Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ο Άγιος Παΐσιος υπήρξε μια από τις πιο φωτισμένες αγίες μορφές της Εκκλησίας μας, των τελευταίων δεκαετιών.
Παιδική ηλικία
Ο Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου του 1924. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε ακόμα 8 αδέλφια. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.
Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο. Στην Κέρκυρα η οικογένειά του έμεινε ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα. Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».
Εφηβικά χρόνια και ο στρατός
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελνόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος συμμεριζόμενος την θλίψη της οικογένειας, αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν ζητούσε χρήματα.
Το 1945 ο Αρσένιος κατατάχτηκε στο στρατό και υπηρέτησε σαν ασυρματιστής κατά τον ελληνικό εμφύλιο. Όσο καιρό δεν ήταν ασυρματιστής, ζητούσε να πολεμεί στην πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οικογενειάρχες, να μην βλαφτούν. Το μεγαλύτερο όμως διάστημα της θητείας του το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή. Απολύθηκε από το στρατό το 1949.
Μοναστικός Βίος
Ο πατέρας Παΐσιος πρώτη φορά εισήλθε στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του. έτσι το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ ήταν Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στις Καρυές. Εν συνεχεία κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί θα γνωρίσει τον πατέρα Κύριλλο που ήταν ηγούμενος στη μονή και θα τον ακολουθήσει πιστά.
Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και κατευθύνθηκε στη Μονή Εσφιγμένου. Εκεί τελέσθηκε η τελετή της «ρασοευχής» και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν Αβέρκιος. Και εκεί αμέσως ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του, την ταπεινοφροσύνη του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν έντονα και διάβαζε διαρκώς, ιδιαίτερα τον Αββά Ισαάκ.
Το 1954 έφυγε από τη μονή Εσφιγμένου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Φιλοθέου, που ήταν Ιδιόρυθμο μοναστήρι όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με τον Γέροντα Συμεών θα είναι καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του. Ο Γέρων Αυγουστίνος αυτήν την περίοδο απέκτησε στενή σχέση με τον Παΐσιο.
Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους αλλά περιελάμβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων, είτε με φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με αιχμή το λόγο του Ευαγγελίου. Επί 4 έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον μετριοπαθή χαρακτήρα του.
Από εκεί πήγε στο Όρος Σινά στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Ο Γέροντας εργαζόταν ως ξυλουργός και ό,τι κέρδιζε το έδινε σε φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως τρόφιμα και φάρμακα.
Επιστροφή στο Άγιο Όρος
Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος, από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία τον φιλοξένησε ήταν η Ιβήρων. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα το 1966, ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στην Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου.
Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη το όνομά του έχει αρχίσει να γίνεται αρκετά γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν, μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό μοναχό που ονομάζεται Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη Μονή Σταυρονικήτα. Βοηθάει σημαντικά σε χειρονακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Συχνά μάλιστα βοηθάει ως ψάλτης στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου το Γέροντα Τύχωνα. Οι δύο γέροντες ανέπτυξαν δυνατή φιλία η οποία τερματίσθηκε με την κοίμηση του Γέρωντα Τύχωνα το 1968. Ο Παΐσιος έμεινε στο κελί του Γέροντα Τύχωνα για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή του, πράγμα που ήταν επιθυμία του φίλου του λίγο πριν πεθάνει.
Στην Παναγούδα
Το 1979 αποχώρησε από την σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί εισχώρησε στή μοναχική αδελφότητα ως εξαρτηματικός μοναχός. Η Παναγούδα ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.
Οι ασθένειες του Γέροντα
Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω βρογχεκτασιών. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης ισχυρών αντιβιοτικών ο γέροντας έπαθε ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά προβλήματα. Κάποια στιγμή, ενώ εργαζόταν στην πρέσσα που είχε στο κελί του, έπαθε βουβωνοκήλη. Αρνήθηκε να νοσηλευτεί και υπέμεινε καρτερικά την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη Σουρωτή, κάποιοι γνωστοί του γιατροί κυριολεκτικά τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στο Θεαγένειο νοσοκομείο, όπου και χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε τη σκληρή ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε και άλλο την κατάσταση της υγείας του.
Το τέλος της ζωής του
Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ ετοιμάζεται να φύγει ασθενεί και μεταφέρεται στο Θεαγένειο, όπου του γίνεται διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 ο γέροντας χειρουργείται.
Παρότι η ασθένεια δεν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ), ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.
Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) ο γέροντας κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του.
Τελικά την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 (με το νέο ημερολόγιο) και ώρα 11:30 το βράδυ την ησυχία τάραξε μια δυνατή βροντή! Κατόπιν με συνεχείς αστραπές φωτιζόταν όλο το Άγιον Όρος.
Το απόγευμα εγινε γνωστό ότι ο γέροντας είχε περάσει πιά στην αιωνιότητα.
Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο κοιμήσεως του Γέροντος, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.
Πνευματική Παρακαταθήκη του Γέροντα Παΐσιου
Γέρων Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης [Ρωσική Ταινία]
Φωτογραφίες
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Παϊσίου προχώρησε πριν από λίγο, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της Romfea.gr, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Επίσης στις 27 Νοεμβρίου 2013 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου είχε προβεί στην Αγιοκατάτταξη του Γέροντος Πορφυρίου.
Νεότερη ενημέρωση 15.10
Ακολουθεί το επίσημο ανακοινωθέν του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το οποίο επιβεβαιώνεται το αποκλειστικό ρεπορτάζ του Πρακτορείου Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Romfea.gr που πρώτο μετέδωσε το γεγονός της Αγιοκατάταξης.
Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Tρίτην, 13ην Ἰανουαρίου 2015, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων.
Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος: α) ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόν μοναχόν Παΐσιον Ἁγιορείτην καί β) προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, διά ψήφων κανονικῶν ἐξελέξατο παμψηφεί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εἰρηναῖον Ἀβραμίδην, διακονοῦντα ἐν Παρισίοις, Βοηθόν Ἐπίσκοπον παρά τῷ Σεβασμιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Γαλλίας κυρίῳ Ἐμμανουήλ, ὑπό τόν τίτλον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ρηγίου.
Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Ἰανουαρίου 2015
Πηγή: Ρομφαία
Έχουμε συνηθίσει να φανταζόμαστε τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο σαν ένα οργισμένο, φωνακλά προφήτη, μόνιμα δυσαρεστημένο και κατσούφη, που φωνάζει με σκληρότητα στους ανθρώπους να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους για να μην τους θερίσει η οργή του Θεού και να μην καούν στην κόλαση. Μπορεί να ήταν και έτσι… Βέβαια η «οργή του Θεού» είναι μια εικόνα που συμβολίζει την εχθρότητα του ανθρώπου απέναντι στο Θεό και η κόλαση είναι η θέα του θείου φωτός ως φωτιάς λόγω του ανθρώπινου εγωισμού.
Όμως η αλήθεια είναι πως ο άγιος Ιωάννης, όπως και όλοι οι προφήτες και οι άγιοι όλων των εποχών, εμπνευσμένοι από τη θεία χάρη, είχαν μεγάλη αγάπη για τους ανθρώπους και ακριβώς αυτή η αγάπη (κι όχι κάποιο σκληρό «αίσθημα δικαιοσύνης» ή κάποια δήθεν «προσβολή του Θεού» και τέτοια άσχετα) είναι που τους κάνει να ζητούν απ’ τους ανθρώπους να μετανοήσουν. Η μετάνοια είναι που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να σωθούν και η σωτηρία των ανθρώπων είναι η αληθινή έγνοια των προφητών και των αγίων, δηλ. η αληθινή έγνοια του Θεού που τους εμπνέει.
Στην περίπτωση του Ηρώδη, καταλαβαίνουμε πως ο άγ. Ιωάννης δεν ήταν καθόλου εχθρός του, αλλά, αντίθετα, ήταν ο καλύτερος φίλος του – ή μάλλον ο μοναδικός του φίλος, αφού ο Ηρώδης, που ήταν πολύ κακός, μάλλον δε θα ’χε άλλους αληθινούς φίλους…
Είναι γνωστό σε όλους πως ο Πρόδρομος έκανε αυστηρή κριτική στον Ηρώδη, επειδή είχε κλέψει τη γυναίκα του αδερφού του, την Ηρωδιάδα, και την είχε κάνει επίσημη ερωμένη ή ίσως σύζυγό του. Ο Ηρώδης τον έβαλε φυλακή και με τη γνωστή ραδιουργία της Ηρωδιάδας, στο χορό της κόρης της, της Σαλώμης (που γοήτευσε σεξουαλικά, προφανώς, τον Ηρώδη και όλους τους «υψηλούς» καλεσμένους στα γενέθλιά του), η κεφαλή του αγ. Ιωάννη τοποθετήθηκε σ’ ένα πιάτο και προσφέρθηκε στην έφηβη Σαλώμη, η οποία την πρόσφερε στην πανούργα μητέρα της (ο Θεός να τους συγχωρέσει όλους και όλες).
Να πούμε εδώ πως αυτός ο Ηρώδης ήταν ο Ηρώδης ο 2ος (Ηρώδης Αντύπας), γιος του παλιού Ηρώδη που είχε κάνει τη σφαγή των νηπίων, δηλ. του Ηρώδη του Τετράρχη, του λεγόμενου «Μεγάλου» (και καλά) Ηρώδη.
Γιατί όμως ο άγιος έκανε κριτική στον Ηρώδη; Για να του κάνει πολιτική ζημιά; Για να δώσει αφορμή σε επαναστάτες να τον πολεμήσουν; Για κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους, τέλος πάντων; Δεν έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως ο άγιος είχε τέτοια κίνητρα. Ξέροντας την παράδοση των αγίων, καταλαβαίνουμε κάτι άλλο: ο άγιος Ιωάννης έκανε κριτική στον Ηρώδη για να τον σώσει! Και, μαζί μ’ αυτόν, να σώσει και την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα που τελικά τον σκότωσε. Πώς να τον σώσει; Βοηθώντας τον, με την κριτική του, να σταματήσει την αμαρτία διαρκείας που διέπραττε, τη μοιχεία.
Άρα ο Ιωάννης ήταν ο καλύτερος, ή ο μόνος, φίλος του βασιλικού ζεύγους, γιατί ήταν ο μόνος που τολμούσε –με τόσο θετικά γι’ αυτούς κίνητρα– να τους πει ξεκάθαρα πως είναι αμαρτωλοί και να τους καλέσει στη σωτήρια μετάνοια.
Αλλά το ότι ο άγιος αγαπούσε τον Ηρώδη φαίνεται κι από κάτι άλλο. Στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο, κεφ. 6, στίχοι 19-20, γράφει για το διάστημα που ο άγιος ήταν στη φυλακή: «η δε Ηρωδιάς ενείχεν αυτω και ήθελεν αυτόν αποκτείναι, και ουκ ηδύνατο· ο γαρ Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, ειδώς αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον, και συνετήρει αυτόν, και ακούσας αυτού πολλά εποίει και ηδέως αυτού ήκουε».
Δηλαδή: «η Ηρωδιάδα κατηγορούσε τον Ιωάννη και ήθελε να τον σκοτώσει, αλλά δε μπορούσε, γιατί ο Ηρώδης σεβόταν τον Ιωάννη, ξέροντας πως είναι άνθρωπος δίκαιος και άγιος, και τον κρατούσε ζωντανό, και έκανε πολλά ακούγοντας τις συμβουλές του και τον άκουγε με ευχαρίστηση» (να μια ακόμη περίπτωση που η λέξη «φοβάμαι» θα πει «σέβομαι», όπως στο γνωστό «η δε γυνή ίνα φοβείται τον άνδρα»).
Το ότι ο Ιωάννης δεχόταν να συζητάει με τον Ηρώδη μέσα στη φυλακή και μάλιστα τον συμβούλευε σε μερικά πράγματα -προφανώς για να είναι σωστός και δίκαιος- φανερώνει πως ο άγιος δεν του κρατούσε κακία, δεν τον μισούσε, αλλά, αντίθετα, τον αγαπούσε!
Η στάση αυτή δίνει ένα πολύ σημαντικό παράδειγμα του πώς ένας άγιος γίνεται επαναστάτης απέναντι στη διεφθαρμένη εξουσία. Την ελέγχει με θάρρος, αλλά όχι με μίσος. Μισεί τη διαφθορά, την κατάχρηση εξουσίας και την αμαρτία, αλλά συνεχίζει ν’ αγαπάει τους ανθρώπους, ακόμη κι όταν είναι διεφθαρμένοι & αμαρτωλοί, και να προσπαθεί για τη σωτηρία τους, αν φυσικά το θέλουν. Τη στάση του αυτή δεν την αλλάζει, δίνοντας γι’ αυτούς ακόμα και τη ζωή του.
