Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Έχοντας τορπιλίσει το Ελληνικό φορτηγό πλοίο «Πηλεύς» ο γερμανός κυβερνήτης του υποβρυχίου U-852 έστρεψε τα πυροβόλα προς τις σωσίβιες σχεδίες που επέπλεαν στην επιφάνεια της θαλάσσης. Ένας καταιγισμός από πυρά ακολούθησε και η θάλασσα γέμισε νεκρούς. Οι σχεδίες εξακολουθούσαν να επιπλέουν ενώ ο Eck βυθισμένος στον παράλογο «πόλεμο» που άνοιξε, χρησιμοποίησε και χειροβομβίδες! Οι περισσότεροι από τους επιζώντες ναυαγούς διαμελίστηκαν. Συντρίμμια, αίματα και ακρωτηριασμένα κορμιά υπήρχαν ολόγυρα μα οι σχεδίες εξακολουθούσαν να επιπλέουν…
Με αυτόν τον τρόπο ερμηνεύτηκε η εντολή «μην αφήσετε ίχνη» από τον 27χρονο Eck που πέρασε στην ιστορία ως ο μοναδικός κυβερνήτης γερμανικού υποβρυχίου που καταδικάστηκε & εκτελέστηκε για εγκλήματα πολέμου!
Ποιός ήταν ο Heinz-Wilhelm Eck
O Heinz-Wilhelm Eck γεννήθηκε στο Αμβούργο στις 27 Μαρτίου του 1916 και μεγάλωσε στο Βερολίνο. Στις 8 Απριλίου του 1934, σε ηλικία 18 ετών, κατατάχθηκε στο Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό (Kriegsmarine). Πέρασε από όλα τα προβλεπόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα και τα ειδικά σχολεία ενώ από το 1937 υπηρέτησε 5 χρόνια σε ναρκαλιευτικά κυβερνώντας ένα από αυτά από το 1939 έως το 1942.
Τον Φεβρουάριο του 1942 κατατάχθηκε εθελοντικά στα υποβρύχια πραγματοποιώντας εκπαιδευτική περιπολία (28 Οκτωβρίου 1942 - 21 Φεβρουαρίου 1943) με το U-124 υπό τον κυβερνήτη Joachim Mohr. Στις 15 Ιουνίου 1943 ανέλαβε κυβερνήτης του νεότευκτου υποβρυχίου U-852 (TypeIXD2) το οποίο ανήκε στον 12ο Στολίσκο με έδρα το Bordeaux. Τον Ιανουάριο του 1944 ολοκληρώθηκαν οι θαλάσσιες δοκιμές και ο Eck ανέλαβε να οδηγήσει το υποβρύχιό του από το Κίελο στην γερμανική βάση υποβρυχίων του 12ου στολίσκου στην Penang (στην χερσόνησο της Μαλαισίας).
Προετοιμασία για την περιπολία
Πριν ξεκινήσει, ο Eck ενημερώθηκε από βετεράνους κυβερνήτες υποβρυχίων, μεταξύ των οποίων και ο περίφημος υποπλοίαρχος Adalbert Schnee, για τους κινδύνους της περιπολίας του. Το υποβρύχιο του ήταν από τα πιο αργά και βαριά του γερμανικού Στόλου, και εύκολα μπορούσε να αντιμετωπίσει δυσκολίες. Ο Schnee, του επισήμανε πως έπρεπε να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην περιοχή του νοτίου Ατλαντικού, ειδικά μεταξύ του Freetown και της νήσου Ascension, καθώς τα ίχνη ναυαγίων (από τα βυθισμένα πλοία που τορπιλίστηκαν από τα υποβρύχια) εντοπίζονταν από εναέριες περιπολίες μέσα σε λίγες μέρες. Τα λόγια του Schnee: «Η ζώνη του Νοτίου Ατλαντικού είναι πολύ δύσκολη για μας» ειπώθηκαν με ιδιαίτερη έμφαση καθώς ήταν γνωστό ότι το Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό απώλεσε 4 υποβρύχια IXD2 στην ίδια περιοχή. Τόσο η συμβουλή που έλαβε από τον Schnee, όσο και η διαταγή που είχε δοθεί από το γερμανικό επιτελείο επικεντρώνονταν σε ένα σημείο. Έπρεπε να χτυπήσει «δίχως να αφήσει ίχνη».
Κατόπιν ενημερώθηκε από τον πλωτάρχη Gunter Hessler, ο οποίος του επισήμανε ότι θα έπρεπε να αποφύγει οτιδήποτε θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή του εχθρού. Τελευταία ενημερώθηκε στο Κίελο από τον πλωτάρχη Karl - Heinz Moehleσχετικά με το επεισόδιο βύθισης του πλοίου «Laconia» υπενθυμίζοντας στον Eck τι συνέβει στον πλωτάρχη Werner Hartestein, κυβερνήτη του υποβρυχίου U-156.
Η βύθιση του SS «Peleus»
Το U-852 ξεκίνησε στις 18 Ιανουαρίου 1944 από το Κίελο πλέοντας βόρεια της Σκωτίας εισήλθε στον Βόρειο Ατλαντικό, και από εκεί άλλαξε κατεύθυνση προς Νότο με πορεία προς τις ακτές τις δυτικής Αφρικής. Μετά από δύο μήνες, τηρώντας σιγή ασυρμάτου, ταξίδευοντας την ημέρα εν καταδύσει και αναδυόμενο την νύχτα στην επιφάνεια (με σκοπό να φορτιστούν οι μπαταρίες), έφθασε στον Ισημερινό. Στις 13 Μαρτίου, περίπου 500 μίλια βόρεια της νήσου Ascension και 700 μίλια νότια του Freetown το πλήρωμα διέκρινε την φιγούρα ενός πλοίου. Ήταν το Ελληνικό πλοίο «Πηλεύς» το οποίο ταξίδευε με κενό φορτίο από το Freetown με προορισμό το La Plata. Ο Eck διέταξε να αναπτύξουν ταχύτητα και να πλησιάσουν το πλοίο. Το «κυνηγητό» διήρκεσε δυόμισι ώρες μέχρι να έλθει το υποβρύχιο σε θέση επιθέσεως.
Στις 19.40 ο Eck, πραγματοποίησε νυχτερινή επίθεση εξαπολύοντας δύο τορπίλες από τις πλωριές τορπιλοσωλήνες. Ο υποπλοίαρχος του «Πηλεύς», που ήταν εκείνη την στιγμή σε βάρδια, Αντώνης Λιόσης, παρατήρησε τις αύλακες δύο τορπίλών να πλησιάζουν από την αριστερή πλευρά του πλοίου. Αμέσως έδωσε διαταγή στους πηδαλιούχους να στρέψουν το σκάφος παράλληλα προς την πορεία των τορπιλών. Δεν κατάφερε όμως να αποφύγει το μοιραίο χτύπημα. Οι τορπίλες χτύπησαν το «Πηλεύς» η πρώτη στο νούμερο 2 hold και η δεύτερη στην πρύμνη στο νούμερο 3 hold. Μέσα σε λίγα λεπτά το πλοίο βυθίστηκε δίχως να έχουν το χρόνο τα πληρώματα να φορέσουν τα ατομικά τους σωσίβια.
Κατά την βύθιση οι σωσίβιες σχεδίες είχαν απελευθερωθεί και όσοι από το πλήρωμα ήταν ζωντανοί προσπάθησαν να γραπωθούν από αυτές. Ορισμένοι ήταν σε θέση να ανεβούν επάνω τους. Ο υποπλοίαρχος Λιόσης και ο ναυτικός Δημήτριος Κωνσταντινίδης κατόρθωσαν να ανεβούν σε μία.
Στην γέφυρα του U-852 βρισκόταν ο κυβερνήτης Eck και ο υποπλοίαρχος Gerhard Colditz. O Eck κάλεσε τον αρχιμηχανικό Hans Lenz που γνώριζε καλά την αγγλική γλώσσα να πλησιάσει τους ναυαγούς για να μάθει πληροφορίες. Στην πλώρη του υποβρυχίου βρισκόταν ο Hans Lenz μαζί με τον Β΄ υποπλοίαρχο August Hoffmann. Ο Eck κατεύθυνε το U-852 προς μία πνευστή σωσίβια σχεδία πάνω στην οποία βρίσκονταν ο Ανθυποπλοίαρχος Άγης Κεφαλάς, ο λιπαντής Σταύρος Σόγιας, ένας Ρώσος ναυτικός PierreNeuman κι ένας Κινέζος θερμαστής (δίχως να είναι γνωστό το όνομά του). Οι δύο Γερμανοί αξιωματικοί διέταξαν τον Άγη Κεφαλά να ανέβει στο υποβρύχιο και να τους δώσει τις απαραίτητες πληροφορίες που εκείνοι ζητούσαν. Ο Κεφαλάς τους είπε πως ταξίδευαν με κενό φορτίο για το RiverPlate και ότι ένα πιο αργό πλοίο τους ακολουθούσε στην ίδια πορεία. Οι αξιωματικοί Lenz και Hoffmann, του είπαν πως αυτός και οι υπόλοιποι ναυαγοί θα διασωθούν από βρετανικά πλοία. Τον συνόδευσαν πίσω στην σωσίβια σχεδία και ανέφεραν τις πληροφορίες που απέσπασαν στον Eck.
Στην γέφυρα του υποβρυχίου βρίσκονταν 5 άτομα. Ο Eck, ο υποπλοίαρχος Colditz, ο 2ος υποπλοίαρχος Hoffmann, ο αρχιμηχανικός Lenz και ο γιατρός Weispfennig. Ο κυβερνήτης είπε στους Colditz και Lenz ότι ίχνη από το ναυάγιο εκτείνονταν επάνω στην θαλάσσια επιφάνεια και το κυριότερο, το επόμενο πρωί θα ξεκινούσαν οι περιπολίες αεροσκαφών της από το Freetown ή από την νήσο Ascension εντοπίζοντας γρήγορα τους ναυαγούς και συνεπώς δεν θα αργούσαν να βρεθούν στα ίχνη του υποβρυχίου. Αν το U-852 απομακρυνόταν με αυξημένη ταχύτητα και ταξιδεύοντας στην επιφάνεια (εφόσον είχε πλέον σκοτεινιάσει) με την ανατολή του ηλίου δεν θα ήταν μακρύτερα από 200 μίλια από το σημείο όπου βυθίστηκε το σκάφος. Οπότε πάλι θα εντοπιζόταν σχετικά γρήγορα από τα αεροσκάφη. Τότε ο Eck αποφάσισε να προστατέψει το υποβρύχιο και τους άνδρες του παίρνοντας την απόφαση να σβήσει κάθε ίχνος από το ναυάγιο…
Τα ίχνη που δεν έσβηναν…
Η ώρα ήταν 20.00 όταν το U-852 πλησίασε τις σωσίβιες σχεδίες. Ο Weispfennig στεκόταν κοντά στο δεξί πολυβόλο. Ο κυβερνήτης του δίδει την εντολή να βάλλει προς τις σχεδίες. Ο γιατρός πυροβολεί!
Ο υποπλοίαρχος του «Πηλεύς» Αντώνης Λιόσης ξάπλωσε στην σχεδία προσπαθώντας να προστατέψει το κεφάλι του. Πίσω του άκουγε τις κραυγές από τον Δημήτρη Κωνσταντινίδη ο οποίος είχε χτυπηθεί αρκετές φορές. Σε λίγα λεπτά σταμάτησε να τον ακούει. Ο Κωνσταντινίδης ήταν νεκρός!
Μετά από μερικές βολές το πολυβόλο έπαθε εμπλοκή. Τότε ο Hoffmann έσπευσε και το ξεμπλόκαρε. Ο γιατρός όμως δεν ήθελε πλέον να συνεχίσει να πολυβολεί παρά το γεγονός ότι εξακολουθούσε να βρίσκεται στην γέφυρα. Τότε όλοι παρατήρησαν ότι οι σχεδίες δεν είχαν βυθιστεί. Ο Eck διέταξε να ανάψουν τον προβολέα (οπτικός τηλέγραφος) προκειμένου να εντοπίσουν γιατί δεν είχαν βυθιστεί ακόμα οι σχεδίες.
Το υποβρύχιο συνέχιζε να περνά δια μέσου του ναυαγίου ενώ μόνο ο Hoffmann απέμεινε να πολυβολεί τους επιζώντες. Ο ναυτικός Rocco Said κρατιόταν κοντά στην σχεδία μαζί με άλλους ναυαγούς που κολυμβούσαν. Το πολυβόλο στράφηκε προς την πλευρά τους κι εκείνοι σήκωναν τα χέρια τους ψηλά καθώς οι πολυβολισμοί τους τίναζαν προς τα πίσω μέχρι τελικώς να τους βυθίσουν στο νερό. Το θέμα ήταν συγκλονιστικό. Ναυαγοί που προσπαθούσαν να σωθούν κατέληγαν να πυροβολούνται αλύπητα ενώ ταυτόχρονα οι σχεδίες εξακολουθούσαν να επιπλέουν…
Το σχέδιο του Eck να σβήσει κάθε ίχνος από το ναυάγιο δεν προχωρούσε. Προς επίλυση του προβλήματος ο Hoffmann πρότεινε να χρησιμοποιήσουν το πολυβόλο των 37mm ενώ προτάθηκε από άλλους και η χρήση του πυροβόλου καταστρώματος των 105mm. Παρά το γεγονός ότι δεν συμφωνούσε με αυτά, ο Eck είπε στον Hoffmann να δοκιμάσει τα δίδυμα αντιαεροπορικά πολυβόλα των 20mm. Ούτε όμως αυτή η προσπάθεια καρποφόρησε. Οι σχεδίες ακόμα επέπλεαν. Η σκέψη πλέον του Eckστράφηκε στις χειροβομβίδες. Υπολογίζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν δύο με τρεις χειροβομβίδες. Ο Λιόσης τραυματίστηκε στον ώμο και στην πλάτη. Σε μια άλλη σχεδία ήταν τραυματισμένος ο Άγης Κεφαλάς στο χέρι και δύο ναυτικοί οι οποίοι όμως κείτονταν νεκροί. Παρά το βαρύ τραύμα ο Κεφαλάς κατόρθωσε να γλιστρήσει στο νερό, να κολυμβήσει και να πάει στην σχεδία που βρισκόταν ο Λιόσης. Προς απογοήτευση του Γερμανού κυβερνήτου ούτε η χρήση των χειροβομβίδων φάνηκε να έφερε αποτέλεσμα. Οι σχεδίες επέπλεαν ακόμα στην επιφάνεια της θάλασσας…
Το υπόλοιπο πλήρωμα του υποβρυχίου δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς συνέβαινε.Ήταν σχεδόν μεσάνυχτα και ο υποπλοίαρχος Colditz αντικατέστησε την βάρδια του Hoffmann ανεβαίνοντας επάνω στην γέφυρα. Την ίδια ώρα έγινε αλλαγή βάρδιας και στους οπτήρες. Ένας από τους αντικαταστάτες ήταν ο Matrosenobergefreiter Wolfgang Schwender ο οποίος διατάχθηκε να συνεχίσει να πολυβολεί τις σχεδίες. Με την πρώτη του βολή το πολυβόλο του μπλόκαρε και ανέλαβε ο Lenz ο οποίος αφού το ξεμπλόκαρε έβαλε πλέον εκείνος αφήνοντας στην άκρη τον Schwender να αρκείται στα καθήκοντα του οπτήρος.
Η ώρα ήταν 1.00 τα ξημερώματα. Επί 5 ώρες το υποβρύχιο U-852 έδινε μία κοπιώδη και παράδοξη «μάχη». Ούτε ο εμβολισμός, ούτε η χρήση των πολυβόλων όπλων, των διδύμων αντιαεροπορικών των20mm και των χειροβομβίδων που αποτελούσαν το σχέδιο «στιγμής» του Eck να μην αφήσει ίχνη, λειτούργησαν. Οι σχεδίες που αποτελούσαν το στόχο, αν και γαζωμένες στην κυριολεξία από τις βολές, επέπλεαν. Ο Eck απέναντι σε αυτόν το παράλογο «εχθρό» είχε αποτύχει. Αφήνοντας τα ίχνη που δεν έλεγαν να σβήσουν, εγκαταλείπει την περιοχή και τους τέσσερεις επιζώντες ναυαγούς και πλέοντας με την μέγιστη ταχύτητα κατευθύνθηκε νότια, προς την δυτική πλευρά της Αφρικής.
Η πορεία προς τις Σομαλικές ακτές...
Δεν άργησε να γνωστοποιηθεί το γεγονός σε όλο το πλήρωμα του υποβρυχίου. Το ηθικό των ανδρών ήταν εξαιρετικά πεσμένο. Παρά τις προσπάθειες του Eck να εμψυχώσει τους άνδρες του, παρά τις διαρκείς αναφορές στις διαταγές των ανωτέρων, στους σκοπούς τους και στην υπενθύμιση ότι οι εχθροί δεν λυπούνται τις γυναίκες και τα παιδιά τους όταν βομβαρδίζουν τις πόλεις, το πλήρωμα του U-852 ήταν σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Ο ίδιος ο Eck, στην αναφορά του, έγραψε ότι δεν αποτελούσε εξαίρεση.
Κατεβαίνοντας τις δυτικές ακτές της Αφρικής με ιδιαίτερη προσοχή, αφού πλέον οι Βρετανοί γνώριζαν το περιστατικό και παρακολουθούσαν την περιοχή, στέλνει στις 15 Μαρτίου ραδιοτηλεγράφημα γνωστοποιώντας την βύθιση του SS «Peleus». Η επικοινωνία μέσω ασυρμάτου καθιστούσε την περιπολία επικίνδυνη αφού οι σύμμαχοι μπορούσαν να εντοπίσουν σε ποιο σημείο βρισκόταν το υποβρύχιο.
Παρόλα αυτά, ο Eck έπρεπε με κάποιο τρόπο να ενημερώσει την Διοίκηση Υποβρυχίων (U-boat Headquarters (BdU)) και σύμφωνα με τα αρχεία της BdU το U-852 τήρησε σιγή ασυρμάτου μέχρι τις 4 Απριλίου. Σε αυτό όμως δεν συμφωνούν οι Βρετανοί. Στις 30 Μαρτίου οι ανθυποβρυχιακές δυνάμεις του Βρετανικού Ναυτικού στο Cape town ήταν ενήμερες για σήματα που έστελνε ένα υποβρύχιο το οποίο εντοπιζόταν ΒΔ του Cape town. Στις 4 Απριλίου το σήμα του Eck αναχαιτίστηκε από τις Βρετανικές Υπηρεσίες και κατέστη δυνατός ο εντοπισμός του σκάφους σε απόσταση 150 μιλίων ανατολικά του σημείου Agulhas.
Χρειάστηκαν δύο μέρες να περάσουν μέχρις ότου αναπτερωθεί το ηθικό των ανδρών του γερμανικού υποβρυχίου. Την 1η Απριλίου, το φορτηγό 5.277 τόνων SS Dahomian έγινε ο νέος στόχος του Eck. Δέκα μίλια ΝΔ του Cape Point το φορτηγό τορπιλίστηκε από το γερμανικό υποβρύχιο. Αυτή τη φορά ο Eck αδιαφόρησε για τους ναυαγούς, οι οποίοι την επόμενη μέρα διασώθηκαν από δύο νοτιοαφρικανικά ναρκαλιευτικά, και συνέχισε την πορεία του.
Η θαλάσσια περιοχή που κινείτο ο Eck είχε ενισχυθεί πρόσφατα (αμυντικά) από μία ομάδα καταδίωξης υποβρυχίων, η οποία αποτελείτο από 9 φρεγάτες και σκούνες (Sloops) συν τα αεροπλανοφόρα συνοδείας HMSBegum και HMS Shah. Οι ζώνες ναυσιπλοΐας περιπολούνταν στενά από αεροσκάφη και αεροπορικές βάσεις υπήρχαν στην Ατόλη Addu και στην νήσο Diego Garcia. Για τους συμμάχους η στιγμή που θα βρίσκονταν στο στόχαστρό τους το γερμανικό υποβρύχιο πλησίαζε.
