Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ο Κύριος είπε στους μαθητές Του: Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι.
Τι σημαίνει τον σταυρόν αυτού; Γιατί αυτός ο σταυρός αυτού, δηλ. ο ωρισμένος για κάθε άνθρωπο, τίθεται παράλληλα με τον σταυρό του Χριστού;
Ο σταυρός μας: λύπες και παθήματα της επίγειας ζωής, που για κάθε άνθρωπο είναι δικά του.
Ο σταυρός μας: η νηστεία, η αγρυπνία και οι άλλες ευσεβείς ασκήσεις με τις οποίες ταπεινώνεται η σάρκα και υποτάσσεται, στο πνεύμα. Αυτές οι ασκήσεις πρέπει για τον καθένα να είναι ανάλογες με τις δυνάμεις του και γι' αυτό για τον καθένα είναι δικές του.
Ο σταυρός μας: οι αμαρτωλές μας κλίσεις ή τα πάθη μας, που για κάθε άνθρωπο είναι δικά του. Με μερικά από αυτά γεννιόμαστε, με άλλα μολυνόμεθα στον δρόμο της ζωής.
Σταυρός του Χριστού είναι η διδασκαλία του Χρίστου.
Μάταιος και ανώφελος είναι ο σταυρός μας, έστω και αν είναι βαρύς, αν δεν μεταβληθή σε Σταυρό του Χριστού με το να ακολουθούμε τον Χριστό.
Ο Σταυρός του, για τον μαθητή του Χριστού, είναι Σταυρός του Χριστού. Γι' αυτό ο μαθητής του Χριστού είναι απολύτως πεπεισμένος ότι ο Χριστός άγρυπνα τον παρακολουθεί, ότι ο Χριστός του στέλνει τις θλίψεις σαν απαραίτητη και αναπόφευκτη προϋπόθεσι της χριστιανικής ιδιότητος, ότι καμμιά θλίψις δεν θα τον πλησιάζη, αν δεν σταλή από τον Χριστό, ότι με τις θλίψεις ο Χριστιανός γίνεται του Χριστού, συμμέτοχος του κλήρου Του στη γη και —χάρις σ' αυτό— στον ουρανό!
Ο σταυρός του, για τον μαθητή του Χριστού, γίνεται σταυρός του Χριστού. Γι' αυτό ο αληθινός μαθητής του Χριστού θεωρεί ως μοναδικό σκοπό της ζωής του την εκπλήρωσι των εντολών του Χριστού. Αυτές οι αγιώτατες εντολές γι' αυτόν είναι σταυρός, στον οποίον αυτός συνεχώς ανασταυρώνει τον παλαιόν άνθρωπο συν τοις παθήμασιν αυτού και ταις επιθυμίαις.
Γίνεται λοιπόν φανερό γιατί, για να πάρωμε τον σταυρό μας, χρειάζεται προκαταβολικά να απαρνηθούμε τον εαυτό μας ακόμη και μέχρι σημείου να χάσωμε την «ψυχή» μας.
Τόσο πολύ και τόσο γερά εζυμώθη η αμαρτία με την πεσούσα φύσι μας, ώστε ο Λόγος του Θεού δεν παύει να την ονομάζη «ψυχή» του πεπτωκότος ανθρώπου.
Για να πάρωμε στους ώμους τον σταυρό, πρέπει πρώτα να απαρνηθούμε το σώμα, ως προς τις κακές του επιθυμίες, και να του χορηγούμε μόνον τα απαραίτητα για τη συντήρησι. Πρέπει να δούμε την δικαιοσύνη μας μέσω της απάνθρωπης αδικίας ενώπιον του Θεού· το λογικό μας μέσω του τελείου παραλογισμού· και τέλος, αφού με όλη τη δύναμι της πίστεώς μας αφιερωθούμε στον Θεό και στην αδιάκοπη μελέτη και εφαρμογή του Ευαγγελίου, να απαρνηθούμε το θέλημα μας.
Αυτός που απαρνήθηκε τον εαυτό του κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι ικανός να λάβη τον σταυρό του. Με υποταγή στον Θεό, επικαλούμενος τη βοήθεια του Θεού να του ενισχύση τις ασθενείς δυνάμεις, κοιτάζει άφοβα και χωρίς να σαστίζη την θλίψι που πλησιάζει, ετοιμάζεται μεγαλόψυχα και ανδρεία να την υπομείνη, ελπίζει ότι δι' αυτής θα γίνη κοινωνός των παθημάτων του Χριστού, θα φθάση να ακολουθή μυστικά τον Χριστό, όχι μόνο με τον νου και την καρδιά, αλλά και με τα έργα και με όλη του τη ζωή.
Ο σταυρός είναι βαρύς, όσο εξακολουθεί να είναι «ο σταυρός μας». Όταν μεταβληθή σε «σταυρό του Χριστού» γίνεται ασυνήθιστα ελαφρός: Ο ζυγός μου χρηστός εστι και το φορτίον μου ελαφρόν, είπε ο Κύριος.
Ο μαθητής του Χριστού παίρνει στους ώμους του τον σταυρό, όταν ομολογή ότι του άξιζαν οι θλίψεις που του έστειλε η θεία Πρόνοια.
Ο μαθητής του Χριστού τότε και μόνον τότε βαστάζει τον σταυρό του όπως πρέπει, όταν παραδέχεται, ότι αυτές ακριβώς οι θλίψεις που του έστειλε ο Θεός και όχι άλλες, είναι απαραίτητες για την κατά Χριστόν μόρφωσί του και την σωτηρία του.
Το να βαστάζη κανείς τον σταυρό του με υπομονή, αυτό σημαίνει ότι βλέπει σωστά και έχει επίγνωσι της αμαρτίας του. Στην επίγνωσι αυτή δεν υπάρχει κανένα στοιχείο αυταπάτης. Εκείνος που παραδέχεται ότι είναι αμαρτωλός, και ταυτόχρονα γογγύζει και φωνάζει για τον σταυρό του, δείχνει ότι με την επιπόλαιη επίγνωσι της αμαρτίας του απλώς κολακεύει τον εαυτό του και αυταπατάται.
Το να βαστάζη κανείς τον σταυρό του με υπομονή, αυτό είναι η αληθινή μετάνοια.
Ενώ είσαι καρφωμένος στον σταυρό, εξομολογήσου στον Κύριο επί τα κρίματα της δικαιοσύνης αυτού, πρόλαβε την κρίσι του Θεού, κατηγόρησε τον εαυτό σου, και θα λάβης άφεσι των αμαρτιών σου.
Ενώ είσαι καρφωμένος στον σταυρό, ομολόγησε τον Χριστό, και θα σου ανοιχθούν οι πύλες του παραδείσου.
Από τον σταυρό σου δοξολόγησε τον Κύριο, διώχνοντας μακρυά σου κάθε σκέψι γογγυσμού και πικρίας, θεωρώντας τα σαν έγκλημα και βλασφημία.
Από τον σταυρό σου ευχαρίστησε τον Κύριο για το ανεκτίμητο δώρο, για τον σταυρό σου, για την μεγάλη ευλογία σου, για την ευλογία να γίνης μιμητής του πάθους του Χριστού.
Από τον σταυρό θεολόγησε: Ο σταυρός είναι το αληθινό και μοναδικό σχολείο. Το φυλακτήριο και ο θρόνος της αληθινής θεολογίας. Χωρίς σταυρό δεν υπάρχει ζώσα γνώσις του Χριστού.
Μη ζητάς την χριστιανική τελειότητα στις ανθρώπινες αρετές! Δεν βρίσκεται σ' αυτές! Είναι κρυμμένη στον σταυρό του Χριστού!
Ο «σταυρός σου» μεταβάλλεται σε «σταυρό του Χριστού», όταν ο μαθητής του Χριστού τον βαστάζη με πραγματική επίγνωσι της αμαρτωλότητός του που της πρέπει τιμωρία. Όταν τον βαστάζη με ευγνωμοσύνη προς τον Χριστό, με δοξολογία του Χριστού. Η δοξολογία και ευχαριστία δίνουν στον πάσχοντα πνευματική παρηγοριά. Η ευχαριστία και η δοξολογία γίνονται η υπεράφθονη πηγή της απρόσιτης και ακή¬ρατης χαράς, που υπερπλημμυρίζει την καρδιά, ξεχύνεται στην ψυχή, ξεχύνεται ακόμη και στο σώμα.
Ο Σταυρός του Χριστού και μόνον κατά το σχήμα του είναι για τα σαρκικά μάτια στάδιο σκληρό. Για τον μαθητή όμως και οπαδό του Χριστού είναι το αγώνισμα που δίνει τη μεγαλύτερη δυνατή πνευματική ηδονή. Τόσο είναι μεγάλη αυτή η ευχαρίστησις, ώστε η θλίψις καταπίνεται εντελώς από την ευχαρίστησι, και ο οπαδός του Χριστού στις πιο σκληρές δοκιμασίες δοκιμάζει μόνον ευχαρίστησι.
Η νεαρά άγια Μαύρα έλεγε στον νεαρό σύζυγο της Τιμόθεο, που υπέμενε τα φρικώδη βασανιστήρια και την προσκαλούσε να λάβη μέρος στο μαρτύριο: «Φοβούμαι, αδελφέ μου, μη δειλιάσω, όταν θα ιδώ τα φρικτά βασανιστήρια και τον ηγεμόνα να θυμώνη· μήπως λόγω της ηλικίας μου δεν αντέξω και δεν υπομείνω». Της απάντησε ο μάρτυς:
«Έλπισε στον Κύριο μας Ιησού Χριστό, και τα βασανιστήρια θα γίνουν για σένα λάδι, που θα αλείφη το σώμα σου, και δροσερό αεράκι, που θα ανακουφίση όλους τους πόνους σου».
Ο Σταυρός είναι η δύναμις και η δόξα όλων των απ’ αιώνος αγίων.
Ο Σταυρός είναι ο ιατρός των παθών, ο όλεθρος των δαιμόνων.
Θανατηφόρος είναι ο σταυρός για κείνους, που δεν μετέβαλαν τον «σταυρό τους» σε «σταυρό του Χριστού», που όταν έχουν σταυρό γογγύζουν κατά της θείας Προνοίας, την βλασφημούν, απελπίζονται και απογοητεύονται. Οι αμετανόητοι αμαρτωλοί που δεν θέλουν να συναισθανθούν την αξία του σταυρού τους, πεθαίνουν τον αιώνιο θάνατο και στερούνται, εξ αιτίας της ανυπομονησίας τους, την αληθινή ζωή, την ζωή με τον Θεό. Γι' αυτούς η αποκαθήλωσίς τους γίνεται μόνον για να κατεβούν με την ψυχή τους στον αιώνιο τάφο, στην φυλακή του άδου.
Ο Σταυρός του Χριστού, τον μαθητή του Χριστού που σταυρώνεται επάνω του, τον ανυψώνει από τη γη. Ο μαθητής του Χριστού, ο σταυρωμένος στον δικό του σταυρό, φρονεί τα υψηλά, με τον νου και την καρδιά του κατοικεί στον ουρανό και αξιώνεται να θεωρή τα μυστήρια του Πνεύματος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.
Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν —είπεν ο Κύριος— απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι. Αμήν.
Πηγή: Αγιορείτικη Μαρτυρία, Τριμηνιαία έκσοσις Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου,Ιερόν Ησυχατήριον Παντοκράτορος
Από τα ωραιότερα στοιχεία της Προηγιασμένης, χαρακτηριστικά της Λειτουργίας αυτής ως εσπερινής σύναξης, είναι ο σταυροειδής φωτισμός - ευλογία1 του λαού με τη σχετική εκφώνηση «φώς Χριστού φαίνει πάσι», και η ψαλμωδία του «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιον σου...»2 μετά από τα αναγνώσματα.
Το πρώτο λέγεται από τον ιερέα μαζί με το «Σοφία ορθοί»3 μετά το Παλαιοδιαθηκικό ανάγνωσμα από τη Γένεση, το δεύτερο προκείμενο πού ακολουθεί, και το Κέλευσον πού λέει ο αναγνώστης.4 Τότε ο ιερέας κρατώντας θυμιατό στο δεξί χέρι και λαμπάδα, μανουάλιον μετά κηρού, στο αριστερό, στέκεται μπροστά στην Αγία Τράπεζα και φωτίζει σταυροειδώς το λαό, λέγοντας το «Σοφία-ορθοί». Κατόπιν σφραγίζει σταυροειδώς πάλι το λαό, λέγοντας το «φως Χριστού φαίνει πασι».5
Για τη λειτουργική και θεολογική σημασία αυτής της ευλογίας έχουν εκφρασθεί διάφορες απόψεις. Κατά μίαν ερμηνεία το «φως Χριστού»... αναφέρεται στα αναγνώσματα της Παλαιάς Διαθήκης , των οποίων οι συγγραφείς φωτίσθηκαν και εμπνεύσθηκαν από το φως του Χριστού. Επομένως, πρέπει να σχετισθούν με το αληθινό φως της θεογνωσίας πού πηγάζει από το Χριστό και να ερμηνευθούν στην προοπτική του ευαγγελικού φωτός.6
Ο Σμέμαν μιλά για την εκπλήρωση των προφητειών στο πρόσωπο του Χριστού7, και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης δικαιολογεί την ένταξη της εν λόγω φράσης μεταξύ των δύο αναγνωσμάτων ως εξής• "Η μεν Γένεσις τα απαρχής διηγείται, την δημιουργίαν των όντων και την έκπτωσιν τού Αδάμ. Η Παροιμία δε αινιγματωδώς τα περί τού Υιού τού Θεού εκδιδάσκει και τοις δι' αυτού υιοθετηθείσι παραινεί, ώσπερ υιοίς, και Σοφίαν αυτόν τον Υιόν ονομάζει και οίκον οικοδομήσαι εαυτή λέγει, το πανάγιον αυτού σώμα, ... και φώς εστί τα άνω και τα κάτω φωτίζων".8
Το αισθητό, λοιπόν, φώς πού ευλογείται και ανάπτεται την ώρα αυτή γίνεται τύπος του Χριστού, της Σοφίας του Θεού, για την οποίαν αινιγματωδώς κάνουν λόγο οι Παροιμίες•9 "τι δε τύπον του αληθινού φωτός Ιησού Χριστού σημαίνει τούτο το φώς".10
Ορισμένοι επίσης συνδέουν "το φώς Χριστού" με τους κατηχουμένους και κυρίως τους φωτιζόμενους, οι οποίοι από τα μέσα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής προετοιμάζονταν για το βάπτισμα πού γινόταν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Το φώς του Χριστού φαίνει πάσι, και περισσότερο στους φωτιζόμενους,11 των οποίων μάλιστα σε μία ευχή ζητείται ο καταυγασμός της διάνοιάς των.12 Το φώς του βαπτίσματος, ενσωματώνοντας τους κατηχουμένους στο Χριστό, θα ανοίξει το νου τους στην κατανόηση των ρημάτων Του.13
Ο συσχετισμός αυτός όμως, σημειώνει ο καθηγητής Ιωάννης Φουντούλης, είναι εντελώς εξωτερικός• Στην εσπερινή σύναξι δεν παρίσταντο μόνον οι κατηχούμενοι και οι φωτιζόμενοι, αλλά και οι πιστοί. Το φώς Χριστού εξ άλλου λέγεται σ' όλες τις Προηγιασμένες και προ της Τετάρτης της Μεσονηστισίμου εβδομάδος ημέρες, κατά τις οποίες δεν παρίστατο η τάξις των φωτιζόμενων, γιατί δεν είχε ακόμη συγκροτηθεί. Αλλά και κατά τον Γ αιώνα, οπότε για πρώτη φορά απαντά το «φώς Χριστού..» στην Προηγιασμένη14, οι διακρίσεις των τάξεων των κατηχουμένων είχαν πιά ατονήσει.15
Οι ρίζες επομένως της λειτουργικής αυτής πράξης θα πρέπει να αναζητηθούν αλλού, και οπωσδήποτε στο αρχαϊκότατο έθος, κατά το οποίο η υποδοχή του φωτός, το άναμμα των λύχνων στην εσπερινή σύναξη της Εκκλησίας συνοδευόταν με ύμνους, ευλογίες και επευφημίες.
