Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τὶ μπορεῖτε νὰ μᾶς πεῖτε γιὰ τὸ θάρρος τοῦ Χριστιανοῦ νὰ ὁμολογεῖ σήμερα τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ πῶς πρέπει νὰ τὸ κάνει;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Σήμερα οἱ Χριστιανοὶ ζοῦμε σὲ κοινωνίες ἐκκοσμικευμένες, ὅπου Θεὸς εἶναι τὸ χρῆμα. Σὲ τέτοιες συνθῆκες ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ Ὀρθόδοξη πίστη εἶναι λίγο-πολὺ ζωντανὴ σὲ ὅλα τὰ παραδοσιακὰ Ὀρθόδοξα Κράτη, καὶ ἔτσι ὁ πολίτης τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης, παρ’ ὅλες τὶς δυσκολίες, αἰσθάνεται ὅτι εἶναι φορέας μιᾶς ζωντανῆς παραδόσεως, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πνευματικὴ ταυτότητα τῆς χώρας του. Μάλιστα, πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴ Δύση βλέπουν μὲ νοσταλγία καὶ ἀγωνία πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ ζητοῦν τὴν μαρτυρία τῶν Ὀρθοδόξων. Τὸ ἐρώτημα «πῶς πρέπει νὰ ὁμολογεῖ ὁ πιστὸς τὴν Ὀρθοδοξία» δὲν εἶναι ἁπλό. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς συνθῆκες καὶ τὰ προσωπικὰ χαρίσματα τοῦ καθενός. Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ ἔχει σημασία εἶναι νὰ ὁμολογοῦμε μὲ τὴ ζωή μας τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, δηλαδὴ νὰ εἴμαστε συνεπεῖς στὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ ἡ παρουσία μας νὰ ἀποπνέει τὴν χάρι τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ ἀναστημένου Χριστοῦ.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πῶς μπορεῖ νὰ μετριάζεται ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο ἡ ἀρνητικὴ ἐπίδραση τῆς Δύσεως στὴ ζωὴ τοῦ ὀρθόδοξου Χριστιανοῦ τῆς Ἀνατολῆς; Πῶς μποροῦμε...
εμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ βοηθήσουμε τὴν Δύση;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δὲν ὑπάρχει τώρα πιὰ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ἐφόσον ὁ καπιταλισμὸς καὶ ὁ καταναλωτισμὸς ἔχουν γίνει οἱ βασικὲς ἀξίες τοῦ βίου. Πῶς μπορεῖ νὰ προστατευθεῖ τὸ φρόνημα τοῦ Χριστιανοῦ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὄνειρο τῆς εὐμάρειας, ποὺ καταστρέφει ζωὲς καὶ συνειδήσεις; Τὸ μυστικὸ γιὰ τὸν κάθε πιστὸ εἶναι πρῶτον, νὰ διατηρήσει τὸ ἀσκητικὸ φρόνημα, δηλαδή νὰ ἔχει πάντα στὸν νοῦ του τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ «οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος», καὶ δεύτερον, νὰ μὴ λησμονεῖ ὅτι ὁ βίος αὐτὸς εἶναι περίοδος ἑτοιμασίας γιὰ τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ νὰ μὴ ταυτίζει τὴν ὁδὸ μὲ τὸν προορισμό. Μοναδικὸς σκοπὸς καὶ ἀληθινὴ ἀξία τοῦ βίου εἶναι νὰ ἀποτυπώσουμε μέσα μας τὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ, ὥστε νὰ ζοῦμε τώρα καὶ στὴν αἰωνιότητα μέσα στὸ φῶς Του. Ὅλοι οἱ ἐπὶ μέρους στόχοι πρέπει νὰ ἐκτιμῶνται ἀνάλογα μὲ τὸ πόσο συμβάλλουν στὸν πρωταρχικὸ στόχο.
Στὸ ἐρώτημα «πῶς μποροῦμε οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ βοηθήσουμε τὴν Δύση», ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή: «μὲ τὸ νὰ εἴμαστε πραγματικὰ Ὀρθόδοξοι. Νὰ ζοῦμε τὸ μυστήριο τῆς πίστεως καὶ νὰ βιώνουμε τὸ ὀρθόδοξο ἦθος –τὴν ἀγάπη– ὅπου κι ἂν βρισκόμαστε. Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε τὴν μεγάλη σημασία τοῦ μοναχισμοῦ γιὰ τὴ διατήρηση τοῦ Ὀρθόδοξου ἤθους. Τὰ μοναστήρια ποὺ λειτουργοῦν σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, εἶναι ὀάσεις χαρισματικοῦ βίου. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἐκκλησίες ποὺ δὲν διατηροῦν ὀργανωμένα μοναστήρια πάσχουν περισσότερο ἀπὸ ἐκκοσμίκευση καὶ ἀπὸ θεολογικὴ σύγχυση. Μακάρι νὰ μπορέσουν νὰ τὸ καταλάβουν αὐτὸ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι, καὶ νὰ βοηθήσουν στὴν ἐπάνδρωση καὶ ἀνάπτυξη τῶν μονῶν, χωρὶς νὰ θεωροῦν τοὺς μοναχοὺς καὶ τὶς μοναχὲς ὑπαλλήλους τους.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Σήμερα ὁ ζῆλος γιὰ την προσευχὴ ἐλλαττώθηκε περισσότερο ἀπὸ ποτὲ ἄλλοτε. Τὶ πρέπει νὰ κάνουμε γιὰ νὰ γίνουμε πιὸ προσευχόμενοι; Ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὁ ζῆλος γιὰ τὴν προσευχὴ ἐλαττώθηκε, γιατὶ ἐλαττώθηκε ἡ πίστη. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος θέλει νὰ ἀποκτᾶ ἄμεσα καὶ χωρὶς κόπο αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμεῖ. Ὅταν βλέπει ὅτι αὐτὸ ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις του, καταφεύγει σὲ ἄλλα μέσα, ὅπως εἶναι ἡ μαγεία. Οἱ πιστοὶ ἐπηρεαζόμεθα ἀπὸ τοῦτο τὸ πνεῦμα. Θέλουμε ἄμεσα ἀποτελέσματα, καὶ συνήθως δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ τὸ δικό μας. Μὲ ἄλλα λόγια, ὑπάρχει ἔλλειμμα πίστεως, ἐλπίδας καὶ ἀγάπης. Τί πρέπει νὰ κάνουμε; Ἀκόμη κι ἂν δὲν αἰσθανόμεθα τὴν ἀνάγκη νὰ προσευχηθοῦμε, πρέπει νὰ ὁρίζουμε ἕνα μικρὸ διάστημα καθημερινά, καὶ τὰ λεπτὰ αὐτὰ νὰ στεκόμεθα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ μένουμε πιστοὶ στὸ πρόγραμμα αὐτό. Ἔτσι, σιγὰ σιγὰ ἡ προσευχὴ καλλιεργεῖται, καὶ ὁ Θεὸς κάνει αἰσθητὴ τὴν παρουσία του στὴν καρδιά μας, καὶ ἡ προσευχὴ γίνεται ἡ φυσικὴ κατάσταση τῆς ὑπάρξεώς μας. Μιὰ σύντομη, περιεκτικὴ καὶ δοκιμασμένη προσευχὴ εἶναι ἡ λεγόμενη εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ποὺ μπορεῖ νὰ ἀπαγγελθεῖ σὲ κάθε χῶρο, χρόνο καὶ περίσταση, καὶ εἰρηνεύει τὴν καρδιὰ μὲ τὴν δύναμη τοῦ θείου ὀνόματος.
Τὰ ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς εἶναι οἱ καρποὶ τοῦ Πνεύματος. Ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν πρέπει νὰ ψάχνουμε γιὰ ἀποτελέσματα, γιατὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ φέρει ἄγχος, ἀγωνία ἢ καὶ πλάνη. Πρέπει μόνο νὰ στεκόμεθα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ -αὐτὸ ἔχει τὴν μεγαλύτερη ἀξία, ἡ κοινωνία μας μὲ τὸν Θεό- καὶ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς χαρίσει αὐτὸ ποὺ γνωρίζει ὅτι εἶναι συμφέρον γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ὁ μοναχισμὸς εἶναι μυστήριο. Καὶ ὡς μυστήριο εἶναι ἀκατάληπτος. Ὅποια περιγραφή, ἀνάλυση καὶ σχολιασμός, ἐγγίζουν περισσότερο τὶς ἐξωτερικὲς πτυχές του καὶ ὄχι τὴν κρυμμένη οὐσία του.
Ὁ μοναχισμὸς παραμένει στὸν πυρῆνα του ὁ ἴδιος ἀπὸ καταβολῆς κόσμου ἕως συντελείας τοῦ αἰῶνος. Συγκλονισμένος ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Ἰησοῦ, «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἔξεις θησαυρῷ ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι» (Ματθ. 19,21), ὁ ἄνθρωπος ἀποτάσσεται τὴν ὀργανωμένη κοινωνία γιὰ νὰ μεταφυτευθεῖ σὲ ἕναν ἄλλον κόσμο, ὅπου οἱ συνθῆκες βοηθοῦν στὴν ἐπιδίωξη τῆς εὐαγγελικῆς τελειότητας.
Ὄχι μόνο ὁ μοναχισμὸς ἀλλὰ καὶ ὁ κόσμος παραμένει ὁ ἴδιος. Ἴδια καὶ ἀπαράλλακτη εἶναι καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου: πάθη, χαρές, ἀγωνίες, καημοί, πόθοι, μάχη τοῦ φωτὸς μὲ τὸ σκοτάδι. Καθὼς λέει ὁ ἅγιος Μακάριος, ὁ φαινόμενος αὐτὸς κόσμος καὶ οἱ παροχές του, ὅσο περισσότερο φαίνεται ὅτι θάλπουν τὸ σῶμα, τόσο τὰ πάθη παροξύνουν καὶ αὐξάνουν τὴν κάκωσή τῆς ψυχῆς. Ἡ μοναστικὴ φιλοσοφία ἀποτελεῖ ἀντίβαρο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λόγος τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι πάντοτε ἐπίκαιρος, ἂν καὶ βέβαια ὄχι πάντα δεκτὸς ἀπὸ τὸν κόσμο...
Ἡ παρουσία τοῦ μοναχισμοῦ στὸν κόσμο δὲν ἔχει τόσο νὰ κάνει μὲ κάποια δραστηριότητα κοινωνική. Συχνὰ ἡ ἀπραξία τοῦ μοναχοῦ κρύβει τὴν πιὸ δημιουργικὴ καὶ ἐπίπονη δράση, ὅταν συνδέεται μὲ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τὴν ἁγιότητα, τὴν ἕλκυση τῆς θείας χάριτος γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ὁ μοναχὸς ἀποτάσσεται τὸν κόσμο. Ἐν τούτοις εἶναι φίλος τῆς ζωῆς, τῆς φύσης, τῆς κοινωνίας. Καὶ στὴν ἄσκηση τῆς ἀποταγῆς καλλιεργεῖ καὶ τελειοποιεῖ αὐτὴ τὴ στάση ζωῆς: τὴν πραγματικὴ φιλία μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴν κτίση.
Ἡ παρουσία καὶ ὁ λόγος τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ἀναστάσιμα. Ἕνας μοναχός, στρατιώτης καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ ζεῖ μέσα στὸ φόβο, τὴν ἀπειλή, τὴν ἄμυνα, τὴν ἄρνηση, τὴ σκληρότητα. Ἡ ζωή του καὶ ἡ συμπεριφορά του δὲν μυρίζουν ἀποσύνθεση, ἀλλὰ εὐωδιάζουν ζωὴ καὶ ἀνάσταση. Ἡ ὕπαρξή του δὲν εἶναι μιὰ θλιβερὴ καὶ σκοτεινὴ ὑπόθεση, οὔτε μιὰ συμπλεγματικὴ κατάσταση. Εἶναι ἕνα ἀστείρευτο ἀπόθεμα χαρᾶς καὶ ἐλπίδας, ποὺ προσφέρεται σὲ ὅλους.
Ἡ παρουσία τοῦ μοναχισμοῦ στὸν κόσμο δὲν εἶναι ἐντυπωσιακή. Δὲν κολακεύει, ἀλλὰ οὔτε παροξύνει. Ἐκφράζει μιὰν ἀντίθεση στὶς φθηνὲς ἀξίες τοῦ κόσμου, γι’ αὐτὸ καὶ κάποτε εἶναι προκλητική, χωρὶς τοῦτο νὰ εἶναι σκοπὸς τοῦ μοναχοῦ. Πράγματι, ἡ μοναχικὴ ζωὴ καὶ φιλοσοφία ἀπὸ τὴ φύση της παραμερίζει καὶ ἀμφισβητεῖ τὰ κριτήρια τῆς κοσμικῆς δράσεως, εὐπρέπειας καὶ ἐπιτυχίας. Ποιός εἶναι ὁ ἐπιτυχημένος, ποιός ὁ εὐπρεπής, ποιός ὁ δημιουργικὸς ἄνθρωπος; Μοναχισμὸς καὶ κόσμος δίνουν διαφορετικὲς ἀπαντήσεις.
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ παρουσία τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι κριτικὴ τῶν ἀξιῶν κάθε κοινωνίας, καὶ ὑπομνηστικὴ τῶν πρωταρχικῶν ἀληθειῶν. Ἐλέγχει ἀκόμη καὶ τὸν συμβατικὸ Χριστιανισμὸ τοῦ κόσμου. Ὁ μοναχὸς ἀνιχνεύει τὰ βάθη τῆς καρδίας καὶ ἀποκαλύπτει τὰ κρύφια πάθη. Ἔτσι ἐπισημαίνει τὴν ὁδὸ τῆς αὐτογνωσίας καὶ τῆς ταπεινώσεως, ποὺ ἀποτελοῦν προϋποθέσεις τῆς ἀληθινῆς κοινωνίας. Ὁ μοναχὸς βεβαίως δὲν εἶναι κριτής. Κάθε ἄλλο. Ἀντὶ νὰ κρίνει, γίνεται ὁ ἴδιος κατάδικος γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Ὁ μοναχισμὸς ὅμως, ὡς ἐφαρμοσμένο Εὐαγγέλιο, κρίνει τὶς ἀξίες τοῦ κόσμου.
Ἡ παρουσία τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ἕνα μήνυμα ἀγάπης καὶ ἀληθινῆς κοινωνικότητας. Ἡ ἀγάπη προηγεῖται κάθε μορφῆς ὀργανώσεως ἢ τάξεως καὶ κάθε ἀπαιτήσεως παραγωγικότητας. Τὰ τελευταῖα ὀφείλουν νὰ ὑπηρετοῦν τὴν πρώτη. Γι αὐτὸ καὶ ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος γράφει: «Τὸ δῶσε καὶ τὸ πάρε ἦταν ἀγάπη γιὰ μένα. Ἐπειδὴ σκεφτόμουν ὅτι τὸ κέρδος τοῦ ἀδελφοῦ μου ἦταν ἔργο καρποφορίας». Ἡ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον, ποὺ εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ μᾶς πλησιάζει, εἶναι ὁ στόχος τοῦ μοναστικοῦ βίου.
Ἡ ἀγάπη ὑπαγόρευσε τὴ δημιουργία τοῦ πρώτου Κοινοβίου, τὴν κοινὴ συμμετοχὴ σὲ ὅλα τὰ ἀγαθά, καὶ ἀκόμη περισσότερο, τὴν ἀκτημοσύνη. Καταλαβαίνουμε γιατὶ ὁ Μέγας Βασίλειος ἀποκαλεῖ τὸ μοναστικὸ κοινόβιο τέλεια κοινωνία. Λέει χαρακτηριστικά: «Ἐγὼ ὀνομάζω τελειότατη κοινωνία βίου ἐκείνη ὅπου ἰδιοκτῆτες δὲν ὑπάρχουν, ἡ διχογνωμία ἐξορίσθηκε, ἡ ταραχὴ καὶ φιλονεικία ἔχει ἀπομακρυνθεῖ καὶ ὅλα εἶναι κοινά: ψυχὲς καὶ σώματα, καὶ ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα τρέφονται καὶ ὑπηρετοῦνται, κοινὸς ὁ Θεός, κοινὸ τὸ ἐμπόρευμα τῆς εὐσέβειας, κοινὴ ἡ σωτηρία, κοινὰ τὰ ἀγωνίσματα, κοινοὶ οἱ κόποι, κοινοὶ οἱ στέφανοι˙ ὅπου οἱ πολλοὶ εἶναι ἕνας καὶ ὁ ἕνας δὲν εἶναι μόνος, ἀλλὰ μέσα σὲ πολλούς.» Δύσκολος στόχος, ἐφικτὸς ὅμως…
Ὁ μοναχισμὸς ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν ἅγιο Διονύσιο τὸν Ἀρεοπαγίτη μυστήριο τοῦ ὀγδόου αἰῶνος. Δηλαδὴ μυστήριο τοῦ ἐρχομένου κόσμου. Ἐνθυμούμενος συνεχῶς τὸν ἀτελεύτητο ἐκεῖνον αἰῶνα ὁ μοναχὸς καλλιεργεῖ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου. Φυσικὰ γι’ αὐτὸν τὸ «τετέλεσται» εἶναι τελείωση τῆς ὑπάρξεως, μετάβαση «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν». Ἡ μοναχικὴ φιλοσοφία καὶ ἐμπειρία διδάσκει ὅτι τὸ νόημα τῆς ζωῆς βρίσκεται στὸν κόσμο τῆς αἰωνιότητας. Ὅσες λοιπὸν πράξεις, ὅσες σκέψεις, ὅσα πράγματα μποροῦν νὰ ἐνταχθοῦν στὴν αἰώνια καὶ ἀληθινὴ ζωή, ὅσα δηλαδὴ χωρᾶνε στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ εἶναι ἀγαθά.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἐπιμένει, «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 6,33). Ὄχι γιὰ νὰ ἀπορρίψουμε τὸν κόσμο, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν ἀντικρύσουμε μέσα στὸ ἀνέσπερο φῶς. Ἡ ἀξία κάθε πράγματος βρίσκεται στὴ σταθερότητά του. Ἡ ἀγάπη, γιὰ παράδειγμα, κρίνεται ἀπὸ τὴν μονιμότητά της. Ἐὰν κάποια στιγμὴ πάψει νὰ ὑπάρχει, σημαίνει ὅτι ποτὲ δὲν ἦταν ἀληθινή. Τὸ μήνυμα τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ὅτι τίποτε δὲν ἀξίζει, καμιὰ χαρά, καμιὰ εὐτυχία, καμιὰ ἐπιτυχία ἢ κατάκτηση, ἐὰν ἐξαντλοῦνται στὸν ἑαυτό τους.
