Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Καταγόταν ἀπὸ ὀνομαστὴ οἰκογένεια τῆς ὀρεινῆς Λακωνίας ποὺ ἀνέδειξε δεκάδες ἀγωνιστές, στρατιωτικούς, πολιτικούς, καὶ ἐπιστήμονες, ἀπὸ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 μέχρι καὶ τὴν πρόσφατη ἐθνική μας ἱστορία. Γενάρχης τῆς οἰκογένειας ἦταν ὁ καπετὰν Γιάννης Καψαμπέλης (1795- 1853) τοῦ ὁποίου ἡ πατρικὴ οἰκογένεια καταγόταν ἀπὸ τὰ Ὀλυμποχώρια τῆς Λακεδαίμονος, ἀλλὰ ἐγκαταστάθηκε στὴν Καστάνιτσα, ἱστορικὴ κωμόπολη στὶς πλαγιὲς τοῦ Πάρνωνα, ὅπου σώζεται μέχρι σήμερα πύργος μὲ τ’ ὄνομά του. Ἔλαβε μέρος καὶ διακρίθηκε σὲ ὅλα τὰ κινήματα καὶ τὶς μάχες τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, στὴν Πελοπόννησο, τὴ Ρούμελη καὶ τὴν Ἤπειρο. Τοῦ ἀπονεμήθηκε ὁ βαθμὸς τοῦ Στρατηγοῦ (1825) καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση, ἐγκαταστάθηκε στὸν Πειραιᾶ. Τὰ παιδιά του, τὰ ἐγγόνια καὶ τὰ δισέγγονά του, διακρίθηκαν στοὺς ἐθνικοὺς ἀγῶνες καὶ ἀναδείχτηκαν λαμπροὶ ἐπιστήμονες, διπλωμάτες καὶ στρατιωτικοί.
Ἐγγονός του ἦταν καὶ ὁ Καψαμπέλης Βασίλειος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὸν Πειραιᾶ τὸ 1864. Κατὰ τὴν οἰκογενειακὴ παράδοση ἀκολούθησε τὸν στρατιωτικὸ κλάδο καὶ φοίτησε στὴν Στρατιωτικὴ Σχολὴ τῶν Βρυξελλῶν. Μετὰ τὶς σπουδές του ἐπανῆλθε στὴν Ἑλλάδα καὶ κατατάχθηκε στὸν ἑλληνικὸ στρατὸ μὲ τὸν βαθμὸ τοῦ Ἀνθυπίλαρχου. Ἔλαβε μέρος στὸν ἀτυχῆ πόλεμο τοῦ 1897. Στὴν περίοδο τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα, κατὰ τὰ ἔτη 1908-1910, ὑπηρέτησε μὲ τὸν βαθμὸ τοῦ ὑπίλαρχου στὰ ἑλληνικὰ προξενεῖα Σερρῶν καὶ Ξάνθης, ὡς εἰδικὸς γραφέας, μὲ τὸ ψευδώνυμο Κατσιμάνης. Ὅταν κηρύχτηκε ὁ Α΄ Βαλκανικὸς Πόλεμος ὁ Βασίλειος Καψαμπέλης, ἴλαρχος πλέον, ἦταν ἐπιτελικὸς ἀξιωματικὸς (μὲ χρέη διαγγελέως) τῆς ΙΙΙ Μεραχίας Πεζικοῦ, τῆς ὁποίας ἡγεῖτο ὁ Ὑποστράτηγος Κων/νος Δαμιανός. Ἔλαβε μέρος στὶς μάχες τοῦ Σαρανταπόρου, τῶν Στενῶν τῆς Πόρτας καὶ στὴ νικηφόρα προέλαση τοῦ Στρατοῦ μας πρὸς Σέρβια, Κοζάνη, Βέροια, Νάουσα, Ἔδεσσα. Στὶς 18 Ὀκτωβρίου ὁ Στρατός μας ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν πολὺ κρίσιμη μάχη ποὺ ἐπρόκειτο νὰ δώσει τὴν ἑπομένη, γιὰ τὴν κατάληψη καὶ ἀπελευθέρωση τῶν Γιαννιτσῶν καὶ στὴ συνέχεια τῆς Θεσσαλονίκης. Τὰ Γιαννιτσά, ἱερὴ πόλη καὶ προσκυνηματικὸ κέντρο τῶν Μουσουλμάνων, τὸ τελευταῖο προπύργιο τῶν Τούρκων πρὶν ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη, ἦταν ἄριστα ἐξοπλισμένα καὶ ὀργανωμένα ἀμυντικά. Ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς χρειάστηκε ἐπὶ ἕνα διήμερο (19-20 Ὀκτωβρίου) καὶ ὑπὸ δυσμενέστατες συνθῆκες, νὰ δώσει μία ἀπὸ τὶς πιὸ ἀποφασιστικὲς καὶ πολυνεκρὲς μάχες τοῦ Πρώτου Βαλκανικοῦ Πολέμου, γιὰ νὰ ἀνοίξει ὁ δρόμος πρὸς τὴ Θεσσαλονίκη. Ἡ ΙΙΙ Μεραρχία εἶχε στρατοπεδεύσει μεταξὺ τῆς μονῆς Ἁγίου Λουκᾶ καὶ τῆς Καρυώτισσας καὶ εἶχε ὡς ἀποστολή της τὸν ἔλεγχο τοῦ νότιου τομέα τῶν ἐπιχειρήσεων, μὲ κίνηση ἀπὸ τὰ χωριὰ Καρυώτισσα καὶ Μπάλιτσα (Μελίσσι) καὶ τελικὸ προορισμὸ τὸ χωριὸ Τσέκρι (Παραλίμνη). Μὲ προφυλακὲς μονάδες τοῦ 12ου Συντάγματος εἶχε σκληρὲς καὶ αἱματηρὲς συγκρούσεις μὲ τουρκικὲς δυνάμεις γιὰ τὴν ὑπέρβαση τῆς γέφυρας τοῦ Μελισσίου καὶ τοῦ Ἀσπροπόταμου, ἐνῷ δεχόταν, καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς 19ης Ὀκτωβρίου, καταιγισμὸ πυρός τοῦ τουρκικοῦ πυροβολικοῦ ἀπὸ τὰ ἀπέναντι ὑψώματα στὶς παρυφὲς τῶν Γιαννιτσῶν. Τὴν ἑπομένη, ἀπὸ τῆς 7ης πρωινῆς, ἡ ΙΙΙ Μεραρχία κινήθηκε πρὸς τὰ Γιαννιτσὰ μὲ ἐμπροσθοφυλακὴ τὸ 6ο Σύνταγμα, μέσα σὲ καταιγίδα πυρῶν πυροβολικοῦ καὶ πεζικοῦ. Χρειάστηκαν ὧρες φονικῶν συμπλοκῶν καὶ ἑκατοντάδες ἡρωικῶν θυμάτων τῶν ἑλληνικῶν μεραρχιῶν (2ης – 3ης – 4ης – 6ης καὶ 7ης) μέχρι τῆς 11ης πρωινῆς της 20ης Ὀκτωβρίου, γιὰ νὰ καμφθεῖ ὁριστικὰ ἡ τουρκικὴ ἀντίσταση καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν τὰ Γιαννιτσά. Κατὰ τὴ διάρκεια αὐτῶν τῶν πρωινῶν αἱματηρῶν συγκρούσεων τῆς 20ης Ὀκτωβρίου ἐφονεύθη ὁ ἡρωικὸς ἴλαρχος Βασίλειος Καψαμπέλης.