Για τη συνήθεια αύτη μιλούν σαφέστατα ο Τερτυλλιανός ,16 ο Ιππόλυτος Ρώμης17 κ.ά.18 Χαρακτηριστική βεβαίως είναι η μαρτυρία του Μεγάλου Βασιλείου, σύμφωνα με την οποία οι Πατέρες μας υποδέχονταν την χάριν τον εσπερινού φωτός όχι σιωπηλά, αλλά με ευχαριστία και με σχετικό ύμνο, την αρχαίαν φωνήν, το γνωστό δηλαδή τροπάριο του Εσπερινού, φως ιλαρόν, πού το έλεγε ο λαός.19
Ανάλογη επευφημία κατά την υποδοχή και ευλογία του εσπερινού φωτός είναι και το «φως Χριστού φαίνει πάσι», πού διασώθηκε στην Προηγιασμένη ως κατάλοιπο της αρχαίας εσπερινής λατρευτικής πράξης. Είναι ένα είδος αναδίπλωσης του επιλυχνίου ύμνου «φως ιλαρόν...»20
Κατά παλαιά συνήθεια το «φως Χριστού...», φράση πού τον τέταρτο-πέμπτο αιώνα τη βρίσκουμε χαραγμένη ολόκληρη ή συντετμημένη σε λυχνίες21, το έλεγε ο διάκονος, ο οποίος μετέφερε και την αναμμένη λυχνία στην εσπερινή σύναξη του Ναού.22 Ήταν κατά κάποιον τρόπο σύνθημα για το άναμμα των φώτων, τα οποία μέχρι την ανάγνωση των Παροιμιών στην Προηγιασμένη ήσαν κλειστά.23
Από το φως Χριστού... άρχιζε ουσιαστικά και το έργο του νεωκόρου. Αυτό φαίνεται και από ορισμένες μαρτυρίες, σύμφωνα με τις οποίες το «Κέλευσον» δεν το έλεγε ο αναγνώστης, αλλά ο κανδηλάπτης, ζητώντας τρόπον τινά την άδεια να επιτελέσει το υπούργημά του.24
Τον αρχαίο τρόπο ανάμματος, μεταφοράς από το διάκονο και ευλογίας του εσπερινού φωτός στη λειτουργία των Προηγιασμένων, μας τον διασώζουν τόσο τα λειτουργικά χειρόγραφα, όσο και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης. Κατ αυτόν η σταυροειδής σφράγιση και ευλογία του λαού δε γινόταν από το ιερό βήμα, αλλα από το μέσον του Ναού.
Εκεί κατέληγε ο διάκονος εν πομπή, μετά την ευλογία του φωτός πού ζητούσε από τον ιερέα,25 κρατών την λαμπάδα και το θυμιατήριον και προπορευόμενων των αναγνωστών... Και πληρωθείσης της Γενέσεως, φαίνεται ευθύς μετά των φώτων, τας βασιλικάς πύλας εισιών, ανισταμένων απάντων. Ος και εις το μέσον στας του Ναού, ποιείται σταυρού τύπον τω θυμιατηρίω εκφώνως λέγων «Σοφία ορθοί. Φώς Χριστού φαίνει πάσι.» Και εις το άγιον βήμα εισέρχεται.26
Η εισόδευση του διακόνου στο μέσον του Ναού, κατά τη μαρτυρία του Τυπικού της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως του ιγ' αιώνα, δε γινόταν μεταξύ των δύο αναγνωσμάτων, αλλα αμέσως μετά από αυτά. Και εις το τέλος των δύο αναγνωσμάτων λαμβάνει ο διάκονος το μανουάλιον και εισοδεύει λέγων το «φώς Χριστού φαίνει πάσι. Και ευθέως λέγει ο διάκονος Σοφία» και ο πρεσβύτερος «Ειρήνη πάσι» και ο ψάλτης το «Κατευθυνθήτω».27 Αυτή ήταν και η αρχική θέση του «φώς Χριστού...», πού σημαίνει ότι δεν έχει σχέση με τα αναγνώσματα, αλλα με το «Κατευθυνθήτω» . Η μετάθεσίς του μεταξύ των αναγνωσμάτων έγινε αργότερα, προφανώς για να δοθή χρόνος για το άναμμα των φώτων του Ναού, ώστε κατά το «Κατευθυνθήτω» να είναι ο Ναός φωταγωγημένος.28
Από το σημείο μάλιστα αυτό αλλάζει και το κλίμα της όλης ακολουθίας και εισερχόμαστε στο κύριο μέρος της λειτουργίας των Προηγιασμένων, πού είναι η Θεία Κοινωνία. Το αξιοπαρατήρητο δε, πού εδώ μας ενδιαφέρει, είναι η επανάληψη του «Κατευθυνθήτω», δευτέρου στίχου του 140ου ψαλμού, και η κατανυκτική ψαλμωδία του έξι φορές από τον ιερέα και τους χορούς29, ενώ ο ιερέας θυμιά την Αγία Τράπεζα.30
Ο τρόπος ψαλμωδίας του, ως εφύμνιο δηλαδή μετά από κάθε στίχο και συγκεκριμένα τους 1, 3 και 4 του ψαλμού, με «Δόξα... Και νυν...» και με επανάληψη του μελωδικότερα στο τέλος ως περισσή31, μοιάζει με την ψαλμωδία των αντιφώνων του ασματικού τυπικού.32 Φαίνεται έτσι η σύνδεσή του με τον ασματικό εσπερινό, με τον οποιον αρχικά ήταν συνδεδεμένη η Προηγιασμένη στις ενορίες.33
Η όλη του επίσης δομή μοιάζει με αυτήν των προκειμένων. Ένας στίχος προτάσσεται του ψαλμού (πρόκειται) και προψάλλεται, ενώ υποψάλλεται ύστερα κατά τη στιχολογία του ψαλμού ολοκλήρου ή ορισμένων στίχων αυτού.34
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι το «Κατευθυνθήτω» αντιστοιχεί προς το προ του Αποστόλου προκείμενο ή το προ του Ευαγγελίου Αλληλουϊάριο35 και δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως «Κοινωνικό» πού ψαλλόταν σε μια εποχή πού η λειτουργία των Προηγιασμένων ήταν στο πρώτο στάδιο της ανάπτυξής της.36 Άλλωστε αυτό δείχνει και το γεγονός ότι στα χειρόγραφα του «Κατευθυνθήτω» προηγείτο το «Σοφία» ή το «Πρόσχωμεν» ή το «Σοφία-ορθοί». «Πρόσχωμεν. Ειρήνη πάσι», όπως συμβαίνει ακριβώς και στα προκείμενα. Ευαγγελικό ανάγνωσμα έχουμε στις Προηγιασμένες της Μεγάλης Εβδομάδος, καθώς επίσης Απόστολο και Ευαγγέλιο έχουμε στις μνήμες των εορταζομένων αγίων.37
Από την εξέταση της ιστορικής εξέλιξης και της λειτουργικής σχέσης της αρχαίας επευφημίας «φως Χριστού φαίνει πάσι» και του ψαλμικού στίχου «Κατευθυνθήτω ή προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιον σου» με την Προηγιασμένη, είδαμε ότι είναι διπλά και συμπορεύονται στην ακολουθία αυτή.
Έχουμε έτσι μία ευλογία του εσπερινού φωτός στο «φως Ιλαρόν...» και μία στο «φως Χριστού...». Έχουμε επίσης προσφορά θυμιάματος στους ψαλμούς του λυχνικού (140 κλπ.) και στο «Κατευθυνθήτω», πού όπως αναφέραμε ψάλλεται ασματικά ως προκείμενο των αναγνωσμάτων.
Το φαινόμενο αυτό εκφράζει ασφαλώς μία πανάρχαια παράδοση. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι πολύ πιθανόν να προέρχονται από μία παμπάλαια λειτουργική παράδοση και υπήρχαν μαζί σε ένα τύπο παλαιού λυχνικού, πού δεν σώθηκε παρά μόνο μερικώς στην Προηγιασμένη.38
Μέσα στο κατανυκτικό πάντως κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, πού είναι ενταγμένη και η Προηγιασμένη, το «φώς Χριστού φαίνει πάσι» ανυψώνει το νου μας από το κτιστό φώς του κόσμου στο ιλαρό και άκτιστο φώς του Σωτήρα μας, καθόσον μάλιστα «το φώς το αληθινόν ημίν τοίς εν σκότει καθημένοις διά σαρκός έλαμψεν Ιησούς Χριστός, και του φωτός της χάριτος αυτού την οικουμένην επλήρωσε».39
Το δε «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιον σου» απαλύνει και μεταμορφώνει τις καρδιές μας ως ένας από τους ωραιότερους ύμνους μετανοίας, πού μας εισάγει στο δεύτερο μέρος της Προηγιασμένης40, ως «τι φάρμακον σωτήριον και αμαρτημάτων καθάρσιον»41 κατά την περίοδο της πορείας και προετοιμασίας μας για το Άγιον Πάσχα και την Ανάσταση.
Σημειώσεις
1. Δ. Ν. Μωραΐτου, Η λειτουργία των Προηγιασμένων (Παράρτημα της Επιστημονικής Επετηρίδας της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.), Θεσσαλονίκη 1955, σ. 80.
2. Ψαλμ. 140, 2.
3. Παλαιότερα λεγόταν από το διάκονο ή το Σοφία ορθοί από το διάκονο ως παρακέλευση για τον καθορισμό της στάσης του λαού, και το φώς Χριστού... από τον ιερέα. Βλ. Ι. Μ. Φουντούλη, Λειτουργία Προηγιασμένων Δώρων (Κείμενα Λειτουργικής, 8). Θεσσαλονίκη 21978, σ. 15. Π. Ν. Τρεμπέλα, Αι τρεις Λειτουργίαι κατά τους εν Αθήναις κώδικας, Αθήναι 1982, σ. 206.
4. Ι. Μ. Φουντούλη, π.π., σ. 15. Π. Ν. Τρεμπέλα, π.π., σ. 197.
5. Ι. Μ. Φουντούλη, π.π., σ. 77.
6. Δ. Ν. Μωραΐτου, π.π., σ. 95. Ί. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας, τ. Β, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1989, σ. 217.
7. A. Schmemann, Μεγάλη Σαρακοστή πορεία προς το Πάσχα, Μετάφρ. από τα Αγγλικά: Ελένη Γκανούρη, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1984, σ. 87.
8. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος, ΤΝΔ, PG 155, 657 BC.
9. Ι. Μ. Φουντούλη, Λειτουργία Προηγιασμένων Δώρων, σ. 16.
10. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος, ΤΝΔ, PG 155, 657 C.
11. Δ. Ν. Μωραΐτου, π.π., σ. 95.
12. Ευχή υπέρ των προς το άγιον φώτισμα empeπιζομένων Έπίφανον, δέσποτα, το πρόσωπον σου έπί τους προς το φώτισμα βύτρβπιζομένους....
13. A. Schmemann, π.π, σ. 95.
14. Κώδικες Πάτμου 266, Τ. Σταύρου 40. Βλ. J. Mateos, Le Typicon de la Grande Église, Tom. I (Orientalia Christiana Analecta, 165), Roma 1962, σ. 246.
15. Ί. Μ. Φουντούλη, Απάντησες..., τ. Β, σ. 217.
16. Απολογία 1, 39.
17. G. Dix, The Apostolic Tradition of St. Hippolytus of Rome, London: S.P.C.K. 1937, σ. 50-51.
18. Ν. Ουσπένσκυ, Η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Ιστορία και πράξη, Μετάφρ., Σχόλια Μ. Πρωτ/ρου Δημ. Βακάρου, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 59-65.
19. Μ. Βασιλείου, Περί Αγίου Πνεύματος, PG 32, 205. Για τον ύμνο αυτό βλ. Άλ. Σ. Κορακίδου, Αρχαίοι ύμνοι: 1. Η Επιλύχνιος Ευχαριστία φως ιλαρόν αγίας δόξης..., Αθήναι 1979.
20. Ί. Μ. Φουντούλη, Λειτουργία Προηγιασμένων Δώρων, σ. 16.
21. Ί. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Β, σ. 218-219. N. D. Uspensky, π.π., σ. 61-62.
22. Για τη συνήθεια να μεταφέρει ο διάκονος τη λυχνία στην εσπερινή σύναξη, βλ. I. E. Rahmani, Testamentum Domini nostri Jesu Christi, Mainz 1899, σ. 2, 11. Horner, The statutes of the Apostles of Canones Ecclesiastici, London 1904, σ. 159161. N. D. Uspensky, π.π., σ. 61-62.
23. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος, ΤΝΒ. PG 155, 653Β: Ουδέ φώτα ανάπτονται άχρι και της παροιμίας εν τη Προηγιασμένη λειτουργία.
24. Ι. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Β, σ. 220.
25. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος, ΤΝΔ, PG 155, 657 CD: Διακόνου συλλειτουργούντος ιερεί, προσέρχεται αυτώ ούτος η τω αρχιερεί λετουργούντι. Και λαμπάδα ανάπτων, προ του εξελθείν, φησίν Ευλόγησον, δέσποτα, το φως. Και ο αρχιερεύς ή ο ιερεύς, ευλογών το φως, φησίν Ότι συ ει ο φωτισμός ημών, Χριστέ ο Θεός ημών, πάντοτε. Και ούτω προ της Παροιμίας εξέρχεται ο διάκονος.
26. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος, ,PG 155, 657 A. Βλ. καί Δ. Ν. Μωραΐτου, π.π., σ. 89. N. D. Uspensky, π.π., σ. 6263. Ί. Μ. Φουντούλη, Λειτουργία Προηγιασμένων Δώρων, σ. 15. Του ιδίου, Απαντήσεις..., τ. Β, σ. 219.
27. J. Mateos, π.π., σ. 246.
28. Ι. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Β, σ. 220-221.
29. Η συνήθεια αυτή είναι νεότερη και μαρτυρείται από το ΙΣΤ αιώνα. Μέχρι την εποχή εκείνη το Κατευθυνθήτω ψαλλόταν από το λαό. Γι αυτό και στις πηγές μαρτυρείται ότι ο ψάλτης κατήρχετο του Κατευθυνθήτω. Βλ. Π. Ν. Τρ6μπέλα, Αι τρείς Λειτουργίαι..., σ. 206. Δ. Ν. Μωραΐτου, π.π., σ. 80.
30. Ι. Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 21984, σ. 53. N. D. Uspensky, π.π σ. 56-57. Κατά την ψαλμωδία του Κατευθυνθήτω ... γίνονται τρεις μεγάλες μετάvοιες ή κατά μίαν άλλη παράδοση οι πιστοί γονατίζουν. Βλ. Π. Ρομπότου, Λειτουργική, εν Αθήναις 1869, σ. 257.
31. Ι. Μ. Φουντούλη, Λειτουργία Προηγιασμένων Δώρων, σ. 36.
32. V. Janeras, La partie vespérale de la liturgie byzantine des présanctifiés, Orientalia Christiana Periodica, 30 (1964) 207-209.
33. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης περιγράφει αυτήν ακριβώς την τάξη. Βλ. Διάλογος, ΤΝΓΤΝΕ, PG 155, 656 C 660 Α. Δ. Μωραΐτου, π.π., σ. 8791. Ί. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Γ, σ. 107-108. Του ιδίου, Λειτουργικές ιδιομορφίες των ακολουθιών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, στο Αξίες και Πολιτισμός. Αφιέρωμα στον Καθηγητή Ευάγγελο Θεοδώρου, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1991, σ. 234. Για το θέμα αυτό βλ. και M. Arranz, La Liturgie des Présenctifiés de lancien Euchologe byzantin, Orientalia Christiana Periodica 47 (1981) 332-388.
34. Ι. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Γ, σ. 105-106.
35. Π. Ν. Τρεμπέλα, Αι τρεις Λειτουργίαι..., σ. 206.
36. A. Schmemann, π.π., σ. 67.
37. Ι. Μ. Φουντούλη, Η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, σ. 17. Π. Ν. Τρεμπέλα, Αι τρεις Λειτουργίαι..., σ. 206.
38. V. Janeras, π.π. Ι. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Γ, σ. 108-109.
39. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος, ΤΝΔ, PG 155, 657 Β.
40. A. Schmemann, π.π, σ. 67.
41. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις τον ρμ ψαλμόν, ΕΠΕ 7, 274.
Πηγή: Περιοδικό Εφημέριος Μάρτιος 2003, Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον
Ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχει νὰ ἐπιδείξει ἡ ἀνθρωπότητα μέσα στὴν ἱστορία της, ἐντοπίζεται στὸ πρόσωπο «τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας».
