Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Οι άγιοι ζούσαν επί Δεκίου του βασιλιά και του άρχοντα Ακυλίνου. Η αφορμή γι’ αυτούς της πίστεώς τους στον Χριστό και της τελειώσεώς τους είναι η παρακάτω: Σε τόπο της Βαλσατίας, που ονομαζόταν Ιερό, υπήρχε πολλή και πλούσια ανάδυση θερμών υδάτων, η οποία θεράπευε κατά παράδοξο τρόπο τις αρρώστιες. Εδώ λοιπόν έφτασε για θεραπεία του σώματός του ο άρχοντας της Ανατολής Ακυλίνος, ο οποίος είχε διατάξει να τον ακολουθήσουν δέσμιοι από τη Νικομήδεια και οι αθλητές που είχαν συλληφθεί για την πίστη τους στον Χριστό. Όταν πήγε στο τέμενος της Ίσιδος και πρόσφερε τις βδελυρές θυσίες του, διέταξε και τους αγίους να θυσιάσουν στα είδωλα και να τα προσκυνήσουν. Επειδή βεβαίως εκείνοι αρνήθηκαν να το κάνουν, έδωσε προσταγή να τους σκοτώσουν όλους με ξίφη. Έτσι οι γενναίοι γίνανε θαυμαστοί μάρτυρες του παμβασιλέως Χριστού του Θεού, με τη βοήθεια Εκείνου, τριακόσιοι εβδομήντα τον αριθμό.
Βλέποντας αυτούς ο άγιος Παράμονος, με μεγάλη φωνή φώναξε και είπε:
› Βλέπω μεγίστη ασέβεια. Διότι ο μιαρός αυτός κατασφάζει τόσους δικαίους και ξένους με παράλογο τρόπο.
Ο άρχοντας, όταν το άκουσε, καταλήφθηκε από μανία και διέταξε αμέσως να τον σκοτώσουν. Οι απεσταλμένοι του άρχοντα αφού συνέλαβαν τον Παράμονο, ο οποίος δεν γνώριζε τη διαταγή και συνέχιζε να βαδίζει στον τόπο που βρισκόταν, δεν ήθελαν ένας να διαπράξει τον φόνο, αλλά όλοι. Έτρεξαν λοιπόν να χύσουν αίμα αθώο, μπροστά στα μάτια του άρχοντα, με τα ίδια τους τα χέρια και με τα δικά τους όπλα. Άλλοι τότε τον κτυπούσαν με λόγχες, άλλοι με μυτερά καλάμια, περνώντας τα μέσα από τη γλώσσα και τα λοιπά μέλη του αγίου, μέχρις ότου μπροστά στον τύραννο τον σκότωσαν στον τόπο που είπαμε, και τον έστειλαν έτσι στις ουράνιες σκηνές. Στον ίδιο χώρο με τους αγίους τριακοσίους εβδομήντα μάρτυρες και στις ίδιες θήκες με αυτούς συγκαταριθμήθηκε και ο άγιος και κατατέθηκε το λείψανό του.
Αυτό που θαυμάζει κανείς στον άγιο Παράμονο εξαρχής, είναι η αντίδρασή του μπροστά σε μία εξώφθαλμη αδικία. Μπροστά στο τρομερό γεγονός του μαρτυρικού θανάτου τόσων ανθρώπων, η ψυχή του «πνίγεται» και αντιδρά. Δεν κρύβεται, δεν κάνει τον «ανήξερο», δεν ακολουθεί τον δρόμο της «σύνεσης», για να μην πάθει κι εκείνος τίποτε – έβλεπε οπλισμένους στρατιώτες και την εξουσία του τόπου, συνεπώς ανθρωπόμορφα θηρία που μπορούσαν να του κάνουν κακό – με άλλα λόγια, δεν ακολουθεί την «πεπατημένη» του ιερέα και του λευίτη της παραβολής του καλού Σαμαρείτη – «ύπτιος εν καιρώ των αγώνων ου γέγονας, εγηγερμένος δε μάλλον και προς θείαν άθλησιν ρωμαλέος», δηλαδή: δεν ήσουνα ξαπλωμένος στον καιρό των αγώνων, αλλά μάλλον όρθιος και ρωμαλέος για τη θεία άθληση - αλλά αφήνει να εκφραστεί η αγανάκτησή του, με τρόπο που να ακουστεί. Κι αυτή η αντίδρασή του, η οποία τελικώς θα στοιχίσει και τη δική του ζωή, φανέρωσε την υπάρχουσα μέσα του καλή διάθεση της ψυχής. Ο άγιος Παράμονος είχε καλή καρδιά, που διατηρούσε μέσα της ανθρωπιά, δηλαδή αγάπη. Μας το αποκαλύπτει ο απόστολος Παύλος, όταν θα πει μεταξύ των άλλων ότι «η αγάπη ου χαίρει επί τη αδικία». Έτσι ο άγιος Παράμονος λειτούργησε σαν τον καλό Σαμαρείτη, που ναι μεν δεν μπορούσε να βοηθήσει τους σφαγιαζομένους μάρτυρες, αν είχε όμως τη δυνατότητα, θα το έκανε.
Ο άγιος υμνογράφος κινείται σ’ αυτό το σκεπτικό. Θεωρεί μάλιστα ότι όχι μόνον η αντίδρασή του αγίου ήταν θέμα αληθινής ανθρωπιάς, αλλά και χάρης Θεού, θεϊκού ζήλου. Διότι μόνον ένας που η καρδιά του νύττεται από ζήλο Θεού, μπορεί και αυτός να θελχθεί από το μαρτύριο των αγίων, πολύ περισσότερο να γίνει και ο ίδιος μάρτυρας. «Δια τον πάντων Θεόν και Βασιλέα, δήμον πολυάριθμον κατασφαττόμενον κατανοήσας, Παράμονε, τω θείω ζήλω όλως εθέλχθης και ανεβόησας∙ Χριστού δούλος γνήσιος υπάρχω πάντοτε∙ γνώτε παράνομοι τύραννοι∙ και ως αρνίον άκακον θύεσθαι νυν αυτόκλητος παρεγενόμην». (Μόλις κατενόησες, Παράμονε, ότι ο πολυάριθμος δήμος των μαρτύρων κατασφάττεται για την πίστη του πάντων Θεού και βασιλέα, θέλχθηκες εντελώς από τον ζήλο του Θεού και φώναξες δυνατά: Είμαι πάντοτε κι εγώ γνήσιος δούλος Χριστού. Μάθετέ το παράνομοι τύραννοι. Και να, τώρα, παρευρίσκομαι από μόνος μου, προκειμένου να θυσιαστώ σαν άκακο αρνί).