Η τύχη του U-852 & του πληρώματος...
Την τελευταία μέρα του Απριλίου, οι βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών εντόπισαν το U-852 να πλησιάζει το Cape Guardafui νοτίως του Κόλπου του Άντεν. Η στιγμή που περίμεναν οι Βρετανοί έφθασε. Δίχως χρονοτριβή βομβαρδιστικά τύπου Wellington της RAF απογειώθηκαν από το Άντεν της Υεμένης ξεκινώντας ένα ασταμάτητο κυνηγητό. Στις 2 Μαΐου το U-852 τα βομβαρδιστικά εντόπισαν το γερμανικό υποβρύχιο να πλέει στην θαλάσσια επιφάνεια και το αιφνιδίασαν λίγο μετά την αυγή επιτιθέμενα από την πλευρά του ήλιου. Στο υποβρύχιο εκτελούσε καθήκοντα οπτήρος, ο Β Υποπλοίαρχος August Hoffmann. Τα αεροσκάφη εξαπέλυσαν 6 βόμβες βυθού εκ των οποίων η μία προκάλεσε ζημιές στο αντιαεροπορικό πολυβόλο των 37mm. Το γερμανικό υποβρύχιο προσπάθησε να καταδυθεί αλλά η κατάστασή του ήταν σε κρίσιμο σημείο αφού εκτός από την εισροή υδάτων υπήρχε διαρροή θανατηφόρου χλωριούχου αερίου το οποίο προερχόταν από έκρηξη συσσωρευτών (μπαταριών) του σκάφους. Παρόλα αυτά το υποβρύχιο κατόρθωσε να καταδυθεί, παραμένοντας όμως για 15 λεπτά κάτω από την επιφάνεια.
Οι εκλύσεις αερίων ανάγκασαν τον Eck να αποφασίσει ανάδυση και να αντιμετωπίσει τα εχθρικά αεροσκάφη επανδρώνοντας τα αντιαεροπορικά του. Τα βομβαρδιστικά ξεκίνησαν τον δεύτερο γύρο επίθεσης. Η επιφάνεια του γερμανικού υποβρυχίου γαζώθηκε από τα πυρά με αποτέλεσμα ο υποπλοίαρχος Gerhard Colditz και ο (Matrosenobergerfreiter) Josef Hofer να σκοτωθούν πάνω στην γέφυρα. Τότε ο Eck αντιλήφθηκε ότι το U-852 με βυθισμένη την πρύμνη και σε κατάσταση ακυβερνησίας δεν μπορούσε πλέον να σωθεί. Έπρεπε να στρέψει τις προσπάθειες του στην διάσωση του πληρώματος και αυτό θα επιτυγχάνονταν με την προσάραξη του υποβρυχίου στις σομαλικές ακτές. Έπειτα έπρεπε να το καταστρέψει ο ίδιος προτού πατήσουν το πόδι τους οι Βρετανοί. Ο πρώτος στόχος του επιτεύχθηκε. Ο δεύτερος όμως όχι. Το τι ακριβώς συνέβη και δεν πέτυχε η αυτοβύθιση του γερμανικού υποβρυχίου δεν είναι γνωστό. Το μόνο στοιχείο που έχει γνωστοποιηθεί είναι ότι στην προσπάθεια του κυβερνήτου να καταστρέψει το υποβρύχιο με εκρηκτικά το μόνο που κατάφερε ήταν να χάσει την ζωή του ένα μέλος πληρώματος κατά την διαδικασία αυτή.
Το γερμανικό υποβρύχιο ήταν πλέον προσαραγμένο. Τα βρετανικά α/φη εξακολουθούσαν να εξαπολύουν πυρά. Το πλήρωμα του υποβρυχίου προσπαθούσε να σωθεί με κάθε τρόπο. Άλλοι κολυμβούσαν άλλοι γαντζώνονταν στις σχεδίες. Πολλοί που κατάφεραν να βγουν στην ακτή ξάπλωσαν ταλαιπωρημένοι περιμένοντας όποια μοίρα τους περίμενε.
Την επόμενη μέρα ένα αποβατικό άγημα του Βρετανικού Ναυτικού υποστηριζόμενο από μία μονάδα Σομαλών αιχμαλώτισε τον κυβερνήτη και όσους από το πλήρωμα του U-852 επέζησαν. Ενδεχομένως πολλοί να πίστευαν ότι το ταλαιπωρημένο γερμανικό πλήρωμα με τις όποιες καταθέσεις θα μπορούσε να δώσει θα έριχνε φως στην υπόθεση, εντούτοις το ευτύχημα για τους βρετανούς δεν ήταν οι αιχμάλωτοι. Το βρετανικό άγημα επιβίβασης που εισήλθε στο υποβρύχιο ανακάλυψε το πολεμικό ημερολόγιο (war log / KTB Kriegstagebuch) πάνω στο οποίο είχαν εγγραφεί όλες οι πληροφορίες σχετικά με την βύθιση του SS «Peleus».
Οι Βρετανοί (Ιούνιος 1944) με βάση τα στοιχεία που είχαν συνλλέξει αποφάσισαν να δικάσουν τον Eck και τους υπεύθυνους του πληρώματος. Η δίκη όμως αναβλήθηκε μέχρι την ήττα της Γερμανίας. Η υπόθεση «Eck – Πηλεύς» χαρακτηρίστηκε ως άκρως απόρρητη. Ο Heinz-Wilhelm Eck και τέσσερα μέλη πληρώματος δικάστηκαν τον Οκτώβριο του 1945 από ένα βρετανικό στρατοδικείο στο Αμβούργο για παραβίαση των νόμων και συνηθειών του πολέμου & για την δολοφονία μελών πληρώματος του τορπιλισμένου σκάφους. Ο κυβερνήτης ισχυρίστηκε ότι αποφάσισε με πολυβόλα να βυθίσει μόνο τις σχεδίες δίχως εκείνη την στιγμή να βλέπει κανένα μέλος του πληρώματος του Ελληνικού φορτηγού πλοίου. Δεν διέταξε ποτέ τον πολυβολισμό των επιζώντων.
Όλοι τους κρίθηκαν ένοχοι!
Πριν ανακοινωθεί το αποτέλεσμα της δίκης, πρέπει να σημειωθεί ότι η υπεράσπιση επιχείρησε να παρουσιάσει ως μάρτυρα (ο οποίος απερρίφθη από το δικαστήριο) τον Conteradmiral Karl Schmidt, διοικητή του αντιτορπιλικού Erich Giese το οποίο βυθίστηκε στις 13 Απριλίου 1940 και οι 200 Γερμανοί επιζώντες βλήθηκαν από βρετανικά αντιτορπιλικά ενώ βρίσκονταν στο νερό και στις σχεδίες. Οι Βρετανοί ισχυρίστηκαν ότι η δολοφονία τους ήταν «επιχειρησιακή αναγκαιότητα» με σκοπό να αποτρέψουν τους Γερμανούς ναύτες να φθάσουν στην ακτή και να ενωθούν με τα γερμανικά στρατεύματα στο Narvik (Νορβηγία).
Στις 30 Νοεμβρίου 1945, ώρα 08.40, ο κυβερνήτης Heinz-Wilhelm Εck, ο Β Υποπλοίαρχος August Hoffmann & ο γιατρός Walter Weisspfennig καταδικάστηκαν σε θάνατο δια τυφεκισμού.
Ο Δρ. Pabst (δικηγόρος υπερασπίσεως του Hoffmann και του Schwender) και ο Δρ. Todsen (δικηγόρος του Eck) βρήκαν μυστηριώδη θάνατο λίγο μετά το τέλος της δίκης. Ο Pabst αυτοκτόνησε και ο Todsen σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα από βρετανικό στρατιωτικό όχημα. Και τα δύο περιστατικά ερευνήθηκαν από την Βρετανική Στρατιωτική Αστυνομία, οι αναφορές της οποίας παραμένουν ακόμη (μέχρι τον Οκτ. του 1996) σφραγισμένες και μη διαθέσιμες στο κοινό.
Τι απέγιναν οι επιζώντες του SS «Peleus»;
Μετά την βύθιση του ελληνικού φορτηγού πλοίου και τον ανελέητο πολυβολισμό των επιζώντων, έμειναν τέσσερις άνθρωποι τραυματισμένοι σε μια σχεδία οι οποίοι περίμεναν κάποιο περαστικό πλοίο να τους μαζέψει. Οι μέρες περνούσαν και η σωσίβια σχεδία του «Πηλεύς» επέπλεε για 39 ημέρες στην θάλασσα. Στις 20 Απριλίου 1944 το πορτογαλικό ατμόπλοιο SS Alexander Silva εντόπισε τους ναυαγούς. Οι τρεις ήταν ακόμη ζωντανοί. (Αντώνιος Λιόσης, Δημήτριος Αργυρός και Rocco Said) Ο Άγις Κεφαλάς είχε αφήσει την τελευταία του πνοή 25 μέρες μετά την επίθεση ταλαιπωρημένος από γάγγραινα και κίτρινο πυρετό. Το SS Alexander Silva έφθασε στην Αγκόλα (Lobito) μετά από μία εβδομάδα κι εκεί για πρώτη φορά έμαθαν οι Βρετανοί για το περιστατικό της 13η-14ης Μαρτίου. Όλοι οι επιζώντες έδωσαν έγγραφη κατάθεση αποκαλύπτοντας κάθε πτυχή του γεγονότος όπως πραγματικά την βίωσαν.
Γενικές εκτιμήσεις & ερωτήματα που προκύπτουν...
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη μελέτη για να προκύψει το συμπέρασμα ότι ο κυβερνήτης του U-852 δεν εκτίμησε σωστά την κατάσταση. Και αυτό είναι απόρροια της ελλιπούς επιχειρησιακής σχεδίασης ή υποτυπώδους προετοιμασίας του σχετικά με την εντολή που έλαβε «να μην αφήσει ίχνη» η οποία και τον οδήγησε σε σειρά λαθών. Οι οδηγίες του Schnee, αν και δεν ήταν σαφείς, εντούτοις ξεκαθάριζαν την εντολή. Δεν πρότειναν τον τρόπο, απαιτούσαν όμως το αποτέλεσμα. Αυτό συνήθως συμβαίνει στα υψηλά επίπεδα Διοικήσεως. Η εκτίμηση καταστάσεως είναι συνήθως Ευρείας Γενικής Ιδέας Ενεργείας και καταλήγει σε σχεδίαση, που θα απαιτήσει περαιτέρω λεπτομερή μελέτη και συμπλήρωση από τους υφισταμένους Διοικητές. Αυτό εξάλλου αποτελεί συχνά και τον προφανή περιορισμό στην επιχειρησιακή σχεδίαση (Ειδικές Καταστάσεις δηλαδή που Επιβλήθηκαν από Ανώτερα Κλιμάκια) και που θα έπρεπε ο Eck να μελετήσει έτσι ώστε να βρει τον καλύτερο τρόπο ενέργειας πριν ξεκινήσει την περιπολία του.
Δεν κατανόησε την Αποστολή του. Δεν εξέτασε τους παράγοντες εκείνους που μπορούν να επηρεάσουν την Αποστολή του. (Περιοχή Επιχειρήσεων, Εχθρός, Διατιθέμενα Μέσα). Δεν εξέτασε τις εχθρικές δυνατότητες και τις δυνατές ενέργειές του. Όλα τα παραπάνω τον ανάγκασαν να μην επιλέξει την καλύτερη ενέργειά του (λύση), η οποία θα του πρόσφερε τις περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας στην εκπλήρωση της Αποστολής του. Προσπαθώντας να έλθει αντιμέτωπος με τον περιορισμό της σχεδίασης του την τελευταία στιγμή ξεκίνησε τον καταιγισμό πυρών στις σωσίβιες σχεδίες και αυτό που τελικά κατάφερε ήταν:
-Σπατάλη πολύτιμου εφοδιασμού-Σπατάλη πολύτιμου χρόνου-Καταρράκωση ηθικού πληρώματος-Εξακολούθηση απειλής του αρχικού περιορισμού. Φυσικά, μέρος ευθυνών, θα πρέπει να αποδοθεί επίσης και στα ανώτερα κλιμάκια αφού γνωρίζοντας την επικινδυνότητα της συγκεκριμένης περιοχής -Επέλεξαν έναν άπειρο κυβερνήτη-Επέλεξαν έναν ακατάλληλο τύπο υποβρυχίου για μια τόσο επικίνδυνη περιοχή &-Δεν έδωσαν προτάσεις, ούτε ανεπίσημα, για το πώς θα μπορούσαν οι κυβερνήτες να βυθίσουν τα εχθρικά πλοία δίχως να αφήσουν ίχνη.
Εντύπωση, επίσης, προκαλεί η άγνοια κυβερνήτου και πληρώματος σχετικά με τον σωστικό εξοπλισμό και τα υλικά με τα οποία κατασκευάζονται, πληροφορίες οι οποίες, λογικά, θα δίδονται και θα περιλαμβάνονται στην εκπαιδευτική ύλη τους.Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Eck και τα 4 μέλη πληρώματος δικάστηκαν και καταδικάστηκαν επειδή η Γερμανία έχασε τον πόλεμο, σε αντίθεση με τους υπευθύνους παρόμοιων περιστατικών, στα οποία χιλιάδες άνδρες των δυνάμεων του Άξονα (Γερμανοί, Ιταλοί, Ιάπωνες) βρήκαν τον θάνατο από τα πυρά συμμαχικών όπλων επικαλούμενοι την «επιχειρησιακή αναγκαιότητα»…
Στις 5 Απριλίου 1943 το υποβρύχιο U-178 εστάλει στην Penang της Μαλαισίας για να οργανώσει μια ναυτική βάση. Η αρχική ιδέα αποστολής υποβρυχίων στην Μαλαισία για την εκτέλεση επιχειρήσεων στον Ινδικό Ωκεανό πρωτάθηκε από τους Ιάπωνες τον Δεκέμβριο του 1942. Όταν ο πόλεμος στον Ατλαντικό χάθηκε (Μάϊος 1943) αποφασίστηκε η αποστολή υποβρυχίων σε θάλασσες με λιγότερη αεροπορική προστασία. Μία από αυτές ήταν ο Ινδικός Ωκεανός στον οποίο κατευθύνθηκαν αριθμός υποβρυχίων μεγάλης ακτίνας δράσεως, αμέσως μετά το τέλος της εποχής των Μουσώνων (Σεπτέμβριος 1943). Η ομάδα των υποβρυχίων έλαβε την επωνυμία Monsun (στην γερμανική γλώσσα ο Μουσών). Από τα αρχικά 11 υποβρύχια έφθασαν μόνο τα 5. Τα περισσότερα από αυτά ανήκαν στον 12ο στολίσκο αλλά από τον Σεπτέμβριο του 1944 η διοίκηση μεταβιβάστηκε στον 33ο Στολίσκο με έδρα την Penang. Άσσος των υποβρυχίων, με σημαντικές επιτυχίες στο ενεργητικό του. Κάτοχος του Σταυρού των Ιπποτών.
Η «Μόνιμη Διαταγή Νο 154» της Διοίκησης Υποβρυχίων περιείχε τα εξής: «Μην περισυλλέγετε ανθρώπους και μην τους παίρνετε μαζί σας. Μην ανησυχείτε για τις σωστικές λέμβους των εμπορικών πλοίων. Οι καιρικές συνθήκες και η απόσταση απ’ την ξηρά δεν παίζουν κανένα ρόλο. Ασχοληθείτε μόνο με το πλοίο σας… Πρέπει να είμαστε σκληροί στον πόλεμο. Ο εχθρός άρχισε τον πόλεμο με σκοπό να μας καταστρέψει, συνεπώς όλα τα άλλα δεν έχουν καμία σημασία» (Lord Russell of Liverpool, Η μάστιγα του Ναζισμού. Τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ 1939-1945, εκδόσεις Ιωλκός 2007).
Επίσης άσσος των υποβρυχίων, κάτοχος Σταυρού των Ιπποτών. Το Νοέμβριο του 1937 νυμφεύτηκε την κόρη του Karl Dönitz, Ursula,Υπήρξε επικεφαλής του επιτελείου του Konteradmiral Eberhardt Godt, ο οποίος διηύθυνε τις καθημερινές επαφές του υποβρυχίου πολέμου.
Ο Hartestein διέσωσε ορισμένους επιζώντες από την βύθιση του «Laconia». Για την πράξη του αυτή, επειδή θεωρήθηκε ότι έφερε το σκάφος του σε κίνδυνο δέχθηκε έντονη επίπληξη. Ο Doenitz έγραψε σχετικά στην αναφορά του: «το περιστατικό είναι ακόμη μια απόδειξη για το τι μπορεί να είναι τελικά ένα προβληματικό ανθρώπινο συναίσθημα απέναντι στον εχθρό».
Η βύθιση του SS Dahomian ήταν η πρώτη επιτυχία υποβρυχίων στα ύδατα της Ν. Αφρικής από την 1η Αυγούστου του 1943. Για τον σκοπό αυτό οι Βρετανοί συγκρότησαν μια ισχυρή ανθυποβρυχιακή δύναμη για να κυνηγήσουν και να βυθίσουν το U-852.
Τα μέλη του Δικαστηρίου αποτελούνταν από 3 Βρετανούς αξιωματικούς του Στρατού, 2 αξιωματικούς του Ναυτικού και 2 αξιωματικούς του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.Αντίστοιχη περίπτωση σημειώθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1943 στον Νότιο Ειρηνικό όταν το αμερικανικό υποβρύχιο USS Wahoo βύθισε ιαπωνικό μεταγωγικό έξω από την ακτή της Νέας Γουϊνέας. Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου αντιπλοίαρχος Dudley Morton αναδύθηκε για να φορτίσει τις μπαταρίες του σκάφους και σύμφωνα με την επιχειρησιακή αναφορά που ο ίδιος υπέβαλλε κατέστρεψε περί τις 20 λέμβους που βρίσκονταν στην επιφάνεια. Ο κυβερνήτης του αμερικανικού υποβρυχίου διέταξε την εξόντωση όλων των επιζώντων Ιαπώνων με μεθοδικότητα.
Ο Αρχιμηχανικός Hans Richard Lenz καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση. Τελικώς αφέθηκε ελεύθερος στις 21 Δεκεμβρίου 1951. Ο Wolfgang Schwender καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλακή. Αποφυλακίσθηκε στις 27 Αυγούστου 1952.
Πηγή: Περί Πάτρης
Ο Κύπριος Πρόεδρος καλείται να κατανοήσει, επιτέλους, ότι η απελευθέρωση της Κύπρου και η απαλλαγή της από τον αττιλικό ζυγό δεν θα επιτευχθεί διά του διζωνικού τερατουργήματος, αλλά διά της αδιάσπαστης προσκόλλησης και επιμονής στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής και διεθνούς νομιμότητας.
Τα τελευταία χρόνια ο ελληνικός λαός βιώνει αλλεπάλληλα σοκ και μεγάλες αλλαγές που προκαλούν μεγάλη κοινωνική, οικονομική αλλά και ψυχολογική αναστάτωση, καταστάσεις που δεν ευνοούν την ειρήνη, την πρόοδο και την ευημερία.
Η ορμονική αντισύλληψη είτε με την μορφή αντισυλληπτικού χαπιού, είτε ως αντισυλληπτικό σπιράλ με λεβονοργεστρέλη, αυξάνει τη πιθανότητα να προσβληθούν οι γυναίκες από καρκίνο του μαστού και όχι μόνο.