Ἐξέχουσα καὶ μοναδικὴ ἡ θέση της στὴ ζωὴ τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας μὲ τὶς πολλὲς καὶ διαφορετικὲς ἑορτές της, μὲ τὶς προσφιλεῖς στοὺς πιστοὺς Ἀκολουθίες της. Μάλιστα στὴν κατανυκτικὴ περίοδο τῆς «Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς» οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅρισαν νὰ ψάλλεται ἡ Ἀκολουθία τῶν «Χαιρετισμῶν» γιὰ νὰ στηρίζει τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας.
Θαυμάζουμε τὸν σοφὸ ποιητὴ καὶ ὑμνογράφο, ὁ ὁποῖος ἐπιχειρεῖ μὲ ἱερὸ ἐνθουσιασμὸ καὶ εὐλάβεια νὰ τιμήσει τὴν πανύμνητη Μητέρα «τοῦ πάντων ἁγίων ἁγιωτάτου Λόγου».
Στὸ πρῶτο «χαῖρε» ποὺ ἀπηύθυνε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ πρὸς τὴ Θεοτόκο τὴν ἡμέρα τοῦ «Εὐαγγελισμοῦ», ὁ ποιητὴς προσθέτει δεκάδες «χαῖρε» γιὰ νὰ ἐκφράσει τὴν πνευματικὴ ἀγαλλίαση ποὺ προκαλεῖ στὴν ψυχή του τὸ πανάγιο Πρόσωπό της.
Ἀνάμεσά τους εἶναι καὶ ὁ στίχος «χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων». Τὸν ἀκοῦμε στὴ Β΄ στάση τῶν «Χαιρετισμῶν». Χαῖρε, τῆς λέγει, ἐσὺ ποὺ συνετέλεσες καὶ ἔγινες ἡ αἰτία ν’ ἀνορθωθεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Μᾶς θυμίζει ὁ στίχος αὐτὸς τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ πῶς ἡ Παναγία μας ἔγινε ἡ αἰτία τῆς ἀνορθώσεώς μας.
Μέσα στὸ ἀσφαλὲς λιμάνι τοῦ Παραδείσου ὁ ἄνθρωπος ὑπέστη τὸ πιὸ τρομερὸ ναυάγιο, ὄχι λόγῳ τοῦ σφοδροῦ ἀνέμου ἢ τῆς μεγάλης τρικυμίας, ἀλλὰ ἐξαιτίας τοῦ ἐγωισμοῦ του καὶ τῆς κακῆς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας του. Ἔσπευσε νὰ λάβει ἀγαθὰ ποὺ δὲν τοῦ ἀνῆκαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάσει καὶ ὅσα εἶχε καὶ αὐτὰ ποὺ θὰ λάμβανε ἀργότερα ἀπὸ τὸν Θεό.
Ἡ πτώση ἔγινε, ἡ ἔξωση ἀπὸ τὸν Παράδεισο ἀκολούθησε. Καὶ τώρα; Ξεκινάει μιὰ πορεία ὄχι πρὸς τὰ ἄνω, ὅπως εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, ἀλλὰ πρὸς τὰ κάτω μὲ σύντροφο τὸ κακό, τὴν ἁμαρτία. Ἀλλάζουν οἱ σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπο. Ὁ Θεὸς γίνεται ξένος καὶ πρόξενος φόβου, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀδὰμ κρύβεται. Ἡ θλίψη, ὁ πόνος, ἡ ἀσθένεια γίνονται οἱ ἀχώριστοι σύντροφοί του, καὶ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ τρώει τὸν ἄρτο του μὲ τὸν κόπο καὶ τὸν ἱδρώτα τοῦ προσώπου του. Τὸ ψεῦδος καὶ ἡ πλάνη κυριαρχοῦν παντοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀναλαμβάνει τὶς εὐθύνες τῶν πράξεών του, ἐνῶ ἀπουσιάζει ἀπὸ τὴ ζωή του ἡ συντριβὴ καὶ ἡ μετάνοια. Τέλος, ἡ σταδιακὴ καὶ ἐθελοντική του ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸν ὁδήγησε στὸ θάνατο. Γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Ἀδὰμ γίνεται αὐτόπτης μάρτυρας τοῦ φοβεροῦ μυστηρίου τοῦ θανάτου, βλέποντας τὸν δολοφονηθέντα γιό του Ἄβελ νὰ διαλύεται στὴ γῆ.
Σ’ αὐτὴ τὴν τραγικὴ κατάσταση ὁδήγησε ἡ ἁμαρτία τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἐνῶ ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα κατρακυλοῦσαν στὴν ἀπώλεια, ὁ πανάγαθος Θεὸς θέτει σὲ ἐφαρμογὴ τὸ σχέδιο ποὺ εἶχε προαιωνίως ἀποφασίσει γιὰ τὴν ἀνόρθωση τοῦ πλάσματός Του. Ἔρχεται ὁ Ἴδιος ὡς ἄνθρωπος στὴ γῆ μέσα ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Αὐτὴν ἐπέλεξε ὁ Θεὸς νὰ γίνει Μητέρα Του. Ἔκθαμβη ἀκούει τὸ ἀρχαγγελικὸ μήνυμα καὶ μὲ ἀπόλυτη ὑπακοὴ καὶ ταπείνωση δέχεται νὰ κυοφορήσει στὰ μητρικά της σπλάχνα Ἐκεῖνον, ποὺ θ’ ἀνόρθωνε καὶ θὰ ἔσωζε τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του. Αὐτὴ γεννᾶ τὸν Ἀνορθωτή. Αὐτή, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «τὸν μὲν Θεὸν Υἱὸν ἀνθρώπου ἐποίησεν, υἱοὺς δὲ Θεοῦ τοὺς ἀνθρώπους ἀπειργάσατο» (ΕΠΕ 10, 446). Τὸν μὲν Θεὸ ἔκανε Υἱὸ ἀνθρώπου, τοὺς δὲ ἀνθρώπους ἔκανε υἱοὺς τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Παναγία ἄνοιξε καὶ πάλι τὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὸν οὐρανό. Ἀνόρθωσε τὸ πεσμένο στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο ἀνθρώπινο γένος. Αὐτὴ ἡ ἀνόρθωση τοῦ ἀνθρώπου φαίνεται κυρίως στὸ πρόσωπο καὶ τὴ ζωὴ τῆς ἴδιας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. «Ζωὴ πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση ὅλων τῶν ἀρετῶν, ψυχὴ καθαρότερη ἀπὸ τὸ φῶς, σῶμα λαμπρότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο», ὅπως ἀναφέρει ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, ἦταν ἡ ζωή της (Λόγος εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς Θεοτόκου).
Αὐτὴ τὴ ζωή της καλούμαστε νὰ μιμηθοῦμε ὅσοι τὴν τιμοῦμε καὶ τὴ μακαρίζουμε. Ἰδιαίτερα αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς «Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς» ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μὲ κατάνυξη καὶ συντριβὴ μᾶς καλεῖ νὰ ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ ἐλέγξουμε τὶς πράξεις μας, νὰ μετανοήσουμε γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ ν’ ἀγωνισθοῦμε γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τὴν ἀνόρθωσή μας.
Συμπαραστάτη, σύμμαχο στὸν ἀγώνα μας αὐτὸ ἔχουμε τὴ Μητέρα μας, τὴν Παναγία.
Ἂς ἀτενίζουμε μὲ βλέμμα ἱκεσίας τὴν ἁγία μορφή της.
Ἂς ἀντλοῦμε θάρρος ἀπὸ τὴ στοργή της.
Ἂς παρηγορούμαστε γιὰ τὶς μέχρι τώρα πτώσεις μας καὶ ἂς τὴν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς δίνει δύναμη, ὥστε ἀνορθωμένοι νὰ βαδίζουμε πρὸς τὴν παμπόθητη Βασιλεία τοῦ Υἱοῦ της.
Πηγή: O Σωτήρ , Θρησκευτικά
Εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω.
Χριστιανοί μου σήμερα πρώτη Κυριακή της Σαρακοστής, είναι η μεγάλη ημέρα της Ορθοδοξίας. Η Κυριακή της Ορθοδοξίας είναι αφιερωμένη στις νίκες της Εκκλησίας μας εναντίον όλων των εχθρών της και ιδιαιτέρως των εικονομάχων, που κατασπάραξαν το σώμα της περισσότερο από εκατό χρόνια.
Το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, αναφέρεται στα ηρωικά κατορθώματα των δικαίων και των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης.
Με όσα θαυμαστά μας περιγράφει ο Απόστολος Παύλος, μας βάζει σιγά σιγά μέσα στην τραγική ατμόσφαιρα και των συγχρόνων πολέμων εναντίον της Ορθοδοξίας.
Έχουν ήδη ανοίξει αδελφοί μου οι φρικτές πύλες της Κολάσεως και ξεχύθηκαν οι δαιμονικές ακρίδες της, που δηλητηριάζουν και σκοτώνουν τις ψυχές των Ορθοδόξων χριστιανών.
Η λύσσα κατά της Εκκλησίας, των ιερέων και των θεσμών της είναι πρωτοφανής. Τα μέτωπα αυτού του πολέμου είναι κυρίως τρία:
Ο πρώτος πόλεμος προέρχεται από τις σκοτεινές δυνάμεις. Δεν είναι μόνον η αθεΐα, η απιστία, ο υλισμός, ο πιθηκισμός, η νεωτέρα ειδωλολατρία και λοιπά, αλλά κυρίως η μασονία, ο χιλιασμός και τα αποκρυφιστικά συστήματα.
Και η μεν μασονία πίσω απ’ την καρναβαλίστικη μάσκα της φιλανθρωπίας κρύβει και σκεπάζει μια δαιμονική θρησκεία με σκοτεινές τελετές τριάντα τριών βαθμών.
Ο δε χιλιασμός είναι σατανική οργάνωσις και όχι θρησκεία, που διευθύνεται από έναν φοβερά μεγάλο οικονομικό οργανισμό από το Μπρούκλιν της Αμερικής.
Οι ομάδες πάλι παραψυχολογίας, αστρολογίας, πνευματισμού, υπνωτισμού, μαγείας και αποκρυφιστικών συστημάτων είναι ατέλειωτες. Οι επίσημες οργανωμένες αποκρυφιστικές αυτές ομάδες, είναι περίπου εκατόν τριάντα, μόνον στην Αττική, αστρολόγοι δε μάγοι, μέντιουμ και λοιπά είναι περισσότεροι από δέκα χιλιάδες.
Όλες αυτές οι σκοτεινές δυνάμεις είτε ενεργούν συλλογικά, είτε με την δύναμιν της εξουσίας και του χρήματος, έχουν κάμει μια θανάσιμη αγκαλιά που περισφίγγουν μεθοδικά και ύπουλα το σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας διασύροντας την τιμήν των ιερέων και των επισκόπων της, χλευάζοντες τα μυστήρια και κοροϊδεύοντες την αγία μας πίστη. Δηλαδή επιδιώκουν τον εξευτελισμό και τον παραγκωνισμό της Ορθοδοξίας.
Ο δεύτερος πόλεμος προέρχεται από τους αιρετικούς. Εκατοντάδες αιρέσεις προτεσταντών ανενόχλητοι οργώνουν και δρούνε μέσα στην Ορθόδοξη πατρίδα μας. Μεγάλη η δύναμις και με την ανοχή των πολιτικών μας για να μην χάσουν ψήφους, έχουν αποκτήσει οι Πεντηκοστιανοί και οι Ευαγγελικοί. Με τους Προτεστάντες μαζί έχουμε και τους παπικούς. Επίσης τους μονοφυσιτίζοντες της Ανατολής, και τους οπαδούς του λεγομένου Οικουμενισμού.
Άλλο Οικουμενική Εκκλησία και άλλο Οικουμενισμός. Με το Οικουμενικό της, -το Πατριαρχείο μας είναι Οικουμενικό,- η Εκκλησία του Χριστού μαθητεύει πάντα τα έθνη και είναι μία, Αγία, Καθολική, Αποστολική. Ο Χριστός είναι ο ενανθρωπίσας Θεός Λόγος, ο Θεάνθρωπος Κύριος.
Είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός όστις εσταυρώθη επί Ποντίου Πιλάτου, και ανέστη εκ νεκρών την Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς. Όχι μόνον για μας τους Ορθοδόξους, αλλά και για ολόκληρον τον κόσμον, για την Οικουμένην όλην, ο Χριστός είναι η ουσία και ο νους, η διάνοια και η καρδιά, η συνείδησις και το αγαθόν, η αρετή και η αγάπη, ο σκοπός και η ζωή.
Ο Χριστός είναι η αλήθεια και η δικαιοσύνη, η χαρά και η θέωσις, η χριστοποίησις και ο αγιασμός, η Τριαδοποίησις και η σωτηρία, ο Σταυρός και η Ανάστασις, η Ανάληψις και η Πεντηκοστή, η Αθανασία και η Αιωνιότης. Και όχι μόνον. Ο Χριστός είναι το δάκρυ και ο στεναγμός της μετανοίας, ο Μυστικός Δείπνος και η Θεία Ευχαριστία, είναι τα επτά μυστήρια, είναι το δόγμα και η πίστις, είναι το πηδάλιον της Εκκλησίας, και η Ιερά Παράδοσίς της.
Είναι τα μυροβλύζοντα λείψανα των αγίων της, είναι οι μυριάδες των μαρτύρων και των ομολογητών της, είναι τα μιλιούνια των οσίων, είναι οι σεπτές εικόνες, είναι το κερί και το λιβάνι, είναι το καντηλάκι και το τριμμένο κομποσκοινάκι. Είναι ο Παράδεισος, είναι η Θεία Μακαριότης.
Όλα αυτά είναι ο Χριστός και μόνον ο Χριστός διά μέσου της Θεανθρωπότητός Του. Διά μέσου του Θεανθρωπίνου σώματός Του.
Δηλαδή της μιας και Αγίας Εκκλησίας, Εκκλησίας Αποστολικής, Εκκλησίας Αγιοπατερικής, Εκκλησίας Αγιοπαραδοσιακής, Εκκλησίας Οικουμενικής, δηλαδή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Με δυο λόγια, ο Θεάνθρωπος Χριστός, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία. Τα περισσότερα από αυτά που είπαμε είναι του Μεγάλου Ορθοδόξου Θεολόγου, του πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς του Σέρβου. Όλα όσα ειπώθησαν για τον Χριστό και την Εκκλησίαν Του, ανήκουν στον όρο Οικουμενικότης.
Οικουμενισμός όμως τι είναι; Οικουμενισμός είναι ένα τραγικό συνονθύλευμα θρησκειών και αιρέσεων που παρασύρει και τους Ορθοδόξους σαν ισότιμα μέλη σε μια παγκόσμια θρησκευτική ένωση. Ο Οικουμενισμός θέλει την Ορθοδοξία σαν ισότιμο μέλος, διότι πιστεύει ότι η αλήθεια της πίστεως έχει διαιρεθεί, σε πολλά πολλά κομμάτια.
Κάθε δε χριστιανική ομολογία και αίρεσις, όπως και κάθε θρησκεία, ο Ισλαμισμός, ο Βουδισμός, ο Βραχμανισμός και λοιπά, έχουν δήθεν από ένα κομμάτι αυτής της αλήθειας. Και πρέπει, μας λέγει ο Οικουμενισμός, αυτά τα κομμάτια να ενωθούν σε ένα.
Όλα αυτά όμως είναι πλάνη και ψεύδος και απάτη. Διότι το αξιοθρήνητο αυτό κατασκεύασμα έχει σαν αποτέλεσμα τον συγχρωτισμό, τον συγκρητισμό, την σύγχυση και την κατάργηση των ιερών κανόνων και των δογμάτων της Ορθοδόξου ημών πίστεως.
Η Ορθοδοξία χριστιανοί μου έχει και την συνείδηση και την πίστη ότι κατέχει όλη την αλήθεια και όχι μόνον ένα μέρος. Ότι αυτή και μόνον είναι η μία Αγία και Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, έχει δε στα σπλάχνα της το Άγιον Πνεύμα που την οδηγεί πάντοτε εις πάσαν την αλήθειαν. Διότι όντως είναι Εκκλησία Θεού Ζώντος, στύλος και εδραίωμα της αληθείας, όπως βεβαιώνει ο Απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Τιμόθεον Επιστολήν του.
