Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς, Χριστούγεννα 2017
Τέκνα μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Τὸν Ἀστέρα οἱ Μάγοι ἰδόντες, τρόπῳ ξένῳ,
τούτῳ παρείποντο, τὸν τεχθέντα ἐπιζητοῦντες,
ὃν εὑρόντες δώροις ἐτίμησαν, χρυσῷ καὶ λιβάνῳ, καὶ σμύρνῃ βοῶντες·
Δόξα ἐν ὑψίστοις τῷ τεχθέντι Θεῷ.
Κατά τήν παμμεγίστη Ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἡ Ἁγία Ἐκκλησία ὅρισε, ἰδιαίτερη μνεία καί ἀναφορά, ἐπαινετική καί μιμητική, νά γίνεται στά πρόσωπα τῶν τριῶν Μάγων, τῶν προσκυνησάντων τό θεῖο βρέφος, τό ἐπαναπαυόμενο στίς ἀγκάλες τῆς ἁγίας αὐτοῦ Μητρός.
Τόσο ἡ ὑμνολογία ὅσο καί οἱ εἰκονογραφικές παραστάσεις τῆς Ἑορτῆς, προβάλουν τίς σεβάσμιες μορφές τους. Παρουσιάζονται συνήθως ἐν πορεία, ἄλλοτε νά πεζοποροῦν, ἄλλοτε νά ἱππεύουν, ἀκολουθώντας ὡς ὁδοδείκτη τό Ἄστρο τῆς Βηθλεέμ. Συχνά Ἄγγελος Κυρίου προπορεύεται ἔμπροσθεν αὐτῶν καί τούς καθοδηγεῖ. Κρατοῦν δῶρα γιά τόν ἄγνωστο Βασιλέα πού ἀναζητοῦν, χρυσό καί λίβανο καί σμύρνα. Κι ὅταν συναντοῦν τό «νέο παιδίον, τόν πρό αἰώνων...
Θεό» ἀγκαλοφορούμενο ὑπό τῆς Παρθένου Μητρός Του, πέφτουν καί Τόν προσκυνοῦν· ἐκεῖνοι οἱ σοφοί καί οἱ σπουδαῖοι του κόσμου, Αὐτόν πού ἦρθε ταπεινά καί παράδοξα νά οἰκονομήσει τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους.
Τούτη τήν ἐξέχουσα θέση καταλαμβάνουν οἱ Μάγοι οἱ ἐξ Ἀνατολῶν κατά τήν σημερινή Ἑορτή τῆς τοῦ Χριστοῦ γεννήσεως, καί φρονοῦμε πώς τοῦτο δέν ἐπιτάσσεται μόνο ἀπό τή βιβλική διήγηση, ἀλλά καί ἀπό τή σημασία τῆς ἀναζήτησης καί τῆς προσκύνησής τους. Ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ζῶντα Θεό, σέ κάθε ἐποχή, ἀποτελεῖ τό σκοπό τῆς ὕπαρξης καί τῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία ἀναδεικνύει πάντα τίς προϋποθέσεις τούτης τῆς συνάντησης, τούτης τῆς σχέσης μεταξύ του ἀνθρώπου καί τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὅπως τή βίωσαν μορφές ἅγιες ἀνά τούς αἰῶνες, μέ σκοπό νά ὠφεληθοῦμε καί ἐμεῖς στή δική μας πορεία πρός προσκύνηση τοῦ Σαρκωμένου Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ζώντας σέ καιρούς δύσκολους, σέ μία ἐποχή κρίσης, ὅπου ἡ ἀγωνία καί ὁ φόβος τῆς ἐπιβίωσης κυριαρχοῦν, εἶναι εὔκολο ὁ ἄνθρωπος νά γίνει ἀναζητητής τοῦ πρόσκαιρου καί τοῦ ἐφήμερου, χωρίς νά ἔχει τό κουράγιο ἤ τήν ἐπιθυμία νά στρέψει τή ματιά του πρός τόν οὐρανό καί πρός τά ἀληθινά προβλήματα τῆς ζωῆς.
Ἄν ἀναλογιστεῖ κανείς ἐπίσης, πώς ἡ κρίση αὐτή ἀναπτύσσεται μέσα στά πλαίσια ἑνός πολιτισμοῦ πού ὄχι μόνο ἔχει ἐξαγγείλει τό θάνατο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά προσπαθεῖ ἐναγώνια νά ἀποδείξει πώς ἡ ζωή χωρίς Αὐτόν εἶναι θελκτικότερη, γίνεται κατανοητό πώς οἱ αἰτίες καί οἱ λόγοι πού ὁδήγησαν τά τρία αὐτά πρόσωπα νά κινηθοῦν ἀπό τήν αὐτάρκεια τῆς ἀτομικῆς γνώσης, στή μεταφυσική ἀναζήτηση τοῦ ὑπερβατικοῦ, εἶναι πολύτιμη καί καθόλα ἐπίκαιρη.
Ποιές λοιπόν οἱ ἀφετηρίες τῆς ἀναζητήσεως καί ποιά ἡ σημασία τῆς κατάθεσης τῶν τριῶν αὐτῶν προσκυνητῶν τοῦ θείου βρέφους;
Ἡ ἀναζήτηση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς ἔχει ὡς ἀπαρχή της, τή σπουδή τῆς κτίσεως. Οἱ Μάγοι ἦταν μέλη μίας ἐκ τῶν ἕξι φυλῶν τῆς Μηδίας, καί ἀποτελοῦσαν τούς θεματοφύλακες τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης τῆς ἐποχῆς τους, ἔχοντας ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τήν ἀστρονομία, ἀλλά καί ὑπηρετώντας τό λαό τους μέ καθήκοντα ἱερατικῆς φύσεως. Γι’ αὐτούς ὁ κόσμος, ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, εἶναι τό περιβάλλον στό ὁποῖο ἀναζητοῦν τήν ἀλήθεια. Ἡ ἐπιστημονική γνώση κατά τή θεώρηση αὐτή γίνεται τό ἔναυσμα μίας γνήσιας ὑπερβατικῆς ἀναζήτησης, πολύ διαφορετικῆς ἀπό ἐκεῖνο πού ἀποκαλοῦμε «ἔρευνα» μέσα στό πλαίσιο τῆς ἐπιστημολογίας τοῦ σύγχρονου δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Σήμερα ἡ ἐπιστήμη πολύ συχνά αὐτοπεριορίζεται στό ἐγχείρημα νά ἀποδείξει τήν αὐτάρκεια τοῦ ἀνθρώπου, ἄν ὄχι, τήν ἀπουσία τῆς θεϊκῆς πνοῆς στό κόσμο. Μία τέτοια ἐμμονή δέν ὑπάρχει στή σκέψη τῶν Μάγων τῆς Περσίας. Ἐκεῖνοι ἐνδιαφέρονται γιά τήν ἀλήθεια, χωρίς νά στρατεύουν ἰδεολογικά τά πορίσματα τῆς ἐπιστήμης στίς φιλοσοφικές τους ἐπιλογές. Γι’ αὐτό ἐξάλλου ἔχουν τήν τόλμη νά ἀναζητήσουν τήν ἀλήθεια πέρα ἀπό τό δικό τους τόπο καί τό δικό τους σπουδαῖο πολιτισμό.
Ἡ ἀναζήτηση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς ἐπεκτείνεται πέρα ἀπό τή φυσική στό χῶρο τῆς μεταφυσικῆς. Κατανοοῦν δηλαδή οἱ σοφοί αὐτοί ἄνδρες, πώς ἡ κτίση δέν κυοφορεῖ ὅλες τίς ἀπαντήσεις πού ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη. Ὑπάρχουν πράγματα πού δέν μποροῦν οὔτε νά μετρηθοῦν, οὔτε νά ἐξηγηθοῦν μέ νόμους φυσικούς καί μαθηματικά ἀξιώματα. Τοῦτα τά παράδοξα προκαλοῦν τό ἐνδιαφέρον τῶν Μάγων. Γι’ αὐτό ἡ θέα ἑνός ἀστεριοῦ πού δέν ὑπακούει στούς κανόνες τοῦ οὐρανοῦ, ἀφοῦ δέν κινεῖται ἀπό τήν Ἀνατολή πρός τή Δύση, ἀφοῦ ἐμφανίζεται καί ἐξαφανίζεται, ἀφοῦ καταδεικνύει ἕνα συγκεκριμένο τόπο ἐπί τῆς γῆς, τή Βηθλεέμ, πρᾶγμα πού δέν ἐνεργοῦν τά συνήθη οὐράνια σώματα, γίνεται ἀντικείμενο μελέτης. Γιά νά ἀνταπεξέλθουν στίς ἀπαιτήσεις τούτης τῆς ἔρευνας καταφεύγουν ὄχι μόνο στή σοφία τῆς παραδόσεώς τους, ἀλλά καί σέ κείμενα προφητικά, προερχόμενα ἀπό τήν ἰουδαϊκή παράδοση. Ἔτσι πείθονται πώς τό θαυμαστό αὐτό ἀστρικό φαινόμενο εἶναι σημεῖο πού μαρτυρεῖ γεγονός μεγάλης σημασίας, τήν ἔλευση δηλαδή ἑνός βασιλέα ἀνωτέρου ἀπό κάθε ἄλλον.
Ἡ ἀναζήτηση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς ὁλοκληρώνεται μέ τήν προσκύνησή τους. Οἱ σπουδαῖοι αὐτοί ἄνδρες, οἱ ἐπιφανεῖς καί σοφοί, οἱ πλούσιοι καί ἰσχυροί, συναντοῦν μία ταπεινή κόρη πού κρατᾶ στά χέρια της ἕνα νήπιο. Καμιά ἀπογοήτευση δέν γεννᾶται στή ψυχή τῶν Μάγων· καμία ἀμφιβολία δέν ἐμφανίζεται, κανένας δισταγμός. Τοῦτο συμβαίνει γιατί οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἀναζητοῦν τήν ἀλήθεια γιά νά τή προσκυνήσουν. Ἡ προσκύνηση εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἀναζήτησής τους, ὁ προορισμός τῆς σπουδῆς τους, ἡ ἀποστολή τῆς ἐπιστήμης τους. Δέν ἀναζητοῦν κάτι γιά νά λατρευτοῦν οἱ ἴδιοι, ἀλλά ψάχνουν Ἐκεῖνον πού ἀξίζει ἀληθινά νά λατρέψουν. Καί γι’ αὐτό ἄλλωστε ἀξιώνονται νά δοῦν καί ν’ ἀναγνωρίσουν τόν ἐνανθρωπήσαντα Λόγο.
Ἡ ἀναζήτηση τῶν Μάγων, τούς ὁδηγεῖ στήν προσκύνηση, καί αὐτή μέ τή σειρά της κορυφώνεται στήν προσφορά δώρων πολύτιμων στό θεῖο βρέφος, χρυσοῦ καί λιβάνου καί σμύρνας. Καταθέτουν ὅ,τι ἔχει ἀξία, μέ τά μέτρα καί τά σταθμά τά κοσμικά, γιά νά λάβουν ὡς ἀντίδωρο, ἀπαντήσεις καί διεξόδους πού ἀφοροῦν τό ὑπαρξιακό τέλμα στό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐγκλωβιστεῖ. Παραθέτουν στοιχεῖα τοῦ κόσμου πού συμβολίζουν πολλά περισσότερα ἀπό ἐκεῖνα πού φαίνονται.
Ἡ κατάθεση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς γίνεται μέ χρυσό. Ἔτσι τιμοῦν τό Χριστό ὅπως ἁρμόζει σέ βασιλέα ἀληθινό, στόν ὁποῖο ταιριάζουν δῶρα πολύτιμα. Ὁ χρυσός ὅμως φέρει καί ἄλλον συμβολισμό. Στή ζωή ὑπάρχουν πράγματα σημαντικά καί δυσεύρετα. Εἶναι ἐκεῖνα πού δίνουν τό νόημα στό βίο τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου τελικά εἶναι νά ἀνακαλύψει ποιά εἶναι αὐτά πού νοηματοδοτοῦν τή ζωή του. Οἱ Μάγοι προσφέρουν χρυσό ἀναγνωρίζοντας πώς ἡ ζωή ἀποκτᾶ τό ὑπέρτατο νόημα μόνο μέσα ἀπό τή σχέση καί τήν ἕνωση μέ τό Θεό.
Ἡ κατάθεση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς γίνεται μέ λίβανο. Ἔτσι τιμοῦν τό Χριστό ὅπως ἁρμόζει σέ Θεό ἀληθινό, ὁ ὁποῖος δέχεται θυσίες. Ὁ λίβανος ὅμως φέρει καί ἄλλον συμβολισμό. Εἶναι σημεῖο τῆς προσφορᾶς μέ διττή ἔννοια. Εἶναι ἡ λατρευτική ἀναφορά στό Θεό, εἶναι καί ἡ φιλάνθρωπη στάση πρός τόν ἀδελφό. Προσφέρω στό Θεό ἀπό τό κόπο μου γιά νά εὐλογηθεῖ ἡ ζωή μου, προσφέρω στόν ἀδελφό ἀπό τά δωρήματα τοῦ Θεοῦ σέ ἐμένα, γιά νά ἀναπαύσω καί τή δική του ταλαιπωρία. Οἱ Μάγοι προσφέρουν λίβανο ἀπελευθερώνοντας τή ζωή ἀπό τά δεσμά τῆς ἀνάγκης, ἀνοίγοντας στόν ἄνθρωπο τόν ὁρίζοντα τῆς θείας χάριτος.
Ἡ κατάθεση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς γίνεται μέ σμύρνα. Ἔτσι τιμοῦν τό Χριστό ὅπως ἁρμόζει σέ Ἐκεῖνον πού ἐνῶ εἶναι ἀθάνατος, ἐπιλέγει νά πεθάνει γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Ἡ σμύρνα ὅμως φέρει καί ἄλλον συμβολισμό. Ἡ χρήση της σχετίζεται μέ τίς ταφικές συνήθειες. Εἶναι στοιχεῖο τοῦ θανάτου, τοῦ μόνου ἀληθινοῦ ἐχθροῦ του ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό γιά νά ζήσει, ὄχι γιά νά πεθάνει. Ἡ παρακοή καί ἡ πτώση ὁδήγησαν σέ μία παραφύση ζωή, τῆς ὁποίας ἡ κάθε πτυχή σκιάζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν πόνο καί τή φθορά. Οἱ Μάγοι προσφέρουν σμύρνα καταθέτοντας τό ἀδιέξοδό του θανάτου, στά πόδια ἐκείνου πού ἔμελλε μέ τήν Ἀνάστασή του νά καταργήσει τό θάνατο καί τά γεννήματά του.
Τέκνα μου ἀγαπητά,
Ζώντας σέ χρόνους μετανεωτερικούς, ἔχουμε πιστέψει πώς κατακτήσαμε τήν ἐλευθερία μας ἐπειδή ἡ τεχνολογία καί τά μέσα πού αὐτή μας παρέχει, ἀνοίγουν μπροστά μας ἀμέτρητες ἐπιλογές. Τούτη ὅμως ἡ πολυπλοκότητα, ἡ πολυδιάσπαση τοῦ βίου μας παράγει ταυτόχρονα ἄγχος, φόβο καί σύγχυση. Ὑπάρχει ἡ αἴσθηση πώς πορευόμαστε μέσα στό σκοτάδι τῶν πολλαπλῶν μας ἐπιλογῶν. Ποῦ στά ἀλήθεια ὅμως πᾶμε; Ποῦ ἀξίζει νά ὁδηγήσουμε τή ζωή μας; Ποιό «σημεῖο» θά κατευθύνει τά βήματά μας; Ποιό φῶς θά διακρίνει τήν ἀλήθεια ἀπό τό ψεῦδος;
Οἱ μορφές τῶν Τριῶν Μάγων, ἐκείνων τῶν συνετῶν ἀνδρῶν τῆς Ἀνατολῆς, προβάλουν ὡς ζῶσες ἀπαντήσεις στίς ἀγωνίες μας. Ὁ Θεός ὁδηγεῖ μέ τρόπο θαυμαστό, οὐράνιο καί φωτεινό τίς ζωές μας, ὅταν ἡ προαίρεσή μας εἶναι ἐν ἐγρηγόρσει, ὅταν ὁ νοῦς μας ἕλκεται ἀπό τόν σαρκωμένο Λόγο, ὅταν ἡ καρδιά μας θερμαίνεται ἀπό τά τίμια Δῶρα, ὅταν ἡ ψυχή μας κλίνει γόνυ προσκυνήσεως σέ Ἐκεῖνον πού εἶναι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή.
Εὐχόμαστε Καλά Χριστούγεννα, πλήρη φωτός καθοδηγητικοῦ, ἱκανοῦ νά παρηγορεῖ καί νά ἐλευθερώνει τόν καθένα ἀπό τά προσωπικά του ἀδιέξοδα.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ!
ΑΛΗΘΩΣ ΕΤΕΧΘΗ!
Χρόνια πολλά μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
«Καὶ ὅμολογουμενως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον Θεὸς ἐφανερώθη ἓν σαρκί...»
(Ἃ' Τιμ. 3,16)
Τῇ ἀεΐπαρθενω ΜΗΤΡΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, τῇ διὰ τῆς συλλήψεως, τῆς κυοφορίας καὶ τοῦ ἀχράντου αὐτῆς τόκου κατὰ μοναδικὸν τρόπον ὑπουργησάσῃ εἰς τὸ μέγα μυστήριον τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου καὶ τῆς ἀναπλάσεως τοῦ γένους τῶν βροτῶν, υἱοπρεπῶς τὸ παρὸν ἔργον προσφέρεται.
Ὃ κοπιάσας.
Τὸ βιβλίο αὐτὸ (ΕΔΩ ἐκτυπώσιμη μορφὴ Pdf)
Ομιλία Νο 75
1. Η σημασία των Χριστουγέννων
Τα Χριστούγεννα, είναι Θεοφανεία. Φανέρωσις του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος, στην Α’ προς Τιμόθεον επιστολή του κεφ. Γ: 16, γράφει: «Θεός εφανερώθη εν σαρκί». Και πώς εφανερώθη ο Θεός εν σαρκί; Αφού γεννήθηκε ως άνθρωπος. Δηλαδή, άνθρωπος σαν κι εμάς, από σάρκα και αίμα. «Κεκοινώνηκεν σαρκός και αίματος», όπως αναφέρει στην Προς Εβραίους επιστολή 2/β: 14.
Τα Χριστούγεννα είναι η ημέρα που η αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας εορτάζει την κατά σάρκα γέννηση του Υιού του Θεού εκ της Υπεραγίας Θεοτόκου στο σπήλαιο της Βηθλεέμ της Ιουδαίας επί Καίσαρος Αυγούστου. Από τότε δε, αρχίζει και η εκκλησιαστική μας ιστορία. Αυτή η φανέρωση του Θεού εν σαρκί, αυτή η γέννηση του Θεού ως ανθρώπου, είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό γεγονός διότι αυτό, αν εξαιρέσει κανείς τον Ευαγγελισμό προς την Παρθένο Μαρία που προηγήθηκε στην ουσία, σηματοδοτεί την έναρξη της σωτηριώδους οικονομίας και των γεγονότων που οδήγησαν τον άνθρωπο στην λύτρωση από την αμαρτία και στη δυνατότητα της αναστάσεως και της θεώσεως. Διότι φυσικά αν δεν υπήρχε το μυστήριον της σάρκωσης του Υιού του Θεού,, δεν θα υπήρχε και το σωτηριώδες Πάθος και δεν θα ακολουθούσε η Ανάστασις δια της οποίας αναστήθηκε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος από τον θάνατο και την πτώση της αμαρτίας.
Γιατί όμως είναι εορτή, και γιατί εορτάζεται; Στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, που είναι το σώμα του σαρκωθέντος Θεού, δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ των εκκλησιαστικών εορτών και των γεγονότων που η Εκκλησία εορτάζει στις ιερές ακολουθίες της. Γιατί, ένα σωτηριώδες και θεόσταλτο γεγονός που κατά τη Θεία Οικονομία της Σωτηρίας του Κόσμου συνέβη σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, συνέβη με τέτοιο τρόπο και με τέτοιο σκοπό, ώστε να μείνει μετά για πάντα. Δηλαδή συνέβη κατά τέτοιον τρόπο, για να γίνει λειτουργικό, που σημαίνει ανθρωποσωτήριο, συνεχώς παρατεινόμενο, μέσω όλης της ιστορίας της εκκλησίας επί γης, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία και σ’ όλη την αιωνιότητα. Και αυτή η λειτουργική για τον άνθρωπο σωτήριος μεταφορά και προέκταση των θείων γεγονότων μέσω της ζωής μας σ’ αυτή τη γη, είναι πράγματι η ζωή της Εκκλησίας, και το εορτολόγιο της εκκλησίας είναι πράγματι η λειτουργία της. Η λειτουργία του ζώντος Θεού που με ζωοποιεί και μας σώζει.
Ολόκληρο το Ευαγγέλιο και τα Καινοδιαθηκικά γεγονότα της ιστορίας της σωτηρίας, συνοψίζονται στο Ευαγγέλιο, δηλαδή στη χαρμόσυνη αγγελία της ενσαρκώσεως του Θεού, της ενανθρωπίσεως του Χριστού. Ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί, ο Θεός Λόγος έλαβε σώμα, έγινε άνθρωπος. Και αυτό ακριβώς το Θεανθρώπινο γεγονός είναι εκείνο που εμείς εορτάζομε τα Χριστούγεννα. Το συγκεκριμένο γεγονός είναι η κατά σάρκα γέννηση του Ιησού Χριστού ως ανθρώπου. Και γι’ αυτό είναι επίσης ένα συγκεκριμένο γεγονός και η Ορθόδοξη χριστιανική εορτή των Χριστουγέννων μας. Γιατί κάθε Ορθόδοξη εκκλησιαστική εορτή και ιδιαίτερα τα Χριστούγεννα, είναι για μας ορθόδοξη, λειτουργική και ευχαριστιακή μετοχή και κοινωνία μας, και οικείωσή μας, προς το μυστηριακό αλλά και πραγματικό γεγονός της σαρκώσεως του σωτήρος Ιησού Χριστού, «δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν», ως λέγει η Εκκλησία. «Ότι ετέχθη ημίν σήμερον, Σωτήρ, ος εστίν Χριστός, Κύριος εν πόλει Δαυίδ».
2. Αντιρρήσεις για τη γιορτή των Χριστουγέννων
Εν τούτοις υπάρχουν πολλοί οι οποίοι ονομάζονται «Χριστιανοί» οι οποίοι αρνούνται, (όσο παράξενο και αν φαίνεται αυτό) να εορτάσουν αυτό το συγκλονιστικό και συνάμα χαρμόσυνο γεγονός στην ιστορία της ανθρωπότητος. Έχουμε κατά νου τους επονομαζόμενους «Μάρτυρες του Ιεχωβά» οι οποίοι προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους για το εάν πρέπει να εορτάζεται το γεγονός αυτό της σαρκώσεως του Κυρίου και όσο μας επιτρέψει ο χρόνος, καλούμαστε να δώσουμε όσες απαντήσεις μπορούμε, δίνοντας ταυτόχρονα και την πραγματική διάσταση αυτού του χαρμόσυνου γεγονότος.
Ας αρχίσουμε όμως θέτοντας τα βασικά ερωτηματικά που καλούμαστε να απαντήσουμε και να αναλύσουμε. Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι «εάν πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα», και γενικότερα «εάν υπάρχουν εορτές για τους χριστιανούς». Εάν δηλαδή οι Χριστιανοί αρμόζει να εορτάζουν ορισμένα θρησκευτικά γεγονότα.
Στη συνέχεια το επόμενο ερώτημα, έχει πολλές όψεις. Θα μπορούσαμε λοιπόν να το θέσουμε ως εξής: «Πότε και πώς και τι πρέπει να εορτάζουν οι χριστιανοί;» Αυτό βέβαια το ερώτημα μπορούμε να το συγκεκριμενοποιήσουμε και πρέπει για την εορτή των Χριστουγέννων. Ένα άλλο ερώτημα που ακολουθεί, είναι το «από πότε άρχισαν οι Χριστιανοί να εορτάζουν τα Χριστούγεννα;» Και αυτό το θέτουμε όχι μόνο για την ιστορική διάσταση του θέματος, αλλά και διότι έχουν προσπαθήσει οι επονομαζόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» που προηγουμένως αναφέραμε, να «αποδείξουν» ιστορικά, ότι αυτή είναι μία εορτή η οποία δήθεν εισήχθη πολύ αργότερα και κατ’ αυτό τον τρόπο επιχειρούν να δικαιολογήσουν το γιατί αρνούνται τον εορτασμό της. Ένα επιπλέον ερώτημα ή θέμα που μπαίνει και που έχει σχέση με αυτή την εορτή των Χριστουγέννων, είναι τα περί της προσκύνησης των Μάγων και περί του Αστέρος, που τους οδήγησε στο να αναζητήσουν και να προσκυνήσουν τον βασιλιά των Ιουδαίων.
Τέλος, θα διερευνήσουμε το πότε πρέπει να εορτάζομε τα Χριστούγεννα και αυτό διότι έχουν αναφερθεί αντιρρήσεις από την προαναφερθείσα ομάδα ανθρώπων, ότι δεν είναι αυτή η ορθή ημερομηνία, (ο Δεκέμβριος μήνας), αλλά τοποθετούν τη Γέννηση του Χριστού στο μήνα Οκτώβριο. Αυτές και άλλες ερωτήσεις, γύρω από το ζήτημα του εορτασμού της του Χριστού Γεννήσεως, θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε και να απαντήσουμε. Ας είμαστε λοιπόν πολύ συγκεκριμένοι, γιατί είναι σημαντικό να δούμε από κοντά τις θέσεις αυτών των μικρών ομάδων των λεγομένων «Χριστιανών», όπως είναι οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά».
Μια πρώτη δικαιολογία που προβάλλεται, είναι η ακόλουθη: «Οι εορτές γενικώς και ειδικά αυτή της Γεννήσεως του Κυρίου, δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλά έχει (και έχουν οι εορτές), μία παγανιστική, μη Χριστιανική προέλευση, και μάλιστα συχνά συνοδεύονται από ελευθεριάζουσες πράξεις και δραστηριότητες, όπως είναι η οινοποσία, η μέθη, η πορνεία και άλλα». Αυτό αναφέρεται και αυτή τη δικαιολογία επικαλείται, το βιβλίο «Τα Πάντα Δοκιμάζετε..» στη σελίδα 241. Είναι βιβλίο των λεγομένων «Μαρτύρων του Ιεχωβά».
Ένα δεύτερο επιχείρημα που προβάλλεται, είναι ότι οι γιορτές δεν μνημονεύονται στην Αγία Γραφή εκτός κάτω από αρνητικές περιστάσεις, όπως οι συντροφιές των γεννεθλίων, στις οποίες κάποιος πάντοτε θανατώθηκε. Και προβάλλεται η περίπτωση τόσο των γεννεθλίων του Φαραώ όπου άνθρωποι θανατώθηκαν, όσο και των γεννεθλίων του Ηρώδη κατά τα οποία θανατώθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Προβάλλεται αντ’ αυτού η αντίληψη ότι η μόνη προσταγή του Κυρίου για να γιορτάζουμε κάτι, είναι «το Δείπνο του Κυρίου». Όλα αυτά βρίσκονται στο ίδιο βιβλίο «Τα Πάντα Δοκιμάζετε» στη σελίδα 235 -236.
Και ένα τελευταίο επιχείρημα και αντίληψη - αιτιολογία που προβάλλεται, είναι ότι οι γιορτές γενικώς ειδωλοποιούν κάτι ή κάποιον άλλον εκτός του Θεού, και η Αγία Γραφή λέει «φεύγετε από την ειδωλολατρία» και δεν είναι οι Χριστιανοί μέρος του κόσμου, δεν είναι εκ του κόσμου, και συνεπώς γιατί να γιορτάζουν πράγματα τα οποία ειδωλοποιούν οτιδήποτε; Αυτά από το ίδιο βιβλίο που αναφέραμε, από τη σελίδα 241 και 242.
Τέλος σχετικά με τα Χριστούγεννα, προβάλλουν το επιχείρημα ότι ο Χριστός δεν γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, και έτσι, γιατί να γιορτάζει κανείς, κάποια ημερομηνία που συμπίπτει με το χειμερινό ηλιοστάσιο που εορταζόταν παλιά από τους λάτρεις του ήλιου;
Προτού να εξετάσουμε αυτές τις αντιρρήσεις, ας δούμε κάποιες αρχές, γενικές αρχές πρώτα, που τόσο οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όσο και οι Χριστιανοί συμφωνούμε, ότι είναι βασικές και δεν επιδέχονται περαιτέρω διαπραγμάτευση. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε την ερμηνεία που δίνουν οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά σ’ αυτά, και θα αποκαλύψουμε την ασυνέπεια της Εταιρίας Σκοπιά και την αποτυχία τους να αντιληφθούν τη Χριστιανοσύνη.
Κατ’ αρχήν να πούμε ότι η Αγία Γραφή είναι πολύ σαφής όταν λέει μερικά πράγματα, τα οποία δεχόμαστε: Ότι δεν είμαστε εκ του κόσμου. Και εμείς πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να έχουμε κοσμικό φρόνημα, κατά το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, 17/ιζ κεφάλαιο, 16 εδάφιο. Ότι πρέπει να απέχουμε από το πονηρό, σύμφωνα με την προτροπή του αποστόλου Παύλου, στην Α΄ Θεσσαλονικείς, 5/ε: 22. Ότι δεν συμμετέχουμε, και πρέπει να αποφεύγουμε να συμμετέχουμε στα έργα τα άκαρπα του σκότους, σύμφωνα με την προς Εφεσίους επιστολή επίσης του αποστόλου Παύλου, 5/ε: 11, και 13/ιγ: 12. Και ότι δεν υπάρχει κοινωνία ανάμεσα στο φως και στο σκότος, σύμφωνα με τη Β΄ Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου, 6/στ: 14. Όλοι όσοι ισχυριζόμαστε ότι είμαστε Χριστιανοί, πράγματι πιστεύουμε, και θέλουμε να ζούμε μ’ αυτές τις αρχές. Η αντιπαράθεση αρχίζει, όταν αυτές οι αρχές ερμηνεύονται για να τεθούν σε εφαρμογή στην καθημερινή ζωή. Ας δούμε λοιπόν, αναλυτικότερα τις αντιρρήσεις που προαναφέραμε.
3. Ειδωλολατρική προέλευση;
Θα εξετάσουμε πρώτα, την αντίρρηση ότι οι γιορτές γενικά, (αλλά και τα Χριστούγεννα), έχουν μία ειδωλολατρική προέλευση, μια μη Χριστιανική προέλευση, και ότι συνοδεύονται από έργα όπως είναι η μέθη ή η πορνεία.
Είναι αλήθεια, ότι μπορεί να φαίνεται πως διάφορες γιορτές, συμπίπτει να γίνονται σε χρόνο που παλιά, αρχαίοι λαοί, γιόρταζαν τις δικές τους γιορτές. Να φαίνεται ότι τάχα αυτές οι γιορτές έχουν προέλευση που σχετίζονται με έθιμα και ήθη και πράξεις ειδωλολατρείας, ή παγανισμού. Είναι επίσης αλήθεια όμως, ότι υπάρχουν ένα σωρό πράγματα, τα οποία έχουν την προέλευσή τους στον παγανισμό και τα χρησιμοποιούμε. Ένα παράδειγμα είναι το ημερολόγιό μας! Ο μήνας Ιανουάριος φερ’ ειπείν. Έχει το όνομά του παρμένο από έναν αρχαίο «θεό». Ή ο Αύγουστος, είναι τίτλος τιμής, ενός ειδωλολάτρη βασιλέα. Πολλές φορές, ζευγάρια γιορτάζουν την επέτειο του γάμου τους. Αλλά το ίδιο συνήθιζαν ζευγάρια στην ειδωλολατρική εποχή των αρχαίων λαών. Το ίδιο συνηθίζουν και οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά». Τα δαχτυλίδια στο γάμο, έχουν επίσης ρίζες παγανιστικές. Και άλλα παρόμοια σύμβολα χρησιμοποιούνται και στον καθημερινό κόσμο των επιχειρήσεων. Μήπως πρέπει να ξεδιαλέγουμε, όλα τα μικρά και μεγάλα πράγματα, για να βρούμε τι ρίζα έχει το καθένα, και έτσι να τα απορρίψουμε; Αυτός είναι ο στόχος της Χριστιανικής μας πορείας; Μήπως αυτό φέρνει στη μνήμη μας τους Φαρισαίους οι οποίοι «διύλιζαν τον κώνωπα, και κατάπιναν την κάμηλο», ψάχνοντας να βρουν τι είναι καθαρό και τι είναι ακάθαρτο; Αυτός είναι ο στόχος της σωτηρίας μας;
Σε αυτό το σημείο η εταιρία Σκοπιά λέει: «όχι, χρειάζεται να έχουμε μια ισορροπία, και υπάρχει ένα άρθρο στο περιοδικό της «Ξύπνα» της 22ας Δεκεμβρίου 1976, (στην Αγγλική), στις σελίδες 12-15, που εκεί αναφέρεται πολύ συγκεκριμένα, ότι «το γεγονός ότι άλλες θρησκείες μπορεί να χρησιμοποιούν κάποια πράγματα που είναι της φύσης που ο Θεός δημιούργησε, και να τα χρησιμοποιούν ως σύμβολα στη λατρεία των ειδώλων, δεν καθιστά αυτά τα πράγματα εσφαλμένα για τους αληθινούς λάτρεις, που τα χρησιμοποιούν διαφορετικά». Οποιοσδήποτε επισκεπτόταν τον Ναό του Θεού του Σολομώντα, μπορούσε να αντιληφθεί ότι οι λάτρεις του Θεού, δεν λάτρευαν εκείνα τα διακοσμητικά σύμβολα που υπήρχαν στους τοίχους. Έτσι, οι Χριστιανικές ανάγκες, δεν πρέπει πρωτίστως να επικεντρώνονται σ’ ένα συγκεκριμένο σύμβολο, και να σκέπτονται τι μπορεί αυτό να εννοούσε και να σήμαινε πριν από χιλιάδες χρόνια, ή πώς μπορεί να το θεωρούν στην άλλη μεριά του κόσμου. Αλλά θα πρέπει να επικεντρώνονται στο ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ, για τους περισσότερους ανθρώπους, μεταξύ των οποίων οι Χριστιανοί ζουν. Αυτό λέει το περιοδικό «Ξύπνα» του 1976, και τα ίδια αναφέρει και η «Σκοπιά» 15 Μαϊου του 1972. Ότι εάν ένα αντικείμενο είναι είδωλο ή όχι, πρωτίστως εξαρτάται, από το πώς το θεωρεί κανείς.
Αυτά δείχνουν κάτι πολύ βασικό. Η εταιρία Σκοπιά, τονίζει ότι:
1. Ότι τα σχήματα ή τα σύμβολα καθεαυτά, δεν είναι κάτι κατ’ ανάγκην κακό, να χρησιμοποιούνται σήμερα, ακόμα και αν κάποτε χρησιμοποιούνταν από τους ειδωλολάτρες στην εσφαλμένη λατρεία.
2. Ότι είναι χάσιμο χρόνου, και δεν είναι αναγκαίο, να καθίσουμε να δούμε, τι σήμαινε κάθε αντικείμενο που βρίσκεται πάνω στη γη στο παρελθόν, ή σήμερα.
Κι εδώ φαίνεται η ασυνέπεια της εταιρίας Σκοπιά: Καμιά Χριστιανική γιορτή, δεν γιορτάζει ΤΙΠΟΤΑ από εκείνα που γιόρταζαν οι αρχαίοι ειδωλολάτρες. Και αν στην ημερομηνία κάποιας Χριστιανικής γιορτής, συνέπιπτε να υπάρχει κάποια ειδωλολατρική γιορτή, δεν έχει καμία τέτοια σημασία η ημέρα αυτή σήμερα για μας. Για παράδειγμα τα Χριστούγεννα. Πολύ πριν αρχίσουν να γιορτάζουν τη γέννηση του Χριστού οι Χριστιανοί, οι ειδωλολάτρες γιόρταζαν τον ήλιο, στις 25 Δεκεμβρίου. Ήταν η ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου. Ήταν τότε γι’ αυτούς, ένας καιρός που έδιναν δώρα, και βέβαια υπήρχε και κραιπάλη. Όταν άρχισαν οι Χριστιανοί να γιορτάζουν, την Χριστού Γέννηση, όλα αυτά αντικαταστάθηκαν. Και στην παλαιά γιορτή του αυτοκράτορα Αυρηλίου, που είχε ξεκινήσει τον 3ο αιώνα οι Χριστιανοί έβαλαν τη δική τους γιορτή. Τώρα τι θα πούμε; Ότι η σημερινή γιορτή, έχει σχέση, και είναι απομεινάρι της αρχαίας γιορτής; Μήπως οι Χριστιανοί εννοούν σήμερα με τη γιορτή των Χριστουγέννων, αυτά που εννοούσαν οι αρχαίοι ειδωλολάτρες; Μήπως εξακολουθούμε δηλαδή, να λατρεύουμε τον Ήλιο; Όχι! Μπορεί για μερικούς να είναι καιρός που υπάρχει κατάχρηση. Αλλά αυτό δεν είναι το Χριστιανικό μήνυμα. Για εμάς, η δόξα του Ήλιου της Δικαιοσύνης, που ανέτειλε στον κόσμο, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που γεννήθηκε για εμάς ως άνθρωπος, δεν έχει καμία σχέση με την τιμή που απέδιδαν στον ήλιο, (τον κτιστό ήλιο), οι αρχαίοι λάτρεις του.
Οι ίδιοι λοιπόν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ερχόμενοι σε σύγκρουση με τους εαυτούς τους, αντιφάσκοντας, έχουν γράψει στα επίσημα έντυπά τους, ότι δεν χαρακτηρίζει την λατρεία η ιστορία των μέσων που χρησιμοποιούνται, αλλά η λατρεία χαρακτηρίζεται άμεσα, από το πώς χρησιμοποιείται και το πώς τελείται. Λέγουν λοιπόν, ότι δεν είναι ανάγκη αφ’ ενός να εξετάζει κανείς με λεπτομέρεια τα αντικείμενα που χρησιμοποιεί, εάν είχαν ειδωλολατρική προέλευση, και αφ’ ετέρου ότι εάν κανείς χρησιμοποιεί τρόπους ή μεθόδους για τη λατρεία του αληθινού Θεού, που πιθανόν χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν και από μη Χριστιανικούς λαούς, αυτό δεν αλλοιώνει την απόδοση της λατρείας. Έτσι λοιπόν, στηριζόμενοι στα ίδια τους τα λεγόμενα, μπορούμε να πούμε, ότι η γιορτή των Χριστουγέννων, όπως και κάθε άλλη Χριστιανική γιορτή, αποδίδει δόξα και τιμή και λατρεία και αίνο, στον αληθινό Θεό, και κατά συνέπειαν κανένας δεν πρέπει να εξετάζει και να ασχολείται, με το ποιοι και πότε στο παρελθόν, εόρταζαν πιθανόν σε παρόμοιες ημέρες θεούς ειδωλολατρικούς.
4. Πρέπει οι Χριστιανοί να έχουν γιορτές;
Και ερχόμαστε τώρα στο δεύτερο σημείο, στο σημείο που λένε ότι στην Αγία Γραφή και ιδιαίτερα στην Καινή Διαθήκη, δεν αναφέρονται εορτές, ότι πρέπει δηλαδή οι Χριστιανοί να εορτάζουν εορτές, αλλά μόνο την εορτή του «Δείπνου του Κυρίου».
Κατ’ αρχήν, θέλουμε να πούμε, ότι η Αγία Γραφή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι γεμάτη από εορτές για τον Κύριο. Ο Ίδιος ο Κύριος, και στην Παλαιά Διαθήκη, και στην Καινή, έχει θεσπίσει εορτές, και μάλιστα μέσω αυτών των εορτών, καθαγιάζεται και ο χρόνος.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Η πρώτη εορτή, που αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη, είναι αυτή καθεαυτή αυτή η εορτή για την οποία μιλούμε σήμερα. Είναι δηλαδή, η εορτή της Γεννήσεως του Κυρίου. Χαρακτηριστικά, στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στο 2/β: 6-14, αναφέρονται (συνοπτικά και αποσπασματικά) τα εξής: «Και είπεν αυτοίς, (δηλαδή στους ποιμένες ο άγγελος): Μη φοβείσθε, ιδού γαρ, ευαγγελίζομαι ημιν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ». Ο άγγελος λοιπόν, φέρνει ένα χαρμόσυνο άγγελμα στους ποιμένες, και μάλιστα αναφέρει τη χάρα σαν μεγάλη χαρά. Είναι πολύ χαρμόσυνο δηλαδή το γεγονός της Θείας Ενανθρωπίσεως. Και μάλιστα δεν αφορά μόνο αυτούς, αλλά και «παντί τω λαώ», όπως λέει ο άγγελος στη συνέχεια. Αλλά δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτούς η χαρά, δηλαδή στους ποιμένες, αλλά στη χαρά αυτή συμμετέχει και πλήρος αγγέλων. Στο στίχο 13 αναφέρεται: «Και εξαίφνης, εγένετο συν τω αγγέλω, πλήθος στρατιάς ουρανίου, αινούντων τω Θεώ και λεγόντων: "Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκίας"». Παρατηρούμε λοιπόν, ότι αυτό το χαρμόσυνο, το γιορταστικό γεγονός, γιορταζόταν και από τους ανθρώπους και από τους αγγέλους, και μάλιστα με αίνους προς τον Θεό.
Σ’ αυτό το σημείο, οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά με τη Σκοπιά 15 Δεκεμβρίου του 1991 στην Ελληνική, προβάλλουν στην 5 σελίδα την αντίρρηση, και λένε, ότι «αλλοίμονο, αν πρόκειται να γιορτάζουμε κάθε γεγονός, για το οποίο οι άγγελοι αλλαλάζουν! Να, λένε, οι άγγελοι χαίρονταν και ότι δημιουργήθηκε η γη. Μήπως πρέπει να γιορτάζουμε κάθε χρόνο και τη δημιουργία της γης;»
Η Χριστιανική απάντηση σε αυτό, είναι η εξής, ότι πράγματι ο Κύριος είχε θεσπίσει στον Ισραήλ την ημέρα του Σαββάτου, ως «ημέρα αναπαύσεως από πάντων των έργων αυτού», ημέρα κατά την οποία όλη η δημιουργία χαιρόταν, για το γεγονός ότι ο Κτίστης είχε συντελέσει αυτή τη δημιουργία. Και οι Χριστιανοί ποτέ δεν έπαψαν να τιμούν αυτό ακριβώς το γεγονός, αλλά πώς; Μέσα στην ημέρα της ΑΝΑ-δημιουργίας, μέσα στα πλαίσια της ανάστασης του Κυρίου. Όλη αυτή λοιπόν η χαρά των αγγέλων για τη δημιουργία, περιλαμβάνεται στην ανακαίνιση της κτίσεως, και του σύμπαντος, που είναι η ημέρα της ανάστασης του Κυρίου. Και όλα αυτά, και η ανάσταση και η δημιουργία, η αναδημιουργία, η προοπτική του μέλλοντος αιώνος, η ενανθρώπιση του Κυρίου μας…, όλα αυτά, περιλαμβάνονται σε αυτή τη σύναξη, γύρω από το τραπέζι του Δείπνου του Κυρίου. Τη Σύναξη την Ευχαριστιακή, που λέμε εμείς. Αυτή είναι η υπέρτατη γιορτή. Ειδικά μέσα στο δείπνο του Κυρίου, που είναι η σύναξη της Βασιλείας και η χαρά της Βασιλείας, περιλαμβάνονται όλα: Περιλαμβάνεται και η γέννηση του Χριστού, και η πορεία του στη γη, και η ανάστασή του, και ο θάνατός του και η ανάληψη, και η αναδημιουργία.
5. Περί εορτασμού γενεθλίων και αγιασμού του χώρου
Όσον αφορά το άλλο που λένε, ότι οι Χριστιανοί δεν γιορτάζουν γενέθλια, και αναφέρονται σε μία παραπομπή από την Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου, ότι οι πρώτοι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τη γέννηση οποιουδήποτε ατόμου, γιατί το θεωρούσαν ειδωλολατρικό έθιμο, έχουμε να πούμε τα εξής: Εντάξει, δεν διαφωνούμε. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν γιορτάζει γενέθλια. Εμείς γιορτάζουμε τη σχέση της αναγέννησης με τον Κύριο. Η αναγέννηση σχετίζεται με αυτό το όνομα το καινούργιο που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο. Όχι με τη γέννηση κανενός ανθρώπου. Όσο δε για τον Κύριο Ιησού Χριστό, του Οποίου τη γέννηση γιορτάζουμε, δεν είναι ο Κύριος ένας «απλός άνθρωπος». Είναι ο Θεός που ενανθρώπισε! Και εκεί βρίσκεται η ουσία αυτής της υπόθεσης. Δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, αλλά είναι ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ. Και δεν εντάσσεται σε μια τέτοια συλλογιστική, για μια δική του γιορτή, για μια γιορτή της γεννήσεώς Του. Συνεπώς, δεν πρόκειται για καμία γιορτή ειδωλολατρείας, αλλά για μια γιορτή τιμής στο πρόσωπο του Κυρίου μας, και συνεπώς η όλη ενέργεια της Εκκλησίας, είναι μια ενέργεια που χάριτι Θεού, δίνει αγιασμό δια του γεγονότος της δικής Του ενανθρωπίσεως και στον χρόνο και στον χώρο.
Αυτόν ακριβώς τον αγιασμό της κτίσεως, είναι εκείνο που επιδιώκει η Εκκλησία και τα μέλη της το καθένα ξεχωριστά, και γι’ αυτό γιορτάζουν όλα αυτά τα Θεία γεγονότα, μεταξύ των οποίων και το πολύ σημαντικό γεγονός της Θείας Ενανθρωπίσεως που εορτάζει η Χριστιανική Εκκλησία κατά την εορτή των Χριστουγέννων.
Όπως και προηγουμένως τονίσαμε, αποκορύφωμα και κέντρο του εορτασμού, είναι η Θεία Ευχαριστία, το Δείπνο του Κυρίου, και σε αυτό δεν υπάρχει καμία αντίρρηση και αμφιβολία. Μέσα σ’ αυτό το γεγονός, οι Χριστιανοί εορτάζουν ολόκληρη τη Θεία Οικονομία, η οποία βεβαίως περιλαμβάνει όλα τα στάδια και τις φάσεις της Θείας Ενανθρωπίσεως, και της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, που αυτή συνεπάγεται. Ωστόσο, ας δούμε αυτό το γεγονός, (το σημαντικό γεγονός), μέσα από κάποια χωρία της Αγίας Γραφής.
Κατ’ αρχήν, ας ανατρέξουμε στο βιβλίο της Εξόδου, 3/γ: 5. Εκεί ο Θεός λέει τα εξής στον Μωυσή, όταν εμφανίσθηκε εν μέσω της φλεγομένης και μη κατακαιομένης βάτου: «Λύσον τα υποδήματά σου εκ των ποδών σου, διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι είναι γη αγία». Ο τόπος λοιπόν, με την εμφάνιση και την παρουσία του Κυρίου, αγιάσθηκε.
6. Ο αγιασμός του χρόνου και το γλέντι
Όμοια όμως, αγιάζεται και ο χρόνος. Ένα μικρό παράδειγμα θα αναφέρουμε από το βιβλίο του Νεεμία. Εκεί, στο 8ο κεφάλαιο και στίχους 8-11, αναφέρονται τα εξής: «Και ανέγνωσαν εν βιβλίω νόμου του Θεού, και εδίδασκεν Έσδρας και διέστελλεν εν επιστήμη Κυρίου, και συνήκεν ο λαός εν τη αναγνώσει. 9 και είπε Νεεμίας και Έσδρας ο ιερεύς και γραμματεύς και οι Λευίται και οι συνετίζοντες τον λαόν και είπαν παντί τω λαω· ημέρα αγία εστί τω Κυρίω Θεω ημών…». Και σημειώνουμε εδώ, ότι αυτή η ημέρα, ήταν η πρώτη ημέρα του 7ου μηνός. Δεν ήταν δηλαδή μία από τις καθιερωμένες ημέρες εορτής από τον Νόμο. Εδώ συμβαίνει ένα χαρούμενο γεγονός, ένα γεγονός που έχει σχέση με την επιστροφή των Ισραηλιτών από τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία, και ο λαός του Θεού ορίζει την ημέρα αυτή ως αγία, και μ’ αυτόν τον τρόπο στην ουσία νομοθετεί θα μπορούσαμε να πούμε, ως λαός του Θεού, και αγιάζει, καθαγιάζει τον χρόνο. Επανερχόμαστε λοιπόν, διαβάζοντας: «…ημέρα αγία εστί τω Κυρίω Θεω ημών, μη πενθείτε μηδέ κλαίετε· ότι έκλαιε πας ο λαός, ως ήκουσαν τους λόγους του νόμου. 10 και είπεν αυτοίς· πορεύεσθε φάγετε λιπάσματα και πίετε γλυκάσματα και αποστείλατε μερίδας τοις μη έχουσιν· ότι αγία εστίν η ημέρα τω Κυρίω ημών· και μη διαπέσητε, ότι εστί Κύριος ισχύς ημών. 11 και οι Λευίται κατεσιώπων πάντα τον λαόν λέγοντες· σιωπάτε, ότι ημέρα αγία, και μη καταπίπτετε». Παρατηρούμε λοιπόν, με ποιο τρόπο καθιερώθηκε η ημέρα αυτή ως αγία, ως ημέρα εορτής, και με ποιο τρόπο προτρέπει ο Νεεμίας και ο Έσδρας τους Ισραηλίτες να τη γιορτάσουν. Ποιος ήταν λοιπόν ο τρόπος τον οποίο υπεδείκνυε εμμέσως ο Θεός, για να εορτάζεται αυτή η αγία ημέρα; Ήταν η ανάγνωση και η ερμηνεία του Νόμου, του λόγου του Θεού, αλλά ήταν επίσης (εκτός από την πνευματική θα λέγαμε ευχαρίστηση και τροφή), ήταν και η υλική αγαλλίαση, και αυτό γινόταν με παράσταση τραπέζης, δηλαδή με φαγητό και ποτό. Παράλληλα όμως, η τράπεζα αυτή, είχε το χαρακτήρα και της κοινωνίας, και της ελεημοσύνης προς τους μη έχοντας.
Η αγία ημέρα, η εορτή δηλαδή για τον Κύριο, συμπεριλαμβάνει τη χαρά ολοκλήρου του λαού, και έτσι πρέπει να εορτάζονται και οι Χριστιανικές εορτές. Αυτό βέβαια πόρω απέχει, από το να οδηγείται κανείς σε κραιπάλη και μέθη, και τελικά να απομακρύνεται από το σκοπό της εορτής, που είναι ο αίνος και η δόξα προς τον Κύριο, αλλά και η υλική ευφροσύνη.
Ομιλία Νο 76
1. Εισαγωγή
Η πολύ σημαντική εορτή των Χριστουγέννων, της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, δυστυχώς, κακοποιείται από πολλούς, οι οποίοι ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί και συχνά φέρουν επιχειρήματα για να στηρίξουν τις εσφαλμένες απόψεις τους ότι τα Χριστούγεννα δεν πρέπει να εορτάζονται διότι, δήθεν, δεν είναι χριστιανική εορτή ή ότι ο Θεός δεν αρέσκεται σε τέτοιου είδους λατρεία.
Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε συγκεκριμένα ερωτήματα σχετικά με το θέμα των Χριστουγέννων. Συνοπτικά, εάν πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα και γενικότερα εάν υπάρχον χριστιανικές εορτές, εορτές που πρέπει να γιορτάζουν οι χριστιανοί σε τακτά χρονικά διαστήματα ή ημερομηνίες, και πότε και πώς και τι πρέπει να εορτάζουν οι χριστιανοί εν γένει. Πιο συγκεκριμένα όσον αφορά την εορτή των Χριστουγέννων, εορτή κατά την οποία η Εκκλησία μας ενθυμείται και χαίρεται και εορτάζει το γεγονός της Χριστού γεννήσεως, το γεγονός, δηλαδή, της σαρκώσεως του Λόγου, της ενανθρωπίσεως του Υιού του Θεού.
Το ερώτημα είναι για το πότε πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα και συγκεκριμένα εάν πρέπει να εορτάζονται την 25η Δεκεμβρίου ή κάποια άλλη ημερομηνία, όπως τοποθετούν πολλοί από τους αιρετικούς, την ημερομηνία της γεννήσεως του Χριστού. Ένα άλλο ερώτημα στο οποίο υπάρχει εσφαλμένη πληροφόρηση από πλευράς των αντιθέτων είναι το από πότε άρχισαν να εορτάζουν οι χριστιανοί, η Εκκλησία μας, αυτή την εορτή. Τέλος, θα ασχοληθούμε και με το ζήτημα της προσκύνησης των Μάγων, για το οποίο πολλά λέγονται και παράλληλα με το ζήτημα του Αστέρος.
Είχαμε ήδη εξετάσει το εάν πραγματικά οι Χριστιανοί πρέπει να εορτάζουν την γιορτή αυτή της Γεννήσεως του Χριστού. Διαπιστώσαμε μέσα από τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, ιδιαίτερα, ότι το γεγονός της σαρκώσεως του Λόγου και της γεννήσεως του Χριστού από την Παρθένο Μαρία, αποτέλεσε ένα συγκλονιστικό γεγονός, όχι μόνο για την γη αλλά και για τον ουρανό. Παρατηρούμε ότι άγγελοι ευαγγελίζονται το γεγονός αυτό στους ποιμένες. Δηλαδή, άγγελος Κυρίου αναγγέλλει με χαρά, αυτό το χαρμόσυνο, το συγκλονιστικό γεγονός στους ποιμένες και τους προσκαλεί στην προσκύνηση του γεννηθέντος Χριστού και στον συνεορτασμό. Παράλληλα παρατηρούμε ότι πλήθος αγγέλλων υμνούν, δοξολογούν το Θεό και ψάλλουν ευχαριστιακούς ύμνους ορμώμενοι, ακριβώς, από αυτό το γεγονός.
Διαπιστώσαμε –άλλοτε– κάποιες από τις αιτίες γι’ αυτό τον χαρμόσυνο τρόπο και την χαρμόσυνη εκδήλωση από πλευράς των αγγέλων. Ταυτόχρονα παρατηρούμε ότι ένας Αστέρας ουράνιος καθοδηγεί τους Μάγους –άνθρωποι που μέχρι τότε δεν ήταν στην ορθή πορεία της πίστης– και τους οδηγεί στο να προσκυνήσουν τον γεννηθέντα Βασιλέα και να του προσφέρουν δώρα. Έτσι, λοιπόν, ήδη από την στιγμή που συνέβη το γεγονός αυτό αντιμετωπίστηκε με χαρμόσυνο και εορταστικό τρόπο. Είναι, λοιπόν, απολύτως φυσικό οι χριστιανοί να ακολουθήσουμε αυτή την παράδοση και με τον τρόπο μας κι εμείς να συμμετέχουμε σ’ αυτό το τόσο σπουδαίο γεγονός που αποτελεί, τρόπον τινά, την αφετηρία της σωτηρίας μας.
Ένα δεύτερο σημείο που είδαμε άλλοτε, είναι ότι πολλοί από αυτούς που κακόδοξα πιστεύουν ότι δεν πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα, φέρουν –εκ των υστέρων, προφανώς– διάφορα επιχειρήματα για να πείσουν τους οπαδούς τους για κάτι τέτοιο, όπως ότι εορτάζεται σε μια ημερομηνία που συμπίπτει με κάποιες ειδωλολατρικές εορτές. Συγκεκριμένα οι Ευαγγελιστές, αλλά και οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά ισχυρίζονται ότι η 25η Δεκεμβρίου αποτελεί ημερομηνία κατά την οποία οι ειδωλολάτρες συνήθιζαν να εορτάζουν τα Σατουρνάλια. Εν τούτοις, οι ίδιοι αναιρούν τους εαυτούς τους και αντιφάσκουν με τα όσα λένε γιατί όπως είδαμε από δικές τους παραθέσεις, από δικά τους έντυπα, σε άλλες περιπτώσεις καθοδηγούν και διδάσκουν τους οπαδούς τους να μην ακολουθούν αυτή την συλλογιστική στο να ερευνούν με κάθε λεπτομέρεια ήθη, έθιμα, αντικείμενα για το εάν αποτελούσαν στο παρελθόν ειδωλολατρικές συνήθειες. Να μην ασχολούνται και να μη τρώνε τον χρόνο τους με αυτού του είδους τις ακαρποφόρητες έρευνες παρά να προσπαθούν με κάθε τρόπο στη σημερινή κοινωνία και με τις σημερινές αντιλήψεις, να προστρέχουν στη λατρεία του Θεού.
2. Μια εσφαλμένη προσπάθεια χρονολόγησης της γέννησης του Κυρίου
Θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις κατά το δυνατόν στα υπόλοιπα ερωτηματικά και πρώτα απ’ όλα ξεκινώντας από το πότε πρέπει να εορτάζονται τα Χριστούγεννα. Και πιο συγκεκριμένα, εάν θα πρέπει να εορτάζονται την 25η Δεκεμβρίου ή κάποια άλλη ημερομηνία όπως η 1η Οκτωβρίου –επί παραδείγματι– που κάποιοι τοποθετούν σ’ αυτή την ημερομηνία την Γέννηση του Χριστού.
Στο Λουκ. α΄/1, 5 (απόδοση Βάμβα), διαβάζουμε: «υπήρξε επί των ημερών Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαία βασιλεύς τις τω όνομα Ζαχαρίας εκ της εφημερίας Αβιά και η γυνή αυτού ήτο εκ των θυγατέρων του Ααρών και το όνομα αυτής Ελισσάβετ». Από το χωρίο αυτό, ξεκινώντας, οι Ευαγγελιστές αλλά και οι λεγόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, λένε ότι μπορούν να προσδιορίσουν πότε ήταν η εφημερία Αβιά, συνεπώς, πότε συνελήφθη από την Ελισσάβετ ο προφήτης Ιωάννης και άρα, προσθέτοντας στη συνέχεια έξι μήνες –επειδή τόσο ήταν η διαφορά ανάμεσα στον Ιωάννη και τον Κύριό μας– να προσδιορίσουν πότε συνελήφθη ο Κύριος Ιησούς Χριστός από την Παρθένο Μαρία, εκ Πνεύματος Αγίου. Λένε, λοιπόν, ότι με βάση το Α΄ Χρον. δ΄/4, 10 (απόδ. Βάμβα), ο Δαυίδ είχε χωρίσει τις ιερατικές οικογένειες κατά κλήρους, σε 24 ομάδες, για να υπηρετούν στη διάρκεια του έτους. Ο όγδοος κλήρος έπεσε στον Αβιά. Λένε, λοιπόν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ότι επί 15 ημέρες ιεράτευαν ως εφημέριοι ιερείς η κάθε μια από αυτές τις ομάδες. Παίρνουν λοιπόν, το 8ο δεκαπενθήμερο του έτους κι από’ κει και πέρα ξεκινάει η μέτρηση.
Έχουμε να κάνουμε τις εξής παρατηρήσεις, οι οποίες πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν όταν κανείς μπαίνει σε τέτοια συλλογιστική. Και το λέμε αυτό γιατί στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν γιορτάζονται ημερομηνίες. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία κηρύττουμε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Και την μια μέρα τονίζουμε την Γέννησή Του, την άλλη μέρα τονίζουμε το γεγονός ότι βαπτίστηκε, το γεγονός ότι υπάκουε στον προφήτη του Θεού, την άλλη μέρα τονίζουμε το γεγονός ότι σταυρώθηκε για μας, την άλλη μέρα τονίζουμε ότι αναλήφθηκε. Οποιαδήποτε μέρα του έτους θα μπορούσε να γίνει αυτό το πράγμα, διότι ο στόχος μας δεν είναι να τονίσουμε ημερομηνίες. Είναι να κηρύξουμε το Ευαγγέλιο του Χριστού, που περιλαμβάνει τα πάντα: την Γέννησή Του, την Βάπτισή Του, την Σάρκωση, την επι γης πρώτη Του Παρουσία, την σταυρική του Θυσία, την Ανάστασή Του.
Καμία από τις σοβαρές μελέτες που αφορούν το θέμα της ιερωσύνης του Ισραήλ λέει ότι επί 15 ημέρες ιεράτευε η εφημερία. Η εφημερία ήταν μόνο για μία εβδομάδα, από το Σάββατο έως το επόμενο Σάββατο. Και αυτό γινόταν περίπου 2 φορές το χρόνο. Παραπέμπουμε στο έργο του Φλαβίου Ιώσηππου »Αρχαιότητες», βιβλ. 7ο, 14-7: οι εφημερίες ήταν εβδομαδιαίες εναλλασσόμενες ανά Σάββατο, περίπου 2 φορές το χρόνο. Αλλά μη φανταστεί κανείς ότι κι έτσι μπορεί να βρει πότε ήταν η εφημερία Αβιά την εποχή του Ζαχαρία. Διότι άλλη κατάσταση έχουμε πριν από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία και άλλη μετά από αυτήν.
Από τα δεδομένα του βιβλίου του Έσδρα β΄/2, 36 (απόδ. Βάμβα) πληροφορούμαστε ότι εκείνοι που επέστρεψαν από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία ήταν οι εκπρόσωποι ΜΟΝΟ 4 ομάδων. Διαβάζουμε (στίχοι 36-39): «36 οι ιερείς υιοί Ιεδαΐα», που ήταν ένας από τους κλήρους του Ιεδαΐα. Παρακάτω: «37 υιοί Ιμμήρ», «38 υιοί Πασχώρ» και «39 υιοί Χαρήμ». Μόνο 4 κλήροι επιστρέφουν, μόνο 4 ομάδες. Οι άλλες 20 δεν επέστρεψαν.
Όταν, τον καιρό του Νεεμία ξεκινά πάλι η υπηρεσία στον Ναό, έχουμε και πάλι 24 ομάδες που υπηρετούν. Το ερώτημα είναι: η εφημερία του Αβιά στην οποία ο εμφανίζεται ο Ζαχαρίας να ανήκει, είναι με βάση τα αρχαία ονόματα ή με βάση τα ονόματα από τον καιρό του Νεεμία; Λ.χ. στο Νεεμ. ιβ΄/12, 17 αναφέρεται ο Αβιά και, ως εκπρόσωπος του Αβιά, ο Ζιχρί. Αλλά η διάταξη εδώ, μας δίνει 11ο τον Αβιά.
Τι θέλουμε να πούμε; Ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στο να προσδιορίσουμε:
α) ποια είναι η εφημερία Αβιά στην οποία ανήκει ο Ζαχαρίας, αν είναι η παλαιά ή μετά την Βαβυλώνια αιχμαλωσία, και,
β) δεν είναι δυνατόν, επίσης, να προσδιοριστεί με κανέναν τρόπο ποια στιγμή του χρόνου εμφανίζεται η δεδομένη εφημερία, όποια κι αν είναι αυτή, για το λόγο ότι οι εφημερίες προχωρούν καθέτως αλλά κάθε τρία χρόνια, περίπου, έχουμε έναν εμβόλιμο μήνα. Και στην διάρκεια του εμβόλιμου μήνα θα υπηρετήσουν κάποιες εφημερίες, οπότε το νέο έτος θα αρχίσει με κάποια άλλη κι όχι με την πρώτη εφημερία, όπως είχε κανονικά ξεκινήσει. Υπάρχουν, λοιπόν, όπως και να το πούμε, πολλά προβλήματα στο να προσδιορίσουμε με βάση τις εφημερίες, με βάση τους ιερατικούς κλήρους την ακριβή ημερομηνία στην οποία υπηρέτησε ο Ζαχαρίας.
Αρχαία πληροφορία μας λέει ότι ο Ζαχαρίας υπηρέτησε κατά μήνα Σεπτέμβριο. Αλλά δεν θα επιμείνουμε σ’ αυτήν εμείς, διότι είδαμε ότι δεν είναι η ημερομηνία αυτή που προσδιορίζει τα πράγματα. Επίσης, αρχαία πληροφορία και συγκεκριμένα από τον Ιώσηππο, μας λέει ότι η απογραφή στην οποία ο Κύριος Ιησούς εμφανίζεται να γεννάται, έγινε την 9η του μηνός Σαπέτ (από χειρόγραφο του Ιωσήππου που πάρθηκε μαζί με τα υπόλοιπα που πήρε ο Τίτος, ο αυτοκράτορας της Ρώμης, και φυλάσσεται αυτή τη στιγμή στα μουσεία της Ρώμης), που είναι περίπου 25 Δεκεμβρίου. Εκείνο που θέλουμε να υπογραμμίσουμε είναι ότι δεν είναι δυνατόν ούτε με βάση την ιερωσύνη, τις εφημερίες, ούτε με άλλη πληροφορία να προσδιοριστεί επακριβώς η ημερομηνία, τουλάχιστον μέχρι τώρα.
Διαπιστώσαμε μέχρι στιγμής ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία που εκτίθεται στην Καινή Διαθήκη περί της ιερωσύνης του Ζαχαρία και περί τις ιερατείας, κατά την τάξη του Αβιά, δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί η ημερομηνία της Γεννήσεως του Χριστού. Διότι αυτό το επιχείρημα, κυρίως, χρησιμοποιεί μια ομάδα καθ’ ομολογίαν χριστιανών, και συγκεκριμένα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, για να αποδείξουν με τον τρόπο που επιχειρούν, ότι δεν είναι ορθή η ημερομηνία την οποία η Εκκλησία μας έχει καθορίσει, όπως και άλλες επίσης, για τον εορτασμό της Χριστού Γεννήσεως. Το επιχείρημά τους αυτό, λοιπόν, όπως και άλλα επιχειρήματα ιστορικής φύσεως που χρησιμοποιούν, είναι βεβιασμένο, είναι ένα επιχείρημα που δεν απορρέει από τα ιστορικά δεδομένα αλλά πιέζουν τα ιστορικά γεγονότα, τα χωρία της Γραφής και κάποια συλλογιστική δική τους, ώστε να αποδείξουν ότι η ημερομηνία αυτή δεν είναι σωστή. Και με το ίδιο σκεπτικό, με τον συλλογισμό, οδηγούνται στην ημερομηνία της 1ης Οκτωβρίου. Είναι λοιπόν σαφές, από τα ιστορικά δεδομένα που υπάρχουν σήμερα, ότι δεν είναι δυνατόν από την εφημερία του Αβιά να προσδιοριστεί η ημερομηνία της Γεννήσεως του Χριστού και προφανώς, το επιχείρημα αυτό καταπίπτει.