Σημ: Η εικόνα στην αρχή του post είναι από το μπλογκ “Η ζωή είναι ωραία” (http://anatash.pblogs.gr/2010/01/agie-moy-giannh.html ), όπου συνοδεύεται με αυτή την όμορφη προσευχή προς τον άγιο:
ΑΓΙΕ ΜΟΥ ΓΙΑΝΝΗ
Εσύ που υπήρξες τόσο μεγάλος νηστευτής, πρότυπο εγκράτειας,
εσύ που είχες βρει το δρόμο
για να τρέφεις το πνεύμα σου,
για να εξυψώνεσαι σε ουράνια μήκη και πλάτη (διαθέσιμα για όλους μας),
βοήθησέ με να κόβω έστω και μια μπουκίτσα
από τα πλούσια εδέσματά μου -δείγμα τού λιμού της ψυχής μου!
Πηγή: Πεμπτουσία
Γιὰ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Βαπτιστοῦ δὲν χρειάζεται νὰ ποῦμε πολλά· μιλᾶ τὸ τέμπλο κάθε Ὀρθόδοξου ναοῦ – στὰ δεξιὰ τῆς εἰκόνας τοῦ Δεσπότου βρίσκεται πάντοτε ἡ εἰκόνα του – καὶ ὁ ἔπαινος τοῦ Κυρίου γιὰ ἐκεῖνον, ὁ ἔπαινος τοῦ καρδιογνώστου Θεοῦ (βλ. Ματθ. ια´ [11] 7-15, Λουκ. ζ´ 24-30). Ἐμεῖς ἁπλῶς στὶς παρακάτω γραμμὲς θὰ προσπαθήσουμε νὰ ὑποψιασθοῦμε κάτι ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς ταπεινοφροσύνης του.
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἀπὸ παιδὶ ἔζησε στὴν ἔρημο ζωὴ ἄκρας ἀσκήσεως καὶ πλούτιζε συνεχῶς σὲ Πνεῦμα Ἅγιον. «Τὸ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν Ἰσραήλ», σημειώνει ἡ Ἁγία Γραφή (Λουκ. α´ 80). Ἔζησε μὲ μοναδικὴ ἀκρίβεια τὴ ζωὴ τῆς παρθενίας, τὴ ζωὴ τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεως στὸ Θεό, ἡ ὁποία ἦταν σχεδὸν τελείως ἄγνωστη στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἀργότερα, στὰ τριάντα του περίπου χρόνια, βγῆκε νὰ κηρύξει μετάνοια καὶ νὰ ἑτοιμάσει τὸν Ἰσραὴλ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Μεσσία, ὄχι ἀπὸ μόνος του ἀλλὰ κατόπιν θείας ἀποκαλύψεως: «ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ ἐπὶ Ἰωάννην… καὶ ἦλθεν… κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας» (Λουκ. γ´ 2-3). Ἦταν δηλαδὴ θεόκλητος.
Γνώριζε ἀκόμη ὅτι ἡ δράση του ἦταν προφητευμένη στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, πράγμα ποὺ δὲν ἀνέφερε ποτὲ παρὰ μόνο ὅταν τὸ ἐπέβαλε ἡ ἀνάγκη. Τὸν ρώτησαν οἱ ἀπεσταλμένοι τῆς θρησκευτικῆς ἡγεσίας τοῦ Ἰσραήλ: «Ποιὸς εἶσαι ἐσύ; ὁ Χριστός;». «Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χριστός», ἀπάντησε. «Τί λοιπόν; Ὁ Ἠλίας εἶσαι ἐσύ;». «Δὲν εἶμαι». «Ὁ προφήτης ποὺ προανήγγειλε ὁ Μωυσῆς;». «Ὄχι». «Ποιὸς εἶσαι τέλος πάντων; γιὰ νὰ δώσουμε ἀπάντηση σ᾿ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἔστειλαν». «Ἐγὼ “φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, εὐθύνατε τὴν ὁδὸν Κυρίου”, καθὼς εἶπεν Ἡσαΐας ὁ προφήτης» (βλ. Ἰω. α´ 19-23).
Τὸ κήρυγμά του καὶ ἡ ὅλη προσωπικότητά του εἶχε ἀπήχηση ὅσο κανενὸς ἄλλου προφήτη: «Ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν Ἱεροσόλυμα καὶ πᾶσα ἡ Ἰουδαία καὶ πᾶσα ἡ περίχωρος τοῦ Ἰορδάνου», «καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Ματθ. γ´ 5, Μάρκ. α´ 5). Πήγαιναν σ᾿ αὐτὸν οἱ Ἱεροσολυμίτες καὶ ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Ἰουδαίας καὶ τῶν περιχώρων τοῦ Ἰορδάνη! Δὲν ἦταν ὅτι ἐντυπωσίαζε καὶ σαγήνευε. Τὸ κήρυγμά του ἦταν αὐστηρό, καλοῦσε σὲ μετάνοια, ὑπενθύμιζε τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ: «ἤδη καὶ ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται»· τώρα μάλιστα καὶ τὸ τσεκούρι τῆς θείας κρίσεως βρίσκεται κοντὰ στὴ ρίζα τῶν δένδρων. Κάθε δένδρο λοιπὸν ποὺ δὲν κάνει καλὸ καρπὸ κόβεται ἀπὸ τὴ ρίζα καὶ ρίχνεται στὴ φωτιά (Ματθ. γ´ 10). Ἀλλὰ ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὁ λόγος καὶ τὸ παράδειγμά του ἦταν γεμάτα ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ἀπωθοῦσε οὔτε προκαλοῦσε ἀντιδράσεις. Ἀντίθετα συγκλόνιζε τὶς καρδιὲς καὶ προκαλοῦσε ριζικὴ ἀλλαγὴ ζωῆς· δέχονταν νὰ βαπτισθοῦν – «πάντες», ἀκόμη καὶ «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι», οἱ πιὸ διαβεβλημένοι ἄνθρωποι (βλ. Ματθ. κα´ [21] 32) – ἐξομολογούμενοι δημοσίως τὶς ἁμαρτίες τους!
Τὸν παραδέχονταν ὡς αὐθεντικὸ καθοδηγὸ τῆς ζωῆς τους: «Τί οὖν ποιήσομεν;». Θέλουμε ν᾿ ἀλλάξουμε ζωή. Τί πρέπει νὰ κάνουμε; ρωτοῦσαν οἱ ὄχλοι τὸν Ἰωάννη, παρὰ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του· ὄχι μόνο εὐσεβεῖς ἀλλὰ καὶ ἁμαρτωλοί: τελῶνες καὶ στρατιωτικοί (βλ. Λουκ. γ´ 10-14).
Τὸ ἀκόμη θαυμαστότερο εἶναι ὅτι ὁ Τίμιος Πρόδρομος εἶχε τέτοιο κύρος, ἐνῶ δὲν ἔκανε κανένα θαῦμα (βλ. Ἰω. ι´ 41)· τόσο μεγάλο κύρος, ὥστε ὅλοι εἶχαν λογισμό: «Μήπως αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός», ὁ Μεσσίας ποὺ περιμέναμε αἰῶνες; (Λουκ. γ´ 15).
Ἂς ἀναλογισθοῦμε ὅλα τὰ παραπάνω: ζωὴ πολὺ διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν πολλῶν, σχεδὸν ὅλων· ζωὴ ἀνώτερη, ἰσάγγελη· πνευματικὲς ἐπιδόσεις ἀσυνήθιστα ὑψηλές· προφητικὴ κλήση καὶ ἀποστολὴ σὲ νεαρὴ ἡλικία· καταπληκτικὴ ἐπιτυχία στὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο, μαζικὲς καὶ συγκλονιστικὲς μεταστροφές· κύρος τόσο μεγάλο, ὥστε νὰ ἀναρωτιοῦνται, μήπως εἶναι ὁ Χριστός; Ἡ Παλαιστίνη σείσθηκε ἀπὸ τὸ κήρυγμα καὶ τὴν παρουσία του, ἕνας ὁλόκληρος λαὸς κρεμόταν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ νεαροῦ λιπόσαρκου Ἰωάννη· κι ἐκεῖνος; ἀνέγγιχτος ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Δὲν ζήτησε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀπὸ ὅλη ἐκείνη τὴ δόξα. Εἶπε: «Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χριστός. Ἔρχεται μετὰ ἀπὸ ἐμένα, καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος ἐγὼ νὰ λύσω οὔτε τὰ κορδόνια ἀπὸ τὰ ὑποδήματά του» (Λουκ. γ´ 16).
Καὶ ὅταν, ἐνῶ μεσουρανοῦσε, ἄρχισε νὰ τὸν ἐπισκιάζει ὁ Μεσσίας μὲ τὴ δράση Του, καὶ παραπονέθηκαν γι᾿ αὐτὸ στὸν Πρόδρομο οἱ μαθητές του, ἐκεῖνος τοὺς εἶπε: «Κανεὶς δὲν ἔχει τίποτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι μαρτυρεῖτε πὼς εἶπα ὅτι δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Μεσσίας, ἀλλὰ πρόδρομός Του. Γι᾿ αὐτὸ ἐργάσθηκα, γιὰ νὰ ὁδηγήσω τὶς ψυχὲς στὸ Νυμφίο Χριστό. Καὶ ὄχι ἁπλῶς δὲν ζηλεύω ἢ δὲν ἐνοχλοῦμαι ποὺ ἐλαττώνεται ἡ φήμη μου, ἀλλὰ “χαρᾷ χαίρω”, χαίρομαι μὲ πολὺ μεγάλη χαρά· “αὕτη οὖν ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ πεπλήρωται”· αὐτὴ λοιπὸν ἡ χαρά μου εἶναι τέλεια. Αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸ ἀποδέχομαι ὁλόψυχα: Ἐκεῖνος νὰ αὐξάνει σὲ ἐπιρροὴ καὶ δόξα, κι ἐγὼ νὰ μικραίνω» (βλ. Ἰω. γ´ 26-30).
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, μέγας καὶ στὴν ταπεινοφροσύνη, προκαλεῖ τὸν εὐλαβὴ θαυμασμό μας. Μπορεῖ ὅμως νὰ γίνει καὶ βοηθός, πρεσβευτής μας, ἂν τὸν ἐπικαλούμαστε, ὥστε νὰ καλλιεργοῦμε τέτοιο φρόνημα στὶς δικές μας ἀσήμαντες – σὲ σύγκριση μὲ τὶς δικές του – ἐπιδόσεις καὶ ἐπιτυχίες.
Πηγή: Ο Σωτήρ
Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς· ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό· πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι' αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.
Ἔπειτα ἐξηγήσαμε τὴν πρὸς τοὺς ὄχλους διδασκαλία Ἰωάννη τοῦ Προφήτη καὶ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ἡ ὁποία διαλαμβάνει καί αὐτή περὶ τοῦ ἰδίου βαπτίσματος· διότι τό μὲν βάπτισμα εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, ὁ δὲ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ὁδηγεῖ διὰ τῆς διδασκαλίας του στὴν ἐπίγνωσι αὐτοῦ, ἀποδεικνύοντας τὸν προαιώνιο καὶ δεσπότη τοῦ παντός, κριτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, ποὺ κατὰ τὴν ἐξουσία του τοὺς μὲν ἄξιους εἰσάγει στὶς ἀΐδιες μονές, τοὺς δὲ κατακρίτους ρίπτει στὴ γέεννα τοῦ πυρός· ἐνῶ μαρτυρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι κύριος καί τῶν ἀγγέλων, τὸν ἑαυτό του τὸν συντάσσει στοὺς ἔσχατους δούλους.
Ἐπειδὴ δὲ τὸ βάπτισμα ὄχι μόνο ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὑπόσχεσις ἐπιστροφῆς καί θεαρέστων ἔργων, γι' αὐτό ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ καί βαπτιστής, ὄχι μόνο ὁδηγοῦσε στὴν ἐπίγνωσι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκήρυττε μετάνοια κι' ἐπιζητοῦσε καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν μετριοφροσύνη, τὴν ἀγὰπη, τὴν ἀλήθεια. Δεικνύοντας δὲ καὶ τοῦτο, ὅτι χωρὶς ἔργα δὲν ὠφελεῖ καθόλου ἡ πρὸς τὸν Θεὸ ὑπόσχεσις, ἀλλὰ καὶ καταδικάζει τὸν ἄνθρωπο, ἐπέσειε ἀξίνα κι' ἐπεδείκνυε πυρκαϊά ἄσβεστη κι' ἔλεγε ὅτι «κάθε δένδρο ποὺ δὲν κάμει καλὸ καρπὸ ἀποκόπτεται καί ρίπτεται στὴ φωτιὰ».