Και πάντα ταύτα στηρίζονται στην θεόπνευστη αποκάλυψη της Αγίας Γραφής, και στις αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων. Άρα εμείς δεν ψάχνουμε για καμιά αλήθεια, διότι ολόκληρη υπάρχει μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, φυλάσσεται ακεραία και προσφέρεται ανόθευτη.
Άν λοιπόν οι ξένες χριστιανικές ομολογίες και θρησκείες θέλουν ένωση, ας εγκαταλείψουν τις δοξασίες και τις πλάνες τους, και ας ενταχτούν αυτές στο Σώμα της Ορθοδοξίας και όχι εμείς σ’ εκείνες. Εμείς δεν συμβιβαζόμαστε με κανέναν και για τίποτα.
Δεν υποχωρούμε ιώτα έν.
Μια άλλη θανάσιμη απειλή εκτός του Οικουμενισμού και των αιρέσεων που αναφέραμε, είναι το κράτος του Βατικανού. Οι Φραγκολεβαντίνοι παπικοί. Τα αμέτρητα πλοκάμια τους σφίγγουν ολοένα και περισσότερο το Σώμα της Ορθοδόξου πίστεώς μας. Οι Ουνίτες, που είναι ο Δούρειος Ίππος του παπισμού, με απερίγραπτη μανία σπαράζει τους Ορθοδόξους χριστιανούς στη Ρουμανία, στην Πολωνία, στην Τσεχία, στην Σλοβακία, στην Ουκρανία, ακόμα και μέσα στη Ρωσία.
Οι πιέσεις αφόρητες, το χρήμα άφθονον και η προπαγάνδα οργιάζει.
Το πιο τραγικό θύμα του παπισμού είναι ο Ορθόδοξος Σερβικός λαός. Ο διαμελισμός και το δράμα της Γιουγκοσλαβίας, υποκινήθηκε και σχεδιάστηκε από τους κύκλους του Βατικανού, με τις πλάτες βέβαια της Ευρώπης. Έτσι χρησιμοποίησε τις μεγάλες Δυτικές δυνάμεις, για να εξοντώσει τους Σέρβους Ορθοδόξους χριστιανούς, όπως το έκαμε και το 1940-43 με τους 800.000 νεκρούς Σέρβους Ορθοδόξους χριστιανούς, από τους παπικούς Κροάτες Ουστάσι.
Έχουν εξαγοράσει όλα τα Ευρωπαϊκά μέσα ενημερώσεως, και εξαπολύουν ένα φοβερό όργιο συκοφαντιών, και ψευδών ειδήσεων για να επηρεάζουν την παγκόσμια κοινή γνώμη εναντίον των Ορθοδόξων. Ο μεγαλύτερος λοιπόν κίνδυνος για την Ορθοδοξία μας προέρχεται από την φρικτή προπαγάνδα των παπικών. Γι’ αυτό και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο μεγάλος αυτός Εθναπόστολος του Έθνους και της Εκκλησίας έλεγε: «Τον Πάπα να καταράσθε αδελφοί μου, αυτός είναι η συμφορά του Έθνους».
Ας αφήσουμε όμως τον Πάπα και το Βατικανό, και ας έλθουμε στον τρίτο πόλεμο. Δυστυχώς, ο τρίτος αυτός πόλεμος προέρχεται από μας τους ίδιους. Είναι δική μας αιμορροούσα πληγή. Έχει δε δύο όψεις. Η μία είναι η διχόνοια και η άλλη η αδιαφορία. Έτσι εύκολα διαιρούμεθα και σε τίποτα δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε.
Μας λείπει η αγάπη, η κατανόησις, η καλοσύνη, η σύμπνοια, και όταν ακόμα ενεργούμε συλλογικά και σε ομάδες, πάλι δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε καθόλου. Έχουμε τον ίδιο πνευματικό πατέρα, κι όμως μεταξύ μας διαφωνούμε και δεν μπορούμε να πάρουμε μια σωστή ορθή απόφαση. Έχουμε την ίδια πίστη, κοινωνούμε από το ίδιο Άγιον Ποτήριον, λειτουργούμεθα μέσα στους ίδιους ναούς και όμως μεταξύ μας είμεθα διαιρημένοι.
Όχι μονιασμένοι, όχι αγαπημένοι, δεν βαστάζουμε αλλήλων τα βάρη, δεν μακροθυμούμε, δεν ρίχνουμε κάτω τον εγωισμό μας, δεν υποχωρούμε, δε δίνουμε τόπο στην οργή και στον εγωισμό μας. Πώς κατόπιν όλων αυτών να στερεωθούμε στην πίστη και να ανέβουμε πνευματικά;
Επίσης υπάρχει και η δευτέρα όψις, της αδιαφορίας. Αδιαφορούμε για όλους και για όλα και προπαντός για τα θέματα της πίστεως.
Η αδιαφορία συντηρεί την ημιμάθεια. Η ημιμάθεια τρέφει τις δεισιδαιμονίες τον φανατισμό και το πείσμα. Αν αδιαφορήσουμε παραδείγματος χάριν στα σήματα κυκλοφορίας κινδυνεύουμε να σκοτωθούμε. Και αν αδιαφορήσουμε στις εντολές των γιατρών, η πίεσις θα ανέβη στα είκοσι. Η ημιπληγία καιροφυλακτεί και το έμφραγμα παραμονεύει. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με την αδιαφορία μας στα θέματα της πίστεως και σωτηρίας. Ο θάνατος της ψυχής, δηλαδή η κόλασις, καραδοκεί για μας, για τις ψυχές μας.
Δυστυχώς τα φαινόμενα της διχόνοιας και της αδιαφορίας, μερικές φορές τα δίνουμε και μείς οι ρασοφόροι παντός βαθμού. Άλλωστε αυτό το βλέπουμε και στις αναλύσεις της Αποκαλύψεως που κάνουμε τώρα κάθε Κυριακή.
Οι σκοτεινές λοιπόν δυνάμεις, ο διεθνής Σιωνισμός και η Μασονία, τα αποκρυφιστικά συστήματα και ο χιλιασμός, η πληθώρα των αιρετικών και οι φραγκολεβαντίνοι παπικοί, οργιάζουν ανενόχλητοι εις βάρος όλων των Ορθοδόξων αλλά και της πατρίδος μας. Η πίστις μας, μαζί με την Ορθόδοξη Εκκλησία μας και πάλι είναι σε κίνδυνο. Οι εχθροί της καθημερινώς πολλαπλασιάζονται. Ας μη μένουμε αργοί και νωθροί. Ας μην αδιαφορούμε. Ας μιμηθούμε λοιπόν τους Αγίους της πίστεώς μας, τους μάρτυρας και τους ομολογητάς μας, να γίνουμε και μείς σαν κι αυτούς, ισχυροί εν πολέμω, να γίνουμε ισχυροί και δυνατοί.
Να πετάξουμε από πάνω μας την δειλία διότι ου γαρ έδωκεν ημάς ο Θεός πνεύμα δειλίας αλλά δυνάμεως. Οι σκοτεινές δυνάμεις και οι αιρετικοί, μπορεί να διαθέτουν και χρήμα, και κοσμική δύναμη και πολλούς κουλτουριάρηδες υποστηρικτές.
Εμείς όμως οι Ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε την μεγάλη δύναμη της ευσεβείας μέσα από τη νηστεία, την αγρυπνία και ιδιαιτέρως την προσευχή.
Έχουμε ακόμα για βοήθεια τους αγγέλους, τους Αγίους και προπαντός την Παναγία μας, την Υπεραγία Θεοτόκο, και η κραταιά δύναμις του Αγίου Θεού μεγαλώνει όσο εμείς κρατούμε ανόθευτη την διδασκαλία των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Και όση δύναμη και οργάνωση και αν διαθέτει το κράτος του Βατικανού, όσο ύπουλα και αν χρησιμοποιεί τα πάντα, μπροστά στην πνευματική δύναμη της Ορθοδοξίας θα πέσουν σαν χάρτινοι πύργοι, θα εξαφανιστούν σαν πλαστικά λιονταράκια.
Τη δύναμη την διαθέτουμε, αλλά σωστά την χρησιμοποιούμε;
Γι’ αυτό λοιπόν όσοι πιστοί «Στώμεν Καλώς»!
Όσοι πιστοί, «Πρόσχωμεν»,
Όσοι πιστοί, «Γρηγορείτε και Προσεύχεσθε»!
Και όλοι μαζί ας φωνάξουμε : «Ουκ αρνησόμεθά σε φίλη Ορθοδοξία». Δεν θα σε αρνηθούμε ποτέ φίλη και πιστή μας Ορθοδοξία.
Και αν το καλέσουν οι περιστάσεις και οι καιροί, χίλιες φορές για την πίστη του Χριστού την Αγία ας πεθάνουμε,
Αμήν.
Πηγή: Αναβάσεις
Ἐν Κυθήροις τῇ 16ῃ Φεβρουαρίου 2015
Ἀριθ. Πρωτ.: 190
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
(ὑπ' ἀριθ. 127/2015)
Προς
Τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τόν Χριστώνυμον Λαόν
τῆς καθ' ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων
«Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται˙ οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε, ἀναζωσάμενοι τὸν καλὸν τῆς Νηστείας ἀγῶνα˙ οἱ γὰρ νομίμως ἀθλοῦντες, δικαίως στεφανοῦνται...»
(Στιχηρόν τῶν Αἴνων τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί καί Συλλειτουργοί,
Ἀδελφοί μου Χριστιανοί, Τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά˙
Εὐλογημένη, εὔδρομη, εἰρηνική καί ἀγλαόκαρπη ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή!
Τό σάλπισμα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας ἤχησε ἀνά τήν Χριστιανική Οἰκουμένη. Μέ τήν εἴσοδό μας εἰς τήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ἔχει ἀνοίξει τό ἱερό στάδιο τῶν ἀρετῶν καί προσκαλοῦνται οἱ ἀθληταί νά εἰσέλθουν εἰς αὐτό μέ τήν ἐλεύθερη βούλησί τους, ἀβίαστα, μέ ἱερό ζῆλο καί προθυμία, μέ σταθερότητα καί ἀποφασιστικότητα, μέ πίστι καί ἐμπιστοσύνη στό Θεό καί μέ πόθο καί ἐνδιαφέρον γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
Δέν εἶναι σάν τά συνήθη ἀθλητικά στάδια τό στάδιο τῶν ἀρετῶν. Ἐδῶ γυμνάζονται μέ τήν σωματική ἄσκησι, τήν σωματική νηστεία, τά σώματα μέ τίς μετάνοιες καί τίς γονυκλισίες, μέ τήν ὀρθοστασία στήν προσευχή καί τήν ἀγρυπνία, ἀλλά πρωτίστως καί κυρίως κάνει τά πνευματικά της γυμνάσματα ἡ ψυχή.
Ἄς ἰδοῦμε πῶς περιγράφει αὐτόν τόν ἱερό καί πνευματικό ἀγῶνα ὁ ἱερός Ὑμνογράφος στό στιχηρό τροπάριο τῶν Αἴνων πού προτάξαμε.
Ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἀγωνιστής τοῦ καλοῦ καί τῆς ἀρετῆς, φοράει καί ὁπλίζεται μέ τήν πανοπλία τοῦ Σταυροῦ, τό «ὅπλον εἰρήνης (καί) ἀήττητον τρόπαιον» καί μέ αὐτό ἀντιπαλαίει τόν ἀρχέκακο ἐχθρό διάβολο καί τά πονηρά πνεύματα. Περιθριγκώνεται μέ τήν δύναμι καί τήν Χάρι τοῦ Τιμίου Ζωηφόρου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. «Σταυροῦ τύπος, ἐχθροῖς τρόμος» ἔγραφε ἐπάνω του ὁ μνημειώδης Σταυρός τοῦ ἀρχιναυάρχου Ἀνδρέα Μιαούλη, τοῦ Ὑδραίου.
Ὁ Χριστιανός ἀγωνιστής ἔχει ὡς τεῖχος ἄρρηκτο καί ἀκαταμάχητο τήν Πίστι, τήν Ἁγία μας Ὀρθόδοξη Πίστι,στό ὁποῖο τεῖχος προσκρούουν τά φαρμακερά βέλη τῆς ἀθεΐας, τῆς ἀπιστίας, τῆς ὅποιας αἱρέσεως, τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ, τῶν ὁρατῶν καί ἀοράτων ἐχθρῶν καί ὅλων τῶν ὀργάνων τοῦ σκότους. Θωρακίζεται μέ τήν προσευχή, τήν νοερή καί καρδιακή προσευχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με», «Ὑπεραγία Θεοτόκε βοήθει μοι». Μέ τήν Θεία Λατρεία καί τήν συμμετοχή στή Μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης τήν ἔχει ὡς ἄλλη περικεφαλαία, ἡ ὁποία τόν προστατεύει ἀπό τά κύματα τῆς κακίας, τῆς μοχθηρίας καί τῆς μισαδελφίας. Καί γι' αὐτό ἠμπορεῖ νά σπλαγχνίζεται, νά ἐλεῆ, νά συμπάσχη καί νά ἀγαπᾶ.
Ὁ μαχητής καί ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ χρησιμοποιεῖ τήν νηστεία, σάν ἄλλο μαχαῖρι, γιά νά περικόπτη ἀπό τήν καρδιά κάθε κακία καί ρυπαρότητα. Καί ἔπειτα ἀπό αὐτόν τόν ἀδυσώπητο ἀγῶνα παίρνει «τόν ἀληθινόν στέφανον παρά τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως»˙ «οἱ γάρ νομίμως ἀθλοῦνται, δικαίως στεφανοῦνται».
Ὁ Χρυσορρήμων Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, λέγει ὅτι ὁ πνευματικός ἀγώνας πρέπει νά εἶναι συνεχής καί ἀδιάκοπος: «Τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα τό εἶδος δέν ἀνέχεται ἄοπλο ἀγωνιστή. Τότε σταματᾶ ἡ προετοιμασία τοῦ ἀγώνα, ὅταν κλείνη ἡ αὐλαία τῆς παρούσης ζωῆς. Καί κλείνει ἡ αὐλαία, ὅταν ἡ ψυχή ἐξέρχεται ἀπό τό σῶμα. Ὅσο, λοιπόν, βρισκόμαστε ἐδῶ, εἶναι ἀνάγκη νά πυγμαχοῦμε, κι ὅταν εἴμαστε στό σπίτι κι ὅταν εἴμαστε ἔξω στήν ἀγορά» (Ε.Π.Ε. 5,240).
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
«Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται˙ οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε, ἀναζωσάμενοι τὸν καλὸν τῆς Νηστείας ἀγῶνα».
Ἄς ἀποδυθοῦμε μέ ζῆλο καί προθυμία γι' αὐτόν τόν ἱερό ἀγῶνα καί ἄς εἰσέλθωμε χωρίς δισταγμούς καί ἀναβολές στό ἀγωνιστικό στάδιο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μέ ταπείνωσι καί ὑπομονή, μέ τήν σωματική καί πνευματική νηστεία, μέ μετάνοια καί ἀνάνηψι καί μέ σταθερή ἀπόφασι νά ἀκολουθήσωμε πιστά τίςθεῖες ἐντολές καί τό ἐγερτήριο ἀφυπνιστικό σάλπισμα τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί τότε μέσα ἀπό αὐτόν τόν ἱερό δίαυλο τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς θά ἐπιτευχθῆ ἡ κάθαρσις καί ὁ ἁγνισμός τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματοςμέ ἀποτέλεσμα νά προϋπαντήσωμε μέ ἀναμένη τήν λαμπάδα τῆς ψυχῆς καί νά προσκυνήσωμε «ψυχαῖς καθαραῖς καί ἀρρυπώτοις χείλεσι» τά Ἅγια Πάθη, τήν Ταφήν καί τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καλή καί εὐλογημένη νηστεία. Καλή καί μεστή ἀπό θεῖες εὐλογίες καί δωρεές ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Διάπυρος πρός Κύριον εὐχέτης σας
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ
Πηγή: Θρησκευτικά
Ελύληθεν η νηστεία. Η μήτηρ της σωφροσύνης, η κατήγορος της αμαρτίας, η συνήγορος της μετανοίας, η πολιτεία των αγγέλων, η σωτηρία των ανθρώπων, διότι οι πιστοί ανακράξωμεν, o Θεός ελέησον ημάς.
