
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Την 19η Οκτωβρίου 1912 στα υψώματα μεταξύ Αηδονοχωρίου-Καλλιστρατίου- Περιστέρας έγινε μεταξύ Ελληνικών και τουρκικών στρατευμάτων σφοδρότατη μάχη, αληθινή μονομαχία. Τα Ελληνικά στρατεύματα του Γύπαρη και του Νικολούδη που ήταν εθελοντικά με ενίσχυση τμήματος Ευζώνων, δια μέσου Πυλωρίου, έφθασαν στην γραμμή Καλλιστρατίου-Περιστέρας. Εκεί αντιλήφθηκαν λόχο τουρκικού στρατού που κατευθυνόταν προς το Τσοτύλι!
Σκοπός των Τούρκων ήταν η θανάτωση των μαθητών του ιστορικού Γυμνασίου Τσοτυλίου και η πυρπόληση του κτιρίου του Οικοτροφείου. Μόλις αυτό έγινε γνωστό στο Τσοτύλι, οι μαθητές έφυγαν στα προς το νότο ορεινά χωριά. Οι Τούρκοι όταν είδαν το Ελληνικό σώμα στην αρχή το πέρασαν για δικό τους και έστειλαν έναν ανιχνευτή για πληροφορίες. Οι Έλληνες αφού συνέλαβαν τον απεσταλμένο, εμφανίστηκαν μπροστά στους επίδοξους σφαγείς του άνθους του Βοΐου. Για να ανακόψουν την προέλαση των Τούρκων προς το Τσοτύλι, τα σώματα του Γύπαρη και Νικολούδη πήραν θέσεις μάχης σε μια ρεματιά του χωριού Περιστέρας (Μαρτσίστι).
|
Παύλος Γύπαρης (1880-1966) Οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα |
Οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να οχυρωθούν στο Καλλιστράτι. Νέες δυνάμεις από την Νεάπολη ενίσχυσαν τους Τούρκους που βρίσκονταν στο Καλλιστράτι. Ο Γύπαρης και ο Νικολούδης, για να υπερφαλαγγίσουν τον εχθρό και για να τον βάλλουν ανάμεσα σε δυο πυρά, προχώρησαν προς το Αηδονοχώρι. Η κίνηση αυτή έπαιξε μεγάλο στην τελική έκβαση της μάχης. Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν το Καλλιστράτι και υποχώρησαν στην Νεάπολη. Αυτή η κίνηση των Τούρκων είχε σαν αποτέλεσμα την κατάληψη του χωριού από τις Ελληνικές δυνάμεις. Οι επικεφαλής των Ελληνικών δυνάμεων θεώρησαν πως οι Τούρκοι δεν θα ξαναγύριζαν και άφησαν στο χωριό δύναμη από οκτώ μόνον άνδρες.
Η δύναμη αποτελούνταν από τους εξής: Μανώλη Βαγγελινό, Χρήστο Ξυλινάκη, Χρήστο Αυγουστάκη, Νικόλαο Γιαλίρη, Μιχαήλ Μελαδάκη, Στέφανο Καλογεράκη, Κωνσταντίνο Κτενά, Στ. Κόκκινο. Οι υπόλοιπες δυνάμεις απομακρύνθηκαν να ανασυνταχθούν με σκοπό την επίθεση στην Νεάπολη. Οι Τούρκοι όμως αφού ενισχύθηκαν με νέες δυνάμεις, επετέθησαν με σφοδρότητα στο Καλλιστράτι και στις δυνάμεις εκείνες που είχαν πάρει θέση μάχης στο Αηδονοχώρι.
Επακολούθησε μια σωστή γιγαντομαχία. Οι γενναίοι οκτώ Κρητικοί υπερασπιστές του Καλλιστρατίου αμύνονται σθεναρά και αποκρούουν τις αλλεπάλληλες επιθέσεις ενός τουρκικού λόχου. Εντός του οικισμού θα πέσουν ηρωικά μαχόμενοι οι στρατιώτες Χρήστος Ξυλινάκης και Χρήστος Αυγουστάκης, καταγόμενοι από τον Άγιο Βασίλειο Ρεθύμνης και του Βιάνου Ηρακλείου αντίστοιχα. Τον πρώτο βρήκε μια σφαίρα στο μέτωπο και το δεύτερο μια σ' ένα πόδι και μια στο στήθος.
Επίσης τραυματίστηκαν στην μάχη ο Μιχαήλ Μελαδάκης και ο Νικόλαος Γιαλίρης.
Ενώ ο Μελαδάκης τραυματισμένος αποχώρησε από το πεδίο της μάχης, ο Γιαλίρης που ήταν τραυματισμένος στο πόδι σοβαρά και δεν μπορούσε να βαδίσει, σύρθηκε σε κάποιο σπίτι του χωριού και αμυνόταν απεγνωσμένα μόνος του. Κάποια στιγμή μια εχθρική σφαίρα του έσπασε το όπλο του και κατά πάσα πιθανότητα και το χέρι του. Αυτός όμως συνέχισε να μάχεται ηρωικά με το πιστόλι του. Δυο Τουρκαλβανοί που τον εντόπισαν, έφτασαν κοντά του και θέλησαν να τον συλλάβουν όμως ο γενναίος Κρητικός πυροβόλησε και σκότωσε τον έναν με το πιστόλι του, ενώ ο άλλος το 'βαλε στα πόδια κι έφυγε!
Ενώ η μάχη είχε τελειώσει και οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να πυρπολούν το χωριό, ο βαριά τραυματισμένος στρατιώτης επιστρατεύοντας τις τελευταίες δυνάμεις του, κατόρθωσε να απομακρυνθεί από το χωριό. Κατά την διάρκεια της νύχτας κατόρθωσαν οι συμπολεμιστές του να τον βρουν και να τον πάρουν μαζί τους. Ο οπλαρχηγός του, ο Νικολούδης αναγνωρίζοντας την ανδραγαθία του τον αναγνώρισε ως οπλαρχηγό.
Όταν έπεσε το σκοτάδι οι Τούρκοι αποσύρθηκαν στην Νεάπολη. Εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης τριάντα νεκρούς. Από τους Έλληνες έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι, τέσσερις Κρήτες εθελοντές, ένας λοχίας των Ευζώνων, ένας Εύζωνας και δυο ντόπιοι αγγελιοφόροι. Τάφηκαν όλοι σε κοινό τάφο κοντά στον Ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην Περιστέρα.
Τα ονόματα των νεκρών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης είναι:
- Λαινάς, Λοχίας των ευζώνων.
- Αγνώστου ονόματος, εύζωνας.
- Χρήστος Ξυλινάκης Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Χρήστος Αυγουστάκης Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Χαρίτων Βαβούκας Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Αγνώστου ονόματος Κρήτης, στρατιώτης εθελοντής.
- Παναγιώτης Χριστόπικος, Αγγελιοφόρος.
- Χρήστος Λάγγας, Αγγελιοφόρος.
- Ιωάννης Βαρτζής, Αγροφύλακας.
Προς τιμή των γενναίων παλικαριών οι κάτοικοι του Καλλιστρατίου έστησαν στον τοίχο της νότιας πλευράς του Ιερού Ναού του Αγίου Γεωργίου μαρμάρινη πλάκα με τα ονόματά τους.
Αξίζει να αναφέρουμε ό,τι γνωρίζουμε για το πώς σκοτώθηκε ο καθένας από αυτούς.