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ παρακολουθήσουμε ἀποσπάσματα ἀπὸ λεπτομερεῖς περιγραφὲς τῶν συνθηκῶν τοῦ θανάτου του, ὅπως τὶς διέσωσε ὁ Γεώργιος Παρασκευόπουλος (1), αὐτόπτης μάρτυς τῶν γεγονότων, στὶς πολεμικές του ἀναμνήσεις: «Ἐνθυμοῦμαι ὅτι κατὰ τὴν κρισιμοτέραν στιγμὴν τῆς μάχης τοῦ Γλυκόβου ἀνεφάνη ἔφιππος ὁ ἴλαρχoς Β. Καψαμπέλης Διαγγελεύς τῆς 3ης Μεραρχίας, ἐρχόμενος ἐξ ἐπιθεωρήσεως τὴν ὁποία ἐνήργησεν ἐφ’ ὅλων τῶν μαχομένων τμημάτων καί, παρορμῶντας τοὺς ἄνδρας πρὸς ἕφοδον, ἀψηφῶν δὲ ἄμεσον κίνδυνον ἐκ τῆς βροχῆς τῶν ἐχθρικῶν σφαιρῶν προερχόμενον, συνανεμίχθη μετ’ αὐτῶν καὶ ἀπὸ τοῦ ἵππου τοῦ ἐνθαρρύνων τοὺς στρατιώτας: -Ἐμπρὸς παιδιά, ἐμπρὸς νὰ καταλάβωμεν τὰ ὀχυρώματα, ἐφώναζε καταπόρφυρος ἀπὸ πολεμικὴν ὁρμήν, ἐνῷ οἱ ὀφθαλμοί του ἀστραπὰς ἐξηκόντιζον, ἐνθουσιασμὸν καὶ παραδειγματικὴν αὐτοθυσίαν ἐμφαίνοντες. Καὶ (εἰς τὴν μάχην τῶν Γιαννιτσῶν) ἐπιβαίνων τοῦ ἵππου του, διαρκῶς ἐκτεθειμένος εἰς τὸν κίνδυνον, ἀφοῦ διέδραμε κατὰ μῆκος ὅλην τὴν γραμμὴν τῶν μαχομένων στρατιωτῶν τῆς Μεραρχίας, ἀπῆλθε καλπάζων εἰς συνάντησιν τοῦ Μεράρχου Δαμιανοῦ, πρὸς ὅν ἀνεκοίνωσε τὴν δρᾶσιν τῶν τμημάτων τὰ ὁποία λυσσωδῶς ἐμάχοντο ὑπὸ δυσμενεστάτας δι’ αὐτὰ συνθήκας καὶ ὡς ἐκ τῆς μειονεκτικῆς θέσεως αὐτῶν ἀπέναντί του ἐχθροῦ καὶ ἕνεκα τῆς ραγδαιοτάτης βροχῆς, ἡ ὁποία ἀπὸ τῆς 5ης μ.μ. ἀρχισασα, ἐξηκολούθησε συνεχῶς ἔτι ραγδαιοτέρα καθ’ ὁλόκληρον τὴν νύκτα τῆς 19ης πρὸς τὴν 20ην Ὀκτωβρίου, ὀρθῶς ὀνομασθεῖσαν ὑπὸ τῶν ἀξιωματικῶν «ἀπαισία» νύκτα. Ἀλλ’ ἐπέπρωτo, ὁ τόσον εὐσταλὴς καὶ ἀτρόμητος ἴλαρχος, ὁ οἰονεὶ ἐπιδιώκων καὶ ἀναζητῶν πανταχοῦ τὴν ἐχθρικὴν σφαῖραν, ἐπέπρωτo, λέγω, ὁ ἥρως Καψαμπέλης ν’ ἀξιωθεῖ τῆς ὑψίστης τιμῆς, τὴν ὁποίαν ἐπεδίωκεν, εἰς τὴν περίφημον μάχηv τῶν Γιαννιτσῶν, μάχηv διεξαχθεῖσαν καθ’ ὅλους τους κανόνας τῆς τακτικῆς, μάχην ἀληθῶς εὐρωπαϊκὴν. Διότι καθ’ἥν στιγμὴν ἐπέταξε διὰ τοῦ θυμοειδοῦς ἵππου του καὶ εὑρέθη εἰς τὴν πρώτην γραμμὴν τῶν στρατιωτώv, ἐνθουσιάζωv καὶ ἐνισχύων αὐτοὺς εἰς καταδίωξιν τοῦ ἐχθροῦ, σφαῖρα θανάσιμος ἐχθρική, φεισθεῖσα μέχρι τοῦδε τοῦ ὑποδειγματικοῦ καὶ ἀνδρoπρεπoὺς ἰλάρχου, ἐπέτυχεν αὐτὸν ἐπὶ τοῦ μετώπου καὶ τὸν κατέρριψεν ἐν τῷ ἅμα ἀπνοῦν ἀπὸ τοῦ ὑπερηφάνου, ὡς ὁ ἀναβάτης του, ἵππoυ. Ὁ γενναῖος στρατιώτης στεναγμὸν μόνον ἀνακουφίσεως ἐξέπεμψε, διότι τοιoῦτoν ἔντιμον, ἔνδοξον, ἡρωικὸν θάνατον ἐπέτυχε μαχόμενος πρὸ τῆς μακεδονικῆς πόλεως Πέλλης, τῆς γενέτειρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Τὸν νεκρὸν τοῦ ἰλάρχου παρέλαβον στρατιῶται καὶ ὑπὸ ραγδαίαν βροχήν, μετέφερον τῇ συνοδείᾳ τοῦ Ἐπιτελείου τῆς Μεραρχίας, τοῦ ὁποίου μέλος πολύτιμον καὶ γενναῖον διετέλεσεν ὁ Καψαμπέλης, εἰς τὸ μίαν ὥραν τῶν Γιαννιτσῶν ἀπέχον χωρίον Τσέκρι (2), ὅπου κατὰ τὴν ἑβδόμην ὥραν τῆς νυκτός της 20ης Ὀκτωβρίου ἐτάφη ὄπισθεν τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τοῦ Προφήτου Ἠλιού (3), βυζαντινοῦ ρυθμοῦ ναϊδρίου, ἐπὶ τοῦ τάφου τοῦ δ’ ἐτοποθετήθη ἀπέριττος ἐκ κλάδου ἀμαράντου δενδρυλλίου σταυρός, ἐφ οὗ ἐχαράχθη εὐναγνώστως τὸ ὄνομα «Καψαμπέλης».
ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΗΡΩΟΣ
Ἦτο δεκάτη προμεσημβρινὴ ὥρα, τῆς 21ης Ὀκτωβρίου, ἡμέρας ἀναπαύσεως τῶν ἀνδρῶν τῆς ΙΙΙ Μεραρχίας, κατόπιν τῆς διημέρου πολυνέκρου μάχης τῶν Γιαννιτσῶν οἱ ἄνδρες προσεπάθουν δὶ’ ἀνθρακιῶν νὰ θερμανθοῦν, νὰ ξηράνουν τὰς διαβρόχους στολᾶς τῶν καὶ τὰ κλινoσκεπάσματά των καὶ νὰ περισυλλεγοῦν ἐκ τῶν ἀπιστεύτων κακουχιῶν τῆς δευτέρας ἰδίως ἡμέρας τῆς ὑπὸ ἀκάθεκτον βροχὴν ἱστορικῆς μάχης. Αἴφνης ἀκούεται μεταλλική, βροντώδης καὶ ἐνθουσιώδης ἡ φωνὴ τοῦ ἡδυμόλπου ψάλτου τῆς γενεᾶς μας, τοῦ Σπύρου Ματσούκα (4). Στρέφομεν στρατιῶται καὶ ἀξιωματικοὶ καὶ βλέπομεν τὸν Σπύρον διὰ τῆς μιᾶς κραδαίνοντα τὴν ἑλληνικὴν σημαίαν καὶ διὰ τῆς ἄλλης ὑψοῦντα τὸν Σταυρόν, τὰ δύο τιμιώτατα ἐφόδια, τὰ ὁποῖα, ἔφερε πανταχοῦ εἰσδύων, φρονηματίζων καὶ ἐνθουσιάζων τους ἐν τῇ πρώτῃ γραμμῇ μαχομένους ἄνδρας, ἀψηφῶν βολίδας καὶ ὀβίδας ὁ ποιητὴς ἅμα καὶ ἥρως, μὲ τὸ τραγοῦδι του καὶ τὸν λυρισμόν του.
