί και οι Ιωακειμίτες (Οπαδοί του Ιωακείμ του Fiore) καταλήφθηκε από την ιδέα της παρουσίας του Αντιχρίστου. Στα έργα του «De blasphemia» και «Opus Evangelicum», όπως και σε πολλές ομιλίες του, δείχνει πεπεισμένος ότι η παραδοσιακή εκκλησία έχει καταληφθεί από τις δυνάμεις του Αντιχρίστου, καθώς αποδέχεται ότι ζει σε αποκαλυπτικούς χρόνους[30].
Κρίνοντας την παραδοσιακή εκκλησία με βάση την δική του κατανόηση περί της Αγίας Γραφής, την βρήκε αντιβιβλική. Ακόμη περισσότερο κρίνοντας τις αξιώσεις του πάπα, ότι αυτός είναι ο μόνος εκπρόσωπος του Χριστού στη γη και κεφαλή της εκκλησίας, ότι τα διατάγματά του σε θέματα πίστεως ήταν ισόκυρα με το Ευαγγέλιο, ότι οι διαταγές του έπρεπε ν’ ακολουθούνται πέρα από το Ευαγγέλιο, κατέληξε ότι αυτός ήταν ο Αντίχριστος. Και όχι μόνο. Κάθε αρμοδιότητα που δεν προέρχονταν από το Ευαγγέλιο προέρχονταν από τον Αντίχριστο. Σε αυτό περιέλαβε εκτός του πάπα, τα δυτικά μοναχικά τάγματα και τον κλήρο, εφόσον παρουσίαζαν κοσμικές αξιώσεις[31]. Το αντίδοτο για τον Wyclif ήταν η αποκήρυξη κάθε κοσμικής αξίωσης[32].
Επίλογος
Οι απόψεις του WYclif έγιναν ευρύτερα γνωστές στην Αγγλία με την αίρεση των Λολλάρδων και εφαρμόστηκαν από τους Τυδώρ . Ο γάμος του Ριχάρδου Β’ της Αγγλίας (1377-1399) και της Άννας της Βοημίας, κόρης του Γερμανού αυτοκράτορα Καρόλου Δ’ (1355-1378), άνοιξε τις πύλες της Οξφόρδης στους ακαδημαϊκούς της Βοημίας, οι οποίοι ανακάλυψαν ότι οι ιδέες του μπορούσαν και εκνεύριζαν τους Γερμανούς συναδέλφους τους, οπαδούς του Ockham. Από την Βοημία οι ιδέες του πέρασαν στην Πράγα και τράβηξαν την προσοχή δύο Τσέχων ακαδημαϊκών, του Ιωάννη Ούσου (Jan Hus) και του Ιερώνυμου της Πράγας . Η ιστορία αυτή θα αποτελέσει τον αντικείμενο των επόμενων κεφαλαίων.
* * * * * *
[1] http://plato.stanford.edu/entries/holkot/
[2] De Veritate Sacrae Scriptura I.5, ed. & trans. Ian Christopher Levy, On the Truth of the Holy Scripture, Medieval Institute Publications, Western Michigan University 2001, p. 98.
[3] De Veritate Sacrae Scriptura 54, 65.
[4] De Benedicta Incarnatione V.73, Ian Christopher Levy, John Wyclif: Scriptural Logic, Real Presence and the Parameters of Orthodoxy, Milwaukee 2003, p. 87.
[5] Robert Grosseteste, On the Six Days of Creation, trans. C. F. J. Martin,in Auctores Britannici Medii Aevi VI(2), ed. Richard C. Dales and Edward B. King (Oxford, 1996), 282.
[6] De Mandatis Divinis II.96.22-27.
[7] De Amore, in Minora Opera, ed. J. Loserth (1913), 9.19-27.
[8] Βλ. σχετ. το κεφάλαιο Η φυσική θεολογία και η ιστορία των βιογραφιών του Χριστού, στο Ν. Ματσούκα, Οικουμενική Κίνηση, Θεσ/νίκη 2003, σ. 137 κ.ε.
[9] Richard Cross, The Metaphysics of the Incarnation: Thomas Aquinas to Duns Scotus, Oxford 2002, pp.1-26. Επίσης Philip Rosemann, Peter Lombard, Oxford 2004, 118-143.
[10] Marilyn McCord Adams, Relations, Inherence and Subsistence; Was Ockham a Nestorian in Christology? in Nous 16 (1982), pp. 62-75.
[11] De Incarnatione I.3.6-11.
[12] Για την ορθόδοξη άποψη και αναίρεση των αιρετικών δοξασιών ο αναγνώστης μπορεί να απευθυνθεί στα δογματικά του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, όπως το Περί των εν Χριστώ δύο θελημάτων και ενεργειών, όπου εξηγούνται εισαγωγικά οι χρησιμοποιούμενοι φιλοσοφικοί όροι, και το Περί συνθέτου φύσεως, κατά Ακεφάλων.
[13] De Veritate Sacrae Scriptura Ι.6. Στο Trilogus ανασκεύασε τις διαβαθμίσεις σε τρεις, Trialogus III.31.
[14] De Volucione Dei 117.20-21. O W. Tompson παραθέτει πολλές παραπομπές στο The Latin Writings of John Wyclif, Toronto 1983, p. 100 n.8.
[15] De Ecclesia I.2.25.
[16] De Ideis III.
[17] Cur Deus Homo II.17.
[18] Summa Contra Gentiles I.67 & Summa Theologica Ia,q.19, a.3.
[19] Το όλο θέμα είναι πολύ πιο περίπλοκο. Έγινε προσπάθεια ν’ απλοποιηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο χάριν διευκόλυνσης στη κατανόηση. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί ν’ ανατρέξει στο σχετικό κεφάλαιο 6 του Stephen Lahey, John Wyclif, pp. 179-182.
[20] De Dominio Divino I.14.130.
[21] De Dominio Divino I.18.65.
[22] De Dominio Divino I.16.121.
[23] De Voluncione Dei II.131.18-24.
[24] Gordon Leff, Heresy in the Later Middle Ages, Manchester 1967, p. 516 κ.ε.
[25] De Ecclesia 107 & 111. Gordon Leff, Heresy…, p. 517.
[26] sermones 9, vol. 4 76.3.
[27] Gordon Leff, Heresy…, p. 519.
[28] De Ecclesia 30. De Veritate Sacrae Scripturae I.386.
[29] De Ecclesia 577. De Veritate Sacrae Scripturae II.138.
[30] Gordon Leff, Heresy…, p. 520.
[31] Opus Evangelicum I.97. De Eucharistia 41.
[32] Τα σχετικά χωρία είναι ατέλειωτα. Ενδεικτικά De potestate papae 101-2. Παραπέμπουμε στο Gordon Leff, Heresy…, p. 542, για περισσότερα.
(Πηγή: «John Wyclif Γ’ – Αγία Γραφή – Απόλυτος Προορισμός.», Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Ἐὰν θέλῃς νὰ νικᾷς τοὺς ἐχθρούς σου πιὸ γρήγορα καὶ εὔκολα, εἶναι ἀνάγκη νὰ πολεμᾷς, ἀδελφὲ καὶ γιὰ πάντα καὶ γενναῖα, ἐναντίον ὅλων σου τῶν παθῶν, περισσότερο ὅμως καὶ εἰδικὰ ἐναντίον τῆς φιλαυτίας σου, δηλαδὴ τῆς ὑπερβολικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ σου, συνηθίζοντας νὰ ἔχῃς γιὰ φίλους σου ἀγαπητοὺς τὶς περιφρονήσεις καὶ τὶς θλίψεις, ποὺ μπορεῖ ποτὲ νὰ σοῦ δώσῃ ὁ κόσμος· γιατί, μὲ τὸ νὰ μὴ γνωρίζει κάποιος αὐτὸν τὸν πόλεμο τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ μὲ τὸ νὰ τὸν ὑπολογίζῃ λίγο, συνέβηκε καὶ συμβαίνει πάντα νὰ εἶναι οἱ νίκες δύσκολες, σπάνιες, ἀτελεῖς καὶ ἀνύπαρκτες.
Λοιπόν, αὐτὸς ὁ πόλεμος πρέπει νὰ γίνεται πάντοτε, ἀσταμάτητα, δηλαδὴ συνεχῶς, ὡς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου σου καὶ μὲ γενναία ψυχή, τὴν ὁποία εὔκολα θὰ ἀποκτήσῃς ἐὰν τὴν ζητήσῃς ἀπὸ τὸν Θεό· ἐὰν ὅμως σκεφθῇς τὴν μανιασμένη ὁρμὴ καὶ τὸ παντοτεινὸ μῖσος, ποὺ ἔχουν ἐναντίον σου οἱ ἐχθροὶ δαίμονες καὶ τὸ μεγάλο πλῆθος τῶν παρατάξεων καὶ στρατευμάτων του, σκέψου ὅμως ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ καὶ ὅτι εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἡ δύναμι τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη ποὺ σοῦ ἔχει καὶ ὅτι πολλοὶ περισσότεροι εἶναι οἱ Ἄγγελοι τοῦ οὐρανοῦ καὶ οἱ προσευχὲς τῶν Ἁγίων, ποὺ πολεμοῦν κρυφὰ μὲ τὸ μέρος μας, ὅπως γράφτηκε γιὰ τὸν Ἀμαλήκ· «Μὲ μυστικὸ καὶ ἀόρατο χέρι πολεμᾷ ὁ Κύριος» (Ἔξοδ. 17,16). Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν σκέψι παρακινήθηκαν τόσες γυναῖκες καὶ τόσα ἀνήλικα παιδιὰ καὶ κατέκτησαν καὶ νίκησαν ὅλη τη δύναμι καὶ σοφία τοῦ κόσμου, ὅλες τὶς προσβολὲς τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου καὶ ὅλη τὴ μανία του.
Ὁπότε, δὲν πρέπει νὰ φοβηθῇς ποτέ, ἂν καὶ σοῦ φαίνεται ὅτι ὁ πόλεμος τῶν ἐχθρῶν εἶναι δυνατὸς κατὰ πολύ, ὅτι θὰ παραμείνη γιὰ ὅλη σου τὴν ζωὴ καὶ ἂς σὲ φοβερίζῃ μὲ πτώσεις ἀπὸ διάφορα μέρη. Γιατὶ, κάθε δύναμι καὶ γνῶσι τῶν ἐχθρῶν μας, βρίσκεται στὰ χέρια τοῦ θείου μας Ἀρχιστρατήγου Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ τοῦ ὁποίου τὴν τιμὴ πολεμεῖσαι. Ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ μόνος του σὲ προσκαλεῖ μὲ πίεσι στὸν πόλεμο, εἶναι φανερό, ὅτι ὄχι μόνο δὲν θὰ ἀφήσῃ ποτὲ νὰ ὑπάρξει σὲ βάρους σου κάποια ἐξουσία καὶ νίκη ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς (γιατὶ αὐτὸ τὸ θεωρεῖ ὡς προσβολή του)· ἀλλὰ πολεμώντας αὐτὸς γιὰ σένα, θὰ τοὺς δώσῃ στὰ χέρια σου νικημένους, ὅταν τοῦ φανῆ εὐχάριστο, ὅπως γράφτηκε «Ὁ Κύριος ὁ Θεός σου πηγαινοέρχεται μέσα στὸ στρατόπεδό σου γιὰ νὰ σὲ προστατεύσῃ καὶ γιὰ νὰ συλλάβη τοὺς ἐχθρούς σου καὶ νὰ τοὺς παραδώσῃ στὰ χέρια σου». (Δευτερ. 23,14).
Ἐὰν ὅμως καὶ αὐτὸς ἀργοπορήσῃ μέχρι τὴν τελευταία μέρα τῆς ζωῆς σου, νὰ κάνῃς αὐτὴ τὴν νίκη (1), αὐτὸ θὰ εἶναι γιὰ μεγαλύτερο κέρδος σου· μόνον ἐσύ, αὐτὸ πρέπει νὰ κάνῃς, τὸ νὰ πολεμᾷς μεγαλόψυχα· καὶ ἂν πολλὲς φορὲς μείνης πληγωμένος στὸν πόλεμο, μὴν ἀφήσῃς ποτέ σου τὰ ὅπλα, οὔτε νὰ φύγης· τέλος πάντων, γιὰ νὰ παρακινῆσαι νὰ πολεμᾷς γενναῖα, πρέπει νὰ γνωρίζῃς, ὅτι αὐτὸν τὸν πόλεμο δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ἀποφύγη κανένας ἄνθρωπος, εἴτε στὴ ζωὴ εἴτε στὸ θάνατο· καὶ ὅποιος δὲν πολεμάει γιὰ νὰ νικήσῃ τὰ πάθη καὶ τοὺς ἐχθρούς του, ἀναγκαστικὰ πρέπει νὰ συλληφθῆ ἀπὸ ἐδῶ ἢ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ νὰ πεθάνῃ.
Γι᾿ αὐτό, πρέπει νὰ πολεμᾶμε γενναῖα καὶ πάντα, γιατὶ ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ τέτοιους ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι τόσο πολὺ μᾶς μισοῦν, ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐλπίζουμε ποτὲ ἀπὸ αὐτοὺς οὔτε εἰρήνη, οὔτε διωρία ἢ καμμία ἀνακωχὴ καὶ κατάπαυσι τοῦ πολέμου. Γιατὶ καλὸ ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ μὴν ἀνοίξουμε πόρτα καὶ νὰ βάλουμε τοὺς ἐχθροὺς καὶ τὰ πάθη μέσα στὴν ψυχὴ καὶ καρδιά μας· ἀφοῦ ὅμως τοὺς βάλαμε μία φορά, δὲν μποροῦμε πιὰ νὰ ἀδιαφορήσουμε, ἀλλὰ πρέπει νὰ πολεμᾶμε γιὰ νὰ τοὺς βγάλουμε, ἐπειδὴ αὐτοὶ εἶναι ἀναιδεῖς καὶ ἀδιάντροποι, δὲν βγαίνουν μὲ ἄλλον τρόπο παρὰ μὲ τὸν πόλεμο (2).
1. Καθὼς o Θεὸς δὲν ἐξωλόθρευσε ὅλα τὰ ἔθνη ἀπὸ τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ἀλλὰ ἄφησε σὲ αὐτὴ τὶς πέντε περιφέρειες τῶν ἀλλοφύλων καὶ τοὺς Σιδωνίους καὶ Ἑβραίους, ἕνα μέν, γιὰ νὰ δοκιμάζῃ τοὺς Ἑβραίους, ἂν φυλάττουν τὶς ἐντολές του καὶ σταθερὴ τὴν πίστι τους σὲ αὐτή. Καὶ ἄλλο, γιὰ νὰ τοὺς μαθαίνῃ πάντοτε τὸν πόλεμο, ὅπως γράφτηκε. «Καὶ αὐτὰ τὰ Ἔθνη ἄφησε ὁ Κύριος, ὥστε πειράσαι ἐν αὐτοῖς τὸν Ἰσραήλ.... Γνῶναι εἰσακούσονται τὰς ἐντολὰς Κυρίου. Τοῦ διδάξαι αὐτοῖς πόλεμον» (Κρίτ. γ´ 13, 14). Κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο δὲν ἐξολοθρεύει ὅλα τὰ πάθη ἀπὸ μᾶς, ἀλλὰ ἀφήνει καὶ μερικὰ νὰ μᾶς πολεμοῦν μέχρι τὸ θάνατό μας, ὄχι ἀπὸ ἀδυναμία, ἢ αἰτία δική του, ἀλλὰ ἀπὸ αἰτία δική μας, καθὼς ἑρμηνεύει ὁ Θεοδώρητος: Ὁ α´, γιὰ νὰ μὴ πέσωμε σὲ ἀμέλεια, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι, ἐπιμελεῖς καὶ προσεκτικοί· ὁ β´, γιὰ νὰ μὴν λησμονήσουμε τὸν πόλεμο καὶ ξαφνικὰ μᾶς πλακώσουν καὶ μᾶς νικήσουν τὰ πάθη καὶ οἱ ἐχθροί· γ´, γιὰ νὰ προστρέχωμεν πάντα στὸν Θεὸ καὶ νὰ ζητοῦμε θερμότερα τὴν βοήθειά του· ὁ δ´, γιὰ νὰ μὴν ὑπερηφανευώμαστε, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ταπεινοὶ στὸ φρόνημα· ε´, γιὰ νὰ μισήσουμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας τὰ πάθη καὶ τοὺς ἐχθρούς, ποὺ τόσο ἀκούραστα ἂς πολεμοῦν ς´, διὰ νὰ δοκιμασθοῦμε, ἂν μέχρι τέλους φυλάξουμε τὴν τιμὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστι· ζ´, γιὰ νὰ παρακινούμεθα στενώτερα στὸ νὰ φυλάττουμε ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ νὰ μὴ παραβαίνουμε οὔτε τὴν παραμικρή· η´, γιὰ νὰ μάθουμε μὲ τὴν δοκιμὴ πόσο ἀξίζει ἡ ἀρετὴ καὶ ἀκολούθως νὰ μὴ τὴν ἀφίνουμε καὶ νὰ πέφτουμε στὴν ἁμαρτία, θ´, γιὰ νὰ γίνεται καὶ ὁ παντοτεινὸς πόλεμος ὑπόθεσις μεγαλυτέρων στεφάνων σὲ μᾶς· ι´, γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ ντροπιάσουμε περισσότερο τὸν διάβολον καὶ τὴν ἁμαρτία, μὲ τὴν μέχρι τέλους ὑπομονή μας καὶ ια´, γιὰ νὰ εἴμαστε γυμνασμένοι ἀπὸ συνήθεια στὸν πόλεμο νὰ μὴν φοβηθοῦμε τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου, ὅταν θὰ μᾶς γίνῃ ὁ πλέον δυνατώτερος πόλεμος.
2. Ὁ μέγας Βασίλειος στὸν σχετικὰ μὲ τὴν Παρθενία λόγο του, ἀναφέρει πάνω σὲ αὐτὸ ἕνα ὡραῖο παράδειγμα καὶ λέει. «Καθὼς οἱ βασιλικοὶ στρατιῶτες σὲ καιρὸ πολέμου, δὲν βάλλουν τὰ ἅρματά τους μέσα σε κλεισμένα σπίτια, ἀλλὰ μέσα σὲ ἐκεῖνα ποὺ βρίσκουν ἀνοικτὰ καὶ ἀφοῦ τὰ βάλουν μίαν φορά, τὰ ἀφήνουν μέσα καὶ αὐτοὶ βγαίνουν ἔξω καὶ περπατοῦν, χωρὶς νὰ φοβοῦνται ὅτι κάποιος θὰ ρίξη ἔξω τὰ ἅρματά τους, κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ οἱ πονηροὶ δαίμονες, ὅταν βρίσκουν ἀνοικτὴ τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας, βάζουν μέσα σὲ αὐτὴ τὰ ἅρματά τους, τὰ ὁποῖα εἶναι οἱ κακοὶ λογισμοὶ καὶ τὰ πάθη καὶ τὰ ἀφήνουν, ἐὰν ἐμεῖς δὲν ἀγωνισθοῦμε νὰ τὰ πετάξουμε ἔξω.
Πηγή: (Ἀόρατος Πόλεμος - Μέρος 1ον - Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης), Ορθόδοξοι Πατέρες
Σε πλήρη αμφισβήτηση της ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας και του δικαιώματος του Καστελόριζου σε θαλάσσιες ζώνες προχώρησε, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Liberal.gr, η Τουρκία με επιστολή της στον Γ.Γ. του ΟΗΕ, αντιδρώντας στην κατάθεση στο διεθνή οργανισμό του Κοινού Ανακοινωθέντος της Τριμερούς Ελλάδας – Κύπρου - Αιγύπτου.
Η επιστολή αυτή επιχειρεί να λειτουργήσει ως προειδοποίηση και για το Κάιρο, καθώς η Άγκυρα δεν κρύβει την ανησυχία της, λόγω και των εχθρικών σχέσεων με το καθεστώς Σισί, να προχωρήσουν και να καταλήξουν οι συνομιλίες Ελλάδας - Αιγύπτου για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Επιχειρείται ακόμη η αμφισβήτηση της συνεργασίας της Κύπρου με την Αίγυπτο που έχει πάρει εντατικούς ρυθμούς και ήδη δρομολογούνται οι διαδικασίες για την κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού από την Κυπριακή ΑΟΖ στην Αιγυπτιακή ακτή για την μεταφορά του προς υγροποίηση φυσικού αερίου.
Με την επιστολή του, με ημερομηνία 27 Μαρτίου 2018, ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας στα Ηνωμένα Έθνη, Φ. Σινιρίογλου, αμφισβητεί την αναφορά σε ύπαρξη «κοινών θαλασσίων συνόρων» μεταξύ των τριών χωρών και επαναλαμβάνει τη μονομερή διεκδίκηση της χώρας του για δικαιώματά της επί όλης της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικά της Κύπρου και μέχρι την Κρήτη και την Ρόδο. Οι ρηματικές διακοινώσεις της, στις οποίες παραπέμπει η Τουρκία, αναφέρονται στη μονομερή και αυθαίρετη «οριοθέτηση» της υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο, που θεωρεί ότι πρέπει να γίνει στη βάση της μέσης γραμμής μεταξύ των τουρκικών και αιγυπτιακών ακτών, «εξαφανίζοντας» την ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα στην Μεσόγειο, ενώ υπάρχουν παραπομπές και στην παράνομη παραχώρηση δικαιώματος ερευνών στην τουρκική εταιρία ΤΡΑΟ, σε «Οικόπεδο» το οποίο επικαλύπτει την υφαλοκρηπίδα της Ρόδου και του Καστελόριζου.
Η τουρκική επιστολή που δημοσιεύθηκε ως επίσημο έγγραφο της Γενικής Συνέλευση (Α/72/820 6 Απριλίου 2018) αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
«Σχετικά με την επιστολή που περιείχε την Τριμερή Διακήρυξη με ημερομηνία 13 Φεβρουαρίου 2018 εκφράζω της ενστάσεις της κυβέρνησής μου. Τα εξωτερικά όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο δυτικά του μεσημβρινού 32°16'18"E εχουν καθορισθεί με τουρκικές ρηματικές διακοινώσεις και με σειρά επιστολών προς τον ΓΓ του ΟΗΕ και έχουν δημοσιευθεί στην Division for Ocean Affairs and the Law of the Sea καθώς και στο Law of the Sea Bulletin.
Υπό το φως των ανωτέρω η αναφορά στα αποκαλούμενα «κοινά θαλάσσια σύνορα» στην προαναφερόμενη κοινή επιστολή, είναι άκυρη και αβάσιμη υπό τους ορούς του Διεθνούς Δίκαιου, περιλαμβανομένου του εθιμικού δικαίου.
Θα ήθελα να επαναλάβω ότι η Τουρκία έχει δεσμευθεί να προστατεύσει τα ipso facto and ab initio κυριαρχικά δικαιώματα της στην υφαλοκρηπίδα της….
Φεριντούν Σινιρίογλου
Μόνιμος Αντιπρόσωπος».
Στις 13 Φεβρουαρίου με επιστολή τους οι Μόνιμοι Αντιπρόσωποι της Ελλάδας ,Κύπρου και Αιγύπτου Μαρία Θεοφιλή, Κορνήλιος Κορνηλίου και Μοχαμεντ Ομαρ Γκαντ, (Α/72/760) είχαν καταθέσει στον ΟΗΕ το κείμενο της Κοινής Διακήρυξης της Τριμερούς Συνάντησης Κορυφής Τσίπρα -Σίσι- Αναστασιάδη που έγινε στις 21 Νοεμβρίου 2017 στην Λευκωσία.
Στη Διακήρυξη υπήρχε μια παράγραφος αφιερωμένη στον σεβασμό των τριών χωρών στους κανόνες της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας και εκτός των άλλων υπήρχε σαφής αναφορά στην «δέσμευση τους να προωθήσουν χωρίς καθυστέρηση τις συνομιλίες για οριοθέτηση των κοινών θαλασσίων συνόρων», ενώ συγχρόνως καλούσαν την Τουρκία να σταματήσει τις παράνομες δραστηριότητες στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου και να αποφύγει ανάλογες ενέργειες στο μέλλον».
Πηγή: Liberal
Η Εκκλησία της Ελλάδος προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας – Ζητά να κριθούν αντισυνταγματικές ορισμένες διατάξεις για το νέο οργανισμό του υπουργείου Παιδείας.
Νέα αντιπαράθεση ξεκίνησε μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Κυβέρνησης και ειδικά με τον υπουργό Παιδείας Κωνσταντίνο Γαβρόγλου.
Αφορμή για τη νέα αυτή αντιπαράθεση είναι ο νέος Οργανισμός του υπουργείου Παιδείας από τον οποίο αφαιρέθηκε από την αποστολή του υπουργείου η «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης». Δηλαδή αφαιρέθηκε από την αποστολή του υπουργείου η θρησκευτική αγωγή των νέων και παράλληλα περιόρισε το δικαίωμα αυτοδιοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ειδικότερα, η Εκκλησία της Ελλάδος προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ζητεί να κριθούν αντισυνταγματικές ορισμένες διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 18/2018 που αφορά το νέο οργανισμό του υπουργείου Παιδείας. Ο επίμαχος Οργανισμός καθορίζει τους σκοπούς, τους επιχειρησιακούς στόχους, τις αρμοδιότητες και την οργάνωση γενικότερα του υπουργείου Παιδείας.
Ο νέος οργανισμός στο πρώτο του άρθρο μεταβάλει την αποστολή του υπουργείου Παιδείας σε σχέση με το προγενέστερο καθεστώς, στο θέμα της ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης, επισημαίνει η Εκκλησία της Ελλάδος.
Στην αίτηση ακύρωσης η Εκκλησία της Ελλάδος υποστηρίζει ότι είναι αντίθετη στο άρθρο 16 του Συντάγματος η παράλειψη του νέου οργανισμού του υπουργείου Παιδείας να εντάξει την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης στους σκοπούς του υπουργείου, κάτι που υπήρχε στον προγενέστερο οργανισμό του έτους 2014 (Π.Δ. 114/2014).
Συγκεκριμένα, στο Π.Δ. 114/2014, μεταξύ των άλλων, ανέφερε ότι αποστολή του υπουργείου Παιδείας είναι «η προαγωγή της παιδείας με σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και την διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες».
Με άλλα λόγια υπογραμμίζει η Εκκλησία της Ελλάδος το υπουργείο Παιδείας αφαιρεί τη θρησκευτική αγωγή των νέων από την αποστολή του υπουργείου, τη στιγμή μάλιστα που σύμφωνα με το Σύνταγμα η «κρατική αποστολή της θρησκευτικής εκπαίδευσης των νέων αφορά σε μείζονα βαθμό τα μέλη της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Ακόμη, παραβιάζουν τόσο το Σύνταγμα, όσο και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), οι διατάξεις εκείνες του νέου οργανισμού του υπουργείου Παιδείας που περιορίζουν το δικαίωμα αυτοδιοίκησης επί των εσωτερικών ζητημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος και των νομικών προσώπων που αυτή εποπτεύει.
Δηλαδή, διευκρινίζεται στην αίτηση ακύρωσης, οι νέες ρυθμίσεις θεσπίζουν κρατική εποπτεία και αποδίδουν αρμοδιότητες στη υπό σύσταση Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας για την άσκηση εποπτείας και συνδιοίκησης στην Εκκλησία της Ελλάδος επί θρησκευτικών και εκκλησιαστικών ζητημάτων.
Έτσι, όμως παραβιάζεται το δικαίωμα της θρησκευτικής αυτονομίας, σημειώνει η Εκκλησία της Ελλάδος και προσθέτει ότι οι εν λόγω διατάξεις του Π.Δ. 18/2018 είναι αντίθετες στα άρθρα 3,12 και 13 του Συντάγματος και στα άρθρα 9 και 11 της ΕΣΔΑ, καθώς παρεμβαίνουν στην διοίκηση της θρησκευτική κοινότητας (Εκκλησία της Ελλάδος και τα εποπτευόμενα από αυτήν νομικά πρόσωπα) και παραβιάζουν το δικαίωμα της θρησκευτικής αυτονομίας.
Τέλος, σημειώνει ότι η αρμοδιότητες που ανατίθενται στη νέα υπό σύσταση Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας, είναι μη νόμιμες, καθώς δεν παρέχονται από καμία ειδική ή γενική νομοθετική εξουσιοδότηση.
Πηγή: Πρώτο ΘΕΜΑ, Θρησκευτικά
Σχετικά άρθρα:
1. Σύλλογος Υπαλλήλων ΥΠΠΕΘ προς Αρχιεπίσκοπο: Μας αφαίρεσαν από τον Οργανισμό το συνταγματικά κατοχυρωμένο σκέλος "της ανάπτυξης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης"
Ο οξυδερκής γυναικολόγος μας διακρίνοντας, πολύ πρώιμα, καρδιοπάθεια στο κυοφορούμενο βρέφος, ζήτησε να κάνουμε καρδιολογική εξέταση. Ο ονομαστός παιδοκαρδιολόγος επιβεβαίωσε την διάγνωση του μαιευτήρα. Μας είπε δε, περίλυπος, ότι το χειρότερο δεν ήταν η καρδιοπάθεια, αλλά αυτό που έβλεπε πίσω από αυτήν: το παιδί φαινόταν να έχει σοβαρή νοητική υστέρηση.
Με τον τρόπο του, μας πρότεινε διακοπή κύησης. Το ανέφερε, μάλιστα, και τις δύο φορές που τον επισκεφθήκαμε για εξέταση. Μετά την άρνησή μας, δεν παρέλειψε να σημειώσει στην γνωμάτευση που μας παρέδωσε ότι εκείνος μας ενημέρωσε, αλλά εμείς επιμείναμε στην συνέχιση της εγκυμοσύνης. Χωρίς να παραστήσουμε τους «ήρωες», θεωρούμε κάθε ζωή δώρο του Θεού και δεν θέλαμε σε καμία περίπτωση να παρέμβουμε.
Αν και δεν επιβεβαιώνονται πάντα οι γιατροί (είτε λόγω λανθασμένης εκτίμησης, είτε λόγω θαυματουργικής επέμβασης του Θεού, πράγμα που έχουμε πολλές φορές ζήσει), αυτήν την φορά προέβλεψαν σωστά. Πριν προλάβουμε να το συνειδητοποιήσουμε, χρειάστηκε να γίνει το πρώτο, «παρηγορητικό» χειρουργείο καρδιάς και αργότερα το δεύτερο, πολύ σοβαρό. Όλα πήγαν εξαιρετικά καλά. Ήδη νιώθαμε ευγνώμονες στον Θεό, που ο μικρός μαχητής κέρδιζε τη μία μάχη μετά την άλλη. Συγχρόνως, δενόμασταν μαζί του όλο και πιο ουσιαστικά.
Αυτό που διαπιστώναμε ήταν ότι δεν καθόριζε την ζωή μας και δεν χαρακτήριζε το παιδί μας απρόσωπα και αδυσώπητα «η πάθηση». Στην πραγματικότητα, μαζί με την κλινική εικόνα, βλέπαμε άλλο ένα παιδί της οικογένειάς μας, που μεγάλωνε με τις παραστάσεις των αδερφιών του, μέσα στην δική μας καθημερινότητα, που εξελισσόταν με τον δικό του τρόπο, όπως, άλλωστε, και καθένα από τα υπόλοιπα αδέρφια του. Η δε αγάπη από το οικογενειακό περιβάλλον και η συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή έπαιξε και παίζει καθοριστικό ρόλο για μια εξέλιξη που μας εκπλήσσει και συνεχίζεται ανοδικά. Ο αγώνας, υπαρκτός, αλλά όχι απαρηγόρητος. Αντιθέτως, ζήσαμε και ζούμε πολλές ευλογίες, που νιώθουμε ότι οφείλονται σ΄αυτό το «διαφορετικό» μας παιδί. Η χαρά του, ανεξάντλητη, μοιράζει στους γύρω του φως, που τόσο λείπει στην ζοφερή, κοσμική καθημερινότητα. Όλοι αποζητάμε την δική του παρουσία, την δική του αγκαλιά, γυρίζοντας στο σπίτι από τις μέριμνες της ημέρας. Κι αυτός, εκεί, να μας «σηκώνει» στα τρυφερά του μπράτσα, να «διαβάζει» στα μάτια μας τυχόν αγωνία ή στενοχώρια και να κάνει το παν να την μετατρέψει σε χαρά.
Η αποδοχή κυοφορίας και γέννησης ενός παιδιού κατά κόσμον «προβληματικού» χρειάζεται μεγάλο θάρρος, όχι όμως τόσο λόγω των θυσιών που απαιτούνται – γιατί αυτές φέρνουν τελικώς γλυκύτητα στην ψυχή- αλλά κυρίως λόγω της πίεσης των γιατρών, των «ειδικών», των «μορφωμένων», του γύρω κόσμου. Με επωδό ότι η έκτρωση θα λυτρώσει το ίδιο το παιδί (αυτοί ξέρουν καλύτερα από τον ζωοδότη Θεό το καλό όλων μας!), λοιδορούν και οικτίρουν όποιον θελήσει να σεβαστεί την ζωή, ακόμα και όταν αυτή δεν θεωρείται «φυσιολογική». Αν διαγράψουμε την πνευματική παράμετρο, η κυοφορία και γέννηση ενός τέτοιου παιδιού είναι «μωρία», αδιανόητη ταπείνωση για τους γονείς και μια άσκοπη θυσία. Αν, όμως, εμπιστευθούμε τον Θεό, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα αντλήσουμε μεγάλη δύναμη, θα καταλάβουμε πως δεν έχουμε «σταυρό», αλλά μεγάλο θησαυρό και πως πίσω από κάθε κόπο κρύβονται μυστικές χαρές, που η κοσμική λογική δεν μπορεί να διανοηθεί…
Αν μπορούσαμε να ξαναγυρίσουμε πίσω τον χρόνο και να επηρεάσουμε την ροή των γεγονότων, ούτε εμείς ως γονείς, ούτε τα αδέρφια του θα θέλαμε να αλλάξει κάτι και να μην είχαμε στην οικογένειά μας αυτό το παιδί, αφού όλους μας καλλιεργεί και μας προάγει…
Πηγή: Αφήστε με να ζήσω!
Η Εκκλησία θα πρέπει να επιδιώκει πάντοτε, σύμφωνα και με τον Καταστατικό της Χάρτη, να διαλέγεται και να συνεργάζεται ουσιαστικά με την πολιτεία για θέματα χριστιανικής αγωγής της νεότητας. Η Εκκλησία επίσης πράττει ορθώς, που βάζει κανόνες και όρους σε αυτήν τη συνεργασία, όπως έπραξε, κατά τον τελευταίο διάλογό της με την πολιτεία, θέτοντας ως όρο συνεργασίας τον Ορθόδοξο Προσανατολισμό του μαθήματος των Θρησκευτικών, που όμως δεν τηρήθηκε.
Ωστόσο, το περιεχόμενο αυτού του όρου, αποτελεί το κυρίαρχο θέμα, το οποίο αναπτύσσεται και αναλύεται, λεπτομερώς και εξονυχιστικά, στο σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), που αφορά στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών Δημοτικού και Γυμνασίου, μερικά από τα σημεία της οποίας είναι τα εξής:
«Με το πρόγραμμα σπουδών για τις Γ’ – ΣΤ’ τάξεις του Δημοτικού και για το Γυμνάσιο, φαλκιδεύεται ο επιβεβλημένος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός, η ανάπτυξη δηλαδή της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών, που ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού». «Με αυτό (ενν. το Πρόγραμμα), δεν παρέχεται μία αμιγώς ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία, αλλά προκαλείται σύγχυση στη θρησκευτική συνείδηση των ορθοδόξων χριστιανών μαθητών». «Ενώ… θα έπρεπε… να κατατείνει στην εμπέδωση και ενίσχυση της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεώς τους, με τη σύγχυση που προκαλείται… κλονίζει την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση, την οποία, ήδη, πριν από την έναρξη του σχολικού βίου, διαμορφώνουν οι μαθητές αυτοί, στο πλαίσιο του οικογενειακού τους περιβάλλοντος». Η συγκεκριμένη αλλοίωση της θρησκευτικής τους αγωγής «είναι ικανή… να τους εκτρέψει από την ορθόδοξη χριστιανική συνείδησή τους, διότι προσβάλλει το δικαίωμα των ανηκόντων στην επικρατούσα θρησκεία ορθόδοξων χριστιανών γονέων να διασφαλίσουν τη μόρφωση και εκπαίδευση των παιδιών τους σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις». «…Η διδασκαλία αυτή α) είναι ελλιπής κατά το περιεχόμενο, β) δεν είναι αυτοτελής, αμιγής και διακριτή, σε σχέση με τη διδασκαλία στοιχείων αναφερομένων σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στους μαθητές, ως προς το περιεχόμενο της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, και γ) δεν είναι επαρκής από την άποψη του χρόνου που διατίθεται για αυτήν». Επίσης, προσβάλλει «την συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητος, διότι στερεί από τους μαθητές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία προβλέπει, για μαθητές Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους, τη δυνατότητα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα της πίστεώς τους (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών), μάλιστα δε, από δασκάλους προτεινόμενους από την οικεία θρησκευτική κοινότητα».
Τα παραπάνω σημεία της απόφασης του ΣτΕ και πολλά άλλα, μάς θυμίζουν επακριβώς τις θέσεις που διατύπωσε, στην Επιστολή του προς τον Πρωθυπουργό και τους Αρχηγούς των Κομμάτων, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος για το νέο Πρόγραμμα Σπουδών τον Σεπτέμβριο του 2016, εκφράζοντας, αφενός, τη γενικότερη θέση της Ιεράς Συνόδου ως προς τον Ορθόδοξο προσανατολισμό, την υποχρεωτικότητα και τις ώρες διδασκαλίας του μαθήματος και, αφετέρου, την πλήρη αντίθεσή του, τότε, με το Πρόγραμμα που έθεσε σε εφαρμογή ο πρ. Υπουργός κ. Φίλης.