Ο Νικόλαος Χατζόπουλος πήρε μέρος και στην μάχη σαν αγγελιοφόρος και οδηγός των Κρητών στρατιωτών. Ήταν αυτός που οδήγησε τους στρατιώτες στο χωριό και στην συνέχεια στα υψώματα του Αηδονοχωρίου προκειμένου να κυκλώσουν τους Τούρκους. Δεν αποκλείεται να ήταν και ένοπλος. Υπάρχει σχετική προφορική μαρτυρία από κατοίκους του χωριού. Πυροβολήθηκε από Τούρκους στρατιώτες την ώρα που προσπαθούσε να σώσει το σπίτι του, όταν του έβαλαν φωτιά. Ήταν οι στιγμές που οι Κρήτες είχαν οπισθοχωρήσει από το χωριό και το είχαν ανακαταλάβει οι Τούρκοι. Με την αποχώρηση των Ελληνικών δυνάμεων οι Τούρκοι παρέδωσαν το χωριό στις φλόγες και το κατέστρεψαν εντελώς.
Ο Θωμάς Χατζόπουλος ενθουσιασμένος από την παρουσία του Ελληνικού στρατού, έλαβε μέρος στην μάχη, πυροβολώντας τους Τούρκους από την αυλή του σπιτιού του με ένα όπλο τύπου ''γκρα''. Έγινε όμως αντιληπτός από τους Τούρκους στρατιώτες και πυροβολήθηκε. Τραυματίστηκε βαριά και ενώ η σύζυγός του Φωτεινή Χατζοπούλου έτρεξε να τον βοηθήσει, δέχθηκε και εκείνη τα πυρά των Τούρκων.
Η Φωτεινή Χατζοπούλου ξεψύχησε αμέσως. Ο Θωμάς απεβίωσε μετά από δυο μέρες. (Ο Θωμάς και ο Νίκος Χατζόπουλος ήταν αδέρφια).
Για τον Λουκά (Δούκα) Ζηκόπουλο οι προφορικές διηγήσεις αναφέρουν πως βγήκε να σβήσει την φωτιά, που είχαν ανάψει οι Τούρκοι σε μια κλαδαριά που είχε από κλαδιά βελανιδιάς για να ταΐσει τα πρόβατα το χειμώνα. Εκεί τον είδε κάποιος γνωστός του Τούρκος στρατιώτης από το Πυλωρί που τον προέτρεψε να φύγει για να σωθεί. Την ίδια στιγμή όμως άλλος στρατιώτης τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ήταν παραμονή της γιορτής του.
Ο Ευθύμιος Χασιώτης καταγόταν από την Ασπρούλα (Βιλίστι τότε) και δούλευε σε αγρόκτημα του χωριού. Κάποιες γυναίκες τον έκρυψαν κάτω από μια ξύλινη λεκάνη που την χρησιμοποιούσαν σαν ταΐστρα για τα ζώα. Εκεί οι Τούρκοι στρατιώτες τον πυροβόλησαν και τον φόνευσαν εξ' επαφής.
Για τα υπόλοιπα θύματα δε γνωρίζουμε λεπτομέρειες για το πως φονεύτηκαν...
Πηγή: (Από το βιβλίο "Μνήμες από το παρελθόν" του Δημητρίου Ι. Ζηκόπουλου), Περί Πάτρης
Στις 19 Οκτωβρίου 1912, τρία θωρηκτά του ελληνικού στόλου αγκυροβόλησαν ανοιχτά του όρμου της Καμαριώτισσας και ένα άγημα πεζοναυτών αποβιβάστηκε στο νησί. Με παραλήρημα χαράς και ψέλνοντας αναστάσιμους ύμνους υποδέχθηκαν οι Σαμοθρακίτες τους Έλληνες στρατιώτες. Η Σαμοθράκη απελευθερώνεται από τον ένδοξο ελληνικό στόλο μετά από 458 χρόνια στυγνής σκλαβιάς.
Στις 11 το πρωί της 18ης Οκτωβρίου 1912 γίνεται η επίσημη παράδοση της πόλης από τον Τούρκο δήμαρχο Αλή Ριζά, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση ήταν απόγονος του κελ (= κασιδιάρη) Πέτρου που προδοτικά είχε παραδώσει την Βυζαντινή Έδεσσα στους Τούρκους πριν 530 χρόνια περίπου!
Η απελευθέρωση της Έδεσσας υπήρξε αποτέλεσμα της προέλασης του Ελληνικού στρατού κατά την διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού πολέμου και έθεσε τέρμα στην μακροχρόνια υποδούλωσή της στην Οθωμανική κυριαρχία, η οποία κράτησε πάνω από πεντακόσια χρόνια!
Η επιβίωση του Ελληνικού στοιχείου κατά την διάρκεια της μακραίωνης αυτής δουλείας ήταν αξιοθαύμαστη, δεδομένου ότι οι Χριστιανοί Έλληνες όχι μόνο δεν αφομοιώθηκαν παρόλη την μαύρη σκλαβιά και την εγκατάσταση πολλών μουσουλμάνων Τούρκων στην περιοχή, αλλά αναπτύχθηκαν τόσο πνευματικά όσο και οικονομικά!
Τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα της μακραίωνης αυτής υποδούλωσης υπήρξε ο Μακεδονικός αγώνας η συμβολή του οποίου ήταν ιδιαίτερα σημαντική στη νικηφόρα έκβαση των βαλκανικών πολέμων. Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες με σύνθημά τους την αυτονόμηση της περιοχής της Μακεδονίας παρουσιάστηκαν ως αυτόκλητοι προστάτες των καταπιεζομένων Χριστιανικών πληθυσμών.
Όταν διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να αλλάξουν το φρόνημα των Ελλήνων κατοίκων της Μακεδονίας με αναίμακτα προπαγανδιστικά μέσα, εξαπέλυσαν ένα κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων επιδιώκοντας το βίαιο προσηλυτισμό τους. Απώτερος σκοπός ήταν η εθνολογική αλλοίωση της Ελληνικότητας της Μακεδονίας και ο αφανισμός του Ελληνικού στοιχείου με τους διωγμούς, τις δολοφονίες, τις σφαγές.
Ενδεικτική της καταστάσεως στην περιοχή μας, ήταν μια επιστολή του μητροπολίτη Εδέσσης Στέφανου Δανιηλίδη προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη στις 15-9-1904, όπου γράφει μεταξύ άλλων:
«οι λησταντάρται (εννοώντας τους κομιτατζήδες) αμείλικτον διωγμόν εκίνησαν εναντίον των Χριστιανών της επαρχίας μου και των τριών τμημάτων αυτής, ελευθέρως και ανενοχλήτως πλέον περιέρχονται εις τα χωρία και εξαναγκάζουσι τους χωρικούς δι απειλών,ακκισμών, δολοφονιών και λοιπών φρικαλεοτήτων να εκδιώξουσι τουςδιδασκάλους και τους ιερείς των και να ασπασθώσι το σχίσμα…».