Εκείνο που κινητοποίησε τον άγιο Παράμονο, ώστε να προκληθεί και να θεριέψει η πίστη του στον Χριστό, ήταν βεβαίως το παράδειγμα των πολυαρίθμων μαρτύρων. Δεν άκουσε λόγια περί Χριστού – αναγκαία ασφαλώς κι αυτά – δεν διάβασε κάτι για Εκείνον. Είδε σαρκωμένη και έμπρακτη την πίστη. Και ζήλεψε. Και κινητοποιήθηκε. Και αντέδρασε. Και έγινε και αυτός μάρτυρας. «Υπομονήν εκπληττόμενος των μαρτύρων και την αυτών τελείωσιν, ένδοξε, θαυμάζων, τούτοις εκοινώνησας του ζήλου της πίστεως και της υπερτίμου αθλήσεως». (Μένοντας έκπληκτος, ένδοξε, από την υπομονή των μαρτύρων, και θαυμάζοντας το τέλος τους, έγινες κοινωνός μ’ αυτούς στον ζήλο της πίστεώς τους και της υπέρτιμης άθλησής τους). Για να αποδειχτεί για μία ακόμη φορά ότι μεγαλύτερο μάθημα πίστεως από το προσωπικό παράδειγμα, από την πράξη της ζωής, δεν υπάρχει. Που σημαίνει: αν θέλουμε να βοηθήσουμε κι εμείς τον παραπαίοντα κόσμο μας, που ταλαντεύεται διαρκώς μεταξύ πίστεως και απιστίας, αν θέλουμε η πίστη του Χριστού να φουντώσει, πέρα από τη χάρη Εκείνου που έτσι κι αλλιώς μας τη δίνει πλουσιοπάροχα κάθε στιγμή, χρειάζεται και η δική μας συνέργεια. Κι αυτό σημαίνει πρωτίστως: λιγότερα λόγια και προσωπικό παράδειγμα. Την ώρα που ο κάθε πιστός μένει σταθερός στην πίστη του Χριστού, εκείνην την ώρα προσφέρεται ο ουρανός στους άλλους ανθρώπους και λάμπει ο ήλιος της πίστεως.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Παράμονον μέλψωμεν σὺν Φιλουμένῳ πιστοί, ὡς θείους θεράποντας καὶ ἀθλητὰς εὐκλεεῖς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· τοῦτον γὰρ φερωνύμως ὡς φιλήσαντας ἄγαν, ᾔσχυναν δι' ἀγώνων παρανόμων τὸ κράτος αἰτοῦντες πταισμάτων λύσιν πᾶσι καὶ ἔλεος.
ΚάθισμαἮχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ Μάρτυς Παράμονος, καρτερικῶς ἐναθλῶν, τοῖς ῥείθροις τοῦ αἵματος, πολυθεΐας πυράν, ἐνθέως κατέσβεσεν· ὅθεν τῶν ἰαμάτων, εἰληφὼς θείαν χάριν, δαίμονας ἀπελαύνει, καὶ νοσήματα παύει αὐτοῦ Χριστὲ πρεσβείαις, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Πηγή: Ακολουθείν. Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ενώ η Κύπρος είναι το τρίτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου και η γεωγραφική της θέση στην Ανατολική Μεσόγειο βρίσκεται στην τομή τριών ηπείρων, η ναυτική της παρουσία στον θαλάσσιο χώρο που περιβάλλει τη Δημοκρατία περιοριζόταν, για έξι δεκαετίες, εντός των Χωρικών Υδάτων της στα 12 ΝΜ (22,2 χλμ.) και, πολύ αργότερα, μέχρι τη Συνορεύουσα Ζώνη των 24 ΝΜ (44,4 χλμ).
Στις 24 Νοεμβρίου 1912 ο Κ. Σαπουντζάκης έδωσε διαταγή να καταληφθούν τα Γιάννενα. Ιδιαίτερα δε στους Γαριβαλδινούς και στον αρχηγό τους Αλεξ. Ρώμα έδωσε διαταγή να καταλάβουν την περιοχή του Δρίσκου και τα παράλια της λίμνης των Ιωαννίνων.
«Δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα είχα την μεγάλη τιμή να πεθάνω για την Ελλάδα»! Ήταν 28 Νοεμβρίου 1912 όταν Λορέντζος Μαβίλης θα χάσει τη ζωή του μαχόμενος στα βουνά της Ηπείρου στη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πόλεμου.
Στο άρθρο του «Αντί να παράγουν πολιτικές, παράγουν μυθοπλασίες. Ε, που θα καταλήξουμε», ο συνάδελφος Άριστος Μιχαηλίδης στον «Φ» 24.11.24
Ο Μαχμούτ-Πασάς-Ζίχναλης που διαδέχθηκε τον Δράμαλη, έστειλε 10.000 πεζούς και καβαλάρηδες με αρκετό πυροβολικό και με αρχηγό τον επί κεφαλής του Ιππικού Δελή-Αχμέτ με πρόγραμμα να καταλύσουν στο Χάνι της Κουρτέσας.Ο Κολοκοτρώνης που ήταν άρρωστος στα Δερβενάκια από τις 19 Νοεμβρίου, μόλις έγινε καλά, άγρυπνα παρακολουθούσε προσωπικά τις κινήσεις των Τούρκων.
Ειδοποίησε αμέσως με τους υπασπιστές του, τον Σταϊκόπουλο στο Ναύπλιο, τον Τσώκρη στο Αργός, τον Χατζηχρήστο στο Στεφάνι, τον Παπανίκα στην Στιμάγκα και τους άλλους οπλαρχηγούς της Κορίνθου, τον Νοταρά, τον Καπετάν Γεωργάκη Χελιώτη, κ.λ.π. να κινηθούν τη νύχτα και να βρίσκονται πριν ξημερώσει στα Δερβενάκια.Με τον Φωτάκο ειδοποίησε τον Νικήτα Σταματελόπουλο και τον Παπαρσένη, οι οποίοι είχαν αναλάβει την φύλαξη του Αγίου Σώστη να τρέξουν και να συναντηθούν μαζί του.
Όταν συναντήθηκαν ο Κολοκοτρώνης τους επέστησε την προσοχή στο δύσβατο και άγνωστο στους πολλούς μονοπάτι, μεταξύ Αϊ Βασίλη και της πίσω πλευράς του Αγίου Σώστη, για να μη το χρησιμοποιήσουν οι Τούρκοι, γιατί υπήρχε κίνδυνος να υπερφαλαγγιστούν οι προμαχώνες τους στον Άγιο Σώστη και να κινδυνέψει όλο το Στράτευμα.
Ο Νικήτας και ο Παπαρσένης παρά τις διαβεβαιώσεις τους, από αμέλεια δεν φρόντισαν να διαφυλάξουν το μυστικό μονοπάτι, με αποτέλεσμα 150 Τούρκοι από τους ντόπιους να φθάσουν γύρω τα μεσάνυχτα στο Άγιο Σώστη και καθώς μιλούσαν Ελληνικά, δεν έγιναν αντιληπτοί από τους Έλληνες μέχρι το πρωί, οπότε ανακαλύφθηκαν και μόλις πρόλαβαν να σωθούν καταδιωκόμενοι από τον Χατζηχρήστο που στο μεταξύ είχε φθάσει από το Στεφάνι και διαλύθηκαν στη πεδιάδα.