Ἐκτός ἀπὸ αὐτά ἐξηγήσαμε πρὸς τὴν ἀγάπη σας καὶ τοὺς πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Κύριο ποὺ ἦλθε νὰ βαπτισθῆ λόγους τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ ἐδίσταζε καί ὑποχωροῦσε καὶ παραιτεῖτο ἀπὸ τὸ ἔργο, κι' ζητοῦσε μᾶλλον αὐτός νὰ λάβη ἀπὸ ἐκεῖνον τὸ βάπτισμα. Ἀλλ' ἐπίσης ἐξηγήσαμε καὶ τοῦ Κυρίου τοὺς λόγους πρὸς ἐκεῖνον, ὡς δεσπότη ποὺ προστάσσει δοῦλον, συγχρόνως δὲ καὶ φανερώνει τὸ μυστήριο σὰν σὲ φίλο καὶ συγγενῆ κατὰ σάρκα καὶ προβάλλει τὶς εὔλογες δικαιολογίες. Καὶ φθάσαμε τότε ὁμιλώντας πρὸς σᾶς ἕως τὸ σημεῖο ὅπου ὁ Ἰωάννης πεισθείς ἄφησε τὸν Κύριο νὰ βαπτισθῆ. Ἀπέμεινε δὲ ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο αὐτό ποὺ ἀναγνώσθηκε τώρα, ὅτι, «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδοὺ τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω του. Καὶ ἀμέσως ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό ποὺ ἔλεγε, τοῦτος εἶναι ὁ ἀγαπητὸς Υἱός μου, ποὺ τὸν ἐξέλεξα».
Μέγα καὶ ὑψηλό, ἀδελφοί, εἶναι τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ ποὺ συμπεριλαμβάνεται στὰ λίγα τοῦτα λόγια, δυσθεώρητο καὶ δυσερμήνευτο καὶ ὄχι λιγώτερο δυσκατάληπτο· ἀλλ' ἐπειδὴ εἶναι ἐξαιρετικὰ σωτήριο, γι' αὐτό, ἀφοῦ πεισθοῦμε καὶ ἐλπίσωμε σ' αὐτόν ποὺ προέτρεψε νὰ ἐρευνοῦμε τὶς Γραφές, ἂς ἀνιχνεύσωμε ὅσο εἶναι ἐφικτό τὴ δύναμι τοῦ μυστηρίου. Ὅπως λοιπὸν κατὰ τὴ ἀρχὴ μετὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἂς κατασκευάσωμε ἄνθρωπο κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσί μας», ἀφοῦ ἐπλάσθηκε ἡ φύσιςμας στὸν Ἀδάμ, τὸ ζωαρχικό Πνεῦμα, ἀφοῦ φανερώθηκε κι' ἐδόθηκε μὲ τὸ ἐμφύσημα πρὸς αὐτόν, συνεφανέρωσε καὶ τὸ τριαδικὸ τῶν ὑποστάσεων τῆς δημιουργοῦ θεότητος ἐπάνω στὰ ἀλλὰ κτίσματα, τὰ ὁποῖα παράγονταν μὲ μόνο τὸ ρῆμα τοῦ Λόγου καὶ τοῦ λέγοντος Πατρός· ἔτσι τώρα, ποὺ ἀναπλασσόταν στὸν Χριστὸ ἡ φύσις μας, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, φανερωθὲν διὰ τῆς πρὸς αὐτόν καθόδου ἀπὸ τὰ ὑπερουράνια, καθὼς βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη, φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς ὕψιστης καὶ παντουργοῦ Τριάδος, τὸ σωστικὸ γιὰ τὰ λογικὰ κτίσματα.
Γιὰ ποιὸ λόγο φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅταν πλάσσεται καὶ ἀναπλάσσετα ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνο διότι εἶναι μόνος ἐπίγειος μύστης καὶ προσκυνητής της, ἀλλὰ καὶ διότι εἶναι ὁ μόνος κατὰ τὴν εἰκόνα της. Πραγματικὰ τὰ μὲν αἰσθητικὰ καὶ ἄλογα ζῶα ἔχουν μόνο πνεῦμα ζωϊκό, ἀλλὰ κι' αὐτό μὴ δυνάμενο νὰ ὑφίσταται καθ' ἑαυτό, στεροῦνται ὅμως τελείως νοῦ καὶ λόγου· τὰ δὲ ἐντελῶς ὑπὲρ τὴν αἴσθησι, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὡς νοεροί καὶ λογικοί, ἔχουν νοῦ καὶ λόγο, ἀλλὰ ὄχι καὶ πνεῦμα ζωοποιό, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν οὔτε σῶμα ποὺ νὰ ζωοποιῆται ἀπὸ αὐτό. Ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος ποὺ κατ' εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης φύσεως ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα ζωοποιὸ τοῦ σώματος, ἐπειδὴ ἔχει καὶ τὸ ζωοποιούμενο σώμα.
Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ φανερώθηκε ἡ ὕψιστη καὶ παντουργὸς Τριὰς τὴ στιγμὴ ποὺ ἀναπλασσόταν ἡ φύσις μας στὸν Ἰορδάνη, σὰν εἶδος ἀρχετύπου τῆς κατὰ τὴν ψυχὴ μας εἰκόνος, οἱ μὲν βαπτίζοντες κατὰ Χριστὸν μετὰ τὸν Χριστὸ βαπτίζουν μὲ τρεῖς καταδύσεις, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης βάπτιζε μὲ μία κατάδυσι. Κι' αὐτό ἐπισημαίνοντας ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει «ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ.
«Καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ χωρὶς νὰ βγῆ ἀπὸ τὸ ὕδωρ ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ ἀναδυθῆ μόνο, «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Συγκεντρώσατε λοιπὸν τὴ διάνοιά σας, παρακαλῶ ἀδελφοί, καὶ προσέχετε μὲ ἀκρίβεια τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ κατανοήσετε τήν δύναμι τοῦ μυστηρίου τοῦ κατὰ Χριστὸν βαπτίσματος. Διότι ἡ κατάδυσις τοῦ Χριστοῦ στὸ ὕδωρ καί ἡ κάτω ἀπὸ αὐτό τοποθέτησίς του, ὅταν βαπτιζόταν, προϋπεδείκνυε τὴν κατὰβασί του στὸν ἅδη.
Εὐλόγως καὶ συνεπῶς λοιπόν, ὅταν ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ, ἀμέσως τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί· ἐπειδὴ καὶ κατὰ τὴν κάθοδο στὸν ἅδη, ὅπου ἔγινε γιὰ χάρι μας ὑπόγειος, καθὼς ἐπανερχόταν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄνοιξε ἀπὸ ἐκεῖ τὰ πάντα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὄχι μόνο τὰ ἔγγεια καὶ τὰ περίγεια, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἀνώτατο οὐρανό, στὸν ὁποῖο ἔπειτα, ὅταν ἀναλήφθηκε σωματικῶς, «εἰσῆλθε πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν». Ὅπως δηλαδὴ διὰ τοῦ μυστικοῦ ἄρτου καὶ τοῦ ποτηρίου προϋπέδειξε τὸ σωτήριο πάθος του καὶ ἔπειτα παρέδωκε τὸ μυστήριο τοῦτο στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία, ἔτσι προϋπέδειξε καὶ τὴν κάθοδό του στὸν ἅδη καὶ τὴν ἀνὰβασί του ἀπὸ ἐκεῖ μυστικῶς διὰ τοῦ βαπτίσματός του τούτου, καὶ ἔπειτα τὸ παρέδωσε στοὺς πιστοὺς νὰ τὸ τελοῦν γιὰ τὴ σωτηρία. Στὸν ἑαυτὸ του μὲν παρεῖχε ἔτσι τὰ ἐπώδυνα καὶ δύσκολα, σ' ἐμᾶς δὲ ἐχάριζε τὴν κοινωνία τῶν παθημάτων του εὐθὺς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ διὰ τῶν ἀνώδυνων τούτων μέσων καὶ μᾶς καθιστοῦσε κατὰ τὸν ἀπόστολο συμφύτους μὲ τὸ ὁμοίωμα τοῦ θανάτου του, ὥστε στὸν καιρὸ νὰ μᾶς καταξιώση καὶ τῆς ὑπεσχημένης ἀναστάσεως .
Ἔχοντας δηλαδὴ σὰν ἐμᾶς ψυχὴ καὶ σῶμα, ποὺ ἀνέλαβε ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας, διὰ μὲν τοῦ σώματος ὑπέστη τὸ θάνατο καὶ τὴν ταφὴ ὑπὲρ ἡμῶν, κι' ἀνέδειξε τὴν ἔγερσι ἀπὸ τὸν τάφο σὰν δύναμι ἀθανασίας καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, καὶ μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὴν ἀναίμακτη θυσία σὲ ἀνάμνησι τούτων καὶ δι' αὐτῆς νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· διὰ δὲ τῆς ψυχῆς κατῆλθε στὸν ἅδη καὶ ἐπανῆλθε ἀπὸ αὐτόν, μεταδίδοντας σὲ ὅλους φῶς ἀΐδιο καὶ ζωὴ καὶ γιὰ δεῖγμα τούτου μᾶς παρέδωσε νὰ τελοῦμε τὸ θεῖο βάπτισμα καὶ διὰ μέσου αὐτοῦ νὰ καρπωνώμαστε τὴ σωτηρία· καὶ μάλιστα νὰ τὴν καρπωνώμαστε μὲ τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο μυστήρια καὶ μὲ τὰ δύο στοιχεῖα, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μυούμενα καὶ δεχόμενα σπέρματα ἀκήρατης ζωῆς. Πραγματικὰ ἀπὸ τὰ δύο αὐτά ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ σωτηρία μας, ἀφοῦ ὅλη ἡ θεανδρικὴ οἰκονομία στὰ δύο αὐτά συγκεφαλαιώνεται.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί». Δὲν εἶπε ὁ οὐρανός, ἀλλὰ «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», δηλαδὴ ὅλοι, ὅλα τὰ ἐπάνω, γιὰ νὰ μὴ νομίσης, βλέποντας τὰ ἄνω κι' ἐπάνω ἀπὸ ἐμᾶς ἐπικείμενα, ὅτι ὑπάρχει κάτι ποὺ εἶναι ὑπερκείμενο καὶ ἀνώτερο. Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐννοήσης καὶ ἐπιγνώσης ὅτι ὑπάρχει μία μόνο φύσις καὶ δεσποτεία ποὺ ἀπὸ τὴν ὑπὲρ τὸν οὐρανό γύρω ἀπειρία φθάνει μέχρι καὶ τῶν μέσων τοῦ σύμπαντος καὶ τῶν ἰδικῶν μας ὁρίων, δηλαδὴ γεμίζει τὰ πάντα καὶ δὲν ἀφήνει τίποτε ἔξω ἀπὸ ἑαυτὴν καὶ συγκρατεῖ καὶ περιέχει τὰ πάντα σωτηρίως καὶ ὑπερεκτείνεται πέρα ἀπὸ τὰ πάντα, ἀναγνωρίζεται ὅμως ἀπορρήτως σὲ τρεῖς συναφεῖς χαρακτῆρες.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν λοιπὸν οἱ οὐρανοί», γιὰ νὰ δειχθῆ φανερώτατα ὅτι αὐτός εἶναι ποὺ καὶ πρὸ τῶν οὐρανῶν ὑπάρχει, μᾶλλον δὲ ποὺ εἶναι καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα καὶ εἶναι πρὸς τὸν Θεὸ καὶ εἶναι Θεὸς καὶ εἶναι Θεοῦ Λόγος καὶ Υἱός καὶ οὔτε τὸν Πατέρα ἔχει προγενέστερό του καὶ ἔχει μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα ὄνομα τὸ ἐπάνω ἀπὸ κάθε ὄνομα καὶ ἀπὸ κάθε λόγο. Διότι, ὅταν ὅλα τὰ φαινόμενα μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πατρὸς στὸν οὐρανό, ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια, ἐσχίσθηκαν καὶ ἦσαν πεταμένα τὰ πρῶτα δίπλα στὰ ἄλλα, μόνο αὐτός παρουσιαζόταν συνημμένος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα, ἀφοῦ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ σύστασι τῶν ὄντων ὑπῆρχε μαζὶ μὲ αὐτούς.
«Τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ὅπως δὲ λέγει ὁ Μάρκος, ἐσχίσθηκαν. Διότι λέγει, «ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ, εἶδε τοὺς οὐρανούς νά σχίζωνται». Πῶς λοιπόν ὁ μὲν ἕνας εἶπε, ἀνοίχθηκαν, ὁ δὲ ἄλλος, ἐσχίσθηκαν; Γιὰ νὰ μὴ διαφύγη τὴν προσοχὴ τῶν συνετῶν ἀκροατῶν ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου εἶναι διπλή. Πραγματικὰ μὲ τὴν ἔκφρασι ὅτι ἀνοίχθηκαν μᾶς ἔδειξε ὅτι οἱ οὐρανοί ἦσαν κλειστοὶ προηγουμένως λόγω τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρακοῆς μας πρὸς τὸ Θεό. Διότι ἔχει γραφῆ ὅτι ὁ οὐρανός ἀποκλείσθηκε γιὰ τὸν Ἀδάμ, ὅταν παρήκουσε στὸ Θεὸ καὶ ἄκουσε ἀπὸ αὐτόν ὅτι «γῆ εἶσαι καὶ στὴ γῆ θὰ μεταβῆς». Εὐλόγως λοιπὸν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί στὸν Χριστό, ποὺ παρουσιάσθηκε σὲ ὅλα ὑπήκοος καί, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στὸν Ἴωαννη, ἐξεπλήρωσε ὅλη τὴ δικαιοσύνη καὶ προσφάτως διὰ τοῦ βαπτίσματος. Ἐπειδή δέ, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος ὁ πρόδρομος τοῦ Κυρίου, «δὲν δίδει μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ὁ Θεός, ἀλλὰ ὁ Πατὴρ ἀγαπᾶ τὸν Υἱό καὶ δίδει τὰ πάντα στὸ χέρι του, φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ σάρκα ἔλαβε ὅλη τὴν ἀμέτρητη καὶ ἄπειρη δὺναμι καὶ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος. Οἱ οὐρανοί ἔδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ὅλη αὐτή ἡ δύναμις καὶ ἐνέργεια τοῦ θείου Πνεύματος εἶναι ἀχώρητος σὲ ὅλα τὰ κτιστά.