Σε ποσοστό 67,7% στο σχετικό δημοψήφισμα, η απάντηση ήταν «όχι» στο ερώτημα που αφορούσε τη διεύρυνση του ορισμού της οικογένειας, ώστε να συμπεριλάβει επίσης τις «σχέσεις με διάρκεια».
Φωτογραφία από την καθέλκυση του θωρηκτού «ΑΒΕΡΩΦ» στα ναυπηγεία FRATELLI ORLANDO του Λιβόρνο στις 12 Μαρτίου του 1910. Το θωρηκτό παρελήφθη από την Ελληνική κυβέρνηση το Μάιο του 1911 και στοίχισε με τα πυρομαχικά του περίπου ένα εκατομμύριο λίρες Αγγλίας. Το ένα τέταρτο του ποσού αυτού καλύφθηκε από το Κληροδότημα του Μεγάλου Ευεργέτη, Γεώργιου Αβέρωφ
Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» υπήρξε το ιστορικότερο πλοίο της νεότερης Ελλάδας. Πήρε το όνομα θωρηκτό, ενώ στην πραγματικότητα ήταν θωρακισμένο καταδρομικό κλάσης «ΠΙΖΑ».
Ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία Ορλάντο στο Λιβόρνο της Ιταλίας κατά τη χρονική περίοδο 1908 έως 1911. Τότε η Ελληνική κυβέρνηση δαπάνησε 22.300.000 δρχ. για την αγορά του. Τα 8 εκατομμύρια δρχ. προέρχονταν από το 20% της κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ. Ο Γεώργιος Αβέρωφ παραχώρησε με διαθήκη στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899 (χρονολογία δημοσίευσης της διαθήκης) το παραπάνω ποσό για τη ναυπήγηση πολεμικού πλοίου που θα έφερε το όνομά του και θα χρησιμοποιείτο ως εκπαιδευτικό πλοίο από τη «Σχολή Ναυτικών Δοκίμων». Το υπόλοιπο ποσό καλύφθηκε από το Δημόσιο Ταμείο. Για τον εφοδιασμό του πλοίου με πυρομαχικά διατέθηκαν από το Δημόσιο Ταμείο επιπλέον 3.5 εκατομμύρια δρχ.
Η αγορά του πλοίου προέκυψε από την επιτακτική ανάγκη για τη δημιουργία αξιόμαχου στόλου από την Ελλάδα. Το 1897 το Ελληνικό πολεμικό ναυτικό διέθετε μια ελάχιστη δύναμη απαρχαιωμένων τορπιλοβόλων και τριών γαλλικών θωρηκτών που είχαν κατασκευαστεί το 1888.
Η ανάγκη αυτή είχε ως αποτέλεσμα στα τέλη του 1908 να ενισχυθεί ο στόλος με 4 καινούρια αγγλικά και 4 γερμανικά αντιτορπιλικά. Σε αυτά επρόκειτο να προστεθεί και το θωρηκτό, καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ».
Όταν ενδιαφέρθηκε για την αγορά του η Ελλάδα, το πλοίο κατασκευαζόταν, ενώ είχε ακυρωθεί η παραγγελία του. Για την αγορά του είχε ενδιαφερθεί και η Τουρκία. Ευτυχώς, όμως, κάτι τέτοιο δεν επετεύχθη.
Φωτογραφία από την τελετή του Αγιασμού όπου χοροστάτησε ο Αρχιμανδρίτης Σ. Καιροφίλας στο χώρο των ναυπηγείων υπέρ του θριάμβου του θωρηκτού « ΑΒΕΡΩΦ» λίγο πριν τη γιορτή της καθέλκυσης.
Η Ελλάδα τότε με κυβερνήτη τον Μαυρομιχάλη κατάφερε την αγορά του και μάλιστα σε τιμή χαμηλότερη κατά 2 εκατομμύρια δρχ. σε σχέση με την τιμή πώλησης των δύο ομοίου τύπου πλοίων που κατασκευάστηκαν. Αυτό το πέτυχε, προκαταβάλλοντας το 1/3 της συνολικής αξίας του πλοίου. Έτσι, καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου 1910 και μετά από δοκιμές διάρκειας 1 έτους παραλήφθηκε στις 16 Μαΐου 1911 από την Ελλάδα.
Τότε το πλοίο με κυβερνήτη τον Ι. Δαμιανό απέπλευσε για την Αγγλία, προκειμένου να λάβει μέρος στις εορτές στέψης του Βασιλιά Γεωργίου Ε΄ στο Πόρτσμουθ, αλλά ταυτόχρονα και για να εφοδιασθεί με πυρομαχικά. Κατά τη μετάβασή του εκεί στις 19 Ιουνίου 1911 προσάραξε σε ύφαλο και χρειάστηκε να δεξαμενιστεί. Τότε εμφανίστηκαν κάποια επεισόδια απειθαρχίας, οπότε λίγες μέρες μετά, στις 8 Ιουλίου, ο Κυβερνήτης αντικαταστάθηκε από τον πλοίαρχο Παύλο Κουντουριώτη που πέτυχε την αποκατάσταση της τάξης.
Στις 20 Αυγούστου απέπλευσε από την Αγγλία και την 1η Σεπτεμβρίου κατέπλευσε στο Φάληρο όπου πλωτά μέσα και κόσμος του επεφύλασσαν φρενήρη υποδοχή. Πρέπει να σημειωθεί ότι εκείνη την εποχή το «Γ. Αβέρωφ» ήταν το πιο σύγχρονο και ισχυρό πλοίο στην Ανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα στο Αιγαίο.
Το θωρηκτό έχει μήκος 140,5 μέτρα και πλάτος 21 μέτρα. Το βύθισμά του ήταν 7,5 μέτρα και το εκτόπισμά του 10.113 τόνοι. Η μηχανή προώθησης αποτελείτο από 2 τετρακύλινδρες παλινδρομικές ατμομηχανές τριπλής εκτόνωσης, 2 προωστήρες, 22 γαλλικούς λέβητες υδραυλικού συστήματος Bellevill, ενδεικτικής ιπποδύναμης 19.000 ίππων. Οι μηχανές ήταν ιταλικές και οι γεννήτριες γερμανικές. Η καύσιμη ύλη ήταν 1.500 τόνοι άνθρακα. Η μέγιστη ταχύτητά του ήταν 23 κόμβοι (την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου είχε μειωθεί στους 16 κόμβους).
Για οπλισμό έφερε 4 πυροβόλα των 9,2 ιντσών (234 χιλιοστών) συστήματος Armstrong (αγγλικά πυροβόλα) σε δύο δίδυμους πύργους κατά μήκος, ανά ένα σε πλώρη και πρύμνη, 8 πυροβόλα των 7,5 ιντσών (190 χιλιοστών) ομοίου συστήματος (αγγλικά επίσης) σε 4 δίδυμους πύργους ανά δύο εκατέρωθεν των πλευρών στο ύψος της μέσης, 14 ταχυβόλα των 75 χιλιοστών, 2 ταχυβόλα αντιαεροπορικά των 75 χιλιοστών, 4 ταχυβόλα των 47 χιλιοστών, 3τορπιλοσωλήνες (2 υποβρύχιοι πλευρικοί και 1 υποβρύχιος πρυμναίος) 17 ιντσών (430 χιλιοστών).
Επιστολικό δελτάριο με στιγμιότυπο από την τελετή καθέλκυσης του θωρηκτού «Αβέρωφ» στα ναυπηγεία FRATELLI ORLANDO.
Ο οπλισμός την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου μετετράπη σε 2 πυροβόλα των 23,4 εκατοστών σε 2 δίδυμους πύργους κατά το διάμηκες, 8 πυροβόλα των 19,5 εκατοστών σε 4 δίδυμους πλευρικούς πύργους, 8 πυροβόλα των 7,6 εκατοστών, 4 αντιαεροπορικά πυροβόλα των 7,6 εκατοστών και 6 πυροβόλα των 37 χιλιοστών. Οι τορπιλοσωλήνες είχαν αφαιρεθεί κατά τη μετασκευή του κατά το 1925/1926.
Η θωράκισή του ήταν στη ζώνη της ατράκτου 200 χιλιοστά μεσαία και 80 χιλιοστά ακραία, του καταστρώματος 50 χιλιοστά, πλευρικά 175 χιλιοστά, στα άκρα 100 χιλιοστά, του πυροβολείου 175 χιλιοστά και οι πύργοι των πυροβόλων 190 χιλιοστά.
Η ακτίνα ενέργειάς του ήταν 7.125 μίλια με ταχύτητα 10 κόμβων και 2.489 μίλια με ταχύτητα 18 κόμβων.
Το «Γ. Αβέρωφ» έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους, στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, στη Μικρασιατική εκστρατεία και στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο.
Στους Βαλκανικούς πολέμους πήρε μέρος ως ναυαρχίδα του Στόλου υπό τον Υποναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και Κυβερνήτη τον πλοίαρχο Σοφοκλή Δούσμανη. Το «Γ. Αβέρωφ» συμμετείχε στην απελευθέρωση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου που είχαν ως συνέπεια την κυριαρχία του Ελληνικού στόλου στο Αιγαίο.
Φωτογραφία του πληρώματος του θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ» και του Επιτελείου του Ελληνικού Στόλου Αιγαίου μετά από δοξολογία στο κατάστρωμα του πλοίου.
Η υπεροχή του πλοίου φάνηκε με την αξιοποίηση της μέγιστης ταχύτητάς του, το μεγάλο βεληνεκές των πυροβόλων του αλλά και με την τακτική του Κουντουριώτη. Πλοίο και Κυβερνήτης είχαν γίνει μύθος. Οι Έλληνες το αποκαλούσαν ο «Τυχερός μπαρμπα Γιώργος» και οι Τούρκοι «Το διαβολοβάπορο» (Σεϊτάν παπόρ).
Στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ο Τουρκικός στόλος παρέμεινε στα Δαρδανέλια, λόγω της ναυτικής υπεροχής των Συμμάχων, οπότε οι υπηρεσίες του ήταν μικρές.
Στη Μικρασιατική εκστρατεία μετείχε στις επιχειρήσεις μεταφοράς στρατιωτών και στην κάλυψη των αποβατικών επιχειρήσεων στην Ανατολική Θράκη.
Το 1926 το θωρηκτό αναβαθμίστηκε με την προσθήκη αντιαεροπορικών πυροβόλων και τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων του.
Στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο τον Απρίλιο του 1941, λόγω της παλαιότητας του πλοίου και της ραγδαίας προέλασης των Γερμανών, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού σχεδίαζε τη βύθισή του αλλά το πλήρωμά του πήρε την πρωτοβουλία και διέφυγε στην Αλεξάνδρεια, όπου έφτασε χωρίς να έχει υποστεί ζημιές από Γερμανικούς βομβαρδισμούς. Κατά τη διάρκεια του πολέμου έκανε περιπολίες στον Ινδικό Ωκεανό.
Φωτογραφία. Το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» μετά την επιθεώρηση του στόλου στο Φάληρο, στις 5 Οκτωβρίου 1912, έτοιμο προς απόπλου.
Με την απελευθέρωση της Ελλάδας στις 17 Οκτωβρίου 1944, το «Γ. Αβέρωφ», επικεφαλής του Στόλου, μετέφερε την Ελληνική κυβέρνηση από την εξορία στην Αθήνα. Πλοίαρχος ήταν ο Σπυρίδων Μάτεσης ο οποίος υπήρξε και ο τελευταίος πλοίαρχος του «Γ. Αβέρωφ».
Το πλοίο αποσύρθηκε το 1952 και παρέμεινε αγκυροβολημένο στον Πόρο μέχρι 1983.
Το Πολεμικό Ναυτικό το 1984 αποφάσισε να το μεταφέρει στο Φάληρο και να το μετατρέψει σε πλωτό μουσείο, όπως και έγινε.
Το 2003 βραβεύτηκε για τις υπηρεσίες που προσέφερε με το Χρυσό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών.
Η CIA χρηματοδότησε την ισλαμική εξέγερση (1979- ) Η ατζέντα των νεοσυντηρητικών δεν είναι να «κερδίσουν τον πόλεμο», αλλά να σχεδιάσουν τη διάλυση των κυρίαρχων εθνικών κρατών, να καταστρέψουν τον πολιτισμό και την εθνική τους ταυτότητα, να παρεκκλίνουν από τις θεμελιώδεις αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ανακοίνωσε ότι δεν θα χρηματοδοτήσει το έργο της γραμμής ηλεκτρικής ενέργειας που θα εκτείνεται από την Ελλάδα κάτω από τη θάλασσα στην Κύπρο και στη συνέχεια στο Ισραήλ. Το έργο που απέκλειε την Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο έχει καταρρεύσει, γράφουν τουρκικά δημοσιεύματα.
Παρασκευή 8 Μαρτίου είναι η Ημέρα της Γυναίκας. Ο Δήμος Αθηναίων επέλεξε την ημέρα αυτήν να «ντύσει» το δημαρχείο με τη «ροζ σημαία» της εικαστικού κυρίας Λαλέ και να κάνει και κάποιες άλλες εκδηλώσεις σχετικά με την έμφυλη βία.
Στίς 11 Μαρτίου 1822, ο Λυκούργος Λογοθέτης, συνοδευόμενος από 2.500 Σαμιώτες αποβιβάστηκε στήν Χίο μαζί μέ τόν Μπουρνιά. Ο Λογοθέτης δέν είχε ούτε τήν συγκατάθεση τού Εκτελεστικού, αλλά ούτε είχε ζητήσει προηγουμένως τήν σύμπραξη τού Ελληνικού στόλου. Μόνο μερικά ψαριανά μπρίκια περιπολούσαν τό νησί, αποκόπτοντας τήν επικοινωνία τών ντόπιων τούρκων μέ τήν απέναντι Κρήνη (Τσεσμέ).
Η απόβαση τού Λογοθέτη έγινε ταυτόχρονα στόν κόλπο τής Αγίας Ελένης καί στήν Αγκάλη. Αρκετοί φτωχοί Χιώτες από τά γύρω χωριά, έσπευσαν νά ενωθούν μέ τούς άνδρες τού Λογοθέτη, αλλά οι περισσότεροι ήταν οπλισμένοι μόνο μέ ξύλα καί δρεπάνια. Ο Βαχίτ Πασάς έστειλε στρατό γιά νά εμποδίσει τήν απόβαση, χωρίς επιτυχία καί αναγκάστηκε νά κλειστεί στό κάστρο...
Η Χίος ήταν ελεύθερη αλλά τό ισχυρό κάστρο ήταν υπό τήν κατοχή τών τούρκων καί τά δύο μικρά κανόνια, πού είχε τοποθετήσει ο Λογοθέτης στόν λόφο τής Τουρλωτής, δέν μπορούσαν νά απειλήσουν τά τείχη τού μεσαιωνικού κάστρου.
Οι Σαμιώτες προέβησαν σέ λεηλασίες τουρκικών σπιτιών, αφαίρεσαν μολύβι από τίς στέγες τών τζαμιών, ενώ φυλάκισαν εκτός από τούς σημαντικούς τούρκους καί όσες Χριστιανές είχαν παντρευτεί μέ μουσουλμάνους.
Τόσο ο Λογοθέτης όσο καί ο Μπουρνιάς φάνηκαν ανίκανοι νά οργανώσουν στοιχειώδη άμυνα στό νησί, καθώς άρχισαν νά φιλονεικούν μεταξύ τους γιά τά πρωτεία, ενώ οι λιποταξίες καί οι κλοπές από τούς άνδρες τους πολλαπλασιάζονταν.
Πολλοί πλούσιοι Χιώτες, πού έβλεπαν τήν αναρχία καί τήν ανικανότητα, προέβλεψαν τίς συνέπειες από τήν επικείμενη άφιξη εχθρικών ενισχύσεων καί άρχισαν νά εγκαταλείπουν τό νησί τους. Οι υπόλοιποι εύποροι κάτοικοι έμειναν κλεισμένοι στά σπίτια τους, στήν πρωτεύουσα καί όχι μόνο αρνήθηκαν νά συμμετάσχουν στήν εξέγερση, αλλά δέν παρείχαν στούς Σαμιώτες τά τρόφιμα καί τά εφόδια πού τούς ζήτησαν.
«Ως δ’ άπαντες οι Έλληνες, ούτω καί οι Χίοι εφλέγοντο υπό τού πόθου τού νά ελευθερώσωσι τήν πατρίδα των Χίον από τόν ζυγόν τής δουλείας. Όθεν τινές εξ αυτών καί πρό πάντων ο Αντώνιος Μπουρνιάς, συνεννοηθέντες μετά τού Σαμίου Λυκούργου Λογοθέτου, συνέλαβον τήν ιδέαν νά εκστρατεύσωσι μυστικώς κατά τής Χίου καί ορμώντες εξ απροόπτου, νά κυριεύσωσι τό φρούριον καί νά επαναστατήσωσι καί όλους τούς κατοίκους τής Χίου.
Οι δύο ούτοι αρχηγοί, συνάξαντες περί τάς τρείς χιλιάδας οπλοφόρους Σαμίους καί λοιπούς, απέβησαν επί τής Χίου τήν νύκτα τής 11ης Μαρτίου 1822 διά τινων Σαμιακών πλοιαρίων καί μιάς σπετσιώτικης γολέττας τού Αναστάσιου Ανδρούτσου. Θεωρούντες όμως οι αρχηγοί τής εκστρατείας ταύτης, ότι ίνα εμποδίσωσι τήν επί τής Χίου μετάβασιν εχθρικών στρατευμάτων εκ τών απέναντι αυτής οθωμανικών παραλίων τής Μικράς Ασίας, είχον ανάγκην μεγαλητέρας τινός ναυτικής δυνάμεως, εζήτησαν παρά τών ψαριανών έξ πλοία πολεμικά.
Ούτως επιπεσόντες αίφνης οι Έλληνες κατά τών διεσπαρμένων Οθωμανών καί άλλους μέν φονεύσαντες, άλλους δ’ αιχμαλωτίσαντες, έγιναν κύριοι τής πόλεως τής Χίου καί επολιόρκησαν εντός τού φρουρίου τούς λοιπούς Τούρκους τρομάξαντας καί νομίσαντας τόν αριθμόν τών Ελλήνων πολύ ανώτερον τού πραγματικού.
Επανέστησαν τότε καί οι λοιποί Χίοι καί εκήρυξαν τήν ελευθερίαν καί τής νήσου των, γράψαντες πρός τούς Σπετσιώτας τήν εξής επιστολήν:
Ζήτω η Ελευθερία.
Αδελφοί Σπετσιώται χαίρετε
Πολλά καί άφευκτα περιστατικά εμπόδιζαν ήδη έν έτος τήν πατρίδα μας από τού νά λάβη τά όπλα κατά τής τυραννίας καί νά ακολουθήση τό παράδειγμά σας καί εκείνο τών άλλων τής λοιπής Ελλάδος. Τούτο δέν προήρχετο από έλλειψιν πατριωτισμού, επειδή η φιλογένειά μας αρκετά απεδείχθη καί εμπράκτως μέ τήν σύστασιν τών σχολείων μας, τής βιβλιοθήκης μας, τής τυπογραφείας μας καί τών πολυδαπάνων καί παντοδαπών πειραμάτων, άτινα αφορούσιν καί απέβλεπον πρός τόν γενικόν φωτισμόν τού Γένους μας, ίνα μέ τού φωτισμού τό μέσον απολαύση τήν ποθητήν του ελευθερίαν.
Δέν προήρχετο, λέγομεν από έλλειψιν φιλελευθερίας καί φιλογενείας, εζητούσαμεν όμως νά μάς παρουσιασθή εις τούτο αρμόδιος ευκαιρία, διά νά μή χάσωμεν έν μέγα πλήθος αδελφών, συγγενών καί συμπατριωτών μας, οίτινες ήσαν καί είναι ακόμη μέρος διεσπαρμένον εις τούς τουρκικούς τόπους.