3. Η καταλληλότητα του χρόνου της απογραφής
Παράλληλα, όμως, εκτός από αυτό το κεντρικό επιχείρημα που χρησιμοποιούν, χρησιμοποιούν και μια άλλη είδους συλλογιστική όπως ότι δεν μπορεί, –δήθεν–, να είναι η 25η Δεκεμβρίου η ημέρα Γεννήσεως του Χριστού διότι κατ’ εκείνον τον καιρό έγινε η απογραφή. Και δεν θα μπορούσε να βγει διάταγμα περί απογραφής καιρό χειμώνος, διότι δεν θα μπορούσαν –δήθεν– να μετακινηθούν οι άνθρωποι. Ή ότι αναφέρει το ευαγγελικό ανάγνωσμα ότι υπήρχαν ποιμένες αγραυλούντες. Σ’ αυτά τα δυο περιστασιακά, θα μπορούσαμε να απαντήσουμε τα εξής με λίγα λόγια.
Κατ’ αρχήν, οι ποιμένες που ήταν αγραυλούντες φύλαγαν «φυλακάς», δηλαδή σκοπιές, την νύχτα. Δεν λέει το κείμενο ότι παρέμεναν όλη τη νύχτα στο ύπαιθρο. Γνωρίζουμε από τα κλιματολογικά στοιχεία για την περιοχή εκείνη ότι ο χειμώνας είναι αρκετά ήπιος και τουλάχιστον, για κάποια μικρή χρονική περίοδο της νύχτας και εναλλάξ, θα μπορούσαν οι ποιμένες να φυλούν πραγματικά σκοπιές χωρίς να υπάρχει άμεσο πρόβλημα ψύχους. Όσο δε, για το επιχείρημα που χρησιμοποιούν περί του ότι ο χειμώνας δεν είναι κατάλληλη εποχή για τις απογραφές, θα θέλαμε να πούμε ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Διότι οι περίοδοι της απογραφής πρέπει να επιλέγονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη συμπίπτουν με περιόδους κατά τις οποίες υπάρχουν αυξημένες γεωργικές ή κτηνοτροφικές εργασίες. Δηλαδή, δεν θα έπρεπε οι πολίτες, ο κόσμος που θα απεγραφόταν, να είναι απασχολημένος με αγροτικές εργασίες ούτως ώστε να μπορεί να μετακινηθεί όπως στη περίπτωσή μας, ο Ιωσήφ με την Παρθένο Μαρία. Αντίθετα, λοιπόν: το επιχείρημα που χρησιμοποιούν από τη συλλογιστική τους, και μάλλον αποδεικνύει ότι η 1η Οκτωβρίου όπου οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τοποθετούν σαν ημερομηνία την Γέννηση του Χριστού δεν θα ταίριαζε για περίοδο απογραφής διότι, όπως είναι γνωστό, η περίοδος αυτή είναι φορτισμένη με ένα σωρό από αγροτικές εργασίες.
4. Η Ορθόδοξη θεώρηση των Χριστουγέννων
Ωστόσο, επαναλαμβάνουμε και τονίζουμε, ότι η χριστιανική Εκκλησία δεν στέκεται σε ημερομηνίες, στέκεται όμως στα γεγονότα. Και αυτά είναι εκείνα τα οποία ενθυμείται, αυτά είναι τα οποία εορτάζει διότι αυτά τα γεγονότα σαν σύνολο είναι η ιστορία της Πρώτης Παρουσίας και κατ’ επέκταση είναι το περιεχόμενο του Ευαγγελίου, είναι το περιεχόμενο του σωτηριολογικού κηρύγματος.
Οι χριστιανοί, όταν γιορτάζουμε, είπαμε ότι τιμούμε και τονίζουμε κάθε φορά τα γεγονότα εκείνα της ζωής και της διδασκαλίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Γιορτάζουμε πνευματικά, τιμούμε με τούτο. Δεν είπε ο Κύριός μας ότι, αν τηρούμε τις εντολές Του κι έτσι αν τον αγαπούμε, Αυτός και ο Πατέρας θα’ ρθούν και θα κατοικήσον μέσα μας; Έρχεται ο Χριστός και γεννιέται μέσα μας! Και κατοικεί και μορφώνεται μέσα μας. Αυτό είναι το Ευαγγέλιο, αυτή είναι η διδασκαλία της Ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας της πίστης μας. Μήπως ο Απόστολος Παύλος στην Γαλ. δ΄/4, 19 δεν μιλεί γι’ αυτή την πνευματική γέννηση, την πνευματική γέννηση του Χριστού μέσα μας; Λέει: «19 τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν!». Για χάρη των οποίων πάει, βρίσκεται σε ωδίνες τοκετού, «άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν», «μέχρις ότου πάρει μορφή, να σαρκωθεί μέσα σας ο Χριστός». Αυτή είναι η γέννηση του Χριστού. Για την οποία γέννηση ο πνευματικός πατέρας βρίσκεται σε ωδίνες. Αυτή τη γέννηση τονίζουμε κι έτσι θέλουμε να εορτάζουμε. Πως την επόμενη μέρα το πρωί, όταν έχουμε ένα βραδινό γλέντι ή γλεντοκόπι, για το οποίο μας κατηγορούν για οινοποσίες, θα συγκεντρωθούμε στην Θεία Ευχαριστία στο Δείπνο του Κυρίου θα υμνολογήσουμε και νωρίς το πρωί θα αποδεχτούμε τον Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Κύριό μας, ο οποίος ήλθε ακριβώς για να φέρει τη ζωή και το φως, σε όλους μας; Ας είμαστε σοβαροί όταν κρίνουμε μερικά πράγματα.
Η Ορθόδοξη χριστιανική Εκκλησία διαφέρει σε πολλά από την Δυτική. Και ίσως για ορισμένα από όσα κατηγορούν τους χριστιανούς να εννοούν την δυτική, την Παπική Εκκλησία. Αλλά θα πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός στο τι λέει, γιατί το λέει και που το λέει.
5. Από πότε γιορτάζουμε Χριστούγεννα;
Ας δούμε τώρα από πότε έχουμε την εορτή των Χριστουγέννων. Κατ' αρχήν μας λένε εκείνοι που προσπαθούν να κρίνουν την πίστη μας ότι για πρώτη φορά καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων, γύρω στο 335 από την εκκλησία της Ρώμης και κατόπιν στις υπόλοιπες εκκλησίες εμφανίζεται η εορτή των Χριστουγέννων. Θέλουμε να τονίσουμε ότι σαν μεμονωμένη ημερομηνία εορτής της Γεννήσεως του Χριστού ξεκινάμε από τον 4ο αιώνα να την εορτάζουμε. Αλλά την Γέννηση του Χριστού την γιορτάζουμε από την αρχή. Και μάλιστα, ως την Επιφάνεια του Κυρίου μας (ή Τα Επιφάνεια, αφού γιορτάζουμε την Γέννηση μαζί με την Βάπτιση). Τα γεγονότα αυτά που τονίζουν ότι ο Κύριός μας ήρθε και σαρκώθηκε, πήρε τη δική μας σάρκα κι έτσι σωζόμεθα. Μάλιστα από το 180 μ.Χ. έχουμε μια φιλολογία που αναφέρεται, ακριβώς, σ’ αυτό το ζήτημα, ότι προηγείται των ετών που μας λένε, το γεγονός της εορτής της Γεννήσεως του Κυρίου, προκύπτει και από επιστολή του Αρχιεπισκόπου Νικαίας Ιωάννου, προς Ζαχαρίαν τον Καθολικόν της Μεγάλης Αρμενίας όπου πληροφορούμαστε ότι ο Πάπας Ρώμης Ιούλιος ο Α΄, απαντάει στον Επίσκοπο Ιεροσολύμων, ο οποίος Επίσκοπος Ιεροσολύμων, έγραφε σ' εκείνον: «Πως να παραστώ συγχρόνως και στη γιορτή της γεννήσεως στη Βηθλεέμ, και στη γιορτή της Βαπτίσεως στον Ιορδάνη;» Και τότε ο Πάπας Ρώμης, του απάντησε ότι υπάρχει στα αρχεία της Ρώμης, τμήματα από διασωθέν έγγραφο του Ιωσήπου, που λέει ότι την 9η του μηνός Σαπέτ (25 Δεκεμβρίου), έγινε η γέννηση του Χριστού.
Εν πάση περιπτώσει δεν θα μείνουμε σ’ αυτά, εκείνο που έχουμε να πούμε είναι ότι πράγματι, οι χριστιανοί, από πάντα τιμούσαν την Σάρκωση του Κυρίου, την επί γης Παρουσία Του.
6. Οι κοσμικότητες και ο άγιος Βασίλειος
Ένα άλλο πράγμα για το οποίο κατηγορούν την Ορθόδοξη πίστη, γενικά τους χριστιανούς, είναι τα χριστουγεννιάτικα δώρα σαν μέρος της γιορτής και όσα έχουν σχέση με τον Άγιο Βασίλη. Κατ’ αρχήν έχουμε να πούμε ότι όταν κανείς γιορτάζει και όταν χαίρεται για όσα έκανε ο Κύριος για μας, πραγματικά μοιράζεται με τους αδερφούς του ό,τι έχει. Όπως λ.χ. ο Νεεμίας στο Νεεμ. η΄/8, 9: «αύτη είναι αγία εις Κύριον τον Θεόν σας μη πενθείτε μηδέ κλαίετε 10 και είπε προς αυτούς· υπάγετε φάγετε παχέα και πίετε γλυκάσματα και αποστείλατε μερίδας προς τους μη έχοντας μηδέν ητοιμασμένον διότι η ημέρα είναι αγία εις τον Κύριον ημών» (απόδ. Βάμβα). Το να μοιραζόμαστε με τους αδερφούς μας ό,τι έχουμε είναι άγιο. Δεν επιμένουμε ούτε στα δώρα που υπάρχουν στη Δύση, ούτε σε κραιπάλες, ούτε σε οινοποσίες. Αυτό να το πούμε και να το τονίσουμε ξανά. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος έλεγε ότι «δεν εορτάζουμε κοσμικώς αλλά υπερκοσμίως». Τώρα, όσον αφορά τις ιστορίες σχετικά με τον Άγιο Βασίλειο: κατ’ αρχήν την πρώτη Ιανουαρίου, τιμούμε την περιτομή του Κυρίου μας. Βεβαίως, τιμούμε και την μνήμη του Αγίου Βασιλείου. Ο Άγιος Βασίλειος ήταν ένας άνθρωπος που έκανε πάρα πολλά για τον κόσμο, πνευματικώς και υλικώς. Στη Δύση υπάρχει ο Άγιος Νικόλαος, ο λεγόμενος Santa Claus, ένας άνθρωπος πολύ πλούσιος που τα μοίρασε όλα στους ανθρώπους που είχαν ανάγκες. Και μάλιστα κατά το αγιογραφικό «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου» (Ματθ. ς΄/6, 3), πολλές φορές νύχτα πήγαινε μεταμφιεσμένος, για να μη τον γνωρίσουν. Μάλιστα ήταν πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση όπου πέταξε τρία τσουβάλια χρυσάφι σε έναν άνθρωπο ο οποίος ήταν σε φοβερή ανάγκη, είχε πολλά χρέη και ήταν έτοιμος, κυριολεκτικά, να πουλήσει τις τρεις θυγατέρες του.
Υπάρχει μια βάση για όλα αυτά αλλά όχι και να φτάσουμε σ’ αυτή την εμπορική διαφήμιση που υπάρχει. Προς Θεού, δεν είναι ούτε μέρος της πίστης μας ούτε μέρος της χριστιανικής μας πορείας. Το τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος είναι δικό του θέμα και ο Θεός θα κρίνει, για όλα αυτά τα ζητήματα.
7. Επιλεγόμενα
Τονίζουμε λοιπόν, συμπερασματικά, ότι σχετικά με το πότε εμφανίζεται η εορτή των Χριστουγέννων, έχουμε να πούμε ότι δεν εμφανίζεται στον 4ο αιώνα. Τον 4ο αιώνα έχουμε την τοποθέτησή της σε μια ιδιαίτερη ημερομηνία. Αλλά οι χριστιανοί τιμούν τα Χριστούγεννα από την ΑΡΧΗ. Γι’ αυτό και υπάρχει η φιλολογία από τον 2ο αιώνα. Να το τονίσουμε γιατί υπάρχει και παραπλάνηση και ελλειπής πληροφόρηση.
Ας θίξουμε επίσης, έστω κατ’ ελάχιστον, το ζήτημα της προσκύνησης των Μάγων και του Αστέρος. Από την ευαγγελική αφήγηση ο Αστέρας οδήγησε τους Μάγους στο να προσκυνήσουν το Χριστό και να του προσφέρουν δώρα. Οι αυτο-ονομαζόμενοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ισχυρίζονται ότι ο Αστέρας ήταν όργανο του Σατανά που οδήγησε τους Μάγους όχι για να προσφέρουν αληθινή λατρεία στο Χριστό αλλά που τελικά, οδήγησε στη σφαγή των 14.000 νηπίων. Τούτο όμως, είναι πέρα για πέρα εσφαλμένο και αποδεικνύεται και μέσα από την ευαγγελική αφήγηση αλλά και από την Παράδοση της Εκκλησίας. Κατ’ αρχή, ποτέ ο Σατανάς δεν έχει οδηγήσει ανθρώπους πιστούς στο να προσκυνήσουν το Χριστό και να του προσφέρουν δώρα, να τον τιμήσουν, δηλαδή, ως Βασιλέα, ως Θεό και να τιμήσουν την Σταύρωση και την ταφή Του, όπως συμβολίζουν τα δώρα που προσεφέρθησαν. Αντιθέτως, η Παράδοσις, σε συμφωνία με την Αγία Γραφή, λέγει ότι ήταν σοφοί εκ της Αραβίας (γιατί η έννοια Μάγος είχε και αυτή την έννοια, μαζί με το «διδάσκαλος», «ιερέας», κ.ο.κ. την εποχή εκείνη). Πορεύτηκαν κατά πάσα πιθανότητα από την Αραβία και προσέφεραν αντίστοιχα δώρα. Έτσι, λοιπόν, εκπληρώνεται η προφητεία που αναφέρεται στο Ψαλμ οβ΄/72, 10, (Ψαλμ. οα΄/71, 10 κατά τους Ο΄) όπου αναφέρει «οι βασιλείς της Θαρσείς και των νήσων θέλουσι προσφέρει προσφοράς, οι βασιλείς της Αραβίας και της Σεβά θέλουσι προσφέρει δώρα». Ταυτόχρονα όμως, μας θυμίζει και μια άλλη προφητεία που έκανε ένας ανάλογος των Μάγων αλλά πολύ προγενέστερος και αυτός δεν είναι άλλος από τον Βαλαάμ. Η δε προφητεία του αναφέρεται στο Αριθ. κδ΄/24. Εκεί, ένας μάγος, ένας προφήτης εκτός Ισραήλ οδηγείται στο να δει σε όραση τον Παντοδύναμο και να προφητεύσει για τον ερχομό του Μεσσίου. Δεν ήταν, λοιπόν, στους λαούς αυτούς άγνωστος ο ερχομός του Χριστού και κατ’ επέκτασιν και κατά συνέπειαν αυτός ήταν ο λόγος που οδηγήθηκαν στο να τον βρουν, στο να τον αναζητήσουν και να Του προσφέρουν αυτού του είδους τα δώρα.
Εν κατακλείδι μεταφέρουμε τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου όπου φαίνεται με σαφή τρόπο το πως εμείς οι χριστιανοί βλέπουμε αυτή την εορτή των Χριστουγέννων και πως πρέπει να την εορτάζουμε: «Τοίνυν εορτάζομεν μη πανηγυρικώς αλλά θεϊκώς, μη κοσμικώς αλλά υπερκοσμίως, μη τα ημέτερα αλλά τα του Ημετέρου, μάλλον δε τα του Δεσπότου». Δηλαδή, όχι να τιμούμε τους εαυτούς μας αλλά να τιμούμε το Χριστό τον Δεσπότη. «Μη τα της ασθενείας αλλά τα της ιατρείας, μη τα της πλάσεως αλλά τα της αναπλάσεως».
Αυτό είναι το πραγματικό περιεχόμενο της εορτής των Χριστουγέννων και μ’ αυτό τον τρόπο πρέπει οι χριστιανοί να εορτάζουμε αυτή την αγία ημέρα.
Πηγή: (Απομαγνητοφώνηση από εκπομπές της Πειραϊκής Εκκλησίας της σειράς εκπομπών: «Ορθοδοξία και Αίρεση», του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του, που εκφωνήθηκαν για πρώτη φορά την 1-1-1994 η πρώτη και 21-1-1994 η δεύτερη) Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας (ακούστε εδώ), Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας (ακούστε εδώ)
«Παιδί μου, θά ἤθελα πολύ νά μοιάσω, στόν Ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη»
Ἕνα βράδυ, καθόταν ὁ ἀείμνηστος ἅγιος Πενταπόλεως στό Πανεπιστήμιο, πού εἶχε οἰκοδομηθεῖ καί λειτουργήσει μέ τίς κοπιώδεις φροντίδες και ἀγῶνες του. Μέσα στό κέντρο τοῦ χώρου κτιζόταν ὁ βυζαντινός καί περικαλλῆς Ναός τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου. Ἦταν κουρασμένος, γιατί ἐκείνη τήν ἡμέρα εἴχαμε ἀργήσει πολύ δουλεύοντας στό Ναό καί τότε μοῦ εἶπε:
«Παιδί μου, θά ἤθελα πολύ νά μοιάσω στόν Ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη».
Τόν ρώτησα: «Γιατί Σεβασμιώτατε;»
Καί συνεχίζει καί λέει:
«Αὐτός δούλεψε γιά τό Θεό καί ἔπεσε ἀπό τίς σκαλωσιές καί μ’ αὐτό τόν τρόπο θυσίασε τήν ζωή του στόν Θεό, τόν ζηλεύω πολύ, ἀλλά δέν λέω τίποτα, γιατί τόσα ἔργα ἔκανα μέχρι σήμερα. Μέ ἐλέησε ὁ Θεός καί δέν ἐπέτρεψε κανένα κακό νά γίνη, οὔτε ἔσπασε κανένα πόδι, κανένα χέρι, γι’ αὐτό δέν ἔχω παράπονο…»
Καί νά σημειώσουμε αὐτή ἡ κουβέντα ἔγινε τό 2009.
Τόν εἶδα νά ἀνεβαίνη στό τροῦλλο πολλές φορές καί φοβόμουν μήν πέση κάτω, καί κάθε φορά τοῦ ἔλεγα:
«Σεβασμιώτατε μήν τό κάνετε αὐτό!»
Καί ἡ ἀπάντησι πάντα ἦταν:
«…Ἀνεβαίνω παιδί μου, νά δῶ τί κάνουν καί ἄν μπορῶ νά προλάβω νά σώσω καμμιά ψυχή πού πρόκειται νά πέση… δέν θέλω νά ἔχω εὐθύνες πάνω μου, καλό εἶναι νά εἶμαι μαζί τους, γιά νά βοηθήσω…»
Ὅταν τοῦ ἔλεγα: «Σεβασμιώτατε, θά κουραστῆτε», ἀπαντοῦσε ἀμέσως:
«… Αὐτό θέλω, νά κουρασθῶ γιά τό Θεό, μ’ αὐτό τόν τρόπο τοῦ δείχνω καί ἐγώ τήν εὐγνωμοσύνη μου. Ἔχω κάνει μαζί του συμφωνία, ὅσο ζῶ θά τοῦ χαρίζω τήν ζωή μου στά ἔργα τοῦ Εὐαγγελίου…»
Δέν μποροῦσα μέ κανένα τρόπο νά τοῦ πῶ νά μήν δουλέψη.
Μία μέρα τοῦ εἶπα:
«Σεβασμιώτατε ἐσεῖς νομίζετε, ὅτι ὁ Θεός θά σᾶς κρίνη ἀνάλογα μέ τά ἔργα σας;...»
Θύμωσε πολύ καί μοῦ ἀπάντησε:
«…Ὄχι δέν εἶπα αὐτό, δέν ξέρω τί θά πῆ ὁ Θεός γιά μένα, εἶναι ἁμαρτία ἄν σκεφτώμαστε ἔτσι. Πολλοί ἅγιοι δεν ἔκαναν κάτι ἀπό αὐτά, οὔτε ἔγραψαν, οὔτε ἔκτισαν, οὔτε ἱερεῖς ἔγιναν… καί σήμερα κάνουν πολλά θαύματα καί εἶναι μεγάλοι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ… Ἀλοίμονο ἄν σκεφτώμαστε ἔτσι! Ἐγώ τά κάνω ἁπλά, γιατί ἔκανα συμφωνία μέ τό Θεό, ὅσο ζῶ θά τοῦ χαρίζω τήν ζωή μου, τήν δύναμί μου, τά πάντα ὅσα χρόνια μέ κρατάει στήν γῆ, χωρίς νά περιμένω τίποτα, γιατί τά πάντα μοῦ ἔδωσε, ἁπλά τήν εὐγνωμοσύνη μου θέλω νά τοῦ δείξω…»
Μία μέρα χωρίς νά ἔχει προηγηθῆ κάποια συζήτησι εἶπε:
«Τί ἄνθρωποι ἦταν αὐτοί;»
Χωρίς νά μοῦ πῆ τά ὀνόματά τους.
Τόν ρώτησα:
«Ποιούς λέτε;»
Καί ἀρχίζει καί μοῦ λέει:
«Ἡ Παναγία, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ὁ Πρόδρομος…, τί νά σοῦ πῶ, τί ἦταν αὐτοί… δέν χωράει τό μικρό μυαλό μου, τί πνεῦμα εἶχαν. Ἄν μ’ ἀξιώση ὁ Θεός μία μέρα νά πάω νά τούς δῶ μέ τά μάτια μου, νά τούς ρωτήσω, τί ἦταν θά μάθω…»
Λένε ὅτι ἤξερε ἀπ’ ἔξω ὅλες τίς ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί ποτέ-ποτέ του δέν ξεχνοῦσε νά ἀναφέρεται στό ὄνομα τοῦ Καθηγητοῦ του Τρεμπέλα, σ’ ὅλες τίς ὁμιλίες του καί πάντα μετά δακρύων ἀναφερόταν στό ὄνομά του.
Ὅλοι μας στό Κονγκό γνωρίζουμε τόν ἀείμνηστο Παναγιώτη Τρεμπέλα, χωρίς νά τόν ἔχουμε δεῖ.
Συχνά ἀναφερόταν στά πρόσωπα τῶν πατέρων Χρυσοστόμου Παπασαραντοπούλου καί Χαρίτωνος Πνευματικάκι μετά δακρύων καί πάντα ἔλεγε:
«Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, πώς μέ ἑτοίμαζαν μέ τήν ἀγάπη τους!».
Μία μέρα, μοῦ διηγήθηκε ἕνα περιστατικό μέ τόν πατέρα Χαρίτωνα, ὅταν τοῦ ἔλεγε:
«…Ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἄξιοι, νά μαρτυρήσουμε γιά τό Χριστό, μήν φοβάσαι, δέν θά πάθουμε τίποτε, δέν εἴμαστε ἄξιοι…»
«Θά σοῦ πῶ ἕνα καλό τροπάριο μέ τόν ἦχο πού θέλω καί μοῦ ἀρέσει»
Μία μέρα μέ κάλεσε στήν βεράντα τοῦ σπιτιοῦ του καί μοῦ λέει:
«Παιδί μου θέλω νά ἀφιερώσω τό τελευταῖο ἔργο μου στήν Παναγία, θέλω νά κάνω ἕναν ὡραῖο Ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στό χωριό Μπάλα σταυροειδή με τροῦλλο.»
Ἔφτιαξε ὁ ἴδιος τό σχέδιο καί ἄρχισε ἡ δουλειά. Τό χωριό ἀπέχει ἀπό τήν Κανάνγκα 35 χιλιόμετρα καί πήγαινε κάθε μέρα νά ἐπιβλέπη τό ἔργο, γιατί ἐπέμενε στό ὅτι:
«Θά κάνω ὅ,τι μέ φωτίζει ἡ Παναγία, γιατί δέν ἔχω ξανακάνει ἕνα τέτοιο σχέδιο, γι’ αὐτό θά πηγαίνω κάθε μέρα… Ξέρω ὅτι εἶναι δύσκολος ὁ δρόμος καί κουραστικός, ἀλλά πρέπει νά τελειώση ἡ δουλειά καί δέν νομίζω ὅτι μετά ἀπό αὐτό θά κάνω ἄλλο. Ἔτσι ἐπιθυμῶ νά γίνη ὡραῖο καί ὄμορφο. Κουράστηκα καί δέν ἀντέχω ἄλλο, τό μυαλό μου ἀντέχει ἀκόμα, ἀλλά τά πόδια δέν μέ βοηθοῦν καί δέν μ’ ἀφήνουν νά δουλέψω καί ἀκόμη δέν ἔχω ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μου, γιατί καί τό σχέδιο εἶναι δύσκολο. Εἶναι ἀνάγκη νά εἶμαι ἐκεῖ κάθε μέρα μέ τήν βοήθεια τῆς Παναγίας νά τελειώσουμε…».
«Σοῦ λέω παιδί μου, ἄν τελειώσω αὐτό τό Ναό θά πῶ: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ Κύριε, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου, τὸ σωτήριόν σου. Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.». Κάνω προσευχή νά φροντίζη ἡ Παναγία μόνη της τό ἔργο αὐτό.»
Πραγματικά εἶχαμε παραδείγματα γιά τήν φροντίδα τῆς Παναγίας.
Νά σημειώσουμε ὅτι τήν τελευταῖα ἑβδομάδα τήν ἡμέρα τοῦ Ἁγίου Χαρίτωνος τοῦ Ὁμολογητοῦ στίς 28 Σεπτεμβρίου, ἡμέρα Πέμπτη, ἀφοῦ τό πρωῒ εἶχε πάει στήν Μπάλα, ὅπως πάντα, γύρισε στό ραδιοφωνικό σταθμό, ὅπου ἦμουν μέσα καί χτύπησε στήν πόρτα, μόλις βγῆκα μοῦ λέει:
«Κάθισε νά σοῦ πῶ κάτι, πού δέν σᾶς ἔχω πεῖ ποτέ!»
Μόλις κάθισα τόν ἄκουσα μέ προσοχή:
«… Παιδί μου δέν ἀντέχω πιά, σήμερα κατάλαβα ὅτι κουράστηκα πολύ. Τό σῶμα μου δέν ἔχει δυνάμεις. Ὅμως πρέπει νά τελειώση ὁ Ναός. Δοξάζω τό Θεό, γιατί ἔδωσε διά πρεσβειῶν τῆς Θεοτόκου ὅ,τι καλύτερο. Παρατήρησα ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα πού ξεκινήσαμε τίς ἐργασίες μέχρι σήμερα δέν μᾶς ἐμπόδισε οὔτε μία μέρα ἡ βροχή, ἀλλά εἶχαμε ἀνάγκη ἀπό τό νερό. Ἔβρεχε μόνο στίς ὧρες πού δέν δουλεύαμε. Αὐτό εἶναι ἡ μεγαλύτερη φροντίδα τῆς Θεοτόκου, γιά νά περατωθῆ ὁ Ναός της. Δοξάζω τό Θεό γιατί ὁλοκληρώσαμε τό ἔργο σ’ αὐτή τή δύσκολη περίοδο, πού εἴχαμε ἐπεισόδια (σοβαρές καί ἐπικίνδυνες ἐμφύλιες συρράξεις μέ πολλούς θανάτους), μᾶς φύλαξε καί τελειώσαμε…»
Μετά ἔφυγε γιά τό δωμάτιό του, ἀφοῦ αὐτή ἡ κουβέντα ἔγινε στίς 8 τό βράδυ.
Τό Σάββατο τό πρωΐ 30 Σεπτεμβρίου ἔφυγε γιά τό χωριό καί ἐκεῖ στίς 11.30 π.μ. δούλευε στό ἱερό, σέ ἡλικία 87 ἐτῶν. Εἶχε στό χέρι του ἕνα τρυπάνι καί τρυποῦσε στόν τοῖχο. Μόλις ἔβγαινε ἀπό τό ἱερό γλύστρισε στά σκαλοπάτια μέ τό τρυπάνι στό χέρι. Ἔπεσε κάτω καί ἔσπασε τό ἀριστερό του πόδι.
Ὅταν τόν φέρανε στό κέντρο τῆς Ἱεραποστολῆς, τόν ἔβαλαν στό δωμάτιό του. Μπῆκα μέσα. Εἶχε πολύ κόσμο. Τούς παρακάλεσε νά βγοῦν ἔξω ὅλοι.
Πονοῦσε πολύ. Μόλις βγῆκαν, μοῦ ζήτησε νά πάρω χαρτί καί μολύβι. Μοῦ εἶπε τί ἔπρεπε νά κάνουν στό Ναό ἀπό τήν Δευτέρα μέχρι τό τέλος.
Προσωπικά φοβήθηκα, γιατί κατάλαβα σάν νά μοῦ δίνει τελευταίες ἐντολές. Πράγματι ἦταν μέ λεπτομέρειες.
Ἀφοῦ τελειώσαμε συνέχισε:
«… Παιδί μου δέν λυπᾶμαι γιά ὅ,τι ἔγινε, δέν ἔχω παράπονα γι’ αὐτό πού μοῦ ἔχει συμβεῖ. Δοξάζω πολύ τό Θεό, γιατί ἐπέτρεψε νά τό πάθω ἐγώ καί ὄχι ἄλλος, γιά νά μήν ἔχω εὐθύνη. Τόσα χρόνια, τόσες δουλειές, τόσα ἔργα, μέ φύλαξε ὁ Θεός, δέν ἔπαθε κανένας τίποτε, δέν ἔσπασε κανένα κεφάλι, πόδια, χέρια τῶν ἄλλων. Μέ ἐλέησε. Τό θύμα εἶμαι ἐγώ ὁ ἴδιος. Τί θά Τοῦ ἔλεγα, ἄν εἶχα ἀφήσει πίσω μου μία οἰκογένεια νά κλαίη μία γυναίκα τόν ἄνδρα της, ἤ τά παιδιά τον πατέρα τους ἀπό τά ἔργα μου; Δέν εἶναι τίποτα αὐτό πού ἔπαθα (μοῦ τά ἔλεγε κλαίγοντας ἀπό τόν πόνο πού εἶχε). Κοίτα στόν τοῖχο, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι…».
Ἐννοοῦσε τούς ἁγίους, μοῦ ἔδειχνε τις εἰκόνες, πού βρίσκονταν στόν τοῖχο.
«Τούς ἔκοψαν τά κεφάλια, τούς ἔβγαλαν τά δέρματα, τά δόντια, τούς ἔκοψαν τά πόδια, χέρια,… τί δέν τούς ἔκαναν; Ἀλλά ἐγώ δέν εἶμαι ἄξιος γιά ἕνα τέτοιο θάνατο, αὐτό πού ἔχω δέν εἶναι τίποτα μπροστά τους. Ἀλλά ἄν ἐπιτρέψη ὁ Θεός νά φύγω ἀπό αὐτό τό χτύπημα θά εἶμαι πολύ εὐχαριστημένος, θά τόν δοξάζω.
Ἡ χαρά μου εἶναι, ὅτι εἶμαι ἐγώ τό θύμα, ὄχι ἄλλος. Ἀλλά νά ξέρης, ὅτι ὅταν θά μέ σηκώσετε νά μέ βάλετε στόν τάφο…»
Μόλις εἶπε στόν τάφο, τόν σταμάτησα καί τοῦ εἶπα:
«Ὄχι Σεβασμιώτατε θά σᾶς βάλουμε στό αὐτοκίνητο γιά τό ἀεροδρόμιο, νά πᾶτε στήν Ἑλλάδα γιά θεραπεία…»
«Ὡραία», μοῦ λέει, «τό ἴδιο εἶναι!»
«Ἀλλά σημασία ἔχει ὅτι θά μέ σηκώσετε γιά τό αὐτοκίνητο, θά σοῦ ψέλνω ἕνα πολύ καλό τροπάριο μέ τόν ἦχο πού θέλω καί μοῦ ἀρέσει, γιατί δέν ξέρω, πώς θά τό ψέλνουν οἱ ἄλλοι, μετά ὅταν δέν θά τό ἀκούω. Θά τό πῶ ἐγώ μόνος μου, νά χαρῶ…»
Τότε χωρίς νά ξέρω τί ἤθελε νά μοῦ πῆ, περίμενα νά ἀκούσω κάτι εὐχάριστο. Καί μόλις τόν σηκώσαμε, γιά νά τόν βάλουμε στό αὐτοκίνητο ἀρχίζει μέ δυνατή φωνή νά ψέλνη· «Αἰωνία ἡ μνήμη», μέ χαρά καί εὐχαριστημένος. Τό εἶπε τρεῖς φορές.
Ἔτσι μ’ αὐτό τόν τρόπο ἤθελε νά πῆ καθαρά· Σᾶς μίλησα καί δέν μέ καταλάβατε. Τώρα θέλω νά σᾶς ἀποχαιρετήσω μία καί καλή, χωρίς ἄλλα λόγια, φεύγω γιά πάντα καί δέν θά ξαναέρθω ἐδῶ. Ἦταν ἡ σκηνή αὐτή γιά μένα πολύ δύσκολη, γιατί εἶπα μέσα μου:
«Ἔτσι εἶχε κάνει ὁ Κύριος μέ τούς μαθητές του, στήν τελευταία ὧρα τούς μίλησε καθαρά, χωρίς εἰκόνες.»
Ἔχω πολλά νά πῶ, γιατί ἔμαθα πολλά δίπλα του σάν ἕνα παιδί μέ τόν πατέρα του καί δέν ξέρω ἄν ὑπάρχει κάποιος πού τόν ἔζησε σάν ἐμένα.
Γι’ αὐτό δοξάζω τό Θεό, γιά τήν εὐλογία πού μοῦ ἔδωσε νά εἶμαι δίπλα του καί νά μέ καθοδηγῆ.
Κλείνοντας θυμάμαι μετά τό Πάσχα μάζεψε τούς ἱερεῖς στήν ὧρα τῆς συνάξεως καί τούς εἶπε:
«Παιδιά μου, σήμερα τό μάθημα πού θά κάνω εἶναι νά σᾶς ζητήσω συγγνώμη, γιατί βλέπω ὅτι ἡ ὑγεία μου μέ προσβάλλει καί δέν νομίζω νά εἶμαι μαζί σας φέτος τά Χριστούγεννα 2017, γι’ αὐτό σκέφτηκα νά σᾶς ζητήσω συγγνώμη, ἄνθρωπος εἶμαι καί ἐγώ, λάθη κάνω, καί μπορῶ νά σᾶς ἔχω στενοχωρήσει μέ τή συμπεριφορά μου, τή συνεργασία μου, νά μέ συγχωρήσετε καί νά πῆτε ἕνα «Κύριε ἐλέησον» στίς προσευχές σας γιά μένα…».Ἔτσι ἄρχισε καί ἔτσι τελείωσε τή σύναξι.
Μᾶς δίδαξε μέ τή ζωή του καλά παραδείγματα.
Νά ἔχουμε τήν εὐχή του.
Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου: Βίβλος τῶν Ἠθικῶν, Λόγος Α´.
Κεφάλαιο γ´. Περὶ τῆς τοῦ Λόγου Σαρκώσεως καὶ κατὰ τίνα τρόπον δι᾿ ὑμᾶς ἐσαρκώθη. (ἀρχικὸ κείμενο)
Γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ τὴν ἀπόῤῥητη γέννησή του ἀπὸ τὴν ἀειπάρθενο Μαρία καὶ νὰ κατανοήσουμε καλὰ τὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ γένους μας τὸ κρυμμένο πρὸ τῶν αἰώνων (Ἐφεσίους 3:9), θὰ μᾶς βοηθήσει ἡ ἑξῆς γνωστὴ εἰκόνα:
Κατὰ τὴν δημιουργία τῆς προμήτορος Εὔας ὁ Θεὸς πῆρε τὴν ἔμψυχη πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τὴν ὁλοκλήρωσε σὲ γυναῖκα, γι᾿ αὐτὸ δὲν ἐμφύσησε σ᾿ αὐτὴν πνοὴ ζωῆς καθὼς καὶ στὸν Ἀδάμ, ἀλλὰ τὸ μέρος ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν σάρκα του τὸ τελειοποίησε σὲ ὁλόκληρο σῶμα γυναικός, τὴν δὲ ἀπαρχὴ τοῦ πνεύματος ποὺ ἔλαβε μαζὶ μὲ τὴν ἔμψυχη σάρκα τὴν τελειοποίησε σὲ ψυχὴ ζωντανὴ δημιουργώντας μὲ τὰ δυὸ μαζὶ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο. Κατὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο ὁ πλαστουργὸς καὶ κτίστης Θεὸς πῆρε ἀπὸ τὴν Ἁγία Μαρία ἔμψυχη σάρκα σὰν ζύμη καὶ μικρὴ ἀπαρχὴ ἀπὸ τὸ φύραμα τῆς φύσεώς μας - δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μαζὶ - καὶ τὴν ἕνωσε μὲ τὴν δική του ἀκατάληπτη καὶ ἀπρόσιτη Θεότητα. Ἢ μᾶλλον ἕνωσε πραγματικὰ ὅλη τὴν ὑπόσταση τῆς Θεότητός του μὲ τὴν δική μας φύση, τὴν ἔσμιξε ἄμικτα μ᾿ αὐτὴ καὶ τὴν ἔκανε ἅγιο ναό του. Ἔτσι ὁ ποιητὴς τοῦ Ἀδὰμ ἔγινε ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως τέλειος ἄνθρωπος.
Ὅπως ἀκριβῶς λοιπὸν ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ ἔπλασε τὴν γυναῖκα, ἔτσι, ἀφοῦ δανείστηκε τὴν σάρκα ἀπὸ τὴν θυγατέρα τοῦ Ἀδὰμ τὴν ἀειπάρθενο καὶ Θεοτόκο Μαρία καὶ τὴν ἔλαβε χωρὶς σπορά, γεννήθηκε κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν πρωτόπλαστο. Ὥστε ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν παράβαση ἔγινε ἡ ἀρχὴ τῆς γεννήσεώς μας στὴν φθορὰ καὶ στὸν θάνατο, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας μὲ τὴν ἐκπλήρωση κάθε δικαιοσύνης ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τῆς ἀναγεννήσεώς μας στὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία. Αὐτὸ ἐννοεῖ ὁ θεῖος Παῦλος ὅταν λέει: «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπὸ τὴ γῆ χοϊκός. Ὁ δεύτερος ἄνθρωπος, δηλαδὴ ὁ Κύριος, εἶναι ἐπουράνιος. Ὅ,τι λογῆς ἦταν ὁ χοϊκὸς τέτοιοι εἶναι καὶ ὅλοι οἱ χοϊκοὶ καὶ ὅ,τι λογῆς εἶναι ὁ ἐπουράνιος τέτοιοι εἶναι καὶ ὅλοι ὅσοι γίνονται ἐπουράνιοι δι᾿ αὐτοῦ.»
(Α´ Κορ. ιε´ 47-48). Καὶ πάλι: «Ἡ ἀπαρχὴ εἶναι ὁ Χριστός, ἔπειτα ὅσοι εἶναι τοῦ Χριστοῦ.» (Α´ Κορ. ιε´ 23).
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, ὅμοιος μέ μᾶς σὲ ὅλα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μᾶς μεταδίδει τὴν Θεότητά του λόγω τῆς πίστης μας σ᾿ αὐτὸν καὶ μᾶς καθιστᾷ συγγενεῖς του κατὰ τὴν φύση καὶ τὴν οὐσία τῆς Θεότητάς του. Πρόσεξε τὸ νέο καὶ παράδοξο μυστήριο: Ὁ Θεὸς Λόγος ἔλαβε ἀπὸ μᾶς σάρκα, ποὺ δὲν εἶχε ἐκ φύσεως καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἦταν. Ἀπὸ τότε μεταδίδει στοὺς πιστοὺς τὴν Θεότητά του - τὴν ὁποία κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἢ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶχε ἀποκτήσει - καὶ μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο γίνονται θεοὶ κατὰ χάρη καὶ θέση, ποὺ δὲν ἦταν. Ἔτσι χαρίζει σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἐξουσία νὰ γίνονται τέκνα Θεοῦ (κατὰ Ἰωάννην 1:12) γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔγιναν καὶ πάντοτε θὰ γίνονται καὶ ποτὲ δὲν θὰ πάψουν νὰ γίνονται. Ἄκουσε καὶ τὸν θεῖο Παῦλο ποὺ παρακινεῖ σ᾿ αὐτό: «Ὅπως φορέσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ γήινου, ἂς φορέσουμε καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουράνιου.» (Α´ Κορινθίους 15:49).
Ὁ Θεὸς λοιπὸν τοῦ παντὸς μὲ τὴν σωματική του παρουσία στὴν γῆ ἦλθε γιὰ νὰ ἀναπλάσει καὶ νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ εὐλογήσει ὅλη τὴν κτίση ποὺ ἐπέσυρε ἐπάνω της τὴν κατάρα ἐξαιτίας τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ πρῶτα ζωοποίησε τὴν ψυχὴ ποὺ ἔλαβε καὶ ἀφθαρτώντας την τὴν θέωσε, ἐνῶ τὸ ἄχραντο σῶμα του, ἂν καὶ τὸ θέωσε, ὅμως τὸ κρατοῦσε ἀκόμη φθαρτὸ καὶ ὑλικό. Γιατὶ τὸ σῶμα ποὺ τρώει καὶ πίνει, κοπιάζει καὶ ἱδρώνει, δένεται καὶ σέρνεται, ὑψώνεται στὸν σταυρὸ καὶ καρφώνεται, εἶναι βέβαια φθαρτὸ καὶ ὑλικό, ἀφοῦ μάλιστα πέθανε καὶ τοποθετήθηκε νεκρὸ στὸ μνημεῖο. Μετὰ δὲ τὴν ἀνάστασή του συνανέστησε καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἄφθαρτο, πνευματικό, ὅλο θεῖο καὶ ἄυλο, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν συνέτριψε τὶς σφραγῖδες τοῦ μνήματος, εἰσερχόταν δὲ καὶ ἐξερχόταν ἐλεύθερα μέσα ἀπὸ τὶς κλειστὲς πόρτες.
Ἀλλὰ γιατὶ μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ δὲν ἔκανε ἀμέσως καὶ τὸ σῶμα πνευματικὸ καὶ ἄφθαρτο; ἐπειδὴ καὶ ὁ Ἀδὰμ τρώγοντας τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ εὐθὺς μὲν μὲ τὴν παράβαση πέθανε κατὰ τὴν ψυχή, ἐνῷ κατὰ τὸ σῶμα ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς πρῶτα ἀνέστησε καὶ ζωοποίησε τὴν ψυχὴ ποὺ τιμωρήθηκε μὲ τὸ ἐπιτίμιο τοῦ θανάτου, ἔπειτα δὲ οἰκονόμησε νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸ σῶμα τὴν ἀφθαρσία διὰ τῆς ἀναστάσεως, αὐτὸ ποὺ διὰ τοῦ θανάτου ἐπέστρεφε στὴν γῆ κατὰ τὴν ἀρχαία ἀπόφαση. Κι ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ κατέβηκε στὸν ᾅδη ἐλευθερώνοντας ἀπὸ τὰ δεσμὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἐκεῖ φυλακισμένων ἁγίων καὶ τὶς κατέταξε σὲ τόπο ἀναπαύσεως καὶ ἀνεσπέρου φωτός. Τὰ σώματά τους ὅμως δὲν τὰ ἀνέστησε, ἀλλὰ τὰ ἄφησε στοὺς τάφους μέχρι τὴν κοινὴ ἀνάσταση.
Τὸ μυστήριο λοιπὸν αὐτὸ ποὺ συντελέστηκε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο μὲ τὴν ἔνσαρκη οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ, τοῦτο τὸ ἴδιο γινόταν καὶ σὲ κάθε ἅγιο καὶ γίνεται ἀδιαλείπτως μέχρι σήμερα σὲ κάθε πιστό. Γιατὶ λαμβάνοντας τὸ πνεῦμα τοῦ Δεσπότη καὶ Θεοῦ μας συμμετέχουμε στὴν θεότητά του, τρώγοντας δὲ τὴν πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε ἀληθινὰ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου σύσσωμοι τοῦ Χριστοῦ καὶ συγγενεῖς του, καθὼς καὶ αὐτὸς ὁ θεῖος Παῦλος βεβαιώνει: «Εἴμαστε ὀστοῦν ἀπὸ τὰ ὀστά του καὶ σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα του» (Ἐφεσίους 5:30) καὶ ἀλλοῦ: «ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῆς θεότητός του ὅλοι ἐμεῖς λάβαμε ἀλλεπάλληλες δωρεές» (κατὰ Ἰωάννην 1:16 καὶ Κολασσαεῖς 2:9). Ἔτσι γινόμαστε κατὰ χάριν ὅμοιοι μὲ τὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ Δεσπότη μας ἀνακαινισμένοι στὴν ψυχή, ἄφθαρτοι καὶ ἀναστημένοι ἀπὸ νεκροὶ ποὺ ἤμαστε. Τότε βλέπουμε αὐτὸν ποὺ καταδέχτηκε νὰ γίνει ὅμοιός μας καὶ βλεπόμαστε ἀπ᾿ αὐτόν, ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ γίνουμε ὅμοιοί του, ὅπως κάποιος βλέπει ἀπὸ μακριὰ τὸ πρόσωπο τοῦ φίλου του καὶ διαλέγεται μ᾿ αὐτὸν καὶ συνομιλεῖ καὶ ἀκούει τὴν φωνή του.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος ἅγιοι καὶ οἱ παλαιοὶ καὶ οἱ τωρινοὶ πνευματικὰ βλέποντες δὲν βλέπουν σχῆμα ἢ εἶδος ἢ ὁμοίωμα, ἀλλὰ φῶς ἀσχημάτιστο, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὶ εἶναι φῶς ἐκ τοῦ φωτός, δηλαδὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅμως ἂν καὶ φτάνουν σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὰ σώματά τους δὲν γίνονται ἀμέσως ἄφθαρτα καὶ πνευματικά, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς τὸ σίδερο ποὺ πυρακτώνεται στὴν φωτιὰ παίρνει τὴν λαμπρότητά της, ὅταν ὅμως ἀπομακρυνθεῖ ἀπ᾿ αὐτὴν γίνεται πάλι ψυχρὸ καὶ μαῦρο, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ τὰ σώματα τῶν ἁγίων: Μετέχοντας καὶ αὐτὰ στὸ θεῖο πῦρ, δηλαδὴ στὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἁγιάζονται, φλεγόμενα καθαρίζονται, γίνονται διαυγῆ καὶ πολυτιμότερα ἀπὸ τὰ ἄλλα σώματα. Ἀλλὰ ὅταν ἡ ψυχὴ βγεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀμέσως καὶ αὐτὰ παραδίδονται στὴν φθορὰ καὶ διαλύονται σιγὰ-σιγά. Ἄλλα ὅμως διατηροῦνται γιὰ πολλὰ χρόνια χωρὶς νὰ εἶναι οὔτε ἐντελῶς ἄφθαρτα οὔτε πάλι τελείως φθαρτά, ἀλλὰ διασῴζουν μέσα τοὺς τὰ γνωρίσματα καὶ τῆς ἀφθαρσίας καὶ τῆς φθορᾶς, ὥσπου νὰ φτάσουν στὴν τέλεια ἀφθαρσία καὶ νὰ ἀνακαινιστοῦν τὴν τελευταία καὶ κοινὴ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιὰ ποιὸ λόγο; Διότι δὲν ἔπρεπε νὰ ἀναστηθοῦν καὶ νὰ ἀφθαρτωθοῦν τὰ ἀνθρώπινα σώματα, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνακαίνιση τῶν κτισμάτων, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς πρῶτα πλάστηκε ἡ φύση ἄφθαρτη καὶ ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι πάλι πρῶτα ἡ κτίση πρέπει νὰ μεταποιηθεῖ ἀπὸ τὴν φθορὰ στὴν ἀφθαρσία καὶ μετὰ μαζὶ μ᾿ αὐτὴν ν᾿ ἀλλάξουν καὶ νὰ ἀνακαινιστοῦν τὰ φθαρτὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων, ὥστε ὁ ἄνθρωπος πνευματικὸς πιὰ καὶ ἀθάνατος νὰ κατοικήσει σὲ τόπο ἄφθαρτο, αἰώνιο καὶ πνευματικό. Καὶ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια, ἄκουσε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο ποὺ τὸ βεβαιώνει: «Θὰ ἔρθει ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου σὰν κλέπτης τὴν νύχτα καὶ τότε οἱ οὐρανοὶ θὰ διαλυθοῦν ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ καοῦν καὶ θὰ λυώσουν» (Β´ Πέτρου 3:10,12), ὄχι γιὰ νὰ ἐξαφανιστοῦν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀναχωνευθοῦν καὶ νὰ ἀναστοιχειωθοῦν σὲ καλύτερη καὶ αἰώνια κατάσταση. Ἀπὸ ποῦ γίνεται φανερὸ αὐτό; Ἀπὸ τὰ λόγια ποὺ προσθέτει στὴν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος: «Καινούργιους οὐρανοὺς καὶ καινούργια γῆ προσδοκοῦμε κατὰ τὴν ἐπαγγελία σου» (Β´ Πέτρου 3:13). Τίνος τὴν ἐπαγγελία; Ἀσφαλῶς τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶπε: «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ παρέλθουν, οἱ λόγοι μου ὅμως δὲν θὰ παρέλθουν» (κατὰ Ματθαῖον 24:35). Παρέλευση τοῦ οὐρανοῦ ἐννοεῖ τὴν ἀλλαγή του, γι᾿ αὐτὸ λέει ὅτι ἂν καὶ ὁ οὐρανὸς θὰ ἀλλάξει, ὅμως οἱ δικοί του λόγοι θὰ μένουν ἀναλλοίωτοι καὶ σταθεροί. Αὐτὸ προανήγγειλε καὶ ὁ προφήτης Δαυίδ: «Σὰν μανδύα θὰ τοὺς τυλίξεις καὶ θὰ ἀλλάξουν, ἐσὺ ὅμως θὰ παραμείνεις ὁ ἴδιος καὶ τὰ ἔτη τῆς ζωῆς σου δὲν θὰ ἐκλείψουν» (Ψαλμοί, 101:27-28). Τί θὰ μποροῦσε νὰ γίνει σαφέστερο ἀπὸ αὐτὰ τὰ λόγια;
Κεφάλαιο ι´. Ὅτι καὶ πάντες οἱ Ἅγιοι τὸν Λόγον τοῦ Θεοῦ ἐν ἑαυτοῖς συλλαμβάνουσι τῇ Θεοτόκῳ παραπλησίως καὶ γεννῶσιν αὐτὸν καὶ γεννᾶται ἐν αὐτοῖς καὶ γεννῶνται ὑπ᾿ αὐτοῦ καὶ πῶς υἱοὶ καὶ ἀδελφοὶ καὶ μητέρες αὐτοῦ χρηματίζουσιν. (ἀρχικὸ κείμενο)
Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός, ἀφοῦ εἰσῆλθε στὰ σπλάγχνα τῆς Παναγίας Παρθένου καὶ ἔλαβε σάρκα ἀπ᾿ αὐτήν, γεννήθηκε, ὅπως εἴπαμε, τέλειος ἄνθρωπος καὶ τέλειος Θεὸς ἀσυγχύτως. Τί σημαντικότερο ἔγινε ποτὲ γιὰ μᾶς; Ὅλοι μας πιστεύουμε σ᾿ αὐτὸν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς ἀειπαρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας καὶ γι᾿ αὐτὸ δεχόμαστε τὸν περὶ αὐτοῦ λόγο μὲ ἐμπιστοσύνη. Ἂν τὸν ὁμολογοῦμε λοιπὸν καὶ μετανοοῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας γιὰ τὶς προηγούμενες ἁμαρτίες μας, τότε ὁ λόγος τῆς εὐσεβείας, τὸν ὁποῖο δεχόμαστε, γεννιέται μέσα μας σὰν σπόρος, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Λόγος τοῦ Πατρὸς εἰσῆλθε στὴν γαστέρα τῆς Παρθένου. Θαύμασε τὸ μέγα τοῦτο καὶ ἐκπληκτικὸ μυστήριο καὶ δέξου τὸ μὲ κάθε πληροφορία καὶ πίστη.
Συλλαμβάνουμε λοιπὸν αὐτὸν τὸν Λόγο ὄχι σωματικά, ὅπως τὸν συνέλαβε ἡ Παρθένος καὶ Θεοτόκος, ἀλλὰ πνευματικὰ μὲν πραγματικὰ ὅμως. Καὶ ἔχουμε μέσα στὶς καρδιές μας αὐτὸν ποὺ τὸν ἴδιο ποὺ συνέλαβε καὶ ἡ Ἁγνὴ Παρθένος, ὅπως λέει ὁ θεῖος Παῦλος: «Ὁ Θεὸς ποὺ εἶπε νὰ λάμψει φῶς μέσα στὶς καρδιές μας πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τοῦ Υἱοῦ του» (Β´ Κορινθίους 4:6), σὰν νὰ λέει: Αὐτὸς ὅλος γεννήθηκε ἀληθινὰ μέσα μας. Καὶ ὅτι εἶναι ἔτσι τὸ φανερώνει μὲ ὅσα παραθέτει στὴν συνέχεια: «Ἔχουμε δὲ τὸν θησαυρὸν αὐτὸν μέσα σὲ πήλινα σκεύη» (Β´ Κορινθίους 4:6), ὀνομάζοντας θησαυρὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ὀνομάζει τὸ Πνεῦμα Κύριο: «Γιατὶ τὸ Πνεῦμα» λέει «εἶναι ὁ Κύριος» (Β´ Κορινθίους 4:6), ὥστε ὅπου ἀκοῦς Υἱὸν Θεοῦ νὰ ἐννοεῖς μαζὶ καὶ τὸ Πνεῦμα καὶ ἂν πάλι ἀκούσεις γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ ἐννοεῖς μαζὶ μὲ αὐτὸ καὶ τὸν Πατέρα, ἐπειδὴ καὶ γι᾿ αὐτὸν λέει: «Πνεῦμα ὁ Θεός» (κατὰ Ἰωάννη 4:24), διδάσκοντάς σε παντοῦ τὸ ἀχώριστο καὶ ὁμοούσιο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅτι δηλαδὴ ὅπου εἶναι ὁ Υἱὸς ἐκεῖ εἶναι καὶ ὁ Πατήρ, καὶ ὅπου ὁ Πατὴρ ἐκεῖ καὶ τὸ Πνεῦμα, καὶ ὅπου τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκεῖ ὅλη ἡ τρισυπόστατη Θεότητα, ὁ ἕνας Θεὸς καὶ Πατὴρ μαζὶ μὲ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Πνεῦμα τοὺς ὁμοουσίους, «αὐτὸς ποὺ εἶναι εὐλογητὸς στοὺς αἰῶνες, ἀμήν» (Ρωμαίους 1:25).
Ἔτσι ὅταν πιστεύσουμε ὁλόψυχα καὶ μετανοήσουμε θερμὰ θὰ συλλάβουμε ὅπως εἰπώθηκε τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ στὶς καρδιές μας, καθὼς τὸν συνέλαβεν ἡ Παρθένος, προσφέροντάς του κι ἐμεῖς τὶς ψυχές μας παρθενικὲς καὶ ἁγνές. Καὶ ὅπως ἐκείνη δὲν τὴν κατέφλεξε τὸ πῦρ τῆς θεότητας, ἐπειδὴ ἦταν ἁγνὴ καὶ ὑπεράμωμη, ἔτσι οὔτε καὶ ἐμᾶς μας κατακαίει, ὅταν τοῦ προσφέρουμε τὶς καρδιές μας ἁγνὲς καὶ καθαρές, ἀλλὰ γίνεται ἐντός μας δροσιὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ πηγὴ ὕδατος καὶ ῥεῖθρον ἀθάνατης ζωῆς. Ὅτι δεχόμαστε καὶ ἐμεῖς παρόμοια τὸ ἄστεκτον πῦρ τῆς θεότητας, ἄκουσε τὸν Κύριο ποὺ τὸ λέει: «Πῦρ ἦλθα νὰ βάλω στὴν γῆ» (κατὰ Λουκᾶν 12:49). Τί ἄλλο ἐννοεῖ, παρὰ τὸ ὁμοούσιο πρὸς τὴν θεότητά του Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο συνεισέρχεται καὶ συνθεωρεῖται μέσα μας καὶ ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα;
Ἐπειδὴ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μία φορὰ σαρκώθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο καὶ γεννήθηκε ἀπὸ αὐτὴν σωματικά, ἀνέκφραστα καὶ ὑπὲρ λόγον καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σαρκωθεῖ πάλι ἢ νὰ γεννηθεῖ σωματικὰ ἀπὸ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς, τί προνοεῖ; Μᾶς μεταδίδει γιὰ τροφὴ ἐκείνη τὴν ἄχραντη σάρκα ποὺ προσέλαβε ἀπὸ τὴν πανάχραντη Θεοτόκο, κατὰ τὴν σωματική του γέννηση. Ἂν τὴν μεταλαμβάνουμε ἄξια, ἔχουμε μέσα μας ὅλον τὸν σαρκωθέντα Θεὸ καὶ Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, αὐτὸν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς Παρθένου τὸν καθήμενο στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος λέει: «ἐκεῖνος ποὺ τρώγει τὴν σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου μένει μέσα μου καὶ ἐγὼ μέσα του» (κατὰ Ἰωάννη 6:56), χωρὶς ὅμως νὰ προέρχεται ἢ νὰ γεννιέται σωματικὰ ἀπὸ ἐμᾶς, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ μᾶς ἀποχωρίζεται ποτέ. Διότι ἐμεῖς δὲν τὸν αἰσθανόμαστε σὰν σάρκα, ἂν καὶ βρίσκεται μέσα μας ὅπως ἀκριβῶς ἕνα βρέφος, ἀλλὰ ὑπάρχει ἀσωμάτως σὲ σῶμα, ἀναμιγνυόμενος ἀνέκφραστα μὲ τὴν φύση μας καὶ τὴν οὐσία μας καὶ θεοποιώντας μας, ἐπειδὴ γίναμε σύσσωμοι καὶ μ᾿ αὐτὸν δηλαδὴ σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα του καὶ ὀστοῦν ἀπὸ τὰ ὀστά του. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο καὶ φρικτότερο μυστήριο τῆς ἀνέκφραστης οἰκονομίας καὶ συγκαταβάσεώς του, ποὺ δίσταζα νὰ τὸ γράψω καὶ ἔτρεμα νὰ τὸ ἐπιχειρήσω.
Ὁ Θεὸς ὅμως πάντοτε θέλει νὰ ἀποκαλύπτεται καὶ νὰ φανερώνεται ἡ ἀγάπη τοῦ σ᾿ ἐμᾶς, ὥστε καὶ ἐμεῖς κάποτε κατανοώντας τὴν μεγάλη του ἀγαθότητα καὶ αἰσθανόμενοι ντροπὴ νὰ προθυμοποιηθοῦμε νὰ τὸν ἀγαπήσουμε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐγὼ παρακινήθηκα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ φωτίζει τὶς καρδιές μας καὶ σᾶς φανέρωσα αὐτὰ τὰ μυστήρια γραπτῶς, ὄχι γιὰ νὰ σᾶς ἀποδείξω ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅμοιος μ᾿ αὐτὴν ποὺ γέννησε τὸν Κύριο – μὴ γένοιτο – αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο. Διότι ἄλλη εἶναι ἡ ἔνσαρκη καὶ ἄφραστη γέννηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀπὸ τὴν Παρθένο καὶ ἄλλη ποὺ συντελεῖται σὲ μᾶς πνευματικῶς. Ἐκείνη γεννώντας ἔνσαρκο τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπεργάστηκε στὴν γῆ τὸ μυστήριό της ἀναπλάσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μας καὶ τὴν σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεός, αὐτὸς ποὺ ἕνωσε στὸν ἑαυτό του τὰ διεστῶτα καὶ ἐξάλειψε τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Ἐνῷ αὐτὴ (ποὺ συντελεῖται σὲ μᾶς) γεννώντας ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τὸν Λόγο τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, ἀπεργάζεται ἀκατάπαυστα στὶς καρδιές μας τὸ μυστήριο τῆς ἀνακαινίσεως τῶν ἀνθρώπινων ψυχῶν καὶ τὴν κοινωνία καὶ ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ Λόγο, αὐτὴν ὑπαινίσσεται καὶ τὸ θεῖο λόγιο: «Δι᾿ αὐτοῦ συλλάβαμε καὶ ἐγεννήσαμε μὲ πόνο τὸ πνεῦμα τῆς σωτηρίας, τὸ ὁποῖο κυοφορήσαμε πάνω στὴν γῆ» (Ἡσαΐας 26:18).
Λοιπὸν δὲν σᾶς φανέρωσα αὐτὰ τὰ μυστήρια γιὰ νὰ ἀποδείξω ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γεννήσει τὸν Χριστὸ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ τὸν γέννησε ἡ Παναγία, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ ὑπεράπειρη καὶ γνήσια ἀγάπη του σ᾿ ἐμᾶς καὶ ὅτι ἂν τὸ θέλουμε ὅλοι μποροῦμε νὰ γίνουμε μητέρα καὶ ἀδελφοί του κατὰ τὸν προαναφερόμενο τρόπο, καθὼς καὶ ὁ ἴδιος τὸ διακηρύττει: «Μητέρα μου καὶ ἀδελφοί μου εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐκτελοῦν» (κατὰ Λουκᾶν 8:21). Ἔτσι θὰ γίνουμε ἴσοι μὲ τοὺς μαθητὲς καὶ ἀποστόλους του, ὄχι κατὰ τὴν ἀξία, οὔτε κατὰ τὶς περιοδίες καὶ τοὺς κόπους ποὺ ὑπέφεραν, ἀλλὰ κατὰ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δωρεὰ τὴν ὁποία ἐξέχεε σ᾿ ὅλους ποὺ τὸν πίστευαν καὶ τὸν ἀκολουθοῦσαν, χωρὶς νὰ στραφοῦν ποτὲ πίσω.
Εἶδες πὼς ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀκοῦνε καὶ πράττουν τὸν λόγο τοῦ τοὺς ἀνύψωσε στὴν ἀξία τῆς Μητέρας του καὶ τοὺς ἀποκαλεῖ ἀδελφοὺς καὶ συγγενεῖς του; Ὅμως μόνο ἐκείνη ὑπῆρξε ἡ κυρίως Μητέρα του, ἐπειδὴ ὅπως ἀνέφερα τὸν γέννησε ἀνερμηνεύτως καὶ χωρὶς ἄνδρα, ἐνῷ ὅλοι οἱ ἅγιοι τὸν συλλαμβάνουν καὶ τὸν κατέχουν κατὰ χάριν καὶ δωρεάν. Καὶ ἀπὸ μὲν τὴν ἄμωμη Μητέρα του δανείστηκε τὴν παναμώμητη σάρκα του καὶ σὲ ἀντάλλαγμα τῆς δώρισε τὴν θεότητα – ὢ τί παράξενη καὶ ἀσυνήθιστη συναλλαγὴ – ἐνῷ ἀπὸ τοὺς ἁγίους δὲν παίρνει σάρκα, ἀλλὰ ἀντίθετα αὐτὸς τοὺς μεταδίδει τὴν θεωμένη σάρκα του. Ἂς ἐξετάσουμε λοιπὸν τὸ βάθος αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου.
Ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος στὸν Χριστό, δηλαδὴ τὸ πῦρ τῆς θεότητος, προέρχεται ἀπὸ τὴν θεία τοῦ φύση καὶ οὐσία. Ὅμως τὸ σῶμα του δὲν ἔχει τὴν ἴδια προέλευση, ἀλλὰ προέρχεται ἀπὸ τὴν πάναγνη καὶ ἅγια σάρκα τῆς Θεοτόκου, τὴν ὁποία προσέλαβε κατὰ τὸ ἱερὸ λόγιο: «ὁ Λόγος ἔγινε σάρκα» (κατὰ Ἰωάννην 1:14). Ἔκτοτε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀχράντου Παρθένου μεταδίδει στοὺς ἁγίους, ἀπὸ μὲν τὴν φύση καὶ τὴν οὐσία τοῦ συναΐδιου Πατρός του τὴν χάρη τοῦ Πνεύματος, δηλαδὴ τὴν θεότητα, καθὼς καὶ μέσῳ τοῦ προφήτη λέγει: «Θὰ συμβεῖ τοῦτο κατὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες, θὰ ἐκχύσω ἀπὸ τὸ Πνεῦμα μου σὲ κάθε ἄνθρωπο» (Ἰωὴλ 3:1), ἐννοώντας κάθε πιστό, ἀπὸ δὲ τὴν φύση καὶ οὐσία ἐκείνης ποὺ κυρίως καὶ ἀληθῶς τὸν γέννησε τὴν σάρκα, τὴν ὁποία ἔλαβε ἀπὸ αὐτή.