Στὴ ζωὴ ὅμως ποὺ φωτίζεται ἀπὸ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὰ πάντα φέρουν μιὰν ἀναλλοίωτη ἀξία. Κάθε στιγμὴ καὶ κάθε ἔργο ἀποκτοῦν γιὰ τὸν μοναχὸ μιὰ τεράστια σημασία καὶ ἐπισημότητα: τὸ νὰ στολίζει μὲ λουλούδια τὴν εἰκόνα τοῦ ἑορταζομένου ἁγίου, τὸ νὰ συμμετέχει στὸ κέρασμα τῆς Κυριακῆς, τὸ νὰ σκουπίζει τὴν αὐλή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὄχι μόνο δὲν περιφρονεῖ τίποτε, ἀλλὰ καὶ αἰσθάνεται γιὰ ὅλα ὑπεύθυνος. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ στιχομυθία πού ἀναφέρεται στὸ Γεροντικό. Ρωτήθηκε κάποιος μοναχός: Τί ποιεῖς ἐνταῦθα ὦ Μοναχέ; Καί ἀπήντησε: Τὸν τόπον φυλάσσω. Φυλάσσει τὸν τόπο μὲ τὴν ἐργασία τῶν χειρῶν του, μὲ τὴν ἀγάπη του, μὲ τὴ λατρεία καὶ τὴν ἀναφορά του στὸν Χριστό.
Ἔτσι ὁ μοναχὸς ἐπιδιώκει τὴν ἀληθινὴ παγκοσμιότητα. Τὸ μυστήριο τῆς ἑνότητας, ὅπως καὶ ἡ ἁμαρτία τῆς διασπάσεως, πραγματοποιοῦνται στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, πρὶν ἐκδηλωθοῦν στὴν κοινωνία. Ὁ μοναχὸς λοιπὸν στρέφεται πρὸς τὸ δικό του ἐσωτερικὸ τοπίο, πολεμᾶ τὴν φιλαυτία καὶ τὸν ἐγωκεντρισμό του, ἀπελευθερώνεται ἀπὸ πάθη, κτήματα καὶ θελήματα, συνειδητοποιεῖ ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἕνας, ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό, κι ἐκεῖ, στὴν καρδιά του, συνάγει ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Καθὼς λέγει ὁ ὅσιος Πορφύριος, ὁ ἀσκητὴς ἐπιδιώκει «νὰ γίνει ἕνα μὲ τοὺς ἄλλους, ὅπως ἡ Ἁγία Τριάδα, ὅπως τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ εἶναι ἕνα».
Ἔχοντας σταυρωθεῖ γιὰ τὸν κόσμο, ὁ μοναχὸς γίνεται ὄργανο στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ ἴδιος ἀπερίσπαστη ἀκρόαση καὶ ζωντανὸ βιβλίο. Μὰ ὅταν εἶναι θέλημα Θεοῦ, ἡ σιωπὴ δίνει τὴ θέση της στὸν λόγο καὶ ἡ ἀποταγὴ ὁδηγεῖ στὴν παρέμβαση. Σὲ ὅποια περίπτωση, ὁ μοναχὸς κατὰ τὴν κουρά του ἀποδέχεται τὴν ἀποστολικὴ ἰδιότητα. Καθὼς ἡ ἴδια ἡ Ἀκολουθία τοῦ Μοναχικοῦ Σχήματος διδάσκει,
Οἱ θέλοντες ἔρχεσθαι, φησίν, ὀπίσω μου,
προθύμως ἀρνήσασθε τὰς κοσμικὰς ἀφορμάς,
γονεῖς τοὺς γεννήσαντας, … χρήματα καὶ οἰκίας,
καὶ δέξασθε ἀξίωμα τῶν Ἀποστόλων μου.
Ἡ κλήση τῆς ἀφιερώσεως εἶναι στὴν πραγματικότητα μιὰ κλήση καθολική: νὰ προσφέρει ὁ ἄνθρωπος ὅλο τὸ εἶναι του στὸν Θεό, καὶ νὰ λάβει ὁλόκληρη τὴν ἐπουράνια ἀγάπη τοῦ Πνεύματος. Ἐφ’ ὅσον πάντως «οὐ πάντες χωροῦσι τὸν λόγον τοῦτον», ὁ μοναστικὸς βίος λειτουργεῖ ταυτόχρονα ὡς ὑπόμνηση πρὸς κάθε πιστὸ ἐκείνου τοῦ κατηγορηματικοῦ μηνύματος ποὺ διατυπώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης: «Δὲν εἶσαι ἀπὸ τὸν κόσμο, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν κόσμο». Καὶ «ὅπως ἀκριβῶς Ἐκεῖνος, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο εἴμεθα κι ἐμεῖς στὸν κόσμο τοῦτο» (Ἰω. 17,14-16. Α Ἰω., 4,17).
...Πιστεύετε εις τον Θεόν και εις Εμέ πιστεύετε..." (Ο Κύριος). Δεν κάνει λαθος ο Θεός ούτε η Αγία Γραφή ούτε η Ορθόδοξη Εκκλησία. Όλες οι ανοησίες των αθέων, για την πίστη, την οικογένεια, τον γάμο, την εκκλησία, την ευσέβεια, και όλες οι βλακείες των απίστων, οι δήθεν εξυπνάδες των δημοσιογράφων, οι εισηγήσεις των όποιων πολιτικών, οι ατάκες των θεατρινίσκων, οι σχολιασμοί των τηλεπαρουσιαστών, οι επιθέσεις των εκκλησιομάχων, οι ύβρεις των αναρχικών, οι πλάνες των αιρετικών, οι μαγείες των μάγων, τα φόβητρα των τζιχαντιστών, τα θέλγητρα του υποκόσμου, οι φόνοι των νονών της νύχτας, ακόμη και οι ακραίοι διωγμοί και αυτού του αντιχρίστου, είναι μπροστά στον Χριστό Θεό μας βέλη νηπίων και σάλια τυφλοκωφαλάλων...Είναι ένα τίποτα. Εμείς "ελπίζομε στον ζωντανό Θεό και ομολογούμε μέσα στη θεία λειτουργία: "Πιστεύω εις ένα Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα..." μπροστά στον Οποίον και αυτός ο δαίμονας είναι ένα απειροελάχιστο σίχαμα. Ο Χριστός τελικά θα νικήσει, όπως νίκησε και τους εβραίους σταυρωτές και τους διώκτες των πρώτων αιώνων και τους αιρετικούς τόσων χρόνων και τους μαρξιστές 70 χρόνια στη Ρωσία...Τώρα θα μας έλθουν κάποιοι βουλευτές να αναιρέσουν το Ευαγγέλιο και τα όσα έχει πεί ο Πάνσοφος και παντοδύναμος Κύριος για το Μυστήριο του γάμου και το θεσμό της οικογένειας... Θα τους διαψεύσει η ίδια η ζωή, όπως έγινε και με τη γαλλική επανάσταση και τον Βολταίρο και τον Νίτσε και τον Μάρξ και τον Δαρβίνο και τον Χίτλερ...Θα τους πάρει και θα τους σηκώσει, εαν δεν μετανοήσουν... "Πάν στόμα άθεον φραγήσεται εν εκείνη τη ημέρα..." Θα βάλουμε τα θεία λόγια του Μωϋσέως, των Προφητών, των Αποστόλων, του Παύλου, του Χριστού, των Πατέρων, με τα φληναφήματα των συνευδοκούντων με την ασέβεια και την ομοφυλοφιλία;.... Λέγει ο ψαλμωδός ότι "οι φλυαρίες των ανθρώπων δεν συγκρίνονται επ΄ ουδενί με τον νόμνον Σου Κύριε"...και συνεχίζει..."είδα τον ασεβή επαιρόμενον και υπερυψούμενον και μετά από λίγο τον ανεζήτησα και δεν ευρέθη ο τόπος αυτού...". Είναι φοβερό και οδυνηρό να πέσεις στα χέρια του ζωντανού Θεού...Δεν καταριόμαστε κανέναν. Μακάρι όλοι να μετανοήσουμε. Αλλά μη κάνουμε και τον έξυπνο στην Εκκλησία που είναι η Βασιλεία του Θεού και την καθοδηγεί το Πανάγιο Πνεύμα. Αυτά πρός το παρόν, γιατί έχουν πάρει όλοι σχοινί κορδόνι τώρα, με ένα μικρόφωνο στο στόμα και λένε ό,τι τους κατέβει με την αυτοπεποίθηση καρδιναλίων και την ψευδαίσθηση του φωτεινού παντογνώστη. Έλεος! Υπάρχει και το Ευαγγέλιο, ω ανόητοι και βραδείς τη καρδία!!!!!
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
«Νῦν εἰς σημεῖον τοῖς πᾶσιν, ἐμφανῶς αἱ γλῶσσαι γεγόνασιν· Ἰουδαῖοι γάρ, ἐξ ὧν κατὰ σάρκα Χριστός, ἀπιστίᾳ νοσήσαντες, θεϊκῆς ἐξέπεσον χάριτος, καὶ τοῦ θείου φωτὸς οἱ ἐξ ἐθνῶν ἠξιώθημεν, στηριχθέντες τοῖς λόγοις τῶν Μαθητῶν, φθεγγομένων τὴν δόξαν τοῦ εὐεργέτου τῶν ὅλων Θεοῦ· μεθ' ὧν τὰς καρδίας σὺν τοῖς γόνασι κλίναντες, ἐν πίστει προσκυνήσωμεν, τῷ ἁγίῳ Πνεύματι στηριχθέντες, Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν». (Ἰδιόμελο τῶν ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ του Ἁγίου Πνεύματος)
Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς οἱ Ἰουδαῖοι δὲν θέλησαν νὰ δεχτοῦν «πάσαν τὴν ἀλήθειαν», ποὺ ἀποκαλύφθηκε διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους, παρέμειναν στὴν ἀπιστία καὶ ἐξέπεσαν τῆς θείας χάριτος. Ἔτσι, ἀρρώστησαν βαριὰ ἀπὸ τὴν ἀσθένεια αὐτή. Διότι εἶναι βαριὰ ψυχοσωματικὴ ἀσθένεια ἡ ἀπιστία. Εἶναι ἀσθένεια ψυχοπαθολογική. Καὶ ἀφορᾶ ἄμεσα ἡ στάση αὐτὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐμᾶς, τοὺς Ἕλληνες Ὀρθόδοξούς τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα, καθὼς ἀπιστία δὲν εἶναι μόνο ἡ ἔχθρα πρὸς τὸ Χριστὸ ἀλλὰ καὶ ἡ ἀδιαφορία πρὸς τὸ πρόσωπό Του καὶ τὴ δυνατότητα σωτηρίας διὰ τῆς Ἐκκλησία Του. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει κυρίως μὲ τοὺς Ἕλληνες σήμερα. Διότι παρόλο ποὺ γιὰ αἰῶνες πολλούς «τοῦ θείου φωτὸς οἱ ἐξ ἐθνῶν ἠξιώθημεν, στηριχθέντες τοῖς λόγοις τῶν Μαθητῶν», τώρα...
ἀκολουθοῦμε τὰ ἴχνη τῶν Ἰουδαίων. Βάλλεται καὶ προσβάλλεται ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ πίστη του, ὑβρίζονται τὰ θεία καὶ ὁ Ἕλληνας, μὲ τὴ στάση του, ὁμολογεῖ ὅτι δὲν συμβαίνει καὶ τίποτε τὸ τραγικό. Μὲ τὴν ἀναδιάταξη καὶ πλήρη ἀνατροπὴ τῶν ἀξιῶν, ὅλα αὐτὰ φαίνονται πὼς δὲν τὸν ἀγγίζουν.
Διὰ τῆς προσωπικῆς του ἐπιλογῆς, ὁ ἄνθρωπος, ἀρνεῖται τὴν συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀρνεῖται τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή του καὶ ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του. Ἔτσι, μένει μόνος μὲ τὰ πάθη του, μὲ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ὑπερηφάνειά του, μὲ τὸν σκοτεινὸ πλέον ἑαυτό του, προσβλέποντας στὰ γήινα καὶ πρόσκαιρα καὶ μένοντας σὲ παρὰ φύση κατάσταση.
Αὐτὴ ἡ «μοναξιὰ» ὅμως, δὲν εἶναι ἡ ἴδια μὲ τὴ μοναξιὰ ποὺ βιώνει μὲ τὴν ἀπουσία τῶν ἄλλων προσώπων. Πάσχει μοναξιὰ ὀντολογικοῦ περιεχομένου ὁ ἄπιστος, ποὺ πλήττει τὰ τρίσβαθα τῆς ὕπαρξης καὶ τὰ μετατρέπει σὲ κόλαση. Κι αὐτὴν τὴν κόλαση τὴν ἀποπνέει στὸ περιβάλλον ποὺ ζεῖ. Τὴν ἐκφράζει μὲ φόβο, μὲ ἄγχος, μὲ ἀγωνία, ἀλλὰ καὶ μὲ μίσος, μὲ ἐπιθετικότητα ἢ ἀκόμη καὶ μὲ ὑποκριτικὴ ἀγάπη, ζητώντας νὰ τὴν μοιραστεῖ μὲ τοὺς ἄλλους, καθὼς σὰν φωτιὰ τοῦ καίει τὴν καρδιά. Γιὰ νὰ μὴν ὑποφέρει μόνος. Νὰ πάρει μαζί του ὅσους περισσότερους μπορεῖ. Αὐτὰ ἐνεργοῦν σήμερα οἱ ἀγαπολόγοι, οἱ εἰρηνολόγοι, οἱ ὑποκριτὲς τοῦ κρατοῦντος φρονήματος τῆς ἄρνησης. Εἶναι περισσότερο ἀκραῖοι κι ἀπὸ τοὺς πλέον ἀκραίους. Οἱ χειρότεροι δικτάτορες καὶ τύραννοι, ἀσχέτως μὲ τὸ πῶς αὐτοαποκαλοῦνται καὶ αὐτοχαρακτηρίζονται. Ναί, διότι γίνονται θηρία, ὅταν ἀκοῦνε γιὰ πίστη καὶ Χριστό. Δὲν τὰ ἀνέχονται!
Θέλοντας λοιπὸν ὁ ἄπιστος ἄνθρωπος νὰ ἀναπληρώσει καὶ νὰ καλύψει τὴν ἀπουσία τοῦ Δημιουργοῦ καὶ Πατέρα, ἀναζητᾶ νὰ ἀκουμπήσει σὲ μύθους, σὲ παραμύθια γιὰ παρηγοριά. Στὸ Εὐαγγέλιο ἀναφέρονται ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους Παῦλο καὶ Πέτρο τριῶν εἰδῶν τέτοιοι μύθοι: Οἱ γραώδεις, οἱ βέβηλοι καὶ οἱ σεσοφισμένοι.
Στὴν Α΄πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «τοὺς δὲ βεβήλους καὶ γραώδεις μύθους παραιτοῦ, γύμναζε δὲ σεαυτὸν πρὸς εὐσέβειαν»(4,7). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος χάσει τὴν πίστη του, χάνει ἅμα καὶ τὴν εὐσέβειά του πρὸς τὰ ἅγια. Βρίθει ἡ ἐποχή μας ἀπὸ μύθους. Προσφέρονται μύρια ὅσα ἑλκυστικὰ παραμύθια, γιὰ νὰ «πληρωθεῖ» τὸ κενό.
Πρῶτα τούς βέβηλους μύθους. Τοὺς ἀσεβεῖς καὶ βλάσφημους, τοὺς ὑποτιμητικοὺς καὶ ἀκάθαρτους, «ὡς ἀναξίους ὑγιοῦς ἀκοῆς καὶ καθαρᾶς ὄντας» (Ζιγαβηνός). Τοὺς προσβλητικοὺς καὶ ὑβριστικοὺς γιὰ τὴν πίστη καὶ τὰ θεία. Αὐτοὺς ποὺ ἀπαξιώνουν τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, δείχνουν ἀσέβεια στὸ χῶρο τῆς ἐκκλησίας καὶ σὲ κάθε ἱερὸ χῶρο. Ἀπαξιώνουν τὸν κλῆρο. Ἀλλοιώνουν τὴν ὀρθόδοξη Παράδοση, μὲ ἐπεισαγωγὴ ξένων καὶ ρυπαρῶν στοιχείων, «ἀνάρμοστων» στὴν ψυχοσύνθεση καὶ τὸ «ἦθος» τοῦ Ῥωμιοῦ, προερχόμενων ἀπὸ τὸν «πολιτισμένο κόσμο». Βέβηλοι μύθοι εἶναι καὶ ἡ διοργάνωση ἀσεβῶν ἐκδηλώσεων, ποὺ προσβάλλουν τὴ σεμνότητα, τὸ ἦθος καὶ τὴν αἰδῶ. Τὰ «αἰσχρὸν ἐστίν καὶ λέγειν» καλλιτεχνικὰ δημιουργήματα διαφόρων θεωρούμενων καλλιτεχνῶν ἀπὸ τὸν σημερινὸ ἐκπεσόντα ἄθεο κόσμο. Πολιτιστικὲς ἐκδηλώσεις εἰδωλολατρικῆς προέλευσης, καρνάβαλος, Santa Claus κ.λπ. καὶ οἱουδήποτε ἄλλου, μὴ συνεργοῦντος στὴν εὐσέβεια.
Ἐπίσης τοὺς γραώδεις μύθους. Ἱστορίες, θὰ λέγαμε, ποὺ ἔλεγαν κάποτε οἱ γριές, γιὰ νὰ τρομάξουν ἢ νὰ ἐντυπωσιάσουν τὰ μικρὰ παιδιά. Δεισιδαίμονες πράξεις καὶ δεισιδαίμονες ἱστορίες, χωρὶς ἔρεισμα πνευματικό, χωρὶς βάση λογικὴ καὶ φυσικὰ χωρὶς πνευματικὸ περιεχόμενο, ὅπως τὰ αἰσχρὰ καὶ εὐτράπελα ἀνέκδοτα (σόκιν), ποὺ προσβάλλουν τὴ νοημοσύνη τοῦ ἀνθρώπου, τὸ φλιντζάνι, οἱ χαρτορίχτρες, οἱ ἀστρολόγοι καὶ οἱ κάθε εἴδους ἀγυρτίες. Λόγια τοῦ ἀέρα, ποὺ ἀποκοιμίζουν τὴ συνείδηση καὶ τὴν ἀποχαυνώνουν. «Γραυσὶ φιλομύθοις προσήκοντες» (Ζιγαβηνός). «Γραϊδίων λεληρηκότων ρήματα» (Οἰκουμένιος). «Μύθους διὰ τὰς παραποιήσεις ἢ διὰ τὸ ἄκαιρον» (Χρυσόστομος). (Π. Τρεμπέλα, Ὑπομνήματα εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην).
