Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
http://www.lawnet.gr/articlemain.asp?id=17224
Απαγορεύτηκε στο Μαρόκο η κυκλοφορία τεύχους του γαλλικού περιοδικού “L' Express International” για φερόμενη προσβολή του ισλάμ. Ο υπουργός Πληροφοριών του Μαρόκου δήλωσε ότι το τεύχος παραβιάζει το δεοντολογικό κώδικα της χώρας για τα μέσα ενημέρωσης αλλά απέφυγε να διευκρινίσει το ακριβές περιεχόμενο, το οποίο κρίθηκε προσβλητικό. Στο τεύχος με τίτλο “Το σοκ Ιησούς – Μωάμεθ” πραγματεύεται τη σχέση μεταξύ του χριστιανισμού και του ισλάμ, όπως δήλωσε ένας από τους συντάκτες του περιοδικού. Η σύνταξη του γαλλικού περιοδικού υποστηρίζει ότι προσπάθησε να είναι όσο το δυνατό πιο “ευαίσθητη” στις απόψεις των μουσουλμάνων και δεν κατανοεί τους λόγους για την απαγόρευση.
Συγκεκριμένα οι υπεύθυνοι του περιοδικού αναφέρουν ότι το τεύχος κυκλοφόρησε με διαφορετικό εξώφυλλο στην αγορά του Μαρόκου για να αποφευχθούν τυχόν παρεξηγήσεις. Ο υπουργός Πληροφοριών του Μαρόκου τόνισε ότι το τεύχος παραβιάζει το άρθρο 29 του κώδικα για τα μέσα ενημέρωσης, με το οποίο η κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να κλείσει ή να απαγορεύσει οποιαδήποτε έκδοση κρίνει ότι είναι προσβλητική απέναντι στο ισλάμ ή στον μονάρχη της χώρας. Το “L' Express” επισημαίνει στην ιστοσελίδα του στο διαδίκτυο ότι το θέμα του τεύχους επελέγη εξαιτίας της συνάντησης εντός της εβδομάδος στη Ρώμη μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων λόγιων για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ του χριστιανισμού και του ισλάμ.
Μια ενότητα αφιερωμένη στο δημοκρατικό πνεύμα των νεοΕθνικών και της καπηλείας τους προς την αρχαία Ελλάδα. Η σελίδα περιγράφει με αποδείξεις την προσπάθεια φίμωσης του Ανώνυμου Απολογητή από ομάδα ΝεοΕθνικών του Υ.Σ.Ε.Ε. κατά το διάστημα 7 - 25 Μαΐου 2004. Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια...
Η Χίμαιρα της προσπάθειας των νεοπαγανιστών. (Πηγή Φώτο: Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 7, άρθρο «Η Γλώσσα των Ετρούσκων, η Πελασγική Προέλευσή της», Σ. Δώρικος - Κ. Χαζτηγιαννάκης, σελίδα 68)
Αγαπητοί φίλοι, οι «ελευθεροπρεπείς» του Υ.Σ.Ε.Ε. επιτέθηκαν στον Απολογητή θέλοντας να τον φιμώσουν. Απέτυχαν παταγωδώς και απέδειξαν πως:
1. όταν σας μιλάνε για «καμένες» βιβλιοθήκες από Χριστιανούς, να θυμάστε πως εκείνοι είναι που κρατούν την αναμμένη δάδα στα χέρια τους και σεις είστε βιβλιοθηκάριοι.
2. όταν σας μιλάνε για την ιερά εξέταση, να θυμάστε πως εκείνοι είναι οι εξεταστές και σεις οι «ασεβείς - αιρετικοί»
3. όταν σας μιλάνε για κυνήγι «μαγισσών», να θυμάστε πως εκείνοι οι κυνηγοί και σεις οι «μάγοι - μάγισσες»
4. όταν σας μιλάνε για διωγμούς, να θυμάστε πως εκείνοι είναι οι διώκτες και σεις οι διωκόμενοι
5. όταν σας μιλάνε για ελευθερία ή ελευθεροπρέπεια, να θυμάστε πως εννοούν τον φασισμό και την υπακοή - υποταγή
6. όταν σας μιλάνε για την δύναμη του λόγου, να θυμάστε πως εκείνοι είναι δυνατοί μόνο στο παγκράτιο
7. όταν σας λένε πως «τα βιβλία είναι η δύναμή μας», να θυμάστε πως τα βιβλία είναι η αχίλλειος πτέρνα τους
8. όταν σας μιλάνε για αναγέννηση, να θυμάστε πως εκείνοι είναι οι μεσαιωνικοί σκοταδιστές
9. όταν εκλιπαρούν να αναγνωριστεί η θρησκεία τους, να θυμάστε πως αν ήταν η μόνη αναγνωρισμένη θα απαγόρευαν δια πυρός και σιδήρου την δική σας θρησκεία και θρησκευτική γνώμη
10. όταν δακρύζουν παριστάνοντας τα θύματα, να θυμάστε πως εκείνοι κλαίνε ως οι κροκόδειλοι
11. όταν μιλάνε για φιλοσοφία, παριστάνοντας τους έξυπνους, να θυμάστε πως μιλάνε για δόγμα
12 .όταν σας μιλάνε για αθλητισμό και ευγενή άμιλλα, να θυμάστε πως εννοούν τον αθέμιτο ανταγωνισμό και κυριαρχία
13. όταν σας μιλάνε για το ότι η «ιστορία πρέπει να ξαναγραφεί», να θυμάστε πως εννοούν πως πρέπει εντελώς να χαλκευτεί
14. όταν σας μιλάνε για καταστροφές του πολιτισμού, να θυμάστε πως αυτοί είναι οι βάρβαροι
15. όταν σας μιλάνε για την Ελλάδα, θα θυμάστε πως εννοούν την Περσία
16. όταν σας μιλάνε για την ηθική, να θυμάστε πως εννοούν την ανηθικότητα
17. όταν σας μιλάνε για την αλήθεια, να θυμάστε πως εννοούν τα ψέματα
18. όταν σας μιλάνε για ιστορία, να θυμάστε πως εννοούν την μυθολογία
19. όταν μιλάνε για ειρηνική συμβίωση, να θυμάστε πως εννοούν την πνευματική και φυσική εξόντωσή των αντιπάλων
20. τέλος όταν σας μιλάνε για δημοκρατία, να θυμάστε πως εκείνοι είναι οι αυτοκρατορικοί και σεις οι διωκόμενοι δημοκράτες
Της Béatrice Caseau, καθηγήτριας της Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Paris IV-Sorbonne:
“The Fate of Rural Temples in Late Antiquity and the Christianisation of the Countryside” στο Late Antiquity Archaeology, 2, Recent Research on the Late Antique Countryside, edited by William Bowden, Luke Lavan and Carlos Machado, Brill
Επιλογή αποσπασμάτων: Γιάννης Τ.
Ακόμα και Δυτικοί ιστορικοί, έχουν πλέον συνειδητοποιήσει την ιστορική πλάνη που έχει επικρατήσει τους τελευταίους αιώνες, λόγω της αντιεκκλησιαστικής υστερίας των Διαφωτιστών. Όλα τα στοιχεία, και όλα τα συμπεράσματα δείχνουν ότι οι καταστροφές ναών και αρχαίας τέχνης ουδέποτε έλαβε χώρα, (τουλάχιστον όχι στο επίπεδο που διαφημίζουν αντιεκκλησιαστικές αλλά και παραφουσκωμένες εκκλησιαστικές πηγές). Τα ακόλουθα αποσπάσματα από το βιβλίο της Béatrice Caseau, είναι χαρακτηριστικά της αληθινής διάστασης του θέματος, ότι ουδέποτε η Ρωμαϊκή νομοθεσία κατά της ειδωλολατρείας εφαρμόσθηκε, και ότι οι Ειδωλολάτρες ήταν ελεύθεροι πάντοτε να λατρεύουν τα ξόανά τους ανεμπόδιστα, για όσο άντεξε στο φως της αλήθειας του Χριστού, η πλανεμένη τους ειδωλολατρεία, πριν σβήσει μόνη της.
«Η τύχη των αγροτικών ναών ποίκιλε στον 4ο αι. και εξαρτιόταν από το νομικό καθεστώς τους, το βαθμό εκχριστιανισμού των τριγύρω πληθυσμών και ειδικότερα από τον θρησκευτικό προσανατολισμό των ιδιοκτητών της γης» (σ. 111)
«Απαιτείται προσοχή όταν χρησιμοποιούνται οι χριστιανικές πηγές, ειδικά αυτές για τον παγανισμό. Στους βίους αγίων, η τάση είναι συχνά να δίνεται έμφαση στη νίκη του αγίου επί της ειδωλολατρικής αντίστασης» (σ. 112).
«Το κλείσιμο των ναών, από τον Θεοδόσιο Α’, έπεται του τέλους των δημόσιων εισφορών για ιερά. Πολύ πριν κάθε είδους θυσία απαγορευτεί, η παγανιστική λατρεία είχε εξελιχθεί από δημόσια σε ιδιωτική» (σ. 114).
«Οι παγανιστές μπορούσαν ακόμη να προσφέρουν κρυφές θυσίες πολύ μετά το επίσημο κλείσιμο των ναών που ανήκαν στις πόλεις. Ακόμη και η κατασκευή ή επισκευή ιδιωτικών ναών συνεχίστηκε μετά τους θεοδοσιανούς νόμους οι οποίοι διέταζαν το κλείσιμό τους. Δεν πρέπει να θεωρείται εκπληκτικό ότι αυτοί οι νόμοι εφαρμόστηκαν μόνο μερικώς. Αν και οι αυτοκράτορες προσπάθησαν να εξαφανίσουν κάθε είδους θυσία, δημόσια και ιδιωτική, και διέταξαν την καταστροφή όλων των αγροτικών ναών, είχαν λιγοστά μέσα να ελέγξουν τι συνέβαινε στα ιδιωτικά σπίτια και τις περιουσίες. Όσο οι τοπικοί πατρόνες παρέμεναν Εθνικοί, οι γιορτές τω Εθνικών μπορούσαν να λαμβάνουν χώρα. (…) Η ενισχυμένη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων κατά την Ύστερη Αρχαιότητα είχε επίσης συνέπειες σε θρησκευτικά ζητήματα. Αν αποφάσιζαν να αφήσουν τα Εθνικά ιερά ανοικτά ή αν χρηματοδοτούσαν για Εθνικά συμπόσια, ακόμη και τα αυτοκρατορικά έδικτα δεν μπορούσαν να αλλάξουν την απόφασή τους. Γενικά, ό,τι γινόταν στα χωριά ήταν πέρα από τον αυτοκρατορικό έλεγχο» (σ. 114-115).
«Ήδη τον 3ο αι. ορισμένοι αιγυπτιακοί ναοί κατακυριεύτηκαν για οικιστικές κατασκευές ή μετατράπηκαν σε κοσμικά κτήρια για τον στρατό. Πολλοί ναοί είχαν αφεθεί να καταρρεύσουν προτού αυτή η εκκοσμίκευση συμβεί. Ο ναός στο Λούξορ, για παράδειγμα, είχε εγκαταλειφθεί πριν οι Ρωμαίοι αποφασίσουν να τον επαναχρησιμοποιήσουν για τον στρατό» (σ. 117).
