Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«Τέτοια ὥρα τέτοια λόγια», θὰ πεῖ ὁ κάθε καλοπροαίρετος, ἀλλὰ κατὰ τὰ ἄλλα ἀνενημέρωτος ὀρθόδοξος χριστιανός, ποὺ εἶναι βαφτισμένος στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Εἶναι ὥρα νὰ ἀσχολούμαστε μὲ «λεπτομέρειες» καὶ «ἀσήμαντα πράγματα», ἐνῶ ὁ κόσμος καίγεται στὴν κυριολεξία, μὲ ὅσα φοβερὰ καὶ θλιβερὰ συμβαίνουν γύρω μας, κοντά μας; Νὰ μιλᾶμε αἴφνης γιὰ τὴ βασίλισσα Σοφία καὶ τὴν «ἐπιθυμία» της νὰ προσκυνήσει τὴν ἁγία Ἑλένη καὶ τὸν Τίμιο Σταυρό!
Ναί, εἶναι ὥρα καὶ μάλιστα πολὺ κατάλληλη. Διότι μὲ αὐτὴν τὴν ἀφορμὴ βεβαιώνεται ἀπὸ στόματα ὀρθοδόξων ποιμένων ἡ ταύτιση τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς αἱρέσεις. Χάθηκε τὸ κριτήριο ἢ γίνεται σκόπιμα; Ὅποιο ἀπὸ τὰ δυὸ κι ἂν ἰσχύει, δὲν εἶναι τυχαῖο τίποτε σήμερα καὶ ὅ,τι γίνεται ἀπὸ τοὺς πρωτομάστορες τῆς Παγκοσμιοποίησης, γίνεται πάντα μὲ συγκεκριμένο σκοπὸ καὶ μεγάλη μαεστρία, γιὰ τὸ χτίσιμο τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων, ἔχοντας ἀνὰ χείρας ὡς ἰσχυρὴ βακτηρία τὸν Οἰκουμενισμό.
Ἡ βασίλισσα τῆς Ἱσπανίας Σοφία, πρόσωπο ἀξιοσέβαστο, ζήτησε νὰ προσκυνήσει τὴν ἁγία Ἑλένη καὶ τὸν Τίμιο Σταυρό, στὸ ναὸ τῆς ἁγίας Βαρβάρας. Δικαίωμά της. Ἡ Σοφία, καθὼς γράφει τὸ βιογραφικό της, γεννήθηκε στὴν Ἑλλάδα καὶ βαφτίστηκε ὀρθόδοξη. Ὅταν ὅμως ἦρθε ἡ ὥρα νὰ παντρευτεῖ τὸν Κάρολο τῆς Ἱσπανίας καὶ νὰ γίνει βασίλισσα, ἀπαρνήθηκε τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἀσπάστηκε τὸν Παπισμό. Ἔκτοτε παραμένει παπικὴ στὴν πίστη της, μὲ ξεχωριστὰ προνόμια, ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐπικοινωνία της μὲ τὸν Πάπα. «Ἡ πριγκίπισσα Σοφία παντρεύτηκε τὸν Χουᾶν Κάρλος στὴν Ἀθήνα στὶς 14 Μαΐου τοῦ 1962. Ἐπιπλέον, μεταστράφηκε στὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ καὶ παραιτήθηκε τῶν δικαιωμάτων της στὸν ἑλληνικὸ θρόνο»(Βικιπαίδεια). Αὐτὸ σὰν πληροφορία, γιὰ νὰ ἔρθουμε στὸ θέμα. Ποιὸ λοιπὸν τὸ ὕποπτο καὶ ἀντορθόδοξο σὲ ὅλη τὴν ὑπόθεση;
Τὴν ὑποδέχτηκαν, λέει ἡ εἴδηση, οἱ ἐπίσκοποι Φαναρίου Ἀγαθάγγελος καὶ ὁ Σαλώνων Ἀντώνιος. Δύο ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι. Καὶ τῆς εἶπαν μεταξύ των ἄλλων ὅτι «…ἐδῶ αὐτὲς τὶς μέρες χτυπᾶ ἡ καρδιὰ τῆς Χριστιανοσύνης» καὶ ἐπιπλέον ἀναφέρθηκαν στὴ σημασία τῆς ἡμέρας τῆς Πεντηκοστῆς γιὰ ὁλόκληρο τὸν χριστιανικὸ κόσμο. Μάλιστα, τῆς προσέφεραν εἰκόνα τῶν Ἁγίων Ἰσαποστόλων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης…», λέει ἡ εἴδηση.
«Χτυπᾶ ἡ καρδιὰ τῆς χριστιανοσύνης», λέει ὁ ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος. Τῆς χριστιανοσύνης καὶ ὄχι τῆς Ὀρθοδοξίας! Ἃς τὸ προσέξουμε αὐτό. Ἡ γενικότητα αὐτὴ στὸ λόγο του δὲν εἶναι τυχαία. «Τῆς χριστιανοσύνης», δηλαδή, ἐμμέσως, πλὴν σαφῶς, εἴμαστε ἕνα ὡς «χριστιανοσύνη». Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ἀναγνωρίζουμε καὶ σὲ ὅλους τους ἄλλους «χριστιανοὺς» ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι, οἱ ὀρθόδοξοι ποιμένες, πὼς ὑπάρχει καὶ σ` αὐτοὺς ἐκκλησιαστικότητα. Ἢ ἀκόμη παραπέρα, ὅτι καλῶς ἐπισκιάζεται ἡ μοναδικότητα τῆς ἐκκλησιαστικότητας τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, ὅπως διαμηνύεται αὐτὸν τὸν καιρὸ ἀπὸ τὸν προτεστάντη Γ.Γ. αὐτοῦ, Νορβηγὸ Δρα Ὄλαβ Φύξε Τβέιτ καὶ ἐξισώνεται μὲ ὅλα τα ἄλλα θρησκευτικὰ κατασκευάσματα. Καὶ θέλουν αὐτοὶ οἱ «ποιμένες» νὰ μᾶς πείσουν, πὼς δὲν ὑπάρχει οἰκουμενιστικὸ κίνημα, πὼς δὲν ὑπάρχει οἰκουμενισμός.
Ἡ ὑποκρισία καὶ ὁ ὕπουλος τρόπος δράσης δὲν ἁρμόζει σὲ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ λίγο καὶ τὸ ἐλάχιστο στὴν ἀπόκλιση ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, δὲν μποροῦν νὰ δικαιολογήσουν τὴν προδοτικὴ στάση ἀπέναντι σ` αὐτὴν καὶ στὸ Χριστό, χάριν τοῦ Καίσαρος. Δυστυχῶς, τὰ συνεχῆ συμβαίνοντα «ἀσήμαντα» ἀπὸ χρόνων πολλῶν, εἶναι αὐτὰ ποὺ διαμόρφωσαν τὴν παροῦσα ἀδιέξοδη κατάσταση στὴν ἀνθρωπότητα, γιὰ τὴν ὁποία ἡ Ἁγία Ὀρθοδοξία δὲν φέρει καμιὰ εὐθύνη.
Ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων της καὶ ἡ Πάτρια Παράδοσή της δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ στὴν ἱστορία ὑποκινητὲς ἢ αἴτιοι οὐδενὸς κακοῦ. Δὲν ἐννοοῦμε τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τὴν διακόνησαν ἢ τὴν διακονοῦν ἀναξίως, ἀλλὰ τὴν ἴδια τὴν πίστη καὶ τὴ διδασκαλία της. Δὲν εἶναι καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει συνεργὸς κανενὸς οὔτε καὶ θὰ ἐπιφορτισθεῖ στὸ ἐλάχιστό τα ἐγκλήματα ποὺ διαπράττονται ἀπὸ ἄλλους.
Διότι αὐτὸ θὰ συμβεῖ ἐν καιρῶ, ἂν γίνει ἡ λεγόμενη «ἕνωση» μὲ τὶς τιθέμενες προϋποθέσεις. Θὰ συνεχίζονται οἱ γνωστὲς ἀπὸ τὴν ἱστορία παπικὲς μέθοδοι ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη καὶ θὰ τὶς «χρεώνεται» καὶ ἡ Ὀρθοδοξία, παρόλο ποὺ δὲν ἔχει καμία σχέση, ὄχι μόνο στὴν πίστη ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς φράγκικες νοοτροπίες. Συνεπῶς δὲν ἔχει λόγο καὶ συμφέρον καν νὰ συνυπάρξει μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς παπικὲς καὶ προτεσταντικὲς αἱρέσεις.
Ἀλλὰ καὶ δὲν ἔχει νὰ ἀπολογηθεῖ σὲ κανέναν ἡ Ὀρθοδοξία! Τὸ ἔργο της εἶναι ἕνα: Νὰ παραμείνει στὸ δρόμο τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ νὰ παράγει ἁγίους. Νὰ παραμένει ἀληθινὴ Κιβωτὸς Σωτηρίας ἕως ἐσχάτων, γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ κύριος σκοπός της καὶ νὰ κρατᾶ ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά της, σὲ ὅσους τὴν ἀναγνωρίζουν ὡς ἀληθινὴ μητέρα καὶ θέλουν νὰ ἐπιστρέψουν σ` αὐτήν.
Κιλκίς, 6-6-2017
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ὁ πατριαρχικός ἔξαρχος μητροπολίτης Κασσανδρείας Εἰρηναίος μέ τήν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους 30 Σεπτεμβρίου 1910.
1. Ἡ Θεολογία καί Ποιμαντική Πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέχρι τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς (1453) εἶχε ὡς κύριο στόχο της τήν διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς« ἅπαξ τοῖς ἁγίοις παραδοθείσης πίστεως» (Ἰούδ. 3), γιά τήν συνέχεια τῆς ὁμολογίας καί παραδόσεως τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων. Αὐτό ὅμως ἀπαιτοῦσε καί τήν λόγῳ καί ἔργῳ ἀπόκρουση τῶν αἱρέσεων γιά τήν προστασία τοῦ Ποιμνίου καί τήν διασφάλιση τῆς δυνατότητας σωτηρίας, δηλαδή θεώσεως.
Ἔτσι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τόν 15ο ὥς τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα παρέμεινε ἀμετακίνητη στή στάση της ἀπέναντι στόν δυτικό χριστιανισμό, τόν παπισμό καί τόν προτεσταντισμό (λουθηρανισμό, καλβινισμό, κ.λπ.) καί τόν ἀγγλικανισμό, πού χαρακτηρίζονται σαφῶς ὡς αἱρετικές ἐκπτώσεις ἀπό τή Μία Ἐκκλησία.
Στά ὀρθόδοξα δογματικοσυμβολικά κείμενα [1] αὐτῆς τῆς περιόδου ἐκφράζεται θετικά ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική πίστη καί ἀποκρούονται οἱ πλάνες τῶν δυτικοχριστιανικῶν ὁμάδων, πού ἔχουν στερηθεῖ τόν χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας, σέ μία ἀδιατάραχτη συνέχεια καί συμφωνία μέ τήν βυζαντινή ἀντιρρητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Παρέμεινε ἔτσι ἀκμαία ἡ ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, κατά τήν ὁποία «ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἀνατολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία οὐ μόνον αἱρετικόν οὐ προσίεται δόγμα, ἀλλά καί τάς ὑποψίας αὐτάς ἀποκρούεται» [2].
Ὁμολογεῖται, ἐπίσης, χωρίς περιστροφές, ὅτι «αὐτή μόνη ἡ τῶν Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων (πάλαι μέν Ἑλλήνων, νῦν δέ Γραικῶν καί Νέων Ρωμαίων διά τήν Νέαν Ρώμην καλουμένων) χριστιανῶν πίστις ἐστίν ἀληθής μόνη ἀκραιφνεστάτη» [3].
Μέ ἀπόλυτη δέ κατάφαση τῆς ὀρθοδόξου ταυτότητος διαπιστώνεται, ὅτι «τά λουθηροκαλβινικά καί παπιστικά δόγματα οὐ συνάδει τῇ Ὀρθοδόξῳ ἡμῶν πίστει, ἀνθίστανται δέ μᾶλλον αὐτῇ καί πόρρω τῆς ἀληθείας ἀπεσχοίνισται» [4] (ἒχουν ἀπορριφθεῖ).
Μόνη, συνεπῶς, παραδεκτή βάση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως εἶναι ἡ ἀπόλυτος ἑνότης τῆς πίστεως καί ἡ ὁμοφροσύνη στά δόγματα διά τῆς ἀνεπιφυλάκτου παρά τῶν ἑτεροδόξων ἀποδοχῆς τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων. Μέ βάση δέ τήν σχετική δἠλωση τοῦ ἁγίου Μάρκου διακηρύσσεται ἐκ νέου ὅτι «ἐν τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτέ ἡ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις» [5]. Καί ὅλα αὐτά λέγονται σέ περίοδο ἐξουθενωτικῆς δουλείας καί ταπεινώσεως τοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων.