Κατά τα ξημερώματα ξεκίνησε από το χάνι της Κουρτέσας ο Τουρκικός Στρατός, ο οποίος θα έφθανε στον Άγιο Σώστη στις 9 η ώρα το πρωί, Τρίτη 28 Νοεμβρίου 1822. Καθώς πλησίασαν οι Τούρκοι αμέτρητα πυρά κτύπησαν τους προμαχώνες των Ελλήνων. Οι Έλληνες δεν κλονίστηκαν. Το μεγαλύτερο μέρος του Τούρκικου Στρατού γύρισε στις αρχικές του θέσεις. Στο μεταξύ όμως οι Τούρκοι που είχαν οχυρωθεί πάνω από τον προμαχώνα του Παπαρσένη, έδωσαν το σύνθημα της γενικής επίθεσης.
Οι Έλληνες βρέθηκαν σε δύσκολη θέση. Ο Παπαρσένης ο ανιψιός του Σπανός και άλλοι γενναίοι οπλαρχηγοί σκοτώθηκαν, οι Έλληνες βρέθηκαν μεταξύ δύο πυρών. Στη κρίσιμη αυτή στιγμή ο Κολοκοτρώνης αντιλήφθηκε, αν και επικρατούσε ομίχλη, από την διασταύρωση των πυρών, τη δύσκολη θέση των Ελλήνων και χωρίς να χάσει καιρό ειδοποίησε με τους υπασπιστές του τον Πάνο Ζαφειρόπουλο και τους άλλους εκεί κοντά οπλαρχηγούς να τρέξουν πίσω από τον Άγιο Σώστη και να βοηθήσουν τα μαχόμενα εκεί τμήματα, ώστε να υπερφαλαγγιστούν οι Τούρκοι.
Τον Νικήτα Σταματελόπουλο που κινδύνευσε να αιχμαλωτισθεί, έσωσε ο γενναίος οπλαρχηγός του Δάρα Κολιός Μπακόπουλος. Η μάχη συνεχίστηκε από προμαχώνα σε προμαχώνα όπου όλοι πολέμησαν γενναιότατα. Ο Νικηταράς, ο Τσώκρης και άλλοι πολλοί θριάμβευσαν.
Οι Τούρκοι κτυπήθηκαν από όλες τις μεριές και τρομοκρατημένοι πετούσαν τα άρματα για να σωθούν. Ο Νικηταράς όρμησε πρώτος από τον πύργο του Κολοκοτρώνη, κατά τη στιγμή ακριβώς που τον κανονιοβολούσαν οι Τούρκοι, κρατώντας στα χέρια του το φονικό σπαθί. Το παράδειγμα του ακολούθησαν και”- άλλοι και έτσι αποδεκατίσθηκαν τα αφηνιασμένα Τούρκικα στίφη.
Ο υπασπιστής, του Κολοκοτρώνη Φωτάκος καθώς κυνηγούσε τυχαία έναν Τούρκο, κατόρθωσε να του αποσπάσει τα κομμένα κεφάλια του Παπαρσένη και του ανιψιού του Σπανού, τα οποία μετά την ανεύρεση και των σωμάτων στον Αγιο Σώστη τα έθαψαν με μεγάλες τιμές.
Οι Τούρκοι αφού άφησαν στο πεδίο της μάχης 200 νεκρούς και το μεγαλύτερο μέρος ι του φορτίου επισιτισμού, που προοριζόταν για το Ναύπλιο, γύρισαν το απόγευμα στην Κόρινθο1 σε άθλια κατάσταση . Τις επόμενες δύο ημέρες 29 και 30 Νοεμβρίου 1822 επακολούθησε η κατάληψη του Παλαμηδίου και η παράδοση του Ναυπλίου στους Έλληνες.
Από το βιβλίο του Παναγιώτη Μπιμπή
.
Πηγή: ΧΕΛΙ – ΑΡΑΧΝΑΙΟ
Ο άγιος Στέφανος, εφάμιλλος του πρωτομάρτυρος, γεννήθηκε το 715 στην Κωνσταντινούπολη από ευσεβείς και επιφανείς γονείς που για πολλά χρόνια ήταν άτεκνοι. Όταν ο Θεός τους χάρισε το τέκνο αυτό μετά από φανέρωση της Υπεραγίας Θεοτόκου, το έταξαν στην υπηρεσία Του. Βαπτίσθηκε από τον άγιο πατριάρχη Γερμανό [12 Μαΐου], ο οποίος το έθεσε υπό τη σκέπη του πρωτομάρτυρος. Το παιδί πρόκοβε σε γνώση και αρετή, περιφρονώντας τις μάταιες απολαύσεις και επιδιδόμενο ιδιαιτέρως στην άσκηση της ακτημοσύνης και της ταπεινοφροσύνης.
Όταν ήλθε η ώρα για τους γονείς του να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους, ο αυτοκράτορας Λέων Γ' ο Ίσαυρος (717-741) άρχισε να λαμβάνει τα πρώτα μέτρα για την απαγόρευση της τιμής των ιερών εικόνων και τον διωγμό των υπερασπιστών της Ορθοδοξίας. Έκριναν πιο συνετό να απομακρυνθούν από τη Βασιλεύουσα και να εμπιστευθούν τον γιό τους στους μοναχούς του ορούς του Αγίου Αυξεντίου, πλησίον της Χαλκηδόνας [1].
Ο δεκαεξαετής νέος έγινε δεκτός μετά χαράς από τους αγίους ανθρώπους και την ίδια κιόλας ημέρα ενεδύθη το αγγελικό Σχήμα. Έγινε μαθητής του πέμπτου κατά σειράν διαδόχου του αγίου Αυξεντίου, Ιωάννου, ενός Γέροντος έμπειρου στην ασκητική τέχνη και προικισμένου με το προορατικό χάρισμα. Ο Στέφανος επέδειξε τέλεια υπακοή και τον ίδιο ζήλο για τα πλέον κουραστικά διακονήματα όπως και την αδιάλειπτη δοξολογία του Θεού. Λίγο αργότερα εκοιμήθη ο κατά σάρκα πατέρας του και ο Στέφανος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη για να ρυθμίσει τις υποθέσεις του και να μοιράσει τα υπάρχοντά του στους φτωχούς. Έφερε πίσω μαζί του τη μητέρα του και μία από τις αδελφές του που έγιναν μοναχές στην κοντινή γυναικεία Μονή των Τριχιναραίων και άφησε την άλλη αδελφή του να εισέλθει σε ένα μοναστήρι της Βασιλεύουσας.
