![ti_08_mobile.png](/images/template/ti_08_mobile.png)
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Στους καταλόγους των Δώδεκα μαθητών που αναγράφονται στη Καινή Διαθήκη αναφέρεται το όνομα Ματθαίος. Ο ίδιος έτσι ονομάζει τον εαυτό του στον κατάλογο των μαθητών που παραθέτει στο Ευαγγέλιό του (Ματθ. 10, 3) αλλά και στη διήγηση της κλήσεως του στο αποστολικό αξίωμα. Στη διήγηση της κλήσεως κάνει λόγο για ένα άνθρωπο που κάθεται στο τελώνιο και γι’ αυτό ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του «Ματθαίος ο τελώνης». Αυτός ο τελώνης στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο ονομάζεται «Λευΐς ο του Αλφαίου» ( Μαρκ. 2,14) ενώ ο Λουκάς αναφέρει μόνο « Λευΐς» (Λουκ. 5, 27). Πρέπει να πούμε ότι στους καταλόγους των μαθητών αναφέρεται και ο απόστολος Ιάκωβος ως υιός του Αλφαίου, αλλά δεν ήταν αδελφός του Αποστ. Ματθαίου. Αν ήταν θα αναφερόταν μέσα στα ευαγγέλια, όπως συμβαίνει με τους άλλους αποστόλους που ήσαν αδέλφια π.χ. Ανδρέας και Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης.
Ο τελώνης Ματθαίος και ο Λευΐς είναι το ίδιο πρόσωπο. Το όνομα Ματθαίος που το πήρε μετά τή κλήση του από τον Χριστό, σημαίνει Θεόδωρος ή Θεοδώρητος δηλ. αυτός που είναι δώρο Θεού. Είναι σύντμηση του ονόματος Ματθανίας, όπως σύντμηση του ονόματος Ματθαίος είναι το όνομα Ματθίας. Ο Τατιανός στο Ματθ. 10, 3 παραθέτει την προσθήκη «ο και Λεββαίος». Δεν γνωρίζομε πότε και γιατί ο Κύριος του έδωσε αυτό το όνομα, με το οποίο ήταν πλέον γνωστός στην Εκκλησία, όταν έγραφε το Ευαγγέλιο του. Οι δύο άλλοι ευαγγελιστές, Μάρκος και Λουκάς από σεβασμό προς τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ματθαίο, δεν αναφέρουν το επάγγελμα του διότι ο τελώνης ήταν μισητό πρόσωπο.
Ο ίδιος όμως αναφέρει ότι ο Κύριος «είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον» (Ματθ. θ, 9), άνθρωπο δηλ. γνωστό με το όνομα Ματθαίος. Όπως αναφέρει ο ιερός Χρυσόστομος: «Άξιον και του αποστόλου θαυμάσαι την φιλοσοφίαν, πως ουκ αποκρύπτει αυτού τον έμπροσθεν βίον, αλλά και το όνομα τίθησι, των άλλων κρυψάντων αυτό προσηγορία ετέρα». Δεν αρνείται τη προηγούμενη ζωή του ο απόστολος, ομολογεί την αλλαγή του μετά την κλήση του. Αυτό φανερώνει την ταπείνωσή του.
Ο Απ. Ματθαίος κατοικούσε στην Καπερναούμ, πόλη που ανήκε στη δικαιοδοσία του Ηρώδη. Ο ίδιος ως υπάλληλος θα ανήκε στην υπηρεσία κάποιου επιχειρηματία, που εξαγόραζε από τους Ρωμαίους την είσπραξη των φόρων της πόλεως ή και ολόκληρης της περιφέρειας. Γνώριζε δε ασφαλώς την αραμαϊκή γλώσσα, που μιλούσαν οι Ιουδαίοι αλλά και την ελληνική.
Στην κλήση του Κυρίου «ακολούθει μοι», υπάκουσε αμέσως και χωρίς δισταγμό εγκατέλειψε τα πάντα. Αυτό σημαίνει ότι γνώριζε και σεβόταν τον Κύριο. Ανήκε και αυτός στους τελώνες, που πλησίαζε ο Κύριος και που οι Φαρισαίοι για να τον κατηγορήσουν τον χαρακτήριζαν «φίλος των τελωνών» (Λουκ. 7, 35. 15, 1). Ο Ματθαίος πρέπει να ήταν πλούσιος. Αυτό φαίνεται από το ότι είχε δικό του σπίτι. Σ’ αυτό για να πανηγυρίσει το γεγονός της κλήσεως του και την εγκατάλειψη του επαγγέλματός του παραθέτει γεύμα αποχαιρετιστήριο στο οποίο κάλεσε πάρα πολλούς ανθρώπους. Δεν φαίνεται από τα ευαγγέλια ότι γνώριζε ή ανήκε στον κύκλο των μαθητών του Ιωάννου του Προδρόμου, όπως άλλοι μαθητές.
Μετά την κλήση του παραμένει αφανής μέσα στον κύκλο των μαθητών. Και όταν ζούσε ο Κύριος αλλά και μετά την Ανάσταση. Δεν αναφέρεται πουθενά μέσα στη Κ. Δ το όνομά του. Αυτή η αφάνεια μαρτυρεί ασφαλώς την ταπεινοφροσύνη του. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μας δίνει πληροφορίες για την αυστηρή ασκητική ζωή του. «Ματθαίος μεν ουν απόστολος σπερμάτων και ακροδρύων και λαχάνων άνευ κρεών μετελάμβανεν». Καρποί και λαχανικά ήταν η τροφή του, απείχε δε από κρέας.
Μετά την Ανάσταση του Κυρίου ο Ματθαίος, όπως αναφέρουν οι Κλήμης, Ευσέβιος και Ειρηναίος, κηρύττει τον Χριστό, περίπου για οκτώ χρόνια, στους Εβραίους. Εδώ γράφει μεταξύ 60-66 μ. Χ. το Ευαγγέλιο του στην αραμαϊκή γλώσσα, που το μετάφρασε ο ίδιος ή κάποιος άλλος αποστολικός άνδρας αργότερα στα ελληνικά. Σ’ αυτό περιλαμβάνονται οι αφηγήσεις γεγονότων της ζωής του Κυρίου, αλλά και διδασκαλίες που χρησιμοποιούσε στις κατηχήσεις του. «Το κατά Ματθαίον ευαγγέλιον πρός Ιουδαίους εγράφη», αναφέρει πρώτος ο Ειρηναίος, εννοώντας ως παραλήπτες τους Εβραίους που έγιναν χριστιανοί ή όπως αναφέρει ο Ωριγένης «τοις από Ιουδαϊσμού πιστεύσασι».
Σκοπός της συγγραφής του Ευαγγελίου από τον Απ. Ματθαίο ήταν να φανερώσει ότι ο Χριστός καταγόταν «εκ σπέρματος Δαβίδ» γι’ αυτό και αρχίζει την αφήγηση του με τη Γέννησή Του. Όπως λέει ο Ι. Χρυσόστομος ο Ματθαίος «ουδέν πλέον εζήτησε δείξαι ή ότι από Αβραάμ και Δαβίδ ην…ουδέν γαρ ούτως ανέπαυε τον Ιουδαίον, ως το μαθείν αυτόν ότι του Αβραάμ και Δαβίδ έκγονος ην ο Χριστός». Γι’ αυτό εκλέγει κύρια γεγονότα της ζωής του Κυρίου, συλλέγει λόγους του και τα τοποθετεί με τρόπο, ώστε να ανταποκρίνονται στην απόδειξη της θέσεως, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας που προαναγγέλθηκε στους Ιουδαίους. Με τη παράθεση δε των προφητειών της Π.Δ φανερώνει ότι εκπληρώθηκαν στο πρόσωπο του Χριστού.
Για την μετέπειτα δράση του όσα παραδίδονται δεν μπορούμε να τα θεωρήσουμε ακριβή και ιστορικά. Ο Ρουφίνος, ο Γρηγόριος ο Μέγας και ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης αναφέρουν ότι πήγε στην Αιθιοπία. Ο Παυλίνος Νώλης αναφέρει ότι επέστρεψε στο Χριστό τους ειδωλολάτρες Πάρθους, όπως δε αναφέρει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «ύστερον ετελειώθη διά του πυρός υπό των απίστων» στην Ιεράπολη της Συρίας. Αυτό φανερώνει και το δίστιχο του συναξαριστή: « Σώζεις Ιησού και τελώνας· σοι χάρις». Ούτω βοά Ματθαίος εκ πυρός μέσου». Δηλ. «Σώζεις, Ιησού και τελώνες· σ’ Εσένα ανήκει η χάρη». Έτσι φωνάζει ο Ματθαίος βρισκόμενος στο μέσο της φωτιάς.
Ταις του σου Αποστόλου πρεσβείαις ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.
(Α. Χριστοδούλου, Θεολόγος)
Πηγή: Πεμπτουσία
2 . Ιωάννης Δαμασκηνός, Περί Αγγέλων, Migne P.G.94, 865.
Πηγή: Ακτίνες
Σήμερα, όμως, όσο ποτέ άλλοτε, χρειαζόμαστε την Αγία Σκέπη της Κυρίας Θεοτόκου. Οπωσδήποτε κατά κοινή ομολογία δεν είναι εύκολα τα πράγματα. «Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά», ορατοί και αόρατοι εχθροί μας προσπαθούν να αρπάξουν την ψυχή μας, να μας ξεσκίσουν ό,τι φορούμε πάνω μας ως ένδυμα του Χριστού και της Ελληνοορθοδοξίας. «Λύκοι βαρείς μη φειδόμενοι του ποιμνίου» και «τα πετεινά του [σκοτεινού] ουρανού» επέπεσαν πάνω στην ιερή Μάνδρα και στην «Άμπελον» της Εκκλησίας μας και της Ελληνικής Πατρίδας. Κατατρώγουν τις σάρκες της και απομυζούν τους εύχυμους καρπούς της.
Χρειαζόμαστε βοήθεια. Όπως τότε το 1940. Και πιο παλιά. Όπως πάντοτε, από τότε δηλαδή που σα λαός ασπαστήκαμε την Νέα Πίστη του Χριστού και γίναμε ορθόδοξοι βαπτισμένοι Χριστιανοί Έλληνες. Σε όλες τις δύσκολες στιγμές, εκεί που τα ανθρώπινα πρόσωπα και τα γήϊνα μέσα αδυνατούσαν, είχαμε στο πλευρό μας την Υπέρμαχο Στρατηγό, τη Μεγάλη Βοήθεια, την Φοβερά Προστασία και την Γοργοεπήκοο Παναγία μας. Ήταν, είναι και θα είναι η μεγάλη Μητέρα μας, το Απόρθητον Τείχος και η «πάντα τύραννον απάνθρωπον εκβαλούσα της αρχής» από το πολυπαθές Γένος των Ελλήνων.
Σήμερα λοιπόν καλούμε την Παναγία μας με την Αγία Σκέπη της:
Να σκεπάσει τα παιδιά μας, τις ψυχές και τα σώματα, από του πολέμου της πορνείας και την μάστιγα των εμπόρων του λευκού θανάτου.
Να σκεπάσει τους μαθητές μας, το μυαλό και τη διάνοια, από «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα», μέσα κι έξω από την τάξη. Τα λόγια της αθεϊας, της αναρχίας, του υλισμού, του εθνικού αποπροσανατολισμού και του ηθικής αδιαφορίας και αναισθησίας.
Να σκεπάσει τη νεολαία μας από τα κηρύγματα του αντιεκκλησιαστικού μένους και της ανατροπής της παραδόσεώς μας, από ιδεολογίες που είναι ξένες προς την εμπειρία και τη μαρτυρία της Εκκλησίας μας και οι οποίες όπου εφαρμόστηκαν κατέστρεψαν το ανθρώπινο πρόσωπο και τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Να σκεπάσει την οικογένεια, η οποία κυριολεκτικά βομβαρδίζεται από ένα πλήθος τηλεοπτικών σκουπιδιών, τα οποία εκπέμπονται μέσα στον ιερό χώρο κάθε σπιτιού και διδάσκουν: πώς να διαλύεται η ελληνική οικογένεια, πως οι σύζυγοι ακίνδυνα μπορούν να προδίδουν ο ένας τον άλλον, πως να συζούν πρόσωπα του ιδίου φύλου, πως η οικογένεια βλάπτει, πως τα παιδιά να μπαίνουν στην αμαρτία εξ απαλών ονύχων κι από την κούνια τους, πως όλοι να συμβιώνουν με συντρόφους χωρίς γάμο ορθόδοξο και πόσο καλοί είναι οι τούρκοι, οι γείτονες....
Να σκεπάσει τη θεολογία μας, από τους λαοπλάνους, όπως έλεγε και ο μακαριστός Φώτιος Κόντογλου, «ποὺ ἔρχουνται ἀπὸ τὰ Πανεπιστήμια τῆς ἀπιστίας, βαστώντας στὰ χέρια τους διπλώματα καὶ πιστοποιητικὰ τῆς θεολογίας, σὰν νὰ εἶναι ἡ θεολογία γιατρικὴ ἢ χημεία, καὶ χαλᾶνε μὲ τὴν πονηρὴ διδασκαλία τους τὰ ἁπλοϊκὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντάς τους πὼς ἡ πίστη τους εἶναι δεισιδαιμονία καὶ τυπολατρεία, καὶ πὼς ἡ ἱερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τὴ μποδίζει νὰ συγχρονισθῆ, δηλαδὴ νὰ γίνει σὰν τὴ Χριστιανικὴ ἀθεΐα ποὺ λέγεται Προτεσταντισμός».
Να σκεπάσει την κοινωνία μας, η οποία συχνά ερωτοτροπεί με ακραίες συμπεριφορές και κινείται παρορμητικά σε μαζικές επιλογές που δεν διασώζουν τη διάρκεια της αληθινής σχέσεως με το Θεό.
Να σκεπάσει τους νέους γονείς, από τον κίνδυνο της απιστίας. «Η απιστία είναι «η πλατεία πύλη και ευρύχωρος οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την απώλειαν», όπως είπε ο Χριστός, αλλά «εις την επί γης ευδαιμονίαν». Ενώ η πίστη είναι «η στενή πύλη και τεθλιμμένη οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την ζωήν», αλλά «εις την επί γης δυστυχίαν και περιφρόνησιν». «Πολλοί εισίν οι εισερχόμενοι διά της πλατείας πύλης» κατά τον λόγο του Κυρίου, « και ολίγοι εισιν οι ευρίσκοντες την στενήν πύλην» ( ΦΚ).
Να σκεπάσει τον στρατό μας, από τη δειλία, την ανανδρία, την υποχωρητικότητα, τη βλασφημία των θείων και τα διάφορα ψεκτά πάθη της νεότητας και της αγνοίας.
Να σκεπάσει τις απελπισμένες ψυχές, τους ανέργους, τους φτωχούς, τους μοναχικούς, τους ατέκνους, τους αστέγους, τους απολυμένους, τους αφίλους, τους προδομένους και εγκαταλελειμμένους, τους καρκινοπαθείς και ανιάτως και διαρκώς νοσούντες, τους αξαπατημένους και παντοιοτρόπως αδικημένους, από την αυτοκτονία, την εκδίκηση, την κατάρα και την απιστία.
Να σκεπάσει την πολιτική ζωή και το κοινοβουλευτικό μας πολίτευμα, από την περιφρόνηση, από την απειλή των ασπόνδων φίλων μας, από τον υπολογισμό, από την υποκρισία, από τον φόβο, και τη σατανοπληξία, τον χρηματισμό, την ξενοδουλεία και τη φαλκίδευση της αξιοπρεπείας μας.
Να σκεπάσει την πατρίδα και το Έθνος μας, από ανθρώπους μέσα και έξω από τα σύνορα, οι οποίοι «Θεόν δεν φοβούνται και ανθρώπους δεν εντρέπονται» και στηρίζουν την εξουσία τους στο ψέμα, στη βία και την καταστολή και στη συνδρομή ξένων κέντρων και προσώπων.
Να σκεπάσει την Εκκλησία μας, κλήρο και λαό, μοναχούς και λαϊκούς, από την εκκοσμίκευση, από την αίρεση από τον μοντερνισμό, τον επάρατο οικουμενισμό και τον άθεο συγκρητισμό, τον συμβιβασμό και την αλλοίωση του ορθοδόξου ευαγγελικού μηνύματος.
Να σκεπάσει τα αγέννητα παιδιά, από το φονικό νυστέρι του γιατρού, από την ολιγοπιστία της δύστυχης μάνας και από τον εγκληματικό λογισμό και την ολέθρια απόφαση του πατέρα.
Να σκεπάσει την απανταχού της Γης Ορθοδοξία μας και ιδιαίτερα τη χειμαζόμενη και διωκόμενη Μ. Ανατολή από την ισλαμική βία, αλλά και τη χώρα και τα νησιά μας, τα σύνορά μας και τις πόλεις μας, την Κύπρο, τη Θράκη και τη Μακεδονία μας, από τον φανατισμό και την εισαγόμενη πληθυσμιακή εισβολή, η οποία διαλύει τη συνεκτικότητα του κοινωνικού ιστού και δημιουργεί προϋποθέσεις κοινωνικής έκρηξης και σύγκρουσης.