Η Έδεσσα υπήρξε από τις πρώτες πόλεις όπου συγκροτήθηκε Επιτροπή αμύνης κατά της βουλγαρικής προπαγάνδας και των κομιτατζήδων και για να υποστηρίζει και να συνεργάζεται στενά με τα Ελληνικά ανταρτικά σώματα. Πρόεδρος ο γιατρός Δημήτριος Ρίζος και μέλη ο Αθανάσιος Φράγκος, ο Ιωάννης Χατζηνίκος, ο Αρχιερατικός επίτροπος Παπασιβένας Ιωάννης. Στενοί συνεργάτες υπήρξαν πολλοί άλλοι επώνυμοι και ανώνυμοι Εδεσσαίοι, η προσφορά των οποίων ήταν ανεκτίμητη.
Ο αρχηγός και η ψυχή του αγώνα στην Έδεσσα και στην ευρύτερη περιοχή της ήταν ο υπολοχαγός Κων/νος Μαζαράκης ή καπετάν Ακρίτας.
Με τον Μακεδονικό αγώνα οι Ελληνόφωνοι και σλαβόφωνοι Ελληνικοί πληθυσμοί της Έδεσσας και ολόκληρης της Μακεδονίας, κληρικοί και λαϊκοί, ανακτούν το θάρρος τους και την αυτοπεποίθησή τους που τα είχαν απολέσει τα δύσκολα χρόνια της βουλγαρικής τρομοκρατίας και προσφέρουν τα μέγιστα.
Η επικοινωνία του Ελληνισμού της Μακεδονίας με τους Έλληνες της υπόλοιπης Ελλάδας δημιουργεί στενότερους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ τους. Το ηθικό και το εθνικό φρόνημα των κατοίκων της περιοχής εξυψώνεται σε μεγάλο βαθμό.
Κατά το διάστημα αυτό τα στελέχη του Ελληνικού στρατού, τα οποία υπηρετούν ως αρχηγοί ανταρτικών σωμάτων, ως εκπαιδευτές, πράκτορες και διαφωτιστές του Ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας αποκτούν εμπειρίες και γνώσεις για την περιοχή, οι οποίες θα εξαργυρωθούν στους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους. Η Ελλάδα μέσα από το Μακεδονικό αγώνα βγαίνει ανανεωμένη και γεμάτη αυτοπεποίθηση έτοιμη να καθορίσει στα πεδία των μαχών το μελλοντικό καθεστώς της Μακεδονίας. Ο αγώνας αυτός είχε δώσει τότε στην πατρίδα μας το δικαίωμα όχι μονάχα να επικαλείται την ελληνικότητα της Μακεδονίας στα διάφορα συνέδρια, αλλά και να πραγματοποιήσει το μεγάλο όνειρο της φυλής με τους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13.
Πιο συγκεκριμένα στις 5 Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα κηρύττει τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Ο Ελληνικός στρατός μετά την νίκη του στην μάχη του Σαρανταπόρου στις 9 και 10 Οκτωβρίου, προελαύνει ορμητικά στην πεδιάδα της κεντρικής Μακεδονίας και απελευθερώνει διαδοχικά την Βέροια και την Νάουσα.
Καθώς τα νέα φτάνουν στην Έδεσσα, ανάμεικτα συναισθήματα δημιουργούνται στους κατοίκους της πόλης. Oι μεν Έλληνες περιμένουν με ανυπομονησία τον Ελληνικό στρατό και ανταλλάσσουν μεταξύ τους την ευχή «Χριστός Ανέστη», ενώ οι Τούρκοι αισθάνονται αγωνία για την ζωή και τις περιουσίες τους, μιας και ο τουρκικός στρατός εγκατέλειψε την πόλη και κατευθύνθηκε προς την πεδιάδα των Γιαννιτσών για να δώσει την αποφασιστική μάχη του πολέμου στις 19-20 Οκτωβρίου 1912.
Στην Έδεσσα απομένουν μόνο λίγοι άνδρες της τουρκικής εθνοφρουράς, ο φρούραρχος της πόλης Ταγματάρχης Ρασίτ μπέης, ο καϊμακάμης Γκαλίπ μπέης και δήμαρχος της πόλης Αλή Ριζά. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι λίγες μέρες πριν την απελευθέρωση της Έδεσσας ενεργώντας προληπτικά, συνέλαβαν ως ομήρους επιφανείς Εδεσσαίους που είχαν αναπτύξει αξιόλογη δράση στην διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα και τους μετέφεραν στην Θεσσαλονίκη, στις φυλακές Επταπυργίου μαζί με ομήρους από άλλες περιοχές.
Όταν πλέον συνειδητοποιούν ότι είναι αναπόφευκτη σε λίγες μέρες η επικράτηση του Ελληνικού στρατού στην περιοχή, συγκαλούν σύσκεψη στο σπίτι του φρούραρχου Ρασίτ μπέη για να καθορίσουν τις μετέπειτα ενέργειές τους. Να προβάλλουν δηλαδή αντίσταση στον Ελληνικό στρατό ή να παραδώσουν την πόλη αμαχητί. Τελικά υπερισχύει η δεύτερη γνώμη και αποφασίζεται να μεταβεί στην Ιερά Μητρόπολη Έδεσσας ο Τούρκος διευθυντής του ιεροδιδασκαλείου για να προετοιμάσει τη συνεννόηση με τους Έλληνες της πόλης.
Την επόμενη μέρα συγκεντρώνονται στην Ιερά Μητρόπολη οι τουρκικές αρχές, ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος και οι Δημογέροντες, όπου οι Τούρκοι ζητούν την προστασία τους στην περίπτωση που θα καταληφθεί η πόλη από τον Ελληνικό στρατό.
Στις 15 Οκτωβρίου παραιτούνται οι Τουρκικές αρχές και αναλαμβάνουν την φρούρηση της Έδεσσας οι Έλληνες κάτοικοί της. Στις 16 Οκτωβρίου ο δήμαρχος Αλή Ριζά πηγαίνει στις φυλακές της πόλης, αποφυλακίζει τους κρατούμενους και ο Γκαλίπ μπέης εγκαθίσταται στο κτίριο της Μητροπόλεως, όχι τόσο για να προστατευθεί από τους Χριστιανούς, αλλά για να αποφύγει την οργή όσων από τους Τούρκους είχαν την αντίθετη με αυτόν γνώμη για την παράδοση της πόλης.
Το βράδυ της 17ης Οκτωβρίου η έκτη ημιλαρχία υπό τον Ανθυπίλαρχο Αργύριο Σταυρόπουλο εξορμά από την Βέροια και καταλαμβάνει τον σιδηροδρομικό σταθμό Σκύδρας.
Την επόμενη μέρα, Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 1912, γιορτή του Αγίου Λουκά, πολιούχου από τότε της πόλης μας, τρεις στρατιώτες ως προμετωπίδα του προελαύνοντος Ελληνικού στρατού, ο Βρασίδας Λαγωνίκος, ο Νικόλαος Αγγελής και ο Νικόλαος Λιβανός καταλαμβάνουν τον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, αφού συνεπλάκησαν με την εκεί ευρισκόμενη τουρκική φρουρά. Από τους πυροβολισμούς σκοτώθηκαν ο ιερέας του χωριού Σωτήρα, ο δεκαπεντάχρονος μαθητής Ψυχογιός και ένας μαθητής του οικοτροφείου. Ήταν οι τελευταίοι νεκροί πριν την απελευθέρωση της πόλης!