Το πολύ σοβαρό ερώτημα, όμως, που τίθεται επί τάπητος είναι το εξής: Το Πρόγραμμα του κ. Γαβρόγλου είναι το ίδιο ή είναι διαφορετικό α) από το Πρόγραμμα του κ. Φίλη, που τότε είχε απορρίψει ο Μακαριώτατος και β) από το Πρόγραμμα που, λίγους μήνες μετά, ακυρώθηκε από το ΣτΕ; Το πρόγραμμα του κ. Γαβρόγλου, το οποίο υποτίθεται ότι κατάργησε το Πρόγραμμα του κ. Φίλη, κατάργησε και τα πάμπολλα δομικά παιδαγωγικά και θεολογικά προβλήματά του ή πρόκειται απλώς για μια προσχηματική «κατάργηση» - φάντασμα, η οποία στην πράξη αποτέλεσε μεθοδευμένο τέχνασμα για να στηριχθεί πάνω σε αυτήν η άρνηση να εφαρμοστεί η ακυρωτική απόφαση κατά του Προγράμματος του κ. Φίλη, με τη δικαιολογία ότι το ισχύον Πρόγραμμα Σπουδών είναι νέο και διαφορετικό;
Διαβάσαμε και ακούσαμε κάποιες δηλώσεις ορισμένων εκκλησιαστικών προσώπων, αμέσως μετά τη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ, σχετικά με το Πρόγραμμα Σπουδών και τον τρόπο αντίδρασης της Εκκλησίας, με τις οποίες δεν συμφωνούμε. Θεωρούμε ότι η Εκκλησία αποφασίζει Συνοδικά για τέτοια μεγάλα και σπουδαία θέματα, αφού τα μελετήσει επαρκώς και αντικειμενικά και αυτό αναμένουμε να πράξει και τώρα.
Η πλήρης αλήθεια είναι ότι το Πρόγραμμα του κ. Γαβρόγλου είναι πανομοιότυπο, στον πολυθρησκειακό του προσανατολισμό, σκοπό, πυρήνα και περιεχόμενο, με εκείνο του κ. Φίλη, γεγονός που το επιβεβαιώνουν με δηλώσεις που έχουν κάνει τόσο ο κ. Γαβρόγλου όσο και ο κ. Φίλης. Ο κ. Φίλης, μάλιστα, ισχυρίζεται ότι το δικό του Πρόγραμμα Θρησκευτικών παρέμεινε και διατηρείται το ίδιο και απαράλλακτο σε ισχύ, κατά ποσοστό 99%, με ελάχιστες ανούσιες αλλαγές, στο Πρόγραμμα που υπέγραψε ο κ. Γαβρόγλου.
Επιπρόσθετα, όμως, συγκριτική ερευνητική μελέτη που υλοποιήθηκε ανάμεσα στα δύο Προγράμματα, του κ. Φίλη και του κ. Γαβρόγλου, επιστημονικά τεκμηριωμένη, που δημοσιοποιείται αυτές τις ημέρες, αποδεικνύει ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο Προγραμμάτων είναι απειροελάχιστες και άνευ ουσίας και ότι, τελικά, το Πρόγραμμα Γαβρόγλου διαφέρει σχεδόν μόνον στο αριθμό του ΦΕΚ και στην Υπουργική υπογραφή. Ουσιαστικές αλλαγές, επομένως, που να αγγίζουν την πολυθρησκειακή δομή, δεν έγιναν στο Πρόγραμμα Γαβρόγλου και, επομένως, δεν ισχύει ο ως άνω ισχυρισμός ότι ο κ. Γαβρόγλου είχε ήδη καταργήσει το Πρόγραμμα Φίλη πριν το ακυρώσει το ΣτΕ και διαπιστώνεται ότι ο όρος που έθεσε η Εκκλησία για Ορθοδοξο Προσανατολισμό, ουδέποτε εφαρμόσθηκε από την κοινή επιτροπή διαλόγου Εκκλησίας – Πολιτείας, γεγονός που εύκολα αποδεικνύεται.
Εσπευσμένες επίσης δηλώσεις εκκλησιαστικών προσώπων, όπως: «το νέο πρόγραμμα που κυκλοφορεί πλέον στα σχολεία είναι συμφωνία Εκκλησίας-Πολιτείας», εκθέτουν πρωτίστως όσους τις κάνουν, και σε κάθε περίπτωση δεν εκφράζουν την αλήθεια των γεγονότων.
Και τούτο, διότι στα Πρακτικά της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συνεδρίασε την 27η Ιουνίου 2017 και που όλοι μπορούμε να διαβάσουμε, δεν μαρτυρείται καμιά τέτοια συμφωνία. Αντίθετα, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος, στο τέλος της συνεδρίασης έκλεισε με τα εξής: «Έτσι, λοιπόν, σήμερα δεν θα πούμε ότι εγκρίνεται ή απορρίπτεται το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών, αλλά ότι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας ενημερώθηκε από τα μέλη της Επιτροπής και τους ευχαριστούμε...». Δεν υπήρξε, συνεπώς, καμιά συμφωνία, παρά μόνον ενημέρωση στους Αρχιερείς.
Η δική μας επομένως απάντηση στο αρχικό ερώτημα, που μπορεί να εκληφθεί και ως ταπεινή πρόταση, είναι ότι η Εκκλησία, πρωταρχικά και εν Συνόδω, θα πρέπει να εκφράσει τον σεβασμό και την ευπείθειά της στην απόφαση του ΣτΕ, να ζητήσει άμεσα να αποσυρθεί το ακυρωθέν από το ΣτΕ νέο Πρόγραμμα Σπουδών του κ. Γαβρόγλου, αφού είναι το ίδιο με εκείνο του κ. Φίλη, να σταματήσει η ίδια την οποιαδήποτε σύμπραξή της στο Πρόγραμμα και στα βιβλία του κ. Γαβρόγλου και να ζητήσει την έναρξη διαλόγου σε νέα βάση, όπως ορίζεται από το ΣτΕ.
Ταυτόχρονα, μπορεί να προτείνει, εκείνη αυτή τη φορά, νέα συντακτική ομάδα, προκειμένου να αρχίσει η συγγραφή Αναλυτικού Προγράμματος και βιβλίων, με βάση α) τις αποφάσεις, τις κατευθύνσεις και τις προδιαγραφές που έδωσε συνοδικά η ίδια, κατά τις δύο Συνόδους της (Διαρκής Σύνοδος, Ιανουάριος 2016 και Σύνοδος της Ιεραρχίας, Μάρτιος 2016), β) το θεσμικό πλαίσιο και σκεπτικό, όπως αυτό οριοθετείται από την ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ και γ) τη συνεργασία των ειδικών στελεχών της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων, οι θέσεις της οποίας συνάδουν τόσο με τις ως άνω αποφάσεις των δύο Συνόδων όσο και με το σκεπτικό της ακυρωτικής αποφασεως του ΣτΕ. Τελος, να ζητήσει να επανέλθουν σε ισχύ το προηγούμενο Πρόγραμμα και τα βιβλία (2003-2006), έως ότου ετοιμαστούν το νέο Πρόγραμμα και τα νέα βιβλία.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜΙΤ των ΗΠΑ δημιούργησαν την πρώτη συσκευή που μπορεί να «ακούσει» την εσωτερική φωνή στο μυαλό ενός ανθρώπου και να την καταγράψει σε υπολογιστή.
Η λευκή πλαστική συσκευή με την ονομασία AlterEgo, που φοριέται στο κεφάλι, χρησιμοποιεί τέσσερα ηλεκτρόδια εφαρμοσμένα στο δέρμα, για να «διαβάσει» το νου και την εσωτερική φωνή που όλοι οι άνθρωποι έχουν, ακόμη κι όταν εξωτερικά φαίνονται σιωπηλοί. Τα ηλεκτρόδια μπορούν να «πιάσουν» τα αμυδρά νευρομυικά σήματα που δημιουργούνται στο πρόσωπο και στο σαγόνι, όταν ένας άνθρωπος μιλάει στον εαυτό του.
Καθώς οι λέξεις κυκλοφορούν μέσα στο νου του, το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης της συσκευής μπορεί να συσχετίσει τα ελαφρώς διαφορετικά νευρομυικά σήματα με τις διαφορετικές λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτά. Οι λέξεις στέλνονται μετά σε έναν υπολογιστή και μετατρέπονται σε φράσεις.
Μάλιστα η μυοηλεκτρική προσθετική συσκευή βρίσκεται σε διάλογο με τον άνθρωπο, αφού μπορεί να απαντήσει σε ερωτήσεις που κάνει κάποιος από μέσα του. Σιωπηλά σκέφτεται μια ερώτηση και η AlterEgo την απαντά - ή τέλος πάντων φιλοδοξεί να την απαντήσει, καθώς το σύστημα θέλει ακόμη βελτίωση.
Με τον τρόπο αυτό, ένας άνθρωπος στο μέλλον θα μπορούσε να «γκουγκλάρει» απλώς με τις σκέψεις του, θέτοντας ερωτήματα και αναμένοντας απαντήσεις πάντα μέσα στο μυαλό του. Ακούγεται μαγικό, αλλά αυτή είναι η υπόσχεση της AlterEgo, σύμφωνα με το «New Scientist» και την «Γκάρντιαν».
Η συσκευή είναι ένα ακόμη βήμα προς ένα κόσμο όπου οι άνθρωποι θα αλληλεπιδρούν με τις μηχανές μόνο με τη σκέψη τους. Οι δημιουργοί της AlterEgo οραματίζονται ένα μέλλον στο οποίο δεν θα χρειάζεται κανείς να πληκτρολογήσει κάτι στη μηχανή αναζήτησης της Google, ούτε καν να θέσει το ερώτημα με τη φωνητική εντολή «OK Google», αλλά θα το κάνει πια καθαρά νοητικά.
Όπως είπε ο επικεφαλής ερευνητής Αρνάβ Καπούρ του εργαστηρίου Media Lab του ΜΙΤ, «η ιδέα μας ήταν: μπορούμε να έχουμε μια υπολογιστική πλατφόρμα που να είναι πιο εσωτερική, που να αναμιγνύει τον άνθρωπο και την μηχανή με κάποιο τρόπο και η οποία να μοιάζει με εσωτερική επέκταση της δικής μας νόησης;».
Οι ερευνητές, που χαρακτηρίζουν την AlterEgo «συσκευή επαυξημένης νοημοσύνης», την παρουσίασαν για πρώτη φορά σε συνέδριο τεχνητής νοημοσύνης στο Τόκιο. Μέχρι στιγμής, όπως έδειξαν οι δοκιμές με δέκα εθελοντές, οι οποίοι κλήθηκαν να πουν στο μυαλό τους φράσεις με έως 20 λέξεις και αριθμούς, η συσκευή έχει μέση ακρίβεια 92% στη μεταγραφή της εσωτερικής φωνής. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον, όπως και το εύρος του εσωτερικού λεξιλογίου που είναι δυνατό να «διαβασθεί».
Ο τελικός στόχος είναι ένα σύστημα που θα επιτρέπει στον χρήστη να επικοινωνεί άνετα με τους προσωπικούς ψηφιακούς βοηθούς (Google Assistant, Amazon Alexa, Apple Siri κα) με σιωπηλό τρόπο, κάτι που ακούγεται σαν επιστημονική φαντασία, αλλά φαίνεται πως δεν είναι.
Το πρόβλημα είναι ότι οι χρήστες θα πρέπει να φοράνε τη συσκευή στο κεφάλι τους, κάτι που ίσως εμποδίσει τη συσκευή να γίνει δημοφιλής. Από την άλλη, οι ερευνητές διαβλέπουν πρακτικές εφαρμογές αυτής της πρωτοποριακής τεχνολογίας σε άλλα πεδία όπως ο στρατός και η βιομηχανία, όπου οι άνθρωποι υποχρεώνονται να βρίσκονται σε θορυβώδη περιβάλλοντα και είναι καλύτερα να επικοινωνούν σιωπηλά παρά με τη φωνή τους.
Ποια η φιλολογική μορφή των ευαγγελίων
Στοιχεία για τη γνησιότητά τους - Αντίλογος σε απλοϊκές εικασίες περί του Ιστορικού Ιησού
Σχόλιο Ο.Ο.Δ.Ε.: Το άρθρο αυτό που θα ολοκληρωθεί σε τρεις συνέχειες, θα ασχοληθεί με ένα παράγωγο του λαϊκισμού που χαρακτηρίζει τις διαδικτυακές κυρίως εκφάνσεις του αθεο-νεοπαγανισμού[1]. Πρόκειται για ένα προχειροφτιαγμένο ερωτηματολόγιο, που σκοπό έχει να ειρωνευτεί τις μετά την Ανάσταση ευαγγελικές διηγήσεις. Για να δημιουργηθεί, παρακάμφτηκαν τα επιστημονικά πορίσματα που αφορούν τα ευαγγέλια και τη φιλολογική τους μορφή, ενώ στις ερωτήσεις υπάρχουν ανακρίβειες και ανακαλύπτονται προβλήματα «αντιφάσεων» ακόμα και εκεί που είναι αδύνατον να υπάρξουν.
Στο παρόν, Α΄ Μέρος του άρθρου, θα κάνουμε μια εκτενή εισαγωγή επάνω σε ζητήματα που αφορούν άμεσα το «κουίζ» ώστε να αναδείξουμε τα σαθρά του θεμέλια. Στο Β΄ και Γ΄ Μέρος, θα απαντήσουμε μία προς μία στις 17 υποτιθέμενες «αντιφάσεις»)
Περιεχόμενα
1. Το σπουδαιότερο ερώτημα, που το «Quiz» δεν έλαβε υπόψη του: Τι είναι τα ευαγγέλια;
2. Ήταν δυνατόν να εδραιωθούν 4 ευαγγέλια γεμάτα «σκανδαλώδεις αντιφάσεις», τη στιγμή που απορρίφθηκαν χωρίς δισταγμό εκατοντάδες απόκρυφα κείμενα;
3. Λίγα για τον ιστορικό Ιησού
1. Το σπουδαιότερο ερώτημα που το «Quiz» δεν έλαβε υπόψη του: Τι είναι τα ευαγγέλια;
Η πρώτη μας αποκάλυψη για τις μεθόδους των παραχαρακτών, έχει να κάνει με τον φιλολογικό χαρακτήρα των κειμένων της Καινής Διαθήκης. Έχουμε συνειδητοποιήσει άραγε με ποια μέθοδο ανακαλύπτουν «αντιφάσεις» στα ευαγγέλια; Η απάντηση είναι απλή: εντελώς αυθαίρετα δηλώνουν ότι σκοπός των ευαγγελιστών ήταν να κάνουν λεπτομερή ιστοριογραφία, και επάνω σε αυτό το ανύπαρκτο δεδομένο, χτίζουν όσες «αντιφάσεις» θέλουν. Όμως, σε ποια επιστημονικά πορίσματα κοινώς αποδεκτά, το είδαν αυτό; Για να το πληροφορηθούμε κι εμείς δηλαδή…
Δυστυχώς, χωρίς να δίνουν σημασία στην αναγνωρισμένες φιλολογικές τεχνικές των ευαγγελίων, τους ασκούν κριτική με μεθοδολογία που εφαρμόζεται σε άλλα λογοτεχνικά είδη. Θα ήταν όμως ποτέ δυνατόν, η μέθοδος της ιστοριογραφίας του Θουκυδίδη, να βρει εφαρμογή στις φόρμες που ακολουθούν τα Ομηρικά Έπη; Θα ήταν ποτέ δυνατόν τα κριτήρια που εφαρμόζονται στη Ρητορική, να εφαρμοσθούν και σε μια κριτική για τη Λυρική ποίηση; Αυτά είναι παράλογα πράγματα. Εξίσου παράλογο είναι να κρίνεις τα ευαγγέλια με κριτήρια που δεν έχουν ισχύ. Και βεβαίως, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη: εφόσον αρνείσαι ν’ αποδεχτείς τα επιστημονικά πορίσματα που αφορούν ένα κείμενο, και είσαι ιδεολογικά αντίθετος προς αυτό, άρα, σε τι άλλο αποτέλεσμα θα μπορούσες να καταλήξεις εκτός από αρνητικό;!
Αξίζει στο σημείο αυτό να διαβάσουμε τις παρακάτω γραμμές από τον καθηγητή Ιω. Καραβιδόπουλο που αφορούν την φιλολογική μορφή των ευαγγελίων (αποδίδουμε στη δημοτική για ευκολότερη ανάγνωση):
«Έχοντας ως προϋπόθεση τις αρχές της Σχολής που προαναφέραμε [ενν. της Μορφοϊστορικής Σχολής] αλλά συγχρόνως και υπερβαίνοντας αυτές, επιβλήθηκε στη διεθνή επιστημονική έρευνα κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες η ονομαζόμενη μέθοδος της ‘’ιστορίας της αναθεωρήσεως’’ των ευαγγελίων (Redaktionsgeschichte)… Με τη μέθοδο αυτή, το κέντρο βάρους πέφτει όχι στην πιθανή ύπαρξη επί μέρους ενοτήτων πριν από την τελική καταγραφή των διηγήσεων, αλλά στο συντακτικό και συγγραφικό έργο των ιερών ευαγγελιστών, οι οποίοι αναδεικνύονται με τον τρόπο αυτό, ως συγγραφείς που έχουν ο καθένας ιδιαίτερη θεολογική τάση, με ιδιαίτερο σκοπό, με διαφορετικά για τον καθένα επικρατούντα στοιχεία. Έτσι καταδείχθηκε ότι το ίδιο ακριβώς επεισόδιο είναι δυνατόν να παρατίθεται απ’ όλους τους ευαγγελιστές, αλλά με διαφορετική έξαρση των κοινών στοιχείων ή με έξαρση διαφορετικών στοιχείων του ίδιου όμως επεισοδίου. Χωρίς λοιπόν να το ομολογούν ή ίσως και να το υποψιάζονται οι οπαδοί της Redaktionsgeschichte επιστρέφουν στην ίδια θεώρηση των ευαγγελιστών ως συγγραφέων, με αυτή που έκαναν οι Πατέρες της Εκκλησίας, με τη διαφορά ότι, ενώ οι ερμηνευτές Πατέρες ενδιαφέρονται για τα κοινά στοιχεία που συναντάμε σε όλους τους ευαγγελιστές ως συγγραφείς, τα οποία αποδίδουν στην έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, ενώ οι οπαδοί της νεώτερης αυτής ερευνητικής κατεύθυνσης, αναζητούν το ιδιαίτερο σε κάθε ευαγγελιστή στοιχείο ως συγγραφέα, κινούμενοι όχι στο επίπεδο του θείου παράγοντα, αλλά στον καθαρά ανθρώπινο, κατά τη σύνταξη των ευαγγελίων[2].»
Κρατώντας τα παραπάνω, ας διαβάσουμε και έναν περιεκτικό ορισμό του R.V.G. Tasker για τις φιλολογικές ιδιαιτερότητες των ευαγγελίων, τον οποίο παραθέτει ο Σάββας Αγουρίδης:
«Είναι (τα ευαγγέλια) λεπτομερείς κι αναλυτικές βιογραφίες του I. Χριστού; Είναι έργα ιστορικά, όπως αυτά του Θουκυδίδη ή του Ιώσηπου ή άλλων ιστορικών; Τα Ευαγγέλια δεν είναι ακριβώς ιστορία, αν και περιέχουν ιστορία, εφόσον αφηγούνται πραγματικά γεγονότα, τα οποία όχι μόνον συνέβησαν στην ανθρώπινη ιστορία, αλλά και την επηρέασαν δυναμικά. Δεν είναι βιογραφίες, αν και εμπεριέχουν βιογραφικές λεπτομέρειες […] Είναι προ παντός και κυρίως διηγήσεις ωρισμένων έργων και λόγων […] εκείνου, τον οποίον μία ομάς ανθρώπων εδέχθη ως Κύριο και Σωτήρα[3].»
Όπως γράφει και ο ευαγγελιστής Ιωάννης:
«Αυτό που είδαμε κι ακούσαμε, το αναγγέλλουμε σ’ εσάς, για να συμμετάσχετε κι εσείς μ’ εμάς στην ίδια κοινωνία, που είναι η κοινωνία με τον Πατέρα και με τον Υιό του τον Ιησού Χριστό» (Α΄ Ιωάν. 1,3)
Τα ευαγγέλια λοιπόν δεν είναι ιστοριογραφία. Οι ευαγγελιστές δεν είχαν καν την πρόθεση να κάνουν ιστοριογραφία. Δεν μας λένε ότι «αυτό που είδαμε κι ακούσαμε, το αναγγέλλουμε σ’ εσάς» απλά για να μάθετε τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του Ιησού. Αυτό που έκαναν οι συγγραφείς της Κ.Δ. ήταν να συνθέσουν μια σειρά από επιλεγμένα ιστορικά γεγονότα, είτε από προσωπικά τους βιώματα, είτε από βιώματα της πρώτης Εκκλησίας, τοποθετημένα όχι πάντα κατά απόλυτη χρονολογική σειρά[4], με σκοπό να τα ερμηνεύσουν θεολογικά ως προς τη σημασία τους για τη Σωτηρία του ανθρώπου.
Οι διηγήσεις λοιπόν,
«αναδεικνύουν τους ευαγγελιστάς ουχί απλώς συλλέκτας της παραδόσεως της Εκκλησίας και μεταδότας αυτής … αλλά θεολόγους … με κοινά εις άπαντας χαρακτηριστικά αλλά και με ιδιαιτέρας εις έκαστον εξ αυτών τάσεις … Αι … διηγήσεις … αποτελούν … μάλλον θεολογικήν αποτίμησιν και ερμηνείαν … Τούτο βεβαίως δεν σημαίνει ότι αδιαφορούν οι ι. ευαγγελισταί διά την ιστορικήν ακρίβειαν αλλ’ ότι υποτάσσουν αύτην εις την θεολογίαν. Ούτως εξηγείται το ότι διάφορος είναι ενίοτε η διαδοχή των επί μέρους γεγονότων από του ενός ευαγγελιστού εις τον άλλον, διάφορος η διατύπωσις των αυτών λόγων του Ιησού ή των λόγων ετέρων προσώπων προς τον Ιησούν[5]».
Υπάρχει λοιπόν ένα επιστημονικό πλαίσιο το οποίο καλύπτει τα εκάστοτε ζητήματα της φιλολογικής παραγωγής. Οι αθεο-νεοπαγανιστές αυτό το καταπατούν με το «έτσι θέλω», και μετά εντελώς αυθαίρετα βρίσκουν τα ευαγγέλια να έχουν «αντιφάσεις». Μα για να μιλάμε περί «αντιφάσεων», θα πρέπει να έχουμε εγγυήσεις εσωτερικές (μέσα από τα κείμενα δηλαδή) και εξωτερικές (από τα επιστημονικά πορίσματα) οι οποίες πέρα από κάθε αμφιβολία να αποδεικνύουν ότι υπήρξε πρόθεση από την πλευρά των ιερών συγγραφέων να δημιουργήσουν αναλυτική και λεπτομερή ιστοριογραφία. Όμως από πουθενά δεν προκύπτει μια τέτοια πρόθεση. Κατά συνέπεια, οι διαφορές στις διηγήσεις από την Ανάσταση και μετά, δεν ερμηνεύονται έτσι. Δεν πρόκειται για σφάλματα, δεν είναι λάθη, δεν είναι άγνοια που τάχα οφείλεται σε μια «πλαστή» ιστορία: υπάρχουν μια σειρά από κοινές περιγραφές γεγονότων που αποδεικνύουν ότι η Εκκλησία σαφέστατα και είχε ενιαία Παράδοση, στην οποία ιεραρχούσε διαφορετικά τα κύρια γεγονότα και διαφορετικά τις ήσσονος αξίας λεπτομέρειες που δεν είχαν καμία επίπτωση στον Σωτηριολογικό σκοπό της.
Άρα, η διάψευσή των ψευδολόγων βρίσκεται στα κοινά σημεία των τεσσάρων ευαγγελίων, τα οποία οι ιεροί συγγραφείς τα διατήρησαν ως τον βασικό κορμό της εκκλησιαστικής πίστης:
1. Ο Ιησούς πέθανε πραγματικά (Μαρκ. 15,37· Ματθ. 27,50· Λουκ. 23,46· Ιωαν. 19,33).
2. Όλοι γνωρίζουν την θέση του τάφου και τον τόπο ταφής Του (Μαρκ. 15,46-47· Ματθ. 27,60-61· Λουκ. 23,53· Ιωαν. 19,41-42).
3. Όλοι γνωρίζουν για τον Κενό Τάφο (Μαρκ. 16,7· Ματθ. 28,6· Λουκ. 24,3· Ιωαν. 20,2.6). Μάλιστα, ο Ματθαίος δεν διστάζει να φέρει ως μάρτυρες για τον Κενό Τάφο ακόμη και τους εχθρούς του Ιησού (Ματθ. 28,11-15).
4. Όλοι γνωρίζουν ότι ο Ιησούς Αναστήθηκε (Μαρκ. 16,6· Ματθ. 28,7· Λουκ. 24,6· Ιωαν. 20,9).
Επίσης, όλοι γνωρίζουν ότι:
5. Η Ανάσταση έγινε την τρίτη από το Πάθος ημέρα,
6. Η Ανάσταση έγινε σε πολύ πρωινή ώρα της μίας των Σαββάτων,
7. Υπήρξε παρουσία των μυροφόρων και σίγουρα της Μαγδαληνής,
8. Υπήρξε αγγελοφάνεια,
9. Γνωρίζουν όλοι μέχρι και πώς ήταν ενδεδυμένοι οι άγγελοι,
10. Γνωρίζουν όλοι ότι άγγελοι στάθηκαν στο εσωτερικό του τάφου,
11. Οι γυναίκες ανακοίνωσαν την Ανάσταση στους μαθητές οι οποίοι δυσπιστούσαν,
12. Οι Ιησούς εμφανίζεται μπροστά τους,
13. Το φρόνημα των μαθητών μεταβάλλεται, κ.λπ., κ.λπ.
Αν λοιπόν οι διαφορές, δήθεν δηλώνουν ότι ήταν μια «πλαστή ιστορία», δέχονται εξίσου οι ψευδολόγοι ότι τα κοινά σημεία δηλώνουν μια πραγματική ιστορία; Ή μήπως παίζουν το απατηλό παιχνίδι, «δύο μέτρα και δύο σταθμά»;
2. Ήταν δυνατόν να εδραιωθούν 4 ευαγγέλια γεμάτα «σκανδαλώδεις αντιφάσεις», τη στιγμή που απορρίφθηκαν χωρίς δισταγμό εκατοντάδες απόκρυφα κείμενα;
Θα πρέπει να θυμίσουμε και κάτι ακόμα που έχει σημασία: την ανυποχώρητη στάση που έδειξαν οι χριστιανικές κοινότητες απέναντι στα λεγόμενα απόκρυφα κείμενα. Μιλάμε για τους πρώτους αιώνες που ο χριστιανισμός βρισκόταν υπό διωγμό. Αυτό που ονομάζουμε Εκκλησία, δεν είχε ενιαία γεωγραφική παρουσία, ούτε δυνατότητα κοινών αποφάσεων, ούτε υπαγόταν σε κάποια «κεντρική Αρχή» όπως ήταν π.χ. τον 4ο αιώνα η Κων/πολη[6]. Η ανάγκη για οικουμενικά αποδεκτές αποφάσεις, ικανοποιήθηκε μόνο μετά το τέρμα των διωγμών, ξεκινώντας με την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 μ.Χ. Μέχρι τότε λοιπόν, η Εκκλησία απέρριψε τις εκατοντάδες αιρετικές, μυθολογικές, ψευδείς και ευφάνταστες διηγήσεις που εμφανίστηκαν, χωρίς καμία κοινή απόφαση, ενώ στη συνείδηση του γεωγραφικά διασκορπισμένου Σώματος της Εκκλησίας, αναγνωρίστηκαν από πολύ νωρίς, ως αυθεντικοί φορείς της Παράδοσης μόνο αυτά τα 4 ευαγγέλια, μέσα από μια «θάλασσα» απόκρυφων κειμένων.
Από το σύνολο των αποκρύφων, τον τελικό Κανόνα της Κ.Δ. (4ος αιώνας) κατάφεραν να πλησιάσουν μόνο πέντε κείμενα (Βλ. σχετικό πίνακα στο Ορθόδοξο Wiki) και τα πέντε αυτά μάλιστα, περιείχαν σοβαρή εκκλησιαστική μαρτυρία: ο «Ποιμένας του Ερμά», η «επιστολή Βαρνάβα», η «Διδαχή των 12 Αποστόλων», η «Αποκάλυψη Πέτρου», και η «επιστολή Κλήμεντος Α΄». Και βεβαίως, τελικά απορρίφθηκαν και αυτά, και το έργο της πρώτης Εκκλησίας να διατηρήσει ανόθευτη την Παράδοσή της, επιτεύχθηκε χωρίς ουδέποτε να έχει οριστεί από κάποια «διοίκηση» ένα συγκεκριμένο σώμα κειμένων! Οριστικό κλείσιμο του Κανόνα της Κ.Δ. έχουμε μόλις στο 367 μ.Χ., «διά της 39ης Επιστολής του Μεγάλου Αθανασίου»[7]! Κι όμως, χωρίς να υπάρχει αποκρυσταλλωμένος Κανόνας ιερών κειμένων, «το κριτήριον της Εκκλησίας εις την έγκρισιν ή απόρριψιν υπήρξε πράγματι αλάνθαστον», και ουδέποτε αναγνωρίστηκαν κείμενα που «περιείχαν είτε αιρέσεις είτε ανακρίβειας»[8]. Κατά συνέπεια, η Εκκλησία ήταν ένα ζωντανό σώμα που ασκούσε αυστηρό έλεγχο στην αυθεντικότητα της Παραδόσεως και μάλιστα, χωρίς να έχει ουδεμία πυραμιδοειδή ιεραρχία.
Έτσι γίνεται φανερό ότι τα ευαγγέλια ήταν απολύτως δεκτά με τη μορφή που τα ξέρουμε. Τα μέλη της Εκκλησίας γνώριζαν την αυθεντική Παράδοση, την βρήκαν μέσα στα κείμενα αυτά ανόθευτη, και από εκεί και πέρα, αυτά που κάποιοι ονομάζουν «αντιφάσεις», κατανοούνταν ως δευτερευούσης σημασίας λεπτομέρειες που δεν έθιγαν σε τίποτα την Παράδοση και οφείλονταν είτε στο προσωπικό ύφος του κάθε συγγραφέα, είτε στα πλαίσια της θεολογικής ερμηνείας τους. Αυτός είναι και ο λόγος που τέτοια «κουίζ» είναι εντελώς αντιεπιστημονικά και προορίζονται αποκλειστικά για ιδεολογική κατανάλωση από τους οπαδούς της σχετικής υποκουλτούρας.
3. Λίγα για τον ιστορικό Ιησού
Είναι λοιπόν φανερό ότι θα ήταν αδύνατο να ξεφύγουν από τον έλεγχο της Εκκλησίας τέσσερα κείμενα που θα είχαν άγνοια της γνήσιας Παράδοσης και θα περιείχαν τόσο «εξόφθαλμες ανακρίβειες». Έτσι, οι παραχαράκτες στηρίζονται αποκλειστικά σε μια επιτηδευμένη αδιαφορία που δείχνουν προς τα επιστημονικά πορίσματα που αφορούν την πρωτότυπη φιλολογική μορφή των ευαγγελίων. Ένας από τους σκοπούς που υπηρετούν τέτοια «κουίζ» είναι και η δημιουργία εντυπώσεων, με επαναφορά στα ξεπερασμένα πλέον από την επιστήμη επιχειρήματα, για την ιστορικότητα των διηγήσεων ή την ιστορικότητα του Ιησού! Πόσο αστείο όμως είναι να μιλούν κάποιοι μετά από τόσους αιώνες για την ιστορικότητα του Ιησού, όταν είναι δεδομένη η…
«…απουσία κάθε ιστορικής αρνήσεως της υπάρξεως του Ιησού κατά την αρχαιότητα, ακόμα κι από τους εχθρούς του χριστιανισμού κι από τους αιρετικούς που ήθελαν ν’ απαλλαγούν από την ανθρώπινη φύση του Χριστού[9]!»
Βλέπουμε ενδεικτικά, τον τρόπο με τον οποίο αναφέρονται στον ιστορικό Ιησού, οι αρχαιότεροι και μεγαλύτεροι εχθροί του χριστιανισμού:
(α) Οι χριστιανοί, ως «νομοθέτη και αρχηγό … ακόμη … λατρεύουν τον άνθρωπο που σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη» (Λουκιανός, Περί της Περεγρίνου Τελευτής, 11).
(β) «Ο δάσκαλος τους καρφώθηκε στον σταυρό και ήταν μαραγκός στο επάγγελμα» (Κέλσος, Αληθής Λόγος 6,34).
(γ) Ο Χριστός, «ανεχόταν να τον χτυπούν μ' ένα καλάμι, να τον φτύνουν και να του φορέσουν ακάνθινο στεφάνι» (Πορφύριος, Κατά Χριστιανών, διασωθέν απόσπασμα στο: Μακαρίου Μάγνητος, «Αποκριτικός» 3,1).
Έρχονται λοιπόν μετά από 18, 19, 20 αιώνες να μιλήσουν για την ιστορικότητα του Ιησού, όταν δεν τόλμησαν να την αμφισβητήσουν ούτε οι μεγαλύτεροι εχθροί Του; Τρανταχτό παράδειγμα ο Λουκιανός και ο Κέλσος, που έγραψαν και οι δύο μόλις στα 170-180 μ.Χ.! Δυστυχώς, τέτοια ασόβαρα εφευρήματα ταιριάζουν απόλυτα σε ανθρώπους που λαϊκίζουν σε τέτοιο βαθμό ώστε να μιλάνε και για… ανύπαρκτη Ναζαρέτ, βασισμένοι είτε σε ξεχασμένες θεωρίες του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, είτε σε ανυπόληπτα δημιουργήματα της παραφιλολογίας. Και μάλιστα, τη στιγμή που για τους αρχαιολόγους είναι ένα ζήτημα οριστικά λυμένο. Η Ναζαρέτ, ήταν:
«... ένα μάλλον άσημο χωριουδάκι στους λόφους της Κάτω Γαλιλαίας … φαίνεται να ήταν ένα αγροτικό χωριό που περιβαλλόταν από σειρά οπωρώνων και αμπελώνων, ενώ ασκούνταν επίσης και κτηνοτροφία. Λιγοστές ταφικές σπηλιές της περιόδου, πατητήρια κρασιού και βιοτεχνία παραγωγής λίθινων αγγείων είναι γνωστά στα πέριξ του χωριού. Σε καμία περίπτωση, όμως, η Ναζαρέτ δεν ήταν απομονωμένη και απομακρυσμένη. Βρισκόταν κοντά σε μία μεγάλη και ευημερούσα πόλη, τη Σεπφώριδα … Κρίνοντας από τις σχετικές διαστάσεις των αγροτικών χωριών της Παλαιστίνης εκείνης της περιόδου, η Ναζαρέτ μάλλον ήταν αρκετά μικρή, ίσως με μόλις διακόσιους κατοίκους[10].»
Η διαπίστωση αυτή είναι αρκετή, για να συμπεράνουμε ότι η ασημαντότητά της είναι η αιτία που δεν αναφέρεται η Ναζαρέτ στην Παλαιά Διαθήκη ή στον Ιώσηπο, πράγμα που συχνά επικαλούνται οι αθεο-νεοπαγανιστές. Όμως, «το επιχείρημα δεν ευσταθεί και διά τον λόγον ότι ούτε η Π. Διαθήκη, ούτε ο Ιώσηπος αναφέρουν όλας τας μέχρις ημών γνωστάς πόλεις της Παλαιστίνης[11]».
Πέρα από αυτά:
«... σε μια πλάκα του 3ου ή 4ου αι. π.Χ., η οποία ανακαλύφθηκε κατά την ανασκαφή της Καισαρείας τον Αύγουστο του 1962, ήταν καταγεγραμμένο το δεδομένο ότι η 18η ιερατική πατριά είχε εγκατασταθεί στη Ναζαρέτ. Μεταξύ 1955 και 1960 έγιναν επίσης ανασκαφές στην περιοχή και ανακαλύφθηκαν τάφοι από το 2000-1500 π.Χ., κεραμικά από την περίοδο 900-539 π.Χ. και κατασκευές από την ελληνιστική περίοδο. Η Ναζαρέτ βρίσκεται στο νότιο άκρο της πυκνοκατοικημένης Κάτω Γαλιλαίας, 3-4 μίλια μακριά από την πρωτεύουσα της Γαλιλαίας Σεπφώριδα, η οποία αναδείχθηκε μετά το θάνατο του Ηρώδη το 4 π.Χ. σε επαναστατικό κέντρο του Ιούδα του Τιού Εζεκία. Μάλλον το 2ο αι. π.Χ. ανακατασκευάστηκε η πολίχνη και οι κάτοικοι της ζούσαν από τη γεωργία[12].»
Φτάνουν ακόμα και στο σημείο να πουν ότι ο Χριστός δεν ήταν ιστορικό πρόσωπο, αλλά αντίγραφο των μυθικών, παγανιστικών θεοτήτων! Όμως, πόσο αφελής μπορεί να είσαι για να πεις κάτι τέτοιο; Οι Ιουδαίοι μισούσαν τον παγανισμό. Πώς θα καταδέχονταν να δημιουργήσουν ένα λαμπρό πρόσωπο, έστω και μυθικό, με πνευματικά «υλικά» που απεχθάνονταν; Αυτά τα σενάρια:
«... προσκρούουν στα ιουδαϊκά στοιχεία και ειδικότερα στα παλαιστινιακά, που αφθονούν στα Συνοπτικά Εύαγγέλια και αποκλείουν έτσι την κατοπινή δημιουργία μιας Εκκλησίας πλατύτατα εξελληνισμένης[13].»