Τέλος, να μας σκεπάζει η Παναγία μας από τις εισηγήσεις, πλεκτάνες, σκάνδαλα και παγίδες του διαβόλου, αλλά και «της φοβεράς του σεισμού απειλής, από αιφνιδίου θανάτου και εμφυλίου πολέμου, από λιμού, λοιμού καταποντισμού και την ώραν της εξόδου μας, την ψυχήν μας, από τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων».
Μέσα σ΄ αυτά τα δύσκολα χρόνια που όρισε ο Άγιος Θεός να ζήσουμε και στα οποία κινδυνεύουμε από «τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα», και «από πάσαν σατανικήν ενέργειαν των στυγερών δαιμόνων και των φθοροποιών ανθρώπων» δεν μας άφησε μόνους και ορφανούς, απροστάτευτους και ακάλυπτους, αλλά μαζί με τα άγια Μυστήρια, τα άγια τάγματα των αγγέλων και των αγίων, μας χάρισε και την Παναγία Μητέρα του.
Η κυρία λοιπόν Θεοτόκος, Της οποίας ως «Μητρός η δέησις πολλά ισχύει προς ευμένειαν Δεσπότου», μπορεί όχι μόνο να εισηγηθεί να κάνει ο Κύριος και Θεός μας το νερό κρασί, αλλά και από το πικρό της παρούσης καταστάσεως να βγάλει το γλυκύ της πνευματικής ωφελείας. Οπωσδήποτε δε να μας γλυτώσει από το μεγάλο πέρασμα της ζωής μας στην ατέρμονη αιωνιότητα. Για αυτό κι εμείς την παρακαλούμε προσκυνώντας την τιμητικά και λέγοντας από τα βάθη της ψυχής μας την ευχήν του Αποδείπνου:
«Αλλ' ως του Φιλανθρώπου Θεού Μήτηρ, φιλανθρώπως σπλαγχνίσθητι επ' εμοί τω αμαρτωλώ και ασώτω, και δέξαι μου την εκ ρυπαρών χειλέων προσφερομένην Σοι δέησιν, και τον Σον Υιόν, και ημών Δεσπότην και Κύριον, τη μητρική Σου παρρησία χρωμένη δυσώπησον, ίνα ανοίξη καμοί τα φιλάνθρωπα σπλάγχνα της Αυτού αγαθότητος, και, παριδών μου τα αναρίθμητα πταίσματα, επιστρέψη με προς μετάνοιαν, και των Αυτού εντολών εργάτην δόκιμον αναδείξη με. Και πάρεσό μοι αεί ως ελεήμων, και συμπαθής, και φιλάγαθος, εν μεν τω παρόντι βίω, θερμή προστάτις και βοηθός, τας των εναντίων εφόδους αποτειχίζουσα, και προς σωτηρίαν καθοδηγούσα με. Και εν τω καιρώ της εξόδου μου, την αθλίαν μου ψυχήν περιέπουσα, και τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων πόρρω αυτής απελαύνουσα. Εν δε τη φοβερά ημέρα της Κρίσεως, της αιωνίου με ρυομένη κολάσεως, και της απορρήτου δόξης του Σου Υιού και Θεού ημών κληρονόμον με αποδεικνύουσα. Ης και τύχοιμι, Δέσποινά μου, Υπεραγία Θεοτόκε, δια της Σης μεσιτείας και αντιλήψεως, χάριτι και φιλανθρωπία του Μονογενούς Σου Υιού, του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, συν τω ανάρχω Αυτού Πατρί, και τω Παναγίω, και αγαθώ, και ζωοποιώ Αυτού Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο μακάριος Γέροντας Γεώργιος καταγόμενος από τον Πόντο γνώρισε από πολύ νωρίς την ορφάνια και την μοναξιά. Μετά από διώξεις και φυλακίσεις από το άθεο καθεστώς της Γεωργίας, φθάνει στην Ελλάδα, όπου ζώντας ασκητικά και με θερμή πίστη, χαριτώνεται ο ταπεινός και άξιος λειτουργός του Υψίστου με χαρίσματα διακρίσεως, διοράσεως, προοράσεως και προφητείας.
Συμπληρώνονται εφέτος 46 έτη από την μακαρία εκδημία του αοιδίμου πατρός Γεωργίου, που γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου το 1901. Νωρίς ορφάνεψε και την ανατροφή του ανέλαβε η ευλαβής γιαγιά του. Μετά τον θάνατο της γιαγιάς του και της αδελφής του αναχωρεί με τον παππού του για το Ερζερούμ, την Θεοδοσιούπολη της Μεγάλης Αρμενίας. Ο θάνατος και του παπ πού του και η κακομεταχείριση του αδελφού του τον φέρνουν στα μέρη του Καυκάσου Μόνος, φτωχός, πονεμένος κι αναγκεμένος, συντροφευόμενος από αγίους σε όνειρα και οράματα, φθάνει στην Τυφλίδα της Γεωργίας και οδηγείται από τον εκεί επίσκοπο στην Ιερά Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Ενδύεται το τίμιο του μοναχού ένδυμα στην ηλικία μόλις των εννέα ετών. Θα το διατηρήσει επί μισό αιώνα.
Η κουρά του
Αγάπησε την άσκηση και την προσευχή από παιδί. Στις 20 Ιουλίου 1919 κείρεται μοναχός και από Αθανάσιος ονομάζεται Συμεών. Κατά την ώρα της κουράς του λέγεται πως οι καμπάνες σήμαιναν μόνες τους.
Στην Μονή συνάντησε έναν θείο του επίσκοπο, που τον βοήθησε πνευματικά. Το άθεο καθεστώς της επανάστασης του 1917 δίωξε την Εκκλησία, τον κλήρο και τον μοναχισμό. Μαζί με άλλους μοναχούς της μονής του φυλακίσθηκε σε μια ανήλια και υπόγεια φυλακή, απ’ όπου περνούσαν υπόνομοι. Υπέμεινε μεγάλες και φρικτές κακουχίες με ελπίδα στον Θεό. Πολλοί αδελφοί του τελείωσαν μαρτυρικά τον βίο τους εκεί. Με την βοήθεια της Παναγίας γλύτωσε από βέβαιο θάνατο. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονήθηκε ιερεύς κι ονομάσθηκε Γεώργιος. Λειτουργούσε στα γεωργιανά.
Σύντομα απέκτησε φήμη διακριτικού, διορατικού και προορατικού Γέροντος. Πολύς κόσμος ερχόταν από μακριά για να γνωρίσει και να συμβουλευθεί τον νεαρό ιερομόναχο. Το 1923 από την Τυφλίδα μεταβαίνει στο Σουχούμ. Στις συχνές θείες λειτουργίες του μνημόνευε πολλά ονόματα. Στο κελλί του μελετούσε και προσευχόταν συνεχώς. Η εγκράτεια, η άσκηση, η αγρυπνία και η νηστεία ήταν αδιάκοπες. Οι προφητείες του εκπληρώνονταν. Όλοι τον πλησίαζαν ως άγιο. Το 1929 καταφέρνει να έλθει στην Ελλάδα.
Άφιξη στην Ελλάδα
Δοξάζει τον Θεό για την σωτηρία του. Ο Πόντος, η Γεωργία και η Ρωσία μένουν στην μνήμη του ως τόποι αγώνων, μαρτυρίων και θυσιών. Από την Θεσσαλονίκη, όπου φθάνει στις 19 Οκτωβρίου 1929, μεταβαίνει στην Κατερίνη και στα χωριά Αλώνια και Κούκκος, Μικρό Δάσος του Κιλκίς και τέλος το 1930 στην Σίψα της Δράμας. Οι κακουχίες της φυλακής της Γεωργίας τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει, ώστε τον σήκωναν στα χέρια, για να μετακινηθεί.
Όλη η περιουσία του ήταν λίγα εκκλησιαστικά βιβλία στην γεωργιανή γλώσσα, ιερατικά άμφια, εικόνες και μέρος των λειψάνων της αδελφής του Άννας. Κόσμος πολύς αρχίζει να τον πλησιάζει για να βοηθηθεί. Ο φιλόθεος, φιλάγιος, φιλάδελφος και φιλάνθρωπος πατήρ κάνει παρακλήσεις, εξομολογεί και νουθετεί. Το 1938 κτίζει το μοναστηράκι της Αναλήψεως. Εκεί θα λειτουργεί, θα εξομολογεί, θα κηρύττει, θα προλέγει, θα θαυματουργεί επί μία ολόκληρη εικοσαετία. Ο ναός και το κελλί του γίνονται κολυμβήθρα Σιλωάμ για σωματικές και ψυχικές ασθένειες πολλών.
Μεταβαίνει προσκυνητής στα Ιεροσόλυμα και το Άγιον Όρος κι έχει συναντήσεις με ιερές μορφές, που τον πείθουν να μείνει εκεί που είναι, γιατί έχει μεγάλη ανάγκη ο πιστός λαός την παρουσία και την μαρτυρία του. Το 1941 κατά θαυμαστό τρόπο σώζεται από βέβαιο θάνατο από τους Βούλγαρους, που τον είχαν συλλάβει προς εκτέλεση. Όλη η ζωή του κυλά μέσα σ΄ ένα συνεχές θαύμα. Με την βοήθεια του αγίου Νικολάου θεραπεύεται, ώστε να μπορεί κάπως ν΄ αυτοσυντηρείται.
Πάντα λιτός, απλός, νηστευτής, άγρυπνος, φιλάσθενος και δεόμενος. Λιγομίλητος, προσεκτικός, αυστηρός και σοβαρός. Σε μεγάλη ανάγκη επισκεπτόταν φτωχούς κι ασθενείς. Είχε βοηθηθεί ο ίδιος κι έτσι μπορούσε να βοηθήσει και τους άλλους.
Κατά την αγία προσκομιδή μνημόνευε χιλιάδες ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Μάλιστα σημείωνε ορισμένα και στο τέλος της θείας Λειτουργίας καλούσε ιδιαίτερα τους συγγενείς και τους έλεγε τα προβλήματα των ζώντων ή των κοιμηθέντων και πως τέλειωσαν τον βίο τους. Καθαροί και αθώοι άνθρωποι τον έβλεπαν ως λειτουργό να μην πατά στην γη.
Στις αναίμακτες θείες ιερουργίες ήταν φωτεινός, ειρηνικός και χαρούμενος. Συλλειτουργούσε με αγίους. «Σπάνια λειτουργώ μόνος μου», έλεγε ο Γέροντας. Είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Παναγία, στον Τίμιο Πρόδρομο και τον άγιο Γεώργιο! Πολλούς ασθενείς κι αναγκεμένους ανθρώπους τους έστελνε σε διάφορους αγίους και με την ευχή του γίνονταν καλά. Από ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται η αναξιότητά του, αλλά να δοξάζεται ο Θεός από τους αγίους του. Τους αγίους ονόμαζε μουσαφίρηδες. Είχε την χάρη να βλέπει την ψυχική κατάσταση των εκκλησιαζομένων.
Ο Γέροντας ήταν αυστηρός τηρητής των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας. Δεν ήταν εύκολος σε ανεπίτρεπτες «οικονομίες». Γινόταν πιο αυστηρός στους αμετανόητους. Το λειτούργημα του Πνευματικού το είχε πολύ υψηλά και το είχε λάβει πολύ σοβαρά. Δεν ήθελε οπαδούς να τον κολακεύουν. Είχε πάντα μια διακριτική αυστηρότητα. Αποσκοπούσε συστηματικά στην ταπείνωση του εξομολογουμένου, στην αληθινή συντριβή και μετάνοια προς σωτηρία ψυχών αθανάτων.
Ο χαρισματούχος ποιμένας
Η θερμή πίστη, η ασκητική βιοτή, η καθαρή ζωή χαρίτωσαν τον ταπεινό κι άξιο λειτουργό του Υψίστου με χαρίσματα διακρίσεως, διοράσεως, προοράσεως και προφητείας. Ο Θεός φώτιζε τον μακάριο Γέροντα έτσι που τα μακρινά και τα παρελθόντα να τα βλέπει ως πλησίον και παρόντα, όπως και άλλοτε τα μέλλοντα, καθώς διηγούνται με θαυμασμό πολλά πνευματικά του τέκνα. Μερικοί που αμφέβαλλαν για τα χαρίσματα του Γέροντα δεν αργούσαν, όταν τον γνώριζαν καλά, να διαπιστώσουν πως πράγματι ήταν αληθινός άνθρωπος του Θεού. Ο Γέροντας χρησιμοποιούσε τα χαρίσματα προς βοήθεια και σωτηρία των ψυχών κι όχι για να εκθέσει και ντροπιάσει ανθρώπους ή να καυχηθεί και να προβληθεί ο ίδιος. Με δάκρυα πολλά μιλούσε καθαρά για τα επερχόμενα δεινά· την κατοχή του 1940, την επιδρομή των Βουλγάρων, τον εμφύλιο πόλεμο. Διάβαζε τις καρδιές των ανθρώπων σαν ανοιχτό βιβλίο. Για να διατηρείται στην ταπείνωση, μερικές φορές προσποιόταν μωρία, διά Χριστόν σαλότητα. Η αρετή θέλει πολύ κόπο για ν΄ αποκτηθεί και περισσή τέχνη για να διαφυλαχθεί.
Ο Γέροντας στο ποιμαντικό του έργο έδειχνε ιδιαίτερη προσοχή στις γυναίκες, που λόγω του πλούσιου συναισθηματικού τους κόσμου εύκολα υπερβάλλουν στις τιμές των άλλων. Ήταν διακριτικά αυστηρός μαζί τους. Έκρυβε όμως μια καρδιά με μεγάλη αγάπη για όλους. Η ελεημοσύνη του ήταν πάντοτε μυστική. Μόλις σκοτείνιαζε έστελνε κρυφά μ΄ έμπιστους δικούς του ανθρώπους αναγκαία τρόφιμα και ρούχα στα σπίτια των φτωχών. Παρηγορούσε τους πενθούντες και φρόντιζε προσεκτικά τους νεκρούς. Αγαπούσε τα παιδιά, τα συμβούλευε στοργικά και τους μοίραζε απλόχερα δώρα. Έκρυβε πάντα τον εαυτό του και δεν ήθελε να φαίνεται και να τιμάται. Ο Γέροντας δεν ήθελε κανένας να φύγει από το μοναστήρι νηστικός. Μαγείρευε, φούρνιζε ψωμί και μοίραζε σε όλους ευλογία. Ήταν εργατικός, ακούραστος, ελεήμων και φιλάνθρωπος.
Οι πιστοί έτρεφαν για όλα αυτά σεβασμό και αγάπη στον Γέροντα. Δεχόταν την αγάπη των τέκνων του, αλλά δεν την προκαλούσε και δεν την επιθυμούσε. Ήταν ταπεινός κι αγαπούσε ιδιαίτερα να μιλά για την αγία ταπείνωση. Ζούσε τελικά σε μια ιερή μοναξιά. Οι πολλοί των ανθρώπων δεν τον κατανοούσαν και μερικοί μάλιστα τον παρεξηγούσαν. Λίγοι μπορούσαν να καταλάβουν καλά το βάθος της πνευματικότητος του.
Η κοίμησή του
Προείδε και προείπε επακριβώς το μακάριο τέλος του. Προετοιμασμένος από καιρό το ανέμενε με περισσότερη προσευχή δίνοντας τις τελευταίες συμβουλές στ΄ αγαπητά πνευματικά του τέκνα. Τρεις μέρες πριν τον θάνατο του τελέσθηκε το μυστήριο του ιερού ευχελαίου. Μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων. Συγχώρεσε, ευλόγησε κι ευχήθηκε όλους. Κοιμήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1959. Οι τελευταίες λέξεις που ακούσθηκαν από τα χείλη του ήταν: «Της ευσπλαγχνίας την πύλην άνοιξον, ευλογημένη Θεοτόκε».
Ένα ορφανεμένο, πενθηφόρο κι απαρηγόρητο πλήθος τον ακολούθησε στην τελευταία κατοικία του, πίσω από τον ιερό ναό της Αναλήψεως, όπου λειτουργούσε επί τριάντα περίπου χρόνια. Το πρόσωπο του ήταν ειρηνικό, ιλαρό και φωτεινό. Το νεκρό του σώμα ευλύγιστο, όπως των Αγιορειτών. Τα δύο κυπαρίσσια πλάι στον τάφο του λύγισαν σαν για να τον προσκυνήσουν, όπως είχε προείπει, και πολλά πουλιά συνάχθηκαν την ώρα της ταφής του, δίχως να φοβούνται τον πολύ κόσμο. Όλοι ήταν πλέον βέβαιοι ότι κηδεύεται και θάβεται ένας άγιος, ζήτησε να τον θάψουν με τα άμφιά του, τον σταυρό του και τα λειτουργικά του βιβλία που είχε από την Γεωργία.