«Ο Μιθραϊσμός ήταν ακόμη δημοφιλής τον 4ο αι, αλλά η ακμή του είχε περάσει. (…) Πολλά από τα μιθραία στην Γαλατία, Γερμανία και την Βρετανία είχαν ήδη εγκαταλειφθεί ως το τέλος του 3ου αι. Μερικά είχαν «ξηλωθεί» και οι λίθοι τους είχαν χρησιμοποιηθεί για βιαστικές επιδιορθώσεις των οχυρών. Οι Χριστιανοί δεν ήταν υπεύθυνοι για τέτοιες καταστροφές» (σ. 117).
«Η λέξη καταστροφή [αρχαίων ναών, σε χριστιανικά κείμενα] μπορεί να περιλαμβάνει απλές συμβολικές χειρονομίες όπως το γκρέμισμα ενός αγάλματος από το βάθρο του ως και την πλήρη καταστροφή του κτηρίου» (σ. 120).
«Οι ναοί γενικά και τα αρχαία μαυσωλεία ειδικότερα, έγιναν στόχος των αδίσταχτων αρχόντων οι οποίοι χρειάζονταν λίθους για τα κατασκευαστικά σχέδιά τους. Είναι φανερό ότι μέχρι το τέλος του 4ου αι., οι αγροτικοί ναοί που ήταν όχι μακριά από τις πόλεις λεηλατήθηκαν για να κτιστούν κοσμικά μνημεία παρά εκκλησίες. Οι κυβερνήτες και οι άρχοντες των πόλεων είχαν βρει μια πολύ βολική πηγή έτοιμου και καλλιτεχνημένου οικοδομικού υλικού. Είχαν την απαραίτητη εργατική δύναμη για να πετύχουν την προσεχτική διάλυση του κτηρίου, αφήνοντας τα αρχιτεκτονικά του μέλη διαθέσιμα για επαναχρησιμοποίηση. Αντίθετα από ό,τι ο Λιβάνιος δηλώνει, οι μοναχοί δεν ήταν ούτε οι κύριοι καταστροφείς των ναών ούτε οι πιο αποτελεσματικοί, καθώς ήταν περιορισμένοι στα ρόπαλα και τα σιδερένια εργαλεία και ενίοτε στα χέρια και τα πόδια τους, ως εργαλεία. Οι κυβερνήτες ήταν πολύ πιο εξοπλισμένοι για το δύσκολο καθήκον της καταστροφής καλοχτισμένων ναών, το οποίο απαιτούσε πολύ περισσότερο από ρόπαλα» (σ. 129-130).
«Η καταστροφή των ναών ήταν μια δαπανηρή διαδικασία, η οποία απαιτούσε ανθρώπινο δυναμικό και συνεπώς οι μόνοι ναοί που ισοπεδώθηκαν τελείως ήταν εκείνοι με τους οποίους ασχολήθηκε ο στρατός. Η μεγάλη πλειοψηφία των ναών πιθανόν αφέθηκε να καταρρεύσει» (σ. 136).
«Το καθήκον για την εκκαθάριση της υπαίθρου [από τα είδωλα] αφηνόταν στους γαιοκτήμονες, οι οποίοι δεν ήταν πάντα πρόθυμοι να οχλήσουν τη ζωή των χωρικών ή να πληρώνουν για τέτοια έξοδα» (σ. 136).
«Τον καιρό του Γρηγορίου του Μεγάλου, Πάπα από το 590 ως το 604, μερικοί χριστιανοί γαιοκτήμονες, που ήταν είτε αδιάφοροι για την θρησκεία των χωρικών που δούλευαν στις περιουσίες τους είτε απρόθυμοι να τους αναστατώσουν, εν γνώσει τους επέτρεπαν τη συνέχεια των απαγορευμένων πρακτικών, όπως οι θυσίες. Τα γράμματα του Γρηγόριου παρέχουν παραδείγματα τόσο στη Σικελία όσο και στη Σαρδηνία. Ο εκχριστιανισμός απαιτούσε την συγκατάθεση του τοπικού πληθυσμού και ήταν μια αμφίδρομη διαδικασία: ένας κώδικας συμπεριφοράς και πίστης προσφερόταν από τον κλήρο ή τις κοσμικές ελίτ, και υιοθετείτο με τροποποιήσεις από τις τοπικές κοινότητες» (σ. 137).
Η (συνειδητή ή ασυνείδητη) ανάμιξη του γνήσιου ορθόδοξου χριστιανικού φρονήματος με αρχαιοελληνίζουσες δοξασίες και νεοπαγανιστικά μεταφυσικά σχήματα (Δωδεκαθεϊσμός), που τώρα τελευταία ολοένα και περισσότερο κάνουν αισθητή την παρουσία τους, είναι φαινόμενο παραπλανητικό κι επικίνδυνο.
Οι μέθοδοι δράσης τής αναβιούμενης αρχαιοελληνικής θρησκείας είναι συνήθως οι εξής: η κατασυκοφάντηση της ορθόδοξης Εκκλησίας, ο προσηλυτισμός (απευθυνόμενοι σε υπερήλικες, αγράμματους κ.λπ.) «ευκαίρως ακαίρως», και μάλιστα κάτω από «σημαίες» που είναι υπεράνω κάθε υποψίας, οι παρεμβάσεις σε δημόσιες διαλέξεις, οι οργανώσεις επί πληρωμή Σεμιναρίων, οι συγκεντρώσεις για ανάπτυξη των μεθόδων και τακτικών τους, οι εκδρομές σε «ιερά» άλση και τόπους αρχαίας λατρείας, λαμβάνοντας μέρος σε αρχαιοελληνικές τελετές κ.λπ.
Η κατάσταση αυτή οφείλεται «εν πολλοίς» στο φαινόμενο της Παγκοσμιοποίησης (όπου επικρατεί η ανεκτικότητα / ουδετερότητα, αλλά και η επαναζήτηση ταυτότητας) και στην εμφάνιση του γενικότερου κινήματος της Νέας Εποχής (New Age), δηλ. της λεγόμενης εποχής του Υδροχόου. Η «Νέα Εποχή», που έχει τεράστια διάδοση κυρίως στην Αμερική, είναι σήμερα ό,τι τον 1ο και 2ο μ.Χ. αιώνα ο Γνωστικισμός. Η «Νέα Εποχή» αποτελεί μια «ομπρέλα», κάτω από την οποία τίθενται: Εναλλακτική Ιατρική (Βελονισμός, Μαγνητισμός, Αρωματοθεραπεία, Ιριδοθεραπεία, Ομοιοπαθητική κ.λπ.), Αστρολογία, Παραψυχολογία, Μαγεία (π.χ. θαυματουργές πέτρες, μενταγιόν κ.λπ.), Ανατολικής προέλευσης φιλοσοφικοθρησκευτικά συστήματα (Διαλογισμός, Εσωτερισμός, Γιόγκα) κ.λπ., δηλ. ένας νεοθρησκευτικός Συγκρητισμός. Όλα αυτά λανσάρονται κάτω από αθώες ιδέες, λ.χ. του Αθλητισμού / Γυμναστικής (Ολυμπιακών αγώνων), της Οικολογίας, του Φεμινισμού κ.λπ.
Υπάρχει, όμως, κι ένας άλλος, βαθύτερος λόγος. η γενικότερη κρίση των ηθικών αξιών. Φαίνεται ότι γίναμε ή λεγόμαστε εξωτερικά Χριστιανοί, ενώ εσωτερικά παραμείναμε και παραμένουμε ειδωλολάτρες. Αυτό αποδεικνύεται περισσότερο στα λαϊκά ήθη κι έθιμα, τη λαϊκή θρησκευτικότητα, τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις. Ενώ ο Χριστιανισμός στην αρχή παρουσιάστηκε ως η ανανεωτική κίνηση («ανακεφαλαίωσις εν Χριστώ»), που θα προήγαγε τον Αρχαιοελληνισμό ποιοτικά [πρβλ. απάντηση των εθνικών ιερέων προς τον Ιουλιανό («είπατε τω βασιλεί. χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν. απέσβετο και λάλον ύδωρ»), το έργο του Μισοπώγων, και απάντηση της Πυθίας στον Οκταβιανό Αύγουστο], στην πραγματικότητα αυτή η «υπεροχή» κι ανωτερότητα αντικαταστάθηκε από τα ιδεώδη των Ολυμπίων θεών, τα οποία, όπως φαίνεται, ποτέ δεν απεμπολήσαμε (από τη «φύση» μας), γιατί ακριβώς συνιστούσαν τη φύση μας. Αλλά, τούτο ακριβώς ευαγγελιζόταν ο Χριστιανισμός: από φύσεις (ασυνείδητο, ένστικτα) να μας κάνει πρόσωπα (συνειδητό, λογικότητα). Έτσι, για ΚΑΤΩ θέσαμε τα υψηλά πνευματικά (χριστιανικά) ιδανικά (της αγάπης, της θυσίας, της ταπείνωσης), και για ΑΝΩ τα φυσικά, γήινα και υλικά (της δύναμης, της υπεροχής και της ατομικής ευδαιμονίας), δηλ. πλήρης αντιστροφή κι απαξίωση των αξιών (αλλοτρίωση)!
Οι άνθρωποι που επιχειρούν αυτή την αναβίωση (Νεοειδωλολάτρες), είναι συνήθως καλοπροαίρετοι κι έντιμοι πολίτες με μεταφυσικά ενδιαφέροντα. Κατ? αρχήν, μπορεί να μην πιστεύουν ότι ο ξαφνικός αυτός «αρχαιοελληνισμός» τους σχετίζεται με τη New Age. Μπορεί, ακόμα - ακόμα, να το κάνουν ορμώμενοι από έναν αγνό ή ακραίο (πρβλ. Πλεύρη) εθνικισμό, αγνοώντας ότι η σύγχρονη επιστήμη δέχεται ότι ο ελληνικός πολιτισμός αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης πολιτισμικής περιοχής, που συνίστατο από τους ανώτερους πολιτισμούς της Εγγύς Ανατολής (W. Burkert, βραβείο Balzan 1990). Πάντως, όσοι απ? αυτούς έχουν σπουδάσει συστηματικά την αρχαία ελληνική Φιλοσοφία και θρησκεία (καθηγητές Φιλοσοφικής, Θρησκειολόγοι κ.λπ.) μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Όλοι οι άλλοι, όντας θεράποντες άλλων επιστημών κι επαγγελμάτων, έχουν «μορφωθεί» αρχαιοελληνικά με πασαλείμματα: σποραδικές επιλεκτικά μελέτες κάποιων παλαιότερων ομοϊδεατών τους, που ερμηνεύουν «κατά το δοκούν», κι όχι όπως η επίσημη ακαδημαϊκή επιστήμη (Φιλολογία, Αρχαιολογία, Ιστορία, Θεολογία, Θρησκειολογία) και Τέχνη παγκοσμίως, τους Αρχαίους. Ο καθηγητής της Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, κ. Δ. Κυρτάτας, παρατηρεί ότι «η νεοελληνική μας κοινωνία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την Αρχαιότητα όπως την παρέλαβε από τους εκπροσώπους του Διαφωτισμού?Ένα είδος καθήλωσης ή διαρκούς παλινδρόμησης κρατά, καθώς φαίνεται, τη νεοελληνική παιδεία στο επίπεδο που κατέκτησε τον ύστερο 18ο και τον πρώιμο 19ο αιώνα» (Το Βημα 18/3/01). Στο μεταξύ, οι «αρχαιοελληνίζοντες» δεν μπόρεσαν να βρουν απαντήσεις στις απορίες τους από τη χριστιανική Θεολογία, είτε γιατί είναι προκατειλημμένοι (από την οικογένειά τους ή τις συναναστροφές τους), είτε για διάφορους λόγους (κυρίως ψυχολογικούς) μεταστράφηκαν (αιφνίδια ή σταδιακά) στο Νεοπαγανισμό, εγκαταλείποντας το Χριστιανισμό, είτε, τέλος, την αγνοούν. η ορθόδοξη Θεολογία δε μαθαίνεται νοησιαρχικά, πολύ δε περισσότερο στα εκλαϊκευμένα θρησκευτικά βιβλία ή έντυπα που κυκλοφορούν πιο πολύ. Έτσι, διατυμπανίζουν λ.χ. την καύση αντί της ταφής των νεκρών, και την αφαίρεση της Παλαιάς Διαθήκης από τα <Θρησκευτικά>, επειδή δήθεν περιέχει την ιστορία των Εβραίων. Όμως, η Καινή Διαθήκη δεν προϋποθέτει την Παλαιά; Μπορεί να κατανοηθεί η Καινή χωρίς το background της Παλαιάς, ή την εκπλήρωση των προφητειών της; Χριστιανικά, πάντως, οποιοσδήποτε εξοβελισμός της Παλαιάς οδηγεί αυτόματα στις αρχαίες αιρέσεις των Καϊνιτών και του Μαρκιωνιτισμού.
