Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Όταν ο Μανουήλ παραιτήθηκε από τις μεγαλεπήβολες βλέψεις του στη Δύση, ανακάλυψε ότι η ισορροπία δυνάμεων με τους Σελτζούκους είχε ανατραπεί και επί πλέον, ότι οι νομάδες είχαν και πάλι διεισδύσει βαθιά στα αυτοκρατορικά εδάφη. Το 1175-1176 βρήκε μια πολύ σημαντική τουρκομανική εγκατάσταση στο Δορύλαιο, πόλη που ήλεγχε τις προσβάσεις ανάμεσα στο μικρασιατικό υψίπεδο, στα ανατολικά, και στις αυτοκρατορικές κτήσεις, στα δυτικά. Ο Ιωάννης Κίνναμος περιγράφει την εικόνα που αντίκρισε ο αυτοκράτωρ ως εξής:
«Κάποτε το Δορύλαιο ήταν μια από τις μεγάλες και πιο αξιόλογες πόλεις της Ασίας. Μια ευχάριστη αύρα φυσά στην περιοχή, που είναι γεμάτη από πεδιάδες πάνω σε οροπέδια μεγάλης ομορφιάς και πολύ πλούσια και γόνιμα, που παράγουν παχύ χορτάρι και μεστά δημητριακά. Ένα ωραίο ποτάμι διατρέχει την περιοχή και το νερό του είναι πολύ γλυκό. Τα ποταμόψαρα είναι τόσο άφθονα, ώστε παρά την εντατική αλίευση δεν λείπουν ποτέ. Παλιά είχε κτισθεί εδώ μια λαμπρή κατοικία του Καίσαρος Μελισσηνού, τα χωριά ήταν πολυάνθρωπα και υπήρχαν φυσικές θερμές πηγές με στοές και λουτρά και όλα τα αλλά αγαθά που προσφέρουν ευχαρίστηση στους ανθρώπους και που τα παρήγαγε η γη με αφθονία. Οι Πέρσες (Τούρκοι), όμως, όταν η εισβολή τους στη χώρα των Ρωμαίων έφθασε στο αποκορύφωμά της κατέστρεψαν την πόλη εκ θεμελίων και την μετέβαλλαν σε ακατοίκητη περιοχή, εξαλείφοντας τα πάντα, ακόμα και το μικρότερο ίχνος του παλαιού της μεγαλείου... Κατόπιν 2.000 περίπου Πέρσες (Τούρκοι) νομάδες εγκαταστάθηκαν γύρω από την πόλη μέσα σε σκηνές, όπως συνηθίζουν».
Νοτιότερα ο Μανουήλ ανοικοδόμησε τον εγκαταλειμμένο οχυρωμένο οικισμό του Χόματος-Σουβλαίου (Κesίbοrlu) στο μέσο περιοχής με πυκνές εγκαταστάσεις νομάδων με τα ποίμνια τους, για να του χρησιμεύσει ως προκεχωρημένη βάση για τις επιχειρήσεις του. Η επανοχύρωση του Δορυλαίου και του Σουβλαίου στις ζωτικές αυτές περιοχές ήταν αναγκαία γιατί ο Μανουήλ σκόπευε να αναλάβει αποφασιστική εκστρατεία εναντίον του Κιλιτζ Αρσλάν . Στις δύο αυτές θέσεις τα βυζαντινά στρατεύματα θα έβρισκαν τα απαραίτητα εφόδια κατά την πορεία τους και, επί πλέον, θα εξασφάλιζαν τα νώτα τους. Το 1176 ο Μανουήλ αποφάσισε να θέσει τέρμα στη δύναμη των Σελτζούκων, καταλαμβάνοντας το Ικόνιο και αιχμαλωτίζοντας τον σουλτάνο. Έστειλε τον ανεψιό του Ανδρόνικο Βατάτζη να καταλάβει τη Νεοκαισάρεια ενώ ο ίδιος προχώρησε προς το Ικόνιο ακολουθώντας την πορεία Χωναί-Λάμπη και Χόμα-Σούβλαιον.
Τελικά έφθασε στον εγκαταλειμμένο οικισμό του Μυριοκεφάλου (cardak) όπου έμελλε να διεξαχθεί η κρίσιμη μάχη. Τα βυζαντινά στρατεύματα είχαν εξαναγκασθεί να ακολουθήσουν εξαιρετικά αργό ρυθμό κατά την προέλασή τους επειδή είχαν μαζί τους πολλά εφόδια και μεγάλο αριθμό αμάχων. Η πορεία τους καθυστέρησε και από την αντίσταση των Τουρκομάνων νομάδων, οι οποίοι υπερασπίζονταν τις κατοικίες τους και τα ποίμνιά τους, που τα απειλούσε η παρουσία ενός τόσο ισχυρού βυζαντινού στρατού. Οι νομάδες, σε ομάδες 5.000 ως 10.000 ανδρών, παρενοχλούσαν τους Βυζαντινούς και την προηγούμενη της μάχης 50.000 από αυτούς λεηλάτησαν το αυτοκρατορικό στρατόπεδο.
Ο Κιλιτζ Άρσλαν με σύντονες προσπάθειες είχε προετοιμασθεί για να αντιμετωπίσει την εισβολή, στρατολογώντας πολυάριθμους Τούρκους της Μεσοποταμίας και ακολουθώντας την τακτική της «καμένης γης » κατά την υποχώρηση του στρατού του μπροστά στη βυζαντινή προέλαση. Τα χωριά και τα λιβάδια είχαν καεί και τα πηγάδια είχαν μολυνθεί από πτώματα όνων και σκύλων. Έτσι, πριν ακόμη αρχίσει η μάχη, ο βυζαντινός στρατός είχε αποδεκατισθεί από τη δυσεντερία.
Παρ' όλη την ευνοϊκή γι' αυτόν κατάσταση ο σουλτάνος έστειλε πρεσβεία προς τον αυτοκράτορα προτείνοντας τη σύναψη ειρήνης. Ό Μανουήλ αγνόησε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο στρατός του και τις έντονες αντιρρήσεις των πιο έμπειρων στρατηγών του και απέρριψε τις προτάσεις αυτές.
Μετά την απάντηση του αυτοκράτορα ο σουλτάνος κατέλαβε την κλεισούρα Τζυβρίτζη , από την οποία θα περνούσαν οι Έλληνες μετά το Μυριοκέφαλο.
Η μάχη που έγινε σ' αυτό το δύσβατο ορεινό πέρασμα υπήρξε σχεδόν εξ ίσου καταστρεπτική με τη μάχη του Μαντζικέρτ. Αποκομμένοι και περικυκλωμένοι μέσα στις στενές διαβάσεις οι Βυζαντινοί υπέστησαν φοβερή σφαγή . Επί πλέον, σφοδρή αμμοθύελλα είχε τόσο πολύ ελαττώσει την ορατότητα, ώστε να μην είναι δυνατό οι πολεμιστές να διακρίνουν τους αντιπάλους τους και να φονεύονται μεταξύ τους. Το απόγευμα, όταν κόπασε η θύελλα, φαινόταν ότι οι Τούρκοι νικούσαν. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι το ηθικό του βυζαντινού στρατού έπεσε ακόμη περισσότερο κατά τη διάρκεια της νύχτας με τις εκκλήσεις των Τούρκων, που πλησίαζαν το στρατόπεδο, προς τους χριστιανούς ομοεθνείς τους να εγκαταλείψουν τους Βυζαντινούς, όσο ήταν ακόμη καιρός. Η καταπόνηση του στρατού ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οΜανουήλ σκέφθηκε σοβαρά να φύγει κρυφά και να εγκαταλείψει τον στρατό του στο έλεος των αντιπάλων.
Το περίεργο πάντως είναι ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, ο Κιλίτζ Αρσλάν σταμάτησε τις εχθροπραξίες και έστειλε έναν αξιωματούχο του, τον Γαβρά, να προτείνει όρους ειρήνης στον αυτοκράτορα. Οι κυριότεροι από τους όρους αυτούς περιλάμβαναν την απαίτησή του για την κατεδάφιση των οχυρώσεων του Δορυλαίου και του Χόματος-Σουβλαίου. Η απροθυμία του σουλτάνου να εκμεταλλευθεί τη νίκη του οφειλόταν στο γεγονός ότι οι σύμβουλοί του ή είχαν δωροδοκηθεί από τον αυτοκράτορα ή πίστευαν ειλικρινά στην ειρήνη. Επί πλέον, όπως οι Βυζαντινοί διαπίστωσαν μετά την υπογραφή της ειρήνης και κατά τη διάρκεια της συμπτύξεώς τους, οι απώλειες των Τούρκων υπήρξαν πολύ μεγαλύτερες από ό,τι αρχικά νόμιζαν. Οι Τούρκοι είχαν ακρωτηριάσει τα πρόσωπα και τα μέλη των πτωμάτων ώστε να μην μπορούν να διαπιστώσουν οι Έλληνες την ακριβή έκταση των τουρκικών απωλειών. Ο Νικήτας Χωνιάτης δίνει αποτροπιαστικές σχετικές λεπτομέρειες.
Η μάχη αυτή αποτέλεσε το σημαντικότερο γεγονός που διαδραματίσθηκε στη Μικρά Ασία από την εποχή της μάχης του Μαντζικέρτ (1071) και σημείωσε το τέλος κάθε βυζαντινού σχεδίου για την ανακατάληψη της Μικράς Ασίας . Η αυτοκρατορία υπέστη ισχυρό κτύπημα και σοβαρές απώλειες σε στιγμή κατά την οποία βρισκόταν στο χείλος της καταστροφής.
Τα γεγονότα του 1176 οπωσδήποτε θα πρέπει να είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στο ηθικό όχι μόνο του αυτοκράτορος, αλλά κυρίως των ελληνικών πληθυσμών των περιοχών της Μικράς Ασίας που βρίσκονταν ακόμη υπό βυζαντινή κυριαρχία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μάχη του Μυριοκεφάλου έγινε σε απόσταση αρκετών εκατοντάδων μιλίων δυτικά από το πεδίο της μάχης του Μαντζικέρτ το γεγονός αυτό αποτελεί σαφή ένδειξη της μεγάλης εξαπλώσεως των Τούρκων στη Μικρά Ασία στο διάστημα των τελευταίων εκατό ετών.
Πηγή: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτικής Αθηνών), Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον
Όταν οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως είδαν έντρομοι τον αναρίθμητο στρατό του Σουλτάνου Μωάμεθ προ των τειχών, τρόμαξαν τόσο που άρχισαν να παρακαλούν τον Θεό, αν ήταν να χαθεί η Πόλη, να κατακτηθεί τουλάχιστον από τους Λατίνους, οι οποίοι ήταν επίσης Χριστιανοί.
Τότε ο Μέγας Δουξ Νοταράς, νομίζοντας ότι μιλά κατά των Λατίνων αλλά (όπως παρατηρεί ο Δούκας), μιλώντας στην πραγματικότητα κατά της Πόλεως, είπε το πασίγνωστο: «κρειττότερόν ἐστιν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκων ἢ καλύπτραν λατινικήν» (Δούκας XXXVII, 10), δηλαδή: «Είναι καλλίτερο να δούμε στη μέση της πόλεως να βασιλεύει το φακιόλι των Τούρκων παρά η λατινική καλύπτρα [η τιάρα του Πάπα]».
Ως γνωστόν, εκείνη την εποχή οι Βυζαντινοί πολιτικοί, παρά την ισχυρή αντίδραση, ήθελαν να «ενώσουν» τις δυο Εκκλησίες, καθώς αυτόν τον όρο επέβαλαν οι Δυτικοί ώστε να παράσχουν βοήθεια στη δοκιμαζομένη Αυτοκρατορία. Εκείνη την κρισιμότατη στιγμή, η Δύση ήταν η μόνη δύναμη που μπορούσε να προσφέρει κάποια βοήθεια, η οποία ήταν περισσότερο από πολύτιμη στην παραπαίουσα Αυτοκρατορία. Ο Νοταράς με όσα έλεγε απλώς απομάκρυνε την προοπτική συνεργασίας με τους Λατίνους και ως εκ τούτου τη μοναδική πιθανότητα σωτηρίας. Αυτή είναι η συμβατική άποψη με την οποία συντάσσονται οι περισσότεροι μελετητές. Ο κορυφαίος όμως βυζαντινολόγος Sir Steven Runciman, στην κλασσική μελέτη του για την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως (The Fall of Constantinople 1453, Cambridge 1965, σελ. 21), υποστηρίζει ότι αυτά τα λόγια δεν ήταν τόσο εξωφρενικά όσο αρχικώς ακούγονται.
Οι Δυτικοί δεν ήταν προετοιμασμένοι να εκστρατεύσουν κατά των Τούρκων και να αντιμετωπίσουν τον ισχυρό στρατό τους.
Οι Γαλλία και Αγγλία ήταν μακριά ενώ προσπαθούσαν να συνέλθουν από τον εκατονταετή πόλεμο. Ο Αυτοκράτορας Φρειδερίκος Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν επίσης μακριά, αλλά δεν μπορούσε καν να επιβληθεί στους διαφόρους τοπικούς ευγενείς που απειλούσαν συνεχώς την εξουσία του.
Η Γένουα που διατηρούσε οικονομικά συμφέροντα στην Κωνσταντινούπολη, έπρεπε την ίδια περίοδο να αντιμετωπίσει έναν πολυέξοδο πόλεμο στην Ιταλία ενώ η Βενετία και ο Πάπας, αν και επιθυμούσαν, δεν μπορούσαν να προσφέρουν αρκετή βοήθεια.
Ο Βασιλιάς Αλφόνσος Ε΄ της Αραγονίας επίσης ήθελε να εκστρατεύσει κατά των Τούρκων, αλλά επιθυμούσε να γίνει ο ίδιος Αυτοκράτορας!
Επί πλέον, πώς ήταν δυνατόν να πειστούν οι κάτοικοι της Δύσεως να πληρώσουν φόρους και να εκστρατεύσουν για να βοηθήσουν τους Ανατολικούς, οι οποίοι για δυο αιώνες παρουσιάζονταν από τον παπισμό σαν αιρετικοί και οι Λατίνοι είχαν πολεμήσει εναντίον τους;
Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για μια σταυροφορία, και ο Νοταράς μάλλον το γνώριζε καλά.
Οι Έλληνες, επηρεασμένοι από τον κλήρο και τους μοναχούς, δεν επιθυμούσαν να απαρνηθούν τις εκκλησιαστικές τους παραδόσεις. Φαίνονταν έτοιμοι να πεθάνουν από τους Τούρκους προστατεύοντας την αληθινή πίστη με αντάλλαγμα την αιώνια ζωή. Επίσης, η προέλαση των Τούρκων τους φαινόταν σαν μια δίκαιη θεϊκή τιμωρία για τις αμαρτίες τους. Αρκετοί ιεράρχες ανησυχούσαν ότι η ένωση, αντί να φέρει βοήθεια, θα κατέληγε απλά σε ένα ακόμη σχίσμα. Τα υπόλοιπα Ορθόδοξα Πατριαρχεία είχαν δηλώσει ξεκάθαρα ότι δεν επρόκειτο να δεχθούν την «ένωση».
Για ποιον λόγο οι υπόλοιποι ορθόδοξοι λαοί, οι Σέρβοι, οι Παραδουνάβιοι ή οι Ρώσοι, να δεχθούν τα πρωτεία της Δυτικής Εκκλησίας; Πώς θα μπορούσαν να πειστούν οι Έλληνες που είχαν ήδη υποδουλωθεί στους Τούρκους (και αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του ελληνισμού) να συμμετάσχουν στην «ένωση»; Η απάντηση είναι απλά πως δεν επρόκειτο να προσχωρήσουν στους Λατίνους, τους οποίους είχαν τόσο σφοδρά πολεμήσει τους τελευταίους δυο αιώνες.
Ίσως, λοιπόν, ήταν καλλίτερο να υποταχθεί ολόκληρος ο ελληνισμός ενιαίος στους Τούρκους, παρά να επιβιώσει ένα μέρος του το οποίο θα ήταν διασπασμένο και προσδεμένο στην ξένη λατινική Εκκλησία.
Όπως προείπαμε, η προοπτική βοήθειας από τη Δύση ήταν μικρή.
Κανένας Έλληνας δεν ήταν διατεθειμένος να παραδοθεί αμαχητί στους Τούρκους, όπως και κανένας αμερόληπτος παρατηρητής δεν μπορούσε να αμφιβάλει ότι η πτώση της Πόλεως ήταν απλώς θέμα χρόνου.
Ίσως έπρεπε οι Έλληνες να συσπειρωθούν γύρω από την ορθόδοξη Εκκλησία ώστε να επιζήσουν ως Έθνος. Τα γεγονότα τελικά επιβεβαίωσαν αυτήν την άποψη.
Ερμηνεύοντας τα λόγια του Νοταρά από αυτήν την οπτική γωνία, τότε φαίνεται ότι είχε αντιληφθεί την ιστορική συγκυρία.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά
Φέτος συμπληρώνονται 1000 χρόνια ἀπὸ τὴ μάχη τοῦ Κλειδίου (29-7-1014), ἀλλ’ ὑποπτεύομαι ὅτι τὸ γέγονος αὐτὸ θὰ περάσει ἀπαρατήρητο ἀπὸ τὴν πολιτεία, λόγῳ τῆς «Μεττερνιχείου» καὶ δαιμονίου, ὄντως, πολιτικῆς ποὺ ἀκολουθεῖ ἔναντι τῶν γειτόνων μας: να μὴ δυσαρεστήσουμε τοὺς Βούλγαρους καὶ τοὺς Σκοπιανοὺς ἐν ὀνόματι τῆς καλῆς γειτονίας!
Καὶ ὅμως ἡ μάχη τοῦ Κλειδίου εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ κορυφαῖα στρατιωτικὰ γεγονότα τῆς ἱστορίας τῆς Αὐτοκρατοριας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ ἀπὸ τοὺς Δυτικούς, καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὸν Ἱερώνυμο Βόλφ, τὸ 1562, ὀνομάσθηκε κακῶς Βυζαντινή.
Τὸν ὅρο Αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινουπόλεως οἱ Βολλανδιστές, Ἰησουίτες μοναχοί, ποὺ ἐκδίδουν τὰ «Acta Sanctorum», ἔχουν κατακυρώσει ὑπὲρ τῶν Φραγκων ποὺ βασίλευσαν στὴν Βασιλεύουσα μετὰ τὴν πρώτη ἅλωση (1204-1261). Τὶς ἐνστάσεις μας ὡς πρὸς αὐτὸ διατυπώνουμε στὸ βιβλίο μας «Ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινουπόλεως-Ἀπὸ τὴν Ἁγία Σοφία τοῦ Κωνσταντίνου στὴν Ἁγία Σοφία τοῦ Ἰουστινιανοῦ» (ἐκδ. Ἰ. Σιδέρης, Ἀθῆνα 2012).
Ἐπανερχόμενοι στὴν περιώνυμη αὐτὴ μάχη, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι ἦταν ἕνα γεγονός ποὺ εἶχε τεράστιες πολιτικὲς προεκτάσεις σὲ ὅλο τὸ χῶρο τῆς Βαλκανικῆς καί ποὺ ὁ ἀπόηχός του φθάνει ὥς τὶς ἡμέρες μας, ἀφοῦ οἱ Σκοπιανοὶ καὶ οἱ φιλοσκοπιανοὶ ἱστορικοὶ θεωροῦν τὴ σύγκρουση τοῦ Σαμουὴλ καὶ τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Κων/πόλεως ὄχι σὰν σύγκρουση τῆς ἑλληνόφωνης καὶ ἑλληνόμορφης κατ’ οὐσίαν καὶ παιδείαν αὐτοκρατορίας μὲ τὸ ἀρτισύστατο κράτος τῆς Βουλγαρίας ἀλλὰ σὰν ἕναν πόλεμο ἐνάντιον τῶν … Μακεδόνων! Ποὺ ἦσαν πρόγονοι αὐτῶν …! Καὶ ἀσφαλῶς ἦσαν πρόγονοι ὄχι, ὅμως, σὰν Μακεδόνες ἀλλ’ ὡς Σλάβοι καὶ πιὸ εἰδικὰ Βούλγαροι. Μὲ ἄλλα λόγια οἱ Σκοπιανοι θεωροῦν τὸν Σαμουὴλ σὰν «Μακεδόνα», ποὺ ἕνωσε, ὅπως οἱ «προπάτορές» τους Φίλιππος καὶ Ἀλέξανδρος ὑπὸ τὴν ἐξουσία του ὅλα τὰ μέρη τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς Ἑλλάδος μέχρι τὸν Ἰσθμὸ καί, ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμά τους, ἄρχισε πόλεμο ἐναντίον τῆς Ἀνατολῆς!
Αὐτὸ μᾶς ὑποχρεώνει νὰ κάνουμε μία ἀναγωγὴ στὰ περὶ τῆς καταγωγῆς τοῦ Σαμουήλ. Οἱ ἐγκυρότεροι Ἕλληνες καὶ ξένοι ἱστορικοὶ ἀμφισβητοῦν καὶ τὴν βουλγαρικότητα τοῦ Σαμουήλ! Δὲν δέχονται πὼς ἦταν ἀπόγονος τοῦ Ἀσπαροὺχ (πρώτου Βούλγαρου ἡγεμόνα), οὔτε πὼς ἡ μάνα του ἦταν κόρη τοῦ φοβεροῦ βασιλιᾶ τῶν Βουλγάρων, τοῦ Συμεών. Ἡ ἐπικρατέστερη ἄποψη ἦταν πὼς ὁ Σαμουὴλ ἦταν ἀρμενικῆς καταγωγῆς, ἄποψη ποὺ πρωτοδιατύπωσε ὁ Ἀρμένιος ἱστορικὸς Στέφανος τοῦ Τωρόν,
ποὺ ἦταν σύγχρονος τῶν γεγόνοτων. Τὸ βέβαιο εἶναι ὅτι οἱ τέσσερις ἀδερφοί, οἱ λεγόμενοι Κομητόπουλοι, ποὺ ἀναστάτωσαν τὴν Βαλκανικὴ καὶ ἀπείλησαν τὴν Αὐτοκρατορία, ἦσαν παιδιὰ τοῦ «κόμη» Νικολάου καὶ τῆς Ῥιψίμης. Τὸ ὄνομα τῆς μητέρας εἶναι δηλωτικὸ ἀρμενικῆς καταγωγῆς. Ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ πατέρα τους ὀνομάστηκαν Κομητόπουλοι. Ἀπὸ τὰ τέσσερα ἀδέλφια, ποὺ εἶχαν στασιαστικὲς τάσεις, τὰ τρία σκοτώθηκαν: ὁ Δαβὶδ σκοτώθηκε στὴν τοποθεσία Καλὴ Δρῦς τῆς Δυτ. Μακεδονίας, ὁ Μωυσῆς σκοτώθηκε ἀπὸ στρατιῶτες τοῦ αὐτοκρατορικοῦ στρατηγοῦ Λέοντα Μελισσηνοῦ, ἐνῶ ὁ Ἀαρών, ποὺ μετὰ ἀπὸ κάποιες ταλαντεύσεις, μεταπήδησε στὸ στρατόπεδο τῶν αὐτοκρατορικῶν, δολοφονήθηκε ἀπὸ μέλη τῆς οἰκογένειάς του. Ἀπέμεινε μόνος ὁ ἰκανώτερος καὶ πλέον ἐπίφοβος γιὰ τὴν Αὐτοκρατορία, ὁ τρομερὸς Σαμουήλ.
