Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Kάποτε, ἐνῶ κήρυττε ὁ Κύριος, ἦλθαν οἱ συγγενεῖς Του, ἡ Μητέρα Του καὶ οἱ νομιζόμενοι ἀδελφοί Του, μὲ σκοπό, ὅπως φαίνεται, νὰ Τοῦ ὑποδείξουν νὰ μὴν κουράζεται ὑπερβολικά, ἀφοῦ, ὅπως σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐ-αγγελιστής, ὁ Κύριος καὶ οἱ Μαθητές Του ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀπασχόλησή τους μὲ τὰ προβλήματα τῶν -ἀνθρώπων δὲν εὐκαιροῦσαν οὔτε νὰ φᾶνε (βλ. Μάρκ. γ´ 20 καὶ 31-35). Ἦλθαν, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν πολὺ κόσμο δὲν μπόρεσαν νὰ Τὸν πλησιάσουν. Κάποιος Τοῦ ἀνήγγειλε ὅτι ἡ μητέρα Σου καὶ οἱ ἀδελφοί Σου ἔχουν σταθεῖ ἔξω καὶ θέλουν νὰ Σοῦ μιλήσουν. Ἐκεῖνος τότε ἔδειξε τοὺς ἀφοσιωμένους ἀκροατές Του καὶ εἶπε: «Νά ἡ μητέρα καὶ οἱ ἀδελφοί μου». Δηλαδή, νά ποιοὶ εἶναι οἱ συγγενεῖς μου. «Ὅστις γὰρ ἂν ποιήσῃ τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ καὶ μήτηρ ἐστίν» (Ματθ. ιβ´ [12] 50)· ὅποιος κάνει τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου, ποὺ εἶναι στοὺς οὐρανούς, αὐτὸς εἶναι ἀδελφός μου καὶ ἀδελφή μου καὶ μητέρα μου.
Ὁ Κύριος βέβαια «οὐκ ἀρνεῖται τὴν κατὰ φύσιν συγγένειαν, ἀλλὰ προστίθησι τὴν κατ᾿ ἀρετήν», σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (PG 57, 466). Δὲν ἀρνεῖται τὴ φυσικὴ συγγένεια – γι᾿ αὐτὸ καὶ καρφωμένος πάνω στὸ Σταυρὸ φρόντισε νὰ παραδώσει τὴ Μητέρα Του στὴν προστασία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου (βλ. Ἰω. ιθ´ [19] 26-27). Ἀλλὰ προσθέτει τὴ συγγένεια μὲ βάση τὴν ἀρετή, τὴν πνευματικὴ συγγένεια. Μιλᾶ γιὰ μιὰ ἄλλη οἰκογένεια, πνευματική. Ἡ οἰκογένεια αὐτὴ εἶναι ἡ Ἐκκλησία.
Εἶναι ἡ οἰκογένεια ποὺ ἔχει τὴν ἀρχή της στὸ Θεό. Συστήθηκε «οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός… ἀλλ᾿ ἐκ Θεοῦ» (Ἰω. α´ 13). Ὁ Θεὸς θέλησε καὶ δημιούργησε τέτοιους δεσμοὺς μὲ τοὺς ἀνθρώπους· ὁ Θεὸς ὁ ἀπειροτέλειος καὶ ἀπρόσιτος, μπροστὰ στὸν Ὁποῖο στέκουν μὲ τρόμο οἱ ἄγγελοι. Ἐμεῖς οἱ χωματένιοι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἄνθρωποι δὲν θὰ τολμούσαμε νὰ σκεφθοῦμε κάτι τέτοιο οὔτε νὰ τὸ ζητήσουμε.
Ἡ πνευματικὴ συγγένεια λοιπὸν ἔχει τὴν ἀρχή της στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στὴν ἀσύλληπτη συγκατάβασή Του. Καὶ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, εἶναι χάρισμα. Μᾶς χορηγεῖται μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Ἡ μέρα τῆς βαπτίσεώς μας εἶναι τὰ πνευματικά μας γενέθλια. Τότε πεθαίνει ὁ ἁμαρτωλὸς ἑαυτός μας μέσα στὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας καὶ γεννιέται ὁ καινούργιος, ὁ ἀναγεννημένος. Ἀνήκουμε πλέον στὸ Θεό, διότι δὲν εἴμαστε πιὰ μόνο δημιουργήματά Του, ἀλλὰ καὶ γινόμαστε κοινωνοὶ τῆς Χάριτος καὶ τῆς ἁγιότητός Του. Εἴμαστε φύ-τρα τοῦ Θεοῦ, «οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. β´ 19), δικοί Του ἄνθρωποι, μέλη τῆς οἰκογενείας Του, τοῦ σπιτιοῦ Του, τῆς Ἐκκλησίας Του. Ἔχουμε τὸν Θεὸ Πατέρα, τοὺς ἄλλους Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ἀδελφούς μας, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ πρωτότοκο ἀδελφό μας (βλ. Ρωμ. η´ 29). Ἔχουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Πνεῦμα τῆς -«υἱοθεσίας» (Ρωμ. η΄ 15), ποὺ μᾶς μεταμόρφωσε σὲ τέκνα Θεοῦ, στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας· τὸ Ὁποῖο μᾶς δίνει τὴν πληροφορία καὶ τὴν παρρησία νὰ ἀπευθυνόμαστε πρὸς τὸν Θεὸ μὲ τὴ λέξη: «Πατέρα»!
Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ συγγένεια βέβαια εἶναι θεῖο χάρισμα, ἀλλὰ πρέπει νὰ συντηρεῖται, νὰ ἐπιβεβαιώνεται καὶ νὰ αὐξάνει καθημερινὰ διὰ τῆς πίστεως, ποὺ ἐκδηλώνεται μὲ ἔργα ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος δήλωσε ὅτι συγγενεῖς Του εἶναι ὅσοι ἐφαρμόζουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Πάντες υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. γ´ 26).
Εἴμαστε συγγενεῖς τοῦ Θεοῦ, εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἅγιος εἶναι ὁ Θεός, ἅγια εἶναι καὶ τὰ γνήσια τέκνα Του. Τὰ παιδιὰ μοιάζουν στὸν πατέρα τους. Ἂν θέλουμε λοιπὸν νὰ εἴμαστε γνήσια τέκνα Του, πρέπει νὰ ζοῦμε ζωὴ ἁγιότητος, ζωὴ μετανοίας καὶ καθάρσεως ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας.
Εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ!
Ἔχουμε ἀδελφούς, μὲ τοὺς ὁποίους μοιραζόμαστε τὴν ἴδια πίστη καὶ ἐλπίδα, τὸ ἴδιο πνευματικὸ τραπέζι, τὸν ἴδιο ἀγώνα, τοὺς ἴδιους πόθους καὶ τὶς ἴδιες ἀγωνίες. Προσβλέπουμε στὴν κοινὴ πατρίδα μας. Μιλᾶμε στὸν Πατέρα μας μαζὶ στὴν προσευχὴ καὶ στὴ Λατρεία, ἑνώνοντας τὶς φωνὲς καὶ τὶς καρδιές μας. Μιλᾶμε τὴν ἴδια γλώσσα, τὴ γλώσσα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τόσο περισσότερο ὅσο Τὸ ἀφήνουμε νὰ μᾶς κατευθύνει στὸ θεῖο θέλημα. Ἔτσι, γινόμαστε ἄξια τέκνα τοῦ Θεοῦ καὶ χαιρόμαστε πιὸ βαθιὰ τὸν μεταξύ μας ἀδελφικὸ σύνδεσμο.
Ἔχουμε οἰκογένεια.
Ἂς τὴ χαροῦμε.
Ἂς ζήσουμε στὴ θαλπωρή της.
Πηγή:Ο Σωτήρ
Δυστυχῶς πολλοί χριστιανοί πάσχουμε ἀπό μία πολυμερῆ διάχυση πρός τά ἔξω. Ζοῦμε στόν αἰῶνα τῶν αἰσθήσεων. Ἡ ἐξωστρέφεια, ἡ πολυπραγμοσύνη, ὁ σκορπισμός τῆς ψυχῆς μας στά ἀνθρώπινα καί κοσμικά ἀποτελοῦν τόν χαρακτῆρα τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων. Ἡ ὑλική λάμψη τοῦ μηχανικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ Κίρκη αὐτή τῶν ὀφθαλμῶν, μετέβαλε τούς ἀνθρώπους σέ ἄνοα (χωρίς νοημοσύνη) ὄντα.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι “ἐντός ἡμῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν” καί ἡ ἐνασχόληση μέ κοσμικά πράγματα, περισσότερο τοῦ πρέποντος εἶναι ἔργο τοῦ σατανᾶ. Δέν φθάνει νά ἐπιθυμοῦμε τό ἀγαθό, ἀλλά χρειάζεται νά γνωρίσουμε καί πού βρίσκεται καί πώς κατακτιέται. Ἡ ψυχική οἰκοδομή εἶναι ὑπόθεση ἐσωτερικοῦ πόνου, γιατί κάθε ἁμαρτία εἰσέρχεται στή ψυχή ἀπό ἡδονή καί εἶναι λογικό νά ἐξέρχεται διά τοῦ πόνου.Ἡ ἀπαλλαγή της γίνεται μέ τόν πόνο.
Δέν θά ἦταν προτιμότερο ἀντί νά τρέχουμε δεξιά καί ἀριστερά νά κλεισθοῦμε στό σπίτι μας, νά λησμονήσουμε γιά λίγο ἀκόμη καί τόν ἑαυτό μας καί νά εἰσέλθουμε στό “ταμιεῖον μας;” Νά πάρουμε τό κοσμβοσχοίνι καί νά ἀρχίσουμε μέ ταπείνωση, μέ μετά-νοια καί μέ συντριβή νά λέμε τήν εὐχή τό: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησον ἡμᾶς”.
Ἡ προσευχή εἶναι τό πνευματικό ὀξυγόνο. “Ὁ Κύριος εἶναι πάντοτε κοντά σ’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι τόν ἐπικαλοῦνται μέ πίστη, σέ ὅλους ὅσοι τόν ἐπικαλοῦνται μέ εἰλικρίνεια καρδιᾶς. Τά δίκαια θελήματα καί αἰτήματα αὐτῶν πού Τόν εὐλαβοῦνται, θά ἐκπληρώσει ὁ Κύριος, θά κάνει δεκτή τήν δέησή των καί θά τούς σώσει ἀπό τούς διαφόρους κινδύνους. (Ψαλμ.144, 18-19). “Ὅταν προφέρωμεν τό Ὄνομα τοῦτο τοῦ Χριστοῦ, ἐπικαλούμενοι Αὐτόν εἰς κοινωνίαν μεθ’ ἡμῶν, τότε Οὗτος, ὁ τά πάντα πλη-ρῶν, προσέχει ἡμᾶς καί ἡμεῖς εἰσερχόμεθα εἰς ζῶσαν ἐπαφήν μετ’ Αυτοῦ”. [1]
Ἔτσι καί μέ τόν καιρό θά ἀξιωθοῦμε νά δοῦμε τόν Χριστό μυστικά μέσα στήν καρδιά μας, νά μᾶς χορτάσει ἀπό ἀγάπη καί ἀλήθεια.[2]
Γιά τούς ἐν τῷ κόσμῳ εὑρισκόμενους χριστιανούς, οἱ Γέροντες τῆς Ἱ. Μονῆς Βαλαάμ, (Φιλαμνδίας), συμβουλεύουν:”Ὅταν δέν σᾶς εἶναι δυνατόν ἤ δέν ἔχετε διαθέσιμον χρόνον διά νά ἀσκῆσθε εἰς τήν προσευχήν, τότε κατά τήν ἀπασχόλησίν σας προσπα-θήσατε νά διατηρεῖτε παντοιοτρόπως τό “πνεῦμα τῆς προσευχῆς” τ. ἔ. ἔχετε τήν μνήμην τοῦ Θεοῦ καί μέ κάθε τρόπο ἐντείνατε τήν νοεράν ὅρασίν σας ἵνα βλέπετε Αὐτόν ἐνώπιόν σας, ὄντως ὄντα, μετ’ εὐλαβοῦς ὑποταγῆς εἰς Αὐτόν καθ’ ὅλας τάς ὥρας τῆς ἐργασίας σας. Παραδώσατε ἑαυτούς εἰς τήν παντοδυναμίαν Του, εἰς τήν παντοκρατορίαν Του, εἰς τήν παντογνωσίαν, οὕτως ὥστε εἰς κάθε ἔργον σας, εἰς κάθε λόγον σας καί εἰς κάθε διαλογισμόν σας νά ἐπιμνημονεύτεαι ὁ Θεός καί τό ἅγιον Αὐτοῦ θέλημα. Ἰδού ἐν ὀλίγοις εἰς τί ἔγκειταιτό λεγόμενον “τό νεῦμα τῆς προσευχῆς”.[3]
Λόγω τοῦ σπουδαιοτάτου αὐτοῦ θέματος τῆς προσευχῆς, κρίναμε σκόπιμο νά παρουσιάσουμε στήν ἀγάπη σας τήν ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ σεβαστοῦ Ἁγιορείτου Μοναχοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, ἡ ὁποία παρουσιάστηκε στόν Ραδιο-φωνικό σταθμό τῆς Ἒκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τό Σάββατο 22 Αὐγούστου 2004. Γιά τήν πληρέστερη κατανόηση τῆς ὁμιλίας, στήν εἰσαγωγή πού ἀκολουθεῖ ἀναφέρουμε τήν δημιουργία καί τήν ζωή πρό καί μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων μέσα ἀπό κείμενα ἀπό τούς ἁγ. Πατέρες μας ἀλλά καί τοῦ ὁμιλοῦντος σχετικά μέ τήν ἡσυχαστική – ἀσκητική Παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Γιά τίς ἐλλείψεις ζητοῦμε τήν ἐπιείκειάν σας.
Κων/νος Ἡρ. Δεσπότης
Εἰσαγωγή
Ὁ Θεός άρχικά δημιούργησε τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό τή γῆ καί στή συνέχεια “ἐνεφύσησε” καί ἐδημιούργησε τήν ψυχή. Τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τριαδική φύση ὅπως ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός (Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα), Νοῦς ὁ πατήρ, Λόγος ὁ Υἱός καί Πνεῦμα, ἔτσι καί ἡ ψυχή ἔχει νοῦ, λόγο καί πνεῦμα. Ὁ νοῦς, πού εἶναι θά λέγαμε ὁ πυρήνας τῆς ὑπάρξεώς μας, ὁ λόγος, πού γεννιέται ἀπό τόν νοῦ καί τό πνεῦμα πού εἶναι “ὁ νοερός ἔρως τοῦ ἀνθρώπου”. Ὁ Θεός ἔχει οὐσία, – πού εἶναι ἀμέθεκτη – καί ἐνέργεια, (ἡ θεία Χάρις, μέ τήν ὁποία μπορεῖ νά ἔχει κοινωνία ὁ ἄνθρωπος), πού εἶναι ἄκτιστες ἀλλά καί ἡ ψυχή ἔχει οὐσία καί ἐνέργεια. Ἡ οὐσία της βρίσκεται στήν καρδιά ὄχι σάν σέ ἀγγεῖο ἀλλά σάν σέ ὄργανο, ἐνῶ ἡ ἐνέργειά της (ὁ νοῦς) λειτουργεῖ μά τούς λογισμούς. Στή φυσική κατάσταση ὁ νοῦς βρίσκεται στήν καρδιά καί ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή, ὁ λόγος ἐνεργεῖ στόν ἐγκέφαλο. Ἡ λογική ἐργάζεται καί ἔχει συνείδηση τοῦ περιβάλλοντος, ἀσχολεῖται μέ τίς γήϊνες φροντίδες.
Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἡ ψυχή λέγεται καί νοῦς. Ἀλλά νοῦς λέγεται τόσο ἡ οὐσία της πού εἶναι ἡ καρδιἀ, ὅσο καί ἡ ἐνέργειά της, πού συνίσταται στούς λογισμούς. Γιά νά μή γίνεται ὅμως καμμιά σύγχυση οἱ ὅροι αὐτοί στήν βιβλιοπατερική Παράδοση ἐναλλάσσονται, μποροῦμε νά μιλοῦμε γιά τήν ψυχή ὡς τό πνευματικό στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς μας, γιά τήν καρδιά, ὡς τήν οὐσία τῆς ψυχῆς καί γιά τόν νοῦ, ὡς τήν ἐνέργειά της.
Καρδιά εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχοσωματικῆς συγκροτήσεως τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ χῶρος ἐκεῖνος πού ἀνακαλύπτεται μέ τήν ἐν Χάριτι ἄσκηση (τήν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν) καί ὁ χῶρος ὅπου ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός. Εἶναι τό κέντρο καί ἡ συνισταμένη τῶν τριῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς ἤτοι τοῦ λογιστικοῦ (ἤ λόγος), τοῦ ἐπιθυμητικοῦ (ἤ ἐπιθυμία) καί τοῦ θυμικοῦ (ἤ θυμός). Ἡ ἐπιθυμία καί ὁ θυμός ἀποτελοῦν τό παθητικό μέρος τῆς ψυχῆς.[4] “Ὁ μέν λόγος ἀναζητεῖ τόν Θεό, ἡ ἐπιθυμία νά ἐπιθυμῆ τόν Θεό καί ὁ θυμός πρέπει νά κάνη τά πάντα γιά νά ἐπιτύχη αὐτήν τήν τήν κοινωνία καί ἑνότητα”.[5]
“Ὁ Ἀδάμ στόν Παράδεισο πρίν ἀπό τήν πτώση βρισκόταν στήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ἡ μελέτη τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως δείχνει ὅτι ὁ Αδάμ εἶχε κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀλλά ἔπρεπε μέ τόν ἐλεύθερο ἀγώνα του νά παραμείνη σ’ αὐτήν τήν κατάσταση, νά σταθε-ροποιηθῆ περισσότερο καί νά φθάση στήν τελεία κοινωνία καί ἑνότητα μαζί Του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά αὐτήν τήν κατάσταση τῆς ἀρχεγόνου δικαιοσύνης. Ὁ Ἀδάμ ἦταν κεκαθαρμένος καί συγχρόνως τρεφόταν ἀπό τήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ νοῦς του ἦταν φωτισμένος, καί αὐτό σημαίνει κυρίως ὅτι ἦταν ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶχε ἀδιάλειπτη μνήμη Θεοῦ”.[6] Οἱ πρωτόπλαστοι ἀκολούθησαν τήν πονηρή συμβουλή τοῦ διαβόλου, νά αὐτονομηθοῦν καί νά φθάσουν στήν θέωση χωρίς τόν Θεό, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπη τούς πρότεινε νά μήν φάνε ἀπό τόν καρ-πό γιατί θά πεθάνουν. Κι’ αὐτό δέν ἀποτελοῦσε μία ἀπειλή ἀλλά τήν φανέρωση τῶν ὁρίων τῆς ζωῆς. Γιατί δέν ὑπάρχει ζωή ἔξω ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν συνειδητοποιεῖ αὐτή τήν δωρεά πού τοῦ δόθηκε μέ ἀποτέλεσμα νά ἀκολουθήση ἡ πτώση. Τό προπατορικό ἁμάρτημα συνίσταται στόν σκοτασμό τοῦ νοῦ καί τήν ἀπώλεια τῆς Θεοκοινωνίας. Ὁ νοῦς ὑπολειτουργεῖ καί ὑποδουλώνεται στά πάθη, στό ἄγχος, στίς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος, διασκορπίζεται καί διαχέεται στόν κόσμο διά τῶν αἰσθή-σεων. Ἔπαθε πλήρη ἐσωτερική ἀποδιοργάνωση, οἱ ψυχικές δυνάμεις σκορπίστηκαν καί ἡ λογική θεοποιήθηκε καί καί νεκρώθηκε.
Ἑπομένως ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά θεραπευθῆ μέ τήν βοήθεια τῆς θείας Χάριτος τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πού χορηγεῖται διά τῶν μυστηρίων καί τῆς Εὐαγγελικῆς ζωῆς, ἀκολουθώντας τήν ἡσυχαστική ἀγωγή[7] τῆς Ἐκκλησίας μας νά διέλθη τά τρία στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού εἶναι ἡ κάθαρση,[8] ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ, πού ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση, καί ἔπειτα νά φθάση στήν θέωση. [9]
Ἡ Θεοτόκος διά τῆς ἡσυχίας ἐπιτυγχάνει τήν τελεία ἕνωσί της μέ τόν Θεό.[10]
“Τήν ἡσυχία, τήν στάσι τοῦ νοῦ καί τοῦ κόσμου, τήν λησμονιά τῶν κάτω, τήν μυσταγωγό τῶν ἄνω, τήν ἀπώθηση τῶν νοημάτων πρός τό ἀνώτερο. Αὐτή ἡ πρᾶξις ἀληθῶς εἶναι ἐπίβασις τῆς ἀληθινῆς θεωρίας ἤ θεοπτίας, γιά νά μιλήσω σαφέστερα, εἶναι δεῖγμα τῆς ἀληθοῦς ὑγιοῦς ψυχῆς. Διότι κάθε ἄλλη ἀρετή εἶναι σάν φάρμακο ἀντίδοτο πρός τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς καί τά κατερριζώμενα πονηρά παθήματα ἀπό τή ραθυμία.[11]
Ἡ ἡσυχία ὅπως τήν ἐβίωσε ἡ Παναγία δέν εἶναι ἀδράνεια. Εἶναι κοπιώδης πνευματική ἐργασία, εἶναι συνεχής ἀγών πνευματικῶν καρδιακῶν ἀναβάσεων, πού μόνο ψυχές ἐκκαιόμενες ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί χαριτωμένες ἀπό τήν θεία Χάρι ἠ-μποροῦν νά ἀναλάβουν. Ἡ Θεοτόκος, ἐγκαινίασε στόν κόσμο τήν ἡσυχαστική ὁδό ἀναβάσεως πρός τόν Θεό: ” Ἀποβάλλοντας λοιπόν ἡ Πάναγνος ὅλες (τίς σχέσεις) ἀπό αὐτήν τήν ἀφετηρία τοῦ βίου της (καθώς λένε), ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους. καί ἀποφεύγοντας τόν ἔγγαμο βίο,προτίμησε τήν ἀόρατη σέ ὅλους καί ἀσυνδύαστη ζωή, διαβιώνοντας μέσα στά ἄδυτα, (Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ Ναοῦ), ὅπου λυμένη ἀπό κάθε δεσμό καί ἐκτινάσσοντας κάθε σχέσι καί ὑπερνικώντας καί αὐτήν τή συμπάθεια πρός τό δικό της σῶμα, συνένωσε τόν νοῦ μέ τήν στροφή καί τήν προσοχή πρός τόν ἑαυτόν της (τήν καρδιά) καί μέ τήν ἀδιάλειπτη θεία προσευχή (πού ἔδωσε στόν νοῦ της). Καί ἀφοῦ εἰσῆλθε δι’ αὐτῆς ἐντός τοῦ ἑαυτοῦ της, καί ὑπερέβηκε τόν πολύμορφο συρφετό τῶν λογισμῶν καί, γιά νά μιλήσω μέ ἁπλᾶ λόγια, κάθε εἴδους (νοήματα), οἰκοδόμησε καινούργια καί ἀπόρρητη ὁδό πρός τούς οὐρανούς, γιά νά μιλήσω ἔτσι, τήν νοητή σιγή. Καί προσηλώνοντας σ’ αὐτήν τόν νοῦ ὑπερίπταται πάνω ἀπό κάθε κτιστό, καί βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ πολύ ἀνώτερα κι ἀπό τόν Μωϋσῆ καί ἀντικρύζει τήν θεία Χάρι, πού δέν ὑποπίπτει καθόλου στίς αἰσθήσεις, ἀλλά εἶναι εὔχαρι, καί ἱερό θέαμα τῶν ἀμολύντων ψυχῶν καί νόων. Ἐπιτυγχάνοντας λοιπόν αὐτό τό θέαμα, γίνεται σύμφωνα μέ τούς θείους ὑμνωδούς,νεφέλη φωτεινή τοῦ ὄντως ζῶντος ὕδατος καί αὐγή μυστικῆς ἡμέρας καί πρυρίμορφο ὄχημα τοῦ Λόγου. [12] Γι’ αὐτό καί ἀφοῦ μέ αὐτές τίς τελειότατες θεωρίες ἔφθασε σέ τελεία καθαρότητα καί ἀφοῦ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ἑνώθηκε καί ἔγινε ὁμοία μέ τόν Θεό, μοναδική ἀπό τούς ἀνά τούς αἰῶνες ἀνθρώπους”.[13]
Ὁ ἀναγνώτης μπορεῖ νά πληροφορηθῆ γιά τήν ἡσυχαστική-ἀσκητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό τά ἔργα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, σχετικά μέ τήν Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία, 4 τόμοι, ἔκδοση Ἱ. Μονῆς Πελαγίας.