Κι αν πάλι ήταν οι μυθοπλαστικές δυνάμεις του ελληνισμού που έφτιαξαν αυτόν τον «μύθο» με πρότυπο τους παγανιστικούς «θεούς», πώς θα ήταν δυνατόν να φτιάξουν έναν Ιησού που να απεχθάνεται τους «θεούς» αυτούς; Πως είναι δυνατόν δηλ. να βάλω τα δυνατά μου για να φτιάξω έναν «μύθο», που όμως θα… απεχθάνεται τις αξίες μου και τους θεούς μου; Πόσο παράλογο επιχείρημα θα ήταν αυτό; Οι παγανιστές άλλωστε, προσπάθησαν όντως να φτιάξουν έναν παγανιστικό «θαυματοποιό». Τον Απολλώνιο τον Τυαννέα. Αυτός, πράγματι, ήταν ένα τέτοιο δημιούργημα, αφού προσεύχεται στον Δία και τιμά το Δωδεκάθεο. Τουλάχιστον ως προς τους «θεούς» λοιπόν, αυτό θα έπρεπε να κάνει και ο Ιησούς Χριστός αν τον είχαν «φτιάξει» ελληνιστικές μυθοπλαστικές δυνάμεις με πρότυπο τις παγανιστικές θεότητες, και όχι να διδάσκει ότι οι «θεοί» αυτοί είναι ψεύτικοι και δαιμονικοί! Κι αν πάλι τον είχαν «φτιάξει» οι μυθοπλαστικές δυνάμεις του ιουδαϊσμού (οι ποιες;), θα τον τοποθετούσαν ασφαλώς εξαρχής στην Ιερουσαλήμ ως έναν ένδοξο εθνικιστή ηγέτη, και όχι ως έναν φτωχό, ξυπόλητο και μάλιστα σταυρωμένο ανθρωπιστή, που ενδιαφερόταν για τη Σωτηρία όλων των ανθρώπων, όλων των εθνών[14]. Αλλά κι αν τον είχαν «φτιάξει» οι μυθοπλαστικές δυνάμεις του ελληνισμού, αντί να τοποθετήσουν τον Ιησού σε ένα μεγάλο κέντρο των ελληνικών γραμμάτων, θα τον έβαζαν να μεγαλώσει σε μια άγνωστη άκρη της ιουδαϊκής Κάτω Γαλιλαίας; Θα ήταν άραγε δυνατόν, κατ’ αντιστοιχία σημερινή, να φτιάξουν οι Έλληνες ένα υπέροχο «μυθικό πρόσωπο» με στοιχεία ελληνικά και να το έβαζαν π.χ. να κατάγεται από τα Σκόπια;
Και ενώ ο σκοπός των συγγραφέων της Κ.Δ. ήταν υποτίθεται να φτιάξουν έναν μύθο στα πρότυπα τα ελληνιστικά, δηλαδή γεμάτο εγκώμια για την καταγωγή και την ένδοξη ιστορία του, αυτοί θα τον τοποθετούσαν σ’ ένα ασήμαντο και κακόφημο (Ιω. 1,47) ιουδαϊκό χωριό, και θα έγραφαν μάλιστα ότι ο «μυθικός θεός» τους σταυρώθηκε ως… εγκληματίας; Όλα αυτά τα στοιχεία, στην εποχή που γράφτηκαν τα ευαγγέλια, αποτελούσαν τη μέθοδο της απόλυτης αποτυχίας και όχι της δημιουργίας ενός ένδοξου «μύθου»! Όπως λοιπόν σημειώνει ο καθ. Πέτρος Βασιλειάδης:
«Για μεγάλο χρονικό διάστημα η αρνητική κριτική κατά της χριστιανικής θρησκείας στηριζόταν στη μυθική ερμηνεία του χριστιανισμού. Παρά το γεγονός, ότι η άποψη για ιστορική ανυπαρξία του Ιησού του από Ναζαρέτ, μόνο για ελάχιστο χρόνο υποστηρίχτηκε στα σοβαρά στην επιστημονική έρευνα […] Σήμερα υπάρχει μεγάλη ποικιλία εντύπων, που έχουν κυριολεκτικά κατακλύσει το εμπόριο, πολλά από τα οποία στηρίζονται στην ξεχασμένη πια και αποτυχημένη αυτή απόπειρα ερμηνείας των καινοδιαθηκικών δεδομένων[15].»
Ευτυχώς όμως, ο Θεός στο σχέδιό Του δεν έπραξε όπως θα κάναμε εμείς. Ο Ιησούς Χριστός αποφάσισε να γεννηθεί στο μοναδικό μέρος που κανείς δεν θα αποδεχόταν να θεοποιήσει έναν άνθρωπο. Κατά συνέπεια, αυτό μας βεβαιώνει ότι οι ακραία μονοθεϊστές ιουδαίοι (ευαγγελιστές, απόστολοι, η πρώτη Εκκλησία), που ποτέ δεν θα έφταναν στο σημείο να ομολογήσουν ισοθεΐα για άνθρωπο, ούτε καν για τον μεγαλύτερο προφήτη, θα πρέπει να ήρθαν αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή και συγκλονιστική δύναμη την οποία εξέπεμπε ο Χριστός. Πόσο μάλλον, όταν δέχονταν πως ο Ιησούς ζούσε ως ευλαβής πιστός, κι όμως μιλούσε με ένα κύρος που άγγιζε την ισοθεΐα! Υπάρχει έτσι ένα ακόμα σοβαρό πρόβλημα για τους ψευδολόγους. Αν δεν το βίωναν ως αλήθεια, πώς θα δέχονταν από έναν άνθρωπο που τον θεωρούσαν ευσεβή, να μιλά σαν αναμάρτητος και να λέει «τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας» (Ιω. 8,46), όταν ξέρουμε ότι, «εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν» (Α' Ιωάν. 1,8); Αντίθετα, το λογικό για έναν ευσεβή άνθρωπο θα ήταν να πει, όπως ο Παύλος, ότι από τους «αμαρτωλούς … πρώτος ειμί εγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15). Πώς θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός ως ευσεβής ο Χριστός και να λέει τόσο «επιπόλαια» και απερίσκεπτα «τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» (Μαρκ. 2,5), φράση που σύμφωνα με τους νομομαθείς της εποχής αποτελούσε ξεκάθαρη βλασφημία («τι ούτος ούτω λαλεί βλασφημίας; Τις δύναται αφιέναι αμαρτίας ει μη εις, ο Θεός», Μαρκ. 2,7); Πώς θα μπορούσαν να γίνουν δεκτές για έναν πεπερασμένο άνθρωπο, εκφράσεις όπως, κανείς δεν γνωρίζει τον Παντοδύναμο, Παντογνώστη, τον Αιώνιο και Άπειρο Θεό, «εκτός από ΕΜΕΝΑ» (όπως στο Ματθ. 11,27);! Πώς θα μπορούσαν να γίνουν δεκτές για έναν απλό ευσεβή άνθρωπο, εκφράσεις όπως «ΕΓΩ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14,6) ή «ο εωρακώς ΕΜΕ εώρακε τον Πατέρα» (Ιω. 14,9), αν δεν βιώνονταν ως αληθινές;
Σήμερα λοιπόν ξέρουμε με σιγουριά ότι κανείς που θα σκόπευε να «φτιάξει μια θρησκεία» δεν θα χρησιμοποιούσε ούτε ένα από τα στοιχεία αυτά για να πείσει για το μεγαλείο του «θεού» του. Όμως, ο Χριστός πέτυχε στο έργο Του, χρησιμοποιώντας όλα τα συστατικά της αποτυχίας! Έπραξε όλα τα αντίθετα από αυτά που η κοινή λογική θα επέβαλλε για να αποκτήσει πιστούς, κι όμως σαν να ήταν ένα πνευματικό big bang, η διδασκαλία του εξαπλώθηκε στα πέρατα του κόσμου. Και έχουμε μια σειρά μαρτυριών που δηλώνουν το ασύλληπτο ότι, όχι απλά κάποιος προφήτης μίλησε για τον Θεό, αλλά ότι ο ίδιος ο Θεός ήρθε στη γη μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, δίδαξε ως ιστορικό πρόσωπο, έκανε θαύματα ως ιστορικό πρόσωπο, πέθανε πραγματικά ως ιστορικό πρόσωπο, και Αναστήθηκε ως ιστορικό πρόσωπο! Και για ένα σύνολο πραγμάτων που αγγίζουν και ξεπερνούν το αδιανόητο, οι πρώτοι χριστιανοί όχι μόνο προκαλούν την ιστορία, αλλά μπροστά στα μάτια εχθρών και φίλων του Ιησού, επικαλούνται ως μάρτυρες τους αντιπάλους Του:
«Ακούστε αυτά που θα σας πω: Ποιος ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος σάς το απέδειξε ο Θεός με τα θαύματα και τα καταπληκτικά έργα που έκανε μέσω αυτού ανάμεσά σας. Αυτά τα ξέρετε εσείς οι ίδιοι πολύ καλά. 23 Κι όμως εσείς τον Ιησού τον θανατώσατε, βάζοντας ανθρώπους που δεν έχουν το νόμο του Θεού να τον καρφώσουν στο σταυρό.» (Πράξ. 2,22-23)
Μετά από αυτή την απίστευτη δήλωση (και άλλες αντίστοιχες), οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η Κ.Δ. εννοεί έναν Ιησού τόσο πραγματικό, τόσο ιστορικό και τόσο χειροπιαστό, όσο θεωρούμε π.χ. τον Πλάτωνα ή τον Μ. Αλέξανδρο! Και δυστυχώς, συχνά αναλωνόμαστε σε μια διαρκή πολεμική και δεν διαβάζουμε κάποια σημεία των διηγήσεων πραγματικά συγκλονιστικά. Τα ίδια τα ευαγγέλια, που μιλούν για την Ανάσταση, δεν θεωρούν καθόλου δεδομένα και αυτονόητα αυτά που συνέβησαν!
Οι μαθητές, έχουν δει μεν την Ανάσταση του Λαζάρου, όμως εδώ τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά: για τον Λάζαρο τους είπαν άλλοι ότι ήταν νεκρός. Δεν βίωσαν τον θάνατό του. Βλέπουν τον Λάζαρο να βγαίνει από τον Τάφο, όμως είχαν δίπλα τους έναν μεγάλο διδάσκαλο. Είχαν καταλάβει ότι ο Θεός τον είχε υπό την προστασία του. Αυτός ο Θεός στον οποίο πάντα πίστευαν έκανε το θαύμα Του, απλά το έκανε μέσω του προσευχόμενου διδασκάλου τους. Τέλος πάντων, ένας άνθρωπος του Θεού μπορούσε να κάνει ακόμα κι αυτό, με τη δύναμη του Θεού φυσικά. Για τον Ιησού όμως ξέρουν καλά ότι βασανίστηκε σκληρά και πέθανε στον Σταυρό. Πήραν το νεκρό σώμα του, το έβαλαν στον Τάφο. Ήξεραν καλά ότι ήταν νεκρός, βίωσαν πικρά το θάνατό του. Δεν πίστευαν ούτε στο ελάχιστο οτιδήποτε άλλο, εκτός από το ότι είχε πεθάνει και θα παρέμενε νεκρός. Απόδειξη είναι όχι μόνο η δυσπιστία τους προς την Ανάστασή Του, αλλά και το γεγονός ότι οι γυναίκες ξεκίνησαν να τον μυρώσουν επειδή ήξεραν καλά ότι θα βρουν εκεί το νεκρό σώμα του. Θα ήταν ίσως πιο εύκολο να τα δεχτούν όλ’ αυτά, αν τον είχε αναστήσει κάποιος προσευχόμενος προφήτης με τη δύναμη του Θεού.
Και ο Ιησούς ήταν νεκρός, θαμμένος, και χωρίς την δυνατότητα ο ίδιος να προσευχηθεί για ένα θαύμα. Κι όμως, συμβαίνει κάτι που δεν χωράει στο μυαλό τους: το πρόσωπο αυτό, ο δάσκαλός τους, ενώ κείται νεκρός, ξαφνικά και εξ ιδίας δυνάμεως, ξυπνά, ζει ξανά, αποκτά τον πλήρη έλεγχο της αυτοσυνειδησίας του και σηκώνεται μόνος του από τον Τάφο! Αν θέλαμε να δώσουμε ένα μέτρο για το δέος που ένιωσε η πρώτη Εκκλησία από τα γεγονότα αυτά, αρκεί να πούμε ότι σε κανέναν από τους ευαγγελιστές δεν θα βρούμε περιγραφές, ούτε καν εικασίες, για την ώρα της Ανάστασης του Χριστού! Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η σχέση που είχε με τον ζωοδότη Θεό ο Δάσκαλός τους ήταν πρωτόγνωρη. Και φυσικά, από τη στιγμή που πραγματοποιούνται οι εμφανίσεις του Ιησού, ουδεμία άλλη ανάσταση μοιάζει με τη δική του: το σώμα του είναι άφθαρτο και με ιδιότητες πρωτόγνωρες. Ξέρουν λοιπόν καλά οι απόστολοι πως όταν διηγηθούν αυτό που είδαν και έζησαν, όσοι το ακούσουν θα τους κοιτάξουν περίεργα. Μήπως και αυτοί οι ίδιοι, έτσι δεν ένιωσαν; Δεν έχουν κανένα πρόβλημα να το ομολογήσουν:
«Επέστρεψαν λοιπόν απ’ το μνήμα και τα ανάγγειλαν όλα αυτά» (Λουκ. 24,9). «Όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς ζει ... δεν ... πίστεψαν» (Μαρκ. 16,11). «Τα λόγια αυτά τους φάνηκαν φλυαρίες.» (Λουκ. 24,11)
Αν δεν είχαν ζήσει αυτό που διηγούνται, θα έπρεπε με τον θάνατό του Ιησού να σημάνει η οριστική διάλυση της ομάδας τους. Κι όμως, εκείνοι αφήνουν τα πάντα για να «κερδίσουν» μόνο κακουχίες και έναν μαρτυρικό θάνατο! Κανείς δεν μπορεί να θυσιαστεί, αν δεν γνωρίζει ότι θυσιάζεται γι’ αυτό που ξέρει και βιώνει ως αλήθεια. Πως λοιπόν θα ήταν δυνατόν, αντί να ξεκινήσουν εκστρατεία δυσφήμισης εναντίον Του, αντιθέτως, να θυσιάσουν τη ζωή τους για χάρη ενός «απατεώνα» τον οποίο θα έπρεπε να μισούν για τις «υποσχέσεις» και τα «ψέματά» Του; Αυτά όλα, συντελούν στο να κατανοήσουμε ότι κάθε προσπάθεια ερμηνείας του Χριστιανισμού και του ιστορικού Ιησού με τις γνωστές μεθόδους, τελικά αφήνει κενά που κανείς δεν μπόρεσε να τα συμπληρώσει πειστικά:
«Κάθε ιστορικός, που μελετά απροκατάληπτα τα κείμενα της Κ.Δ., μπορεί να διαπιστώσει δυο ιστορικές πραγματικότητες. Η πρώτη είναι ότι στον κύκλο των μαθητών του Ιησού συντελέσθηκε μια απροσδόκητη μεταβολή μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Η σύλληψη και ο σταυρικός θάνατος του Ιησού Χριστού βύθισαν τους μαθητές του στη θλίψη, στην απογοήτευση και στην απελπισία. "Και αφέντες αυτόν έφυγον πάντες" (Μαρκ. 14, 50). Έπειτα από λίγο οι ίδιοι μαθητές εμφανίσθηκαν δημόσια στην Ιερουσαλήμ και κήρυτταν, ότι ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς και ήσαν έτοιμοι να πεθάνουν για την πίστη τους. Πώς πρέπει να εξηγηθεί η ριζική αυτή μεταβολή των μαθητών; Ο ιστορικός πρέπει να αναγνωρίσει πως πρέπει στο μεταξύ να συνέβη "κάτι", το οποίο κάνει κατανοητή τη μεταβολή αυτή. Χωρίς το "κάτι" αυτό η γένεση της πρώτης Εκκλησίας μένει ιστορικά ανεξήγητη. Τι είναι αυτό το "κάτι" που προκάλεσε τη ριζική μεταβολή των μαθητών; Ο Πέτρος και οι άλλοι μαθητές υποστήριζαν σύμφωνα με τη σαφή και ενιαία μαρτυρία της Κ.Δ. ότι ο σταυρωμένος Ιησούς «ηγέρθη εκ νεκρών» … τα συμβάντα εκείνα, που οδήγησαν τους μαθητές στην πεποίθηση ότι ο Ιησούς αναστήθηκε … είναι ο κενός τάφος του Ιησού και οι εμφανίσεις του στους μαθητές[16].»
Κατά συνέπεια:
«Ένας αντικειμενικός ερμηνευτής μπορεί να δεχτεί ακόμη και την εγελιανή και μετεγελιανή αρχή της φιλοσοφίας της ιστορίας και να αποδώσει την επικράτηση των μεγάλων κινημάτων της ιστορίας όχι στην ακτινοβολία των σημαντικών προσωπικοτήτων, αλλά στη δράση των μαζών. Μπορεί ακόμη να δεχτεί πως η επιβολή τους μπορεί να οφείλεται σε ένα είδος υποκειμενικού ιδεαλισμού των μαζών. Για την ερμηνεία όμως της διάδοσης και επικράτησης του χριστιανισμού μια τέτοια αρχή και τέτοιου είδους διαδικασία πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν. Κι ο λόγος απλούστατα είναι πως δύσκολα θα μπορούσε κανείς να παρακάμψει το γεγονός του σταυρικού θανάτου του Ιησού […] Και μόνο η ιδέα ενός μεσσία, που θανατώθηκε με τον πιο ατιμωτικό τρόπο, ήταν δυνατό στα πρώτα βήματα της χριστιανικής κοινότητας να διαθέσει αρνητικά τόσο τους Ιουδαίους, όσο και τους εθνικούς[17].»
Ελπίζουμε λοιπόν ότι τα παραπάνω, θα βοηθήσουν ακόμα περισσότερο να κατανοήσουμε πόσο άτοπο και αφελές είναι αυτό το «Quiz», από το οποίο, το μόνο που μένει, είναι ένας χαρακτήρας φτηνού λαϊκισμού.
[Τέλος Α΄ Μέρους. Η συνέχεια στο Β΄ Μέρος]
Σημειώσεις
[1] Όπως έχουμε ξαναπεί, τους εντάσσουμε σε μία ομάδα ως «αθεο-νέο-παγανιστές», λόγω της αντιχριστιανικής συμμαχίας τους, καθώς αρκεί ένα κείμενο να είναι αντιχριστιανικό και το προσυπογράφουν όλοι παρά τις χαώδεις ιδεολογικές διαφορές που υποτίθεται πως έχουν.
[2] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Προβλήματα των περί του Πάθους του Χριστού διηγήσεων των Συνοπτικών Ευαγγελίων», ΕΕΘΣΘ, τόμ. 19, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 176.
[3] Αγουρίδης Σάββας, «Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην», 3η έκδ., Γρηγόρης, Αθήνα 1991, σελ. 84.
[4] Όπως σημειώνει αλλού ο καθ. Καραβιδόπουλος: «Δεν πρέπει να αναζητεί κανείς αυστηρή ακρίβεια στους χρονικούς προσδιορισμούς της Κ.Δ. αλλά την κατά προσέγγιση τοποθέτηση των γεγονότων. Άλλωστε και οι ευαγγελιστές συνοδεύουν τη μνεία της ώρας με προσδιορισμούς που δηλώνουν το περίπου (π.χ. ωσεί, περί, ως κλπ.) … Οι ευαγγελιστές είναι κατά πρώτο και κύριο λόγο θεολόγοι [...] και κατά δεύτερο λόγο ενδιαφέρονται για την αυστηρή και λεπτομερή χρονική τοποθέτηση των γεγονότων που αφηγούνται» (Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 493).
[5] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Προβλήματα των περί του Πάθους…», ό.π., σελ. 190.
[6] «Διά των αποφάσεων της Β΄ Οικουμενικής συνόδου [381] ανεγνωρίσθησαν τα πρεσβεία τιμής του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως και η πρωτοκαθεδρία αυτού εν τη Ανατολή (γ΄κανών)» (Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Ο θεσμός της Πενταρχίας των Πατριαρχών», τόμ. Α΄. Προϋποθέσεις διαμορφώσεως του θεσμού (απ’ αρχής μέχρι το 451), Αθήναι 1977, σελ. 190).
[7] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη», 2η έκδ., Πουρναράς, θεσσαλονίκη 1998, σελ. 113.
[8] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Προβλήματα των περί του Πάθους…», ό.π., σελ. 190.
[9] Trocme Etienne, «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ όπως τον είδαν όσοι τον γνώρισαν», Άρτος Ζωής, Αθήνα 1983, σελ. 23.
[10] Gibson Shimon, «Οι τελευταίες ημέρες του Ιησού, με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα», εκδ. Ουρανός, Αθήνα 2010, σελ. 39.
[11] Γ. Γρατσέας, «Ναζαρέτ», ΘΗΕ, τόμ 9 (1966), στ. 291.
[12] Δεσπότης Σ. Σωτήριος, «Ο Ιησούς ως Χριστός και η πολιτική εξουσία στους Συνοπτικούς Ευαγγελιστές», Άθως, Αθήνα 2005, σελ. 161, σημ. #299.
[13] Trocme Etienne, «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ…», ό.π., σελ. 23.
[14] Το γεγονός ότι ο Χριστός και η διδασκαλία Του αφορούν όλο τον κόσμο, όλα τα έθνη, είναι αναμφισβήτητο:
«Και κηρυχθήσεται τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τή οικουμένη εις μαρτύριον πάσιν τοίς έθνεσι» (Ματθ. 24,14). «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθ. 28,18-19). «Και εις πάντα τα έθνη δεί πρώτον κηρυχθήναι το ευαγγέλιον» (Μάρκ. 13,10). «Αμήν λέγω υμίν, όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εις όλον τον κόσμον» (Μάρκ. 14,9). «Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τή κτίσει» (Μάρκ. 16,15). «Και κηρυχθήναι επί τώ ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη» (Λουκ. 24,47). «Τό φώς τό αληθινόν, ό φωτίζει πάντα άνθρωπον, ερχόμενον εις τόν κόσμον» (Ιωάν. 1,9). «Απέστειλεν ο θεός τόν υιόν εις τόν κόσμον ... ίνα σωθή ο κόσμος δι’ αυτού» (Ιωάν. 3,17). «Καγώ απέστειλα αυτούς εις τόν κόσμον» (Ιωάν. 17,18). «Ιδού στρεφόμεθα εις τα έθνη. ούτω γάρ εντέταλται ημίν ο Κύριος» (Πράξ. 13,46-47). «Αλήθειαν λέγω εν Χριστώ, ου ψεύδομαι, διδάσκαλος εθνών εν πίστει και αληθεία» (Α' Τιμ. 2,7). «Πρώτον μέν ευχαριστώ τώ Θεώ μου διά Ιησού Χριστού υπέρ πάντων υμών, ότι η πίστις υμών καταγγέλλεται εν όλω τώ κόσμω» (Ρωμ. 1,8). «Μη ουκ ήκουσαν; μενούνγε εις πάσαν την γήν εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών» (Ρωμ. 10,18). «Εν δυνάμει σημείων και τεράτων, εν δυνάμει Πνεύματος Θεού, ώστε με από Ιερουσαλήμ και κύκλω μέχρι τού Ιλλυρικού πεπληρωκέναι το ευαγγέλιον τού Χριστού» (Ρωμ. 15,19). «Της αληθείας τού ευαγγελίου 6 τού παρόντος εις υμάς, καθώς και εν παντί τώ κόσμω» (Κολ. 1,5-6). «Τού ευαγγελίου ού ηκούσατε, τού κηρυχθέντος εν πάση τή κτίσει» (Κολ. 1,23). «Έχοντα ευαγγέλιον αιώνιον ευαγγελίσαι επί τους καθημένους επί της γής και επί πάν έθνος και φυλήν και γλώσσαν και λαόν» (Αποκ. 14,6).
[15] Βασιλειάδης Πέτρος, «Παύλος. Τομές στη Θεολογία του», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 65.
[16] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 161.
[17] Βασιλειάδης Πέτρος, «Παύλος…», ό.π., σελ. 65-66.68.
(Πηγή: «Quiz για τις μέρες του Πάσχα - Απαντήσεις σε ένα αφελές ερωτηματολόγιο Μέρος Α΄: Ποια η φιλολογική μορφή των ευαγγελίων - Στοιχεία για τη γνησιότητά τους - Αντίλογος σε απλοϊκές εικασίες περί του Ιστορικού Ιησού», του Papyrus 52 για την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας)
Οι πρώτες 8 ερωτήσεις
Περιεχόμενα
1. Το σκεπτικό των απαντήσεών μας
2. Απάντηση στο Κουίζ, 1η από 17: «Ποιός προσήλθε πρώτος στο μνήμα την Κυριακή το πρωί;»
3. Απάντηση στο Κουίζ, 2η από 17: «Πότε πήγε (πήγαν) στο μνήμα η γυναίκα(ες);»
4. Απάντηση στο Κουίζ, 3η από 17: «Οι γυναίκες πήγαν στο μνήμα, προκειμένου να…»
5. Απάντηση στο Κουίζ, 4η από 17: «Οι γυναίκες απόκτησαν κι ετοίμασαν τα αρώματα…»
6. Απάντηση στο Κουίζ, 5η από 17: «Ο πρώτος επισκέπτης (ες) στο μνήμα συνάντησε (-αν)…»
7. Απάντηση στο Κουίζ, 6η από 17: «Που βρισκόταν αυτός (οι), που συνάντησαν στο μνήμα;»
8. Απάντηση στο Κουίζ, 7η από 17: «Αφού βρήκε (αν) τον τάφο άδειο η γυναίκα (ες)…»
9. Απάντηση στο Κουίζ, 8η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς εμφανίστηκε πρώτα…»
10. Επίλογος
1. Το σκεπτικό των απαντήσεών μας
Πριν ξεκινήσουμε τις απαντήσεις μας στο «Κουίζ» των μυθολόγων, για να ξεκαθαρίσουμε το σκεπτικό του άρθρου αυτού, θα προσθέσουμε τα εξής:
Όσοι ασχολούνται με τα βιβλικά θέματα, ξέρουν ότι η εναρμόνιση των διηγήσεων των ευαγγελίων ουδέποτε υπήρξε πρωτεύον θέμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτό συνέβη επειδή όπως προείπαμε, η αυθεντικότητα της Παράδοσης αναγνωρίστηκε ως δεδομένη στα Ευαγγέλια. Ζήτημα ουσιαστικό για τους Πατέρες, θα υπήρχε μόνο αν συναντούσαν ασυμφωνίες σε ζητήματα ουσιώδη, π.χ. αν ο Ιησούς πέθανε πραγματικά ή φαινομενικά, ή αν ο Τάφος βρέθηκε ή όχι κενός. Πληροφορίες σχετικές με το αν «αγοράστηκε» ή αν «ετοιμάστηκε» το μύρο, δεν μπορούσαν να πλήξουν την αυθεντική πίστη της Εκκλησίας ούτε τότε, ούτε και σήμερα ασφαλώς, και γι’ αυτό αντιμετωπίστηκαν πάντα ως ζητήματα ήσσονος σημασίας, οφειλόμενα στο προσωπικό ύφος του κάθε συγγραφέα και στο ιδιαίτερο ύφος της θεολογικής ερμηνείας τους.
Στις περιστασιακές αναφορές που έχουμε από εκκλησιαστικούς συγγραφείς σχετικά με λεπτομερείς εναρμονίσεις των διηγήσεων μετά την Ανάσταση, συναντάμε ερμηνείες που για να απαντήσουν στα διάφορα ζητήματα, αναφέρονται σε πολλαπλές επισκέψεις στον Τάφο του Ιησού από διαφορετικές ομάδες ανθρώπων. Μια τέτοια ερμηνεία μπορούμε να διαβάσουμε στο διαδίκτυο σε μετάφραση, από τον Αντώνιο Κραποβίτσκυ (1863-1936), Μητροπολίτη Κιέβου. Υπάρχει μάλιστα και ένας συνοπτικός πίνακας των σχετικών διηγήσεων. Σκοπός όμως των δικών μας απαντήσεων στο παρόν άρθρο, είναι να δούμε κάτι άλλο: αν θεωρήσουμε ότι οι τέσσερις ευαγγελιστές διηγούνται μία και μοναδική ιστορία, πόσο έξω από την λογική είναι να εναρμονιστούν οι τέσσερις διηγήσεις; Η πιθανότητα να αφηγούνται οι ευαγγελιστές μία και μόνο ιστορία, είναι άραγε τόσο «ακραία» για τη λογική του σημερινού ανθρώπου, όσο θα ήθελαν οι γνωστοί συκοφάντες;
2. Απάντηση στο Κουίζ, 1η από 17:
«Ποιός προσήλθε πρώτος στο μνήμα την Κυριακή το πρωί;»
α. Μία γυναίκα
β. Δύο γυναίκες
γ. Τρεις γυναίκες
δ. Περισσότερες από τρεις γυναίκες
Όπως είπαμε ήδη από την εισαγωγή μας, όλα τα ζητήματα του «κουίζ» εκμεταλλεύονται την φιλολογική μορφή των ευαγγελίων, και τον τρόπο γραφής που επέλεξαν οι ευαγγελιστές. Όμως, ούτε ένα από τα ζητήματα αυτά δεν αγγίζει την αναστάσιμη αλήθεια της πρωτοχριστιανικής κοινότητας: ο βασικός άξονας της Παράδοσης, επάνω στον οποίο στηρίζεται όλη η μαρτυρία της Εκκλησίας παραμένει ακλόνητος και ενιαίος για όλους. Και πάλι, όμως, παρά τις διαφορές που εκ πρώτης όψεως μπορεί κάποιος να επισημάνει στις ευαγγελικές διηγήσεις, τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα για τους ψευδολόγους. Θα πρέπει καταρχάς, ν’ αναγνωρίσουμε μια ισχυρή ιστορική βάση σχετικά με τη μαρτυρία των γυναικών. Οι διηγήσεις όπου, σημαντικές μαρτυρίες για την ουσία του αναστάσιμου μηνύματος αποδίδονται σε γυναίκες, θα πρέπει να θεωρούνται ιστορικά αξιόπιστες[1]. Εάν επρόκειτο για κατασκευασμένες, επινοημένες αφηγήσεις, με κανέναν τρόπο δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι θα απέδιδαν τις μαρτυρίες αυτές σε γυναίκες, οι οποίες, «θεωρούνταν την εποχή εκείνη ως ανίκανες προς μαρτυρίαν»[2]. Αυτό ισχύει και για τις πρώτες εμφανίσεις του Ιησού και για την μαρτυρία του Κενού Τάφου φυσικά.
Αυτό λοιπόν, είναι ένα ισχυρό ιστορικό επιχείρημα που δύσκολα μπορεί να υποτιμηθεί. Ως προς τον αριθμό τώρα των γυναικών αυτών, αξίζει να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι ευαγγελιστές ξεπερνούν ζητήματα όπως ο αριθμός των προσώπων που συμμετέχουν σε μια διήγηση. Ας ξεκινήσουμε μ’ ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο ευαγγέλιο του Λούκα, εξετάζοντάς κατά γράμμα τον στίχο 24,12 που μας λέει ότι «ο Πέτρος σηκώθηκε κι έτρεξε στο μνήμα», θα θεωρούσαμε βέβαιο ότι μόνο ο Πέτρος ήταν αυτός που πήγε στον Τάφο του Ιησού. Κι όμως δεν είναι έτσι. Ο ίδιος συγγραφέας, ο Λουκάς, δώδεκα στίχους μετά (24,24) διαψεύδει τις υποθέσεις μας και λέει ότι, «απήλθόν τινες των συν ημίν επί το μνημείον»! Κατά συνέπεια, ενώ αναφέρει μόνο τον Πέτρο στο 24,12, με τον πληθυντικό του στίχου 24,24 καταλαβαίνουμε ότι ο Πέτρος τελικά, δεν ήταν μόνος του! Κάτι αντίστοιχο κάνει και ο Ιωάννης: ενώ στο Ιω. 20,1 αναφέρεται η Μαγδαληνή σαν να ήταν μόνη της κατά την επίσκεψη στον τάφο, ακριβώς στον επόμενο στίχο, ο ευαγγελιστής γράφει: «δεν ΞΕΡΟΥΜΕ πού τον έβαλαν» (Ιω. 20,2)! Άρα, όπως σημειώνει ο Παν. Τρεμπέλας, με τον πληθυντικό αυτό:
«... ο Ιωάννης προϋποθέτει, ότι η Μαγδαληνή κατά την πρώτην επίσκεψιν του τάφου συνωδεύετο και υπό άλλων γυναικών[3].»
Αυτομάτως λοιπόν, η διατύπωση της 1ης ερώτησης του «κουίζ» έχει πρόβλημα. Νομίζουν ότι ο Ιωάννης μιλάει για μία γυναίκα (βλ. υποερώτημα ‘ α ’), τη Μαγδαληνή, επειδή λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τον στίχο 20,1. Τελικά όμως, από το Ιω. 20,2 συμπεραίνουμε ότι θα μπορούσαν οι γυναίκες να είναι και δύο, και τρεις, ή και περισσότερες. Κατά συνέπεια, η πρώτη σκέψη που κάνουμε, είναι πως όταν βλέπουμε καταλόγους ονομάτων, δεν μπορούμε πάντα να αποκλείσουμε την παρουσία περισσοτέρων προσώπων από τα επονομαζόμενα, εκτός εάν ο συγγραφέας το αποκλείει ρητώς. Κάνει κάτι τέτοιο ο Ματθαίος; Όχι. Μήπως κάνει κάτι τέτοιο ο Μάρκος; Και πάλι όχι. Μάλιστα, δεν πρέπει να ξεχνάμε και κάτι βασικό: η επιστημονική έρευνα μας έχει πει ότι ο Ματθαίος, όταν γράφει, γνωρίζει το ευαγγέλιο του Μάρκου. Κατά συνέπεια βλέπουμε μια προσωπική, συνειδητή επιλογή του Ματθαίου, που μειώνει τα τρία επονομαζόμενα πρόσωπα (Μαρκ. 16,1) σε δύο, μην αναφέροντας τη Σαλώμη (Ματθ. 28,1). Και αυτό είναι ενδεικτικό για το τι σημαίνει προσωπικό ύφος και αυτονομία ενός συγγραφέα, το οποίο ουδόλως αποτελεί «αντίφαση». Υπάρχει λοιπόν μια εύλογη ερμηνεία που λαμβάνει υπόψη όλ’ αυτά τα δεδομένα:
«... αι μυροφόροι ήσαν πολλοί, αλλ’ οι Ευαγγελισταί, "των επισήμων μόνον ποιησάμενοι μνείαν τας άλλας παρείδον"[4].»
Αυτό, έχει μια εξαιρετικά λογική βάση. Και σήμερα ακόμα, εάν κάποιος είχε μια πληροφορία που του μεταφέρθηκε από ένα σύνολο προσώπων, όταν θα αποφάσιζε να την αναμεταδώσει, για να γίνει πειστικός, θα επέλεγε να αναφέρει ως πληροφοριοδότες εκείνους που κατά την άποψή του θα παρείχαν τον υψηλότερο βαθμό αξιοπιστίας στο μήνυμά του. Έτσι λοιπόν, από τις διηγήσεις των ευαγγελιστών είναι προφανές ότι υψηλότερη θέση στην ιεραρχία της αξιοπιστίας, λαμβάνει η Μαρία η Μαγδαληνή. Ακολούθως, επιλέγονται και τα λοιπά πρόσωπα σύμφωνα με την αναγνώριση που είχαν λάβει από την κοινότητα ή και κατά την κρίση των ευαγγελιστών. Το Λουκ. 8,1-3 δείχνει καθαρά ότι κάποια πρόσωπα ξεχωρίζουν. Κατά συνέπεια, ο Λουκάς και ο Ιωάννης είναι πιθανόν να συμφωνούν σε έναν μεγάλο αριθμό γυναικών, ενώ την ίδια στιγμή, ούτε ο Μάρκος αποκλείει άλλα πρόσωπα, αλλά ούτε και ο Ματθαίος, για τον οποίο μάλιστα γνωρίζουμε ότι επέλεξε να μην αναφέρει τη Σαλώμη ενώ σίγουρα γνώριζε το όνομα. Η εξήγηση λοιπόν της κατ’ επιλογή αναφοράς προσώπων ανάλογα με τη βαρύτητα της μαρτυρίας τους, είναι μια ιδιαίτερα λογική και πειστική ερμηνεία που συμβαδίζει με το όλο ύφος των ευαγγελιστών.
3. Απάντηση στο Κουίζ, 2η από 17:
«Πότε πήγε (πήγαν) στο μνήμα η γυναίκα(ες);»
α. Όταν ήταν ακόμα σκοτάδι
β. Αφού είχε ανατείλλει (sic) ο Ήλιος
Βλέπουμε πως και οι ίδιοι οι μυθολόγοι, εντοπίζουν δύο διαφορετικές ώρες στις τέσσερις διηγήσεις. Η ώρα που ονομάζουν «αντίφαση», είναι αυτή που συναντάμε στο Κατά Μάρκον, όμως δεν είναι τόσο απλό να χαρακτηριστεί έτσι. Ο Μάρκος γράφει:
«Και λίαν πρωί της μιας σαββάτων έρχονται επί το μνημείον, ανατείλαντος του ηλίου» (δηλ., «ήρθαν στο μνήμα πολύ πρωί την επομένη του Σαββάτου, μόλις ανέτειλε ο ήλιος»[5], Μαρκ. 16,2).
Αυτοί όμως οι δύο χρονικοί προσδιορισμοί, αν ερμηνευτούν κατά κυριολεξία, δεν μπορούν να συσχετιστούν διότι τότε θα είχαμε το ακραίο και παράδοξο, να διαφωνεί ο Μάρκος με τον… εαυτό του. Είναι αδύνατον να δεχτούμε κατά γράμμα τα «λίαν πρωί» και «ανατείλαντος του ηλίου» μέσα σε μία και μόνο πρόταση, διότι την εποχή εκείνη προσδιόριζαν διαφορετικούς χρόνους της ημέρας! Γράφει για παράδειγμα ο εκκλησιαστικός συγγραφέας και ερμηνευτής Ευθύμιος Ζιγαβηνός (11ος αι.):
«Και εάν ήν ‘ λίαν πρωί ’, πώς είπεν, ότι ‘ ανατείλαντος του ηλίου ’ [6];»
Όπως εξηγεί ο Νικόλαος Δαμαλάς:
«... ‘ ανατείλαντος του ηλίου ’ τούτο εν τη κυρία σημασία πάντη ασύμφωνον και ασυμβίβαστον τω ‘ λίαν πρωί ’, όπερ νοείται πάντοτε περί του λυκόφωτος[7].»
Παρόμοια, ο καθηγητής Λουκάς Φίλης, γράφει:
«… δημιουργείται η εντύπωση της αντιθέσεως και αντιφάσεως του ιδίου [του Μάρκου] προς τον ίδιο τον εαυτό του, γιατί μνημονεύει ταυτόχρονα και τα δύο χρονικά σημεία, ήτοι ‘ λίαν πρωί ’ και ‘ ανατείλαντος του ηλίου ’ [8].»
Αυτά, μας οδηγούν να σκεφτούμε ότι το «ανατείλαντος του ηλίου» θα έπρεπε να μην εκληφθεί κατά γράμμα, αλλά να το «τραβήξει» χρονικά κοντά του ο προσδιορισμός «λίαν πρωί» και έτσι να μην εννοεί πλήρη ανατολή του ηλίου. Δηλαδή, σύμφωνα και με την ερμηνεία του Ζιγαβηνού την οποία μας εξηγεί ο καθ. Παν. Τρεμπέλας:
«... είναι πιθανόν, ότι ο Μάρκος ενταύθα εννοεί ουχί πλήρη ανατολήν του ηλίου, αλλά το λυκαυγές το μαρτυρούν την εμφάνισίν του[9].»
Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι με το «ανατείλαντος του ηλίου» δεν εννοεί ο Μάρκος παρά το λυκαυγές, βλέπουμε πόσο ταιριάζουν οι τέσσερις μαρτυρίες, ακόμη κι αν τις τοποθετήσουμε όλες μαζί σε μια δική μας σύνθεση:
«Ήρθαν την επομένη ημέρα απ' το Σάββατο. Ήταν "βαθιά χαράματα" [Λουκ. 24,1], τα "ξημερώματα της επόμενης ημέρας" [Ματθ. 28,1]. Έφτασαν "μόλις ανέτειλε ο ήλιος". Ήταν πάντως "πολύ πρωί" ακόμα [Μαρκ. 16,2], και "ήταν ακόμη σκοτεινά" [Ιωάν. 20,1].»