Ὁ Σαμουὴλ ἦταν ὁ νεώτερος γυιὸς τοῦ κόμητος (διοικητὴ) τῆς Δυτ. Μακεδονίας Νικολάου. Ἐπωφελούμενος ἀπὸ τὶς συγκρούσεις τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννη Τσιμισκῆ (969-976) ἐναντίον τῶν Ῥώσων, κυρίως ὅμως ἀπὸ τὴν ἐμπλοκὴ τοῦ νέου αὐτοκράτορα Βασιλείου Β΄ (976-1025) σὲ πόλεμο ἐναντίον τῶν ἰσχυρῶν στρατηγῶν Βάρδα Σκληροῦ καὶ Βάρδα Φωκᾶ, ποὺ ἐκπροσωποῦσαν τὴν ἰσχυρὴ τάξη τῶν «Δυνατῶν» (μεγαλογαιοκτημόνων), ξεσήκωσε τὸν βουλγαρικὸ πληθυσμὸ καὶ ὀργάνωσε ἰσχυρὸ στρατό. Στὸν στρατὸ τοῦ Σαμουὴλ προσεχώρησαν ὁ εὐνοῦχος γυιὸς τοῦ Βούλγαρου βασιλιᾶ Πέτρου, ὀνομαζόμενος Βόρις μὲ τὸν ἀδελφό του Ῥωμανό, ποὺ διέφυγαν ἀπὸ τὴν Κων/πολη. Κέντρο τοῦ Σαμουὴλ ἦταν ἡ περιοχὴ Πρεσπῶν καὶ Ἀχρίδας. Σιγὰ-σιγὰ ἡ ἐξουσία τοῦ Σαμουὴλ ἀπλώθηκε μέχρι τοῦ Ἰσθμοῦ. Κατὰ τὶς ἐπιδρομὲς κατελήφθη καὶ ἡ Λάρισα· ὁ πληθυσμός της μεταφέρθηκε στὸν Βορρᾶ, ἐνῶ τὰ λείψανα τοῦ πολιούχου ἁγίου τῆς πόλης, τοῦ Ἀχιλλίου, μεταφέρθηκαν στὴ νησῖδα τῆς Πρέσπας, ὅπου σῴζονται ἐρείπια τῆς ὀμώνυμης Βασιλικῆς (ναὸς ῥυθμοῦ Βασιλικῆς).
Ὁ Βασίλειος Β΄, ἀφοῦ τελείωσε ἐπιτυχῶς τὸν πόλεμο κατὰ τῶν στασιαστῶν στρατηγῶν, ἀνέλαβε προσωπικὰ τὸν πόλεμο κατὰ τοῦ Σαμουὴλ ποὺ εἶχε αὐτοανακηρυχθεῖ «τσάρος τῶν Βουλγάρων» (Τὸ πῶς οἱ Βούλγαροι βαφτίζονται «Μακεδόνες ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς Σκοπιανοὺς πολιτικοὺς καὶ ἱστορικοὺς εἶναι κάτι ποὺ ἀνήκει ὄχι στὸν χῶρο τῆς ἱστορίας ἀλλὰ τῆς πολιτικῆς ἀλχημείας). Κάθε χρόνο ὁ Βασίλειος διενεργοῦσε αὐτοπροσώπως ἐκστρατεῖες ἐναντίον τοῦ Σαμουὴλ μὲ ἀντικειμενικὸ σκοπὸ νὰ περιορίσει τὸν χῶρο δράσης του, ὁ ὁποῖος χῶρος σταδιακὰ περιορίστηκε στὶς δύσβατες περιοχὲς τῆς ΒΔ Μακεδονίας. Ἀπὸ τὸ 1009 ὁ ἀγώνας γίνεται συνεχῶς σφοδρότερος. Ὁ Σαμουὴλ ὑποχώρει συνεχῶς καί, ἀδυνατώντας νὰ πολεμήσει σὲ ἀνοικτὸ πεδίο, ὀχυρώνει διάφορα στενά, γιὰ νὰ ἐμποδίσει τὴ διάβαση τῶν στρατευμάτων τοῦ Βασιλείου. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἦταν καὶ τὸ Στενὸ τοῦ Κλειδίου, μεταξὺ Σερρῶν καὶ Μελενίκου. Στο σημεῖο αὐτὸ ἐπρόκειτο νὰ δοθεῖ ἡ μάχη ποὺ ἔκρινε τὸν πολυετῆ πόλεμο ἀνάμεσα στὴν Αὐτοκρατορία τῆς Κων/πόλεως καὶ τοὺς Βουλγάρους.
Στὴν κλεισωρεία αὐτὴ καιροφυλακτοῦσε ὁ Σαμουὴλ γιὰ νὰ παγιδεύσει τὸν αὐτοκρατορικὸ στρατό. Ἀλλ’ ὁ στρατηγὸς Νικηφόρος Ξιφίας, ἀντὶ νὰ μπεῖ στό στενό, πέρασε πάνω ἀπὸ τὸ βουνό, ὑπερκέρασε τὶς βουλγαρικὲς δυνάμεις καὶ βρέθηκε στὰ νῶτα τους. Οἱ Βούλγαροι, ὅπως ἦταν φυσικό, αἰφνιδιάστηκαν ἀπὸ τὸν ἐλιγμὸ καὶ τὴν ἀριστοτεχνικὴ τακτικὴ τῆς ἐμμέσου προσπελάσεως. Ὁ ἱστοριογράφος Κεδρηνὸς ὀνομάζει τὸ βουνὸ Βαλάθιστα. Ἡ μάχη διεξήχθη ὡς ἑξῆς: ὁ Βασίλειος κτύπησε τοὺς Βούλγαρους κατὰ μέτωπον καὶ ὁ Νικηφόρος Ξιφίας ἀπὸ τὰ νῶτα. Στὴ μάχη σκοτώθηκε καὶ ὁ στρατηγὸς Νικηφόρος Βοτανειάτης, παπποὺς τοῦ μετέπειτα αὐτοκράτορα. Ὅταν ὁ Βασίλειος ἄρχισε νὰ εἰσχωρεῖ στὸ στενό, οἱ Βούλγαροι κυριεύθηκαν ἀπὸ πανικό. Ἡ μάχη μεταβλήθηκε σὲ σφαγή. Οἱ αἰχμάλωτοι ἦσαν χιλιάδες. Κατὰ τὸν Κεδρηνό, ὁ Βασίλειος, ἐφαρμόζοντας παλαιὰ σκληρὴ πολεμικὴ τιμωρία, τύφλωσε 15.000, ἀφήνοντας ἀνὰ 100 τυφλοὺς ἕναν μονόφθαλμο γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴν Βουλγαρία.
Ὁ Παπαρρηγόπουλος, ἐρμηνεύοντας τὴν πράξη τοῦ Βασιλείου, λέγει πὼς ἀνάλογα ἔπραξαν σὲ νεωτέρους χρόνους οἱ Ἄγγλοι κατὰ τῶν καθολικῶν Ἰρλανδῶν, μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι οἱ Ἀγγλοι πρῶτα ἐδίκαζαν καὶ μετὰ ἐκτελοῦσαν, ἐνῶ γιὰ τὴν τιμωρία ποὺ ἐπέβαλε ὁ Βασίλειος γράφει πὼς ἐπρόκειτο «περὶ πράξεως γενομένης ἐν τῇ ἀκμῇ πολέμου μακροῦ, ἐναγωνίου, καταστρεπτικοῦ, ὑπὸ τὸ κράτος πάθους ἀκαριαίου καὶ ἀκατασχέτου, ὑπὸ τοῦ ὁποίου καταλαμβάνονται πολλάκις οἱ στρατηγοί» (Κων/νος Παπαρηγόπουλος: «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», ἐκδ. Ἐλευθερουδάκη, τ. Δ΄, σ. 194). Ὁ Γάλλος ἱστορικὸς I. Brehier («Vie et mort de Byzance», σ. 230) ἀποδίδει τὸ γέγονος στὴν ἰδιοσυγκρασία τοῦ Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἑξαγριωνόταν καὶ γινόταν ἐκδικητικός, ὅταν ἀντιμετώπιζε ἀντιπάλους ὠμοὺς καὶ ἀπίστους. Προσωπικὰ -χωρὶς να ἐπιδοκιμάζουμε τὴν πράξη-πιστεύουμε ὅτι πρόκειται γιὰ μία ἐνέργεια σύγχρονου πολιτικοῦ ρεαλισμοῦ. Ὁ Βασίλειος ἐφάρμοζε κάπως πιὸ πρωτόγονα-γιατὶ δὲν εἶχε τὰ σύγχρονα μέσα-αὐτό ποὺ ἐφαρμόζεται καὶ στὰ νεοτέρα χρόνια, ὡς τὶς ἡμέρες μας.
Ἄλλωστε, καὶ γιὰ τὰ σημερινὰ δεδομένα ἡ ἠθικὴ τῆς πολιτικῆς εἶναι ἡ ἀποτελεσματικότητα. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τότε ὑπῆρξε ἀκαριαῖο. Ὁ Σαμουήλ, ποὺ διασώθηκε στὴν Πρίλαπο (Πέρλεπε), μόλις ἀντίκρυσε τὸ οἰκτρὸ θέαμα, πέθανε μετὰ λίγο ἀπὸ τὴ θλίψη του. Ὁ Βασίλειος, μετὰ τὴ νίκη του καὶ τὴν πλήρη ὑποταγὴ τῆς Βουλγαρίας, ὀνομάστηκε Βουλγαροκτόνος. Ἂν πολεμοῦσε, νικοῦσε καὶ τιμωροῦσε ἀπηνῶς Μακεδόνες, ὅπως διατείνονται οἱ Σκοπιανοί, θὰ ὀνομαζό-ταν…Μακεδονοκτόνος! Ἀλλὰ Μακεδὼν ὀνομάζεται αὐτός, ὡς προερχόμενος ἀπὸ τὴ λεγομένη Μακεδονικὴ δυναστεία.
Ἡ νικηφόρα πορεία τοῦ Βασιλείου συνεχίστηκε. Κατέλαβε τὸ Μελένικο, τὴν Πρίλαπον, τὸ Στυπεῖον (σημ. Ἱστίω), τὰ Μογλενὰ (ἀρχαία Ἀλμωπία) καὶ προχώρησε ὡς τὴν Ἀχρίδα, ὅπου βρίσκονταν τὰ ἀνάκτορα τοῦ Σαμουήλ. Παρὰ τὴν ἀντίσταση ποὺ συνάντησε στὰ διάφορα φρούρια, φέρθηκε στὸ μετέπειτα διάστημα μεγαλόψυχα πρὸς τοὺς Βούλγαρους αἰχμαλώτους καὶ πρὸς τὸν λαό. Τὴν ἴδια μεγαλοψυχία ἔδειξε πρὸς τοὺς συγγενεῖς τοῦ Σαμουήλ.
Ἡ ἀντίσταση τῶν Βουλγάρων κράτησε ὡς τὸ 1018. Μετὰ τὴν πλήρη ὑποταγή, ὁ Βασίλειος χώρισε τὴ Βουλγαρία σὲ δύο «θέματα» (διοικήσεις): τὸ Παρίστριο θέμα καὶ τὸ θέμα Βουλγαρίας, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦσαν τμήματα τῆς Αὐτοκρατορίας. Καταργήθηκε ἐπίσης τὸ βουλγαρικὸ πατριαρχεῖο καὶ οἱ ἐπισκοπές του ὑπαχθήκανε στὴ νέα αὐτοκέφαλη Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδος. Ἐπειδή, ὅμως, στὸ θέμα Βουλγαρίας καὶ στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδος ὑπαχθήκανε ἑλληνικὲς περιοχὲς καὶ μητροπόλεις (μητρόπολη Λαρίσης), αὐτὸ ἔδωσε σὲ νεωτέρους χρόνους λαβὴ στοὺς Βούλγαρους ἐθνικιστὲς γιὰ διεκδικήσεις εἰς βάρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Μετὰ τὸν στρατιωτικὸ του θρίαμβο, ὁ Βασίλειος πραγματοποίησε περιοδεία ἀνὰ τὴν Αὐτοκρατορία. Τότε ἐπισκέφθηκε καὶ τὴν Ἀθήνα καὶ προσευχήθηκε στὸν Παρθενῶνα, ποὺ εἶχε γίνει χριστιανικὸς ναὸς (Παναγία ἡ Ἀθηνιώτισσα). Ἡ συμβολικὴ αὐτὴ ἐνέργεια, τὴν ὁποία ὕμνησε μὲ λαμπροὺς στίχους ὁ Παλαμᾶς στὴ «Φλόγα τοῦ Βασιλιᾶ», δείχνει πὼς ὁ Βασίλειος εἶχε συνείδηση «ῥίζας». Μὲ τὸ προσκύνημά του στὸν Παρθενῶνα ἔδενε μέσα του τὴν ἀρχαιότητα καὶ τὸν Χριστιανισμό. Καὶ στὸν πόλεμο, ποὺ μόλις τελείωσε, ἔδωσε ἕναν χαρακτῆρα οἰονεῖ ἐθνικό.
Ἡ μάχη τοῦ Κλειδίου καὶ ἡ συντριβὴ τοῦ Σαμουὴλ ἀπήλλαξε τὴν Αὐτοκρατορία ἀπὸ ἕναν ἐπίφοβο ἐχθρὸ γιὰ διάστημα δύο αἰώνων. Στὸ διάστημα αὐτὸ ἡ Βασιλεύουσα ἀντιμετώπισε πλῆθος ἐπιδρομῶν. Ἂν σὲ αὐτοὺς προσετίθεντο καὶ οἱ Βούλγαροι, τότε ἡ κατάρρευσή της θὰ εἶχε ἐπέλθει πολὺ ἐνωρίτερα.
(Μια μυθιστορηματική αφήγηση που φωτίζει το πρόσωπο του τελευταίου μαρτυρικού Αυτοκράτορα της Ρωμανίας, βασισμένη σε ιστορικές αναφορές)
Φέτος συμπληρώνονται 561 χρόνια, από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς. Το γεγονός ήταν τεράστιας σημασίας στην εποχή του. Ο απόηχος του, ακόμη και σήμερα, δεν έχει κοπάσει. Οι συνέπειες του ήταν τεράστιες για την ιστορική εξέλιξη των πραγμάτων στην Ευρώπη και στην Εγγύς Ανατολή. Για το Έθνος μας, ακόμη περισσότερο, σήμανε την κατάλυση της πολιτικής μας ανεξαρτησίας, αφού η Κωνσταντινούπολη, ήταν η χιλιόχρονη πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας μας.
Φανταστείτε, λοιπόν, κάποιον, να πετάει μια μεγάλη πέτρα στα νερά μιας μικρής λίμνης. Οι κυματισμοί των ομόκεντρων κύκλων, απλώνονται ολόγυρα και φτάνουν μέχρι τις όχθες. Όσο πιο κοντά στο σημείο της ρίψης, είναι ο κυματισμός, τόσο πιο ισχυρός είναι. Όσο πιο μακριά, τόσο πιο ανεπαίσθητος. Αυτή η εικόνα μας είναι χρήσιμη, αν στον ορισμό του γεγονότος, της ρίψης δηλαδή της πέτρας (ενέργεια-αιτία) και των κυματισμών (αποτέλεσμα), αντικαταστήσουμε τους κατά αναλογία παρανομαστές, με τις έννοιες των διαστάσεων, του χώρου και του χρόνου. Έτσι, μπορούμε να αποκτήσουμε μια πολύ καλή αναπαράσταση του τρόπου με τον οποίο, ένα ιστορικό γεγονός, προϊόντος του χρόνου εξελίσσει τις συνέπειες του στο χώρο. Και το ίδιο συμβαίνει με το κάθε τι, μικρό ή μεγάλο γεγονός, πράξη, ενέργεια ακόμη και λόγο.
Όμως, η άλωση της Πόλης σήκωσε κύματα! Και τα κύματα αυτά, αν και πιο μικρά τώρα, πιο αδύναμα, συνεχίζουν ωστόσο να μεταφέρουν την ιστορική μνήμη. Ακόμη εξελίσσονται, καθώς φτάνουν στις «όχθες» μας. Έχω όμως την αίσθηση, ότι δεν θα προλάβουν να ηρεμήσουν. Ένα άλλο «χέρι», ίσως είναι έτοιμο να ρίξει πάλι μια πέτρα στη λίμνη. Αυτήν τη φορά, ίσως από άλλη πλευρά.
Ωστόσο, δεν είχα σκοπό να γράψω ένα συμβατικό ιστορικό άρθρο για την Άλωση. Ζωγράφος είμαι, όχι ιστορικός. Για το λόγο αυτό, θα επιχειρήσω να φωτίσω το πρόσωπο του τελευταίου μαρτυρικού αυτοκράτορα, σα να πρόκειται για ένα πορτρέτο της τραγικότητας. Διότι, το όνομα που έρχεται δεύτερο στο νου, μετά από την Αγία Σοφία, μιλώντας για την Άλωση, είναι το όνομα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Όλοι μιλούν για την Πόλη και τον αυτοκράτορα, δεν ξέρω όμως κάποιον που να εστίασε ποτέ στον άνθρωπο. Έτσι, δεν με ενδιαφέρουν τώρα η Πόλη, και οι συμπλεκόμενοι στρατιώτες. Αυτά τα αφήνω, όπως στο έργο μου, σε δεύτερο επίπεδο. Τώρα με ενδιαφέρει μόνο εκείνος. Όπως τον φαντάστηκα και τον ζωγράφισα. Μόνος, λαβωμένος, ηθικά αήττητος. Λίγο πριν περάσει στην αιωνιότητα της δόξας και της τιμής. Ένας Μάρτυρας του Έθνους.
Θα ήθελα να δούμε για λίγο τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, σαν έναν απλό άνθρωπο. Έναν από εμάς. Κάποιον, που το πικρό πεπρωμένο του, ήθελε να είναι εκείνος, ο τελευταίος Βασιλέας μιας χιλιόχρονης αυτοκρατορίας. Πίσω από τους τίτλους και τα αξιώματα. Πίσω από τους θρύλους και τις παραδόσεις. Πίσω από την ασπίδα και την περικεφαλαία του. Είναι ο άνθρωπος και η ψυχή του. Για αυτά θα σας μιλήσω.
‘Εγινε Δεσπότης του Μυστρά, απελευθέρωσε τον Μωριά και ανέβηκε στον θρόνο μόνο για 4 χρόνια, τα τελευταία. Αποδείχθηκε ο πιο κατάλληλος, για όσα είχε ανάγκη η αυτοκρατορία εκείνες τις στιγμές, και ήταν ο πιο άξιος από τους αδελφούς του. Ήταν 49 χρόνων, όταν έπεσε ηρωϊκά μαχόμενος μπροστά στα τείχη της πόλης. Ήταν ακόμη εκείνος, που σαν αμνός, έπρεπε να πληρώσει με το αίμα του, όλες τις αμαρτίες της αυτοκρατορίας και της μακραίωνης παρακμής της, για την οποία ο ίδιος ήταν ανεύθυνος. Φαντάζεστε την πίκρα του, όταν έβλεπε ότι αυτή η βραδυφλεγής βόμβα αιώνων, ήταν έτοιμη πια να σκάσει στα χέρια του; Το βάρος που έπεφτε πάνω στους ώμους του, να υπερασπίσει την αβοήθητη Πόλη και ό,τι είχε απομείνει, από την πάλαι ποτέ κραταιά και λαμπρή αυτοκρατορία; Και από που να ζητήσει βοήθεια;
Μπορείτε να φανταστείτε τη λύπη του, να είναι αναγκασμένος να τριγυρνάει στη Δύση ταπεινωμένος; Να φιλάει τις κατουρημένες ποδιές, να υπόσχεται Ένωση που δεν πίστευε, για να εξασφαλίσει τη βοήθεια που θα έσωζε την Βασιλεύουσα του. Ένα ένδοξο απομεινάρι, που η πριγκιπική του μοίρα του κληρονόμησε, ως ένα πολύτιμο μαργαριτάρι. Και αυτό το ερείπιο που παρέλαβε, το αγάπησε. Έτσι όπως ήταν. Για αυτό που υπήρξε. Διότι γνώριζε την απόλυτη αξία που είχε η Πόλη για το Έθνος του, και πως ήταν το διαμάντι στο στέμα του. Και την αγάπησε τόσο, που έδωσε και τη ζωή του για αυτήν.
Φαντάζεστε τη μοναξιά του; Ήταν Βασιλέας αυτός και απόλυτος μονάρχης. Έπαιρνε μόνος τις αποφάσεις, που καθόριζαν το μέλλον εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και της Κωνσταντινούπολης. Δεν ήταν Δημοκρατία, ώστε να ψάχνει έπειτα συνενόχους για την καταστροφή. Η ευθύνη ήταν όλη δική του. Και η ευθύνη αυτή, σημαίνει απέραντη μοναξιά και ας είχε εκατό συμβούλους. Και την ανέλαβε.
«Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», (Λεπτ)
Φαντάζεστε την θλίψη του, καθώς έβλεπε να καταρρέουν γύρω του τα πάντα; Όλος ο κόσμος του! Όσα γνώριζε, όσα είχε ζήσει και όσα του είχαν διηγηθεί οι παλαιότεροι. Τόσο καιρό πολιορκία, να τριγυρνάει στα συμβούλια και στις επάλξεις, να βλέπει το λαό του ταλαιπωρημένο στους δρόμους και στις πλατείες, πεινασμένο, πληγωμένο, εξουθενωμένο από τις ανάγκες και τις κακουχίες της πολιορκίας. Όλα αυτά τα έβλεπε. Μάτωνε η ψυχή του. Όλοι αυτόν κοίταζαν. Από αυτόν περίμεναν τη λύση στη δυστυχία τους. Όμως, δεν άφησε τα συναισθήματα να αδυνατίσουν τη θέληση του. Και αυτό, θα πρέπει επίσης να το εκτιμήσουμε στην σκιαγραφία που κάνουμε, φωτίζοντας τον χαρακτήρα του ανθρώπου, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Τη δύναμη του χαρακτήρα του, δηλαδή, και την ακλόνητη αποφασιστικότητα και σταθερότητα που έδειξε. Στοιχεία, στην φθορά των οποίων, αποσκοπούσε και ήλπιζε μάταια ο εχθρός.
Κουρασμένος και ο ίδιος από τις αλλεπάλληλες επιθέσεις. Αδυνατισμένος και άγρυπνος, με μαύρους κύκλους γύρω από τα μάτια. Που χρόνος να κοιμηθεί; Ο φολιδωτός θώρακας, έχει γίνει πια ένα με το δέρμα του. Η ένταση είναι καθημερινή και ασταμάτητη. Οι πυρκαγιές και η επιδιόρθωση των τειχών, απαιτούν συνεχή εποπτεία. Οι επάλξεις και οι υπερασπιστές έχουν ανάγκη από την ηθική τόνωση που δίνει εκεί η βασιλική παρουσία. Ο Κωνσταντίνος, είναι πολεμιστής και το σπαθί του κόβει. Βασίζεται στον εαυτό του και έχει την βεβαιότητα, πως και οι σύντροφοι του είναι αποφασισμένοι. Δεν ήταν από εκείνους, που κάθονται στην ασφάλεια και από μακριά δίνουν εντολές σε ανθρώπους αποκτηνωμένους και φοβισμένους, όπως ο Μωάμεθ! Ο Κωνσταντίνος έχει μόνο συντρόφους, όπως ο Ιουστινιάνι, ο Φραντζής κα, που θα έδιναν την ζωή τους για αυτόν. Όπως και την έδωσαν πολλοί.
Τον φαντάζεστε να κλαίει σιωπηλά; Βαθιά μεσάνυχτα, στην ησυχία του δώματος, μόνος απέναντι στον Πλάστη Του. Προσευχόμενος για την σωτηρία της Πόλης του, από τα δόντια των αλλόδοξων βαρβάρων της στέπας. Ή μήπως, μια τέτοια λεπτομέρεια, δεν ταιριάζει στη δυναμική εικόνα του ήρωα; Σας φαίνεται δύσκολο, να αφήσετε τη στερεότυπη εικόνα της εξιδανίκευσης, που περιβάλλει πάντα ένα ένδοξο ιστορικό πρόσωπο, και που το μεταμορφώνει σε μια ψυχρή ανέκφραστη οντότητα, υπερανθρώπου φύσεως; Ναι, μπορεί και να έκλαψε, λοιπόν! Αλλά αυτό τον έκανε δυνατό και όχι αδύναμο. Τον έκανε απλά ανθρώπινο. Τακτοποίησε τις «εκκρεμότητες» του με τον Θεό. Ήταν έτοιμος, πλέον, να αντιμετωπίσει το πεπρωμένο του!
Τι λέτε; Σαν άνθρωπος, δεν θα σκέφτηκε, έστω και για μια μόνο στιγμή τη συνθηκολόγηση και τη σωτηρία, πριν απωθήσει με αποστροφή τη σκέψη αυτή; Γνωρίζετε, κάποιον, που να αγαπά τον θάνατο περισσότερο από την ζωή; Που, αν μπορούσε να αποφύγει τον χάροντα, δεν θα το έκανε; Σίγουρα, θα το σκέφτηκε! Είναι ανθρώπινο. Αρκεί που κοίταζε ψηλά από τα τείχη τα πολυάριθμα στίφη των Οθωμανών, που έμοιαζαν να είναι ατέλειωτοι, όσοι και αν σκοτώνονταν. Οι δικοί του λιγόστευαν. ήταν περίπου 7-8.000. Εμείς δεν τα γνωρίζουμε αυτά στα χρόνια μας, έτσι είμαστε εύκολοι στις κρίσεις και στα λόγια μας.
Δεν ξέρουμε πως είναι, να τρέμουν τα γόνατα από το φόβο του θανάτου, να χτυπάνε τα σωθικά από την ένταση και την αδρεναλίνη. Να φεύγουν κεφάλια, γύρω σου, πόδια, χέρια, να ανοίγουν κοιλιές. Μεταλλικοί ήχοι σπαθιών και κρότοι κανονιών και τηλεβόλων. Και πάνω από όλα, αυτές οι μυριόστομες εφιαλτικές κραυγές, σε όλες τις γλώσσες, τα ουρλιαχτά του πόνου ή της παράνοιας του φόβου, που μεταβάλλεται σε απεγνωσμένη ηχητική επιθετικότητα. Να ξέρεις, ότι είναι πολύ πιθανόν να μην επιζήσεις. Ακόμη χειρότερα, να προβλέπεις, πως σίγουρα θα σκοτωθείς. Εδώ σε θέλω κάβουρα! Πολλών τα πόδια τρέμουν, άλλοι τα κάνουν πάνω τους, κάποιοι άλλοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα, μερικοί το ευχαριστιούνται κιόλας.
Στο κάτω-κάτω, τόσες προτάσεις του είχε κάνει ο Μωάμεθ, θα μπορούσε να δεχθεί να παραδώσει την Πόλη, να εξευτελιστεί με ατιμωτικούς όρους, αλλά να διασώσει μια ευνουχισμένη βασιλεία και τη ζωή τη δική του και του λαού. Ποιος άλλος θα μπορούσε να τον κατηγορήσει, αν το έκανε, εκτός από τη συνείδηση του; Κανένας! Ήδη, πολλοί αξιωματούχοι του είχαν αποδεχθεί ανεπίσημα αυτή την άποψη. Άλλοι του είχαν προτείνει να τον φυγαδεύσουν από την Πόλη, ώστε να συνεχίσει τον αγώνα, συγκεντρώνοντας δυνάμεις (1) . Δεν το δέχθηκε. Απάντησε οριστικά όχι!
«Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ' ἐμὸν ἐστίν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν»
Νέες αρετές της προσωπικότητας του, αναδεικνύονται τώρα. Αξιοπρέπεια, φιλότιμο, ανδροπρέπεια, αντίληψη της ιστορικότητας των στιγμών. Αυτό και μόνο, καθιστά τον θάνατο του συνειδητή θυσία, όπως ακριβώς του Λεωνίδα και του Παπαφλέσσα. Αυτοί οι τρεις, ως παραδείγματα θυσίας, συνδέονται, και όχι τυχαία, αντιπροσωπεύουν τις τρεις εποχές του Έθνους μας. Την αρχαία, τη μεσαιωνική και τη νεώτερη.
Είναι, όμως και ευγενής στον χαρακτήρα, φιλόφρων και ταπεινόφρων. Άξιος να αγαπηθεί. Ο Φραντζής, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας, μας πληροφορεί στο Χρονικό του για την Άλωση, ότι ο Κωνσταντίνος την τελευταία νύχτα συγκέντρωσε τους εξαντλημένους υπερασπιστές για να τους απευθύνει τον τελευταίο λόγο (2). Γράφει πως τους είπε, μεταξύ άλλων:
«Δεν έχω καιρό να πω περισσότερα· μοναχά το ταπεινωμένο σκήπτρο μου το αναθέτω στα χέρια σας, για να το διαφυλάξετε με προθυμία. Σας παρακαλώ ακόμα, και ζητώ την αγάπη σας, να είστε πειθαρχικοί στους στρατηγούς σας, τους δημάρχους και τους εκατόνταρχους, ο καθένας κατά την τάξη του, τη θέση του και την υπηρεσία του. Να ξέρετε τούτο: αν από μέσα από την καρδιά σας φυλάξετε τις εντολές μου, ελπίζω στο Θεό ότι θα λυτρωθούμε από την παρούσα δίκαιη απειλή του. Δεύτερον, σας περιμένει στον ουρανό το αδαμάντινο στεφάνι, και η μνήμη σας θα είναι αιώνια και άξια στον κόσμο».
Με αυτά τελείωσε τη δημηγορία του, ευχαριστώντας με δάκρυα και στεναγμούς το Θεό. Τους είπε τέλος: «Λοιπόν, αδερφοί και συμμαχητές, να είσαστε έτοιμοι το πρωί. Με τη χάρη και την αρετή που μας δώρισε ο Θεός και με τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος, στην οποία αναθέτουμε “την πάσαν ελπίδα μας”. Θα κάνουμε τον εχθρό να φύγει κακήν κακώς και ντροπιασμένος από εδώ».
Ο,τι και αν εννοούσε ο Κωνσταντίνος, μιλώντας για την «δίκαια απειλή Του», το πιο πιθανό είναι, ότι πέρα από τις γενικότητες, αναφερόταν στην λανθασμένη προσπάθεια που κατέβαλε για την Ένωση των Εκκλησιών και την υποταγή στον Πάπα, κάνοντας μάλιστα το γνωστό «συλλείτουργο» του Δεκεμβρίου του 1452. Είναι αξιοσημείωτο, πως από τότε, ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας, είχε μείνει αλειτούργητος, σα μαγαρισμένος, μέχρι τη νύχτα που αναφέρθηκε πιο πάνω, στις 28 Μαϊου του 1453! Επί 6 ολόκληρους μήνες, η Αγία Τράπεζα έμεινε χωρίς την αναίμακτη Θυσία, και κανένα πόδι πιστού δεν πέρασε το κατώφλι της! Αυτό είναι τεράστιας σημασίας γεγονός, για τα δεδομένα της Αυτοκρατορίας. Δυστυχώς, όμως, παραβλέπεται ως λεπτομέρεια, επειδή αγγίζει τα όρια του μεταφυσικού. Και όμως, οι ιστορικοί των γεγονότων, αυτόπτες οι ίδιοι, όπως ο Κριτόβουλος (από την πλευρά των Οθωμανών), έχουν καταγράψει με ακρίβεια και αντικειμενικότητα τις διάφορες αρνητικές «θεοσημείες», που λάμβαναν χώρα στην Πόλη, λίγες ημέρες πριν από την Άλωση (3). Ο Θεός είχε εγκαταλείψει πλέον την Πόλη, αλλά πρώτα τον είχαν εγκαταλείψει οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Και συνεχίζει ὁ φραντζῆς:
«Μὲ δάκρυα στὰ μάτια ὅλοι ἀπαντοῦν: «ἀποθάνωμεν ὑπὲρ τῆς Χριστοῦ πίστεως καὶ τῆς πατρίδος ἡμῶν». Καὶ ὁ Βασιλέας ἀκούγοντάς τους, μὴν συγκρατώντας οὔτε αὐτὸς πιὰ τὰ δάκρυά του, τοὺς εὐχαριστεῖ. Καὶ οἱ δυστυχεῖς Ρωμαῖοι, ἀκούοντες τὸν Βασιλέα, «καρδίαν ὡς λέοντες ἐποίησαν»· καὶ ἀγκαλιάζονταν δακρυσμένοι, συγχωροῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
Ὁ Βασιλέας, ἀκολουθούμενος ἀπὸ ἄλλους πολλοὺς ἐπῆγε στὴν Ἅγια-Σοφιὰ καὶ μετέλαβε τὰ ἄχραντα μυστήρια.
Καὶ μετὰ επέρασε ἀπὸ τὰ Ἀνάκτορα, γιὰ νὰ ἀποχαιρετίσει φίλους καὶ συγγενεῖς· «ἐν τῇδε τῇ ὥρᾳ τὶς διηγήσεται τοὺς τότε κλαυθμοὺς καὶ θρήνους τοὺς ἐν τῷ παλατίῳ; Εἰ καὶ ἀπὸ ξύλου ἄνθρωπος ἢ ἐκπέτρας ἦν, οὐκ ἐδύνατο μὴ θρηνῆσαι»
«Καὶ ἀναβὰς ἐφ᾿ ἵππου ἐξήλθομεν τῶν ἀνακτόρων περιερχόμενοι τὰ τείχη [...]»
Αλλάζουμε, λοιπόν, τώρα και εμείς το σκηνικό και ερχόμαστε στα τείχη. Ο Κωνσταντίνος με τον Φραντζή περιήρθαν τα τείχη και τα οχυρώματα, όπου λαϊκοί, γυναίκες και μοναχοί, βοηθούσαν στα γεμίσματα και στην πρόχειρη επιδιόρθωση των πεσμένων τειχών, στη μεταφορά λίθων και χώματος και στα πρόχειρα νοσοκομεία, όπου περιθάλπονταν οι εκατοντάδες πληγωμένοι. Ο Κωνσταντίνος εμψύχωνε τους πάντες με το ηθικό του μεγαλείο. Στο τέλος, όταν αποχωρίστηκαν εκείνη τη νύχτα της 28ης προς 29η Μαϊου, ήταν η τελευταία φορά που ο Φραντζής έβλεπε τον Κωνσταντίνο. Λίγο αργότερα, πριν προλάβουν να ξεκουραστούν, ξεκίνησε ξαφνικά η πρώτη μεγάλη επίθεση των Οθωμανών ατάκτων. Νωρίς τα χαράματα, νύχτα ακόμη. Ξύπνησε η κόλαση από τις χιλιάδες κραυγές τους. Πύρινες βολίδες φωτιάς διέσχισαν τον ορίζοντα και φώτισαν τον νυχτερινό ουρανό πάνω από την πόλη, προκαλώντας πυρκαγιές, καίγοντας ανθρώπους.
Ο Κωνσταντίνος, έτρεξε στο σημείο που είχε επιλέξει να υπερασπιστεί ο ίδιος, λόγω της αδύνατης θέσης του. Στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, που απέναντι της είχε στήσει το τσαντήρι του ο Μωάμεθ. Πέταξε από πάνω του το μανδύα με τα αυτοκρατορικά διάσημα, που εμπόδιζε τις κινήσεις του και έμεινε μόνο με την πανοπλία του. Ίσος με τους άλλους. Κράτησε μόνο τα αυτοκρατορικά ερυθρά πέδιλα, με τους χρυσοκεντημένους Δικέφαλους Αετούς. Τράβηξε το ξίφος από την θήκη του και περιστοιχιζόμενος από την επίλεκτη φρουρά του, ανέβηκε στις επάλξεις. Για περισσότερες από δύο ώρες κράτησε η επίθεση των ατάκτων, που στο τέλος υποχώρησαν με μεγάλες απώλειες. Το ηθικό ήταν υψηλό, όμως η κούραση μεγάλη.
Λίγο πριν τα χαράματα επιτέθηκε το δεύτερο κύμα, αυτή τη φορά από τον τακτικό στρατό μαζί με ατάκτους. Σφαγή, τρόμος και πανικός! Σαν κύματα σπάζουν πάνω στα τείχη και συντρίβονται. Ο Κωνσταντίνος και οι περί αυτού, έρχονται σε άμεση επαφή με όσους Οθωμανούς καταφέρνουν να αναρριχηθούν στα τείχη. Τους ρίχνουν από τις σκάλες και τους πετσοκόβουν με τα σπαθιά. Δύο-τρεις φορές κινδύνεψε η ζωή του. Χιλιάδες βέλη και βόλια διασταυρώνονται στον αέρα. Αλίμονο σε όποιον βρεθεί στην πορεία τους. Έπειτα από το γλυκοχάραμα, το δεύτερο κύμα αποσυρόταν νικημένο και με τεράστιες ζημιές. Οι υπερασπιστές ήταν νικητές, αλλά αυτή η νίκη μεταφραζόταν σε πολύτιμες απώλειες και σε διαρκή κάματο. Οι Οθωμανοί ήταν ξεκούραστοι. Έτσι, μετά από την ανατολή του ηλίου, ξεκίνησε η τρίτη και τελευταία γενική επίθεση, με τα σώματα των δεκάδων χιλιάδων επίλεκτων Γενιτσάρων.
Τώρα, ο Κωνσταντίνος, μπροστά από την πύλη του Αγίου Ρωμανού, έχει μεταμορφωθεί σε έναν άγγελο του θανάτου, για όσους εχθρούς τυχαίνουν μπροστά του. Ο Ιουστινιάνης πληγώθηκε βαριά και εγκατέλειψε τη θέση του. Η πίεση είναι τώρα μεγαλύτερη. Οι εχθροί αμέτρητοι και ξεκούραστοι, μεθυσμένοι από τις υποσχέσεις για δώρα, εκ μέρους του Μωάμεθ. Σκοτώνει ασταμάτητα. Καθώς το αίμα πιτσιλάει πάνω του, με την έντονη μυρωδιά του σιδήρου στα ρουθούνια, παραμορφώνει την όψη του, τα γένια του, στη μορφή ματωμένου θηρίου. Ποτάμι ρέει το αίμα από τις επάλξεις. Υπερχειλίζει. Αγώνας άνισος, ανέλπιδος. Τα πλοία με την υποσχεμένη βοήθεια των Ευρωπαίων, δεν ήρθαν ποτέ (4). Οι σύντροφοι του γύρω, πέφτουν ένας-ένας. Η αντίσταση αραιώνει, τα ανοίγματα διευρύνονται, οι γραμμές σπάζουν. Κοιτάζει τριγύρω, ότι έχει μείνει μόνος, με ελάχιστους. Γνωρίζει πλέον, τι μέλλει γενέσθαι. Η τραγικότητα των στιγμών, τον μεταβάλλει σε μάρτυρα της ανθρώπινης φύσης. Έχει κτυπηθεί και ο ίδιος, οι δυνάμεις του πλέον τον εγκαταλείπουν. Είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει το φρικτό, αλλά ένδοξο τέλος, του ηττημένου από υπέρτερο εχθρό, βασιλέα. Σαν τον Λεωνίδα.
Λένε πως φώναξε, μένοντας ως το τέλος αξιοπρεπής και για να μη γίνει, είτε αυτόχειρας, είτε ως αιχμάλωτος, ο εμπαιγμός του βαρβάρου:
«Δεν υπάρχει ένας χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;»
Όμως, δεν υπάρχει κανείς! Οι ήχοι των σπαθιών σιώπησαν εκεί κοντά του. Όλα τέλειωσαν πια. Ο Κωνσταντίνος, αιμορραγώντας και με σπασμένο σπαθί, έχει γονατίσει, πλέον, δίπλα στα κουφάρια των σκοτωμένων Οθωμανών. Κάποιοι Γενίτσαροι τον βλέπουν μόνο, σαν γονατισμένο και πληγωμένο λέοντα και τον πλησιάζουν, με θράσος συνάμα και φόβο. Ευτυχώς, δεν αναγνωρίζουν ποιος είναι, μοιάζει με όλους τους άλλους. Έτσι, πέφτουν πάνω του σαν κοπάδι από ύαινες και τον αποτελειώνουν...
«Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου»,(Λεπτ)
Τι να σκεφτόταν, τις τελευταίες εκείνες στιγμές; Ίσως όλη η ζωή του, να περνούσε με εικόνες, μπροστά από τα μάτια του. Ιδιαίτερα οι ευτυχισμένες και ανέμελες στιγμές. Μνήμες, που όπως λένε, βλέπουν αστραπιαία με την φαντασία τους, όσοι είναι πια κοντά στον θάνατο. Ίσως να θυμήθηκε τη στέψη του στον Μυστρά ή τον γάμο του, το 1428, στό κάστρο του Χλεμουτσίου της Γλαρέντζας, με την Θεοδώρα, κόρη του Φράγκου ηγεμόνα Τόκκο, που αληθινά την είχε αγαπήσει. Δυστυχώς, η άτυχη κοπέλα πέθανε ένα χρόνο μετά στό Σανταμέρι Αχαΐας. Τό 1441, μετά από επιμονή άλλων, και αφού είχε ξεπεράσει την απώλεια της Θεοδώρας, ξαναπαντρεύτηκε τήν Αικατερίνη, κόρη του Λατίνου άρχοντα της Λέσβου Γατελούζου. Αλλά κατά τήν διάρκεια της πολιορκίας, από τούς Τούρκους, του Παλαιοκάστρου της Λήμνου, η Ιταλίδα πριγκίπισσα, η οποία κυοφορούσε τό παιδί του, πέθανε σύμφωνα μέ τόν Schlumberger από τόν τρόμο της. Ατυχος, λοιπόν, ο Κωνσταντίνος, σέ όλες τίς φάσεις της ζωής του.
Η μέρα έλαμπε και ήταν ειρωνικά όμορφη. Μια λεπτομέρεια ασήμαντη τράβηξε την προσοχή του. Είναι εκπληκτικό, τι μπορεί να παρατηρήσει ένας άνθρωπος, τέτοιες στιγμές. Ένα μικρό αγριολούλουδο, είχε φυτρώσει ανάμεσα στις πέτρες του τείχους, στο σημείο που βρισκόταν εκείνος. Τόσοι και τόσοι είχαν σκοτωθεί τριγύρω του. Εκείνο, όμως, παρέμενε όμορφο μέσα στη ανθρώπινη φρίκη και ανέπαφο με το όμορφο γαλάζιο χρώμα του, να κάνει αντίθεση στις αμέτρητες κόκκινες στάλες του αίματος. Θυμήθηκε, τότε, πως είναι άνοιξη. Χαμογέλασε, καθώς το αίμα έτρεχε από το στόμα του...