– Παιδιά μου, ἀδέλφια μου, ἀκούεται μεγαλοφώνως ὁ Ματσούκας. Ἐλᾶτε ὅλοι ἐδῶ μαζί μου νὰ πᾶμε ἐπάνω εἰς τὸν τάφον τοῦ γενναίου Καψαμπέλη, γιὰ νὰ κάνουμε ἔστω χωρὶς παπὰ τὸ μνημόσυνο τοῦ λαμπροῦ ἐκδικητοῦ τοῦ ἔθνους μας. Ἐπλησιάσαμεν ὅλοι τὸν τάφον τοῦ ἰλάρχου ἀποτελέσαντες κύκλον ἐν τῷ μέσῳ τοῦ ὁποίου ἵστατο ὁ Ματσούκας, ὡσεὶ ἐμπνευσμένος, ἀπευθύνας τὰ ἑξῆς μέχρι σπαραγμοῦ συγκινητικότατα λόγια πρὸς τοὺς καταπονημένους ἄνδρας: -Ἐδῶ, ἀδέλφια μου, ἐτάφη ἕνα ἀρχοντόπουλο, ἕνα παλληκάρι τοῦ Πειραιῶς, ἕνας φιλότιμος καὶ γενναῖος ἀξιωματικὸς ποὺ φόβον δὲν ἐγνώρισεν ἡ λεοντόκαρδη ψυχή του, ὁ ἴλαρχος Καψαμπέλης μεταξὺ τῶν πρώτων δώσας τὸ παράδειγμα τοῦ ριψοκινδύνου εἰς τοὺς φιλοτίμους ἀξιωματικούς μας… Ὅταν, παιδιά μου, ἔχετε διοικητὰς τέτοιους ἀνδρείους ἀξιωματικούς, νὰ εἶσθε βέβαιοι ὅτι γρήγορα θὰ φθάσουμε στὴ Θεσσαλονίκη, γρήγορα θὰ πάρουμε τὴν Πόλι! Μὲ αὐτὴν ἐδῶ τὴ γαλανή μας, ἐλᾶτε, ἀδέλφια μου, νὰ σκεπάσωμε τὸν τάφον τοῦ ὡραίου ἰλάρχου, αὐτὴ ἂς τοῦ γίνῃ σάβανο καὶ φλάμπουρο! Καὶ γονατίζων ὁ Ματσούκας, καλύπτει μὲ τὴν σημαίαν τὸν τάφον τοῦ Καψαμπέλη. Ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται ἀναλύονται εἰς λυγμούς, θρηνοῦντες τὸν ἀγαπητὸν ἡρωικὸν στρατιώτην, στρέφων δὲ πάλιν ὁ ποιητὴς πρὸς τοὺς στρατιώτας, ἀπευθύνει πρὸς αὐτοὺς τὴν ἑξῆς προσλαλιάν: -Ἀδέλφιά μου, ἡ μόνη ἱκανοποίησις καὶ χαρὰ τῆς γύρω μας πλανωμένης ψυχῆς τοῦ Καψαμπέλη θὰ εἶναι ἕνας ὅρκος τὸν ὁποῖον θὰ σᾶς πῶ, νὰ τὸν ἐπαναλάβετε, δέχεσθε;
Ὁ τάφος τοῦ Καψαμπέλη (πρῶτος ἀπὸ ἀριστερὰ)
– Δεχόμαστε, δεχόμαστε! ἀναφωνοῦν ἐν χορῷ συγκεκινημένοι οἱ στρατιῶται. Καὶ ὁ Ματσούκας ἀνελθὼν ἐπὶ ὑπερκειμένου λίθου, διὰ νὰ καθίσταται ὁρατὸς ἀπ’ ὅλον τὸ τεθλιμμένον στράτευμα, ἀρχίζει μὲ βροντώδη φωνὴν ἀπαγγέλλων ὅρκον, κάθε λέξιν τοῦ ὁποίου ἐπανελάμβανον ζωηρῶς οἱ στρατιῶται…. Ὅλοι οἱ ἄνδρες, ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται, ὡς ἕν σῶμα ἀπεκαλύφθημεν, ἐγονυπετήσαμεν πρὸ τοῦ τάφου τοῦ Καψαμπέλη καὶ δακρυρροοῦντες, ἠκούομεν τὴν πρὸς τὸν Θεὸν δέησιν τὴν ὁποίαν ἀπήγγελνε ὁ ποιητής:
-Μεγάλε προστάτα τῆς Πατρίδος μας, Παντοκράτωρ, σὺ ποὺ μὲ τὴ θεϊκὴ δύναμί Σου μᾶς ἀξίωσες νὰ φθάσουμε εἰς τὰ ἑλληνικώτατα αὐτὰ μέρη νικηφόροι γιὰ νὰ ἐλευθερώσουμε ἀδελφούς μας, ποὺ ἐπὶ 500 χρόνια παλεύουνε μὲ τὴ σκλαβιὰ τοῦ Τούρκου. Σ’ εὐχαριστοῦμεν, Ὕψιστε, καὶ σὲ παρακαλοῦμεν νὰ δώσῃς δύναμιν καὶ ὑγείαν εἰς τὸν Ἀρχιστράτηγον – Διάδοχον καὶ εἰς τὸν μαχόμενον Ἑλληνικὸν Στρατόν, νὰ συμπληρώσῃ τὸ ἔργον του διὰ νὰ ἐλευθερώσῃ καὶ τοὺς ἄλλους δούλους ἀδελφοὺς ποὺ μᾶς περιμένουν μὲ ἀνοικτὲς ἀγκάλες, νὰ χαρίσουμε καὶ εἰς αὐτούς, φῶς, ἥλιο, ἐλευθερία. Καὶ ἀτενίζων τὸν τάφον τοῦ Καψαμπέλη, προσέθεσεν:
-Ὡραῖε καὶ ἡρωικὲ Καψαμπέλη, ἡ ψυχή σου ποὺ αὐτὴν τὴν μεγάλην στιγμὴν περιφέρεται γύρω μας, βλέπει πὼς οἱ στρατιῶται γονατιστοὶ στὸν τάφον σου προσεύχονται καὶ ὁρκίζονται νὰ ἐκδικηθοῦν τὸν ἡρωικὸν θάνατόν σου καὶ ὅλων τῶν ἡρωικῶς πεσόντων εἰς τὰ χώματα τῆς Μακεδονίας. Νὰ εἰπῇς εἰς ὅλους τοὺς πεσόντας ἐνδόξως ὅπως σὺ ἥρωας, ὅτι μὲ τὴν γενναιότητα τοῦ στρατοῦ μας καὶ τοῦ Ἀρχιστρατήγου, Διαδόχου Κωνσταντίνου, τὰ ὄνειρα τῆς φυλῆς μας θὰ πραγματοποιηθοῦν καὶ ἡ μικρὰ ἕως τώρα Πατρίδα μας θὰ γίνῃ μεγάλη καὶ ἔνδοξη, ὅπως μεγάλη καὶ ἔνδοξη εἶναι ἡ ἱστορία της. Αἰωνία σου ἡ μνήμη, ἴλαρχε Καψαμπέλη. -Αἰωνία σου ἡ μνήμη! Ἀναφωνοῦν ὡς ἐνὶ στόματι οἱ γονυκλινῶς προσευχόμενοι ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται. Ἡ σκηνὴ εἶναι ὑπερόχως σπαρακτική, ὀφθαλμὸς δὲν ἔμεινεν ἀδάκρυτος, ὅλοι θρηνοῦν τὸν πεσόντα ἴλαρχον, μακαρίζοντες αὐτὸν διὰ τὸ ἔνδοξον τέλος του».
Σήμερα στὸ χωριὸ Παραλίμνη ὑπάρχουν ὁ τάφος τοῦ ἡρωικοῦ ἰλάρχου Βασιλείου Καψαμπέλη, πίσω ἀπὸ τὸν μικρὸ ναὸ τοῦ Ἁγ.Ἀθανασίου καὶ σὲ μικρὸ ἀλσύλλιο κοντὰ στὸ Σχολεῖο, ἡ προτομή του, ὅπου κατὰ τὶς ἐθνικὲς ἐπετείους οἱ μαθητὲς ὀργανώνουν τὶς σχολικές τους γιορτὲς καὶ καταθέτουν στεφάνια, τιμῶντας τὴ θυσία του.
ΠΗΓΕΣ – ΣΧΕΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΕΣ/Δ.Ι.Σ. «Ὁ Μακεδονικὸς Ἀγὼν καὶ τὰ εἰς Θρᾴκην γεγονότα» Ἀθῆνα 1979.
ΓΕΣ/Δ.Ι.Σ. «Ἐπίτομη ἱστορία τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων 1912-1913» Ἀθῆνα 1987.
ΓΕΣ/Δ.Ι.Σ. «Ὁ Ἑλληνικὸς Στρατὸς κατὰ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους» τόμ. Α΄ Ἀθῆνα 1988.
Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, τόμ. 14ος, σελ. 164.
Πρακτικὰ Πανελ. Ἱστορ. Συνεδρίου «Βαλκανικοὶ Πόλεμοι-Ἡ Μάχη τῶν Γιαννιτσῶν Γιαννιτσά, 2002.
Παρασκευόπουλος Γ. «Σελίδες ἀπὸ τὸν Πρῶτο Πόλεμο, Σαραντάπορο-Γιαννιτσὰ- Θεσ/νίκη, Ἀθῆναι 1914.