Από αύριο χριστιανοί μου μπαίνουμε στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κύριο γνώρισμα της περιόδου αυτής είναι η νηστεία. Και οι Ορθόδοξοι χριστιανοί καλούνται όλοι να νηστέψουν.
Βέβαια ο λόγος μας θα γίνει για την νηστεία, και δεν πρέπει να ασχολούμεθα μ’ αυτήν μόνον στις περιόδους που η Εκκλησία μας ορίζει την νηστεία, αλλά πάντοτε. Έτσι αυτή την περίοδο θα νηστέψουν οι χριστιανοί από κρέας, γάλα, αυγά, ψάρια και θα αρκεστούν στα νερόβραστα και στα λαδερά φαγητά.
Αλλά γεννιέται το ερώτημα: Νηστεύουν οι χριστιανοί την Αγία αυτή περίοδο της Εκκλησίας; Νηστεύουν όλοι; Όχι.
Πιστεύω ότι όταν η πίστη ήταν πιο ζωντανή και τα ήθη πιο αυστηρά, οι χριστιανοί νήστευαν, νήστευαν τα παιδιά, νήστευαν οι άνδρες, οι γυναίκες, μικροί και μεγάλοι, όλοι νήστευαν. Νήστευαν και οι παππούδες και οι γιαγιάδες.
Σαν σήμερα το βράδυ μάλιστα, υπήρχε και διετηρείτο το έθιμο στην πατρίδα μου, το έθιμο της χάσκας με ένα αυγό, θυμάμαι ότι τότε οι γιαγιάδες και οι μεγάλοι έλεγαν ότι με αυγό πρέπει να κλείνει το στόμα, το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής, και με αυγό να ανοίγει πάλι το βράδυ της Αναστάσεως.
Ενήστευαν λοιπόν κάποτε οι χριστιανοί, όλοι μικροί και μεγάλοι.
Η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής θύμιζε τα παλιά χρόνια τη νηστεία της αμαρτωλής πόλεως Νινευΐ, που οι κάτοικοί της ύστερα από το κήρυγμα Ιωνά του προφήτου, ήρθαν σε τόση μετάνοια ώστε νήστεψαν όλοι – ακόμα και τα μωρά στερήθηκαν το μητρικό τους γάλα.
Νηστεία που επεβλήθη και στα ζώα, μικρά και μεγάλα. Για ένα τριήμερο λοιπόν, η νηστεία ήτο φοβερή, από κάθε είδους τροφής, και μάλιστα όλοι φόρεσαν σάκους και έβαλαν στάχτη στο κεφάλι τους. Και ο Θεός βλέποντας την ειλικρινή, την αληθινή τους μετάνοια, απέτρεψε την ολοκληρωτική τους καταστροφή.
Στα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι κρεοπώλη, που έκλεινε το κρεοπωλείο του την Κυριακή των Απόκρεω, και το άνοιγε το Μεγάλο Σάββατο το πρωί. Κι όμως ποτέ του δεν επείνασε, ούτε αυτός ούτε η οικογένειά του.
Όπως και ένας μικρός εστιάτορας που δεν μαγείρευε φαγητά με κρέας αυτή την μεγάλη περίοδο.
Αλλά που να ακούσουν οι άνθρωποι της εποχής μας και ιδίως οι Νεοέλληνες χριστιανοί, για νηστεία και εγκράτεια, για μετάνοια και προσευχή. Οι περισσότεροι τα κοροϊδεύουν και τα γελάνε. Και όχι μόνο τα κοροϊδεύουν αλλά και κατηγορούν την νηστεία ότι την εφεύραν οι παπάδες και οι καλόγεροι. Τι θα απαντήσουμε σε αυτούς; Που μας κατηγορούν κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Η νηστεία δεν είναι εντολή τωρινή. Έχει τη ρίζα της στα παλιά χρόνια της ανθρωπότητος. Η νηστεία εμφανίστηκε μόλις εμφανίστηκε και ο άνθρωπος. Συνομήλικη του ανθρώπου ονομάζει την νηστεία ο Μέγας Βασίλειος. Διότι αν ανοίξουμε την Αγία Γραφή και δούμε εκεί την δημιουργία του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ και της Εύας, βλέπουμε ότι η πρώτη εντολή που δόθηκε σε αυτούς ήταν η εντολή της νηστείας.
- Θα φάτε, είπε ο Θεός τότε στους Πρωτοπλάστους, από τους καρπούς όλων των δένδρων, εκτός όμως από τους καρπούς ενός δένδρου. Χιλιάδες δένδρα εκεί.
Η δοκιμή ετέθη. Και η τήρηση της εντολής ήταν πολύ εύκολη, αλλά δυστυχώς δεν τηρήθηκε. Κατέλησαν την εντολή, κατέλησαν την νηστεία και διώχθηκαν απ’ τον Παράδεισο. Όχι μόνο στη Γένεση αλλά και στα άλλα βιβλία ολοκλήρου της Αγίας Γραφής, γίνεται λόγος για τη νηστεία.
Νομίζουν λοιπόν ότι ο Χριστός, δε μίλησε ούτε αυτός για τη νηστεία. Και όμως. Μόνο το σημερινό Ευαγγέλιο, το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής της Τυρινής, αν το ανοίξουν, αν το προσέξουν, θα αποδείξουν, θα αποδείξει ότι βρίσκονται σε πλάνη.
Ο Χριστός μιλώντας για τη νηστεία δεν την καταργεί, αλλά την αναγνωρίζει σαν ιερό θεσμό, και με όσα λέει γι’ αυτήν, θέλει να την απαλλάξει από το Φαρισαϊκό πνεύμα, να την εξυψώσει πνευματικά. Να νηστεύετε, λέει, αλλά όχι όπως οι Φαρισαίοι. Όταν νηστεύετε να νηστεύετε κατά τέτοιον τρόπον ώστε να μην σας βλέπουν οι άνθρωποι. Να μην είστε σκυθρωποί, να μην κάνετε επίδειξη της νηστείας. Ο Χριστός λοιπόν είναι εναντίον της νηστείας των Φαρισαίων, αλλά είναι υπέρ της νηστείας όπως ο ίδιος την εδίδαξε και την εφήρμοσε. Και όπως μας λέγει μάλιστα το Ευαγγέλιο, για σαράντα μέρες νήστεψε. Ούτε έφαγε, ούτε ήπιε.
Το παράδειγμα του Χριστού το μιμήθηκαν αργότερα οι Απόστολοι, οι διδάσκαλοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας και όλοι οι Άγιοι. Εντολή λοιπόν του Θεού είναι η νηστεία. Και ό,τι διατάζει ο Θεός είναι πάντοτε για την ωφέλεια του ανθρώπου.
Η νηστεία όπως αποδεικνύουν τα πράγματα είναι οικονομία των υλικών αγαθών, είναι μέτρο υγείας, είναι χάρη των παθών, είναι φάρμακο ψυχής και σώματος. Πότε όμως; Όταν γίνεται σύμφωνα με το πνεύμα του Ευαγγελίου, όταν δηλαδή η νηστεία δεν περιορίζεται μόνο στην αποφυγή κάποιων φαγητών, αλλά επεκτείνεται και συμπεριλαμβάνει όλα τα ήδη της κακίας. Η νηστεία από μόνη της δε λέει τίποτα. Πρέπει να γίνει πνευματική. Γι’ αυτό και ο χριστιανός, ο κάθε χριστιανός πρέπει να νηστεύει απ’ το ψέμα, τη διαβολή, τη συκοφαντία, το κουτσομπολιό, την κατάκριση, την βλασφήμια, την κλοπή, την απάτη, την εκμετάλευση, την φιλαργυρία, την πλεονεξία, την πορνεία, τη μοιχεία, τις κακές σκέψεις, να νηστεύει η γλώσσα που κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει, να νηστεύει ο νους, να νηστεύουν οι σκέψεις, οι λογισμοί, αυτού του είδους η νηστεία είναι όντως φάρμακο ψυχής. Η νηστεία που περιορίζεται μόνο στην αποχή ορισμένων τροφών και συνοδεύεται από κακίες και από ελαττώματα και από πάθη, δεν είναι νηστεία χριστιανική. Θα τολμούσα να μπορώ να σας πω ότι η νηστεία αυτή είναι διαβολική, είναι σατανική. Γιατί; Γιατί και ο Σατανάς νηστεύει. Δεν τρώει ποτέ του, δεν πίνει ποτέ του. Αλλά έχει όλη την κακία και όλο το φθόνο και όλη τη μοχθηρία και ανθρωποχθόνος ήν απ’ αρχής.
Η χριστιανική νηστεία λοιπόν, έχει σκοπό να βοηθήσει τον άνθρωπο στην πνευματική του ανόρθωση, και στην κοινωνία του με το Θεό. Γίνεται από αγάπη στο Θεό, και συνδυάζεται με την αποχή από την αμαρτία, την προσευχή και την αγάπη. Τροφή του πνεύματος είναι η νηστεία. Όλα αυτά σημαίνουν ότι η Εκκλησία είναι εκείνη που γνωρίζει πότε πρέπει να νηστεύουμε.
Ο σκοπός της νηστείας είναι πνευματικός. Επί αιώνες η ζωή της εδώ στη γη με την πείρα και τον αγώνα των αγίων της, την οδήγησε στο να καθιερώσει τα χρονικά διαστήματα της νηστείας που όλοι μας γνωρίζουμε. Έτσι λοιπόν όλες οι νηστείες είναι συνδεδεμένες με τον εορτασμό των μεγάλων γεγονότων της ζωής του Χριστού. Για να καταλάβουμε λίγο καλύτερα το σκοπό της νηστείας της Μεγάλης Σαρακοστής, πρέπει να δούμε το γιατί νηστεύουμε Τετάρτη και Παρασκευή όλο το χρόνο, που είναι σμικρογραφία η νηστεία της Σαρακοστής.
Η αρχαιότερη καθιερωμένη νηστεία είναι η νηστεία Τετάρτης και Παρασκευής. Το βλέπουμε σαν εντολή στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών ενός βιβλίου που γράφτηκε τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. «Η δε νηστεία υμών μη έστωσαν μετά των υποκριτών Τρίτης και Πέμπτης, όπως των Ιουδαίων και Φαρισαίων, υμείς δε νηστεύσατε Τετράδα και Παρασκευήν». Και τότε μάλιστα η νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής ήτανε ημέρες ξηροφαγίας, χωρίς κατάλυση, οίνου και ελαίου και μάλιστα μετά την τρίτη απογευματινή.
Γιατί όμως νηστεύουμε αυτές τις ημέρες; Τις δυο αυτές ημέρες κάθε εβδομάδα. Ο Άγιος Επιφάνιος Κύπρου, μας λέγει ότι πρέπει την Τετάρτη και την Παρασκευή να παραμένουμε εν νηστεία μέχρι της τρίτης το απόγευμα, επειδή την μεν Τετάρτην επροδόθη ο Κύριος και την Παρασκευή εσταυρώθη. Και στο βιβλίο Αποστολικαί Διαταγαί λέγεται : «Τετράδα δε και Παρασκευήν προσέταξεν ημίν νηστεύειν, την μεν διά την προδοσίαν, την δε δια του πάθους του». Βέβαια εάν υπάρξει γιορτή Αγίου ή ενός γεγονότος, τότε έχουμε κατάλυση, σύμφωνα πάντοτε με τις υποδείξεις της Εκκλησίας, και όπως έχουμε δώσει και ειδικά νηστειοδρόμια για να βοηθήσουμε τους χριστιανούς πότε και πως πρέπει να νηστεύουν. Επίσης υπάρχει κατάλυσις της νηστείας όταν έχουμε σοβαρούς λόγους υγείας. Τότε η Εκκλησία οικονομεί τον ασθενούντα.
Ο λόγος πάντως για τον οποίον γίνεται η νηστεία όχι μόνον Τετάρτης και Παρασκευής, αλλά και των Σαρακοστών, και ειδικά της Μεγάλης που αρχίζει αύριο, καθορίζει συγχρόνως και τον τρόπο της συμμετοχής στην νηστεία. Ως σωστοί πιστοί Ορθόδοξοι χριστιανοί δεν πρέπει να νηστεύουμε επειδή μας το λένε οι μεγαλύτεροι ή οι παπάδες, ούτε πάλι πρέπει να νηστεύουμε για να τρόπον τινά αυτοδικαιώσουμε τον εαυτό μας απέναντι στα σφάλματά μας, ούτε πάλι για να καυχόμεθα για τις αυστηρές μας ξηροφαγίες, και πολύ περισσότερο ούτε για να καλοπιάσουμε το Θεό.
Νηστεύουμε για να ζήσουμε τα σωτήρια πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και να αναγνωρίσουμε μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας ότι απ’ αυτά και μόνον προήλθε η σωτηρία μας. Έτσι η νηστεία μέσα από την πνευματικότητα διακρίνεται από τρείς χαρακτήρες, και ο πρώτος της είναι δογματικός.
Με τη νηστεία ομολογούμε το πάθος της Σταυρικής Θυσίας του Χριστού.
Ο δεύτερος χαρακτήρας είναι δοξολογικός και ευχαριστηριακός. Η νηστεία αναπέμπεται ως προσευχή ευχαριστίας προς τον Θεόν, μέσα από τα Ευαγγελικά έργα, τον σεβασμό προς την παράδοση, την μίμηση των Αγίων, τη συμμετοχή στα Πανάγια Μυστήρια και κυρίως στο να δαμαστεί το σαρκικό φρόνημα και τα ένστικτα του ανθρώπου.
Και ο τρίτος χαρακτήρας της νηστείας είναι αναγεννητικός. Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, όπως και Σαρακοστές, ο χριστιανός με την νηστεία και την εγκράτεια σκοτώνει το σαρκικό του φρόνημα, και με την μικρή του σωματική ταλαιπωρία συμμετέχει στο πάθος του Χριστού, για να ζήσει την Ανάστασή Του.
Πηγή: Αγία Βαρβάρα
H αγία Φιλοθέη γεννήθηκε στην Aθήνα από γονιούς άρχοντες, μοναχοπαίδι του Aγγέλου Mπενιζέλου και της Συρίγας. Φιλοθέη ονομάσθηκε όταν έγινε καλογρηά, αλλά το πρώτο όνομά της ήταν Pεβούλα. H μητέρα της ήτανε στείρα και παρακαλούσε το Θεό να της δώσει τέκνο, και μια νύχτα είδε πως βγήκε από το εικόνισμα της Παναγίας ένα φως δυνατό και πως μπήκε στην κοιλιά της. Kι' αληθινά, το φως εκείνο ήτανε η αγιασμένη ψυχή της κόρης που γέννησε σ' εννιά μήνες. Aπό μικρή φανέρωνε με τα φερσίματα και με τα αισθήματά της ποια θα γινότανε υστερώτερα, στολισμένη με κάθε λογής αρετή. Στην ευσέβεια είχε για οδηγό της την ίδια τη μητέρα της που ήτανε ευλαβέστατη.
Φτάνοντας σε ηλικία δώδεκα χρονών τη ζήτησε για γυναίκα κάποιος άρχοντας του τόπου, μα η κόρη δεν ήθελε να παντρευθεί. Aλλά επειδή οι γονιοί της την παρακαλούσανε, η τρυφερή ψυχή της δεν βάσταξε να τους λυπήσει και να τους παρακούσει και στο τέλος παραδέχθηκε να πανδρευθεί με εκείνον τον πλούσιο άνθρωπο, που ήτανε όμως πολύ φτωχός στην ψυχή, διεστραμμένος και κακός. Tρία χρόνια έζησε μαζί του η Pεβούλα κάνοντας υπομονή στα απότομα φερσίματά του, ώς που ο άνδρας της πέθανε κι' απόμεινε χήρα. Oι γονιοί της θελήσανε να την ξαναπανδρέψουνε, μα αυτή τους είπε καθαρά πως έταξε να γίνει καλόγρηα.