2. Ἡ ἀταλάντευτη αὐτή στάση τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας ἀπέναντι στήν ἑτερόδοξη Δύση ἄλλαξε ἐπίσημα στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα, ἐπί πατριαρχίας Ἰωακείμ τοῦ Γ΄(+1912). Αὐτό σημαίνει ὅτι μέ πνεῦμα θετικό ἐγκαινιάζεται στό ἐθναρχικό κέντρο μία νέα στάση ἀπέναντι στήν ἀποκρουόμενη ἕως τότε Δύση, κατά τό πνεῦμα τοῦ φιλοδυτικισμοῦ καί τῶν «οἰκουμενικῶν σχέσεων». Τό κύριο σημεῖο ἀναφορᾶς δέν θά εἶναι πλέον ἡ Ἀνατολή, ἀλλά ἡ Δύση, μέ ὅ,τι αὐτή ἐκφράζει. Ἡ ἀλλαγή αὐτή ὁριοθετεῖται ἀπό τρία σπουδαῖα κείμενα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τήν Ἐγκύκλιο τοῦ πατριάρχου Ἰωακείμ Γ΄ τό 1902 [6], τό Διάγγελμα τοῦ 1920 [7] καί τήν Ἐγκύκλιο τοῦ 1952 [8]. Ἡ πρώτη πραγματοποιεῖ τό οἰκουμενιστικό ἄνοιγμα στὴ Δυτική Χριστιανοσύνη, ἐνῷ τά ἄλλα ἔχουν καθαρά προγραμματικό χαρακτῆρα, ἐγκαινιάζοντας καί προωθώντας τήν πορεία πρός τόν Οἰκουμενισμό μέ τήν «Οἰκουμενική Κίνηση». Ἡ συμμετοχή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σ’ αὐτήν ὁδήγησε στίς σημερινές ἐλεγχόμενες ἀπό τήν ὀρθόδοξη συνείδηση σχέσεις. Αὐτό ὅμως συνδέεται ἄμεσα μέ τήν προοδευτική ἐξίσωση τῶν δυτικῶν ὁμολογιῶν μέ τή Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία. Μέ τό Διάγγελμα τοῦ 1920 τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προσέφερε τόν καταστατικό χάρτη γιά τήν στάση, πού ὄφειλε νά τηρήσει στό μέλλον ἡ ὀρθόδοξη παράταξη μέσα στήν Οἰκουμενική Κίνηση.
Ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1902 ἄνοιξε τόν δρόμο στή συμμετοχή μας στήν Οἰκουμενική Κίνηση, τό Διάγγελμα τοῦ 1920 προετοίμασε τήν εἴσοδό μας στό ΠΣΕ, ἐνῷ ἡ ἐπί Πατριάρχου Ἀθηναγόρα Ἐγκύκλιος τοῦ 1952 [9] λειτούργησε ὡς ὁλοκλήρωση καί ἐπισφράγιση τῆς προγραμματισμένης αὐτῆς πορείας. Γι’ αὐτό μεγάλοι ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ὅπως ὁ Ἰωάννης Καρμίρης καί ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, παρά τήν ἀφοσίωσή τους στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, δέν παρέλειψαν νά ἐκφράσουν τόν δισταγμό τους στά ἀνοίγματα αὐτά καί τίς ἐπιφυλάξεις τους γιά τίς μέσῳ αὐτῶν δρομολογημένες ἐξελίξεις [10].
Ὑπεύθυνη ὅμως καί ἀντικειμενική κριτική στήν Οἰκουμενική Κίνηση ἔχει ἀσκήσει ὁ ὅσιος Ἰουστῖνος (Πόποβιτς), χαρακτηρίζοντας τόν Οἰκουμενισμό μέ τόν ἀκόλουθο τρόπο:
«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδιά ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν παπισμόν. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν . Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά των εἶναι ἡ παναίρεσις». Καί διερωτᾶται:
«Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτό τό πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καί ὀργανισμός τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθῆ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της θεολόγοι, ἀκόμη καί ἱεράρχαι, νά ἐπιζητοῦν τήν ὀργανικήν μετοχήν καί συμπερίληψιν εἰς τό ΠΣΕ; Ἀλλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία» [11].
Ὁ οἰκουμενισμός σ’ ὅλες τίς διαστάσεις καί ἐκδοχές του ἔχει ἀποβεῖ ἀληθινή βαβυλώνιος αἰχμαλωσία σχεδόν ὅλων τῶν τοπικῶν ἡγεσιῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ καύχηση καί ὁ αὐτοθαυμασμός τῶν οἰκουμενιστῶν μας «γιά μία δῆθεν νέα ἐποχή, πού ἄνοιξε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο» μέ τίς πατριαρχικές Ἐγκυκλίους τῶν ἐτῶν 1902 καί 1920, δέν δικαιώνονται, διότι «αὐτό πού κατορθώθηκε εἶναι νά νομιμοποιήσουμε τίς αἱρέσεις καί τά σχίσματα τοῦ παπισμοῦ καί τοῦ προτεσταντισμοῦ». Αὐτό εἶναι τό κατασταλαγμένο συμπέρασμα τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση [12], τό ὁποῖο ἀδίστακτα προσυπογράφω.
3. Εἶναι, λοιπόν, φανερό ὅτι ὁ οἰκουμενισμός ἀποδείχθηκε πλέον ὡς ἐκκλησιολογική αἵρεση, ὡς ἕνας «δαιμονικός συγκρητισμός», πού ἐπιδιώκει μία ὁμοσπονδιακή ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν δυτική αἱρετική πανσπερμία. Ἔτσι ὅμως, ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἐπηρεάζει σωτηριολογικά τόν μή ὀρθόδοξο κόσμο, διότι ἔχει ἐγκλωβιστεῖ αὐτή, στά πρόσωπα τῶν κατά τόπους ἡγεσιῶν της, στίς παγίδες τοῦ οἰκουμενισμοῦ, πού κατεργάζονται τήν φθορά καί τήν ἀλλοτρίωσή της.
Ἀντί, λοιπόν, ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία μας, νά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς μόνης δυνατότητας σωτηρίας ἀνθρώπου καί κοινωνίας, πράττει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Συμφύροντας τήν Ὀρθοδοξία μέ τήν αἵρεση, στά ὅρια τοῦ οἰκουμενισμοῦ, καί οὐσιαστικά καταξιώνοντας τήν αἱρετική πλάνη, ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας.
Στήν κατεύθυνση δέ αὐτή ἀκριβῶς ἀποδεικνύεται δαιμονική ἡ παρέμβαση τῆς λεγομένης «Μεταπατερικῆς Θεολογίας», ἡ ὁποία προσφέρει θεολογική κάλυψη καί στήριξη στήν οἰκουμενιστική μας ὑστερία καί στήν κατεδάφιση τῶν πατερικῶν καί παραδοσιακῶν μας θεμελίων. Αὐτό δέν γίνεται, βέβαια, μέ τήν κατ’ εὐθεῖαν πολεμική κατά τῆς συνοδικῆς καί πατερικῆς πίστεως –τοὐναντίον αὐτή συχνά ἐπαινεῖται ὑποκριτικά καί ἐξαίρεται- ἀλλά μέ τήν ἀμφισβήτηση τῶν νηπτικῶν προϋποθέσεών της, τήν ἀποφυγή τῆς καταδίκης τῶν αἱρέσεων καί τήν de facto, ἔτσι, ἀναγνώρισή τους ὡς Ἐκκλησίας, σωτηριολογικοῦ δηλαδή μεγέθους, ἰσοτίμου μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Μέ αὐτό τόν τρόπο παραμερίζονται τελικά οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἡ διδασκαλία τους μέ τήν ἀνομολόγητη ἀνατροπή τῆς πίστεως καί πράξεως τῆς ἁγιοπατερικῆς Παράδοσης. Ἡ μεταπατερικότητα, δηλαδή, εἶναι, στήν οὐσία της ἀντιπατερικότητα, διότι ἀποδυναμώνει τήν πατερική παράδοση, χωρίς τήν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία παραμένει ἀθωράκιστη στή δίνη τοῦ οἰκουμενισμοῦ καί τήν ἐξυπηρέτηση τῶν σχεδίων τῆς Νέας Ἐποχῆς. Καί γιά νά παραφράσουμε τόν Ντοστογιέφσκυ: «Χωρίς Πατέρες ὅλα ἐπιτρέπονται»!
Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο ὅμως τόν Παλαμᾶ, «τοῦτό ἐστιν ἀληθής εὐσέβεια, τό μή πρός τούς θεοφόρους Πατέρας ἀμφισβητεῖν»!
Ἡ ἀπόλυτη δηλαδή ὑπακοή στούς Ἁγίους Πατέρες μας.
1. Βλ. Ἰω. Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. 1, Ἀθῆναι 19602 καί τ. ΙΙ, Άθῆναι 1953.
2. «Ἀποκρίσεις… πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους, Ἰ. Καρμίρη, σ. 791.
3. Στό ἴδιο, σ. 789.
4. Στό ἴδιο, σ. 793.
5. Στό ἴδιο, σ. 791.
6. Βλασίου Ι. Φειδᾶ, Αἱ Ἐγκύκλιοι τοῦ 1902 καί τοῦ 1904 ὡς πρόδρομοι τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920 ἐν τῇ εὐρυτέρᾳ οἰκουμενικῇ προοπτικῇ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, Ὀρθοδοξία 2003, σ.129-139 (ἐδῶ:129).
7. Διάγγελμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «Πρός τάς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», Ἰω. Καρμίρη, σ. 950.
8. Στό ἴδιο, σ. 960.
9. Ἀπευθύνεται «πρός τάς αὐτοκεφάλους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας».
10. Ὁ μέν π. Φλωρόφσκυ τό 1961 ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό ΠΣΕ, ὁ δέ Ἰωάννης Καρμίρης (τὸ 1953) δηλώνει περίφροντις ἀπό τίς ἐξελίξεις: «Εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἀνεπιφύλακτος καί ἄνευ ὅρων συμμετοχή (τῆς Ὀρθοδοξίας) εἰς δογματικά συνέδρια καί ἡ ὀργανική σύνδεσις αὐτῆς μετά πολυαρίθμων ποικιλωνύμων Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν καί αἱρέσεων ἐπί βάσεως δογματικῆς καί ἐκκλησιολογικῆς ἐν τῷ Παγκοσμίῳ Συμβουλίῳ τῶν Ἐκκλησιῶν θά ἐσήμαινε παρέκκλισιν ἀπό τῆς ὑπό τοῦ Πατριαρχικοῦ Διαγέλματος τοῦ 1920 χαραχθείσης γραμμῆς περί συνεργασίας αὐτῆς μόνον ἐν τοῖς ζητήμασι τοῦ Πρακτικοῦ Χριστιανισμοῦ καί γενικῶς δέν θά ἦτο σύμφωνος πρός τάς θεωρητικάς ἀρχάς τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν μακραίωνα παράδοσιν αὐτῆς, ὡς καί τήν διδασκαλίαν καί πρᾶξιν τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν μεγάλων Πατέρων αὐτῆς» (ὅπ. π., σ. 953).
11. π. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
12. Βλ. ἄρθρο του στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» τῆς 16.7.2004.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Προτού αρχίσουμε τη δημοσίευση των τεσσάρων μερών του παραπάνω άρθρου, ας δούμε τι γράφει για το Φώτη Κόντογλου ο λόγιος μοναχός και φίλος του, Θεόκλητος Διονυσιάτης:
«Αναμφιβόλως ο αλησμόνητος εν Χριστώ αδελφός Φώτιος υπήρξε μια δόξα της εν Ελλάδι Εκκλησίας και αφήνει ήδη μέγα κενόν εις τους τομείς που διηκόνησεν. Απεχωρίσθη ημών έμπλεως αγαθών και εξαισίων έργων, τετιμημένος υπό της πολιτείας, κλαιόμενος και μακαριζόμενος υπό της Ορθοδοξίας και αναγνωρισθείς ως φωτεινόν άστρον εις τον πνευματικόν ουρανόν της Ελλάδος υπό της Ελληνικής κοινωνίας. Αλλ` ο ταπεινόφρων Φώτιος τίποτε από αυτά δεν ηθέλησε. Μόνον εφόδιον που εζήλωσεν είναι αι ευχαί και τα δάκρυα των χριστιανών υπέρ των ατελειών του, ως ανθρώπου. Αλλά προ παντός, επήρε μαζί του ως πολυτίμους εξοδίους και αφθάρτους στεφάνους, τας λυσσώδεις ύβρεις των παπικών και φιλοπαπικών, οίτινες έδωκαν το μέτρον της Ορθοδοξίας του θεοφωτίστου τούτου ανδρός και εβεβαίωσαν την πατερικότητά του».
(Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου , Ο Φώτης Κόντογλου στην τρίτη διάστασή του, Έκδοση Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου, Γουμένισσα, 2003)
Α΄
Πολλά, αμέτρητα, είναι όσα γραφήκανε για τον παπισμό, αλλά λίγα είναι σαν αυτά που έγραψε για το αινιγματικό τούτο σύστημα ο πλέον βαθυστόχαστος κι αποκαλυπτικός Ρώσος συγγραφέας Θόδωρος Ντοστογιέφσκης. Τούτο το μοναδικό κείμενο είναι ένα κεφάλαιο μέσα στο βιβλίο του «Τ` Αδέρφια Καραμάζωφ», κι αυτό το κεφάλαιο έχει για επανώγραμμα «Ο Μέγας Ιεροεξεταστής». Ο Ντοστογιέφσκης, μ` όλο που είναι ένα φιλοσοφικό πνεύμα, ωστόσο στον «Μέγαν Ιεροεξεταστήν» αισθάνεται και γράφει σαν Ορθόδοξος, που ξέρει καλά ποιος είναι ο αληθινός Χριστός κι η διδασκαλία του.
Στον «Μεγάλο Ιεροεξεταστή» βάζει τον Χριστό αντιμέτωπο με τον ψεύτικο αντιπρόσωπό του στη γη, με τον Ιησουίτη Ιεροεξεταστή, το φοβερό τέρας, που έκαιγε τους «αιρετικούς» στ` όνομα του Χριστού, ένα πράγμα απίστευτο κι ακατανόητο. Είναι τρομερό να σκεφθεί κανένας τι μπορεί να κάνει ο διάβολος, για να διαφημίσει τον Χριστό, αφού φτάνει στο σημείο να φαίνεται ο σατανάς πως είναι ο ίδιος ο Χριστός!
Σ` αυτό το παράδοξο κείμενο του Ντοστογιέφσκη, ο Ιεροεξεταστής κάνει μια μακριά εξομολόγηση στον Χριστό, που δεν βγάζει μήτε μια λέξη από το στόμα του, για να δώσει απάντηση στα ερωτήματα του ιεροδικαστή, και για τούτο αποκρίνεται ο ίδιος σε όσα ερωτά. Με άλλα λόγια, όσα λέγει είναι ένας καταθλιπτικός μονόλογος, που βγαίνει από το στόμα κάποιου πλάσματος, που θαρρείς πως ανέβηκε από την κόλαση.