Ωστόσο, όσοι, στοιχειωδώς, έχουν μελετήσει την αρχαιοελληνική θρησκεία, αλλά και τα κείμενα των Τατιανού και Τερτυλλιανού, γνωρίζουν ότι οι πρόγονοί μας:
Εξάλλου, οι σύγχρονοι Αρχαιοελληνιστές μας κατηγορούν:
Αντίθετα, όμως, ο Χριστιανισμός, και μάλιστα η αυθεντική του υπόσταση, της Ορθοδοξίας, που κουβαλάει μέσα της τις δυο «φύσεις» της Αρχαίας Ελλάδας και του Βυζάντιου, «ανάστησε» κι αξιοποίησε τον Ελληνισμό, που ήταν ήδη νεκρός ως προς την αρχαία του μορφή, με:
Σπυρίδων Κ. Τσιτσίγκος
Ομιλία του Μακ. Αρχιεπισκόπου κ. Χριστοδούλου στην Πάτρα κατά την εορτή του Απ. Ανδρέου
Eυχαριστώ τον Κύριον διότι μου επέτρεψε να έλθω εδώ, στην Πάτρα, πόλη που κατέχει την πλέον εξέχουσα θέση στην ιστορία της χριστιανικής Ελλάδος, να συλλειτουργήσω ενώπιον της Τιμίας Κάρας και του Σταυρού του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων αγίου Ανδρέου με τον άγιον Επίσκοπον της αγιωτάτης Εκκλησίας των Πατρέων και άλλους σεβασμίους Ιεράρχες, και να ομιλήσω σε σας, τέκνα του Θεού αγαπημένα, ευλογημένα από την μυστική ευωδία των ιερών λειψάνων.
Αγία και χαρμόσυνη η ημέρα αυτή για όλους τους Ορθοδόξους και ιδιαιτέρως για τους Έλληνες. Επειδή σήμερα τιμούμε τη μνήμη του αγίου Αποστόλου δια του οποίου ο Κύριος έστειλε την ευλογία Του στο γένος των Ελλήνων. Σήμερα λοιπόν, έχουμε υποχρέωση να δούμε με ποιούς τρόπους έδειξε ο Κύριος την ευλογία Του σε μας, και πέρα απ’ αυτό, να δούμε ποιά πρέπει νάναι τα βήματά μας έχοντας επί της κεφαλής μας τη χάρη του Κυρίου.
Τα όσα θα σας πω δεν έχουν τίποτε κοινό με τους εθνικισμούς και τις μάταιες ιδεολογίες του κόσμου τούτου. Έχουν μόνη μέριμνα να δείξουν το θέλημα του Κυρίου και την ευθύνη του χριστιανού στον οποίο δόθηκε ιδιαιτέρα ευλογία.
Όλοι οι χριστιανοί γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει τίποτε τυχαίο, ότι όλα όσα γίνονται και όλα όσα δεν γίνονται εντάσσονται μέσα στο πλαίσιο της Θείας Οικονομίας: «Πάντα δι αυτού [του Λόγου του Θεού] εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ό γέγονεν».[1] Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το γεγονός ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ενανθρωπίστηκε ως ένας τυπικός και παραδοσιακός Εβραίος, καταγόμενος εκ της γενεάς του προφητάνακτος Δαβίδ. Όχι μόνο μιλούσε την παραδοσιακή γλώσσα των Εβραίων κατοίκων της Παλαιστίνης την εποχή εκείνη, αλλά σε όλα Του έμοιαζε με χαρακτηριστική μορφή της Παλαιάς Διαθήκης. Κι αυτό έγινε διότι ο Κύριος δεν ήλθε να καταργήσει ως ξεπερασμένο τον Νόμο που έδωσε στο αρχαίο γένος του Αβραάμ και του Ισαάκ, αλλά να τον ολοκληρώσει πληρώνοντας Αυτός με το αίμα Του το τίμημα της σωτηρίας μας από την παράβαση του Νόμου. Ο Κύριος ενανθρωπίστηκε ως Εβραίος επειδή ήθελε να φανερώσει την αλήθεια της προφητείας και να τιμήσει πλήρως την υπόσχεση που είχε δώσει στον Ισραήλ.
Αλλά οι Εβραίοι της εποχής της ενανθρωπήσεως δεν ήσαν όμοιοι με τα παιδιά του Αβραάμ και του Ισαάκ. Τον πυρσό του ελληνικού πνεύματος τον είχαν ήδη μεταφέρει οι Έλληνες του Αλεξάνδρου σε όλες τις χώρες της Βίβλου έως την πύλη της Ινδίας. Η επίδραση του ελληνικού πνεύματος επάνω στους λαούς ήταν μεγάλη. Η ελληνική γλώσσα έγινε οικουμενική. Οι περισσότεροι λαοί μιλούσαν την ελληνική παράλληλα με τη μητρική τους γλώσσα. Το ίδιο ίσχυε και για τους Εβραίους: πολλοί από αυτούς μιλούσαν και εβραϊκά και ελληνικά. Πάρα πολλοί τα χρόνια εκείνα ήσαν «ελληνίζοντες Ιουδαίοι» (όπως οι παραδοσιακοί τούς αποκαλούσαν), μιλούσαν δηλαδή άνετα την ελληνική γλώσσα, είχαν ελληνικά ονόματα, ντύνονταν όπως οι Έλληνες, είχαν οικογενειακή φιλία με Έλληνες, έμεναν όμως πιστοί Ιουδαίοι.
Ένας από αυτούς ήταν ο Απόστολος Ανδρέας, το ελληνικότατο όνομα του οποίου προέρχεται από την λέξη ανδρεία. Ο Ανδρέας ήταν πιστός νέος, αλλά είχε απωθήσει τον φαρισαϊσμό, την ιουδαϊκή τυπολατρεία, την άψυχη ευσέβεια που μένει καρφωμένη στον Νόμο απομακρύνοντας τον άνθρωπο από τον Θεό. Ανήσυχη η ψυχή του, είχε βρεί την αληθινή πνευματικότητα στο τίμιο πρόσωπο του Βαπτιστού Ιωάννου. Εκεί βρισκόταν, μαζί με έναν χωριανό του που θα γινόταν αργότερα ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, όταν συνάντησε για πρώτη φορά τον Ιησού.
Και ο Ιησούς εκάλεσε πρώτον εξ όλων αυτόν, τον ελληνίζοντα πιστόν. Έτσι αρχίζει η Ώρα της διακονίας του Κυρίου, έτσι αρχίζει να συντάσσεται η Καινή Διαθήκη, έτσι αρχίζει την πορεία της η εν τω κόσμω Εκκλησία: με την κλήση του πρώτου Αποστόλου, του Ανδρέα.
Αυτό το νεύμα του Θεού προς τον Ελληνισμό, είχε πολύ γρήγορα συνέχεια. Ήλθαν Έλληνες και ζήτησαν από τον Φίλιππο, επίσης ελληνίζοντα Απόστολο καθώς το όνομά του δείχνει, να δουν τον Κύριο: «θέλομεν τον Ιησούν ιδείν»[2], είπαν. Ο Φίλιππος τους οδηγεί στον Ανδρέα, λέγοντάς του τι ζητούν. Κι ο Ανδρέας επικουρούμενος από τον Φίλιππο, θέτει τους Έλληνες υπό την προστασία του και τους φέρνει στον Ιησού μεσιτεύων υπέρ αυτών.
Ακολούθησε το επόμενο νεύμα: μετά την Πεντηκοστή, οι Απόστολοι είχαν αναθέσει τη φροντίδα της μικρής χριστιανικής κοινότητας στους παραδοσιακούς Εβραίους. Αλλά «πληθυνόντων των μαθητών εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους». Οι Απόστολοι, θέλοντες να γαληνεύσουν την Εκκλησία, ζήτησαν από τους χριστιανούς να εκλέξουν επτά άνδρες «πλήρεις πνεύματος και σοφίας» οι οποίοι να αναλάβουν τη διοίκηση. Ας προσεχθή αυτό: έγιναν εκλογές, κάτι εντελώς ξένο προς τα εβραϊκά ήθη αλλά λογικό κατά το έθος των Ελλήνων. Και τις εκλογές αυτές τις κέρδισαν όλοι οι Ελληνιστές, με ηγέτη τους τον Στέφανο, τον πρώτον μάρτυρα του χριστιανισμού.[3]
Την προς τους Έλληνες ευμένειά Του ο Κύριος θα φανερώσει εξεχόντως με την αποστολή του θειοτάτου Παύλου στην Ελλάδα. Ο Παύλος και ο Ανδρέας είναι οι Απόστολοι που εργάσθηκαν στα ελληνικά χώματα περισσότερον παντός άλλου.
Την υπέρ Ελλήνων μεσιτεία του ο Πρωτόκλητος δεν εγκατέλειψε ποτέ. Το αποστολικό του έργο είναι άρρηκτα δεμένο με τον Ελληνισμό. Μετά την Πεντηκοστή, άρχισε το αποστολικό του έργο φέρνοντας τους Έλληνες ενώπιον του Κυρίου: πήγε στις χώρες της Μαύρης Θάλασσας, κηρύττοντας στους Πόντιους αδελφούς μας. Μίλησε στη Σαμψούντα, στην Τραπεζούντα, στην Ηράκλεια, κήρυξε στις πόλεις της Ιωνίας, της Μακεδονίας και της Θράκης. Έκλεισε μέσα στην αγκαλιά του τον Ελληνισμό που ζούσε στις αλησμόνητες σήμερα πατρίδες μας. Εβάπτιζε Έλληνες, και τους έφερνε έτσι ενώπιον του Κυρίου πρεσβεύων ενθέρμως υπέρ αυτών. Ίδρυσε τις περισσότερες Εκκλησίες των Ελλήνων σε όλες σχεδόν τις αγαπημένες πατρίδες μας, με κορωνίδα την ίδρυση της Εκκλησίας του Βυζαντίου, που ο Κύριος ανήγαγε σε Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Ευλογών τους Έλληνες που ο Πρωτόκλητος παρουσίασε ενώπιόν Του, είπεν ο Κύριος: «ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου»[4].
Δεν είμαστε τόσον σημαντικοί ώστε ο Θεός να θεωρήσει ότι ήλθε η ώρα να δοξασθεί επειδή εμείς τον αναγνωρίσαμε. Αλλά το βλέμμα του Κυρίου διαπερνά πάντα τα άδηλα και τα κρύφια, διαπερνά τον χρόνο και την ιστορία του ανθρώπου, αφού δεν υπάρχει χρόνος γι Αυτόν.