Όσο άχαρη κι αν είναι η ένωση τεσσάρων εδαφίων που λένε το ίδιο πράγμα, εντούτοις γίνεται φανερό ότι ακόμα και με μια ερασιτεχνική προσπάθεια μπορούν να ταιριάξουν. Έτσι, η φράση "μόλις ανέτειλε ο ήλιος" αυτομάτως παίρνει την χροιά του λυκαυγούς και όχι την έννοια της κατά κυριολεξία ανατολής όπου τα πάντα πλέον έχουν φωτιστεί. Άρα λοιπόν, η δήθεν «ασυμφωνία» του Quiz, που θέλει τον Μάρκο να διαφωνεί με τον εαυτό του, (και κατά προέκταση, και με τους άλλους τρεις), δεν έχει πραγματική βάση[10].
4. Απάντηση στο Κουίζ, 3η από 17:
«Οι γυναίκες πήγαν στο μνήμα, προκειμένου να…»
α. Αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα
β. Δούν μόνο το μνήμα
Νομίζουμε ότι αυτή η ερώτηση του «Κουίζ» είναι από τις πιο απαράδεκτες που συναντήσαμε... Το γεγονός ότι ο Ματθαίος αναφέρει πως «η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία ήρθαν να δουν τον τάφο του Ιησού» (Ματθ. 28,1) είναι αναμφισβήτητο. Όμως, το κείμενο του Ματθαίου δεν αποτελείται από έναν μόνο στίχο! Αν έκαναν τον κόπο να διαβάσουν και το υπόλοιπο κείμενο, θα έβλεπαν πως ο ίδιος ο Ματθαίος, τέσσερις μόλις στίχους παρακάτω γράφει: «Ο άγγελος είπε στις γυναίκες ... Ξέρω ποιον γυρεύετε, τον Ιησού» (Ματθ. 28,5)! Ο στίχος αυτός, διαψεύδει όσους υποστηρίζουν ότι σύμφωνα με τον Ματθαίο, οι γυναίκες πήγαν απλά… βόλτα για να «δουν μόνο το μνήμα». Είναι σαφές ότι πήγαν για να βρουν τον νεκρό Ιησού, όπως μας λένε όλες οι διηγήσεις. Και το γεγονός ότι ο Ματθαίος ήξερε την πρόθεση των γυναικών να μυρώσουν τον Κύριο (παρά το γεγονός ότι το θεωρεί δευτερεύον και δεν το αναφέρει) είναι δεδομένο, αν μη τι άλλο, αφού το ευαγγέλιο του Μάρκου, το αρχαιότερο όλων, αποτέλεσε βασική πηγή για το Κατά Ματθαίον[11].
5. Απάντηση στο Κουίζ, 4η από 17:
«Οι γυναίκες απόκτησαν κι ετοίμασαν τα αρώματα…»
α. Την Παρασκευή, προτού νυκτώσει
β. Αφού νύκτωσε το Σάββατο και μετά
Στην 4η αυτή ερώτηση, ας επισημάνουμε πρώτα την απαράδεκτα μεθοδευμένη διατύπωσή της: οι δύο ευαγγελιστές πουθενά δεν λένε από κοινού, ότι οι γυναίκες «απόκτησαν κι ετοίμασαν τα αρώματα» και κατόπιν, ο ένας λέει ότι αυτό έγινε πριν το Σάββατο και ο άλλος λέει μετά το Σάββατο! Βεβαίως, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε απλά, ότι η Παράδοση δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στον χρόνο αγοράς και ετοιμασίας του μύρου. Ακόμα και ένας αυτόπτης δικαιολογείται, όταν γράφει μια διήγηση που συνέβη πριν από 30-40 χρόνια. Εντούτοις, οι δημιουργοί του κουίζ ψεύδονται καθώς δεν υπάρχει καν η διαφωνία που μας παρουσιάζουν. Στα κείμενα, ο μεν Μάρκος μιλάει μόνο για «αγορά», ο δε Λουκάς μιλάει μόνο για «ετοιμασία», και αυτό είναι σημαντικό. Ας ξεκινήσουμε όμως από το αν υπάρχει λόγος να μιλήσει κάποιος για «αντίφαση». Για να ισχύει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε οι ευαγγελιστές να αυτοσχεδιάζουν χωρίς κοινά σημεία. Όμως, στην πραγματικότητα το γεγονός δεν είναι καθόλου άγνωστο στους ιερούς συγγραφείς. Κανείς τους δεν «μπερδεύεται», διότι στα Μαρκ. 16,1-2 και Λουκ. 24,1 οι ευαγγελιστές δείχνουν πως γνωρίζουν καλά ότι:
α) Οι γυναίκες έχουν σκοπό να αλείψουν με μύρο τον Ιησού.
β) Για την αποστολή αυτή πήγαν ξημερώματα της Κυριακής.
γ) Το Σάββατο δεν πραγματοποίησαν καμία σχετική ενέργεια (Μαρκ. 16,1 και Λουκ. 23,56).
Αυτά αποδεικνύουν ότι τα γεγονότα είναι γνωστά και συγκεκριμένα, άρα στο κεντρικό θέμα της διήγησης υπάρχει απόλυτη συμφωνία. Το θέμα του «πότε αποκτήθηκαν τα μύρα» και «πότε ετοιμάστηκαν» τα μίγματα, φαίνεται σαφώς ότι το θεωρούν δευτερεύον. Ο Μάρκος μας λέει μόνο ότι «αγόρασαν αρώματα». Όμως δεν μπορεί να μην τα προετοίμασαν, καθώς γνωρίζουμε ότι υπήρχε μια διαδικασία για να γίνει το τελικό μίγμα[12] που έβαζαν στον νεκρό. Από την άλλη, ο Λουκάς δεν αναφέρει καθόλου την αγορά των αρωμάτων. Θα πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι, αν κρίνουμε από την περιγραφή του Ιωάννη, που μας λέει πως ο Νικόδημος είχε φέρει μαζί του για την Ταφή του Ιησού «εκατό περίπου λίτρες» μίγμα «σμύρνης και αλόης» (Ιω. 19,39), μοιάζει αδύνατον να μπορεί να βρεθεί διαθέσιμη στα σπίτια μια παρόμοια ποσότητα, όταν μάλιστα ξέρουμε ότι τα αρώματα κόστιζαν ακριβά[13].
Στην πραγματικότητα, τα υλικά θα πρέπει και να αγοράστηκαν και να ετοιμάστηκαν. Ιδιαίτερα η εκδοχή του Λουκά ο οποίος δεν αναφέρει πουθενά αν αγοράστηκε το μύρο, είναι στην πραγματικότητα μάλλον αδύνατη, και με το «ητοίμασαν», χωρίς άλλες λεπτομέρειες, δείχνει να ξεπερνά το όλο θέμα ως δευτερεύον. Διότι φαίνεται πολύ πιο πιθανό να χρειάστηκε να αγοράσουν μύρο όπως λέει ο Μάρκος, διότι η αναγκαία ποσότητα ήταν και μεγάλη αλλά και ακριβή, για να υπάρχει πρόχειρη. Είναι υπερβολή όμως να μιλήσουμε για «αντίφαση». Θα μπορούσαν κάλλιστα οι διηγήσεις να είναι συμπληρωματικές. Οι μυροφόρες να ξεκίνησαν την προετοιμασία την Παρασκευή, συγκεντρώνοντας όσα υλικά μπόρεσαν να βρουν, και μόλις πέρασε η αργία του Σαββάτου να αγόρασαν την υπόλοιπη ποσότητα που χρειάζονταν[14], καθώς μοιάζει βέβαιο ότι μια ποσότητα θα έπρεπε να την αγοράσουν. Περισσότερο λοιπόν ο Λουκάς θεωρεί το ζήτημα δευτερεύον και δεν έχει σκοπό να παραθέσει λεπτομέρειες για το μύρο. Μην ξεχνάμε ότι ο Ματθαίος δεν θεωρεί αναγκαίο ούτε καν να το αναφέρει, παρ’ όλο ότι το γνωρίζει (τουλάχιστον από το ευαγγέλιο του Μάρκου).
6. Απάντηση στο Κουίζ, 5η από 17:
«Ο πρώτος επισκέπτης (ες) στο μνήμα συνάντησε (-αν)…»
α. Έναν άγγελο
β. Ένα νέο
γ. Δύο άνδρες
δ. Κανέναν
Καταρχάς, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι μία από τις παραπάνω διατυπώσεις είναι παραπλανητική και απαράδεκτη. Στο υποερώτημα «γ» που μιλάει για τους «δύο άνδρες» που αναφέρονται στο Λουκ. 24,4 δεν είδαν οι ψευδολόγοι ότι ο Λουκάς στο 24,23 μας λέει ξεκάθαρα ότι οι γυναίκες κατάλαβαν κανονικότατα ότι ήταν άγγελοι; «Μας έλεγαν ότι είδαν οπτασία αγγέλων» (Λουκ. 24,23)! Και ασφαλώς, πέρα από αυτό, η Καινή Διαθήκη μαζί με την Παλαιά Διαθήκη μας προσφέρουν ένα ολόκληρο θρησκευτικό πλαίσιο, ώστε με ευκολία να ξεπεράσουμε τις προκαταρκτικές δυσκολίες. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, και μόνο η ενδυμασία που αναφέρεται στις περιγραφές των ευαγγελίων, μαζί με την ατμόσφαιρα των διηγήσεων, δεν αφήνουν το παραμικρό περιθώριο να σκεφτεί κάποιος ότι «οι άνδρες» ή «ο νέος» δεν ήταν άγγελοι. Τα λευκά και απαστράπτοντα ρούχα, μας μεταφέρουν πάντα σε ένα σκηνικό θείας δόξας (π.χ. Δαν. 7,9. Μάρκ. 9,3. Πράξ. 1,10. Αποκ. 6,11). Όσο για το αν ο «νέος» μπορεί να ονομαστεί και «άνδρας», τι να πει κανείς. Σίγουρα πάντως, δεν θα ονομαστεί… γυναίκα!
Το ζήτημα λοιπόν που προκύπτει από την ερώτηση, είναι αν επρόκειτο για έναν ή δύο αγγέλους, ή και για «κανέναν». Όπως προείπαμε, για να μιλήσει κάποιος για «αντίφαση» θα πρέπει να βρίσκει στις διηγήσεις μόνο αυτοσχεδιασμούς χωρίς κοινά σημεία. Όμως τα κοινά σημεία υπάρχουν. Είπαμε ήδη για την ενδυμασία των αγγέλων:
«Ρούχα ολόλευκα σαν το χιόνι» (Ματθ. 28,3)
«Λευκή στολή» (Μαρκ. 16,5)
«Αστραφτερές στολές» (Λουκ. 24,4)
«Ντυμένοι στα λευκά» (Ιω. 20,12)
Επίσης, οι τέσσερις ευαγγελιστές συμφωνούν ότι υπήρξε παρουσία αγγέλου στις γυναίκες. Επιπλέον, η παρουσία αυτή έγινε μέσα στον Τάφο του Ιησού:
«Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή» (Μαρκ. 16,5)
«Όταν μπήκαν … φάνηκαν μπροστά τους δύο άντρες με αστραφτερές στολές» (Λουκ. 24,3-4)
«Σκύβει να δει μέσα στο μνήμα, και βλέπει δυο αγγέλους» (Ιω. 20,11-12)
«Ο άγγελος είπε … Δεν είναι εδώ … [και τις προσκαλεί μέσα:] Ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν» (Ματθ. 28,5-6)
Και βεβαίως, όλοι συμφωνούν για τον Κενό Τάφο (Μαρκ. 16,7· Ματθ. 28,6· Λουκ. 24,3· Ιωαν. 20,2.6), και το μήνυμα ότι ο Ιησούς Αναστήθηκε (Μαρκ. 16,6· Ματθ. 28,7· Λουκ. 24,6· Ιωαν. 20,9).
Τελικά, πόσο λογικό και πιθανό είναι, οι τέσσερις ευαγγελιστές:
α) να γνωρίζουν ότι υπήρξε αγγελοφάνεια,
β) να γνωρίζουν ότι υπήρξε αγγελοφάνεια μέσα στον Τάφο,
γ) να γνωρίζουν πώς ήταν ενδεδυμένοι οι άγγελοι,
δ) να γνωρίζουν ότι οι άγγελοι μίλησαν, κι όμως, να μην ξέρουν πόσοι ήταν;
Αν υποθέσουμε ότι ήξεραν πόσοι ήταν οι άγγελοι, υπάρχει λόγος να αναφερθούν σε έναν άγγελο, τη στιγμή που ήταν δύο; Θεωρούμε ότι υπάρχει, και πολύ λογικός μάλιστα. Έχουμε και λέμε:
α) ένας άγγελος που μιλά: «Ο άγγελος είπε στις γυναίκες» (Ματθ. 28,5).
β) ένας άγγελος που μιλά: «Αυτός όμως τους είπε» (Μαρκ. 16,6).
γ) δύο άγγελοι που μιλούν: «τις ρώτησαν» (Λουκ. 24,5).
δ) δύο άγγελοι που μιλούν: «Της λένε τότε εκείνοι» (Ιω. 20,13).
Αυτοί λοιπόν που κόπτονται τάχα για την ακρίβεια και τις λεπτομέρειες, γιατί δεν παρατήρησαν το παράδοξο οι δύο άγγελοι να μιλούν ταυτόχρονα όπως κατά γράμμα αναφέρουν τα Λουκ. 24,5 και Ιω. 20,13;
Για το λόγο αυτό, είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχτούμε πως όταν λένε ο Λουκάς και ο Ιωάννης «τις ρώτησαν», ή «της λένε», κάθε φυσιολογικός άνθρωπος σκέφτεται και καταλαβαίνει ότι ο ΕΝΑΣ άγγελος μίλησε! Αλλιώς θα πρέπει να φανταστούμε τους αγγέλους σα να λένε… ποίημα στο σχολείο, μιλώντας λέξη προς λέξη και οι δύο μαζί, μετατρέποντας την όλη σκηνή σε θέατρο του παραλόγου. Δεδομένης της απόλυτα λογικής σκέψης ότι δεν μπορεί παρά ο ΕΝΑΣ από τους δύο αγγέλους να μίλησε κάθε φορά, για ποιο λόγο είναι παράλογο οι δύο ευαγγελιστές να εξελίσσουν την σκηνή τους με βάση τον ΕΝΑ άγγελο που μίλησε και άρα πρωταγωνιστούσε στο συμβάν; Και μάλιστα τη στιγμή που είναι ολοφάνερο πως ουδεμία άγνοια των λεπτομερειών της σκηνής υπήρξε: οι ευαγγελιστές γνώριζαν την αγγελοφάνεια, γνώριζαν το σημείο που στάθηκαν οι άγγελοι, γνώριζαν τα ρούχα που φορούσαν, γνώριζαν ότι οι άγγελοι μίλησαν.
Ως προς το «δ» ερώτημα τώρα, με το οποίο αναφέρονται στη διήγηση του Ιωάννη, πουθενά δεν λέει ο ευαγγελιστής ότι οι πρώτοι επισκέπτες δεν είδαν «κανέναν»! Οι δύο άγγελοι της διήγησης, προφανώς θα εμφανίζονταν μέσα στο μνήμα, όμως ο Ιωάννης προσθέτει ότι η Μαρία Μαγδαληνή είδε τους δύο αγγέλους μόνο στη δεύτερη επίσκεψή της. Αν διαβάσουμε προσεκτικά τη διήγηση του Ιωάννη θα καταλάβουμε αμέσως το γιατί. Καθώς οι μυροφόρες πήγαιναν στον Τάφο του Ιησού, είδαν τον λίθο να έχει μετακινηθεί, όμως η Μαγδαληνή μόλις «βλέπει την πέτρα μετατοπισμένη», δεν μπήκε καν στο μνήμα με τις άλλες, άρα δεν θα δει τους αγγέλους, και φεύγει τρέχοντας για να το πει στους μαθητές. Από τη φράση «δεν ΞΕΡΟΥΜΕ πού τον έβαλαν» (Ιω. 20,2), καταλαβαίνουμε ότι δεν ήταν μόνη της αλλά μαζί με άλλες μυροφόρες, και από τη φράση, «τρέχει, λοιπόν, και πηγαίνει στο Σίμωνα Πέτρο» (Ιω. 20,1) καταλαβαίνουμε ότι έφυγε η Μαγδαληνή, και όσες παρέμειναν, πηγαίνοντας μέσα στον Τάφο είδαν τους αγγέλους που αναφέρει ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ματθαίος. Οι άγγελοι έκαναν αισθητή την παρουσία τους και πάλι, ώστε να τους δει η Μαγδαληνή, όταν εκείνη κλαίγοντας κοίταξε μέσα στο μνήμα (Ιω. 20,11).
Για το γεγονός ότι η αγγελοφάνεια δεν ήταν αναγκαία να πραγματοποιηθεί στην περίπτωση των μαθητών, έχουμε ως απόδειξη τα επαινετικά σχόλια του Ιωάννη για τους μαθητές: «τα είδε αυτά και πίστεψε» (Ιω. 20,8) και «ως τότε δεν είχαν καταλάβει» (Ιω. 20,9). Με αυτά, τονίζει την αυξημένη πίστη των Αποστόλων οι οποίοι θυμούνται όσα τους είχε πει ο Δάσκαλός τους, ενώ η Μαγδαληνή, αν και βλέπει το μνημείο ανοιχτό, δεν της περνάει καν από το μυαλό αυτό που τελικά συνέβη (Ιω. 20,2).
7. Απάντηση στο Κουίζ, 6η από 17:
«Που βρισκόταν αυτός (οι), που συνάντησαν στο μνήμα;»
α. Καθισμένος σε μία πέτρα έξω από το μνήμα
β. Καθισμένος μέσα στο μνήμα
γ. Όρθιοι μέσα στο μνήμα
Καταρχάς να ρωτήσουμε: που είδαν ο Λουκάς να λέει ότι οι άγγελοι ήταν μέσα στο μνήμα «όρθιοι»; Η διήγηση γράφει, «φάνηκαν μπροστά τους δύο άντρες» (Λουκ. 24,4). Ούτε μας λέει αν ήταν καθιστοί, ούτε αν ήταν όρθιοι…
Αντιστρόφως, να ρωτήσουμε, που είδαν ότι το ρήμα «κάθημαι», σημαίνει μόνο «κάθομαι κάτω»; Υπό μεταφορική έννοια σημαίνει και αυτόν που βρίσκεται κάπου, που παραμένει σε μία θέση ή κατάσταση (Ματθ. 4,16. Λουκ. 1,79. 21,35. Αποκ. 14,6. Β΄ Θεσ. 2,4). Δεν μπορούμε λοιπόν να είμαστε απόλυτα σίγουροι ούτε αν οι άγγελοι μέσα στο μνήμα ήταν καθιστοί, ούτε αν ήταν όρθιοι. Ακολούθως, χαιρόμαστε που παρατηρούν ότι ο Μάρκος συμφωνεί με τον Λουκά ότι υπήρξε παρουσία αγγέλου μέσα στο μνήμα:
«Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή» (Μαρκ. 16,5)
Εξετάζοντας τώρα τους τρεις ευαγγελιστές, εκτός από τον Ματθαίο, βρίσκουμε μια ενδιαφέρουσα ομοφωνία:
«Παρατήρησαν ότι η πέτρα είχε κυλήσει από τον τόπο της» (Μαρκ. 16,4)
«Βρήκαν τότε την πέτρα κυλισμένη από το μνήμα» (Λουκ. 24,2)
«Βλέπει την πέτρα μετατοπισμένη από την είσοδο του μνήματος» (Ιω. 20,1)
Αυτή η ομοφωνία, μαζί με το γεγονός ότι οι τρεις συνοπτικοί συνήθως συμφωνούν μεταξύ τους στις περισσότερες διηγήσεις, μας επιτρέπει να σκεφτούμε ότι η διήγηση του Ματθ. 28,2-4 δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια επεξηγηματική προσθήκη που ερμηνεύει την κατάσταση που επικρατούσε λίγο πριν βρεθεί ο λίθος μετατοπισμένος σύμφωνα με τα τρία παραπάνω εδάφια. Άρα, ταιριάζει απόλυτα η ερμηνεία ότι:
«... ως προς την περιγραφήν της αποκυλίσεως του λίθου υπό του αγγέλου, αύτη έλαβε χώραν προ της αφίξεως των μυροφόρων εις το μνημείον[15].»
Και
«... ο σεισμός και η Ανάσταση συνέβησαν, σχεδόν, ταυτόχρονα, ακολούθησε δε μετά από λίγο η άφιξη των γυναικών στο μνήμα[16].»
Έτσι λοιπόν, ο Ματθαίος γνωρίζει για τον μετατοπισμένο λίθο, επεξηγεί όμως τον λόγο της μετατόπισης με την εξής εμβόλιμη διήγηση:
«Ξαφνικά έγινε μεγάλος σεισμός, γιατί ένας άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό, ήρθε, κύλησε την πέτρα από την είσοδο και καθόταν πάνω της. Η όψη του ήταν σαν αστραπή και τα ρούχα του ολόλευκα σαν το χιόνι. Τόσο τον φοβήθηκαν οι φρουροί, που άρχισαν να τρέμουν κι έγιναν σαν νεκροί.» (Ματθ. 28,2-4)
Αν όμως αφαιρέσουμε αυτό το συμβάν από την περιγραφή του Ματθαίου, έχουμε μια παράλληλη με τους άλλους ευαγγελιστές διήγηση που έχει ως εξής:
«Μετά το Σάββατο, τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας, η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία ήρθαν να δουν τον τάφο του Ιησού [...] Ο άγγελος είπε στις γυναίκες: "Εσείς μη φοβάστε! Ξέρω ποιον γυρεύετε: τον Ιησού, τον σταυρωμένο"» (Ματθ. 28,1.5)
Έτσι λοιπόν, η μόνη συνάντηση που είχαν με άγγελο, ήταν κατά τη στιγμή που πήγαν «να δουν τον τάφο», οπότε ο άγγελος τους δίνει θάρρος και τις καλεί μέσα: «Ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν» (Ματθ. 28,6).
Το έχουμε ξαναπεί: αν μη τι άλλο, ο Ματθαίος γνωρίζει το Κατά Μάρκον. Κατά συνέπεια είναι απόλυτα λογικό να αναφέρει την ίδια ακριβώς αγγελοφάνεια. Το κάλεσμα από το εσωτερικό του τάφου, «ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν» που λέει ο άγγελος (Ματθ. 28,6), ταιριάζει με την αγγελοφάνεια του Μάρκου: «Μόλις μπήκαν … είδαν ένα νεαρό … [που τους λέει] Να και το μέρος όπου τον είχαν βάλει» (Μαρκ. 16,5-6). Άρα λοιπόν, όλες οι αγγελοφάνειες στις μυροφόρες έγιναν μέσα στο μνήμα, χωρίς να έχουμε επαρκείς πληροφορίες αν οι άγγελοι ήταν… «όρθιοι» ή «καθιστοί».
8. Απάντηση στο Κουίζ, 7η από 17:
«Αφού βρήκε (αν) τον τάφο άδειο η γυναίκα (ες)…»
α. Έσπευσαν να το πουν στους μαθητές
β. Έφυγαν από το μνήμα, γιατί τρόμαξαν και δεν είπαν σε κανέναν τίποτε
Μια διόρθωση οφείλουμε να κάνουμε ευθύς εξαρχής: ο Μάρκος γράφει ότι τις μυροφόρες κατέλαβε «τρόμος και έκστασις» (16,8) άρα δεν μιλά μόνο για «τρόμο» αλλά και για θαυμασμό, κατάπληξη ή δέος. Η 7η αυτή ερώτηση των «μεγάλων ερευνητών» αγνοεί προκλητικά τα δεδομένα της περικοπής. Ας δούμε τη διήγηση:
«Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο: "πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει· εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε". Οι γυναίκες βγήκαν κι έφυγαν από το μνήμα γεμάτες τρόμο και δέος· δεν είπαν όμως τίποτα σε κανέναν, γιατί ήταν φοβισμένες […] ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή … Εκείνη πήγε και το είπε στους μαθητές … Αυτοί όμως, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς ζει και τον είδε η Μαρία, δεν την πίστεψαν.» (Μάρκ. 16,7-11)
Αν δεν υπήρχε η προστακτική, «πηγαίνετε … και πείτε», πράγματι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το, «τρόμαξαν και δεν είπαν σε κανέναν τίποτε» έχει κάποια βάση. Θα ήταν όμως ποτέ δυνατόν, πιστοί ιουδαίοι, να μην υπάκουσαν σε ρητή εντολή του αγγέλου; Όταν ξέρουμε το δέος που ένιωθαν για τον Θεό; Θα κάθονταν χωρίς να μιλήσουν ΠΟΤΕ για το ζήτημα, παρά την εντολή «πηγαίνετε τώρα και πείτε»; Και τέλος πάντων, ο «τρόμος και η έκστασις» δεν κρατούν για πάντα. Είναι απόλυτα λογικό ότι κάποια στιγμή συνήλθαν, και τότε θα υπερίσχυσε η αίσθηση του καθήκοντος που είχαν απέναντι στην εντολή που έλαβαν. Άρα, τα συμπεράσματα οφείλουν να προκύπτουν από τον συνολικό έλεγχο του κειμένου και όχι απ’ όπου βολεύει. Και βεβαίως, η εμμονή των δημιουργών του «κουίζ» για τις «κατά γράμμα» ερμηνείες μας οδηγεί στο να τους ρωτήσουμε με τη σειρά μας:
«Αν θεωρείτε πως κάθε τι που εξιστορείται στον Μάρκο θα πρέπει να λαμβάνεται κατά γράμμα, τότε βλέπετε λογικό ότι η Μαγδαληνή, ενώ είπε στους μαθητές ότι είδε τον Ιησού ζωντανό (Λουκ. 16,11), δεν έκανε τον κόπο ή… ξέχασε να τους πει ότι είδε τον τάφο ανοιχτό, ώστε να γίνει περισσότερο πειστική;»
Βλέπουμε λοιπόν ότι μεγαλύτεροι παραλογισμοί προκύπτουν από τις απαιτήσεις των αθεο-νεοπαγανιστών, παρά από τις «αντιφάσεις» που βρίσκουν. Είναι εύλογο λοιπόν ότι ο Μάρκος αναφέρει το «τρόμος και έκστασις» για τονίσει τα αισθήματά τους κατά τη στιγμή εκείνη. Η εντολή του αγγέλου όμως δεν επιτρέπει να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για μόνιμη σιωπή. Οπότε, είτε εννοεί ότι φεύγοντας οι γυναίκες δεν είπαν τίποτα σε κανένα πέρα του στενού κύκλου τους, είτε δεν είπαν τίποτα σε κανένα για μικρό χρονικό διάστημα ή δεν είπαν τίποτα σε κανένα κατά τη διαδρομή της επιστροφής. Δεν μπορεί όμως να μην το είπαν ποτέ, παρακούοντας την διαταγή του αγγέλου. Μάλιστα, ο Λουκάς, ο οποίος γνωρίζει το Κατά Μάρκον ευαγγέλιο, αφού το χρησιμοποιεί ως πηγή, μας λέει για τις μυροφόρες αυτές: «Επέστρεψαν λοιπόν απ’ το μνήμα και τα ανάγγειλαν όλα αυτά» (Λουκ. 24,9).
9. Απάντηση στο Κουίζ, 8η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς εμφανίστηκε πρώτα…»
α. Στη Μαρία τη Μαγδαληνή
β. Στον Κλεόπα και σε έναν άλλο μαθητή
γ. Στη Μαρία τη Μαγδαληνή και την άλλη Μαρία
δ. Μόνο στον Κηφά
Ως προς την τελευταία ερώτηση με την οποία θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο, δεν καταλαβαίνουμε τη διατύπωση «εμφανίστηκε πρώτα». Γιατί ρωτούν κάτι τέτοιο, αφού το μόνο κείμενο που αναφέρει ρητά ποια ήταν η πρώτη εμφάνιση του Ιησού, είναι του Μάρκου; «Ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή» (16,9). Από τη στιγμή που τέτοιος προσδιορισμός δεν υπάρχει ούτε στον Λουκά, ούτε στον Ματθαίο, ούτε στον Παύλο, μπορούμε να δεχτούμε ότι η ορθή απάντηση μας δίδεται από τον Μάρκο. Άρα, η πρώτη εμφάνιση έγινε στη Μαρία Μαγδαληνή (Μαρκ. 16, 9) και δεν προκύπτει από κάπου ότι ο Ιωάννης δεν συμφωνεί με αυτό (Ιω. 20,14). Η Μαγδαληνή έχει φύγει (Ιω. 20,2), είπε στους μαθητές ότι ο λίθος έχει μετακινηθεί, και ξαναγυρίζει στον τάφο την ώρα που οι άλλες μυροφόρες έχουν φύγει από το μνήμα. Τότε γίνεται στη Μαγδαληνή η πρώτη εμφάνιση του Ιησού.
Οι μυροφόρες που παρέμειναν στον τάφο μετά τη φυγή της Μαγδαληνής (Ιω. 20,1), βλέπουν την αγγελοφάνεια και καθώς γυρίζουν να την αναγγείλουν, συναντούν τον Ιησού. Αυτή είναι η δεύτερη εμφάνιση (Ματθ. 28,9) και συμβαίνει μετά από την εμφάνιση στην Μαγδαληνή. Ως προς το υποερώτημα «γ» του κουίζ, υπενθυμίζουμε ότι λόγω του περιστατικού στο Ιω. 20,1 η Μαγδαληνή δεν βρίσκεται με τις γυναίκες του Ματθ. 28,8. Υπενθυμίζουμε επίσης ότι η απάντησή μας στην 1η ερώτηση του «κουίζ», δείχνει ότι το πιθανότερο είναι οι γυναίκες να είναι πολλές και όχι μόνο οι δύο που επιλέγει να αναφέρει ο Ματθαίος στο 28,1.
Θα επαναλάβουμε εδώ την επιστημονική αξιολόγηση των μαρτυριών: το γεγονός ότι οι γυναίκες, «θεωρούνταν την εποχή εκείνη ως ανίκανες προς μαρτυρίαν»[17] μας βεβαιώνει σε μεγάλο βαθμό ότι η αναφορά του Μάρκου για την πρώτη εμφάνιση του Ιησού στην Μαγδαληνή έχει ιστορική βάση, διότι αν επρόκειτο για κατασκευασμένη διήγηση, το λογικό θα ήταν να αποδοθεί σε άνδρα για να γίνει περισσότερο πειστική[18].
Η τρίτη εμφάνιση και, σύμφωνα με τον Οικουμένιο Τρίκκης (10ος αιώνας), πρώτη για τους άνδρες[19], έγινε στον Πέτρο (Λουκ. 24,34), την ώρα που οι δύο μαθητές πήγαιναν στους Εμμαούς (Λουκ. 24,13-15). Ο Παύλος (βλ. υποερώτημα «δ») δεν αναφέρει ρητά στο Α΄Κορ. 15,5 ως πρώτη την εμφάνιση στον Πέτρο. Αυτό σημαίνει ότι ο Παύλος, από τις διάφορες εμφανίσεις του Ιησού που γνωρίζει, επιλέγει συνειδητά να αναφέρει μόνο αυτές στον Πέτρο και τους Δώδεκα, καθώς στην επιστολή του σκοπεύει να δώσει την επίσημη μαρτυρία της πρώτης Εκκλησίας για την Ανάσταση, με αναφορά στα ηγετικά της πρόσωπα[20]. Ενδεικτικό της σκέψης αυτής είναι το γεγονός ότι αναφέρεται στους «Δώδεκα» το οποίο «αποτελεί επίσημον όνομα δηλούν τον κύκλον των αποστόλων, διότι άλλως κατά την πρώτην εμφάνισιν εις τους αποστόλους μόνον δέκα ήσαν παρόντες»[21].
Η τέταρτη εμφάνιση πραγματοποιήθηκε στους δύο μαθητές (Λουκ. 24,13-15), ένας από τους οποίους ήταν ο Κλεόπας (Λουκ. 24,18). Στη διήγηση αυτή, βλέπουμε ότι οι δύο μαθητές, ενώ διηγούνται διάφορα στον Ιησού (δεν έχουν καταλάβει ακόμα ποιος είναι), δεν αναφέρουν το γεγονός ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε στη Μαγδαληνή και στις άλλες μυροφόρες. Ο λόγος είναι, ότι οι μαρτυρίες των γυναικών θεωρήθηκαν κενές περιεχομένου:
α) η «μαρτυρία» της Μαγδαληνής έχει ήδη απορριφθεί ως μη πραγματική (Μαρκ. 16,11) οπότε δεν έχει ιδιαίτερη αξία ν’ αναμεταδοθεί, και
β) η μαρτυρία των άλλων μυροφόρων θεωρείται επίσης ανάξια λόγου: στο Λουκ. 24,23 με τα «λέγουσαι» και «λέγουσιν» χαρακτηρίζονται οι διηγήσεις των γυναικών ως αερολογίες/φαντασιοπληξίες[22]. Σε αυτά που θεωρούν αερολογίες, συγκαταλέγεται και η αναφορά των γυναικών στον άγγελο που τους είπε ότι ο Ιησούς αναστήθηκε (Λουκ. 24,6). Αυτό σημαίνει ότι κανέναν λόγο δεν είχαν να αναφέρουν οι δύο μαθητές την εμφάνιση του Ιησού στις μυροφόρες (Ματθ. 28,9), αφού απέκλειαν κάθε ενδεχόμενο ο Ιησούς να ζει (Λουκ. 24,23. Βλ. και Λουκ. 24,21: «είναι η τρίτη μέρα σήμερα … και δεν έχει συμβεί τίποτα»).
[Σημείωση: στον στίχο Λουκ. 24,10 ο ευαγγελιστής αναφέρει όλες μαζί τις γυναίκες. Άρα, βάζει γυναίκες που ξέρει ότι είδαν διαφορετικά πράγματα, να λένε ότι είδαν τα ίδια. Πώς ξέρει ότι είδαν διαφορετικά πράγματα; Μα φυσικά από το γεγονός, ότι γνωρίζουμε σήμερα πως χρησιμοποίησε ως πηγή για το ευαγγέλιό του και το Κατά Μάρκον. Άρα, είναι αδύνατον ο Λουκάς να μην γνωρίζει την εμφάνιση του Ιησού στη Μαγδαληνή (Μαρκ. 16,9) (ακόμα και αν υποθέσουμε ότι δεν γνώριζε την εμφάνιση στις μυροφόρες που αναφέρει ο Ματθαίος στο 28,9). Όταν λοιπόν βλέπουμε στο Λουκ. 24,9 όλες οι γυναίκες, μαζί και η Μαγδαληνή, να μιλούν μόνο για μετατοπισμένο λίθο και για αγγελοφάνεια, καταλαβαίνουμε ότι ο Λουκάς συμπυκνώνει τη διήγηση, και επιλέγει να δώσει βάση στην εμφάνιση του Ιησού που έγινε στους μαθητές στο δρόμο για τους Εμμαούς.]
10. Επίλογος
Αυτό ήταν το πρώτο μέρος των απαντήσεών μας. Σίγουρα οι πληροφορίες είναι πολλές και η ανάγνωση καλό θα ήταν να γίνει με την Κ.Δ. κοντά μας για να βλέπουμε τις διηγήσεις. Μια εναρμόνιση σαν αυτή που καταγράφουμε στο παρόν άρθρο, έχει βασικό σκοπό να δώσει απαντήσεις ώστε να κινητοποιήσει τη λογική όσων με επιπολαιότητα αναδημοσιεύουν ένα ανόητο κουΐζ στο οποίο κυριαρχεί η νοοτροπία καφενείου, η ίδια ακριβώς που επικρατεί και σε δήθεν «ψαγμένες» ενασχολήσεις με την ιστορία που δημοσιεύονται με την ίδια επιπολαιότητα (και που στην πραγματικότητα μπορούν να πείσουν μόνο αμαθείς, ημιμαθείς ή φανατικά προκατειλημμένους αναγνώστες). Αφού λοιπόν τίθενται ερωτήσεις, χαρά μας να τις απαντήσουμε. Είναι επίσης χαρά μας, όταν κάποιοι μας προτείνουν να διαβάσουμε το «κουίζ» ή μας το παραθέτουν ως «σεντόνι» σε διαδικτυακές συζητήσεις, να έχουμε πρόχειρη μια επαρκή απάντηση ώστε να αφιερώνουμε το χρόνο των συζητήσεών μας σε θέματα πιο ουσιαστικά από τις ρηχές και κακόπιστες ερμηνείες των ευαγγελίων από διαστρεβλωτές, συνειδητούς και μη.
Επισημαίνουμε ότι μια τέτοια εναρμόνιση των διηγήσεων δεν την χρειάζεται ο Ορθόδοξος. Το παράδειγμα του Χρυσοστόμου, είναι ισχυρό για εμάς. Όπως αναφέρει ο Ευθύμιος Ζηγαβηνός, επί του σημαντικού ζητήματος των αφίξεων των μυροφόρων: «ο μεν Χρυσόστομος ουδέν τι περί της τοιαύτης διαφοράς επολυπραγμόνησεν»[23]. Ο Χρυσόστομος στα υπομνήματά του αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος στα σωτηριώδη διδάγματα που προκύπτουν από τις ευαγγελικές διηγήσεις.
Στο ζήτημα των διηγήσεων, η προσωπική μας θέση συμβαδίζει φυσικά με την δύναμη της Παράδοσης: ο κατάλληλος χρόνος για να εκληφθούν οι διαφορές των διηγήσεων ως «αντιφάσεις» από τους γνώστες των γεγονότων, ήταν στους πρώτους αιώνες (όπως και έγινε) και όχι μετά από 1.800 χρόνια. Η Εκκλησία αποδείχτηκε απόρθητο κάστρο ως προς την Παράδοση αυτή. Κάθε κείμενο με νοθευμένη Παράδοση απορρίφθηκε ως «απόκρυφο». Από τη στιγμή που σε μια Εκκλησία χωρίς «κεντρική διοίκηση» βλέπουμε να κατορθώνουν να περάσουν τις δύσκολες «εξετάσεις» της αποδοχής μόνο αυτά τα τέσσερα ευαγγέλια, αυτό σημαίνει για εμάς πως το ζήτημα είναι οριστικά τελειωμένο. Επιπλέον, νομίζουμε ότι με τις πληροφορίες και ερμηνείες που δώσαμε στο Α΄ Μέρος του τριμερούς αυτού άρθρου, φάνηκε πόσο στενόμυαλες προσεγγίσεις είναι αυτές με τα «κουίζ» και πόση παραφιλολογία και λαϊκισμό κρύβουν μέσα τους.