Tό θέμα τό ὁποῖον ἐπέλεξα διά νά σᾶς μιλήσω εἶναι τό θέμα τῆς προσευχῆς τό ὁποῖον τόσον συνδέεται μέ τήν πνευματικήν ζωήν τῶν χριστιανῶν.[14] Ἡ προσευχή ἀποτελεῖ ἕνα θέμα τό ὁποῖον ἀποτελεῖ τήν καρδίαν τῆς πίστεώς μας χωρίς τό ὁποῖον δέν μπορεῖ νά νοηθῇ πνευματική ζωή, χριστιανική ὀρθόδοξος ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ προσευχή προϋποθέτει μίαν ἀδιάλειπτον προσπάθειαν συνομιλίας καί ἑνώσεως μέ τόν Θεόν ἀπό τόν ὁποῖον προερχόμεθα καί εἰς τόν ὁποῖον πάλιν ἐπιστρέφωμεν. Ἑπομένως, ἡ προσευχή, εἶναι ἕνα ἀπό τά κέραια θέματα (τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς) ὄχι μόνον ὡς οὐσιώδης ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καί ὡς μέσον ἑνώσεως μέ τόν Θεόν ἀλλά καί ὡς στοιχεῖον τό ὁποῖον κρίνει τόν βαθμόν τῆς χριστιανικότητός μας. Διότι εἶναι ἀδύνατον νά νοηθῇ χριστιανός ὀρθόδοξος χωρίς νά εὑρίσκεται εἰς ἀδιάλειπτον ἐπαφήν μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς ὅπως λέγει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ τήν σύστασίν του:” ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε”. Ὁ Κύριός μας: “ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεσθε” καί γενικῶς ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑπογραμμίζουν τήν ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς[15] ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τόν πνεύμονα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καί χωρίς τήν ὁποίαν δέν μποροῦμε νά νοηθοῦμε χριστιανοί. Εἶναι θά ἔλεγε κανείς ἀδελφοί μου ἡ προσευχή τό πιό χαρακτηριστικό γνώρισμα αὐτῆς τῆς ἀνθρωπίνης ὑποστάσεώς μας ὡς λογικῶν ὅντων καί ὡς ἕνα μέσον διά τοῦ ὁποίου ἑνούμεθα μέ τόν Θεόν καί μαρτυροῦμεν μέ τήν ἀδιάλειπτον τήν ἄρρηκτον σχέσιν πού ἔχομεν μέ τόν Πατέρα Δημιουργόν μας. Γι’ αὐτό λοιπόν εἶπα: “ὅτι αὐτό τό θέμα πρέπει νά μᾶς ἀπασχολῇ πάντοτε ἀδελφοί μου, καί αὐτό μάλιστα γιατί ἡ προσευχή εἶναι κάτι στό ὁποῖο προσκρούωμε οἱ πολλοί διότι ἡ προσευχή προϋποθέτει κάτι τό ὁποῖον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν ἁγίων Πατέρων ὀνομάζεται ἀμεριμνίαν,[16] ἡσυχίαν, προϋποθέσεις ἐντελῶς ἀπαραίτητες. Καί ξέρετε ὅτι δημιουργεῖται ἕνα εἶδος ἀντινομίας θά ἔλεγε κανείς ἀπό τό γεγονός νά θέλῃ κανείς νά προσευχηθῇ ὑπό την προϋπόθεσιν ὅτι θέλει νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεόν σέ συνθῆκες καταλυτικές, ὅπως εἶναι οἱ σύγχρονες συνθῆκες τῆς ζωῆς μας κατά τίς ὁποῖες διασπᾶται ἡ ἑνότης τῆς ψυχῆς κατακερματίζεται ἡ καρδία καί δέν μποροῦμεν νά ἀναφερθοῦμεν εἰς τόν Θεῖον.
Θά ἔλεγε κανείς ὅτι συνδέεται ἡ προσευχή μέ τήν προσπάθειαν ἐκτοπίσεως ὅσων τό δυνατόν περισσοτέρων διαφόρων μεριμνῶν τῆς ἀφαιρέσεως ὅσων τό δυνατόν περισσοτέρων στοιχείων τά ὁποῖα παρεμβάλλονται ἐμποδιστικῶς μέσα στήν προσπάθειάν μας νά τά προσπεράσωμεν καί νά ἑνωθοῦμε μέ τό Θεῖον. Ἑπομένως ἡ προσευχή εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα ἀθλήματα γι’ αὐτό μάλιστα καί οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν θεωροῦν ὡς καθρέπτην τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τῶν χριστιανῶν[17] . “Πές μου πώς προσεύχεσαι νά σοῦ πῶ ποιός εἶσαι”. Καί ξέρετε ἀδελφοί μου ὅπως εἶπα προηγουμένως, ὅτι εἶναι τρομακτική ἀντινομία νά σκεφθῇ κανείς ὅτι ἔχοντες τήν συνείδησιν ὅτι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος καί ἔχοντες αὐτόν τόν νοερόν ἐργαστήριον, ἔχοντες αὐτήν τήν ποιότητα τήν πνευματικήν ὡς νοερά ὅντα, ὡς ψυχοπνευματικῶν ἀνήκοντες περισσότερον εἰς τόν Θεόν καί ὁλιγότερον εἰς τόν κόσμον νά μήν ἔχωμεν τήν δυνατότητα ἤ τουλάχιστον νά ἐμποδιζόμεθα τόσον πολύ ἀπό τήν προσευχήν.[18]
Βέβαια περί τῶν μοναχῶν δέν γίνεται κἄν λόγος καί θά ἔλεγε κανείς εἶναι ἕνα τάγμα τό ὁποῖον ἀδιαλείπτως προσεύχεται ἀκριβῶς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἔχουν εξασφαλισμένες τίς προϋποθέσεις τῆς προσευχῆς πού εἶναι ἡ ἀμεριμνία καί ἡ ἡσυχία.[19]
Ἡ ζωή μας εἶναι ὁργανωμένη ὅπως θά τό ξέρετε ἔτσι ὥστε ἡ ψυχή τοῦ μοναχοῦ ἀπηλλαγμέγη ἀπό διάφορες ὀχλήσεις ἐξωτερικῶν πραγμάτων χωρίς εἰκόνες, χωρίς τύπους τίς διασπαστικές μέριμνες, χωρίς νά ἔχουν τήν ἐμποδιστικήν τῶν διαφόρων ἀνθρωπίνων περιπασμῶν, ἀντίρρησιν, τήν ἄρνησιν νά μποροῦν νά ἔχουν αὐτήν τήν δυνατότητα τῆς ἀμεσότερης προσευχῆς γι’ αὐτό μάλιστα θά ἔλεγε κανείς εἶναι οἱ ὑμνητικοί ἐρωδιοί, εἶναι πνεύματα ἀδιαλείπτως κινούμενα στόν χῶρο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἑνώσεως μέ τόν Θεόν. Οἱ μοναχοί ἰδίως μάλιστα οἱ ἡσυχασταί ἀπό τούς ὁποίους ἔχουν ἀναδειχθεῖ μεγάλοι Πατέρες θεολόγοι εἶχαν αὐτήν τήν ἱκανότητα καί τήν ἐνέργειαν τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἦσαν μέσα εἰς τόν χῶρον τόν ἡσυχαστικόν καί ἐάν μέσα εἰς τήν ἡσυχίαν ἀπαιτεῖται μία προσπάθειαν διά τήν ἑνότητα μέ τήν προσευχή εἶναι προφανές ὅτι ἐσεῖς ἔχετε ἐδῶ εἰς τόν κόσμον “περιπεπληγμένη ταῖς τοῦ βίου πραγματεῖες”, περισσοτέραν τήν ἀνάγκην αὐτῆς τῆς προσπαθείας ὑπερβάσεως τῶν διαφόρων ἐμποδίων τῶν ὁποίων ἐγείρονται εἰς τήν ζωήν σας διά νά μπορέσετε νά ἔρθετε εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον.[20]
Κατ’ ἀρχήν ἀδελφοί μου ὅταν λέγωμεν προσευχήν ἐννοοῦμε αὐτό πού λέγουν οἱ Πατέρες εἶναι ὁμιλία ἐν τῆ ἐννοία του ὁμοῦ δηλ. τῆς ἑνότητος κάνωμεν μίαν προσπάθειαν ἑνώσεως καί ἑνότητος μέ τόν Θεόν. Εἶναι μία χάρις ἰδιαιτέρα εἰς τόν ἄνθρωπον ἀλλά διά νά πραγματοποιηθῇ αὐτή ἡ ἑνότης δέν φθάνει μόνον ὅπως εἶπα προηγουμένως νά εἴμαστε ἀπηλλαγμένοι ἀπό τίς πολλές μέριμνες καί μήν ξεχνᾶτε πώς καί ἡ προσευχή εἶναι μία ἀπό τις λειτουργίες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς μέσα στά πλαίσια ὅλων τῶν ἄλλων προσπαθειῶν διά νά ἀπαλλαγῇ ἡ ψυχή μας ἀπό τά διάφορα πάθη καί ἀπό τίς διάφορες παρενέργειες. Δηλ. δεν μποροῦμε νά ἐννοήσουμε προσευχήν ἐάν δέν τηροῦμε τάς ἐντολάς[21] μίαν ἐκ τῶν ὁποίων καί ἐκ τῶν θεμελιωδεστέρων εἶναι ἀδελφοί μου·” μή μεριμνᾶτε τί φάγετε ἤ τί ἐνδύσητε ..κλπ”. Καί νά μήν διασποῦμε τήν προσευχή μας μέ αὐτές τίς μέριμνες, τίς καθημερινές ἀναπόφευκτες δέ ἀλλά ἐπειδή εἶναι ἀναπόφευκτες μποροῦν νά ἀντιμετωπιστοῦν. Πῶς; Μέ τήν πίστιν. Ἡ πίστις εἶναι αὐτή ἡ ὁποία μᾶς ἱκανώνη ὥστε τίς μέριμνες οἱ ὁποῖες εἶναι μέσα στό δρόμο τῆς συνθέσεως τῆς οἰκογενειακῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς εἶναι ἀναπόφευκτες ὅμως μποροῦν νά γίνουν χωρίς προσπάθεια. Νά γίνονται μέ πνεῦμα πίστεως μέ καρδίαν ὑψωμένην εἰς τόν Θεόν ἔτσι ὥστε νά ἐνεργῇ ὁ ἄνθρωπος μέσα εἰς τήν ζωήν του μέ πίστιν καί μέ ἀπάθεια. Δηλ. νά γίνεται αὐτό τό ὁποῖο λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: “χρώμενοι τῷ κόσμῳ καί οὐ καταχρώμενοι” Νά εἴμαστε μέσα εἰς τά πλαίσια τοῦ πιστεύοντος ἀνθρώπου πού εὑρῆκε θέσι συνεργείας μέ τόν Θεόν καί δέν παραδίδει τόν ἑαυτόν του, τήν ψυχήν ὅπως λέγει ὁ Κύριος διά τῆς μερίμνης νά διασπᾶται καί νά κατακερματίζεται ἡ ἑνότης. Ἡ ἑνότης δέ τῆς ψυχῆς ἀδελφοί μου, συνίσταται εἰς τήν μετριοπάθειαν εἰς τήν ἀπάθειαν, δηλ. ὅταν ἔ-χουμε μέριμνες ἐξωτερικές νά μήν ἔχουμε, ὅταν ὅμως ἔχουμεν πάθη εἰς τήν ψυχή μας καί εὑρισκόμενοι μέσα εἰς χώρους ἡσυχαστικούς καί τότε ἀκόμη δέν ἔχουμε τήν βασικήν προϋπόθεσιν τῆς προσευχῆς ἐφ’ ὅσον τά πάθη τά ἴδια διασποῦν καί περισποῦν αὐτήν τήν ἑνότητα. Δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά ἑνωθοῦμε γι’ αὐτό μάλιστα καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅταν ἔλεγε διά νά ἑξάρη τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἑνοποιήσεως τῆς ψυχῆς προκειμένου νά προσευχηθῇ ὁ ἄνθρωπος, ὁ χριστιανός ὁ μοναχός ἔλεγε: “ὅταν τό ἑνιαῖον τῆς ψυχῆς γίνεται τρισσόν μένον ἑνιαῖον ἀνέρχεται εἰς τήν θεανδρικήν Τριάδα, ὑπεράνω καθεστώς σαρκός κόσμου καί κοσμοκράτορος καί δημιουργεῖ μίαν ἑνότητα δηλ. ὅταν τό τρισσόν ἐννοεῖ τήν ψυχήν μας ὡς οὐσίαν, τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς μας, τήν διανοητικότητα καί τήν βούλησίν μας τήν ἀγαπητικήν.[22] Πρέπει νά συνέλθουν οἱ παράγοντες αὐτοί διά νά μποροῦμε νά ἀναβαίνωμεν εἰς τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς. Ὅπως μάλιστα καί ὁ μέγας Βασίλειος σέ ἕνα ἄλλο σημεῖον λέγει ὅτι: “νοῦς μή σκυ-δεννύμενος ἐπί τά ἔξω μηδέ διά τῶν αἰσθητηρίων διά τόν κόσμον ἐπάνω δέ πρός ἑαυτόν καί πρός τοῦ Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει κα-κείνῳ τῷ κάλλει περιλαμπόμενος…..λαμβάνη”.[23]
Πάλιν οἱ ἅγιοι Πατέρες τονίζουν αὐτήν τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἑνοποιήσεως, δέν μποροῦμε ἐν Χριστῷ ἀδελφοί μου νά ἔχουμε προσευχήν ἐάν δέν ἔχουμε κάποιαν ἑνοποίησιν καί δέν μποροῦμε νά προσευχόμεθα ὅταν ἔχουμε κατακερματισμένες τίς ψυχές μας ἀπό τίς διάφορες μέριμνες κι ἄν δέν ἀντιμετωπίζουμε τά διάφορα προβλήματά μας διά τῆς πίστεως ὥστε ἡ ψυχή παραμένουσα σέ κάποιον βαθμόν ἀπαθής ἤ μετριοπαθής νά μπορῇ τουλάχιστον νά ἔρχεται εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον.
Ξέρετε ὅτι προσευχές ἔχουμε πάρα πολλές, πολλά εἴδη. Ἔχουμε Ἐκκλησιαστικές προσευχές, ἔχουμεν τίς ἐκτεταμμένες προσευχές, τίς στενώτερες τό: “Πάτερ ἡμῶν…” διάφορες αὐτοσχέδειες προσευχές πού ἔχουν κάνει οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἐκεῖνες οἱ προσευχές οἱ ὁποιες προσχεδιάζουν πρός στούς μοναχούς: “ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ” καί “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό” κ.λ.π.[24] Μάλιστα καί ἡ εὐχή αὐτή ἡ νοερά λεγομένη προσευχή ἀποδεικνύει μέ τήν ἐλαχιστότητα μέ τούς πέντε λόγους ἀπό τούς ὁποίους συγκροτεῖται ἀποδεικνύει πώς ὅσο περισσότερο ἑννοποιεῖται ἡ ψυχή τόσο περισσότερον ἐπιτυγχάνει αὐτήν τήν ἑνότητα με τόν Θεόν.[25] Βέβαια, ὅπως εἶπα προηγουμένως ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔχουν ὁρίσει τήν προσευχήν ὡς τήν μεγαλυτέραν πνευματικήν κατάστασιν τοῦ ἀνθρώπου καί ὡς τό κάτοπτρον τῆς πνευματικότητός του. Γιατί ἀκριβῶς ὁ νούς μας διακεχυμμένος εἰς τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου διά τῶν αἰσθητηρίων καί προπαντός διά τῶν ἐνεργούντων παθῶν μέσα εἰς τήν ψυχήν μας πρός τά διάφορα ἀντικείμενά των προκαλεῖται μία σύγχυσις προκαλεῖται μία διάσπασις, προκαλεῖται ἕνας κερματισμός αὐτής τῆς ἑνότητος. Γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά νοηθῆ προσευχή ὡς ἐπιδιωκομένη ἐνέργεια καί ἐπιθυμία νά ἑνούμεθα μέ τόν Θεόν παρά μέσα στά πλαίσια ἐργασίας τῶν ἐντολῶν, ὅσον περισσότερον ἐργαζώμεθα τίς ἐντολές, ὅσον περισσότερον ἐλευθερούμεθα ἀπό τά πάθη ὅσον περισσότερον ἀγαπῶμεν τόν Θεόν ὅσον περισσότερον ταπεινούμεθα καί συντριβώμενοι ἐν ταπεινώσει τόσον πιό πολύ ἔχουμε τίς ἀναγκαῖες προϋποθέσεις καί τούς ὅρους διά νά ἔλθωμεν εἰς ἐπαφήν μέ τό Θεῖον καί νά ἐκφράσουμε ἐν στεναγμοῖς ἀλαλλήτοις τούς πόθους καί τά αἰτήματά μας. Εἶπα ἀδελφοί μου ὅτι δέν μπορεῖ νά νοηθῇ προσευχή χωρίς αὐτές τίς προϋποθέσεις πράγματι.[26]
Ἐμεῖς στό Ἅγιον Ὄρος ἐπειδή λόγω τῆς ὁργανωμένης μοναχικῆς ζωῆς εἴμαστε ἀπηλλαγμένοι ἀπό τίς μέριμνες τίς δικές σας μποροῦμε νά ἀφήνουμε τόν νοῦν μας ἐλεύθερο νά πετᾶ εἰς τόν Θεόν εἴτε μέ τήν προσευχήν αὐτή εἴτε μέ μελέτες Θεολογικές, εἴτε μέ θεωρίες πνευματικές ἔτσι ὥστε νά ἐπιτυγχάνωμε τήν ἀμεσοτέραν ἐπαφήν μέ τό Θεῖον. Μάλιστα αὐτή ἡ ἐπαφή εἶναι αἴτημα τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Αἴτημα δηλ. τοῦ Χριστοῦ ἑρμηνευμένο ὀρθοδόξως. Διότι ὅταν λέγη ὁ Χριστός: “ἐγώ θέλω νά εἶμαι ἐν ἡμῖν καί ὑμεῖς ἐν ἐμοί, (ἐγώ μέσα σας καί ἐσεῖς μέσα μου) δηλ. ζητᾶ μίαν ἀγαπη-τικήν, ἐρωτικήν θά ἔλεγε κανείς ἀλληλοπεριχώρησιν, μίαν ἕνωσιν πραγματικήν ἡ ὁποία μάλιστα θά ἐκφράζεται καί μέ τό εἰκονικόν ἐκεῖνο τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου: “Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος καί ὑμεῖς τά κλήματα”. Ἄμπελος εἶναι, ὄχι τό ἀμπέλι πού κακῶς τό ἑρμη-νεύουν τινές, εἶναι τό κλῆμα καί τά κλήματα εἶναι οἱ παραφυᾶδες τῶν κλημάτων γιά νά παρουσιάση αὐτήν τήν ἀδιάσπαστη καί θά ἔλεγε κανείς ὁργανική ἕνωσι τοῦ κλήματος μέ τίς παραφυᾶδας μέ τίς κληματσῖδες μέ τά κλήματα. Μᾶς θέλει λοιπόν, ἀποτελεῖ αἴτημα, γι’ αὐτό μάλιστα καί ὁ θεῖος Παῦλος συνεχῶς μᾶς ὑπομιμνήσκη ὅτι: “ἐμεῖς οὐκ ἔχωμεν ὦδε μένουσαν πόλιν, τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τά συνεχῶς τά ἄνω ἀφοῦ καί τό πολίτευμα ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει”.
Μέσα στήν Ὀρθοδοξίαν ἀδελφοί μου ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχουμεν ὡς πλοῦτον ἄρρητον καί ὡς εὐεργεσίαν ἀνέκφραστην ἀπό τόν Θεόν εἶναι αὐτή ἡ δυνατότης τήν ὁποίαν μᾶς ἔχει δώσει ὡς πλάσματα, ὅπως εἴμαστε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσίν Του νά φθάσουμε νά γίνουμε ὅμοιοι μέ Αὐτόν. Ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅλες οἱ ἀρετές οἱ ἐνεργούμενες διά τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ δέν ἑνώνουν μέ τόν Θεόν ἀλλά παρασκευάζουν καταλλήλως τό ἔδαφος διά νά ἐνωθοῦμε μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς. “Ὅντες λοιπόν κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν καί ὁδηγούμενοι μέ τήν ἐλευθερίαν πού ἔχουμε μέ τό καθ’ ὁμοίωσιν καί μέ τήν δυνατότητα ὁμοιώσεως μέ τόν Θεόν διά τῆς προσευχῆς ὁδηγούμεθα εἰς τήν θέωσιν. Ὅπως λέγει ἕνα δοξαστικό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ: “….ἦλθεν ἵνα τοῦ χείρονος μεταλαβών ὁ Χριστός μεταδῶ μοι τοῦ βελτίονος. Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, καί Θεός ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν· ἄνθρωπος γίνεται Θεός ἵνα Θεόν τόν Ἀδάμ ἀπηργάσηται”. Μᾶς θέλει, ὅπως Αὐτός εἶναι Θεός κατά φύσιν νά γίνωμεν Θεοί κατά χάριν, καί γινώμεθα μέσα εἰς τό χῶρον τῶν ἐντολῶν ὅπως λέγει μάλιστα ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ὁ μέγας ἐκεῖνος πατήρ ὅτι: “ἡ πρός Θεόν ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις ταῖς τῶν σεβα-σμιωτάτων ἐντολῶν ἱερουργίες καί ἀγαπήσεσιν μόνοις τελεῖται”. Διά τῶν ἐντολῶν λοιπόν ὁδηγούμεθα ἀλλά θεούμεθα ὅμως καί ὁμοιούμεθα διά τῆς προσευχῆς. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων δογματικῶν καί μυστικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ὑπέστη τόσας προσβολάς ἀπό τήν Δυτικήν Θεολογίαν ὥστε νά ἀποβῆ ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων, θά ἔλεγε κανείς, ὑπερασπιστῶν τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἶχεν ὡς βάσιν τήν προσευχήν καί ὅλη του ἡ Θεολογία του στρέφεται περί τήν προσευχήν ὑπό τήν προϋπόθεσιν βεβαίως τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν. Γι’ αὐτό μάλιστα στίς διάφορες ἐκφάνσεις ἀντιλογίας πρός τόν Βαρλαάμ τόν Καλαμβρόν, αὐτόν τόν μοναχόν ὁ ὁποῖος κατεδικάσθη ὑπό τῶν Συνόδων του 14ου αἰῶνος, διετύπωνε συνεχῶς τήν ἄποψιν ὅτι πρέπη νά φεύγουν πολλά περιττά πράγματα καί μάταια ἀπό τήν ψυχήν τοῦ Ὀρθοδόξου, προκειμένου νά γίνη τέλειος. Γι’ αὐτό καί ἐπικαλεῖται ὁ Κύριος: “εἰ θέλης τέλειος εἶναι ὕπαγε πώλησον τά ὑπάρχοντά σου, διάδως πτωχοῖς καί δεῦρο ἀκολούθει μοι..” κ.λ.π. Δηλ. δέν μποροῦμε νά ἀναχθοῦμε εἰς τό Θεῖον δέν ἠμποροῦμεν νά ἑνωθοῦμε παρά μόνον ἀφαιροῦντες συνεχῶς τά μάταια καί τά περιττά. Βέβαια ἀδελφοί μου ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου στήν σύγχρονη ἐποχή καί μάλιστα ὑπό τό πρίσμα τῆς ὑφέσεως τῆς πνευματικῆς τήν ὁποίαν ἐφιστάμεθα ἐξ ἀφομῆς τοῦ ἐπηρεασμοῦ τῆς κοσμικῆς ζωῆς μέ τίς κοσμικές μέριμνες κ.λ.π. φαίνεται ἀπραγματοποίητος ἐν τούτοις ὅμως εἶναι ἐπιβεβλημμένη “γίνεσθε τέλειοι, γίνεσθε ἅγιοι ὅπως ὁ πατήρ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐ ρανοῖς τέλειος ἐστί καί ἅγιος”. Εἶναι ἀνάγκη ὁπωσδήποτε νά αὐξάνωμεν τήν πίστιν μας καί αὐτό γίνεται μέ τήν φροντίδα τῆς ἐπιτελέσεως τῶν ἐντολῶν καί τῆς ἀδιαλείπτου εἰ δυνατόν ἐργασίας τῆς προσευχῆς.