Γι' αὐτό καὶ ὅταν τούτη ἡ δύναμις φαινόταν καὶ ἦταν σὰν νὰ διάβαινε πρὸς τὴν θεοϋπόστατη ἐκείνη σάρκα, αὐτοί μὴ χωρώντας ἐσχίσθηκαν. Καλῶς λοιπὸν διεκήρυξε αὐτός ποὺ εἶπε πρὸς τὸν Θεό, «οὔτε ὁ οὐρανός δὲν εἶναι καθαρὸς ἐνώπιόν σου», ὡς οὐρανὸ ἐννoώντας τούς ἀγγέλους, τοὺς ἀρχαγγέλους, τὰ πολυόμματα Χερουβίμ, τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, ὅλη τὴν ἄλλη ὑπερκόσμια φύσι. Εὐλόγως λοιπὸν οὔτε οἱ οὐρανοί, δηλαδὴ οἱ ἄγγελοι σ' αὐτόν, εἶναι καθαροὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή, ἂν καὶ φωτίζεται διαπαντὸς ἀπὸ τὴν ὑψίστη καὶ δεσποτικὴ ἱεραρχία, ὑστεροῦν ὡς πρὸς τὴν ὑπερτέλεια καθαρότητα αὐτῆς. Μόνη δὲ ἡ δική μας ἐν Χριστῷ φύσις ὡς θεοϋπόστατη καὶ ὁμόθεη διαθέτει καθαρότητα ὑπερτελεία καὶ εἶναι, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, χωρητική κάθε λαμπρότητος καὶ ἀγλαΐας καὶ δυνάμεως καὶ ἐνέργειας τοῦ Θείου Πνεύματος. Ἑπομένως ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί ἀνοίχθηκαν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἄγγελοι ὑποχώρησαν ἐμπρὸς στὴν τοιαύτη κάθοδο τοῦ Θείου Πνεύματος σ' αὐτόν.
«Ἄφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀνέβηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ὕδωρ· καὶ ἰδού, τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί»· ὁ δὲ Λουκᾶς λέγει ὅτι εἶχε ἀνοιχθῆ ὁ οὐρανός, ὅταν ἀκόμη προσευχόταν ὁ Χριστός· διότι, λέγει, «ὅταν βαπτίσθηκε καὶ προσευχόταν ὁ Ἰησοῦς, ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός». Πραγματικὰ καὶ βαπτιζόμενος καὶ κατεβαίνοντας καὶ ἀνεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὕδωρ προσευχόταν, διδάσκοντας ἐμπράκτως ὅτι, ὄχι μόνο ὁ ἱερεὺς καὶ λειτουργός τῶν μυστηρίων πρέπει νὰ προσεύχεται, ἀλλὰ καὶ αὐτός πού δέχεται τό μυστήριο πρέπει νὰ κάμη τοῦτο σὲ κάθε θεία τελετὴ· καὶ ἂν μὲν ὁ λειτουργός εἶναι τελειότερος κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ ἀναπέμπει ἐκτενέστερη εὐχή, δι' αὐτοῦ ἀνεβαίνει ἡ χάρις πρὸς τὸν ἀποδέκτη τοῦ Μυστηρίου, ἂν δὲ ὁ ἀποδέκτης εἶναι ἀξιώτερος καὶ προσεύχεται ἐκτενέστερα, ὁ θελητής τοῦ ἐλέους (τί ἄφατη χρηστότης κι' αὐτή!) δὲν ἀρνεῖται νὰ μεταδώση δι' αὐτοῦ ἀπὸ τὴ χάρι καὶ στὸν λειτουργό· ὅπως καὶ τώρα ἔγινε φανερὰ στὴν περίπτωσι τοῦ Ἰωάννη, πράγμα ποὺ καὶ αὐτός μαρτυρεῖ ὕστερα δημόσια, λέγοντας, «ὅλοι ἐμεῖς ἐλάβαμε ἀπὸ τὸ πλήρωμά του».
Γιατί ὅμως μόνο στὸν Ἰησοῦ ἀνοίχθηκε ὁ οὐρανός, ὅταν προσευχόταν, σὲ κανένα δὲ ἀπό τούς πρὸ αὐτοῦ; Τί λέγεις; αὐτός ποὺ ἀντιλήφθηκε τή θεανδρικὴ οἰκονομία τοῦ ἐνυποστάτου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη ἔμβρυο, καὶ ὄχι μόνο ἐπήδησε μαζί του μὲ ἀγαλλίασι θείου Πνεύματος ἀπὸ τὴν μητρικὴ κοιλιά, ἀλλὰ μετέδιδε χάρι καὶ στὴν κυοφοροῦσα μητέρα του, αὐτός ποὺ μόλις λύθηκε ἀπὸ ἐκεῖ ἔλυσε τὸ πατρικὸ στόμα ποὺ εἶχε δεθῆ γι' αὐτόν μὲ ἀφωνία κατόπιν προσταγῆς τοῦ ἀγγέλου, τὸ θρέμμα τῆς ἐρήμου, ὁ ὑψηλότερος ἀνάμεσα στὰ γεννήματα τῶν γυναικῶν καὶ ἀξιώτερος τῶν ἀπὸ ἀνέκαθεν προφητῶν, δὲν εἶναι ἱκανός νὰ λύση τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος (ὁ,τιδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός ὁ ἱμάς), καὶ θὰ ἦταν ἱκανός ν' ἀνοίξη τὸν οὐρανό, μᾶλλον δὲ τὰ ὑπερουράνια, κάποιος ἀπό τούς ὑστεροῦντας ἀπέναντι στὴν ἀξία του;
Γιὰ νὰ κατανοήσης δὲ τὸ ὕψος τῆς ὑπεροχῆς τοῦ τώρα βαπτιζομένου κατὰ σάρκα ἀπέναντι σὲ ὅλους, πρόσεξε κι' ἐκεῖνο· ὅτι «τοῦ ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί», ἔχει γραφῆ, δείχθηκε δὲ σ' ἐμᾶς μὲ ἔργα ὅτι ὄχι μόνο οἱ οὐρανοί, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ κόλπος τοῦ Ὑψίστου Πατρὸς τοῦ ἀνοίχθηκε· διότι ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ φωνὴ ποὺ μαρτυροῦσε τὴν γνησιότητα τῆς υἱότητος . Οἱ δὲ οὐρανοί εἶναι κήρυκες τούτου, ἀφοῦ ἀνοίχθηκαν σὰν παγκόσμια στόματα, καὶ διατρανώνοντας ὄχι μόνο πρὸς τοὺς ἀγγέλους τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἐπάνω στὴ γῆ ἀνθρώπους τὴν ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα καὶ πρὸς τὸ ἀπὸ αὐτόν προελθόν ἐκπορευτῶς Πνεῦμα, κατὰ τὴν οὐσία καὶ δύναμι καὶ δεσποτεία πρὸς τὸ σύμπαν.
Εὐλόγως λοιπὸν μόνο γι' αὐτόν ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοί ὅταν προσευχόταν ἐπειδὴ καὶ τὸ σφραγισμένο βιβλίο, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ὑπαινίσσεται τὸν κλεισμένο προηγουμένως γιὰ μᾶς οὐρανό τοῦτον, κατὰ τὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννη, κανένας καὶ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση· «κατώρθωσε δέ, λέγει, νὰ τὸ ἀνοίξη καὶ νὰ τὸ διαβάση μόνο ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα». Ποιὸς δὲ εἶναι ὁ Λέων ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ποὺ λέγει, «ἀνέβηκες ἀπὸ τὴ φυλή, υἱέ μου, σκύμνος τοῦ λέοντος Ἰούδα· ἀφοῦ ἐξάπλωσες, κοιμήθηκες σὰν λέων καὶ σὰν σκύμνος. Ποιὸς θὰ τὸν ξυπνήση; Δὲν θὰ λείψη ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα καί ἡγεμὼν ἀπό τοὺς μηρούς του, ἕως ὅτου ἔλθη αὐτός στὸν ὁποῖο ἀπόκειται ἡ ἀποστολή· καὶ αὐτός θὰ εἶναι προσδοκία τῶν ἐθνῶν», δηλαδὴ αὐτός ποὺ τώρα ἄνοιξε φανερὰ καὶ ὅλα τὰ ὑπερουράνια, ποὺ μόνος ἀνέγνωσε τούς ἀπό τούς αἰῶνες καὶ στοὺς αἰῶνες λόγους τῆς προνοίας, τοὺς ἀπόκρυφους στὸν πατρικὸ κόλπο θησαυροὺς τῆς σοφίας, τὰ ἀνεξερεύνητα βάθη καὶ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.
«Ἀφοῦ βαπτίσθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀμέσως ἀνέβηκε ἀπὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἰδοὺ ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί». Βλέπετε ὅτι τὸ ἅγιο βάπτισμα εἶναι πύλη τῶν οὐρανῶν πού εἰσάγει ἐκεῖ τούς βαπτιζομένους; Διότι δὲν εἶπε ἁπλῶς «ἀνοίχθηκαν», ἀλλὰ «ἀνοίχθηκαν γι' αὐτόν οἱ οὐρανοί»· ὅλα δὲ ὅσα ἔγιναν σ' αὐτόν, γιὰ μᾶς ἔγιναν. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί, ποὺ ἔχοντας ἀνοικτὲς τὶς πύλες προσμένουν τὴν εἴσοδό μας. Καὶ πρὶν ἀπό τούς ἄλλους μαρτυρεῖ τοῦτο ὁ πρωταγωνιστὴς ἀνάμεσα στοὺς μάρτυρες Στέφανος. Ἀφοῦ γονάτισε, προσευχόταν καί ἀτενίζοντας εἶδε ὅ,τι κανεὶς δὲν εἶδε πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ· «διότι ἀτενίζοντας εἶδε τοὺς οὐρανούς ἀνοιγμένους καὶ τὸν Ἰησοῦ στὴ δόξα τοῦ Πατρός», εἶδε ὄχι μόνο ἄρρητη δόξα καὶ τόπο ὑπερουράνιο, ἀλλὰ κι' αὐτόν τόν ποθούμενο μέσα στὴ δόξα τοῦ Πατρός, διὰ τῆς ὁποίας πρῶτος αὐτός ἀπό τούς μετὰ Χριστὸν εἶδε μακαρίως ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν εἶδε κανεὶς ἀπό τούς πρὸ Χριστοῦ, στὰ ὁποῖα κι' αὐτά ἀκόμη τὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων φοβοῦνται νὰ παρακύψουν. Διότι τὸν εἵλκυσε ὁ ποθούμενος Ἰησοῦς ποθώντας νὰ εἶναι τοῦτος πρῶτος διάκονος στοὺς οὐρανούς καὶ πολὺ προτιμότερος ἀπὸ τὰ λειτουργικὰ πνεύματα, καθὼς καὶ πρῶτος μάρτυρας τῆς ἀθλήσεως. Γιὰ μᾶς λοιπὸν ἀνοίχθηκαν δι' αὐτοῦ οἱ οὐρανοί κι' ἐμᾶς καθάρισε διὰ τοῦ Ἑαυτοῦ του διότι δὲν χρειαζόταν ὁ ἴδιος κάθαρσι ἡ ἄνοιγμα.
Καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ λέγη ὕστερα πρὸς τοὺς ἐρωτῶντες, «κι' ἐγώ εἶδα κι' ἐμαρτύρησα, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»· εἶδε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ καί νά ἔρχεται σ' αὐτόν . Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῆς περιστερᾶς τὸ εἶδος τὴν καθαρότητα αὐτοῦ πρὸς τὸν ὁποῖο κατέβηκε· διότι τοῦτο τὸ ζῶο δὲν πετᾶ ἐπάνω ἀπὸ ἀκαθάρτους καὶ δυσώδεις τόπους· συνεπιβεβαιώνει δὲ καὶ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πατρὸς ἀπὸ ἄνω· «καὶ ἰδού», λέγει, δηλαδὴ μαζί μὲ τὸ εἶδος τῆς περιστερᾶς, καὶ «φωνὴ ἀκούεται ἀπό τούς οὐρανούς ποὺ λέγει, τοῦτος εἶναι ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, τὸν ὁποῖο ἐξέλεξα» , τοῦτος ποὺ τώρα δεικνύει τὸ Πνεῦμα μου ποὺ κατῆλθε καὶ μένει ἐπάνω του σὰν στὸν συναΐδιον Υἱό μου. Πραγματικὰ ὁ Πατήρ, χρησιμοποιώντας σὰν δάκτυλο τὸ συναΐδιο καὶ ὁμοούσιο καὶ ὑπερουράνιο Πνεῦμα του, φωνάζοντας καὶ δακτυλοδεικτώντας μαζί, ἀπέδειξε δημόσια καὶ ἐκήρυξε σὲ ὅλους ὅτι ὁ βαπτιζόμενος τότε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη στὸν Ἰορδάνη εἶναι ὁ ἀγαπητὸς του Υἱός.