Ύψωσε τα μάτια του προς τον ουρανό. Δεν ανήκε πια στη γη και στη ματαιότητα της. Του φάνηκε, μέσα στην παραίσθηση του μυαλού του, πως άκουσε να δονούν καμπάνες μελωδικές και φτερά αγγέλων να χτυπούν τον αέρα. Είδε μπροστά του να λάμπει ένα Φως και σκιές φωτεινές, να τον πλησιάζουν οι πρόγονοι. Σηκώθηκε να τις συναντήσει. Δυνατός, καθαρός, φωτεινός, με αστραφτερή πανοπλία. Κοίταξε πίσω του. Είδε το βασανισμένο κορμί του, ματωμένο, πεσμένο ανάσκελα ανάμεσα στα χαλάσματα και στα κουφάρια. Χαμογέλασε, καθώς μια φωνή υπερκόσμια ακούστηκε να λέει:
«Πάλι με χρόνια, με καιρούς...»
Πίνακας: Γεράσιμου Γερολυμάτου: «Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου»,
λάδια σε καμβά, 125Χ100,2011.
1. Ο ανώνυμος συγραφέας του Ρωσσικού Χρονικού μας περιγράφει πως οι σύμβουλοι του Κωνσταντίνου τόν ικέτευαν νά δραπετεύσει από τήν Πόλη καί νά συναντήσει ή τόν Καστριώτη ο οποίος πολεμούσε στά βουνά της Ιλλυρίας, ή τά αδέλφια του Δημήτριο καί Θωμά στόν Μοριά καί μέ ενισχύσεις νά αναγκάσει τόν σουλτάνο νά λύσει τήν πολιορκία. Σύμφωνα μέ τό Ρώσσο χρονογράφο, οποίος πιθανώς νά ήταν καί αυτόπτης μάρτυρας η απάντηση του Αυτοκράτορα είχε ως εξής:
"Η συμβουλή υμών είναι εξαίρετος. Ευχαριστώ υμάς επ'αυτή, αλλά ουδέποτε θαποφασίσω νά εγκαταλείψω εν τοιαύτη συμφορά τόν κλήρο μου καί τάς αγίας εκκλησίας καί τήν πρωτεύουσαν, τόν θρόνον καί τόν λαό μου. Τί θά έλεγε περί εμού η οικουμένη; Σας ικετεύω απ'εναντίας, όπως ζητήσετε παρ'εμού νά μή σας εγκαταλίπω. Ναί, επιθυμώ ναποθάνω εδώ μεθ'υμών.
2. «Χρονικό» του Γεωργίου Σφραντζή, Ελληνα αξιωματούχου που έζησε σαν αυτόπτης μάρτυρας δίπλα στον Κωνσταντίνο όλη την ιστορία της Άλωσης.
3. Τό βράδυ της 26ης Μαΐου, μέσα στό σκοτάδι, εμφανίστηκε ένα παράξενο φώς πάνω στόν τρούλλο της Αγίας Σοφίας. Γιά τό φώς αυτό έγραψαν καί οι ιστορικοί πού βρέθηκαν τότε εντός των τειχών καί ο Κριτόβουλος, ο οποίος τό παρατήρησε καί ο οποίος βρισκόταν έξω από τά τείχη. Τό φαινόμενο αυτό τάραξε ακόμα περισσότερο τούς πολιορκουμένους καί τό θεώρησαν δυσμένεια του Θεού εναντίον τους.
4. Sir Edwin Pears "η τύφλωση των ηγεμόνων της Εσπερίας έφθανε μέχρι τήν παραφροσύνη. Αυτοί καί οι λαοί τους έμελλε νά τιμωρηθούν σκληρά γιά τήν αισχρή εγκατάλειψη της Κωνσταντινούπολης, του αυτοκράτορα καί του λαού της.
Πηγή: http://peritexnisologos.blogspot.gr/2014/05/blog-post_3000.html#more
Η εορτή της Πεντηκοστής του έτους 1916 συνέπεσε να είναι την 29η Μαΐου, αποφράδα ημέρα της αλώσεως της των πόλεων Βασιλίδος, της «Θεοτοκουπόλεως και αγιοτόκου» Κωνσταντινουπόλεως. Ο εκ Κομοτηνής καταγόμενος και ορμώμενος, αοίδιμος Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος (μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών) κατ’ εκείνη την μεγάλη Κυριακή της Πεντηκοστής λειτουργούσε στον Μητροπολιτικό ναό της Τραπεζούντος και εξεφώνησε εμπνευσμένο λόγο για την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως εν είδει «επιμνημοσύνου προσλαλιάς» υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των βιαίω και μαρτυρικώ τω τρόπω πεσόντων και τελειωθέντων υπερασπιστών της Κωνσταντίνου Πόλεως και ιδιαιτέρως του τελευταίου μάρτυρος και μεγαλομάρτυρος Αυτοκράτορος αυτής, του Κωνσταντίνου ΙΑ’ του Παλαιολόγου.
Η ομιλία αυτή εξεδόθη στο περιοδικό «Κομνηνοί» του έτους 1916, υπό τον τίτλο: «Λόγος Επιμνημόσυνος ρηθείς τη 29η Μαΐου». Ο μνημειώδης αυτός λόγος του Τραπεζούντος Χρυσάνθου άρχεται με το ρητό: «Ανδρών αγαθών πάσα γη τάφος» (Θουκ. Βιρλ. Β΄. Κεφ. 43 εδαφ. 3) και έχει ως εξής: «Όταν ο μέγας της ελληνικής κλασσικής αρχαιότητος ρήτωρ και πολιτικός Περικλής εξεφώνησε τον λαμπρό εκείνο επιτάφιο λόγο στους πεσόντες υπέρ πατρίδος Αθηναίους κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο είπε πλην άλλων και τους υψηλούς τούτους λόγους: « ανδρών αγαθών πάσα γη τάφος», ότι δηλ. τάφος των ηρώων είναι πάσα γη και χώρα και όχι κάτωθεν στηλών και μαρμάρων φορτωμένων από μεγαλοπρεπείς και πολυτελείς επιγραφές. Και στα πέρατα της οικουμένης η ανάμνηση των κατορθωμάτων τους χαράσσεται στον νου και τις καρδιές των ανθρώπων βαθύτερα παρά στους τάφους και στα μνημεία.
Αν υπάρχει περίσταση κατά την οποία εφαρμόζεται το ρητό τούτο σε όλη του την έννοια, είναι ακριβώς η παρούσα σεμνή και εύσημη ημέρα της Πεντηκοστής, η οποία συνήγαγε όλους εμάς υπό τον ιερό θόλο του Μητροπολιτικού ναού, προκειμένου, αφού δεηθούμε με κλίση αυχένος και γονάτων υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των Πατέρων και αδελφών μας, να αναπέμψουμε ευχές και διά μνημοσύνου να τιμήσουμε τους επί των επάλξεων των τειχών του Βυζαντίου κατά την αποφράδα ταύτη ημέρα της 29ης Μαΐου ενδόξως πεσόντες προγόνους μας, ηγουμένου του γενναίου αυτοκράτορος της Κων/πόλεως Κωνσταντίνου και Παλαιολόγου του οποίου η ηρωικός θάνατος επεσφράγισε τον μακρόν βίον και την ιστορίαν του βυζαντινού κράτους.
Αδελφοί, όσους η μνήμη των ηρώων τούτων και μαρτύρων του καταρρέοντος κράτους εκάλεσε εδώ, ας ανοίξουμε προς στιγμήν την φωτεινή και ένδοξη ταύτη σελίδα της περιπετειώδους ιστορίας του βυζαντίου και ας θαυμάσουμε την απαράμιλλη ψυχική ρώμη και τον ηρωισμό, ο οποίος έθαλε κατά τις τελευταίες φθινοπωρινές ημέρες του φθίνοντος βυζαντινού κράτους καθ’ όν χρόνο βαρύς επήρχετο ο βαρύς και παγερός χειμώνας της τουρκικής βαρβαρότητας και τυραννίας, ο οποίος επάγωσε το αίμα της ζωής και της ελευθερίας και του πολιτισμού των Ελλήνων. Αφού δε εξετάσουμε τα πραγματικά αίτια της παρακμής και πτώσεως του βυζαντίου, θα πορισθώμε τα προσήκοντα μαθήματα για το παρόν και το μέλλον.
Μετά από μακρά πολιορκία κι αντίσταση των γενναίων υπερασπιστών της Πόλεως ανέτειλε η 29η Μαΐου 1453 και εκυμάτιζε ακόμη επί της πύλης του Ρωμανού η σημαία του δικεφάλου αετού. Ο Βασιλεύς ακούραστος έτρεχε ενθαρρύνοντας τον στρατό και λέγοντας: «ημών εστί η νίκη, ο Θεός υπέρ ημών πολεμεί». Οι Τούρκοι πολεμούσαν λυσσαλέως, ενώ οι ημέτεροι ανθίσταντο ερρωμένως (με ρώμη). Ένα Αλλάχ! Ακουγόταν με άγρια φωνή και οι ορμητικές επιθέσεις στρατιωτών, σοφτάδων, γενιτσάρων επέρχονταν ως κύματα θαλάσσης, συντριβόμενα επάνω στον βράχο του ηρωισμού των ημετέρων.
Παντού αντηχεί βοή, κρότοι, αλληλοσπαραγμοί. Ο αυτοκράτορας με πέδιλα χρυσά φέροντα τον δικέφαλο αετό και με την σπάθη στα χέρια εμάχετο ηρωικότατα στην πύλη του Ρωμανού. «Συστρατιώται αδελφοί», εφώνει, «στήτε ανδρείως διά τους οικτιρμούς του Θεού!». Οι ιερείς έκαναν λιτανείες, τα γυναικόπαιδα προσεύχονταν, και οι μοναχοί και μετ’ αυτών και άλλοι πολλοί λησμονούντες το «συν Αθηνά και χείρα κίνει» ανέμεναν τον Άγγελο Κυρίου, προκειμένου με πύρινη ρομφαία να συντρίψει το θηρίο της αποκαλύψεως.
Επί τέλους ήλθε η φοβερά και φρικώδης στιγμή. Ο Κωνσταντίνος, ο οποίος επί τέσσερις ήδη ώρες είχε αποκρούσει τέσσερις μεγάλες εφόδους και έλπιζε ότι θα κατίσχυε της επιμονής του Μωάμεθ του Β΄, είδε απροσδοκήτως να εισβάλλουν εντός των τειχών οι πολέμιοι και να περικυκλώνεται πανταχόθεν και άκουσε την απαίσια κραυγή του πλήθους «η Πόλις εάλω, εάλω η Πόλις».
Απελπισμένος εκέντησε τον ίππο και όρμησε στο πυκνότερο μέτωπο του εχθρού, αγωνιζόμενος ως ο έσχατος των στρατιωτών «και το αίμα ποταμηδόν εκ των ποδών και χειρών αυτού έρρεεν». Μαζί με τον αυτοκράτορα και αξίως αυτού μάχονταν οι λοιποί ήρωες καθώς έπεφταν ο ένας μετά τον άλλον. Πολλούς εν τω μεταξύ είχε θερίσει η σπάθη του βασιλέως έως ότου εθραύσθη και κατέστη άχρηστη. Βλέποντας δε και για τον εαυτό του τον κίνδυνο και φοβούμενος μην πέσει ζωντανός στα χέρια του εχθρού ανέκραξε: «δεν υπάρχει Χριστιανός να λάβει την κεφαλήν μου;» είπε και θηριώδης άραψ ορμήσας όπισθεν αποκόπτει την κεφαλήν του.
Έτσι διά του μαρτυρικού αυτού αίματος επισφραγίζει ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Δραγάτσης την ιστορία του Βυζαντίου, της οποίας και η τελευταία αυτή σελίδα θα παραμείνει για την Ελληνική φυλή χρυσή και αθάνατη ιδιαιτέρως για την ηρωική αντίσταση κάποιων χιλιάδων γενναίων ανδρών, προ πάντων και κατά το πλείστον Ελλήνων, οι οποίοι επί δύο μήνες διά μόχθων ατελευτήτων επολεμούσαν εναντίον εχθρού είκοσι φορές υπερτέρου κατά τον αριθμό, εναντίον των πρώτων στρατευμάτων του κόσμου κατά την εποχή εκείνη, και μέχρι τελευταίας πνοής υπεράσπισαν τα φρούρια της βασιλίδος των πόλεων, του θεοφρουρήτου βασιλείου, της ακροπόλεως ταύτης του χριστιανικού πολιτισμού στην Ανατολή. Και την αθανασία της τελευταίας ταύτης χρυσής σελίδος της βυζαντινής ιστορίας επιστέφει ο ένδοξος θάνατος του ήρωος μάρτυρος αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, ηρωικώς υπέρ της πατρίδος πεσόντος κοντά στην πύλη του Ρωμανού την πρωία της 29 Μαΐου 1453, σε ηλικία 49 ετών, τριών μηνών και είκοσι ημερών.
Ο τάφος του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου παραμένει άγνωστος, «αλλ’ ανδρών αγαθών πάσα γη τάφος», το δε ευκλεές αυτού όνομα περιφέρεται από γενεάς σε γενεά στη διάνοια και την καρδία πάντων και παραμένει αθάνατο. Με την ζωή του Βασιλέως έσβησε και η ζωή του κράτους του και έκτοτε αρχίζει η μακρά και ζοφερά και ασέληνη νύκτα της τουρκικής τυρρανίας!
Υπέρ τα δύο χιλιάδες έτη είχαν παρέλθει αφ’ ότου ήλθαν εκ Μεγάρων οι πρώτοι άποικοι του Βυζαντίου και έκτοτε πόσας πολέμους είδε, πόσες πολιορκίες, πόσες δόξες! Και κατόπιν επειδή ο Ρωμαίος αυτοκράτορας απογοητεύθηκε από την λιγόψυχη Ρώμη, ανέδειξε το Βυζάντιο ως πρωτεύουσα της Ανατολής, προορισμένο να αναστηλώσει την ελληνική δόξα. Ο Ρωμαϊκός αετός ολοένα και έφθινε και έσβυνε και φαεινή ανέτειλε η ελληνική πολιτεία με τον σταυρό επί του μετώπου. Ενίκησε η ζωτικότητα και ηθική δύναμη της ελληνικής φυλής, υπεχώρησε ο Ρωμαϊκός πολιτισμός και εδημιουργήθη και άνθισε και εμεγαλούργησε ο ελληνικός Χριστιανικός πολιτισμός, έως ότου ήλθε η μόρσιμος ημέρα της πτώσεως αυτών.
Περί των ΑΙΤΙΩΝ της παρακμής και της πτώσεως του βυζαντινού κράτους ποικίλες εξηνέχθησαν και εκφέρονται γνώμες. Οι επιπολαίως και εκ προκαταλήψεως τα πράγματα κρίνοντες ζητούν να εύρουν μία μόνον αιτία φαινομένου τόσο πολυπλόκου. Προβάλλουν λόγους ηθικούς και θρησκευτικούς. Κατά την γνώμη τους ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός είναι η αιτία της παρακμής του Βυζαντίου.
Αν θέλουμε να είμαστε αμερόληπτοι και εντός της επιστημονικής αλήθειας, πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο Χριστιανισμός όχι ως θρησκεία αγνή, αλλ’ ως δεισιδαιμονία, στην οποία εκφυλίσθηκε κατά τους τελευταίους αιώνες, είχε κάποια επίδραση στην επιτάχυνση της παρακμής ταύτης. Εφ’ όσον ο Χριστιανισμός ήταν γνησία και ενεργός εκδήλωση αισθημάτων ζωηρών του λαού, εδημιούργησε τον θαυμάσιο βυζαντινό πολιτισμό και ανέπτυξε ανδρεία και ρώμη ψυχής στον βυζαντινό λαό, και για να πεισθούμε περί τούτου, αρκεί να ενθυμηθούμε όλα τα ευώδη και αθάνατα άνθη, τα οποία παρήγαγε ο βυζαντινός πολιτισμός, την απαράμιλλη εκκλησιαστική ρητορεία του Χρυσοστόμου, Βασιλείου και Γρηγορίου, την θαυμάσια εκκλησιαστική ποίηση και μουσική και το εξαίσιο θαύμα της αρχιτεκτονικής τέχνης, τον ναό της Αγίας Σοφίας.
Ο ναός της Αγίας Σοφίας και η εντός αυτού ψαλείσα εκκλησιαστική ποίηση και βυζαντινή μουσική τοσούτο εγοήτευσαν τους αδελφούς Ρώσσους, όταν κατ’ εντολήν του αυτοκράτορός τους επεσκέφθησαν και την Κωνσταντινούπολη προς εύρεση της καταλληλότερης θρησκείας, η οποία καλύτερα θα προσαρμοζόταν στην σλαυϊκή ψυχή, ώστε αφού παρατήρησαν τα αριστουργήματα αυτά του βυζαντινού πολιτισμού ως στοιχεία ζωτικότητας της Χριστιανικής Θρησκείας, αυτήν ασπάσθηκαν αμέσως και αυτή διεδόθη στον ευσεβή ρωσσικό λαό. Έτσι ο βυζαντινός πολιτισμός έγινε πατήρ του νεωτέρου ρωσσικού πολιτισμού. Υπό της αγνής Χριστιανικής θρησκείας εμπνεόμενοι οι βυζαντινοί διέπραξαν και εν πολέμω θαυμάσια ηρωικά κατορθώματα ιδιαίτερα κατά τους οκτώ πρώτους αιώνες.
Όταν όμως τα αισθήματα αυτά άρχισαν να μαραίνονται και η θρησκεία έπαυσε να είναι ενεργός εκδήλωση αυτών, ο Χριστιανισμός περιορίσθηκε σε εξωτερικούς μόνον τύπους και κατάντησε δεισιδαιμονία και ασκητισμός, έχοντας ως συνέπεια και την αύξηση των μοναστηριών κατά τους τελευταίους αιώνες του βυζαντινού κράτους στα οποία κατά χιλιάδες συνέρρεαν κατ’ έτος μοναχοί δαπανώντες άφθονο τον πλούτο του κράτους και ουδέν παράγοντες.
Η δε ιστορία μαρτυρεί ότι ουδέποτε οι πολλοί ασκητές συνετέλεσαν στην οικονομική, πολιτική και στρατιωτική πρόοδο μιας χώρας. Η αγνή θρησκεία και εν γένει πάσα πίστη σε κάτι το ιδεώδες, είτε πατρίδα λέγεται τούτο, είτε έθνος, είτε κράτος, είτε φιλανθρωπία, είτε πρόοδος, είτε αλληλεγγύη, που είναι απαύγασμα ζωντανών αισθημάτων είναι απαραίτητη στον βίο και την πρόοδο των λαών και μόνον εκείνοι οι λαοί ανεδείχθησαν στην ιστορία μεγάλοι, ισχυροί, μεγαλουργοί, στους οποίους τα αισθήματα αυτά ήταν βαθέα και ενεργά. Όλοι δε οι λαοί στους οποίους τα αισθήματα αυτά εξασθενούν και μαραίνονται, περιπίπτουν σε παρακμή.
Τέτοια ζωντανά αισθήματα πίστεως του λαού εδημιούργησαν το μεγαλείο των Αθηνών, της Σπάρτης και κατόπιν της Ρώμης, τον πολιτισμό και το μεγαλείο της κραταιάς Ρωσσίας, η οποία εκ μακρών ορμηθείσα διά των αισθημάτων αυτών του λαού της ανεδείχθη μεγάλη και κραταιά. Τουναντίον δε όπου τα αισθήματα αυτά εμαράνθησαν και επεκράτησαν η δεισιδαιμονία και η δουλεία των τύπων… εκεί οι λαοί παρήκμασαν και έγιναν λεία του πρώτου ελθόντος κατακτητού, όπως ακριβώς συνέβη στο βυζαντινό κράτος.
Και η ίδρυση δε απολυταρχικότατης κυβερνήσεως και η άρση κάθε ελευθερίας υπήρξε αιτία και συγχρόνως αποτέλεσμα της εξασθενήσεως των χαρακτήρων και έτσι εκλείπουν εντελώς οι ανδρικές εκείνες αρετές, οι οποίες αποτελούσαν την δύναμη και το μεγαλείο της αρχαίας ρωμαϊκής και βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πλην τούτων και ο βαθμιαίος εκφυλισμός και εξαφανισμός της τάξεως των αρίστων οι οποίοι δεν αντικαθίσταντο από νέα αριστοκρατία μεστής δυνάμεως και σφρίγους, συνετέλεσε στην παρακμή και κατάλυση του βυζαντινού κράτους.
Αλλ΄ «αν είμαι χάρος χαλαστής είμαι και χάρος πλάστης», ψάλλει η μούσα ενός εθνικού μας ποιητού και ό,τι είναι θαυμαστό στη μακρά ιστορία του ημετέρου έθνους είναι ότι εκ της τέφρας του βυζαντινού κράτους ανέστη ως ο φοίνιξ της μυθολογίας νέο και ακμαίο Βασίλειο, το Βασίλειο της Ελλάδος και υπό την κραταιά σκέπη και προστασία της κραταιάς προστάτιδος των πιεζομένων λαών Ρωσσίας ελευθερούται και αναγεννάται ο υπό την πτέρνα του τυρράνου στενάζων υπόδουλος ελληνικός λαός.
Ήδη σε εμάς τους νεωτέρους απόκειται να αναδειχθούμε άξιοι των προγόνων και των προσδοκιών των άλλων εθνών. Και αφήνοντας την ύλη μέσα στην οποία είμεθα βυθισμένοι να εξιδανικευθούμε, ιπτάμενοι υψηλά στον κόσμο των ιδεωδών και γινόμενοι δημιουργού νέου πολιτισμού ανταξίου των προγενεστέρων. Ανδριζόμενοι δε και κραταιούμενοι κατά πάντα και στην αρετή θα δικαιούμεθα με θάρρος να λέμε προς τους προγόνους το: «άμμες δε γ’ εμές, ην δε λης πείραν λάβε»… Και αφού παρασκευάσουμε το έδαφος στις επερχόμενες γενεές και δημιουργήσουμε υγιές περιβάλλον, οπότε οι παίδες μας μόνον υγιείς αρχές και αγνά φρονήματα θα προσλαμβάνουν, θα ακούσουμε παρ’ αυτών το «άμμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες»… Τότε θα σκιρτήσουν εκ χαράς εν τάφω τα οστά των ενδόξων μας προγόνων, οι οποίοι κλείσαντες την ιστορία δικαίως τιμώνται και γεραίρονται περιφερόμενοι στη διάνοια και την καρδιά πάντων, «ανδρών αγαθών πάσα γη τάφος».