Ένα τρίτο μέρος με τις υπόλοιπες 9 απαντήσεις θα ακολουθήσει αργότερα, όταν ο χρόνος μας το επιτρέψει. Μέχρι τότε, ας ευχηθούμε ότι το αναστάσιμο φως του Χριστού θα μας φωτίσει όλους ώστε να αλλάξουμε μυαλά…
[Τέλος Β΄ Μέρους. Η συνέχεια στο Γ΄ Μέρος και τελευταίο]
Σημειώσεις
[1] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία των μαρτυριών της Κ. Δ. για την ανάσταση του Ιησού Χριστού στη σύγχρονη εποχή», ΟΕΔΒ, Αθήνα 1986, σελ. 135.
[2] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 136.
[3] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Απολογητικαί Μελέται», τόμ. Ε΄, 6η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1994, σελ. 79-80.
[4] «Μυροφόροι», ΘΗΕ, τόμ. 9 (1966), στ. 215.
[5] Οι μεταφράσεις των εδαφίων από το: «Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) - Μετάφραση από τα πρωτότυπα κείμενα», Βιβλική Εταιρεία, Αθήνα 1997.
[6] PG 129,748 B.
[7] Δαμαλάς Νικόλαος, «Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην», τόμ. Γ΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 744.
[8] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο των παράλληλων χωρίων Μαρκ 16,2. Ματθ 28,1. Λουκ 24,1. Ιωαν 20,1», στο συλλογικό έργο: «Η Μετάφραση της Αγίας Γραφής στην Ορθόδοξη Εκκλησία», Εισηγήσεις Δ΄ Συνάξεως Ορθοδόξων Βιβλικών Θεολόγων (Θεσ-νίκη, 25-28 ΟΚΤ 1986), Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 175.
[9] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1993, σελ. 313β.
[10] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 180.
[11] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη», 2η έκδ., Πουρναράς, θεσσαλονίκη 1998, σελ. 186-187.
[12] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1990, σελ. 685β-686α.
[13] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», ό.π., σελ. 686α.
[14] Βλ. Δαμαλάς Νικόλαος, «Ερμηνεία εις την Καινήν Διαθήκην», τόμ. Γ΄, εν Αθήναις 1892, σελ. 724-725.
[15] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Απολογητικαί Μελέται», τόμ. Ε΄, ό.π., σελ. 565.
[16] Λουκάς Φίλης, «Το εννοιολογικό περιεχόμενο…», ό.π., σελ. 177.
[17] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 136.
[18] Ανδριόπουλος Παναγιώτης, «Η Ερμηνεία…», ό.π., σελ. 135.
[19] Βλ. Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς της Κ. Διαθήκης», τόμ. Α', 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1989, σελ. 397.
[20] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[21] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397β.
[22] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[23] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον», 3η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1983, σελ. 664α.
(Πηγή: «Quiz για τις μέρες του Πάσχα - Απαντήσεις σε ένα αφελές ερωτηματολόγιο Μέρος Β΄: Οι πρώτες 8 ερωτήσεις», του Papyrus 52 για την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας)
Οι υπόλοιπες 9 ερωτήσεις
Περιεχόμενα
1. Απάντηση στο Κουίζ, 9η από 17: «Ο Ιησούς παρουσιάστηκε για πρώτη φορά…»
2. Απάντηση στο Κουίζ, 10η από 17: «Οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού…»
3. Απάντηση στο Κουίζ, 11η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς…»
4. Απάντηση στο Κουίζ, 12η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς…»
5. Απάντηση στο Κουίζ, 13η από 17: «Οι μαθητές είδαν τον αναστημένο Ιησού…»
6. Απάντηση στο Κουίζ, 14η από 17: «Όταν ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους μαθητές του ήταν…»
7. Απάντηση στο Κουίζ, 15η από 17: «Ο αναστηθείς Ιησούς …»
8. Απάντηση στο Κουίζ, 16η από 17: «Ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό…»
9. Απάντηση στο Κουίζ, 17η από 17: «Οι μαθητές έλαβαν την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος…»
10. Επίλογος
1. Απάντηση στο Κουίζ, 9η από 17:
«Ο Ιησούς παρουσιάστηκε για πρώτη φορά…»
α. Κάπου μεταξύ του μνήματος και της Ιερουσαλήμ
β. Ακριβώς έξω από το μνήμα
γ. Στη Γαλιλαία
δ. Στο δρόμο για το χωριό Εμμαούς, που απείχε εξήντα στάδια από την Ιερουσαλήμ [α. Ματθ. 28,8-9, β. Ιωάν. 20,11-14, γ. Στη Γαλιλαία Μαρκ. 16,6-7, δ. Λουκ. 24,13-15.]
Εάν κάποιος διάβασε στο Β΄ Μέρος του άρθρου την 8η τοποθέτησή μας, θα γνωρίζει ήδη την απάντηση. Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ότι:
Η πρώτη εμφάνιση ήταν στην Μαγδαληνή έξω από το μνήμα (Μαρκ. 16,9. Ιω. 20,14), η δεύτερη εμφάνιση ήταν στις Μυροφόρες κατά την επιστροφή τους από τον Τάφο (Ματθ. 28,9-10), η τρίτη εμφάνιση ήταν στον Απόστολο Πέτρο (Λουκ. 24,34. Α΄ Κορ. 15,5) και η τέταρτη εμφάνιση ήταν στους δύο μαθητές εκτός του στενού κύκλου των δώδεκα, στο δρόμο για τους Εμμαούς (Λουκ. 24,13-35).
[Bεβαίως από εκεί και πέρα αριθμούνται και άλλες: πέμπτη εμφάνιση στους δέκα μαθητές χωρίς τον Θωμά (Λουκ. 24,36-43. Ιω. 20,19-24), έκτη εμφάνιση στους έντεκα μαθητές μαζί με το Θωμά (Ιω. 20,26-29), έβδομη εμφάνιση στους επτά μαθητές στην Τιβεριάδα (Ιω. 21,1-23) κ.λπ.]
Ας εξετάσουμε τώρα το υποερώτημα «γ». Όπως είδαμε στο Β΄ μέρος του άρθρου από την ανάλυση των κειμένων, ο άγγελος παραγγέλλει μεν στις μυροφόρες, «πείτε στους μαθητές … [ο Ιησούς] "πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί θα τον δείτε…"» (Μαρκ. 16,7), όμως η μαρτυρία των μυροφόρων δεν έγινε πιστευτή· για παράδειγμα, ο Μάρκος μας λέει ότι οι μαθητές δεν πίστεψαν ούτε καν την Μαγδαληνή που τους είπε ότι είδε τον Ιησού (Μαρκ. 16,11), άρα ποιος ο λόγος να πιστέψουν τις μυροφόρες; Επιπλέον, υπάρχει και η αντίστοιχη μαρτυρία του Λουκά (βλ. και 8η ερώτηση του κουίζ): οι δύο μαθητές που πηγαίνουν στους Εμμαούς, δείχνουν μέσω της συνομιλίας τους με τον Ιησού (που δεν έχουν καταλάβει ακόμα ποιος είναι), ότι οι μαρτυρίες των γυναικών θεωρήθηκαν κενές περιεχομένου και γι’ αυτό δεν τις αναφέρουν καν. Απέκλειαν κάθε ενδεχόμενο ο Ιησούς να ζει, και αυτό φαίνεται καθαρά από τη φράση τους: «είναι η τρίτη μέρα σήμερα … και δεν έχει συμβεί τίποτα» (Λουκ. 24,21).
Άρα, οι μαθητές δεν έφυγαν για τη Γαλιλαία και παρέμειναν στα Ιεροσόλυμα μην ξέροντας τι να κάνουν (Ιω. 20,19) για τουλάχιστον οκτώ ημέρες ακόμα (Ιω. 20,26). Έπρεπε ο Ιησούς να φανερωθεί πρώτα στους μαθητές ώστε να αρχίσουν να πιστεύουν στην πραγματικότητα της Ανάστασής Του. Έτσι κι έγινε. Ο Ιησούς εμφανίζεται πρώτα μπροστά στους μαθητές χωρίς να είναι παρόν ο Θωμάς (Λουκ. 24,36-43. Ιω. 20,19-24), κατόπιν ξαναείδαν τον Χριστό όλοι μαζί, όπου κάμπτεται η δυσπιστία του Θωμά (Ιω. 20,26-29) και μετά ξεκινούν το ταξίδι τους για τη Γαλιλαία όπου θα πραγματοποιηθεί η τρίτη εμφάνιση του Ιησού στον στενό κύκλο των μαθητών (Ιω. 21,14).
2. Απάντηση στο Κουίζ, 10η από 17:
«Οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού…»
α. Στη Γαλιλαία,
β. Στην Ιερουσαλήμ [α. Ματθ. 28, 7, Μάρκ. 16,7-10, β. Λουκ. 24, 33-36, Ιωάν. 20,19, Πράξεις 1,4.]
Τώρα ασφαλώς αναμασάμε τα ίδια και τα ίδια… Όπως είπαμε στην προηγούμενη απάντηση, οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού στην Ιερουσαλήμ και κατόπιν, αφού πείστηκαν για την Ανάσταση, ταξίδεψαν για τη Γαλιλαία. Ως προς την ερώτηση αυτή του «κουίζ» αξίζει να μείνουμε λίγο περισσότερο στο γνωστό «κόλπο» που επικαλούνται όσοι μιλούν για «αντιφάσεις», και αφορά μια ρήση του Ιησού που σημειώνει ο Λουκάς και στο Ευαγγέλιό του και στο βιβλίο των Πράξεων: «Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του» (Λουκ. 24,49). Kαι «Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα» (Πραξ. 1,4). Αυτά τα εδάφια, οι παραχαράκτες τα ετεροχρονίζουν ώστε να μας παραπλανήσουν και να πουν ότι αφού ο Ιησούς τους είπε να μείνουν στην Ιερουσαλήμ άρα δεν μπορεί να έφυγαν για τη Γαλιλαία ποτέ, ούτε μετά τις 8 ημέρες και την εμφάνιση στον Θωμά.
Όμως, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να καταλάβουμε ότι η ρήση αυτή του Ιησού είναι πολύ μεταγενέστερη από το ταξίδι στη Γαλιλαία! Προφανώς, ξεχνάνε ότι και το Κατά Λουκάν αλλά και οι Πράξεις των Αποστόλων έχουν γραφτεί από τον Λουκά. Άρα, το μεγάλο εμπόδιο στην παραχάραξη που επιδιώκουν, είναι ότι φέρνουν αντιμέτωπο τον Λουκά με τον… εαυτό του, πράγμα εντελώς παράλογο. Στις Πράξεις λοιπόν, ο Λουκάς μας λέει ότι η εντολή του Ιησού για μή απομάκρυνση από την Ιερουσαλήμ, δόθηκε μετά από 40 ημέρες παραμονής και παρουσίας Του στους μαθητές. Μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού. Ενόσω ήταν μαζί τους κι έτρωγε, τους παρήγγειλλε: «Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα» (Πραξ. 1,3-4).
Άρα το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα», ειπώθηκε αφού πρώτα έγιναν οι εμφανίσεις που προείπαμε στην Ιερουσαλήμ και στη Γαλιλαία. Και μπορεί ο Λουκάς στο (Λουκ. 24,42-45) να μην αναφέρει τις 40 ημέρες, όμως για κακή τύχη των ψευδολόγων, αναφέρει το παράλληλο εδάφιο, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ …» (Λουκ. 24,49). Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι το διάστημα των 40 ημερών ο Λουκάς δεν έχει σκοπό να το αναφέρει, ίσως επειδή έχει την πρόθεση να το γράψει στις Πράξεις των Αποστόλων. Όπως και να’ χει, τα τελευταία εδάφια του Λουκά επιβεβαιώνουν τους ειδικούς μελετητές που μας λένε ότι τα ευαγγέλια δεν είναι παρά στιγμιότυπα από τον βίο της πρώτης Εκκλησίας, και μάλιστα συνδεδεμένα μεταξύ τους χωρίς αυστηρή χρονολογική σύνδεση. Συχνά, το ένα στιγμιότυπο ακολουθεί το άλλο με πολύ χαλαρές χρονολογικές συνδέσεις, και βεβαίως δεν μπορούμε αυθαίρετα να εκλαμβάνουμε όλα τα στιγμιότυπα σαν να ήταν συνεχής αφήγηση.
Έτσι, σύμφωνα με τους μελετητές, η σκηνή της εμφάνισης του Ιησού στους 10 μαθητές τελειώνει στο (Λουκ. 24,36-43). Στο εδάφιο 44 («ύστερα τους είπε…») αρχίζει η αποχαιρετιστήρια σκηνή που οδηγεί στην Ανάληψη, η οποία ο Λουκάς μας λέει ότι λαμβάνει χώρα 40 ημέρες μετά την Ανάσταση (Πραξ. 1,3). Που τοποθετούνται λοιπόν οι 40 ημέρες στο Κατά Λουκάν; Προφανώς ανάμεσα στο 24,43 και 24,44 και αυτό μας το αποδεικνύει το, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ…» (Λουκ. 24,49) που είναι παράλληλο με το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα…» (Πραξ. 1,4), και μάλιστα παράλληλο από τον ίδιο ακριβώς συγγραφέα που γνωρίζει αναμφίβολα για το διάστημα των 40 ημερών.
3. Απάντηση στο Κουίζ, 11η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Αναγνωρίσθηκε από αυτούς που τον είδαν
β. Δεν ήταν αναγνωρίσιμος [α. Ματθ., 28,9, Μάρκ. 16,9-10, Λουκ. 24,31, β. Μάρκ. 16,12, Λουκ. 24,15-16, 36-37, Ιωάν. 20,14-15.]
Νομίζουμε ότι έχουμε μπροστά μας άλλη μια εντελώς γελοία ερώτηση, η οποία παρέα με την επόμενη (αρ. 11) που διερωτάται αν ο Ιησούς ήταν… «φυσικός» ή όχι, παίρνουν επάξια το πρώτο βραβείο ανοησίας όλου του προχειροφτιαγμένου «κουίζ». Και το λέμε αυτό, γιατί έχουμε μια υποψία… Επειδή τα εδάφια που προτείνουν μοιάζουν εντελώς ατυχή και κακοεπιλεγμένα, σκεφτόμαστε μήπως στην ερώτηση 11, αυτό που θεωρούν ως «αντίφαση» είναι το γεγονός πως ο Ιησούς -κατά την άποψή τους- θα έπρεπε να είναι υποχρεωμένος(!), να εμφανίζεται ΠΑΝΤΑ, είτε ως αναγνωρίσιμος, είτε ως μη αναγνωρίσιμος! Αν τυχόν θεωρούν ΑΥΤΟ ως «αντίφαση», εμείς ρωτάμε: Μήπως θέλουν να μας τρελάνουν; Αν θέλουν να βασίζονται στα κείμενα των ευαγγελίων, ας μας πουν, από πού είναι δυνατόν να προκύψει μια τέτοια δέσμευση ή υποχρέωση για τον… δημιουργό του κόσμου (Ιω. 1,3); Πως μπορεί να υποθέτουν ότι ο παντοδύναμος Χριστός θα έπρεπε να είναι «υποχρεωμένος» να εμφανίζεται ΠΑΝΤΑ σε μια συγκεκριμένη κατάσταση; Έχουν διαβάσει άραγε τι γράφουν τα ευαγγέλια επί του θέματος αυτού;
«Εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς» (Ιω. 21,1)
«Άφαντος εγένετο απ’ αυτών» (Λουκ. 24,31)
«Εφανερώθη εν ετέρα μορφή» (Μαρκ. 16,12), κ.λπ., κ.λπ.
Από τα εδάφια αυτά και άλλα πολλά ακόμη, προκύπτει σαφέστατα ότι το «πού», το «πότε» και το «πώς» των εμφανίσεων του Ιησού, ήταν στην απόλυτη εξουσία Του. Αυτή είναι ρητή δήλωση των ιερών κειμένων και άρα το να εμφανίζεται ο Ιησούς κατ’ επιλογήν, είτε ως αναγνωρίσιμος, είτε «εν ετέρα μορφή» δεν αποτελεί καμία «αντίφαση»! Ασφαλώς όμως δεν θα μείνουμε εκεί, αλλά θα εξετάσουμε και τα εδάφια που προσκομίζουν. Καταρχάς, και ένα παιδάκι του δημοτικού αν ρωτούσαμε, τι είναι αυτό που θα χαρακτήριζες «αντίφαση» σε δύο διηγήσεις περί εμφανίσεων του Ιησού, θα μας έλεγε: Να μιλάνε δύο ευαγγελιστές για το ίδιο ακριβώς γεγονός, και να λέει ο ένας ευαγγελιστής ότι ο Ιησούς ήταν μή αναγνωρίσιμος και την ίδια στιγμή ο άλλος ευαγγελιστής να το αποκλείει ρητά και χωρίς να υπάρχει τρόπος να εξηγηθεί η διαφωνία αυτή. Υπάρχει άλλος τρόπος για να ονομαστούν δύο διηγήσεις περί εμφανίσεων «αντιφατικές» και δεν το ξέρουμε; Ε, δείτε λοιπόν ποια εδάφια επέλεξαν για να μιλήσουν περί «αντιφάσεων»:
α) Ματθ., 28,9: Ο Ιησούς εμφανίζεται στις μυροφόρες. Όμως… Αν εμφανίστηκε ως αναγνωρίσιμος ή όχι, με ποια παράλληλη διήγηση θα το συγκρίνουν για να μιλήσουν για «αντίφαση», αφού μόνο ο Ματθαίος αναφέρει την εμφάνιση αυτή;! Όντως, είναι ν’ απορεί κανείς… Από εκεί και πέρα, το αν ήταν άμεσα αναγνωρίσιμος από τις μυροφόρες στο Ματθ., 28,9 ή αν έγινε κάτι άλλο, ο Ματθαίος το αποσιωπά (μπορεί π.χ. να τον αναγνώρισαν οι μυροφόρες μόλις είπε το «Χαίρετε!», όπως περίπου έγινε με την Μαγδαληνή). «Αντίφαση» όμως δεν μπορεί να ανιχνευτεί στην εμφάνιση αυτή, αφού δεν υπάρχει παράλληλη διήγηση ώστε να τις συγκρίνουν. Πάμε παρακάτω.
β) Μαρκ. 16,9-10 & Ιω. 20,14-15: Πρόκειται για την εμφάνιση στη Μαγδαληνή. Στο Ιω. 20,18 γράφει: «η Μαρία η Μαγδαληνή … αναγγέλλει: "Είδα τον Κύριο!"». Στο Μαρκ. 16,9 γράφει: «ο Ιησούς … εμφανίστηκε … στη Μαρία τη Μαγδαληνή». Στο Ιω. 20,16 η Μαγδαληνή αναγνωρίζει τον Ιησού, και το ίδιο μας λέει και το Μαρκ. 16,9. Άρα, συμφωνούν απόλυτα. Πού ακριβώς βρίσκουν την «αντίφαση»; Μήπως μάς δίνει λεπτομέρειες ο Μάρκος για το πόση ώρα πέρασε πριν αναγνωρίσει η Μαγδαληνή τον Ιησού; Ασφαλώς όχι. Ο Μάρκος δίνει περιληπτικά το ίδιο γεγονός που ο Ιωάννης το αναφέρει με λεπτομέρειες. Άρα, πού «αντιφάσκει» ο Μάρκος με τον Ιωάννη; Και προχωρούμε.
γ) Λουκ. 24,15-16 & Λουκ. 24,31 & Μαρκ. 16,12: Πρόκειται για την εμφάνιση στους δύο μαθητές που πηγαίνουν προς τους Εμμαούς. Στο Λουκ. 24,15-16 βλέπουμε ότι οι μαθητές στην αρχή δεν αναγνωρίζουν τον Ιησού, όπως συμβαίνει αντίστοιχα και με την Μαγδαληνή (Ιω. 20,14). Η διήγηση συμφωνεί και με το Μαρκ. 16,12 όπου ο Ιησούς αρχικά «εμφανίστηκε με διαφορετική μορφή» στους δύο μαθητές. Στο Λουκ. 24,31 τελικά αναγνωρίζουν τον Ιησού, (έτσι συνέβη και με την Μαγδαληνή στο Ιω. 20,16). Επειδή πουθενά δεν υπάρχει αντίφαση στα εδάφια, μήπως θέλουν να μας πουν οι παραχαράκτες ότι στο Μαρκ. 16,12-13, οι δύο μαθητές δεν αναγνώρισαν τον Ιησού; Όμως, δεν είδαν άραγε ότι ο Μάρκος γράφει:
«[Η Μαγδαληνή] είπε στους μαθητές … ότι ο Ιησούς ζει και … δεν την πίστεψαν … [οι δύο μαθητές] πήγαν και τα διηγήθηκαν … αλλά ΟΥΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ τους πίστεψαν … Ο Ιησούς … τους επέπληξε γιατί … επέμεναν να μην πιστεύουν ΑΥΤΟΥΣ που Τον είδαν αναστημένο.» (Μαρκ. 16,10-14)
1ον Η φράση: «ΟΥΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ τους πίστεψαν» δείχνει ότι η Μαγδαληνή και οι μαθητές ανακοίνωσαν γεγονότα με το ΙΔΙΟ περιεχόμενο, δηλ. την εμφάνιση του Ιησού.
2ον: Αν μόνο η Μαγδαληνή αναγνώρισε τον Ιησού, γιατί ο Μάρκος μιλάει στον πληθυντικό για «ΑΥΤΟΥΣ που Τον είδαν»;
Μα ας είμαστε σοβαροί επιτέλους! Και πάμε στο τελευταίο εδάφιο.
δ) Λουκ. 24,36-37: Πρόκειται για την εμφάνιση στους μαθητές χωρίς τον Θωμά. Εδώ οι μαθητές αναγνωρίζουν τον Ιησού αλλά φοβούνται γιατί εμφανίστηκε ξαφνικά περνώντας μέσα από τους τοίχους και τις κλειστές πόρτες, οπότε τον θεωρούν «φάντασμα». Ο Ιησούς τους δείχνει τις πληγές του στα χέρια, τα πόδια και τα πλευρά του (Λουκ. 24,39-40. Ιω. 20,20) για να πειστούν ότι είναι ο ίδιος και είναι πραγματικός. Αντίφαση όμως δεν μπορεί να προκύψει από εδώ.
4. Απάντηση στο Κουίζ, 12η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Ήταν «φυσικός»
β. Δεν ήταν «φυσικός»
[α. Ματθ. 28,9, Λουκ. 24,41-43, Ιωάν. 20,27, β. Δεν ήταν «φυσικός» (Μάρκ. 16,9, 12, 14, Λουκ. 24,15-16, 31, 36-37, Α΄ Κορ. 15,8-9.]
Για την 12η ερώτηση ήδη είπαμε ότι είναι εντελώς ανούσια όπως και η προηγούμενη. Η θεματολογία τους είναι ίδια ακριβώς. Στηρίζονται στην παράλογη επιθυμία, να βάλουν σε συγκεκριμένα καλούπια τον Χριστό λες και συζητάμε για τον… γείτονά μας! Δεν βλέπουν για Ποιον μιλάμε; «Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν» (Ιωάν. 1,3)! Εδώ συζητάμε για το ότι Αναστήθηκε, ότι Αναλήφθηκε, ότι εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν, ότι θα καθίσει στα Δεξιά του Πατρός… Τι πάει να πει λοιπόν «ήταν φυσικός», «δεν ήταν φυσικός»; Τι αστείες εκφράσεις είναι αυτές; Είδαμε και πριν πόσο αφελείς είναι τέτοιες ερωτήσεις:
«Εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς» (Ιω. 21,1)
«Άφαντος εγένετο απ’ αυτών» (Λουκ. 24,31)
«Εφανερώθη εν ετέρα μορφή» (Μαρκ. 16,12)
«Ενώ μιλούσαν … στάθηκε ανάμεσά τους» (Λουκ. 24,36-37)
«Με κλειστές τις πόρτες … ήρθε ο Ιησούς» (Ιω. 20,19)
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο Ιησούς υπάρχει σε μια εντελώς διαφορετική σωματική κατάσταση από πριν. Σαφώς είναι πραγματικός, όμως δεν υπόκειται στους περιορισμούς της ύλης και διατηρεί υπό τον έλεγχό Του όλες τις ιδιότητες του αναστημένου σώματος. Από εκεί και πέρα τι σημαίνει «ήταν φυσικός»; Όσο «φυσικός» είναι κάποιος που ελέγχει την ίδια του την ύλη, δεν τον εμποδίζουν κλειστές πόρτες και τοίχοι, εμφανίζεται και εξαφανίζεται κατά βούληση χωρίς να τον περιορίζουν καταστάσεις, διαστάσεις και αποστάσεις… Με βεβαιότητα λοιπόν, μπορούμε να προσθέσουμε και τα εξής, τα οποία βεβαίως είπαν πριν από εμάς οι Πατέρες της Εκκλησίας:
«Άξιον δε διαπορήσαι πως σώμα άφθαρτον τύπους εδείκνυτο των ήλων, και απτόν ην θνητή χειρί. Αλλά μη θορυβηθής· συγκαταβάσεως γαρ ην το γινόμενον. Το γαρ ούτω λεπτόν και κούφον, ως κεκλεισμένων εισελθείν των θυρών, παχύτητος πάσης απήλλακτο· αλλ’ ώστε πιστευθήναι την ανάστασιν, τούτο δείκνυται, και ώστε μαθείν, ότι αυτός ην ο σταυρωθείς, και ουκ άλλος αντ΄ αυτού ανέστη. Δια τούτο ανέστη έχων τα σημεία του σταυρού, και τρώγει δια τούτο[1].»
Εφόσον λοιπόν το σώμα Του ήταν άφθαρτο, ο Ιησούς διατηρούσε θαυματουργικά τα αποτυπώματα των πληγών στο σώμα Του, για χάρη των μαθητών του.
Οι άνθρωποι μπορούσαν να τον αγγίξουν επειδή το ήθελε ο Ίδιος. Επίσης, τρώει μαζί τους μόνο για χάρη των μαθητών του, και μια απόδειξη γι’ αυτό είναι η ρήση του Λουκά: «Του έδωσαν … ψητό ψάρι και … κηρύθρα με μέλι … τα έφαγε μπροστά τους» (Λουκ. 24,42-43). Τα έφαγε δηλαδή για να τον δουν, να πιστέψουν ότι είναι αυτός ο ίδιος και είναι πραγματικός. Οι ιδιότητες του σώματος του Χριστού σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπουν να πούμε ότι θα μπορούσε ο Αναστημένος Ιησούς να υπόκειται σε οποιοδήποτε περιορισμό του φθαρτού μας σώματος (πείνα, κούραση, πόνο κ.λπ.). Κατά τη γνώμη μας, το ερώτημα «ήταν φυσικός» ή «δεν ήταν φυσικός», όταν διαβάζουμε όλ’ αυτά για τον Αναστημένο Ιησού, μετατρέπεται σε μνημείο αφέλειας…
5. Απάντηση στο Κουίζ, 13η από 17:
«Οι μαθητές είδαν τον αναστημένο Ιησού…»
α. Μια φορά μόνο
β. Τρεις φορές
γ. Πολλές φορές
[α. Ματθ. 28,16-17, β. Ιωάν. 20,19,26, 21,1,14, γ. Πράξεις 1,3.]
Ασφαλώς, οι εμφανίσεις του Ιησού στους μαθητές ήταν πολλές, όπως μας λέει ο Λουκάς στο Πραξ. 1,3 και την ίδια στιγμή ούτε ο Ματθαίος, ούτε ο Ιωάννης το αποκλείουν. Ο Ιωάννης μάλιστα, όχι μόνο δεν το αποκλείει, αλλά γράφει: «Υπάρχουν κι άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, που, αν γραφτούν … ούτε ο κόσμος ολόκληρος δε θα χωρούσε … τα βιβλία» (Ιω. 21,25). Η διαπίστωση των ερευνητών όπως έχουμε ξαναπεί, είναι ότι οι ευαγγελιστές επιλέγουν όσα στιγμιότυπα από τον ιστορικό βίο της πρώτης Εκκλησίας θεωρούν ότι υπηρετούν το σκοπό του ευαγγελίου τους. Για να γίνει όμως λόγος για «αντίφαση», γνωρίζουν καλά οι παραχαράκτες ότι θα πρέπει η διήγηση ενός ευαγγελιστή να αποκλείει ρητά και αναμφισβήτητα την μαρτυρία ενός άλλου ευαγγελιστή. Αυτό δεν συμβαίνει εδώ σε καμία περίπτωση.
6. Απάντηση στο Κουίζ, 14η από 17:
«Όταν ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους μαθητές του ήταν…»
α. Ένδεκα μαθητές παρόντες
β. Δώδεκα μαθητές παρόντες
[α. Ματθ. 28,16-17, Λουκ. 24,33-36, β. Α΄ Κορ. 15,5.]
Άντε πάλι… Την ερώτηση αυτή την απαντήσαμε ήδη, στα πλαίσια της 8ης ερώτησης, στο Β΄ μέρος του «κουίζ». Είχαμε γράψει ότι ο Παύλος, από τις διάφορες εμφανίσεις του Ιησού που γνωρίζει, επιλέγει συνειδητά να αναφέρει στο Α΄ Κορ. 15,5 αυτές στον Πέτρο και στον βασικό κύκλο των μαθητών, καθώς στην επιστολή του σκοπεύει να δώσει την επίσημη μαρτυρία της πρώτης Εκκλησίας για την Ανάσταση, με αναφορά στα ηγετικά της πρόσωπα[2]. Ενδεικτικό της σκέψης αυτής είναι το γεγονός ότι αναφέρεται στους «Δώδεκα» το οποίο «αποτελεί επίσημον όνομα δηλούν τον κύκλον των αποστόλων, διότι άλλως κατά την πρώτην εμφάνισιν εις τους αποστόλους μόνον δέκα ήσαν παρόντες»[3] (πλην του Ιούδα και του Θωμά). Άρα, η αναφορά στους «Δώδεκα» δεν είναι καταμέτρηση αλλά τίτλος. Εκτός από τον Παύλο, τα ευαγγέλια μας προσφέρουν άλλη μια απόδειξη ότι το «Δώδεκα» δεν έχει έννοια στατιστική, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επίσημο όνομα για τον στενό κύκλο των μαθητών ακόμα και όταν είναι έντεκα. Ο Ιωάννης, ακόμα και μετά τον θάνατο του Ιούδα χρησιμοποιεί τον όρο «Δώδεκα»: «Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα μαθητές … δεν ήταν μαζί τους» (Ιω. 20,24). Πέφτει λοιπόν στο κενό και η ερώτηση αυτή.
7. Απάντηση στο Κουίζ, 15η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Επιθυμούσε να τον αγγίξουν
β. Δεν επιθυμούσε να τον αγγίξουν
γ. Δεν έδινε σημασία στο άν θα τον άγγιζαν ή όχι
[α. Ιωάν. 20,27, β. Ιωάν. 20,17, γ. Ματθ. 28,10.]
Πολύ γελάσαμε με τις παραπάνω διατυπώσεις… Ας ξεκινήσουμε από τα πιο ανούσια: Η περίπτωση του Θωμά στο Ιω. 20,27 δεν έχει σχέση με κάποια «επιθυμία» του Ιησού! Ο Ιησούς απλά έδειξε την αγάπη του προς τον μαθητή και του έδωσε την ευκαιρία να τον αγγίξει για να πιστέψει. Το κείμενο ίσως υπονοεί ότι τελικά ο Θωμάς δεν Τον άγγιξε καθώς λέει ο Ιησούς: "Πείστηκες επειδή με είδες με τα μάτια σου". Επίσης, η προσκύνηση των μυροφόρων στο Ματθ. 28,10 ούτε αυτή είναι θέμα κάποιας «επιθυμίας» του Ιησού! Όπως βλέπουμε και σε άλλα εδάφια, όπως το Ματθ. 8,2 ή στο Ματθ. 14,33, η προσκύνηση είναι έκφραση σεβασμού και αναγνώρισης της αγιότητάς Του, όχι μόνο από τους μαθητές προς τον δάσκαλό τους, αλλά και από πρόσωπα που δεν τον γνώριζαν, ζούσαν όμως την ακτινοβολία της προσωπικότητας του Ιησού. Ας δούμε τώρα την περίπτωση του περίφημου «μη μου άπτου» (Ιω. 20,17) για το οποίο έχουν γραφτεί πολλά, κυρίως βέβαια για την αιτιολογία της απαγόρευσης: «λέγει αυτή Ιησούς· μή μου άπτου, ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον πατέρα».
[Σημείωση: Ο θεολόγος Νικόλαος Σωτηρόπουλος, γράφει:
«Η μεγάλη δυσκολία δια την ερμηνείαν του χωρίου παραμερίζεται αμέσως, αν τον σύνδεσμον «γαρ» μεταφράσωμεν «βεβαίως», διότι ο σύνδεσμος έχει και βεβαιωτικήν σημασίαν (Ιδέ Δ. Δημητράκου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης). Ούτω το χωρίον αποδίδεται ως εξής: "Μη με εγγίζης, δεν έχω βεβαίως αναβή ακόμη εις τον πατέρα μου, ύπαγε όμως προς τους αδελφούς μου και ειπέ εις αυτούς, αναβαίνω προς τον πατέρα μου".
Πράγματι, με την ερμηνεία αυτή το νόημα γίνεται ομαλότερο και μάλιστα, αν το «γαρ» αποδοθεί ως βεβαιωτικό, τότε μπορεί και να παραληφθεί: «Μη μ’ αγγίζεις της λέει ο Ιησούς […] δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· πήγαινε όμως στους αδερφούς μου και πες τους: «ανεβαίνω…». Έχει μάλιστα σημασία το γεγονός ότι, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερμηνεύει το εδάφιο (βλ. PG 59,469) χωρίς να ασχολείται με την κατά γράμμα ερμηνεία του «γαρ»[4].]
Καταρχάς, ας κλείσουμε το ζήτημα της 15ης ερώτησης του «κουίζ». Οι μαρτυρίες είναι πολλές για να δικαιούται το αφελές κουίζ να γράφει ότι ο Ιησούς δεν ήθελε να τον αγγίζουν. Ο Ιησούς καλεί ο ίδιος τον Θωμά να βάλει το δάκτυλο του στον τύπο των ήλων (Ιω. 20,27) και βεβαίως, οι διηγήσεις της Καινής Διαθήκης υπογραμμίζουν σαφώς την υλική και σωματική διάσταση του Χριστού. Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη ο αναστάς Κύριος μοιράζει στους μαθητές με τα χέρια Του άρτο και ψάρια, στο κατά Ματθαίον οι μυροφόρες «εκράτησαν αυτού τους πόδας» (Ματθ. 28,9), στο κατά Λουκάν ο Ιησούς πιάνει το ψωμί, το ευλογεί, το κόβει και το μοιράζει στους δύο μαθητές καθ’ οδόν προς τους Εμμαούς (Λουκ. 24,30), σε άλλη σκηνή τρώει ένα κομμάτι από ψητό ψάρι (Λουκ. 24,43) και βεβαίως, η έκφραση «συναλιζόμενος», που αναφέρεται συνολικά στην τεσσαρακονθήμερη επικοινωνία του Χριστού με τους μαθητές του (Πραξ. 1,4) δηλώνει σαφώς ότι ο Ιησούς μετά την ανάσταση και μέχρι την ανάληψη συνέτρωγε με τους μαθητές και γενικά είχε πολύ στενή και συχνή επαφή μαζί τους. Άρα, δεν μπορεί να μπει καν θέμα ότι ο Ιησούς δεν επιθυμούσε να τον αγγίξουν.
Ας δούμε λοιπόν τα κυριότερα σημεία που θα μας βοηθήσουν να εξηγήσουμε την φράση «μη μου άπτου»[5]:
α) Όπως επισημαίνεται από τους ερμηνευτές, η απόσταση που δημιουργεί ο Ιησούς από την Μαγδαληνή με τη φράση αυτή, θυμίζει ανάλογα περιστατικά της επίγειας ζωής Του, κατά τα οποία δημιούργησε με λόγους ή ενέργειές του απόσταση από αγαπητά του πρόσωπα. Για παράδειγμα, με την χαρακτηριστική φράση που απευθύνει στην Παναγία, «τι εμοί και σοι γύναι;» (Ιω. 2,4) θέλει να γίνει κατανοητό πως ο Θεός δεν μπορεί να καθοδηγηθεί από ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες, αλλά έχει τον πλήρη έλεγχο των καταστάσεων και ενεργεί όταν και όπως ο ίδιος θέλει.
β) Ποιος όμως είναι ο λόγος που θέλει να κρατήσει απόσταση από την Μαγδαληνή, μια απόσταση που δεν θέλησε να κρατήσει π.χ. από τον Θωμά; Η εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι η Μαγδαληνή δεν είχε συνειδητοποιήσει περί τίνος επρόκειτο. Αντί να χαίρεται με την απουσία του σώματος του Κυρίου ενθυμούμενη τα λόγια Του, εκείνη δεν κατανοεί τη σημασία των γεγονότων και κλαίει διαρκώς έξω από τον Τάφο στενοχωρημένη. Όταν ο Ιησούς εμφανίζεται και τον νομίζει για κηπουρό, ακόμα πιστεύει ότι κάποιος έχει πάρει το σώμα του Ιησού και θέλει να μάθει που το έχουν βάλει. Έτσι, ακολουθεί η σκηνή του Ιω. 20,16-17 που είναι χαρακτηριστική: ο Ιησούς της λέει, «Μαρία!» εκείνη γυρίζει ξαφνιασμένη, τον αναγνωρίζει, τον φωνάζει «Διδάσκαλε» και προφανώς είναι έτοιμη να εκφραστεί με την οικειότητα που είχαν συνηθίσει οι μαθητές όλον αυτόν τον καιρό που Τον ακολουθούσαν.
Όμως, ο καιρός αυτός έχει παρέλθει οριστικά. Ο Ιησούς δεν είναι πλέον ο επίγειος διδάσκαλός τους. Ο Θωμάς αυτό το κατάλαβε, και στην προτροπή του Ιησού «μην αμφιβάλλεις και πίστεψε» ομολογεί την πίστη του με τα λόγια, «είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Το ίδιο και οι μυροφόρες, που αμέσως «έπεσαν στα πόδια του και τον προσκύνησαν» και μάλιστα με ιδιαίτερο δέος, καθώς ο Ιησούς τους λέει: «Μη φοβάστε!» (Ματθ. 28,9-10). Η Μαγδαληνή όμως δεν έχει καταλάβει ακόμα. Γι’ αυτό σταματά τις εκδηλώσεις της ο Ιησούς λέγοντάς «μη μου άπτου» και συνεχίζει: «ανεβαίνω σ’ εκείνον που είναι δικός μου και δικός σας Πατέρας, δικός μου και δικός σας Θεός». Της θυμίζει έτσι, τα λόγια του Ιω. 16,5-13:
«... σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ’ εσάς ο Παράκλητος … θα ελέγξει τους ανθρώπους ως προς την αμαρτία, ως προς τη δικαιοσύνη και ως προς την κρίση του Θεού … εγώ πηγαίνω δικαιωμένος στον Πατέρα, και δε θα με βλέπετε πια … θα έρθει εκείνος, το Πνεύμα της Αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια.»