Τὸ Πνεῦμα δὲν ἐφάνηκε μόνο σὰν πατρικὸς δάκτυλος μὲ τὸν ὁποῖο δακτυλοδεικτοῦσε, ἀλλὰ κατέβηκε καὶ ἕως αὐτόν τὸν δεικνυόμενο μὲ τὸν πατρικὸ δάκτυλο σὰν γιὰ νὰ τὸν ψεύση, καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ διέμεινε ἐπάνω σ' αὐτὸν διότι, λέγει, «ἐμαρτύρησε ὁ Ἰωάννης ὅτι, εἶδα τὸ Πνεῦμα νὰ κατεβαίνη σὰν περιστερὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ ἔμεινε ἐπάνω σ' αὐτόν». Καὶ δὲν ἔμεινε μόνο ἐπάνω σ' αὐτόν (καὶ μάρτυς εἶναι πάλι ὁ ἴδιος ποὺ λέγει, «ἀπὸ τὸ πλήρωμά του ἐλάβαμε ὅλοι ἐμεῖς»), ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ φανερὰ κάθοδο ἦταν μέσα σ' αὐτόν ἀφανῶς· τοῦτο ἄλλωστε μαρτυρεῖται καὶ ἀπό τούς ἀσώματους καὶ οὐράνιους ἀγγέλους, ἀπό τούς ὁποίους ὁ μὲν ἕνας λέγει πρὸς τὴν γυναῖκα ποὺ τὸν συνελάμβανε μὲ παρθενία «ὅτι τὸ ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπέλθη σὲ σένα», ὁ δὲ ἄλλος πρὸς τὸν Ἰωσήφ γι' αὐτήν, «ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχει γεννηθῆ μέσα της προέρχεται ἀπὸ ἅγιο Πνεῦμα».
Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτά δὲν κηρύττονται ὡς ἁπλῆ συνάφεια, ἀλλὰ εἶναι καὶ κάποια ἀλληλουχία ὑπερφυὴς καὶ διηνεκὴς συγχρόνως, τελεία καὶ ἀσύγχυτη, ἔτσι καὶ αὐτός ἀναδεικνύεται γιὰ μᾶς ἕνας Θεὸς μὲ τρισυπόστατη καὶ παντοδύναμη θεότητα, ποὺ φανερώνεται ὅποτε καὶ ὅπως εὐδόκησε μόνος του, Πατὴρ ὑπερουράνιος, Υἱός ὁμοούσιος, Πνεῦμα ἅγιο ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα καί ἀναπαυόμενο στὸν Υἱό, ποὺ καὶ τὴν ἕνωσι ἔχει ἀσύγχυτη καὶ τὴ διαίρεσι ἀμέριστη. Διότι δύο εἶναι αὐτοί ποὺ μαρτυροῦν, ὁ δὲ μαρτυρούμενος ἕνας· μαρτυροῦν δὲ καὶ τὴν θεότητά τους καὶ τὴν συμφυΐα μεταξύ τους καὶ τὴ διακρισι· τὴν μὲν θεότητα ἀπὸ τὴν ὑπερβατικὴ δεσποτεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐσχίσθηκαν ὅλοι οἱ οὐρανοί συγχρόνως, τὴν δὲ συμφυΐα ἀπὸ τὴν ἄκρα καὶ διηνεκῆ συνάφεια καὶ τὴν συμφωνία, τὴν δὲ διάκρισι διὰ τῆς διαφοροποιήσεως καὶ τῆς σχέσεως τῶν ὑποστατικῶν ὀνομάτων.
Ἀνεβάζεται μάλιστα καὶ τὸ ἀπό μᾶς πρόσλημμα πρὸς ἐκεῖνο τὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ ὑπάρχει ἀχωρίστως μαζὶ μὲ τὸν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὥστε καὶ μετὰ τὴν ἐνανθρώπησί του οἱ προσκυνητὲς καὶ φωτιστικὲς ὑποστάσεις νὰ εἶναι τρεῖς, στὶς ὁποῖες ἐμεῖς πιστεύουμε καὶ βαπτιζόμαστε, τὸν μὲν παλαιὸ ἄνθρωπο ἐκδυόμενοι μὲ τὸ θεῖο βάπτισμα, ἐνδυόμενοι δὲ τὸν Χριστό, τὸν νέο Ἀδάμ, ὁ Ὁποῖος κατέστησε νέα τὴν ἔνοχη φύσι μας, ἀφοῦ τὴν παρέλαβε ἀπὸ παρθενικὰ αἵματα ὅπως εὐδόκησε, καὶ τὴν ἐδικαίωσε δι' Ἑαυτοῦ καὶ ἔπειτα ὅλους ὅσοι προῆλθαν κατὰ πνεῦμα ἀπὸ αὐτόν τούς ἐλευθέρωσε ἀπὸ ἐκείνη τὴν προγονικὴ κατάρα καὶ καταδίκη.
Τί λοιπόν; Ἐπειδὴ βέβαια ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ δὲν ἔλαβε ἀπὸ ἐμᾶς ὑπόστασι, ἀλλὰ τὴν φύσι μας τὴν ὁποία ἀνεκαίνισε, ἀφοῦ ἑνώθηκε μὲ αὐτήν κατὰ τὴν ἰδικὴ του ὑπόστασι, δὲν μεταδίδει ἀπὸ τὴ χάρι του καὶ στὴν καθεμία ἀπό τίς ὑποστάσεις μας καὶ δὲν λαμβάνει ἀπὸ αὐτόν ὁ καθένας τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων του; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ κάμη ἀλλοιῶς αὐτός ποὺ «θέλει νὰ σωθοῦμε ὅλοι», αὐτός ποὺ «ἀφοῦ ἔκλινε τοὺς οὐρανούς κατῆλθε» ὑπὲρ ὅλων, καὶ πού, ἀφοῦ μὲ ἔργα καὶ λόγια καὶ παθήματα μᾶς ὑπέδειξε ὁδό σωτηρίας, ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς ἀπὸ ὅπου ἕλκει τοὺς πιστούς του; Ἀλλὰ τὴν μὲν φύσι, ποὺ τὴν ἀνακαίνισε ἀφοῦ τὴν προσέλαβε γιὰ μᾶς ἀπό μᾶς, τὴν ἔδειξε ἁγιασμένη καὶ δικαιωμένη, καὶ ὑπήκοο καθ' ὅλα στὸν Πατέρα, μὲ ὅσα αὐτός ἔπραξε κι' ἔπαθε κατὰ τὸ θέλημά του ἑνωμένος πρὸς αὐτήν κατὰ τὴν ὑπόστασι· ἀνακαίνισε δὲ τοῦ καθενὸς ἀπό μᾶς ποὺ πιστεύουμε σ’Αὐτόν, ὄχι μόνο τὴ φύσι, ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπόστασι, καὶ μᾶς ἐχάρισε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτημάτων διὰ τοῦ θείου βαπτίσματος, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν του, διὰ τῆς μετανοίας ποὺ ἐχάρισε στοὺς πταῖστες, καὶ διὰ τῆς μεταδόσεως τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματός του.
Μὲ τὸ νὰ εἴπη δὲ ὁ Πατὴρ ἀπὸ ἄνω περὶ τοῦ βαπτισθὲντος κατὰ σάρκα «αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστοῦμαι», ἔδειξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἀλλὰ ποὺ ἐλέχθηκαν πρωτύτερα διὰ τῶν προφητῶν, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦσαν ἀτελῆ καὶ δὲν ἐλέχθηκαν οὔτε ἐτελέσθηκαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τούτου, ἀλλὰ ἀπέβλεπαν πρὸς τὸν τωρινὸ σκοπὸ καὶ διὰ τοῦ τελεσθέντος τώρα ἐτελειώθηκαν κι' ἐκεῖνα. Καὶ τί περιορίζομαι στὶς διὰ τῶν προφητῶν νομοθεσίες, τὶς ἐπαγγελίες, τὶς υἱοθεσίες; Διότι καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀρχὴ θεμελίωσις τοῦ κόσμου πρὸς τοῦτον ἔβλεπε, τὸν κάτω μὲν βαπτιζόμενο ὡς υἱό ἀνθρώπου, ἀπὸ ἐπάνω δὲ μαρτυρούμενο ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς μόνο ἀγαπητὸ Υἱό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγιναν τὰ πάντα καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος.
Ἑπομένως καὶ ἡ ἐξ ἀρχῆς δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου γι' αὐτόν ἔγινε, ἀφοῦ ἐπλάσθηκε κατὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέση κάποτε νὰ χωρέση τὸ ἀρχέτυπο· καὶ ὁ νόμος στὸν παράδεισο γι' αὐτόν ἐδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ· διότι δὲν θά τὸν ἔθετε ὁ νομοθέτης, ἂν ἐπρόκειτο νὰ μείνη ἀπραγματοποίητος διαπαντός. Καὶ τὰ ἔπειτα ἀπὸ αὐτόν λεχθέντα καὶ τελεσθέντα ὅλα σχεδὸν γι' αὐτόν ἔγιναν, ἂν δὲν εἴπη κανεὶς καλῶς ὅτι καὶ ὅλα τὰ ὑπερκόσμια, οἱ ἀγγελικὲς φύσεις καὶ τάξεις δηλαδὴ καὶ οἱ ἐκεῖ θεσμοθεσίες, πρὸς τοῦτον τὸ σκοπὸ τείνουν ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ πρὸς τὴν θεανδρική οἰκονομία, τὴν ὁποία καὶ ὑπηρέτησαν, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἕως τὸ τέλος. Διότι εὐδοκία εἶναι τὸ κυριαρχικὸ καὶ ἀγαθὸ καὶ τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ· αὐτός δὲ εἶναι ὁ μόνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἐπαναπαύεται καὶ ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατήρ, «ὁ θαυμαστός του σύμβουλος, ὁ ἄγγελος τῆς μεγάλης βουλῆς του», αὐτός ποὺ ἀκούει καὶ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα του καὶ παρέχει στοὺς εὐπειθεῖς ζωὴ αἰώνια.
Αὐτήν εἴθε νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι ἐμεῖς μέσα σ' αὐτόν τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων Χριστό, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις μαζί μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.
Πηγή: Η Άλλη Όψη
Υπάρχουν στα Συναξάρια Άγιοι, οι οποίοι δεν ήταν μόνο πιστοί Χριστιανοί, αλλά και στρατιώτες της Πατρίδος. Μέλη δηλ. του στρατεύματος. Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Ο καλός Χριστιανός είναι καλός πατριώτης και συνεπής στρατιώτης. Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά, όταν με αυτά υπερασπιζόμαστε την τιμή, την ελευθερία, το δίκαιο, τη ζωή και την ασφάλεια ενός λαού. Την εδαφική ακεραιότητα, την εθνική ανεξαρτησία, τη λαϊκή κυριαρχία και την ηθική αξιοπρέπεια των κρατών, για να πολιτεύονται οι πολίτες με ησυχία, ευσέβεια και σεμνότητα.
Η θεόπνευστη Αγία Γραφή καταφάσκει στην αγάπη για την Πατρίδα, αρκεί όλα να είναι δίκαια και καλοβαλμένα. Ο Χριστιανισμός όντως ανέχεται στην παρούσα φάση αυτού του κόσμου που είμαστε και το στρατό και την αστυνομία και τα δικαστήρια. Χωρίς αυτά το κακό από την αναρχία και την αδικία θα ήταν μεγαλύτερο. Ο αρχαίος Ισραήλ έκανε τόσους πολέμους με τη βοήθεια του Θεού. Ο Χριστός μας και ο απ. Παύλος αγαπούσαν την Πατρίδα τους. Πουθενά και κανένας δεν είπε στους στρατιωτικούς που τους πλησίαζαν να παρατήσουν τη δουλειά τους. Ο Μ. Βασίλειος μας λέγει ότι «πρέπει να σεβόμαστε και να αγαπάμε την πατρίδα μας, όπως τους γονείς μας».
Ακόμη πιο πολύ όμως και στο στρατό και σε κάθε εγκεκριμένο από την θεολογία και την ηθική του Ευαγγελίου επάγγελμα, ο Χριστιανός είναι μαθητής, παιδί και δούλος του Ιησού Χριστού. Τιμά τον επίγειο άρχοντα, υπηρετεί την Πατρίδα, δεν κάνει κατάχρηση εξουσίας, σέβεται όμως πρωτίστως το Θεό. "Πειθαρχεί πρώτα και περισσότερο στο Θεό και μετά στους ανθρώπους, εφόσον ό, τι λένε συμφωνεί με το θείο Νόμο». Αγαπά και ομολογεί τον Αρχηγό και Λυτρωτή του Χριστό.