Ο Ιεροεξεταστής καταδίκασε κάποιους «αιρετικούς» σε θάνατο με τη φωτιά κι αφού έγινε θανάτωση στη μεγάλη πλατεία μιας σπανιόλικης πολιτείας, γύρισε πίσω στο κελλί του, που βρισκότανε στο κτίριο του «Ιερού Δικαστηρίου», ικανοποιημένος πως έκανε το χρέος του, κατά το σύστημα που υπηρετούσε μ` έναν φρικτόν φανατισμό. Το σύστημά του ήτανε ένας Χριστιανισμός όχι όπως τον δίδαξε ο Χριστός, αλλά παραμορφωμένος κι αγνώριστος ολότελα, μέχρι που να μοιάζει με θρησκεία του αντιχρίστου, κι αυτό έγινε για να μπορούνε οι άνθρωποι να τον δεχτούνε, επειδή εκείνα που παραγγέλνει και που ζητά ο Χριστός από τους πιστούς του είναι, κατά τη γνώμη του Ιεροεξεταστή και των ομοίων του, απόλυτα κι ανεφάρμοστα, υπεράνθρωπα κι απάνθρωπα. Δηλαδή, ο Χριστιανισμός έγινε ένα σύστημα σαν τα άλλα ανθρώπινα συστήματα, μια κοσμική εξουσία που έχει στην εξουσία της τους πιστούς της και που τους διοικεί, τους κρίνει και τους καταδικάζει, όπως η πολιτική εξουσία. Από τον Χριστό κράτησε μοναχά το προσωπείο, κι ό,τι κάνει, λέγει πως το κάνει στο όνομα του Χριστού, ενώ το κάνει στο όνομα του σατανά. Για τούτο ο Ιεροεξεταστής ολοένα αναφέρει τον διάβολο με σεβασμό και τον ονομάζει «Αυτός», «το Μέγα και Σοφό Πνεύμα», «το Σοφό και Ισχυρό Πνεύμα».
Αλλά αναπάντεχα, ενώ ο Ιεροεξεταστής ήτανε ικανοποιημένος που έκαψε τους αιρετικούς, υπηρετώντας το σύστημα της Παπικής Εκκλησίας, αναπάντεχα φανερώνεται ο Χριστός μέσα στον δρόμο κι ο κόσμος τρέχει από πίσω του, κλαίγοντας από συγκίνηση. Με όλο που δεν λέγει ποιος είναι κι ούτε βγάζει μιλιά από το στόμα του, ωστόσο όλοι καταλάβανε πως ήτανε ο Χριστός. Τρέξανε λοιπόν και του πήγανε τους αρρώστους τους κι Εκείνος τους θεράπευε, ανάστησε μάλιστα κι ένα πεθαμένο παιδάκι, μπροστά στην εκκλησία της Σεβίλλιας, εκεί που καίγανε τους «αιρετικούς» στ` όνομά του.
Εκείνη τη στιγμή πέρασε από κει ο Ιεροεξεταστής, ψηλός, κοκκαλιάρης, καραμουντζωμένος και κατσουφιασμένος, ίδιος σκιάχτρο, με βαθουλωμένα μάτια, που βγάζανε σπίθες, γέρος ενενήντα χρονών. Μόλις είδε το Χριστό και το θαύμα που έκανε, έδωσε διαταγή στην «αγία φρουρά» που τον φύλαγε, να τον πιάσουνε.
Πιάσανε λοιπόν τον Χριστό κι ο λαός, που λίγο πριν έκανε σαν τρελός από τη χαρά του για τον Χριστό, άνοιξε δρόμο, ταπεινά και υπάκουα, για να περάσουνε οι στρατιώτες με τον κατάδικο τον Χριστό κι όλοι σκύψανε ως τη γη μπροστά στον Ιεροεξεταστή. Και κείνος βλόγησε σιωπηλά τον λαό και γύρισε στο διαμέρισμά του, όπως είπαμε στην αρχή.
Αυτή τη διήγηση την παρουσιάζει ο Ντοστογιέφσκης σαν λογοτεχνικό έργο του Ιβάν Καραμάζωφ, που ήτανε ένας από τους γιους του γέρου Καραμάζωφ, σπουδασμένος στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Και το διαβάζει στον μικρότερο αδελφό του, τον Αλιόσα, που είχε γίνει καλόγερος, υποτακτικός σ` έναν άγιο γέροντα ξομολόγο, έναν «στάρετς», όπως τους λέγουνε στα ρωσικά.
Ο Αλιόσας κάθε τόσο διακόπτει τον Ιβάν που διαβάζει και κάνει κάποιες παρατηρήσεις. Αυτές δεν τις βάζω στο κείμενο του Ντοστογιέφσκη, που δίνω παρακάτω, για να μην κόβεται ο μονόλογος του Ιεροεξεταστή.
Πρέπει να σημειώσω πως αυτό το κείμενο δεν το αφήνω όπως είναι γραμμένο από τον συγγραφέα, αλλά το άλλαξα κάμποσο, σε πολλά το άλλαξα πολύ, σε άλλα μέρη το συντόμεψα και σε άλλα μέρη προσπάθησα να το κάνω πιο απλοποιημένο, ώστε να το καταλάβει ο αναγνώστης καλύτερα. Το ύφος του Ντοστιγιέφσκη, επειδή είναι νευρικό, ακατάστατο και συχνά έχει κάποια βορεινή αοριστία, το άλλαξα, κάνοντάς το πιο ήσυχο, πιο καθαρό και πιο απλό, για να νοιώσει ο αναγνώστης τα δύσκολα και βαθιά νοήματα πιο εύκολα. Κάπου κάπου έβαλα και κάποια λόγια του Χριστού από το Ευαγγέλιο, που δεν τα έχει ο Ρώσος συγγραφέας, για να γίνουν οι ιδέες του πιο χειροπιαστές, καθώς και μερικά εξηγητικά λόγια και υποσημειώσεις.
Η βάση, που απάνω της είναι γραμμένος «ο Μέγας Ιεροεξεταστής», είναι με απλά λόγια τούτη: Πως ο παπισμός είναι ένα σύστημα φοβερό, βγαλμένο από την αμαρτωλή και πονηρή διάνοια του ανθρώπου, που θέλει να εξουσιάζει απάνω στους ανθρώπους και να τους κάνει υποτακτικούς του, χωρίς αγάπη, χωρίς πίστη, χωρίς τίποτα χριστιανικό, αλλά γεμάτο από το πνεύμα του διαβόλου, που λέγει όμως πονηρά πως η εξουσία του προέρχεται από τον Χριστό κι πως ό,τι κάνει το κάνει εν τω ονόματί Του. Αυτή η σατανική υποκρισία είναι το μυστικό αυτού του συστήματος, που το κρύβουνε καλά οι ιερωμένοι του. Αλλά ένας από αυτούς, ο Μέγας Ιεροεξεταστής, από την οργή που ένοιωσε, σαν είδε τον Χριστό να έρχεται πάλι σε τούτον τον κόσμο, για να χαλάσει το «μεγάλο» έργο που έγινε μεν στ` όνομά του , χωρίς όμως να έχει σχέση μ` αυτό το έργο ό ίδιος ο Χριστός, από την παραφορά του λοιπόν το φανερώνει, φωνάζοντας στον Χριστό: «Εμείς δεχθήκαμε το ξίφος του Καίσαρα, που δεν θέλησες να το πάρεις Εσύ, κι έτσι σε πετάξαμε Εσένα κι ακολουθήσαμε Αυτόν», δηλαδή τον διάβολο.
Σήμερα, που γίνονται τόσες συζητήσεις απ` αφορμή της κίνησης που σηκώθηκε άξαφνα για το σμίξιμο του Βατικανού με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κίνηση, που προέρχεται από το πνεύμα του κόσμου τούτου, που ενσαρκώνει ο Παπισμός, κι επειδή οι πολλοί, σχεδόν όλοι, είναι ακατατόπιστοι στα ζητήματα της θρησκείας, και δεν γνωρίζουν τι αντιπροσωπεύει ο Παπισμός και τι αντιπροσωπεύει η Ορθοδοξία, θεώρησα καλό να γράψω μερικά άρθρα σχετικά μ` αυτά τα θέματα, κι ανάμεσα σ` αυτά είναι και τούτο που γράφω απ` αφορμή του «Μεγάλου Ιεροεξεταστή», του Ντοστογιέφσκη.
Β΄
Στον μονόλογο που λέγει ο Μέγας Ιεροεξεταστής μπροστά στο Χριστό, που στέκεται βουβός, γίνεται πολύς λόγος για τους τρεις πειρασμούς του Χριστού. Γι` αυτό, καλό θα είναι να κοιτάξουμε τι λέγει το Ευαγγέλιο γι` αυτούς τους τρεις πειρασμούς. Ας πάρουμε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο: «Τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος, πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. καὶ νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν. Καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· Γέγραπται, Οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ. Τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ, καὶ λέγει αὐτῷ· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι Τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πάλιν γέγραπται, Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν, καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, καὶ λέγει αὐτῷ· Ταῦτά σοι πάντα δώσω ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι. τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. Τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διηκόνουν αὐτῷ».( Ματθ. δ΄1-11)
Λοιπόν, ο Ιεροεξεταστής λέγει στον Χριστό: «Το φοβερό και πονηρό Πνεύμα, το πνεύμα της ανυπαρξίας και της αυτοκαταστροφής, μίλησε μαζί Σου στην έρημο και γράφηκε στο Ευαγγέλιο πως σε έβαλε σε δοκιμασία. Έτσι δεν είναι; Είναι δυνατόν να ειπωθεί ένα πράγμα πιο αληθινό από το νόημα που έχουνε αυτά τα τρία ερωτήματα που Σου έβαλε και που Εσύ τα πέταξες, και που στα Ευαγγέλια λέγονται πειρασμοί; Αν έγινε ποτέ στη γη ένα αληθινό θαύμα, τρανταχτό σαν κεραυνός, αυτό ήτανε μοναχά εκείνο που έγινε εκείνη την ημέρα, την ημέρα των τριών πειρασμών. Αν συνάζανε όλους τους σοφούς του κόσμου, τους εξουσιαστές, τους αρχιερείς, τους στοχαστές, τους φιλοσόφους, τους ποιητές και τους λέγανε: «Βρείτε και συνθέσετε τρία ερωτήματα, που να `χουνε ανταπόκριση όχι με το άφθαστο ύψος της στιγμής εκείνης, αλλά μέσα σε τρεις φράσεις , σε τρεις λέξεις της ανθρώπινης γλώσσας να κλείνεται ολόκληρη η μελλοντική ιστορία της ανθρωπότητας, πιστεύεις, Εσύ, πως όλη η σοφία του κόσμου μαζεμένη θα μπορούσε να συλλάβει κάποιο πράγμα, που να είναι σε δύναμη και σε βάθος ισάξιο με τα τρία ερωτήματα, που Σου πρότεινε τότε το κραταιό και πονηρό Πνεύμα της ερήμου;… Μέσα σ` αυτά τα τρία ερωτήματα βρίσκεται ολόκληρο το μέλλον κι η ιστορία της ανθρωπότητας σαν προφητεία, και σ` αυτές τις τρεις εικόνες σμίγουνε όλες οι αξεδιάλυτες αντιφάσεις που υπάρχουνε στον κόσμο.
» Εκείνον τον καιρό δεν ήτανε αυτό τόσο ολοφάνερο, επειδή το μέλλον της ανθρωπότητας ήτανε άγνωστο. Σήμερα όμως, ύστερ` από δεκαπέντε αιώνες, μπορούμε να δούμε πως με αυτά τα τρία ερωτήματα προφητευθήκανε τα πάντα, και πως πόσο αληθινά βγήκανε, που ημείς να μην μπορούμε μήτε να προσθέσουμε μήτε να αφαιρέσουμε τίποτα.
» Κρίνε τώρα μόνος Σου ποιος είχε δίκιο τότε; Εσύ ή Εκείνος που σε ρωτούσε; Θυμήσου το πρώτο ερώτημα. Η έννοιά του ήτανε τούτη: Θέλεις να πας στον κόσμο με αδειανά χέρια και μοναχά με μια αόριστη υπόσχεση για ελευθερία, που οι στενόψυχοι άνθρωποι δεν μπορούνε να την καταλάβουνε καθόλου, μάλιστα την φοβούνται, γιατί γι` αυτούς δεν υπάρχει τίποτα που να είναι πιο ανυπόφορο από την ελευθερία. Βλέπεις όμως τις πέτρες σ` αυτήν την γυμνή και φλογισμένη έρημο; Κάνε τις ψωμιά κι η ανθρωπότητα θα σε ακολουθήσει σαν κοπάδι, γεμάτη ευγνωμοσύνη. Αλλά Εσύ δεν ήθελες να πάρεις από τους ανθρώπους την ελευθερία και δεν παραδέχτηκες αυτό που σου πρότεινε το κραταιό Πνεύμα, επειδή σκέφτηκες τι είδους ελευθερία θα είναι αυτή, που αγοράζεται με ψωμιά και του αποκρίθηκες: «Οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος». Αλλά γνωρίζεις πως εν ονόματι αυτού του επίγειου άρτου το πνεύμα της γης θα σηκωθεί κατά πάνω σου και θα σε πολεμήσει και θα σε νικήσει;».
Σημ. Φ.Κ. Αυτόν τον ξεσηκωμό του πνεύματος της γης, δηλαδή της σαρκικής καλοπέρασης, καταπάνω στον Χριστό, τον βλέπουμε σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Από αυτό το πνεύμα προέρχεται και η κίνηση που γίνεται για να ενωθούνε οι λεγόμενοι Χριστιανοί, αφού μάλιστα το διακηρύττουν ότι γίνεται για την επίγεια ευδαιμονία της ανθρωπότητας και την επικροτούνε όλοι οι σαρκικοί άνθρωποι.
Για τους άλλους δυο πειρασμούς, που πρότεινε ο διάβολος στον Χριστό, δηλ. να πέσει από τη σκεπή του ναού, για να τον αρπάξουν οι άγγελοι, καθώς και για τον άλλον: να προσκυνήσει τον σατανά και να πάρει στην εξουσία του τα βασίλεια της γης, μιλά ο Ιεροεξεταστής μέσα στο κείμενο του Ντοστογιέφσκη, που βάζουμε παρακάτω.