Είδεν ο Κύριος στην προσέλευση των Ελλήνων αυτά που οι προσερχόμενοι δεν μπορούσαν να δουν.
Είδεν πρώτον τη βαθειά πίστη των Ελλήνων, καθώς διά στόματος Αποστόλου Παύλου επιβεβαίωσε: «κατά πάντα ως δεισιδαιμονεστέρους υμάς θεωρώ»,[5] δεισιδαιμονεστέρους δε σήμαινε τότε αυτούς που έχουν στραμμένη την προσοχή τους εις τα θεία.
Είδεν ο Κύριος την πνευματικότητά τους, που με την κορυφαία τους δημιουργία, τη φιλοσοφία, τους έκανε ικανούς να προσλαμβάνουν και να αναλύουν υπερβατικές έννοιες. Ένας από τους πρώτους μεγάλους χριστιανούς απολογητές, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, δεν διστάζει να πει ότι η φιλοσοφία είχε για τους Έλληνες τον ρόλο που είχε στους Εβραίους η Παλαιά Διαθήκη: «επαιδαγώγει γαρ και αυτή το Ελληνικόν ως ο νόμος τους Εβραίους εις Χριστόν».[6]
Είδεν ότι η ελληνική γλώσσα, το ακριβέστατο αυτό όργανο, είναι η κατάλληλη γλώσσα για τη σύσταση της χριστιανικής θεολογίας. Γράφει ο Μέγας Βασίλειος σε μία χαρακτηριστική επιστολή του, ότι «οι της Δύσεως αδελφοί», οι Λατινόφωνοι, αντιλαμβανόμενοι «το στενόν της εαυτών γλώττης» χρησιμοποιούν την ελληνική γλώσσα για να μπορούν να θεολογούν «εν τη ευκρινεί και ασυγχύτω διαστάσει των ονομάτων».[7]
Και πράγματι, χάριτι θεία, η διδασκαλία του Κυρίου, το Ευαγγέλιό Του στους ανθρώπους όλων των λαών κι όλων των αιώνων, καθώς επίσης ολόκληρο το λεπτό μα θεοφώτιστο θεολογικό δένδρο του χριστιανισμού, διατυπώθηκε εξ ολοκλήρου στην ελληνική γλώσσα. Ο Κύριος ενανθρωπίστηκε ως Ιουδαίος ώστε να πληρωθεί ο Νόμος και να δικαιωθούν οι Προφήτες, αλλά η νέα Διαθήκη του Θεού προς τον άνθρωπο, η Διαθήκη της Αναστάσεως και η Αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος, ανετέθη εξ ολοκλήρου στους Έλληνες.
Από τα 27 κείμενα της Καινής Διαθήκης, μόνο το πρώτο, το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, γράφτηκε πρωτοτύπως στην αραμαϊκή γλώσσα για να χρησιμεύσει ως γέφυρα από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη. Όλα τα άλλα κείμενα, με συγγραφείς Ιουδαίους (τους Αποστόλους και τους μαθητές τους), γραμμένα κάτω από τις πιό διαφορετικές συνθήκες και για διάφορους λόγους, γράφτηκαν όλα πρωτοτύπως στην ελληνική γλώσσα.
Κι όχι μόνον αυτό: η θεολογική σκέψη, οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι Οικουμενικές Σύνοδοι, που θεμελίωσαν τον χριστιανισμό κατά τους πρώτους αιώνες, χρησιμοποιούν την ελληνική γλώσσα και την πνευματική οικοδομή της ελληνικής φιλοσοφίας.
Μυστήριον παράδοξον: γιατί ο Θεός πήρε από τα χέρια των Εβραίων τη διδασκαλία Του και την ανέθεσε στους Έλληνες; Γιατί η Καινή Διαθήκη δεν είναι και αυτή ένα μέρος της εβραϊκής θρησκείας;
Την πρώτη, την Παλαιά Διαθήκη Του ο Θεός την παραδίδει στον Νώε μετά τον Κατακλυσμό: «Τούτο το σημείον της διαθήκης ό εγώ δίδωμι ανά μέσον εμού και υμών και ανά μέσον πάσης ψυχής ζώσης».[8] Δεν μιλά ο Θεός ειδικά για μία φυλή. Μιλά για τον άνθρωπο γενικά. Στον Νώε ο Θεός υποσχέθηκε ότι δεν πρόκειται να ξανακαταραστεί την γή για τις ανομίες των ανθρώπων. Άρα, πρόκειται για διαθήκη αρνητική: ορίζει ότι δεν θα καταστρέψει για δεύτερη φορά.
Ακολούθησε η ιδιαιτέρα διαθήκη, την οποία ο Θεός συνάπτει με τον Αβραάμ. Η διαθήκη τώρα αποκτά θετικό περιεχόμενο. Ορίζεται πλέον γιατί και ποιοί άνθρωποι θα έχουν την ευλογία του Θεού: το σπέρμα Αβραάμ, υπό τον όρον ότι ακολουθεί τον Νόμον του Θεού. Και ως σημείο τηρήσεως του Νόμου εισάγεται η περιτομή: «περιτμηθήσεται υμών παν αρσενικόν, και περιτμηθήσεσθε την σάρκα της ακροβυστίας υμών, και έσται εν σημείω διαθήκης ανά μέσον εμού και υμών».[9]
Στην Καινή Διαθήκη, όμως, αίρεται η κυριαρχία του Νόμου και εισάγεται η διά της χάριτος σωτηρία. Το τίμημα της σωτηρίας δεν το πληρώνει πλέον ο άνθρωπος, έστω συμβολικώς δια του αίματος της περιτομής. Το πληρώνει εξ ολοκλήρου ο ίδιος ο Θεός για μας, με το δικό του αίμα. Αντί της ανθρώπινης ακροβυστίας, έχουμε το Θείον Πάθος. Με τον τρόπο αυτόν όμως, καταργείται η Διαθήκη του αίματος: το σπέρμα Αβραάμ δεν μετριέται πιά εξ αίματος αλλά εκ πίστεως.
Δεν πρόκειται λοιπόν για απόρριψη της εβραϊκής φυλής και υιοθεσία της ελληνικής. Πρόκειται για το γεγονός ότι ο Θεός χαρίζει σε κάθε άνθρωπο την σωτηρία του, εφ όσον ο άνθρωπος ανοίξει όλη την καρδιά του και δεχθεί την θυσία Εκείνου.
Ο Κύριος είχε ήδη τονίσει και είχε δείξει με θαυματουργικό τρόπο ότι το να είσαι Εβραίος δεν αποτελεί προϋπόθεση για να πιστεύεις στον Θεό, κι ότι το σπέρμα Αβραάμ δεν είναι πιά φυλετική έννοια. Όχι μόνο δέχθηκε και άκουσε με προσήνεια τον Ρωμαίο εκατόνταρχο, αλλά στραφείς στους μαθητές Του εξήγησε: «αμήν λέγω υμίν, παρ’ ουδενί τοσαύτην πίστην εν τω Ισραήλ εύρον. Λέγω δε υμίν ότι πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσιν και ανακλιθήσονται μετά Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε υιοί της βασιλείας [οι Εβραίοι] εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον». Και γυρνώντας στον Ρωμαίο, του απάντησε με μία φράση που αποτελεί την πεμπτουσία της Καινής Διαθήκης: «ύπαγε, ως επίστευσας γενηθήτω σοι».[10]
Σαφέστατο ήταν και το όραμα του Αποστόλου Πέτρου στην Ιόππη, με το οποίο ο Θεός τον βοήθησε να ξεπεράσει την εμμονή στην εβραϊκή παράδοση, και να ανοίξει την Εκκλησία του Χριστού σε όλα τα έθνη: «Ανοίξας δε ο Πέτρος το στόμα είπεν: επ’ αληθείας καταλαμβάνομαι ότι ουκ έστιν προσωπολήπτης ο Θεός, αλλ’ εν παντί έθνει ο φοβούμενος Αυτόν και εργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός Αυτώ εστιν».[11]
Παράλληλα, ο Κύριος είχε διανοίξει το πνεύμα των Ελλήνων: το δωδεκάθεο είχε ξεπέσει και ο ελληνικός στοχασμός αναζητούσε τον Ένα Θεό. Αυτό επέτρεψε στον Απόστολο Παύλο να δηλώσει στους Αθηναίους ότι είδε τον σεβασμό τους στον έναν άγνωστο Θεό, και ότι «ό ούν αγνοούντες ευσεβείτε, τούτο εγώ καταγγέλω υμίν»[12], δηλαδή κηρύττω σε σας. Η προσκόλληση σε εθνικισμούς είχε εγκαταλειφθεί, ενώ η πολυτέλεια και η διαφθορά ήταν στόχοι σφοδρής πολεμικής: οι φιλόσοφοι δίδασκαν ότι δεν μπορεί να αρέσκεται σε αυτά ο Θεός.
Από ετών πολλών διατυπώνεται από αθέους ο ισχυρισμός ότι οι Έλληνες απομακρύνθηκαν από την ειδωλολατρία βιαίως, έπειτα από διωγμούς των χριστιανών αυτοκρατόρων. Ουδέν ψευδέστερον τούτου. Είναι αμέτρητοι οι Έλληνες που θυσιάστηκαν από τα πρώτα βήματα του χριστιανισμού, και στη συνέχεια κατά την περίοδο των Διωγμών. Αυτό αποδεικνύει χωρίς αμφιβολία ότι οι Έλληνες εκχριστιανίσθηκαν από το θείον κήρυγμα των Αποστόλων. Δεν καταργήθηκε με αυτοκρατορικά διατάγματα η ειδωλολατρία. Καταργήθηκε από τους Αποστόλους, απορρίφθηκε από τους Έλληνες που είδαν και βίωσαν την αλήθεια του Χριστού. Αμέσως μόλις ήλθε στην Πάτρα ο Απόστολος Ανδρέας, πήγε και τον βρήκε ο ανθύπατος Λέσβιος κλαίγοντας και του είπε: «Άνθρωπε ξένε και γνώστα ξένου θεού, ελέησον άνθρωπον πεπλανημένον και ταις των αμαρτημάτων κηλίσι κατεστιγμένον»[13], εννοώντας τον εαυτό του. Και έγινεν ο ανθύπατος Λέσβιος ο πρώτος μαθητής του Αποστόλου στην Πάτρα. Αυτοί είναι οι Έλληνες που έγιναν χριστιανοί: όχι θύματα βίας, αλλά όρθιες συνειδήσεις που άνοιξν την καρδιά τους στον Κύριο.