Σαραντόπουλος Φ. «Ἐμπρὸς διὰ τῆς λόγχης – Ἡ μεγάλη ἐξόρμηση (1912-1913), Ἀθῆνα 2012.
Χατζηβρέττας Δημ. «Ἡ Μάχη τῶν Γιαννιτσῶν», Γιαννιτσὰ 2010.
____________________
1. Παρασκευόπουλος Γεώργιος: Ἀνθυπολοχαγὸς κατὰ τὸν Α΄ Βαλκανικὸ Πόλεμο. Συνυπηρετοῦσε καὶ συμπολεμοῦσε μὲ τὸν Βασ. Καψαμπέλη ἀπὸ τὶς μάχες τοῦ Σαρανταπόρου μέχρι καὶ τὴ Μάχη τῶν Γιαννιτσῶν. Συνέγραψε τὰ πολεμικά του ἐνθυμήματα στὸ βιβλίο «Σελίδες ἀπὸ τὸν Πρῶτο Πόλεμο», Ἀθῆναι 1914.
2. Τὸ χωριὸ Παραλίμνη Γιαννιτσῶν.
3. Ὁ κοιμητηριακὸς ναὸς τοῦ Ἁγ. Ἀθανασίου Παραλίμνης (1878) ἀναστυλωμένος σήμερα ἀπὸ τὸ Ὑπ. Πολιτισμοῦ.
4. Ματσούκας Σπύρος: Λαϊκός ποιητής (1870-1928). Ἔλαβε μέρος στὸν πόλεμο τοῦ 1897 καὶ στοὺς δύο Βαλκανικοὺς Πολέμους, ὅπου πολεμοῦσε καὶ ἐνθάρρυνε τοὺς στρατιῶτες μὲ φλογερὰ ποιήματα καὶ λόγους. Πρωτοστάτησε σὲ πατριωτικὲς κινήσεις. Ποιητικά του ἔργα: «Πατριωτικὰ τραγούδια», «Σαλπίσματα» κ.ἄ.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Την 19η Οκτωβρίου 1912 στα υψώματα μεταξύ Αηδονοχωρίου-Καλλιστρατίου- Περιστέρας έγινε μεταξύ Ελληνικών και τουρκικών στρατευμάτων σφοδρότατη μάχη, αληθινή μονομαχία. Τα Ελληνικά στρατεύματα του Γύπαρη και του Νικολούδη που ήταν εθελοντικά με ενίσχυση τμήματος Ευζώνων, δια μέσου Πυλωρίου, έφθασαν στην γραμμή Καλλιστρατίου-Περιστέρας. Εκεί αντιλήφθηκαν λόχο τουρκικού στρατού που κατευθυνόταν προς το Τσοτύλι!
Σκοπός των Τούρκων ήταν η θανάτωση των μαθητών του ιστορικού Γυμνασίου Τσοτυλίου και η πυρπόληση του κτιρίου του Οικοτροφείου. Μόλις αυτό έγινε γνωστό στο Τσοτύλι, οι μαθητές έφυγαν στα προς το νότο ορεινά χωριά. Οι Τούρκοι όταν είδαν το Ελληνικό σώμα στην αρχή το πέρασαν για δικό τους και έστειλαν έναν ανιχνευτή για πληροφορίες. Οι Έλληνες αφού συνέλαβαν τον απεσταλμένο, εμφανίστηκαν μπροστά στους επίδοξους σφαγείς του άνθους του Βοΐου. Για να ανακόψουν την προέλαση των Τούρκων προς το Τσοτύλι, τα σώματα του Γύπαρη και Νικολούδη πήραν θέσεις μάχης σε μια ρεματιά του χωριού Περιστέρας (Μαρτσίστι).
|
Παύλος Γύπαρης (1880-1966) Οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα |
Οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να οχυρωθούν στο Καλλιστράτι. Νέες δυνάμεις από την Νεάπολη ενίσχυσαν τους Τούρκους που βρίσκονταν στο Καλλιστράτι. Ο Γύπαρης και ο Νικολούδης, για να υπερφαλαγγίσουν τον εχθρό και για να τον βάλλουν ανάμεσα σε δυο πυρά, προχώρησαν προς το Αηδονοχώρι. Η κίνηση αυτή έπαιξε μεγάλο στην τελική έκβαση της μάχης. Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν το Καλλιστράτι και υποχώρησαν στην Νεάπολη. Αυτή η κίνηση των Τούρκων είχε σαν αποτέλεσμα την κατάληψη του χωριού από τις Ελληνικές δυνάμεις. Οι επικεφαλής των Ελληνικών δυνάμεων θεώρησαν πως οι Τούρκοι δεν θα ξαναγύριζαν και άφησαν στο χωριό δύναμη από οκτώ μόνον άνδρες.
Η δύναμη αποτελούνταν από τους εξής: Μανώλη Βαγγελινό, Χρήστο Ξυλινάκη, Χρήστο Αυγουστάκη, Νικόλαο Γιαλίρη, Μιχαήλ Μελαδάκη, Στέφανο Καλογεράκη, Κωνσταντίνο Κτενά, Στ. Κόκκινο. Οι υπόλοιπες δυνάμεις απομακρύνθηκαν να ανασυνταχθούν με σκοπό την επίθεση στην Νεάπολη. Οι Τούρκοι όμως αφού ενισχύθηκαν με νέες δυνάμεις, επετέθησαν με σφοδρότητα στο Καλλιστράτι και στις δυνάμεις εκείνες που είχαν πάρει θέση μάχης στο Αηδονοχώρι.
Επακολούθησε μια σωστή γιγαντομαχία. Οι γενναίοι οκτώ Κρητικοί υπερασπιστές του Καλλιστρατίου αμύνονται σθεναρά και αποκρούουν τις αλλεπάλληλες επιθέσεις ενός τουρκικού λόχου. Εντός του οικισμού θα πέσουν ηρωικά μαχόμενοι οι στρατιώτες Χρήστος Ξυλινάκης και Χρήστος Αυγουστάκης, καταγόμενοι από τον Άγιο Βασίλειο Ρεθύμνης και του Βιάνου Ηρακλείου αντίστοιχα. Τον πρώτο βρήκε μια σφαίρα στο μέτωπο και το δεύτερο μια σ' ένα πόδι και μια στο στήθος.
Επίσης τραυματίστηκαν στην μάχη ο Μιχαήλ Μελαδάκης και ο Νικόλαος Γιαλίρης.
Ενώ ο Μελαδάκης τραυματισμένος αποχώρησε από το πεδίο της μάχης, ο Γιαλίρης που ήταν τραυματισμένος στο πόδι σοβαρά και δεν μπορούσε να βαδίσει, σύρθηκε σε κάποιο σπίτι του χωριού και αμυνόταν απεγνωσμένα μόνος του. Κάποια στιγμή μια εχθρική σφαίρα του έσπασε το όπλο του και κατά πάσα πιθανότητα και το χέρι του. Αυτός όμως συνέχισε να μάχεται ηρωικά με το πιστόλι του. Δυο Τουρκαλβανοί που τον εντόπισαν, έφτασαν κοντά του και θέλησαν να τον συλλάβουν όμως ο γενναίος Κρητικός πυροβόλησε και σκότωσε τον έναν με το πιστόλι του, ενώ ο άλλος το 'βαλε στα πόδια κι έφυγε!
Ενώ η μάχη είχε τελειώσει και οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να πυρπολούν το χωριό, ο βαριά τραυματισμένος στρατιώτης επιστρατεύοντας τις τελευταίες δυνάμεις του, κατόρθωσε να απομακρυνθεί από το χωριό. Κατά την διάρκεια της νύχτας κατόρθωσαν οι συμπολεμιστές του να τον βρουν και να τον πάρουν μαζί τους. Ο οπλαρχηγός του, ο Νικολούδης αναγνωρίζοντας την ανδραγαθία του τον αναγνώρισε ως οπλαρχηγό.
Όταν έπεσε το σκοτάδι οι Τούρκοι αποσύρθηκαν στην Νεάπολη. Εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης τριάντα νεκρούς. Από τους Έλληνες έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι, τέσσερις Κρήτες εθελοντές, ένας λοχίας των Ευζώνων, ένας Εύζωνας και δυο ντόπιοι αγγελιοφόροι. Τάφηκαν όλοι σε κοινό τάφο κοντά στον Ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην Περιστέρα.
Τα ονόματα των νεκρών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης είναι:
- Λαινάς, Λοχίας των ευζώνων.