Σαν πεθάνανε οι γονιοί της, δέκα χρόνια από τον καιρό που χήρεψε, δόθηκε ελεύθερα στην άσκηση, με νηστείες, προσευχές, αγρύπνιες και ελεημοσύνες. Kατήχησε τις υπηρέτριές της και τις έκανε δοχεία του Πνεύματος. Kατά θέλημα του αγίου Aνδρέα που είδε στον ύπνο της, έχτισε ένα μοναστήρι με εκκλησία στόνομά του. Eίναι η εκκλησιά που σώζεται ακόμα πλάγι στο μέγαρο της Aρχιεπισκοπής στην οδό Aγίας Φιλοθέης. Aφού τελείωσε το μοναστήρι, η Pεβούλα χειροθετήθηκε μοναχή με τόνομα Φιλοθέη. Oι πρώτες αδελφές που ζήσανε μαζί της ήτανε οι δουλεύτρες που είχε στο πατρικό σπίτι της. Mε τον καιρό έδραμαν πλήθος άλλες παρθένες κι' από αρχοντικές οικογένειες και ντυθήκανε το μοναχικό σχήμα. Zήσανε αγωνιζόμενες τον καλόν αγώνα με υποταγή στην άξια ηγουμένισσα που τις διοικούσε στον πνευματικό δρόμο σαν κάποια αγία Συγκλητική.
Tα αγιασμένα λόγια της έμπαιναν στην καρδιά τους σαν δροσιά και άνθιζαν μέσα τους τα εύοσμα άνθη των αρετών. Kαι τα έργα της βεβαιώνανε τα λόγια της κατά τα λόγια του Xριστού που λέγει: "Oς δ' αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών" (Mατθ. ε΄, 19). Όπου μάθαινε πως βρίσκεται φτωχός, δυστυχισμένος, άρρωστος, χαροκαμένος, έτρεχε σε βοήθειά του με περισσότερη προθυμία παρά αν έπαιρνε η ίδια τη βοήθεια απ' άλλον. Έχτισε νοσοκομεία και γηροκομεία κοντά στο μοναστήρι της κι' η αγία Φιλοθέη δεν φρόντιζε μοναχά για τη γιατρειά τους και για τη σωματική τροφή τους αλλά και για την πνευματική. Mε τον καιρό, πληθύνανε τόσο πολύ οι αδελφές που μπήκανε στο μοναστήρι της, που δυστυχούσανε από κάθε πράγμα επειδή δεν μπορούσε η ηγουμένη να απαντήσει τα μεγάλα έξοδα, κ' οι καλογρηές γογγύζανε. Mα η αγία τις καταπράυνε με λόγια υπομονετικά, κι' ο Θεός έστελνε τη βοήθειά του πότε μ' έναν τρόπο και πότε με άλλον ώς που περνούσε η στενοχώρια.
Eξόν από τα ντόπια κορίτσια που συμμάζευε στο μοναστήρι της, έδινε προστασία και σε ξένες γυναίκες που ερχόντανε στην Aθήνα από διάφορα μέρη σκλαβωμένες από τους Tούρκους. Mε τι κινδύνους και με τι βάσανα τις προστάτευε δεν είναι μπορετό να γράψουμε καταλεπτώς σε τούτο το σύντομο σημείωμα. Tέσσερες απ' αυτές τις σκλάβες είχανε ακουστά την αγία Φιλοθέη κι' επειδή τις βασανίζανε οι αφεντάδες τους να αρνηθούν την πίστη τους, φύγανε κρυφά και καταφύγανε στο μοναστήρι. H αγία τις πήρε μέσα και τις στερέωσε στην πίστη τους και περίμενε εύκαιρη περίσταση για να μπορέσει να τις στείλει στον τόπο τους. Mα οι Tούρκοι, που είχανε τις σκλάβες, μάθανε πως τις είχε περιμαζέψει η Φιλοθέη και μπήκανε σαν θηρία στο κελλί της που κειτότανε άρρωστη και την τραβήξανε και την πήγανε στον πασά. Kαι κείνος πρόσταξε να τη ρίξουνε στη φυλακή. H αγία δεν φοβήθηκε, αλλά ετοιμάσθηκε να χύσει το αίμα της για την πίστη του Xριστού. Tην άλλη μέρα μαζευθήκανε πολλοί Tούρκοι και φωνάζανε να σκοτώσουνε την αγία. Kι' ο πασάς πρόσταξε να τη βγάλουνε από τη φυλακή και να την παρουσιάσουνε μπροστά του, και της είπε να διαλέξει ανάμεσα στα δύο, ή ν' αρνηθεί την πίστη της ή να κοπεί το κεφάλι της. Mα η αγία απάντησε με αφοβία πως είναι έτοιμη να μαρτυρήσει για τον Xριστό. O πασάς θάβγαζε την απόφαση να κόψουνε το κεφάλι της, αλλά προφθάσανε κάποιοι επίσημοι χριστιανοί και με τα παρακάλια τους αλλάξανε τη γνώμη του πασά και πρόσταξε να τη βγάλουνε από τη φυλακή.
Γυρίζοντας στο μοναστήρι της η οσία, δεν έπαψε να πορεύεται όπως και πριν στο δρόμο του Xριστού. K' επειδή πληθαίνανε ολοένα οι μαθήτριές της, έχτισε κι' άλλο μοναστήρι στην τοποθεσία Πατήσια, κι' αυτό στόνομα του αγίου Aνδρέα. Aλλά έχτισε μετόχια και στη Tζια και στην Aίγινα, κι' εκεί έστελνε τις αδελφές που έπρεπε να μακρύνουνε από την Aθήνα για κάποια αιτία.
Σ' όλα αυτά τα ασκητήρια οι καλογρηές δουλεύανε στους αργαλειούς και σε άλλα εργόχειρα, σαν τις προκομμένες μέλισσες μέσα στο κουβέλι. Φτωχά κι' ορφανά κορίτσια βρήκανε προστασία κ' εργασία μέσα σ' εκείνα τα καταφύγια. Σε ό,τι κτήματα είχε η αγία από τους γονιούς της, έχτισε μοναστήρια και φτωχοκομεία. K' είχε πολλή περιουσία. Ένας προπάππος της είχε πάρει τη "δεχατέρα του αφέντη της Aθήνας και πήρε προίκα όλη την Kηβισιά και τον Aχλαδόκαμπο που είναι πριν από το Xαλιάντρι". Στο κτήμα που είχε στον Περισό έχτισε άλλο μοναστήρι στο μέρος που το λένε τώρα Kαλογρέζα. Όλη η φτωχολογιά την είχε σαν πονετικιά μάνα. Mε κάθε τρόπο πάσχιζε να ανακουφίσει τους δυστυχισμένους, τους τάιζε, τους άνοιγε πηγάδια για νάχουνε νερό, τους γιάτρευε, τους έβρισκε δουλειά. O κόσμος την έλεγε "κυρά δασκάλα".
Tην παραμονή του αγίου Διονυσίου στα 1589 η αγία Φιλοθέη βρισκότανε στο μοναστηράκι πούχε χτισμένο στα Πατήσια. Tο βράδυ συναχθήκανε οι αδελφές για να κάνουνε αγρυπνία. Kάποιοι Aγαρηνοί, που την εχθρευόντανε από καιρό, πηδήσανε από τη μάντρα και πιάνοντας την αγία αρχίσανε να τη χτυπάνε ώς που την αφήσανε μισοπεθαμένη. Tην άλλη μέρα τη σηκώσανε οι αδελφές και την πήγανε στο μετόχι πούχε στον Περισό. Σαν συνέφερε λίγο, έπιασε την προσευχή, ευχαριστώντας το Θεό γιατί αξιώθηκε να πληρωθεί με κακία για τα καλά που έκανε στους ανθρώπους και να μοιάσει σ' αυτό με τον Xριστό, κατά τα λόγια του αποστόλου Πέτρου που λέγει: "καθό κοινωνείτε τοις του Xριστού παθήμασι, χαίρετε" (A΄ Πέτρ. δ΄, 13). Στις 19 Φεβρουαρίου του 1589 παρέδωσε την καθαρή ψυχή της στον Kύριο, που υπόμεινε τόσα βάσανα για την αγάπη του.
Tο άγιο σκήνωμά της θάφτηκε στο μοναστηράκι της Kαλογρέζας κι' από κει έγινε η ανακομιδή των λειψάνων στην εκκλησιά του αγίου Aνδρέα που βρίσκεται στη σημερινή Aρχιεπισκοπή. Mετά πολλά χρόνια, επειδή αυτή η εκκλησιά κόντευε να γκρεμνισθεί, το πήγανε στον άγιο Eλευθέριο κι' από κει στη σημερινή μητρόπολη, μέσα στ' άγιο βήμα. Στο μνήμα της απάνω βρεθήκανε γραμμένα τούτα τα λόγια:
"Φιλοθέης υπό σήμα τόδ' αγνής κεύθει σώμα,
ψυχήν δ' εν μακάρων θήκετο Yψιμέδων".
H Φιλοθέη ανακηρύχθηκε αγία επί Oικουμενικού Πατριάρχου Mατθαίου B΄ (1595-1600). Nεόφυτος ο μητροπολίτης Aθηνών, αφού εξήτασε και ερεύνησε τα κατά τον βίον και το μαρτύριον της οσίας, σύνταξε αναφορά στο Πατριαρχείο μαζί με τους επισκόπους Kορίνθου και Θηβών και με τους προκρίτους της Aθήνας για να τάξει την οσία Φιλοθέη στους χορούς των αγίων. Σ' αυτό το συνοδικό έγγραφο είναι γραμμένα και τούτα: "Eπειδή εδηλώθη ασφαλώς ότι το θειότατον σώμα της οσιωτάτης Φιλοθέης ευωδίας πεπληρωμένον εστί και μύρον διηνεκώς εκχείται, αλλά και τοις προσιούσι τε ασθενέσι τε και θεραπείας δεομένοις την ίασιν δίδωσι... τούτου χάριν έδοξε ημίν τε και πάση τη ιερά Συνόδω των καθευρεθέντων ενταύθα αρχιερέων συγγραφήναι και ταύτην εν τω χορώ των οσίων και αγίων γυναικών, ώστε κατ' έτος τιμάσθαι και πανηγυρίζεσθαι".
Aυτός είναι με ολιγολογία ο βίος της Aθηναίας αγίας Φιλοθέης, που είναι ένα από τα μυρίπνοα άνθη του γένους μας στον τυραννισμένον καιρό της σκλαβιάς. Δεν στάθηκε αυστηρή μονάχα στο να κάνει τις εντολές του Xριστού, μα αγωνίσθηκε και πνευματικά για να στερεωθεί η αγιασμένη παράδοση της Oρθοδοξίας σαν κάστρο που θα αποσκέπαζε τον Eλληνισμό από τον πνευματικό εκφυλισμό και την αποβαρβάρωση. Όλα τα θυσίασε, πλούτη, ανάπαυση, ζωή, για την πίστη των πατέρων της. "Θλίψις συνέχει την ψυχήν της" βλέποντας οι χριστιανοί να μην έχουνε στα "πάτρια" την αγάπη που έπρεπε, αλλά να ζούνε μουδιασμένοι, αδιάφοροι, με ψυχή γεμάτη δειλία, μικροψυχία, πονηριά.
Tην Aκολουθία της την έγραψε κάποιος σοφός και ευλαβής άνθρωπος Iέραξ λεγόμενος. Aνάμεσα στα ωραία εγκώμια είναι και τούτο: "Δαυΐδ γαρ το πράον έσχες και Σολομώντος, σεμνή, την σοφίαν, Σαμψών την ανδρείαν, και Aβραάμ το φιλόξενον, υπομονήν τε Iώβ, του Προδρόμου δε θείαν άσκησιν...".
Tην εκκλησία του αγίου Aνδρέα που βρισκότανε στο σημερινό δρόμο της Aγίας Φιλοθέης την εγκρέμνισε ο μητροπολίτης Aθηνών Γερμανός Kαλλιγάς, παρ' ότι είχε μεγάλο σέβας στην αγία, επειδή ήτανε ραγισμένοι οι τοίχοι, κ' έχτισε στα ίδια θεμέλια το παρεκκλήσι που υπάρχει τώρα, ενώ μπορούσε να στερεώσει την παλιά εκκλησία που είχε ωραίες τοιχογραφίες. Eκείνον τον καιρό (ο Γερμανός στάθηκε μητροπολίτης από τα 1889 έως τα 1896) δεν γνωρίζανε οι άνθρωποι την αξία της βυζαντινής τέχνης. H καινούρια εκκλησιά που χτίσθηκε είναι ψυχρή, κακότεχνη, γυμνή. Όποιος μπαίνει μέσα, δεν αισθάνεται κατάνυξη. Aλλ' η εκκλησιά του μετοχιού που είχε χτίσει η οσία στα Πατήσια γκρεμνίσθηκε και κείνη από την πολυκαιρία και γιατί δεν μπορούσανε οι χριστιανοί να την περιποιηθούνε από το φόβο των Tούρκων πριν να σηκωθεί η Eπανάσταση του 1821. Ώς προ ολίγα χρόνια κειτόντανε οι κολόνες μέσα στα αγριάγκαθα, στεκότανε όρθια μοναχά η χυβάδα (κόγχη) του ιερού κ' η πόρτα με το δυτικό τοίχο. Kάποιοι ευλαβείς χριστιανοί την αναστηλώσανε με την οδηγία του κ. Oρλάνδου και τώρα βρίσκεται πάλι απαράλλαχτη όπως ήτανε στα χρόνια της αγίας Φιλοθέης, ένα ταπεινό μα ατίμητο στόλισμα ανάμεσα στα ακαλαίσθητα και ξενόμορφα σπίτια που χτισθήκανε γύρω στο γηραλέο αυτό εκκλησάκι. O Θεός με αξίωσε και το στόλισα με αγιογραφίες, όπως ήτανε ο πόθος μου. Aνάμεσα σε άλλα ζωγράφισα και το μοναστήρι, όπως ήτανε τότε, με την ηγουμένη αγία Φιλοθέη και τις αδελφές που πηγαίνουνε στην εκκλησία.
Φαίνεται πως όλη η οικογένεια των Mπενιζέλων ήτανε άνθρωποι φιλόθρησκοι. Στο νάρθηκα της Kαισαριανής είναι γραμμένη από το ζωγράφο που τον αγιογράφησε τούτη η επιγραφή:
"Iστόρηται ο πρόναος ούτος ήτοι νάρθηξ δια δαπάνης των προσδραμόντων τη μονή φόβω λοιμού τη κραταιά χειρί της πανυμνήτου Tριάδος και σκέπη της μακαρίας Παρθένου, οίτινες εισίν ο ευγενής και λογιώτατος Mπενιζέλος υιός Iωάννου, άμα ταίς ευγενέσιν αδελφαίς και τη τεκούση και τη λοιπή αυτού συνοδεία. Eπί ηγουμένου Iεροθέου του σοφωτάτου ιερομονάχου. Δια χειρός δε Iωάννου Υπάτου του εκ Πελοποννήσου. Έτει αχπβ΄ (1682) μηνί Aυγούστω κ΄ (20)".
Ένας Mπενιζέλος, ο Nικόλας, γίνηκε κι' αγιογράφος, μαθητής του Γεωργίου Mάρκου του Aργείου που ζωγράφισε πολλές εκκλησιές στα μέρη της Aττικής, από τα 1727 ως τα 1740 απάνω-κάτω. Στην παλιά εκκλησιά της Παναγίας στο Kορωπί είναι γραμμένο: "Iστορήθη δε κατά το αψλβ΄ (1732) δια χειρός Γεωργίου Mάρκου και του μαθητού αυτού Nικολάου Mπενιζέλου". Mαζί με το μάστορά του δούλεψε ο Mπενιζέλος και στο τελευταίο έργο του, την αγιογράφηση της Mονής της Φανερωμένης στή Σαλαμίνα, όπως φανερώνει η επιγραφή που σώζεται και που λέγει: "AΨΛE (1635). Iστορήθη ο θείος και πάνσεπτος Nαός ούτος της Mεταμορφώσεως του Kυρίου, Θεού και Σωτήρος ημών δια συνδρομής κόπου τε και δαπάνης... Iστορήθη δε δια χειρός Γεωργίου Mάρκου εκ πόλεως Aργους και του μαθητού αυτού Nικολάου Mπενιζέλου, Γεωργάκης και Aντώνιος".
Πηγή: Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον
Δεν φορεί μόνο σάρκα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αλλά και περιτέμνεται σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, για να μην έχη πρόφασι η απιστία των Ιουδαίων. Γιατί έρχεται προς τον νόμο για χάρι του ίδιου του νόμου, για να ελευθερώση τους μαθητές του μέσω της πίστεως που βασιζόταν στον νόμο.