Γ΄
Είπαμε λοιπόν πως η «αγία φρουρά» έπιασε τον Χριστό κατά διαταγή του Ιεροεξεταστή. Τον πήγανε και τον κλείσανε σε μια στενή, θολωτή και σκοτεινή φυλακή του Αγίου Δικαστηρίου.
Σαν νύχτωσε, ο Μέγας Ιεροεξεταστής μ` ένα φανάρι στο χέρι ξεκλειδώνει τη σιδερόπορτα και μπαίνει μέσα. Σταματά και κοιτάζει κατάματα τον φυλακωμένο, σαν να τον τρυπά με το σουβλερό μάτι του. Ύστερα βάζει το φανάρι επάνω στο τραπέζι, πλησιάζει τον Χριστό και του λέγει: «Είσαι Εσύ ο ίδιος;». Δεν παίρνει καμιά απόκριση. Μα κατάλαβε πως είναι ο Χριστός και γι` αυτό τον ρωτά: «Γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις;». Ο Χριστός στέκεται βουβός. Για τούτο, ο Ιεροεξεταστής απαντά ο ίδιος στα ερωτήματά του.
Λέγει λοιπόν στον Χριστό: «Πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια ήρθες να διδάξεις στους ανθρώπους την ελευθερία. Μα εμείς, αφού τους υποδουλώσαμε, τους κάναμε να πιστεύουν πως είναι ελεύθεροι, αν και φέρανε την ελευθερία τους και την ρίξανε στα πόδια μας.
» Αυτός ο δρόμος είναι ο μόνος που κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Μα Εσύ δεν θέλησες να τον ακολουθήσεις. Ευτυχώς όμως που μας έδωσες την εξουσία «του δεσμείν και λύειν» και κάνουμε εκείνο που Εσύ δεν το έκανες. Τώρα δεν μπορεί να σκέπτεσαι πως μπορείς να μας πάρεις πίσω αυτήν την εξουσία. Λοιπόν, γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις;
» Το Μέγα Πνεύμα σού έβαλε τρία ερωτήματα, τότε που σε πείραξε στην έρημο. Μέσα σ` αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται όλη η μέλλουσα ιστορία της οικουμένης και της ανθρωπότητας. Ενώ το κραταιό Πνεύμα σού είπε να το προσκυνήσεις, για να γίνουν «οι λίθοι άρτοι», εσύ του αποκρίθηκες: «Δεν θα ζήσει ο άνθρωπος μονάχα με το ψωμί», δηλ. μόνο με τις υλικές απολαύσεις. Εσύ δηλαδή, αντί αυτή τη χειροπιαστή υλική επιτυχία, τους έδινες μια ελευθερία, που δεν μπορούν να την καταλάβουν οι άνθρωποι, γιατί ο νους τους κι η καρδιά τους είναι περιορισμένα. Η ελευθερία που τους έδωσες είναι γι` αυτούς το πιο ανυπόφορο πράγμα. Ενώ, αν έκανες τις πέτρες ψωμιά, όλη η ανθρωπότητα θα σε ακολουθούσε με ευγνωμοσύνη. Εσύ όμως είπες: «Δεν θα ζήσει με ψωμί μονάχα ο άνθρωπος». Ξέρεις λοιπόν πως εν ονόματι αυτού του επιγείου ψωμιού θα σηκωθεί καταπάνω Σου το Πνεύμα της Γης (του κόσμου); Ξέρεις ακόμα πως η ανθρωπότητα με το στόμα των σοφών της και των διανοουμένων της θα διακηρύξει, ύστερ` από αιώνες πως δεν υπήρξανε μήτε αμαρτίες μήτε εγκλήματα, παρά μονάχα πεινασμένοι άνθρωποι; Εσύ τα ξέρεις αυτά. Η σημαία που θα σηκωθεί κατά πάνω Σου θα γράφει απάνω: «Πρώτα χόρτασέ μας κι ύστερα ζήτα από μας να κάνουμε τον λόγο Σου!». Με αυτή τη σημαία θα γκρεμίσουν τον ναό Σου και στη θέση του θα χτίσουνε ένα φοβερό πύργο του Βαβέλ.
» Εμείς όμως θα τους χορτάσουμε και θα τελειώσουμε αυτόν τον πύργο του Βαβέλ. Και θα τους πούμε ψέματα, πως αυτό που κάνουμε, το κάνουμε στο όνομά Σου.
» Εσύ τους υποσχέθηκες «τον ουράνιον άρτον». Μπορεί αυτό το ψωμί να συγκριθεί με το χειροπιαστό ψωμί, με το επίγειο ψωμί; Καλά, τέλος πάντων, για «τον ουράνιο άρτο» θα σε ακολουθήσουν χίλιοι, δέκα χιλιάδες, εκατό χιλιάδες. Αλλά τι θα γίνουνε τα εκατομμύρια και τα δισεκατομμύρια πλάσματα, που δεν θα `χουνε τη δύναμη να περιφρονήσουν το επίγειο ψωμί, για να λάβουν «τον ουράνιον άρτον» Σου; Εμείς θα γίνουμε σωτήρες γι` αυτά τα εκατομμύρια και θα μας θεοποιήσουνε, γιατί εμείς πήραμε απάνω μας την ελευθερία τους. Εμείς όμως θα πούμε πως έχουμε για αρχηγό Εσένα και πως πήραμε την εξουσία από Εσένα. Θα λέμε ψέματα, μα αυτό θα είναι χρέος μας. Να, αυτά είχα να πω για το πρώτο ερώτημα του Πειρασμού, που Σου πρότεινε στην έρημο. Περιφρόνησες το μόνο μέσον, που μ` αυτό θα μπορούσες να κάνεις να σε λατρεύουν όλοι οι άνθρωποι κι όχι μονάχα εκείνοι οι λίγοι (δηλ. εκείνοι που κρατούνε τον αληθινό λόγο του Χριστού. Φ.Κ.). Οι άνθρωποι θέλουν να παραδώσουν την ελευθερία τους σε κάποιον. Κι Εσύ, αντί να πάρεις την ελευθερία τους και να γίνεις εξουσιαστής τους, τους χάρισες ακόμη περισσότερη ελευθερία. Αυτό ξεπερνά τη δύναμή τους και για τούτο Εσύ στάθηκες γι` αυτούς σκληρός και δεν τους αγάπησες, με το να τους δώσεις την ελευθερία. Γι` αυτό, Εσύ ο ίδιος συνήργησες στο γκρέμισμα της βασιλείας Σου και δεν πρέπει να κατηγοράς κανέναν γι` αυτήν την καταστροφή».
Δ΄
Ο Ιεροεξεταστής εξακολούθησε να μιλά, δίχως να παίρνει απάντηση από τον Χριστό, που στεκότανε μπροστά του. Του μιλά για τον δεύτερο πειρασμό:
«Το πονηρό και ισχυρό Πνεύμα Σου είπε ακόμα να πέσεις από την σκεπή του ναού, για να σε σηκώσουν οι άγγελοι, για να μην πάθεις τίποτα. Μα Εσύ κι αυτό δεν το παραδέχτηκες και του αποκρίθηκες: «Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου». Και τότε που σε σταυρώσανε και σου φωνάζανε περιπαιχτικά «Κατέβα, αν μπορείς, από τον σταυρό», Εσύ δεν κατέβηκες να τους κάνεις να σέρνουνται μπροστά Σου, γιατί δεν ήθελες να καταργήσεις την ελευθερία τους.
» Γι` αυτό ο προφήτης και μαθητής Σου έγραψε πως είδε στην πρώτη ανάσταση μονάχα δώδεκα χιλιάδες σωσμένους (Αποκάλυψις Ιωάννου ζ΄, 5. Λέγει όμως για δώδεκα χιλιάδες από κάθε φυλή του Ισραήλ Φ.Κ.). Λοιπόν, μοναχά αυτοί οι λίγοι ήτανε εκείνοι που βαστάξανε τον Σταυρό Σου και γινήκανε παιδιά της ελευθερίας Σου, δηλαδή, οι δυνατοί; Κι οι άλλοι; Τι θα γίνουν οι άλλοι; Ήρθες λοιπόν στον κόσμο μοναχά για τους λίγους εκλεκτούς; Μα αυτό είναι ένα μυστήριο, που δεν το καταλαβαίνουμε.
» Λοιπόν, εμείς τελειοποιήσαμε το έργο Σου και κάναμε ένα σύστημα που να μην χάνουνται κι οι αδύνατοι. Ώστε δεν είχαμε δίκιο να κάνουμε όπως κάναμε; (Υποσημ: Οι παπικοί κάνουνε μία θρησκεία βολική, με θεατρινισμούς, με τραγούδια, με φιέστες, με παρδαλά φορέματα, με ζωγραφιές ευχάριστες, κλπ. Φ.Κ.) Δεν αγαπήσαμε εμείς την ανθρωπότητα όπως φερθήκαμε; Γιατί λοιπόν ήρθες να μας το χαλάσεις;
» Όλα όσα Σου λέγω, γνωρίζω πως τα ξέρεις. Λοιπόν, γιατί να σου κρύψω το μυστικό μας; Αλλά, ας σου το πω να τ` ακούσεις από το στόμα μου: «Λοιπόν, δεν είμαστε με Σένα, αλλά μ` αυτόν (τον διάβολο). Από οχτακόσια χρόνια πήγαμε μ` αυτόν». (Υποσημ: Θέλει να πει για το σχίσμα, που χώρισε τον παπισμό από την αποστολική Εκκλησία).
» Από οχτώ αιώνες δεχτήκαμε απ` Αυτόν το τρίτο δώρο που Σου πρόσφερε, δείχνοντάς Σου τα βασίλεια της γης κι Εσύ δεν τα δέχτηκες, τα πέταξες. Η εξουσία είναι τρομερή δύναμη και Σου την πρόσφερε το σοφό Πνεύμα κι Εσύ δεν την πήρες. Εμείς όμως την πήραμε. Ναι. Πήραμε απ` Αυτόν τη Ρώμη και το σπαθί του Καίσαρα κι ανακηρύξαμε τους εαυτούς μας επίγειους αυτοκράτορες, μάλιστα κοσμοκράτορες, αν και το έργο αυτό δεν τελείωσε ακόμα. Και ποιος φταίει γι` αυτό; Το έργο μας βρίσκεται ακόμα στην αρχή, αλλά θα βαστάξει στον αιώνα, ως να πεθάνει η γη. Όπως και να είναι ημείς θα το τελειώσουμε, θα είμαστε Καίσαρες.
» Εσύ όμως θα μπορούσες να αδράξεις το σπαθί του Καίσαρα από τότε που σου το πρόσφερε το τρομερό και σοφό Πνεύμα, πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια. Αν είχες ακούσει τη συμβουλή του, θα είχες πραγματοποιήσει όσα ποθούν οι άνθρωποι. Θα είχανε γίνει ένα κοπάδι που θα σκέπαζε τη γη και που θα Σε προσκυνούσε. Γιατί η ανθρωπότητα έχει μέσα της την επιθυμία να γίνει μια παγκόσμια οργάνωση. Οι μεγάλοι κατακτητές, όπως ο Ταμερλάνος κι ο Τζέγκις – Χαν, θελήσανε να υποτάξουνε όλον τον κόσμο, φανερώνοντας έτσι κι αυτοί , χωρίς να το γνωρίζουνε, πως ο πόθος της ανθρωπότητας είναι να κάνει μια παγκόσμια ένωση.
» Αν είχες δεχτεί τότε την εξουσία τούτου του κόσμου και τη χλαμύδα του Καίσαρα, θα είχες τώρα ιδρύσει ένα παγκόσμιο κράτος και θα είχες χαρίσει την ειρήνη σ` όλον τον κόσμο. Γιατί, ποιος άλλος μπορεί να κυριαρχήσει απάνω στους ανθρώπους, παρά εκείνος που εξουσιάζει τα ψωμιά τους, «τους άρτους τους»; Εσύ όμως έλεγες: «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Αλλά εμείς δεχτήκαμε το σπαθί του Καίσαρα κι έτσι Σε πετάξαμε Εσένα κι ακολουθήσαμε Αυτόν, το μέγα και κραταιό Πνεύμα.
» Οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουνε να τελειώσουνε τον πύργο του Βαβέλ που αρχίσανε να χτίζουνε, αν δεν αναλάβουμε εμείς, αλλιώς θα φαγώνουνται μεταξύ τους. Και σαν αναλάβουμε εμείς, τότε θα ανατείλει για τους ανθρώπους το κράτος της ειρήνης και της ευδαιμονίας.
» Εσύ είσαι υπερήφανος για τους λίγους που θα έχεις («το μικρόν ποίμνιον», που είχε πει ο Χριστός Φ.Κ.), ενώ εμείς θα χαρίσουμε την ειρήνη και την ευτυχία σε όλη την ανθρωπότητα. Ποιος ξέρει αν και αυτοί οι διαλεχτοί Σου δεν θα βαρεθούν να Σε περιμένουνε κι αν στο τέλος δεν σηκωθούνε κι αυτοί καταπάνω Σου! Έννοια Σου. Θα τους πείσουμε πως θα είναι ελεύθεροι και ευτυχισμένοι, αν αφοσιωθούν σε μας. Θα συρθούνε μπροστά μας και θα κράζουνε: «Είχατε δίκιο΄ μοναχά εσείς γνωρίζετε το μυστικό του Μεγάλου Πνεύματος!». Θα δούνε πως εμείς μπορεί να μην κάνουμε ψωμί τις πέτρες, αλλά θα το παίρνουνε από τα χέρια μας και θα θυμούνται πως πριν και το ψωμί στα χέρια τους γινότανε πέτρες.
» Εσύ μπόδισες τους ανθρώπους νά `ρθουνε σε μας. Εσύ κομμάτιασες το κοπάδι και το έκανες να σκορπίσει σε άγνωστους δρόμους. Αλλά θα μαζευτεί πάλι και θα γίνει υπάκουο σε μας. Κι αυτή τη φορά στους αιώνες των αιώνων.