Δὲν ἀφοροῦν αὐτὲς οἱ συμβουλὲς τοῦ Ἀποστόλου μόνο στοὺς παραλῆπτες τῆς ἐπιστολῆς του ἀλλὰ καὶ σέ μᾶς, ὅπως θὰ δοῦμε παρακάτω. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ἀναφέρει καὶ τοὺς σεσοφισμένους μύθους, τὰ «ἰσχυρότερα ὄπλα τῆς ἀπιστίας τῆς ἐποχῆς μας». «Οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἑξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμὶν τὴν τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἂλλ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος» (Β΄ Πέτρου, 1, 16).
Σεσοφισμένοι εἶναι οἱ μύθοι ποὺ παρουσιάζονται μὲ πονηρία, μὲ τὴ μάσκα τοῦ ἐπιστημονισμοῦ. Τοῦ προσανατολισμένου στὶς θεωρίες τοῦ ὑλισμοῦ καὶ τῆς ἐξελίξεως, ἀλλὰ καὶ λοιπῶν παρόμοιων ἀναφυόμενων κατὰ καιροὺς ψευδαλαζόνων θεωριῶν. Καθὼς ἡ ἐπιστήμη σήμερα ἔχει προχωρήσει καὶ ἔχει κάνει μεγάλα καὶ ἐπιτυχῆ ἅλματα σὲ ὅλους τούς τομεῖς, προήχθη σὲ θεότητα, πρὸς ἀντικατάσταση τοῦ Θεοῦ τῆς ἀλήθειας. Μὲ ὅπλο τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ὀλιγοπιστία τῶν ἀνθρώπων, αὐτῶν ποὺ ἀναφέραμε στὴν ἀρχή, αὐτῶν ποὺ ἐπέλεξαν αὐτεξουσίως καὶ αὐτοπροαιρέτως τὴν ἀποτίναξη τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ σβέρκο τους. Αὐτῶν, ποὺ δὲν εἶχαν οἱ ἴδιοι ἐμπειρίες, ἀλλὰ δὲν πίστεψαν καὶ στὶς ἁγιοπνευματικὲς ἐμπειρίες τῶν ἁγίων. Πού δὲν ἀγωνίστηκαν στὸν εὐλογημένο στίβο τῆς παραδόσεως τῆς πίστεως, γιὰ τὴν ἀπόκτησης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δὲν εἶχαν τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, νὰ παραμείνουν ἀγωνιζόμενοι. Ἔτσι ἄφησαν τὶς ἐλπίδες τους στὶς ὑποσχέσεις τῆς ματαιότητας.
Ἐξάλλου, ὁ ἀπόστολος Πέτρος τὰ λέει αὐτά, διότι ὑπῆρξε μάρτυρας ἄμεσης παρατήρησης καὶ πείρας, καθότι βρέθηκε μαζὶ μὲ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη στὸ ὅρος Θαβὼρ καὶ εἶδε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ «καθὼς ἠδύνατο», δηλαδή, ὅσο ἄντεχε ἡ ἀνθρώπινη φύση του. Δὲν πίστεψε σ` ὅ,τι ἔλεγαν οἱ ἄπιστοι καὶ οἱ αἱρετικοὶ ἀλλὰ στὴν ἐμπειρία. Ἑρμηνεύει ὁ Ζιγαβηνὸς στὸ: «Κύριε, καλὸν ἐστιν ἠμᾶς ὧδε εἶναι» (Μάτθ. 17,4), τὸ ὁποῖο εἶπε ὁ Πέτρος στὸ Χριστὸ κατὰ τὴν Μεταμόρφωση: «Εἶπε (ὁ Πέτρος) καλὸν εἶναι νὰ συνεχίσουν νὰ βρίσκονται σὲ ἐκεῖνο τὸ ὅρος, ὥστε αὐτὸς καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ ἦταν μαζί του νὰ εὐφραίνονται, θεωροῦντες τὴν Μεταμόρφωση τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸ πρόσωπό του, ποὺ ἔλαμπε σὰν τὸν ἥλιο καὶ τὰ λευκὰ σὰν τὸ φῶς ἱμάτιά του καὶ μαζὶ μ` αὐτὰ νὰ βλέπουν συνεχῶς καὶ τὸν Μωυσῆ καὶ τὸν Ἠλία, οἱ ὁποῖοι μία φορὰ μόνο φάνηκαν μέσα στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Νὰ εὐφραίνονται δὲ ἀκόμη μὲ ὅσα θὰ ἀκούσουν νὰ συνομιλοῦν οἱ δύο τους μὲ τὸν Ἰησοῦ καὶ ὁ Ἰησοῦς μὲ αὐτούς». Αὐτὴ ἦταν ἡ ἐμπειρία τοῦ Ἀποστόλου. Πῶς νὰ πιστέψει σὲ ὁτιδήποτε ἄλλο;
Στὸ κυνήγι τοῦ εὐδαιμονισμοῦ καὶ τῆς πρόσκαιρης ἀπόλαυσης τῆς ἡδονῆς, πρότυπα καθαρὰ ἀντορθόδοξα, ἀντιπαραδοσιακὰ καὶ ἀντιευαγγελικά, ὁ Ἕλληνας, ὁ ἀπόγονος τῶν ἡρώων καὶ τῶν ἁγίων μαρτύρων, δὲ θέλησε νὰ ἀνασύρει ἀπὸ τὴν παράδοσή του ὄπλα ἀμυντικὰ καὶ ἐπιθετικά, γιὰ νὰ ἀντισταθεῖ στὸ κακό, τὸ ὁποῖο εἰσορμοῦσε στὴ ζωὴ του παντοιοτρόπως ἐπὶ δεκαετίες. Δὲν εἶχε τὰ προσόντα ἀλλὰ καὶ τοὺς κατάλληλους ὁδηγούς, νὰ ἀντισταθεῖ στοὺς δαιμονικοὺς μύθους, τοὺς βέβηλους, τοὺς γραώδεις καὶ τοὺς σεσοφισμένους, ποὺ τὸν μάγεψαν καὶ τὸν αἰχμαλώτισαν.
Ἔτσι, μὴ διαθέτοντας ἀντιστάσεις πνευματικές, ἔμεινε στὴν πλειοψηφία του νὰ παρακολουθεῖ ἐνεὸς τὰ τεκταινόμενα ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς, ἁπλὸς παρατηρητής. Μετὰ τὸν πνευματικὸ θάνατο, ὅλα ἐπιτρέπονται. Ὅλα γίνονται ἀποδεκτὰ καὶ εὐκολοχώνευτα, κι ἂς εἶναι καὶ σκουπίδια καὶ κόπροι. Ἔτσι φτάσαμε στὴν κατάσταση τῶν κατοίκων τῶν Σοδόμων καὶ τῶν Γομόρων καὶ χειρότερη.
Νοσήσαμε στὴν ἀπιστία καὶ ἐκπέσαμε τῆς θείας Χάριτος. Διαταράχτηκε ὅλη ἡ ὕπαρξή μας ἀπὸ τὸ χωρισμὸ αὐτό, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἔκπτωση ἀπὸ τὴ θεϊκὴ Χάρη καὶ τὴν βαριὰ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Τί βλέπουν σήμερα τὰ μάτια μας! Ἀλλὰ τί ἔχουν ἀκόμη νὰ δοῦν! Τὸ δὲ χειρότερο πάντων, πὼς δὲν ὑπάρχει διάθεση, ἐπιθυμία ἐπιστροφῆς. Δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο συνειδός, γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὴν ἔγερση καὶ τὴν κίνηση γιὰ θεραπεία, γιὰ μετάνοια. Διότι, ἀκόμη καὶ μόνο μὲ αὐτήν, τὴν μετάνοια, μποροῦν νὰ ἀλλάξουν ἄρδην τὰ πάντα καὶ νὰ ξεκινήσει ἡ νέα ἀρχή. Καὶ βέβαια μαζὶ μὲ τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ ὑπόλοιπα, ποὺ ταλανίζουν τὴ ζωή μας.
Ἠλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 21-1-2016
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ψάλλει ὁ πνευματοφόρος θεῖος ψαλμωδός, ἀγγίζοντας τίς ἠχηρές χορδές τοῦ ψαλτηρίου του.
Δέν μποροῦσα νά τόν προσέξω, ὅσο βρισκόμουν στούς δυνατούς θορύβους του κόσμου. Τώρα, στήν ἡσυχία τῆς μονώσεως, ἀρχίζω ν᾿ ἀφουγκράζομαι τόν μυστικό ψαλμωδό. Τώρα οἱ ἥχοι καί ὁ ὕμνος του μοῦ γίνονται πιό κατανοητοί. Σάν ν᾿ ἀπέκτησα δυό νέες ἱκανότητες, τήν ἱκανότητα νά τόν προσέχω καί τήν ἱκανότητα νά τόν κατανοῶ. Οἱ ἥχοι του γεννοῦν μέσα μου ἕνα πρωτόγνωρο αἴσθημα καί τά λόγια του μιά καινούργια ἀντίληψη, ἀντίληψη θαυμαστή, ναί, θαυμαστή, σάν τή θεία σοφία.
Σαούλ, πάψε νά παραφέρεσαι! Ἄς φύγει μακριά σου τό πονηρό πνεῦμα! Γιατί τώρα ψάλλει ὁ ἅγιος Δαβίδ, παίζει τό μελωδικό του ψαλτήρι!
Σαούλ ἀποκαλῶ τόν νοῦ μου, πού ἀναστατώνεται καί ταράζεται ἀπό τούς λογισμούς τοῦ πονηροῦ κοσμοκράτορα. Αὐτός, ὁ νοῦς μου, τόσο κατά τήν πλάση του ὅσο καί κατά τή λύτρωσή του ἀπό τή θυσία τοῦ Θεανθρώπου, ὁρίστηκε ἀπό τόν Θεό βασιλιάς καί κυρίαρχος τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μου. Ἔγινε, δηλαδή, ὅ,τι καί ὁ Σαούλ. Μόλις ἐγκαθιδρύθηκε ἡ βασιλεία τοῦ Ἰσραήλ.
Παρακούοντας, ὅμως, ὁ νοῦς μου τόν Θεό, καταπατώντας τίς ἐντολές Του καί φεύγοντας μακριά Του, στερήθηκε τό ἀξίωμά του καί τή θεία χάρη. Οἱ ψυχικές καί οἱ σωματικές μου δυνάμεις δέν ὑποτάσσονται πιά σ᾿ αὐτόν. Καί ὁ ἴδιος βρίσκεται κάτω ἀπό τήν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος.
Ψάλλει ὁ ἅγιος Δαβίδ. Προαναγγέλλει τά λόγια τοῦ οὐρανοῦ. Οἱ ἥχοι τοῦ ψαλτηρίου του εἶναι ἥχοι οὐράνιοι. Καί θέμα τῶν ὕμνων του εἶναι ἡ μακαριότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀδελφοί, ἄς ἀκούσουμε τή θεία διδασκαλία πού περιέχεται στή θεία ψαλμωδία! Ἄς ἀκούσουμε τίς λέξεις μέ τίς ὁποῖες μᾶς μιλᾶ καί τούς ἥχους μέ τούς ὁποίους μᾶς βροντοφωνάζει ὁ οὐρανός!
Ἐσεῖς πού ἀναζητᾶτε τήν εὐτυχία, ἐσεῖς πού κυνηγᾶτε τήν ἡδονή, ἐσεῖς πού διψᾶτε γιά ἀπόλαυση, ἐλᾶτε! Ἀκοῦστε τήν ἱερή ψαλμωδία, ἀκοῦστε τή σωτήρια διδαχή! Ὥς πότε θά περιπλανιέστε, ὥς πότε θά ψάχνετε στίς λαγκαδιές καί τά βουνά, στίς ἀδιάβατες ἐρημιές καί τά πυκνά δάση; Ὥς πότε θά βασανίζεστε, κάνοντας ἕναν ἀγώνα συνεχή ἀλλά μάταιο, ἕναν ἀγώνα πού δέν ἔχει κανέναν καρπό, κανένα σταθερό ἀπόκτημα; Ἀκοῦστε μέ διάθεση ὑπακοῆς. Ἀκοῦστε τί λέει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τό στόμα τοῦ Δαβίδ γιά τή μακαριότητα πού ἀναζητοῦν καί ποθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
Ἄς σωπάσουν ὅλα γύρω μου! Ἄς σωπάσουν ἀκόμα κι οἱ λογισμοί μέσα μου! Ἄς σωπάσει κι ἡ καρδιά! Ἄς ἐνεργεῖ μόνο ἡ εὐλαβική προσοχή! Αὐτή ἄς βάζει στήν ψυχή ἅγιες ἐντυπώσεις καί σκέψεις!
Ὁ Δαβίδ ἦταν βασιλιάς. Μά δέν εἶπε πώς ὁ βασιλικός θρόνος εἶναι πηγή τῆς μακαριότητας τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Δαβίδ ἦταν στρατηλάτης καί ἥρωας. Ἀπό τά νιάτα του ὥς τά γεράματά του μαχόταν μέ ἀλλοφύλους σέ αἱματηρούς πολέμους. Πόσες μάχες ἔδωσε! Πόσες νίκες πέτυχε! Τά σύνορα τοῦ βασιλείου του τά μετατόπισε ἀπό τίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη στίς ὄχθες τοῦ Εὐφράτη. Ποτέ του, ὡστόσο, δέν εἶπε ὅτι στή δόξα τοῦ νικητῆ καί τοῦ κατακτητῆ βρίσκεται ἡ μακαριότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Δαβίδ συγκέντρωσε μέ τό ξίφος του ἀμύθητα πλούτη. Τό χρυσάφι ἦταν σωριασμένο στίς ἀποθῆκες του σάν μπακίρι καί τό ἀσήμι σάν μαντέμι. Δέν εἶπε, ὅμως, ὅτι στόν πλοῦτο βρίσκεται ἡ μακαριότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Δαβίδ γεύθηκε ὅλες τίς ἐπίγειες ἀπολαύσεις. Μά σέ καμιάν ἀπ᾿ αὐτές δέν βρῆκε τή μακαριότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Δαβίδ, ὅταν ἦταν παιδί, ἔβοσκε τά πρόβατα τοῦ πατέρα του Ἰεσσαί. Καί ξαφνικά, μέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ὁ προφήτης Σαμουήλ μέ ἁγισμένο λάδι, γιά νά χρίσει τό φτωχό βοσκόπουλο βασιλιά τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ1. Οὔτε κι αὐτή τήν ὥρα τῆς χρίσεώς του σέ βασιλιά τήν ἀνέφερε ὁ Δαβίδ ὡς ὥρα μακαριότητας.
Στίς ἄγριες ἐρημιές περνοῦσε ὁ Δαβίδ τίς μέρες τῶν παιδικῶν του χρόνων. Ἐκεῖ οἱ μυῶνες του ἄρχισαν νά ἀναπτύσσονται καί ν᾿ ἀποκτοῦν τή δύναμη μυώνων παλικαριοῦ. Δίχως ὄπλα, μόνο μέ τά χέρια του, ριχνόταν σέ θηρία, λιοντάρια καί ἀρκοῦδες, καί τά ἔπνιγε2. Τότε ἄρχισε καί ἡ ψυχή του νά δέχεται οὐράνιες ἐμπνεύσεις. Τά χέρια ἐκεῖνα, πού νικοῦσαν τά λιοντάρια καί τίς ἀρκοῦδες, ἔφτιαξαν τό ψαλτήρι. Ἄγγιζαν τίς χορδές του, πού ἦταν τεντωμένες καί ρυθμισμένες ἔτσι ὥστε νά συμφωνοῦν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, κι ἔκαναν νά ξεχύνονται ὁλόγυρα ἥχοι ἁρμονικοί, εὐχάριστοι, πνευματικοί, συνετοί. Αὐτοί οἱ ἥχοι ἀκούστικαν μακριά, πολύ μακριά, μέσ᾿ ἀπό τόν χρόνο, μέσ᾿ ἀπό τίς ἑκατονταετίες καί τίς χιλιετίες. Ἀναρίθμητες φωνές τούς ἐπανέλαβαν καί τούς ἐπαναλαμβάνουν. Καί τό ὄνομα τοῦ Δαβίδ δοξάζεται ὥς τά πέρατα τῆς γῆς σ᾿ ὅλους τούς χριστιανικούς αἰῶνες. Οὔτε στή ζωή τῆς ἐρήμου, ὅμως, μιά ζωή γεμάτη θαυμαστούς ἀγῶνες καί θαυμαστές ἐμπνεύσεις, δέν βρίσκει ὁ Δαβίδ τή μακαριότητα τοῦ ἀνθρώπου.
«Μακάριος ἄνθρωπος», λέει ὁ ψαλμωδός, «εἶναι ἐκεῖνος» –σ᾿ ὅποιον τόπο κι ἄν ζεῖ, ὅποιο κι ἄν εἶναι τό ἀξίωμά του, σ᾿ ὅποια κατάσταση κι ἄν βρίσκεται, – «πού δέν πορεύτηκε σύμφωνα μέ τά θελήματα τῶν ἀσεβῶν, οὔτε στάθηκε σέ δρόμο ἁμαρτωλῶν κι οὔτε κάθησε σέ στέκια διεφθαρμένων»3.
Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού φυλάγεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὁ ἄνθρωπος πού φεύγει μακριά ἀπό τήν ἁμαρτία, μ᾿ ὅποια μορφή, μ᾿ ὅποιο ἔνδυμα κι ἄν τοῦ ἐμφανιστεῖ αὐτή, εἴτε ὡς ἄνομη πράξη, εἴτε ὡς λογισμός πού παρακινεῖ στήν ἀνομία, εἴτε ὡς αἴσθημα πού μεθᾶ μέ τήν ἁμαρτωλή ἀπόλαυση.
Ἀκόμα καί ἡ γυναίκα μέ τήν ἀσθενική της φύση, ἄν ἀποδιώχνει τήν ἁμαρτία μέ ἀνδρικό φρόνημα, εἶναι κι αὐτή ὁ ἄνθρωπος πού ὑμνεῖται ἀπό τόν Δαβίδ.
Ἀκόμα καί οἱ ἔφηβοι, ἀκόμα καί τά παιδιά, ἄν ἀντιστέκονται σταθερά στήν ἁμαρτία, δείχνοντας ἔτσι ἀνδρική ὡριμότητα πού μέτρο της είναι ὁ Χριστός4, συμμετέχουν σ᾿ αὐτή τή μακαριότητα.
Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ὅλο του τό θέλημα τό ἔχει δοσμένο στόν νόμο τοῦ Θεοῦ5. Μακάρια εἶναι ἡ καρδιά πού ὡρίμασε γνωρίζοντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γνωρίζοντας ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός6, κι αὐτή τή γνώση τήν ἀπέκτησε μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, μέ τήν ἕνωση τοῦ θελήματος της μέ τό θέλημα τοῦ Κυρίου. Μιά τέτοια καρδιά εἶναι ὁ ἀληθινός ἄνθρωπος.