Και παίρνει σάρκα και περιτέμνεται κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Πήρε το ίδιο με αυτούς σώμα, πήρε και την ίδια περιτομή. Έκανε αναντίρρητη την συγγένειά Του με αυτούς, ώστε να μη τον αρνηθούν, Αυτόν, ο οποίος ήταν ο Χριστός που έρχεται από την γενιά του Δαυίδ, και που αυτοί προσδοκούσαν.
Έδειξε το γνώρισμα της συγγενείας Του με αυτούς. Γιατί, αν ακόμη και μετά την περιτομή Του έλεγαν «δεν ξέρουμε από πού είναι»[1], εάν δεν είχε περιτμηθή κατά σάρκα, η άρνησίς τους θα είχε κάποια εύλογη πρόφασι.
«Όταν συμπληρώθηκαν οι οκτώ ημέρες»: Γιατί ο νόμος ορίζει την ογδόη ημέρα να γίνεται η περιτομή, και όταν φθάση η ογδόη, έρχεται μέσα ο γιατρός και πιάνει το μαχαιράκι και κάνει τα της τέχνης του. Δεν ισχύει δε τότε η αργία του Σαββάτου λόγω της περιτομής.
Ας ρωτήσουμε λοιπόν τους Ιουδαίους: Ανάπαυσις το Σάββατο· τέλεια αργία αυτή την ημέρα... Για ποια λοιπόν αιτία η ογδόη εκτοπίζει την εβδόμη; Γιατί η ογδόη γίνεται ανώτερη από την εβδόμη; Όμως οι Ιουδαίοι δεν γνωρίζουν τα των Ιουδαίων.
Ενώ η Εκκλησία του Χριστού και τον Χριστό γνωρίζει και τις Ιουδαϊκές διδασκαλίες. Περιτέμνεται λοιπόν το παιδί την ογδόη ημέρα, επειδή κατά την ογδόη η Ανάστασις, δηλαδή η Κυριακή, έμελλε να αποβή η περιτομή[2] όλου του κόσμου.
Γιατί άλλωστε δεν διέταξε ο Μωυσής να γίνεται η περιτομή την έκτη ημέρα; Γιατί όχι την εννάτη ή την δεκάτη; Είναι λοιπόν προφανής η σημασία της ογδόης ημέρας, κατά την οποία γίνεται η Ανάστασις του Κυρίου. Όποιος λοιπόν δεν πιστεύει στην Ανάστασι είναι απερίτμητος στην καρδιά, αφού με την απιστία του αποξενώνεται από τον Θεό. Ενώ η περιτομή της πίστεως είναι αληθινή γνώσις και αίσθησις.
Γι' αυτό, αγαπητέ μου, η περιτομή δίδεται θεωρητικά στους πιστούς υπό την έννοια του αγίου βαπτίσματος. Το δε άγιο βάπτισμα είναι τύπος της Αναστάσεως του Χριστού. Να περάσης λοιπόν από την σάρκα στο πνεύμα και από τα σωματικά στο μεγαλείο του πνεύματος και θα βρης εκεί μεν περιτομή σαρκική, εδώ δε περιτομή πνευματική και κάθαρσι από τις αμαρτίες.
Ογδόη ημέρα είναι η περιτομή· η δε ογδόη ημέρα είναι και η ανάστασις· της δε αναστάσεως τύπος είναι το βάπτισμα. Δέστε πώς από τα μικρά προοδεύουμε στα μεγαλύτερα, από τα σωματικά στα πνευματικώτερα. Να έλθουν λοιπόν οι Ιουδαίοι κι αυτοί και να προοδεύσουν. Γιατί πρέπει να προοδεύσουν από τα σαρκικά και να μην αρκεστούν σ' αυτά.
Λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος δεν ήλθε να καταλύση τον νόμο, αλλά να τον εκπληρώση, περιετμήθη κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Λέγει λοιπόν ο Ευαγγελιστής: «Συμπληρώθηκαν οκτώ ημέρες για την περιτομή του και του δόθηκε το όνομα Ιησούς, όπως ωνομάστηκε από τον άγγελο προτού να συλληφθή στην κοιλιά της μητέρας του».
Εμείς δηλαδή παίρνουμε το όνομα μετά την γέννησί μας, ενώ ο Ιησούς παίρνει το όνομά του προτού να γεννηθή. Γιατί υπήρχε και προτού να συλληφθή. Ωνομάστηκε δε Ιησούς, επειδή το έργο του ήταν έργο Σωτήρος.
«Και όταν συμπληρώθηκαν, λέει, οι ημέρες του καθαρισμού τους σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως». Τίνος καθαρισμού; Της Μαρίας και του Ιωσήφ. Διέταζε δηλαδή ο νόμος, η γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει να καθαρίζεται και να φυλάγη τις ημέρες και να μην βγαίνη εξω.
«Όταν λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως» — καίτοι δεν υφίστατο τέτοια ανάγκη για την Παρθένο, αλλ' όμως εκπληρωνόταν ετσι ο νόμος — «τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα, για να τον προσφέρουν στον Κύριο, όπως έχει γραφή στον νόμο του Κυρίου».
Όπου ο λόγος είναι για σωματικό καθαρισμό, λέει «σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως»· όπου για προσφορά του Αγίου, «όπως έχει γραφτή, λέει, στον νόμο του Κυρίου». Όχι ότι ο νόμος του Μωυσέως δεν ήταν νόμος του Κυρίου· διότι, όσα λέει ένας προφήτης κινούμενος από το Άγιο Πνεύμα, δεν τα λέει μόνος, αλλά ο Κύριος του τα υπαγορεύει. Επειδή όμως και ο καθαρισμός είχε χαρακτήρα σωματικό, γι’ αυτό λέει «νόμο του Μωυσέως». Όταν όμως προσφερόταν το πρωτότοκο, λέει «κατά τον νόμο του Κυρίου» τιμώντας έτσι το νεογέννητο.
«Όπως είναι γραμμένο στον νόμο του Κυρίου: κάθε αρσενικό που διανοίγει μήτρα να ονομασθή άγιο και αφιερωμένο στον Κύριο». Αυτή λοιπόν η φράσις και η διάταξις ολόκληρη και η αφορμή της διατάξεως βάλθηκε γι' αυτόν που επρόκειτο να διανοίξη μήτρα.
Γιατί όλα τα πρωτότοκα των ζώων και των ανθρώπων ουδέποτε διήνοιξαν μήτρα, αλλά ήταν απλώς και μόνο πρωτότοκα. Εκείνος όμως που γεννήθηκε από μητέρα παρθένο, αυτός μόνο διήνοιξε μήτρα. Κάνε μου λοιπόν την χάρι και πρόσεξε ότι η διατύπωσις όλου αυτού του νόμου έγινε για εκείνον μόνο που επρόκειτο να γεννηθή από μητέρα παρθένο.
Πώς όμως να την κατανοούσαν οι Ιουδαίοι; Γιατί σαν σαρκικοί που είναι απέχουν πολύ από του να καταλάβουν τα νοήματα της πνευματικής διδασκαλίας.
Έπειτα ανεβαίνουν «για να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα με αυτό που λέει ο νόμος του Κυρίου, ένα ζευγάρι από τρυγόνια ή δύο νεοσσούς από περιστέρια»[3]. Έγιναν δε και αυτά τυπικά, κατά τον νόμο, ώστε να μην υπάρχη καμμιά έλλειψις στην πιστή εκτέλεσι του νόμου. Αυτά είναι συγκεκαλυμμένα νοήματα του Μωσαϊκού νόμου. Ας έλθουμε όμως στην εξήγησι του Ευαγγελίου.
«Και να, υπήρχε ένας άνθρωπος στην Ιερουσαλήμ που ωνομαζόταν Συμεών. Και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και το Πνεύμα του Θεού ήταν επάνω του. Αυτός είχε λάβει αποκάλυψι από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα τελείωνε την ζωή του προτού δη τον Χριστό τον Κυρίου». Γέροντας ήταν ο Συμεών και περίμενε την εκπλήρωσι της υποσχέσεως. Έμενε στον ναό μέσα και μονολογούσε: Όπου και να γεννηθή, οπωσδήποτε εδώ θα παρουσιασθή.
«Αυτός ήλθε κατ' έμπνευσιν του Πνεύματος στον ναό» εκείνη την ώρα που οι γονείς έφερναν εκεί το παιδί. Διότι βέβαια πολλές φορές ερχόταν, αλλά με δική του πρόθεσι. Τότε όμως οδηγημένος από το Άγιο Πνεύμα στην κατάλληλη στιγμή, έρχεται, για να λάβη την εκπλήρωσι της υποσχέσεως.
«Αυτός δέχτηκε στην αγκαλιά του τον Ιησού και ευλόγησε τον Θεό και είπε: Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Από πού τον αφήνεις ελεύθερο; Από τον στίβο της ζωής. Γιατί είναι γεμάτα λύπη τα βιοτικά πράγματα. Η ζωή είναι φυλακή. Εκείνος λοιπόν ήθελε να ελευθερωθή. Εάν όμως κάποιος την αναχώρησι από την εδώ ζωή την θεωρή ζημία αυτός δεν είναι ακόμη τέλειος στην πίστι.
Εκείνος όμως έλεγε: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Διότι αυτός που πρόκειται να κάμη ειρήνη με τον κόσμο έφθασε· ο ειρηνοποιός έχει έλθει- εκείνος που συνδέει τον ουρανό με την γη και μετατρέπει την γη σε ουρανό με την ευαγγελική διδασκαλία έχει καταφθάσει.
Ο Συμεών φωνάζει: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη, γιατί είδαν τα μάτια μου την σωτηρία σου», λέει. Τι είναι αυτό που λέει; Προηγουμένως δηλαδή πίστευα με την διάνοιά μου και γνώριζα με τον λογισμό μου. Τώρα όμως είδαν και τα μάτια μου.
Και εκείνο που προσδοκούσα με την καρδιά μου, να που το είδαν τα μάτια μου εκπληρωμένο. Και ποιο είναι αυτό; «Είδα, λέει, την σωτηρία σου». Ποια σωτηρία; «Αυτήν που ετοίμασες ενώπιον όλων των λαών». Όχι του λαού του ενός ούτε του λαού του Ισραήλ μόνο, αλλά «ενώπιον όλων των λαών». Γιατί αυτός που γεννήθηκε είναι διδάσκαλος όλων των ανθρώπων.
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Γιατί φως; Επειδή ακριβώς οι εθνικοί βρίσκονταν στο σκοτάδι. Επειδή τα σκοτισμένα ειδωλολατρικά έθνη φωτίζονταν.
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Εδώ η δόξα και εκεί η αποκάλυψις. Εκεί η αρχή της διδασκαλίας, εδώ η πρόοδος της μαθήσεως.
«Δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Αλλά εδώ σίγουρα θα ρωτήση κάποιος: Και πού είναι οι Ισραηλίτες; Έχεις τον Πέτρο, έχεις τον Παύλο, έχεις τον Ιωάννη, έχεις τις τρεις χιλιάδες, έχεις τις πέντε χιλιάδες, έχεις την Εκκλησία της Ιερουσαλήμ, έχεις αυτούς που πίστεψαν από τις τάξεις των Ιουδαίων.
Γιατί μέσα στους πιστούς βρισκόταν το έθνος. «Εάν ο Κύριος των Δυνάμεων δεν άφηνε για σπόρο μια μικρή μερίδα πιστού λαού ανάμεσά μας, θα είχαμε γίνει σαν τα Σόδομα και θα είχαμε όμοια τύχη με τα Γόμορρα»[4].
Διότι λέει επίσης ο Θεός: «Κράτησα για τον εαυτό μου επτά χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι δεν γονάτισαν να προσκυνήσουν τον Βάαλ»[5]. Έτσι μέσα στον λαό φυλαγόταν το σπέρμα της πίστεως και δεν χάθηκε ο λαός — μη γένοιτο — ούτε εξαχρειώθηκαν όλοι οι Ιουδαίοι. Αφού και τώρα, σ' αυτή την μακάρια κατάστασι και κλήσι των Χριστιανών πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί.
Ο Χριστός δηλαδή κάλεσε όλη την οικουμένη και ετοίμασε το άγιο τραπέζι του Ευαγγελίου. Αλλά όταν έλθη στη Δευτέρα Παρουσία, μπαίνει μέσα και κάνει ξεδιάλεγμα και εξετάζει με προσοχή τους συνδαιτυμόνες.
Κι αν βρη κανένα να μη έχη ένδυμα κατάλληλο για γάμο του λέει: «Φίλε, πώς μπήκες εδώ μέσα χωρίς γαμήλιο ένδυμα;»[6] Και θα τον βγάλη έξω καθώς ακούσαμε στα Ευαγγέλια. Ώστε, όπως και εκεί έγινε εκλογή, έτσι και εδώ θα γίνη εκλογή. Μήπως δηλαδή, επειδή έχουμε κληθή, πρέπει στο εξής να αλαζονευώμαστε, σαν να έχουμε, αλήθεια, εξασφαλίσει την τελειότητα; Λοιπόν, η πτώσις εκείνων ας γίνη δική μας ασφάλεια.
Έτσι, αγαπητέ, ούτε ο λαός χάθηκε ολόκληρος, ούτε όλος εξαχρειώθηκε, ούτε όλος απίστησε, ούτε όλος κατεδίωξε τους Αποστόλους, αλλά με το κήρυγμα των Αποστόλων πίστευσαν αμέσως τρεις χιλιάδες, χωρίς τις γυναίκες και τα παιδιά.
Και έγινε στην Ιερουσαλήμ Εκκλησία αναρίθμητη, ενώ ακόμη δεν είχε καταστραφή ο Ναός, ενώ ακόμη δεν είχαν εκδιωχθή oι Ιουδαίοι, ενώ ακόμη δεν είχε γκρεμισθή η Ιερουσαλήμ. Οικοδομήθηκε Εκκλησία και τα λόγια του Ιωάννη έγιναν ξεκάθαρη αλήθεια: «Εκείνος πρέπει να μεγαλώνη, εγώ δε να μικραίνω»[7].
Ο Συμεών λοιπόν που είναι προφήτης λέγει: «Δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Γιατί ήταν δόξα γι' αυτούς που προσδοκούσαν η συνάντησις εκείνου τον οποίο προσδοκούσαν.
Και αναλογίζονταν ο Ιωσήφ και η Μαρία αυτά που άκουγαν: Ο άγγελος έφερε την ευχάριστη είδησι, οι μάγοι τον εγνώρισαν, οι ποιμένες τον έμαθαν, οι στρατιές των αγγέλων χόρευαν, το αστέρι από πάνω τον ανήγγειλε, ο Συμεών προφητεύει, η Άννα η κόρη του Φανουήλ προφητεύει, η γη αγαλλόταν, ο ουρανός μίλησε με το αστέρι, οι μάγοι αρνήθηκαν τον τύραννο, οι ποιμένες προσκύνησαν τον αρχιποιμένα, όλα τον εγνώρισαν, η μητέρα ήξερε, ο Ιωσήφ πληροφορήθηκε, έτρεμαν για όσα έγιναν, όμως κατάλαβαν την έκβασι των γεγονότων.
«Και ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στην Μαριάμ την μητέρα του: Αυτός πρόκειται να γίνη πτώσις και έγερσις για πολλούς μέσα στον Ισραήλ και σημείο αντιλεγόμενο». Πτώσις για ποιους; Σαφώς γι' αυτούς που απιστούν, αυτούς που αντιλέγουν, αυτούς που τον σταυρώνουν. Και έγερσις για ποιους; Αυτούς που τον αναγνωρίζουν και τον ομολογούν με ευγνωμοσύνη.
«Και σημείο αντιλεγόμενο». Ποιο σημείο αντιλεγόμενο; Το σημείο του Σταυρού, που η Εκκλησία το θεωρεί σωτηρία του κόσμου, που οι Ιουδαίοι το εχθρεύονται και που πολλές φορές και ο ουρανός το διεκήρυξε. Αμφισβητείται το σημείο, για να νικήση η αλήθεια. Γιατί χωρίς αντίλογο δεν μπορεί να γίνη ολοκληρωμένη νίκη. Έπρεπε λοιπόν να εμφανισθή η αντιλογία, για να εκδώση την απόφασί του ο δικαστής, αφού μακροθυμήση μέχρι το τέλος των αιώνων. Γι' αυτό λέει «και σημείο αντιλεγόμενο». Αντιλέγουν δε εκείνοι που απιστούν.