- Αγνώστου ονόματος, εύζωνας.
- Χρήστος Ξυλινάκης Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Χρήστος Αυγουστάκης Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Χαρίτων Βαβούκας Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Αγνώστου ονόματος Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Παναγιώτης Χριστόπικος, Αγγελιοφόρος.
- Χρήστος Λάγγας, Αγγελιοφόρος.
- Ιωάννης Βαρτζής, Αγροφύλακας.
Προς τιμή των γενναίων παλικαριών οι κάτοικοι του Καλλιστρατίου έστησαν στον τοίχο της νότιας πλευράς του Ιερού Ναού του Αγίου Γεωργίου μαρμάρινη πλάκα με τα ονόματά τους.
Αξίζει να αναφέρουμε ό,τι γνωρίζουμε για το πώς σκοτώθηκε ο καθένας από αυτούς.
Ο Νικόλαος Χατζόπουλος πήρε μέρος και στην μάχη σαν αγγελιοφόρος και οδηγός των Κρητών στρατιωτών. Ήταν αυτός που οδήγησε τους στρατιώτες στο χωριό και στην συνέχεια στα υψώματα του Αηδονοχωρίου προκειμένου να κυκλώσουν τους Τούρκους. Δεν αποκλείεται να ήταν και ένοπλος. Υπάρχει σχετική προφορική μαρτυρία από κατοίκους του χωριού. Πυροβολήθηκε από Τούρκους στρατιώτες την ώρα που προσπαθούσε να σώσει το σπίτι του, όταν του έβαλαν φωτιά. Ήταν οι στιγμές που οι Κρήτες είχαν οπισθοχωρήσει από το χωριό και το είχαν ανακαταλάβει οι Τούρκοι. Με την αποχώρηση των Ελληνικών δυνάμεων οι Τούρκοι παρέδωσαν το χωριό στις φλόγες και το κατέστρεψαν εντελώς.
Ο Θωμάς Χατζόπουλος ενθουσιασμένος από την παρουσία του Ελληνικού στρατού, έλαβε μέρος στην μάχη, πυροβολώντας τους Τούρκους από την αυλή του σπιτιού του με ένα όπλο τύπου ''γκρα''. Έγινε όμως αντιληπτός από τους Τούρκους στρατιώτες και πυροβολήθηκε. Τραυματίστηκε βαριά και ενώ η σύζυγός του Φωτεινή Χατζοπούλου έτρεξε να τον βοηθήσει, δέχθηκε και εκείνη τα πυρά των Τούρκων.
Η Φωτεινή Χατζοπούλου ξεψύχησε αμέσως. Ο Θωμάς απεβίωσε μετά από δυο μέρες. (Ο Θωμάς και ο Νίκος Χατζόπουλος ήταν αδέρφια).
Για τον Λουκά (Δούκα) Ζηκόπουλο οι προφορικές διηγήσεις αναφέρουν πως βγήκε να σβήσει την φωτιά, που είχαν ανάψει οι Τούρκοι σε μια κλαδαριά που είχε από κλαδιά βελανιδιάς για να ταΐσει τα πρόβατα το χειμώνα. Εκεί τον είδε κάποιος γνωστός του Τούρκος στρατιώτης από το Πυλωρί που τον προέτρεψε να φύγει για να σωθεί. Την ίδια στιγμή όμως άλλος στρατιώτης τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ήταν παραμονή της γιορτής του.
Ο Ευθύμιος Χασιώτης καταγόταν από την Ασπρούλα (Βιλίστι τότε) και δούλευε σε αγρόκτημα του χωριού. Κάποιες γυναίκες τον έκρυψαν κάτω από μια ξύλινη λεκάνη που την χρησιμοποιούσαν σαν ταΐστρα για τα ζώα. Εκεί οι Τούρκοι στρατιώτες τον πυροβόλησαν και τον φόνευσαν εξ' επαφής.
Για τα υπόλοιπα θύματα δε γνωρίζουμε λεπτομέρειες για το πως φονεύτηκαν...
Πηγή: (Από το βιβλίο "Μνήμες από το παρελθόν" του Δημητρίου Ι. Ζηκόπουλου), Περί Πάτρης
Στις 19 Οκτωβρίου 1912, τρία θωρηκτά του ελληνικού στόλου αγκυροβόλησαν ανοιχτά του όρμου της Καμαριώτισσας και ένα άγημα πεζοναυτών αποβιβάστηκε στο νησί. Με παραλήρημα χαράς και ψέλνοντας αναστάσιμους ύμνους υποδέχθηκαν οι Σαμοθρακίτες τους Έλληνες στρατιώτες. Η Σαμοθράκη απελευθερώνεται από τον ένδοξο ελληνικό στόλο μετά από 458 χρόνια στυγνής σκλαβιάς.
Στις 11 το πρωί της 18ης Οκτωβρίου 1912 γίνεται η επίσημη παράδοση της πόλης από τον Τούρκο δήμαρχο Αλή Ριζά, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση ήταν απόγονος του κελ (= κασιδιάρη) Πέτρου που προδοτικά είχε παραδώσει την Βυζαντινή Έδεσσα στους Τούρκους πριν 530 χρόνια περίπου!
Η απελευθέρωση της Έδεσσας υπήρξε αποτέλεσμα της προέλασης του Ελληνικού στρατού κατά την διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού πολέμου και έθεσε τέρμα στην μακροχρόνια υποδούλωσή της στην Οθωμανική κυριαρχία, η οποία κράτησε πάνω από πεντακόσια χρόνια!
Η επιβίωση του Ελληνικού στοιχείου κατά την διάρκεια της μακραίωνης αυτής δουλείας ήταν αξιοθαύμαστη, δεδομένου ότι οι Χριστιανοί Έλληνες όχι μόνο δεν αφομοιώθηκαν παρόλη την μαύρη σκλαβιά και την εγκατάσταση πολλών μουσουλμάνων Τούρκων στην περιοχή, αλλά αναπτύχθηκαν τόσο πνευματικά όσο και οικονομικά!
Τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα της μακραίωνης αυτής υποδούλωσης υπήρξε ο Μακεδονικός αγώνας η συμβολή του οποίου ήταν ιδιαίτερα σημαντική στη νικηφόρα έκβαση των βαλκανικών πολέμων. Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες με σύνθημά τους την αυτονόμηση της περιοχής της Μακεδονίας παρουσιάστηκαν ως αυτόκλητοι προστάτες των καταπιεζομένων Χριστιανικών πληθυσμών.
Όταν διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να αλλάξουν το φρόνημα των Ελλήνων κατοίκων της Μακεδονίας με αναίμακτα προπαγανδιστικά μέσα, εξαπέλυσαν ένα κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων επιδιώκοντας το βίαιο προσηλυτισμό τους. Απώτερος σκοπός ήταν η εθνολογική αλλοίωση της Ελληνικότητας της Μακεδονίας και ο αφανισμός του Ελληνικού στοιχείου με τους διωγμούς, τις δολοφονίες, τις σφαγές.
Ενδεικτική της καταστάσεως στην περιοχή μας, ήταν μια επιστολή του μητροπολίτη Εδέσσης Στέφανου Δανιηλίδη προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη στις 15-9-1904, όπου γράφει μεταξύ άλλων:
«οι λησταντάρται (εννοώντας τους κομιτατζήδες) αμείλικτον διωγμόν εκίνησαν εναντίον των Χριστιανών της επαρχίας μου και των τριών τμημάτων αυτής, ελευθέρως και ανενοχλήτως πλέον περιέρχονται εις τα χωρία και εξαναγκάζουσι τους χωρικούς δι απειλών,ακκισμών, δολοφονιών και λοιπών φρικαλεοτήτων να εκδιώξουσι τουςδιδασκάλους και τους ιερείς των και να ασπασθώσι το σχίσμα…».
Η Έδεσσα υπήρξε από τις πρώτες πόλεις όπου συγκροτήθηκε Επιτροπή αμύνης κατά της βουλγαρικής προπαγάνδας και των κομιτατζήδων και για να υποστηρίζει και να συνεργάζεται στενά με τα Ελληνικά ανταρτικά σώματα. Πρόεδρος ο γιατρός Δημήτριος Ρίζος και μέλη ο Αθανάσιος Φράγκος, ο Ιωάννης Χατζηνίκος, ο Αρχιερατικός επίτροπος Παπασιβένας Ιωάννης. Στενοί συνεργάτες υπήρξαν πολλοί άλλοι επώνυμοι και ανώνυμοι Εδεσσαίοι, η προσφορά των οποίων ήταν ανεκτίμητη.