Καὶ ὅπως ἀπὸ τὴν πληρότητά του λάβαμε ὅλοι ἐμεῖς, ἔτσι ἀκριβῶς μεταλαμβάνουμε ἀπὸ τὴν ἄμωμη σάρκα τῆς Παναγίας Μητέρας του, τὴν ὁποία καὶ ἐκεῖνος προσέλαβε καὶ ὅπως ἔγινε υἱὸς καὶ Θεός της ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας γενόμενος καὶ ἀδελφός μας, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἐμεῖς – ὢ τί ἀνέκφραστη φιλανθρωπία – γινόμαστε υἱοὶ τῆς Θεοτόκου Μητέρας του καὶ ἀδελφοὶ τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ χάρη στὸν ὑπεράμωμο καὶ ὑπεράγνωστο γάμο ποὺ τελέστηκε μ᾿ αὐτὴν καὶ σ᾿ αὐτὴν γεννήθηκε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπ᾿ αὐτὸν πάλι ὅλοι οἱ ἅγιοι. Πράγματι, ὅπως ἀπὸ τὴν συνουσία καὶ τὴν σπορὰ τοῦ Ἀδὰμ πρώτη ἡ Εὔα γέννησε καὶ ἀπὸ ἐκείνη καὶ μέσῳ ἐκείνης γεννήθηκαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι καὶ ἡ Θεοτόκος, ἀφοῦ δέχτηκε ἀντὶ σπορᾶς τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ συνέλαβε καὶ γέννησε μόνο τὸν πρὸ αἰώνων μονογενῆ του Πατρὸς καὶ μετέπειτα σαρκωθέντα δικό της μονογενῆ. Καὶ μολονότι ἡ ἴδια ἔπαψε νὰ συλλαμβάνει καὶ νὰ γεννᾷ, ὁ Υἱὸς τῆς γέννησε καὶ γεννᾷ καθημερινὰ ὅσους πιστεύουν σ᾿αὐτὸν καὶ τηροῦν τὶς ἅγιες ἐντολές του. Ἀσφαλῶς ἔπρεπε ἡ πνευματική μας ἀναγέννηση καὶ ἀνάπλαση νὰ γίνει διὰ τοῦ ἀντρός, δηλαδὴ τοῦ δευτέρου Ἀδὰμ καὶ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἡ γέννησή μας στὴν φθορὰ ἔγινε διὰ τῆς γυναικὸς Εὔας.
Καὶ πρόσεχε τὴν ἀκρίβεια τοῦ λόγου: ἀνδρὸς θνητοῦ καὶ φθαρτοῦ ἡ σπορὰ φθαρτοὺς υἱοὺς καὶ θνητοὺς διὰ γυναικὸς γέννησε καὶ γεννᾷ, ἀθανάτου καὶ ἀφθάρτου Θεοῦ ὁ ἀθάνατος καὶ ἄφθαρτος Λόγος ἀθάνατα καὶ ἄφθαρτα τέκνα γέννησε καὶ διαρκῶς γεννᾷ, ἀφοῦ πρῶτα αὐτὸς γενννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο ἐν ἁγίῳ Πνεύματι βεβαίως.
Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν εἶναι δέσποινα καὶ βασίλισσα καὶ κυρία καὶ Μητέρα ὅλων τῶν ἁγίων ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι καὶ δοῦλοι τῆς ἀφοῦ εἶναι Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιά της ἀφοῦ μεταλαμβάνουν ἀπὸ τὴν πανάχραντη σάρκα τοῦ Υἱοῦ της. Πιστὸς ὁ λόγος: ἡ σάρκα τοῦ Υἱοῦ τῆς εἶναι σάρκα τῆς Θεοτόκου. Μεταλαμβάνοντας καὶ ἐμεῖς ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν θεωμένη σάρκα τοῦ Κυρίου, ὁμολογοῦμε καὶ πιστεύουμε ὅτι μεταλαμβάνουμε ζωὴν αἰώνια, ἐκτὸς ἂν ἀναξίως καὶ εἰς κατάκριμα μεταλαμβάνουμε.
Πράγματι ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι συγγενεῖς πρὸς τὴν Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ κατὰ τρεῖς τρόπους: Πρῶτον ἐπειδὴ προέρχονται ἀπὸ τὸν ἴδιο πηλὸ μ᾿ αὐτὴν καὶ τὴν ἴδια πνοή, δηλαδὴ τὴν ψυχή. Δεύτερον ἐπειδὴ ἔχουν κοινωνία καὶ μετουσία μὲ αὐτὴν διὰ τῆς προσλήψεως τῆς σαρκός της ἀπὸ τὸν Χριστό. Καὶ τρίτον ἐπειδή, λόγῳ τῆς ἐν Πνεύματι ἁγιωσύνης ποὺ ἐνυπάρχει σὲ αὐτούς, καθένας συλλαμβάνει ἐντός του καὶ κατέχει τὸν Θεὸ τῶν ὅλων, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἐκείνη τὸν εἶχε ἐντός της. Διότι ἂν καὶ τὸν γέννησε σωματικῶς, ὅμως πάντοτε τὸν εἶχε ὅλον καὶ πνευματικῶς μέσα της καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ τὸν ἔχει καὶ τώρα καὶ πάντοτε ἀχώριστον ἀπὸ αὐτήν.
Σ᾿ αὐτὸν πρέπει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰώνες. Ἀμήν.
Πηγή: (Ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Ἀττικῆς), http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy
Η Π.Δ. περί του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού: Χριστολογικά χωρία, μεσσιανικές προφητείες
Αυτός ο Κύριος αποκάλυψε, ότι ‘'οι Γραφές (δηλαδή η Π.Δ.), μαρτυρούν για Αυτόν''[i] και ότι ο Μωυσής έγραψε για Αυτόν και έτσι ‘'όσοι εκ των Ιουδαίων απιστούν είναι αναπολόγητοι ενώπιον του Θεού''[ii] και ότι ο Αβραάμ ‘'αναγάλλιασε στη σκέψη πως μπορεί να δει τις δικές μου ημέρες τις είδε και χάρηκε''[iii]. Δι' αυτών ο Κύριος αναφέρεται προφανώς στην παγκόσμια σωτηρία για την οποία είχε λάβει υπόσχεση ο Αβραάμ.
Στην συνέχεια δε ο Κύριος δηλώνει για τον εαυτό Του στους Ιουδαίους: ‘'Σας βεβαιώνω πως πριν γεννηθεί ο Αβραάμ εγώ υπάρχω''[iv]. Κατ' εκείνη δε τη μεγάλη προ του πάθους προσευχή Του, λέγει απευθυνόμενος προς τον Πατέρα· ‘'με αγάπησες προτού να δημιουργηθεί ο κόσμος''[v], παρουσιάζοντας τον εαυτό Του ως τον συναΐδιο προαιώνιο Λόγο, τον συνάναρχο Λόγο με τον Πατέρα και το Πνεύμα, τον εκ Παρθένου γεννηθέντα για την σωτηρία μας, όπως θριαμβευτικά ψάλλει η Αγία Εκκλησίας μας.
Στον εαυτό Του αναφέρει ο Κύριος και την από τον Μωυσή ύψωση του ορειχάλκινου όφεως στην έρημο ως τύπο της υψώσεως στον σταυρό του Υιού του ανθρώπου με την αναλογία των σωτήριων αποτελεσμάτων των δύο αυτών γεγονότων[vi]. Μετά δε την Ανάστασή Του εμφανισθείς στους πορευόμενους εις Εμμαούς Λουκά και Κλεόπα, ‘'αρχίζοντας από τα βιβλία του Μωυσή και όλων των προφητών, τους εξήγησε όσα αναφέρονταν σε όλες τις Γραφές για τον εαυτό Του''[vii] Ακολούθως δε στους συγκεντρωμένους μαθητές Του δήλωνε, ότι ‘' πρέπει να εκπληρωθούν όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στο νόμο του Μωυσή και στους προφήτες και στους ψαλμούς. Τότε τους φώτισε τον νου, για να καταλαβαίνουν τις Γραφές· και είπε σ' αυτούς, ότι έτσι έχει γραφεί...''[viii]. Επομένως από αυτόν τον Θεάνθρωπο βεβαιώνεται η αναφορά της Π. Διαθήκης σ' Αυτόν από την αρχή μέχρι το τέλος της.
Όταν ο από την Βηθσαΐδα της Γαλιλαίας Φίλιππος, μόλις είχε γίνει μαθητής του Κυρίου, σπεύδει να γίνει ευαγγελιστής Του προς τον Ναθαναήλ, του ανακοίνωσε το ευχάριστο γεγονός με την εξής χαρακτηριστική αναδρομή προς εκείνα, που είχαν προαναγγελθεί περί Μεσσίου στην Π.Δ.: ‘'Βρήκαμε Εκείνον τον οποίον ανέφερε ο Μωυσής στον Νόμο και οι Προφήτες, τον Ιησού, τον υιό του Ιωσήφ από την Ναζαρέτ''· έκφραση, κάτω από την οποία υπονοούνται τα μεσσιανικά ή χριστολογική χωρία της Πεντατεύχου και των προφητών[ix], περί των οποίων γίνεται λόγος κατωτέρω.
Πράγματι δε από την διεξοδική μελέτη των χριστολογικών μεσσιανικών χωρίων της Π.Δ. διαπιστώνεται ότι σ' αυτήν προφητεύεται όλο το λυτρωτικό σχέδιο του Θεού, που ξετυλίχθηκε στην παγκόσμια Ιστορία, το οποίο τελεσιουργήθηκε στην Κ.Δ. δια του εν Χριστώ Ιησού ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου.
Έτσι, α) κατά την προπατορική περίοδο αναγγέλλεται στους πεσόντες πρωτόπλαστους το λεγόμενο ‘'πρωτοευαγγέλιο'' της λύτρωσής τους μέσω εκείνου, που θα γινόταν άνθρωπος από μία γυναίκα, ο οποίος, τραυματιζόμενος στην πτέρνα από τον διάβολο (υπαινιγμός της σταύρωσης), θα κτυπηθεί στην κεφαλή και θα συντριβεί, ώστε έτσι να τερματιστεί η μεταξύ Θεού και ανθρώπου διάσταση και να αποκατασταθεί η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό[x].
Αποκαλύπτεται έτσι η εν καιρώ από την άπειρη αγάπη του Θεού προς τον πεσόντα άνθρωπο προηθελημένη αποκατάσταση και λύτρωσή του από τις συνέπειες της πτώσης. Ο Θεός θα κατασκηνώσει ‘'στους οίκους του Σημ''[xi], σαρκούμενος εξ Εβραίων.
β) Κατά την πατριαρχική περίοδο. Στους Πατριάρχες παρέρχεται υπόσχεση περί ευλογίας όλων των απογόνων τους, οι οποίοι θα είναι και οι πρόγονοι του Μεσσία[xii], περί σωτηρίας πάντων των εθνών[xiii].
‘'Ουδέποτε θα λείψει το σκήπτρο από τον Ιούδα, ούτε η ηγεμονική ράβδος απ' το μέσο των ποδιών του, μέχρις ότου έλθει εκείνος, στον οποίο τούτο (το σκήπτρο) ανήκει και στον οποίο υπακούουν οι λαοί (Ο', ‘'και αυτός θα είναι η προσδοκία των εθνών'')[xiv], ο οποίος θα βρει μαρτυρικό θάνατο''[xv]. Άστρο θα ανατείλει από τον Ιακώβ, σκήπτρο θα αναστηθεί από τον Ισραήλ και θα κτυπήσει τους ναούς του Μωάβ και τα κρανία όλων των υιών του Σηθ''[xvi].
Ο Μωυσής αναγγέλλει στον λαό: ‘'προφήτη εκ των αδελφών σου, ως εμέ, θα αναδείξει σε σένα Κύριος ο Θεός σου, αυτόν να ακούτε... Και είπε ο Κύριος προς εμέ... προφήτη θα αναδείξω σ' αυτούς από τους αδελφούς τους, όπως εσένα, και θα βάλω τα λόγια στο στόμα του...''[xvii].
γ) Επί των βασιλέων, η μητέρα του Σαμουήλ Άννα προφητεύει, ότι ο Κύριος ‘'θα εξυψώσει τη δύναμη του χριστού του''[xviii].
Εφεξής προλέγεται, ότι ο οίκος Δαβίδ, απ' τον οποίον θα κατάγεται ο Μεσσίας, θα βασιλεύσει επί θρόνου αιωνίως[xix].
Αυτός ο Δαβίδ αναγγέλλει την κατά σάρκα εκ γαστρός γέννηση του προαιώνιου Θεού Λόγου, ως κυρίαρχου των εθνών[xx] και προεικονίζει λεπτομερώς τα παθήματα και την δόξα του Μεσσία, ο οποίος θα είναι υιός του Θεού[xxi].
Ολόκληρος ο 2ος Ψαλμός είναι χριστολογικός, όπως και ο 71ος περί του Μεσσία ως ισχυρού βασιλέα, που θα κρίνει δίκαιους και άδικους. Στον ψαλμό αυτό προφητεύεται και η προσκύνηση του Κυρίου από τους μάγους[xxii]. Ο Μεσσίας θα είναι ο πνευματικός ηγέτης και κύριος των λαών[xxiii], ο άδολος και αναμάρτητος[xxiv], ο οποίος, αφού προδοθεί[xxv] και καταδικαστεί βάσει ψευδομαρτυριών[xxvi] και με αγωνία υποστεί πάθη[xxvii], θα βγει από τον τάφο δοξασμένος[xxviii] και θα αναληφθεί[xxix], προτυπώνεται δε και το μυστήριο της θείας ευχαριστίας που θα συσταθεί από αυτόν[xxx].
Ορθώς δε και τελευταίως παρατηρήθηκε, ότι και ο 50ος Ψαλμός είναι χριστολογικός, διότι προς άφεση αμαρτιών επικαλείται την εξιλαστήρια χάρη του Θεού στην συντετριμμένη καρδία, και ότι ο 19ος στίχος του, κατά τον οποίο η αρμόζουσα στον Θεό αληθινή θυσία είναι η πνευματική, από καρδιά συντετριμμένη και ταπεινωμένη, την οποία και μόνη δεν εξουθενώνει ο Θεός, είναι γνήσιο ευαγγέλιο στην Π.Δ. Χριστολογικός είναι και ολόκληρος ο 21ος Ψαλμός, όπως αποδείχτηκε από την αντιπαραβολή κάθε στίχου αυτού με γεγονότα μαρτυρημένα στην Κ.Δ.
- Ο Σολομών, υμνεί την προαιώνια προσωπική Σοφία του Θεού, η οποία θα έλθει στον κόσμο[xxxi], το δε Άσμα των Ασμάτων, που είναι διθύραμβος προς τον θεσμό της μονογαμίας, της έννομης συζυγίας και της με αγάπη και αποκλειστική αφοσίωση συζυγικής πίστης, προκατοπτρίζει τη μυστηριακή ένωση Χριστού και Εκκλησίας, προς την οποία στην Κ.Δ. παρομοιάζεται ο θεοσύστατος θεσμός του γάμου.
δ) Κατά την προφητική περίοδο, προπάντων ο μεγαλοφωνότατος Ησαΐας περιγράφει τα σχετιζόμενα με τον Μεσσία τόσο ζωηρά, ως να ήταν όχι προφήτης, αλλά ευαγγελιστής: εκ παρθένου θα γεννηθεί ο Εμμανουήλ[xxxii], φως σε εκείνους που βρίσκονται στο σκοτάδι[xxxiii], φως εθνών[xxxiv], θεός ισχυρός[xxxv], θείες έχοντας ιδιότητες[xxxvi], κατά σάρκα καταγόμενος από τον Δαυίδ από την ρίζα του Ιεσσαί[xxxvii], θα ανεβεί στη Σιών φέρνοντας το ευχάριστο μήνυμα[xxxviii] και θα καθίσει ως βασιλέας στον θρόνο του Δαβίδ κρίνοντας την οικουμένη[xxxix], θα είναι ο ποιμένας[xl], και ο λυτρωτής του κόσμου όλου[xli], θα αναστηθούν οι νεκροί και θα εγερθούν οι ευρισκόμενοι στα μνήματα και όλοι οι κατοικούντες στη γη θα χαρούν[xlii], θα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στα θεμέλια της Σιών[xliii], θα εγκαινιάσει χρυσή εποχή στη γη[xliv].
Προαναγγέλλεται συγχρόνως ο πρόδρομός του[xlv] και περιγράφεται το έργο του[xlvi], το κήρυγμα του Ευαγγελίου και οι θαυματουργικές θεραπείες[xlvii], η γλυκύτητα και η ταπεινότητα του Κυρίου[xlviii] και εκτενώς τα παθήματά του[xlix], δια των οποίων θα στερεωθεί η Εκκλησία του, θα επιστραφούν σ' αυτόν οι λαοί και θα επέλθει η οριστική θριαμβευτική νίκη του Μεσσία, ‘'ουρανός καινός και γη καινή''[l].
- Ο προφήτης Ιερεμίας προλέγει την εμφάνιση δίκαιου βασιλέα από τον Δαβίδ, του οποίου το όνομα ‘'Κύριος Ιωσεδέκ'' (= Κύριος θεός Δικαιοσύνης)[li], τον θρήνο της Ραχήλ για τα τέκνα της, τέτοιος που ακούστηκε κατά την σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη[lii], την ‘'καινούργια καταφύτευση'', την οποία θα πραγματοποιήσει ο Προσδοκώμενος[liii], και την έναντι του Μεσσία απιστία του Ισραήλ[liv].
- Στο βιβλίο Βαρούχ προφητεύεται η ενσάρκωση της Σοφίας του Θεού και η αναστροφή του με τους ανθρώπους: ‘'φανερώθηκε πάνω στη γη και συναναστράφηκε τους ανθρώπους''[lv].
- Ο Ιεζεκιήλ προφητεύει την επιστροφή του Ισραήλ[lvi] και προαναγγέλλει εκείνον που θα αναστηθεί από τον Δαβίδ, έναν αιώνιο ποιμένα[lvii].
- Ο προφήτης Δανιήλ λέγει στον βασιλέα Νεβουκαδενάσαρ, που είδε όνειρα, ότι ‘'υπάρχει στον ουρανό που αποκαλύπτει μυστήρια και φανερώνει στον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα όσα πρέπει να γίνουν στις έσχατες μέρες''[lviii]. Αρχίζοντας δε από την ερμηνεία του ονείρου αυτού του βασιλέως και ερμηνεύοντας την εικόνα[lix], την οποία κατέστρεψε[lx] ο αποσπασθείς απ' το βουνό, χωρίς να κοπεί από χέρι, λίθος[lxi], αναφέρει αυτόν και το μεγάλο βουνό, το οποίο ‘'γέμισε όλη τη γη''[lxii], στον Μεσσία και τη βασιλεία του: ‘'θα αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλεία, η οποία δεν θα καταστραφεί στους αιώνες'', η οποία θα ανατρέψει τον κολοσσό της ειδωλολατρίας και ο υιός του ανθρώπου θα βασιλεύσει αιώνια σε όλους τους λαούς[lxiii]. Ο προφήτης προσδιορίζει τον χρόνο της έλευσης του Μεσσία[lxiv] και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ[lxv].
- Ο Ωσηέ, προφητεύει την επιστροφή του Ισραήλ στον Κύριο[lxvi].
- Ο Ιωήλ, την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος σε όλους τους ανθρώπους και τον ευαγγελισμό της σωτηρίας από την Σιών[lxvii].
- Ο Αμώς, την αναστήλωση της πεσμένης σκηνής του Δαβίδ[lxviii].
- Ο Οβδιού, την ανατολή της σωτηρίας από το όρος Σιών και την αιώνια βασιλεία του Κυρίου στην Σιών[lxix].
- Ο Ιωνάς, την τριήμερη ταφή του Κυρίου[lxx].
- Ο Μιχαίας, βλέπει τους λαούς να συρρέουν στην Ιερουσαλήμ, την πόλη της σωτηρίας[lxxi] και τον Μεσσία να γεννιέται στη Βηθλεέμ[lxxii].
- Ο Ναούμ, προφητεύει εκείνον, που ευαγγελίζεται την ειρήνη και εγκαινιάζει αμετάκλητα νέα εποχή, διάδοχο της παλαιάς[lxxiii].
- Ο Αββακούμ, τον ερχομό στην γη και την κυριαρχία σε αυτήν του Θεού, που θα εγκαινιάσει νέα περίοδο[lxxiv] δικαίωσης με την πίστη σ' αυτόν σε ζωή αιώνια[lxxv], περίοδο σωτηρίας[lxxvi].
- Ο Σοφονίας, προφητεύει τον εκχριστιανισμό όλης της ανθρωπότητας υπό έναν ποιμένα[lxxvii], τη μεγάλη χαρά της νέας Ιερουσαλήμ για την παρουσία σ' αυτήν του αιώνιου βασιλέα, ο οποίος, νικητής του κακού, θα σκορπίσει ειρήνη, χαρά, αγάπη, ευτυχία· θα σώσει τους ασθενείς, θα συγκεντρώσει γύρω του όλους τους σκορπισμένους, αποκαθιστώντας και τον Ισραήλ στην παλαιά δόξα του[lxxviii].
- Ο Αγγαίος προφητεύει την εποχή, κατά την οποία η τελευταία δόξα του Ναού θα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη της παλαιάς, υπαινισσόμενος προφανώς την προσκόμιση στον Ναό του θείου Βρέφους και την ολοκληρωτική παραμονή του Κυρίου σ' αυτόν[lxxix].
- Ο Ζαχαρίας, τον Μεσσία ως ‘'ανατολή'', ο οποίος θα σηκώσει τον αληθινό οίκο του Θεού και θα εισέλθει στην Ιερουσαλήμ ‘'καθισμένος σε υποζύγιο και νέο πουλάρι''[lxxx], θα προδοθεί για τριάντα αργύρια[lxxxi], θα χτυπηθεί ο ποιμένας και θα διασκορπιστούν τα πρόβατα[lxxxii], αλλά θα ανοιχτεί πηγή αφέσεως αμαρτιών για όλο τον κόσμο και ο Μεσσίας θα κυριαρχήσει στη γη· ‘'κατά την ημέρα εκείνη ένας θα είναι Κύριος και ένα το όνομά του, το οποίο θα κυκλώνει όλη τη γη και την έρημο[lxxxiii], τα οποία προφανώς αναφέρονται στον εκχριστιανισμό της ανθρωπότητας σε μία ποίμνη υπό έναν ποιμένα. Τέλος, της παγκοσμιότητας του Χριστιανισμού υποτύπωση είναι η διαπίστωση από τον Μαλαχία, ότι όλοι οι λαοί, παρά τους πολυθεϊσμούς τους, έχουν αρθεί στην περινόηση και λατρεία του ενός αληθινού Θεού και λατρεύουν αυτόν με την διαίσθηση ως μόνον υπέρθεο, που υπέρκειται του πανθέου τους[lxxxiv]. Προφητεύει επίσης την έλευση του Προδρόμου του Κυρίου και αυτή την ενανθρώπησή Του[lxxxv]: ‘'σε σας που σέβεσθε το όνομά μου, θα ανατείλει μέσα σας ήλιος δικαιοσύνης και θεραπεία στις φτερούγες του''[lxxxvi]: ‘'με την σωτηρία στις ακτίνες του''[lxxxvii], μετά την οποία τελικά θα επακολουθήσει η μέλλουσα κρίση της ανθρωπότητας[lxxxviii].
- Τέλος σαφώς χριστολογικές είναι και οι περικοπές Σοφ. Σολ. 2, 12-20. 18, 15-16.
Έτσι προφητεύτηκαν: η κατά σάρκα πατρίδα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού[lxxxix], οι κατά σάρκα πρόγονοί Του[xc], η Παρθένα Μητέρα Του[xci], η θεανθρώπινη υπόστασή Του[xcii], η προσκόμισή Του ως βρέφους στον Ναό[xciii], η προσκύνηση των μάγων[xciv], η σφαγή των αθώων νηπίων[xcv], ο Πρόδρομος[xcvi], το κήρυγμα του Προδρόμου[xcvii], το πρώτο άκουσμα του κηρύγματος της νέας θρησκείας[xcviii], οι υπό του Κυρίου θαυματουργικές θεραπείες[xcix], το κήρυγμα του ευαγγελίου[c], η γλυκύτητα και ταπεινοφροσύνη του Κυρίου[ci], η θριαμβευτική είσοδός Του στα Ιεροσόλυμα[cii], η ενέδρα κατά ‘'του δικαίου'' από τους ελεγχομένους από Αυτόν για τη θανάτωσή Του, ο οποίος, έλεγαν, ‘'μας κατηγορεί ότι παραβαίνουμε τον Νόμο... προσποιείται ότι έχει γνώση του Θεού και ονομάζει τον εαυτό του παιδί του Κυρίου... διότι εάν πράγματι είναι ο δίκαιος υιός Θεού, θα τον βοηθήσει και θα τον γλυτώσει απ' τα χέρια των εχθρών του''[ciii]. Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας που τελέστηκε και συστάθηκε από Αυτόν[civ], η αγωνία του Ιησού[cv], η προδοσία του Ιούδα[cvi], η καταδίκη του Ιησού[cvii], τα πάθη του Κυρίου[cviii], η ανάστασή Του[cix], η άφεση των αμαρτιών δι' Αυτού[cx], και η σωτηρία εκείνων, που πιστεύουν στον Εσταυρωμένο[cxi], η ανάληψή Του[cxii], η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος[cxiii] και η επιστροφή των εθνών στον Χριστό[cxiv].
Επίσης στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό αναφέρονται στην Κ.Δ. και άλλα χωρία της Π.Δ.[cxv], χριστολογικά δε είναι και το χωρίο Σοφ. Σολ. 2, 12-30 και τα μεσσιανικά χωρία των ιουδαϊκών αποκρύφων, στα οποία προλέγεται, ότι στον φυσικό, κοινωνικό και ηθικό κόσμο θα συμβούν ταραχές και ακαταστασία παντός είδους, θα εμφανιστεί ως πρόδρομος του Μεσσία ο Ηλίας[cxvi] και ακολούθως αιφνιδιαστικά[cxvii] ο ‘'Μεσσίας'', ο ‘'Χριστός'', ο ‘'υιός του ανθρώπου'', ο ‘'εκλεκτός'', ο ‘'υιός του Θεού'', ο ‘'υιός του Δαβίδ'', ο ‘'αγνός βασιλιάς''[cxviii], νικητής των εχθρικών δυνάμεων, των οποίων κορυφαίος είναι ο αντίχριστος, οι οποίες θα εκμηδενιστούν, η δε Ιερουσαλήμ θα ανακαινισθεί σε πνευματική μητρόπολη του νέου Ισραήλ της χάριτος.
Σε αντίθεση προς το σαφές αυτό νόημα της Μεσσιανικής προφητείας στην Π.Δ., η οποία εκπληρώθηκε στον Ιησού Χριστό, οι Ιουδαίοι θεωρούσαν και περίμεναν επίγειο Μεσσία, ο οποίος θα καθιστούσε τον Ιουδαϊσμό κυρίαρχο όλου του κόσμου υπό τον Μεσσία, ως βασιλέα επίγειο, κατά πλήρη παρανόηση χωρίων της Π.Δ.[cxix], ερμηνεύοντες κατά γράμμα μέσα στο πλαίσιο και υπό το πρίσμα του αυστηρού και κλεισμένου στον εαυτό του ιουδαϊκού εθνικισμού. Στο βασίλειο αυτό, το επίγειο κατά την Ιουδαϊκή εκδοχή, θα υπάρχουν όλα τα αγαθά, θα σημειώσει αυτό επάνοδο στην χρυσή εποχή και της βασιλείας αυτής δεν θα υπάρχει τέλος. Τελευταία θα επακολουθήσει η ανακαίνιση του κόσμου (‘'παλιγγενεσία'')[cxx], ανάσταση των δικαίων ψυχών και τελική κρίση.
Για όλες τις προσδοκίες επίγειου Μεσσιανισμού οι Ιουδαίοι επεκαλούντο χωρία της Π.Δ., ιδιαιτέρως προφητικά, από τα οποία προσδοκούσαν κοσμικό βασιλέα, αλλοιώνοντας το πραγματικό μεσσιανικό τους νόημα με βάση τις εθνικιστικές τους προκαταλήψεις, ενώ τα χωρία αυτά αναφέρονταν στην ενανθρώπηση του αιώνιου βασιλέα και στον εγκαινιασμό απ' αυτόν της ουράνιας αιώνιας βασιλείας, ήτοι στο πρόσωπο και το έργο του πραγματικού Μεσσία Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, όπως ο ίδιος αποσαφηνίζει αυτό εξ αφορμής ερωτήσεως του Πιλάτου[cxxi].
Και στην Κ.Δ. αντικατοπτρίζονται οι ιδέες αυτές, αλλά αποδίδεται σ' αυτές η αληθινή τους έννοια. Έτσι λ.χ. μεγάλες καταστροφές αναμένονται ως επικείμενες, ως εκδήλωση ‘'οργής'' του Θεού[cxxii], αλλ' αυτές αναφέρονται στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ, που σκοτώνει τους προφήτες και τον Χριστό.
Αναμενόταν από τους σύγχρονους του Κυρίου Ιουδαίους ο Ηλίας[cxxiii], αλλά ο Κύριος αποσαφηνίζει, ότι ο Ηλίας ήλθε[cxxiv] στο πρόσωπο του Ιωάννη του Προδρόμου και Βαπτιστή[cxxv]. Ο λαός αναμένει τον Μεσσία-Χριστό την εποχή, κατά την οποία Αυτός πραγματικά φάνηκε και χαιρετίζει τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό ως τον προσδοκώμενο Μεσσία. Για την καταγωγή του, οι άνθρωποι του λαού ή αναφέρονται στην προφητεία για την Βηθλεέμ, αποκλειομένης της Ναζαρέτ, ή ομολογούν άγνοια[cxxvi]. Πάθη και ανάσταση του Μεσσίου δεν περίμενε ο σύγχρονος με τον Ιησού Χριστό ιουδαϊκός κόσμος[cxxvii], ως εκ τούτου, διαμαρτυρόμενοι έλεγαν προς αυτόν: ‘'Εμείς ακούσαμε από τον Νόμο, ότι ο Χριστός μένει στον αιώνα και πως εσύ λέγεις, ότι πρέπει να υψωθεί ο υιός του ανθρώπου;''[cxxviii], η οποία όμως ένσταση προφητεύεται[cxxix]. Εξ αυτού και η μεταμέλεια και αυτοκτονία του Ιούδα, όταν διαπίστωσε την ταύτιση του Ιησού με τον αναμενόμενο Μεσσία[cxxx].
Και αυτοί οι Απόστολοι μέχρι της αναστάσεως του Κυρίου ‘'δεν είχαν έως τότε καταλάβει τη Γραφή, ότι πρέπει αυτός να αναστηθεί από τους νεκρούς''[cxxxi], όπως ακριβώς διαπιστώνεται και από τον διάλογο μεταξύ του αναστημένου Κυρίου και των πορευομένων στους Εμμαούς.
Η μάχη κατά των εχθρικών δυνάμεων είναι στην Κ.Δ. μάχη του Χριστού προς εξόντωση του διαβόλου[cxxxii], του οποίου η δύναμη εκμηδενίζεται[cxxxiii]. Η ανακαινιζόμενη Ιερουσαλήμ δεν είναι η επίγεια, η οποία, καθώς προείπε ο Κύριος[cxxxiv], κατασκάφθηκε και ερημώθηκε το 70 μ.Χ. από τον Τίτο, αλλά η ουράνια και πνευματική, η νέα Ιερουσαλήμ, η Εκκλησία του Χριστού[cxxxv]. Μέλη αυτής είναι οι πιστοί, εκείνοι που συναποτελούν τον νέο Ισραήλ, οι διασκορπισμένοι δε του Ισραήλ είναι όλοι οι λαοί, που βρίσκονται εκτός του Χριστιανισμού[cxxxvi], οι οποίοι θα λάβουν τη θέση, την οποία ήδη δυνάμει έχουν στην Εκκλησία του Κυρίου, στην μία ποίμνη υπό έναν ποιμένα[cxxxvii]. Η ιδέα αυτή, ότι ο Μεσσίας μπορεί να στραφεί και προς τα έθνη, εκπλήσσει τον εθνικισμό των Ιουδαίων[cxxxviii]. Τέλος, η αιώνια βασιλεία είναι η βασιλεία του Ιησού Χριστού[cxxxix]. Ο ίδιος χαρακτηρίζει την Ιερουσαλήμ ως πόλη του μεγάλου βασιλέως[cxl] και αποστέλλει τους μαθητές Του, για να κηρύξουν το ‘'ευαγγέλιο της βασιλείας'' και ‘'την βασιλεία των ουρανών''[cxli] ή ‘'την βασιλεία του Θεού''[cxlii].
Η βασιλεία αυτή δεν είναι επίγεια, ‘'εκ του κόσμου τούτου'', όπως περίμεναν και οι Ιουδαίοι και αυτοί ακόμη οι μαθητές του Χριστού[cxliii], αποδίδοντες σ' Αυτόν τον κοσμικό τίτλο, άλλοτε μεν σοβαρά, άλλοτε δε ειρωνικά - κατ' αυτού του τίτλου διαμαρτυρόντουσαν οι αρχιερείς[cxliv] - αλλά είναι βασιλεία πνευματική[cxlv]. Ο Κύριος, ο ίδιος, αποκαλύπτει, ότι είναι ο προσδοκώμενος Μεσσίας με ομολογία για τον εαυτό Του επισημότατη, αυθεντικότατη και κατηγορηματική[cxlvi]. Οι σύγχρονοί Του Τον αποδέχονται ως κοσμικό βασιλέα, που κατάγεται από ορισμένο τόπο[cxlvii], ενώ Εκείνος αποκαλύπτει την ουράνια προέλευσή Του[cxlviii], υπενθυμίζοντας, ότι, αν και αποκαλείται ‘'υιός Δαβίδ'', όμως καλείται από τον Δαβίδ ‘'κύριος'', όντας, ως Θεός, ανώτερος των αγγέλων[cxlix].
Διευκρίνησε δε ο Κύριος στους σύγχρονούς του, ότι ο Μεσσίας, που τους είχε υποσχεθεί θα ήταν ταπεινός, θα υφίστατο διωγμούς και προπηλακισμούς, θα αποκρουόταν από τις ιουδαϊκές αρχές και θα θανατωνόταν απ' τους εθνικούς, στους οποίους θα τον παρέδιδαν οι Ιουδαίοι[cl]. Λίγο πριν τον θάνατό Του υπενθυμίζει, ότι αυτά όλα έχουν προλεχθεί στις Γραφές από τους προφήτες[cli], ενώ οι σύγχρονοί Του ξαφνιάζονται, έχοντας άλλη ιδέα για τον Μεσσία[clii].
Τα γεγονότα απέδειξαν, ότι η πλήρης έννοια των μεσσιανικών προφητειών, την οποία ο Κύριος αποκάλυψε, ήταν άγνωστη στο σύγχρονο περιβάλλον Του[cliii]. Τον Μεσσία οι Ιουδαίοι τον φαντάζονταν ως κοσμικό βασιλέα αιωνίου διαρκείας[cliv]. Η βασιλεία του Θεού θα ήταν, κατ' αυτούς, βασιλεία του Ισραήλ σε όλα τα έθνη, εγκαινιαζόμενη με την ανάρρηση κοσμικού βασιλέα στον θρόνο Δαβίδ στην επίγεια Ιερουσαλήμ[clv]. Την ελπίδα αυτή διέψευσε ο Κύριος, ομιλώντας προς τους Φαρισαίους[clvi]. Διευκρίνησε ο Κύριος, ότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι βασιλεία κοσμικών αξιωμάτων και φιλοδοξιών[clvii]. Υπήκοοί της είναι οι πτωχοί, οι καταδιωγμένοι, οι θλιμμένοι, οι πράοι και ειρηνοποιοί, οι αδικούμενοι, οι ελεήμονες, οι καθαροί στην καρδιά, εκείνοι που περνούσαν τη ζωή τους θεοφιλώς, σύμφωνα με τις εντολές του Θεού[clviii], οι ταπεινοί και αγνοί και μικροί, όπως τα παιδιά[clix], εκείνοι που αρνούνται τις απολαύσεις και τα πλούτη[clx], οι απαρνούμενοι τους εαυτούς τους και υπομένοντες τις δοκιμασίες[clxi], εκείνοι που αναγεννώνται στη νέα ζωή[clxii], στους οποίους αποκαλύπτει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ότι η βασιλεία του Θεού είναι μέσα τους[clxiii], αυτή δε, κατά κύριο λόγο, πρέπει κάποιος να ζητεί''[clxiv].
Η εκδίωξη των δαιμόνων[clxv] και το περί της βασιλείας του Θεού κήρυγμα των Αποστόλων και Μαθητών του Χριστού[clxvi] είναι εξωτερικές εκδηλώσεις της σύγχρονης με την ενανθρώπηση του Κυρίου εγκαινιασθείσης αιώνιας πνευματικής βασιλείας, η οποία είναι ριζικά διαφορετική από τη γήϊνη βασιλεία, λόγω της προελεύσεως και της ουσίας της[clxvii].
Η βασιλεία του Θεού, λόγω της φύσεώς της, είναι πάντοτε ‘'εν τω γίγνεσθαι''[clxviii], γι' αυτό και οι μαθητές του Χριστού πρέπει να προσεύχονται διαρκώς υπέρ αυτής[clxix]. Για να διαφωτίσει ο Κύριος την αλήθεια περί της βασιλείας του Θεού μεταχειριζόταν παραβολές[clxx]. Αν και πνευματική η βασιλεία του Θεού, δεν είναι αόρατη. Ταυτίζεται με την Εκκλησία του Χριστού· έχει ιδρυθεί επί της γης ως αναβίωση του αρχαίου παραδείσου της προπτωτικής περιόδου, επεκτείνεται στην άλλη ζωή, ανάγοντας τα μέλη της στους ουρανούς και εξασφαλίζοντας σ' αυτά αιώνια ζωή με ατελείωτη μακαριότητα[clxxi].
Σύμφωνα μ' αυτά, η μεσσιανική Αλήθεια είναι η μεσσιανική συνείδηση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος πραγματοποίησε στον εαυτό Του την μεσσιανική προφητεία της Π.Δ. σύμφωνα με το αληθινό της νόημα, είναι δε διαφορετική από την παρανόηση των μεσσιανικών αντιλήψεων του Ιουδαϊσμού. Αυτός δέχεται τον Μεσσία πρωτίστως ως πολεμιστή και κρατικό άνδρα, ο οποίος στο τέλος των χρόνων θα θεμελίωνε ιουδαϊκή κοσμοκρατορία, που θα είχε κέντρο την Ιερουσαλήμ. Ότι και μεταξύ των Ιουδαίων υπήρχαν οι αντιφρονούντες προς αυτά, αποδεικνύει το πλήθος των Ιουδαίων που πίστεψαν στον Χριστό και η φαεινή εξαίρεση Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος δεν περιορίζει την λύτρωση στα τέκνα του Αβραάμ[clxxii], αλλά δίδει πνευματικό περιεχόμενο στην έννοια του Μεσσία[clxxiii], τον οποίο και διακρίνει μεταξύ του λαού[clxxiv], κατά θεία αποκάλυψη[clxxv], και δεικνύει τον προσερχόμενο στον Βάπτισμα[clxxvi] ως Εκείνον, που υπάρχει προαιωνίως[clxxvii] και ο οποίος φάνηκε στη γη για να άρει με τη θυσία τους τις αμαρτίες του κόσμου[clxxviii], προσδιορίζοντας συγχρόνως και την διαφορά του βαπτίσματος του Προδρόμου με νερό, από το βάπτισμα του Κυρίου με το Άγιο Πνεύμα[clxxix] και βεβαιώνοντας την πραγματοποίηση στον Χριστό της θείας αποκαλύψεως γι' αυτόν[clxxx], δια της οποίας ευθυγραμμίζεται η μεσσιανική ιδιότητα του Κυρίου προς το αληθινό νόημα της μεσσιανικής προφητείας στην Π.Δ.
Ο Κύριος, εξ άλλου, όπως λέχθηκε, δηλώνει, ότι η βασιλεία του δεν είναι εκ του κόσμου τούτου[clxxxi] και διαχωρίζει σαφώς από αυτή τη δύναμη των κοσμικών εξουσιών[clxxxii], θεωρώντας σατανική και αποκρούοντας ως τέτοια την συνάρτηση της προσωπικότητάς Του και του έργου Του προς κοσμοκρατορία[clxxxiii]. Κηρύσσει την πνευματική παγκοσμιότητα του χριστιανισμού με προτεραιότητα των εθνικών[clxxxiv] και περιμένει τον θάνατο[clxxxv]. Οι πολεμικές εκφράσεις του Κυρίου αφορούν στον πνευματικό πόλεμο[clxxxvi]. Τέλος, ταυτίζει ο Κύριος τον εαυτό του προς τον προσδοκώμενο από τους Σαμαρείτες Μεσσία[clxxxvii].
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ ΛΥΤΡΩΤΟΥ
[i] Ιω. 5, 39.
[ii] Ιω. 5, 45 ε.
[iii] Ιω. 8, 56.
[iv] Ιω. 8, 58.
[v] Ιω. 17, 24.
[vi] Αριθμ. 21, 8-9, Ιω. 3, 14-15.
[vii] Λουκ. 24, 27.
[viii] Λουκ. 24, 44.
[ix] Γεν. 3, 15 και 49, 9-10, Δευτ. 18, 15 και 18.
[x] Γεν. 3, 15.
[xi] Γεν. 9, 27.
[xii] Γεν. 1, 3. 22, 18. 26, 4. 28, 14. 49, 8-12. Α' Παραλ. 17, 11.
[xiii] Γεν. 12, 1, 7. 13, 14-17. 17, 1-9. 18, 17-19. 22, 16-18. Γεν. 26, 1-5. Γεν. 28, 10-15.
[xiv] Γεν. 49, 10.
[xv] Γεν. 49, 11.
[xvi] Προφητεία του Βαρλαάμ, Αριθμ. 24, 17.
[xvii] Δευτ. 18, 15-19.
[xviii] Α' Βασ. 2, 10.
[xix] Β' Βασ. 7, 16 & Γ' Βασ. 11, 36-37.
[xx] Ψαλμ. 109, (Εβρ. 110) 3β ε.
[xxi] Ψαλμ. 2, 7.
[xxii] Ψαλμ. 71, (Εβρ. 72) 10-15.
[xxiii] Ψαλμ. 109, 110 (Εβρ. 110, 111), 111 (Εβρ. 112), 9.
[xxiv] Ψαλμ. 14. (Εβρ. 15).
[xxv] Ψαλμ. 40 (Εβρ. 41), 8-10.
[xxvi] Ψαλμ. 34, (Εβρ. 35) 11-12.
[xxvii] Ψαλμ. 54, (Εβρ. 55), 5, 6 & Ψαλμ. 2, 2. 21.
[xxviii] Ψαλμ. 15, 10 ε.
[xxix] Ψαλμ. 109, 1.
[xxx] Ψαλμ. 21, (Εβρ. 22), 27, 30. 109, 4. 110, 5, 9.
[xxxi] Παροιμ. 8, 22-9, 6.
[xxxii] Ησ. 7, 14.
[xxxiii] Ησ. 9, 1 ε.
[xxxiv] Ησ. 49, 6 ε.
[xxxv] Ησ. 8, 3 ε.
[xxxvi] Ησ. 9, 6 και 11, 2 ε.
[xxxvii] Ησ. 11, 1.
[xxxviii] Ησ. 40, 9.
[xxxix] Ησ. 16, 5.
[xl] Ησ. 40, 11.
[xli] Ησ. 25, 6 ε.
[xlii] Ησ. 26, 19 ε.
[xliii] Ησ. 28, 16.
[xliv] Ησ. κεφ. 35΄ 6, 11 ε.
[xlv] Ησ. κεφ. 40, 3-5.
[xlvi] Ησ. κεφ. 42.
[xlvii] Ησ. 35, 5-6΄ 61, 1.
[xlviii] Ησ. 42, 1-3.
[xlix] Ησ. 50, 6΄ 52, 13 ε.
[l] Ησ. 60, 1-4΄ 65, 17.
[li] Ιερ. 23, 5-6.
[lii] Ματθ. 2, 16 ε.
[liii] Ιερ. 38, 22.
[liv] Ιερ. 2, 13-18.
[lv] Βαρούχ, 3, 38.
[lvi] Ιεζ. 11, 14-21 & 36, 16-32.
[lvii] Ιεζ. 34, 23-31 και κεφ. 37.
[lviii] Δαν. 2, 28.
[lix] Δαν. 2, 37 ε.
[lx] Δαν. 2, 32 ε.
[lxi] Δαν. 2, 34 ε.
Πηγή: (Απόσπασμα από το βιβλίο του: Ιστορία της εποχής της Κ. Διαθήκης εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής, Λεωνίδου Ι Φιλιππίδου Καθηγητού και Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Αθηνών), Αντιαιρετικό Εγκόλπιον, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Σχόλιο Τ.Ι.: Ας ευχηθούμε να υλοποιηθεί.
Ύστερα από πολλά χρόνια, κλείνει ένα κεφάλαιο που χρόνια χώριζε διπλωματικά Ελλάδα και Αλβανία.
Μια νέα απόφαση της Αλβανικής κυβέρνησης μπορεί να χαρακτηριστεί ως πρώτο αποτέλεσμα των συνομιλιών των ΥΠΕΞ Ελλάδας και Αλβανίας κ. Κοτζιά και κ. Μπουσάτι στην Κρήτη. Στις 13 Δεκεμβρίου, με απόφαση που φέρει την υπογραφή του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα, η Αλβανική κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει στην ανέγερση νεκροταφείων για του Έλληνες πεσόντες κατά τον Ελληνο-Ιταλικό πόλεμο.
Η απόφαση αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας της Αλβανικής κυβέρνησης με την Ελληνική κυβέρνηση για την αναζήτηση, εκταφή , αναγνώριση και ενταφιασμό των πεσόντων Ελλήνων στρατιωτών σε νεκροταφεία που θα χτιστούν εντός της Αλβανικής επικράτειας. Η κυβερνητική αυτή απόφαση βασίζετε σε σχετική συμφωνία των δύο κρατών που επικυρώθηκε στην Αλβανική βουλή με το νόμο υπ. αρ. 1025 στις 25/3/2010, επί κυβέρνησης Μπερίσα.
Τυπικά η απόφαση βασίζεται σε πρόταση του Υπουργείου Άμυνας της Αλβανίας και στην συνέχεια εξουσιοδοτεί τα υπόλοιπα αρμόδια υπουργεία για την εφαρμογή της απόφασης αυτής. Το Υπουργείο Εσωτερικών θα είναι αρμόδιο για την απαλλοτρίωση και παραχώρηση εκτάσεων που θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή τον νεκροταφείων.
Στην απόφαση εμπλέκονται και τα δημαρχεία τα οποία θα πρέπει να συνεργαστούν με το Υπουργείο Εσωτερικών για την εύρεση και εκταφή των οστών.
Η απόφαση προβλέπει την δημιουργία μιας κοινής επιτροπής ειδικών που θα απαρτίζετε από εκπροσώπους των δύο χώρων και θα συνεργαστούν για την αναζήτηση και την αναγνώριση των πεσόντων στρατιωτών. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, το Αλβανικό Υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να καλύψει τα αναγκαία κονδύλια για την διαδικασία αναζήτησης, εκταφής και λειτουργίας της κοινής επιτροπής.
Επιπροσθέτως, το Αλβανικό Υπουργείο Άμυνας υποχρεούται να οργανώνει κάθε χρόνο την 28η Οκτωβρίου επίσημη τελετή προς τιμήν των Ελλήνων πεσόντων.
Επί της ουσίας, η απόφαση προβλέπει την εφαρμογή όσων αποφασίστηκαν στην σχετική συμφωνία μεταξύ των δύο χώρων το 2010. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστούν αλλά 7 χρόνια για την εφαρμογή της απόφασης.
Σούρλας: Θετική η απόφαση της Αλβανίας για τους άταφους ήρωες του 1940 στη Β. Ήπειρο
Ο Γ. Σούρλας, ως Επίτιμος Πρόεδρος της Ένωσης Συγγενών Πεσόντων κατά το Έπος 1940 – 41, σχετικά με την απόφαση της Αλβανίας για τους άταφους ήρωες, δήλωσε: «Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Αλβανίας, που υπέγραψε ο Πρωθυπουργός Έ. Ραμα και δημοσιεύτηκε στις 13.12.2017 για τους άταφους πεσόντες, αποτελεί ένα θετικό βήμα προς την κατεύθυνση επίλυσης του μεγάλου εθνικού και ανθρωπιστικού προβλήματος.
Πρόκειται για μια απόφαση που καθορίζει τους όρους και τις διαδικασίες για τον εντοπισμό και τον ενταφιασμό των οστών των ηρώων, που κινείται στο πλαίσιο της Συμφωνίας Ελλάδας και Αλβανίας για το θέμα αυτό, που κυρώθηκε με νόμο το 2010 από τα δύο Κοινοβούλια.
Το γεγονός ότι εντός της εβδομάδος συνέρχεται η Διακρατική Επιτροπή Ελλάδας – Αλβανίας στην Αθήνα, που αποτελείται από υψηλόβαθμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και του Υπουργείου Εξωτερικών, καταδεικνύει ότι ήρθε η ώρα για την αποκατάσταση της μεγάλης εθνικής εκκρεμότητας για τους 7.976 πεσόντες, που παραμένουν σχεδόν στο σύνολό τους άταφοι ή προσωρινά θαμμένοι επί 76 χρόνια στα πεδία των μαχών της Β. Ηπείρου».
Πηγή: Χειμάρα (Πρώτο Μέρος, Δεύτερο Μέρος)
4.3.1 Προοίμιο
Ένα δευτερεύων χαρακτηριστικό της διδασκαλίας των περισσότερων γνωστικών ομάδων είναι το αντι-ιουδαϊκό τους φρόνημα. Τις περισσότερες φορές εκφράζεται με την απόρριψη της Παλαιάς Διαθήκης. Η στάση αυτή είναι ευεξήγητη. Στην Παλαιά Διαθήκη ανήκει και το βιβλίο της Γενέσεως, στο οποίο αποκαλύπτεται η θεολογία και η κοσμογονία από τον ίδιο το Θεό μέσω του Μωυσή. Όταν λοιπόν, οι γνωστικοί διδάσκαλοι προσπάθησαν να διαδώσουν τις δικές τους πεποιθήσεις, ελέγχονταν η αλήθεια των λεγομένων του και ύστερα από απλή σύγκριση αποδεικνύονταν ότι ψεύδονταν. Εφόσον απευθύνονταν πρωτίστως σε Χριστιανούς, έρχονταν αντιμέτωποι με τις Γραφές, και από την στιγμή που η δική τους θεογονία, κοσμογένεση και ανθρωπολογία συγκρούονταν με την χριστιανική αποκάλυψη, δεν έμεναν πολλά περιθώρια δράσης.
Από την άλλη πλευρά, στην Παλαιά Διαθήκη είχε δοθεί ο Νόμος, που μπορεί να είχε αποδειχθεί ανώφελος σωτηριολογικά μετά την έλευση του Χριστού, και να καταργήθηκαν οι λειτουργικές διατάξεις του, παρέμενε, όμως, συμπληρωμένος ως ο ηθικός γνώμονας του Χριστιανικού βίου. Αυτό σημαίνει, ότι οι αιρεσιάρχες αναγκαστικά έπρεπε να αμφισβητήσουν το κύρος και την νομιμότητα της Παλαιάς Διαθήκης, για να μπορούν να παρουσιάζουν την δική τους τρυφηλότητα και φιληδονία, ως νομιμοποιημένη διδασκαλία και να επιβάλουν τις ανήθικες συνήθειές τους, ανεξέλεγκτα.
Αν, λοιπόν, εξαιρέσει κανείς τους Ιουδαιο-χριστιανούς που έδειχναν να σέβονται την Παλαιά Διαθήκη και τον νόμο, αλλά στην πραγματικότητα αυτό γινόταν αποσπασματικά και αλλοιωμένα, όλες οι υπόλοιπες ομάδες κράτησαν αρνητική στάση απέναντι στην Παλαιά Διαθήκη. Κάποια μερίδα αυτών ακολούθησε ανεπιφύλακτα αντι-ιουδαϊκή γραμμή, και προέβαλλε ως θεμελιώδες αξίωμα την αντίθεση στον μωσαϊκό νόμο, γι’ αυτό και ονομάστηκαν Αντινομιστές.
Στον Κλήμεντα Αλεξανδρέα ονομάζονται Αντιτάκτες. Οπωσδήποτε δεν παραδέχονταν τους πραγματικούς λόγους της αντίθεσής τους στις εντολές του Θεού. Πρότειναν θεωρητικά προσχήματα. Λέγαν δηλαδή:
«Ἄλλοι τινές οὕς καί Αντιτάκτας καλοῦμεν, λέγουσιν, ὅτι ὁ μέν Θεός ὁ τῶν ὅλων Πατήρ ημῶν ἐστι φύσει, καί πανθ’, ὅσα πεποίηκεν, ἀγαθά ἐστιν˙ εἷς δέ τις τῶν ὑπ’ αὐτοῦ γεγονότων ἐπέσπειρεν τά ζιζάνια, τήν τῶν κακῶν φύσιν γεννήσας, οἷς καί δή πάντας ἡμᾶς περιέβαλεν, ἀντιτάξας ἡμᾶς τῷ Πατρί. Διό δή καί αὐτοί ἀντιτασσόμεθα τούτῳ εἰς ἐκδικίαν τοῦ Πατρός, ἀντιπράσσοντες τῷ βουλήματι τοῦ δευτέρου. Ἐπεί οὖν οὗτος “Οὐ μοιχεύσεις” εἴρηκεν, ἡμεῖς φασί, μοιχεύομεν ἐπί καταλύσει τῆς ἐντολῆς αὐτοῦ[1]».
Οι προφάσεις τους δεν έπεισαν για την γνησιότητα της προαίρεσής τους. Γι’ αυτό και ο Κλήμης Αλεξανδρεύς ονομάζει το τέταρτο κεφάλαιο του τρίτου λόγου των Στρωματέων «προφάσεις, ἅς οἱ αἱρετικοί χρῶνται, ὅπως ἄν ἀπολαύωσι πᾶσάν τε ἐλευθερίαν καί ἡδονήν».
4.3.2 Νικολαΐτες
Οι Νικολαΐτες αναφέρονται πρώτη φορά στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. Απευθυνόμενος ο Κύριος προς την Εκκλησία της Εφέσου λέγει:
«ἀλλά τοῦτο έχεις ὅτι μισεῖς τά ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἅ καγώ μισῶ» (Αποκ. 2.6)
Και παρακάτω απευθυνόμενος στην Εκκλησία της Περγάμου:
«ἀλλά ἔχω κατά σοῦ ὀλίγα, ότι έχεις ἐκεῖ κρατοῦντας τήν διδαχήν Βαλαάμ, ὅς ἐδίδαξε τόν Βαλάκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ καί φαγεπν εἰδωλόθυτα καί πορνεῦσαι. οὕτως ἔχεις καί σύ κρατοῦντας τήν διδαχήν τῶν Νικολαϊτῶν ὁμοίως». (Αποκ. 2.15)
Φαίνεται, λοιπόν, ότι την εποχή που έγραψε ο απόστολος Ιωάννης την Αποκάλυψη, ο Νικολαϊτισμός είχε απλωθεί στην Μικρά Ασία. Από το παραπάνω εδάφιο οι Νικολαΐτες ονομάστηκαν και Βαλααμίτες.
Ο Βαλαάμ ήταν προφήτης από την Μεσοποταμία και αναφέρεται στο Βιβλίο των Αριθμών[2]. Προς αυτόν έστειλε ο Βαλάκ, ο βασιλιάς των Μωαβιτών, πρεσβεία, αρχικά για να καταραστεί τους Ισραηλίτες, και όταν αυτό δεν κατέστη δυνατό, να τον συμβουλευθεί τι να πράξει εναντίον τους. Εεπιδή ο Βαλαάμ δεν μπόρεσε να καταραστεί τους Ισραηλίτες, συμβούλευσε τους Μωαβίτες να μολύνουν τους αντιπάλους τους[3]. Πράγματι οι Ισραηλίτες μολύνθηκαν, τρώγοντας ειδωλόθυτα και πορνεύοντας με τις Μωαβίτισες[4]. Αποτέλεσμα ήταν να τους βρει η οργή του Θεού[5]. Την οργή του Θεού κατέπαυσε ο Φινεές, γιος του Ελεάζαρου, γιου του Ααρών[6]. Στην συνέχεια ακολούθησε ήττα των Μαδιανιτών[7]. Κατά την νίκη των Ισραηλιτών βρήκε τον θάνατο ο Βαλαάμ[8].
Η αναφορά του αγίου Ειρηναίου σ’ αυτούς είναι σύντομη. Επαναλαμβάνει σχεδόν ότι γράφτηκε στην Αποκάλυψη. Προσθέτει ότι είναι οπαδοί του Νικολάου[9] ενός των επτά διακόνων, που ορίστηκαν από τους Αποστόλους να διακονούν την Εκκλησία. Ο Νικόλαος καταγόταν από την Αντιόχεια και ήταν προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό, που σημαίνει ότι είχε εθνική καταγωγή, στην συνέχεια προσήλθε στον Ιουδαϊσμό και στην συνέχεια πίστεψε στον Χριστό. Μαζί με τους Στέφανο, Φίλιππο, Πρόχορο, Νικάνορα, Τίμωνα και Παρμενά εκλέχθηκε από τους Αποστόλους και χειροτονήθηκε διάκονος του κοινωνικού έργου της εκκλησίας των Ιεροσολύμων[10].
Η αναφορά του αγίου Ιππολύτου στους Νικολαΐτες είναι επίσης σύντομη κι επαναλαμβάνει όσα έγραψε ο άγιος Ειρηναίος:
«Πολλῆς δέ αυτόῖς συστάσεως κακῶν αἴτιος γεγένηται Νικόλαος, εἷς τῶν ἑπτά εις διακονίαν ὑπό τῶν ἀποστόλων κατασταθείς, ὅς ἀποστάς τῆς κατ’ εὐθεῖαν διδασκαλίας ἐδίδασκεν ἀδιαφορίαν βίου τε καί βρώσεως, οὗ τους μαθητάς ἐνυβρίζον<τας> τό ἅγιον πνεῦμα διά τῆς αποκαλύψεως Ἰωάννης ἤλεγχε πορνεύοντας καί εἰδωλόθυτα ἐσθίοντας»[11].
Η παρουσίαση της σέκτας από τους αγίους Ιππόλυτο και Ειρηναίο είναι σχεδόν επιγραμματική. Δεν έχουν να προσθέσουν κάτι στα όσα αναφέρει η Αποκάλυψη, εκτός από την φήμη για την αρχή της αίρεσης από τον διάκονο Νικόλαο. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρχαν οργανώσεις νικολαΐτικες στην Δύση, τουλάχιστον την εποχή που έγραψαν οι εν λόγω συγγραφείς και ύστερα.
Αντίθετα, ο Κλήμης Αλεξανδρεύς, έχει να προσθέσει πολλά περισσότερα. Αναφέρει μια παράδοση για τον διάκονο Νικόλαο, την οποία ενδεχομένως είχαν υπόψη τους και χρησιμοποιούσαν οι Νικολαΐτες [12]. Στην παραπάνω παράδοση οι Νικολαΐτες έκαναν την εξής παρανόηση:
«ἀκόλουθον γάρ εἶναί φασι τήν πράξιν ταύτην ἐκείνῃ τῇ φωνῇ, τῇ “παραχρῆσθαι τῇ σαρκί δεῖ”. Καί δή κατακολουθήσαντες τῷ γενομένῳ τῷ τέ είρημένῳ άπλῶς καί άβασανίστως, ἐκπορνεύουσιν ἀναιδήν οἱ τήν αἵρεσιν αύτοῦ μετιόντες[13].»
Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς έχει τις αντιρρήσεις του για το αν ήταν ο Νικόλαος ο αρχηγός της αίρεσης, τελικά. Αυτό εκ πρώτης όψεως φαίνεται αντίθετο σε αυτά που έγραψαν οι άγιοι Ιππόλυτος και Ειρηναίος, ο Κλήμης δείχνει καλύτερα πληροφορημένος επί του θέματος. Αν δεν είναι ο ίδιος αυτόπτης μάρτυς των όσων αναφέρει, τουλάχιστον οι πληροφορίες του είναι από πρώτο χέρι. Αναφέρει έναν διάλογο, ο οποίος διημείφθη μεταξύ ενός οπαδού της σέκτας και μιας Χριστιανής.
«Φασί γοῦν τινα αὐτῶν, ἡμετερᾳ παρθένῳ, ὡραίᾳ τήν ὄψιν, προσελθόντα φάναι˙ Γέγραπται, “Παντί τῷ αἰτοῦντί σε δίδου[14]”˙ τήν δέ σεμνῶς πάνυ ἀποκρίνασθαι, μή συνιεῖσαν τήν τἀνθρώπου ἀσέλγειαν˙ Ἀλλά περί γάμου τῇ μητρί διαλέγου[15].»
Ο ίδιος αντιλέγει και για την αληθινή αιτία προσαγωγής της γυναίκας του Νικολάου ενώπιον των αποστόλων:
«Ὧν οὕτως ἐχόντων, ἀποβολή πάθους ἦν, εἰς μέσον τῶν ἀποστόλων ἡ τῆς ζηλοτυπουμένης ἐκύκλησις γναικός˙ καί ἡ εγκράτεια τῶν περισπουδάστων ἡδονῶν, τό “παραχρῆσθαι τῇ σαρκί” έδίδασκεν[16]».
Ο άγιος Επιφάνιος αποδίδει με την σειρά του την αρχή της αίρεσης στον διάκονο Νικόλαο, παρουσιάζει, όμως, διαφορετική ερμηνεία των γεγονότων. Σύμφωνα με την δική του εκδοχή, ο Νικόλαος προσπάθησε να εγκρατευθεί, παρ’ όλο που είχε γυναίκα όμορφη. Επειδή απότυχε του σκοπού του, έπεσε στο άλλο άκρο και διακήρυξε, ότι «εἰ μη τις καθ’ ἑκάστην ἡμέραν λαγνεύῃ, ζωῆς μή δύνασθαι μετέχεις αιωνίου[17]».
Την εποχή του αγίου Επιφανίου δεν είχαν απομείνει ίχνη της συγκεκριμένης αίρεσης. Ο Ευσέβιος Καισαρείας μας πληροφορεί ότι ήδη από την εποχή του η αίρεση αυτή είχε εκλείψει:
«Ταῦτα μέν οὖν περί τῶν κατά τούς δηλουμένους χρόνους παραβραβεῦσαι τήν ἀλήθειαν ἐγκεχειρηκότων, λόγου γε μην θᾶττον εἰς τό παντελές ἀπεσβηκότων εἰρήσθω[18].»
Για να εκθέσει την αίρεση ο Ευσέβιος χρησιμοποιεί αποσπάσματα από το έργο του Κλήμη, χωρίς να προσθέτει κάτι περισσότερο. Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς επίσης, μας πληροφορεί ότι χρησιμοποιούσαν κάποιο απόκρυφο χωρίς να το κατονομάζει. Παραθέτει και ένα μικρό απόσπασμα, στο οποίο φαίνεται η προσπάθεια κατασκευής μυθολογικού προτύπου για την αναγωγή της σαρκολαγνέιας του σε αυτό:
«Ἐρρύη δέ αὐτοῖς τό δόγμα ἔκ τινος ἀποκρύφου, καί δή παραθήσομαι τήν λέξιν τήν τῆς τούτων ἀσελγείας μητέρα˙… “ Ἕν ἦν τά πάντα˙ ἐπεί δέ ἔδοξεν αὐτοῦ τῇ ἑνότητι μή εἶναι μόνῃ, ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ ἐπίπνοια καί ἐκοινώνησεν αὐτῇ καί ἐποίησε τόν ἀγαπητόν. Ἐκ δέ τούτου ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ ἐπίπνοια, ᾗ κοινωνήσας ἐποίησε δυνάμεις, μήτε ὁραθῆναι, μήτε ἀκουσθῆναι δυναμένας”, ἕως, “έπ’ ὀνόματος ἰδίου ἑκάστην”[19].»
Από το παραπάνω απόσπασμα φαίνεται καθαρά ο γνωστικός χαρακτήρας της αίρεσης. Ως απόρροια της σύμφωνης με τις υλιστικές επιθυμίες θεογονίας τους έθεταν «κοινωνίες», όχι όμως πνευματικές, όπως για παράδειγμα οι μαθητές του Ουαλεντίνου, αλλά καθαρά σαρκικές. Έτσι και την Αφροδίτη την ονόμαζαν «μυστική κοινωνία».
Τις κακοδοξίες των Νικολαϊτών διορθώνει ο Κλήμης με τα λόγια του Αποστολου Παύλου:
«Ὑμεῖς δέ οὐχ οὕτως ἐμάθατε τόν Χριστόν, εἰ γε αὐτόν ἠκούσατε, καί ἐν αυτῷ ἐδιδάχθητε, καθώς ἐστίν ἀλήθεια ἐν Χριστῷ Ιησοῦ, ἀποθέσθαι ὑμᾶς τά κατά τήν προτέραν ἀναστροφήν, τόν παλαιόν ἀνθρωπον, τόν φθειρόμενον κατά τάς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης, ἀνανεοῦσθαι δέ τῷ πνεύματι τοῦ νοός ἡμῶν, καί ἐνδύσασθε τόν καινόν ἀνθρωπον, τόν κατά Θεόν κτισθέντα ἐν δικαιοσύνη καί οσιότητι τῆς ἀληθείας[20]»,
προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να επιτύχουμε την εξομοίωση με τον Θεό.
«Γίνεσθε οὖν μιμηταί τοῦ Θεοῦ, ὡς τέκνα ἀγαπητά, καί περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ, καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ὑμᾶς, καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί θυσίαν τῷ Θεῷ είς ὀσμήν εὐωδίας. Πορνεία δέ καί πᾶσα ἀκαθαρσία ἠ πλεονεξία μηδέ ὀνομαζέσθω ἐν ὑμῖν, καθώς πρέπει ἁγίοις, καί αἰσχρότης καί μωρολογία[21].»
Και συνεχίζει προειδοποιώντας ότι:
«Τοῦτο γάρ ἰστε γινώσκοντες, ὁτι πᾶς πόρνος ἤ ἀκάθαρτος ἤ πλεονέκτης, ὅς ἐστιν εἰδωλολάτρης, οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ. Μηδείς ὑμᾶς ἀπατάτω κενοῖς λόγοις˙ διά ταῦτα γάρ ἔρχεται ἡ ὀργή του Θεοῦ ἐπί τους υἱούς τῆς ἀπειθίας. μή οὖν γίνεσθαι συμμέτοχοι αὐτῶν[22].»