Τεύχος 17ο, Περιοδικό Πεμπτουσία, σελ. 116-123, Απρίλιος – Ιούλιος 2005
[Στο κείμενο του π. Μωυσή ο άγιος Γεώργιος αναφέρεται ως Γέροντας, γιατί δεν είχε γίνει ακόμη η κατάταξή του στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας]
Πηγή: Πεμπτουσία
Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΚΕΠΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 28ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
O άγιος Δημήτριος μαζί με τον άγιο Γεώργιο, είναι τα δυο παλληκάρια της χριστιανοσύνης. Aυτοί είναι κάτω στη γη, κ’ οι δυο αρχάγγελοι Mιχαήλ και Γαβριήλ είναι απάνω στον ουρανό. Στα αρχαία χρόνια τους ζωγραφίζανε δίχως άρματα, πλην στα κατοπινά τα χρόνια τους παριστάνουνε αρματωμένους με σπαθιά και με κοντάρια και ντυμένους με σιδεροπουκάμισα. Στον έναν ώμο έχουνε κρεμασμένη την περικεφαλαία και στον άλλον το σκουτάρι, στη μέση είναι ζωσμένοι τα λουριά που βαστάνε το θηκάρι του σπαθιού και το ταρκάσι πόχει μέσα τις σαγίτες και το δοξάρι. Tα τελευταία χρόνια, ύστερα από το πάρσιμο της Πόλης, οι δυο αυτοί άγιοι και πολλές φορές κι’ άλλοι στρατιωτικοί άγιοι ζωγραφίζουνται καβαλλικεμένοι απάνω σε άλογα, σε άσπρο ο άγιος Γεώργης, σε κόκκινο ο άγιος Δημήτρης. Kι’ ο μεν ένας κονταρίζει ένα θεριό κι’ ο άλλος έναν πολεμιστή, τον Λυαίο. Aυτά τα άρματα που φοράνε ετούτοι οι άγιοι, παριστάνουνε όπλα πνευματικά, σαν και κείνα που λέγει ο απόστολος Παύλος: «Nτυθήτε την αρματωσιά του Θεού για να μπορέσετε να αντισταθήτε στα στρατηγήματα του διαβόλου. Γιατί το πάλεμα το δικό μας δεν είναι καταπάνω σε αίμα και σε κρέας, αλλά καταπάνω στις αρχές, στις εξουσίες, καταπάνω στους κοσμοκράτορες του σκοταδιού σε τούτον τον κόσμο και καταπάνω στα πονηρά πνεύματα στον άλλον κόσμο. Για τούτο ντυθήτε την πανοπλία του Θεού, για να μπορέσετε να βαστάξετε κατά την πονηρή την ημέρα, κι’ αφού κάνετε όσα είναι πρεπούμενα, να σταθήτε. Tο λοιπόν, σταθήτε γερά, έχοντας περιζωσμένη τη μέση σας με αλήθεια, και ντυμένοι με το θώρακα της δικαιοσύνης και με τα πόδια σας σανταλωμένα για να κηρύξετε το Eυαγγέλιο της ειρήνης κι’ αποπάνω από όλα σκεπασθήτε με το σκουτάρι της πίστης, που με δαύτο θα μπορέσετε να σβήσετε όλες τις πυρωμένες σαγίτες του πονηρού. Kαι φορέσετε την περικεφαλαία της σωτηρίας και το σπαθί του πνεύματος, που είναι ο λόγος του Θεού».
Aυτός ο ηρωικός και καρτερικός χαραχτήρας, που έχουνε οι πολεμιστές οπου μαρτυρήσανε για τον Xριστό σαν άκακα αρνιά, ανάγεται στα πνευματικά.
O άγιος Δημήτριος περισκεπάζει όλη την οικουμένη, όπως λέγει το τροπάρι του, αλλά ιδιαίτερα προστατεύει τη Θεσσαλονίκη, που τη γλύτωσε πολλές φορές και στέκεται κι’ ανθίζει ως τα σήμερα, καινούριος μέγας Aλέξαντρος, που η δύναμή του κ’ η αντρεία του δεν χαθήκανε με το θάνατό του, όπως έγινε στον Aλέξαντρο, αλλά ζει και φανερώνεται στον αιώνα, σ’ όσους τον παρακαλάνε με θερμή καρδιά. H πατρίδα του βρίσκεται ολοένα σε κίνδυνο και σε σκληρές περιστάσεις κι’ ολοένα τον κράζει να τη βοηθήσει και να τη γλυτώσει. Kαι φέτος, ύστερα από τόσες γενεές που προστρέξανε με δάκρυα στην προστασία του, πάλι θα δράμουνε οι βασανισμένοι χριστιανοί στην εκκλησία του και θα κλάψουνε και θα ψάλλουνε πάλι το τροπάρι που λέγει: “Φρούρησον, πανεύφημε, την σε μεγαλύνουσαν πόλιν από των εναντίον προσβολών, παρρησίαν ως έχων προς Xριστόν τον σε δοξάσαντα”.
O άγιος Δημήτριος, ο μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στα 260 μ.X. Oι γονιοί του ήτανε επίσημοι άνθρωποι κι’ ο Δημήτριος κοντά στη φθαρτή δόξα που είχε από το γένος του, ήτανε στολισμένος και με χαρίσματα άφθαρτα, με φρονιμάδα, με γλυκύτητα, με ταπείνωση, με δικαιοσύνη και με κάθε ψυχική ευγένεια. Όλα τούτα ήτανε σαν ακριβά πετράδια που λάμπανε απάνω στην κορόνα που φορούσε, κι’ αυτή η κορόνα ήτανε η πίστη στον Xριστό. Eκείνον τον καιρό βασίλευε στη Pώμη ο Διοκλητιανός κ’ είχε διορισμένον καίσαρα, στα μέρη της Mακεδονίας και στα ανατολικά, ένα σκληρόκαρδο και αιμοβόρον στρατηγό που τον λέγανε Mαξιμιανό, θηρίο ανθρωπόμορφο, όπως ήτανε όλοι αυτοί οι πολεμάρχοι, που βαστούσανε κείνον τον καιρό με το σπαθί τον κόσμο, ο Διοκλητιανός, ο Mαξέντιος, ο Mαξιμίνος, ο Γαλέριος, ο Λικίνιος, πετροκέφαλοι, αγριοπρόσωποι, δυνατοσάγωνοι, πικρόστομοι, με λαιμά κοντά και χοντρά σαν βαρέλια, αλύπητοι, φοβεροί. Aυτός διώρισε τον Δημήτριο άρχοντα της Θεσσαλονίκης κι’ όταν γύρισε από κάποιον πόλεμο, μάζεψε τους αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη για να κάνουνε θυσία στα είδωλα. Tότε ο Δημήτριος είπε πως είναι χριστιανός και πως δεν παραδέχεται για θεούς τις πελεκημένες πέτρες. O Mαξιμιανός φρύαξε και πρόσταξε να τον δέσουνε και να τον φυλακώσουνε σ’ ένα λουτρό. Όσον καιρό ήτανε φυλακισμένος, ο κόσμος πρόστρεχε με θρήνο κι’ άκουγε τον Δημήτριο που δίδασκε το λαό για την πίστη του Xριστού. Ένα παλληκαρόπουλο, ο Nέστορας, πήγαινε κι’ αυτός κάθε μέρα κι’ άκουγε τη διδασκαλία του. Eκείνες τις ημέρες, παλεύανε πολλοί αντρειωμένοι μέσα στο στάδιο κι’ ο Mαξιμιανός χαιρότανε γι’ αυτά τα θεάματα· μάλιστα είχε σε μεγάλη τιμή έναν μπεχλιβάνη που τον λέγανε Λυαίο, άνθρωπο θηριόψυχο και χεροδύναμο, ειδωλολάτρη και βλάστημο, φερμένον από κάποιο βάρβαρο έθνος. Bλέποντας ο Nέστορας πως τους είχε ρίξει κάτω όλους αυτός ο Λυαίος, και πως καυχιότανε πως είχε τη δύναμη του Άρη και πως κανένας ντόπιος δεν αποκοτούσε να παλέψει μαζί του, πήγε στη φυλακή και παρακάλεσε τον άγιο Δημήτριο να τον βλογήσει για να ντροπιάσει τον Λυαίο και τον Mαξιμιανό και τη θρησκεία τους. Kι’ ο άγιος Δημήτριος έκανε την προσευχή του και τον σταύρωσε και παρευθύς έδραμε ο Nέστορας στο στάδιο και πάλεψε με κείνον τον άγριο το γίγαντα και τον έριξε χάμω και τον έσφαξε. Tότε ο Mαξιμιανός έγινε θηρίο από το θυμό του και μαθαίνοντας πως ο Nέστορας ήτανε χριστιανός και πως τον είχε βλογήσει ο Δημήτριος, πρόσταξε να τους σκοτώσουνε. Σαν πήγανε στη φυλακή οι στρατιώτες, τρυπήσανε τον Δημήτριο με τα κοντάρια και έτσι πήρε τ’ αμάραντο στέφανο, στις 26 Oκτωβρίου 296· μάλιστα είναι γραμμένο πως σαν είδε τους στρατιώτες να ρίχνουνε τα κοντάρια καταπάνω του, σήκωσε ψηλά το χέρι του και τον πήρανε οι κονταριές στο πλευρό, για να αξιωθεί το τρύπημα της λόγχης που δέχτηκε ο Xριστός στην πλευρά του κ’ έβγαλε αίμα και νερό η λαβωματιά του. Tον Nέστορα τον αποκεφαλίσανε την άλλη μέρα έξω από το κάστρο. Oι χριστιανοί σηκώσανε τα άγια λείψανα και τα θάψανε αντάμα, κι’ από τον τάφο έβγαινε άγιο μύρο που γιάτρευε τις αρρώστιες, για τούτο τον λένε και μυροβλύτη. Aπάνω στον τάφο χτίσθηκε εκκλησιά, τον καιρό που βασίλεψε ο μέγας Kωνσταντίνος. Στα κατοπινά χρόνια χτίσθηκε η μεγάλη εκκλησιά η τωρινή και στα 1143 ο βασιλέας Mανουήλ ο Kομνηνός έστειλε και πήρε στην Kωνσταντινούπολη την εικόνα του αγίου και την έβαλε στο μοναστήρι του Παντοκράτορος που ήτανε χτισμένη η εκκλησία του από τους Kομνηνούς και που τη λένε σήμερα Zεϊρέκ και την είχανε κάνει παλαιότερα τεκέ οι ντερβίσηδες. Στα εικονίσματά του είναι ζωγραφισμένος απάνω σε κόκκινο αντρειωμένο άλογο, που κοιτάζει σαν άνθρωπος, ομορφοσελωμένο, στολισμένο με χάμουρα και με γκέμια χρυσά, με τα μπροστινά ποδάρια σηκωμένα στον αγέρα, με την ουρά ανακαμαριασμένη, αλαφιασμένο από τον Λυαίο που κείτεται ματοχωμένος χάμω, τρυπημένος από το κοντάρι του αγίου Δημητρίου. (σ.σ. Ο άγ. Δημήτριος στην εικόνα του δε σκοτώνει το βάρβαρο παλαιστή Λυαίο ,όπως εσφαλμένα έχει γραφτεί, αλλά τον πολεμοχαρή τσάρο των Βουλγάρων Ιωαννίτζη, που οι Βυζαντινοί τον αποκαλούσαν "Σκυλογιάννη", ενώ ήταν έτοιμος να επιτεθεί στη Θεσσαλονίκη το 1207.
Πώς όμως ένας άγιος εικονίζεται να σκοτώνει έναν άνθρωπο;
Ο Σκυλογιάννης πέθανε από πλευρίτιδα, αλλά ο θάνατός του αποδόθηκε σε θεία δίκη. Σε ιστορικό κείμενο (Σταυράκιος) αναφέρεται όραμα, όπου ο άγιος εμφανίστηκε να ρίχνει το κοντάρι του στο σκληρό πολιορκητή, για να σώσει το λαό της πόλης του. Δε σκότωσε λοιπόν με τα όπλα του ο άγιος το Σκυλογιάννη, αλλά ο θάνατός του από ασθένεια λίγο πριν χτυπήσει τη Θεσσαλονίκη αποδόθηκε σε θεία παρέμβαση, που σταμάτησε τους κατακτητικούς πολέμους του, με τη μεσιτεία του αγίου Δημητρίου προς το Θεό (συμβολικά, "τον κοντάρεψε"). Στα καπούλια του, πίσω από τον Άγιο, είναι καβαλλικεμένος σε μικρό σχήμα ένας καλόγερος. Eίναι ο επίσκοπος Γαβριήλ, δεσπότης του Δαμαλά, που τον πιάσανε σκλάβο οι κουρσάροι μπαρμπερίνοι στα 1603 και τον πουλήσανε στο Aλγέρι, στον μπέη, που τον επήρε στο σεράγι του. Kάθισε κάμποσα χρόνια σκλάβος και παρακαλούσε μέρα νύχτα με δάκρυα να τον λευτερώσει ο άγιος Δημήτριος. Όπου, μια μέρα σαν αύριο, παραμονή τ’ αγίου Δημητρίου, τον είδε στον ύπνο του πως πήγε με τ’ άλογο και τον έβαλε καβάλλα και φύγανε από την Aραπιά. Kαι σαν ξύπνησε το πρωί, βρέθηκε λεύτερος στη Θεσσαλονίκη και δόξασε το Θεό και τον άγιο Δημήτριο και μπήκε σ’ ένα καράβι και πήγε στον Πόρο κι’ από τότε στα εικονίσματά του ζωγραφίζανε και το δεσπότη.
Λοιπόν αύριο το βράδυ θα προστρέξουνε πάλι οι Θεσσαλονικιώτες κ’ οι άλλοι χριστιανοί στη μεγάλη πανήγυρη και θα παρακαλέσουνε με συντριβή τον ένθερμο προστάτη τους να τους δώσει βοήθεια σε τούτες τις δεινές περιστάσεις. Kαι θα μαζευτούνε ο λαός ο ορθόδοξος κ’ οι άρχοντες κ’ οι δεσποτάδες και παπάδες και καλόγεροι και θα ψάλουνε στο μεγάλον εσπερινό τα κατανυχτικώτατα τροπάρια, με το μουσικό μέλος της Oρθοδοξίας· γιατί η Θεσσαλονίκη είναι η κιβωτός που σώθηκε η ορθόδοξη λατρεία από τον κατακλυσμό της φραγκολεβαντινιάς που πάγει να μας πνίξει με τους ανούσιους νεωτερισμούς της. Eκεί θα συναχτούνε οι καλοί οι ψαλτάδες που ψέλνουνε ακόμα με κείνη τη σοβαρή ψαλμωδία που κρατά από τότε που θεμελιώθηκε η σεβάσμια τούτη εκκλησία, πούναι το καύχημα κ’ η παρηγοριά της Aνατολής, ύστερα από την Aγιά Σοφιά της Kωνσταντινούπολης. Kαι μεθαύριο στη λειτουργία, θα ψάλουνε στους Aίνους τα εξαίσια προσόμοια που είναι γεμάτα πόνο και ελπίδα και αγιασμένον ενθουσιασμό. Tάχει συνθέσει ένας από τους γλυκύτερους ποιητές της εκκλησίας μας, ο άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ψυχή πονεμένη και καρτερική. Kαι θα σας εξηγήσω με λίγα λόγια πως βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και μελώδησε αυτά τα συγκινητικά τροπάρια.
Aυτός ο άγιος μαζί με τον αδελφό του τον Θεόδωρο λέγονται “Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί”. Γεννηθήκανε στην Παλαιστίνη και γινήκανε μοναχοί και ύστερα χειροτονηθήκανε παπάδες και ησυχάσανε στο μοναστήρι του αγίου Σάββα. Ήτανε κι’ οι δυο σπουδασμένοι στο έπακρο και γνωρίζανε κατά βάθος την ελληνική και την αραβική γλώσσα.
Φαίνεται πως οι αληθινοί χριστιανοί πρέπει παντοτινά να βασανίζουνται, γιατί, σαν περάσανε οι διωγμοί από τους ειδωλολάτρες, αρχίσανε άλλοι διωγμοί από τους αιρετικούς χριστιανούς. Kι’ όσοι βασανισθήκανε από τους ειδωλολάτρες γινήκανε μάρτυρες, κι’ όσοι βασανισθήκανε από τους χριστιανούς αιρετικούς γινήκανε ομολογητές. Tέτοιοι ομολογητές είναι και γράφουνται και τα δυο τούτα αγιασμένα αδέλφια, ο Θεόδωρος κι’ ο Θεοφάνης. Γιατί τους καταδίωξε ο Λέοντας ο Ίσαυρος, που ήτανε εικονομάχος και τους φυλάκωσε και τους έδειρε και ύστερα τους εξώρισε στον Πόντο. Kι’ ο μεν Θεόδωρος τελείωσε τον αγώνα στη δεύτερη εξορία που τους έστειλε ο Θεόφιλος, ο τρίτος εικονομάχος αυτοκράτορας ύστερα από τον Λέοντα, και πέθανε σ’ ένα ερημονήσι που το λέγανε Aρουσία, μέσα σε μεγάλα δεινά και σε στερήσεις. O δε Θεοφάνης εξωρίσθηκε στη Θεσσαλονίκη κ’ εκεί, σκλάβος και τυραννισμένος, σύνθεσε με κλαυθμό ψυχής αυτά τα τροπάρια, που με δαύτα ικετεύει τον άγιο Δημήτριο να γλυτώσει τη χριστιανοσύνη από τους ασεβείς και τυραννικούς ανθρώπους, και τη Θεσσαλονίκη από τους βαρβάρους που τη ζώνανε. Kαι λέγουνται Γραπτοί, επειδή ο Θεόφιλος πρόσταξε και τυπώσανε με πυρωμένο σίδερο απάνω στα μέτωπά τους ένα αδιάντροπο ποίημα που έκανε κάποιος αυλοκόλακας. O άγιος Θεοφάνης, άμα πέθανε ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, ψηφίσθηκε επίσκοπος Nικαίας και εκοιμήθη, γέροντας γεμάτος από πνευματική ευωδία, στα 850 μ.X. O Nικηφόρος Kάλλιστος τον λέγει ηδύφωνον μουσικόν αυλόν κι’ ο Σουΐδας ποιητήν. Έγραψε πολλές υμνωδίες σε διάφορες γιορτές, σύνθεσε και κανόνα συγκινητικό στον βασανισμένον αδελφό του τον Θεόδωρο.
Aπό τα τροπάρια των Aίνων που είπαμε, το πρώτο έχει περισσότερον πόνο και πάθος και σ’αυτό συνεταίριαξε ο ποιητής τεχνικά τη θλίψη του για το διωγμό της ορθοδοξίας με το υμνολόγημα του αγίου και με την καρτερική ελπίδα για τη σωτηρία της θεοσκέπαστης Θεσσαλονίκης, που και κείνον τον καιρό βρισκότανε σε αγωνία. Aυτά τα τροπάρια ταιριάζουνε πάντα στις δεινές δοκιμασίες που πέρασε απανωδιαστά η Θεσσαλονίκη από τον καιρό του Διοκλητιανού ίσαμε σήμερα. Παρακάτω βάζω αυτό το τροπάρι και το μεταγυρίζω στην απλή γλώσσα, πλην χωρίς να μπορέσω να σιμώσω στο πρωτόγραφο:
«Δεύρο, μάρτυς Xριστού, προς ημάς, σου δεομένους συμπαθούς επισκέψεως και ρύσαι κεκακωμένους τυραννικαίς απειλαίς και δεινή μανία της αιρέσεως· υφ’ ης ως αιχμάλωτοι και γυμνοί διωκόμεθα, τόπον εκ τόπου διαρκώς διαμείβοντες και πλανώμενοι εν σπηλαίοις και όρεσιν. Oίκτιρον ουν, πανεύφημε, και δος ημίν άνεσιν· παύσον την ζάλην και σβέσον την καθ’ ημών αγανάκτησιν, Θεόν ικετεύων, τον παρέχοντα τω κόσμω το μέγα έλεος».
«Έλα, μάρτυρα του Xριστού, σε μας, που έχουμε μεγάλη ανάγκη από τη συμπονετικιά σου την επίσκεψη και γλύτωσέ μας από τις τυραννικές φοβέρες κι’ από τη δεινή μανία της αιρέσεως· που μας κατατρέχει σα νάμαστε σκλάβοι και περπατούμε γυμνοί δώθε και κείθε κι’ αλλάζουμε ολοένα τόπο με τόπο και πλανιόμαστε σαν τ’ αγρίμια στα βουνά και στα σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε, και δώσε μας ανάπαψη, πάψε τη ζάλη και σβήσε την αγανάχτηση που σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας το Θεό, που δίνει στον κόσμο το μέγα έλεος».
Σήμερα, ἀδελφοί μου χριστιανοί, 26 τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν μνήμη ἑνός ἁγίου, ἰδιαίτερα ἀγαπητοῦ στήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία, τοῦ ἁγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου. Πραγματικά, εἶναι πολύ ἀγαπητός ὁ ἅγιος Δημήτριος, ἀφοῦ ἀπό παλαιά ὑπῆρχαν χριστιανοί πού τόν εὐλαβοῦντο καί τόν ἐπεκαλοῦντο ἰδιαίτερα, «Δημητριανοί» καλούμενοι.
1. Ὁ ἅγιος κατά πρῶτον ἦταν παρθένος, καί σχετίζεται γι᾿ αὐτό τό ὄνομά του μέ τήν Παρθένο Παναγία μας. Θά τό ἐξηγήσω αὐτό, γιατί ἔχει μιά ὡραία ἑρμηνεία. Τό ὄνομα «Δημήτριος» εἶναι παλαιό. Οἱ παλαιοί τήν γῆ τήν θεωροῦσαν ὡς μητέρα. Καί, πραγματικά, ἡ γῆ εἶναι τέτοια, γιατί ἀπό αὐτή πλαστήκαμε – χῶμα εἶναι τό σῶμα μας – ἀπό αὐτή τρεφόμαστε καί σ᾿ αὐτή πάλι ἐπανέρχεται τό σῶμα μας μέ τόν θάνατο. Γι᾿ αὐτά τά τρία καί οἱ παλαιοί ἔλεγαν τήν γῆ «τρισαγάθη» καί τήν ὀνόμασαν «μητέρα». Καί στήν Λατρεία μας, ἕνας ἀναβαθμός τοῦ πλ. δ΄ ἤχου ὀνομάζει ἔτσι τήν γῆ, τήν λέγει «μητέρα»,1 «Γῆ-μῆτερ», ἔλεγαν·καί....
κατά παραφθορά τοῦ «Γ» ἔγινε «Δη-μῆτερ». Ἔτσι ἔχουμε τό ὄνομα «Δημήτριος». Καί οἱ εἰδωλολάτρες τήν θεά γεωργίας τήν ὀνόμαζαν «Δήμητρα».
Γιά ᾿μᾶς τούς Ὀρθοδόξους «Γῆ - Μῆτερ» εἶναι ἡ Παναγία μας. Τό γνωρίζουμε ὅτι εἶναι Μητέρα μας ἡ Παναγία, ἀλλά λέγεται καί «Γῆ». Γι᾿ αὐτό καί ψάλλουμε στούς Χαιρετισμούς γι᾿ Αὐτήν, «Χαῖρε ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν». Ἔτσι, μέ ἀφορμή τό ὄνομά του συσχετίζουν τόν παρθένο ἅγιο Δημήτριο πρός τήν Παρθένο Παναγία μας.
2. Ἀλλά ὁ ἅγιος Δημήτριος δέν ὑπῆρξε μόνον παρθένος ἀλλά καί μάρτυς, μεγαλομάρτυς, καί μάλιστα τό μαρτύριό του σχετίζεται – παραλληλίζεται πρός τό Πάθος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ συσχετισμός γίνεται καί γιά τό νεαρό τῆς ἡλικίας τοῦ μάρτυρος, ἀλλά κυρίως καί γιατί λογχίσθηκε, ὅπως ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστός μας. Γι᾿ αὐτό, καί κατά παλαιό τυπικό, πρίν ἀπό τήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Δημητρίου γινόταν νηστεία μία ἑβδομάδα, ὅπως τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα γιά τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ καί μετά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου εἴχαμε μεθεόρτια πάλι μία ἑβδομάδα, ὅπως ἡ Διακαινίσιμη Ἑβδομάδα μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἑορτή, λοιπόν, τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἦταν «εἰς τύπον τῆς ἁγίας καί μεγάλης Κυριακῆς τῆς τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ ἡμῶν ἀναστάσεως». Αὐτό, βέβαια, δέν γίνεται μέ ἄλλον ἅγιο, ἀλλά μέ τόν ἅγιο Δημήτριο μόνον, ἀκριβῶς γιά τόν παραλληλισμό τοῦ μαρτυρίου του μέ τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ, γιατί καί ὁ ἅγιός μας λογχίσθηκε, ὅπως καί ὁ Χριστός μας στόν φρικτό Γολγοθᾶ. Ἄρχιζε δέ παλαιότερα ἡ ἑορτή τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἀπό 1ης Ὀκτωβρίου· ὥστε ὁλόκληρος ὁ μήνας Ὀκτώβριος ἦταν ἀφιερωμένος στόν ἅγιο Δημήτριο.
Παρθένος καί μάρτυς, λοιπόν, ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Δημήτριος καί μάλιστα εἶναι πολύ πιθανόν ὅτι ἦταν καί ἱερεύς,2 ὁπότε μπορεῖ νά λέγεται καί ἱερομάρτυς. Στά χρόνια τῶν διωγμῶν τότε, δέν ἦταν φανεροί οἱ ἱερεῖς, δέν εἶχαν ἰδιαίτερη ἐνδυμασία, γι᾿ αὐτό καί πολύ εὔκολα διέφευγε ἡ ἱερατική ἰδιότητά τους· ἀλλά γιά τόν ἅγιο Δημήτριο θεωρεῖται πολύ πιθανόν ὅτι ἦταν ἱερεύς, καί μάλιστα, ὅπως ἄκουσα ἀπό γνώστη τῶν λειτουργικῶν, ἦταν «τοὐλάχιστον ἱερεύς»· μπορεῖ, δηλαδή, νά ἦταν καί Ἐπίσκοπος!
3. Ἀκόμη ὁ ἅγιός μας λέγεται καί «Μυροβλύτης», γιατί μυρόβλυσε ὁ τάφος του. Οἱ χριστιανοί, ἀγαπητοί μου, μέ τό Ἅγιο Μύρο, πού λάβαμε κατά τό Βάπτισμά μας, πήραμε τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί πνέουμε Μύρο καί γινόμαστε μοσχοβολητοί, γι᾿ αὐτό καί μυροβλύζουν τά Λείψανα τῶν ἁγίων καί οἱ τάφοι τους. Τό κακό ὅμως πού παθαίνουμε εἶναι ὅτι μέ τίς ἁμαρτίες μας χάνουμε τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἔρχεται στήν ψυχή μας ἡ δυσοσμία τῶν κακῶν παθῶν. Καί πρέπει, λοιπόν, νά καθαριστεῖ ἡ καρδιά μας ἀπό τά πάθη αὐτά, πράγμα πού πετυχαίνεται μέ τήν μετάνοια, γιά νά ἔρθει πάλι καί πάνω μας καί μέσα μας ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ ἅγιοι, μέ τόν καθαρό βίο τους, ἦταν πάντοτε κατοικητήρια τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί τά ἔργα τους καί τά λόγια τους ἦταν χαριτωμένα, ἔπνεαν Μύρο· καί ὡς ἕνα δεῖγμα τῆς ἁγίας τους αὐτῆς ζωῆς ἦταν ἡ εὐωδία τῶν ἁγίων τους Λειψάνων καί ἡ μυρόβλυση τῶν τάφων τους, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ μεγαλομάρτυρος ἁγίου Δημητρίου.
4. Ὁ ἅγιός μας εἶναι ἀκόμη ἱεραπόστολος. Εἶχε κύκλο μαθητῶν. Καί κάθε μέρα ηὔξανε τόν κύκλο αὐτόν, γιατί πόθος του ἦταν κάθε μέρα ἕναν εἰδωλολάτρη νά τόν κάνει χριστιανό. Μᾶς εἶναι γνωστός ἕνας ἀπό τούς μαθητές τοῦ ἁγίου, ὁ Νέστορας, πού τό ὄνομά του τό ἀκούσαμε στό Ἀπολυτίκιο, γιατί συνδέεται πολύ στενά μέ τόν διδάσκαλό του ἅγιο. Ἐκεῖνα τά χρόνια, ἀγαπητοί, ὑπῆρχε ἕνας γιγαντόσωμος καί ὑπερφίαλος εἰδωλολάτρης, πρόσωπο τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ, Λυαῖος στό ὄνομα, πού κομπορρημονοῦσε καί ἔλεγε, ὅτι θά συντρίψει μέ τήν δύναμή του τό γένος τῶν χριστιανῶν· καί προκαλοῦσε τούς χριστιανούς, ἄν πιστεύουν γιά δυνατό τόν Χριστό τους – ἔλεγε – νά ἔρθουν νά παλέψουν μαζί του, γιά νά τούς ἀποδείξει τήν δική του δύναμη καί τήν δική τους ἀδυναμία. Ἀλλά παρουσιάστηκε γιά νά παλέψει μέ τόν θρασύ καί ὑπερφίαλο αὐτόν Λυαῖο ὁ χριστιανός Νέστορας, μικρός καί ἀδύνατος στό παράστημα. Πῆγε ὅμως πρῶτα στήν φυλακή, γιά νά πάρει τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Ὁ ἅγιος ἀπό τήν φυλακή του τόν ἐσταύρωσε, τόν εὐλόγησε καί τοῦ εἶπε προφητικά: «Καί τόν Λυαῖον νικήσεις καί ὑπέρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις»! Δυναμωθείς ἀπό τόν λόγο του αὐτόν ὁ Νέστορας πῆγε στό στάδιο, τό κατάμεστο ἀπό κόσμο, γιά νά παλέψει μέ τόν γιγαντόσωμο Λυαῖο. Καί ὅταν ἄρχισε ὁ ἀγώνας εἶπε δυνατά: «Θεέ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι»!!! Καί ἀμέσως ὅρμησε ἐναντίον τοῦ θηρίου καί μέ μία ἐπιδέξια κίνηση τόν σώριασε κατά γῆς καί τόν ἐθανάτωσε. Ἔτσι κατέβαλε τήν ὑπερηφάνεια τῶν εἰδωλολατρῶν καί τό καύχημα τοῦ βασιλέως. Σ᾿ αὐτό τό θαῦμα ἀναφέρεται ἡ φράση τοῦ Ἀπολυτικίου τοῦ ἁγίου «ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τήν δύναμιν ἐν τῷ σταδίῳ θαρρύνας τόν Νέστορα».
Τήν νίκη αὐτή τῶν χριστιανῶν κατά τῶν ἀπίστων Λυαίων τήν ζήσαμε καί ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες σάν ἔθνος στόν ἀγώνα μας τό ᾿40, ἕνα λαμπρό ἱστορικό γεγονός πού δέν τό ξεχνᾶμε καί δέν πρέπει νά τό ξεχάσουμε ποτέ. Ἤμαστε κι ἐμεῖς σάν ἔθνος μικροί καί ταπεινοί, ἐνῶ οἱ ἐχθροί μας ἦταν δυνατοί, εἶχαν ἅρματα καί τάνκς καί ἀεροπλάνα, πού ἔσκιαζαν τόν ἥλιο· καί κομπορρημονοῦσαν, καί αὐτοί σάν τόν Λυαῖο, καί μέ πεποίθηση ἔλεγαν ὅτι θά μᾶς συντρίψουν καί θά μᾶς βουλιάξουν. Ἀλλά συντρίφτηκαν αὐτοί, γιατί ἐμεῖς παραταχθήκαμε ἐναντίον τους ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ μας, μέ τήν Εὐχή τῆς Παναγιᾶς μας. Αὐτή ἦταν ἡ Μαυροφόρα Ἐκείνη, πού τήν ἔβλεπαν οἱ φαντάροι μας πάνω στά χιονισμένα βουνά νά ἁπλώνει τά παντοδύναμα Χέρια Της, νά ὁδηγεῖ τά στρατεύματά μας καί τά βόλια τοῦ ἐχθροῦ ἄλλαζαν κατεύθυνση. «Οὗτοι – οἱ ἐχθροί μας – ἐν ἅρμασι καί οὗτοι ἐν ἵπποις· ἡμεῖς δέ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα» (Ψαλμ. 19,8).
Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων! Αὕτη ἡ πίστις τῶν «Δημητριανῶν»!
Ἀγαπητοί μου! Τά προβλήματα τῆς ζωῆς μας, τά ἐμπόδια στούς καλούς μας ἀγῶνες, αὐτοί οἱ φοβεροί Λυαῖοι, θά λυθοῦν καί θά διαλυθοῦν μέ τήν εὐχή καί τό κοντάρι τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τοῦ ἀγαπητοῦ καί θαυμαστοῦ ἁγίου μας, ΑΜΗΝ.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
YΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. «Ἐπί τήν μητέρα αὐτοῦ γῆν, πᾶς αὖθις ἀναλύσει».
2. Αὐτό ὑποδηλώνεται ἀπό τό ὅτι σ᾿ αὐτόν κατέφυγε ὁ Νέστορας γιά νά πάρει «εὐχή» γιά τήν πάλη του μέ τόν Λυαῖο, ἀπό τό ὅτι ὁ ἅγιος τόν ἐσφράγισε ἐπί τῆς κεφαλῆς του, τόν εὐλόγησε, ὅπως κάνουν οἱ ἱερεῖς καί ἀπό τό ὅτι ὁ Νέστορας στό στάδιο ἐπικαλέστηκε τόν Χριστό ὡς «Θεό τοῦ ἁγίου Δημητρίου». Ἡ ἱερωσύνη τοῦ ἁγίου φαίνεται ἀκόμη καί ἀπό τό ὅτι ὁ ἅγιος εἶχε κύκλο «μαθητῶν», σάν μιά σημερινή ἐνορία, αὐξάνοντας καθημερινά τόν ἀριθμό τῆς συνάξεώς του κάνοντας χριστιανούς. Αὐτό εἶναι τό ἔργο τοῦ ἱερέως.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
«Ὁ Πατροκοσμᾶς εἶναι ἀπό τις γνωστότερες ἐκκλησιαστικές μορφές τῶν προεπαναστατικῶν χρόνων, ἀκόμη καί στό χῶρο τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας, μολονότι ἡ δράση καί προσφορά του δέν ἀνήκουν κυρίως στόν χῶρο τῆς ἐπιστήμης. Αὐτό ἔχει μέ ἔμφαση ὑπογραμμίσει ὁ καθηγητής Gerhard Podskalsky, πού συμπεριέλαβε και τόν Πατροκοσμᾶ σέ καθαρά ἐπιστημονικό ἔργο του, ὡς μοναδική ἐξαίρεση.Ἀρκοῦν δέ πρός διακρίβωση τῆς σημασίας του γιά το ὑπόδουλο Γένος, ὅσα ἐγκωμιαστικά λέγει γι’ αὐτόν ὁ ἴδιος ὁ γερμανός ἐρευνητής: «Ἐξαιρετικά δημοφιλής ἱεραπόστολος καί ἐθνοδιδάσκαλος». Χαρακτηριστικό παράδειγμα λαϊκοῦ ἱεροκήρυκα, πού «διέθετε μιά θρησκευτική εὐσέβεια ξένη πρός τήν ἀκαδημαϊκή θεολογία»--«Τά κηρύγματά του συγκλόνισαν τό Λαό τόσο ἀπό ἐθνική, ὅσο καί ἀπό θρησκευτική ἄποψη»--γι’ αὐτό ἐθεωροῦντο «ἀπό κοινωνικοπολιτική ἄποψη ἀνατρεπτικά»3. Καί εἶναι γεγονός, ὅτι στό στόμα τοῦ Λαοῦ καί τῶν Τραγουδιῶν του σώθηκε ὁ ἀπόηχος τῶν κηρυγμάτων αὐτοῦ τοῦ μεγάλου διδάχου τοῦ Γένους...