Η αδυναμία πρός τούτοις ημών, ευρισκομένων μεταξύ τών αιμοβόρων λύκων Οθωμανών, γένους μέ βασίλειον καί μέ όλα τά αναγκαία μέσα, καί ημείς απρομήθευτοι από όλα, μάς εμπόδιζαν τήν προθυμίαν. Η Θεία Πρόνοια τέλος πάντων ηυδόκησε καί ένευσεν εις τήν καρδίαν μερικών συμπατριωτών μας, καί συνενωθέντες μετά τών γειτόνων μας Σαμίων, ήλθον ενταύθα καί εξεβαρκαρίσθησαν έως τρείς χιλιάδες ομογενείς κατά τήν 11ην τού τρέχοντος καί έκαμε τούς άλλους τόσους ευρισκομένους εδώ Αγαρηνούς νά κλεισθώσιν εις τό κάστρον, τό οποίον ευρίσκεται καλά αρματωμένον από πολεμικά εφόδια καί φαγώσιμα.
Ηρχίσαμεν όμως τήν πολιορκίαν του μέ όλον οπού καί περί τούτου ετοιμασίαι μάς έλειπον, εγράψαμεν δέ τών γειτόνων μας συναδέλφων Ψαριανών καί ευθύς μάς εσύντρεξαν μέ τήν βοήθειάν των, στέλλοντές μας έξ καράβια των καί μερικά μπαρούτια. Εκρίναμεν λοιπόν εύλογον νά ειδοποιήσωμεν ταύτην μας τήν ανάγκην καί πρός υμάς, βέβαιοι όντες ότι θέλετε μάς συντρέξει μέ τήν χαρακτηριστικήν σας γενναιότητα καί νά συμμαχήσετε μεθ’ ημών κατά τής βαρβαρικής τυραννίδος, κατά τών κοινών ημών εχθρών καί τής θρησκείας ημών.
Η Πατρίς ομοφώνως εκήρυξεν Ελευθερίαν ή Θάνατον»
Πηγή: Περί Πάτρης
Πολλοί κληρικοί και μοναχοί εξαιτίας της επιδρομής εγκαταστάθηκαν στη Γαλλία, μεταφέροντας μαζί τους το βησιγοτθικό εκκλησιαστικό πνεύμα και το μοζαραβικό τυπικό. Παρ” όλα αυτά στην Ισπανία, η μοζαραβική Εκκλησία διατήρησε την παράδοση και την οργάνωση της μέχρι την εποχή της «πλήρους Επανακτήσεως» (ΙΕ” αιώνας), οπότε δυστυχώς η σχισματική Ρώμη είχε πια επιβάλει παντού στα επανακτώμενα μέρη, μαζί με τη λατινική παράδοση και το τυπικό και τα αιρετικά δόγματα της.
Ο Ιωάννης Πετραλείφας νυμφεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη την πριγκίπισσα Ελένη, που είχε συγγένεια με την οικογένεια των Παλαιολόγων. Έφεραν στον κόσμο πέντε παιδιά· τον Θεόδωρο, το Νικηφόρο, τον Ανδρόνικο, τη Μαρία, και τελευταία τη Θεοδώρα. Οι δύο γονείς ήταν ευσεβείς και ενάρετοι άνθρωποι, με ευγένεια και καλοσύνη πολλή· αυτές τις αρετές προσπάθησαν να φυτέψουν και στις ψυχές των παιδιών τους. Τα μόρφωσαν πολύ με τα μέσα που διέθετε η εποχή, και κάθε μέρα προόδευαν τα παιδιά τους, και αυτό τους γέμιζε χαρά και ικανοποίηση.
Ένα αφιέρωμα στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο
Στη θεανθρώπινη κοινωνία όλα συνοψίζονται στο ζωηφόρο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Αυτός είναι η ύψιστη αξία και το ύψιστο αγαθό. Όλες οι άλλες αξίες, και ατομικές και κοινωνικές, πηγάζουν από αυτήν, όπως οι ακτίνες από τον ήλιο.
Εἰς τό ἐκδοθέν Βιβλίον μέ τίτλο «ΒΙΟΙ -ΣΥΝΑΞΑΡΙΑ ΚΑΙ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΗΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΚΙΑΣ», ὁ ἐπιμεληθείς ταύτην κ. Ἐμμανουήλ Βαρβούνης, Ἀναπληρωτής Καθηγητής τοῦ Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Ἄρχων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τῶν παλαιφάτων Πατριαρχείων Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας, Γραμματεύς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ συμβουλίου τὴς Ἑνορίας ἡμῶν κατέγραψε πέντε συναξάρια πού περιλαμβάνονται σέ διάφορα συναξάρια καί περιγράφουν τόν βίο τῆς ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ τῆς Πατρικίας. Ἀκολούθως παρουσιάζουμε ἐκ τοῦ ὡς ἄνω βιβλίου:
8 στούς 10 νέους ἀμφισβητοῦν ἐάν ἡ γενιά τους πρέπει νά τεκνοποιεῖ, ὄχι γιατί δέν τό ἐπιθυμοῦν, ἀλλά γιατί θεωροῦν ὅτι οἱ κοινωνίες θά γίνουν λιγώτερο βιώσιμες τά ἑπόμενα χρόνια – Βαθειά καχυποψία γιά τούς πολιτικούς καί τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημερώσεως – Ἔρευνα τῆς Next Generation ἀπό τήν Allianz Foundation – Ποῦ προηγοῦνται οἱ νέοι Ἕλληνες τῶν Εὐρωπαίων συνομηλίκων τους
Τὸ ρολόι τῆς τσέπης καὶ τὸ ρολόι τῆς Ἐκκλησίας διαφέρουν. Τὸ ρολόι τῆς Ἐκκλησίας μᾶς λέει, ἀγαπητοί μου, ὅτι βρισκόμαστε στὸ Τριῴδιο, μία περίοδο προετοιμασίας διαρκείας ἑβδομήντα ἡμερῶν. Σήμερα, τῶν Ἀπόκρεων, εἶνε ἡ Κυριακὴ ποὺ διαβάζεται τὸ φοβερώτερο εὐαγγέλιο ὅλου τοῦ ἔτους. Σᾶς ἔτυχε νὰ βρεθῆτε χειμῶνα καιρὸ μέσα σὲ δάσος, νά ᾿νε ὁ οὐρανὸς συννεφιασμένος, νὰ πέφτουν ἀστροπελέκια καὶ νὰ σείεται ἡ γῆ;
Αν θα θέλαμε ν’ απομονώσουμε τα καταλυτικότερα αλλά και αντιφατικότερα όσον αφορά την μετέπειτα εθνική μας πορεία, στιγμιότυπα του 20ου αιώνα, ανεπιφύλακτα θα στεκόμασταν σε δύο μάχες στις οποίες, σημειωτέον, ο ΕΣ δεν ηττήθηκε: του Σαγγαρίου και του υψώματος 731.
Νάσου και η βρετανική «Σάν» 21.2.24 να μας «ξυπνήσει» από το λήθαργο των «ήρεμων νερών» της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, με το καθόλου τυχαίο και επιτήδειο δημοσίευμά της για το Καστελόριζο
Τὸ θαυμάσιο τοῦτο κείμενο δὲ ξέρουμε ποιὸ χρόνο γράφηκε. Ἐκφωνήθηκε ὅμως στὴ μνήμη τῶν 40 Μαρτύρων, ποὺ τὸ 320 θανατώθηκαν κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Λικινίου. Τοὺς ἱεροὺς αὐτοὺς ἀθλητές, ἐπειδὴ γενναίως ὁμολόγησαν πίστη στὸν Χριστό, τοὺς σύναξαν καὶ τοὺς ἔστησαν στὴν παγωμένη λίμνη στὸ κέντρο τῆς Σεβαστείας. Ὁ Μέγας Βασίλειος, χάρη στὶς ἄριστες ἰατρικές του γνώσεις, περιγράφει μὲ τρόπο ἐκπληκτικὸ τὶς διεργασίες ποὺ συντελοῦνται στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸ ἀπὸ τὸ ψύχος καὶ τὸ πάγωμα καὶ πῶς ἐπέρχεται ὁ θάνατος. Πέραν ὅμως τούτου ἔχουμε στὰ μάτια μας ἕνα πολὺ ἀρρενωπὸ κείμενο, ἔξοχα δομημένο, ποὺ δίνει ἀνάγλυφη τὴ θεολογία τοῦ μαρτυρίου, τὴ σημασία ποὺ αὐτὸ ἔχει γιὰ τὸν ἴδιο τὸ μάρτυρα, γιὰ τοὺς λοιποὺς πιστοὺς καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία γενικά.
Μαρτύρων μνήμης τίς ἂν γένοιτο κόρος τῷ φιλομάρτυρι; διότι ἡ πρὸς τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ὁμοδούλων τιμὴ ἀπόδειξιν ἔχει τῆς πρὸς τὸν κοινὸν Δεσπότην εὐνοίας. Δῆλον γὰρ, ὅτι ὁ τοὺς γενναίους ἄνδρας ἀποδεχόμενος ἐν τοῖς ὁμοίοις καιροῖς οὐκ ἀπολειφθήσεται τῆς μιμήσεως. Μακάρισον γνησίως τὸν μαρτυρήσαντα, ἵνα γένῃ μάρτυς τῇ προαιρέσει, καὶ ἐκβῇς χωρὶς διωγμοῦ, χωρὶς πυρὸς, χωρὶς μαστίγων, τῶν αὐτῶν ἐκείνοις μισθῶν ἠξιωμένος. Ἡμῖν δὲ οὐχ ἕνα πρόκειται θαυμάζειν, οὐδὲ δύο μόνους, οὐδὲ μέχρι δεκάδος ὁ ἀριθμὸς πρόεισι τῶν μακαριζομένων· ἀλλὰ τεσσαράκοντα ἄνδρες, ὡς μίαν ψυχὴν ἐν διῃρημένοις σώμασιν ἔχοντες, ἐν μιᾷ συμπνοίᾳ καὶ ὁμονοίᾳ τῆς πίστεως, μίαν καὶ τὴν πρὸς τὰ δεινὰ καρτερίαν, καὶ τὴν ὑπὲρ τῆς ἀληθείας ἔνστασιν ἐπεδείξαντο. Πάντες παραπλήσιοι ἀλλήλοις, ἴσοι τὴν γνώμην, ἴσοι τὴν ἄθλησιν. Διὸ καὶ ὁμοτίμων τῶν στεφάνων τῆς δόξης κατηξιώθησαν. Τίς ἂν οὖν ἐφίκοιτο λόγος τῆς τούτων ἀξίας; Οὐδὲ τεσσαράκοντα γλῶσσαι ἐξήρκεσαν ἂν τοσούτων ἀνδρῶν ἀρετὴν ἀνυμνῆσαι. Καίτοι, εἰ καὶ εἷς ἦν ὁ θαυμαζόμενος, τήν γε τῶν ἡμετέρων λόγων δύναμιν ἐξήρκει καταπαλαῖσαι, μὴ ὅτι πλῆθος τοσοῦτον, φάλαγξ στρατιωτική, σύστημα δυσκαταγώνιστον, ὁμοίως ἔν τε πολέμοις ἀήττητον καὶ ἐν ἐπαίνοις ἀπρόσιτον.
Δεῦρο δὴ οὖν, εἰς μέσον αὐτοὺς ἀγαγόντες διὰ τῆς ὑπομνήσεως, κοινὴν τὴν ἀπ᾿ αὐτῶν ὠφέλειαν τοῖς παροῦσι καταστησώμεθα προδείξαντες πᾶσιν, ὥσπερ ἐν γραφῇ, τὰς τῶν ἀνδρῶν ἀριστείας. Ἐπεὶ καὶ πολέμων ἀνδραγαθήματα καὶ λογογράφοι πολλάκις, καὶ ζωγράφοι διασημαίνουσιν, οἱ μὲν τῷ λόγῳ διακοσμοῦντες, οἱ δὲ τοῖς πίναξιν ἐγχαράττοντες, καὶ πολλοὺς ἐπήγειραν πρὸς ἀνδρίαν ἑκάτεροι. Ἃ γὰρ ὁ λόγος τῆς ἱστορίας διὰ τῆς ἀκοῆς παρίστησι, ταῦτα γραφικὴ σιωπῶσα διὰ μιμήσεως δείκνυσιν. Οὕτω δὴ καὶ ἡμεῖς ἀναμνήσωμεν τῆς ἀρετῆς τῶν ἀνδρῶν τοὺς παρόντας, καὶ οἱονεὶ ὑπ᾿ ὄψιν αὐτῶν ἀγαγόντες τὰς πράξεις, κινήσωμεν πρὸς τὴν μίμησιν τοὺς γενναιοτέρους καὶ οἰκειοτέρους αὐτοῖς τὴν προαίρεσιν. Τοῦτο γάρ ἐστι μαρτύρων ἐγκώμιον, ἡ πρὸς ἀρετὴν παράκλησις τῶν συνειλεγμένων. Οὐδὲ γὰρ καταδέχονται νόμοις ἐγκωμίων δουλεύειν οἱ περὶ τῶν ἁγίων λόγοι. Διότι οἱ εὐφημοῦντες ἐκ τῶν τοῦ κόσμου ἀφορμῶν τὰς ἀρχὰς τῶν εὐφημιῶν λαμβάνουσιν· οἷς δὲ ὁ κόσμος ἐσταύρωται, πῶς δύναταί τι τῶν ἐν αὐτῷ ἀφορμὴν παρέχειν εἰς περιφάνειαν; Οὐκ ἦν μία πατρὶς τοῖς ἁγίοις· ἄλλος γὰρ ἀλλαχόθεν ὥρμητο. Τί οὖν; ἀπόλιδας αὐτοὺς εἴπωμεν, ἢ τῆς οἰκουμένης πολίτας, Ὥσπερ γὰρ ἐν ταῖς τῶν ἐράνων συνεισφοραῖς τὰ παρ᾿ ἑκάστου καταβληθέντα κοινὰ τῶν εἰσενεγκάντων γίνεται· οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν μακαρίων τούτων ἡ ἑκάστου πατρὶς κοινὴ πάντων ἐστί· καὶ πάντες εἰσὶ πανταχόθεν ἀντιδιδόντες ἀλλήλοις τὰς ἐνεγκούσας. Μᾶλλον δὲ τί δεῖ τὰς χαμαὶ κειμένας περιζητεῖν, ἐξὸν τὴν νῦν αὐτῶν πόλιν, ἥτις ἐστὶν, ἐννοεῖν Πόλις τοίνυν μαρτύρων ἡ πόλις ἐστὶ τοῦ Θεοῦ· ᾗ. τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεὸς, ἡ ἄνω Ἱερουσαλὴμ ἡ ἐλευθέρα, ἡ μήτηρ Παύλου, καὶ τῶν ἐκείνῳ παραπλησίων. Γένος δὲ τὸ μὲν ἀνθρώπινον ἄλλο ἄλλου· τὸ δὲ πνευματικὸν ἓν ἁπάντων. Κοινὸς γὰρ αὐτῶν πατὴρ ὁ Θεὸς, καὶ ἀδελφοὶ πάντες, οὐκ ἀπὸ ἑνὸς καὶ μιᾶς γεννηθέντες, ἀλλ᾿ ἐκ τῆς υἱοθεσίας τοῦ Πνεύματος εἰς τὴν διὰ τῆς ἀγάπης ὁμόνοιαν ἀλλήλοις συναρμοσθέντες. Χορὸς ἕτοιμος, προσθήκη μεγάλη τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος δοξαζόντων τὸν Κύριον, οὐ καθ᾿ ἕνα συναθροισθέντες, ἀλλ᾿ ἀθρόως μετατεθέντες. Τίς δὲ ὁ τρόπος τῆς μεταθέσεως; Οὗτοι, μεγέθει σώματος, καὶ ἡλικίας ἀκμῇ, καὶ δυνάμει τῶν καθ᾿ ἑαυτοὺς ἁπάντων διενεγκόντες, εἰς τοὺς στρατιωτικοὺς τελεῖν ἐτάχθησαν καταλόγους· καὶ δι᾿ ἐμπειρίαν πολεμικὴν, καὶ ἀνδρείαν ψυχῆς, ἤδη τὰς πρώτας εἶχον παρὰ βασιλέων τιμὰς, ὀνομαστοὶ παρὰ πᾶσιν ὄντες δι᾿ ἀρετήν. Ἐπειδὴ δὲ περιηγγέλη τὸ ἄθεον ἐκεῖνο καὶ ἀσεβὲς κήρυγμα, μὴ ὁμολογεῖν τὸν Χριστόν, ἢ κινδύνους ἐκδέχεσθαι· ἠπειλεῖτο δὲ πᾶν εἶδος κολάσεως, καὶ πολὺς ὁ θυμὸς καὶ θηριώδης παρὰ τῶν κριτῶν τῆς ἀδικίας κατὰ τῶν εὐσεβούντων κεκίνητο· ἐπιβουλαὶ δὲ καὶ δόλοι κατ᾿ αὐτῶν συνεῤῥάπτοντο, καὶ ποικίλα εἴδη βασάνων ἐπετηδεύετο, καὶ οἱ αἰκιζόμενοι ἀπαραίτητοι, τὸ πῦρ ἕτοιμον, τὸ ξίφος ἠκόνητο, ὁ σταυρὸς ἐπεπήγει· ὁ βόθρος, ὁ τροχὸς, αἱ μάστιγες· οἱ μὲν ἔφευγον, οἱ δὲ ὑπέκυπτον, οἱ δὲ ἐσαλεύοντο· τινὲς δὲ πρὸ τῆς πείρας μόνην τὴν ἀπειλὴν κατεπλάγησαν· ἕτεροι δὲ, ἐγγὺς γενόμενοι τῶν δεινῶν, ἰλιγγίασαν· ἄλλοι δὲ, τοῖς ἀγῶσιν ἐμβάντες, εἶτα διαρκέσαι πρὸς τὸ πέρας τῶν πόνων ἀδυνατήσαντες, περὶ τὰ μέσα που τῆς ἀθλήσεως ἀπειπόντες, ὥσπερ οἱ ἐν πελάγει χειμαζόμενοι, καὶ ἃ εἶχον ἤδη ἀγώγιμα τῆς ὑπομονῆς ἐναυάγησαν· τότε δὴ οὗτοι, οἱ ἀήττητοι καὶ γενναῖοι τοῦ Χριστοῦ στρατιῶται, παρελθόντες εἰς μέσους, ἐπιδεικνύντος τοῦ ἄρχοντος τὰ βασιλέως γράμματα καὶ τὴν ὑπακοὴν ἀπαιτοῦντος, ἐλευθέρᾳ τῇ φωνῇ, εὐθαρσῶς καὶ ἀνδρείως, οὐδὲν ὑποπτήξαντες τῶν ὁρωμένων, οὐδὲ καταπλαγέντες τὰ ἀπειλούμενα, Χριστιανοὺς ἑαυτοὺς ἀνεκήρυξαν. Ὦ μακάριαι γλῶσσαι, ὅσαι τὴν ἱερὰν ἐκείνην ἀφῆκαν φωνὴν, ἣν ἀὴρ μὲν δεξάμενος ἡγιάσθη, ἄγγελοι δὲ ἀκούσαντες ἐπεκρότησαν· διάβολος δὲ μετὰ δαιμόνων ἐτραυματίσθη· Κύριος δὲ ἐν οὐρανοῖς ἀπεγράψατο. Εἶπον τοίνυν ἕκαστος εἰς τὸ μέσον παριών· Χριστιανός εἰμι. Καὶ ὥσπερ ἐν τοῖς σταδίοις οἱ ἐπ᾿ ἄθλησιν παροδεύοντες ὁμοῦ τε λέγουσιν ἑαυτῶν τὰ ὀνόματα, καὶ ἐπὶ τὸν τόπον τῆς ἀγωνίας μεθίστανται· οὕτω δὴ καὶ οὗτοι τότε, ῥίψαντες τὰς ἀπὸ γενέσεως αὐτοῖς ἐπιφημισθείσας προσηγορίας, ἀπὸ τοῦ κοινοῦ Σωτῆρος ἕκαστος ἑαυτὸν ἀνηγόρευον. Καὶ τοῦτο ἐποίουν ἅπαντες, τῷ προλαβόντι ἑαυτὸν συνάπτων ὁ ἐφεξῆς. Ὥστε ἐγένετο πάντων προσηγορία μία· οὐκέτι γὰρ ὁ δεῖνα, ἢ ὁ δεῖνα, ἀλλὰ Χριστιανοὶ πάντες ἀνεκηρύττοντο. Τί οὖν ὁ κρατῶν τότε; Δεινὸς γὰρ ἦν καὶ ποικίλος, τὰ μὲν θωπείαις ὑπελθεῖν, τὰ δὲ ἀπειλαῖς παρατρέψαι. Πρῶτον μὲν αὐτοὺς κατεγοήτευε ταῖς θωπείαις, τὸν τόνον τῆς εὐσεβείας παραλύειν πειρώμενος. Μὴ προδῶτε ὑμῶν τὴν νεότητα· μηδὲ θάνατον ἄωρον τῆς ἡδείας ταύτης ζωῆς διαμείψητε. Ἄτοπον γὰρ τοὺς ἐν τοῖς πολέμοις ἀριστεύειν συνειθισμένους τὸν τῶν κακούργων θάνατον ἀποθνήσκειν. Πρὸς τούτοις χρήματα ὑπισχνεῖτο. Τὰ δὲ ἐδίδου, τιμὰς ἐκ βασιλέως, καὶ ἀξιωμάτων διανομὰς, καὶ μυρίαις αὐτοὺς ἐπινοίαις κατεστρατήγει, Ὡς δὲ οὐκ ἐνεδίδοσαν πρὸς τὴν πεῖραν ταύτην, ἐπὶ τὸ ἕτερον εἶδος τῆς μηχανῆς μετῄει. Πληγὰς αὐτοῖς, καὶ θανάτους, καὶ κολάσεων ἀνηκέστων πεῖραν ἐπανετείνετο. Καὶ ὁ μὲν τοιαῦτα, τὰ δὲ τῶν μαρτύρων ὁποῖα; Τί, φησὶ, δελεάζεις ἡμᾶς, ὦ θεομάχε, ἀποστῆναι ἀπὸ Θεοῦ ζῶντος, καὶ δουλεύειν δαίμοσιν ὀλεθρίοις, προτεινόμενος ἡμῖν τὰ σὰ ἀγαθά; Τί τοσοῦτον δίδως, ὅσον ἀφελέσθαι σπουδάζεις; Μισῶ δωρεὰν ζημίας πρόξενον· οὐ δέχομαι τιμὴν ἀτιμίας μητέρα. Χρήματα δίδως τὰ ἀπομένοντα, δόξαν τὴν ἀπανθοῦσαν. Γνώριμον ποιεῖς βασιλεῖ, ἀλλὰ τοῦ ὄντος βασιλέως ἀλλοτριοῖς. Τί μικρολόγως ὀλίγα τῶν ἐκ τοῦ κόσμου προτείνεις; Ὅλος ἡμῖν ὁ κόσμος καταπεφρόνηται. Οὐκ ἔστιν ἡμῖν τῆς ἐπιθυμουμένης ἐλπίδος ἀντάξια τὰ ὁρώμενα. Ὁρᾷς τὸν οὐρανὸν τοῦτον, ὡς καλὸς ἰδεῖν, ὡς δὲ μέγας; καὶ τὴν γῆν, ἡλίκη; καὶ τὰ ἐν αὐτῇ θαύματα; Οὐδὲν τούτων ἐξισοῦται τῇ μακαριότητι τῶν δικαίων. Ταῦτα μὲν γὰρ παρέρχεται· τὰ δὲ ἡμέτερα μένει. Μιᾶς ἐπιθυμῶ δωρεᾶς, τοῦ στεφάνου τῆς δικαιοσύνης· περὶ μίαν δόξαν ἐπτόημαι, τὴν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. Φιλότιμός εἰμι πρὸς τὴν ἄνω τιμήν· κόλασιν δέδοικα τὴν ἐν τῇ γεέννῃ. Πῦρ ἐκεῖνό μοι φοβερόν· τὸ δὲ παρ᾿ ὑμῶν ἀπειλούμενον ὁμόδουλόν ἐστιν. Οἶδεν αἰδεῖσθαι τοὺς εἰδώλων καταφρονοῦντας. Βέλη νηπίων λογίζομαι τὰς πληγὰς ὑμῶν. Σῶμα γὰρ τύπτεις· ὅπερ, ἐὰν μὲν ἐπὶ πλεῖον ἀντίσχῃ, λαμπρότερον στεφανοῦται, ἐὰν δὲ θᾶττον ἀπαγορεύση, οἴχεται ἀπαλλαγὲν δικαστῶν οὕτω βιαίων, οἳ, σωμάτων ὑπηρεσίαν παραλαβόντες, ἔτι καὶ τῶν ψυχῶν κατάρχειν φιλονεικεῖτε· οἵ γε, εἰ μὴ καὶ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν προτιμηθείητε, ὡς τὰ ἔσχατα ὑβρισμένοι παρ᾿ ἡμῶν, χαλεπαίνετε, καὶ τὰς φοβερὰς ταύτας κολάσεις ἐπανατείνεσθε, ἔγκλημα ἡμῖν ἐπάγοντες τὴν εὐσέβειαν. Ἀλλὰ γὰρ οὐ δειλοῖς, οὐδὲ φιλοζώοις, οὐδ᾿ εὐκαταπλήκτοις ἐντεύξεσθε, ὑπὲρ τῆς εἰς Θεὸν ἀγάπης. Οἵδε ἡμεῖς καὶ τροχίζεσθαι, καὶ στρεβλοῦσθαι, καὶ καταπίμπρασθαι, καὶ πᾶν εἶδος βασανιστηρίων ἕτοιμοι καταδέχεσθαι. Ἐπεὶ δὲ τούτων ἤκουσεν ὁ ἀλαζὼν ἐκεῖνος καὶ βάρβαρος, οὐκ ἐνεγκὼν τῶν ἀνδρῶν τὴν παῤῥησίαν, ὑπερζέσας τῷ θυμῷ, ἐσκόπει τίνα ἂν ἐξεύροι μηχανὴν, ὥστε μακρόν τε αὐτοῖς καὶ πικρὸν ὁμοῦ κατασκευάσαι τὸν θάνατον. Εὗρε δὴ οὖν ἐπίνοιαν, καὶ σκοπεῖτε ὡς χαλεπήν. Περισκεψάμενος γὰρ τὴν φύσιν τῆς χώρας, ὅτι κρυμώδης, καὶ τὴν ὥραν τοῦ ἔτους, ὅτι χειμέριος, νύκτα ἐπιτηρήσας ἐν ᾗ μάλιστα τὸ δεινὸν ἐπιτείνεται, ἄλλως δὲ καὶ τότε βορέου αὐτὴν ἐπιπνέοντος, ἐκέλευσε πάντας γυμνωθέντας ὑπὸ τὸ αἴθριον ἐν μέσῃ τῇ πόλει πηγνυμένους ἀποθανεῖν. Πάντως δὲ ἴστε, οἱ πεπειραμένοι χειμῶνος, ὡς ἀφόρητόν ἐστι τῆς βασάνου τὸ εἶδος. Οὐδὲ γὰρ δυνατὸν ἄλλοις ἐνδείξασθαι ἢ τοῖς προαποκείμενα ἔχουσιν ἐκ τῆς πείρας αὐτῆς τῶν λεγομένων τὰ ὑποδείγματα. Σῶμα γὰρ κρύει παραπεσὸν πρῶτον μὲν ὅλον ἐστὶ πελιδνόν, πηγνυμένου τοῦ αἵματος· ἔπειτα κλονεῖται καὶ ἀναβράσσεται, ὀδόντων ἀρασσομένων, σπωμένων δὲ τῶν ἰνῶν, καὶ παντὸς τοῦ ὄγκου ἀπροαιρέτως συνελκομένου. Ὀδύνη δέ τις δριμεῖα, καὶ πόνος ἄῤῥητος αὐτῶν καθικνούμενος τῶν μυελῶν, δυσφορωτάτην ποιεῖται τοῖς πηγνυμένοις τὴν αἴσθησιν. Ἔπειτα ἀκρωτηριάζεται, ὥσπερ ἀπὸ πυρὸς, καιομένων τῶν ἄκρων. Ἀποδιωκόμενον γὰρ τὸ θερμὸν ἀπὸ τῶν περάτων τοῦ σώματος, καὶ συμφεῦγον ἐπὶ τὸ βάθος, τὰ μὲν, ὅθεν ἀπέστη, νεκρὰ καταλείπει, τὰ δὲ, ἐφ᾿ ἃ συνωθεῖται, ὀδύναις δίδωσι, κατὰ μικρὸν τοῦ θανάτου διὰ τῆς πήξεως προσιόντος. Τότε τοίνυν αἴθριοι διανυκτερεύειν κατεδικάσθησαν, ὅτε λίμνη μὲν, περὶ ἣν ἡ πόλις κατῴκισται, ἐν ᾗ ταῦτα διήθλουν οἱ ἅγιοι, οἷόν τι πεδίον ἱππήλατον ἦν, μεταποιήσαντος αὐτὴν τοῦ κρυστάλλου· καὶ ἠπειρωθεῖσα τῷ κρύει, ἀσφαλῶς ὑπὲρ νῶτον πεζεύειν παρείχετο τοῖς περιοίκοις· ποταμοὶ δὲ ἀένναα ῥέοντες, τῷ κρυστάλλῳ δεθέντες, τῶν ῥείθρων ἔστησαν· ἥ τε ἁπαλὴ τοῦ ὕδατος φύσις πρὸς τὴν τῶν λίθων ἀντιτυπίαν μετεποιήθη· βορέου δὲ δριμεῖαι πνοαὶ τὸ ἔμψυχον ἅπαν ἐπὶ τὸν θάνατον ἤπειγον. Τότε τοίνυν ἀκούσαντες τοῦ προστάγματος (καὶ σκόπει μοι ἐνταῦθα τῶν ἀνδρῶν τὸ ἀήττητον), μετὰ χαρᾶς ἀποῤῥίψαντες ἕκαστος καὶ τὸν τελευταῖον χιτῶνα, πρὸς τὸν διὰ τοῦ κρύους ἐχώρουν θάνατον, ὥσπερ ἐν σκύλων διαρπαγῇ ἀλλήλοις ἐγκελευόμενοι. Μὴ γὰρ ἱμάτιον, φησὶν, ἀποδυόμεθα, ἀλλὰ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον ἀποτιθέμεθα, τὸν φθειρόμενον κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης. Εὐχαριστοῦμέν σοι, Κύριε, τῷ ἱματίῳ τούτῳ τὴν ἁμαρτίαν συναποβάλλοντες. Ἐπειδὴ διὰ τὸν ὄφιν ἐνεδυσάμεθα, διὰ τὸν Χριστὸν ἐκδυσώμεθα. Μὴ ἀντισχώμεθα ἱματίων διὰ τὸν παράδεισον ὃν ἀπωλέσαμεν. Τί ἀνταποδῶμεν τῷ Κυρίῳ; Ἐξεδύθη ἡμῶν καὶ ὁ Κύριος. Τί μέγα δούλῳ τὰ τοῦ Δεσπότου παθεῖν; Μᾶλλον δὲ καὶ αὐτὸν τὸν Κύριον ἡμεῖς ἐσμεν οἱ ἐκδύσαντες. Στρατιωτῶν γὰρ ἐκεῖνο τὸ τόλμημα, ἐκεῖνοι ἐξέδυσαν καὶ διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια. Ἀνάγραπτον οὖν ἡμῶν κατηγορίαν δι᾿ ἑαυτῶν ἀπαλείψωμεν. Δριμὺς ὁ χειμὼν, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος· ἀλγεινὴ ἡ πῆξις, ἀλλ᾿ ἡδεῖα ἡ ἀνάπαυσις. Μικρὸν ἀναμείνωμεν, καὶ ὁ κόλπος ἡμᾶς θάλψει τοῦ πατριάρχου. Μιᾶς νυκτὸς ὅλον αἰῶνα ἀνταλλαξώμεθα. Καυθήτω ὁ ποῦς, ἵνα διηνεκῶς μετ᾿ ἀγγέλων χορεύῃ· ἀποῤῥυήτω ἡ χεὶρ, ἵνα ἔχῃ παῤῥησίαν πρὸς τὸν Δεσπότην ἐπαίρεσθαι. Πόσοι τῶν στρατιωτῶν τῶν ἡμετέρων ἐπὶ παρατάξεως ἔπεσον, βασιλεῖ φθαρτῷ τὴν πίστιν φυλάττοντες; ἡμεῖς δὲ ὑπὲρ τῆς εἰς τὸν ἀληθινὸν βασιλέα πίστεως τὴν ζωὴν ταύτην οὐ προησόμεθα; Πόσοι τὸν τῶν κακούργων ὑπέστησαν θάνατον, ἁλόντες ἐπ᾿ ἀδικήμασιν; ἡμεῖς δὲ ὑπὲρ δικαιοσύνης τὸν θάνατον οὐχ ὑποίσομεν; Μὴ ἐκκλίνωμεν, ὦ συστρατιῶται, μὴ δῶμεν νῶτα τῷ διαβόλῳ. Σάρκες εἰσὶ, μὴ φεισώμεθα· ἐπειδὴ δεῖ πάντως ἀποθανεῖν, ἀποθάνωμεν ἵνα ζήσωμεν. Γενέσθω ἡ θυσία ἡμῶν ἐνώπιόν σου, Κύριε· καὶ προσδεχθείημεν, ὡς θυσία ζῶσα, εὐάρεστός σοι, τῷ κρύει τούτῳ ὁλοκαυτούμενοι, καλὴ ἡ προσφορὰ, καινὸν τὸ ὁλοκαύτωμα, οὐ διὰ πυρὸς, ἀλλὰ διὰ κρύους ὁλοκαρπούμενον. Τούτους τοὺς παρακλητικοὺς ἐνδιδόντες ἀλλήλοις, καὶ ἄλλος ἄλλῳ ἐγκελευόμενοι, ὥσπερ τινὰ προφυλακὴν ἐν πολέμῳ πληροῦντες, τὴν νύκτα παρέπεμπον, φέροντες τὰ παρόντα γενναίως, χαίροντες τοῖς ἐλπιζομένοις, καταγελῶντες τοῦ ἀντιπάλου. Μία δὲ ἦν πάντων εὐχή. Τεσσαράκοντα εἰσήλθομεν εἰς τὸ στάδιον, οἱ τεσσαράκοντα στεφανωθείημεν, Δέσποτα. Μὴ λείψῃ τῷ ἀριθμῷ μηδὲ εἷς. Τίμιός ἐστιν, ὃν ἐτίμησας τῇ νηστείᾳ τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν, δι᾿ οὗ νομοθεσία εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον. Τεσσαράκοντα ἡμέραις ἐν νηστείᾳ Ἠλίας ἐκζητήσας τὸν Κύριον, τῆς θέας ἔτυχεν. Καὶ ἡ μὲν ἐκείνων εὐχὴ τοιαύτη· εἷς δὲ τοῦ ἀριθμοῦ, ὀκλάσας πρὸς τὰ δεινὰ, λειποτακτήσας ᾤχετο, πένθος ἀμύθητον τοῖς ἁγίοις καταλιπών. Ἀλλ᾿ οὐ γὰρ ἀφῆκεν αὐτῶν ἀτελεῖς γενέσθαι τὰς δεήσεις ὁ Κύριος. Ὁ γὰρ τὴν φυλακὴν τῶν μαρτύρων πεπιστευμένος, ἐγγύθεν ἀπό τινος γυμνασίου διαθαλπόμενος, ἀπεσκόπει τὸ μέλλον, ἕτοιμος προσδέχεσθαι τῶν στρατιωτῶν τοὺς προσφεύγοντας. Καὶ γὰρ αὖ καὶ τοῦτο, ἐγγύθεν εἶναι λουτρόν, ἐπενοήθη, ὀξεῖαν τὴν βοήθειαν τοῖς μεταβαλλομένοις ἐπαγγελλόμενον. Ὅπερ μέντοι τοῖς ἐναντίοις κακούργως ἐπενοήθη, τοιοῦτον ἐξευρεῖν τῆς ἀθλήσεως τόπον, ἐν ᾧ τὸ ἕτοιμον τῆς παραμυθίας ἐκλύειν ἔμελλε τῶν ἀγωνιζομένων τὴν ἔνστασιν· τοῦτο λαμπροτέραν ἐδείκνυε τὴν ὑπομονὴν τῶν μαρτύρων. Οὐ γὰρ ὁ ἀπορῶν τῶν ἀναγκαίων καρτερικὸς, ἀλλ᾿ ὁ ἐν ἀφθονίᾳ τῆς ἀπολαύσεως ἐγκαρτερῶν τοῖς δεινοῖς. Ὡς δὲ οἱ μὲν ἠγωνίζοντο, ὁ δὲ ἐπετήρει τὸ ἐκβησόμενον, εἶδε θέαμα ξένον, δυνάμεις τινὰς ἐξ οὐρανῶν κατιούσας, καὶ οἷον παρὰ βασιλέως δωρεὰς μεγάλας διανεμούσας τοῖς στρατιώταις· αἳ τοῖς μὲν ἄλλοις πᾶσι διῄρουν τὰ δῶρα, ἕνα δὲ μόνον ἀφῆκαν ἀγέραστον, ἀνάξιον κρίνασαι τῶν οὐρανίων τιμῶν· ὃς εὐθὺς, πρὸς τοὺς πόνους ἀπαγορεύσας, πρὸς τοὺς ἐναντίους ἀπηυτομόλησεν. Ἐλεεινὸν θέαμα τοῖς δικαίοις ὁ στρατιώτης φυγὰς, ὁ ἀριστεὺς αἰχμάλωτος, τὸ Χριστοῦ πρόβατον θηριάλωτον· καὶ τό γε ἐλεεινότερον, ὅτι καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς διήμαρτε, καὶ οὐδὲ ταύτης ἀπήλαυσεν, εὐθὺς αὐτῷ τῆς σαρκὸς ἐν τῇ προσβολῇ τῆς θέρμης διαλυθείσης. Καὶ ὁ μὲν φιλόζωος ἔπεσεν ἀνομήσας διακενῆς· ὁ δὲ δήμιος, ὡς εἶδεν αὐτὸν ἐκκλίναντα, καὶ πρὸς τὸ βαλανεῖον ἀποδραμόντα, ἑαυτὸν εἰς τὴν τοῦ λειποτακτήσαντος χώραν ἀντικατέστησε, καὶ ῥίψας τὰ περιβόλαια, τοῖς γυμνοῖς ἑαυτὸν ἐγκατέμιξε, κράζων τὴν αὐτὴν βοὴν τοῖς ἁγίοις· Χριστιανός εἰμι. Καὶ τῷ ἀθρόῳ τῆς μεταβολῆς ἐκπλήξας τοὺς συμπαρόντας, τόν τε ἀριθμὸν ἀνεπλήρωσε, καὶ τὴν ἐπὶ τῷ καταμαλακισθέντι λύπην τῇ παρ᾿ ἑαυτοῦ προσθήκῃ παρεμυθήσατο, μιμησάμενος τοὺς ἐπὶ παρατάξεως, οἳ, τοῦ κατὰ τὴν πρώτην ἀσπίδα πεσόντος, εὐθὺς