Μακάρια εἶναι ἡ καρδιά πού φλογίζεται ἀπό ζῆλο θεϊκό!
Μακάρια εἶναι ἡ καρδιά πού καίγεται ἀπό τήν ἀκόρεστη ἐπιθυμία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ! Μακαρία εἶναι ἡ καρδιά πού γλυκαίνεται καί ἀβάσταχτα ὑποφέρει ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό! Μιά τέτοια καρδιά εἶναι κατοικητήριο, παλάτι, θρόνος τῆς μακαριότητας!...
Ἀπό τά χαράματα κάθεται ὁ ἀετός στήν κορυφή κάποιου ψηλοῦ βράχου. Τά λαμπερά του μάτια ἀναζητοῦν μέ λαιμαργία κάποιο θήραμα. Ἔπειτα ἀνοίγει τά μεγάλα του φτερά καί ἀνεβαίνει στά γαλάζια ὕψη, πετᾶ στήν ἀπεραντοσύνη τοῦ οὐρανοῦ, ἀναζητώντας τή λεία του. Καί ὅταν τήν ἐντοπίσει, ρίχνεται σάν σαΐτα ἀνεβαίνει στά οὐράνια, μέ τήν λεία στά νύχια, κι ἐξαφανίζεται. Πηγαίνει στά ἀετόπουλά του, τά ταΐζει κι ὕστερα ἐπιστρέφει στή θέση του, πάνω στόν βράχο, ἤ πετᾶ στά οὐράνια, ἀναζητώντας ἄλλο θήραμα.
Ἔτσι κάνει κι ἡ καρδιά πού προσβλήθηκε –σάν ἀπό ἀγιάτρευτη ἀρρώστια– ἀπό τήν ἀγάπη πρός τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ! Σ᾿ αὐτή τήν ἀγάπη ὑπάρχει ἡ μακαριότητα. Στίς ἐντολές δέν ὑπάρχει μόνο μιά πνευματική ἐργασία. Πίσω ἀπ᾿ αὐτές κρύβεται καί μέσ᾿ ἀπ᾿ αὐτές φανερώνεται ἡ πνευματική σκέψη. «Μέ τίς ἐντολές σου ἀπέκτησα σύνεση», λέει ὁ προφήτης. «Μ᾿ ὅλη μου τήν καρδιά Σέ ἀναζήτησα!... Ἔτρεξα στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν Σου, ὅταν μέ βοήθησες νά τίς κατανοήσω!... Μελετοῦσα τίς ἐντολές Σου, πού τίς ἀγάπησα ὑπερβολικά!... Ὁ νόμος, πού βγῆκε ἀπό τό στόμα Σου, εἶναι καλύτερος ἀπό χιλιάδες νομίσματα χρυσά καί ἀσημένια!... Μές στήν καρδιά μου ἔκρυψα τά λόγια Σου, γιά νά μήν ἁμαρτήσω ἀπέναντί Σου!... Θά νιώσω ἀγαλλίαση στά λόγια Σου, σάν κάποιος πού βρῆκε λάφυρα πολλά!... Ὁδήγησέ με στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν Σου, γιατί αὐτόν πόθησα»7.
Ὅταν ἀνατέλλει ὁ ἥλιος, οἱ ἄνθρωποι τρέχουν στίς δουλιές τους. Ὁ καθένας ἔχει τόν δικό του σκοπό, τή δική του πρόθεση. Ὁ σκοπός καί ἡ πρόθεση σέ κάθε ἀνθρώπινη ἀσχολία εἶναι ὅ,τι καί ἡ ψυχή στό σῶμα. Ἕνας ἀγωνίζεται καί νοιάζεται γιά τή συγκέντρωση ὑλικῶν θησαυρῶν, ἄλλος γιά τήν ἐξασφάλιση ποικίλων ἀπολαύσεων καί ἄλλος γιά τήν ἀπόκτηση ἐγκόσιας καί μάταιης δόξας. Ἄλλος, τέλος, σκέφτεται καί ἰσχυρίζεται πώς οἱ ἐνέργιες του ἀποβλέπουν στήν ὠφέλεια τῆς πολιτείας καί τῆς κοινωνίας.
Ὅποιος βάζει πάνω ἀπ᾿ ὅλα τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, αὐτός μ᾿ ὅλες τίς δραστηριότητες καί μ᾿ ὅλα τά ἔργα του στοχεύει στήν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτόν ὁ κόσμος μεταβάλλεται σέ βιβλίο ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, βιβλίο πού τό διαβάζει μέ τίς πράξεις του, μέ τή συμπεριφορά του, μέ τή ζωή του. Ὅσο περισσότερο μελετᾶ ἡ καρδιά του αὐτό τό βιβλίο, τόσο φωτίζεται μέ τόν πνευματικό λογισμό, τόσο ἀποκτᾶ θέρμη, ζῆλο καί προθυμία ν᾿ ἀκολουθήσει τόν δρόμο τῆς εὐσέβειας καί τῆς ἀρετῆς. Ἀποκτώντας τά φλογερά φτερά τῆς πίστεως, ἀρχίζει νά περιφρονεῖ κάθε φόβο πού προκαλεῖ ὁ ἐχθρός, νά περνᾶ πάνω ἀπό κάθε βάραθρο καί νά ἀναλαμβάνει κάθε καλή πρωτοβουλία. Μιά τέτοια καρδιά εἶναι μακάρια! Μιά τέτοια καρδιά εἶναι ὁ μακάριος ἄνθρωπος.
Ὅταν ἔρχεται ἡ νύχτα μέ τίς σκιές της, μέ τό χλωμό φῶς τῶν ἀστεριῶν, οἱ ἄνθρωποι μαζεύονται στά σπίτια τους, στά καταλύματά τους, ὄπου συχνά κυριαρχεῖ ἡ πλήξη, τό κενό τῆς ψυχῆς. Μέ ἀνόητες διασκεδάσεις προσπαθοῦν νά ξεχάσουν τά βάσανά τους. Ἡ ἀργόσχολη ζωή καί ἡ διαφθορά τῶν ἠθῶν ὁδηγοῦν σέ θορυβώδη γλέντια. Καί τά σκεύη τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ –ὁ νοῦς, ἡ καρδιά, τό σῶμα– δίνονται ἀπό τόν Βαλτάσαρ γιά χρήση ἄνομη8.
Ὁ δοῦλος τῆς γῆς, ὁ δοῦλος τῶν πρόσκαιρων βιοτικῶν ἀσχολιῶν, μόλις ξεφύγει ἀπό τίς μέριμνες, στίς ὁποῖες βούλιαζε ὄλη τήν ἡμέρα, ἑτοιμάζει γιά τήν ἑπόμενη νέες μέριμνες μέσα στήν ἡσυχία τῆς νύχτας. Ὅλες οἱ μέρες του, ὅλες οἱ νύχτες του, ὄλη ἡ ζωή του εἶναι μιά θυσία στή ματαιότητα καί τή φθορά.
Ὁ δίκαιος ἄνθρωπος, ἀντίθετα, μέσα στό δωμάτιό του, μέ τό ταπεινό καντήλι νά καίει μπροστά στίς εἰκόνες καί νά ξεχύνει ὁλόγυρα τό ἀμυδρό του φῶς, ἀπό μιά μόνο βασανιστική ἔγνοια συνέχεται, ἕνα πράγμα μόνο τόν ἀπασχολεῖ: Φέρνει στόν νοῦ του τή δραστηριότητα τῆς ἡμέρας του καί τή συγκρίνει μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτό εἶναι χαραγμένο στίς ἱερές πλάκες, δηλαδή στήν Ἁγία Γραφή. Τά ἐλατώματα στή συμπεριφορά του, στούς λογισμούς του καί στίς κινήσεις τῆς καρδιᾶς του τά θεραπεύει μέ τή μετάνοια καί τά ξεπλένει μέ τά δάκρυα του. Γιά τήν ἀνακαίνισή του καί γιά τήν ἐνίσχυσή τοῦ ἀγώνα του ζητάει ἀπό τόν οὐρανό νέα δύναμη, νέο φωτισμό. Καί ὁ Θεός στήν ψυχή πού προσεύχεται μέ τήν ἐμπονη συναίσθηση τῆς μηδαμινότητας, τῆς ἀδυναμίας καί τῶν πτώσεών της, χαρίζει ἁγιοπνευματικό φωτισμό καί δύναμη ὑπερφυσική. Ἔτσι, «ἡ μιά μέρα μεταδίδει στήν ἄλλη λόγια σπουδαῖα καί ἡ μιά νύχτα μεταφέρει στήν ἄλλη γνώση ὠφέλιμη»9. Μιά τέτοια ζωή εἶναι διαρκής πρόοδος καί ἔχει συνεχή κέρδη, κέρδη αἰώνια. Ἔτσι ζεῖ ὁ μακάριος ἄνθρωπος.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι «σάν δέντρο φυτεμένο ἐκεῖ πού τρέχουν τά νερά»10. Τό δένδρο αὐτό δέν φοβᾶται τίς καυτερές ἡλιαχτίδες, δέν φοβᾶται οὔτε τήν ἀναβροχιά. Γιατί πάντοτε οἱ ρίζες του ποτίζονται καλά. Δέν περιμένει τή βροχή, δέν ὑποφέρει ἀπό ἔλλειψη τροφῆς, ὅπως τά δέντρα πού εἶναι φυτεμένα σέ κακοτράχαλους ξερότοπους καί πού συχνά ἀρρωσταίνουν καί μαραίνονται.
Μέ δένδρο φυτεμένο σέ μέρος ψηλό, μέ δένδρο ἐκτεθειμένο στόν ἥλιο καί τούς ἀνέμους, μέ δένδρο πού σπάνια ποτίζεται ἀπό τή βροχή τοῦ οὐρανοῦ, μέ δένδρο πού ἐλάχιστα δροσίζεται ἀπό τήν πρωινή ὑγρασία, μέ τέτοιο δένδρο μοιάζει ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει καλή πρόθεση γιά τήν εὐσέβεια, ἀλλά ζεῖ ἀπρόσεκτα, μέ πολυπραγμοσύνη καί ἀκαταστασία, καί μελετᾶ ἐπιφανειακά τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Καμιά φορά φρεσκάρεται ἀπό τή δροσιά τῆς κατανύξεως. Καμιά φορά στήν ξερή ψυχή του πέφτει ἡ ζωογόνα βροχή τῶν δακρύων τῆς μετάνοιας. Καμιά φορά ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά του στρέφονται στόν Θεό. Αὐτές οἱ καταστάσεις, ὅμως, δέν εἶναι καί δέν μποροῦν νά εἶναι μόνιμες, οὔτε κάν μεγάλης διάρκειας. Τά πνευματικά διανοήματα καί τά εὐλαβικά αἰσθήματα, ὅταν δέν φωτίζονται ἀπό τήν ὁλοκάθαρη καί πλήρη γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀσαφή καί ἀθεμελίωτα, γι᾿ αὐτό καί δέν ἔχουν δύναμη, δέν ἔχουν ζωή.
Ὅποιος διδάσκεται καί καθοδηγεῖται μέρα-νύχτα ἀπό τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, εἶναι «σάν δένδρο φυτεμένο ἐκεῖ πού τρέχουντά τά νερά». Οἱ ρίζες του βρίσκονται πάντοτε μέσα σέ δροσερό καί ζωογόνο νερό. Ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά του –αὐτές εἶναι οἱ ρίζες τοῦ ἀνθρώπου– βρίσκονται πάντοτε μέσα στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, τρέφονται ἀπό τόν ἅγιο αὐτό νόμο, ἀπό τόν ὁποῖο ἀκατάπαυστα ξεχύνονται μέ ὁρμή καί δύναμη πολλή τά καθάρια νερά τῆς αἰώνιας ζωῆς. Αὐτά τά νερά, αὐτή ἡ δύναμη, αὐτή ἡ ζωή εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού βρίσκεται στήν Ἁγία Γραφή, πού βρίσκεται στίς εὐαγγελικές ἐντολές.
Ὅποιος ἐμβαθύνει διαρκῶς στή Γραφή, ὅποιος τή μελετᾶ μέ ταπεινό πνεῦμα, ὅποιος ζητᾶ μέ τήν προσευχή τόν φωτιζμό τοῦ Θεοῦ, ὅποιος κατευθύνει σύμφωνα μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές ὅλες τίς πράξεις του καί ὅλες τίς μυστικές κινήσεις τῆς ψυχῆς του, αὐτός ὁπωσδήποτε θά γίνει μέτοχος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ἐγώ μετέχω», λέει τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά τόν ἑαυτό Του, «σ᾿ ὅλους αὐτούς πού Σέ φοβουνται καί πού φυλᾶνε τίς ἐντολές Σου»11.
Ἡ μελέτη τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ θέλει ὑπομονή. Μέ τή μελέτη αὐτή, ὅμως, θά κερδίσεις τήν ψυχή σου. «Μέ τήν ὑπομονή σας», παραγγέλλει ὁ Κύριος, «κερδίστε τίς ψυχές σας»12. Αὐτή εἶναι ἡ ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν! Αὐτή εἶναι ἐπιστήμη οὐράνια! Αὐτή εἶναι ἐπιστήμη πού ἑνώνει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό! Οἱ δρόμοι της εἶναι τελείως διαφορετικοί ἀπό τούς δρόμους πού ἀκολουθοῦν συνήθως οἱ ἐγκόσμιες ἐπιστῆμες, ἐπιστῆμες ἀνθρώπινες, ἐπιστήμες πού δημιουργήθηκαν ἀπό τή μεταπτωτική καί αὐτονομημένη σκέψη μας γιά τήν παραμονή μας στήν κατάσταση τῆ πτώσεως. Οἱ ἀνθρώπινες ἐπιστῆμες προξενοῦν ἀλαζονεία καί ἔπαρση στόν νοῦ, γεννοῦν καί αὐξάνουν τόν ἐγωισμό.
Ἡ θεία ἐπιστήμη ἀποκαλύπτεται στήν ψυχή πού εἶναι κατάλληλα προετοιμασμένη, στήν ψυχή πού ἔχει ἀποκτήσει συντριβή καί ἔχει ἐξομαλυνθεῖ μέ τήν αὐταπάρνηση, στήν ψυχή πού εἶναι σάν ἀνύπαρκτη ἀπό τήν πολλή ταπείνωση, στήν ψυχή πού εἶναι σάν καθρέφτης στόν ὁποῖο δέν ἀντανακλῶνται ἀνθρώπινες μορφές ἀλλά θεῖες εἰκόνες.
Ἡ θεία ἐπιστήμη εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ γιός τοῦ Σειράχ λέει γι᾿ αὐτήν: «Ἡ σοφία ἐξυψώνει τά παιδιά της καί νοιάζεται γι᾿ αὐτούς πού τήν ἀποζητοῦν. Ὅποιος τήν ἀγαπᾶ, ἀγαπᾶ τή ζωή· κι ὅσοι χαράματα ξυπνοῦν καί τή ζητοῦν, θά είναι γεμάτοι εὐφροσύνη. Αὐτός πού τήν κατέχει, θά ἔχει κληρονομιά στή δόξα· κι ὁ τόπους ὅπου αὐτή μπαίνει, θά εὐλογηθεῖ ἀπό τόν Κύριο. Αὐτοί πού τήν ὑπηρετοῦν, προσφέρουν λατρεία στόν ἅγιο Θεό· κι ὅσους τήν ἀγαποῦν, τούς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος. Ὅποιος τῆς εἶναι ὑπάκουος, θά γίνει κριτής στά ἔθνη· κι αὐτός πού τῆς ἀφοσιώνεται, θά κατοικήσει στό σπίτι του ἀσφαλής»13.
Τέτοια εἶναι ἡ θεία ἐπιστήμη! Τέτοια εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ! εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ! Σ᾿ αὐτήν ὁδηγοῦν ἡ ταπείνωση καί ἡ αὐταπάρνηση τοῦ λογισμοῦ μας. Γιατί στή θεία σοφία εἶναι ἀδύνατο νά φτάσει κανείς μέ τόν ἀνθρώπινο λογισμό. Μά κι αὐτή, ἄλλωστε,δέν τόν ἀποδέχεται, γιατί τόν θεωρεῖ ἀνόητο. Ὁ ἀνθρώπινος λογισμός, πραγματικά, εἶναι ἐχθρός τῆς θείας σοφίας. Ὄντας γεμάτος θρασύτητα καί ἐγωισμό, βλάσφημα τή θεωρεῖ τρέλα καί δέν τήν ἐμπιστεύεται, ἐπειδή ἐμφανίστηκε στούς ἀνθρώπους πάνω στόν Σταυρό καί ὅλοι τή νιώθουν νά τούς βλέπει ἀπό τόν Σταυρό. Τή θεία σοφία τήν προσεγγίζει μέ τή σταύρωση! Τή θεία σοφία τήν προσεγγίζει κανείς μέ τήν αὐταπάρνηση! Τή θεία σοφία τήν προσεγγίζει μέ τήν πίστη! «Ἄν πιστέψεις σ᾿ αὐτήν», συνεχίζει ὁ γιός τοῦ Σειράχ, «θά τήν πάρεις κληρονομιά σου»14.
Ἡ ἀληθινή καί θεάρεστη πίστη, πού δέν ἔχει τίποτα τό ψεύτικο καί ἀπατηλό, συνίσταται στήν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου, στό ἀδιάκοπο καί φιλόπονο ρίζωμά τους μέσα στήν ψυχή μας, καθώς ἐπίσης καί στόν ἀγώνα ἐναντίον τῶν λογισμῶν καί ἐναντίον τῶν αἰσθησιακῶν ἐκείνων κινήσεων τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος πού μισεῖ ὁ Θεός.
Καί ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά καί τό σῶμα τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου βρίσκονται σέ ἔχθρα μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ὁ μεταπτωτικός νοῦς δέν δέχεται τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἡ μεταπτωτική καρδιά δέν δέχεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί τό ἴδιο τό σῶμα, πού ὑπόκειται στή φθορά, ἔχει τό δικό του θέλημα, τό θέλημα πού ἀπέκτησε μέ τήν πτώση, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔγινε κάτοχος τῆς θανάσιμης γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ15.
Στενός καί γεμάτος δυσκολίες εἶναι ὁ δρόμος16 πού ὁδηγεῖ στή σοφία τοῦ Θεοῦ! Σ᾿ αὐτή τή σοφία μᾶς φέρνει ἡ ἁγία πίστη, πού ἐξουδετερώνει τίς ἐναντιώσεις καί τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἐδώ χρειάζεται ἡ ὑπομονή! Ἐδώ χρειάζονται ἡ σταθερότητα, ἡ συνέπεια καί ἡ καρτερία! «Μέ τήν ὑπομονή σας κερδίστε τίς ψυχές σας»17.