Λίγο αργότερα φτάνει στον σταθμό αμαξοστοιχία με έναν λόχο πεζικού του Ελληνικού στρατού με επικεφαλής τον Αξιωματικό Βασίλειο Γεννηματά, ο οποίος μπαίνει θριαμβευτικά στην Έδεσσα. Την ίδια ώρα από την πόλη έρχεται προς το σταθμό μια πομπή με επικεφαλής τον Μητροπολίτη και τους Τούρκους μουφτή, υποδιοικητή και δήμαρχο της Έδεσσας, ο οποίος κρατά λευκή σημαία.
Στις 11 το πρωί της 18ης Οκτωβρίου 1912 γίνεται η επίσημη παράδοση της πόλης από τον Τούρκο δήμαρχο Αλή Ριζά.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες απελευθερώθηκε η Έδεσσα. Οι αγώνες και η αυτοθυσία των Εδεσσαίων και των κατοίκων της γύρω περιοχής στις επάλξεις του Μακεδονικού αγώνα καρποφόρησαν. Έγιναν γέφυρα για να περάσει ο Ελληνικός στρατός τον Οκτώβριο του 1912 και να απελευθερώσει την Μακεδονία μας.
Με την έκρηξη του Ά Βαλκανικού Πολέμου, οι Ελληνικές ναυτικές δυνάμεις ενισχυμένες από την παρουσία του θωρηκτού Αβέρωφ, δεν τήρησαν αμυντική στάση έναντι του σαφώς ισχυρότερου Τουρκικού στόλου, αλλά αντιθέτως ακολούθησαν μια άκρως επιθετική πολιτική. Το σύνολο του Ελληνικού στόλου υπό την ηγεσία του Πλοιάρχου Κουντουριώτη απέπλευσε από το Φάληρο στις 5 Οκτωβρίου και έπλευσε απευθείας προς την Λήμνο την οποία απελευθέρωσε αιφνιδιαστικά, μόλις 24 ώρες μετά την κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Το λιμάνι της απελευθερωμένης Λήμνου, λόγω της στρατηγικής του σημασίας στην «καρδιά» του Βορείου Αιγαίου και κοντά στα Δαρδανέλια, θα αποτελούσε το ορμητήριο του Ελληνικού στόλου καθ΄ όλη την διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.
Κατά την διάρκεια του Οκτωβρίου, ο Ελληνικός στόλος με επικεφαλής το Θωρηκτό «Αβέρωφ» διεξήγαγε συνεχώς περιπολίες στο Βόρειο Αιγαίο περιμένοντας την έξοδο του Τουρκικού στόλου από τα Δαρδανέλια, ενώ μικρότερες Ελληνικές ναυτικές μοίρες εκμεταλλευόμενες την Τουρκική αδράνεια, αποβίβαζαν αγήματα ναυτών και απελευθέρωναν διαδοχικά τα μεγαλύτερα νησιά του Αιγαίου.
Ο Πλοίαρχος Κουντουριώτης είχε αναθέσει σε μια μοίρα του στόλου να επιτηρεί την θαλάσσια ζώνη ανάμεσα στο Λιτόχωρο, την Κατερίνη και τον κόλπο του Θερμαϊκού προσφέροντας βοήθεια και ανεφοδιασμό στον προελαύνοντα Ελληνικό στρατό. Στην μοίρα αυτή είχαν ενταχθεί μικρές και χαμηλής δυναμικότητας ναυτικές μονάδες όπως το παλιό ναρκοβόλο «Κανάρης» που το χρησιμοποιούσαν ως πλοίο εφοδιασμού, η ναρκοθέτιδα «Άρης» και το «τορπιλοβόλο 11» με Πλοίαρχο τον Νικόλαο Βότση.
Ο Βότσης ήταν ένας αρκετά έμπειρος και μορφωμένος Αξιωματικός καθώς είχε φοιτήσει στην σχολή Ναυτικών Δοκίμων από το 1892 έως το 1896 ενώ είχε λάβει μέρος και στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 υπηρετώντας στο θωρηκτό «Ύδρα». Από την έναρξη του πολέμου δεν είχε μείνει ικανοποιημένος από τα «εύκολα» και ακίνδυνα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί. Έτσι ζητούσε επίμονα την άδεια τόσο από τον Ναύαρχο του στόλου Παύλο Κουντουριώτη, όσο και από το Υπουργείο Ναυτικών, να δοκιμάσει μια παράτολμη επίθεση κατά Τουρκικών πλοίων, είτε στο λιμάνι της Σμύρνης, είτε στα Δαρδανέλια είτε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τελικώς, το Υπουργείο Ναυτικών, μετά από δισταγμούς λόγω του μεγάλου βαθμού δυσκολίας του εγχειρήματος, έδωσε άδεια στον Βότση να δοκιμάσει τον τορπιλισμό του «Φετχί Μπουλέντ» που ήταν αγκυροβολημένο εντός του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.
Στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, από την έναρξη του πολέμου, ήταν αγκυροβολημένα πολλά πολεμικά πλοία Ευρωπαϊκών Χωρών, με κύρια αποστολή την προστασία των Ευρωπαίων που βρίσκονταν στην πόλη εν όψει των ραγδαίων και απρόσμενων εξελίξεων. Ανάμεσα σε αυτά βρισκόταν και το παλαιό Τουρκικό θωρηκτό (θωρακοδρόμων) «Φετχί Μπουλέντ» (Feth-i-Bulend).
Το πλοίο είχε παραγγελθεί και ναυπηγηθεί το 1871 στην Αγγλία και είχε επισκευασθεί εκ νέου το 1907 για να χρησιμοποιηθεί στον Ιταλοτουρκικό πόλεμο. Κατά την επισκευή αυτή, το πλοίο εξοπλίστηκε με νεότερα τηλεβόλα τύπου Κρουπ μεγάλης εμβέλειας. Το Θωρηκτό δεν βρισκόταν με τον υπόλοιπο Τουρκικό στόλο στα Δαρδανέλια αφού ουσιαστικά είχε τεθεί εκτός υπηρεσίας τα τελευταία χρόνια, ενώ τα πυροβόλα του είχαν αφαιρεθεί από το κατάστρωμα του και είχαν τοποθετηθεί στο Καραμπουρνού, (όπως και οι 90 ναύτες του πληρώματος που τα χειρίζονταν), για να ενισχύσουν την άμυνα του λιμανιού. Ουσιαστικά οι Οθωμανικές αρχές χρησιμοποιούσαν το «Φετχί Μπουλέντ» ως πλοίο διοίκησης και τυπικά κυβερνήτης του ήταν ο εκάστοτε ναυτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης.
Την νύχτα της 18ης Οκτωβρίου, ο υποναύαρχος Βότσης αποφάσισε να εισέλθει με το «Τορπιλοβόλο 11» στον Θερμαϊκό κόλπο και να βυθίσει το απαρχαιωμένο Τουρκικό θωρηκτό. Το εγχείρημα αυτό φαινόταν ακατόρθωτο, καθώς τα στενά του λιμανιού της Θεσσαλονίκης φυλάσσονταν από το φρούριο του Καραμπουρνού το οποίο ήταν εξοπλισμένο με μεγάλου διαμετρήματος τηλεβόλα, τα νερά στο στόμιο του κόλπου ήταν αβαθή και ναρκοθετημένα, ενώ ένας μεγάλος προβολέας σάρωνε την περιοχή και επιτηρούσε άγρυπνα την είσοδο του λιμανιού.