Όταν μετά από λίγο παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό και ο Ιωάννης, ο πνευματικός του πατέρας, ο Στέφανος επελέγη ομοφώνως από τους αδελφούς στη θέση του ως ηγούμενος. Υπό την επιμελή καθοδήγησή του και χάρη στη μεγάλη του ταπεινοφροσύνη, η μικρή ομάδα των ασκητών αυξήθηκε φθάνοντας να αριθμεί είκοσι αδελφούς και έγινε κοινοβιακό μοναστήρι. Ο άγιος οργάνωσε την αδελφότητα με τρόπο που να αποτελεί όντως εικόνα της Βασιλείας των ουρανών και κατόπιν αποσύρθηκε πιο ψηλά στο όρος για να δοθεί απερίσπαστος στη σιωπηλή και αδιάλειπτη προσευχή, αφήνοντας έναν από τους μαθητές του, τον Μαρίνο, ως υπεύθυνο για τη μονή. Το κελί του δεν είχε στέγη και ήταν εκτεθειμένο σε όλους τους καιρούς, ήταν δε τόσο στενό, που δεν μπορούσε κανείς να καθήσει οκλαδόν. Φορώντας χειμώνα καλοκαίρι ένα λεπτό χιτώνα, φέροντας βαρειές αλυσίδες πάνω του και αρκούμενος σε μια τροφή ικανή να τον κρατά απλώς στη ζωή, ο άγιος Στέφανος έκανε μεγάλες προόδους στην προσευχή και δίχως να το θελήσει τράβηξε γύρω του πλήθος μαθητών και επισκεπτών που διέδωσαν τη φήμη του σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.
Μετά τον θάνατο του Λέοντος του Γ' (741), εστέφθη αυτοκράτορας ο γιός του Κωνσταντίνος Ε'. Στην αρχή της βασιλείας του, απασχολημένος καθώς ήταν στην αντιμετώπιση του σφετεριστή Αρτάβασδου και της αραβικής απειλής στην ανατολή, δεν έδειξε να τον ενδιαφέρει η κατάργηση των εικόνων. Μόλις εδραιώθηκε όμως η εξουσία του, εκήρυξε απηνή διωγμό εναντίον όσων τιμούσαν τις ιερές εικόνες. Εγύμνωσε εκκλησίες, βεβήλωσε ιερά σκεύη που τα διακοσμούσαν ιερές παραστάσεις, έβαλε να ασβεστώσουν τοίχους ιστορημένους με τοιχογραφίες και έκαψε ξύλινες εικόνες. Μονάχα παραστάσεις με διακοσμητικό και θύραθεν χαρακτήρα σεβάσθηκε και μόνον τον Σταυρό αναγνώρισε ως άξιο προσκυνήσεως.
Όσοι τολμούσαν να αντιταχθούν στα μέτρα του τιμωρούνταν αυστηρά, ιδιαιτέρως δε οι μοναχοί. Καταδιωκόμενοι, εξοριζόμενοι, βασανιζόμενοι, αυτοί συνέρρεαν κατά πλήθη στη Μονή του Αγίου Αυξεντίου για να βρουν κοντά στον άγιο Στέφανο παρηγοριά και ενθάρρυνση για να παραμείνουν στέρεοι στην ομολογία της Ορθοδοξίας. Τους συμβούλευε να μεταναστεύσουν σε περιοχές ανέγγιχτες ακόμη από τα απάνθρωπα αυτοκρατορικά μέτρα: στη Μαύρη Θάλασσα, στον Περσικό Κόλπο, στην Κύπρο, στις ακτές της Συρίας και κυρίως στη νότια Ιταλία, όπου χιλιάδες μοναχοί έβρισκαν τότε καταφύγιο. Το 754 ο τύραννος συνεκάλεσε μια σύνοδο στο ανάκτορο της Ιέρειας με τη συμμετοχή πλέον των τριακοσίων υποταγμένων στην εξουσία του επισκόπων, η οποία κατ' εντολή του διακήρυξε επισήμως την κατάργηση της προσκυνήσεως των εικόνων και την αναγνώριση κάποιων παρανοϊκών δογμάτων που είχε διατυπώσει ο αυτοκράτορας, ο οποίος καυχόταν για τις θεολογικές του γνώσεις.
Με όπλο τη συνοδική τούτη απόφαση, ο Κωνσταντίνος Ε' έβαλε να καταστρέψουν παντού τις εικόνες και διέταξε να τις αντικαταστήσουν με παραστάσεις του αυτοκράτορα ή με κοσμικές σκηνές. Καταστράφηκαν επίσης τα λείψανα των αγίων και τα πράγματα έφθασαν μάλιστα μέχρι του σημείου να καταδικασθεί ακόμη και η τιμή της Θεοτόκου και των αγίων.
Παντού οι ομολογητές καίγονταν, ξυλοκοπούνταν ή φυλακίζονταν. Ήταν λοιπόν η κατάλληλη ευκαιρία να εξαπολυθεί ένας συστηματικός διωγμός κατά του μοναχισμού, ο οποίος, πια ανεξάρτητος από την επίσημη ιεραρχία απέναντι στην εξουσία, παρέμενε πάντα ένας παράγων αντιστάσεως κατά της αυτοκρατορικής αυθαιρεσίας. Άρχισαν λοιπόν να κλείνουν τα μοναστήρια, μετατρέποντάς τα ακόμη και σε στρατώνες, «λουτρά» ή άλλα δημόσια κτήρια. Οι μοναχοί προπηλακίζονταν και αναγκάζονταν δια της βίας να επιστρέψουν στην τάξη των λαϊκών και να νυμφευθούν επί ποινή βασανισμού. Όσοι αντιστέκονταν, υφίσταντο ακρωτηριασμό της μύτης, της γλώσσας ή άλλες βιαιοπραγίες πριν σταλούν στην εξορία.
Απτόητος απέναντι στα κατασταλτικά μέτρα, ο άγιος Στέφανος συνέχιζε την αντίστασή του και αναδείχθηκε παντού αρχηγός της ορθοδόξου παρατάξεως. Κλήθηκε λοιπόν από τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη για να προσυπογράψει τις αποφάσεις της αιρετικής συνόδου:
› Δεν μπορώ να υπογράψω αύτη την άσεβη Σύνοδο. Δεν μπορώ να ονομάσω το σκοτάδι φως. Είμαι έτοιμος να χύσω ακόμη και το αίμα μου για την προσκύνηση των αγίων Εικόνων.
Μετά την άρνησή του και τη θαρραλέα αποπομπή τους, αυτοί μηχανεύθηκαν απάτη για να τον μειώσουν ηθικά στα μάτια των πολυπληθών υποστηρικτών του διαδίδοντας ότι ο άγιος είχε παραδοθεί στην ασέλγεια με μια πνευματική του θυγατέρα, μια αξιότιμη μοναχή της μονής, και πλήρωσαν ψευδομάρτυρες για να καταθέσουν ενώπιον του ηγεμόνα. Η μοναχή ονόματι Άννα, οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιάσθηκε στον αυτοκράτορα. Αρνούμενη τις άθλιες αυτές συκοφαντίες βασανίσθηκε απάνθρωπα, αλλά η τιμή του αγίου παρέμεινε άθικτη. Τελικώς, μηχανευόμενοι άλλο δόλο, κατάφεραν να τον συλλάβουν προφασιζόμενοι ότι είχε εξαναγκάσει έναν νέο που ήταν ευνοούμενος του αυτοκράτορα να ενδυθεί το μοναχικό Σχήμα.