Συγκρίσεις ἐποχῶν
1. Ἡ περίοδος, στήν ὁποία ζοῦμε, ἒχει μεταβατικό χαρακτήρα, διότι μᾶς εἰσήγαγε στή λεγομένη ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ, πού προσδιορίζεται στρατιωτικοπολιτικά ἀπό τη ΝΕΑ ΤΑΞΗ πραγμάτων. Ἀνάλογο ὅμως χαρακτήρα εἶχε καί ἡ ἐποχή τοῦ Πατροκοσμᾶ, καθώς ὁ κόσμος βίωνε ἀνακατατάξεις, πνευματικές καί πολιτικοκοινωνικές, πού ὁδήγησαν τελικά στήν ἔκρηξη τῆς Μεγάλης Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1789, ἤ γιά μᾶς τῆς Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Καί τότε καί σήμερα παρατηρεῖται πραγματική ἢ τεχνητὴ κρίση ταυτότητας. Αὐτό ὅμως συνέβαινε –καί συμβαίνει- ὄχι στην πλατειά λαϊκή βάση, ἀλλά κυρίως στόν χῶρο τῆς πολιτικῆς καί τῆς λογιοσύνης.
Ὁ διαφωτισμός τότε, ἡ μετανεωτερικότητα σήμερα, συνδέονται μέ μιά μετακενωτική κίνηση, πού σημαίνει μονοδρομική μεταφορά αὐτούσιων κατά κανόνα δομῶν τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν στήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολήν», μέ παράλληλη ὑποτίμηση τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας καί τῶν συστατικῶν της. Και τότε μέν τονιζόταν ἰδιαίτερα ἡ ἑλληνικότητα ὡς στροφή στην ἀρχαιότητα, (ὅπως τήν ἀντιλαμβάνονταν οἱ τότε ἀρχαιολάτρες), με παράλληλη ὑποτίμηση ἤ καί περιφρόνηση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Βυζαντίου. Σήμερα ὅμως, ὅπως ἀπεδείχθη ἀπό τό «πρόβλημα τῶν ταυτοτήτων», ὑποτιμᾶται καί αὐτή ἡ ἑλληνικότητα γιά χάρη μιᾶς σχεδιαζόμενης μεταστάσεως σέ μιάν ἄλλη («νέα») ταυτότητα, ἐπιβαλλόμενη ἀπό τήν ἔνταξή μας στην Ἑνωμένη Εὐρώπη καί τήν εἴσοδό μας στή Νέα Ἐποχή. Τότε ἐπιδιωκόταν ὁ ἐξευρωπαϊσμός μας με τήν περιθωριοποίηση τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Ἁγίων μας σήμερα ὁ ἴδιος σκοπός συνδέεται μέ την ἀποσύνδεσή μας καί ἀπό αὐτή την ἐθνικότητά μας. Καί στίς δύο περιπτώσεις ὁ λόγος εἶναι γιά ἐκσυγχρονισμό καί ἀνανέωση, πού συγκαλύπτουν τίς ἀθέμιτες ἐξαρτήσεις τῆς ἐθνικῆς μας πολιτικῆς.
Ἡ ἀνάστασις τοῦ Γένους
2. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς φλεγόταν ἀπό τόν ἱερό πόθο, ἀλλά καί την χαρισματική βεβαιότητα γιά την ἀνάσταση τοῦ Γένους, συνδεδεμένη ὄχι μέ μιά μικρή καί ἐθνικιστικά, δηλαδή φυλετικά, νοούμενη πατρίδα, ἀλλά μέ τήν Ρωμαίικη-ἑλληνορθόδοξη Οἰκουμένη στην παλαιά εὔκλειά της. Συζητοῦσε με τό Λαό γιά τό «πότε θά ἔρθει το ποθούμενο», μιλώντας -ὅπως οἱ Κολλυβάδες, ὁ Ρήγας καί οἱ Φαναριῶτες- γιά τό ρωμαίικο: «Αὐτό μια μέρα θά γίνει ρωμαίικο», ἐπανελάμβανε. Καί αὐτά σέ περίοδο, πού εἶχαν ἐνταθεῖ οἱ ἐξισλαμισμοί.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Γένους προσανατολιζόταν στήν Πόλη καί τήν αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, τῆς Πόλης τῶν ὀνείρων τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τήν ἀποκατάσταση τοῦ Γένους προσδοκᾶ καί στίς «Προφητεῖες» του, προσπαθώντας νά κινητοποιήσει τόν πόθο τῆς παλιγγενεσίας, ἀναθερμαίνοντας την «ἀποσταμένη ἐλπίδα». Καί ὁ Λαός καταξίωνε τά κηρύγματά του, ἐντάσσοντάς το στό τραγούδι του: «Βοήθα μας Ἅη-Γιώργη / καί σύ Ἅγιε Κοσμᾶ / νά πάρουμε τήν Πόλη / καί τήν ἁγιά-Σοφιά». Ὄχι μόνο τήν Ἀθήνα!
Ἡ ἀνάσταση τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμανίας (Βυζαντίου) ἦταν τότε ἡ κυριαρχοῦσα στά εὐρύτερα στρώματα τοῦ Λαοῦ ἰδεολογία. Ὑπῆρχαν μυστικοί πόθοι τοῦ Γένους. Ἡ λαϊκή ποίηση ὑποσχόταν (στήν Παναγία), ἢδη μετά την Ἅλωση: «Πάλι μέ χρόνους μέ καιρούς, πάλι δικά Σου θάναι». (Ὅταν τά ἒχει ἡ Παναγία, εἶναι καί δικά ΜΑΣ, ἐνῶ, ὅπως στήν ἐποχή μας, τό ἀντίστροφο δέν εἶναι βέβαιο...).Συνήθεις σ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς δουλείας ἦσαν οἱ ἐκφράσεις «πότε θά γίνει ρωμαίικο», «ὅταν θά γίνεται Ρωμανία» (ποντιακό).
Ὁ Πατροκοσμᾶς, μαζί μέ τους Νεομάρτυρες -ἱερομάρτυρας και αὐτός- ἀνανέωνε τήν αὐτοπεποίθηση, τό αὐτοσυναίσθημα τῶν Ραγιάδων, τονώνοντας μέ τό κήρυγμά του γιά «τό ρωμαίικο» καί την ἐθνική συνείδηση. Καί ὡς μόνο μέσο γι’ αὐτή τήν ἐνδυνάμωση τῆς συλλογικῆς συνειδήσεως θεωροῦσε τήν ἐμμονή στήν πίστη: «Το κορμί σας ἄς τό καύσουν΄ ἄς το τηγανίσουν΄ τά πράγματά σας ἄς τά πάρουν, μή σᾶς μέλλει. Δώσατέ τα. Δέν εἶναι δικά σας. Ψυχή και Χριστός σᾶς χρειάζονται. Αὐτά τά δύο ὅλος ὁ κόσμος νά πέση δεν ἠμπορεῖ νά σᾶς τά πάρη, ἐκτός και τά δώσετε μέ τό θέλημά σας. Αὐτά τά δύο νά τά φυλάττετε, νά μή τά χάσετε».
Νά μή τρέχουν εἰς Αὐλάς
3. Αὐτός «ὁ λιανός καί κοντός καί τυλιγμένος μέσα στό ράσο του»4 λαϊκός ἱεροκήρυκας σαγήνευε τούς ἀκροατές του, γιατί ἦταν γνήσια ἔκφραση τῆς Ὀρθοδοξίας. Τήν ὁδό τῶν Ἁγίων μας ἀκολούθησε καί ὁ Πατροκοσμᾶς, ἐντασσόμενος στήν πορεία τῆς «καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ και τῆς θεώσεως». Ἔγινε δόκιμος ἁγιορείτης ἀσκητής: «Ἐπῆγα εἰς τό Ἅγιον Ὄρος καί ἔκλαιγα διά τές ἁμαρτίες μου», σημειώνει. Ἔτσι ἔθεσε τά θεμέλια τῆς ἱεραποστολικῆς δράσεώς του. Ἱεραποστολή χωρίς πνευματικές-ἀσκητικές προϋποθέσεις δέν μπορεῖ να ὑπάρξει στήν Ὀρθοδοξία.Ὅταν ἡ ἱεραποστολική δραστηριότητα θεμελιωθεῖ ἁπλῶς στήν ἀτομική ἠθική καί τήν ἀκαδημαϊκή γνώση, τότε εἰσάγεται ὁ δυτικός ἀκτιβισμός στήν πράξη μας. Ὁ Πατροκοσμᾶς ἀνῆκε στήν παράταξη τῶν κολλυβάδων, καί ὑπάρχουν ἀποδείξεις γι’ αὐτό.Ἡ ἡσυχαστική δέ ἐμπειρία του ἦταν προϋπόθεση τῆς θεολογίας του. Εἶναι πατερικός κατά πάντα, καί αὐτό προέρχεται ἀπό τίς κοινές μέ τούς Πατέρες ἐμπειρίες του. Τό προορατικό χάρισμα καί τό μαρτύριό του, μέ ὅλα τά θαυμαστά στοιχεῖα, πού συνδέονται μέ αὐτό, εἶναι ἐπιβεβαίωση τῆς ἐνοικήσεως μέσα του τῆς ἁγιοτριαδικῆς Χάριτος, πού τόν καταξίωσε σέ προφήτη τοῦ Λαοῦ Του. Ἡ θυσιαστική ἀγάπη του γιά το Γένος καί ἡ ἐπιλογή τῆς ἱεραποστολικῆς δράσης ἦταν καρπός τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματός του. Και αὐτό συνιστοῦσε καί στούς διαθέτοντες, λόγῳ τῆς σπουδῆς τους, τά κατάλληλα προσόντα: «Χρέος ἔχουν ἐκεῖνοι, ὁποῦ σπουδάζουν, νά μή τρέχουν εἰς ἀρχοντικά και αὐλάς μεγάλων (νά μή γίνωνται δηλαδή αὐλοκόλακες) καί νά ματαιώνωσι (=χαραμίζουν) τήν σπουδή τους, διά νά ἀποκτήσουν πλοῦτον καί ἀξίωμα, ἀλλά νά διδάσκωσι μάλιστα τόν κοινόν Λαόν, ὅπου ζῶσι μέ πολλήνἀπαιδευσίαν και βαρβαρότητα...»5.
«Οἱ πίστες τοῦ διαβόλου»
4. Ὁ πόθος τοῦ Πατροκοσμᾶ για τήν κοινή τοῦ Ἔθνους ἀνάσταση συνδέθηκε μέ τήν ἐπιλογή τῶν κατάλληλων γιά τήν πραγμάτωση τοῦ στόχου αὐτοῦ μέσων. Και αὐτά ἦταν: Ἡ ἀναθέρμανση στο ἀδυνατισμένο συνειδησιακά, λόγῳ τῆς δουλείας, Ἔθνος τῆς ἀληθινῆς Πίστεως, τῆς Ὀρθοδοξίας: «Ἔμαθα –λέγει- πώς μέ τή χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ και Θεοῦ δέν εἴσθενε Ἕλληνες (δηλαδή εἰδωλολάτρες), δέν εἶσθε ἀσεβεῖς αἱρετικοί, ἄθεοι, ἀλλ’ εἴσθενε εὐσεβεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί... τέκνα καί θυγατέρες τοῦ Χριστοῦ μας...»6. Αὐτά σημαίνουν: Ὁδηγεῖ ὄχι ἀόριστα σέ Θεό, ἀφοῦ καί οἱ Μασόνοι γιά Θεό μιλοῦν, ἀλλά στόν μόνο ἀληθινό Θεό, τον ἱστορικό Ἰησοῦ Χριστό, τήν μόνη φανέρωση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στόν κόσμο (πρβλ. Ἰωάν. 17, 6). Ζητεῖ τήν ἀποσύνδεση τοῦ Ἔθνους ἀπό κάθε ἴχνος εἰδωλολατρίας (νεοπαγανισμοῦ) καί αἱρέσεως, πού εἶναι ἐκφράσεις ἀσεβείας καί βλασφημίας πρός τόν Θεό. «Ὅλες οἱ πίστες –θρησκευτικές δηλαδή διδασκαλίες- εἶναι, λέγει, ψεύτικες, κάλπικες, ὅλες τοῦ διαβόλου». Αὐτό σημαίνει: Καί ὁ ἀλλοτριωμένος φράγκικος χριστιανισμός και ὅλες οἱ «θρησκεῖες», πού διαπορθμεύονται στή Χώρα μας ἀπό τήν ἄθεη καί αἱρετική Δύση. «Μόνον ἡ πίστις τῶν εὐσεβῶν και Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν -τῶν Ἁγίων δηλαδή- εἶναι καλή και ἁγία». Ἕλληνας ἔξω ἀπό την Ὀρθοδοξία κατ’ αὐτόν δέν εἶναι δυνατόν νά νοηθεῖ. «Ἐμεῖς οἱ εὐσεβεῖς καί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί (μόνον) τήν Ἁγίαν Τριάδα πιστεύομεν, δοξάζομεν καί προσκυνοῦμεν. Αὐτή εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί ἔξω ἀπό τήν Παναγίαν Τριάδα ὅσοι λέγονται θεοί εἶναι δαίμονες...»7. Αὐτό εἶναι τό νόημα τῶν λόγων του.
Τό κήρυγμά του εἶναι Τριαδοκεντρικό, ἀλλά καί Χριστοκεντρικό.Ὁ Χριστός γιά τόν Πατροκοσμᾶ εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά καί «ὁ γλυκύτατος αὐθέντης καί δεσπότης». Καταλαβαίνουμε τήν αἴσθηση αὐτοῦ τοῦ λόγου σέ ἕνα λαό, πού εἶχε ἢδη μέσα στήν παρατεινόμενη δουλεία του νά ὀνομάζει «αὐθέντη» τόν τύραννο Σουλτάνο καί «δεσπότη» τόν ἐπίσκοπό του. Καί αὐτό συνεχίζεται, στήν παρατεινόμενη δουλεία μας μέχρι σήμερα. Τό κήρυγμά του ὅμως δεν ἦταν μιά ἄχρωμη ἠθικολογία, ἀλλά Θεολογία, πού προβαλλόταν ὡς τό ὀντολογικό θεμέλιο τοῦ Ὀρθοδόξου ἤθους. Διότι ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, μετουσιωμένη σέ φρόνημα, πηγάζει τό ὀρθόδοξο ἦθος, ὁ ὀρθόδοξος τρόπος ὑπάρξεως. Ἤ ἑνωνόμεθα ἤ χανόμεθα 5. Τό ἀναγεννητικό ἔργο τοῦ Ἁγίου μας ἀπέβλεπε στήν ἀνάσταση καί τῆς ρωμαίικης κοινωνίας, ἀφοῦ μάλιστα εἶχε συνειδητοποιήσει, ὅτι «γινήκαμε χειρότεροι ἀπό τά θηρία». Ὡς γνήσιος ἁγιορείτης, ἐνεφορεῖτο ἀπό τό κοινοβιακό - κοινοτικό ἰδεῶδες τῆς πατερικῆς παράδοσης, μέ κύριο φορέα και ἐκφραστή του τόν Μ. Βασίλειο. Ὁ Ἅγιος Πατέρας ἢθελε τήν ἐνορία ὡς ἀδελφότητα, μέ κοινοβιακή - κοινοτική συγκρότηση καί συλλογικότητα.Ἤξερε, ἂλλωστε, ὅτι στήν κοινότητα-ἐνορία σώθηκε το ὑπόδουλο Γένος. Κατά μία μαρτυρία τοῦ ἑνετοῦ Προβλεπτῆ τῆς Λευκάδας, ὁ Γέροντας προέτρεπε τούς κατοίκους τῆς Πρέβεζας να μή ἐκκλησιάζονται στίς ἐνορίες ἐκεῖνες, πού δέν εἶχαν ἐνσωματωθεῖ σέ ἀδελφότητα. Τό μήνυμα τῆς ἐνέργειάς του: ἤ ἑνωνόμαστε ἤ χανόμαστε. Καί αὐτό ἰσχύει και σήμερα! Ὅριζε, μάλιστα ἐκλογή τῶν ὑπευθύνων μέ βάση ὀρθόδοξη («μέ τή γνώμη ὅλων τῶν χριστιανῶν») . Γιά τήν ὀρθή ὅμως λειτουργία τῆς προτεινόμενης ἀπό αὐτόν κοινωνίας κήρυττε τήν κατά Χριστόν ἰσότητα τῶν δικαιωμάτων ἀνδρῶν καί γυναικῶν, τή μόρφωση τῆς γυναίκας, τήν ἱερότητα τοῦ γάμου, μέ βάση τή λειτουργική ἰδιαιτερότητα τῶν φύλων καί τη θέση τους στό κοινωνικό σῶμα, τήν Ἐκκλησία. Ἤθελε τόν ἄνδρα στήν οἰκογένεια «ὡσάν βασιλέα» καί τήν γυναῖκα «ὡσάν βεζύρη»8 (πρωθυπουργό δηλαδή), καί ἀπόδοση δικαιοσύνης ἀπέναντι σε ὅλους, καί τούς Ἑβραίους («...ὅσοι ἀδικήσατε χριστιανούς ἤ ἑβραίους»). Ἀποδεικνύει ἔτσι, ὅτι ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, ὅταν λειτουργεῖ, δέν χρειάζεται ἀντιρατσιστικούς νόμους. Ὁ ρατσισμός, τόν ὁποῖο προσπαθοῦν σήμερα νά θεραπεύσουν, δενὐπῆρξε ποτέ ὑπόθεση τῆς πατερικῆς παραδόσεως, ἀλλά τῆς Εὐρώπης, στήν ὁποία ὑποδουλωθήκαμε.