Ὅποιος θέλει νά ἔχει καρπό πνευματικό, ἄς κάνει καρτερικά πόλεμο, τόν ἀδιάκοπο, τόν γεμάτο μεταπτώσεις καί συμφορές πόλεμο ἐνάντια στήν ἁμαρτία! Τόν ἅγιο καρπό τοῦ Πνεύματος θά μπορέσει νά τόν δεῖ στό δέντρο τῆς ψυχῆς του μόνο ἐκεῖνος πού θά φροντίσει γι᾿ αὐτό μέ μεγάλη καί γενναία ὑπομονή! Ἄς ἀκούσουμε ἄλλη μιά φορά τόν σοφό γιό τοῦ Σειράχ: «Στήν ἀρχή ἡ σοφία βαδίζει μαζί μέ τόν μαθητή της μέσ᾿ ἀπό δρόμους δύσκολους. Φόβο καί δειλία θά τοῦ προξενήσει. Θά τόν γυμνάσει μέ τήν παιδαγωγία της, ὥσπου νά ἐμπνεύσει στήν ψυχή του τήν ἐμπιστοσύνη της, καί θά τόν δοκιμάσει μέ τίς ἀπαιτήσεις της. Ἔπειτα θά ξανάρθει ἴσα σ᾿ αὐτόν, θά τόν γεμίσει χαρά καί θά τοῦ φανερώσει τά μυστικά της»18.
Περνοῦν οἱ μέρες, οἱ μῆνες καί τά χρόνια. Φτάνει ὁ καιρός πού γνωρίζει μόνο ὁ Θεός, ὁ καιρός πού «ὁ Πατέρας τόν κρατᾶ στήν ἀποκλειστική Του ἐξουσία»19. Καί τότε, τό δέντρο τό «φυτεμένο ἐκεῖ ὅπου τρέχουν τά νερά»20, δίνει τόν καρπό του. Ὁ καρπός αὐτός δέν είναι ἄλλος ἀπό τήν κοινωνία μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τήν ὁποία ὑποσχέθηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σ᾿ ὅλους ὅσοι πιστεύουν εἰλικρινά σ᾿ Ἐκεῖνον.
Ὑπέροχος καί θαυμαστός εἶναι ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος! Ἀνακαινίζει ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο. Μεταφέρει τήν Ἁγία Γραφή στήν ψυχή. Χαράζει μ᾿ ἕνα ἀόρατο χέρι στίς πλάκες τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τόν Λόγο καί τό Πνεῦμα. Τότε ἐκπληρώνεται ἡ ὑπόσχεση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ: «Μέσ᾿ ἀπό κεῖνον πού πιστεύει σ᾿ ἐμένα, καθώς λέει ἡ Γραφή, θά τρέξουν ποτάμια ζωντανό νερό»21. «Κι αὐτό τό εἵπε ἐννοώντας τό Πνεῦμα πού θά ἔπαιρναν ὅσοι θά πίστευαν σ᾿ Αὐτόν»22, ἐξηγεῖ ὁ ἀγαπημένος μαθητής τῆς Σοφίας, τοῦ Σωτήρα, ἀπό τόν ὁποῖο δέχτηκε τό χάρισμα τῆς θεολογίας.
Ἀκόμα «καί τά φύλλα» ἑνός τέτοιου δένδρου «δέν θά πέσουν»23. «Φύλλα», σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν ἁγίων πατέρων, εἶναι οἱ σωματικοί κόποι. Καί γι᾿ αὐτούς θά πάρει ὁ ἀγωνιστής τόν μισθό του, δηλαδή τήν ἄφθαρτη ζωή μετά τήν ἀνακαίνιση καί ἀναγέννηση τῆς ψυχῆς ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τό θέλημα τοῦ ἀνακαινισμένου ἀνθρώπου ταυτίζεται μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτός δέν ἐπιθυμεῖ πιά παρά μόνο ὅ,τι ἀρέσει στόν Θεό. Καί δέν κάνει παρά μόνο ὅ,τι θέλει ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό ἔχει τόν Θεό συμπαραστάτη σ᾿ ὅλα τά ἔργα του «καί πετυχαίνει καθετί πού κάνει»24.
Δέν συμβαίνει, ὅμως, τό ἴδιο καί μέ τούς ἀσεβεῖς! Ὁ θεόπνευστος Δαβίδ δέν τούς συγκρίνει μέ τά δέντρα ἤ μέ ὁτιδήποτε ἄλλο πού ἔχει τά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς. Γι᾿ αὐτούς ἡ σύγκριση εἶναι τελείως διαφορετική. «Δέν εἶναι ἔτσι οἱ ἀσεβεῖς, δέν εἶναι ἔτσι!», ψάλλει ὁ προφήτης βασιλιάς. «Αὐτοί εἶναι σάν τή σκόνη, πού τήν παίρνει ὁ ἄνεμος (καί τήν ἐξαφανίζει) ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς»25.
Ἀσεβεῖς! Εἶστε σκόνη ἄψυχη, πού τή σηκώνει ὁ ὁρμητικός ἀνεμοστρόβιλος, δηλαδή ἡ θορυβώδης ματαιότητα τοῦ κόσμου, τήν ἁρπάζει ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς καί τή στροβιλίζει στόν ἀέρα σάν πυκνό σύννεφο, πού σκεπάζει τόν ἥλιο καί ὅλη τή φύση.
Μήν κοιτᾶς αὐτό τό σύννεφο! Μήν πιστεύεις στά μάτια σου, πού σέ ἀπατοῦν! Ἡ τιποτένια, ἡ ἀσήμαντη σκόνη ἐμφανίζεται ψεύτικα μπροστά τους σάν σύννεφο. Κλεῖσε γιά μιά στιγμή τά μάτια, καί τό σύννεφο τῆς σκόνης, πού σηκώνεται ἀπό ἕναν δυνατό ἀλλά στιγμιαῖο ἀνεμοστρόβιλο, θά περάσει δίχως νά βλάψει τήν ὅρασή σου. Ὕστερ᾿ ἀπό μιά στιγμή ἄνοιξε τά μάτια καί κοίτα. Ποῦ εἶναι τό τεράστιο αὐτό σύννεφο; Θά ψάξεις γιά τά ἴχνη του, μά δέν θά βρεῖς τίποτα. Κανένα σημάδι δέν θά μαρτυρεῖ τήν ὕπαρξή του.
Μέ στίχους καί ἤχους ἀπειλητικούς μιλᾶ ὁ Δαβίδ στή συνέχεια γιά τή φοβερή καί ἀναπόφευκτη καταδίκη τῶν ἀσεβῶν: «Γι᾿ αὐτό οἱ ἀσεβεῖς δέν θά ἀναστηθοῦν κατά τήν κρίση, οὔτε οἱ ἁμαρτωλοί θά ἀναστηθοῦν μαζί μέ τούς δικαίους»26. Οἱ ἀσεβεῖς δέν θά συμμετέχουν στήν πρώτη ἀνάσταση, τήν ὁποία περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης στήν Ἀποκάλυψη27, ὅπως δέν συμμετέχουν καί στήν ἀνάσταση τήν πνευματική, ἡ ὁποία πραγματώνεται ἀπό αὐτή τή ζωή, ὅταν ἀγγίζει τήν ψυχή τό παντοδύναμο Πνεῦμα καί τήν ἀναγεννᾶ σ᾿ ἕναν καινούργιο κόσμο.
Μέ τήν πνευματική ἀνάσταση ἡ ψυχή παίρνει ζωή θεϊκή! Ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά φωτίζονται, ἀποκτοῦν λογισμό πνευματικό. «ὁ πνευματικός λογισμός εἶναι αἴσθηση τῆς ἀθάνατης ζωῆς», ὁρίζουν οἱ πνευματοφόροι Πατέρες28. Αὐτός ὁ ἴδιος ὁ λογισμός εἶναι γνώρισμα τῆς ἀναστάσεως. Ἀπεναντίας, ἡ «σαρκική σοφία»29, ἡ σοφία τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, εἶναι ὁ ἀόρατος θάνατος τῆς ψυχῆς30. Ὁ πνευματικός λογισμός εἶναι ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μέ τόν πνευματικό λογισμό ὁ ἄνθρωπος βλέπει τήν ἁμαρτία, βλέπει τά πάθη πού ὑπάρχουν στόν ἑαυτό του καί στούς ἄλλους, βλέπει τίς παγίδες τοῦ κοσμοκράτορα, ἀνατρέπει κάθε λογισμό πού ἐναντιώνεται στόν λογισμό τοῦ Χριστοῦ31, διώχνει μακριά του τήν ἁμαρτία, μ᾿ ὅποια μορφή κι ἄν αὐτή τόν πλησιάσει. Γιατί ὁ πνευματικός λογισμός εἶναι ἡ βασιλεία, εἶναι τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν νοῦ καί τήν καρδιά.
«Οἱ ἀσεβεῖς δέν θά ἀναστηθοῦν κατά τήν κρίση»32δέν θά ἀναστηθοῦν ὡς πρός τόν πνευματικό λογισμό! Αὐτός ὁ λογισμός ἀνήκει μόνο στούς δικαίους, εἶναι ἡ κληρονομιά τους. Αὐτός ὁ λογισμός εἶναι ἀπρόσιτος καί ἀκατανόητος στούς ἀσεβεῖς καί ἁμαρτωλούς. Αὐτός ὁ λογισμός εἶναι θεόπτης :Μόνο «ὅσοι ἔχουν καθαρή καρδιά θά δοῦν τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ»33.
Ὁ δρόμος τῶν ἀσεβῶν εἶναι μισητός στόν Θεό. Τόσο ξένος καί τόσο ἀποτρόπαιος στόν Κύριο εἶναι αὐτός ὁ δρόμος, πού στή Γραφή Ἐκεῖνος ἐμφανίζεται σάν νά μήν τόν γνωρίζει. Ἀπέναντίας, ὁ δρόμος τῶν εὐσεβῶν, ὁ δρόμος τῆς ἀλήθειας, εἶναι τόσο εὐάρεστος στόν Θεό, πού, σύμφωνα μέ τή Γραφή, Ἐκεῖνος τόν ἀναγνωρίζει: «Ἀναγνωρίζει ὁ Κύριος τόν δρόμο τῶν δικαίων»34 καί είναι ὁ μόνος πού τόν ἀναγνωρίζει. Ώ μακάριε δρόμε! Ἐσύ ὁδηγεῖς στόν Θεό! Εἴσαι κρυμμένος μέσα στόν ἄπειρο Θεό! Ἀρχή σου εἶναι ὁ Θεός καί τέλος σου ὁ Θεός! Εἴσαι ἄπειρος, ὅπως ὁ ἄπειρος Θεός!
Ὁ δρόμος τῶν ἀσεβῶν δέν εἶναι ἄπειρος. Ἔχει ὅρια, ἔχει πικρό τέρμα! Τελειώνει σ᾿ ἕναν βαθύ καί σκοτεινό γκρεμό, στό αἰώνιο κατοικητήριο τοῦ αἰώνιου θανάτου. Σ᾿ αὐτόν τόν φοβερό γκρεμό, ὅπου ὁδήγησε κι ἔριξε πρωτύτερα ὅσους τόν ἀκολούθησαν, θά χαθεῖ ὁριστικά ὁ δρόμος τῶν ἀσεβῶν.
«Ἀναγνωρίζει ὁ Κύριος τόν δρόμο τῶν δικαίων, ἐνῶ ὁ δρόμος τῶν ἀσεβῶν θά καταλήξει στήν καταστροφή»35.
«Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν πορεύτηκε σύμφωνα μέ τά θελήματα τῶν ἀσεβῶν»36.
Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν παρασύρεται ἀπό τόν τρόπο σκέψεως τῶν ἀσεβῶν, ἀπό τούς κανόνες τῆς ζωῆς τῶν ἀσεβῶν, ἀπό τή συμπεριφορά καί τή διαγωγή τῶν ἀσεβῶν, ἀλλά «τό θέλημά του τό ἔχει δοσμένο στόν νόμο τοῦ Κυρίου»37.
Ἔτσι ψάλλει ὁ οὐράνιος, ὁ θεσπέσιος ὑμνωδός. Κι ὁ ἐρημίτης ἀφουγκαζόταν τόν ἅγιο καί θεόπνευστο ὕμνο του...
Μονή Ἁγίου Νικολάου Μπαμπάγιεφ
1847
1 Βλ. Α΄ Βασ. 16:1-13.
2 Βλ. Α΄ Βασ. 17:34-35.
3 Ψαλμ. 1:1.
4 Πρβλ. Ἐφ. 4:13.
5 Βλ. Ψαλμ. 1:2.
6 Βλ. Ψαλμ. 33:9.
7 Ψαλμ. 118:104, 10, 32, 47, 72, 11, 162, 35.
8 Βλ. Δαν. 5:1-4.
9 Ψαλμ. 18:3.
10 Ψαλμ. 1:3.
11 Ψαλμ. 118:63. Πρβλ. Τό Γεροντικόν, Ἀββάς Ποιμήν, ἀποφθέγματα ρλς΄.
12 Λουκ. 21:19.
13 Σοφ. Σειρ. 4:11-15.
14 Σοφ. Σειρ. 4:16.
15 Βλ. Γεν. 2:9, 17· 3:1-7.
16 Πρβλ. Ματθ. 7:14.
17 Λουκ. 21:19.
18 Σοφ. Σειρ. 4:17-18.
19 Πραξ. 1:7.
20 Ψαλμ. 1:3.
21 Ἰω. 7:38.
22 Ἰω. 7:39.
23 Ψαλμ. 1:3.
24 Ὅ.π.
25 Ψαλμ. 1:4.
26 Ψαλμ. 1:5.
27 Βλ. Ἀποκ. 20:5-6.
28 Πρβλ. Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Λόγοι Ἀσκητικοί, ΛΗ΄, 7-8.
29 Β΄ Κορ. 1:12.
30 Βλ΄ Ρωμ. 8:4-6.
31 Πρβλ. Β΄ Κορ. 10:5.
32 Ψαλμ. 1:5.
33 Ματθ. 5: 8.
34 Ψαλμ. 1:6.
35 Ὅ.π.
36 Ψαλμ. 1:1.
37 Ψαλμ. 1:2.
Πηγή: (Ἀπό τό βιβλίο “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Γ΄ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ), Χριστός Παναγία, Αναβάσεις
Μοῦ ἔλεγε ὁ Γέροντας μιὰ μέρα: «Ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ ἀποφεύγει τὴν ἀρρωστημένη θρησκευτικότητα: τόσο τὸ αἴσθημα ἀνωτερότητος γιὰ τὴν ἀρετή του, ὅσο καὶ τὸ αἴσθημα κατωτερότητος γιὰ τὴν ἁμαρτωλότητά του. Ἄλλο πράγμα εἶναι τὸ κόμπλεξ καὶ ἄλλο ἡ ταπείνωση· ἄλλο ἡ μελαγχολία καὶ ἄλλο ἡ μετάνοια. Μὲ ἐπισκέφθηκε κάποτε ἕνας κοσμικὸς ψυχίατρος καὶ μοῦ κατηγόρησε τὸν Χριστιανισμό, διότι, ὅπως εἶπε, δημιουργεῖ ἐνοχὲς καὶ μελαγχολία. Τοῦ ἀπάντησα: Παραδέχομαι ὅτι μερικοὶ χριστιανοί, ἀπὸ σφάλματα δικά τους ἢ ἄλλων, παγιδεύονται στὴν ἀρρώστια τῶν ἐνοχῶν, ἀλλὰ κι ἐσὺ πρέπει νὰ παραδεχθεῖς ὅτι οἱ κοσμικοὶ παγιδεύονται σὲ μιὰ χειρότερη ἀρρώστια, τὴν ὑπερηφάνεια. Καὶ οἱ μὲν θρησκευτικὲς ἐνοχές, κοντὰ στὸν Χριστό, φεύγουν μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση, ἡ ὑπερηφάνεια ὅμως τῶν κοσμικῶν, ποὺ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸν Χριστό, δὲν φεύγει».
* * *
Μὲ τὶς τοποθετήσεις αὐτὲς τοῦ Γέροντα, ξεκαθάριζαν μέσα μου μερικὲς ἀπορίες ποὺ εἶχα, ἀναφορικὰ μὲ ψυχολογικὰ προβλήματα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἀντιλαμβανόμουν ὅτι ὁ Γέροντας ἤθελε νὰ ἀποφεύγουμε τὴν ὑπερηφάνεια, τὴν μεταμφιεσμένη σὲ αὐτοδικαίωση «χριστιανικοῦ» φαρισαϊσμοῦ ἢ σε αὐτοκαταδίκη «χριστιανικῆς» περιδεοῦς συνειδήσεως. Ἔβλεπα ὅτι ἡ θρασύτητα τῶν αἰσθανομένων ὡς «καθαρῶν» καὶ ἡ δειλία τῶν αἰσθανομένων ὡς «ἐνόχων» δὲ διαφέρουν οὐσιαστικά, ὅτι εἶναι δύο ὄψεις τοῦ αὐτοῦ νομίσματος, τῆς ὑπερηφάνειας. Διότι ὁ ἀληθινὰ πιστὸς χριστιανὸς ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν ἐνοχὴ μὲ τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴν ἄφεση καὶ χαίρει στὴν ἐλευθερία αὐτὴ ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Χριστός∙ γνωρίζοντας δὲ ὅτι αὐτὸ εἶναι δῶρο Θεοῦ, εὐγνωμονεῖ καὶ δὲν ὑπερφρονεῖ. Εἶναι καθαρὸς διὰ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ δικό του κατόρθωμα. Ἔτσι, χαίρει καὶ εὐχαριστεῖ καὶ δὲν ὑπερηφανεύεται καὶ ἐπὶ πλέον βλέπει καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους δυνάμει καλοὺς διὰ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Πηγή: (Ἀπὸ τὸ βιβλίο “Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν Γέροντος Πορφυρίου”), Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης
Πρόκειται για κείμενο, που ισοδυναμεί με μοναδικό και ανεπανάληπτο διαχρονικό γνώμονα αφ’ ενός μεν της καλής συζυγίας, αφ’ ετέρου δε της επιτυχημένης διαπαιδαγώγησης των παιδιών.
Η κρίση στον γάμο σήμερα
Ο θεσμός της οικογενείας σήμερα βρίσκεται σε κρίση παγκοσμίως. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, του οποίου φέτος εορτάζομε τα 1600 χρόνια από την κοίμησή του, θεωρείται ο δημιουργός της θεολογίας του καθημερινού βίου. Στο άρθρο αυτό παρουσιάζονται θέσεις και συμβουλές του αγίου Χρυσοστόμου για το σημαντικότερο μέρος του καθημερινού βίου, την οικογένεια.