Ο ισχυρισμός ότι οι Έλληνες εκχριστιανίσθηκαν βιαίως από τους αυτοκράτορες της Κωνσταντινουπόλεως είναι όχι μόνον ανιστόρητος, όχι μόνο ψευδής, αλλά και υποτιμητικός του γένους μας. Είναι δυνατόν ο λαός αυτός να μη δεχθεί να αλλάξει την πίστη του στα 400 χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς, και να ασπασθεί πανικόβλητος τον χριστιανισμό επειδή αυτό θα ήθελε ο Κωνσταντίνος και οι διάδοχοί του;
Καλύτερη μαρτυρία του γεγονότος ότι οι Έλληνες προσήλθαν στον Χριστό με ελευθέρα τη βούλησή τους και χωρίς καμιά καταπίεση, δεν θα μπορούσαμε να βρούμε από τις επιστολές του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Αποστάτη. Ο Ιουλιανός, τον Δ΄αιώνα μετά Χριστόν, έκαμε τα πάντα για να απορριφθεί ο χριστιανισμός και να επιστρέψουν οι Έλληνες στην ειδωλολατρία. Εκτός από διατάγματα, έστειλε σειρά επιστολών σε λογίους, ιερείς της ειδωλολατρίας, διοικητές επαρχιών κ.ά., δίνοντας οδηγίες για την επιτυχία του σχεδίου του. Διαβάζοντας τις επιστολές αυτές, διαπιστώνουμε ότι ο ειδωλολατρικός κόσμος είχε εσωτερικά και αμετάκλητα κατερρεύσει. Ο Ιουλιανός προσπαθεί να του εμφυσήσει ζωή, ζητώντας από τους ειδωλολάτρες να κάνουν ότι έκαναν οι χριστιανοί. Τους ζητούσε να είναι φιλάνθρωποι και να έχουν και αυτοί αυστηρότητα βίου. Την κατάντια της ειδωλολατρίας φανερώνει το ότι ζητά από τους ιερείς των ειδώλων να μη τρέχουν στα δημόσια θεάματα, να μη μεθούν στα καπηλειά, να μην έχουν επαγγέλματα κακόφημα και αισχρά.[14] Αλλού, γράφει: «Το σύνολο της οφειλομένης προς τους θεούς ευλαβείας έχει αντικατασταθεί από μιά βρωμερή και χυδαία μαλθακότητα».[15] Αυτή τη βρωμερή και χυδαία μαλθακότητα εγκατέλειπαν οι προπάτορές μας και άνοιγαν τις ψυχές τους στον Χριστό.
Ο άρχων του σκότους θέλησε να χτυπήσει αυτό ακριβώς που ευλόγησε ο Κύριος των Δυνάμεων: για να εμποδίσει τη νίκη του χριστιανισμού, ο Ιουλιανός ο Αποστάτης προσπάθησε να εμποδίσει με κάθε τρόπο τη χρήση της ελληνικής γλώσσας από τους χριστιανούς. Θέλησε να κρατήσει την ελληνική γλώσσα δεμένη πισθάγκωνα στο άρμα της ειδωλολατρίας. Αλλά δεν μπόρεσε να φιμώσει τη χριστιανική φωνή: «ώστε ο τούτο προστάξας, αττικίζειν μεν εκώλυσε, το δε αληθεύειν ουκ έπαυσε»,[16] παρατηρεί ο αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Αλλ’ η χρήση της ελληνικής ήταν, καθώς είδαμε, επιλογή του Κυρίου. Το τέλος του Ιουλιανού και της σατανικής του προσπάθειας είχε προδιαγραφεί. Η ελληνική γλώσσα έγινε η γλώσσα του Συμβόλου της Πίστεως, η ουρανία γλώσσα της χριστιανικής θεολογίας.
Την ελληνική γλώσσα την καλλιέργησε με πάθος η Εκκλησία καθ’ όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Και με ακόμη μεγαλύτερο πάθος, με θυσίες τις οποίες σήμερα οι αρνητές της πίστεως προσπαθούν να εξαφανίσουν, καλλιέργησε τα ελληνικά γράμματα κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Όταν τη λάμψη του Ελληνισμού τη σκίασε η βαριά σκιά της ημισελήνου, η Εκκλησία έδωσε σκληρόν αγώνα να κρατήσει ανοιχτά σχολεία, να κρατήσει δασκάλους και μαθητές. Υπήρξε η κατευθυντήρια δύναμη του έθνους. Πάλαιψε κατά του εξισλαμισμού και κατόρθωσε να αχρηστεύσει όλες τις επί τούτω προσπάθειες των σουλτάνων, πάλαιψε για την απελευθέρωση του γένους πάντοτε ενισχύοντας κάθε κίνημα και συχνά ηγουμένη κινημάτων ώστε να μη συμφιλιωθεί το γένος με την τουρκική επικυριαρχία (όπως συνέβη με τους Κούρδους και άλλους λαούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας), μα πάνω απ’ όλα πάλαιψε να κρατήσει αναμμένο το καντήλι της πίστης και της γλώσσας.
Έτσι ορίζεται και σήμερα, τέκνα του Κυρίου αγαπημένα, η ευθύνη μας. Ο Κύριος κρατά πάντοτε το χέρι Του επί της κεφαλής μας ευλογώντας μας. Και αισθανόμενοι την ευλογία αυτή, νιώθουμε όλο χαρά την ανάγκη να κρατήσουμε την καρδιά μας καθαρή, να είμεθα «ως το ξύλον το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων... και το φύλλον αυτού ουκ απορρυήσεται».[17] Έτσι αισθάνεται σύνολη η Εκκλησία μας: πλήρης χαράς να προσεύχεται στον Κύριο και να αγωνίζεται «τον καλόν αγώνα της πίστεως»[18] έτοιμη να παλέψει για την επιβίωση του γένους μας και της ευλογημένης γλώσσας μας. Δεν θα εγκαταλείψουμε εμείς, αυτά που ο Κύριος ευλόγησε.
Δεν πρέπει να υποτιμούμε τους κινδύνους που διερχόμεθα σήμερα. Είναι πολλοί αυτοί που προσπαθούν να μας πείσουν ότι μάταιος είναι ο αγώνας μας, αφού «έτσι έγιναν πια τα πράγματα και δεν ανατρέπονται». Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ιδέαν ότι η Εκκλησία του Χριστού ζει εν τω κόσμω τούτω, κι αυτό σημαίνει πως γνωρίζει πολύ καλά τι γίνεται, αλλά γνωρίζει επίσης ότι ζει μέσα σε κόσμο εχθρικό και αντίξοο. Τι λοιπόν θα έπρεπε να πούμε; Ότι μια και έγινε η παράβαση από τον Αδάμ και την Εύα, τα πράγματα δεν ανατρέπονται πλέον και εμείς θα πρέπει να τα παρατήσουμε;
Γνωρίζουμε ότι οι κυρίαρχες του κόσμου τούτου δυνάμεις, οι οποίες κατευθύνουν την πολιτική μικρών και μεγάλων κρατών είναι αντίχριστες, ότι μάχονται κατά του λαού του Θεού και θέλουν να εξαφανίσουν ό,τι Αυτός ευλογεί, ότι καυχώνται για την εξουσία τους κινούνται δε με έπαρση και περιφρόνηση προς την Εκκλησία. Αλλά ιδού, «ανέτειλεν ο ήλιος συν τω καύσωνι και εξήρανεν τον χόρτον και το άνθος αυτού εξέπεσεν και η ευπρέπεια του προσώπου αυτού απώλετο».[19] Η Εκκλησία δεν αγωνιά να έχει την αναγνώριση του κόσμου τούτου.
Καλούμεθα να μείνουμε ανυποχώρητοι στις επάλξεις, καθώς ο αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα, ο Πέτρος, μας λέγει: «ομόφρονες, φιλάδελφοι, ταπεινόφρονες, μη αποδίδοντες κακόν αντί κακού ή λοιδορίαν αντί λοιδορίας, τουναντίον δε ευλογούντες ότι εις τούτο εκλήθητε, ίνα ευλογίαν κληρονομήσητε».[20]
Περαίνων, θα ήθελα να επαναλάβω απόσπασμα από την ευχήν που ανέπεμψε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης σας υποδεχόμενος τα λείψανα του Σταυρού του Πρωτοκλήτου: «Ευχαριστούμεν Σοι και δοξάζομεν τον υπερύμνητον όνομά Σου, ότι εν τοις πρώτοις και αποστολικοίς χρόνοις ηξίωσας την χώραν ημών ταύτην τοις ίχνεσι των Αποστόλων τιμηθήναι, και του Ευαγγελικού αυτών κηρύγματος τον σπόρον δεχθήναι και εις επίγνωσιν της Σης αληθείας ελθείν. [...] Και δεόμεθά Σου εκ βαθέων υπέρ παντός του ευσεβούς ημών έθνους, εξαιρέτως δ’ υπέρ της πόλεως ταύτης και των πίστει οικούντων και παρεπιδημούντων εν αυτή, όπως διαφυλάττεις υπό την κραταιάν Σου σκέπην τον λαόν και την πόλην και την χώραν ημών άπασαν [...] πρεσβίαις του πολιούχου ημών Αγίου και πανευφήμου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου και πάντων των Αγίων Σου. Ότι Σύ ει ο Θεός ημών και Σύ την δόξαν αναπέμπομεν , τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίων Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».[21]
[1] Ιωάν. 1,3
[2] Ιωάν. 12,21
[3] Πράξ. 6, 1-6
[4] Ιωάν. 12,23
[5] Πράξ.17,22
[6] Στρωματείς, 1.5.28.3
[7] Προς Τερέντιον, 214,4
[8] Γέν. 9,12
[9] Γέν. 17,10-11
[10] Ματθ. 8,10-13
[11] Πράξ. 10,34
[12] Πραξ.17,23
[13] Παν. Τρεμπέλα, Ο Απόστολος Ανδρέας, Πάτραι 1990
[14] Προς Αρσάκιον, 429-430
[15] Προς Θεόδωρον, 453d
[16] Κατά Ιουλιανού Α΄ε
[17] Ψαλμ. Α΄ 3
[18] Τιμ.Α΄, 6,12
[19] Ιακώβου 1,11
[20] Πέτρου Α΄, 3, 8-9
[21] Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου, Χρονικόν της επαναφοράς του Σταυρού Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, Αθήναι 1980
Ο Μητροπολίτης Βιέννης Ιλαριών Ο Επίσκοπος Βιέννης Ιλαρίων του Πατριαρχείου της Μόσχας, θεωρεί πως το τελικό έγγραφο της 10ης συνόδου στην Ραβέννα πρέπει να εξεταστεί λεπτομερώς από μια Σύνοδο Θεολόγων και ειδικούς Εκκλησιαστικούς Ιστορικούς διότι περιέχει ανακρίβειες. Το τελικό έγγραφο της Συνόδου υποστηρίζει ο εκπρόσωπος του Πατριαρχείου της Μόσχας σε συνέντευξη του, δεν πρέπει να θεωρηθεί νόμιμο διότι απουσίαζε ο Εκπρόσωπος του μεγαλύτερου Ορθόδοξου Πατριαρχείου όπως αυτό της Μόσχας. |
Ο λόγος της αποχώρησης του Επισκόπου Ιλαρίωνα όπως είχαμε αναφέρει σε παλιό σχετικό ρεπορτάζ μας, ήταν πως διαφώνησε με την συμμετοχή της λεγόμενης «Εσθονικής Αποστολικής Εκκλησίας» που δημιουργήθηκε από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως το 1996 σε έδαφος Ρωσικό.
Ο Επίσκοπος Ιλαρίων αντιδρά με τη παράγραφο 39 του εγγράφου το οποίο ισχυρίζεται πως αυτή η αρμονία στην Εκκλησία και τα συμβούλια είναι τόσο βαθιά, που ακόμη και μετά το σχίσμα Ανατολής και Δύσης το 1054 που καθιστούσε αδύνατη την διεξαγωγή των Οικουμενικών Συμβουλίων, συνέχιζαν να κάνουν συμβούλια όπου προέκυπταν σοβαρές αποφάσεις.
Επίσης η παράγραφος 41 του εγγράφου αναφέρει πως «Ο Επίσκοπος Ρώμης αναγνωρίζεται ως πρώτος μεταξύ ίσων».