Πιο πάνω δηλαδή από όλα είναι το βάπτισμά μας και η ιδιότητα του Χριστιανού. Αν η ανδρεία χαρίζει νίκες και ελευθερία επί της γης, η αρετή και η ομολογία χαρίζουν αγιότητα και στεφάνια στον ουρανό. "Όποιος ομολογήσει τον Χριστό στη γη, θα τον ομολογήσει και ο Χριστός ενώπιον Του Πατρός Του και των αγγέλων".
Γύρω από το Άγιο Θυσιαστήριο υπάρχουν άγγελοι και άγιοι. Οι άγιοι δεν είναι μια χαμένη και ξεχασμένη υπόθεση. Κρατούν θυμιατήρια γεμάτα από τις προσευχές των Χριστιανών και τα προσφέρουν στον Κύριο της δόξης? Γνωρίζουν δια μέσου του Χριστού και του Αγ. Πνεύματος τα προβλήματά μας και παρακαλούν και παίρνουν εντολή από το Θεό να μας βοηθήσουν. Και βοηθούν, γιατί αγαπούν και συνεχίζουν το άγιο έργο που έκαναν στη γη.
Άλλοι άγιοι λοιπόν κρατούν τα αίματα του μαρτυρίου, άλλοι τους κόπους της ασκήσεως, άλλοι τους άθλους της ιεραποστολής και άλλοι τις καλοσύνες τους. Αυτά τα προσφέρουν στον Κύριο της δόξας και ζητούν έλεος από το Θεό για όλο τον κόσμο. Δεν είναι δυνατόν να είμαστε άπιστοι και να λέμε τις ανοησίες των αιρετικών. Στους αγίους η Αγ. Γραφή και η Εκκλησιαστική μας Παράδοση δείχνουν τιμή και σεβασμό.
Ιδιαίτερα οι άγιοι αγαπούν και προστατεύουν τον τόπο της καταγωγής τους, τους αφιερωμένους σ αυτούς τόπους, τους ανθρώπους και τις οικογένειες που τους τιμούν, εκεί όπου κλήθηκαν να επέμβουν σε κάποιο ιστορικό γεγονός. Αν και στην άλλη ζωή καταργούνται οι βαθμοί συγγενείας και οι δεσμοί αίματος, τα όρια χρόνου και τόπου, όπως και κάθε άλλο εγκόσμιο γεγονός λαμβάνει τέλος, "η αγάπη όμως και η προσευχή ουδέποτε εκπίπτουν".
Στην Παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου είναι χαρακτηριστικό ότι ο κολασμένος πλούσιος, από φόβο βεβαίως, παρακαλεί για τα εναπομείναντα ασεβή αδέλφια του τον Πατριάρχη Αβραάμ, πόσο μάλλον οι Άγιοι Πάντες παρακαλούν από ουράνιο ενδιαφέρον για τη σωματική και πνευματική ακεραιότητα των χριστιανών που αγωνίζονται κάτω στη γη και επικαλούνται κάποιους συγκεκριμένους αγίους.
Είναι μεγάλο αμάρτημα και μεγάλη πλάνη να νομίζουμε ότι η σχέση μας με τους αγίους περιορίζεται σ αυτή μόνο τη ζωή και ότι μετά θάνατο δεν υπάρχει επικοινωνία με τον ουράνιο πνευματικό κόσμο. Όχι μόνο στην Αποκάλυψη, αλλά και στην Π. Διαθήκη αναφέρονται τα θαύματα και οι παρεμβάσεις των Αγίων, όπως και τα αποτελέσματα των προσευχών τους και οι θαυματουργίες των λειψάνων τους. Η ζωή συνεχίζεται, δεν διακόπτεται, γιατί είναι ζωντανός και παρών ο Ιησούς Χριστός, «ο Οποίος είναι χθές και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας». Μετά δεν την Ανάσταση και την Πεντηκοστή γέμισε η ζωή μας με αγίους και θαύματα όπως και ο ουρανός είναι γεμάτος από αστέρια.
Βεβαίως, όπως λέγει και ο ιερός Χρυσόστομος, "Τιμή μάρτυρος, Μίμησις μάρτυρος", δηλ. η αληθινή τιμή και αγάπη για τους αγίους είναι να τους μιμηθούμε. Όχι στα θαύματα, αλλά στη ευσέβεια και τη ζωή, που τους έδωσαν το χάρισμα από το Θεό να επιτελούν ποικίλα «σημεία και τέρατα». Παντού πρέπει να τιμούμε με τη ζωή μας και την προσευχή μας "τους φίλους του Θεού". Εν προκειμένω ο απόστολος Παύλος το λέγει καθαρά: «μιμηταί μου γίνεσθε καθώς κι εγώ Χριστού". Όχι μόνο να προσφέρουμε αρτοκλασίες και λουλούδια γύρω από τις εικόνες και από την άλλη μεριά νάχουμε ζωή παράνομη και σχέσεις απαράδεκτες και μια συναισθηματική μόνο προσέγγιση της αγιότητος. Έμπρακτη μίμηση και καθημερινός αγώνας με προσευχή, αγία Γραφή και Μυστήρια χρειάζονται.
Οπωσδήποτε πρέπει να διαβάζουμε τους βίους των αγίων μας και μάλιστα του δικού μας που έχουμε το όνομά του. Μερικές οικογένειες έχουν (ιδίως στη Σερβία) καθιερώσει έναν οικογενειακό άγιο και τον τιμούν εκείνη τη μέρα. Εξομολογούνται, εκκλησιάζονται, κοινωνούν, καλούν ανθρώπους, ελεούν φτωχούς. Αυτό χρειάζεται για να εμπνεόμαστε στη ζωή μας από τα ζωντανά ευαγγέλια που είναι οι άγιοί μας. Νάχουμε ακόμη και την εικόνα τους στο σπίτι μας. Εμείς δεν έχουμε στην Αγιασμένη Ορθόδοξη Παράδοσή μας γενέθλια στα μπαράκια, αλλά μνήμες αγίων στην Εκκλησία μας. Γιορτάζουμε δηλαδή τη μέρα που γεννήθηκαν στον ουρανό με τη μαρτυρική ή την ειρηνική κοίμησή τους και ζητούμε τις προσευχές τους και κατ ιδίαν και μέσα στην Εκκλησία με τη θεία Λειτουργία συλλογικά.
Την 1η Ιανουαρίου εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία η μνήμη τού άγιου πατρός Βασιλείου τού Μεγάλου. Ο επίσης Καππαδόκης πατήρ και φίλος του Γρηγόριος ο Θεολόγος αφιέρωσε σ' αυτόν Επικήδειο λόγο.
Ο Μέγας Βασίλειος είναι τόσο γνωστός όσο λίγοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, αλλά και τόσο παρεξηγημένος όσο ελάχιστοι. Ενώ ήταν ένας ασκητής Επίσκοπος, ο οποίος εκοιμήθη σε ηλικία μόλις 49 ετών, τον παρουσιάζουν σαν ασπρομάλλη γέροντα, καλοζωϊσμένο, ντυμένο με τα κόκκινα και άσπρα χρώματα μιας μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας. Ο άγιος Βασίλειος είναι ένας από τους μεγαλύτερους αστέρες του νοητού στερεώματος της Εκκλησίας, που έλαμψε τον 4ο αιώνα μ. Χ. και εξακολουθεί να λάμπει, να φωτίζει και να μιλά στις καρδιές όλων εκείνων που ζητούν τις πρεσβείες του και μελετούν τα συγγράμματά του.
Ο πραγματικός Αη Βασίλης
Πώς ήταν; Ας δούμε τι μας λένε οι αρχαίοι συγγραφείς μας. Ήταν πολύ ψηλός και πολύ αδύνατος, είχε σκούρο δέρμα και χλωμό, είχε επίσης κοντά μαλλιά και μακριά μαύρα γενιά που πέρα διέκρινες λευκές τρίχες, είχε μακριά μύτη και τα φρύδια του ήταν τοξοειδή, τα μάτια του ήταν σκούρα και η ματιά του βαθειά και ερευνητική, το μέτωπό του ήταν μεγάλο και ήταν μονίμως ζαρωμένο έμοιαζε δηλαδή με άνθρωπο που συνεχώς σκεπτόταν, είχε προβλήματα με την υγεία του και υπέφερε από το πραγματικά ανυπόφορο κρύο και γενικά βαρύ χειμώνα της Καππαδοκίας. Ας δούμε όμως πότε και που έζησε και ποιά ήταν η οικογένειά του.
Ο Μέγας ανάμεσα στους Αγίους Βασίλειος, γεννήθηκε περί το 329 μ.Χ. στην Νεοκαισάρεια του Πόντου. Η οικογένεια του ήταν στ' αλήθεια μια οικογένεια Αγίων, είχε παππού μάρτυρα, τα αδέλφια του Γρηγόριος ήταν επίσκοπος Νύσσης και Πέτρος επίσκοπος Σεβαστείας και ο ίδιος επίσκοπος Καισαρείας, οι αδελφές του ήταν όλες αφιερωμένες στον Θεό, με πρώτη την αγία και σοφή Μακρίνα, που ήταν αυτή που επηρέασε τον άγιο να στραφεί στην χριστιανική πίστη. Ο Ναυκράτιος ένας άλλος αδελφός του ασκήτευε στην έρημο του Πόντου και πέθανε μόλις 27 χρόνων. Τον πατέρα του τον έλεγαν και αυτόν Βασίλειο και ήταν ρήτορας, δηλαδή δικηγόρος, ενώ τη μητέρα του την έλεγαν Εμμέλεια και ήταν πολύ σοφή και αγία γυναίκα. Η οικογένεια του Αγίου Βασιλείου είχε 11 παιδιά (5 αγόρια - 6 κορίτσια) και όλοι διακρίθηκαν στου Χριστού την πίστη.
Σπουδές και διακονία στην Εκκλησία
Ο μικρός Βασίλειος έμαθε τα χριστιανικά γράμματα από τον ίδιο τον πατέρα του τον Βασίλειο, αλλά ζήτησε να σπουδάσει και την αρχαία ελληνική παιδεία. Έτσι ο Άγιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, διότι εκεί ήταν τότε πολλοί σοφοί, αλλά κάτι περισσότερο αναζητώντας ο Βασίλειος, έφτασε τελικά στην Αθήνα, όπου βρίσκονταν οι κορυφαίοι. Τότε μάλιστα σπούδαζαν στην Αθήνα ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Ιουλιανός ο παραβάτης, ο σοφιστής Λιβάνιος και άλλοι. Εκεί σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια. Η ασκητική του ζωή ξεκίνησε ήδη από τα χρόνια όπου φοιτούσε στην Αθήνα. Υπόδειγμα αρετής εκεί ο Βασίλειος, όσο έμεινε, περνώντας με σωφροσύνη και εγκράτεια τόση, ώστε και αυτός ο σπουδαίος δάσκαλός στην αρχαία φιλοσοφία, ο Εύβουλος, λέγεται ότι έγινε μαζί του Χριστιανός! Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, είχαν ιεραποστολική δράση. Διοργάνωναν χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα. Ίδρυσαν επίσης και τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο.
Επέστρεψε στην Καισαρεία το καλοκαίρι του 356 μ.Χ. και συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358 μ.Χ. βαπτίζεται Χριστιανός, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Αποσύρθηκε λοιπόν σε ένα κτήμα της οικογενείας του στον Πόντο. Χαρακτηριστικό της μεγαλοψυχίας του είναι, ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία, επιθυμώντας να συναντήσει πολλούς ασκητές και μοναχούς για να γνωρίσει τον τρόπο ζωής τους. Όταν γύρισε στο Πόντο από το ταξίδι αυτό, μοίρασε και την υπόλοιπη περιουσία του και αποσύρθηκε στο κτήμα του επιθυμώντας να ζήσει πλέον ως μοναχός. Εκεί έγραψε τους: «Κανονισμούς δια τον Μοναχικόν βίον», κανόνες που ρυθμίζουν τη ζωή στα μοναστήρια μέχρι τις μέρες μας. Με την υψηλή του κατάρτιση στην ορθόδοξη πίστη και τον ασκητικό, θαυμαστό του βίο, η φήμη του Αγίου Βασιλείου εξαπλώθηκε με τον καιρό σε όλη την Καππαδοκία.
Στην Αντιόχεια χειροτονήθηκε Διάκονος από τον εκεί Πατριάρχη. Στην πατρίδα του την Καισαρεία χειροτονήθηκε Ιερέας το 364 μ.Χ. και όταν εκοιμήθη ο Μητροπολίτης Ευσέβιος, συνάχθηκαν οι επίσκοποι της επαρχίας και χειροτόνησαν τον Άγιο Βασίλειο Αρχιερέα και ποιμένα τους! Ήταν το 370 μ.Χ., ο Βασίλειος βρισκόταν σε ηλικία 41 ετών.