Άρα, με αυτά που έπραξε ο Ιησούς έφερε σε συναίσθηση την Μαγδαληνή. Δεν μοιάζει η ανάστασή Του με του Λαζάρου, δεν ζει πλέον την προηγούμενη ζωή της ταπεινώσεως, αλλά είναι ο ίδιος ο Κύριος και Θεός που ανυψώνεται δοξασμένος προς τον Πατέρα Του και Θεό όλων. Τώρα οφείλουν όλοι να Τον αναγνωρίζουν όχι απλώς ως τον αγαπημένο διδάσκαλο, αλλά ως τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού.
8. Απάντηση στο Κουίζ, 16η από 17:
«Ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό…»
α. Την ίδια ημέρα της ανάστασης
β. Σαράντα ημέρες μετά την ανάσταση
γ. Δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού
[α. Μάρκ. 16, 9, 19, Λουκ. 24,13, 28-51, 50-51, β. Πράξεις, 1,3-9, γ. Ματθ. 28,19-20, Ιωάν. 21,23-τέλος.]
Ασφαλώς, το κουίζ είναι για άλλη μια φορά παραπλανητικό. Να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής ότι για το επιχείρημα «γ», «δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού», δεν μπορούν να επικαλεστούν το ευαγγέλιο του Ιωάννη. Η φράση «τι θα γίνει αν δείτε τον Υιό του Ανθρώπου ν’ ανεβαίνει εκεί που ήταν πρωτύτερα;» (Ιω. 6,62) δεν αφήνει το περιθώριο να πούμε ότι ο Ιωάννης δεν κάνει λόγο για την Ανάληψη. Επίσης και ο Ματθαίος, αν και δεν αναφέρεται ευθέως στην Ανάληψη, εντούτοις χρησιμοποιεί παράλληλες εκφράσεις με το ίδιο περιεχόμενο. Λέει για παράδειγμα ο Μάρκος στη σκηνή της Ανάληψης: «Ο Κύριος, αναλήφθηκε στον ουρανό και κάθισε στα δεξιά του Θεού» (Μαρκ. 16,19). Και ο Ματθαίος γράφει σ’ ένα σαφέστατο παράλληλο: «Σας λέω πως σύντομα θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά του Θεού» (Ματθ. 26,64). Άλλωστε πώς αλλιώς οι άνθρωποι θα «δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται πάνω στα σύννεφα» (Ματθ. 24,30), αν δεν ανέβει πρώτα στους ουρανούς; Οπότε είναι μάλλον υπερβολικό να πούμε ότι οι ακροατές του Ματθαίου θα περίμεναν ότι ο Ιησούς θα έμενε για πάντα εδώ στη γη.
Ας δούμε τώρα, πότε έγινε η Ανάληψη, την ημέρα της Ανάστασης, ή 40 ημέρες μετά; Θεωρούμε ότι τα Μαρκ. 16,9 και 19 πολύ κακώς τα επικαλούνται για το ζήτημα αυτό. Το Μαρκ. 16,9 μας λέει μόνο, ότι μετά την ανάστασή του ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε στη Μαρία τη Μαγδαληνή. Από πού κι ως που όμως αυτό μας υποχρεώνει να συμπεράνουμε ότι ο Ιησούς αναλήφθηκε την ίδια ημέρα; Όπως σημειώνεται στο «Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας» (μτφρ. Σάββας Αγουρίδης):
«Στο χωρίο 16,19 του κατά Μαρκον ευαγγελίου, που εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από το Λουκά, η Ανάληψη εξιστορείται ύστερα από διαδοχικές εμφανίσεις, οι οποίες δεν καταλαβαίνουμε αν έγιναν μέσα σε μια ή σε περισσότερες μέρες[6].»
Αυτό συμβαίνει διότι σύμφωνα με τον κριτικό έλεγχο του κειμένου, προκύπτει ότι οι στίχοι 16,9-20 δεν υπήρχαν σε όλα τα αρχαία χειρόγραφα και «πατερικές μαρτυρίες δείχνουν ότι το ερώτημα περί του τέλους του ευαγγελίου είχε αντιμετωπισθεί ήδη κατά τους πρώτους αιώνες»[7]. Κατά συνέπεια, πρόκειται ίσως για μεταγενέστερη προσθήκη στο ευαγγέλιο, αναμφισβήτητης πάντως Κανονικότητας[8], και «οι στίχοι αυτοί [δηλ. 16,9-20] αποτελούν σύνθεση και περίληψη όλων των ευαγγελικών διηγήσεων για τις εμφανίσεις του Αναστημένου Χριστού[9]».
Τα εδάφια του Μάρκου λοιπόν που αναφέρονται στην Ανάληψη, βρίσκονται στα πλαίσια μιας αφήγησης η οποία δεν μπορεί να χρονολογηθεί επακριβώς ώστε να αποδειχθεί ότι τα συμβάντα στους στίχους Μαρκ. 16,9-20 έγιναν όλα την ίδια ημέρα. Άρα, και αυτό το δεύτερο επιχείρημα των ψευδολόγων πέφτει στο κενό. Τώρα, ως προς τις διηγήσεις του Λουκά για την Ανάληψη τις οποίες διαβάζουμε στις Πράξεις και στο Ευαγγέλιό του, μιλήσαμε ήδη στην ερώτηση 10 του «κουίζ». Ξαναλέμε λοιπόν: Ο Λουκάς γράφει και το Κατά Λουκάν αλλά και τις Πράξεις των Αποστόλων. Στις Πράξεις λοιπόν, σαφέστατα ο Λουκάς δηλώνει ότι η Ανάληψη του Ιησού έγινε μετά από 40 ημέρες παραμονής και παρουσίας Του στους μαθητές:
«3 Μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού […] 9 ανυψώθηκε προς τον ουρανό, και μια νεφέλη τον έκρυψε από τα μάτια τους.» (Πραξ. 1,3.9)
Βεβαίως, το διάστημα των 40 ημερών ο Λουκάς το γράφει μόνο στις Πράξεις αλλά το παραλείπει στο ευαγγέλιό του, ίσως έχοντας σκοπό να αναφέρει περισσότερα στο βιβλίο των Πράξεων. Θα ήταν όμως παράλογο να πούμε ότι δεν γνωρίζει για τις 40 ημέρες, όταν το έχει ήδη γράψει στις Πράξεις. Αφού λοιπόν είναι παράλογο να υποθέσουμε ότι ο Λουκάς αντιφάσκει με τον εαυτό του, ως επιπλέον απόδειξη για το θέμα των 40 ημερών θα χρησιμοποιήσουμε την εντολή παραμονής στα Ιεροσόλυμα: «... για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν … τους παρήγγειλλε: "Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα"» (Πραξ. 1,3-4). Η εντολή αυτή επαναλαμβάνεται στο Λουκ. 24,49: «Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του». Έχοντας λοιπόν ως δεδομένο ότι τα ευαγγέλια δεν είναι παρά στιγμιότυπα από τον βίο της πρώτης Εκκλησίας συνδεδεμένα μεταξύ τους χωρίς αυστηρή χρονολογική σύνδεση, συμπεραίνουμε ότι η σκηνή της εμφάνισης του Ιησού στους 10 μαθητές τελειώνει στο Λουκ. 24,36-43. Στο εδάφιο 44 (ύστερα τους είπε…) αρχίζει η αποχαιρετιστήρια σκηνή που οδηγεί στην Ανάληψη, η οποία ο Λουκάς μας λέει ότι λαμβάνει χώρα 40 ημέρες μετά την Ανάσταση (Πραξ. 1,3).
Που τοποθετούνται λοιπόν οι 40 ημέρες στο Κατά Λουκάν; Προφανώς ανάμεσα στο 24,43 και 24,44 και αυτό μας το αποδεικνύει το, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ…» (Λουκ. 24,49) που είναι παράλληλο με το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα…» (Πραξ. 1,4). Συνεπώς:
α) Για κανένα από τα ευαγγέλια δεν μπορούμε να πούμε πως «δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού». Μπορεί ο Ιωάννης και κυρίως ο Ματθαίος να μην την αναφέρουν ευθέως, όμως υπάρχουν εδάφια στα οποία γίνεται έμμεσα λόγος για Ανάληψη του Ιησού.
β) Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η Ανάληψη δεν έγινε 40 ημέρες μετά από την Ανάσταση.
9. Απάντηση στο Κουίζ, 17η από 17:
«Οι μαθητές έλαβαν την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος…»
α. Το βράδυ της ίδιας ημέρας της ανάστασης
β. Πενήντα ημέρες μετά την ανάσταση
[α. Ιωάν. 20,19-22, β. Πράξεις, 2,1-13.]
Και η τελευταία ερώτηση δεν νομίζουμε ότι έχει κάποια ιδιαίτερη δυσκολία να απαντηθεί. Οι αθεο-παγανιστές αναφέρονται στη φράση του Ιησού: «φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: "Λάβετε Πνεύμα Άγιο"» (Ιω. 20,22) και θέλουν να μας πουν ότι αυτό το εδάφιο αναφέρεται στην… Πεντηκοστή. Όμως, για να μιλήσουν για «αντίφαση» οι ψευδολόγοι, συγκρίνουν αυθαίρετα το Ιω. 20,22 με το εδάφιο Πραξ. 2,1-13. Είναι όμως δυνατόν τα δύο αυτά εδάφια να υπονοούν το γεγονός της Πεντηκοστής ώστε να μιλάμε για «αντίφαση»; Ασφαλώς όχι. Διότι τότε, θα πρέπει να βρουν πειστικά στοιχεία που να μας λένε ότι ο Ιωάννης διαφωνεί με τον εαυτό του! Ας δούμε γιατί.
Η σκηνή που περιγράφει το Πραξ. 2,1-13 είναι η Πεντηκοστή, δηλ. η έλευση του Αγίου Πνεύματος ΜΕΤΑ την αποχώρηση του Ιησού, δηλαδή μετά την Ανάληψή Του. Όμως, και ο Ιωάννης ξέρει καλά ότι το γεγονός της Πεντηκοστής θα συμβεί ΜΕΤΑ την αποχώρηση του Ιησού:
«Σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ’ εσάς ο Παράκλητος … θα έρθει εκείνος, το Πνεύμα της Αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια.» (Ιω. 16,5-13)
Ο Ιωάννης λοιπόν ξεκαθαρίζει ότι αν δεν φύγει ο Ιησούς, δεν θα έλθει το Πνεύμα το Άγιο. Ακριβώς το ίδιο δηλαδή που μας διηγείται ο Λουκάς στις Πράξεις. Άρα, πιάνουμε εμείς τους ψευδολόγους να αντιφάσκουν. Γιατί «απορούν» αν το εδάφιο Ιω. 20,22 αναφέρεται στην Πεντηκοστή, αφού είναι τόσο «ικανοί» μελετητές; Δεν είδαν τα εδάφια Ιω. 16,5-13 που δείχνουν καθαρά πως ο Ιωάννης ξέρει ότι για να γίνει η Πεντηκοστή, ο Ιησούς πρέπει πρώτα να φύγει;
Επειδή λοιπόν μόνο τυφλός δεν θα έβλεπε ότι ο Ιωάννης όταν λέει «Λάβετε Πνεύμα Άγιο» δεν εννοεί την Πεντηκοστή, το ζήτημα που θέτει η 17η ερώτηση του «κουίζ» είναι εντελώς άστοχο και ανούσιο και οι αθεο-παγανιστές το επικαλούνται μόνο για λόγους εντυπώσεων…
Πριν κλείσουμε το άρθρο μας, ας δούμε την ορθόδοξη ερμηνεία του εδαφίου, «φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: "Λάβετε Πνεύμα Άγιο"» (Ιω. 20,22). Όπως ερμηνεύει ο άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς:
«Μερικήν του πνεύματος ενέργειαν διά του εμφυσήματος έδωκεν[10].»
Δεν πρόκειται λοιπόν για τον «ερχομό» του Αγίου Πνεύματος με τα «σημεία» της Πεντηκοστής, αλλά για την χορήγηση του Αγιοπνευματικού χαρίσματος της άφεσης των αμαρτιών: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο, σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες, σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι».
10. Επίλογος
Αυτό ήταν λοιπόν το «κουίζ» των 17 ερωτήσεων που έσπευσαν να αντιγράψουν οι καλοθελητές σε blog αντιχριστιανικής παραπληροφόρησης. Πιστεύουμε ότι έγινε φανερό πως μόνο ένας επιπόλαιος αναγνώστης της Κ.Δ. θα μπορούσε να φτιάξει ή να δώσει βάση σε ένα τέτοιο κατασκεύασμα. Υπάρχει μια πανίσχυρη Παράδοση 2.000 χρόνων που συνοδεύει τα κείμενα της Κ.Δ. και οι πολέμιοι του χριστιανισμού δεν μπορεί να ελπίζουν ότι με τέτοιες αλχημείες θα καταφέρουν οτιδήποτε. Ας μας φωτίσει ο Χριστός όλους, και ας μας φέρει σε συναίσθηση να καταλάβουμε τον Λόγο Του.
[Τέλος Γ΄ Μέρους, και τέλος του άρθρου]
Σημειώσεις
[1] Ιωάννης Χρυσόστομος, «Στο Κατά Ιωάννην», PG 59.474.
[2] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[3] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397β.
[4] Βλ. Σωτηρόπουλος Νικόλαος, «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής», τόμ. Α΄, Αθήνα 1985, σελ. 123.
[5] Για την ερμηνεία της περικοπής, βλ. κυρίως τα εξής:
α) Καρακόλης Κ. Χρήστος, «Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις», Αποστολική Διακονία, 2η έκδ., Αθήνα 2005, σελ. 85-95.
β) Σωτηρόπουλος Νικόλαος, «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής», τόμ. Α΄, Αθήνα 1985, σελ. 121-124.
γ) Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1990, σελ. 698-701.
[6] «Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας» (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 78.
[7] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 511.
[8] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον…», ό.π., σελ. 513.
[9] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον…», ό.π., σελ. 514.
[10] Λόγος Αποδεικτικός Β΄, 6. Η παράθεση από το: Γιαγκάζογλου Σταύρος, «Κοινωνία θεώσεως. Η σύνθεση Χριστολογίας και Πνευματολογίας στο έργο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», Δόμος, Αθήνα 2001, σελ. 354.
(Πηγή: «Quiz για τις μέρες του Πάσχα - Απαντήσεις σε ένα αφελές ερωτηματολόγιο Μέρος Γ΄: Οι υπόλοιπες 9 ερωτήσεις», του Papyrus 52 για την Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας, Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας http://www.oodegr.com/neopaganismos/ag.grafi/quiz_3.htm )
Πηγή: Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας, Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας,
Δεκάδες άτομα έχουν βαπτιστεί χριστιανοί το τελευταίο διάστημα, ενώ παράλληλα πολλοί νέοι παρακολουθούν κατηχήσεις σε διάφορες πόλεις. Τι αναφέρει σχετικάο Επίσκοπος Ερυθρών κ. Κύριλλος Συκής
Σε 180 υπολογίζονται σήμερα στην Κωνσταντινούπολη τα άτομα που έχουν βαπτιστεί χριστιανοί («νεοφώτιστοι») το τελευταίο διάστημα, σύμφωνα με όλες τις νόμιμες διαδικασίες, ενώ αντιστοίχως στη Σμύρνη τα άτομα αυτά ανέρχονται σε 50. Συγκεκριμένα, στην περιοχή της Προύσας έγιναν πέντε νέες βαπτίσεις μικρών παιδιών, ενώ παραλλήλως είναι ενργός και ο κύκλος των νέων που παρακολουθούν κατηχήσεις τόσο στη Βασιλεύουσα όσο και σε άλλες πόλεις της Τουρκίας, στις οποίες έχουν λειτουργήσει οι επαναϊδρυθείσες Μητροπόλεις (Σμύρνης, Προύσας, Αδριανουπόλεως κ.ά.). Από αυτούς όσοι κριθούν κατάλληλοι θα μπορέσουν να βαπτιστούν χριστιανοί το επόμενο διάστημα.
«Γίνεται αυτή τη στιγμή ένα συντονισμένο έργο πολύ προσεκτικά, ώστε να μην προκληθεί κανένα πρόβλημα ανάμεσα στους νεοφώτιστους» δηλώνει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ερυθρών κ. Κύριλλος Συκής και συνεχίζει: «Μία φορά τον μήνα -εν προκειμένω, κάθε τελευταίο Σάββατο- τελείται η θεία λειτουργία στην τουρκική γλώσσα στον Ιερό Ναό της Παναγίας στο Πέραν, όπου εκεί συμμετέχουν όλοι οι “νεοφώτιστοι” χριστιανοί. Ολοι αυτοί, δηλαδή, που, όντες αρχικώς μουσουλμάνοι, βαπτίστηκαν χριστιανοί ορθόδοξοι τα τελευταία χρόνια». Ο θεοφιλέστατος κ. Κύριλλος, ο οποίος είναι συγχρόνως και πνευματικός-εξομολόγος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, είναι ο πρώτος ορθόδοξος ιερέας που λειτούργησε το 2013 στη Σμύρνη, πρώτη φορά μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Μάλιστα, σπεύδει να αναφερθεί και σε μια νέα πρωτοβουλία: σε αυτήν που έχει αρχίσει το τελευταίο διάστημα από πλευράς Οικουμενικού Πατριαρχείου και αφορά την επαναπροσέγγιση ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων σε θέματα ποιμαντικής.
ΕΠΟΠΤΕΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ
Η πρωτοβουλία αυτή λαμβάνει χώρα σε αγαστή συνεργασία με τους επόπτες-Μητροπολίτες της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως και τους όμορους Μητροπολίτες (Δέρκων, Πριγκηπονήσων, Χαλκηδόνος κ.ά.). Ως γνωστόν, η Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινούπολης περιλαμβάνει μια μεγάλη έκταση, που ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, προκειμένου να τη διαποιμάνει, την έχει χωρίσει σε επιμέρους τομείς και σε καθέναν από αυτούς έχει τοποθετήσει έναν επόπτη Αρχιερέα - κάτι, δηλαδή, σαν αρχιερατικούς επιτρόπους οι οποίοι έχουν την ευθύνη όλης της περιοχής. Σε συνεργασία με αυτούς, όπως και με τον π. Κύριλλο Συκή, έχει εγκαινιαστεί με πολύ οργανωμένο τρόπο αυτή η προσπάθεια επαναπροσέγγισης.
ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
«Ολη αυτή η πρωτοβουλία στηρίζεται στη λειτουργική, μυστηριακή ζωή και στην πρόσωπο προς πρόσωπο επικοινωνία μέσα από διάφορες εκδηλώσεις κοινωνικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, σε προσκυνήματα και πνευματικού χαρακτήρα εκδρομές, αλλά και σε οποιεσδήποτε άλλες προτάσεις γίνουν από την πλευρά των πιστών» επισημαίνει ο θεοφιλέστατος κ. Κύριλλος. Παράλληλα, αναφέρεται και στις δυσκολίες που το εγχείρημα αυτό εμπεριέχει: «Η μεγαλύτερη δυσκολία μας έγκειται στο ότι βρισκόμαστε σε μια τεράστια πόλη περίπου 23.000.000 ανθρώπων, μέσα στους οποίους, βέβαια, υπάρχουν και οι λίγοι ορθόδοξοι χριστιανοί. Μέσα σε όλη αυτή τη λαοθάλασσα οφείλουμε να συναντήσουμε αυτούς τους ανθρώπους και να επαναπροσδιορίσουμε μαζί τους τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι κατά το παρελθόν δεν αναλαμβάνονταν τέτοιες πρωτοβουλίες. Ολοι οι Μητροπολίτες, οι αρχιμανδρίτες και οι κληρικοί εργάζονται συνεχώς με αυταπάρνηση και κάτω υπό δύσκολες συνθήκες! Απλώς, ο Πατριάρχης κάνει κατά καιρούς τέτοιους επαναπροσδιορισμούς, έτσι ώστε να μας κρατά σε μια πνευματική εγρήγορση. Δυστυχώς, σήμερα δεν διαθέτουμε πλέον τις συγκροτημένες κοινότητες και ενορίες, όπως τις είχαμε στο παρελθόν».
Στην παρούσα συγκυρία είναι γεγονός ότι το ορθόδοξο ποίμνιο είναι διεσπαρμένο σε όλη την Πόλη και, συγχρόνως, γίνονται προσπάθειες ώστε να ενταχθούν αυτοί στην πλησιέστερη κοινότητα. Εφόσον αυτό καταστεί δυνατόν, τότε και κάθε πιστός θα μπορέσει να έχει ένα σημείο αναφοράς.
80 ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο γεγονός ότι στην τρέχουσα χρονική περίοδο για τις ανάγκες της ορθόδοξης κοινότητας της Πόλης λειτουργούν περίπου 80 εκκλησίες, σχεδόν όλες ανακαινισμένες. Και όπως χαρακτηριστικά τονίζει και ο θεοφιλέστατος κ. Κύριλλος, «οι εκκλησίες αυτές λειτουργούν κανονικά, εάν όχι κάθε Κυριακή, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα όλες. Οι δε ιερείς εκεί επιτελούν το έργο τους κανονικότατα». Ο ίδιος στέκεται με ικανοποίηση και στο γεγονός ότι οι ορθόδοξοι διαθέτουν πολύ καλά κοινοτικά συμβούλια, στα οποία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους νέοι άνθρωποι, ξεπερνώντας συχνά τον εαυτό τους και τα όποια προβλήματα.
ΥΠΟΤΡΟΦΙΕΣ
Αναφέρει, μάλιστα, ως παράδειγμα και την εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγο καιρό στη Ναυτική Σχολή στο Πέραν, κατά την οποία δόθηκαν χρηματικές υποτροφίες και έπαινοι σε 62 φοιτητές, έτσι ώστε αυτοί να τύχουν μιας μεγάλης υποστήριξης στις σπουδές τους. «Ναι μεν υπάρχουν δυσκολίες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχει γίνει αισθητό ένα εχθρικό απέναντι στους χριστιανούς κλίμα» δηλώνει και προσθέτει: «Οι όποιες δυσκολίες δεν προέρχονται από τους απλούς ανθρώπους, αλλά υπάρχουν σε άλλα επίπεδα. Αυτές όμως προσπαθούμε να τις επιλύσουμε με σύνεση, ώστε να μη δημιουργηθούν προβλήματα ανάμεσα στις χώρες μας» σημειώνει ο κ. Κύριλλος.
Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Μια σημαντική προσπάθεια έχει αρχίσει στην περιοχή του Εντιρνέ Καπί, όπου ο ιστορικός Ναός του Αγίου Γεωργίου ανακαινίστηκε με ευθύνη του τουρκικού κράτους και παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο στα τέλη του 2017. Σε αυτό τον ναό -ο οποίος βρίσκεται στη σκιά των βυζαντινών τειχών και δίπλα στην Πύλη της Αδριανούπολης (Εντιρνέ Καπί)- έχει τοποθετηθεί υπεύθυνος ο θεοφιλέστατος κ. Κύριλλος, ο οποίος προσπαθεί να δημιουργήσει μια πνευματική όαση, για να έρχονται εκεί τόσο οι Ρωμιοί, οι νεοφώτιστοι, όσο και οι ομόδοξοι από άλλες χώρες, να τελούνται οι λειτουργίες σε διάφορες γλώσσες, να γίνονται αγρυπνίες, ομιλίες και συναντήσεις με τους νέους ανθρώπους.
Πηγή: Δημοκρατία
Νά ἀγαπᾶς τόν Θεό ἔτσι ὅπως Ἐκεῖνος μᾶς πρόσταξε νά Τόν ἀγαπᾶμε καί ὄχι ὅπως Τόν ἀγαποῦν τάχα οἱ πλανεμένοι ὀνειροπόλοι. Μήν ἐπιδιώκεις ἐκστάσεις, μήν προξενεῖς στόν ἑαυτό σου νευρική ἔξαψη, μή φλογίζεις τήν καρδιά σου μέ φλόγα σαρκική, μέ τή φλόγα τοῦ αἵματος σου. Θυσία εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ταπείνωση τῆς καρδιᾶς καί ἡ συντριβή τοῦ πνεύματος. Ἀποστρέφεται ὁ Κύριος τή θυσία πού Τοῦ προσφέρεται μέ αὐτοπεποίθηση, μέ ὑπερηφάνεια, ἔστω κι ἄν πρόκειται γιά ὁλοκαύτωμα. Ἡ ὑπερηφάνεια ταράζει τά νεῦρα, θερμαίνει τό αἷμα, διεγείρει τή φαντασία, συντηρεῖ τή ζωή τῆς πτώσεως. Ἡ ταπείνωση γαληνεύει τά νεῦρα, κατευνάζει τήν κυκλοφορία τοῦ αἵματος, καταπαύει τήν ὀνειροπόληση, τερματίζει τή ζωή τῆς πτώσεως, δίνει τή ζωή πού ἔφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
«Ἡ ὑπακοή εἶναι γιά τόν Κύριο καλύτερη ἀπό κάθε θυσία καί ἡ ὑποταγή στό θέλημά Του ἀνώτερη ἀπό τό λίπος τῶν κριαριῶν», εἶπε ὁ προφήτης Σαμουήλ στόν βασιλιά Σαούλ, πού τόλμησε νά προσφέρει στόν Θεό θυσία ἀνάρμοστη1. Ἄν, λοιπόν, θέλεις νά προσφέρεις στόν Θεό τή θυσία τῆς ἀγάπης, μήν τήν προσφέρεις αὐθαίρετα καί ἀλόγιστα· νά τήν προσφέρεις μέ ταπείνωση, ὅταν καί ὅπου ὅρισε ὁ Θεός. Ὁ πνευματικός τόπος, ὅπου μᾶς δόθηκε ἐντολή νά προσφέρουμε πνευματικές θυσίες, εἶναι ἡ ταπείνωση.
Ὁ Κύριος προσδιόρισε μέ ἀκριβή καί ἀξιόπιστα κριτήρια ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού Τόν ἀγαπᾶ καί ποιός ὄχι. Εἶπε: «Ὅποιος μέ ἀγαπᾶ, θά τηρήσει τόν λόγο μου. Αὐτός πού δέν μέ ἀγαπᾶ, δέν ἀκολουθεῖ τά λόγια μου»2.
Θέλεις νά διδαχθεῖς τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό; Ἀπόφευγε κάθε ἔργο, λόγο σκέψη ἤ αἴσθημα πού ἀποδοκιμάζει τό Εὐαγγέλιο. Μισώντας τήν ἁμαρτία, τήν τόσο μισητή στόν πανάγιο Θεό, φανέρωσε καί ἀπόδειξε τήν ἀγάπη σου σ᾿ Ἐκεῖνον. Τά ἁμαρτήματα, στά ὁποῖα θά συμβεῖ νά πέσεις ἀπό ἀδυναμία, ἀφάνισέ τα δίχως χρονοτριβή μέ τή μετάνοια. Προσπάθησε, ὅμως νά ἀποφεύγεις κι αὐτά τά ἁμαρτήματα πού κάνεις ἀπό ἀδυναμία, μέ τήν ἄγρυπνη παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Θέλεις νά διδαχθεῖς τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό; Μέ ἐπιμέλεια νά μελετᾶς στό Εὐαγγέλιο τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί νά προσπαθεῖς νά τίς ἐφαρμόζεις στήν πράξη, ἀποκτώντας ἔτσι σιγά-σιγά τίς εὐαγγελικές ἀρετές καί κάνοντάς τες ἕξεις σου, ἰδιότητες τῆς ψυχῆς σου. Χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου πού ἀγαπᾶ εἶναι ἡ ἀκριβής ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ ἀγαπημένου του προσώπου.
«Ἀγάπησα τίς ἐντολές Σου», λέει ὁ προφήτης, «περισσότερο ἀπό τό χρυσάφι καί τό τοπάζι· γι᾿ αὐτό συμμορφωνόμουνα μ᾿ ὅλες τίς ἐντολές Σου, κάθε ἀδικία τή μίσησα»3. Ἡ διαγωγή αὐτή εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή διατήρηση τῆς πιστότητας στόν Θεό. Ἡ πιστότητα εἶναι ὁ πιό ἐπιτακτικός ὅρος τῆς ἀγάπης. Χωρίς αὐτόν τόν ὅρο ἡ ἀγάπη καταλύεται.
Μέ τή σταθερή ἀπομάκρυνση ἀπό τό κακό καί τήν οἰκείωση τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν φτάνουμε στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Μέ τόν ἴδιο τρόπο παραμένουμε σ᾿ αὐτή τήν ἀγάπη: «Ἄν τηρήσετε τίς ἐντολές μου, θά μείνετε πιστοί στήν ἀγάπη μου», εἶπε ὁ Σωτήρας4.
Ἡ τελειότητα τῆς ἀγάπης βρίσκεται στήν ἕνωση μέ τόν Θεό. Ἡ πρόοδος στήν ἀγάπη συνοδεύεται ἀπό ἀνέκφραστη πνευματική παρηγοριά, γλυκύτητα καί φώτιση. Ἀλλά στήν ἀρχή τοῦ ἀγώνα του ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης πρέπει νά πολεμήσει σκληρά μέ τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, μέ τή βαριά ἀρρωστημένη φύση του. Τό κακό, λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἔγινε στοιχεῖο τῆς φύσεώς μας, ἔγινε νόμος γι᾿ αὐτή τή μεταπτωτική φύση, νόμος πού ἀντιστρατεύεται τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, τόν νόμο τῆς ἁγίας ἀγάπης5.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό θεμελιώνεται στήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Ὅταν ἡ καρδιά σου ἀπαλλαγεῖ ἀπό κάθε μνησικακία, τότε βρίσκεσαι κοντά στήν ἀγάπη. Καί ὅταν ἡ καρδιά σου, ἀποκτήσει τήν εὐλογημένη εἰρήνη πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους, τότε βρίσκεσαι μπροστά στήν πύλη τῆς ἀγάπης. Ἡ πύλη αὐτή, ὅμως ἀνοίγεται μόνο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι δῶρο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, δῶρο πού δίνεται σ᾿ ὅποιον ἑτοιμάζεται νά τό δεχθεῖ μέ τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ, τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος. Ἀνάλογο μέ τήν ἑτοιμασία εἶναι καί τό δῶρο, γιατί ὁ Θεός εἵναι ἀγαθός ἀλλά καί δίκαιος.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ὁλωσδιόλου πνευματική: «ὅ,τι γεννιέται ἀπό τό Πνεῦμα εἶναι πνευματικό»6. Ἀντίθετα, «ὅ,τι γεννιέται ἀπό τόν ἄνθρωπο εἶναι ἀνθρώπινο»7, γι᾿ αὐτό ἡ ἀγάπη ἡ ἀνθρώπινη, ἡ φυσική καί σαρκική, ἔχει τίς ἰδιότητες τῆς σάρκας, τῆς φθαρτῆς ὕλης. Εἶναι ἀσταθής καί μεταβλητή. Ἡ φωτιά της, ἡ θέρμη της, ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό τήν ὕλη.
Διαβάζοντας στή Γραφή πώς ὁ Θεός εἶναι φωτιά8 καί νιώθοντας νά καίει μέσα σου ἡ φωτιά τῆς φυσικῆς ἀγάπης, μή νομίσεις πώς οἱ δυό αὐτές φωτιές συνταυτίζονται. Ὄχι. Ἀπεναντίας, μάλιστα, εἶναι ἀσυμβίβαστες μεταξύ τους. Ἡ μία ἐναντιώνεται στήν ἄλλη, ἡ μία σβήνει τήν ἄλλη9. «Ἄς λατρεύουμε τόν Θεό μέ τρόπο εὐάρεστο, μέ σεμνότητα καί εὐλάβεια, γιατί ὁ Θεός μας εἶναι φωτιά πού κατακαίει»10.
Ἡ φυσική ἀγάπη, τό ξαναλέω, εἶναι ἀγάπη μεταπτωτική, θερμαίνει τό αἷμα, ταράζει τά νεῦρα, διεγείρει τή φαντασία. Ἡ ἁγία ἀγάπη γαληνεύει καί τήν ψυχή καί τό σῶμα, ἐνῶ συνάμα βυθίζει τόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο στήν προσευχητική σιωπή, στή νηφάλια μέθη τῆς ταπεινώσεως καί στήν πνευματική γλυκύτητα.
Πολλοί ἀγωνιστές, πού πῆραν τή φυσική ἀγάπη γιά θεϊκή, προξένησαν ὑπερδιέργερση στίς σωματικές καί ψυχικές λειτουργίες τους. Καί ἡ μετάπτωση ἀπό τήν κατάσταση τῆς ὑπερδιεγέρσεως στήν κατάσταση τῆς παραφροσύνης εἶναι πολύ εὔκολη. Ἔτσι, δέν ἦταν λίγοι ἐκεῖνοι πού θεώρησαν πώς εἶχαν γεμίσει ἀπό χάρη καί ἁγιότητα, ἐνῶ στήν πραγματικότητα δέν ἦταν παρά ἐλεεινά θύματα τῆς πλάνης τους. Στή Δυτική Ἐκκλησία, ἀφότου αὐτή ξέπεσε στόν παπισμό, ὅπου σ᾿ ἕναν ἄνθρωπο ἀποδίδεται βλάσφημα ἡ θεϊκή ἰδιότητα τοῦ ἀλάθητου καί τιμή πού ἀνήκει μόνο στόν Θεό, ὑπῆρξαν πολλοί τέτοιοι ἀγωνιστές. Αὐτοί ἔγραψαν καί βιβλία, ὅπου, μέσα στήν ψυχοσωματική τους ἔξαψη, παρουσιάζουν τήν πλάνη ὡς θεία ἀγάπη καί, μέ τή νοσηρή φαντασία τους, περιγράφουν πλήθη ὁραμάτων, σταλμένων τάχα ἀπό τόν Θεό, τά ὁποῖα ἄλλο δέν κάνουν παρά νά γιγαντώνουν τήν ὑπερηφάνεια καί τή φιλαυτία τους.
Ἐσύ, παιδί τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, νά ἀποφεύγεις τήν ἀνάγνωση τέτοιων βιβλίων, νά ἀποφεύγεις τή μίμηση τῶν πλανεμένων. Νά χειραγωγεῖσαι ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί τούς ἁγίους Πατέρες τῆς μοναδικῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀνεβαίνεις μέ ταπείνωση στά πνευματικά ὕψη τῆς θεϊκῆς ἀγάπης μέσω τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.
Νά θυμᾶσαι πάντα πώς ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ὕψιστη δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά ἑτοιμάσει τόν ἑαυτό του μέ τήν καθαρότητα καί τήν ταπεινοφροσύνη, γιά νά δεχθεῖ αὐτή τή δωρεά, μέ τήν ὁποία ἀλλοιώνονται ὁ νοῦς, ἡ καρδιά καί τό σῶμα.
Μάταια κοπιάζουμε, μάταια καί ἄκαρπα καί ἐπιζήμια, ὅταν ἐπιδιώκουμε νά ἀποκτήσουμε πρόωρα τά ὑψηλά πνευματικά χαρίσματα. Αὐτά τά δίνει, στόν κατάλληλο καιρό, ὁ εὔσπλαχνος Θεός σ᾿ ἐκείνους πού σταθερά, ὑπομονετικά καί ταπεινά τηροῦν τίς εὐαγγελικές ἐντολές.
__________________
1 Α΄ ΒΑΣ. 15:22 2 Ἰω. 14:23, 24. 3 Ψαλμ. 118:127-128. 4 Ἰω. 15:10. 5 Πρβλ. Ρωμ. 7:23. 6 Ἰω. 3:6. 7 Ἰω. 3:6. 8 Δευτ. 4:24· 9:3. 9 Πρβλ. Ὅσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὅ.π., ΙΕ΄, 2. 10 Ἑβρ. 12:28-29.
(ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ», Τόμος Α΄, Ἱ. Μ. Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς)
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή. Ἀρχ.Σάββας Ἁγιορείτης HristosPanagia3.blogspot.com
Πηγή: Η άλλη όψη
Κηδεύεται σήμερα στο χωριό του, το Μορφοβούνι Καρδίτσας, ο Γιώργος Μπαλταδώρος (14.04.2018, 14:00) - Θερμό χειροκρότημα από πλήθος κόσμου όταν η σορός έφτασε στον Ιερό Ναό - Σκεπασμένο με τη γαλανόλευκη το φέρετρό του - Ραγίζει καρδιές το μήνυμα στο στεφάνι από τα παιδιά του Γιώργου Μπαλταδώρου: "Μπαμπάκα μας, καμάρι μας, δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ" - Συγκλονιστικός επικήδειος: «Η 114 Πτέρυγα Μάχης θα σε έχει πάντα στη μνήμη της – Η πατρίδα σε κατατάσσει για πάντα στους ήρωές της» - Στην κηδεία του 34χρονου Σμηναγού ο Πάνος Καμμένος, ο Φώτης Κουβέλης, η ηγεσία όλων των Σωμάτων του Στρατού, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Βασίλης Λεβέντης
Ο θρήνος ανείπωτος. Η οδύνη «σκεπάζει» τα πάντα. Ο Γιώργος Μπαλταδώρος, ο ήρωας της Πολεμικής Αεροπορίας που έχασε τη ζωή του από τη συντριβή του Mirage 2000-5 την περασμένη Πέμπτη ανοιχτά της Σκύρου, συνοδεύεται σήμερα (14.04.2018, 14:00) στην τελευταία του κατοικία. Στον τόπο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, στο Μορφοβούνι Καρδίτσας.
Μια ολόκληρη χώρα έχει βυθιστεί στο πένθος. Ένα ολόκληρο χωριό αποχαιρετά το άξιο τέκνο του, που έπεσε υπηρετώντας την πατρίδα. Το φέρετρο του Γιώργου Μπαλταδώρου ήταν σκεπασμένο με τη γαλανόλευκη, εκείνη που υπηρετούσε ως την τελευταία στιγμή. Προηγούνταν το ξίφος και πηλήκιο του. Η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα και εκατοντάδες κόσμου περίμενε υπομονετικά στη σειρά για το ύστατο χαίρε.
Τραγικές φιγούρες η σύζυγός του Μαίρη, οι γονείς του και ο αδερφός του Χρήστος. Η κραυγή της μητέρας του, Φωτεινής, όταν τελείωσε ο επικήδειος που εκφώνησε συνάδελφος και φίλος του, ήταν σπαρακτική. «Που αφήνεις τα παιδιά σου» φώναξε η χαροκαμμένη μάνα. Πως να πιστέψει ότι δεν θα ξαναδεί το σπλάχνο της…
Η σύζυγός του δεν άντεξε τον πόνο. Κατέρρευσε, όπως ανέφερε η απεσταλμένη του Epsilon στην Καρδίτσα, λίγο πριν ξεκινήσει η κηδεία του. Λίγο πριν αποχαιρετίσει τον άνθρωπό της, τον πατέρα των παιδιών της, τον άνθρωπο που το 2007 ξεκίνησε το ταξίδι της κοινής τους ζωής. Δεν άντεξε και λιποθύμησε. Χρειάστηκε να την πάρει φορείο για να τη μεταφέρει στο ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ που βρισκόταν στην εκκλησία για να της παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες.