4.3.3 Πρόδικος
Στους συνεχιστές των Νικολαϊτών συγκαταλέγεται ο Πρόδικος. Οι οπαδοί του αυτοχαρακτηρίζονταν ως γνωστικοί. Ισχυρίζονταν ότι είναι εκ φύσεως παιδιά του πρώτου θεού, οπότε η ελευθερία να ζουν έκλυτο βίο ήταν γι’ αυτούς συνέπεια της «ευγενικής» τους καταγωγής. Πίστευαν ότι δεν μπορεί να τους εμποδίσει τίποτα, διότι ήταν κύριοι του Σαββάτου, παιδιά του βασιλιά, για τα οποία ο νόμος είναι άγραφος. Γι’ αυτούς ο Κλήμης Αλεξανδρεύς γράφει:
«Πρῶτον μέν, ὅτι οὐ ποιοῦσιν ἅ βούλονται πάντα˙ πολλά γάρ αὐτούς κωλύσει καί ἐπιθυμοῦντας καί πειρωμένους καί ἅ ποιοῦσι δέ, οὐχ ὡς βασιλεῖς, ἀλλ’ ὡς μαστιγίαι ποιοῦσι˙ λάθρα γάρ μοιχεύουσιν, τό ἀλῶσαι δεδιότες, καί τό καταγνωσθῆναι ἐκκλίνοντες, καί φοβούμενοι κολασθῆναι[23].»
Ο Πρόδικος ισχυριζόταν ότι ο ανθρωπος έχει πλαστεί από διάφορες δυνάμεις, και ότι τα μέχρι τον αφαλό πλάστηκαν με θεϊκότερη τέχνη, ενώ από τον αφαλό και κάτω με κατώτερη, γι’ αυτό κι επιθυμούν την συνεύρεση. Αυτά, όμως, έρχονται σε αντίθεση με αυτό που είπε ο Κύριος στους Φαρισαίους:
«ἄφρονες! οὐχ ὁ ποιήσας τό ἔξωθεν καί τό ἔσωθεν ἐποίησε[24];»
Στην διαφημισμένη από τους ίδιους βασιλική τους ιδιότητα ο απόστολος Παύλος απαντά με την φανέρωση της δουλικής τους κατάστασης:
«οὐκ οἴδατε ὅτι ᾦ παριστάνετε ἑαυτούς δούλους εἰς ὑπακοήν, δοῦλοί ἐστε ᾦ ὑπακούετε, ἤτοι ἁμαρτίας εἰς θάνατον ἤ ὑπακοής εἰς δικαιοσύνην[25].»
Και παρακάτω εξηγεί το αποτέλεσμα της αμαρτίας:
«ὅτε γάρ δοῦλοι ἧτε τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἧτε τῇ δικαιοσύνῃ. τίνα οὖν καρπόν εἴχετε τότε εφ’ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τό γάρ τέλος ἐκείνων θάνατος[26].»
Αλλά και για την ίδια την επιθυμία ο Κύριος λέγει:
«Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις, οὐ μοιχεύσεις. Εγώ δέ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα προς τό ἐπιθυμῆσαι αὐτήν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτήν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ[27].»
4.3.4 Καρποκράτης
Ο Καρποκράτης ήταν Αλεξανδρινός ακαδημαϊκός φιλόσοφος και διδάσκαλος της εγκυκλίου παιδείας. Η δράση του τοποθετείται στο πρώτο μισό του β’ αι. μ.Χ. Εκ της ακαδημαϊκής του ιδιότητας πηγάζει και η επίδραση της πλατωνικής φιλοσοφία στην γνωστική διδασκαλία του, όπως θα δούμε παρακάτω. Σύζυγός του αναφέρεται κάποια Αλεξάνδρεια, που καταγόταν από την Κεφαλληνία[28].
Κατά τον Ευσέβιο Καισαρείας οι οπαδοί του αποκαλούνταν γνωστικοί και εφάρμοζαν τις μαγικές τέχνες, τις οποίες πρώτος εισήγαγε ο Σίμων ο Μάγος[29].
4.3.4α Διδασκαλία
Αυτοί δίδασκαν ότι ο αγέννητος θεός είναι πατέρας των πνευματικών όντων αλλά όχι δημιουργός του κόσμου. Γι’ αυτούς οι ψυχές προϋπήρχαν, σύμφωνα με την πλατωνική φιλοσοφία, και μαζί με τους αγγέλους αποτελούσαν τον νοητό κόσμο. Ο υλικός κόσμος φτιάχτηκε από τους κοσμοποιούς αγγέλους[30]. Το σώμα ήταν φυλακή της ψυχής και κλείστηκε σ’ αυτό όχι εξαιτίας κάποιας αμαρτίας, αλλά από την τυραννική δεσποτεία των δαιμονικών αρχόντων του κόσμου. Μετά θάνατον έμπαινε σε άλλο σώμα. Σκοπός του ανθρώπου να ξεφύγει από τον κύκλο αυτό των μετενσαρκώσεων, ώστε να καταφέρει η ψυχή ν’ ανέβει στον αγέννητο θεό.
Για τον διάβολο έλεγαν ότι ήταν ο αρχηγός των κοσμοποιών δυνάμεων και είχε πλασθεί με σκοπό να επαναφέρει τις καταδικασμένες ψυχές στον ύψιστο θεό. Όσες δεν κατάφερναν να σπάσουν τον κύκλο των μετενσαρκώσεων, τις παρέδιδε σε άγγελο επιφορτισμένο με ειδική αποστολή να τις φυλακίσει σε άλλο σώμα[31].
Πίστευαν ότι ο Ιησούς ήταν απλώς άνθρωπος, γιος του Ιωσήφ, με την διαφορά ότι η ψυχή του, επειδή ήταν δίκαιη και καθαρή, θυμόταν όσα είχε δει στον νοητό κόσμο, όταν παραβρίσκονταν στον θεό[32]. Μέχρι στιγμής η διδασκαλία τους έχει εμφανή δάνεια από τον πλατωνισμό σύμφωνα και με τα όσα εισαγωγικά εξηγήσαμε. Στο σημείο αυτό προβάλλεται η θεωρία της πλατωνικής ανάμνησης, η οποία αναπτύσσεται στον Φαίδρο:
«τοῦτο δ’ ἐστίν ἀνάμνησις ἐκείνων ἅ ποτ’εἶδεν ἡμῶν ἡ ψυχή συμπορευθεῖσα θεῷ καί ὑπεριδοῦσα ἅ νῦν εἶναί φαμεν, καί ἀνακύψασα εἰς τό ὄν ὄντως. διό δή δικαίως μόνη πτεροῦται ἡ τοῦ φιλοσόφου διάνοια˙ προς γάρ ἐκείνοις ἀεί ἐστιν μνήμη κατά δύναμιν, προς οἷσπερ θεός ὤν θεῖός ἐστιν. τοῖς δέ τοιούτοις ἀνήρ ὑπομνήμασιν ὀρθῶς χρώμενος, τελέους ἀεί τελετάς τελούμενος, τέλεος ὄντως μόνος γίγνεται[33].»
Εξαιτίας της αρετής της, η ψυχή του Ιησού έλαβε δύναμη από τον θεό, ώστε να καταφέρει να προσπεράσει τους κοσμοποιούς αγγέλους και να ανέλθει σε αυτόν[34]. Πραγματικά, αφού ασκήθηκε σύμφωνα με τον νόμο στα ιουδαϊκά ήθη, καταφρόνησε τα πάθη, όσα δόθηκαν στον άνθρωπο για τιμωρία[35].
Κατά παρόμοιο τρόπο, όσες ψυχές μοιάζουν με αυτήν του Ιησού, μπορούν ν’ αψηφήσουν τους δημιουργούς του κόσμου, που τις εμποδίζουν, να λάβουν δύναμη και να ανέλθουν[36]. Όπως ήταν επόμενο, υπήρξαν αιρετικοί που ισχυρίστηκαν ότι κατείχαν τέτοια ψυχή και ήταν ισάξιοι του Ιησού. Άλλοι προχώρησαν την παράνοια ακόμη περισσότερο και υπερηφανεύθηκαν ότι ήταν καλύτεροι από τους μαθητές του Χριστού, δηλαδή τους αποστόλους[37].
Όλο το παραπάνω θεωρητικό υπόβαθρο είχε ένα σκοπό, μόνο. Να εξαφανίσει κάθε ίχνος ηθικής από την ζωή των μελών της αίρεσης. Διότι αυτοί διέδιδαν, ότι μόνο ένας τρόπος υπήρχε για να καταφέρει η ψυχή να ξεφύγει από τις αλυσιδωτές μετενσαρκώσεις. Και αυτός ήταν να δοκιμάσει στην πράξη κάθε είδος ασυδοσίας, κάθε είδος αμαρτίας, ώστε όταν θα πεθάνει ο άνθρωπος, να μην επιθυμεί η ψυχή του ο,τιδήποτε γήινο και επιστρέψει[38]. Κι εδώ είναι η μεγάλη αντίφαση στην διδασκαλία τους. Ενώ παραδέχονταν ότι ο Ιησούς ήταν δίκαιος και ενάρετος και υπέθεταν, έστω και ψευδώς, ότι γι’ αυτό κατάφερε ν’ ανέλθει, δεν λάμβαναν υπόψη τους το παράδειγμά του, ώστε να μιμηθούν την ζωή του. Αντίθετα, κήρυτταν στην πράξη βίο εντελώς αντίθετο από την ζωή του Ιησού και εντελώς ανήθικο.
Για να αναιρέσουν την οποιαδήποτε αναστολή προς επιτέλεση των φαύλων πράξεων, ισχυρίζονταν ότι η ηθική αξία ή απαξία των έργων προέρχεται από την ανθρώπινη άποψη και όχι από την φύση της πράξης[39].
4.3.4β Πρακτικές
Κατά τις μαρτυρίες των εκκλησιαστικών συγγραφέων, οι οπαδοί του Καρποκράτη χρησιμοποιούσαν εικόνες του Χριστού, λέγοντες ότι πρόκειται για αντίγραφα έργου φιλοτεχνημένου από τον ίδιο τον Πόντιο Πιλάτο. Ταυτόχρονα έφεραν και εικόνες των αρχαίων φιλοσόφων Πλάτωνα, Αριστοτέλη και Πυθαγόρα. Τις εικόνες αυτές προσκυνούσαν με ειδωλολατρικό τρόπο, που σημαίνει ότι πρόσφεραν θυσίες σε αυτές:
«ἔχουσι δέ καί εἰκόνας ἐνζωγράφους διά χρωμάτων, ἀλλά καί οἱ μέν ἐκ χρυσοῦ καί ἀργύρου καί λοιπῆς ὕλης, ἅτινα ἐκτυπώματά φασιν εἶναι τοῦ Ἰησοῦ καί ταῦτα ὑπό Ποντίου Πιλάτου γεγενῆσθαι, τουτέστιν τά ἐκτυπώματα τοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ ὅτε ἐνεδήμει τῷ τῶν ἀνθρώπων γένει. Κρύβδην δέ τάς τοιαύτας ἔχουσιν, ἀλλά καί φιλοσόφων τινῶν, Πυθαγόρου καί Πλάτωνος καί Ἀριστοτέλους καί λοιπῶν, μεθ’ ὧν φιλοσόφων καί ἕτερα ἐκτυπώματα τοῦ Ιησοῦ τιθέασιν, ἱδρύσαντές τε προσκυνοῦσι καί τά τῶν ἐθνῶν ἐπιτελοῦσι μυστήρια[40].»
Δύο είναι τα σημεία, τα οποία προκάλεσαν την αντίδραση του αγίου Επιφανίου στο συγκεκριμένο θέμα. Το πρώτο, ότι εξομοίωναν τον θεάνθρωπο Ιησού με τους «θεοποιημένους» φιλοσόφους, θέτοντας τις εικόνες του με αυτών (μεθ’ ὧν φιλοσόφων καί ἕτερα ἐκτυπώματα τοῦ Ιησοῦ τιθέασιν). Το δεύτερο ότι λάτρευαν τις εικόνες με ειδωλολατρικό τρόπο:
«στήσαντες γάρ ταυτάς τάς εἰκόνας τά τῶν ἐθνῶν ἔθη λοιπόν ποιοῦσι. τίνα δέ ἐστιν <τά> ἐθνῶν ἔθη ἀλλ’ ἤ θυσίαι καί τά ἄλλα;»
Με αυτόν τον τρόπο ερμηνεύει την θέση του Επιφανίου ο άγιος Νικηφόρος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως στο έργο του, Αντίῤῥησις καί ἀνασκευή τῶν Εὐσεβίου καί Ἐπιφανίδου λόγων, τῶν κατά τῆς τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ σαρκώσεως ληρωδηθέντων:
«Μάλιστα δέ τοιαῦτα ἔδει γράφειν Ἐπιφάνιον, ἡνίκα κατά τῆς τῶν Καρποκρατητῶν διελάμβανεν αἱρέσεως, ἥ ἐν ἀρχαῖς τοῦ θείου κηρύγματος χειρίστη ἔφυ αἵρεσις, ἐν οἷς γράφει˙ … είκόνας Χριστοῦ ἔχουσιν ἐκ διαφόρων ὑλῶν, ἅς φασίν εἶναι τοῦ Ιησοῦ, καί ὑπό Ποντίου Πιλάτου γεγενημένας, ὅτε ἐπεδήμει τῷ τῶν ἀνθρώπων γένει, εἶτα καί φιλοσόφων Πυθαγόρου καί Πλάτωνος καί Ἀριστοτέλους καί ἑτέρων. Ἅς δή καί ἱδρυσάμενοι προσκυνοῦσι˙ καί τά ἐθνῶν ἐπιτελοῦσι μυστήρια. … ὥσπερ κἀκεῖνοι, ἐπειδή χριστιανῶν ἴδιον καί τῆς χριστιανῶν θρησκείας ἤδεσαν σύμβολα, διά τούτων πιστοῦσθαι τους πολλούς ἑαυτούς δεικνύειν χριστιανίζοντας ἐπειρῶντο[41]˙» (2.4)
Αλλά αυτή η αντίδραση του αγίου Επιφανίου θα γίνει περισσότερο κατανοητή, όταν θα δούμε αμέσως παρακάτω, τις επιπτώσεις που είχαν στην κοινωνία και στην Εκκλησία οι πράξεις των Καρποκρατιανών.
Μετέρχονταν μαγγανείες, μαγικές τελετές και κάθε είδους αγυρτίες. Έκαναν επικλήσεις δαιμόνων, ψάλλοντας επωδές, παρασκεύαζαν φίλτρα και ελιξήρια:
«τέχνας οὖν μαγικάς ἐξεργάζονται καί ἐπαοιδάς, φίλτρα τε καί χαριτήρια, παρέδρους τε καί ὀνειροπομπούς καί τα λοιπά κακουργήματα, φάσκοντες έξουσίαν ἔχειν προς τό κυριεύειν ἤδη τῶν ἀρχόντων καί ποιητῶν τοῦδε τοῦ κόσμου, οὐ μην ἀλλά καί τῶν ἐν αὐτῷ ποιημάτων ἁπάντων[42].»
Η πλάνη είναι φανερή. με την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να κυριαρχήσουν επί των δαιμόνων, και να τους εξουσιάζουν, γίνονταν οι ίδιοι υποχείρια αυτών, και στο τέλος έχαναν και την ψυχή τους.
Μαρτυρούνται οργιαστικές τελετές, ένεκα των οποίων δυσφημούνταν το όνομα των Χριστιανών. Περιγράφει ο Κλήμης Αλεξανδρεύς:
«Καί ταῦτα μέν οἱ γενναίοι Καρποκρατιανοί δογματίζουσι˙ τούτους φασί, καί τινάς άλλους ζηλωτάς τῶν ὁμοίων κακῶν, εἰς τά δεῖπνα ἀθροιζομένους (οὐ γάρ “ἀγάπην” εἴποιμ’ ἄν ἔγωγε τήν συνέλευσιν αὐτῶν), ἄνδρας ὁμοῦ καί γυναῖκας, μετά δή τό κορεσθῆναι ἐν πλησμονῇ τῇ κυπρήσι φασί, τό κατασχῦνον αύτῶν τήν πορνικήν ταύτην δικαιοσύνην, ἐκποδῶν ποιησαμένους φῶς τῇ τοῦ λύχνου περιτροπῇ, μίγνυσθαι, ὅπως ἐθέλοιεν, αἷς βούλοιντο˙… Τοιαῦτα δέ, οἶμαι, ταῖς κυνῶν καί συῶν καί τράγων λαγνείαις νομοθετεῖν τόν Καρποκράτην ἔδει[43].»
Ο άγιος Ειρηναίος επεσήμανε πρώτος την βλάβη που υπέστη το ευαγγελικό κήρυγμα, από την κατασυκοφάντηση του ονόματος των Χριστιανών, ενώπιον των Εθνικών, εξαιτίας των παράνομων και ανήθικων πράξεων των Καρποκρατιανών:
«Αυτοί οι άνθρωποι έχουν αποσταλεί από τον Σατανά για να φέρουν ατιμία στην Εκκλησία, ενώπιον των Εθνικών, έτσι ώστε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, οι άνθρωποι ακούγοντας αυτά που λένε, και νομίζοντας ότι όλοι [οι Χριστιανοί] είναι ίδιοι μ’ αυτούς, ν’ αποστρέφονται το κήρυγμα της αληθείας˙ ή πάλι, βλέποντας τα πράγματα που κάνουν, να μας κακολογούν όλους, εμάς που στην πραγματικότητα δεν έχουμε σχέση μαζί τους, είτε στο δόγμα, είτε στην ηθική, ή στην καθημερινή μας συνάντηση. Αλλά διάγουν έκλυτο βίο, και για να καλύψουν τα ασεβή τους δόγματα, διασύρουν το όνομα [του Χριστού], ως μέσο για να κρύψουν την κακία τους˙ έτσι ώστε “ὧν τό κρίμα ἔνδικον ἐστι[44]”, όταν λάβουν από τον Θεό την μισθαποδοσία των έργων τους[45].»
Ομοίως και ο άγιος Επιφάνιος:
«εἰσί δέ ἐκ τοῦ Σατανᾶ παρεσκευασμένοι καί προβεβλημένοι εἰς ὄνειδος καί σκάνδαλον τῆς τοῦ θεοῦ εκκλησίας. ἐπέθεντο γάρ ἑαυτοῖς ἐπίκλην Χριστιανοί, τοῦτο τοῦ Σατανᾶ παρασκευάσαντος προς τό σκανδαλίζεσθαι τά ἔθνη…[46]»
Η χρήση του ονόματος των Χριστιανών από τους αιρετικούς προς δυσφήμιση, όπως και η χρήση των χριστιανικών συμβόλων από τους ίδιους, προς επικύρωση της απάτης, με ειδωλολατρικό τρόπο, προκάλεσαν την μήνιν του αγίου Επιφανίου και όχι η ορθόδοξη προσκύνηση των εικόνων, όπως ισχυρίζονταν οι εικονομάχοι, και επεξήγησε ο άγιος Νικηφόρος.
Επίσης ο άγιος Επιφάνιος πληροφορεί και για σφράγισμα ή χάραγμα που λάμβαναν οι Καρποκρατιανοί στον λοβό του δεξιού αυτιού τους:
«σφραγῖδα δέ ἐν καυτῆρι ἤ δι’ ἐπιτηδεύσεως ξυρίου ἤ ραφίδος ἐπιτιθέασιν οὗτοι οἱ ἀπό Καρποκρᾶ ἐπί τόν δεξιόν λοβόν τοῦ ὠτός τοῖς ὑπ’ αὐτῶν ἀπατωμένοις[47].»
4.3.5 Επιφάνης
Ο Επιφάνης ήταν γιος του Καρποκράτη και της Αλεξανδρείας. Διδάχθηκε τα εγκύκλια μαθήματα και την φιλοσοφία του Πλάτωνα από τον πατέρα του. Πέθανε σε ηλικία μόλις 17 ετών. Το σύντομο διάστημα της ζωής του ήταν αρκετό για να τον αναδείξει σε συνεχιστή του έργου του πατέρα του. Στο ενεργητικό του καταγράφεται η συγγραφή αιρετικής διατριβής με τίτλο Περί δικαιοσύνης[48].
Μερικά αποσπάσματα από το έργο αυτό σώζονται στον Κλήμεντα Αλεξανδρέα. Το υπόλοιπο δεν έχει διασωθεί. Σε αυτό αναπτύσσει τις ιδέες του για την κοινοκτημοσύνη, ως φυσικό τρόπο διαβίωσης. Επαναλαμβάνει θέσεις του Πλάτωνα και τις επεξεργάζεται παράλληλα με τις θεωρίες του πατέρα του.
Ξεκινά από την τετριμμένη θέση της κοινής χρήσης του ηλιακού φωτός από όλους τους ζώντες οργανισμούς, ανεξαρτήτου πνευματικής ή ηθικής καταστάσεως. Από δω ορμώμενος θεωρεί ότι η ιδέα της ιδιοκτησίας είναι μία παρά φύση κοινωνική συμβατικότητα, η οποία αντιβαίνει στο θέλημα του Θεού[49].
Στην συνέχεια επικεντρώνει στην ανδρική επιθυμία και την παρουσιάζει ως κατάσταση εκφράζουσα την δια της ανθρώπινης κατασκευής θεία βούληση. Συνεπώς η ερωτική επιθυμία είναι για τον Επιφάνη θείο δόγμα, και ως τέτοιο οφείλει να ικανοποιείται. Οι δύο παραπάνω διαπιστώσεις του οδηγούν, η μεν πρώτη στην κοινοκτημοσύνη, η δε δεύτερη στην κοινογαμία[50].
Ο Κλήμεντας Αλεξανδρεύς εξηγεί γιατί ο Επιφάνης παρερμηνεύει πρώτα τα όσα έγραψε ο Πλάτωνας στην Πολιτεία. Γράφει ο Πλάτων:
«Τάς γυναῖκας ταύτας τῶν ἀνδρῶν τούτων πάντων πάσας εἶναι κοινάς, ἰδία δέ μηδενί μηδεμίαν συνοικεῖν˙ καί τούς παῖδας αὖ κοινούς, καί μήτε γονέα ἔκγονον εἰδέναι τόν αὐτοῦ μήτε παῖδα γονέα.
Πολύ, ἔφη, τοῦτο ἐκείνου μεῖζον προς ἀπιστίαν καί τοῦ δυνατοῦ πέρι καί τοῦ ὠφελίμου.
Οὐκ οἶμαι, ἦν δ’ ἐγώ, περί γε τοῦ ὠφελίμου ἀμφισβητεῖσθαι ἄν, ὡς οὐ μέγιστον ἀγαθόν κοινάς μέν τάς γυναῖκας εἶναι, κοινούς δέ τους παῖδας, εἴπερ οἷον τε˙ ἀλλ’ οἶμαι περί τοῦ εῖ δυνατόν ἤ μή πλείστην ἄν ἀμφισβήτησιν γενέσθαι[51].»
Και ερμηνεύει ο Κλήμης:
«δοκεῖ δέ μοι καί τοῦ Πλάτωνος παρακηκοέναι ἐν τῇ Πολιτείᾳ φαμένου κοινάς εἶναι τάς γυναῖκας πάντων, κοινάς μεν τάς πρό τοῦ γάμου τῶν αἰτεῖσθαι μελλόντων, καθάπερ καί τό θέατρον κοινόν τῶν θεωμένων φάσκοντος, τοῦ προκαταλαβόντος δέ ἑκάστην ἑκαστου εἶναι καί οὐκέτι κοινήν τήν γεγαμημένην[52].»
Ως απάντηση στον Επιφάνη, ο Κλήμης θυμίζει την εντολή του Θεού:
«οὐκ ἐπιθυμίσεις τήν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου, οὐκ επιθυμίσεις τήν οἰκίαν τοῦ πλησίον σου οὔτε τόν ἀγρό αὐτοῦ οὔτε τόν παίδα αὐτοῦ οὔτε τήν παιδίσκην αὐτοῦ οὔτε τοῦ βοός αὐτοῦ οὔτε τοῦ ὑποζυγίου αὐτοῦ οὔτε παντός κτήνους αὐτοῦ οὔτε ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστί» (Εξ. 20.17),
και τον λόγο του Σωτήρος:
«Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις, οὐ μοιχεύσεις. Εγώ δέ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα προς τό ἐπιθυμῆσαι αὐτήν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτήν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ».
Ο Κλήμης επίσης αναφέρει ότι αυτός ο Καρποκράτης λατρευόταν ως θεός στην Σάμη της Κεφαλλονιάς. Προφανώς εννοεί από τους οπαδούς του που ήταν εγκατεστημένοι στον τόπο καταγωγής της μητέρας του και όχι το σύνολο των κατοίκων της περιοχής:
«και θεός ἐν Σάμῃ τῆς Κεφαλληνίας τετίμηται, ἔνθα αὐτῷ ἱερόν ρυτῶν λίθων, βωμοί, τεμένη, μουσεῖον ὠκοδόμηταί τε καί καθιέρωται˙ καί συνιόντες εἰς τό ἱερον οἱ Κεφαλλῆνες κατά νουμηνίαν, γενέθλιον ἀποθέωσιν θύουσιν Ἐπιφάνει˙ σπένδουσί τε καί εὐωχοῦνται καί ὕμνοι λέγονται[53].»
4.3.6 Καϊνίτες
Αυτοί έλαβαν το όνομά τους από την λατρεία που απέδιδαν στον αδελφοκτόνο Κάιν. Τον θεωρούσαν ως θύμα του Δημιουργού, τον οποίον καλούσαν «Υστέρα». Γι’ αυτούς, όπως και για άλλες γνωστικές ομάδες ο θεός της Παλαιάς Διαθήκης ήταν η αρχή του κακού.
Όλες οι φαύλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, όπως ο Κάιν, ο Ησαύ, ο Κορέ, οι Σοδομίται, είναι παιδιά, όχι του Δημιουργού, αλλά της ανώτερης δύναμης[54]. Έτσι και αυτοί θεωρώντας ότι είναι συγγενείς αυτών, και συνεπώς παιδιά της ανωτέρας δύναμης και όχι του Δημιουργού, δεν ήταν εφικτό να υποστούν βλάβη από αυτόν. Με την βοήθεια της Σοφίας, η οποία τους ξεχώρισε ως δικούς της, είχαν καταφέρει να κρυφτούν[55].
Τιμούσαν επίσης τον Ιούδα, διότι τον θεωρούσαν παράγοντα της σωτηρίας του ανθρώπινου γένους. Έφταναν στο συμπέρασμα αυτό ακολουθώντας δύο συλλογισμούς. Σύμφωνα με τον πρώτο, ο Χριστός δεν θα υπέφερε σταυρικό θάνατο χωρίς τον Ιούδα, εφόσον οι εξουσίες του κόσμου δεν ήθελαν να τον θίξουν[56]. Σύμφωνα με τον δεύτερο, ο Ιούδας εμπόδισε τον Χριστό από σχεδιαζόμενη διαστροφή της αλήθειας[57].
Σωτηριολογικά, πίστευαν κι αυτοί παρόμοια με τους Καρποκρατιανούς. Ο άνθρωπος έπρεπε να πράξει όλες τις αμαρτίες για να καταφέρει ν’ ανέλθει στις ανώτερες δυνάμεις:
«καί μή δύνασθαί φασι ἄλλως σωθήσεσθαι τινας, ἐάν μή διά πάντων χωρήσωσιν, ὡς καί ὁ Καρποκράτης λέγει[58].»
Ως εκ τούτου επιδίδονταν και αυτοί σε κάθε είδους ακολασία:
«Ἕκαστος γάρ αὐτῶν δῆθεν, διά τήν πρόφασιν ταύτην ἀρρητοποιῶν καί αἰσχρουργίας ἐπιτελῶν ἁμαρτήματά τε ὅσα ἔστιν πράττων, ἐπικαλεῖται ἑκάστου ἀγγέλου ὄνομα, τῶν τε ὄντων ἀγγέλων καί τῶν παρ’ αὐτοῖς πλαστῶν λεγομένων[59]»,
προέβαιναν δηλαδή σε επικλήσεις δαιμόνων,
«καί ἑκάστῳ τούτων προσάπτει τι ἔργον ἀθέμιτον τῶν ἐπί γῆς ἁμαρτημάτων, τήν πράξιν τήν ἰδίαν εἰς ὄνομα οὗ βούλεται ἀγγέλου ἀναφέρων. καί ὅταν ταῦτα πράττωσιν, οὕτως λέγουσιν “ὁ δεῖνα ἄγγελε, καταχρῶμαί σου τό ἔργον˙ ἡ δεῖνα ἐξουσία πράττω σου τήν πρᾶξιν”. καί τοῦτο γνῶσις τελεία παρ’ αὐτοῖς ἐστι λεγόμενον[60].»
Χρησιμοποιούσαν δικά τους βιβλία, όπως το "Ευαγγέλιο" του Ιούδα[61], και το Αναβατικόν Παύλου[62]. Αναφέρονται και αποσπάσματα από άλλα συγγράμματα, τα οποία δεν ονομάζονται.
Η δαιμονική προέλευση της διδασκαλίας του, τονίζεται από όλους τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς:
«δῆλον δέ ὅτι ἐκ τοῦ διαβόλου αὐτοῖς ταῦτα ὑπέσπαρται, τά τῆς ἀγνοίας λέγω καί ἀπάτης. πληροῦται δέ ἐπ’ αὐτοῖς τό γεγραμένον “οὐαί τοῖς λέγουσι τό καλόν πονηρόν καί τό πονηρόν ἀγαθόν, οἱ τιθέντες τό σκότος φῶς καί τό φῶς σκότος, οἱ λέγοντες τό γλυκύ πικρόν καί τό πικρόν γλυκύ[63]”. πάντῃ γάρ ἐκφωνεῖ παλαιά καί καινή διαθήκη τοῦ Κάϊν τήν ἀσέβειαν ἐπικηρυκευόμενη. οὗτοι δέ τοὐναντίον, τοῦ σκότους ὄντες ἐρασταί καί τῶν κακοποιῶν μιμηταί, τόν Ἀβελ μισοῦσι, τὀν δέ Κάϊν ἀγαπῶσι καί τῷ Ἰούδᾳ τόν ἔπαινον διδόασι[64].»
«ἵνα μή ἐν παρεκβάσει γενώμεθα τοῦ προκειμένου ἕτερα ἀνθ’ ἑτέρων σοφιζόμενοι καί δινοούμενοι, λέγων πατέρα αὐτῶν εἶναι τόν διάβολον Ἰούδαν, ὅν καί Σατανᾶν κέκληκεν καί διάβολον λέγων προς τους μαθητάς “οὐχί τους δώδεκα ὑμᾶς ἐξελεξάμην καί εἷς ἐξ ὑμῶν διάβολος;” οὐχί διάβολον λέγων φύσει, ἀλλά κατά τήν γνώμην[65].»
«Ἄρα γοῦν οὗτος ὁ Ἰούδας, πατήρ αὐτῶν γενόμενος κατά τήν ἀρνησιθεΐαν καί ρποδοσίαν, Σατανᾶς ὑπάρξας καί διάβολος οὐ τῇ φύσει, ἀλλά τῇ γνώμῃ, υἱός γεγένηται οὗτος κατά μίμησιν τοῦ Κάϊν τοῦ ἀνθρωποκτόνου τοῦ ψεύστου, ἐπειδή καί ὁ πατήρ αὐτοῦ πρό αὐτοῦ ψεύστης ἦν, οὐχί ὁ Ἀδά ἀλλ’ ὁ διάβολος, …οὕτω καί οὗτοι μᾶλλον φθονοῦντες τῷ Ἄβελ τῷ καλά ἔργα ἔχοντι, τόν δέ Κάϊν τιμῶντες, πῶς οὐκ ἐλέγχονται, διαρρήδην τοῦ σωτήρος λέγοντος καί ἀπότομον ἀπόφασιν ὁρίζοντος αὐτοῖς ὅτι “ζητηθήσεται ἀπό τῆς γενεᾶς ταύτης πᾶν αἷμα δίκαιον ἀπό Ἄβελ τοῦ δικαίου τό ἀπ’ ἀρχῆς ἐκκεχυμένον ἕως Ζαχαρίου τοῦ προφήτου, οὗ ἀπεκτείνατε μέσον τοῦ ναοῦ καί του θυσιαστηρίου[66]” καί τά εξής[67];»
Αντινομικά χαρακτηριστικά μπορούν να εντοπιστούν στα περισσότερα γνωστικά συστήματα. Σ’ εκείνα ο έκλυτος βίος είναι δευτερογενής, ενώ περισσότερη βαρύτητα δίδεται στο θεωρητικό κατασκεύασμα. Στις ομάδες που εξετάστηκαν εδώ, όλη η διδασκαλία αναλώνεται στο να στηρίξει έναν τρόπο ζωής εκ διαμέτρου αντίθετο προς τον χριστιανικό. Δηλαδή η διδασκαλία είναι δευτερεύουσας σημασίας. Οι άλλες ομάδες λοιπόν, κατατάσσονται με βάση τα κεντρικά σημεία της διδασκαλίας τους, άσχετα αν και αυτές υιοθετούσαν ηθική παραδομένη στην τρυφηλότητα και την φιληδονία.
[1] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 4.34: «Μερικοί άλλοι, που τους ονομάζουμε και Αντιτάκτες, λένε ότι ο Θεός των όλων είναι κατά φύση πατέρας μας και όλα όσα έκανε είναι αγαθά. Ένας από αυτούς που δημιούργησε έσπειρε τα ζιζάνια και γέννησε τη φύση των κακών, και μέσα σ’ αυτά μας περιτύλιξε όλους, αντιτάσσοντάς μας στον Πατέρα. Γι’ αυτό ακριβώς κι εμείς αντιτασσόμαστε σ’ αυτόν για να πάρομε εκδίκηση για τον Πατέρα, αντιπράττοντας στο θέλημα του δευτέρου. Επειδή λοιπόν αυτός μας είπε, “Δεν θα μοιχεύσεις”, εμείς, λένε, μοιχεύομε για να καταλύσομε την εντολή του» (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 3 σελ. 373).
[2] Αριθμ. 22.5: «καί ἀπέστειλε πρέσβεις προς Βαλαάμ υἱόν Βεώρ Φαθουρά, ὅ ἐστιν ἐπί τοῦ ποταμοῦ γῆς υἱῶν λαοῦ αὐτοῦ λέγων˙ ἰδού λαός ἐξελύληθεν ἐξ Αἰγύπτου καί ἰδού κατεκάλυψε τήν ὄψιν τῆς γῆς καί οὗτος ἐγκάθηται ἐχόμενός μου».
[3] Αριθμ. 31.16
[4] Αριθμ. 25.1-3
[5] Αριθμ. 25.4-9
[6] Αριθμ. 25.11
[7] Αριθμ. 31.1-8
[8] Αριθμ. 31.8
[9] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 26.3: «Nicolaitae autem magistrum quidem habent Nicolaum, unum ex vii qui primi ad diaconium ab apostolic ordinate sunt» (PG 7.687A).
[10] Πραξ. 6.5-6
[11] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 36.3 {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 223}.
[12] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 4.6: «ὡραίαν, φασί, γυναῖκα ἔχων οὗτος, μετά τήν ἀνάληψιν τήν τοῦ σωτήρος προς τῶν ἀποστόλων ὀνειδισθείς ζηλοτυπίαν, εἰς μέσον ἀγαγών τήν γυναῖκα γῆμαι τῷ βουλομένῳ ἐπέτρεψεν» {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 207}
[13] «Γιατί λένε η πράξη αυτή συμφωνεί μ’ εκείνο το λόγο, ότι “πρέπει να μη κάνουμε πολύ χρήση της σάρκας”. Ακολούθησαν λοιπόν αυτό που έγινε και ειπώθηκε απλά και αβασάνιστα και εκπορνεύονται ανόητα όσοι ακολουθούν την αίρεσή του.» (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 3 σελ. 365-7)
[14] Ματθ. 5.42, Λουκ. 6.30
[15] «Λένε λοιπόν πως κάποιος απ΄ αυτούς πήγε σε μια δική μας παρθένο, ωραία στην όψη, και της είπε˙ Έχει γραφεί, “Να δίνεις σ’ όποιον σου ζητεί”. Κι αυτή πολύ σεμνά του αποκρίθηκε χωρίς να υποπτεύεται την ασέλγεια του ανθρώπου˙ Για γάμο να μιλήσεις με την μητέρα μου». (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 3 σελ. 367)
[16] «Έπειτα από αυτά ήταν αποβολή του ελαττώματος, το κυκλογύρισμα, μπροστά στους αποστόλους, της γυναίκας που είχε επισύρει τη ζηλοτυπία˙ και η εγκράτεια από τις περιπόητες ηδονές δίδασκε το να παραχρησιμοποιούμε τη σάρκα» (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 3 σελ. 367).
[17] Επιφανίου, Πανάριον XXV 1.5
[18] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 29.4: «Είναι αρκετά αυτά περί εκείνων οι οποίοι επεχείρησαν κατά τους εξεταζομένους χρόνους να διαστρέψουν την αλήθεια, αλλά εξηφανίσθησαν εντελώς γρηγορώτερα πό τον λόγον» (μετ. Παν. Χρήστου, ΕΠΕ, τ.1 σελ.323).
[19] «Το δόγμα τους πήγασε από κάποιο απόκρυφο και θα παραθέσω και τα λόγια που γέννησαν την ασέλγειά τους… “Τα πάντα ήταν ένα˙ κι επειδή φάνηκε καλό στην ενότητά του να μην είναι μόνη, βγήκε από αυτόν πνοή και την κοινώνησε κι έκανε τον αγαπτό. Έπειτα βγήκε πνοή από αυτόν και κοινωνώντας μαζί της έκανε τις δυνάμεις που δεν μπορούν ούτε να ιδωθούν ούτε ν’ ακουστούν”, ως τα λόγια, “με όνομα κάθε μια δικό της”». (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 3 σελ. 369)
[20] Εφ. 4.20-24
[21] Εφ. 5.1-4
[22] Εφ. 5.5-7
[23] «Κατά πρώτον δεν κάνουν όλα όσα θέλουν˙ γιατί είναι πολλά τα εμπόδια παρά τις επιθυμίες και τις απόπειρές τους. Και όσα κάνουν, δεν τα κάνουν σαν βασιλείς, αλλά ως δαρμένα κορμιά˙ γιατί λάθρα μοιχεύουν, επειδή φοβούνται μην πιαστούν και προσπαθώντας να ξεφύγουν την κατηγορία και την τιμωρία» (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ. 3 σελ. 369-371).
[24] Λουκ. 11.40
[25] Ρωμ. 6.16
[26] Ρωμ. 6.20-21
[27] Ματθ. 5.28
[28] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 5.2 {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 197}.
[29] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία IV 7.9: «Γράφει δε ο Ειρηναίος ότι σύγχρονος τούτων ήταν ο Καρποκράτης, πατήρ άλλης αιρέσεως της επονομασθείσης των Γνωστικών. Ούτοι είχον το θράσος να παραδίδουν τας μαγείας του Σίμωνος ουχί κρυφίως, όπως εκείνος, αλλά φανερά, ωσάν σπουδαία κατορθώματα,…» (μετ. Παν. Χρήστου, ΕΠΕ, τ.2 σελ.21).
[30] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.1: «Carpocrates autem, et qui ab eo, mundum quidem et ea quae in eo sunt, ab Angelis multo inferioribus ingenito Patre factum esse dicunt» (PG 7.680A).
Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.1: «Καρποκράτης τόν μέν κόσμον καί τά ἐν αὐτῷ ὑπό ἀγγέλων πολύ ὑποβεβηκότων τοῦ ἀγεννήτου πατρός γεγενῆσθαι λέγει,…» {ed. Paul Wendland, GCS 26 (1916) 218}
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 2.1: «Οὗτος δέ πάλιν ἄνω μέν μίαν ἀρχήν λέγει καί πατέρα τῶν ὄλων [καί]ἄγνωστον καί ἀκατονόμαστον ἴσα τοῖς ἄλλοις εἰσάγειν βούλεται, τόν δεν κόσμον καί τά εν τῷ κόσμῳ ὑπό ἀγγέλων γεγενῆσθαι, τῶν πολύ τι [«υπό] τοῦ πατρός τοῦ αγνώστου ὑποβεβηκότων˙ τούτους γάρ λέγει αποστάντας ἀπό τῆς ἄνω δυνάμεως οὕτω τόν κόσμον πεποιηκέναι» {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 301}
Ψευδο-Τερτυλλιανός, Adversus omnes haereses 3: «Carpocrates… unam esse dicit virtutem in superioribus principalem, ex haec prolatos angelos atque virtutes, quos distantes longe a superioribus virtutibus mundum istum in inferioribus partibus condidisse»
Φιλάστριου, Diversarum Haereseon Liber XXXV 1: «Carpocras… et ipse dicens unum principium, de quo principio id est de deo prolationes factae sunt, inquit, angelorum atque virtutum: quae autem virtutes deorsum sunt, fecerunt creaturam istam visibilem {ed. F. Marx, Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum 38 (1898) 19}
[31] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.4: «Et adversarium dicunt unum ex angelis, qui sunt in mundo, quem diabolum vocant dicentes factum eum ad id, ut ducat eas, quae perierunt, animas a mundo ad principem (et hunc dicunt esse primum ex mundi fabricatoribus); et illum alterum angelo, qui ministrant ei, trader tales animas, uti in alia corpora includat: corpus enim dicunt esse carcerem» (PG 7.683B-684A).
[32] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.1: «Jesum autem e Joseph natum, et cum similis reliquis hominibus fuerit, distasse a reliquis secundum id, quod anima ejus firma et munda cum esset, commemorate fuerit, quae visa essent sibi in ea circumlatione, quae fuisset ingenito Deo» (PG 7.680A)
Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.1: «… τόν δέ Ἰησοῦν ἐξ Ἰωσήφ γεγεννῆσθαι καί ὅμοιον τοῖς ἀνθρώποις γεγονότα δικαιότερον τῶν λοιπῶν γεέσθαι, τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ εὔτονον καί καθαράν γεγονυῖαν διαμνημονεῦσαι τά ὁρατά μέν αὐτῇ ἐν τῇ μετά τοῦ ἀγενήτου θεοῦ περιφορᾷ…».
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 2.2: «Ἰησοῦν δέ τόν κύριον ἡμῶν ἀπό Ἰωσήφ λέγει γεγεννῆσθαι, καθάπερ καί πάντες ἄνθρωποι ἐκ σπέρματος ἀνδρός καί γυναικός ἐγεννήθησαν. εἶναι δέ αὐτόν ὅμοιον τοῖς πᾶσι, βίῳ δέ διενηνοχέναι, σωφροσύνῃ τε καί ἀρετῇ καί βίῳ δικαιοσύνης. ἐπειδή δέ, φησίν, εὔτονον ἔσχε ψυχήν, παρά τους ἄλλους ἀνθρώπους καί ἐμνημόνευεν τά ὁραθέντα ὑπ’ αὐτῆς ἄνω, ὅτε ἦν ἐν τῇ περιφορᾷ τοῦ αγνώστου πατρός,…»
Φιλάστριου, Diversarum Haereseon Liber XXXV 2: «Christum autem dicit non de Maria Virgine et divino spiritu natum, sed de semine Ioseph hominem natum arbitrator, deque eo natum carnaliter, sicut omnes hominess, suspicatur» {ed. F. Marx, Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum 38 (1898) 19}.
[33] Πλάτωνος, Φαίδρος 249c: «Αυτό όμως το στάδιο είναι η ανάμνηση αυτών που κάποτε αντίκρισε η ψυχή μας, αφού συμπορεύτηκε με το θεό και περιφρόνησε αυτά που τώρα καλούμε όντα και ανυψώθηκε σ’ αυτό που πραγματικά υπάρχει. Γι’ αυτό ακριβώς μόνο ο νους του φιλοσόφου δίκαια αποκτά φτέρωμα˙ διότι εκτός από τα τελευταία, συνεχώς προσηλώνεται ο θεός μέσω της ανάμνησης, κατά τη δύναμή του, σ’ αυτά για τα οποία ονομάζεται θείος. Ο άνδρας λοιπόν που χρησιμοποιεί με τον ορθό τρόπο τις αναμνήσεις αυτές, με το να μυείται ακριβώς στις θεϊκές τελετές, μόνο υτός γίνεται αληθινά τέλειος» (μετ. Δημ. Τσιλιβέρης, Κακτος, σελ. 101-3).
[34] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.1: «et propter hoc ab eo missam esse ei virtutem, uti mundi fabricators effugere posset, et per omnes transgressa, et in omnibus liberate, ascenderet ad eum: et eas, quae similia ei amplecterentur, similiter».
Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.1: «καί διά τοῦτο ὑπ’ ἐκείνου αὐτ(ῇ) καταπεμφθῆναι δύναμιν, ὅπως τους κοσμοποιούς ἐκφυγεῖν δι’ αὐτῆς δυνηθῇ».
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 2.4-5: «ἀπέσταλθαι ὑπό τοῦ αὐτοῦ πατρός, φησίν, εἰς τήν αὐτοῦ ψυχήν δυνάμεις, ὅπως τά ὁραθέντα αὐτῇ αναμνημονεύσασα καί ἐνδυνμωθείσα φύγῃ τους κοσμοποιούς ἀγγέλους ἐν τῷ διά πάντων χωρῆσαι τῶν ἐν τῷ κόσμῳ πραγμάτων καί πράξεων τῶν ὑπό τῶν ἀνθρώπων γινομένων καί ἐν παραβύστῳ ἀτόπων ἔργων καί ἀθεμίτων, καί ὅπως διά παςῶν τῶν πράξεων ἐλευθερωθεῖσα ἡ αὐτή ψυχή, φησί, τοῦ Ἰησοῦ ἀνέλθῃ προς τόν αὐτόν πατέρα τόν ἄγνωστον, τόν δυνάμεις αὐτῇ ἀποστείλαντα ἄνωθεν, ἵνα διά πασῶν τῶν πράξεων χωρήσασα καί ἐλευθερωθεῖσα διέλθοι προς αὐτόν ἄνω». {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 301-2}.
[35] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.1: «Jesu autem dicunt animam in Judaerum consuetudine nutritam contempsisse eos, et propter hoc virtutes accepisse, per quas evacuavit quae fuerunt in poenis passions, quae inerrant hominibus».
Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.2: «τήν δέ του Ἰησοῦ λέγουσι ψυχήν ἐννόμως ἠσκημένην ἐν Ἰουδαϊκοῖς ἔθεσι καταφρονῆσαι αὐτῶν καί διά τοῦτο δυνάμεις εἰληφέναι, δι’ ὧν κατήργησε τά ἐπί κολάσει πάθη προσόντα τοῖς ἀνθρώποις».
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 2.7: «Τήν δέ ψυχήν τοῦ Ἰησοῦ ἐν ταῖς τῶν Ἰουδαίων ἔθεσιν ἀνατραφεῖσαν καταφρονῆσαι ααὐτῶν καί διά τοῦτο δυνάμεις εἰληφέναι, δι’ ὧν τά ἐπί κολάσεσι πάθη προσόντα τοῖς ἀνθρώποις δυνηθεῖσα πρᾶξαι ϋπερβῆναι τους κοσμοποιούς ἴσχυσεν».
[36] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.2: «Eam igitur, quae similiter illa Jesu anima, potest cotemre mundi fabricators archontas, similiter accipere virtutes ad operandum similia». (PG 7.681A).
Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.3: «τήν οὖν ὁμοιως ἐκείνῃ τῇ τοῦ Χριστοῦ ψυχῇ δυναμένην καταφρονῆσαι τῶν κοσμοποιῶν αρχόντων ὁμοίως λαμβάνειν δύναμιν προς τό πρᾶξαι τά όμοια».
[37] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.3: «διό καί εῖς τοῦτο τό τῦφος κατεληλύθασιν, ὥστε αὐτοὐς μέν ομοίους αὐτῷ εἶναι λέγουσι τῷ Ἰησοῦ, τους δέ καί ἔτι <κατά τι> δυνατωτέρους, τινάς δε καί διαφορωτέρους τῶν έκείνου μαθητῶν, οἷον Πέτρου καί Παύλου καί τῶν λοιπῶν αποστόλων˙»{ed. Paul Wendland, GCS 26 (1916) 218-219}.
Επιφανίου, Πανάρον XXVII 2.9: ὅθεν εἰς τύφον μέγαν οὗτοι ἐληλακότες οἱ ὑπό τοῦ ἀπατεῶνος τούτου ἀπατηθένες ἑαυτούς προκριτέους ἡγοῦνται καί αὐτοῦ τοῦ Ἰησοῦ. ἄλλοι δέ ἐξ αὐτῶν οὐκ Ἰησοῦ φασιν, ἀλλά Πέτρου καί Ἀνδρέου καί Παύλου καί τῶν λοιπῶν ἀποστόλων ἑαυτούς ὑπερφερέστερους εἶναι διά τήν ὑπερβολήν τῆς γνώσεως καί τό περισσότερον τῆς διαπράξεως διαφόρων διεξόδων˙» {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 302-3}.
Τερτυλλιανού, De anima 23.2: « Sed et Carpocrates tantundem sibi de superioribus uindicat, ut discipuli eius animas suas iam et Christo, nedum apostolis, et peraequent et cum uolunt praeferant, quas perinde de sublimi uirtute conceperint despectrices mundipotentium principatuum».
[38] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.5: «si non praeoccupans quis in uno adventu omnia agat semel ac partier… uti secundum quod scripta eorum dicunt in omni usu vitae factae animae ipsorum exeuntes in nihilo adhuc minus habeant» (PG 7.682B-683A).
Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.6-7: «εἰς τοσοῦτον δέ μετενσωματοῦσθαι φάσκουσι τάς ψυχάς, ὅσον πάντα τά ἁμαρτήματα πληρώσωσιν˙ ὅταν δέ μηδέν λείπῃ, τότε ἐλευθερωθεῖσαν ἀπαλλαγῆναι προς ἐκεῖνον τόν ὑπεράνω τῶν κοσμοποιῶν ἀγγέλων θεόν, καί οὕτως σωθήσεσθαι πάσας τάς ψυχάς. [εἰ]τινές δέ φθάσασαι ἐν μιᾷ παρουσίᾳ ἀναμιγῆναι πάσαις ἁμαρτίαις οὐκέτι μετενσωματοῦνται, ἀλλά πάντα ὁμῦ ἀποδοῦσαι τά ὀφλήματα ἐλευθερωθήσονται τοῦ μηκέτι γενέσθαι ἐν σώματι».
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 4.4: «καί ταῦτα πάντα ἐάν τις πράξῃ ἐν τῇ μιᾷ ταύτη παρουσίᾳ, οὐκέτι μετενσωματοῦται αὐτοῦ ἡ ψυχή εἰς τό πάλιν αντικαταβληθῆναι, ἀλλά ὑπό ἕν ποιήσασα πᾶσαν πρᾶξιν ἀπαλλαγήσεται, ελευθερωθεῖσα καί μηκέτι χρεωστοῦσά τι τῶν προς πρᾶξιν ἐν τῷ κόσμῳ».
Τερτυλλιανού, De anima XXXV: «itaque metempsychosin necessarie imminere, si non in primo quoque vitae hius commeatu omnibus inlicitis satisfat».
[39] Ειρηναίου, Κατά αιρέσεων Ι 25.4: «et in tantum insania effrenati sunt, uti et omnia quaecumque sunt irreligiosa et inpia in potestate habere et operari se dicant. sola enim humana opinione negotia mala et bona dicunt».
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 4.3: «φασί γάρ ὅτι ὅσα νομίζεται παρά ἀνθρώποις κακά εἶναι οὐ κακά ὑπάρχει, ἀλλά φύσει καλά (οὐδέν γάρ ἐστι φύσει κακόν). τοῖς δέ ανθρώποις νομίζεται εἶναι φαῦλα» {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 305}.
Τερτυλλιανού, De anima XXXV: «nulli enim vitam istam rato fiery nisi universis quae arguunt eam expunctis, quia non natura quid malum habeatur sed opinione».
Θεοδώρητου Κύρρου, Αιρετικής κακομυθίας επιτομή Ι 5: «Διά πίστεως γάρ καί ἀγάπης σώζεσθαι, τά δέ λοιπά ἀδιάφορα ὄντα, κατά τήν δόξαν τῶν ἀνθρώπων, πῆ μέν ἀγαθά, πῆ δέ κακά νομίζεσθαι, οὐδενός φύσει κακοῦ ὑπάρχοντος» (PG 83.352C).
[40] Επιφανίου, Πανάριον XXVII 6.9-10 {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 310-11}.
[41] Ed. Jean Baptiste Pitra, Spicilegium Solemense, Paris 1858, t.4 297-8.
[42] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.5. Επίσης Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 25.3.
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 3.1: «Ἐπιχειροῦσι δέ οἱ τῆς ἀθεμίτου ταύτης σχολής παντοίας ἐπιχειρήσεις δεινῶν έργων καί ὀλετηρίων. μαγεῖαι γάρ παρ’ αὐτοῖς ἐπινενόηνται, ἐπῳδάς τε διαφόρους προς πᾶσαν μηχανήν ἐφηύραντο, [προς]φίλτρα <τε> καί αγώγιμα. οὐ μην δέ ἀλλά καί παρέδρους δαίμονας ἑαυτοῖς ἐπισπῶνται, εἰς τό διά πολλῆς μαγγανείας ἐν ἐξουσίᾳ μεγάλη πάντων <γενέσθαι>, <ὥστε>, φησί, κυριεύειν ὡν τε ἄν ἐθέλοι ἕκαστος καί ᾗ πράξει ἐπιχειρεῖν τολμήσειε˙» {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 303}.
[43] Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 2.10: «Αυτά βέβαια διδάσκουν οι σπουδαίοι Καρποκρατιανοί. Αυτοί, λένε, και μερικοί άλλοι των όμοιων κακών, συναθροιζόμενοι στα δείπνα (γιατί δεν θα έλεγα εγώ τουλάχιστο “αγάπη” τη συνάθροισή τους), άνδρες μαζί και γυναίκες, αφού, λένε, κορεσθούν με άφθονα ερωτικά φαγητά, βγάζοντας από τη μέση αυτό το φως που ντρόπιαζε την πορνική τους αυτή δικαιοσύνη με το αναποδογύρισμα του λύχνου συνευρίσκονται όπως θέλουν και με όποιες θέλουν. … Τέτοια νομίζω έπρεπε ο Καρποκράτης να νομοθετεί για τη λαγνεία των σκυλιών, των χοίρων και των τράγων» (μετ. Ιγνάτιος Σακαλής, ΕΠΕ, τ.3 σελ. 353).
Επιφανίου, Πανάριον XXVII 4.5: «ποίαν δέ πράξιν δέδια πάλιν εἰπεῖν, μή βορβόρου δίκην κεκαλυμμένου ὀχετόν ἀποκαλύψω καί τισι δόξω λοιμώδους δυσοδίας ἐργάζεσθαι τήν ἐμφόρησιν. ἀλλ’ ὅμως ἐπειδήπερ ἐξ ἀληθείας συνεχόμεθα τά παρά τοῖς ἠπατημένοις ἀποκαλύψαι, σεμνότερον εἰπεῖν τε καί τῆς ἀληθείας μή ἔξω βαίνειν ἐμαυτόν καταναγκάσω. τί δέ ἀλλ’ ὅτι πᾶσαν αρρητουργίαν καί αθέμιτον πρᾶξιν, ἥν οὐ θεμιτόν ἐπί στόματος φέρειν, οὗτοι πράτττουσιν καί πᾶν εἶδος ἀνδροβασιῶν καί λαγνιστέρων ὁμιλιῶν προς γυναῖκας ἐν ἕκάστῳ μέλει σὠματος˙ μαγείας τε καί φαρμακείας καί εἰδωλολατρείας ἐκτελοῦντες τοῦτο εἶναί φασιν ἐργασίαν ἀποδόσεως τῶν ἐν τῷ σώματι ὀφλημάτων εἰς τό μηκέτι ἐγκαλεῖσθαι ἤ μέλλειν τι πράξεως ἔργον ἀπαιτεῖσθαι». {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 305-6}.
[44] Ρωμ. 3.8.
[45] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι25.3: «Qui et ipsi ad detractionem divini Ecclesiae nominis, quemadmondum et gentes, a Satana praemissi sunt, uti secundum alium et alium modum, quae sunt illorum audientes hominess, et putantes omnes nos tales esse, avertant aures suas a praeconio veritatis: aut et videntes quae sunt illorum, omnes nos blasphement, in nullo eis communicantes, neque in doctrina, neque in moribos, neque in quotidiana conversatione. Sed vitam quidem luxoriosam, sententiam autem impiam ad velamen malitiae ipsorum nomine abutuntur, “quorum judicium justum est”, recipientium dignam suis operibus a Do retributionem» (PG 7.682A). Ομοίως Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 32.5-6.
[46] Επιφανίου, Πανάριον XXVII 3.3 {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 302-3}.
[47] Επιφανίου, Πανάριον XXVII 5.9 {ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 308}.
[48] Κλημεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 2.5.1-2 {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 197}.
[49] Κλημεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 2.6.1-3 {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 198}.
[50] Κλημεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς ΙΙΙ 2.8.1-3 {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 199}.
[51] Πλάτωνος, Πολιτεία 457d: «Όλες αυτές οι γυναίκες να είναι κοινές όλων αυτών των ανδρών, και μια να μη συζεί ξεχωριστά με κανέναν. Και τα παιδιά επίσης να είναι κοινά, και ούτε ο γονιός να ξέρει το παιδί του ούτε το παιδί τον γονιό του. Αυτό, είπε, είναι δυσκολότερο από το άλλο να γίνει πιστευτό, και ως προς το εφικτό και ως προς την ωφελιμότητα. Δεν νομίζω, είπα εγώ, να μπορεί να έχει αμφιβολίες κανείς για την ωφελιμότητά του, πως δεν είναι το μεγαλύτερο αγαθό το να είναι κοινές οι γυναίκες και τα παιδιά, αν αυτό μπορεί να γίνει˙ νομίζω όμως πως θ’ αμφισβητηθεί ιδιαίτερα το αν μπορεί να πραγματοποιηθεί ή όχι» (μετ. Δ.Γ. Κολοκοντές-Ζωή Γκρουμούτη, Κάκτος, τ.3 σελ. 55).
Η θέση αυτή του Πλάτωνα είναι από τις πλέον δυσερμήνευτες. Οι W.Windelband – H. Heimsoeth θεωρούν ότι αυτό που προτείνει ουσιαστικά ο Πλάτων είναι εξομοίωση των δύο φύλων ως προς τα δικαιώματα και τα καθήκοντά τους. Βλ. σχετ. Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, μετ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλου, Αθήνα 1980, τ. Α’ σελ. 148 & 319.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές από τις προτάσεις που διατυπώθηκαν στην Πολιτεία , δεν επαναλήφθηκαν στο έργο που εκφράζει την αναθεωρημένη πολιτική θεωρία του, δηλ. στους Νόμους. Δεν επαναλήφθηκαν για παράδειγμα, οι προτάσεις για κοινοκτημοσύνη γυναικών και παιδιών, για κατάργηση της ιδιοκτησίας – την οποία προτείνει και ο Επιφάνης -, εγκαταλείφθηκε ακόμη και η ιδέα για κυριαρχία των φιλοσόφων. Βλ. σχετ. Τσέλλερ – Νεστλε, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, μετ. Χ. Θεοδωρίδη, Εστία 132000, σελ. 182.
[52] Κλήμεντος Αλεξανδρέως Στρωματεις ΙΙΙ 2.10.2: «Και νομίζω έχει παρερμηνεύσει και τον Πλάτωνα που είπε στην Πολιτεία να είναι οι γυναίκες κοινές σε όλους. Να είναι κοινές πριν από το γάμο σ’ εκείνους που πρόκειται να τις ζητήσουν, όπως και το θέατρο, λέγει, είναι κοινό στους θεατές. Κάθε γυναίκα όμως είναι εκείνου που πρόλαβε και την πήρε και όποια έχει κάνει γάμο δεν είναι πια κοινή» {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 200}.
[53] Κλήμεντος Αλεξανδρέως Στρωματεις ΙΙΙ 2.15.2 {ed. Otto Stählin, GCS 15 (1906) 197}.
[54] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 31.1: «Alii autem rursus Cain a superior principalitate dicunt; et Esau, et Core, et Sodomitas, et omnes tales cognates suos confitentur; et propter hoc a factore impugnatos, neminem ex eis male acceptos» (PG 7.704B).
Ψευδο-Τερτυλλιανός, Adversus omnes haereses 2: «et ipsi enim magnficant Cain, quasi ex quodam potenti virtute conceptum quae operata sit in ipso. nam Abel ex inferior virtute conceptum procreatum et ideo inferior repertum».
Θεοδώρητος Κύρρου, Αιρετικής κακομυθίας επιτομή Ι 15: «ἄλλοι δέ οὕς Καϊνούς ὀνομάζουσι καί τόν Κάϊν φασίν ἐκ τῆς ἄνωθεν αὐθεντίας λελυτρῶσθαι καί τον Ἠσαῦ καί τόν Κορέ καί τους Σοδομίτας καί πάντας δέ τους τοιούτους συγγενεῖς ἰδίους ὁμολογοῦσι» (PG 83.368B).
Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 1.2: «Οὗτοι φασι τόν Κάϊν ἐκ τῆς ἰσχυροτερας δυνάμεως ὑπάρχειν καί τῆς ἄνωθεν αὐθεντίας, ἀλλά καί τόν Ἠσαῦ καί τους περί Κορέ καί τους Σοδομίτας, τόν δέ Ἄβελ ἐκ τῆς ἀσθενεστέρας δυνάμεως εἶναι˙» {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 63}.
[55] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 1.3: «σεμνύνονται γάρ συγγνεῖς εἶναι τοῦ Κάϊν καί τῶν Σοδομιτῶν καί Ἠσαῦ καί Κορέ. καί οὗτοι, φασίν, εἰσί τῆς τελείας καί ἄνωθεν γνώσεως. διό καί τόν ποιητήν τοῦ κόσμου τούτου φασί περί τήν τούτων ἀνάλωσιν ἐσχολακότα μηδέν δεδυνῆσθαι αὐτούς βλάψαι… προς ἑαυτήν γάρ ἡ Σοφία αὐτούς προσήκατο, ἰδίους αὐτῆς ὄντας».
[56] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 3.4: «ἄλλοι δέ τῶν αὐτῶν˙ οὐχί, φασίν, ἀλλά ἀγαθόν αὐτόν ὄντα παρέδωκεν κατά τήν ἐπουράνιον γνῶσιν. ἔγνωσαν γάρ, φασίν, οἱ ἄρχοντες ὅτι ἐάν ὁ Χριστός παραδοθῇ σταυρῷ κενοῦται αὐτῶν ἡ ἀσθενής δύναμις. καί τοῦτο, φησί, γνούς ὁ Ἰούδας ἔσπευσεν καί πάντα ἐκίνησεν ὥστε παραδοῦναι αὐτόν, ἀγαθόν ἔργον ποιήσας ἡμῖν εἰς σωτηρίαν. καί δεῖ ἡμᾶς ἐπαινεῖν καί ἀποδιδόναι αὐτῷ τόν ἔπαινον, ὅτι δι’ αὐτοῦ κατασκευάσθη ἡμῖν ἡ τοῦ σταυροῦ σωτηρία καί ἡ διά τοιαῦτης ὑποθέσεως τῶν ἄνω ἀποκάλυψις» {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 66}.
Ψευδο-Τερτυλλιανού Adversus omnes haereses 2: «et alii sic contra disputant et dicunt: quia potestates huius mundi nolebant pati Christum ne humano generi per mortem ipsius salus pararetur, saluti consulens generis humani tradidit Christum, ut salus, quae impediebatur per virtutes quae obsistebant ne pateretur Christus, impediri omnimo non posset et ideo per passionem Christi non posset salus humani generis retardari»
[57] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 3.3: «οἱ μέν γάρ λέγουσι διά τό πονηρόν εἶναι τόν Χριστόν παραδοθῆναι αὐτόν ὑπό τοῦ Ἰούδα, βουλόμενον διαστρέφειν τά κατά τόν νόμον» {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 65}.
Ψευδο-Τερτυλλιανού, Adversus omnes haereses 2: «quidam enim ipsorum gratiarum actionem Judae propter hanc causam reddendam putant. animadvertens enim inquiunt Judas, quod Christus vellet veritatem subvertere, tradidit illum, ne subverti veritas posset.»
[58] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 1.6. Επίσης Ειρηναίου, Έλεγχος I 31.1: «nec enim aliter salvari eos nisi per omnia eant, quemadmodum et Carpocrates dixit.» (PG 7.704B).
[59] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 2.1 {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 64}.
[60] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 2.2 {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 64}.
Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 31.2: «et in unoquoque peccatorum et turpium operationum angelum assistere et operantem audire audaciam et immunditiam ifere, id quod inest ei operationi angeli nomine dicere: O tu angele, abutor opera tuo; o tu illa potestas, perficio tuam operationem. et hoc esse scientiam perfectam sine tremor in tales abire operations, quas ne nominare quidem fas est» (PG 7.705A).
[61] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 1.5: «ὤστε καί συνταγμάτιον τι φέρειν ἐξ ὀνόματος αὐτοῦ, ὅ εὐαγγέλιον τοῦ Ἰούδα καλοῦσι». Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 31.1: «et confictionem afferent huiusmundi, Judae evangelium illud vocantes».
[62] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 2.5: «πάλιν δε ἄλλο συνταγμάτιον ἄλλοι πλάττουσιν ἐξ ὀνόματος Παύλου τοῦ ἀποστόλου, ἀρρητουργίας ἔμπλεον, ᾦ καί οἱ Γνωστικοί λεγόμενοι χρῶνται, ὅ Ἀναβατικόν Παύλου καλοῦσι, τήν πρόφασιν εὑρόντες ἀπό τοῦ λέγειν τόν ἀπόστολον ἀναβεβηκέναι ἕως τρίτου οῦρανοῦ καί ἀκηκοέναι ἄρρητα ῥήματα, ἅ οὐκ ἐξόν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι».