Λόγος Επιμνημόσυνος, ρηθείς τη 29η Μαΐου του 1916
Μητροπολίτου Τραπεζούντος Χρυσάνθου
Ο αθέατος πόλεμος των ονομάτων...
Το ερώτημα του τίτλου δεν είναι τόσο απλό, όσο φαίνεται εν πρώτοις, παρόλο που η απάντηση του, βεβαίως, είναι εύκολη. Αν για παράδειγμα, μπορούσαμε ποτέ να ρωτήσουμε έναν υπήκοο της Αυτοκρατορίας, για την ταυτότητα του, θα μας απαντούσε, δίχως περιστροφές, πως είναι «Ρωμαίος» και ότι το κράτος του ονομάζεται «Ρωμανία». Αν πάλι του λέγαμε πως είναι «Βυζαντινός» και πως η Αυτοκρατορία αποκαλείται πλέον «Βυζάντιο», τότε σίγουρα θα έμενε με το στόμα ανοικτό. Διότι αυτός ο όρος, θα του ήταν ελάχιστα γνωστός. Ίσως, να του θύμιζε μόνο το όνομα της αρχαιοελληνικής αποικίας των Μεγαρέων, μιας μικρής πόλης που πήρε το όνομα της από τον πρώτο της οικιστή τον Μεγαρέα Βύζαντα και έτσι ονομάστηκε Βυζάντιο.
Σίγουρα θα γνώριζε, αν τύχαινε να είναι και μορφωμένος, πως η Κωνσταντινούπολη κτίστηκε από τον ιδρυτή της πάνω στα ερείπια αυτής της μικρής πόλης. Ένα κόσμημα με πετράδια ανάμεσα σε δύο ηπείρους και σε δύο θάλασσες. Για αυτό και ο Δικέφαλος αετός που κοιτά σε ανατολή και δύση. Που σημαίνει, ότι ο αετός ο ίδιος, δηλαδή η Κωνσταντινούπολη, συμβόλιζε το διαχωριστικό άξονα ανάμεσα στους δύο κόσμους. Τόσο
σημαντική ήταν για περισσότερα από 1000 χρόνια, που οριοθετούσε τα δύο ημισφαίρια του τότε γνωστού κόσμου, Έτσι, κάθε μονομερής ισχυρισμός, από άλλους ότι ανήκουμε στη δύση και από άλλους στην ανατολή, θα έπρεπε να απορρίπτεται ως περιοριστικός και αφαιρετικός της αληθινής ταυτότητας του Έθνους μας. Διότι το Ελληνικό Έθνος ανήκει τόσο στη δύση, όσο και στην ανατολή. Είναι στο κέντρο του διαφορισμού και ταυτόχρονα σημείο αναφοράς των όσων χωρίζει, αλλά και των όσων ενώνει. Σαν το φως, που είναι εκείνο που ορίζει τις σκιές στο χώρο, και που όλα σε αυτό αναφέρονται προκειμένου να βρουν τη θέση τους και την ταυτότητα τους, ως ετερόφωτες πνευματικές υπάρξεις.
Το ελληνικό πνεύμα, είχε φτάσει μέχρι τις Ινδίες και από την άλλη πλευρά μέχρι τον Ατλαντικό ωκεανό. Πως είναι δυνατόν, λοιπόν, να θέλει να περιορίσει κάποιος τον οικουμενικό Έλληνα σε μια μονοσήμαντη διάσταση, που τον θέλει να είναι, είτε το ένα, είτε το άλλο; Σα να αναγκάζεται κάποιος, δηλαδή, να βάλει τα δύο πόδια του σε ένα παπούτσι. Είναι τόσο δύσκολο να καταλάβει κανείς, ότι μια τέτοια αφύσικη μονομέρεια, θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε μια κρίση ταυτότητας; Γιατί, άραγε, εγκαταλείψαμε τη σύνθεση, εμείς που είμασταν πάντα οι καλύτεροι «συνθέτες»; Διότι και η Αυτοκρατορία τότε, μια σύνθεση ήταν, η μεγαλύτερη από όλες, έπειτα από τη σύνθεση του Ελληνισμού με τον Χριστιανισμό. Δύο οικουμενισμοί στην τελειότερη των συνθέσεων!
Από την άλλη, αν ο κάτοικος της Αυτοκρατορίας, ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, τότε σίγουρα, θα ήταν ελληνικής καταγωγής και θα μας απαντούσε αφοπλιστικά, πως εκτός από «Ρωμαίος» είναι Έλληνας και επίσης Γραικός. Όλα αυτά, όμως, που για τον μεσαιωνικό Έλληνα της Αυτοκρατορίας, έμοιαζαν τόσο απλά και ξεκάθαρα, στη δική μας εποχή, 6 αιώνες μετά, μοιάζουν τόσο μπερδεμένα, που ευκολότερα θα κατανοούσε κανείς το Πυθαγόρειο θεώρημα, παρά τους όρους «Ρωμαίος», «Ρωμανία», «Έλλην», «Γραικός», «Βυζάντιο», «Βυζαντινός» και τη μεταξύ τους σχέση. Ξεχάσαμε πως γίνονται πια οι συνθέσεις.
Ας επιχειρήσουμε, όμως, να βρούμε την άκρη του ιστορικού νήματος. Πολύ πριν από τον Μ. Κωνσταντίνο, η ιδέα της «Ρώμης» είχε αρχίσει να διαχωρίζεται από την Αιώνια Πόλη του Τίβερη. Έτσι, μετά από την απόδοση πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων σε κάθε κάτοικο της αυτοκρατορίας, το «Ρωμαίος» σήμαινε πια τον Ρωμαίο πολίτη, ό,που και αν ζούσε και ανεξάρτητα από την εθνική του καταγωγή (1). Μετά από χρόνια, οι άνθρωποι στον ελλαδικό χώρο, αναφερόμενοι στην Αυτοκρατορία, άρχισαν να χρησιμοποιούν όλο και πιο σπάνια (το Λατινικό) «Imperium Romanorum» (Κράτος των Ρωμαίων) και συχνότερα το «Ρωμανία» (Χώρα των Ρωμαίων), έχοντας επίγνωση πως ο όρος «Ρωμαίος», είναι δηλωτικός μόνο της κρατικής-πολιτικής τους οντότητας και ότι οι ίδιοι δεν ήταν Ρωμαίοι στην καταγωγή, αλλά εθνικά Έλληνες.
Ωστόσο, η χρήση του ονόματος «Ρωμαίοι» δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ, για ευνόητους γεωπολιτικούς λόγους. Ήταν μια δήλωση κατοχύρωσης προς κάθε αποδέκτη, της Ρωμαϊκής αυτοκρατορικής κληρονομιάς, που είχε από πολύ παλιά περάσει στα χέρια των Ελλήνων. Και αυτό, παρόλο που το όνομα «Έλληνες», άρχισε αργότερα να χρησιμοποιείται όλο και πιο συχνά, παράλληλα προς το «Ρωμαίος», ιδιαίτερα μετά τον 9ο αιώνα, οπότε είχε πλέον αποσυνδεθεί από τον χαρακτήρα του παγανιστικού. Πάντως, η εξέλιξη του ονόματος «Έλληνες» ήταν αργή και ποτέ δεν αντικατέστησε πλήρως το «ρωμαϊκό» όνομα. Στην ελληνικότατη Αυτοκρατορία της Νικαίας, μετά από τον Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρι βασίλευσε ὁ γαμβρός του, ο ελεήμων και γενναίος Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης. Αυτός, το 1237, απάντησε σε μία θρασεία επιστολή του Πάπα Γρηγορίου Θ΄ και μεταξύ άλλων του έγραφε:
«…Μᾶς γράφεις ὅτι ἀπό τό δικό μας, τό Ἑλληνικό γένος, ἄνθησε ἡ σοφία καί τά ἀγαθά της καί διαδόθηκε στούς ἀλλους λαούς… Οἱ γενάρχες τῆς βασιλείας μου εἶναι ἀπό τό γένος τῶν Δουκῶν καί τῶν Κομνηνῶν, γιά νά μήν ἀναφέρω ἐδῶ καί ὅλους τούς ἄλλους βασιλεῖς πού εἶχαν ἑλληνική καταγωγή και γιά πολλές ἑκατοντάδες χρόνια κατεῖχαν τή βασιλική ἐξουσία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Αὐτούς ὅλους καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης καί οἱ αὐτοκράτορες τούς προσκυνοῦσαν ὡς αὐτοκράτορες τῶν Ρωμαίων» (2). Έχουμε, λοιπόν, εδώ, μία τρανταχτή ομολογία αυτής της διπλής ιδιότητας. Κρατικά ένιωθαν Ρωμαίοι, αλλά εθνικά ήταν Έλληνες και το διεκήρυτταν.
Την ελληνικότητά του βροντοφώναξε και ο γιός του Βατάτζη Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις, που επιθυμούσε να προβάλει το όνομα των Ελλήνων, με πραγματικό εθνικό ζήλο. Προέβαλε ως επιχείρημα ότι:
«η Ελληνική φυλή επικρατεί των άλλων γλωσσών» και υπερηφανευόταν πως: «κάθε τομέας φιλοσοφίας και κάθε μορφή γνώσης είναι επινόηση των Ελλήνων… Τι έχετε, εσείς, ώ Ιταλοί, να επιδείξετε;». (3)
Κομβικό σημείο, λοιπόν, για την εθνική συνειδητότητα, υπήρξε η τραυματική εμπειρία της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, οπότε άρχισε να αναδύεται ο ελληνικός πατριωτισμός. Η οδύνη που προκάλεσε η Άλωση, συμπληρούμενη και από την κακή ανάμνηση του Σχίσματος, είχαν ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει ολοκληρωτικά η πλάνα εικόνα της αμοιβαίας χριστιανικής αδελφοσύνης, που είχαν οι Έλληνες για τον Πάπα και τους δυτικούς. Ο ιστορικός του 1204, Νικήτας Χωνιάτης και πολλοί άλλοι, εξιστόρησαν τα αίσχη των Λατίνων απέναντι στους Έλληνες στην Πελοπόννησο (4). Ενώ, ο Νικηφόρος Βλεμμύδης ανέφερε ως «Έλληνες» τους Ρωμανούς αυτοκράτορες (5). Ο δεύτερος αυτοκράτορας της Νικαίας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης στην επιστολή του στον Πάπα Γρηγόριο Θ΄, αναφέρεται στη «φρόνηση, η οποία επιδαψιλεύει το Ελληνικόν Έθνος» (6)
Υποστήριζε, ακόμη, ότι η μεταβίβαση της αυτοκρατορικής εξουσίας από την Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, υπαγορεύθηκε από εθνικούς μάλλον, παρά από γεωγραφικούς λόγους και, κατά συνέπεια, δεν ανήκε στους Λατίνους που είχαν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Υποστήριζε, ότι η κληρονομιά του Μεγάλου Κωνσταντίνου μεταβιβάσθηκε στους Έλληνες, και πως αυτοί μόνοι ήσαν οι κληρονόμοι και διάδοχοί του. Έχει σημασία, πως εθνικά «Ρωμαίος» εθεωρείτο μόνο ο ελληνόφωνος υπήκοος και όχι ο Αρβανίτης ή ο Βλάχος ή ο Βούλγαρος ή ο Σέρβος κάτοικος της Αυτοκρατορίας. Έτσι, ο Δούκας διέκρινε σαφώς τις διάφορες χριστιανικές εθνότητες που ζούσαν στα εδάφη της Αυτοκρατορίας, διαχωρίζοντας τους «Ρωμαίους» από τους υπόλοιπους, που ήταν Χριστιανοί μεν, βάρβαροι δε: «[...] ως κακείνος εν τη Αδριανού προς Ρωμαίους, Ούννους, Βλάχους, Σέρβους, Βουλγάρους δόρυ κινών» [TLG, Δούκας, 22, 9, 11-12]
Ακόμη, ο Νικηφόρος Γρηγοράς ονόμασε το ιστορικό έργο του «Ρωμαϊκή Ιστορία». Ο Αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός, μέγας υποστηρικτής της Ελληνικής παιδείας, στα απομνημονεύματά του αναφέρεται πάντα στους Βυζαντινούς με τον όρο «Ρωμαίοι». Εν τούτοις, σε μια επιστολή που του απέστειλε ο Σουλτάνος της Αιγύπτου Νάσερ Χασάν μπεν Μοχάμεντ, τον μνημονεύει ως: «Αυτοκράτορα των Ελλήνων, Βουλγάρων, Ασάνων, Βλάχων, Ρώσων και Αλανών», όχι όμως των «Ρωμαίων» (7). Ενώ ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης συνηγορούσε υπέρ της ολοσχερούς αντικατάστασης του όρου «Ρωμαίοι» με τον όρο «Γραικοί» (Greek) (8). Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος τελικά, ανακήρυξε την Κωνσταντινούπολη, ως το «καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και αγάπη όλων των Ελλήνων» (Hellenes). Στο ύστερο Βυζάντιο, όπως βλέπουμε, τα ονόματα Ρωμαίοι-Γραικοί-Έλληνες, είχαν σε μεγάλο βαθμό ταυτιστεί. Ας πάρουμε μερικά παραδείγματα:
Τον 15ο αιώνα ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων ονόμαζε το Γένος πότε των «Ελλήνων» και πότε των «Ρωμαίων»:
«του ημετέρου τούτου του των Ρωμαίων γένους» [P.G. 160, 953A]. Ο ίδιος πάλι Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, υπέδειξε στον Κωνσταντίνο ΙΑ Παλαιολόγο, ότι ο λαός, του οποίου ηγείται, είναι «Έλληνες», όπως πιστοποιεί η φυλή, η γλώσσα και η παιδεία τους (9), Ο δε Γεννάδιος Σχολάριος, γράφει κάπου χαρακτηριστικά: «όσοι των Ελλήνων ή Ρωμαίων του πράγματος ύστερον συναισθήσονται». [«Παραμυθητικός τω βασιλεί Κωνσταντίνω επί τη μεταστάσει της δεσποίνης της μητρός αυτού»]. Ενώ, σε «Πανηγυρικό προς Μανουήλ και Ιωάννην Παλαιολόγους» συνδέονται τα δύο ονόματα και παρουσιάζεται η ιδέα της διπλής καταγωγής του Γένους: Γίνεται λόγος δηλ. για ανάμειξη των «δύο επισήμων γενών», των Ελλήνων και των Ρωμαίων, από την οποία προήλθε
«γένος εν(α) το επισημότατον τε και κάλλιστον, ούς και εί τις Ρωμέλληνας είποι, καλώς αν είποι» (10).
Έπειτα από τα όσα ιστορικά στοιχεία παρέθεσα, γίνεται απόλυτα κατανοητό, πως για τον μεσαιωνικό Έλληνα, οι όροι «Ρωμαίος», «Έλληνας» και «Γραικός» ταυτίζονταν, χωρίς αυτό να του δημιουργεί πρόβλημα συνείδησης σχετικά με την εθνική του ταυτότητα. Γίνεται επίσης σαφές, ότι ο όρος «Ρωμανία» ήταν σε πλήρη χρήση και πως ήταν αποδεκτός από όλους, ως το επίσημο όνομα της Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Άρα, η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου, είναι σαφώς «Ρωμανία» και όχι «Βυζάντιο». Ήταν, όμως, για όλους έτσι; Από ό,σα αποδεικνύουν τα ιστορικά στοιχεία, δεν ήταν! Η αμφισβήτηση της «ρωμαϊκότητας» και κατ΄επέκταση του κληρονομικού δικαιώματος των Ελλήνων, επί του θρόνου του Μ. Κωνσταντίνου, μεθοδεύτηκε συστηματικά εκ μέρους των Φράγκων και του Πάπα, που βρίσκονται πίσω από την καθιέρωση, εκ των υστέρων, του όρου «Βυζάντιο» αντί για «Ρωμανία» για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Ας κάνουμε, λοιπόν, ένα τελευταίο συλλογισμό, που θα φωτίζει επαρκώς την αιτία αυτού του ιστορικού νεολογισμού, σχετικά με τον αδόκιμο και τεχνητό όρο «Βυζάντιο» και από ποια πιθανά κίνητρα να δημιουργήθηκε.
«Σύμφωνα με τη ερμηνεία των γεγονότων από τους Φράγκους, ο παπισμός κατάλληλα «μετέφερε τη ρωμαϊκή αυτοκρατορική εξουσία από τους Έλληνες στους Γερμανούς, στο όνομα της Μεγαλειότητος του, του Καρόλου (σ.σ. του Καρλομάγνου)» (11). Στο εξής, και από την εποχή της στέψης του Καρλομάγνου από τον Πάπα, το 800 μ.Χ, ως Ρωμαίου αυτοκράτορα, αναδύεται η νέα διεκδικήτρια του θρόνου «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» των Γερμανών, ένας πόλεμος ονομάτων ξέσπασε γύρω από τα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά δικαιώματα. Αδυνατώντας οι δυτικοί να αρνηθούν, ότι υπήρχε ένας Αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη, ικανοποιούνταν με το να τον αποκηρύσσουν ως διάδοχο της ρωμαϊκής κληρονομιάς, με το επιχείρημα, ότι οι Έλληνες δεν είχαν καμιά σχέση με τη ρωμαϊκή κληρονομιά. Τα στοιχεία αυτής της επιδιωκόμενης αποδόμησης είναι πολλά. Για παράδειγμα: Ο Πάπας Νικόλαος Α΄ έγραφε στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄: «Παύσατε να αποκαλείστε «Αυτοκράτωρ Ρωμαίων», αφού οι Ρωμαίοι των οποίων ισχυρίζεστε ότι είστε Αυτοκράτορας, είναι στην πραγματικότητα βάρβαροι, κατά τη γνώμη σας» (12).
Ανάλογα προκλητική ήταν και η στάση του Γερμανού Επισκόπου Λιουτπράνδου (Cremon Liutprand) (13,) που αποκαλεί τον Γερμανό Όθωνα τον Α’ με το προσωνύμιο: «Imperator Romanorum» (Αυτοκράτωρ Ρωμαίων), ενώ την ίδια στιγμή, ονομάζει τον Ρωμανό αυτοκράτορα ως: «Imperatore Grecorum ή Argivorum», δηλαδή (Αυτοκράτορα Ελλήνων ή Αργείων), με αποτέλεσμα να φυλακισθεί για ένα διάστημα στην Πόλη. Επίσης τον 11ο αιώνα, ο Γερμανός αυτοκράτορας Φρειδερίκος Βαρβαρόσα, σε επιστολή του στον αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό, τον αποκαλεί «REX GRAECORUM», δηλαδή «ΒΑΣΙΛΕΑ ΕΛΛΗΝΩΝ». Με την ιδιότητα του Ρωμαίου αυτοκράτορα, ο Γερμανός Φρειδερίκος ζητούσε από τον Μανουήλ, ως Έλληνα βασιλιά, να του αποδώσει την οφειλόμενη υπακοή (14). Διαπιστώνουμε, λοιπόν, την διπλή αιτία της εχθρότητας, που δεν είναι άλλη από την προσπάθεια σφετερισμού εκ μέρους των δυτικών, της ρωμαϊκής κληρονομιάς της Κωνσταντινούπολης και της διακαούς επιθυμίας του Πάπα, να αναγνωριστεί το Πρωτείο του από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτό που απομένει, είναι να δούμε με ποιον τρόπο επιχειρήθηκε αυτό.
Κατά αρχήν, εγκαταλείποντας τελικά την Κωνσταντινούπολη στο έλεος των Οθωμανών, παρά τα κροκοδείλια δάκρυα και την ανεκπλήρωτη υπόσχεση βοήθειας (15). Στη συνέχεια, 104 χρόνια έπειτα από την κατάρρευση της Πόλης και της Αυτοκρατορίας, το επίσημο όνομα «Ρωμανία» όλως τυχαίως παρακάμπεται, και αντί αυτού, εμφανίζεται στην ιστορία ο όρος «Βυζάντιο». Γιατί όμως; Τολμώ να πω, εξαιτίας μιας σκόπιμης παραποίησης και απόπειρας διαγραφής και κατά συνέπεια μιας συσκότισης της ιστορικής αλήθειας. Στην πραγματικότητα, ο όρος «Βυζάντιο», είναι ένας νεολογισμός μιας ιστορικής κατά τα άλλα αυθαιρεσίας, τον οποίο χρησιμοποίησε στα 1557 για πρώτη φορά ο ιστορικός Ιερώνυμος Βολφ (Hieronymus Wolf, 1516-1580), αλλά και άλλοι αργότερα ανθρωπιστές, όπως ο Γάλλος λόγιος και εκδότης, Ιησουίτης Φίλιππος Λαμπέ, στα 1680 ο Γάλλος ιστορικός Κάρολος Δουκάγγιος, και τον 18ο αιώνα ο Γάλλος Μοντεσκιέ, κ.α (16). Ανθρωπιστές και Διαφωτιστές, εκτός ελαχίστων, επί το έργον της αποδόμησης της Ελληνικής Χριστιανικής Αυτοκρατορίας.
Όταν έπειτα από την Εθνική μας Επανάσταση, το νεοσυσταθέν κράτος έπρεπε να ονομαστεί, επιβλήθηκε όχι τυχαία, το όνομα Ελλάδα και Έλληνες. Όχι επειδή τα ίδια δεν είναι απολύτως ελληνικά και αγαπητά σε όλους, αλλά περισσότερο, διότι κανέναν από τους δυνατούς δε συνέφερε η αναγέννηση ενός κράτους με το όνομα «Ρωμανία», ως διάδοχη πολιτική οντότητα της βιαίως διακοπείσας Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος λαός είμαστε άλλωστε. Για αυτό, ονόματα όπως «Ρώμη» και «Ρωμανία», υιοθετήθηκαν από τον λαό και ως ανάμνησή τους μένουν και σήμερα ακόμη οι όροι «Ρωμιός» και «Ρωμιοσύνη». Πίσω όμως, από τον προβαλλόμενο ρομαντισμό και την εξειδανικευμένη εικόνα των Ευρωπαίων σχετικά με την αρχαία Ελλάδα και τη δήθεν αναγέννηση της, υπήρχαν πιστεύω, άλλα κίνητρα και υπολογισμοί, που είχαν ως κύριο σκοπό τους, να ιδρύσουν ένα κρατίδιο μέχρι την Λαμία και τον Βόλο. Το όνομα Ελλάδα ταίριαζε καλύτερα σε μια τέτοια προοπτική, μιας και η φυλή των Ελλήνων κατοικούσε στην ευρύτερη περιοχή της Φθιώτιδας. Όμως, το όνομα «Ρωμανία»;;
Αυτό, ήταν πολύ διαφορετικό! Αυτό, από μόνο του, θα συμβόλιζε πολλά περισσότερα πράγματα! Θα έκφραζε περισσότερες απαιτήσεις και θα ξύπναγε συνειδήσεις και πόθους. Θα έκφραζε την επιθυμία αποκατάστασης της διαταραγμένης συνέχειας της ιστορικά ελεύθερης ύπαρξης μας. Θα προκαλούσε εντάσεις και θα πρότασσε δικαιώματα. Έτσι, απορρίφθηκε. Μάλιστα, επειδή η Ορθοδοξία είχε άμεση ιστορική και θρησκευτική συνάφεια με την Αυτοκρατορία, της οποίας εξακολουθεί να είναι το μόνο ζωντανό μέρος, θεωρήθηκε πως θα έπρεπε και αυτή επίσης να απαλειφθεί, ή τουλάχιστον να περιοριστεί ή να «μεταρρυθμιστεί», ώστε να διασφαλιστεί η καταστολή και η πλήρης ιστορική αμνησία. Από την Βαυαροκρατία έως σήμερα, η Ορθοδοξία δέχεται έσωθεν και έξωθεν βολές και σκληρή κριτική. Λίγες φορές δίκαια και πολλές φορές άδικη.
Αν κάποιος αμφισβητεί την τεράστια δύναμη που κρύβουν πίσω από το συμβολισμό τους τα ονόματα, αρκεί να σκεφτεί, για ποιο λόγο καταβάλλουν τα Σκόπια, επί τόσα χρόνια, τον άδικο αγώνα τους, προκειμένου να σφετεριστούν το όνομα της Μακεδονίας μας; Ταυτόχρονα, άρχισε εδώ και 200 χρόνια να προβάλλεται μετά επιμονής, ακόμη και στην Ελλάδα, ο όρος «Βυζάντιο», αντί του «Ρωμανία», που μόνο οι Πόντιοι ακόμη τον χρησιμοποιούν στα πονεμένα τραγούδια τους. Έτσι, λοιπόν, «γράφεται» η ιστορία. Για αυτό δολοφονούνται άνθρωποι σαν τον Ρήγα Φεραίο και τον Καποδίστρια. Έτσι, καταστέλλονται οι εθνικοί πόθοι των λαών, και έτσι ναρκώνεται η εθνική τους συνείδηση, ώστε να είναι εύκολα χειραγωγήσιμοι και βολικοί. Ιδίως μετά από τη Μικρασιατική καταστροφή, που ήταν και η «ταφόπλακα» του πόθου της εθνικής μας ολοκλήρωσης.
Όμως, όπως βλέπουμε στην εποχή μας, οι «παλιές» ιδέες και τα «όνειρα», δεν πεθαίνουν ποτέ και ας δίνουν άλλη εντύπωση. Εξακολουθούν ακόμη και σήμερα, να είναι ζωντανά κάτω από την παραπλανητική αμφίεση της σύγχρονης φαινομενικότητας. Και σήμερα η Γερμανία, εξακολουθεί να προσπαθεί να εκπληρώσει το όραμα της Καρολίγγειας, Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και το έχει σχεδόν καταφέρει να ηγεμονεύει στην οικονομία της Ευρώπης και στη δική μας. Και σήμερα η Ελλάδα παλεύει με τα θεριά. Σκεφτείτε, πως και γιατί, οι παλαιότεροι λαοί της Αυτοκρατορίας, έχουν ακόμη και σήμερα στις σημαίες τους τον Δικέφαλο Αετό της Αυτοκρατορίας, και γιατί η Βλαχία πήρε το όνομα Ρουμανία, ενώ θα έπρεπε κανονικά να λέγεται Δακία.
Οι λαοί, έχουν όνειρα, εθνικούς πόθους και οράματα, που κοιμούνται μέσα στο συλλογικό τους υποσυνείδητο, αναμένοντας την θεία σπίθα της αφύπνισης. Ακόμη και αν γίνεται προσπάθεια να καταπνιγούν, αυτά τελικά ανασταίνονται.
Όλα είναι ζωντανά και όλα κινούνται μέσα στους κύκλους της ιστορίας, όπου 200, ή και 600 χρόνια, πολύ συχνά δεν είναι τίποτα. Μοιάζουν, μόλις σαν χθες…
Παραπομπές-σημειώσεις:
1. Πριν την Αυτοκρατορική περίοδο (89 π.Χ.), το Ρωμαϊκό Δίκαιο χορήγησε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Ιταλίας. Κατόπιν, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη προσφερόταν σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων παντού στην Αυτοκρατορία. Το 212, ο αυτοκράτορας Καρακάλας διακήρυξε ότι όλοι οι ελεύθεροι πολίτες της Αυτοκρατορίας μπορούσαν να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, δίνοντας τους τη δυνατότητα να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, και όχι απλά υποτελείς των Ρωμαίων.
2. «Γράφεις στο γράμμα σου ότι στο δικό μας γένος των Ελλήνων η σοφία βασιλεύει… ότι, λοιπόν, από τον δικό μας γένος άνθησε η σοφία και τα αγαθά της και διεδόθησαν στους άλλους λαούς, αυτό είναι αληθινό. Αλλά πως συμβαίνει να αγνοείς, ή αναφέρεται δεν τον αγνοείς πως και τον απεσιώπησες ότι μαζί με την βασιλεύουσα Πόλη και η βασιλεία σε αυτόν τον κόσμο κληροδοτήθηκε στο δικό μας γένος από τον Μέγα Κωνσταντίνο, ο όποιος εδέχθη την κλήση από τον Χριστό και κυβέρνησε με σεμνότητα και τιμιότητα; Υπάρχει μήπως κανείς που αγνοείς ότι η κληρονομιά της δικής του διαδοχής (σ.σ. του Μ. Κωνσταντίνου) πέρασε στο δικό μας γένος κι εμείς είμαστε οι κληρονόμοι και διάδοχοι του; Απαιτείς να μην αγνοούμε τα προνόμια σου. Κι εμείς έχουμε την αντίστοιχη απαίτηση να δεις και να αναγνωρίσεις το δίκαιο μας, όσον άφορα την εξουσία μας στο κράτος της Κωνσταντινουπόλεως, τον όποιο αρχίζει από των χρόνων του Μεγάλου Κωνσταντίνου και έζησε επί χίλια χρόνια, ώστε έφθασε μέχρι και την δική μας βασιλεία. Οι γενάρχες της βασιλείας μου από τις οικογένειες των Δουκών και των Κομνηνών, για να μην αναφέρω τους άλλους, κατάγονται από ελληνικά γένη. Αυτοί λοιπόν οι ομοεθνείς μου επί πολλούς αιώνες κατείχαν την εξουσία στην Κωνσταντινούπολη. Και αυτούς η Εκκλησία της Ρώμης και οι προϊστάμενοι της τους αποκαλούσαν Αυτοκράτορες Ρωμαίων… Διαβεβαιούμε δε την αγιότητα σου και όλους τους Χριστιανούς ότι ουδέποτε θα παύσουμε να αγωνιζόμαστε και να πολεμούμε κατά των κατακτητών τής Κωνσταντινουπόλεως θα ασεβούσαμε και προς τους νόμους της φύσεως και προς τους θεσμούς της πατρίδος και προς τους τάφους των πατέρων μας και προς τους ιερούς ναούς του Θεού, εάν δεν αγωνιζόμασταν γι’ αυτά με όλη μας την δύναμη… Έχουμε μαζί μας τον δίκαιο Θεό, ο όποιος βοηθεί τους αδικουμένους και αντιτάσσεται στους αδικούντας…»
3. Ιωάννης Βατατζής, “Unpublished Letters of Emperor John Vatatzes”, Athens I, σ.369 – 378, (1872)
4. Νικήτας Χωνιάτης “The Sack of Constantinople”, 9 ’¦Å, Bonn, σ.806
5. Nicephorus Blemmydes, “Pertial narration”, 1, 4
6. Theodore Alanias, “PG 140, 414″
7. Ιωάννης Κατακουζηνός, “History”,
8. Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, “History I”, 6 ’¦Å’¦Å
9.Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός “Paleologeia and Peloponessiaka”, σ.247
10. Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια, τομ. Γ’, σελ. 152
11. Πάπας Ιννοκέντιος, “Decretalium”, “Romanourm imperium in persona magnifici Caroli a Grecis transtuli in Germanos.”,
12. Epistola 86, of year 865, PL 119, 926Ο
13. Liutprand, “Antapodosis”. Ο Λιουτπράνδος επιπρόσθετα, κατηγορεί το Βυζάντιο ότι δεν τηρεί τη ρωμαϊκή παράδοση (ήθη, έθιμα, λατινική γλώσσα) και βρίσκεται μακριά από εκείνα τα οποία επιτάσσει αυτή. Ακόμη, το γεγονός ότι δεν συγκαλούνται σύνοδοι στη Δύση αποδεικνύει ότι εκεί τηρούν τις χριστιανικές διδαχές και δεν παρεκκλίνουν σε αιρετικά κηρύγματα. Επιπλέον, αντικρούει τις ερμηνείες των Βυζαντινών σχετικά με τις προφητείες που κυκλοφορούν με το να υποστηρίζει ότι αναφέρονται στην τελική νίκη του Δυτικού αυτοκράτορα (και όχι του βυζαντινού), ο οποίος πρεσβεύει το Δίκαιο.
14. Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, Georg Ostrogorsky, εκδόσεις Βασιλόπουλος, τόμος 3, σελ. 59.
15. Μπορεί εύκολα να συμπεράνει κανείς από τη στάση του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ (1198-1216), όταν μετά την καταστροφή της Βασιλεύουσας, θα γράψει προς τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη ότι «οι Λατίνοι υπήρξαν όργανο της Θείας Προνοίας, που τιμώρησε τους Έλληνες για την άρνησί τους να δεχθούν την ηγεσία της Ρωμαϊκής Εκκλησίας». Σε ολόκληρη την Δύση θα ψάλλουν ύμνους για να πανηγυρίσουν την πτώση της «μεγάλης ανίερης (profana) πόλεως». «Ιστορία των Σταυροφοριών», Σερ Στήβεν Ράνσιμαν.
16. Ιερώνυμος Βολφ (Hieronymus Wolf, 1516-1580), Βιβλιοθηκάριος και γραμματέας στον οίκο των ισχυρών τραπεζιτών Fugger στην Αυγούστα (Augsburg). Ο Βολφ, συνέλαβε την ιδέα ενός Corpus Historiae Byzantinae (Σώμα βυζαντινής ιστορίας) που θα περιλάμβανε έργα Βυζαντινών ιστορικών από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, μέχρι τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Κατόπιν, τον όρο «βυζαντινός» τον καθιέρωσε ένας πολύ σημαντικός Γάλλος λόγιος και εκδότης, ο Ιησουίτης Φίλιππος Λαμπέ (1607-1667), ο οποίος προλογίζει το δικό του σώμα κειμένων βυζαντινής ιστορίας, με τις λέξεις: “De Byzantinae historiae scriptoribus…”. Στα 1680 ο Γάλλος ιστορικός Κάρολος Δουκάγγιος χρησιμοποίησε τον όρο για να τιτλοφορήσει το ιστορικό του βιβλίο Historia Byzantina, που πραγματεύεται την ιστορία του κράτους της Κωνσταντινούπολης. Ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» επινοήθηκε και διαδόθηκε από Γάλλους ανθρωπιστές σαν τον Montesquieu, μία σημαντική μορφή της διανόησης του 18ου αιώνα. Αυτός ήταν ο συγγραφέας του γόνιμου έργου “Το Πνεύμα των Νόμων” που τόσο πολύ ενέπνευσε τους Ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών στη σύνταξη του Αμερικανικού Συντάγματος. Αν και έγραψε μακροσκελή ιστορία της Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης, ο Montesquieu σε καμιά περίπτωση δεν επέτρεψε στον εαυτό του να αναφερθεί στην Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης, χρησιμοποιώντας τα ένδοξα ονόματα «Ελληνική» ή «Ρωμαϊκή». Από το αρχαίο όνομα «Βυζάντιον», ο Montesquieu χρησιμοποίησε τη λέξη «Βυζαντινή»
Πηγή: http://olympia.gr
Αγιορείτες Γέροντες λένε πως ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς είναι ο Άγιος Ιωάννης Δούκας Βατάτζης ο Ελεήμων, ο Αυτοκράτορας δηλαδή Νικαίας, ο οποίος βρέθηκε παντελώς άφθαρτος στον τάφο του στην Μικρασία, τόσο ο ίδιος, όσο και τα βασιλικά του ενδύματα!
Όμως με τις αλώσεις των Φράγκων και των Τούρκων, χάθηκαν τα ίχνη του αγίου άφθαρτου και ολόσωμου λειψάνου, το οποίο βρίσκεται όπως φαίνεται στην Κωνσταντινούπολη, κεκρυμμένο, σε μυστικό σπήλαιο, το οποίο γνωρίζουν μόνο λίγοι κρυπτοχριστιανοί, που φυλούν το ιερό μυστικό για αιώνες, αναμένοντας την έγερση του μαρμαρωμένου!
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Την πρώτη βάσιμη και αξιόπιστη μαρτυρία την έχουμε διά στόματος του μεγάλου Γέροντος Εφραίμ της Αμερικής, τέως Καθηγουμένου της Ι. Μ. Φιλοθέου Αγίου Όρους, ο οποίος έχει διηγηθεί ότι....
την πληροφορία για την ύπαρξη του Ιωάννη, τους την μετέφερε πριν το 1955 στο Άγιον Όρος ο Αρχιερεύς Ιερόθεος εκ Μικρασίας, ο οποίος μάλιστα τον είχε χειροτονήσει! Αυτός ο Αρχιερέας Ιερόθεος τους είπε πως είχε δεί με τα ίδια του τα μάτια τον κοιμώμενο Βασιλέα Ιωάννη! Να τι είχε διηγηθεί συγκεκριμένα ο Γέροντας Εφραίμ της Αμερικής, το οποίο πρωτακούσαμε άφωνοι πριν 14 σχεδόν χρόνια στο Άγιον Όρος από κασέτα με τη φωνή του ίδιου του γέροντα:
" …Υπάρχει κοιμώμενος Στρατηγός ονόματι Ιωάννης, ο οποίος, τότε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ θα υποδείξει εις τους Χριστιανούς ότι αυτός θα βασιλεύσει τώρα. Θα τους υποδείξει με το δάχτυλό του τον τόπο και θα τον καλέσουν να ηγηθεί και να βασιλεύσει εις τον ελληνικό και ορθόδοξο λαό. Καί θα γίνει αυτό.
Πριν από χρόνια εις το Άγιον Όρος ήταν ένας Αρχιερέας ονόματι Ιερόθεος. Αυτός ήρθε από την Μικρά Ασία. Καί το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον έβαλε στο Άγιον Όρος να κάνει χειροτονίες, μνημόσυνα, Λειτουργίες, κλπ. Ήταν ένας άγιος Αρχιερέας, στον τύπου του Αγίου Νικολάου. Από αυτόν τον άγιον Αρχιερέα αξιώθηκα της Ιεροσύνης. Από την Μικρά Ασία. Ευλογημένος άνθρωπος του Θεού!
Ένα θα σας πω. Αγρυπνίες που κάμναμε! Δεκαπέντε ώρες αγρυπνία, αυτός ο άνθρωπος, ογδοηκοντούτις γέρων, δεν εκάθετο καθόλου στο κάθισμα. Από το θρόνο κατέβαινε στο στασίδι πάλι όρθιος. Καί στην Λειτουργία τρεις ώρες που ακολουθούσε μετά την πολύωρη Ακολουθία του Όρθρου, όρθιος! Τον βάζαμε μία καρέκλα να καθίσει και δεν ήθελε. Έλεγε «ακόμη η Παναγία μας δεν με κούρασε» και ας έτρεμε όλος από την κούραση.
Αυτός ο άγιος Αρχιερέας, αυτός μας είπε. Αυτός είδε τον κοιμώμενο αυτόν Στρατηγό Ιωάννη, που θα αναστηθεί όταν θα γίνει ο 3ος μεγάλος αυτός Παγκόσμιος Πόλεμος! Τον είδε!. Διότι χείλη αρχιερέως και ιερέως ου ψεύδονται.
Λοιπόν μας είπε την αλήθεια. Καί τον ρωτήσαμε. Διότι ζούσε τότε και ο μακαριστός μου και ο άγιος γέροντάς μου (σ.σ. ο περίφημος Ιωσήφ Ησυχαστής και Σπηλαιώτης) και όλοι μαζί συνοδεία, τον είχαμε πάρει στο εκκλησάκι μας και εκεί καθίσαμε και τον κάμναμε τις ερωτήσεις. Καί μας τα έλεγε. Τα ακούσαμε με τα αυτιά μας.
Λέει «υπάρχει αυτός ο κοιμώμενος βασιλεύς και θα αναστηθεί»!
Τού λέμε «ποτέ Γέροντα; Πότε άγιε Αρχιερέα του Θεού»;
Λέει, «όταν θα γίνει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος»!
Καί επίσης μας είπε ότι «το δεξί του χέρι είναι στη λαβή του σπαθιού! Το οποίο σπαθί είναι μες στην θήκη».
Καί μας έλεγε «όταν το σπαθί βγεί από τη θήκη του, τότε θα αρχίσει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος».
Καί εμείς από την περιέργειά μας του λέγαμε:
«Σεβασμιότατε πόσο απέχει το σπαθί από την θήκη»;
«Ολίγοι πόντοι εναπέμειναν για να βγεί» λέει…"!
Η αποκάλυψη αυτή του Αρχιερέως Ιεροθέου έγινε λίγο πριν τα γεγονότα του Πογκρόμ του 1955 σε Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη, ζώντος του οσίου Γέροντος Ιωσήφ Ησυχαστή του Σπηλαιώτη, ο οποίος κοιμήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1959 μ.Χ..
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ - δεκαετία 1970
Η παρακάτω μαρτυρία έχει δημοσιευθεί στο διαδίκτυο: "Η διήγηση που ακολουθεί περιγράφει την επίσκεψη ενός Καθηγητού του Πανεπιστημίου στην Κωνσταντινούπολη μέσα στη δεκαετία του 70.
Εκεί είχε φίλους δύο Τούρκους καθηγητές του Πανεπιστημίου της Κων/πόλης. Σε συζήτηση που είχε μαζί τους για τα επερχόμενα ήρθε και το θέμα της επανάκτησης της Πόλης.
Τότε οι Τούρκοι καθηγητές (που απ΄ τη συνέχεια φαίνεται ότι ήταν κρυπτοχριστιανοί) του είπαν:
"Θέλεις να σε πάμε να δείς κάτι μοναδικό, με την προϋπόθεση ότι θα σού δέσουμε τα μάτια καθ΄όλη την διαδρομή, ώστε να μην μπορείς να εντοπίσεις το μέρος. Γιατί αυτό που θα αντικρύσεις, αποτελεί επτασφράγιστο μυστικό"!
Εκείνος δέχτηκε και ξεκίνησαν με ένα τζιπ, αυτός με δεμένα τα μάτια, αλλά από την ώρα που έκαναν να φτάσουν στον προορισμό τους, υπολόγισε πως πρέπει να ήταν περί τα 10 χιλιόμετρα έξω απ΄ την Κων/πόλη. Τον κατέβασαν με δεμένα μάτια και τον οδήγησαν σε ένα μέρος που απ΄ την υγρασία κατάλαβε ότι ήταν σπήλαιο.
Προχώρησαν αρκετά μέσα στο σπήλαιο και όταν έφθασαν σε μία εσωτερική στοά του σπηλαίου του άνοιξαν τα μάτια. Αυτό που αντικρυσε υπερέβαινε ο,τι μπορούσε να είχε πριν φανταστεί! Η στοά ήταν αρκετά μεγάλη και σε κάποιο σημείο υπήρχε ένας ανοικτός τάφος χωρίς κανένα διακριτικό. Μέσα στον τάφο είδε ένα άνδρα ντυμένο με ρούχα βασιλικά της Ρωμαίκης αυτοκρατορίας, διέκρινε δύο πορφυρούς σταυρούς στους ώμους, αλλά το συγκλονιστικό ήταν ότι ο άνδρας αυτός ήταν σαν ζωντανός που κοιμάται, είχε δηλαδή ροδαλό χρώμα σαν ζωντανός. Έφερε πλήρη πολεμική εξάρτιση της εποχής και είχε το χέρι του στο ξίφος το οποίο ήταν βγαλμένο σχεδόν όλο απέμεναν δε λίγα εκατοστά για να αποσπαστεί από τη θήκη του. και ενώ παρατηρούσε άναυδος, οι φίλοι του του είπαν:
"Αυτός είναι ο δούξ Ιωάννης Βατάτζης, βασιλεύς της Νίκαιας, αυτός θα ηγηθεί του γένους των Ρωμιών. Το μυστικό αυτό μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, σε κάποιους έμπιστους και η παράδοση λέει ότι όταν θα βγεί το σπαθί του τελείως απ΄ το θηκάρι, οι Έλληνες θα πάρουν πίσω ότι έχασαν τότε. Καί είναι γεγονός, το έχουμε παρατηρήσει ότι το ξίφος μετακινέιται κατά ένα-δύο χιλιοστά την πενταετία" (δεν είναι βέβαιο το διάστημα).