Στο πλευρό τους όλοι οι κάτοικοι του χωριού και όχι μόνο. Εκεί είναι συνάδελφοί του, φίλοι του, άνθρωποι που τον γνώριζαν.
Ραγίζει καρδιές το μήνυμα των δυο παιδιών του. «Μπαμπάκα μας, καμάρι μας, θα είσαι πάντα στην καρδιά μας».
Ένας από τους φίλους του Γιώργου Μπαλταδώρου ανέλαβε το βαρύ φορτίο να εκφωνήσει επικήδειο. Η φωνή του έσπασε από τη συγκίνηση. Τα λόγια ήταν λίγα για να περιγράψει τα συναισθήματα… «Η 114 Πτέρυγα Μάχης θα σε έχει πάντα στη μνήμη της. Η πατρίδα σε κατατάσσει για πάντα στους ήρωές της», είπε με δυσκολία.
Κι όταν το φέρετρο βγήκε από την εκκλησία, ο κόσμος είχε «ανοίξει» διάδρομο για να περάσει. Και το χειροκρότημα «έσπασε» ξανά τη σιωπή…
Πηγή: Newsit
Δελτίο Τύπου
«Αφήστε με να ζήσω!»
13-3-2018
Μία νέα προσπάθεια, ένα νέο κίνημα δημιουργήθηκε από εκείνους που σέβονται το θαύμα της νέας Ζωής, από τη σύλληψή της, και αγωνίζονται να την προστατέψουν.
Σωματεία και Φορείς συνεργάζονται με στόχο την ενημέρωση για το λυπηρό φαινόμενο των εκτρώσεων, στις οποίες για ποικίλους λόγους καταλήγουν αρκετές νέες γυναίκες και όχι μόνο.
Το κίνημα «Αφήστε με να ζήσω!» σας προσκαλεί να το γνωρίσετε από κοντά και ερχόμενοι «αντιμέτωποι» με τη δημογραφική κατάρρευση στην Ελλάδα, να σώσουμε όλοι μαζί, όσους περισσότερους αθώους ανθρώπους από φριχτό θάνατο.
Ας δώσουμε χαρά, ελπίδα και προοπτική στην Οικογένεια και στην Πατρίδα μας!
Ακολουθείστε το:
https://facebook.com/profile.php?id=100024894848169
https://twitter.com/afistemenaziso
https://vimeo.com/afistemenaziso
Η συντονιστική επιτροπή του κινήματος
«Αφήστε με να ζήσω!»
Πηγή: Αφήστε με να ζήσω!
Πέρυσι τήν Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα εἴχαμε θρηνήσει 4 Ἀξιωματικούς μέ τή μοιραία πτώση τοῦ ἑλικοπτέρου τῆς Ἀεροπορίας Στρατοῦ.
Σήμερα πανελληνίως θρηνοῦμε, τήν ἀπώλεια ἐν ὥρα καθήκοντος, τοῦ Σμηναγοῦ τῆς Πολεμικῆς μας Ἀεροπορίας Γεωργίου Μπαλταδῶρου. Τό ἀεροσκάφος τοῦ κατέπεσε βορειοανατολικά τῆς Σκύρου μετά ἀπό ἀναχαίτηση τουρκικῶν ἀεροσκαφῶν ὑπὸ ἀδιευκρίνιστες συνθῆκες.
Τί στιγμὴ ποὺ κάποιοι ξεπουλοῦν τά πρωτοτόκια μας, αὐτός ἔκανε τό καθῆκον του ὡς πραγματικός ΕΛΛΗΝ, ἀφοσιωμένος στήν ὑπηρεσία τῆς Πατρίδος μας.
Τὸ πάνθεον τῶν ἡρώων ἀπέκτησε ἕνα ἀκόμα μέλος. Μέ τό ἀεροπλάνο του δέν πέταξε μόνο πάνω από τό Αἰγαίο, ἀλλά πῆγε ἀκόμα πιό ψηλά στήν οὐράνια κοινωνία τῶν Ἀγγέλων. Τό πέταγμά του ξεπέρασε τόν αἰθέρα, ἔσχισε μέ μιᾶς τούς Οὐρανούς.
Τό παράδειγμά του καί τό ἡρωϊκό τοῦ πέταγμα, μᾶς κάνει περήφανους γιατί μιά τέτοια Πατρίδα συνεχίζει νά βγάζει τέτοια παλληκάρια.
Ὄχι κλάματα γιά τόν Σμηναγό ! Μόνο τραγούδια καί ψάλματα, ὅπως ταιριάζουν στήν ἑβδομάδα ! Ὁ Ἀναστᾶς Κύριος ἤδη τόν ἔχει στήν ἀγκαλιά Του. Αὐτές οἱ θυσίες δέν πᾶνε χαμένες. Οἱ Ἀετοί τοῦ Αἰγαίου μας πεθαίνουν ὄρθιοι καί ἐλεύθεροι. Πετᾶνε καί θυσιάζονται γιά τήν ΕΛΛΑΔΑ μας.
«Στή γῆ σάν πέσει ὁ ἀετός
πέφτει κι ὁ οὐρανός μαζί του
τόν στέλνει δῶρο ὁ Θεός
γιά νά σκεπάσει τό κορμί του».
(Πηγή: Ζερβάκη Μαριάννα)
ΑΘΑΝΑΤΟΣ!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ , ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΕΛΛΗΝΑ ΗΡΩΑ!
Ἱστορικό
Ἡ διάδοση τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ στήν ἱστορία τοῦ κόσμου εἶχε μιά δραματική ἐπίδραση στήν πρόοδο τῆς ἀνθρωπότητος καί τήν διαμόρφωση τῆς ἐξελίξεως τῆς ἀνθρωπίνης ἱστορίας. Βλέπουμε παραδείγματα γιά αὐτή τήν διάδοση στούς αἰῶνες π.Χ. στόν ἀποικισμό τῶν Ἑλλήνων κατά μῆκος τῶν ἀκτῶν τοῦ Αἰγαίου, τῆς Μεσογείου, τῆς Μαύρης Θάλασσας καί τῆς θάλασσας τοῦ Μαρμαρᾶ, στίς ἀποστολές τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί στίς κατακτήσεις μέ τίς ὁποῖες ἔχουν ἐξελληνιστῆ οἱ διάφορες ἐθνικές ὁμάδες τῆς Ἀσίας∙ ἐνῶ ἀργότερα ἡ ἀνατολική ρωμαϊκή αὐτοκρατορία ἦταν ἡ ἴδια ἐξελληνισμένη καί ἐξάπλωσε τήν ἑλληνική γλῶσσα, καθώς ἐπίσης, διέδωσε καί τόν πολιτισμό της. Ἐπίπλέον κανένας ἱστορικός δέν μπορεῖ νά ἀγνοῆ τίς προφανεῖς ἑλληνικές ἐπιρροές στήν Ἀναγέννηση μετά τήν ἑλληνική ἔξοδο πού συνέβη κατά τήν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1453.
Ἀπό αὐτές τίς διάφορες ἀποστολές, πολέμους, ἀποικισμούς καί μεταναστεύσεις πού ἐμφανίστηκαν κατά τήν διάρκεια τῶν αἰώνων, οἱ σπόροι τῶν Ἑλλήνων ἔχουν φυτευτῆ στά πέρατα τῆς γῆς, καί πιό πρόσφατα, ἡ φυγή τῶν Ἑλλήνων κατά τήν διάρκεια τῶν δύο τελευταίων αἰώνων εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά ἱδρυθοῦν Ἑλληνικές κοινότητες σέ κάθε γωνιά τοῦ κόσμου. Ἡ χώρα τοῦ Καναδᾶ δέν ἀποτελεῖ ἐξαίρεση ἀπ᾿ αὐτήν τήν μετεγκατάσταση, ὅπου στήν ἀχανῆ αὐτή γῆ οἱ Ἕλληνες ἐπεδίωξαν μιά νέα ζωή, καινούργιες εὐκαιρίες καί ὑψηλώτερα ἐπιτεύγματα. Ὁ Καναδάς ἔχει γίνει χώρα διαμονῆς γιά περίπου 252.960 Ἕλληνες μέχρι σήμερα, μέ ἀκμάζουσες Κοινότητες καί ὀργανώσεις πού συνεχίζουν νά καλλιεργοῦν τό ἑλληνικό πνεῦμα τῶν προηγουμένων γενεῶν.
Ἡ χώρα τοῦ Καναδᾶ εἶναι μιά μεγάλη ἔκταση γῆς πού ἐκτείνεται μεταξύ τοῦ Εἰρηνικοῦ, τοῦ Ἀτλαντικοῦ καί τοῦ Ἀρκτικοῦ Ὠκεανοῦ. Εἶναι ἡ δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στόν κόσμο, τῆς ὁποίας ἡ φυσική γεωγραφία εὐρέως ποικίλλει καί ἀποτελεῖται ἀπό ἀρκτικά δάση, ὀρεινό ἀνάγλυφο τοῦ ἐδάφους, τούς πάγους τῆς Ἀρκτικῆς καί ἔχει ἄφθονη γεωργία, στό πλαίσιο τῶν κατ᾿ ἀποκοπή ἐπαρχιῶν, γνωστές ὡς τά ″Prairies″ (λιβάδια). Ἀρχικά, καταλήφθηκε μόνο ἀπό τούς ἰθαγενεῖς πού ζοῦσαν ἐκεῖ, ἔπειτα ἐξερευνήθηκε καί ἀποικίστηκε ἀπό τούς Βίκινγκς στά τέλη τοῦ 10ου αἰῶνα καί στήν συνέχεια ἀπό τούς Βρεττανούς καί Γάλλους κατά τά τέλη τοῦ 15ου αἰῶνα. Μετά ἀπό μακρές περιόδους πολέμου, ἡ χώρα παραχωρήθηκε στό Βρεττανικό κράτος ἀπό τούς Γάλλους τό 1763 καί ὁ Καναδάς τελικά ἔγινε ἐπίσημη χώρα τό 1867 καί πῆρε τό ὄνομά του ἀπό τήν λέξη τῶν Ἰρόκων «Κανάτα» πού σημαίνει «χωριό». Ἡ ἐπίσημη γλῶσσα τῆς χώρας εἶναι τά ἀγγλικά καί τά γαλλικά, ἐνῶ ἡ συνολική κουλτούρα εἶναι ἕνα μεῖγμα ἀπό τούς Ἄγγλους, Γάλλους καί αὐτόχθονες λαούς, μαζί μέ τούς μετανάστες ἀπό τά διάφορα μέρη τοῦ κόσμου.
Τό πρῶτο γνωστό ἄτομο πού ὑποκίνησε τήν ἑλληνική Ὀδύσσεια στόν Καναδᾶ ἦταν ἕνας ἔμπειρος ἐξερευνητής τοῦ 16ου αἰῶνα κατά τήν διάρκεια τῆς ἱσπανικῆς ἐξερευνήσεως καί κατακτήσεως τῶν Δυτικῶν Ἰνδιῶν, ὁ Juan de Fuca, ἐπίσης γνωστός, ὡς ὁ Ἰωάννης Φωκᾶς. Οἱ πρόγονοι τοῦ Ἰωάννου κατάγονταν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη πού στό 1453 ὁ παππούς του Ἐμμανουήλ Φωκᾶς καί οἱ ὑπόλοιποι συγγενεῖς, διέφυγαν ἀπό τήν ἀγαπημένη πόλη καί κατέφυγαν στήν Πελοπόννησο καί τά Ἰόνια Νησιά. Ὁ Ἐμμανουήλ τελικά ἐγκαταστάθηκε στήν Κεφαλλονιά, στό χωριό πού εἶναι γνωστό ὡς Βαλεριάνο.
Ἡ ἐπέκταση τῆς ἱσπανικῆς κυριαρχίας στίς γειτονικές ἀκτές τῆς Ἰταλίας ἔδωσε τήν εὐκαιρία στόν Ἰωάννη καί τούς ναῦτες τοῦ Ἰονίου νά ὑπηρετήσουν στά ἱσπανικά πλοῖα ὡς μέλη τοῦ πληρώματος. Ὁ βασιλιάς τῆς Ἱσπανίας ὁ Φίλιππος Β΄ , διόρισε τόν Ἰωάννη ὡς πλοηγό τοῦ ναυτικοῦ στίς Δυτικές Ἰνδίες, μιά θέση πού κράτησε γιά σαράντα χρόνια. Στό 1592 στάλθηκε γιά νά μελετήση τήν ἀκτή τοῦ Εἰρηνικοῦ καί νά βρῆ τό θρυλικό στενό τοῦ Anian, (πιστευόταν ὅτι εἶναι ἕνα Βορειοδυτικό Πέρασμα, μιά θαλάσσια ὁδός πού συνδέει τόν Ἀτλαντικό καί τόν Εἰρηνικό Ὠκεανό) γιά νά τούς ὀχυρώση ἐναντίον τῶν Ἄγγλων. Ἀντί τό στενό τοῦ Anian, βρῆκε τό στενό πού χωρίζει τό νησί Βανκούβερ τοῦ Καναδᾶ ἀπό τήν Πολιτεία τῆς Οὐάσιγκτον πού τελικά ὀνομάστηκε ἀργότερα ἀπό τόν ἴδιο ἐξερευνητῆ καί πρῶτο Ἕλληνα τῆς χώρας ὡς ″Strait of Juan de Fuca″.
Οἱ ἑπόμενοι γνωστοί πρωτοπόροι Ἕλληνες τοῦ Καναδᾶ ἐμφανίστηκαν δύο αἰῶνες ἀργότερα, στίς ἀρχές τοῦ 1800, στήν καναδική ἐπαρχία τοῦ Κεμπέκ. Εἶναι γνωστό ὅτι τότε οἱ Ἕλληνες ναυτικοί διέπλευσαν τόν ποταμό τοῦ Ἁγίου Λαυρεντίου, ἐγκατέλειψαν τά πλοῖα τους καί ἐγκαταστάθηκαν ἐκεῖ, ἀφοῦ παντρεύτηκαν μέ Γαλλίδες τοῦ Καναδᾶ. Ἕνα περιστατικό πού τεκμηριώνει τό προαναφερθέν, ἦταν τόν χειμῶνα τοῦ 1908 πού τρεῖς Ἕλληνες φίλοι ταξίδευαν ἀνάμεσα σέ δύο χωριά τοῦ Κεμπέκ καί ἔχασαν τό ἄλογό τους πού τραβοῦσε τό βαγόνι. Ἀπό τό ἰσχυρό κρύο ἀναζήτησαν καταφύγιο σέ μιά κοντινή ἀγροικία. Ἐκεῖ τούς φιλοξένησε ἕνας ἑβδομηντάχρονος Γάλλος ἀγρότης πού μέ ἔκπληξη ἔμαθε ὅτι οἱ ἐπισκέπτες του ἦταν Ἕλληνες καί τούς ἀνέφερε ὅτι ὁ πατέρας του ἦταν Ἕλληνας, μίλησε μέ πολύ σεβασμό γιά τόν πατέρα του καί τούς ἔδειξε μία εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πού ἔφερε ὁ πατέρας του ἀπό τήν Ἑλλάδα.
Ἡ ἄφιξη τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν στόν Καναδᾶ ξεκίνησε, ὡστόσο ἐπισήμως, σέ μικρούς ἀριθμούς μετά τήν ἐπανάσταση κατά τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ τό 1821 ― 1827. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς Ἕλληνες μετανάστες προέρχονταν ἀπό τήν Πελοπόννησο κυρίως, ἀπό τίς μή παραγωγικές ἐπαρχίες τῆς Ἀρκαδίας καί Λακωνίας, ἐπίσης ἀπό τά νησιά καί τά ὑποβαθμισμένα χωριά ἀπό τήν ἠπειρωτική χώρα. Πρίν ἀπό τό 1900 ἡ μετανάστευση τῶν Ἑλλήνων ἦταν σποραδική, κατά τό 1871 ἡ ἀπογραφή ἔδειχνε μόνον τριάντα ἐννέα ἄτομα ἑλληνικῆς καταγωγῆς στόν Καναδᾶ καί τό 1900 οἱ ἀριθμοί αὐξήθηκαν στά 200. Ἀπό τήν 1η Ἰουλίου 1900 ἕως τίς 31 Δεκεμβρίου 1907, 2.540 Ἕλληνες μετανάστες ἦρθαν στόν Καναδᾶ, ἀπό τούς ὁποίους οἱ περισσότεροι ἦταν ἀπό τήν Πελοπόννησο καί μερικοί ἀπό τήν Μακεδονία καί, ἰδιαίτερα ἀπό τήν Καστοριά, οἱ ὁποῖοι συνέχισαν νά ἀσχολοῦνται μέ τό ἐμπόριο γούνας ἀπό τήν μητρική τους πόλη.
Ἐπιρροές / Μετανάστευση
Ὑπῆρχαν πολλοί παράγοντες πού ἐπηρέασαν τούς Ἕλληνες νά ἐγκαταλείψουν τήν ἀγαπημένη πατρίδα τους καί νά ἐγκατασταθοῦν σέ χῶρες τοῦ ἐξωτερικοῦ, ὅπως καί στόν Καναδᾶ. Ἡ μετανάστευση ὀφείλεται κυρίως σέ μιά ἐπαναλαμβανομένη ἀποτυχία τῶν καλλιεργειῶν στήν Ἑλλάδα, στήν καταπιεστική φορολογία καί τήν αὔξηση τῆς φτώχειας στήν χώρα μας. Εἴτε ἑκουσίως, εἴτε χωρίς ἐπιλογή, πολλές περιοχές στήν πατρίδα μας ἐκκενώθηκαν ἀπό τόν νεαρό ἀνδρικό πληθυσμό στήν προσπάθειά τους γιά νέα μόνιμη ζωή σέ ″χώραν μακράν″ ἤ καί γιά προσωρινή παραμονή γιά τήν ἐπίτευξη κέρδους. Μιά ἄλλη αἰτία τῆς μεταναστεύσεως εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστολῆς τῶν γραμμάτων καί τῶν χρημάτων στήν Ἑλλάδα. Ἡ προβολή τῆς ἐπιτυχίας τους εἶχε ἐξαπλωθῆ σέ ὑπερβολική μορφή καί σταδιακά ἔγινε μόδα γιά νά πηγαίνουν οἱ Ἕλληνες στήν Ἀμερική.
Ἀντίθετα στίς διάφορες περιοχές πού ἔμειναν κάτω ἀπό τήν τουρκική κατοχή, ὅπως ἡ Μακεδονία, ἡ Ἤπειρος, ἡ Λέσβος καί τά Δωδεκάνησα, ἀρκετοί νέοι Ἕλληνες ἀναγκάστηκαν νά φύγουν γιά τόν νέο κόσμo ἐξ αἰτίας τοῦ νέου τουρκικοῦ συντάγματος τοῦ 1908, τό ὁποῖο ὑποχρέωνε τούς Ἕλληνες νά ὑπηρετήσουν στόν τουρκικό στρατό. Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς τούς Ἕλληνες ἦταν εὔποροι καί μορφωμένοι, μερικοί ἦταν ἀπόφοιτοι ἀπό ἀμερικανικά κολλέγια καί συνολικά δέν εἶχαν καμμία ἀνάγκη γιά τίς νέες εὐκαιρίες καί τά κίνητρα τοῦ ἐξωτερικοῦ.
Ἐργασία
Παρέλαση νέων ὁμογενῶν.
Ἀπό τό ἀρχεῖο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Τορόντο.
Οἱ πρῶτοι μετανάστες ἦταν σχεδόν ὅλοι ἄνδρες, ἐλεύθεροι ἤ παντρεμένοι, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἀγράμματοι καί εἶχαν ἀφήσει τίς οἰκογένειές τους πίσω στήν Πατρίδα γιά οἰκονομικούς λόγους γιά νά ζήσουν σάν ξένοι ἀνάμεσα στούς ξένους καί μέ καμμιά ἐμπειρία τῆς ἀγγλικῆς γλώσσας. Κανόνισαν νά ζήσουν πολλοί μαζί σέ καταλύμματα, ἐνῶ ἄλλοι ζοῦσαν σέ πολυσύχναστα οἰκοτροφεῖα κοντά στόν χῶρο ἐργασίας τους, μέ τήν πρόθεση νά διατηρήσουν τά κέρδη τους (καθώς τά ποσά πού εἶχαν, μικρή σημασία στόν Καναδᾶ, εἶχαν μεγάλη ἀξία στήν Ἑλλάδα), εἴτε νά φέρουν τίς οἰκογένειές τους στόν Καναδᾶ ἤ νά φέρουν τά κέρδη τους πίσω στήν Ἑλλάδα. Οἱ πρῶτοι Ἕλληνες ἦταν γνωστοί γιά τήν ἀνδρεία τους, γιά σκληρή δουλειά καί οἰκονομική πρόοδο. Οἱ δύσκολες οἰκονομικές ἐμπειρίες τους πίσω στήν Ἑλλάδα ἦταν κίνητρο γιά νά ξεπεράσουν τά πολλά ἐμπόδια πού ἀντιμετώπισαν σέ αὐτή τήν ξένη χώρα, τήν κοινωνικο ― οἰκονομική ἀπομόνωση, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν γλωσσικῶν, πολιτιστικῶν διακρίσεων. Οἱ περισσότεροι Ἕλληνες ἦταν ὑποχρεωμένοι νά ἀναλάβουν σκληρή ἐργασία στόν ἰδιωτικό τομέα, λόγῳ τοῦ ὅτι εἶχαν ἐλάχιστη ἐκπαίδευση καί δεξιότητες. Τελικά μέ τήν ἐκμάθηση τῆς ἀγγλικῆς γλώσσας καί τήν συγκέντρωση ἀρκετῶν χρημάτων ἦταν σέ θέση νά ἀνοίξουν μικρές ἐπιτυχημένες ἐπιχειρήσεις πού ἄρχισαν ἐπίσημα τό 1860 στό Μόντρεαλ. Μέχρι τό 1910 οἱ ἐπιχειρήσεις τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν προχώρησαν γρήγορα καί βρέθηκαν στίς πιό γνωστές πόλεις τῆς χώρας, ὅπως στό Τορόντο, Μόντρεαλ, Λονδίνο, Γουΐνιπεγκ καί τό Βανκούβερ. Στό Τορόντο, γιά παράδειγμα, ὁ πληθυσμός τῶν Ἑλλήνων τό 1918 ἦταν περίπου 3.000 ἄτομα πού ἦταν τό ἥμισυ τοῦ 1% τοῦ συνολικοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλεως, εἶχαν ὅμως 31% ἀπό τίς ἐπιχειρήσεις τῆς πόλεως σέ σχέση μέ τά ἑστιατόρια, καφενεῖα, παντοπωλεῖα καί αἴθουσες στιλβωτήρια.
Κουλτούρα
Κατάθεση στεφάνου ἀπό τήν ὁμογένεια, στό μνημεῖο πεσόντων,
μπροστά στό παλαιό δημαρχεῖο τοῦ Τορόντο. Ἀπό τό ἀρχεῖο Clara
Thomas τῆς πανεπιστημιακῆς βιβλιοθήκης τοῦ York Univercity.
Ἐπειδή ὑπῆρχαν λίγες καί σπάνιες εὐκαιρίες σέ ξένη χώρα νά βροῦν οἱ ἄνδρες συζύγους Ἑλληνίδες στά πρῶτα χρόνια, ἔγραφαν γράμματα στούς γονεῖς νά τούς βροῦν σύζυγο. Ὅταν βρίσκονταν τά πιθανά ἄτομα, ἀντάλλαζαν φωτογραφίες καί αὐτό ὁδηγοῦσε τελικά σέ γάμο. Ἀντίθετα ἀπό τόν παραδοσιακό τρόπο, ἀρκετοί ἄνδρες παντρεύτηκαν καί ξένες γυναῖκες μέ τίς ὁποῖες σέ πολλές περιπτώσεις εὕρισκαν δυσκολία νά συνεννοηθοῦν ἐξ αἰτίας θεμάτων σχετικῶν μέ τήν διατροφή, τά ἔθιμα, τόν τρόπο ζωῆς, τό θρήσκευμα καί τήν γλῶσσα. Ὅταν οἱ πρῶτες ἑλληνικές οἰκογένειες ἐγκαταστάθηκαν στίς μεγάλες πόλεις συνέχισαν τίς πολιτιστικές τους δραστηριότητες, ὅπως στήν Πατρίδα τους. Σημαντικές ἐκδηλώσεις, ὅπως οἱ παρελάσεις γιά τήν 25η Μαρτίου καί 28η Ὀκτωβρίου ὀργανώθηκαν γιά νά περάσουν μέσα ἀπό τίς κεντρικές ὁδούς τῶν πόλεων, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 1900. Ἐτήσιοι χοροί, ἑλληνικά φεστιβάλ καί πίκ ― νίκ ὀργανώθηκαν ἀπό τίς ἑλληνικές Κοινότητες, ὅπου συγκεντρώθηκαν ἑκατοντάδες ἙλληνοΚαναδοί πού εἶναι ἕνα μεῖγμα ἀνθρώπων ἀπό τίς διάφορες ἐπαρχίες τῆς Ἑλλάδος
Πολυπολιτισμικότητα
Παρέλαση νέων ὁμογενῶν μέ παραδοσιακές στολές στήν
Queen street τοῦ Τορόντο. Ἀπό τό ἀρχεῖο Clara Thomas
τῆς πανεπιστημιακῆς βιβλιοθήκης τοῦ York Univercity.
Σέ ὅλη τήν χώρα ἀρκετές ἐθνοκεντρικές Κοινότητες ἔχουν ἀναπτυχθῆ, συμπεριλαμβανομένου τοῦ γνωστοῦ καί διασήμου “Greek Town” στό Τορόντο πού βρίσκεται ἐπί τῆς Λεωφόρου Ντάνφορθ, ὅπου πολλά ἑλληνικά ἑστιατόρια, ζαχαροπλαστεῖα καί καταστήματα ἀνήκουν καί λειτουργοῦν ἀπό τούς Ἕλληνες κατοίκους. Μία φορά τόν χρόνο ἡ πόλη διοργανώνει μιά ἀμιγῶς Ἑλληνική πολιτιστική ἐκδήλωση πού ὀνομάζεται «Ἡ γεύση τοῦ Ντάνφορθ», ἡ ὁποία εἶναι στήν πραγματικότητα τό μεγαλύτερο φεστιβάλ τροφίμων σέ ὅλη τήν χώρα καί προσελκύει 1,5 ἑκατομμύρια ἀνθρώπους κάθε χρόνο γιά τρεῖς ἡμέρες κατά τήν διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ. Ξεκίνησε τό 1994 καί ἔγινε ἕνας σημαντικός πόλος ἕλξεως γιά τούς τουρῖστες ἔξω ἀπό τήν πόλη, ὅπου οἱ συμμετέχοντες βιώνουν τόν Ἑλληνικό πολιτισμό συμπεριλαμβανομένων τῆς ἐκλεκτῆς κουζίνας, τῆς μουσικῆς καί τοῦ χοροῦ της. Ἡ ἐκδήλωση αὐτή εἶναι μιά ἀγαπημένη γιά τούς κατοίκους τῆς πόλεως, καθώς προσβλέπουν καί στό νά τρῶνε τό σουβλάκι καί τόν αὐθεντικό γῦρο. Οἱ πρωτοπόροι Ἕλληνες τοῦ Καναδᾶ πέρασαν ἀπό πολλές κακουχίες στήν πατρίδα καί στόν νέο κόσμο πού ἐκτέθηκαν σέ ἕνα περιβάλλον μέ ἄγνωστες γλῶσσες, πολιτισμικές διαφορές καί ἐπίσης διακρίσεις (ὑπῆρχε ἐπίσης ζήλεια γιά τήν ἱκανότητα τῶν Ἑλλήνων, ἐπειδή ἐργάστηκαν σκληρά γιά νά εἶναι ἐπιτυχημένοι).
Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς προέρχονταν ἀπό τά χωριά καί ἦταν ἀγράμματοι, κάτι πού αὔξανε τήν δυσκολία τῆς προσαρμογῆς σέ μιά νέα κοινωνία, ὡστόσο ἦταν πολύ ἐργατικοί, πάντα ἔψαχναν γιά αὐτοβελτίωση καί ἀνάπτυξη τῶν δεξιοτήτων τους. Οἱ Ἕλληνες πρωτοπόροι ἔσπειραν τούς πρώτους σπόρους γιά τίς μελλοντικές γενιές τους καί συνέχισαν νά ἀγωνίζωνται γιά μία νέα καί καλύτερη ζωή, ἀλλά καί νά παράγουν ἀσταμάτητα καρπούς γιά τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό στόν Καναδᾶ. Γιά τούς Ἕλληνες πού ζοῦν ἐκεῖ, τό κάθε ἄτομο εἶναι ἀντιπρόσωπος τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς του. Οἱ μή Ἕλληνες ἔχουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καί θαυμάζουν ὅταν ἀκοῦν Ἑλληνο ― Καναδούς νά μιλοῦν τήν μητρική τους γλῶσσα ἤ νά μάθουν γιά τήν ἱστορία μας, τόν πολιτισμό, καί κυρίως τά ἐπιτεύγματά μας. Οἱ Ἕλληνες θαυμάζονταν γιά τήν ἐπιρροή τους καί ἔτσι κυριάρχησαν, πρόσφεραν στόν ὑπόλοιπο κόσμο καί εἶναι πάντα πολύ σεβαστοί στόν τομέα αὐτόν. Ὡς ἐκ τούτου ἔχει μεγάλη σημασία γιά τίς ἑλληνικές Κοινότητες πού ζοῦν στό ἐξωτερικό γιά νά λάβουν αὐτήν τήν ἄποψη καί νά συνεχίσουν νά καλλιεργοῦν αὐτούς τούς καρπούς καί νά διατηρήσουν τήν πολιτιστική τους ταυτότητα, ἀλλά τό πιό σημαντικό εἶναι πού διατηροῦν τήν γλῶσσα τους.
Ἡ πολιτιστική ἐπιρροή τῶν ξένων χωρῶν ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἔρχεται σέ ἀντίθεση κατά καιρούς μέ τίς παραδόσεις τοῦ ἑλληνικοῦ νοικοκυριοῦ, ὅμως, τό πλῆθος τῶν Ἑλλήνων «πρέσβεων» πού ἀντιπροσωπεύει τήν πολιτιστική μας κληρονομιά, δημιουργεῖ μοναδικά παραδείγματα σέ μία ξένη κοινωνία.
Βιβλιογραφία
Athenagoras, (1961). The Greek Orthodox Church in Canada: Report of His Eminence Metropolitan Athenagoras of Elaia. –. Toronto: s.n..
Burry, J. (2009) Violent August: The 1918 Anti ―Greek Riots in Toronto [DVD]. Canada: A Burgeoning Communications Inc. Documentary
Film
Chimbos, P. D. (1980). The Canadian odyssey: The Greek experience in Canada. Toronto: McClelland and Stewart.
Dictionary of Canadian Biography, Juan de Fuca. Retrieved November 5th, 2014, from http://www.biographi.ca/en/bio/fuca_juan_de_1E.html
Findlay, S. (2011, November 2). King City, home to Greek resistance movements, The Toronto Star, Retrieved November 20, 2014, from http://www.thestar.com/news/world/2011/11/02/king_city_home_to_greek_resistance_movements.html
Government of Canada, Discover Canada, Canada’s History. Retrieved November 25, 2014, from http://www.cic.gc.ca/english/resources/publications/discover/section-06.asp
Konstantinou, K.(1973). Greek Immigrants: Their Cultural Background and Problems in Acculturation. Toronto : Curriculum Dept., Ontario Institute for Studies in Education.
Krinos Taste of the Danforth, About the Festival. Retrieved November 20th, 2014, from http://tasteofthedanforth.com/
Saloutos, T. (1964). The Greeks in the United States. Cambridge: Harvard University Press.
Statistics Canada, Immigration to Canada by country of last permanent residence, 1956 to 1976. (n.d.). Retrieved November 5, 2014, from http://www.statcan.gc.ca/pub/11-516-x/sectiona/A385_416-eng.csv
Statistics Canada, Ethnic origins, 2011 counts, for Canada, provinces and territories (n.d.). Retrieved November 30, 2014, from http://www12.statcan.ca/census-recensement/2006/dp-pd/hlt/97-562/pages/page.cfm?Lang=E&Geo=PR&Code=01&Table=2&Data=Count&StartRec=1&Sort=3&Display= All&CSDFilter=5000
Statistics Canada, Facts and Figures 2012 ― Immigration overview: Permanent and temporary residents, Retrieved November 5,2014,
from http://www.cic.gc.ca/English/resources/statistics/facts2012/permanent/10.asp
“United States Border Crossings from Canada to United States, 1895·1956,” index, FamilySearch (https:llfamilysearch.org/pal:/MM9.1.1IXPRV·96V : accessed 16 Aug 2014), Ambrosio Paraschakes, 18 Oct 1912;citing “Border Crossings: From Canada to U.S., 1895·1954”, Ancestry.com. Ship, arrival port Buffalo, New York, line, NARA microfilm publication M1480, roll 110, Library and Archives Canada, Ottawa, Ontario.
Vlassis, G. D. (1942). The Greeks in Canada. Ottawa, Can.
Xenides, J. P. (1922). The Greeks in America. New York: G.H. Doran Co.
Throng Churches to Hear of War: Greeks and Bulgarians Ready to Return Home. (1912, October 7). The Globe, p. 8.Balkan Residents of Toronto Wax Warlike and Boisterous. (1912, October 7). Toronto Daily Star, p. 3.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Η ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί για όλους τους πιστούς Του το πιο χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, διότι είναι η μεγαλύτερη νίκη όλων των εποχών κατά του έχθιστου εχθρού του ανθρώπου, του τυραννικού Άδη και του πικρού θανάτου. Ο δικός Του θάνατος έγινε ο θάνατος του θανάτου μας! Αυτή ακριβώς η συνειδητοποίηση μας κάνει να σκιρτούμε από άρρητη αγαλλίαση και να πανηγυρίζουμε λαμπρά την «βασιλίδα και κυρία» εορτή, κατά τον ιερό και θεσπέσιο υμνογράφο του Πάσχα.
Όμως δυστυχώς δε χαίρονται όλοι οι άνθρωποι αυτή την αγία ημέρα, αλλά κάποιοι πράττουν το αντίθετο, λυπούνται και πασχίζουν να μειώσουν την αξία της μπροστά στα μάτια όλων των λαμπρά εορταζόντων πιστών του αναστάντος Χριστού. Είναι ολοφάνερο πως η αμαρτία δημιούργησε στα μυαλά τους σοβαρή νοητική στέρηση, ώστε να μη μπορούν να στοχαστούν ούτε στο ελάχιστο το ασύλληπτο μέγεθος της θείας δωρεάς, η οποία απορρέει από τον όλβιο κενό τάφο του Κυρίου και τη λαμπροφόρο έγερσή Του. Το νυσταλέο βλέμμα τους είναι στραμμένο προς τον σκοτεινό και αραχνιασμένο Άδη και όχι προς τον ολόφωτο ουρανό, που είναι πλημμυρισμένος από το ανέσπερο αναστάσιμο φως. Αποστρέφονται την ελευθερία του ουρανού και ορέγονται τα δεσμά του υποχθόνιου δεσμωτηρίου του «διαβόλου και των αγγέλων αυτού» (Ματθ. 25, 41). Τέλειος παραλογισμός!
Ένα από τα πιο ανόητα επινοήματά τους κατά της αναστάσεως του Κυρίου είναι η συσχέτισή της με τις «αναστάσεις» των διαφόρων παγανιστικών «θεοτήτων». Κάθε χρόνο τις ημέρες του Πάσχα βλέπουμε δημοσιευμένα κάποια ανούσια άρθρα, τα οποία επιχειρούν, ανεπιτυχώς φυσικά, να παρουσιάσουν την ανάσταση του Χριστού ως ένα ακόμη μύθο αναστημένου θεού, σαν και αυτών των ειδωλολατρικών θρησκειών της προχριστιανικής αρχαιότητας. Με μια απίστευτη ρηχότητα στα επιχειρήματά τους και με μια γελοία κακοποίηση της ιστορικής αλήθειας, προσπαθούν να «αποδείξουν», ότι ο Ιησούς Χριστός είναι μια κακέκτυπη μυθική επινόηση, αναβίωση του αιγυπτιακού θεού Όσιρι, του συριακού Άδωνι, του φρυγικού Άττι και του Ελληνικού Διόνυσου, οι οποίοι πιστευόταν ότι «αναστήθηκαν» από τον Άδη!
Θέλουν να λησμονούν οι «διαπρεπείς» αυτοί ερευνητές, οι οποίοι αρέσκονται να αυτοπροσδιορίζονται και ως «ορθολογιστές», πως ενώ εκείνοι οι ψευτοθεοί ανήκουν στη σφαίρα της πιο νοσηρής φαντασίας και του μύθου, ο Ιησούς Χριστός είναι πρόσωπο ιστορικό, πέραν πάσης αμφιβολίας. Θέλουν ακόμη να λησμονούν πως ο οποιοσδήποτε συσχετισμός του Χριστιανισμού και η σύγκρισή του με όλα τα ιστορικά θρησκεύματα είναι ατυχής, διότι το χριστιανικό μήνυμα ουδεμία σχέση έχει με αυτό που ονομάζεται θρησκεία στον εκτός του Χριστιανισμού χώρο.
Πάνω απ' όλα όμως είναι το αβυσσαλέο χάσμα στο υπόβαθρο των «νεκραναστάσεων» των παγανιστικών «θεών» και του Θεανθρώπου Χριστού. Οι μυθολογικές διηγήσεις για τις παγανιστικές «νεκραναστάσεις» έχουν όλες ως βάση κάποια ιδιοτέλεια και μάλιστα είναι αναμειγμένες με ικανοποίηση ταπεινών ενστίκτων. Επίσης η «ανάστασή» τους είναι αποτέλεσμα επέμβασης άλλων «θεών», διότι από μόνοι τους είναι εντελώς ανίκανοι να αναστηθούν. Αντίθετα το Πάθος και η Ανάσταση του Χριστού ενέχει την τέλεια ανιδιοτέλεια. Ο Ιησούς Χριστός, όντας τέλειος Θεός, δέχεται εκούσια να υποστεί τον επώδυνο και ταπεινωτικό σταυρικό θάνατο, για τη σωτηρία του κόσμου και ανασταίνεται από τους νεκρούς αφ' εαυτού, ως Θεός παντοδύναμος.