» Θα τους χαρίσουμε εμείς μια ευτυχία ταπεινή και ήσυχη, που είναι για αδύναμα πλάσματα, όπως είναι αυτοί οι άνθρωποι. Θα τους διδάξουμε την ταπείνωση, επειδή Εσύ τους σήκωσες πολύ ψηλά και περηφανευτήκανε. («ἐγὼ εἶπα, θεοί ἐστε» Ιωάν. Ι΄, 35 Φ.Κ.). Εμείς θα τους δώσουμε να καταλάβουνε πως είναι αδύνατα και φοβιτσιάρικα ανθρωπάρια.
» Θα μας θαυμάζουνε και θα είναι περήφανοι για μας, που είμαστε τόσο δυνατοί και τετραπέρατοι και γιατί μπορέσαμε και δαμάσαμε ένα κοπάδι τόσο μεγάλο με εκατομμύρια κεφάλια, που θα σκύβουν μπροστά μας. (Οι παπικοί καυχιούνται και περηφανεύονται γιατί είναι εκατομμύρια οι οπαδοί τους. Φ.Κ.). Θα τρέμουνε τον θυμό μας. Μα θα μας αγαπούνε κιόλας, γιατί θα τους δίνουμε συγχώρεση αμαρτιών, επειδή θα τους πούμε πως εμείς έχουμε τη δύναμη να σβήνουμε τις αμαρτίες τους και πως μπορούνε να κάνουνε αμαρτίες και πως τις συγχωρούμε από αγάπη.
» Όλα όσα λέγω θα γίνουνε και το βασίλειό μας θα στεριωθεί απάνω σε γερά θεμέλια. Αύριο θα δεις αυτό το κοπάδι, που είναι υπάκουο σε κάθε χειρονομία μου, να πλημμυρίσει το μέρος που θα προστάξω να σε κάψουνε και να συνδαυλίζει τη φωτιά. Γιατί, αν υπάρχει ένας που είναι άξιος να καεί, αυτός είσαι Εσύ! Αύριο θα σε κάψω».
Εδώ τελειώνει αυτός ο βασανιστικός μονόλογος κι η καταχθόνια αυτή ιστορία. Μια ιστορία βιβλική που, όπως είπαμε, την είχε γράψει ο Ιβάν Καραμάζωφ και τη διάβαζε στον αδελφό του Αλιόσα, τον καλόγερο, τον φανατισμένο Ορθόδοξο. Ο Αλιόσας κάθε τόσο έκοβε στη μέση τον Ιβάν, για να του κάνει κάποια παρατήρηση. Ανάμεσα σε άλλα είπε και τα παρακάτω:
«Οι Ιησουίτες είναι ο ρωμαϊκός στρατός για το μελλοντικό επίγειο κράτος, με έναν Καίσαρα επί κεφαλής, τον Πάπα, τον αυτοκράτορα. Σκοπός τους είναι το ν` αποχτήσουνε δύναμη και πρόστυχα επίγεια πλούτη. Αυτός είναι όλος όλος ο σκοπός τους. Σε Θεό φαίνεται πως δεν πιστεύουν. Το μεγαλύτερο μυστικό τους , που θα κρύβουνε καλά, είνα η αθεΐα τους. Ο Ιεροεξεταστής σου, Ιβάν, δεν πιστεύει σε Θεό. Αυτό είναι όλο το μυστήριό του».
Πηγή: (Άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε αρχικά στην «Ελευθερία» το 1965, λίγο πριν από το θάνατο του Φωτίου), (ΑΝΤΙΠΑΠΙΚΑ, Έκδ. Ορθόδοξος Τύπος), Ακτίνες (Α' μέρος, Β' μέρος)
«Ολάκερη η ιστορία του ανθρώπινου γένους δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά εκκωφαντική επιβεβαίωση του θανάτου. Όλες οι τρικυμίες και οι καταιγίδες της, οι ηρεμίες και οι ασκήσεις, όλοι οι δημιουργοί της και οι μαχητές, μαρτυρούν μόνο, μόνο το εν : ‘’Ο θάνατος είναι μία αναγκαιότητα. Κάθε άνθρωπος είναι θνητός, αναπότρεπτα και αναπόφευκτα θνητός.
Τούτο είναι το φινάλε του καθενός ανθρώπινου όντος, τούτο είναι η διαθήκη την οποία αφήνει πίσω της ανεξαίρετα κάθε άνθρωπος του πλανήτη μας. Τη διαθήκη αυτή άφησαν στον καθένα από μας οι πρόγονοί μας. Σ’ αυτή στέκουν μόνο αυτά τα τρία λόγια, ο θάνατος είναι αναγκαιότητα»*, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς στο σύγγραμμά του ‘’Φιλοσοφικοί κρημνοί’’. Με την Ανάσταση του ο Χριστός εχάρισε ζωήν «τοις εν τοις μνήμασι».
Οι πλάνες του βραχμανισμού και του βουδισμού, στο πρόβλημα του θανάτου σκορπούν ζόφο. Στις θρησκειακές αυτές πλάνες του βραχμανισμού και του βουδισμού, δεν υπάρχει υπέρβαση του θανάτου. Ο άνθρωπος έχει τη ψευδαίσθηση του προσπεράσματος του θανάτου, αλλά κατ’ ουσία στο θάνατο εγκλωβίζεται. Για τούτο στις θρησκείες αυτές η ελπίδα και η αληθινή χαρά είναι ξένες, και φυσικά σωτηρία δεν υπάρχει.
Πραγματικά ο βραχμανισμός είναι η πλάνη που οδηγεί στον άνθρωπο στο έρεβος του θανάτου. ‘’Για τον βραχμανισμό ο θάνατος είναι όπως και όλος ο ορατός κόσμος : H μάγια είναι η απατηλή πραγματικότητα, το μη ον, η ανυπαρξία. Το πρόβλημα του θανάτου συγκαταλέγεται σε κάποιο είδος αποκαλουμένων πραγματικοτήτων, τις οποίες πρέπει να υπερβεί κανείς με τη δύναμη του θελήματός του. Όλος ο ορατός κόσμος είναι έκθεση φαντασμάτων που χάνονται στα μη πραγματικά στοιχεία. Προσπαθώντας να αντιμετωπίσει έτσι το πρόβλημα του θανάτου ο βραχμανισμός δεν το επιλύει αλλά το αρνείται’’* αναφέρει ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς.
Τη ίδια περίπου αντιμετώπιση του θανάτου έχει και η ζοφώδης πλάνη του βουδισμού. ‘’Ο βουδισμός είναι η ενηλικίωση της απελπισίας. Τούτο όχι μόνο η φιλοσοφία αλλά και η θρησκεία της απαισιοδοξίας. Το μυστήριο του μη όντος είναι πιο ευχάριστο από το πικρό υπέρπικρό μυστήριο του όντος. Ο θάνατος είναι η απελευθέρωση πό τα δεσμά αυτού του φοβερού τέρατος που ονομάζεται κόσμος. Πίσω από τον θάνατο είναι η μακαριότητα της νιρβάνας. Έτσι ο βουδισμός δεν επιλύνει, αλλά παραλείπει το ζήτημα του θανάτου∙ δεν νικά το θάνατο, αλλά αδύνατα τον καταριέται’’*. ‘’Παρόμοια και οι άλλες θρησκείες δεν παρουσιάζουν τίποτ’ άλλο παρά το φαλλίρισμα ενώπιον του προβλήματος του θανάτου’’* σημειώνει ο Ομολογητής Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς.
«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου απαρχήν, και σκιρτώντες υμνούμεν τον αίτιον, τον μόνον ευλογητόν των Πατέρων, Θεόν και υπερένδοξον», ψάλλομε στην Εκκλησία μας.
Οι πλάνες του βραχμανισμού και του βουδισμού ή οι πλάνες του θανάτου, έχουν εφευρεθεί με την συνέργεια του πονηρού. Πως μπορεί να υπάρξει συμπροσευχή κάποιου που Ορθοδόξως πιστεύει στον Αληθινό Τριαδικό Θεό, με κάποιον που πιστεύει στην δαιμονιώδη πλάνη του βραχμανισμού και του βουδισμού;
Διάπυρος προσευχή προς τον Πανοικτίρμονα Κύριο για τους ευρισκομένους στην πλάνη του Βραχμανισμού και του βουδισμού συνανθρώπους μας ναι, όχι όμως και συμπροσευχή με βραχμάνους και βουδιστές.
«Όλη η ιστορία του Χριστιανισμού δεν είναι τίποτε άλλο από τι, παρά ιστορία ενός και μοναδικού θαύματος, του θαύματος της του Χριστού αναστάσεως, το οποίον συνεχίζεται διαρκώς εις όλας τας καρδίας των χριστιανών από ημέρας εις ημέραν, από έτους εις έτος, από αιώνος εις αιώνα μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας»** λέγει ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς.
«Εκ γαρ θανάτου προς ζωήν, και εκ γης προς ουρανόν, Χριστός ο Θεός, ημάς διεβίβασεν», ψάλλομε στην Εκκλησία μας. Πως μπορεί ο Ορθόδοξος που βιώνει την ελπίδα της Ανάστασης να συμπροσευχηθεί με βουδιστή και βραχμάνο, που αρνούνται την Ανάσταση του Χριστού και βιώνουν το έρεβος του θανάτου; Η συμπροσευχή μόνο εν αληθεία νοείται.
* Οσίου Ιουστίνου Πόποβιτς ‘’Φιλοσοφικοί κρημνοί’’
** Οσίου Ιουστίνου Πόποβιτς ‘’Άνθρωπος και Θεάνθρωπος’’ (Μελετήματα Ορθοδόξου Θεολογίας), Εκδοτικό οίκος «ΑΣΤΗΡ», Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου.
Πηγή: Ακτίνες
Τι του είπε για τον Πάπα!
Το γεγονός διηγείται ο νυν Πρωτοσύγκελος Σιατίστης Εφραίμ Τριανταφυλλόπουλος, σε ημερίδα για την αγιασμένη μορφή του μακαριστού, γλυκύτατου και ταπεινότατου Μητροπολίτου Αντωνίου Κόμπου, στο συνεδριακό κέντρο "Διακονία" Θεσσαλονίκης, 22-5-2017 μ.Χ.
Πηγή: Νοιάζομαι
Τόν 13ο αιώνα ἡ Κύπρος καταδυναστευόταν ἀπὸ τοὺς τότε κατακτητὲς της Φράγκους (Λουζινιανούς). Ὁ Ὀρθόδοξος κλῆρος διωκόταν βάναυσα καὶ ὁ λαὸς ἐταλαιπωρεῖτο ἀφάνταστα, γιὰ νὰ ἐξαναγκαστεῖ νὰ φραγκέψει. Κύριο καὶ ρωμαλέο στήριγμα τοῦ λαοῦ στὸν ἀγώνα του νὰ μὴ χάσει τὴν ἐθνική του αὐτοσυνειδησία καὶ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη του ὑπῆρξαν, Ἅγιοι Μοναχοὶ μὲ χαρακτηριστικώτερο παράδειγμα τοὺς 13 Ὁσιομάρτυρες τῆς Μονῆς τῆς Παναγίας τῆς Κανταριώτισσας, ποὺ βρισκόταν στὴν ὁροσειρὰ τοῦ Πενταδακτύλου.
Ἠγούμενος τῆς Μονῆς αὐτῆς ἦταν τότε ὁ Ἰωάννης, καὶ τὰ ὀνόματα τῶν ὑπολοίπων ἦταν:...
Κόνωνας, Ἱερεμίας, Μάρκος, Θεόκτιστος, Κύριλλος, Βαρνάβας, Μάξιμος, Ἰωσήφ, Γερμανός, Γεράσιμος καὶ Γεννάδιος (οἱ δύο τελευταῖοι προέρχονταν ἀπὸ τὴν Μονὴ Μαχαιρᾶ).
Γιά τήν ἐμμονή τους στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ Παράδοση, φυλακίστηκαν ἀπὸ τὴν Λατινικὴ - Παπικὴ ἐξουσία τῆς Κύπρου στὶς φυλακὲς τῆς Λευκωσίας, ὅπου παρέμειναν γιὰ τρία χρόνια, ὑφιστάμενοι ἀπάνθρωπα καὶ ἀπερίγραπτα μαρτύρια. Τελικά τούς κατεδίκασαν σὲ θάνατο, τοὺς ξεφόρεσαν τὰ ἅγια μοναχικὰ «σχήματά» τους, τοὺς ἔδεσαν τὰ πόδια σὲ ἄγρια ἄλογα, τοὺς λιθοβόλησαν καὶ κατόπιν τοὺς ἔσυραν πάνω στὶς κοφτερὲς πέτρες τῆς κοίτης τοῦ ξεροπόταμου Παδιαίου, χτυπώντας τους ταυτόχρονα χωρὶς ἔλεος μὲ ραβδιά.
Τέλος τά κατακομματιασμένα καὶ καθημαγμένα σώματα τῶν Ἁγίων τὰ ἔριξαν στὶς φλόγες μεγάλης φωτιᾶς ποὺ ἄναψαν, καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τελειώθηκαν. Ἔτσι παρέδωσαν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ τὴ μακάρια ψυχή τους καὶ δέχτηκαν ἀπ΄ Αὐτὸν τριπλοῦς τούς στεφάνους: Τῶν Ὁσίων, τῶν Ὁμολογητῶν καὶ τῶν Μαρτύρων.
Ἡ ἡμέρα τῆς τελείωσής τους ἦταν ἡ 19η Μαΐου τοῦ ἔτους 1231. Ὁ μαρτυρικὸς θάνατος τῶν 13 αὐτῶν Ὁσιομαρτύρων καὶ Ὁμολογητῶν σὲ ὅλους μας καὶ σὲ ὅλους τούς αἰῶνες διασαλπίζει ὅτι ἡ διαφορὰ Ὀρθοδοξίας και Παπισμοῦ (Ρωμαιοκαθολικισμοῦ) δὲν εἶναι καθόλου παρωνυχίδα, ὅπως θέλουν πολλοὶ νὰ τὴν παρουσιάζουν. Ἀπὸ θεολογικῆς καὶ σωτηριολογικῆς ἀπόψεως ἡ διαφορὰ αὐτὴ εἶναι τόσο μεγάλη, ὅση ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἀπόσταση ποὺ χωρίζει τὸν Παράδεισο ἀπὸ τὴν Κόλαση. Γι΄ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ λόγο προτίμησαν οἱ Ἅγιοι Μοναχοὶ τὸ θάνατο, παρὰ νὰ «ἐκλατινίσουν», ἔστω καὶ κατ΄ ἐλάχιστο, τὴν ἀτόφια Ὀρθόδοξη Πίστη τους. Γι΄ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τους στὶς 19 Μαΐου κάθε χρόνο καὶ δοξολογεῖ τὸν Θεόν, τὸν «θαυμαστὸν ἐν τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ».