Μιχαήλ Γλυκά, Βίβλος Χρονική 2: «καί βιβλίον δέ παρ’ αὐτοῖς Ἀναβατιανόν λεγόμενον, περιέχον ἅ εἶδεν ὁ Παύλος καθ’ ὅν ἀνέβη καιρόν εἰς τρίτον οὐρανόν. βιβλίον δέ τό τοιοῦτόν ἐστι παρ’ αὐτοῖς, ὅτι οὐ προσέσχον τῷ μεγάλῳ Παύλῳ, ῥήματα μέν ἀκοῦσαι λέγοντι κατ’ ἐκεῖνο καιροῦ, μή ἐξεῖναι δέ ταῦτα γλώσσαις ανθρώπων λαλῆσαι. ὅτι δέ τά ῥήματα ἐκεῖνα οὔτε ἐλαλήθησαν οὔτε τινί μέχρι τοῦ νῦν εγνώσθησαν, καί ὁ θεολόγος Γρηγόριος ἐν τῷ περί θεολογίας λόγῳ αὐτοῦ δείκνυσιν οὕτως εἰπών “εἰ μέν οὖν ἔκφορα γέγονεν ἅ τῷ Παύλῳ παρέσχεν ὁ τρίτος οὐρανός καί ἡ μέχρι ἐκείνου πρόοδος, τάχα ἄν περί θεοῦ πλέον ἔγνωμεν”. ἀλλά καί ὁ χρυσορρήμων Ἰωάννης ἐν ταῖς εἰς τήν ἑξαήμερον αὐτοῦ ὁμιλίαις οὕτω φησίν “εἰ ὁ μέγας Παῦλος ὁ τῶν ἀρρήτων ἐκείνων ῤημάτων ἀκοῦσαι καταξιωθείς, ὧν μέχρι τῆς σήμερον οὐδείς ἄλλος ἤκουσε, γράφων ἔλεγεν ὑποπιάζω μου τό σῶμα καί δουλαγωγῶ, τί ἄν εἴποιμεν ἡμεῖς” καί περί τούτων οὕτως». {ed I. Bekker ,CSHB 24 (1837) 226-7}. Του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου το απόσπασμα από τον Λόγο ΚΗ, Θεολογικός Δεύτερος §20 (PG 36.52C). Του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου από τον ΚΒ’ Λόγο εις την Γένεσην §7 (PG 53.196).
[63] Ιωαν. 6.70.
[64] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 3.8.
[65] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 4.6.
[66] Ματθ. 23.35.
[67] Επιφανίου, Πανάριον XXXVIII 5.5.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος
Ο Περικλής αγορεύων στην Πνύκα,
τοιχογραφία στο Maximmileaneum Palace
Μονάχου, του Philipp von Foltz (1860)
Η αντιπαράθεση που υπάρχει μερικές φορές περί της αξίας του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της σχέσης του με την ιστορία των Ιουδαίων φθάνει συχνά στα άκρα. Είναι τόση η προκατάληψη περί του θέματος, που ακόμα και η διεξαγωγή διαλόγου καθίσταται αδύνατη. Και όμως δεν χρειάζεται αυτή η αντιπαράθεση, αφού ο κάθε λαός και ο κάθε πολιτισμός αξίζουν τον σεβασμό όλων μας. Θέλοντας όμως να κάνουμε λόγο για τα δύο αυτά μεγάλα και αξιόλογα μεγέθη, θα καταθέσουμε μερικές σύντομες σκέψεις.
Δεν μπορεί κάποιος να μην θαυμάσει τα τεχνουργήματα του αρχαίου πολιτισμού της πατρίδας μας. Αυτά άλλωστε από μόνα τους αποδεικνύουν την μεγάλη πολιτιστική πρόοδο των προγόνων μας, την οποία γηγενείς και ξένοι θαυμάζουν και σέβονται μέχρι και σήμερα. Στις τέχνες και στα γράμματα είναι αδιαμφισβήτητη η μεγάλη άνθιση και το αποτέλεσμα διάχυτο και ορατό. Ας σταθούμε όμως μόνο στην θρησκευτικότητα των αρχαίων Ελλήνων και ας δούμε στην συνέχεια, με κάποιους ίσως παραλληλισμούς, την αντίστοιχη στην Ιουδαία.
Μελετώντας την αρχαία ελληνική θρησκεία μπορείς να αντιληφθείς τί είδους ανθρώπους «παράγει». Πρόκειται για κοινωνίες που προσεγγίζουν τους «θεούς» με μια προσέγγιση κάπως φοβική. Φοβάται ο Έλληνας τον Θεό, ο οποίος έρχεται και επεμβαίνει συχνά μέσα στην ζωή του ως «από μηχανής θεός». Ο ίδιος θα δώσει μεγάλη σημασία στους χρησμούς ή καλύτερα θα κινηθεί με βάση αυτούς, ενώ και οι «μοίρες» με παρόμοιο τρόπο έχουν προκαθορίσει γι’ αυτόν τα μέλλοντα και τις εξελίξεις. Στην αρχαία θρησκεία γίνεται και κάτι άλλο. Ο άνθρωπος οδηγείται σε μια αυτοθέωση. Θα τον δούμε να γίνεται ημίθεος ή να είναι «κένταυρος», όλο αυτό όμως σε μια ατμόσφαιρα κάποιας ηθικής και κάποιας δικαιοσύνης, αλλά μακριά από το μεγάλο γεγονός της αγάπης.
Όμως και στην θρησκεία των Εβραίων θα εντοπίσουμε συμπεριφορές και γεγονότα που θα είναι βίαια και αποτροπιαστικά. Θα καταγραφούν όλα αυτά, αλλά ποτέ δεν θα επαινεθούν και θα τους εμπνεύσει σε τέτοιες καταστάσεις ο Θεός. Μέσα στην Παλαιά Διαθήκη που γίνεται αναφορά σε περιστατικά βίας και άλλης παραβατικότητας δεν υπάρχει η «θεία κάλυψη». Ο Θεός δια των δικαίων Του και των προφητών Του δίνει το Νόμο Του. Θα ισχύει το σχήμα αμαρτία-τιμωρία, αλλά θα διαγράφεται σταδιακά μια αλλαγή προς αυτό. Θα αχνοφαίνεται η «αγάπη», η συγχωρητικότητα, η πραγματική πίστη χωρίς ανταλλάγματα. Η ανάπτυξη του μονοθεϊσμού που ξεκινά στους τόπους της Ιουδαίας, που δικαίως θα χαρακτηριστούν αργότερα «Άγιοι Τόποι», θα κάνει τον ερχόμενο Μεσσία να θελήσει με μεγαλύτερη «ασφάλεια» να ξεκινήσει το σωτηριολογικό του έργο από εκεί. Ειδικά με το κήρυγμα των Προφητών θα προλειαίνεται η παρουσία του Χριστού με την παροχή μετάνοιας, ως ελευθερίας, πίστεως, ελπίδας, πραγματικής σωτηρίας. Ο Προφήτης Ωσηέ θα εκφράσει ευθαρσώς την πεμπτουσία της πραγματικής Πίστης και λατρείας μιλώντας περί αγάπης στο Θεό και στους ανθρώπους. Μέσω αυτής της ρήσης και τόσων άλλων προφητικών εκφράσεων θα αναφανούν τα υψηλά όρη της θεολογίας της Καινής Διαθήκης.
Για τους χριστιανούς η ιστορία των Εβραίων δεν είναι το ζητούμενο, αλλά μέσα από την παρουσία Του ανάμεσα στον λαό αυτό, ανακαλύπτουμε τα ίχνη Του. Δεν διδασκόμαστε ιστορία μελετώντας την Παλαιά Διαθήκη, -αν και υπάρχουν πολλά ιστορικά στοιχεία- ερευνούμε την απαρχή και την εξέλιξη της αποκάλυψής Του στον κόσμο. Παρατηρούμε, θαυμάζουμε και ομολογούμε! Προσεγγίζουμε την Βίβλο γιατί εκεί βρίσκεται η Ιερή Ιστορία, γιατί εκεί ανακαλύπτουμε τον Θεό που «κρύβεται» μέσα της καθώς και για να μάθουμε τί είδους επικοινωνία ζητά από εμάς.
Η ιστορία του Ισραήλ δεν χρειάζεται να μας φοβίζει και να βρισκόμαστε επιφυλακτικοί απέναντί της. Αντίθετα χρειάζεται μελέτη για να κατανοήσουμε πράγματα και αλήθειες που αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Το ότι οι ίδιοι οι Ιουδαίοι δεν σεβάστηκαν την επιλογή της Σαρκώσεως του Θεανθρώπου από την γη τους και οι προγονοί τους μάλιστα τον οδήγησαν στον Σταυρό αποδεικνύεται ότι δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στα έθνη. Άλλωστε ο Θεός δεν ήταν δυνατόν να κλειστεί σε κανένα ανθρώπινο καλούπι, όπως κακώς το εννόησαν οι ίδιοι. Ήρθε να φέρει έναν άλλο νόμο, πέρα και πάνω από αυτούς, πού αφορά σε ολόκληρη την γη, σε κάθε άνθρωπο. Η απάντηση γιατί ο Θεός διάλεξε τον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο ανήκει στις προαιώνιες βουλές Του και ίσως ξεπερνά την δική μας δυνατότητα γνώσης.
Ως Έλληνες και ως χριστιανοί δεν ζούμε καμιά σχέση αντίφασης, θαυμάζουμε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό της πατρίδας μας, καμαρώνουμε γι’ αυτόν αλλά δεν θεοποιούμε «θεότητες» που δεν μπορούμε να έχουμε για πρότυπά μας. Αποδεχόμαστε το κήρυγμα του μεγάλου αποστόλου των Εθνών Παύλου και τα όσα εκφώνησε στην Πνύκα τόσους αιώνες πριν. Πιστεύουμε ως Θεό τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Χριστό και αγωνιζόμαστε να βαδίσουμε σύμφωνα με όσα Εκείνος δίδαξε και όσα οι άγιοί μας έζησαν βιωματικά φθάνοντας μέχρι και την θυσία τους για την Πίστη τους σ΄Αυτόν. Χαιρόμαστε και καμαρώνουμε και για την Πίστη μας και για την Πατρίδα μας γνωρίζοντας να διακρίνουμε την σχέση τους και τις διαφορές τους.
Εν τέλει μιά διαπίστωση. Το παράδοξο πού μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι οι Ιουδαίοι ενώ ξεκίνησαν με μιά μονοθεϊστική προσέγγιση δέν αποδέχονται μέχρι και σήμερα την θεότητα του Χριστού, ενώ οι Έλληνες ξεκινώντας με ειδωλολατρική βάση πίστεψαν, ακολούθησαν και ακολουθούν τόν Χριστό και την Εκκλησία Του στήν μεγάλη πλειοψηφία τους. Αυτά είναι τα θαυμαστά μεγαλεία του Θεού!
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Τὸ συνταγματικὸ δικαστήριο τῆς Αὐστρίας ἀποφάσισε ὅτι τὰ ὁμόφυλα ζευγάρια θὰ μποροῦν νὰ παντρευτοῦν μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ 2019, ἀποφασίζοντας ὅτι οἱ ὑφιστάμενοι νόμοι εἰσάγουν διακρίσεις.
Ἡ κίνηση αὐτὴ εὐθυγραμμίζει τὴν Αὐστρία μὲ πολλὰ ἄλλα εὐρωπαϊκὰ ἔθνη, ὅπως ἡ Γερμανία, ἡ Γαλλία, ἡ Βρετανία καὶ ἡ Ἱσπανία. Τὰ ὁμόφυλα ζευγάρια στὴν Αὐστρία εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ κατοχυρώσουν νομικὰ σχέσεις ἀπὸ τὸ 2010, ἀλλὰ μέχρι στιγμῆς δὲν μποροῦσαν νὰ παντρευτοῦν.
Τὸ Συνταγματικὸ Δικαστήριο ἐξέτασε νόμο τοῦ 2009 ὕστερα ἀπὸ καταγγελία δύο γυναικὼν ποὺ δὲν τοὺς ἐπετράπη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς Βιέννης νὰ παντρευτοῦν. Τὸ δικαστήριο ἀνέφερε σὲ ἀπόφαση ποὺ δημοσιεύθηκε, ὅτι οἱ περιορισμοὶ στὸ γάμο τοῦ ἰδίου φύλου θὰ ἀρθοῦν στὰ τέλη τοῦ 2018, ἐκτὸς ἐὰν ἡ ἴδια ἡ κυβέρνηση τὸ κάνει νωρίτερα. Ἐπίσης διευκρίνισε ὅτι θὰ παραμείνει ἐπιλογὴ ἰσάξια μὲ αὐτὴ τῶν ἑτερόφυλων ζευγαριῶν.
Σὲ δήλωσή του, τὸ συνταγματικὸ δικαστήριο τῆς Αὐστρίας δήλωσε ὅτι «ἡ διάκριση μεταξὺ γάμου καὶ ἀστικῆς σχέσης δὲν μπορεῖ πλέον νὰ διατηρηθεῖ διότι μαίνονται διακρίσεις ἐναντίον τῶν ὁμοφυλόφιλων ζευγαριῶν». Ὁ γάμος τῶν ὁμοφυλόφιλων ἔχει νομιμοποιηθεῖ σὲ πολλὲς χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης, πιὸ πρόσφατα στὴ Γερμανία, ὅπου ὑπῆρχε ἔντονη ἀντίθεση στὴν ἀλλαγὴ ἐδῶ καὶ ἀρκετὰ χρόνια. Σχεδὸν δώδεκα ἄλλες εὐρωπαϊκὲς χῶρες ἔχουν κάποιο εἶδος ἑνώσεων ὁμοφύλων, σύμφωνα μὲ τὸ ἐρευνητικὸ κέντρο Pew.
Τὸ συντηρητικὸ Λαϊκὸ Κόμμα καὶ τὸ ἀκροδεξιὸ Κόμμα Ἐλευθερίας, ποὺ βρίσκονται σὲ διαπραγματεύσεις γιὰ κυβερνητικὸ συνασπισμὸ καὶ ἀμφότεροι ἀντιτάσσονται στὸν γάμο τοῦ ἴδιου φύλου, δὲν ἔχουν προβεῖ σὲ δηλώσεις-σχόλια. Ἡ ὁμοφυλοφιλικὴ πρωτοβουλία τῆς Βιέννης [Homosexual Initiative Vienna (HOSI)] χαιρέτισε τὴν ἀπόφαση. «Εἴμαστε πολὺ χαρούμενοι», δήλωσε ὁ πρόεδρος τῆς HOSI Christian Hoegl. «Θέλουμε νὰ χρησιμοποιήσουμε τὴν εὐκαιρία γιὰ μία νέα ἔκκληση γιὰ μία θεμελιώδη μεταρρύθμιση τοῦ γάμου».
Πηγή: Independent, Ρωμαίικο Ὁδοιπορικὸ, Αβέρωφ
Ι. ΘΩΡΗΚΤΟ «Γ. ΑΒΕΡΩΦ»
ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΠΟΥ ΕΝΩΝΕΙ ΠΝΟΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΤΕΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ*
τῆς κ. Πολυξένης Χούση, διευθύντριας Σύνταξης τοῦ περιοδικοῦ «Ναυτική Ἑλλάς» Θωρηκτό «Γ. ΑΒΕΡΩΦ», Θεσσαλονίκη, Ὀκτώβριος 2017.
Τά εἶδα, τά βίωσα. Εἰσέπραξα τόν παλμό τοῦ πλήθους καί τό πάθος τῶν Ἑλλήνων πού ἤθελαν νά ἀγκαλιάσουν τήν Ἑλλάδα, νά ζεσταθοῦν μέ τήν αὔρα της, νά κρατηθοῦν ἀπό τίς ἀντοχές της.
Τό Ἀβέρωφ παίρνει σάρκα καί ὀστᾶ Ἑλλάδας, μιά μορφή φυλαχτοῦ καί ὀνείρου, μιά πνοή ἀλύτρωτης ἐλπίδας καί ὑπερηφάνειας.
Δεκάδες χιλιάδες εἶναι οἱ Βορειοελλαδίτες πού περιμένουν νά πισωπλατήσουν τόν φόβο ἀπ τούς καιρούς ἀνεβαίνοντας στό θωρηκτό τῆς νίκης, νά στερεώσουν τό θάρρος τους πατώντας στό κατάστρωμά του, νά ἀναγεννηθοῦν ἐνθυλακώνοντας τήν ἱστορία του.
Κυριακή 21 Ὀκτωβρίου 2017. Δέκα ἡμέρες ἀφ ὅτου ἄνοιξε τό ἐπισκεπτήριο στό Ἀβέρωφ. Ἡ ὥρα εἶναι ὀκτώ καί μισή τό πρωΐ, τό ἐπισκεπτήριο ἀρχίζει στίς ἐννέα καί ὁ ἀριθμός τῶν ἀνθρώπων πού περιμένουν ν ἀνέβουν στό πλοῖο ἀγγίζει τούς ἐννιακόσιους. Συνολικά 4.440 ἄνθρωποι καταφέρνουν νά ἐπιβιβασθοῦν τήν ἡμέρα αὐτή, χωρίς ὡστόσο νά καταστεῖ δυνατή ἡ ἐπιβίβαση γιά ὅλους ὅσοι περιμένουν. Ἕνα μήνα τώρα παραμονῆς τοῦ Ἀβέρωφ στή Θεσσαλονίκη καί οἱ ἐπισκέπτες ἄγγιξαν τόν ἀριθμό τῶν 80.000, ὅταν στό Φάληρο, μόνιμο χῶρο ἐλλιμενισμοῦ τοῦ πλοίου, ἐτησίως ὁ ἀριθμός αὐτός φθάνει τίς 60.000.
Κάθε ἡμέρα περισσεύει ἡ λαχτάρα καί ἡ ζέση τῶν ἀνθρώπων νά «ταξιδέψουν» μέ τό Ἀβέρωφ. Κάθε ἡμέρα καί ὁ λαϊκός ξεσηκωτικός παλμός δυναμώνει.
Τά βλέμματα ὑγραίνονται ἀπό χαρά καί συγκίνηση. Μιά περιρρέουσα ἄνοιξη ἐθνικοκοινωνικῆς ὁμοψυχίας καί ἠθικῆς ἀνάτασης σκορπᾶ ἐνθουσιασμό.
Ἐπί τοῦ πλοίου
Ἡ ὑπερήλικη γυναίκα πού μόλις πατάει τό κατάστρωμα τοῦ Ἀβέρωφ γονατίζει καί τό φιλᾶ, ὁ ἀπόμαχος ἡλικιωμένος πού τρέχει στό κοντάρι τῆς σημαίας καί ἀγκαλιάζοντάς το ξεσπάει σέ λυγμούς, ὁ ταξίαρχος τοῦ στρατοῦ Ξηρᾶς, ἔνστολος, πού μέ σκυμμένο τό κεφάλι καί κατεβαίνοντας τήν κλίμακα τοῦ πλοίου κάνει τόν σταυρό του, ὅπως καί ἄλλοι πού ἀποχωρώντας σταυροκοπιοῦνται, οἱ ὁμάδες ἀπό μαθητές πού τραγουδᾶνε τό «Μακεδονία ἡ ξακουστή», ἡ ὁμάδα ἀπό νέους τῆς Κρήτης πού ἐπιδίδεται σέ ἕναν πολεμικό χορό στόν προβλήτα τοῦ πλοίου, ὁ ὀγδοντάχρονος πού προσφέρει κλαίγοντας μία χρυσή λίρα τοῦ 1900 γιά τήν ἐπισκευή τοῦ Ἀβέρωφ εἰς μνήμην τοῦ πατέρα του, ὁ ὁποῖος ὑπηρέτησε ναύτης σέ αὐτό, ὁ ἀνάπηρος στό καροτσάκι πού μέ τή βοήθεια ἀνδρῶν τοῦ πληρώματος ἀνεβαίνει στό καράβι καί δέν μπορεῖ νά συγκρατήσει τά δάκρυά του, ἡ γυναίκα μέ τό λευκό μπαστουνάκι (τυφλή) πού ἔχει κατέβει στό δεύτερο ὑπόστρωμα τοῦ πλοίου καί ρωτᾶ τόν ξεναγό-ναύτη ἄν μπορεῖ νά ἀγγίξει κάποιο ἀντικείμενο πού ἐκεῖνος περιγράφει γιά νά κατανοήσει τήν περιγραφή του, τό 5χρονο ἀγοράκι πού ρωτᾶ τόν πατέρα του «ἄν αὐτό τό πλοῖο πολέμησε» καί τοῦ ζητᾶ νά τό σηκώσει στά χέρια γιά νά ἀγγίξει τό πυροβόλο τοῦ Ἀβέρωφ, ὁ καθηγητής καί κοσμήτορας τῆς Σχολῆς Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Α.Π.Θ. κ. Ξενοφῶν Σαχίνης πού δέν μπορεῖ νά κρύψει τά δάκρυά του, τή στιγμή κατά τήν ὁποία προσφέρει στόν Κυβερνήτη τοῦ πλοίου ἀρχιπλοίαρχο Σ. Χαραλαμπόπουλο ΠΝ, ἕναν ξυλόγλυπτο πίνακα μέ τό Ἀβέρωφ, πού ὁ ἴδιος φιλοτέχνησε μέ τήν ἔλευση τοῦ πλοίου στή Θεσσαλονίκη, ὁ παραολυμπιονίκης Ἀντώνης Τσαπατάκης πού μέ τή δάδα τῆς λαμπαδηδρομίας τῶν χειμερινῶν Ὀλυμπιακῶν τοῦ 2018, «πυρσώνει» τό πυροβόλο τοῦ Ἀβέρωφ, ἀκουμπώντας αὐτή στήν κάνη του, εἶναι μερικές ἀπό τίς εἰκόνες, πού διαπερνοῦν τίς αἰσθήσεις καί προκαλοῦν τήν ψυχή ν ἀναρριγήσει.
Πιό ἐκεῖ, ἕνας ἀνθυποπλοίαρχος τοῦ Ἐμπορικοῦ Ναυτικοῦ, πού ἦρθε ἀπό τή Λῆμνο, ὅπου ὑπηρετεῖ τή θητεία του στό Πολεμικό Ναυτικό, ἀποκλειστικά γιά νά δεῖ τό Ἀβέρωφ, ἀναζητᾶ τόν Κυβερνήτη.
Τόν βρίσκει: «Κύριε Κυβερνήτα, θέλω νά ἐπιβαίνω στό πλοῖο κατά τήν ἐπιστροφή του στό Φάληρο. Θέλω πολύ ἐπίσης νά μείνω μόνιμος στό Πολεμικό Ναυτικό, ἀλλά ἀποκλείομαι, μόλις γιά ἕξι μῆνες, λόγῳ ὁρίου ἡλικίας. Ἄν γινόταν κάτι κύριε Κυβερνήτα... Ἀφήνω τίς 4.000 εὐρώ πού παίρνω στά καράβια, γιά νά ὑπηρετήσω τή Σημαία μας». Ὁ Κυβερνήτης τοῦ σφίγγει τό χέρι καί τόν ἀγκαλιάζει.
Στιγμές καί σκηνές μιᾶς ὡραίας Ἑλλάδας, μιᾶς ζεστῆς κοινωνίας, ὅπου ἕνα κράμα ἀξιῶν καί ἰδανικῶν, χαλυβδώνει τόν ἄνθρωπο νά ἀντιστέκεται στήν εὐτέλεια καί στό γκρέμισμα τῶν κοινωνικῶν ἰσορροπιῶν.
Λυτρωτικό κράτημα
Ἡ παρουσία τοῦ Ἀβέρωφ στή Θεσσαλονίκη μοιάζει νά κινητοποίησε ἠθικά ἀνακλαστικά τῆς κοινωνίας, γνωρίζοντας στούς νεώτερους καί ἐνισχύοντας στούς παλαιότερους τήν Ἐθνική αὐτογνωσία. Ποιοί εἴμαστε ὡς λαός καί κοινωνία, ποῦ εἴμαστε καί ποῦ θέλουμε νά πᾶμε; Μέσα ἀπό τήν ἀφύπνιση τῆς Ἐθνικῆς συνείδησης πού προκαλεῖ τό ζωντανό αὐτό κειμήλιο, ἔμφορτο δόξας καί ἀξιοσύνης, ξεπροβάλλει τό χρέος ὡς δρομολογημένη πορεία, ἡ πίστη στήν ἐλευθερία ὡς ὑπέρτατο ἀγαθό, ἡ πίστη στόν Θεό ὡς ἀντιρρόπηση στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἡ διαφύλαξη μιᾶς ἀδούλωτης πατρίδας ὡς καταφύγιο καί καταφυγή τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν, συστατικά, πού ὁριοθετοῦν ἤ καί συγκροτοῦν κατά τό πλεῖστον ὑπαρξιακή θέση μέ προσανατολισμό καί στόχευση, μέ ἀσφάλεια καί δύναμη, ἐπιτρέποντας τήν ἐλπίδα καί τό ὄνειρο.
Ἔτσι λοιπόν, τό Ἀβέρωφ λειτουργεῖ ὡς λυτρωτικό κράτημα σέ μιά κοινωνία, πού ἀναζητᾶ ἀπεγνωσμένα τήν αἰσιοδοξία, τή σιγουριά καί τή δύναμή της.
«Πᾶμε Ἀβέρωφ»
Κοινωνικό φαινόμενο πού ἀνατρέπει τήν «κανονικότητα τοῦ γκρίζου» τῶν καιρῶν μας, θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ αὐτή ἡ λαϊκή λαχτάρα γιά τό Ἀβέρωφ στή Θεσσαλονίκη. Ἀκόμη καί τό βράδυ, ὅταν τά κιγκλιδώματα φράζουν τήν εἴσοδο τοῦ πλοίου, ὁ κόσμος καί εἰδικά ὁ νεαρόκοσμος μέ τό σύνθημα «Πᾶμε Ἀβέρωφ» συγκεντρώνεται γύρω ἀπό αὐτά, καί παραμένει γιά ὧρες σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τό πλοῖο, ὡς νά δηλώνει τό «παρών» του σέ μιά «εὐλαβική περιφρούρησή» του.
Τί εἰκόνες ἐθνικῆς ὡραιότητας, τί ἀναγεννητικά συναισθήματα ὁμοψυχίας καί κοινωνικῆς συνοδοιπορίας!
Τό Πολεμικό Ναυτικό κατορθώνει, μέ ἕνα πλοῖο-σύμβολο 106 ἐτῶν, νά ἐμφυσήσει ἐλευθερία καί ὀμορφιά, ἀπελευθερώνοντας καταπιεσμένες συνειδήσεις ἀπό τούς ἄπνοους κοινωνικά καί ἀφυδατωμένους ἐθνικά καιρούς μας, σέ μιά νικηφόρα ἀντιπαράθεση μέ τίς ὅποιες μηδενιστικές ἀντιλήψεις. Τό «μέγα τό τῆς θαλάσσης κράτος» ὑπογράφει τό εὔστοχο καί ἐπιτυχές αὐτό ἐγχείρημα, τῆς παρουσίας τοῦ θωρηκτοῦ Ἀβέρωφ, μετά ἀπό 72 χρόνια στή Θεσσαλονίκη, ἐπιτυγχάνοντας ἔτσι, στήν ἐμβέλεια τῆς τοπικῆς κοινωνίας καί ὄχι μόνο:
Ἡ ἱστορία νά εἶναι παρούσα, τό Ἔθνος σέ ἀφύπνιση, ἡ κοινωνία σέ ἀνάταση καί ὅλα αὐτά στοιχισμένα πίσω καί γύρω ἀπό ἕνα πλοῖο. Τό θωρηκτό «ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΕΡΩΦ». Τό πλοῖο πού ἑνώνει πνοές καί συνθέτει δυνάμεις. Εἴθε ἀδιασάλευτα ἡ πορεία του νά κρατᾶ ἀρραγή τήν κοινωνική καί ἐθνική ἑνότητα, καί νά ὁρίζει ἐσαεί τή ρότα μιᾶς ἀναγεννητικῆς ὁρμῆς!
ΙΙ.
«ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΚΑΝΟΥΜΕ ΘΑΥΜΑΤΑ»
Ἀπόσπασμα συνεντεύξεως τοῦ Κυβερνήτη τοῦ «Γ. Ἀβέρωφ» Ἀρχιπλοιάρχου Π.Ν. κ. Σ. Χαραλαμπόπουλου
Ἄριστος ἐκφραστής τοῦ πνεύματος τοῦ «Γ. Ἀβέρωφ», τοῦ πλοίου-θρύλος, ὁ κυβερνήτης του κ. Σωτήριος Χαραλαμπόπουλος, Ἀρχιπλοίαρχος ΠΝ (τό ἀντίστοιχο τοῦ Ταξιάρχου στόν Στρατό Ξηρᾶς).
Νά τί λέγει σέ συνέντευξή του στήν κ. Ντέπυ Χιωτοπούλου στήν ἐφημ. Ἔθνος (Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017):
«Κατά τήν ἐπίσκεψή σας στό θωρηκτό θά διαπιστώσετε τή δυνατή συνύπαρξη τοῦ θρησκευτικοῦ στοιχείου μέ τό ἡρωϊκό. Αὐτό πού βλέπει πρῶτα κανείς στό πλοῖο εἶναι τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὅπου οἱ Ἰταλοί τό εἶχαν πυριτοθήκη. Ἐμεῖς τό κάναμε ἐκκλησάκι καί πάντοτε ὑπηρετοῦσε στρατιωτικός ἱερέας, ὁ ὁποῖος εἶχε συμβολικό καί ἰδιαίτερο ρόλο. Εκτός ἀπό τή Λειτουργία, ἐμψύχωνε τό πλήρωμα, στά μηχανοστάσια καί σέ ἄλλους χώρους, μέ θερμοκρασίες πάνω ἀπό 50-55 βαθμούς στό λεβητοστάσιο. Καί ὅταν τό πλοῖο ἔπιανε σέ κάποιο λιμάνι, μάζευε τούς ναῦτες, πού οἱ περισσότεροι ἦταν ἀγράμματοι, καί τούς μάθαινε ἀνάγνωση καί γραφή».
Ὑπάρχουν πολλά θρησκευτικά ἀντικείμενα, ὅπως ὁ κουβάς μέ τό θαῦμα καί τήν ἀποτύπωση τοῦ Ἁγίου Νικολάου, καθώς καί ὁ σταυρός πού φτιάχτηκε ἀπό τούς μηχανικούς τοῦ πλοίου τή Μεγάλη Πέμπτη τοῦ 1941. «Τό πλοῖο βαδίζει ἔχοντας τό θρησκευτικό παράλληλα μέ τό ἡρωϊκό. Τό πλοῖο εἶναι ζωντανό καί τά μηνύματα πού μεταφέρει εἶναι ὅτι μέ τήν ἀγάπη στήν πατρίδα καί τήν πίστη στόν Θεό κάνουμε θαύματα. Οἱ ἄνθρωποι πού ἦταν μέσα ἦταν ἥρωες, ἀγαποῦσαν τήν πατρίδα τους, πίστευαν καί στόν Θεό» ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ κ. Χαραλαμπόπουλος.
ΙΙΙ.
«ΕΔΩ ΠΟΥ ΑΚΟΥΜΠΑΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΒΛΗΜΑ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΣΕΙ»
(Ναύαχος Παῦλος Κουντουριώτης)
Ρεπορτάζ γιά τό πλοῖο-θρύλος ἔχει καί τό περιοδικό Metrosport. Στό History Metropoplus τῆς 14 Νοεμβρίου 2017, σ. 23, διαβάζουμε:
Εἶναι καθοριστικές, ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, οἱ Ναυμαχίες τῆς Ἕλλης καί τῆς Λήμνου. Εἶναι οἱ ναυμαχίες πού κερδίζει ἡ Ἑλλάδα στούς Βαλκανικούς Πολέμους, μέ μπροστάρη τό «Ἀβέρωφ» καί οὐσιαστικά διέλυσαν τίς προσδοκίες τοῦ Σουλτάνου γιά τόν ἔλεγχο τοῦ Αἰγαίου.
Ἡ ναυμαχία τῆς Ἕλλης (3 Δεκεμβρίου τοῦ 1912) πραγματοποιήθηκε στήν ἔξοδο τῶν στενῶν τῶν Δαρδανελλίων (τοῦ Ἑλλησπόντου) καί ἔληξε μέ τήν νίκη τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου καί τόν ἐγκλεισμό τοῦ ὀθωμανικοῦ ἐντός τῶν στενῶν. Λίγες μέρες μετά, στήν Ναυμαχία τῆς Λήμνου (18 Ἰανουαρίου τοῦ 1913) ἡ νέα νίκη τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ, ἔκλεισε πάλι τόν τουρκικό στόλο στά στενά. Εἶναι συγκλονιστικός ὁ τρόπος τῆς περιγραφῆς ἀπό τόν κ. Χαραλαμπόπουλο:
«Εἶναι 3 Δεκεμβρίου τοῦ 1912 καί τό καράβι, ἐπικεφαλῆς τοῦ ̔Ελληνικοῦ Στόλου, κινεῖται ἐναντίον τοῦ τουρκικοῦ, πού βγαίνει ἀπό τά Δαρδανέλλια.
Ὁ Ναύαρχος ἀντί νά εἶναι στά διαμερίσματά του, ἀπρόσιτος καί μακριά ἀπό τό πλήρωμα, φωνάζει τόν Ἀρχιμανδρίτη, τόν Δάφνο, νά τοῦ φέρει ἕναν ξύλινο σταυρό ἀπό τήν Ἐκκλησία. Παίρνει τόν ξύλινο σταυρό καί ἀρχίζει νά περνάει ἀπό ὅλες τίς θέσεις. Ἀπό λεβητοστάσια, μηχανοστάσια, πυροβόλα καί κοιτάζει στά μάτια ἕναν-ἕναν ὅλο τό πλήρωμα.
Εἶχε ψυχική ἐπαφή μέ τόν καθένα τοῦ πληρώματος. Ἤθελε νά μιλάει στίς ψυχές τους καί τούς δείχνει ὅτι ὁ σταυρός αὐτός θά τούς δώσει τή νίκη. Μετά, μέ τόν σταυρό, πηγαίνει στήν κόντρα-γέφυρα, στήν ἀκάλυπτη γέφυρα. Δέν μπῆκε ποτέ νά προστατευτεῖ στή θωρακισμένη γέφυρα, πού προβλέπεται στή Ναυμαχία.»
Ἦταν ἀκάλυπτος. Ἀκουμπάει τόν σταυρό καί λέει: "Ἐδῶ πού ἀκουμπάει ὁ σταυρός, τούρκικο βλῆμα δέν θά πέσει". Ὅπως καί δέν ἔπεσε. Καί μετά φόρεσε τόν σταυρό στόν λαιμό. Οἱ Τοῦρκοι ἔριξαν 1800 βλήματα ἐναντίον τοῦ πλοίου καί πάνω ἔπεσαν μόνο 20, κάνοντας ἀμυχές. Τίποτα δέν ἔπαθε τό καράβι. Καί ἕναν μήνα μετά, στή Ναυμαχία τῆς Λήμνου, ὁ Ναύαρχος ἦταν μέ τόν σταυρό στό ἕνα χέρι καί τά κυάλια στό ἄλλο. Σέ ἕναν μήνα −παγκόσμια μοναδικότητα εἶναι αὐτό− ἕνα πλοῖο τά βάζει μέ ἕναν στόλο, δύο φορές, καί τόν βγάζει ἐκτός μάχης γιά πάνω ἀπό 12 μῆνες. Καί γιά 60 χρόνια δέν ξανατόλμησε ὁ τουρκικός στόλος νά βγεῖ στό Αἰγαῖο. Ἀπό τόν Ἰανουάριο τοῦ 1913, μέ τή Ναυμαχία τῆς Λήμνου πού ἔπαθε τό καθοριστικό χτύπημα, ξαναβγῆκε τή δεκαετία τοῦ 70. Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό. Κλείνει τόν τουρκικό στόλο μέσα στά στενά καί κάνει τό Αἰγαῖο ἑλληνική θάλασσα. Ὑπάρχουν 250.000 Τοῦρκοι στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας πού περιμένουν νά περάσουν μέ τά πλοῖα, γιά νά ἐνισχύσουν τούς Τούρκους σέ Μακεδονία καί Θράκη. Αὐτοί δέν μεταφέρθηκαν ποτέ.
Γι αὐτό καί κερδίσαμε τούς Βαλκανικούς Πολέμους. Οὐσιαστικά διπλασιάστηκε ἡ Ἑλλάδα. Ἀκόμη καί ἀργότερα, στή Μικρασιατική Καταστροφή, οὐδέποτε βγῆκε ὁ τουρκικός στόλος στό Αἰγαῖο. Ἔτσι, ἀκόμη καί τότε, σέ δύσκολες καταστάσεις, μπόρεσε καί ὁ στρατός μας καί οἱ πρόσφυγες νά μεταφερθοῦν στήν Ἑλλάδα. Καί ὁ στρατός μας, ὅταν ὑποχώρησε, δέν ἔφτασε στά παράλια ἀτάκτως. Τά πλοῖα μας, τό Ναυτικό μας, κράτησαν στά ὑψώματα τούς Τούρκους καί τά στρατεύματα ἦρθαν πίσω τακτικά. Τό «Ἀβέρωφ» τότε ἦταν στό Ἀϊβαλί. Καί μετά, γιά τή συνθήκη τῆς Λωζάνης, ὁ Βενιζέλος εἶχε ἕνα ἰσχυρό χαρτί στά χέρια του. Τό Πολεμικό Ναυτικό εἶχε τόν ἔλεγχο τοῦ Αἰγαίου καί δέν φτάσανε τά σύνορά μας στή Βοιωτία ἀλλά χάσαμε τά λιγότερα δυνατά. Λόγῳ τοῦ ἰσχυροῦ στόλου μας.»
Συζητᾶμε γιά τήν εὐχή καί τό κατευόδιο ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Στήν κουβέντα ὁ Κυβερνήτης βάζει πάνω ἀπό ὅλα τόν προστάτη, Ἅγιο Νικόλαο.
«Εἶναι τό καράβι μας, εἶναι ἡ ναυαρχίδα μας, εἶναι ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Ὅταν ἀγοράστηκε ἀπό τούς Ἰταλούς, τό 1/3 τό ἔδωσε ὁ Ἀβέρωφ. Ἀπό τά 24 ἑκ. δραχμές, τά 8 ἦταν ἀπό τή διαθήκη του. Γιά τά ὑπόλοιπα ἔγινε ἔρανος ἀπό Ἕλληνες καί ἐντός συνόρων καί τοῦ ἐξωτερικοῦ. Εἶχε τήν εὐχή καί τό κατευόδιον ὅλου τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Γι αὐτό ἔκανε αὐτά πού ἔκανε. Δέν ἔπαθε τίποτα σέ καμία ναυμαχία. Εἶχε ἐλάχιστους νεκρούς. Εἶχε 2 νεκρούς καί 10 τραυματίες σέ ὅλη του τήν πορεία, ἀπό τό 1911 μέχρι τά 1952».
Κάποιος προστάτευε αὐτό τό πλοῖο...
«Μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, τάς εὐχάς τοῦ Βασιλέως καί ἐν ὀνόματι τοῦ δικαίου, πλέω μεθ ὁρμῆς ἀκαθέκτου καί μέ τήν πεποίθησιν τῆς νίκης, πρός συνάντησιν τοῦ ἐχθροῦ τοῦ γένους». Ναύαρχος Παῦλος Κουντουριώτης, Ἀρχηγός Στόλου «Σῆμα», ὀλίγον πρό τῆς νικηφόρου γιά τά ἑλληνικά ὅπλα Ναυμαχίας τῆς Ἕλλης (3 Δεκεμβρίου 1912)
* Ἀπό τό περιοδικό «Ναυτική Ἑλλάς», τ. 1009 (Νοέμβριος 2017), σσ. 6-7.
Πηγή: Περιοδικό «Παρακαταθήκη»
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
|
3-7 |
|
8 |
|
9 |
|
10-13 |
|
13 |
|
14-15 |
|
16-17 |
|
18-23 |
|
24-26 |
|
27-28 |
|
28-31 |
Το περιοδικό ΕΔΩ σε εκτυπώσιμη μορφή Pdf
Προηγούμενα Τεύχη:
1. Περιοδικό «Φως Εθνών» τ. 152
2. Περιοδικό «Φως Εθνών» τ. 153
Σχόλιο Τ.Ι.: Το παγκόσμιο πείραμα της δημιουργίας πολυφυλετικών κοινωνιών θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε κατάρρευση και συγκρούσεις.
Είτε το παραδέχονται τώρα είτε όχι οι πολιτικοί, η πόλη βιώνει αναταραχές και λεηλασίες από ξένους μετανάστες ανά τακτά χρονικά διαστήματα, παρά το ότι υπάρχει έντονη στρατιωτική παρουσία στους δρόμους της.
Ακούμε συνέχεια για την Ελλάδα, για τις ταραχές στα Εξάρχεια και για το ρατσισμό των Ελλήνων επειδή εξανίστανται για την εισβολή μεταναστών στη χρεοκοπημένη χώρα τους που είναι βυθισμένη στην ύφεση και στην ανεργία, ενώ την εγκαταλείπουν μαζικά οι νέοι της λόγω του ότι δεν μπορούν πια να επιβιώσουν. Δεν ακούμε όμως σχεδόν τίποτα για τις Βρυξέλες, η οποία έχει μετατραπεί σε κόλαση από τη μαζική μετανάστευση.
Όταν δε το είπε ο πρόεδρος Trump το 2016, οι Ευρωπαίοι και οι Βέλγοι πολιτικοί διαμαρτυρήθηκαν έντονα, ισχυριζόμενοι πως είχε το θράσος να κατηγορεί άδικα την πρωτεύουσα της ΕΕ, την πεμπτουσία του μεταμοντέρνου κόσμου και την εκκολαπτόμενη ηγέτιδα του νέου πολιτισμού του πλανήτη! Ανέφεραν βέβαια πως η αφομοίωση των μεταναστών δεν είναι εύκολη υπόθεση και πως είναι λογικό να υπάρχουν πιέσεις και «τριβές» κάποιες στιγμές, αλλά δεν πρόκειται να προκληθεί το χάος και η αναρχία που προέβλεπε.
Εν τούτοις, ελάχιστο χρονικό διάστημα μετά τη δήλωση του Αμερικανού, οι Βρυξέλες βίωσαν μία ισλαμική τρομοκρατική επίθεση με 32 νεκρούς και 340 τραυματίες. Η επίθεση αυτή ήταν η κορυφή του τερατώδους παγόβουνου που έχει δημιουργηθεί στην πόλη και στη χώρα, ενώ τον περασμένο μήνα διαπιστώθηκαν τρεις μεγάλες εστίες ταραχών και λεηλασιών, τις οποίες δεν συναντά κανείς πουθενά αλλού (εκτός ίσως από τη Σουηδία).
Η πρώτη ήταν ο «εορτασμός» για την πρόκριση της μαροκινής ομάδας στο Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου (εικόνα), όπου σχεδόν 500 «νέοι» ξένης καταγωγής λεηλάτησαν δεκάδες καταστήματα στο ιστορικό κέντρο των Βρυξελών, κατέστρεψαν λεωφόρους και τραυμάτισαν 22 αστυνομικούς.
Τρεις ημέρες αργότερα, όταν ένας αστέρας της ραπ μουσικής οργάνωσε μία γιορτή στο κέντρο της πόλης, καταστράφηκαν ξανά καταστήματα και οι Βέλγοι πολίτες δέχθηκαν ακόμη μία φορά επιθέσεις. Οι ταραχές μεταδόθηκαν κυρίως από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και λιγότερο από τα καθεστωτικά ΜΜΕ που ελέγχονται με επιδοτήσεις από τους πολιτικούς που επιμένουν να κρύβουν τα πραγματικά γεγονότα (πηγή). Τέλος στις 25 Νοεμβρίου, όπου επετράπη από τις σοσιαλιστικές αρχές των Βρυξελών μία διαδήλωση εναντίον της δουλείας στη Λιβύη, καταστράφηκαν ξανά καταστήματα, πυρπολήθηκαν αυτοκίνητα και συνελήφθηκαν πάνω από 70 άτομα (πηγή: D. Godefridi).
Είτε το παραδέχονται τώρα είτε όχι οι πολιτικοί των Βρυξελών, η πόλη βιώνει αναταραχές και λεηλασίες από ξένους μετανάστες ανά τακτά χρονικά διαστήματα, παρά το ότι υπάρχει έντονη στρατιωτική παρουσία στους δρόμους της. Εάν αναρωτηθεί δε κανείς γιατί οι στρατιώτες δεν μπορούν να επιβάλλουν την τάξη, η απάντηση είναι πολύ απλή: επειδή κάτι τέτοιο δεν είναι εντός των αρμοδιοτήτων τους, ενώ κινδυνεύουν να τιμωρηθούν ποινικά εάν βλάψουν κάποιον, καθώς επίσης να αντιμετωπίσουν την οργή των ΜΜΕ.
Συνεχίζοντας, μετά τις δύο πρώτες αναταραχές η βελγική κρατική τηλεόραση διοργάνωσε μία συζήτηση με πολιτικούς και ειδικούς της πόλης για το συγκεκριμένο θέμα. Μεταξύ των συμμετεχόντων ήταν ο κ. A. Destexhe από το κεντροδεξιό κόμμα του πρωθυπουργού του Βελγίου, ο οποίος ανέφερε ότι, τα γεγονότα έχουν σχέση με τη μη «ένταξη» πολλών ξένων στις Βρυξέλες και με τη μαζική μετανάστευση των τελευταίων δεκαετιών.
Αμέσως μετά δέχθηκε την έντονη φραστική επίθεση του συντονιστή της τηλεοπτικής εκπομπής, ο οποίος του φώναξε πως η μετανάστευση δεν είναι το θέμα και το αντικείμενο της συζήτησης, οπότε έπρεπε να σταματήσει (πηγή). Ακολούθησε μία νέα κυρία, η οποία ισχυρίσθηκε πως το πρόβλημα ήταν το ότι οι γυναίκες που φορούν το ισλαμικό πέπλο δεν αισθάνονται ευπρόσδεκτες στις Βρυξέλες! Όταν τελείωσε δε την παρέμβαση της, το κοινό κλήθηκε να χειροκροτήσει για να δηλώσει τη συμφωνία του!
Είναι πάντως σκόπιμο να γνωρίζει κανείς εδώ πως η ανεργία στις Βρυξέλες τοποθετείται στο 16,9% (πηγή), ότι το 90% αυτών που λαμβάνουν κοινωνικά επιδόματα έχουν ξένες καταβολές (πηγή), πως οι φόροι είναι μεταξύ των υψηλοτέρων στον πλανήτη και ότι, παρά τους υψηλούς φόρους, τα δημόσια ταμεία είναι ελλειμματικά.
Επίσης πως δεν υπάρχουν μόνο στο Molenbeek, στο γκέτο των Βρυξελών και στην τζιχάντ πρωτεύουσα της Ευρώπης οι πιο επικίνδυνοι ισλαμιστές τρομοκράτες της Δύσης, αλλά σε πολλές άλλες πόλεις. Τέλος, πως δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα στην πόλη, ούτε στα άλλα κράτη, εάν οι απλοί πολίτες δεν το επιβάλλουν, αφού η παγκόσμια ελίτ σχεδιάζει να μεταβάλλει πάση θυσία την Ευρώπη σε μία πολυπολιτισμική περιοχή. Ο στόχος της είναι να ελέγχονται καλύτερα οι κοινωνίες και να εργάζονται οι άνθρωποι με μισθούς πείνας, οπότε να απολαμβάνει η ίδια πολύ μεγαλύτερα προνόμια.
Πηγή: Analyst
4.2.1 Προοίμιο
Από τα πρώτα ερωτηματικά, που προέκυψαν μόλις το ευαγγελικό κήρυγμα άρχισε να διαδίδεται στους Εθνικούς, ήταν η σχέση του Χριστιανισμού και των Χριστιανών με τον μωσαϊκό νόμο. Για τους Ιουδαίους Χριστιανούς το κήρυγμα των Αποστόλων Παύλου ήταν σκανδαλώδες[1]. Δεν μπορούσαν να δεχθούν ότι η προσέλευση στον Χριστιανισμό ήταν δυνατή χωρίς περιτομή. Ο απόστολος Παύλος αποφάσισε τότε να παρουσιαστεί ενώπιον των προκρίτων των Αποστόλων, Πέτρου, Ιακώβου και Ιωάννη, παραλαμβάνοντας μαζί του και τον νεοφώτιστο Τίτο:
«Καί γνόντες τήν χάριν τήν δοθεῖσάν μοι, Ιάκωβος καί Κηφᾶς καί Ἰωάννης, οἱ δοκοῦντες στῦλοι εἶναι, δεξιάς ἐδωκάν ἐμοί καί Βαρνάβα κοινωνίας, ἵνα ἡμεῖς εῖς τά ἔθνη, αὐτοί δέ εἰς τήν περιτομήν.» (Γαλάτ. 2.9)
Αλλά η έκβαση αυτή δεν ευχαρίστησε μερικούς εκ των εξ Ιουδαίων Χριστιανών, ειδικά αυτούς που πριν ήταν Φαρισαίοι. Αξίωναν άμεση και επίσημη λύση του θέματος. Γι’ αυτό συνεκλήθη η Αποστολική Σύνοδος. Αυτή διαπίστωσε την αδυναμία της σωτηρίας δια της τηρήσεως του Νόμου, και αποφάσισε τα τέσσερα σημεία υποχρεωτικής τήρησης:
«Ἔδοξε γάρ τῷ Αγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν μηδέν πλέον ἐπιτίθεσθαι ὑμῖν βάρος πλήν τῶν ἐπάναγκες τούτων, ἀπέχεσθαι εἰδωλοθύτων καί αἵματος καί πνικτοῦ καί πορνείας˙ εξ ὧν διατηροῦντες ἑαυτούς εὖ πράξετε.» (Πραξ. 15.28-29)
Στο στάδιο αυτό έγινε η απεξάρτηση των εξ Εθνικών Χριστιανών, από τον Νόμο. Την καταστροφή του Ναού και της Ιερουσαλήμ από τις ρωμαϊκές λεγεώνες, ακολούθησε η απεξάρτηση και των εξ Ιουδαίων Χριστιανών. Υπήρξαν, όμως μερίδες ζηλωτών που δεν αποδέχθηκαν την δεύτερη αποδέσμευση, αποστασιοποιήθηκαν από τις αποφάσεις της Εκκλησίας και πλησίασαν το περιθώριο αυτής.
Αρχικά, μοναδικό χαρακτηριστικό τους, ήταν η ακριβής τήρηση του Νόμου, χωρίς να απαιτούν το ίδιο και από τους υπόλοιπους Χριστιανούς. Αργότερα όμως, υπεισήλθαν και άλλα στοιχεία που απομάκρυναν την διδασκαλία τους από την ορθή, και την μετάλλαξαν σε αίρεση.
4.2.2 Εβιωναίοι
Οι Εβιωναίοι ήταν ιουδαιοχριστιανική σέκτα, που εμφανίστηκε πολύ νωρίς στην Παλαιστίνη. Το όνομά τους προέρχεται από την εβραϊκή λέξη Εβιωνείμ, που σημαίνει «οι φτωχοί».
«…μηδέ τοῦτο κατανοήσας (σ.σ. ο Κέλσος), ὅτι οἱ άπό Ἰουδαίων είς τόν Ἰησοῦν πιστεύοντες οὐ καταλελοίπασι τόν πάτριον νόμον. βιοῦσι γάρ κατ’ αὐτόν, έπώνυμοι τῆς κατά τήν ἐκδοχήν πτωχείας τοῦ νόμου γεγενημένοι. Ἐβίων τε γάρ ὁ πτωχός παρά Ἰουδαίοις καλεῖται, Ἐβιωνεαῖοι χρηματίζουσιν οἱ ἀπό Ἰουδαίων τόν Ἰησοῦν ὡς Χριστόν παραδεξάμενοι[2]».
Ο Ωριγένης μιλά επίσης για «διττούς Εβιωναίους»:
«οὗτοι δ’ εἰσίν οἱ διττοί Εβιαναῖοι, ἤτοι εκ παρθένου ὁμολογούντες ὁμοίως ἡμῖν τόν Ἰησοῦν ἤ οὐχ οὕτω γεγεννῆσθαι ἀλλά ἀπό τους λοιπούς ἀνθρώπους[3]».
Δηλαδή, για τους μεν, ότι αποδέχονταν την εκ Παρθένου γέννηση, για τους δε, ότι δεν δέχονταν ούτε την εκ Παρθένου γέννηση. Την διαφορά διευκρινίζει καλύτερα ο Ευσέβιος Καισαρείας:
«Ἄλλοι δέ παρά τούτους τῆς αὐτῆς ὄντες προσηγορίας, τήν μέν τῶν εἰρημένων ἔκτοπον διεδρίδασκον ἀτοπίαν, ἐκ παρθένου καί ἁγίου Πνεύματος μή αρνούμενοι γεγονέναι τόν Κύριον, οὐ μη ἔθ’ ὅμοίως καί οὗτοι προϋπάρχειν αὐτόν Θεόν Λόγον ὄντα καί σοφίαν ὁμολογοῦντες, τῇ των προτέρων περιτρέποντο δυσσεβείᾳ, μάλιστα ὅτε καί τήν σωματικήν περί τόν νόμον λατρείαν ὅμοίως ἐκείνοις περιέπειν ἐσπούδαζον[4]».
Συνεπώς, η μια ομάδα δέχονταν την εκ Παρθένου σύλληψη αλλά όχι την προΰπαρξη του Θεού Λόγου, ενώ η δεύτερη δεν δέχονταν ούτε την εκ Παρθένου σύλληψη. πρώτη ομάδα ήταν οι Ναζωραίοι, η δεύτερη οι Εβιωνίτες[5].
Ο άγιος Ιουστίνος κάνει αναφορά σε ανθρώπους Ιουδαίους, οι οποίοι δέχονταν τον Χριστό και υποχρέωναν τους εξ Εθνών να τηρούν τον Νόμο[6]. Ίσως να πρόκειται για Εβιωναίους. Αυτό δεν είναι ξεκάθαρο, διότι για πρώτη φορά το όνομα απαντάται στον άγιο Ειρηναίο[7]. Ο άγιος Επιφάνιος δέχεται αιρεσιάρχη Εβίωνα, ο οποίος μάλιστα κήρυξε μέχρι την Ρώμη:
«Οὗτος μέν οὖν ὁ Ἐβίων καί αὐτός ἐν τῇ Ἀσία ἔσχεν το κήρυγμα καί Ῥώμη, τάς δέ ῥίζας τῶν ἀκανθωδῶν παραφυάδων ἔχουσιν ἀπό τε τῆς Ναβαταῖας καί Πανεάδος τό πλεῖστον, Μωαβίτιδός τε καί Κωκάβων ἐν τῇ Βαανίτιδι γῇ ἐπέκεινα Ἀδραῶν, ἀλλά καί ἐν Κύπρῳ[8]».
Σε αυτές τις περιοχές επεκτάθηκε η αίρεση. Η Ρώμη δείχνει εντελώς έξω, οπότε θεωρείται απίθανο να υπήρχε οργανωμένη κοινότητα εκεί. Αντίθετα, η Κύπρος δείχνει να είναι το όριο. Πάντως την εποχή του Θεοδώρητου Κύρου είχαν εκλείψει.
4.2.2α Εβίων
Πολλοί από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς δέχονταν την ύπαρξη αιρεσιάρχη Εβίωνα. Πρώτος αναφέρει αυτόν ο Τερτυλλιανός σε διάφορα έργα[9]. Έτσι στο έργο De praescriptione haereticorum του Τερτυλλιανού, αναφέρεται μαζί με τον Μαρκίων και των Σίμωνα, ως γνωστικός, και όχι ως ιουδαΐζων. Ο ίδιος συγγραφέας πίστευε ότι η Προς Γαλάτας επιστολή του αποστόλου Παύλου αναφέρονταν σ’ αυτούς όταν μιλούσε για τους τηρητές του Νόμου[10]. Στο αμφίβολο έργο του Libellus adversus omnes haereses λέει ότι αυτός ήταν διάδοχος του Κήρινθου:
«Huius successor Ebion fuit, Cerinthonon in omni parte consentiens, quod a deo dicat mundum, non ab angelis factum, et quia scriptum sit, Nemo discipulus super magistrum, nec servus super dominum, legem etiam proponit, scilicet ad excludendum evangelium et vindicandum Iudaismum[11]».
Ο άγιος Ιερώνυμος πίστευε επίσης, ότι ο Εβίων ήταν διάδοχος του Κήρινθου. Τον τοποθετεί χρονικά σε εποχή που ο απόστολος Ιωάννης ήταν ακόμη ζωντανός[12]. Στο De viris illustribus θεωρεί ότι ο απόστολος Ιωάννης έγραψε το Ευαγγέλιο, ως απάντηση στους αιρετικούς, τον Κήρινθο και κυρίως τους Εβιωναίους, διότι αυτοί ισχυρίζονταν ότι ο Χριστός δεν ήταν προγενέστερος της Παρθένου.
«Ἰωάννης ὅν ὁ Ἰησοῦς πάνυ ἠγάπησεν, υἱός Ζεβεδαίου, ἀδελφός Ἰακώβου τοῦ ὑπό Ἠρώδου μετά τό πάθος τοῦ Κυρίου ἀποκεφαλισθέντος, ἔσχατος πάντων ἔγραψεν εὐαγγέλιον παρακληθείς παρά τῶν τῆς Άσίας Έπισκόπων, καί κατά Κηρίνθου καί ἄλλων αἱρετικῶν, καί μάλιστα τηνικαῦτα τοῦ τῶν Ἐβιωνιτῶν δόγματος ἀνακύψαντος, τῶν φασκόντων τόν Χριστόν προς Μαρίας μή γεγενῆσθαι.» (De viris illustribus 9)
Σε άλλο έργο του γράφει ότι ο Εβίων είχε κάνει δικιά του μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης[13]. Διασώζει μία μοναδική πληροφορία για το βάπτισμα του Εβίωνα[14].
Ο Φιλάστριος δέχεται επίσης την ύπαρξη του Εβίωνα, και τον θεωρεί διάδοχο του Κήρινθου[15]. Η καταγραφή του έχει ειδική σημασία διότι μαζί με την καταγραφή του Επιφανίου, παραπέμπει την πληροφορία στην κοινή πηγή τους που θεωρείται το χαμένο Σύνταγμα του Ιππολύτου. Αυτό στην ουσία, ανάγει την μεταγενέστερη καταγραφή σε πρώιμους συγγραφείς.
Πραγματικά η αναφορά του Ιππολύτου στον Εβίωνα είναι έμμεση:
«Θεόδοτος δέ τις ὤν Βυζάντιος εἰσήγαγεν αἵρεσιν καινήν, φάσκων τά περί μέν τῆς τοῦ παντός αρχῆς σύμφωνα ἐκ μέρους τοῖς τῆς ἀληθοῦς ἐκκλησίας, ὑπό τοῦ θεοῦ πάντα ὁμολογῶν γεγονέναι, τόν δέ Χριστόν ἐκ τῆς τῶν γνωστικῶν Κηρίνθου καί Ἐβίωνος σχολής ἀποσπάσας φάσκει τοιοῦτῳ τινί τρόπῳ πεφηνέναι[16].»
Γενικά, δεν γίνεται αποδεκτό ότι υπήρξε Εβίωνας.
4.2.2β Διδασκαλία
Ήδη αναφέρθηκαν δύο σημεία της διδασκαλίας των Εβιωναίων. Το πρώτο αφορά την άρνηση τους να δεχθούν την εκ Παρθένου γέννηση του Χριστού. Καταγράφεται από τον Ωριγένη[17], τον Ευσέβιο Καισαρείας[18] και έμμεσα από τον Ιππόλυτο[19]. Ο άγιος καταλογίζει άρνηση της εκ Παρθένου γεννήσεως του Κυρίου στον Θεόδοτο, για τον οποίον είχε ήδη πει ότι ακολουθεί τα δόγματα των Εβιωναίων.
Ο άγιος Επιφάνιος αποδίδει την διδασκαλία αυτή στον Εβίωνα:
«Οὗτος γάρ ὁ Ἐβίων σύγχρονος μέν τούτων ὑπῆρχεν, ἀπ’ αὐτῶν δέ σύν αὐτοῖς <ὤν> ὁρμᾶται. τά πρῶτα δέ ἐκ παρατριβῆς καί σπέρματος ἀνδρός, τουτέστιν τοῦ Ιωσήφ, τόν Χριστόν γεγεννῆσαι ἔλεγεν[20]˙»
Συνεχίζοντας, όμως, αναφέρει ότι σταδιακά οι Εβιωνίτες δέχτηκαν επιρροές από τον Ηλξαίον, για τον οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω:
«ἐκ χρόνου δέ τινος καί δεῦρο οἱ αὐτοῦ, ὡς εἰς ἀσύστατον καί αμήχανον τρέψαντες τόν ἴδιον νουν ἄλλοι ἄλλως παρ’ αὐτοῖς περί Χριστοῦ διηγοῦνται˙ τάχα δέ οἶμαι ἀπό τοῦ συναφθῆναι αὐτοῖς Hλξαίον τόν ψευδοπροφήτην τόν παρά τοῖς Σαμψηνοῖς και Ὀσσηνοῖς καί Ἐλκεσαίοις καλουμένοις,…[21]»
Για τις χριστολογικές πεποιθήσεις των Εβιωνιτών, ζήτημα εγείρεται στο κατά πόσο αυτές ακολουθούσαν ή όχι, τις διδασκαλίες του Κήρινθου και του Καρποκράτη. Ο άγιος Ειρηναίος γράφει ότι δεν ταίριαζαν (non similiter[22]) οι απόψεις τους. Και ακολουθεί σιωπή, ενώ θα έπρεπε να συζητήσει τουλάχιστον τις διαφορές. Φέρεται δηλαδή σαν να έγραψε ότι ταιριάζουν.
Στην συνέχεια, ο άγιος Ιππόλυτος, ενώ ακολουθεί τον άγιο Ειρηναίο, γράφει ότι οι απόψεις τους στο θέμα ταιριάζουν:
«Ἐβιωναῖοι δέ ὁμολογοῦσι <μεν> τόν κόσμον ὑπό τοῦ ὄντως θεοῦ γεγονέναι, τά δέ περί τόν Χριστόν ὁμοίως τῷ Κηρίνθῳ καί Καρποκράτει μυθεύουσιν[23]».
Αυτή η αντίφαση υποχρεώνει ν’ απορρίψουμε την λέξη “non” από το κείμενο του αγίου Ειρηναίου, ως εμβόλιμη. Υπάρχουν και αυτοί που υποστηρίζουν, ότι ο Ειρηναίος δεν αναφέρεται στις απόψεις των Εβιωναίων για τον Χριστό, αλλά για τον Ιησού, τον οποίον θεωρούσαν υιό του Ιωσήφ, οπότε πρέπει να διατηρηθεί η γραφή. Αλλά μια τέτοια διάκριση δεν μπορεί να υπήρξε ούτε στο γραπτό του αγίου, ούτε στο μυαλό του. Αν έπρεπε να αναφερθεί σ’ αυτήν θα το έκανε με ξεκάθαρο τρόπο και δηλώνοντας την αντίθεσή του, ως συνήθως. Εξάλλου δεν είναι ίδιον ενός αντιαιρετικού συγγραφέα ν’ αφήνει ασάφειες. Δηλαδή, δεν έγραψε το κείμενο ένας Εβιωναίος, ώστε ν’ αναρωτιόμαστε, τι θεωρεί δεδομένο και τι όχι, και πώς να το εκλάβουμε. Το έγραψε Ορθόδοξος άγιος, που όταν γράφει “Dominum”, εννοεί τον θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Άρα η δεύτερη ερμηνεία είναι απίθανη.
Στον άγιο Επιφάνιο βρίσκουμε πιο αναλυτικά τις χριστολογικές δοξασίες των Εβιωναίων. Γι’ αυτούς ο Ιησούς ήταν υιός του Ιωσήφ και της Μαρίας. Γεννήθηκε με φυσικό τρόπο και όχι εκ Παρθένου[24]. Μερικοί πάλι, δέχονταν ότι ο Αδάμ ήταν ο Χριστός. Πλάσθηκε μεν Αδάμ, εισήλθε όμως μέσα του ο Χριστός με το εμφύσημα του Θεού[25]. Είναι δηλαδή ο Χριστός κτίσμα του Θεού και όχι Θεός. Πρόκειται για δοξασία που δανείσθηκαν από τους Ελκεσαΐτες[26]. Άλλοι Εβιωναίοι θεωρούσαν τον Χριστό ως το πρώτο κτίσμα. Ήταν ο Κύριος των αγγέλων, ένας των αρχαγγέλων[27] και χρησιμοποιούσε το σώμα του Αδάμ για να εμφανίζεται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη.
Δέχονταν ως ψιλό άνθρωπο τον Ιησού, στον οποίο εισήλθε ο Ιησούς με την μορφή περιστεράς κατά την Βάπτισή του[28]. Σε άλλο σημείο προσθέτουν ότι ο Ιησούς, αν και κτίσμα, ονομάσθηκε υιός του Θεού κατ’ εκλογήν[29]. Και μάλιστα επιλέχθηκε λόγω της αρετής του βίου του[30].
Με το να παρουσιάζουν, όμως, τον Χριστό ως κτίσμα και αρχάγγελο, τον εξομοίωναν με τον διάβολο. Για τον δεύτερο μάλιστα έλεγαν ότι είναι άρχων του παρόντος αιώνος, ενώ ο Χριστός του μέλλοντος. Και αυτό έγινε ύστερα από συμφωνία και αίτηση ααμφοτέρων[31].
Δεύτερο σημείο της διδασκαλίας τους, που αναφέρθηκε και παραπάνω αφορά την τήρηση του Νόμου. Ο άγιος Ιππόλυτος καταγράφει:
«ἔθεσιν Ἰουδαϊκοῖς ζῶσι, κατά νόμον φάσκοντες δικαιοῦσθαι καί τόν Ἰησοῦν λέγοντες δεδικαιῶσθαι ποιήσαντα τόν νόμον˙ διό καί Χριστόν αὐτόν τοῦ θεοῦ ὠνομάσθαι καί Ἰησοῦν, ἐπει μηδείς τῶν <ἑτέρων> ἐτέλεσε τόν νόμον˙ εἰ γάρ καί ἕτερός τις πεποιήκει τά ἐν νόμῳ προστεταγμένα, ἦν ἄν ἐκεῖνος ὁ Χριστός».
Έμμεσα έτσι παραδέχονταν ότι δεν ήταν δυνατή η τήρηση όλου του Νόμου. Θα δούμε παρακάτω ποιες διατάξεις τηρούσαν. Απόρροια της παραπάνω πεποιθήσεως ήταν η αντιπάθειά τους προς τον απόστολο Παύλο. ο άγιος Ειρηναίος αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο από το τρίτο βιβλίο του έργου του, καταδεικνύοντας το άτοπο και απαράδεκτο της απόρριψης του αποστόλου Παύλου[32].