Ο Θεός προγνωρίζοντας το τι θα επακολουθούσε μετά την δημιουργία των ανθρώπων τους έπλασε βιολογικά έτοιμους για «γάμου κοινωνίαν». Η δημιουργία αναφέρεται αρχικά μόνο στον Αδάμ. «Του Αδάμ καθεύδοντος, η γυνή κατασκευάζετο»[1]. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι ο Μωυσής δεν χρησιμοποιεί το ρήμα «έπλασεν» όταν μιλά για την Εύα αλλά το «ωκοδόμησεν» θέλοντας να δείξει ότι αυτή έγινε από την ίδια ουσία του Αδάμ, όχι από άλλη, διαφορετική. Η γυναίκα λοιπόν δεν υπολείπεται σε κάτι από τον Αδάμ. Είναι ανθρώπινη ύπαρξη τέλεια αλλά και ισότιμη προς αυτόν. Ο Θεός προγνωρίζοντας την πτώση των πρωτοπλάστων επινοεί τον γάμο και την ανάγκη της αμοιβαίας παρηγοριάς τους.
Πριν από την παρακοή και την έξοδο από την παραδείσια ζωή δεν υπήρχε ο γάμος. Οι πρωτόπλαστοι ζούσαν παρθενική ζωή, μιμούμενοι την ζωή των Αγγέλων. Λέγει ο άγιος Χρυσόστομος: «Τα της συνουσίας έγιναν μετά την παράβαση• μέχρι τότε ζούσαν ως άγγελοι μέσα στον παράδεισο, χωρίς να φλέγωνται από την σαρκική επιθυμία, ούτε να πολιορκούνται από άλλα πάθη, ούτε να πιέζονται από τις φυσικές ανάγκες, αλλά αφού δημιουργήθηκαν εντελώς άφθαρτοι και αθάνατοι, δεν είχαν ανάγκη ούτε να φορούν ρούχα. Πριν μπει η αμαρτία και η παρακοή ήσαν ντυμένοι με την θεϊκή δόξα, γι’ αυτό και δεν ντρέπονταν αν και ήσαν γυμνοί»[2]. Οι πρωτόπλαστοι δεν κατόρθωσαν να διατηρήσουν την ανώτερη αυτή ζωή για τον εαυτό τους. Φάνηκαν ανάξιοι των τόσων μεγάλων αγαθών που τους έδωσε ο Θεός[3].
Αυτά που προ της πτώσεως ήσαν περιττά, ενδύματα, τέχνες, εργασία, γίνονται αναγκαία λόγω της καταστάσεως της αδυναμίας και ασθενείας των ανθρώπων[4]. Σε αυτή την ασθένεια του ανθρώπου έχει την αιτία ο γάμος, δημιουργός του όμως είναι ο Θεός[5].
Ποιά είναι η ασθένεια των μεταπτωτικών ανθρώπων; Ο Χρυσόστομος επισημαίνει ότι η ασθένεια είναι έλλειψη αυτάρκειας. Ούτε ο άνδρας ούτε η γυναίκα είναι «αυτάρκεις». Είναι και των δύο η φύση «ενδεής» (ανεπαρκής). Άρα δεν είναι πλήρεις. Ο ένας πρέπει να συμπληρώνει τον άλλον. Λέει: «Επειδή η φύση μας από τον Δημιουργό έγινε ανεπαρκής (ενδεής) και δεν είναι αυτάρκης από μόνη της, κανόνισε ο Θεός προς το συμφέρον μας να συμπληρώνεται η ανεπάρκεια αυτή με την ωφέλεια που προκύπτει από την συνάθροιση μας. Γι’ αυτό και δημιουργήθηκε και ο γάμος, ώστε εκείνο που λείπει από τον ένα να συμπληρώνεται από τον άλλο και η ενδεής φύση μας να γίνεται με αυτόν τον τρόπο αυτάρκης και να έχει την δυνατότητα, ενώ έγινε θνητή, να διατηρεί με την διαδοχή για πολύ χρονικό διάστημα την αθανασία»[6]. Δηλαδή μέσα στον γάμο ο σύζυγος και η σύζυγος ενώνονται και ολοκληρώνονται ως προσωπικότητες.
Για να μην εξαφανισθεί το ανθρώπινο γένος μετά την είσοδο του θανάτου ο «ευμήχανος» Θεός «συνεχώρησεν δια της συνουσίας αυξηθήναι το γένος». Η γέννηση των παιδιών, η τεκνογονία, είναι πολύ μεγάλη παρηγοριά λόγω της θνητότητος των ανθρώπων. Ο γάμος γίνεται αρχικά μέσον προς τεκνογονία. Για να κτυπήσει το φοβερό πρόσωπο του θανάτου ο Θεός χάρισε «την των παίδων διαδοχήν»[7]. Οι πρώτοι άνθρωποι με την απόκτηση τέκνων έβλεπαν την συνέχιση της ζωής τους και παρηγορούνταν για τον θάνατό τους. Η τεκνοποιΐα θεωρείται αρχική αιτία του γάμου. Μετά την ανάσταση του Χριστού με την οποία καταργήθηκε ο θάνατος, ο Χρυσόστομος λέει ότι δεν χρειαζόταν η παρηγοριά της τεκνογονίας. Παρηγοριά τώρα είναι η προσδοκία της προσωπικής αναστάσεως και κληρονομιάς της ουρανίου Βασιλείας του Θεού, που προϋποθέτουν σωφροσύνη και αρετή.
Ο Χρυσόστομος, όπως και όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, δέχεται ότι η συνουσία έχει την θέση της μόνο μέσα στον γάμο και όχι έξω από αυτόν. Όσοι υποτιμούν (βδελύσσονται) τον γάμο, κατά τον άγιο Ιωάννη, κάνουν έργο «σατανικόν» και «απάνθρωπον», και περιφρονούν το δώρο του Θεού, την ρίζα της δικής μας γενέσεως[8]. Σχολιάζοντας την Γένεσιν, το πρώτο βιβλίο της Π.Δ., αναφέρει ότι η «συνουσία» των συζύγων δεν είναι αρκετή για την γέννηση τέκνων. Είναι απαραίτητη η βοήθεια του Θεού, «η άνωθεν συμμαχία, που κινεί την φύση «προς γονήν». «Την γέννηση των παιδιών δεν την κάνει οπωσδήποτε ο γάμος, αλλά εκείνος ο λόγος του Θεού που λέγει ‘αυξάνεσθε και πληθύνεστε και γεμίστε την γη’. Και το βεβαιώνουν αυτό όσοι σύναψαν βέβαια γάμο αλλά δεν έγιναν πατέρες»[9].
Ο άνθρωπος μετά την πτώση δεν έχασε το θεϊκό δώρο της ελευθερίας να επιλέγει το καλό η το κακό. Η επιθυμία πρέπει να κινείται κατά τον Χρυσόστομο μέσα σε όρια, να έχει μέτρο. Αν βγει από τα όρια τότε παρασύρει στην αμαρτία, ενώ η ίδια δεν είναι αμαρτία. Στην «αμετρία», την υπέρβαση των ορίων, στο αχαλίνωτο της επιθυμίας βρίσκεται και ο λόγος του γάμου. Με τον γάμο ο άνθρωπος μένει μέσα στα όρια και η επιθυμία δεν γίνεται αμαρτία. «Επειδή γαρ εισήλθεν η επιθυμία, εισήλθε και γάμος, την αμετρίαν εκκόπτων και πείθων μια χρήσθαι γυναικί»[10].
Έξω από τον γάμο η επιθυμία πραγματοποιούμενη εκδηλώνεται ως πορνεία, μοιχεία η ομοφυλοφιλία.
Εάν μεταξύ των συζύγων δεν υπάρχει σωφροσύνη ο γάμος δεν είναι τίμιος. «Πως τίμιος ο γάμος»; Η απάντηση: «Ότι εν σωφροσύνη, διατηρεί τον πιστόν»[11]. Επειδή όμως η «πύρωση της σαρκός», τα σαρκικά πάθη, είναι τόσο δυνατά που γίνονται εμπόδιο στην σωφροσύνη προβάλλει τον γάμο ως φάρμακο κατά της πορνείας. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του που εισάγουν την ασκητική διάσταση μέσα στον γάμο. Ο γάμος δεν έχει γίνει για να ασελγούμε, ούτε να πορνεύουμε, αλλά για να σωφρονούμε[12]. Και συνεχίζει: «Δύο λοιπόν είναι αυτά για τα οποία έχει θεσπισθεί ο γάμος, και για να σωφρονούμε και για να γινόμαστε πατέρες, και από τα δύο αυτά πρώτη είναι η αιτία της σωφροσύνης»[13].
Ο τονισμός φυσικά της σωφροσύνης δεν αποκλείει την τεκνογονία. Η «μίξις» δόθηκε «προς παιδοποιΐαν». Τα τέκνα αποτελούν συνδετικό κρίκο, «γέφυρα» που ενώνει τους συζύγους. Με την αρετή της σωφροσύνης ο γάμος είναι γαλήνιο λιμάνι. Επικρατεί ειρήνη, ευχάριστο περιβάλλον, ομόνοια και αγάπη των συζύγων. Ο γάμος με τις βιοτικές του μέριμνες δεν είναι εμπόδιο στην άσκηση των αρετών. Φέρνει ως παράδειγμα το ζεύγος των αγίων αποστόλων Ακύλα και Πρίσκιλλας, που αν και «εργαστηρίων προειστήκεσαν και τέχνην μετεχειρίζοντο», ήταν δηλ. υπεύθυνοι στο εργαστήριο κατασκευής σκηνών τίποτε δεν τους εμπόδισε να επιδείξουν ακρίβεια στην τήρηση των εντολών του Θεού, όπως οι μοναχοί. Εάν ο γάμος εμπόδιζε την αρετή τότε φταίει ο Θεός που τον εισήγαγε. Τονίζει ο άγιος: «Μη θεωρείτε τον γάμο εμπόδιο για να ευαρεστήσετε τον Θεό… διότι εάν ο γάμος, αγαπητέ, και η ανατροφή των τέκνων θα γινόταν εμπόδιο στο δρόμο της αρετής, δεν θα τον εισήγε στην δική μας ζωή ο Δημιουργός… δεν εμποδίζει σε τίποτε στην χριστιανική μας ζωή εάν θέλουμε να αγωνιστούμε»[14]. «Γιατί αν είμαστε άγρυπνοι, εάν νήφωμεν, ούτε ο γάμος, ούτε η ανατροφή, ούτε κάτι άλλο θα μπορέσει να μας εμποδίσει να γίνουμε ευάρεστοι στον Θεό»[15].
Παραδέχεται όμως ότι οι κόποι και οι αγώνες που πρέπει να κάνουν για την σωτηρία τους οι έγγαμοι είναι μεγαλύτεροι από τους κόπους και τους αγώνες των μοναχών. Οι μεγαλύτεροι όμως κόποι θα αμειφθούν με «λαμπρότερους στεφάνους». Αν οι έγγαμοι δεν απορροφηθούν από το κυνήγι των υλικών αγαθών, κάνουν χρήση των αγαθών και όχι κατάχρηση, τότε ο γάμος δεν γίνεται εμπόδιο. Εμπόδιο είναι η προαίρεση του ανθρώπου, ο οποίος κάνει κατάχρηση του γάμου. «Μετά συμμετρίας τω γάμω χρω και πρώτος εν τη βασιλεία έση και πάντων απολαύσεις των αγαθών»[16].
Γάμος, «μυστήριον μέγα»
Ο γάμος χαρακτηρίζεται «μυστήριον μέγα» από τον απόστολο Παύλο. Για πρώτη φορά βρίσκουμε εκτενέστερη ανάλυση από τον Χρυσόστομο του μυστηριακού χαρακτήρα του γάμου. Ο γάμος είναι μυστήριο της Εκκλησίας και προϋποθέτει την παρουσία του Χριστού. Τύπος της Εκκλησίας είναι ο γάμος. Όπως η Εύα προήλθε από την πλευρά του Αδάμ, ενώ κοιμόταν, έτσι και η Εκκλησία προήλθε από τον Χριστό, που ήταν νεκρός πάνω στον σταυρό. Από την λογχισμένη πλευρά του Χριστού βγήκε «αίμα και ύδωρ», από τα οποία έγινε η Εκκλησία. Στο μυστήριο του γάμου είναι παρών ο Χριστός. Πως; Με το «ύδωρ» του βαπτίσματος αναγεννώμεθα και με το «αίμα» του Χριστού δια της Θείας Ευχαριστίας τρεφόμαστε πνευματικά. Επομένως οι σύζυγοι είναι μέλη του σώματος του Χριστού. Από αυτό προκύπτει η εντολή του αποστόλου Παύλου ότι οι άνδρες έχουν υποχρέωση να αγαπούν τις γυναίκες τους «ως τα εαυτών σώματα»[17].
«Και όχι μόνο γι’ αυτό πρέπει να αγαπάμε την γυναίκα μας, επειδή δηλαδή είναι μέλος μας και δημιουργήθηκε από μας», λέει ο άγιος Χρυσόστομος, «αλλά και επειδή ο Θεός όρισε νόμο γι’ αυτό ακριβώς το πράγμα, λέγοντας το εξής• “κάθε άνδρας θα εγκαταλείψει τον πατέρα του και την μητέρα του και θα συνδεθεί στενά με την γυναίκα του, και θα γίνουν οι δυό τους μία σάρκα”. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο και ο Παύλος μας διάβασε αυτόν τον νόμο, για να μας παρακινήσει από παντού προς την αγάπη αυτή»[18].
Ο γάμος είναι μυστήριο αγάπης. Μόνο στον ενάρετο γάμο βρίσκεται η αληθινή αγάπη, η γαλήνη, η αληθινή ευτυχία, η οποία συμβαδίζει με την σωφροσύνη. Βλέποντας ο άνδρας τα πνευματικά χαρίσματα της γυναίκας του αυξάνεται η αγάπη και ο πόθος του γι’ αυτήν και δεν παρασύρεται από άλλες γυναίκες.
Ο άγιος Χρυσόστομος θέλει να λειτουργεί ο γάμος σαν λιμάνι, να μη γίνεται αφορμή ναυαγίου[19]. Η αποχή από την σαρκική επαφή να αποφασίζεται και από τα αμφότερα μέρη. Αναφέρει σχετικά ο άγιος: «Διέταξε ο Χριστός με το στόμα του Παύλου να μη στερεί ο ένας τον άλλο, αλλά μερικές γυναίκες με την δήθεν επιθυμία της εγκράτειας απομακρύνθησαν από τους άνδρες τους, χάριν της ευλαβείας, και τους έσπρωξαν στην μοιχεία και σε βάραθρο απωλείας»[20]. «Δεν θα στερεί ο ένας τον άλλον χωρίς συμφωνία. Τι σημαίνει αυτό; Δεν θα εγκρατεύεται, λέει ο Παύλος, η γυναίκα αν δεν το θέλει ο άνδρας. Ούτε ο άνδρας αν δεν το θέλει η γυναίκα. Για ποιό λόγο; Γιατί γεννιούνται μεγάλα κακά από αυτή την εγκράτεια• επειδή και μοιχείες και πορνείες και διάλυση οικογενειών από αυτό έγιναν. Γιατί αν έχοντας τις δικές τους γυναίκες πορνεύουν, πολύ περισσότερο αν τους την στερήσεις»[21]. Η αδυναμία του ενός από τους συζύγους προκαλεί συνεχείς πειρασμούς, εκνευρισμούς, διαμάχες, συγκρούσεις. Χάνεται έτσι η ηρεμία, η ομόνοια και η ειρηνική συμβίωση• η άσκηση δε που επιδιώκεται είναι άχρηστη γιατί διώχνει την αγάπη. «Ποιό είναι το κέρδος της νηστείας και της εγκράτειας όταν σπάσει η αγάπη; Κανένα».
Ο γάμος είναι ένα μυστήριο• και ως γεγονός ζωής αλλά και ως τελετή στον ιερό ναό. Μετά την τελετή αυτή τα συμπόσια που συνήθως ακολουθούν, ας γίνονται, αλλά να είναι σεμνά, να προκαλούν χαρά και ευχαρίστηση χωρίς να προσβάλλεται η σωφροσύνη. Λέει ο άγιος Χρυσόστομος: «Είναι δυνατόν να κάνομε εύθυμο τον γάμο, με πλούσια τραπέζια, με ρούχα• δεν τα περιορίζω αυτά. Επιτρέπεται να ευφραινόμαστε με ρούχα, επιτρέπεται με τις παρουσίες σεβαστών ανδρών, σεβαστών γυναικών. Τα πάντα όμως πρέπει να γεμίζουν από σωφροσύνη, τα πάντα από σεμνότητα, τα πάντα από κοσμιότητα»[22].
Ο άγιος Χρυσόστομος αντιμετωπίζοντας τα καθημερινά προβλήματα της οικογενείας της εποχής του θεωρεί ότι αυτά οφείλονται στην έλλειψη ορθών κριτηρίων στην εκλογή της η του συζύγου. Απευθύνεται στους γονείς που τότε έπαιζαν ένα σημαντικό ρόλο στην εκλογή και λέει στον πατέρα: «Όταν περιεργάζεσαι και αναζητάς υποψήφιο γαμπρό, να προσεύχεσαι• πες στον Θεό• όποιον θέλεις εσύ στείλε• ανάθεσε σ’ Αυτόν την υπόθεση, και αφού τον τίμησες μ’ αυτή την τιμή θα σε ανταμείψει. Παρακαλείτε πάντοτε τον Θεό να γίνει μεσίτης σ’ όλα τα έργα σας. Γιατί, αν ρυθμίσουμε έτσι τα ζητήματα μας, ούτε διαζύγιο θα υπάρξει ποτέ, ούτε υποψία για μοιχεία, ούτε αφορμή για ζηλοτυπία, ούτε διαμάχες και φιλονικείες, αλλά θα απολαύσουμε πολλή ειρήνη και ομόνοια• και όταν υπάρχει ομόνοια, θα ακολουθήσουν και άλλες αρετές»[23]. Αυτή η προσευχή βέβαια μπορεί να γίνεται στις ημέρες μας από κάθε υποψήφιο που επιθυμεί να παντρευτεί.
Προϋποθέσεις για έναν επιτυχημένο γάμο
Επιτυχημένος γάμος είναι αυτός που δεν θέτει σαν βάση επιτυχίας τον πλούτο αλλά την αρετή. Ο άνδρας πρέπει να έχει ευλάβεια ψυχής, καλωσύνη, σύνεση, φόβο Θεού[24]. Λέει ο Χρυσόστομος: «Μια νέα κόρη που είναι συνετή, ελεύθερη και καλλιεργεί την ευσέβεια, αξίζει όσο όλη η οικουμένη»[25]. «Πολλοί που είχαν αποκτήσει μεγάλη περιουσία, τα έχασαν όλα, γιατί δεν είχαν μυαλωμένη γυναίκα ικανή να τα διατηρήσει»[26].