Ο αρχηγός και η ψυχή του αγώνα στην Έδεσσα και στην ευρύτερη περιοχή της ήταν ο υπολοχαγός Κων/νος Μαζαράκης ή καπετάν Ακρίτας.
Με τον Μακεδονικό αγώνα οι Ελληνόφωνοι και σλαβόφωνοι Ελληνικοί πληθυσμοί της Έδεσσας και ολόκληρης της Μακεδονίας, κληρικοί και λαϊκοί, ανακτούν το θάρρος τους και την αυτοπεποίθησή τους που τα είχαν απολέσει τα δύσκολα χρόνια της βουλγαρικής τρομοκρατίας και προσφέρουν τα μέγιστα.
Η επικοινωνία του Ελληνισμού της Μακεδονίας με τους Έλληνες της υπόλοιπης Ελλάδας δημιουργεί στενότερους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ τους. Το ηθικό και το εθνικό φρόνημα των κατοίκων της περιοχής εξυψώνεται σε μεγάλο βαθμό.
Κατά το διάστημα αυτό τα στελέχη του Ελληνικού στρατού, τα οποία υπηρετούν ως αρχηγοί ανταρτικών σωμάτων, ως εκπαιδευτές, πράκτορες και διαφωτιστές του Ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας αποκτούν εμπειρίες και γνώσεις για την περιοχή, οι οποίες θα εξαργυρωθούν στους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους. Η Ελλάδα μέσα από το Μακεδονικό αγώνα βγαίνει ανανεωμένη και γεμάτη αυτοπεποίθηση έτοιμη να καθορίσει στα πεδία των μαχών το μελλοντικό καθεστώς της Μακεδονίας. Ο αγώνας αυτός είχε δώσει τότε στην πατρίδα μας το δικαίωμα όχι μονάχα να επικαλείται την ελληνικότητα της Μακεδονίας στα διάφορα συνέδρια, αλλά και να πραγματοποιήσει το μεγάλο όνειρο της φυλής με τους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13.
Πιο συγκεκριμένα στις 5 Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα κηρύττει τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Ο Ελληνικός στρατός μετά την νίκη του στην μάχη του Σαρανταπόρου στις 9 και 10 Οκτωβρίου, προελαύνει ορμητικά στην πεδιάδα της κεντρικής Μακεδονίας και απελευθερώνει διαδοχικά την Βέροια και την Νάουσα.
Καθώς τα νέα φτάνουν στην Έδεσσα, ανάμεικτα συναισθήματα δημιουργούνται στους κατοίκους της πόλης. Oι μεν Έλληνες περιμένουν με ανυπομονησία τον Ελληνικό στρατό και ανταλλάσσουν μεταξύ τους την ευχή «Χριστός Ανέστη», ενώ οι Τούρκοι αισθάνονται αγωνία για την ζωή και τις περιουσίες τους, μιας και ο τουρκικός στρατός εγκατέλειψε την πόλη και κατευθύνθηκε προς την πεδιάδα των Γιαννιτσών για να δώσει την αποφασιστική μάχη του πολέμου στις 19-20 Οκτωβρίου 1912.
Στην Έδεσσα απομένουν μόνο λίγοι άνδρες της τουρκικής εθνοφρουράς, ο φρούραρχος της πόλης Ταγματάρχης Ρασίτ μπέης, ο καϊμακάμης Γκαλίπ μπέης και δήμαρχος της πόλης Αλή Ριζά. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι λίγες μέρες πριν την απελευθέρωση της Έδεσσας ενεργώντας προληπτικά, συνέλαβαν ως ομήρους επιφανείς Εδεσσαίους που είχαν αναπτύξει αξιόλογη δράση στην διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα και τους μετέφεραν στην Θεσσαλονίκη, στις φυλακές Επταπυργίου μαζί με ομήρους από άλλες περιοχές.
Όταν πλέον συνειδητοποιούν ότι είναι αναπόφευκτη σε λίγες μέρες η επικράτηση του Ελληνικού στρατού στην περιοχή, συγκαλούν σύσκεψη στο σπίτι του φρούραρχου Ρασίτ μπέη για να καθορίσουν τις μετέπειτα ενέργειές τους. Να προβάλλουν δηλαδή αντίσταση στον Ελληνικό στρατό ή να παραδώσουν την πόλη αμαχητί. Τελικά υπερισχύει η δεύτερη γνώμη και αποφασίζεται να μεταβεί στην Ιερά Μητρόπολη Έδεσσας ο Τούρκος διευθυντής του ιεροδιδασκαλείου για να προετοιμάσει τη συνεννόηση με τους Έλληνες της πόλης.
Την επόμενη μέρα συγκεντρώνονται στην Ιερά Μητρόπολη οι τουρκικές αρχές, ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος και οι Δημογέροντες, όπου οι Τούρκοι ζητούν την προστασία τους στην περίπτωση που θα καταληφθεί η πόλη από τον Ελληνικό στρατό.
Στις 15 Οκτωβρίου παραιτούνται οι Τουρκικές αρχές και αναλαμβάνουν την φρούρηση της Έδεσσας οι Έλληνες κάτοικοί της. Στις 16 Οκτωβρίου ο δήμαρχος Αλή Ριζά πηγαίνει στις φυλακές της πόλης, αποφυλακίζει τους κρατούμενους και ο Γκαλίπ μπέης εγκαθίσταται στο κτίριο της Μητροπόλεως, όχι τόσο για να προστατευθεί από τους Χριστιανούς, αλλά για να αποφύγει την οργή όσων από τους Τούρκους είχαν την αντίθετη με αυτόν γνώμη για την παράδοση της πόλης.
Το βράδυ της 17ης Οκτωβρίου η έκτη ημιλαρχία υπό τον Ανθυπίλαρχο Αργύριο Σταυρόπουλο εξορμά από την Βέροια και καταλαμβάνει τον σιδηροδρομικό σταθμό Σκύδρας.
Την επόμενη μέρα, Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 1912, γιορτή του Αγίου Λουκά, πολιούχου από τότε της πόλης μας, τρεις στρατιώτες ως προμετωπίδα του προελαύνοντος Ελληνικού στρατού, ο Βρασίδας Λαγωνίκος, ο Νικόλαος Αγγελής και ο Νικόλαος Λιβανός καταλαμβάνουν τον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, αφού συνεπλάκησαν με την εκεί ευρισκόμενη τουρκική φρουρά. Από τους πυροβολισμούς σκοτώθηκαν ο ιερέας του χωριού Σωτήρα, ο δεκαπεντάχρονος μαθητής Ψυχογιός και ένας μαθητής του οικοτροφείου. Ήταν οι τελευταίοι νεκροί πριν την απελευθέρωση της πόλης!
Λίγο αργότερα φτάνει στον σταθμό αμαξοστοιχία με έναν λόχο πεζικού του Ελληνικού στρατού με επικεφαλής τον Αξιωματικό Βασίλειο Γεννηματά, ο οποίος μπαίνει θριαμβευτικά στην Έδεσσα. Την ίδια ώρα από την πόλη έρχεται προς το σταθμό μια πομπή με επικεφαλής τον Μητροπολίτη και τους Τούρκους μουφτή, υποδιοικητή και δήμαρχο της Έδεσσας, ο οποίος κρατά λευκή σημαία.
Στις 11 το πρωί της 18ης Οκτωβρίου 1912 γίνεται η επίσημη παράδοση της πόλης από τον Τούρκο δήμαρχο Αλή Ριζά.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες απελευθερώθηκε η Έδεσσα. Οι αγώνες και η αυτοθυσία των Εδεσσαίων και των κατοίκων της γύρω περιοχής στις επάλξεις του Μακεδονικού αγώνα καρποφόρησαν. Έγιναν γέφυρα για να περάσει ο Ελληνικός στρατός τον Οκτώβριο του 1912 και να απελευθερώσει την Μακεδονία μας.
Με την έκρηξη του Ά Βαλκανικού Πολέμου, οι Ελληνικές ναυτικές δυνάμεις ενισχυμένες από την παρουσία του θωρηκτού Αβέρωφ, δεν τήρησαν αμυντική στάση έναντι του σαφώς ισχυρότερου Τουρκικού στόλου, αλλά αντιθέτως ακολούθησαν μια άκρως επιθετική πολιτική. Το σύνολο του Ελληνικού στόλου υπό την ηγεσία του Πλοιάρχου Κουντουριώτη απέπλευσε από το Φάληρο στις 5 Οκτωβρίου και έπλευσε απευθείας προς την Λήμνο την οποία απελευθέρωσε αιφνιδιαστικά, μόλις 24 ώρες μετά την κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Το λιμάνι της απελευθερωμένης Λήμνου, λόγω της στρατηγικής του σημασίας στην «καρδιά» του Βορείου Αιγαίου και κοντά στα Δαρδανέλια, θα αποτελούσε το ορμητήριο του Ελληνικού στόλου καθ΄ όλη την διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.