Ο Ευσέβιος κάνει τον διαχωρισμό ανάμεσα στους Ναζωραίους (τους αποκαλεί επίσης Εβιωναίους) και στους Εβιωναίους. Και οι δυο ομάδες δέχονταν την τήρηση του Νόμου. Για τους δεύτερους αναφέρει:
«τῇ τῶν προτέρων περιετρέποντο δυσσεβείᾳ, μάλιστα ὅτε καί τήν σωματικήν περί τόν νόμον λατρείαν ὁμοίως ἐκείνοις περιέπειν εσπούδαζον. Οὗτοι δέ τοῦ μέν Αποστόλου πάμπαν τάς ἐπιστολάς ἀρνητέας ἡγοῦντο εἶναι δεῖν, αποστάτην αποκαλοῦντες αὐτόν τοῦ νόμου[33],» Στον άγιο Επιφάνιο είναι καταγεγραμένη μια ιστορία που διέδιδαν οι Εβιωναίοι, ότι τάχα ο απόστολος Παύλος ήταν Έλληνας:
«εἶτα φάσκουσιν αὐτόν εἶναι ἕλληνα καί ἑλληνίδος μητρός καί ἕλληνος πατρός παῖδα, ἀναβεβηκέναι δέ είς τά ἱεροσόλυμα καί χρόνον ἐκεῖ μεμενηκέναι, ἐπιτεθυμηκέναι δέ θυγατέρα τοῦ ἱερέως προς γάμον ἀγαγέσθαι καί τούτου ἕνεκα προσύλητον γενέσθαι καί περιτμηθῆναι. καί μηκέτι λαβόντα τήν τοιαύτην κόρην ὠργίσθαι καί κατά περιτομῆς γεγραφέναι καί κατά σαββάτου νομοθεσίας[34].»
Με τέτοια παραμύθια συκοφαντούσαν τον Απόστολο, διότι επέμεναν εγωιστικά στην τήρηση του νόμου, ενώ η Εκκλησία είχε απαλλάξει τους πιστούς από αυτήν.
4.2.2γ Έθιμα
Παρακάτω αναφέρει περιληπτικά τα έθιμά τους:
«καί τό μέν Σάββατον καί τήν ἄλλην ἰουδαϊκήν ἀγωγήν ὁμοίως ἐκείνοις παρεφύλαττον, ταῖς δέ αὖ Κυριακαῖς ἡμέραις ἡμῖν τά παραπλήσια είς μνήμην τῆς σωτηρίου ἀναστάσεως ἐπετέλουν[35].»
Ο άγιος Επιφάνιος τονίζει ότι η τήρηση του Νόμου από τους Εβιωνίτες έμοιαζε περισσότερο με εκείνη των Σαμαρειτών, παρά των Ιουδαίων[36]. Τηρούσαν τον σαββατισμό, και την περιτομή. Τηρούσαν συχνούς βαπτισμούς, ειδικά ύστερα επαφή με ξένους ή συνεύρεση με γυναίκες. Αν πάλι καθώς ανέρχονταν από το βάπτισμα, συναντούσαν κάποιον, έπρεπε πάλι να ανατρέξουν στο βάπτισμα[37]. Διέδιδαν μάλιστα, ψευδώς ότι ο απόστολος Πέτρος βαπτίζονταν καθημερινά, χάριν αγνισμού[38]. Ενώ πρώτα αποδέχονταν την παρθενία, χάριν του Ιακώβου του Αδελφοθέου, στην συνέχεια απέρριψαν αυτήν μαζί με την εγκράτεια, όπως και άλλες γνωστικές ομάδες[39]. Απέφευγαν την κρωφαγία, διότι έλεγαν ότι το κρέας προέρχεται από την επιμιξία των σωμάτων[40].
Το σημείο στο σημείο αποστασιοποιούνταν από τον ιουδαϊκό νόμο, αφορούσε τις θυσίες. Οι Εβιωναίοι απέρριπταν τις θυσίες που ζητούσε ο Νόμος σε διάφορες περιστάσεις. Στο ευαγγέλιο τους ανέφεραν ότι ο Χριστός ήρθε για να καταργήσει τις θυσίες, και αν δεν έπαυαν να θυσιάζουν δεν θα σταματούσε η τιμωρία τους[41]. Συνάμα δεν αναγνώριζαν κανέναν άλλο προφήτη μετά τον Μωυσή, παρά μόνο τον Χριστό.
Ανάγκαζαν ους νέους να παντρεύονται νωρίς, με προτροπή των δασκάλων τους. Επέτρεπαν το διαζύγιο και καθένας μπορούσε να συνάψει μέχρι επτά γάμους. Οι γάμοι γίνονταν στις δικές τους εκκλησίες, τις αποκαλούμενες συναγωγές, τις οποίες επάνδρωναν με πρεσβύτερους και αρχισυναγώγους[42]. Τελούσαν ευχαριστία με άρτο και ύδωρ, διότι απέφευγαν τον οίνο (υδροπαραστάτες).
4.2.2δ Συγγράμματα
Ο άγιος Ειρηναίος[43] αναφέρει ότι οι Εβιονίτες χρησιμοποιούσαν το Κατά Ματθαίον αποκλειστικά. Ο Ευσέβιος Καισαρείας[44], από την πλευρά του, πληροφορεί ότι χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά το Καθ’ Εβραίους. Ο άγιος Επιφάνιος εξηγεί ότι δέχονταν μεν το Κατά Ματθαίον, αλλά με κείμενο στην εβραική γλώσσα, και όχι ολόκληρο, αλλά κάποια τμήματα:
«καί δέχονται μέν καί αυτοί τό κατά Ματθαίον ευαγγέλιον. … καλοῦσι δέ αὐτό κατά Ἑβραίους, ὡς τά ἀληθῆ ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι Ματθαῖος μόνος Ἑβραϊστί καί Ἑβραϊκοῖς γράμμασιν ἐν τῇ καινῇ διαθήκῃ ἐποιήσατο τήν τοῦ εύαγγελίου ἔκθεσίν τε καί κήρυγμα[45].»
Όπως οι Καρποκρατιανοί και ο Κήρινθος απέκοπταν την αρχή του Ευαγγελίου, που αναφέρεται στην γενεαλογία και την γέννηση του Ιησού, και ξεκινούσαν το κείμενο απ’ ευθείας από της Βαπτίσεως[46]. Η πιθανότητα να χρησιμοποιούσαν και το Κατά Ιωάννην μεταφρασμένο στα εβραϊκά[47] είναι μηδαμινή, διότι το συγκεκριμένο διδάσκει ακριβώς τα αντίθετα, απ’ ότι οι Εβιωνίτες.
Χρησιμοποιούσαν ένα έργο που του απέδιδαν το πλαστό όνομα Περίοδοι Πέτρου και το απέδιδαν στον άγιο Κλήμη Ρώμης:
«Χρῶνται δέ καί ἄλλαις βίβλοις, δῆθεν ταῖς Περιόδοις καλούμεναις Πέτρου ταῖς διά Κλήμεντος γραφείσαις, νοθεύσαντες μέν τά ἐν αὐταῖς, ὀλίγα δέ ἀληθινά ἐάσαντες, ὡς αὐτός Κλήμης αὐτούς κατά πάντα ἐλέγχει ἀφ’ ὧν ἔγραψεν ἐπιστολῶν ἐγκυκλίων τῶν ἐν ταῖς ἁγίαις ἐκκλησίαις αναγινωσκομένων, ὅτι ἄλλον ἔχει χαρακτήρα ἡ αὐτοῦ πίστις καί ὁ λόγος παρά τα ὑπό τούτων εἰς ὄνομα αὐτοῦ ἐν ταῖς Περιόδοις νενοθευμένα[48].»
Το έργο αυτό ανήκει στον κύκλο των Κλημεντείων, πλαστών έργων που χρησιμοποιούσαν το όνομα του Κλήμη Ρώμης για να διαδώσουν αιρετικές διδασκαλίες. Ο Ωριγένης το είχε υπόψη του σε κάποια αρχική μορφή[49], ενώ ο Επιφάνιος το γνώρισε ολοκληρωμένο. Άλλοι μελετητές θεωρούν ότι αναφέρεται στο Επιδήμια Κηρύγματα Πέτρου, αλλά το πιθανότερο είναι να πρόκειται για ξεχωριστό έργο.
Χρησιμοποιούσαν επίσης έργο με την ονομασία Πράξεις Αποστόλων, όπως επίσης και κάποιο που ονομαζόταν Αναβαθμοί Ιακώβου[50]. Στο δεύτερο δίνονταν προτεραιότητα στην προσωπικότητα του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, έναντι της του Παύλου. Υποτίθεται, ότι ο άγιος Ιάκωβος ήταν υπέρ της τήρησης του νόμου, και στο έργο του ερμήνευε την αλληγορική σημασία του ναού, των θυσιών και άλλα συμβολικά της ιουδαϊκής λατρείας. Κάποια απόκρυφα κείμενα που βρέθηκαν στην βιβλιοθήκη του Χηνοβοσκίου, φέροντα το όνομα του Ιακώβου, ενδέχεται να προέρχονται από αυτή τη σέκτα.
4.2.3 Κήρινθος
Ο Κήρινθος είναι από τους πρώτους αιρεσιάρχες, οι οποίοι αναφέρονται ήδη από την αποστολική εποχή. Από τον άγιο Ειρηναίο είναι γνωστό επεισόδιο στην Έφεσο, όπου ο απόστολος Ιωάννης εισερχόμενος σε βαλανείο με τον Πολύκαρπο, αντίκρισε τον Κήρινθο και εξήλθε αμέσως λέγοντας: «φύγωμεν μή καί τό βαλανεῖον συμπέσῃ ἔνδον όντως Κηρίνθο, τοῦ τῆς ἀληθείας ἐχθροῦ[51]». Το περιστατικό αναπαράγει ο Ευσέβιος Καισαρίας[52]. Ο Οικουμένιος θεωρεί ότι η Α’ επιστολή του Ιωάννου αναφέρεται σ’ αυτόν[53].
Χαρακτηρίζεται ως ζηλωτής Εβιωναίος. Η διδασκαλία του αναμιγνύει τα ιουδαϊκά στοιχεία με τα χριστιανικά κατά τον τρόπο των Εβιωναίων. Εκτός αυτών προσθέτει και γνωστικά στοιχεία, τα οποία φαίνεται ότι παρέλαβε από την Αίγυπτο, όπου σπούδασε, και μάλιστα από την ομάδα που αργότερα γαλούχησε και τον Καρποκράτη[54]. Γι’ αυτό και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς θεωρούν ότι οι Καρποκράτης, Κήρινθος και Εβίωνας κήρυτταν τα ίδια, ειδικά σε χριστολογικά θέματα.
4.2.3α Διδασκαλία
Πρώτη καταγραφή της διδασκαλίας του Κηρίνθου έχουμε από τον άγιο Ειρηναίο. Στη λατινική μετάφραση του έργου του, τον αναφέρει ως άνθρωπο από την Ασία[55]. Στο απόσπασμα που διασώζει ο Ιππόλυτος, τον αναφέρει ως άνθρωπο που μορφώθηκε από τη σοφία των Αιγυπτίων[56].
Ο Κήρινθος κήρυττε ότι ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε από τον ύψιστο θεό, αλλά από μια άλλη αρχή διαφορετική της πρώτης[57], απόμακρη, εξωκοσμική και άγνωστη.
«Κήρινθος δέ τις, αὐτός Αἰγυπτίων παιδείᾳ ασκηθείς, ἔλεγεν οὐχ ὑπό τοῦ πρώτου <θεοῦ> γεγονέναι τόν κόσμον, ἀλλ’ ὑπό δυνάμεώς τινος κεχωρισμένης τῆς ὑπέρ τά ὅλα ἐξουσίας καί αγνοούσης τόν ὑπέρ πάντα θεόν[58]».
Παρακάτω ο άγιος Επιφάνιος αναφέρει, ότι ο Κήρινθος θεωρεί την δύναμη αυτή αγγελική:
«οὐχ ὑπό θεοῦ τόν κόσμον γεγονέναι ηθέλησεν, ἀλλ’ ὑπό δυνάμεώς τινος ἀγγελικῆς, πολύ κεχωρισμένης καί διεστώσης τῆς ὑπέρ τά ὅλα αὐθεντίας καί αγνοούσης τόν ὑπέρ πάντα θεόν.» (Χ 21.1)
Στα ιουδαιογενή συστήματα, είναι συχνά δυσδιάκριτη η γνωστική απόχρωση της διδασκαλίας τους. Στην περίπτωση του Κηρίνθου, ο γνωστικός χαρακτήρας κρύβεται σε αυτή την δοξασία, γι’ αυτό και την αναφέρουν μετά τις σπουδές του στην Αίγυπτο.
Ο Ψευδο-Τερτυλλιανός επαναλαμβάνει την ίδια ιστορία, είναι δε θετικότερος στο ότι για τον Κήρινθο ο κόσμος φτιάχτηκε από τους αγγέλους[59]. Στον ίδιο επίσης υπάρχει μοναδική πληροφορία, ότι κατά Κήρινθο και ο νόμος δόθηκε από τους αγγέλους, καθώς και ότι ο θεός των Ιουδαίων ήταν άγγελος[60].
Η χριστολογία του, όπως μαρτυρήθηκε ανωτέρω, συμφωνούσε με αυτή των Εβιωνιτών. Γι’ αυτόν ο Ιησούς ήταν απλός άνθρωπος, γιος του Ιωσήφ και της Μαρίας. Ξεχώριζε για την δικαιοσύνη του, τη σωφροσύνη του και την σοφία του, γι’ αυτό και ο Χριστός κατήλθε σε αυτόν μετά την Βάπτιση με την μορφή περιστεράς σταλμένης από τον ύψιστο. Κήρυξε τον ύψιστο θεό κι έκανε θαύματα. Πριν την σταύρωση τον εγκατέλειψε. Ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, ενώ ο Χριστός έμεινε απαθής[61]. Ο άγιος Ιππόλυτος αντιγράφει τον άγιο Ειρηναίο κατά λέξη, σε ότι αφορά τον Κήρινθο[62].
Ο άγιος Επιφάνιος αναφέρει για πρώτη φορά «Κηρινθιανούς[63]» και επιβεβαιώνει την πληροφορία του Ευσεβίου Καισαρείας, ότι ο Κήρινθος ήταν αρχηγός σέκτας[64]. Συμπληρώνει, ότι ο Κήρινθος συμφωνούσε με τον Καρποκράτη στις κακοδοξίες του. Επιβεβαιώνει ότι ο Κήρινθος διαχώριζε τον Ιησού από τον Χριστό[65], και ότι επέμενε στην τήρηση του νόμου, όχι όλου, αλλά μέρους αυτού[66]. Για την τήρηση του νόμου γράφει τονίζοντας το παράδοξο της διδασκαλίας του Κηρίνθου:
«Ἐκπέπτωκε δέ καί οὗτος, ὡς ὁρᾶτε πάντες οἱ τῆς ἀληθείας ἐρασταί. φάσκει γάρ τόν τόν νόμον δεδωκότα οὐκ ἀγαθόν, οὗ τῷ νόμῳ πείθεσθαι δοκεῖ, δῆλον δέ ὅτι ὡς ἀγαθῷ. πῶς οὖν ὁ πονηρός τόν ἀγαθόν νόμον δέδωκεν; εἰ γάρ καλόν τό μή μοιχεύειν καί καλόν τό μή φονεύειν, πόςῳ γε μᾶλλον ὁ ἐντειλάμενος βελτίων εἴη, ἐάν γε ὁ μή πράξας ἀγαθός ὁμολογῆται˙ πῶς δέ κατηγορηθήσεται κακά πράττων ὁ τό ἀγαθόν συμβουλεύων καί ἀγαθόν διδούς νόμον; ἀλλά μανιώδης ὁ ἀνήρ τοιούτοις εγχειρών».
Ο Επιφάνιος αναγνωρίζει ως ένα των «ψευδαποστόλων», που αναφέρονται στο Β’Κορ. 11.13, τον Κήρινθο[67]. Ενδεχομένως, έχει υπόψη του τις Διαταγαί Αποστόλων:
«Ἡνίκα δέ ἐξήλθομεν ἐν τοῖς ἔθνεσιν κηρύσσειν εἰς τόν κόσμον τόν λόγον τῆς ζωῆς, τότε ἐνήργησεν ὁ διάβολος εἰς τόν λαόν, ἀποστεῖλαι ὀπίσω ἡμῶν ψευδαποστόλους εἰς βεβήλωσιν τοῦ λόγου˙ καί προεβάλοντο Κλεόβιον τινα καί παρέζευξαν τῷ Σίμωνι, οὖτοι δέ μαθητεύουσι Δοσιθέῳ τινί, ὅν καί παρευδοκιμήσαντες ἐξώσαντο τῆς ἀρχῆς˙ εἶτα καί ἕτεροι ἑτέρων κατῆρξαν ἐκτόπων δογμάτων, Κήρινθος…[68]»
Για τον λόγο αυτό τον ονομάζει «ψευδαπόστολο[69]» και τον εμπλέκει σε κάποια περιστατικά που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη. Τον θεωρεί υπεύθυνο για την ταραχή που έγινε στα Ιεροσόλυμα εναντίον του αποστόλου Παύλου:
«Ἀλλά ταῦτα μέν τότε ἐπραγματεύθη κινηθέντα ὑπό τοῦ προειρημένου ψευδαποστόλου Κηρίνθου, ὠς καί ἀλλοτε στάσιν αὐτός τε καί οἱ μετ’αὐτοῦ εἰργάσαντο ἐν αὐτῇ τῇ ἱερουσαλήμ, ὁπηνίκα Παῦλος ἀνῆλθε μετά Τίτου καί ὡς οὗτος ἔφη ὅτι “ἄνδρας ἀκροβύστους εἰσήνεγκε μεθ’ ἑαυτοῦ”, ἤδη περί Τίτου λέγων, “καί κεκοίνωκε (φησί) τόν ἅγιον τόπον”[70]. διό καί Παύλος λέγει “ἀλλ’ οὐδέ Τίτος, ὁ σύν ἐμοί, ἕλλην ὤν, ἠναγκάσθη περιτμηθῆναι˙ διά δέ τους παρεισάκτους ψευδαδελφούς, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τήν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἥν ἔχομεν ἐν Χριστῷ, οἷς οὐδέ προς ὥραν εἴξαμεν τῇ ὑποταγῇ[71]”».
Τον Κήρινθο και τους περί αυτόν, επίσης, αναγνωρίζει στο περιστατικό που περιγράφεται στις Πραξεις 15.24, και προς τους οποίους απευθύνεται η επιστολή των Αποστόλων[72]:
«οὗτος δέ ἐστιν ἀγαπητοί, εἷς τῶν ἐπί τῶν ἀποστόλων τήν ταραχήν ἐργασαμένων, ὅτε οἱ περί Ἰάκωβον γεγράφασιν εἰς τήν Ἀντιόχειαν ἐπιστολήν,…[73]»
Επίσης, τον θεωρεί αναμεμιγμένο στην διαμαρτυρία κατά του αποστόλου Πέτρου, που αναφέρεται στις Πράξεις 11.2[74]:
«καί οὗτος εἷς έστι τῶν ἀντιστάντων Πέτρῳ, ἐπειδή εἰσῆλθε προς Κορνήλιον τόν ἅγιον[75]».
Όλα τα παραπάνω δεν αφήνουν αμφιβολία, για το αν ο Κήρινθος κήρυττε την τήρηση του νόμου, έστω και αν αρχικά η έκφραση του αγίου Επιφανίου αφήνει περιθώρια για διαφορετική ερμηνεία.
Παρακάτω πάλι αναφέρει ότι ο Κήρινθος δεν πίστευε στην ανάσταση του Χριστού:
«Οὗτος δέ Κήρινθος ἀνόητος καί ἀνοήτων διδάσκαλος φάσκει πάλιν τολμήσας Χριστόν πεπονθέναι καί ἐσταυρῶσθαι, μήπω δέ ἐγηγέρθαι, μέλλειν δέ ἀνίστασθαι ὅταν ἠ καθόλου γένηται τῶν νεκρῶν ἀνάστασις[76]».
Φαινομενικά, παρουσιάζεται αντίφαση με το προηγούμενο εδάφιο (28.1.7), όπου είπε ότι ο Κήρινθος πίστευε ότι ο Ιησούς αναστήθηκε. Αλλά στην δεύτερη περίπτωση, δεν γίνεται διάκριση μεταξύ Ιησού και Χριστού, όπως στην πρώτη. Αυτό είναι πιθανό να σημαίνει ότι το κήρυγμα του Κήρινθου δεν ήταν στατικό, αλλά μεταβλήθηκε συν τω χρόνω. Η δεύτερη πληροφορία ενδέχεται να συνδέεται με τις χιλιαστικές απόψεις που εξέφρασε ο Κήρινθος αργότερα.
Για τις χιλιαστικές απόψεις του Κηρίνθου πληροφορούμαστε εξαρχής από ένα απόσπασμα του Γαΐου, που διασώζει ο Ευσέβιος Καισαρείας στην Εκκλησιαστική Ιστορία:
«Ἀλλά καί Κήρινθος ὁ δι’ ἀποκαλύψεων ὡς ὑπό ἀποστόλου μεγάλου γεγραμμένων τερατολογίας ἡμῖν ὠς δι’ ἀγγέλων αὐτῷ δεδειγμένας ψευδόμενος ἐπεισάγει, λέγων μετά τήν ἀνάστασιν ἐπίγειον εἶναι τό βασίλειον τοῦ Χριστοῦ καί πάλιν ἐπιθυμίαις καί ἡδοναῖς ἐν ἱερουσαλήμ τήν σάρκα πολιτευομένην δουλεύειν. Καί ἐχθρός ὑπάρχων τα[ς Γραφαῖς τοῦ Θεοῦ, ἀριθμόν χιλιονταετείας ἐν γάμῳ ἑορτῆς, θέλων πλανᾶν, λέγει γίνεσθαι[77]».
Το παραπάνω απόσπασμα οδήγησε σε μια μεγάλη παρεξήγηση. Ο Διονύσιος bar-Salibi (1171) αναφέρει ότι ο Ιππόλυτος αντέκρουσε με έργο του, την άποψη του Γαΐου, ότι η Αποκάλυψη του Ιωάννου είναι έργο του Κηρίνθου[78].
Για τον Γάιο μαθαίνουμε πάλι από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου:
«οὐδέ δέ ἧττον καί ἐκκλησιαστικός ἀνήρ, Γάϊος ὄνομα, κατά Ζεφυρῖνον Ῥωμαίων γεγονώς ἐπίσκοπον˙ ὅς δή Πρόκλῳ τῆς κατά Φρύγας προϊσταμένῳ γνώμης ἐγγράφως διαλεχθείς, αὐτά δή ταῦτα περί τῶν τόπων, ἔνθα τῶν εἰρημένων ἀποστόλων τά ἱερά σκηνώματα κατατέθειται φησίν[79]».
Το απόσπασμα που παρέθεσε παραπάνω ο Ευσέβιος είναι από το έργο του Γαΐου κατά του Πρόκλου, του αρχηγού των Μοντανιστών, με όνομα Διάλογος προς Πρόκλον[80]. Αλλά στο απόσπασμα αυτό το σημείο «ὡς ὑπό ἀποστόλου μεγάλου γεγραμμένων» δεν συνεπάγεται ότι ο Κήρινθος είναι ο πραγματικός συγγραφέας της Αποκάλυψης, ούτε ότι ο Γάιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Το περισσότερο πιθανό είναι να χρησιμοποιούσε την Αποκάλυψη για να διαδίδει της δικές του κακοδοξίες, σαν να γράφτηκαν (οι δικές το κακοδοξίες και όχι η Αποκάλυψη) υπό αποστόλου μεγάλου.
Δεν γνωρίζουμε αν ο άγιος Ιππόλυτος παρερμήνευσε έτσι το σημείο αυτό. Γνωρίζουμε ότι έγραψε έργο κατά του Γάιου, με τίτλο Κεφάλαια κατά Γαΐου[81], το οποίο, όμως, δεν σώθηκε. Μένει λοιπόν, μόνο η μαρτυρία του Διονυσίου bar-Salibi. Όπως και να χει η μαρτυρία αυτή αρκεί για να φανεί ότι ο Ιππόλυτος γνώριζε τις χιλιαστικές διδασκαλίες του Κηρίνθου. Αυτές δεν μπορεί να διατυπώθηκαν πριν την συγγραφή της Αποκάλυψης, αυτό τουλάχιστον βγαίνει από την όλη εξέταση.
Συνεπώς, παρατηρείται μια εξέλιξη στη διδασκαλία του Κηρίνου, ικανή να ερμηνεύσει την φαινομενική διάσταση απόψεων στο θέμα της αναστάσεως του Χριστού.
Ο Διονύσιος Αλεξανδρείας, δια του σωζόμενου στον Ευσέβιο αποσπάσματος, ερμηνεύει τις χιλιαστικές απόψεις του Κηρίνθου, ως αποτέλεσμα της φιληδονίας του[82].
Έχοντας κανείς υπόψη τα παραπάνω, και τη σύνδεση των σύγχρονων χιλιαστικών κινημάτων, όπως των Μαρτύρων του Ιεχωβά, με τις ιουδαϊκές-γνωστικές ρίζες τους, μπορεί να εντοπίσει την προέλευση και να κατανοήσει την διαμόρφωση των αιρετικών διδασκαλιών τους. Τέλος ο Φιλάστριος προσθέτει στα παραπάνω, ότι ο Κήρινθος τιμούσε τον Ιούδα και βλασφημούσε τους μάρτυρες:
«Apostolum Paulum beatum non accipit, Iudam traditorem honorat, et evangelium secundum Matheum solum accipit, tria evangelia spernit, Actus Apostolorum abicit, beatos martyres blaspemat[83]».
4.2.3β Συγγράμματα
Ο άγιος Επιφάνιος επιβεβαιώνει την πληροφορία του αγίου Ειρηναίου[84], ότι οι οπαδοί του Κήρινθου χρησιμοποιούσαν το ίδιο ευαγγέλιο με τους Εβιωνίτες, δηλ. το Κατά Ματθαίον, με περικοπές και αλλοιώσεις, όπως περιγράψαμε παραπάνω:
«καί δέχονται μέν καί αὐτοί τό κατά Ματθαῖον ευαγγέλιον. τούτῳ γάρ καί αῦτοί, ὡς καί οἱ κατά Κήρινθον καί Μήρινθον χρῶνται μόνῳ[85]».
Αυτό ονόμαζαν καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο. Παρακάτω προσθέτει ότι ο Κήρινθος και ο Καρποκράτης κρατούσαν την γενεαλογία του Χριστού, στο ευαγγέλιο, διότι αποδείκνυε ότι ο Ιησούς ήταν γιος του Ιωσήφ:
«ὁ μέν Κήρινθος καί Καρποκρᾶς, τῷ αυτῷ χρώμενοι δήθεν παρ’ αὐτοῖς εὐαγγελίῳ, άπό τῆς ἀρχῆς τοῦ κατά Ματθαῖον εὐγγελίου διά τῆς γενεαλογίας βούλονται παριστᾶν ἐκ σπέρματος Ιωσήφ καί Μαρίας εἶναι τόν Χριστόν[86]».
Αλλά το Κατά Ματθαίον ευαγγέλιο αποδείκνυε την πλάνη και των δυο:
«Ματθαίου μέν γαρ κεκηρυχότος τόν Χριστόν γεννηθέντα καί ἐκ πνεύματος ἁγίου συλληφθέντα, ἐκ σπέρματός <τε> Δαυίδ καί Ἀβράαμ κατά σάρκα οικονομηθέντα, πλάνη τις γεγένηται τοῖς μή νενοηκόσιν (οὐ τοῦ εὐαγγελίου αἰτίου ὄντος αὐτοῖς εἰς τό πλανηθῆναι, ἀλλά τῆς αὐτῶν διανοίας πεπλανημένης) τά εἰς παράστασιν τῆς περί τῶν αὐτῶν πληροφορίας ἀπό τοῦ εὐαγγελίου καλῇ ὑπονοίᾳ ἐπινενοημένα. ἔνθεν γάρ οἱ περί Κήρινθον καί Ἐβίωνα ψιλόν αὐτόν ἄνθρωπον κατέσχον καί Μήρινθον καί Κλεόβιον εἴτ’ οὖν Κλεόβουλον καί Κλαύδιον καί Δημᾶν καί Ἐρμογένην, τους ἀγαπήσαντας τόν ἐνταῦθα αἰῶνα καί καταλείψαντας τήν ὁδόν τῆς ἀληθείας[87]».
Επίσης για τον ευαγγελιστή Λουκά πιστεύει ο άγιος Επιφάνιος, πως όταν λέει: «Ἐπειδήπερ πολλοί ἀνατάξασθαι διήγησιν περί τῶν πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων καθώς...» (Λουκ 1.1), αναφέρεται στον Κήρινθο. Από αυτό συμπεραίνουν μερικοί, ότι επρόκειτο για διαφορετικό ευαγγέλιο από του Ματθαίου και το ονομάζουν Ευαγγέλιον Κηρίνθου. Αυτό θεωρούν ως προγενέστερη μορφή του Καθ’ Εβραίους. Ενδέχεται να βρήκε αυτό στην Αίγυπτο, κατά τους χρόνους των σπουδών του, και στη συνέχεια να το προσαρμοσε στις απόψεις του[88].
4.2.3γ Πρακτικές
Ως Ιουδαιο-χριστιανική σέκτα, η ομάδα του Κηρίνθου ακολουθούσε μερική τήρηση του νόμου[89]. Επέβαλε την περιτομή, τον σαββατισμό και κάποιας μορφής βάπτισμα, για το οποίο λίγα είναι γνωστά.
Ειδικά στη Γαλατία, όπου άκμασε η διδασκαλία του Κηρίνθου, αναφέρεται ότι αν κάποιος δεν προλάβαινε να βαπτιστεί πριν πεθάνει, μπορούσε να βαπτιστεί άλλος στο όνομά του. Όσοι έφευγαν αβάπτιστοι θα δικάζονταν μετά την ανάσταση των νεκρών και θα ήταν υποχείριοι της κοσμοποιού εξουσίας[90]. Ο άγιος Επιφάνιος λαμβάνει ως απάντηση στην δοξασία των οπαδών του Κηρίνθου, τα όσα έγραψε ο Απόστολος Παύλος στην Α’ Κορ. 15.29:
«Ἐπεί τί ποιήσουσιν οἱ βαπτιζόμενοι ὑπέρ τῶν νεκρῶν, εἰ ὅλως νεκροί οὐκ ἐγείρονται; τί καί βαπτίζονται ὑπέρ τῶν νεκρῶν; τί καί ἡμεῖς κινδυνεύομεν πᾶσαν ὥραν».
για να δείξει το ασυμβίβαστο της βάπτισης υπέρ των νεκρών, με την δοξασία της μη αναστάσεως. Και αντιδιαστέλλοντας την δοξασία περί μη αναστάσεως του Χριστού γράφει:
«τούτων δέ οἱ μέν τόν Χριστόν μηδέπω ἐγηγέρθαι κεκηρύχασιν, ἀνίστασθαι δέ μετά πάντων, οἱ δέ ὅτι ὅλως νεκροί οὐκ ἀναστήσονται. διό μέσος χωρήσας ὁ ἀπόστολος προς ἀμφοτέρους τούτους καί τάς λοιπάς αἱρέσεις ἐν τῇ μιᾷ ἐργασίᾳ τήν άνατροπήν πεποίηται ἐν τῇ περί νεκρῶν ἀναστάσει καί ἐν ταῖς μαρτυρίαις αἷς κατά λεπτότητα διεξιών τήν βεβαίαν σύστασιν ἐποιήσατο τῆς τῶν νεκρῶν ἀναστάσεως καί σωτηρίας καί ἐλπίδος, φάσκων “δεῖ τό φθαρτόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν[91]” καί πάλιν ὅτι “Χριστός ἐγήγερται ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων[92]” ἵνα τάς ἀμφοτέρας σχέσεις τῶν αἱρέσεων ἐλέγξας τό ἀμόλυντον τῆς διδασκαλίας κήρυγμα ἐξ ἀληθείας διδάξῃ τους βουλομένους εἰδέναι τήν τοῦ Θεοῦ ἀλήθειαν καί σωτηριώδη διδασκαλίαν[93]».
4.2.3δ Παρατηρήσεις
Το συνονθύλευμα των δοξασιών του Κηρίνθου δεν είναι και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σύστημα. Του λείπει η ομοιογένεια και η λογική παραγωγή εξελιγμένων ιδεών από κάποιες προηγούμενες. Δείχνει περισσότερο να παρακολουθεί το χριστιανικό κήρυγμα των αποστόλων, μόνο για να το αλλοιώσει.
Γι’ αυτό παρουσιάζει έντονες αντιφάσεις. Αφενός παρουσιάζει έντονο αντιυλιστικό δοκητισμό και αφετέρου υλιστικής μορφής χιλιαστική εσχατολογία. Δεν χρειάζεται να μπει κάποιος στον κόπο και να προσπαθήσει ν’ αποδείξει την ύπαρξη δύο ατόμων με το ίδιο όνομα. Πρόκειται, για το ίδιο άτομο, που διαμορφώνει μια καινούργια αίρεση εισάγοντας σε παλιούς ασκούς νέο κρασί.
Ο Κήρινθος αρχικά τάχθηκε με την μερίδα των Ιουδαιο-χριστιανών. Παρέσυρε ικανό αριθμό εξ αυτών σε μια αντι-αποστολική εκστρατεία, ώστε να τους αποκόψει από την Εκκλησία και την επίδραση των Αποστόλων. Για να περιχαρακώσει την σέκτα του εισήγαγε στοιχεία γνωστικής απόχρωσης. Δεν κατάφερε να συγκεράσει τα στοιχεία αυτά, ώστε αφομοιωμένα να συνθέσουν μια ομοιογένεια. Στην ουσία ο Κήρινθος μετέτρεψε τον ακραίο Ιουδαιο-χριστιανισμό σε γνωστικισμό.
4.2.4 Ελκεσαΐτες
Ο άγιος Ιππόλυτος αναφέρει, ότι την εποχή του πάπα Ρώμης Καλλίστου Α’ (217-222), εμφανίστηκε κάποιος Αλκιβιάδης στην πόλη των Ρωμαίων. Αυτός καταγόταν από την Απάμεια της Συρίας. Έφερε μαζί του ένα βιβλίο, το οποίο περιείχε παράδοξη διδασκαλία, Υποτίθεται, ότι ήταν γραμμένο από κάποιον Ηλξαίο (ή Ηλχασαΐ)[94]. Αυτός είχε παραλάβει την διδασκαλία, από τα χέρια ενός αγγέλου στην Παρθία, την εποχή του αυτοκράτορα Τραϊανού. Ο άγιος Ιππόλυτος βεβαιώνει ότι είδε με τα μάτια του αυτό το βιβλίο.
Η μορφή του αγγέλου, με μια αλλαγή μετρικού συστήματος, περιγράφεται ως εξής: είχε ύψος 144 χλμ., περιφέρεια ώμων 24 χλμ., ενώ τ’ αποτυπώματα των ποδιών του είχαν διαστάσεις 21 χλμ. μήκος, 6 χλμ. πλάτος και 3 χλμ. βάθος. Αυτός υποτίθεται ότι ήταν ο υιός του θεού. Συνοδεύονταν και από θηλυκό πλάσμα, ιδίων διαστάσεων, που υποτίθεται ότι ήταν το άγιο πνεύμα[95].
Δύο πιθανότητες υπάρχουν. Ή το βιβλίο γράφτηκε από τον ίδιο τον Αλκιβιάδη, ο οποίος το διέδωσε, ή υπήρξε πραγματικά κάποιος Ηλξαίος, Εβιωνίτης, ο οποίος τροποποίησε την διδασκαλία τους στα σημεία που θα δούμε παρακάτω. Η πρώτη περίπτωση είναι πιο ασφαλής.
Ο Ιππόλυτος αναφέρει ότι το βιβλίο παρέλαβε ο Ηλξαίος από τους Σήρες της Παρθίας[96]. Ενδέχεται να πρόκειται για τους Κινέζους. Οι Σήρες την εποχή αυτή αναφέρονται και στα Κλημέντεια[97]. Παραθέτοντας ο Ευσέβιος Καισαρείας από χαμένο έργο του Ωριγένη, αναφέρει ότι το βιβλίο έπεσε από τον ουρανό:
«Καί βίβλον τινά φέρουσιν, ἥν λέγουσιν ἐξ οὐρανοῦ πεπτωκέναι καί τόν ἀκηκοότα ἐκείνης καί πιστεύοντα ἄφεσιν λήψεσθαι τῶν ἁμαρτημάτων, ἄλλην ἄφεσιν παρ’ ἥν Χριστός Ἰησοῦς ἀφῆκεν[98]».
Πέραν των μυθολογικών στοιχείων, το πιθανότερο είναι ότι το βιβλίο ονομαζόταν “Βίβλος el hasai” που σημαίνει Βίβλος της Κρυμμένης Δυνάμεως, όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο από τον Ιππόλυτο[99]. Λόγω αδυναμίας μετάφρασης του el hasai, το εξέλαβαν ως το όνομα του συγγραφέα του βιβλίου.
Η παρουσίαση του Αλκιβιάδη από τον άγιο Ιππόλυτο, ίσως να μην είναι άσχετη με την διαμάχη μεταξύ Ιππόλυτου και Καλλίστου. Αιτία της διαμάχης ήταν η επιείκια του δευτέρου έναντι των βαρέων αμαρτημάτων, παρά την επικρατούσα τότε συνήθεια, τα τρία βαρύτερα, δηλαδή, αποστασία, φόνος, μοιχεία, ν’ ανατίθενται στην μεγαλοθυμία του Θεού.
Ακριβώς, εξαιτίας αυτής της διαμάχης, και του γεγονότος, ότι ο Αλκιβιάδης παρουσίαζε δια της διδασκαλίας του βιβλίου, έναν σκανδαλιστικό τρόπο συγχώρησης και των βαρύτερων αμαρτημάτων, ο άγιος Ιππόλυτος έγραψε:
«Ἀλκιβιάδης τις καλούμενος, … γοργότερον ἑαυτόν καί ευφυέστερον ἐν κυβείαις κρίνας τοῦ Καλλίστου, ἐπῆλθε τῇ Ῥώμῃ φέρον βίβλον τινα,…»
4.2.4α Διδασκαλία
Οι Ελκεσαΐτες, είχαν πολλά κοινά στοιχεία με τους Εβιωνίτες. Δίδασκαν επιλεκτική υπακοή στον Νόμο, περιτομή κτλ. Ο άγιος Ιππόλυτος χαρακτηρίζει την πρακτική αυτή του Αλκιβιάδη υποκριτική. Σκοπός του ήταν να αποσπάσει πιστούς από τις άλλες αιρέσεις:
«Οὗτος νόμου πολιτείαν προβάλλεται δελεάσματος δίκην, φάσκων δεῖν περιτέμνεσθαι καί κατά νόμον ζῆν τους πεπιστευκότας, ἀποσπῶν τινα τῶν προειρημένων αἱρέσεων[100]».
Στην χριστολογία τους επαναλάμβαναν τις πεποιθήσεις των Εβιωνιτών, με μια μικρή τροποποίηση. Ισχυρίζονταν ότι ο Χριστός ήταν άνθρωπος, ότι δεν γεννήθηκε από παρθένο για πρώτη φορά, αλλά συμμετέχει σε έναν κύκλο μετενσαρκώσεων, στον οποίο επαναλαμβάνονται τα ίδια χαρακτηριστικά. Δηλαδή, κάθε φορά γεννιέται από παρθένο, και σε κάθε μετενσάρκωση σταυρώνεται[101]. Εδώ μπορεί να βρει κάποιος τις ρίζες της σύγχρονης θεοσοφικής-νεοεποχίτικης αντίληψης για τον Χριστό, και την εξήγηση των προσπαθειών τους να τον συνδέσουν με άλλες ηλιακές θεότητες, με κοινά χαρακτηριστικά (π.χ. ημερομηνία γέννησης). Βέβαια, οι σύγχρονες αυτές αιρέσεις δεν υποπίπτουν στο λάθος να μιλούν, ξεκάθαρα τουλάχιστον, για μετενσαρκώσεις, διότι τότε θα βρίσκονταν στην δύσκολη θέση να εξηγήσουν, πως συνδυάζεται ανάσταση και μετενσάρκωση. Ο άγιος Ιππόλυτος αποδίδει αυτή την θεωρία του Αλκιβιάδη σε πυθαγόρειες επιρροές.
Η σημαντική διαφορά των Ελκεσαϊτών με τους Εβιωναίους, αφορούσε το βάπτισμα, ως άφεση αμαρτιών. Σε αυτούς επιτρεπόταν και δεύτερο βάπτισμα, με σκοπό την κάθαρση από τα βαριά αμαρτήματα, ακόμη και τα παρά φύση. Το δεύτερο βάπτισμα ήταν η διαδικασία κάθαρσης. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της κάθαρσης ήταν η ακρόαση του βιβλίου και η αποδοχή του. Το βάπτισμα πραγματοποιούνταν στο όνομα του υψίστου θεού και του υιού αυτού. Ο βαπτιζόμενος και αγνιζόμενος έπρεπε να επικαλεστεί τα ονόματα των επτά μαρτύρων, που αναφέρονταν στο βιβλίο, δηλ. τον ουρανό, το ύδωρ, τα άγια πνεύματα, τους αγγέλους της προσευχής, το έλαιον, το άλας και τη γη[102]. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για μαγική τελετή επίκλησης. Το όνομα βάπτισμα, γι’ αυτό που περιγράφηκε είναι καταχρηστικό.
Αυτό μπορεί να γίνει περισσότερο κατανοητό από την ιματική χρής της τελετής, η οποία περιγράφεται παρακάτω, στο έργο του Ιππόλυτου:
«ἄν τιν’ οὖν ἄνδρα ἤ γυναίκα ἤ νεώτερον ἤ νεωτέραν κύων λυσσῶν καί μαινόμενος, ἐν ὧ ἐστι πνεῦμα διαφθορᾶς, δάκῃ ἤ περι(σχ)ίςῃ ἤ προσψαύσῃ, ἐν αῦτῇ τῇ ὥρᾳ δραμέτω σύν παντί τῷ φορέματι καί καταβάς εἰς ποταμόν ἤ πηγήν, ὅπου ἐάν ᾖ τόπος βαθύς, βαπτισάσθω <σύν> παντί τῷ φορέματι αὐτοῦ καί προσευξάσθω τῷ μεγάλῳ καί ὑψίστῳ θεῷ ἐν καρδίας πίστει, καί τότε ἐπιμαρτυρη(σά)σθω τους ἑπτά μάρτυρας τους γεγραμμένους ἐν τῇ βίβλῳ ταύτῃ[103]˙»
Στη συνέχεια παραθέτονται τα λόγια του εξορκισμού που πρέπει να πει ο «βαπτιζόμενος»:
«ἰδού μαρτύρομαι τόν ουρανόν καί τό ὕδωρ καί τά πνεύματα τά ἅγια καί τους ἀγγέλους τῆς προσευχῆς καί τό ἔλαιον καί τό ἅλας καί τήν γῆν. τούτους τους ἑπτά μάρτυρας μαρτύρομαι, ὅτι οὐκέτι ἁμαρτήσω, οὐ μοιχεύσω, οὐ κλέψω, οὐκ ἀδικήσω, οὐ πλεονεκτήσω, οὐ μισήσω, οὐκ ἀθετήσω οὐδέ ἐν πᾶσι πονηροῖς εὐδοκήσω[104]».
Από την πλευρά του ο άγιος Επιφάνιος αναφέρει τον Βιβλίο του Ηλξαίου δύο φορές. Την πρώτη όταν περιγράφει την αίρεση των Οσσηνών (κεφ. 19) και την δεύτερη όταν ασχολείται με τους Σαμψωνίτες (κεφ. 53). Τον καταγράφει ως Ιουδαίο, ο οποίος δεν ζούσε σύμφωνα με τα ιουδαϊκά έθιμα. Ονομάζει τον αδελφό του Ιεξαίο, κι επισημαίνει την προσθήκη του όρκου στην λατρεία. Κατονομάζει με ακρίβεια τους επτά μάρτυρες, και σε συμφωνία με τον Ιππόλυτο. Αυτό δείχνει ότι και οι δυο είχαν ενώπιόν τους το βιβλίο, αλλά κάνουν παραθέσεις από διαφορετικά αποσπάσματα.
Χαρακτηριστικά σημεία της διδασκαλίας του επισημαίνει:
«ἀπεχθάνεται δέ τῇ παρθενίᾳ, μισεῖ δέ τήν εγκράτειαν, αναγκάζει δέ γαμεῖν˙ φαντασιώδη δέ τινα ὡς δῆθεν <ἐξ> ἀποκαλύψεως παρεισφέρει, ὑπόκρισιν δε διδάσκςι, φήσας μή εἶναι ἁμαρτίαν, εἰ καί τις παρατύχοι εἴδωλα προσκυνήσας καιρῷ ἐνστάντος διωγμοῦ, ἐάν μόνον ἐν τῇ συνειδήσει μή προσκυνήσῃ, καί ὅ τι δἄν ὁμολογήσῃ στόματι, ἐν δέ τῇ καρδία μή[105]».
Ο Επιφάνιος δίνει και την ερμηνεία το ονόματος:
«φαντάζονται δέ δῆθεν καλεῖν τοῦτον δύναμιν ἀποκεκαλυμμένην, διά τό ἤλ καλεῖσθαι δύναμιν, ξαΐ δέ κεκαλυμένον[106]».
Για τον Χριστό έλεγε ότι είναι ο Μέγας Βασιλεύς. Παρακώλυε την προς ανατολάς προσευχή, λέγοντας ότι ο προσευχόμενος πρέπει να στρέφεται προς τα Ιεροσόλυμα. Εδώ η διδασκαλία του παρουσιάζει την εξής αντίφαση. Ενώ αρνούνταν την προσφορά θυσιών, σύμφωνα με το Νόμο, πρότεινε την προς Ιεροσόλυμα προσευχή διότι εκεί ήταν το θυσιαστήριο. Απαγόρευε την κρεωφαγία[107].
Στην δεύτερη αναφορά του σχετικά με την αίρεση των Σαμψωνιτών, εξηγεί την χρήση του βιβλίου από αυτούς, ως μεταγενέστερους Εβιωνίτες. Φέρνει στο προσκήνιο και δεύτερο βιβλίο, γραμμένο, υποτίθεται από τον αδελφό του Ηλξαίου, Ιεξαίο. Το πιο πιθανό είναι να πρόκειται για το ίδιο βιβλίο και να έγινε παραφθορά του ονόματος[108].
Στην περιοχή που εντοπίζονταν η αίρεση των Σαμψωνιτών, δηλαδή στην Περαία της Παλαιστίνης, συνάντησε κατά την περιοδεία του δύο γυναίκες απογόνους του Ηλξαίου. Αυτές λατρεύονταν από τους αιρετικούς ως θεές, διότι υποτίθεται ότι ήταν από ευλογημένο σπόρο. Τα ονόματά τους ήταν Μαρθού και Μαρθανά[109].
4.2.4β Πρακτικές
Αναφέρθηκαν παραπάνω οι τελετές μαγείας και εξορκισμού, που αποκαλούνταν «βάπτισμα» από τους αιρετικούς. Αξίζει να συμπληρώσουμε, ότι μελετούσαν την αστρολογία, και προχωρούσαν σε προβλέψεις, γι’ αυτό και αποκαλούνταν προγνωστικοί, ότι τάχα προγνώριζαν τα μέλλοντα. Σε αυτές τις πρακτικές ο άγιος Ιππόλυτος βλέπει την επίδραση των πυθαγόρειων:
«τοσοῦτον δέ πεφυσίωνται, ὡς καί προγνωστικούς ἑαυτούς λέγειν, δηλον<ότι> μέτροις καί ἀριθμοῖς τῆς προειρημένης Πυθαγορείου τέχνης ἀφορμαῖς χρωμένους. οὖτοι καί μαθηματικοῖς καί αστρολογικοῖς καί μαγικοῖς προσέχουσιν ὡς ἀληθέσι, καί τούτοις χρώμενοι ταράσσουσι τους ἄφρονας νομίζειν αὐτούς λόγου δυνατοῦ μετέχειν[110]».
Θα ήταν παράλογο να μην περιμένει κάποιος να συνδυάσουν μαγεία και αστρολογία. Διότι το έκαναν. Έτσι, κάποιες μέρες τα άστρα ευνοούσαν την διεξαγωγή των τελετών, ενώ κάποιες άλλες μέρες όχι. Επίσης υπήρχε εξάρτηση, του τι είδους τελετή θα συνδυάζονταν με ποια μέρα:
«τοῦτο νῦν ὑμῖν εἴρηται, εὐσεβείς καί μαθηταί˙ φυλάσσεσθε ἀπό τῆς ἐξουσίας τῶν ἡμερῶν αρχῆς αὐτῶν καί μή ποιεῖτε τήν καταρχήν τῶν ἔργων ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν, καί μή βαπτίζετε ἀνδρα ἠ γυναῖκα ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς ἐξουσίας αὐτῶν, ὁποταν δαπορεύηται ἐξ αὐτῶν ἡ σελήνη καί συνοδεύῃ αὐτοῖς. αῦτήν τήν ἡμέραν φυλάσσεσθε, ἕως οὗ ἐκπορεύεται ἀπ’ αὐτῶν, καί τότε βαπτίζετε καί ἐνάρχεσθε ἐν πάςῃ ἀρχῇ τῶν ἔργων ὑμῶν. ἔτι δέ τιμήσατε τήν ἡμέραν τοῦ σαββάτου, ἐπειδή ἐστιν ἡμέρα μία ἐξ αὐτῶν. ἀλλά καί τήν τρίτην σαββάτου φυλάσσεσθε καί μή κατέρχεσθαι, επειδή πάλιν πληρουμένων τριῶν ἐτῶν Τραϊανοῦ Καίσαρος, ἀφ’ ὅτε ἐπληρώθη τρία ἔτη, αγγρίζεται ὁ πόλεμος μεταξύ τῶν αγγέλων τῆς ασεβείας τῶν ἄρκτων˙ διά τοῦτο ταράσσονται πᾶσαι βασιλείαι τῆς ἀσέβειας[111]».
Η απόδοση αστρολογικής ερμηνείας του σαββατισμού φανερώνει προσπάθεια συνδυασμού αστρολογίας και Ιουδαϊσμού. Στα παραπάνω να συμπληρώσουμε και το εξής. Την μαγική τελετή τους, την χρησιμοποιούσαν ως γιατροσόφι με δόση κομπογιαννιτισμού. Δηλαδή πρότειναν στους φυματικούς σαράντα «βαπτίσματα» σε ψυχρό νερό εντός επτά ημερών. Το ίδιο και για τους δαιμονισμένους. Εδώ μπορούμε να θυμηθούμε τις μαγγανείες των νεώτερων μαγισσών, που συνιστούσαν στα θύματά τους να πηδάν νύκτα σαράντα κύματα. Θα είχε πραγματικά ενδιαφέρον, αν διασώζονταν κάποια ιστορία, που να αφορά την εξέλιξη της αρρώστιας, μετά από την εφαρμηγή της «θεραπείας».
[1] Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, Αρχιεπισκόπου, Ιστορία της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, Αθήνα 21970, σελ. 30-31.
[2] Ωριγένους, Κατά Κέλσου ΙΙ 1.4 {ed. Paul Koetschau, GCS 2 (1899) 126-7}
[3] Ωριγένους, Κατά Κέλσου V 61 { ed. Paul Koetschau, GCS 3 (1899) 65}
[4] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία III 27.3: «Υπήρχον δε εκτός τούτων και άλλοι με την ίδια ονομασία. Ούτοι εξέφευγον την παράλογον ατοπίαν των προαναφερθέντων, αφού δεν ηρνούντο ότι ο Κύριος εγεννήθη εκ παρθένου και αγίου Πνεύματος, αλλά και αυτοί ομοίως δεν ωμολογούν ότι ούτος προϋπήρχεν ως Θεός Λόγος και Σοφία˙ ούτω κατήντον εις την δυσσέβιαν των προηγουμένων, μάλιστα εφόσον εφρόντιζον όπως εκείνοι να επιδίδονται εις την κατά γράμμα τήρησιν της νομικής λατρείας» (μετ. Π. Χρήστου, ΕΠΕ, τ. 1 σελ. 317)
[5] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 140.
[6] Ιουστίνου, Διάλογος προς Τρύφωνα 47.3: «Εάν δε, είπα, ώ Τρύφων, οι εκ του γένους σας πιστεύοντες εις τον Χριστόν τούτον υποχρεώνουν τους εκ των εθνικών πιστεύοντας εις τον Χριστόν τούτον να ζουν οπωσδήποτε κατά τον δια του Μωυσέως παραδοθέντα νόμον, άλλως να μην επικοινωνούν με αυτούς εις την τοιαύτην λατρείαν, ομοίως δεν αποδέχομαι και τούτους» (μετ. Π. Χρήστου, ΕΠΕ, τ.1 σελ. 391).
[7] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 26.2: «Qui autem dicuntur Ebionaei, consentiunt quidem mundum a Deo factum.» (PG 7.686B)
[8] Επιφάνιου, Πανάριον XXX 18.1 {ed. Karl Holl, GCS 25(1915) 357}
[9] Για παράδειγμα στο De Carne Christi XIV 5: «poterit haec opinio Hebioni convenire qui nudum hominem et tantum ex semine David, id est non et dei filium, constituit Iesum--plane prophetis aliquo gloriosiorem--ut ita in illo angelum fuisse dicatur quemadmodum in aliquo Zacharia» «αυτή η άποψη ταιριάζει με του Εβίωνα, ο οποίος θεωρεί τον Χριστό απλό άνθρωπ, εκ σπέρματος Δαβίδ, δηλαδή όχι υιό του Θεού, - αν και μιλά για τον εαυτό του με τρόπο διαφορετικό από τους προφήτες – ώστε να δηλωθεί ότι ήταν μέσα του ένας άγγελος, όπως και στον Ζαχαρία».
[10] Τερτυλλιανός, De praescriptione haereticorum XXXIII 1.5: «Et ad Galatas scribens inuehitur in obseruatores et defensores
circumcisionis et legis, Hebionis haeresis sic est».
[11] Ψευδο-Τερτυλλιανού, Libellus adversus omnes haereses III.3: «Ο διάδοχος του Κήρινθου ήταν ο Εβίων, που δεν συμφωνούσε μαζί του σε όλα˙ στο ότι ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο και όχι οι άγγελοι, κι επειδή έχει γραφτεί “κανένας μαθητής ανώτερος του διδασκάλου ή δούλος του κυρίου του” , έτσι προτάσσει τον νόμο ως δεσμευτικό, με σκοπό ν’ αποκλίσει το Ευαγγέλιο και να δικαιώσει τον ιουδαϊσμό».
[12] Ιερωνύμου, Dialogus adversus Luciferianos 23: «Ad eos venio haereticos, qui Evangelia laniaverunt. Saturninum quemdam, et Ophitas, et Cainaeos, et Setthoitas, et Carpocratem, et Cerinthum, et hujus successorem Ebionem, et caeteras pestes, quorum plurimi vivente adhuc Joanne apostolo eruperunt, et tamen nullum eorum legimus rebaptizatum» (PL 23.187A-B) «[έρχομαι] σε αυτούς τους αιρετικούς, που κατασπάραξαν τα Ευαγγέλια, τον Σατουρνίνο, και τους Οφίτες, τους Καϊνίτες και τους Σηθιανούς, και τον Καρποκράτη και τον Κήρινθο, και τον διάδοχό του Εβίωνα, και τις άλλες μάστιγες, οι περισσότεροι των οποίων ξανοίχτηκαν όσο ζούσε ακόμη ο απόστολος Ιωάννης, και δεν διαβάζουμε κάποιος από αυτούς να ξαναβαπτίστηκε».
[13] Ιερωνύμου, Commentarium in epistolas beati Pauli ad Galatas III.13-14.
[14] Ιερωνύμου, Dialogus adversus Luciferianos 26.
[15] Φιλάστριου, Diversarum Haereseon Liber XXXVII.1: “Hebion discipulus eius Cerinthi, in multis ei I similiter errans saluatorem nostrum hominem de Ioseph natum carnaliter aestimabat, nihilque diuinitatis in eo fuisse docebat, sed sicut omnes prophetas, sic et eum gratiam del habuisse adserebat, non tamen deum maiestatis et dei patris filium cum patre sempiternum esse credebat, cum diuinae. scripturae deum sempiternum cum patre uero ac sempiterno ubique testantur ac praedicant. {ed. F. Marx, Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum 38 (1898) 20}
[16] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων VII 35.1 {ed. , GCS 26 (1916) 222} Επίσης X 23.1 { ed. Paul Wendland, GCS 26 (1916), 282}
[17] Ωριγένους, Κατά Κέλσου V 61 { ed. Paul Koetschau, GCS 3 (1899) 65} & In Epistolam ad Titum XIII,{ed. A. Schmidtke, Neue Fragmente zu den judenchristlichen Evangelien, Texte und Untersuchungen 37 (1911) 144, Εξηγητικά εις το κατά Ματθαίον XVI 12.
[18] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία III 27.3.
[19] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων X 23.1 { ed.Paul Wendland, GCS 26 (1916), 282}
[20] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 2.2 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 334}
[21] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 3.1 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 335-6}
[22] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 26.2: «ea autem, quae sunt erga Dominum, non similiter ut Cerinthus et Carpocrates opinantur.» (PG 7.689B)
[23] Ιππόλυτος, Κατά αιρέσεων VII 34.1 {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 221} Επίσης X 22 «Ἐβιωναῖοι δέ τόν μέν κόσμον ὑπό τοῦ ὄντως θεοῦ γεγονέναι λέγουσι, τόν δέ Χριστόν ὁμοίως Κηρίνθῳ» {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 281}
[24] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 3.1 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 335-6}
[25] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 3.3-4 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 336}
[26] Επιφάνιου, Πανάριον LIII 1.8 { ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 316}
[27] Επιφάνιου, Πανάριον ΧΧΧ 16.4: «οὐ φάσκουσι δέ ἐκ Θεοῦ πατρός αὐτόν γεγενῆσθαι, ἀλλά κεκτίσθαι ὡς ἕνα τῶν ἀρχαγγέλων [καί ἔτι περισσοτέρως], αὔτόν δέ κυριεύειν καί αγγέλων καί πάντων <τῶν> ὑπό τοῦ παντοκράτορος πεποιημένων, καί ἐλθόντα καί ὑφηγησάμενον» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 354}
[28] Επιφάνιου, Πανάριον ΧΧΧ 14.4: «ἐπειδή γάρ βούλονται τόν μέν Ἰησοῦν ὄντως ἄνθρωπον εἶναι, ὡς προεῖπον, Χριστόν δέ ἐν αὐτῷ γεγενῆσθαι τόν ἐν εἴδει περιστερᾶς καταβεβηκότα (καθάπερ ἤδη καί παρ’ ἄλλαις αἱρέσεσιν εὐρήκαμεν) συναφθέντα <τε> αὐτῷ, καί εἶναι αὐτόν τόν Χριστόν εκ σπέρματος ἀνδρός καί γυναικός γεγενημένον» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 351}. Επίσης ΧΧΧ 16.3 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 353} Επίσης Ιππόλυτος, Κατά αιρέσεων VII VII 5.2-3 {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 222}
[29] Επιφάνιος, Πανάριον ΧΧΧ 16.3: «καί τούτου ἕνεκα Ἰησοῦν γεγενημένον ἐκ σπέρματος ἀνδρόςλέγουσι καί ἐπιλεχθέντα καί οὕτω κατά ἐκλογήν υἱόν θεοῦ κληθέντα ἀπό τοῦ ἄνωθεν εἰς αὐτ΄ν ἥκοντος Χριστοῦ ἐν εἴδει περιστεράς». {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 353-4} [30] Επιφάνιος, Πανάριον ΧΧΧ 18.5-6: «τόν δέ Χριστόν προφήτην λέγουσι τῆς αλήθείας καί Χριστόν, υἱόν δέ θεοῦ κατά προκοπήν καί κατά συνάφειαν ἁναγωγῆς τῆς ἄνωθεν προς αὐτόν γεγενημένης˙ τους δέ προφήτας λέγουσι συνέσεως εἶναι προφήτας καί οὐκ ἀληθείας. αὐτόν δέ μόνον θέλουσιν εἶναι καί προφήτην καί ἄνθρωπον ὡς προείπαμεν, διά δέ ἀρετήν βίου ἥκοντα εἰς τό καλεῖσθαι υἱόν θεοῦ.» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 358}
[31] Επιφάνιος, Πανάριον ΧΧΧ 16.2: «δύο δέ τινας, ὡς ἔφην, συνιστῶσιν έκ θεοῦ τεταγμένους, ἕνα μέν τόν Χριστόν ἕνα δέ τόν διάβολον. καί τόν μέν Χριστόν λέγουσι τοῦ μέλλοντος αἰῶνος εἰληφέναι τόν κλῆρον, τόν δέ διάβολον τοῦτον πεπιστεῦσθαι τόν αἰῶνα, ἐκ προσταγῆς δῆθεν τοῦ παντοκράτορος κατά αἴτησιν ἑκατέρων αὐτῶν.» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 353}
[32] Ειρηναίος, Έλεγχος ΙΙΙ 15.1 (PG 7.917A-918A) όπου συνδέει την αυθεντία του αποστόλου με την αυθεντία του Ευαγγελιστή Λουκά.
[33] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 27.3-4: «ούτω κατήντων εις τήν δυσσέβειαν των προηγουμένων, μάλιστα εφόσον εφρόντιζον όπως εκείνοι να επιδίδωνται εις την κατά γράμμα τήρησιν της νομικής λατρείας. Ούτοι εξ άλλου ενόμιζον ότι πρέπει να απορρίψωμεν εντελώς τας επιστολάς του αποστόλου, αποκαλούντες αυτόν αποστάτη του νόμου,» (μετ. Παν. Χρηστου, ΕΠΕ, σελ. 317) Ίσως ως «σωματική περί τον νόμο λατρεία» να εννοεί ο Ευσέβιος την περιτομή, διότι είναι γνωστό ότι οι Εβιωναίοι περιτέμνονταν, αλλά δεν εφάρμοζαν όλο τον Νόμο κατά γράμμα.
[34] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 16.9.
[35] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 27.5.
[36] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 2.2: «ἔτι δέ πλείω οὗτος (σ.σ. ο Εβίων) παρά τους Ἰουδαίους ὁμοίως τοῖς Σαμαρίταις διαπράττεται» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 334}.
[37] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 2.3-5.
[38] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 15.3.
[39] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 2.7.
[40] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 15.3.
[41] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 16.5.
[42] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 17.2 -3.
[43] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 26.2: «Sole autem eo quod est secundum Matthaeum, Evangelio utuntur».
[44] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 27,4: «εὐα γγελίῳ δέ μόνῳ τῷ καθ’ Ἑβραίους λεγομένῳ χρώμενοι, τῶν λοιπών σμικρόν ἐποιοῦντο λόγον˙»
[45] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 3.7 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 338}
[46] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 14.1-4{ Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 351}
[47] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 3.8 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 338}
[48] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 15.1 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 352}
[49] Ωριγένους, Υπόμνημα εις την Γένεσην, φιλοκαλία 23.
[50] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 17.6-7 {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 355}
[51] Ειρηναίου, Έλεγχος ΙΙΙ 3.4.
[52] Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 28.6: « Ἰωάννην τόν Ἀπόστολον εἰσελθεῖν ποτε ἐν βαλανείῳ, ὥστε λούσασθαι, γνόντα δέ ἔνδον ὄντα τόν Κήρινθον, ἀποπηδῆσαι τε τοῦ τόπου καί ἐκφυγεῖν θύραζε, μηδ’ ὑπομείναντα τήν αὐτήν αὐτῷ ὑποδῦναι στέγην, ταὐτό δέ τοῦτο καί τοῖς σύν αῦτῷ παραινέσαι φήσαντα˙ φύγωμεν, μή καί τό βαλανεῖο συμπέσῃ, ἔνδον ὄντος Κηρίνθου τοῦ τῆς ἀληθείας έχθροῦ».
[53] Οικουμένιου επισκόπου Τρίκκης, Ιωάννου Αποστόλου, η πρώτη επιστολή καθολική, κεφ. γ’ : «Εἰ γάρ, φησί, τόν Ἀντίχριστον ἐν ἐσχάτοις καιροῖς προσδοκῶμεν, νῦν δέ ἀντίχριστοι πολλοί ἐπεπόλασαν τῷ βίῳ (λέγει δέ Κήρινθον καί τους ὁμοίους ἐκείνῳ), εὔδηλον ὅτι καί καιρός τῆς συντελείας ἐφέστηκε, προειδοποιούντων τῶν πολλῶν αντιχρίστων ἐνί.» (PG 119,B)
[54] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 141.
[55] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 26.1: «Et Cerinthus autem quidam in Asia, …» (PG 7.686A)
[56] Ιππόλυτος, Κατά αιρέσεων VII 7.1: «Ὅτι ὁ Κήρινθος μηδέν έκ γραφῶν, ἀλλ’ ἐκ τῶν Αἰγυπτίοις δοξάντων δόξαν συνεστήσατο» {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 190} & VII 33.1 {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 220} Βλ. σχετ. Ante-Nicene Fathers 5 (1868) 97 σημ. 1 και την μετάφραση των A. Roberts & W. Rambaut.
[57] Ειρηναίος, Έλεγχος Ι 26.1: «non a primo Deo factm esse mundum docuit, sed a Virtute quodam valde separate, et distante ab ea principalitate, quae est super universa, et ignorante eum».
[58] Ιππόλυτος, Κατά αιρέσεων VII 33.1.
[59]Adversus omnes haereses 3.2: «Nam et ipse mundum institutum esse ab illis dicit;», όπου το “ab illis” κατά τους μεταφραστές (Thelwall) πρέπει να αντικατασταθεί με το “ab angelis”.
[60] Ο. π. «ipsam quoque legem ab angelis datam perhibens, Iudaeorum deum non dominum, sed angelum promens». { ed. F. OEHLER, Tertulliani Opera Quae Supersunt, editio maior (1851) vol. 2, pp.749-765}.