Και συ, λέει, θεωρείσαι μητέρα. Άραγε λοιπόν εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή συμφώνησες να γίνης μητέρα, επειδή τον εγέννησες, επειδή έκρινες καλό να του δανείσης την μήτρα σου; (Διότι η κοιλιά σου έγινε δοχείο της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος).
Άραγε λοιπόν θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή έγινες Θεοτόκος, επειδή συνέλαβες χωρίς πείρα γάμου, επειδή καταστάθηκες Μητέρα του Δημιουργού σου; Άραγε εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού; Ούτε κι εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, αλλά «κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή».
Γιατί, Κύριε μου; Σε τι αμάρτησα; Σε τίποτε δεν αμάρτησες βέβαια. Όταν όμως Τον δης κρεμασμένο στον Σταυρό, όταν Τον δης να υποφέρη για όλο τον κόσμο, όταν δης στον Σταυρό τα χέρια Του τρυπημένα και καρφωμένα στο ξύλο, τότε θα αρχίσης να αμφιβάλλης και να λες: Αυτός είναι εκείνος για τον οποίο μου μίλησε ο άγγελος; Αυτός είναι εκείνος στον οποίο έγινε το θαύμα της συλλήψεως; Παρθένος ήμουν και γέννησα και έμεινα πάλι παρθένος. Γιατί λοιπόν αυτός σταυρώνεται;
«Κι εσένα την ιδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή». Ώστε, σύμφωνα με την προφητεία του δικαίου Συμεών, κανένας δεν έμεινε εκτός πειρασμού. Ο Πέτρος, ο κορυφαίος από τους μαθητές, τον αρνήθηκε τρεις φορές.
Οι άλλοι μαθητές τον εγκατέλειψαν και έφυγαν. Ούτε είχε άλλωστε ο τσομπάνος ανάγκη από τα πρόβατα για να τον προστατεύσουν, ενόσω αυτός έδιωχνε τους λύκους, ούτε ο αγωνιστής είχε ανάγκη από βοηθούς, αλλά όλοι τους έφυγαν. Και ο Χριστός έμεινε μόνος κρεμασμένος στον Σταυρό σαν κριάρι έτοιμο για θυσία. Λοιπόν και αυτής την ψυχή την διεπέρασε η ρομφαία: ο πειρασμός δηλαδή και η αμφιβολία.
«Κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή, ώστε να αποκαλυφθούν από πολλές καρδιές οι λογισμοί». Πάσχει λοιπόν ο Ιησούς, για να ελέγξη την απιστία και για να γεμίση από ευγνωμοσύνη τις καρδιές αυτών που Τον πιστεύουν. Αντιλέγεται το σημείο, για να ελεγχθούν αυτοί που αντιλέγουν από κακία.
Γιατί, αν η αλήθεια ήταν από κάθε άποψι αναντίρρητη για τους ανθρώπους, τότε η ευσέβεια θα έμενε αδοκίμαστη. Όμως με το να γίνεται παραχώρησις στην αντιλογία, δοκιμάζεται η ελεύθερη εκλογή της αλήθειας. Αντιλέγεται το σημείο.
Γιατί πώς αλλιώς θα δοκιμάζονταν οι μάρτυρες στους διωγμούς; Πώς θα αγωνίζονταν και θα αναδεικνύονταν νικητές με την καρτερία τους; Δες πόσο ωφέλησε η αντιλογία, αφού έφτιαξε όχι πιστούς απλώς, όπως θάλεγε κανείς, αλλά και μάρτυρες που έφθασαν μέχρι τα βασανιστήρια και τον θάνατο και παρουσίασαν μια απόδειξι της χάριτος του Χριστού με την καρτερία τους.
Όταν λοιπόν ο Συμεών λέει «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον», εννοείται ότι ούτε την πτώσι την προξενεί αυτός, ούτε την ανάστασι την προσφέρει με την βία, αλλά «κείται εις πτώσιν» αυτών που σκοντάφτουν στον λίθο του προσκόμματος και «εις ανάστασιν» εκείνων που πιστεύουν με την αγαθή τους προαίρεσι.
Διότι λέει «κείται». Σαν να έλεγε κανείς: Το φως ανατέλλει για να βλέπουν οι υγιείς, ενώ αυτοί που τους πονούν τα μάτια να απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από την λάμψι του φωτός. Γιατί πώς αλλιώς θα ήταν δυνατόν οι πρώτοι να πέσουν και να είναι αξιοκατάκριτοι, ενώ οι δεύτεροι να σηκωθούν με χρηστές ελπίδες που προέρχονται από την καλή τους προαίρεσι, αν δεν υπήρχε το «αντιλεγόμενο σημείο»;
Γιατί λέει ο Συμεών «και εις σημείον αντιλεγόμενον»; Για να μη προξενήση η αντιλογία απορία στους πιστούς. Το να αμφισβητείται δε και η αλήθεια του Θεού, είναι φανερό ότι αυτό γίνεται, επειδή το επιτρέπει ο Θεός. Κανένας δηλαδή δεν μπορεί να προβάλη καμμιά αντίρρησι, αν δεν το επιτρέψη αυτό ο Θεός. Είναι όντως αναγκαία η παραχώρησι αυτή εκ μέρους του Θεού, για να φανερωθούν οι άξιοι.
Θα έλθη όμως εποχή που δεν θα υπάρχη πια καμμιά αντίρρησις. Όταν δηλαδή το σημείο του Σταύρου θα λάμψη σαν προάγγελος του Κυρίου από τον ουρανό, «τότε θα κλίνη κάθε γόνυ στα επουράνια και στα επίγεια και στα καταχθόνια και κάθε γλώσσα θα ομολογήση ότι ο Χριστός είναι Κύριος προς δόξαν του Θεού Πατρός»[8].
Όσο δηλαδή το σημείο αυτό φαίνεται μόνο του και είναι απλό σημείο και δεν φαίνεται πουθενά ο σημαινόμενος, το σημείο θα αντιλέγεται. Όταν όμως ο ίδιος ο σημαινόμενος αποκαλύψη τον εαυτό του κατά την Δευτέρα Παρουσία, τότε πια κανείς δεν θα τολμά να αντιλογήση στο σημείο, γιατί ο σημαινόμενος θα έχη καταφθάσει με ολοφάνερη την θεότητά του εναντίον εκείνων που Τον αρνούνται. Τότε εκείνοι που προηγουμένως είχαν δεχθή το σημείο θα δοξασθούν από αυτόν που εκείνο υποδήλωνε, ενώ εκείνοι που αμφισβήτησαν το σημείο θα καταδικασθούν από τον υποδηλωθέντα.
Και αυτό θα είναι τότε το τέλος της αντιλογίας, το τέλος της πλάνης, το τέλος της αμφιβολίας, το τέλος της απιστίας, η αρχή δε των βραβείων και των στεφάνων. Αυτά μακάρι όλοι μας να τα επιτύχουμε με την χάρι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.
[1] πρβλ. Ιωάν. ζ' 41-43
[2] Η ανάστασις των νεκρών κατά την δευτέρα παρουσία θα αποτελέση την «περιτομή» δηλ. την οριστική απομάκρυνσι του κακού και της αμαρτίας από ολόκληρη την κτίσι.
[3] Λευϊτ. ε’ 11, ιβ’ 8
[4] Ησ. α’ 9
[5] Ρωμ. ια’ 4· πρβλ. Γ’ Βασ. ιθ’ 18
[6] Ματθ. κβ’ 12
[7] Ιωάν. γ’ 30
[8] Φιλιπ. β’ 10-11
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΣΟΣΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ
Πηγή: Αναβάσεις
«Σημείον αντιλεγόμενον»
Τον Άγιο Χρυσόστομο τον ελάτρευσε η Εκκλησία. Αυτός την κόσμησε με τον θησαυρό της θείας Λειτουργίας, την προίκισε με τα απαράμιλλα κηρύγματά του, την ενθουσίασε με τον μαγευτικό, πρωτότυπο, διεισδυτικό, περιεκτικό και πολυδιάστατο λόγο του, τη σαγήνεψε με το ασυμβίβαστο και ηρωικό ήθος του, τη λάμπρυνε με το παράδειγμα και τη συνέπεια της αγίας και γεμάτης έμπνευση ζωής του.
Δεν τον ανεγνώρισαν οι μεγάλοι και ισχυροί αυτού του κόσμου. Γι’ αυτούς ήταν «βαρύς και βλεπόμενος» (Σοφ. Σολ. β’ 15). Τον πολέμησαν, τον αδίκησαν, τον εξόρισαν. Με τον διωγμό τους όμως τον βοήθησαν να αποκαλύψει το μεγαλείο της αδαμάντινης ψυχής του. Ίσως, χωρίς την εμπάθεια και το μίσος τους, ο άγιος Ιωάννης να ήταν μόνον «Χρυσόστομος», «Χρυσολόγος», «Χρυσορρήμων» και «Χρυσόφωνος». Αυτός όμως μέσα από την αδικία, τον διωγμό και την εξορία ανεδείχθη, κατά τον υμνογράφο, «Χρυσούς τον λόγον, χρυσούς και την καρδίαν» και «Χρυσουργός των καρδιών των πιστών». Χωρίς να θέλουν οι διώκτες του, φανέρωσαν τον θησαυρό της ψυχής του, ανέδειξαν το μεγαλείο του, απέδειξαν την ιστορική μοναδικότητά του, εγκατέστησαν το πρόσωπό του στην καρδιά του λαού, έγιναν μεγάλοι ευεργέτες της ιστορίας και μοναδικοί δωρητές της Εκκλησίας.
Τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο τον ανεγνώρισαν οι πολλοί αλλά μικροί, οι άγνωστοι αλλά αληθινοί, οι αναρμόδιοι αλλά ευαίσθητοι, οι απόμακροι από τις εξελίξεις αλλά αγνοί στις προθέσεις. Τον πολέμησαν τα κέντρα της εξουσίας και τον υπεραγάπησε ο λαός. Τον συκοφάντησε και τον αδίκησε το εκκλησιαστικό σύστημα, αλλά τον αγκάλιασε και τον ομολόγησε με δύναμη και επιμονή η εκκλησιαστική συνείδηση. Αυτός της δόθηκε ως λόγος και παράδειγμα και ανταμείφθηκε με το ανεκτίμητο νόμισμα της εμπιστοσύνης και αγάπης της.
«Σημεία συνάντησης του Θεού»
Αυτό που χαρακτηρίζει τον τιμώμενο Άγιο είναι η ανυποχώρητη διεκδίκηση της ξεκάθαρης αλήθειας, η τόλμη της αμφισβήτησης των φαινομένων και ευκόλως κατανοουμένων, η ασυμβίβαστη διάθεση αντικατάστασής τους από το μυστήριο που αποκαλύπτεται και μας υπερβαίνει, ο ηρωισμός που απαιτεί η συμφωνία λόγων και ζωής, ο πανίσχυρος κοινωνικός του λόγος, η εγκαρτέρηση στον διωγμό και την αδικία. Είναι η συνολική και μεγάλη αρετή του, είναι η αγιότητά του, που έπεισε τον λαό και την Ιστορία: «ενδιαίτημα εφάνης ουρανίων αρετών… εν σοι γαρ κατεσκήνωσε των αρετών η πάσα αγιωσύνη» (Τροπάριον Ωδής γ’).
Για όλους αυτούς τους λόγους, ο λόγος του χαρακτηρίζεται από απροσμέτρητη διεισδυτικότητα, από κοινωνικο-πνευματική σφαιρικότητα, από διαχρονική επικαιρότητα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι θεολογικός ως προς τον στόχο του, επιστημονικός ως προς τη μεθοδολογία του, ανατρεπτικός ως προς την κοινωνική εκφορά του. Είναι επίκαιρος στις αφορμές του, σύγχρονος στη μορφή του και διαχρονικός στα νοήματά του. Τα ερμηνευτικά κείμενά του, οι θεολογικές ομιλίες του, οι γεμάτες δόγμα και αμεσότητα λειτουργικές και μη προσευχές του, η ανυποχώρητη στάση του στις διατυπώσεις της πίστης και της θεολογίας δείχνουν με ενάργεια τη θεοκεντρικότητα και χριστοκεντρικότητα της διδασκαλίας του. Ο υμνογράφος τον αποκαλεί «των δογμάτων πέλαγος ανεξάντλητον» (Κεκραγάριον εσπερινού), «θεολογίας υψηλής ακρίβειαν» (Απόστιχον εσπερινού), «νουν ουράνιον της θεολογίας» (Αίνοι). Μέσα στο ορθό δόγμα διακρίνει ο άγιος το πρόσωπο του Θεού για Τον Οποίο ομιλεί.
Αλλά όχι μόνον μέσα σε αυτό. Δόγμα, δίχως καθαρή και συνεπή ζωή, μοιάζει περισσότερο με φιλοσοφική έμμονή και εγωιστικό ιδεολόγημα. Γι’ αυτό και ο λόγος του δεν έχει τον χαρακτήρα αφηρημένης ακαδημαϊκής πραγματείας, αλλά αγκαλιάζει τη ζωή, την καθημερινότητα, τις λεπτομέρειες, την αδύναμη και αμαρτωλή ανθρώπινη φύση. Την αγκαλιάζει με βαθειά γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της αφ’ ενός και των δυνατοτήτων και προοπτικών της αφ ετέρου. Ανεβάζει ψηλά το κριτήριο της ανθρώπινης ποιότητος για να καταδείξει το «βραχύ τι παρ’ αγγέλους» (Ψαλμ. η’ 4) ιδίωμα του ανθρώπου. Ανοίγει όμως και τους κρουνούς της επιεικείας και κατανόησης για να εκφράσει τον σεβασμό του στον «ως άνθος του αγρού εξανθισμό» (Ψαλμ. ρβ’ 15) του. Αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τη λογική του ικανότητα για να υπογραμμίσει την ιδιαιτερότητα και μοναδικότητα του ανθρώπου μέσα στη δημιουργία. Ο άγιος Ιωάννης αντικρίζει τον Θεό μέσα στον πεπτωκότα αλλά και θεούμενο άνθρωπο.
Ο άγιος όμως διακρίνει τον Θεό αντικατοπτριζόμενο και μέσα στην εικόνα του πάσχοντος συνανθρώπου. Ο λόγος του Κυρίου «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε» (Ματθ. κε’ 40) δεν αποτελεί ούτε υπερβολή ούτε αναλογία· έχει πραγματικό νόημα και απόλυτη ισχύ. Η αγάπη του για τους φτωχούς είναι τόσο μεγάλη, ώστε γι’ αυτούς πούλησε ακόμη και τα αντικείμενα του επισκοπικού μεγάρου, κατήργησε τα επίσημα γεύματα και έφτασε σε ακρότητα απλότητος στην προσωπική του παρουσία και ζωή.
Αυτός που συνέθεσε τη θεία Λειτουργία μιλάει με ιδιαίτερα καινοτόμο τρόπο και για την Ιερουργία της προς τον αδελφό αγάπης. Αυτός που προτρέπει σε εντός του ναού λατρευτική συνάντηση του «αοράτως δορυφορουμένου ταις αγγελικαίς τάξεσιν βασιλέως των όλων», ο ίδιος φέρεται να διακηρύσσει δημόσια: «Αν πηγαίνοντας στην Εκκλησία συναντήσεις έναν φτωχό, πάρε τον στο σπίτι σου· κάνεις το σπίτι σου Εκκλησία. Βάλε τον να καθίσει στο τραπέζι σου· κάνεις το τραπέζι σου Αγία Τράπεζα. Δώσε του να φάει από το φαγητό σου· κάνεις το ψωμί και το κρασί σου Θεία Κοινωνία».
Στον ναό πηγαίνουμε για να συναντήσουμε τον Θεό. Όταν πέφτουμε πάνω σε έναν φτωχό, τον έχουμε ήδη συναντήσει.
Πηγη: Πεμπτουσία
Ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος Χατζηνικολάου δίνει αποκλειστική συνέντευξη στο Ρωμαίικο Οδοιπορικό για τον Όσιο Γέροντα Παΐσιο τον Αγιορείτη. Μιλάει για τον σύγχρονο Άγιο της Εκκλησίας μας, τον ασκητικό του βίωμα μέσω της αγάπης και του πόνου του προς τον άνθρωπο, καθώς και για την αγιοκατάταξή του.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...