Ο Βότσης όμως δεν δίστασε μπροστά στις δυσκολίες αυτές, ενθαρρυμένος από έγκυρες πληροφορίες που του έδωσαν Έλληνες ψαράδες (Νικόλας Βλαχόπουλος, Μιχάλης Κουφός) της περιοχής, που γνώριζαν τα νερά και αποφάσισε να δοκιμάσει το ακατόρθωτο! Αργά την νύχτα κατάφερε με την καθοδήγηση των δύο ψαράδων που βρίσκονταν ανάμεσα στο πλήρωμα, να εισέλθει στον Θερμαϊκό με το «Τορπιλοβόλο 11» χωρίς να γίνει αντιληπτός από τα παραθαλάσσια Τουρκικά φρούρια, ελισσόμενος ανάμεσα σε νάρκες και αποφεύγοντας κάποια αβαθή σημεία του κόλπου χάρις το μικρό βύθισμα που είχε το πλοίο του.
Ο Βότσης είχε ακριβείς πληροφορίες για την θέση στο λιμάνι που ήταν αραγμένο το «Φετχί Μπουλέντ» από τον Αξιωματικό του Ελληνικού ναυτικού Αντώνη Κριεζή που είχε υπηρετήσει ως ναυτικός ακόλουθος στην Ελληνική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Για τον λόγο αυτό, έπλευσε αμέσως προς το Τουρκικό θωρηκτό από ανατολικά, καθώς μόνο από εκεί μπορούσε να το χτυπήσει, χωρίς να διακινδυνέψει να πετύχει πλοία άλλων χωρών, κάτι που θα προκαλούσε αναμφίβολα σοβαρό διεθνές διπλωματικό επεισόδιο!
Το Ελληνικό τορπιλοβόλο πλησίασε το «Φετχί Μπουλέντ» και από απόσταση 150 μέτρων το έπληξε με τρεις παλαιού τύπου τορπίλες κατασκευής του 1870. Παρά την παλαιότητά τους, οι δύο από τις τρεις τορπίλες έπληξαν με μεγάλη ακρίβεια το παροπλισμένο Τουρκικό Θωρηκτό σε καίριο σημείο στην μέση του σκάφους προκαλώντας του ανεπανόρθωτες ζημιές!
Το Τουρκικό πλοίο άρχισε να μπάζει νερά και να βυθίζεται ταχύτατα γέρνοντας προς τα δεξιά. Η τρίτη τορπίλη δεν βρήκε τον στόχο της αλλά εξερράγη πάνω στον κυματοθραύστη δημιουργώντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο που ξάφνιασε και κατατρόμαξε τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης λόγω και του νυχτερινού της ώρας.
|
Η σημαία του Φετχί Μπουλέντ |
Οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν ότι η λάμψη από την ανατίναξη του «Φετχί Μπουλέντ» φώτισε σαν στιγμιαίο πυροτέχνημα την νύχτα της πόλης. Οι απώλειες του πληρώματος ήταν 13 ναύτες νεκροί καθώς και ο ιμάμης του σκάφους!
Το «τορπιλοβόλο 11» υπό τον Βότση έσπευσε να βγει από τον Θερμαϊκό εκμεταλλευόμενο και τον πλήρη αιφνιδιασμό των Τούρκων από την απρόσμενη και «θρασύτατη» αυτή επίθεση. Τα τηλεβόλα του Καραμπουρνού έριξαν βολές προς το «Τορπιλοβόλο 11» οι οποίες όμως ήταν όλες άστοχες! Χαρακτηριστικό της ευτολμίας του Ελληνικού πληρώματος και του Διοικητή του, ήταν ότι το «Τορπιλοβόλο 11» ανέκρουσε πρύμνη και απάντησε με βολές στα πυρά αυτά!
Συμπέρασμα
Αναμφίβολα, το παροπλισμένο θωρηκτό «Φετχι Μπουλέντ» δεν είχε την παραμικρή υπηρεσιακή αξία για το τουρκικό ναυτικό την εποχή εκείνη. Για τον λόγο αυτό, η βύθισή του από τον Βότση δεν επηρέασε αποφασιστικά την πορεία των θαλασσίων επιχειρήσεων στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο. Είναι όμως επίσης σίγουρο πως η τολμηρή αυτή επίθεση του Βότση εντός του σημαντικότερου λιμανιού της πρωτεύουσας της Μακεδονίας που θεωρητικώς ήταν απολύτως ασφαλές, κατάφερε μεγάλο πλήγμα στο ηθικό των Τούρκων εξυψώνοντας αντιστοίχως το φρόνημα των πληρωμάτων του Ελληνικού στόλου, αλλά και του Ελληνικού λαού γενικότερα.
Η σημασία του τορπιλισμού για τους Έλληνες φαίνεται και από το γεγονός ότι μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, οι Ελληνικές Αρχές χρησιμοποίησαν το κατάρτι του «Φετχί Μπουλέντ» ως ιστό για την Ελληνική σημαία που υψώθηκε στον Λευκό Πύργο και που συμβόλιζε την Ελληνική κυριαρχία στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, ιστός που μάλλον παραμένει εκεί ως και σήμερα.
Η μεγάλη αυτή ναυτική επιτυχία αποτέλεσε τον μικρό ταιριαστό πρόλογο για τις δύο μεγάλες ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου που ακολούθησαν και που εδραίωσαν τον Ελληνικό στόλο ως απόλυτο κυρίαρχο της θάλασσας του Αιγαίου, σηματοδοτώντας την απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου.
Επίσης η επιτυχία του Βότση, προανήγγειλε την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον επελαύνοντα Ελληνικό στρατό που επετεύχθη λίγες μέρες μετά τον τορπιλισμό...
Πώς περιγράφει το γεγονός ο ίδιος ο Υποπλοίαρχος Βότσης:
“Απέπλευσα εκ Λιτοχώρου την πρωίαν και κατέπλευσα εις Σκάλαν Ελευθεροχωρίου, όπου παρέμεινα μέχρι 9ης εσπέρας, οπότε απέπλευσα διά την επίθεσιν. Το Καραμπουρνού εφώτιζε συνεχώς την θάλασσαν διά των προβολέων του, αλλά διήλθον απαρατήρητος μεταξύ Καραβοφανάρου και Βαρδάρη. Κατόπιν έφθασα εις τον λιμένα της Θεσσαλονίκης και την 11 και 20΄ διέκρινα άνευ αμφιβολίας το Τουρκικόν θωρηκτόν ανάπρωρον (εστραμμένον) προς τον πνέοντα Μέσην (Β.Α.) εις την δυτικήν άκραν του κυματοθραύστου.
Εις την αντίθετον δεξιάν άκραν (συνήθη τόπον αγκυροβολίας) υπήρχε Ρωσσικόν πολεμικόν, υποθέτω και άλλα. Εχώρησα ήρεμα, πάντοτε απαρατήρητος και κατηύθυνα την πρώραν εις το μέσον του Τουρκικού θωρηκτού. Εξεσφενδόνισα πρώτον την δεξιάν πρωραίαν τορπίλην την 11 και 35΄ από αποστάσεως 150 μέτρων. Έστρεψα είτα ολίγον αριστερά προχωρών και εξεσφενδόνισα την αριστεράν. Ανεπόδισα τότε ολοταχώς όπως απομακρυνθώ της εκρήξεως. Της πρώρας του πλοίου μου στρεφούσης ήδη αριστερά, εξεσφενδόνισα και την του καταστρώματος τορπίλλην, ήτις όμως εξέκλινε και εξερράγη, μετά τας πρώτας ταυτοχρόνους εκρήξεις, επί του κυματοθραύστου μετά κρότου μεγάλου, ον προς στιγμήν ενομίσαμεν ως πυροβολισμόν εκ ξηρας.