[61] Ειρηναίου, Έλεγχος Ι 26.1: «Jesum autem subject, non ex Virgine natum (impossibile enim hoc ei visum est); fuisse autem Joseph et Mariae filium similiter ut reliqui omnes hominess, et plus potuisse justitia et prudential, et sapientia ab hominibus. Et post baptismum descndisse in eum, ab ea principalitate quae est super omnia, Christum figura columbae; et tunc animitiasse incognitum patrem, et virtutes perfecisse; in fine autem revonisse Cristum de Jesu, et Jesum passum esse, et resurrexisse; Christum autem impassibilem perseverasse, exsistentem spiritalem».
[62] Ιππόλυτος, Κατά αιρέσεων VII 33.1.
[63] Επιφανίου, Πανάριον 28.1.
[64] Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 28.1.
[65] Επιφανίου, Πανάριον 28.5-7: «ἄνωθεν δέ ἐκ τοῦ ἄνω θεοῦ μετά τό αδρυνθῆναι τόν Ιησοῦν, τόν ἐκ σπέρματος Ιωσήφ καί Μαρίας γεγεννημένον, κατεληλυθέναι τόν Χιστόν εἰς αὐτόν τουτέστι τό πνεῦμα τό ἅγιον ἐν εἴδει περιστερᾶς ἐν τῷ Ιορδάνῃ καί ἀποκαλύψαι αῦτῷ καί δι’ αὐτοῦ τοῖς μετ’ αὐτοῦ τόν ἄγνωστον πατέρα. καί διά τοῦτο ἐπειδή ἦλθεν εἰς αὐτόν ἄνωθεν δύναμις, δυνάμεις έπιτετελκέναι˙ καί αὐτοῦ πεπονθότος τό ἐλθόν ἄνωθεν ἀναπτῆναι ἄνω ἀπο τοῦ Ἰησοῦ. πεπονθότα δέ τόν Ἰησοῦν καί πάλιν ἐγηγερμένον, Χριστόν δέ τόν ἄνωθεν ἐλθόντα είς αὐτόν ἀπαθῆ ἀναπτάντα, ὅπερ ἐστί τό κατελθόν ἐν εἴδει περιστερᾶς, καί οὐ τόν Ἰησοῦν εἶναι Χριστόν.» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 313}.
[66] Επιφανίου, Πανάριον 28.3: «οὐδέν γάρ οὗτος παρά τόν πρῶτον διήλλαξε τῇ εἰσαγωγῇ τῆς αὐτοῦ διδασκαλίας ἀλλ’ ἤ ἐν τούτῳ μόνον, ἐν τῷ προσέχειν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ἀπό μέρους.» {Ed. Karl Holl, GCS 25 (1915) 313}
[67] «οἱ γάρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστού».
[68] Διαταγαί Αποστόλων VI 8.1: «Όταν όμως βγήκαμε στα έθνη για να κηρύξουμε στον κόσμο το λόγο της ζωής, τότε φρόντισε ο διάβολος στο λαό να στείλλουν πίσω μας ψευτοαποστόλους για να διαστρεβλώσουν τον λόγο. Έτσι παρουσίασαν κάποιο Κλεόβιο και τον έβαλαν δίπλα στο Σίμωνα. Οι δύο αυτοί μαθήτευσαν δίπλα σε κάποιο Δοσίθεο, τόν οποίο, όταν έγιναν ανώτεροί του, τον απομάκρυναν από την εξουσία. Έπειτα, και άλλοι έγιναν αρχηγοί παράδοξων δογμάτων, ο Κηρινθος…» (μετ. Παν. Παπαευαγγέλου, ΕΠΕ, Αποστολικοί Πατέρες 1 σελ. 283).
[69] Επιφανίου, Πανάριον 28.4.
[70] Επιφανίου, Πανάριον 28.4.1-2. Το περιστατικό καταγράφεται στις Πράξεις 21.28.
[71] Γαλ. 2.4.
[72] «Οἱ ἀπόστολοι καί οἱ πρεσβύτεροι καί οἱ ἀδελφοί τοῖς κατά τήν Αντιόχειαν καί Συρίαν καί Κιλικίαν ἀδελφοῖς τοῖς ἐξ ἐθνῶν χαίρειν. Ἐπειδή ἠκούσαμεν ὅτι τινές ἐξ ἡμῶν ἐξελθόντες ἐτάραξαν ὑμᾶς λόγοις ἀνασκευάζοντες τάς ψυχάς ὑμῶν, λέγοντες περιτέμνεσθαι καί τηρεῖν τόν νόμον,…»
[73] Επιφανίου, Πανάριον 28.2.3.
[74] «καί ὅτε ἀνέβη Πέτρος εἰς Ἱεροσόλυμα, διεκρίνοντο προς αὐτόν οἱ ἐκ περιτομῆς λέγοντες ὅτι προς ἄνδρας ἀκροβυστίαν ἔχοντας εἰσῆλθες καί συνέφαγες αὐτοῖς».
[75] Επιφανίου, Πανάριον 28.2.4.
[76] Επιφανίου, Πανάριον 28.6.1.
[77] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία 28.2: «Αλλά και ο Κήρινθος δια μέσου αποκαλύψεων καταγεγραμμένων δήθεν υπό μεγάλου αποστόλου, εισάγει εις ημάς ψευδόμενος τερατολογίας παρουσιασθείσας τάχα εις αυτόν υπό αγγέλου, λέγων ότι μετά την ανάστασιν το βασίλειον του Χριστού θα είναι επίγειον και ότι πάλι η σαρξ θα δουλεύη εις επιθυμίας και ηδονάς ζώσα εις την Ιερουσαλήμ. Εχθρός των Γραφών του Θεού και θέλων να παραπλανήση, λέγει ότι θα υπάρξη χιλιετία ολόκληρος εις γαμήλιον εορτή.» (μετ. Π. Χρήστου, ΕΠΕ, τ.1 σελ. 319)
[78] Διονύσιος bar-Salibi, in Apocalysim, Actus et Epistolas Catholicas, Corpus Scriptorum Christianorum Orientalis, (εκδ-μετ. I. Sedlaček) Romae 1910, tom. CI p. 1-2.
[79] Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙ 25.6: «Επιβεβαιώνει επίσης τούτο και εκκλησιαστικός ανήρ ονομαζόμενος Γάιος, ο οποίος έζη υπό τον Ζεφυρίνον επίσκοπον των Ρωμαίων. Συζυτών εγγράφως με τον Πρόκλον, ηγέτην της Φρυγικής αιρέσεως, λέγει ακριβώς ταύτα περί των τόπων, όπου έχουν κατατεθή τα ιερά σκηνώματα των αναφερθέντων αποστόλων.» (μετ. Παν. Χρήστου, ΕΠΕ, τ. 1 σελ. 241)
[80] Βλ. σχετ. Παν Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 688.
[81] Βλ. σχετ. Παν Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 730.
[82] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙΙ 28.4-5: «Ο δέ Κήρινθος ο συστήσας την αίρεσιν η οποία από εκείνον ωνομάσθη Κηρινθιανή, ηθέλησε να δώση εις το πλαστογράφημά του έν αξιόπιστον όνομα. Πράγματι τούτο είναι το δόγμα της διδασκαλίας αυτού, ότι η βασιλεία του Χριστού θα είναι επίγειος˙ καθώς δε ήτο φιλοσώματος και πολύ σαρκικός, ωνειροπόλει ότι θα ευρίσκεται εις όσα αυτός επόθει, εις τας απολαύσεις της γαστρός και του υπογαστρίου, δηλαδή εις φαγητά, ποτά, έρωτας και εις εκείνα με τα οποία ενόμισεν ότι θα προμηθευθή αυτά τα πράγματα εντιμότερα, εις εορτάς, θυσίας, σφαγήν ζώων δια προσφοράν.»(μετ. Παν Χρηστου, ΕΠΕ, τ. 1 σελ. 319-21).
[83] Φιλάστριου, Diversarum Haereseon Liber XXXVI.3 {ed. F. Marx, Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum 38 (1898) 20}
[84] Ειρηναίος, Έλεγχος Ι 26.2.
[85] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 3.7.
[86] Επιφανίου, Πανάριον ΧΧΧ 14.2.
[87] Επιφανίου, Πανάριον LI 6.6 {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 255}
[88] Π. Χρηστου, Ελληνική Πατρολογία, σελ. 287.
[89] Εκτός από τις παραπάνω μαρτυρίες, ο άγιος Ιερώνυμος παρατηρεί ότι οι Πατέρες μέμφονταν τον Κήρινθο, διότι προσπαθούσε να συνδέσει τον Νόμο με το Ευαγγέλιο. Epist. CVII.13.
[90] Επιφανίου, Πανάριον 28.6.4.
[91] Α’ Κορ. 15.53
[92] Α’ Κορ. 15.20
[93] Επιφανίου, Πανάριον 28.6.6-8.
[94] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων IX 13.1 {ed. Paul Wendland , GCS 26 (1916) 251}
[95] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων IX 13.2-3.
[96] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων IX 13: «φάσκων ταύτην από Σηρῶν της Παρθίας παρειληφέναι».
[97] Επιδήμια Κηρύγματα Πέτρου VIII 48 & IX 19.25: «Ὧν πρώτοι Σῆρες οι τό ἄκρον τῆς χέρσου οἰκοῦντες, νόμον ἔχοντες τό πατρῷον ἔθος μή ἑταιρίζεσθαι μηδέ συλᾶν, μή μοιχᾶσθαι, μή ξοάνοις προσκυνεῖν ἤ ποτνιᾶσθαι δαίμοσι, μηδ’ ὅλως ἐν αὐτοῖς ὑπάρχειν εἴδωλον ἤ ἑταίραν ἤ μοιχαλίδα, οὐ συλήτην, οὐ φονέα, οὐ λωποδύτην˙ … καί ὅμως ἰσχυρότερος τῆς ἀνάγκης τῶν ἄστρων παρά Σηρσίν ὁ πάτριος νόμος».
[98] Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία VI 38.
[99] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων Χ 29.1: «Ἕτεροι δέ τινες ὡς καινόν τι παρεισάγοντες ἐκ παςῶν αἱρέσεων ἐρανισάμενοι, ξένην βίβλον σκευάσαντες Ἠλχασαΐ τινος ἐπονομαζομένην,…»
[100] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων ΙΧ 14.1.
[101] Ο.π.
[102] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων ΙΧ 15.1-2.
[103] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων ΙΧ 15.4-5.
[104] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων ΙΧ 15.5-6.
[105] Επιφανίου, Πανάριον XIX 2.7-8.
[106] Επιφανίου, Πανάριον XIX 2.10.
[107] Επιφανίου, Πανάριον XIX 3.5-6.
[108] Επιφανίου, Πανάριον LIII 1.3 {ed. Karl Holl, GCS 31 (1922) 315}
[109] Ο.π.
[110] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων ΙΧ 14.8.
[111] Ιππολύτου, Κατά αιρέσεων ΙΧ 16.3-4.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος
Η Εκκλησία το κέντρο της ζωής του πιστού λαού.
Η Εκκλησία αγιάζει όλες τις περιστάσεις της ζωής μας.
α) Ο λαός ζούσε τη ζωή του Ευχαριστιακά.
Πόσο διαφορετικά θα βλέπαμε τον συνάνθρωπό μας αν τον βλέπαμε ως δώρο του Θεού;
Αν δούμε τα υλικά και πνευματικά αγαθά ως δώρα του Θεού αποφεύγουμε τα δύο άκρα: την περιφρόνηση ή την απολυτοποίηση και την θεοποίησή τους (π.χ. μόρφωση).
Οι άνθρωποι που δεν δέχονται τον κόσμο ως δώρο του Θεού δεν ζουν με κέντρο τον Θεό αλλά το Εγώ τους.
Όλα στην Εκκλησία είναι Θεανθρώπινα.
β) Το ασκητικό πνεύμα βασικό χαρακτηριστικό της Ελληνορθοδόξου παραδόσεως.
Η πίστη του λαού Σταυροαναστάσιμη, γι’ αυτό ήταν χαρούμενος και ειρηνικός.
γ) Ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό της Ελληνορθοδόξου παραδόσεως είναι η αξία του ανθρωπίνου προσώπου.
Η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογία. Δεν είναι ελληνοχριστιανικός πολιτισμός ως ιδεολογία. Η Εκκλησία γέννησε τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό.
Στην Εκκλησία δεν θυσιάζεται ένα πρόσωπο χάριν μιας ιδέας, σε αντίθεση με την τακτική όλων των ιδεολογιών.
Ο Ντοστογιέφσκι έλεγε ότι «είναι άλλο πράγμα να αγαπάς την ανθρωπότητα ως ιδέα και άλλο πράγμα να αγαπάς τον συγκεκριμένο άνθρωπο».
Ο λαός δεν είναι μάζα. Είναι εικόνες του Θεού.
δ) Η αγάπη τηςΕλευθερίας ένα ακόμα χαρακτηριστικό της παραδόσεως μας.
Δεν μπορούμε να είμαστε Εθνικά ελεύθεροι αν είμαστε υποδουλωμένοι στα πάθη μας.
Ο λαός αν ζητάει την εθνική ελευθερία, την ζητάει για την πνευματική ελευθερία.
Η Ελληνορθόδοξος χριστιανική παράδοση σε τι μπορεί να μας βοηθήσει σήμερα;
Η παράδοση δεν είναι κάτι μουσειακό. Είναι αλήθεια και ζωή.
α) Η ελληνορθόδοξος παράδοση μας βοηθάει στην διατήρηση της εθνικής μας ενότητας και την εθνική μας ταυτότητας.
β) Η ελληνορθόδοξος παράδοση προϋπόθεση για να έχει η δική μας προσωπική ζωή νόημα.
γ) Η ελληνορθόδοξος παράδοση απαραίτητη γιατί μας δίδει την δυνατότητα να οικοδομήσουμε έναν καλύτερο κόσμοσήμερα.
Οι καπιταλιστικές κοινωνίες πάσχουν από τον ατομικισμό ή δε σοσιαλιστικές κοινωνίες για να αποφύγουν τον ατομικισμό πέφτουν στην μαζοποίηση. Δεν μπορούν να σώσουν το ανθρώπινο πρόσωπο που διασώζεται στο Ορθόδοξο κοινοβιακό πνεύμα.
Η Εκκλησία λύνει το κοινωνικό πρόβλημα.
Στην Ευρώπη θεοποιήθηκε ο άνθρωπος και γκρεμίστηκε ο Θεός. Τώρα που το είδωλο του ανθρώπου που υψώθηκε ως Θεός τσακίστηκε, ο Ευρωπαίος δεν έχει να πιαστεί από πουθενά. Βρέθηκε στο χάος.
Η μελέτη, η διατήρηση και βίωση της παραδόσεώς μας η λύση του δράματος του συγχρόνου ανθρώπου. Εάν και εμείς χάσουμε το φως της παραδόσεώς μας ποιός θα την προσφέρει στον δυτικό άνθρωπο;
Το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, τρία ίσον ένα και ένα ίσον τρία, αποτελεί υπέρβαση της ανθρώπινης λογικής. Όσο πιο αντινομικό είναι για την ανθρώπινη λογική τόσο πιο αληθινό είναι. Είναι μυστήριο που θέλει την ελευθερία μας και όχι την καταναγκαστική λογική μας. Αν ήταν λογικό θα ήταν ανθρώπινο. Επειδή είναι υπέρλογο είναι θείο. Και το πιστεύουμε γιατί είναι της λογικής του Θεού. Για να πιστέψουμε το τρία ίσον ένα και ένα ίσον τρία θα πρέπει να ξεπεράσουμε την αυτάρκεια της δικής μας λογικής και να δεχθούμε ότι η δική μας λογική είναι περιορισμένη. Το άλμα από την δική μας λογική στην λογική του Θεού γίνεται διά της πίστεως.
Η Ορθοδοξία δεν είναι κλειστή, δεν φοβάται να πάρει στοιχεία από άλλους πολιτισμούς και να τα αφομοιώσει. Όχι όμως ότι είναι αντίθετο με το Ευαγγέλιο του Θεού. Πολλά από αυτά που πήρε, τους έδωσε νέο νόημα.
Το Αγιον Όρος αγαπάει τις γυναίκες κατά Θεόν γι’ αυτό και έχει άβατον.
Οι νέοι, με ταπείνωση και με υπακοή, μπορούν να βοηθήσουν να εκφραστεί σύγχρονα η παράδοσή μας. Αλλά αυτή η προσπάθεια για να είναι επιτυχημένη θα πρέπει να ξεπεράσουμε το ορθολογιστικό ουμανιστικό πνεύμα και να σταυρωθούμε.
Τα μοναστήρια κέντρα ανανεώσεως της πνευματικής ζωής.
Πηγή: Η άλλη όψη
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Α. Γέννηση - ἀνατροφή
Ὁ π. Ἰωάννης (Ἰβὰν) Ἴλιτς Σέργιεφ γεννήθηκε τὴν 18 Ὀκτωβρίου 1829, μέρα γιορτῆς τοῦ μεγάλου Σλαύου Ὁσίου Ἰωάννη τῆς Ρίλας (Βουλγαρίας), τοῦ ὁποίου πῆρε τὸ ὄνομα. Τὸ χωριὸ του λέγεται Σούρα στὸ νομὸ Ἀρχάγγελκ στὴ βορεινὴ Λευκὴ θάλασσα τῆς Ρωσίας.
Ὁ πατέρας του Ἠλίας (Ἴλιτς) Μιχαήλοβιτς Σέργιεφ ἦταν ὀλιγογράμματος ἱεροψάλτης τῆς ἐνοριακῆς ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ. Ἡ μητέρα του Θεοδώρα Βλάσιεβνα ἦταν λίγο μορφωμένη. Ὁ παππούς του ἦταν ἱερέας ἀπὸ γένος ἱερατικό.
Ἡ θεία λατρεία καὶ ἡ αὐστηρὴ νηστεία ἦταν οἱ βάσεις τῆς παιδικῆς του κατήχησης, παρότι γεννήθηκε καχεκτικὸς καὶ βαφτίστηκε τὴ νύχτα τῆς γέννησής του.
Β. Σπουδές
Ὅταν ἔγινε ἕξι ἐτῶν ἄρχισε ἡ μητέρα του νὰ τοῦ παραδίδει μαθήματα. Σὲ ἡλικία 10 ἐτῶν στάλθηκε στὴν ἐνοριακὴ σχολὴ τοῦ Ἀρχάγγελκ. Τέλειωσε 22 ἐτῶν, σὰν πρῶτος μαθητής, τὸ θεολογικὸ Σεμινάριο καὶ μὲ κρατικὴ ὑποτροφία στάλθηκε στὴ θεολογικὴ Ἀκαδημία τῆς Πετρούπολης. Τότε πεθαίνει ὁ πατέρας του σὲ ἡλικία 48 ἐτῶν.
Μὲ ὅπλο τὸν καλλιγραφικὸ γραπτό του χαρακτήρα, γίνεται γραμματέας τῆς Ἀκαδημίας καὶ μὲ πενιχρὸ μισθὸ ἐννέα ρούβλια τὸ μήνα ζεῖ αὐτὸς καὶ ἡ μητέρα του. Ἐνῷ εἶχε τὴν ἐπιθυμία νὰ γίνει ἱεραπόστολος στὴ μακρινὴ Κίνα, στὸ τέταρτο ἔτος τῶν σπουδῶν περνάει βαθειὰ κατάθλιψη, ποὺ ὅμως τὴν ξεπερνάει σιγὰ-σιγά. Μελέτησε τὰ γραπτὰ πολλῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, στάθηκε ὅμως ἰδιαίτερα στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο καὶ τὸν Φιλάρετο Μόσχας. Στὴν Ἀκαδημία ἐπιπλέον διδάχθηκε ὅλες τὶς τότε γνωστὲς ἐπιστῆμες.
Εἶναι ὅμως ἀναγκαῖο νὰ σημειώσουμε ὅτι π. Ἰωάννης εἶναι καρπὸς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἀναγέννησης ποὺ σημειώθηκε στὰ τέλη τοῦ 18ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα, παρότι αὐτὴ δὲν σημάδεψε καίρια καὶ πλήρως τὴν Ρωσικὴ θεσμικὴ Ἐκκλησία. Νὰ θυμίσουμε ὅτι ἡ ἀρχὴ ἔγινε μὲ τὸν στάρετς Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ (1722-1794) ποὺ ἀναγνωρίστηκε ὡς ἅγιος τὸ 1988 ἀπὸ τὴ Ρωσικὴ Ἐκκλησία.
Πνευματικοὶ ἀπόγονοι καὶ καρποὶ ἦσαν πολλοὶ ἀκόμα. Ἀνάμεσά τους ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ (1759 -1833, μνήμη 2 Ἰανουαρίου, ἀναγνώριση τὸ 1903), ἡ ὁσία Ξένη Γκριγκόριεβνα, ἡ διὰ Χριστὸ σαλή, (1732 – 1806/1814, ἀναγν. τὸ 1988), ὁ ὅσιος Ἀμβρόσιος τῆς Ὄπτινα (1812-1891, ἀναγν. τὸ 1988) ὁ μητροπολίτης Μόσχας Πλάτων, μητροπολίτης Πετρουπόλεως Γαβριήλ, ὁ ἐπίσκοπος Ἰγνάτιος Μπραντσανίνωφ (1807-1867, ἀναγν. τὸ 1988), ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ ἔγκλειστος (1815-1894, ἀναγν. τὸ 1988, ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, ὁ γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, κλπ.
Γ. Ἱερατικὴ πορεία
Στὸ τέλος τῶν σπουδῶν του ἐγκαταλείπει ὁριστικὰ τὴ σκέψη τῆς ἐξωτερικῆς ἱεραποστολῆς, διότι ἔνοιωσε τὴν ἀνάγκη τοῦ ὀρθόδοξου φωτισμοῦ τοῦ δικοῦ του λαοῦ. Ἔτσι τοῦ προτείνεται ἡ θέση ἱερέα στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα τοῦ Πρωτοκλήτου στὴν Κρονστάνδη ἡ ὁποία, στὸ νησὶ Κότλινε τοῦ Φιννικοῦ κόλπου, ἦταν τόπος ἐξορίας κάθε «παραστρατημένου» μικροαστοῦ. Ὁ γέροντας ἱερέας Κωνσταντῖνος Νετβίτσκυ τοῦ ζήτησε ἐπιπλέον, καὶ αὐτὸς δέχτηκε, νὰ νυμφευτεῖ καὶ τὴν κόρη του Ἐλισσάβετ Κωνσταντίνοβνα.
Στὶς 11 Νοεμβρίου 1855 (26 ἐτῶν) ἔγινε διάκονος καὶ τὴν ἑπόμενη πρεσβύτερος, ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Χριστόφορο Βιννίτσκυ, στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Πέτρου καὶ Παύλου. Ὁ ἱερέας πιὰ Ἰωάννης, γιὰ νὰ βρίσκεται σὲ ἱερατικὴ ἐγρήγορση, βάζει αὐστηροὺς κανόνες στὸν ἑαυτό του. Τοὺς τηρεῖ ὅλους μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸν ποὺ τὸν ἤθελε νὰ ἡσυχάζει πολὺ στὸ σπίτι, γιατὶ οἱ ἀνάγκες τῶν πονεμένων ἀδελφῶν του ἦταν περισσότερες ἀπὸ ὅ,τι ὑπολόγιζε. Ἡ σύζυγός του γίνεται μὲ αὐταπάρνηση βοηθὸς στὸ ἔργο του καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνα χρονικὸ διάστημα συναποφασίζουν τελικὰ νὰ ζήσουν χωρὶς παιδιά, σὰν ἀδέλφια.
Δ. Ὁ λαός του
Στὸν τόπο ἐξορίας, στὴν Κρονστάνδη, ἀκόμη καὶ τὰ παιδιὰ ἀπὸ 7 ἐτῶν ἦταν παραστρατημένα καὶ ἐπικίνδυνα. Γρήγορα ὁ π. Ἰωάννης κατάλαβε πὼς ὅλοι ἀνήκουν στὸ ποίμνιό του. Ἡ προσέγγιση ἄρχισε ἀπὸ τὰ παιδιά, γιατὶ ὅπως ἔλεγε κρατοῦν ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ ἀρχικὸ μεγαλεῖο της εἰκόνας τοῦ Θεοῦ. Ἀκολούθησαν σιγὰ-σιγὰ καὶ οἱ μεγάλοι. Ἡ μέριμνά του ἁπλώθηκε καὶ ἀγκάλιασε καὶ ψυχὲς ἔξω ἀπὸ τὴν ἐνορία του.
Ἐνθάρρυνε κάθε ἄνδρα καὶ γυναίκα, ἀρκεῖ νὰ ἔβλεπε καὶ τὸν παραμικρὸ σπινθῆρα στὶς ψυχές τους. Μοίραζε τόσα ἀπὸ τὰ πενιχρά του ἔσοδα, ποὺ γιὰ τὸ σπίτι του δὲν εἶχε οὔτε τὰ ἀπαραίτητα. Ἔφτανε σ᾿ αὐτὸ πολλὲς φορὲς χωρὶς τὰ παπούτσια του. Οἱ φτωχοὶ καὶ παραμελημένοι ἦταν στὴν καρδιά του. Τοὺς ἀγόραζε πολλὲς φορὲς τρόφιμα ὁ ἴδιος, τοὺς ἔφερνε γιατρό, τοὺς πήγαινε στὸ φαρμακεῖο. Πάντα πίσω του ἀκολουθοῦσε πλῆθος ζητιάνων.
Ἔτσι ἄρχισε νὰ προκαλεῖ δυσφορία στὴν «ὑψηλὴ κοινωνία» τῆς Κρονστάνδης. Ὅμως αὐτὸς ἐπιτίθετο καὶ ἐνοχλοῦσε πλούσιους καὶ πολιτικοὺς παράγοντες πρὸς τὴν κατεύθυνση λύσης τῶν προβλημάτων τῶν φτωχῶν καὶ ἐξόριστων, παρ᾿ ὅλη τὴν χλεύη ποὺ δεχόταν.
Ε. Τὸ μεγάλο κοινωνικὸ ἔργο του
Ἡ βάση τῆς φιλανθρωπικῆς του δράσης στηριζόταν στὸ νὰ ὀργανώσει αὐτοὺς ποὺ μποροῦσαν νὰ βοηθοῦν. Μὲ συχνὰ κηρύγματα ἀνέλυε τὶς πολύπλευρες αἰτίες τῆς Κρονστανδικῆς πενίας καὶ ἐπαιτείας. Κατάφερε σύντομα λοιπὸν νὰ ἱδρυθοῦν πτωχοκομεῖα, ἐργατικὲς πολυκατοικίες, ἐπαγγελματικὲς σχολὲς καὶ ἔτσι νὰ δοθεῖ ἀνάλογα στὸν καθένα κατοικία καὶ ἐργασία. Ἔμβλημά του ἡ κοινωνικὴ ἀλληλεγγύη.
Ἂς ἀναφέρουμε μέρος τοῦ ἔργου του:
Στ. Ἔργα καὶ στὸ χωριὸ του Σούρα
Ἰδιαίτερη μέριμνα δείχνει γιὰ τὸ χωριό του. Χτίζει ἐκεῖ τρισυπόστατο πέτρινο ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγ. Νικόλαο, τὸν Ἅγ. Ἰωάννη τῆς Ρίλας καὶ τὴν Ἁγ. Παρασκευή. Ἱδρύει ἀκόμη ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ ἀδελφότητα, σχολεῖο, παιδικὴ στέγη, πριονιστήριο καὶ συνεταιρισμό. Κατόπιν δημιουργεῖ ἱερὰ γυναικεία μονὴ ἀφιερωμένη στὸν Ἅγ. Ἰωάννη τῆς Ρίλας.
Τὸ 1912 ἡ μονὴ εἶχε 120 μοναχές, ἐνῷ διέθετε ξεχωριστὴ σκήτη κοντὰ στὸ χωριὸ καὶ μετόχι στὸ Ἀρχάγγελκ.
Ζ. Ὁ π. Ἰωάννης σὰν παιδαγωγός
Ἐπὶ 32 χρόνια ὁ π. Ἰωάννης ἐργάστηκε σὰν παιδαγωγὸς (1857-1862 στὴν περιφερειακὴ σχολὴ Κρονστάνδης καὶ 1862-1889 στὸ Γυμνάσιό της). Βασική του ἀρχὴ ἦταν ἡ ἁπλότητα στὴ διδασκαλία. Θεωροῦσε πῶς ἡ γνώση εἶναι ἀπέραντη, γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐκλεγεῖ γιὰ τὰ παιδιὰ μόνο τὸ πιὸ ἀπαραίτητο τμῆμα της. Γιὰ νὰ δημιουργηθεῖ ἕνα ἁρμονικὸ σύστημα, θεωροῦσε πὼς ἡ μόρφωση εἶναι ἀχώριστη ἀπὸ τὴν ἀγωγὴ τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία καὶ προηγεῖται.
Σὰν δάσκαλος ἀπέφευγε νὰ τιμωρεῖ, δίδασκε μὲ συζήτηση, ἐπαναλάμβανε τὶς ἐκλεκτὲς περικοπὲς ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, προκαλοῦσε ἐρωτήματα, ἐνθάρρυνε τὴν παιδικὴ ἐλευθερία καὶ πρωτοβουλία. Τὰ παιδιὰ ἐνθουσιασμένα μαζί του ἐλεύθερα τὸν ἔκαναν συχνὰ ἐξομολόγο τους.
Προσωπικές του παιδαγωγικὲς ἀρχές:
Η. Ὁ π. Ἰωάννης σὰν πνευματικὸς
Ἦλθε σύντομα ἀντίθετος μὲ τὴ Ρωσικὴ συνήθεια τῆς «μιᾶς φορᾶς τὸ χρόνο» Θείας Κοινωνίας. Γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο πρότεινε συχνὴ συμμετοχὴ στὶς ἀκολουθίες, ἀγωνιστικὴ διάθεση φιλανθρωπίας καὶ ἐξομολόγηση μετὰ ἀπὸ μετάνοια. Ἡ προσωπικὴ ἐξομολόγηση ποὺ ἔκανε, ἦταν συχνὰ πολύωρη, ἔτσι τὸ μεγάλο πλῆθος τῶν πιστῶν τὸν ὁδήγησε σὲ ἀναβίωση τῆς κοινῆς ἐξομολόγησης.
Καταδίκαζε μὲ αὐστηρότητα τὴν χλιαρότητα καὶ τὸν τυπικὸ εὐσεβισμὸ τῆς Ρωσικῆς κοινωνίας, ποὺ εἶχε ὑποβαθμίσει τὴ μετοχὴ στὴ θεία Κοινωνία σὲ μία «ἅπαξ τοῦ ἔτους ὑποχρέωση» καὶ τὴν Θεανδρικὴ ζωὴ τῆς ἐκκλησίας στὸ ἐπίπεδο τῶν «ἐθίμων».
Δὲν εἶναι ἑπομένως τυχαῖο ὅτι τὸ 1890 καθημερινὰ τὸν ζητοῦσαν γιὰ ἐξομολόγηση 150-300 πιστοί. Στὴ Θεία Λειτουργία ἡ Θεία Κοινωνία διαρκοῦσε πάνω ἀπὸ δύο ὦρες. Ἔγινε λοιπὸν ἕνας «στάρετς» ποὺ ἔκαναν σ᾿ αὐτὸν ἐλεύθερη ὑπακοὴ χιλιάδες πιστοί, γιατὶ ἄνοιξε καινούργιους δρόμους μένοντας πιστὸς στὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ἐμπόδιζε ἀπὸ τὴ Θεία Κοινωνία μόνο τοὺς φανατικοὺς ὀπαδούς του (Ἰωαννίτες), μὲ τοὺς ὁποίους εἶχε ἀνοικτοὺς λογαριασμοὺς ἀπὸ τὸ 1880.
Οἱ θρησκόληπτοι αὐτοί, ὅπου ὑπερίσχυαν οἱ γυναῖκες, τὸν θεωροῦσαν ὡς νέα ἐνσάρκωση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς ἦταν ἕνας ἀκόμη λόγος νὰ πηγαίνει στὰ μέρη ποὺ ... δροῦσαν γιὰ νὰ τοὺς πολεμήσει. Ἔτσι τὸ πρῶτο ταξίδι γι᾿ αὐτὸ τὸ σκοπὸ τὸ ἔκανε τὸ 1892 στὴ περιοχὴ Γντόφσκυ, κοντὰ στὴ Πετρούπολη.
Θ. Οἱ περιοδεῖες του
Ὅσο παράδοξο καὶ ἂν φαίνεται ὁ π. Ἰωάννης ἔκανε μεγάλες, πολλὲς καὶ ποικίλες περιοδεῖες. Τὶς ἐπαναλάμβανε σὲ τακτὰ διαστήματα. Αὐτὸ ὀφείλεται στὴν ἀνάγκη ποὺ δημιούργησε ἡ ἀπήχηση τῆς ζωῆς του πέρα ἀπὸ τὴν Κρονστάνδη καὶ ἡ τεράστια ἀλληλογραφία ποὺ εἶχε.
Τὰ ταξίδια αὐτὰ ἄρχισαν τὸ 1988 πηγαίνοντας κάθε χρόνο στὸ χωριό του Σούρα. Τὰ ὑπόλοιπα ταξίδια - περιοδεῖες ἔγιναν στὸ Βορονέζ, Χάρκοβο, Κίεβο, Κούρκ, Ὀδησσό, Βαρσοβία καὶ ... Βερολίνο. Στὸ ἐνδιάμεσο ἐννοεῖται ὅτι σταματοῦσε συχνά. Σὲ μιὰ ἐνδιάμεση στάση στὸ Ρίζοβο πέρασαν ἀπὸ ἐκεῖ 100.000 ὀνόματα. Ὑπῆρχαν μέρες ποὺ περνοῦσαν 7.000 ἕως 8.000.
Συχνὰ ταξίδευε μὲ τραῖνο. Ἔτσι ἀναγκάζονταν νὰ συνδέσουν 10-12 βαγόνια συμπληρωματικὰ γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ τὸν συναντήσουν! Ὀφείλουμε νὰ τονίσουμε πὼς δὲν ἦταν μόνο ὁ λόγος τῆς ἐξομολόγησης ἢ τοῦ κηρύγματος γιὰ τὴ μεγάλη κοσμοσυρροή. Ἦταν συχνὰ καὶ τὸ ξετύλιγμα τῆς ἰαματικῆς χάρης ποὺ τοῦ δινόταν καὶ καρποφοροῦσε στοὺς ἀληθινὰ πιστοὺς καὶ ὄχι στοὺς θρησκόληπτους.
Ι. Σημεῖα Ἁγιότητας
Ὁ π. Ἰωάννης μὲ τὴν προσευχὴ ἦταν αἴτιος πολλῶν θαυμάτων, ἐνῷ ἀπαντοῦσε ἀκόμη σὲ γραπτὲς παρακλήσεις ἢ καὶ σὲ τηλεγραφήματα πιστῶν καὶ μή. Πολλὲς θεραπεῖες ἀναφέρονται στὶς βιογραφίες του ἐν ζωῇ, ἀλλὰ καὶ μετὰ θάνατον.
* Ἀναφέρει ὁ ἴδιος γιὰ σημεῖο θεραπείας ποὺ σχετιζόταν μὲ τὴ θεία μετάληψη: «Ἕνας ἄρρωστος ἔπασχε ἀπὸ θανάσιμο ἕλκος στομάχου. Ὑπέφερε ἐπὶ ἐννέα ἡμέρες χωρὶς παραμικρὴ ἀνακούφιση ἀπὸ τοὺς γιατρούς... Κοινώνησε μὲ σταθερὴ πίστη. Προηγουμένως προσευχήθηκα θερμὰ γι᾿ αὐτόν... Τὸ ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας θεραπεύτηκε καὶ τὸ βράδυ σηκώθηκε ἀπὸ τὸ κρεβάτι!»
* Ὅταν οἱ ἀσθενεῖς ἦταν πάρα πολλοί, ἔκανε καὶ σύντομη ἀκολουθία τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ δέηση συγχωρητικὴ τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀρρώστου. Μιὰ τέτοια περίπτωση θεραπείας ἦταν τῆς πριγκίπισσας Εἰρήνης Βλαδιμήροβνα Μπαριατίνσκαγια, ποὺ δημοσιεύτηκε τὸ 1892 στὴν ἐφημερίδα «Γραζντανίν», ὅπου ἀναφέρεται: « ...Ἡ καταδικασμένη ἀπὸ διετίας νὰ κάθεται διαρκῶς στὴ καρέκλα λόγω παραλύσεως τῶν κάτω ἄκρων 13ετὴς κόρη, μετὰ προσευχὴ τοῦ π. Ἰωάννου, πρὸς ἀνέκφραστη χαρὰ ὅλων, σηκώθηκε καὶ περπάτησε». Τὴν ἄρρωστη πριγκίπισσα νοσήλευαν χωρὶς ἀποτέλεσμα μέχρι τότε οἱ καλύτεροι γιατροὶ Ράουχφοους, Ριμπάλκιν καὶ Μερζεέφσκυ.
* Ὁ συγγραφέας Σούρσκυ ἀναφέρει τὴν κάπως κωμικὴ περίπτωση τοῦ ἱερορράπτη Π. Γ. Θεοδώροβιτς, ποὺ πίστευε ὅτι θὰ θεραπευόταν ὁ τραυλισμός του. Πράγματι: «Τὸ καλοκαίρι τοῦ 1893 ὁ βραδύγλωσσος περίμενε στὴ Μόσχα ἀνάμεσα στὸ πλῆθος γιὰ τὸ ...θαῦμα. Ἄρχισε νὰ φωνάζει τραυλίζοντας φοβερά: Μπάτιουσκα, προσευχηθεῖτε γιὰ μένα. Ὁ π. Ἰωάννης τὸν χτύπησε μὲ τὸ δεξὶ χέρι στὸ ἀριστερὸ μάγουλο καὶ τὸν διέταξε: Μίλα καθαρά, μίλα καθαρά. Τὸ θαῦμα ἔγινε. Ἡ τόσο ἐνοχλητικὴ πάθηση ἔπαυσε νὰ τὸν ταλαιπωρεῖ...»
* Οἱ περιπτώσεις θεραπείας τυφλῶν ξεχωρίζουν ἀπὸ τὶς ἄλλες, ἐπειδὴ χρησιμοποιοῦσε σχεδὸν πάντα ἁγιασμό. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Μπογουτσάρσκυ Σεραφεὶμ διηγεῖται ὅτι «ἕνας τυφλὸς ὁδηγήθηκε στὸ σταθμὸ Γολοὺτ τὴν ὥρα ποὺ στάθμευε τὸ τραῖνο μὲ τὸ ὁποῖο ταξίδευε ὁ π. Ἰωάννης. Τότε ἐκεῖνος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ βγάλει ὁ ἄρρωστος τὸ μαντήλι ἀπὸ τὰ μάτια του. Ἔψαλε τὴν ἀκολουθία τοῦ ἁγιασμοῦ, ἔβρεξε τὸ μαντήλι στὸ ἁγιασμένο νερὸ καὶ ἔνιψε τρεῖς φορὲς τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ. Ξαφνικὰ ὁ τυφλὸς φώναξε: Βλέπω! Βλέπω! ... Ἔπεσε αὐτὸς καὶ οἱ συγγενεῖς στὰ πόδια τοῦ π. Ἰωάννη... Ἀναγκάστηκαν νὰ τὸν ἀπομακρύνουν μὲ τὴν βοήθεια τῆς χωροφυλακῆς».
* Ὁ ἐπίσκοπος Πετσὲρκ Ἰωάννης ἀφηγήθηκε στὸ Βελιγράδι γιὰ τὸν καθηγητὴ Ἀ. Ι. Ἀλεξάντρωφ πῶς «ἄργησε νὰ ἔλθει στὴν παράκληση σὲ ἕνα σπίτι τῆς πόλης Καζάν. Θέλοντας νὰ μείνει ἀπαρατήρητος στάθηκε στὸ διπλανὸ δωμάτιο. Ὅλοι ἀσπάζονταν τὸ Σταυρὸ τοῦ π. Ἰωάννη καὶ αὐτὸς στράφηκε στὸ πίσω μέρος τῆς πόρτας, ποὺ κρυβόταν ὁ Ἀλεξάντρωφ, καὶ φώναξε: Γιατί ὁ καθηγητὴς δὲν ἔρχεται;
Ὅταν αὐτὸς παρουσιάστηκε τὸν ρώτησε: Φοβάστε τὸ Σταυρό; Γιατί αὐτό; Ἀφοῦ μάλιστα πολὺ γρήγορα θὰ τὸν δίνετε καὶ σὲ ἄλλους νὰ τὸν ἀσπαστοῦν... Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ τὸν ἄφησε ἡ γυναίκα του, πῆρε διαζύγιο καὶ κάρηκε μοναχός. Ἀργότερα ἔγινε πρύτανης τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας καὶ Ἀρχιερέας...»
ΙΑ. Ἡ κοίμησή του
Καὶ ἐνῷ κατὰ τὸ 1907 ἤδη ἦταν ἐπίλεκτο μέλος πολλῶν κοινωφελῶν ὀργανώσεων, διορίστηκε καὶ μέλος τῆς Ἱ. Συνόδου. Ὅμως ποτὲ δὲν ἔκανε χρήση τοῦ δικαιώματος νὰ συμμετάσχει. Τὰ παράσημα ποὺ τοῦ ἔδωσαν, ὅπως καὶ τὰ βαρύτιμα ράσα ἢ οἱ δωρεὲς τῶν πλουσίων, ἔδιναν ἀφορμὲς γιὰ ἐπικρίσεις. Ἦταν ἕνα συμπλήρωμα τῶν δοκιμασιῶν του.
Διότι δὲν ξεχώρισε τὴν καλὴ ἀγγελία καὶ ὡς ἀνάγκη καὶ τῶν πλουσίων καὶ τῶν ἐπιφανῶν. Σὲ μιὰ ταραγμένη ἐποχὴ δὲν ἤθελαν νὰ τὸν ξεχωρίσουν, αὐτὸν ποὺ ἔδωσε τὰ πάντα καὶ χάρισε ὅλη τη ζωή του γιὰ τοὺς βασανισμένους, ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἐκμεταλλεύονταν τὰ ἀξιώματα γιὰ ἴδιο ὄφελος...
Βαριὰ ἄρρωστος τὸν Δεκέμβρη τοῦ 1908, χωρὶς νὰ καταλύει τὴν νηστεία τῶν Χριστουγέννων, τέλεσε γιὰ τελευταία φορὰ τὴ θεία Λειτουργία στὶς 10-12-1908. Εἶχε μία ἐντελῶς ἀδύνατη φωνὴ μὲ βασανιστικοὺς πόνους καὶ στὸ τέλος ἐν μέσῳ λυγμῶν τῶν πιστῶν δίδαξε πάνω σὲ κάθισμα γιὰ τελευταῖα φορά.
Στὶς 18 τοῦ μηνὸς εἶπε «δόξα τῷ Θεῷ, ὅτι ἔχουμε δυὸ μέρες ἀκόμα γιὰ νὰ τὰ κάνουμε ὅλα». Στὶς 19 ἔχασε τὶς αἰσθήσεις του, τὸ βράδυ συνῆλθε ἀλλὰ μὲ πυρετό. Λειτούργησαν μεσάνυκτα γιὰ νὰ προλάβουν νὰ τὸν κοινωνήσουν μὲ πολὺ κόπο. Στὶς 6.00 τοῦ διάβασαν τὴν εὐχὴ «εἰς ψυχορραγοῦντα».
Ἀπεβίωσε, στὴν Κρονστάνδη, στὶς 07:40 τῆς 20 Δεκεμβρίου 1908, σὲ ἡλικία 80 ἐτῶν. Ἡ κηδεία του ἦταν ἐπιβλητική. Τὴν ἀκολούθησαν πάνω ἀπὸ 20.000 πιστοί. Συμμετεῖχε ὁ πρωθιεράρχης τῆς ρωσικῆς ἐκκλησίας μὲ πολλοὺς ἐπισκόπους, 60 ἱερεῖς καὶ 20 διακόνους.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος διέταξε ὁ βίος του νὰ διδάσκεται στὰ ἱερατικὰ σεμινάρια. Ὁ τάφος του βρίσκεται στὸν ὑπόγειο ναὸ τῆς γυναικείας μονῆς Ἰωάννοφσκυ τῆς Πετρούπολης, ὡς μεγάλο προσκύνημα. Ἡ ζωή του χαρακτηρίζεται προφητικὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας τοῦ 20οῦ καὶ 21ου αἰῶνα.
Στὶς 8 Ἰουνίου 1990, ἡ Ἱ. Σ. τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, στὴν πράξη ἀναγνώρισης τῆς ἁγιότητάς του ἀναφέρει ὅτι ἔγινε «... γιὰ τὴν ἐνάρετη ζωή του μὲ τὴν ὁποία ἦταν τύπος τῶν πιστῶν καὶ γιὰ τὴν πλήρη ζήλου καὶ θυσιῶν ὑπηρεσία του στὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Γιὰ τὴν ἀγάπη του στὸν πλησίον μὲ τὴν ὁποία σὰν τὸν καλὸ Σαμαρείτη δίδασκε στὸ ποίμνιό του τὴν εὐσπλαχνία πρὸς τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς δυστυχισμένους. Γιὰ τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, τόσο στὴ ζωή, ὅσο καὶ μετὰ θάνατον, μέχρι σήμερα...»
ΙΒ. Τὸ συγγραφικό του ἔργο
Παρότι ὁ στάρετς Ἰωάννης ἦταν πνευματικὸ τέκνο τοῦ ὀρθοδόξου ἡσυχασμοῦ, στὰ συγγράμματα καὶ τοὺς λόγους του ἡ δραστηριότητά του ἐξωτερικὰ εἶχε λατρευτικὸ (Θ. Λειτουργία – ἀκολουθίες – μυστηριακὴ ζωή) καὶ κοινωνικὸ χαρακτήρα (κοινωνικὴ ἀλληλεγγύη καὶ ἰάσεις). Ἔτσι τὰ ἔργα του ποὺ τυπώθηκαν ἦταν:
α) Συζητήσεις καὶ κηρύγματα
β) Ἀντιρρητικὴ συγγραφή, ἀναμνήσεις καὶ ἐπιστολές. Τὰ γράμματα καὶ τὰ τηλεγραφήματα ποὺ δέχονταν, ἔφθαναν - καὶ ἑπομένως ἀπαντοῦσε σχεδὸν σὲ ὅλα – καθημερινὰ γύρω στὰ 6.000 ἀπὸ τὰ πιὸ ἀπίθανα σημεῖα τῆς Ρωσίας.
γ) Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιό του μὲ τὸ τὸν τίτλο «ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου».
Τὸ βιβλίο αὐτὸ γνώρισε πολλὲς «ἐπαυξημένες» ἐκδόσεις, ἐκδόσεις σὲ πολλὲς γλῶσσες καὶ ἐκδόσεις σὲ ἄλλες ὁμολογίες. Ἡ ἀγγλικὴ μετάφραση τοῦ Γουλιάεφ, 1987, προκάλεσε μάλιστα μεγάλη αἴσθηση στοὺς διανοούμενους. Κρίσεις γράφηκαν στὸν ἀγγλικό, ἀμερικανικὸ καὶ αὐστραλέζικο τύπο.
Ὁ δομινικανὸς Στὰρκ ἐξέδωσε μικρὸ τόμο ἀπὸ ἀποσπάσματα στὴ γαλλικὴ γλώσσα. Ἀργότερα μεταφράστηκαν ἔργα του καὶ μελέτες στὶς διάφορες σλαβικὲς γλῶσσες. Ξεχωρίζει τὸ ἔργο τοῦ Βούλγαρου ἱερομονάχου Μεθοδίου.
Ἡ ἑλληνικὴ μετάφραση τοῦ βιβλίου «Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου» ἔγινε ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς Μιχαήλ. Τὸ 1974 ὁ Β. Μουστάκης κυκλοφόρησε τόμο μὲ ἀποσπάσματα μὲ τὸν ἴδιο τίτλο (ἐκδ. «Ἀστήρ»).
ΙΓ. Ἀποσπάσματα λόγων του
1.Γιὰ τὴν καρδιά: «Ἡ καρδιὰ εἶναι ὁ πρῶτος παράγοντας στὴ ζωή μας. Ἡ καρδιακὴ γνώση προηγεῖται τῆς νοησιαρχικῆς. Ἡ καρδιὰ βλέπει ἄμεσα, ἀστραπιαία, ἑνιαία. Αὐτὴ ἡ γνώση τῆς καρδιᾶς μεταδίδεται στὸ νοῦ, καὶ μέσα στὸ νοῦ χωρίζεται σὲ μέρη, ἀναλύεται σὲ συστατικά. Ἡ ἀλήθεια ἀνήκει στὴ καρδιὰ καὶ ὄχι στὸ νοῦ. Στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο καὶ ὄχι στὸν ἐξωτερικό...
Στὴ κατάσταση τῆς ἀπιστίας γιὰ κάτι ἀληθινὸ καὶ ἅγιο, ἡ καρδιὰ συνήθως γεμίζει ἀπὸ στενοχώρια καὶ φόβο. Ἀντίθετα στὴν εἰλικρινὴ πίστη νοιώθει χαρά, ἠρεμία, ἄνεση καὶ ἐλευθερία. Ἡ ἀλήθεια φανερώνεται καὶ θριαμβεύει στὶς καταστάσεις τῆς καρδιᾶς...
Ἐμεῖς ἔχουμε ἕνα βαρόμετρο ἀκριβείας, τὸ ὁποῖο δείχνει τὴν ἄνοδο ἢ τὴν πτώση τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ καρδιά. Μποροῦμε νὰ τὴν ὀνομάσουμε καὶ πυξίδα».
2. Γιὰ τὴ θεία λατρεία: «Κατὰ τὴ θεία λατρεία, κατὰ τὴν τέλεση ὅλων τῶν Μυστηρίων καὶ τῶν Ἀκολουθιῶν, ἔχε ἐμπιστοσύνη στὴ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ ἔχει ἐμπιστοσύνη στοὺς γονεῖς του. Θυμήσου, ὅτι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σὰν θεόπνευστοι φωστῆρες, κινούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, σὲ ὁδηγοῦν στὶς τρίβους τῆς σωτηρίας.
Νὰ μετέχεις λοιπὸν στὴ θεία λατρεία μὲ ἁπλὴ καρδιά, μὲ ἐμπιστοσύνη μικροῦ παιδιοῦ. Νὰ ἐναποθέτεις ὅλη σου τὴ φροντίδα στὸν Κύριο καὶ νὰ εἶσαι ἐντελῶς ἐλεύθερος ἀπὸ τὴ λύπη καὶ τὴν ἀγωνία. «Μὴ μεριμνήσητε πῶς ἢ τί λαλήσετε. Δοθήσεται γὰρ ὑμῖν ἐν ἐκείνῃ τὴ ὥρα τί λαλήσετε» (Ματθ. Ι´ 19). Πῶς συμβαίνει τώρα αὐτό; «Οὐ γὰρ ὑμεῖς ἐστὲ οἱ λαλοῦντες, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ Πατρὸς ὑμῶν τὸ λαλοῦν ἐν ὑμῖν» (στίχ. 20).»
3.Γιὰ τὴν παιδαγωγική: «Προσπαθῆστε νὰ προοδεύετε στὴν ἐσωτερικὴ καρδιακὴ ἐπιστήμη, στὴν ἐπιστήμη δηλαδὴ τῆς ἀγάπης, τῆς πίστης, τῆς προσευχῆς, τῆς πραότητας, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς εὐγένειας, τῆς ὑπακοῆς, τῆς σωφροσύνης, τῆς συγκαταβατικότητας, τῆς συμπάθειας, τῆς αὐτοθυσίας, τῆς κάθαρσης ἀπὸ πονηροὺς καὶ κακοὺς λογισμούς...
«Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. στ´ 33).»
Περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα νὰ μαθαίνετε τὴν γλώσσα τῆς ἀγάπης, τὴν πιὸ ζωντανὴ καὶ ἐκφραστικὴ γλώσσα. Χωρὶς αὐτή, ἡ γνώση τῶν ξένων γλωσσῶν δὲν φέρνει καμμιὰ οὐσιαστικὴ ὠφέλεια.»
4.Γιὰ τὴν προσευχή:
Ι.«Ἡ σωτηρία καὶ ἡ προσευχὴ δὲν βρίσκονται στὰ πολλὰ λόγια, ἀλλὰ στὴν κατανόηση καὶ στὴν θέρμη τῆς καρδιᾶς. Τὸ σπουδαιότερο πράγμα, ποὺ πρέπει νὰ θυμᾶσαι κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας εἶναι ὅτι πρέπει νὰ ἔχεις συνεχῆ μνήμη Θεοῦ, νὰ κάνεις δηλαδὴ μυστικὴ νοερὰ προσευχή.
Κι ἐγὼ ὁ ἴδιος δὲν ἔχω καιρὸ νὰ παρευρίσκομαι σὲ μακρὲς μοναστηριακὲς ἀκολουθίες, ἀλλὰ ὅπου κι ἂν πάω, εἴτε μὲ τὰ πόδια εἴτε μὲ τὸ πλοῖο, εἴτε μὲ τὴν ἅμαξα καθιστὸς ἢ ξαπλωμένος, δὲν μ᾿ ἐγκαταλείπει ποτὲ ἡ σκέψη τοῦ Θεοῦ. «Προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός... ἵνα μὴ σαλευθῶ.» (Ψαλμ. 15:8). Ἡ σκέψη ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι κοντά μου δὲν μ᾿ ἐγκαταλείπει ποτέ. Πρέπει καὶ σὺ νὰ προσπαθήσεις νὰ κάνης τὸ ἴδιο.»
ΙΙ. «... Ὅταν, προσευχόμενοι μὲ ζέση ἱστάμενοι, καθήμενοι, ἐξηπλωμένοι ἢ περιπατοῦντες, αἴφνης μᾶς ἐπισκέπτεται τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀκούοντες τὴν Φωνήν Του αἰσθανόμεθα ὅτι εἰσέρχεται εἰς τὴν ψυχήν μας ὄχι διὰ τοῦ στόματος, οὔτε διὰ τῆς ρινός μας, οὔτε διὰ τῶν ὤτων - μολονότι ὁ Σωτὴρ μετέδωκε τὸ Πνεῦμα διὰ τοῦ λόγου καὶ τῆς πνοῆς καὶ μολονότι «ἡ πίστις ἔρχεται δι᾿ ἀκοῆς» (Ῥωμ. 10, 17) – ἀλλ᾿ ἀπ᾿ εὐθείας διὰ τοῦ σώματος εἰς τὴν καρδίαν, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Κύριος ἐπέρασε διὰ τῶν τοίχων τῆς οἰκίας ὅταν ἐπεσκέφθη τοὺς Ἀποστόλους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν, καὶ ἐνεργεῖ ταχέως ὅπως ὁ ἠλεκτρισμὸς καὶ μάλιστα ταχύτερον ἀπὸ κάθε ἠλεκτρικὸν ρεῦμα.
Τότε αἰσθανόμεθα τὴν ὕπαρξίν μας ἐλαφράν, διότι αἰφνιδίως ἐλευθερωνόμεθα ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, τὸ αἴσθημα τῆς συντριβῆς διὰ τῆς ἁμαρτίας, τὸ πνεῦμα τῆς εὐλαβείας, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς μᾶς ἐπισκέπτεται ...»
ΙΙΙ. «...Μάθε νὰ προσεύχεσαι. Βίαζε τὸν ἑαυτόν σου εἰς τὴν προσευχήν. Κατ᾿ ἀρχὰς θὰ εὕρῃς δυσκολίαν, ὕστερον ὅμως ὅσον περισσότερον βιάζῃς τὸν ἑαυτόν σου, τόσον εὐκολώτερον θὰ προσεύχεσαι. Εἰς τὴν ἀρχὴν ὅμως εἶναι πάντοτε ἀναγκαῖον νὰ βιάζῃ κανεὶς τὸν ἑαυτό του...»
5. Γιὰ τὴν συμμετοχή μας στὶς ἀκολουθίες: «Νὰ ἔρχεσαι ὅσο μπορεῖς συχνότερα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ, νὰ συμμετέχεις στὶς ἀκολουθίες γιὰ νὰ δοξάζεις τὸν Κύριο ἢ νὰ ζητᾶς τὸ ἔλεός Του γιὰ τὴν πνευματική σου ἀδυναμία, γιὰ τὴν ψυχική σου φτώχεια καὶ ἁμαρτωλότητα. Κανεὶς τόσο δυνατὰ καὶ τόσο εἰλικρινὰ δὲν θὰ πονέσει μαζί σου γιὰ τὴν ἀδυναμία σου ὅσο ἡ Ἐκκλησία. Ὅλα ὅσα δοκιμάζεις ἐσὺ τὰ δοκίμασαν ἀκόμη καὶ τὰ ἐκλεκτότερα τέκνα Της, ἔπασχαν πνευματικὰ ὅπως κι ἐσύ, ἁμάρταναν καὶ ἔπεφταν ὅπως ἀκριβῶς κι ἐσύ...
Πουθενὰ τόσο βαθειὰ καὶ ὁλοκληρωτικὰ δὲν ἐρχόμαστε σὲ συναίσθηση καὶ αὐτογνωσία ὅσο μέσα στὸν ναό, γιατὶ ἐδῶ εἶναι ἰδιαίτερα αἰσθητὴ ἡ παρουσία τοῦ σῴζοντος Θεοῦ καὶ ἐνεργεῖ μὲ ἀνερμήνευτο τρόπο ἡ χάρη Του. «Ὁ Θεὸς γὰρ ἐστιν ὁ ἐνεργῶν ἐν ὑμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας» (Φιλιπ. 2, 13).
Μὲ τὴ βοήθεια τῶν εὐχῶν, τῶν ὕμνων καὶ τῶν ἀναγνωσμάτων, ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τὸν ἑαυτό του σ᾿ ὅλη του τὴ γυμνότητα, διαπιστώνει τὴν ἀδυναμία του, τὴ πνευματική του φτώχεια, τὴν ἀθλιότητα καὶ ἄκρα ἁμαρτωλότητά του. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, συναντᾶται μὲ τὴν ἄπειρη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄκρα ἀγαθότητά Του, τὴν πανσοφία καὶ τὴ παντοδυναμία Του.»
6. Γιὰ τὴν ἐντολὴ τῶν «καλῶν ἔργων»: «Ἐγὼ τὴν ἐννοῶ ὡς ἑξῆς: «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.» (Ματθ. 5:16). Ἀφῆστε λοιπόν, τὸν κόσμο νὰ ἰδῇ τὰ καλὰ σὰς ἔργα, γιὰ νὰ δοξάσει γι᾿ αὐτὰ τὸν Κύριο. Θὰ πάρουν ἔτσι οἱ ἄνθρωποι ἕνα ζωντανὸ παράδειγμα καὶ θὰ πεισθοῦν γι᾿ αὐτὰ τὰ ἔργα.
Ἀπ᾿ αὐτὴν ὅμως πρέπει νὰ τὰ κρύβετε (κι ἔδειξε μὲ τὸ δάχτυλό του τὴν καρδιά). Ἀπ᾿ αὐτήν, ὅλα πρέπει νὰ μένουν κρυφὰ «Μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. 6:3). Μὲ τὸ «ἀριστερὰ» ἐννοεῖ στὴν πραγματικότητα τὴν γνώμη, ποὺ ἔχομε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ τὴν ματαιοδοξία.»
7. Γιὰ τὸ φόβο τοῦ μέλλοντος: «Γιατί νὰ κοιτάζουμε τὸ μέλλον; «Ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (Ματθ. 6:34). Ἂς παραδοθοῦμε σὰν παιδιὰ στὸν Οὐράνιο Πατέρα μας. «Ὁ Θεὸς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε» (Α´ Κορ. 10:13). Μὲ τὶς ὑποψίες βασανίζεις μόνο τὸν ἑαυτό σου καὶ δὲν ἐξυπηρετεῖς τὸν σκοπό, ποὺ ἔταξες. Βλάπτεις ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτό σου μὲ τὸ νὰ φαντάζεσαι ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ὑπάρχει κακὸ ἐκεῖ, ὅπου πιθανὸν δὲν ὑπάρχει τίποτε. Ἐφόσον ἐμεῖς δὲν κάνομε κακὸ σὲ κανένα, ἂς μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, ἂν τὸ ἐπιτρέπει αὐτὸ ὁ Θεός.»
8. Γιὰ τὸν πειρασμὸ τῆς ἀπελπισίας στὴν ἡγουμένη Ταϊσία: «Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει σ᾿ αὐτὸν τὸν πειρασμὸ νὰ προσβάλλει τὶς δυνατότερες φύσεις, αὐτοὺς δηλαδή, ποὺ εἶναι πιὸ πεπειραμένοι στὸν πνευματικὸ πόλεμο. Ὁ ἐχθρός σου τὸν παρουσιάζει, ἐπειδὴ βλέπει ὅτι οἱ ἀγῶνες σου φθάνουν σ᾿ ἕνα τέλος, ὅτι ἑτοιμάζεται γιὰ σένα στὸν οὐρανὸ μία ἀνταμοιβὴ καὶ θέλει νὰ σὲ χτυπήσει καὶ νὰ σὲ ρίξει κάτω μ᾿ ἕνα δυνατὸ τίναγμα καὶ νὰ σοῦ στερήσει ἔτσι τὸν στέφανο.
Ἔχει καταστρέψει πολλοὺς με τὴν ἀπόγνωση. Νὰ εἶσαι δυνατὴ καὶ ἀνδρεία, νὰ πολεμᾶς τὶς μηχανορραφίες τοῦ ἐχθροῦ. Μὴν παραδίδεσαι. Νὰ σηκώνεις αὐτὸν τὸν σταυρὸ μὲ ταπείνωση καὶ ἀντοχή. Νὰ θεωρεῖς ὅτι αὐτὸς ὁ πειρασμὸς σοῦ παρουσιάζεται, γιὰ νὰ μεγαλώσει τὴν ταπεινοφροσύνη σου καὶ ὁ Κύριος θὰ σὲ βοηθήσει. Αὐτὸς ποὺ ἔχει θεμελιωμένη τὴν ψυχή του πάνω σὲ βράχο, δὲν θὰ κλονισθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνέμους τῶν πειρασμῶν τοῦ ἐχθροῦ, καμιὰ καταιγίδα δὲν εἶναι ἀρκετὰ δυνατὴ νὰ συγκλονίσει τὰ θεμέλια. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ τὸ σπίτι τῆς ψυχῆς του εἶναι χτισμένο στὴν ἄμμο, ἡ ψυχή, ποὺ δὲν ἔχει σὰν θεμέλιό της τὴν Πέτρα Χριστό, εὔκολα καταστρέφεται ἀκόμη καὶ μὲ μία μικρὴ μπόρα.
Τὴν πνευματικὴ κλίμακα νὰ τὴν ἀνεβαίνεις, ὄχι νὰ τὴν κατεβαίνεις. Νὰ ἀνυψώνεσαι στὸ πνεῦμα καὶ στὸν νοῦ. Κλήθηκες, γιὰ νὰ ὁδηγήσεις τὸ μικρό σου ποίμνιο τῶν παρθένων, ποὺ τὶς ἔχει διαλέξει ὁ Θεός, γιὰ ν᾿ ἀκολουθήσουν τὴν μοναχικὴ ζωή. Αὐτὸ τὸ ἔργο νὰ μὴν τὸ θεωρεῖς κατώτερο ἢ μικρότερο ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ἐκεῖνες καὶ τὰ ἀσκητικὰ ἐπιτεύγματα, ποὺ θὰ μποροῦσες νὰ ἐπιτύχεις μὲ τὴν ἡσυχία προσπαθώντας νὰ σώσεις μόνο τὴν ψυχή σου.
Τώρα δὲν ἔχεις εἰρήνη, ἐπειδὴ ὑπηρετεῖς τὸν πλησίον σου. Οἱ ἀγῶνες σου τώρα εἶναι οἱ φροντίδες καὶ οἱ θλίψεις. Εἶναι φροντίδες καὶ θλίψεις μαρτύρων, γιατὶ ἐσὺ σταυρώνεσαι γιὰ ὅλους, γιὰ χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον σου. Τί θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ὑψηλότερο;»
9. Τί θὰ πεῖ νὰ εἶσαι ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας; «Νὰ τί θὰ πεῖ, μὲ ἁπλὰ λόγια: Βλέπεις ἕνα φτωχὸ ποῦ ζητᾶ ἐλεημοσύνη; Ἀναγνώρισε σ᾿ αὐτὸν τὸν ἀδελφό σου, καὶ ἐλέησέ τον μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι στὸ πρόσωπό του βλέπεις τὸν ἴδιο τὸν Χριστό.
Σὲ ἐπισκέπτεται ἕνας ἄνθρωπος, γνωστὸς ἢ καὶ ἄγνωστος; Δέξου τον πάλι ὅπως θὰ δεχόσουν τὸν Κύριο, ἂν σοῦ χτυποῦσε τὴν πόρτα. Ἀγκάλιασέ τον μὲ τὴν ἀγάπη σου, φιλοξένησέ τον μὲ χαρὰ καὶ συζήτησε μαζί του πνευματικὰ θέματα.»
10. Γιὰ τὴν σχέση μὲ τοὺς ἀγνώστους: «Τὸν κάθε ἄνθρωπο ποὺ σὲ πλησιάζει, νὰ τὸν δέχεσαι μὲ καλοσύνη καὶ μὲ χαρούμενη διάθεση, ἀκόμη κι ἂν εἶναι ἕνας ἐπαίτης ἢ μία πτωχὴ γυναίκα. Ἐσωτερικὰ νὰ ταπεινώνεσαι μπροστὰ σὲ ὅλους, θεωρώντας τὸν ἑαυτό σου κατώτερο ἀπὸ ὅλους, διότι ἐσὺ τοποθετήθηκες ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ νὰ εἶσαι ὑπηρέτης ὅλων. Οἱ ἀδελφοί σου εἶναι μέλη Του, ἀκόμη κι ἄν, ὅπως ἐσύ, φέρουν ἐπάνω τους τὰ τραύματα τῶν παραπτωμάτων».