Πολλοί θέλουν η γυναίκα τους να είναι όμορφη. Είναι όμως αυτό αρκετό για να επιτύχει ένας γάμος; Τονίζει ο άγιος: «Η ομορφιά του σώματος, όταν δεν συνοδεύεται από την αρετή της ψυχής, θα μπορέσει να σκλαβώσει τον άνδρα για είκοσι και τριάντα μέρες, δεν θα διαρκέσει όμως περισσότερο, αλλά αφού δείξει την κακία της, θα διαλύσει την αγάπη. Οι γυναίκες όμως που λάμπουν εξ αιτίας της ομορφιάς της ψυχής, όσο προχωρεί ο καιρός και φανερώνουν την ευγένεια της ψυχής τους, τόσο περισσότερο ελκύουν τους άνδρες τους»[27].
Ας δούμε όμως τι λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και για τις υποχρεώσεις των συζύγων. Απευθύνει τον λόγο κυρίως στους άνδρες. Ίσως επειδή ο ανδρικός εγωϊσμός δύσκολα δαμάζεται και πολλές φορές συμπεριφέρονται με σκληρότητα. Ο Χρυσόστομος καταδικάζει την εξάσκηση σωματικής βίας και την κακοποίηση της γυναίκας από τον άνδρα[28], φαινόμενο που όσο και αν σας φαίνεται παράξενο, συμβαίνει και σήμερα. Αντιθέτως απαιτεί από τον άνδρα θυσιαστικό φρόνημα, μεγάλη συγχωρητικότητα και όχι απειλές και εκφοβισμό[29]. Με την επιείκεια και την ημερότητα θα εξασφαλίζεται η βαθιά ειρήνη της οικογενείας και θα απομακρύνεται η δυσαρέσκεια και θα αυξάνεται η αφοσίωση του ενός συζύγου προς τον άλλο30. Τονίζει ο Χρυσόστομος: «Δεν υπάρχει τίποτε, τίποτε πολυτιμότερο από το να αγαπιέται κανείς τόσο πολύ από την γυναίκα του και να την αγαπάει»[31].
Ο άγιος Χρυσόστομος αναφέρεται και σε ένα συνεκτικό στοιχείο, θεμέλιο της συζυγίας, την επικοινωνία των συζύγων. Είναι η καθημερινή αλληλεπίδραση των δύο συζύγων. Η επικοινωνία γίνεται με λόγια η χωρίς λόγια. Είναι θετική η αρνητική. Το σπουδαιότερο στοιχείο της επικοινωνίας είναι η συζήτηση. Ετυμολογικά (συν + ζητώ), δηλαδή από κοινού αναζητώ του τι πρέπει να γίνεται στα θέματα που αφορούν την κοινή ζωή και την οικογένεια. Η συζήτηση πρέπει να γίνεται με οικειότητα, αλληλοσεβασμό, σε κλίμα ελευθερίας, ισοτιμίας και αγάπης. Τότε μπορεί να βρεθεί η λύση σε περίπτωση διαφωνίας η σύγκρουσης. «Γιατί τίποτε δεν είναι πικρότερο από την μάχη που γίνεται από τον άνδρα ενάντια στην γυναίκα. Γιατί είναι πικρές, πραγματικά, οι μάχες που γίνονται ανάμεσα σε πρόσωπα που αγαπιούνται, και δείχνουν ότι όταν κανείς διχάζεται με το ίδιο του το μέλος, όπως λέγεται, αυτό πρέπει να προκαλείται από μεγάλη πικρία. Το μέρος, λοιπόν, των ανδρών είναι να αγαπούν και των γυναικών να υποχωρούν. Εάν λοιπόν καθένας συνεισφέρει το δικό του μέρος, όλα θα είναι στερεά. Και η γυναίκα γίνεται φιλική και αγαπιέται»[32].
Η αμοιβαία εκδήλωση στοργής είναι αναγκαίο στοιχείο της συζυγικής αγάπης. Η αγάπη φανερώνεται με την τρυφερότητα, την ευγένεια, το ενδιαφέρον. Η αγάπη εκφράζεται με λόγια. Οι λέξεις είναι η τροφή των συναισθημάτων, ζωντανεύουν την αγάπη. Στα απλά καθημερινά πράγματα βρίσκεται συχνά το μυστικό της ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής. Δυστυχώς τα ξέχασαν αυτά σήμερα οι σύζυγοι. Ξεχνούν να εκφράσουν την εκτίμηση και τον θαυμασμό τους για τα χαρίσματα, τις ικανότητες, τις προσπάθειες, τις επιτυχίες που κάνει ο καθένας στον τομέα του, ακόμη και ένα κομπλιμέντο για την εμφάνιση και το καθημερινό ντύσιμο, το καλομαγειρεμένο φαγητό. Η γυναίκα ακτινοβολεί, αυξάνει το φιλότιμό της όταν νιώθει ότι την αγαπούν. Το ίδιο συμβαίνει και στους άνδρες. Σ’ αυτούς αυξάνεται η καλή αυτοπεποίθηση. Η αγάπη συντηρείται με την επινόηση τρόπων εκδήλωσεώς της. Η ικανοποίηση των ιδιαιτέρων επιθυμιών και η ανοχή των αδυναμιών του άλλου βοηθούν την συνοχή των συζύγων.
Ο άγιος Χρυσόστομος με τον τονισμό της αγάπης λέει στην ουσία ότι οι σύζυγοι πρέπει να μάθουν να συγχωρούν και να ανέχονται. Ο πιο ώριμος από τους δυό πρέπει να κάνει το πρώτο βήμα. Μέσα στον γάμο δεν έχει σημασία ποιός έκανε ένα λάθος η γιατί το έκανε. Εκείνο που είναι ζητούμενο, είναι ποιός είναι ο πιο γρήγορος τρόπος για να διορθωθεί η κατάσταση. «Να ανεχόμαστε, λέει ο άγιος, ο ένας τον άλλο με αγάπη. Πως είναι δυνατόν να ανέχεσαι αν είσαι οργίλος και κακόγλωσσος; Πες τον τρόπο: Με αγάπη. Αν δεν ανέχεσαι τον πλησίον, πως θα σε ανεχθεί ο Θεός; Αν συ δεν υποφέρεις αυτόν που είναι σύνδουλος σου, πως θα σε ανεχθεί εσένα ο Κύριος»[33];
Με την αγάπη προλαμβάνεται η αποξένωση των συζύγων και η νέκρωση της σχέσης, που συνήθως έρχεται με την πάροδο του χρόνου, την κόπωση και την αδιαφορία. Τότε μιλούμε για συμβατικό γάμο. Ο άγιος Ιωάννης γνωρίζει ότι ο τρόπος της επικοινωνίας είναι αναγκαίος για να προλαμβάνονται οι συγκρούσεις. Αυτό εξαρτάται από το τι θα πει και το πως θα μιλήσει κάποιος.
Στο ερώτημα: «Τι λοιπόν πρέπει να της πω;» δίνει την παρακάτω απάντηση. Ακούστε με προσοχή τις συμβουλές του:
«Λόγια αγάπης να της λες… Εγώ από όλα, την δική σου αγάπη προτιμώ και τίποτε δεν μου είναι οδυνηρό, όσο το να βρεθώ σε διάσταση μαζί σου. Κι’ αν όλα χρειαστεί να τα χάσω, κι’ αν στους εσχάτους βρεθώ κινδύνους, ο,τιδήποτε κι’ αν πάθω, όλα μου είναι υποφερτά, όσο εσύ μου είσαι καλά. Και τα παιδιά τότε μου είναι πολύ αγαπητά, εφ’ όσον εσύ με συμπαθείς. Όλα δικά σου είναι. Αυτό με συμβουλεύει ο Παύλος λέγοντας ότι ο άνδρας δεν εξουσιάζει το σώμα του, αλλά η γυναίκα του. Κι αν δεν έχω εγώ εξουσία στο σώμα μου, αλλά εσύ, πόσο μάλλον δικά σου είναι όλα τα άλλα». Και συνεχίζει: «Ποτέ να μη μιλάς με πεζό τρόπο, αλλά με φιλοφροσύνη, με τιμή, με αγάπη πολλή. Νά την τιμάς, και δεν θα βρεθεί στην ανάγκη να ζητήσει την τιμή από τους άλλους. Να την προτιμάς από όλους για όλα, για την ομορφιά, για την σύνεση της, και να την επαινείς. Να κάνεις φανερό ότι σε αρέσει η συντροφιά της και ότι προτιμάς να μένεις στο σπίτι για να είσαι μαζί της, από το νά βγαίνεις στην αγορά. Από όλους τους φίλους να την προτιμάς, και από τα παιδιά που σου χάρισε ακόμα, κι αυτά εξ αιτίας της να τα αγαπάς»[34].
Πόσο καλά επικοινωνείτε; Μιλάτε μεταξύ σας; Μοιράζεστε τις σκέψεις σας; Τι πράξεις κάνετε για την καθημερινή επικοινωνία σας; Αφιερώνετε χρόνο, από αυτό που απόμεινε, για να είστε μαζί και να μιλήσετε ήρεμα; Η μήπως αδιαφορείτε για τα ενδιαφέροντα και τα προβλήματα του άλλου και αφήνετε ανεξέλεγκτη τη γλώσσα σας; Αυτό δεν είναι το συμπέρασμα του παραπάνω κειμένου που ακούσαμε;
Η διαπαιδαγώγηση των παιδιών
Ένα κομμάτι της οικογενείας που συγκινούσε ιδιαίτερα τον άγιο Χρυσόστομο ήταν τα παιδιά και οι νέοι. Για την καλή η κακή πνευματική στάθμη της νεολαίας έχουν ευθύνη οι μεγαλύτεροι. Μέσα στο περιβάλλον των μεγαλυτέρων ζουν, αναπτύσσονται και διαμορφώνονται οι νέοι.
Ο Χρυσόστομος έχει ανυπέρβλητες περιγραφές και αναλύσεις της καταστάσεως της νεολαίας της εποχής του. Αναφέρει: «Η νεότητα είναι μια δύσκολη ηλικία, που είναι ασταθής, που εξαπατάται εύκολα, επιρρεπής στην πτώση και που απαιτεί πολύ δυνατά χαλινάρια»[35]. «Η νεότητα είναι άγριο πράγμα… μοιάζει με άλογο αδάμαστο και θηρίο ατίθασο»[36]. Είναι φωτιά που μεταδίδεται εύκολα και καίει τα πάντα. Μοιάζει με πέλαγος τρικυμιώδες, λόγω της απερισκεψίας και της φυσικής αστάθειας, που την διακρίνει. Υπάρχουν άνθρωποι, που κάνουν ασχήμιες χειρότερες από εκείνες των άγριων γαϊδουριών, ζώντας σαν μέσα στην έρημο και κλωτσώντας[37]. Σ’ αυτή την κατάσταση βρίσκεται η πλειοψηφία των νέων. Γι’ αυτό και φώναζε ο άγιος: Πρώτη φροντίδα μας η οικογένεια, τα παιδιά. «Πάντα ημίν δεύτερα έστω της προνοίας των παίδων»[38].
Κατά τον Χρυσόστομο γονέας δεν είναι αυτός που έφερε παιδιά στον κόσμο, αλλά εκείνος που κουράστηκε να τα αναθρέψει. Όχι το «τεκνοποιείν» αλλά το «τεκνοτροφείν» κάνει τον γονέα. «Γιατί δεν κάνει έναν άνθρωπο πατέρα το γεγονός και μόνο ότι συνετέλεσε να γεννηθεί παιδί, αλλά το να το διαπαιδαγωγήσει σωστά»[39]. Και τότε ακούονταν παράπονα για την ανησυχητική πορεία των νέων – ανυπακοή, επανάσταση, θράσος, ασέβεια, αναρχία. Βέβαια, πόσο ανησυχητική είναι η κατάσταση σήμερα, που η αμαρτία έχει τεράστια κοινωνική αποδοχή, έχει σχεδόν νομιμοποιηθεί και οι προκλήσεις της είναι πιο έντονες στους ασταθείς νέους! Ο Χρυσόστομος αποδίδει την κατάσταση στην έλλειψη φροντίδας των μεγαλυτέρων και στην ελλιπή αγωγή. «Η αιτία της ανατροπής των πάντων, είναι ότι δεν φροντίζουμε τα δικά μας παιδιά. Φροντίζουμε για τα σώματα τους, περιφρονούμε όμως την αγωγή της ψυχής τους». Ρωτά, ελέγχοντας ο Χρυσόστομος. «Θέλεις παιδί υπάκουο; Από τα πρώτα βήματά του ανάθρεψέ το εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Αν δείχναμε το ίδιο ενδιαφέρον για την πνευματική αγωγή των παιδιών με εκείνο που δείχνουμε για την άλλη κατάρτισή τους θα προλαμβάναμε πολλά κακά.
Το κτίσιμο του χαρακτήρα του παιδιού γίνεται από τους γονείς. Χρειάζονται και οι έλεγχοι, αλλά με διάκριση. Έτσι μπορεί το παιδί να τους αφομοιώσει και να αποκτήσει την απαραίτητη εσωτερική δομή που θα επιτρέψει την ανάπτυξη και ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του. Λέγει ο άγιος Ιωάννης: «Όταν ένας πατέρας κάποιου πάρα πολύ μαλθακού παιδιού, αν είναι άρρωστο του δίνει γλυκίσματα και δροσιστικά και μόνο ο,τι το ευχαριστεί, τίποτε όμως απ’αυτά που χρειάζονται για την αρρώστια του• και όταν μετά ο γιατρός τον ελέγξει, απολογείται λέγοντας: “Τι μπορώ να κάνω; Δεν μπορώ να βλέπω το παιδί να κλαίει”. Φτωχέ και άθλιε και προδότη! Γιατί μόνο πατέρα δεν μπορώ να τον ονομάσω έναν τέτοιο• πόσο καλύτερα θα ήταν για σένα, στενοχωρώντας το παιδί για λίγο να το κάνεις υγιές για πάντα, παρά να κάνεις αυτή την σύντομη ευχαρίστηση το θεμέλιο μιας διαρκούς λύπης»[40]. Με την ικανοποίηση κάθε επιθυμίας του παιδιού το κάνουμε εγωκεντρικό• και με ένα τέτοιο χαρακτήρα θα δυστυχήσει μέσα στον κόσμο. Τονίζει ο άγιος: «Σαν τους γλύπτες να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια ώστε να κάνετε τα παιδιά σας θαυμάσια αγάλματα που να μοιάζουν με τον Θεό. Θα γίνουν δε, αν αφαιρείτε απ αὐτά κάθε περιττό, αν προσθέτετε ο,τι πρέπει, και κάθε μέρα τα επιθεωρείτε για να δείτε ποιό φυσικό ελάττωμα έχουν για να το εξαλείψετε»[41].
Οι καλοί παιδαγωγοί ενεργούν όπως οι γεωργοί, οι οποίοι κλαδεύουν μερικά φυτά και άλλα τα αφήνουν να μεγαλώσουν. Μερικές φορές τιμωρούν την κακότητα, ενώ ενθαρρύνουν και προάγουν το καλό[42]. Εκείνος που δέχεται την παρατήρηση και την επίπληξη πρέπει να καταλάβει ότι εκείνος που τον επιπλήττει το κάνει με αγάπη και όχι για να τον λυπήσει. Τότε δέχεται τα λόγια, όχι σαν να προέρχονται από οργή αλλά από φροντίδα ενός πατέρα που ανησυχεί. Συμβουλεύει ο άγιος: «Να το τιμωρείς (το παιδί), άλλοτε κοιτάζοντάς το με αυστηρό βλέμμα, άλλοτε λέγοντας του πικρά και υποτιμητικά λόγια και άλλοτε με καλά λόγια και υποσχέσεις… Να υπάρχουν απειλές αλλά να μην πραγματοποιούνται. Το ότι όμως είναι απειλές να μην το αντιλαμβάνεται το παιδί. Η απειλή τότε έχει αποτέλεσμα όταν το παιδί πιστεύει ότι θα πραγματοποιηθεί. Γιατί αν το παιδί που έκανε σφάλμα καταλάβει ότι το απειλείς χωρίς να το τιμωρείς, θα αδιαφορεί. Ας περιμένει να τιμωρηθεί, χωρίς όμως να τιμωρείται, για να μη χάσει τον φόβο της τιμωρίας»[43]. «Αυτό είναι ακριβώς το χαρακτηριστικό του παιδαγωγού να μη βιάζεται να τιμωρήσει, αλλά να επιδιώκει την διόρθωση και να είναι επιφυλακτικός να επιβάλει τιμωρία»[44].
Ο Χρυσόστομος θεωρεί αντιπαιδαγωγικό να εκπαιδεύσουμε το παιδί να απωθεί και να αρνείται την οργή του. Πρέπει να του διδάξουμε τρόπους να διοχετεύει δημιουργικά τον θυμό του. Λέει στους γονείς: «Ας έλθουμε στην πολύ κυρίαρχη ψυχική λειτουργία, τον θυμό. Αυτόν δεν πρέπει ούτε να τον εκριζώνουμε εντελώς από το παιδί, ούτε να του επιτρέψουμε να τον χρησιμοποιεί οπουδήποτε αδιακρίτως. Πρέπει να παιδαγωγήσουμε τους νέους με τέτοιο τρόπο από μικρή ηλικία, ώστε όταν αδικούνται αυτοί οι ίδιοι, να υπομένουν και να μην οργίζονται, όταν δε βλέπουν άλλον να αδικείται να επεμβαίνουν με θάρρος και να τον υπερασπίζονται με τα κατάλληλα μέσα»[45]. Πρέπει να εξασκηθεί το παιδί να μην είναι ευέξαπτο και να μπορεί να δεχθεί κάποια απογοήτευση η ματαίωση κάποιας επιθυμίας του, χωρίς να οργίζεται. Όταν το παιδί μάθει να υπομένει μικροζημιές και απογοητεύσεις, θα μπορέσει αργότερα να υπομείνει τις μεγαλύτερες αν επιτρέψει ο Θεός[46].
Είναι απαραίτητο να προσφέρουμε στο παιδί αβλαβείς διασκεδάσεις και ψυχαγωγία, να το οδηγούμε σε ενάρετους ανθρώπους, να του δείχνουμε τις ομορφιές της φύσεως και της τέχνης και να του δίνουμε κάποια ελευθερία κινήσεως, αφού του πούμε ότι τα άσεμνα και χυδαία θεάματα δεν έχουν καμμιά αξία. «Όταν του τα λέμε όλα αυτά» λέει ο άγιος Πατέρας μας «πρέπει να του δίνουμε πολλά φιλιά και να το αγγαλιάζουμε σφιχτά, για να του δείξουμε την μεγάλη μας αγάπη»[47].