Τού έδεσαν τα μάτια πάλι και επέστρεψαν. Φίλος φίλου του καθηγητού και αυτοπτου μάρτυρος, το έχει διηγηθεί γύρω στο 1992 απ' ευθείας σε αδελφικό μου φίλο, γιατρό, αναπληρωτή διευθυντή κλινικής, πιστό και σοβαρό άνθρωπο, ο οποίος μου το μετέφερε.
Τότε ήμασταν πολύ δύσπιστοι. Μάλιστα εγώ το είπα στον γέροντά μου που είναι δυσκολόπιστος σ΄αυτά και έχει διάκριση και το άκουσε με προσοχή. "Γιατί όχι;" τον άκουσα έκπληκτος να μου λέει, "το κρατάμε στην καρδιά μας αφού είναι προσδοκία μας και εφ΄ όσον οι άγιοί μας έχουν πεί ότι θα γίνουν αυτά, δεν ψεύδονται". Ναί αλλά είναι ο Βατάτζης ο αγαθός βασιλεύς και θα αναστηθεί; τον ρώτησα. "Πολύ πιθανόν" μου απήντησε. Ξέροντας τον γέροντά μου κι εγώ κι ο φίλος μου θεωρήσαμε την απάντησή του σαν απόλυτη επιβεβαίωση. Παρ΄ όλα αυτά ήμασταν ακόμα επιφυλακτικοί.
Πολύ αργότερα το διασταυρώσαμε με ένα βίντεο όπου μιλάει ο γέρων Εφραίμ, κτήτωρ πολλών μοναστηριών στην Αμερική και λέει πως στο Αγ. Όρος είχε γνωρίσει έναν άγιο αρχιερέα τον Μηλιτουπόλεως Ιερόθεο που ζούσε τότε μονάζοντας στο Αγ. Όρος και του είχε διηγηθεί ότι σε επισκεψή του το 1952 στην Κων/πόλη είχε δεί (κάτω από ποιές συνθήκες δεν ξέρω) ακριβώς τα ίδια που περιγράψω πιο πάνω. Μάλιστα έλεγε "στον γ. Εφραίμ ότι "...λίγα εκατοστά παιδάκι μου είχε για να βγεί το σπαθί απ΄το θηκάρι του...". Τού το διηγήθηκε το 1955 και φοβόταν (με την εκδίωξη των Ελλήνων απ΄την Πόλη) μήπως είχε έρθει η ώρα του μεγάλου πολέμου. Στο βίντεο αυτό ο γέρων Εφραίμ τονίζει:"...και χείλη Αγίου Αρχιερερέως ου ψεύδονται..."
Καί η παραπάνω μαρτυρία επικαλείται την αποκάλυψη του Γέροντος Εφραίμ της Αμερικής.
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ - δεκαετία 1980
Η επόμενη μαρτυρία δημοσιεύθηκε σε άρθρο της δημοσιογράφου Ελένης Κυπραίου – πρώτης παρουσιάστριας της Ελληνικής Τηλεόρασης - παραμονή της Αλώσεως, 28 Μαίου του 1990. Ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει μία συνταρακτική αποκάλυψη:
Πριν μερικά χρόνια λοιπόν, λιγότερα από δεκαετία, υπηρετούσαν, απ’ τη μία κι’ από την άλλη πλευρά του Έβρου, στα σύνορα, που διαιρούν τη Θράκη μας στα δύο, αντίστοιχα, Έλλην και Τούρκος στρατηγός. Οι δύο άνδρες είχαν συνδεθεί με στενή μεταξύ τους φιλία. Πολύ περισσότερο που ο Τούρκος στρατηγός, είχε σύζυγο Ελληνίδα.
Όταν έφθασε ο καιρός να μετατεθούν για άλλη υπηρεσία, προσκάλεσε ο Τούρκος τον Έλληνα συνάδελφό του.
«Τόσον καιρό», του είπε, «περάσαμε ανέφελα μαζί. Οι διαφορές που έχουν οι δύο χώρες μας , μεταξύ τους, δεν επηρέασαν τη φιλία μας. Αλλά κι’ εμείς οι Τούρκοι θεωρούμε τη φιλία ιερή. Θα ήθελα αύριο το βράδυ να σού το αποδείξω».
Την επόμενη, στις 10 ακριβώς, ο Έλλην επιβιβαζόταν στο ιδιωτικό αυτοκίνητό του Τούρκου. Νύχτα αφέγγαρη ήταν. Ερημικοί οι δρόμοι. Ανοιχτή κι η λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας προς την Πόλη. Κοντά μεσάνυχτα πρέπει να να πλησίασαν στις παρυφές της, Ύπνος βαθύς είχε καθηλώσει στα κρεβάτια τους κατοίκους της. Ησυχία στους δρόμους.
Γρήγορος, ο οδηγός Τούρκος, μπήκε, βγήκε από στενά, από περιπεπλεγμένα σαν κουβάρι καλντερίμια. Νύχτα αφέγγαρη. Έσβησε τη μηχανή, σταμάτησε μπροστά σε καγκελόπορτα με γραφές στα Ελληνικά.
Ο γοργός ρυθμός, η αγωνία, η περιέργεια, δεν άφηναν στον Έλληνα περιθώρια να ψάξει, ούτε καν να προβληματισθεί. Ακολουθούσε τον Τούρκο πειθήνια, σαν αυτόματο, χωρίς φόβο, με περίσσια εμπιστοσύνη. Ούτε καν που του πέρασε απ’ το μυαλό, πως μπορούσαν να ’ναι και κακές οι προθέσεις του.
Στάθηκαν μπροστά σε διπλομανταλωμένη σιδερένια στενή θύρα. Έβγαλε κλειδί απ’ την τσέπη του ο Τούρκος. Ξεκλείδωσε. Άνοιξε. Υπόγειο ήταν. Μούχλα ανέδιναν οι τοίχοι. Μούχλα και κλεισούρα. Λησμονιά, καταχωνιασμένη στα έγκατα της γης. Περπάτησαν κι οι δύο, σε διαδρόμους, χωρίς να σκοντάφτουν. Τούς βάραινε η σιωπή, η αναμονή. Πού πήγαιναν, έτσι στα τυφλά; Πού κατευθύνονταν; Ανάστροφα στο χρόνο. Σε ποιόν χρόνο; Τον ανθρώπινο η τον Θεικό;
Ο Τούρκος ήξερε. Αλλά δεν ήξερε ακόμη ο Έλληνας. Δεν μπορούσε να δικαιολογήσει την περιπλάνηση. Μα ούτε και πρόφταινε να προβληματιστεί. Ακολουθούσε. Με την βεβαιότητα, πως η στιγμή ήταν μοναδική. Πως δεν θα ’χε την ευκαιρία, ποτέ ξανά, να την ξαναζήσει. Ακολουθούσε. Ονειρευόταν άραγε; Υπνοβατούσε; Φτερωμένη η φαντασία του, ανάπλαθε μονοπάτια, που μόνο σε ελαφρύ ύπνο βαδίζει κανείς; Ένα ήταν σίγουρο: Δεν θα ξανάβρισκε ποτέ τον δρόμο. Δεν θα τον ξανάβρισκε χωρίς οδηγό.
Είχαν φτάσει στο τέρμα. Θύρα και πάλι αρματωμένη μπροστά τους. Βαριά σιωπή. Η σιγή της ύστατης ώρας. Πού ήρθε να διακόψει μόνο το τρίξιμο της κλειδαριάς. Το γκρίνιασμα του σκουριασμένου σίδερου.
Μισάνοιξε η βαριά θύρα. Ισχνό φως στο εσωτερικό. Υπερκόσμιο. Μυστηριακό. Υπόγειο; Μπουντρούμι; Κενοτάφιο; Καί τότε, τότε μόνον μίλησε ο Τούρκος: «Εσείς οι Έλληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε; Πως δεν τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο. Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ; Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου».
Στο πάτωμα, μισοανασηκωμένο στον ένα αγκώνα ο Έλληνας είδε, είδε με τα μάτια του, τον ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ. Ρίγος μεταφυσικό τον διαπέρασε. Θόλωσαν απ’ τα δάκρυα τα μάτια μου. Θαμπώθηκε η όρασή του. Έκανε το σταυρό του. Μπροστά του, εκεί, σε απόσταση ανάσας, το ΘΑΥΜΑ. Κι ήταν αυτός, ο τυχερός, που είχε αξιωθεί να το ζήσει με τις αισθήσεις του. Σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Πηχτή η σιωπή, σχεδόν, κοβόταν με το μαχαίρι.
Μίλησε και πάλι ο Τούρκος: «Πριν μερικά χρόνια κειτόταν στο έδαφος ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τον τελευταίο καιρό άρχισε σιγά – σιγά ν’ ανασηκώνεται. Πάμε».
Ξανάκλεισαν τη θύρα. Την ξανακλείδωσαν. Αντίστροφα βγήκαν μέχρι την αυλή απ’ τα υπόγεια. Ξαναπέρασαν την καγκελένια πόρτα.
Δεν άφησαν πίσω ίχνη απ’ τις πατημασιές τους. Κανείς δεν τους είχε δεί. Μπήκαν στο αυτοκίνητο πήραν τον δρόμο του γυρισμού. Σιωπηλοί. Χωρίς ν’ ανταλλάξουν κουβέντα. Δεν είχε ακόμη ξημερώσει σαν έφτασαν στον Έβρο. Προτού αποχωρισθούν, φιλήθηκαν σταυρωτά.
Το ποτάμι κυλούσε ορμητικά προς το Αιγαίο.
«Γυρίζει πίσω το ποτάμι», μονολόγησε ο Έλλην στρατηγός «Γυρίζει όταν το θελήσει ο Θεός».
Υπηρέτησε αργότερα στο Κέντρο.
Προτού αποστρατευθεί θεώρησε υποχρέωση του ν’ αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό στην προσωπικότητα που μας το εμπιστεύθηκε, κατονομάζοντας και τον στρατηγό, κάτω από το βλέμμα του Θεού και της Παναγιάς. Κάναμε και μείς το σταυρό μας μουρμουρίζοντας «Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΑΛΩ»"!
Ο Στρατηγός αναφέρεται πως κοιμήθηκε το 2001 και τη μαρτυρία επιβεβαίωσε η αδελφή του Ελένη, η οποία ανέφερε επιπρόσθετα πως ο αδερφός της είχε δεί και μία επιγραφή πάνω από το κεφάλι του Μαρμαρωμένου Βασιλέα, που έγραφε το όνομα "Ιωάννης"!
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ
Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες (πολλά στενάκια - ελληνικά γράμματα) ο Μαρμαρωμένος πρέπει να βρίσκεται κάπου στην Κωνσταντινούπολη και το όνομά του είναι πράγματι ΙΩΑΝΝΗΣ!
Αφού υπάρχουν και διάφοροι Βυζαντινοί Χρησμοί και Προφητείες Αγίων μας, που μιλούν επακριβώς για αυτόν, αναφέροντας το όνομα "Ιωάννης" και προσδιορίζουν το μέρος που βρίσκεται:
1. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΘΟΔΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΠΑΤΑΡΩΝ γράφει: "απέλθετε επί τα δεξιά μέρη της Επταλόφου, και εκεί ευρήσεται άνθρωπον επί δύο κίονας, ιστάμενον εν κατηφεία πολλή (έσται δε λαμπρός το είδος, δίκαιος, ελεήμων, φορών πενιχρά, τη όψει αυστηρός και τη γνώμη πράος) έχοντα επί τον δεξιόν αυτού πόδα καλάμου τύλωμα, και φωνή υπό του αγγέλου κηρυχθήσεται, συνήσατε αυτόν Βασιλέα, και δώσουσιν αυτώ εις την δεξιάν χείρα ρομφαίαν, λέγοντες αυτώ, ανδρίζου Ιωάννη, και ίσχυε και νίκα τους εχθρούς σου, και επάρας την ρομφαίαν παρά αγγέλου, πατάξει τους Ισμαηλίτας Αιθίοπας, και πάσαν γενεάν άπιστον"!
2. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΜΕ ΚΩΔΙΚΑ ΣΎΜΦΩΝΩΝ (χωρίς φωνήεντα) ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (την οποία αποκωδικοποίησε ο Πατριάρχης Γεννάδιος) γράφει: "σπεύσατε πολλά σπουδαίως εις τα δεξιά μέρη άνδρα εύρητε γεναίον θαυμαστόν και ρωμαλέον τούτον έξετε δεσπότην"!
3. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΥ αναφέρει: " Εν γαρ ταίς εσχάτοις ημέραις αναστήσει Κύριος ο Θεός βασιλέα από πενίας και πορεύεται εν δικαιοσύνη πολλή..."
4. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΑΡΑΣΙΟΥ γράφει σχετικά: "Καί τότε εξυπνήσει ο Άγιος Βασιλεύες, ο εν αρχή μεν του ονόματος αυτού το ι, και εν δε τω τέλει σ, έχων, α σημαίνουσι σωτηρίαν...." δηλαδή το όνομα Ιωάννης.
5. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΥ-ΚΟΙΜΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΙΝΟΥΝ ΧΡΗΣΜΟΙ ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΟΦΟΥ:
"Περί του θρυλουμένου πτωχού και εκλεκτού βασιλέως, τοϋ γνωστού και άγνωστου, τοϋκατοικοϋντος εν τη άκρα της Βυζαντίδος. Ο αληθινός βασιλεύς... ον εδίωξαν της οικίας αύτοϋ οι άνθρωποι... εις το τέλος των Ίσμαηλιτων αποκαλυφθήσεται... εν ήμερα Παρασκευή, ώρα τρίτη... αποκαλυφθήσεται..."
Καί σε άλλο σημείο: "Ερωτώσι δε τον Βασιλέα, γέλοντες πως ακούει το όνομά σου; ο δε αποκριθείς λέγει, ο πτωχός, ο πτωχολέων, το όνομά μου Ιω, των πάντων ήμην δραπέτης, και ήλθον να πληρώσω μόνον τας λστ' ημέρας. εγώ ειμί ο ο βασιλεύς ο πένης. π ελεών πτωχούς και πένητας, το δε όνομά μου, ιώτα και ω, συν τη μακρά, ο λέγεται Ιω, και ελήλυθα εις τον κόσμον εις Χριστιανών πρεσβείαν, ίνα φυλάττω χρόνους λστ'. Έπειτα πορεύομαι, όθεν εξήλθον, είτα έρχεται και ο λύκος ολόγας τινάς ημέρας"! "Ιω" όμως σημαίνει "Ιωάννης" και ως "λύκος" νοείται ο "Αντίχριστος", ο οποίος θα έρθει μετά τον Άγιο Βασιλέα, επειδή πρέπει να προηγηθεί ο ευαγγελισμός στην Ορθοδοξία όλης της ανθρωπότητας! Όσης απομείνει από τον φονικό Πόλεμο...
6. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΜΑΝΟΥΗΛ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ γράφει: "Τότε άγγελος εξ ουρανού καταβήσεται διά νεύσεως Θεού, έχων εν τη χερί αυτού σκήπτρον και ξίφος του Αγιωτάτου Βασιλέως Κωνσταντίνου, και τον ειρηνικόν στέψει βασιλέα. Ος και αυτόν μέσον πάντων εστίν εν τω πολέμω, δώσει δε αυτώ το σκήπτρον και το ξίφος, και το όνομα αυτού Ελεήμονα καλέσει"! Αυτό είναι όμως το προσωνύμιο του Αγίου Ιωάννου Γ΄ Δούκα Βατάτζη του Ελεήμονος, Αυτοκράτορος Νικαίας!
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΜΩΝ ΚΕΚΡΥΜΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΙΩΑΝΝΗ ΠΟΛΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΕΤΗ. ΑΜΗΝ!
Τελικά είχε άδικο ο Κώστας Γαβράς και είχε δίκιο η Εκκλησία. Θυμίζω την αντίδραση που προκάλεσε ανιστόρητη παρερμηνεία του γνωστού σκηνοθέτη, ο οποίος ανέλαβε να δημιουργήσει ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ για τους επισκέπτες του Μουσείου της Ακροπόλεως το 2009. Ο Γαβράς παρουσίαζε ανθρωπάκια με μαύρα ράσα -άμεση αναφορά σε ορθοδόξους ιερείς- να καταστρέφουν το αέτωμα του Παρθενώνα λόγω θρησκευτικού φανατισμού. Κι όμως ένα τέτοιο γεγονός ουδέποτε συνέβη ή τουλάχιστον δεν μαρτυρείται από τις ιστορικές πηγές. Και επειδή ιστορία είναι η μελέτη και τεκμηρίωση βάσει των κειμένων και των μνημείων της κάθε εποχής, έχουμε πλέον μία επιστημονική καταγραφή της βυζαντινής ιστορίας του Παρθενώνα. Πρόκειται για το βιβλίο του Αντώνη Καλδέλλη με τίτλο «Ο Βυζαντινός Παρθενώνας – Η Ακρόπολη ως σημείο συνάντησης χριστιανισμού και ελληνισμού», το οποίο κυκλοφορήθηκε στα αγγλικά το 2009 και τώρα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ψυχογιός (Αθήνα 2013). Ο συγγραφεύς, που διδάσκει Βυζαντινή Ιστορία στο Πολιτειακό πανεπιστήμιο του Οχάϊο των ΗΠΑ, καταγράφει την ιστορία του Παρθενώνα ως χριστιανικού ναού. Επί χίλια περίπου χρόνια η Θεοτόκος λατρεύθηκε στην Αθήνα με επίκεντρο τον Παρθενώνα που είχε μετατραπεί σε Ορθόδοξο Ναό, την Παναγία την Αθηνιώτισσα. Το 1205 οι Σταυροφόροι τον μετέτρεψαν σε Ρωμαιοκαθολικό Ναό. Ο Καλδέλλης παρατηρεί βάσει των πηγών ότι μεγαλύτερη και γεωγραφικά ευρύτερη φήμη είχε ο ναός κατά τη χριστιανική περίοδο παρά κατά την αρχαία και ελληνιστική. Χιλιάδες ταξιδιώτες έρχονταν ως προσκυνητές από όλη την Οικουμένη για να προσκυνήσουν το ιερό της Θεοτόκου, τον Παρθενώνα. Μεταξύ αυτών ο Όσιος Νίκων, πολιούχος της Σπάρτης, ο Όσιος Λουκάς που έκτισε το σπουδαίο μοναστήρι του στη Βοιωτία και ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ ο Μακεδών (ο Βουλγαροκτόνος). Αυτό το προσκύνημα του Βασιλείου το 1018, μετά τη συντριβή των Βουλγάρων, καταγράφει και ο Κωστής Παλαμάς στο επικό ποίημά του «Η Φλογέρα του βασιλιά». Από το επιστημονικό πόνημα του καθηγητή Καλδέλλη αντιγράφω το συμπέρασμά του για την καταστροφή του αετώματος. Γράφει στη σελίδα 80: «Η αφαίρεση αυτού του τμήματος του ανατολικού αετώματος δεν είχε ασφαλώς να κάνει με τις βλάβες που υπέστη ο ναός κατά τη φωτιά. Σχετιζόταν μάλλον με αρχιτεκτονικές τροποποιήσεις παρά με θρησκευτικά ζητήματα. Ούτε όμως και η ζωφόρος που περιέτρεχε τον σηκό βανδαλίστηκε για θρησκευτικούς λόγους -τα παράθυρα ανοίχτηκαν μόνο για να περάσει το φως». Το βιβλίο προβάλλει τον Μητροπολίτη Μιχαήλ Χωνιάτη ως εκφραστή της συνάντησης Χριστιανισμού και Ελληνισμού, η οποία επετεύχθη στο Βυζάντιο με δυσκολίες αρχικά, αλλά με θαυμαστά αποτελέσματα στη συνέχεια. Η ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας έχει τις ρίζες σε εκείνη την περίοδο, γι’ αυτό μόνον φανατικοί ή αγράμματοι επιχειρούν να απορρίψουν το Βυζάντιο (Ρωμανία). Παραθέτω τις σχετικές επισημάνσεις από το Επίμετρο του Καλδέλλη (σελ. 348-349): «Η ειρωνεία είναι εντυπωσιακή. Οι βυζαντινοί Αθηναίοι, οι οποίοι ως χριστιανοί βρίσκονταν στον αντίποδα του «Ελληνισμού» και οι οποίοι παρεμπιπτόντως δεν είχαν καμία υποχρέωση να διασώζουν μνημεία, διατήρησαν τον Παρθενώνα σχεδόν ανέπαφο και του επιφύλαξαν μία εξιδανικευμένη θέση στη χριστιανική λατρευτική τους πρακτική. Αντίθετα το σύγχρονο κράτος και οι λειτουργοί του κατά τον 19ο αιώνα… εξάλειψαν σκόπιμα κάθε ίχνος στην Ακρόπολη που ανήκε στη μακρά περίοδο της «βάρβαρης» ιστορίας, που θεωρούσαν προσβλητική -δηλαδή τα 2000 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι το έτος 1821 μ.Χ. ….. Παρομοίως κατεδαφίστηκαν πολλές από τις βυζαντινές εκκλησίες της πόλης και τούτο έγινε με πρόσχημα τον εκσυγχρονισμό. Η νεωτερικότητα έχει παρουσιαστεί παντοιοτρόπως ως η νόμιμη κληρονόμος του κλασικού κόσμου και στο όνομά της έχουν στηθεί αφηγήσεις που δεν συμπεριλαμβάνουν το Βυζάντιο». Ο Βυζαντινός Παρθενώνας είναι κομμάτι της Ιστορίας μας και της ψυχής μας.
Κωνσταντίνος Χολέβας – Πολιτικός Επιστήμων
ΠΗΓΗ: www.antibaro.gr/article/8820
- O Clifton R. Fox Καθηγητής Ιστορίας στο Tomball College, USA επισημαίνει:
“Οι άνθρωποι που ζούσαν στη ‘Βυζαντινή Αυτοκρατορία’ ποτέ δεν ήξεραν ούτε και χρησιμοποίησαν τη λέξη ‘Βυζαντινός’. Αυτοί ήξεραν για τον εαυτό τους ότι είναι Ρωμαίοι, τίποτα παραπάνω και απολύτως τίποτα λιγότερο. Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη του Τίβερη στη Νέα Ρώμη του Βοσπόρου, τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο 1ος μετέφερε την πραγματική ταυτότητα της Ρώμης σε καινούργια τοποθεσία.