Επίσκοπος πλέον, ο Άγιος Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού). Σττην περιφέρεια της δικής του ποιμαντικής ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων κακοδοξιών. Από τις επιστολές του φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την ανάδειξη άξιων κληρικών , καθώς και για την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από όλους τους πιστούς και φανερώνεται επίσης η ποιμαντική φροντίδα στα αποκομμένα και περιθωριοποιημένα μέλη της Εκκλησίας.
Στην οικουμενική Εκκλησία ο Μέγας Βασίλειος ουσιαστικά αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος γηραιός πλέον, αποσύρεται από την ενεργό δράση. Εργάζεται συνεχώς για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται με σθένος το δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας.
Το έργο του
Ας δούμε όμως γιατί ο Αγιος Βασίλειος έμεινε ως Μέγας στην ιστορία. Πρώτα πρώτα μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του. Από πολύ νέος γύμναζε τον εαυτό του στο πνεύμα και τον έβαζε σε σκληραγωγίες, και όπως λένε, άλλο δρόμο δεν γνώριζε εκτός αυτόν που οδηγούσε στο πανεπιστήμιο και στην εκκλησία. Σε μεγάλες επιδημίες που ταλαιπωρούσαν τον λαό αυτός ήταν παρών και βοηθούσε σωματικά και ψυχικά διδάσκοντας την πίστη του Χριστού. Ο Αγιος Βασίλειος ήταν πολύ αυστηρός με αυτούς που ξέφευγαν από την σωστή πίστη, έλεγε και έγραφε την αλήθεια θαρραλέα και μάλιστα δεν δίστασε να ελέγξει ακόμη και αυτοκράτορες. Με το κύρος που τον διέκρινε αγωνίσθηκε με σθένος εναντίον των αιρέσεων και συνέβαλε τα μέγιστα στο να διαφυλαχθή ανόθευτη η πίστη και αναλλοίωτη η μέθοδος θεραπείας και ο τρόπος σωτηρίας του ανθρώπου.
Ο Μ. Βασίλειος, εκτός των άλλων θαυμάσιων και θείας εμπνεύσεως έργων του, έγραψε και την εκτενή και κατανυκτική Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση της συντομότερης Θείας Λειτουργίας του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, τη Μεγ. Πέμπτη και το Μέγ. Σάββατο.
Ο Άγιος έγραψε πολλά για την καθοδήγηση των χριστιανών, ίδρυσε μοναστήρια, όπου αρκετοί μαθητές του αφιερώθηκαν στον Θεό. Είναι δε γνωστός στους πολλούς κυρίως για την κοινωνική του δράση, η οποία όμως αποτελεί καρπό της νηπτικής του ζωής.
Ο Άγιος Βασίλειος, βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους και κουρασμένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους, ανεξάρτητα από το γένος, τη φυλή και το θρήσκευμα. Ίδρυσε και καθιέρωσε τη διανομή αγαθών -τρόφιμα ρούχα, χρήματα και κάθε είδους βοήθεια σε φτωχές οικογένειες άπορους κ.λπ. Το πιο σπουδαίο του έργο ήταν η οργάνωση της ελεημοσύνης και φιλανθρωπίας στην επαρχία του, έφτιαξε κοντά στην Καισάρεια μια ολόκληρη πόλη από φιλανθρωπικά ιδρύματα, γηροκομεία, νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενοδοχεία, ορφανοτροφεία κ.α. Η πόλη αυτή ονομάσθηκε «Βασιλειάδα». Φανταστείτε τι ανακούφιση θα ένιωθαν τότε οι φτωχοί, τα ορφανά, οι γέροι, οι ταξιδιώτες, η Καισάρεια είχε γίνει μια μεγάλη οικογένεια με πατέρα τον Αγιο Βασίλειο τον επίσκοπό της. Η “Βασιλειάδα”, που αποτελεί, δια μέσου των αιώνων, πρότυπο έργο ανθρωπιάς και κοινωνικής προσφοράς, είναι δημιούργημα της γλυκύτατης καρδιάς του, της πεπληρωμένης από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, καρπός του οποίου είναι η αγάπη. Η ανιδιοτελής αγάπη, που τον “εξανάγκαζε” να φθάνη μέχρι το σημείο να περιθάλπη και τους λεπρούς, μάλιστα δε να τους περιποιείται ο ίδιος προσωπικά και το πιο παράδοξο, να ασπάζεται και τις πληγές τους με την ίδια ευλάβεια που ασπαζόταν την εικόνα του Χριστού και των Αγίων. Για να κατανοηθή το μέγεθος της αγάπης και της θυσίας του πρέπει να σημειωθή ότι η λέπρα την εποχή εκείνη ήταν ανίατη και μεταδοτική ασθένεια και ότι οι λεπροί ζούσαν μακριά από τις πόλεις, διωγμένοι και απομονωμένοι χωρίς την φροντίδα κανενός. Τον αγαπούσαν τόσο πολύ που στην κηδεία του σημειώθηκαν λιποθυμίες!
Η θεολογική προσφορά του
Ο Μέγας Βασίλειος είναι ένας από τους σημαντικότερους δογματικούς θεολόγους του Χριστιανισμού, με σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη του Τριαδολογικού δόγματος. Διακήρυξε την ενότητα της Αγίας Τριάδος ως μιας ουσίας και προχώρησε στον προσδιορισμό του υποστατικού διαχωρισμού των Προσώπων της. Κάθε υπόσταση διακρίνεται από ορισμένους τρόπους ύπαρξης και μεμονωμένα χαρακτηριστικά (ιδιώματα): ο Πατέρας είναι αγέννητος, ο Υιός γεννηθείς αχρόνως και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται υπό του Πατρός.
Στο έργο τόνισε επίσης τη σημασία της διάκρισης μεταξύ ουσίας και ενεργειών του Θεού. Μεταξύ του άκτιστου Θεού και του κτιστού κόσμου υπάρχει οντολογικό χάσμα, που αποκλείει την κατ’ ουσία κοινωνία και σχέση μεταξύ τους. Ο Θεός καθίσταται αντιληπτός στον κόσμο διά των ενεργειών του. Το ότι ο κόσμος διατηρείται στο "είναι" οφείλεται στη δημιουργική, συνεκτική και ζωοποιό ενέργεια του Θεού.
Κεφαλαιώδης ήταν και η συμβολή του στην αξιολόγηση της θύραθεν παιδείας μέσα στη χριστιανική Εκκλησία. Μελετητής ο ίδιος και γνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας, τη χρησιμοποιεί ως όργανο επεξεργασίας και διατύπωσης των θεολογικών του αντιλήψεων. Η φιλοσοφία, κατά τον Βασίλειο, πρέπει να μελετάται υπό το νέο χριστιανικό πρίσμα. Δεν απορρίπτει τη μελέτη των κλασσικών γραμμάτων, αντίθετα προτρέπει στη χρήση τους ως ένδυμα της χριστιανικής θρησκευτικής διδασκαλίας.
Στον τομέα του μοναχισμού ανέλαβε δράση θέτοντάς τον υπό τον έλεγχο της εκκλησιαστικής ηγεσίας και εισήγαγε την ομολογία της αφιέρωσης στον Θεό και της ένταξης στην αδελφότητα, η οποία προέβλεπε αγαμία, υπακοή και ακτημοσύνη. Επίσης έθεσε την πνευματικότητα του μοναχισμού στη σταθερή βάση της Αγίας Γραφής και τοποθέτησε τους μοναχούς στη γραμμή του κοινού βίου και της οργανωμένης δράσης.
Το συγγραφικό έργο του
Τα έργα του κατατάσσονται σε τέσσερεις κατηγορίες:
Δογματικά συγγράμματα.
α) "Ανατρεπτικός του Απολογητικού του δυσσεβούς Ευνομίου". Αποτελείται από τρία βιβλία και καταφέρεται ενάντια του αρχηγού των Ανομοίων Ευνομίου.
β) "Προς Αμφιλόχιον, περί του Αγίου Πνεύματος". Επιστολική πραγματεία προς τον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιο σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.
Ασκητικά συγγράμματα.
α) "Τα Ηθικά". Συλλογή 80 ηθικών κανόνων.
β) "Όροι κατά πλάτος". Περιέχει 55 κεφάλαια με θέμα γενικές αρχές του μοναχισμού.
γ) "Όροι κατ’ επιτομήν". Περιέχει 313 κεφάλαια που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή των μοναχών.
δ) "Περί πίστεως".
ε) "Περί κρίματος".
στ) "Περί της εν παρθενία αληθούς αφθορίας". Έργο σχετικό με την παρθενική ζωή.
Ομιλίες.
Ορισμένες από τις ομιλίες του είναι:
α) "Εις την Εξαήμερον". Συλλογή 9 ομιλιών με θέμα τη δημιουργία του κόσμου.
β) "Εις του Ψαλμούς". Συλλογή 18 ομιλιών με αφορμή το περιεχόμενο των Ψαλμών του Δαυίδ.
γ) "Περί του ουκ έστιν αίτιος του κακού ο Θεός".
δ) "Περί πίστεως".
ε) "Κατά Σαβελλιανών, Αρείου και Ανομοίων".
στ) "Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων". Το διασημότερο από τα κείμενα του Βασιλείου, στο οποίο πραγματοποιεί προσπάθεια γεφύρωσης μεταξύ χριστιανικής και κλασσικής παιδείας.
ζ) "Προτρεπτικός εις το άγιον βάπτισμα".
η) "Εις το πρόσεχε σεαυτώ".
θ) "Προς Πλουτούντας".
ι) "Εν λιμώ και αυχμώ".
ια) "Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και περί ευχαριστίας".
Επιστολές.
Σώζονται 365 επιστολές με το όνομα του Μεγάλου Βασιλείου, που καλύπτουν την εικοσαετία από την επιστροφή του στην Καισάρεια από την Αθήνα έως και το θάνατό του.
Η κοίμησή του
Καταπονημένος από την μεγάλη δράση που ανέπτυξε σε τόσους πολλούς τομείς, ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας παραδίδει το πνεύμα στο Θεό την 1η Ιανουαρίου του 379 μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχει και ένα πλήθος ανομοιογενές από άποψη θρησκευτικής και εθνικής διαφοροποιήσεως. Το υψηλής σημασίας θεολογικό και δογματικό του έργο καθώς και η λειτουργική και πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση, είναι η μεγάλη παρακαταθήκη που μας άφησε. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1ην Ιανουαρίου.
Από το 1081 μ.Χ. ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Μαυρόπους (ο από Ευχαΐτων) θέσπισε έναν κοινό εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Ιωάννη του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου, στις 30 Ιανουαρίου, ως προστατών των γραμμάτων και της παιδείας.
Ο Άγιος στα 48 χρόνια που έζησε, έκαμε τόσα πολλά για τους ανθρώπους που η ιστορία τον ονόμασε ΜΕΓΑ όσο ακόμα ζούσε. Αυτός ήταν ο Αη Βασίλης από την Καισαρεία που πάντα θα ζει μέσα στις καρδιές μας και θα μας θυμίζει με το έργο του ότι πρέπει να είμαστε όλοι εμείς οι άνθρωποι μικροί και μεγάλοι αγαπημένοι.
Το έθιμο της βασιλόπιτας
Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς του Βυζαντίου που ήταν συμμαθητής του Αγίου Βασιλείου και τον έλεγαν Ιουλιανό. Ο Ιουλιανός αγαπούσε την φιλοσοφία και τους ψεύτικους θεούς και μισούσε τον Χριστιανισμό, ο Αγιος Βασίλειος δεν του χαρίσθηκε γι αυτό και ο Βασιλιάς ζητούσε αφορμή να τον ταπεινώσει. Οταν το Βυζάντιο κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο Ιουλιανός πέρασε με τον στρατό του από την Καισαρεία. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινουπολη. Ετσι, οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας χρυσαφικά νομίσματα κ.λπ. Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες, έτσι δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια. Τότε ο Αγιος Βασίλης έδωσε εντολή και από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της Βασιλειάδος , και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο: έδωσε εντολή να ζυμώσουν ψωμιά και σε κάθε ψωμί, έβαλε από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό μέσα, κατόπιν τα μοίρασε στα σπίτια, έτσι τρώγοντας οι κάτοικοι τα ψωμιά όλο και κάτι έβρισκαν μέσα. Έτσι, γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε βασιλόπιτα.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’.
Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου· δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὥφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, τὴν κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, Οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον.
Τὸν οὐρανοφάντορα τοῦ Χριστοῦ, μύστην τοῦ Δεσπότου, τὸν φωστῆρα τὸν φαεινόν, τὸν ἐκ Καισαρείας, καὶ Καππαδόκων χώρας, Βασίλειον τὸν μέγαν, πάντες τιμήσωμεν.
Ο ΧΑΡΙΤΙ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Κ Ο Σ Μ Α Σ
Προς τους Παν/τους Ιεροκήρυκας, Ευλαβεστάτους Ιερείς, Οσιωτάτους Μοναχούς και Μοναχάς και το Χριστεπώνυμον Πλήρωμα της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά.