Άμα τη πρώτη εκρήξει παρετηρήθη κίνησις φώτων επί του εχθρικού πλοίου και συρίγματα. Τα διαμερίσματα των Αξιωματικών ήσαν φωτισμένα. Η έκρηξις εγένετο ολίγον πρώραν της καπνοδόχου δεξιά. Καπνός εξήλθεν άφθονος εκ της καπνοδόχου.
Ολοταχώς πλέων τότε εξείλθον, άνωθεν της γραμμής των έξω του λιμένος βυθισμένων τορπιλλών, στηριζόμενος εις το βύθισμα του πλοίου μου και διήλθον προ του Καραμπουρνού, το οποίο ειδοποιηθέν φαίνεται εν τω μεταξύ εκ Θεσσαλονίκης ήναψε πάντας τους προβολείς του. Διήλθον εν τούτοις και πάλιν απαρατήρητος και καθ΄ην στιγμήν εβρισκόμην απέναντι του Καραμπουρνού, κατά προηγούμενη υπόσχεσιν στους πυροβολητάς μου, διέταξα και έρριψαν επ΄ αυτού βολήν δια του ταχυβόλου των 37mm από απόστασιν 2.500 μέτρων…”
Πηγή: Περί Πάτρης
Από βραδύς είχαν φτάσει τα μαντάτα στη Βέροια. Όπου να ‘ναι μπαίνει ο ελληνικός στρατός στην πόλη ελευθερωτής και νικηφόρος. Έλληνες και Τούρκοι σε μεγάλη αναστάτωση, διλήμματα, φόβος και προσμονή.
Το πρωινό της 15ης Οκτωβρίου η VIIη Μεραρχία του Στρατού Θεσσαλίας αναχώρησε για την απελευθέρωση της Κατερίνηςκαι προχωρούσε κανονικά και χωρίς προβλήματα από την πλευρά του εχθρού.
Ο Ελληνικός Στρατός συνεχίζει την προέλασή του στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο καταλαμβάνοντας τις πόλεις της Μακεδονίας την μία μετά την άλλη χαρίζοντας ελευθερία στους σκλαβωμένους Έλληνες!
Από το μεσημέρι της 5ης Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία. Είχε προηγηθεί στις 30 Σεπτεμβρίου του 1912 το τελεσίγραφο προς στην Τουρκία, της συμμαχίας των Βαλκανικών κρατών, δηλαδή Σερβίας, Μαυροβουνίου, Ελλάδας και Βουλγαρίας με το οποίο ζητούσαν την διασφάλιση της αυτονομίας των εθνικών μειονοτήτων τους, που ζούσαν στο έδαφός της. Όπως ήταν φυσικό η Τουρκία απέρριψε το τελεσίγραφο και η σύγκρουση ήταν πλέον αναπόφευκτη. Κάπως έτσι ξεκινούσε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος που επίσημα κηρύχθηκε στις 9 Οκτωβρίου του 1912, ημερομηνία που εξέπνεε το τελεσίγραφο...
Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν το Σαραντάπορο και τα Σέρβια, αφού πρώτα τα έκαψαν! Η φυγή τους ήταν τόσο άτακτη, που άφησαν άθικτη την γέφυρα του ποταμού Αλιάκμονα, φοβούμενοι να φέρουν εκρηκτικά από τις αποθήκες της Κοζάνης, γνωρίζοντας ότι ο αδούλωτος λαός της πόλης είχε ξεσηκωθεί και κάθε σπίτι είχε και μερικά οπλισμένα παλικάρια με όπλα που είχαν κρυμμένα οι παππούδες γι αυτήν ακριβώς την μεγάλη ώρα.
Την 7η Οκτωβρίου 1912, σε όλο το μέτωπο, από την Ελάτη ως τα υψώματα βόρεια της Ελασσόνας, οι ελληνικές δυνάμεις άρχισαν να λαμβάνουν τις θέσεις τους για τη συνέχιση της προέλασης, μετά την απελευθέρωση της Ελασσόνας και της Δεσκάτης. Το ελληνικό Γενικό Στρατηγείο θεωρούσε ως πιθανό το ενδεχόμενο ο εχθρός να έχει αναπτυχθεί αμυντικά στην περιοχή των στενών του Σαρανταπόρου. Με βάση το σκεπτικό αυτό, εξέδωσε τις ανάλογες οδηγίες προς τους σχηματισμούς.
Οι Τούρκοι πραγματικά ετοιμάζονταν να αμυνθούν στη φύσει οχυρή θέση των στενών του Σαρανταπόρου . Τα στενά βρισκόταν μεταξύ των Καμβουνίων και των Πιερίων ορέων και μέσω αυτών περνούσαν οι προς Βορρά οδεύσεις. Το κυρίως στενό εκτεινόταν μεταξύ των Καμβουνίων και του όρους Σκοπιά (1.139 μ.). Δυτικά εκτεινόταν το δεύτερο στενό μεταξύ των υψωμάτων Σκοπιά και Τσούμα (821 μ.). Οι Τούρκοι είχαν αναπτύξει τις δυνάμεις τους αμυντικά από τις όχθες του ποταμού Αλιάκμονα, δυτικά, ως τις παρυφές των Πιερίων ορέων, ανατολικά. Μεταξύ Πιερίων και Σκοπιάς είχε ταχθεί η 22η Τουρκική Μεραρχία Πεζικού (ΜΠ) με 9 τάγματα πεζικού, μια μοίρα πυροβολικού – 12 πυροβόλα – και 2 πολυβολαρχίες.
Δυτικά της είχε ταχθεί η Εφεδρική Μεραρχία (Ρεντίφ) Νεάπολης, με ζώνη ευθύνης από το χωριό Σαραντάπορο ως το Κεφαλολίβαδο . Η μεραρχία παρέτασσε πέντε τάγματα πεζικού και μια μοίρα πυροβολικού, με 10 πυροβόλα. Το άκρο δεξιό της μεραρχίας κάλυπταν δύο ίλες ιππικού. Δυτικά του Σαρανταπόρου, επί των Καμβουνίων, ο Τούρκος διοικητής Χασάν Ταξίν πασάς είχε τάξει μια ταξιαρχία πεζικού (4 τάγματα) και μια πολυβολαρχία στην τοποθεσία Λαζαράδων-Βογγόπετρας. Τρία τάγματα πεζικού και ένας ουλαμός πυροβολικού τηρούντο ως εφεδρείες και άλλα 4 τάγματα πεζικού της Εφεδρικής Μεραρχίας Δράμας τηρούντο, ως γενική εφεδρεία της στρατιάς, στην περιοχή της Κοζάνης.
Ο Τούρκος διοικητής διέθετε συνολικά 25 τάγματα πεζικού, 24 πυροβόλα και τρεις λόχους πολυβόλων. Έκανε όμως το λάθος να μην καταλάβει την φύση οχυρή θέση με το σύνολο των δυνάμεών του, αφήνοντας το 1/3 του πεζικού του εκτός μάχης. Αν και το αμυντικό του μέτωπο ήταν υπερεκτεταμένο – περίπου 24 χλμ. – και ο Ελληνικός Στρατός υπερείχε αριθμητικά απέναντι των δυνάμεών του, ο Χασάν Ταξίν πασάς όχι μόνο δεν επάνδρωσε την τοποθεσία με το σύνολο των δυνάμεών του, αλλά ένα μέρος από αυτές το έταξε σε θέσεις από τις οποίες σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να επέμβουν στην επικείμενη μάχη.