Θά ἤθελα λοιπόν νά σᾶς ἀπασχολήσω γιατί ξέρετε ὁ νοῦς μας, ὅπως εἶπε καί ὁ Μ. Βασίλειος διαχέεται εἰς τόν κόσμον διά τῶν αἰσθητηρίων καί διασπᾶται ἡ ἑνότης καί πολλές φορές καί ἀπό ἄγνοια καί ἡ ζωή ἡ πνευματική θέλει τέχνην, εἶναι μία τέχνη θά ἔλεγεν κανείς ἀπό τήν γνώσιν. Ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. ἡ Παράδοσις τῶν ἁγίων Πατέρων, ἡ ἐμπειρία ἡ καθολική τῶν ἁγίων Πατέρων μᾶς διδάσκουν τήν τέχνην καί τήν γνῶσιν μέ τήν ὁποίαν δυνάμεθα νά γινώμεθα ἀληθινά χριστιανοί. Συνιστοῦν λοιπόν τήν ἀδιάλειπτον προσευχήν καί τήν συνιστοῦν διότι εἶναι τό ἀσφαλέστερον καί εὐκολότερον μέσον διά νά μποροῦμε νά κρατοῦμεν τήν ψυχήν μας καθαρή, ἀπρόσβλητη ὅσον τό δυνατόν ἑνοποιημένη καί νά μᾶς θωρακίζη ἀπό τίς διάφορες προσβολές τίς ὁποῖες ἐφιστάμεθα ἀπό τόν κόσμον, ἀπό τόν διάβολον καί ἀπό τά πάθη. Γι’ αὐτό νομίζω ὅτι ἕνα ἀπό τά μέσα τοῦ ἀποφασιστικοῦ χαρακτῆρος πού μᾶς ἐγγυῶνται μίαν πνευματικήν πρόοδον εἶναι τό νά μάθωμεν νά προσευχόμεθα. Ὅπως μάλιστα λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος τό πώς “δεῖ προσεύχσθε ἐν στεναγμοῖς ἀλαλλήτοις” καί ὅπως μάλιστα λέγει ἀλλοῦ: ” οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰμί ἐν Πνεύματι Ἁγίω”. Ὅταν λέμε μέσα εἰς αὐτήν τήν διάχυσιν τοῦ κόσμου εἰς τόν ὁποῖον εὑρισκόμεθα ὅταν ἐπιμελούμεθα τήν προσευχή αὐτήν καί κάνουμε δύο ἐργασίες, μίαν ἐπαναλαμβάνοντες τό ὄνομα, τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, τό γλυκύτατον ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας καί Σωτῆρος μας ἀπό τό ἄλλο μέρος καλλιεργοῦμεν τήν συντριπτικήν διάθεσιν τῆς ψυχῆς ἐν ταπεινώσει νά ἐκζητοῦμεν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὅταν ἐπαναλαμβάνοντες αὐτό καί ἐκτοπίζοντες τά διάφορα ἄλλα νοήματα τότε σταδιακά εἰσερχόμεθα εἰς τήν καρδίαν μας καί τότε γίνεται μία ἀληθινή ἑνοποίησις πού “τό τρισσόν γίνεται ἑνιαῖον μένον τρισσόν” δηλ. ἡ ἐνέργεια καί ἡ οὐσία τοῦ νοῦ μας καί ἡ ἀγαπητική βούλησις μέ τήν ὁποίαν κάνωμεν μίαν ἑνότητα.
Μέσα λοιπόν εἰς τόν χῶρον αὐτόν ἀδελφοί μου μποροῦμε σταδιακά νά καθαιρόμεθα, νά καθαίρεται ἡ ψυχή μας ἀπό τά πάθη, διότι μήν ξεχνᾶμε ότι ὅλες οἱ κακίες, ὅλα τά πάθη προέρχονται ἀπό τήν κακήν καί μή ὀρθήν χρῆσιν τῶν λογισμῶν μας.[27] Τά πάθη σχηματίζονται ἀπό τήν ἐπανάληψιν τῶν λογισμῶν καί στερεώνονται μέσα καί γίνονται ὅπως λέγει καί ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ καί γίνονται σκληρές οὐσίες. Ἔτσι λοιπόν ὅταν φθάσωμεν σέ ἡλικία καί κατανοήσουμεν ποιά πάθη μᾶς καταδυναστεύουν, ποιοί λο-γισμοί μᾶς προσβάλλουν μονιμότερον πρᾶγμα ἐκφραστικόν παραμονῆς τῶν παθῶν πού βρίσκονται μέσα μας ὅταν τό κατανοήσωμεν αὐτό μέ κλαυθμόν νά παρακαλοῦμε τόν Θεόν νά μᾶς ἐλευθερώση διά τῆς ἀγωγῆς αὐτῆς τῆς μονολογίστου λεγομένης προ- σευχῆς νοερᾶς πού γίνεται ἀργότερα καρδιακή. Πολλοί χριστιανοί πού ζοῦν εἰς τόν κόσμον κυρίως δέν γνωρίζουν αὐτήν τήν ἀνθρωπολογικήν δομήν, καί δεν ξέρουν τίς λειτουργίες τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού νομίζουν ἄν δέν κάνωμεν κάποια ἐξωτερικά κακά ἤ ἄν κάνωμεν κάποια ἐξωτερικά καλά ὑποτίθεται ὅτι εἴμαστε ἀληθινοί χριστιανοί ἀλλά αὐτό εἶναι λάθος μεγάλο. Ὁ Χριστός δέν ἦρθε στή γῆ γιά νά μᾶς κάνη καλούς ἀνθρώπους καί νά τακτοποιήση τά ἤθη μας καί νά μᾶς δημιουργήση τίς προυποθέσεις μιᾶς, θά ἔλεγε κανείς, ἁρμονικῆς συμβιώσεως στόν χῶρον τῆς κοινωνικῆς καί ‘Εκκλησιαστικῆς μας ζωῆς. Ἦρθε γιά νά μᾶς θεώση.Ἑπομένως τό ἅπαν εὑρίσκεται μέσα εἰς τήν ψυχήν μας καί ἐκεῖ πού διαφιλονικεῖται ἡ τελειότης μας εἶναι ἀκριβῶς εἰς τόν χῶ-ρον αὐτόν ὁ ὁποῖος προσβάλλεται ἀπό τά πάθη ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ὅτι δέν ξέρωμεν νά κάνουμε ἀγωγήν εἰς τόν νοῦν μας. Θά ξέρετε ὅτι ὅλοι μας ἔχωμεν τήν πεῖρα ὅτι προσβαλλώμεθα ἀπό λογισμούς. Εἶναι τραγωδία ἀληθινή νά νομίζωμεν ὅτι οἱ ποικίλοι λογισμοί, οἱ κακοί λογισμοί ὅτι ἀγνοοῦνται ἀπό τόν Θεόν. Μέσα εἰς τήν σιωπήν τῆς λειτουργίας τῆς διανοητικῆς και πνευματικῆς νομίζωμεν ὅτι δέν βλεπόμεθα ἀπό τόν Θεόν, εἶναι λάθος. Διότι βλέπει τούς ἐλαχίστοτάτους λογισμούς καί τίς πλέον μικρές ἐλαχίστους κινήσεις τῆς καρδίας μας ὁ Θεός. Καί λοιπόν ἔτσι ἐάν ξέρωμεν τίς συνέπειες τῶν λογισμῶν θά δώσωμεν ὅλο τό βάρος, νά πέση ἀκριβῶς ἐπάνω στήν προσοχήν τῶν λογισμῶν.Ἐάν δέν προηγηθοῦν οἱ λογισμοί στόν νοῦ εἶναι ἀδύνατον νά θιγῇ ἡ ψυχή καί τά πάθη τά ἐνυπάρχοντα ἀκόμη εἰς τήν ψυχήν δέν διερεθίζονται ἐάν δέν λειτουργήσουν, ἐάν δέν ἐνεργήσουν οἱ λογισμοί. Γι’ αὐτό ὅλη ἡ προσπάθειά μας πρέπει νά τείνη εἰς τήν προσοχήν τῶν λογισμῶν ὥστε νά ἀναστέλλεται ἡ ἐπιδείνωσις τῶν λογισμῶν καί ἀκόμη νά δημιουργοῦμε προϋποθέσεις συνεχοῦς καθάρσεως καί συνεχοῦς ἀφαιρέσεως ἀπό τά ξένα στοιχεῖα πού εἶναι μέσα μας.
Κατά τήν διδασκαλίαν τῶν ἁγίων Πατέρων ὅπως εἶπα προηγουμένως τά πάθη σχηματίζονται ἀπό τήν κακήν χρῆσιν τῆς ἐλευθερίας μας διά τῆς ἀποδοχῆς καί ἐπαναλήψεως τῶν διαφόρων ποιότητος λογισμῶν.
Ἡ ἐργασία αὐτή ἀφιερώνεται στόν σεβαστό Γέροντα π. Θεόκλητο καί στή συνοδεία του ὡς ἕνα ἀντίδωρο τῆς ἀγάπης των.
10 Νοεμβρίου 2004, ἑορτή τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου.
[1] Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Ζαχάρωφ), “Περί προσευχῆς”,ἔκδ. βα,Ἱ. Πατριαρχική Μο-νή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ, Ἀγγλίας 1994, σελ.145).
[2] Ἀπόσπασμα ἀπό κείμενο τοῦ Γέροντα π. Θεοκλήτου μοναχοῦ Διονυσιάτου, δημοσιευμένο τά “Ἀθωνικά ἄνθη”, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ. 106. Διασκευασμένο στήν δημοτική.
[3] Ἡ νοερά ἄθλησις, ἤτοι περί προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ,Γέροντος Κλήμεντος, μετάφρασις ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ, Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους, 1976, ἔκδοσις 1η, σελ.281).
[4] Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθόδοξη πνευ-ματικότητα, ἔκδ. β. τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.31 καί ἑξῆς.
[5] π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Φωνή Κυρίου, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθή-να 1985, σελ. 86.
[6] Μητροπολίτου Νυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος”….., σελ.48 καί ἑξῆς
[7] Ἡ ἡσυχία εἶναι μιά ἁγιοπνευματική κατάσταση, πού ἐκφράζεται μέ τήν μετά-νοια καί τό (κατά Θεόν) πένθος. Γεννᾶται ὀργανικῶς ἐκ τῆς βαθείας μετανοίας καί ἐκζητήσεως τῆς φυλάξεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ δι’ αὐτῶν τῶν ἐντολῶν γεννῶνται οἱ ἀρετές.. Ἡ ταπείνωση καί ἡ ὑπομονή εἶναι τά δύο θεμέ-λιά της. Σκοπός της ὁ καθαρμός τῆς καρδιᾶς καί τοῦ νοῦ.
Ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ διά τῆς σωματικῆς ἒξωτερικῆς ἡσυχίας (πού εἶναι ἡ προσπάθεια νά μειώση ὁ ἄνθρωπος, κατά τό δυνατόν, τόν περιορισμό τῆς γλώσσης, τῆς ὁράσεως, τῆς ἀκοῆς καί τῶν λόγων. Νά μειωθοῦν οἱ ἐξωτερι-κές παραστάσεις, οἱ εἰκόνες πού δέχονται καί προσφέρουν στήν ψυχή οἱ αἰσθή-σεις).Ἡ ψυχική ἡσυχία ἔγκειται στό νά ἀποκτήση ὁ νοῦς τήν ἱκανότητα καί τήν δυνατότητα νά μή δέχεται καμμιά πειρασμική περιπλάνηση, διακατεχόμενος ἀπό τήν νήψη (ἐγρήγορση) καί τήν κατάνυξη νά εἶναι στραμμένος μέσα στήν καρδιά. Ὁ νοῦς ἑνώνεται ἐν Ἁγίω Πνεύματι μέ τήν καρδιά καί τότε γίνεται ἀδι-άλειπτη προσευχή στήν καρδιά.Τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύ-ματος”. (Μητροπολίτου Ναυπάκτου, κ. Ἱεροθέου, “Καιρός τοῦ ποιῆσαι.” Ἱ.Μ. Πελαγίας, β, ἔκδ. 2000, σελ. 72-80)
[8] Οἱ ἅγιοι Πατέρες μιλώντας γιά τήν κάθαρση ἐννοοῦν τήν κάθαρση τῆς καρ-διᾶς ἀπό τούς λογισμούς πού παραμένοντας στήν καρδιά γίνονται πάθη.Νά θε-ραπευθοῦν οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς). (Μητροπολίτου Ναυπάκτου, κ.Ἱεροθέου, “Καιρός τοῦ ποιῆσαι.”….σελ.131)
[9] Μητροπολίτου Νυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθόδοξη πνευ-ματικότητα, ἔκδ. β. τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.44, 51-53.
[10] Ἀρχιμ. Γεωργίου Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, ἔκδ.β, Ἱ.Μ. Ὁ-σίου Γρηγορίου, Ἁγίου Ὄρους, 1998,
[11] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, πρός Μοναχήν Ξένης, Φιλοκ. τ. Δ, σελ. 170 -171.
[12] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, πρός Μοναχήν Ξένης, Φιλοκ. τ. Δ, σελ. 170 -176.
[13] Ὁμιλίαι, ἔνθ ἀνωτέρω, σελ. 177.
[14] Βασικές προϋποθέσεις τῆς πνευματικῆ ζωῆς εἶναι:”Ἡ θέλησις, ἡ θυσία, ἡ χά-ρις. Οὔτε μόνη ἡ θέλησις, οὔτε μόνη ἡ θυσία, οὔτε μόνη ἡ χάρις. Προηγεῖται ἡ θέλησις τοῦ ἀνθρώπου, ἀκολουθεῖ ἡ θυσία καί ἕπεται ἡ χάρις. Σπανιωτάτη εἶ-ναι ἡ ἀντιστροφή τῆς ἀκολουθίας ταύτης. Ἀλλ’ ὅταν λέγωμεν θυσίαν ἐννοοῦ-μεν τήν ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν. Διότι ἡ ἐκτέλεσις τῶν ἐντολῶν ἀπαιτεῖ θυσίας καί μάλιστα μεγάλας μάλιστα θυσίας. Διατί εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεσις τῆς μετά τοῦ Χριστοῦ μυστικῆς ἑνώσεως, ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν; Διότι καθαίρομεν τήν καρδίαν ἀπό τῶν ψεκτῶν (ἀξιοκατακρίτων) παθῶν καί ἑτοιμάζομεν οὕτω τόπον πρός τόν εἰπόντα:”ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσο-μεν. Ἤ καί καθαιρομένης τῆς καρδίας ἀπό τῶν παρά φύσιν παθῶν, ἡ ἐν ἐν αὐ-τῇ χάρις, ἥν ἐλάβομεν διά τοῦ Βαπτίσματος, ἀνάλάμπει κατά τό μέτρον τῆς κα-θάρσεως”.(Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικά Ἄνθη, ἐκδ. Παπαδημη-τρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ.49)
[15] “Περισσότερο ἀπό ὅλα ἀγάπησε τήν προσευχή, λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος,, διότι σέ φέρνει κοντά τοῦ καρποῦ, πού ἡ γλῶσσα ἀδυνατεῖ νά τόν ἐξηγήσει”. (Λόγος λδ΄)
[16] “Τό ἀπερίσπαστο καί τό ἀμέριμνο φέρνουν τήν ἐσωτερική ἡσυχία καί τήν πν-ευματική ἐπιτυχία. Οἱ μέριμνες ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὑπάρχη πο-λύς περισπασμός, ὑπάρχουν πολλά πνευματικά παράσιτα καί οἱ πνευματικοί ἀ-σύρματοι δέν ἐργάζονται μέ σήματα καλά.
Πρέπει νά ζητοῦμε πρῶτα τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καί αὐτή νά εἶναι ἡ μέρι-μνά μας, καί ὅλα τά ἄλλα θά μᾶς δοθοῦν. (Ματ.6,33). (Γέροντος Παϊσίου Λόγοι “τ. Α, “Μέ πόνο καί μέ ἀγάπη, ἔκδ.Ἱερόν Ἡσυχαστήριον “Εὐαγγελιστής Ἰωάν-νης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης,1998, σελ. 200).
Ἀμεριμνίαν ἀπό κάθε πρᾶγμα, δηλ. νέκρωσις ἀπό ὅλα, ὁποῦ νά μήν σέ ἐλέγχη ἡ συνείδησις εἰς κανένα πρᾶγμα”. Ἡ νοερά ἄθλησις, ἤτοι περί προσευχῆς τοῦ Ἰη-σοῦ,Γέροντος Κλήμεντος, μετάφρασις ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ, Κατουνάκια Ἁγίου Ὄ-ρους, 1976, ἔκδοσις 1η, σελ.211).
[17] Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, Κλῖμαξ, λόγος κη, περί προσευχῆς παρ. 38)
[18] Προσευχή καί λαϊκοί.Οἱ χριστιανοί πού ζοῦν στόν κόσμο ἡ προσευχή τους δέν εἶναι καθαρή, δηλ. δέν μποροῦν νά συγκεντρωθοῦν, παρεμβαίνουν λογι-σμοί καί ἀποροῦν. Ἡ καθαρή προσευχή εἶναι δῶρο Θεοῦ, καί θά τήν δώσει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν πλευρά του θά κάνει αὐτό πού πρέπει νά κάνει. Τί μένει λοιπόν στόν ἄνθρωπο; Στόν ἄνθρωπο μένει ἁπλῶς νά κάνει προσευχή. Ἡ ποσότητα τῆς προσευχῆς λέγει ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου “περιπέτειες ἑνός προ-σκυνητοῦ” . Καί αὐτό τό τονίζουν ὅλοι οἱ Πατέρες. Στήν προσευχή σου ἔφυγε ὁ νοῦς; Τό ἔργο σου εἶναι πάλι νά τόν φέρεις, καί πάλι θά φύγει καί πάλι νά φέ-ρεις τό νοῦ. Ἔτσι θά δείξεις στόν Θεό τήν καλή σου διάθεση, ἔτσι θά δεῖ ὁ Θεός τήν φιλοτιμία σου καί θά σέ δεχθεῖ. Μήν κάνεις προσευχή καί αὐτοδικαιώνεσαι καί περιμένεις ἀπό τόν Θεό τρόπον τινά πληρωμή. Δέν εἶναι ἔτσι. Νά ζητοῦμε γιά νά μᾶς δώσει ὁ Θεός: ” αἰτεῖτε καί δοθήσετε ὑμῖν” (Λουκ. 11, 9). Πῶς θά ζη-τᾶμε; Μέ ταπείνωση, μέ μετάνοια, μέ πίστη. Νά προσπαθήσουμε μέσα ἀπό τήν καρδιά, ἔστω καί ἄν εἶναι ἀκάθαρτη, προσπάθησε νά λές τήν προσευχή σου ἀδιαλείπτως.
Νά λές τήν εὐχή μέ συναίσθηση, μέ μυστηριακή ζωή (σελ. 249). Ὁ ἄνθρωπος, ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου διακρίνεται σέ τρία ἄς ποῦμε μέρη: Εἶναι ὁ νοῦς εἶναι δηλ. ἡ νοητική δύναμη ὁ νοῦς,εἶναι ἀγαπητική δύναμη πού εἶναι ἐκεῖ τό συναίσθημα καί ἡ βούληση (καρδιά), καί εἶναι καί ἡ λο-γιστική δύναμη. Δηλ. ὁ ἄνθρωπος ἔχει νοῦ, καρδία, ἀγαπᾶ, χαίρεται,ὁ ἄνθρωπος ἔχει λόγον ἤ μιλάει ἐκφώνως καί ἀκούγεται ἤ μιλάει ἀπό μέσα του. Ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος, ὅπως καί ἡ καρδία. Γι’ αὐτό λένε οἱ Πατέρες “δῶσε δουλειά στόν νοῦ” γιατί θά βρεῖ ἄλλα πράγ-ματα. καί δουλειά ἐννοοῦν τήν εὐχή, νά ἐπικαλειται ὁ νοῦς τόν Χριστό. Θά λές μέ τήν λογιστική δύναμη τήν εὐχή, ἀκατάπαυστα, ὅσο μπορεῖς. Μέ τήν εὐχή ἀναγκάζεις τόν νοῦ νά προσέχει ἐκεῖ θέλει δέν θέλει. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλί-μακος λέει: ” Ἐγκλείειν τόν νοῦν εἰς τά λόγια” Λέει ὁ π. Σωφρόνιος ὅτι: ὅταν ὁ νοῦς, ἡ νοητική δύναμη καί ἡ ἀγαπητική δύναμη ἑνωθοῦν – καί ἑνώνονται αἀτά γύρω ἀπό τό ὄνομα τοῦ Κυρίου – καί ἐν τῷ μεταξύ εἶναι καί ὁ ἐνδιάθετος λόγος ἤ ὁ προφορικός λόγος, οἱ τρεῖς δυνάμεις πού λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γίνουν ἕνα δηλ. καί ἑνώνονται μόνο στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστ-οῦ,μόνο στό ὄνομά Του, ὁ Χριστός μπαίνοντας στήν καρδία καθαρίζει λίγο λίγο τήν καρδία. Ὅταν τά τρία γίνουν ἕνα καί τό ἕνα τρία, τότε “ὁφθήσεταί σοι ἡ Ἁγία Τριάς” .(Ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες τοῦ π.Συμεών Κραγιοπού-λου, “τό μυστήριο τῆς σωτηρίας”, ζηλος, γονίδια, εὐχή. Πανόραμα Θεσ/ κης, 1998, σελ. 231- 233)
[19] “Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, πού ἔγινε γιά μᾶς σέ ὅλα τύπος καί ὑπο-γραμμός, ὑπέδειξε μέ τό παράδειγμά του πόσο πολύτιμη καί ἀναγκαί εἶναι ἡ κατά μόνας συνομιλία μέ τό Θεό καί ἡ ἐνώπιος ἐνωπίῳ προσευχή.“Καί ἀπολύ-σας τούς ὄχλους ἀνέβη εἰς τό ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὁψίας δέ γενομέ-νης μόνος ἦν ἐκεῖ” (Ματθ. ιδ’ 23). “Ἐγένετο δέ ἐν ταῖς ᾑμέραις ταύταις ἐξῆλθεν εἰς τό ὄρος προσεύξασθαι καί ἦν διανυκτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ” (Λουκ. στ. 12). “Καί ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἀπῆλθεν εἰς τό ὄρος προσεύξασθαι. Καί ὁψίας γενομένης ἦν τό πλοῖον ἐν μέσω της θαλάσσης καί αὐτός μόνος ἐπί τῆς γῆς” (Μάρκ. στ. 46,47).“Διήρχετο δέ μᾶλλον ὁ λόγος περί αὐτοῦ καί συνήρ-χοντο ὅχλοι πολλοί ἀκούειν καί θεραπεύεσθαι ὑπ’ αὐτού ἀπό τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν* αὐτός δέ τήν ὑποχωρών ἐν ταῖς ἐρήμοις καί προσευχόμενος”. (Λουκ. 15, 16). Ὁ δρόμος τῆς κοινωνίας μέ τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους περνᾶ μέσα ἀπό τήν ἔρημο τῆς μόνωσης τῆς σιωπῆς καί τῆς ἡσυχίας. “Σύ δέ ὅταν προσεύχη εἴ-σελθε εἰς τό ταμεῖον σου, καί κλείσας τήν θύραν σου πρόσευξαι τῳ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ” (Ματθ. στ’, 6). “Εἰρήνευσον ἐν σεαυτῷ καί εἰρηνεύσει σοι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ. Σπούδασον εἰσελθεῖν εἰς τό ταμεῖον τό ένδοθέν σου καί ὅψει τό τα-μεῖον τό οὐράνιον* εἐν γάρ έστι τοῦτο κακεῖνο. Καί ἐν μιᾶ εἰσόδῳ θεωρεῖς τά ἀμφότερα. Ἡ κλίμαξ τῆς Βασιλείας ἐκείνης ἔνδοθέν σου ἐστί, κεκρυμμένη ἐν τῇ ψυχῇ σου” (Άγ.Ισαάκ Λ, 127).Σύμφωνα μέ τήν γνώμη τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁ πε-ρισπασμός εἶναι αἰτία τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοός. Διότι ἐάν δέν συμμαζευτεῖ ἀπό παντοῦ ὁ νοῦς, ὅπως τό νερό περιορίζεται μέσα σέ ἕνα σωλήνα, δέν εἶναι δυνα-τόν στή διάνοια νά συγκεντρωθεῖ πρός τόν ἑαυτόν της ὥστε καί πρός τόν Θεό νά ανεβεῖ. “Μή ανελθών δέ τιςς νοερῶς καί μή γευσάμενος τι τῶν ἄνω, πῶς εὐ-χερῶς τῶν κάτω καταφρονῆσαι δύναται;” (Φιλοκ. Γ’,90). Μόνωση καί ἡσυχία. Ἐπίγνωση ἀρ. 48, Χειμώνας 1993-94.)