Τον έκλεισαν σε μια μονή της Κωνσταντινουπόλεως, ενώ έκαιγαν το μοναστήρι του και διασκόρπιζαν τους μαθητές του. Κατόπιν τον έφεραν δημοσίως αντιμέτωπο με θεολόγους του αυτοκράτορα, αλλά εκεί υποστήριξε με λαμπρό τρόπο την παράδοση των αγίων Πατέρων. Μπροστά στο δίλημμα που του ετέθη να υπογράψει τις αποφάσεις της συνόδου ή να πεθάνει βασανιζόμενος, ο άγιος ενέπαιξε τους κατηγόρους του, έδειξε ότι η σύνοδος δεν μπορούσε παρά να είναι ψευδής και οι αποφάσεις της αιρετικές και ξένες προς την παράδοση, υπενθυμίζοντας μάλιστα οι έξι πρώτες Οικουμενικές Συνοδοί είχαν λάβει χώρα σε εκκλησίες διακοσμημένες με ιερές εικόνες. Εν συνεχεία, καταδικάσθηκε σε εξορία στην Προκόννησο της Προποντίδας (755). Επωφελούμενος της εξορίας, ο άγιος αποσύρθηκε σε ένα στενό κελλί στην κορυφή ενός στύλου, όπου και αποδύθηκε σε νέους ασκητικούς άθλους. Αξιώθηκε με τον τρόπο αυτό μια τόσο μεγάλη χάρη από το Θεό, που εκ πλήθος θαυμάτων για όσους έρχονταν κοντά του και ομολογούσαν την άγια ορθόδοξη πίστη, προσκυνώντας την εικόνα του Χριστού.
Τα θαύματα αυτά συνέβαλαν στη μεγαλύτερη ακόμη εξάπλωση της φήμης του αγίου και ενίσχυσαν τους οπαδούς της Ορθοδοξίας, γιατί ήταν δύσκολο να βρεθεί μια τέτοια αγιότητα στο στρατό των αιρετικών. Για να θέσει τέρμα στην αύξηση του κύρους του ο τύραννος έβαλε να τον μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη, στη φυλακή του πραιτωρίου. Εκεί βρήκε ο άγιος άλλους 342 μοναχούς ομολογητές της πίστεως.
Όλοι έφεραν στο σώμα τους τα σημάδια των ενδόξων αγώνων τους: οι μεν ήταν ακρωτηριασμένοι στη μύτη, άλλοι στα αυτιά ή στη γλώσσα, άλλοι πάλι είχαν υποστεί αισχρούς εξευτελισμούς και είχαν βουτηχθεί σε ακαθαρσίες. Βλέποντάς τους ο άγιος εδόξασε κλαίγοντας την πίστη και την καρτερία τους. Έδωσε θάρρος στους απελπισμένους, τους παρότρυνε να παραμείνουν σταθεροί στην πέτρα της πίστεως μέχρι το τέλος του αγώνα και τους ένωσε σε ένα σώμα κάτω από την ισχυρή πνευματική αυθεντία του. Παρά τις δύσκολες συνθήκες της φυλακής, ο Στέφανος οργάνωσε τη ζωή των κρατουμένων όπως σε ένα μοναστήρι, στον ρυθμό της αδιάλειπτου δοξολογίας του Θεού και εν αρμονία και αγάπη. Μετέστρεψε μάλιστα στην Ορθοδοξία μερικούς από τους δεσμοφύλακές του, οι οποίοι άκουγαν με θαυμασμό τις διηγήσεις για τους αγώνες των αγίων ομολογητών.
Μετά από ένδεκα μήνες στη φυλακή ο Στέφανος έλαβε την αποκάλυψη του επικείμενου τέλους του. Είπε στη γυναίκα, που του έφερνε φαγητό στη φυλακή:
› Σε ευχαριστώ για τον κόπο, που έλαβες τόσες ημέρες να μου φέρνεις φαγητό. Από τώρα μέχρι σαράντα ημέρες δεν θέλω να μου φέρεις τίποτε, γιατί θέλω να νηστέψω.
Νήστευσε τότε σαράντα ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων δίδασκε νυχθημερόν στους μαθητές του την οδό της Σωτηρίας. Στις σαράντα οκτώ η μέρες ο Άγιος κάλεσε την γυναίκα, που του έφερνε φαγητό, και αφού την ευχαρίστησε, για την φιλοξενία της, της έδωσε πίσω τα Εικονίσματα, που του είχε φέρει. Η γυναίκα εκείνη επήρε τις άγιες εκείνες Εικόνες, επήρε και την ευχή του Άγιου και αναχώρησε. Όταν έφθασε η τελευταία ημέρα, είπε να τελεσθεί ολονύκτια αγρυπνία για να λάβει από τον Θεό τη δύναμη στον έσχατο αγώνα του. Ο τύραννος είχε αναρτήσει παντού αναγγελίες για την απόφαση της εκτελέσεως του αρχηγού της ορθοδόξου παρατάξεως, με σκοπό να τρομοκρατήσει όσους έκρυβαν στο σπίτι τους μοναχούς ή ομολογητές της πίστεως. Στη μεγάλη αναταραχή που ακολούθησε, το πλήθος υποκινούμενο από τους στρατιώτες έσπευσε στο πραιτώριο, πήρε τον άγιο και τον έσυρε στους δρόμους υβρίζοντας και κτυπώντας τον.
Όταν ο όχλος έφθασε στον ναό του Αγίου Θεοδώρου, ένας από τους αχρείους αυτούς, ονόματι Φιλομάτιος, κτύπησε τον άγιο στο κεφάλι με ένα δοκάρι, του έσπασε το κρανίο και τα μυαλά του χύθηκαν στο χώμα. Το νεκρό σώμα του αγίου συνέχισαν να το κτυπούν με πέτρες μέχρις ότου παραμορφωθεί και το έσυραν έξω των τειχών για να το ρίξουν τελικά στην κοινή τάφρο που προοριζόταν για τους ειδωλολάτρες και τους κατάδικους. Το γεγονός έλαβε χώρα στις 20 Νοεμβρίου 765 [2].
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Την εποχή εκείνη δεν ήταν πραγματικό μοναστήρι αλλά μάλλον μια αναχωρητική ομάδα ιδρυμένη τον 5° αιώνα από τον όσιο Αυξέντιο. Οι ασκητές ζούσαν υπό την καθοδήγηση ενός πνευματικού πατέρα. Όχι μακριά από εκεί, υπήρχε μια γυναικεία μονή.
[2] Δίνουμε την ημερομηνία αυτή ακολουθώντας τη Χρονογραφία του αγίου Θεοφάνους του Ομολογητού. Φαίνεται πως σύμφωνα με το κείμενο αυτό, όπως και με την Ιστορία σύντομον του αγίου Νικηφόρου του Ομολογητού, η άμεση αιτία του θανάτου του αγίου Στεφάνου ήταν μάλλον η σχέση του με δυο ανώτερους αξιωματούχους τους οποίους είχε οδηγήσει στον μοναχισμό.