Ὀρθοδοξία τὸν 13ο αἰώνα στὴν Κύπρο
Πηγή: (Ὀρθόδοξος Φιλόθεος μαρτυρία Ἔκδοσις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»), Ἱ.Μ. Παντοκράτορος, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Τὸ «πιστεὺω» ἀνήκει εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι καὶ βιωματικῶς τὸ ἐκφράζουν
Εἰς τὴν ζυγαριὰν τῆς Ὀρθοδοξίας τὰ πράγματα ἰσορροποῦν μὲ εἰλικρίνειαν καὶ ἁπλότητα: Ὅσον φιλοτιμεῖται ὁ χριστιανὸς – ὁ μοναχὸς – ὁ ἱερωμένος εἰς τὴν τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, τόσον ὑγιὴς καὶ εὐαίσθητος εἶναι καὶ εἰς τὰ δόγματα τῆς εὐσεβείας.
Κατὰ τὸν Ἱερὸν Χρυσόστομον· - Οὐδὲν ὄφελος βίου καθαροῦ, ὅταν τὰ δόγματα εἶναι διεφθαρμένα. Ὅπως καὶ ἐκ τοῦ ἐναντίου· οὐδὲν ὄφελος δογμάτων ὑγιῶν, ὅταν ὁ βίος εἶναι διεφθαρμένος.
Βίος διεφθαρμένος πονηρὰ γεννᾶ δόγματα.
Μέγας ὁ βίος ἀγαπητοί… δηλοποιῶν σαφῶς διὰ τῶν ἔργων τοὺς πιστεύοντας ἢ ἀπιστοῦντας.
Ὁ βίος ἀνεβάζει - κατεβάζει τὸν ἄνθρωπον· ἀπ΄ ἔξω - ἀπὸ μέσα.
Ἕνεκεν τούτου ὅσοι ἀφήνουν τὸν ἑαυτὸν τους ράθυμα εἰς ἠθικοδογματικὸν χαλασμόν, αὐτοὶ δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ οἰκοδομήσουν ἄλλους.
Ὅσοι διερωτῶνται, τί μᾶς χωρίζει ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, αὐτοὶ ἀπὸ μέσα των ἔχουν χαμένην τὴν ἰδικὴν τους πίστιν· καὶ πῶς ἠμποροῦν νὰ διαφεντεύσουν τὴν πίστιν τῆς Ἐκκλήσιας; Ὅσοι εἰς τοὺς διαχριστιανικοὺς λεγομένους διαλόγους καὶ τὰς διαθρησκειακᾶς των συναντήσεις προβλέπουν μὲ καλοδιάθετον πρόσωπον πρὸς τὴν αἵρεσιν, τὴν πλάνην ἢ τὴν ἐκκοσμίκευσιν, αὐτοὶ εἶναι ἀπὸ μέσα τους «θραυσμένοι» καὶ δι΄ αὐτῶν ἐπιδιώκεται νὰ περάση ἡ πλάνη τῶν αἱρετικῶν καὶ τὸ φρόνημα τοῦ κόσμου πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν.
Ἀπόψεις διαφορετικὲς ἀπὸ τὴν συγκεκριμένην πίστιν καὶ διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας συνιστοῦν πλάνην· ἡ δὲ χρόνιος ἐμμονὴ ἐν ἀμετανοησία εἰς τὴν πλάνην ὁδηγεῖ πρὸς τὴν αἵρεσιν καὶ τὸν ψυχικὸν θάνατον.
Ὁ ἄξιος τῆς Ἱερωσύνης κληρικὸς ὁμιλεῖ εἰς τὴν καρδίαν τοῦ λαοῦ, ὁ ἀνάξιος εἰς τὰ ἀκοᾶς του. Ὁ μὲν διὰ νὰ μεταδώση τὴν βιουμένην μετάνοιαν, ὁ δὲ νὰ δικαιολογήση τὴν ἀμετανοησίαν. Ἡ πράξις ὁμιλεῖ εἰς τὴν ψυχὴν πολὺ βαθύτερα καὶ πειστικώτερα ἀπὸ τὴν θεωρίαν. Ἡ ζωὴ τοῦ εὐσεβοῦς ἱερέως εἶναι ζῶσα ρητορικὴ δι΄ ἐκεῖνον ὅπου θέλει νὰ ἀκούση τὴν φωνὴν τοῦ Εὐαγγελίου, νὰ μετανοήση, νὰ σωθῆ. Τὴν πρὸς Θεὸν οἰκείωσιν τῶν πιστῶν δὲν φέρει ἡ πολυμάθεια τοῦ νοῦ, ἀλλ΄ ἡ καθαιρομένη καρδιὰ τῶν εὐλαβῶς βιούντων.
Ἐὰν ὁ πρεσβευτὴς τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν κατέχη βιωματικῶς εἰς τὴν ἐνδοχώραν του τὴν ὄντως ζωήν, αὐτὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναβλύση τεχνηέντως οὔτε ἀπὸ τὴν εὐφράδειαν τῶν λόγων του, οὔτε ἀπὸ τὴν δεινότητα τῆς γραφίδος του. Ἡ εὐγλωττία ἔχει ἀξίαν καὶ δύναμιν, ἐφ΄ ὅσον ἀντικρύζεται μὲ τὴν ἀρετήν, τὴν φανερᾶν καὶ τὴν κρυπτήν.
Τὸ Εὐαγγέλιον θέλει ἐφαρμογήν, δὲν θέλει θεωρίαν.
Τὸ «πιστεύω» ἀνήκει πάντοτε εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι καὶ βιωματικῶς τὸ ἐκφράζουν.
Διὰ τοὺς Ἑλληνορθοδόξους ἡ πίστις δὲν εἶναι μία «θρησκεία», μία τῶν πολλῶν «ἐθελοθρησκεία», ἀλλὰ μία ἀναπνευστικὴ λειτουργία, ἀρχομένη ἀπὸ τοῦ Βαπτίσματος τῆς βρεφικῆς ἡλικίας καὶ ἐκτεινομένη, ἐὰν δὲν ἀνακοπῆ, εἰς τὸν μέλλοντα αἰώνα.
Τὰ δόγματα, ἡ Ἱερὰ Παράδοσις τῆς Ἐκκλήσιάς μας, εἶναι δι΄ αὐτὴν ὅ,τι τὸ αἷμα διὰ τὸν ἄνθρωπον καὶ τὰ ζῶα ἢ ὁ χυμὸς εἰς τὰ δένδρα καὶ τὰ φυτά· ἐὰν παύση νὰ κυκλοφορῆ, ἐπέρχεται ἐξάπαντος ὁ θάνατος, σύντομα ἢ ἀργότερα.
Εἰς τὴν πορείαν τῆς Ἐκκλησίας τὰ δόγματα ἐμφανίζονται, τὰ δόγματα καθορίζονται, ἀλλὰ τὰ δόγματα δὲν ἐξελίσσονται. Τὸ εὐσκιόφυλλον δένδρον τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν φυλλορροεῖ δογματικῶς κατὰ τὴν ροὴν τῶν αἰώνων. Καὶ τὴν Ὀρθοδοξίαν αὐτὴν ἐκπροσωποῦν ἐπαξίως ἐντὸς καὶ ἐκτὸς αὐτῆς οἱ διὰ τοῦ μαρτυρίου τῆς συνειδήσεώς των ἀποκτήσαντες τὴν ἔξωθεν μαρτυρίαν· οἱ δεξιοτέχναι εἰς τὸν χειρισμὸν τῆς ἀληθείας καὶ ἀνυποχώρητοι εἰς τὰ δελεάσματα ἢ φοβερισμοὺς τῶν αἱρέσεων καὶ τῆς πλάνης.
Τὰ δογματικὰ δὲν κατανοοῦνται ἀμοιβαίως, οὔτε διαπραγματεύονται συμβιβαστικῶς, ἀλλὰ πιστεύονται καὶ τηροῦνται ἀπαρεκκλίτως.
Ἡ φωνὴ τῶν Πατέρων ἠχεῖ ἀπ΄ αἰώνων ἡ αὐτή· «Οὐ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τὰ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως». Ὑπὲρ πάσαν ἐγκόσμιον σκοπιμότητα δεσπόζει αὐτή, ἡ ἄνωθεν ἀλήθεια, ἡ μὴ ἐπιδεχομένη μηδεμίαν οὐσιώδη παραλλαγὴν ἢ τροπῆς τυχὸν ἀποσκίασμα.
Ἡ εὐκαμψία εἶναι μία χάρις εἰς τὸ σῶμα, μία ἀρετὴ διὰ τὸ πνεῦμα, ἀλλὰ ἕνα ἐλάττωμα διὰ τὴν συνείδησιν· ἐλάττωμα φοβερόν· θανατηφόρον.
Ὅπου δὲν ὑπάρχει πίστις καὶ πόθος κατὰ Θεόν, ἐκεῖ ὀφείλομεν νὰ ἐνθυμούμεθα τὸν λόγον τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ·
- Μὴ δίνετε τὰ ἅγια εἰς τοὺς καταφρονητᾶς.
Διότι ἄλλο εἶναι νὰ εὔχεται ὁ πιστὸς ὑπὲρ φωτισμοῦ τῶν ἀσεβούντων καὶ ἄλλο νὰ συνάπτη αὐτοὺς μὲ τοὺς εὐσεβεῖς χωρὶς νὰ ἔχουν μεταστραφὴ εἰς τὴν εὐσέβειαν δεόντως.
Βεβαίως ἡ θύρα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάντοτε δι΄ ὅλους ἀνοικτή, ἀλλ΄ ἐρχμένους ἐν συντριβῇ καρδίας διὰ μετανοίας πρὸς τὸ φῶς, ὄχι ἐμμένοντας εἰς τὸ σκότος πεισματικῶς.
Καὶ ταῦτα· - Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία ὀφείλει ἐπισήμως νὰ δηλώση εἰς τοὺς οἰκουμενικοὺς κύκλους τὴν ἀκράδαντον πεποίθησιν αὐτῆς, ὅτι ἀποτελεῖ «τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς» καὶ νὰ διακόψη τὴν συμμετοχὴν της εἰς τὰ οἰκουμενικὰ συνέδρια, τοὺς παπικοὺς καὶ λοιποὺς ἀνοιχτοὺς διαλόγους. Ἢ εἴμεθα αὐτὴ ἡ Μία καὶ Ἁγία ἢ εἴμεθα κλάδος καὶ παραφυὰς τῆς οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας. Ἕνα ἐκ τῶν δύο δέον νὰ συμβαίνη. Ἡ ἀθεολόγητος «θεωρία τῶν κλάδων» ἀποτελεῖ δεινὴν κατάλυσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας.
Τὰ ἀνωτέρω διετύπωνε ἀπεριφράστως ἤδη πρὸς 35ετίας θεολόγος καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ὡς γνώστης τῆς Ἱστορίας τῶν Δογμάτων καὶ ἐκ πείρας περὶ τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως ὁμιλῶν.
Ἀλλ΄ εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο, ἰδιαιτέρως βαρύνουσα ἐκ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, προβάλλει ἡ γνώμη τοῦ Σταυρουπόλεως Μαξίμου, τοῦ Προέδρου τῶν τότε ἐκεῖθεν εἰς Ἅγιον Ὅρος ἀποστελλομένων Πατριαρχικῶν Ἐξαρχιῶν. – Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὴ διετήρησεν ἀκριβῆ καὶ αὐθεντικὴν τὴν διδασκαλίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν πρώτην αὐτῆς αἴγλιν καὶ καθαρότητα. Εἰς αὐτήν, περισσότερον ἀπὸ μίαν ἁπλὴν καὶ ἀδιάκοπον ἱστορικὴν συνέχειαν καὶ συνέπειαν, ὑπάρχει μία ὀντολογικὴ ταυτότης. Ἡ αὐτὴ πίστις, τὸ αὐτὸ πνεῦμα, τὸ αὐτὸ ἦθος. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ διακριτικὸν γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ αὐτὸ δικαιοὶ τὴν ἀξίωσιν αὐτῆς, ὅτι εἶναι καὶ παραμένει ἡ Ἐκκλησία. (Ἐπίσκεψις 227, Μάρτιος 1980).
Πηγή: (Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἅγιον Ὅρος - Οἰκουμενισμὸς καὶ κόσμος», τοῦ Μοναχοῦ Λουκᾶ Φιλοθεΐτη), Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ἡ δικτατορία τῆς δεκτικότητας καὶ ἡ κατάργηση τοῦ δικαιώματος τῆς ἄρνησης ὡς χαρακτηριστικὸ κάθε αἱρέσεως καὶ ἰδίως τῆς παναιρέσεως τοῦ Οικουμενισμού
Ἡ σημερινὴ μεταμοντέρνα κοινωνία, τὴν ὁποία βιώνουμε, θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς ἡ κοινωνία τῆς ὁλοκλήρωσης καὶ ἐπικράτησης τοῦ μηδενισμοῦ, ἔτσι ὅπως τὸν ἀνέδειξε καὶ ἀνάλυσε ὁ μακαριστὸς π. Σεραφεὶμ Ρόουζ στὸ ὁμώνυμο βιβλίο του («ὁ Μηδενισμός», ἐκδόσεις Μυριόβιβλος). Ἡ ἐπικράτηση αὐτὴ μπορεῖ νὰ διαπιστωθεῖ κυρίως ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἰσοπέδωση ποὺ κυριαρχεῖ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς de facto κατάργησης ἢ τοῦ ἐπαναπροσδιορισμοῦ παραδοσιακῶν ἀρχῶν καὶ θεσμῶν, ὅπως ἡ οἰκογένεια, τὸ φῦλο, τὸ κράτος, τὸ ἔθνος κλπ., ἀπὸ τὴν αὐθαίρετη καὶ μονόπλευρη δημιουργία καὶ καθιέρωση ὅρων καὶ ἐννοιῶν μὲ στόχο τὴν προώθηση καὶ καθιέρωση συγκεκριμένων σκοπῶν.