Ο Τούρκος διοικητής αν και αποδέχτηκε την πρόκληση να δώσει μάχη εκ παρατάξεως, φάνηκε τελικά ιδιαίτερα σκεπτικιστής, όσον αφορά τη διάταξη που επέβαλε στις δυνάμεις του. Προφανώς ο Ταξίν πασάς δεν πίστευε ότι ήταν πραγματικά σε θέση να σταματήσει την προέλαση του Ελληνικού Στρατού. Προσπαθώντας να καλυφθεί απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο απέτυχε παταγωδώς στην τακτική συγκέντρωση των δυνάμεών του.
Στο μεταξύ η ελληνική στρατιά είχε προωθήσει τις θέσεις της αργά αλλά σταθερά και το βράδυ της 7ης Οκτωβρίου βρισκόταν σε απόσταση 8 χλμ. περίπου από τις τουρκικές θέσεις . Το Γενικό Στρατηγείο είχε σχεδιάσει, για την μεθεπομένη 9 Οκτωβρίου, γενική επίθεση κατά του συνόλου των εχθρικών θέσεων, από το χωριό Λαζαράδες ως τις παρυφές των Πιερίων ορέων.
Κατά της τοποθεσίας των στενών του Σαρανταπόρου θα ενεργούσαν, σε πρώτο κλιμάκιο οι Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ΜΠ και το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου και σε δεύτερο η VI ΜΠ. Κατά των τουρκικών θέσεων στα Καμβούνια θα εξορμούσαν οι IV και V ΜΠ, η Ταξιαρχία Ιππικού (ΤΙ) και το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη. Η VII ΜΠ βρισκόταν ακόμα στη Λάρισα. Το σχέδιο του ελληνικού στρατηγείου προέβλεπε κατά μέτωπο επίθεση στην κύρια γραμμή άμυνας των Τούρκων, στα στενά του Σαρανταπόρου, με ταυτόχρονο διπλό υπερκερωτικό ελιγμό και στα δύο άκρα του εχθρικού μετώπου.
Από τη διάταξη αυτή των ελληνικών δυνάμεων εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι η κατά μέτωπο επίθεση δεν υπήρχε λόγος να εκδηλωθεί. Αρκούσε η παρενόχληση του τουρκικού μετώπου από δύο ελληνικές μεραρχίες. Το βάρος έπρεπε να δοθεί στους υπερκερωτικούς ελιγμούς. Με τον τρόπο αυτό και πιο γρήγορα θα διεσπάτο η τουρκική τοποθεσία και λιγότερες απώλειες θα υφίστατο ο Ελληνικός Στρατός και, κατά πάσα πιθανότητα, οι τουρκικές δυνάμεις θα κυκλώνονταν και θα καταστρέφονταν.
Ιδιαίτερα στο τουρκικό δεξιό, τα 4 τάγματα που παρέτασσε ο Ταξίν στην τοποθεσία Λαζαράδων-Βογγόπετρας, δεν ήταν φυσικά σε θέση να αντέξουν στην πίεση δύο ελληνικών μεραρχιών και των Ευζώνων του Γεννάδη. Στον τομέα αυτό ακριβώς βρισκόταν το «κλειδί» της όλης τοποθεσίας. Η θραύση της τουρκικής αντίστασης στον συγκεκριμένο τομέα θα επέτρεπε στις ελληνικές δυνάμεις να κινηθούν στα νώτα της κύριας τοποθεσίας αντίστασης, με ότι αυτό συνεπαγόταν για τους Τούρκους. Η ΤΙ επίσης, μετά τη διάνοιξη της διόδου από το φίλιο πεζικό, θα ήταν σε θέση να κινηθεί με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα προς τα Σέρβια και να αποκόψει την οδό διαφυγής των Τούρκων. Δυστυχώς όμως τίποτα από αυτά δεν συνέβη, παρά τις όποιες καλές προθέσεις του διαδόχου Κωνσταντίνου.
Το πρωινό της 9ης Οκτωβρίου 1912 οι ελληνικές δυνάμεις εξόρμησαν. Υπό τους ήχους της σάλπιγγας οι τρεις ελληνικές μεραρχίες του κέντρου άρχισαν την προέλασή τους σε σχηματισμό ανεστραμμένου τριγώνου (δύο συντάγματα σε πρώτο κλιμάκιο και ένα σε δεύτερο). Το σύνολο σχεδόν του πυροβολικού της στρατιάς είχε διατεθεί στη ΙΙ ΜΠ, στην οποία είχε ανατεθεί και η δυσκολότερη αποστολή, η διάσπαση του εχθρικού κέντρου κατά μήκος του δρόμου Ελασσόνας-Σερβίων και η κατάληψη του χωριού Σαραντάπορου και του όρους Σκοπιά. Η Ι ΜΠ, μαζί με τους Ευζώνους του Κωνσταντινόπουλου θα υποβοηθούσαν από τα ανατολικά την ενέργεια της ΙΙ ΜΠ.
Αποστολή της ήταν η θραύση των εχθρικών αντιστάσεων ανατολικά του όρους Σκοπιά, η περικύκλωση και η καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων . Η ΙΙΙ ΜΠ θα υποβοηθούσε επίσης το έργο της ΙΙ, καλύπτοντας το αριστερό της πλευρό. Η VI ΜΠ αποτελούσε την εφεδρεία της στρατιάς. Στον δυτικό τομέα της τοποθεσίας η IV ΜΠ όφειλε να προελάσει προς το χωριό Λιβαδερό των Καμβουνίων και από εκεί, ανάλογα με την τροπή του αγώνα στο κέντρο, να κινηθεί είτε προς Σαραντάπορο, είτε προς Σέρβια . Η V ΜΠ θα επετίθετο στην τοποθεσία Λαζαράδων. Η ΤΙ και το Απόσπασμα Γεννάδη θα παρέκαμπταν από δυτικά την τουρκική αμυντική τοποθεσία και θα κινούνταν προς τα Σέρβια.
Οι ελληνικές δυνάμεις προχώρησαν αργά κατά του εχθρικού κέντρου. Μόλις εισήλθαν εντός βεληνεκούς άρχισαν να δέχονται τα πυρά του τουρκικού πυροβολικού, στα οποία δεν μπορούσαν μάλιστα να απαντήσουν, αφού το φίλιο πυροβολικό, λόγω του δύσβατου εδάφους, δεν είχε ταχθεί σε θέσεις βολής. Έτσι το ελληνικό πεζικό αναγκάστηκε σχεδόν όλη την ημέρα να πολεμά χωρίς επαρκή κάλυψη από το φίλιο πυροβολικό, γεγονός που δημιούργησε εκνευρισμό στις τάξεις του. Παρόλα αυτά οι άνδρες της II και της III ΜΠ κατόρθωσαν να προχωρήσουν και αφού ανέτρεψαν τις τουρκικές προφυλακές, κατόρθωσαν να φτάσουν σε απόσταση 1 χλμ. από την κύρια γραμμή αντίστασης του εχθρού όπου και καθηλώθηκαν.