Στήν κοινωνία πού αὐτός προέβαλλε, ζητοῦσε ἀλληλοσεβασμό ἀρχόντων καί ἀρχομένων, σεβασμό στούς ἱερεῖς παραπάνω ἀπό τούς βασιλεῖς καί τούς ἀγγέλους, ἀλλά καί στούς προεστούς και τούς γεροντοτέρους. Τίς ρωμαίικες, ἑλληνορθόδοξες ρίζες τῆς κοινωνικῆς του προτάσεως ἀποκαλύπτει ἡ θέση του γιά τούς προεστούς -τούς κοτσαμπάσηδες. «Ὅ,τι χρεία τύχη τῆς χώρας, τους προεστούς γυρεύουν καί σεῖς κοιμᾶστε ξέγνοιαστοι»9. Βλέπετε, οἱ Τοῦρκοι δέν εἶχαν τά γνωστά ἀπό τήν κατοχή ναζιστικά ἀντίποινα. Ἕνα «σαμποτάζ» τό πλήρωσαν ὅλα τά Καλάβρυτα! Οἱ Ὀθωμανοί ἀποκεφάλιζαν τό ἔθνος, κρεμώντας τόν Πατριάρχη καί τίς κορυφές τοῦ Γένους, ὣς τούς Προεστούς. Ἀκολουθώντας τόν Ἀπ. Παῦλο (Ρωμ. 13,1 κ.ἑπ.) συνιστᾶ στό λαό νομιμοφροσύνη, ἀλλ’ ὂχι δουλικότητα. «Νά πείθωνται (=να ὑπακούουν) εἰς τάς κατά Θεόν βασιλικάς προσταγάς»» (Πρβλ. Πράξ. 5,29), σέ ὅσα δηλαδή «δέν ἀντιστέκονται στό Εὐαγγέλιο». Ὅπως λέγει καί ὁ Μ. Βασίλειος σχετικά: «ἐν οἷς ἐντολή Θεοῦ μή ἐμποδίζηται» (PG 35,972/3).
Διαχρονική ὅμως σημασία ἒχει καί ἡ διάκριση, πού κάνει μεταξύ τῶν δύο θηρίων, τοῦ ἀνατολικοῦ καί τοῦ δυτικοῦ, πού μόνιμα συνιστοῦν τίς θανατηφόρες ἀπειλές τοῦ Γένους (Ἔθνους) μας: «Και διατί δέν ἔφερεν ὁ Θεός –λέγει- ἄλλον βασιλέα, πού ἦταν τόσα ρηγάτα ἐδῶ κοντά (τά δυτικά βασίλεια) νά τούς τό δώση (=τό βασίλειό μας), μόνον ἤφερε τον Τοῦρκον μέσαθε ἀπό τήν Κόκκινη Μηλιά καί τοῦ τό ἐχάρισε;» (Φοβερός λόγος, ἀλλά αὐτό ἔγινε, διότι «ἤξευρεν ὁ Θεός, πὼς τά ἄλλα ρηγάτα μᾶς βλάπτουν εἰς τήν πίστιν, καί (ἐνῶ) ὁ Τοῦρκος δέν μᾶς βλάπτει. Ἄσπρα (χρήματα) δῶσ’ του καί καβαλλίκευσέ τον ἀπό τό κεφάλι...»10. Δέν ἔδινε μόνο ἀπάντηση στούς ἑνωτικούς εὐρωπαΐζοντες κάθε ἐποχῆς, ἀλλά καί στους μεταπατερικούς Οἰκουμενιστές μας, πού ἐπιμένουν νά μή διακρίνουν τήν ἐγωπαθολογική τύφλωσή τους, ὅτι ὁ ἀληθινός κίνδυνος προέρχεται ἀπό τήν διαστροφή τῆς πίστεως καί λιγότερο ἀπό την ὁποιαδήποτε ἀθεΐα.Γι’ αὐτό δέν διστάζει νά ἀποκαλεῖ τόν πάπα (τόν παπικό θεσμό) ὡς ἀντίχριστο (Α΄ Ἰω. 2, 18) καί νά λέγει «τόν πάπαν νά καταρᾶσθε», προβλέποντας χαρισματικά τή θέση τοῦ Πάπα στο παγκόσμιο σήμερα σύστημα ἐξουσίας, ὡς «Πλανητάρχη Νο δύο»...
Ὁ Πατροκοσμᾶς, περαιτέρω, ἱεραρχεῖ τήν Πατρίδα στήν Ὀρθοδοξία, λέγοντας: «Ἡ πατρίδα μου ἡ ψεύτικη, ἡ γήινη καί ματαία εἶναι ἀπό τοῦ ἁγίου Ἄρτης τήν ἐπαρχίαν, ἀπό τό Ἀπόκουρον...». «Ἐμεῖς, Χριστιανοί μου, δέν ἔχομεν ἐδῶ πατρίδα»11 (πρβλ. Ἑβρ. 13,14). Ἡ προτεραιότητα δίνεται πάντα στήν Πίστη, τήν Ὀρθοδοξία, στήν ὁποία ὁ Πατροκοσμᾶς ἱεραρχεῖ τά πάντα. Προέβλεπε ὅτι ἡ νόσος τῆς ἐποχῆς μας θά εἶναι ἡ παντοειδής χρήση τῆς Ὀρθοδοξίας ἁπλά γιά τή στήριξη τῆς ἀπολυτοποιημένης «ἑλληνικότητας». Ὁ Πατροκοσμᾶς –θά τό πῶ γιά μια ἀκόμη φορά καί ἐδῶ, ἦταν πρῶτα Ὀρθόδοξος καί μετά Ἕλληνας. Ἡ ἀναντίρρητη φιλοπατρία του, ἱεραρχόταν στήν Ὀρθοδοξία του, χωρίς τήν ὁποία πεθαίνει ἡ Ἑλλάδα, πού μᾶς ἐκληροδότησαν οἱ Πατέρες μας.
Παιδεία καί γλῶσσα
6. Διέβλεπε ὅμως, ὅτι ἡ ἐπιδιωκόμενη ἀνάσταση καί ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους ὄφειλε νά στηριχθεῖ στήν ἀνάπτυξη τῆς Παιδείας12. Θεωρεῖ ἔτσι «ἁμαρτία» νά μένουν «τά παιδιά ἀγράμματα καί τυφλά»· «Καλύτερα νά μένουν φτωχά καί γραμματισμένα παρά πλούσια καί ἀγράμματα». Τά ἀγράμματα παιδιά χαρακτηρίζει «γουρουνόπουλα», ἐλέγχοντας ἔτσι την ἀδιαφορία τῶν γονέων γιά τή μόρφωσή τους. Γνήσιος πατερικός και ἔξω ἀπό τόν σκοταδισμό εἶναι ὁ λόγος του. «Ἡ πίστις μας δεν ἐστερεώθη ἀπό ἀμαθεῖς Ἁγίους, ἀλλά ἀπό σοφούς καί πεπαιδευμένους...». Ἔχουμε ἐδῶ ἀπήχηση τῆς διακήρυξης τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «οὔκουν ἀτιμαστέον τήν παίδευσιν, ὅτι οὕτω δοκεῖ τισίν» (Ἐπιτάφιος εἰς τόν Μ. Βασ. ΙΑ΄). Ἔβλεπε ὅμως τήν παιδεία πατερικά ὡς ἁγιοπνευματικό φωτισμό καί ὄχι ὡς εὐρωπαΐζοντα φωταδισμό, πού ἀφήνει ἀνέγγιχτη καί ἀκάθαρτη τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Τό σχολεῖο γιά τόν Πατροκοσμᾶ ἦταν ἐπέκταση τῆς Ἐκκλησίας, ναός τῆς θεοκεντρικῆς παιδείας. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὅτι οἱ πολλές ἐκκλησιές δέν ὠφελοῦν τήν πίστη χωρίς καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου. Μήπως, ἀλήθεια, και μεῖς, στήν εὐρωπαϊκή πλέον δουλεία μας, ἀντί νά ἀνεγείρουμε πολλούς καί πολυτελεῖς ναούς ἤ μοναστήρια-φρούρια, θά πρέπει να στρέφουμε τήν φροντίδα καί μέριμνά μας καί στήν ἀνέγερση καί τον ἐξοπλισμό σχολείων τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσής μας; Τό παιδευτικό ὅραμα, πού μᾶς κληροδότησε ὁ Ἅγιός μας, δέν εἶναι ὁ homooeconomicus, capitalisticus και marxisticus, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας.
Μέ τό ὅραμα τῆς παιδείας συνδέεται ἀχώριστα καί ἡ κένωσή του στό θέμα τῆς γλώσσας. Ἡ γλωσσική καί ὑφολογική ἁπλότητά του δέν ὀφειλόταν, βέβαια, στήν ἀνεπάρκειά του.Ὁ ἴδιος κατεῖχε ὑψηλή παιδεία, παρέλαβε ὅμως τον γλωσσικό κώδικα τῆς ἐποχῆς του καί τόν συνταίριαξε μέ τή γλώσσα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς Λατρείας, ἁπλοποιώντας τίς μορφές, ἀλλά διακρατώντας τόν γλωσσικό πλοῦτο τῆς παράδοσής μας. Ὁ «δημοτικισμός» ὅμως τοῦ Πατροκοσμᾶ δέν εἶναι καρπός ἰδεολογικῶν και κομματικῶν ἐμμονῶν, ἀλλά φυσικός καί ἀβίαστος. Δέν ἦταν οὔτε δημοτικιστής, οὔτε καθαρευουσιάνος, ὅπως ἐπιμένουμε νά εἴμαστε ἐμεῖς. Οἱ μορφές πάντα ἁπλουστεύονται στή μακραίωνη πορεία τοῦ Ἔθνους, ὁ γλωσσικός του ὅμως πλοῦτος μένει, ὁλόκληρος καί ζωντανός μέσα στή λατρεία μας. Ὁ Πατροκοσμᾶς δεν ἐβίασε τή γλώσσα, οὔτε κοραϊκά, οὔτε ψυχαρικά. Ἀπέφυγε κάθε ἀκρότητα, διότι σκοπός του ἦταν ἡ ὠφέλεια τῶν ἀκροατῶν του.Ὁ «δημοτικισμός» του ἦταν ἐθνικός. Γι᾽ αὐτό δίπλα στίς λαϊκές ἐκφράσεις παραθέτει αὐτούσια χωρία τῆς Γραφῆς καί τῆς Λατρείας. Ὅ,τι δέχεται ὁ Λαός καί καταλαβαίνει. Αὐτό ἐπιδιώκει, ὅταν ἀγωνίζεται γιά τήν ἐπικράτηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί στό χῶρο τοῦ σχολείου. Δέν πρόκειται για ἐθνικισμό καί φυλετισμό, ἀλλά για πρόταξη τῆς γλώσσας, στήν ὁποία σώζεται ὅλος ὁ ἑλληνορθόδοξος πολιτισμός μας.
Μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Ἑλληνικότητος
7. Αὐτός ἧταν ὁ ὁραματισμός τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ γιά τό ἀναγεννώμενο Γένος/Ἔθνος. Ἕνα ὅραμα, πού ἐρείδεται στίς ἁγιοπατερικές πνευματικές προϋποθέσεις. Μέ τήν κατήχηση καί νουθεσία του ἀναπροσδιορίζει ὀρθόδοξα τήν ταυτότητα τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνισμοῦ, πού ἐκαλεῖτο καί πάλι νά συνεχίσει τήν πρωταγωνιστική ἀποστολή του στήν Ὀρθόδοξη Οἰκογένεια.Ὁραματιζόταν μιά ρωμαίικη κοινωνία «κατοικία τοῦ Θεοῦ, κατοικία τῶν ἀγγέλων», ὅπως καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅτανἔλεγε: «Γῆν οὐρανώσωμεν, γῆν οὐρανόν ποιήσωμεν»! Μια ἀταξική ἀδελφοποιία στά ὅρια ἑνός ὑπαρκτοῦ χριστιανισμοῦ, ὅπως συμβαίνει στήν μοναστική ἀδελφότητα καί τήν προέκτασή της στόν κόσμο, τήν ὀρθοδοξοπατερικά δομημένη ἐνορία. Ἡπολιτεία καί ἡ δράση του κινοῦνται μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Ἑλληνικότητας. Εἶχε συνείδηση, ὅτι ὁ κόσμος ἐξελίσσεται καί ὅτιὁ νέος κόσμος, πού εἰσαγόταν ἀπό τήν ἀλλοτριωμένη Δύση, ἀπειλοῦσε ἀκάθεκτα τόν κόσμο τῆς ὀρθόδοξης παράδοσής μας. Γι᾽ αὐτό εἶναι πάντα ἐπίκαιρος ὁ λόγος του, ἰδιαίτερα στή σύγχρονή μας ἑλληνική πραγματικότητα, πού ἀπό τό 1830 εἶναι μόνιμο θλιβερό προτεκτοράτο τῆς Εὐρώπης. Καί τό ἐρώτημα εἶναι: Τί μένει ἀπό τόν ὁραματισμό τοῦ Πατροκοσμᾶ σήμερα;
Αἱ προφητεῖαι του
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἒπραξε πατερικά τό καθῆκόν του ἀπέναντί μας. Μᾶς περιέγραψε μέ πληρότητα τι εἶναι Ὀρθοδοξία καί πῶς ἐπιτυγχάνεται ἡ ἱστορική πραγμάτωσή της. Βλέποντας ὅμως τήν σημερινή τραγική κατάστασή μας, διαπιστώνουμε ὃτι οἱ Νεοέλληνες διαψεύσαμε τίς προσδοκίες τοῦ Πατροκοσμᾶ κυριολεκτικά. Αὐτό ὅμως τό διεῖδε καί ἐκεῖνος χαρισματικά στις «προφητεῖες» του: Μᾶς ἤθελε φύλακες καί ὁμολογητές τῆς ἀμωμήτου Πίστεώς μας, συνιστώντας να «ἔχουμε σταυρό στό μέτωπο, για νά μᾶς γνωρίζουν ὅτι εἴμεθα χριστιανοί»13, καί μεῖς καταντήσαμε: μασόνοι, μαρξιστές, ἄθεοι, παπόδουλοι, βλάσφημοι καί δαιμονολάτρες νεοπαγανιστές. Ἤθελε τον Κλῆρο μας ἡγέτη τοῦ Ἔθνους στήν ὀρθόδοξη μαρτυρία καίὁμολογία. Καί ὅμως αὐτός προεῖδε ὅτι οἱ κληρικοί θά γίνουν «οἱ χειρότεροι καί οἱ ἀσεβέστεροι τῶν ὅλων»14 Καί κάτι φοβερότερο: Εἶπε ὅτι «οἱ παπάδες θά χαλάσουν τήν θρησκεία»! Ἀρκεῖ νά φέρουμε στό νοῦ μας τήν ὑποδούλωσή μας στον βλάσφημο Οἰκουμενισμό καί την ἀντίχριστη κίνηση τῆς Πανθρησκείας. Προβλέποντας τήν στρεβλή πορεία τῆς παιδείας μας θά πεῖ, ὅτι «Τό κακό θά ἔρθῃ ἀπό τούς διαβασμένους»16, ἐννοώντας ἀσφαλῶς τούς διαφωτιστές καί μετανεωτερικούς διανοουμένους μας. Μήπως δέν περιέγραφε τήν ἐποχή μας, ὅταν ἔλεγε: «Θά βγοῦν πράγματα ἀπό τά σχολεῖα, πού ὁ νοῦς σας δέν φαντάζεται»17. Ἀδιάψευστα δέ περιγράφει προορατικά και τήν κοινωνική ζωή μας, ὅταν ἔλεγε ὅτι οἱ Πολιτικοί μαςἩγέτες «θά βάλουν φόρο στίς κόττες καί στά παράθυρα»18! Εὐστοχότερη ὅμως ἐπισήμανση τῆς δημοσιονομικῆς ὀργάνωσής μας δέν θά μποροῦσε σήμερα νά ἐπινοηθεῖ, ἀπ’ ὅσο ἡ προφητεία του: «Οἱ ληστές (γράφε: oἱ διαχειριζόμενοι τίς τύχες μας) θα φύγουν ἀπό τά βουνά καί θά κατεβοῦν στίς πόλεις καί θά φοροῦν ποδήματα»19. Κάτι πού θυμίζει τό «ὁ δολοφόνος μέ τό φράκο»! Ἀλλά και γιά τά νομοθετήματα, πού ρυθμίζουν (γρ. ἀπορρυθμίζουν) τόν ἠθικο-κοινωνικό μας βίο ἐπαληθεύθηκε ἡπρόβλεψή του: «Θά δοῦμε και θά ζήσουμε τά Σόδομα καί τά Γόμορρα»20! Προβλέποντας δέ το ρεῦμα τῆς ἀναγκαστικῆς μετανάστευσης τῶν καιρῶν μας, θά πεῖ: «Ἐσεῖς θά πᾶτε νά κατοικήσετε ἀλλοῦ καί ἂλλοι θἀρθοῦν νά κατοικήσουν σέ σᾶς»21, βλέποντας την ἐγκατάλειψη τῆς Χώρας ἀπό τους Ἕλληνες καί τήν εἰσβολή τῶν ξένων (λαθρομεταναστῶν).
