Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Πρόκειται για έναν από τους επιφανέστερους και πολυγραφότερους αρχιερείς της Εκκλησίας μας κι εναν από τους μεγαλύτερους οικουμενικούς πατριάρχες.
Ο κατά κόσμον Φωκάς γεννήθηκε περί το 1300 στη Θεσσαλονίκη από μητέρα εβραϊκής καταγωγής. Έλαβε εξαιρετική μόρφωση παρά του Θωμά Μαγίστρου, του οποίου υπήρξε και υπηρέτης. Νωρίς ασπάσθηκε τον μοναχισμό και μετέβη στο όρος Σινά. Άπό εκεί ήλθε στον «ιερόν Άθωνα, τον χρυσούν όντως και φίλτατον, και πρόξενον των καλών εις όλους τους εις αυτόν οικήσαντας και οικούντας» κατα τον βιογράφο του.
Στην αρχή μόνασε στη Μονή Βατοπαιδίου, όπου γνωρίσθηκε και συνδέθηκε με τον άγιο Σάββα τον δια Χριστόν σαλό, του οποίου, όπως είδαμε υπήρξε άριστος βιογράφος. Κατόπιν μόνασε στη Μονη Μεγίστης Λαύρας. Ως Λαυριώτης μοναχός συνδέθηκε με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, του οποίου υπήρξε επίσης εξαιρετικός βιογράφος, και υπέγραψε τον Αγιορειτικό Τόμο του 1339. Το 1342 διαδέχθηκε στην ηγουμενία τον Μακάριο, πού εκλέχθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Η ηγουμενία του δεν ήταν δίχως προβλήματα. Η στάση του στο ησυχαστικό ζήτημα από την αρχή ήταν στο πλευρό του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Το 1346 έγραψε δύο λόγους‡ περί του θαβωρίου φωτός και κατά του Ακινδύνου.
Το 1347 εξελέγη μητροπολίτης της πρωτόθρονης Ηράκλειας με τον τίτλο «Πρόεδρος των υπερτίμων» από τον πατριάρχη Ισίδωρο. Το 1350 χειροτόνησε τον Αγιορείτη άγιο Κάλλιστο Α' πατριάρχη. Έλαβε μέρος στη Σύνοδο του 1351 για το ησυχαστικό ζήτημα, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο παρά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και συνέταξε τον Τόμο των Πρακτικών της Συνόδου. Ο ίδιος πατριάρχευσε στον Οικουμενικό Θρόνο δύο φορές‡ 1353-1354 και 1364-1376. Το 1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και καθώρισε τη μνήμη του τη Β' Κυριακή των Νηστειών, συνθέτοντας την ιερά ακολουθία του, τακτοποιώντας οριστικά το ησυχαστικό ζήτημα και καταδικάζοντας τους αντιπαλαμιστές. Η πατριαρχεία του αγίου Φιλοθέου υπήρξε πλούσια σε σημαντική ποιμαντική δράση. Είχε μεγάλη συγγραφική και διοικητική δραστηριότητα Διηύθυνε τα εκκλησιαστικά θέματα με σύνεση και διάκριση, ώστε κατέστησε την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως οικουμενικό φάρο. Εργάσθηκε σθεναρά κατά της οθωμανικής απειλής και της λατινικής προπαγάνδας, με την τόνωση και την ενότητα των Ορθοδόξων Ο πάπας Ουρβανός ο Ε΄ απέρριψε την πρότασή του για τη σύγκληση οικουμενικής συνόδου προς ορθή ένωση των εκκλησιών.
Ο άγιος Φιλόθεος χάρη στη μεγάλη του μόρφωση αναδείχθηκε σε εξαιρετικό και πολυμερή συγγραφέα. Τα πολλά του έργα μπορούν να διαιρεθούν σε δογματικά, αντιρρητικά κατά των Νικηφόρου Γρηγορά, Ακίνδυνου, Βαρλαάμ και Μανουήλ Πετριώτη, πολλά έργα του είναι αγιολογικά, και κυρίως Αγιορειτών αγίων, όπως Γρηγορίου Παλαμά, Γερμανού Μαρούλη, Ισιδώρου Βουχειρά και Σάββα Βατοπαιδινού, ως και Νικόδημου του Νέου‡ έγραψε επίσης περί της αγίας Ανυσίας, Δημητρίου Μυροβλύτου, Αγίων Άποστόλων, Τριών Ιεραρχών, Αγίων Πάντων, Ονουφρίου, Φεβρωνίας, Φωκά, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Θεοδώρου Τήρωνος, Αποστόλου Θωμά και άλλα. Άλλα τέλος έργα του είναι ομιλητικά, ερμηνευτικά, λειτουργικά, κανονικά, ιστορικά, ποιητικά, ευχολογικά και άλλα. Τα έργα του αγίου Φιλοθέου καλύπτουν όλους σχεδόν τους θεολογικούς κλάδους.
Υπήρξε βαθύς θεολόγος, θαυμάσιος συναξαριογράφος, ιδιαίτερα των συγχρόνων του Αγιορειτών, των οποίων τους βίους παρουσίασε υπόδειγμα για τους συμμοναστές του. Ώς υμνογράφος διακρίθηκε για το βαθύ περιεχόμενο και το γλαφυρό ύφος, παρουσιάζοντας υψηλές δογματικές έννοιες, συναγωνιζόμενος αρχαιότερους ομοίους του. Ο άγιος ως Βατοπαιδινός μοναχός και Λαυριώτης ηγούμενος, μητροπολίτης Ηρακλείας και οικουμενικός πατριάρχης αγωνίσθηκε παντού και πάντοτε με αυταπάρνηση και αγάπη για την Εκκλησία, πού στη διακονία της έθεσε τον λόγο και τη γραφίδα του. Υπεράσπισε με σθένος την Ορθοδοξία, ανέπτυξε σχέσεις με τα άλλα πατριαρχεία, βοήθησε τις Σλαβικές Εκκλησίες, έξουδετέρωσε τις προσηλυτιστικές προσπάθειες των Λατίνων και αναδείχθηκε σε σεβάσμιο εκκλησιαστικό και εθνικό άνδρα. Παραιτήθηκε της πατριαρχείας το 1376 λόγω γήρατος και εκοιμήθη το 1379. Κηδεύτηκε με βασιλικές τιμές κι ετάφη στη μονή του Ακαταλήπτου. Ο τάφος του έγινε πηγή θαυμάτων.
Νωρίς τιμήθηκε ως άγιος κι αγιογραφήθηκε στο Καθολικό της μονής Ρασάβα της Σερβίας από συμπατριώτες του Θεσσαλονικείς ζωγράφους. Σε Καθολικά του Αγίου Όρους αγιογραφείται στις Λιτές μεταξύ των υμνογράφων. Στα τέλη του 18ου αιώνα ανώνυμος λόγιος Φιλοθεΐτης μοναχός έγραψε ωραία βιογραφία και ασματική ακολουθία. Στο Άγιον Όρος υπάρχουν τρεις κώδικες με τον βίο και την ακολουθία του αγίου Φιλοθέου. Νεώτερη ακολουθία σύνθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Η μνήμη του εορτάζεται την Ε' Κυριακή των Νηστειών, τιμάται και στις 11 Οκτωβρίου ως διάσημος ασκητής, μοναχός και φύλακας της Ορθοδοξίας, συγκαταλεγόμενος μετά των αγίων Φωτίου, Μάρκου του Ευγενικού και Γρηγορίου του Παλαμά.
Πηγή: (Βατοπαιδινό Συναξάρι, Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Έκδοσις: Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007) Αγιορείτικες Μνήμες
Ο άγιος Φίλιππος, άλλος από τον Φίλιππο τον μαθητή του Κυρίου, καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης, ήταν έγγαμος και από τον γάμο του απέκτησε τέσσερις θυγατέρες, προφήτιδες και οι τέσσερις της Εκκλησίας. Ο ευαγγελιστής Λουκάς στο δεύτερο βιβλίο του των Πράξεων των Αποστόλων τον μνημονεύει σε διάφορα περιστατικά. Καταστάθηκε από τους αγίους Αποστόλους Διάκονος της Εκκλησίας, για να υπηρετεί τις ανάγκες των χριστιανών, μαζί με τον άγιο Στέφανο και τους υπολοίπους διακόνους. Μετά τον διωγμό που ξέσπασε με τον θάνατο του αγίου Στεφάνου, πήγε στη Σαμάρεια, όπου κήρυξε και μαθήτευσε πολλούς στη χριστιανική πίστη, μεταξύ των οποίων και τον μάγο Σίμωνα, τον οποίο και βάπτισε. Ο ευαγγελιστής Λουκάς μνημονεύει το περιστατικό, κατά το οποίο ο Φίλιππος ηρπάγη από άγγελο, για να πλησιάσει έναν αξιωματούχο αιθίοπα, τον οποίο, αφού βρήκε να αναγινώσκει τον προφήτη Ησαΐα, κατήχησε και βάπτισε. Έπειτα αφού οδηγήθηκε και πάλι από άγγελο του Κυρίου στην πόλη της Αζώτου, φώτισε με τον λόγο του τους κατοίκους εκεί, οπότε μετά έφτασε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας. Εκεί επιτέλεσε μαζί με το κήρυγμα πολλά θαύματα, ίδρυσε εκκλησία, και τέλος εξεδήμησε προς τον Κύριο.
Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς προτιμά να αφιερώσει αρκετούς στίχους από το βιβλίο του «Πράξεις των Αποστόλων» στον απόστολο Φίλιππο, από τους εβδομήντα μαθητές του Κυρίου και έναν από τους επτά διακόνους της πρώτης Εκκλησίας, και όχι για παράδειγμα στον Απόστολο Φίλιππο, τον μαθητή του Χριστού εκ των δώδεκα, ή τον Απόστολο Ναθαναήλ ή άλλους από τους Αποστόλους, πέραν βεβαίως του Αποστόλου Πέτρου και κυρίως του μετέπειτα Αποστόλου Παύλου, γεγονός που σημαίνει ότι ο Διάκονος Φίλιππος ήταν μία προσωπικότητα που δεν μπορούσε εύκολα κανείς να την ξεπεράσει και να μη την λάβει σοβαρώς υπ’ όψιν. Τα περιστατικά βεβαίως που διασώζονται από τη ζωή του πράγματι επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή, διότι τον βλέπουμε αφενός να δρα με τρόπο που θυμίζει τους μεγάλους Αποστόλους: έντονη ιεραποστολική φλόγα, δύναμη λόγου, επιτέλεση θαυμάτων, καθοδήγηση από αγγέλους, ίδρυση εκκλησιών, αφετέρου όλη η οικογένειά του να έχει επίσης μία ιδιαίτερη παρουσία στην Εκκλησία. Ιδιαιτέρως οι θυγατέρες του, τις οποίες μνημονεύει ο άγιος Λουκάς, υπήρξαν «παρθένοι και προφητεύουσαι», δηλαδή αφιερωμένες στον Θεό με το χάρισμα της προφητείας, άρα με τη δυνατότητα να προφητεύουν και να διδάσκουν τον λαό.
Ο εκκλησιαστικός μας υμνογράφος αναφέρεται συχνά στο χάρισμα λόγου που είχε ο άγιος Φίλιππος ο Διάκονος. Τέτοιο χάρισμα που το Πνεύμα του Θεού είδαμε ότι τον έστελνε σε διάφορες αποστολές, προκειμένου να καθοδηγήσει και να πείσει όχι μόνο απλούς, αλλά και μορφωμένους και υψηλά ισταμένους ανθρώπους. Το περιστατικό με τον αιθίοπα αξιωματούχο αποτελεί ένα μικρό δείγμα της αλήθειας αυτής. Ένας ύμνος μάλιστα από την τρίτη ωδή του κανόνα του όρθρου είναι αρκετά αποκαλυπτικός πάνω σ’ αυτό: «Ιόν ψυχόλεθρον φυγείν και σωτήριον χάριν υποδέξασθαι πείθεις, μελιρρύτοις λαλιαίς, τους απωσθέντας μακράν αγνωσία, Φίλιππε θεόπνευστε». Δηλαδή: Φίλιππε θεόπνευστε, πείθεις αυτούς που είναι μακριά από τον Θεό, λόγω της άγνοιάς τους, αφενός να αποφύγουν το δηλητήριο της μη ορθής πίστεως που καταστρέφει τις ψυχές, αφετέρου να δεχτούν τη χάρη του Θεού που οδηγεί στη σωτηρία, «μελιρρύτοις λαλιαίς». Ο λόγος του αγίου Φιλίππου ήταν πολύ πειστικός, έτσι ώστε να αποδέχονται οι άνθρωποι την πίστη του Χριστού. Χρησιμοποιεί όμως ο υμνογράφος και μία πολύ όμορφη φράση, που δείχνει κατεξοχήν τη δύναμη λόγου του αγίου: «μελιρρύτοις λαλιαίς». Δηλαδή, όταν μιλούσε ο άγιος για τον Χριστό, μιλούσε με τέτοιον τρόπο, που τα λόγια του ήταν σαν να έρρεε μέλι. Πρέπει να εννοήσουμε ότι το μελίρρυτο των λόγων του δεν έγκειτο μόνον στο περιεχόμενο, αλλά και στη μορφή και στον τρόπο που χρησιμοποιούσε. Πρόβαλλε βεβαίως πάντοτε τον Χριστό – «την του Λόγου δόξαν διηγούμενος» θα πει κάπου αλλού ο υμνογράφος, δηλαδή διηγείτο τη δόξα του Κυρίου Ιησού ως Θεού και ανθρώπου, και μάλιστα επιβεβαιώνοντας τη διήγηση αυτή και με θαύματα: «εν σημείοις φοβεροίς» - αλλά με καλλιέπεια λόγου, με ήρεμο και προσιτό στους ανθρώπους που απευθυνόταν τρόπο.