Για του λόγου το αληθές θα παραθέσουμε εν συντομία τους μύθους των «νεκραναστημένων» παγανιστικών «θεών», για να διαπιστώσουμε τη γελοία σύγκριση που επιχειρείται με την λαμπροφόρο ανάσταση του Χριστού.
Μια από τις προσφορότερες συγκρίσεις είναι αυτή του συριακού «θεού» Άδωνι. Σύμφωνα με το μύθο, η ψευτοθεά του τυφλού ερωτικού ενστίκτου Αφροδίτη ενέπνευσε σφοδρό ερωτικό πάθος στη Μυρσίνη για τον πατέρα της Θύαντα, επειδή εκείνος δεν τιμούσε τη «θεά» διά της ιεράς πορνείας. Μέσα στην παραφροσύνη που ενέβαλε η «θεά» σ' αυτούς πραγματοποιήθηκε η εμετική αιμομιξία, καρπός της οποίας υπήρξε ο όμορφος Άδωνις (= Κύριος). Αυτόν τον νέο αγάπησε παράφορα και έκαμε ερωμένο της η Αφροδίτη. Όμως ο έτερος εραστής της ο άγριος θεός του πολέμου Άρης, εξαιτίας της ζήλιας του, έστειλε έναν άγριο κάπρο ο οποίος κατασπάραξε τον όμορφο νέο, αρπάζοντάς τον όμως η θεά του Άδη Περσεφόνη τον έσωσε. Η Αφροδίτη θρηνούσε το χαμό του εραστή της, όμως η Περσεφόνη δεν της τον έδινε, διότι τον ήθελε για τον εαυτό της! Τότε ο Δίας κανόνισε κάποιους μήνες να ανεβαίνει στον επάνω κόσμο και να τον χαίρεται ερωτικά η Αφροδίτη.
Ας δούμε και το μύθο της «νεκρανάστασης» του αιγυπτιακού «θεού» Όσιρι. Ο Όσιρις, ήταν αδελφός και εραστής της Ίσιδος, θεάς του έρωτα και προστάτης της μαγείας, όντας μάγισσα η ίδια. Ο αδελφός τους Τυφών ζήλεψε την ευτυχία του αιμομικτικού ζεύγους, διότι ήθελε αυτός την αδελφή του για ερωμένη, και γι' αυτό διαμέλισε τον Όσιρι και έριξε τα κομμάτια του στο Νείλο. Η Ίσις απαρηγόρητη για το χαμό του εραστή αδελφού της μάζεψε τα κομμάτια του και με μαγικές τελετουργίες τον επανέφερε στη ζωή. Όμως δε βρήκε τα γεννητικά του όργανα, τα οποία αναζητούσε μάταια με θρήνους σε όλη τη γη. Χωρίς αυτά δε θα μπορούσε να ξανακάνει εραστή της τον αδελφό της! Πάνω σε αυτή την αναζήτηση συστήθηκαν τα διαβόητα και αισχρά μυστήρια της «θεάς».
Παρόμοιος είναι ο μύθος του φρυγικού «θεού» Άττι. Αυτός σχετίζονταν με τη λατρεία της Κυβέλης - Άγδιστης, της οποίας ήταν γιος και εραστής! Αυτή του ζητούσε αιώνια ερωτική αφοσίωση. Όταν όμως αυτός αθέτησε την αφοσίωσή του σ' αυτή, προτιμώντας να νυμφευτεί την κόρη του Μίδα, αυτή προκάλεσε στον ανυπάκουο εραστή της φοβερή μανία, εξ' αιτίας της οποίας ο τραγικός νέος αυτοευνουχίστηκε και πέθανε. Η ερωτομανής «θεά» θρηνούσε απαρηγόρητη για το κακό που τη βρήκε. Ο Δίας τη λυπήθηκε και της υποσχέθηκε ότι θα διατηρήσει το σώμα του Άττι ανέπαφο και θα μπορούσε να κινεί το μικρό του δάκτυλο! Πάνω σε αυτόν τον άθλιο μύθο αναπτύχθηκαν τα φοβερά και αιματηρά μυστήρια, κατά τα όποια οι νέοι ιερείς της «θεάς», οι περιβόητοι «Γάλλοι», αυτοευνουχίζονταν εν μέσω παθολογικής έκστασης και άγριων κραυγών. Ένεκα της φρίκης που προκαλούσε το αποκρουστικό θέαμα των ευνουχισμών απαγορεύτηκαν στα Ρωμαϊκά χρόνια!
Γνωστός είναι και ο μύθος του Ζαγρέα - Διόνυσου. Αυτός ήταν καρπός του εμετικού αιμομικτικού έρωτα του Διός με την κόρη του Περσεφόνη. Η ζηλόφθονη Ήρα παρακίνησε τους τερατώδεις τιτάνες να τον κατασπαράξουν, ενώ εκείνος έπαιζε ανέμελος, και να φάνε τις σάρκες του. Η Αθηνά κατάφερε να διασώσει την καρδιά του Διονύσου από τους κανίβαλους «θεούς», την έφερε στο Δία, ο όποιος την κατάπιε. Κατόπιν με το βιασμό της Σεμέλης, κόρης του Κάδμου, γεννήθηκε ο νέος Διόνυσος. Αυτό εννοούν ως ... ανάσταση!
Μελετώντας αυτές τις ανόητες μυθολογικές διηγήσεις δε βρίσκουμε κανένα, μα κανένα στοιχείο που να είναι κοινό με την ανάσταση του Χριστού. Οι παγανιστικοί «θεοί» είναι χαμένοι μέσα στη δίνη των παθών και των αδυναμιών τους. Αντίθετα ο Ιησούς Χριστός υπήρξε απόλυτα απαθής. Ουδεμία νύξη γίνεται σε ολόκληρη την αγία Γραφή για κάποιο πάθος ή αδυναμία Του. Είναι ο μόνος που τόλμησε να ρωτήσει: «τις εξ' υμών ελέγχει με περί αμαρτίας» (Ιωάν. 8, 46). Ο Σωτήρας μας δεν ζούσε για τον εαυτό Του, αλλά για τη σωτηρία του κόσμου. Ο Ίδιος ομολόγησε ενώπιον του Πιλάτου:
«Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήληθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία» (Ιωάν. 18, 37), διότι «η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιωάν. 1, 17. Ο Θεός απέστειλε τον Υιόν Του στον κόσμο «ίνα σωθή ο κόσμος δι' αυτού» (Ιωάν. 3, 17)
Ας μας παρουσιάσουν οι θιασώτες του παγανισμού έστω και μια περίπτωση κάποιου «θεού» που να νοιάστηκε πραγματικά για το ανθρώπινο γένος και να θυσίασε τη ζωή του γι' αυτό. Όσο και να ψάξουν δε θα βρουν πραγματικά φιλάνθρωπο «θεό», διότι όλοι τους ήταν μισάνθρωποι και απάνθρωποι. Αντίθετα, οι «θεοί» κάρφωσαν στον Όλυμπο τον ευεργέτη των ανθρώπων τιτάνα Προμηθέα! Στην αρχαιοελληνική γραμματεία παρουσιάζονται οι άνθρωποι ως τραγικές υπάρξεις καταφρονεμένες από την ψευτοκοινωνία των «θεών». Οι άνθρωποι χρησίμευαν στους «θεούς» να τους λατρεύουν και να ικανοποιούν μέσω αυτών τα ταπεινά τους πάθη. Τη μεγαλύτερη αξία για τους «θεούς» είχαν οι όμορφες θνητές, τις οποίες ήθελαν για ερωμένες τους, ή τους όμορφους νέους για ερωμένους τους (π. χ. Γανυμήδης)! Η τελική κατάληξη της ζωής των θνητών ήταν ο «ηερόεντας» (ομιχλώδης και σκοτεινός) Άδης! Σύμφωνα με τον Όμηρο «αύτη δίκη εστί βροτών, ότέ τις κέ θάνησιν» (αυτή είναι η μοίρα των ανθρώπων, όταν κάποιος πεθάνει) (Ομ. Οδύσ. Λ’, 214).
Το πραγματικό ιστορικό γεγονός της αναστάσεως του Λυτρωτή μας Χριστού δεν έχει καμιά σχέση με οποιαδήποτε μυθολογική παγανιστική εκδοχή. Η λαμπροφόρος ανάσταση του Κυρίου μας είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία, διότι αυτό άλλαξε την πορεία του κόσμου και μετάλλαξε τη φύση του. Ο Χριστός απάλλαξε διά παντός το ανθρώπινο γένος από τα αιώνια τυραννικά δεσμά του Άδη, νικώντας κατά κράτος τον άρχοντα του καταχθόνιου δεσμωτηρίου των ανθρωπίνων ψυχών. Τώρα μπορούμε να ρωτήσουμε με χαρά και άρρητη ευφροσύνη: «Πού η δίκη σου θάνατε; Πού το κέντρον σου Άδη;» (Ώσηέ 13, 14). Την αγία ήμερα του Πάσχα, τη στιγμή που οι θλιβεροί πολέμιοι της αναστάσεως γρυλίζοντας ξεφυλλίζουν τις σκονισμένες μυθολογίες για να βρουν «κοινά στοιχεία» της αναστάσεως του Χριστού, με τις «αναστάσεις» των γελοίων παγανιστικών «θεών», εμείς σκιρτώντας από ανείπωτη χαρά και αγαλλίαση, «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν Άδου την καθαίρεσιν», εις πείσμα και καταισχύνη όλων των διαχρονικών εχθρών του πραγματικού θριαμβευτή και νικητή του θανάτου, του Αναστάντος Χριστού μας!
(Πηγή: «ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ “ΝΕΚΡΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ”», Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος-Καθηγητής, Περιοδικό Διάλογος, Τεύχος 56, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου)
Η σύγκρουση αρχαιοελληνικής θρησκείας και επιστήμης
Τα τελευταία χρόνια, με έκπληξη και πολλά ερωτηματικά, διαπιστώνουμε μια αφύσικη στροφή πολλών συνανθρώπων μας προς την αναβίωση των αρχαίων ξεχασμένων παγανιστικών θρησκευμάτων. Βεβαίως στα πλαίσια της ανεξιθρησκίας, η οποία χαρακτηρίζει τον σύγχρονο πολιτισμό μας, κανένας δε θα είχε αντίρρηση, όποιοι το επιθυμούν, να ακολουθούν τα αρχαία παγανιστικά θρησκεύματα. Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο νεοπαγανισμός, όπως χαρακτηρίζεται το σύγχρονο παγανιστικό ρεύμα, είσβαλε στις κοινωνίες με δυναμική ακραίου φονταμενταλισμού, με εκδηλωμένες μορφές αντιπαλότητας και μίσους κατά του Χριστιανισμού, που σπάνια γνώρισε η ανθρωπότητα ως τώρα. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των αρχαιοθρήσκων σε όλο τον κόσμο είναι να ακολουθούν τακτική πλήρους διαστρέβλωσης της ιστορίας, προκειμένου να εξωραΐσουν τις αρχαίες παγανιστικές θρησκείες, αλλά και να κατασυκοφαντήσουν τον Χριστιανισμό. Η όλη προσπάθειά τους είναι ενταγμένη στο γενικότερο σχέδιο για την αποχριστιανοποίηση του κόσμου!
Μια από τις χυδαιότερες κακοποιήσεις της ιστορικής πραγματικότητας είναι η προσπάθεια να παρουσιαστεί στη χώρα μας η αρχαιοελληνική θρησκεία ως η βάση της επιστήμης και η γενέτειρα του ορθού λόγου, τη στιγμή που είναι απόλυτα αποδεδειγμένο ότι υπήρξε εχθρός της επιστήμης και της προόδου, διότι δίδασκε ακριβώς τα αντίθετα απ’ ότι πρέσβευε και αποδείκνυε η επιστήμη. Και το χειρότερο, δεν έμενε στη θεωρητική αντιπαράθεση, αλλά έπαιρνε ενεργή εχθρική στάση απέναντι στις επιστημονικές γνώσεις, στην επιστημονική έρευνα και στους ίδιους τους επιστήμονες, με συγκεκριμένες πρακτικές και διώξεις.
Η αρχαία θρησκεία, όπως είναι γνωστό, είχε απόλυτο πανθεϊστικό χαρακτήρα. Ο υλικός κόσμος θεωρούνταν έμψυχος και ένθεος. Οι παιδαριώδεις μύθοι, οι οποίοι μας διασκεδάζουν με την αφέλειά τους, μας παραξενεύουν με τις παραδοξότητές τους και μας αηδιάζουν με τις ανηθικότητές τους ήταν για την αρχαία θρησκεία δόγματα πίστης, η «θεολογία» της! Δίδασκε ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα αστέρια ήταν «θεοί»! Ο ηλιακός δίσκος λατρευόταν ως πραγματικός «θεός» (Υπερίων, Φοίβος, Απόλλων), το ίδιο και η σελήνη (Εκάτη, Άρτεμις) καθώς και οι άλλοι πλανήτες λατρεύονταν ως «θεοί» (Δίας, Αφροδίτη, Άρης κλπ)! Στα βυζαντινά χρόνια ο Ιουλιανός (361-363) κάθε πρωί προσευχόταν και θυσίαζε στον ήλιο. Έγραψε μάλιστα και έργο με τίτλο: «Εις Βασιλέα Ήλιον», παρ’ όλο ότι η επιστήμη της εποχής του είχε αποφανθεί σαφέστατα ότι ο ήλιος είναι άψυχη ύλη! Τα μετεωρολογικά και τα άλλα φυσικά φαινόμενα πιστευόταν ως θεϊκές ενέργειες. Οι άνεμοι πιστευόταν ότι προερχόταν από το ασκί του Αιόλου. Τα ηφαίστεια προκαλούσαν οι θαμμένοι Τιτάνες και τα υπόγεια εργαστήρια του Ηφαίστου, τα κύματα της θάλασσας και τους σεισμούς προκαλούσε η τρίαινα του Ποσειδώνα (Ομ.Ιλιάς,Υ΄57), τους κεραυνούς τους εκτόξευε ο Δίας, κλπ. Τα μετεωρολογικά φαινόμενα ονόμαζαν «διοσημίες», δηλαδή σημάδια του Δία. Είναι γνωστές οι απίστευτες δεισιδαίμονες φοβίες των αρχαίων μπροστά στα φυσικά φαινόμενα, καθ’ ότι σε αυτά «έβλεπαν» τη μήνη των «θεών»!
Η αρχαιοελληνική γραμματεία μας διέσωσε πληθώρα μαρτυριών του ανείπωτου φόβου που ένοιωθαν οι λάτρεις των αρχαίων «θεών» και τις απίστευτες μαγικού χαρακτήρα τελετουργίες για τον υποτιθέμενο εξευμενισμό τους, με αποκορύφωμα τις αμέτρητες και φρικτές ανθρωποθυσίες από τη μυθική περίοδο (η οποία για τους «αρχαιολάτρες» είναι ιστορία) μέχρι και το τέλος των ιστορικών χρόνων της αρχαιότητας (ως και τον 4ο μ. Χ. αιώνα)! Αρχαίοι συγγραφείς, οι οποίοι έζησαν μετά Χριστόν, όπως ο περιηγητής Παυσανίας, ο φιλόσοφος Πλούταρχος, ο γεωγράφος Στράβων, ο νεοπλατωνικός Πορφύριος, ο ρητοροδιδάσκαλος Λιβάνιος κ.α. αναφέρουν λεπτομέρειες ανθρωποθυσιών της εποχής τους! Αναφέρουμε επίσης ένα ακόμη παράδειγμα θρησκευτικής δεισιδαιμονίας, πρωτογονισμού και παραλογισμού της αρχαίας θρησκείας: Οι ποταμοί της Ελλάδος θεωρούνταν «θεοί» και λατρεύονταν από τις παρακείμενες πόλεις. Για να τύχουν της ευμένειάς τους προέβαιναν σε εκατόμβες θυσιών! Έσχατη κατάντια, θυσίαζαν στα άψυχα ποτάμια! Ας διαβάσει επίσης κάποιος το «Περί Δεισιδαιμονίας» σύγγραμμα του πλατωνικού φιλοσόφου Θεόφραστου (4ος π. Χ. αιών) ή το «Περί Δεισιδαιμονίας» κεφάλαιο στα «Ηθικά» του Πλουτάρχου (2ος μ. Χ. αιών) και θα βεβαιωθεί αβίαστα για τον αφάνταστο σκοταδισμό της αρχαίας θρησκείας! Θα διαπιστώσει σαφέστατα την αγεφύρωτη διάσταση μεταξύ της αρχαίας θρησκείας και της επιστήμης! Θα δικαιολογήσει την εμμονή μας να την χαρακτηρίζουμε ως ένα από τα πιο πρωτόγονα και σκοταδιστικά θρησκεύματα της ιστορίας!
Η ελληνική ψυχοσύνθεση όμως, παρ’ όλο ότι συνθλίβονταν για αιώνες από τις φοβερές συμπληγάδες της θρησκείας, δεν έπαψε ποτέ να είναι αναζητητής της αλήθειας. Πλάι στα σκοταδιστικά «ιερά», τα μαντεία, τα θυσιαστήρια ζώων και ανθρώπων, δίπλα στους μαύρους σκοταδιστές ιερείς, τους μάντεις, τους μάγους, τους οιωνοσκόπους, τους ορφεοτελεστές, τους μητραγύρτες, τους θεραπευτές, τους πυθαϊστές κλπ, συντελούνταν η επιστημονική κοσμογονία, ξέχωρα από την πρωτόγονη θρησκεία και τα σκοτεινά επιτελεία της. Αντίθετα, δεν υπάρχει μαρτυρία στη μακραίωνη αρχαιοελληνική ιστορία να είναι κάποιος ιερέας της αρχαίας θρησκείας και ταυτόχρονα επιστήμων και σοφός, εκτός του Σοφοκλή και του Πλουτάρχου, οι οποίοι διαφοροποιήθηκαν πλήρως από τα θρησκευτικά δόγματα και δρώμενα όταν ανακάλυψαν την επιστήμη!
Το αποτέλεσμα ήταν η ανάπτυξη του πνεύματος και της θετικής και επιστημονικής σκέψεως να κλονίζει σταδιακά και να περιορίζει την επιρροή της σκοταδιστικής θρησκείας, με τα αντιεπιστημονικά και παράλογα δόγματά της και τις άκρως δεισιδαίμονες τελετουργίες της. Μια μερίδα σοφών ανθρώπων με οδηγό τον ορθό λόγο και την παρατήρηση, διαπίστωσαν πως στη φύση κυριαρχεί ο νόμος του αιτιατού. Τα πάντα μέσα σε αυτή λειτουργούν βάσει αιώνιων φυσικών νόμων και ό, τι αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας είναι αποτελέσματα φυσικών αιτιών. Η μεταφυσική ερμηνεία της φύσεως, που έκανε η αρχαία θρησκεία, καταδείχτηκε αναμφίβολα παράλογη και το πνευματικό και ηθικό ξεγύμνωμα των σκοτεινών παραγόντων της υπήρξε σημαντικός σταθμός για την ανάπτυξη της επιστήμης και την επικράτηση του ορθού λόγου.
Η πνευματική επανάσταση άρχισε στην Ιωνία, εξαιτίας του ευνοϊκού πολιτικού και κοινωνικού κλίματος που επικρατούσε εκεί τον 6ο π.Χ. αιώνα και εντεύθεν. Μακριά από τα θρησκευτικά σκοταδιστικά κέντρα της μητροπολιτικής Ελλάδος και τον φανατισμό των όχλων, μπόρεσαν οι Ίωνες σοφοί να απαγκιστρωθούν από τους ασφυκτικούς βρόγχους του θρησκευτικού κατεστημένου και να σκεφτούν ελεύθερα, με οδηγό τον ορθό λόγο και την έρευνα. Οι μεγάλοι εκείνοι άνδρες, σύμφωνα με το Σουηδό καθηγητή M. Nilsson,
«... έχτιζαν σε έδαφος λιγότερο παιδιάστικο από εκείνο που μπορούσε να προσφέρει η ανθρωπομορφική θεωρία του Ομήρου. Είχαν υψωθεί πάνω από την λαϊκή δεισιδαιμονία και είχαν δώσει βάρος στον τρόπο που εξελισσόταν ο κόσμος και στη διάφορη μοίρα των ανθρώπων» (M.Nilsson, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, σελ.238).
Αυτή η λαμπρή ανατολή της επιστήμης δεν έγινε χωρίς την σφοδρή αντίδραση της θρησκείας. Όταν οι επιστήμονες αποφάνθηκαν ότι τα ουράνια σώματα είναι υλικές μάζες και τα μετεωρολογικά φαινόμενα φυσικές διεργασίες, οι φανατικοί λάτρεις της θρησκείας αντέδρασαν δυναμικά και τους κατήγγειλαν ως ασεβείς και άθεους! Οι μεγάλοι Ίωνες φιλόσοφοι δεινοπάθησαν από το ιερατείο και τον δεισιδαίμονα ειδωλολατρικό όχλο, όταν προσπάθησαν να απομυθοποιήσουν την φύση και να εξηγήσουν ότι ο υλικός κόσμος διέπεται από φυσικούς νόμους. Έτσι δενήταν μόνο σκοταδιστική και αντιεπιστημονική η αρχαιοελληνική θρησκεία, αλλά και απόλυτα αντιδραστική! Ο καθηγητής M.Nilsson επισημαίνει πως «οι εξηγήσεις των φυσικών φιλοσόφων παρουσιάσθηκαν σαν αντίπαλες των θρησκευτικών ιδεών και η διαμάχη έγινε πραγματική» (M.Nilsson, μνημ. έργο, σελ.279). Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός μελετητής της αρχαιότητας, έλληνας ή ξένος, που να μην αναφέρεται σε αυτή την φοβερή σύγκρουση. Μόνο οι ανιστόρητοι και εμπαθείς αρχαιόπληκτοι «βλέπουν» την αρχαία θρησκεία ως «μήτρα» της επιστήμης, μόνο αυτοί τα «βλέπουν» όλα όμορφα και αγγελικά πλασμένα στην αρχαία Ελλάδα!
Οι πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές συνθήκες, που ακολούθησαν, μετέφεραν το μεγάλο πνευματικό κίνημα των Ιώνων φιλοσόφων στην Αθήνα του 5ου αιώνα. Οι σωκρατικοί και οι σοφιστές θα συνεχίσουν τη μεγάλη παράδοση του ιωνικού διαφωτισμού. Θα αμφισβητήσουν σοβαρά την αυθεντία της σκοταδιστικής θρησκείας και η σύγκρουση θα γίνει αναπόφευκτη. Τα μεγάλα δημιουργικά πνεύματα της εποχής απελευθερωμένα από τον σκοταδισμό, την δεισιδαιμονία και την στατική και άκριτη πίστη της θρησκείας των μαζών, άνοιξαν το δρόμο της προόδου και της ορθής σκέψεως. Αυτό όμως δεν έγινε χωρίς αντίδραση. Το ιερατείο, οι μάντεις, οι μάγοι και οι άλλοι παράγοντες της θρησκείας, η οποία έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη ζωή των πόλεων, έγειραν πραγματικό διωγμό εναντίον όσον δεν έσκυβαν το κεφάλι δουλικά στις παράλογες και σκοταδιστικές τους πίστεις και δεισιδαίμονες πράξεις τους.
Θεωρούμε απαραίτητο να κάνουμε μια σοβαρή επισήμανση. Οι διάφοροι αρχαιόπληκτοι «ειδικοί ιστορικοί» επιχειρούν να μας πείσουν ότι τις διώξεις περί αθεΐας στην αρχαία Αθήνα τις έκανε η Πολιτεία και ότι η θρησκεία ήταν αμέτοχη! Τίποτε δεν είναι πιο ψευδές από αυτό! Φρικτή διαστρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητας! Βεβαίως τις διώξεις τις πραγματοποιούσε η Πολιτεία, αλλά κατ’ απαίτηση της θρησκείας. Το παντοδύναμο ιερατείο είχε τρομερή και απόλυτη επιρροή στις δεισιδαίμονες μάζες και κατά συνέπεια μπορούσε όχι απλά να επηρεάζει πολιτικές επιλογές, αλλά και να τις επιβάλλει. Για το λόγο αυτό οι φαύλοι πολιτικοί ήταν οι μόνιμοι εντολοδόχοι του. Τρανταχτή απόδειξη αυτών είναι το γεγονός ότι οι διώξεις γινόταν σχεδόν πάντα κατ’ απαίτηση του διαβόητου αθηναίου ιερέα και μάντη Διοπείθη. Αυτός παρακολουθούσε με το πολυπληθές αργόσχολο «ιερό» συνεργείο του τα λόγια, τα γραπτά και τις πράξεις των επιστημόνων και των φιλοσόφων και όπου έκρινε ότι θίγεται η θρησκεία, τους κατάγγειλε στις αρχές και δρομολογούνταν η απηνή δίωξή τους!
Το αποτέλεσμα της σφοδρότατης σύγκρουσης μεταξύ της αρχαιοελληνικής θρησκείας και της επιστήμης υπήρξε τραγικό. Περισσότεροι από πεντακόσιοι (γνωστοί) σοφοί και επιστήμονες, μόνο στην Αθήνα, θα διωχθούν, θα εξορισθούν, θα καούν τα συγγράμματά τους και θα βρουν φρικτό θάνατο. Ενδεικτικά αναφέρουμε, το Σωκράτη, τον Αναξαγόρα, τον Αλκιβιάδη, τον Περικλή και την Ασπασία, το Φειδία, τον Αισχύλο, τον Ευριπίδη, το Θεόφραστο, τον Αριστοτέλη, τον Αρίστιππο, τον Αντισθένη, τον Κριτία, τον Θεόδωρο το μαθηματικό, τον Διαγόρα το Μήλιο, τον Στείλπωνα το Μεγαρέα, τον Πρωταγόρα και εκατοντάδες άλλους. Ο θρησκευτικός διωγμός ήταν γενικευμένος και σε άλλες πόλεις, μόνο που δεν έχουν καταγραφεί τα περιστατικά των διωγμών αυτών.
Δεν έχουμε καμία πρόθεση να μειώσουμε τους αρχαίους προγόνους μας για τις όποιες επιλογές τους. Όμως η ιστορική αλήθεια μας υποχρεώνει να είμαστε ακριβείς και να μην παραποιούμε τα γεγονότα. Οφείλουμε να διδασκόμαστε από τα σφάλματα του παρελθόντος και να φροντίζουμε να μην επαναλαμβάνονται στο μέλλον. Αυτή είναι και η πρακτική χρησιμότητα της ιστορίας. Εν προκειμένω, επιχειρώντας να εξωραΐσουμε την αρχαιοελληνική θρησκευτική κατάσταση, όχι μόνο δεν κατορθώνουμε να εξυψώσουμε την αρχαία Ελλάδα, αλλά την εκθέτουμε ανεπανόρθωτα, διότι την αρχαία θρησκεία απέρριψαν οι ίδιοι οι αρχαίοι πρόγονοί μας και ασπάστηκαν ελεύθερα, αυτό που εναγωνίως επιζητούσαν, την πνευματική και λογική λατρεία του μόνου αληθινού Θεού, ο Οποίος αποκαλύφτηκε στο Θείο Πρόσωπο του Σαρκωμένου Λόγου Του, του Λυτρωτή μας Χριστού. Η προσπάθεια κάποιων να νεκραναστήσουν την αρχαιοελληνική θρησκεία αποτελεί, πέρα από απέλπιδα επιχείρηση, φρικτή ύβρη κατά των αρχαίων σοφών προγόνων μας, οι οποίοι δεινοπάθησαν από αυτή και την έθεσαν οριστικά στο περιθώριο εδώ και δυόμισι χιλιάδες χρόνια!
Ως κατακλείδα θα θέλαμε να επισημάνουμε το γεγονός πως μέσα στη σύγχρονη πρωτοφανή πνευματική σύγχυση, τέτοιου είδους ιστορικές παραποιήσεις, προξενούν μεγάλη ζημιά στους πολίτες και ιδιαίτερα στους νέους. Φουντώνουν πάθη και παράλογους φανατισμούς. Γεννούν επικίνδυνες εθνικιστικές εξάρσεις, οι οποίες όχι μόνο δεν εξυψώνουν την Πατρίδα μας στους ξένους (εχθρούς και φίλους), αλλά την καταρρακώνουν στα μάτια τους, διότι ο εθνικισμός αποτελεί θλιβερό κατάλοιπο παρωχημένων εποχών. Είναι άλλωστε αποδεδειγμένο πως ο εθνικισμός με τα παρεπόμενά του είναι ο πραγματικός νεκροθάφτης των εθνών! Ο πολιτισμός δε χρειάζεται «κράχτες» για να γίνει γνωστός, αλλά από μόνος του φανερώνει το μεγαλείο του παρελθόντος. Οι αρχαίοι σοφοί πρόγονοί μας δε χρειάζονται συνηγόρους ούτε διαφημιστές και μάλιστα από εκείνους που ακολουθούν τη θρησκευτική παράδοση των αρχαίων δημίων τους! Εγείρουν οι παραχαράκτες της εθνικής μας ιστορίας εσωτερικές έριδες και αντιπαλότητες επικίνδυνες, σε μια εποχή που πρέπει να έχουμε ομόνοια, αλληλοκατανόηση και ανοχή, ώστε να αντιμετωπίζουμε από κοινού τα οξυμένα κοινωνικά, οικονομικά και εθνικά μας προβλήματα. Όποιοι ακολουθούν αυτή την άκρως λαθεμένη τακτική προσφέρουν κακές και ολέθριες υπηρεσίες στην πατρίδα μας. Η ιστορική παραποίηση είναι τροφή - σκύβαλο προς τον αποπροσανατολισμένο νεοέλληνα πολίτη, η οποία του ικανοποιεί πρόσκαιρα το αίσθημα ενός ανόητου «εθνικού μεγαλείου», μακροπρόθεσμα όμως του συσσωρεύει ανεπανόρθωτες παρενέργειες, τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Το καταγέλαστο σύνδρομο της σκοπιανής ιστορικής παραχάραξης και τα φαιδρά (και επικίνδυνα) αποτελέσματά του, είναι ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα των παρενεργειών που φέρνει αναπόφευκτα η κακοποίηση της ιστορίας!
(Πηγή: «Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ», Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος-Καθηγητής, Ακτίνες )
Τα Φάντομ F-4E που δεν έφθασαν στην Κύπρο
Τι είπε στο Νίκο Παπαναστασίου, ένας από τους ηρωικούς πιλότους
ΤΟ 1990 είχα πάρει συνέντευξη από έναν από τους ηρωικούς πιλότους των ελληνικών πολεμικών αεροπλάνων «Φάντομς», τα οποία ήσαν έτοιμα να πετάξουν από την Ελλάδα και να διαλύσουν το μικρό προγεφύρωμα που είχαν δημιουργήσει με την εισβολή τους οι Τούρκοι κοντά στην Κερύνεια, αλλά και να βυθίσουν τα πλοία τα οποία προσέγγιζαν την ακτή μεταφέροντας στρατό και άρματα μάχης. Ήταν Δευτέρα 22 Ιουλίου 1974, τα «Φάντομς» βρίσκονταν πανέτοιμα στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου στην Κρήτη και περίμεναν τη διαταγή απογείωσης, η οποία, όμως, δεν ήρθε ποτέ!
ΓΙΑ την αποστολή αυτή, μου είχε μιλήσει ο τότε ταξίαρχος ιπτάμενος σε αποστρατεία Ιωάννης Κολοβός, ο οποίος, με πόνο ψυχής παρέθεσε όλες τις λεπτομέρειες, τονίζοντας εμφαντικά ότι: Οι Τούρκοι θα πάθαιναν πανωλεθρία αν τους κτυπούσαμε τα «Φάντομς».
«΄Οσοι», τόνισε, « καταπιάστηκαν με τα γεγονότα και τις λεπτομέρειες τις εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο το 1974, ξέρουν ότι οι Αττίλες, παρά τις λυσσώδεις προσπάθειές τους από ξηρά, θάλασσα και αέρα, τίποτα το ουσιαστικό δεν κατόρθωσαν τις πρώτες μέρες. Πέτυχαν μόνο ν’ αποβιβάσουν μια μικρή δύναμη ανδρών στην ακτή «Πέντε Μίλι» η οποία τηρούσε σε απόγνωση μέχρι τη Δευτέρα 22 Ιουλίου, οπότε αποβιβάστηκαν πολλαπλάσιες δυνάμεις, άρματα και άλλο υλικό, για να αρχίσουν το απόγευμα της ίδιας μέρας την επίθεση και να καταλάβουν την Κερύνεια. Τι θα γινόταν όμως αν το σημείο απόβασης και τα τουρκικά πλοία βομβαρδίζονταν από ελληνικά αεροπλάνα και δέχονταν τις τορπίλες των ελληνικών υποβρυχίων; Οι Τούρκοι θα πάθαιναν πανωλεθρία…»
Ο ΚΟΛΟΒΟΣ, ως επισμηναγός τότε, ήταν πιλότος σε σμήνος τεσσάρων αεροσκαφών «Φάντομς», τα οποία πήραν εντολή να σπεύσουν αμέσως στην Κερύνεια και να βομβαρδίσουν τον τουρκικό στόλο. Κι όμως η διαταγή απογείωσης, δεν δόθηκε ποτέ…
«ΤΗΝ πρώτη μέρα τους τουρκικής εισβολής το Σάββατο 20 Ιουλίου 1974» συνέχισε, «τα αεροπλάνα ήσαν έτοιμα για απογείωση σε περίπτωση διαταγής για πολεμική αποστολή. Τη Δευτέρα 22 Ιουλίου είχε ήδη δοθεί πολεμική αποστολή για την Κύπρο, με προορισμό να κτυπηθούν τα τουρκικά πλοία στη Κερύνεια. Απογειώθηκαν λοιπόν με προορισμό το Ηράκλειο Κρήτης για να είναι πιο κοντά και για νέο εφοδιασμό καυσίμων. Φθάνοντας στο Ηράκλειο « ακούσαμε από το τηλέφωνο να διαβιβάζονται από το Κέντρο της Λάρισας έντονα εντολές να προετοιμαστούν τ’ αεροσκάφη το συντομότερο και να φύγουν για Κύπρο.Το Κέντρο ανυπομονούσε πάρα πολύ και ήταν τόση η αγωνία και αποφασιστική η αποστολή, που ένα τέταρτο του χρόνου μετά ακουγόταν απελπιστική η κραυγή:
– Ακόμα δεν ετοιμαστήκατε, γρήγορα, πρέπει να φύγετε αμέσως!»…
»ΟΤΑΝ σε κάποια στιγμή τα αεροπλάνα ήσαν έτοιμα και τους ενημερώσαμε ότι «Είναι έτοιμα, φεύγουμε!», για άγνωστο λόγο η εντολή άλλαξε:
–Μπείτε μέσα στα αεροσκάφη, ετοιμαστείτε για απογείωση και περιμένετε εντολή απογειώσεως…
Φάντομ F-4E
«Ετοιμαστήκαμε αλλά γύρω στις τέσσερις το απόγευμα,, ενώ βρισκόμασταν στα αεροσκάφη, ακούσαμε ότι γινόταν κατάπαυση του πυρός στην Κύπρο με βάση απόφαση των Ηνωμένων Εθνών. Νύχτωσε και είμαστε ακόμη στα αεροσκάφη. Μείναμε εκεί μέχρι τις 10 η ώρα, αλλά καμία εντολή για απογεώση δεν ήλθε. Κατεβήκαμε τότε μόνοι μας από τα αεροσκάφη και την επομένη επιστρέψαμε στην Ανδραβίδα. Εκεί η επιφυλακή συνεχίστηκε και κατά τον Β΄ Αττίλα, μόνο που δεν πήραμε ποτέ μια δεδομένη αποστολή όπως εκείνη της 22ας Ιουλίου 1974.»
ΕΙΧΑ επιμείνει πολύ στο να πάρω τη συνέντευξη, με την ελπίδα ότι θα αποτελούσε πρόκληση για επαναφορά της έρευνας για την κυπριακή τραγωδία, που έγινε το 1985-88 στη Βουλή των Ελλήνων. Όμως, ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Χαρακτηριστική και η σχετική αναφορά του ταξίαρχου Κολοβού, ο οποίος με πολύ πικρό παράπονο που είχε πει:
«Έγινε «Ερευνητική των Πραγμάτων Επιτροπή» στη Βουλή των Ελλήνων, η οποία εξέδωσε πόρισμα (1988) αλλά στον όγκο του υλικού ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΙΠΟΤΑ που να προέρχεται από τους αεροπόρους της «Πολεμικής Επιχείρησης Φάντομς 1974». Το μόνο που υπάρχει, είναι η … αποστράτευση των πιλότων αυτών από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου!»
Ο Ι. ΚΟΛΟΒΟΣ υπογράμμισε εμφαντικά ότι: Την περίοδο εκείνη υπήρχε εμφανής ποιοτική ανωτερότητα της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας στον αέρα. Και τούτο, γιατί η Ελλάδα είχε παραλάβει τα βομβαρδιστικά «Φάντομς» που είχε παραγγείλει στις ΗΠΑ, ενώ η Τουρκία όχι.
ΤΟ σύνολο 18 πληρωμάτων ιπταμένων αξιωματικών της ΕλληνικήςΑεροπορίας είχε φύγει στις 2 Ιανουαρίου 1974 για τη Φλώριδα των ΗΠΑ, όπου και εκπαιδεύθηκαν στα αεροσκάφη Φ-4Ε «Φάντομς». Η κρίση του Ιουλίου 1974 βρήκε μερικά από τα πληρώματα να είχαν ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα και είχαν εγκατασταθεί στη βάση της Ανδραβίδας, μεταξύ Πάτρας και Πύργου στην Πελοπόννησο, που ήταν η έδρα των νέων αεροσκαφών. Η Ελλάδα είχε παραλάβει μέχρι τότε 17 «Φάντομς».
ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ: Κανένας από τους ιπτάμενους αξιωματικούς που θα έπαιρναν μέρος στην πολεμική αποστολή της 22ας Ιουλίου 1974 στην Κύπρο, δεν έτυχε της παραμικρής έστω επαγγελματικής προόδου από τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις!
Αποστρατεύθηκαν όλοι με το καίριο ερώτημα στο στόμα: Γιατί η τόσο ανοίκεια συμπεριφορά απέναντί τους;
ΑΝ σήμερα, 41 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή μιλούμε για ευθύνες κάποιων για τα τότε γεγονότα, οπωσδήποτε στις ευθύνες περιλαμβάνεται και η παρεμπόδιση των ελληνικών «Φάντομς» να έρθουν στην Κύπρο, όπως και των δύο υποβρυχίων «Γλαύκος» και Νηρεύς». Όσοι ακόμα για λόγους δημοκοπίας και αποπροσανατολισμού το λαού κόπτονται για το μη άνοιγμα του «Φακέλου της Κύπρου», ας αποδείξουν έστω και σήμερα ότι αυτό που διακηρύττουν ιδροκοπώντας, το εννοούν.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...