Η ανακοίνωση του Βατικανού των 46 παραγράφων η οποία είναι 7 σελίδες, στην τελευταία παράγραφο (46) αναφέρει:
«Έχουμε επίγνωση πως πολλά ερωτήματα δεν μπορούν να διευκρινιστούν αλλά ελπίζουμε πως με προσευχή προς τον Ιησού, όπως λέει στο κατά Ιωάννη 17.21 «δια να είναι όλοι ένα, καθώς συ, Πατέρα, είσαι εν εμοί και εγώ εν εσοί, ας είναι και αυτοί εν ημίν δια να πιστέψη ο κόσμος ότι εσύ με έστειλες» ώστε να βασιστούμε στην συμφωνία που ίδει έχει επιτευχθεί.
Τέλος ο Επίσκοπος Ιλαρίων τονίζει πως θα πέσουμε στην παγίδα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, η οποία θέλει το μοντέλο του Οικουμενισμού του Πρωτείου.
Εμείς έχουμε να δηλώσουμε πως σύμφωνα με την Ιταλική εφημερίδα «La Repubblica» , σκοπός της συνόδου ήταν να τεθούν οι βάσεις για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που απαιτούν λύση, προκειμένου να επιτευχθεί η επανένωση.
Αρχείο Δελτίων Τύπου της Ιεράς Συνόδου 2007
Συνήλθε σήμερα Παρασκευή 16.11.2007, στην τρίτη Συνεδρία Της για το μήνα Νοέμβριο η Διαρκής Ιερά Συνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος της 151ης Συνοδικής Περιόδου, του Μακαριωτάτου Προέδρου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πασης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου απουσιάζοντος, προεδρεύοντος δε του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Προκοπίου.
Κατά την σημερινή Συνεδρία:
Α. Ἡ Δ.Ι.Σ. επικύρωσε τα Πρακτικά της προηγουμένης Συνεδρίας.
Β. Ἡ Δ.Ι.Σ. ενημερώθηκε:
- Ἀπό Έκθεση του Παρατηρητηρίου Κοινωνικών Φαινομένων, της Εκκλησίας της Ελλάδος, για το Διεθνές Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε από 21 έως 23.10.2007, στη Νάπολη της Ιταλίας, επ' ευκαιρία της 20ης επετείου της Συναντήσεως της Ασσίζης (1986-2006)
- Ἀπό Έκθεση του Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου κ. Βασιλείου Θερμού, για την πραγματοποιηθείσα Συνδιάσκεψη με θέμα: «Ενώνοντες τας δυνάμεις ανά την Ευρώπην δια την πρόληψιν (ψυχικών ασθενειών) και προαγωγήν της ψυχικής υγείας», στην Βαρκελώνη της Ισπανίας, από 13 έως 15.9.2007.
Γ. Ἡ Δ.Ι.Σ. ενέκρινε:
- Τόν ετήσιο προγραμματισμό του Παρατηρητηρίου Κοινωνικών Φαινομένων, της Εκκλησίας της Ελλάδος, για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος.
- Τίς αποσπάσεις Κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος για την εξυπηρέτηση των Ορθοδόξων Κοινοτήτων του Εξωτερικού.
Δ. Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος, εξ αφορμής της χθεσινής εκτός Ημερησίας Διατάξεως συζητήσεως για την Μ.Κ.Ο. «Αλληλεγγύη», κατέθεσε στην Ιερά Σύνοδο φακέλλους που αφορούν στον έλεγχο, ο οποίος ασκείται ανά τρίμηνο από ορκωτούς Λογιστές για τις δραστηριότητες της Οργανώσεως, τους ελέγχους οι οποίοι γίνονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, τις τακτικές ενημερώσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για τις δραστηριότητες της Επιτροπής και τις αντίστοιχες ευχαριστίες μετά συγχαρητηρίων της Δ.Ι.Σ. προς την «Αλληλεγγύη», τον έλεγχο, τον οποίο διεξήγαγε ο Διευθυντής της Γενικής Εκκλησιαστικής Οικονομικής Επιθεωρήσεως κ. Ευάγγγελος Μάρης, ο οποίος ευρήκε σε πλήρη τάξη τις δοσοληψίες, και τον φάκελλο ο οποίος αποδεικνύει ότι η «Αλληλεγγύη» συνεργάζεται αποδοτικά και αρμονικά με 65 Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος. Τέλος η «Αλληλεγγύη» έλαβε ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΔΙΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΦΟΡΕΑ της Γερμανίας, ότι επιτελεί έργο κοινωνικής προσφοράς και παροχών, σε ευρύτατο επίπεδο, σε πλείστους όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις για να δεχθούν οικονομικές η πρακτικές διευκολύνσεις.
Ε. Ἐξ αφορμής πληροφοριών για αποφάσεις της Συνελεύσεως της Μικτής Επιτροπής Διαλόγου Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών στη Ραβέννα της Ιταλίας, διευκρινίζεται ότι δεν έχουν εισέτι ληφθεί στην Ιερά Σύνοδο τα πορίσματα της Συνελεύσεως και η έκθεση των εκπροσώπων μας. Η πληροφορία ότι ο Πάπας αναγνωρίζεται ως πρώτος μεταξύ ίσων των Προκαθημένων των Πρεσβυγενών Πατριαρχείων, είναι θέμα το οποίον συζητείται.
ΣΤ. Επειδή εδημοσιεύθη στον Τύπο ότι η υπόθεση της αναγραφής του θρησκεύματος στις Ταυτότητες ετέθη στο Αρχείο, η Ιερά Σύνοδος είναι υποχρεωμένη να σημειώσει ότι το μεγάλο αυτό ζήτημα δεν έχει μόνον τυπική υπηρεσιακή αξία, αλλά και μεγάλη ηθική σημασία για την Εκκλησία και τον Λαό μας και ότι οι προσπάθειες του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού για το θέμα αυτό είναι δικαιωμένες στις συνειδήσεις όλων και δεν πρόκειται να λησμονηθούν. Επί πλέον επειδή εδημοσιεύθη η πληροφορία ότι λίαν συντόμως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα εκδώσει τις νέες ταυτότητες για όλους τους πολίτες των Κρατών - Μελών αυτής, τότε τίθεται το ερώτημα : Γιατί όλη αυτή η αγωνία και η βιασύνη να καταργηθεί η αναγραφή του Θρησκεύματος στις Ταυτότητες με ειδική νομοθεσία πριν την ώρα τους;
Τέλος η Δ.Ι.Σ. συζήτησε και έλαβε αποφάσεις σχετικά με τρέχοντα υπηρεσιακά ζητήματα.
Η Δ.Ι.Σ. ολοκλήρωσε τις εργασίες της στις 12.00 η ώρα και μετέβη στην οικία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου προκειμένου να τον επισκεφθεί και να εκφράσει την συμπαράστασή της στο πρόβλημα της υγείας που αντιμετωπίζει.
Εκ του Γραφείου Τυπου της Ιεράς Συνόδου
Ι Κοινότητα ΑΟ - ΠΑΠΑΣ 06 ΕΚΚΛ ΤΥΠΟΣ (pdf, 0.5Mb)
Ι Κοινότητα ΑΟ - ΠΑΠΑΣ 06 ΗΜ ΤΥΠΟΣ - ΜΜΕ (pdf, 0.2Mb)
Οι φιλικές εκδηλώσεις και φιλοφρονήσεις Ορθοδόξων ταγών και οικουμενιστών προς τον Παπα Ρωμης δεν θα ενέπνεαν σοβαρές ανησυχίες σε μεγάλο αριθμό συνειδητών Ορθοδόξων, εάν συνωδεύοντο από κάποιες ενδείξεις αλλαγής στην γραμμή του Βατικανού. Αλλαγή όμως δεν παρατηρείται. Αντιθέτως μάλιστα η Ουνία ενισχύεται, το Πρωτείον και το Αλάθητον διακηρύσσονται από τον Παπα ευκαίρως ακαίρως και η διπλωματία του Βατικανού κάνει ο,τι μπορεί για να προωθήση μία ένωσι με τους Ορθοδόξους σύμφωνη με το πνεύμα της Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας και της Β´ Βατικανείου Συνόδου, οι οποίες καλούσαν τους «απεσχισμένους αδελφούς» Ορθοδόξους να επανέλθουν στην Παπική Εκκλησία, διότι μόνον η κοινωνία με τον διάδοχο του Πέτρου εξασφαλίζει την πλήρη και αληθή εκκλησιαστικότητα.
Ο Παπισμός είναι δεσμευμένος από τις αποφάσεις δεκατεσσάρων «οικουμενικών» Συνόδων, πέρα των επτά αγίων Οικουμενικών Συνόδων της αδιαιρέτου Καθολικής Εκκλησίας, και άρα δεν δύναται να συζητήση η αναζητήση άλλης μορφής ένωσι πλην της «επιστροφής» των Ορθοδόξων. Από τις αποφάσεις μάλιστα της Β’ Βατικανείου διαπιστώνουμε ότι, εκτός από κάποια ανώδυνα και επιφανειακά ανοίγματα του Βατικανού προς τους Ορθοδόξους, το Πρωτείον και το Αλάθητον όχι μόνον δεν περιορίζονται η τουλάχιστον αποσιωπώνται, αλλά ενισχύονται έναντι της Α’ Βατικανείου Συνόδου. « Η Β’ Βατικάνειος Σύνοδος... δεν παρέλειψε να εξάρη και ενισχύση ακόμη περισσότερον και το παπικόν αξίωμα, μέχρι του σημείου μάλιστα ώστε υπό τινων υμνητών αυτού εν τη Συνόδω εδημιουργήθη η υπόνοια ότι κεφαλή της Εκκλησίας δεν είναι πλέον ο Χριστός, αλλ’ ο Πέτρος και μέσω αυτού ο Πάπας»1· και, όσον αφορά τα ανοίγματά της, «πρόκειται περί μεταβολής της εξωτερικής πολιτικής και εμφανίσεως της Εκκλησίας της Ρώμης, ουχί δε περί εσωτερικής μεταβολής εν τη διδασκαλία αυτής»2.
Την αμετακίνητο εμμονή του Παπισμού στα δόγματά του βεβαιώνουν κατά καιρούς οι Παπαι της Ρωμης. Ο Πάπας Παύλος ΣΤ’ π.χ. με την πρώτη μετά την εκλογή του εγκύκλιο «Ecclesi amsuam» (6/8/1965) διαρκούσης της Β’ Βατικανείου εδήλωνε· «απατώνται όσοι πιστεύουσιν, ότι ημείς θα αποστώμεν των προνομίων ημών, τα οποία θεόθεν εδόθησαν δια του αποστόλου Πετρου»3. Και ο Παπας Ιωάννης-Παύλος Β’ με την εγκύκλιό του «Lumen Orientalis» (25/3/1995) κινείται στην ίδια γραμμή, όπως σχολιάζει ο μακαριστός καθηγητής Ιωάννης Παναγόπουλος· « Η εγκύκλιος επανέρχεται με αδιαλλαξία και ακαμψία στις διακηρύξεις περί Οικουμενισμού της Β’ Βατικανής Συνόδου... Καθε συζήτηση για την εκκλησιαστική ενότητα προϋποθέτει την άνευ όρων αποδοχή του Παπικού πρωτείου, το οποίο ο Θεός ίδρυσε “ως παντοτεινή και ορατή αρχή και θεμέλιο ενότητας”»4.