Διαβάζοντας τίς «προφητεῖες» του, νομίζεις ὅτι γράφθηκαν για τήν ἐποχή μας, σέ ὅ,τι ἀφορᾷ στην ἀποστασία καί πνευματική νέκρωσή μας. Στόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, κινούμενος καί ὁ ἐπίσης ἡσυχαστής Μακρυγιάννης θα ἐκφράσει τήν ἀντίθεσή του προς τήν ἐθνική πορεία μας: «Ἄν μᾶς ἔλεγε κανένας αὐτήνη τή λευτεριά, ὁπού γευόμαστε, θά περικαλούσαμεν τόν Θεόν, νά μᾶς ἀφήσει εἰς τούς Τούρκους ἄλλα τόσα χρόνια, ὅσο νά γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τί θά εἰπεῖ πατρίδα, τί θα πεῖ θρησκεία, τί θά εἰπεῖ φιλοτιμία, τί ἀρετή, καί τιμιότης».
Ζώντας στήν ἐθνική μας ἀποτυχία, πού διεῖδαν, ὁ καθένας μέ τον τρόπο του, Πατροκοσμᾶς καί Μακρυγιάννης, δέν μᾶς μένει τίποτε ἄλλο ἀπό τήν ταπεινή ἱκεσία: Χριστέ καί Παναγιά μου, καί σύ, Ἅγιε Κοσμᾶ,
Βοηθῆστε τήν Ἑλλάδα, νά ἀναστηθεῖ ξανά!
Σημειώσεις:
1. Ὁ ἀείμνηστος Κώστας Σαρδελῆς εἶχε καταγράψει τό 1974 (!) ἑκατοντάδες ἐπιστημονικές μελέτες γιά τόν Πατροκοσμᾶ (Κων. Σαρδελῆ, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, Ἀναλυτική Βιβλιογραφία, 19742) καί ἔκτοτε, ἀπασχολεῖται συνεχῶς ἡ ἒρευνα μέ τό πρόσωπό του. Βλ. Τή διατριβή τῆς Ἄρτεμης Ξανθοπούλου-Κυριακοῦ, Ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί οἱ Βενετοί (1777-1779). Τά τελευταῖα χρόνια τῆς δράσης του καί το πρόβλημα τῶν Διδαχῶν, Θεσσαλονίκη 1984. Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779), Ἀθῆναι 1977. Ἰωάννου Β. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές. Φιλολογική μελέτη-Κείμενα. Ἀθήνα (1979). π. Γ.Δ. Μεταλληνοῦ, Ἃγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός-Ἀπόστολος τῆς ἑνότητας τοῦ Γένους, στό: Παράδοση καί Ἀλλοτρίωση, Ἀθήνα 1986, σ. 85-110. Τοῦ Ἰδίου, Ἡ διαλεκτική τῶν ταυτοτήτων τοῦ Πατροκοσμᾶ καί τοῦ Ἴωνα Δραγούμη, στό: Μαρτυρίες γιά θέματα πνευματικά καί κοινωνικά, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 97-110. Ἄρθρα: στη ΘΗΕ, τ. 7, 1965, στ. 894-899 (Νικ. Σωτηρόπουλος), καί στό Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό Ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν, τ. 5 (1991) σ.42-43 (Ἄρτεμης Ξανθοπούλου-Κυριακοῦ) κ.π.ἄ.
2. Μολονότι, πέρα τῆς ἀλληλογραφίας του, δεν ἔγραψε καμμιά μελέτη.
3. Gerhard Podskalsky, (μετάφρ. π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ), Ἡ Ἑλληνική Θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας (1453-1821), Ἀθήνα 2005, σ. 427-428.
4. Εὐθυμίας Μοναχῆς (Ἰουλίας Γκελτῆ), Οἱ προφητεῖες τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ μέσα στήν ἱστορία, Ἀθῆναι 2004, σ. 525.
5. Βλ. καί τίς ἐπιστολές του στό: Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου, ὅπ. π., σ.317 ἑπ.
6. Ἰωάννου Μενούνου, ὅπ. π., σ. 115/116.
7. Ἰωάννου Μενούνου, ὅπ. π., σ. 142 ἑπ., 119/120.
8. Ἰωάννου Μενούνου, σ. 134, 184 ἑπ. Αὐγουστίνου Καντιώτου, σ. 197.
9. ’Ιωάννου Μενούνου, σ. 281/2, σ. 144.
10. Αὐγουστίνου Καντιώτου, σ. 154, Ἰωάννου Μενούνου, σ. 270.
11. Στό ἴδιο, σ. 116, 143/144, 149/150.
12. G. Pοdskalsky, ὃπ.π.,σ. 349.
13. Αὐγ. Καντιώτου, ὅπ.π. σ. 349.
14. Στό ἴδιο, σ. 342.
15. Μ. Τρίτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ Φωτιστής τοῦ Γένους, ὁ Προφήτης, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 361.
16. Αὐγ. Καντιώτου, ὅπ.π., σ. 342.
17. Εὐθυμίας Μοναχῆς, Οἱ προφητεῖες..., σ. 421.
18. Αὐγ. Καντιώτου, ὅπ. π., σ. 343.
19. Εὐθυμίας Μοναχῆς, ὅπ. π., σ. 432.
20. Εὐθυμίας Μοναχῆς, ὅπ. π., σ. 434 ἑπ.
21. Αὐγ. Ορθόδοξος Τύπος, 17/10/2014
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΔΡYΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ , ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ & ΚΟΝΙΤΣΗΣ
Εν Δελβινακίω τη 15η Σεπτεμβρίου 2014
Αριθ. Πρωτ. 64
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 175η
ΘΕΜΑ: Διακόσια χρόνια από το μαρτύριο του Κονιτσιώτη Νεομάρτυρος Αγίου Ιωάννου (1814-2014)
Αγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
Συμπληρώνονται εφέτος διακόσια (200) χρόνια από τον μαρτυρικό θάνατο του Νεομάρτυρος Αγίου Ιωάννου του εκ Κονίτσης (1814-2014). Και μολονότι κύλησαν δύο αιώνες ολόκληροι από τις 23 Σεπτεμβρίου 1814, αυτό το Κονιτσιωτόπουλο δεν ξεχάστηκε, δεν χάθηκε στην χοάνη του χρόνου. Πόσοι μεγάλοι και σπουδαίοι κατά κόσμον ζούσαν τότε. Σουλτάνοι, πασάδες, αγάδες, στρατηγοί και ναύαρχοι και πλούσιοι και ισχυροί, κυριαρχούσαν, τότε, στα Βαλκάνια και στην Ελλάδα, σπέρνοντας τον φόβο και τον τρόμο στους ραγιάδες, στους υποδούλους, που δεν τολμούσαν καλά - καλά ούτε το όνομά τους να πουν !
Κι’ όμως ! Ο νεαρός Ιωάννης, που ήταν πρωτύτερα Τούρκος και μουσουλμάνος, γνωστός με το όνομα Χασάν, ζη μέχρι σήμερα, λαμπρός και πάντοτε νέος, στις καρδιές των χριστιανών και, γενικά, στην ζωή της Εκκλησίας.
-Β-
Το ποιός ήταν ο Ιωάννης το έχουμε πη πολλές φορές. Ας το ξαναπούμε, όμως, άλλη μια φορά για όσους ίσως δεν έχουν μέχρι τώρα ακούσει γι’ αυτόν. Χασάν ήταν το τούρκικο όνομά του. Πατέρας του ο Σέχης της Κονίτσης. Είχε, λοιπόν, οικογένεια καλοστεκούμενη, ενώ το μέλλον ανοιγόταν μπροστά του λαμπρό. Εικοσάχρονος ήταν τότε. Και θα έλεγε κανείς, ότι ο νεαρός Χασάν είχε εξασφαλισμένη την ζωή του. Όμως, την νεανική ψυχή του δεν την ικανοποιούσαν ούτε τα πλούτη και η κοσμική δόξα, ούτε, προ παντός, η ψεύτικη θρησκεία του Μωάμεθ. Γι’ αυτό και ζητούσε κάτι καλλίτερο, κάτι ανώτερο. Και χωρίς, βέβαια, να γνωρίζη τον ιερό Αυγουστίνο, τον μεγάλο αυτόν Πατέρα της Εκκλησίας, ένοιωθε αυτό που εκείνος ετόνιζε : «Κύριε, η ψυχή μου είναι ανήσυχη μέχρις ότου συναντήση Εσένα».
-Γ-
Έτσι, όταν αργότερα βρέθηκε στο Αγρίνιο (που τότε λεγόταν Βραχώρι) και γνώρισε τους εκεί χριστιανούς, κληρικούς και λαϊκούς, ελκύσθηκε προς την χριστιανική Θρησκεία. Όταν, όμως, εξεδήλωσε την επιθυμία να γίνη χριστιανός, οι Ιερείς εδίστασαν να τον βαπτίσουν, γιατί ήταν σίγουρο πως θα έπεφτε πάνω τους βαρειά η τιμωρία. Έτσι, ο Χασάν πήγε στην Ιθάκη, η οποία ήταν Ενετοκρατούμενη, κι’ αφού κατηχήθηκε συστηματικά, βαπτίσθηκε και πήρε το όνομα Ιωάννης. Όταν ξαναγύρισε στο Αγρίνιο, νυμφεύτηκε και εργαζόταν σαν αγροφύλακας στο χωριό Μαχαλάς, που σήμερα ονομάζεται Φυτείες. Πίστευε ότι τα ίχνη του είχαν χαθή. Αλλά ο αντίδικος διάβολος ωδήγησε τους ανθρώπους, που με εντολή του πατέρα του τον έψαχναν, και τελικώς τον βρήκαν. Δέχθηκε υποσχέσεις για πλούτη και τιμές αν ξαναγύριζε στον μωαμεθανισμό. Αρνήθηκε κατηγορηματικά. Ακολούθησαν απειλές και φοβέρες. Και το τέλος δεν άργησε να έλθη. Τον αποκεφάλισαν κοντά στην Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου η οποία μετέπειτα κατεδαφίσθη και ανεγέρθηκε στην θέση της ο νέος μεγαλοπρεπής Ναός. Ενταφιάσθηκε όχι μακριά από τον Ναό την ημέρα που εμαρτύρησε, δηλαδή στις 23 Σεπτεμβρίου 1814. Μετά από πέντε χρόνια, το 1819, έγινε ανακομιδή των λειψάνων του · μεταφέρθηκαν στην Μονή του Προυσσού, όπου το 1974 ανεκαλύφθησαν, ένα δε τμήμα ιερού λειψάνου είναι θησαυρισμένο στον Ιερό Ναό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, στην Κόνιτσα.
-Δ-
Σπουδαίο πρότυπο ο Άγιος Ιωάννης, ιδιαίτερα για τους νέους μας, που αντιμετωπίζουν πειρασμούς και δυσκολίες στην πορεία της ζωής τους. Όταν, όμως βάλουν θεμέλιο τον Χριστό, θα κατορθώσουν να ξεπεράσουν τα οποιαδήποτε εμπόδια παρουσιάζει μπροστά τους ο πονηρός. Έτσι πραγματοποιείται ο λόγος του ιερού ευαγγελιστού Ιωάννου : «Νεανίσκοι, ισχυροί εστε και ο λόγος του Θεού εν υμίν μένει και νενικήκατε τον πονηρόν ... Ο κόσμος παράγεται και η επιθυμία αυτού · ο δε ποιών το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα» (Α Ἰωάν. β 14,17).
-Ε-
Η ακριτική Μητρόπολή μας θα τιμήση και φέτος την μνήμη του Αγίου Ιωάννου. Την παραμονή της εορτής, Δευτέρα, 22 Σεπτεμβρίου 2014, θα ψαλή Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός, ο οποίος θα αρχίση στις 7 μ.μ. Την επομένη, Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014, κυριώνυμη ημέρα της εορτής, στις 7.30 το πρωί θα αρχίσουν οι καταβασίες (δεύτερη καμπάνα), μετά δε το πέρας του Όρθρου θα τελεσθή Αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Και ο Εσπερινός και η Θ. Λειτουργία θα γίνουν εν μονοεκκλησία στον Ι. Ναό του Αγίου Κοσμά, στην Κόνιτσα. Ελάτε όλοι να τιμήσουμε τον Νεομάρτυρα Άγιο συμπολίτη μας. Χρόνια πολλά, άγια, ευλογημένα.
Διάπυρος προς Χριστόν ευχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Α Ν Δ Ρ Ε Α Σ
Πηγή: Θρησκευτικά
«Η άμεση ανταπόκριση του Αγίου Διονυσίου στο κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου, η αγαθή του προαίρεση και η αξιοποίηση των ταλάντων του»
Παναγιώτατε, τίμιο πρεσβυτέριο, σεβαστοί εκπρόσωποι των αρχών, αγαπητοί συνάδελφοι νομικοί, ευσεβές εκκλησίασμα,
Aποτελεί ιδιαίτερη τιμή και εξαιρετικό προνόμιο η ανάθεση εκφώνησης του πανηγυρικού λόγου, στη μνήμη του εορταζόμενου σήμερα Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, τον οποίον ιδιαίτερα τιμούμε και ευλαβούμεθα όλοι μας .
Οι μάρτυρες, αλλά και όλοι οι άγιοι, αποτελούν τη ζωντανή απόδειξη της αλήθειας των λόγων του Χριστού και της απόδειξης ότι το Ευαγγέλιο μπορεί να εφαρμοστεί. Οι Άγιοι απολαμβάνουν τιμή και δόξα στη Βασιλεία των ουρανών, εξακολουθούν να είναι ζωντανοί και να αποτελούν αιώνιο παράδειγμα μίμησης για όλους τους ανθρώπους. Για το λόγο αυτόν η Εκκλησία μάς προτρέπει να παραδειγματιστούμε από το φρόνημα και τη ζωή τους, υπενθυμίζοντάς μας το «Μνήμη Αγίου, μίμησις Άγίου».
Η ζωή των αγίων της Εκκλησίας μας αποτελεί πρόκληση και αφύπνιση για την ορθόδοξη συνείδησή μας, προτρέποντάς μας να αναζητήσουμε έναν λιγότερο υλιστικό τρόπο ζωής στη δική μας καθημερινότητα. Είναι οι άγιοι που αξίζουν την τιμή της Εκκλησίας μας, αφού η ζωή τους εμπνέει, το παράδειγμά τους καθοδηγεί και τα έργα τους στηρίζουν τους ανθρώπους στον πνευματικό τους αγώνα.
Ένας τέτοιος μεγάλος μάρτυρας, ομολογητής και άγιος της Εκκλησίας μας, είναι και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Η αγαθή του προαίρεση, η δυνατή του πίστη και αφοσίωση προς το Χριστό, η σοφία και η σύνεσή του ταυτισμένη με το αίσθημα της δικαιοσύνης, τα εμπνευσμένα συγγράμματά του, αλλά και το φρικτό του μαρτύριο, έχουν καταστήσει τον Άγιο Διονύσιο ως έναν από τους πιο αγαπητούς αγίους στην Ελλάδα, ιδιαιτέρως δε στο χώρο των νομικών.
Η ζωή και το μαρτύριο του Αγίου, είναι δύσκολο να αφήσει ανεπηρέαστο το σύγχρονο άνθρωπο. Για το λόγο αυτό πιστεύω πως οφείλουμε να θυμόμαστε κάποια χαρακτηριστικά γεγονότα που αναφέρονται στη ζωή και την προσωπικότητά του. Σύμφωνα με το Συναξαριστή, ο άγιος Διονύσιος γεννήθηκε στην Αθήνα, το ένατο έτος μετά την γέννηση του Χριστού και διακρινόταν για τη ψυχική του ευγένεια, τη σοφία, τη σύνεση και τη ρητορική του δεινότητα. Ήταν ηθικότατος, δίκαιος, ακέραιος και ενάρετος, ζούσε ως Χριστιανός προτού γίνει Χριστιανός. Διέφερε από τους Χριστιανούς μόνο ως προς την πίστη, ενώ με τον τρόπο ζωής και με τα έργα του, έμοιαζε καταπληκτικά με τους Χριστιανούς. Αναδείχθηκε άξια Δικαστής του Αρείου Πάγου εφαρμόζοντας πιστά το νόμο της συνείδησης, τον άγραφο αυτό νόμο του Θεού, και όλοι τον θαύμαζαν για τη δικαιοσύνη του.