ἀναπληροῦσι τὴν φάλαγγα, ὡς μὴ τὸν συνασπισμὸν αὐτοῖς διακοπῆναι τῷ λείποντι. Τοιοῦτον δή τι καὶ αὐτὸς ἐποίησεν. Εἶδε τὰ οὐράνια θαύματα, ἐπέγνω τὴν ἀλήθειαν, προσέφυγε τῷ Δεσπότῃ, συνηριθμήθη τοῖς μάρτυσι. Τὰ τῶν μαθητῶν ἀνενεώσατο. Ἀπῆλθεν Ἰούδας, καὶ ἀντεισήχθη Ματθίας. Μιμητὴς ἐγένετο Παύλου, ὁ χθὲς διώκτης, σήμερον εὐαγγελιζόμενος. Ἄνωθεν ἔσχε καὶ αὐτὸς τὴν κλῆσιν, Οὐκ ἀπ᾿ ἀνθρώπων, οὐδὲ δι᾿ ἀνθρώπου. Ἐπίστευσεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ· ἐβαπτίσθη εἰς αὐτόν, οὐχ ὑπὸ ἄλλου, ἀλλ᾿ ὑπὸ τῆς οἰκείας πίστεως· οὐκ ἐν ὕδατι, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ἰδίῳ αἵματι. Καὶ οὕτως, ἡμέρας ἀρχομένης, ἔτι ἐμπνέοντες τῷ πυρὶ παρεδόθησαν, καὶ τὰ τοῦ πυρὸς λείψανα ἐπὶ τὸν ποταμὸν ἀπεῤῥίφη· ὥστε διὰ πάσης τῆς κτίσεως διεξελθεῖν τῶν μακαρίων τὴν ἄθλησιν. Ἐπὶ τῆς γῆς ἠγωνίσαντο, τῷ ἀέρι ἐνεκαρτέρησαν, τῷ πυρὶ παρεδόθησαν, τὸ ὕδωρ αὐτοὺς ὑπεδέξατο. Ἐκείνων ἐστὶν ἡ φωνή· Διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος, καὶ ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν. Οὗτοί εἰσιν οἱ τὴν καθ᾿ ἡμᾶς χώραν διαλαβόντες, οἱονεὶ πύργοι τινὲς συνεχεῖς, ἀσφάλειαν ἐκ τῆς τῶν ἐναντίων καταδρομῆς παρεχόμενοι, οὐχ ἑνὶ τόπῳ ἑαυτοὺς κατακλείσαντες, ἀλλὰ πολλοῖς ἤδη ἐπιξενωθέντες χωρίοις, καὶ πολλὰς πατρίδας κατακοσμήσαντες. Καὶ τὸ παράδοξον, οὐ καθ᾿ ἕνα διαμερισθέντες τοῖς δεχομένοις ἐπιφοιτῶσιν· ἀλλ᾿ ἀναμιχθέντες ἀλλήλοις, ἡνωμένως χορεύουσιν. Ὢ τοῦ θαύματος! Οὔτε ἐλλείπουσι τῷ ἀριθμῷ, οὔτε πλεονασμὸν ἐπιδέχονται. Ἐὰν εἰς ἑκατὸν αὐτοὺς διέλῃς, τὸν οἰκεῖον ἀριθμὸν οὐκ ἐκβαίνουσιν· ἐὰν εἰς ἓν συναγάγῃς, τεσσαράκοντα καὶ οὕτω μένουσι, κατὰ τὴν τοῦ πυρὸς φύσιν. Καὶ γὰρ ἐκεῖνο καὶ πρὸς τὸν ἐξάπτοντα μεταβαίνει, καὶ ὅλον ἐστὶ παρὰ τῷ ἔχοντι· καὶ οἱ τεσσαράκοντα καὶ πάντες εἰσὶν ὁμοῦ, καὶ πάντες εἰσὶ παρ᾿ ἑκάστῳ. Ἡ ἄφθονος εὐεργεσία, ἡ μὴ δαπανωμένη χάρις· ἑτοίμη βοήθεια Χριστιανοῖς, ἐκκλησία μαρτύρων, στρατὸς τροπαιοφόρων, χορὸς δοξολογούντων. Πόσα ἂν ἔκαμες, ἵνα ἕνα που εὕρῃς ὑπὲρ σοῦ δυσωποῦντα τὸν Κύριον; Τεσσαράκοντά εἰσι, σύμφωνον ἀναπέμποντες προσευχήν. Ὅπου δύο ἢ τρεῖς εἰσι συνηγμένοι ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ἐστιν ἐν μέσῳ αὐτῶν. Ὅπου δὲ τεσσαράκοντα, τίς ἀμφιβάλλει Θεοῦ παρουσίαν; Ὁ θλιβόμενος ἐπὶ τοὺς τεσσαράκοντα καταφεύγει, ὁ εὐφραινόμενος ἐπ᾿ αὐτοὺς ἀποτρέχει· ὁ μὲν, ἵνα λύσιν εὕρῃ τῶν δυσχερῶν· ὁ δὲ, ἵνα φυλαχθῇ αὐτῷ τὰ χρηστότερα. Ἐνταῦθα γυνὴ εὐσεβὴς ὑπὲρ τέκνων εὐχομένη καταλαμβάνεται, ἀποδημοῦντι ἀνδρὶ τὴν ἐπάνοδον αἰτουμένη, ἀῤῥωστοῦντι τὴν σωτηρίαν. Μετὰ μαρτύρων γενέσθω τὰ αἰτήματα ὑμῶν. Οἱ νεανίσκοι τοὺς ἡλικιώτας μιμείσθωσαν· οἱ πατέρες, τοιούτων εἶναι παίδων πατέρες εὐχέσθωσαν· αἱ μητέρες, καλῆς μητρὸς διήγημα διδαχθήτωσαν. Μήτηρ ἑνὸς τῶν μακαρίων ἐκείνων, θεασαμένη τοὺς ἄλλους ἤδη τῷ κρύει τελειωθέντας, τὸν δὲ ἑαυτῆς υἱὸν ἔτι ἐμπνέοντα ὑπό τε ῥώμης καὶ τῆς πρὸς τὰ δεινὰ καρτερίας, καταλιμπανόντων αὐτὸν τῶν δημίων ὡς δυνάμενόν γε μεταβουλεύσασθαι, αὐτὴ ταῖς οἰκείαις χερσὶν ἀραμένη, ἐπέθηκε τῇ ἁμάξῃ, ἐφ᾿ ἧς οἱ λοιποὶ συγκείμενοι πρὸς τὴν πυρὰν ἤγοντο, μάρτυρος ὄντως μήτηρ. Οὐ γὰρ δάκρυον ἀφῆκεν ἀγεννές· οὐδ᾿ ἐφθέγξατο ταπεινόν τι καὶ ἀνάξιον τοῦ καιροῦ· ἀλλ᾿, Ἄπιθι, φησὶν, ὦ παῖ, τὴν ἀγαθὴν πορείαν μετὰ τῶν ἡλικιωτῶν, μετὰ τῶν συσκήνων· μὴ ἀπολειφθῇς τῆς χορείας· μὴ δεύτερος τῶν ἄλλων ἐμφανισθῇς τῷ Δεσπότη. Ὄντως ἀγαθῆς ῥίζης ἀγαθὸν βλάστημα. Ἔδειξεν ἡ γενναία μήτηρ, ὅτι δόγμασιν εὐσεβείας ἐξέθρεψεν αὐτὸν μᾶλλον ἢ γάλακτι. Καὶ ὁ μὲν οὕτω τραφεὶς οὕτω προεπέμφθη παρὰ μητρὸς εὐσεβοῦς· ὁ δὲ διάβολος ἀπῆλθε κατῃσχυμμένος. Ἅπασαν γὰρ ἐπ᾿ αὐτοὺς κινήσας τὴν κτίσιν, πάντα εὗρεν ἡττώμενα τῆς τῶν ἀνδρῶν ἀρετῆς, νύκτα δυσήνεμον, πατρίδα χειμέριον, τὴν ὥραν τοῦ ἔτους, τῶν σωμάτων τὴν γύμνωσιν. Ὢ χορὸς ἅγιος! ὢ σύνταγμα ἱερόν! ὢ συνασπισμὸς ἀῤῥαγής! ὢ κοινοὶ φύλακες τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων! ἀγαθοὶ κοινωνοὶ φροντίδων, δεήσεως συνεργοὶ, πρεσβευταὶ δυνατώτατοι, ἀστέρες τῆς οἰκουμένης, ἄνθη τῶν Ἐκκλησιῶν. Ὑμᾶς οὐχ ἡ γῆ κατέκρυψεν, ἀλλ᾿ οὐρανὸς ὑπεδέξατο· ἠνοίγησαν ὑμῖν παραδείσου πύλαι. Ἄξιον θέαμα τῇ στρατιᾷ τῶν ἀγγέλων, ἄξιον πατριάρχαις, προφήταις, δικαίοις, ἄνδρες ἐν αὐτῷ τῷ ἄνθει τῆς νεότητος, τοῦ βίου καταφρονήσαντες, ὑπὲρ γονεῖς, ὑπὲρ τέκνα τὸν Κύριον ἀγαπήσαντες. Αὐτὸ τῆς ἡλικίας ἄγοντες τὸ βιώσιμον, ὑπερεῖδον τῆς προσκαίρου ζωῆς, ἵνα δοξάσωσι τὸν Θεὸν ἐν τοῖς μέλεσιν ἑαυτῶν· θέατρον γενόμενοι τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις, καὶ ἀνθρώποις, τοὺς πεπτωκότας ἤγειραν, τοὺς ἀμφιβόλους ἐβεβαιώσαντο, τοῖς εὐσεβέσι τὴν ἐπιθυμίαν ἐδιπλασίασαν. Ἒν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας ἅπαντες ἀναστήσαντες τρόπαιον. ἑνὶ καὶ τῷ στεφάνῳ τῆς δικαιοσύνης κατεκοσμήθησαν, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. |
Ποῖος κορεσμὸς θὰ ἠμποροῦσε νὰ ὑπάρξῃ ἀπὸ τὴν μνήμην τῶν μαρτύρων, δι᾿ αὐτὸν ὁ ὁποῖος ἀγαπᾷ τοὺς μάρτυρας; Διότι ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς ἀνδρείους ἀπὸ μέρους τῶν συνδούλων των, ἀποδεικνύει τὴν εὔνοιαν πρὸς τὸν κοινὸν Κύριον. Εἶναι ἄλλωστε ὁλοφάνερον ὅτι αὐτὸς ὁ ὁποῖος παραδέχεται τοὺς γενναίους ἄνδρας, δὲν θὰ ὑστερήσῃ κατὰ τὴν μίμησιν, ὅταν εὑρεθῇ εἰς παρομοίας περιστάσεις. Νὰ μακαρίσῃς ἀληθινὰ αὐτὸν ποὺ ἐμαρτύρησε, διὰ νὰ γίνῃς μάρτυς κατὰ τὴν διάθεσιν, καὶ θὰ καταλήξῃς νὰ ἀξιωθῆς τοὺς ἰδίους μισθοὺς μὲ ἐκείνους, χωρὶς νὰ διωχθῆς, χωρὶς νὰ καῆς εἰς τὴν φωτιάν, χωρὶς νὰ μαστιγωθῆς. Ἠμεῖς δὲ δὲν πρόκειται νὰ θαυμάσωμεν ἕνα, οὔτε μόνον δύο, οὔτε ὁ ἀριθμὸς τῶν μακαριζομένων φθάνει μέχρι τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δέκα. Ἀλλὰ σαράντα ἄνδρες, ποὺ ὡσὰν νὰ εἶχαν μίαν ψυχὴν εἰς ξεχωριστὰ σώματα, μὲ μίαν σύμπνοιαν καὶ ὁμόνοιαν τῆς πίστεως, μίαν ἐπέδειξαν καὶ τὴν καρτερίαν εἰς τὰ βάσανα καὶ τὴν ἀντίστασιν, χάριν τῆς ἀληθείας. Ὅλοι ὑπῆρξαν ἕνας καὶ ἕνας· ἴσοι εἰς τὴν διάθεσιν καὶ ἴσοι εἰς τὸν ἀγῶνα. Διὰ τοῦτο καὶ μὲ τὴν ἰδίαν τιμὴν κατηξιώθησαν νὰ λάβουν τὰ στεφάνια τῆς δόξης. Ποιὸς λόγος θὰ ἠμποροῦσε νὰ περιγράψῃ τὴν ἀξίαν των; Δὲν θὰ ἐπαρκοῦσαν οὔτε σαράντα γλῶσσαι νὰ ἐξυμνήσουν τὴν ἀρετὴν τόσων μεγάλων ἀνδρῶν. Καὶ ὅμως, καὶ ἂν ἀκόμη ἦταν ἕνας ὁ τιμώμενος, θὰ ἑξαρκοῦσε νὰ νικήσῃ τὴν δύναμιν τῶν λόγων μου, πολὺ δὲ περισσότερον τώρα ποὺ εἶναι τόσον μεγάλο πλῆθος, στρατιωτικὴ φάλαγγα, παράταξις δυσκολοκαταγώνιστος, ἐξ ἴσου ἀνίκητος εἰς τοὺς πολέμους καὶ ἄφθαστος εἰς τοὺς ἐπαίνους.
Ἐμπρὸς λοιπὸν τώρα, ἀφοῦ τοὺς φέρομεν ἐνώπιόν μας διὰ τῆς ἐνθυμήσεως, ἂς καταστήσωμεν κοινὴν τὴν ὠφέλειαν εἰς αὐτοὺς ποὺ εἶναι παρόντες, ἀφοῦ δείξωμεν πρῶτα εἰς ὅλους ὡσὰν εἰς ζωγραφιάν, τὰ κατορθώματα τῶν ἀνδρῶν. Ἄλλωστε καὶ τὰ πολεμικὰ ἀνδραγαθήματα, πολλᾶς φορὰς καὶ οἱ λογογράφοι καὶ οἱ ζωγράφοι ἐξιστοροῦν. οἱ μὲν μὲ τὸ νὰ τὰ ἐγκωμιάζουν μὲ τὸν λόγον, οἱ δὲ μὲ τὸ νὰ τὰ ζωγραφίζουν εἰς τοὺς πίνακας, διεγείρουν πολλοὺς πρὸς τὴν ἀνδραγαθίαν, καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δέ. Διότι αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἡ ἱστοριογραφία παρουσιάζει διὰ τῆς ἀκοῆς, αὐτὰ τὰ ἴδια ἡ ζωγραφικὴ σιωπηλῶς τὰ παριστάνει διὰ τῆς μιμήσεως. Ἔτσι τώρα καὶ ἠμεῖς θὰ ὑπενθυμήσωμεν εἰς τοὺς παρόντας τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν. καὶ ἀφοῦ κατὰ κάποιον τρόπον φέρωμεν κάτω ἀπὸ τὰ μάτια σας τὰς πράξεις των, θὰ παρακινήσωμεν πρὸς μίμησιν, αὐτοὺς ποὺ εἶναι γενναιότεροι καὶ οἰκειότεροι κατὰ τὴν διάθεσιν πρὸς αὐτούς. Διότι «ἐγκωμιασμὸς μαρτύρων» σημαίνει προτροπὴ πρὸς ἀρετήν, αὐτῶν ποὺ εἶναι συγκεντρωμένοι. Οἱ λόγοι διὰ τοὺς ἁγίους δὲν καταδέχονται νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τοὺς κανόνας τῶν ἐγκωμίων. Διότι οἱ ἐγκωμιασταὶ παίρνουν τὰς ἀρχὰς τῶν εὐφημιῶν, ἀπὸ τὰς ἀφορμᾶς τοῦ κόσμου. Δι᾿ αὐτοὺς ὅμως, οἱ ὁποῖοι ἔχουν σταυρώσει τὸν κόσμον, πῶς ἠμπορεῖ, κάτι ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτόν, νὰ δώσῃ ἀφορμὴν δι᾿ ὑπερηφάνειαν; Οἱ ἅγιοι δὲν εἶχαν μίαν πατρίδα. Διότι ὁ καθένας κατήγετο ἀπὸ διαφορετικὴν πατρίδα. Τί λοιπόν; θὰ τοὺς εἴπωμεν ἀπάτριδας, ἢ οἰκουμενικοὺς πολίτας; Διότι ὅπως εἰς τὰς συνεισφορὰς ἀπὸ τοὺς ἐράνους, αὐτὰ ποὺ ἔχουν προσφερθῆ ἀπὸ τὸν καθένα, γίνονται κοινὰ εἰς αὐτοὺς ποὺ τὰ προσέφεραν, ἔτσι καὶ εἰς τὴν περίπτωσιν τῶν μακαρίων τούτων ἀνδρῶν, τοῦ καθενὸς ἡ πατρίδα εἶναι κοινὴ δι᾿ ὅλους. καὶ ὅλοι προερχόμενοι ἀπὸ παντοῦ, ἀνταποδίδουν ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον τὴν πατρίδα ποὺ τοὺς προσέφερεν. Ἄλλωστε διατί πρέπει νὰ ἀναζητοῦμεν τὰς εὐρισκομένας εἰς τὴν ὕλην πατρίδας, ἐνῷ εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζωμεν ποία εἶναι ἡ τωρινὴ πατρίδα τους; Πόλις λοιπὸν μαρτύρων εἶναι ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς εἶναι ὁ τεχνίτης καὶ ὁ δημιουργός. Εἶναι ἡ ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἡ ἐλευθέρα, ἡ μητέρα τοῦ Παύλου καὶ ὅλων ἐκείνων ποὺ εἶναι ὅμοιοι μὲ αὐτόν. Τὸ ἔθνος, αὐτὸ μὲν ποὺ εἶναι ἀνθρώπινον, εἶναι διάφορον διὰ τὸν καθένα, τὸ πνευματικὸν ὅμως ἔθνος εἶναι ἕνα δι᾿ ὅλους. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι κοινὸς πατέρας αὐτῶν, καὶ ὅλοι εἶναι ἀδελφοί, ἂν καὶ δὲν ἔχουν γεννηθῆ ἀπὸ ἕνα πατέρα καὶ μίαν μάνναν, ἀλλ᾿ ἔχουν συναρμοσθῆ ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον εἰς τὴν ὁμόνοιαν διὰ τῆς ἀγάπης μὲ τὴν υἱοθεσίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἕτοιμος χορός! Μεγάλη συνδρομὴ αὐτῶν ποὺ ἀνὰ τοὺς αἰῶνας δοξάζουν τὸν Κύριον! Δὲν ἔχουν μαζευθῆ ἕνας-ἕνας, ἀλλὰ ὅλοι μαζὶ ἔχουν μετατεθῆ εἰς τὴν ἄλλην ζωήν. Ποιὸς ὅμως εἶναι ὁ τρόπος αὐτῆς τῆς μεταθέσεως; Αὐτοὶ ἐπειδὴ ὑπερεῖχαν καὶ κατὰ τὸ μέγεθος τοῦ σώματος καὶ κατὰ τὴν ἀκμὴν τῆς ἡλικίας, καὶ κατὰ τὴν δύναμιν ἀπὸ ὅλους τοὺς συνομήλικάς των, ἐτάχθησαν νὰ ὑπηρετοῦν εἰς τὰς στρατιωτικᾶς τάξεις. Λόγω δὲ τῆς πολεμικῆς πείρας καὶ τῆς ψυχικῆς γενναιότητος, εἶχαν λάβει κιόλας τὰς πρώτας τιμὰς ἐκ μέρους τοῦ αὐτοκράτορος, καὶ ἦταν ξακουστοὶ εἰς ὅλους διὰ τὴν ἀνδρείαν των. Ὅταν δὲ ἐξηγγέλθη ἐκεῖνο τὸ ἄθεον καὶ ἀσεβὲς διάταγμα, νὰ μὴ ὁμολογοῦν πίστιν εἰς τὸν Χριστόν, ἢ διαφορετικὰ νὰ τιμωροῦνται, ἠπειλεῖτο δὲ κάθε εἶδος τιμωρίας καὶ εἶχε ξεσηκωθῆ πολὺς καὶ ἄγριος ὁ θυμὸς ἀπὸ μέρους τῶν ἀδίκων δικαστῶν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ἐμηχανορραφοῦντο δὲ ἐπιβουλαὶ καὶ δολοπλοκίαι ἐναντίον των, καὶ ἐπενοοῦντο ποικίλα εἴδη βασανισμοῦ, -καὶ οἱ βασανισταὶ ἦταν ἀπολύτως ἀναγκαῖοι-, ἡ φωτιὰ ἦταν ἑτοιμασμένη, τὸ ξίφος ἀκονισμένον, ὁ σταυρὸς εἶχε στηθῆ, ὁ λάκκος, ὁ τροχός, τὰ μαστίγια ἕτοιμα· καὶ ἄλλοι μὲν ἔφευγαν εἰς τὴν ἐρημίαν, ἄλλοι δὲ ὑπέκυπταν καὶ ἐπροσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα, ἄλλοι δὲ ἐκλονίζοντο, μερικοὶ δὲ κατετρόμαζαν καὶ μὲ μόνην τὴν δοκιμασίαν τῆς ἀπειλῆς, ἄλλοι δὲ ἀφοῦ ἤρχοντο κοντὰ εἰς τὰ δεινὰ ἐτρελλαίνοντο, ἄλλοι δὲ μόλις ἔμβαιναν εἰς τὸν ἀγῶνα, ἔπειτα ἀδυνατοῦσαν νὰ ὑπομείνουν ὡς τὸ τέλος τὰ βασανιστήρια, διότι ἐλύγιζαν εἰς τὸ μέσον περίπου τῆς ἀθλήσεως, ὅπως αὐτοὶ ποὺ κλυδωνίζονται εἰς τὴν θάλασσαν καὶ καταποντίζουν ἀκόμη καὶ αὐτὰ τὰ ἐμπορεύματα τοῦ μόχθου των. Τότε λοιπὸν οἱ ἀνίκητοι καὶ γενναῖοι στρατιῶται τοῦ Χριστοῦ, παρουσιασθέντες εἰς τὸ μέσον, ἐνῷ ὁ ἄρχων τοὺς ἐπεδείκνυε τὸ διάταγμα τοῦ βασιλέως καὶ ἀπαιτοῦσε τὴν ὑπακοήν, μὲ θαρρετὴν τὴν φωνήν, μὲ θάρρος καὶ γενναιότητα, χωρὶς νὰ φοβηθοῦν τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔβλεπαν, χωρὶς νὰ τρομάξουν ἀπὸ τὰς ἀπειλάς, ὡμολόγησαν ὅτι εἶναι Χριστιανοί. Ὦ μακάριοι γλῶσσαι, ποὺ ἀφήκατε ἐκείνην τὴν ἱερὰν ὁμολογίαν, τὴν ὁποίαν ὁ ἀέρας μὲν ποὺ τὴν ἐδέχθη ἠγιάσθη, οἱ Ἄγγελοι δὲ ποὺ τὴν ἤκουσαν τὴν ἐπεκρότησαν, ὁ διάβολος μαζὶ μὲ τὰ δαιμόνια ἐπληγώθη, ὁ δὲ Κύριος τὴν κατέγραψεν εἰς τοὺς οὐρανούς! Ὁ καθένας λοιπὸν παρουσιασθεὶς εἰς τὸ μέσον εἶπεν «εἶμαι Χριστιανός». Καὶ ὅπως εἰς τὰ στάδια αὐτοὶ ποὺ προσέρχονται εἰς τὴν ἄθλησιν, λέγουν συγχρόνως καὶ τὰ ὀνόματά τους, καὶ μεταβαίνουν εἰς τὸν τόπον τοῦ ἀγωνίσματος, ἔτσι λοιπὸν καὶ αὐτοὶ τότε, ἀφοῦ περιεφρόνησαν τὰ ὀνόματα μὲ τὰ ὁποῖα τοὺς εἶχαν ὀνομάσει ἀπὸ τὴν γέννησίν των, ὁ καθένας ὠνόμαζε τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸ κοινὸν ὄνομα τοῦ Σωτῆρος. καὶ ὅλοι ἔκαμναν τὸ ἴδιον μὲ τὸ νὰ συνδέῃ ὁ ἑπόμενος τὸν ἑαυτόν του μὲ τὸν προηγούμενον. Ὥστε ὅλοι εἶχαν ἕνα ὄνομα, διότι δὲν ἦταν πιὰ ὁ δεῖνα ἢ ὁ τάδε, ἀλλ᾿ ὅλοι ὠνομάζοντο Χριστιανοί. Τί λοιπὸν ἔπραττεν ὁ τότε κυρίαρχος; Διότι ἦταν φοβερὸς καὶ πολυμήχανος εἰς τὸ νὰ μεταχειρίζεται τὰς κολακείας, καὶ νὰ μεταπείθῃ μὲ τὰς ἀπειλάς. Κατ᾿ ἀρχὴν τοὺς ἐδελέαζε μὲ τὰς κολακείας, προσπαθώντας νὰ παραλύσῃ τὸν τόνον τῆς πίστεως. Μὴ χαραμίζετε τὰ νειάτα σας καὶ ἀνταλλάσσετε τὴν γλυκεῖαν αὐτὴν ζωὴν μὲ τὸν ἄγωρον θάνατον. Διότι εἶναι πρᾶγμα ἀνάρμοστον, αὐτοὶ ποὺ ἔχουν συνηθίσει νὰ ἀριστεύουν εἰς τοὺς πολέμους, νὰ πεθαίνουν τὸν θάνατον τῶν κακούργων. Κοντὰ εἰς αὐτὰ ὑπέσχετο καὶ χρήματα. Ἄλλα δὲ προσέφερε, δηλαδὴ τὰς βασιλικὰς τιμὰς καὶ τὰς ἀπονομὰς τῶν ἀξιωμάτων καὶ μὲ μυρίας ἐπινοήσεις τοὺς ἐδελέαζεν. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐκάμτττοντο μὲ τὴν δοκιμασίαν αὐτήν, ἐχρησιμοποίει τὸ ἄλλο εἶδος τῶν τεχνασμάτων. Τοὺς ἀπειλοῦσε μὲ πληγὰς καὶ θανάτους, καὶ μὲ δοκιμασίαν ἀθεραπεύτων κακῶν. Καὶ αὐτὰ μὲν ἔπραττεν αὐτός. Ποῖα ὅμως ἦταν τὰ ἔργα τῶν μαρτύρων; Διατί, λέγουν, μᾶς δελεάζεις, ὦ θεομάχε, νὰ ἀποστατήσωμεν ἀπὸ τὸν ζῶντα Θεόν, καὶ νὰ δουλεύωμεν εἰς τοὺς καταστρεπτικοὺς δαίμονας, μὲ τὸ νὰ μᾶς προτείνῃς τὰ ἀγαθά σου; Τί προσφέρεις τόσα πολλά, ὅσα φροντίζεις νὰ ἀφαιρέσῃς; Μισῶ τὴν δωρεὰν ποὺ προξενεῖ ζημίαν. Δὲν δέχομαι τὴν τιμὴν ποὺ εἶναι μητέρα τῆς ἀτιμίας. Προσφέρεις χρήματα ποὺ παραμένουν ἐδῶ, καὶ δόξαν ποὺ μαραίνεται. Μὲ κάμνεις γνωστὸν εἰς τὸν βασιλέα, ἀλλὰ μὲ ἀποξενώνεις ἀπὸ τὸν ἀληθινὸν Βασιλέα. Διατὶ μὲ τσιγκουνιὰν προτείνεις ὀλίγα ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου; Ἠμεῖς ὁλόκληρον τὸν κόσμον περιεφρονήσαμεν. Αὐτὰ ποὺ βλέπομεν δὲν εἶναι ἀντάξια τῆς ποθητῆς ἐλπίδος μας. Βλέπεις τὸν οὐρανὸν αὐτόν, πόσον καλὸς εἶναι εἰς τὸ νὰ τὸν βλέπῃς, καὶ πόσον μεγάλος; Καὶ τὴν γῆν πόσον μεγάλη εἶναι; Καὶ τὰ ἀξιοθαύμαστα ἐπάνω εἰς αὐτήν; Τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν ἐξισώνεται μὲ τὴν μακαριότητα τῶν δικαίων. Διότι ὅλα αὐτὰ παρέρχονται. Τὰ ἰδικά μας ὅμως παραμένουν αἰώνια. Μίαν χάριν ποθῶ, τὸ στεφάνι τῆς δικαιοσύνης. Μίαν δόξαν λαχταρῶ, αὐτὴν τῆς οὐρανίου βασιλείας. Εἶμαι φιλόδοξος διὰ τὴν οὐρανίαν τιμήν. Μίαν δὲ τιμωρίαν φοβοῦμαι, αὐτὴν τῆς κολάσεως. Ἐκεῖνο τὸ πῦρ εἶναι δι᾿ ἐμὲ φοβερόν, αὐτὸ δὲ ποὺ ἀπειλεῖται ἀπὸ σᾶς εἶναι ὁμόδουλον. Γνωρίζει νὰ σέβεται αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦν τὰ εἴδωλα. Τὰ κτυπήματά σας τὰ λογαριάζω σὰν παιδικὰ βέλη. Διότι κτυπᾷς τὸ σῶμα, ποὺ ἐὰν ἀνθέξῃ περισσότερον, στεφανώνεται λαμπρότερα. Ἐὰν δὲ γρηγορώτερα ὑποκύψη, φεύγει ἀπαλλαγμένον ἀπὸ δικαστᾶς τόσον σκληρούς, οἱ ὁποῖοι ἐνῷ ἔχετε ἀναλάβει τὴν ὑπηρεσίαν τῶν σωμάτων, φιλοδοξεῖτε νὰ κυριαρχήσετε καὶ ἐπάνω εἰς τὰς ψυχάς. Σεῖς οἱ ὁποῖοι βεβαίως, ἐὰν δὲν τιμηθῆτε περισσότερον καὶ ἀπὸ τὸν Θεόν μας, μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι ὑβρίζεσθε ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὸ ἔπακρον, δυσανασχετεῖτε, καὶ ἀπειλεῖτε τὰς φοβερὰς αὐτὰς τιμωρίας, μὲ τὸ νὰ κατηγορῆτε τὴν πίστιν μας ὡς ἔγκλημα. Ἀλλ᾿ ὅμως δὲν θὰ εὕρετε δειλούς, οὔτε φιλοτομαριστάς, οὔτε εὐκολοτρομάκτους, λόγω τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεόν. Νά, ἠμεῖς εἴμεθα ἕτοιμοι καὶ νὰ τροχισθοῦμεν καὶ νὰ στρεβλωθοῦμεν καὶ νὰ κατακαοῦμεν καὶ νὰ καταδεχθοῦμεν κάθε εἶδος ἀπὸ τὰ βασανιστήρια. Ὅταν δὲ ἐκεῖνος ὁ ἀλαζὼν καὶ βάρβαρος ἤκουσεν αὐτά, μὴ δυνάμενος νὰ ὑποφέρῃ τὸ θάρρος τῶν ἀνδρῶν καὶ βράζων ἀπὸ τὸν θυμόν του, ἐσκέπτετο, τί τρόπον θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἐξεύρῃ, ὥστε νὰ κάμῃ δι᾿ αὐτοὺς καὶ διαρκῆ καὶ πικρὸν τὸν θάνατον. Εὑρῆκε λοιπὸν τὸν τρόπον. Καὶ κυττάξετε πόσον εἶναι φοβερός· Ἀφοῦ δηλαδὴ παρετήρησε προσεκτικὰ τὸ κλῆμα τῆς χώρας, ὅτι ἦταν ψυχρόν, καὶ ὅτι ἡ ἐποχὴ τοῦ ἔτους ἦταν χειμῶνας, καὶ παρεφύλαξε νὰ εἶναι νύκτα κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ ψῦχος ἐπιτείνεται πολύ, ἄλλωστε δὲ τότε κατ᾿ αὐτὴν ἐφυσοῦσε καὶ βοριᾶς, τοὺς διέταξεν ὅλους, ἀφοῦ ξεγυμνωθοῦν εἰς τὸ ὕπαιθρον, νὰ πεθάνουν εἰς τὸ μέσον τῆς πόλεως ἀπὸ τὴν παγωνιάν. Ἐξάπαντος δὲ γνωρίζετε, ὅσοι ἔχετε πεῖραν ἀπὸ τὸν χειμῶνα, πόσον ἀνυπόφορον εἶναι τὸ βασανιστικὸν αὐτὸ εἶδος. Διότι εἰς τοὺς ἄλλους δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ δειχθῇ, παρὰ εἰς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὰ παραδείγματα αὐτῶν ποὺ λέγομεν ἐκ τῶν προτέρων ἀποκείμενα μέσα τῶν ἀπὸ τὴν ἴδιαν τὴν πεῖραν. Διότι, τὸ σῶμα ποὺ θὰ ἐκτεθῇ εἰς τὸ ψῦχος, κατ᾿ ἀρχὴν μέν, ἐνῷ τὸ αἷμα πήζει, γίνεται ὁλόκληρον μαυροκίτρινον, ἔπειτα δὲ χοροπηδᾷ καὶ ἀνατινάσσεται πρὸς τὰ ἐπάνω, ἐνῷ τὰ δόντια κτυποῦν, αἱ ἶνες συσπῶνται καὶ ὅλον τὸ σῶμα χωρὶς νὰ θέλῃ συσπᾶται. Κάποιος δὲ τσουχτερὸς πόνος, καὶ πόνος ἀνείπωτος, ποὺ φθάνει ὡς τὸν μυελὸ τῶν ὀστῶν, κάμνει δυσκολοβάστακτον τὸ αἴσθημα εἰς αὐτοὺς ποὺ παγώνουν. Ἔπειτα ἀκρωτηριάζεται, ἐνῷ τὰ ἄκρα καίονται, ὡσὰν ἀπὸ φωτιάν. Διότι μὲ τὸ νὰ ἀπομακρύνεται ἡ θερμότης ἀπὸ τὰ ἄκρα τοῦ σώματος, καὶ νὰ φεύγῃ συγχρόνως εἰς τὸ βάθος, ἀφήνει νεκρὰ μὲν τὰ μέρη ἀπ᾿ ὅπου ἀπεμακρύνθη, παραδίδει δὲ εἰς δυνατοὺς πόνους αὐτὰ πρὸς τὰ ὁποῖα ὑποχωρεῖ, ἐνῷ ὁ θάνατος πλησιάζει ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον μὲ τὸ πάγωμα. Τότε λοιπὸν κατεδικάσθησαν νὰ διανυκτερεύουν ὑπαίθριοι, ὅταν ἡ μὲν λίμνη, γύρω ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἡ πόλις εἶναι κτισμένη, καὶ μέσα εἰς τὴν ὁποίαν οἱ ἅγιοι ἠγωνίζοντο τὰ ἀγωνίσματα αὐτά, ἦταν ἱπποδρόμιον εἰς τὸ ὁποῖον τὴν εἶχε μεταβάλλει ἡ παγωνιά, καὶ ποὺ ἀπὸ τὸ κρύον εἶχε μεταβληθῆ εἰς ξηράν, μὲ ἀσφάλειαν προσεφέρετο εἰς τοὺς περιοίκους νὰ περιπατοῦν εἰς τὴν ἐπιφάνειάν της. Τὰ δὲ ποτάμια ποὺ συνεχῶς ἔρρεαν, ἀφοῦ ἐπάγωσαν, ἐσταμάτησαν τὴν ροήν των, καὶ ἡ ἁπαλὴ φύσις τοῦ νεροῦ μετεβλήθη εἰς τὴν σκληρότητα τῶν λίθων. Σφοδρὰ δὲ φυσήματα τοῦ βοριᾶ ἔσπρωχναν κάθε τι τὸ ἔμψυχον εἰς τὸν θάνατον. Τότε λοιπὸν ἀφοῦ ἤκουσαν τὴν προσταγὴν (καὶ νὰ παρατηρήσῃς ἐδῶ, παρακαλῶ, τὸ ἀνίκητον φρόνημα τῶν ἀνδρῶν), εὐχαρίστως ὁ καθένας ἔβγαλεν ἀπὸ ἐπάνω του καὶ τὸν τελευταῖον χιτῶνα, καὶ ἐβάδιζαν διὰ νὰ πεθάνουν τὸν θάνατον τοῦ ψύχους, προτρέποντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡσὰν εἰς διαρπαγὴν λαφύρων. Ἂς μὴ βγάλωμεν, ἔλεγαν, τὸ ἔνδυμα, ἀλλὰ νὰ ἀποβάλλωμεν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, αὐτὸν ποὺ φθείρεται σύμφωνα μὲ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης . Σὲ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, διότι μαζὶ μὲ τὸ ἱμάτιον τοῦτο ἀποβάλλομεν καὶ τὴν ἁμαρτίαν. Ἀφοῦ ἐξ αἰτίας τοῦ φιδιοῦ τὸ ἐφορέσαμεν, ἂς τὸ βγάλωμεν διὰ τὸν Χριστόν. Ἂς μὴ κρατήσωμεν τὰ ἱμάτια, πρὸς χάριν τοῦ παραδείσου ποὺ ἐχάσαμεν. Τί θὰ ἀνταποδώσωμεν εἰς τὸν Κύριον; Καὶ ὁ Κύριός μας ἐξεγυμνώθη. Τί εἶναι πιὸ μεγάλη τιμὴ διὰ τὸν δοῦλον, ἀπὸ τὸ νὰ πάθῃ αὐτὰ ποὺ ἔπαθεν ὁ Κύριος του; καὶ μάλιστα ἠμεῖς εἴμεθα ἐκεῖνοι, ποὺ ἐξεγυμνώσαμεν καὶ τὸν ἴδιον τὸν Κύριον. Διότι τὸ ἐγχείρημα ἐκεῖνο ἦταν ἔργον τῶν στρατιωτῶν. Ἐκεῖνοι ἐξεγύμνωσαν τὸν Κύριον καὶ ἐμοίρασαν τὰ ἱμάτιά του. θὰ ἑξαλείψωμεν λοιπὸν ἀπὸ μόνοι μας τὴν κατηγορίαν ποὺ ἔχει καταγραφῆ εἰς βάρος μας. Ὁ χειμὼν εἶναι δριμύς, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος. Τὸ πάγωμα ὀδυνηρόν, ἀλλὰ γλυκεῖα ἡ ἀνάπαυσις. Ἂς Ἀναμείνωμεν λιγάκι, καὶ ὁ κόλπος τοῦ πατριάρχου θὰ μᾶς περιθάλψη· θὰ ἀνταλλάξωμεν μίαν νύκτα μὲ ὁλόκληρον τὴν αἰωνιότητα. Ἂς κατακαοῦν τὰ πόδια, διὰ νὰ χορεύουν διαρκῶς μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους. Ἂς ἀποκοποῦν τὰ χέρια, διὰ νὰ ἔχουν παρρησίαν νὰ ὑψώνωνται πρὸς τὸν Δεσπότην. Πόσοι ἀπὸ τοὺς στρατιώτας μας δὲν ἔπεσαν εἰς τὴν μάχην, μὲ τὸ νὰ τηροῦν τὴν πίστιν εἰς τὸν φθαρτὸν βασιλέα; Ἠμεῖς δὲ διὰ τὴν πίστιν εἰς τὸν ἀληθινὸν Βασιλέα, δὲν θὰ χαρίσωμεν τὴν ζωὴν αὐτήν; Πόσοι ἀπὸ τοὺς κακούργους ἐθανατώθησαν, ἀφοῦ συνελήφθησαν δι᾿ ἀδικήματα; Ἠμεῖς δὲ δὲν θὰ ὑποφέρωμεν τὸν θάνατον χάριν τῆς δικαιοσύνης; Ἂς μὴ ξεστρατήσωμεν, ὦ στρατιῶται, ἂς μὴ δώσωμεν τὰ νῶτα μας εἰς τὸν διάβολον. Σάρκες εἶναι, ἂς μὴ λυπηθοῦμεν. Ἐπειδὴ πρέπει ἐξάπαντος νὰ πεθάνωμεν, ἂς πεθάνωμεν διὰ νὰ ζήσωμεν. «Ἂς γίνῃ, Κύριε, ἡ θυσία μᾶς ἐνώπιόν σου». Καὶ μακάρι νὰ γίνωμεν δεκτοὶ «ὡς ζωντανὴ θυσία» ἡ, εὐάρεστος εἰς σέ, μὲ τὸ νὰ γίνωμεν ὁλοκαυτώματα διὰ μέσου του ψύχους τούτου, καλὴ προσφορά, καινούργια θυσία, ποὺ προσφέρεται ὄχι ἐπάνω εἰς τὴν φωτιὰν ἀλλὰ μὲ τὸ ψῦχος. Αὐτὰ τὰ παρακλητικὰ λόγια μεταδίδοντες ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον καὶ προτρέποντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὡσὰν νὰ ἐκτελοῦν κάποιαν προφυλακὴν εἰς τὸν πόλεμον, περιεφρονοῦσαν τὴν νύκτα. Ὑπέμεναν τὰ παρόντα μὲ γενναιότητα, ἔχαιραν διὰ τὰ ἐλπιζόμενα ἀγαθὰ καὶ περιεφρονοῦσαν τοὺς ἐχθρούς. Ὅλων δὲ μία ἦταν ἡ εὐχή. Σαράντα ἐμβήκαμεν εἰς τὸ στάδιον, μακάρι, Δέσποτα, σαράντα νὰ στεφανωθοῦμεν. Ἂς μὴ λείψῃ οὔτε ἕνας ἀπὸ τὸν ἀριθμόν. Εἶναι τίμιος αὐτός, τὸν ὁποῖον ἐτίμησες μὲ τὴν νηστείαν τῶν σαράντα ἡμερῶν, διὰ τοῦ Ὁποίου ἡ νομοθεσία εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον. Μὲ νηστείαν ἐπὶ σαράντα ἡμέρας ὁ Ἠλίας ἀφοῦ παρεκάλεσε τὸν Κύριον, ἐπέτυχε νὰ τὸν ἴδῃ. Καὶ τέτοια μὲν ἦταν ἡ εὐχὴ ἐκείνων. Ἕνας δὲ ἀπὸ τὸν ἀριθμὸν ἀφοῦ ἐλύγισεν εἰς τὰ δεινά, ἔφυγεν ὡς λιποτάκτης, καὶ ἄφησεν ἀπαρηγόρητον πένθος εἰς τοὺς ἁγίους. ὁ Κύριος ὅμως δὲν ἐπέτρεψε νὰ γίνουν ἀτελεσφόρητοι αἱ παρακλήσεις των. Διότι ἐκεῖνος ποὺ εἶχεν ἀναλάβει τὴν φρούρησιν τῶν μαρτύρων, θερμαινόμενος πλησίον εἰς κάποιο φυλάκιον, παρετήρει αὐτὸ ποὺ ἔμελλε νὰ γίνῃ, ἕτοιμος διὰ νὰ δεχθῇ αὐτοὺς ἀπὸ τοὺς στρατιώτας ποὺ θὰ κατέφευγαν. Πράγματι καὶ τοῦτο πάλιν ἐπενοήθη, νὰ εἶναι δηλαδὴ κοντὰ ἐκεῖ λουτρόν, διὰ νὰ ὑπόσχεται ταχεῖαν τὴν βοήθειαν εἰς αὐτοὺς ποὺ θὰ μετανοοῦσαν. Αὐτὸ ὅμως κατὰ τρόπον κακοῦργον ἐπενοήθη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Νὰ ἐξεύρουν δηλαδὴ τέτοιον τόπον κοντὰ εἰς τὸ μαρτύριον, εἰς τὸ ὁποῖον ἡ ἕτοιμος περιποίησις ἔμελλε νὰ ἐξουδετερώνῃ τὴν ἀντίστασιν τῶν ἀγωνιζομένων. Αὐτὸ ἀνεδείκνυε λαμπροτέραν τὴν ὑπομονὴν τῶν μαρτύρων. Διότι ὑπομονητικὸς δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τὰ ἀναγκαῖα, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἔχει ἄφθονα τὰ ἀγαθά, καὶ ὑπομένει τὰ δεινά! Καθ᾿ ὃν χρόνον δὲ οἱ μὲν ἠγωνίζοντο, αὐτὸς δὲ παρετηροῦσε τὴν ἔκβασιν, εἶδε παράδοξον θέαμα· Δυνάμεις νὰ κατεβαίνουν ἀπὸ τὸν οὐρανόν, καὶ τρόπον τινὰ νὰ διανέμουν εἰς τοὺς στρατιώτας μεγάλα δῶρα ἀπὸ τὸν Βασιλέα. Αὗται εἰς ὅλους μὲν τοὺς ἄλλους ἐμοίραζαν τὰ δῶρα, ἕνα δὲ μονάχα ἄφησαν ἀβράβευτον, διότι τὸν ἔκριναν ἀνάξιον διὰ τὰς οὐρανίους τιμάς. Αὐτὸς ἀμέσως ἀφοῦ ἐλύγισεν εἰς τὰ βασανιστήρια, ἐλιποτάκτησε πρὸς τοὺς ἀντιπάλους. Ἦταν ἐλεεινὸν θέαμα διὰ τοὺς δικαίους. Ὁ στρατιώτης νὰ γίνῃ φυγάς, ὁ ὑποψήφιος διὰ τὸ βραβεῖον νὰ γίνῃ αἰχμάλωτος, τὸ πρόβατον τοῦ Χριστοῦ νὰ ἁρπαγῇ ἀπὸ τὰ θηρία. Καὶ τὸ πιὸ θλιβερὸν βέβαια ἦταν ὅτι καὶ ἠστόχησεν εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν, καὶ δὲν ἀπήλαυσε τὴν παροῦσαν, διότι ἀμέσως ἡ σάρκα μὲ τὴν ἐπαφὴν τοῦ θερμοῦ διελύθη. Καὶ αὐτὸς μὲν ποὺ ἠγάπησε τὴν ζωήν, ἔπεσεν, ἠμάρτησε χωρὶς κανένα κέρδος· ὁ δήμιος ὅμως, μόλις τὸν εἶδε νὰ ξεπέφτῃ ἀπὸ τὴν θέσιν του καὶ νὰ τρέχῃ πρὸς τὸ λουτρόν, ἔλαβεν ὁ ἴδιος τὴν θέσιν τοῦ λιποτάκτου, καὶ ἀφοῦ ἀπέβαλε τὰ ροῦχα του, ἀνεμίχθη μὲ τοὺς γυμνούς, κραυγάζοντας τὴν ἰδίαν φωνὴν μὲ τοὺς Ἁγίους «εἶμαι Χριστιανός». Καὶ μὲ τὴν ἀπότομον μεταβολὴν ἐξέπληξε αὐτοὺς ποὺ παρίσταντο, καὶ ἀνεπλήρωσε τὸν ἀριθμὸν καὶ μὲ τὴν πρόσθεσιν τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐπαρηγόρησε τὴν λύπην των δι᾿ ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ ἀδυναμίαν ἐκάμφθη. Ἔτσι ἐμιμήθη τοὺς στρατιώτας ποὺ ἀγωνίζονται εἰς τὴν στρατιωτικὴν παράταξιν, καὶ οἱ ὁποῖοι ἀμέσως συμπληρώνουν τὴν θέσιν αὐτοῦ ποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν πρώτην γραμμήν, ὥστε νὰ μὴ διαρραγῇ ὁ συνασπισμός τους μὲ αὐτὸν ποὺ ἔλειψε. Τέτοιαν λοιπὸν πρᾶξιν ἔκαμε καὶ αὐτός! Εἶδε τὰ οὐράνια θαύματα, ἐγνώρισε τὴν ἀλήθειαν, προσέφυγεν εἰς τὸν Δεσπότην καὶ συνηριθμήθη μὲ τοὺς μάρτυρας. Ἐπανέλαβε τὴν πρᾶξιν τῶν μαθητῶν. Ἀπεχώρησεν ὁ Ἰούδας, καὶ εἰς τὴν θέσιν του ἦλθεν ὁ Ματθίας. Ἔγινε μιμητὴς τοῦ Παύλου. Αὐτὸς ποὺ χθὲς ἦταν διώκτης, σήμερα γίνεται κῆρυξ τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ αὐτὸς εἶχεν ἀπὸ τὸν οὐρανὸν τὴν κλῆσιν καὶ «ὄχι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, οὔτε διὰ μέσου ἀνθρώπου». Ἐπιστευσεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐβαπτίσθη εἰς αὐτόν, ὄχι ἀπὸ ἄλλον, ἀλλὰ μὲ τὴν πίστιν του. Ὄχι εἰς τὸ νερόν, ἀλλὰ εἰς τὸ αἷμα του. Καὶ ἔτσι ὅταν ἐξημέρωσε, ἐνῷ ἐζοῦσαν ἀκόμη, ἐρρίφθησαν εἰς τὴν φωτιάν, καὶ τὰ λείψανα ἀπὸ τὴν φωτιάν, τὰ ἔρριψαν εἰς τὸ ποτάμι, ὥστε ἡ ἄθλησις τῶν μακαρίων ἐπέρασεν ἀπὸ ὁλόκληρον τὴν κτίσιν. Ἠγωνίσθησαν εἰς τὴν γῆν, ὑπέμειναν εἰς τὸν ἀέρα, ἐρρίφθησαν εἰς τὴν φωτιάν, καὶ τέλος, τοὺς ἐδέχθη τὸ νερόν. Ἰδικός των εἶναι ὁ λόγος· «ἐπεράσαμεν ἀπὸ τὴν φωτιὰν καὶ τὸ νερόν, καὶ μᾶς ἔβγαλεν εἰς ἀνάπαυσιν». Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ περιέβαλαν τὴν χώραν μας, ὡσὰν κάποιοι συνεχεῖς πύργοι, προσφέροντες ἀσφάλειαν ἀπὸ τὴν ἐπιδρομὴν τῶν ἐχθρῶν. Δὲν περιώρισαν τοὺς ἑαυτούς των εἰς ἕνα τόπον, ἀλλ᾿ ἔχουν γίνει κιόλας φίλοι εἰς πολλὰς περιοχὰς καὶ κοσμοῦν πολλὰς πατρίδας. Καὶ τὸ παράδοξον εἶναι ὅτι δὲν ἐπισκέπτονται ὁ καθένας χωριστὰ αὐτοὺς ποὺ τοὺς δέχονται, ἀλλ᾿ ὅλοι μαζὶ ὡς χορός, ἡνωμένοι μεταξύ των. Ὢ τί θαῦμα! Οὔτε εἶναι ἐλλιπεῖς εἰς τὸν ἀριθμόν, οὔτε ἐπιδέχονται προσθήκην. Ἐὰν τοὺς διαιρέσῃς εἰς ἑκατόν, δὲν βγαίνουν ἔξω ἀπὸ τὸν ἀριθμόν τους· ἐὰν εἰς ἕνα τοὺς μαζεύσῃς, καὶ ἔτσι σαράντα παραμένουν, ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὴν φύσιν τοῦ πυρός. Διότι καὶ ἐκείνη προχωρεῖ πρὸς αὐτὸν ποὺ τὸ ἀνάπτει, καὶ ὅλον μένει εἰς αὐτὸν ποὺ τὸ ἔχει. Καὶ οἱ σαράντα μάρτυρες καὶ ὅλοι μαζὶ εἶναι, καὶ εὑρίσκονται ὅλοι εἰς τὸν καθένα. Αὐτοὶ εἶναι ἡ πλούσια εὐεργεσία, ἡ χάρις ποὺ δὲν ἐξοδεύεται, εἶναι ἑτοίμη βοήθεια τῶν Χριστιανῶν, ἐκκλησία μαρτύρων, στρατὸς τροπαιοφόρων, χορὸς ἀπὸ δοξολογοῦντες. Τί δὲν θὰ ἔπραττες διὰ νὰ εὕρῃς ἕνα ποὺ νὰ παρακαλῇ διὰ σὲ τὸν Κύριον; Σαράντα εἶναι, ποὺ ἀναπέμπουν σύμφωνον προσευχήν. «Ὅπου εἶναι μαζευμένοι δύο ἢ τρεῖς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ Κύριος ἀνάμεσα εἰς αὐτούς». Ὅπου ὅμως εἶναι σαράντα, ποιὸς ἀμφιβάλλει διὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ; Αὐτὸς ποὺ θλίβεται καταφεύγει εἰς τοὺς σαράντα, αὐτὸς ποὺ εὐφραίνεται πρὸς αὐτοὺς σπεύδει· ὁ ἕνας μὲν διὰ νὰ εὕρῃ λύσιν εἰς τὰς δυσκολίας, ὁ ἄλλος δὲ διὰ νὰ διαφυλάξῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του, ἀπὸ τὰ πιὸ καλά, τὰ ἀγαθά. Ἐδῶ ἡ εὐσεβὴς γυναῖκα συναντᾶται νὰ προσεύχεται διὰ τὰ τέκνα της, νὰ ζητῇ τὴν ἐπιστροφὴν τοῦ ἀνδρός της ἀπὸ τὴν ξενητείαν, τὴν ὑγείαν διὰ τὸν ἄρρωστον. Τὰ αἰτήματά σας ἂς γίνουν μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρας· οἱ νεαροὶ ἂς μιμηθοῦν τοὺς συνομήλικάς των, οἱ πατέρες ἂς εὐχηθοῦν νὰ εἶναι πατέρες τέτοιων παιδιῶν. Αἱ μητέρες ἂς διδαχθοῦν τὸ παράδειγμα τῆς καλῆς μητρός. ἡ μητέρα κάποιου ἀπὸ τοὺς μακαρίους ἐκείνους, ὅταν ἀντικρυσε τοὺς ἄλλους νὰ ἔχουν κιόλας πεθάνει ἀπὸ τὸ ψῦχος, τὸ παιδί της δὲ ἀκόμη νὰ ἀναπνέῃ λόγω καὶ τῆς ρωμαλεότητος καὶ τῆς καρτερίας εἰς τὰ δεινά, καὶ ἐνῷ οἱ δήμιοι τὸ ἄφηναν μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἀλλάξῃ γνώμην, αὐτὴ ἀφοῦ τὸ ἐσήκωσε μὲ τὰ χέρια της, τὸ ἔβαλεν ἐπάνω εἰς τὸ ἁμάξι, εἰς τὸ ὁποῖον εὐρισκόμενοι καὶ οἱ ὑπόλοιποι, ὡδηγοῦντο εἰς τὴν φωτιάν, γνησία πράγματι μητέρα μάρτυρος. Δὲν ἄφησε δάκρυα ἀπρεπῆ, δὲν ἐξεστόμισε κάτι τί τὸ ταπεινὸν καὶ ἀνάξιον πρὸς τὴν περίστασιν. Ἀλλ᾿ εἶπε «βάδιζε, παιδί μου, τὸν καλὸν δρόμον, μαζὶ μὲ τοὺς συνομηλίκους σου, μαζὶ μὲ τοὺς ὁμοσκήνους. Μὴ ἀπουσιάσῃς ἀπὸ τὴν χορείαν, μὴ ἐμφανισθῇς δεύτερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους εἰς τὸν Κύριον». Πράγματι ὑπῆρξε βλαστάρι καλόν, ἀπὸ καλὴν ρίζαν. Ἔδειξεν ἡ γενναία μητέρα ὅτι τὸν εἶχεν ἀναθρέψει μὲ τὰ δόγματα τῆς πίστεως μᾶλλον, παρὰ μὲ τὸ γάλα της. καὶ αὐτὸς μὲν ἔτσι ἀφοῦ ἀνετράφη, ἔτσι κατευωδώθη ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ μητέρα του, ὁ δὲ διάβολος ἔφυγεν ἐντροπιασμένος. Διότι ἀφοῦ ἐξεσήκωσεν ἐναντίον αὐτῶν ὁλόκληρον τὴν κτίσιν, ὅλα τὰ εὑρῆκε νὰ νικώνται ἀπὸ τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν δηλαδὴ τὴν ἀνεμοτάρακτον νύκτα, τὴν πατρίδα μὲ τὸν βαρὺν χειμῶνα, τὴν ἐποχὴν τοῦ ἔτους, τὴν γύμνιαν τῶν σωμάτων. Ὢ τί ἅγιος χορός! Ὢ τί σύνταγμα ἱερόν! Ὢ τί ἀδιάσπαστος συνασπισμός! Ὢ τί κοινοὶ φρουροὶ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους! Ἀγαθοὶ συμμέτοχοι εἰς τὰς φροντίδας, συνεργοὶ εἰς τὴν προσευχήν, πρεσβευταὶ δυνατώτατοι, ἄστρα τῆς οἰκουμένης, ἄνθη τῶν Ἐκκλησιῶν. Δὲν σᾶς ἐκάλυψε τὸ χῶμα, ἀλλὰ ὁ οὐρανὸς σᾶς ὑπεδέχθη. ἀνοίχθησαν εἰς σᾶς αἱ πύλαι τοῦ παραδείσου. Ἄξιον θέαμα εἰς τὴν Ἀγγελικὴν στρατιάν, ἀντάξιον τῶν πατριαρχῶν, τῶν προφητῶν, τῶν δικαίων. Ἄνδρες ἐπάνω εἰς τὸ ἄνθος τῆς νεότητος ποὺ κατεφρόνησαν τὴν ζωήν, ποὺ περισσότερον ἀπὸ τοὺς γονεῖς καὶ ἀπὸ τὰ τέκνα τοὺς ἠγάπησαν τὸν Κύριον. Ἐνῷ διῆγον αὐτὸ τὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας, περιεφρόνησαν τὴν πρόσκαιρον ζωὴν διὰ νὰ δοξάσουν μὲ τὰ μέλη των τὸν Θεόν, «μὲ τὸ νὰ γίνουν θέαμα εἰς τὸν κόσμον καὶ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους», ἐσήκωσαν αὐτοὺς ποὺ εἶχαν πέσει, ἐστερέωσαν τοὺς ἀμφιβόλους, ἐδιπλασίασαν τὸν πόθον εἰς τοὺς εὐσεβεῖς. Ὅλοι, ἀφοῦ ὕψωσαν ἕνα τρόπαιον ὑπὲρ τῆς πίστεως, μὲ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ στεφάνι τῆς δικαιοσύνης ἐστεφανώθησαν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ποὺ εἶναι ὁ Κύριός μας, εἰς τὸν ὁποῖον πρέπει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. |
Πηγή: (Ἀπόδοσις εἰς τὴν νέαν ἑλληνικὴν ὑπὸ Βασιλείου Μουστάκη (†), ἔκδοσις Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (1980)), http://users.uoa.gr/~nektar
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...