Κατά την διάρκεια του Οκτωβρίου, ο Ελληνικός στόλος με επικεφαλής το Θωρηκτό «Αβέρωφ» διεξήγαγε συνεχώς περιπολίες στο Βόρειο Αιγαίο περιμένοντας την έξοδο του Τουρκικού στόλου από τα Δαρδανέλια, ενώ μικρότερες Ελληνικές ναυτικές μοίρες εκμεταλλευόμενες την Τουρκική αδράνεια, αποβίβαζαν αγήματα ναυτών και απελευθέρωναν διαδοχικά τα μεγαλύτερα νησιά του Αιγαίου.
Ο Πλοίαρχος Κουντουριώτης είχε αναθέσει σε μια μοίρα του στόλου να επιτηρεί την θαλάσσια ζώνη ανάμεσα στο Λιτόχωρο, την Κατερίνη και τον κόλπο του Θερμαϊκού προσφέροντας βοήθεια και ανεφοδιασμό στον προελαύνοντα Ελληνικό στρατό. Στην μοίρα αυτή είχαν ενταχθεί μικρές και χαμηλής δυναμικότητας ναυτικές μονάδες όπως το παλιό ναρκοβόλο «Κανάρης» που το χρησιμοποιούσαν ως πλοίο εφοδιασμού, η ναρκοθέτιδα «Άρης» και το «τορπιλοβόλο 11» με Πλοίαρχο τον Νικόλαο Βότση.
Ο Βότσης ήταν ένας αρκετά έμπειρος και μορφωμένος Αξιωματικός καθώς είχε φοιτήσει στην σχολή Ναυτικών Δοκίμων από το 1892 έως το 1896 ενώ είχε λάβει μέρος και στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 υπηρετώντας στο θωρηκτό «Ύδρα». Από την έναρξη του πολέμου δεν είχε μείνει ικανοποιημένος από τα «εύκολα» και ακίνδυνα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί. Έτσι ζητούσε επίμονα την άδεια τόσο από τον Ναύαρχο του στόλου Παύλο Κουντουριώτη, όσο και από το Υπουργείο Ναυτικών, να δοκιμάσει μια παράτολμη επίθεση κατά Τουρκικών πλοίων, είτε στο λιμάνι της Σμύρνης, είτε στα Δαρδανέλια είτε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τελικώς, το Υπουργείο Ναυτικών, μετά από δισταγμούς λόγω του μεγάλου βαθμού δυσκολίας του εγχειρήματος, έδωσε άδεια στον Βότση να δοκιμάσει τον τορπιλισμό του «Φετχί Μπουλέντ» που ήταν αγκυροβολημένο εντός του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.
Στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, από την έναρξη του πολέμου, ήταν αγκυροβολημένα πολλά πολεμικά πλοία Ευρωπαϊκών Χωρών, με κύρια αποστολή την προστασία των Ευρωπαίων που βρίσκονταν στην πόλη εν όψει των ραγδαίων και απρόσμενων εξελίξεων. Ανάμεσα σε αυτά βρισκόταν και το παλαιό Τουρκικό θωρηκτό (θωρακοδρόμων) «Φετχί Μπουλέντ» (Feth-i-Bulend).
Το πλοίο είχε παραγγελθεί και ναυπηγηθεί το 1871 στην Αγγλία και είχε επισκευασθεί εκ νέου το 1907 για να χρησιμοποιηθεί στον Ιταλοτουρκικό πόλεμο. Κατά την επισκευή αυτή, το πλοίο εξοπλίστηκε με νεότερα τηλεβόλα τύπου Κρουπ μεγάλης εμβέλειας. Το Θωρηκτό δεν βρισκόταν με τον υπόλοιπο Τουρκικό στόλο στα Δαρδανέλια αφού ουσιαστικά είχε τεθεί εκτός υπηρεσίας τα τελευταία χρόνια, ενώ τα πυροβόλα του είχαν αφαιρεθεί από το κατάστρωμα του και είχαν τοποθετηθεί στο Καραμπουρνού, (όπως και οι 90 ναύτες του πληρώματος που τα χειρίζονταν), για να ενισχύσουν την άμυνα του λιμανιού. Ουσιαστικά οι Οθωμανικές αρχές χρησιμοποιούσαν το «Φετχί Μπουλέντ» ως πλοίο διοίκησης και τυπικά κυβερνήτης του ήταν ο εκάστοτε ναυτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης.
Την νύχτα της 18ης Οκτωβρίου, ο υποναύαρχος Βότσης αποφάσισε να εισέλθει με το «Τορπιλοβόλο 11» στον Θερμαϊκό κόλπο και να βυθίσει το απαρχαιωμένο Τουρκικό θωρηκτό. Το εγχείρημα αυτό φαινόταν ακατόρθωτο, καθώς τα στενά του λιμανιού της Θεσσαλονίκης φυλάσσονταν από το φρούριο του Καραμπουρνού το οποίο ήταν εξοπλισμένο με μεγάλου διαμετρήματος τηλεβόλα, τα νερά στο στόμιο του κόλπου ήταν αβαθή και ναρκοθετημένα, ενώ ένας μεγάλος προβολέας σάρωνε την περιοχή και επιτηρούσε άγρυπνα την είσοδο του λιμανιού.
Ο Βότσης όμως δεν δίστασε μπροστά στις δυσκολίες αυτές, ενθαρρυμένος από έγκυρες πληροφορίες που του έδωσαν Έλληνες ψαράδες (Νικόλας Βλαχόπουλος, Μιχάλης Κουφός) της περιοχής, που γνώριζαν τα νερά και αποφάσισε να δοκιμάσει το ακατόρθωτο! Αργά την νύχτα κατάφερε με την καθοδήγηση των δύο ψαράδων που βρίσκονταν ανάμεσα στο πλήρωμα, να εισέλθει στον Θερμαϊκό με το «Τορπιλοβόλο 11» χωρίς να γίνει αντιληπτός από τα παραθαλάσσια Τουρκικά φρούρια, ελισσόμενος ανάμεσα σε νάρκες και αποφεύγοντας κάποια αβαθή σημεία του κόλπου χάρις το μικρό βύθισμα που είχε το πλοίο του.
Ο Βότσης είχε ακριβείς πληροφορίες για την θέση στο λιμάνι που ήταν αραγμένο το «Φετχί Μπουλέντ» από τον Αξιωματικό του Ελληνικού ναυτικού Αντώνη Κριεζή που είχε υπηρετήσει ως ναυτικός ακόλουθος στην Ελληνική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Για τον λόγο αυτό, έπλευσε αμέσως προς το Τουρκικό θωρηκτό από ανατολικά, καθώς μόνο από εκεί μπορούσε να το χτυπήσει, χωρίς να διακινδυνέψει να πετύχει πλοία άλλων χωρών, κάτι που θα προκαλούσε αναμφίβολα σοβαρό διεθνές διπλωματικό επεισόδιο!
Το Ελληνικό τορπιλοβόλο πλησίασε το «Φετχί Μπουλέντ» και από απόσταση 150 μέτρων το έπληξε με τρεις παλαιού τύπου τορπίλες κατασκευής του 1870. Παρά την παλαιότητά τους, οι δύο από τις τρεις τορπίλες έπληξαν με μεγάλη ακρίβεια το παροπλισμένο Τουρκικό Θωρηκτό σε καίριο σημείο στην μέση του σκάφους προκαλώντας του ανεπανόρθωτες ζημιές!
Το Τουρκικό πλοίο άρχισε να μπάζει νερά και να βυθίζεται ταχύτατα γέρνοντας προς τα δεξιά. Η τρίτη τορπίλη δεν βρήκε τον στόχο της αλλά εξερράγη πάνω στον κυματοθραύστη δημιουργώντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο που ξάφνιασε και κατατρόμαξε τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης λόγω και του νυχτερινού της ώρας.
|
Η σημαία του Φετχί Μπουλέντ |
Οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν ότι η λάμψη από την ανατίναξη του «Φετχί Μπουλέντ» φώτισε σαν στιγμιαίο πυροτέχνημα την νύχτα της πόλης. Οι απώλειες του πληρώματος ήταν 13 ναύτες νεκροί καθώς και ο ιμάμης του σκάφους!