Τέτοιοι ὅροι εἶναι π.χ. οἱ ὅροι «ὁμοφοβία» –χωρὶς τὴν παράλληλη ὕπαρξη τοῦ ὅρου «ἑτεροφοβία», «ἰσλαμοφοβία» –χωρὶς τὴν παράλληλη ὕπαρξη τοῦ ὅρου «χριστιανοφοβία» κλπ. Τέλος ἡ ἐπικράτησης τοῦ μηδενισμοῦ μπορεῖ νὰ διαπιστωθεῖ ἀπὸ τὴν ἐπιβολὴ τῆς δεκτικότητας καὶ τὴν παράλληλη καταδίκη καὶ κατάργηση τοῦ δικαιώματος τῆς ἄρνησης, ἑνὸς δικαιώματος ποὺ ἀποτελεῖ βασικὸ χαρακτηριστικὸ τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς φύσεώς του.
Αὐτὴ ἡ μηδενιστικὴ ὁλοκλήρωση καὶ ἐπικράτηση ἰδίως μετὰ τὸν Β΄ Π.Π. προετοίμασε καὶ ὑποστήριξε τὴν ὁλοκλήρωση καὶ ἐπικράτηση τῆς Παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος φέρει τὰ ἴδια προαναφερθέντα χαρακτηριστικὰ τώρα ὅμως σὲ θρησκευτικὸ ἐπίπεδο. Κατάργηση ἢ ἐπαναπροσδιορισμὸς Κανόνων καὶ ὁρίων ποὺ ἔθεσε ἡ Ἐκκλησία ἐδῶ καὶ δύο χιλιετίες γιὰ νὰ προστατεύσει τὸ ποίμνιό Της, αὐθαίρετη, νέα ὁρολογία καὶ ἐπαναπροσδιορισμὸς βασικῶν ἀρχῶν καὶ τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τέλος, ὅπως καὶ ἐπὶ πολιτικοῦ-κουνωνικοῦ ἐπιπέδου, καταδίκη καὶ κατάργηση τοῦ δικαιώματος τῆς ἄρνησης.
Ὁ Θεὸς ὅμως μᾶς ἔπλασε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἐλεύθερους ἐπιτρέποντάς μας τὸ δικαίωμα τῆς ἄρνησης, ἔστω κι ἂν τὸ χρησιμοποιούσαμε γιὰ τὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν Του, κυρίως ὡς μέσο πρὸς τὴν σωτηρία μέσω τῆς ἄρνησης καὶ ἀπόρριψης τοῦ Σατανᾶ καὶ τῶν μισανθρώπων ἔργων του. Ἤδη ἀπὸ τὴν βάπτισή μας ἐκφράζουμε αὐτὴν τὴν ἄρνηση: «Ἀποτάσσομαι τῷ Σατανᾷ καὶ πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ, καὶ πάσῃ τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ…». Αὐτὴ ἡ ἄρνηση τοῦ Σατανᾶ καὶ τῶν ἔργων του, δηλ. τῆς αἵρεσης, εἶναι παράλληλα ὁμολογία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν Του, διότι τήρηση τῶν ἐντολῶν Του σημαίνει παράλληλα ἄρνηση σὲ ὅ,τι ἀντιτίθεται σὲ αὐτές καὶ ἡ προσπάθεια ἀπόκτησης τῶν ἀρετῶν σημαίνει ἄρνηση σὲ ὅ,τι μᾶς ἐμποδίζει νὰ τὶς ἀποκτήσουμε:
Ταπείνωση σημαίνει ἄρνηση τῆς κοσμικῆς δόξας.
Ἀκτημοσύνη σημαίνει ἄρνηση τῆς περιουσίας καὶ τοῦ χρήματος.
Ὑπακοὴ σημαίνει ἄρνηση τοῦ ἰδίου θελήματος.
Διάκριση σημαίνει ἐπιλογὴ τοῦ καλοῦ καὶ ἄρνηση τοῦ κακοῦ.
Πίστη σημαίνει ἐμπιστοσύνη καὶ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ὡς ἐκ τούτου ἄρνηση κάθε κακοδοξίας, ψευδοδιδασκαλίας καὶ αἵρεσης, ποὺ ἀποτελοῦν περιφρόνηση καὶ βλασφημία τοῦ Ἀγαπῶντος καὶ ἀγαπωμένου Θεοῦ.
Καὶ ἐδῶ ἐμφανίζεται τὸ μέγα παράδοξο –καὶ ὡς ἐκ τοῦτου ἡ μηδενιστική, αἱρετική, ἑωσφορικὴ πρακτικὴ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καθώς,
– αὐτοὶ ποὺ ἀρνοῦνται –ὑπερασπίζοντας τὴν αἵρεση– τὴν πραγματικὴ καὶ μοναδικὴ φύση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν διδασκαλία της, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀπαγορεύουν (καὶ καταδικάζουν παράλληλα) στοὺς ἄλλους τὸ δικαίωμα ἄρνησης τῆς αἵρεσης καὶ διατήρησης τῆς Πίστεως, ὅπως αὐτὴ μᾶς παραδόθηκε,
– αὐτοὶ ποὺ μιλοῦν γιὰ ἑτερότητα, ἀπαγορεύουν τὴν ἄρνηση γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν ὁμογένεια στὴν ἀποστασία,
– αὐτοὶ ποὺ μιλοῦν γιὰ ἀγάπη καὶ ἐλευθερία καὶ σεβασμὸ στὰ πιστεύω τοῦ ἄλλου ἀπαγορεύουν τὴν ἐλεύθερη βούληση μέσῳ τοῦ δικαιώματος τῆς ἄρνησης καὶ ὑβρίζουν, λοιδωροῦν, διώκουν καὶ καταδικάζουν τὸν μὴ βουλόμενο αὐτοῖς συνιέναι, γιατὶ αὐτὴ ἡ ἄρνηση καταδεικνύει τὸ ψεῦδος τῶν λόγων τους.
Εἶναι ὅμως φυσιολογικὸ τὸ γεγονός, νὰ πολεμοῦν αὐτοὶ ποὺ ἀρνοῦνται τὴν Ἀλήθεια αὐτοὺς ποὺ ἀρνοῦνται τὸ ψέμα.
Ἡ Μία Ἐκκλησία ποὺ εἶναι «ὁ στῦλος καὶ τὸ στήριγμα/ἑδραίωμα τῆς ἀλήθειας» (Α΄ Τιμ. 3,15), ἀμέσως ἀπὸ τὴν Πεντηκοστή, ἀγωνίστηκε σκληρά νὰ κρατήσει ἀκέραιη, ἀπαράλλαχτη καὶ ἀνόθευτη τὴν Μία Ἀλήθεια, ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Χριστός. Οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ διάδοχοί τους προφύλαξαν τοὺς χριστιανοὺς ἀπὸ τὶς πλανεμένες διδασκαλίες τῶν «ψευδοδιδασκάλων» καὶ τῶν «ψευδοπροφητῶν (Ματθ. 7,15· Β΄ Πετρ. 2,1· Α΄ Ιω. 4,1) ἀρνούμενοι ἀκόμη καὶ τὴν ἀλλαγὴ ἑνὸς γιῶτα ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, μέλη καὶ αὐτοὶ τῆς πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἀρνήθηκαν κάθε ἀνάμειξη σὲ συγκριτιστικὲς πρακτικές, σὲ κοινὲς θυσίες καὶ λατρεῖες, σὲ κάθε τι ποὺ ἀντιτασσόταν στὴν ἐκκλησιαστικὴ διδαχή. Οἱ Ἅγιοι Ὁμολογητὲς καὶ Πατέρες ἀρνήθηκαν αὐτοκρατορικές, συνοδικές, πατριαρχικές, ἐπισκοπικὲς διαταγές, ποὺ ἀλλοίωναν ἢ ἀναιροῦσαν τὶς Παρακαταθῆκες. Ὅλοι τους ἀρνήθηκαν ὁποιαδήποτε συγκατάβαση σὲ θέματα Πίστεως, ἀρνήθηκαν ὁποιαδήποτε ὑποταγὴ ποὺ θὰ ἀναιροῦσε τὴν Πίστη τους, ἀρνήθηκαν καὶ τὴν ἴδια τους τὴν ζωὴ γιὰ τὴν Πίστη τους.
Ὁ ὅρος «ὁμολογία» δὲν νοεῖται χωρὶς τὴν ἄρνηση, τοῦ κάθε τι, ποὺ ἀντιτίθεται στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ οἰκουμενιστὲς δὲν θὰ σταματήσουν νὰ πολεμοῦν τὴν ἄρνηση τῆς αἱρέσεώς τους. Ἐμεῖς ὅμως δὲν θὰ σταματήσουμε νὰ τοὺς ἀντιμαχόμαστε.
Ἀρνοῦμαι τὴν αἵρεση, παραμένω πιστὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας.
Λέγει ο Απ. Παύλος: «Τις μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; Τις, δε κοινωνία φωτί προς σκότος; Τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου;» (Β Κορ. 6, 14-15). Διότι ποιός συνεταιρισμός ημπορεί να υπάρχη μεταξύ δικαιοσύνης και ανομίας; Ποιά δε επικοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; Ποιά δε συμφωνία μπορεί να γίνη μεταξύ του Χριστού και του Σατανά; Η ποιό μερίδιο δύναται να έχη ένας πιστός με ένα άπιστο;
Αυτός λοιπόν ο κανόνας δεν ίσχυε μόνον στην παλαιά εποχή, αλλά και σήμερα, για όλους εμάς τους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Ιδιαίτερα μάλιστα θέλει να μας προφυλάξη από την σατανική κατάστρωση των σχεδίων των εχθρών της Ορθοδοξίας και του Έθνους του λεγόμενου οικουμενισμού.
Τι είναι Οικουμενισμός; Λέγει ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος στο βιβλίο του «Οικουμενισμός χωρίς μάσκα»: «Ο Οικουμενισμός είναι ένα κίνημα παγκόσμιο του Διεθνούς Σιωνισμού και έχει ως μοναδικό σκοπό την πολιτική και την θρησκευτική ένωση της ανθρωπότητος. Ο Οικουμενισμός, με λίγα λόγια, είναι ένα καταχθόνιον παγκόσμιον Κίνημα πολιτικόν και θρησκευτικόν, με σκοπόν την υποταγήν της ανθρωπότητος κάτω από μίαν παγκόσμιον Κυβέρνησιν… και την ένωσιν όλων των Θρησκειών εις μίαν Πανθρησκείαν, ώστε να εξαφανισθή ο Χριστιανισμός, να εξαφανισθή η σώζουσα Ορθόδοξος πίστις και να λατρεύεται στο τέλος, αντί του αληθινού Θεού, ο Σατανάς!».
• Παρατηρεί ο Μέγας Βασίλειος:
«Εκείνους που ομολογούν προσποιούμενοι την αληθή ορθόδοξη πίστη, έχουν όμως επικοινωνία με τους φρονούντας διαφορετικά, τους τέτοιους, ούτε αδελφούς να ονομάζουμε».
• Ένα σωτήριο μάθημα πήρε από άγγελο Κυρίου για τους αιρετικούς ο π. Ευμένιος Σαριδάκης, όπως αναφέρεται στον βίο του:
«Ο Γέροντάς μας, π. Ευμένιος Σαριδάκης, προσευχόταν κάποτε για τον διάβολο. Τον σταμάτησε όμως ο Θεός, λέγοντάς του ότι η προσευχή αυτή είναι ατελέσφορη, ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Κάποτε, ο Γέροντας μου εκμυστηρεύθηκε ότι μνημόνευσε στην Πρόθεση τον Ευρωπαίο γνωστό ανθρωπιστή Ραούλ Φολλερώ, παπικό στο δόγμα, επειδή είχε ευεργετήσει το Λεπροκομείο και ήταν πολύ καλός άνθρωπος. Τότε, άγγελος Κυρίου του πέταξε τη μερίδα από το άγιο Δισκάριο τρεις φορές.
Την τρίτη φορά, του εμφανίσθηκε λέγοντάς του ότι εκεί (στην Πρόθεση) έχουν θέση μόνο τα μέλη της Εκκλησίας. Του εξήγησε ότι στο κομβοσχοίνι του μπορεί να βάλη προσευχόμενος τους πάντες, αιρετικούς, ετεροθρήσκους, φονιάδες, εγκληματίες, ασελγείς, το πλήρωμα όλης της οικουμένης, ζώντες και κεκοιμημένους. Στην ευχαριστιακή Αναφορά όμως, μόνο τους Ορθοδόξους, γιατί αυτοί αποτελούν τα μέλη της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».
• Ο δε Άγιος Πορφύριος τονίζει για τους διαλόγους:
« Μη φοβάστε. Οι διαθέσεις του Πάπα ανέκαθεν ήταν να υποτάξη την Ορθόδοξη Εκκλησία και θα έλθη ημέρα, που ο διάλογος θα ματαιωθή• τίποτε δεν πρόκειται να γίνη• άλλωστε τους Ουνίτες, αυτό τον δούρειο ίππο, είναι φως φανάρι ότι τους ενδιαφέρει να αναγνωρίσουν οι Ορθόδοξοι κεφαλήν τον Πάπα και τίποτε περισσότερο».