11. Οἱ δυὸ ὄψεις τῆς ἐγκόσμιας ζωῆς: «Ὑπάρχει μία ἀληθινή, πραγματικὴ ζωὴ καὶ μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Τὸ νὰ ζεῖς γιὰ νὰ τρῶς, νὰ πίνεις, νὰ ντύνεσαι, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνεις καὶ νὰ γίνεσαι πλούσιος, τὸ νὰ ζεῖς γενικὰ γιὰ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ φροντίδες, αὐτὸ εἶναι μιὰ φαντασία.
Τὸ νὰ ζεῖς ὅμως γιὰ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους, αὐτὴ εἶναι πραγματικὴ ζωή. Ὁ πρῶτος τρόπος ζωῆς εἶναι ἀκατάπαυτος πνευματικὸς θάνατος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἀκατάπαυτη ζωὴ τοῦ πνεύματος.»
12. Γιὰ τὶς ἁμαρτίες - πάθη τῶν παιδιῶν: «Μὴν παραμελεῖτε νὰ ξεριζώνετε ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τὰ ζιζάνια τῆς ἁμαρτίας, τοὺς ἀκαθάρτους, κακοὺς καὶ βλάσφημους λογισμούς, τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες, κλίσεις καὶ πάθη. Ὁ ἐχθρὸς καὶ ἡ ἁμαρτωλὴ σάρκα δὲ λείπουν οὔτε ἀπὸ τὰ παιδιά. Τὰ σπέρματα ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν ὑπάρχουν καὶ σὲ αὐτά.
Δεῖξτε τους ὅλους τοὺς κινδύνους τῆς ἁμαρτίας στὸ δρόμο τῆς ζωῆς. Μὴν κρύβετε τὶς ἁμαρτίες ἀπ᾿ αὐτά, μήπως ἀπὸ ἄγνοια ἢ ἔλλειψη εὐφυΐας ἀποκτήσουν κακὲς συνήθειες καὶ ἐμπαθεῖς ροπές, οἱ ὁποῖες γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἰσχυρὲς καὶ δίνουν τοὺς καρπούς τους ὅταν τὰ παιδιὰ φθάσουν σὲ ὥριμη ἡλικία.»
13. Ὑλικὸς κόσμος: «Στὸν ὑλικὸ κόσμο ὑπάρχουν πολλὰ ποὺ ἀντιστοιχοῦν στὸ πνευματικὸ κόσμο. Διότι ὁ ὑλικὸς κόσμος εἶναι δημιούργημα τοῦ Πνεύματος καὶ ὁ Δημιουργὸς δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ σφραγίσει μὲ τὴν εἰκόνα Του τὸ δημιούργημα...
Ὁ κόσμος σὰν δημιούργημα τοῦ ζῶντος καὶ πανσόφου Θεοῦ εἶναι γεμάτος ζωή. Παντοῦ καὶ σὲ κάθε τι ὑπάρχει ζωὴ καὶ σοφία. Σὲ ὅλα τὰ ὁρατὰ διακρίνουμε τὴν ἔκφραση τῆς σκέψεως. Ὄχι μόνο στὸ σύνολο, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε μέρος. Ὁ ὑλικὸς κόσμος εἶναι ἕνα συναρπαστικὸ βιβλίο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, ὄχι ὅμως τόσο καθαρὰ ὅπως ἀπ᾿ αὐτή.»
ΙΔ. Ἀπὸ τὶς διδαχὲς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου
* «Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος» λέγει ὁ Κύριος «ὑμεῖς τὰ κλήματα» (Ἰωάν. 15, 5), δηλαδὴ ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Καὶ ὅπως ὁ Κύριος εἶναι Ἅγιος, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἁγία· ὅπως ὁ Κύριος εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή», ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία, διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καὶ ἡ αὐτὴ μὲ τὸν Κύριον «ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτοῦ καὶ ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ» (Ἐφ. 5, 30) ἢ τὰ κλήματα Αὐτοῦ, ῥιζωμένη εἰς Αὐτόν - ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ ζῶσα ἄμπελος καὶ τρεφομένη ἀπ᾿ Αὐτὸν καὶ αὐξάνουσα μὲ Αὐτόν. Ποτὲ μὴ φαντάζεσαι τὴν Ἐκκλησίαν χωριστὴν ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
...Κάθε ἱερεὺς εἶναι ἀπόστολος στὸ χωριὸ ἢ τὴν ἐνορία του καὶ ὀφείλει νὰ περιέρχεται τὰς οἰκίας τῶν πιστῶν κηρύττων τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, διδάσκων τοὺς ἀμαθεῖς, ἐξυπνῶν τοὺς ἀμελεῖς, τοὺς ζῶντας εἰς τὰ πάθη των καὶ τὰς σαρκικὰς ἀπολαύσεις, εἰς ζωὴν χριστιανικήν· ἐνθαρρύνων καὶ τονώνων, μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς μελλούσης ἀμοιβῆς, τοὺς εὐσεβεῖς καὶ νηφαλίους· ἐνισχύων καὶ παρηγορῶν τοὺς δυσαρεστημένους. Αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι τὸ ἀντικείμενον τῶν λιτανειῶν μὲ τὸν σταυρὸν κατὰ τὰς μεγάλας ἑορτάς... Πρέπει νὰ κηρύσσωμεν μὲ τὸν σταυρὸν εἰς τὰς χεῖράς μας ὅτι «ὁ Χριστὸς ἦλθεν εἰς τὴν γῆν διὰ νὰ μᾶς ὑψώσῃ εἰς τοὺς οὐρανούς»· ὅτι δὲν εἶναι ὀρθὸν νὰ προσκολλώμεθα εἰς τὰ γήϊνα· καὶ ὅτι ὀφείλομεν νὰ ἐκτιμοῦμε τὸν χρόνον, διὰ νὰ κερδίσωμεν τὴν αἰωνιότητα, νὰ καθαρίσωμεν τὰς καρδίας μας ἀπὸ κάθε ἀκαθαρσίαν καὶ νὰ κάμωμεν ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερα ἔργα ἀγαθά:
«Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰωάν, 4, 34).
* Ἡ προσευχὴ τοῦ ἱερέως ἔχει μεγάλην δύναμιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ μόνον ὁ ἱερεὺς νὰ ἐπικαλῆται τὸν Κύριον μὲ ὅλην τὴν καρδίαν του, μὲ πίστιν καὶ ἀγάπην. Θεέ, δὸς ὥστε νὰ ὑπάρξουν περισσότεροι ἱερεῖς οἱ ὁποῖοι θὰ προσεύχωνται εἰς Σὲ μὲ πνεῦμα ζέον· διότι ποῖος πρέπει νὰ προσεύχεται πρὸς τὸν Κύριον διὰ τὰ πρόβατά Του μὲ τόσην δύναμιν, παρὰ ὁ ἱερεύς, ὁ ὁποῖος ἔλαβε χάριν καὶ ἐξουσίαν παρ᾿ Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ νὰ κάμνῃ αὐτό;
* Ὅπως τὸ φῶς καὶ ἡ θερμότης εἶναι ἀχώριστα ἀπὸ τὸν ἥλιον, ἔτσι καὶ ἡ ἁγιότης, ἡ διδαχή, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εὐσπλαγχνία πρὸς ὅλους πρέπει νὰ εἶναι ἀχώριστα ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ ἱερέως· διότι τίνος τὸ ὑπούργημα φέρει; τοῦ Χριστοῦ. Τίνος κοινωνεῖ τόσον συχνά; τοῦ Χριστοῦ - Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος Αὐτοῦ. Διὰ αὐτὸ ὁ ἱερεὺς πρέπει νὰ εἶναι εἰς τὸν πνευματικὸν κόσμον, εἰς τὸ μέσον τοῦ ποιμνίου του, ὅ,τι εἶναι ὁ ἥλιος εἰς τὴν φύσιν! Φῶς δι᾿ ὅλους, ζωοποιὸς θερμότης, ἡ ψυχὴ ὅλων.
Ὁ ἱερεύς, ὡς ἰατρὸς ψυχῶν, ὀφείλει νὰ εἶναι ἐλεύθερος ἀπὸ πνευματικὲς ἀδυναμίες (δηλαδὴ ἀπὸ πάθη) διὰ νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ θεραπεύῃ καὶ τοὺς ἄλλους· ὡς ποιμήν, ὀφείλει νὰ τρέφεται εἰς τὰς χλοώδεις νομὰς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν συγγραμμάτων τῶν Ἁγίων Πατέρων, διὰ νὰ γνωρίζῃ ποῦ νὰ βοσκήσῃ τὰ πνευματικά του πρόβατα· ὀφείλει νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ παλαίῃ ἐναντίον τῶν νοητῶν λύκων, διὰ νὰ γνωρίζῃ πῶς θὰ ἠμπορῇ νὰ τοὺς ἐκβάλῃ καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὴν ποίμνην τοῦ Χριστοῦ· ὀφείλει νὰ εἶναι ἔμπειρος καὶ ἰσχυρὸς εἰς τὴν προσευχὴν καὶ τὴν ἐγκράτειαν· νὰ μὴ δεσμεύεται ἀπὸ κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ θέλγητρα, ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν ἀπληστίαν, τὴν φιλαυτίαν, τὸν ἐγωϊσμόν, τὴν φιλοδοξίαν. Γενικὰ δὲ ὀφείλει νὰ εἶναι φῶς, διὰ νὰ φωτίζῃ ἄλλους· πνευματικὸν ἅλας, διὰ νὰ προφυλάσσῃ τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὴν πνευματικὴν φθορὰν καὶ νὰ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ἀπηλλαγμένος ἀπὸ τὴν φθοροποιὸν ἐπίδρασιν τῶν παθῶν. Ἂν ὅμως τὸ ἀντίθετον συμβαίνῃ, κάθε πρόσωπον ἀσθενὲς πνευματικῶς θὰ μπορῇ νὰ πῇ: «ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτὸν» (Λουκ. 4, 23) πρῶτον καὶ ἔπειτα θὰ σοὶ ἐπιτρέψω καὶ ἐμὲ νὰ θεραπεύσῃς. «Ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Ματ. 7, 5).
Ὁ ἱερεὺς πρέπει νὰ εἶναι ἀδιάφορος πρὸς τὰ γήϊνα, διὰ νὰ μὴ παγιδεύεται ἀπὸ τὸν ἐχθρόν, ὅταν τελῇ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ τὰ ἁγιώτατα μυστήρια, ἀλλὰ νὰ φλέγεται πάντοτε ἀπὸ ἀγάπην ἁγνὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς πλησίον...
* Τί σὲ ἐμποδίζει ἀπὸ τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ; Ἡ σὰρξ καὶ ὁ κόσμος! δηλαδή, ἡ εὐχάριστος τροφὴ καὶ τὸ ποτόν, τὰ ὁποῖα κάμνουν τὴν καρδίαν ὀκνηρὰν καὶ παχυλήν - καὶ ἡ ἐπιθυμία κομψοῦ ἐνδύματος καὶ καλλωπισμῶν ἢ διακρίσεων καὶ ἀμοιβῶν· ἂν τὸ ἔνδυμα καὶ ὁ ἄλλος στολισμὸς εἶναι καμωμένα ἀπὸ πολὺ ὡραῖα, χρωματιστὰ καὶ μεταξοΰφαντα ὑφάσματα, φροντίζομεν καὶ μεριμνῶμεν ὅπως μὴ τὰ λερώσωμεν καὶ τὰ σπιλώσωμεν ἢ τὰ σκονίσωμεν καὶ τὰ βρέξωμεν, ἐνῷ ἡ μέριμνα καὶ ἡ φροντὶς πῶς νὰ εὐαρεστήσωμεν εἰς τὸν Θεὸν μὲ τὰς σκέψεις, τοὺς λόγους καὶ τὰ ἔργα ἐξαφανίζονται; ἡ δὲ καρδία τότε ζῇ διὰ τὰ ἐνδύματα καὶ τοὺς καλλωπισμοὺς καὶ καθ᾿ ὁλοκληρίαν καταπιέζεται ἀπὸ αὐτὰ καὶ παύει νὰ μεριμνᾷ περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἑνώσεώς της μετ᾿ Αὐτοῦ... Ἀγωνίζου ἐναντίον κάθε κοσμικοῦ δελεάσματος... καὶ φρόντιζε μὲ ὅλην τὴν δύναμιν διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς σου καὶ τῶν ψυχῶν τῶν ἄλλων...
* Κατὰ τὴν ὑπούργησιν τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας αἰσθάνεται κανεὶς τὴν οἰκτροτάτην ἁμαρτωλότητα τοῦ ἀνθρώπου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅλην τὴν ἀθλιότητα, τὴν ἀμάθειαν καὶ τὸ ἐφάμαρτον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Ἡ Ἐξομολόγησις εἶναι σταυρός, ἀληθῶς σταυρός! Τόσον ὁ πνευματικὸς βλέπει καὶ αἰσθάνεται τῶν ἀνθρώπων τὴν βαθεῖαν ἀμάθειαν, τὴν ἄγνοιάν των διὰ τὰς ἀληθείας τῆς θρησκείας καὶ τὰς ἁμαρτίας των, τὴν λιθίνην των ἀναισθησίαν, ὥστε ὀφείλει νὰ προσεύχεται δι᾿ αὐτοὺς μὲ θέρμην μεγίστην καὶ νὰ τοὺς διδάσκῃ ἡμέραν καὶ νύκτα, εὐκαίρως καὶ ἀκαίρως. Ὤ, ὁποία ἄγνοια! Μερικοὶ δὲν γνωρίζουν καὶ Αὐτὴν ἀκόμη τὴν Παναγίαν Τριάδα· δὲν γνωρίζουν ποῖος εἶναι ὁ Χριστός· δὲν γνωρίζουν διατί ζοῦν ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ ὁποῖον πλῆθος ἁμαρτιῶν! Καὶ ὅμως ζητοῦμεν πλουτισμόν, ἀνάπαυσιν· δὲν ἀγαπῶμεν τὴν ἐργασίαν, ἐξερεθιζόμεθα ὅταν ὑπάρχῃ ἐργασία περισσοτέρα τοῦ συνήθους! Ζητοῦμεν εὐρυχώρους κατοικίας, πλουσίαν ἐνδυμασίαν! Ἂς μὴ ἀγαπῶμεν τὴν ἀνάπαυσιν τῆς γῆς, ἂς μὴ γινώμεθα ῥάθυμοι, ἂς μὴ γινώμεθα ἀμελεῖς εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῶν πνευματικῶν μας καθηκόντων καὶ ἂς μὴ στεροῦμεν τοὺς ἑαυτούς μας τῶν ἐπουρανίων εὐλογιῶν καὶ τῆς ἐκεῖσε ἀναπαύσεως, διότι ἀφοῦ ἐδοκιμάσαμεν ὑπερβαλλόντως τὴν ἀνάπαυσιν τοῦ κόσμου ἐδῶ, ὁποίαν ἀνάπαυσιν ἠμποροῦμεν νὰ περιμένωμεν ἐκεῖ;
Τότε μόνον θὰ ἐκτελέσῃς ἀξίως τὸ μυστήριον τῆς μετανοίας ὅταν ἀγαπᾷς τὴν ψυχὴν καὶ ὄχι τὸ κέρδος, ὅταν εἶσαι ὑπομονητικὸς καὶ ὄχι εὐερέθιστος. Ὤ, πόσον μεγάλη ἀγάπη χρειάζεται διὰ τὰς ψυχὰς τῶν ἄλλων, διὰ νὰ ἐξομολογήσῃ κανεὶς αὐτοὺς ἀξίως, ὑπομονητικῶς, ὄχι ἐσπευσμένως καὶ χωρὶς ἀγανάκτησιν! Ὁ πνευματικὸς ἱερεὺς ὀφείλει νὰ ἐνθυμῆται ὅτι «χαρὰ γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15, 7 καὶ 10). Μὲ πόσον ζῆλον, λοιπόν, ὀφείλει νὰ προσπαθῇ νὰ ἀφυπνίσῃ τὸ συναίσθημα τῆς μετανοίας εἰς τοὺς ἐξομολογουμένους εἰς αὐτόν, οἱ ὁποῖοι ἐνίοτε δὲν γνωρίζουν διὰ ποῖον πρᾶγμα νὰ μετανοήσουν! Ὁ ἱερεύς, ἐπίσης, ὀφείλει νὰ ἐνθυμῆται πῶς ὁ Ἀπόστολος νύκτα καὶ ἡμέραν, μετὰ δακρύων ἐνουθέτει ἕκαστον ἐκ τῶν νεοφωτίστων χριστιανῶν...
ΙΕ. Βιβλιογραφία
O άγιος Σιλουανός για τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης
Αξίζει να θυμηθούμε τι έγραψε για τον πνευματοφόρο άγιο , ο αγιορείτης όσιος Σιλουανός που είχε την ευλογία να τον γνωρίσει.
Toν πάτερ Ιωάννη εγώ τον είδα στην Κροστάνδη. Τελούσε την θεία λειτουργία.Έμεινα έκπληκτος για την δύναμη της προσευχής του, κι από τότε — παρότι πέρασαν γύρω στα σαράντα χρόνια — δεν είδα κανένα να λειτουργή όπως εκείνος. O λαός τον αγαπούσε κι όλοι παρευρίσκονταν με φόβο Θεού.
Και αυτό δεν είναι παράδοξο γιατί το Άγιο Πνεύμα ελκύει κοντά του τις καρδιές των ανθρώπων.Βλέπουμε στο Ευαγγέλιο τι πλήθη λαού ακολουθούσαν τον Κύριο.
Ο λόγος του Κυρίου προσείλκυε τον λαό γιατί προσφερόταν με το Άγιο Πνεύμα, και γι αυτό είναι γλυκύς και ευάρεστος στην ψυχή.
Όταν ο Λουκάς και ο Κλεόπας πορεύονταν στους Εμμαούς και τους πλησίασε καθ΄οδον ο Κύριος και μιλούσε μαζί τους, τότε έκαιγαν οι καρδιές τους από αγάπη Θεού. Και ο πάτερ Ιωάννης είχε μέσα του άφθονη την χάρη του Αγίου Πνεύματος , που θέρμαινε την καρδιά του με την αγάπη τού Θεού και το ίδιο Άγιο Πνεύμα, μέσω αυτού, επενεργούσε στους ανθρώπους.Είδα πώς έτρεχε ξοπίσω του ο λαός, σαν σε πυρκαγιά, για να πάρουν ευλογία, κι όταν την έπαιρναν χαίρονταν, γιατί το Άγιο Πνεύμα είναι ευχάριστο και δίνει στην ψυχή ειρήνη και γλυκύτητα.
Μερικοί σκέφτονται στραβά για τον πάτερ Ιωάννη και θλίβουν έτσι το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο ζούσε μέσα του και ζεί και μετά θάνατον.Λένε πως ήταν πλούσιος και ντυνόταν κομψά.Δεν ξέρουν όμως αυτοί πώς ο πλούτος δεν μπορεί να βλάψη αυτόν που μέσα του ζεί το Άγιο Πνεύμα, γιατί όλη του η ψυχή είναι στον Θεό και ο Θεός τον άλλαξε και έτσι λησμονεί τον πλούτο και τις στολές. Καλότυχοι οι άνθρωποι που αγαπούν τον Πάτερ Ιωάννη γιατί θα προσεύχεται για εμάς. Η αγάπη του για τον Θεό ήταν φλογερή και αυτός βρισκόταν ολοκληρωτικά μέσα στη φλόγα της αγάπης.
Ώ πάτερ Ιωάννη, εσύ είσαι ο μεγάλος πρέσβυς μας! Ευχαριστώ τον Θεό γιατί σε είδα , ευχαριστώ και σένα, τον καλό και άγιο ποιμένα, γιατί χάρη στις προσευχές σου κατάφερα να αποχωριστώ τον κόσμο και να έλθω στο Άγιο Όρος του Άθω, όπου είδα το μέγα έλεος τού Θεού. Και τώρα γράφω και χαίρομαι , γιατί ο Κύριος μού έδωσε να καταλάβω την πολιτεία και τον αγώνα του καλού ποιμένα.
Είναι μέγας άθλος να συγκατοική κανείς με νεαρή γυναίκα και να μη την αγγίζη.Αυτό το μπορούν μόνον όσοι έχουν μέσα τους αισθητή την χάρη τού Αγίου Πνεύματος. Η θεϊκή γλυκύτητα νικά τον σαρκικό έρωτα για την αγαπημένη σύζυγο. Πολλοί άγιοι φοβούνταν το πλησίασμα των γυναικών , αλλά ο Πάτερ Ιωάννης είχε ανάμεσα και στις γυναίκες το Άγιο Πνεύμα.
Θα προσθέσω ακόμα πως ήταν τόσο ταπεινός , ώστε διατηρούσε την χάρη του Ααγίου Πνεύματος και με την δύναμη της αγαπούσε πολύ τον λαό κι ανέβαζε τον νού των ανθρώπων στον Θεό.
Καταλαβαίνεις τι δύναμη Αγίου Πνεύματος είχε; Όταν διαβάζης το βιβλίο του «η Εν Χριστώ Ζωή μου» η ψυχή αισθανεται στα λόγια του τη δύναμη της Χάρης του Θεού .Εσύ λες :«Εγώ όμως το διαβάζω χωρίς καμιά γεύση». Θα σε ρωτήσω :μήσως γιατί είσα υπερήφανος; Η χάρη δεν προσεγγίζει υπερήφανη καρδιά.
Πάτερ Ιωάννη, που τώρα ζεις στους ουρανούς και βλέπεις τον Κύριο, τον Οποίο αγάπησε ήδη στη γη η ψυχή σου, σε παρακαλούμε πρέσβευε για μας, να αγαπήσωμε κι εμείς τον Κύριο και να φέρωμε τον καρπό της μετανοίας.
Ποιμένα καλέ και άγιε, ανυψώθηκε σαν υψιπετής αετός πάνω από την γή κι από το ύψος που σε ανέβασε το Άγιο Πνεύμα έβλεπες τις ανάγκες του λαού.
Με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος έφερες τον λαό κοντά στον Θεό κι οι άνθρωποι, σαν ακουγαν από το στόμα σου τον λόγο τού Θεού, οδύρονταν κι ήταν φλογερή η μετάνοια τους.
Ποιμένα καλέ και μεγάλε ! Πέθανες σωματικά αλλά πνευματικά είσαι μαζί μας και τώρα που παρίστασαι ενώπιον τού Θεού μάς βλέπεις με το Άγιο Πνεύμα από τους ουρανούς.
Ἀπολυτίκιον. Ήχος πλ. α’.
Φερωνύμως δοχείον της θείας χάριτος, από νεότητας ώφθης τη καθαρά σου ζωή, Ιωάννη θαυμαστέ, Κρονστάνδης καύχημα. Συ γαρ αγάπης θησαυρός και θαυμάτων αυτουργός, εδείχθης Πνεύματι Θείω. Ευαγγελίου τον Λόγον, ως φως εκλάμπων πάσιν Άγιε.
Πηγή: users.uoa.gr/~nektar/, (από τα κείμενα του οσίου Σιλουανού στο βιβλίο «Ο γέροντας Σιλουανός», του αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, εκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ, Μετάφραση από τα ρωσικά, Δεύτερη Έκδοση 1978, σελ. 514-516) Ελλάδα και Ορθοδοξία, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Στο θέμα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων εστιάζει η Süddeutsche Zeitung με αφορμή το φετινό ιστορικό βιβλίο δύο Γερμανών ερευνητών, οι οποίοι τάσσονται υπέρ της αναγνώρισης της γερμανικής ευθύνης για καταβολή επανορθώσεων στην Ελλάδα και άλλες χώρες. «Αθήνα και Βερολίνο: Ανοιχτός λογαριασμός, ανοιχτές πληγές», τιτλοφορεί το σχετικό δημοσίευμα στην ηλεκτρονική της έκδοση η εφημερίδα του Μονάχου, σχολιάζοντας το περιεχόμενο του βιβλίου που συνέγραψαν ο εκδότης και ιστορικός Καρλ Χάιντς Ροτ και ο πολιτικός επιστήμονας και εκδότης Χάρτμουτ Ρύμπνερ.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι «το κεντρικό μοτίβο του βιβλίου (σ.σ. «Το χρέος των επανορθώσεων. Υποθήκες της γερμανικής κατοχικής κυριαρχίας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη» – Reparationsschuld. Hypotheken der deutschen Besatzungsherrschaft in Griechenland und Europa) είναι ότι μια συμμαχία ανάμεσα στις ΗΠΑ και τις “δυτικογερμανικές ελίτ εξουσίας” αγνόησε συστηματικά επί δεκαετίες τις ελληνικές διεκδικήσεις.
Επίμαχο σε αυτό το σημείο δεν είναι τόσο το συμπέρασμα όσο η εξήγηση, όπου γίνεται αισθητός ο απόηχος ιστορικών συζητήσεων του παρελθόντος, στις οποίες οι παγκόσμιοι πόλεμοι του 20ού αιώνα συζητούνταν ως αποτέλεσμα συνομωσίας γερμανικών ελίτ.
Αδιαφιλονίκητη είναι πάντως η διπλωματική υπεροψία με την οποία η Γερμανία απέρριπτε επί δεκαετίες τις ελληνικές διεκδικήσεις». Αυτό το γεγονός αποδεικνύεται κατά τον αρθρογράφο στα ιστορικά ντοκουμέντα που δημοσιεύονται μαζί με το βιβλίο των Γερμανών ερευνητών.
Επισημαίνεται πάντως ότι «η επιλογή των ντοκουμέντων περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε γερμανικά έγγραφα και ως εκ τούτου δεν μπορεί κανείς να αποκομίσει μια εικόνα για τα ενδότερα της ελληνικής διπλωματίας και το μερίδιο ευθύνης της για την αποτυχημένη πολιτική που αφορά τις επανορθώσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση επέμεινε για μεγάλο διάστημα σε μια ειδική σχέση με την Ομοσπονδιακή Γερμανία, η οποία όμως βασιζόταν σε ασύμμετρους συσχετισμούς δυνάμεων. Μέσα από αυτή τη διμερή οδό η Αθήνα αποκόμισε μόνον αποτυχίες, εκτός από μια αποζημίωση 115 εκατομμυρίων μάρκων το 1960, η οποία όμως κατέστη δυνατή μέσω κοινής δράσης με άλλα δυτικοευρωπαϊκά κράτη που ήταν αντίπαλοι της Γερμανίας στον πόλεμο».
Αρχικά πολύ νωρίς και μετά… πολύ αργά
Η SZ σημειώνει ότι από τότε που υπεγράφη η Συμφωνία του Λονδίνου για το γερμανικό χρέος το 1953, η Γερμανία συνέδεε διαρκώς το θέμα των επανορθώσεων με την εκκρεμούσα οριστική διευθέτηση του ζητήματος ειρήνευσης στη χώρα.
«Με τη γερμανική επανένωση αυτό το χρονικό σημείο φάνηκε να έχει έρθει. Ωστόσο στη Συνθήκη 2+4 το 1990 ο Χέλμουτ Κολ πέτυχε την ένωση της Γερμανίας χωρίς να καταβάλει το τίμημα που προέβλεπε η ρύθμιση του ζητήματος των επανορθώσεων».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο ιστορικός Καρλ Χαιντς Ροτ επισημαίνει εύστοχα ότι «ενώ Βόννη (σ.σ. τότε πρωτεύουσα της Δυτικής Γερμανίας) πριν από τη Συνθήκη 2+4 υποστήριζε διαρκώς ότι οι διεκδικήσεις των επανορθώσεων είναι πρώιμες, μετά την υπογραφή της συνθήκης η αιτιολογία (σ.σ. για τη μη καταβολή επανορθώσεων) ήταν ότι ήταν πλέον πολύ αργά».
H εφημερίδα του Μονάχου, όπως αναδημοσιεύει η Deutche Welle, αναφέρει ότι ο Καρλ Χάιντς Ροτ υπολογίζει το ύψος των επανορθώσεων που αντιστοιχούν σήμερα στην Ελλάδα σε περίπου 185 δις ευρώ, από τα οποία -όπως λέει- δεν έχει εξοφληθεί ούτε καν το 1%.
Παρότι στο δημοσίευμα εκφράζονται ενστάσεις για ορισμένα συμπεράσματα των Γερμανών ερευνητών, σημειώνεται ότι οι προτάσεις τους πρέπει «δικαίως» να θεωρηθούν αφορμή για συζήτηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από έναν μήνα δημοσίευμα της εφημερίδας Welt επικαλείτο έρευνα ενός άλλου γερμανού ιστορικού, με την οποία αμφισβητείται η ύπαρξη του κατοχικού δανείου της Ελλάδας προς το Γ’ Ράιχ.
Πηγή: Defence-point
Πηγή: Ακτίνες
Οἱ χριστιανές γυναῖκες μάρτυρες ὑφίσταντο ἐπί πλέον περισσότερους ἐκβιασμούς καί μαρτύρια, γιά τό ὅτι ἦσαν γυναῖκες.
Πέρα ἀπό τά βασανιστήρια εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν τίς προτάσεις γιά γάμο ἀπό ἀλλόπιστους ἄνδρες, ἀλλά καί τίς ἀνήθικες ἐπιθέσεις.
Αὐτό ἦταν ἕνα φρικτό μαρτύριο τῆς ψυχῆς, καθώς οἱ χριστιανοί μποροῦσαν νά ἀντιμετωπίσουν αὐτούς πού τούς βασάνιζαν στό σῶμα.
Ἐκεῖνο πού δέν μποροῦσαν νά δεχθοῦν ἦταν ἡ προσβολή τῆς ἁγνότητας καί τῆς παρθενίας τῆς ψυχῆς τους καί ο γάμος μέ ἀλλόπιστο ἄνδρα.
Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου «μή φοβηθῆτε ἀπό τῶν ἀποκτενόντων τό σῶμα, τήν δέ ψυχήν μή δυναμένων ἀποκτεῖναι. Φοβήθητε δέ μᾶλλον τόν δυνάμενον καί ψυχήν καί σῶμα ἀπολέσαι» ( Ματθ. 10,28).
Οἱ μάρτυρες γυναῖκες ἦσαν ἕρμαια στά χέρια τῶν ἀπίστων διωκτῶν τους, οἱ ὁποῖοι ὑπέβλεπαν τήν ἁγνότητα, τήν τιμή καί τή ζωή τῶν θυμάτων τους. Μέσα στά συναξάρια βρίσκουμε ἀρκετές περιπτώσεις.
Α. Πρόταση γάμου
1. Χριστιανές μάρτυρες γυναῖκες πρώτων αἰώνων
Ἡ Μάρτυς Ριψιμία ἀπό τήν Ἀρμενία, ἀπέρριψε τήν πρόταση γάμου μέ ἀποτέλεσμα νά μαρτυρήσει στίς 30 Σεπτεμβρίου 292.
Ἡ Μάρτυς Ἰουστίνα ἀπό τήν Καρχηδόνα. Ὁ ἄνδρας πού ἤθελε νά τήν παντρευθεῖ κατέφυγε στό μάγο Κυπριανό. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι γνωστό, δέν πέτυχε τοῦ σκοποῦ. Ὁ Κυπριανός ἔγινε χριστιανός καί Ἐπίσκοπος καί μαρτύρησε μαζί μέ τήν Ἰουστίνα στίς 2 Ὀκτωβρίου 250.
Ἡ Παρθενομάρτυς Εὐθαλία ἀπό τή Σικελία μαρτύρησε ἀπό τόν μιαρό ἐραστή της στίς 2 Μαρτίου 252.
Ἡ Μάρτυς Ξενία ἀπό τήν Καλαμάτα μαρτύρησε τό 291 ἐπί Δομιτιανοῦ, ἐπειδή ἀρνήθηκε νά γίνει γυναῖκα του.
Ἡ μάρτυς Ἱερουσαλήμ ἀπό τό Βυζάντιο ἀποκεφαλίσθηκε τόν 1ο αἰῶνα, γιατί ἀρνήθηκε τήν πρόταση τοῦ κριτῆ νά παντρευτεῖ μέ ὡραιότατο εἰδωλολάτρη ἀξιωματικό.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἰουλιανή ἀπό τήν Νικομήδεια μαρτύρησε μετά ἀπό πολλά βασανιστήρια στίς 21 Δεκεμβρίου 299, γιατί ἀρνήθηκε νά δεχτεῖ ἀρραβῶνα μέ τόν συγκλητικό Ἐλεύσιο.
2. Νεομάρτυρες γυναῖκες
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Ἀκυλίνα ἀπό τό Ζαγκλιβέρι.
Πρώτη αἰτία τοῦ μαρτυρίου της ἦταν ἡ ἄρνηση νά ἀλλαξοπιστήσει. Σ’ αὐτό τήν πίεζε ὁ ἀρνητής πατέρας της. Στή συνέχεια εἶχε πρόταση γάμου, ὅταν προσπαθοῦσαν μέ δελεάσματα νά κάμψουν τήν ἀντίστασή της.
Πρόταση ἔγινε ἀπό τόν Πασᾶ τῆς Θεσσαλονίκης πού τῆς πρότεινε νά τήν κάνει νύφη του, γυναίκα τοῦ γιοῦ του, μιά ἀπό τίς πιό ζηλευτές χανούμισσες τῆς ἀνωτέρας τάξεως τῆς Θεσσαλονίκης.
- Τούρκεψε Ἀκυλίνα καί ἐγώ θά σέ πάρω νύμφη στόν υἱό μου.
Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ μέ τόλμη ἀνέκφραστη τοῦ ἀποκρίθηκε:
- Ὁ διάβολος, νά πάρει καί ἐσένα καί τόν υἱό σου.
Ἀλλ’ ἡ χριστιανή κόρη, μένει ἀλύγιστη. Δέν τήν θαμπώνουν οἱ τιμές καί τά μεγαλεῖα. Ὁ νοῦς της τρέχει στά ἄφθαρτα θεῖα δῶρα τοῦ Οὐρανοῦ.
Τήν εἶχε συμβουλεύσει ἡ ἀτίμητη μάνα της, πού τήν εἶχε ἀκολουθήσει μἐχρι τόν Πασᾶ:
Παιδί μου, ἔλεγε, πρόσεχε, ὁ Χριστός κρατεῖ τό στεφάνι στό χέρι του, πάνω ἀπ' τό κεφάλι σου, ἕτοιμος νά σέ στεφάνωσει νύφη δική του. Μήν τόν ἀρνηθεῖς. Τίποτα δέν εἶναι ἡ πρόσκαιρη αὐτή ζωή, ἀπέναντι τοῦ Παρα-δείσου. Πρόσεχε, παιδί μου, νά μήν δειλιάσεις.
Τά θερμά λόγια τῆς μητέρας της γεμίζουν τήν καρδιά της μέ θάρρος, δύναμη καί ἀποφασιστικότητα. Τά γλυκόλογα καί οἱ ὑποσχέσεις τοῦ ἀνα-κριτῆ ὅτι θά γίνει γυναίκα τοῦ γιοῦ τοῦ Πάσα, τήν ἀφήνουν ἀσυγκίνητη.
Οἱ τρομερές κατόπιν ἀπειλές τους, δέν τήν φοβίζουν. Τότε πιά τά βασανιστήρια μπαίνουν σέ ἐνέργεια.
Τήν γυμνώνουν καί τήν χτυποῦν μέ βέργες ἀπό ἰτιά καί λυγαριά καί ὕστερα μέ συρματένια σχοινιά. Τό σῶμα της γίνεται ὅλο μιά πληγή. Τό αἷμα της χύνεται καί βάφει τήν Μακεδονική γῆ. Ἡ Ἀκυλίνα μέσα στά φριχτά αὐτά βασανιστήρια, ἔχει τά μάτια σηκωμένα στόν Οὐρανό καί συνεχῶς ἐπαναλαμβάνει:
- Χριστιανή εἶμαι καί Χριστιανή πεθαίνω, δέν ἀρνοῦμαι τόν Σωτήρα μου. Ὅσο περισσότερο μέ βασανίζετε, τόσο λαμπρότερο γίνεται τό στεφάνι πού θά μοῦ δώσει ὁ Κύριος μου.
Μαρτύρησε στίς 27 Σεπτεμβρίου 1764. Στίς 8/2/1012 εἴχαμε τήν εὐλογία τῆς ἀποκάλυψης τῶν ἱερῶν λειψάνων της ἐδῶ στήν Ὅσσα καί στίς 26/9/2013 τήν Μετακομιδή στό Ζαγκλιβέρι τήν πατρίδα της
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα
Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα ζοῦσε στήν Βυσσῶκα, τήν σημερινή Ὅσσα, μαζί μέ τούς χριστιανούς γονεῖς της. Ἤταν πολύ ὅμορφη καί ζοῦσε ζωή σεμνή καί συνετή. Ἕνας γενίτσαρος φοροεισπράκτορας πού ἦλθε στήν Ὅσσα νά εἰσπράξει τά κρατικά ἔσοδα, συνάντησε τήν Κυράννα καί χτυπήθηκε ἀπό σανατικό ἔρωτα. Τῆς ἔκανε πρόταση γάμου, ἀλλά ἡ Ἁγία δέν δέχθηκε τήν πρότασή του. Πότε τήν καλόπιανε καί πότε τήν ἀπειλοῦσε γιά νά πετύχει τόν ἀνόσιο σκοπό του.
Τελικά τήν ἔφερε στόν Κατή τῆς Θεσσαλονίκης μέ την κατηγορία, ὅτι ὑποσχέθηκε νά τόν παντρευτεῖ ἀλλά τώρα δέν τό κάνει. Ἡ Ἁγία ἀπάντησε «ἐγώ εἶμαι χριστιανή καί ἔχω νυμφίο τόν Κύριό μου Ἰησοῦ Χριστό, στόν ὁποῖο προσφέρω ὡς προίκα καί τήν παρθενία μου καί αὐτόν πόθησα καί ποθῶ ἀπό τά νειάτα μου καί γιά τήν ἀγάπη του εἶμαι ἕτοιμη νά χύσω καί τό αἶμα μου γιά νά ἀξιωθῶ νά τόν ἀπόλαύσω. Ἀκοῦστε λοιπόν τήν ἀπάντησή μου καί ἄλλο λόγο πλέον μή περιμένετε νά σᾶς πῶ.» Ἡ συνέχεια εἶναι γν ωστή. Φυλακίσθηκε, βασανίσθηκε ἀνηλεῶς καί μαρτύρησε στίς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1751. Παρόμοιες περιπτώσεις πρότασης γάμου πού κατέληξε σέ μαρτύριο εἴχαμε σέ γυναίκες μάρτυρες τῶν πρώτων αἰώνων τῶν διωγμῶν τῆς Ἐκκλησίας μας καθώς καί σέ ὅλες τίς Νεομάρτυρες.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Χάϊδω ἀπό τόν Στανό Χαλκιδικῆς.
Ἁγία Χάϊδω εἶχε παρόμοια πρόταση ἀπό τόν γιό τοῦ Μαντέμ Ἁγά τῶν Μαντεμοχωρίων. Ἡ Ἁγία ἀρνήθηκε μέ ἀποτέλεσμα τή σύλληψη καί τά βασανιστήρια. Βέβαια εἴχαμε ἄλλη ἐξέλιξη ἀπό τίς ἄλλες Νέο-μάρτυρες. Ἡ Ἁγία εἶχε συναγωνιστές της τό χωριό της. Ὁ Πασάς τοῦ Χωριοῦ μέ τήν βοήθεια παλικαριῶν τήν ἀπελευθέρωσαν καί μαζί μέ τήν μητέρα της τήν φυγάδευσαν στό μετόχι τῆς Μονῆς Παντοκράτορος στήν Θάσο. Ἐκεῖ μετά ἀπό ἄσκηση ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ. Ἀξιώθηκε ἁρπαγῆς στόν Παράδεισο καί βρέθηκε χειρόγραφο στήν Μονή Βατοπεδίου πού περιγράφει αὐτά πού εἶδε στήν ἄλλη ζωή. Ἠ Ἁγία τιμᾶται τήν 1 η Σεπτεμβρίου.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Χρυσή ἀπό τά Μολγενά, σημερινή Χρυσή τῆς Ἀριδαίας.
Πάλι ἐδῶ ἕνας Τοῦρκος βλέποντάς την τόσο ὡραία καί πανέμορφη χτυπήθηκε στήν καρδιά ἀπό σατανικό ἔρωτα καί παραφυλοῦσε νά βρεῖ τήν κατάλληλη εὐκαιρία, γιά νά ἐπιτελέσει τόν κακό σκοπό πού μελετοῦσε. Στήν πρότασή του ἡ Ἁγία ἀπάντησε: «Ἐγώ τόν Χριστό μου πιστεύω καί προσκυνῶ καί αὐτόν μόνο γνωρίζω γιά νυμφίο μου.» Ἡ Ἁγία εἶχε συμμάχους τοῦ ἐχθροῦ της τούς γονείς καί τίς αδελφές της, οἱ ὁποῖοι τήν συμβούλευαν νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό φαινομενικά καί νά γλιτώσει τόν θάνατο. Ἡ Ἁγία τούς ἀπάντησε: «Ἐσεῖς πού μέ παρακινεῖτε νά ἀρνηθῶ τόν ἀληθινό Θεό, δέν εἶσθε πλέον γονεῖς μου καί ἀδελφές μου. Οὔτε ἐγώ θέλω νά σᾶς ξέρω σάν τέτοιους στό ἑξῆς. Ἀλλά ἀντί γιά ἐσᾶς Πατέρα μέν ἔχω τόν Κύριό μου Ἰησοῦ Χριστό μητέρα μου τήν Κυρία Θεοτόκο, ἀδελφούς καί ἀδελφές ἔχω τούς Ἁγίους καί τίς Ἁγίες. Μαρτύρησε στίς 13 Ὀκτωβρίου τοῦ 1795. Παρόμοια αἰτία γιά μαρτύριο εἴχαμε καί στίς Ἁγίες μάρτυρες γυναῖκες τῶν πρώτων αἰώνων.
Ἡ Νεομάρτυς Παρθένα ἡ Ἐδεσσαία ἀρνήθηκε νά εἶναι Παλλακίδα τοῦ Τούρκου Πασᾶ τῆς Ἐδεσσης. Μαστιγώθηκε καί θάφτηκε ζωντανή, 9 Ἰανουαρίου 1375.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Ἀργυρή ἀπό τήν Προῦσσα. Ὁ μανιακός Τούρκος ἐραστής της τήν ἔκλεψε μέσα ἀπό τόν Ναό τήν ὥρα τοῦ γάμου της. Ὑπέμεινε μακροχρόνια βάσανα καί φυλάκιση. Μαρτύρησε στίς 30 Ἀπριλίου 1725.
Ἡ Νεομάρτυς Ἑλένη ἀπό τήν Σινώπη τοῦ Πόντου ἀντιμετώπισε ἀκόλαστες προτάσεις τοῦ Οὐκούζογλου Παςᾶ, διοικητῆ τῆς Σινώπης. Τήν εἶδε ἀπό τό παράθυρο καί τήν ἐρωτεύτηκε. Ὅταν τήν ἔφεραν μπροστά του προσπάθησε νά τήν μιάνει 2-3 φορές, ἀλλά δέν μπόρεσε γιατί ἕνα ἀόρατο τοῖχος τήν προστάτευε. Ἐκείνη τήν ὥρα ἔλεγε νοερά τόν ἑξάψαλμο. Κατάφερε νά δραπετεύσει. Ἡ Δημογεροντία τῆς Συνώπης συμβούλευσε τους γονεῖς της νά τήν δώσουν στόν Τοῦρκο, πράγμα πού ἔκαναν. Τήν ἔβαλε σέ σακί καί τήν ἔπνιξε στήν θάλασσα, 1 Νοεμβρίου 1800.
Ἡ Νεομάρτυς Μαρία Μεθυμοπούλα ἀπό Κάτω Φουρνῆ Μεραμπέλλου Κρήτης . Τήν ἀγάπησε ἕνας Τουρκαλβανός Χωροφύ-λακας. Ἐπειδή ἡ Ἁγία τόν ἀπόφευγε, ἐκεῖνος τήν θανάτωσε τήν 1 Μαΐου 1826.
Β. Ἀπειλή τῆς ἁγνότητος
Ἡ Μάρτυς Ἁγνή ἀπειλήθηκε μέ ἀτίμωση, δέν δέχθηκε καί θανατώθηκε. Ἑορτάζει στίς 21 Ἰανουαρίου
Οἱ Μάρτυρες Δομνίνη καί οἱ κόρες της Βερίνη καί Προσδόκη, γιά νά ἀποφύγουν τήν ἀτίμωση μπῆκαν μέσα στό ποτάμι καί πνίγηκαν. Ἐγκώμιο στίς 3 αὐτές γυναῖκες ἀφιέρωσε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. Ἐπαινεῖ τήν μητέρα πού ἔδειξε μεγάλη ἀνδρεία νικῶντας τόν πόθο τῆς φύσεως, θανατώνοντας τούς καρπούς τῆς κοιλίας της καί τίς θυγατέρες γιά τήν μεγάλη ὑπακοή καί εὐπείθεια πού ἔδειξαν, στό νά δεχθοῦν νά πνιγοῦν ἀπό τήν μητέρα τους. Ἑορτάζουν στίς 4 Ὀκτωβρίου.
Ἡ Εἰρήνη ἀπό τήν Θεσσαλονίκη μαρτύρησε ἐπί Διοκλητιανοῦ ἐπειδή ἀντιστάθηκε στήν ἁμαρτία, ὅταν ρίχθηκε σέ πορνεῖο. Κάηκε στή φωτιά στίς 16 Ἀπριλίου 304.
Ἡ Ἁγία μάρτυς Θεοδώρα, ρίχθηκε σέ πορνεῖο καί τήν ἔβγαλε ἀπό ἐκεῖνο τό κολαστήριο ὁ Δίδυμος, πού τελικά μαρτύρησε.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ποταμιαίνη ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια δέν ὑπέκυψε στίς ἀνήθικες προτάσεις τοῦ ἄρχοντα καί βυθίστηκε μέσα σέ καυτή πίσσα. Ἐορτάζει 7 Ἰουνίου.
Ἡ Ἁγία Παρθενομάρτυς Εὐφρασία ἀπό τήν Νικομήδεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας παραδόθηκε σέ ἕναν ἄξεστο ἄνδρα γιά νά τήν ἀτιμάσει.
Ἁγία τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι, ἐάν τήν σεβαστεῖ, θά τοῦ δώσει ἕνα φάρμακο γιά νά μήν πληγώνεται στίς μάχες. Διά νά τόν πείσει τοῦ εἶπε νά τήν χτυπήσει μέ ξίφος καί δέν θά πάθει τίποτε. Ἐκεῖνος μέ βεβαιότητα τήν χτύπησε στό λαιμό καί τῆς ἔκοψε τό κεφάλι. Ἔχασε τό κεφάλι καί κέρδισε τήν ἁγνότητά της. Ἦταν 19 Ἰανουαρίου.
Ἡ Ἁγία Λουκία ἀπό τήν Σικελία ρίχθηκε σέ πορνοστάσιο. Ἡ θεία χάρις ὅμως τήν διεφύλαξε. Τήν ἀποκεφάλισαν, στίς 13 Δεκεμβρίου 250.
Τήν μάρτυρα Ἀγριπίννα ἤθελαν νά τήν διαπομπεύσουν γυμνή. Μαρτύρησε στή Ρώμη τό 260.
Τήν Ἁγία Ὡραιοζήλη τήν ἔγδυσαν γιά νά γίνει θέαμα στά ἀκόλαστα μάτια τῶν εἰδωλολατρῶν. Ὁ βασιλιᾶς τυφλώθηκε γιά τήν ἀνομία του καί ἡ Ἁγία τελικά μαρτύρησε.
Ἡ Ἁγία μάρτυς Θωμαΐδα θανατώθηκε ἀπό τόν πεθερό της πού ζητοῦσε νά ἱκανοποιήσει μαζί της τίς ἁμαρτωλές ὀρέξεις του. Ἐορτάζει 14 Ἀπριλίου.
Ἡ Ἁγία μάρτυς Μαρκέλλα ἡ Χιοπολίτιδα θανατώθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν πατέρα της, ἐπειδή δέν ἤθελε νά ἱκανοποιήσει τήν ἀκόλαστη ἐπιθυμία του. Ἑορτάζει 22 Ἰουλίου.
Ἡ Ἰουλιανή ἀπό τήν Πτολεμαῒδα ρίχτηκε σέ πορνοστάσιο γιά νά τήν διαφθείρουν ἀσελγεῖς καί ἀκόλαστοι ἄνδρες. Ἄγγελος Κυρίου τούς τύφλωσε καί δέν πέτυχαν τοῦ σκοποῦ τους. Ἡ Ἁγία τούς θεράπευσε, ἀλλά τελικά ἀποκεφαλίσθηκε τό 272.
Ἀπόπειρα πορνείας σέ ἄνδρα εἴχαμε στόν μεγαλομάρτυρα Χριστοφόρο , ὅταν ἔριξαν μέσα στή φυλακή δύο πόρνες τήν Καλλινίκη καί τήν Ἀκυλίνα, οἱ ὁποῖες προσπάθησαν νά τόν ρίξουν στήν ἁμαρτία. Ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο δέν παρασύρθηκε, ἀλλά κατάφερε μέ τήν σώφρονα στάση του νά τίς κάνει χριστιανές, πού τελικά μαρτύρησαν μαζί του.
Σέ πολλές μάρτυρες ἔκαναν πρόταση γάμου. Ἡ δέ ἄρνηση τῶν μαρτύρων γυναικῶν τίς ὁδηγοῦσε στό μαρτύριο. Μιά πρόταση γάμου, πού τελικά ἦταν αἰτία μαρτυρίου. Καί μᾶς κάνει ἐντύπωση. Ἡ πρόταση γάμου προϋποθέτει ἀγάπη καί ἔρωτα. Πῶς αὐτή ἡ ὑποτιθέμενη ἀγάπη διεστρέφετο σέ τέτοιο μίσος καί κακότητα μέχρι θανατώσεως.
Τήν ἴδια αἰτία μαρτυρίου εἴχαμε καί σέ ἄλλες Νεομάρτυρες.
Γ. Οἱ μικτοί γάμοι
Οἱ Ἁγίες ἀρνοῦνται νά συνάψουν γάμο μέ Τοῦρκο Μουσουλμάνο ἀλλογενή καί ἀλλόθρησκο. Αὐτός ὁ γάμος εἶναι μικτός ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δέν ἱερολογεῖται. Μικτός γάμος θεωρεῖται ὁ γάμος μέ ἀλλόδοξο καί ἀλλοεθνή.
Κατά τόν Ἀμίλκα Ἀλιβιζάτο « ὁ μικτός γάμος εἶναι σημαντικοτάτη ἀνωμαλία εἰς τόν κοινωνικό βίον». Τό πρόβλημα αὐτό ἀντιμετωπίσθηκε στούς Ἐβραίους ὅταν ἐξορίσθηκαν στήν Βαβυλώνα κατά τήν σαραντάχρονη αἰχμαλωσία. Ἐκεῖ συνῆψαν γάμο μέ εἰδωλολάτρες.
Ἕσδρας ἀποκαλεῖ τούς μικτούς γάμους «πηγές ἁμαρτιῶν», γιά τό γένος τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Νεεμίας τούς καταριέται καί ὁ Προφήτης Μαλαχίας τούς ὀνομάζει βδέλυγμα.
14 ος Κανόνας τῆς 4 ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπαγορεύει τό γάμο μέ ἑτερόδοξο καί πολύ περισσότερο σέ κατώτερους κληρικούς, ἀναγνῶστες καί ψάλτες.
10 ος κανόνας τῆς ἐν Λαοδικεία Συνόδου ἀπαγορεύει νά παντρεύονται τά παιδιά τῶν κληρικῶν μέ αἱρετικούς. Το ἴδιο γιά τούς χριστιανούς λέει ὁ 31 ος κανόνας τῆς Λαοδικείας. Μόνον ἐάν ὑποσχεθοῦν ὅτι θά γίνουν Ὀρθόδοξοι. Ὁπότε πρῶτα νά γίνονται Ὀρθόδοξοι καί μετά νά παντρεύονται. Τό ἴδιο καί ὁ 79 ος κανόνας τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Γάμος θεωρεῖται ἡ εὐλόγηση τῆς ἑνώσεως Ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ἄνδρα καί γυναίκας.
Τό πρόβλημα τῶν μικτῶν γάμων τό ἀντιμετώπισε ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει στόν χριστιανό ἄνδρα καί γυναίκα, ἐάν ἔχουν οἰκογένεια μέ ἄπιστον, νά μήν τόν χωρίσουν, διότι ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα νά γίνει καί αὐτός πιστός. Οἱ γάμοι πού γίνονταν δέν ἀκυρώνοντο, ἔμπαιναν ὅμως σέ ἐπιτίμιο. Σέ διάταξη τοῦ Ἰουστινιανοῦ τό 530 ὁρίζεται ἄν ἕνα μέλος εἶναι αἱρετικό, τά παιδιά νά βαπτίζονται Ὀρθόδοξα.
Στή συνέχεια βλέπουμε νά εἶναι ἀνεκτοί οἱ γάμοι μέ ἑτερόδοξους, νά ἀπαγορεύονται ὅμως μέ ἀλλόθρησκους.
Ἡ Ἐκκλησία βασισμένη στόν 72 ο κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκ. Συνόδου , δέν ἐπιδοκιμάζει τούς μικτούς γάμους, εἶναι ὅμως ὑποχρεω-μένη νά ἀνέχεται ἐφαρμόζοντας τήν οἰκονομία καί τήν ἐπιείκια, γιά νά μήν τούς χάσει τελείως.
Κάποια στιγμή ἐπί Πατριάρχου Κυρίλλου τοῦ Ε΄ τό 1756 , ἀπαγορεύ-ονταν οἱ γάμοι μέ Λατίνους καί Ἀρμενίους. Παρόμοια ἀπόφαση ἔλαβε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τό 1869 καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο το 1878.
Σήμερα οἱ μικτοί γάμοι ἀποτελοῦν ἕνα μεγάλο ποιμαντικό πρόβλημα, ταυτόχρονα καί ἐθνικό.
Οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἀμερική, Αὐστραλία καί Εὐρώπη ἔχουν πολλούς μικτούς γάμους μέ ἀλλόξοξους καί ἀλλοεθνεῖς.
Γάμοι μέ ἀλλοεθνεῖς ἦταν σπάνιοι, τώρα ὅμως εἶναι συχνοί.
Τό πρόβλημα εἶναι ὅτι σήμερα οἱ νέοι δέν θεωροῦν τή διαφορά δόγματος, θρησκεύματος καί ἔθνους σάν ἐμπόδιο γιά τήν ἀγάπη καί τήν εὐτυχία τοῦ γάμου.
Σκοπός τοῦ γάμου εἶναι ἡ ἁρμονική συμβίωση καί αὐτό ἐπιτυχάνεται μέ τήν ἑνότητα τοῦ ζευγαριοῦ σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Σέ σωματικό, ψυχικό καί πνευματικό ἐπίπεδο.
Ἡ σωματική σχέση εἶναι ἡ πρώτη χρονικά, ὄχι ὅμως καί ἱεραρχικά. Ἡ ψυχική ἁρμονία εἶναι ἡ ταύτιση τῶν χαρακτήρων, τῶν σκέψεων,
τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν ἐνδιαφερόντων, τῶν ἀποφάσεων.
Ἡ πνευματική σχέση εἶναι ἡ κοινή πορεία πρός τήν σωτηρία. Ὁ κοινός πνευματικός ἀγῶνας, ἡ ἴδια πνευματική προσπάθεια μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τήν μυστηριακή ζωή, τήν κοινή καθοδήγηση ἀπό πνευμα-τικό πατέρα.
Ἡ Ἁγία Κυράννα καί οἱ ἄλλες μάρτυρες καί νεομάρτυρες ἠρνοῦντο γάμο μέ ἀλλοεθνή. Αὐτή δέ ἡ ἄρνηση τους κατέληγε σέ μαρτύριο.
Οἱ ποιμένες ἔχουμε μεγάλη εὐθύνη νά καθοδηγοῦμε τά νεαρά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Νά τονίζουμε τήν ἀνάγκη κοινῆς πνευματικῆς πορείας καί τήν σπουδαιότητα πού ἔχει στήν εὐτυχία καί τήν ἁρμονία τοῦ γάμου σχέση μέ τήν μεγάλη οἰκογένεια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Ιερισσού
To πρωτόγνωρο ενδιαφέρον για την ιδιωτικότητα (ιδιωτική ζωή) είναι παρόμοιο με τις προηγούμενες συζητήσεις για το ίδιο θέμα. Αυτό που προκαλεί μια έξαρση σήμερα (όπως το θέμα με την Apple), καταλαγιάζει αύριο και στη συνέχεια τελικά ξεχνιέται, μέχρι κάτι άλλο να ανακατέψει και πάλι τα νερά.
Στη δεκαετία του 2000 είχαμε το Echelon και το Carnivore, δύο συγκεκαλυμμένα προγράμματα που χρησιμοποιήθηκαν από κυβερνητικούς φορείς για την παρακολούθηση των επικοινωνιών. Αργότερα, είχαμε τον Julian Assange και το Wikileaks που βοήθησε περαιτέρω τον αγώνα, φέρνοντας την προσοχή σε παρόμοια προγράμματα.
Πιο πρόσφατα, ήταν ο Edward Snowden που έδωσε λεπτομερώς τις νεότερες ενσαρκώσεις των κυβερνητικών εργαλείων μαζικής παρακολούθησης, από την NSA (National Security Agency, γνωστά ως XKeyscore και PRISM
Σήμερα, έχουμε την GCHQ (Government Communications Headquarters να αναζωπυρώνει τις φλόγες την NSA να συνεχίζει τα κατασκοπευτικά της προγράμματα (μόνο που αυτή τη φορά με ολίγη από διαφάνεια και οι πολιτικοί να παπαγαλίζουν σχετικά με τους κινδύνους που ελοχεύει ένα πρωτόγνωρο εργαλείο που διευκολύνει την τρομοκρατία, την κρυπτογράφηση. Τόσο επικίνδυνη όσο και οι κυβερνήσεις, δεν υπάρχει μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια στο διαδίκτυο από ότι τσαντισμένοι άνθρωποι μοιρασμένοι ανάμεσα στην οργή και στην απάθεια.
Αυτή η αδιαφορία γύρω από την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο εκδηλώνεται με πολλές μορφές, αλλά τίποτα δεν είναι πιο κατακριτέο από το “δεν έχω τίποτα να κρύψω”. Παράξενα, το “αν δεν έχεις τίποτα να κρύψεις, δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι”, έχει γίνει ένα είδος μάντρα για το τύπου-1984 κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης παρακολούθησης των Βρετανών πολιτών.
Όλοι έχουν κάτι να κρύψουν.
Το πρόβλημα με το “τίποτα να κρύψω” επιχείρημα είναι ότι: όλοι έχουν πάρα πολλά να κρύψουν.
Μόλις σήμερα, σκάλισες την μύτη σου; Άλλαξες ρούχα; Έκανες σεξ; Έκανες ντούζ; Πήγες στην τουαλέτα; Τραγούδησες στο αυτοκίνητο στο δρόμο για την δουλειά; Ή, ίσως να έστειλες ένα e-mail ή ένα κείμενο, μια ζωηρούτσικια φωτογραφία στο Snapchat ή είπες κάτι βαρύ για το αφεντικό σου.
Πάω στοίχημα, αν το καλοσκεφτείς, θα προτιμούσες τα περισσότερα, αν όχι όλα, από αυτά να παραμείνουν ιδιωτικά.
Και αυτό είναι εντάξει.
Η προστασία της ιδιωτικής μας ζωής είναι ένα βασικό μέρος της ζωής όλων μας. Αλλά τώρα που η ζωή μας παρασύρεται στον online ψηφιακό χώρο, και όλο και περισσότερο με κάθε χρόνο που περνάει, γιατί να υπάρχει αποσύνδεση μεταξύ της offline και της online ιδιωτικής μας ζωής; Η πρώτη (offline) είναι επιθυμητή και αναμενόμενη, ενώ η δεύτερη (online) έχει χαρακτηριστεί ως λάθος και μερικές φορές ακόμη και ως εγκληματική.
Ο διαχωρισμός της επιθυμίας για προστασία της ιδιωτικής μας ζωής από την επιθυμία μας να κάνουμε κάτι παράνομο είναι εκεί όπου αρχίζουν όλα. Πολύ συχνά αυτά τα δύο είναι συνυφασμένα σε μια γενική δήλωση ότι όλοι όσοι επιθυμούν προστασία της ιδιωτικής τους ζωής στο διαδίκτυο το κάνουν γιατί έχουν ανάγκη να κρύψουν τις φαύλες ενέργειες τους.
Υποστηρίζοντας ότι, μόνο οι εγκληματίες επιθυμούν την προστασίας της ιδιωτικής τους ζωής, είναι μια επικίνδυνη σκέψη, καθώς είναι ένα γεγονός που υποδηλώνει ότι είμαστε όλοι άξιοι καχυποψίας. Κοσκινίζουν τους αθώους για να βρουν τους ένοχους ή τους εν δυνάμει ένοχους, ένα διαδικτυακό γενικευμένο minority report που για να γίνει δεν πρέπει να υπάρχει online ιδιωτικότητα.
Στα δικαστήρια, είμαστε αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Online είναι ακριβώς το αντίθετο.
Τι αντιμετωπίζουμε;
Στο παρελθόν, η προστασία της ιδιωτικής ζωής ήταν ουσιαστικά εξασφαλισμένη, λόγω του ότι ήταν ακριβώς πόσο δύσκολο για τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου ή τους κυβερνητικούς οργανισμούς να παρακολουθούν τους ανθρώπους. Η παρακολούθηση του Αλ Καπόνε, για παράδειγμα, ήταν μια δουλειά για πολλούς ανθρώπους.
Σήμερα, οι κυβερνητικοί οργανισμοί μπορούν να τα κάνουν όλα με το πάτημα μερικών πλήκτρων.
Και εμείς το έχουμε κάνει και πολύ εύκολο για αυτούς.
Κάθε ένας από εμάς, τελικά, μεταφέρει μια συσκευή εντοπισμού στην τσέπη του, που κρατά το κλειδί για μερικές από τις πιο ευαίσθητες πληροφορίες μας. Το Xkeyscore και το PRISM είναι μόνο δύο από τα προγράμματα που γνωρίζουμε ότι ήταν για την συλλογή και την αποθήκευση αυτών των δεδομένων.
Δεδομένου ότι, έχουμε πλέον οδυνηρή επίγνωση του dirt box και του stingray δύο εργαλεία που χρησιμοποιούνται για μαζική συλλογή δεδομένων από κινητά τηλέφωνα που και τα δύο είναι διαθέσιμα -και συχνά χρησιμοποιούνται χωρίς ένταλμα- στις κατά τόπους υπηρεσίες επιβολής του νόμου.
Επιπλέον έχουμε τους πάροχους κινητής τηλεφωνίας που δίνουν τα αρχεία με τα δεδομένα θέσης των πελατών τους σε πραγματικό χρόνο, τις στρατιωτικοποιημένες αστυνομικές δυνάμεις με εξωπραγματικούς προϋπολογισμούς για σαρωτές πινακίδων κυκλοφορίας, την τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου, την παρακολούθηση από drones και μια τρελή ποσότητα επεξεργαστικής ισχύος για να την επεξεργασία των δεδομένων.
A, και στη συνέχεια, υπάρχει το ζήτημα της κυβέρνησης. Αν δεν το έχουμε κάνει αρκετά εύκολο ήδη, οι ηγέτες θέλουν τώρα οι tech γίγαντες όπως η Apple και η Google να αποδυναμώσουν την κρυπτογράφηση τους ή να παρέχουν κερκόπορτες για την εύκολη πρόσβαση από την κυβέρνηση στα δεδομένα τους.
Και από πάνω έχουμε και την παρακολούθηση από υπηρεσίες που δεν είναι της επιβολής του νόμου.
Ιστοσελίδες χρησιμοποιούν τα cookies ιχνηλάτισης για την παρακολούθηση της συμπεριφοράς για να αυξάνουν την πιθανότητα να αγοράσεις κάτι από τις προβαλλόμενες διαφημίσεις που είναι σχετικές με τα ενδιαφέροντά σου, και επίσης αποθηκεύουν τις τοποθεσίες σου, καθώς και άλλες πληροφορίες αναγνώρισης, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα είδος online δακτυλικών αποτυπωμάτων που θα είναι μοναδικά για σένα.
Το Facebook, η Apple και η Google συλλέγουν αρκετά δεδομένα για να κάνουν το κεφάλι σας να ζαλιστεί. Όπως λέει και η παλαιά παροιμία, “αν δεν πληρώνεις για το προϊόν, εσύ είσαι το προϊόν”. Σε αυτήν την περίπτωση, τα δεδομένα σας είναι το προϊόν και οι υπηρεσίες που χρησιμοποιείς καθημερινά συλλέγουν μια τεράστια ποσότητα από αυτά.
Κρατήσου γερά, ακόμα δεν έχουμε πλησιάσει καν προς το τέλος..
Από εκεί και πέρα, έχουμε ιστοσελίδες να κάνουν διαρροή προσωπικών πληροφοριών σε καταστάσεις που πιστεύουμε ότι είναι ιδιωτικές, όπως η Ashley Madison Έχουμε το Uber να διαρρέει πληροφορίες οδηγών έχουμε στόχους να χακάρονται για τα δεδομένα της πιστωτικής τους κάρτας και ακόμα έχουμε την VTech ουσιαστικά να παραδίδει την διεύθυνση του σπιτιού των παιδιών σας.
Σε έναν κόσμο που εκτιμά προφανώς την προστασία της ιδιωτικής ζωής, αλλά δυσπιστεί απέναντι σε όποιον επιθυμεί να την έχει, έχουμε αφήσει την άγνοια να μας καθοδηγεί αντί να επιδιώκουμε την αλήθεια στο τι ακριβώς παραδίδουμε για λόγους ευκολίας.
Και σχετικά με το “τίποτα να κρύψω”, άνθρωποι; Ο Edward Snowden το έχει πει καλύτερα από όλους:
“Το να υποστηρίζεις ότι δεν σε νοιάζει για το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, γιατί δεν έχεις τίποτα να κρύψεις δεν είναι διαφορετικό από το λες ότι δεν νοιάζεσαι για την ελευθερία του λόγου, επειδή δεν έχεις τίποτα να πεις”
Πηγή: The next web, http://waves.pirateparty.gr, ID-on't renounce my freedom
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...