Το «τορπιλοβόλο 11» υπό τον Βότση έσπευσε να βγει από τον Θερμαϊκό εκμεταλλευόμενο και τον πλήρη αιφνιδιασμό των Τούρκων από την απρόσμενη και «θρασύτατη» αυτή επίθεση. Τα τηλεβόλα του Καραμπουρνού έριξαν βολές προς το «Τορπιλοβόλο 11» οι οποίες όμως ήταν όλες άστοχες! Χαρακτηριστικό της ευτολμίας του Ελληνικού πληρώματος και του Διοικητή του, ήταν ότι το «Τορπιλοβόλο 11» ανέκρουσε πρύμνη και απάντησε με βολές στα πυρά αυτά!
Συμπέρασμα
Αναμφίβολα, το παροπλισμένο θωρηκτό «Φετχι Μπουλέντ» δεν είχε την παραμικρή υπηρεσιακή αξία για το τουρκικό ναυτικό την εποχή εκείνη. Για τον λόγο αυτό, η βύθισή του από τον Βότση δεν επηρέασε αποφασιστικά την πορεία των θαλασσίων επιχειρήσεων στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο. Είναι όμως επίσης σίγουρο πως η τολμηρή αυτή επίθεση του Βότση εντός του σημαντικότερου λιμανιού της πρωτεύουσας της Μακεδονίας που θεωρητικώς ήταν απολύτως ασφαλές, κατάφερε μεγάλο πλήγμα στο ηθικό των Τούρκων εξυψώνοντας αντιστοίχως το φρόνημα των πληρωμάτων του Ελληνικού στόλου, αλλά και του Ελληνικού λαού γενικότερα.
Η σημασία του τορπιλισμού για τους Έλληνες φαίνεται και από το γεγονός ότι μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, οι Ελληνικές Αρχές χρησιμοποίησαν το κατάρτι του «Φετχί Μπουλέντ» ως ιστό για την Ελληνική σημαία που υψώθηκε στον Λευκό Πύργο και που συμβόλιζε την Ελληνική κυριαρχία στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, ιστός που μάλλον παραμένει εκεί ως και σήμερα.
Η μεγάλη αυτή ναυτική επιτυχία αποτέλεσε τον μικρό ταιριαστό πρόλογο για τις δύο μεγάλες ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου που ακολούθησαν και που εδραίωσαν τον Ελληνικό στόλο ως απόλυτο κυρίαρχο της θάλασσας του Αιγαίου, σηματοδοτώντας την απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου.
Επίσης η επιτυχία του Βότση, προανήγγειλε την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον επελαύνοντα Ελληνικό στρατό που επετεύχθη λίγες μέρες μετά τον τορπιλισμό...
Πώς περιγράφει το γεγονός ο ίδιος ο Υποπλοίαρχος Βότσης:
“Απέπλευσα εκ Λιτοχώρου την πρωίαν και κατέπλευσα εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου, όπου παρέμεινα μέχρι 9ης εσπέρας, οπότε απέπλευσα διά την επίθεσιν. Το Καραμπουρνού εφώτιζε συνεχώς την θάλασσαν διά των προβολέων του, αλλά διήλθον απαρατήρητος μεταξύ Καραβοφανάρου και Βαρδάρη. Κατόπιν έφθασα εις τον λιμένα της Θεσσαλονίκης και την 11 και 20΄ διέκρινα άνευ αμφιβολίας το Τουρκικόν θωρηκτόν ανάπρωρον (εστραμμένον) προς τον πνέοντα Μέσην (Β.Α.) εις την δυτικήν άκραν του κυματοθραύστου.
Εις την αντίθετον δεξιάν άκραν (συνήθη τόπον αγκυροβολίας) υπήρχε Ρωσσικόν πολεμικόν, υποθέτω και άλλα. Εχώρησα ήρεμα, πάντοτε απαρατήρητος και κατηύθυνα την πρώραν εις το μέσον του Τουρκικού θωρηκτού. Εξεσφενδόνισα πρώτον την δεξιάν πρωραίαν τορπίλην την 11 και 35΄ από αποστάσεως 150 μέτρων. Έστρεψα είτα ολίγον αριστερά προχωρών και εξεσφενδόνισα την αριστεράν. Ανεπόδισα τότε ολοταχώς όπως απομακρυνθώ της εκρήξεως. Της πρώρας του πλοίου μου στρεφούσης ήδη αριστερά, εξεσφενδόνισα και την του καταστρώματος τορπίλλην, ήτις όμως εξέκλινε και εξερράγη, μετά τας πρώτας ταυτοχρόνους εκρήξεις, επί του κυματοθραύστου μετά κρότου μεγάλου, ον προς στιγμήν ενομίσαμεν ως πυροβολισμόν εκ ξηρας.
Άμα τη πρώτη εκρήξει παρετηρήθη κίνησις φώτων επί του εχθρικού πλοίου και συρίγματα. Τα διαμερίσματα των Αξιωματικών ήσαν φωτισμένα. Η έκρηξις εγένετο ολίγον πρώραν της καπνοδόχου δεξιά. Καπνός εξήλθεν άφθονος εκ της καπνοδόχου.
Ολοταχώς πλέων τότε εξείλθον, άνωθεν της γραμμής των έξω του λιμένος βυθισμένων τορπιλλών, στηριζόμενος εις το βύθισμα του πλοίου μου και διήλθον προ του Καραμπουρνού, το οποίο ειδοποιηθέν φαίνεται εν τω μεταξύ εκ Θεσσαλονίκης ήναψε πάντας τους προβολείς του. Διήλθον εν τούτοις και πάλιν απαρατήρητος και καθ΄ην στιγμήν εβρισκόμην απέναντι του Καραμπουρνού, κατά προηγούμενη υπόσχεσιν στους πυροβολητάς μου, διέταξα και έρριψαν επ΄ αυτού βολήν δια του ταχυβόλου των 37mm από απόστασιν 2.500 μέτρων…”
Πηγή: Περί Πάτρης
Από βραδύς είχαν φτάσει τα μαντάτα στη Βέροια. Όπου να ‘ναι μπαίνει ο ελληνικός στρατός στην πόλη ελευθερωτής και νικηφόρος. Έλληνες και Τούρκοι σε μεγάλη αναστάτωση, διλήμματα, φόβος και προσμονή.
Το πρωινό της 15ης Οκτωβρίου η VIIη Μεραρχία του Στρατού Θεσσαλίας αναχώρησε για την απελευθέρωση της Κατερίνηςκαι προχωρούσε κανονικά και χωρίς προβλήματα από την πλευρά του εχθρού.
Ο Ελληνικός Στρατός συνεχίζει την προέλασή του στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο καταλαμβάνοντας τις πόλεις της Μακεδονίας την μία μετά την άλλη χαρίζοντας ελευθερία στους σκλαβωμένους Έλληνες!
Από το μεσημέρι της 5ης Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία. Είχε προηγηθεί στις 30 Σεπτεμβρίου του 1912 το τελεσίγραφο προς στην Τουρκία, της συμμαχίας των Βαλκανικών κρατών, δηλαδή Σερβίας, Μαυροβουνίου, Ελλάδας και Βουλγαρίας με το οποίο ζητούσαν την διασφάλιση της αυτονομίας των εθνικών μειονοτήτων τους, που ζούσαν στο έδαφός της. Όπως ήταν φυσικό η Τουρκία απέρριψε το τελεσίγραφο και η σύγκρουση ήταν πλέον αναπόφευκτη. Κάπως έτσι ξεκινούσε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος που επίσημα κηρύχθηκε στις 9 Οκτωβρίου του 1912, ημερομηνία που εξέπνεε το τελεσίγραφο...
Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν το Σαραντάπορο και τα Σέρβια, αφού πρώτα τα έκαψαν! Η φυγή τους ήταν τόσο άτακτη, που άφησαν άθικτη την γέφυρα του ποταμού Αλιάκμονα, φοβούμενοι να φέρουν εκρηκτικά από τις αποθήκες της Κοζάνης, γνωρίζοντας ότι ο αδούλωτος λαός της πόλης είχε ξεσηκωθεί και κάθε σπίτι είχε και μερικά οπλισμένα παλικάρια με όπλα που είχαν κρυμμένα οι παππούδες γι αυτήν ακριβώς την μεγάλη ώρα.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...