Ωστε λοιπόν δεν πρέπει να τρέφωμε ψευδαισθήσεις ότι είναι δυνατή κάποια συμφωνία επί τη βάσει της ακαινοτομήτου αποστολικής πίστεως, την οποία διακρατεί μέχρι σήμερα η Ορθόδοξος Εκκλησία.
Μελετών κάποιος προσεκτικά τα στάδια που ακολουθούνται στις σχέσεις Ορθοδόξων-Ρωμαιοκαθολικών διακρίνει ότι υπάρχει σχέδιο του Βατικανού, το οποίο σταδιακά εφαρμόζεται μέχρι να πραγματοποιηθή η «ένωσις». Για σχέδιο του Βατικανού προς προώθησιν ενώσεως Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών γράφει ο μακαριστός καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης· « Ο Πάπας Παύλος ΣΤ’ και οι περί αυτόν ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι εξεπόνησαν εν καλώς μελετηθέν ευρύτατον πρόγραμμα ρωμαιοκεντρικού Οικουμενισμού, σύμφωνον προς την Λατινικήν Εκκλησιολογίαν»5.
Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Χρυσόστομος διευκρινίζει το είδος της σχεδιαζομένης ενώσεως· «οι αδελφοί Ρωμαιοκαθολικοί εμμέσως η αμέσως αφήνουσι να νοηθή, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία δύναται να ενωθή μετά της Ρωμαιοκαθολικής δι’ ενός είδους ενώσεως ομοίου η παραλλήλου προς εκείνο, το οποίον υφίσταται μεταξύ αυτής και των εκκλησιαστικών ομάδων των Ουνιτών»6. Αλλά και ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης είχε αποκαλύψει ότι Ρωμαιοκαθολικός επίσκοπος του είχε εκμυστηρευθή ότι κατά το σχέδιο του Βατικανού η ένωσις δεν θα γίνη εκ των άνω, δηλαδή των επισκόπων, των θεολόγων και των διαλόγων, αλλά μάλλον μέσω του λεγομένου λαϊκού οικουμενισμού, δηλαδή των αμοιβαίων επαφών και της σταδιακής εφαρμογής της μυστηριακής διακοινωνίας (intercommunio), η οποία τουλάχιστον από την Ρωμη ήδη εφαρμόζεται7.
Συμφώνως προς το πρόγραμμα του ρωμαιοκεντρικού Οικουμενισμού έγιναν ήδη τα ακόλουθα βήματα·
α) Η άρσις των αναθεμάτων του 1054, χωρίς να έχουν αρθή οι δογματικές διαφορές.
β) Η ανταλλαγή επισκέψεων των Προκαθημένων και η παραχώρησις εκ μέρους του Βατικανού αγίων Λειψάνων. Ετσι δίδεται η εντύπωσις ότι το Βατικανόν διάκειται φιλικώς έναντι των Ορθοδόξων.
γ) Η έναρξις του Θεολογικού Διαλόγου από των ενούντων. Με τον τρόπο αυτό η Μικτή Θεολογική Επιτροπή του Διαλόγου δια σειράς κοινών ορθοδόξων εν πολλοίς κειμένων, τα οποία όμως περιέχουν τα σπέρματα αμοιβαίας αναγνωρίσεως της αυτής Πιστεως, των αυτών εισαγωγικών Μυστηρίων, της αυτής ιερωσύνης και της αποστολικής διαδοχής μεταξύ των Ορθοδόξων και των Ρωμαιοκαθολικών, εν γένει της αναγνωρίσεως των δύο Εκκλησιών ως «αδελφών εκκλησιών», έφθασε εν τέλει με κάθε επισημότητα στο συμφωνηθέν κείμενο της Ζ’ Συνελεύσεως, το «Κείμενο του Βα άηάόί» (23/6/1993), να διακηρύξη την εκκλησιολογική των ταυτότητα ως εξής· « Από της ενάρξεως των Πανορθοδόξων Διασκέψεων και της Β’ Συνόδου του Βατικανού, η εκ νέου ανακάλυψη και αξιοποίηση, τόσο από τους Ορθοδόξους όσο και από τους Καθολικούς, της Εκκλησίας ως κοινωνίας, άλλαξαν ριζικώς οι προϋποθέσεις και, άρα, και οι θεμελιώδεις στάσεις. Και από τις δύο πλευρές αναγνωρίζεται ότι αυτό που ο Χριστός ενεπιστεύθη στην Εκκλησία Του -ομολογία της αποστολικής πίστεως, συμμετοχή στα ίδια μυστήρια, προ πάντων στη μοναδική Ιερωσύνη που τελεί τη μοναδική θυσία του Χριστού, αποστολική διαδοχή των επισκόπων- δεν δύναται να θεωρήται ως η ιδιοκτησία της μιας μόνον από τις Εκκλησίες μας. Στα πλαίσια αυτά, είναι προφανές ότι κάθε είδους αναβαπτισμός αποκλείεται»8.
Και όλον τούτο, δηλαδή η υπό των Ορθοδόξων αναγνώρισις της Ρωμαιοκαθολικής ως πλήρους και αληθούς Εκκλησίας, έγινε παρά την επιμελή διατήρησι των δογματικών διαφοροποιήσεών της από την Πιστι της Ορθοδόξου Μιας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας!
δ) Η μετά την διακοπή του Διαλόγου, λόγω του προβλήματος της Ουνίας (Η´ Συνέλευσις, Βαλτιμόρη 2000), επανέναρξις του Διαλόγου χωρίς να λυθή το πρόβλημα της Ουνίας και μάλιστα με την συμμετοχή των Ουνιτών στον Διάλογο ως νομίμων συνομιλητών των Ορθοδόξων. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η Ουνία καταδικάζεται μεν δια των λόγων ως μέθοδος ενώσεως, επιβάλλεται όμως υπό των Ρωμαιοκαθολικών ως μοναδική οδός πραγματώσεως της ενώσεως, συμφώνως προς τας αρχάς της Β´ Βατικανείου, και γίνεται ανεκτή υπό των Ορθοδόξων. Ανεξαρτήτως δε των συμφωνουμένων στον Διάλογο οι Πάπαι υποστηρίζουν την Ουνία. Είναι γνωστή η σκανδαλώδης υπέρ της Ουνίας παπική παρέμβασις στο έργο της Μικτής Επιτροπής του Διαλόγου, εξ αιτίας της οποίας εναυάγησε ο Διάλογος στην Βαλτιμόρη. Ο νυν Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ´ δι’ επιστολής του προς τον Ουνίτη Αρχιεπίσκοπο της Ουκρανίας Λιουμπομίρ Χούζαρ εγκωμίασε τους αγώνες των Ουνιτών για την διατήρησι της ιδιοπροσωπίας των και προσέθεσε υπέρ της Ουνίας τα εξής· «μέσα στην κοινωνία με τους Διαδόχους των Αποστόλων, των οποίων την ορατή ενότητα την εγγυάται ο Διάδοχος του Αποστόλου Πετρου, η Ουκρανική Καθολική Κοινότητα, κατόρθωσε να διατηρήσει ζωντανή την Ιερή Παράδοσι, στην ακεραιότητά της. Για να παραμείνει άθικτη σε όλο της τον πλούτο η πολύτιμη αυτή κληρονομιά της “Παραδόσεως” επιβάλλεται να εξασφαλίσουμε την παρουσία και των δύο μεγάλων φορέων της μοναδικής Παραδόσεως του (λατινικού και του ανατολικού)... Διπλή είναι η αποστολή που έχει ανατεθεί στην Ελληνοκαθολική Εκκλησία, που βρίσκεται σε πλήρη κοινωνία με τον Διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου· από τη μια πλευρά να διατηρήσει ορατή μέσα στην Καθολική Εκκλησία την ανατολική παράδοση· από την άλλη πλευρά να ευνοήσει τη σύγκλιση των δύο παραδόσεων, μαρτυρώντας ότι αυτές όχι μόνο συνδυάζονται μεταξύ τους, αλλά και αποτελούν μια βαθιά ενότητα μέσα στην ποικιλία τους»9.
Ο ίδιος Πάπας εδέχθη τον εν Ελλάδι ουνίτη επίσκοπο Γρατιανουπόλεως, μετά της ομάδος των ρωμαιοκαθολικών Ελλήνων επισκόπων, φωτογραφηθέντα μαζί τους με εμφάνισι Ορθοδόξου αρχιερέως10. Επίσης από την Έφεσο κατά την τελευταία επίσκεψί του στην Τουρκία και το Φανάρι υπεστήριξε την Ουνία λέγων ότι· «κατ’ αυτόν ο καλύτερος τρόπος δια την ενότητα εις την Εκκλησίαν είναι αυτός της Ουνίας»11.
Δυστυχώς, καίτοι οι Ορθόδοξοι στην Γ’ Πανορθόδοξο Σύνοδο εδήλωσαν ότι «Ουνία και Διάλογος είναι ασυμβίβαστα ταυτοχρόνως»12, απ’ αυτής της ενάρξεως του ορθοδόξου-ρωμαιοκαθολικού διαλόγου γίνονται ανεπίτρεπτες υποχωρήσεις στις απαιτήσεις του Βατικανού·
- Με την κοινή δήλωσι κατά την Α’ Συνέλευσι της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής (1980) ότι «η παρουσία Ουνιτών Ρωμαιοκαθολικών ανατολικού ρυθμού εις την Επιτροπήν των Ρωμαιοκαθολικών δεν σημαίνει αναγνώρισιν της Ουνίας υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας»13.
- Με την αναγνώρισι των Ουνιτικών «εκκλησιών» δια του «Κειμένου του Βalamand»· « Όσον αφορά τις Καθολικές Εκκλησίες Ανατολικού ρυθμού, είναι προφανές ότι, ως μέλη της Ρωμαιοκαθολικής (εκκλησιαστικής) Κοινωνίας, έχουν το δικαίωμα να υπάρχουν και να δρουν με στόχο την ικανοποίηση των πνευματικών αναγκών των πιστών των»14.
- Με την αποδοχή της παρουσίας Ουνιτών στις διμερείς επαφές, όπως και της τελευταίας επισήμου και τιμητικής εμφανίσεως Ουνίτου επισκόπου στο Φανάρι κατά την επίσκεψι του Παπα τον Νοέμβριο του 2006.
Η επιμονή του Παπισμού όχι μόνο να διατηρή την Ουνία αλλά και να την δραστηριοποιή εν μέσαις Αθήναις μέσω της Ουνιτικής ενορίας της Αγίας Τριάδος υπό την ηγεσία Ουνίτου επισκόπου (ως να μη έφθανε ο Λατίνος επίσκοπος Αθηνών και ο νούντσιος του Παπα) αποτελεί σκάνδαλο για τους Ορθοδόξους όχι μικροτέρας σημασίας από το σκάνδαλο της Ιεράς Εξετάσεως και της συνυπάρξεως κοσμικής και εκκλησιαστικής εξουσίας στο πρόσωπο του Παπα παρά την ρητή εντολή του Κυρίου «απόδοτε ουν τα καίσαρος καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ».
Το γεγονός ότι ο Παπισμός εγκατέστησε ουνιτικές «εκκλησίες» και μεταξύ όλων των αρχαίων εκκλησιών της Ανατολής (Κοπτών, Αρμενίων, Μελχιτών, Συροϊακωβιτών, Αβησσυνών) αποδεικνύει, πέρα της δολιότητος των ιδρυσάντων και διατηρούντων την Ουνία, και την πρόθεσι του Παπισμού να διατηρήση την Ουνία ως μέθοδο, πρότυπο, «ενώσεως» και επανόδου των Ορθοδόξων και των λοιπών ανατολικών Χριστιανών στην Ρωμη, παρά την φραστική καταδίκη της.