Και γίνεται βεβαίως παράδειγμα διαχρονικό σ’ αυτό. Ο λόγος της Εκκλησίας μας, η κατήχησή της στους ανθρώπους, αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει πάντοτε να έχει: πρώτον, να προβάλλει τον Ιησού Χριστό, ως τον ενανθρωπήσαντα Θεό μας, ο Οποίος σταυρώθηκε και αναστήθηκε προς χάρη των ανθρώπων. Όπως το λέει και ο απόστολος των εθνών: «ουκ έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν, και τούτον εσταυρωμένον». Και δεύτερον: τον Χριστό που προβάλλει, να το κάνει με τρόπο όχι εξουσιαστικό, όχι με τον κακώς εννοούμενο κηρυγματικό τρόπο, δηλαδή ξερά δασκαλίστικο, αλλά ως αύρα απαλή, σαν μέλι που ευχαριστεί όχι τα αυτιά, αλλά τις καρδιές των ανθρώπων, με τον τρόπο που δίδαξαν αργότερα και οι μεγάλοι τρεις Ιεράρχες, προστάτες της παιδείας, που και εκείνοι «μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας» χαρακτηρίζονται. Δεν νομίζουμε ότι τελικώς ήταν τυχαίο που το Πνεύμα του Θεού χρησιμοποίησε τόσο έντονα τον άγιο Φίλιππο για να κηρύξει την πίστη του Χριστού. Ο Θεός δηλαδή αξιοποιεί κάθε φορά για την πραγματοποίηση του έργου Του τους ανθρώπους που έχουν τα αντίστοιχα προς το έργο αυτό χαρίσματα. Ο άγιος Φίλιππος λοιπόν ήταν από τους ιδιαιτέρως προικισμένους από τον Θεό, που κατέθεσε ολόκληρο τον εαυτό του στην υπηρεσία Εκείνου.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος γ’.
Θείας πίστεως. Θείας χάριτος, πλήρης ὑπάρχων, διηκόνησας, τὴ Ἐκκλησία, ὡς Διάκονος Τοῦ Λόγου Ἀπόστολε, θεοσημείαις δὲ θείαις χρησάμενος, τῆς Σαμαρείας τὰ πλήθη κατηύγασας. Μάκαρ Φίλιππε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Φίλιππε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος δ', Ἐπεφάνης σήμερον.
Μιμητὴς γενόμενος, τοῦ Διδασκάλου, δι' αὐτὸν Ἀπόστολε, ταὶς τῶν Ἁγίων τῶν αὐτοῦ, χρείαις πιστῶς διηκόνησας, ὅθεν σὲ πάντες, πιστοὶ μακαρίζομεν.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἐλατὴρ τῶν δαιμόνων ἀναδειχθείς, καὶ φωστὴρ τῶν ἐν σκότει ἀποφανείς, ἔδειξας τὸν Ἥλιον, ἐκ Παρθένου ἐκλάμψαντα, καὶ ναοὺς εἰδώλων, συντρίψας ἀνήγειρας, ἐκκλησίας Μάκαρ, εἰς δόξαν Θεοῦ ἡμῶν· ὅθεν σε τιμῶμεν, καὶ τὴν θείαν σου μνήμην, πιστῶς ἑορτάζομεν, καὶ συμφώνως βοῶμέν σοι· Ὦ Ἀπόστολε Φίλιππε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Πηγή: Ακολουθείν, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Με ένα νέο βίντεο και φωτογραφίες η 11Aviation συνεχίζει την κάλυψη της πολυεθνικής νατοϊκής άσκησης «Ramstein Flag 24» (RAFL24) που άρχισε σήμερα Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου με επίκεντρο την αεροπορική βάση της Ανδραβίδας.
Το όνομά τους δεν θα το βρείτε στα σχολικά εγχειρίδια. Οι εθνομηδενιστές και οι «φιλελεύθεροι» συνοδοιπόροι τους, τρέμουν τα συγκεκριμένα πρότυπα. Εμείς όμως, σε πείσμα των ξεπουλημένων, δεν θα παύσουμε να θυμίζουμε τα έπη των ιερομαρτύρων και εθνομαρτύρων μας.
Με αφορμή την επανάληψη του Διπλωματικού σεναρίου στο Κυπριακό με το νέο δείπνο, αυτή τη φορά μάλιστα, στη Νέα Υόρκη, το επιζητούμενο περιεχόμενο και τις κόκκινες γραμμές του κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, το Σωματείο Αδούλωτη Κερύνεια διαφωνεί, ανησυχεί σοβαρά και είναι υποχρεωμένο να προειδοποιήσει με τις δικές του θέσεις και απόψεις επί των εξελίξεων, όπως διαμορφώνονται με το δείπνο στην Νέα Υόρκη.
Ο Άγιος Ευλάμπιος και η αδελφή του, Αγία Ευλαμπία, που η Εκκλησία μας γιορτάζει, στις 10 Οκτωβρίου, γεννήθηκαν στην Νικομήδεια, από ευσεβείς γονείς. Από τους ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τους δόθηκε Χριστιανική ανατροφή και παρά το νεαρό της ηλικίας τους, έγιναν, φανατικοί οπαδοί, των Χριστιανικών Αληθειών. Είχαν πλούσια σωματικά και ψυχικά χαρίσματα, που από νωρίς έκαναν την εμφάνισή τους και τους έκαναν να ξεχωρίζουν, από τους συνομήλικές τους. Έζησαν, όταν βασιλιάς στη Ρώμη, ήταν, ο σκληροτράχηλος και αιμοχαρής Μαξιμιλιανός και ηγεμόνας της Νικομήδειας, ο αιμοβόρος Μάξιμος.
Με αφορμή τα αυτοκρατορικά διατάγματα, που εξέδωσαν και στάλθηκαν παντού, οι Χριστιανοί, ήταν αναγκασμένοι ή στα είδωλα να θυσιάσουν ή να υποστούν τα επακόλουθα, της άρνησής τους. Συλλήψεις και διώξεις παντού, ήταν, στην ημερησία διάταξη. Ο νεαρός Ευλάμπιος δεν μπορούσε να αντέξει, να βλέπει τους Χριστιανούς να υποφέρουν, όπως και δεν μπορούσε να βλέπει, να υβρίζεται και να προσβάλλεται, το Όνομα του Θεού. Γι’ αυτό εγκαταλείπει την Νικομήδεια και επιλέγει σαν τόπο εγκατάστασής του, μια έρημη τοποθεσία, όπου, για τον εαυτό του εφαρμόζει, αυστηρή, ασκητική ζωή. Γρήγορα όμως, διαπιστώνει, ότι αυτή η ζωή, ήταν, χωρίς δράση ή τουλάχιστον, όπως, θα την ήθελε. Γι’ αυτό εγκαταλείπει την έρημο και πηγαίνει στην πόλη, με σκοπό να παρουσιαστεί, στους ειδωλολάτρες ηγεμόνες, προκειμένου να τους προκαλέσει, με την πίστη του και την ευσέβειά του και να λάβει πιο γρήγορα, το φωτοστέφανο, της άθλησής του. Μόλις πάτησε τα πόδια του στην πόλη και γνώρισε από κοντά τα αντιχριστιανικά διατάγματα, άρχισε να τα περιγελά και να μιλεί περιφρονητικά, γι’ αυτά. Όσοι τον άκουσαν να μιλά, έτσι, γι’ αυτά, αμέσως κατάλαβαν, ότι είναι Χριστιανός, τον συλλαμβάνουν, προκειμένου να τον οδηγήσουν στον ηγεμόνα, για να δώσει εξηγήσεις, γι’ αυτή του την συμπεριφορά.
Ο ηγεμόνας, αντικρύζοντας τον νεαρό Ευλάμπιο και βλέποντας την ηλικία του, πίστεψε ο αιμοβόρος τύραννος, πως θα ήταν, εύκολη υπόθεση, γι’ αυτόν. Ξεκινά, με ήπιους και σε χαμηλούς τόνους την ανάκριση, ζητώντας επίμονα να μάθει, γιατί μίλησε έτσι για τους θεούς, τονίζοντάς του συγχρόνως, ότι το συμφέρον του είναι, να θυσιάσει στα είδωλα, για να αποφύγει, τα βασανιστήρια. Τότε, εισπράττει με θάρρος, την απάντηση του Αγίου:
› Αν άρχοντά μου γνώριζες, πιο είναι το συμφέρον σου, θα προσκυνούσες τον Ένα και Αληθινό Θεό, που είναι ο Δημιουργός, του Ουρανού και της Γης. Οι δικοί σου θεοί, είναι ψεύτικοι και τους χρησιμοποιείς, προκειμένου να κοροϊδεύεις, τους απλοϊκούς οπαδούς σου. Μ’ αυτό τον τρόπο τους οδηγείς στην Κόλαση, όπου, θα βασανίζονται, αιώνια.
Δεν πρόλαβε ο Άγιος, να τελειώσει τις θαρραλέες του φράσεις και ο τύραννος, αγριεμένος, δίδει εντολή στους στρατιώτες του, να ξεγυμνώσουν τον Άγιο και ν’ αρχίσουν να τον χτυπούν, αλύπητα. Ήταν τόσο το μίσος τους, που το αγνό νεανικό κορμί του Αγίου, γέμισε πληγές και πολύ γρήγορα μεταβλήθηκε, σε μια λίμνη, αίματος. Για να τον κάνει, όμως, ο αιμοχαρής τύραννος, να πονέσει περισσότερο, δίδει εντολή, να τον κρεμάσουν σε δέντρο και να συνεχίσουν να τον χτυπούν, με το ίδιο μίσος. Κόντευε, να του λιώσουν τις σάρκες και άρχισαν να φαίνονται, όλα του τα κόκαλα. Ο Άγιος με την προσευχή του, έδειχνε να τα υπομένει όλα, με πρωτοφανή καρτερία. Οι παρευρισκόμενοι, θαύμαζαν το Θεό του Αγίου και γίνονταν Χριστιανοί, εκτός από τον αιμοβόρο τύραννο, που μελετούσε πιο θα είναι, το επόμενο, βασανιστήριο.
Αφού διαπίστωσε, ότι ο Άγιος δεν κάμπτεται με υποσχέσεις, αλλά και βασανιστήρια, σοφίζεται το δαιμονικό του μυαλό, να του εξαρθρώσει τα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών, προκειμένου να τον κάνει να πονέσει περισσότερο. Του δένει τα δάκτυλα, με δερμάτινα λουριά και άρχισαν να του τα τραβούν, μέχρι που τα εξάρθρωσαν, όλα. Ακολούθησε, η εξάρθρωση των αγκώνων και των ποδιών, ελπίζοντας, ότι ο Άγιος, θα ξεψυχούσε από τους πόνους. Όμως με τις προσευχές του κατάφερνε ο Άγιος, να βγαίνει νικητής και να εξοργίζει, έτσι, τον αναίσθητο τύραννο. Και σαν, να μην έφθαναν μόνο τα βασανιστήρια, που επέβαλλε στον Άγιο, άρχισε ακόμη να φλυαρεί και να υβρίζει τον Μόνο Αληθινό Θεό Του, βλασφημώντας τον Σταυρό του Χριστού και τη Σάρκωσή Του. Ο Άγιος Ευλάμπιος, του χαρακτηρίζει τότε, τους δικούς του θεούς, φονιάδες και πολεμοχαρείς, που τον κάνουν θηρίο ανήμερο και τον εξοργίζουν περισσότερο.
Δίδει, αμέσως εντολή, να πυρακτώσουν σιδερένιο κρεβάτι και αφού γίνει κατακόκκινο από την πυρά, να ξαπλώσουν και να δέσουν επάνω, τον Άγιο. Μόλις, τέλειωσαν οι προετοιμασίες, οι δήμιοι αρπάζουν, σαν αρπακτικά κοράκια, τον Άγιο και τον τοποθετούν επάνω στο πυρακτωμένο κρεβάτι. Ίσα που πρόλαβε, να κάνει το σταυρό του και να παρακαλέσει τον Θεό, να τον βοηθήσει. Όλοι οι παρευρισκόμενοι, με κομμένη την ανάσα, παρακολουθούσαν το θέαμα. Το πυρακτωμένο κρεβάτι, μεταβλήθηκε, σε ένα μαλακό στρώμα. Ο Άγιος ευχαριστούσε και δοξολογούσε τον Θεό, λυπόταν όμως, γιατί παρά τα βασανιστήρια που του έκαναν, δεν πίστευαν, στον Αληθινό Θεό. Γι’ αυτό ζητά, από τον αιμοχαρή τύραννο, να τον οδηγήσει, στο ναό των ειδώλων. Πίστεψε ο ασεβής, ότι ο Άγιος θα ασεβούσε και θα προσκυνούσε, τους ψεύτικους ειδωλολατρικούς θεούς. Η είδηση απλώθηκε γρήγορα και πολλοί έσπευσαν, να παρακολουθήσουν, το θέμα. Ο Άγιος οδηγήθηκε μπροστά στο βωμό των ειδώλων, με ξεχωριστές τιμές. Σταματά, απέναντι στο μεγαλύτερο και σπουδαιότερο είδωλο, το ακουμπά λίγο, με το χέρι του και του λέγει:
› Με τη Δύναμη του Θεού, σε διατάζω, να πέσεις κάτω στη γη και να γίνεις χώμα και σκόνη.
Ο συγκεντρωμένος όχλος, που παρακολουθούσε το θέαμα, πίστεψε στον Αληθινό Θεό του Αγίου και πολλοί βαπτίστηκαν και έγιναν Χριστιανοί.
Ανάμεσα στο συγκεντρωμένο όχλο, ήταν και η αδελφή του, η Ευλαμπία, που με δάκρυα στα μάτια, τον πλησιάζει και του λέγει:
› Είμαι η αδελφή σου Ευλάμπιε, που μας γέννησε και μας ανέθρεψε, η ίδια μάνα. Πρέπει μαζί να πεθάνουμε, για την αγάπη μας, στον Αληθινό Θεό.
Ο αιμοβόρος τύραννος, έδειχνε να τα έχει χαμένα. Δεν πίστευε στα μάτια του, γι’ αυτά που έβλεπε, να συμβαίνουν και δάγκωνε τις σάρκες του, από το κακό του. Άρχισε να προκαλεί την νεαρή Ευλαμπία, ότι προσποιείται και κάνει την Χριστιανή, ενώ έχει εραστή τον Ευλάμπιο και δεν είναι, αδελφός της. Αμέσως εισπράττει την απάντηση, από την νεαρή Ευλαμπία:
› Άκουσε τύραννε, για να μάθεις. Είμαι Χριστιανή και πιστεύω στο Μόνο Αληθινό Θεό, τον οποίο, προσκυνώ και λατρεύω. Μην ελπίζεις, ότι θα με τρομάξουν, τα όποια βασανιστήρια, εφαρμόσεις σε μένα. Μάθε ακόμη, ότι ο Ευλάμπιος είναι πραγματικά αδελφός μου, όχι μόνο στη σάρκα, αλλά και στην ψυχή.