(Από «ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ», ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτη, Εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ)
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν ἐνδεδειγμένος, σκεῦος γέγονας δικαιοσύνης διαπρέπων ταῖς σεπταῖς ἀναβάσεσι· καὶ τοῦ Χριστοῦ τὴν εἰκόνα σεβόμενος, μαρτυρικῆς ἠξιώθης φαιδρότητος. Θεῖε Στέφανε, ἐν ὅπλῳ ἡμᾶς στεφάνωσον τῆς θείας εὐδοκίας τοὺς ὑμνοῦντας σε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶς προγυμνασθεὶς ἐν τῷ ὄρει, τὰς νοητὰς τῶν δυσμενῶν παρατάξεις, τῇ πανοπλίᾳ ὤλεσας παμμάκαρ τοῦ Σταυροῦ. Αὖθις δὲ πρὸς ἄθλησιν, ἀνδρικῶς ἀπεδύσω, κτείνας τὸν Κοπρώνυμον, τῷ τῆς Πίστεως ξίφει· καὶ δι᾽ ἀμφοῖν ἐστέφθης ἐκ Θεοῦ, Ὁσιομάρτυς ἀοίδιμε Στέφανε.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, ἡ Ἐκκλησία, ἑορτὴν εὐφρόσυνον, ἐν τῇ σῇ μνήμη· καὶ πιστῶς, ἀνευφημοῦσα κραυγάζει σοι, Στέφανε θεῖε, ὁσίων τὸ καύχημα.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν τῆς Τριάδος ἐραστὴν καὶ μύστην ἔνθεον
Ὡς ἐν ἀσκήσει καὶ ἀθλήσει διαλάμψαντα
Στεφανώσωμεν τῶν ὕμνων τῷ θείῳ στέφει·
Τοῦ Χριστοῦ γὰρ τὸ ἐκτύπωμα σεβόμενος
Τῶν ἀνόμων καταβέβληκε τὸ φρύαγμα.
Ὅθεν εἴπωμεν, χαίροις ἔνδοξε Στέφανε.
Κάθισμα Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Τῶν Μοναστῶν ὑπογραμμὸς ἀνεδείχθης, τῶν Ἀθλητῶν καλλωπισμὸς ἀνεφάνης, δι' ἀμφοτέρων Στέφανε κοσμούμενος· ὅθεν ἀξιάγαστε, καὶ διπλοῦς τοὺς στεφάνους, ἔλαβες ἀσκήσεως, καὶ ἀθλήσεως Πάτερ. Ἀλλ' ἐκτενῶς Χριστὸν ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν σὲ ὑμνούντων, ἱκέτευε Στέφανε.
Μεγαλυνάριον
Αἷμα τῆς ἀθλήσεως τῆς σεπτῆς, ἱδρῶσι κεράσας, θεοφόρε ἀσκητικοῖς, ὡς εὔπνοον μύρον, τὴν παναγίαν κρᾶσιν, προσήγαγες τῷ Λόγῳ, Ὅσιε Στέφανε.
Ὁ Οἶκος
Εἰς πᾶσαν γῆν ὡς ἀληθῶς, διέδραμεν ὁ φθόγγος τῶν σῶν κατορθωμάτων, σοφὲ Ὁσιομάρτυς, ὧν περ εἰργάσω θαυμαστῶς· ὅθεν δυσωπῶ σε, παρρησίαν πρὸς Θεὸν ὡς κεκτημένος Ὅσιε, ἱκέτευε τοῦ δοθῆναί μοι λόγον ἐπάξιον, τοῦ ἀνευφημῆσαι τοὺς ἀγῶνας, οὓς ὑπέστης ἐξ ὁρατῶν ἐχθρῶν καὶ νοουμένων· ὃς πρὶν ἀσκητικῶς καθεῖλες, ἀπάσας τὰς κινήσεις τῆς σαρκὸς ἀπονεκρώσας, ἀθλήσει δὲ νῦν τὸν τύραννον ἐτροπώσω, Ὁσίων τὸ καύχημα.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Ορθόδοξος Συναξαριστής, Μέγας Συναξαριστής
Ο άγιος Στέφανος, εφάμιλλος του πρωτομάρτυρος, γεννήθηκε το 715 στην Κωνσταντινούπολη από ευσεβείς και επιφανείς γονείς που για πολλά χρόνια ήταν άτεκνοι. Όταν ο Θεός τους χάρισε το τέκνο αυτό μετά από φανέρωση της Υπεραγίας Θεοτόκου, το έταξαν στην υπηρεσία Του. Βαπτίσθηκε από τον άγιο πατριάρχη Γερμανό [12 Μαΐου], ο οποίος το έθεσε υπό τη σκέπη του πρωτομάρτυρος. Το παιδί πρόκοβε σε γνώση και αρετή, περιφρονώντας τις μάταιες απολαύσεις και επιδιδόμενο ιδιαιτέρως στην άσκηση της ακτημοσύνης και της ταπεινοφροσύνης.
Όταν ήλθε η ώρα για τους γονείς του να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους, ο αυτοκράτορας Λέων Γ' ο Ίσαυρος (717-741) άρχισε να λαμβάνει τα πρώτα μέτρα για την απαγόρευση της τιμής των ιερών εικόνων και τον διωγμό των υπερασπιστών της Ορθοδοξίας. Έκριναν πιο συνετό να απομακρυνθούν από τη Βασιλεύουσα και να εμπιστευθούν τον γιό τους στους μοναχούς του ορούς του Αγίου Αυξεντίου, πλησίον της Χαλκηδόνας [1].
Ο δεκαεξαετής νέος έγινε δεκτός μετά χαράς από τους αγίους ανθρώπους και την ίδια κιόλας ημέρα ενεδύθη το αγγελικό Σχήμα. Έγινε μαθητής του πέμπτου κατά σειράν διαδόχου του αγίου Αυξεντίου, Ιωάννου, ενός Γέροντος έμπειρου στην ασκητική τέχνη και προικισμένου με το προορατικό χάρισμα. Ο Στέφανος επέδειξε τέλεια υπακοή και τον ίδιο ζήλο για τα πλέον κουραστικά διακονήματα όπως και την αδιάλειπτη δοξολογία του Θεού. Λίγο αργότερα εκοιμήθη ο κατά σάρκα πατέρας του και ο Στέφανος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη για να ρυθμίσει τις υποθέσεις του και να μοιράσει τα υπάρχοντά του στους φτωχούς. Έφερε πίσω μαζί του τη μητέρα του και μία από τις αδελφές του που έγιναν μοναχές στην κοντινή γυναικεία Μονή των Τριχιναραίων και άφησε την άλλη αδελφή του να εισέλθει σε ένα μοναστήρι της Βασιλεύουσας.