ε) Η προετοιμασία, προβολή και υποστήριξις καινοφανών θεωριών, με τις οποίες το Filioque, το Πρωτείον και το Αλάθητον ερμηνεύονται από τους Ρωμαιοκαθολικούς κατά τρόπον που να γίνουν αποδεκτά από τους Ορθοδόξους15.
Προ τεσσαράκοντα περίπου ετών συμμετείχα σε σύναξι Ορθοδόξων θεολόγων εν Αθήναις, στην οποία προσκληθείς ο γνωστός Ρωμαιοκαθολικός κληρικός και στέλεχος του Βατικανού Πιέρ Ντυπρέ μας είπε· «Το Πρωτείον θα το διατυπώσουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε θα το δεχθήτε». Του παρετήρησα ότι δεν μας ενδιαφέρει η διατύπωσις αλλά η ουσία του Πρωτείου. Δεν πρόκειται να δεχθούμε Πρωτείον με την έννοια που το κατέχει ο Πάπας της Ρώμης.
στ) Η διοργάνωσις κοινών ορθοδοξο-ρωμαιοκαθολικών θεολογικών συνεδρίων, ως του Β ύό, τα οποία, ενώ προβάλλουν την Ορθόδοξο δήθεν πνευματικότητα, καλλιεργούν την ιδέα της ενότητος παρά τις δογματικές διαφορές.
Ο Παπισμός χρησιμοποιεί την παιδεία για να επηρεάση το φρόνημα των Ορθοδόξων νέων και μάλιστα των μορφωμένων. Είναι γνωστό ότι ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ´ το 1575 ίδρυσε στην Ρώμη το ελληνικό Κολλέγιο του Αγίου Αθανασίου, το οποίο σύμφωνα με το επίσημο παπικό έγγραφο είχε ως σκοπό «πρώτα να επιδιώξη την πνευματική άνοδο των Ελλήνων...· έπειτα απέβλεπε στη διδασκαλία των δογμάτων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και την επαναφορά των “σχισματικών” ορθοδόξων στους κόλπους της»16. Μαθηταί του Κολλεγίου διεσκορπίσθησαν στην τουρκοκρατουμένη Ελλάδα και εργάσθησαν για τον εξουνιτισμό Ορθοδόξων συμπατριωτών τους.
Είναι επίσης γνωστό ότι σήμερα εκτός από τις χορηγούμενες υποτροφίες σε θεολόγους για σπουδές σε παπικές θεολογικές σχολές στην Ρώμη, λειτουργούν στην Ελλάδα αρκετά παπικά σχολεία πρώτης και δευτέρας βαθμίδος.
Η χαραχθείσα από το Βατικανό γραμμή ακολουθείται με πιστότητα. Ετονίζετο μέχρι σήμερα και από Ορθοδόξους θεολόγους ότι υπάρχουν δογματικές διαφορές μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, χωρίς επίλυσι των οποίων δεν ημπορεί να γίνη η ένωσις. Τωρα τονίζεται και από Ορθοδόξους ότι έχουμε κοινή πίστι, κοινή παράδοσι, και ότι υπό ωρισμένες προϋποθέσεις θα ηδυνάμεθα να δεχθούμε το Πρωτείον· «“ Έχουμε την ιδία πίστι και την ιδία παράδοσι. Το κύριο πρόβλημα που πρέπει να λύσουμε, είναι το πρωτείο του επισκόπου Ρωμης, δηλαδή ο ρόλος του Παπα”, εδήλωσε ο Μητροπολίτης [Περγάμου] Ιωάννης. “Πιστεύω ότι μπορούμε να βρούμε μία λύσι. Πρόκειται περί του επακριβούς καθορισμού της θέσεως του επισκόπου Ρωμης στην δομή της παγκοσμίου Εκκλησίας. Οι Ορθόδοξοι είναι έτοιμοι να δεχθούν την ιδέα ενός παγκοσμίου πρωτείου και, κατά τους κανόνας της αρχαίας Εκκλησίας, ο επίσκοπος Ρώμης ήταν ο “primus” [...] Η ασυμφωνία εμφανίζεται σε ένα θεμελιώδες θέμα· Μπορεί ο επίσκοπος Ρώμης να παρεμβαίνη στην ζωη των τοπικών Εκκλησιών;”, εδήλωσε επί πλέον και προσέθεσε· “Δεν μπορεί να παρεμβαίνη χωρίς απόφασι ειλημένη από κοινού με τους άλλους επισκόπους. Με λίγα λόγια, ο επίσκοπος Ρώμης πρέπει πάντοτε να ενεργή εν συμφωνία μετά της συνόδου»17.
Θα ήθελα κατ’ αρχήν εδώ να παρατηρήσω ότι η συνείδησις της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας ουδέποτε απεδέχθη ότι μετά το Σχίσμα Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί έχουμε κοινή Πιστι και κοινή Παράδοσι. Μάρτυρες της συνειδήσεως αυτής είναι μεγάλοι ιεράρχαι και θεοφόροι Πατέρες, ως ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Αγιος Μάρκος Εφέσου, ο Άγιος Μελέτιος ο Πηγάς, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Αγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων, και άλλοι πολλοί, καθώς και οι Συνοδικές αποφάνσεις των Ορθοδόξων Πατριαρχών κατά τα έτη 1848, 1868, 1895. Αλλά και ο απλούς Ορθόδοξος λαός, παρά τα δεινά της Τουρκοκρατίας και παρά την συστηματική λατινική προπαγάνδα και τις πιέσεις που κατά καιρούς υπέστη από την Ουνία, δεν εξώμοσε -εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων- αλλά έμεινε πιστός στα δόγματα και την πίστι της Εκκλησίας του.
Έπειτα η ένωσις που επιχειρείται, έστω και εάν καλώς προετοιμάζεται εδώ και αρκετές δεκαετίες από το Βατικανό, δεν θα γίνη αποδεκτή από πολλούς Ορθοδόξους και θα συντελέση στην διάσπασι της Ορθοδοξίας, επειδή θα γίνη χωρίς να επιλυθούν ουσιαστικά οι δογματικές διαφορές, χωρίς οι Ρωμαιοκαθολικοί να απαρνηθούν τα αιρετικά δόγματα (Filioque, Πρωτείον, Κτιστή Χάρις κ.λπ), αλλά με επανερμηνεία των κατά τρόπο ανώδυνο για το Βατικανό και αποδεκτό από τους Ορθοδόξους.
Βεβαια η εκκοσμικευμένη κοινωνία μας, που γαλουχείται με τα συνθήματα της Παγκοσμιοποιήσεως και της Νεας Εποχής δεν έχει την δογματική ευαισθησία των Ορθοδόξων που κάποτε απεδοκίμασαν τις αποφάσεις της «ενωτικής» Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας. Υπάρχει εν τούτοις και σήμερα λαός του Θεού, το προφητικόν λείμμα συνειδητών Ορθοδόξων, οι οποίοι θα αντισταθούν σε κάθε μορφή ενώσεως, η οποία δεν θα γίνη εν τη αληθεία της Ορθοδόξου Πίστεως. Η ανησυχία πολλών Ορθοδόξων για όσα συνέβησαν τελευταία, αποδεικνύει ότι η Ορθόδοξος συνείδησις λειτουργεί.
Ας προσέξουν λοιπόν οι σπεύδοντες προς την ένωσι, μήπως αντί να ενώσουν τα διεστώτα διασπάσουν το ηνωμένο Ορθόδοξο ποίμνιο. Το δράμα των αλλεπαλλήλων διασπάσεων, που ηκολούθησαν την εν σπουδή επιβολή του νέου ημερολογίου στην Εκκλησία της Ελλάδος, πρέπει να προβληματίση τους εκκλησιαστικούς μας ηγέτας. Και ακόμη πρέπει να μας διδάξη η σύνεσις πολλών Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες διακρατούν το παλαιό ημερολόγιο για να μη σχίσουν το ποίμνιό τους.
Ανακοινώθηκε ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης προσεκάλεσε τον Παπα να παραστούν στην προσεχή Συνέλευσι της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής του Διαλόγου Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών στην Ραβέννα18. Τα θέματα θα είναι σοβαρά. Παρ’ ότι ανησυχούμε για ο,τι πρόκειται να αποφασισθή, ελπίζουμε ότι οι Ορθόδοξοι δεν θα υποκύψουν στις προαιώνιες παπικές αξιώσεις, δεν θα αμνηστεύσουν την Ουνία, δεν θα αναγνωρίσουν στον Παπα κάποια μορφή πρωτείου εξουσίας και παγκοσμίου δικαιοδοσίας, ούτε θα δεχθούν να συνεργασθούν στους Βατικάνειους σχεδιασμούς για ένωσι που άμεσα η έμμεσα θα παραθεωρή την ακαινοτόμητο Ορθόδοξο Πίστη.
Άγιον Όρος, 20 Ιουνίου 2007
1. Ιω. Καρμίρη, Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός, τομ. Ι, Αθήναι 1964, σελ. 25.
2. Ιω. Καρμίρη, Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός, τομ. ΙΙ, Αθήναι 1965, σελ. 170.
3. Ενθ’ ανωτ., σελ. 171.
4. Ιω. Παναγόπουλου, Το Βατικανό και η Ενωση των Χριστιανικών Εκκλησιών, εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 30/7/1995.
5. Ιω. Καρμίρη, Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός, τομ. ΙΙ, Αθήναι 1965, σελ. 170.
6. Χρυσοστόμου-Γερασίμου Ζαφείρη, Μητροπολίτου Περιστερίου, « Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός. Ο αρξάμενος Θεολογικός Διάλογος. Γεγονότα και σκέψεις», εν περιοδ. Θεολογία, τ. 53 (1982), σελ. 77.
7. Γεωργίου Καψάνη, Η κρίσις Θεολογίας και Οικουμενισμού εν Η.Π.Α., Αθήναι 1968, σελ. 17-20.
8. Επίσκεψις, τ. 496/1993.
9. Εφημ. Καθολική, φ. 3046/18-4-2006.
10. Ενθ’ ανωτ., φ. 3060/14-11-2006.
11. Εφημ. Ορθόδοξος Τυπος, 8/12/2006.
12. Δηλωσις Ορθοδόξου αντιπροσωπείας στην Γ’ Πανορθόδοξο Διάσκεψι, βλ. Ιω. Καρμίρη, ένθ’ ανωτ., ΙΙ, Αθήναι 1965, σελ. 38.
13. Χρυσοστόμου-Γερασίμου Ζαφείρη, Μητροπολίτου Περιστερίου, ένθ’ ανωτ., σελ. 74.
14. Επίσκεψις, τ. 496 (1993).
15. Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Ορους, Καινοφανείς θεολογικές απόψεις εν όψει των διαλόγων, περιοδ. Παρακαταθήκη, τ. 43/2005. Επίσης βλ. Ιερομ. Δημητρίου Γρηγοριάτου, Η Ρωμαιοκαθολική Clarification (Διασάφησις) επαναβεβαιώνει το Filiοque, περιοδ. Παρακαταθήκη, τ. 52/2007.
16. Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλή, Οι Μακεδόνες σπουδαστές του Ελληνικού Κολλεγίου Ρωμης και η δράση τους στην Ελλάδα και στην Ιταλία, εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσ/νίκη 1971.
17. Περιοδ. S.Ο.Ρ. 318/2007.
18. Περιοδ. S.Ο.Ρ. 318/2007.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...