[20] Ὅταν προσεύχεσαι θά πετᾶς σάν ἀετόπουλο στά ὕψη.
Ἡ προσευχή εἶναι συναναστροφή τοῦ νοῦ μέ τό Θεό. Σκεφθεῖτε λοιπόν σέ ποιά κατάσταση πρέπει νά βρίσκεται ὁ νοῦς μας γιά νά μπορεῖ νά ἀπευθύνεται στόν Κύριο καί νά συνομιλεῖ μαζί Του χωρίς νά στρέφεται ἀλλοῦ καί χωρίς τή μεσολάβηση κανενός ἄλλου.
Ἡ προσευχή εἶναι καρπός τῆς πραότητας καί τῆς εἰρήνης πού δέν τήν ταράζει θυμός.
Ἡπροσευχή εἶναι προέκταση χαράς καί εὐχαριστίας.
Ἡ προσευχή εἶναι ἀσπίδα γιά κάθε λύπη καί στενοχώρια.
Μή στενοχωριέσαι ἄν δέν πάρεις ἀμέσως ἀπό τό Θεό αὐτό πού ζητᾶς. Θέλει νά σέ εὐεργετήσει περισσότερο γι’ αὐτό σέ κρατάει περισσότερο στήν προσευχή. Ὑπάρχει ἄραγε κάτι ἀνώτερο ἀπό τό νά συνομιλεῖς μέ τό Θεό κι ἀπό τό νά χρονοτριβεῖς στή συνάντηση μαζί Του ;
Ἡ ἀπερίσπαστη προσευχή εἶναι ἡ ἀπόλυτη χρήση τοῦ νοῦ μας.
Ἡ προσευχή εἶναι ἀνάβαση τοῦ νοῦ πρός τό Θεό.
Εἴτε προσεύχεσαι μέ ἄλλους εἴτε μόνος, ἀγωνίσου νά μήν τό κάνεις ἀπό συ-νήθεια ἀλλά μέ αἴσθηση.
Προσευχήσου μέ γλυκύτητα καί χωρίς ταραχή καί ψάλλε μέ συγκέντρωση καί ἁρμονία, καί θά εἶσαι σά νιογέννητο ἀετόπουλο πού πετᾶ στά ὕψη.
Ἡ προσευχή εἶναι ἐνέργεια ἀντάξια τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ. Δηλαδή εἶναι ἡ καλύτερη καί ἡ καθαρή χρήση τοῦ νοῦ.
Νά μή θέλεις νά γίνεται στή ζωή σου ὅ,τι ἐσύ νομίζεις σωστό ἀλλά ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, καί τότε θά προσεύχεσαι χωρίς ταραχή καί μέ εὐγνωμοσύνη.
(Ἅγιος Νεῖλος ὁ Ἀσκητής, Λόγος περί προσευχῆς, κεφάλαια γ΄,ιδ΄,ιε΄,ιστ΄,λδ΄, λε΄, μβ΄,πβ΄,πδ΄,πθ΄).
[21] Σκοπός ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά καθαρίσουν καί νά ἁγιά-σουν τήν καρδίαν τῶν πιστῶν. (Μον.Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικοί Διά-λογοι, “Θεολογία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, Θεσ/κη 1975, σελ. 44).
“Ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐφαρμόση τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ λέγεται ἄσκηση. Διά τῶν ἐντολῶν ὁ ἄνθρωπος διέρχεται ἀπό τά τρία πνευματικά στά-δια τῆς πνευματικῆς ζωῆς:τήν κάθαρση, (κακοπάθεια, νηστεία, – νά προσέχη μή βρεθῆ ὁ νοῦς ἀφύλακτος καί ἀθωράκιστος, – ἀγρύπνους προσευχάς καί τό ἀδι-άλειπτον δάκρυον διά νά φθάσουν στόν φωτισμό τοῦ νοῦ, – (Μον.Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικά Ἄνθη, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1962, σελ.18) καί τήν θέωση”.Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, “Μικρά εἴσοδος” στήν Ὀρθό-δοξη πνευματικότητα, ἔκδ. β.τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1998, σελ.150.
[22] “…τό τρισσόν ἐννοεῖ τήν ψυχήν μας ὡς οὐσίαν, τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς μας τήν διανοητικότητα καί τήν βούλησίν μας τήν ἀγαπητικήν”. Ὁ Γέροντας π. Θεό-κλητος στό βιβλίο του:”Ἀθωνικοί Διάλογοι, Ἡ Θεολογία τῆς Νοερᾶς προσευ-χῆς”, Θεσ/κη 1975 στή σελ.43, διευκρινίζει αὐτή τήν παράγραφο ὡς ἑξῆς:”Ὁ νοῦς, ἡ βούλησις, τό συναίσθημα ἤ, μέ ἄλλην ὁρολογία, τό θυμικόν, τό ἐπιθυμη-τικόν καί τό λογιστικόν, ὀνομάζονται “καρδία” (ψυχή) εἰς τό σύνολόν των, ἀ-φοῦ παρά τό διακεκριμένον τῶν λειτουργιῶν των, εἶναι ἀδιαίρετοι τῆς ψυχῆς δυνάμεις”.
Ὁπότε, γράφει ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ὅταν ὁ νοῦς ἔρχεται στήν καρδιά καί ἐνεργεῖται ἐκεῖ τότε ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ τοῦ νοῦ (ἐνέρ-γεια), καρδιᾶς (οὐσία) καί ψυχῆς”. (Μικρά εἴσοδος στήν Ὀρθόδοξη Πνευμα-τικότητα, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἔκδ. βα, Ἀθῆναι 1998, σελ. 38)
[23] Πνευματική ρύθμιση.
“Ἅγνιζε καί κάθαρε καί ρύθμιζέ με”. (Ἀκολουθία θείας Μεταλήψεως).
Τό μεγαλύτερο πρόβλημα πού ἀπασχολεῖ τόν ἄνθρωπο εἶναι τό θέμα τῆς ἐσω-τερικῆς ρυθμίσεως,νά ρυθμισθεῖ ὁ νοῦς. Πρέπει νά ἀποκτήση πνευματική ὑγεία, ὥστε νά ἀντιδρᾶ φυσιολογικά σέ ὅλα τά ἐμφανιζόμενα στήν ζωή προβλήματα. Ὁ νοῦς νά προσανατολισθῆ πρός τόν Θεό καί νά λειτουργῆ γι’ Αὐτόν. Νά χρη-σιμοποιήση ὁ ἄνθρωπος διάφορες μεθόδους,κυρίως τήν μετάνοια, τήν προσευχή καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Νά ἀποσπασθῆ ὁ νοῦς ἀπό τό ἄγ-χος, τό περιβάλλον καί κυρίως ἀπό τήν τυραννία τῆς λογικῆς καί νά ἔχει ἀδι-άλειπτη μνήμη Θεοῦ, παρά τίς καθημερινές του ἀσχολίες τοῦ σώματος.
Αὐτό ἐπιτυγχάνεται, ὅπως ἀναφέρει ὁ μέγας Βασίλειος σέ μία ἐπιστολή στόν φίλο του ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο.
“Ἐν ἡσυχία τόν νοῦν ἔχει πειρᾶσθαι προσήκει”.(Πρέπει νά προσπαθῶμεν νά κρατῶμεν τόν οῦν εἰς κατάστασιν ἡσυχίας.(Μ. Βασιλείου, ἐπιστολαί, Ε.Π. Ε. 2α ἐπιστολή πρός τόν φίλον Γρηγόριον. σελ. 60)
Τό πρῶτο εἶναι ἡ ἡσυχία τοῦ νοῦ. Ὅπως ὁ ὀφθαλμός, ἄν δέν προσηλοῦται σ’ ἕνα ὁρισμένο σημεῖο δέν μπορεῖ νά δῆ καθαρά ὅ, τι εὑρίσκεται μπροστά του τό ἴδιο γίνεται καί μέ τόν νοῦ. Ὁ νοῦς πρέπει νά προσανατολισθῆ πρός τόν Θεό καί νά τόν ἀπασχολῆ μόνον ὁ Θεός καί τά ἔχοντα σχέση μέ Αὐτόν. Αὐτό στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ ἀναχώρηση ἐκ τοῦ κόσμου.Ἡ ψυχή πρέπει νά ἀποσπα-σθῆ ἀπό τήν συμπάθεια πρός τό σῶμα. Νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τήν δουλεία στό κοσ-μικό καί σαρκικό φρόνημα καί νά ἀναφερθῆ πρός τόν Θεό.
“Νοῦς μέν γάρ μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω, μηδέ ὑπό τῶν αἰσθητηρίων ἐπί τόν κόσμον διαχεόμενος, ἐπάνεισιν μέν πρός ἑαυτόν,δι’ ἑαυτοῦ δέ πρός τήν περί Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει· κἀκείνω τῷ κάλλει περιλαμπόμενός τε καί ἐλλα-μπόμενος καί αὐτῆς τῆς φύσεως λήθην λαμβάνει, μήτε πρός τροφῆς φροντίδα, μήτε πρός περιβολαίων μέριμναν τήν ψυχήν καθελκόμενος, ἀλλά, σχολήν ἀπό τῶν γηΐνων φροντίδων ἄγων· τήν πᾶσαν ἑαυτοῦ σπουδήν ἐπί τήν κτῆσιν τῶν αἰωνίων μετατίθησι”.
(Διότι ὁ νοῦς, ὅταν δέν διασκορπίζεται πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τόν κό-σμον,ἐπιστρέφει πρός τόν ἑαυτόν του καί ἀπό τόν ἑαυτόν του ἀναβαίνει πρός τήν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ. Καθώς δέ περιαυγάζεται καί φωτίζεται ἀπό ἐκεῖνο τό κάλλος, λησμονεῖ καί τήν ἰδικήν του φύσιν ἀκόμη· δέν ἑλκύει τήν ψυχήν εἰς φροντίδα διά τήν τροφήν οὔτε εἰς μειμναν διά τήν ἐνδυναίαν, ἀλλά, ἐλεύθερος ἀπό γήινας φροντίδας,ὅλην του τήν προσοχήν μεταθέτει εἰς τήν ἀπόκτηιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν). (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 64)
Αὐτό εἶναι τό δεύτερο σημεῖο, εἶναι ἡ πορεία τοῦ νοῦ.Ὁ νοῦς δέν δέν πρέπει νά διαχέεται πρός τόν κόσμο διά τῶν αἰσθητηρίων οὔτε νά διασκορπίζεται πρός τά ἔξω, ἀλλά νά ἐπιστρέφη στόν ἑαυτό του καί διά τοῦ ἑαυτοῦ του νά ἀνέρχε-ται στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ κυκλική κίνηση. Ὁ νοῦς ἀφήνει τόν κόσμο καί στρέφεται πρός τόν ἑαυτό του, ὁπότε ἀνέρχεται στόν Θεό. Σέ αὐτήν τήν περίπτωση, καίτοι ζῆ ὁ ἄνθρωπος στόν κόσμο ἐν τού-τοις λαμβάνει λήθη τῆς φύσεως καί ἔχει μιά διηνεκῆ ἀδολεσχία μέ τόν Θεό.
“Καί τοῦτό ἐστι τοῦ Θεοῦ ἐνοίκησις, τό διά τῆς μνήμης ἐνιδρυμένον ἔχειν ἐν ἑαυτῷ τόν Θεόν. Οὕτω γινόμεθα ναός Θεοῦ, ὅταν μή φροντίσι γηΐναις τό συνεχές τῆς μνήμης διακόπτηται….”
(Ἐνοίκησις δέ τοῦ Θεοῦ εἶναι τοῦτο, τό νά ἔχῃ κανείς τόν Θεόν ἱδρυμένον μέσα του διά τῆς μνήμης.Τότε γινόμεθα ναοί τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἡ συνοχή τῆς μνήμης δέν διακόπτεται ἀπό γήινας φροντίδας…”). (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 64)
Εἶναι τό τρίτο σημεῖο στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος, παρά τίς γήϊνες φροντίδες, ἔχη διαρ-κῆ μνήμη Θεοῦ καί δέν διακόπτεται ἡ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς κα-θημερινές ἐργασίες, τότε δείχνει τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί ἀκόμη φανερώνει ὅτι γίναμε ναός τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά γιά νά ἐπιτευχθῆ αὐτό εἶναι ἀπα-ραίτητη ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη. Ἀρχή δέ τῆς καθάρσεως εἶναι ἡ ἡσυχία:”Ἡσυχία οὖν ἀρχή καθάρσεως τῇ ψυχῇ”. (Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Θεραπευτική ἀγωγή, τόμ. 2, ἔκδ. δ., Ἱ.Μ.Γενεθλίου τῆς Παναγίας, σελ. 64 καί ἑξῆς,1998)
[24] Μέ τήν βοεράν κραυγήν “Κύριε”, δοξολογοῦμεν τόν Θεόν, τήν ἔνδοξον μεγα-λειότητά Του, τόν δημιουργόν τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως, ὅν φρίττουσι τά Σεραφείμ καί τά Χερουβείμ.
Μέ τήν γλυκυτάτην ἐπίκλησιν καί πρόσκλησιν”Ἰησοῦ”, μαρτυροῦμεν, ὅτι εἶναι παρών ὁ Χριστός, ὁ σωτήρ ἡμῶν, καί εὐγνωμόνως τόν εὐχαριστοῦμεν, διότι μᾶς ἠτοίμασε ζωήν αἰώνιον. Μέ τήν τρίτη λέξιν “Χριστέ”, θεολογοῦμεν, ὁμολογοῦν-τες ὅτι ὁ Χριστός εἶναι αὐτός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός. Δέν μᾶς ἔσωσε κάποιος ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, ἀλλά ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἀληθινός Θεός.
Ἐν συνεχεία μέ τήν ἐνδόμυχον αἴτησιν “ἐλέησόν με”, προσκυνοῦμεν καί παρα-καλοῦμεν νά γίνῃ ἵλεως ὁ Θεός, ἐκπληρῶν τά σωτήρια αἰτήματά μας, τούς πό-θους καί τά ἀνάγκας τῶν καρδιῶν μας. καί ἐκεῖνο τό “με”, τί εὗρος ἔχει! Δέν εἶ-ναι μόνον ὁ ἑαυτός μου· εἶναι ἅπαντες οἱ πολιτογραφηθέντες εἰς τό κράτος τοῦ Χριστοῦ, εἰς τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν, εἶναι ὅλοι αὐτοί πού ἀποτελοῦν μέλος τοῦ ἰδικοῦ του σώματος.Καί, τέλος, διά νά εἶναι πληρεστάτη ἡ προσευχή μας, κατα-κλείομεν μέ τήν λέξιν “τόν ἁμαρτωλόν”, ἐξομολογούμενοι – πάντες γάρ ἁμαρτω-λοί ἐσμεν – καθώς ἐξωμολογοῦντο καί ὅλοι οἱ ἅγιοι καί ἐγίνοντο διά ταύτης τῆς φωνῆς υἱοί φωτός καί ἡμέρας. Ἐξ αὐτῶν ἀντιλαμβανόμεθα, ὅτι ἡ εὐχή ἐμπεριέ-χει δοξολογίαν, εὐχαριστίαν, θεολογίαν, παράκλησιν καί ἐξομολόγησιν”. (Ἀρχ. Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου, ἡ προσευχή τοῦ Ἁγ. Ὄρους, Ἁγιορείτικη Μαρτυ-ρία, τεῦχος 3,Μάρτιος – Μάϊος 1989, σελ. 124)
[25] Προσευχῆς νοερά, πρακτικές συμβουλές. Μόλις ξυπνοῦμε νά κάνουμε τρεῖς μετάνοιες, τό βράδυ πρίν ἀποσυρθοῦμε πάλι νά κάνουμε τίς τρεῖς μετάνοιες καί τήν προσευχή μας. Κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας εὐκαίρως ἀκαίρως μέσα μας, νά λέμε τήν εὐχή νοερά. Μισή ὥρα τήν ἡμέρα νά προσπαθήσουμε νά ποῦμε τήν εὐχή, κατά τήν δύναμή του ο καθένας. θά αισθανθεις μεγάλη ὠφέλεια. Θά μα-λακώσει ἀμέσως ἡ καρδιά καί λίγο ἄν ἐπιμείνει κανείς, ερχονται καί τά δάκρυα από τήν Χάρι του Θεου. (Ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες π. Συμεών Κραγιοπού-λου, τό μυστήριο τῆς σωτηρίας, ζῆλος, γονίδια, εὐχή.Πανόραμα Θεσ/ κης, 1998, σελ. 274- 275)
[26] Ἡ προσευχή εἶναι ἀπό τις κυριώτερες καί ἰσχυρότερες δυνάμεις, πού κάνουν τόν προσευχόμενο νά ξαναγεννιέται καί τοῦ χαρίζουν σωματική καί πνευματι-κή εὐεξία. Χωρίς τήν προσευχή οὔτε οἱ αμαρτίες μας συγχωροῦνται οὔτε Μυ-στήριον κάνουμε οὔτε καί ὁ Θεός μᾶς δίνει τή βοήθειά του καί τή Χάρη Του.
Ἡ προσευχή εἶναι τά μάτια καί τά φτερά τῆς ψυχῆς μας καί μᾶς δίνει θάρρος καί δύναμη ν’ ἀντικρίσουμε τόν Θεό. Ὅμως κατά τήν προσευχή πρέπει:
α) Τό ἦθος μας νά εἶναι ταπεινό, τρεφόμενο μ’ ἁγνές ἐλπίδες,
β) Νά μεταχειριζόμαστε ὅσα ταπεινώνουν καί ἡσυχάζουν τό σῶμα ἐλευθερώ-νοντας τό νοῦ ἀπό κάθε ἐνόχληση,
δ) Οἱ τροφές μας νά εἶναι ἐκείνες πού πρέπει καί τά πιοτά μας ἐλαφρά καί μέ μέτρο.
ε) Ἡ ὁρθοστασία μας καί οἱ γονυκλισίες μας ἀνάλογες μέ τίς δυνάμεις μας,
στ) Ὁ ὕπνος μας νά εἶναι ὁλίγος καί σέ σκληρά στρώματα,
ζ) Νά μεταχειριζόμαστε ὅσα δαμάζουν τό σῶμα καί ξυπνοῦν τό νοῦ φέροντάς μας κοντά στό Θεό. Σ’ αὐτό βοηθοῦν πολύ ἡ ἀνάγνωση τῶν Θείων Γραφῶν καί τῶν ἑρμηνειῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων, τά νηπτικά ἀποφθέγματα τῶν Ὁσίων καί οἱ κατανυκτικές ψαλμωδίες, καί
η) Νά νιώθουμε σ’ ὅλη τους τήν ἔκταση τά θαύματα, πού ἔγιναν καί γίνονται σ’ ὅλον τόν κόσμο.
Προσευχήσου, λοιπόν, ἀδελφέ μου, μέ τό στόμα, ὥσπου νά σέ φωτίσει ἡ Θεία Χάρη νά προσεύχεσαι καί μέ τήν καρδιά σου. Τότε θά συντελεσθεῖ μέσα σου μέ θαυματουργικό τρόπο ἑορτή καί πανήγυρη καί δέν θά προσεύχεσαι πιά μέ τό στόμα ἀλλά μέ τήν καρδιά. Σε κάθε σου ἐργασία ἀπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ, ἄς προηγεῖται ἡ προσευχή! Αὐτή ἄς κυβερνάει ὅλες σου τίς πράξεις! Αὐτή γεν-νάει τή μετάνοια καί τό δάκρυ! Αὐτή προχωρεῖ ὡς τά μύχια τῶν λογισμῶν μας. Αὐτή εἶναι ἡ γεννήτρια τῆς Θείας Ἀγάπης! Αὐτή καθορίζει τό λογιστικό τῆς ψυχής. Αὐτή ἐξαγνίζει τούς Ἀγγέλους καί τούς Ἁγίους!… Αὐτή φυλάγει καθαρό τό ἐπιθυμητικό τῆς ψυχῆς μέ τό νά βρίσκεται μπροστά στό Θεό, νά ὁμιλεῖ καί νά προσκολλᾶται σ’ Αὐτόν μ’ ὅλη της τήν ἐπιθυμία. Γιατί καθένας πού ἀγαπάει καί φοβᾶται τόν Θεό εἶναι ἀδύνατο νά μή σκέπτεται ταπεινά, εἶναι ἀδύνατο νά κυβερνᾶται ἀπό τό θυμό. Γι’ αὐτό καί λέμε πώς ἡ ὁσία ταπείνωση καθαρίζει τήν ψυχή. Ἀπό τό βιβλίο ἀνωνύμου Ἁγιορείτου Μοναχοῦ «Ἀδιαλείπτως προσεύχε-σθε»:31 ἐντρυφήματα γιά τήν προσευχή»,ἔκδοσις “Ὀρθόδοξος Κυψέλη”, Θεσ/κη
[27] Λογισμός εἶναι συνδυασμός εἰκόνος καί σκέψεως καί συνδυάζεται ὁπωσ-δήποτε καί μέ τήν φαντασία.Ἐνεργοῦν στό λογιστικό μέρος τῆς ψυχῆς, ἐρεθί-ζουν τό ἐπιθυμητικό καί προσπαθοῦν νά αἰχμαλωτίσουν τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώ-που. Ὅταν οἱ ρυπαροί λογισμοί κυριαρχήσουν στήν ψυχή, τότε τήν δηλητηριά-ζουν καί τήν νεκρώνουν. Ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀνασφαλής, κυριαρχεῖται ἀπό ἄγχος, ἀϋπνία, ταραχή καί νευρικότητα.