• Επίσης επεξηγεί κατηγορηματικά:
«Όλος ο κόσμος εδώ στο τηλέφωνό μου, …από όλα τα βασίλεια του κόσμου μου τηλεφωνούν την νύχτα, ότι ώρα να ’ναι. Απ’ όλα τα βασίλεια, Νότιο Αφρική, Κέϊπ Τάουν, Γιοχάνεσμπουργκ, Αμερική… ξέρω κι εγώ… απ’ όλον τον κόσμο. Και ν’ ακουστεί ότι είμαι κι εγώ, έχω ελεύθερο πνεύμα και παραδέχομαι όλες τις θρησκείες; Όχι, δεν παραδέχομαι. Όποιος να μου πη, και ένας άγγελος να έρθη να μου πη, όχι θα του πω, λες ψέμματα, δεν είσαι πνεύμα αγαθόν, είσαι πονηρόν πνεύμα και λες αυτά. Έτσι θα του πω εγώ του αγγέλου, δεν θα τον πιστέψω».
«-Να σας πω, παιδιά, δεν μου αρέσει να διαβάζω ξένα βιβλία, άλλων θρησκειών… Εμείς δεν πρέπει να διαβάζωμε και να παίρνωμε παραδείγματα απ’ αυτουνούς, παρά μόνο από τους θεόπνευστους Πατέρας της Εκκλησίας μας».
• Μας συμβουλεύει ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος:
«Έχουμε ιερόν καθήκον πάντες οι Ορθόδοξοι να καταγγέλλωμεν τον θεοκατάρατον Οικουμενισμόν και πρέπει όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί της Πατρίδας μας, οι Ορθόδοξοι όλου του κόσμου, να ενωθούν εναντίον του. Πρέπει όλοι να γνωρίζουν, ότι ο Οικουμενισμός επιδιώκει τον ενταφιασμόν της Ορθοδοξίας, της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και ότι οδηγεί στην εκθεμελίωσι και αυτό τούτο το Έθνος μας».
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος
Σχολιασμός στο κείμενο της Άγιας και Μεγάλης Συνόδου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον».
Κατά τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας της 15ης Ιουλίου 2016 «η Ιερά Σύνοδος ανέθεσε, άμα τῇ λήψει των επισήμως επικυρωθέντων αντιγράφων των εγκεκριμένων από τη ἐν Κρήτῃ Σύνοδο κειμένων, τη δημοσίευση και τη μελέτη αυτών στη Συνοδική Βιβλική-Θεολογική Επιτροπή, η οποία παράλληλα οφείλει να λαμβάνει υπόψη και ενδεχόμενες παρατηρήσεις και κρίσεις των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών, των θεολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των θεολόγων, των κληρικών, των μοναχών και των λαϊκών. Κατόπιν επισταμένης μελέτης η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει τα πορίσματα αυτής στην Ιερά Σύνοδο».
Αφού η απόφαση της Ιεράς Συνόδου έτσι κι' αλλιώς θα αφορά κάθε άνθρωπο, ζητούνται αναγνώτες να στέλνουν στο πρακτορείο μας τους συλλογισμούς τους και τους σχολιασμούς τους σε αυτό το θέμα.
Υπενθυμίζουμε ότι νωρίτερα στο 15ο τεύχος (159) δημοσιεύτηκε η ανάλυση του Μηνύματος της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον Ορθόδοξο λαό και κάθε άνθρωπο καλής θελήσεως, την οποία έγραψε ο υποψήφιος φοιτητής της Θεολογικής Σχολής Νικολάι. Από το 16ο τευχος (169) και παρακάτω δημοσιεύονται οι σχολιασμοί στο κείμενο "Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον", τους οποίους έγραψε ο π. Μιχαήλ Νοβικόφ.
Τώρα όμως δημοσιεύουμε ακόμα έναν σχολιασμό που μας έστειλε ένας απο τους αναγνώστες μας. Τον έστειλε άμεσα και στη Συνοδική Βιβλική-Θεολογική Επιτροπή, όπως είπε.
Ο αναγνώστης μας είπε για τον εαυτό του ότι είναι λαικός που πράττει όπως τονίζει ο άγιος Θεόδωρος Στουδίτης: «Εἶναι ἐντολή τοῦ Κυρίου νά μή σιωπᾶμε ὅταν κινδυνεύει ἡ Πίστη... ὅταν πρόκειται γιά τήν πίστη, δέν μποροῦμε νά ποῦμε· Ἐγώ ποιός εἶμαι; Εἶμαι ἱερέας; Ὄχι. Ἄρχοντας; Οὔτε. Στρατιώτης; Ἀπό ποῦ; Γεωργός; Οὔτε καί αὐτό. Εἶμαι φτωχός, ἐξασφαλίζοντας μόνο τήν καθημερινή μου τροφή. Δέν ἔχω λόγο, οὔτε ἐνδιαφέρον γιά τό θέμα αὐτό. Ἀλλοίμονο! Οἱ πέτρες θά κράξουν, καί σύ μένεις σιωπηλός καί ἀδιάφορος;... Ὥστε ἀκόμα καί ὁ φτωχός τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως δέν θά ἔχει καμμιά δικαιολογία, ἄν τώρα δέν μιλᾶ, γιατί θά κριθεῖ καί μόνο γι’ αὐτό».
Η 21η ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ«ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ»:
21. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ τήν ἐνίσχυσιν τοῦ ἔργου τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καί Τάξις» καί μετ’ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος παρακολουθεῖ τήν μέχρι τοῦδε θεολογικήν αὐτῆς προσφοράν. Ἐκτιμᾷ θετικῶς τά ὑπ’ αὐτῆς ἐκδοθέντα θεολογικά κείμενα, τῇ σπουδαίᾳ συνεργίᾳ καί ὀρθοδόξων θεολόγων, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν ἀξιόλογον βῆμα εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν διά τήν προσέγγισιν τῶν χριστιανῶν. Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διατηρεῖ ἐπιφυλάξεις διά κεφαλαιώδη ζητήματα πίστεως καί τάξεως, διότι αἱ μή Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι καί Ὁμολογίαι παρεξέκλιναν ἐκ τῆς ἀληθοῦς πίστεως τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Σύνοδος της Κρήτης ενέκρινε το κείμενο «Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον». Με τη 21η παραγράφο που περιέχει απόλυτη «θετική εκτίμηση» εγκρίνονται τα δεκάδες έγγραφα του «Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών». Ο Δούρειος Ίππος της 21ης παραγράφου περιέχει κείμενο με την θετική εκτίμηση των πολλών εγγράφων του Π.Σ.Ε., τα οποία περιλαμβάνουν σαφώς ιδέες που δεν είναι ορθόδοξες. Μ' αυτόν τον τρόπο, βασει της 21ης παραγράφου τα έγγραφα του Π.Σ.Ε. με εναν ασαφή τρόπο αποκτούν την πανορθόδοξη αυθεντία για όλους που υπέγραψαν την απόφαση της Συνόδου στην Κρήτη («Κανονισμός οργανώσες και λειτουργίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» §13.2).
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΝ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΩΝ
Αντίρρηση 1η: Στην 21η παράγραφο δεν αναφέρεται στα συγκεκριμένα έγγραφα που εκτιμηθηκαν θετικά.
Απάντηση: Στην 21η παράγραφο διαβάζουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία «Ἐκτιμᾷ θετικῶς τά ὑπ’ αὐτῆς ἐκδοθέντα θεολογικά κείμενα (δηλαδή όλα τα έγγραφά του Π.Σ.Ε.) , τῇ σπουδαίᾳ συνεργίᾳ καί ὀρθοδόξων θεολόγων».
Αντίρρηση 2η: Στην 21η παράγραφο λέγεται: «Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διατηρεῖ ἐπιφυλάξεις διά κεφαλαιώδη ζητήματα πίστεως καί τάξεως, διότι αἱ μή Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι καί Ὁμολογίαι παρεξέκλιναν ἐκ τῆς ἀληθοῦς πίστεως τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας».
Απάντηση: σε αυτήν την παράγραφο διαβάζουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία «Ἐκτιμᾷ θετικῶς» τα έγγραφα του Π.Σ.Ε. Γι' αυτό η λεγάμενη φράση δεν έχει νομική σημασία διότι:
1. Δεν είναι δυνατό να εκτιμάμε θετικώς και δεν συμφωνούμε στα σπουδαιότερα ζητήματα. Δηλαδή η θετική εκτίμηση υπονοεί την ομόνοια στα βασικά ζητήματα, αλλιώς θα έχουμε μια πολύπλοκη υπόθεση όπως: δεν επιδοκιμάζω την απάτη της γυναίκας μου αλλά επιδοκιμάζω τον τρόπο απάτης της κλπ.
2. Στην 21η παράγραφο λέγεται και για τα έγγραφα του Π.Σ.Ε. και για την επιτροπή του Π.Σ.Ε. Νομικά η λεγάμενη φράση υπάγεται στην δράση των μή Ορθοδόξων Εκκλησιών και Ομολογιών, και όχι στα έγγραφα του Π.Σ.Ε.
Αντίρρηση 3η: Οι επισκόποι στην Κρητικη Συνοδο δεν υπέγραψαν τα έγγραφα του Π.Σ.Ε.
Απάντηση: Οι υπογραφές των επικοπών κειμένου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» επικυρώνουν και τα ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ του (ιδιαίτερα τα έγγραφα του Π.Σ.Ε.), τα οποία αποκτούν την νομική δύναμη. Έτσι η Σύνοδος στην Κρήτη είναι ανώτερο όργανο που επικυρώνει τα έγγραφα του Π.Σ.Ε.
Η εμπειρία των Οικουμενικών Συνόδων δείχνει ότι αυτες έδιναν το εκκλησιαστικό κύρος (έγκυρο) στις αποφάσεις καθιερωμένες νωρίτερα. Έτσι η ΣΤ΄ και Ζ΄Οικουμενικές Συνοδοί επικύρωσαν τους Αποστολικούς Κανόνες και τους κανόνες των οικουμενικών και τοπικών συνοδών και των αγίων πατέρων. Η Σύνοδος στην Κρήτη όμως επικύρωσε τα έγγραφα του Π.Σ.Ε. εξαιτίας 21η παράγραφο.
Να συγκρίνουμε:
– Η ΣΤ΄Οικουμενική Σύνοδος καθόρισε πως οι 85 κανόνες των Αγίων Αποστόλων πρέπει να μείνουν «ἀπὸ τοῦ νῦν βέβαιοι καὶ ἀσφαλεῖς» (ΣΤ΄Οικουμενική Σύνοδος, κανόνας Β΄).
– Η Ζ΄Οικουμενική Σύνοδος. αποδέχεται «ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνει, τῶν ἐκτεθέντων ὑπὸ τῶν ἁγίων σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος, τῶν πανευφήμων Ἀποστόλων» (Ζ΄Οικουμενική Σύνοδος, κανόνας Α΄).
– «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ τήν ἐνίσχυσιν τοῦ ἔργου τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καί Τάξις» καί μετ’ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος παρακολουθεῖ τήν μέχρι τοῦδε θεολογικήν αὐτῆς προσφοράν. Ἐκτιμᾷ θετικῶς τά ὑπ’ αὐτῆς ἐκδοθέντα θεολογικά κείμενα, τῇ σπουδαίᾳ συνεργίᾳ καί ὀρθοδόξων θεολόγων» (Η Σύνοδος στην Κρήτη, το κείμενο «Σχέσεις...», 21η παράγραφος).
Δηλαδή οι επίσκοποι των ΣΤ΄και Ζ΄Οικουμενικών Συνοδών επικύρωσαν τους Αποστολικούς Κανόνες. Ανάλογα οι επίσκοποι του Συνόδου στην Κρήτη επικύρωσαν όλα τα έγγραφα του Π.Σ.Ε., ιδιαίτερα π.χ. τα κείμενα της Λίμα.
Ακόμα μια σύγκριση:
– «Ἐπισφραγίζομεν δὲ καὶ τοὺς λοιποὺς πάντας ἱεροὺς κανόνας, τοὺς ὑπὸ τῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων ἡμῶν ἐκτεθέντας, τουτέστι <…> Βασιλείου ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας» (ΣΤ΄Οικουμενική Σύνοδος, κανόνας Β΄).
– Η Ορθόδοξη Εκκλησία «Ἐκτιμᾷ θετικῶς τά ὑπ’ αὐτῆς ἐκδοθέντα θεολογικά κείμενα, τῇ σπουδαίᾳ συνεργίᾳ καί ὀρθοδόξων θεολόγων» (Η Σύνοδος στην Κρήτη, το κείμενο «Σχέσεις...», 21η παράγραφος).
Έτσι οι κανόνες του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου είναι αυθεντικοί για μας διότι εγκρίθηκαν από την ΣΤ΄Οικουμενική Σύνοδο. Ανάλογα τα κείμενα του Π.Σ.Ε., τα οποία εκρίθηκαν από την «Άγια και Μεγάλη Σύνοδο» αποκτούν το ακλόνητο κύρος για τους ανθρώπους που την αναγνωρίζουν.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Λοιπόν, οι οργανωτές της Συνόδου στην Κρήτη δημιουργησαν διπλή παγίδα: αν λάβουμε το κείμενο «Σχέσεις...» που περιέχει «δούρειο» παράγραφο, πρέπει θα λάβουμε τα κείμενα του Π.Σ.Ε. όπως λαμβάνουμε τους Αποστολικούς Κανόνες κλπ.
Επομένως, μετά την Σύνοδο στην Κρήτη όλα τα ἐκδοθέντα θεολογικά κείμενα του Π.Σ.Ε., τῇ σπουδαίᾳ συνεργίᾳ καί ὀρθοδόξων θεολόγων. Είναι απαράδεκτα για το εκκλησιαστικο πλήρωμα διότι πολλές οικουμενιστικές αποφάσεις του Π.Σ.Ε. είναι αιρετικές και όχι ορθόδοξες.
Η «θετική εκτίμηση» των κειμένων του Π.Σ.Ε. επίσης επεκτείνεται στα επόμενα κείμενα του Π.Σ.Ε. που είναι απαράδεκτα για μας διότι θα μετατρέψουν αυτή την οργάνωση σε πανεκκλησιαστικό όργανο του οποίου οι αποφάσεις θα γίνουν υποχρεωτικές για τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Πηγή: (Το άρθρο είναι μετάφραση από τα Ρωσικά για τις ΑΚΤΙΝΕΣ) Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...