Ένα νέο έτος μας χαρίζει η αγάπη του Τριαδικού Θεού μας. Ένα νέο έτος το οποίο γίνεται σταθμός στην επίγεια ζωή μας. Όλοι μας υποδεχθήκαμε το έτος 2015 με χαρά, προσδοκίες και ελπίδες. Λάμπουν τα πρόσωπα από χαρά, οι όψεις φαιδρύνονται, οι καρδιές σκιρτούν.
Και η χαρά μας, οι πόθοι μας, οι ελπίδες μας γίνονται ευχή, η οποία εκφράζεται και γεμίζει όλους τους τόπους: «Αίσιο και ευτυχές το νέο έτος! Ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος» λέμε.
Θέλουμε την αληθινή ευτυχία. Πως όμως θα έλθη και θα στερεωθή στη ζωή μας; Πως και αυτός ο νέος χρόνος θα γίνη ευτυχισμένος;
Η μητέρα μας Εκκλησία, η οποία γνωρίζει την ανθρώπινη ψυχή με ακρίβεια και κατέχει την πλήρη αλήθεια, μας δίνει την απάντησι: «Θέλετε» μας λέει η Εκκλησία «την αληθινή ευτυχία; Θέλετε τον χορτασμό της ψυχής σας με την ολοκληρωμένη χαρά της ευτυχισμένης ζωής; Θεμελιώστε, κτίστε τη ζωή σας, στηρίξτε την επάνω στον αμετακίνητο βράχο… “Θεμέλιον άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ος εστιν Ιησούς Χριστός” (Α’ Κορ. γ’, 11). Ο Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός είναι ο αμετακίνητος βράχος».
Όσο κι αν η σύγχυσι, η αποστασία, η θόλωσι, η εγωιστική αναισθησία του κόσμου αρνείται την αλήθεια αυτή, εμείς οφείλουμε να την ακούσουμε, να την δεχθούμε, να την κάνουμε βίωμά μας, αν θέλουμε να φέρουμε στη ζωή μας την αληθινή, την αναφαίρετη ευτυχία.
Εάν στη ζωή μας δεν έλθη το φως του Χριστού, εάν δεν έλθη η ευλογία του Χριστού, εάν στην ψυχή μας δεν επισκηνώση το Πανάγιον Πνεύμα, εάν στην καρδιά μας δεν επιδράση η αναπλαστική δύναμι του Ευαγγελίου, εκατομμύρια ευχών να δεχθούμε από τον κόσμο, δεν θα μας ωφελήσουν.
Ο Σαρκωθείς Θεός, ο Χριστός μας, είναι η αστείρευτη της ευλογίας πηγή, ο ακένωτος της χάριτος θησαυρός, ο πλούσιος των αγαθών χορηγός. Μόνον Αυτός μπορεί να φέρει την ειρήνη στις ψυχές μας, να δώσει την ευφροσύνη στα πνεύματά μας. Μόνον ο Χριστός μπορεί να σκουπίση τα δάκρυά μας, να καταπαύση τους στεναγμούς μας, να γλυκάνη τους πόνους μας, να μας οδηγήση με βεβαιότητα στην αιώνια και μακαρία ζωή.
Αγαπητοί,
Μην εθελοτυφλούμε. Καθημερινώς διαπιστώνουμε την αλήθεια.
Η ευτυχία δεν υπάρχει στην επίγεια και πρόσκαιρη ευχαρίστησι. Δεν υπάρχει στην απόλαυσι της ύλης, στην αναζήτησι της ηδονής. Κάθε μέρα το ακούμε.
Όσοι δεν έχουν Χριστό στην καρδιά τους, δεν χαίρονται αληθινά, όσο κι αν με θόρυβο γελούν.
Όσοι ζουν το θέλημα του Χριστού, αγωνίζονται, ανεβαίνουν το σκληροτράχηλο μονοπάτι, ιδρώνουν, ζουν όμως χαρούμενα και ευτυχισμένα, ζουν τη χαρά των μαρτύρων και των αγίων.
Μη λησμονούμε ότι ήλθαμε στον κόσμο όχι για να αποκτήσουμε πλούτο, δόξα, τιμές, διακρίσεις κοσμικές. Δεν ήλθαμε να ζούμε μέσα στην πλάνη, στο σκοτάδι, στη λάσπη και την αποκτήνωσι.
Η επίγειος ζωή μας, πρόσκαιρη και σύντομη, μας χαρίζει υλικά αγαθά και νόμιμες χαρές για να μπορούμε να ζούμε. Όμως δεν έχει σκοπό τα υλικά αγαθά και τις κοσμικές ηδονές.
Η επίγειος ζωή μας είναι ο καιρός κατά τον οποίο καλούμεθα να ελευθερώσουμε τον εαυτό μας από τα πάθη και τις αδυναμίες, να τον καλλιεργήσουμε και να τον στολίσουμε με αρετές, να τον ενώσουμε με τον Χριστό μας δια των αγίων μυστηρίων, να τον αγιάσουμε, να τον κάνουμε άξιο του ουρανού.
Ένα τέτοιο νόημα στη ζωή μας, ένας τέτοιος σκοπός, προσφέρει αληθινή ικανοποίησι, πληρώνει τον έσω άνθρωπο, φωτίζει την αγωνιστική πορεία της επιγείου ζωής μας, φέρει την ευτυχία μας σ’ αυτό τον κόσμο, μας ετοιμάζει για την αιωνιότητα.
Αγαπητοί,
Αυτόν τον νέο χρόνο που μας προσφέρει η αγάπη του Θεού μας, ας ακούσουμε την φωνή της Εκκλησίας μας. Τα αναρίθμητα συντρίμμια που δημιουργεί η χωρίς Χριστό κοινωνία μας ας μιλήσουν αφυπνιστικά στις ψυχές μας.
Με την αρχή του νέου έτους ας φέρουμε συνειδητά και προσωπικά τον Χριστό στη ζωή μας, στην ανατροφή και στην ζωή των παιδιών μας, στην οικογένειά μας, στην κοινωνία μας.
Μόνον ο Χριστός μπορεί να πληρώσει την καρδιά μας με ειρήνη και χαρά, να δώση στη νεότητα αληθινή ολοκλήρωσι, να ενώση την οικογένεια, να αναγεννήση την κοινωνία μας.
Σύνθημά μας ας γίνει το εξής:
Το νέο αυτό έτος θα φέρω το Χριστό στη ζωή μου, θα ζήσω ως πιστός χριστιανός, με πρόθυμη υπακοή και ακριβή συμμόρφωσι στις άγιες εντολές Του.
«Αν ζούμε το Χριστό, αν πράττουμε την αρετή», λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «οι μέρες μας όλη τη χρονιά θα είναι καλές, ευλογημένες, χαρούμενες, ευτυχισμένες».
Το εύχομαι πατρικά με όλη μου τη δύναμι.
Καλό και αγιασμένο νέο έτος.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ
Πηγή: Θρησκευτικά
«Επί γης ειρήνη και εν ανθρώποις ευδοκία» ψάλλουμε τα Χριστούγεννα και έτσι τονίζουμε το πανανθρώπινο μήνυμα της μεγάλης εορτής. Η σύγχυση, όμως, της εποχής μας και τα ρεύματα του υλισμού και της παγκοσμιοποιήσεως που έρχονται από το εξωτερικό τείνουν να μετατρέψουν τα Χριστούγεννα σε ένα εμπορικό πανηγύρι και σε μία αποθέωση του καταναλωτισμού. Από παντού ακούμε για δώρα, ρεβεγιόν και ξενύχτια την παραμονή των Χριστουγέννων και απομακρυνόμαστε από τον παραδοσιακό ελληνορθόδοξο εορτασμό της Ενανθρωπήσεως του Κυρίου. Προβάλλονται από παντού τα Χριστούγεννα χωρίς ... Χριστό.
Έχουμε και τους οπαδούς της πολιτικής ορθότητος και του ουδετερόθρησκου κράτους, οι οποίοι καταργούν φάτνες, χριστουγεννιάτικους στολισμούς, ραδιοφωνικές ευχές και κάθε τι που θα μπορούσε να ενοχλήσει τους αλλοθρήσκους και τους αθέους. Η Ελλάδα της οικονομικής κρίσης από τη μία έχει να αντιμετωπίσει τη φτώχια και την ανεργία πολλών συνανθρώπων μας και από την άλλη δέχεται πιέσεις για ύπουλο εξισλαμισμό, όπως συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Μην μιλήσετε για Χριστούγεννα γιατί θίγονται οι άθεοι και οι φανατικοί Μουσουλμάνοι, λένε οι Αρχές στην Αγγλία, ενώ στη Γαλλία η συμμαχία αθέων και ισλαμιστών αποσύρει φάτνες! Παρά ταύτα πρέπει να αντισταθούμε!
Στον βωμό της παγκοσμιοποιήσεως θυσιάζεται ο αληθινός Άγιος και Μέγας Βασίλειος και με το όνομά του εμφανίζεται μία στρουμπουλή κοκκινοφορεμένη κούκλα, η οποία κατακλύζει καταστήματα και σπίτια. Τι σχέση με όλα αυτά τα διαφημιστικά τεχνάσματα μπορεί να έχει ο σοφός Επίσκοπος Καισαρείας, ο οποίος χάριζε κυρίως πνευματικά δώρα και φώτιζε τους συνανθρώπους του με τη διδασκαλία και τη φιλανθρωπία του; Ακόμη και ως προς το όνομα η παγκοσμιοποιημένη εκδοχή του άη-Βασίλη προκαλεί σύγχυση. Σάντα Κλάους τον ονομάζουν οι Δυτικοί, παραφράζοντας το όνομα του Αγίου Νικολάου. Στα Μύρα της Λυκίας, στη Μικρασιατική ακτή, οι Τούρκοι διαφημίζουν ότι εδώ γεννήθηκε ο Σάντα Κλάους, δηλαδή ο Άγιος Νικόλαος, Επίσκοπος Μύρων, και κερδίζουν χρήματα! Εμείς ας προσπαθήσουμε να εορτάσουμε Ορθοδόξως και ανατολικώς, για να παραφράσουμε μία σχετική φράση του Αλ. Παπαδιαμάντη, και ας διδάξουμε στα παιδιά μας ποιος ήταν ο πραγματικός Άγιος Βασίλειος, ποιο ήταν το φιλανθρωπικό έργο της Βασιλειάδος, πώς δίδασκε τους νέους να μελετούν τα επιλεκτικά τα αρχαιοελληνικά κείμενα, κρατώντας το καλό και αποφεύγοντας τις δοξασίες περί ανυπάρκτων θεών.
Παρατηρώ ότι για ορισμένους η παραδοσιακή Θεία Λειτουργία νωρίς το πρωί των Χριστουγέννων αντικαθίσταται από ξενύχτι και χαρτοπαιξία, συνήθειες ξένες προς τα ελληνορθόδοξα Χριστούγεννα. Αλλά ας μην γενικεύω, Υπάρχουν αρκετοί Έλληνες που θα διαβάσουν στα παιδιά τους Παπαδιαμάντη και Κόντογλου, θα νηστέψουν, και θα σηκωθούν τα χαράματα για να λειτουργηθούν και να κοινωνήσουν. Υπάρχουν, δόξα των Θεώ, πολλοί που επιμένουν ελληνορθόδοξα και αρνούνται να μπουν στη μηχανή του κιμά , η οποία αλέθει έθνη, πολιτισμούς, ήθη και έθιμα.
Παγκοσμιοποιημένες είναι και πολλές από τις ευχετήριες κάρτες που λαμβάνουμε αυτές τις ημέρες, είτε ταχυδρομικώς είτε –λόγω χαμηλότερου κόστους- με ηλεκτρονικά μηνύματα. Θα μου πείτε ότι σημασία έχει να σε θυμηθεί κάποιος και όχι η απεικόνιση στην κάρτα. Δεν διαφωνώ, αλλά αφού αποφασίζεις, Χριστιανέ μου, να στείλεις γραπτώς τις ευχές σου, γιατί δεν προτιμάς την Ορθόδοξη βυζαντινή τεχνοτροπία και μού στέλνεις χιονισμένα σκανδιναβικά τοπία με ταράνδους ή ευτραφή αγγελούδια, ουδεμία σχέση έχοντα με την Πίστη μας και την Παράδοσή μας;
Ας εορτάσουμε, λοιπόν, Χριστούγεννα με Χριστό. Ας θυμηθούμε τους συνανθρώπους μας που έχουν πραγματική ανάγκη. Ας στείλουμε τις ευχές μας στους απανταχού Έλληνες, στην Κύπρο, στη Βόρειο Ήπειρο, στην Ομογένεια. Και ας συνειδητοποιήσουμε ότι ο Θεός εσαρκώθη ως άνθρωπος για να απαλλαγεί ο άνθρωπος από το σκότος της πλάνης και να φωτισθεί από την αποκαλυφθείσα Αλήθεια.
Κ.Χ. 22.12.2014
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...