Η πνευματική ανάπτυξη του παιδιού πρέπει να είναι η κύρια φροντίδα των γονέων. Πρέπει να μη μαθαίνουν μόνο γράμματα και τέχνες για να αποκτήσουν χρήματα αλλά να ανατρέφονται «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Ο άγιος Χρυσόστομος τονίζει: «Δεν σου λέω να κρατήσεις το παιδί σου ανύπαντρο και να το στείλεις στην έρημο η να το αναγκάσεις να γίνει μοναχός. Όχι δε σου το λέω αυτό. Βέβαια θα το ήθελα και θα ευχόμουν όλοι να δεχθούν να γίνουν μοναχοί. Αλλ’ επειδή φαίνεται βαρύ, δεν επιμένω. Ανάθρεψε, λοιπόν, έναν αθλητή του Χριστού και μάθε τον και σαν άνθρωπος του κόσμου να είναι ευσεβής από μικρός»[48].
Για την αξία του παραδείγματος των μεγαλυτέρων αφιερώνει πολλές σελίδες ο Χρυσόστομος. «Σε όποιο έδαφος τοποθετηθεί το φυτό, τέτοιο καρπό παράγει»[49]. «Πως θα μπορέσεις να διορθώσεις τον γιο σου, να δώσεις τις πρέπουσες συμβουλές σε άλλον που είναι αμελής, αφού συ ο ίδιος, που βρίσκεσαι σε προχωρημένα γηρατειά, κάνεις τέτοιες ασχήμιες; Αυτά τα λέω και επικρίνω τους ηλικιωμένους, όχι για να απαλλάξω από κάθε κατηγορία και μομφή τους νέους, αλλά μέσω των πρώτων να προφυλάξω τους δεύτερους»[50]. «Πως λοιπόν ο πατέρας θα μάθει στους άλλους να συγκρατούν αυτό το πάθος τους, την αυθάδεια και την οργή, όταν ο ίδιος δεν έχει μάθει να συγκρατείται»[51]. «Μάλλον εμείς πρέπει να έχουμε παιδαγωγούς και όχι εκείνα, δηλαδή τα παιδιά, αφού τα λάθη τους δεν μπορούν να είναι μεγάλα, ενώ τα δικά μας είναι πάρα πολύ μεγάλα»[52]. «Όλη η κακία των παιδιών μας προέρχεται από την δική μας αμέλεια και επειδή δεν τα οδηγούμε απ’ την αρχή και από την μικρή ηλικία στον δρόμο της ευσεβείας»[53].
Όταν καταφεύγει κανείς στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, διαπιστώνει την πληρότητα της σκέψεως του και την επικαιρότητά του. Ο λόγος του είναι διαχρονικός. Δεν αφήνει καμμία πτυχή της ανθρώπινης ψυχής ανεξερεύνητη. Γνωρίζει σε βάθος το νόημα της υπάρξεως του ανθρώπου. Μπορεί βέβαια λόγω της χρονικής αποστάσεως που μας χωρίζει, οι απαντήσεις του να γίνονται δεκτές υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Το πνεύμα τους όμως είναι πάντα επίκαιρο και σύγχρονο. Επειδή βάζει στο κέντρο των σκέψεων του τον Χριστό, είναι δηλαδή Χριστοκεντρικός, γι’ αυτό και υπερβαίνει τον χρόνο. Προσφέρει στην ουσία, λόγω του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα του και τον φωτίζει, τον λόγο του Ευαγγελίου στην εποχή του. Πάντα όταν τον διαβάζουμε έχει κάτι να πει για τα προβλήματα της εποχής του, που φαίνεται ότι είναι και δικά μας σημερινά προβλήματα.
Η εποχή μας μπορεί να τον θεωρήσει απαιτητικό και ίσως βαρετό. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτά που λέει δεν εφαρμόζονται σήμερα. Και στην εποχή του υπήρχαν τέτοιες φωνές. «Δεν θα κάνουμε τα παιδιά μας καλογήρους», φώναζαν μερικοί γονείς. Ο Χρυσόστομος με ιερό πάθος τους αποστόμωνε από το βήμα. «Δεν είναι ανάγκη να γίνουν μοναχοί• κάντε τους καλούς Χριστιανούς»[54].
Σήμερα στην εποχή της κρίσεως των θεσμών και αξιών, στην εποχή της αρνήσεως των πάντων πολεμείται πολύ ο θεσμός της οικογενείας. Στην Βόρεια Ευρώπη σχεδόν διαλύθηκε. Οι γάμοι γίνονται μόνο για εθιμοτυπικούς, φολκλορικούς λόγους, για να βγουν φωτογραφίες, να γίνουν τραπέζια. Πολλοί από αυτούς διαρκούν για έξι μήνες, ένα έτος. Επώνυμοι καλλιτέχνες δεν δηλώνουν μόνο ότι δεν θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια, αλλά και ότι έχουν ως στόχο την διάλυση της οικογενείας. Αυτοί είναι τα πρότυπα της σημερινής νεολαίας.
Προβλήματα και κρίσεις στις αξίες, στους θεσμούς, στην κοινωνία, στο υπαρκτικό επίπεδο αντιμετωπίζει ο Νεοέλληνας όταν εκουσίως αποκόπτεται από την Ορθόδοξη Παράδοση. Αυτή η παράδοση για τον ορθόδοξο Έλληνα είναι βαρύτιμη, είναι ανεκτίμητη, είναι προγονική. Γι’ αυτό και όποιος την απορρίπτει, απορρίπτει ουσιαστικά το οντολογικό του είναι και βιώνει μία μεγάλη κρίση αυτοσυνειδησίας.
Μόνο αυτός που εναρμονίζεται και ζει την Ορθόδοξη Παράδοση σύμφωνα με τις υποθήκες των αγίων μας, με τις εντολές του Χριστού, είναι η ώριμη προσωπικότητα που δεν μπορεί να κλονισθεί από οποιαδήποτε θλίψη και κρίση. Ζει την εν Χριστώ ζωή πέρα από κάθε ηθικισμό και καθηκοντολογία. Ζει εν Χριστώ 24 ώρες το 24ωρο. Ζει εν Θεώ μέσα στην καθημερινότητα, στην οικογένεια, στην εργασία, στην κοινωνία.
Εμείς ως Αγιορείτες πονούμε και ανησυχούμε πολύ για την πορεία της οικογενείας σήμερα. Αποτελεί καθημερινό αίτημα των ταπεινών προσευχών μας η κατά Χριστόν ευόδωση, η διατήρηση της ευλογίας του Θεού στην οικογένεια. Μπορεί ο Θεός να μας έδωσε την ευλογία Του να ζήσουμε εκτός κόσμου, να μην δημιουργήσουμε οικογένεια, αλλά και εμείς προήλθαμε από οικογένεια. Επιπλέον ως πνευματικοί, που έχουμε τα κλειδιά των καρδιών των ανθρώπων, βλέπουμε ότι πολλοί νέοι έχουν πλήρη άγνοια για τα θέματα της πίστεώς μας και παράλληλα αντιμετωπίζουν την ζωή με μεγάλη επιπολαιότητα. Και μας γεννάται το ερώτημα. Πως αυτοί οι άνθρωποι θα κάνουν αύριο σωστή οικογένεια; Τι θα πουν στα παιδιά τους αφού οι ίδιοι είναι τελείως κενοί;
Δυστυχώς σήμερα στον κόσμο κυριαρχεί μία ουμανιστική θεώρηση της ζωής, που έχει ως στόχο την ανθρώπινη ευδαιμονία. Πολλοί διδάσκουν ότι πρέπει να γίνουμε καλοί άνθρωποι και αυτό θα φέρει την ειρήνη και την ευτυχία. Αυτό όμως ουσιαστικά δεν είναι τίποτα. Αν δεν γίνουμε Χαριτωμένοι άνθρωποι, δηλαδή δοχεία της θείας Χάριτος, «εποιήσαμεν ουδέν».
Πρέπει να αποστραφούμε τον στείρο και ψυχρό ηθικισμό, που οδηγεί στην τυπολατρεία και να αγωνιστούμε σύμφωνα με τις υποθήκες των Πατέρων της Εκκλησίας μας για την κατάκτηση του αγιασμού, της «υιοθεσίας», που αποτελεί την ύψιστη τιμή για την ανθρώπινη φύση. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί και μέσα στον κόσμο και μέσα στην οικογένεια. Υπεύθυνα γράφουμε ότι γνωρίζουμε ανθρώπους οικογενειάρχες που έχουν Χάρη Θεού που δεν την έχουν μοναχοί, γιατί αγωνίζονται σωστά και ζουν θεάρεστα, με τον τρόπο που υποδείκνυε και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στους χριστιανούς της εποχής του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Εγκώμιον εις Μάξιμον, PG 51, 229. Οι παραπομπές στα έργα του αγίου Χρυσοστόμου θα γίνονται στην έκδοση της Ελληνικής Πατρολογίας του Migne (PG) η στην έκδοση «Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας» (ΕΠΕ).
2. Εις την Γένεσιν, Ομιλία 15, ΕΠΕ, τ. 2, σ. 392.
3. Bλ. Εις την Γένεσιν, Ομιλία 17, PG 53, 153.
4. Βλ. Περί Παρθενίας 15, PG 48, 545.
5. Εις το αποστολικόν ρητόν «Δια τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω», PG 51, 215.
6. Εις το κατά Ιωάννην, Ομιλία 19, EΠΕ, τ. 12, σ. 801-803.
7. Εις την Γένεσιν, Ομιλία 38, PG 53, 353.
8. Bλ. Εις Κολoσσαείς, Ομιλία 12, PG 62, 386.
9. Εις το αποστολικόν ρητόν «Δια τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω», PG 51, 213.
10. Ο.π.
11. Εις Εβραίους, Ομιλία 33, PG 63, 227.
12. Βλ. Εις το αποστολικόν ρητόν «Δια τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω», PG 51, 213.
13. Βλ. ο.π.
14. Εις Γένεσιν, Ομιλία 21, PG 53, 180.
15. Ο.π.
16. Εις την Προς Εβραίους, Ομιλία 7, PG 63, 68.
17. Βλ. Εγκώμιον εις Μάξιμον, EΠΕ, τ. 27, σ. 168-169.
18. Βλ. Εγκώμιον εις Μάξιμον, EΠΕ, τ. 27, σ. 170-171.
19. Βλ. Περί παρθενίας, ΕΠΕ, τ. 29, σ. 472.
20. Βλ. Εις το κατά Ματθαίον, Ομιλία 86, PG 58, 768.
21. Εις την Προς Α Κορινθίους, Ομιλία 19, PG 61, 152.
22. Εις Κολoσσαείς, Ομιλία 12, EΠΕ, τ. 22, σ. 339.
23. Εις τον Μάξιμον, EΠΕ, τ. 27, σ. 208.
24. Βλ. Εις Κολoσσαείς, Ομιλία 12, EΠΕ, τ. 22 σ. 348-350.
25. Εις Εβραίους, Ομιλία 20, EΠΕ, τ. 21, σ. 236.
26. Εις Β Θεσσαλονικεῖς, Ομιλία 5, EΠΕ, τ. 23, σ. 112.
27. Λόγος εν ταις Καλένδαις, EΠΕ, τ. 31, σ. 490.
28. Εις Εφεσίους, Ομιλία 20, EΠΕ, τ. 21, σ. 228.
29. Βλ. Εις Εφεσίους, Ομιλία 20, EΠΕ, τ. 21, σ. 198-200.
30. Βλ. Εις Γένεσιν, Ομιλία 38, EΠΕ, τ. 3, σ. 604.
31. Βλ. Εις Πράξεις, Ομιλία 49, ΕΠΕ, τ. 16Β, σ. 124.
32. Προς Κολoσσαείς, Ομιλία 10, PG 62, 365-366.
33. Προς Εφεσίους, Ομιλία 9, PG 62, 72.
34. Προς Εφεσίους, Ομιλία 20, PG 62, 147.
35. Eις τους ανδριάντας, Ομιλία 1, PG 49, 21.
36. Εις την Προς Α Τιμόθεον, Ομιλία 9, PG 62, 546.
37. Εις το Κατά Ματθαίον, Ομιλία 59, ΕΠΕ, τ. 12, σ. 186.
38. Προς Εφεσίους, Ομιλία 21, PG 62, 151.
39. Λόγος περί της Άννης, Ομιλία 1, PG 54, 636.
40. Eις Πράξεις, Ομιλία 30, PG 60, 226.
41. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, «Τα Άπαντα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων», εκδ. Πάπυρος, τ. 85, σ. 40.
42. Βλ. Εις την Προς Β Κορινθίους, Ομιλία 15, PG 61, 508.
43. Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, ο.π., σ. 50.
44. Εις την Προς Β Κορινθίους, Ομιλία 21, PG 61, 542.
45. Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, ο.π., σ. 78.
46. Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, ο.π., σ. 86.
47. Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, ο.π., σ. 88.
48. Εις το Κατά Ιωάννην, Ομιλία 30, PG 59, 175.
49. Εις Κολoσσαείς, Ομιλία 9, EΠΕ, τ. 22, σ. 266.
50. Λόγος περί της Άννης, Ομιλία 1, PG 54, 661.
51. Εις την Προς Τίτον, Ομιλία 2, PG 62, 672.
52. Eις Πράξεις, Ομιλία 42, PG 60, 302.
53. Eις το «χήρα καταλεγέσθω μη ελάττων ετών εξήκοντα…», PG 51, 330.
54. Προς Εφεσίους, Ομιλία 21, ΕΠΕ, τ. 21, σ. 250.
Πηγή: Αντέχουμε...
«Και δημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο· σύμφωνα με τη δική του εικόνα τον δημιούργησε». Μήπως όμως δεν πρόσεξες ότι ήταν ελλιπή κι όχι επαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία, που παρουσιάσαμε;
Ποιμαντορική Εγκύκλιος Πρωτοχρονιάς 2016
Προς τους Παν/τους Ιεροκήρυκας, Ευλαβεστάτους Ιερείς,
Οσιωτάτους Μοναχούς και Μοναχάς
και το Χριστεπώνυμον Πλήρωμα
της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως.
Αγαπητοί,
Νέο έτος ανέτειλε σήμερα. Αφήσαμε το παλαιό και εισήλθαμε στο νέο. Ένας ακόμη χρόνος προστέθηκε στην ηλικία μας και είμαστε ένα έτος μεγαλύτεροι.
Και σήμερα, με πρόσωπα που ακτινοβολούν, με καρδιές που σκιρτούν, ευχόμαστε να είναι ευτυχισμένο το νέο έτος.
Ομολογουμένως δεν θα μπορούσε να υπάρξη πιο επιτυχημένη ευχή. Η ανθρώπινη ψυχή διψάει την ευδαιμονία, ζητάει να είναι το μέλλον μακάριο, ευτυχισμένο … Και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήση την ειλικρίνεια των ευχομένων συνανθρώπων μας.
Όμως, οφείλουμε να ομολογήσουμε και να βεβαιώσουμε ότι η αληθινή ευτυχία θα έλθη στις καρδιές μας και στην ζωή μας, όταν το Ιερό Ευαγγέλιο, η ευλογία του Χριστού μας και η θεία Χάρι Του έλθουν με την ολοπρόθυμη θέλησί μας στην ύπαρξι και στη ζωή μας.
Ο Χριστός είναι η αστείρευτη πηγή της ευτυχίας του ανθρώπου, ο ακένωτος, της αληθινής σοφίας και της χάριτος, θησαυρός. Ο Χριστός είναι ο πλούσιος των αγαθών χορηγός. Ο Χριστός είναι ο αλάθητος οδηγός και παιδαγωγός των νέων, το αληθινό, το αδιάσειστο θεμέλιο της ενότητος και της ευτυχίας της οικογενείας ο αιώνιος αναμορφωτής της κοινωνίας μας.
Μόνο ο Χριστός μπορεί να απαλλάξη τον άνθρωπο από τα πάθη του, από τις ρίζες των αδυναμιών του που φέρουν πικρία στη ζωή του, να φέρη την καλλιέργεια των αρετών, να εδραιώση την αληθινή και την αναφαίρετη ειρήνη στις καρδιές, στην οικογένεια, στα έθνη.
Όλοι μας ζούμε σήμερα την αποστασία της εποχής μας και παρακολουθούμε τον πόλεμο κατά του Χριστού μας.
Ναι, αρνούνται, διώχνουν τον Χριστό από τον κόσμο μας, με οργανωμένο μίσος μάλιστα. Ποιά κοινωνία; Τι κοινωνική ζωή μας προσφέρουν; Γεμάτη σύγχυσι, ανασφάλεια, ταραχή, άγχος, φόβο, αβεβαιότητα, εγκληματικότητα. Μας τάζουν την ευτυχία χωρίς Χριστό και μας βύθισαν μέσα στην δοκιμασία, στην κρίσι - πνευματική και οικονομική - στη φθορά, στη θλίψι, στη δυστυχία.
Αν όλοι εκείνοι που ταράσσουν, που απειλούν, που τυραννούν και βασανίζουν σήμερα την κοινωνία μας, ζούσαν το Ιερό Ευαγγέλιο και φωτίζονταν από το μήνυμα του Χριστού μας δε θα ήταν «ωφέλιμοι προς πάντας;»
Ο Χριστός μας αναδεικνύει αγίους και οι άγιοι μόνο την αγάπη, την ειρήνη, τη χαρά, την ευτυχία φέρουν και απλώνουν παντού.
Αγαπητοί, όσοι θέλουμε την αληθινή ευτυχία, σήμερα αρχή του νέου έτους, ας έλθουμε σε αυτογνωσία και σωτήριες αποφάσεις.
Τα έτη έρχονται και παρέρχονται. Ο χρόνος ρέει. Η ζωή μας, φθίνει. Δεν πρέπει να τη χάσουμε. Πρέπει να την κάνουμε ευτυχισμένη και άξια να γίνη αιώνια.
Το νέο έτος να το ζήσουμε με συνειδητή υπακοή στο Ευαγγέλιο και με θερμή αγάπη προς τον Χριστό μας.
Σήμερα, πρώτη του νέου έτους με υπευθυνότητα ας αποφασίσουμε: Αν έχουμε γνωρίσει το Χριστό, αν ζούμε το θέλημά Του, ας Τον γνωρίσουμε καλύτερα, ας αγωνιστούμε για να γίνουμε «τέλειοι ολόκληροι εν μηδενί λειπόμενοι» (Ιακ. α , 4). Αν ζούμε μακράν του Χριστού, ας επιστρέψουμε με ειλικρινή μετάνοια. Ο Χριστός μας, μας αγαπά, μας περιμένει για να μας χαρίσει την ευτυχία.
Αυτό το νέο έτος με την υιική επιμονή μας ας Τον φέρουμε στις καρδιές μας, στην οικογένειά μας, στην κοινωνία, στην πατρίδα μας. Έτσι θα γίνη το νέο έτος αληθινά ευτυχισμένο.
Καλή, ευτυχισμένη και αγία νέα χρονιά αγαπητοί,
Με πατρική αγάπη
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ
Πηγή: Ακτίνες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...