Όταν μετά από λίγο παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό και ο Ιωάννης, ο πνευματικός του πατέρας, ο Στέφανος επελέγη ομοφώνως από τους αδελφούς στη θέση του ως ηγούμενος. Υπό την επιμελή καθοδήγησή του και χάρη στη μεγάλη του ταπεινοφροσύνη, η μικρή ομάδα των ασκητών αυξήθηκε φθάνοντας να αριθμεί είκοσι αδελφούς και έγινε κοινοβιακό μοναστήρι. Ο άγιος οργάνωσε την αδελφότητα με τρόπο που να αποτελεί όντως εικόνα της Βασιλείας των ουρανών και κατόπιν αποσύρθηκε πιο ψηλά στο όρος για να δοθεί απερίσπαστος στη σιωπηλή και αδιάλειπτη προσευχή, αφήνοντας έναν από τους μαθητές του, τον Μαρίνο, ως υπεύθυνο για τη μονή. Το κελί του δεν είχε στέγη και ήταν εκτεθειμένο σε όλους τους καιρούς, ήταν δε τόσο στενό, που δεν μπορούσε κανείς να καθήσει οκλαδόν. Φορώντας χειμώνα καλοκαίρι ένα λεπτό χιτώνα, φέροντας βαρειές αλυσίδες πάνω του και αρκούμενος σε μια τροφή ικανή να τον κρατά απλώς στη ζωή, ο άγιος Στέφανος έκανε μεγάλες προόδους στην προσευχή και δίχως να το θελήσει τράβηξε γύρω του πλήθος μαθητών και επισκεπτών που διέδωσαν τη φήμη του σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.
Μετά τον θάνατο του Λέοντος του Γ' (741), εστέφθη αυτοκράτορας ο γιός του Κωνσταντίνος Ε'. Στην αρχή της βασιλείας του, απασχολημένος καθώς ήταν στην αντιμετώπιση του σφετεριστή Αρτάβασδου και της αραβικής απειλής στην ανατολή, δεν έδειξε να τον ενδιαφέρει η κατάργηση των εικόνων. Μόλις εδραιώθηκε όμως η εξουσία του, εκήρυξε απηνή διωγμό εναντίον όσων τιμούσαν τις ιερές εικόνες. Εγύμνωσε εκκλησίες, βεβήλωσε ιερά σκεύη που τα διακοσμούσαν ιερές παραστάσεις, έβαλε να ασβεστώσουν τοίχους ιστορημένους με τοιχογραφίες και έκαψε ξύλινες εικόνες. Μονάχα παραστάσεις με διακοσμητικό και θύραθεν χαρακτήρα σεβάσθηκε και μόνον τον Σταυρό αναγνώρισε ως άξιο προσκυνήσεως.
Όσοι τολμούσαν να αντιταχθούν στα μέτρα του τιμωρούνταν αυστηρά, ιδιαιτέρως δε οι μοναχοί. Καταδιωκόμενοι, εξοριζόμενοι, βασανιζόμενοι, αυτοί συνέρρεαν κατά πλήθη στη Μονή του Αγίου Αυξεντίου για να βρουν κοντά στον άγιο Στέφανο παρηγοριά και ενθάρρυνση για να παραμείνουν στέρεοι στην ομολογία της Ορθοδοξίας. Τους συμβούλευε να μεταναστεύσουν σε περιοχές ανέγγιχτες ακόμη από τα απάνθρωπα αυτοκρατορικά μέτρα: στη Μαύρη Θάλασσα, στον Περσικό Κόλπο, στην Κύπρο, στις ακτές της Συρίας και κυρίως στη νότια Ιταλία, όπου χιλιάδες μοναχοί έβρισκαν τότε καταφύγιο. Το 754 ο τύραννος συνεκάλεσε μια σύνοδο στο ανάκτορο της Ιέρειας με τη συμμετοχή πλέον των τριακοσίων υποταγμένων στην εξουσία του επισκόπων, η οποία κατ' εντολή του διακήρυξε επισήμως την κατάργηση της προσκυνήσεως των εικόνων και την αναγνώριση κάποιων παρανοϊκών δογμάτων που είχε διατυπώσει ο αυτοκράτορας, ο οποίος καυχόταν για τις θεολογικές του γνώσεις.
Με όπλο τη συνοδική τούτη απόφαση, ο Κωνσταντίνος Ε' έβαλε να καταστρέψουν παντού τις εικόνες και διέταξε να τις αντικαταστήσουν με παραστάσεις του αυτοκράτορα ή με κοσμικές σκηνές. Καταστράφηκαν επίσης τα λείψανα των αγίων και τα πράγματα έφθασαν μάλιστα μέχρι του σημείου να καταδικασθεί ακόμη και η τιμή της Θεοτόκου και των αγίων.
Παντού οι ομολογητές καίγονταν, ξυλοκοπούνταν ή φυλακίζονταν. Ήταν λοιπόν η κατάλληλη ευκαιρία να εξαπολυθεί ένας συστηματικός διωγμός κατά του μοναχισμού, ο οποίος, πια ανεξάρτητος από την επίσημη ιεραρχία απέναντι στην εξουσία, παρέμενε πάντα ένας παράγων αντιστάσεως κατά της αυτοκρατορικής αυθαιρεσίας. Άρχισαν λοιπόν να κλείνουν τα μοναστήρια, μετατρέποντάς τα ακόμη και σε στρατώνες, «λουτρά» ή άλλα δημόσια κτήρια. Οι μοναχοί προπηλακίζονταν και αναγκάζονταν δια της βίας να επιστρέψουν στην τάξη των λαϊκών και να νυμφευθούν επί ποινή βασανισμού. Όσοι αντιστέκονταν, υφίσταντο ακρωτηριασμό της μύτης, της γλώσσας ή άλλες βιαιοπραγίες πριν σταλούν στην εξορία.
Απτόητος απέναντι στα κατασταλτικά μέτρα, ο άγιος Στέφανος συνέχιζε την αντίστασή του και αναδείχθηκε παντού αρχηγός της ορθοδόξου παρατάξεως. Κλήθηκε λοιπόν από τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη για να προσυπογράψει τις αποφάσεις της αιρετικής συνόδου. Μετά την άρνησή του και τη θαρραλέα αποπομπή τους, αυτοί μηχανεύθηκαν απάτη για να τον μειώσουν ηθικά στα μάτια των πολυπληθών υποστηρικτών του διαδίδοντας ότι ο άγιος είχε παραδοθεί στην ασέλγεια με μια πνευματική του θυγατέρα, μια αξιότιμη μοναχή της μονής, και πλήρωσαν ψευδομάρτυρες για να καταθέσουν ενώπιον του ηγεμόνα. Η μοναχή ονόματι Άννα, οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιάσθηκε στον αυτοκράτορα. Αρνούμενη τις άθλιες αυτές συκοφαντίες βασανίσθηκε απάνθρωπα, αλλά η τιμή του αγίου παρέμεινε άθικτη. Τελικώς, μηχανευόμενοι άλλο δόλο, κατάφεραν να τον συλλάβουν προφασιζόμενοι ότι είχε εξαναγκάσει έναν νέο που ήταν ευνοούμενος του αυτοκράτορα να ενδυθεί το μοναχικό Σχήμα.