Στήν ὀρθόδοξη θεραπευτική ἀγωγή χρεάζεται προληπτική καί θεραπευτική ἀ-γωγή. Στήν προληπτική ἐντάσσεται ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἀπωθή-σεως τῶν λογισμῶν. Χρειάζεται ἐγρήγορση τοῦ νοῦ πού λέγεται νήψη καί προ-σευχή, ἡ ἀποφυγή τῶν αἰτίων πού προκαλοῦν τούς λογισμούς. Ὁ ἅγιος Θεοφά-νης ὁ Ἔγκλειτος ἀναλύει ὡς ἑξῆς τά στάδια τῆς ἁμαρτίας:.
α) Ἐμφανίζεται στό νοῦ μιά ἄσχημη σκέψη ἤ προσβολή. Ὅταν ἀντιδράσεις ἀμέσως καί στραφεῖς πρός τόν Κύριο, κέρδισες ἕνα στεφάνι. Ἐάν ὅμως ἀρχίσεις νά ἀσχολεῖσαι μέ τήν σκέψη ἤ συζητᾶς μαζί της ἡ ψυχή κλονίζεται καί πραγ-ματοποιεῖ ἕνα βῆμα πρός τήν ἁμαρτία. γ) Ἡ ἱκανοποίηση ἤ ἡ εὐχαρίστηση, πού ἀρχίζει νά προξενεῖ στήν ψυχή ἡ παράταση τοῦ πειρασμοῦ καί ἡ κουβέντα μαζί του. Στήν φάση αὐτή ἔχεις μολυνθεῖ. δ) Ἡ κάμψη τῆς θελήσεως. Στό ση-μεῖο αὐτό ὑπάρχει ἐνοχή. ε) Ἡ συγκατάθεση στήν ἁμαρτία ἤ ἡ ἀπόφαση νά ἁ-μαρτήσει κανείς. Ἐδῶ ἔχουμε ὁπωσδήποτε ἁμαρτία ἐσωτερική, πού τήν βιώνει ὁ ἄνθρωπος στήν ψυχή του ὡς διαστροφή τῶν ἐνργειῶν τῆς ψυχῆς. στ) ἡ διά-πραξη τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ τελευταία φάση. Ἔχουμε τήν ὁλοκληρωμένη πτώ-ση, στέρηση τῆς θείας Χάριτος, τήν ὑποταγή στήν ἐξουσία τοῦ ἐχθροῦ”.(Πρωτ. Εὐαγγ.Παχυγιαννάκη, Εὐαγγελικά Μηνύματα, ἔκδ. Ἐνορίας Ἁγίας Τριάδος, Ἁγ. Νικολάου Κρήτης,2000, σελ.35)
Ὅταν μιά ἁμαρτία ἐπαναλαμβάνεται συχνά καί ἐμφωλεύει πολύ χρόνο μἐσα στή ψυχή μας, λέγεται πάθος. Ἔχουμε διαστροφή τῶν ψυχικῶν δυνάμεων.Ἡ φυσική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὕπαρξη τῶν ἀρετῶν, ἐνῶ τά πάθη εἶναι ἡ παρά φύση κατάσταση. Ἀποτελεσματικός τρόπος ἀπαλλαγῆς ἀπό τούς λογισμούς εἶναι ἡ ἐξαγόρευσή τους σέ ἔμπειρο πνευματικό πατέρα. Ἄλλος τρό-πος εἶναι νά δημιουργοῦμε καλούς λογισμούς. Ἡ καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, ἡ ἀ-νάγνωση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί οἱ βίοι τῶν ἁγίων. Ὅπως διαλύεται ὁ καπνός στόν ἀέρα, ἔτσι διαλύονται οἱ λογισμοί μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. (Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος). Ὁ καλύτερος τρόπος ἀπό τόν διά-λογο εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ λογισμοῦ. Συνιστᾶται σάν καλός τρόπος ἰδίως ἀπό τούς ἀρχαρίους στόν ἀγώνα αὐτόν. (Ἀρχ. Ἱεροθέου Βλάχου, Ὀρθόδοξη ψυχοθεραπεία,Ἱ.Μ. Τιμίου Σταυροῦ, Ἔδεσσα 1986, σελ.216, 231 καί ἑξῆς).
“’Eγώ δέν γνώρισα ἄλλη πτώση ἀνθρώπου, ἀπό ἐκείνη πού προκύπτει ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στό λογισμό του.…Είδες κάποιον να πέσει στήν ἁμαρτία; Μάθε ὅτι ἐμπιστεύτηκε τόν λογισμό του. Τίποτε δέν εἶναι βαρύτερο καί πιό ὁλέθριο ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μας.
Μέ σκέπασε μέ τή Χάρη Του ὁ Θεός καί πάντοτε φοβόμουνα αὐτόν τόν κίν-δυνο. Γιατί ποτέ, δέν ἀποφάσιζα νά κάνω κάτι, χωρίς νά ἔχω τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μου. Καί πιστέψτε με, ἀδελφοί μου, ἡ ψυχή μου ἦταν πολύ ξε-κούραστη, χωρίς καμιά μέριμνα… Γιατί ἄκουγα ὅτι πρέπει νά μποῦμε στή Βα-σιλεία τῶν Oὐρανῶν, περνώντας μέσα ἀπό πολλές θλίψεις καί ἔβλεπα πώς ἐγώ δέν εἶχα καμιά θλίψη καί φοβόμουνα καί βρισκόμουνα σέ ἀπορία, ἐπειδή δέν ἤξερα τήν αἰτία τῆς τόσης ἀναπαύσεως, μέχρις ὅτου μοῦ εἶπε ὁ Γέροντας: «Μή στενοχωριέσαι. Καθένας πού μπαίνει κάτω ἀπ’ τήν ὑπακοή τῶν Πα-τέρων, τέτοια ἀνάπαυση καί ἀμέριμνη ζωή ἔχει».
Φροντίστε καί σεῖς νά ρωτᾶτε γιά ὅλα, ἀδελφοί μου, καί νά μήν ἔχετε ἐμπι-στοσύνη στόν ἑαυτό σας. Μάθετε πόση ξεγνοιασιά, πόση χαρά, πόση ἀνά-παυση ἔχει ὅποιος τό ἐφαρμόζει.
Ἐπιμέλεια: Kατερίνα Xούπα –Xημικός Mη-χανικός E.M.Π. Ἀββᾶ Δωροθέου Ἔργα Ἀσκητικά” Ἐκδόσεις: “Ἑτοιμασία”
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ποῦ πορεύεται ὁ κόσμος; Τί μέλλει νὰ μᾶς συναντήσει; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ τὰ βγάλουμε πέρα ὡς ἄτομα, οἰκογένειες, ἔθνος;
Πηγή: Ο Σωτήρ
Μαρούσι 27-4-2015
Ἀρ.Πρωτ.:101
Μακαριώτατε,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Στίς ἡμέρες μας γίνεται πολύς λόγος γιά τή θεματολογία τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου πού ἀναμένεται νά συνέλθει μέσα στό ἑπόμενο ἔτος 2016.
Ἕνα ἐκ τῶν θεμάτων πού κατά δημοσιογραφικές πληροφορίες πρόκειται νά συζητηθοῦν εἶναι ὁ δεύτερος γάμος τῶν ἐν χηρείᾳ κληρικῶν καί τῶν διαζευγμένων.
Ἡ αὐτονόητη κοσμική λογική ὑποστηρίζει, ὅτι εἶναι ἄδικο νά ἀπαγορεύεται στόν ἱερέα νά ἔχει δεύτερη νόμιμη σύντροφο γιά τίς δικές του «ἀνάγκες», ἀλλά καί γιά τήν ἀνατροφή τῶν ὀρφανῶν του παιδιῶν.
Αὐτή ὅμως ἡ αὐτονόητη κοσμική λογική ἔρχεται σέ εὐθεῖα ἀντίθεση μέ τούς θεοπνεύστους ἱερούς Κανόνες τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί γενικότερα μέ τό ὀρθόδοξο ἦθος καί τόν ἐν τῇ πράξει καθημερινό ἐν Χριστῷ τρόπο ζωῆς.
Βέβαια ἡ νεοβαρλααμική μεταπατερική θεολογία συμπορεύεται μέ τήν αὐτονόητη κοσμική λογική καί ἀναφανδόν ἰσοπεδώνει τή μακραίωνη Πατερική θεολογία, μαζί καί τά «ἀποστεωμένα» πιά καί «ἀπηρχαιωμένα» προϊόντα της, τούς ἱερούς Κανόνες καθώς καί τό αὐστηρό ὀρθόδοξο ἦθος της.
Δέν γνωρίζουμε ὅμως μέ ἀκρίβεια, ἄν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί δή ὁ θεῖος Παῦλος συγκαταλέγονται στή μεταπατερική Βαρλααμική νοοτροπία ἤ ὄχι κατά τούς μεταπατερικούς.
Τί γίνεται; Ὅσα διατείνεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περί τῆς μιᾶς καί μοναδικῆς συζύγου τῶν κληρικῶν, «…τούτου χάριν κατέλιπόν σε ἐν Κρήτῃ, ἵνα τὰ λείποντα ἐπιδιορθώσῃς, καὶ καταστήσῃς κατὰ πόλιν πρεσβυτέρους, ὡς ἐγώ σοι διεταξάμην, εἴ τίς ἐστιν ἀνέγκλητος, μιᾶς γυναικὸς ἀνήρ, τέκνα ἔχων πιστά, μὴ ἐν κατηγορίᾳ ἀσωτίας ἢ ἀνυπότακτα…» (Τίτ. α΄, 5-6), στήν πρός Τίτον ἐπιστολή του καί «δεῖ οὖν τὸν ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι, μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν» (Α΄ Τιμ. γ΄, 2), στήν πρός Τιμόθεον, ἀνήκουν στήν Καινή Διαθήκη καί διατηροῦν τό θεόπνευστο καινοδιαθηκικό κῦρός τους ἤ περιλαμβάνονται στή μεταπατερική θεολογία καί ἑπομένως δέν ἰσχύουν ἤ ἔχουν μειωμένη, μερική θεοπνευστία; Εἶναι αὐτονόητο ὅτι κατά τούς μεταπατερικούς θεολόγους εἶναι ξεπερασμένοι καί αὐτοί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ὡς παμπάλαιοι, ἄλλων ἐποχῶν…
Εἶναι εὔκολο νά ξεπερασθεῖ ἡ θεόπνευστη ὁδηγία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρός τό πνευματικό του τέκνο Τιμόθεο: «…δεῖ οὖν τὸν ἐπίσκοπον… εἶναι, μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα…»; Ἡ ὁδηγία αὐτή τηρήθηκε ἀπαρέγκλιτα στήν πρώτη ἀποστολική Ἐκκλησία καί μετέπειτα σέ ὅλους τούς ἱερωμένους διαδόχους τους. Κατοχυρώθηκε ἐπί πλέον καί μέ τόν Ε΄ Κανόνα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος διατάσσει… «…τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα μή ἐκβαλλέτω προφάσει εὐλαβείας. Ἐάν δέ ἐκβάλῃ ἀφοριζέσθω· ἐπιμένων δέ καθαιρείσθω». Ἀποκλείει ὁ παρών Κανών κάθε διάσπαση τῆς συζυγίας τοῦ ἱερέως ἀκόμα καί μέ τήν πρόφαση πνευματικῆς ἀσκήσεως, γιατί γνωρίζει ἡ Ἐκκλησία τίς καταστρεπτικές συνέ-πειες καί στούς δύο, ἄν ἐγκαταλείψει ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ἐπίσης ὁ ιζ΄ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ὁρίζει «ὁ δυσί γάμοις συμπλακείς μετά τό Βάπτισμα ἤ παλλακήν κτησάμενος οὐ δύναται εἶναι Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος ἤ ὅλως τοῦ καταλόγου τοῦ ἱερατικοῦ». Παραπλήσια εἶναι καί ὅσα διαλαμβάνει ὁ ΙΗ΄ Κανών τῶν ἁγίων Ἀποστόλων: «Ὁ χήραν λαβών ἤ ἐκβεβλημένην, ἤ ἑταίραν, ἤ οἰκέτιν ἤ τῶν ἐπί σκηνῆς οὐ δύναται εἶναι Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος ἤ ὅλως τοῦ καταλόγου τοῦ ἱερατικοῦ». Τό ἱερό Πηδάλιο, στή σελίδα 19, στίς ὑποσημειώσεις ἀναφέρει καί ἐξηγεῖ λεπτομερῶς τίς ὡς ἄνω περιπτώσεις γυναικῶν πού κωλύονται τῆς συζυγίας τους μέ κληρικό, λόγῳ τοῦ προτέρου ἀνηθίκου τρόπου ζωῆς. Ἀποκτᾷ κώλυμα ἱερωσύνης καί ὁ ἐρχόμενος σέ γάμο μέ τίς ὡς ἄνω περιπτώσεις γυναικῶν, ἀκόμη καί ἄν εἶναι ἀκώλυτος ὡς ὑποψήφιος κληρικός ἀτομικά. Τόσο πολύ πρόσεχε ἀνέκαθεν ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γιά τόν τρόπο ζωῆς τῶν κληρικῶν, ὥστε ἐκ τῆς ἀμολύντου καί ἀμιάντου ἐν Χριστῷ πνευματικῆς περιουσίας τους νά ποιμαίνουν τό ὀρθόδοξο ποίμνιο!
Ἐξ ἄλλου ὁ ΙΘ΄ Κανών τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἐμποδίζει δύο ἀδέλφια ἤ ξαδέλφια νά νυμφευθοῦν δύο ἀδελφές, ἀφοῦ γενικῶς καί γιά τούς λαϊκούς θεωροῦνται παράνομοι ἤ ἄθεσμοι αὐτοί οἱ γάμοι. Κατά μείζονα λόγο κωλύεται ὁ κληρικός «Ὁ δύο ἀδελφάς ἀγόμενος, ἤ ἀδελφιδήν, οὐ δύναται εἶναι κληρικός», ὁρίζει ὁ κανών. Στίς σελίδες 240-241 τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου ἐξηγοῦνται, ἐπακριβῶς τά περί ἀθέσμων, ἤ παρανόμων γάμων σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Οἱ Ἀποστολικοί Πατέρες αἰσθάνθηκαν τήν ἀνάγκη νά καθορίσουν κάτι γιά τή θεσμικότητα τοῦ γάμου τοῦ κληρικοῦ, μολονότι γενικῶς καλύπτεται ἀπό τούς κανόνες πού ἀναφέρονται στό θεσμικό γάμο τῶν Χριστιανῶν. Ἀκόμα καί τό αὐτονόητο τό ἐπεσήμαναν μέ τόν συγκεκριμένο Κανόνα γιά τόν ἱερέα. Ἐπίσης Ὁ Γ΄ Κανών τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναπτύσσει λεπτομερῶς καί ἐξηγεῖ ποῖοι γάμοι εἶναι ἄθεσμοι (παράνομοι) γιά ὅλους τούς κληρικούς καί γιατί. Ἀποκλείεται μάλιστα κάθε οἰκονομία.
Τέλος ὁ ΚΣΤ΄ Κανών τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ὁρίζει, γιά ὅσους ἐκ τῶν ἤδη ἀγάμων κληρικῶν ἐπιθυμοῦν νά νυμφευθοῦν, ὅτι ἐπιτρέπεται μόνο στούς ἀναγνῶστες καί στούς ἱεροψάλτες. «Τῶν εἰς τόν κλῆρον ἀγάμων κελεύομεν, βουλομένους γαμεῖν, ἀναγνώστας καί ψάλτας μόνον». Προφανῶς τοῦτο ἀκριβῶς καθορίζεται, γιατί θεωρεῖται αὐτονόητη ἡ ἐν Χριστῷ πνευματική ἱκανότητα τοῦ ἀγάμου ἱερωμένου νά ἀντλεῖ χάρη καί δύναμη ἐκ τῶν ἁγίων Μυστηρίων πού τελεσιουργεῖ και ἐκ τοῦ ὡρίμου ἁγίου πνευματικοῦ πατρός ἀπό τόν ὁποῖο χάριτι Κυρίου καθοδηγεῖται. Τά αὐτονόητα καθορίζονται ἐπακριβῶς γιά νά μήν παρανοεῖται τό παραμικρό στήν Ὀρθόδοξη Ἱερωσύνη.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης στήν Κλίμακα καί στόν τελευταῖο του λόγο «Εἰς τόν ποιμένα» λέγει χαρακτηριστικά γιά τόν ποιμένα: «Ποιμήν κυρίως ἐστίν ὁ τά ἀπολωλότα λογικά πρόβατα δι’ ἀκακίας, δι’ οἰκείας σπουδῆς καί εὐχῆς ἀναζητῆσαι καί ἀνορθῶσαι δυνάμενος. Κυβερνήτης ἐστίν, ὁ ἰσχύν νοεράν ἐκ Θεοῦ εἰληφώς, οὐ μόνον ἐκ τρικυμίας, ἀλλά καί ἐξ αὐτῆς τῆς ἀβύσσου τήν ναῦν ἀνασπάσαι δυνάμενος». Πῶς εἶναι δυνατόν ὁ ποιμήν νά εἶναι ὄντως ποιμήν καί νά μπορεῖ νά προσεύχεται καί οἱ καθαρές, ταπεινές καί ἔμπονες προσευχές του νά ἀποσποῦν τό Θεῖον ἔλεος καί νά ἐπιτελοῦνται πνευματικές νεκραναστάσεις; Εἶναι δυνατόν νά εἶναι ποιμήν καί ὁ νοῦς του νά βρίσκεται στήν ἐναγώνια ἀναζήτηση «καλοῦ» συντρόφου εἴτε εἶναι ἄγαμος, εἴτε ἐν χηρείᾳ ἤ διαζευγμένος;
Ἐπιτρέψατέ μου νά ὑπενθυμίσω κάποιες παραμέτρους προερχόμενες ἐκ τῆς πικροτάτης ἐν χηρείᾳ ἐμπειρίας ἀλληλοπεριχωρούμενης ὅμως μετά τῆς ἀρχοντικῆς ἄνωθεν καταπεμπομένης βοηθείας τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σύμφωνα μέ τά κοσμικά στατιστικά παιδαγωγικά δεδομένα, πολύ ταλανίζεται ἡ οἰκογένεια τοῦ ἐν χηρείᾳ κληρικοῦ καί οἱ προβλέψεις εἶναι δυσ-οίωνες. Τά πρακτικά καί ψυχολογικά προβλήματα θά ξεφυτρώνουν σάν μανιτάρια στό διάβα τῶν νηπιακῶν, σχολικῶν ἤ καί πανεπιστημιακῶν χρόνων τῶν παπαδοπαίδων. Ὅμως ἡ φιλανθρωπία τοῦ Σταυρωθέντος καί Ἀναστάντος Χριστοῦ μετά ἀπό τό παραχωρημένο γενικευμένο οἰκογενειακό πένθος, καταπέμπει ἄφθονη ἄκτιστη Χάρη. Ἡ μονογονεϊκή, μέ μόνο τόν πατέρα ἱερέα οἰκογένεια, ἀναπτύσσεται, προκόπτει καί θείᾳ βοηθείᾳ καταξιώνεται. Ἡ ὑπαρκτή θεία Χάρις, πού ἀναθερμαίνεται μέ τήν καθημερινή μνημόνευση τῶν ὀνομάτων τους στήν ἁγία Πρόθεση ἤ στό κομποσχοίνι τοῦ ἱερέως, ὁμοῦ μετά τῆς μνημονεύσεως πολλῶν ἄλλων ὀνομάτων τῶν ἐνοριτῶν του θά φέρει, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, ἀγαστά ἀποτελέσματα. Ὁ ἱερέας θά γίνει τελικά ἑνιαῖος φορέας ἀγωγῆς εἰς Χριστόν καί τῶν παιδιῶν του, σαρκικῶν καί πνευματικῶν καί τῶν ἐνοριτῶν του.
Ὁ φέρων τήν ἄκτιστη ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ ἱερέας, εἰδικότερα ὁ ἐφημέριος τῶν μεγάλων ἐνοριῶν τῶν μεγαλουπόλεων, συμπνίγεται ἀπό τίς πολλές ὑποχρεώσεις τῶν ἀναριθμήτων ποιμαντικῶν προβλημάτων καί καταλαμβάνεται καθημερινῶς ἀπό τήν ἀγωνία γιά τό πῶς θά ἀνταποκριθεῖ σ’ αὐτές τίς ὑποχρεώσεις πρός ὄφελος τῶν πιστῶν. Ἐπειδή ὅμως βρίσκεται πολύ συχνά μέσα στό λειτουργικό χρόνο, διαπιστώνει μέ μυστικό θαυμασμό, ὅτι ὁ χρόνος του διαστέλλεται καί χωροῦν σταδιακῶς ὅλες οἱ ὑποχρεώσεις καί ἀπαιτήσεις τῶν πολλῶν διακονημάτων του. Ἀκόμα καί ὅλες οἱ διακονίες τῆς ἐκλιπούσης πρεσβυτέρας βρίσκουν χῶρο γιά νά ἐκπληρωθοῦν, γιά νά ἐφαρμοσθεῖ κάποτε τό τοῦ θείου Παύλου «Πάντα εὐσχημόνως καί κατά τάξιν γινέσθω». Δοξάζει τόν ἐν Τριάδι Ὕψιστο Θεό καί γιά τίς ἀντοχές καί τίς πολλές εὐλογίες πού χορηγεῖ στήν οἰκογένειά του καί στούς πιστούς πού ἀξιώθηκε θείᾳ Χάριτι νά ποιμάνει.
Ἐξ ἄλλου στίς ἡμέρες μας πολλοί λαϊκοί νέοι ἄνδρες, συμμετέχουν ἔμπρακτα στίς πάμπολλες οἰκιακές ἐργασίες καί στήν περιποίηση τῶν νεογέννητων παιδιῶν τους. Ἔχει προκύψει αὐτή ἡ ἱκανότητα καί εὐελιξία τῶν νέων ἀνδρῶν (φυσικά μιλᾶμε γιά ἄνδρες καί ὄχι γιά ἀνδρείκελα), γιατί καί οἱ γυναῖκες τους ἐργάζονται γιά νά ἀνταπεξέλθουν στίς οἰκονομικές τους ὑποχρεώσεις. Ἰδιαιτέρως ὅμως στίς ἱερές μονές τοῦ Ἁγίου Ὄρους οἱ Πατέρες, μικροί καί μεγάλοι, περνοῦν ἀπό ὅλα διαδοχικά τά διακονήματα καί μαθαί-νουν ὅλες τίς ἐργασίες τῶν ἀνδρῶν καί ὅλες ἐπίσης τίς παραδοσιακές ἐργασίες τῶν γυναικῶν. Ἡ ἁγία ὑπακοή τούς καθιστᾷ ἐπιδεξιότατους, ὄχι μόνο γιά νά ἐπιβιώνουν ἀτομικά ἀλλά καί γιά νά διακονοῦν τό σύνολο τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν τους, ἀλλά καί τίς ἑκατοντάδες τῶν προσκυνητῶν πού φιλοξενοῦνται στό περιβόλι τῆς Παναγίας. Ζωσμένοι τίς ποδιές τους, ἀνασκουμπωμένοι διακονοῦν ἀσταμάτητα στά μαγειρεῖα, στά ζυμωτήρια, στίς ἀποθῆκες, στά ἐλαιοτριβεῖα, στίς τραπεζαρίες, στά πλυντήρια, στούς κήπους, στίς ὑποδοχές, στά αὐτοκίνητα, στά τρακτέρ, στά ἐργαλεῖα. Παντοῦ τρέχουν νά προλάβουν ὅλες τίς δουλειές. Λάμπουν τά πρόσωπά τους ἀπό τή βαθειά ἱκανοποίηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί τῆς διακονίας πού ρίζωσε, ἀναπτύσσεται καί φουντώνει ἀπό τήν ἄκτιστη Χάρη τῆς θεόπνευστης πολύωρης καθ’ ἡμέραν θείας ὀρθόδοξης Λατρείας μας. Ἄνδρες γεροί, σοῦ σφίγγουν τό χέρι δυνατά μέ τό δικό τους ροζιασμένο χέρι ἀπό τίς σκληρές δουλειές καί τίς μετάνοιες καί σοῦ μεταδίδουν ἡρωισμό, λεβεντιά, αἰσιοδοξία, πλοῦτο ἀπό τόν ψυχικό τους πλοῦτο. Καθόλου μιζέρια ἀπό τήν ἀληθινή συναίσθηση τῆς ἀναξιότητός τους. Οἱ μῦτες τους ἔχουν χαμηλώσει καί φτάνουν στό ἔδαφος, στό χῶμα. Ὁ νοῦς καί οἱ καρδιές τους μαζί μέ τήν εὐχή ἀνεβαίνουν στό Χριστό, στήν ἀειπάρθενο Παναγία μας, στούς Ἁγίους. Καί πάλι κατεβαίνουν στό ἔδαφος, στό χῶμα, στά περιβόλια, στά ποτίσματα, γιά νά γίνουν ὅλα, εἰ δυνατόν τέλεια, μέ τήν Χάρη τῆς ἁγίας ὑπακοῆς.