Πολύ πριν τον Κωνσταντίνο τον 1ο, η ιδέα της ‘Ρώμης’ είχε αρχίσει να διαχωρίζεται από την Αιώνια Πόλη του Τίβερη. Έτσι που το Ρωμαίος σήμαινε τον Ρωμαίο πολίτη, όπου κι αν ζούσε. Πριν την Αυτοκρατορική περίοδο (89 π.Χ.), το Ρωμαϊκό Δίκαιο χορήγησε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Ιταλίας. (σ.σ. και άρα και στους υπόλοιπους Έλληνες της Μ. Ελλάδος).
Κατόπιν, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη προσφερόταν σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων παντού στην Αυτοκρατορία. Το 212, ο αυτοκράτορας Καρακάλας διακήρυξε ότι όλοι οι ελεύθεροι πολίτες της Αυτοκρατορίας μπορούσαν να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, και όχι απλά υποτελείς των Ρωμαίων. Σε μερικές δεκαετίες οι άνθρωποι αναφερόμενοι στην Αυτοκρατορία άρχισαν να χρησιμοποιούν σπανιότερα (το Λατινικό) ‘Imperium Romanorum’ (Κράτος των Ρωμαίων) και συχνότερα το ‘Ρωμανία’ (Χώρα των Ρωμαίων)” (http://www.tc.nhmccd.cc.tx.us/people/crf01/romaion/, «Celator», Τόμος 10, Αριθμός 3: Μάρτιος 1996. Μετάφραση στα Ελληνικά, του ξενόγλωσσου άρθρου, στο: www.romanity.org ).
- Ο Lorenz Gyomorey, λέει:
“Στην ονομασία της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ διαψεύστηκε και διαψεύδεται κάθε δυτική προσπάθεια να επικαλείται μια νεφελώδη ‘ελληνορωμαϊκή’ κληρονομιά σαν υψηλή αποστολή της Δύσης. Η ύπαρξη της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ αποκαλύπτει την ‘Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους’ ως φάρσα και αποδείχνει ότι η Αναγέννηση τίποτα άλλο δεν αναγέννησε παρά ένα φάντασμα, που ούτε καν υπήρχε. Έτσι, η ύπαρξη της Ρωμηοσύνης βεβαιώνει ότι κάθε επίκληση της αρχαίας Ελλάδας, της αρχαίας Ρώμης, της Αυτοκρατορίας, του πολιτισμού, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ιδεολογική συγκάλυψη κατακτητικών, αποικιοκρατικών δυναστικών προσπαθειών” (Lorenz Gyomorey, «Η δύση της Δύσης», εκδ. Παπαζήση).
- Ο ιστορικός Otto Mazal, γράφει:
“Οι ρίζες της αρνητικής τοποθέτησης των Δυτικών, που ήθελαν να βλέπουν τη βυζαντινή περίοδο μόνο ως μια διαρκή πορεία κατάπτωσης μετά την ένδοξη εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, βρίσκονται στους χρονογράφους του Μεσαίωνα, για τους οποίους οι δυτικοί αυτοκράτορες ήταν οι νόμιμοι συνεχιστές του Imperium Romanum,ενώ το κατά την αντίληψη της Δύσης, αιρετικό ανατολικό κράτος, είχε χάσει ως ‘βασίλειο των Γραικών’ (Regnum Graecorum) την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθεί από τη σκηνή της ιστορίας. Για πρώτη φορά η Βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) και δίνει ώθηση για μια αναθεώρηση” (“Byzanz und das Abendland”, Wien 1981, s. 8,11).
Στην Εγκυκλοπαίδεια Britannica, διαβάζουμε:
“Η ονομασία της αυτοκρατορίας συνδέεται κατά τη βυζαντινή περίοδο μόνο με την πρωτεύουσά της, που είχε ιδρυθεί στον χώρο της μικρής πόλης Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία ονομαζόταν Ρωμαϊκή, οι πολίτες της Ρωμαίοι και ο αυτοκράτορας ήταν imperator Romano rum. Η σύνδεση της ονομασίας Βυζάντιο με την αυτοκρατορία έγινε στους νεώτερους χρόνους, με την έκδοση από τον Ιερώνυμο Wolf έργων των Βυζαντινών ιστορικών (“Corpus Byzantinae Historiae”, 1562) και καθιερώθηκε γενικά, αδιάφορα από τις μερικότερες κατά καιρούς επιλογές (Ελληνική Αυτοκρατορία ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος).
Μερική επίσης, ήταν η χρήση της ονομασίας Γραικού σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της αυτοκρατορίας, παρά το γεγονός ότι από τον 9ο αιώνα στις λατινικές πηγές κυρίως του φραγκικού κράτους γίνεται συστηματική χρήση της για ολόκληρη την αυτοκρατορία, με σκοπό την εξουδετέρωση της ονομασίας Ρωμαίου και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος) (…) και την αποκλειστική οικειοποίησή τους για το φραγκικό κράτος. Η συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η νομιμότητα της συνέχειας αυτής, συνδεόταν άρρηκτα με τις ονομασίες που θεμελίωναν τη νόμιμη χρήση του τίτλου αυτοκράτωρ Ρωμαίων (imperator Romanorum) και εξασφάλιζαν τη μοναδικότητα και την αποκλειστικότητα της νόμιμης αυτοκρατορίας στην Οικουμένη” (Εγκυκλ. Britannica, «Βυζάντιο»).
Λέει ο Κολοκοτρώνης στον Στρατηγό Hamilton:
“Εμείς, καπετάν Άμιλτον, δεν εκάμαμε ποτέ συμβιβασμό με τους Τούρκους. Άλλους έκοψαν, άλλους σκλάβωσαν με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, ζήσαμε ελεύθεροι από γενεά σε γενεά. Ο βασιλιάς μας (ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος) εσκοτώθη, δεν έκαμε καμιά συνθήκη με τους Τούρκους. Η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήσαν ανυπόταχτα. Η φρουρά του είναι οι κλέφτες και τα φρούρια η Μάνη, το Σούλι και τα βουνά.” (Θ. Κολοκοτρώνη, «Aπομνημονεύματα», εκδ. Αφών Τολίδη).
“Στο 16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιέννης, ο ίδιος ο πρόεδρος της Αυστριακής Δημοκρατίας, Rudolf Kirschlger κατά την επίσημη έναρξη των εργασιών του συνεδρίου, συνεχάρη τον καθηγητή Hunger, πρόεδρο της Αυστριακής Ακαδημίας των Επιστημών, της Διεθνούς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου και ιδρυτή και οργανωτή της Βυζαντινολογικής Σχολής της Βιέννης, διότι, όπως είπε, απέδειξε ότι ο όρος ‘βυζαντινισμός’ δεν έχει καμμία σχέση με την βυζαντινή πραγματικότητα, αλλά προήλθε από ελλιπή κατανόηση του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) εκ μέρους των ιστοριογράφων της Αναγέννησης. Επανειλημμένα τονίστηκε από τον καθηγητή Hunger, ότι δεν πρέπει να γίνεται πλέον διάκριση μεταξύ ‘Byzantinistik’ και ‘Neogrzistik’, μεταξύ δηλαδή βυζαντινολογίας και νεοελληνικής φιλολογίας, διότι Βυζάντιο (σ.σ διάβαζε: Ρωμανία) και Νέος Ελληνισμός αποτελούν ενότητα”» («Επομένοι τοις θείοις πατράσι, αρχές και κριτήρια της πατερικής “θεολογίας”», εκδ. Βρυέννιος, Θεσ/κη 1997).
“Δεν είναι εκκλησία αυτό που νομίζουμε”.
“Μας πήραν μωρά παιδιά από το μαστό της μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας έμαθαν άλλα. Μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας. Μας έκοψαν από τις ρίζες. Μας χώρισαν από την Παράδοση. Μας απομάκρυναν από το σπίτι μας. Μας έκαμαν αλλοδαπούς στον τόπο μας. Βάλθηκαν να μας ξεμάθουν τη μητρική μας γλώσσα, τη γλώσσα της Ορθοδοξίας, τη μητρική γλώσσα του ανθρώπου. Ποιοί; Όσοι θέλησαν δια της βίας να μας σώσουν: οι διαφωτιστές, προπαγανδιστές, Βαυαροί, μασόνοι… μέχρι σήμερα. Μαζί μ’ αυτούς όλοι όσοι θεωρήσαμε τα φώτα τους φώτα, τον πολιτισμό τους πρόοδο. Και έτσι στα τυφλά, χωρίς διάκριση πνευματική, πήραμε το κάθετί απ’ αυτούς σαν ανώτερο, καλύτερο, πολιτισμένο (σε τέχνη, δίκαιο, διοργάνωση ζωής, αρχιτεκτονική, μουσική…). Και βασανίζεται το ΄είναι΄ μας. Απορρίπτει ο οργανισμός μας ένα ένα τα μεταμοσχευθέντα ξένα μέλη. Και συνέχεια μας μεταμοσχεύουν βιαίως νέα, τα οποία αποβάλλονται και φανερώνεται με την προσωπική συμπεριφορά ποιός είναι ο βαθύτερος χαρακτήρας του λειτουργημένου λαού μας.
Δεν είναι η Εκκλησία αυτή που νομίζουμε. Δεν είναι αυτή που χτυπάμε, αυτή που βαλθήκαμε να καταστρέψωμε. Δεν έχει σχέση η Ορθοδοξία με ‘μεσαιωνισμούς’, ‘μυστικισμούς’, ‘κληρικαλισμούς’, ‘σχολαστικισμούς’ που ακούμε. Τόσοι δυτικοθρεμμένοι νομίζουν, ότι σε Δύση και Ανατολή, όλοι οι όροι έχουν το ίδιο περιεχόμενο. Και προσπαθούν να μας ελευθερώσουν από αρρώστιες που δεν περάσαμε. Και μας αρρωσταίνουν με τις θεραπείες τους. Και μας περιπλέκουν με τις λύσεις τους.
Δεν αρνούμαστε ότι υπήρξαν και υπάρχουν ανθρώπινες αδυναμίες. Υπήρξαν και υπάρχουν αδύνατοι, με πτώσεις και ελαττώματα. Αυτό κάνει ακόμα πιο συμπαθή την ίδια την Ορθοδοξία και αναδεικνύει την ανοχή της αγάπης της και την αλήθεια του μηνύματός της”».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
O Victor Berard ήταν Γάλλος περιηγητής, ιστορικός, Καθηγητής Πανεπιστημίου και πολιτικός, ο οποίος κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνος (δηλαδή έναν ακριβώς αιώνα μετά τον θάνατο του Pήγα Φεραίου στο Βελιγράδι (24-6-1798)) ταξίδεψε στα Βαλκάνια. Τις εντυπώσεις του και τα σχόλιά του για τα τότε ανακινούμενα ζητήματα, όπως το Mακεδονικό, η εμφάνιση αλβανικού έθνους, ο Πανσλαβισμός κ.ά. κατέγραψε σε βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε το 1987 και στα ελληνικά με τίτλο: “Τουρκία και Ελληνισμός – Οδοιπορικό στη Μακεδονία” (Εκδ. Tροχαλία). Από την σελίδα 211 της ελληνικής εκδόσεως, διαβάζουμε το παρακάτω απόσπασμα, το οποίο μας δείχνει πως οι ιδέες του Pήγα Φεραίου, δεν ήταν ουτοπία, αλλά ήταν σε μεγάλο βαθμό διαδεδομένες:
“(…) Mέ την ιδιότητά μας ως Γάλλων, είμαστε στο Mοναστήρι προστατευόμενοι του Έλληνα προξένου. Aπ’ αυτό ίσως να υποφέρει λίγο η εθνική μας φιλοτιμία αλλά ωφελείται η παιδεία μας. Zούμε παρέα με τον Mεγαλέξανδρο και τον Aριστοτέλη, γνήσιους Mακεδόνες. Σήμερα το πρωί ο πρόξενος μας διάβαζε τον Θούριο του Pήγα, του μέν Pήγα του Mακεδόνα (σημ. ο Bernard προφανώς δέχεται την ερμηνεία ότι ο Pήγας γεννήθηκε στο Bελεστίνο, αλλ’ από γονείς προερχομένους από το χωριό Περιβόλι της Δυτικής Mακεδονίας), του εταιριστή του περασμένου αιώνα, που ήθελε να ξεσηκώσει τις παραδουνάβιες επαρχίες και πέθανε προδομένος από την Aυστρία στον Tούρκο δήμιο” (http://www.perivoli.gr/istoria.html):
Σουλιώτες και Mανιάτες, λιοντάρια ξακουστά…
Mαυροβουνιού καπλάνια, Oλύμπου σταυραετοί…
Kι Aγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μια ψυχή!…
Aνδρείοι, Mακεδόνες, ορμήσατ’ ως θεριά…
Tου Σάβου και Δουνάβου αδέλφια χριστιανοί…
Nα σφάξωμεν τους λύκους, που τόν ζυγόν βαστούν,
καί Έλληνας τολμώσι σκληρά να τυραννούν.
Ήταν ένας καιρός όπου, από τον Kάβο - Mαταπά μέχρι το Δούναβη και από την Aδριατική ως τη Mαύρη Θάλασσα, Xριστιανός και Έλληνας ήταν λέξεις συνώνυμες. Oι σταυραετοί της Mάνης και τα καπλάνια του Mαυροβουνιού, τα ξεφτέρια του Σάβου και οι Mακεδόνες δέχονταν το όνομα Έλληνες πολύ καιρό ακόμη μετά τον θάνατο του Pήγα, του οποίου τους στίχους παραθέσαμε πιό πάνω…”
Η περιγραφή του Γάλλου (ιστορικού και περιηγητή) που μιλάει για την Oρθόδοξη Kοινοπολιτεία των Βαλκανικών λαών είναι χαρακτηριστική. Αυτή η κατάσταση είχε διαμορφωθεί υπό την εθναρχική και πνευματική καθοδήγηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στα πλαίσια του Γένους των Ρωμηών (Pούμ μιλλέτ). Αυτή την Ελληνιστική υπερδύναμη ήθελε να αναστήσει και ο Καποδίστριας, αλλα και ο Μακρυγιάννης, ο οποίος έλεγε: “Να αναλάβομεν και να γένομεν και ένα όλοι οι ομόθρησκοι” (Στρατηγού Μακρυγιάννη “Οράματα και Θάματα”, Αθήνα 1983, σελ 177) καθώς και “Θα κάμωμεν το Ρωμαίικο” («Απομνημονεύματα», εκδ Μπάϋρον, σ.174).
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ “ΕΛΛΗΝ” ΚΑΙ “ΕΛΛΑΔΑ”
Οι λέξεις “Ελλην” και “Ελλάδα”, ήταν πλέον περιγραφικές της εθνότητας ΟΛΩΝ των κατοίκων των Βαλκανίων! Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είχαν ελληνιστικό υπόβαθρο, αλλά εμείς, με την εμμονή στον εθνικισμό (λόγω της ηγεμονίας των ξένων, οι οποίοι δεν ήθελαν αναβίωση της Ρωμανίας), αναγκάσαμε τους υπόλοιπους λαούς να αυτονομηθούν, χάνοντας ίσως για πάντα την πολιτισμική ηγεσία των Βαλκανίων. Το όνομα Ελλάδα στην αρχή της επανάστασης του 1821 βεβαίως ουδεμία σχέση είχε με τις φαντασιώσεις των σημερινών “αρχαιόπληκτων”. Ελλάδα σήμαινε τα Βαλκάνια. “Ο Μωρέας, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Σερβία, η Βουλγαρία, τα νησιά του Αρχιπελάγους, εν ένι λόγω η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξει τον βαρύν ζυγόν των βαρβάρων”, λέει στην προκήρυξή του στο Ιάσιο (24-2-1821) ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι είναι “Έλληνες”. Το ίδιο λέει κι ο Θ. Νέγρης στο “Ανάπτυξις του νόμου της Επιδαύρου” στα 1824».
Από το υπό έκδοση βιβλίο: ΦΡΑΓΚΟCΥΝΗ←«ΜΝΗΜΟΝΙΟ»→ΡΩΜΗΟCΥΝΗ του Ρωμανού Ξενοφάνους Ανδρούτσου
Προσμένοντας την ανάσταση του μαρμαρωμένου βασιλιά
Στις 29 του Μάη του 1453 σίγησαν τα αηδόνια, πήραν να κλαίνε τα πουλιά. Πήραν να αποπαίρνουνε τα οργισμένα χρόνια. Ημέρα Τρίτη:
«Εκειν’ η μέρα η σκοτεινή, αστραποκαϊμένη,
της Τρίτης της ασβολερής, της μαυρογελασμένης,
της θεοκαρβουνόκαυτης, πουμπαρδοχαλασμένης…»
Μελαγχόλησαν οι καιροί. Μέσα στον θρήνο των πουλιών μαρμάρωσε ο βασιλιάς. Δεν πέθανε, κοιμάται. Τον κρύψανε οι άγγελοι σε μια θεόχτιστη σπηλιά. Εκεί την μέρα καρτερεί, να του μιλήσει ο ουρανός, να αναστηθεί…
Με θρύλους και με όνειρα έντυσε ο πόνος των ψυχών τις πόλεως το πάρσιμο ο κόσμημα του κόσμου. 560 χρόνια κύλησαν με δάκρυ ποτισμένα. Πολλά για μας. Λίγα για Κείνον, που αφανώς τον κόσμο κυβερνάει και αλλιώς μετράει το χρόνο: «Χίλια έτη εν οφθαλμοις σου ως η ημέρα η εχθες, ήτις διήλθε, και φυλακή εν νυκτί » Στα μάτια σου τα χίλια χρόνια δεν είναι παρά μια μέρα μόνο, η χθεσινή, και σαν μια αλλαγή νυχτερινής φρουράς. (Ψαλμ. πθ[89] 4)
Κάποτε ωστόσο έρχεται και Κείνος στα μέτρα μας . Συντέμνει το χρόνο, περιμαζεύει τους καιρούς. Το κάνει συνήθως τότε που η κακία πνιγεί τον κόσμο και ωριμάζουν από ώρα σε ώρα οι ψυχές.
Ωρίμασαν;
Στους καιρούς μας ο κόσμος είναι πνιγμένος στο κακό. Η ίδια η Πόλη έχει πνιγεί στων άλλων φύλων τις ορδές. 20 ίσως και πάνω από 20, εκατομμύρια τα πλήθη που τώρα την καταπατούν.
Δυο ολόκληρες Ελλάδες! Και μέσα εκεί σταγόνα στον ωκεανό ,οι λίγοι οι αληθινοί ιδιοκτήτες της. Μια χούφτα μόνο, οι απροσκύνητοι Ρωμιοί. Και κει ακλόνητος σε όλους τους δίσεκτους καιρούς το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η αγωνία κάνει τον πόνο προσευχή «Έως πότε Κύριε; δεν συντάμεις τον καιρό;».
Έτσι ξεχείλισε κάποτε και του προφήτη Δανιήλ η εναγώνια κραυγή στη Βαβυλώνα : Πότε η αιχμαλωσία του λαού θα πάρει τέλος; Αλλά η απάντηση του Θεού τον μετέφερε σε άλλο επίπεδο : από την αιχμαλωσία της Βαβυλώνας, στην αιχμαλωσία της αμαρτίας και του θανάτου. Η πρώτη θα τελείωνε σε λίγο με τη συμπλήρωση 70 χρόνων όπως είχε ο προφήτης Ιερεμίας προφητευσει. Η δεύτερη σε εβδομήντα εβδομάδες ετών, 490 χρόνια! Στα 490 ακριβώς χρόνια, όπως είχε ορίσει ο Θεός ,προσφέρθηκε η λυτρωτική θυσία του Γολγοθά και η Ανάσταση του Χριστού άλλαξε την πορεία του κόσμου. Περισσότερες από 70, εβδομήντα μια ακριβώς εβδομάδες ετών- 560 χρόνια- συμπληρώνονται φέτος από την μαγιάτικη μέρα του 1453. Η αιχμαλωσία παρατάθηκε πολύ. Καιρός οι μύθοι να γίνουν ιστορία και να αντηχήσει επιτέλους γρήγορος και θριαμβικός ο καλπασμός του αλόγου του μαρμαρωμένου βασιλιά
Βλέπετε ότι πάμε από το κακό στο χειρότερο, θα παρατηρήσει απορημένος κάποιος. Ο τόπος έχει βουλιάξει στα χρέη, οι δανειστές τον πνίγουν. Και η Κύπρος, ολόλαμπρη διαμαντόπετρα της Μεσογείου βυθίζεται σε νέα κατοχή. Που ακούτε καλπασμούς αλόγων; Το σκοτάδι πυκνώνει απελπιστικά. Από πού αντλείτε την αισιοδοξία σας;
Την αντλούμε ακριβώς από αυτό το υπερπυκνο σκοτάδι. Διότι το πιο πυκνό σκοτάδι είναι λίγο πριν απ την αυγή. Τότε που σβήνουν όλα τα άστρα και χάνεται το χλωμό φως του μισού φεγγαριού. Κι άρα και τούτη την ώρα που έσβησαν τα χλωμά φώτα του κόσμου, τούτη την ώρα που οι ανθρώπινες ελπίδες μας έγιναν σκόνη και κουρνιαχτός, τούτη την ώρα προσμένουμε να ροδίσει η αυγή, να ανατείλει ο ήλιος. Τούτη η ώρα είναι η ώρα του Θεού και προσδοκούμε τη μεγάλη αλλαγή: να λάμψει το φως της μεγάλης εκκλησίας σ’ όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης.
Και μακάριοι όσοι τη σκοτεινή ώρα της μεγάλης αναμονής μείνουν πιστοί κι αλύγιστοι προσμένοντας την ανάσταση του μαρμαρωμένου βασιλιά.
Πηγή: Περιοδικό «ο Σωτήρ» Μάιος 2013
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...