Τον έκλεισαν σε μια μονή της Κωνσταντινουπόλεως, ενώ έκαιγαν το μοναστήρι του και διασκόρπιζαν τους μαθητές του. Κατόπιν τον έφεραν δημοσίως αντιμέτωπο με θεολόγους του αυτοκράτορα, αλλά εκεί υποστήριξε με λαμπρό τρόπο την παράδοση των αγίων Πατέρων. Μπροστά στο δίλημμα που του ετέθη να υπογράψει τις αποφάσεις της συνόδου ή να πεθάνει βασανιζόμενος, ο άγιος ενέπαιξε τους κατηγόρους του, έδειξε ότι η σύνοδος δεν μπορούσε παρά να είναι ψευδής και οι αποφάσεις της αιρετικές και ξένες προς την παράδοση, υπενθυμίζοντας μάλιστα οι έξι πρώτες Οικουμενικές Συνοδοί είχαν λάβει χώρα σε εκκλησίες διακοσμημένες με ιερές εικόνες. Εν συνεχεία, καταδικάσθηκε σε εξορία στην Προκόννησο της Προποντίδας (755). Επωφελούμενος της εξορίας, ο άγιος αποσύρθηκε σε ένα στενό κελλί στην κορυφή ενός στύλου, όπου και αποδύθηκε σε νέους ασκητικούς άθλους. Αξιώθηκε με τον τρόπο αυτό μια τόσο μεγάλη χάρη από το Θεό, που εκ πλήθος θαυμάτων για όσους έρχονταν κοντά του και ομολογούσαν την άγια ορθόδοξη πίστη, προσκυνώντας την εικόνα του Χριστού.
Τα θαύματα αυτά συνέβαλαν στη μεγαλύτερη ακόμη εξάπλωση της φήμης του αγίου και ενίσχυσαν τους οπαδούς της Ορθοδοξίας, γιατί ήταν δύσκολο να βρεθεί μια τέτοια αγιότητα στο στρατό των αιρετικών. Για να θέσει τέρμα στην αύξηση του κύρους του ο τύραννος έβαλε να τον μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη, στη φυλακή του πραιτωρίου. Εκεί βρήκε ο άγιος άλλους 342 μοναχούς ομολογητές της πίστεως.
Όλοι έφεραν στο σώμα τους τα σημάδια των ενδόξων αγώνων τους: οι μεν ήταν ακρωτηριασμένοι στη μύτη, άλλοι στα αυτιά ή στη γλώσσα, άλλοι πάλι είχαν υποστεί αισχρούς εξευτελισμούς και είχαν βουτηχθεί σε ακαθαρσίες. Βλέποντάς τους ο άγιος εδόξασε κλαίγοντας την πίστη και την καρτερία τους. Έδωσε θάρρος στους απελπισμένους, τους παρότρυνε να παραμείνουν σταθεροί στην πέτρα της πίστεως μέχρι το τέλος του αγώνα και τους ένωσε σε ένα σώμα κάτω από την ισχυρή πνευματική αυθεντία του. Παρά τις δύσκολες συνθήκες της φυλακής, ο Στέφανος οργάνωσε τη ζωή των κρατουμένων όπως σε ένα μοναστήρι, στον ρυθμό της αδιάλειπτου δοξολογίας του Θεού και εν αρμονία και αγάπη. Μετέστρεψε μάλιστα στην Ορθοδοξία μερικούς από τους δεσμοφύλακές του, οι οποίοι άκουγαν με θαυμασμό τις διηγήσεις για τους αγώνες των αγίων ομολογητών.
Μετά από ένδεκα μήνες στη φυλακή ο Στέφανος έλαβε την αποκάλυψη του επικείμενου τέλους του. Νήστευσε τότε σαράντα ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων δίδασκε νυχθημερόν στους μαθητές του την οδό της Σωτηρίας. Όταν έφθασε η τελευταία ημέρα, είπε να τελεσθεί ολονύκτια αγρυπνία για να λάβει από τον Θεό τη δύναμη στον έσχατο αγώνα του. Ο τύραννος είχε αναρτήσει παντού αναγγελίες για την απόφαση της εκτελέσεως του αρχηγού της ορθοδόξου παρατάξεως, με σκοπό να τρομοκρατήσει όσους έκρυβαν στο σπίτι τους μοναχούς ή ομολογητές της πίστεως. Στη μεγάλη αναταραχή που ακολούθησε, το πλήθος υποκινούμενο από τους στρατιώτες έσπευσε στο πραιτώριο, πήρε τον άγιο και τον έσυρε στους δρόμους υβρίζοντας και κτυπώντας τον.
Όταν ο όχλος έφθασε στον ναό του Αγίου Θεοδώρου, ένας από τους αχρείους αυτούς, ονόματι Φιλομάτιος, κτύπησε τον άγιο στο κεφάλι με ένα δοκάρι, του έσπασε το κρανίο και τα μυαλά του χύθηκαν στο χώμα. Το νεκρό σώμα του αγίου συνέχισαν να το κτυπούν με πέτρες μέχρις ότου παραμορφωθεί και το έσυραν έξω των τειχών για να το ρίξουν τελικά στην κοινή τάφρο που προοριζόταν για τους ειδωλολάτρες και τους κατάδικους. Το γεγονός έλαβε χώρα στις 20 Νοεμβρίου 765 [2].
_______________________________________
1. Την εποχή εκείνη δεν ήταν πραγματικό μοναστήρι αλλά μάλλον μια αναχωρητική ομάδα ιδρυμένη τον 5° αιώνα από τον όσιο Αυξέντιο. Οι ασκητές ζούσαν υπό την καθοδήγηση ενός πνευματικού πατέρα. Όχι μακριά από εκεί, υπήρχε μια γυναικεία μονή.
2. Δίνουμε την ημερομηνία αυτή ακολουθώντας τη Χρονογραφία του αγίου Θεοφάνους του Ομολογητού. Φαίνεται πως σύμφωνα με το κείμενο αυτό, όπως και με την Ιστορία σύντομον του αγίου Νικηφόρου του Ομολογητού, η άμεση αιτία του θανάτου του αγίου Στεφάνου ήταν μάλλον η σχέση του με δυο ανώτερους αξιωματούχους τους οποίους είχε οδηγήσει στον μοναχισμό.
ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ
Πριν από λίγα χρόνια επέτρεψε ο Κύριος και έπεσε θανατικό στην έρημο της περιοχής μας. Τότε πέθανε ένας όσιος και ενάρετος πατέρας και τον έθαψαν στο κοιμητήριο της Μονής. Την επόμενη μέρα πάλι, πέθανε ένας από τους αμελέστερους αδελφούς. Τον έθαψαν πάνω από το σκήνωμα του όσιου πατέρα.
Ἡ Περσία ἴσως θυμίζει παλαιούς της πατρίδας μας ἐχθρούς. Ἔχει ὅμως νά ἐπιδείξει στούς μεταχριστιανικούς χρόνους καί ἀδελφούς ἐν Χριστῷ μέ ζωή καί ἀθλήματα πνευματικά. Ἔχει νά παρουσιάσει ἀκόμη ὁσίους, ἁγίους καί μάρτυρες. Ὁ Ἰάκωβος εἶναι ἕνας ἀπό τούς Χριστιανούς μάρτυρες καί μάλιστα μεγαλομάρτυρες τῆς Περσίας.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...