Γιατί νά μή ζηλέψουμε καί ᾿μεῖς οἱ κοσμικοί ἱερεῖς αὐτά τά ὑπαρκτά ἁγιορείτικα πρότυπα! Γιατί καί ᾿μεῖς οἱ ἄνδρες ἱερεῖς ὁπλισμένοι μέ τήν ἁγία ὑπομονή καί τήν ἁγία ὑπακοή στόν πρῶτο Ὑπήκοο, τό Χριστό μας, νά μήν ἐνεργοποιηθοῦμε στήν εὐχή καί στή διακονία! Τί δαιμονική μεταπατερική μανία μᾶς ἔπιασε νά διαλύσουμε ὅ,τι ἅγιο, ὅ,τι καλό, ὅ,τι φιλάνθρωπο ἐμπνεύστηκαν οἱ ἅγιοι πατέρες μας καί μᾶς τό μετέδωσαν! Ἄς σκύψουμε τίς μῦτες μας καί τά κεφάλια μας, ἄς ποῦμε τό «νά εἶναι εὐλογημένο» καί ἀσύλληπτη ἄκτιστη βοήθεια, Χάρη καί δύναμη θά μᾶς ἐπισκιάσει γιά τήν ἐπιτέλεση ὅλων τῶν καθηκόντων μας οἰκιακῶν, λειτουργικῶν, ποιμαντικῶν, παιδαγωγικῶν, οἰκονομικῶν. Ἡ ἐν Χριστῷ πεῖρα ἀποδεικνύει, ὅτι ἱερωσύνη καί ἀγωνιστική ἀκατάπαυστη διακονία, ἀλληλοπεριχωροῦνται καί θαυματουργοῦν… καί χωρίς τήν βοήθεια πρεσβυτέρας.
Ὁ Κύριος χίλια τοῖς ἑκατό θά οἰκονομήσει τά πάντα ὅσον ἀφορᾶ στόν κατά Χριστόν παρθενικό τρόπο ζωῆς, κατ’ οὐσίαν ἱερατικό, τοῦ ἐν χηρείᾳ ἱερέως καί στήν ἐν γένει κατά Χριστόν ἀνατροφή καί σταδιοδρομία τῶν ὀρφανῶν ἀπό μητέρα ἀλλά πολύ πλουσίων ἐκ τῆς παρουσίας τῆς θείας Χάριτος καί τῇ βεβαίᾳ κραταιᾷ σκέπῃ καί προστασίᾳ τῆς ἀειπαρθένου κυρίας Θεοτόκου. Φτάνει νά πεῖ ἄν ὄχι ἀρχικά, τουλάχιστον μετά ταῦτα, ὁ λειτουργός τοῦ Ὑψίστου τό «νά εἶναι εὐλογημένο», ἤ τό τοῦ Ἰώβ «εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπό τοῦ νῦν καί ἕως τοῦ αἰῶνος».
Εἶναι ἐνδεχόμενο ἤ σίγουρο ὅτι ὁ Κύριος θά στέλνει κατά καιρούς καταλλήλους, ἁγίους ἀνθρώπους, ὡς Σίμωνα τόν Κυρηναῖο, γιά νά βοηθοῦν στά ἄπειρα κατά κόσμον πρακτικά προβλήματα τῶν παιδιῶν καί τῶν δικῶν του πολλῶν ποιμαντικῶν καί βιωτικῶν ὑποθέσεων. Ἀρκεῖ νά πεῖ ἐκ βαθέων «εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον…». Ἀκόμα καί οἱ ἱερές μονές μποροῦν γιά λίγες ἡμέρες νά φιλοξενήσουν τά μικρᾶς ἡλικίας τέκνα τοῦ ἐν χηρείᾳ ἱερέως, γιά νά ἔχει τήν εὐκαιρία νά ἐπισκεφθεῖ τό περιβόλι τῆς Παναγίας γιά νά ἀντλήσει εὐλογίες.
Εἶναι ἄκρως ἀπαραίτητο νά διαφυλαχθεῖ ἡ ἑνότητα τῆς ἱερατικῆς οἰκογενείας. Αὐτό πρέπει νά συνειδητοποιοῦν ὅλοι οἱ ἐνορῖτες καί ὅλα τά πνευματικά τέκνα καί νά κρατοῦν διακριτικές ἀποστάσεις, ἄν ἐπιθυμοῦν νά ὠφελοῦνται ἀπό τήν ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ πού φέρει ὁ ἐν τιμητικῇ χηρείᾳ ἱερέας. Αὐτό βέβαια ἰσχύει γιά ὅλες τίς οἰκογένειες καί κατά μείζονα λόγο γιά τήν ἱερατική οἰκογένεια. Ἄγρυπνος καί ἀνύστακτος θά πρέπει νά εἶναι ὁ οἰκογενειάρχης ἱερέας καί δή ὁ ἐν χηρείᾳ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέγει, ὅτι ἡ ἀρετή ἀναπτύσσεται καί γιγαντώνεται μέ τή σκληρότητα. Ὅλοι οἱ Ἅγιοί μας φύλαξαν ἑαυτούς καί ἀλλήλους ἀπό τίς πολλές παγίδες τοῦ πονηροῦ - καί τίς «συναισθηματικές» - ἐπειδή πρόσεχαν νά κρατοῦν ἀποστάσεις πνευματικῆς ἀσφαλείας. Ἀκόμη καί στίς ἱερές ὀρθόδοξες μονές μας, δέν ἐπιτρέπονται οἱ ἐπί μέρους στενές φιλίες μέ τούς ἀδελφούς μοναχούς ἤ τίς ἀδελφές μοναχές, γιά νά μή συμβεῖ κάτι πού θά παραλύσει τήν ψυχή τους ἀπό τό σκληρό ἀγῶνα κατά τῶν παθῶν καί τήν κάθετη πρός τά ἄνω - ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας, ἔχομεν πρός τόν Κύριον – προσευχή, ὥστε νά ἔρθει κάποτε τό μυστικῶς ποθούμενον, νά ἔρθει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί νά κατακλύσει ὅλο τό εἶναι μας.
Εἶναι δέ καταλληλότατη εὐκαιρία ἡ χηρεία ὁμοῦ καί ὀρφάνια ἐν βαρυτάτῳ χειμῶνι ἀφάτου πίκρας γιά τή στέρηση τῆς μητέρας καί πρεσβυτέρας, ὅλη ἡ οἰκογένεια νά διδαχθεῖ ἄνωθεν τήν ἱερά τέχνη τοῦ κομβοσχοινίου. Κάθε κόμβος μέ τούς ἐννέα πλεγμένους σταυρούς καί μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ἁγίου «ὑπέρ πᾶν» ὀνόματος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ θά εἶναι οὐράνια παραμυθία καί μοναδική παρηγορία σ’ ὁλόκληρη τήν οἰκογένεια. Θά βεβαιώνονται ἅπαντες, τόσο οἱ ἐντός τῆς ἱερατικῆς οἰκογενείας ὅσο καί οἱ πέριξ ὅτι ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλετο, ὁ Κύριος ξαναδίνει ἤ θά δώσει τά δικά του ἄκτιστα πνευματικά δῶρα καί τά ἀπαραίτητα καί συμφέροντα ὑλικά ἀγαθά.
Ἄλλωστε δέν ξεχνᾶμε ὅτι τό πρόσωπο τῆς ἐκλιπούσης καί μεταστάσης πρεσβυτέρας δέν χάθηκε, ἀλλά εὑρισκόμενο στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, ἔνθα οὔκ ἐστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ὅπου δέν ὑπάρχει φόβος ἀσθένειας, δυστυχήματος ἤ ἄλλου θανάτου, δέν θά ξεχάσει τήν ἐν τῇ στρατευομένῃ Ἐκκλησία οἰκογένειά της, ἀλλά μαζί μέ τή θεοσθενῆ καί διακριτική ἐπέμβαση τῆς θείας Χάριτος, ἡ οἰκογένεια θά προχωράει καί θά δίδονται λύσεις στά συνεχῆ προβλήματα τῶν ἐφηβικῶν ἐπαναστάσεων καί τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος πού ἀπειλοῦν ὅλα τά παιδιά μας, μᾶλλον ὅλους μας, μικρούς καί μεγάλους, ἀκόμη καί τούς ὑπερήλικες.
Ἄφησα τελευταῖο αὐτό πού ἔπρεπε πρῶτο νά ἀναφέρω. Ὅλα τά παραπάνω γίνονται καί πραγματοποιοῦνται μέσα στό πέλαγος τῆς χηρείας, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, διά τῶν τιμίων χειρῶν καί τοῦ ἱεροῦ ἐπιτραχηλίου τοῦ πνευματικοῦ πατρός καί ἐξομολόγου τοῦ ἱερέως. Ἁπλούστατη ἐν Κυρίῳ, χαρισματική ἐν Θεῷ Πατρί, ἁγιοπνευματικά στιβαρή ἦταν ἐπί πενήντα χρόνια ἡ καθοδήγηση τοῦ μακαριστοῦ πολιοῦ, οἰκογενειάρχου, μέ πολυκύμαντη ζωή, πνευματικοῦ μου πατρός Γεωργίου Πικριδᾶ. Μόνο ὁ Κύριος γνωρίζει τόν ὠκεανό τῶν εὐεργεσιῶν πού διοχετεύτηκαν διά τῶν ἁγίων εὐχῶν του στήν ἀναξιότητά μου καί στά τέκνα μου.
Μακαριώτατε,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ταπεινῶς φρονῶ ὅτι τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν τά αὐτά γενικῶς ἰσχύουν καί γιά τούς διαζευγμένους κληρικούς. Ὁ ἀγώνας γιά τόν ἀρχικά ἀβούλητο παρθενικό τρόπο ζωῆς ἰσχύει καί γιά τούς χωρισμένους. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὑποστηρίζει, ὅτι καλοῦνται, οἱ ἐν χηρείᾳ κληρικοί ἀλλά γενικά ἄνδρες καί γυναῖκες ἐν χηρείᾳ, ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο σέ ἀνώτερο παρθενικό βίο, κατά τόν ὁποῖο ἐπιφυλλάσσονται ἀνώτερες ἐμπειρίες ἐν Χριστῷ πνευματικῆς ζωῆς. Τό αὐτό συμβαίνει καί γιά τούς ἐν διαζεύξει. Τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο στή ζωή μας. Ὁ Κύριος διατείνεται ὅτι καί «αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί». Πόσο μᾶλλον φροντίζει ὁ Κύριος καί γιά τήν εὔρυθμη ζωή τῶν συζύγων. Στό ἱερό Μυστήριο τοῦ Γάμου εὔχεται ἡ Ἐκκλησία μας νά ἔχουν ὁμόνοια ψυχῶν καί σωμάτων καί πάντα τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα. Ἑπομένως ἡ διάζευξη προέρχεται ἀπό μή κατανόηση τοῦ ἑνός συζύγου πρός τόν ἄλλο, ἀπό τήν πτώση τοῦ ἑνός, τοῦ ἀδυνατοτέρου στίς παγίδες τοῦ πονηροῦ καί στήν παραχώρηση τοῦ Κυρίου πρός τελική σωτηρία καί τῶν δύο διά τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας. Ἔχει ὅμως καί ὁ διαζευγ-μένος κληρικός ὅλες τίς δυνατότητες νά ἐπιβιώσει ἐν Χριστῷ διά πίστεως εἰς τόν Ἰησοῦν καί νά ἀποβεῖ παράδειγμα πρός μίμηση τῶν πιστῶν.
Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἀσφαλῶς ἡ δική σας Σεπτή ἐμπειρία ὡς πρώτων πνευματικῶν Πατέρων καί ἐξομολόγων ὑπερβαίνει τήν πτωχότατη δική μου. Καταθέτω ὅλα τά ἀνωτέρω ὡς παθών τά τῆς πολυχρόνιας χηρείας. Εὐχηθεῖτε Σᾶς παρακαλῶ, ὅσα μᾶς ἔγιναν γνωστά ἀπό τούς πνευματικούς Πατέρες μας καί τούς θεοφωτίστους Ἁγίους μας, νά γίνουν μαθητά καί μεθεκτά ἀπό τήν ἐλαχιστότητά μου καί ἀπό τά εἰσέτι ἀγωνιζόμενα ἐν Χριστῷ τέκνα μου καί ἐγγόνια μου.
Ταπεινῶς φρονῶ, ὅτι θά ὑποστεῖ μεγάλο πλῆγμα τό κύτταρο τῆς ὀρθοδόξου οἰκογενείας μας, ἄν ὑποβαθμισθεῖ ἡ ἐν Χριστῷ πνευματική ζωή τοῦ ὀρθοδόξου ἱερέως, τοποθετώντας του ὡς νόμιμη σύζυγο, δεύτερη γυναῖκα. Θά τόν ἰσοπεδώσει στά ἐνδοκοσμικά δεδομένα τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἀφοῦ μετά μανίας ἐπιδιώκει μεταπατερικῶς καί νεοβαρλααμικῶς τήν ἀποϊεροποίηση, ἤ μᾶλλον τήν ἀποορθοδοξοποίηση καί τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας καί τήν πρακτική καί ἠθική ἀκύρωση τοῦ θεανδρικοῦ χαρακτήρα της.
Μή… Μή… ποτέ γένοιτο!
Ἄν οἱ διοργανωτές τῆς Ἁγίας καί ἱερᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου ἐπιθυμοῦν νά μή καταστεῖ ληστρική ἡ Πανορθόδοξος, ταπεινῶς φρονοῦμε πρέπει νά προσεχθοῦν τά κάτωθι:
1. Νά μή συνεχισθοῦν οἱ ἐνέργειες καί ἐκδηλώσεις πού εὐνοοῦν μέχρι τώρα τήν de facto ἐγκατάσταση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς Πανθρησκείας. Ἐμεῖς εἰλικρινῶς ἀγαποῦμε τόν Οἰκουμενικό μας Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο καί ταπεινῶς καί υἱικῶς προσευχόμαστε γι’ Αὐτόν καί τήν ἁγία Συνοδεία Του. Ἔδωσε μέ τό παραπάνω τό μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης στούς ἑτεροδόξους καί στούς ἀλλοπίστους. Εἶναι καιρός νά ὀρθοτομήσει τόν ἀκαινοτόμητο λόγο τῆς ὀρθοδόξου μοναδικῆς Ἀληθείας ἀνά τήν οἰκουμένη.
2. Εἰδικῶς ὅσον ἀφορᾷ στό προτεινόμενο θέμα τοῦ δευτέρου γάμου τῶν κληρικῶν ταπεινῶς φρονοῦμε ὅτι βάσει ὅλων ὅσων ἀναφέραμε ἀπό τή μακρά παράδοση τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας μας, τό θέμα εἶναι κυρίως ποιμαντικό καί ὄχι ἱεροκανονικό ἤ δογματικό. Τελειότατα τά πάντα ὅρισαν οἱ θεῖοι Πατέρες.
Πιό συγκεκριμένα:
α. Οἱ ἅγιοι Ἀρχιερεῖς μας τῆς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδοξίας, ἀλλά κυρίως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρέπει νά συνειδητοποιήσουν –καί ἔχουν τίς προϋποθέσεις- ὅτι ὁ μάχιμος ἐφημέριος εἶναι ἡ ψυχή, ἡ κεφαλή, ἡ κινητήριος δύναμη ὅλης τῆς ἐνορίας καί ὅλων τῶν πιστῶν. Ἑπομένως ὅ,τι καί νά τοῦ συμβεῖ, πρέπει ἀπαραιτήτως ὁ Ἐπίσκοπός του νά εἶναι κοντά του, πατέρας ὅσο δύναται στοργικότερος, γιά νά μπορέσει νά ἀντιμετωπίσει τό σταυρό του καί τή δοκιμασία του, τήν οἱαδήποτε περιπέτειά του. Κορυφαία δοκιμασία εἶναι ἡ χηρεία. Ἄν ὁ Ἐπίσκοπος, ὡς πνευματικός πατέρας καί ὄχι μόνο ὡς διοικητής στηρίζει τόν ἱερέα του, ἀσφαλῶς καί δέν θά εἰσχωρήσει στήν ἄσπιλη καί ἀμόλυντη ἁγία ἱερωσύνη του ἡ παρανομία τοῦ δευτέρου γάμου, τῆς παράνομης σχέσεως, τῆς μητριᾶς πού θά συσσωρεύει προβλήματα, πού θά ἀδρανοποιήσουν καί τόν ἱερέα καί τά βλαστάρια του. Σέ ὅποια ἡλικία καί κατάσταση βρεθεῖ, θά τόν ἐκκοσμικεύσουν, θά παραλύσουν τίς ἐν Χριστῷ πνευματικές του δυνάμεις καθιστώντας τον ἄχαρο ὑπάλληλο καί ὄχι ἁγιοπυρακτωμένο λειτουργό τοῦ Ὑψίστου, «καί τούς λειτουργούς Αὐτοῦ πυρός φλόγα» (ψαλμ ργ΄).
β. Ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος ἄς συστήσει σέ ὅσους πνευματικούς πατέρες ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς πατρότητας, νά συμπαρασταθοῦν θετικά, πνευματικά, πατρικά γιά ἀποδοχή τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί γιά νά τονισθεῖ ἡ ἀξία καί ἡ σημασία τοῦ νέου, ἐν Χριστῷ παρθενικοῦ, τρόπου ζωῆς πού τιμητικά ἀνοίγει ὁ Κύριος στόν ἱερέα του γιά ἁγία ἄθληση καί ἐν Χριστῷ χριστοκαταξίωση. Ἄν δέν πορευθοῦμε ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι καί ὅσον ἀφορᾷ στήν προσωπική μας ζωή, ἄν δέν ἀγωνισθοῦμε μέ πνεῦμα ἁγίας θυσίας πού ζητάει ἡ ἐκκλησία μας ἀπό ὅλους τούς πιστούς καί δή τούς ποιμένες της, πῶς θά ἀντικρύσουμε Θεοῦ πρόσωπο; Πῶς θά δώσουμε λόγο στόν Κύριο τοῦ ὁποίου τήν Ἱερωσύνη ἀξιωθήκαμε νά φέρουμε στή στρατευομένη μας Ἐκκλησία;
Προσωπικά δέν γνωρίζω κληρικούς ἐν χηρείᾳ πού νά ἐπιθυμοῦν διακαῶς δεύτερο γάμο. Ἀντιθέτως οἱ ἐν χηρείᾳ γνωστοί κληρικοί παραμένουν πιστοί στήν κανονικοδογματική καί ἁγιοπατερική διδασκαλία καί ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀσχολοῦνται μέ τά παιδάκια τους καί τίς οὐκ ὁλίγες ποιμαντικές ὑποχρεώσεις, ἀπό τή θεία Λειτουργία, τά λοιπά ἱερά Μυστήρια, μέχρι τό ἱερό Κοιμητήριο πού νοηματοδοτεῖ περισσότερο τή διακονία τους σ’ αὐτό ἡ πρεσβυτέρα τους, ἀφοῦ μέσα σ᾿ αὐτό, ὁ πιό κοντινός τους ἄνθρωπος, ἀναπαύεται σωματικῶς … Ποῦ καιρός καί ποῦ μυαλό γιά ξαναπαντρέματα!
Ἄν ἡ ἁγία Πανορθόδοξος Σύνοδος προχωρήσει σέ ἀλλότρια θεσμοθέτηση, θά μειώσει τό κῦρος της καί φυσικά τή θεοπνευστία της καί θά ἐπιβεβαιώσει ἀκράδαντα, ὅτι δουλικά χειραγωγεῖται ἀπό τούς ταγούς τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Μή γένοιτο! Μή γένοιτο! Μή γένοιτο!
Εὐλαβῶς ἀσπάζομαι τήν Δεξιάν Σας,
ἐλάχιστος ἐν πρεσβυτέροις
π. Σαράντης Σαράντος
ἐφημέριος Ἱ.Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου.
Κοινοποίηση:
1. Παναγιώτατον Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαῖον
2. Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος.
3. Σεβασμιωτάτους Ἀρχιερεῖς.
4. Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
5. Εἰδική διορθόδοξος Ἐπιτροπή ἐπί τῆς προπαρασκευῆς τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου.
Πηγή: Θρησκευτικά
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 24 Μαΐου 2015
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ
ΛΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
1. Σήμερα, ἀδελφοί χριστιανοί, θά σᾶς ἑρμηνεύσω τόν 4ο ψαλμό. Παρακαλῶ, προσέξτε τήν ἑρμηνεία του, γιατί ἔχει νά μᾶς δώσει ἕνα σπουδαῖο νόημα. Ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ αὐτοῦ, πού εἶναι ἕνας πολύ πνευματικός ἄνθρωπος, εἶχε κάποια διαφωνία καί διένεξη μέ μερικούς, τούς ὁποίους ὀνομάζει «υἱούς ἀνθρώπων» (στίχ. 3).
Ἡ διαφωνία του μέ αὐτούς, σέ κάποιο σοβαρό θέμα, γιά τό ὁποῖο θά μιλήσουμε παρακάτω, ἔκανε αὐτούς τούς ἀνθρώπους νά γίνονται σκληροί στόν ποιητή μας, «βαρυκάρδιοι», ὅπως τούς λέγει ὁ ψαλμός μας (στίχ. 3). Μιλοῦσαν δηλαδή μέ σκληρότητα πρός τόν ποιητή καί ἔλεγαν εἰς βάρος του «μάταια», δηλαδή, ἀσύστατα πράγματα (στίχ. 3). Ἔλεγαν ψευδεῖς κατηγορίες ἐναντίον του. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ποιητής μας τούς λέγει: «Υἱοί ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι; Ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα καί ζητεῖτε ψεῦδος;» (στίχ. 3). Οἱ συκοφαντίες αὐτές τῶν κακῶν ἀνθρώπων ἐναντίον τοῦ ποιητοῦ μας τόν ἔθλιβαν πολύ. Ἀλλά, σάν πνευματικός ἄνθρωπος αὐτός, κατέφευγε στόν Θεό, γιά νά λάβει ἐνίσχυση καί προστασία. Μάλιστα ὁ ψαλμωδός θυμᾶται ὅτι καί σέ προηγούμενα χρόνια δοκίμαζε θλίψεις, ἀλλά κατέφευγε στόν Θεό καί ἔβρισκε πάντοτε ἀνακούφιση. Γι᾽ αὐτό καί λέγει ἐδῶ στόν ψαλμό μας: «Ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθέ με», ὁσάκις, δηλαδή, ἔκανα τήν προσευχή μου, «εἰσήκουσάς μου ὁ Θεός τῆς δικαιοσύνης» (στίχ. 2). Ἔτσι ὁ ποιητής μας ἔχει καί τώρα τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός θά τόν βοηθήσει καί θά τοῦ πάρει τήν θλίψη πού δοκιμάζει. «Οἰκτείρησόν με», λέγει στόν Θεό, «καί εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου» (στίχ. 2). Καί καλεῖ τούς συκοφάντες του νά μάθουν ὅτι ὁ Θεός πάντοτε τόν σώζει καί πάντοτε τόν προστατεύει. Πάντοτε ἀκούει τίς προσευχές του. «Γνῶτε – τούς λέγει – ὅτι ἐθαυμάστωσε Κύριος τόν ὅσιον αὐτοῦ. Κύριος εἰσακούσεταί μου ἐν τῷ κεκραγέναι με πρός αὐτόν» (στίχ. 4).