Ο σκληρόκαρδος τύραννος, πριν καν προφθάσει, η νεαρή Ευλαμπία, να ολοκληρώσει τις φράσεις της, δίδει εντολή στους δήμιους, να την χτυπούν το πρόσωπο, μέχρι, που να το παραμορφώσουν. Το αγνό νεανικό της πρόσωπο, γέμισε από πληγές και από αίματα. Ο αδελφός Ευλάμπιος, δίπλα της, την ενθάρρυνε, να παραμείνει ανδρεία και να μην δειλιάσει. Αφού βεβαιώθηκε ο τύραννος, ότι και η νεαρή Ευλαμπία, δεν κάμπτεται, δίδει εντολή στους δήμιους, να βράσουν καζάνι με νερό και να ρίξουν μέσα, τους δυο Αγίους. Μόλις, ετοιμάστηκε το καζάνι και άρχισε να κοχλάζει το νερό, έριξαν πρώτο τον Άγιο Ευλάμπιο και προσκαλούσε την αδελφή του Ευλαμπία, να μην δειλιάσει, αλλά, να κάνει το ίδιο, γιατί το νερό παραμένει, δροσερό. Έτσι και οι δυο, μέσα στο ζεματιστό νερό, υμνούσαν και δοξολογούσαν, τον Θεό. Πολλοί από το συγκεντρωμένο πλήθος, πίστεψε, στο Αληθινό Θεό των Μαρτύρων και έγιναν Χριστιανοί.
Μόνο, το ανθρωπόμορφο τέρας, ο ηγεμόνας, δεν έβλεπε αυτά που συνέβαιναν και δίδει εντολή στους δήμιους, να τυφλώσουν τον Άγιο Ευλάμπιο. Πίστεψε, ο ασεβής, ότι έτσι, θα έκαμπτε την αδελφή του και θα την μετέστρεφε, πιο εύκολα. Στη συνέχεια δίδει εντολή, να κάψουν καμίνι, προκειμένου, να τους βάλει μέσα, για να τους ξεφορτωθεί. Μέχρις, ότου, μαζέψουν τα ξύλα, για να πυρακτώσουν το καμίνι, κρεμάει ο ασεβής την Αγία Ευλαμπία, από τα μαλλιά, για να την κάνει να πονάει και να υποφέρει, σε όλο το διάστημα της προετοιμασίας, που απαιτούνταν, να κάψουν το καμίνι. Μόλις, ετοιμάστηκαν όλα, οι δήμιοι παραλαμβάνουν τον τυφλό Άγιο Ευλάμπιο και τον οδηγούν στο καμίνι, ενώ, η αδελφή του μπαίνει στο καμίνι, τρέχοντας. Ο κόσμος, με κομμένη την ανάσα, παρακολουθούσε το θέαμα. Το πυρακτωμένο καμίνι, μεταβλήθηκε σε δροσιά, γιατί Άγγελος Κυρίου τους προστάτευε και οι Άγιοι, ξέσπασαν σε ύμνους, ευχαριστούντες και δοξολογούντες τον Θεό. Την ίδια ακριβώς ώρα οι παρευρισκόμενοι ξεσπούσαν σε ζητωκραυγές και αναφωνούσαν, ότι είναι ο Αληθινός Θεός, ο Θεός των Αγίων και έγιναν Χριστιανοί.
Μόνο, ο αιμοχαρής και αιμοβόρος τύραννος, δεν πίστευε στο θαύμα που συνέβαινε και απογοητευμένος από το αποτέλεσμα, δίδει εντολή να τους αποκεφαλίσουν. Την ίδια στιγμή οι δήμιοι, παραλαμβάνουν τον Άγιο Ευλάμπιο και του κόβουν το κεφάλι, ενώ, η αδελφή του Ευλαμπία αφήνει την τελευταία της πνοή, πριν, προφθάσουν οι δήμιοι και την ακουμπήσουν, με τα ακάθαρτα χέρια τους. Ήταν στις 10 Οκτωβρίου και τη μέρα αυτή, γιορτάζεται από την Εκκλησία μας.
ΠΗΓΕΣ:
1. Εκδόσεις Ορθόδοξου Τύπου, « ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΥΛΑΜΠΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΛΑΜΠΙΑ», Χαραλάμπους Δ. Βασιλοπούλου.
2. Απολυτίκια Αγίων, Byzmusic.gr, π. Νικόδημος Καβαρνός.
(Πηγή: «Οι Άγιοι Ευλάμπιος και Ευλαμπία», Σταυριανάκης Κωνσταντίνος)
«Οι άγιοι αυτοί που ήταν αδέλφια, έζησαν επί βασιλείας Μαξιμιανού, στην πόλη της Νικομήδειας, όταν εκεί ηγεμόνας ήταν ο Μάξιμος. Λόγω των διωγμών που είχαν ξεσπάσει, πολλοί από τους Χριστιανούς είχαν καταφύγει σ’ ένα όρος της περιοχής και κρύβονταν εκεί. Κάποια φορά έστειλαν τον άγιο Ευλάμπιο στην πόλη για να αγοράσει άρτους. Αυτός πράγματι κατέβηκε στην πόλη, όπου είδε να έχουν αναρτήσει γράμματα των βασιλικών διατάξεων και κάθισε να τα αναγνώσει. Κάποιοι ειδωλολάτρες τότε τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον βασιλιά. Στην ερώτηση του βασιλιά αν είναι χριστιανός, εκείνος ομολόγησε με θάρρος την πίστη του στον Χριστό. Ο βασιλιάς διέταξε να τον οδηγήσουν στον ναό των ειδώλων, για να τον αναγκάσουν να θυσιάσει στα είδωλα, ο άγιος όμως βλέποντας το είδωλο του Άρη, έδωσε εντολή στο είδωλο να πέσει κάτω, και πέφτοντας αυτό έγινε κομμάτια. Άρχισαν τότε να τον βασανίζουν, οπότε ήλθε στο μέσον του τόπου των βασάνων η αδελφή του Ευλαμπία, η οποία παρακαλούσε τον άγιο Ευλάμπιο να προσευχηθεί για χάρη της, προκειμένου να συμμαρτήσει με αυτόν. Καθώς τους έβαλαν και τους δύο πια σ’ έναν λέβητα που κόχλαζε, διακόσιοι άνδρες που παρευρίσκονταν εκεί, πίστεψαν στον Χριστό, βλέποντας ότι οι άγιοι δεν βλάφθηκαν καθόλου από το μαρτύριο αυτό, με αποτέλεσμα ο βασιλιάς να διατάξει να αποκεφαλιστούν οι άγιοι και οι διακόσιοι που πίστεψαν.»
Στη γιορτή των αγίων μεγαλομαρτύρων Σεργίου και Βάκχου, προ τριημέρου (7 Οκτωβρίου), τονίσαμε, με βάση τους ύμνους της ακολουθίας τους, ότι η κοινή τους πίστη στον Χριστό ήταν εκείνο που τους ένωνε και όχι κάποιος φυσικός δεσμός. Σήμερα, με τη μνήμη των αγίων Ευλαμπίου και Ευλαμπίας, έρχεται η Εκκλησία μας για να τονίσει ότι η ενότητα αυτών των αγίων βεβαίως οφείλεται στην κοινή πίστη τους – αυτό είναι το ουσιαστικό στοιχείο – αλλά «ενισχύεται» και με δύο άλλα ακόμη στοιχεία: την αυταδελφία τους, που λειτουργούσε σ’ αυτούς και ως φιλαδελφία, και την ομωνυμία τους. Οι άγιοι αυτοί ήταν αγαπημένα αδέλφια και είχαν και το ίδιο όνομα.
«Τη φιλαδελφία η ομωνυμία συγκραθείσα»: Ο υμνογράφος βεβαίως σπεύδει αμέσως στη συνέχεια να διευκρινίσει ότι όχι η φιλαδελφία αυτή, πολλώ μάλλον η ομωνυμία, αλλά η πίστη τους στον Χριστό ήταν εκείνο που τους έδινε τη δύναμη να μένουν σταθεροί στα μαρτύρια και να γίνουν άγιοι. Διότι η πίστη αυτή τους έκανε να ζουν με αγνότητα βίου και υπέρβαση των παθών, δηλαδή ήταν μία ζωντανή πίστη, γι’ αυτό και ενισχύονταν τόσο εμφανώς από τη χάρη του Θεού.
«Τη φιλαδελφία η ομωνυμία συγκραθείσα, και η αγνεία τη απαθεία συμμιχθείσα, αβλαβώς διεφύλαξε της γνώμης το εύτονον∙ όπου γαρ Θεός ο ποθούμενος, κόσμος όλος καταπεφρόνηται.»
Ο εκκλησιαστικός ποιητής θεωρεί σημαντικό το γεγονός ότι οι άγιοι έφτασαν σε επίπεδα αγνότητας και απαθείας, κατατροπώνοντας τον διάβολο, ήδη στη νεότητά τους. Νεαρός ο Ευλάμπιος, το ίδιο και η Ευλαμπία, με σωματικό σφρίγος, πάλεψαν με δύναμη εναντίον του πονηρού και των οργάνων του, και τους κατατρόπωσαν. Κι εκφράζει τον θαυμασμό του ο υμνογράφος, που νέος ο Ευλάμπιος, σε μία ηλικία δηλαδή που η ζωή βρίσκεται ολόκληρη μπροστά του και ο διάβολος του «χαμογελά» ποικιλοτρόπως, γιατί ξέρει τη «δύναμή» του από τις πολυχρόνιες νίκες του κατά της νεότητας, εκείνος τον «πονηρό αυτόν γέροντα» τον νίκησε με τη χάρη του Θεού.
«Νέω εν σώματι, Μάρτυς, τον παλαιόν της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς»: Με νεανικό σώμα, μάρτυς, πάλεψες με δύναμη τον παλαιό άρχοντα της κακίας. Πού είναι όλοι εκείνοι, οι οποίοι θεωρούν ως δεδομένο για τη νεότητα την πτώση στις αμαρτίες, και μάλιστα τις σαρκικές; Βεβαίως η νεότητα είναι πιο ευεπίφορη στα σαρκικά λεγόμενα αμαρτήματα, όχι όμως ότι εκ προοιμίου ένας νέος θα πέσει σ’ αυτά. Υπάρχουν νέοι, και πολλοί μάλιστα, οι οποίοι σαν τους αγίους Ευλάμπιο και Ευλαμπία αγωνίζονται με δύναμη, διατηρώντας την ψυχική και σωματική τους αγνότητα και φτάνοντας και σήμερα σε επίπεδα απαθείας. Πώς; Με τον τρόπο των σημερινών αγίων, όπως το αναφέραμε και παραπάνω:
«...όπου Θεός ο ποθούμενος, κόσμος όλος καταπεφρόνηται.»
Το ζητούμενο λοιπόν είναι όχι η ηλικία, αλλά ο πόθος του Χριστού. Μόλις η αγάπη του Χριστού «πληγώσει» την καρδιά του ανθρώπου, ανεξάρτητα από ηλικία, εκεί παρουσιάζονται όλα τα θαύματα και όλες οι νίκες κατά του «κακού γέρου».
Δεν θέλουμε να τελειώσουμε, πριν αναφερθούμε και σ’ αυτό που μας λέει το συναξάρι. Η αγία Ευλαμπία, βλέποντας τον αδελφό της στο μαρτύριο, παρακινήθηκε για να μαρτυρήσει και αυτή. Πόση δύναμη πράγματι έχει το παράδειγμα του άλλου. Η πράξη του άλλου, αυτό που επιτελεί, είναι εκείνο που δημιουργεί την τάση προς μίμηση. Διότι ο άνθρωπος είναι ον που μιμείται. Ο ένας παρασύρει, θα λέγαμε, τον άλλον. Συνήθως μιλάμε για τη μίμηση, φορτίζοντάς την με αρνητικό μόνο περιεχόμενο. Η μίμηση όμως είναι από τα σπουδαιότερα μέσα, που αν αξιοποιηθεί σωστά, οδηγεί τον άνθρωπο, και ιδίως τον νέο, σε μεγάλα ύψη αγιότητας. Το σημειώνει και ο λόγος του Θεού. Ο απόστολος Παύλος για παράδειγμα, καλεί να τον μιμηθούν οι πιστοί, όπως εκείνος άλλωστε μιμήθηκε τον Χριστό: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Το ίδιο καλεί και ο απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος: «μη μιμού το κακόν, αλλά το αγαθόν». Ξέρει ο απόστολος τη δύναμη της μίμησης, γι’ αυτό και λέει να μιμούμαστε το αγαθό και όχι το κακό. Είναι ευνόητο βεβαίως πόσο πρέπει να προσέχουμε οι μεγαλύτεροι, ιδίως οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι κληρικοί, ώστε αυτό που εμείς κάνουμε ως σωστό, αυτό και να προσφέρεται προς μίμηση και για τους μικρότερους. Κι από την άλλη, πόσο πρέπει να προσέχουμε τις φιλίες μας. Τι καλό θα ήταν ο καθένας μας να είχε φίλους, οι οποίοι θα τον παρακινούσαν διαρκώς στο αγαθό. Τι καλό θα ήταν εμείς να αποτελούμε το παράδειγμα, ώστε να παρακινούμε τους άλλους στο αγαθό!
(Πηγή: «ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΥΛΑΜΠΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΛΑΜΠΙΑ», παπά Γιώργης Δορμπαράκης, Ακολουθείν)
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα). Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τῆς φύσεως θεσμῶ, συνημμένοι ἐνθέως, ὁμόψυχοι στερρῶς, ὡς ὀμαίμονες θεῖοι, αὐτάδελφοι Μάρτυρες, ἐν ἀθλήσει ὠράθητε, ὦ Εὐλάμπιε, σὺν τὴ σεμνὴ Εὐλαμπία, ὅθεν στέφανον, νικητικὸν δεδεγμένοι, ἠμᾶς διασῴζετε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Οἱ Μάρτυρες σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, τὸ στέφος ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον· ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοὺς γενναίους Μάρτυρας, καὶ ἀδελφοὺς κατὰ σάρκα, τὸν σοφὸν Εὐλάμπιον, καὶ Εὐλαμπίαν τιμῶμεν, οὗτοι γὰρ τῶν τυραννούντων μηχανουργίας, ᾔσχυναν τῇ δυναστείᾳ τοῦ σταυρωθέντος· ἀνεδείχθησαν διόπερ, Μαρτύρων δόξα, ὁμοῦ καὶ καύχημα.
Ὁ Οἶκος
Τὴν δυάδα πιστοὶ τῶν Ἀθλοφόρων σήμερον, ἐν ᾠδαῖς ἱεραῖς καὶ ὕμνοις εὐφημήσωμεν, ὅτι τῶν εἰδώλων καθεῖλον τὴν πλάνην, πολυθεΐας τὸ πῦρ κατασβέσαντες, καὶ δαίμονας ᾔσχυναν, τῶν δὲ τυράννων τὸν θυμὸν οὐκ ἔπτηξαν ξίφη τε καὶ πῦρ μὴ δειλιάσαντες, οὔτε θηρίων ὁρμὰς ἀγρίων, ἀγωνισάμενοι καλῶς, Εὐλάμπιος ὁ εὐκλεής, σὺν τῇ σεπτῇ Εὐλαμπίᾳ, ἀδελφοὶ σύναθλοι δειχθέντες, Μαρτύρων δόξα, ὁμοῦ καὶ καύχημα.
Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Μαρτύρων σεπτὴ δυάς, Εὐλάμπιε μάκαρ, σὺν τῇ Εὐλαμπίᾳ τῇ ἀδελφῆ, καὶ διακοσίους, Ἁγίους Ἀθλοφόρους, ὑπὲρ ἡμῶν Κυρίῳ, ἀεὶ πρεσβεύσατε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἐκλαμπρὸν ἐν ἄθλοις καὶ θεαυγῆ, Εὐλάμπιε Μάρτυς, Εὐλαμπία ἡ εὐκλεής, σὲ τεθεαμένη, ἐκλάμπρως κοινωνεῖ σοι, τῶν ὑπερλάμπρων πόνων· μεθ’ ἧς τιμῶμέν σε.
Πηγή: Σταυριανάκης Κωνσταντίνος, Ακολουθείν, Ορθόδοξος Συναξαριστής, Μέγας Συναξαριστής
Απ’ τα πρώτα παιδικά μας χρόνια, τότε που στο σχολείο ακούγαμε το δάσκαλο να μας μιλάει για το Διονύσιο Φιλόσοφο ή Σκυλόσοφο και το Κίνημα του, παραμένει ζωντανό στη μνήμη μας το δράμα του προδομένου και γδαρμένου ζωντανού Δεσπότη κάθε φορά δε που μας δίνεται η ευκαιρία, μέσα από τα κείμενα και τα γεγονότα της εποχής του και των μεταγενέστερων εποχών, εύκολα αντιλαμβανόμαστε πως το δράμα εκείνο δε συνδέεται μονάχα με το Διονύσιο το Φιλόσοφο και τους λίγους αγωνιστές της λευτεριάς που στήριξαν την Επανάσταση του είναι ταυτόχρονα και δράμα ολόκληρου του Γένους μας, σε τελευταία ανάλυση δράμα δικό μας.
Και τούτο γιατί η Επανάσταση του 1611, υπήρξε το πρώτο απελευθερωτικό Κίνημα των υπόδουλων Ελλήνων εναντίον των Τούρκων. Κατέληξε, δυστυχώς, σε οικτρή αποτυχία σημάδεψε όμως το γεγονός αυτό, αποφασιστικά μάλιστα, την ιστορία της πόλης μας, της Ηπείρου και ολοκλήρου του Ελληνικού Γένους, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Και σήμερα ακόμα που συμπληρώθηκαν 390 ολόκληρα χρόνια από την εκδήλωση του, μπορούμε με το νου και την καρδιά, να συλλάβουμε το μεγαλείο του, ιδιαίτερα κάτω απ’ τις αντίξοες συνθήκες που έγινε το ξετύλιγμα του.
Το περίφημο Δεσποτάτο της Ηπείρου, στην εποχή του οποίου τα Γιάννινα είχαν αποβεί μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κέντρο αξιόλογο του μεσαιωνικού Ελληνισμού, είχε σβήσει οριστικά από καιρό.
Απ’ το 14ο αιώνα είχε γίνει αισθητή η εμφάνιση των Τούρκων στη Βαλκανική. Στα 1430 καταλαμβάνουν και καταστρέφουν τη Θεσσαλονίκη. Ο σουλτάνος Μουράτ ο Β’ δίνει εντολή στο στρατηγό Σινάν να καταλάβει τα Γιάννινα. Πριν εκτελέσει τη διαταγή ο Σινάν στέλνει τελεσίγραφο στο Μητροπολίτη και τους προκρίτους και ζητάει την πόλη και τα κάστρα της. Μπροστά στην απειλή της καταστροφής και του εξανδραποδισμού οι Γιαννιώτες διαπραγματεύονται την αναίμακτη υποταγή. Τα Γιάννινα περιέρχονται στους Τούρκους στις 9 Οκτωβρίου του 1430. Με τη συνθήκη, που υπογράφτηκε στο Κλειδί της Μακεδονίας, ο Σινάν παραχωρούσε αρκετά προνόμια στους Γιαννιώτες.
Διαφωτιστικός, στο σημείο αυτό, ο περίφημος «Ορισμός» του Σινάν Πασά, όπως τον αντέγραψε, απ’ τον Σιναϊτικό Κώδικα, ο Κων/νος Αμαντος και τον παρουσίασε στα «Ηπειρωτικά Χρονικά», το έτος 1930.
«Του Σινάν πασά ορισμός και χαιρετισμός εις τον πανιερώτατον μητροπολιτών Ιωαννίνων και εις τους εντιμότατους άρχοντες, μικρούς τε και μεγάλους.
Να ηξευρετε οτι μας έστειλεν ο μέγας αυθεντης να παραλάβωμεν του Δούκα τον τόπον και τα κάστρη του. Και ωρισέν μας γουν ούτως! ότι οποίον κάστρο και χώρα προσκύνηση με το καλόν, να μηδέν έχει κανένα φόβον, ούτε κακόν ούτε κουρσεμόν αλλ’ ούτε κανέναν χαλάσμον. και οποίον κάστρο και χώρα δεν προσκυνήσουσιν, ώρισεν να τα καταλύσω και να τα χαλάσω εκ θεμελίων, ώσπερ εποίησα και την θεσσαλονίκην. Διά τούτο γράφω και λέγω σας ότι να προσκυνήσετε με το καλόν και μηδέν πλανηθείτε και ακούσετε των Φράγκων τα λογία ότι τίποτε δεν σας θέλουν ωφελήσει, πλην αν σας χαλάσουν καθώς εχαλάσασιν και τους θεσσαλονικαίους. Και ένεκεν τούτου ομνέω σας τον θεόν του Ουρανού της γης και τον προφήτην Μωάμεθ και εις τα επτά μουσάφια και εις τους εκατόν εικοσιτέσσαρες χιλιάδες προφηταις του Θεού και εις την ψυχήν μου και εις την κεφαλην μου και εις το σπαθί όπου ζώνομαι ότι να μηδέν έχετε κανέναν φόβον, μήτε αιχμαλωτισμόν, μητε πιασμόν παιδιών, μήτε εκκλησίας να χαλάσωμεν. Ο μητροπολίτης να έχει την κρίσιν του την ρωμαϊκήν και όλα τα εκκλησιαστικά δικαιώματα: οι άρχοντες όσοι έχουσιν τιμάρια, πάλιν να τα έχουσιν τα γονικά τους, τα υποστατικά τους και τα πράγματα τους όλα να τα έχουν χωρίς τινός λόγου και άλλα είτι ζητήματα θέλετε ζητήσει να σας τα δώσωμεν. Ει τε και σταθείτε πεισματικά και δεν προσκυνήσετε με το καλόν να ηξεύρετε ότι ωσπερ εδιαγουματίσαμεν την Θεσσαλονίκην και εχαλάσαμεν ταις εκκλησίαις και ερημώσαμεν και αφανίσαμεν τα πάντα, ούτως θέλομεν χαλάσει εσάς και τα πράγματα σας και το κρίμα να το γυρέψη ο θεός απ’ εσάς».
Ο «Ορισμός» του Σινάν Πασά εξασφάλιζε στους Γιαννιώτες, όχι σε όλους βέβαια, αλλά στο μητροπολίτη και στους «εντιμότατους άρχοντες» πολύτιμα προνόμια. Προνόμια όμως που δεν τα απολάμβαναν πάντοτε και τα οποία εύκολα τα καταπατούσαν αυτοί που ήταν υπεύθυνοι για την εφαρμογή τους. Όπως κι αν εφαρμόστηκε όμως ο «Ορισμός» του Σινάν Πασά, γεγονός που δεν μπορεί κανένας να αμφισβητήσει είναι ότι ο Ορισμός αυτός έχει ιδιαίτερη σημασία, όχι μονάχα για την Ήπειρο, αλλά και για ολόκληρη την Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Είναι η πρώτη συμφωνία που έγινε επίσημα από τους Τούρκους για την κατάκτηση ενός τόπου. Σε αυτή τη συμφωνία που θα επηρεάσει σημαντικά την εξέλιξη της Ηπείρου, θα στηριχτούν και άλλες περιοχές, όπως η Χίος και οι Κυκλάδες, για να εξασφαλίσουν τα προνόμια τους.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, από τον ηγεμονικό θρόνο των Ιωαννίνων, κυβερνούσε, σαν απόλυτος μονάρχης, την Ήπειρο ο περίφημος Ασλάν πασάς, κτήτορας του ομώνυμου τζαμιού, στο οποίο σήμερα στεγάζεται το δημοτικό μουσείο, και γενάρχης, της δυναστείας των Ασλάν. Οι Τούρκοι είχαν αρχίσει από καιρό να παραβιάζουν τα προνόμια που είχαν παραχωρήσει στους ραγιάδες και, συχνά, προέβαιναν σε πρωτόγνωρες βιαιοπραγίες που μετέβαλαν τη ζωή των Ηπειρωτών σε πραγματικό μαρτύριο. Αισθάνονταν να τρέμουν κάπως τα πόδια τους και βρίσκονταν πάντοτε σε άγρυπνη επιφυλακή απέναντι των χριστιανών ηγεμόνων της Ευρώπης, αλλά και απέναντι του ατίθασου ραγιά, που αψηφούσε καταστροφές και μαρτύρια και αγωνιζόταν, με μανία, εναντίον τους.
Την ίδια εποχή η Ευρώπη, και συγκεκριμένα η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, αποτελούσε το κέντρο του «πολιτισμένου» κόσμου.
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τις ανακαλύψεις και το χρήμα των αποικιών ρέει άφθονο. Δυο είναι οι κύριοι εχθροί της Χριστιανικής Ευρώπης : οι αιρετικοί και η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Για τους αιρετικούς φροντίζει η Ιερά Εξέταση. Για την Οθωμανική Αυτοκρατορία η φροντίδα ανατίθεται στους υπόδουλους λαούς. Όλη η Βαλκανική Χερσόνησος, ειδικότερα δε η Ήπειρος, η Αλβανία, η Θεσσαλία και η Πελοπόννησος, οργώνεται κυριολεκτικά από απεσταλμένους των Ευρωπαίων αυτοί εκμεταλλεύονται τον πόθο των σκλαβωμένων για την λευτεριά τους ξεσηκώνουν, αλλά γρήγορα τους προδίνουν και τους πουλάνε στο σουλτάνο. Η κίνηση πάντως στη Δύση εναντίον της Τουρκίας είναι ζωηρότατη αυτή η κίνηση ηλεκτρίζει τον πατριωτισμό των Ελλήνων. Η μεγάλη ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1511, στην οποία πήραν μέρος και οι Έλληνες, και στην οποία καταστράφηκε ο Τουρκικός στόλος, αναπτέρωσε, οπωσδήποτε, τις ελπίδες. Λίγα χρόνια αργότερα ο αρματολός της Βόνιτσας και του Λούρου Θεόδωρος Γρίβας κήρυξε την επανάσταση στην Ακαρνανία και στην Ήπειρο. Την ίδια εποχή εξεγέρθηκαν οι αρματολοί της Ηπείρου Πούλιος Δράκος και Μαλάμας. Όλες αυτές τις επαναστατικές κινήσεις υποκινούσαν και υπέθαλπαν οι Χριστιανοί της Δύσης. Αυτοί, αφού, με υποσχέσεις, ξεσήκωναν το ραγιά, τον εγκατέλειπαν, τελικά, στην εκδικητική μανία των Τούρκων και τον πρόδιναν αδίσταχτα.
Όμως ο πολύπαθος ραγιάς ποτέ δεν έχασε το θάρρος και δεν απέβαλε την ελπίδα για την εθνική του αποκατάσταση. Μόλις έβρισκε την ευκαιρία ξεσηκωνόταν. Δίπλα στο ραγιά οι φωτισμένοι δάσκαλοι του Γένους που είχαν υψώσει, από πολύ ενωρίς, τον πυρσό της διαφώτισης, πιστεύοντας, πολύ πριν από τον Κοραή, πως το Γένος για να λυτρωθεί πρέπει πρώτα να μορφωθεί. Και δίπλα σ’ αυτούς και λαμπροί κληρικοί, απ’ τους οποίους οι πιο πολλοί ήταν βαθιά καλλιεργημένοι. Και αυτοί πήραν στα χέρια τους τις τύχες του Έθνους, προσπάθησαν και κατόρθωσαν να διατηρήσουν τη Θρησκεία και τον Εθνισμό τους, γιατί είχαν μέσα τους βαθιά την πεποίθηση πως ο Θεός δεν ήταν δυνατό να έχει εγκαταλείψει το δουλωμένο Γένος και πως μια μέρα, αργά ή γρήγορα, θα αποχτούσε τη λευτεριά του.
Μια τέτοια φλογερή ιδιοσυγκρασία ήταν ο Διονύσιος. «Πρωτοστάτης γενόμενος κατά το Σπυρίδωνα Λάμπρο της μακράς σειράς των ηρώων και μαρτύρων οίτινες κατά τους χρόνους της δουλείας και κατά τας ημέρας του περί ανεξαρτησίας αγώνος ηγωνίσθησαν και εθυσιάσθησαν προς εξυπηρέτησιν της πατρίδος».
Ο Διονύσιος καταγόταν απ’ την Ήπειρο και πιθανώς απ’ την επαρχία της Παραμυθιάς : Έγινε από μικρή ηλικία μοναχός και εμόνασε στο ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου στο Διχούνι, που βρισκόταν τότε στην ακμή του και αποτελούσε ένα ισχυρό κληρικό φέουδο, είχε 18 Μετόχια, πολλά και πλούσια κτήματα σε 25 χωριά της Ηπείρου. Επειδή ξεχώρισε ανάμεσα στους άλλους συμμαθητές του, στάλθηκε, στη συνέχεια, για να συμπληρώσει τις σπουδές του στα διάσημα πανεπιστήμια της Βενετίας και της Πάδοβας στην Ιταλία. Εκεί σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία, φυσική και ιατρική. Γύρω στα 1580 επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνεχίζει τις σπουδές του ασχολείται με τη λογική, τη γραμματική, την ποιητική, ακόμα και με την αστρομαντεία. Σε αυτές τις πλούσιες γνώσεις που απέκτησε με τις σπουδές του και με τα ταξίδια του, οφείλεται, φαίνεται, και η ονομασία του «φιλόσοφος». Σπουδαίες ενδείξεις για την εκπαίδευση και τη μόρφωση του Διονυσίου, μας δίνει ακόμα και ο πιο σκληρός επικριτής του, ο Μάξιμος ο Πελοποννήσιος, ο οποίος μαρτυρεί ότι «δεν εθεώρει εαυτόν απλώς ο ίδιος ο Διονύσιος Φιλόσοφον, αλλ’ υπό πάντων ούτως ετιτλοφορείτο».