Δεξιότερα η I ΜΠ απώθησε τις εχθρικές προφυλακές. Καθηλώθηκε όμως με τη σειρά της από τα δραστικά πυρά του εχθρού, σε απόσταση 500 μέτρων από την κύρια γραμμή αντίστασης. Το Απόσπασμα Κωνσταντινοπούλου έφτασε επίσης στις παρυφές των Πιερίων, χωρίς να εμπλακεί σοβαρά με τον εχθρό. Δυτικότερα πάντως, χάρη στην πρωτοβουλία του διοικητή της IV ΜΠ, Υποστρατήγου Κωνσταντίνου Μοσχόπουλου, η τουρκική τοποθεσία διασπάστηκε εξ’ αρχής. Ο μέραρχος, αγνοώντας τις οδηγίες του Γενικού Στρατηγείου, αποφάσισε – και σωστά – να κινήσει τη μεραρχία με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα πίσω από την κύρια γραμμή άμυνας του εχθρού. Ενώ η V ΜΠ και το Απόσπασμα Γεννάδη είχαν εμπλακεί σε μάχη με τους Τούρκους στην τοποθεσία των Λαζαράδων, η IV ΜΠ, αφού διέσπασε τις ασθενείς τουρκικές θέσεις στα χωριά Λιβαδερό και Μεταξάς, προωθήθηκε κατευθείαν βόρεια .
Τις πρώτες απογευματινές ώρες οι εμπροσθοφυλακές της μεραρχίας είχαν φθάσει στο ύψωμα του Αγίου Χριστοφόρου, σε απόσταση 7 χλμ. περίπου από τα Σέρβια. Εκεί δύο τάγματα της μεραρχίας συγκρούστηκαν με τουρκική φάλαγγα που βάδιζε, καθυστερημένα, προς ενίσχυση της τοποθεσίας Λαζαράδων. Οι Έλληνες πεζοί εξόρμησαν με τη λόγχη και τους διέλυσαν κυριολεκτικά. Όσοι Τούρκοι επέζησαν τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Μετά τη νέα νίκη η μεραρχία κατέλαβε το χωριό Προσήλιο, νότια των στενών της Πόρτας.
Η ΤΙ, στο μεταξύ επέδειξε επαίσχυντη αδράνεια . Αφού σπατάλησε πέντε ώρες για να καλύψει απόσταση 7 χλμ. από τη Δεσκάτη ως τον πόρο του ποταμού Αλιάκμονα στη Ζαμπούρδα, ανέκοψε τελικά την κίνησή της στο σημείο αυτό, αναμένοντας απλώς τη λήξη της μάχης. Ούτε καν έσπευσε σε ενίσχυση των εμπλεκομένων στους Λαζαράδες ελληνικών δυνάμεων, μόλις 6 χλμ. από τις θέσεις της. Μόλις άρχισε να νυκτώνει η ταξιαρχία κινήθηκε, προς τα πίσω, προς την Ελάτη, όπου και διανυκτέρευσε.
Η έλλειψη στιβαρής διοίκησης ήταν εμφανής, όπως και η έλλειψη τοπικού διοικητή-συντονιστή των επιχειρήσεων. Η κορωνίδα δε της γελοιότητας έγκειτο στο γεγονός ότι ο διοικητής της ΤΙ ήταν ο πλέον υψηλόβαθμος διοικητής στην περιοχή των Λαζαράδων (υποστράτηγος) και με κανένα τρόπο δεν εννοούσε να συμμορφωθεί στις υποδείξεις του συνταγματάρχη τον βαθμό, μεράρχου της V ΜΠ. Η μάχη ωστόσο είχε ήδη λήξει, μετά την επιτυχία της IV ΜΠ.
Αυτό δυστυχώς το αντελήφθησαν πρώτοι οι Τούρκοι και κατά τη διάρκεια της βροχερής και ομιχλώδους νύκτας άρχισαν να συμπτύσσονται προς τα Σέρβια . Η σύμπτυξη πραγματοποιήθηκε με εξαιρετική αταξία και με βραδύτητα, λόγω των δυσχερειών του εδάφους και των δυσμενών καιρικών συνθηκών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το τουρκικό τάγμα που αμυνόταν στο άκρο αριστερό δεν ειδοποιήθηκε ποτέ για την υποχωρητική κίνηση. Η σύμπτυξη των τουρκικών δυνάμεων όμως δεν έγινε αντιληπτή από τις ελληνικές δυνάμεις στο κέντρο του μετώπου ( I, II και III ΜΠ) παρά μόνο το επόμενο πρωί.
Αμέσως το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την καταδίωξη των Τούρκων προς τα στενά της Πόρτας και τα Σέρβια. Η ευκαιρία όμως είχε ήδη χαθεί. Οι Τούρκοι είχαν ξεφύγει από τη συντριβή που θα τους άρμοζε. Αγώνας έλαβε χώρα μόνο στον τομέα της IV ΜΠ. Η μεραρχία αφού αιφνιδίασε και συνέτριψε άλλες δύο εχθρικές φάλαγγες, αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει ισχυρή τουρκική αντεπίθεση. Η μεραρχία όμως όχι μόνο απέκρουσε την εχθρική αντεπίθεση αλλά αντεπιτέθηκε με τη σειρά της και έτρεψε σε άτακτη φυγή τους Τούρκους. Καταδιώκοντάς τους προς τα Σέρβια συναντήθηκε με τουρκικά εφεδρικά τμήματα που έρχονταν από την Κοζάνη, τα οποία και συνέτριψε. Στα χέρια των ανδρών της IV Μεραρχίας έπεσε πολύτιμο λάφυρο και η πολεμική σημαία τουρκικού τάγματος. Την ίδια ώρα η ΤΙ αναπαυόταν στους Λαζαράδες.
Η μάχη του Σαρανταπόρου είχε λήξει με περιφανή νίκη των Ελλήνων. Ήταν όμως μια μάχη που πραγματικά δεν υπήρχε λόγος να συμβεί. Αν η ελληνική στρατιά επικέντρωνε την προσπάθειά της κατά του ανίσχυρου εχθρικού πλευρού η μάχη θα έληγε πριν καν αρχίσει, με ελάχιστες απώλειες για τον Στρατό μας, ενώ θα επιτυγχανόταν και η ολοκληρωτική συντριβή των τουρκικών δυνάμεων. Ο συγκεκριμένος πόλεμος είχε τη μορφή αγώνα δρόμου για την απελευθέρωση-κατάληψη όσο το δυνατό μεγαλύτερης εδαφικής έκτασης, αφού οι ανταγωνισμοί μεταξύ των χριστιανικών δυνάμεων το επέβαλαν.
Στο Σαραντάπορο χάθηκαν πολύτιμες μέρες, χάθηκαν άνδρες και πάνω από όλα οι Τούρκοι ξέφυγαν και έδωσαν νέα μάχη στα Γιαννιτσά. Η ενέργεια της IV ΜΠ αποδεικνύει ξεκάθαρα πια τροπή θα μπορούσε να είχε πάρει η μάχη αν ακολουθείτο ένα πιο ορθόδοξο σχέδιο. Η νίκη του Σαρανταπόρου, πάντως, είχε ανοίξει στον Ελληνικό Στρατό τις πύλες της κεντρικής Μακεδονίας.
Πηγή: DefencePoint
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...