2. Ὁ ποιητής μας ἐπιτρέπει στούς κατηγόρους του νά ὀργίζονται ἐναντίον του. Ἀλλά, ἄς συγκρατοῦνται καί ἄς μή προχωροῦν σέ ἔργα ὀργῆς. «Ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε» τούς λέγει (στίχ. 4). Πάλι ὁ ποιητής μας ἐπιτρέπει στούς ἀντιπάλους του νά θυμώνουν μέσα τους καί μέσα στούς κοιτῶνες τους ἐναντίον του (στίχ. 5), ἀλλά νά σιωποῦν καί νά μή λέγουν στούς ἄλλους τά ὅσα σκέπτονται. Αὐτό σημαίνει τό «λέγετε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν καί ἐπί ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε» (στίχ. 5).
2. Ἀλλά δέν εἴπαμε ἀκόμη τό θέμα, τό ὁποῖο δημιούργησε τήν στροφή πολλῶν ἀνθρώπων ἐναντίον τοῦ ποιητοῦ μας, τόν ὁποῖον εἰρωνεύονταν καί συκοφαντοῦσαν. Τό θέμα εἶναι μιά οἰκονομική κρίση πού συνέβηκε ἐκεῖνο τόν καιρό στό Ἰσραήλ καί ὁ ποιητής μας ἔδινε ἄλλη λύση, διαφορετική ἀπό αὐτήν πού ἔδιναν οἱ πολλοί. Γι᾽ αὐτό καί αὐτοί στρέφονταν ἐναντίον του. Οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν συμβᾶσα κρίση στεροῦνταν τά ὑλικά ἀγαθά τους καί πολλοί, ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας, ἔλεγαν: «Τίς δείξει ὑμῖν τά ἀγαθά;» (στίχ. 7). Ὁ ψαλμωδός μας, σάν πνευματικός ἄνθρωπος, ὡς αἰτία τῆς οἰκονομικῆς κρίσης ἔβλεπε τό ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀποστατήσει ἀπό τόν Θεό καί ὅτι παραμελοῦσαν τίς θυσίες τους σ᾽ Αὐτόν. Γι᾽ αὐτό καί ὡς λύση τοῦ προβλήματος, ἔλεγε τήν ἐπιστροφή στόν Θεό, τήν ἐλπίδα σ᾽ Αὐτόν καί τήν προσφορά σωστῆς θυσίας στόν Θεό. «Θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης – ἔλεγε – καί ἐλπίσατε ἐπί Κύριον» (στίχ. 6). Αὐτή ἡ ἐλπίδα στόν Θεό πιστεύει ὁ ποιητής μας ὅτι θά τονώσει τόν ἐσωτερικά πεσμένο ἀπό τήν κρίση ἄνθρωπο, θά διώξει τήν μεμψιμοιρία καί θά φέρει τήν χαρά. Θέλει δηλαδή ὁ ποιητής μας κατά πρῶτον νά ἀνορθώσει μέ τό ἀκούμπημα στόν Θεό τόν πεσμένο ἐσωτερικά ἄνθρωπο καί ἔπειτα θά βρεθοῦν τρόποι γιά τήν ἐξοικονόμηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν.
3. Ἀκόμη ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ λέγει καί ἕνα ἄλλο, πολύ σπουδαῖο, ὡς λύση καί αὐτό γιά τό θέμα τῆς οἰκονομικῆς κρίσης. Αὐτό τό ἄλλο πού λέγει εἶναι ὅτι τά ὑλικά ἀγαθά, ὅσα πολλά καί νά εἶναι αὐτά, δέν δίνουν τήν πραγματική εὐτυχία στόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος νοιώθει χαρούμενος καί εὐτυχισμένος ὅταν ἔχει καλή κοινωνία καί σχέση μέ τόν Θεό καί ὄχι ὅταν ἔχει ἀφθονία ὑλικῶν ἀγαθῶν. Τό «φῶς τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου» αὐτό γλυκαίνει τήν δόλια καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι λέγει ὁ ποιητής μας: «Ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε. Ἔδωκας εὐφροσύνην εἰς τήν καρδίαν μου» (στίχ. 7). Εἶναι αὐτό πού λέγει ἄλλος ψαλμωδός «κρεῖσσον τό ἔλεός σου ὑπέρ ζωάς» (62,4)! Τό «ἔλεος» τοῦ Θεοῦ, τό νά γεύεται δηλαδή κανείς τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι ἀνώτερο ἀπό κάθε ἄλλο ἀγαθό, ἀνώτερο ἀπό κάθε ζωή. Ἔτσι καί ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ μας λέγει ὅτι καί νά λυθεῖ ἀκόμη τό οἰκονομικό πρόβλημα ἀποκτώντας ὅλοι ὅλα τά ἐπίγεια ἀγαθά, δέν θά φέρει αὐτό εὐτυχία στούς ἀνθρώπους. Ἡ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται μέ τήν σωστή καί στενή κοινωνία του μέ τόν Θεό.
Αὐτήν τήν θέση τοῦ ποιητοῦ μας, ὡς λύση στό οἰκονομικό θέμα, οἱ πολλοί, οἱ «βαρυκάρδιοι» «υἱοί τῶν ἀνθρώπων», τήν εἰρωνεύονταν. Καί ἐπετίθεντο λοιπόν ἐναντίον τοῦ ποιητοῦ μας λαλοῦντες ματαιότητα καί ψεύδη κατ᾽ αὐτοῦ, γιά τά ὁποῖα μίλησε παραπάνω αὐτός (στίχ. 3). Αὐτοί ὅμως, ὑλικοί ὄντες, ἤθελαν μόνο νά εἶναι χορτασμένοι ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά, ἀπό σιτάρι, ἀπό κρασί καί ἀπό λάδι: «Ἀπό καρποῦ, σίτου, οἴνου καί ἐλαίου αὐτῶν ἐπληθύνθησαν» (στίχ. 8)! Μέ τήν ἐλπίδα στόν Θεό ὁ ὑπέροχος ποιητής μας πηγαίνει τώρα νά κοιμηθεῖ ἥσυχος καί ἀτάραχος ἀπό τίς διαβολές τῶν ἀντιπάλων του. «Ἐν εἰρήνῃ ἐπί τό αὐτό κοιμηθήσομαι καί ὑπνώσω», λέγει (στίχ. 9). Καί τέλος τονίζει ὅτι μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά τόν κάνει νά «κατοικεῖ», δηλαδή νά διάγει, μέ «ἐλπίδα», μέ ἀσφάλεια, ὅπως λέγει τό Ἑβραϊκό κείμενο. «Σύ, Κύριε, κατά μόνας ἐπ᾽ ἐλπίδι κατῴκισάς με» (στίχ. 9)!
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες
Την Κυριακή προ της Πεντηκοστής, η Αγία μας Εκκλησία τιμά την μνήμη των 318 θεοφόρων Πατέρων που συγκρότησαν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 στην Νίκαια της Βιθυνίας.
Ο Ιερός Ευαγγελιστής Λουκάς, ο συγγραφέας τού Βιβλίου των Πράξεων, καταγράφει επακριβώς και με δέος τούς τελευταίους αυτούς λόγους του Απ. Παύλου, οι οποίοι είναι και προφητικοί, αφού αναφέρεται στην έλευση των λύκων, «λύκοι βαρείς» μετά την άφιξή μου.
Επισημαίνει πως οφείλουν και ότι πρέπει να παραμένουν άγρυπνοι οι ποιμένες τής Εκκλησίας, ώστε να προστατεύουν το ποίμνιο.
Αυτό λοιπόν το δυναμικό από κάθε άποψη κείμενο, καλεί τον κάθε πιστό χριστιανό, αφ' ενός να γνωρίσει σωστά την Αποστολική μας πίστη, αφ' ετέρου να προσέχει ώστε να μη βαδίζει αμέριμνος στην πνευματική του στράτα. Η αμεριμνησία στα πνευματικά αποτελεί μεγάλο κακό και τούτο διότι καιροφυλακτούν οι «βαρείς λύκοι» για να αποσπάσουν την ψυχή από το λογικό ποίμνιο και φυσικά να την κατασπαράξουν.
Όμως, είπαμε στην αρχή ότι, αυτό το Αποστολικό μας ανάγνωσμα είναι αφιερωμένο στην τιμή των Αγίων Πατέρων τής Α΄ Οικουμενικής Συνόδου που επιβάλλεται να θυμόμαστε και κυρίως να διδασκόμαστε από τους ιερούς τους αγώνες.
Μας δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να υπογραμμίσουμε κάποιες αλήθειες και για την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, αλλά και γενικώτερα να δούμε τον Ιερό θεσμό των Οικουμενικών Συνόδων.
Ομολογουμένως, η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος αποτελεί μέγιστο σταθμό στην Εκκλησιαστική αλλά και στην Εθνική μας Ιστορία. Υπήρξε η αρχή και η καθιέρωσις του κορυφαίου θεσμού τής Ορθοδόξου Εκκλησιαστικής μας ζωής. Του θεσμού των Οικουμενικών Συνόδων, που αποτελούν αδιαμφισβήτητη και απόλυτη ερμηνευτική έκφραση της Αποστολικής πίστεως και παραδόσεως.
Και ναι μεν η Σύνοδος αυτή συνήλθε για να αντιμετωπίσει τη μεγάλη και μανιώδη αίρεση του αρειανισμού, που όντως είχε συγκλονίσει την Εκκλησία.
Αλλά και οι άλλες Οικουμενικές Σύνοδοι, σκοπό είχαν να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένες πλάνες και αιρέσεις, που τις εξέφραζαν συγκεκριμένα πρόσωπα.
Είναι όμως ανάγκη στο σημείο αυτό που βρισκόμαστε, να διευκρινιστεί και να τονιστεί μια μεγάλη και βασική αλήθεια. Ότι η Οικουμενική Σύνοδος, δεν φέρει μια «νέα αλήθεια» η οποία δεν υπήρχε μέχρι εκείνη τη στιγμή στην ζωή τής Εκκλησίας. Όχι, αυτή είναι μια πλάνη τού παπισμού που πρεσβεύει ότι η αλήθεια, προϊόντος τού χρόνου, βελτιώνεται.
Ουδέποτε η Ορθόδοξος Εκκλησία μας εκήρυξε τέτοια πράγματα και τέτοιες πλάνες.
Η αλήθεια υπήρχε εξ' αρχής και βιώνεται μόνο εντός τού Σώματος της Εκκλησίας (Ιούδα 3).
Επομένως η υπάρχουσα αλήθεια, δεν βελτιώνεται αλλά ερμηνεύεται διά των αγίων Οικουμενικών Συνόδων.
Αλλ' ας δούμε και μια άλλη βασική πτυχή τού όλου θέματος.
Δεν είναι όπως ορισμένοι ισχυρίζονται, η απόφαση της Οικ. Συνόδου θέμα αριθμητικής πλειοψηφίας των μελών. Το πρώτο και βασικό είναι, τα μέλη που την απαρτίζουν να εμφορούνται από την αυθεντική Εκκλησιαστική ζωή. Εάν ναι, τότε τα αποτελέσματα είναι θετικά.
Στην αντίθετη περίπτωση, τα αποτελέσματα είναι αρνητικά και απαράδεκτα από το σύνολο του Εκκλησιαστικού Σώματος.
Αξίζει όμως στο σημείο αυτό να δούμε τι γράφει επί του θέματος ο αείμνηστος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ένας εκ των μεγαλυτέρων θεολόγων τού προηγουμένου αιώνος: «Την αυθεντία των Οικουμενικών Συνόδων, όπως και των άλλων Συνόδων, προσδίδουν κυρίως οι θεούμενοι και θεοφόροι άγιοι πατέρες». Και συνεχίζει: «Η υπερτάτη αυθεντία - και η ικανότης προς διάκρισιν της αληθείας εις την πίστιν – είναι εμπιστευμένη εις την Εκκλησίαν, που είναι πράγματι «θείος θεσμός» κατά την ορθήν και στενήν έννοιαν της λέξεως. Ενώ ουδεμία Σύνοδος ή Συνοδικός θεσμός είναι de jure divino, παρά μόνο όταν αποτελεί αληθή εικόνα ή φανέρωση της ίδιας τής Εκκλησίας». Και καταλήγει: «αι αποφάσεις των συνόδων εγένοντο δεκταί ή απερρίπτοντο από τας Εκκλησίας όχι διά λόγους τυπικούς ή ''κανονικούς'', η δε ετυμηγορία τής Εκκλησίας υπήρξεν άκρως εκλεκτική. Η Σύνοδος δεν ευρίσκεται υπεράνω τής Εκκλησίας. Αυτή ήταν η άποψις της αρχαίας Εκκλησίας».
Όντως, έτσι είναι τα πράγματα.
Και δίδεται στο σημείο αυτό η ευκαιρία να επαναλάβουμε αυτό που τόνιζε τόσο ο μεγάλος δογματολόγος, ο όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, όσο και αρκετοί ημέτεροι, διακρινόμενοι τόσο για την αγιότητα βίου όσο και την αρίστη θεολογική τους κατάρτιση, πρωτοστατούντος τού αειμνήστου θεοφόρου γέροντος Επιφανίου Θεοδωροπούλου, ότι η μέλλουσα πανορθόδοξος Σύνοδος, εάν όντως είναι αυθεντική, θα αποδειχθεί με το να κηρύξει ως Οικουμενικές, ως Η΄ αυτή του Μ. Φωτίου 879-880 και ως Θ΄ του κήρυκος της χάριτος, αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά 1341, δοθέντος ότι ουδεμία σύνοδος ανεκήρυξε εαυτόν ως οικουμενική.
Αδελφοί μου. Την Κυριακή εορτάζουμε και τιμούμε τους 318 θεοφόρους πατέρες τής Α΄ Οικουμενικής Συνόδου.
Ως ποιμένες και ως ποίμνιον, ως μέλη δηλ. του Σώματος τού Χριστού, δεν έχουμε παρά να μελετήσουμε τον βίο και την πολιτεία, τους αγώνες αλλά και τα μαρτύρια αυτών των ανδρών που βίωναν την Αποστολική παράδοση με τον χαρακτηριστικό τους ζήλο.
Και ας είμαστε βέβαιοι ότι την Εκκλησία του Χριστού δεν την κατευθύνει η πολιτική σκοπιμότητα, ούτε την δυναμική εν αληθεία πορεία της τη σηματοδοτούν τα ποικίλα παραρτήματα του Π.Σ.Ε. με τις τεχνητές πλειοψηφίες, τα ποικίλα marketing και τα δογματικά lifting.
Την πορεία τής Εκκλησίας Του, σε κάθε εποχή την κατευθύνει ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός, μέσω των αυθεντικών και Αγίων ποιμένων, των οποίων είθε η ευχή να μας συνοδεύει πάντοτε. Αμήν.
Πηγή: Θρησκευτικά
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 17 Μαΐου 2015
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ
ΝΑ ΜΗΝ ΤΑΡΑΣΣΟΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΜΑΣ - ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ ΜΑΣ Ο ΘΕΟΣ
1. Στό σημερινό μου κήρυγμα, ἀδελφοί χριστιανοί, θά σᾶς ἑρμηνεύσω τόν 3ο ψαλμό καί παρακαλῶ νά προσέξετε τήν ἑρμηνεία του. Μᾶς μιλάει γιά ἕναν ἄνθρωπο πιστό στόν Θεό, ὁ ὁποῖος θρηνεῖ καί στενάζει, γιατί βλέπει πολλούς οἱ ὁποῖοι τόν θλίβουν καί ἐπαναστατοῦν ἐναντίον του. Στόν πόνο του δέ αὐτόν καταφεύγει στόν Θεό καί τοῦ λέγει: «Κύριε, τί ἐπληθύνθησαν οἱ θλίβοντές με; Πολλοί ἐπανίστανται ἐπ᾽ ἐμέ» (στίχ. 1). Οἱ ἐχθροί ὅμως τοῦ ψαλμωδοῦ μας ἐδῶ τόν θλίβουν ἀκόμη περισσότερο, γιατί τοῦ εἰρωνεύονται τήν πίστη του στόν Θεό. Τοῦ λέγουν: «Οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ» (στίχ. 3). Σάν νά τοῦ ἔλεγαν: Τί κουράζεσαι; Σταμάτα νά προσεύχεσαι, δέν σέ ἀκούει ὁ Θεός.
2. Ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ μας ὅμως, χριστιανοί μου, πιστεύει δυνατά στόν Θεό, γι᾽ αὐτό καί δέν κλονίζεται ἀπό ὅσα εἰρωνικά τοῦ λέγουν. Πιστεύει ὅτι ὁ Θεός θά τόν βοηθήσει καί θά τόν δοξάσει. Γι᾽ αὐτό καί τόν ἀκοῦμε νά λέγει: «Σύ δέ, Κύριε, ἀντιλήπτωρ μου εἶ, δόξα μου καί ὑψῶν τήν κεφαλήν μου» (στίχ. 4). Γιά τήν πολεμική τῶν ἐχθρῶν του μέχρι τώρα ὁ ποιητής μας ἦταν ταπεινωμένος καί εἶχε σκυμμένο τό κεφάλι του. Ἀλλά ἡ πίστη του τόν δυναμώνει καί ἔχει βέβαιη τήν ἐλπίδα ὅτι ὁ Θεός θά τόν δικαιώσει καί θά τόν κάνει νά περπατάει μέ ὑψωμένο τό κεφάλι. Αὐτό σημαίνει τό «δόξα μου καί ὑψῶν τήν κεφαλήν μου», πού εἶπε.
3. Ἡ πίστη ὅμως αὐτή τοῦ ποιητοῦ μας, ἀδελφοί, ὅτι θά τόν βοηθήσει ὁ Θεός, δέν εἶναι ἕνα πρόχειρο ἐνθουσιαστικό συναίσθημα, ἀλλά στηρίζεται σέ γεγονότα. Θυμᾶται ὅτι στόν παρελθόν καί ἄλλοτε τόν κατηγοροῦσαν καί τόν ἔθλιβαν ἄνθρωποι, ἀλλά τότε κατέφυγε μέ πίστη στόν ἅγιο Ναό τοῦ Θεοῦ, πού βρίσκεται στό ὄρος Σιών, καί ὁ Θεός τόν βοήθησε. Καί μέ αὐτήν τήν ὡραία ἀνάμνηση ὁ ποιητής μας λέγει: «Φωνῇ μου πρός Κύριον ἐκέκραξα καί ἐπήκουσέ μου ἐξ ὄρους ἁγίου αὐτοῦ» (στίχ. 5). Ἔ, λοιπόν! Ὅπως παλαιά ἄκουσε ὁ Θεός τήν προσευχή του καί τόν ἔσωσε, ἔτσι θά τόν σώσει καί τώρα. Δέν θά τόν ἐγκαταλείψει.
Ἀλλά ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ μας δέν ἔχει μόνο στό παρελθόν παλαιό παράδειγμα, στό ὁποῖο εἶδε τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἔχει καί πρόσφατο παράδειγμα. Τήν προηγούμενη ἀκριβῶς νύχτα, πού, ὅπως φαίνεται, ἦταν ἐπικίνδυνη γι᾽ αὐτόν, ὁ ποιητής ἐμπιστεύθηκε στόν Θεό τήν ζωή του καί ἔπεσε σέ ἤρεμο καί βαθύ ὕπνο, χωρίς νά τοῦ συμβεῖ κανένα κακό. Καί σ᾽ αὐτό, στό ὅτι δηλαδή δέν τοῦ συνέβηκε κακό τήν προηγούμενη κρίσιμη νύχτα, ἀλλά τήν πέρασε ἀτάραχα μέ ἥσυχο ὕπνο, εἶδε ὁ ποιητής καθαρά τήν «ἀντίληψη», τήν προστασία δηλαδή τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί λέγει: «Ἐγώ ἐκοιμήθην καί ὕπνωσα, ἐξηγέρθην ὅτι Κύριος ἀντιλήψεταί μου» (στίχ. 6).
Ἔτσι, λοιπόν, μέ ἀποδείξεις ἀπό τό παρελθόν, ἀλλά καί ἀπό αὐτήν τήν παρελθοῦσα νύχτα, ὁ ποιητής μας ἔχει βαθειά τήν πεποίθηση ὅτι καί τώρα ὁ Θεός θά τόν βοηθήσει στήν δύσκολη κατάσταση πού βρίσκεται. Γι᾽ αὐτό καί μέ βεβαιότητα λέγει καί γιά τούς ἐχθρούς πού τώρα τόν ἀπειλοῦν: «Οὐ φοβηθήσομαι ἀπό μυριάδων λαοῦ τῶν κύκλῳ συνεπιτιθεμένων μοι» (στίχ. 7). Μέ ζωηρό τόνο καί ἐλπιδοφόρο καί αἰσιόδοξο ὕφος λέγει ὁ ποιητής μας τά λόγια αὐτά.
4. Στό τέλος τοῦ ψαλμοῦ ὁ ποιητής μας ἀποτείνεται στόν Θεό καί Τοῦ λέγει νά «σηκωθεῖ», γιά νά «πατάξει» τούς ἐχθρούς του. «Ἀνάστα, Κύριε – τοῦ λέγει –, σῶσόν με ὁ Θεός μου, ὅτι Σύ ἐπάταξας (= γιά νά πατάξεις) πάντας τούς ἐχθραίνοντάς μοι ματαίως» (στίχ. 8). Αὐτό τό «ματαίως», πού λέγει τελευταῖα ὁ ποιητής, σημαίνει «χωρίς λόγο». Τόν εἰρωνεύονταν, δηλαδή, οἱ ἐχθροί του χωρίς αἰτία. Τό ἄλλο ὅμως κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τό Ἑβραϊκό, τό «ματαίως» τό λέγει «σιαγόνες». Οἱ ἐχθροί δηλαδή τοῦ ποιητοῦ τοῦ χτυποῦσαν τίς σιαγόνες του. Τόν χαστούκιζαν! Αὐτή ἡ ἀνάγνωση τοῦ Ἑβραϊκοῦ κειμένου πρέπει νά εἶναι καλλίτερη, γιατί παρακάτω ὁ ποιητής μας λέγει γιά τόν Θεό ὅτι «ὀδόντας ἁμαρτωλῶν συνέτριψας» (στίχ. 8β). Οἱ ἐχθροί, δηλαδή, τοῦ ποιητοῦ τόν χαστούκιζαν, ἀλλά ὁ Θεός θά τούς «σπάσει τά δόντια»!