Στην Κωνσταντινούπολη ο Διονύσιος πήρε ενεργό μέρος και στις ενδοεκκλησιαστικές έριδες, από τις οποίες, εκείνη την εποχή, συγκλονιζόταν το Πατρειαρχείο ήταν Ιεροδιάκονος του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιερεμία. Στη μια αντιμαχόμενη πλευρά ανήκει ο Ιεροδιάκονος Διονύσιος και στην άλλη ο διάκονος Μάξιμος. Οι δυο αυτοί κληρικοί θα συναντηθούν αργότερα στα Γιάννινα από τη διαμάχη τους αυτή στην Κωνσταντινούπολη εξηγείται το πάθος και το μίσος του Μαξίμου εναντίον του Διονυσίου, όπως αυτά εκδηλώνονται μέσα από το «Στηλιτευτικό λόγο» του, που θα μας απασχολήσει στη συνέχεια.
Ο Πατριάρχης Ιερεμίας αναγνωρίζει τη μόρφωση και τα προσόντα του Διονυσίου, τον προάγει αρχικά σε Μέγα Αρχιδιάκονο και ένα χρόνο αργότερα, το 1593, σε επίσκοπο Λαρίσης. Ο Διονύσιος μεταφέρει την έδρα της επισκοπής από τη Λάρισα στην Τρίκκη. Ως λόγος αυτής της μετακίνησης αναφέρεται το γεγονός ότι η Λάρισα είχε τότε πολύ λίγους κάτοικους, αυτό όμως δε φαίνεται ότι ευσταθεί. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δημήτριος Σαλαμάγκας στο βιβλίο του «Η Σπηλιά του Σκυλοσόφου» η Λάρισα ήταν εκείνη την εποχή μια μεγάλη σε πληθυσμό πόλη υποθέτει δε ότι αυτή η μετακίνηση έγινε για να μπορέσει ο Διονύσιος να οργανώσει καλύτερα την εξέγερση εναντίον των Τούρκων.
Ως επίσκοπος Τρίκκης ο Διονύσιος έζησε το δράμα του υπόδουλου Ελληνισμού. Το σκλαβωμένο Γένος είχε παραδοθεί στους βασανισμούς, στην εξαθλίωση και στους εξισλαμισμούς. Ο ραγιάς δεν μπορούσε να υπομείνει άλλο τους Τούρκους. Αυτό το βάρος της Τούρκικης Τυραννίας το ένιωσε καλά ο Διονύσιος. Για να τινάξει αυτό το βάρος προχώρησε στα δυο γνωστά απ’ την ιστορία κινήματα του, το πρώτο στη Θεσσαλία το 1600, και το δεύτερο στα Γιάννινα το 1611.
Κατά το μήνα Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 1600 κήρυξε ο Διονύσιος την επανάσταση του κατά του Σουλτάνου. Ο Διονύσιος προετοίμασε αυτή την εξέγερση και ήρθε σε συνεννόηση με τους αρματολούς των Αγράφων. Δεν είναι δυστυχώς γνωστό πώς προπαρασκευάστηκε, πόσο χρονικό διάστημα διήρκεσε και με ποια μέσα έγινε η εξέγερση. Το μόνο που ιστορικά γνωρίζουμε είναι ότι η εξέγερση αυτή απέτυχε. Κατά πάσα πιθανότητα ο Διονύσιος έπεσε θύμα προδοσίας. Με τη βοήθεια ίσως Ισπανών ή Νεαπολιτών ο Διονύσιος κατάφερε να ξεφύγει στην Ιταλία, εγκαταλείποντας την αρχιερατική του έδρα και το ορμητήριο της επανάστασης. Η σχετική Εκκλησιαστική Πράξη του Πατριαρχείου, με την οποία απομακρύνθηκε απ’ την αρχιερατική του έδρα, χαρακτηρίζει την επανάσταση του Διονυσίου ως «πράγμα επιβλαβές και επόλεθρον κατά τε της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, της επαρχίας αυτού ταύτης και παντός του Γένους των ευσεβών τολμηρώς και αλογίστως αποστασίαν μελετήσας κατά της βασιλείας του Πολυχρονίου βασιλέως σουλτάν Μεχμέτ και πολλά των ατόπων διανοήθεις και σκεψάμενος, πάνυ οντα μετά επίβουλης και κινδύνων θανατηφόρων, πολλούς μεν των ιερωμένων και λαϊκών, αλλά δη και αρχιερέων, αισχίστων θανάτων υποπεσείν παρεσκεύασεν».
Ο μητροπολίτης Τρίκκης Σεραφείμ, ο οποίος αργότερα ονομάστηκε άγιος, πέθανε με μαρτυρικό θάνατο, επειδή στήριξε το Διονύσιο. Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο Διονύσιος δεν καθαιρέθηκε από το αρχιερατικό αξίωμα, αλλά θεωρήθηκε έκπτωτος από το μητροπολιτικό θρόνο της Λάρισας, τον οποίο επί έξι μήνες είχε εγκαταλείψει.
Η αποτυχία της Θεσσαλικής επανάστασης δεν αποθάρρυνε το Διονύσιο. Σκοπό της ζωής του ο φιλόπατρης αυτός ιεράρχης είχε θέσει τη λύτρωση του Γένους από τη σκλαβιά ήξερε καλά ότι η εκπλήρωση ενός τέτοιου υψηλού σκοπού δεν μπορούσε να γίνει χωρίς θυσίες. Αυτό ακριβώς τον οδήγησε στην Ιταλία και στη Ισπανία, όπου ήλπιζε ότι θα εξασφαλίσει τα απαραίτητα μέσα για να ξεκινήσει νέα επανάσταση εναντίον των Τούρκων. Με την υπόσχεση για βοήθεια από τους ξένους, και ιδιαίτερα από τους Ισπανούς, επιστρέφει ο Διονύσιος, το 1609, στην Ήπειρο. Στην Ήπειρο, την ίδια εποχή, βρέθηκε, αφού πιάστηκε αιχμάλωτος από πειρατές και εξαγοράστηκε από τους Ηπειρώτες, ο Μάξιμος. Τον είχαν φέρει οι Γιαννιώτες ως δάσκαλο στα Γιάννινα. Οι δρόμοι του Μαξίμου και του Διονυσίου ξανασμίγουν, μετά την Κων/λη, στα Γιάννινα. Έτσι το παλιό μίσος του Μαξίμου θα ξαναξυπνήσει μετά την αποτυχία της εξέγερσης του 1611 και θα αποβεί ο πιο σκληρός επικριτής του Διονυσίου.
Ο Διονύσιος επιστρέφει στο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου στο Διχούνι, απ’ όπου είχε ξεκινήσει τη σταδιοδρομία του. Επί δύο χρόνια οργώνει τα χωριά της Θεσπρωτίας και προπαγανδίζει τις ιδέες του για την εξέγερση. Ίσως δεν είναι τυχαίο που διάλεξε να ξεσηκώσει πρώτα τους κατοίκους της Παραμυθιάς. Δεν ήταν μόνο που η Παραμυθιά ήταν η περιοχή που γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Ήταν επίσης το γεγονός ότι η περιοχή ελεγχόταν από ντόπιους φυλάρχους πρόθυμους να κάνουν πόλεμο προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα τους. Τέτοιες δυνατότητες δεν παρείχαν οι κάτοικοι του Ζαγορίου και των Κουρέντων, γιατί τα προνόμια της περιοχής που είχαν εξασφαλίσει με τον ορισμό του Σινάν Πασά εύκολα μπορούσαν να τους οδηγήσουν να προδώσουν οποιοδήποτε κίνημα που θα έβλαπτε τα συμφέροντα τους.
Παράλληλα ο Διονύσιος είχε φροντίσει να βρει και ανάλογα στηρίγματα μέσα στο Κάστρο των Ιωαννίνων. Το Κάστρο εκείνη την εποχή ήταν ένα απόρθητο φρούριο και θα ήταν αδύνατο σε εξεγερμένους χωρικούς να κατακτήσουν τα Γιάννινα, χωρίς να έχουν συμμάχους τους Καστρινούς. Αυτό το ήξερε καλά, με την πολιτική πείρα που διέθετε, ο Διονύσιος. Κάποια στηρίγματα, ασφαλώς, είχε στο Κάστρο ο Διονύσιος. Ανάμεσα απ’ αυτά και ο επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως Ματθαίος που αναπλήρωνε στα καθήκοντα του το βαριά άρρωστο μητροπολίτη Μανασσή. Μια μεγάλη μερίδα όμως των Καστρινών, αυτών που ήταν οικονομικά ισχυροί, ήταν ικανοποιημένη με την κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή στα Γιάννινα. Στο Κάστρο των Ιωαννίνων επικρατούσε ακόμα το παλιό φεουδαρχικό σύστημα. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που απολάμβαναν πλούσια τα προνόμια τους από τους Τούρκους.
«Μέσα στο Γιαννιώτικο Κάστρο, γράφει ο Σαλαμάγκας ζούσε η αντίδραση. Προστατευμένη από τα τείχια του, ζούσε εκεί η δύναμη και ο πλούτος, η χλιδή και η ασφάλεια, ο χορτασμένος εγωισμός που δε νιώθει την ξένη αθλιότητα, την ξένη κατάθλιψη, τον ξένο πόνο. Οι άνθρωποι οι συντηρητικοί, οι σκεπτικιστές, οι διστακτικοί και συμφεροντολόγοι, οι έτοιμοι πάντα για κάθε συμβιβασμό και κάθε ταπεινή υποτέλεια οι οκνηροί, οι δειλοί, οι δύσπιστοι. Οι άνθρωποι που ζούσαν κι αυτοί, όπως κι ο κατακτητής, από τον ιδρώτα και το αίμα του αγρότη, οι μεγάλοι φεουδάρχες και αξιωματούχοι».
Δεν ξέρω αν είναι κάπως υπερβολικοί ή αυστηροί αυτοί οι χαρακτηρισμοί του Σαλαμάγκα. Όμως, όπως συμπληρώνει ο ίδιος, αμέσως πιο κάτω, «ιστορία δεν είναι μονάχα να λιβανίζεις και να δικαιολογείς. Ιστορία είναι και να δέρνεις, να εξευτελίζεις και να κεραυνώνεις φτάνει μονάχα να έχεις προθέσεις αγαθές».
Αυτό που επισημαίνει ο Σαλαμάγκας συνέβηκε επανειλημμένα και εξακολουθεί να συμβαίνει δυστυχώς και σήμερα. Ο άνθρωπος ο χορτάτος, παραδομένος στον πλούτο, στη χλιδή και στην ασφάλεια, δε νιώθει την αθλιότητα του άλλου, δε συμμερίζεται τον πόνο του.
Αυτό, φαίνεται, συνέβη και κατά το ιστορικό εκείνο βράδυ της 10ης προς την 11η Σεπτεμβρίου του 1611 τότε που εκδηλώθηκε το Κίνημα του Διονυσίου. Ο Ασλάν Πασάς απουσιάζει από τα Γιάννινα. Στα Γιάννινα βρίσκεται μόνο ο Οσμάν Πασάς με λιγοστούς άντρες. Η Οθωμανική συνοικία βρίσκεται στη συνοικία του Αγίου Νικολάου στην Αγορά. Οι επαναστάτες επιτίθενται πρώτα στην Οθωμανική συνοικία. Ο Οσμάν Πασάς, την τελευταία στιγμή, κατορθώνει να σωθεί με 30 άντρες. Σειρά έχουν, έπειτα, οι Καστρινοί. Οι επαναστάτες επιτίθενται εξαγριωμένοι. Το αρχικό σύνθημα «Κύριε Ελέησον» συμπληρώνεται από τα συνθήματα «χαράτσι, χαρατσόπουλο» και «αναζούλι – αναζουλόπουλο» με τα οποία υπονοούσαν τους μισητούς νέους φόρους που, πριν λίγο, είχαν επιβληθεί από το σουλτάνο. Στους επαναστάτες έρχονται να προστεθούν και ντόπιοι φτωχοί και κατατρεγμένοι. Τα Γιάννινα παραδίνονται στις φλόγες. Οι Καστρινοί ξέρουν ότι αν οι επαναστάτες μπουν μέσα στο Κάστρο θα τους αντιμετωπίσουν ως μισητά αφεντικά. Γι’ αυτό κρατούν τις πόρτες του Κάστρου κλειστές. Έτσι το Κίνημα του Διονύσιου είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Το «Χρονικό» μάλιστα που είχε υπόψη του ο Αραβαντινός, αναφέρει ρητά πως μόλις ξημέρωσε «οι Ρωμαίοι του Κάστρου, επειδή ήταν λίγοι οι Τούρκοι, ενώθηκαν με αυτούς και τότε όλοι μαζί επολέμησαν τον κακοδιονύσιον και τον κατεχάλασαν». Αν η καταγγελία αυτή είναι αληθινή, τότε εξηγείται σε μεγάλο βαθμό η αποτυχία του Κινήματος. Οι επαναστάτες, όσοι απ’ αυτούς είχαν απομείνει, διαλύονται. Η εκδίκηση των Τούρκων κατά των επαναστατών υπήρξε απερίγραπτα φριχτή. Άλλοι κάηκαν ζωντανοί, άλλοι σουβλίστηκαν, άλλοι κρεμάστηκαν. Ο ίδιος ο Διονύσιος καταφεύγει στη γνωστή μέχρι σήμερα σπηλιά κάτω από το κάστρο στις όχθες της Λίμνης. Το τέλος του υπήρξε τραγικό. Ο συντάκτης του «Ηπειρωτικού Χρονικού», μας δίνει τις σχετικές λεπτομέρειες.
«Συλλαβόντες αυτόν – αναφέρει – ηγαγον δέσμιον προς τους Τούρκους, οίτινες, χωρίς τινός εξετάσεως, τον έγδαρον ζωντανόν και γεμίσαντες το δέρμα του άχυρον, τον περιέφερον από πόλεως εις πόλιν και τέλος εις αυτήν την Κωνσταντινουπολιν».
Στην Κωνσταντινούπολη, όπως αναφέρει σε επιστολή του ο εκεί Ενετός πρεσβευτής, την οποία δημοσίευσε στα «Ηπειρωτικά Χρονικά» ο Κων/νος Μέρτζιος, το ανήκουστο αυτό θέαμα δεν άρεσε στο Μέγα Βεζύρη «διότι μόλις έφθασαν ενώπιον του, τους ηρώτησε με αυστηρόν ύφος διατί δεν τον έφεραν ζωντανόν και αμέσως διέταξε να ρίψουν τα κεφάλια και το δέρμα εις τον σταύλον των αλόγων του Σουλτάνου και ούτως έλαβε πέρας το οικτρόν τούτο συμβάν».