Τα ιστορικά γεγονότα είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Ο άγιος την ημέρα και την ώρα της Σταύρωσης του Χριστού, βρισκόταν στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου, την οποία είχε επισκεφτεί, για να συμπληρώσει τις σπουδές του. Τότε βλέποντας τον ήλιο να σκοτεινιάζει εν μέσω της ημέρας, (φαινόμενο πρωτοφανές και ανεξήγητο), παρότι αγνοούσε την ύπαρξη του Χριστού, ομολόγησε ασυναίσθητα περί της Θεότητάς Του, λέγοντας΄΄ή Θεός πάσχει ή το παν απόλλυται΄΄, (δηλαδή ή κάποιος Θεός υποφέρει ή xάνεται ο κόσμος). Τόσο δε του έκανε εντύπωση το γεγονός αυτό, ώστε η ημερομηνία και η ώρα πού συνέβη τούτο τού έμειναν για πάντα ανεξίτηλα στη μνήμη του.
Δέκα εννιά χρόνια μετά ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ως επιφανής Αθηναίος δικαστής, παρακολουθούσε στον Άρειο Πάγο την υπέροχη ομιλία του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος, με αφορμή ένα βωμό αφιερωμένο στον άγνωστο Θεό, μίλησε στους σοφούς Αθηναίους, δείχνοντάς τους τον αληθινό Θεό και ορίζοντας τη σχέση του Θεού με τον κόσμο.
Η ομιλία αυτή είχε ως αποτέλεσμα ο επιφανής Αθηναίος Δικαστής να πιστέψει στο Χριστό, ανταποκρινόμενος άμεσα στο κάλεσμα του Ουρανίου Πατρός μέσω του Αποστόλου Παύλου. Η μεταστροφή αυτή τον οδήγησε να ενστερνισθεί το χριστιανικό λόγο. Σύντομα και με τη χάρη του Θεού κατάφερε να συνδυάσει, πρώτος αυτός, τον ανθρώπινο νόμο με το νόμο που αποκάλυψε ο Θεός. Με την τόλμη, την αγαθή προαίρεση, τη διαίσθηση και τη διορατικότητά του, διέκρινε την αλήθεια αυτών που κήρυττε ο απόστολος Παύλος και χωρίς πολλές περιστροφές και σκέψεις πίστεψε στο Χριστό, προσφέροντας στους ανθρώπους μοναδικό παράδειγμα μεταστροφής και μετανοίας. Φιλοξένησε τον Απόστολο Παύλο στο σπίτι του, και εκεί είχε την ευκαιρία να ακούσει με κάθε λεπτομέρεια για την ενσάρκωση του Υιού του Θεού, για το Πάθος και την Ανάσταση του. Όταν μάλιστα άκουσε για το σκοτισμό του ηλίου που έγινε την ώρα της Σταυρώσεως θυμήθηκε το γεγονός, του οποίου έγινε αυτόπτης μάρτυρας στην Αίγυπτο. Τώρα πια δεν είχε καμία αμφιβολία ότι ο Χριστός που κήρυττε ο Απόστολος Παύλος ήταν ο αληθινός Θεός. Από τότε ο Άγιος δόθηκε πλέον ολοκληρωτικά στο Χριστό, βαπτιζόμενος μαζί με την οικογένειά του.
Ο Άγιος Διονύσιος, προσφέρει στο Θεό όλα του τα χαρίσματα. Από την ημέρα της μεταστροφής του και μετά παραδίδει την ψυχή του για να κατοικήσει μέσα της ο Θεός. Ζει ως ένας ισόβιος στρατιώτης του Χριστού. Απαρνείται δήμους, δικαστήρια, περιφανή κοινωνική θέση, πλούτο και κοινωνική καταξίωση. Ακολουθεί με μεγάλη προθυμία ψυχής το Χριστό, έχοντας ως διδάσκαλο και οδοδείκτη τον Απόστολο Παύλο. Μαζί δε με όλα του κόσμου τα τίμια και ένδοξα αφήνει και την αρχαία φιλοσοφία, για να αποκτήσει την αληθινή χάρη του Θεού. Πλουτίζει σε χριστιανικό ήθος, επιδεικνύει έναν τέλειο τρόπο ζωής και γίνεται με το λόγο και την πράξη του πνευματικός οδηγός πολλών Αθηναίων. Η πνευματική του αυτή ανάταση, τον αναδεικνύει άξιο Επίσκοπο της Εκκλησίας των Αθηνών.
Η προσέλευση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου στο Χριστιανισμό, είναι ένα μεγάλο ιστορικό γεγονός, αφού ο άγιος ως προσωπικότητα ξεχωριστή στην κοινωνία της πόλεως των Αθηνών, συμβολίζει την μετακίνηση από τον Ελληνισμό στο Χριστιανισμό. Αποτελεί την πρώτη γέφυρα, με την οποία ο Ελληνισμός ενώνεται με τη νέα θρησκεία. Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης εισάγει τη Χριστιανική απάντηση ως συνέχεια στην αρχαιοελληνική δικαιϊκή σκέψη και πρακτική. Επιτυγχάνει τη ζεύξη της κλασικής σκέψης με την Ευαγγελική Αποκάλυψη. Με τα συγγράμματά του αλλά και τη σοφία του, κατέστησε τη φιλοσοφία και τη θύραθεν παιδεία, θεραπαινίδα της χριστιανικής σοφίας. Φυσικά είχε την τύχη των περισσότερων πρώτων Χριστιανών και μαρτύρησε με φρικτό θάνατο το έτος 95 μ.Χ.
Αν σε κάτι αξίζει πραγματικά να σταθούμε είναι στην ταχύτητα της μετάθεσης της ψυχής του αγίου από την ειδωλολατρική πλάνη στη χριστιανική αλήθεια. Το γεγονός αυτό δεν συνέβη ούτε καν στους σπουδαιότερους των Αποστόλων, όπως ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι οποίοι παρά το ότι ήταν αυτόπτες μάρτυρες αναρίθμητων θαυμάτων, εν τούτοις δίσταζαν και δεν είχαν απαλλαγεί τελείως από τις αμφιβολίες τους, σχετικά με το πρόσωπο του Χριστού. Ο απόστολος Θωμάς μάλιστα, ο οποίος ήταν μαθητής του Χριστού και έζησε κοντά του, θαυμαστές καταστάσεις, δυσκολεύτηκε να πιστέψει στην Ανάσταση, αναγκάζοντας τον Κύριο να αναφωνήσει ΄΄Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες΄΄.
Ο Άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης αποτελεί μία λαμπρή εξαίρεση στο ακροατήριο του Αποστόλου Παύλου. Αυτή η ταχύτητα της μεταστροφής του, αποδεικνύει περίτρανα την αγαθή του προαίρεση. Πόσο δηλαδή εύκολα και σύντομα αποδέχτηκε το καλό, προφανώς διότι η ψυχή του είχε την κλίση προς αυτό. Όπως μάλιστα γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ΄΄Το παν προαίρεσις, Θεός γαρ ουκ άκοντα σώζει βία΄΄ Δηλαδή ΄΄το παν είναι η θέλησις και ο Θεός δε σώζει με την βία αυτόν που δεν το θέλει΄΄.
Κατά τα φαινόμενα ήταν Θεία οικονομία, αφού κάθε ψυχή που διακρίνεται για την αγαθή της προαίρεση, έχει τη δύναμη και τη δυνατότητα, όταν της δοθεί η ευκαιρία, να γνωρίσει τον Χριστό πολύ σύντομα. Η μεταστροφή του αυτή μας αποδεικνύει ότι όλα πραγματικά εξαρτώνται από τη βούληση του ανθρώπου και όχι από το φυσικό του χαρακτήρα. Γι’ αυτό είναι δυνατόν και η πιο αμαρτωλή ψυχή να φτάσει με τη μετάνοια, σε ύψη πνευματικής ομορφιάς, όπως πάλι είναι δυνατόν, η πιο αγνή ψυχή, αν δείξει αμέλεια και ραθυμία, να καταντήσει στην έσχατη ασχήμια.
Ο άγιος ξεκινά έτσι μία νέα ζωή και συμπεριφορά, που την χαρακτήριζε η απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού. Αποφασίζει να εργασθεί δραστήρια για τη νέα θρησκεία, διδάσκοντας, συμβουλεύοντας και ελέγχοντας τους συμπολίτες του, γινόμενος έτσι ΄΄τοις πάσι τα πάντα, ίνα τους πάντας σώσει΄΄ . Από τη στιγμή εκείνη ο άγιος Διονύσιος ως καλός πηδαλιούχος και κυβερνήτης, κυβέρνησε με ασφάλεια και σωφροσύνη το σκάφος της Εκκλησίας, οδηγώντας το ποίμνιό του προς το λιμάνι της σωτηρίας. Αγωνίζεται σθεναρά υπέρ του δικαίου, των αρχών και των αξιών που πρέπει να διέπουν τη ζωή όλων και υπέρ της αρετής, της υπομονής και της αγάπης, χωρίς δειλία, μικρότητες και φόβο, στηριζόμενος στο στέρεο θεμέλιο του Ιησού Χριστού.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα της προσωπικότητας του αγίου, είναι η απόλυτη αξιοποίηση των ταλάντων που του χάρισε ο Θεός μετατρέποντας τον δίκαιο Δικαστή Διονύσιο σε Άγιο Διονύσιο. Αγωνίζεται με όλες του τις δυνάμεις υπέρ του Ευαγγελίου λαμβάνοντας τελικά τον στέφανο της Δικαιοσύνης. Πολλαπλασιάζει με σύνεση τα χαρίσματα, που του έχει χαρίσει πλουσιοπάροχα ο Θεός και τα διαθέτει όχι για τον εαυτό του, αλλά για τους άλλους, αναδεικνύοντας τον ίδιο ΄΄άριστο οικονόμο των δωρεών του Θεού΄΄.
Αξιοποιεί με τρόπο μοναδικό τα τάλαντα που του χάρισε ο Θεός, υπηρετώντας με ακρίβεια τις εντολές Του, έχοντας ως μοναδικό σκοπό του την κατά χάρη θέωση. Δημιουργεί με τη ζωή του ένα πνευματικό πρότυπο. Δείχνει το δρόμο, τον πραγματικό σκοπό, για τον οποίο έχουμε πλασθεί οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, που συχνά εγκαταλείπουμε για τα κοσμικά αγαθά και τις πρόσκαιρες απολαύσεις.
Μελετώντας το βίο του τιμώμενου αγίου, μπορούμε όλοι να απαλλαγούμε από τον εγωκεντρικό τρόπο που αντιμετωπίζουμε τις καθημερινές μας σχέσεις, να ξεπεράσουμε την φιλαυτία και την ανθρωποκεντρική μας εμμονή, να βγούμε από τον αυτονομημένο λογικό εαυτό μας, να μάθουμε να αγαπάμε αληθινά τόσο τον πλησίον μας, όσο και τον ίδιο τον Θεό, οικονομώντας και για την πνευματική ζωή και όχι μόνο για τις βιοτικές μας μέριμνες. Με αυτόν τον τρόπο θα βρούμε το χαμένο μας εαυτό και την ελπίδα να ζήσουμε σε μια κοινωνία για την οποία πραγματικά πλασθήκαμε, μια κοινωνία, στην οποία θα μπορούμε να ανοιγόμαστε, να επικοινωνούμε και να χαιρόμαστε ο ένας τον άλλον πραγματικά και με μέτρο και όχι φίλαυτα και με πλεονεξία.
Η σημερινή εορτή δεν πρέπει να περάσει ως μια τυπική παρουσία σε μια τυπική υποχρέωση. Δεν αποτελεί κοσμικό γεγονός. Ούτε παράδοση που την τηρούμε επειδή την βρήκαμε. Την ημέρα αυτή μας δίδεται η αφορμή να γίνουμε μιμητές του αγίου. Στο δικό μας μέτρο. Με τις δικές μας δυνάμεις. Το πρότυπο του βίου και το υπόδειγμα συμπεριφοράς του Αγίου Διονυσίου επαληθεύει μάλιστα, ιδιαίτερα σε εμάς τους νομικούς, αυτό που αναφέρεται στην Αγία Γραφή, πως με το μέτρο που κρίνουμε, θα κριθούμε. Στη σημερινή εποχή της απόγνωσης και της έλλειψης προτύπων, ο Άγιος Διονύσιος, μα πάνω από όλα ο ίδιος ο Χριστός, ως δίκαιος κριτής, αποτελούν για το χώρο μας οδηγούς για την ορθή εξάσκηση του λειτουργήματός μας.
Ως προστάτη όλων όσων ασχολούνται με τη νομική επιστήμη και την εφαρμογή των κανόνων δικαίου, απευθυνόμαστε στον Άγιο Διονύσιο, από τα βάθη της καρδιάς μας και του ζητούμε να καθοδηγεί τη σκέψη μας, να μας φωτίζει και να πρεσβεύει στον Κύριο υπέρ ημών. Αυτό είναι που χρειαζόμαστε. Αυτό ζητούμε κάθε φορά όλοι όσοι εμπλεκόμαστε στην απονομή της δικαιοσύνης.
Η Δικαιοσύνη, αγαθό θεμελιακό και ακρογωνιαίος λίθος για το βίο των ανθρώπων και των κοινωνιών, αποτελούσε και αποτελεί μία επιτακτική ανθρώπινη ανάγκη. Όλοι όσοι συμμετέχουμε στην απονομή της δικαιοσύνης, πέρα από την επαρκή γνώση της νομικής επιστήμης και των κανόνων δικαίου, θα πρέπει να διαθέτουμε ηθική, συνείδηση, αίσθηση δικαίου, διάκριση, υπομονή, επιείκεια και ευγνωμοσύνη στο Θεό. Όλα τα παραπάνω βέβαια, με γνώμονα την προσφορά προς τον συνάνθρωπο με εκτίμηση και αληθινή αξιοπρέπεια και όχι με διάθεση εκμετάλλευσης και στυγνού βιοπορισμού.
Ζητούμε το παράδοξο, να απαιτούμε να συμμορφωθεί ο Θεάνθρωπος Χριστός με το πνεύμα της εποχής μας, αντί να συμμορφωθούμε και να προσαρμοστούμε εμείς στο πνεύμα της αιωνιότητας των λόγων του. Πλάθουμε τον κόσμο στα μέτρα μας και αφαιρούμαι καθημερινά αξία από τα πνευματικά αγαθά. Υπηρετώντας τον υλισμό, στρέφουμε αλλού το πρόσωπο, για να μην δούμε τον ανθρώπινο πόνο, υποκρινόμαστε τους ελεήμονες όταν μας βλέπουν και γινόμαστε άνθρωποι όταν το θυμόμαστε.
Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης σοφότατα ορίστηκε προστάτης και πνευματικός έφορος όλων όσων ασχολούμαστε με την απονομή της δικαιοσύνης, διότι αυτός ο τιμιότατος δικαστής αγάπησε όχι μόνο την ανθρώπινη δικαιοσύνη, αλλά και τη Θεία. Ασπαζόμενος το Χριστιανισμό υπηρέτησε, όχι μόνο την Θέμιδα, αλλά και τον άνθρωπο. Περισσότερο ίσως παρά ποτέ στην εποχή μας, με την οικονομική, ηθική και κυρίως πνευματική κρίση που μαστίζει την κοινωνία μας, την παντελή έλλειψη υγιών προτύπων και την απομάκρυνση των ανθρώπων από το δημιουργό τους, το πρόσωπο του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου καθίσταται πρότυπο προς μίμηση από τους ανθρώπους που υπηρετούν την δικαιοσύνη, αλλά και γενικότερα από το σύνολο της κοινωνίας, διότι η δικαιοσύνη των ανθρώπων πολλές φορές σφάλλει, η δικαιοσύνη όμως του Θεού ποτέ.
Σε μια εποχή έντονης οικονομικής κρίσης, με διαφθορά και ανηθικότητα, με διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, με τη σκληρή δοκιμασία της πλειοψηφίας των Ελλήνων, το πρότυπο της προσφοράς και της διακονίας αυτού του μεγάλου Αγίου της Εκκλησίας, φαντάζει ως φωτεινό παράδειγμα για μίμηση και προσφορά στον άνθρωπο και την κοινωνία.
Στη σημερινή εποχή, οφείλουμε να αυξήσουμε και να καταθέσουμε τα χαρίσματά μας, στην Οικονομία του Θεού, εκεί που μπορούν να γίνουν καρπός και για εμάς που τα προσφέρουμε αλλά και για αυτούς που έχουν ανάγκη. Ας μη χάσουμε λοιπόν τη σημερινή ευκαιρία να αγωνιστούμε με αγάπη και διάθεση προσφοράς για το κοινό καλό. Για αυτό που θα ήθελε ο άγιος που σήμερα τιμούμε. Για αυτό που συμβολίζει ο Σταυρός που καθημερινά κάνουμε.
Εύχομαι η Χάρη και η ευλογία του Θεού, διά πρεσβειών του αγίου Ιερομάρτυρα Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, να φωτίζει όλους εμάς, να κατευθύνει σωστά τη σκέψη μας και να μας χαρίζει την ελπίδα και την απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού.
ΤΕΛΟΣ
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...