Τέλος, ὅλο τόν ψαλμό ὁ ποιητής τόν κλείνει μέ ἕνα στίχο, πού σχετίζεται γενικά μέ ὅλο τό περιεχόμενό του. Λέγει: «Τοῦ Κυρίου ἡ σωτηρία καί ἐπί τόν λαόν σου ἡ εὐλογία σου» (στίχ. 9). Στούς πιστούς Του, δηλαδή, καί στόν λαό Του ὁ Θεός δίνει τήν σωτηρία Του καί τήν εὐλογία Του καί τούς σώζει ἀπό τούς ἐχθρούς τους.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή:Ακτίνες
Δεν υπάρχει ανώτερος τίτλος τιμής και μεγαλύτερο αξίωμα επί της γης, από αυτό που ο απόστολος Παύλος απευθύνει στον μαθητή του Τιμόθεο λέγοντάς τον “άνθρωπο του Θεού”.
Μέσα στην ιστορία πολλοί άγιοι και δίκαιοι ονομάστηκαν “άνθρωποι του Θεού”, προφήτες, απόστολοι, αλλά και απλοί χριστιανοί.
Μάλιστα έχουμε και συγκεκριμένο άγιο, επικαλούμενο ώς άνθρωπο του Θεού, τον άγιο Αλέξιο, που γιορτάζει 17 Μαρτίου.
Δυστυχώς υπήρξαν και άλλοι που ονομάστηκαν από την ιστορία, αλλά την αγία Γραφή “οργή Θεού” και “υιοί διαβόλου”, “γεννήματα εχιδνών” και “παιδιά γεένης”.
Ποιος άραγε είναι ο άνθρωπος του Θεού;
Συχνά και ο λαός μας λέγει κάποιον “άνθρωπο του Θεού”. Βέβαια είπαμε ότι δεν ονομάζει όλους ούτε ο κόσμος ούτε η Αγία Γραφή “ανθρώπους του Θεού”.
Άνθρωποι του Θεού είμαστε όλοι ως πλάσματα και δημιουργήματα, δηλ. παιδιά του Θεού.
Ο άνθρωπος όμως του Θεού φαίνεται πάνω στα πράγματα: Δηλ. Αποφεύγει κάθε τι το αμαρτωλό και ασπάζεται και ακολουθεί το θέλημα του Θεού.
Δηλαδή τι κάνει ο άνθρωπος του Θεού;
ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ ΤΑ ΑΜΑΡΤΩΛΑ: Αμαρτωλό είναι ό,τι προσκρούει και παραβαίνει το θείο νόμο. Π.χ. λόγια βλάσφημα και βέβηλα, κατάρες και έριδες, θεάματα και ακούσματα απαράδεκτα και ανήθικα, παρέες που βλάπτουν, αλλά και ό,τι αφορά τη σφαίρα της δημόσιας ζωής και δράσεως: αδικίες, ψευδορκίες, μαγείες, θυμούς και εκρήξεις...
ΕΠΙΛΕΓΕΙ ΤΑ ΘΕΑΡΕΣΤΑ: Θεάρεστο από την άλλη μεριά είναι κάθε σεμνότητα, αρετή, έπαινος και καλό έργο και ασφαλώς η υπακοή στο θέλημα του Θεού. Κορυφαία παραδείγματα υπακοής έχουμε: τον Αβραάμ και τον Μωϋσέα.
ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΤΟΝ ΑΓΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ: Προσεύχεται, διαβάζει την αγία Γραφή, εκκλησιάζεται, συγχωρεί και ζητεί συγγνώμη, εξομολογείται, κοινωνεί, τίποτε άλλο δεν φοβάται παρά μόνο την αμαρτία, δηλ. να μη προσκρούσει στο θείο θέλημα. Όλοι μάλιστα ξέρουμε ότι “αρχή σοφίας είναι ο θείος φόβος”.
Αλήθεια ο άνθρωπος του Θεού κάνει ή είναι;
Ασφαλώς δεν είναι κάτι το εξωπραγματικό και εξωγήϊνο
Δεν είναι ένας κατσούφης, σκληρός, φανατικός, αντικοινωνικός και απόκοσμος
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο άνθρωπος του Θεού φέρνει πάνω του την εικόνα του Χριστού και έχει τη σφραγίδα του Θεού.
Δηλαδή είναι και αγωνίζεται να είναι: Όπως ήταν ο Χριστός επί της γης και όπως περιγράφεται στα Ευαγγέλια:
Πράος και ταπεινός τη καρδία
Ενάρετος και ευεργετικός προς όλους
Αφανής και χωρίς περιαυτολογίες
Αγνός και καθαρός από αμαρτίες
Απλός και λιτός στην εμφάνιση και στο βίο
Πράγματι ο Χριστός είπε για τους μαθητές του πως πρέπει νάναι:
Να είναι με τη ζωή και το λόγο τους ΦΩΣ και ΑΛΑΤΙ
Να αγαπούν αλλήλους ακόμη και τους εχθρούς τους
Να δίδουν τη μαρτυρία τους για την Ανάσταση
Να δίδουν ακόμη και τη ζωή τους για τον Χριστό
Να μη καταπιέζουν τους άλλους, αλλά να τους διακονούν
Μη επιζητούμε λοιπόν άλλους τίτλους και αξιώματα. Ακόμη και πνευματικά χαρίσματα μη διαλέγουμε. Είπε ο ίδιος ο Χριστός να μη χαιρόμαστε τόσο πολύ που μπορεί με τη δύναμή Του να βγάζουμε δαιμόνια και να κάνουμε θαύματα. Χαρά μας είναι και θα είναι το ότι με το βάπτισμα γράφτηκε το όνομά μας στα βιβλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και με τη θυσία του Χριστού, αν Τον ακολουθήσουμε, θα γραφεί και στις δέλτους του Ουρανού. Εκείνο λοιπόν που μας κάνει ανθρώπους του Θεού είναι το Βάπτισμα, η Μίμηση του Χριστού, ο υπέροχος δρόμος της Αγάπης.
Χρήσιμο και αυτό που πρόσθεσε ο Χριστός, ότι για να μπούμε στη Βασιλεία του Θεού πρέπει να γίνουμε σαν τα παιδιά: αθώοι, άκακοι, ταπεινοί και απονήρευτοι.
ΑΣ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΟΛΑ ΜΕΤΑ ΘΑ ΒΡΟΥΝΕ ΤΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥΣ
Tα ονομαστήριά μας εορτάζουμε οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί την Κυριακή. Και αυτό διότι στο Αποστολικό Ανάγνωσμα ακούμε πότε για πρώτη φορά ονομάσθηκαν οι οπαδοί τού Χριστού Χριστιανοί!
Αλλά το όνομα αυτό “Χριστιανός” δεν είναι καθόλου απλή υπόθεσις γι' αυτόν που πραγματικά θέλει να το φέρει και να το τιμήσει. Δυστυχώς υπάρχουν και εκείνοι που το φέρουν· αλλά μόνο Χριστιανοί δεν είναι στον τρόπο ζωής τους. Εννοείται ότι δεν μπορεί να ονομάζεται κανείς με το υψηλό αυτό όνομα επειδή στη νηπιακή του ηλικία τον βάπτισαν, έλαβε όνομα κάποιου Αγίου και στην συνέχεια διέκοψε κάθε ουσιαστική σχέση με τον Χριστό και την Εκκλησία Του.
Αυθεντικός πιστός Χριστιανός είναι εκείνος που ανήκει συνειδητά στον Χριστό και που τον ομολογεί ως Σωτήρα του και Λυτρωτή του. Φυσικά αυτό συνεπάγεται και άλλες αλήθειες που πρέπει να εφαρμόζονται.
Απαιτείται το να είναι κανείς ζωντανό μέλος του Σώματος τού Χριστού δηλ. της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Το να ισχυρίζεται κάποιος ότι είναι πιστός Χριστιανός αλλά χωρίς οργανικό σύνδεσμο με την Εκκλησία του, τούτο αποτελεί πλάνη. Αλλά και κάτι ακόμα, δεν φθάνει να πιστεύει κανείς στην θεότητα του Χριστού και να ανήκει στην Εκκλησία Του. Χρειάζεται να ομολογεί ότι η Μοναδική και άρα σώζουσα Εκκλησία είναι η Ορθοδοξία και μόνο αυτή. Πολύ παραστατικά διατυπώνει την μεγάλη αυτή αλήθεια ο Απ. Παύλος “Υμείς εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους” (Α' Κορ. ιβ' 27).και σε άλλο σημείο το Πνεύμα το Άγιον διά του Αποστόλου των Εθνών “Μέλη εσμέν του σώματος αυτού, εκ της σαρκός αυτού και εκ των οστέων αυτού” (Εφεσ. ε´ 30).
Οι συνειδητοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί με την δύναμη της Πίστεως και των αγίων Μυστηρίων τής Εκκλησίας μας έχουμε εγκαταστήσει μέσα στην ύπαρξή μας κυρίαρχο και βασιλέα τον ίδιο τον Χριστό, ξεκινώντας από το Βάπτισμα “Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε” (Γαλ. Γ´ 27). Αλήθεια τουτέστιν, που συγκλονίζει την καρδιά.
Το τέκνον λοιπόν της Εκκλησίας που κεφαλή της έχει τον Χριστό, πρέπει διά του αγώνος και τής Ορθοδόξου πνευματικότητος, όπως αυτή μας την παρέδωσαν οι φωτισμένοι και οι θεούμενοι Άγιοι να βιώνει κατά τέτοιον τρόπο την Χριστιανική του ιδιότητα ώστε και διά τού λόγου και διά των έργων να επιβεβαιώνει “ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί Χριστός”. Οι προσωπικότητες που περισσότερο όλων επιβεβαιώνουν αυτή την πραγματικότητα είναι οι Άγιοι της Ορθοδοξίας μας. Αυτών που τιμούμε τις ιερές εικόνες και προσκυνούμε τα τίμια και χαριτόβρυτα λείψανα.
Αυτοί είναι τα γνήσια τέκνα τού Θεού“Όσοι έλαβον αυτόν (τον Χριστό), έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού οι... εκ Θεού εγεννήθησαν (Ιωαν. Α´ 12,13).
Επομένως και μόνο το όνομα Χριστιανός που φέρουμε διά του Βαπτίσματος και μάλιστα Ορθόδοξος Χριστιανός είναι ικανό να μας αφυπνίσει και να μας δείξει την πορεία μας προς τον ουρανό, αφού οι πιστοί που αγαπούν τον Θεό “εν ζωή βασιλεύσουσι διά του ενός Ιησού Χριστού” (Ρωμ. Ε' 17).
Να γίνει τώρα, μετά από αυτά λόγος για όσους επισήμως αρνήθηκαν την πίστη τους και ως άφρονες λεπροί περιφέρουν καυχόμενοι τον μολυσμό τής πνευματικής τους ασθένειας, γενόμενοι περίγελοι του διαβόλου και παράδειγμα προς αποφυγήν για τους πιστούς; Τούτο μόνο τον θεόπνευστο λόγο τονίζουμε: “Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού· ουκ έστι Θεός” (Ψαλμ. ιγ΄1).
Θα αφήσουμε λοιπόν τους αθέους και τους απίστους στο καρδιακό τους έρεβος ευχόμενοι προς αυτούς ταχείαν θεραπείαν και ανάνηψιν.
Επιβάλλεται όμως να επισημάνουμε τούτη την αλήθεια, ότι δηλ. στις ημέρες μας ολοένα και περισσότερο αυξάνονται οι “ορθόδοξοι” κληρικοί και λαϊκοί που ενώ αυτοαποκαλούνται Ορθόδοξοι Χριστιανοί, επί της ουσίας δεν είναι παρά “οικουμενιστές χριστιανοί”. Με την όλη τους στάση έναντι της Ιεράς Παραδόσεως και της διδαχής των Πατέρων, αποκαλύπτουν ότι υφίσταται στο Εκκλησιαστικό Σώμα ένας ψευδής και διαβρωτικός χριστιανισμός, τον οποίον οι συνειδητοί Χριστιανοί ωφείλουν να αποφεύγουν όπως το πυρ.
Και τούτο διότι ο αληθής Χριστιανός Ορθόδοξος ουδένα νεωτερισμόν επιδέχεται, είτε στην διδασκαλία, είτε στην πράξη τής Εκκλησίας. Ο πραγματικός Χριστιανός είτε κληρικός, είτε μοναχός, είτε λαϊκός δεν κολακεύει τα ήθη και τα έθιμα του κόσμου τούτου ο οποίος ολοένα και περισσότερο βυθίζεται στο τέλμα τής αμαρτίας, ούτε γίνονται συνοδοιπόροι τής οικουμενιστικής αποστασίας. Όχι, παραμένουν εδραίοι και αμετακίνητοι επί των επάλξεων της Ορθοδόξου πίστεως αυξάνοντας συν τω χρόνω τον πατερικό τους ζήλον και προσαρμόζοντας την ζωή τους στην Αποστολική απλότητα.
Επίσης οι Χριστιανοί που συνειδητοποιούν το χρέος τους έναντι του υψηλού ονόματος αρνούνται τον συμπνευματισμό με κάθε αποστάτη τής Ευαγγελικής αληθείας. Είναι πάντοτε έτοιμοι και με υπομονή να βαδίζουν την ευθείαν οδόν χωρίς να στρέφουν δεξιά ή αριστερά ή να προσπαθούν να ικανοποιούν τους μεν ή τους δε εκ του φόβου μη τυχόν απολέσουν κάτι εκ του ματαίου τούτου κόσμου. Επομένως ουδέποτε θα αρνηθούμε το Χριστιανικό μας όνομα και την Ορθόδοξη ιδιότητά μας. Όσοι ξεκίνησαν τον ολισθηρό δρόμο τού επάρατου οικουμενισμού, κατά τον λόγο τού Αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου “μεταλαμβάνουν της ζύμης και κακίας και έτσι καθίστανται μολυσμένοι”.
Το λοιπόν άμα Χριστιανός, άμα και αγωνιστής των Πατρικών Παραδόσεων. Αμήν.
Πηγή:Θρησκευτικά
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΣ
Δημητσάνα - Μεγαλόπολη, Κυριακή 10 Μαΐου 2015
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ
1. Στά κηρύγματά μας, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἑρμηνεύουμε τούς ψαλμούς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι ἔχουν κυριαρχική θέση στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας. Δέν ὑπάρχει λειτουργική ἀκολουθία χωρίς ἱερό ψαλμό. Στό σημερινό μου κήρυγμα θά σᾶς ἑρμηνεύσω τόν 2ο ψαλμό. Στόν ψαλμό αὐτόν παριστάνονται ἔθνη καί λαοί νά διοργανώνουν ἕνα ἐπαναστατικό κίνημα ἐναντίον ποίου; Ἐναντίον τοῦ Θεοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ του Ἰησοῦ Χριστοῦ!... «Κατά τοῦ Κυρίου καί κατά τοῦ Χριστοῦ Αὐτοῦ», λέγει ὁ ψαλμός (στίχ. 2).
Βέβαια ἀπό τήν ἀρχή ὁ ψαλμωδός βλέπει ὅτι τό κίνημα αὐτό θά καταλήξει στό «τίποτα», γι᾽ αὐτό καί ἀπορώντας λέγει: «Ἱνατί ἐφρύαξαν ἔθνη καί λαοί ἐμελέτησαν κενά;» (στίχ. 1). Ὁ ψαλμός μας λέει γιά ποιό λόγο τά ἔθνη καί οἱ λαοί αὐτοί τά βάζουν μέ τόν Θεό Πατέρα καί μέ τόν Χριστόν Του. Τά βάζουν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ γιατί δέν θέλουν τήν ὑποταγή σ᾽ Αὐτόν. Θέλουν νά διαρρήξουν κάθε δεσμό μέ τόν Θεό. Θέλουν νά εἶναι ἄθεοι καί ἄπιστοι. Γι᾽ αὐτό καί λένε καί διακηρύττουν: «Διαρρήξωμεν τούς δεσμούς αὐτῶν καί ἀπορρίψωμεν ἀφ᾽ ἡμῶν τόν ζυγόν αὐτῶν» (στίχ. 3). Σάν νά ἔλεγαν: Φύγε, Θεέ, ἀπό πάνω μας!... Ὁ Θεός ἀπό ψηλά, χριστιανοί μου, βλέπει τό κίνημα αὐτό τῶν ἀνοήτων ἀνθρώπων, πού τά βάζουν ἐναντίον Του καί τό ἀντιπαρέρχεται μέ ἕνα «μειδίαμα», ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας: «Ὁ κατοικῶν ἐν οὐρανοῖς ἐκγελάσεται αὐτούς» (στίχ. 4). Ὅμως, ἄν αὐτοί οἱ ἀνόητοι, οἱ ἄθεοι καί οἱ ἄπιστοι, συνεχίσουν τό ἐπαναστατικό τους κίνημα κατά τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ Θεός δέν θά περιοριστεῖ στό ἁπλό μειδίαμα, ἀλλά, ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας, τότε «λαλήσει πρός αὐτούς ἐν ὀργῇ Αὐτοῦ καί ἐν τῷ θυμῷ Αὐτοῦ ταράξει αὐτούς» (στίχ. 5)!
2. Τώρα ἐμφανίζεται στόν ψαλμό μας νά ὁμιλεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Μεσσίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού γνωρίζουμε στήν Καινή Διαθήκη. Ὁμιλεῖ καί λέγει γιά τόν Ἑαυτό Του ὅτι χρίστηκε ἀπό Αὐτόν τόν Θεόν καί καταστάθηκε ἀπό Αὐτόν βασιλεύς στήν Σιών. Λέγει: «Ἐγώ δέ κατεστάθην βασιλεύς ὑπ᾽ Αὐτοῦ, ἐπί Σιών ὄρος τό ἅγιον Αὐτοῦ» (στίχ. 6). Καί ἀκόμη λέγει ὁ Μεσσίας γιά τόν σκοπό τῆς ἐγκαταστάσεώς Του ὡς βασιλέως τῆς Σιών. Καί ὁ σκοπός εἶναι νά ἐξαγγείλει τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ. «Διαγγέλλων τό πρόσταγμα Κυρίου» (στίχ. 7). Ποιό εἶναι αὐτό τό «πρόσταγμα τοῦ Κυρίου», πού ἔρχεται ὁ Μεσσίας νά ἐξαγγείλει; Εἶναι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, χριστιανοί μου. Ἀλλά ἐπειδή ὑπῆρχε στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, πού δόθηκε διά τοῦ Μωυσέως, ἄρα τώρα ὁ Μεσσίας θά ἐξαγγείλει νέο Νόμο, τό ἅγιο Εὐαγγέλιό Του. Ἀκόμη ὁ ψαλμός μας ἐδῶ μᾶς λέει γιά τήν σχέση, τήν στενή σχέση, πού ἔχει ὁ Μεσσίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μέ τόν Θεό. Εἶναι Υἱός Του, πού γεννήθηκε ἀπό τήν οὐσία Του. Γι᾽ αὐτό καί ἐδῶ στόν ψαλμό μας μέ πανηγυρικό τόνο ὁ Μεσσίας λέγει: «Κύριος εἶπε πρός με· Υἱός Μου εἶ Σύ, Ἐγώ σήμερον γεγέννηκά Σε» (στίχ. 7). Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί γεννήθηκε ἀπό τόν Θεό Πατέρα πρό πάντων τῶν αἰώνων, ὅπως τό λέγουμε στό «Πιστεύω» μας. Αὐτήν τήν προαιώνια γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δηλώνουν οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ πρός Αὐτόν, πού εἴπαμε παραπάνω: «Υἱός Μου εἶ Σύ, Ἐγώ σήμερον γεγέννηκά Σε». Καί ἀφοῦ ὁ Μεσσίας ἔλαβε ὡς ἄνθρωπος τέτοια ἐξουσία καί τέτοια δύναμη ἀπό τόν Θεό, ἄρα τό βασίλειό Του, δηλαδή ἡ Ἐκκλησία Του, εἶναι παγκόσμια. Εἶναι «καθολική», δηλαδή εἶναι σέ ὅλο τόν κόσμο, ὅπως τό λέμε καί στό «Πιστεύω» μας. Αὐτήν τήν παγκοσμιότητα τοῦ Μεσσία ἐκφράζει ὁ ψαλμός μας ἐδῶ παρουσιάζοντας τόν Θεό Πατέρα νά λέγει πρός Αὐτόν: «Δώσω Σοι ἔθνη τήν κληρονομίαν Σου καί τήν κατάσχεσίν Σου τά πέρατα τῆς γῆς» (στίχ. 8). Εἶναι αὐτό πού εἶπε ὁ ἀναστάς Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στούς μαθητές Του: «Ἐδόθη Μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. 28,18). Βέβαια, τήν ἐξουσία αὐτή τοῦ Μεσσία δέν θά τήν ἀναγνωρίζουν ὅλοι καί δέν θά ὑποτάσσονται ὅλοι σ᾽ Αὐτόν. Θά ὑπάρχουν καί οἱ ὑβριστές καί οἱ ἐπαναστατοῦντες ἐναντίον Του, ὅπως τό βλέπουμε καί στόν 2ο ψαλμό πού ἑρμηνεύουμε. Γιατί εἴπαμε ἀπό τήν ἀρχή ὅτι ὁ ψαλμωδός βλέπει ἔθνη καί λαούς νά στρέφονται κατά τοῦ Θεοῦ καί κατά τοῦ Μεσσία (στίχ. 1-2). Ἀλλά, ἄς καθήσουν φρόνιμα καί ἄς μήν ἐνεργοῦν ἀσύνετα τά ἔθνη καί οἱ λαοί καί μεμονωμένα ἄτομα πού στρέφονται κατά τοῦ Μεσσία, κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Μεσσίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, παριστάνεται ἐδῶ νά κρατεῖ στά χέρια Του «ράβδο σιδηρά», γιά νά συντρίψει «ὡς σκεύη κεραμέως» ὅσους ἐναντιοῦνται σ᾽ Αὐτόν (στίχ. 9). Ἄς φοβηθοῦν λοιπόν οἱ ἐναντιούμενοι κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Θεός. Μακροθυμεῖ μέν στήν ἀρχή, «ἐκγελάσεται αὐτούς», ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας (στίχ. 4), γιά νά δώσει καιρό μετανοίας στούς ἀπίστους καί ἀθέους, ἀλλά, ὅταν αὐτοί συνεχίζουν τήν ἀθεϊστική τους πολεμική, τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός «λαλήσει πρός αὐτούς ἐν ὀργῇ Αὐτοῦ καί ἐν τῷ θυμῷ Αὐτοῦ ταράξει αὐτούς» (στίχ. 5). Τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός μέ τήν σιδηρά ράβδο Του «ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψει αὐτούς» (στίχ. 9). Καί ἄς φοβηθοῦμε ὅλοι ὅσοι συνεχίζουμε νά ἁμαρτάνουμε, ἐναντιούμενοι ἔτσι κατά τοῦ Θεοῦ, ἄς φοβηθοῦμε ὅλοι, λέγω, τό «σιδερένιο μπαστούνι τοῦ Θεοῦ», πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.
3. Τέλος, ἀγαπητοί μου, ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ στρέφεται πρός αὐτούς πού διοργάνωσαν τό ἐπαναστατικό κίνημα κατά τοῦ Θεοῦ καί κατά τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ Μεσσία, καί τούς λέγει νά ἔχουν σύνεση («σύνετε», στίχ. 10), νά ἀποκτήσουν τήν παιδεία τοῦ Θεοῦ («παιδεύθητε», στίχ. 10· «δράξασθε παιδείας», στίχ. 12) καί νά ὑποταγοῦν στόν Θεό μέ πλήρη ὑποταγή σ᾽ Αὐτόν («δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ», στίχ. 11), «μή ποτε ὀργισθῇ Κύριος... ὅταν ἐκκαυθῇ ἐν τάχει ὁ θυμός Αὐτοῦ», στίχ. 13. Ἀλλοίμονο σέ ὅσους τά βάζουν μέ τόν Θεό καί χαρά καί εὐτυχία σέ ἐκείνους πού ὑποτάσσονται σ᾽ Αὐτόν. «Μακάριοι πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾽ Αὐτῷ», ὅπως λέγει στό τέλος του ὁ ψαλμός μας (στίχ. 13).
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...