Το γεγονός πάντως ότι το σώμα του γδαρμένου επαναστάτη Διονυσίου, το περιέφεραν από πόλη σε πόλη και μέχρι την Κωνσταντινούπολη, μαρτυρεί ότι το επαναστατικό του Κίνημα δεν ήταν μικρό και τυχαίο, ούτε είχε τοπική μόνο σημασία. Αντίθετα αποδεικνύει ότι η σημασία του ήταν ευρύτερη και το ενδιαφέρον γενικότερο. Με τη θηριωδία αυτή οι Τούρκοι εκδικήθηκαν το Διονύσιο για τα δύο επαναστατικά του κινήματα. Και δεν περιορίστηκαν μόνο στο Διονύσιο. Οι συνέπειες υπήρξαν πράγματι τραγικές για τα Γιάννινα και για την Ήπειρο ολόκληρη. Οι Χριστιανοί εκδιώχτηκαν απ’ το Κάστρο. Δεν έμεινε τίποτε σ’ αυτό που να θύμιζε Βυζαντινή πόλη. Οι εκκλησίες καταστράφηκαν. Πολλοί Γιαννιώτες αναγκάστηκαν να πάρουν το γνώριμο δρόμο της ξενιτιάς. Ο φόβος και ο τρόμος κυριάρχησαν σε ολόκληρη την Ήπειρο. Με βάση αυτές τις συνέπειες κρίθηκε και κατακρίθηκε ο Διονύσιος και το Κίνημα του. Ένα κίνημα που απέτυχε και απέτυχε οικτρώς. Όπως όμως αναφέρει ο Μητροπολίτης Παραμυθίας και Φιλιατών Αθηναγόρας σε άρθρο του με τίτλο «Διονύσιος ο Σκυλόσοφος», «η αποτυχία του Κινήματος του Διονυσίου, οφείλεται, εκτός των άλλων, και στην αντιπατριωτική διαγωγή του Μαξίμου και των ομοφρονούντων με αυτόν, η επέμβαση των οποίων επέφερε την τραγικήν καταστροφήν». Την καταστροφή αυτή απηχούσε παλιότερο δημοτικό τραγούδι του Λαού της Ηπείρου με τους παρακάτω στίχους :
Δεσπότη μου, Τι σήκωσες τον κόσμο στο σεφέρι,
και ρήμαξαν τα Γιάννενα και ρήμαξεν ο τόπος;
Μείναν τα σπίτια αδειανά, γέμισαν τα χανδάκια
κι ο Τούρκος δεν απόσωσε να κόβει και να καίει.
Εδώ αρπάζουν κόρακες κι εκεί οι Γιαουντήδες.
Δεν έχ’ η μάνα πια παιδιά και τα παιδιά γονέους.
Κι εσένα το τομάρι σου το στείλανε στην Πόλη
να τρων οι κότες πίτουρα να νταβουλάν οι γύφτοι
για να ξυπνάει η Τουρκιά να κάνει ραμαζάνι.
«Αλλ’ έστι δίκης οφθαλμός» συνεχίζει ο Αθηναγόρας. «Ο σπόρος της ελευθέριας του οποίου ο σοφός και ηρωικός Ιεράρχης Διονύσιος, ο Πρωτοπόρος ούτος της Εθνικής Παλιγγενεσίας, αφθόνως επότισε με το ιερό αίμα του, απέφερε τους καρπούς του το έθνος βραδέως, αλλ’ ασφαλώς απετίναξε τον επικατάρατον ζυγόν του και απήλαυσε την πολυπόθητον ελευθερίαν του, την οποίαν τόσον ωνειροπόλησε και υπέρ της οποίας εμαρτύρησεν ο οπτασιαστής και ονειροπόλος Ιεράρχης. Έκτοτε τρεις όλοι διέρρευσαν αιώνες και ελεύθεροι πλέον οι νέοι της Ηπείρου, οι απόγονοι των σφαγιασθέντων μαρτύρων εν ενθουσιασμώ και ιερώ συναγερμώ, την Οκτωβρίου 1930, ακριβώς εκεί, επί του ιερού χώρου, όπου οι λυσσώδεις εχθροί του ηρωικού Ιεράρχου τον συνέλαβαν, έστησαν θριαμβευτικώς πολύτιμον αναμνηστικήν στήλην επί ταις μεγάλαις εορταίς της Αναστάσεως του Έθνους, εις αϊδιον μνήμην της τιμής και της ευγνωμοσύνης του Γένους προς τα αθάνατα και. μαρτυρικά αυτού τέκνα».
Δεν του έφτασε όμως του Διονυσίου το μαρτυρικό τέλος. Ήρθε δίπλα σ’ αυτό να προστεθεί η δημόσια διαπόμπευση του, με δυο κείμενα της εποχής του, που έχουν, ίσως, και τα δυο κοινή την προέλευση τους: Το Μάξιμο τον Πελοποννήσιο, το μονάχο, παλιό γνώριμο και αντίπαλο, όπως είδαμε, του Διονυσίου, υβριστή και ακούσιο βιογράφο του.
Πρώτο κείμενο με τίτλο :
«Το Ηπειρωτικόν Χρονικόν περί της Επαναστάσεως του Διονυσίου εν Ιωαννίνοις».
Το κείμενο αυτό το διέσωσε ο Πουκεβίλ και το παρουσίασε αργότερα ο Δημ. Σάρρος στο περιοδικό του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κων/πόλεως.
Ανώνυμος ο συντάκτης αυτού του Χρονικού, μερικοί το αποδίδουν και αυτό στο Μάξιμο, κρίνοντας απ’ τις πολλές ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στο Χρονικό και στο Στηλιτευτικό του Μαξίμου. Σκληρές και άδικες οι κρίσεις του δίνουν – έμμεσα – μια εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε στα Γιάννινα την εποχή του Κινήματος.
Ας δούμε όμως αυτούσια ορισμένα αποσπάσματα απ’ αυτό το κείμενο:
«Αλλ’ ως να μην ητον ταύτα τα κακά ικανά, ο εχθρός του κάλου διάβολος εφθόνησε, βλέπων ότι οι της Ηπείρου Χριστιανοί ούτε από Τουρκικήν μάχαιραν κατεκόπησαν, ούτε την πολιτικήν των δύναμιν έχασαν, ότι όλη η εξουσία ήτον αυτών. Αυτοί είχον τα σπαϊλίκια και τιμάρια, αυτοί και διέτασσον και εσύναζαν τους φόρους, και αυτή η πολεμική δύναμις ήτον όλη εις χείραν των οι δε Τούρκοι όχι μόνον κανόνι του Κάστρου να ρίξουν, αλλ’ ουδέ να κατοικήσουν εις αυτό είχον άδειαν.
Κατά το 1611 έτος εφάνη ο Τρίκκης Διονύσιος, άνθρωπος αστρολόγος και λεκανομάντης, όστις διά τοιαύτα άσεμνα και άτοπα έργα και από τον θρόνον του εξώσθη και έμεινεν η Τρίκκη υπό την του Λαρίσσης επίσκεφιν διά φόβον των Τούρκων έως το 1709 έτος, ότε ηλθεν αρχιερεύς εις αυτήν ο Κωνστάντιος, άνθρωπος ενάρετος και σοφός. Ο δε κακοδιονύσιος, ο του αυτού επαγγέλματος ανάξιος, φυγών μετ’ αισχύνης πολλής και φόβου εκείθεν προς τα μέρη της Ιταλίας κατέφυγεν. Ολίγον δε καιρόν διατρίφας εις τας εκεί πόλεις, ήλθε, κακή τύχη ημών, εις τούτους τους τόπους και εκατοίκησεν εις το του Αγιου Δημητρίου μοναστήριον, το μεταξύ των χωρίων Κερασόβου και Ραντοβίστη κείμενον, εις το οποίον ητον πρότερον. Διατρίψας δε εκεί αρκετό ν καιρόν κατέβη έπειτα εις τα Ιωάννινα, όπου είχε τινάς φίλους και ιδών τους Τούρκους ολίγους και κατοικούντας έξω του Κάστρου, εμελέτησε βουλην δυστυχεστάτην εις την πόλιν ταύτην και εισελθών εις τινα φίλον του, Ταγάν το όνομα, και άλλους γνωρίμους, κοινολογείται προς αυτούς ότι έκαμε το θεμάτιον, και διά της αστρολογίας εγνώρισεν ότι μέλλει να γένη ελευθερωτής όχι μόνον των Ιωαννίνων αλλά και των λοιπών πόλεων, μάλιστα και εις την Κωνσταντινουπολιν να εισέλθη, και αυτός ο βασιλεύς να τον σηκωθεί. Εκείθεν δ’ εξελθών τα των Ιωαννίνων περίχωρα και τα του ανωτέρω μοναστηρίου και άλλας χώρας περιηρχετο φέρων πλόσκαν επί του ώμου και κιρνών τους γεωργούς, ποιμένας, βουχόλους, και άλλους χωρικούς, προσοικειούτο τοιούτους απαίδευτους και απολέμους στρατιώτας.
Έπειτα του αυτού έτους την δεκάτην Σεπτεμβρίου εκστράτευσαν μετά του αρχηγού των καλογήρου την νύκτα κατά των Ιωαννίνων και εισελθόντες εις την πόλιν έβαλαν φωτίαν εις την του τότε πασά Ασουμάν κατοικίαν και έκαυσαν πολλούς ανθρώπους και τον βασιλικόν θησαύρον ο δε πασάς με την γυναίκα του πηδήσαντες από το παράθυρον έφυγον γυμνοί την νύκτα και εσώθησαν. Το άθλιον εκείνο των γεωργών και βοσκών στράτευμα με τον ψευδοαστρολόγον στρατηγόν του εφώναζαν το Κύριες ελέησον, και χαράτζι χαρατζόπουλον, και αναζουλι αναζουλόπουλον, αινιττόμετοι τον νέον φόρον, τον οποίον όχι προ πολλών ημερών οι Τούρκοι είχαν επιβάλει. Ούτοι δε ακούσαντες το Κύριε ελέησον εγνώρισαν ότι ήλθον και αυτών οι Χριστιανοί και παρευθύς έδραμον όλοι έφιπποι και δυνατά αρματωμένοι, και τρέφαντες αυτούς εις φυγην ευκόλως, ως πεζούς και μη έχοντας άρματα πολέμου, κατέκοψαν πολλούς, όχι μόνον από τους πολεμίους αλλά και αναίτιους διότι, επειδή εξημέρωνε Κυριακή, εδέχοντο εις τους δρόμους τους ερχόμενους εις την αγοράν και τους έκοπναν
Ήθελαν να κάμουν κοινήν σφαγήν όλων των κατοικούντων το Κάστρον Χριστιανών, όμως τινές φρόνιμοι και από τους προεστοτέρους αυτών τους εμπόδισον. Οι δε Ιωαννίται δεν εφείσθησαν την κατάστασιν των παντάπασιν εις αποφυγήν ταύτης της σφαγής,
Ο δε της αποστασίας αρχηγός Διονύσιος, ως ηχούσε τους αλαλαγμούς των Τούρκων και είδε τους μεθ’ εαυτού σκορπισθέντας, έφυγε και ελθών εκρύφθη εις το σπήλαιον της εκκλησίας Ιωάννου του Προδρόμου, όπου τώρα κείται το τζαμί του Ασλάν πασά. Έγινε δε μεγάλη περί αυτού ζήτησις και ουδείς άλλος εδυνήθη να τον εύρη παρά το μισόχριστον των Ιουδαίων γένος, οι οποίοι φέροντες τον δέσμιον τον παρέδωσαν εις τους κριτάς, και διά προσταγής των αρχόντων Τούρκων, χωρίς τινός εξετάσεως, τον έγδαραν ζωντανόν, και γεμίσαντες το δέρμα του άχυρον το περιέφεραν από πόλιν εις πόλιν και τέλος και εις αυτήν την Κωνσταντινούπολιν. Λέγεται δε οτι εσηκώθη και ο βασιλεύς να τον ιδη, και ούτως επληρώθη το της προφητείας του λοξόν, ότι έμελλε να υπάγη και εις την Κωνσταντινούπολιν, και αυτός ο βασιλεύς να τον σηκωθή».
Εχθρικό, πέρα για πέρα, το πνεύμα του Χρονικού, υβριστικό και χλευαστικό το ύφος του, στοιχεία με τα οποία επιχειρεί να αμαυρώσει τη μνήμη του Διονυσίου και να υποβαθμίσει τη σημασία του Κινήματος του.
Δεύτερο κείμενο με τίτλο:
«Του σοφωτάτου Μαξίμου Ιερομόναχου του Πελοποννησίου, Λόγος Στηλιτευτικος κατά Διονυσίου και των συναποστησάντων αυτώ εις Ιωάννινα».
Το ενδιαφέρον που παρουσιάζει αυτό το δεύτερο κείμενο, δε βρίσκεται, βέβαια, στις ύβρεις που ο Μάξιμος, κληρικός αυτός, απευθύνει στο Διονύσιο και στους συνεργάτες του. Αυτές εκπορεύονται από το πάθος και το μίσος που κυριαρχούν στην ψυχή του. Δε διστάζει ο Μάξιμος να αποκαλέσει «οιωνοσκόπο, λεκανομάντη και απατεώνα, απαίδευτο και αμαθή, εκμεταλλευτή της απλοϊκότητας και της αγραμματοσύνης, το Διονύσιο, χυδαίους και βάναυσους τζομπαναρέους, χωριάτες και κακομοίρηδες τους συνεργάτες του.
Το ενδιαφέρον του Στηλιτευτικού του Μαξίμου βρίσκεται στο γεγονός ότι ο συντάκτης του, από ιδιοσυγκρασία ή σκοπιμότητα, από πεποίθηση ή από φόβο, εκφράζει, κατά τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο, τις διαθέσεις των αρχόντων και των ισχυρών του κάστρου, απέναντι σε κάθε επαναστατική κίνηση, αποκαλύπτει την αντιπατριωτική και αντιχριστιανική συμπεριφορά του, γίνεται, έστω και ακούσια, απολογητής του ραγιαδισμού και της υποτέλειας.
Γράφει, ανάμεσα σε άλλα, ο Μάξιμος στον «Στηλιτευτικό» του. «Ώσπερ αι των σπουδαίων πράξεις μεγάλα τω όντι τους των καλών εραστάς ωφελείν δύνανται γραφή παραδιδόμεναι, ούτω δήπου και αι των φαύλων τόλμαι ουδέν ήττον τους τα φαύλ’ αποστυγούντας τε και αποδιοπομπουμένους ωφελήσαιεν αν.
Δι’ ο δή και τά τω εξαγίστω εκείνω Διονυσίω έναγχος ενταυθοί πεπραγμένα κακά και πέρα κακών γραπτέον δειν μοί κατεφάνη, ως έχοιεν δήπουθεν οι των φαύλων πράξεων απέχεσθαι βουλόμενοι οιόν τι εναργές σημείον εις το τα φαύλα δύνασθαι μισείν και όσον οιόν τε μη εγχειρεί ν εθέλειν τούτοις πώποτε.
Διονύσιος ουν ουτοσίν αρχιερατικού ηξιώθη ποτέ τάγματος (ου γαρ ανέχομαι γένος αυτού και π(ατρ)ίδα και τάλλα ειπείν πολλών ένεκα) και της κατά Τρίκκην επέβη μ(ητ)ροπόλεως. Επανάστασιν δε κακείσε πεποιηκέναι βουληθείς εφωράθη, ουκ ολίγων και τότε φονευθέντων εκ ταυτησί της αιτί(ας). Εκείθεν δ’ όμως τέως αποδράς, ως ουκ ωφελεν, ες Ιταλίαν επέπλει. Πλην αλλά κακείθεν μετ’ αισχύνης ότι πλείστης εκδιωχθείς, ως ουκ εφησυχάζων ην, εν τοις μέρεσι τούτοις αφίκετο, κακή τύχη ημίν φυλαττόμενος, κακά επί κακοίς ημίν τοις ασμένως αυτόν υποδεξαμένοις επινοών.
Έδει σε, ταλαίπωρε, μοναχικήν μετιόντα πολιτείαν, μη τα ανοίκεια και ακατάλληλα τω μοναχικώ επαγγέλματι ζητειν τε και πράττειν. Τίνι γαρ των πάλαι ή των νυν, των ταύτην / επανηρημέν(ων) την πολιτείαν, βασιλείας, επιγείου ή των της βασιλεί(ας) εμέλησεν όλως;
Αλλ’ έλαβες καν τούτω σεαυτόν απολέσαντα τας φρένας, και σχότει δεινώ καλυφθέντα, το μη συνιέναι βουληθήναι οίαν είχες τιμήν, την αρχιερωσυνην έχων. Ουδεμία γάρ γένοιτ’ αν μείζων τιμη της αρχιερωσύνης, τω γ’ αξίως ταυτησίν ηξιωμένω και άξια ταύτης έργα πράσσοντι. Συ δ’ αλλά τω όντι ταύτης κατεφρόνησας, άλλο τι μείζον ή κάλλιον είναι οιηθείς. Αλλά και βασιλεύειν τυχόν μετά του αρχιερατεύειν εβούλου κατά ταυτόν.
Πώς ταύτα, Διονύσιε, ουκ ελογίσω, φιλόσοφος, καθ’ άπερ υπο πάντων των αμαθία συντεθραμμένων ενομίζου, και μάντις ων; Διατί εις τοσούτον ολεθρον τον αμαθή και απλούστατον καθειλκυσας λαόν; Πώς ουχ εμαντεύσω, μαντικής αντιποιούμενος, την σην απώλειαν; Μάλλον δε, και μαντικής ηστινοσούν άνευ, πώς ου συνείδες, οι κακών έμελλες κατελθείν, τοιαύτ’ επιχειρήσας πράγματα, οία των αν(θρώπ)ων ουδείς;
Τίνα την απολογίαν άρα, τοσούτων εκ της τοιαύτης αιτί(ας) απολεσθέντων και δη και τέλεσι αφανισθέντων, δώσεις, άθλιε, τω Θεώ κριτή καθεζομένω; Τα δάκρυα δε και οι αναστεναγμοί των αναίτιως πασχόντων πού οίει καταπεσείν; Ουκ ήρκει τοις Χριστιανοίς, α καθ’ εκάστην επασχόν τε και πάσχουσι δεινά;
Προς δε τοις ειρημένοις, ει διά πολλών θλίψεων δει ημάς, κατά την του Παύλου φωνήν, εισελθείν εις την βασιλείαν των ου(ρα)νών, συ απήλλαξας τούτων τους αν(θρώπ)ους, απέκλεισας δήπου αυτοίς την εις ου(ρα)νόν φέρουσαν οδόν και μόνοις τοις κατα την γην αγαθοίς προστετηκέναι παρεσκευασας αυτούς.
Νυν ήσθοντο πρώτον ως κακόν επανάστασις, και το μικρούς μείζοσι, και ισχυροτέροις αδυνάτους, και ολίγους πλείοσι πολεμείν εθέλειν.
Παραμυθείσθαι και γενναίως φέρειν τα δεινά, ουκ επανίστασθαι, παραινείν αυτοίς προσήκε, Διονύσιε, και τιμάν τους βασιλείς παρά Θ(εο)ύ δοθέντας, ουκ αντιτάσσεσθαι τούτοις νουθετείν εχρήν. Ει γαρ μη προς Θ(εο)ύ ήσαν δεδομένοι, και ασεβείς οντες, ουκ αν ίστασθαι ηδύναντο. Ουδέν γαρ μη βουλομενου θ(εο)υ δυνατόν ίστασθαι. Του Θ(εο)ύ δε τούτους ημίν επιστήσαντος δί ας οίδεν αιτίας, ημίν μεν άδηλους εκείνω δε και πάνυ εκδήλους, φέρειν ανάγκη. Α γαρ τω θ(ε)ώ βουλητόν αγαπάν ημάς χρη, και μη αφηνιάσαντας ατακτείν.
Πασιν ωςπερ τις θανατηφόρος και πικρότατος όφις μετέδωκας του ιού. Νέος ημιν Ιουλιανός διά της σης αποστασίας κατέστης. Νέος τω όντι διάβολος. Ως γαρ εκείνος του παραδείσου διά της απάτης τον πρωτοπλαστον εξέβαλεν, ούτω και συ, τοις εκείνου τρόποις και τέχναις χρησάμενος, της ης είχομεν μιχράς, ελευθερί(ας) τε και παρρησί(ας) το παράπαν απεστέρησας».
Με τέτοιες πρωτάκουστες ιδέες είχαν διαποτίσει την ψυχή τους ο Μάξιμος και οι ομοϊδεάτες του. Ιδέες που ξεπερνούν, οπωσδήποτε, κάθε όριο εθνικής και θρησκευτικής προδοσίας. Με αυτές τις ιδέες ήθελαν να διαποτίσουν και την ψυχή του δυστυχισμένου ραγιά και να τον πείσουν πως ο Θεός μας έδωσε τη σκλαβιά για τις πολλές μας αμαρτίες και πως μόνο με τη σκλαβιά θα κερδίσουμε την αιώνια βασιλεία και όχι ετούτη τη ζωή, τη φθαρτή και τη μάταιη! Με τέτοιες ιδέες δεν είναι καθόλου παράδοξο πως ο Μάξιμος «χωρίς περίσκεψη, χωρίς λύπη και χωρίς αιδώ», όπως θα έλεγε ο Καβάφης, στηλιτεύει ανηλεώς το Διονύσιο.
Υποστήριξαν μερικοί ότι στην ανοικτίρμονα κατά του Διονυσίου επίθεση, την οποία ούτε ο φρικαλέος θάνατος του ηρωικού πρεσβύτη εμάλαξε, συνετέλεσε ασφαλώς και ο τρόμος απ’ τον οποίο είχαν καταληφθεί οι Γιαννιώτες μετά την τραγική αποτυχία του Κινήματος και τις κακουργίες των Τούρκων, καθώς και η επιθυμία του Μαξίμου να εξευμενίσει τους Τούρκους. Όμως ο Μάξιμος, από πάθος εμπνεόμενος, απέβλεπε όχι τόσο στο παρόν, όσο στο μέλλον. Νόμιζε πως αυτός μόνο κατείχε το μονοπώλιο της σοφίας και δεν μπορούσε να ανεχθεί να αποκαλείται ο Διονύσιος Φιλόσοφος: ήταν ο Μάξιμος άνθρωπος εμπαθής και φθονερός. Έστησε σε βάρος του Διονυσίου ένα ανόσιο οικοδόμημα, το οποίο όμως σύντομα κατέρρευσε και συνέτριψε τον ίδιο. Θέλησε να παραδώσει το μάρτυρα Διονύσιο στη χλεύη των μεταγενέστερων και στο αιώνιο ανάθεμα, σ’ αυτό ασφαλώς αποσκοπούσε και η υβριστική ονομασία Σκυλόσοφος, με την οποία αυτός και οι ομοϊδεάτες του θέλησαν να εξευτελίσουν τον πραγματικό Διονύσιο, αυτή όμως η ονομασία έχει καθιερωθεί σ’ όλες τις συνειδήσεις των ανθρώπων, όχι μόνο στην Ήπειρο, αλλά και στην Ελλάδα ολόκληρη, σύμβολο ιερό και τίτλος ύψιστης τιμής
Τί κι αν οι σύγχρονοι του τον έγδαραν ζωντανό;
Τί κι αν οι διάφοροι Μάξιμοι στηλίτευσαν την επανάσταση του και επιδίωξαν να προσβάλουν τη μνήμη του;
Ήρθε, ύστερα απ’ αυτούς, ως αδέκαστος κριτής η ιστορία, με τα δικαστήρια και τους δικαστές της και απέδωσε Δικαιοσύνη. Καταδίκασε στην αιώνια περιφρόνηση το σοφολογιότατο Μάξιμο και τους ομοϊδεάτες του, ενώ περιέβαλε με το φωτοστέφανο της δόξας και της αιώνιας μνήμης το Διονύσιο που πρόταξε τα γέρικα μεν, αλλά γεμάτα από το ακατανίκητο αίσθημα της λευτεριάς και της φιλοπατρίας στήθη του και τον ανάδειξε ως τη μεγαλύτερη εθνική φυσιογνωμία του 17ου αιώνα, καθώς με το μαρτύριο του έδειξε στις μελλούμενες γενιές το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσουν για να τινάξουν από πάνω τους το δυσβάσταχτο ζυγό της σκλαβιάς.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται και η ιδιαίτερη σημασία της Επανάστασης του 1611. Υπήρξε το εγερτήριο σάλπισμα του αλύτρωτου Ελληνισμού που απ’ την πρώτη μέρα της σκλαβιάς άρχισε να προετοιμάζει το έδαφος για την εθνική του αποκατάσταση και διαμόρφωσε το εθνικό του ιδεώδες, τη γνωστή σε όλους μας Μεγάλη Ιδέα. Αυτή η Μεγάλη Ιδέα εξακολουθεί να είναι επίκαιρη και στις μέρες μας, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Μεγάλη Ιδέα ενός Έθνους παραμένει αναλλοίωτη ανά τους αιώνες, δε νοείται μόνο ως απλή γεωγραφική, ποσοτική έννοια: αλλάζει συνεχώς περιεχόμενο, από την απελευθέρωση και την αύξηση του εδάφους, μετατοπίζεται στην ανύψωση του βιοτικού, του πνευματικού και του ηθικού επιπέδου του Λαού. Η εθνική ολοκλήρωση δεν είναι για ένα Λαό το τέρμα. Είναι ταυτόχρονα αφετηρία για νέους ανώτερους σκοπούς του Έθνους, για δημιουργία μιας πραγματικής αναγέννησης που αποτελεί, κατ’ επέκταση το νέο εθνικό ιδεώδες, τη νέα Μεγάλη Ιδέα. Αυτό το εθνικό ιδεώδες βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με το ευρύτερο ανθρωπιστικό ιδεώδες, που συνίσταται στην αλληλεγγύη και τη συνεργασία των λαών. Βρίσκεται επίσης σε αρμονία με το λεγόμενο κοινωνικό ιδεώδες που συνίσταται στην απόδοση κοινωνικής δικαιοσύνης, στην κατάργηση της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο.
Στη διαμόρφωση αυτού του ιδεώδους, με όλες του τις μορφές, σημαντικός μπορεί και πρέπει να είναι ο ρόλος που καλούνται, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, να διαδραματίσουν οι πνευματικοί άνθρωποι : οι εκπαιδευτικοί, οι λογοτέχνες, οι συγγραφείς, οι επιστήμονες, οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι.
Χρειάζεται, όλοι μαζί, να επιστρατεύσουμε εκείνες τις δημιουργικές δυνάμεις με τις οποίες, ως Λαός, επιβιώσαμε και, κατά περιόδους, μεγαλουργήσαμε. Χρειάζεται πάνω απ’ όλα να διαφυλάξουμε άσβεστη την εθνική μας συνείδηση, πηγή αστείρευτη για την πραγματική μας αφύπνιση. Αφύπνιση που θα μας δώσει τη δυνατότητα να ξεπεράσουμε, μια για πάντα, τα διλήμματα που σκόπιμα μας βάζουν γύρω απ’ την προκοπή και τη σωτηρία του τόπου μας, όπως αυτά παρουσιάζονται απ’ τον ποιητή με τους στίχους:
Ποιος, θα μας σώσει, Ανατολή για Λύση;
Ποιος Έλληνας ή βάρβαρος θεός;
Μπροστά καινούριος κόσμος θα βαδίσει
για πίσω θα γυρίζει ο παλιός;
Πορεία αδιέξοδη απ’ την οποία μπορούμε και πρέπει να απαλλαγούμε, θα το πετύχουμε μονάχα όταν η πίστη μας στον άνθρωπο γίνει το επίκεντρο κάθε πολιτιστικής προσφοράς μας. Όταν βαθιά εδραιωθεί στην ψυχή μας η πίστη στην απεριόριστη δυνατότητα του Λαού μας να προσδιορίζει μόνος του τη ζωή και τη μοίρα του.
Τότε, εκφράζοντας, κατά τον καλύτερο τρόπο, το αίτημα της εποχής μας για εθνική αξιοπρέπεια και ανεξαρτησία, θα μπορούμε, μαζί με τον ποιητή μας, να πάρουμε σαφή θέση στο παραπάνω ερώτημα και, χωρίς δυσκολία, να δώσουμε την απάντηση:
Δε θα μας σώσει Ανατολή για Δύση
Μηδ’ Έλληνες ή βάρβαροι θεοί
Μπροστά καινούριος κόσμος θα βαδίσει
Όταν ξυπνήσουν κάποτε οι Λαοί.
Προς αυτή την κατεύθυνση ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος, πριν από 390 χρόνια, μας έδειξε το δρόμο. Σε μας απομένει το χρέος να τον ακολουθήσουμε.
Πηγή: e Γιάννινα
Όταν ο νέος μας Μωυσής, ο οσιώτατος ηγούμενος Ιωάννης έμελλε να πορευθεί προς τον Κύριο, του συμπαραστεκόταν κλαίγοντας ο αββάς Γεώργιος, ο κατά σάρκα αδελφός του, και «Να τώρα με αφήνεις και φεύγεις;
Ύστερα από 16 χρόνια πολέμου, η Βενετία, το 1479, ζήτησε ειρήνη από τον Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή. Ο οπλαρχηγός Κροκόνδειλος Κλαδάς, Στρατιώτης στην υπηρεσία της Βενετίας, κατά διάρκεια του πολέμου, δεν αποδέχτηκε την ειρήνη…
Στις 9 Οκτωβρίου του 1479, επικεφαλής στρατιωτικού σώματος 1.600 ανδρών και βάδισε προς τη Μάνη, υψώνοντας το λάβαρο του, σημαία γαλάζια με ολόλευκο σταυρό στη μέση, πλάι στην κόκκινη πολεμική σημαία των Παλαιολόγων με τον δικέφαλο αετό (έμβλημα που επίσης καπηλεύτηκαν οι βόρειοι γείτονες).
Χιλιάδες Έλληνες έσπευσαν με ενθουσιασμό να καταταγούν στον επαναστατικό στρατό του Κλαδά, ο οποίος μέσα σε έναν μήνα έφτασε να διαθέτει μεγάλο αριθμό ανδρών, σύμφωνα με ορισμένες πηγές.
Για να ενισχύσει τη θέληση του λαού, αλλά και για να εξαναγκάσει τους Ενετούς να ξαναρχίσουν τον πόλεμο με τους Τούρκους, κήρυττε δημόσια ότι ενεργεί με τη σύμφωνη γνώμη της Βενετίας.
Δεν δίστασε μάλιστα να υψώσει δίπλα στις ελληνικές σημαίες και αυτή του Αγίου Μάρκου . Έχοντας συγκεντρώσει αρκετούς άνδρες ο Κλαδάς κινήθηκε αρχικά προς απελευθέρωση των οχυρών της Μάνης, τα οποία οι Ενετοί είχαν παραχωρήσει στους Τούρκους.
Με μεγάλο ενθουσιασμό οι Έλληνες ρίχθηκαν στους Τούρκους και τους κατανίκησαν . Όλα τα ελεγχόμενα από τους Τούρκους οχυρά στην ευρύτερη περιοχή της Μάνης, κυριεύτηκαν.
Οι νίκες αυτές προκάλεσαν ρίγη ενθουσιασμού στους Έλληνες, αλλά και τρόμο στον σουλτάνο.
Ο μεγάλος φόβος του Μωάμεθ ήταν ότι η Βενετία βοηθούσε την εξέγερση. Εκείνη την εποχή οι Τούρκοι πολεμούσαν σκληρά και σε άλλα μέτωπα, στην Ανατολία, κατά τουρκομανικών φύλων, στην Αίγυπτο κατά των Μαμελούκων και στην Μεσοποταμία, κατά των Περσών. Άρα η έκρηξη νέου τουρκοβενετικού πολέμου θα ήταν άκρως επιζήμια, ίσως και μοιραία για την οθωμανική κυριαρχία.
Η Βενετία όμως, επίσης εξαντλημένη από τον προηγηθέντα μακροχρόνιο πόλεμο, ξεκαθάρισε τη θέση στον σουλτάνο, δηλώνοντας ότι ουδεμία σχέση είχε με το κίνημα και ήταν μάλιστα πρόθυμη να βοηθήσει στην κατάπνιξη του.
Ως δείγμα καλής θέλησης απέναντι στον Μωάμεθ, ο Ενετός διοικητής της Κορώνης Νικολό Κονταρίνι, συνέλαβε την σύζυγο και τα παιδιά του Κλαδά, τα οποία ο Έλληνας αρματολός είχε αφήσει για ασφάλεια εκεί.
Κατόπιν εξέδωσε προκήρυξη, με την οποία αποκήρυσσε τον Κλαδά. Οι Ενετοί δεν περιορίστηκαν όμως σ’ αυτά, αλλά επικήρυξαν τον Κλαδά, δίνοντας αμοιβή 10.000 χρυσά νομίσματα σε όποιον παραδώσει στις ενετικές αρχές τον Κλαδά ζωντανό, για να τον παραδώσουν κατόπιν στους Τούρκους.
Έχοντας ησυχάσει από την «ενετική» απειλή, ο Μωάμεθ αποφάσισε να καταστείλει μόνος τους την εξέγερση.
Για τον σκοπό αυτό διέταξε τον μπεηλέρμπεη Αλί Βούμικο να εκστρατεύσει κατά του Κλαδά. Ο Αλί Βούμικος αφού συγκέντρωσε 6.000 επιπλέον άνδρες – οι πηγές δεν αναφέρουν τον ακριβή αριθμό του στρατού του Βούμικου – κίνησε από τον Μυστρά για τη Μάνη. Στις 16 Ιανουαρίου 1481 ο οθωμανικός στρατός εισέβαλε στη Μάνη και επιτέθηκε κατά του πύργου του Τριγοφίλου.
Τον πύργο υπεράσπιζαν τρείς μόνο στρατιώτες, ενώ εντός του είχαν βρει καταφύγιο και 16 άμαχοι, οι οποίοι φυσικά βοήθησαν στην άμυνα. Οι λιγοστοί Έλληνες αντιστάθηκαν όσο μπόρεσαν, αλλά στο τέλος ο πύργος κυριεύθηκε και όλο όσοι αιχμαλωτίστηκαν τεμαχίστηκαν σε μικρά – μικρά κομμάτια, έτσι όπως μόνοι οι Τούρκοι, «καλλιτέχνες», στην βαρβαρότητα, γνωρίζουν.
Κατόπιν ο Βούμικος κινήθηκε στα ενδότερα της Μάνης και προσέγγισε το Οίτυλο. Ο Κλαδάς όμως είχε συγκεντρώσει τις δυνάμεις του και δεν δίστασε να δώσει μάχη εκ παρατάξεως με τους αήττητους, έως τότε, Οθωμανούς.
Προστατευμένοι στο ορεινό έδαφος, οι πεζοί του Κλαδά, τοξότες στην πλειοψηφία τους, θέρισαν τους σπαχήδες του Βούμικου. Έτσι όταν οι Στρατιώτες (ελαφροί ιππείς) τους Κλαδά αντεπιτέθηκαν, οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω τους 700 νεκρούς και άγνωστο αριθμό τραυματιών. Ήταν η πρώτη νίκη των Ελλήνων έναντι του κατακτητή, από την άλωση της Πόλης.
Ταπεινωμένος ο οθωμανικός στρατός σταμάτησε τη φυγή του, όταν έφτασε στα τείχη του Μυστρά. Στο μεταξύ οι Ενετοί, σε μια αναλαμπή ανθρωπισμού, απέρριψαν την πρόταση του Μωάμεθ περί παραδόσεως σε αυτόν της οικογενείας του Κλαδά, αλλά την έστειλαν στη Βενετία, όπου, όμως, έκλεισαν τα μέλη της στη φυλακή.
Παράλληλα οι Ενετοί, για να είναι βέβαιοι ότι δεν θα δημιουργούνταν ζητήματα με τον Μωάμεθ, αποφάσισαν να αποστρατεύσουν τους περισσότερους από τους Έλληνες Στρατιώτες που είχαν στην υπηρεσία τους. Ένας από αυτούς ήταν ο Θεόδωρος Μπούας. Ο Μπούας θυμωμένος από τους Ενετούς, εγκατέλειψε το Ναύπλιο, επικεφαλής 60 Στρατιωτών και ενώθηκε με τον Κλαδά, με τον οποίο όμως, κατόπιν, ήρθε σε σύγκρουση, γεγονός που έβλαψε ανεπανόρθωτα τον αγώνα.
Παρά την συντριβή του στρατού, ο Μωάμεθ θύμωσε μεν, δεν απογοητεύτηκε δε. Ανέθεσε τη διοίκηση νέας στρατιάς στον σαντζάκμπεη Αχμέτ, στον οποίο διέθεσε και επίλεκτους γενίτσαρους και άτακτους αζάπηδες. Η οθωμανική στρατιά εμφανίστηκε στην Πελοπόννησο το επόμενο έτος.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1481 ο Αχμέτ είχε στρατοπεδεύσει στον Μυστρά, έχοντας συγκεντρώσει τουλάχιστον 10.000 άνδρες. Από την άλλη πλευρά η θέση του Κλαδά εξασθενούσε. Πρώτα από όλα την επανάσταση έβλαψε ιδιαιτέρως η διαμάχη μεταξύ του Κλαδά και του Μπούα και η αποχώρηση του τελευταίου από τη Μάνη.
Αλλά και η στάση της Βενετίας είχε επηρεάσει πολλούς επαναστάτες, οι οποίοι έβλεπαν αδύνατη την επιτυχία τους χωρίς τη βοήθεια μιας ξένης δύναμης. Έτσι σιγά – σιγά πολλοί εγκατέλειπαν τον Κλαδά. Ο Αχμέτ παρόλα αυτά δεν αποτόλμησε επίθεση, παρά μόνο στις 4 Απριλίου, όταν κατέπλευσε στα ύδατα της Μάνης και μια τουρκική γαλέρα.
Η εμφάνιση της έριξε ακόμα περισσότερο το ηθικό των επαναστατών, με συνέπεια να μειωθεί ακόμα περισσότερο ο στρατός του Κλαδά. Ο τελευταίος μπορούσε πλέον να στηρίζεται αποκλειστικά στους δικούς του Στρατιώτες, και στους «ζαγραδόρους» (παραστάτες των εφίππων στρατιωτών) πεζούς του.
Με τις δυνάμεις αυτές δεν μπορούσε καν να διανοηθεί να αντιμετωπίσει τον Αχμέτ μπέη.
Ο Τούρκος όμως έκανε το λάθος να διαχωρίσει τις δυνάμεις του και να επιτεθεί μόνο με 2.000 γενιτσάρους και ιππείς κατά του χωριού Καστανιά. Ο Κλαδάς αντεπιτέθηκε στο τουρκικό αυτό σώμα, παρά το γεγονός ότι ακόμα και απέναντι σε αυτό οι δυνάμεις του υστερούσαν δραματικά σε αριθμό, και κατόρθωσε να το νικήσει.
Οι Τούρκοι εκτόξευσαν και νέες επιθέσεις. Η μάχη στο χωριό μαίνονταν για ένα ολόκληρο μερόνυχτο. Στο τέλος οι λιγοστοί Έλληνες αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Βρέθηκαν όμως αποκλεισμένοι από παντού, καθώς ένα ακόμα τουρκικό σώμα, με επικεφαλής τον μπέη της Καλαμάτας, είχε κινηθεί στα νώτα των Ελλήνων.
Ακολούθησε πανικός και ο επαναστατικός στρατός διαλύθηκε. Οι περισσότεροι πάντως άνδρες του διασώθηκαν, αφού κατόρθωσαν διασπάσουν τον τουρκικό κλοιό με μια απελπισμένη έφοδο.
Ανάμεσα στους διασωθέντες ήταν και ο Κλαδάς, ο οποίος κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει ένα σώμα 50, μόλις ανδρών. Οι υπόλοιποι Μανιάτες έσπευσαν προς τα χωριά τους για να τα υπερασπιστούν από τους Τούρκους.
Τις επόμενες μέρες η στρατιά του Αχμέτ προέλασε χωρίς να αντιμετωπίζει οργανωμένη αντίσταση. Πολλά χωριά ξεθεμελιώθηκαν και οι κάτοικοι ανασκολοπίστηκαν. Ο Κλαδάς στο μεταξύ, πολιορκήθηκε με τους λιγοστούς άνδρες τους σε έναν πύργο. Για καλή του τύχη όμως είχαν φτάσει εκείνες τις μέρες στη Μάνη τέσσερις (κατ’ άλλους τρείς) γαλέρες του βασιλιά της Σικελίας Φερδινάνδου, φανατικού εχθρού των Τούρκων. Επικεφαλής δε του στολίσκου ήταν ένας καλός φίλος του Κλαδά, ο επιλεγόμενος Γιάγκος.
Αυτός βλέποντας τη δυσχερή θέση του Κλαδά έστειλε μήνυμα, προτείνοντας του να επιβιβαστεί με τους άνδρες του στα πλοία. Ο Κλαδάς, που δεν είχε άλλωστε και άλλη επιλογή, δέχθηκε. Πριν όμως αποχωρήσει αποφάσισε να δώσει μια τελευταία μάχη με τον Αχμέτ. Έτσι το βράδυ της 12ης προς 13ης Απριλίου 1481, οι Έλληνες επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά κατά των πολιορκητών Τούρκων και κατάσφαξαν πολλούς από αυτούς, μέσα στη σύγχυση και στον πανικό που προκλήθηκε.
Αμέσως μετά διέσχισαν τις τουρκικές θέσεις και έσπευσαν στο Πόρτο Κάγιο, εκεί όπου είχαν αγκυροβολήσει οι ιταλικές γαλέρες. Την επομένη επιβιβάστηκαν σε αυτές και αναχώρησαν για τη Νεάπολη της Ιταλίας. Ο Κλαδάς όμως δεν είχε ακόμα πει την τελευταία του λέξη.
Πολύ σύντομα οι Τούρκοι θα τον έβρισκαν και πάλι απέναντι τους.
Ωστόσο ο Κροκόνδειλος Κλαδάς δεν έμελλε να δει την αυγή της ελευθερίας. Μαρτύρησε στα χέρια των Τούρκων, μετά από αποτυχημένη προσπάθεια νέας επανάστασης στη Χιμάρα της Βόρειας Ηπείρου, έχοντας την τιμή να είναι ο πρώτος που ύψωσε την σημαία της επανάστασης κατά του μιαρού Ασιάτη εχθρού.
Πηγή: hellasforce
«Ο Μακάριος άρχισε να επαναφέρει δημαγωγικά και εποχιακά την αξίωση για Ένωση σε μια άχαρη, άγονη και απολίτικη προσπάθειά του να λυτρωθεί από τις σκληρές κατηγορίες των πολιτικών αντιπάλων του ότι πρόδωσε την Ένωση για να γίνει Πρόεδρος του κράτους…την συντήρηση ψευδαισθήσεων, την εποχική συνθηματολόγηση, την πλήρη παραγνώριση της Τουρκίας και των επεκτατικών αλαλαγμών της, την έκαναν δόγμα όλοι οι συνεργάτες του Μακαρίου…
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...